Διωρισμένοι Αξιωματούχοι στη Θεοκρατική Οργάνωσι
1. Ποιες ερωτήσεις εγείρουν τα εδάφια 1 Πέτρου 5:1-3 όσον αφορά το αν όλα τα μέλη της εκκλησίας ήσαν «πρεσβύτεροι»;
ΓΥΡΩ στα έτη 62 έως 64 μ.Χ. ο απόστολος Πέτρος ενώ ήταν στη Βαβυλώνα της Μεσοποταμίας είχε κάτι να γράψη για τους «πρεσβυτέρους.» Λέγει: «Τους μεταξύ σας πρεσβυτέρους παρακαλώ εγώ ο συμπρεσβύτερος και μάρτυς των παθημάτων του Χριστού, ο και κοινωνός της δόξης ήτις μέλλει να αποκαλυφθή· ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστικώς, αλλ’ εκουσίως· μηδέ αισχροκερδώς, αλλά προθύμως· μηδέ ως κατακυριεύοντες την κληρονομίαν του Θεού, αλλά τύποι γενόμενοι του ποιμνίου.» (1 Πέτρ. 5:1-3) Αν, τώρα, όλοι στο «ποίμνιον του Θεού,» έπρεπε να θεωρούνται ως «πρεσβύτεροι,» ποιο θα ήταν το νόημα του Πέτρου όταν μιλούσε για τους «μεταξύ σας πρεσβυτέρους»; Έπειτα, επίσης, πώς μπορούσε να λεχθή ότι εκείνο το ποίμνιον του Θεού το ‘επισκοπούσαν,’ δηλαδή, το είχαν υπό την φροντίδα των οι «πρεσβύτεροι;» Πώς μπορούσαν να «ποιμαίνουν το ποίμνιον» αν όλο το ποίμνιον ήσαν «πρεσβύτεροι» και συνεπώς όλοι ποιμένες;
2. Γιατί εκείνοι στους οποίους απευθύνεται ο Πέτρος ήσαν επισήμως «πρεσβύτεροι,» και με πόσους «πρεσβυτέρους» ξεκίνησε η εκκλησία της Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ.;
2 Ο απόστολος Πέτρος κατατάσσει τον εαυτό του ως «πρεσβύτερον» μεταξύ «πρεσβυτέρων» (συμπρεσβύτερον) προς τους οποίους απευθύνεται. Έτσι, αν ο Πέτρος ήταν ένας «πρεσβύτερος» με μια επίσημη έννοια, εκείνοι προς τους οποίους απευθύνεται ήσαν επίσης επισήμως «πρεσβύτεροι.» Βεβαίως ένας απόστολος του Ιησού Χριστού θα έπρεπε να είναι επισήμως «πρεσβύτερος.» Συνεπώς, όταν η Χριστιανική εκκλησία ξεκίνησε την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ., είχε δώδεκα επισήμους «πρεσβυτέρους,» δηλαδή, τους δώδεκα αποστόλους του Ιησού Χριστού. (Πράξ. 1:13 έως 2:37) Οι απόστολοι εκείνοι ήσαν όλοι σαν τον Πέτρο, με το να είναι ο καθένας «μάρτυς των παθημάτων του Χριστού,» επειδή είχαν συνεργασθή όλοι από τον καιρό του βαπτίσματος του Ιησού μέχρι της αναλήψεώς του στον ουρανό. (Πράξ. 1:21,22· 1 Πέτρ. 5:1) Ως επίσημοι «πρεσβύτεροι» εκείνοι οι απόστολοι ‘εκοπίασαν εις λόγον και διδασκαλίαν’ από την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ. και έπειτα.—1 Τιμ. 5:17· Πράξ. 2:37-42· 4:33· συγκρίνατε με 2 Ιωάν. 1 και 3 Ιωάν. 1.
«ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΙ»—ΠΩΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ
3. (α) Πώς είχαν γίνει πρεσβύτεροι οι δώδεκα απόστολοι; (β) Σύμφωνα με το 14 κεφάλαιο των Πράξεων, σχετικά με τι μαθαίνουμε πώς εγίνοντο οι «πρεσβύτεροι» στις άλλες εκκλησίες τότε;
3 Οι ένδεκα πιστοί απόστολοι του Ιησού Χριστού υπήρξαν μαθηταί του, μερικοί περισσότερο από ένα έτος προτού τους διορίση να είναι απόστολοι. (Ιωάν. 1:35 έως 2:2· Ματθ. 4:12-22· 10:1-4· Λουκ. 6:12-16) Συνεπώς είχαν γίνει «πρεσβύτεροι» με το να διορισθούν από τον Ιησούν. Ο μετέπειτα δωδέκατος απόστολος που ονομάζετο Ματθίας είχε εκλεγή δια κλήρου μετά την ανάληψι του Ιησού στον ουρανό, και επομένως όχι με διορισμό ανθρώπου. (Πράξ. 1:15-26) Πώς είχαν τεθή σε αξίωμα οι μετέπειτα «πρεσβύτεροι» της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, επίσης οι «πρεσβύτεροι» άλλων εκκλησιών που είχαν ιδρυθή μετά την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ.; Αυτό δείχνεται για μας στις Πράξεις των Αποστόλων κεφάλαιο 14. Ο απόστολος Παύλος ήταν στην πρώτη ιεραποστολική του περιοδεία μαζί με τον Βαρνάβα και πήγε έως τη Δέρβη, το Ικόνιον, τα Λύστρα και την Αντιόχεια της Πισιδίας της Μικράς Ασίας, και ίδρυσε εκκλησίες εκεί. Κατά την επιστροφή των επεσκέφθησαν αυτές τις νεαρές εκκλησίες.
4. Πώς εγίνοντο «πρεσβύτεροι» στις εκκλησίες που επεσκέπτοντο πάλι ο Παύλος και ο Βαρνάβας, και πώς αυτή η μέθοδος ήταν θεοκρατική;
4 Πώς απέκτησαν αυτές οι τελευταίως ιδρυμένες εκκλησίες τους «πρεσβυτέρους» των; Τα εδάφια Πράξεις 14:22,23 μας λέγουν ότι ο Παύλος και ο Βαρνάβας επέστρεψαν σ’ αυτές «επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών, προτρέποντες να εμμένωσιν εις την πίστιν, και διδάκοντες ότι δια πολλών θλίψεων πρέπει να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν του Θεού. Και αφού εχειροτόνησαν εις αυτούς πρεσβυτέρους κατά πάσαν εκκλησίαν, προσευχηθέντες με νηστείας, αφιέρωσαν αυτούς εις τον Κύριο, εις τον οποίον είχον πιστεύσει.» Είναι φανερό, λοιπόν ότι οι εκκλησίες δεν εγκατέστησαν τους δικούς των «πρεσβυτέρους» με λαϊκή ψήφο ή εκλογή μεταξύ των μελών των. Συνεπώς αυτός ο τρόπος δεν μπορούσε να ονομασθή «δημοκρατική» μέθοδος εγκαθιδρύσεως «πρεσβυτέρων.» Ο Παύλος είχε εκλεγή από τον Ιησού Χριστό ως απόστολος, και αυτός και ο Βαρνάβας είχαν αποσταλή σ’ αυτήν την ιεραποστολική περιοδεία από την Αντιόχεια με οδηγίες του αγίου πνεύματος του Θεού. Έτσι ο από μέρους των διορισμός «πρεσβυτέρων» στις εκκλησίες ήταν θεοκρατικός.—Πράξ. 13:1-4.
5. Τι έγραψε ο Παύλος στον Τίτο να κάμη σχετικά με τις εκκλησίες στην Κρήτη, και ποια προσόντα έπρεπε να παρατηρή ο Τίτος;
5 Χρόνια αργότερα, γύρω στα έτη 61 έως 64 μ.Χ., τα οποία ήσαν μετά την απόλυσι του Παύλου από την πρώτη του φυλάκισι στη Ρώμη, αυτός έγραψε στον συνεργάτη του Τίτον, ο οποίος τότε ήταν στη νήσο Κρήτη. Ο Παύλος είπε: «Δια τούτο σε αφήκα εν Κρήτη, δια να διορθώσης τα ελλείποντα, και να καταστήσης εν πάση πόλει πρεσβυτέρους, καθώς εγώ σε διέταξα.» (Τίτον 1:5) Έπειτα ο Παύλος εκθέτει τις απαιτήσεις για έναν που διορίζεται ως «πρεσβύτερος,» προσθέτοντας: «Όστις ήναι ανέγκλητος, μιας γυναικός ανήρ, έχων τέκνα πιστά, μη κατηγορούμενα ως άσωτα, ή ανυπότακτα. Διότι πρέπει ο επίσκοπος να ήναι ανέγκλητος, ως οικονόμος Θεού· μη αυθάδης, μη οργίλος, μη μέθυσος, μη πλήκτης, μη αισχροκερδής· αλλά φιλόξενος, φιλάγαθος, σώφρων, δίκαιος, όσιος, εγκρατής· προσκεκολλημένος εις τον πιστόν λόγον της διδασκαλίας, δια να ήναι δυνατός και να προτρέπη δια της υγιαινούσης διδασκαλίας, και να εξελέγχη τους αντιλέγοντας.»—Τίτον 1:6-9.
6. Πώς χρησιμοποιούσε εδώ ο Παύλος τους όρους «πρεσβυτέρους» και «επισκόπους,» και πώς αποδεικνύεται αυτό;
6 Με το ν’ αρχίση να συζητή τις απαιτήσεις που χρειάζονται για να είναι ένας διωρισμένος «πρεσβύτερος» και κατόπιν προχωρώντας για να πη, «Διότι πρέπει ο επίσκοπος να ήναι ανέγκλητος,» και ούτω καθεξής, ο Παύλος δείχνει ότι ένας «πρεσβύτερος» είναι επίσης «επίσκοπος.» Έτσι όταν ο Τίτος θα διώριζε «πρεσβυτέρους,» θα διώριζε συγχρόνως επισκόπους στην εκκλησία. Έτσι ο Παύλος εδώ χρησιμοποιεί τις λέξεις «πρεσβυτέρους» και «επισκόπους» ως συνωνύμους, επειδή εκφράζουν την ίδια ιδέα και μπορούν να χρησιμοποιούνται εναλλάξ. Ένας επίσκοπος, λοιπόν, πρέπει να είναι «πρεσβύτερος,» και ένας «πρεσβύτερος» πρέπει να διεξάγη τα καθήκοντα ενός επισκόπου. Ο Παύλος έδειξε αυτό στη Μίλητο.
7. Ποιους έστειλε να καλέση ο Παύλος στη Μίλητο από την Έφεσο και τι τους είπε να κάμουν;
7 Διαβάζομε: «Πέμψας δε από της Μιλήτου εις Έφεσον, προσεκάλεσε τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας. Και ότε ήλθον προς αυτόν, είπε προς αυτούς,. . . Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς, και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το Πνεύμα το Άγιον σας έθεσεν επισκόπους, δια να ποιμαίνητε την εκκλησία του Θεού, την οποίαν απέκτησε δια του αίματος του ιδίου αυτού Υιού.»—Πράξ. 20:17-28, ΜΝΚ.
8. Πώς είχαν γίνει «πρεσβύτεροι,» οι επισκέπται του Παύλου, ποια υπηρεσία ήσαν υποχρεωμένοι να προσφέρουν, και σε ποιον ήσαν πρωτίστως υπεύθυνοι;
8 Σύμφωνα με τους λόγους αυτούς, εκείνοι οι «πρεσβύτεροι» ετέθησαν στο αξίωμα, όχι με οποιανδήποτε δημοκρατική εκλογή ή ψηφοφορία, αλλά με διορισμό του αγίου πνεύματος του Θεού που ενεργούσε μέσω του ορατού κυβερνώντος σώματος σε όλες τις εκκλησίες. Με το να διορισθούν με αυτόν τον τρόπο να είναι «πρεσβύτεροι,» είχαν διορισθή ταυτοχρόνως να είναι «επίσκοποι,» και το καθήκον του επισκόπου τους υποχρέωνε να ενεργούν ως ποιμένες του ποιμνίου, της εκκλησίας του Θεού. Αυτοί ήσαν υπεύθυνοι πρωταρχικώς, όχι στο κυβερνών σώμα, αλλά στον Μέγαν Επίσκοπον, Ιεχωβά Θεό. (1 Πέτρ. 2:25· Ησ. 53:6) Οι λόγοι του Παύλου προς τους «πρεσβυτέρους» της Εφέσου συμφωνούν μ’ εκείνους του αποστόλου Πέτρου, όταν λέγη προς τους «μεταξύ σας πρεσβυτέρους» να ποιμαίνουν το ποίμνιον του Θεού.—1 Πέτρ. 5:1,2.
ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΟΙ ΥΠΗΡΕΤΑΙ
9. (α) Σχετικά με την πλήρωσι της θέσεως που είχε κενωθή από τον άπιστο Ιούδα, πώς αποδεικνύεται ότι οι απόστολοι ήσαν «επίσκοποι»; (β) Με πόσους επισκόπους έκαμε έναρξι η εκκλησία της Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ.;
9 Ο απόστολος Πέτρος και οι άλλοι ένδεκα απόστολοι ήσαν, όχι μόνον «πρεσβύτεροι,» αλλά επίσης και «επίσκοποι.» Αυτό γίνεται φανερό τον καιρό που ο Πέτρος συνέστησε στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ να πληρώση τη θέσι που είχε κενωθή από τον άπιστο απόστολο Ιούδα. Ότι έπρεπε να γίνη αυτό, ο Πέτρος παρέθεσε τον Ψαλμό 109:8, και είπε: «Είναι γεγραμμένον εν τω βιβλίω των ψαλμών,. . . άλλος ας λάβη την επισκοπήν αυτού.» (Πράξ. 1:20) Η Εβραϊκή λέξις του κειμένου στο σημείο αυτό απεδόθη στην Ελληνική Μετάφρασι των Εβδομήκοντα με τη λέξι επισκοπή, η οποία αναφέρεται στην υπηρεσία ενός επισκόπου. Λογικώς, λοιπόν, η υπηρεσία ενός αποστόλου ήταν η υπηρεσία ενός επισκόπου, και οι απόστολοι ήσαν επίσκοποι διωρισμένοι από τον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτόν τον λόγο, την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ., η εκκλησία της Ιερουσαλήμ με εκατόν είκοσι περίπου μέλη ξεκίνησε με δώδεκα αποστόλους. (Πράξ. 1:15 έως 2:43) Μετά ταύτα όταν διωρίζοντο «πρεσβύτεροι» για να βοηθούν και να επιμελούνται την αναπτυσσόμενη εκκλησία, περισσότεροι από δώδεκα επίσκοποι υπηρετούσαν σ’ αυτήν.
10. (α) Όταν ο Παύλος απέστειλε από την Μίλητο στην Έφεσο, ποιοι ελάμβαναν φροντίδα της εκκλησίας της Εφέσου; (β) Σύμφωνα με το εδάφιο Φιλιππησίους 1:1, πώς εξυπηρετείτο η εκκλησία των Φιλίππων;
10 Περίπου εικοσιτρία έτη μετά την Πεντηκοστή εκείνη, όταν ο Παύλος ήταν καθ’ οδόν προς την Ιερουσαλήμ και εστάθμευσε στη Μίλητο, η εκκλησία της πλησίον Εφέσου είχε πολλούς επισκόπους, διότι όλοι οι «πρεσβύτεροι» τους οποίους εκάλεσε να τον ιδούν ήσαν επίσκοποι. (Πράξ. 20:17-28) Τέσσερα ή πέντε έτη αργότερα η εκκλησία των Φιλίππων της Μακεδονίας, είχε πολλούς επισκόπους καθώς επίσης και πολλούς διακόνους για να ενεργούν ως βοηθοί των επισκόπων. Γι’ αυτό ο Παύλος, όταν έγραψε από τη Ρώμη, άρχισε την επιστολή του προς την εκκλησία εκείνης της πόλεως λέγοντας: «Παύλος και Τιμόθεος, δούλοι του Ιησού Χριστού, προς πάντας τους αγίους εν Χριστώ Ιησού τους όντας εν Φιλίπποις, μετά των επισκόπων και διακόνων.»—Φιλιππησ. 1:1.
11. Κρίνοντας από την εκκλησία των Φιλίππων πώς ήσαν αρκετά επανδρωμένες όλες οι άλλες εκκλησίες, σε αντίθεσι με το μετέπειτα σύστημα «επισκόπων»;
11 Από αυτό δεν προκύπτει καμμιά παρερμηνεία ότι η εκκλησία των Φιλίππων είχε περισσοτέρους από έναν επίσκοπο καθώς και περισσοτέρους από ένα διάκονον. Αναμφιβόλως αυτό ήταν αληθινό για όλες τις άλλες Χριστιανικές εκκλησίες του πρώτου αιώνος οι οποίες είχαν αρκετούς ικανούς άνδρες για να προμηθεύουν επισκόπους και διακόνους για τις ανάγκες των. Ήταν μεταγενέστερη εξέλιξις μετά τον θάνατο των δώδεκα αποστόλων το να έχουν ένα επίσκοπο σε μια εκκλησία ή σε πολλές εκκλησίες σε μια ωρισμένη περιοχή.a
«ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΙΟΝ»
12. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Τιμόθεον 4:14, τι θ’ αποτελούσε ο εκκλησιαστικός όμιλος των «πρεσβυτέρων,» και πώς ήσαν τα μέλη μεταξύ των όσον αφορά τη θέσι;
12 Η εκκλησιαστική ομάς των επισκόπων αποτελούσε ένα «σώμα πρεσβυτέρων,» ή «πρεσβυτέριον» (Εξουσιοδοτημένη Μετάφρασις· Αμερικανική Στερεότυπος Μετάφρασις), όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος εις 1 Τιμόθεον 4:14. (Συγκρίνατε με Λουκ. 22:66· Πράξ. 22:5 ως προς «το πρεσβυτέριον.») Τα μέλη ενός τέτοιου «σώματος πρεσβυτέρων» ή «πρεσβυτερίου» ήσαν όλα ίσα, και είχαν την ίδια επίσημη θέσι, και κανένα απ’ αυτά δεν ήταν το σπουδαιότερο, το εξοχώτερο, το ισχυρότερο μέλος στην εκκλησία. Κάθε μέλος ευχαρίστως συμμετείχε στην ευθύνη να επισκοπή και να ποιμαίνη ολόκληρη την εκκλησία.
13. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Τιμόθεον 3:1, τι έπρεπε να επιθυμή να είναι και να κάνη ένας άνθρωπος;
13 Σύμφωνα με τ’ ανωτέρω, τι εννοούσε ο απόστολος Παύλος με όσα έγραψε εις 1 Τιμόθεον 3:1; Εκεί είπε στον Τιμόθεο: «Εάν τις ορέγηται επισκοπήν, καλόν έργον επιθυμεί.» Δεν εννοούσε ότι ένας Χριστιανός, που είχε μια τέτοια επιθυμία, θα ανυψώνετο για να γίνη ο πιο σπουδαίος, ο πιο υπεύθυνος, ο πιο έξοχος και ο πιο ισχυρός στην εκκλησία ως ο μόνος επίσκοπός της, κάτι όπως είναι ένας «επίσκοπος» του Χριστιανικού κόσμου, ο οποίος δεσπόζει επάνω σε μια περιοχή (επισκοπή) που περιλαμβάνει πολλές εκκλησίες. (1 Τιμ. 3:1, Εξουσιοδοτημένη Μετάφρασις· Αμερικανική Στερεότυπος Μετάφρασις· Ανατεθεωρημένη Στερεότυπος Μετάφρασις· Μετάφρασις Ντουαί· Νέα Αμερικανική Βίβλος) Όχι, αλλ’ αυτός ο οποίος έχει τέτοια επιθυμία απλώς θέλει να μετέχη μαζί με άλλους επισκόπους στην εκκλησία στα καθήκοντα να επαγρυπνή για την πνευματική κατάστασι της εκκλησίας, να την τρέφη πνευματικώς και να την οδηγή στη λατρεία του Ιεχωβά. Αυτός αγωνίζεται ν’ ανταποκριθή στις απαιτήσεις της θέσεως του επισκόπου που εκτίθενται από τον απόστολο Παύλο στα επόμενα εδάφια, εις 1 Τιμόθεον 3:2-7 και τα οποία αντιστοιχούν με τις απαιτήσεις που εκτίθενται εις Τίτον 1:6-9. Τέτοιες απαιτήσεις αποδεικνύουν ότι αυτός «καλόν έργον επιθυμεί.»
14. (α) Τι εχρειάζετο για τη διατήρησι της τάξεως στις συναθροίσεις του ‘σώματος των πρεσβυτέρων’ και πώς εξυπηρετείτο αυτή η ανάγκη; (β) Πόσον καιρό διαρκούσε αυτή η ιδιότης του μέλους του «σώματος των πρεσβυτέρων,» και γιατί αυτό;
14 Φυσικά, σ’ ένα τέτοιο εκκλησιαστικό «πρεσβυτέριον» ή σώμα πρεσβυτέρων θα έπρεπε να υπάρχη ένας που να προεδρεύη, για να διευθύνη την τάξι των συναθροίσεων του «πρεσβυτερίου.» Πώς ακριβώς ένα μέλος διωρίζετο για να προεδρεύη δεν δείχνεται στις Γραφές. Δεν θα ήταν αυτή μια μόνιμος προεδρία, αλλά ενδεχομένως ήταν προσωρινή, για μια περίοδο χρόνου και εκ περιτροπής μεταξύ όλων των ίσων μελών του «πρεσβυτερίου.» Όταν ένας πρεσβύτερος έφθανε στο τέλος της προεδρίας του και την άφηνε στον επόμενον κατά σειράν, δεν έπαυε ναι είναι «πρεσβύτερος» ή «επίσκοπος.» Εξακολουθούσε να παραμένη μέλος του «πρεσβυτερίου.» Εφόσον τα μέλη δεν ετίθεντο στο αξίωμα με τακτικές εκλογές δημοκρατικού είδους εκ μέρους της εκκλησίας, ο Θεοκρατικός των διορισμός από το κυβερνών σώμα εξακολουθούσε επ’ αόριστον, τόσον καιρό όσον καιρό απεδεικνύετο πιστός στην υπηρεσία.
15. (α) Γιατί δεν υπήρχαν βοηθοί επίσκοποι ή βοηθοί πρεσβύτεροι στις εκκλησίες; (β) Τι σημαίνει βασικώς η λέξις διάκονος, και πόσο ευρεία εφαρμογή έχει;
15 Δεν υπήρχε βοηθός επίσκοπος ή βοηθός πρεσβύτερος. Ένας διωρισμένος ή ήταν επίσκοπος ή δεν ήταν. Εκείνοι που βοηθούσαν τους επισκόπους με το να φροντίζουν για τα εκκλησιαστικά ζητήματα που δεν ήσαν ειδικά πνευματικού είδους, διωρίζοντο ως διάκονοι (διακονικοί υπηρέται). Οι απαιτήσεις γι’ αυτούς τους διακόνους εκτίθενται από τον απόστολο Παύλο εις 1 Τιμόθεον 3:8-10,12,13. Η Αγγλική λέξις ντήκον απλώς είναι Αγγλοποιημένη ή μεταγλωττισμένη μορφή του Ελληνικού διάκονος, το οποίον συνήθως σημαίνει ένα «διάκονον» με την έννοια ενός υπηρέτου. Έτσι η λέξις διάκονος μπορεί να έχη μια πολύ ευρεία και γενική σημασία. Επομένως όταν ο απόστολος Παύλος ομιλή ότι είμεθα «διάκονοι μιας καινής διαθήκης,» ή «διάκονοι του Θεού,» ή «διάκονοι του Χριστού,» δεν εννοεί ότι αυτός και οι συνεργάται του ήσαν «διακονικοί υπηρέται» μιας εκκλησίας οι οποίοι βοηθούσαν τους «πρεσβυτέρους» ή «επισκόπους.» (2 Κορ. 3:6· 6:4· 11:23) Εν τούτοις, τέτοιοι βοηθοί επίσημοι μπορούσαν να είναι «διάκονοι» της μεγαλυτέρας ευθύνης στο να υπηρετούν τον Θεό και τον Χριστό και τον Λόγο του Θεού.—Πράξ. 6:4.
16. Ποιο δημόσιο έργο είχαν να κάνουν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος, και ώς ποιο σημείο το είχαν εκπληρώσει μαζί με τους πρεσβυτέρους των, και επισκόπους, καθώς και με τους διακονικούς υπηρέτας;
16 Οι περιστάσεις δεν επιτρέπουν τώρα μια περαιτέρω εξέτασι της θεοκρατικής οργανώσεως της Χριστιανικής εκκλησίας των αποστολικών χρόνων στον πρώτο αιώνα μ.Χ. Μεταξύ των άλλων, η Χριστιανική εκκλησία του καιρού εκείνου έπρεπε να εκτελέση ένα μεγάλο δημόσιο έργο. Ποιο ήταν αυτό; Να εκτελέση τους λόγους του Ιησού: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη»· και επίσης, «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.» (Ματθ. 24:14· 28:19,20) Αυτό το έκαμαν με τη βοήθεια, την οδηγία και την αρχηγία των «πρεσβυτέρων» των, επισκόπων και διακόνων. Ακόμη και προτού καταστραφή η Ιερουσαλήμ το έτος 70 μ.Χ. «το ευαγγέλιον της βασιλείας» εκηρύττετο εντός και εκτός της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και ο απόστολος Παύλος μπορούσε να γράφη από το κατάλυμα της φυλακής του στη Ρώμη: «Του ευαγγελίου το οποίον ηκούσατε, του κηρυχθέντος εις πάσαν την κτίσιν την υπό τον ουρανόν.» (Κολ. 1:2,23) Η θεοκρατική οργάνωσις του καιρού εκείνου συνετέλεσε σ’ αυτό το κατόρθωμα. Αυτό είναι ένα παράδειγμα για μας σήμερα.
ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΣΤΟΝ ΕΙΚΟΣΤΟ ΑΙΩΝΑ
17. Σύμφωνα με τη «Σκοπιά» του 1884, πώς είχε ονομασθή η ουρανία βασιλεία των αγίων του Θεού, αλλά σε ποια λειτουργούσε η ορατή επίγεια οργάνωσις αυτών των αγίων;
17 Οι εντολές του Κυρίου Ιησού Χριστού όπως παρετέθησαν στην προηγούμενη παράγραφο εφαρμόζονται ακόμη και σήμερα, ειδικά αφότου ο Ιεχωβά Θεός ίδρυσε τη βασιλεία του Μεσσίου του, Ιησού, στο τέλος των Καιρών των Εθνών το έτος 1914 μ.Χ. Επομένως ενδιαφερόμεθα να ιδούμε πώς η οργάνωσις αυτών των αφιερωμένων βαπτισμένων Χριστιανών, οι οποίοι εκτελούν εκείνες τις εντολές, εναρμονίζονται με το αποστολικόν πρότυπον του πρώτου αιώνος. Στο τεύχος της Σκοπιάς της Σιών του Αυγούστου 1884 (στην Αγγλική) σελίς 7, αναφέρεται: «Η βασιλεία των αγίων είναι αντιθέτως μια θεοκρατία η οποία θα κυβερνήση τον κόσμο (κατά την περίοδο της ατελείας του και της αποκαταστάσεώς του) αδιαφορώντας για τη συγκατάθεσί του ή την επιδοκιμασία του.» Εν τούτοις, σχετικά με την οργάνωσι των αγίων στη γη, αυτή η ορατή επίγειος οργάνωσις λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό επάνω στην εκκλησιαστική βάσι γι’ αυτούς τους αφιερωμένους, βαπτισμένους ακολούθους του Ιησού Χριστού. Η καθεμιά από τις εκκλησίες των είχαν τους πρεσβυτέρους των και διακόνους των, και αυτοί εξελέγοντο τουλάχιστον ετησίως με μια λαϊκή δημοκρατική ψηφοφορία εκ μέρους των αφιερωμένων και βαπτισμένων Χριστιανών. Αυτός ο τρόπος ενεργείας ήταν σύμφωνος με την τότε διακρατούμενη κατανόησι του εδαφίου Πράξεις 14:23. b
18. Την εκλογή ποιων αξιωματούχων των εκκλησιών επραγματεύετο το άρθρο «Ευσχημόνως και κατά Τάξιν» του 1895, και με ποιους εξωμοίωνε αυτούς τους αξιωματούχους εκείνο το άρθρο;
18 Επί παραδείγματι, στο τεύχος της Σκοπιάς της Σιών της 15 Νοεμβρίου 1895 (στην Αγγλική), είχε δημοσιευθή το κύριο άρθρο που ετιτλοφορείτο «Ευσχημόνως και κατά Τάξιν,» που εβασίζετο στο εδάφιον 1 Κορινθίους 14:40. Εκεί συνεζητείτο το θέμα των αξιωματούχων των εκκλησιών των αφιερωμένων και βαπτισμένων Χριστιανών κάτω από τους υπότιτλους, όπως είναι «Η Τάξις στην Αρχέγονη Εκκλησία,» «Η Τάξις Αναγκαία Σήμερον,» «Επιδοκιμάζεται η Αποστολική Συμβουλή,» «Η Ευκαιρία της Εκλογής Πρεσβυτέρων,» «Τα Προσόντα των Πρεσβυτέρων,» ενώ οι πρώτες παράγραφοι κάτω από τους υποτίτλους παρέθεταν τα εδάφια 1 Τιμ. 3:1-7 σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη του Εμφατικού Διγλώττου, λέγοντας: «Αν ένας άνθρωπος επιθυμή μια θέσι [υπηρεσία] επισκόπου, καλόν έργον επιθυμεί. [Οποιαδήποτε υπηρεσία που μπορούμε να προσφέρωμε στο σώμα του Χριστού είναι ευλογητή υπηρεσία.] Ένας επίσκοπος, λοιπόν, πρέπει να είναι ανέγκλητος,» και ούτω καθεξής. Γίνεται λοιπόν φανερό ότι το άρθρο εξωμοίωνε τους «πρεσβυτέρους» με τους «επισκόπους.»—Βλέπε επίσης Σκοπιά της Σιών, 15 Ιανουαρίου 1896 (στην Αγγλική), σελίς 24, που εκθέτει το θέμα «ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ:—Το άρθρον ‘Ευσχημόνως και κατά Τάξιν.’»
19. Πώς έληξε εκείνη η μέθοδος εκλογής πρεσβυτέρων και διακόνων στις 5 Οκτωβρίου 1932; (α) Ώς την εποχή εκείνη, ποιο έργο είχε διεξαγάγει η εκκλησία, και με την αποδοχή ποιου ονόματος;
19 Η τοποθέτησις πρεσβυτέρων (επισκόπων) και διακόνων σε αξίωμα με τη μέθοδο εκλογής από τις εκκλησίες εξακολούθησε έως την 5 Οκτωβρίου 1932, οπότε η εκκλησία της πόλεως της Νέας Υόρκης δι’ αποφάσεως εζήτησε από το κυβερνών σώμα να διορίση σ’ αυτήν ένα «διευθυντήν υπηρεσίας,» και αυτός ο αξιωματούχος να έχη μια επιτροπή βοηθών οι οποίοι θα εξελέγοντο με την ψήφο της πλειονότητος της εκκλησίας. Αυτό το παράδειγμα ακολουθήθηκε από τις εκκλησίες σε όλο το πρόσωπο της γης. (Βλέπε Η Σκοπιά της 15 Οκτωβρίου 1932, σελίς 319, κάτω από τον τίτλον «Απόφασις,» στην Αγγλική). Εν τούτοις, μέχρις εκείνου του καιρού η εκκλησία είχε διεξαγάγει μια εντυπωσιακή εκστρατεία για ν’ αναγγείλη το όνομα του Ιεχωβά και να διαφημίση την εγκαθιδρυμένη βασιλεία Του στους ουρανούς. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος του «θερισμού,» η επισυναγωγή του υπολοίπου των κληρονόμων της Βασιλείας που παρομοιάζονται με σίτον, είχε συμπληρωθή. Επίσης, στις 25 Ιουλίου 1931, οι εκκλησίες αυτών των κληρονόμων της βασιλείας του Θεού άρχισαν να εγκολπούνται το όνομα «Μάρτυρες του Ιεχωβά.» (Ησ. 43:10-12)—Βλέπε Ματθαίος 13:24-30, 37-43.
20. Πώς εκείνη η αλλαγή της διευθετήσεως τερματίσθηκε το 1938; (β) Ποια είναι η σχέσις του Τμήματος Υπηρεσίας και του κυβερνώντος σώματος;
20 Αυτή η αλλαγή της διευθετήσεως των εκκλησιών των μαρτύρων του Ιεχωβά εξακολούθησε από τον Οκτώβριο του 1932 έως το 1938. Σ’ αυτό το τελευταίο έτος τα τεύχη της 1 και 15 Ιουλίου της Σκοπιάς εδημοσίευσαν τα δύο μέρη του άρθρου «Οργάνωσις,» στο οποίον εξετέθη η θεοκρατική οργάνωσις των εκκλησιών. Κατόπιν όλων αυτών οι αξιωματούχοι της εκκλησίας διωρίζοντο από το κυβερνών σώμα στα κεντρικά γραφεία. Το κυβερνών σώμα δεν είναι το Τμήμα υπηρεσίας της Εταιρίας Σκοπιά, επειδή το κυβερνών σώμα έχει μεγαλύτερα ενδιαφέροντα και όχι μόνον τη διακήρυξι της Βασιλείας από τους κήρυκες στον αγρό. Αλλά το κυβερνών σώμα χρησιμοποιεί το Τμήμα υπηρεσίας και άλλα μέσα για να διευθύνη το έργο στον αγρό.
21. (α) Σήμερα ποιος ενεργεί ως προεδρεύων στην εκκλησία, και ποια είναι τα καθήκοντά του; (β) Όταν η ηγεσία μεταβιβάζεται σ’ ένα άλλο μέλος του πρεσβυτερίου τι συμβαίνει σ’ εκείνον που την κατείχε προηγουμένως;
21 Σήμερα στις εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά υπάρχει γενικά ένας υπηρέτης εκκλησίας. Αυτός ενεργεί ως προεδρεύων της εκκλησίας και ειδικώς διευθύνει το κήρυγμα και τη διδασκαλία στον αγρό από τα μέλη της εκκλησίας. Σύμφωνα με τη Γραφική παρουσίασι των ζητημάτων, αυτός είναι και «πρεσβύτερος,» και, σαν τέτοιος, είναι και επίσκοπος. Όταν, με το πέρασμα του χρόνου, η ιδιότης του προεδρεύοντος που κατείχε ανατεθή σ’ ένα άλλο μέλος του «πρεσβυτερίου» ή σώματος των πρεσβυτέρων, αυτός εξακολουθεί να παραμένη μέλος αυτού του πρεσβυτερίου και του ανατίθενται κατάλληλα καθήκοντα.
22. Ποια είναι τα καθήκοντα και η θέσις του βοηθού υπηρέτου εκκλησίας και του υπηρέτου Γραφικών μελετών; από ποιους αποτελείται η δικαστική επιτροπή της εκκλησίας;
22 Υπάρχει επίσης ένας βοηθός υπηρέτου εκκλησίας, ικανός να προεδρεύη σε οποιονδήποτε καιρό που ο υπηρέτης εκκλησίας εμποδίζεται να το κάμη. Σύμφωνα με τις Γραφικές απαιτήσεις, αυτός δεν είναι ένας βοηθός επίσκοπος, αλλά είναι ένας επίσκοπος και «πρεσβύτερος.» Επειδή υπάρχει τεράστιο έργο διδασκαλίας που διεξάγεται στις ιδιωτικές Γραφικές μελέτες· στα σπίτια των ενδιαφερομένων, οι εκκλησίες επίσης έχουν ένα διωρισμένον υπηρέτη Γραφικών μελετών. Επειδή η Βίβλος απαιτεί από τους επισκόπους να είναι «διδακτικοί,» δηλαδή ικανοί να διδάσκουν και να «είναι προσκεκολλημένοι εις τον πιστόν λόγον της διδασκαλίας,» αυτός ο υπηρέτης Γραφικών μελετών πρέπει να είναι επίσης επίσκοπος και «πρεσβύτερος.» (1 Τιμ. 3:1,2· Τίτον 1:5-9) Αυτοί οι τρεις υπηρέται έχουν χρησιμοποιηθή σαν δικαστική επιτροπή για να χειρίζωνται θέματα σοβαρού πνευματικού ενδιαφέροντος.
23. Ποιοι άλλοι στην εκκλησία κατατάσσονται ως «πρεσβύτεροι» και «επίσκοποι,» και γιατί;
23 Έπειτα υπάρχει ο υπηρέτης μελετών Σκοπιάς και ο υπηρέτης Σχολής Θεοκρατικής Διακονίας. Λόγω της φύσεως των διωρισμένων καθηκόντων των εν σχέσει με τη διδασκαλία και το κήρυγμα, αυτοί επίσης πρέπει να είναι «πρεσβύτεροι» και επίσκοποι ικανοί να διδάσκουν.
24. Ποιες άλλες υπηρεσίες υπάρχουν στην εκκλησία της εποχής μας, και πώς εκείνοι οι οποίοι υπηρετούν σ’ αυτές τις υπηρεσίες θεωρούνται Γραφικώς;
24 Σήμερα λόγω της τεραστίας παραγωγής βοηθημάτων Γραφικής μελέτης και της ευρείας ζητήσεως αυτών των εντύπων εκδόσεων, υπάρχουν οι υπηρεσίες περιοδικών και τομέων και βιβλίων. Επίσης, οι οικονομικοί λογαριασμοί των εκκλησιών πρέπει να τηρούνται σχετικά με τις συνεισφορές που λαμβάνονται και τις δαπάνες που γίνονται. Αλλ’ αφού αυτά τα ζητήματα δεν έχουν σχέσι με τα καθαρώς πνευματικά ενδιαφέροντα της εκκλησίας, το έργο του υπηρέτου περιοδικών και τομέων, του υπηρέτου βιβλίων και του υπηρέτου λογαριασμών αντιστοιχεί με το έργο που ανετίθετο στους αποστολικούς χρόνους στους διωρισμένους «διακονικούς υπηρέτας» (διακόνους).
25. Ποιοι ενεργούν ως «περιοδεύοντες επίσκοποι,» και πώς θεωρούνται από Γραφική άποψι;
25 Υπάρχουν σήμερα επίσης εκείνοι που ονομάζονται «Περιοδεύοντες Επίσκοποι» οι οποίοι κινούνται από εκκλησία σε εκκλησία σε περιοχές και περιφέρειες. Αυτοί διορίζονται ως «Υπηρέται Περιοχής» και «Υπηρέται Περιφερείας.» Αυτοί επίσης πρέπει να θεωρούνται ως «πρεσβύτεροι,» λόγω των απαιτήσεων των καθηκόντων που τους ανατίθενται.
26. (α) Κάτω απ’ αυτούς τους ειδικούς διορισμούς, οι υπηρεσίες ποιων διεξάγονται, αλλ’ αποτελούν αυτοί μια τιτλούχο τάξι κληρικών; (β) Έτσι ποιο έργο διεξάγεται, και ο Ιεχωβά ευλογεί τις προσπάθειες των μαρτύρων του προς ποια κατεύθυνσι;
26 Έτσι σήμερα, κάτω απ’ αυτούς τους ειδικούς διορισμούς, διεξάγονται οι υπηρεσίες των «πρεσβυτέρων,» των επισκόπων και των διακόνων. Αυτοί οι αξιωματούχοι δεν αποτελούν μια τιτλούχο τάξι κληρικών. Αλλά, με το όφελος της εποπτείας των, ποιμάνσεως, ηγεσίας και βοηθείας, τα γενικά μέλη της εκκλησίας τώρα λατρεύουν τον Ιεχωβά Θεό εν ειρήνη και ενότητι και διεξάγουν το έργο της μαθητεύσεως και κηρύττουν το ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού και της σωτηρίας παγκοσμίως προτού έλθη το τέλος στις δημοκρατίες και στον πολιτικό κομμουνισμό και σ’ όλους τους λοιπούς αυτού του συστήματος πραγμάτων. Ο Ιεχωβά ευλογεί πολύ και βοηθεί στην επιτυχία των προσπαθειών των Χριστιανών μαρτύρων του για να είναι θεοκρατικοί σε οργάνωσι και λατρεία και δραστηριότητα. Σ’ Αυτόν, τον ισχυρόν Θεοκράτην, ανήκει η δόξα και ο αίνος εις τους αιώνας δια του Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.—1 Πέτρ. 5:10,11.
[Υποσημειώσεις]
a Διαβάστε, παραδείγματος χάριν, το σύντομο σχόλιο επάνω σ’ αυτό στο «Νέο Λεξικό της Γραφής,» υπό Ι. Ντ. Ντάγκλας, δρος φιλολογίας (στην Αγγλική) σελίς 158, κάτω από την επικεφαλίδα «Επίσκοπος»: «Μεταξύ των Αποστολικών Πατέρων, ο Ιγνάτιος είναι ο μόνος ο οποίος επιμένει στη μοναρχική επισκοπεία, και μάλιστα δεν αναφέρει ποτέ ότι αυτό είναι θεία εγκαθίδρυσις—ένα επιχείρημα που θα ήταν αποφασιστικό, αν μπορούσε να το χρησιμοποιήση. Ο Ιερώνυμος, σχολιάζοντας το εδάφιο Τίτον 1:5 παρατηρεί ότι η υπεροχή του ενός μόνο επισκόπου προέκυψε ‘από μια συνήθεια μάλλον παρά από πραγματικό διορισμό του Κυρίου,’ ως μέσον προλήψεως σχισμάτων στην Εκκλησία. (παράβαλε επιστολήν 146). Φαίνεται πολύ πιθανόν ότι η μοναρχική επισκοπεία εμφανίσθηκε στις τοπικές εκκλησίες, όταν μερικά άτομα με χαρίσματα είχαν αποκτήσει μόνιμη προεδρία του σώματος των πρεσβυτέρων-επισκόπων. . .»
b Βλέπε «Η Νέα Κτίσις,» Μελέτη VI με τον τίτλο «Τάξις και Πειθαρχία στη Νέα Κτίσι,» σελίδες 251-253. Έκδοσις 1904.