Εκτίμησις του Ιεχωβά Θεού και του Ιησού Χριστού και Όσων Έχουν Κάμει για Μας
«Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού! Πόσον ανεξερεύνητοι είναι αι κρίσεις αυτού, και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού!»—Ρωμ. 11:33.
1. Τι πρέπει να κάμωμε για να έχωμε εγκάρδια εκτίμησι για τον Ιεχωβά;
Ο ΛΟΓΟΣ για τον οποίο οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά Τον υπηρετούν και εργάζονται σκληρά για να κηρύξουν το ευαγγέλιον σε όλα τα έθνη είναι η εκτίμησις—εκτίμησις των όσων έχουν κάμει και κάνουν ο Ιεχωβά Θεός και ο Ιησούς Χριστός για το ανθρώπινο γένος. Αυτό είναι το σπουδαίο—η εγκάρδια εκτίμησις. Για να έχωμε τέτοια εκτίμησι οφείλομε να γνωρίσωμε τον Θεό. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Αυτή δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.» (Ιωάν. 17:3) Όσον αφορά την απόκτησι γνώσεως, οφείλομε να συνεχίζωμε να την αποκτούμε· δεν αρκεί να πιστεύη κανείς ότι ο Θεός υπάρχει και να γνωρίζη μερικά από τα πράγματα που έχει κάμει ως Δημιουργός. Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του να έχωμε μια απλή γνωριμία με τον Θεό και του να τον γνωρίζωμε. Ώστε στην πραγματικότητα το να γνωρίζωμε τον Θεό σημαίνει πολύ περισσότερο από το να έχωμε μια επιφανειακή γνώσι. Με το να ζητούμε συνεχώς βαθύτερη γνώσι φθάνομε να εκτιμούμε από την καρδιά τι φίλος είναι για το ανθρώπινο γένος και πώς έχει εκδηλώσει τη φιλία του με ασύγκριτη αγάπη και υπομονή.
2, 3. Τι θα εμποδίση ένα άτομο από το να αμαρτάνη;
2 Ο απόστολος Ιωάννης, αφού υπήρξε Χριστιανός δούλος του Θεού επί εξήντα και πλέον χρόνια, έγραψε: «Πας όστις μένει εν αυτώ, δεν αμαρτάνει· πας ο αμαρτάνων, δεν είδεν αυτόν, ουδέ εγνώρισεν αυτόν.» (1 Ιωάν. 3:6) Και πάλιν λέγει: «Όστις δεν αγαπά, δεν εγνώρισε τον Θεόν· διότι ο Θεός είναι αγάπη.» (1 Ιωάν. 4:8) Άτομα που δεν γνωρίζουν τον Θεό δεν βλέπουν όλες τις έξοχες ιδιότητές του και τις υψηλές αρχές του και οι καρδιές των δεν αισθάνονται βαθιά εκτίμησι.
3 Ο Ιωάννης μάς λέγει ότι μερικοί έχουν απομακρυνθή: «Δεν ήσαν εξ ημών· διότι, εάν ήσαν εξ ημών, ήθελον μένει μεθ’ ημών.» (1 Ιωάν. 2:19) Ο Ιωάννης δείχνει ότι εκείνοι οι οποίοι απέκτησαν στενή γνωριμία με τον Θεό, όπως φθάνει κανείς στο σημείο να γνωρίση έναν καλό φίλο ή έναν στοργικό ανδροπρεπή πατέρα, θα παραμείνουν πιστοί. Δεν πρόκειται ν’ ακολουθήσουν μια πορεία αμαρτίας και ν’ απομακρυνθούν από την αλήθεια. Μπορούμε να πούμε, επομένως, ότι όλοι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι είναι δούλοι του Θεού δεν γνωρίζουν τον Θεό μ’ αυτή τη στενή έννοια, διότι μερικοί απομακρύνονται και μερικοί αποκόπτονται από τις εκκλησίες λόγω αντιγραφικών ενεργειών.
ΝΑ ΓΙΝΟΜΕΘΑ ΣΑΝ ΤΟΝ ΘΕΟ
4. Γιατί ο Ιησούς μπορούσε ν’ αποκαλύψη τον Πατέρα σε ανθρώπους στη γη;
4 Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, είπε ότι κανένας δεν γνωρίζει κατά βάθος τον Πατέρα εκτός από τον Υιό και εκτός από εκείνον στον οποίο θέλει να τον αποκαλύψη ο Υιός. (Ματθ. 11:27) Ο Υιός ήταν στενά συνδεδεμένος με τον Πατέρα δισεκατομμύρια χρόνια προτού έλθη στη γη· επομένως, στη διάρκεια της διακονίας του στη γη είχε την πιο βαθειά γνώσι για τον Πατέρα. Εγνώριζε τις ιδιότητες του Θεού τόσο καλά ώστε τον αγαπούσε με περισσότερη αφοσίωσι απ’ όλους τους άλλους και με τη σειρά του μπορούσε, με λόγους καθώς και με το ν’ αντιγράφη τον Ιεχωβά Θεό, να Τον αποκαλύπτη.
5. Ποια επίδρασι έχει σ’ ένα άτομο η λατρεία ενός θεού;
5 Ένα άτομο αντιγράφει τον θεό τον οποίον υπηρετεί. Αν πιστεύη σ’ έναν θεό πυρίνου άδου, σ’ έναν φαύλο θεό, τότε σκληρύνεται στο νου και στην καρδιά του· με τον καιρό θα γίνη φαύλος απέναντι σε άλλους ανθρώπους. Ο Ιησούς είπε ότι μερικοί που επίστευαν μ’ εσφαλμένο τρόπο, ακόμη και θα εθανάτωναν τους δούλους του Θεού, με τη σκέψι ότι προσφέρουν λατρεία στον Θεό. (Ιωάν. 16:2) Αν όμως ένα άτομο υπηρετή τον Θεό της αγάπης, θα δείχνη αγάπη στους άλλους. Θ’ αναπτύσση τις ιδιότητες αυτού του Θεού. Αν υπηρετή τον Ιεχωβά, θα τον μιμήται όπως ένας γυιος ο οποίος αγαπά τον πατέρα του από την καρδιά του.—Εφεσ. 5:1.
6. Πώς ένας μπορεί να γνωρίση τον Θεό;
6 Επομένως, όταν υπηρετούμε μαζί με τους ομοπίστους αδελφούς μας, το πιο σπουδαίο πράγμα είναι να τους βοηθούμε να γνωρίσουν τον Θεό και την άποψί του. (Παράβαλε Έξοδος 18:15, 16.) Το να γνωρίσωμε τον Θεό δεν σημαίνει απλώς να μελετούμε όπως λέγουν οι Γραφές στο εδάφιο Ρωμαίους 12:2: «Να δοκιμάζητε τι είναι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον.» Αυτό το κάνομε με το να είμεθα συνεργοί του.(2 Κορ. 6:1) Τότε δοκιμάζομε με την εφαρμογή τις καλές αρχές του Θεού και βλέπομε γιατί αυτός είναι ο μακάριος Θεός και όλοι όσοι είναι συνεργοί του είναι μακάριοι. (1 Τιμ. 1:11) Γινόμεθα πραγματικοί φίλοι με τους πιστούς φίλους του και βρίσκομε χαρά να συνεργαζώμεθα μαζί τους.
ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ
7, 8. (α) Πώς μπορούμε να κάνωμε πλήρη διάκρισι; (β) Ποια πρέπει να είναι η στάσις μας για κάποιο σημείο που δεν κατανοούμε πλήρως;
7 Πρέπει να έχωμε ακριβή γνώσι του Θεού. Αλλ’ ο απόστολος Παύλος είπε σχετικά μ’ αυτό: «Τούτο προσεύχομαι, να περισσεύση η αγάπη σας έτι μάλλον και μάλλον εις επίγνωσιν και εις πάσαν νόησιν· δια να διακρίνητε τα διαφέροντα [τα σπουδαιότερα, ΜΝΚ], ώστε να ήσθε ειλικρινείς και απρόσκοπτοι μέχρι της ημέρας του Χριστού.» (Φιλιππησ. 1:9, 10) Θέλομε να κατανοούμε ποια σχέσι έχει με τον Θεό και με τον Χριστό το κάθε τι που μαθαίνομε, και να κάνωμε στοχασμούς όσον αφορά το πώς αυτό μεγαλύνει την προσωπικότητα του Θεού και τις προμήθειές του. Πρέπει ν’ αυξάνουν στην καρδιά μας η κατανόησις και η εκτίμησις των όσων έχουν κάμει για μας. Τότε, αν συναντήσωμε κάτι που δεν εννοούμε πλήρως, δεν θα επιτρέψωμε να μας αναστατώση αυτό και να μας κάμη να παύσωμε να πιστεύωμε όλα τα σπουδαία πράγματα που έχομε μάθει.
8 Όπως ακριβώς εξέθεσε το ζήτημα ένας αδελφός που είναι πολλά χρόνια στην αλήθεια: «Είναι καλό να μαθαίνωμε όσα μπορούμε. Οφείλομε ν’ αυξάνωμε τη γνώσι μας για να ενισχύωμε την πίστι μας. Αλλά δεν πρέπει ποτέ ν’ αφήνωμε μερικά μικροπράγματα να μας κάνουν να προσκόπτωμε. Το ζήτημα αυτό το αντιλαμβάνομαι ως εξής: Γνωρίζω τι έχουν κάμει για μας ο Ιεχωβά Θεός και ο Ιησούς Χριστός και αυτό είναι κάτι για το οποίο αξίζει κανείς να πεθάνη.»
9. Γιατί είναι σπουδαίο ‘να μη φρονούμε υπέρ ότι είναι γεγραμμένον’;
9 Τώρα Η Σκοπιά έχει σκοπό να μας βοηθήση να έχωμε τον νουν του Θεού, την άποψί του σ’ αυτό το ζήτημα. Και το σώμα υπηρετών του Θεού, ο «πιστός και φρόνιμος δούλος» έχει ευθύνη να θέση αυτά τα πράγματα μπροστά μας εξαγγέλλοντας τον Λόγο του Θεού, και το έχει κάμει πιστά ακριβώς ως αυτό το έτος 1971. Γι’ αυτό είναι τόσο σπουδαίο ν’ ακολουθούμε την αρχή που εξέφρασε ο απόστολος Παύλος στο εδάφιο 1 Κορινθίους 4:6: «Μη φρονήτε υπέρ ότι είναι γεγραμμένον.» Αν παραμένωμε προσκολλημένοι σ’ αυτή τη αρχή και εργαζώμεθα μέσα στα πλαίσια που έχει καθορίσει η Γραφή για τη Χριστιανική εκκλησία, θα βοηθήσωμε άλλους να γνωρίσουν τον Θεό και τον Χριστό και να μη αποβλέπουν σ’ εμάς ως άτομα. (1 Κορ. 4:6) Κανένας δεν θέλομε να στηρίζεται σ’ εμάς, αλλά μόνο στον Ιεχωβά. Θέλομε ν’ αντιληφθούν ότι ολόκληρη η Χριστιανική εκκλησία εκφράζει τις ιδιότητες του Θεού μέσω των διαφόρων μελών της. (1 Κορ. 12:4, 5, 24, 25) Είναι δυνατόν οι δικές μας ιδέες να φαίνωνται για μια στιγμή καλές, αλλά στο τέλος δεν εκπληρώνουν τον σκοπό, διότι αν οι αδελφοί μας δεν γνωρίσουν τον Θεό και τον Ιησού Χριστό και τις ιδιότητές των, υστερούν στο πιο σπουδαίο πράγμα.
10. Ποια διδασκαλία θα μας βοηθήση να γνωρίσωμε καλύτερα τον Θεό;
10 Ένα από τα πράγματα που θα μας κάμη να γνωρίσωμε τις θαυμαστές ιδιότητες του Θεού με τον καλύτερο τρόπο, είναι η κατανόησις της Γραφικής διδασκαλίας του αντιλύτρου. Αν αντιλαμβανώμεθα πλήρως τι έχουν κάμει για μας ο Θεός και ο Υιός του για να μας βοηθήσουν χωρίς να το αξίζωμε, δεν μπορούμε παρά ν’ ανταποκρινώμεθα με εκφράσεις αγάπης και εκτιμήσεως προς τους συνανθρώπους μας.
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ
11. Πώς ήγειρε ο Σατανάς το ζήτημα της αντιδικίας με τον Θεό;
11 Η ανάγκη του αντιλύτρου προέκυψε σχετικά με το ζήτημα που παρουσιάσθηκε μεταξύ του Θεού και του Σατανά. Στη Γένεσι κεφάλαιο τρίτο μαθαίνομε πώς προέκυψε αυτό το ζήτημα. Ο Διάβολος χρησιμοποιώντας ένα ζώο, μίλησε στην Εύα. Αλλά παρατηρήστε τι της είπε: Αυτό μας βοηθεί να εννοήσωμε σε τι αφορά το ζήτημα—περί τίνος πρόκειται. Είπε στην Εύα: «Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;» Ή στην πραγματικότητα είπε: ‘Θέλεις δηλαδή να μου πης ότι ο Θεός σας το είπε αυτό; ότι θα έκανε αυτό σε σας και θ’ απέκρυπτε από σας κάτι’; Ο Διάβολος δεν εκδηλώθηκε αμέσως καθαρά λέγοντας ότι ο Θεός δεν είναι αληθής, διότι θα ήταν πιθανόν να συναντούσε σκληρή αντίστασι. Αλλά, πρώτα, έβαλε αυτή την ιδιοτελή σκέψι, αυτή την αμφιβολία στο νου της Εύας· κατόπιν προχώρησε και συκοφάντησε τον Θεό λέγοντας, ‘Γνωρίζει ο Θεός ότι αυτό δεν είναι ορθό. Γνωρίζει ότι αν φάτε από το απαγορευμένο δένδρο θ’ αποκτήσετε περισσότερη γνώσι.’—Γεν. 3:1-5.
12. Μήπως το ζήτημα αφορούσε την υπεροχή του Θεού; Εξηγήστε.
12 Έτσι ο Σατανάς ήγειρε το ζήτημα. Ποιο ήταν το ζήτημα; Ήταν μήπως πρόκλησις της υπεροχής του Θεού; Μπορούμε ν’ απαντήσωμε όχι σ’ αυτό, διότι αν ένα πρόσωπο είναι υπέρτατο σε δύναμι, ποιος μπορεί να το προκαλέση σ’ αυτό το σημείο με κάποια ελπίδα επιτυχίας; Σημειώστε ότι, αργότερα, ο Διάβολος δεν αμφισβήτησε τους περιορισμούς που έθεσε ο Παντοδύναμος Θεός για την προστασία της ζωής του Ιώβ.—Ιώβ 2:6, 7.
13. Τι είναι κυριαρχία, και είχε αμφισβητηθή το γεγονός της κυριαρχίας του Θεού;
13 Αλλά, μήπως ήταν το ζήτημα της κυριαρχίας του Θεού; Κυριαρχία σημαίνει το δικαίωμα της διακυβερνήσεως και μεταβιβάσεως εξουσίας στην κυβέρνησι. Μήπως ο Σατανάς έκαμε πρόκλησι στην κυριαρχία του Θεού; Ναι, αλλά όχι στο γεγονός—στην ύπαρξι,—της κυριαρχίας του Θεού, διότι, και πάλι αν ένα πρόσωπο είναι υπέρτατο και παντοδύναμο μπορεί να κυβερνά άσχετα με το τι λέγει οποιοσδήποτε άλλος. Επομένως η κυριαρχία του Θεού δεν βρέθηκε ποτέ σε κίνδυνο.
14. Τι είχε αμφισβητηθή σχετικά με την κυριαρχία του Θεού, και με ποιον τρόπο;
14 Επομένως δεν είχε αμφισβητηθή το γεγονός της κυριαρχίας του Ιεχωβά. Αλλά τότε, τι είχε αμφισβητηθή; Είχε πράγματι σχέσι με την κυριαρχία του Θεού. Μπορούμε ν’ αντιληφθούμε απ’ αυτά που είπε ο Διάβολος ότι προέκυψε αμφισβήτησις για την ορθότητα τη νομιμότητα και την ευθύτητα της κυριαρχίας του Ιεχωβά. Ο Θεός ήταν ασφαλώς κυρίαρχος, αλλά ησκείτο αυτή η κυριαρχία μ’ ένα τρόπο που φέρνει πράγματι ωφέλεια στα πλάσματά του; Ή μήπως κατακρατούσε κάτι απ’ αυτά; Όταν ο Διάβολος μίλησε στον Θεό για τον Ιώβ, παρουσίασε με πανούργο τρόπο το επιχείρημα διαφορετικά και είπε: ‘Κοίταξε όλα όσα έχει ο Ιώβ. Κοίταξε πόσα του έχεις δώσει. Φυσικά θα σε υπηρετή, διότι απολαμβάνει τα πάντα από σένα.’ Έτσι, από μια άλλη άποψι, επανέλαβε την αμφισβήτησί του για την ορθότητα ή νομιμότητα της κυριαρχίας του Θεού.—Ιώβ 1:8-12.
ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ
15. Πώς περιελήφθη και ο άνθρωπος στο ζήτημα;
15 Επί πλέον, και ο άνθρωπος επίσης περιελαμβάνετο σ’ αυτό το ζήτημα. Ανέκυψε το θέμα της ακεραιότητος του ανθρώπου προς τον Θεό. Ο Διάβολος έλεγε ότι η κυριαρχία του Ιεχωβά απέναντι στα πλάσματά του δεν ήταν καλή· δεν ήταν καθόλου αξία ή ορθή. Επομένως ηγέρθη το ερώτημα: Θ’ ανεγνώριζαν τα πλάσματα την κυριαρχία του Ιεχωβά ως τελείως αξία κι’ επομένως δικαία; Θ’ αγαπούσαν την κυριαρχία του Θεού περισσότερο από οτιδήποτε άλλο; Θα προτιμούσαν να ζουν κάτω απ’ αυτή την κυριαρχία μάλλον παρά από κάθε άλλη; Θα την προτιμούσαν πραγματικά με την καρδιά τους; Και μάλιστα αν είχαν την ευκαιρία ν’ απαλλαγούν από την κυριαρχία του Θεού και να είναι πλήρως ανεξάρτητοι, θα το ήθελαν; ή θα προτιμούσαν να παραμένουν προσκολλημένοι σ’ αυτόν με νομιμοφροσύνη με οποιαδήποτε κατάστασι που θα προέκυπτε για να τον προκαλέση;a Αυτοί οι τελευταίοι είναι το είδος των ανθρώπων που ο Θεός θέλει να τον υπηρετούν, διότι οι άλλοι δεν θα ήσαν νομιμόφρονες· μόνο αναταραχή θα προξενούσαν στο σύμπαν. Αυτό είναι εκείνο που πρόκειται ν’ αποδείξη το ζήτημα για όλα τα πλάσματα. Πρόκειται ν’ αποβάλη όλους εκείνους οι οποίοι έχουν την ιδιοτελή άποψι.
16. Αμφέβαλλε ο Θεός για την κυριαρχία του και για το αν θα παρέμενε μαζί του η οργάνωσίς του;
16 Θα μπορούσε να τεθή το ερώτημα, ‘Αμφέβαλλε ο Θεός για την κυριαρχία του; Μήπως διερωτήθηκε, Έσφαλλα άραγε στον τρόπο με τον οποίο εκυβέρνησα το σύμπαν;’ Όχι, ήταν ικανοποιημένος από την κυριαρχία του. Εγνώριζε τι υπήρχε μέσα του, και εγνώριζε τι εχρειάζοντο τα νοήμονα πλάσματά του. (Έξοδ. 34:6, 7· Ψαλμ. 136:1-9) Εγνώριζε ότι αυτός ο τρόπος διακυβερνήσεως ήταν για το καλό και για την αιώνια ευτυχία των πλασμάτων του. Δεν υπήρχε όμως μια πιθανότης να σκεφθή έτσι στο σύνολό της η οργάνωσις των πλασμάτων του Θεού στον ουρανό και στη γη και ν’ αποσυρθή ομαδικά απ’ αυτόν; Όχι. Ο Ιεχωβά άφησε να δοκιμασθή αυτό το ζήτημα, πράγμα που αποδεικνύει ότι δεν φοβήθηκε μήπως χάση την οργάνωσί του.
17. Γιατί ο Θεός είχε εμπιστοσύνη ότι η οργάνωσίς του δεν θα τον εγκατέλειπε ομαδικώς;
17 Ο Ιεχωβά εγνώριζε ότι η κυριαρχία του ήταν αξία και ορθή και ότι τα πλάσματά του την αγαπούσαν και την εκτιμούσαν. Είχε προικίσει τα πλάσματά του με ελευθέρα βούλησι· επομένως ήταν δυνατόν να υπάρξουν μερικά που θα μπορούσαν ν’ αποσυρθούν αν επιθυμούσαν ν’ ακολουθήσουν αυτή την πορεία, αλλ’ ο Θεός εγνώριζε ότι αυτό δεν θα εγίνετο με ομαδικό τρόπο. Γιατί; Λόγω της ιδιότητος που είχε δημιουργήσει μέσα των και λόγω της δυνατότητος που είχαν ν’ αναπτύξουν αυτή την ιδιότητα σε μεγαλύτερο βαθμό. Αυτή η ιδιότητα σε μεγαλύτερο βαθμό. Αυτή η ιδιότης ήταν η ΑΓΑΠΗ. Η Γραφή λέγει ότι η αγάπη είναι ένας «σύνδεσμος τελειότητος [τέλειος σύνδεσμος ενότητος, ΜΝΚ]» και ότι «η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.» (Κολοσ. 3:14· 1 Κορ. 13:8) Είναι η πιο ισχυρή συνδετική δύναμις στο σύμπαν. Είναι μια από τις ιδιότητες αυτού του ιδίου Ιεχωβά και δεν μπορεί να τον εγκαταλείψη. Είχε πλήρη εμπιστοσύνη ότι η οργάνωσίς του θα παρέμενε προσκολλημένη σ’ αυτόν. Εγνώριζε επίσης ότι θα υπήρχαν εκείνοι οι οποίοι θα τον εγνώριζαν, πράγμα που δεν έκαμε ποτέ ο Αδάμ λόγω ελλείψεως νομιμοφροσύνης. Εκείνοι που θα το έπρατταν, θα τον αγαπούσαν και θα παρέμεναν με αδιάρρηκτο και χαρούμενο τρόπο κάτω από την κυριαρχία του.
ΓΙΑΤΙ ΕΠΕΤΡΕΨΕ Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΔΟΚΙΜΑΣΘΗ ΑΥΤΟ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ
18. Μήπως ο Θεός επέτρεψε να συνεχισθή αυτό το ζήτημα επί 6.000 χρόνια για δική του ωφέλεια, ή γιατί;
18 Γιατί λοιπόν επέτρεψε ο Ιεχωβά να γίνη η δοκιμασία της προκλήσεως αυτή ένα ζήτημα που διεξάγεται σε όλα τα τελευταία 6.000 χρόνια; Μήπως ήταν από ιδιοτέλεια για το δικό του καλό; Κανένας δεν θα μπορούσε να δώση οτιδήποτε στον Θεό από άποψι υλικών ή κτηματικών αγαθών, ή να προσθέση στον πλούτο του και τη δύναμί του ή στη γνώσι του. (Ρωμ. 11:34-36) Και δεν είχε ανάγκη να ζητήση να του αποδειχθή οτιδήποτε. Όχι, το έκαμε χάριν του ονόματος του και ταυτοχρόνως για την ωφέλεια των πλασμάτων του.
19. Ποιος συκοφαντήθηκε από την πρόκλησι του Διαβόλου;
19 Μπορούμε ν’ αντιληφθούμε ότι αυτό είναι αληθινό, όταν αναλύσωμε το ζήτημα. Ο Ιεχωβά είχε συκοφαντηθή—και συκοφαντηθή άσχημα σχετικά με τον τρόπο που κυβερνούσε το σύμπαν. Αλλά δεν επρόκειτο μόνο για τον Ιεχωβά. Κάθε πλάσμα στο σύμπαν είχε συκοφαντηθή, επειδή ο Διάβολος έλεγε, στην πραγματικότητα: ‘ Ο μόνος λόγος που παραμένουν κοντά σου είναι διότι τους έχεις δώσει τα πάντα.’ Έτσι, ο Διάβολος έρριξε μια σκιά ή μαύρη κηλίδα στην υπόληψι κάθε νοήμονος πλάσματος που ζούσε.
20. Γιατί ο Θεός επέτρεψε να συμμετάσχουν και άλλοι μαζί του στην απομάκρυνσι της μομφής;
20 Ο Ιεχωβά εγνώριζε ότι είχε υιούς οι οποίοι ήσαν ανυπόμονοι ν έχουν την ευκαιρία ν’ αφαιρέσουν τη δυσφημιστική κηλίδα από το όνομά Του. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάμουν. Αλλά ταυτοχρόνως θα μπορούσαν ν’ αφαιρέσουν την κηλίδα της συκοφαντίας από το δικό των όνομα και από το όνομα των αδελφών των. Ποιος γυιος με κάποια αξία δεν θα ήθελε να βγη και να υπερασπίση την οικογένεια και να αποκαθάρη το όνομα του πατρός; Αυτό θα ήταν μια πληρέστερη διεκδίκησις του Θεού παρά αν ο Ιεχωβά το έκανε αυτό μόνος του. Καθώς περιμένομε την ανάγνωσι του κατωτέρω άρθρου ρωτούμε: Ποιος θα ήταν εκείνος που θα εξελέγετο ως πρώτος διεκδικητής, και γιατί;
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε βιβλίον «Τότε Εκτελέσθη το Μυστήριον του Θεού,» σελ. 309. (εκδόσεως Βιβλικής και φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, 1969, στην Αγγλική)