Τα Τέκνα του Θεού Μιμούνται το Καλόν
«Μη μιμού το κακόν, αλλά το αγαθόν. Ο αγαθοποιών, εκ του Θεού είναι.»—3 Ιωάν. 11
1. Για ποιο ειδικό πράγμα δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον μεγάλοι και μικροί, και γιατί;
ΠΟΙΟ παιδί δεν θα ήθελε να του δώσουν ένα σπόρο κάποιου είδους, να τον βάλη σ’ ένα δοχείο, και να παρακολουθή την έναρξι μιας νέας ζωής; Κάθε μέρα το παιδί θα τον περιεργάζεται, εξετάζοντας προσεκτικά τα σημεία της αναπτύξεως. Οι ενήλικοι επίσης αισθάνονται πολύ ζωηρό ενδιαφέρον στο να μαθαίνουν όσα μπορούν σχετικά με το πώς αρχίζει μια νέα ζωή. Το αρχικό σπέρμα, ή κύτταρο, είναι μικροσκοπικό, ωστόσο περιέχει ένα περίπλοκο κώδικα, ή υπόδειγμα, που ρυθμίζει τη μελλοντική του ανάπτυξι. Όπως λέγει η Γραφή, η κάθε μορφή ζωής παράγει ‘κατά το είδος αυτής.’ (Γεν. 1:11, 21, 24) Η τεραστία ποσότης ενεργείας που είναι αποθηκευμένη σ’ εκείνο το μικροσκοπικό κύτταρο, με τη δυνατότητα του ν’ ανανεώνεται αιωνίως, διεγείρει επίσης θαυμασμό. Μολονότι έχουν γίνει πολλές ανακαλύψεις, που παρέχουν αποδείξεις σκοπού και σχεδίου, η ζωή εξακολουθεί να παραμένη μυστήριο. Δεν είναι περίεργο ότι αγαπούμε να περιεργαζώμεθα την έναρξι μιας νέας ζωής, είτε ανθρώπινης, είτε ζωικής, είτε φυτικής. Αν προέρχεται από καλή ρίζα, θ’ ακολουθήση το ίδιο πρότυπο και θα μιμηθή το καλό.
2. Έδειξαν και οι άγγελοι όμοιο ενδιαφέρον; Πώς φαίνεται αυτό;
2 Η Γραφή αποκαλύπτει μια όμοια στάσι εκ μέρους των αγγέλων. Μπορούμε να φαντασθούμε το έντονο ενδιαφέρον των γι’ αυτά που έκαμε να γίνουν ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός, στον μικροσκοπικό πλανήτη μας, μικροσκοπικό σε σύγκρισι με το σύμπαν, όταν αυτός ετοιμαζόταν για να μπορή να συντηρή ζωή με αιώνια ποικιλία και ομορφιά. Είναι γραμμένο ότι, τότε, «έψαλλον ομού, και πάντες οι υιοί του Θεού ηλάλαζον.» Και πόσο συγκινητικό ήταν όταν είδαν το κορύφωμα όλων αυτών, τη δημιουργία του ανθρώπου, «κατ’ εικόνα Θεού!»—Ιώβ 38:7· Γεν. 1:27.
3. Ενδιαφέρετο επίσης ο αριστοτέχνης εργάτης του Θεού; Εξακολουθεί να διατηρήται αυτό το ενδιαφέρον;
3 Το δημιουργικό έργο διεξήχθη μέσω του «αριστοτέχνου εργάτου» Ιησού, στην προανθρώπινη ύπαρξί του, και αυτός, επίσης, είπε ότι ήταν έργον που απορροφούσε το ενδιαφέρον. Ο Λόγος του Θεού ομιλεί γι’ αυτόν σαν να έλεγε τότε, ως προσωποποίησις της σοφίας: ‘ευφαινόμην εν τη οικουμένη της γης αυτού· και η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων.’ Δεν έχασε ποτέ το ενδιαφέρον για την ανθρώπινη οικογένεια. Το ίδιο συμβαίνει και με τους αγγέλους. Ο Πέτρος, ομιλώντας για τον σκοπό του Θεού, ο οποίος συγκεντρώνεται στον Χριστό και στους ακολούθους του, λέγει, «εις τα οποία επιθυμούσιν οι άγγελοι να παρακύψωσι.»—Παροιμ. 8:30, 31· Εβρ. 13:8· 1 Πέτρ. 1:12· βλέπε επίσης Κολοσ. 1:15, 16.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
4. (α) Πώς εξέφρασε ο Ιωάννης το ενδιαφέρον του για τον «λόγον της ζωής;» (β) Γιατί θέλομε να πλησιάσωμε τον Ιωάννη;
4 Έδειξε το ίδιο ενδιαφέρον ο απόστολος Ιωάννης; Ακούστε τα εναρκτήρια λόγια της πρώτης επιστολής του: «Εκείνο το οποίον ήτο απ’ αρχής, το οποίον ηκούσαμεν, το οποίον είδομεν με τους οφθαλμούς ημών, το οποίον εθεωρήσαμεν, και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, περί του λόγου της ζωής . . . εκείνο το οποίον είδομεν και ηκούσαμεν, απαγγέλλομεν προς εσάς, διά να έχητε και σεις κοινωνίαν μεθ’ ημών και η κοινωνία δε ημών είναι μετά του Πατρός και μετά του Υιού αυτού Ιησού Χριστού.» Δεν υπάρχει αμφιβολία για το ενδιαφέρον του, δεν είναι έτσι; Και τι ευγενική πρόσκλησις! Θέλει να έχωμε κι’ εμείς, να έχετε κι’ εσείς κοινωνία μαζί του. Επιθυμεί να τον πλησιάσωμε, διότι έχει, αξιόλογα πράγματα να μας πη, πράγματα που έχουν θερμάνει την καρδιά του, και θα θερμάνουν και τις δικές μας, και θα μας βοηθήσουν να βάλουμε τα πράγματα στη θέσι των. Όπως λέγει: «Ταύτα γράφομεν προς εσάς, διά να είναι πλήρης η χαρά σας.» Ασφαλώς αυτό θα μας βοηθήση να ιδούμε αυτά τα καλά πράγματα μέσω των δικών του ματιών, για να μάθωμε να εκτιμούμε κατάλληλα και να μιμούμεθα το καλό.—1 Ιωάν. 1:1-4.
5. Με ποιον τρόπο περιμένομε να βοηθηθούμε από την πρώτη επιστολή του Ιωάννου;
5 Θα μας βοηθήση η επιστολή του Ιωάννου να έχωμε βαθύτερη εκτίμησι της σχέσεώς μας με τον Ιεχωβά; Θα μας βοηθήση να διακρατήσωμε αυτή τη σχέσι ανάμεσα σε δυσμενείς πιέσεις και ύπουλους δελεασμούς; Ο πρόλογός του, που μόλις παραθέσαμε, αποδεικνύει ακριβώς αυτό. Αλλά, πρώτα, ας παρουσιάσωμε αυτόν τον ίδιο τον συγγραφέα. Αυτό θα μας βοηθήση ν’ αποκτήσωμε καλύτερη κατανόησι των όσων έγραψε και γιατί τα έγραψε.
6. (α) Όπως αποδεικνύεται από το ύφος της συγγραφής του, τι είδους άνθρωπος ήταν ο Ιωάννης; (β) Ποια ήταν η σχέσις του Ιωάννου με τον Ιησού, και ποιο επώνυμο είχε δοθή στον Ιωάννη και γιατί;
6 Τι είδους άνθρωπος ήταν ο Ιωάννης; Συχνά τον ονομάζουν απόστολο αγάπης, και πολύ ορθά, διότι το θέμα της αγάπης διαπερνά όλα τα συγγράμματά του. Μήπως αυτό σημαίνει, όπως λέγουν μερικές φορές, ότι είχε μια ευγενική, ήρεμη διάθεσι, και δεν επρόφερε ποτέ μια σκληρή λέξι; Αν έχετε αυτή τη γνώμη, θα δοκιμάσετε έκπληξι. Ο Ιωάννης σκεπτόταν σε αρμονία με την καρδιά του καθώς και με τη διάνοιά του. Διακρατούσε ισχυρές απόψεις, που τις συνόδευαν ισχυρά αισθήματα, και δεν φοβόταν να εκφράζεται. Δεν περιέκοπτε τα λόγια του, ούτε προσπαθούσε να τα μαλακώση. Για να εντυπώση τη δύναμι του επιχειρήματός του και να το κάμη κατανοητό, συχνά χρησιμοποιούσε ισχυρές αντιθέσεις. Το ζήτημα είναι, είσθε πρόθυμος να το δεχθήτε και να το αντιμετωπίσετε; Τις τρεις επιστολές του τις έγραψε κάπου στο 98 μ.Χ. περίπου, όταν ήταν πολύ προχωρημένος σε ηλικία, και μπορούσε να γράψη με εξουσία ως ένας ώριμος Χριστιανός. Το ιστορικό του φόντο είναι ότι απελάμβανε εξαιρετικά στενή συναναστροφή με τον Ιησού σ’ ολόκληρη τη διάρκεια της διακονίας του Ιησού. Ο Ιωάννης είχε φθάσει πλησιέστερα στον Ιησού από οποιονδήποτε άλλον. (Μάρκ. 1:19, 20· 5:37· Ιωάν. 13:23· 19:26, 27· 21:20) Ο Ιωάννης απείχε πολύ από το να είναι ήπιος από φυσική διάθεσι. Κάποτε, όταν οι Σαμαρείται αρνήθηκαν να περιποιηθούν τον Ιησού, ο Ιωάννης και ο αδελφός του Ιάκωβος, τον ρώτησαν, «Κύριε, θέλεις να είπωμεν να καταβή πυρ από του ουρανού και να αφανίση αυτούς;» Ο Ιησούς δεν έδωσε σ’ αυτούς τους δυο αδελφούς χωρίς αιτία το επώνυμο «Βοανεργές, το οποίον σημαίνει, Υιοί Βροντής.» Δεν υπάρχει αντίφασις σ’ αυτό. Η πραγματική αγάπη, εκτός του ότι είναι ευγενική και μακρόθυμη, χαρακτηρίζεται και από πιστότητα. Ο Ιωάννης ήταν με έντιμο τρόπο πιστός. Έγραψε τις επιστολές του όταν, όπως προελέχθη, υπήρχαν πολλοί οι οποίοι είχαν αποδειχθή άπιστοι.—Λουκ. 9:54· Μάρκ. 3:17· Ματθ. 13:26· Πράξ. 20:29, 30· 1 Ιωάν. 2:18.
Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΦΩΣ
7. (α) Ποιο ήταν το άγγελμα που είχε ακούσει ο Ιωάννης, και από ποια πηγή; (β) Πώς συσχέτισε ο Ιησούς το φως και το σκότος με τη βάσι της κρίσεως;
7 Ύστερ’ από την εισαγωγή του, ο Ιωάννης έρχεται αμέσως στο σημείο, και λέγει: «Αυτή είναι η επαγγελία, την οποίαν ηκούσαμεν απ’ αυτού . . . ότι ο Θεός είναι φως, και σκοτία εν αυτώ δεν υπάρχει ουδεμία.» (1 Ιωάν. 1:5) Πώς το είχε ακούσει αυτό το άγγελμα ο Ιωάννης; Στο Ευαγγέλιό του, ο Ιωάννης εβεβαίωσε σχετικά με τον Ιησού: «Το φως εν τη σκοτία φέγγει, και η σκοτία δεν κατέλαβεν αυτό,» και ότι ο Ιησούς έδωσε εξουσία σ’ εκείνους που πιστεύουν σ’ αυτόν να γίνουν τέκνα Θεού. Αυτοί δεν ξαναγεννήθηκαν με ανθρωπινή γέννησι, αλλά γεννήθηκαν από τον Θεό με το πνεύμα του. (Ιωάν. 1:5, 12, 13) Ο Ιωάννης κατέγραψε κατόπιν πώς ο ίδιος ο Ιησούς το είχε επιβεβαιώσει αυτό όταν μιλούσε με τον Νικόδημο, ο οποίος είχε έλθει, κρυφά στον Ιησού τη νύχτα. Ο Ιησούς μίλησε μαζί του για ‘γέννησιν εκ του πνεύματος’, και ότι «εάν τις δεν γεννηθή άνωθεν, δεν δύναται να ιδή την βασιλείαν του Θεού.» Είπε επίσης ότι «αυτή είναι η κρίσις, ότι το φως ήλθεν εις τον κόσμον, και οι άνθρωποι ηγάπησαν το σκότος μάλλον παρά το φως· διότι ήσαν πονηρά τα έργα αυτών,» και προχώρησε για ν’ αντιπαρατάξη εκείνον ο οποίος «έρχεται εις το φως, διά να φανερωθώσι τα έργα αυτού, ότι επράχθησαν κατά Θεόν.» Αυτό ανησύχησε τον Νικόδημο, διότι, μολονότι έτρεφε κάποια αγάπη για την αλήθεια, εν τούτοις ο φόβος του ανθρώπου επεσκίαζε την πιστότητά του.—Ιωάν. 3:1-8, 19-21.
8. Τι μπορούμε να μάθομε από το Ευαγγέλιον του Ιωάννου σχετικά με το φως και το σκότος και την απελευθέρωσί μας;
8 Έτσι μαθαίνομε ότι το φως αντιπροσωπεύει την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, σε αντίθεσι με το σκότος, το οποίο αντιπροσωπεύει την πλάνη και το ψεύδος, καθώς και τα πονηρά και ακάθαρτα πράγματα. Μάθαμε επίσης περισσότερα σχετικά με την απελευθέρωσί μας από το σκότος, και τη μεταφορά μας στη βασιλεία του Θεού, και στην οικογένειά του, πράγμα που σημαίνει την έναρξι μιας νέας ζωής.—Κολοσ. 1:13.
9. (α) Σχετικά με το εδάφιο 1 Ιωάννου 1:5, πώς ο Ιωάννης το εφαρμόζει αυτό στην εποχή του; (β) Με ποια σημασία ενέφερε ο Ιωάννης τα ψεύδη και τους ψεύτες;
9 Ο Ιωάννης, ύστερ’ από την αρχή που θέτει στο εδάφιο 1 Ιωάννου 1:5, προχωρεί για να την εφαρμόση ως μια άμεση πρόκληση λέγοντας : «Εάν είπωμεν ότι κοινωνίαν έχομεν μετ’ αυτού, και περιπατώμεν εν τω σκότει, ψευδόμεθα και δεν πράττομεν την αλήθειαν.» Κατόπιν για να φέρη σε πέρας το σημείο του, λέγει: «Όστις λέγει, Εγνώρισα αυτόν, και τας εντολάς αυτού δεν φυλάττει, ψεύστης είναι και εν τούτω αλήθεια δεν υπάρχει.» (1 Ιωάν. 1:6· 2:4) Αυτές οι επαναλαμβανόμενες εκφράσεις: «Εάν είπωμεν,» και «Όστις λέγει,» όπως στα εδάφια 1 Ιωάννου 1:6, 8, 10· 2:4, 6, δείχνουν ότι ο Ιωάννης ήταν πολύ ενήμερος των συνθηκών που χειροτέρευαν μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Ο εχθρός δεν είχε χάσει τον καιρό του και έσπειρε «ζιζάνια αναμέσον του σίτου,» ανθρώπους οι οποίοι θα ‘λαλούσαν διεστραμμένα, διά να αποσπώσι τους μαθητάς οπίσω αυτών.’ (Ματθ. 13:25· Πράξ. 20:30· βλέπε επίσης, Ιακώβου 4:1-4) Αυτοί ισχυρίζοντο ότι ήσαν στην αλήθεια, αλλά οι πράξεις των και η πορεία των ενεργείας διέψευδαν τους ισχυρισμούς των, και απεδείκνυαν ότι ήσαν κίβδηλοι, ψευδοχριστιανοί, αντίχριστοι. Ο Ιωάννης χρησιμοποιεί πολλές φορές τις λέξεις «ψεύδος» και «ψεύστης,» αρχίζοντας από το εδάφιο Ιωάννης 8:44, έως το εδάφιο Αποκάλυψις 22:15. Ψεύστης δεν είναι εκείνος ο οποίος κατά λάθος λέγει ένα ψεύδος χωρίς πρόθεσι. Ψεύστης είναι εκείνος ο οποίος εν γνώσει του λέγει μια αναλήθεια, με πρόθεσι να παραπλανήση και να παροδηγήση. Ψεύδη και αλήθεια δεν αναμιγνύονται. Ο Ιωάννης ήταν με έντονο τρόπο πιστός στην αλήθεια. Εγνώριζε ότι «παν ψεύδος εκ της αληθείας δεν είναι.»—1 Ιωάν. 2:21.
10. (α) Γιατί δεν περιμένομε μια γενική απομάκρυνσι μεταξύ των αληθινών Χριστιανών; (β) Γιατί είναι ανάγκη να εξακολουθή να ασκήται προσεκτική επαγρύπνησις;
10 Πώς αυτά εφαρμόζονται σ’ εμάς σήμερα; Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώση κανείς ότι ο «Χριστιανικός κόσμος» αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους οι οποίοι έχουν κάμει μάλλον επάγγελμα το να είναι Χριστιανοί. Αλλά, οι μάρτυρες του Ιεχωβά λαμβάνουν στάσι τελείως χωριστά από τον «Χριστιανικό κόσμο,» στάσι η οποία βασίζεται αποκλειστικά στον Λόγο του Θεού και στις αρχές της αληθείας και της δικαιοσύνης της. Είμεθα βέβαιοι ότι σ’ αυτή την εποχή του θερισμού, που ανέφερε ο Ιησούς, δεν θα υπάρξη πάλι πτώσις σε μεγάλη κλίμακα σε αποστασία. (Ματθ. 13:30, 43· 2 Θεσ. 2:3, 8) Αλλά δεν μπορούμε να παραμείνωμε αδιάφοροι. Ο ίδιος εχθρός, ο Σατανάς, ο δράκων, βρίσκεται σε διάθεσι πολέμου πιο θυμωμένος παρά ποτέ. Η σύγχρονη ιστορία των μαρτύρων του Ιεχωβά δείχνει ότι έχουν γίνει απόπειρες από μερικούς, που απετέλεσαν μια τάξι ‘πονηρού δούλου,’ να εξασφαλίσουν έλεγχο του έργου και του λαού του Ιεχωβά. Αυτό συνέβη ιδιαιτέρως στη διάρκεια της περιόδου του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά ο Ιεχωβά καθάρισε την οργάνωσί του και την έκαμε τελείως θεοκρατική. Αυτό οφείλεται σ’ εκείνον όχι σε ανθρώπους. Ατομικώς, πρέπει να εξακολουθή να υπάρχη προσεκτική επαγρύπνησις. Τα αρχεία δείχνουν ότι, στις εκκλησίες μας, είναι ανάγκη μερικοί να προειδοποιούνται, άλλοι να τίθενται υπό δοκιμήν, και άλλοι πρέπει ν’ αποκόπτωνται από την επικοινωνία. Γιατί; Διότι, ενώ ισχυρίζονται ότι βρίσκονται στην αλήθεια, δεν πράττουν την αλήθεια. Αυτό συχνά αρχίζει με απλό τρόπο, αν, όμως, επιμένουν, οδηγεί από το φως στο σκότος το εξώτερο.—Αποκάλ. 12:17· Ματθ. 24:48· 25:30.
11. Πώς μπορεί να διατηρηθή μια παραδεκτή στάσις ενώπιον του Ιεχωβά;
11 Είναι ανάγκη να είμεθα σ’ επιφυλακή. Κανείς μας δεν είναι σωματικώς τέλειος. Ο Ιωάννης λέγει: «Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν δεν έχομεν, εαυτούς πλανώμεν, και η αλήθεια δεν είναι εν ημίν. Εάν ομολογώμεν, τας αμαρτίας ημών, είναι πιστός και δίκαιος, ώστε να συγχωρήση εις ημάς τας αμαρτίας, και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας.» Αυτό μπορεί να γίνη διότι «έχομεν παράκλητον προς τον Πατέρα, τον Ιησούν Χριστόν, . . . [όστις] είναι ιλασμός περί των αμαρτιών ημών· και ουχί μόνον περί των ημετέρων [ημών με την ουρανία ελπίδα], αλλά και περί όλου του κόσμου.» (1 Ιωάν. 1:8-2:2) Ναι, εκείνοι οι οποίοι έχουν επίγεια ελπίδα, ο πολύς όχλος απ’ όλα τα έθνη, «έπλυναν τας στολάς αυτών, και ελεύκαναν αυτάς εν τω αίματι του Αρνίου.» (Αποκάλ. 7:14) Ο Ιωάννης κάνει κατόπιν διάκρισι μεταξύ του αδελφού όστις αμαρτάνει αμαρτίαν ουχί θανάσιμον, για τον οποίον μπορούμε να προσευχώμεθα, και της εσκεμμένης, εκουσίας θανασίμου αμαρτίας, για την οποία δεν προσευχόμεθα. «Πάσα αδικία είναι αμαρτία· και είναι αμαρτία ουχί θανάσιμος.» Αυτό δείχνει ότι ο Ιωάννης δεν ήταν ένας άνθρωπος των άκρων, άλλα ήταν ισορροπημένος όπως ένας ώριμος πρεσβύτερος.—1 Ιωάν. 5:16, 17.
Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ
12. (α) Γιατί είμεθα υποχρεωμένοι ν’ αγαπούμε αλλήλους; (β) Γιατί εκείνος που μισεί τον αδελφό του βρίσκεται σε επικίνδυνη θέσι; Ποια πορεία πρέπει ν’ ακολουθήση;
12 Στενά συνδεδεμένα με τον ορισμό ότι «ο Θεός είναι φως,» ο Ιωάννης λέγει επίσης ότι «ο Θεός είναι αγάπη.» (1 Ιωάν. 4:8, 16) Ο Ιωάννης το πληροφορήθηκε αυτό για πρώτη φορά από την ίδια πηγή που ανεφέρθη προηγουμένως. Κατέγραψε ότι ο Ιησούς είπε στον Νικόδημο: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωσε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, διά να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον.» (Ιωάν. 3:16) Η ίδια αλήθεια εκφράζεται στα εδάφια 1 Ιωάννου 4:9, 10. Όπως και προηγουμένως, ο Ιωάννης κάνει άμεση εφαρμογή αυτής της ζωτικής αληθείας, λέγοντας: «Αγαπητοί, επειδή ούτως ηγάπησεν ημάς ο Θεός, και ημείς χρεωστούμεν να αγαπώμεν αλλήλους.» Αργότερα οδηγεί σ’ ένα κορύφωμα το σημείο του με μια δυνατή αντίθεσι, λέγοντας: «Εάν τις είπη, Ότι αγαπώ τον Θεόν και μισή τον αδελφόν αυτού, ψεύστης είναι.» (1 Ιωάν. 4:11, 20) Με άλλα λόγια, αν έχετε βυθίσει το μαχαίρι σας στον αδελφό σας, αν σεις είσθε ο μόνος που εσκεμμένως αποφεύγετε και αρνείσθε να μιλήσετε σ’ αυτόν, ή να παραδεχθήτε αυτόν ή εκείνην ως μέλος της εκκλησίας, τότε βάζετε τον εαυτό σας σε επικίνδυνη θέσι. Ενεργείτε πράγματι σαν κριτής, επάνω από την εκκλησία. Αν ο Ιεχωβά παραδέχεται αυτό το άτομο ως ένα μέλος της οικογενείας Του, μπορείτε σεις να μεταχειρισθήτε αυτόν, ή εκείνην, ως ένα αποκομμένο άτομο για σας, και να σκληρύνετε το πρόσωπό σας μόλις φανή αυτό το άτομο; Θα θέλατε να φερθή ο Ιεχωβά σε σας με τον ίδιο τρόπο; Ίσως να πήτε ότι, εν πρώτοις, ο αδελφός σας είναι εκείνος που βύθισε το εγχειρίδιο σε σας. Αλλ’ όσο και αν φαίνεται οδυνηρό, αν το παραδεχθούμε πρέπει να λεχθή ότι σεις πρέπει να είσθε ο πρώτος που θ’ αποσύρετε το εγχειρίδιο σας απ’ αυτόν. Μη μιμείσθε το κακό. Αν πρόκειται για μια ισχυρή αντιπάθεια κι’ ένα κακό αίσθημα, να ζητήτε ευκαιρίες, ίσως μικρές, για να δείξετε την επιθυμία σας να είσθε φιλικός. Αν υπάρχη παράπονο που δεν έχει διευθετηθή ακόμη, τότε η πορεία που πρέπει ν’ ακολουθηθή αναγράφεται σαφώς στα εδάφια Ματθαίος 18:15-17. Ο Ιωάννης λέγει: «Εκ τούτου γνωρίζομεν την αγάπην ότι εκείνος υπέρ ημών την ψυχήν αυτού έβαλε· και ημείς χρεωστούμεν υπέρ των αδελφών να βάλλωμεν τας ψυχάς ημών.» Αυτό είναι το καλό παράδειγμα που πρέπει να μιμηθούμε.—1 Ιωάν. 3:16.
13. Εφέρετο ο Ιησούς ψυχρά σε κανένα από τους ακολούθους του; Πώς μπορεί να υπερνικηθή μια τέτοια τάσις;
13 Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να φερώμεθα προς όλους τους αδελφούς ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Ο Ιησούς δεν το έκαμε αυτό. Ήταν έκδηλο ότι υπήρχε ιδιαίτερος δεσμός μεταξύ εκείνου και του Ιωάννου. Αλλά ο Ιησούς δεν εφέρετο ψυχρά σε κανένα από τους ακολούθους του, ούτε ακόμη και στον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ώς το τέλος. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι κανένας από τους μαθητάς του δεν είχε ιδέα, όσον αφορά τον τρόπο συμπεριφοράς του Ιησού, ποιος επρόκειτο να τον προδώση. Ας μη σπεύδωμε να είμεθα πάρα πολύ δίκαιοι στα μάτια μας, πάρα πολύ πείσμονες στις δικές μας κρίσεις. «Όστις όμως μισεί τον αδελφόν αυτού, εν τω σκότει είναι . . . και δεν εξεύρει που υπάγει, διότι το σκότος ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτού.» Για ν’ αντιδράσωμε σε οποιαδήποτε τέτοια τάσι, ας ενεργήσαμε όπως λέγει ο Ιωάννης με το να είμεθα ανιδιοτελείς, προσεκτικοί και πρακτικοί, και όχι να κλείνωμε τη θύρα στην ευσπλαχνία μας όταν βλέπωμε ότι ο αδελφός μας βρίσκεται σε ανάγκη. «Μη αγαπώμεν με λόγον, μηδέ με γλώσσαν, αλλά με έργον και αλήθειαν.»—1 Ιωάν. 2:11· 3:17, 18.
14. Τι σημαίνει να παραμείνη κανείς στην αγάπη, και ποια πλούσια ευλογία φέρνει αυτό;
14 Για ενθάρρυνσί μας, ας σημειώσωμε τα εξής μεγαλειώδη λόγια του Ιωάννου: «Ο Θεός είναι αγάπη· και όστις μένει εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει, και ο Θεός εν αυτώ. Εν τούτω είναι τετελειωμένη η αγάπη μεθ’ ημών.» (1 Ιωάν. 4:16, 17) Το να παραμείνη κανείς στην αγάπη σημαίνει να είναι αποφασισμένος και συνεπής στο ν’ ακολουθή μια πορεία ενεργείας που να κυβερνάται πάντοτε από αληθινή, θεοειδή αγάπη. Λόγω της ατελείας και των κακών επιθυμιών, μπορεί κανείς να προσκόψη, αλλά «ο πονηρός δεν εγγίζει αυτόν,» ώστε να τον κάμη να εγκαταλείψη αυτή την πορεία. Είθε να μη συμβή ποτέ αυτό! Αντιθέτως, με το να είναι σταθερός, «εν τω Θεώ μένει, και ο Θεός εν αυτώ.» Πόσο τονώνει αυτό! Το να γνωρίζετε ότι ο αληθινός Θεός, Ιεχωβά, είναι μαζί σας, στο πλευρό σας, ότι σας εκπαιδεύει, σας καθιστά σταθερό και ισχυρό, καθοδηγώντας σας ώς το τέλος, αυτό σας δίνει ακλόνητη εμπιστοσύνη και θάρρος.—1 Ιωάν. 2:16· 5:18· βλέπε επίσης Ιωάν. 10:27-30· 1 Πέτρ. 5:9, 10.
15. (α) Για ν’ αποδείξωμε την αγάπη μας στο Θεό ποιες καλές ιδιότητες χρειάζονται; (β) Ποια είναι η διάκρισις μεταξύ του να είναι κανείς ευαίσθητος και να είναι εύθικτος; (γ) Πότε και πώς εξεδήλωσαν καλές ιδιότητες ο Ιησούς και η μητέρα του;
15 «Και τώρα, τεκνία, μένετε εν αυτώ.» (1 Ιωάν. 2:28· βλέπε επίσης Ιωάν. 17:20-26) Αυτό το θέμα περιτρέχει όλη την επιστολή του Ιωάννου. Παραμένομε με τον Θεό «όταν τον Θεόν αγαπώμεν, και τας εντολάς αυτού φυλάττωμεν.» (1 Ιωάν. 5:2) Αυτό απαιτεί αποφασιστικότητα. Ο Ιησούς ήταν αποφασιστικός. Ήταν επίσης πολύ ευαίσθητος. Τίποτε δεν διέφευγε την προσοχή του. Μολονότι ήταν ευαίσθητος σε τέλειο βαθμό, ωστόσο δεν ήταν με κανένα τρόπο εύθικτος, ούτε προσεβάλλετο εύκολα, διότι δεν ήταν καθόλου υπερήφανος, ή ισχυρογνώμων. Δεν είχε αυτοσυμπόνια. Αυτές οι ιδιότητες εξεδηλώθησαν μ’ ένα ενδιαφέροντα τρόπο στον Ιησού, καθώς και από τη μητέρα του Μαρία, όταν ήσαν σε μια εορτή γάμου στην Κανά της Γαλιλαίας. (Ιωάν. 2:1-11) Όλοι είχαν στενοχωρηθή διότι το κρασί ετελείωσε. Η μητέρα του Ιησού είπε σ’ αυτόν: «Οίνον δεν έχουσι.» Δεν χαμήλωσε τη φωνή της, για να μιλήση μ’ ένα θετικό ύφος. Προφανώς ύψωσε τη φωνή της μ’ ένα ερωτηματικό τόνο, και ο Ιησούς αντελήφθη αμέσως πλήρως τι είχε στη διάνοιά της: «Δεν έχουν οίνο, δεν θα κάμης κάτι;» Μολονότι υπερέβαινε τα όρια προσπαθώντας να κατευθύνη τον Ιησού στη διακονία του, ωστόσο εκείνος δεν το εξέλαβε ως προσωπική προσβολή. Αντιθέτως, σταθερά, αλλά ευγενικά, απήντησε: «Τι είναι μεταξύ εμού και σου, γύναι; δεν ήλθεν έτι η ώρα μου.» Πώς αντέδρασε εκείνη; Μήπως ορθώθηκε και είπε: «Αυτός δεν είναι πολύ ευγενικός τρόπος να μιλάς στη μητέρα σου, μπροστά σ’ αυτούς τους υπηρέτας.» Αντιθέτως, δείχνοντας την αποφασιστικότητά της, προχώρησε με την σκέψι που είχε στο νου της, και είπε στους υπηρέτας: «Ό,τι σας λέγη κάμετε.» Μήπως τώρα ο Ιησούς, με τη σειρά του, αισθάνθηκε βαθιά προσβεβλημένος; Μήπως στράφηκε θυμωμένα προς αυτήν, και είπε: «Σου είπα ακριβώς προ ολίγου να κράτησης τη θέσι σου. Γιατί δεν προσέχεις;» Αντιθέτως, έκαμε κάτι εκπληκτικό. Μολονότι δεν είχε έλθει ακόμη η ώρα του, έκαμε ακριβώς εκείνο που είχε υποδείξει η μητέρα του. Είπε στους υπηρέτας να κάμουν κάτι. Ασφαλώς μπορούσε να είχε κάμει ένα θαύμα, και να παραγάγη όλο το κρασί που χρειάζονταν, χωρίς να πη λέξι στους υπηρέτας.
16. (α) Γιατί είχε η Μαρία σοβαρούς λόγους να περιμένη να κάμη ο Ιησούς θαύματα; (β) Με ποιους τρόπους είχε φερθή η Μαρία μέσα στον στενό κύκλο;
16 Οπωσδήποτε και αν ιδή κανείς το ζήτημα, τόσο ο Ιησούς όσο και η Μαρία εξεδήλωσαν αποφασιστικότητα και ευαισθησία χωρίς να είναι εύθικτοι. Θυμηθήτε ότι κανένας δεν είχε πιο ισχυρούς λόγους από τη Μαρία να περιμένη ότι ο Ιησούς θα έκανε θαύματα ευθύς μόλις θα άρχιζε τη διακονία του, έχοντας υπ’ όψιν το μεγαλειώδες θαύμα που είχε δοκιμάσει στο ίδιο το σώμα της μόλις πριν τριάντα χρόνια. Γι’ αυτήν, άρχιζε μια νέα ζωή μέσα της. Ο άγγελος του Θεού Γαβριήλ, σε μια προσωπική επίσκεψι (όχι σε ενύπνιο), της είχε εξηγήσει ότι με το άγιο πνεύμα θα συνελάμβαμε στην κοιλία της, και ότι το «γεννώμενον . . . άγιον θέλει ονομασθή Υιός Θεού.» (Λουκ. 1:26-38) Απ’ εκείνη τη στιγμή, ήταν πολύ ευαίσθητη στο γεγονός ότι πράγματι ήταν «κεχαριτωμένη» από τον Ιεχωβά. Μ’ ένα μοναδικό και πολύ οικείο τρόπο είχε οδηγηθή στον στενό κύκλο της ευνοίας του, και ήταν αποφασισμένη να παραμείνη εκεί. Δεν μπορούσε να συνοδεύη τον Ιησού στη διάρκεια της διακονίας του, αλλά όταν ήλθε το τέλος και ο Υιός της ήταν επάνω σ’ εκείνο το τρομερό ξύλο του μαρτυρίου, εκείνη ήταν εκεί, πολύ κοντά ώστε να μπορή να της ομιλή ο Ιησούς. Μολονότι βρισκόταν σε μεγάλη διανοητική και σωματική αγωνία, ο Ιησούς έκαμε πολύ ευγενικά διευθετήσεις για να προσληφθή η μητέρα του μέσα στον στενό κύκλο της οικογενείας του Ιωάννου, ‘του μαθητού τον οποίον ηγάπα.’ Και ακόμη περισσότερο, ύστερ’ από μερικές εβδομάδες, όταν είχε σχηματιστή εκείνος ο ακόμη πιο θαυμαστός στενός κύκλος μ’ εκείνο τον μικρό όμιλο στην Ιερουσαλήμ, εκείνη ήταν εκεί και περιελαμβάνετο στον αριθμό των. Εκείνος ο μικρός όμιλος είχε εκλεγή από τον Θεό για ν’ αποτελέση τον πυρήνα της Χριστιανικής εκκλησίας, την έναρξι μιας «νέας κτίσεως.»—Ιωάν. 19:25-27· Πράξ. 1:14· 2 Κορ. 5:17.
17. Με ποιον τρόπο είναι καλό να είναι κανείς και αποφασιστικός και ευαίσθητος;
17 Είναι καλό να είμεθα αποφασιστικοί και ευαίσθητοι σε προνόμια που μας παρουσιάζονται. Το να εισαχθή κανείς μέσα στον οικογενειακό κύκλο του Θεού είναι πράγματι μεγάλη εύνοια, και πρέπει να είμεθα πάντοτε πρόθυμοι να προσλαμβάνουμε πνευματική «στερεά τροφή» για να διατηρήσωμε την ευαισθησία μας, με το να κρατούμε τα «αισθητήρια γεγυμνασμένα» ώστε να μπορούμε να διακρατούμε αυτά τα προνόμια. (Εβρ. 5:14) Αν έχωμε ένα ειδικό προνόμιο, με το να είμεθα ένας ολοχρόνιος υπηρέτης του Ιεχωβά σ’ ένα ιεραποστολικό οίκο ή σ’ ένα οίκο Μπέθελ, πρέπει να είμεθα αποφασισμένοι να παραμείνωμε εκεί αν είναι δυνατόν. Φυσικά, μερικές φορές μια αλλαγή είναι αναγκαία, και αυτή είναι δυνατόν να μη οφείλεται σε απιστία, ή διότι είμεθα εύθικτοι ή διότι αισθανόμεθα προσβεβλημένοι. Παραδείγματος χάριν, η αιτία της αλλαγής πιθανόν να είναι ότι ένας απεφάσισε να νυμφευθή, και είναι αμέσως παραδεκτό ότι υπάρχει τεραστία διαφορά μεταξύ του να είναι κανείς εύθικτος και να είναι θιγμένος.
18, 19. (α) Πώς ο Ιωάννης αντιπαραβάλλει «τα τέκνα του Θεού και τα τέκνα του Διαβόλου; (β) Πώς το πνεύμα του Θεού, καθώς και η πίστις, παρομοιάζονται με σπόρο; Ποια εμπιστοσύνη μάς δίνει αυτό, και ωστόσο με ποια ανάγκη για την εποχή μας;
18 Ο Ιωάννης αντιπαραβάλλει πολύ έντονα εκείνους που «είναι εκ του Διαβόλου,» μ’ εκείνους που ‘είναι εκ του Θεού,’ ή που ‘εγεννήθησαν εκ του Θεού.’ Μολονότι κάποτε υπήρξαμε μέρος του κόσμου, ο οποίος «εν τω πονηρώ κείται,» μπορούμε ν’ ανταποκριθούμε στην πρόσκλησι του Θεού και να μεταφερθούμε μέσα στην οικογένειά του. Ο Ιωάννης λέγει: «Ημείς εξεύρομεν ότι μετέβημεν εκ του θανάτου εις την ζωήν, διότι αγαπώμεν τους αδελφούς.» Αυτό προκύπτει «εκ του πνεύματος το οποίον ο Θεός έδωκεν εις ημάς.» Αυτό το πνεύμα, σαν ένας σπόρος όταν φυτευθή σε καλή καρδιά, θ’ αποτελέση την έναρξι μιας νέας ζωής. Όπως γράφει ο Ιωάννης: «Πας όστις εγεννήθη εκ του Θεού, αμαρτίαν δεν πράττει, διότι σπέρμα αυτού μένει εν αυτώ· και δεν δύναται να αμαρτάνη, διότι εγεννήθη εκ του Θεού.» (1 Ιωάν. 3:8, 9, 14, 24· 5:19) Αυτό πρέπει να συμβαδίζη με πίστι, την οποία ο Ιησούς ωμοίασε με σπόρο σινάπεως, ‘το μικρότερον όλων των σπερμάτων.’ Μολονότι είναι μικροσκοπικός στην έναρξί του, αν διατραφή καταλλήλως, θ’ αυξάνη με συνεχώς ανανεωμένη ενέργεια, και θα μπορήτε να μετακινήτε ή να υπερνικάτε όλα τα εμπόδια. «Δεν θέλει είσθαι ουδέν αδύνατον εις εσάς,» όταν βρίσκεται σε αρμονία με το θέλημα του Θεού. Θα σας καθιστά ικανούς, ως τέκνα Θεού, να μιμήσθε επιτυχώς το καλό, «διότι παν ό,τι εγεννήθη εκ του Θεού, νικά τον κόσμον, και αυτή είναι η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών.»—Ματθ. 13:31, 32· 17:20· 1 Ιωάν. 5:4.
19 Σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες του παλαιού συστήματος πραγμάτων, τα εμπόδια και οι κωλυσιεργίες της Χριστιανικής ζωής και υπηρεσίας μας είναι πολύ σοβαρά. Υπάρχουν πολλά προβλήματα. Ο Ιεχωβά το προεγνώριζε αυτό, και προμήθευσε βοηθητική και επίκαιρη συμβουλή στον Λόγο του. Θα είναι καλό να το εξετάσωμε αυτό στο φως του τι έχουν να πουν οι Γραφές σχετικά με την περιτομή, ιδιαιτέρως την περιτομή της καρδιάς, όπως ανεφέρθη ήδη.
[Εικόνα στη σελίδα 655]
Όταν τελείωσε ο οίνος σε μια εορτή γάμου, ο Ιησούς και η μητέρα του έδειξαν αποφασιστικότητα και ευαισθησία χωρίς να είναι εύθικτοι—και ο Ιησούς έκαμε το πρώτο θαύμα του