Μελέτη 3
Η Αγία Γραφή—Το Κυριότερο Βιβλίο μας Μελέτης
1, 2. Πότε άρχισε και πότε τελείωσε η συγγραφή της Αγίας Γραφής, και σε ποια έκταση έχει κυκλοφορήσει αυτή;
1 Η Αγία Γραφή είναι το κυριότερο βιβλίο που μελετάμε στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, και ως διάκονοι των καλών νέων πρέπει να είμαστε καλά εξοικειωμένοι μ’ αυτήν. Οφείλουμε να γνωρίζουμε πώς γράφτηκε, τι περιέχει και πώς να τη χρησιμοποιούμε.
2 Η συγγραφή της Αγίας Γραφής άρχισε το έτος 1513 Π.Κ.Χ., όταν ο Μωυσής έλαβε οδηγίες να αρχίσει να γράφει αυτό το σύγγραμμα. Η συγγραφή της Αγίας Γραφής ολοκληρώθηκε όταν ο απόστολος Ιωάννης τελείωσε τα δικά του συγγράμματα, στο τέλος του πρώτου αιώνα Κ.Χ.—ύστερα από δεκαέξι αιώνες περίπου. Σήμερα η Αγία Γραφή είναι διαθέσιμη, ολόκληρη ή εν μέρει, σε 2.000 περίπου γλώσσες. Μολονότι λίγα βιβλία φτάνουν σε κυκλοφορία εκατομμυρίων αντιτύπων, η Αγία Γραφή έχει εκδοθεί σε δισεκατομμύρια αντίτυπα. Κανένα άλλο βιβλίο δεν μπορεί να φτάσει αυτό το ρεκόρ. Φυσικά, απλώς και μόνο η συγγραφή ενός θρησκευτικού βιβλίου, η διαφύλαξή του επί εκατοντάδες χρόνια και το γεγονός ότι εκατομμύρια άνθρωποι το έχουν σε υπόληψη δεν αποδεικνύουν ότι το βιβλίο έχει θεϊκή προέλευση. Το βιβλίο πρέπει να έχει διαπιστευτήρια Θεϊκής Συγγραφής που να αποδεικνύουν ότι είναι εμπνευσμένο από τον Θεό. Η προσεκτική εξέταση της Αγίας Γραφής πείθει τους ειλικρινείς ανθρώπους ότι αυτό το βιβλίο έχει πράγματι τέτοια διαπιστευτήρια.
3, 4. Σε ποια μορφή γράφτηκε αρχικά η Αγία Γραφή, και πότε διαιρέθηκε σε κεφάλαια και εδάφια;
3 Γραμμένη αρχικά στην εβραϊκή, στην αραμαϊκή και στην ελληνική, η Αγία Γραφή, όπως την ξέρουμε σήμερα, έχει εξήντα έξι βιβλία. Ο ακριβής αριθμός των βιβλίων δεν έχει και τόση σημασία (το αν δηλαδή μερικά θεωρούνται μέρος άλλων ή αυτοτελή) ούτε η συγκεκριμένη σειρά με την οποία κατατάσσονται. Τα βιβλία παρέμειναν χωριστοί ρόλοι αρκετό καιρό μετά τη συμπλήρωση του Βιβλικού κανόνα, δηλαδή του καταλόγου των θεόπνευστων βιβλίων, και οι αρχαίοι κατάλογοι ποικίλλουν όσον αφορά τη σειρά με την οποία κατατάσσονται τα βιβλία. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι το ποια βιβλία περιλαμβάνονται. Στην πραγματικότητα, μόνο τα βιβλία που περιλαμβάνονται τώρα στον κανόνα έχουν βάσιμες αξιώσεις θεοπνευστίας. Από τους αρχαίους χρόνους εκδηλώθηκε αντίδραση στις προσπάθειες να περιληφθούν κι άλλα συγγράμματα.
4 Η Αγία Γραφή γράφτηκε αρχικά σε συνεχείς σειρές γραμμάτων που δεν χωρίζονταν μεταξύ τους. Μόλις τον ένατο αιώνα Κ.Χ. εφευρέθηκε ένα σύστημα χωρισμού των προτάσεων με σημεία στίξης. Τα κυριότερα σημεία του συστήματος στίξης που έχουμε σήμερα εμφανίστηκαν το δέκατο πέμπτο αιώνα Κ.Χ., ως αποτέλεσμα της εισαγωγής της τυπογραφίας. Ούτε και η υποδιαίρεση της Αγίας Γραφής σε κεφάλαια και εδάφια (η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου έχει 1.189 κεφάλαια και 31.102 εδάφια) έγινε από τους αρχικούς συγγραφείς. Αυτό έγινε αιώνες αργότερα. Οι Μασορίτες, Ιουδαίοι λόγιοι, διαίρεσαν τις Εβραϊκές Γραφές σε εδάφια. Κατόπιν, το δέκατο τρίτο αιώνα Κ.Χ., προστέθηκε η διαίρεση σε κεφάλαια.
5, 6. Με ποια έννοια γράφτηκε υπό έμπνευση η Αγία Γραφή, και πώς εξηγείται το ότι δεν είναι όλη γραμμένη με το ίδιο ύφος;
5 Θεόπνευστη συλλογή βιβλίων. Περίπου σαράντα διαφορετικά άτομα χρησίμευσαν ως γραμματείς του μόνου μεγάλου Συγγραφέα, για να καταγράψουν τον εμπνευσμένο Λόγο του Ιεχωβά. «Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος», και αυτό περιλαμβάνει τα συγγράμματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών μαζί με «τας λοιπάς γραφάς». (2 Τιμ. 3:16· 2 Πέτρ. 3:15, 16) Εδώ «έμπνευση» δεν σημαίνει απλώς το κέντρισμα της διάνοιας και των συναισθημάτων για να προκύψει ένα πιο αξιόλογο επίτευγμα (όπως λένε συχνά για κοσμικούς καλλιτέχνες ή ποιητές), αλλά τη συγγραφή αλάνθαστων συγγραμμάτων τόσο έγκυρων όσο θα ήταν αν είχαν γραφτεί από τον ίδιο τον Θεό. Ο Θεός έκανε να επενεργήσει το δικό του πνεύμα σε πιστούς άντρες, τους οποίους χρησιμοποίησε για να καταγράψουν διάφορα πράγματα με τη δική του καθοδήγηση. Γι’ αυτόν το λόγο, ο απόστολος Πέτρος μπορούσε να δηλώσει: ‘Δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού’. (2 Πέτρ. 1:21) Εντούτοις, σε μια τουλάχιστον περίπτωση, οι πληροφορίες δόθηκαν σε γραπτή μορφή από τον ίδιο τον Θεό. Αυτό έγινε όταν ο Θεός έδωσε στον Μωυσή τις Δέκα Εντολές σε δυο «πλάκας λιθίνας γεγραμμένας με τον δάκτυλον του Θεού».—Έξοδ. 31:18.
6 Σε μερικές περιπτώσεις οι πληροφορίες μεταβιβάστηκαν λέξη προς λέξη, με προφορική εντολή. (Έξοδ. 34:27) Στους προφήτες επίσης συχνά δίνονταν συγκεκριμένα αγγέλματα που έπρεπε να μεταφέρουν. (1 Βασ. 22:14· Ιερ. 1:7) Υπάρχουν, όμως, στοιχεία που δείχνουν ότι οι άνθρωποι τους οποίους χρησιμοποίησε ο Θεός για να καταγράψουν τις Γραφές δεν κατέγραφαν σε όλες τις περιπτώσεις υπαγορευμένη ύλη. Για παράδειγμα, ο Ιωάννης έλαβε την Αποκάλυψη μέσω του αγγέλου του Θεού ‘με σημάδια’ και του ειπώθηκε: «Ό,τι βλέπεις, γράψον εις βιβλίον». (Αποκ. 1:1, ΜΝΚ· 1:2, 10, 11) Είναι, λοιπόν, φανερό ότι ο Θεός θεώρησε καλό να αφήσει τους συγγραφείς της Αγίας Γραφής να διαλέξουν οι ίδιοι λέξεις και εκφράσεις για να περιγράψουν τα οράματα που έβλεπαν και, παράλληλα, εκείνος συνέχεια τους καθοδηγούσε ανάλογα, προκειμένου το τελικό προϊόν να είναι ακριβές και να εναρμονίζεται με το σκοπό του. (Εκκλ. 12:10) Αυτό εξηγεί, αναμφίβολα, γιατί τα βιβλία της Αγίας Γραφής διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το ύφος.
7. Ποιοι ήταν μερικοί συγγραφείς των Εβραϊκών Γραφών, και ποιες ήταν οι απαιτήσεις για τους αληθινούς προφήτες τις οποίες πληρούσαν όλοι αυτοί;
7 Για τα συγγράμματα του Μωυσή δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αμφιβολία ότι είναι θεόπνευστα, αν ληφθούν υπόψη οι εσωτερικές αποδείξεις. Δεν ήταν ιδέα του Μωυσή να γίνει ο ηγέτης των Ισραηλιτών. Στην αρχή ο Μωυσής δίσταζε να δεχτεί την πρόταση. (Έξοδ. 3:10, 11· 4:10-14) Απεναντίας, ο Θεός ήταν αυτός που κάλεσε τον Μωυσή και του έδωσε θαυματουργικές δυνάμεις. Ακόμα και ιερείς που ασκούσαν μαγεία υποχρεώθηκαν να αναγνωρίσουν ότι αυτά τα οποία έκανε ο Μωυσής προέρχονταν από τον Θεό. (Έξοδ. 4:1-9· 8:16-19) Ο Μωυσής, υπακούοντας στην εντολή του Θεού και με τα θεϊκά διαπιστευτήρια του αγίου πνεύματος, υποκινήθηκε πρώτα να διατυπώσει προφορικά και ύστερα να καταγράψει μέρος της Αγίας Γραφής. (Έξοδ. 17:14) Μετά το θάνατο του Μωυσή, προστέθηκαν τα συγγράμματα του Ιησού του Ναυή, του Σαμουήλ, του Γαδ και του Νάθαν (Ιησούς του Ναυή, Κριταί, Ρουθ, 1 και 2 Σαμουήλ). Οι βασιλιάδες Δαβίδ και Σολομών συνέβαλαν κι αυτοί στο διευρυνόμενο κανόνα των Αγίων Γραφών. Κατόπιν, έχουμε τους προφήτες από τον Ιωνά ως τον Μαλαχία, που καθένας τους συνέβαλε στο Βιβλικό κανόνα. Όλοι τους πληρούσαν τις απαιτήσεις για τους αληθινούς προφήτες τις οποίες εξέθεσε ο Ιεχωβά: Μίλησαν εν ονόματι του Ιεχωβά, οι προφητείες τους βγήκαν αληθινές και έστρεψαν το λαό προς τον Θεό.—Δευτ. 13:1-3· 18:20-22.
8. Ποια είναι η πιο πειστική απόδειξη της κανονικότητας των Εβραϊκών Γραφών;
8 Εφόσον ο Ιεχωβά ενέπνευσε ανθρώπους να γράψουν, λογικά εξυπακούεται ότι αυτός θα κατεύθυνε να γίνει και η συλλογή αυτών των θεόπνευστων συγγραμμάτων. Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, ο Έσδρας βοήθησε σ’ αυτό το έργο όταν οι εξόριστοι Ιουδαίοι εγκαταστάθηκαν και πάλι στην Ιουδαία. Ο Έσδρας είχε τα προσόντα γι’ αυτό το έργο, εφόσον ήταν ένας από τους θεόπνευστους Βιβλικούς συγγραφείς, ιερέας και επίσης «γραμματεύς έμπειρος [επιδέξιος αντιγραφέας, ΜΝΚ] εις τον νόμον του Μωυσέως». (Έσδρ. 7:1-11) Ο κανόνας των Εβραϊκών Γραφών είχε πάρει την τελική του μορφή στο τέλος του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ. Περιλάμβανε τα συγγράμματα που έχουμε μέχρι σήμερα και τα οποία διαιρούνται τώρα σε τριάντα εννιά βιβλία. Γι’ αυτά δεν αποφάσισε κάποια ανθρώπινη σύνοδος ότι ήταν μέρος του κανόνα· είχαν τη θεϊκή επιδοκιμασία από τότε που γράφτηκαν. Η πιο πειστική μαρτυρία της κανονικότητας των Εβραϊκών Γραφών είναι τα αναμφισβήτητα λόγια του Ιησού Χριστού και των συγγραφέων των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Μολονότι χρησιμοποιούσαν αβίαστα τις θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές, ποτέ δεν παρέθεσαν από τα απόκρυφα βιβλία.—Λουκ. 24:44, 45.
9, 10. Ποια διαβεβαίωση υπάρχει ότι τα βιβλία των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών ανήκουν πράγματι στο Βιβλικό κανόνα;
9 Η συγγραφή και συλλογή των είκοσι εφτά βιβλίων των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών έγινε με τρόπο όμοιο μ’ αυτόν των Εβραϊκών Γραφών. Ο Χριστός «έδωκε χαρίσματα εις τους ανθρώπους»· πράγματι, «έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους». (Εφεσ. 4:8, 11-13) Αυτοί, έχοντας το άγιο πνεύμα του Θεού πάνω τους, διατύπωσαν υγιείς διδασκαλίες για τη Χριστιανική εκκλησία. Ο Ιησούς διαβεβαίωσε τους αποστόλους του ότι το πνεύμα του Θεού θα τους βοηθούσε, διδάσκοντάς τους, καθοδηγώντας τους και υπενθυμίζοντάς τους όσα είχαν ακούσει απ’ αυτόν, καθώς και αποκαλύπτοντάς τους μελλοντικά πράγματα. (Ιωάν. 14:26· 16:13) Αυτό εξασφάλιζε την αλήθεια και την ακρίβεια των αφηγήσεων των Ευαγγελίων τους.
10 Το πραγματικό κριτήριο της κανονικότητας δεν είναι το πόσες φορές ή από ποιον μη αποστολικό συγγραφέα αναφέρονται περικοπές από ένα ορισμένο βιβλίο. Το περιεχόμενο του ίδιου του βιβλίου πρέπει να παρέχει αποδείξεις ότι είναι προϊόν του αγίου πνεύματος. Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να ενθαρρύνει τη δεισιδαιμονία, το δαιμονισμό ή τη λατρεία πλασμάτων. Πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με την υπόλοιπη Αγία Γραφή. Κάθε βιβλίο πρέπει να συμφωνεί με το θεϊκό «υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων» και να βρίσκεται σε αρμονία με τις διδασκαλίες του Ιησού. (2 Τιμ. 1:13) Είναι σαφές ότι οι απόστολοι μιλούσαν με θεϊκή εξουσία. Μέσω του αγίου πνεύματος ‘διέκριναν τις εμπνευσμένες εκφράσεις’, αν δηλαδή αυτές προέρχονταν ή όχι από τον Θεό. (1 Κορ. 12:4, 10, ΜΝΚ) Με το θάνατο του Ιωάννη, του τελευταίου αποστόλου, αυτή η αξιόπιστη αλυσίδα των θεόπνευστων αντρών τελείωσε. Κι έτσι, με το βιβλίο Αποκάλυψις, με το Ευαγγέλιο του Ιωάννη και με τις επιστολές του, ολοκληρώθηκε ο Βιβλικός κανόνας. Τα εξήντα έξι βιβλία της Αγίας Γραφής μάς πιστοποιούν με την αρμονία τους την ενότητα της Αγίας Γραφής και τη συνιστούν σ’ εμάς ως τον πραγματικό λόγο του Ιεχωβά, που περιέχει τη θεόπνευστη αλήθεια.
11. Ποιες πληροφορίες περιέχει η Αγία Γραφή τις οποίες διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να έχουν οι άνθρωποι;
11 Περιεχόμενο. Η Αγία Γραφή περιέχει πληροφορίες τις οποίες διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να έχουν οι άνθρωποι. Η αφήγηση του βιβλίου Γένεσις, για παράδειγμα, παρέχει πληροφορίες για τη δημιουργία της γης· μας κάνει γνωστά πράγματα τα οποία έγιναν πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου. (Γέν. 1:1-31) Η Αγία Γραφή μάς μιλάει επίσης για συνομιλίες που έλαβαν χώρα στους ουρανούς και τις οποίες κανένα ανθρώπινο αφτί δεν θα μπορούσε να ακούσει, αν δεν έδινε ο Θεός αυτές τις πληροφορίες.—Ιώβ 1:6-12· 1 Βασ. 22:19-23.
12, 13. Τι μαθαίνουμε από τις Γραφές σχετικά με τον Ιεχωβά και τον Ιησού Χριστό;
12 Και το πιο σπουδαίο είναι ότι η Αγία Γραφή μάς βοηθάει να γνωρίσουμε τον Ιεχωβά. Αφηγείται λεπτομέρειες θαυματουργικών οραμάτων του Ιεχωβά με τα οποία ευνοήθηκαν ορισμένοι δούλοι του. (Δαν. 7:9, 10) Επίσης, η Αγία Γραφή μάς κάνει γνωστό το όνομα του Θεού, «Ιεχωβά», το οποίο συναντάται 6.800 και πλέον φορές στο Μασοριτικό κείμενο των Εβραϊκών Γραφών. Από την Αγία Γραφή μαθαίνουμε τις έξοχες ιδιότητες του Ιεχωβά, όπως την αγάπη, τη σοφία, τη δικαιοσύνη, το έλεος, τη μακροθυμία, τη γενναιοδωρία, την τελειότητά του όσον αφορά τη γνώση, καθώς και το ότι είναι αναλλοίωτος. (Έξοδ. 34:6, 7) Επιπλέον, η Αγία Γραφή μάς λέει πολλά για τον Γιο του Θεού και για τη σπουδαία θέση που κατέχει στο σκοπό του Θεού. (Κολ. 1:17, 18· 2:3· 2 Κορ. 1:20) Περισσότερο από κάθε άλλον, ο Γιος του Θεού, όταν ήταν στη γη, μπορούσε να διευρύνει τη γνωριμία μας με τον Ιεχωβά. Επειδή αυτός ήταν σε θέση να πει: «Όστις είδεν εμέ είδε τον Πατέρα».—Ιωάν. 14:9.
13 Στην Αγία Γραφή αποκαλύπτονται λεπτομέρειες σχετικά με την εξέλιξη του σκοπού του Θεού. Όλες οι προειπωμένες ευλογίες για τον υπάκουο άνθρωπο περιστρέφονταν γύρω από έναν υποσχεμένο Σωτήρα τον οποίο θα ήγειρε ο Ιεχωβά. Στον Κήπο της Εδέμ ο Θεός τον περιέγραψε ως ‘το σπέρμα’ της γυναίκας του Θεού. (Γέν. 3:15) Αργότερα, ο Θεός υποσχέθηκε ότι αυτό το Σπέρμα θα ερχόταν μέσω του Αβραάμ. (Γέν. 22:18) Φανέρωσε ότι ο υποσχεμένος Σωτήρας θα ήταν ένας αιώνιος βασιλιάς και ιερέας «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ». (Ψαλμ. 110:4· Εβρ. 7:1-28) Έδωσε στον Ισραήλ τη διαθήκη του Νόμου με το ιερατείο και τις θυσίες της, που αποτελούσαν όλα «σκιάν των μελλόντων αγαθών». (Εβρ. 10:1· Κολ. 2:17) Στον Δαβίδ δόθηκε η υπόσχεση ότι η βασιλεία θα έμενε αιώνια στην οικογένειά του. (2 Σαμ. 7:11-16) Ο κληρονόμος αυτής της υπόσχεσης, καθώς και εκείνος τον οποίο υποδείκνυαν όλες οι άλλες προφητείες ως τον Λυτρωτή, αποδεικνύεται ότι είναι ο Ιησούς Χριστός. Ναι, η Αγία Γραφή, από την αρχή μέχρι το τέλος, τονίζει το θέμα των θεόπνευστων συγγραμμάτων—τη Βασιλεία του Θεού στα χέρια του Ιησού Χριστού ως το μέσο που προμήθευσε ο Ιεχωβά για την εκπλήρωση του σκοπού Του.
14-17. Γιατί έχουν μεγάλη αξία για όλους μας οι προφητείες της Αγίας Γραφής και οι συμβουλές της για την ηθική;
14 Ως προφητικό βιβλίο, η Αγία Γραφή ξεχωρίζει. Έτσι, δείχνει τι νόημα έχουν τα ιστορικά γεγονότα και γιατί κατέληξαν έτσι όπως κατέληξαν. (Λουκ. 19:41-44) Δείχνει το μέλλον όλων των παρόντων κοσμικών κυβερνήσεων. (Δαν. 2:44) Εξηγεί γεγονότα της εποχής μας, δείχνοντας ότι ζούμε στον προειπωμένο καιρό του τέλους αυτού του παλιού συστήματος και ότι σύντομα ο Θεός θα αφανίσει όλους τους πονηρούς.—2 Τιμ. 3:1-5· Ψαλμ. 37:9, 10.
15 Χωρίς την Αγία Γραφή δεν θα γνωρίζαμε τον πραγματικό σκοπό της ζωής. (Εκκλ. 12:13) Η Αγία Γραφή λέει σαφέστατα ότι ο άνθρωπος δεν είναι προϊόν τυφλής τύχης, αλλά δημιούργημα του Θεού, ο οποίος έχει ένα στοργικό σκοπό για το ανθρώπινο γένος. Επίσης, εξηγεί ποιο είναι το θέλημα του Θεού για εμάς τώρα και πώς μπορούμε να βρούμε πραγματική ικανοποίηση στη ζωή.—Αποκ. 4:11· 1 Τιμ. 2:3, 4· Ψαλμ. 16:11.
16 Η ανθρώπινη ιστορία αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος, όταν είναι μακριά από τον Θεό, δεν μπορεί να κατευθύνει τα βήματά του με επιτυχία. Μόνο η Αγία Γραφή παρέχει την καθοδήγηση που χρειάζεται ο άνθρωπος. Δίνει καθοδήγηση σχετικά με την ηθική, δείχνοντας τι καταδικάζει και τι επιδοκιμάζει ο Θεός. (Γαλ. 5:19-23) Έχει αποδειχτεί ότι είναι μια ιδιαίτερα πρακτική βοήθεια σ’ έναν κόσμο που έχει απορρίψει κάθε ηθικό φραγμό. Μας βοηθάει να έχουμε την άποψη του Θεού και να τον ευαρεστούμε. Και μας δείχνει την οδό που οδηγεί σε αιώνια ζωή στο νέο κόσμο του Θεού.—Ιωάν. 17:3.
17 Δεν είναι φανερό για ποιο λόγο αυτό το Βιβλίο των βιβλίων πρέπει να είναι το κυριότερο βιβλίο που μελετάμε; Τους Χριστιανούς, πάνω απ’ όλα, τους ενδιαφέρει πολύ να ερευνούν αυτό το Βιβλίο του οποίου συγγραφέας είναι Εκείνος στον οποίο ο Γιος του Θεού είπε: «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια». (Ιωάν. 17:17) Γι’ αυτό, η Αγία Γραφή κατέχει την πρώτη θέση στο πρόγραμμα μελέτης της Σχολής Θεοκρατικής Διακονίας.