ΚΡΕΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΕΡΘΕΙ ΣΤΑ ΕΙΔΩΛΑ
Στον ειδωλολατρικό κόσμο του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η τελετουργική προσφορά κρεάτων στα είδωλα ήταν κάτι το συνηθισμένο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, κάποια μέρη του ζώου που προσφερόταν ως θυσία τοποθετούνταν στον ειδωλολατρικό βωμό, μια μερίδα πήγαινε στους ιερείς και μια άλλη στους λάτρεις, οι οποίοι την κατανάλωναν στη διάρκεια γεύματος ή συμποσίου, είτε στο ναό είτε σε ιδιωτική κατοικία. Εντούτοις, κάποια ποσότητα από το κρέας που είχε προσφερθεί στα είδωλα κατέληγε συνήθως στο μάκελλον, δηλαδή στην κρεαταγορά, για να πουληθεί.
Πολλοί, προτού γίνουν Χριστιανοί, είχαν συνηθίσει να τρώνε κρέατα που είχαν προσφερθεί στα είδωλα αισθανόμενοι ευλάβεια για το είδωλο. (1Κο 8:7) Ενεργώντας έτσι, αυτοί οι πρώην ειδωλολάτρες ήταν συμμέτοχοι με το δαιμονικό θεό τον οποίο αντιπροσώπευε το είδωλο. (1Κο 10:20) Πολύ σωστά, λοιπόν, με επίσημη επιστολή που έστειλε από την Ιερουσαλήμ, το κυβερνών σώμα της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας, υπό την καθοδήγηση του αγίου πνεύματος, απαγόρευσε την τελετουργική, θρησκευτική βρώση κρεάτων τα οποία είχαν προσφερθεί στα είδωλα, προστατεύοντας έτσι τους Χριστιανούς από την ειδωλολατρία σε αυτόν τον τομέα.—Πρ 15:19-23, 28, 29.
Διάφοροι Χριστιανοί, όπως αυτοί που ζούσαν στην ειδωλολατρική Κόρινθο, είχαν πολλά ερωτήματα γύρω από αυτό το ζήτημα. Μπορούσαν με καθαρή συνείδηση να μπουν σε έναν ειδωλολατρικό ναό και να φάνε κρέας εφόσον δεν είχαν την πρόθεση να τιμήσουν το είδωλο; Και θα υπήρχε πρόβλημα αν αγόραζαν από το μάκελλον κρέατα τα οποία είχαν προσφερθεί τελετουργικά στα είδωλα; Τέλος, πώς θα έπρεπε να χειρίζεται αυτό το ζήτημα ένας Χριστιανός όταν έτρωγε ως καλεσμένος στο σπίτι κάποιου άλλου;
Υπό θεϊκή έμπνευση, ο Παύλος έδωσε στους Κορίνθιους Χριστιανούς επίκαιρες πληροφορίες για να τους βοηθήσει να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Αν και «το είδωλο δεν είναι τίποτα», δεν θα ήταν ενδεδειγμένο να πηγαίνει ένας Χριστιανός σε κάποιον ειδωλολατρικό ναό για να φάει κρέας (παρότι δεν θα το έκανε αυτό στα πλαίσια θρησκευτικής τελετής), επειδή αυτό ίσως δημιουργούσε λανθασμένη εντύπωση στους πνευματικά αδύναμους παρατηρητές. Αυτοί πιθανόν να συμπέραιναν ότι ο Χριστιανός λάτρευε το είδωλο και μπορεί να πρόσκοπταν. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να κάνει αυτά τα πιο αδύναμα άτομα να φάνε κρέατα θυσιασμένα στα είδωλα παίρνοντας όντως μέρος σε κάποια θρησκευτική τελετουργία, πράγμα που θα αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση του διατάγματος του κυβερνώντος σώματος. Ο Χριστιανός που έτρωγε κινδύνευε επίσης να παραβιάσει τη δική του συνείδηση και να ενδώσει στην ειδωλολατρία.—1Κο 8:1-13.
Εντούτοις, εφόσον η τελετουργική προσφορά κρεάτων στα είδωλα δεν επέφερε καμιά αλλαγή στο κρέας, ο Χριστιανός μπορούσε με αγαθή συνείδηση να αγοράζει κρέας από αγορά που προμηθευόταν μέρος των κρεάτων της από ναούς. Αυτό το κρέας είχε χάσει την «ιερή» του σημασία. Ήταν ίδιο με οποιοδήποτε άλλο, και συνεπώς ο Χριστιανός δεν ήταν υποχρεωμένος να ζητάει πληροφορίες σχετικά με την προέλευσή του.—1Κο 10:25, 26.
Επιπλέον, ο Χριστιανός που προσκαλούνταν σε γεύμα δεν χρειαζόταν να ζητάει να μάθει από πού είχαν προμηθευτεί το κρέας, αλλά μπορούσε να το φάει με αγαθή συνείδηση. Αν, όμως, κάποιος από τους συνδαιτυμόνες επισήμαινε ότι το κρέας είχε “προσφερθεί ως θυσία”, τότε ο Χριστιανός δεν θα το έτρωγε για να μη γίνει αιτία να προσκόψουν άλλοι.—1Κο 10:27-29.
Τα λόγια του ενδοξασμένου Ιησού Χριστού στον Ιωάννη όσον αφορά τις Χριστιανικές εκκλησίες της Περγάμου και των Θυατείρων δείχνουν ότι μερικοί δεν είχαν δώσει προσοχή στο αποστολικό διάταγμα και δεν είχαν διατηρηθεί καθαροί από τα πράγματα που ήταν θυσιασμένα σε είδωλα.—Απ 2:12, 14, 18, 20.