Ψαλμός
Προς τον διευθύνοντα. Του Δαβίδ. Μελωδία.
40 Έλπισα ένθερμα στον* Ιεχωβά,
και εκείνος με άκουσε προσεκτικά* και αφουγκράστηκε την κραυγή που ύψωσα για βοήθεια.+
2 Με έβγαλε από πολύβουο λάκκο,
από τη λάσπη του βούρκου.
Έβαλε τα πόδια μου σε βράχο·
έκανε το πάτημά μου σταθερό.
Πολλοί θα κοιτάζουν με δέος
και θα εμπιστευτούν στον Ιεχωβά.
4 Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που εμπιστεύεται στον Ιεχωβά
και δεν αποβλέπει σε περιφρονητές ούτε σε εκείνους που ακολουθούν το ψεύδος.*
Κανείς δεν συγκρίνεται με εσένα·+
αν επιχειρούσα να μιλήσω και να πω για αυτά,
θα ήταν περισσότερα από όσα μπορώ να διηγηθώ!+
Δεν ζήτησες ολοκαυτώματα και προσφορές για αμαρτία.+
9 Διακηρύττω τα καλά νέα της δικαιοσύνης μέσα στη μεγάλη εκκλησία.+
Δεν συγκρατώ τα χείλη μου,+
όπως ξέρεις καλά, Ιεχωβά.
10 Δεν κρατώ τη δικαιοσύνη σου καλυμμένη μέσα στην καρδιά μου.
Διακηρύττω την πιστότητά σου και τη σωτηρία σου.
Δεν κρύβω την όσια αγάπη σου και την αλήθεια σου μέσα στη μεγάλη εκκλησία».+
11 Ιεχωβά, μην εμποδίσεις το έλεός σου να έρθει σε εμένα.
Η όσια αγάπη σου και η αλήθεια σου ας με διαφυλάττουν διαρκώς.+
12 Οι συμφορές που με περικυκλώνουν είναι αμέτρητες.+
Με κατακλύζουν τόσα σφάλματά μου ώστε δεν βλέπω πού πηγαίνω·+
είναι περισσότερα από τις τρίχες του κεφαλιού μου,
και έχω αποκαρδιωθεί.
13 Σε παρακαλώ, Ιεχωβά, ευαρεστήσου να με σώσεις.+
Ιεχωβά, έλα γρήγορα να με βοηθήσεις.+
Ας οπισθοχωρήσουν ταπεινωμένοι
εκείνοι που χαίρονται με τη συμφορά μου.
15 Ας φρίξουν από την ίδια την ντροπή τους
εκείνοι που μου λένε: «Χα!»
Όσοι αγαπούν τις πράξεις σωτηρίας σου ας λένε πάντα:
«Ας μεγαλυνθεί ο Ιεχωβά».+
17 Εγώ όμως είμαι αβοήθητος και φτωχός·
ο Ιεχωβά ας μου δώσει προσοχή.