Εθελουσία Προσφορά του Εαυτού Μου
Αφήγησις υπό Μαλίντας Ζ. Κήφερ
ΕΙΜΑΙ ηλικίας ογδόντα τριών ετών αλλά πολύ ευτυχής. Η ευτυχία μου προέρχεται κατά ένα μεγάλο μέρος από το γεγονός ότι πριν από πενήντα και πλέον χρόνια προσέφερα προθύμως τον εαυτόν μου στην ολοχρόνια υπηρεσία του Ιεχωβά που τώρα ονομάζεται διακονία σκαπανέως. Από την εποχή εκείνη έως τώρα μου ήταν ευχάριστο να σκέπτωμαι τα λόγια του Ψαλμωδού: «Ο λαός σου θέλει είσθαι πρόθυμος»· και πόσο είμαι ευγνώμων ότι προσέφερα τον εαυτό μου προθύμως ως σκαπανέα!—Ψαλμ. 110:3.
Γεννήθηκα στο Έντεν της Πενσυλβανίας· οι γονείς μου ανήκαν στην πίστι του παλαιού τάγματος των Μεννονιτών της Κομητείας του Λανκάστερ. Αυτοί οι Μεννονίτες είναι πολύ απλοί στον τρόπο της ζωής και της ενδυμασίας των, και μερικοί απ’ αυτούς εξακολουθούν να ταξιδεύουν με άλογο και αμαξάκι.
Εξαιτίας του θανάτου του πατρός μου όταν ήμουν τεσσάρων ετών, το αγρόκτημά μας επωλήθη· κι εγώ πήγα να κατοικήσω μαζί με την αδελφή μου σ’ ένα αγρόκτημα της Κομητείας του Λανκάστερ, όπου μπορούσε ένας ν’ απολαμβάνη τις ομορφιές της δημιουργίας του Θεού. Συχνά περιπατούσα στο περιβόλι ανάμεσα στις μηλιές, που είναι τόσο ωραίες την άνοιξι, όταν οι κορμοί των δένδρων έχουν ασπρισθή και τα κλαδιά είναι γεμάτα με ρόδινα άνθη. «Τι θαυμάσιος Δημιουργός και Προμηθευτής!» Θα έλεγα μέσα μου· αλλά στην Εκκλησία των Μεννονιτών είχα διδαχθή ότι κάποια ημέρα όλ’ αυτά τα πράγματα που εδημιούργησε ο Θεός θα εκαίοντο. Με στενοχωρούσε, επίσης, η διδασκαλία ότι οι πονηροί θα υπέφεραν αιώνιο βασανισμό. Όλ’ αυτά εφαίνοντο τόσο παράλογα, και ήταν άρα γε αυτό που εδίδασκε πραγματικά η Γραφή;
Μ’ ενδιέφερε πάντοτε η Αγία Γραφή κι επιθυμούσα έντονα μια καλύτερη κατανόησι του Λόγου του Θεού, αλλά μόνο το έτος 1906 ήλθα σ’ επαφή με την αλήθεια της Γραφής. Ο γαμβρός μου, που εγνώριζε την αγάπην μου για τη Γραφή, μου έδωσε ένα αντίτυπο μιας από τις τυπωμένες ομιλίες του Καρόλου Ρώσσελ που έφερε τον τίτλο «Πού Είναι οι Νεκροί;» Ήταν μεγάλη η χαρά μου όταν έμαθα ότι η Γραφή διδάσκει ότι οι νεκροί κοιμούνται και δεν βρίσκονται σε μια συνειδητή κατάστασι βασάνων. Αυτό ήταν ακριβώς η αρχή του φωτός που θα έλαμπε στη ζωή μου ολοένα λαμπρότερα. Πόσο ευτυχής ήμουν όταν έμαθα ότι η γη και οι ομορφιές της δεν επρόκειτο να καταστραφούν ποτέ! Ήμουν πρόθυμη και ανυπόμονη να μάθω περισσότερα για τον Λόγο του Θεού, και πόσο ευγνώμων ήμουν στον Ιεχωβά που μ’ έκαμε να ιδώ την αλήθεια του!
ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΙΣ ΤΗΣ ΜΕΝΝΟΝΙΤΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Και άλλοι οι οποίοι ήσαν στην Μεννονιτική εκκλησία άρχισαν να βλέπουν την αλήθεια του Θεού. Αλλά μερικοί έλεγαν ότι μας είχε μωράνει η θρησκεία. Όταν ο γαμβρός μου μού έδωσε το βιβλίο Το Θείον Σχέδιον των Αιώνων, πρώτον τόμο των Γραφικών Μελετών, είπε, «Αν δεν θέλης να σε αποκαλούν τρελλή, μη το διαβάσης.» Φυσικά, εγνώριζε ότι θα το διάβαζα, όπως το διάβαζε με ζήλο ο ίδιος. Μου ήλθαν στο νου εκείνα που είπε ο Φήστος στον απόστολο Παύλο: «Μαίνεσαι, Παύλε· τα πολλά γράμματα σε καταφέρουσιν εις μανίαν.» Ο Παύλος είπε: «Δεν μαίνομαι . . . αλλά προφέρω λόγους αληθείας και νοός υγιαίνοντος.» (Πράξ. 26:24, 25) Κι εγώ, επίσης, έπρεπε να ρυθμίσω τη διάνοιά μου σύμφωνα με το θέλημα και τον τρόπο του Θεού για τους αληθινούς Χριστιανούς, και την εποχή εκείνη εγκατέλειψα το Μεννονιτικό ένδυμα που φορούσα τότε.
Ο Μεννονίτις λειτουργός ήλθε πολλές φορές για να με κάμη να επανέλθω στην εκκλησία. Όταν εγνώριζα την ημέρα της επισκέψεώς του, ξυπνούσα στις τρεις το πρωί για να μελετήσω τη Γραφή μου ώστε να μπορώ να υπερασπίσω την αλήθεια, όπως είπε ο απόστολος Πέτρος ότι οι Χριστιανοί πρέπει να είναι πάντοτε έτοιμοι να κάμουν απολογία μπροστά στον καθένα ο οποίος θα ζητούσε τον λόγον της ελπίδος των. (1 Πέτρ. 3:15) Η Γραφή ήταν τώρα για μένα ένα βιβλίο γεμάτο σημασία.
Υπήρξε κάποια ταραχή μέσα στην εκκλησία όταν, όχι μόνο εγώ, αλλά είκοσι τέσσερα άλλα άτομα εγκατέλειψαν επίσης την Μεννονιτική Εκκλησία. Οι κανόνες της Μεννονιτικής Εκκλησίας είναι ότι αν ένας εγκαταλείψη την εκκλησία τα μέλη δεν πρέπει να τρώγουν μαζί του. Με απέφευγαν με πολλούς τρόπους, αλλά καμμιά τρομοκράτησις ή φόβος ανθρώπου δεν μπορούσε να μ’ εμποδίση από το να προσφέρω τον εαυτό μου στον Ιεχωβά ως ένας πρόθυμος εθελοντής στο έργον του Θεού. Ο Ιεχωβά μου είχε δείξει τώρα ένα νέο τρόπο ζωής. Πόσο καλά ενθυμούμαι την τελευταία φορά που πήγα στην εκκλησία και στο μυαλό μου περιεστρέφετο το εδάφιο Αποκάλυψις 18:4: «Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου,» «Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου.» Αυτό έκαμα.
Άρχισα να συναθροίζωμαι μαζί μ’ ένα μικρόν όμιλο Σπουδαστών της Γραφής, όπως ελέγοντο τότε οι μάρτυρες του Ιεχωβά, κι εκεί έμαθα περισσότερα για τους θαυμαστούς σκοπούς του Ιεχωβά. Η δράσις μας τότε συνίστατο στο ν’ αφήνωμε φυλλάδια, αντίτυπα του φυλλαδίου Το Μηνιαίον των Σπουδαστών της Γραφής, στις θύρες την Κυριακή πρωί με την ελπίδα ότι μερικοί θα τα εδιάβαζαν και θα ζητούσαν περισσότερη γνώσι του Λόγου του Θεού.
ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΟΥ ΩΣ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ
Εν τούτοις, αυτή η περιωρισμένη δράσις δεν με ικανοποιούσε, διότι επιθυμούσα ολοχρόνια συμμετοχή στην υπηρεσία. Ήμουν πρόθυμη, αλλά πώς μπορούσα να κάμω έναρξι στο βιβλιοπωλικό έργον, όπως ελέγετο τότε το έργον σκαπανέως; Μια ευκαιρία παρουσιάσθη. Την 1η Ιουνίου 1907, μερικοί άλλοι κι εγώ πήγαμε στο Πίτσμπουργκ για ν’ ακούσωμε τον Αδελφό Ρώσσελ, πρόεδρο της Εταιρίας Σκοπιά. Ωμίλησα σ’ αυτόν για την επιθυμία μου ν’ αναλάβω ολοχρόνια υπηρεσία αλλά είπα ότι αισθανόμουν πώς είχα ανάγκη από περισσότερη γνώσι. Η απάντησίς του ήταν. «Αν θελήσετε να περιμένετε ώσπου να τα μάθετε όλα, δεν θα ξεκινήσετε ποτέ, αλλά θα μαθαίνετε καθώς προχωρείτε.» Κατόπιν μου είπε για μια αδελφή στο Οχάιο, η οποία ζητούσε μια σύντροφο. Ώσπου να λάβω νέα της, εγίνοντο διευθετήσεις για να παραμείνω στο Πίτσμπουργκ. Εδώ φαινόμουνα ακριβώς σαν μια χωριατοπούλα σε μια μεγάλη πόλι! Ωστόσο δεν λησμονούσα τις ευλογίες που προείπε ο Ιησούς γι’ αυτούς οι οποίοι θα προσεφέροντο προθύμως: «Πας όστις αφήκεν οικίας, ή αδελφούς, ή αδελφάς, ή πατέρα, ή μητέρα, ή γυναίκα, ή τέκνα, ή αγρούς, ένεκεν του ονόματός μου, εκατονταπλάσια θέλει λάβει, και ζωήν αιώνιον θέλει κληρονομήσει.» (Ματθ. 19:29) Δεν θα λησμονήσω ποτέ την ενθάρρυνσι που έλαβα και την αγαθότητα που μου έδειξε η οικογένεια των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας Σκοπιά.
Όλες οι διευθετήσεις είχαν γίνει τώρα, και ξεκίνησα για το Ζέινσβιλ, Οχάιο, τον πρώτο διορισμό μου στη διακονία σκαπανέως. Οι προσευχές μου έλαβαν απάντησι, και μπορούσα να πω μαζί με τον απόστολο Παύλο ότι μια μεγάλη θύρα που ωδηγούσε σε δράσι είχε ανοίξει για μένα, και εισήλθα προθύμως μέσω αυτής της θύρας.—1 Κορ. 16:9.
Δεν είχα συναντήσει ποτέ την αδελφή με την οποία επρόκειτο να εργασθώ· αλλά όταν την συνήντησα, μου έδειξε πολλή αγαθότητα και υποβοήθησι. Τώρα, με την δύναμι του Ιεχωβά, χτυπούσα την πρώτη μου θύρα για να εξηγήσω αλήθειες της Γραφής σε άλλους. Καθόλου δεν φανταζόμουν ότι αυτό θα ήταν το προνόμιό μου επί πενήντα εννέα έτη! Τι προνόμιο από τον Ιεχωβά!
Τώρα απέβλεπα στην πρώτη μου συνέλευσι, η οποία θα εγίνετο στους Καταρράκτες του Νιαγάρα, Νέα Υόρκη, στις 29 Αυγούστου έως 5 Σεπτεμβρίου 1907. Τι συναρπαστικό ήταν να βρίσκωμαι εκεί μαζί με τόσο πολλούς άλλους της ιδίας πίστεως! Αυτή ήταν η πρώτη μου ευκαιρία για να συμβολίσω την αφιέρωσί μου με το εν ύδατι βάπτισμα. Το περιοδικό Η Σκοπιά της 1ης Οκτωβρίου 1907 (στην Αγγλική) περιέγραφε εκείνο το βάπτισμα. «Είχε αποφασισθή να χρησιμοποιηθή μια λιμνοθάλασσα ή κάποιος παραπόταμος του Ποταμού Νιαγάρα για το εν ύδατι βάπτισμα, και να γίνη η ομιλία στην όχθη όπου η πλαγιά του λόφου σχημάτιζε ένα φυσικό αμφιθέατρο. Ένα ακροατήριο από 1.500 περίπου άτομα συνεκεντρώθη την ωρισμένη ώρα, και ύστερ’ από μια ομιλία που εξηγούσε το πραγματικό βάπτισμα και τον συμβολισμό του με ύδωρ, εβαπτίσθηκαν 241.» Τι θαυμάσιες ημέρες ήταν εκείνες!
Θα ενθυμούμαι πάντοτε αυτή τη συνέλευσι των Καταρρακτών του Νιαγάρα, επίσης, για την ομιλία που έδωσε ο Αδελφός Ι. Φ. Ρόδερφορδ, ο οποίος έγινε αργότερα πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά. Έδωσε μια ομιλία συνελεύσεως για τη σπουδαιότητα της προσευχής, και υπήρξε ιδιαιτέρως υποβοηθητικό για μένα να μάθω ότι ο Ιεχωβά προμηθεύει πάντοτε τη βοήθεια που έχομε ανάγκη, αν εμείς αποβλέπουμε σ’ αυτόν. Ήταν ασφαλώς, όπως Η Σκοπιά περιέγραφε εκείνη τη συνέλευσι: «Όσο για πνευματική ωφέλεια και εκδήλωσι της αγάπης του Κυρίου δεν μπορούμε να φαντασθούμε πώς θα μπορούσε να είχε βελτιωθή—αλλά αυτό συνέβαινε επίσης με τη συνέλευσι της Ινδιαναπόλεως και των άλλων. Φαίνεται ν’ αληθεύη για τις συνελεύσεις μας . . . ότι ‘Η τελευταία φαίνεται πάντοτε ότι είναι η πιο καλή’.» Και αυτό συνέβαινε με τις πολλές άλλες συνελεύσεις στις οποίες παρευρέθηκα.
Ο επόμενος σκαπανικός διορισμός μου ήταν στην Πολιτεία Ντελάγουαιρ και κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Μαίρυλαντ, όπου συναντήσαμε πολύ φιλικούς ανθρώπους και διαθέσαμε πολλά έντυπα. Αργότερα, το 1914, στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, επεστρέψαμε για να επεξεργασθούμε τον ίδιο τομέα. Σε μια μικρή πόλι στο Ντελάγουαιρ ένας άνδρας της μυστικής υπηρεσίας μάς ωδήγησε, τη σύντροφο μου κι εμένα, στο γραφείο του Ειρηνοδίκου. Έκλεισε η πόρτα και ο υπάλληλος της μυστικής υπηρεσίας υπέβαλε πολλές ερωτήσεις. Εξηγήσαμε τον σκοπό του έργου μας. Τελικά ο Ειρηνοδίκης έβγαλε από το συρτάρι του τον τέταρτο τόμο των Γραφικών Μελετών που έφερε τον τίτλο «Η Μάχη του Αρμαγεδδώνος,» και είπε ότι τον διάβασε και δεν βρήκε τίποτε το εσφαλμένο σ’ αυτό. Απεφάσισαν να μας απολύσουν. Ήμεθα ευγνώμονες στον Ιεχωβά που μπορούσαμε να συνεχίσωμε στην υπηρεσία στη διάρκεια των δυσκόλων εκείνων καιρών.
Το έργο σκαπανέως με μετέφερε σε δεκαπέντε πολιτείες. Τον καιρό που εργαζόμουν γύρω από το Ουίλλιαμσπορτ, Πενσυλβανίας, συνήντησα τον Νάθαν Ι. Κήφερ, ο οποίος είχε ανατραφή μέσα σε Χριστιανική οικογένεια. Όταν τον συνήντησα ήταν υπηρέτης εκκλησίας στην εκκλησία του Ουίλλιαμσπορτ. Υπήρξε, επίσης, μέλος της οικογενείας Μπέθελ ή κεντρικών γραφείων της Εταιρίας Σκοπιά του Μπρούκλυν επί αρκετά χρόνια. Το 1928 ο Νάθαν και εγώ νυμφευθήκαμε, και τότε απολαμβάναμε μαζί την εθελουσία υπηρεσία μας.
Το 1929 ήλθε η οικονομική κατάρρευσις και ύφεσις· έκλεισαν τράπεζες. Στη διάρκεια μιας οικονομικής καταρρεύσεως μπορούσαμε ν’ αντιμετωπίσωμε τα έξοδά μας; Ποτέ δεν αμφιβάλλαμε, γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Προμηθευτής μας. Αποτελούσε χαρά να φέρνωμε τ’ αγαθά νέα της Βασιλείας στους θλιμμένους ανθρώπους στη νότια πολιτεία όπου εκάναμε έργο. Πολύ λίγο χρήμα είχαν οι άνθρωποι. Συχνά διαθέταμε ένα βιβλιάριο των πέντε σεντς για μια κουβαρίστρα κλωστή. Ανταλλάσσαμε, επίσης, τα Γραφικά βοηθήματά μας με πλάκες σαπούνι, λαχανικά, αυγά, πουλερικά, και άλλα. Μια μέρα μας έφυγε μια κόττα και ζήτησε κατοικία σ’ ένα καλλιεργημένο αγρό, αλλά έπρεπε να την συλλάβωμε, όπως και έγινε, διότι μας εχρειάζετο για να την ανταλλάξωμε με βενζίνη για το αυτοκίνητό μας. Τον περισσότερο καιρό εκάναμε έργο σκαπανέως σε απομονωμένους τομείς.
ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ
Το 1939 η θύρα για δράσι άνοιξε ακόμη πλατύτερα. Η Εταιρία Σκοπιά ζήτησε από τον Αδελφό Κήφερ να υπηρετήση ως υπηρέτης ζώνης στη Βιρτζίνια και τη Δυτική Βιρτζίνια. Αυτό περιελάμβανε επίσκεψι είκοσι περίπου μικρών εκκλησιών στην περιφέρεια. Ήταν ένα πραγματικό προνόμιο να εργαζώμεθα μαζί μ’ αυτούς τους φίλους και ήμεθα ως μια μεγάλη οικογένεια. Όταν έληξε το έργο ζώνης, εργασθήκαμε ως ειδικοί σκαπανείς.
Ο πρώτος μας διορισμός ως ειδικών σκαπανέων ήταν στο Χάρρινσονμπουργκ της Βιρτζίνιας. Αρχίσαμε μια μελέτη στη Σκοπιά μαζί με τους ενδιαφερομένους και εωρτάσαμε την Ανάμνησι του θανάτου του Κυρίου μαζί μ’ αυτό τον μικρό όμιλο την άνοιξι του 1942.
Ο επόμενος διορισμός μας ήταν στην πόλι Μαχάνοϊ Σίτυ της Πενσυλβανίας, μια πόλι ορυχείων όπου μιλούσαν πολλές γλώσσες. Αυτός ήταν ο τελευταίος διορισμός για τον Νάθαν κι έμενα μαζί, διότι απεβίωσε προτού τελειώσωμε αυτόν τον διορισμό. Πολλές φορές, όταν απεχωριζόμεθα, έλεγε: «Συνέχισε τον καλόν αγώνα!» Αισθανόμουν ότι θα μου έλεγε και τώρα το ίδιο, και ήμουν διατεθειμένη να το κάνω αυτό με την βοήθεια του Ιεχωβά.
Το 1943 η Εταιρία με διώρισε στο Τρέντον, Νιου Τζέρσεϋ, μαζί με δέκα άλλους ειδικούς σκαπανείς. Υπήρχαν είκοσι περίπου ευαγγελιζόμενοι στο Τρέντον την εποχή εκείνη· τώρα υπάρχουν τέσσερες εκκλησίες. Ήμουν ευτυχής που είχα κάποια μικρή μερίδα σ’ αυτήν την επέκτασι.
Αφού υπηρέτησα εκεί είκοσι έτη ως ειδική σκαπανεύς, με ευλογίες πάρα πολλές για να μπορέσω να τις αφηγηθώ, η όρασίς μου άρχισε να εξασθενή εξαιτίας της αναπτύξεως καταρράκτου· έτσι το 1983 η Εταιρία με διώρισε σ’ ένα τομέα στη γενέτειρά μου, την Κομητεία του Λανκάστερ, στην Πενσυλβάνια.
Υπήρξαν μερικά προβλήματα στη διάρκεια των ετών, αλλά με το να παραμείνω προσκολλημένη στενά στην οργάνωσι του Ιεχωβά γρήγορα ελύοντο. Ο καταρράκτης μου αφηρέθη με μια επιτυχή εγχείρησι. Εξακολουθώ να προσφέρω τον εαυτό μου εθελουσίως εφ’ όσον η θύρα δράσεως παραμένει ανοικτή για μένα. Και, με το να θέτω τα συμφέροντα της Βασιλείας πρώτα, δεν μου έλλειψε ποτέ κανένα από τα χρειώδη της ζωής.
Οι προμήθειες του Ιεχωβά υπήρξαν πολύ θαυμαστές σ’ όλη τη διάρκεια των ετών, και οι ενθαρρυντικές επιστολές που ελάμβανα από την Εταιρία από καιρό σε καιρό υπήρξαν μια μεγάλη ευλογία, επίσης. Τα έτη του σκαπανικού μου έργου ήσαν γεμάτα από χαρά και ευλογίες. Τους τελευταίους αυτούς μήνες είμαι υποχρεωμένη να κάνω οικονομία δυνάμεων κι έτσι τώρα αφιερώνω περισσότερο χρόνο της διακονικής μου υπηρεσίας σ’ επανεπισκέψεις και σε διεξαγωγή κατ’ οίκον Γραφικών μελετών. Τώρα έχω ευλογηθή με μερικές καλές μελέτες και βρίσκω μεγάλη χαρά στο να διδάσκω σ’ αυτούς τους ομοίους με πρόβατα ανθρώπους την αλήθεια του Θεού.
Τώρα, σε ηλικία ογδόντα τριών ετών, έχω συμπληρώσει με χαρά πενήντα εννέα έτη υπηρεσίας σκαπανέως. Πόσο ευγνώμων είμαι διότι προσέφερα εθελουσίως τον εαυτό μου ως σκαπανέα όταν ήμουν νέα κι έθετα πάντοτε τα συμφέροντα της Βασιλείας πρώτα!