«Η Στοργική σου Καλοσύνη Είναι Καλύτερη από τη Ζωή»
Όπως το αφηγήθηκε ο Κάλβιν Χ. Χολμς
Ήταν Δεκέμβριος του 1930 και μόλις είχα τελειώσει το άρμεγμα των αγελάδων όταν ο πατέρας μου επέστρεψε στο σπίτι ύστερα από μια επίσκεψη σε ένα γείτονα που έμενε εκεί κοντά. «Αυτό το βιβλίο μού το δάνεισε ο Γουάιμαν», είπε βγάζοντας από την τσέπη του ένα μπλε έντυπο. Είχε τον τίτλο Απελευθέρωσις και ήταν έκδοση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά. Ο πατέρας μου, ο οποίος σπάνια διάβαζε κάτι, κάθησε μέχρι αργά τη νύχτα διαβάζοντας εκείνο το βιβλίο.
ΑΡΓΟΤΕΡΑ, ο πατέρας μου δανείστηκε και άλλα βιβλία των ίδιων εκδοτών, με τίτλους όπως Φως και Καταλλαγή. Βρήκε την παλιά Αγία Γραφή της μητέρας μου και έμενε ξάγρυπνος μέχρι αργά τη νύχτα διαβάζοντας με το φως μιας λάμπας πετρελαίου. Ο πατέρας μου έκανε μεγάλη αλλαγή. Εκείνον το χειμώνα μάς μιλούσε επί ώρες—στη μητέρα μου, στις τρεις αδελφές μου και σε εμένα—καθώς μαζευόμασταν γύρω από την παλιά μας ξυλόσομπα.
Ο πατέρας μου έλεγε ότι οι άνθρωποι που εξέδιδαν αυτά τα βιβλία ονομάζονταν Σπουδαστές της Γραφής και ότι, σύμφωνα με αυτούς, ζούσαμε στις «τελευταίες ημέρες». (2 Τιμόθεο 3:1-5) Εξηγούσε ότι η γη δεν επρόκειτο να καταστραφεί όταν θα ερχόταν το τέλος του κόσμου, αλλά ότι θα μετατρεπόταν σε παράδεισο υπό τη διακυβέρνηση της Βασιλείας του Θεού. (2 Πέτρου 3:5-7, 13· Αποκάλυψη 21:3, 4) Αυτό μου φάνηκε πραγματικά ενδιαφέρον.
Ο πατέρας μου άρχισε να μου μιλάει καθώς εργαζόμασταν μαζί. Θυμάμαι ότι ξεφλουδίζαμε καλαμπόκια όταν μου εξήγησε ότι το όνομα του Θεού είναι Ιεχωβά. (Ψαλμός 83:18) Έτσι, την άνοιξη του 1931, όταν ήμουν ακόμη 14 χρονών, τάχθηκα υπέρ του Ιεχωβά και της Βασιλείας του. Προσευχήθηκα στον Ιεχωβά στον παλιό δεντρόκηπο με τις μηλιές, που υπήρχε πίσω από το σπίτι, και υποσχέθηκα επίσημα να τον υπηρετώ για πάντα. Η καρδιά μου είχε ήδη αρχίσει να υποκινείται από τη στοργική καλοσύνη του υπέροχου Θεού μας.—Ψαλμός 63:3.
Ζούσαμε σε ένα αγρόκτημα που απείχε περίπου 30 χιλιόμετρα από το Σεντ Τζόζεφ του Μισούρι των Η.Π.Α., και κάτι λιγότερο από 65 χιλιόμετρα από το Κάνσας Σίτι. Ο πατέρας μου είχε γεννηθεί σε μια ξύλινη καλύβα την οποία είχε φτιάξει ο προπάππος μου στο αγρόκτημα στις αρχές του 19ου αιώνα.
Εκπαίδευση για τη Διακονία
Το καλοκαίρι του 1931, η οικογένειά μας άκουσε στο ραδιόφωνο τη δημόσια ομιλία «Η Βασιλεία, η Ελπίδα του Κόσμου», την οποία εκφώνησε ο Ιωσήφ Ρόδερφορντ, ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, σε μια συνέλευση στο Κολόμπους του Οχάιο. Αυτή συγκίνησε την καρδιά μου, και ήταν χαρά μου να διανείμω μαζί με τον πατέρα μου σε διάφορους γνωστούς μας το βιβλιάριο που περιείχε αυτή τη σημαντική δημόσια ομιλία.
Την άνοιξη του 1932, παρακολούθησα πρώτη φορά συνάθροιση των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο γείτονάς μας προσκάλεσε τον πατέρα μου και εμένα να ακούσουμε μια ομιλία στο Σεντ Τζόζεφ, την οποία θα εκφωνούσε ο Τζορτζ Ντρέιπερ, ένας περιοδεύων επίσκοπος των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Όταν φτάσαμε, η συνάθροιση είχε φτάσει στα μισά, και κάθησα σε μια θέση πίσω από τις στιβαρές, φαρδιές πλάτες του Τζ. Ντ. Ντράιερ, ο οποίος επρόκειτο να παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή μου.
Το Σεπτέμβριο του 1933, παρακολούθησα μια συνέλευση μαζί με τον πατέρα μου στο Κάνσας Σίτι, όπου συμμετείχα για πρώτη φορά στο δημόσιο κήρυγμα. Ο πατέρας μου μού έδωσε τρία βιβλιάρια και μου υπέδειξε να λέω τα εξής: «Είμαι Μάρτυρας του Ιεχωβά και κηρύττω τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. Σίγουρα θα έχετε ακούσει τον Δικαστή Ρόδερφορντ στο ραδιόφωνο. Οι ομιλίες του μεταδίδονται από 300 και πλέον σταθμούς κάθε εβδομάδα». Κατόπιν πρόσφερα ένα βιβλιάριο. Εκείνο το απόγευμα, ενώ είχα επιστρέψει στο αγρόκτημα και άρμεγα τις αγελάδες, σκέφτηκα ότι αυτή ήταν η πιο σημαντική μέρα της ζωής μου.
Σύντομα μπήκε ο χειμώνας, και οι μετακινήσεις μας ήταν περιορισμένες. Αλλά τότε μας επισκέφτηκαν ο αδελφός Ντράιερ και η σύζυγός του και ρώτησαν αν θα ήθελα να πάω στο σπίτι τους το απόγευμα του Σαββάτου και να μείνω εκεί το βράδυ. Τα δέκα χιλιόμετρα που περπάτησα για να φτάσω στο σπίτι των Ντράιερ άξιζαν τον κόπο, επειδή την επόμενη μέρα μπόρεσα να τους συνοδεύσω στη διακονία και να παρακολουθήσω τη Μελέτη Σκοπιάς στο Σεντ Τζόζεφ. Από τότε, ήταν σπάνιες οι φορές που δεν συμμετείχα στη διακονία τις Κυριακές. Η εκπαίδευση και οι συμβουλές του αδελφού Ντράιερ αποδείχτηκαν ανεκτίμητες.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1935, μπόρεσα τελικά να συμβολίσω την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με το βάφτισμα, σε μια συνέλευση στο Κάνσας Σίτι.
Έναρξη μιας Ισόβιας Σταδιοδρομίας
Στις αρχές του 1936, έκανα αίτηση για να υπηρετήσω ως σκαπανέας, δηλαδή ως ολοχρόνιος διάκονος, και περιλήφθηκα στον κατάλογο των ατόμων που αναζητούσαν συνεργάτη στο σκαπανικό. Λίγο αργότερα, έλαβα μια επιστολή από τον Έντουαρντ Στεντ, που έμενε στην Αρβάντα του Ουαϊόμινγκ. Εξηγούσε ότι ήταν περιορισμένος σε αναπηρική καρέκλα και χρειαζόταν βοήθεια για να κάνει σκαπανικό. Δέχτηκα αμέσως την πρότασή του και διορίστηκα σκαπανέας στις 18 Απριλίου 1936.
Προτού φύγω για να συνεργαστώ με τον αδελφό Στεντ, η μητέρα μου μού μίλησε ιδιαιτέρως. «Γιε μου, είσαι βέβαιος ότι αυτό θέλεις να κάνεις;» ρώτησε.
«Δεν θα άξιζε να ζήσω τη ζωή μου διαφορετικά», απάντησα. Είχα καταλάβει ότι η στοργική καλοσύνη του Ιεχωβά είναι πιο σημαντική από οτιδήποτε άλλο.
Το σκαπανικό με τον Τεντ, όπως φωνάζαμε τον αδελφό Στεντ, αποτέλεσε έξοχη εκπαίδευση. Ήταν γεμάτος ζήλο και παρουσίαζε με πολύ ελκυστικό τρόπο το άγγελμα της Βασιλείας. Αλλά το μόνο που μπορούσε να κάνει ο Τεντ ήταν να γράφει και να μιλάει· όλες οι αρθρώσεις του είχαν γίνει εντελώς άκαμπτες από τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Σηκωνόμουν νωρίς, τον έπλενα, τον ξύριζα, έκανα πρωινό και τον τάιζα. Κατόπιν τον έντυνα και τον ετοίμαζα για την υπηρεσία. Εκείνο το καλοκαίρι κάναμε σκαπανικό στο Ουαϊόμινγκ και στη Μοντάνα, και τα βράδια μέναμε στο ύπαιθρο. Ο Τεντ κοιμόταν στο ειδικό κάθισμα που υπήρχε στην καρότσα του μικρού φορτηγού του, και εγώ κοιμόμουν στο έδαφος. Αργότερα το ίδιο έτος, μετακόμισα προς τα νότια για να κάνω σκαπανικό στο Τενεσί, στο Αρκάνσας και στο Μισισιπή.
Το Σεπτέμβριο του 1937, παρακολούθησα την πρώτη μου μεγάλη συνέλευση στο Κολόμπους του Οχάιο. Εκεί έγιναν διευθετήσεις για να δώσουμε ώθηση στο έργο κηρύγματος με τη χρήση του φωνογράφου. Κάθε φορά που χρησιμοποιούσαμε το φωνογράφο λέγαμε ότι κάναμε «στήσιμο». Κάποιο μήνα έκανα πάνω από 500 στησίματα, και άκουσαν 800 και πλέον άτομα. Αφού έδωσα μαρτυρία σε πολλές πόλεις στο ανατολικό Τενεσί, στη Βιρτζίνια και στη Δυτική Βιρτζίνια, προσκλήθηκα να υπηρετήσω ως ειδικός σκαπανέας με μια νέα αρμοδιότητα, συνεργαζόμενος με τον υπηρέτη ζώνης, όπως αποκαλούνταν τότε οι περιοδεύοντες επίσκοποι.
Επισκεπτόμουν εκκλησίες και απομονωμένους ομίλους στη Δυτική Βιρτζίνια—μένοντας δύο ως τέσσερις εβδομάδες στο κάθε μέρος—και αναλάμβανα την ηγεσία στη διακονία αγρού. Κατόπιν, τον Ιανουάριο του 1941, διορίστηκα υπηρέτης ζώνης. Στο μεταξύ, η μητέρα μου και οι τρεις αδελφές μου—η Κλάρα, η Λόις και η Ρουθ—είχαν ταχθεί υπέρ της Βασιλείας. Έτσι, ολόκληρη η οικογένειά μας παρακολούθησε μαζί τη μεγάλη συνέλευση που έγινε στο Σεντ Λούις εκείνο το καλοκαίρι.
Λίγο μετά τη συνέλευση, οι υπηρέτες ζώνης ειδοποιήθηκαν ότι το έργο ζώνης επρόκειτο να τερματιστεί στα τέλη Νοεμβρίου του 1941. Τον επόμενο μήνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Διορίστηκα στην υπηρεσία ειδικού σκαπανέα, πράγμα που απαιτούσε να δαπανώ 175 ώρες το μήνα στη διακονία.
Ειδικά Προνόμια Υπηρεσίας
Τον Ιούλιο του 1942, έλαβα μια επιστολή που έθετε το ερώτημα αν ήμουν διατεθειμένος να υπηρετήσω στο εξωτερικό. Όταν απάντησα καταφατικά, προσκλήθηκα στο Μπέθελ, τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Περίπου 20 άγαμοι αδελφοί προσκλήθηκαν ταυτόχρονα για να λάβουν ειδική εκπαίδευση.
Ο Νάθαν Ο. Νορ, ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, εξήγησε ότι το έργο κηρύγματος παρουσίαζε πτώση και ότι θα λαβαίναμε εκπαίδευση για να ενισχύσουμε πνευματικά τις εκκλησίες. «Δεν θέλουμε απλώς να γνωρίζουμε τι δεν πάει καλά στην εκκλησία», είπε, «αλλά τι κάνατε εσείς σε σχέση με αυτό».
Ενόσω βρισκόμασταν στο Μπέθελ, ο Φρεντ Φρανς, ο οποίος διαδέχτηκε τον αδελφό Νορ ως πρόεδρος το 1977, έκανε μια ομιλία στην οποία είπε: «Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος θα τελειώσει, και θα ανοίξει ο δρόμος για ένα μεγαλειώδες έργο κηρύγματος. Αναμφίβολα εκατομμύρια άτομα ακόμη θα συναχθούν στην οργάνωση του Ιεχωβά!» Εκείνη η ομιλία άλλαξε εντελώς την όλη μου άποψη. Όταν δόθηκαν οι διορισμοί, έμαθα ότι επρόκειτο να επισκέπτομαι όλες τις εκκλησίες στις πολιτείες Τενεσί και Κεντάκι. Μας αποκαλούσαν υπηρέτες των αδελφών, ένας όρος που τώρα έχει γίνει επίσκοπος περιοχής.
Άρχισα να υπηρετώ τις εκκλησίες την 1η Οκτωβρίου του 1942, όταν ήμουν ακόμη μόλις 25 χρονών. Εκείνον τον καιρό, ο μόνος τρόπος για να επισκεφτώ μερικές εκκλησίες ήταν με τα πόδια ή με άλογο. Ορισμένες φορές κοιμόμουν στο ίδιο δωμάτιο με την οικογένεια που με φιλοξενούσε.
Ενώ υπηρετούσα την Εκκλησία Γκρίνβιλ στο Τενεσί, τον Ιούλιο του 1943, έλαβα την πρόσκληση να παρακολουθήσω τη δεύτερη τάξη της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς. Στη Γαλαάδ έμαθα τι σημαίνει πραγματικά το «να δίνουμε περισσότερη από τη συνηθισμένη προσοχή σε αυτά που ακούσαμε» και να έχουμε πάντοτε “πολλά να κάνουμε στο έργο του Κυρίου”. (Εβραίους 2:1· 1 Κορινθίους 15:58) Οι πέντε μήνες των μαθημάτων της σχολής πέρασαν γρήγορα και, στις 31 Ιανουαρίου του 1944, έφτασε η μέρα της αποφοίτησης.
Στον Καναδά και Κατόπιν στο Βέλγιο
Μερικοί από εμάς διοριστήκαμε στον Καναδά, όπου είχε πρόσφατα αρθεί η απαγόρευση που είχε επιβληθεί στο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Διορίστηκα στο έργο περιοδεύοντα, πράγμα που απαιτούσε μερικές φορές να διανύω μεγάλες αποστάσεις πηγαίνοντας από τη μια εκκλησία στην άλλη. Καθώς ταξίδευα, χαιρόμουν να ακούω εμπειρίες σχετικά με το πώς διεξαγόταν το έργο κηρύγματος στη διάρκεια της απαγόρευσης στον Καναδά. (Πράξεις 5:29) Πολλοί μιλούσαν για τη λεγόμενη εκστρατεία-αστραπή, όταν μέσα σε μία και μόνο νύχτα δόθηκε ένα βιβλιάριο σχεδόν σε κάθε σπίτι από τη μια άκρη του Καναδά ως την άλλη. Πόσο χαρήκαμε, το Μάιο του 1945, όταν μάθαμε τα νέα ότι ο πόλεμος στην Ευρώπη είχε τελειώσει!
Εκείνο το καλοκαίρι, καθώς υπηρετούσα μια εκκλησία στη μικρή πόλη Οσέιτζ του Σασκατσιουάν, έλαβα μια επιστολή από τον αδελφό Νορ, η οποία έλεγε: «Σου παρουσιάζω το προνόμιο να πας στο Βέλγιο. . . . Υπάρχει πολύ έργο να γίνει σε εκείνον τον τόπο. Είναι μια χώρα διαλυμένη από τον πόλεμο, και οι αδελφοί μας χρειάζονται βοήθεια, και φαίνεται καλό να στείλουμε κάποιον από την Αμερική για να τους παράσχει την υποστήριξη και την παρηγοριά που χρειάζονται». Απάντησα αμέσως ότι δεχόμουν το διορισμό.
Το Νοέμβριο του 1945, βρισκόμουν στο Μπέθελ του Μπρούκλιν όπου μάθαινα γαλλικά με τον Τσαρλς Άικερ, έναν ηλικιωμένο αδελφό από την Αλσατία. Επίσης έλαβα γρήγορη εκπαίδευση γύρω από τον τρόπο λειτουργίας ενός γραφείου τμήματος. Προτού φύγω για την Ευρώπη, έκανα μια σύντομη επίσκεψη στην οικογένειά μου και στους φίλους μου στο Σεντ Τζόζεφ του Μισούρι.
Στις 11 Δεκεμβρίου, έφυγα από τη Νέα Υόρκη με το πλοίο Κουίν Ελίζαμπεθ και τέσσερις μέρες αργότερα έφτασα στο Σαουθάμπτον της Αγγλίας. Έμεινα ένα μήνα στο τμήμα της Βρετανίας, όπου έλαβα επιπρόσθετη εκπαίδευση. Κατόπιν, στις 15 Ιανουαρίου 1946, διέσχισα τη Μάγχη και αποβιβάστηκα στην Οστάνδη του Βελγίου. Από εκεί πήγα με τρένο στις Βρυξέλλες, όπου όλη η οικογένεια Μπέθελ με υποδέχτηκε στο σιδηροδρομικό σταθμό.
Επιτάχυνση της Μεταπολεμικής Δράσης
Ο διορισμός μου ήταν να επιβλέπω το έργο της Βασιλείας στο Βέλγιο, αλλά εγώ δεν ήξερα καν τη γλώσσα. Μέσα σε έξι μήνες περίπου, έμαθα αρκετά γαλλικά για να συνεννοούμαι. Αποτελούσε προνόμιό μου να υπηρετώ μαζί με άτομα που είχαν ριψοκινδυνέψει τη ζωή τους για να συνεχίσουν το έργο κηρύγματος στη διάρκεια των πέντε ετών της ναζιστικής κατοχής. Μερικοί από αυτούς είχαν απελευθερωθεί πρόσφατα από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Οι αδελφοί απέβλεπαν με ανυπομονησία στην οργάνωση του έργου και στην παροχή τροφής σε όσα άτομα πεινούσαν για τη Γραφική αλήθεια. Έτσι, έγιναν διευθετήσεις για τη διεξαγωγή συνελεύσεων και για επισκέψεις περιοδευόντων επισκόπων στις εκκλησίες. Επίσης, δεχτήκαμε ενθαρρυντικές επισκέψεις από τον Νάθαν Νορ, τον Μίλτον Χένσελ, τον Φρεντ Φρανς, τον Γκραντ Σούτερ και τον Τζον Μπουθ—όλοι τους εκπρόσωποι από τα κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλιν. Εκείνον τον πρώτο καιρό, υπηρετούσα ως επίσκοπος περιοχής, επίσκοπος περιφερείας και επίσκοπος τμήματος. Στις 6 Δεκεμβρίου 1952, έπειτα από σχεδόν εφτά χρόνια υπηρεσίας στο Βέλγιο, παντρεύτηκα την Ιμίλια Βανόπσλαουκ, η οποία επίσης υπηρετούσε στο τμήμα του Βελγίου.
Έπειτα από λίγους μήνες, στις 11 Απριλίου 1953, κλήθηκα στο τοπικό αστυνομικό τμήμα όπου με πληροφόρησαν ότι η παρουσία μου έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια του Βελγίου. Πήγα στο Λουξεμβούργο και περίμενα ωσότου εξεταστεί η προσφυγή της υπόθεσής μου στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το Φεβρουάριο του 1954, το Συμβούλιο της Επικρατείας του Βελγίου υποστήριξε την απόφαση ότι η παρουσία μου αποτελούσε κίνδυνο για τη χώρα. Οι αποδείξεις που προσκομίστηκαν ήταν ότι, από τότε που είχα πάει στο Βέλγιο, ο αριθμός των Μαρτύρων στη χώρα είχε αυξηθεί κατακόρυφα—από 804 που ήταν το 1946 σε 3.304 το 1953—και ότι, ως αποτέλεσμα, απειλούνταν η ασφάλεια του Βελγίου επειδή πολλοί νεαροί Μάρτυρες έπαιρναν σταθερή στάση στο ζήτημα της Χριστιανικής ουδετερότητας. Έτσι, η Ιμίλια και εγώ διοριστήκαμε στην Ελβετία, όπου αρχίσαμε να υπηρετούμε στο έργο περιοχής στο γαλλόφωνο τμήμα.
Η Σχολή Διακονίας της Βασιλείας—μια σχολή που παρέχει προχωρημένη εκπαίδευση σε Χριστιανούς πρεσβυτέρους—διεξάχθηκε πρώτη φορά το 1959 στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης. Προσκλήθηκα εκεί για να λάβω εκπαίδευση ώστε να διδάξω σε διάφορες τάξεις αυτής της σχολής στην Ευρώπη. Ενόσω βρισκόμουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, επισκέφτηκα την οικογένειά μου στο Σεντ Τζόζεφ του Μισούρι. Τότε είδα για τελευταία φορά την αγαπημένη μου μητέρα. Πέθανε τον Ιανουάριο του 1962· ο πατέρας μου είχε πεθάνει τον Ιούνιο του 1955.
Η Σχολή Διακονίας της Βασιλείας στο Παρίσι της Γαλλίας άρχισε το Μάρτιο του 1961, και η Ιμίλια ήρθε μαζί μου. Για τη σχολή ήρθαν επίσκοποι περιφερείας, επίσκοποι περιοχής, επίσκοποι εκκλησίας και ειδικοί σκαπανείς από τη Γαλλία, το Βέλγιο και την Ελβετία. Τους επόμενους 14 μήνες, διεξήγαγα 12 τάξεις αυτής της σειράς μαθημάτων που διαρκούσαν τέσσερις εβδομάδες. Στη συνέχεια, τον Απρίλιο του 1962, μάθαμε ότι η Ιμίλια ήταν έγκυος.
Προσαρμογή στις Περιστάσεις
Επιστρέψαμε στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου είχαμε μόνιμη άδεια παραμονής. Ωστόσο, δεν ήταν εύκολο να βρούμε μέρος για να μείνουμε, επειδή υπήρχε σοβαρό πρόβλημα στέγης. Επίσης, δεν ήταν εύκολο να βρω εργασία. Τελικά βρήκα δουλειά σε ένα μεγάλο πολυκατάστημα στο κέντρο της Γενεύης.
Είχα δαπανήσει 26 χρόνια στην ολοχρόνια διακονία· έτσι, η αλλαγή στις περιστάσεις μας απαιτούσε μεγάλες προσαρμογές. Στη διάρκεια των 22 ετών που εργάστηκα στο πολυκατάστημα και έκανα το μέρος μου στην ανατροφή των δύο θυγατέρων μας, της Λόις και της Γιούνις, η οικογένειά μας έβαζε πάντα στην πρώτη θέση τα συμφέροντα της Βασιλείας. (Ματθαίος 6:33) Όταν συνταξιοδοτήθηκα από την κοσμική εργασία μου το 1985, άρχισα να υπηρετώ ως αναπληρωτής επίσκοπος περιοχής.
Η υγεία της Ιμίλια είναι πολύ κλονισμένη, αλλά κάνει ό,τι μπορεί στη διακονία. Η Λόις υπηρέτησε ως σκαπάνισσα επί δέκα χρόνια περίπου. Πόσο μεγάλη σημασία είχε από πνευματική άποψη το γεγονός ότι μπόρεσα να παρακολουθήσω μαζί της εκείνη τη θαυμάσια διεθνή συνέλευση που έγινε στη Μόσχα το καλοκαίρι του 1993! Λίγο αργότερα, ενώ βρισκόταν σε διακοπές στη Σενεγάλη της Αφρικής, η Λόις έχασε τη ζωή της κολυμπώντας στον ωκεανό. Η αγάπη και η καλοσύνη των Αφρικανών αδελφών μας και των ιεραποστόλων αποτέλεσαν για εμένα μεγάλη παρηγοριά όταν ταξίδεψα στη Σενεγάλη προκειμένου να φροντίσω για την κηδεία της. Πόσο λαχταρώ να δω τη Λόις στην ανάσταση!—Ιωάννης 5:28, 29.
Είμαι ευγνώμων για το ότι έχω απολαύσει επί τέσσερις και πλέον δεκαετίες την όσια υποστήριξη μιας στοργικής συντρόφου. Πράγματι, παρά τις θλίψεις και τα προβλήματά μου, η στοργική καλοσύνη του Ιεχωβά είναι γλυκιά και έχει δώσει νόημα στη ζωή μου. Η καρδιά μου υποκινείται να πει σχετικά με τον Θεό μας, τον Ιεχωβά, τα λόγια του ψαλμωδού: «Επειδή η στοργική σου καλοσύνη είναι καλύτερη από τη ζωή, τα χείλη μου θα σε επαινούν».—Ψαλμός 63:3.
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Δώσαμε ώθηση στο έργο κηρύγματος με το φωνογράφο
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Οι γονείς μου το 1936
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Έργο δρόμου στο Βέλγιο το 1948