Η Συγχώρησις Ενός Στοργικού Πατρός
Ποιος σήμερα έχει ανάγκη της συγχωρήσεως του Θεού; Πώς μπορεί ν’ αποκτηθή;
ΠΟΙΟΣ είν’ εκείνος που είναι τόσο δίκαιος, ώστε να μην έχη ανάγκη συγχωρήσεως; Πραγματικά δεν υπάρχει κανείς, διότι «πάντες ήμαρτον, και υστερούνται της δόξης του Θεού.» Ο σοφός, λοιπόν, είναι εκείνος, που αναγνωρίζει την ανάγκη του για συγχώρησι, και, σύμφωνα με τις οδηγίες του Κυρίου Ιησού, ταπεινά προσεύχεται στον Θεό: «Συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών.»—Ρωμ. 3:23· Λουκ. 11:4.
Αλλά θα εισακούση ο Θεός τις εξομολογήσεις του μετανοούντος αμαρτωλού, ο οποίος λυπάται αληθινά για τα παραπτώματά του κι επιθυμεί με όλη του την καρδιά να κάνη ό,τι είναι ορθόν; Πράγματι, θα τις εισακούση! Ο Δαβίδ, ένας άνθρωπος που ήταν καλός γνώστης της συγχωρητικότητος του Θεού, έψαλε: «Διότι συ, Ιεχωβά, είσαι αγαθός, και εύσπλαγχνος, και πολυέλεος εις πάντας τους επικαλουμένους σε.» Ύστερ’ από έτη μια σύναξις Λευιτών ανεγνώρισε: «Αλλά συ είσαι Θεός συγχωρητικός, ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος.»—Ψαλμ. 86:5, ΜΝΚ· Νεεμ. 9:17· Δαν. 9:9.
Η θαυμαστή διάθεσις του Θεού να συγχωρή είναι μια πρόσκλησις σε όλους εκείνους, οι οποίοι μπορεί να παραστράτησαν σε αμαρτωλές οδούς. Μη φρονείτε, λοιπόν, ότι είσθε ανεπίδεκτοι επανορθώσεως, ότι τ’ αμαρτήματα σας σάς αποξενώνουν από το έλεος του Θεού. Λάβετε θάρρος για τη μεγάλη ικανότητα του Ιεχωβά να συγχωρή. Δεχθήτε την πρόσκλησι: «Ας εγκαταλίπη ο ασεβής την οδόν αυτού, και ο άδικος τας βουλάς αυτού· και ας επιστρέψη προς τον Ιεχωβά, και θέλει ελεήσει αυτόν και προς τον Θεόν ημών, διότι αυτός θέλει συγχωρήσει αφθόνως.»—Ησ. 55:7, ΜΝΚ.
Ενόσω ήταν στη γη ο Ιησούς εμεγάλυνε αυτή τη μεγάλη ικανότητα του Πατρός του να συγχωρή. Ειδικά το έκαμε αυτό στην περίπτωσι, που οι αυτοδικαιούμενοι γραμματείς και Φαρισαίοι τον εχλεύαζαν, λέγοντας: «Ότι ούτος αμαρτωλούς δέχεται, και συντρώγει μετ’ αυτών.» Ο Ιησούς απεκρίθη δίνοντας μια σειρά παραβολών στις οποίες υπερήσπισε την εισδοχή των τελωνών και αμαρτωλών τονίζοντας ότι αυτοί που μετανοούσαν ηγαπώντο από τον Θεό.—Λουκ. 15:2.
ΤΑ ΑΠΟΛΩΛΟΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΡΑΧΜΗ
Πρώτα, ερώτησε ποιος απ’ εκείνους τους Φαρισαίους δεν θα πήγαινε σε αναζήτησι, αν ένα από τα εκατό πρόβατα του ποιμνίου του εχάνετο. Εξήγησε ότι ακριβώς, όπως θα εγίνετο μεγάλη χαρά με την ανεύρεσι του χαμένου εκείνου προβάτου, έτσι υπάρχει μεγαλύτερη χαρά στον ουρανό και για έναν ακόμη αμαρτωλό, που μετανοεί παρά για ενενήντα εννέα αυτοδικαιούμενα άτομα, που δεν αισθάνονται την ανάγκη της μετανοίας. Ναι, εκείνοι, που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως αμαρτωλόν και οι οποίοι επιθυμούν να διορθώσουν την πορεία τους, κάνουν να χαίρουν οι καρδιές της ουρανίας οικογενείας του Θεού.—Λουκ. 15:3-7.
Ο Ιησούς, για να καταδείξη ακόμη περισσότερο αυτό το σημείον, ερώτησε: «Ή τις γυνή έχουσα δέκα δραχμάς, εάν χάση δραχμήν μίαν, δεν ανάπτει λύχνον, και σαρόνει την οικίαν, και ζητεί επιμελώς, έως ότου εύρη αυτήν;» Εξήγησε ότι, ακριβώς όπως η χαρά της είναι μεγάλη όταν εύρη αυτή τη μια δραχμή, έτσι γίνεται μεγάλη χαρά μεταξύ της ουρανίας οικογενείας του Θεού, όταν απλώς ένας ταπεινός αμαρτωλός μετανοήση και αναλάβη την υπηρεσία Του.—Λουκ. 15:8-10.
Ο ΑΣΩΤΟΣ ΥΙΟΣ
Τελικά ο Ιησούς, για να διατρανώση τη στοργική συγχωρητικότητα του ουρανίου Πατρός του με λόγια που συγκινούσαν την καρδιά βαθύτερα ακόμη και θα ενεθάρρυναν ένα να υπηρετή τον Θεό, είπε την παραβολή του ασώτου υιού. Αυτή εκρίθη ως η καλύτερη βραχεία ιστορία που ελέχθη ποτέ από άνθρωπο.
«Άνθρωπός τις είχε δύο υιούς», άρχισε να λέγη ο Ιησούς. «Και είπεν ο νεώτερος αυτών προς τον πατέρα, Πάτερ, δος μοι το ανήκον μέρος της περιουσίας. Και διεμοίρασεν εις αυτούς τα υπάρχοντα αυτού. Και μετ’ ολίγας ημέρας συνάξας πάντα ο νεώτερος υιός, απεδήμησεν εις χώραν μακράν· και εκεί διεσκόρπισε την περιουσίαν αυτού, ζων ασώτως. Αφού δε εδαπάνησε πάντα, έγεινε πείνα μεγάλη εν τη χώρα εκείνη, και αυτός ήρχισε να στερήται. Τότε υπήγε και προσεκολλήθη εις ένα των πολιτών της χώρας εκείνης· όστις έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού δια να βόσκη χοίρους. Και επεθύμει να γεμίση την κοιλίαν αυτού από των ξυλοκεράτων τα οποία έτρωγον οι χοίροι· και ουδείς έδιδεν εις αυτόν.
»Ελθών δε εις εαυτόν, είπε, Πόσοι μισθωτοί του πατρός μου περισσεύουσιν άρτον, και εγώ χάνομαι υπό της πείνης! Σηκωθείς θέλω υπάγει προς τον πατέρα μου, και θέλω ειπεί προς αυτόν, Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου· κάμε με ως ένα των μισθωτών σου. Και σηκωθείς ήλθε προς τον πατέρα αυτού. Ενώ δε απείχεν έτι μακράν, είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού, και εσπλαγχνίσθη· και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού, και κατεφίλησεν αυτόν. Είπε δε προς αυτόν ο υιός, Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου. Και ο πατήρ είπε προς τους δούλους αυτού, Φέρετε έξω την στολήν την πρώτην, και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτυλίδιον εις την χείρα αυτού, και υποδήματα εις τους πόδας. Και φέροντες τον μόσχον τον σιτευτόν, σφάξατε, και φαγόντες ας ευφρανθώμεν· διότι ούτος ο υιός μου νεκρός ήτο, και ανέζησε· και απολωλώς ήτο, και ευρέθη. Και ήρχισαν να ευφραίνονται.
»Ήτο δε ο πρεσβύτερος αυτού υιός εν τω αγρώ· και καθώς ερχόμενος επλησίασεν εις την οικίαν, ήκουσε συμφωνίαν και χορούς. Και προσκαλέσας ένα των δούλων ηρώτα τι είναι ταύτα. Ο δε είπε προς αυτόν, Ότι ο αδελφός σου ήλθε· και έσφαξεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, διότι απήλαυσεν αυτόν υγιαίνοντα. Και ωργίσθη, και δεν ήθελε να εισέλθη. Εξήλθε λοιπόν ο πατήρ αυτού, και παρεκάλει αυτόν. Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα, Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ την εντολήν σου δεν παρέβην και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκας ποτέ, δια να ευφρανθώ μετά των φίλων μου· ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έσφαξας δι’ αυτόν τον μόσχον τον σιτευτόν. Ο δε είπε προς αυτόν, Τέκνον, συ πάντοτε μετ’ εμού είσαι· και πάντα τα εμά σα είναι· έπρεπε δε να ευφρανθώμεν και να χαρώμεν, διότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήτο, και ανέζησε· και απολωλώς ήτο και ευρέθη.»—Λουκ. 15:11-32.
Ο ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΟΣ ΠΑΤΗΡ
Πόσο ωραία περιέγραψε ο Ιησούς τη συγχωρητική διάθεσι του ουρανίου Πατρός του! Να σκεφθήτε ότι ο μέγας Δημιουργός του σύμπαντος θα προσεδέχετο ένα μετανοούντα αμαρτωλό μ’ έναν τόσο συμπαθητικό, φιλόστοργο τρόπο! Ωστόσο ο Ιησούς, που εγνώριζε κάλλιστα τον Πατέρα, κατέδειξε με τη συγκινητική αυτή παραβολή ότι έτσι ακριβώς μεταχειρίζεται ο Πατήρ εκείνους που έχουν αλλαγή καρδιάς και προσέρχονται στον «οίκον» για να τον υπηρετήσουν.
Αλλ’ αυτή η αντίληψις περί του Θεού ως Πατρός, ο οποίος είναι πρόθυμος να συγχωρήση δεν ήταν νέα. Πριν από πολύν καιρό, ο ίδιος ο Ιεχωβά είχε εξηγήσει ότι διέμενε με τους ταπεινούς, οι οποίοι ήσαν συντετριμμένοι λόγω της αμαρτωλότητός των. Είπε: «Εγώ κατοικώ εν υψηλοίς, και εν αγίω τόπω· και μετά του συντετριμμένου την καρδίαν, και του ταπεινού το πνεύμα.»—Ησ. 57:15.
ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ
Ο άσωτος υιός, αφού επανήλθε στα λογικά του, κατελήφθη απ’ αυτό το αίσθημα—ήταν ‘συντετριμμένος την καρδίαν και ταπεινός το πνεύμα’. Αληθινά ελυπήθη για την ασύνετη πορεία του, και ησθάνετο τον εαυτό του ανάξιο να ονομάζεται γυιός του πατέρα του. Έτσι, μ’ ένα μετανοιωμένο και ταπεινό πνεύμα επέστρεψε για να προσφερθή ως δούλος του πατέρα του.
Ομοίως, υπήρχαν πολλοί στον πρώτον αιώνα μεταξύ του λαού του Θεού Ισραήλ, που είχαν εγκαταλείψει τον ουράνιο Πατέρα των κι ακολουθούσαν ασεβή πορεία. Εν τούτοις, όταν άκουσαν το άγγελμα της Βασιλείας που εκηρύττετο από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και τον Ιησού, συνεκλονίσθησαν κατά τα αισθήματα. Ελυπήθησαν για τους αμαρτωλούς τρόπους ενεργείας των, και, όπως ο άσωτος υιός, επέστρεψαν για να προσφερθούν ως δούλοι του Θεού. Λόγω του ταπεινού των πνεύματος και της γνησίας μετανοίας των, ο Ιησούς τους υπεδέχθη θερμά, όπως υπέδειξε ότι έκαμε κι ο ουράνιος Πατήρ του κατά ένα πνευματικό τρόπο. Έγιναν μαθηταί του Ιησού κι εξαπεστάλησαν από αυτόν να κηρύξουν περί της βασιλείας του Θεού.
Οι περιστάσεις είναι όμοιες σήμερα στη διάρκεια της δευτέρας παρουσίας του Χριστού. Ιδιαίτερα πριν από το έτος 1931 μερικά άτομα ήλθαν σε γνώσι των αληθειών του Θείου λόγου και συνεδέθησαν στενά με το κεχρισμένο υπόλοιπο των αδελφών του Χριστού. Αλλ’ αντί να παραμείνουν για να υπηρετήσουν τον ουράνιο Πατέρα, επεθύμησαν, όπως ο άσωτος υιός, ν’ απολαμβάνουν τις ηδονές που προσέφερε το παρόν σύστημα πραγμάτων. Δεν ήθελαν να περιμένουν για να λάβουν τις ευλογίες της Βασιλείας, αλλ’ ήθελαν να έχουν υλικές ευλογίες αμέσως.
Εν καιρώ, όμως, αυτά τα σύγχρονα αντίστοιχα του ασώτου υιού ελιμοκτόνησαν λόγω της πνευματικής πείνης που έπληξε τον «Χριστιανικό κόσμο». Υπέστησαν αλλαγή καρδιάς. Έτσι, ταπεινούμενοι, επανήλθαν, ωμολόγησαν τ’ αμαρτήματά των και προσεφέρθησαν ως δούλοι του Θεού. Έγιναν δεκτοί; Πράγματι έγιναν! Ακριβώς όπως ο στοργικός πατέρας εδέχθη εύσπλαγχνα τον άσωτο υιό του και τον ετίμησε μ’ ένα συμπόσιο, έτσι κι αυτοί από τα «άλλα πρόβατα» του Κυρίου, που μετενόησαν, ετιμήθησαν μ’ ένα πνευματικό συμπόσιο από παχέων και με πολλά προνόμια υπηρεσίας. Κι αυτοί, επίσης, έγιναν ενεργοί κήρυκες της βασιλείας του Θεού. Πόσο στοργικός κι εύσπλαγχνος είναι ο Πατήρ σ’ εκείνους που αναγνωρίζουν την ανάγκη της συγχωρήσεώς των και της επανόδου σ’ αυτόν!
Επειδή όλοι ημάρτησαν, όλοι μπορούν να ωφεληθούν από την ταπείνωσι και τη συντριβή της καρδιάς, που επεδείχθη από τον άσωτο υιό. Όχι μόνο ελυπήθη αυτός για τις αμαρτίες του, αλλά και απέδειξε τη μετάνοια του ομολογώντας την αδικοπραγία του και ζητώντας να του επιτραπή να υπηρετή τον πατέρα του. Αν θέλετε την εύνοια και τη συγχώρησι του ουρανίου Πατρός, πρέπει να κάμετε το ίδιο. Μη συστέλλεσθε! Μην αφήνετε ένα αίσθημα αναξιότητος να σας εμποδίση από το να στραφήτε στον Θεό για να Τον υπηρετήτε. Λάβετε θάρρος, διότι ο Ιεχωβά είναι «αγαθός, και εύσπλαγχνος, και πολυέλεος εις πάντας τους επικαλουμένους» αυτόν.—Ψαλμ. 86:5.