Εγκαταλείψατε την Πορεία της Ανεξαρτησίας
«Επιστρέψατε προς εμέ , λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων , και θέλω επιστρέψει προς εσάς.»—Ζαχ. 1:3, ΜΝΚ
1. Ποιο είδος υπακοής επιθυμεί ο Ιεχωβά από τα νοήμονα πλάσματά του;
Ο ΙΕΧΩΒΑ ΘΕΟΣ ποτέ δεν ανάγκασε κανένα να τον υπηρετή. Θέλει πρόθυμη υπακοή από τα νοήμονα πλάσματά του , υπακοή που να βασίζεται σε αγάπη γι’ αυτόν και εκτίμησι για ότι έχει κάμει υπέρ αυτών. ( Δευτ. 30:11-16· 1 Ιωάν. 4:8-10· 5:2,3 ) Όπως είπε ο Μωυσής στους Ισραηλίτας στις πεδιάδες του Μωάβ στην έρημο: «Διαμαρτύρομαι προς εσάς σήμερον τον ουρανόν και την γην ότι έθεσα ενώπιόν σας την ζωήν και τον θάνατον, την ευλογίαν και την κατάραν· δια τούτο εκλέξατε την ζωήν, δια να ζήτε, συ και το σπέρμα σου· δια να αγαπάς Ιεχωβά τον Θεόν σου, δια να υπακούης εις την φωνήν αυτού, και δια να ήσαι προσηλωμένος εις αυτόν διότι τούτο είναι η ζωή σου, και η μακρότης των ημερών σου δια να κατοικής επί της γης την οποίαν ώμοσεν ο Ιεχωβά προς τους πατέρας σου, προς τον Αβραάμ, προς τον Ισαάκ, και προς τον Ιακώβ, να δώση εις αυτούς.»—Δευτ. 30:19, 20, ΜΝΚ.
2. Πώς αισθάνονται οι άγγελοι όταν άτομα προθύμως υποτάσσωνται στον Ιεχωβά Θεό, και γιατί;
2 Πολύ πριν από τη δημιουργία του ανθρώπου, εκατομμύρια αγγέλων βρήκαν χαρά στην υπηρεσία του Ιεχωβά Θεού και συνεχίζουν να την απολαμβάνουν. (Ιώβ. 38:4-7· Δαν. 7:10· Εβρ. 12:22) Τα αισθήματα των είναι όμοια μ’ εκείνα τα οποία εξέφρασαν οι εικοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι που είδε στην δράσι του ο απόστολος Ιωάννης: «Άξιος είσαι, Ιεχωβά, να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν διότι συ έκτισας τα πάντα, και δια το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν.» (Αποκάλ. 4:11, ΜΝΚ) Αναγνωρίζοντας ότι η υπακοή στον Θεό είναι η μόνη ορθή πορεία η οποία και οδηγεί σε αιώνιες ευλογίες, οι πιστοί άγγελοι ευφραίνονται να βλέπουν ανθρώπους να εγκαταλείπουν την πορεία της ανεξαρτησίας και προθύμως να υποτάσσωνται στον Δημιουργό. Ο Χριστός Ιησούς είπε: «Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού δια ένα αμαρτωλόν μετανοούντα.»—Λουκ. 15:10.
3. Πώς έδειξε ο Ιεχωβά Θεός ότι επιθυμούσε να επιστρέψη σ’ αυτόν ο άπιστος Ισραήλ;
3 Η χαρά των αγγέλων είναι σε πλήρη αρμονία με τα αισθήματα του θεού σ’ αυτό το ζήτημα. Επανειλημμένως ο Ιεχωβά έκαμε έκκλησι στους απειθείς Ισραηλίτας να εγκαταλείψουν την πονηρή πορεία τους: «Ζητείτε τον Ιεχωβά, ενόσω δύναται να ευρεθή· επικαλείσθε αυτόν, ενόσω είναι πλησίον. Ας εγκαταλίπη ο ασεβής την οδόν αυτού, και ο άδικος τας βουλάς αυτού · και ας επιστρέψη προς τον Ιεχωβά, και θέλει ελεήσει αυτόν και προς τον Θεόν ημών, διότι αυτός θέλει συγχωρήσει αφθόνως.» (Ησ. 55:6, 7, ΜΝΚ) «Δεν θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψη ο ασεβής από της οδού αυτού και να ζη· επιστρέψατε, επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών· διατί να αποθάνητε, οίκος Ισραήλ;» (Ιεζ. 33:11, ΜΝΚ) «Επιστρέψατε προς εμέ, και θέλω επιστρέψει προς εσάς, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων.»—Μαλ. 3:7, ΜΝΚ.
4. Μήπως οι ευκαιρίες να εγκαταλείψουν την αδικία περιορίζονταν μόνο στον αρχαίο Ισραήλ;
4 Οι ευκαιρίες να διαφύγη κανείς την εκτέλεσι της θείας εκδικήσεως εγκαταλείποντας την κακή πορεία του δεν είχαν περιορισθή μόνο στο έθνος Ισραήλ. Μέσω του προφήτου Ιερεμία, ο Ιεχωβά δήλωσε τα εξής: «Εν τη στιγμή, καθ’ ην ήθελον λαλήσει κατά έθνους ή κατά βασιλείας, δια να εκριζώσω και να κατασκάψω και να καταστρέψω, εάν το έθνος εκείνο, κατά του οποίου ελάλησα, επιστρέψη από της κακίας αυτού, θέλω μετανοήσει περί του κακού, το οποίον εβουλεύθην να κάμω εις αυτό.» (Ιερ. 18:7, 8) Ομοίως, ο απόστολος Πέτρος υπενθυμίζει στους Χριστιανούς: «Δεν βραδύνει ο Ιεχωβά την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα· αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων ν’ απολεσθώσιν τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.»—2 Πέτρ. 3:9.
Η ΣΤΑΣΙΣ ΤΩΝ ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΟΥΜΕΝΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
5. Ποια στάσι έχουν λάβει συχνά οι άνθρωποι απέναντι σ’ εκείνους οι οποίοι μετενόησαν για τις προηγούμενες παραβάσεις των;
5 Ατελείς άνθρωποι, όμως, συχνά παρέλειψαν να μιμηθούν τον Ιεχωβά Θεό και τους αγίους αγγέλους του στο να χαίρουν για εκείνους οι οποίοι εγκαταλείπουν την πορεία της ανεξαρτησίας και εκτελούν το θείο θέλημα. Στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού Χριστού και του προδρόμου του Ιωάννου του Βαπτιστού, παραδείγματος χάριν, μια άσπλαχνη στάσις επικρατούσε μεταξύ των αυτοδικαιουμένων θρησκευτικών ηγετών του Ιουδαϊσμού. Όταν φοροσυλλέκται και άτομα που είχαν τη φήμη ότι ήσαν αμαρτωλά, όπως ήσαν οι πόρνες, μετανοούσαν για τις παραβάσεις των εναντίον του Θεού και βαπτίζονταν από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, αυτοί οι θρησκευτικοί ηγέται δεν χαίρονταν ούτε αισθάνονταν την ώθησι να πιστεύσουν στον Ιωάννη. (Ματθ. 21:32· Λουκ. 3:12· 7:29, 30) Αργότερα, όταν ο Χριστός Ιησούς προσέφερε πνευματική βοήθεια σε περιφρονημένους φοροσυλλέκτες και αμαρτωλούς, οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους.—Λουκ. 5:27-31.
6. Πώς ο Ιησούς διώρθωσε την εσφαλμένη άποψι των γραμματέων και Φαρισαίων;
6 Σε μια περίπτωσι οι φοροσυλλέκται και οι αμαρτωλοί πλησίασαν τον Ιησού για ν’ ακούσουν τι είχε να πή. «Και διεγόγγυζον οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς, λέγοντες, ‘Ότι ούτος αμαρτωλούς δέχεται και συντρώγει μετ’ αυτών.» Απαντώντας στις διαμαρτυρίες των ο Ιησούς είπε τρεις παραβολές που η κάθε μια τους μιλούσε για την ανεύρεσι αυτού που είχε χαθή και τη χαρά που προέκυπτε από αυτή την ανεύρεσι. (Λουκ. 15:1-10) Η τελευταία απ’ αυτές τις παραβολές περιστρέφεται γύρω από τρεις κυρίους χαρακτήρες, ένα πατέρα και τους δυο γυιους του. Ο πατέρας αντιπροσωπεύει τον Ιεχωβά Θεό- ο μεγαλύτερος γυιος, τους γραμματείς και Φαρισαίους, και ο νεώτερος γυιος, τους αμαρτωλούς και τους φοροσυλλέκτας. Επειδή ήσαν Ιουδαίοι, οι αμαρτωλοί, οι φοροσυλλέκται, οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς ήσαν όλοι αδελφοί και μέλη ενός έθνους που ήταν σε σχέσι διαθήκης με τον Θεό. Αλλ’ οι Ιουδαίοι δεν είχαν τηρήσει με τέλειο τρόπο τον νόμο του θεού, και, επομένως, όλοι τους, περιλαμβανομένων και των αυτοδικαιουμένων Φαρισαίων και γραμματέων, είχαν ανάγκη να μετανοήσουν και να έλθουν σε ορθή στάσι ενώπιον του Θεού με το να δεχθούν τον Χριστό Ιησού. (Παράβαλε Πράξεις 2:38· Ρωμαίους 3:9-12.) Η παραβολή του Ιησού αντανακλούσε έτσι πραγματικές καταστάσεις και έδειχνε τι ήταν αναγκαίο για να λάβη κανείς συγχώρησι από τον Θεό. Μ’ αυτό υπ’ όψιν μπορούμε να διαβάσωμε τα λόγια του Ιησού, όπως βρίσκονται στο 15 κεφάλαιο του κατά Λουκάν ευαγγελίου, εδάφια 11 ως 32:
7. Τι έκαμε ο νεώτερος γυιος της παραβολής του Ιησού, και σε ποια κατάστασι βρέθηκε ως αποτέλεσμα;
7 «Άνθρωπος τις είχε δύο υιούς· και είπεν ο νεώτερος αυτών προς τον πατέρα, Πάτερ, δος μοι το ανήκον μέρος της περιουσίας. Και διεμοίρασεν εις αυτούς τα υπάρχοντα αυτού. Και μετ’ ολίγας ημέρας συνάξας πάντα ο νεώτερος υιός, απεδήμησεν εις χώραν μακράν και εκεί διεσκόρπισε την περιουσίαν αυτού, ζων ασώτως. Αφού δε εδαπάνησε πάντα, έγεινε πείνα μεγάλη εν τη χώρα εκείνη, και αυτός ήρχισε να στερήται. Τότε υπήγε και προσεκολλήθη εις ένα των πολιτών της χώρας εκείνης · όστις έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού δια να βόσκη χοίρους. Και επεθύμει να γεμίση την κοιλίαν αυτού από των ξυλοκεράτων τα οποία έτρωγον οι χοίροι· και ουδείς εδιδεν εις αυτόν.
8. (α) Ποια απόφασι είχε λάβει ο νεώτερος γυιος όταν συνήλθε; (β) Πώς τον υποδέχθηκε ο πατέρας του;
8 «Ελθών δε εις εαυτόν, είπε, Πόσοι μισθωτοί του πατρός μου περισσεύουσιν άρτον, και εγώ χάνομαι υπό της πείνης! Σηκωθείς θέλω υπάγει προς τον πατέρα μου, και θέλω ειπεί προς αυτόν, Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου· και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου· κάμε με ως ένα των μισθωτών σου. Και σηκωθείς ήλθε προς τον πατέρα αυτού. Ενώ δε απείχεν έτι μακράν, είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού, και εσπλαγχνίσθη· και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού, και κατεφίλησεν αυτόν. Είπε δε προς αυτόν ο υιός, Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιον σου, και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου. Και ο πατήρ είπε προς τους δούλους αυτού, Φέρετε έξω την στολήν την πρώτην, και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτυλίδιον εις την χείρα αυτού, και υποδήματα εις τους πόδας. Και φέροντες τον μόσχον τον σιτευτόν, σφάξατε, και φαγόντες ας ευφρανθώμεν· διότι ούτος ο υιός μου νεκρός ήτο, και ανέζησε και απολωλός ήτο, και ευρέθη. Και ήρχισαν να ευφραίνωνται,
9. Πώς αντέδρασε ο μεγαλύτερος γυιος στην υποδοχή που είχε γίνει στον νεώτερο αδελφό του;
9 «Ήτο δε ο πρεσβύτερος αυτού υιός εν τω αγρώ· και καθώς ερχόμενος επλησίασεν εις την οικίαν, ήκουσε συμφωνίαν και χορούς. Και προσκαλέσας ένα των δούλων ηρώτα τι είναι ταύτα. ‘Ο δε είπε προς αυτόν, Ότι ο αδελφός σου ήλθε· και έσφαξεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, διότι απήλαυσεν αυτόν υγιαίνοντα. Και ωργίσθη, και δεν ήθελε να εισέλθη. Εξήλθε λοιπόν ο πατήρ αυτού, και παρεκάλει αυτόν. Ο δε αποκριθείς είπε προς τον πατέρα, Ιδού, τόσα έτη σε δουλεύω, και ποτέ εντολήν σου δεν παρέβην· και εις εμέ ουδέ ερίφιον έδωκας ποτέ, δια να ευφρανθώ μετά των φίλων μου· ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έσφαξας δι’ αυτόν τον μόσχον τον σιτευτόν. Ο δε είπε προς αυτόν, Τέκνον, συ πάντοτε μετ’ εμού είσαι· και πάντα τα εμά σα είναι· έπρεπε δε να ευφρανθώμεν και να χαρώμεν, διότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήτο, και ανέζησε· και απολωλώς ήτο και ευρέθη.»
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΘΗ
10. Πώς πολλοί σήμερα είναι σαν τον νεώτερο γυιο της παραβολής του Ιησού;
10 Ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων σήμερα έχουν λάβει μια πορεία πολύ όμοια μ’ αυτήν του νεαρού γυιου όταν είχε εγκαταλείψει το σπίτι του πατέρα του.a Μερικοί, για ν’ αποφύγουν προσωρινές κακουχίες ή διωγμό από φίλους, συγγενείς ή άλλους, έχουν εγκαταλείψει την αληθινή λατρεία. Άλλοι προτίμησαν την πορεία της ανεξαρτησίας από τον Θεό επειδή ήθελαν να κάνουν εκείνα τα πράγματα που αυτός καταδικάζει, περιλαμβανομένης και της σεξουαλικής ανηθικότητος, της κλοπής και της μέθης. (1 Κορ. 6:9, 10) Άλλοι πάλι, επειδή νομίζουν ότι το να υπηρετή κανείς τον Θεό αφαιρεί πάρα πολύν χρόνο από τις απολαύσεις των ή εμποδίζει ένα άτομο να προοδεύση στον κόσμο, έχουν παύσει τη μελέτη της Γραφής. Άσχετα με οποιεσδήποτε αιτίες που πιθανόν να υπάρχουν, εκείνοι οι οποίοι συγκρατούνται από το να κάνουν το θέλημα του Θεού ή οι οποίοι έχουν παύσει να το κάμουν, δείχνουν ότι υπάρχει κάτι πιο σπουδαίο ή αξιόλογο στη ζωή τους από την πιστή υπηρεσία του Δημιουργού των.
11, 12. Ποια είναι η κατάστασις εκείνων οι οποίοι έχουν παραπλάνηση;
11 Όλα αυτά τα άτομα λιμοκτονούν από πνευματική άποψι και είναι πολύ απομακρυσμένα από τον Ιεχωβά Θεό, σαν να βρίσκωνται σε μια μακρυνή χώρα. Αποτελούν μέρος του κόσμου του Σατανά και βρίσκονται σε δουλεία σ’ αυτόν, διότι «ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται.» (1 Ιωάν. 5:19) Σε σύγκρισι με την υπηρεσία του Δημιουργού, η δουλεία των στον Σατανά και στον κόσμο του δεν είναι καλύτερη από την εργασία του χοιροβοσκού (της περιποιήσεως ζώων που ήσαν ακάθαρτα σύμφωνα με τους όρους του Μωσαϊκού νόμου) που έκανε ένας Ιουδαίος τον καιρό της επιγείου διακονίας του Ιησού. Εκείνοι που έχουν προτιμήσει να διάγουν μια διεφθαρμένη ζωή ως μοιχοί, πόρνοι, ομοφυλόφιλοι, κλέπται, και τα όμοια, βρίσκονται σε μια κατάστασι πνευματικής καταστροφής και καταπτώσεως.
12 Μολονότι πολλοί οι οποίοι έχουν παύσει να συναναστρέφωνται με τον λαό του Θεού είναι πιθανόν να μη διάγουν μια διεφθαρμένη ζωή, ωστόσο έχουν χάσει πολλά. Επειδή στερούνται πνευματικότητος, η ζωή των συχνά είναι μια συνεχής απογοήτευσις. Πολύ συχνά η επιθυμία των να προοδεύσουν στον κόσμο τους οδηγεί να υιοθετήσουν ανέντιμες εμπορικές μεθόδους. (Παράβαλε Παροιμίαι 28:20.) Συχνά αφιερώνουν τόσο πολύ χρόνο και ενέργεια για να διατηρήσουν μια θέσι στον κόσμο, ώστε τα τέκνα των εγκαταλείπονται χωρίς την αναγκαία καθοδήγησι και πειθαρχία. Αποτέλεσμα τούτου είναι ότι τελικά πολλοί οφείλουν να υποστούν τον πόνο που προέρχεται από το να βλέπουν τα τέκνα των να διάγουν μια αχαλίνωτη πορεία που καταστρέφει τη ζωή τους. Η πείρα εκείνων οι οποίοι επεδίωξαν υλικά πράγματα με αποκλεισμό της αληθινής λατρείας συνοψίζεται καλά από τον απόστολο Παύλο: «Όσοι δε θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανόητους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. Διότι ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία· την οποίαν τινές ορεγόμενοι, απεπλανήθησαν από της πίστεως, και διεπέρασαν εαυτούς με οδύνας πολλάς.»—1 Τιμ. 6:9, 10.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
13. Τι μπορούν να κάμουν εκείνοι οι οποίοι βρίσκονται στη θέσι του ασώτου υιού για να βελτιώσουν την κατάστασί τους;
13 Εκείνοι, όμως, πού βλέπουν τον εαυτό τους στη θέσι του άσωτου υιού, δεν είναι ανάγκη να παραμείνουν σ’ αυτή την αθλία κατάστασι. Αλλά, όπως ο άσωτος υιός, μπορούν να καταβάλουν προσπάθειες για να επιστρέψουν στον οίκο του πατρός των και στην υπηρεσία του. Αυτό περιλαμβάνει ολοκάρδια μετάνοια, εγκατάλειψι της πορείας των ανεξαρτησίας και παράκλησι στον Θεό για συγχώρησι της αμαρτίας των. Αυτό συμφωνεί με τα λόγια του προφήτου Ιερεμία σχετικά μ’ εκείνους οι οποίοι δεν είχαν δοκιμάσει την πείρα της συγχωρήσεως του Θεού, αλλά την κατάκρισί του για την αποτυχία τους να μετανοήσουν για τις παραβάσεις των: «Ας ερευνήσωμεν τας οδούς ημών, και ας εξετάσωμεν, και ας επιστρέψωμεν εις τον Ιεχωβά. Ας υψώσωμεν τας καρδίας ημών, και τας χείρας, προς τον Θεόν τον εν τοις ουρανοίς, λέγοντες Ημαρτήσαμεν και απεστατήσαμεν.»—Θρήνοι 3:40-42, ΜΝΚ.
14. Ποια αισθήματα μπορεί να έχουν μερικοί σχετικά με την επιστροφή τους στον Ιεχωβά;
14 Για πολλούς οι οποίοι δεν συμμετέχουν πια στην υπηρεσία του Ιεχωβά η οδός της επιστροφής φαίνεται να είναι πολύ δύσκολη. Ντροπιασμένοι και φοβισμένοι μήπως δεν γίνουν δεκτοί μ’ ένα στοργικό τρόπο, είναι πιθανόν να τους φοβίζη η σκέψις ότι θ’ αντιμετωπίσουν άτομα τα οποία συνεχίζουν να υπηρετούν πιστά τον Ιεχωβά. Είναι πιθανόν ότι εκείνοι οι οποίοι έχουν απομακρυνθή έχουν πολύν καιρό να προσευχηθούν στον Ιεχωβά, και, εξαιτίας του τι έχουν κάνει, ίσως τους φαίνεται ότι δεν είναι κατάλληλοι να ζουν και ότι δεν θα μπορούσαν ποτέ ν’ ανακτήσουν τη συγχώρησι του Θεού. Είναι βάσιμοι αυτοί οι φόβοι; Καθόλου. Η παραβολή του Ιησού και τα πολλά ιστορικά παραδείγματα της συγχωρητικότητος των παραβάσεων του λαού του από τον Ιεχωβά αποδεικνύουν ότι το έλεος του εκτείνεται σ’ όλα τα άτομα που επιστρέφουν με όλη την καρδιά.
15. Πώς η περίπτωσις του Μανασσή αποδεικνύει ότι ο Ιεχωβά συγχωρεί σε μεγάλο βαθμό;
15 Μια τέτοια περίπτωσις είναι του Ιουδαίου βασιλέως Μανασσή. Το Γραφικό υπόμνημα σχετικά με τ’ αμαρτήματα του λέγει: «Και ωκοδόμησε θυσιαστήρια εις πάσαν την στρατιάν του ουρανού, εντός των δύο αυλών του οίκου του Ιεχωβά. Και διεβίβασε τον υιόν αυτού δια του πυρός, και προεμάντευε καιρούς, και έκαμνεν οιωνισμούς, και εσύστησεν ανταποκριτάς δαιμονίων και επαοιδούς έπραξε πολλά πονηρά ενώπιον του Ιεχωβά, δια να παροργίση αυτόν, Και αίμα έτι αθώον έχυσεν ο Μανασσής πολύ σφόδρα, εωσού ενέπλησεν την Ιερουσαλήμ απ’ άκρου έως άκρου.» (2 Βασ. 21:5, 6, 16, ΜΝΚ) Τελικά, όταν ο Μανασσής βρέθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα, μετενόησε και συνέχισε να προσεύχεται στον Ιεχωβά. Παρά την προηγουμένη διαγωγή του Μανασσή, ο Ιεχωβά «επήκουσε της δεήσεως αυτού, και επανέφερεν αυτόν εις Ιερουσαλήμ, εις το βασίλειον αυτού.» (2 Χρον. 33:11-13) Λίγα άτομα έχουν ενεργήσει τόσο πονηρά όσο ο βασιλεύς Μανασσής και ωστόσο, βάσει της μετανοίας του, έτυχε του ελέους του Ιεχωβά.
16. Μπορεί η συγχώρησις του Θεού να επεκταθή και σε κεχρισμένους Χριστιανούς οι οποίοι έχουν κάμει σοβαρή παράβασι;
16 Ύστερ’ από αιώνες, ένας κεχρισμένος με το πνεύμα Χριστιανός στην εκκλησία της Κορίνθου της Ελλάδος, διέπραξε σεξουαλική ανηθικότητα με τη σύζυγο του πατέρα του. Η παρουσία αυτού του αιμομίκτου ανθρώπου έφερε σε κίνδυνο την πνευματική ευημερία ολόκληρης της εκκλησίας, και, επομένως, ο απόστολος Παύλος κατηύθυνε να τον απομακρύνουν. (1 Κορ. 5:1, 7-13) Αλλ’ αυτός ο άνθρωπος δεν απεκόπη από την επικοινωνία με την εκκλησία για πάντα. Προφανώς, σχετικά μ’ αυτόν τον άνθρωπο, αφού είχε μετανοήσει, διαβάζομε: «Αρκετόν είναι εις τον τοιούτον αυτή η επίπληξις η υπό των πλειοτέρων. Ώστε το εναντίον, πρέπει μάλλον να συγχωρήσητε αυτόν, και να παρηγορήσητε, δια να μη καταποθή ο τοιούτος υπό της υπερβαλλούσης λύπης. Δια τούτο σας παρακαλώ να βεβαιώσητε προς αυτόν την αγάπην σας.» (2 Κορ. 2:6-8) Αυτός ο παραβάτης που είχε μετανοήσει παρέμεινε ένας αποκυημένος από το πνεύμα Χριστιανός, με την ελπίδα ν’ αποκτήση ζωή στους ουρανούς.
17. Γιατί θα ήταν ακατάλληλο να εκδηλώση οποιοσδήποτε μια στάσι σαν εκείνη του μεγαλυτέρου υιού της παραβολής του Ιησού;
17 Η περίπτωσις του Βασιλέως Μανασσή και εκείνη του ανωνύμου Χριστιανού στην εκκλησία της Κορίνθου δείχνουν ότι η παράβασις δεν αποκλείει την ευκαιρία ενός ατόμου ν’ αποκτήση και πάλι κατάλληλη στάσι ενώπιον του Ιεχωβά Θεού. Ένας ο οποίος είναι ένοχος σοβαρής παραβάσεως μπορεί ωστόσο να συνεχίση να προσεύχεται στον Θεό, και, αν έχη μετανοήσει ειλικρινά, οι προσευχές του για συγχώρησι θα λάβουν απάντησι. (Παράβαλε Ησαΐας 1:15-19) Ασφαλώς αν ο Ιεχωβά μπορή να είναι τόσο συγχωρητικός, κανένας ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι δούλος του δεν θα ήθελε ν’ αντανακλά την ανελεήμονα στάσι του μεγαλυτέρου γυιου της παραβολής του Ιησού.
ΑΠΟΦΕΥΓΕΤΕ ΝΑ ΚΑΤΑΧΡΑΣΘΕ ΤΟ ΕΛΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
18, 19. Γιατί είναι επικίνδυνο να καταχράται κανείς το έλεος του Θεού;
18 Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι ένα άτομο μπορεί να καταχράται το έλεος του Θεού και να συνεχίζη μια αχαλίνωτη πορεία. Όταν οι Ισραηλίται στην εποχή του Ιερεμία είχαν βυθισθή τόσο στην πονηρία ώστε να μη υπάρχη η δυνατότης να μετανοήσουν, ο Ιεχωβά εδήλωσε: «Και αν ο Μωυσής και ο Σαμουήλ ίστατο ενώπιον μου, η ψυχή μου δεν ήθελε είσθαι υπέρ του λαού τούτου · αποδίωξον αυτούς απ’ έμπροσθέν μου, και ας εξέλθωσι.» (Ιερεμ. 15:1) Επειδή δεν υπήρχε πια βάσις για έλεος σ’ αυτό το αμετανόητο έθνος, ο Ιεχωβά, εκτελώντας την κρίσι του, επέτρεψε στους Βαβυλώνιους να ερημώσουν τον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ. (Θρήνοι 1:3-5) Στη διάρκεια εκείνης της συμφοράς δεν εισήκουσε προσευχές για βοήθεια. Γι’ αυτό ο προφήτης Ιερεμίας εθρήνησε: «Περιεκάλυψας με θυμόν, και καταδίωξας ημάς· εφόνευσας, δεν εφείσθης. Εκάλυψας σεαυτόν με νέφος, δια να μη διαβαίνη η προσευχή ημών.»—Θρήνοι 3:43, 44.
19 Ένα άτομο που αποδεικνύεται ότι είναι άπιστο στον Ιεχωβά Θεό βρίσκεται σε πολύ σοβαρή θέσι, μια θέσι που είναι αξία θανάτου. Αν παραμείνη σε μια αμετανόητη κατάστασι, δεν μπορεί να διαφύγη την εκτέλεσι της δυσμενούς κρίσεως του Θεού. Στους εξ Εβραίων Χριστιανούς είχε λεχθή: «Εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών· αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως, και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους. Εάν τις αθετήση τον νόμον του Μωυσέως, επί δύο ή τριών μαρτύρων αποθνήσκει χωρίς έλεος· πόσον, στοχάζεσθε, χειροτέρας τιμωρίας θέλει κριθή άξιος ο καταπατήσας τον Υιόν του Θεού, και νομίσας κοινόν το αίμα της διαθήκης με το οποίον ηγιάσθη, και υβρίσας το πνεύμα της χάριτος; Διότι εξεύρομεν τον ειπόντα, Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν,’ λέγει Ιεχωβά. Και πάλιν, ‘ Ο Ιεχωβά θέλει κρίνει τον λαόν αυτού.’ Φοβερόν είναι το να πέση τις εις χείρας Θεού ζώντος.»—Εβρ. 10:26-31, ΜΝΚ.
20. Γιατί δεν υπάρχει λόγος να εμμένη κανείς σε μια αμαρτωλή πορεία;
20 Αλλά δεν υπάρχει λόγος να βυθισθή κανείς σε τόσο κακό δρόμο ώστε να μη υπάρχη δυνατότης μετανοίας γι’ αυτόν. Όπως ακριβώς ο Θεός δεν έχει αναγκάσει κανένα να τον υπηρετή, έτσι δεν έχει ποτέ υποχρεώσει κανένα να παραμείνη στο πλευρό του αντιπάλου του, του Σατανά ή Διαβόλου. Αντιθέτως, ο Ιεχωβά έχει καταστήσει δυνατόν να τον επικαλούνται άτομα για συγχώρησι βάσι της απολυτρωτικής θυσίας του Ιησού. Όσοι αρνούνται να επωφεληθούν απ’ αυτή την προμήθεια και συνεχίζουν να βαδίζουν σύμφωνα με τους δικούς των κανόνας μάλλον παρά με τους κανόνας του Δημιουργού, είναι εκούσιοι παραβάται. Με την πορεία ενεργείας των, απορρίπτουν την εφαρμογή της ωφελείας της θυσίας του Ιησού υπέρ αυτών. Επομένως οι παραβάσεις των στέκουν εναντίον τους διότι δεν υπάρχει άλλη θυσία που να έχη αξία να εξαλείψη την αμαρτία. Έτσι οφείλουν να πληρώσουν την τιμή της παραβάσεώς των—πλήρη καταστροφή στην εκτέλεσι της εκδικήσεως του Θεού.
21. Ποιες ευλογίες έρχονται σ’ εκείνους οι οποίοι μετανοημένοι επιστρέφουν στον Ιεχωβά;
21 Εν τω μεταξύ όμως, μέσω του Λόγου του ο Ιεχωβά κάμνει θερμή έκκλησι σε όλους οι οποίοι τον έχουν εγκαταλείψει να επιστρέψουν σ’ αυτόν ως Θεό των. Ένα άτομο που απαντά σ’ αυτή την πρόσκλησι οδηγείται σε αιώνιες ευλογίες—ελευθερώνεται από τη δουλεία στον κόσμο και τον θεό του τον Σατανά ή Διάβολο, παύει η κατάστασις του πνευματικού λιμού, απολαμβάνει ικανοποίησι, ευτυχία και ευχάριστη συναναστροφή με πιστούς δούλους του Ιεχωβά, και μια ζωή γεμάτη σκοπό στην υπηρεσία ενός στοργικού και ελεήμονος ουρανίου Πατρός. Στη γη, οι δούλοι του Ιεχωβά επιβεβαιώνουν την αγάπη τους για οποιονδήποτε ο οποίος με μετάνοια στρέφεται σ’ αυτόν και, στους ουρανούς, οι άγγελοι ευφραίνονται. Αν είσθε μεταξύ εκείνων οι οποίοι έχουν παραπλανηθή, μη διστάζετε ν’ απαντήσετε στην πρόσκλησι του Ιεχωβά που αρχικά είχε απευθυνθή στους Ισραηλίτας: «Επιστρέψατε προς εμέ και θέλω επιστρέψει προς εσάς.»—Μαλ. 3:7.
[Υποσημειώσεις]
a Αυτό εφαρμόζεται ως αρχή. Για την προφητική σημασία της παραβολής του Ιησού, βλέπε «Η Σκοπιά» 15 Νοεμβρίου 1965, σελ. 691-696 και 1 Δεκεμβρίου 1965 σελ. 709-715.