-
‘Υποτάσσεσθε’—σε Ποιον;Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Ρωμαϊκών στρατιών, και 97.000 Ιουδαίοι που επέζησαν απήχθησαν αιχμάλωτοι σε δουλεία χειρότερη από «εκείνη της απλής πολιτικής υποταγής στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. (Λουκ. 21:5-7, 20-24· 19:41-44) Κανείς από τους Χριστιανούς, ούτε και οι Ιουδαίοι προσήλυτοι στη Χριστιανοσύνη, δεν ανεμίχθη στη στάσι εκείνη εναντίον της υποταγής στον Ρωμαϊκό «ιμπεριαλισμό». Γιατί;
6. (α) Πότε ιδρύθη η Χριστιανική εκκλησία, και πού; (β) Πώς γρήγορα εξαπλώθηκε στις χώρες μέσα και έξω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία;
6 Στην εορταστική ημέρα της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ, ιδρύθη η Χριστιανική εκκλησία στην πόλι της Ιερουσαλήμ. Τα μέλη της πρώτης εκείνης εκκλησίας ωρίσθησαν απ’ τον ίδιον τον Θεό, διότι ούτος κατέπεμψε το άγιο πνεύμα του σ’ αυτούς και τους έδωσε θαυματουργικές δυνάμεις. (Πράξ. 2:1-40) Έτσι, στο κρίσιμο εκείνο έτος ιδρύθη η Χριστιανική εκκλησία ανάμεσα σ’ έναν Ιουδαϊκό κόσμο, όπου οι πυράνθρακες της επαναστάσεως υπέκαιαν εναντίον της Ρώμης παρά την αντιχριστιανική κραυγή: «Δεν έχομεν βασιλέα ειμή Καίσαρα». (Ιωάν. 19:15, 16) Αλλ’ η νεογέννητη εκκλησία κατηυθύνετο ασφαλώς από τον κανόνα ενεργείας, που είχε τεθή από τον Αρχηγό της, τον Ιησού Χριστό: «Απόδοτε τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα, και τα του Θεού εις τον Θεόν». (Μάρκ. 12:17) Χιλιάδες παρέστησαν μάρτυρες της ιδρύσεως της Χριστιανικής εκκλησίας εκεί στην Ιερουσαλήμ το έτος 33. Πολλοί ήσαν σεβάσμιοι Ιουδαίοι από την Παρθία, τη Μηδία, το Ελάμ, τη Μεσοποταμία, την Καππαδοκία, τον Πόντο, την Επαρχία της Ασίας, τη Φρυγία, τη Παμφυλία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη, την Ιουδαία, την Αραβία, την Κρήτη, τη Ρώμη, δηλαδή, από τόπους μέσα κι έξω απ’ τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Τρεις χιλιάδες απ’ αυτούς τους Ιουδαίους των μακρινών αυτών χωρών προσηλυτίσθησαν στη Χριστιανοσύνη κι εβαπτίσθησαν εκείνη την ημέρα της Πεντηκοστής. (Πράξ. 2:5-11, 37-42) Αφού επέστρεψαν στις χώρες της διαμονής των, ιδρύθησαν Χριστιανικές εκκλησίες σ’ εκείνες τις χώρες, περιλαμβανομένης της νήσου Κρήτης στη Μεσόγειο Θάλασσα, που εκυβερνάτο από τη Ρώμη.
7. Γιατί ο Παύλος άφησε τον Τίτο πίσω στην Κρήτη, και ποια συμβουλή έγραψε στον Τίτο να δώση όσον αφορά τις σχέσεις με κάθε είδους ανθρώπους;
7 Κάποτε περί το έτος 61 ο Χριστιανός απόστολος Παύλος κι ο νεαρός συνιεραπόστολός του Τίτος επεσκέφθησαν την Κρήτη. Όταν ο Παύλος ανεχώρησε από τη νήσο, είπε στον Τίτο να παραμείνη εκεί για να φροντίση για τις ανάγκες της Χριστιανικής εκκλησίας. Ο Παύλος, σε μια επιστολή του προς τον Τίτο είπε: «Δια τούτο σε αφήκα εν Κρήτη, δια να διορθώσης τα ελλείποντα, και να καταστήσης εν πάση πόλει πρεσβυτέρους, καθώς εγώ σε διέταξα . . . Διότι υπάρχουσι πολλοί και ανυπότακτοι ματαιολόγοι και φρενοπλάνοι, μάλιστα οι εκ της [Ιουδαϊκής] περιτομής.» (Τίτον 1:5-10) Ο Παύλος έγραψε στον Τίτο να δώση κατάλληλες συμβουλές όταν ωμιλούσε στις εκκλησίες, για να διορθώση κάθε ελαττωματική σκέψι στις διάνοιες των Κρητών Χριστιανών και για να τους βοηθήση ν’ ακολουθήσουν τον σωστό δρόμο στις σχέσεις των με άτομα κάθε είδους: «Υπενθύμιζε αυτούς να υποτάσσωνται εις τας αρχάς και εξουσίας, να πειθαρχώσι, να ήναι έτοιμοι εις παν έργον αγαθόν, να μη βλασφημώσι μηδένα, να ήναι άμαχοι, συμβιβαστικοί, να δεικνύωσι προς πάντας ανθρώπους πάσαν πραότητα. Διότι ήμεθα ποτέ και ημείς [όμοιοι με αυτούς] ανόητοι, απειθείς, πλανώμενοι, δουλεύοντες εις διαφόρους επιθυμίας και ηδονάς, ζώντες εν κακία και φθόνω, μισητοί και μισούντες αλλήλους.»—Τίτον 3:1-3.
8, 9. (α) Ποιες ερωτήσεις εγείρονται εδώ ως προς «τας αρχάς και εξουσίας» που αναφέρονται; (β) Ποιους εννοούσε μ’ αυτές ο Παύλος, και γιατί ήταν υποχρεωμένος να πη στους Χριστιανούς να υποτάσσονται σ’ αυτές;
8 Αυτό είναι το μόνο μέρος της προς Τίτον επιστολής όπου ο Παύλος μνημονεύει «αρχάς και εξουσίας». Αφού οι Χριστιανοί έπρεπε να υποτάσσωνται σ’ αυτές, ποιους εννοούσε ο Παύλος με τις λέξεις «αρχάς και εξουσίας»; Είναι αυτές μέσα στη Χριστιανική εκκλησία; Ή είναι οι πολιτικές αρχές κι εξουσίες έξω απ’ τη Χριστιανική εκκλησία και, τότε, κάτω από την κυριαρχία της ιμπεριαλιστικής Ρώμης; Ποιους θα εννοούσε ο Τίτος, όταν υπενθύμιζε στις εκκλησίες της Κρήτης να υποτάσσονται·
9 Προφανώς ευνοούσε τις πολιτικές κυβερνήσεις κι εξουσίες του κόσμου τούτου. Αλλ’ ο Παύλος δεν είχε οδηγήσει τον Τίτο να συμβουλευθή τις κυβερνήσεις κι εξουσίες και να λάβη την επιδοκιμασία των για τον διορισμό πρεσβυτέρων σε θέσεις υπηρεσίας μέσα στις εκκλησίες της Κρήτης. Αυτές οι εξουσίες ήσαν άρχοντες, όχι για τη διακυβέρνησι των πραγμάτων μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, αλλά για τη διακυβέρνησι πραγμάτων έξω από τη Χριστιανική εκκλησία, έξω στον κόσμο. Όπως εξέθεσε ρεαλιστικά ο Ιησούς το ζήτημα, οι ακόλουθοι του είναι στον κόσμο μολονότι δεν αποτελούν μέρος του κόσμου τούτου και μισούνται από αυτόν τον κόσμο. (Ιωάν. 17:4-16· 15:19) Αν ήθελαν οι Χριστιανοί ν’ απόσχουν από κάθε είδους σχέσεις με τις κυβερνήσεις και τις εξουσίες του κόσμου τούτου, θα έπρεπε ν’ απομακρυνθούν από τη γη. Αλλά δεν θα μπορούσαν να δώσουν σήμα στον οδηγό να σταματήση τον κόσμο για ν’ απομακρυνθούν. (1 Κορ. 5:9, 10) Ο Θεός δεν εξήγαγε τους Χριστιανούς απ’ αυτόν τον κόσμο. Αυτοί πρέπει να προχωρήσουν με τις υπάρχουσες ακόμη κυβερνήσεις κι εξουσίες. Ο Παύλος λοιπόν λέγει να υποτάσσωνται.
10. Ποια ερώτησις εγείρεται ως προς την ωφελιμότητα αυτής της υποταγής, και από τι εξαρτάται αυτό;
10 Αλλά δεν είναι πραγματικά επικίνδυνο στη διδασκαλία, στα ήθη, στη λατρεία και στη δράσι της εκκλησίας, όταν οι αληθινοί Χριστιανοί είναι σε υποταγή στις πολιτικές κυβερνήσεις κι εξουσίες του κόσμου τούτου, του οποίου ο Σατανάς ή Διάβολος είναι ο αόρατος «άρχων» και «θεός»; (Ιωάν. 12:31· 14:30· 16:11· 2 Κορ. 4:4) Αυτό, βέβαια, εξαρτάται από τον βαθμό στον οποίον φθάνει η υποταγή. Μήπως ο απόστολος Παύλος εννοούσε ότι οι Χριστιανοί πρέπει να είναι σε πλήρη υποταγή, κατά την οποίαν ένα άτομο παίρνει απλώς διαταγές από πάνω και γίνεται απλώς ένα μηχανικά εργαζόμενο άτομο [ρομπότ], μη αφήνοντας τη Χριστιανική συνείδησι να υπαγορεύση τι είναι ορθόν και τι είναι εσφαλμένο σύμφωνα με τον γραπτό λόγο του Θεού; Μήπως αυτό σημαίνει πλήρη υποταγή του θελήματος, στην οποίαν ο Χριστιανός δίνει αναμφισβήτητη υπακοή σε όλες τις περιπτώσεις στις διαταγές των κοσμικών κυβερνήσεων κι εξουσιών;
11. Ποιο άλλο είδος υποταγής θα μπορούσε να υπάρχη, και ποιος μας δείχνει τι είδους υποταγή εννοείται ;
11 Ή μήπως σημαίνει μια σχετική υποταγή; Με τη λέξι «σχετική» εννοούμε μια συγκριτική υποταγή, μια υποταγή που σχετίζεται με άλλα πράγματα. Δηλαδή, ότι πρέπει κι άλλα σημαίνοντα πράγματα να ληφθούν υπ’ όψι. Δεν είναι υποταγή απόλυτη ή ανεξάρτητη από άλλα πράγματα. Πρέπει να σταθμισθή με άλλα πράγματα που δεν πρέπει να παραβλέπωνται. Ο Παύλος, στη σύντομη επιστολή του προς Τίτον δείχνει ως πού μπορεί να φθάση η υποταγή και αν πρέπει να είναι απόλυτη ή σχετική.
12. Πώς το δείχνει αυτό ο Παύλος, και ποια σχετική περίπτωσι για προσδιορισμό αναφέρει πρώτα;
12 Πώς το δείχνει αυτό ο Παύλος; Με το να λέγη στον Τίτο ότι υπάρχουν κι άλλα πράγματα, στα οποία οι αληθινοί, αφιερωμένοι, βαπτισμένοι Χριστιανοί πρέπει να είναι υποτεταγμένοι. Οι πολιτικές κυβερνήσεις κι εξουσίες του κόσμου τούτου δεν είναι οι μόνες, στις οποίες οφείλεται ένα μέτρον υποταγής. Υπάρχουν κι άλλες υποταγές που πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν οι Χριστιανοί. Ποιες; Λοιπόν, εν πρώτοις, είναι η γαμήλιος υποταγή. Στον Τίτον 2:3-5 ο Παύλος γράφει αυτή τη συμβουλή περί ευθύνης των πρεσβυτέρων γυναικών της εκκλησίας: «Δια να νουθετώσι τας νέας, να ήναι φίλανδροι, φιλότεκνοι, σώφρονες, καθαραί, οικοφύλακες, αγαθαί, ευπειθείς εις τους ιδίους αυτών άνδρας, δια να μη βλασφημήται ο λόγος του Θεού.» Μήπως οι γυναίκες πρέπει να είναι «ευπειθείς εις τους ιδίους αυτών άνδρας» υπό ολοκληρωτικήν έννοιαν; Ας ιδούμε.
ΣΥΖΥΓΟΙ
13. (α) Σε τι βασίζεται η υποταγή μιας συζύγου, άσχετα με τη θρησκεία του ανδρός της; (β) Τι είδους υποταγή πρέπει να είναι αυτή, και τι πρέπει να προασπίζη από βλασφημία;
13 Πρέπει να σημειώσωμε ότι ο Παύλος δεν λέγει ότι έχει σημασία το αν είναι οι σύζυγοι των αληθινοί Χριστιανοί ή Ιουδαίοι ή ειδωλολάτραι. Ωστόσο, η υποταγή μιας συζύγου σ’ ένα σύζυγο στηρίζεται σε μια Γραφική αρχή, πράγμα που το λέγει ο ίδιος ο Παύλος. Στην εκκλησία της Κορίνθου γράφει: «Θέλω δε να εξεύρητε ότι η κεφαλή παντός ανδρός είναι ο Χριστός· κεφαλή δε της γυναικός, ο ανήρ· κεφαλή δε του Χριστού, ο Θεός. . . . δεν εκτίσθη ο ανήρ δια την γυναίκα, αλλ’ η γυνή δια τον άνδρα. Δια τούτο η γυνή χρεωστεί να έχη εξουσίαν επί της κεφαλής αυτής, δια τους αγγέλους.» (1 Κορ. 11:3, 9, 10) Εν τούτοις, κατά τον απόστολο Παύλο, η υποταγή μιας Χριστιανής συζύγου σε οποιανδήποτε σύζυγο δεν θα μπορούσε να είναι ολοκληρωτική, χωρίς να ληφθή υπ’ όψι μια ανώτερη ακόμη υποταγή. Αλλιώς, πώς θα μπορούσε ο Παύλος να πη ότι οι νεώτερες γυναίκες, που υπακούουν στη διδασκαλία και στο παράδειγμα των πρεσβυτέρων γυναικών, πρέπει να υποτάσσωνται στους ιδίους των άνδρες «δια να μη βλασφημήται ο λόγος του Θεού,» από πους έξω;
14. Άσχετα με την κυριότητα του συζύγου της, ποια πράγματα πρέπει να λαμβάνη υπ’ όψιν μια αληθινά Χριστιανή σύζυγος εν σχέσει με την υποταγή
14 Συνεπώς, στην περίπτωσι της υποταγής μιας Χριστιανής συζύγου στη γαμήλιο ένωσι, ο «λόγος του Θεού» πρέπει πρώτα να ληψθή υπ’ όψι. Η γυνή αφιερώθηκε πλήρως στον Ιεχωβά Θεό κι εβαπτίσθη για να συμβολίση την αφιέρωση αυτή, όπως έκαμε κι ο Ιησούς. Ο σύζυγός της, είτε Χριστιανός είναι, είτε Ιουδαίος είτε ειδωλολάτρης, είναι ατελής και αμαρτωλός εκ γενετής. Αν, λοιπόν, αυτός ζητήση ή απαιτήση απ’ αυτήν να κάμη κάτι εναντίον του λόγου του Θεού, αυτή κατά τη συνείδησί της δεν θα μπορούσε να το πράξη και συγχρόνως να εκπληρώση την αφιέρωσί της στον Θεό, όπως έκαμε κι ο Χριστός με την αφιέρωσί του. Πρέπει να δεχθούμε ότι ο γαμήλιος σύντροφός της είναι η ορατή κεφαλή της στον οικογενειακό κύκλο· αλλ’ ο Χριστός είναι ανώτερος από κάθε άνθρωπο, από κάθε σύζυγο, και ο Χριστός είναι η κεφαλή ενός Χριστιανού συζύγου, εκτός του ότι ο Θεός είναι η κεφαλή του Χριστού. Η αφιερωμένη, λοιπόν, Χριστιανή σύζυγος δεν μπορεί να θεωρήση την τρίτου βαθμού κεφαλή [αρχηγία] του ανθρωπίνου συζύγου της ως τελική και απόλυτη. Πρέπει ν’ αναγνωρίζη ως υπερτάτη κεφαλή [αρχηγία] τον Θεό, στον οποίον αφιερώθη μέσω της ανωτέρας κεφαλής της, του Σωτήρος Ιησού Χριστού.
15. Τι είδους πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι η υποταγή της στον σύζυγό της, και τι δεν μπορεί κανείς να πη για τον λόγον του Θεού σχετικά με τούτο;
15 Αν, δείχνοντας ταπεινωτική υπακοή στον επίγειο σύζυγο της, παρέβαινε τον λόγον του Θεού, τότε δεν θα ορθοτομούσε τον λόγον του Θεού, έστω κι αν ο έξω της Χριστιανικής εκκλησίας κόσμος επεδοκίμαζε αυτή την πράξι της. Αυτό θα ήταν αμάρτημα. Διασαφηνίζεται έτσι ότι η υποταγή της Χριστιανής γυναικός στον σύζυγό της είναι μια σχετική υποταγή. Πρέπει ν’ αποδίδεται εν σχέσει με τον λόγον του Θεού. Ο λόγος του Θεού είναι σε αρμονία με το να υποτάσσεται αυτή στον σύζυγο της, και την διδάσκει να υποτάσσεται. Κανένας έξω από τη Χριστιανική εκκλησία δεν μπορεί ειλικρινώς να πη ότι ο λόγος του Θεού δεν διδάσκει τη σύζυγο να υποτάσσεται στον σύζυγό της και να τον αγαπά και να δείχνη αυτή την αγάπη σ’ αυτόν με την υποταγή της.
16. Πώς αυτή θα μπορούσε να κάμη να βλασφημήται ο λόγος του Θεού, και γιατί θα εγίνετο αυτό;
16 Τι θα γίνη, αν η Χριστιανή σύζυγος, που κηρύττει τον λόγον του Θεού στους άλλους, δεν αποδίδη στον σύζυγο της αυτή τη σχετική υποταγή, αλλά τον προκαλεί και διαπληκτίζεται για οικιακά πράγματα, στα οποία δεν είναι αναμεμιγμένη η Χριστιανική συνείδησις; Τότε αυτή δίνει στους έξω την ιδέα ότι ο λόγος του Θεού, τον οποίον κηρύττει, την διδάσκει να είναι στασιαστική, ανυπότακτη, φιλοδοξώντας να είναι κεφαλή. Γι’ αυτόν τον λόγο κάνει να «βλασφημήται» ο λόγος του Θεού από τους έξω, οι οποίοι και δεν θέλουν να τον ακούσουν, είτε από αυτήν κηρύττεται ή από κάποιο άλλο μέλος της εκκλησίας στην οποίαν ανήκει. Το να υποτάσσεται, λοιπόν, στον σύζυγό της στα κατάλληλα πράγματα, σε πράγματα που δεν αντιβαίνουν στον λόγον του Θεού, είναι πράγματι μια ασπίς στον λόγον του Θεού εναντίον της δυσφημήσεώς του από αμαθείς ανθρώπους οι οποίοι κρίνουν τον λόγον του Θεού από τον τρόπον ενεργείας μιας Χριστιανής συζύγου.
17. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε αυτή να συνιστά τον λόγον του Θεού στους άλλους;
17 Η Χριστιανή σύζυγος, με τον τρόπο που υποτάσσεται στον γαμήλιο κτήτορά της, πρέπει να συνιστά τον λόγον του Θεού στους έξω και να τους κάνη να έχουν διάθεσι να τον ακούσουν. Ο λόγος του Θεού αποτελεί το κύριον πράγμα στην έγγαμη ζωή της· γι’ αυτό κι ο Παύλος τονίζει ότι η υποταγή της στον σύζυγό της είναι σχετική μόνον, όχι ολοτελής.
ΔΟΥΛΟΙ
18, 19. (α) Για ποια άλλη υποτασσόμενη τάξι μιλεί κατόπιν ο Παύλος, και ποια ερωτήματα ανακύπτουν όσον αφορά την αφιέρωσί των; (β) Γιατί υπήρξε ανάγκη οι απόστολοι να γράψουν για το πώς εκείνοι που ανήκουν σ’ αυτή την τάξι πρέπει να ενεργούν ως Χριστιανοί;
18 Ο απόστολος Παύλος, στην προς Τίτον επιστολή του, ομιλεί και για ένα άλλο είδος υποταγής, το οποίον δεν μπορούσε να παραμερισθή στην εποχή του. Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρχαν πολλοί δούλοι, όχι απλώς Νέγροι δούλοι, αλλά λευκοί δούλοι. Αυτοί ήσαν άτομα που είχαν αιχμαλωτισθή στον πόλεμο ή που είχαν χρεωθή και δεν μπορούσαν να πληρώσουν. Τόσο πολυάριθμοι ήσαν οι δούλοι, ώστε ένας Ρωμαίος πολίτης μπορούσε να έχη τέσσερες χιλιάδες δούλους στο σπίτι του. Πολλοί απ’ αυτούς άκουσαν το κήρυγμα των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού περί ελευθερίας κι εδέχθησαν τη Χριστιανοσύνη. Παρ’ ότι ήσαν δούλοι κάποιου πλουσίου ή ισχυρού ανδρός ή γυναικός, επίστευσαν στην απολυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού και αφιερώθησαν στον Ιεχωβά Θεό. Μήπως ηρνήθη ο Θεός την αφιέρωσί των και είπε ότι δεν θα μπορούσαν να κάμουν μια τέτοια αφιέρωσι, διότι δεν ήσαν ελεύθεροι να το πράξουν; Μήπως είπε ο Θεός ότι αυτοί ήσαν υποτεταγμένοι σ’ ένα κύριο δούλων και ανήκαν σ’ αυτόν και δεν μπορούσαν να παραδοθούν πλήρως στον Θεό και να προβούν σε αφιέρωσι σ’ Αυτόν;
19 Όχι! Ο Θεός δεν ηρνήθη την αφιέρωσί των μέσω του Χριστού. Αν ο Θεός την ηρνείτο, τότε η Χριστιανική εκκλησία δεν θα εδέχετο δούλους. Αλλ’ ο Θεός εδέχθη την αφιέρωσί των και τους εισεδέχθη στην εκκλησία του αγίου λαού του. Γι’ αυτό οι απόστολοι του Ιησού Χριστού ανεγνώρισαν αυτούς τους αφιερωμένους δούλους ως μέλη της εκκλησίας κι έγραψαν περί του πώς αυτοί έπρεπε να ενεργούν ως Χριστιανοί.
20, 21. (α) Πώς η αφιέρωσις του δούλου επηρεάζει τη σχέσι του με τον κύριο του; (β) Τι δείχνουν όσα γράφει ο Παύλος για το ζήτημα του δούλου ως προς την υποταγή του στη Ρωμαϊκή κυβέρνησι;
20 Τότε, λοιπόν, όταν ο Θεός εδέχθη την αφιέρωσί των κι έκαμε αυτούς τους δούλους μέλη της εκκλησίας Του, μήπως αυτό τους ελευθέρωσε από τους επιγείους των κυρίους; Όχι, διόλου. Αυτοί παρέμειναν επίγειοι δούλοι, μολονότι απέκτησαν τώρα μια πνευματική ελευθερία, την οποίαν οι μη αφιερωμένοι, μη Χριστιανοί δούλοι δεν απελάμβαναν. «Διότι όστις δούλος εκλήθη εις τον Κύριον, είναι απελεύθερος του Κυρίου», είπε ο Παύλος, εννοώντας τούτο από πνευματική άποψι και όχι ενθαρρύνοντας ένα δούλο ν’ απελευθερωθή.
21 Γι’ αυτό ο Παύλος είπε: «Έκαστος αν τη κλήσει καθ’ ην εκλήθη [να είναι ένας άγιος του Θεού], εν ταύτη ας μένη. Εκλήθης δούλος; Μη σε μέλη· αλλ’ εάν δύνασαι να γείνης ελεύθερος, μεταχειρίσου τούτο καλήτερα. . . . ομοίως και όστις ελεύθερος εκλήθη, δούλος είναι του Χριστού. Δια τιμής [της θυσίας του Χριστού] ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων. Έκαστος, αδελφοί, εις ό,τι εκλήθη, εν τούτω ας μένη παρά τω Θεώ.» (1 Κορ. 7:20-24) Ο Παύλος δεν ήταν μεταρρυθμιστής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και ούτε εξουσιοδοτήθη από τον Θεό να είναι τοιούτος. Και γιατί να είναι, αφού τόσον αυτός, όσο και ο Θεός εγνώριζε ότι η ασεβής Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επρόκειτο να καταστραφή στον ωρισμένο καιρό του Θεού; Η διαδεδομένη δουλεία στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επεβλήθη από την «ιμπεριαλιστική» κυβέρνησι. Ο Παύλος υπετάχθη στην υπάρχουσα Ρωμαϊκή κυβέρνησι σ’ αυτό το ζήτημα της δουλείας. Δεν είπε στους δούλους να δραπετεύσουν. Δεν συνηγόρησε υπέρ της επαναστάσεως των δούλων όπως ήταν η περίπτωσις του Σπαρτάκου το 73 π.Χ.
22, 23. (α) Πώς επηρέαζε η αφιέρωσις ένα άτομο που ήταν δούλος; (β) Χάριν τίνος ο Παύλος έδωσε οδηγίες όσον αφορά τους δούλους, και τι είπε στον Τίτο να διδάξη τους δούλους να πράττουν;
22 Ποια ήταν, τώρα, η σχέσις του δούλου προς τον επίγειο κύριό του, αφού ο δούλος έγινε ένας αφιερωμένος, βαπτισμένος Χριστιανός; Κατά τη σάρκα του αυτός ήταν ακόμη ένας δούλος κάτω από έναν ανθρώπινο κύριο ή κτήτορα δούλων. Αντί να γίνη ένας δραπέτης δούλος όπως ο Ελάιζα στην ιστορία Η Καλύβα του Μπάρμπα Θωμά του 1851-1852, επρόκειτο να γίνη ένας καλύτερος δούλος λόγω της ιδιότητος του ως Χριστιανού. Ο απόστολος Παύλος ωδήγησε τον νεαρό επίσκοπο Τίτο για το τι έπρεπε να πη στους δούλους εκεί στην Κρήτη να κάνουν τώρα που έγιναν Χριστιανοί. Ο Παύλος, γράφοντας στον Τίτο, τον προέτρεψε έντονα να ενεργήση ώστε η Χριστιανική οργάνωσις και ο Θείος λόγος να προστατευθούν από την άδικη κακολογία, δυσφήμησι και βλασφημία από μέρους του κόσμου. Πρώτον ο Παύλος είπε στις Χριστιανές συζύγους πώς να ενεργούν μέσα στον οίκον και είπε στους νεαρούς Χριστιανούς πώς να ενεργούν, δείχνοντας «λόγον υγιή και ακατάκριτον· δια να εντραπή ο εναντίος, μη έχων να λέγη δια σας μηδέν κακόν». Ο Παύλος κατόπιν ωμίλησε για τους δούλους και είπε:
23 Οι δούλοι «να υποτάσσωνται εις τους εαυτών δέσποτας, να ευαρεστώσιν εις αυτούς κατά πάντα, να μη αντιλέγωσι· να μη σφετερίζωνται τα αλλότρια, αλλά να δεικνύωσι πάσαν πίστιν αγαθήν· δια να στολίζωσι κατά πάντα την διδασκαλίαν του Σωτήρος ημών Θεού. Διότι εφανερώθη η χάρις του Θεού η σωτήριος εις πάντας ανθρώπους [περιλαμβανομένων των δούλων], διδάσκουσα ημάς να αρνηθώμεν την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας, και να ζήσωμεν σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς εν τω παρόντι αιώνι».—Τίτον 2:6-12.
24, 25. (α) Ποια διάκρισι δεν έκαμε ο Παύλος ως προς τους ιδιοκτήτας δούλων; (β) Επετρέπετο να υπάρχουν στην εκκλησία ιδιοκτήται δούλων, και τι δείχνει η περίπτωσις του Φιλήμονος;
24 Πώς αυτό είναι δυνατόν σήμερα για τους κατά γράμμα δούλους στην Ασία ή στην Αφρική ή αλλού; Πώς μπορούν οι δούλοι, αφού γίνουν αφιερωμένοι, βαπτισμένοι Χριστιανοί, «να υποτάσσωνται εις τους εαυτών δέσποτας, να ευαρεστώσιν εις αυτούς κατά πάντα», και συγχρόνως να παραμένουν Χριστιανοί; Πάλι ας σημειωθή ότι ο Παύλος δεν λέγει αν ο κάτοχος δούλων είναι ειδωλολάτρης, Ρωμαίος, Ιουδαίος ή Χριστιανός, ή ότι ο Χριστιανός δούλος θα μπορούσε να υποτάσσεται μόνο σ’ ένα Χριστιανό κάτοχο δούλων και να τον ευαρεστή.
25 Ναι, εκείνη την εποχή υπήρχαν ακόμη και Χριστιανοί κύριοι δούλων στην εκκλησία. Ο Παύλος δεν προσεπάθησε να είναι ένα πρότυπον του Ρώσου Τσάρου Αλεξάνδρου Β΄, ο οποίος το 1861 εχειραφέτησε 23.000.000 Ρώσους δουλοπαροίκους· ούτε του Αμερικανού προέδρου Αβραάμ Λίνκολν, ο οποίος το 1863 εξέδωκε μια Προκήρυξι Χειραφετήσεως καταργώντας τη δουλεία στα νότια μέρη που δεν κατείχοντο από στρατεύματα της Ομοσπονδιακής Ενώσεως. Όχι, ο Παύλος δεν εκήρυξε να είναι ελεύθεροι όλοι οι Χριστιανοί δούλοι, και όλοι οι Χριστιανοί κάτοχοι δούλων να είναι χωρίς δούλους, στερημένοι ακουσίως από τους δούλους τον. Δεν εδήλωσε ότι οι Χριστιανοί κάτοχοι δούλων, οι οποίοι δεν ελευθέρωσαν τους πιστεύοντας ή μη πιστεύοντας δούλους, πρέπει ν’ αποκοπούν από τη Χριστιανική εκκλησία. Όχι· αλλ’ ο Παύλος μάλιστα έγραψε κι επιστολήν που φυλάσσεται στη Γραφή κι απευθύνεται σ’ ένα Χριστιανό κάτοχο δούλων, τον Φιλήμονα. Αντί ν’ αποκοπή αυτός από την εκκλησία, η τοπική εκκλησία των Χριστιανών συνηθροίζετο ακριβώς στο σπίτι του Φιλήμονος.—Φιλήμ. 1, 2.
26. Σε αρμονία με τις οδηγίες του για τους δούλους, τι έκαμε ο Παύλος στον Ονήσιμο, και τι έκαμε ο Ονήσιμος;
26 Η Ρωμαϊκή κυβέρνησις επέτρεψε στον Φιλήμονα να είναι κάτοχος δούλων, ο δε Παύλος υπετάχθη στη διάταξι της ειδωλολατρικής εκείνης κυβερνήσεως και δεν κατήργησε τη δουλεία από τον οίκον του Φιλήμονος. Ο Παύλος, σύμφωνα με τις οδηγίες του στον Τίτο να είναι οι δούλοι υποτεταγμένοι στους κυρίους των κατά πάντα, επανέστειλε ένα δραπέτη δούλο στον Φιλήμονα, ως κομιστήν της προς Φιλήμονα επιστολής του. Ο Παύλος δεν ανεκήρυξε ελεύθερον τον δραπέτην αυτόν δούλον Ονήσιμον, επειδή είχε ακούσει το κήρυγμα του και είχε γίνει Χριστιανός. Ο Παύλος έστειλε τον Ονήσιμο πάλι στη δουλεία. Τώρα λοιπόν ο Ονήσιμος, ακριβώς διότι έγινε Χριστιανός, ξαναπήγε στη δουλεία, για να υποτάσσεται στον συγ-Χριστιανό Φιλήμονα κατά πάντα, δείχνοντας «πάσαν πίστιν αγαθήν». Στην επιστροφή του ο Ονήσιμος δεν μετέβαλε γνώμη, δεν κατέστρεψε την επιστολή, δεν εξηφανίσθη μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο και δεν εξακολούθησε να είναι ένας δραπέτης. Μολονότι αντιμετώπισε επανάληψιν της δουλείας, επέδωσε την επιστολή στον Φιλήμονα. Με αυτόν τον τρόπο την έχομε στη Γραφή σήμερα.—Φιλήμ. 10-17.
27. (α) Ποια είναι, λοιπόν, τα «πάντα», στα οποία ο Χριστιανός δούλος πρέπει να υποτάσσεται στον κύριο του; (β) Συνεπώς, τι είδους δούλους θα τους έκανε η Χριστιανοσύνη;
27 Πώς μπορούν δούλοι που έγιναν αφιερωμένοι Χριστιανοί να υποτάσσωνται στους κυρίους των κατά πάντα, και μάλιστα αν αυτοί οι κύριοι δεν είναι Χριστιανοί ή είναι διαφορετικής θρησκείας; Σημαίνει μήπως η φράσις «κατά πάντα» ότι η υποταγή είναι ολική, απόλυτη, χωρίς να λαμβάνεται ύτ’ όψιν το θέλημα και ο λόγος του Θεού; Καθόλου! Το «πάντα» περιορίζεται στην περιοχή ή σφαίρα, στην οποίαν ο ανθρώπινος κύριος δούλων έχει ένα νομικό δικαίωμα ν’ απαιτήση υπηρεσία από τον δούλον του. Αυτός δεν είχε δικαίωμα ν’ αλλάξη τη θρησκεία του δούλου, διότι αυτό εναπέκειτο στη συνείδησι του δούλου και ήταν προσωπικό ζήτημα μεταξύ του δούλου και του Θεού του. Ο Παύλος δείχνει τι περιλαμβάνει το «πάντα» προσθέτοντας: «να ευαρεστώσιν εις αυτούς κατά πάντα, να μη αντιλέγωσι· να μη σφετερίζονται τα αλλότρια, αλλά να δεικνύωσι πάσαν πίστιν αγαθήν». Η Χριστιανοσύνη, αντί να τους κάμη χειροτέρους δούλους, τους έκαμε καλυτέρους δούλους, δούλους, οι οποίοι χαίρουν να ευαρεστούν τους κυρίους των εκτελώντας καλά τα ανατεθειμένα σ’ αυτούς καθήκοντα, δούλους που δεν αντιλέγουν αυθαδώς στους κτήτοράς των, δούλους που δεν κλέπτουν τους κυρίους των, δούλους που είναι πιστοί και δεν προδίδουν τα υλικά συμφέροντα των κυρίων των.
28, 29. (α) Τι δεν αναγκάζει έναν δούλο να πράξη η υποταγή σ’ έναν κύριο; (β) Τι είδους αποδεικνύεται έτσι ότι είναι η υποταγή των, και η υπηρεσία των πρέπει ν’ αποδίδεται σαν σε ποιον και με ποιο ελατήριο;
28 Η υποταγή δεν υποχρεώνει ένα Χριστιανό δούλο να κλέπτη από τους άλλους, αν ο μη Χριστιανός κύριός του τον διέτασσε να το πράξη αυτό. Και αν δεν θα έκλεπτε για τον επίγειο κύριό του, δεν θα παρέβαινε επίσης και καμμιά από τις άλλες εντολές του Θεού. «Ο κλέπτων, ας μη κλέπτη πλέον», λέγει ο απόστολος Παύλος, «μάλλον δε ας κοπιάζη εργαζόμενος το καλόν με τας χείρας αυτού, δια να έχη να μεταδίδη εις τον χρείαν έχοντα». (Εφεσ. 4:28) Η Χριστιανική υποταγή ενός ως δούλου σ’ έναν ανθρώπινο κάτοχο δούλων αποδεικνύεται έτσι ότι είναι σχετική, συγκριτική, περιωρισμένη υποταγή, εξηρτημένη από τη Χριστιανική συνείδησι. Η ευαρέστησις του κτήτορος δούλων δεν περιλαμβάνει παράβασιν των θείων εντολών. Ο Παύλος, στην επιστολή προς Κολοσσαείς 3:22-24 (ΜΝΚ) είπε αυτά στους δούλους:
29 «Οι δούλοι, υπακούετε κατά πάντα εις τους κατά σάρκα κυρίους σας, ουχί με οφθαλμοδουλείας, ως ανθρωπάρεσκοι, αλλά με απλότητα καρδίας, φοβούμενοι τον Ιεχωβά. Και παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους [τους κυρίους δούλων]· εξεύροντες ότι από του Ιεχωβά θέλετε λάβει την ανταπόδοσιν της κληρονομίας· διότι εις τον Κύριον Χριστόν δουλεύετε».
30. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Παύλου, γιατί δεν θα μπορούσε η υποταγή στους κυρίους «κατά πάντα» να περιλαμβάνη παράβασιν του νόμου του Θεού;
30 Η υπακοή στους κατόχους δούλων «κατά πάντα» δεν θα μπορούσε να σημαίνη ως το σημείο της παρακοής στον Ιεχωβά Θεό, της παραβάσεως των εντολών του. Ο απόστολος λέγει ότι αυτή η κατά πάντα υπακοή πρέπει ν’ αποδίδεται από τους δούλους ‘με φόβον του Ιεχωβά.’ Δηλαδή, με τον φόβο μήπως δυσαρεστήση κάνεις τον Ιεχωβά. Οτιδήποτε κι αν ελέγετο στους δούλους να πράξουν, έπρεπε να εργασθούν προς τούτο, όχι με γογγυσμό σαν σε ανθρώπους που ήσαν κύριοι των, αλλά εκ ψυχής ως εις τον Ιεχωβά, γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά ήταν εκείνος που θα τους αντήμειβε έστω κι αν δεν τους αντήμειβε ο κύριός των αλλά τους εξεμεταλλεύετο ως δούλους του.
31. Πώς, λοιπόν, ο φόβος και η επιθυμία του δούλου ν’ αρέση θα επηρέαζαν τις πράξεις του ως δούλου;
31 Ο φόβος του Ιεχωβά δεν θα άφηνε τους δούλους να είναι οι οπλοφόροι ή ξιφομάχοι των ιδιοκτητών των για να φονεύσουν κάποιον κατ’ επιταγήν. Αν οι κύριοί των τους διέτασσαν να κλέψουν την περιουσία κάποιου άλλου, ή να ψευσθούν και να δώσουν ψευδή μαρτυρία ενώπιον δικαστού, ή ν’ απαγάγουν τη σύζυγο ενός άλλου, δεν θα μπορούσαν να τα κάμουν αυτά εκ ψυχής ως να τα έπρατταν στον Θεόν των, διότι ο Ιεχωβά απαγορεύει στους Χριστιανούς μάρτυρας να πράττουν τέτοια αδικήματα. Αν οι Χριστιανοί δούλοι ήσαν ανθρωπάρεσκοι θα υπετάσσοντο και θα υπήκουαν στους κυρίους των όταν αυτοί τους διέτασσαν να κάνουν κάτι κακό, αντι-Γραφικό, αντι-Χριστιανικό. Αλλ’ υπάρχουν μερικά πράγματα, πολλά πράγματα, στα οποία δεν μπορούν να υπακούσουν σε ατελείς, αμαρτωλούς ανθρωπίνους κυρίους, διότι οι Χριστιανοί δούλοι είναι Θεάρεσκοι και προ παντός φοβούνται τον Ιεχωβά. Είναι πραγματικά δούλοι του Κυρίου, του Χριστού, ο οποίος τους εξηγόρασε με τη θυσία του.
32. Ποιες όμοιες οδηγίες για τους δούλους έδωσε ο Παύλος στην προς Εφεσίους 6:5-9, και ποιο ελατήριο για καλά έργα παρουσιάζει;
32 Στην επιστολή προς Εφεσίους 6:5-9 (ΜΝΚ) ο απόστολος Παύλος δίνει όμοιες οδηγίες στους Χριστιανούς δούλους, μέλη της εκκλησίας. Αντί να είναι δύστροποι, μοχθηροί δούλοι, διδάσκονται να δουλεύουν «μετ’ ευνοίας ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους· εξεύροντες ότι έκαστος ό,τι καλόν πράξη, τούτο θέλει λάβει παρά του Ιεχωβά, είτε δούλος, είτε ελεύθερος». Έχουν υπ’ όψιν ότι έχουν έναν Κύριον που είναι ανώτερος από τον επίγειο, ανθρώπινο κύριό των, έναν Κύριον στους ουρανούς. Αυτός ο Κύριος δεν είναι μεροληπτικός στους επιγείους κυρίους δούλων, όταν είναι εναντίον των δούλων, εφόσον οι δούλοι υπακούουν στον ουράνιον Κύριόν των όταν καθίσταται αναγκαία μάλλον η πιστότης στη Χριστιανοσύνη παρά η δουλική υπακοή σε άνθρωπο.
33, 34. (α) Γιατί οι Χριστιανοί δούλοι δεν θα έκαναν πράγματα που έκαναν προηγουμένως για τους κυρίους των, αλλά μήπως αυτό θα έβλαπτε τα συμφέροντα των κυρίων των; (β) Ποια είναι η επιθυμία των ως δούλων με καλυτέρους τρόπους, και πώς αυτό επηρεάζει την υποταγή των;
33 Σε όλες τις περιπτώσεις ο απόστολος Παύλος καθιστά την υποταγή των Χριστιανών δούλων στους ανθρωπίνους των κτήτορας ή κυρίους σχετική υποταγή. Πράγματα, τα οποία οι δούλοι έκαναν προηγουμένως σε πλήρη υπακοή στους επιγείους κτήτοράς των, δεν θα τα κάνουν πια διότι τώρα έχουν Χριστιανική συνείδησι. Παρά τούτο, θα είναι καλύτεροι δούλοι και θα είναι χρησιμώτεροι στους κτήτοράς των κατά ένα πιστό τρόπο. Εμμένοντας στην ορθή Χριστιανική πορεία παρά τις επιθυμίες των κυρίων των, δεν θα βλάψουν τους κυρίους των ούτε θα θίξουν τα συμφέροντά των, αλλά θα κάμουν τους κυρίους των να σεβασθούν τη μορφωμένη, εκπαιδευμένη Χριστιανική των συνείδησι. Επειδή θα είναι καλύτεροι δούλοι διότι απεδέχθησαν τη Χριστιανοσύνη, δεν θα είναι αισχύνη ή όνειδος σε ό,τι ο Θεός διδάσκει στους αφιερωμένους μάρτυράς του.
34 Ως δούλοι με καλυτέρους τρόπους επιθυμούν να ‘στολίζωσι κατά πάντα την διδασκαλίαν του Σωτήρος ημών Θεού’. Αν η επιθυμία και η προσπάθειά των είναι να στολίζουν τη διδασκαλία του Θεού, την οποίαν ακολουθούν κατά πάντα, δεν θα μπορούσαν να παραδοθούν σε υποταγή σε επιγείους κυρίους τόσον, ώστε να υπακούουν σε διαταγές να πράττουν κακό. Κάνοντας το κακό δεν θα ήσαν ζωντανά στολίδια της διδασκαλίας του Θεού· αντιθέτως, θα διέστρεφαν και θα δυσφημούσαν τις διδασκαλίες του.
ΥΠΟΤΑΓΗ ΣΕ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ
35. (α) Τι υποστηρίζουν οι περιπτώσεις των συζύγων και των δούλων ως προς το είδος της υποταγής που οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποδίδουν στις κυβερνήσεις και στις εξουσίες; (β) Παρά την ατέλειά των, ποια ευθύνη έχουν οι κυβερνήται;
35 Ο απόστολος Παύλος, μόνον αφού έγραψε για το πώς οι Χριστιανές σύζυγοι πρέπει να υποτάσσωνται στους συζύγους των και οι Χριστιανοί δούλοι στους επιγείους κυρίους των, είπε στους εν τη εκκλησία «να υποτάσσωνται εις τας αρχάς και εξουσίας, να πειθαρχώσι.» (Τίτον 3:1) Απ’ αυτά που είπε ο Παύλος για τις προηγούμενες περιπτώσεις υποταγής σε συζύγους και ιδιοκτήτας δούλων, έχομε ένα κανόνα μετρήσεως, με τον οποίον να μετρούμε ως πού φθάνει η υποταγή και υπακοή σε πολιτικές κυβερνήσεις κι εξουσίες ως άρχοντας από μέρους των αφιερωμένων, βαπτισμένων Χριστιανών, όπως είναι οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Η υποταγή δεν επρόκειτο να είναι ολική, αλλ’ απλώς σχετική, προς τους συζύγους και τους ιδιοκτήτας δούλων ή κυρίους, οι οποίοι είναι απλώς ατελείς άνθρωποι. Ομοίως η υποταγή πρέπει να είναι σχετική και προς τις κυβερνήσεις κι εξουσίες, οι οποίες επίσης αποτελούνται από ανθρώπους γεννημένους στην αμαρτία και καταδικασμένους σε θάνατο. Εν τούτοις, οι ανθρώπινες αρχές κι εξουσίες έχουν ευθύνη απέναντι όλων των λαών των. Μια από τις κυριώτερες ευθύνες των είναι να τηρούν την τάξι και να παρέχουν στον λαό ένα μέτρον προστασίας. Οι κυβερνήσεις έχουν αρκετές δικές των ενοχλήσεις με τους αντιχριστιανικούς λαούς εν γένει, χωρίς να χρειάζεται να προσθέτουν στις ενοχλήσεις των οι αφιερωμένοι, βαπτισμένοι Χριστιανοί ενούμενοι με κοσμικούς σε παραβάσεις των νόμων.
36. Σε ό,τι αφορά το να επαινούνται, γιατί είναι πολύ κατάλληλο να είναι οι Χριστιανοί ευπειθείς στις κυβερνήσεις και στις εξουσίες;
36 Εν τούτοις, για τους Χριστιανούς που είναι πραγματικά οι «άγιοι» του Θεού είναι πολύ κατάλληλο να «υποτάσσωνται εις τας αρχάς και εξουσίας, να πειθαρχώσι.» Αντί να είναι άξιοι των κακών διαθέσεων εκείνων που είναι στις πολιτικές θέσεις του κόσμου τούτου, οι Χριστιανοί πρέπει να κερδίσουν τον έπαινο, ή τουλάχιστον να είναι άξιοι επαίνου διότι είναι εύτακτοι και σέβονται τους νόμους, με τους οποίους διατηρείται η τάξις και η δημοσία ευημερία στην κοινότητα. Οι Χριστιανοί, λόγω της ολοψύχου αφοσιώσεώς των στον Θεό και επειδή μιμούνται πιστά τον Ιησού Χριστό, παρεξηγούνται κι επικρίνονται αρκετά, κι επομένως συκοφαντούνται γι’ αυτή και μόνο την αιτία, χωρίς να είναι ανάγκη να καταστούν στόχοι αληθινής επικρίσεως και κατηγορίας λόγω αδικοπραγίας. Οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν ότι ο φόβος του Θεού έχει ως αποτέλεσμα μια διαφορά στη ζωή ενός ατόμου, προς το καλύτερο. Η συμβουλή, λοιπόν του Παύλου σ’ αυτούς είναι το να είναι «έτοιμοι εις παν έργον αγαθόν».
37. Πώς αυτό είναι σε αρμονία με το γεγονός ότι ο Χριστός απέθανε και μας απελύτρωσε για ένα σκοπό, αλλά πώς αυτό επηρεάζει την υποταγή μας;
37 Αυτό είναι σε πλήρη αρμονία με το γεγονός ακριβώς που προεμνημονεύθη από τον Παύλον, ότι ο Σωτήρ μας Ιησούς Χριστός «έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών, δια να μας λυτρώση από πάσης ανομίας, και να μας καθαρίση εις εαυτόν λαόν εκλεκτόν, ζηλωτήν καλών έργων». (Τίτον 2:13, 14) Πώς θα ήταν δυνατόν αυτά τα έργα να μας καταστήσουν έναν πιθανό κίνδυνο σε οποιεσδήποτε αρχές κι εξουσίες του κόσμου τούτου, έστω και αν η υποταγή μας σ’ αυτές είναι απλώς σχετική; Ταυτοχρόνως, το ότι είμεθα ένας λαός που ελυτρώθη δια του Χριστού από κάθε είδος ανομίας και το ότι είμεθα «ζηλωταί καλών έργων» μάς εμποδίζει ως Χριστιανούς ν’ αποδίδουμε κάτι περισσότερο από σχετική υποταγή σε ανθρώπινες αρχές κι εξουσίες. Γιατί; Διότι οι ανθρώπινοι άρχοντες μπορεί κατά καιρούς να εγείρουν απαιτήσεις και να επιβάλουν νόμους που είναι αντίθετοι στον υπέρτατο νόμο του Θεού.
38. Τι η υπακοή μας στον νόμο του Θεού ποτέ δεν θα μας αφήση να κάμωμε όσον αφορά τις κυβερνήσεις και εξουσίες, αλλά τι δεν θα μας αφήση αυτό να πράξωμε σε ένωσι με τις κυβερνήσεις και τις εξουσίες;
38 Η ευσυνείδητη υπακοή μας στον νόμον του Θεού μπορεί να στενοχωρήση τις ανθρώπινες αρχές κι εξουσίες. Μπορεί να δείξη σ’ αυτές την πλάνη των και τη μη συμμόρφωσί των με τον νόμον του Θεού. Αλλά ποτέ, ναι, ποτέ δεν θα μας οδηγήση σε ανατρεπτικά κινήματα ή συνωμοσίες ή βίαιες εξεγέρσεις εναντίον αυτών των υπαρχουσών αρχών κι εξουσιών. Όταν αποδίδωμε στον Θεό τα του Θεού στη διάρκεια του παρόντος συστήματος πραγμάτων, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αποδίδομε και στον Καίσαρα τα του Καίσαρος. (Ματθ. 22:21) Δεν σημαίνει ότι παραβαίνομε την αποστολική συμβουλή να ‘υποτασσώμεθα και να πειθαρχούμε στις αρχές και στις εξουσίες.’ Σημαίνει απλώς ότι ως ευσυνείδητοι Χριστιανοί δεν θα ενωθούμε με ατελείς ανθρώπινες κυβερνήσεις κι εξουσίες όταν αυτές καταπολεμούν τον Θεό. Πρέπει να λάβωμε τη στάσι μας με τους αποστόλους του Χριστού, όταν αυτοί είπαν σ’ ένα μη πολιτικό, θρησκευτικό δικαστήριο της Ιερουσαλήμ: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους».—Πράξ. 5:29.
39. Συνεπώς, ποιες αποστολικές οδηγίες θ’ ακολουθήσωμε, και έχοντας τι υπ’ όψιν;
39 Σε όλες τις περιπτώσεις θ’ ακολουθούμε την οδηγία του αποστόλου Παύλου για υποταγή σε συζύγους, κτήτορας δούλων και κοσμικές, πολιτικές κυβερνήσεις κι εξουσίες ως άρχοντας, και για άλλες υποθέσεις της ζωής. Αυτό θα το πράττουμε «δια να φραντίζωσιν οι πιστεύσαντες εις τον Θεόν να προΐστανται καλών έργων. Ταύτα είναι τα καλά και ωφέλιμα εις τους ανθρώπους».—Τίτον 3:8.
-
-
Υποτασσόμενοι εις «Πάσαν Ανθρωπίνην Διάταξιν»Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Υποτασσόμενοι εις «Πάσαν Ανθρωπίνην Διάταξιν»
1. Ποιοι είναι οι πιο ελεύθεροι άνθρωποι σήμερα, αλλά πώς θα μπορούσαν να χάσουν την ελευθερία των;
ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ άνθρωποι πρέπει να προσέχουν να μην κάνουν κατάχρησι των ελευθεριών των ούτε να τις χρησιμοποιούν ως πρόσχημα για ιδιοτελείς, άνομες πράξεις. Οι πιο ελεύθεροι άνθρωποι σήμερα είναι εκείνοι που ελευθερώθησαν από τη δουλεία των στον ‘άρχοντα του κόσμου τούτου’, τον Σατανά ή Διάβολον, ο οποίος είναι ο «θεός του αιώνος τούτου», ο κυριότερος εχθρός του Ιεχωβά Θεού. (Ιωάν. 12:31· 2 Κορ. 4:4, Κείμενον) Αυτοί ελευθερώθησαν από τη δουλεία στην πλάνη, στην άγνοια και στις δεισιδαιμονίες. «Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου· και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει», είπε ο Ιησούς Χριστός, προσθέτοντας ότι «πας όστις πράττει την αμαρτίαν, δούλος είναι της αμαρτίας. Ο δε δούλος δεν μένει πάντοτε εν τη οικία· ο υιός μένει πάντοτε. Εάν λοιπόν ο Υιός σας ελευθερώση, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι.» (Ιωάν. 8:31, 32, 34-36) Οι μαθηταί αυτοί είναι ελεύθεροι από τις ψευδείς ανθρώπινες παραδόσεις και φιλοσοφίες του κόσμου τούτου που υποδουλώνουν τους ανθρώπους και τους κρατούν σφικτά σε μια μάταιη πορεία. Δεν είναι όπως οι δούλοι της αμαρτίας οι οποίοι δεν είναι ελεύθεροι να πράττουν το ορθόν. Αλλ’ αν έκαναν κατάχρησι της ελευθερίας των γινόμενοι ατίθασσοι και κατόπιν χρησιμοποιούσαν την ελευθερία των ως κάλυμμα για ιδιοτελή ανομία, θα έχαναν την ελευθερία των. Θα εγίνοντο δούλοι της αμαρτίας, δούλοι του κακού.
2. Πώς διαφέρουν ως προς τη χρήσι της ελευθερίας οι αληθινοί και οι κατ’ απομίμησιν Χριστιανοί;
2 Οι κατ’ απομίμησιν Χριστιανοί καταχρώνται των ελευθεριών που έχουν. Οι αληθινοί μαθηταί του Χριστού δεν καταχρώνται της ελευθερίας των, διότι καθοδηγούνται από τον λόγον του Θεού. Είναι σοφοί. Γνωρίζουν ότι το να κάμη κανείς κατάχρησι της ελευθερίας του οδηγεί σε ανωμαλίες και δυσχέρειες με τους υπάρχοντας ανθρωπίνους θεσμούς.
3. Πότε και σε ποιους ο Πέτρος απηύθυνε την πρώτη του επιστολή, και πώς τους προσεφώνησε;
3 Οι Χριστιανοί ακολουθούν τον λόγον του Θεού, όπως εκφράζεται δια του αποστόλου Πέτρου στην πρώτη του επιστολή προς τους Χριστιανούς. Κατά το έτος 62-64, δηλαδή περίπου στον ίδιον καιρό που έγραψε κι ο απόστολος Παύλος την επιστολή του προς Τίτον, ο Πέτρος έγραψε την επιστολή προς τους Χριστιανούς της Μικράς Ασίας, η οποία ήταν τότε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλά τώρα ανήκει στην Τουρκία. Ο Πέτρος απηυθύνθη σ’ αυτούς, όχι ως μονίμους κατοίκους του τόπου όπου ζούσαν τότε, όχι ως ένα μέρος της συνθέσεως της τοπικής κοινότητος, αλλ’ ως «παρεπιδήμους . . . διεσπαρμένους εις Πόντον, Γαλατίαν, Καππαδοκίαν, Ασίαν και Βιθυνίαν.»—1 Πέτρ. 1:1.
4, 5. (α) Το ότι ήσαν απλώς παρεπίδημοι αποτελούσε κατά μεγαλύτερο λόγο αιτία για τους Χριστιανούς να πράττουν τι; (β) Επειδή ήσαν ξένοι και παρεπίδημοι, τι ο Πέτρος τους έγραψε να πράττουν;
4 Επειδή ήσαν απλώς «παρεπίδημοι», είχαν ακόμη περισσοτέρους λόγους ν’ απέχουν από κατάχρησι της Χριστιανικής των ελευθερίας. Αλλιώς, θα μπορούσαν να μην εύρουν ορθή κατανόησι ή μεταχείρισι από την κοινότητα, της οποίας δεν ήσαν πραγματικό μέρος, εφόσον δεν είναι μέρος του κόσμου τούτου, μολονότι είναι μέσα στον κόσμο. (Ιωάν. 17:14-16) Οι αληθινοί Χριστιανοί σήμερα, όπως είναι οι αφιερωμένοι, βαπτισμένοι μάρτυρες του Ιεχωβά, είναι παρεπίδημοι στην Τουρκία και σε όλα τα άλλα μέρη του κόσμου τούτου, διότι αναμένουν μια νέα διάταξι που θα δημιουργήση ο Θεός. (2 Πέτρ. 3:13) Προσέχουν τα λόγια που έγραψε ο Πέτρος για να προφυλάξη τους αληθινούς Χριστιανούς από το να κάμουν υπερβολική χρήσι της ελευθερίας των εν Χριστώ, δηλαδή:
5 «Αγαπητοί, σας παρακαλώ ως ξένους και παρεπιδήμους, να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής· να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα, ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως. Υποτάχθητε λοιπόν εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν δια τον Κύριον· είτε εις βασιλέα, ως υπερέχοντα, είτε εις ηγεμόνας, ως δι’ αυτού πεμπομένους εις εκδίκησιν μεν κακοποιών, έπαινον δε αγαθοποιών· διότι ούτως είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιούντες να αποστομόνητε την αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων· ως ελεύθεροι, και μη ως έχοντες την ελευθερίαν επικάλυμμα της κακίας, αλλ’ ως δούλοι του Θεού. Πάντας τιμήσατε· την αδελφότητα αγαπάτε· τον Θεόν φοβείσθε· τον βασιλέα τιμάτε.»—1 Πέτρ. 2:11-17.
6. Γιατί δεν υπάρχει πραγματικός λόγος να νομίζωμε ότι με το «βασιλέα, ως υπερέχοντα» εννοείται ο Ιησούς Χριστός;
6 Ποιος είναι αυτός ο βασιλεύς; Ποιοι οι ηγεμόνες που στέλλονται απ’ αυτόν τον βασιλέα; Επειδή ο Πέτρος έγραψε την επιστολή του στις Χριστιανικές εκκλησίες, μήπως η έκφρασις του Πέτρου «εις βασιλέα, ως υπερέχοντα» σημαίνει την Κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας, τον Ιησούν Χριστόν; Δεν υπάρχει πραγματικός λόγος για τέτοια σκέψι. Στην πρώτη του επιστολή ο Πέτρος ποτέ δεν μνημονεύει απ’ ευθείας τη βασιλεία του Θεού, η δε πλησιέστερη δήλωσις περί τούτου γίνεται όταν ο Πέτρος λέγη ότι οι Χριστιανοί που ηγιάσθησαν με το πνεύμα του Θεού είναι ένα «βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον», πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί είναι βασιλείς και ιερείς. (1 Πέτρ. 1:2· 2:9) Αλλ’ ο Πέτρος δεν ομιλεί για τον Ιησού Χριστό ως βασιλέα. Ο Πέτρος πάντοτε ομιλεί γι’ αυτόν ως Κύριον. Το ίδιο γίνεται και στην επιστολή 2 Πέτρ. 1:11, όπου διαβάζομε: «Διότι ούτω θέλει σας δοθή πλουσίως η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του Κυρίου ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού».a
7. Πώς δείχνει ο Πέτρος αν αυτό εφαρμόζεται σ’ ένα βασιλέα μέσα ή έξω από τη Χριστιανική εκκλησία;
7 Ποιος, λοιπόν, είναι ο «βασιλεύς», που μνημονεύεται στην επιστολή 1 Πέτρ. 2:13, 17; Δεν είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ούτε είναι ο Ιεχωβά Θεός, «ο Βασιλεύς της Αιωνιότητος». Ο Πέτρος θέτει τον Θεό σε αντιδιαστολή προς «τον βασιλέα», λέγοντας: «Τον Θεόν φοβείσθε· τον βασιλέα τιμάτε». Όταν ο Πέτρος δίνη τις εντολές του στους Χριστιανούς εν σχέσει με αυτόν τον βασιλέα, πού τοποθετεί τους Χριστιανούς στους οποίους γράφει; Μέσα στη Χριστιανική εκκλησία; Ή μήπως έξω στον κόσμο με τον Ρωμαίο του αυτοκράτορα και τους υπ’ αυτόν βασιλείς και ηγεμόνας; Μήπως ο Πέτρος ομιλεί στους Χριστιανούς για τη διαγωγή τους μέσα στην εκκλησία, ή για τη διαγωγή τους έξω ανάμεσα στους ανθρώπους του κόσμου τούτου; Στην πρώτη πρότασι ο Πέτρος απευθύνεται σ’ αυτούς ως «παρεπιδήμους», όχι μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, αλλά στις Ρωμαϊκές επαρχίες της Μικράς Ασίας. Κατόπιν, λίγο πριν μιλήση για τον ανώτερο βασιλέα και τους ηγεμόνας του, ο Πέτρος τους υπενθυμίζει την κατάστασί των ως ξένων και παρεπιδήμων και τους λέγει επομένως να τηρούν τη διαγωγή των καλή «μεταξύ των εθνών», όπου καταλαλούνται ως κακοποιοί.
8, 9. Γιατί, λοιπόν, ήταν ανάγκη να πη ο Πέτρος στους Χριστιανούς πώς να συμπεριφέρωνται, και γιατί αυτό ήταν ιδιαιτέρως κατάλληλο στον καιρό που έγραφε την επιστολή του;
8 Αυτά είναι έξω από τη Χριστιανική εκκλησία. Αναντίρρητα, λοιπόν, ο Πέτρος τοποθετεί τους Χριστιανούς, στους οποίους γράφει, έξω στον κόσμο, του οποίου αυτοί δεν αποτελούν μέρος. Γι’ αυτό, ο Πέτρος εχρειάσθη να τους πη πώς να συμπεριφέρωνται εκεί έξω σε στενή επαφή με τους πολιτικούς, θρησκευτικούς και κοινωνικούς θεσμούς του κόσμου τούτου. Από όσα είπε στην επιστολή του είναι σαφές ότι οι Χριστιανοί υφίσταντο διωγμό, είτε από τους ειδωλολάτρας είτε από τους Ιουδαίους που δεν είχαν προσηλυτισθή σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Χριστιανοί, λοιπόν, έπρεπε να προσέχουν. Αν ο Πέτρος έγραψε την επιστολή του κατά το έτος 62-64 μ.Χ., αυτό έγινε λίγο πριν από την Ιουδαϊκή επανάστασι που εξερράγη εναντίον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ιερουσαλήμ, στο έτος 66. Οι Χριστιανοί έλαβαν τη θρησκεία των μέσω των Ιουδαίων, το δε κέντρον των Χριστιανών ήταν τότε στην Ιερουσαλήμ. Γι’ αυτό, το πολύ κοινόν συνέχεε τους Χριστιανούς με τους μη προσηλύτους φυσικούς Ιουδαίους. Οι Χριστιανοί, αν εξεδήλωναν κακή διαγωγή έναντι των Ρωμαϊκών εξουσιών ακριβώς εκείνο τον καιρό, θα έδιναν περισσότερη αφορμή στους ειδωλολάτρας να τους ταυτίσουν με τους στασιαστικών φρονημάτων Ιουδαίους.
9 Επί πλέον, η πόλις της Ρώμης επρόκειτο να υποστή τους τρόμους και την ερήμωσι μιας μεγάλης πυρκαϊάς, στο έτος 64 μ.Χ,, ο δε Αυτοκράτωρ Νέρων ήθελε τη μομφή για τη συμπτωματική αυτή πυρκαϊά να την αποσείση από τον εαυτό του και να την επιρρίψη στους γενικά μισουμένους και παρεξηγημένους Χριστιανούς. Μήπως οι Χριστιανοί, που ήσαν μέσα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, θα καθιστούσαν με ανάρμοστη διαγωγή τους εαυτούς των υπόπτους ως εμπρηστάς, υπευθύνους για την πυρπόλησι της Ρώμης; Κατά Θείαν έμπνευσιν, στον κατάλληλο καιρό και πολύ προνοητικά ο Θεόπνευστος Πέτρος υπέδειξε στους Χριστιανούς πώς να συμπεριφέρονται στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κάτω από τις πολιτικές κυβερνήσεις.
10, 11. (α) Πού είναι η ‘ανθρωπίνη διάταξις’ στην οποίαν οι Χριστιανοί πρέπει να υποτάσσωνται; (β) Πώς ή από ποιόν έλαβε υπόστασι ‘πάσα ανθρωπίνη διάταξις’;
10 Σύμφωνα μ’ αυτά, στην επιστολή 1 Πέτρ. 2:13-17 η προσοχή μας στρέφεται, όχι μέσα στην εκκλησία με τους αποστόλους της, τους επισκόπους και τους διακονικούς βοηθούς, αλλά έξω από την εκκλησία σε ανθρώπους του ορατού, πραγματικού κόσμου. Γι’ αυτό ο Πέτρος μάς λέγει: «Υποτάχθητε λοιπόν εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν [κτίσιν, Κείμενον] δια τον Κύριον». (1 Πέτρ. 2:13) Εδώ ο Πέτρος δεν λέγει σε κάθε «πνευματική» ή «θεία» διάταξι, η οποία θα ήταν μια διάταξις μέσα στην οργάνωσι του Θεού, όπως είναι η πνευματική διάταξις ή κτίσις που μνημονεύεται στις επιστολές 2 Κορινθίους 5:17· Γαλάτας 6:15· Εφεσίους 2:10· 4:24· και Κολοσσαείς 3:20. «Ανθρωπίνη διάταξις» είναι εκείνη που ιδρύεται ή διευθετείται ή παράγεται από ένα ανθρώπινο άτομο ή ομάδα, όπως είναι ένας φιλόδοξος άνθρωπος ή ένα νομοθετικό σώμα όπως μια γερουσία ή μια συνέλευσις. Ο πρώτος ανθρώπινος βασιλεύς ήταν ο θεμελιωτής της πόλεως Βαβέλ ή Βαβυλώνος. Αυτός ήταν ο Νεβρώδ, ο «ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά». (Γέν. 10:8-10, ΜΝΚ) Ο Νεβρώδ, βέβαια, δεν εδημιούργησε τον εαυτό του ως ανθρώπινο πλάσμα. Αυτός εδημιούργησε ή ίδρυσε το αξίωμα του βασιλέως.
11 Μια νομοθετική συνέλευσις ή μια κρατική επιτροπή δεν δημιουργεί το άτομον που πληροί ωρισμένη κρατική θέσι. Η συνέλευσις αυτή ή επιτροπή δημιουργεί απλώς το αξίωμα ή την κρατική θέσι που πρόκειται να καταληφθή. Δεν δημιουργεί τον άνθρωπο που καταλαμβάνει αργότερα αυτή τη θέσι. Όταν ένας άνθρωπος καταλάβη αυτό το αξίωμα ή τη θέσι και λάβη τον τίτλο που ανήκει σ’ αυτή τη θέσι, τότε, ως τοιούτος, καθίσταται η δημιουργία ή κτίσις της ανθρωπίνης εκείνης συνελεύσεως ή επιτροπής· καθίσταται μια «ανθρωπίνη διάταξις». Έτσι ο Νεβρώδ, εξ αφορμής της ιδίας του ενεργείας και βοηθούμενος από τους ακολούθους του, ήταν μια «ανθρωπίνη διάταξις» ως ο πρώτος επίγειος βασιλεύς. Ομοίως και οι βασιλείς άλλων κοσμικών εθνών είναι ανθρώπινες διατάξεις λόγω της ανθρωπίνης προελεύσεως των αξιωμάτων των και του διορισμού των. Οι ηγεμόνες που στέλλονται από τέτοιους βασιλείς είναι επίσης ανθρώπινες διατάξεις.
ΕΙΤΕ ΣΕ ΒΑΣΙΛΕΑ ΕΙΤΕ ΣΕ ΗΓΕΜΟΝΑΣ
12. Χάριν τίνος υποτάσσονται, και πώς χάριν αυτού;
12 Ο Πέτρος κατονομάζει ή απαριθμεί εκείνους που εννοεί με την έκφρασι «πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν» λέγοντας περαιτέρω: «Είτε εις βασιλέα, ως υπερέχοντα, είτε εις ηγεμόνας». Τέτοιος βασιλεύς δεν σημαίνει τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, διότι ο Πέτρος ανεφέρθη ακριβώς σ’ αυτόν λέγοντας: «Υποτάχθητε . . . δια τον Κύριον». Έτσι, οι Χριστιανοί δεν κάνουν κάτι απ’ ευθείας στον Υιόν του Θεού, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, αλλά χάριν αυτού υποσάσσονται «εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν». Πώς όμως προς χάριν του; Διότι δεν θέλουν να επιφέρουν μομφή στον Κύριον Ιησούν Χριστόν. Δεν θέλουν ν’ αποδοθή μομφή στην ιδιότητα των ως ακολούθων του Χριστού με το να είναι άτακτοι και κοσμικού πνεύματος μεταξύ των εθνών. Επιθυμούν να τιμήσουν τον Κύριόν των με το να είναι νομοταγείς κάτοικοι, αποδίδοντας στον Καίσαρα τα του Καίσαρος.—Λουκ. 20:25.
13, 14. (α) Ποιόν νομίζουν μερικοί ότι σημαίνει η έκφρασις ‘βασιλεύς’; (β) Πού μια τέτοια ‘ανθρωπίνη διάταξις’ όπως ένας ‘βασιλεύς’ είναι ‘υπερέχουσα’, και σε ποιους;
13 Ο βασιλεύς, τον οποίον ο Πέτρος ανέφερε εδώ στους Χριστιανούς που ήσαν μέσα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, θεωρείται από μερικούς ότι σημαίνει τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, τον Νέρωνα σ’ εκείνο τον καιρό. Πραγματικά, μερικές σύγχρονες μεταφράσεις της Βίβλου, όπως είναι του Μόφφατ και Μία Αμερικανική Μετάφρασις, λέγουν: «τον αυτοκράτορα ως υπέρτατον»· και Η Νέα Αγγλική Γραφή (Καινή Διαθήκη): «τον κυρίαρχον ως υπέρτατον».
14 Οπωσδήποτε, ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ της Παλαιστίνης κι ο γυιός του Ηρώδης Αγρίππας Β΄, κι ο Αρέτας των Ναβαταίων, αναφέρονται ως βασιλείς. (Πράξ. 12:1· 25:13, 24· 26:1, 2· 2 Κορ. 11:32) Μια τέτοια «ανθρωπίνη διάταξις», όπως ένας βασιλεύς ή αυτοκράτωρ, δεν είναι υπερέχουσα ή υπέρτατη μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Εκεί ένας τέτοιος βασιλεύς δεν είναι υπέρτερος του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος είναι ο Ύψιστος, ή του Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι ο Κύριος και κεφαλή της εκκλησίας που είναι το σώμα του. Αλλ’ έξω στην οργάνωσι του Διαβόλου ο βασιλεύς είναι υπέρτατος τοπικώς ή ο αυτοκράτωρ είναι υπέρτατος στην αυτοκρατορία. Ενόσω, λοιπόν, οι Χριστιανοί είναι στον κόσμο, του οποίου ο Σατανάς ή Διάβολος είναι ο άρχων και θεός, πρέπει να είναι ρεαλισταί και ν’ αναγνωρίζουν αυτό το γεγονός και να ενεργούν ανάλογα. Ο βασιλεύς ή ο αυτοκράτωρ είναι ανώτερος από τους ηγεμόνας, τους οποίους αποστέλλει (Ιωάν. 13:16), αλλ’ ειδικά από τον λαόν ως υπηκόους του. Γι’ αυτό, η τιμή, που αποδίδεται στον βασιλέα ή στον αυτοκράτορα, είναι ανωτέρα από εκείνη που αποδίδεται σε ηγεμόνας.
15. Όταν τιμούμε ένα βασιλέα, ποιους πρέπει επίσης να τιμούμε, και ποιος είναι ο σκοπός του για τον οποίο τους αποστέλλει, σύμφωνα με τον Πέτρο;
15 Φυσικά, αν τιμούμε τον βασιλέα ή τον αυτοκράτορα, πρέπει να το δείξωμε αυτό τιμώντας, επίσης, τους εκπροσώπους του, τους «ηγεμόνας, ως δι’ αυτού πεμπομένους». Τώρα, όταν ο βασιλεύς αποστέλλη αυτούς τους ανθρώπους, τους ηγεμόνας αυτούς, μήπως σκοπεύει να προαγάγη το κακό, την αταξία, τη σύγχυση την ηθική παρεκτροπή, την ερήμωση και τη στασιμότητα της εργασίας; Μήπως οι ηγεμόνες στέλλονται από τον βασιλέα για ένα επιβλαβή, μοχθηρό σκόπο; Όχι! απαντά ο Πέτρος, ο οποίος λέγει: «Πεμπομένους εις εκδίκησιν μεν κακοποιών, έπαινον δε αγαθοποιών». Σύμφωνα με τους εθνικούς των νόμους ή τα ανατεθειμένα σ’ αυτούς καθήκοντα, ο Πέτρος λέγει ότι αυτός είναι ο σκοπός της αποστολής και τοποθετήσεως ηγεμόνων στον Πόντο, στην Καππαδοκία, στη Γαλατία, στην Επαρχία της Ασίας, στη Βιθυνία και αλλού.
16. Ποια ήταν η αποστολή ή το υπούργημα των κυβερνητών στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εν σχέσει με τους Χριστιανούς;
16 Αυτή η αποστολή ηγεμόνων αλήθευε ειδικά εν σχέσει με τις αυτοκρατορικές αποικίες σε απομακρυσμένα μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αλλιώς, αυτοί οι ηγεμόνες θα υποκινούσαν απλώς επανάστασι στις αποικίες. Απεστέλλοντο για να διατηρούν τον νόμο και την τάξι. Δεν απεστέλλοντο ειδικά για να καταδιώξουν τους αληθινούς Χριστιανούς ή να δράσουν εναντίον των. Βεβαίως, όμως, αν οι Χριστιανοί δεν παρήγαν τους καρπούς του αγίου πνεύματος του Θεού, αλλ’ εστρέφοντο στο να παράγουν «έργα της σαρκός» κι έκαναν έτσι τα ίδια κακά που έκαναν και οι κοσμικοί, τότε οι ηγεμόνες θα τιμωρούσαν αυτούς τους Χριστιανούς, όχι διότι είναι Χριστιανοί, αλλά διότι έγιναν κακοποιοί και άπιστα παραδείγματα Χριστιανοσύνης. Οι ηγεμόνες δεν έστρεφαν την προσοχή των αποκλειστικά στους Χριστιανούς. Επέβαλλαν ποινές σε κακοποιούς γενικά, περιλαμβανομένων και των Χριστιανών που παρήκουαν στην οδηγία του Πέτρου και εγίνοντο κακοποιοί. Φυσικά, οι ηγεμόνες ήσαν υποχρεωμένοι να δίνουν στους Χριστιανούς το ευεργέτημα μιας δίκης, όταν αυτοί εσυκοφαντούντο από εχθρούς. Η άδικη τιμωρία Χριστιανών δεν αποτελούσε τον ειδικό ή αποκλειστικό σκοπό που οι ηγεμόνες απεστέλλοντο να εξυπηρετήσουν. Οι ηγεμόνες θα μπορούσαν και να προστατεύουν ακόμη τους Χριστιανούς.
17. (α) Ήταν η αποστολή των κυβερνητών να επαινούν τη Χριστιανοσύνη; (β) Ποια είναι, λοιπόν, η ιδέα των Χριστιανών όταν ζητούν να κερδίσουν έπαινο ευνοϊκό για τη θρησκεία των;
17 Βέβαια, οι ηγεμόνες δεν απεστέλλοντο από τον βασιλέα ή από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα για να επαινέσουν τη Χριστιανοσύνη, διότι αυτοί είχαν τους δικούς των θεούς. Αλλά τα μεμονωμένα άτομα, είτε Χριστιανοί είτε όχι, ήταν δυνατόν να τύχουν επαίνου ή επιδοκιμασίας από τον ηγεμόνα για την ευταξία των, τη νομιμοφροσύνη και την ωφελιμότητα των στην κοινότητα. Η καλή διαγωγή του Χριστιανού θ’ αντανακλούσε ευνοϊκά στη θρησκεία που εξασκούσε—στη Χριστιανοσύνη. Εκφράζοντας, λοιπόν, ο ηγεμών έπαινο στον νομοταγή Χριστιανό, θα επαινούσε εμμέσως τη Χριστιανοσύνη, τη θρησκεία αυτών των «ξένων και παρεπιδήμων» στις Ρωμαϊκές επαρχίες. Οι Χριστιανοί έχουν την ορθή ιδέα, όταν επιζητούν να λάβουν έπαινον υπέρ της θρησκείας των μάλλον παρά να τους επιβληθή ποινή λόγω αδικοπραγίας. Εκείνο, που θέλουν για τους εν αγνοία καταφερομένους, είναι, όπως «εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως». (1 Πέτρ. 2:12) Επειδή οι Χριστιανοί παρεξηγούνται για τη θρησκεία τους, μπορεί να κατηγορηθούν ως κακοποιοί, παρά τα «καλά έργα» των. Αλλ’ αυτή η κακολογία των εχθρών δεν προξενεί κατ’ ανάγκην ή αναπόφευκτα την επιβολή ποινής στους πιστούς Χριστιανούς από τους ηγεμόνας του βασιλέως.
«ΟΥΤΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
18. (α) Γιατί, σύμφωνα με τον τρόπο που ο Πέτρος τοποθετεί το ζήτημα, δεν θα μπορούσε να είναι επικίνδυνο για μας το να υποτασσώμεθα έτσι στους κοσμικόφρονας;
18 Αλλά δεν προχωρούμε άρα γε πάνω σε μια επικίνδυνη βάσι, αν πούμε ότι ο Πέτρος μιλούσε για πολιτικούς βασιλείς και ηγεμόνας του παλαιού αυτού κόσμου; Πώς θα μπορούσε ένας Χριστιανός απόστολος να λέγη στους Χριστιανούς να υποτάσσονται σε κοσμικούς; Δεν είναι αυτό κινδυνώδες στη Χριστιανική πίστι και πράξι; Δεν θα ηνάγκαζε αυτό τους Χριστιανούς να υπακούουν στον βασιλέα και στους ηγεμόνας του μάλλον παρά να υπακούουν στον Θεό; Διόλου· διότι ο Πέτρος λέγει ότι αυτή η υποταγή μας είναι θέλημα του Θεού για τους Χριστιανούς, οι οποίοι πνευματικώς είναι «ξένοι και παρεπίδημοι» σ’ αυτόν τον κόσμο των βασιλέων και ηγεμόνων. Η υποταγή αυτή έχει ένα σκοπό. Ποιόν; «Διότι ούτως είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιούντες να αποστομόνητε την αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων». (1 Πέτρ. 2:15) Δεν θα ήταν θέλημα του Θεού να υπακούουν οι Χριστιανοί σε βασιλείς και ηγεμόνας μάλλον παρά στον Θεό. Οι Χριστιανοί δεν θα μπορούσαν να είναι «αγαθοποιούντες» και συγχρόνως να υπακούουν στον βασιλέα και στους ηγεμόνας του ως το σημείο του να παρακούουν στον Θεό και ν’ αμαρτάνουν κατά του Θεού. Ο Πέτρος δεν εννοούσε ότι οι Χριστιανοί, που υποτάσσονται σε βασιλείς και ηγεμόνας, πρέπει να παραβαίνουν τους νόμους του Θεού. Η παρακοή στον Θεό με την παράβασι των εντολών του δεν αποστομώνει την αγνωσία των αφρόνων ανθρώπων, που δεν θέλουν να εννοήσουν τη Χριστιανοσύνη.
19. (α) Ποιο είναι το ‘αγαθόν’, που αν το πράττουν οι Χριστιανοί κερδίζουν έπαινο; (β) Χάριν τίνος το πράττουν, και είναι η υποταγή των μια αναγκαστική υποταγή;
19 Το «καλό», λοιπόν, για το οποίον οι αγαθοεργοί λαμβάνουν έπαινον από τους ηγεμόνας, σημαίνει εκείνο που οι ηγεμόνες θεωρούν καλό και το οποίον, όμως, είναι σε αρμονία με τον νόμο του Θεού και δεν είναι εναντίον των Χριστιανικών αρχών. Τέτοιου είδους καλό, μολονότι δεν καθορίζεται αμέσως από τον λόγου του Θεού, οι Χριστιανοί μπορούν ακίνδυνα να το πράττουν. Πνευματικώς, ως λαός του Θεού είναι ένας ελεύθερος λαός. Το ότι είναι δούλοι του Θεού τούς ελευθερώνει από δουλεία σε ανθρώπους. Αλλά «δια τον Κύριον» και χάριν των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού πρέπει να κάνουν όπως έκανε κι ο απόστολος Παύλος, να γίνωνται δούλοι σε κάθε είδους ανθρώπους ή κτίσεις για να κερδίσουν τους Εθνικούς και τους Ιουδαίους με το μέρος της βασιλείας του Θεού. (1 Κορ. 9:19-23) Συνεπώς, όταν υποτάσσωνται στις ανθρώπινες διατάξεις, τις οποίες αναγνωρίζουν και στις οποίες υπακούουν οι άνθρωποι του κόσμου τούτου, οι Χριστιανοί κάνουν, επίσης, όπως είπε ο Πέτρος: «Ως ελεύθεροι, και μη ως έχοντες την ελευθερίαν επικάλυμμα της κακίας, αλλ’ ως δούλοι του Θεού». (1 Πέτρ. 2:16) Οι Χριστιανοί υποτάσσονται ελεύθερα, εκούσια, και δεν τους βλάπτει αυτό. Υποβοηθεί στο να διάγουν ησύχως.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΙΜΗ
20. Τι η Χριστιανική μας ελευθερία δεν μας δίνει το δικαίωμα να πράττωμε, και, αν το επράτταμε, τι θα ήσαν οι κυβερνήται υποχρεωμένοι να κάμουν;
20 Η σκέψις του Πέτρου πρέπει να μας είναι σαφής. Η Χριστιανική μας ελευθερία δεν μας παρέχει το δικαίωμα ν’ αγνοούμε τις πολιτικές κυβερνήσεις ή να προσπαθούμε να ζούμε σαν να μην υπήρχαν αυτές, και έτσι να τις χλευάζωμε και να τις προκαλούμε ακόμη και σε πράγματα που δεν αντιτίθενται στο θέλημα και στον νόμον του Θεού. Μια τέτοια ανευλαβής διαγωγή μόνον ανωμαλίες θα μας έφερνε, διότι είμεθα ακόμη σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο, όχι στον Θείο νέο κόσμο της δικαιοσύνης. Είναι πολύ ορθό ν’ απέχωμε από την ηθική κακία. Ακόμη κι οι πολιτικοί ηγεμόνες δεν θα μας θεωρούσαν ελευθέρους να πράξωμε κάτι ηθικώς κακό, αλλά δίκαια θα μας τιμωρούσαν ως κακοποιούς εκπληρώνοντας τα υπηρεσιακά των καθήκοντα. Πρέπει λοιπόν να μην κάνωμε κατάχρησι της εν Χριστώ ελευθερίας μας.
21. Επομένως, ποιο και μόνο πράγμα μπορούσε ο Πέτρος να εννοή αναφορικά με τη Χριστιανική υποταγή σε ανθρώπινες διατάξεις;
21 Όταν ο Πέτρος λέγη ότι η υποταγή μας είναι θέλημα του Θεού για μας και ότι αυτό θα το επράτταμε ως «δούλοι Θεού», ένα μόνο πράγμα θα μπορούσε να εννοή. Ποιό; Ότι η υποταγή μας στις ανθρώπινες διατάξεις, όπως είναι οι βασιλείς και οι ηγεμόνες του κόσμου τούτου, δεν είναι ολική, δεν είναι απεριόριστη, αλλ’ απλώς σχετική. Δεν μας καθιστά ταπεινωμένους δούλους των. Παραμένομε δούλοι του Θεού, υπακούοντας σ’ Αυτόν ως τον μόνον Διδάσκαλόν μας και μένομε έτσι απηλλαγμένοι από άλλους διδασκάλους. Μολονότι υποτασσόμεθα, ποτέ δεν λησμονούμε ότι δουλεύομε στον Θεό, όχι στους πολιτικούς βασιλείς, αυτοκράτορας ή ηγεμόνας.
22. Η υποταγή μας πρέπει να μη γίνεται με ποια διάθεσι προς τις ανθρώπινες διατάξεις;
22 Όταν υποτασσώμεθα έτσι εθελουσίως και σωφρόνως, δεν πρέπει να το πράττωμε αυτό με καταφρόνησι στις διατάξεις απλώς διότι είναι ανθρώπινες και είναι μέρος ενός καταδικασμένου κόσμου. Ο Πέτρος μάς λέγει την κατάλληλη στάσι, που πρέπει να λάβωμε απέναντι των, λέγοντας: «Πάντας τιμήσατε· την αδελφότητα αγαπάτε· τον Θεόν φοβείσθε· τον βασιλέα τιμάτε».—1 Πέτρ. 2:17.
23, 24. (α) Τι κάνει την τιμή που οι Χριστιανοί αποδίδουν σε μέλη της εκκλησίας διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται εις «πάντας» τους έξω; (β) Γιατί πρέπει να τιμούμε «πάντας» τους έξω, και σε ποιο βαθμό;
23 Η τιμή, που αποδίδουν οι Χριστιανοί σε όλα τα άτομα μέσα στην εκκλησία, είναι, φυσικά, διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται σε όλους τους έξω ανθρώπους. Παρόμοια, ακριβώς, πρέπει ν’ αποδίδωμε τιμή σε όλους τους ανθρώπους που είναι σε υπεύθυνες πολιτικές θέσεις έξω από την εκκλησία. Είναι τυπική τιμή. Αλλά για την ‘αγάπη της αδελφότητος’, οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποδίδουν περισσότερο από απλή τυπική τιμή· πρέπει να έχουν αγάπη, την αδελφική αγάπη που αποδεικνύει ότι είναι μαθηταί του Χριστού. (Ιωάν. 13:34, 35) Ως προς την απόδοσι τιμής, το εδάφιο Ρωμαίους 12:10 λέγει στην εκκλησία: «Γίνεσθε προς αλλήλους φιλόστοργοι δια της φιλαδελφίας, προλαμβάνοντες να τιμάτε αλλήλους», μη επιζητώντας έτσι τιμές από τους αδελφούς μας.
24 Εν τούτοις, δεν μπορούμε ν’ αγνοούμε τους κοσμικούς ανθρώπους που είναι σε υψηλές θέσεις έξω από την εκκλησία. Πρέπει δεόντως να τους τιμούμε ανάλογα με τη θέσι που κατέχουν ως εκπρόσωποι των υπηκόων των, των λαών των. Δεν πρέπει, βέβαια, να τους «επευφημούμε» ή να τους ειδωλοποιούμε, να τους κάνωμε θεούς. Η τιμή που τους αποδίδομε είναι μόνο σχετική· την αποδίδομε ενώ κάνομε ταυτόχρονα όπως λέγει ο Πέτρος: «Τον Θεόν φοβείσθε», τον αληθινό Θεό Ιεχωβά. Η τωρινή υποχρέωσίς μας είναι τεταγμένη κάτω από τον φόβον μας προς τον Θεό: «Τον βασιλέα τιμάτε», κι επομένως και τους ηγεμόνας που στέλλονται απ’ αυτόν για να κυβερνούν καλά.
ΔΟΥΛΟΙ ΚΑΙ ΣΥΖΥΓΟΙ
25, 26. (α) Πώς γίνεται σαφέστερο ότι ο Πέτρος εννοεί σχετική υποταγή στις ανθρώπινες διατάξεις; (β) Τι λέγει ο Πέτρος για τους οικιακούς υπηρέτας;
25 Καθόσον προχωρούμε στην ανάγνωσι της πρώτης επιστολής του Πέτρου, καθίσταται ολοένα σαφέστερον ότι η υποταγή των Χριστιανών «εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν» πρέπει να είναι μόνο σχετική, περιωρισμένη σε ορισμένη σφαίρα. Πώς αυτό; Διότι ο Πέτρος ομιλεί και για άλλες περιπτώσεις, επίσης, που οι Χριστιανοί μπορεί να οφείλουν να είναι υποτεταγμένοι σε άλλους. Σε ποιες περιπτώσεις; Σε περιπτώσεις δούλων και γυναικών συζύγων. Δεν μπορούμε παρά να γεννηθούμε κάτω από διάφορες μορφές πολιτικών κυβερνήσεων του κόσμου τούτου, αλλά το να είμεθα δούλοι και σύζυγοι μπορεί κατά πολύ να εξαρτάται από ό,τι εμείς οι ίδιοι αποφασίζομε να πράξωμε. Ο Πέτρος λέγει:
26 «Οι οικέται, υποτάσσεσθε εν παντί φόβω εις τους κυρίους σας, ου μόνον εις τους αγαθούς και επιεικείς, αλλά και εις τους διεστραμμένους· διότι τούτο είναι χάρις [σε ποιόν;], το να υποφέρη τις λύπας δια την εις τον Θεόν συνείδησιν, πάσχων αδίκως. Διότι ποία δόξα είναι, εάν αμαρτάνοντες και ραπιζόμενοι υπομένητε; εάν όμως αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομένητε, τούτο είναι χάρις παρά τω Θεώ.»—1 Πέτρ. 2:18-20.
27. (α) Πώς αυτό δείχνει ότι η υποταγή των υπηρετών είναι μόνο σχετική; (β) Τα παθήματα που επέρχονται στους υπηρέτας πρέπει να είναι μόνο εξαιτίας τίνος, και πώς πρέπει να τα υποφέρουν οι Χριστιανοί υπηρέται;
27 Επειδή οι οικιακοί υπηρέται ή δούλοι εξακολουθούν να κατευθύνονται από τις Χριστιανικές συνειδήσεις των, η υποταγή των στους ιδιοκτήτας των δεν μπορεί να είναι περισσότερο από σχετική υποταγή. Αυτό πρέπει να γίνεται ειδικά σε μη Χριστιανούς ιδιοκτήτας, που δεν είναι καλοί ή λογικοί, αλλά είναι διεστραμμένοι. Οι Χριστιανοί υπηρέται ή δούλοι, παρ’ ότι κάνουν το καλύτερο που μπορούν σύμφωνα με τη συνείδησί τους, μπορεί να τυγχάνουν κακής μεταχειρίσεως από τέτοιου είδους ιδιοκτήτας. Επίσης, επειδή οι Χριστιανικές των συνειδήσεις μπορεί να μην τους επιτρέπουν να πράττουν τα ηθικώς κακά ή άνομα πράγματα, που δυνατόν ν’ απαιτούν αυτοί οι ιδιοκτήται, οι υπηρέται ή δούλοι μπορεί να υφίστανται άδικη τιμωρία. Αλλ’ αυτά είναι παθήματα «δια την εις τον Θεόν συνείδησιν». Μολονότι τα παθήματα είναι άδικα, ο Χριστιανός υπηρέτης ή δούλος πρέπει να τα δεχθή. Δεν πρέπει να δραπετεύση ή ν’ ανταγωνισθή στασιάζοντας. Πρέπει να τα υπομείνη με κατάλληλη υποταγή του εαυτού του στον ιδιοκτήτη του. Όταν κάνη έτσι, «είναι χάρις παρά τω Θεώ». Δεν αντανακλά δυσμενώς στη Χριστιανοσύνη στην οποίαν εμμένει ο δούλος.
28, 29. (α) Ανάμεσα σε τέτοια παθήματα τι έχει ένας Χριστιανός υπηρέτης για παρηγοριά και καθοδηγία του; (β) Πώς περιγράφει ο Πέτρος αυτή την παραδειγματική διαγωγή;
28 Μέσα σ’ αυτή την άδικη κακοπάθεια στα χέρια διεστραμμένων ιδιοκτητών, ο Χριστιανός υπηρέτης ή δούλος έχει ν’ ακολουθήση ένα υπόδειγμα. Απ’ αυτό το υπόδειγμα μπορεί ν’ αποκομίση μεγάλη παρηγοριά. Είναι ένα υπόδειγμα που παρέχεται από κάποιον μεγαλύτερον από τον εαυτό του, ναι, από τον Κύριον και Διδάσκαλόν του, τον Ιησού Χριστό. Παρατηρήστε πώς ο Πέτρος παρηγορεί τους δεινοπαθούντας Χριστιανούς δούλους, αναφερόμενος σ’ αυτό το τέλειο υπόδειγμα, όπως λέγει ο Πέτρος:
29 «Διότι εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού· όστις “αμαρτίαν δεν έκαμεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού.” Όστις λοιδορούμενος δεν αντελοιδόρει, πάσχων δεν ηπείλει, αλλά παρέδιδεν εαυτόν εις τον κρίνοντα δικαίως· όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, δια να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη αποθανόντες κατά τας αμαρτίας. “Με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε.” Διότι υπήρχετε ως πρόβατα πλανώμενα· αλλά τώρα επεστράφητε εις τον ποιμένα και επίσκοπον των ψυχών σας».—1 Πέτρ. 2:21-25.
30. Σχετικά με αυτά το παράδειγμα, ποιο είναι το κύριο σημείο που πρέπει να επισημάνωμε, και γιατί αυτό είναι σπουδαίο;
30 Εφόσον ο Αρχηγός της Χριστιανοσύνης υπέφερε έτσι άδικα, οι μαθηταί του δεν θα μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα διέφευγαν τέτοια άδικα παθήματα. Αλλά το κύριο σημείο που πρέπει να σημειωθή είναι ότι ο Αρχηγός μας τα υπέφερε αυτά χωρίς παράπονα. Για να τον μιμηθούμε, πρέπει κι εμείς να κάμωμε το ίδιο, είτε ως δούλοι είτε όχι. Όπως και στην περίπτωσι του Ιησού Χριστού, αυτά τα άδικα παθήματα χωρίς παράπονα, απειλές ή λοιδορίες συντελούν προς το καλό, και για τους άλλους ακόμη. Μόνο το να υπομένωμε στα άδικα, χωρίς αίτια παθήματα «είναι χάρις παρά τω Θεώ».
31, 32. (α) Σε ποιες έπειτα ο Πέτρος στρέφεται με συμβουλή, και γιατί; (β) Τι ο Πέτρος τις συμβουλεύει να κάμουν;
31 Ο Πέτρος, αφού ενθαρρύνει και παρηγορεί τους Χριστιανούς δούλους που υποφέρουν άδικα «δια την εις τον Θεόν συνείδησιν», στρέφεται κατόπιν σε άλλους, που έπρεπε να υποτάσσονται ακόμη και σε περιπτώσεις αδίκου κακομεταχειρίσεως. Πρόκειται για τις Χριστιανές συζύγους που ενυμφεύθησαν μη Χριστιανούς συζύγους, οι οποίοι δεν υπήκουαν στον λόγον του Θεού. Κατά κάποιον τρόπον, όμοια με τους δούλους, οι γυναίκες σύζυγοι είναι ιδιοκτησία κυρίων, δηλαδή, των συζύγων των, τους οποίους οι Ιουδαίοι και σήμερα ακόμη αποκαλούν «Βααλείμ» ή Κυρίους. (Ωσηέ 2:16· Έξοδ. 21:22· Δευτ. 22:22, 24· Παροιμ. 31:11, 23, 28) Ο απόστολος Πέτρος, αντί να συμβουλεύση τις Χριστιανές συζύγους να χωρισθούν ή διαζευχθούν τους απίστους, μη αφιερωμένους συζύγους, ανατρέχει στην περίπτωσι των δούλων και λέγει:
32 «Ομοίως αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τίνες απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου δια της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας. Των οποίων ο στολισμός ας ήναι ουχί ο εξωτερικός, ο του πλέγματος των τριχών και της περιθέσεως των χρυσίων, ή της ενδύσεως των ιματίων, αλλ’ ο κρυπτός άνθρωπος της καρδίας κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος, το οποίον ενώπιον του Θεού είναι πολύτιμον. Διότι ούτω ποτέ και αι άγιαι γυναίκες, αι ελπίζουσαι επί τον Θεόν, εστόλιζον εαυτάς υποτασσόμεναι εις τους άνδρας αυτών. Καθώς η Σάρρα υπήκουσεν εις τον Αβραάμ, καλούσα αυτόν κύριον· της οποίας σεις εγεννήθητε τέκνα, αγαθοποιούσαι και μη φοβούμεναι μηδεμίαν πτόησιν.»—1 Πέτρ. 3:1-6.
33, 34. (α) Τι είδους είναι αυτή η συζυγική υποταγή, και ποιο καλό αποτέλεσμα είναι δυνατό απ’ αυτήν; (β) Ποιες γυναίκες υποδεικνύει ο Πέτρος ως παραδείγματα για τις Χριστιανές συζύγους, και σαν ποια ιδιαιτέρως πρέπει αυτές να στολίζωνται;
33 Όπως στην περίπτωσι των Χριστιανών δούλων, και οι Χριστιανές σύζυγοι δεν αποδίδουν πλήρη υποταγή στους κυρίους των, ανεξάρτητα από τον Θεό ή τη Χριστιανική συνείδησι. Η υποταγή της συζύγου, επίσης, είναι απλώς σχετική και πρέπει να σταθμίζεται με φόβον Θεού και μ’ ευσυνείδητο σεβασμό για τον λόγον του Θεού. Αν αυτή άφηνε τον άπιστο σύζυγό της και δεν υπετάσσετο σ’ αυτόν με τέτοιον τρόπο ώστε να ευαρεστή τον Θεό, πώς θα μπορούσε ως σύζυγος να κερδίση τον σύζυγό της προς τη Χριστιανοσύνη χωρίς κανένα προφορικό λόγο παρά με την πιστή Χριστιανική διαγωγή της; Δεν θα μπορούσε να το κάμη αυτό. Ως παραδείγματα συζυγικής υποταγής ο Πέτρος υποδεικνύει, όχι τις χωρισμένες ή τις κοσμικές γυναίκες που απαιτούν «δικαιώματα γυναικών» και ισότητα με τους άνδρες, αλλά τις ‘άγιες γυναίκες’ των αρχαίων χρόνων που ήλπιζαν στον Θεό.
34 Ο Πέτρος είπε στις συζύγους να ενεργούν ως τέκνα της Σάρρας, διδαγμένες από τη Σάρρα το πώς να ενεργούν ως σύζυγοι. Η Σάρρα ανεγνώριζε τον Αβραάμ ως τον συζυγικόν της κύριον. Υπήκουσε σ’ αυτόν ακόμη και όταν της εζήτησε να του προστατεύση τη ζωή με κίνδυνο της δικής της ελευθερίας και ασφαλείας. (Γεν. 12:14-20· 20:1-14) Υποτασσόμενη έτσι στον σύζυγο της η Σάρρα αντημείφθη με το να παίξη ένα σπουδαίο ρόλο για την αιώνια σωτηρία του εαυτού της και της υπολοίπου ανθρωπίνης οικογενείας. Έγινε μητέρα του Ισαάκ, κι έτσι μια πρόγονος του Κυρίου Ιησού Χριστού. Ομοίως μια Χριστιανή σύζυγος μπορεί να υποτάσσεται στον σύζυγό της και να το πράττη αυτό μ’ ελπίδα στον Θεό, στου οποίου τα όμματα στολίζεται με το ‘πράον και ησύχιον πνεύμα’ προς τον σύζυγό της. Αυτό μπορεί να συντελέση όχι μόνο στη δική της σωτηρία, αλλά και του συζύγου της και άλλων.
35, 36. Στη διάρκεια της υπάρξεως αυτού του κόσμου, σε τι είμεθα όλοι υποχρεωμένοι να υποτασσώμεθα, και σε ποιο βαθμό; (β) Πώς αυτό είναι προστασία και πλεονέκτημα;
35 Εμείς, που είμεθα Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν είμεθα όλοι ανθρώπινοι δούλοι ή γυναίκες σύζυγοι, δεσμευμένοι έτσι ν’ αποδίδωμε υποταγή σ’ αυτές τις σφαίρες. Ενόσω, όμως, είμεθα σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο κατ’ ανοχήν του Θεού, βρισκόμαστε κάτω από πολιτικές κυβερνήσεις. Εφόσον ο Θεός αφήνει αυτές τις εξουσίες να εξακολουθούν να υπάρχουν, είμεθα υποχρεωμένοι «δια τον Κύριον» και σύμφωνα με το «θέλημα του Θεού», να υποτάσσωμεθα «εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν». Ούτε ο Πέτρος ούτε ο Παύλος μάς αφήνουν σε καμμιά αμφιβολία για το ότι η υποταγή μας αυτή σ’ αυτούς τους παρόντας κοσμικούς πολιτικούς θεσμούς είναι σχετική μόνο, υποκείμενη πάντοτε σε μια Χριστιανική συνείδησι εκπαιδευμένη με τον λόγον του Θεού. Όταν αποδίδωμε αυτή τη σχετική υποταγή, αποφεύγομε το να διεγείρωμε σε αγανάκτησι τους ανθρώπους, που υπόκεινται στους βασιλείς, αυτοκράτορας και ηγεμόνας, λόγω παραλείψεώς μας να δείξωμε την οφειλόμενη τιμή στους άρχοντας των.
36 Όχι μόνο θα ευαρεστήση αυτούς τους ανθρώπους η σχετική μας υποταγή, αλλ’ ειδικά θα ευαρεστήση τον Θεό. Θ’ αποτελέση μια προφύλαξι για μας από το να μετέχωμε σε πολιτικές συνωμοσίες ή στασιασμούς εναντίον των αρμοδίων αρχών, ακόμη και όταν διωκώμεθα επειδή είμεθα Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτό θ’ αφοπλίση και τους εχθρούς της βασιλείας του Θεού που μας κατηγορούν επειδή κηρύττομε, διότι δεν θα έχουν διαπιστώσει κάποιο πραγματικό σφάλμα ή οποιαδήποτε απόδειξι εναντίον μας, εκτός από ό,τι αφορά τον νόμον του Θεού μας.
37. Τι, λοιπόν, θα βρεθούμε όλοι να πράττωμε τώρα παντού, και πού η υποταγή μας σε κυβέρνησι θα είναι ολική σε όλη τη γη;
37 Οπουδήποτε και αν ζούμε, κάτω από οποιαδήποτε μορφή ανθρωπίνης κυβερνήσεως και αν ζούμε, πάντοτε θα βρισκώμαστε να πράττωμε το καλό και να δοξάζωμε τον Θεό. Στον νέο του κόσμο της δικαιοσύνης μετά τον παγκόσμιο πόλεμο της μεγάλης ημέρας του Θεού, θα έχομε τη τιμή και τη χαρά να υποτάσσωμεθα ολοκληρωτικά στη μόνη κυβέρνησι που θ’ ασκή τότε πλήρη έλεγχο επάνω στη γη, στην κυβέρνησι της βασιλείας του Θεού δια του Κυρίου μας και Σωτήρος Ιησού Χριστού.
[Υποσημειώσεις]
-
-
Υποταγή στις «Υπερέχουσες Εξουσίες»—Γιατί;Η Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Υποταγή στις «Υπερέχουσες Εξουσίες»—Γιατί;
«Πάσα ψυχή εξουσίαις υπερεχούσας υποτασσέσθω· ου γαρ εστιν εξουσία ει μη υπό Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι υπό του Θεού τεταγμέναι εισίν.—Ρωμ. 13:1, Κείμενον.
1. Πώς η υποταγή του Ιωσήφ και της Μαρίας στις πολιτικές εξουσίες του κόσμου έφερε αποτέλεσμα σε αρμονία με το θέλημα και την προφητεία του Θεού;
ΣΤΟ έτος 2 π.Χ. ο Ιωσήφ ο γυιός του Ιακώβ και η «εν γαστρί έχουσα» σύζυγός του Μαρία, θυγάτηρ του Ηλί, υπετάχθησαν στο διάταγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορος Καίσαρος Αυγούστου. Απεγράφησαν στη γενέτειρα πόλι των στην Ιουδαία. Έτσι συνέβη και ο υιός της, Ιησούς Χριστός, εγεννήθη στη Βηθλεέμ. Αυτό έγινε σύμφωνα με το θέλημα του ουρανίου Πατρός του Ιησού, του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος είχε προείπει την εκεί γέννησι του Υιού του δια του προφήτου Μιχαία πριν από επτά αιώνες. (Μιχ. 5:2· Ματθ. 1:1, 16, 18· Λουκ. 2:1-7· 3:23) Η υποταγή, λοιπόν, στις πολιτικές εξουσίες εν σχέσει με τούτο δεν αντέκειτο στο θέλημα και τον σκοπό του Θεού, μολονότι οι Ιουδαίοι της Παλαιστίνης υπήγοντο ακόμη στις Δέκα Εντολές και στους άλλους νόμους, που τους είχε δώσει ο Ιεχωβά Θεός μέσω του προφήτου του Μωυσέως.
2. Μεταξύ ποίων δύο σειρών νόμων έπρεπε οι Ιουδαίοι να κάμουν μια προσαρμογή, και ποιόν τέλειον κανόνα για τούτο τους εξέθεσε ο Ιησούς;
2 Επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν κάτω από τον ανώτερο νόμο του Θεού, έπρεπε να συμμορφώνωνται με τον νόμο της αυτοκρατορικής κυβερνήσεως που κυβερνούσε τότε τη χώρα του Ιούδα και τη Γαλιλαία, τηρώντας την τάξι και εισπράττοντας φόρους. Ο τέλειος κανών γι’ αυτή τη συμμόρφωσι ελέχθη από τον Ιησού Χριστό σ’ ένα όμιλο Ιουδαίων, από τους οποίους μερικοί ήσαν υπέρ της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και άλλοι εναντίον της. Ο Ιησούς τους είπε: «Απόδοτε λοιπόν τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα, και τα του Θεού εις τον Θεόν.» (Ματθ. 22:15-22) Ούτε οι υπέρ της Αυτοκρατορίας Ιουδαίοι ούτε οι κατ’ αυτής μπορούσαν να εύρουν σφάλμα σ’ αυτόν τον κανόνα.
3. Γιατί οι Χριστιανοί πρέπει ακόμη να υπακούουν σ’ αυτόν τον τέλειον κανόνα παρά το ό,τι επεσήμανε το έτος 1914;
3 Οι Καίσαρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας απωλέσθησαν μαζί με την αυτοκρατορία εκείνη πριν από πολύν καιρό, αλλ’ αυτό που αντεπροσωπεύετο από τον Καίσαρα στα λόγια εκείνα που ελέχθησαν από τον Ιησού πριν από δεκαεννέα αιώνες, παραμένει ακόμη—όχι ακριβώς ο «ιμπεριαλισμός» και η αποικιοκρατία, αλλά η πολιτική κυβέρνησις του κόσμου τούτου. Αυτό ισχύει ακόμη και μετά το έτος 1914 μ.Χ., οπότε οι Καιροί των Εθνών έληξαν, ακριβώς όπως ο Ιησούς προείπε στην προφητεία του για το τέλος του παρόντος κοσμικού συστήματος πραγμάτων. (Λουκ. 21:5-7, 24) Συνεπώς, ο κατευθυντήριος κανών, όπως εξετέθη από τον Ιησούν, πρέπει και σήμερα ακόμη να τυγχάνη σεβασμού και υπακοής, ιδιαίτερα από τους αφιερωμένους, βαπτισμένους Χριστιανούς όπως είναι οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Όχι μόνο τα έθνη υπάρχουν ακόμη, αλλά και ο Θεός επίσης υπάρχει, και όλα τα έθνη της γης κρίνονται ενώπιον του από το έτος 1914. Τα άτομα, που είναι «προβατοειδή» ως προς τη διάθεσί τους απέναντι του Θεού, θ’ ακολουθήσουν τον κανόνα του ν’ αποδίδουν στον Καίσαρα μόνον τα του Καίσαρος, αλλά στον Θεό όλα τα του Θεού. Ο Παύλος και ο Πέτρος, ως Χριστιανοί απόστολοι, ενέμεναν σ’ αυτόν τον κανόνα κι έγραψαν προς υποστήριξίν του.—Ματθ. 25:31-40.
4. (α) Πότε και σε ποιους έγραψε ο Παύλος γι’ αυτό το αμφισβητούμενο σημείο, και επομένως αναφορικά με ποιους άρχοντας; (β) Κατενόησαν τον Παύλο οι λήπται της επιστολής του, και τι θα πούμε για τους Χριστιανούς σήμερα;
4 Κατά το έτος 56 ο Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία, που ήταν στην ίδια την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο της επιστολής του επραγματεύθη ειδικά το υπό αμφισβήτησιν αυτό σημείο. Αυτό έγινε διακόσια και πλέον χρόνια πριν από την εμφάνισι του «Χριστιανικού» λεγομένου «κόσμου» (στον τέταρτον αιώνα). Ο Παύλος έγραφε ενώ ευρίσκετο ανάμεσα στην ειδωλολατρική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, προτού υπάρξουν οι λεγόμενοι Χριστιανοί βασιλείς που ισχυρίζοντο ότι άρχουν με θείον δικαίωμα και «ελέω Θεού.» Ο Παύλος λοιπόν έγραφε στους Χριστιανούς της Ρώμης, όχι για τους πολιτικούς άρχοντας του «Χριστιανικού κόσμου», αλλά για ειδωλολατρικούς άρχοντας όπως ο Καίσαρ και οι ηγεμόνες του και βασιλείς τών επί μέρους εθνών. Στη Ρώμη ιδιαίτερα οι Χριστιανοί έπρεπε να είναι σαφείς σ’ αυτό το ερώτημα: Οι κοσμικοί άρχοντες δεν είναι Χριστιανοί και δεν είναι αφιερωμένοι στον Ιεχωβά Θεό, και όμως, οφείλουν μήπως οι Χριστιανοί κάτι στους υπάρχοντας αυτούς άρχοντας που έχουν τη διακυβέρνησι της χώρας, ακόμη και της γης της Παλαιστίνης και της πόλεως Ιερουσαλήμ; Χάριν της Χριστιανοσύνης η Εκκλησία της Ρώμης έπρεπε να είναι σαφής στο αντιλεγόμενον αυτό ζήτημα και να ενεργή με διαφωτισμένη τη συνείδησί της. Ο Παύλος στην επιστολή του προς αυτούς επραγματεύθη με περίσκεψι το ζήτημα. Βεβαίως εξεφράσθη σαφώς κι εκείνοι ενόησαν αυτά που έγραψε. Κι εν τούτοις σήμερα, ύστερ’ από δεκαεννέα αιώνες, υφίσταται αντιλογία σ’ αυτό που ενοούσε ο Παύλος, όπως προσφάτως εφέρθη υπό την προσοχήν του κόσμου από ένα θρησκευτικό συμβάν στη διηρεμένη Γερμανία.a
5, 6. (α) Προς όφελος ποίων έγραψε ο Παύλος το Ρωμαίους 13:1-7, αλλά ποιο ερώτημα εγείρεται σχετικώς; (β) Τι θα μας βοηθήση να λάβωμε την ορθή απάντησι στην ερώτησι, και συνεπώς τι κάνομε τώρα;
5 Ο Παύλος έγραφε «προς πάντας τους όντας εν Ρώμη, αγαπητούς του Θεού, προσκεκλημένους αγίους,» και συνεπώς έγραφε προς όφελος της Χριστιανικής εκκλησίας. (Ρωμ. 1:7) Αλλά τα όσα εξετάζει σ’ αυτή την επιστολή δεν είναι όλα ζητήματα εσωτερικά της εκκλησίας. Το μέγα ερώτημα σήμερα είναι, Τα όσα έγραψε ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, κεφάλαιον δέκατον τρίτον, εδάφια 1 έως 7, ανάγονται σε ζητήματα εσωτερικά της εκκλησίας ή εξωτερικά; Εν πρώτοις, τα εδάφια, που οδηγούν ως το δέκατο τρίτο κεφάλαιο, θα μας βοηθήσουν να το εξακριβώσωμε αυτό. Πρέπει να ενθυμούμεθα ότι ο Παύλος δεν διήρεσε την επιστολή του σε εδάφια και κεφάλαια· την έγραψε ως επιστολή, όχι σαν ένα σύγχρονο βιβλίο ή συγχρόνου τύπου Γραφή. Δεν έχομε απόδειξι ότι εξεχώρισε αυτό, που είναι τώρα κεφάλαιο 13:1-7, από ό,τι προηγείται. Για να έχωμε, λοιπόν, τα εισαγωγικά συμφραζόμενα, ας αναγνώσωμε, χωρίς διακοπή, από αυτό που είναι τώρα κεφάλαιον 12:17 ως το κεφάλαιον 13:7, ως εξής:
6 «Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού· προνοείτε τα καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων. Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών, ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων. Μη εκδικήτε εαυτούς, αγαπητοί· αλλά δοτέ τόπον τη οργή· διότι είναι γεγραμμένον, “Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις· εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέγει Κύριος [Ιεχωβά, ΜΝΚ].” Εάν λοιπόν πεινά ο εχθρός σου, τρέφε αυτόν· εάν διψά, πότιζε αυτόν διότι πράττων τούτο, θέλεις σωρεύσει άνθρακας πυρός επί την κεφαλήν αυτού. Μη νικάσαι υπό του κακού, αλλά νίκα δια του αγαθού το κακόν. Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας [υπερεχούσας, Κείμενον] εξουσίας· διότι δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι. Ώστε ο εναντιούμενος εις την εξουσίαν, εναντιούται εις την διαταγήν του Θεού· οι δε εναντιούμενοι θέλουσι λάβει εις εαυτούς καταδίκην. Διότι οι άρχοντες δεν είναι φόβος των αγαθών έργων, αλλά των κακών, θέλεις δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν; πράττε το καλόν, και θέλεις έχει έπαινον παρ’ αυτής· επειδή ο άρχων είναι του Θεού υπηρέτης εις σε προς το καλόν. Εάν όμως πράττης το κακόν, φοβού· διότι δεν φορεί ματαίως την μάχαιραν· επειδή του Θεού υπηρέτης είναι, εκδικητής δια να εκτελή την οργήν κατά του πράττοντος το κακόν. Δια τούτο είναι ανάγκη να υποτάσσησθε, ουχί μόνον δια την οργήν, αλλά και δια την συνείδησιν. Επειδή δια τούτο πληρώνετε και φόρους· διότι υπηρέται του Θεού είναι, εις αυτό τούτο ενασχολούμενοι. Απόδοτε λοιπόν εις πάντας τα οφειλόμενα· εις όντινα οφείλετε τον φόρον, τον φόρον· εις όντινα τον δασμόν, τον δασμόν· εις όντινα τον φόβον, τον φόβον· εις όντινα την τιμήν, την τιμήν.»
7. Σύμφωνα με την εισαγωγική πλοκή, πού έχουν, λογικά, την τοποθέτησί τους οι ‘ανώτερες εξουσίες’;
7 Από την ανάγνωσι των ανωτέρω καταφαίνεται ότι στα τελευταία πέντε εδάφια του δωδεκάτου κεφαλαίου ο Παύλος λέγει στους αγίους του Θεού πώς να διάγουν μεταξύ ανθρώπων που είναι έξω από τη Χριστιανική εκκλησία, «πάντων», περιλαμβανομένου κι ενός εχθρού ακόμη, ο οποίος κάνει κακό στους Χριστιανούς, συνεπώς ενός ατόμου που βρίσκεται έξω από την εκκλησία, όχι μέσα. Κατόπιν, ευθύς αμέσως, ο Παύλος μεταβαίνει στην εξέτασι του θέματος περί «υπερεχουσών εξουσιών», κι έτσι συγκεντρώνει το βλέμμα του, όχι σε ό,τι είναι μέσα στην εκκλησία, αλλά σε ό,τι είναι έξω απ’ αυτήν. Επομένως, οι «υπερέχουσες εξουσίες» έχουν το πλαισίωμά τους λογικά στον κόσμο που είναι έξω από την εκκλησία.b Δεν μπορούμε, βέβαια, να κλείσωμε τα μάτια μας στο γεγονός ότι υπάρχουν εξουσίες έξω από τη Χριστιανική εκκλησία.
8. (α) Σε ποια γλώσσα έγραψε ο Παύλος την προς Ρωμαίους επιστολή, και σε ποιους εφηρμόζετο επίσης η λέξις «εξουσία»; (β) Πώς εχρησιμοποιήθη η λέξις αυτή από τον Σατανά ή Διάβολο και από ένα Ρωμαίο εκατόνταρχο στην Καπερναούμ;
8 Μολονότι η εκκλησία ήταν στη Ρώμη, ο Παύλος έγραψε σ’ αυτήν Ελληνιστί, όχι Λατινιστί. Η Ελληνική λέξις που εχρησιμοποίησε ο Παύλος ήταν εξουσία. Οι αναγνώσται της αρχαίας Ελληνικής μεταφράσεως των Εβραϊκών Γραφών των Εβδομήκοντα εγνώριζαν καλά αυτή τη λέξι εξουσία ως αναφερόμενη στις ειδωλολατρικές εξουσίες ή κυριαρχίες. (Βλέπε Δανιήλ 7:6, 14, 17· 11:5) Ακόμη και ο Σατανάς ή Διάβολος διεκδικούσε εξουσία. Όταν προσεπάθησε να πειράση τον Ιησού Χριστό με παγκόσμια διακυβέρνησι και κυριαρχία, είπε στον Ιησούν: «Εις σε θέλω δώσει άπασαν την εξουσίαν ταύτην και την δόξαν αυτών· διότι εις εμέ είναι παραδεδομένη, και εις όντινα θέλω, δίδω αυτήν.» Αλλ’ ο Ιησούς ηρνήθη να κάμη διαπραγματεύσεις με τον πρώτιστον εχθρόν του Θεού για κοσμική εξουσία. (Λουκ. 4:6-8) Αργότερα, ένας Ρωμαίος εκατόνταρχος στην Καπερναούμ, όταν εκλιπαρούσε τον Ιησούν να θεραπεύση τον δούλον του, εχρησιμοποίησε λέξεις που βρίσκονται στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1 και είπε: «Μόνον ειπέ λόγον, και θέλει ιατρευθή ο δούλος μου. Διότι και εγώ είμαι άνθρωπος υπό εξουσίαν, έχων υπ’ εμαυτόν στρατιώτας· και λέγω προς τούτον, Ύπαγε, και υπάγει.»—Ματθ. 8:5-9· Λουκ. 7:8.
ΚΟΣΜΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ
9. Ποια χρήσι έκαμαν ο Ιησούς και οι εχθροί του αυτής της λέξεως ως αναφερομένης στις κοσμικές εξουσίες;
9 Όταν ο Ιησούς προειδοποιούσε τους μαθητάς του περί διωγμών από τους εχθρούς της Χριστιανοσύνης, είπε: «Όταν δε σας φέρωσιν εις τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς, ή τι να απολογηθήτε, ή τι να είπητε.» (Λουκ. 12:11) Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται έστειλαν ανθρώπους, που ισχυρίζοντο ότι είναι δίκαιοι, να μιλήσουν στον Ιησούν, «επί σκοπώ να πιάσωσιν αυτόν από λόγου, δια να προδώσωσιν αυτόν εις την αρχήν και εις την εξουσίαν του ηγεμόνος», λέγει το εδάφιο Λουκάς 20:20. Όταν ο Ιησούς παρεδόθη για να τον συλλάβουν στον κήπο της Γεθσημανή, είπε στους εχθρούς του: «Αύτη είναι η ώρα σας, και η εξουσία του σκότους.» (Λουκ. 22:53· Κολ. 1:13) Τι έκαμε τον Ιησούν ο Κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος; «Μαθών ότι είναι εκ της επικρατείας [εξουσίας, Κείμενον] του Ηρώδου, έπεμψεν αυτόν προς τον Ηρώδην.» (Λουκ. 23:7) Σύμφωνα με την εξουσία αυτή των κοσμικών κυβερνητών, ο Ιησούς είχε πει προηγουμένως στους αποστόλους του: «Οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτά· και οι εξουσιάζοντες αυτά ονομάζονται ευεργέται. Σεις όμως ουχί ούτως.» (Λουκ. 22:25, 26) Το δε τελευταίο βιβλίο της Γραφής, που προλέγει γεγονότα της εποχής μας, ομιλεί για δέκα συμβολικούς βασιλείς και λέγει: «Μίαν ώραν λαμβάνουσιν εξουσίαν ως βασιλείς μετά του θηρίου. Ούτοι έχουσι μίαν γνώμην, και θέλουσι παραδώσει εις το θηρίον την δύναμιν και την εξουσίαν εαυτών.» (Αποκάλ. 17:12, 13) Όλες αυτές λοιπόν είναι κοσμικές «εξουσίες».
10. Μήπως το επίθετο «ανωτέρας» ή «υπερέχουσας» (Κείμενον), που εφαρμόζεται στις εξουσίες εκείνες, τις ανυψώνει από αυτόν τον κόσμο, και τι καθορίζει την απάντησί μας στην ερώτησι;
10 Εν τούτοις, κάποιος μπορεί να φέρη την αντίρρησι ότι στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1 ο Παύλος καλεί τις εξουσίες ‘υπερέχουσες’, η έκφρασις δε αυτή δεν ανυψώνει μήπως αυτές τις εξουσίες έξω από τον κόσμον αυτόν; Μπορούν οποιεσδήποτε εξουσίες να είναι ‘υπερέχουσες’ του Θεού; Όχι· αλλ’ ο Παύλος μάς υπενθυμίζει ότι αυτές οι ‘εξουσίες’, παρά το ότι είναι ‘υπερέχουσες’, υπόκεινται στον Θεό. Πώς αυτό; Ο Παύλος λέγει: «Δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι.» Αν ο Θεός τις έταξε σε θέσι σχετική με τον εαυτό του και μεταξύ των, τότε αυτές οι ‘υπερέχουσες εξουσίες’ πρέπει να υπόκεινται στον Θεό, που είναι ο Ύψιστος. (Λουκ. 6:35· Πράξ. 7:48· Εβρ. 7:1 ) ‘Υπερέχουσαι’ σύμφωνα με την Ελληνική ρηματική μετοχή που εχρησιμοποιήθη από τον Παύλο, σημαίνει «υπερτερούσαι· ούσαι ανώτεραι (ή καλύτεραι)· υπεριστάμεναι· προέχουσαι,» και όχι κατ’ ανάγκην υπέρταται. Ας σημειώσωμε άλλες χρήσεις του Ελληνικού αυτού ρήματος.
11. Ποιες χρήσεις του ιδίου Ελληνικού ρήματος γίνονται στην 1 Τιμόθεον 2:1, 2· στην 1 Πέτρου 2:13 και στην προς Φιλιππησίους επιστολή 2:3;
11 Στην επιστολή 1 Τιμόθεον 2:1, 2, ο Παύλος, αφού ομιλεί για τις προσευχές υπέρ πάντων ανθρώπων, λέγει ότι πρέπει να γίνωνται προσευχές «υπέρ βασιλέων και πάντων των εν υπεροχή όντων» (Κείμενον). Η λέξις υπεροχή παράγεται από το ρήμα υπερέχειν, του οποίου την μετοχή χρησιμοποιεί ο Παύλος στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1. Ο Πέτρος χρησιμοποιεί το ίδιο Ελληνικό ρήμα στην επιστολή 1 Πέτρου 2:13 και ομιλεί για ένα βασιλέα ως «υπερέχοντα», Επίσης, στην επιστολή προς Φιλιππησίους 2:3 ο απόστολος Παύλος νουθετεί τους Χριστιανούς της εκκλησίας πώς πρέπει να θεωρούν αλλήλους, λέγοντας: «Εν ταπεινοφροσύνη, θεωρούντες αλλήλους υπερέχοντας εαυτών», όχι, βέβαια, υπερτάτους όπως είναι ο Ιεχωβά Θεός.
«ΥΠΕΡΕΧΟΥΣΑΙ» ΑΠΟ ΠΟΙΟΝ;
12. Έξω στον κόσμο υπάρχουν μήπως άνθρωποι υψηλοτέρας θέσεως από τους Χριστιανούς, και τι οι Χριστιανοί θυμούνται σχετικώς;
12 Εν τούτοις, έξω στον κόσμο, όπου βρίσκονται οι Χριστιανοί, αν και δεν αποτελούν μέρος του κόσμου, υπάρχουν άνθρωποι που είναι ανώτεροι σε θέσι κι εξουσία από τους αληθινούς αυτούς Χριστιανούς. Αυτό συμβαίνει εν σχέσει με τις πολιτικές κυβερνήσεις, διότι οι αληθινοί αφιερωμένοι Χριστιανοί, όπως είναι οι μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν αναμιγνύονται στην πολιτική ούτε επιδιώκουν πολιτικά αξιώματα. Θυμούνται, όμως, τα λόγια του Βασιλέως Σολομώντος, στον Εκκλησιαστή 5:8, περί του ότι ο Ιεχωβά Θεός είναι ανώτερος κι απ’ το ανώτατο επίγειο πλάσμα, λέγοντας: «Εάν ίδης κατάθλιψιν πένητος, και παραβίασιν κρίσεως και δικαιοσύνης εν τη χώρα, μη θαυμάσης δια τούτο· διότι ο επί τον υψηλόν υψηλότερος επιτηρεί· και επί τούτους υψηλότεροι.»
13. Γιατί πρέπει «πάσα ψυχή» να υποτάσσεται, και πώς βλέπομε ότι αυτό δεν εφαρμόζεται στους ουράνιους αγγέλους;
13 Επειδή οι Χριστιανοί δεν μπορούν ν’ αποφύγουν την επαφή με κοσμικές κυβερνήσεις, ο Παύλος λέγει στους Χριστιανούς της Ρώμης: «Πόσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας [υπερεχούσας, Κείμενον] εξουσίας.» Τους υπενθυμίζει ότι είναι ψυχές και ότι πρόκειται και για τη ζωή των ως ψυχών. Κάθε ψυχή, κάθε άτομον, της εκκλησίας έχει υποχρέωσι ν’ αποδίδη αυτή την υποταγή. Κανείς δεν εξαιρείται· και του Παύλου η σταδιοδρομία αποδεικνύει ότι εκείνος δεν εξήρεσε τον εαυτό του. Αλλ’ ως πού πρέπει να φθάση αυτή η υποταγή των Χριστιανών; Ως τα άκρα; Διόλου, θυμηθήτε ότι το εδάφιον Ρωμαίους 13:1 δεν απευθύνεται σε αγγέλους του ουρανού, οι οποίοι υποτάσσονται μόνο στον Θεό και στον δοξασμένο του Υιό Ιησού Χριστό. (Εβρ. 1:5, 6· 1 Πέτρ. 3:21, 22) Οι ουράνιοι άγγελοι επολέμησαν στους περασμένους χρόνους εναντίον ανθρωπίνων πολιτικών κυβερνήσεων και θα πολεμήσουν ακόμη εναντίον των στον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος.» (Αποκάλ. 16:14-16· 19:14-20) Το εδάφιον Ρωμαίους 13:1 απευθύνεται, όχι σ’ αυτούς, αλλά σε Χριστιανούς εδώ στη γη, όπου οι πολιτικές κυβερνήσεις του παρόντος συστήματος πραγμάτων υπάρχουν ακόμη.
14. Ποιες είναι μερικές από τις περιορισμένες εκτάσεις υποταγής που οι Χριστιανοί πρέπει να τηρούν;
14 Εδώ στη γη υπάρχουν πολλά περιορισμένα πεδία υποταγής, την οποία πρέπει να τηρούν οι Χριστιανοί σύμφωνα με τον γραπτόν λόγον του Θεού. Ακόμη κι ο Ιησούς ως παιδί στη Ναζαρέτ «ήτο υποτασσόμενος» στους επιγείους κηδεμόνας του, στον Ιωσήφ και στη Μαρία. (Λουκ. 2:51, 52· Γαλ. 4:1-5) Έτσι, η υποταγή των τέκνων στους Χριστιανούς γονείς συνιστάται, στην επιστολή 1 Τιμόθεον 3:4· Εφεσίους 6:1-4· οι νεαροί Χριστιανοί πρέπει να υποτάσσωνται στους ηλικιωμένους (1 Πέτρ. 5:5)· οι δούλοι ή υπηρέται στους κτήτορας ή κυρίους των (Τίτον 2:9· 1 Πέτρ. 2:18· Εφεσ. 6:5-8)· οι γυναίκες στους άνδρας (Κολ. 3:18· Τίτον 2:5· 1 Πέτρ. 3:1, 5· Εφεσ. 5:22-24)· οι γυναίκες στους αδελφούς στην εκκλησία (1 Κορ. 14:33, 34)· και τα μέλη της εκκλησίας στους αδελφούς, οι οποίοι τους διακονούν πιστά. (1 Κορ. 16:16) Όλες αυτές είναι περιπτώσεις σχετικής υποταγής, με περιορισμούς· διότι, πρωτίστως, πρέπει να πράττωμε όπως λέγει στους Χριστιανούς το εδάφ. Ιακώβου 4:7: «Υποτάχθητε λοιπόν εις τον Θεόν· αντιστάθητε εις τον διάβολον, και θέλει φύγει από σας.»
15. Συνεπώς, τι είδους υποταγή είναι εκείνη που πρέπει ν’ αποδίδεται στις ‘ανώτερες εξουσίες’, και γιατί;
15 Με τον ίδιο τρόπο η υποταγή, την οποία οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποδίδουν στις «υπερέχουσες εξουσίες» του παλαιού αυτού κόσμου, είναι απλώς, σχετική, διότι δεν παραμερίζει τον Θεό και τη συνείδησι. Λόγου χάριν, ο απόστολος Παύλος λέγει ότι ένας λόγος, για τον οποίον κάθε ψυχή πρέπει να υποτάσσεται, είναι ότι «δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού.»
ΚΑΤ’ ΑΝΟΧΗΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
16. Πώς συμβαίνει ο Σατανάς ή Διάβολος να κατέχη εξουσία, και τι έχει κάμει με αυτή;
16 Όποια εξουσία έχει ο Σατανάς ή Διάβολος, την έλαβε αρχικά από τον Θεό. Εν τούτοις, δεν πρέπει να υποτασσώμεθα στον Διάβολο ούτε για μια στιγμή, αλλά πρέπει να ανθιστάμεθα σ’ αυτόν. Του είχε παραχωρηθή αόρατη εξουσία στον παλαιόν αυτόν κόσμο· αλλιώς, δεν θα μπορούσε να προσφέρη παγκόσμια εξουσία στον Ιησούν, όταν προσεπάθησε να πειράση τον Ιησού για ν’ αμαρτήση. Ένα άτομο, που κατέχει δύναμι κι εξουσία, μπορεί να τη μεταβιβάση ή να εκχωρήση μέρος αυτής σε άλλους. Ο Σατανάς, ο «μέγας δράκων», το έχει κάμει αυτό στην ορατή του οργάνωσι επάνω στη γη. Η Αποκάλυψις 13:1, 2 Εικονίζει αυτή την οργάνωσι σαν ένα θηρίο και λέγει: «Και έδωκεν εις αυτό ο δράκων την δύναμιν αυτού, και τον θρόνον αυτού, και εξουσίαν μεγάλην.»
17. Υποτασσόμενοι οι Χριστιανοί στις πολιτικές κυβερνήσεις μήπως υποτάσσονται στον Σατανά, ή ποια είναι η διαφορά;
17 Όλ’ αυτά, βέβαια, έγιναν μόνον κατ’ ανοχήν του Θεού, και το αποτέλεσμα ήταν ότι υπάρχουν σήμερα αυτές οι πολιτικές κυβερνήσεις και οι εξουσίες των αρχόντων. Εν τούτοις, ο Σατανάς ή Διάβολος δεν είναι ορατή, γήινη εξουσία, στην οποίαν οι Χριστιανοί παραγγέλλονται να υποταχθούν. Όταν οι Χριστιανοί υποτάσσωνται στις υπάρχουσες ορατές, επίγειες, ανθρώπινες κυβερνήσεις ή ‘υπερέχουσες εξουσίες’, δεν υποτάσσονται στον Σατανά ή Διάβολο, τον Δράκοντα. Υπακούουν στην εντολή του Θεού.
18, 19. (α) Λόγω ποιας διακηρύξεως σκοπού απέσχε ο Θεός από το να καταστρέψη τον Σατανά; (β) Τι είχε ν’ αποδείξη ο Θεός όσον αφορά το υποσχεμένο «σπέρμα»;
18 Πριν ακόμη από τον κατακλυσμό της εποχής του Νώε ως τώρα ο Σατανάς ή Δράκων έχει εξασκήσει δύναμι κι εξουσία μόνο κατ’ ανοχήν του Θεού. Ο Θεός απέσχε από το να καταστρέψη τον Σατανά μόνο λόγω των όσων είπε ο Θεός στον Σατανά στον κήπο της Εδέμ μετά την αμαρτία του Αδάμ και της Εύας. Ο Θεός είπε: «Έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.»—Γεν. 3:15.
19 Καιρός κι ελευθερία δράσεως έπρεπε ν’ αφεθή στον Σατανά για να λυθή το επίμαχο ζήτημα που είχε προσφάτως εγερθή: Ποιος κατέχει την παγκόσμια κυριαρχία, ο Ιεχωβά Θεός ή ο Σατανάς ο Διάβολος; Επίσης, επειδή το Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού ενετέθη στο επίμαχο ζήτημα, ο Θεός είχε ν’ αποδείξη αυτό το σημείο: Παρά την πτώσι του πρώτου τελείου ανθρώπου στην αμαρτία κάτω από την πίεσι του Σατανά ή Διαβόλου, ο Ιεχωβά Θεός μπορεί να θέση στη γη ανάμεσα στον κόσμο του Διαβόλου ένα Σπέρμα που θα παραμείνη πιστό στον Θεό. Η υποταγή αυτού του Σπέρματος στις επίγειες ‘υπερέχουσες εξουσίες’ δεν θα ωδηγούσε αυτό το Σπέρμα ν’ απιστήση στον Θεό ή να παραβή την ακεραιότητά του στον Θεό.
20. Τι διευκρινίσθη στην περίπτωσι του Ιώβ από τη χώρα της Ουζ, και τι προεσκιάσθη μέσω αυτού;
20 Το ότι επέτρεψε ο Θεός στον Σατανά να χρησιμοποιήση τη δύναμί του εναντίον ευσεβών ανθρώπων ακεραιότητος διευκρινίζεται στην περίπτωσι του υπομονητικού Ιώβ από τη χώρα Ουζ. Κατόπιν προκλήσεως του Σατανά ή Διαβόλου, ο Ιεχωβά Θεός τού είπε σχετικά με τον πιστόν Ιώβ: «Ιδού εις την χείρά σου πάντα όσα έχει· μόνον επ’ αυτόν μη επιβάλης την χείρά σου.» Όταν ο αποτυχημένος Σατανάς επροκάλεσε τον Θεό για δεύτερη φορά, ο Θεός είπε για τον Ιώβ: «Ιδού αυτός εις την χείρά σου· μόνον την ζωήν αυτού φύλαξον.» Ο Ιώβ απέδειξε τον Σατανά ή Διάβολο ψεύτη και πάλιν. Αυτό προεσκίαζε το πώς ο Σατανάς θ’ απετύγχανε πλήρως όταν θα αφήνετο να χρησιμοποιήση τις δυνάμεις του εναντίον του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού.—Ιώβ 1:12· 2:6.
21, 22. (α) Επομένως πώς συνέβη να μπορέσουν οι ‘ανώτερες εξουσίες’ να εξασκήσουν εξουσία; (β) Πώς ο Ιησούς κατέστησε σαφές το σημείο αυτό στον Ρωμαίο κυβερνήτη;
21 Όπως έγινε στην περίπτωσι του Σατανά, έτσι και στην περίπτωσι των ορατών, ανθρωπίνων ‘υπερεχουσών εξουσιών’. Αυτές δεν θα μπορούσαν ν’ ασκήσουν καμμιά εξουσία παρά κατ’ ανοχήν του Θεού λόγω του επιμάχου ζητήματος που υφίσταται. Επομένως, όταν ο Πρώτιστος του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός, εστάθη ενώπιον της επιγείου ανωτέρας εξουσίας στην Ιουδαία, του Ρωμαίου Κυβερνήτου Ποντίου Πιλάτου, είπε κάτι πολύ διαφωτιστικό. Ο Ιησούς ήταν τότε υπό δίκην για την ανθρώπινη ζωή του.
22 Όταν ο Ιησούς ηρνήθη να μιλήση στον Ρωμαίο Κυβερνήτη για την ουράνια προέλευσί του, ο Πιλάτος του είπε: «Προς εμέ δεν λαλείς; δεν εξεύρεις ότι εξουσίαν έχω να σε σταυρώσω, και εξουσίαν έχω να σε απολύσω; Απεκρίθη ο Ιησούς, Δεν είχες ουδεμίαν εξουσίαν κατ’ εμού, εάν δεν σοι ήτο δεδομένον άνωθεν.» (Ιωάν. 19:9-11) Μόνο κατά θείαν παραχώρησιν μπορούσε ο Πιλάτος ν’ ασκήση την επίγεια εξουσία του εναντίον του Ιησού για να τον θανατώση.
23. Τι είναι, λοιπόν, αληθινό στην περίπτωσι ενεργείας εναντίον των άλλων μελών του σπέρματος της γυναικός, και πώς το Ρωμαίους 13:1, όπως το αποδίδει η Μία Αμερικανική Μετάφρασις, συμφωνεί με αυτό;
23 Το ίδιο αληθεύει και με όλες τις άλλες πολιτικές ‘υπερέχουσες εξουσίες’, όταν ενεργούν εναντίον των άλλων πιστών μελών του σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, όταν, λόγου χάριν, ενεργούν εναντίον των ‘λοιπών του σπέρματος αυτής’ στην εποχή μας. (Αποκάλ. 12:13, 17) Οι λόγοι, λοιπόν, του Παύλου προς Ρωμαίους 13:1 αναφέρονται στην εξουσία που επετράπη να έχουν αυτές οι ‘υπερέχουσες εξουσίες’. Σύμφωνα μ’ αυτό το γεγονός, η Μία Αμερικανική Μετάφρασις της Γραφής ως εξής αποδίδει το εδάφιο Ρωμαίους 13:1: «Ο καθείς πρέπει να υπακούη στις εξουσίες που προΐστανται αυτού, διότι καμμιά εξουσία δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς την άδειαν του Θεού.»
24. Μήπως αυτή η δοσμένη εξουσία απεργάζεται βλάβη στον λαόν του Θεού, και είναι η εξουσία αυτή «θείω δικαιώματι»;
24 Ασχέτως του πώς αυτή η παραχωρημένη εξουσία χρησιμοποιείται από ατελείς, αμαρτωλούς ανθρωπίνους άρχοντας, δεν θ’ αποβή προς αιωνίαν βλάβην του πιστού λαού του Θεού· θ’ αποβή μάλλον προς το αιώνιον αγαθόν των. Ο Θεός παρακολουθεί πώς χρησιμοποιούν την εξουσία οι άνθρωποι εκείνοι που την κατέχουν. Η καλή ή η κακή χρήσις της δεν του είναι άγνωστη, όπως δείχνει ο γραπτός του λόγος. Η χρήσις, λοιπόν, αυτή πρέπει να είναι με την άδειαν του Θεού, και όχι διότι οι «υπερέχουσες εξουσίες» κυβερνούν «Θείω δικαιώματι».
ΟΙ ‘ΥΠΑΡΧΟΥΣΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ’ ΩΣ ΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ
25. Με ποιόν τρόπο «αι ούσαι έξουσίαι» είναι «τεταγμέναι»;
25 Το εδάφιο Ρωμαίους 13:1, ακολουθώντας τη σκέψι της θείας αδείας, προχωρεί και λέγει: «Αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι.» Το Ελληνικό ρήμα που εχρησιμοποίησε εδώ ο Παύλος, δηλαδή, τάσσω, σημαίνει «διατάσσω· θέτω σε μια ωρισμένη διάταξι», όπως στο κατά Λουκάν 7:8, Κείμενον, όπου ενέχει τη σημασία του να τίθεται κανείς κάτω από τις διαταγές άλλου. Αναφέρεται λοιπόν στη διάταξι πραγμάτων. (Ματθ. 28:16· Πράξ. 28:23· 15:2) Δεν πρέπει να παραλείψωμε να σημειώσωμε ότι το εδάφιον Ρωμαίους 13:1 δεν λέγει ότι οι υπάρχουσες εξουσίες είναι «δημιουργημένες» από τον Θεό. Δεν είναι αυτός ο Δημιουργός των. Επέτρεψε να έλθουν σε ύπαρξι. Προείδε μάλιστα ότι θα ήρχοντο στο είναι. Τις προείπε εφόσον απεφάσισε να τις επιτρέψη να υπάρχουν. Πάντοτε είχε υπ’ όψιν τη σχέσι αυτών των «υπερεχουσών εξουσιών» στη γη με το Σπέρμα της «γυναικός» του.
26. Εν σχέσει προς τι έστησε ο Θεός τα όρια των κοσμικών λαών, και γιατί;
26 Το βλέπομε αυτό στην περίπτωσι του αρχαίου Ιουδαϊκού έθνους του Ισραήλ, ή Ιακώβ. Ο προφήτης του Θεού Μωυσής εξήγαγε το έθνος Ισραήλ (ή Ιακώβ) από την Αίγυπτο και το ωδήγησε να περάση από μερικά κοσμικά έθνη έως τα σύνορα της Χαναάν, της Γης της Επαγγελίας. Εκεί στα σύνορα ο Μωυσής συνέθεσε ένα προφητικό άσμα πριν από τον θάνατο του και σ’ αυτό είπε τα εξής: «Ότε διεμέριζεν ο Ύψιστος [Ιεχωβά Θεός] τα έθνη, ότε διέσπειρε τους υιούς του Αδάμ, έστησε τα όρια των λαών κατά τον αριθμόν των υιών Ισραήλ. Διότι η μερίς του Ιεχωβά είναι ο λαός αυτού, ο Ιακώβ είναι το μέρος της κληρονομίας αυτού. Ούτως ο Ιεχωβά μόνος ωδήγησεν αυτόν, και δεν ήτο μετ’ αυτού ξένος θεός.» (Δευτ. 32:8, 9, 12, ΜΝΚ) Απ’ αυτό το έθνος και σ’ εκπλήρωσι της Βιβλικής προφητείας προήλθε ο Πρώτιστος του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, καθώς και χιλιάδες άλλων μελών του σπέρματός της. Μπορούμε, λοιπόν, να καταλάβωμε γιατί ο Ιεχωβά καθώρισε το όριον των κοσμικών λαών «κατά τον αριθμόν των υιών Ισραήλ». Ενδιεφέρετο να παραγάγη αυτό το Σπέρμα.
27. Έχοντας μια όμοια σκέψι, τι είπε ο Παύλος στο ανώτατο δικαστήριο των Αθηνών, και πώς αυτό διευκρινίσθη στην περίπτωσι του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ ;
27 Με μια όμοια σκέψι ο απόστολος Παύλος είπε στον Άρειο Πάγο των Αθηνών, στην Ελλάδα: «Ο Θεός όστις έκαμε τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτος Κύριος ων του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί εν χειροποιήτοις ναοίς, . . . έκαμεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, δια να κατοικώσιν εφ’ όλου του προσώπου της γης, και διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς, και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών δια να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν αυτόν και να εύρωσιν· αν και δεν είναι μακράν από ενός έκαστου ημών.» (Πράξ. 17:24, 26, 27) Το πώς ο Θεός διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών μπορεί να παρατηρηθή από τη Βιβλική ιστορία. Όταν ο Αβραάμ, ο Ισαάκ κι ο Ιακώβ περιεπλανώντο στην Γη της Επαγγελίας, τη Χαναάν, ο Ιεχωβά επέτρεψε στους ειδωλολάτρας Χαναναίους να κυριεύσουν τη γη και ν’ ασκήσουν την εξουσία τους εκεί· οι δε Αβραάμ. Ισαάκ και Ιακώβ έπρεπε να το αναγνωρίσουν αυτό. «Και διήρχοντο από έθνους εις έθνος, από βασιλείου εις άλλον λαόν, δεν αφήκεν άνθρωπον να αδικήση αυτούς· μάλιστα υπέρ αυτών ήλεγξε βασιλείς, λέγων, Μη εγγίσητε τους κεχρισμένους μου, και μη κακοποιήσητε τους προφήτας μου.»—Ψαλμ. 105:13-15.
28, 29. (α) Όταν η «ανομία των Αμορραίων» έγινε πλήρης, τι έκαμε ο Θεός με τον λαό του, τους απογόνους του Αβραάμ; (β) Στην πορεία προς τη γη Χαναάν, τι δεν άφησε ο Θεός το έθνος Ισραήλ να κάμη;
28 Μετά από εκατοντάδες χρόνια όταν «η ανομία των Αμορραίων» στη γη Χαναάν κατέστη πλήρης και ήλθε ο ωρισμένος καιρός του Ιεχωβά να τους εκριζώση από τη Γη της Επαγγελίας, εξήγαγε τους απογόνους του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ από την Αίγυπτο δια χειρός του Μωυσέως. Τους επέρασε μέσ’ από την έρημο και δια μέσου εθνών προς τις ανατολικές ακτές του Ιορδάνου Ποταμού.—Γεν. 15:13-21· Ψαλμ. 105:26-45.
29 Σ’ αυτή την πορεία προς τη Γη Χαναάν ο Θεός δεν άφησε το έθνος του Ισραήλ να ενοχλήση, να λεηλατήση ή να εξοντώση τα έθνη Εδώμ (ή Ησαύ· του Όρους Σηείρ), Μωάβ και Αμμών. Γιατί αυτό; «Διότι», είπε ο Ιεχωβά, «εις τον Ησαύ έδωκα το όρος Σηείρ κληρονομίαν.» «Μη ενόχλησητε τους Μωαβίτας, μηδέ έλθητε εις μάχην μετ’ αυτών· διότι δεν θέλω δώσει εις σε εκ της γης αυτών δια κληρονομίαν· επειδή εις τους υιούς του Λωτ έδωκα την Αρ κληρονομίαν. . . . Δεν θέλω δώσει εις σε εκ της γης των υιών Αμμών κληρονομίαν· επειδή εις τους υιούς Λωτ έδωκα αυτήν κληρονομίαν.»—Δευτ. 4:5, 9, 19.
30. Πώς ο Θεός συμπεριεφέρθη προς τα άλλα έθνη μέσω του Ισραήλ, και γιατί μερικά εχθρικά έθνη παρέμειναν στη γη Χαναάν;
30 Άλλα έθνη ώρισε ο Ιεχωβά να καταστραφούν από τον εκλεκτόν του λαόν Ισραήλ, όπως οι Αμορραίοι υπό τον Βασιλέα Σηών· επίσης οι Αμορραίοι υπό τον Βασιλέα Ωγ της Βασάν, και κατόπιν οι Χαναναίοι ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού. (Δευτ. 2:31 έως 3:13) Αλλ’ όταν το έθνος Ισραήλ που εισέβαλε, έχασε τον θεοσεβή του ζήλο και απέτυχε να καταστρέψη ή να καθυποτάξη τους Χαναναίους, όπως ήσαν οι Φιλισταίοι, οι Σιδώνιοι, οι Χετταίοι, οι Ευαίοι, οι Αμορραίοι, οι Φερεζαίοι, και οι Ιεβουσαίοι, τότε ο Ιεχωβά εδήλωσε ότι θα άφηνε αυτούς τους εχθρούς να παραμείνουν για ενόχλησι και παγίδα των Ισραηλιτών.—Κριτ. 2:20 έως 3:6.
31. Τι θα πούμε για τον Θεό και τα άλλα έθνη ολόγυρα στον Ισραήλ, και πριν και στη διάρκεια των «καιρών των εθνών»;
31 Ο Ιεχωβά Θεός εγνώριζε τα άλλα ειδωλολατρικά έθνη που ήσαν ολόγυρα στον εκλεκτό του λαό, όπως τη Βαβέλ (Βαβυλώνα), την Ασσυρία, τη Συρία καθώς και την Αίγυπτο, που τα έπληξε μεν, αλλά τα άφησε να υπάρχουν. Αυτό ήταν πριν από την αρχή των Καιρών των Εθνών στο έτος 607 π.Χ. Ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος είχε προείπει εκείνους τους «καιρούς των εθνών», ο δε Υιός του Ιησούς Χριστός, επίσης, τους εμνημόνευσε στην προφητεία του περί του τέλους του κοσμικού αυτού συστήματος πραγμάτων. (Λουκ. 21:24· Ιερεμ. 25:8-29· Δευτ. 28:64-68· Λευιτ. 26:31-41) Ο Ιεχωβά δια των προφητών του Ησαΐα, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ και Δανιήλ προείπε και τη σειρά με την οποία οι παγκόσμιες δυνάμεις, αρχίζοντας από τη Βαβυλώνα, θ’ ακολουθούσαν η μία την άλλη στη διάρκεια αυτών των Καιρών των Εθνών ως τότε που θα έληγαν στο έτος 1914 (μ.Χ.).c
32. Τι προείπε ο Θεός όσον αφορά τις εθνικές ομάδες ή συνδέσμους από το 1914 και έπειτα, και σε ποιον καιρό έγραψε ο Παύλος την επιστολή του για τις ‘υπερέχουσες εξουσίες’;
32 Υπό εκπληκτικά σύμβολα το τελευταίο βιβλίο της Γραφής προείπε τα εθνικά συγκροτήματα ή συνδέσμους, που επρόκειτο να υπάρχουν στη διάρκεια του «εσχάτου καιρού» από το έτος 1914 και μετέπειτα· λόγου χάριν, την ορατή επίγεια οργάνωσι του Διαβόλου, επίσης τη Βρεττανο-Αμερικανική δυαδική παγκόσμια δύναμι, την Κοινωνία των Εθνών και τα Ηνωμένα Έθνη. (Αποκάλ. 13:1 έως 19:20) Ο Ιεχωβά Θεός, επίσης, προείπε την καταστροφή αυτών των «υπερεχουσών εξουσιών» στον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος.» Ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του εν σχέσει με αυτές τις «υπερέχουσες εξουσίες» στη διάρκεια των Καιρών των Εθνών, στις ημέρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η Σκοπιά δημοσιεύει αυτό το άρθρον για τις εξουσίες αυτές μετά σαράντα οκτώ έτη αφότου έληξαν οι Καιροί των Εθνών στο 1914.
33. Μήπως η δυνατότης εφαρμογής του Ρωμαίους 13:1 τελειώνει στο 1914, ή πότε τελειώνει η δυνατότης εφαρμογής του;
33 Αλλ’ η δυνατότης εφαρμογής του εδαφίου Ρωμαίους 13:1 δεν έληξε, ωστόσο, με το έτος 1914. Το τέλος των «καιρών των εθνών» στο έτος εκείνο άφησε ως τώρα τις Εθνικές «υπερέχουσες εξουσίες» σε ύπαρξι επάνω στη γη, αλλά υπό κρίσιν από τη βασιλεία του Θεού που ιδρύθη στους ουρανούς το έτος 1914, με τον Υιό του Θεού Ιησού Χριστό ενθρονισμένο στα δεξιά του. Οι Εθνικές αυτές «υπερέχουσες εξουσίες» υπάρχουν ακόμη, μολονότι υφίστανται πολλές μεταβολές και αναπροσαρμογές. Ο Παντοδύναμος Θεός θα εξακολουθήση να το επιτρέπη αυτό ώσπου να τελειώση κατά το θέλημά του το έργον της συνάξεως των ‘προβατοειδών’ ανθρώπων από τα έθνη. Τότε θ’ αρχίση τον παγκόσμιο πόλεμο, που λέγεται Αρμαγεδδών, για να τις καταστρέψη.
ΔΙΑΦΟΡΑ ΝΟΜΩΝ
34. Πώς συνέβη να υπάρξουν αλλαγές ή διαφορές στους νόμους, και υπήρξε τούτο αληθινό μόνο για τους Εθνικούς;
34 Καθόσον η μία μετά την άλλη οι παγκόσμιες δυνάμεις ανελάμβαναν την κυριαρχική θέσι στη σκηνή των παγκοσμίων υποθέσεων στη διάρκεια των Καιρών των Εθνών, εγίνετο, βέβαια, μια μεταβολή από καιρό σε καιρό στους νόμους στους οποίους έπρεπε να υπακούουν οι υποκείμενοι λαοί. Επίσης, οι τοπικοί νόμοι μιας χώρας διέφεραν από τους νόμους άλλων χωρών, ανάλογα με τις νομικές ιδέες των εξουσιών που κυβερνούσουν επιτοπίως. Οι νόμοι ενός τόπου μπορεί να ήσαν αντίθετοι προς τους νόμους ενός άλλου τόπου. Αλλ’ ακόμη και του Θεού οι νόμοι για τον λαό του διέφεραν κατά καιρούς. Λόγου χάριν, το έθνος Ισραήλ υπήγετο στους νόμους της παλαιάς διαθήκης στην οποίαν είχε μεσιτεύσει ο Μωυσής γι’ αυτούς με τον Ιεχωβά· ενώ το «άγιον έθνος» του πνευματικού Ισραήλ από το έτος 33 μ.Χ. τελεί υπό τους Χριστιανικούς νόμους της νέας διαθήκης του Θεού με μεσίτη τον Υιόν του Ιησούν Χριστό. Ο Θεός απηγόρευσε στους αρχαίους Ιουδαίους να τρώγουν λίπος, χοιρινό κρέας και ακάθαρτα ζώα, αλλ’ οι νόμοι Του τώρα επιτρέπουν στους Χριστιανούς να τα τρώγουν αυτά. Ωστόσο ο Θεός δεν υπήρξε αντιφατικός σ’ αυτό.
35. Πώς συμβαίνει ότι πολλοί από αυτούς τους νόμους των Εθνικών συμφωνούν με τη Χριστιανική συνείδησι;
35 Οι ανθρώπινοι νόμοι διαφέρουν από χώρα σε χώρα κι από καιρό σε καιρό και μπορεί να είναι αντιφατικοί, αλλ’ ωστόσο δεν είναι όλοι αυτοί οι Εθνικοί νόμοι εναντίον της συνειδήσεως του λαού του Θεού. Πολλοί από αυτούς τους νόμους είναι σύμφωνοι με τη Χριστιανική συνείδησι, μολονότι οι Εθνικοί νομοθέται δεν επηρεάσθησαν από τον Ιουδαϊσμό ή από τη Χριστιανοσύνη. Πώς θα ήταν δυνατόν αυτό; Πολύ εύκολα, διότι όλα τα έθνη και οι λαοί προήλθαν από τον ένα αρχικόν άνθρωπον Αδάμ και τη σύζυγό του Εύα, στους οποίους αμφότερους ο Θεός εμφύτευσε αυτή την ικανότητα να διακρίνουν το καλό και το κακό, που λέγεται «συνείδησις». Εκτός απ’ το αρχικά αυτό ξεκίνημα, όλοι οι λαοί είχαν ένα πιο πρόσφατο ξεκίνημα από δικαίους προγόνους από εκείνους που επέζησαν από τον παγκόσμιο κατακλυσμό πριν από σαράντα τρεις αιώνες, δηλαδή, τον ευσυνείδητο Νώε και τους τρεις γυιούς του, μαζί με τις συζύγους των, δηλαδή, συνολικά οκτώ πρόσωπα.
36, 37. Τίνος το αποτέλεσμα δείχνουν οι νόμοι αυτοί, όπως εξηγήθη από τον Παύλο;
36 Η συνείδησις είναι έμφυτη στον άνθρωπο, διότι έγινε μέρος του ανθρώπου από τον Θεό. Χιλιάδες χρόνια πέρασαν από τον Κατακλυσμό, κι ωστόσο δεν έχει εξαλειφθή κάθε συνείδησις ακόμη κι από εκείνους που δεν υπήρξαν εκλεκτοί, αφιερωμένοι άνθρωποι του Θεού. Γι’ αυτό πολλοί από τους νόμους των δείχνουν το αποτέλεσμα μιας θεόδοτης συνειδήσεως που φθίνει ακόμη σε κάποιο βαθμό. Πάνω σ’ αυτό ακριβώς το σημείο ο Παύλος είπε τα εξής στους Χριστιανούς της Ρώμης:
37 «Οι εκτελεσταί του νόμου θέλουσι δικαιωθή. Επειδή όταν οι εθνικοί, οι μη έχοντες νόμον, πράττωσιν εκ φύσεως τα του νόμου, ούτοι νόμον μη έχοντες, είναι νόμος εις εαυτούς· [πώς αυτό;] οίτινες δεικνύουσι το έργον του νόμου γεγραμμένον εν ταις καρδίαις αυτών, έχοντες συμμαρτυρούσαν την συνείδησιν αυτών, και τους λογισμούς κατηγορούντας, ή και απολογουμένους.»—Ρωμ. 2:13-16.
38, 39. (α) Όταν οι Χριστιανοί υποτάσσονται, τι πράττουν σχετικά με τους νόμους των ‘ανωτέρων εξουσιών’; (β) Τι δείχνει η περίπτωσις του Δανιήλ υπό την Μηδοπερσία και των τριών συντρόφων του υπό τον Αυτοκράτορα Ναβουχοδονόσορ όσον αφορά την υπακοή, και πώς οι Χριστιανοί σήμερα δείχνουν ότι δεν είναι άνομοι στον Θεόν;
38 Όταν, λοιπόν, οι Χριστιανοί υποτάσσωνται στις Εθνικές «υπερέχουσες εξουσίες» με τα διάφορα συστήματα των κυβερνήσεως και νόμου, συμμορφώνονται με τους νόμους εκείνους που δείχνουν το έργον της συνειδήσεως σύμφωνα με ό,τι αρχικά ο Θεός έγραψε στην καρδιά του ανθρώπου. Εφόσον η υποταγή των Χριστιανών στις κοσμικές «υπερέχουσες εξουσίες» είναι σχετική μόνο, δεν τους αναγκάζει να υπακούσουν σε κοσμικούς νόμους που αντιβαίνουν στους νόμους του Υπερτάτου Νομοθέτου, Ιεχωβά Θεού. Ακόμη και στη διάρκεια των Καιρών των Εθνών ο προφήτης Δανιήλ ηρνήθη να υπακούση στον Μηδο-Περσικό νόμο, που του απαγόρευε να προσεύχεται τακτικά κάθε «μέρα στον Ιεχωβά. Η θαυματουργική απελευθέρωσις του Δανιήλ από τον λάκκον των λεόντων απέδειξε ότι ο Δανιήλ έκαμε καλά να μην υποταχθή στον Βασιλέα Δαρείον ως το σημείο τού να παραβή τον νόμον του Θεού.—Δαν. 6:1-23.
39 Οι τρείς Εβραίοι σύντροφοι του Δανιήλ, παρά το ότι ήσαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, δεν υπήκουσαν στον νόμο του αυτοκράτορος, που απαιτούσε να κύψουν και να προσκυνήσουν ένα χρυσούν είδωλο. Το ότι βγήκαν ζωντανοί, άκαυτοι, από την υπερθερμασμένη πύρινη κάμινο απέδειξε ότι είχαν κάμει καλά να αρνηθούν ευσυνείδητα να υπακούσουν στον αυτοκράτορα και να παραβούν τον νόμο του Υψίστου Θεού εναντίον της ειδωλολατρίας. (Δαν. 3:1-30) Όπως εκείνοι οι μάρτυρες του Ιεχωβά της αρχαίας εποχής, έτσι και οι σημερινοί μάρτυρες του Ιεχωβά αρνούνται να υπακούσουν σε ανθρωποποίητους νόμους που είναι εναντίον του νόμου του Θεού. Δεν είναι άνομοι στον Θεό· κι έτσι όλοι οι νόμοι των Εθνικών «υπερεχουσών εξουσιών» που δεν αντίκεινται στον νόμον του Θεού τυγχάνουν υπακοής απ’ αυτούς. Έτσι μπορούν να είναι σε υποταγή ως νομιμόφρονες πολίται.
40. (α) Αν «αι ούσαι εξουσίαι» στέκουν τεταγμένες από τον Θεό, πώς στέκουν εν σχέσει με τον Θεό τον ίδιο; (β) Έχουν μήπως οι εξουσίες αυτές υπεροχή επάνω στη γη, και γιατί οι Χριστιανοί δεν μπορούν να είναι τίποτε άλλο παρά υποτεταγμένοι σ’ αυτές;
40 Από την έρευνά μας στην ιστορία της Γραφής και από τη μελέτη της Γραφικής προφητείας, όπως εξεπληρώθη μεταξύ των Εθνών, βρίσκομε αληθινό το εδάφιο Ρωμαίους 13:1 όταν λέγη: «Αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι.» Ο Ιεχωβά ο Ύψιστος δεν είναι ο Θεός των κοσμικών εθνών και των «υπερεχουσών εξουσιών» των, κι εν τούτοις ασκεί έλεγχον σ’ αυτά. Διευθετώντας ή τάσσοντας αυτά στις οικείες των θέσεις και καθορίζοντας τη διαδοχή των στην παγκόσμια εξουσία, ο Ιεχωβά δεν διευθέτησε να είναι αυτά ανώτερα από τον εαυτό του ή από τον Χριστόν του. Αλλά έχουν μήπως οι εξουσίες μια σχετική υπεροχή στη γη; Ναι, ακόμη και απέναντι των Χριστιανών. Επετράπη ν’ ασκούν εξουσία, την οποίαν οι αληθινοί Χριστιανοί δεν έχουν. Πώς; Διότι οι Χριστιανοί αυτοί δεν λαμβάνουν μέρος στην πολιτική και δεν επιδιώκουν καμμιά κοσμική εξουσία ως αυτοκράτορες, βασιλείς, κυβερνήται, δήμαρχοι, και λοιπά. Αυτές οι υπάρχουσες τώρα εξουσίες αποτελούν ένα ενεργόν μέρος του κόσμου τούτου που θα καταστραφή σε λίγο στον Αρμαγεδδώνα· οι δε Χριστιανοί δεν αποτελούν μέρος του καταδικασμένου αυτού κόσμου. Ενόσω, όμως, υπάρχουν εξουσίες κατ’ ανοχήν του Θεού, οι Χριστιανοί πρέπει να υποτάσσονται σ’ ένα σχετικό βαθμό.d
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε το βιβλίο Οι Δυνάμεις που Υπάρχουν, υπό του κληρικού Δρος Κλίντον Ντ. Μόρρισον, το οποίον εξεδόθη πρώτα στη Μεγάλη Βρεττανία το 1960. Επίσης, το βιβλίο Θεός και Καίσαρ στην Ανατολική Γερμανία, υπό Ριχάρδου Β. Σόλμπεργκ, το οποίον εξεδόθη το 1961. Βλέπε περιοδικόν Ξύπνα! 8ης Φεβρουαρίου 1961, σελ. 13-16.
b Βλέπε Το Θείον Σχέδιον των Αιώνων, υπό Καρόλου Τ. Ρώσσελ, εκδοθέν το 1886, σελ. 283 (παραγρ. 1), 266 (παραγρ. 1), 267 (παραγρ. 1). Επίσης Ο Καιρός Εστιν Εγγύς (1889), σελ. 90.
c Βλέπε Ησαΐας 13:1 ως 14:4· 44:28 ως 45:5· Ιερεμίας 25:12-29· Ιεζεκιήλ 21:18-27· Δανιήλ, κεφάλαια 2, 7, 8 και 11:1 ως 12:4.
d Βλέπε Σκοπιά της Σιών, Ιουνίου 1882, σελ. 5. Επίσης Η Σκοπιά, 15ης Μαΐου 1914, σελ. 158, 159 (στην Αγγλική).
[Εικόνα στη σελίδα 170]
Το Βατικανό Χειρόγραφο Αριθ. 1209, που δείχνει κείμενον από το τέλος της προς Ρωμαίους 12:10 ως 13:8.
-
-
Τα Οφέλη της Υποταγής στις ΕξουσίεςΗ Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Τα Οφέλη της Υποταγής στις Εξουσίες
1. Πώς μπορεί ένα άτομο να ταχθή εναντίον της διατάξεως του Θεού όσον αφορά τις εξουσίες, και τι δεν εμποδίζει ο Θεός να συμβή σ’ ένα άτομο που ενεργεί έτσι;
ΠΟΙΟΣ άνθρωπος θέλει εν γνώσει του να ταχθή εναντίον της διατάξεως του Θεού; Ένα άτομο μπορεί να το πράξη αυτό με το να εναντιωθή στην εξουσία που επιτρέπει ο Θεός ν’ ασκούν άνθρωποι υψηλής θέσεως επάνω στη γη. Η εναντίωσις δεν αποβαίνει προς όφελος ενός ατόμου. Ο απόστολος Παύλος λέγει στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:2: «Ώστε (ένεκα των όσα είπε ο Παύλος στο πρώτο εδάφιο, όπως εξετέθησαν ανωτέρω) ο εναντιούμενος εις την εξουσίαν, εναντιούται εις την διαταγήν του Θεού· οι δε εναντιούμενοι θέλουσι λάβει εις εαυτούς καταδίκην.» Εφόσον αυτή η εναντίωσις σημαίνει εναντίωσι στη διαταγή του Θεού, ο Θεός δεν εμποδίζει το να υποστή ο εναντιούμενος κρίσιν τιμωρίας τώρα στα χέρια της εξουσίας.
2. Γιατί ο Ιησούς δεν εναντιώθηκε στην εξουσία επάνω στη γη, και πώς ανταμείφθηκε γι’ αυτό;
2 Ο Ιησούς εγνώριζε καλά τη θεία διαταγή. Ο Ιησούς λοιπόν δεν ηναντιώθη στην επίγεια εξουσία, μολονότι αυτό εσήμαινε τον θάνατόν του. Δεν ηναντιώθη στο ότι ο Θεός εχορήγησε εξουσία στον Ρωμαίο κυβερνήτη της Ιερουσαλήμ να τον θανατώση. Η εξουσία του κυβερνήτου ήταν περιωρισμένη, όπως ο ίδιος ο Ιησούς είπε στον κυβερνήτη, διότι η εξουσία του Θεού είναι υπερτάτη και απόλυτος. (Ιωάν. 19:10, 11· Λουκ. 20:20) Γι’ αυτό ο Ιησούς δεν προσέφυγε στον Καίσαρα. Παρέδωσε τον εαυτό του στη διαταγή του Θεού, σαν ένα πειθήνιο αρνί, για να εκπληρώση την προφητεία του Ησαΐα 53:6, 7. (Πράξ. 8:32, 33) Αλλ’ η καταδίκη του θανάτου που υπέστη ο Ιησούς δεν έγινε επειδή αυτός ηναντιώθη στην «εξουσία»· ωφείλετο στο ότι οι συκοφάνται του υπερίσχυσαν του κυβερνήτου, ο οποίος ήθελε να παρεμποδίση μια θρησκευτική οχλαγωγία. Ο Ιησούς, επειδή δεν ηναντιώθη στη διάταξι του Θεού περί των «υπερεχουσών εξουσιών» στη γη, αντημείφθη. Ανεστήθη από τον θάνατο σε ουράνια ζωή και του εδόθη βασιλική έδρα στα δεξιά του Θεού στον ουρανό.
3. (α) Επειδή έκανε τι εθανατώθη ο Ιησούς, και όμως τι είπε κατόπιν στους μαθητάς του να κάνουν; (β) Γιατί τα Βιβλικό κήρυγμα δεν σημαίνει ότι τασσόμεθα εναντίον της διατάξεως του Θεού;
3 Ο Ιησούς εκήρυττε τ’ αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού, κι εθανατώθη επειδή τα εκήρυττε. Ο Ιησούς εγνώριζε ότι αυτό ήταν ορθόν, μολονότι η Ρωμαϊκή «εξουσία» τον εθανάτωσε επειδή εκήρυττε τη βασιλεία του Θεού. Γι’ αυτό, μετά την ανάστασί του από τους νεκρούς, ενεφανίσθη στους μαθητάς του και τους είπε να συνεχίσουν αμέσως το κήρυγμα των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού. Αυτό το κήρυγμα, που του εστοίχισε την επίγεια ζωή του, δεν ήταν παράλειψις υποταγής στις «υπερέχουσες εξουσίες» του κόσμου τούτου. Αυτές οι «υπερέχουσες εξουσίες» δεν μπορούν να εξαλείψουν την εντολή του Θεού δια του Χριστού να κηρυχθούν τ’ αγαθά νέα της σωτηρίας. Υποταγή λοιπόν στις κοσμικές εξουσίες δεν σημαίνει κατασιώπησιν του κηρύγματος του λόγου του Θεού. Αυτό το κήρυγμα δεν είναι εναντίωσις στη διαταγή του Θεού για τις κοσμικές εξουσίες. Κήρυγμα σημαίνει κατάλληλη υπακοή στον Θεό, από τον οποίον προέρχεται κάθε εξουσία.
4. Γιατί ο Θεός μάς άφησε να φερθούμε ενώπιον κυβερνητών και βασιλέων λόγω του κηρύγματος της Βασιλείας;
4 Αν διωκώμεθα επειδή κηρύττομε τον λόγον του Θεού, αυτό δεν σημαίνει ότι εναντιούμεθα στην κοσμική εξουσία. Όταν εμείς οι κήρυκες φερώμεθα ενώπιον βασιλέων, ηγεμόνων και κριτών επειδή κηρύττομε τ’ αγαθά νέα, ο Θεός το επιτρέπει αυτό για να δοθή σ’ αυτούς μαρτυρία και για να επωφεληθούμε κι εμείς από τη βοήθεια που μπορούν να δώσουν οι εξουσίες αυτές, αν είναι δυνατόν. Ο Ιησούς λοιπόν δεν είπε στους ακολούθους του να παύσουν να κηρύττουν όταν διωχθούν και φερθούν ενώπιον αρχόντων. (Λουκ. 12:11, 12) Αυτός μας είπε να χρησιμοποιήσωμε την περίπτωσι αυτή για να διαδώσωμε τη μαρτυρία της Βασιλείας ώστε να φθάση στις «υπερέχουσες εξουσίες», δίνοντας μαρτυρία, χωρίς να φοβούμεθα. Πρέπει να μεταστρέφωμε την περίπτωσι αυτή σε ευκαιρία για μας, για να τους δώσωμε μαρτυρία. Ο Ιησούς είπε: «Και ενώπιον έτι ηγεμόνων και βασιλέων θέλετε φερθή ένεκεν εμού, προς μαρτυρίαν εις αυτούς και εις τα έθνη.»—Ματθ. 10:18.
5. Πώς οι απόστολοι εξήγησαν το ότι δεν υπήκουαν στο Ιουδαϊκό δικαστήριο, και έτσι με ποιόν ήσαν σε συμφωνία;
5 Ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι του Χριστού εξήγησαν γιατί δεν υπήκουσαν στη διαταγή του Ιουδαϊκού Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ιερουσαλήμ, λέγοντας: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους.» Αυτή δεν ήταν περίπτωσις αδίκου εναντιώσεως σ’ εκείνο το Ιουδαϊκό Δικαστήριο, το οποίον ακόμη λειτουργούσε και είχε την αναγνώρισι της Ρωμαϊκής κυβερνήσεως. (Πράξ. 5:29) Οι απόστολοι εγνώριζαν ότι ο Θεός ο ίδιος θα κατέστρεφε το δικαστήριο εκείνο. Έτσι, δεν συνώμοσαν ούτε ενήργησαν στασιασμό εναντίον του, ακόμη και στη Χριστιανική εκκλησία. Δεν διήγειραν πολιτική ενέργεια εναντίον του δικαστηρίου, ακόμη και μεταξύ του λαού. Σε δύο σημεία ήσαν σε αρμονία με τον Θεό: (1) Στο να υποτάσσονται στην εξουσία που άφησε ο Θεός να υπάρχη, και (2) στο να υπακούουν στην εντολή του Θεού να κηρύττουν.
6, 7. (α) Πώς οι θρησκευτικές οργανώσεις του «Χριστιανικού κόσμου» υπήρξαν ένοχες εναντιώσεως στη διάταξι του Θεού; (β) Πώς η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υπήρξε ένοχη τούτου, και αυτό παρά ποιες αξιώσεις της;
6 Οι θρησκευτικές οργανώσεις του «Χριστιανικού κόσμου» υπήρξαν ένοχοι εναντιώσεως στη Θεία διαταγή. Πώς; «Με το να εναντιώνονται στις επιτετραμμένες εξουσίες μάλλον παρά να υποτάσσονται σ’ αυτές. Πώς; «Με το να αναμιγνύωνται στην πολιτική και να προσπαθούν να φθάσουν στην κορυφή του Κράτους και να κυριαρχούν επάνω σ’ αυτό.
7 Κάθε αναγνώστης της ιστορίας γνωρίζει πώς οι Ρωμαιοκαθολικοί, από τον πάπα και κάτω, προσεπάθησαν να είναι ανώτεροι στη γη από τις «υπερέχουσες εξουσίες» ή «ανώτερες εξουσίες». (Dy· AV) Προσεπάθησαν να διευθύνουν τις πολιτικές «ανώτερες «εξουσίες» αντί «να υποτάσσονται σ’ αυτές ως αληθείς Χριστιανοί. Επί αιώνες εμαίνετο η πάλη μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των κρατών του «Χριστιανικού κόσμου». Αυτοί επέβαλαν τον κανόνα των σε μερικά κράτη κι έκαμαν το Κράτος να εκτελέση θρησκευτικούς αιρετικούς χάριν αυτών. Διήγειραν επαναστάσεις εναντίον μη Καθολικών κρατών και ωδήγησαν σε ανατροπές κυβερνήσεων που δεν είχαν την επιδοκιμασία της εκκλησίας των. Επέφεραν γάμον ή ένωσιν Εκκλησίας και Πολιτείας. Σ’ αυτή την ένωσι ηγωνίσθησαν να παίξουν τον ρόλο ανδρός ώστε να είναι η κεφαλή μάλλον παρά τον ρόλο γυναικός η οποία πρέπει να υποτάσσεται στον άνδρα. Κι ωστόσο η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ισχυρίζεται ότι είναι η Νύμφη του Χριστού και ότι υποτάσσεται στις διαταγές του, όπως οι διαταγές του Χριστού που εδόθησαν μέσω του Παύλου στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1, 2, και μέσω του Πέτρου στην επιστολή 1 Πέτρ. 2:13-17, 21-24. Τώρα η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία λαμβάνει μια κατάλληλη κρίσι.
8. Ποια είναι η λέξις του Ελληνικού κειμένου που ο Παύλος χρησιμοποιεί αντί της λέξεως «καταδίκη» εδώ, και τι δείχνει αν η λέξις περιορίζεται σε μια μέλλουσα ημέρα κρίσεως;
8 Η κρίσις ή καταδίκη που λαμβάνει ο εναντιούμενος στην εξουσία δεν είναι μέλλουσα κρίσις στη διάρκεια της χιλιετούς βασιλείας του Χριστού., Είναι μια κρίσις που εκτελείται τώρα από την άρχουσα «εξουσία» του κόσμου. Για την «κρίσι» ο Παύλος εχρησιμοποίησε τη λέξι κρίμα (Κείμενον), η οποία δεν είναι η λέξις που χρησιμοποιείται ομοιόμορφα στην έκφρασι «η ημέρα της κρίσεως», στην οποία χρησιμοποιείται η λέξις «κρίσις». Η λέξις κρίμα μπορεί να σημαίνη οποιαδήποτε ατομική κρίσι, οποτεδήποτε, από οποιαδήποτε πλευρά, ανθρώπινη ή θεία. Δεν περιορίζεται ορθά σε μια κρίσι μελλοντικής ημέρας κρίσεως μετά τον Αρμαγεδδώνα. Έτσι, το εδάφιον Λουκάς 24:20 (Κείμενον) ομιλεί για το κρίμα ή «καταδίκην θανάτου» που εξετελέσθη στον Ιησούν από τον Ρωμαίο κυβερνήτη. Το δε εδάφιον 1 Κορινθίους 6:7 (Κείμενον) ομιλεί για κρίματα, δηλαδή, «κρίσεις» ή «δίκες» προς αλλήλους.—Yg· Ro· NW.
9. Σε ποιους οι κοσμικές εξουσίες εκτελούν κρίσι ή καταδίκη για ενοχή, και τι πρέπει να πράξη η εκκλησία για κάποιο ένοχο μέλος;
9 Οι κοσμικές εξουσίες αποδίδουν κρίση και τιμωρούν άτομα, είτε μέσα στην εκκλησία είναι είτε έξω απ’ αυτήν, αν παραβαίνουν νόμους ευπρεπείας και τάξεως. Οι παραβάται δεν δικαιούνται να παραπονεθούν για την ποινή, όπως ετόνισε ο Παύλος με τα λόγια του ενώπιον της έδρας της κρίσεως του Καίσαρος. (Πράξ. 25:11) Γι’ αυτό η Χριστιανική εκκλησία δεν μπορεί να προστατεύση κανένα από τα μέλη της αν κάνουν κλοπές, λαθρεμπόρια, διγαμίες, φόνους, λιβέλλους, απάτες, και λοιπά. Η εκκλησία πρέπει να εκδίδη τα ένοχα αυτά μέλη για τιμωρία από τις κοσμικές εξουσίες. Εφόσον οι ένοχοι παραβαίνουν τους νόμους της χώρας κι έτσι εναντιώνονται στην «εξουσία», λαμβάνουν στάσι εναντίον της θείας διατάξεως.
10. Ως ποιό σημείο μπορεί να ενεργήση μια εκκλησία για ένα μέλος που παραβαίνει τον νόμο, και γιατί;
10 Η Χριστιανική εκκλησία δεν έχει διαταγές από τον Θεό και δεν δικαιούται να προστατεύση αυτούς τους εναντιουμένους και παραβάτας του νόμου από την δέουσα ποινή της «εξουσίας» της χώρας. Δεν μπορούμε να παρεμποδίσωμε, να εναντιωθούμε ή να κατακρίνωμε την εκτέλεσι του κρίματος ή κρίσεως με το να βοηθούμε ή προστατεύωμε τους παραβάτας των νόμων. Αν το επράτταμε αυτό θα εθέταμε και τη Χριστιανική εκκλησία επίσης σε αντίθεσι στη θεία διαταγή. Η εκκλησία εκτός από το ν’ αφήση το κρίμα ή «κρίσιν» να λάβη την πορεία του στα ένοχα μέλη που επιφέρουν μομφή στον λαό του Θεού, μπορεί και ν’ αποκόψη από την επικοινωνία αυτούς τους παραβάτας του νόμου. Η εκκλησία δεν θέλει να είναι άξια κρίματος ή «κρίσεως» μαζί με τους παραβάτας του νόμου τασσόμενη ή συνεργαζόμενη μαζί τους και εναντιούμενη στην κοσμική «εξουσία». Κι αυτή επίσης δεν θέλει μομφή.
ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ
11. Στην προς Ρωμαίους επιστολή 13:3, ποιοι είναι οι εννοούμενοι άρχοντες, και ποια είναι τα ‘αγαθά έργα’, για τα οποία αυτοί δεν αποτελούν αντικείμενον φόβου;
11 Το εδάφιον Ρωμαίους 13:3, συνεχίζοντας την παραπάνω σκέψι, προχωρεί και λέγει: «Διότι οι άρχοντες δεν είναι φόβος των αγαθών έργων, αλλά των κακών. Θέλεις δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν; πράττε το καλόν, και θέλεις έχει έπαινον παρ’ αυτής.» Οι άρχοντες που νοούνται εδώ δεν είναι οι αόρατοι άρχοντες του κόσμου τούτου, οι οποίοι είναι ο Σατανάς ή Διάβολος και οι δαίμονες του, κατά τα εδάφια Ιωάννης 12:31· 14:30· Εφεσίους 2:2· 6:12. Εκείνοι που νοούνται εδώ με τη λέξι «άρχοντες» είναι ορατοί, επίγειοι, ανθρώπινοι. Αύται οι άρχοντες δεν είναι φόβος των «καλών έργων». Αυτό δεν σημαίνει την κήρυξί των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού, μολονότι αυτό είναι το καλύτερο έργον που θα μπορούσαμε να κάμωμε. Τα «καλά έργα» σημαίνουν τις καλές πράξεις τις οποίες οι νόμοι των «υπερεχουσών εξουσιών» διατάσσουν για τον καθένα και τις οποίες ο λαός γενικά εκτελεί.
12. Πώς η έκκλησις του Παύλου στο δικαστήριο της Καισαρείας δείχνει αν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ήσαν έως τότε «φόβος» στο κήρυγμα;
12 Όταν ο Παύλος έγραψε την επιστολή του στους Χριστιανούς της Ρώμης το έτος 56, ήταν ακόμη άρχων ο Αυτοκράτωρ Νέρων. Σ’ αυτόν λοιπόν τον Ρωμαίον αυτοκράτορα έκαμε προσφυγή ο Παύλος. Γιατί ο Παύλος έκαμε προσφυγή σ’ αυτόν τον ειδωλολάτρη άρχοντα, ο οποίος κατείχε αυτοκρατορική εξουσία; Για να διατηρήση την ελευθερία, ακόμη και στο Ιουδαϊκό έδαφος, για την κήρυξι των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού. (Πράξ. 25:8-12· 26:1-7) Εκείνο τον καιρό λοιπόν ο Αυτοκράτωρ Νέρων δεν ήταν «φόβος» για το εξαίρετο έργον της κηρύξεως της βασιλείας του Θεού. Ο προηγούμενος αυτοκράτωρ, Κλαύδιος (51-54 μ.Χ.), είχε εξορίσει τους φυσικούς Ιουδαίους από τη Ρώμη, περιλαμβανομένου και του Ακύλα και της Πρισκίλλης. Αλλά η ενέργεια αυτή του Αυτοκράτορος Κλαυδίου δεν ήταν εναντίον των Χριστιανών, μολονότι οι Χριστιανοί θα ήταν δυνατόν να συγχυσθούν με τους Ιουδαίους λόγω της πηγής της θρησκείας των.—Πράξ. 11:28· 18:2· Ιωάν. 4:22.
13. Έως τότε ο διωγμός των Χριστιανών εγίνετο κυρίως από ποιους, και παρ’ ότι ήταν τι απελύθη ο Παύλος από τη φυλακή στους Φιλίππους;
13 Η πυρκαϊά της Ρώμης δεν είχε γίνει ακόμη, δηλαδή, στο έτος 64, η οποία, ενώ έγινε τυχαίως, κατέληξε στον διωγμό των Χριστιανών από τότε εκ μέρους των Εθνικών κατά ένα οργανωμένο τρόπο. Ο Παύλος ήταν έτσι σε θέσι να κάμη προσφυγή στον Αυτοκράτορα Νέρωνα υπέρ της Χριστιανικής διακονίας που παρημπόδιζαν οι Ιουδαίοι στην περίπτωσι του Παύλου. Έως τώρα ο διωγμός των Χριστιανών προήρχετο κυρίως από τους Ιουδαίους. Αυτό που συνέβη στον Παύλο και στον Σίλα στους Φιλίππους της Μακεδονίας ωφείλετο κυρίως στο ότι οι δύο αυτοί ιεραπόστολοι κατηγορήθησαν από εκβιαστάς στους Εθνικούς πολιτικούς άρχοντας οπότε κι ο Παύλος κι ο Σίλας επίσης εστιγματίσθησαν ως Ιουδαίοι. Σ’ αυτή την περίπτωσι ο Παύλος πραγματικά ανεφέρθη στη Ρωμαϊκή του υπηκοότητα και απεφυλακίσθη παρά το ότι ήταν ένας δραστήριος Χριστιανός.—Πράξ. 16:19-21, 37-39.
14. Γιατί, λοιπόν, δεν εφοβήθη ο Παύλος να κάμη έκκλησι στον Καίσαρα, και πώς τούτο επεβεβαίωσε ό,τι είπε στην προς Ρωμαίους επιστολή 13:3 για τους άρχοντας;
14 Όταν λοιπόν ο Παύλος ενεφανίσθη ενώπιον του Ηγεμόνος Φήστου, δεν εφοβήθη να επικαλεσθή τον Καίσαρα, διότι ο Παύλος δεν έπραττε κανένα κακό κηρύττοντας τον λόγον του Θεού. Προσέφυγε σ’ αυτό το ανώτατο Ρωμαϊκό δικαστήριο για να υπερασπίση το δικαίωμά του να συνεχίση το κήρυγμά του. Ο Παύλος έγραψε την επιστολή του προς Ρωμαίους πολλά χρόνια προτού φυλακισθή στην Ιερουσαλήμ και στην Καισάρεια και προτού μεταφερθή στη Ρώμη για να προσφύγη προσωπικά στον Καίσαρα Νέρωνα. Ο Παύλος έφθασε στη Ρώμη πρώτα στο έτος 59 μ.Χ., δηλαδή, πέντε έτη πριν από την τυχαία πυρκαϊά της Ρώμης. Ο Παύλος μπορούσε ορθώς να γράψη, στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:3, ότι εκείνοι που άρχουν από υψηλή κοσμική θέσι δεν είναι φόβος ούτε ακόμη στην κήρυξι της Βασιλείας.
15. Ποιος είναι ο νόμιμος σκοπός της διακυβερνήσεως, και πώς ακόμη και ο νομικός κώδιξ του Χαμμουράμπι το δείχνει αυτό;
15 «Διότι οι άρχοντες δεν είναι φόβος των καλών έργων, αλλά των κακών [έργων]». Αυτό συμβαίνει λόγω της «εξουσίας» που ασκούν οι άρχοντες αυτοί. Ο νόμιμος σκοπός της εξουσίας του άρχοντος είναι ν’ αποθαρρύνη και να περιορίση τα κακά έργα. Ο άρχων πρέπει να ενεργή εναντίον της διαπράξεως του κακού, σύμφωνα με τον νόμο της χώρας. Κάθε δικαιοσύνη που υπάρχει σ’ αυτούς τους νόμους δείχνει το αποτέλεσμα της συνειδήσεως που ενεφύτευσε ο Θεός στον πρώτον άνθρωπο και της οποίας τα υπολείμματα βρίσκονται ακόμη στους ανθρωπίνους νομοθέτας. Με μια δίκαιη πορεία ο άρχων πρέπει να εμπνέη ένα περιοριστικό φόβο σε άτομα τα οποία κλίνουν προς το κακόν. Ακόμη και το προοίμιον του νομικού κωδικός του ειδωλολάτρου βασιλέως Χαμμουράμπι της αρχαίας Βαβυλώνος το έδειχνε αυτό. Στην πρώτη στήλη λέγει: «Εκείνο τον καιρό με ωνόμαζαν Χαμμουράμπι, εξυψωμένον άρχοντα, σεβόμενον τους θεούς, για να επιβάλω τη δικαιοσύνη στη χώρα, να ανατρέψω την πονηρία και το κακό, ν’ ανακουφίσω τους αδυνάτους από την καταδυνάστευσι των ισχυρών, . . . να φωτίσω τη χώρα, και να προαγάγω την ευημερία των ανθρώπων.»a
16. Τι αναμένουν οι άνθρωποι από τους κυβερνήτας των, γιατί ο Θεός τους αφήνει να χειρίζωνται εξουσία, και είναι η κατάχρησις εξουσίας διατεταγμένη από τον Θεό;
16 Το να είναι ένας άρχων φόβος του κακού είναι ένα χαρακτηριστικό όχι μόνο των ανθρώπων της εξουσίας μέσα στην οργάνωσι του Ιεχωβά, αλλά και των «υπερεχουσών εξουσιών» του κόσμου τούτου. Αυτός είναι ο καθωρισμένος σκοπός όλων των ανθρωπίνων αρχόντων κι αυτό είναι εκείνο που ο λαός, οι υπήκοοι των, αναμένουν από τους άρχοντας. Η εμπνέουσα φόβον εξουσία των αρχόντων γενικά χρησιμεύει για τον περιορισμό του κακού. Εφόσον ο Θεός επιτρέπει στους κοσμικούς άρχοντας της γης ν’ ασκούν εξουσία, αυτό γίνεται για ν’ αφεθούν να δουν πόσο πολύ ή πόσο λίγο καλό μπορούν να κάμουν με αυτήν εν συγκρίσει με την υποσχεμένη βασιλεία του Θεού. Η κατάχρησις εξουσίας επάνω στη γη δεν ωρίσθη από τον Θεό· είναι διαβολική. Η δικαιωματική άσκησις εξουσίας προβλέπεται για τον σκοπό του να προκύψουν οφέλη με τον περιορισμό της παρανομίας και της αταξίας.
17. (α) Γιατί οι Χριστιανοί δεν έχουν ‘φόβον της εξουσίας’ όταν κηρύττουν; (β) Ποιο είναι το αγαθόν που η προς Ρωμαίους επιστολή 13:3 λέγει στους Χριστιανούς να πράττουν για να έχουν έπαινο από την εξουσία;
17 Οι κακοποιοί έχουν λόγο να «φοβούνται την εξουσίαν», διότι οι νόμοι και τα διατάγματα της εξουσίας αυτής γενικά δημοσιεύονται και γίνονται γνωστά. Οι κήρυκες και οι διδάσκαλοι των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού δεν φοβούνται, διότι δεν πράττουν κακό, αλλά πράττουν το μεγαλύτερο καλό. Επίσης, όταν το εδάφιον Ρωμαίους 13:3 λέγη: «Πράττε το καλόν, και θέλεις έχει έπαινον παρ’ αυτής [της εξουσίας]», δεν αναφέρεται στην κήρυξι της Βασιλείας. Αναφέρεται στην υπακοή στους καλούς νόμους της χώρας, στους οποίους υπακούουν κι εκείνοι που δεν κηρύττουν τη βασιλεία του Θεού. Η εξουσία, επαινώντας τα άτομα που είναι νομοταγείς υπήκοοι ή πολίται, προάγει την ευταξία, την ευπρέπεια και γενικά τις ορθές πράξεις. Ωστόσο, ο Ρωμαίος Ηγεμών Φήστος, ομιλώντας στον Βασιλέα Ηρώδη Αγρίππα Β΄, μίλησε ευνοϊκά για τον απόστολο Παύλο.—Πράξ. 25:24-27.
18. Είναι, λοιπόν, ασύνηθες για τους μάρτυρας του Ιεχωβά να λαμβάνουν έπαινο από τους πολιτικούς άρχοντας;
18 Ο Παύλος λοιπόν δεν εφοβείτο την εξουσία επειδή εκήρυττε τον λόγον του Θεού. Ήταν ευτυχής κάνοντας την υπεράσπισί του ενώπιον του Βασιλέως Αγρίππα καθώς και του Κυβερνήτου Φήστου. (Πράξ. 26:1-3· 25:8-11) Σήμερα δεν είναι ασύνηθες στους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά να τυγχάνουν επαίνων από πολιτικούς άρχοντας. Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Φράνσις Μπιντλ, Γενικός Εισαγγελεύς των Ηνωμένων Πολιτειών, ωμίλησε υπέρ των μαρτύρων του Ιεχωβά για να κατασιγάση την επικρατούσα οχλοχρατία σε σαράντα τέσσερες Αμερικανικές Πολιτείες, η οποία είχε υπσκινηθή από παρωδηγημένους, φανατικούς, προκατειλημμένους ανθρώπους,b Αυτό ήταν επωφελές.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Βαβυλωνιακή Ζωή και Ιστορία, υπό Σερ Ε. Α. Ουάλλις Μπαντζ, Κ. Τ., σελ. 124, έκδοσις 1925 (στην Αγγλική). Επίσης Ισραήλ και Βαβυλών, υπό Β. Λάνσντελ Βαρντλ, Μ.Α., Β.Δ., σελ. 253, 254, έκδοσις 1925 και Ελευθερία στον Αρχαίον Κόσμον, υπό Έρμπερτ Ι. Μύλλερ, Νέα Υόρκη έκδοσις 1961 (στην Αγγλική).
b Βλέπε Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στον Θείο Σκοπό, σελ. 181, 182, έκδοσις 1959 (στην Αγγλική).
-
-
Ωφελούμενοι από την Υποταγή στις ΕξουσίεςΗ Σκοπιά—1963 | 1 Απριλίου
-
-
Ωφελούμενοι από την Υποταγή στις Εξουσίες
«Θέλεις δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν; πράττε το καλόν, και θέλεις έχει έπαινον παρ’ αυτής.»—Ρωμ. 13:3.
1, 2. (α) Έπαινο από ποια πηγή δεν χρειάζονται οι Χριστιανοί μάρτυρες για να πράττουν το ορθόν, και όμως σε ποιες περιστάσεις προήλθε από εκεί, και γιατί; (β) Ποια περίπτωσις τούτου υπήρξε το 1958 στην Αμερική;
Ο ΕΠΑΙΝΟΣ, που δίδεται από τις ‘υπερέχουσες εξουσίες’ του κόσμου τούτου σε κείνους, οι οποίοι πράττουν το καλόν, ενθαρρύνει την αγαθοεργία. Ο έπαινος απ’ αυτή την πηγή δεν χρειάζεται για κείνους, που υπακούουν στον λόγον του Θεού, ώστε να τους παρακινή σε αγαθά έργα. Οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά δεν επιζητούν άμεσα τον έπαινο από τις κοσμικές εξουσίες για να καυχώνται γι’ αυτόν ή απλώς για να ευαρεστούν ανθρώπους, που κατέχουν υψηλή θέσι επάνω στη γη. Εν τούτοις, πολιτικοί άρχοντες ή αξιωματούχοι μπορεί οικειοθελώς να επαινέσουν μέλη των εκκλησιών των μαρτύρων του Ιεχωβά, ιδιαίτερα αν, ομαδικώς ή ως μια συνέλευσις, τηρούν ορθή διαγωγή, ηθική, ευπρέπεια κι ευταξία. Σήμερα οι κοσμικοί άνθρωποι δείχνουν έλλειψι αυτών των πραγμάτων, κι έτσι ο λαός του Θεού, αντιπαραβαλλόμενος, λάμπει φωτεινότερα και κερδίζει έπαινο.
2 Ένα παράδειγμα τούτου ήταν την 1η Αυγούστου 1958, οπότε ο Αμερικανός Γερουσιαστής του Όρεγκον, Ριχάρδος Λ. Νοϋμπέργκερ, ανέγνωσε στη Γερουσία των Ηνωμένων Πολιτειών την εξαίρετη έκθεσι της ημέρας εκείνης, όπως εδημοσιεύθη στους Τάιμς της Νέας Υόρκης προς επαίνον των μαρτύρων του Ιεχωβά, που είχαν συγκεντρωθή τότε σε διεθνή συνέλευσι στο Στάδιο Γιάγκη και στο Πόλο Γκράουντς της Νέας Υόρκης. Έπειτα ο Γερουσιαστής έκαμε να εγγραφή η έκθεσις αυτή στις σελίδες Α 6907, Α 6908 των Αρχείων του Κογκρέσου της δευτέρας συνόδου του 85ου Κογκρέσου.
3. Ποιες άλλες περιπτώσεις τέτοιου επισήμου επαίνου υπάρχουν, όπως στην περίπτωσι της Σχολής Γαλαάδ το 1953;
3 Τα σωματεία των ξενοδόχων κι οι επιτροπές πολιτών ομιλούν ευφήμως για τους μάρτυρας του Ιεχωβά, για τη Χριστιανική των διαγωγή στις μεγάλες συνελεύσεις. Οι κρατικές υπηρεσίες μάλιστα στέλνουν κι επιθεωρητάς για να μελετήσουν πράγματα όπως η τεχνική ομαδικής σιτίσεως των μαρτύρων του Ιεχωβά. Τον Μάιο του 1953, δέκα έτη μετά την ίδρυσι της Βιβλικής Σχολής της Σκοπιάς Γαλαάδ από τους μάρτυρας του Ιεχωβά, η Σχολή αυτή ανεγνωρίσθη επισήμως από το Γραφείον Εκπαιδεύσεως των Ηνωμένων Πολιτειών, που βρίσκεται στην Ουάσιγκτον, D.C.,a επειδή παρείχε εκπαίδευσι ισοβάθμια μ’ εκείνη που παρέχουν τα κοσμικά επιστημονικά κολλέγια και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αυτή η κυβερνητική ενέργεια, που ήταν μια ένδειξις επαίνου, υπεβοήθησε την επίτευξι εισδοχής στην Αμερική σπουδαστών για τη Σχολή Γαλαάδ από ξένες χώρες, έναντι των οποίων υπάρχει αναλογία μεταναστεύσεως, για να παραμείνουν στην Αμερική αρκετόν καιρό, ώστε να συμπληρώσουν τις σπουδές των.
4. Γιατί το Ρωμαίους 13:4 λέγει στους Χριστιανούς να εξακολουθούν να πράττουν το καλό που είναι άξιο επαίνου;
4 Οι Μάρτυρες επιζητούν έπαινον από τον Θεό των Ιεχωβά μάλλον παρά από ανθρώπους. Γιατί, λοιπόν, να εξακολουθούν να κάνουν το καλό που φέρνει έπαινο κι από την πολιτική ακόμη «εξουσία»; Το εδάφιο Ρωμαίους 13:4 απαντά: «Επειδή ο άρχων [ή εξουσία, Κείμενον] είναι του Θεού υπηρέτης [διάκονος, Κείμενον] εις σε προς το καλόν. Εάν όμως πράττης το κακόν, φοβού· διότι δεν φορεί ματαίως [η εξουσία] την μάχαιραν· επειδή [όχι Θεός, αλλά] του Θεού υπηρέτης είναι, εκδικητής δια να εκτελή την οργήν κατά του πράττοντος το κακόν.»
5. Πώς η Περσική κυβέρνησις, ως «εξουσία», εχρησίμευσε ως «διάκονος του Θεού» για το Ιουδαϊκό υπόλοιπο και τον ναό των;
5 Πριν από τη Χριστιανική εποχή, ο Βασιλεύς Κύρος της Περσίας ήταν ένας διάκονος του Ιεχωβά για το καλό των Ιουδαίων, που ήσαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα. Ο Κύρος, ως διάκονος του Θεού, άφησε το πιστό υπόλοιπο των Ιουδαίων να επιστρέψη στην Ιερουσαλήμ για ν’ ανοικοδομήση τον ναό και ν’ αποκαταστήση εκεί τη λατρεία του Ιεχωβά. Στο διάταγμά του περί απελευθερώσεως ο Κύρος είπε σχετικά με τον Ιεχωβά Θεό: «Και αυτός προσέταξεν εις εμέ να οικοδομήσω εις αυτόν οίκον εν Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία.» (2 Χρον. 36:22, 23· Έσδρας 1:1-4) Ως αυτόν τον βαθμό ο Κύρος ήταν «διάκονος του Θεού», όχι, βέβαια, ότι ο Κύρος ήταν τώρα ένας προσήλυτος Ιουδαίος. Ύστερ’ από δώδεκα χρόνια οι Ιουδαίοι που είχαν επιστρέψει χρειάσθηκε να προκαλέσουν έρευνα στα επίσημα κρατικά αρχεία για ν’ απαλλαγούν από την παρεμπόδισι του έργου οικοδομήσεως του ναού των από τους γύρω των εχθρούς. Η έρευνα απέβη ευνοϊκή, η Περσική κυβέρνησις είπε σε κείνους, που παρενέβαλλαν εμπόδια, να σταματήσουν, και έτσι, σε τέσσερα χρόνια ο λαός του Θεού επεράτωσε τον ναό του.—Έσδρας 5:17 έως 6:15.
6. Πώς, αργότερα, η Περσική «εξουσία» υπεστήριξε το έργον του ναού και επίσης εμπόδισε την κατακρεούργησι του λαού του Θεού;
6 Αργότερα ο βασιλεύς της Περσίας έστειλε τον αντιγραφέα της Βίβλου Έσδρα στην Ιερουσαλήμ με μια εισφορά για τον οίκον του Ιεχωβά από τον βασιλέα και τους συμβούλους του και άρχοντας. Επίσης, έστειλε και μια επιστολή με οδηγίες που παρείχαν φορολογική ατέλεια στους ιερείς και άλλους αμέσους υπηρέτας του ναού. (Έσδρας 7:11, 24· 8:25-30) Επίσης, στις ημέρες της Βασιλίσσης Εσθήρ, ο Πέρσης βασιλεύς σύζυγός της ήταν υπηρέτης του Θεού στην εκτέλεσι του Αμάν, του εχθρού των Ιουδαίων. Εφρόντισε, επίσης, να πολεμήσουν οι Ιουδαίοι υπέρ της ζωής των υπό την Βασίλισσαν Εσθήρ και τον εξάδελφο της Μαροδοχαίον ως τον νέον πρωθυπουργόν της Περσίας, και να φονεύσουν εκείνους που προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν τον κακό νόμο του Αμάν για να καταστρέψουν τον λαόν του Θεού.—Εσθήρ 7:5 έως 9:17.
7, 8. (α) Μόνον όταν εκπληρώνη Βιβλική προφητεία ή εκτελή έναν προφητικό τύπο χρησιμεύει η κοσμική εξουσία ως «διάκονος του Θεού» στους Χριστιανούς; (β) Πώς μεταγενέστερες εξελίξεις στη διακονία του Παύλου δείχνουν αν η «εξουσία» είναι διάκονος για το καλό ή για το κακό;
7 Εντούτοις, μια κοσμική «εξουσία» ενεργεί ως διάκονος του Θεού στους Χριστιανούς για το καλό τους, όχι μόνον όταν η «εξουσία» εκπληρώνη Βιβλική προφητεία ή εκτελή έναν προφητικό τύπο, αλλά και στα καθημερινά, συνήθη πράγματα της ζωής. Οι Χριστιανοί, καθώς και όλοι οι άλλοι υπήκοοι ή πολίται, ωφελούνται από την κατάλληλη λειτουργία της κοσμικής «εξουσίας». Ποιος ήταν εκείνος, που απελευθέρωσε τον απόστολο Παύλο από τον Ιουδαϊκό όχλο στον ναό της Ιερουσαλήμ; Η Ρωμαϊκή φρουρά της κοσμικής εξουσίας. Ποιος ήταν εκείνος, που μετέφερε τον Παύλο κρυφά από την Ιερουσαλήμ στην Καισάρεια για να ματαιώση μια Ιουδαϊκή συνωμοσία προς εξόντωσίν του; Ποιον επεκαλέσθη ο Παύλος—τον Ιουδαίον αρχιερέα ή μια Εθνική εξουσία; Ποιος ήταν εκείνος, που έστειλε ατμοπλοϊκώς δωρεάν τον Παύλο από την Καισάρεια στη Ρώμη, για να δώση μαρτυρία στη Ρώμη; Ποιος ήταν εκείνος, που εφρόντισε ώστε να μη φονευθή ο Παύλος με τους άλλους δεσμίους στο πλοίο προτού ναυαγήση; Ποιος ήταν εκείνος, που επρονόησε ώστε ο Παύλος να παραμένη «εν ιδιαίτερα μισθωτή οικία», στην οποία να κρατήται ως δέσμιος στη Ρώμη αναμένοντας δίκην ενώπιον του Καίσαρος Νέρωνος; Πάντοτε ήσαν όργανα της Ρωμαϊκής «εξουσίας».—Πράξ. 21:31 έως 28:31.
8 Και, σύμφωνα με την παράδοση η ίδια η Ρωμαϊκή εξουσία ήταν εκείνη, που ηθώωσε τον Παύλον από τις Ιουδαϊκές συκοφαντίες και τον κατέστησε ικανό να επιτύχη «εις την απολογίαν, και εις την βεβαίωσιν του ευαγγελίου.» (Φιλιππησ. 1:7) Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ερωτούμε, τίνος διάκονος ήταν η Ρωμαϊκή εξουσία, του Θεού διάκονος ή του Διαβόλου; Ήταν η «εξουσία» διάκονος για το καλό ή για το κακό ως προς τη Χριστιανική υπόθεσι;
9, 10. (α) Με ποια έννοια δεν πρέπει να θεωρηθή ότι η «εξουσία» γίνεται «διάκονος του Θεού»; (β) Επειδή είναι «υπηρέτης εις σε προς το καλόν», ποια ωφέλεια μπορούν να λάβουν οι Χριστιανοί από την «εξουσία»;
9 Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η «εξουσία» προσηλυτίζεται στη Χριστιανοσύνη ώστε να γίνη ένας αφιερωμένος, βαπτισμένος, κηρύττων διάκονος του Θεού. Όχι, όπως κι ο Βασιλεύς Κύρος δεν έγινε Ιουδαίος, δηλαδή ένας από τους αφιερωμένους του Ιεχωβά κάτω από τον Μωσαϊκό νόμο. Αλλ’ η «εξουσία» μπορεί να χρησιμεύση για καλό, όπως και προωρίζετο· δικαιούμεθα δε να επωφεληθούμε απ’ αυτό για καλό αν παραμένωμε νομοταγείς.
10 Μήπως δεν προσφεύγομε στις εξουσίες της χώρας για να μας αποδώσουν κάποιο καλό σε περιπτώσεις, που τα δίκαιά μας παραβιάζονται από εχθρούς; Σε πολλές τέτοιες περιπτώσεις οι εξουσίες αυτές υπήρξαν διάκονοι για το καλό μας, έτσι δεν είναι; Γιατί να προσφύγομε καν σ’ αυτές, αν δεν ήσαν τεταγμένες να μας κάνουν καλό ή αν δεν επρόκειτο να βγη κανένα καλό απ’ αυτές; Ακόμη και υπέρ του κηρύγματος της βασιλείας του Θεού, το οποίον σε πολλές περιπτώσεις μερικοί κρατικοί λειτουργοί κατεδίωξαν, οι μάρτυρες του Ιεχωβά επεκαλέσθησαν την «εξουσία» για τον ορθό χειρισμό της καταστάσεως, που μας επηρέαζε δυσμενώς. Γιατί θα επρεπε να το κάμωμε αυτό, αν η «εξουσία» δεν ήταν πραγματικά και ουσιαστικά τεταγμένη για να διακονή αγαθά και οφέλη σε όλους τους ανθρώπους, σε όλους όσοι είναι κατώτεροι από τις ‘υπερέχουσες εξουσίες’ η ‘ανώτερες εξουσίες’;
ΔΙΩΓΜΟΣ ΑΠΟ ΔΙΚΤΑΤΟΡΑΣ
11. Τι μπορεί να λεχθή για την «εξουσία», όταν ένα άτομο ευρισκόμενο σ’ εξουσία διαστρέφη τα πράγματα και διακονή κακά σ’ εμάς;
11 Κατά καιρούς, η «εξουσία», αντί να ενεργήση ως ένας διάκονος για το καλό μας, μετεστράφη στο να μας προξενήση κακά ακριβώς διότι είμεθα μάρτυρες του Ιεχωβά. Μας κατεδίωξε και απηγόρευσε το κήρυγμά μας και προσεπάθησε να μας εξοντώση. Τι θα λεχθή γι’ αυτό; Η ασεβής αυτή διαγωγή αποτελεί ιδιαίτερη ευθύνη εκείνου που κατέχει την «εξουσία», του ατόμου, που ασκούσε τότε την εξουσία. Αυτός θα τηρηθή προσωπικά παρά Θεού υπόλογος για την κατάχρησι εξουσίας, για τη διαστροφή της κατάλληλης, προσδιορισμένης λειτουργίας της εξουσίας.
12. Πώς οι μάρτυρες του Ιεχωβά ετόνισαν το γεγονός αυτό στο 1934, στο 1956 και στο 1957 στις συγκεντρώσεις των;
12 Αυτό το γεγονός ετονίσθη στο Ψήφισμα που ενέκριναν οι μάρτυρες του Ιεχωβά στις 199 Περιφερειακές Συνελεύσεις των που έγιναν σε όλον τον κόσμο στα έτη 1956-1957 και το οποίον απηύθυναν στον τότε Ρώσο Πρωθυπουργό Νικολάι Α. Μπουλγκάνιν.b Ετονίσθη, επίσης, και στο Ψήφισμα που ενεκρίθη από 33.091 μάρτυρας του Ιεχωβά συγκεντρωμένους στη Βαλτιμόρη, Μαίρυλαντ, την 24η Αυγούστου 1957, και απηύθυνε το στον τότε δικτάτορα της Δομινικανής Δημοκρατίας, τον Αρχιστράτηγο Ραφαήλ Λ. Τρουγίλλο.c Τα ομοιότυπα τηλεγραφήματα, που εστάλησαν στον Εθνικοσασιαλιστή δικτάτορα της Γερμανίας, Αδόλφον Χίτλερ, την Κυριακή, 7 Οκτωβρίου 1934, από μάρτυρας του Ιεχωβά συγκεντρωμένους σε συνελεύσεις σε όλον τον κόσμο, έλεγαν μεταξύ άλλων: «Αποφύγετε τον περαιτέρω διωγμόν των μαρτύρων του Ιεχωβά· αλλιώς ο Θεός θα καταστρέψη και σας και το εθνικό σας κόμμα».d Όπως κατεφάνη απ’ αυτούς τους ανθρώπους, ανθρώπινοι δικτάτορες εγείρονται σε ισχύ, κάνουν κατάχρησι εξουσίας για ένα χρονικό διάστημα και πίπτουν, αλλ’ η «εξουσία» συνεχίζεται στα χέρια άλλων ανθρώπων.
13. Όσον αφορά τους ανθρωπίνους άρχοντας, πώς οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν έδειξαν φόβο και όμως έδειξαν σεβασμό;
13 Απ’ τον καιρό του Νεβρώδ, του άρχοντος της Βαβυλώνος στις ημέρες του Νώε, οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν εφοβήθησαν το άτομο, τον άνθρωπο, έστω κι αν ήταν δικτάτωρ. Εφοβήθησαν τον Θεό. Εν τούτοις, εσεβάσθησαν την «εξουσία», την απρόσωπη εκείνη ιδιότητα, που κάνει την ισχύ να ενεργή στα χέρια ενός άρχοντος. Η εξουσία μεταχειρίζεται σκληρά τους κακοποιούς.
14. Ποια αιτία παρέχει το Ρωμαίους 13:4 για να δείχνωμε φόβο, και τι είναι η «μάχαιρα» που αναφέρεται εκεί;
14 Το εδάφιο Ρωμαίους 13:4 λέγει στους Χριστιανούς: «Εάν όμως πράττης το κακόν, φοβού διότι δεν φορεί ματαίως την μάχαιραν.» Όχι απλώς το ξίφος, που έφερε κατ’ έθιμον ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ και οι υπ’ αυτόν ιθύνοντες σε ένδειξι του δικαιώματος των «ζωής και θανάτου»· αλλά την «μάχαιραν», που συμβολίζει την εξουσία θανατικής εκτελέσεως.
15. Πώς οι άρχοντες Ηρώδαι εχρησιμοποίησαν την «μάχαιραν», και τι αποδεικνύει αυτό για τη συμπεριφορά μας απέναντι των «εξουσιών»;
15 Όταν ο Βασιλεύς Ηρώδης Αντίπας απεκεφάλισε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, δεν εχρησιμοποίησε τη συμβολική «μάχαιρα» για καλό σκοπό, δεν την «χρησιμοποίησε ως «διάκονος του Θεού». Ναι, μπορούσε να τη χρησιμοποιήση, και την εχρησιμοποίησε, διότι δεν έφερε τη συμβολική μάχαιρα χωρίς ένα δικαιωματικό σκοπό υπ’ όψιν. Αυτός ο σκοπός ήταν ν’ αποκόπτη τους κακοποιούς· αλλά σ’ αυτή την περίπτωσι ο Ηρώδης Αντίπας έκαμε ακριβώς το αντίθετον. (Ματθ. 14:1-12) Επίσης, όταν ο Βασιλεύς Ηρώδης Αγρίππας Α΄ «εφόνευσε . . . δια μαχαίρας Ιάκωβον τον αδελφόν του Ιωάννου», έκαμε κακή χρήσι της μαχαίρας που του εξεχώρησε η εξουσία του. (Πράξ. 12:1, 2) Αυτό, όμως, αποδεικνύει ότι δεν είναι ασφαλές να παίζη κανείς με την εξουσία τολμώντας να πράττη το κακό, διότι τότε παίζομε με την «μάχαιραν».
16. Αν πράττωμε το κακό, τι έχομε λόγο να φοβούμεθα που προέρχεται από την «εξουσία», και έτσι ως τι χρησιμεύει η εξουσία;
16 Αν ενεργούμε αντιχριστιανικά και κάνωμε ό,τι είναι κακό, έχομε λόγο να φοβούμεθα τιμωρίαν από εκείνον που έχει κοσμική εξουσία. Επειδή ο άρχων [ή εξουσία] είναι του Θεού υπηρέτης.» Με ποια έννοια σ’ αυτή την περίπτωσι; Ως «εκδικητής δια να εκτελή την οργήν κατά του πράττοντος το κακόν», λέγει ο θεόπνευστος Παύλος. Το να είναι κάνεις εκδικητής είναι μια εκφοβιστική ιδιότης της εξουσίας, η οποία πρέπει να μας συγκρατή από το να πράττωμε το κακό. Ο Θεός δεν τιμωρεί έτσι απ’ ευθείας τον κακοποιούντα Χριστιανό, ή δεν αφήνει τα πράγματα ν’ αναμείνουν ως την ημέρα της κρίσεως στο μακρινό μέλλον, προτού επιφέρη κρίσι στον παραβάτη, που κάνει το κακό. Ο Θεός δεν χρειάζεται να ενεργήση απ’ ευθείας ή ν’ αναμείνη ως την επικείμενη ημέρα της κρίσεως. Έχει ήδη πρόχειρον τον «διάκονόν» του για ν’ αποδώση την οφειλόμενη ποινή.
17. Γιατί η χήρα της παραβολής του Ιησού επεκαλείτο επιμόνως τον άδικον κριτήν, και τι διευκρινίζει αυτό ως προς τις οδηγίες που δίδονται στα όργανα της εξουσίας όσον αφορά τη διαγωγή στο αξίωμα των;
17 Στην παραβολή του Ιησού περί του αδίκου κριτού, στο κατά Λουκάν 18:1-6, μια χήρα επεκαλείτο επιμόνως τον κριτή να κάμη εκδίκησι εναντίον του αντιδίκου της. Αν ο κριτής με την εξουσία του δεν ανεμένετο δίκαια να είναι ένας εκδικητής, γιατί να τον επικαλήται επιμόνως η χήρα; Ιδιαίτερα μάλιστα, εφόσον ο κριτής ήταν άδικος, χωρίς φόβον Θεού ή σέβας ανθρώπων. Ακριβώς όπως συμβαίνει μέσα στην οργάνωσι του Θεού, έτσι συμβαίνει κι έξω στην οργάνωσι του Σατανά: άτομα, που είναι σε εξουσία, έχουν τις οδηγίες των για ορθή διαγωγή στη θέσι που κατέχουν, βέβαια όχι οδηγίες για κακή, άδικη διαγωγή. Αλλιώς, πώς θ’ απεβλέπαμε σε κάποιο επίγειο όργανο της εξουσίας για βοήθεια; Πώς θα μπορούσαμε να το πράξωμε αυτό, αν το όργανο της εξουσίας δεν ήταν εξουσιοδοτημένο να πράττη το ορθόν, να πράττη το καλόν, να ενεργή με δικαιοσύνη; Μερικά από τα αγαθά έργα, που αυτοί είναι εξουσιοδοτημένοι να πράττουν, βρίσκονται σε αρμονία με τον νόμο του Θεού και μπορούν να επιδοκιμασθούν από τη Χριστιανική συνείδησι.
18. Επάνω σε ποια βάσι μπορούσαν ο Δανιήλ και ο Μαροδοχαίος ο εξάδελφος της Βασιλίσσης Εσθήρ να λάβουν μέρος στη Βαβυλωνιακή και στην Περσική κυβέρνησι;
18 Πώς θα μπορούσε ο προφήτης Δανιήλ να λάβη μέρος στη Βαβυλωνιακή κυβέρνησι ή στην Περσική κυβέρνηση αν η μία ή η άλλη κυβέρνησις δεν είχε καμμιά εξουσία να πράττη το καλόν; Η Περσική κυβέρνησις επέτρεψε στον Δανιήλ, καθώς και στον Μαροδοχαίο, να πράττουν το καλόν, καίτοι αυτό απ’ ευθείας ωφελούσε τον λαόν του Ιεχωβά· επήνεσε μάλιστα και τον Δανιήλ και τον Μαροδσχαίο για τούτο. Επεδοκίμασε αυτές τις πράξεις των, διότι ήσαν αιχμάλωτοι δούλοι των κυβερνήσεων αυτών. Επαξίως επήλθε εκδίκησις στους διώκτας του Δανιήλ και της Βασιλίσσης Εσθήρ και του Μαροδοχαίου και των Ιουδαίων αδελφών των.
19. Πώς ο Θεός εχρησιμοποίησε Εθνικούς άρχοντας ως εκδικητήν του εναντίον των διεστραμμένων δέκα φυλών του βασιλείου του Ισραήλ;
19 Στους προ Χριστού αιώνες ο Θεός επέτρεψε σε Εθνικούς άρχοντας ή στις ‘υπερέχουσες εξουσίες’ να ενεργούν ως εκδικηταί του για την εκδήλωσι θείας οργής εναντίον του εκλεκτού του λαού λόγω των εθνικών αποτυχιών των απέναντί του. Σύμφωνα με τον Ησαΐα 9:8-17, ο Θεός εχρησιμοποίησε τον Βασιλέα Ρεσίν της Συρίας μαζί με τους Φιλισταίους για να ενεργήσουν ως εκδικητής του εναντίον του Εφραΐμ και των κατοίκων της Σαμάρειας, πρωτευούσης του Βορείου Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Ησαΐα 10:5, 6, 15, ο Ιεχωβά έκαμε, επίσης, τον βασιλέα της Ασσυρίας ράβδον, με την οποία να ξυλοκοπή το διεστραμμένο εκείνο έθνος.
20. Πώς ο Θεός εχρησιμοποίησε Εθνικούς άρχοντας ως εκδικητήν του εναντίον του Ιούδα, την Αίγυπτο και τη Βαβυλώνα;
20 Σύμφωνα με τους λόγους του Ιερεμία (25:8-11· 27:4-8), ο Ιεχωβά έκαμε τον Βασιλέα της Βαβυλώνος δούλον του, για να επιφέρη μέσω αυτού θεία εκδίκησι στο έθνος του Ιούδα και σε άλλα έθνη που εσχετίζοντο με τον Ιούδα. Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος ήταν ως μάχαιρα του Θεού. (Ιεζ. 21:8-23) Ο Ιεχωβά έκαμε τον βασιλέα της Βαβυλώνος ως τον ξυλοκόπον του για να κατακόψη και καθυποτάξη την Αίγυπτο, η οποία είχε αναπτυχθή σαν ένα ρωμαλέο δένδρο. (Ιεζ. 31:2-14) Ο Βασιλεύς Κύρος της Περσίας έγινε ο «χρισμένος του Ιεχωβά για να ταπεινώση τη Βαβυλώνα και να την ανατρέψη ως παγκόσμια δύναμι.—Ησ. 45:1-4.
21. (α) Ποιον ο Θεός εχρησιμοποίησε ως εκδικητήν του το 70 μ.Χ. και εναντίον τίνος; (β) Μπορεί η «εξουσία» να ενεργήση ως εκδικητής μόνο όταν εκπληρώνη μια Βιβλική προφητεία, ή πότε επίσης;
21 Στις ημέρες των αποστόλων του Χριστού ο Ιεχωβά Θεός εχρησιμοποίησε τη Ρωμαϊκή εξουσία για να ενεργήση ως εκδικητής του με την μάχαιρα στο έτος 70. Στο έτος ακριβώς εκείνο οι ‘ημέρες της αποδόσεως δικαιοσύνης’, οι ημέρες της εκδικήσεως, επήλθαν εναντίον του αντιχριστιανικού έθνους του Ισραήλ. Έτσι η αγία πόλις και ο ναός της λατρείας κατεστράφησαν από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες υπό τον Στρατηγόν Τίτον. (Λουκ. 21:20-24· Ματθ. 23:35 έως 24:2) Εκείνη ήταν ημέρα κρίσεως για τον Ισραήλ. Εν τούτοις, δεν υπάρχει ανάγκη ν’ αναμείνη η κοσμική «εξουσία» ως την ημέρα της κρίσεως ενός απειθούς έθνους για να ενεργήση ως «εκδικητής δια να εκτελή την οργήν.» Η οργή του εκδικητού μπορεί να εκτελεσθή και σε οποιονδήποτε άλλον καιρό εναντίον οποιουδήποτε ατόμου κακοποιού, με τις νομικές ενέργειες της «εξουσίας». Έτσι, η αλήθεια των λόγων του αποστόλου Παύλου δεν είναι ανάγκη να περιορισθή στον καιρό, που ο Θεός εκπληρώνει μια προφητεία εναντίον ενός ολοκλήρου έθνους.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Ετήσιον Βιβλίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1954, σελ. 62· επίσης το βιβλίο Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στον Θείο Σκοπό, σελ. 264, στήλη 1 (στην Αγγλική).
d Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στον Θείο Σκοπό, σελ. 142 (στην Αγγλική).
-
-
Συνείδησις και Υποταγή στις ΕξουσίεςΗ Σκοπιά—1963 | 1 Απριλίου
-
-
Συνείδησις και Υποταγή στις Εξουσίες
1. Πότε προέρχεται το μεγαλύτερο όφελος σ’ ένα άτομο από την υποταγή στις εξουσίες, και ποιοι, επομένως, λαμβάνουν το μεγαλύτερο όφελος;
ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ όφελος από την υποταγή μας στις ‘υπάρχουσες εξουσίες’, που επιτρέπει ο Θεός να άρχουν επάνω στη γη, προέρχεται από το να υποτασσώμεθα με το ορθό ελατήριο. Το ελατήριο του φόβου δεν αποτρέπει πάντοτε τους ανθρώπους από το να πράττουν το κακό ή να εναντιώνωνται στις ‘ανώτερες εξουσίες’. Σε όλα τα έθνη και τις χώρες, τα άτομα, που έχουν το καλύτερο ελατήριο για να υποτάσσωνται, είναι εκείνα που δεν αποτελούν μέρος του «Χριστιανικού κόσμου», αλλά που είναι Χριστιανοί
-
-
Ανταλλαγή Υλικής Τροφής με ΠνευματικήΗ Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Ανταλλαγή Υλικής Τροφής με Πνευματική
Ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά έλαβε πρόσκλησι να φοιτήση στη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας, της Εταιρίας Σκοπιά, που επρόκειτο ν’ αρχίση πριν από το τέλος της προσπαθείας για τη Σκοπιά. «Ήμουν αποφασισμένος να κάμω ό,τι μπορούσα για να φθάσω την αναλογία μου των τριάντα συνδρομών για ειδικό σκαπανέα», είπε αυτός ο Μάρτυς. «Επειδή οι εργασίες είναι σπάνιες τον χειμώνα, έθεσα σ’ εφαρμογή την υπόδειξι της Διακονίας της Βασιλείας περί ανταλλαγής των συνδρομών με τρόφιμα. Σε μια περίπτωσι αντήλλαξα μια συνδρομή με πενήντα σεντς και μια δωδεκάδα αυγά, και μια άλλη φορά εζήτησα είκοσι πέντε σεντς και μισή δωδεκάδα αυγά για μια εξάμηνη συνδρομή. Πολύ συχνά έκανα ανταλλαγή με σιτάλευρο, πατάτες ή κοττόπουλα. Πριν αναχωρήσω στις 11 Απριλίου, εργάσθηκα σκληρά κάνοντας επισκέψεις σε όλους όσοι είχαν υποσχεθή να γίνουν συνδρομηταί. Τρεις συνδρομές ελήφθησαν την τελευταία μου εβδομάδα, κι έτσι οι συνδρομές μου έφθασαν συνολικά τις είκοσι έξη.»
-
-
«Η Βοήθεια Ημών Είναι εν τω Ονόματι του Ιεχωβά»Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
«Η Βοήθεια Ημών Είναι εν τω Ονόματι του Ιεχωβά»
Αφήγησις του Αυγούστου Πήτερς
ΠΟΛΛΑ έχουν λεχθή περί διωγμού των μαρτύρων του Ιεχωβά στην Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία. Αυτό που εξέσπασε στους κήρυκας των αγαθών νέων σ’ αυτή τη χώρα ήταν μια δοκιμασία, που απεδείκνυε ότι η Χριστιανική των σκέψις και διαγωγή ήσαν γνήσιες, Οι Χριστιανοί αναμένουν διωγμούς, όπως ανέμενε κι ο Ιησούς. (Ιωάν. 15:20) Αλλά μπορεί να διερωτηθήτε, Θα μπορούσα διακρατήσω την ακεραιότητά μου κάτω από σοβαρή δοκιμασία; Ο λόγος του Θεού και οι πείρες των Χριστιανών αδελφών σας στη Γερμανία πρέπει να σας καταστήσουν ικανούς ν’ απαντήσετε μ’ εμπιστοσύνη, Ναι! Δεν μπορεί να υπάρξη αμφιβολία ότι ο Ιεχωβά μάς ενίσχυσε σε στιγμές μεγάλου κινδύνου. Η μη επιδεχόμενη συμβιβασμούς στάσις μας υπέρ της βασιλείας του απεδείχθη ότι είναι η καλύτερη πορεία σε κάθε περίπτωσι. Το γνωρίζω αυτό από προσωπική πείρα.
ΑΝΑΚΡΙΣΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΚΕΣΤΑΠΟ
Όταν εξέσπασε η θύελλα του διωγμού, ήμουν σαράντα τριών ετών και πατέρας τεσσάρων τέκνων. Το ν’ αποσχισθώ βάναυσα, από την οικογένειά μου ήταν αυτό καθ’ εαυτό μια δοκιμασία. Στο αστυνομικό τμήμα, ένας νεαρός πράκτωρ της Γκεστάπο, που μόλις ξεπέρασε τα είκοσι χρόνια του, έκαμε πολλές ερωτήσεις. Εγώ ήμουν αποφασισμένος να μη δώσω στους «Φιλισταίους» λεπτομέρειες για την εκκλησία, της οποίας ήμουν επίσκοπος. Οι Εθνικοσοσιαλισταί δεν ήθελαν ούτε να ξέρουν τίποτα για τον Ιεχωβά ούτε να μάθουν τίποτα απ’ αυτόν. Αρνήθηκα να παραδώσω τους πιστούς αδελφούς και αδελφές μου στη μάχαιρα. Τα πολλά χτυπήματα, που μου έδωσαν στο πρόσωπο τέσσερες γιγαντόσωμοι, δεν μετέβαλαν τη σκέψι μου. Τα στοιχεία που κατέγραφαν παρέμειναν ατελή.
Την επόμενη μέρα ο πράκτωρ της Γκεστάπο επέστρεψε μ’ ένα βοηθό του διοικητού της αστυνομίας των φυλακών. Ένα άλλο είδος διαδικασίας επρόκειτο να λάβη χώραν, αυτή τη φορά στη σοφίτα πίσω από αντιηχητικές πόρτες. Θα μπορούσαν να συμπληρώσουν την έκθεσί των σήμερα; Οι είκοσι τέσσερες ώρες που εμεσολάβησαν με κατέστησαν ακόμη πιο αποφασιστικό. Η άρνησίς μου, κατ’ αρχήν, ν’ απαντήσω σ’ ερωτήματα που εσχετίζοντο με την εκκλησία, τους εδυσκόλεψε να εύρουν λόγους για να με μηνύσουν. Εξωργίζοντο ολοένα περισσότερο κι εφαίνοντο να θέλουν να σχεδιάσουν μια τρίτη ανάκρισι ύστερ’ από είκοσι τέσσερες ώρες περίπου στο υπόγειο της Γκεστάπο. Είχα ήδη ακούσει τις γοερές κραυγές που προήρχοντο από το υπόγειο. Προήρχοντο από πολιτικούς κρατουμένους, που ήσαν αντι-Ναζισταί. Τώρα ήταν η σειρά μου.
Το Σάββατο πρωί ήλθε ένας γραμματεύς της Γκεστάπο και με ειδοποίησε μ’ ένα «φιλικό» τρόπο να τους πω ό,τι ήθελαν να γνωρίσουν, για ν’ απολυθώ και να επιστρέψω στην οικογένειά μου. Παρατηρώντας την αποφασιστικότητά μου, ύψωσε τους ώμους του και είπε, «Πολύ καλά, αν το θέλης έτσι». Κατόπιν με μετέφεραν σε άλλο κελλί, όπου ήταν κι άλλος ένας κρατούμενος. Μόνον ένας λεπτός τοίχος εχώριζε το κελλί μας από το δεσμοφυλακείον και μπορούσαμε ν’ ακούωμε ό,τι εγίνετο εκεί μέσα. Κατά τα μεσάνυχτα άκουσα τη φωνή της συζύγου μου. Αυτό είχε σχεδιασθή με σκοπό να με εκνευρίση. Αργότερα διεπίστωσα ότι ήταν μόνο ένα μαγνητογράφημα, που είχε γίνει πριν από μέρες, όταν εκείνη ανεκρίνετο στο αστυνομικό τμήμα. Άκουσα βαριά ποδοκροτήματα, που κατήρχοντο προς το υπόγειο, ακολουθούμενα από ένα μεγάλο θόρυβο καθώς διεπληκτίζοντο για την ετοιμασία της επομένης μου ανακρίσεως. Απροσδόκητα μπήκε μέσα ένας τηλεγραφικός διανομεύς μ’ ένα τηλεγράφημα. Επακολούθησε μια τηλεφωνική πρόσκλησις, οπότε οι εκτελεσταί διευθέτησαν τα πράγματα στο υπόγειο και ανεχώρησαν. Ένας δεσμοφύλαξ, απαντώντας σ’ ένα ανήσυχο ερώτημα ενός γειτονικού κρατουμένου, είπε, «Όχι, δεν μπορούν να το ξανακάμουν· ένα τηλεγράφημα ήλθε μόλις τώρα». Η προβλεπόμενη ανάκρισίς μου στο υπόγειο εματαιώθη. Εν τούτοις, για να με παραδώσουν στον περιφερειακό δικαστή, έπρεπε να τελειώσουν τη δικογραφία και να την υπογράψουν.
Το απόγευμα της Δευτέρας έξη άτομα, μερικοί ανώτεροι αξιωματούχοι, παρουσιάσθησαν στην ανάκρισί μου στο μέγαρο της αστυνομικής διοικήσεως. Έκαμαν πολλές ερωτήσεις για προσωπικά ζητήματα, δογματικά σημεία και για την οργάνωσι. Έλαβαν τις απαντήσεις των ως προς τα προσωπικά στοιχεία και τις Γραφικές δοξασίες, αλλά δεν έλαβαν καμμιά πληροφορία για την οργάνωσι. Λυσσασμένος ο γραμματεύς της Γκεστάπο εδήλωσε: «Έπρεπε να το ξέρωμε αυτό ενωρίτερα. Τότε θ’ απολύσωμε τους άλλους [πολιτικούς κρατουμένους] και θα κρατήσωμε εσένα στη θέσι τους». Αν μπορούσε και μόνο να συνθλίψη τα δάκτυλα μου στον στραγγιστήρα πλυντικής μηχανής, ή να χτυπούσε το γυμνό και βρεγμένο σώμα μου, πριν του αναχαιτίση αυτή τη μεταχείρισι εκείνο το τηλεγράφημα: Ύψωσα την καρδιά και τη διάνοια μου σε ευχαριστίες προς Αυτόν, του οποίου ο βραχίων δεν εσμικρύνθη, για να σταματήση μια γιγάντεια αστυνομική οργάνωσι στη θέσι της.
Αφού εμφανίσθηκα ενώπιον του περιφερειακού δικαστού, επέρασα μερικά χρόνια μέσα σ’ ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων. Κατόπιν, χωρίς να τύχω μιας εντίμου δίκης, μ’ έρριξαν σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως κοντά στο Βερολίνο. Ενώ οι πολιτικοί αξιωματούχοι του τμήματος Έμσλαντμορ ενδιεφέροντο για τη βελτίωσι της γης με σκληρή εργασία στο άγονο αυτό τμήμα, οι αξιωματούχοι των Ες-Ες, που διοικούσαν τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, ενδιεφέροντο πρωτίστως για τη θραύσι της αντιστάσεως στο Εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς. Κάθε μέρα και μάλιστα κάθε ώρα απειλούμεθα από τους άνδρες των Ες-Ες καθώς κι από εμπίστους. Ωστόσο ο Ιεχωβά απεδείχθη ότι ήταν μαζί μας. Ακόμη και κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, επτά ή οκτώ κρατούμενοι έγιναν μάρτυρες του Ιεχωβά κι εβαπτίσθησαν. Οι αξιωματούχοι του στρατοπέδου ποτέ δεν έμαθαν τα ονόματά των, παρά τη σκληρή πίεσι που ησκήθη στους «παλαιούς Σπουδαστάς των Γραφών».
ΣΧΕΔΙΟΝ ΟΜΑΔΙΚΩΝ ΦΟΝΩΝ
Ευθύς μετά την έκρηξι του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την κατάληψι της Πολωνίας από Γερμανικά στρατεύματα, άκουσα έναν κρατούμενο, να λέγη: «Ακούσατε; Όλοι οι Σπουδασταί της Γραφής απεμακρύνθησαν». Σκέφθηκα γι’ αυτό στο υπόλοιπον της ημέρας. Την επόμενη μέρα ένας κρατούμενος, που ειργάσθη σε καθαρίσματα και υπηρετούσε τους διοικητάς των Ες-Ες στα γεύματα, εφώναξε στον φρουρό των Ες-Ες στον διάδρομο: «Αρχιφύλαξ, πότε πρόκειται να μεταχθούν οι Σπουδασταί των Γραφών;» Ήλθε η απάντησις: «Ίσως αύριο· τα πράγματα τους είναι ήδη εδώ», εννοώντας ότι εφέρθησαν από την αποθήκη. Αυτό ήταν αλήθεια!
Την τρίτη, μέρα ο κρότος των υποδημάτων του διοικητού, που κροτάλιζαν με τα σπηρούνια, αντηχούσαν κατά μήκος των διαδρόμων. Επακολούθησαν κραυγές «Χάιλ Χίτλερ!» από τους φρουρούς και ακολούθησε ο ήχος των βημάτων εκείνων που αποτελούσαν την επίσημη επιτροπή. «Είσαι ακόμη Σπουδαστής των Γραφών;» «Ναι». «Και πρόκειται να παραμείνης τοιούτος;» «Βεβαίως!» Μπαγκ! Εκλείσθη βιαίως η πόρτα. Λίγα κελλιά παραπέρα: «Ακόμη Σπουδαστής των Γραφών είσαι;» Ο αδελφός έδωσε μια μακρά μαρτυρία. Το ίδιο έγινε και στο τρίτο κελλί. Κατόπιν στο κελλί αριθ. 6, την τέταρτη πόρτα με θυροκολλημένες οδηγίες: «Άκρα απομόνωσις!» Δεν ετέθησαν ερωτήματα εδώ. Αντ’ αυτών ο διοικητής εξήγησε στην επιτροπή; «Αυτός που είναι μέσα πρέπει οριστικά να σταλή μαζί, διότι προσπαθούσε να εγκαταλείψη την εργαζόμενη ομάδα του απαλλασσόμενος από ένα ξεροκέφαλο φρουρό και κατόπιν προσπαθούσε να βγη έξω να κηρύξη το ευαγγέλιο». Το σήμα «κάτω τα δάχτυλα» του αξιωματικού των Ες-Ες με τα δυο του χέρια τα έλεγε όλα. Δεν υπήρχε λάθος, επρόκειτο να μεταφερθούμε απ’ εκεί. Αλλά πού θα μας πήγαιναν; Εκείνες οι χειρονομίες με τους βραχίονες και τα χέρια έδειχναν σαν κάτι να επρόκειτο να βυθισθή στο νερό ή σ’ ένα λάκκο. Μήπως εσήμαινε ότι και οι 500 ή και περισσότεροι ίσως αδελφοί μας θα εθανατώνοντο;
Προς έκπληξίν μας τίποτα δεν συνέβη, η δε ομιλία περί απομακρύνσεως των Σπουδαστών της Γραφής άρχισε να σταματά. Τι παράξενο! Όλα τα σχέδια είχαν γίνει, κατάλογοι συνετάχθησαν, σχέδια πορείας επενοήθησαν, οδηγίες εδόθησαν και τώρα όλα ήσαν ήρεμα. Πέντε ή έξη μέρες μετά την επίσκεψι του διοικητού, ακούσαμε μια φωνή δυνατή από το κελλί υπ’ αριθ. 20: «Αρχιφύλαξ, το διαβάσατε; Μια ολόκληρη συνοδεία φυλακισμένων που μετεφέρετο από ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως έπαθε ατύχημα στα Πολωνικά έλη, από μια εσφαλμένη αλλαγή γραμμής. Όλοι οι κρατούμενοι εφονεύθησαν ως τον τελευταίο.»
Μια αμαξοστοιχία με αιχμαλώτους από ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως; Εφονεύθη στα Πολωνικά έλη; Και τι έκαναν εκεί; Δεν μπορεί να ήσαν Μάρτυρες, διότι θα τους είχαμε χάσει ως τώρα ένα τόσο μεγάλον όμιλο. Μήπως τυχόν κάποια αποστολή κρατουμένων, που προωρίζετο ν’ ακολουθήση τους μάρτυρας του Ιεχωβά, ανεχώρησε πρώτη κατά λάθος; Μήπως αντίκρυσαν θάνατο που προωρίζετο για μας; Εθυμηθήκαμε τα λόγια του Ιεχωβά στον Ησαΐα 43:4, 5: «Αφότου εστάθης πολύτιμος εις τους οφθαλμούς μου, εδοξάσθης, και εγώ σε ηγάπησα· και θέλω δώσει ανθρώπους πολλούς υπέρ σου, και λαούς υπέρ της κεφαλής σου. Μη φοβού· διότι εγώ είμαι μετά σου».
Θα εγεμίζαμε τόμους για ν’ αφηγηθούμε πώς διεξήχθησαν μυστικά βαπτίσματα στο στρατόπεδο, πώς εισήχθη σε μας λαθραίος ο άρτος και ο οίνος για την Ανάμνησι, πώς ο Ιεχωβά επρομήθευε πνευματική τροφή που μας ενίσχυε, και πόση θυσία, επαγρύπνησις και λεπτότης εχρειάσθη. Ακόμη και με απεριγράπτους βασανισμούς ο Ιεχωβά κατέστησε ικανούς τους δούλους του να διακρατήσουν την ακεραιότητά των. Συχνά παρέσχε τρόπο διαφυγής από τις πιο κρίσιμες καταστάσεις.
Πόσο χαρούμενος ήμουν, που επί χρόνια προτού η θύελλα ξεσπάση, έκαμα χρήσι κάθε ευκαιρίας για να παρακολουθώ συναθροίσεις και να εντυπώνω στη διάνοιά μου τις διάφορες Βιβλικές προφητείες και τις σημερινές των εκπληρώσεις! Τις έγραψα και συχνά τις επανελάμβανα στη διάρκεια διαλέξεων. Αυτό με βοήθησε να τις θυμάμαι. Αργότερα, στη διάρκεια των ετών του διωγμού, είχα πολλές ευκαιρίες για ν’ αφηγηθώ πολλά απ’ αυτά τα πράγματα σ’ εκείνους που πεινούσαν και διψούσαν για πνευματική τροφή. Οι Εθνικοσοσιαλισταί δεν μπορούσαν να μου αφαιρέσουν τα πλούτη που ήσαν σωρευμένα στη διάνοιά μου, διότι αυτά κατέστησαν μέρος του εαυτού μου.
Η πτώσις των Εθνικοσοσιαλιστών μάς ελευθέρωσε από τους βασανιστάς μας. Αμέσως αρχίσαμε να εκπληρώνουμε την αποστολή μας να κηρύττομε σε ευρύτερη κλίμακα. Τότε ήταν που έγινε πραγματικότης η επιθυμία μου να γίνω ένας ολοχρόνιος διάκονος, χωρίς καμμιά παραμέλησι των οικογενειακών μου ευθυνών. Αυτό ήταν μια πραγματική αιτία χαράς. Ο προηγούμενος εργοδότης μου μού προσέφερε μια καλά αμειβόμενη θέσι, αλλ’ έκρινα ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξη καλύτερη ενασχόλησις από το να εξυπηρετώ μόνον τα συμφέροντα της Βασιλείας. Στο έτος 1946 έγινα μέλος της οικογενείας Μπέθελ της Γερμανίας, και σε λίγο προσετέθη, και η σύζυγος μου. Τι θαυμάσιο προνόμιο να υπηρετούμε τον Θεόν της αιωνιότητος εδώ στον οίκον Μπέθελ του Βισμπάντεν, όπου μένομε ακόμη!
Το να υπηρετή κανείς τον Ιεχωβά είναι η οδός της αμέτρητης ευτυχίας, οσοδήποτε φοβερές δοκιμασίες κι αν επιτραπή να επέλθουν στους πιστούς Χριστιανούς. Δεν πρέπει διόλου να φοβούμεθα από ο,τιδήποτε μπορεί να κάμη άνθρωπος, διότι είδαμε την αλήθεια των λόγων του ψαλμωδού: «Αν δεν ήτο ο Ιεχωβά μεθ’ ημών, ότε εσηκώθησαν άνθρωποι εφ’ ημάς, ζώντας ήθελον μας καταπίει τότε, ενώ ο θυμός αυτών εφλέγετο εναντίον ημών· ευλογητός ο Ιεχωβά, όστις δεν παρέδωκεν ημάς θήραμα εις τους οδόντας αυτών. Η ψυχή ημών ελυτρώθη ως πτηνόν από της παγίδος των θηρευτών· η παγίς συνετρίβη, και ημείς ελυτρώθημεν. Η βοήθεια ημών είναι εν τω ονόματι του Ιεχωβά, του ποιήσαντος τον ουρανόν και την γην.»—Ψαλμ. 124:2, 3, 6-8, ΜΝΚ.
-
-
Ο Ιεχωβά Ανταμείβει Όσους Ένθερμα Εκζητούν ΑυτόνΗ Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Ο Ιεχωβά Ανταμείβει Όσους Ένθερμα Εκζητούν Αυτόν
Υπό Β. Κ. Καρκάνη
ΑΠΟΤΕΛΕΙ ευθύνη του Θεού να εκζητή τον άνθρωπο, ή είναι καθήκον του ανθρώπου να εκζητή τον Θεό; Ο Ιησούς είπε: «Αιτείτε, και θέλει σας δοθή· ζητείτε, και θέλετε ευρεί.» (Ματθ. 7:7) Η πάροδος του χρόνου δεν εμείωσε τη σημασία της πραγματικότητος των λόγων αυτών. Οι προσωπικές μου πείρες στα περασμένα σαράντα πέντε χρόνια με πείθουν ότι εκείνο, που έγραψε ο απόστολος Παύλος στην επιστολή προς Εβραίους 11:6, είναι απόλυτα η αλήθεια: «Διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύση, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.»
ΕΚΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
Γεννήθηκα στην Ελλάδα από Έλληνας γονείς. Ο πατέρας μου ήταν επίτροπος εκκλησίας πολλά χρόνια. Το 1909 πέθανε η μητέρα μου και ύστερ’ από λίγον καιρό πήγα στην Αμερική. Εκεί, μακριά από τον οικογενειακό μου κύκλο, και απασχολημένος με την εργασία μου, έπαυσα να είμαι ένας εκκλησιαζόμενος. Δεν έπαυσα, όμως, να προσεύχωμαι πρωί και βράδυ και να λέγω τη μικρά προσευχή του Κυρίου μας, «Πάτερ ημών . . .» Μια Κυριακή, η οικογένεια Μεθοδιστών, με την οποία συγκατοικούσα, με προσεκάλεσε να πάω μαζί τους στην εκκλησία. Εδέχθηκα ευχαρίστως. Στην εκκλησία υπήρχαν ωραία καθίσματα, πράγμα που μου άρεσε πολύ, διότι στη δική μου εκκλησία, δεν είχαν καθίσματα. Πήγα στην εκκλησία των Μεθοδιστών μερικές φορές, αλλά υπήρχε ένα κενόν στην καρδιά μου.
Τότε, την άνοιξι του 1918, για πρώτη φορά άκουσα μια ομιλία από έναν από τους Σπουδαστάς της Γραφής, όπως ωνομάζοντο τότε οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Μου έκαμε μεγάλη εντύπωσι. Στο κατάστημα που εργαζόμουν βρήκα τον πρώτο τόμο των Γραφικών Μελετών των, και τον εδιάβασα με πολύ ενδιαφέρον. Ένοιωθα ακόμη μια πείνα να μάθω πιο πολλά για τον Θεό και τη Βασιλεία του. Από μένα εξηρτάτο το να εκζητήσω· έγραψα, λοιπόν, στα γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης κι εζήτησα μια Αγία Γραφή και όλα τα διαθέσιμα βιβλία. Ανυπόμονα περίμενα να φθάση το δέμα. Σε λίγες μέρες ήλθε και άρχισα να διαβάζω με χαρά και με πολύ ενδιαφέρον. Ο παγκόσμιος πόλεμος συνεχίζετο και το ενδιαφέρον μου για να μάθω περισσότερα από την Αγία Γραφή εμεγάλωνε. Επειδή, όμως, η Γραφή ήταν ένα άγνωστο βιβλίο για μένα, δεν μπορούσα να καταλάβω πολλά πράγματα και ήθελα να ρωτήσω κάποιον.
Έγραψα πάλι στο Μπρούκλυν κι εζήτησα να μάθω αν υπήρχαν Σπουδασταί της Γραφής στην πόλι όπου έμενα. Η απάντησις που ήλθε είχε μέσα τη διεύθυνσι ενός, που κατοικούσε κοντά στο σπίτι μου. Όταν επήγα εκεί, ένας ηλικιωμένος άνδρας μου άνοιξε την πόρτα. Μόλις του έδειξα την επιστολή, με υπεδέχθη θερμά κι εδάκρυσε από συγκίνησι, διότι ήταν μόνος του πολλά χρόνια. Κανονίσαμε να πηγαίνωμε μαζί κάθε Κυριακή πρωί δεκατέσσερα μίλια μακριά στην εξοχή για να παρακολουθούμε τη μελέτη της Σκοπιάς σ’ ένα ιδιωτικό σπίτι. Με το να εκζητώ, βρήκα την αλήθεια και στις 21 Ιουνίου 1918, στο Κλήβελαντ, της πολιτείας Οχάιο, είχα την ευκαιρία να εκδηλώσω εμπράκτως την αγάπη μου προς τον Ύψιστο με το εν ύδατι βάπτισμα, ενώπιον πολλών μαρτύρων. Αλλά πώς θα αντήμειβε ο Ιεχωβά έναν που εκζητούσε θερμά να κάνη το θέλημά του;
Η ικανοποιητική απάντησις μπορεί καλά να βρη την έκφρασί της στα λόγια του Παύλου, στην 1 Κορινθίους 16:9: «Διότι ηνοίχθη εις εμέ θύρα μεγάλη και ενεργητική.» Εκείνη την εποχή οι αξιωματούχοι της Εταιρίας εκρατούντο ακόμη αδίκως φυλακισμένοι στην Ατλάντα, της πολιτείας Γεωργίας, και περιεφέροντο προς υπογραφήν αιτήσεις για την απελευθέρωσί τους. Έλαβα κι εγώ μέρος σ’ αυτή την ενέργεια και συγκέντρωσα αρκετές υπογραφές στην πόλι που κατοικούσα. Όταν ο πόλεμος ετελείωσε, οι αδελφοί μας απελευθερώθησαν και ηθωώθησαν. Επιθυμούσα να γίνω ολοχρόνιος διάκονος και προσευχόμουν γι’ αυτό. Μετά τη διεθνή συνέλευση του Σήνταρ Πόιντ, της πολιτείας Οχάιο, και τις πλούσιες ευλογίες της, ένας άλλος αδελφός και εγώ αποφασίσαμε να βγούμε στην υπηρεσία του αγρού και να εργασθούμε με τις λίγες εκδόσεις που ήσαν διαθέσιμες την εποχή εκείνη. Αρχίσαμε από το Άκρον, της πολιτείας Οχάιο και σιγά-σιγά φθάσαμε στη Νέα Υόρκη. Αρκετά βιβλία, και ιδίως το Φωτόδραμα της Δημιουργίας, διετέθησαν σε Έλληνες. Εργασθήκαμε, επίσης, στη Νέα Υόρκη με πάρα πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα. Έμεινα λίγες μέρες στο Μπέθελ του Μπρούκλυν, βοηθώντας στο Ελληνικό Τμήμα.
Ο αδελφός, που είχε την ευθύνη αυτού του τιμήματος, μας υπέδειξε να πάμε στο Πίτσμπουργκ, όπου θα βρίσκαμε πολλές χιλιάδες Έλληνες, και να εργασθούμε εκεί. Ήλθαμε σ’ επαφή με τους αδελφούς στο Πίτσμπουργκ και αμέσως αρχίσαμε δημόσιες ομιλίες τις Κυριακές μεταξύ του Ελληνικού πληθυσμού. Μας επετράπη, μάλιστα, να χρησιμοποιήσωμε μια αίθουσα κινηματογράφου δωρεάν. Ο Ιεχωβά ευλόγησε τις προσπάθειες μας και σε διάστημα μικρότερο των τριών ετών ιδρύθηκε μια εκκλησία από τριάντα και πλέον Έλληνες αδελφούς.
Λίγο ύστερ’ από τη δεύτερη διεθνή συνέλευσι στο Σήνταρ Πόιντ, το 1922, αρχίσαμε συναθροίσεις σε τρεις άλλες μικρές πόλεις γύρω από το Πίτσμπουργκ. Εν τω μεταξύ, στο Μπρούκλυν εγίνετο σκέψις να σταλή ένας αδελφός στην Ελλάδα για να βοηθήση τους αδελφούς εκεί για ένα χρονικό διάστημα. Επειδή είχα να τακτοποιήσω μερικές οικογενειακές υποθέσεις εκεί, απεφασίσθη να πάω εγώ.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Τον Ιανουάριο του 1925 επεβιβάσθηκα για την Ελλάδα στο υπερωκεάνιον «Αδριάτικ». Μόλις έφθασα στην Αθήνα, η πρώτη μου ενέργεια ήταν να πάω στο Μπέθελ, που λειτουργούσε από το 1922. Εκεί συνήντησα τον υπηρέτη του τμήματος, στον οποίον ήμουν γνωστός μόνον με αλληλογραφία. Η χαρά μου ήταν μεγάλη. Ύστερ’ από λίγες μέρες επεσκέφθηκα τον πατέρα μου, που ήταν τώρα πολύ ηλικιωμένος και δεν ήταν πια επίτροπος της εκκλησίας. Επειδή το έδαφος είχε προετοιμασθή με την αλληλογραφία, ήταν έτοιμος να προσέξη το παρήγορο άγγελμα της βασιλείας του Θεού. Ο σπόρος της αληθείας δεν άργησε να φυτρώση σ’ αυτόν, στις τέσσερες αδελφές μου και σε μια ανεψιά μου, που αποτελούσαν την οικογένεια. Σιγά-σιγά όλοι τους επροχώρησαν στην κατανόησι και εκτίμησι της αληθείας. Αυτό μου έδωσε μεγάλη χαρά και συνετέλεσε στο να ανανεώσω την άδεια παραμονής μου σ’ αυτή τη χώρα.
Στο μεταξύ, ήλθε στην Ελλάδα για λίγο καιρό ο αδελφός από το Ελληνικό Τμήμα του Μπρούκλυν, και έγινε μια συνέλευσις στην Αθήνα τον Μάιο του 1925. Παρευρέθησαν σ’ αυτή 175 αδελφοί και φίλοι της αληθείας, μερικοί από τους οποίους εβαπτίσθησαν. Αμέσως κατόπιν μου ανετέθη να κάμω μια περιοδεία στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, όπως στη Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Βόλο και άλλες. Συνήντησα πολύ λίγους αδελφούς σ’ αυτές τις πόλεις, αλλά υπήρχαν πολλοί άνθρωποι καλής θελήσεως. Η δεύτερη περιοδεία έγινε με τον αδελφό από το Μπρούκλυν και αμέσως κατόπιν ο αδελφός αυτός επέστρεψε στην Αμερική.
ΜΕΝΟΝΤΑΣ ΟΠΟΥ Η ΑΝΑΓΚΗ ΗΤΑΝ ΜΕΓΑΛΗ
Τώρα ήλθε η στιγμή, επίσης, που έπρεπε ν’ αποφασίσω αν θα παρέμεινα στην Ελλάδα ή θα επέστρεφα στην Αμερική. Πήγα στο Προξενείο με μια αίτησι για παράτασι της αδείας παραμονής μου. Ο Πρόξενος έκοψε μ’ ένα ψαλίδι τη φωτογραφία από την αίτησι και έγραψε επάνω «άκυρος».» Είχατε αρκετό καιρό στη διάθεσί σας για να τακτοποιήσετε τις οικογενειακές σας υποθέσεις,» είπε. «Αν η Αμερική είναι η χώρα που σας ενδιαφέρει και επιθυμήτε να κατοικήσετε εκεί, πρέπει να αναχωρήσετε εντός δέκα ημερών.» Έφυγα από το γραφείο του. Η ανάγκη ήταν μεγάλη εδώ στην Ελλάδα. Κατόπιν προσευχής στον Ιεχωβά, είδα καθαρά ότι έπρεπε να παραμείνω. Ο υπηρέτης που τμήματος με προέτρεπε να μείνω. Δεν υπήρχε καμμιά αμφιβολία ότι το θέλημα του Θεού για μένα ήταν να παραμείνω στην Ελλάδα και να συνεχίσω εδώ την ολοχρόνια διακονία μου.
Το 1927 έλαβε χώραν στην Αθήνα μια άλλη συνέλευσις, στην οποία παρευρέθησαν τριακόσιοι και πλέον. Όπως είναι γνωστόν, τα 99 τοις εκατό του πληθυσμού ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία. Με τη βοήθεια του Ιεχωβά συνεχίσαμε να δίνωμε μαρτυρία «κατ’ οίκους» και σαν αποτέλεσμα άρχισε η αντίδρασις. Το Σύνταγμα της Ελλάδος απαγορεύει μεν τον προσηλυτισμό ως και κάθε άλλη επέμβασι στην επικρατούσα θρησκεία, προβλέπει όμως για ελευθερία θρησκευτικής συνειδήσεως και τέλεσι των της λατρείας κάθε γνωστής θρησκείας υπό την προστασίαν των νόμων. Ωστόσο, μερικοί, ερμηνεύοντας το μέρος αυτό του συντάγματος, δίνουν σ’ αυτό τη σημασία ότι ακόμη κι ένα απλό κτύπημα του κουδουνιού της πόρτας είναι προσηλυτισμός και προσπάθεια διεισδύσεως στη θρησκευτική συνείδησι των άλλων. Έτσι, οι μάρτυρες του Ιεχωβά, απλώς επειδή παρουσιάζουν προς πώλησιν ένα Χριστιανικό περιοδικό, σύρονται στα δικαστήρια. Μακρά σειρά δικαστικών αγώνων διεξήχθη και ο αγών αυτός συνεχίζεται. Παρά τη δύσκολη αυτή κατάστασι, πολλά άτομα καλής θελήσεως έδειξαν ενδιαφέρον στο να εξετάσουν τα Γραφικά μας έντυπα, μετά την παρακολούθησι δίκης κάποιου αδελφού μας.
Το 1932 το γραφείο του τμήματος μετεφέρθη σε μεγαλύτερο οίκημα και μου ανετέθη μια ωρισμένη γραφική εργασία. Έτσι, ύστερ’ από κάθε περιοδεία, επέστρεφα στο Μπέθελ των Αθηνών. Ένα μικρό τυπογραφικό μηχάνημα εγκατεστάθη εκεί και το χρησιμοποιούσαμε για την εκτύπωσι των εντύπων μας.
Εν τω μεταξύ, ανετέθη στο Τμήμα να φροντίζη για το έργο της Βασιλείας του Θεού στην Αλβανία. Είχα το προνόμιο να επισκεφθώ τη μικρά αυτή χώρα τέσσερες φορές πριν από την έκρηξι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η πρώτη μου επίσκεψις έγινε το 1932. Υπήρχαν λίγοι αδελφοί και φίλοι της αληθείας στα μεγαλύτερα κέντρα, αλλά δεν ήσαν τακτοποιημένοι. Έμεινα μαζί τους αρκετές ημέρες κι εώρτασα την ανάμνησι του Χριστού μαζί τους. Εκάναμε μια πολύ καλή αρχή για τη διοργάνωσι. Στη δεύτερη επίσκεψι τα πράγματα ήσαν ευκολώτερα. Εγίνοντο τώρα τακτικά συναθροίσεις και τις παρακολουθούσαν όλοι, με καλύτερη κατανόησι και εκτίμησι. Στην τρίτη και τετάρτη επίσκεψι οι αδελφοί άρχισαν να δίνουν μαρτυρία με τα λίγα έντυπα που είχαν στη γλώσσα τους. Προχώρησαν σε πνευματική ωριμότητα και η ευθύνη για την παρακολούθησι του έργου ανετέθη σ’ έναν από τους αδελφούς, που ήταν σε θέσι να βοηθή άλλους να συνεχίσουν τη διακονία. Αυτό έγινε, διότι, με την έκρηξι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν αδύνατον για μας να τους επισκεφθούμε. Έμαθαν, επίσης, μερικούς ύμνους της Βασιλείας, τους οποίους έψαλλαν με μεγάλη χαρά.
Όταν επέστρεψα στην Αθήνα, ενώ παρακολουθούσα τη συνάθροισι της Σκοπιάς με άλλους ογδόντα περίπου αδελφούς και αδελφές, η αστυνομία μπήκε στην αίθουσα και μας συνέλαβε όλους. Οι αρχές κατέσχον κάθε τι που είχαμε στο Γραφείο του τμήματος και στην αποθήκη—ακόμη και τα μολύβια. Για μια στιγμή σκεφθήκαμε πώς όλα είχαν τελειώσει. Ετοίμασαν μάλιστα τα χαρτιά μας για να μας εξορίσουν σε ξηρονήσια του Αιγαίου Πελάγους. Μάταια μας εβίαζαν να υπογράψωμε μια δήλωσι, ότι αρνούμεθα τις θρησκευτικές μας αρχές με την υπόσχεσι να μας αφήσουν ελευθέρους. Αυτή η κράτησις διήρκεσε περίπου ένα μήνα, όταν έξαφνα ο Ιεχωβά έσπασε τα δεσμά και μας ελευθέρωσε. Έγινε νομική ενέργεια κατά του Κράτους, η οποία απέβη υπέρ ημών, οι δε αρχές υπεχρεώθησαν να μας επιστρέψουν όλα όσα είχαν κατάσχει. Ευτυχώς το έργο ξανάρχισε.
Τώρα, όμως, άρχισε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στη διάρκεια των τεσσάρων ετών του αποκλεισμού μας ήταν αδύνατο να λάβωμε ούτε ένα απλό αντίτυπο της Σκοπιάς. Ανετυπώναμε με πολύγραφο άρθρα από παλαιά τεύχη της Σκοπιάς, τα οποία εστέλναμε σε όλες τις εκκλησίες. Με τον ίδιο τρόπο ετυπώσαμε το βιβλίο Σωτηρία και το βιβλίο Θρησκεία, καθώς και μερικά βιβλιάρια. Εργαζόμενοι σχεδόν κάτω από την επιφάνεια, απηλαύσαμε πολύ ευλογητά αποτελέσματα. Μαρτυρία εδίδετο παντού, σε πάρκα και σε άλλα μέρη, και πολλοί εγνώρισαν την αλήθεια. Αμέσως μετά το τέλος της κατοχής επικοινωνήσαιμε πάλι με τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλυν και άρχισε πάλι η προμήθεια της απαραίτητης πνευματικής τροφής·
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ
Το 1946 μας ήλθαν δύο απόφοιτοι της Βιβλικής Σχολής της Σκοπιάς Γαλαάδ και έμειναν ένα έτος μαζί μας και κατόπιν ανεχώρησαν. Ευχαριστούμε τον Ιεχωβά γι’ αυτή την επικοινωνία. Αυτοί οι αδελφοί μάς εβοήθησαν να τακτοποιηθούμε θεοκρατικά. Όπως έγινε αντιληπτό αργότερα, αυτό ήταν απαραίτητο για τη μετέπειτα αύξησι του έργου. Το 1947 μας επεσκέφθη για πρώτη φορά ο αγαπητός μας Αδελφός Νορρ και ο γραμματεύς του Αδελφός Χένσελ. Η επίσκεψις αυτή ήταν ένας σπουδαίος σταθμός για την περαιτέρω επέκτασι της αληθινής λατρείας, διότι ετέθη η βάσις για θεοκρατική κατεύθυνσι του έργου. Εφαρμόζοντας αυτές τις οδηγίες και συμβουλές είδαμε να αυξάνουν οι ευαγγελιζόμενοι με τη βοήθεια του Ιεχωβά.
Ύστερ’ από λίγα χρόνια μάς επεσκέφθη πάλι ο Αδελφός Νορρ. Έκαμε διευθετήσεις για την αγορά ενός οικοπέδου για την ανέγερσι νέου οίκου Μπέθελ. Επειδή δεν μας χορηγούσαν άδεια οικοδομής, έγινε από μας προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας και η άδεια εχορηγήθη. Η οικοδόμησις άρχισε αμέσως και στις 10 Οκτωβρίου 1954 συνεπληρώθη η μετακόμισις όλων των εφοδίων μας από τρία διάφορα κτίρια στον νέον οίκον Μπέθελ. Η χαρά μας ήταν μεγάλη. Οι ευκολίες και το περιβάλλον συνετέλεσαν πολύ στην αύξησι του έργου του Ιεχωβά. Η διαμονή μου στο νέο οίκημα μου έδωσε νέες δυνάμεις και απόφασι να συνεχίσω με τη χάρι του Ιεχωβά τη διακονία και την ολοχρόνια υπηρεσία.
Σαράντα πέντε ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από το 1918, όταν για πρώτη φορά ο Ιεχωβά αντήμειψε την εκζήτησί μου γι’ αυτόν. Αισθάνομαι μεγάλη χαρά, όταν σκέπτομαι ότι εδαπάνησα όλον αυτόν τον χρόνον και όλη τη δύναμί μου στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Εκείνο που μ’ εβοήθησε να συνεχίσω την ολοχρόνια διακονία είναι η προσευχή, η υπομονή και η κατ’ ιδίαν μελέτη της Γραφής μαζί με τις εκδόσεις της Εταιρίας. Η παρακολούθησις όλων των συναθροίσεων και των συνελεύσεων έπαιξαν, επίσης, ένα σπουδαίο μέρος. Δια μέσου των ετών οι πολλές συνελεύσεις, που είχα το προνόμιο να παρακολουθήσω, ήσαν πραγματικά σταθμοί ανεφοδιασμού στο να μπορώ να συνεχίζω με νέες δυνάμεις.
Παρηκολούθησα κι έζησα την πρόοδο του έργου της βασιλείας σ’ αυτή τη χώρα βήμα προς βήμα. Συμμερίσθηκα τόσο τις χαρές και τις ευλογίες, όσο και τις θλίψεις και τις δίκες των πιστών δούλων του Ιεχωβά, σ’ αυτόν τον τόπο. Σήμερα εκείνο που με κάνει τόσο ευτυχή είναι το γεγονός ότι, παρά την προχωρημένη ηλικία μου, ο Ιεχωβά εξακολουθεί να με ανταμείβη με μια ανοιχτή θύρα δράσεως. Δεν σκέφθηκα ποτέ να γίνω συνταξιούχος. Ξέρω πολύ καλά ότι δεν υπάρχουν συνταξιούχοι στην οργάνωσι του Θεού, διότι ο καθένας εργάζεται. Η επιθυμία μου είναι να συνεχίσω να εργάζωμαι και να λατρεύω τον Ιεχωβά για πάντα. Όπως το εξέφρασε ο ψαλμωδός, «Έν εζήτησα παρά του Ιεχωβά, τούτο θέλω εκζητεί· το να κατοικώ εν τω οίκω του Ιεχωβά πάσας τας ημέρας της ζωής μου, να θεωρώ το κάλλος του Ιεχωβά και να επισκέπτωμαι τον ναόν αυτού.» (Ψαλμ. 27:4, ΜΝΚ) Τέτοια είναι η ανταμοιβή που ο Ιεχωβά δίνει σ’ εκείνους που τον εκζητούν.
-
-
Θαρραλέοι Όπως ο Λέων Μεταξύ των ΕθνώνΗ Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Θαρραλέοι Όπως ο Λέων Μεταξύ των Εθνών
ΟΧΙ χωρίς λογική αιτία χρησιμοποιείται συχνά ο λέων ως σύμβολο μέσα στις Γραφές. Είναι ένα ισχυρότατο ζώο, που ορθώς χαρακτηρίζεται ως ο βασιλεύς των ζώων λόγω της βασιλικής του συμπεριφοράς. Μεταξύ των πραγμάτων, που είπαν γι’ αυτόν διάφορα άτομα κύρους, είναι και αυτά: Ο λέων δεν έχει εχθρούς (κι έτσι δεν έχει κανένα να φοβηθή), είναι φιλικός και κοινωνικός, βαδίζοντας περήφανα, όχι δε κατά δυάδες ή αγέλες· φονεύει μόνο για τροφή κι όχι για ευχαρίστησι, κι ένας ή δύο φόνοι τον μήνα συνήθως τον ικανοποιούν· δεν είναι διατεθειμένος να πολεμήση για λάφυρα εναντίον άλλων λεόντων, κατά καιρούς δε βρίσκεται σ’ επαφή με αντιλόπες ή άλλα παρόμοια ζώα.
Ο Ιακώβ, προφητεύοντας για τον τέταρτο γυιό του Ιούδα, τον παρομοίασε με λέοντα. (Γεν. 49:9) Ο Ιησούς Χριστός, ο πιο διάσημος από τους απογόνους του Ιούδα, χαρακτηρίζεται ως «ο λέων όστις είναι εκ της φυλής Ιούδα». (Αποκάλ. 5:5) Οι δίκαιοι λέγεται ότι «έχουσι θάρρος ως λέων». (Παροιμ. 28:1) Πολύ κατάλληλα, λοιπόν, ο λαός του Ιεχωβά στη γη παρομοιάζονται κατ’ επανάληψιν με λέοντα από τη μια ή την άλλη άποψι.
Και στις δύο προφητείες του Ιωήλ και της Αποκαλύψεως ο λαός του Θεού παρίσταται ως ακρίδες που έχουν οδόντας λέοντος. (Ιωήλ 1:6· Αποκάλ. 9:8) Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους διακόνους του Θεού τώρα η προφητεία του Μιχαία 5:8,a στην οποία βασίζεται το θέμα υπηρεσίας των για τον μήνα Μάρτιο: «Και τα υπόλοιπον του Ιακώβ [Ισραήλ] θέλει είσθαι μεταξύ εθνών, εν μέσω λαών πολλών, ως λέων μεταξύ κτηνών του δρυμού, ως σκύμνος μεταξύ ποιμνίων προβάτων, όστις διαβαίνων καταπατεί, και διασπαράττει, και δεν υπάρχει ο ελευθερών.»
Λόγω της αφοβίας και του θάρρους του, ο λέων είναι πράγματι ένα κατάλληλο σύμβολο των δούλων του Θεού. Ο Βασιλεύς των, Ιησούς Χριστός, είχε, βέβαια, θάρρος, όταν ήταν στη γη. Ούτε υπάρχει αμφισβήτησις για το ότι από το έτος 1919 το υπόλοιπον των κεχρισμένων ακολούθων του Χριστού υπήρξαν σαν ένας λέων μέσα στα έθνη. Υπήκουσαν άφοβα στην εντολή του Ιεχωβά μέσω του Χριστού να κηρύξουν αυτά τ’ αγαθά νέα της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του σε όλη την οικουμένη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη.
Η θεία προφητεία δείχνει ότι αυτή η ομάς των κεχρισμένων Χριστιανών, μαζί με τους συντρόφους των, τον πολύν όχλο των «άλλων προβάτων», θα εξακολουθήση να επιδεικνύη θάρρος όπως ο λέων μεταξύ των εθνών. Αλλά τι θα λεχθή για κάθε άτομο που διαβάζει αυτές τις γραμμές; Θα επιδείξετε σεις παρόμοιο θάρρος; Τα έθνη εναντιώνονται στη βασιλεία του Θεού και σε όλους εκείνους, που την κηρύττουν. Χρειάζεται θάρρος για να σταθή κανείς υπέρ των πεποιθήσεών του, ειδικώς, όταν αυτές είναι τόσο αντιδημοτικές όσο είναι των δούλων του Ιεχωβά.
Για να έχετε αυτό το θάρρος, θα χρειασθή να μελετάτε τον λόγο του Θεού και να λαμβάνετε τη νουθεσία του με καρδιά. Και μάλιστα, θα χρειασθή να συναναστραφήτε στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις με άλλους, οι οποίοι αγωνίζονται να καλλιεργήσουν αυτόν τον ίδιο βαθμό του θάρρους. Αυτό και μόνον απαιτεί θάρρος—να ταυτισθήτε φανερά με μια ομάδα ανθρώπων, που συχνά χαρακτηρίζονται με περιφρόνησι ως αίρεσις, ως δόγμα ή ως ένας «όμιλος φανατικών». Αλλ’ η ίδια η συνταύτισίς σας με αυτούς θα ενισχύση την πίστι σας και το θάρρος σας. Κατόπιν θ’ απαιτηθή περισσότερο ακόμη θάρρος για να μετάσχετε στο να γνωστοποιήσετε σε άλλους τα όσα εμάθατε. Βέβαια, θα σας παρασχεθή βοήθεια, αλλά θα πρέπει και σεις να καταβάλετε προσπάθεια να μάθετε και ν’ αυξήσετε σε θάρρος.
Σε όλο τον κόσμο ή εναντίωσις στον Ιεχωβά Θεό και στη βασιλεία του αυξάνει καθόσον ο εθνικισμός διαρκώς ισχυροποιείται. Όπως προελέχθη, στο εγγύς μέλλον ο Γωγ του Μαγώγ θα κάμη γενική επίθεσι εναντίον εκείνων, που υπηρετούν τον Ιεχωβά και αναγγέλλουν τη βασιλεία του. (Ιεζ. 38:1-39:4) Για ν’ αντιμετωπισθή ο θηριώδης αυτός εχθρός με όλα του τα πολλά τεχνάσματα και τους μεγάλους αριθμούς του, και για να γίνη αυτό χωρίς φόβο, ο λαός του Θεού θα χρειασθή θάρρος όσο ποτέ δεν εχρειάσθη πριν. Δεν θα επιζήσουν τότε οι λιπόψυχοι· μόνο οι θαρραλέοι θα επιζήσουν. Τι μεγάλη ανάγκη υπάρχει να ενισχύεται κάνεις με θάρρος τώρα για να μπόρεση να σταθή τότε!
Σε λίγο ο λαός του Θεού θα εισέλθη στη μεγάλη μέρα του Ιεχωβά, που είναι γνωστή ως Αρμαγεδδών. Θ’ αποδειχθή ότι είναι μια μέρα που προκαλεί φόβο, διότι οι κρίσεις του Ιεχωβά θα κατευθυνθούν εναντίον των εχθρών του. Αλλ’ όλοι όσοι είναι παρά το πλευρόν του Ιεχωβά τότε, ‘θέλουν υψώσει την χείρα των επί τους εναντίους των, και πάντες οι εχθροί των θέλουσιν εκκοπή.’—Μιχ. 5:9.
Νίκη αναμένει και νεύει στον λαόν του Θεού, που προβαίνει στο κήρυγμα της βασιλείας του υπό την ηγεσία του θαρραλέου «Λέοντος του εκ της Φυλής Ιούδα». Συμμετοχή σ’ αυτή τη νίκη θα σημαίνη γι’ αυτούς αιώνια ζωή στον νέο κόσμο του Θεού, μια αμοιβή επειδή υπήρξαν θαρραλέοι όπως ο λέων μεταξύ των εθνών.
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομέρειες βλέπε Η Σκοπιά 1ης Μαΐου 1962.
-
-
Προσέχετε τις Συναναστροφές Σας!Η Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Προσέχετε τις Συναναστροφές Σας!
ΟΛΕΣ οι εντολές του Θεού πιστοποιούν την αγάπη, σοφία και δικαιοσύνη του. Ό,τι εντέλλεται είναι για το καλό μας, για την υψίστη και διαρκή ευημερία μας. Αυτός δίνει εντολή να κάμωμε ωρισμένα πράγματα και μας απαγορεύει ωρισμένες ευχαριστήσεις μόνο διότι μας αγαπά και θέλει να μας βλέπη ευτυχείς. Όπως εξεφράσθη όσον αφορά τον αρχαίο λαό του Ισραήλ: «Είθε να ήτο εις αυτούς τοιαύτη καρδία, ώστε να με φοβώνται, και να φυλάττωσι πάντοτε πάντα τα προστάγματά μου, δια να ευημερώσιν αιωνίως, αυτοί και τα τέκνα αυτών».—Δευτ. 5:29.
Μεταξύ των νόμων, που είχε δώσει ο Θεός στον αρχαίο λαό του για τα καλό τους, ήσαν κι εκείνοι που εσχετίζοντο με την προσοχή τους στις συναναστροφές τους. Αυτοί δεν έπρεπε να νυμφεύονται ειδωλολάτρας, ούτε και ν’ αναμιγνύωνται μ’ αυτούς: «Ουδέ θέλεις συμπενθερεύσει μετ’ αυτών», διότι ασφαλώς θα σε κάμουν να ‘λατρεύης άλλους θεούς· και θέλει εξαφθή η οργή του Ιεχωβά εναντίον σας, και πάραυτα θέλει σας εξολοθρεύσει’. Και πάλι, «Δεν θέλουσι κατοικεί εν τη γη σου, δια να μη σε κάμωσι να αμαρτήσης εις εμέ».—Δευτ. 7:3, 4, ΜΝΚ· Έξοδ. 23:33.
Αλλά το έθνος Ισραήλ, που δεν είχε πίστι κι αγάπη στον Θεό, κατ’ επανάληψιν παρέβη αυτές τις εντολές με καταστρεπτικά αποτελέσματα. Ακόμη κι ο πιο σοφός βασιλεύς των υπέστη θλίψι γι’ αυτήν ακριβώς την κατάστασι. Στη γηραιά ηλικία του επέτρεψε στις ειδωλολάτριδες συζύγους του ν’ απομακρύνουν την καρδιά του από τον Θεόν του, τον Ιεχωβά, κι έτσι πέθανε άπιστος, αποστάτης.
Το ίδιο αληθεύει και με τους σημερινούς Χριστιανούς. Για δικό μας καλό, ο Ιεχωβά προστάζει να προσέχωμε τη συναναστροφή μας. Ζούμε σε κινδυνώδεις καιρούς, που παρομοιάζονται με τις ημέρες του Νώε και του Λωτ. Επειδή είμεθα ατελείς, αδύνατοι κι έχομε μια κληρονομημένη κλίσι προς την αμαρτία, είμεθα επιρρεπείς στο να υποκύψωμε στην κολακεία του κόσμου ή στο να συμβιβασθούμε από φόβο για το τι αυτός θα είπη. Γι’ αυτό προειδοποιεί ο απόστολος Παύλος: «Μη πλανάσθε· “φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί”.»—1 Κορ. 15:33.
Ως Χριστιανοί νουθετούμεθα ν’ ανακαινίσωμε τις διάνοιές μας και ν’ αναλάβωμε μια νέα, Χριστοειδή προσωπικότητα. Όσο μπορούμε, λοιπόν, πρέπει ν’ αποφεύγωμε τη συναναστροφή μ’ εκείνους, που έχουν αντιρρήσεις στην αλλαγή που μας έγινε. «Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις.» Και «δια τούτο παραξενεύονται, ότι σεις δεν συντρέχετε με αυτούς εις την αυτήν εκχείλισιν της ασωτίας, και σας βλασφημούσιν» πίσω σας, αν όχι ενώπιόν σας.—1 Πέτρ. 4:3, 4.
Για την πνευματική μας ευημερία ο Ιεχωβά μάς δίνει ρητή εντολή να νυμφευώμεθα «μόνον εν Κυρίω», να ‘μη ομοζυγώμεν με τους απίστους’. Γιατί; «Διότι τίνα μετοχήν έχει η δικαιοσύνη με την ανομίαν; τίνα δε κοινωνίαν το φως προς το σκότος; . . . ή τίνα μερίδα ο πιστός με τον άπιστον; Τίνα δε συμβίβασιν ο ναός του Θεού με τα είδωλα;» Καμμιά απολύτως! Η πιστότης στον Θεό μας και στην οργάνωσί του θα μας κάνη να σεβώμεθα αυτές τις εντολές.—1 Κορ. 7:39· 2 Κορ. 6:14-16.
Μολονότι η συναναστροφή είναι μια βασική ανάγκη των νέων και των γερόντων, διότι «δεν είναι καλόν να ήναι ο άνθρωπος μόνος», πρέπει να είμεθα προσεκτικοί ως προς το είδος της συναναστροφής που καλλιεργούμε. Πού θα σύρωμε τη γραμμή; Δεν μπορούν να δοθούν σκληροί και σταθεροί κανόνες, αλλά, όπως ήδη υπεδείχθη, εδώ θα μπορούσε να εφαρμοσθή η συμβουλή του Ιησού: «Γίνεσθε . . . φρόνιμοι ως οι όφεις.» Όταν, λοιπόν, είσθε σε αμφιβολία, αφήστε τη συναναστροφή!—Γέν. 2:18· Ματθ. 10:16.
Η σοφή συμβουλή του Παύλου στην επιστολή προς Εφεσίους 5:10-12 πρέπει, λοιπόν, να ληφθή στα σοβαρά ιδιαίτερα από όλους τους Χριστιανούς: «Εξετάζοντες τι είναι ευάρεστον εις τον Κύριον και μη συγκοινωνείτε εις τα έργα τα άκαρπα του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε. Διότι τα κρυφίως γινόμενα υπ’ αυτών, αισχρόν εστι και λέγειν.» Αυτός ο έλεγχος μπορεί να γίνη με λόγια, ή και απλώς με έργα, με το ν’ αρνούμεθα να τους συναναστρεφώμεθα στην εσφαλμένη πορεία τους.
Για το καλό μας είναι που μας προειδοποιεί ο Θεός να προσέχωμε τη συναναστροφή μας. Προσέχοντας την προειδοποίησί του, θ’ αποφεύγωμε τις παγίδες, και, αντιθέτως, θα εποικοδομούμε αλλήλους σε πίστι και αγάπη. Έτσι, θα βοηθηθούμε να τηρήσωμε ακεραιότητα ως τον καιρό που θα εισέλθωμε στον νέο κόσμο, έναν κόσμο, που είναι τώρα τόσο πλησίον, στον οποίο δεν θα έχωμε ανάγκη να προσέχωμε τη συναναστροφή μας, διότι τότε ο καθείς που αναπνέει θα αινή τον Ιεχωβά και τούτο ολοένα τελειότερα. Αλλ’ έως τότε, «μη πλανάσθε.» Θυμηθήτε ότι, «Φθείρουσι τα καλά ήθη οι κακαί συναναστροφαί».
-
-
Ερωτήσεις από ΑναγνώσταςΗ Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Η Σκοπιά της 15ης Απριλίου 1962, στη σελίδα 238, ανέφερε κάποια αίτησι για αφορισμό του Χίτλερ, την οποίαν υπέβαλε τηλεγραφικώς στον πάπα μια ομάς Καθολικών οργανώσεων. Επειδή αυτή η δήλωσις ετέθη υπό αμφισβήτησιν από μερικούς, παρατίθεται κατωτέρω ολόκληρο το κείμενο της, όπως ανεγράφη στην εφημερίδα Δη Κάθολικ Τέλεγκραφ-Ρέτζιστερ, του Σινσιννάτι, Οχάιο, της 1ης Σεπτεμβρίου 1939:
«ΑΝΕΓΡΑΦΗ ΩΣ ΚΑΘΟΛΙΚΟΣ ΑΛΛΑ ΠΑΡΑΒΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙ ΛΕΓΕΙ ΕΝΑ ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΑΠΑ
«250 Εκπρόσωποι στο Σικάγο από Έθνη, Σωματεία Θρησκευτικά, Απομάχων, Επαγγελματιών Απευθύνουν Έντονη Κοινή Έκκλησι.
«(Δημοσιεύοντας το κατωτέρω άρθρον ως μια ενδιαφέρουσα είδησι, η διεύθυνσις της εφημερίδος δεν συμφωνεί ότι είναι συνετό να επιζητήται να γίνη ενέργεια σ’ ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως είναι ο αφορισμός. Το καλύτερο είναι ν’ αφήνονται όλα αυτά τα θέματα στις εκκλησιαστικές αρχές. Αυτές ξέρουν καλύτερα όλα τα σχετικά σημεία και τις πιθανές συνέπειες.—ΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΑΙ.)
»(Υπό Τζέιμς Κόλβιν)
»ΣΙΚΑΓΟ (Αποκλειστικότης)—Έγινε έκκλησις στον Πίον ΙΒ΄ να αφορισθή ο “Φύρερ” του Ράιχ Αδόλφος Χίτλερ.
»Το Ψήφισμα εστάλη στους Ευρωπαίους εκπροσώπους των Εθνών, Θρησκευτικών, Απομάχων, και Ομάδων Εμπορικών Ενώσεων, που έχουν συνδεθή μαζί στις Ηνωμένες Οργανώσεις για την Υπεράσπισι της Δημοκρατίας.
»Αντίγραφα του τηλεγραφήματος εστάλησαν στον Τζωρτζ Καρδινάλιο Μουντελέιν του Σικάγου, Ουίλλιαμ Καρδινάλιο Ο’Κόννελ της Βοστώνης, Ντέννις Καρδινάλιον Ντωχέρτυ της Φιλαδελφείας, και στον Αρχιεπίσκοπο Αμλέτο Τζιοβάννι Σικονιάνι Αποστολικόν Εκπρόσωπον για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ουάσιγκτον.
»‘Ο Αδόλφος Χίτλερ’, έλεγε εν μέρει το ψήφισμα, ‘εγεννήθη από Καθολικούς γονείς, εβαπτίσθη Καθολικός, και ανετράφη κι εξεπαιδεύθη ως τοιούτος. Ενώ δημοσία με τα λόγια του, τα έργα και τις διαταγές, κατέστη στον κόσμο η μεγαλύτερη απειλή εναντίον της Χριστιανοσύνης, και του πολιτισμού, δεν εξεδηλώθη ως τώρα δημοσία ως έξω από την Εκκλησία των γονέων του, και δεν απέκρουσε το να είναι μέλος αυτής, υποκείμενος έτσι στους νόμους και στους κανόνες υποταγής στην Εκκλησία.
»Πιστεύοντας σταθερά ότι η απαγγελία αφορισμού κατά του Αδόλφου Χίτλερ θα υποβοηθήση την υπόθεσι της ελευθερίας, της Χριστιανοσύνης, της Ανθρωπότητος και του πολιτισμού στον παρόντα καιρό, υποβάλλομε δια του παρόντος ευσεβάστως παράκλησι, έκκλησι και αίτησι στην υμετέραν Αγιότητα δημοσία να απαγγείλη και επιβάλη αφορισμόν κατά του Αδόλφου Χίτλερ’.
»Ένας από τους ομιλητάς σε μια λειτουργική συγκέντρωσι εδήλωσε: ‘υποβάλλομε αιτήσεις για να κάμωμε αγίους, αναγνωρίζοντας έτσι την εξουσία της Παπωσύνης. Αν αυτό ισχύη σ’ εκείνη την περίπτωσι, γιατί όχι και σ’ αυτή;’ Μεταξύ των οργανώσεων, που αντεπροσωπεύοντο στη συγκέντρωσι, ήσαν και μονάδες της Πολωνικής Εθνικής Συμμαχίας, κλάδοι των Πολωνικών Ρωμαιοκαθολικών Ενώσεων, και η συνεργαζόμενη Επιτροπή Σλοβακικών οργανώσεων.»
● Γιατί ο Ιησούς του Ναυή διετάχθη να νευροκοπήση τους ίππους; Μήπως αυτό έχει κάποια σημασία για τους Χριστιανούς σήμερα;—Ρ. Μπ., Ηνωμ. Πολιτ.
Η προκειμένη εντολή αναγράφεται στο Ιησ. Ναυή 11:6 και λέγει: «Μη φοβηθής από προσώπου αυτών· διότι αύριον, περί την ώραν ταύτην, εγώ θέλω παραδώσει αυτούς πάντας πεφονευμένους έμπροσθεν του Ισραήλ· τους ίππους αυτών θέλεις νευροκοπήσει, και τας αμάξας αυτών θέλεις κατακαύσει εν πυρί.» Το δε εδάφιο Ιησ. Ναυή 11:9 (ΜΝΚ) λέγει ότι ο Ιησούς του Ναυή έκαμε «Καθώς προσέταξεν εις αυτόν ο Ιεχωβά· τους ίππους αυτών ενευροκόπησε, και τας αμάξας αυτών κατέκαυσεν εν πυρί.»
Οι ιγνυακοί τένοντες ενός ίππου είναι οι οπίσθιοι τένοντες πάνω από το οπίσθιον μέρος του γόνατος των οπισθίων ποδών του ίππου· το μέρος αυτό των οπισθίων ποδών αντιστοιχεί προς το γόνατο των προσθίων ποδών του ίππου. Με το κόψιμο αυτών των τενόντων οι ίπποι εγίνοντο χωλοί και δεν ήσαν πια ικανοί να υπηρετήσουν για πολεμικούς σκοπούς, είτε για το ιππικό είτε για να σύρουν πολεμικά άρματα. Αυτός ήταν ο απλούστερος τρόπος για να τίθεται ένας ίππος εκτός μάχης. Φυσικά, μετά τη νευροκόπησί των οι ανάπηροι αυτοί ίπποι θα εφονεύοντο, θα κατεστρέφοντο, όπως και τα πολεμικά άρματα.
Σχετικά με τους ίππους, η Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρογκ λέγει: «Το χαρακτηριστικό, που τονίζεται πάρα πολύ στις Βιβλικές αναγραφές περί ίππου, είναι η αποκλειστική χρήσις του για στρατιωτικές επιχειρήσεις. Σε καμμιά περίπτωσι δεν αναφέρεται ο ίππος ως χρησιμοποιούμενος για συνήθεις μεταφορές ή για τη γεωργία». Οι ίπποι εχρησιμοποιούντο, εν τούτοις, για κρατικές υποθέσεις. (Εσθήρ 6:8· 8:14) Ιδιαίτερα συνεσχετίζοντο με την Αίγυπτο, όπως παρατηρούμε στον Ησαΐα 31:1, 3 (ΜΝΚ): «Ουαί εις τους καταβαίνοντας εις Αίγυπτον δια βοήθειαν, και επιστηριζομένους επί ίππους, και θαρρούντας επί αμάξας, διότι είναι πολυάριθμοι· και επί ιππέας, διότι είναι πολύ δυνατοί· και δεν αποβλέπουσιν εις τον Άγιον του Ισραήλ, και τον Ιεχωβά δεν εκζητούσι. Οι δε Αιγύπτιοι είναι άνθρωποι, και ουχί θεός· και οι ίπποι αυτών σάρκες, και ουχί πνεύμα.» Παρόμοιες δυσμενείς αναγραφές γίνονται στους Ψαλμούς 20:7 και 33:17.
Σχετικά με τον βασιλέα του Ισραήλ ιδιαίτερα, εδόθη προειδοποίησις: «Δεν θέλει πληθύνει ίππους εις εαυτόν.». (Δευτ. 17:16) Αναμφιβόλως, μεταξύ των λόγων για τους οποίους ο Ιεχωβά, με τις απαιτήσεις, που εκτίθενται στο Λευιτικόν, κεφάλαιον 11, έδειξε ότι ο ίππος έπρεπε να θεωρήται ως ένα ακάθαρτο ζώο, οι δε Ιουδαίοι δεν έπρεπε να πειρασθούν στο ν’ αποκτήσουν ίππους για τροφή και να τους χρησιμοποιούν για πολεμικούς σκοπούς και να εμπιστεύωνται σ’ αυτούς. Η ενέργεια του Ιησού του Ναυή ήταν σύμφωνη με τις θείες οδηγίες, που κι αυτές, επίσης, ήσαν σε αρμονία με τη Θεία αυτή αρχή. Ο Ιησούς του Ναυή ήταν ο κριτής του Ισραήλ υπό τον αόρατο Βασιλέα Ιεχωβά Θεό. Υπακούοντας στη Θεία εντολή να νευροκοπήση τις δυνάμεις του εχθρού, δεν τις εσφετερίζετο για τον εαυτό του κι έτσι δεν προσέθετε ίππους για τον εαυτό του ως κριτού του Ισραήλ.
Όλ’ αυτά, όμως, παρέχουν εξυπηρέτησι μεγαλύτερη από ένα ιστορικό ενδιαφέρον, διότι περιλαμβάνονται στο «όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών.» (Ρωμ. 15:4) Το γεγονός, ότι ο Ιησούς επιμελώς συνεμορφώθη με τις οδηγίες αυτές, ενεργώντας «καθώς προσέταξεν εις αυτόν ο Ιεχωβά», εξεικονίζει το ότι ο σημερινός λαός του Ιεχωβά δεν στηρίζεται στα κοσμικά μέσα του σαρκικού πολέμου. Παραιτούνται του σαρκικού πολέμου του κόσμου τούτου και ‘σφυρηλατούν τας μαχαίρας αυτών δια υνία, και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα’. Αυτό αντιστοιχεί προς τη νευροκόπησι των πολεμικών ίππων των αρχαίων Χαναναίων.—Ησ. 2:4.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΜάρτιοΗ Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Μάρτιο
16 Επειδή λοιπόν πάντα ταύτα διαλύονται, όποιοι πρέπει να ήσθε σεις εις πολίτευμα άγιον και ευσέβειαν, προσμένοντες και σπεύδοντες εις την παρουσίαν της ημέρας του Ιεχωβά!—2 Πέτρ. 3:11, 12, ΜΝΚ. Σ 1/9/62 7, 9
17 Ο Δαν είναι σκύμνος λέοντος· θέλει πηδήσει από Βασάν.—Δευτ. 33:22. Σ 1/10/62 39
18 Τόσον καιρόν είμαι μεθ’ υμών, και δεν με εγνώρισας, Φίλιππε; όστις είδεν εμέ, είδε τον Πατέρα.—Ιωάν. 14:9. Σ 1/1/63 24
19 Επειδή η κατά του πονηρού έργου απόφασις δεν εκτελείται ταχέως, δια τούτο η καρδία των υιών των ανθρώπων είναι όλη έκδοτος εις το να πράττη το κακόν. Εις δε τον ασεβή δεν θέλει είσθαι καλόν, και δεν θέλουσι μακρυνθή αι ημέραι αυτού.—Εκκλησ. 8:11, 13. Σ 15/11/62 10
20 Οι ουρανοί διηγούνται την δόξαν του Θεού . . . Ας ήναι ευάρεστα τα λόγια του στόματός μου, και η μελέτη της καρδίας μου, ενώπιον σου, ω Ιεχωβά.—Ψαλμ. 19:1, 14, ΜΝΚ. Σ 15/8/62 6-8
21 Σκύμνος λέοντος είναι ο Ιούδας.—Γεν. 49:9. Σ 15/9/62 59, 60
22 Η χειρ σου θέλει υψωθή επί τους εναντίους σου, και πάντες οι εχθροί σου θέλουσιν εκκοπή.—Μιχ. 5:9. Σ 1/5/62 31, 32α
23 Ανδρίζου και θάρρει· διότι συ θέλεις εισαγάγει τον λαόν τούτον εις την γην, την οποίαν ώμοσεν ο Ιεχωβά προς τους πατέρας αυτών να δώση εις αυτούς.—Δευτ. 31:7, ΜΝΚ. Σ 1/2/62 18-20
24 Επί σε όμως θέλει ανατείλει ο Ιεχωβά, και η δόξα αυτού θέλει φανερωθή επί σε. Και τα έθνη θέλουσιν ελθεί εις το φως σου, και οι βασιλείς εις την λάμψιν της ανατολής σου.—Ησ. 60:2, 3, ΜΝΚ. Σ 1/7/62 16, 17
25 Τα τέκνα σας . . . είναι άγια.—1 Κορ. 7:14. Σ 15/7/62 16, 17
26 Εάν τις δεν προνοή περί των εαυτού, και μάλιστα των οικείων, ηρνήθη την πίστιν, και είναι απίστου χειρότερος.—1 Τιμ. 5:8. Σ 1/11/62 10, 13
27 Εμίσησα την σύναξιν των πονηρευομένων, και μετά ασεβών δεν θέλω καθίσει.—Ψαλμ. 26:5. Σ 15/11/62 11, 12
28 Θέλουσι ποιμάνει την γην της Ασσυρίας εν ρομφαία.—Μιχ. 5:6. Σ 1/5/62 15, 16α
29 Εστέ θαρραλέοι, και ας κραταιωθή η καρδία σας, πάντες οι προσμένοντες τον Ιεχωβά.—Ψαλμ. 31:24, ΜΝΚ. Σ 1/2/62 26α
30 Υπάρχει φίλος στενώτερος αδελφού.—Παροιμ. 18:24. Σ 1/6/62 3, 5, 6
31 Εν τω κόσμω θέλετε έχει θλίψιν αλλά θαρσείτε· εγώ ενίκησα τον κόσμον.—Ιωάν. 16:33. Σ 1/2/62 11, 12
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1963 | 1 Μαρτίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
Οι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, ως ακόλουθοι του «Λέοντος του εκ της Φυλής του Ιούδα», θα επιδείξουν θάρρος, όμοιο με το θάρρος του λέοντος, στην εκτέλεσι της αποστολής των να κηρύξουν τα αγαθά νέα της Βασιλείας του Θεού, παρά την έντονη αντίδρασι από μέρους πονηρών ανθρώπων. Καθώς συμμετέχουν στο έργο αυτό τον Μάρτιο, θα παρουσιάζουν στους ανθρώπους καλής θελήσεως την ευκαιρία να γίνουν, αν το επιθυμούν, συνδρομηταί στο δεκαπενθήμερο περιοδικό Η Σκοπιά, λαμβάνοντας και τρία ενδιαφέροντα βιβλιάρια Γραφικής μελέτης, αντί δρχ. 30.
ΟΓΔΟΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΗΣ
Περισσότερα από ογδόντα χρόνια το περιοδικό αυτό, Η Σκοπιά, έφερε πραγματική ευχαρίστησι και πνευματική παρηγορία σε χιλιάδες άτομα. Στη διάρκεια των σαράντα χρόνων, που πέρασαν, τη θέσι της αυτή στις καρδιές των χιλιάδων αυτών τη μοιράσθηκε με το συνοδευτικό της περιοδικό Ξύπνα!.
Και τα δύο περιοδικά άφησαν ένα ανεξίτηλο σημάδι στον τομέα της Βιβλικής εκπαιδεύσεως, ένα σημάδι που αντικατοπτρίζεται στις χιλιάδες υπάρξεις, που αφιερώθηκαν στον Ιεχωβά, σαν αποτέλεσμα της πνευματικής συμβουλής και εκπαιδεύσεως που περιείχετο στις σελίδες των. Μπορείτε και σεις, επίσης, να συμμετάσχετε στις ευλογίες, που τακτικά εκχέονται από τα δύο αυτά περιοδικά, με το να τα υποδέχεσθε στον οίκον σας σε κάθε τους έκδοσι. Με δρχ. 60 γίνεσθε συνδρομηταί και στα δύο για ένα έτος. Γράψτε μας τώρα και θα λάβετε επιπροσθέτως έξη επίκαιρα και διδακτικά βιβλιάρια.
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
21 Απριλίου: ‘Υποτάσσεσθε’—σε Ποιον; §1-25. Σελ. 137.
28 Απριλίου: ‘Υποτάσσεσθε’—σε Ποιον; §26-39, και Υποτασσόμενοι εις «Πάσαν Ανθρωπίνην Διάταξιν», §1-11. Σελ. 142.
5 Μαΐου: Υποτασσόμενοι εις «Πάσαν Ανθρωπίνην Διάταξιν», §12-37. Σελ. 148.
-
-
Γιατί να Παίρνωμε μια Αρνητική Άποψι;Η Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Γιατί να Παίρνωμε μια Αρνητική Άποψι;
ΣΑΝ ένας τοίχος, στον οποίον δεν μπορεί κανείς να αναρριχηθή, είναι δυνατόν συχνά να ορθώνεται η αρνητική άποψις ανάμεσα σε σας και της επιτυχίας για μια προσπάθεια που αναλαμβάνετε. Μπορεί να προκαλέση αποτυχία σε κάτι που έχετε την ικανότητα να εκτελέσετε. Πιθανόν να υπάρχουν παράγοντες, που να καθιστούν δύσκολο το να επιτύχετε σε μια προσπάθεια, αλλά ο κύριος παράγων εναντίον της προσπαθείας αυτής, μπορεί να είναι ο ίδιος ο εαυτός σας, αν αφήνετε μια αρνητική άποψι να σας αποθαρρύνη. Είναι, βέβαια, φυσικόν να έχετε μερικές αμφιβολίες για την ικανότητά σας να πράξετε κάτι, αλλ’ αποτελεί σοβαρό σφάλμα το να επιτρέπετε στις αμφιβολίες αυτές να σας κυριεύουν σε βαθμό που να μη μπορέσετε να καταβάλετε τις καλύτερες σας προσπάθειες. Η επιρροή μιας αρνητικής απόψεως είναι τόσο ισχυρή ώστε ακόμη και η φυσική λειτουργία μπορεί να υποστή επίδρασι απ’ αυτήν προς αντίστροφη κατεύθυνσι.
Ένας αθλητής άρσεως βαρών, παραδείγματος χάριν, μπορεί σε μια περίπτωσι να επιτύχη να κρατήση πάνω από το κεφάλι του ένα βάρος, που αποτελεί γι’ αυτόν ρεκόρ, αλλά σε μια άλλη περίπτωσι, μπορεί να αποτύχη να το σηκώση, διότι επιχειρεί να το εκτέλεση με αμφιβολίες. Η δυναμίς του φαίνεται να μειώνεται, κάνοντας το βάρος να γίνεται πολύ βαρύ. Στην προηγούμενη περίπτωσι, είχε μια στάσι εμπιστοσύνης με το αποτέλεσμα ότι θα μπορούσε να εμπλησθή με δύναμι κι έτσι το βάρος του φάνηκε πώς ήταν ελαφρό.
Ο αθλητής, που συναγωνίζεται σε μεγάλα άλματα, μπορεί να έχη την ίδια εκνευριστική επίδρασι μιας αρνητικής στάσεως, η οποία μπορεί να τον εξασθενίση σε βαθμό που να μη μπορέση να πηδήση πάνω από τη ράβδο, όταν αυτή είναι σ’ ένα μεγάλο ύψος ή στο δικό του ρεκόρ ύψους. Οι αθληταί αυτοί καταβάλλουν τις άριστες φυσικές των λειτουργίες, όταν έχουν μια στάσι εμπιστοσύνης, ένα αίσθημα ότι μπορούν να φθάσουν το σημείο, για το οποίον αγωνίζονται. Δεν μπορεί αυτό να αληθεύη, επίσης, και για σας, για τα πράγματα που αγωνίζεσθε να εκτελέσετε;
Ποια είναι η στάσις σας, όταν ο εργοδότης σας αναθέτη σε σας μια καινούργια εργασία ή μια θέσι μεγαλύτερης ευθύνης; Μήπως αντιδράτε με το να σκέπτεσθε ότι η εργασία είναι πολύ μεγάλη για σας; Μήπως κυριεύεσθε από αμφιβολίες για την ικανότητά σας να χειρισθήτε τον διορισμό σας σε βαθμό, που αισθάνεσθε την τάσι να πήτε στον εργοδότη σας ότι δεν μπορείτε να αναλάβετε την εργασία αυτή; Μήπως επιτρέπετε σε μια αρνητική άποψι να σας αποθαρρύνη, ώστε να μη θέλετε ούτε ακόμη και να δοκιμάσετε;
Δεν είναι εκπληκτικό ότι οι αμφιβολίες για την ικανότητά σας εγείρονται, όταν σας προσφέρεται μια νέα θέσις ή ευθύνη, αλλά είναι σφάλμα το ν’ αφήνετε τις αμφιβολίες αυτές να σας κατακυριεύουν. Καίτοι είναι πιθανόν να αισθάνεσθε ότι δεν είσθε ικανός να αναπληρώσετε τη θέσι του ατόμου που είχε την εργασία πριν από σας, λόγω της ικανότητός του, της πείρας του και της διανοητικής του οξυδερκείας, εν τούτοις δεν πρέπει ν’ αφήσετε το αίσθημα αυτό να σας γίνη ένα πρόσκομμα. Ο εργοδότης σας δεν αναμένει από σας να είσθε σαν αυτόν, αλλά θέλει να κάνετε το καλύτερο που μπορείτε. Δεν θα σας προσέφερε τη θέσι, αν δεν ενόμιζε ότι θα μπορούσατε να τη χειρισθήτε. Μη σκέπτεσθε τις ελλείψεις σας, συγκρίνοντας την ικανότητά σας και την πείρα σας με του προηγουμένου ατόμου· σκεφθήτε τα δικά σας προσόντα που σας καθιστούν ικανό για την εργασία. Αναλάβετε την με μια θετική διάθεσι και με αποφασιστικότητα να καταβάλλετε μια ολοκάρδια προσπάθεια.
Αν είσθε ένα άτομο, που ασχολείται σε δράσι, η οποία περιλαμβάνει τα συμφέροντα του Υπερτάτου Όντος, θα μπορέσετε, να υπερνικήσετε την αποθαρρυντική επίδρασι μιας αρνητικής σκέψεως με το να κρατήτε στη διάνοιά σας ότι το πνεύμα του Ιεχωβά θα σας ενισχύση και θα σας βοηθήση να πράξετε εκείνο που πιθανόν να αισθάνεσθε ότι είσθε ανίκανος να πράξετε με τη δική σας δύναμι. Προσκολλάτε τη σκέψι σας στις επαγγελίες του ότι θα είναι μαζί σας και θα σας ενδυναμώνη. Εκείνα που είπε στους Ισραηλίτας μπορεί να θεωρηθούν ως μια βεβαίωσις σε σας. «Μη φοβού· διότι εγώ είμαι μετά σου· μη τρόμαζε· διότι εγώ είμαι ο Θεός σου· σε ενίσχυσα· μάλιστα σε εβοήθησα· μάλιστα σε υπερασπίσθην δια της δεξιάς της δικαιασύνης μου.» (Ησ. 41:10) Με πίστι στον Ιεχωβά, μπορείτε να αναλάβετε τα καθήκοντά σας με σθένος και εμπιστοσύνη. Το να εμπιστεύεσθε σ’ Αυτόν θα σας βοηθήση να υπερνικήσετε μια ηττοπαθή στάσι. Δεν είπε άλλως τε ο Ιησούς το: «Εάν δύνασαι να πιστεύσης, πάντα είναι δυνατά εις τον πιστεύοντα»;—Μάρκ. 9:23.
Η στάσις σας σ’ ένα διορισμό, που σας γίνεται, ασκεί μια μεγάλη επίδρασι στο να επιτύχετε σ’ αυτόν. Υποθέστε ότι σας ανετέθη να δώσετε μια ομιλία σ’ ένα ακροατήριο, κάτι που πιθανόν δεν είχατε ποτέ κάμει στο παρελθόν. Η πρώτη σας αντίδρασις μπορεί να είναι αρνητική. Δυνατόν να φαντάζεσθε ότι δεν μπορείτε να το κάμετε αυτό, ότι θα μείνετε άναυδος. Αυτή, όμως, η στάσις είναι εσφαλμένη. Κυττάξτε τα γεγονότα. Έχετε μια γλώσσα· μπορείτε να ομίλητε, γνωρίζετε δε μάλιστα κάτι για το θέμα, γιατί αλλιώς δεν θα σας εζητείτο να μιλήσετε. Τι είναι εκείνο που υψώνεται σαν εμπόδιο στο δρόμο σας να μιλήσετε δημοσίως παρά η αρνητική σας στάσις; Μην επιτρέπετε να καταποθήτε από αρνητικά αισθήματα και μην τα αφήνετε να σας καταπνίξουν κάθε επιθυμία για προσπάθεια. Υπερπηδήστε τον τοίχο της αρνητικής σκέψεως και κάνετε μια ολόψυχη, προσπάθεια να μιλήτε δημοσίως και να βελτιώνετε την ικανότητά σας με το να επιζητήτε να εκπαιδεύεσθε στη δημοσία ομιλία. Να έχετε σταθερά στο νου σας ότι, αν άλλοι μπορούν και δίδουν ομιλίες, κι εσείς, επίσης, μπορείτε να δώσετε. Αντί να λέτε, «Δεν μπορώ», ή, «Αυτό είναι πάρα πολύ για μένα», λέτε, «Θα προσπαθήσω και θα κάνω το καλύτερο που μπορώ.»
Όταν ανετέθη στον προφήτη Ιερεμία να λαλήση μια προειδοποίησι στο βασίλειο του Ιούδα, αυτός αντέδρασε με μια αρνητική άποψι, φανταζόμενος ότι, το έργο αυτό ήταν πολύ μεγάλο γι’ αυτόν. Είπε: «Ω! Κύριε Ιεχωβά! ιδού, δεν εξεύρω να λαλήσω· διότι είμαι παιδίον.» Η αποστολή αυτή εφάνη σαν ένας ανυπέρβλητος φραγμός στον Ιερεμία. Ένοιωθε ότι είχε καταβληθή πριν ακόμη δοκιμάση καν να την εκπληρώση. Ο Θεός, όμως, τον ήλεγξε για την αρνητική του στάσι, λέγοντας: «Μη λέγε. Είμαι παιδίον διότι θέλεις υπάγει προς πάντας, προς τους οποίους θέλω σε αξαποστείλει· και πάντα όσα σε προστάξω, θέλεις ειπεί. Μη φοβηθής από προσώπου αυτών· διότι εγώ είμαι μετά σου δια να σε ελευθερώνω, λέγει ο Ιεχωβά.» (Ιερεμ. 1:6-8, ΜΝΚ) Ο Ιερεμίας έθεσε την εμπιστοσύνη του στον Ιεχωβά και, με την ενέργεια τού πνεύματος του Ιεχωβά επάνω του, μπόρεσε να εκτελέση εκείνο που ενόμιζε στην αρχή, ότι δεν θα μπορούσε να πράξη.
Όταν αντιμετωπίζετε φαινομενικώς ανυπέρβλητα εμπόδια, πλησιάζετέ τα με εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά και με αποφασιστικότητα να καταβάλλετε μια ολόψυχη προσπάθεια να τα υπερπηδήσετε. Όταν ενεργήτε έτσι, θα «είσθε περισσότερο ικανός να φροντίσετε για ευθύνες, για επιτεύξεις αντικειμενικών σκοπών, και για υπερνίκησι αποθαρρυντικών ατυχημάτων, ώστε να είσθε πιο εξυπηρετικός προς τους άλλους. Να έχετε πάντοτε στο νου σας τα όσα ο απόστολος Παύλος είπε: «Τα πάντα δύναμαι δια του ενδυναμούντός με.»—Φιλιππησ. 4:13.
-
-
Προστατεύοντας τον Εαυτό Σας από «Τα Πνεύματα της Πονηρίας»Η Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Προστατεύοντας τον Εαυτό Σας από «Τα Πνεύματα της Πονηρίας»
Λάβετε κάθε προφύλαξι σ’ αυτή την πραγματική πάλη με τις δαιμονικές δυνάμεις.
«Η ΠΑΛΗ ημών», έγραψε ο απόστολος Παύλος, όταν έδινε προειδοποίησι στους Χριστιανούς για τον αγώνα που έπρεπε να διεξάγουν, είναι εναντίον «εις τα πνεύματα της πονηρίας». Τώρα, που τα πνεύματα αυτά της πονηρίας έχουν καταρριφθή στη γειτονία της γης, η πάλη είναι πιο εντατική από κάθε άλλη φορά. (Εφεσ. 6:12· Αποκάλ. 12:9) Τι μπορούν να κάμουν οι Χριστιανοί για να προστατεύσουν τον εαυτό τους;
Πρώτα-πρώτα πρέπει ν’ αποφεύγουν κάθε τι, που σχετίζεται με τα φαινόμενα που παράγουν σήμερα οι δαιμονικές δυνάμεις μέσω πολλών ανθρώπων. Οι παγιδευτικές μορφές του πνευματισμού είναι πολυάριθμες. Οι Χριστιανοί πρέπει να είναι άγρυπνοι, και ποτέ να μην παίζουν ή να πειραματίζωνται με κάτι, που είναι δαιμονικής προλεύσεως.
Αποφεύγετε επιμελώς όλες τις μορφές του πνευματισμού, είτε πρόκειται για μαγικά τραπεζάκια, είτε για πνευματιστικούς μεσάζοντας «μέντιουμ», είτε για κείνους που προλέγουν την τύχη ή κάνουν διάγνωσι και θεραπεία ασθενειών με μαγικές μεθόδους, είτε πρόκειται για ιατρούς-μάγους της Αφρικής, είτε για ντούκουνς της Άπω Ανατολής, είτε για Ινδούς μάγους της Βορείου Αμερικής, είτε για εκείνους που έχουν εξωαισθητήριο αντίληψι της Ευρώπης και άλλων μερών. Αλλά τι θα λεχθή για τις αντιφατικές μεθόδους διαγνώσεως και θεραπείας, που μερικοί ισχυρίζονται ότι είναι επιστημονικές κι ωστόσο κάνουν χρήσι των μεθόδων της υδρομαντείας; Και τι θα λεχθή για την υδρομαντεία την ίδια;
Η ΥΔΡΟΜΑΝΤΕΙΑ ΣΗΜΕΡΑ
Σ’ όλο τον κόσμο υπάρχουν χιλιάδες υδρομάντεις ή ραβδοσκόποι· στις Ηνωμένες Πολιτείες και μόνο υπολογίζεται ότι υπάρχουν 25.000 που ασκούν την υδρομαντεία ως επάγγελμά των, πολύ δε περισσότεροι την ασκούν οι ίδιοι για τον εαυτό τους ή για διασκέδασι. Όταν ο «προικισμένος» υδρομάντις βαδίζη πάνω από υπόγειο ρεύμα ύδατος, η ράβδος του, που συχνά είναι ένα κλαρί με σχήμα V, αντιδρά με κινήσεις προς τα πάνω και προς τα κάτω. Αυτή η κίνησις είναι κάποτε τόσο βίαιη, ώστε οι μάντεις δεν μπορούν να συγκρατήσουν το κλαρί, και τότε αυτό κομματιάζεται.
Πώς εξηγούν οι υδρομάντεις αυτά τα φαινόμενα; Πολλοί δεν έχουν εξηγήσεις. Μερικοί λέγουν ότι η δύναμις πρέπει να είναι ο ηλεκτρισμός. Μερικοί μπορεί να πουν ότι τα ξύλα πληττόμενα από αστραπές συνήθως στέκουν πάνω από μια υδάτινη φλέβα, κι έτσι το νερό σε τριβή με το έδαφος και τις πέτρες δημιουργεί στατικό ηλεκτρισμό, ο οποίος σύρεται ψηλά προς τα νέφη. Μπορεί να πουν ότι οι υδρομάντεις, επηρεασμένοι απ’ αυτή την ηλεκτρική ενέργεια, δέχονται αντίδρασι, η δε ράβδος κινείται εντελώς ανεξάρτητα από τη συνειδητή θέλησι του υδρομάντεως. Μερικοί υδρομάντεις υποστηρίζουν την ηλεκτροενεργειακή θεωρία των λέγοντας ότι, όταν φορούν υποδήματα με σόλες από ελαστικό, ο κλαδίσκος νεκρώνεται.
Μολονότι μερικοί υδρομάντεις εμμένουν στην ηλεκτρική θεωρία, σε μια μελέτη, που έγινε από τον ανθρωπολόγο Έβον Ζ. Βογκτ και τον ψυχολόγο Ραίη Χάιμαιν, αναφέρεται ότι είναι σπάνιο να βρη κανείς κάποιον, που πιστεύει ή είναι σκεπτικιστής, ο οποίος να διατείνεται ακόμη σοβαρά ότι υπάρχει άμεση σχέσις μεταξύ της ράβδου και του υπογείου ύδατος, ειδικά εφόσον, οποιαδήποτε κι αν είναι η αιτία της λειτουργίας της ράβδου, είναι ανεξάρτητη από τον τύπο της ράβδου που χρησιμοποιείται, γίνονται δε ισχυρισμοί για ακιδωτό σύρμα, κρεμάστρες ρούχων και μηχανήματα τύπου εκκρεμούς, όπως φτυάρια, πηνία πάνω σε νήματα, ένα νόμισμα πάνω σε νήμα και δίκρανα. Οι συγγραφείς ομολογούν ότι το θέμα είναι περίπλοκο, και στο βιβλίο τους, με τον τίτλο Υδρομαντεία στις Η.Π.Α., λέγουν: «Υπάρχουν αρκετά άλυτα προβλήματα που απασχολούν τον φυσιολόγο και τον ψυχολόγο επί πολλές δεκαετίες.».
Έτσι, ενώ η επιστημονική έρευνα, που έχει γίνει ίσαμε σήμερα, δεν παραδέχεται ότι η αναζήτησις ύδατος με τη χρήσι διχαλωτού κλάδου βασίζεται στη λειτουργία φυσικών νόμων, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ερευνηταί αυτοί σκέπτονται απολύτως ορθά. Πιθανό να υπάρχουν ωρισμένοι βασικοί νόμοι της φύσεως που περιλαμβάνονται. Αλλ’ υπάρχουν αρκετά στοιχεία, που δείχνουν ότι η Χριστιανική στάσις πρέπει να είναι προφυλακτική. «Συμπεραίνομε λοιπόν», λέγουν οι ερευνηταί Βογκτ και Χάιμαν, «ότι η υδρομαντεία είναι μια σαφής περίπτωσις μαντικής στον πολιτισμό μας». Πολλοί άνθρωποι ανά τον κόσμον τη θεωρούν έτσι, και, αν είναι Χριστιανοί, γνωρίζουν ότι κάθε μορφή μαντείας καταδικάζεται από τις Γραφές. (Δευτ. 18:10-12· Ησ. 47:12-15) Ακόμη κι αν επίστευε βασίμως ένας Χριστιανός στη θεωρία της ηλεκτρενεργείας, θα μπορούσε με την υδρομαντεία του να επιφέρη μομφή στην πίστι του και να κάμη τους άλλους να προσκόψουν. Αυτό θα ήταν σφάλμα.—Φιλιππησ. 1:9, 10.
Αλλά στην υδρομαντεία ενυπάρχει κάτι μεγαλυτέρας σημασίας από το να φυλάγεται κανείς μην κάμη τους άλλους να προσκόψουν· φαίνεται ότι η προστασία από «τα πνεύματα της πονηρίας» αποκτάται, επίσης, με την αποφυγή της. Πώς αυτό;
Ο ΔΕΣΜΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΑΑ
Ολοένα περισσότερο, η υδρομαντεία και η μαντική ράβδος συνδέονται με την ΕΑΑ, ή εξωαισθητήριο αντίληψι, τη δύναμι παραγωγής πνευματιστικών φαινομένων. Πραγματικά, ο επιφανής Βρεττανός επιστήμων Σερ Ουίλλιαμ Μπάρρετ όχι μόνον απέρριψε τις κοινές θεωρίες περί υδρομαντείας, αλλά στην πραγματικότητα τη συνέδεσε με την ΕΑΑ. Έγραψε, ως συγγραφικός συνεργάτης, ότι «ο υδρομάντις . . . είναι ένα άτομο προικισμένο με μια υποσυνείδητη έκτακτη ικανότητα, την οποία, λόγω αγνοίας της φύσεως της, ονομάζαμε, κατά τον Καθηγητή Ρίτσετ, κρυπταισθησία. Μέσω αυτής της κρυπταισθησίας, η γνώσις οποιουδήποτε πράγματος, το οποίον αναζητείται, εισέρχεται στο υποσυνείδητο του υδρομάντεως και αποκαλύπτεται με μια μη συνειδητή μυϊκή αντίδρασι.»a
Υπήρξαν και μερικοί πιο πρόσφατοι δεσμοί με την ΕΑΑ. Ο Βρεττανός υδρομάντις Ιωάννης Πιμς ισχυρίζεται ότι συχνά κατέχει γνώσιν του τόπου, στον οποίον θα βρεθή αργότερα νερό, προτού αρχίση την πραγματική του άσκησι υδρομαντείας. Ο Γάλλος υδρομάντις Αββάς Μπουλύ λέγει ότι, όταν ασχολήται με υδρομαντεία, συχνά λαμβάνει μια οπτική εντύπωσι του υπογείου ρεύματος. Αυτή η εντύπωσις είναι όμοια με τις εντυπώσεις που λαμβάνουν εκείνοι που έχουν εξωαισθητήριο αντίληψι, όταν αποκτούν κρυμμένη γνώσι. Πραγματικά, ένας επιφανής Βρεττανός με εξωαισθητήριο αντίληψι, που έχει ειδικευθή στη μαντεία και την ψυχομετρία ή ανάγνωσι αντικειμένων, λέγει:
«Σε μια περίπτωσι, η ΕΑΑ με μετέβαλε σε υδρομάντι και αποδείχθηκα πιο επιτυχής από έναν εξ επαγγέλματος γεωλόγο. . . . Είχα μια ισχυρή εντύπωσι ΕΑΑ και ωδήγησα [έναν αγρότη] σ’ ένα ωρισμένο μέρος. . . . Ενθυμούμαι ότι οι εντυπώσεις σ’ αυτή την περίπτωσι αυτοηρμηνεύοντο στη συνειδητή μου διάνοια με τον ήχο πτώσεως σταγόνων νερού. . . . Εβάδισα κατ’ ευθείαν στο μέρος εκείνο».—Ρολόγι Χωρίς Δείκτες.
Έτσι, οι συγγραφείς των φαινομένων της εξωαισθητηρίου αντιλήψεως συχνά περιλαμβάνουν την υδρομαντεία ή τη μαντική ράβδο στα βιβλία ή άρθρα των. Ένας λόγος, για τον οποίον το πράττουν αυτό, οφείλεται στην επιτυχία της χαρτομαντείας. Σ’ αυτή την ενέργεια ο υδρομάντις κρατεί το κλαδί του ή το εκκρεμές του πάνω από ένα χάρτη και από την αντίδρασί του βρίσκει νερό. Ο περίφημος Αμερικανός υδρομάντις Ερρίκος Γκρος, είτε κρατούσε το διχαλωτό κλαδί του πάνω από ένα χάρτη ή κατ’ ευθείαν πάνω από τη γη, απλώς ομιλεί στο κλαδί και αυτό απαντά. Ο Κέννεθ Ρόμπερτς γράφει σχετικά με αυτό:
«Υψώνει τη ράβδο του και ρωτά (είτε σιωπηλά είτε με φωνή), ‘Πού είναι η πλησιέστερη φλέβα νερού απ’ το σημείο όπου στέκω;’ Κατόπιν στρέφεται βραδέως, με τη ράβδο του ισορροπημένη ενώπιον του. Όταν η ράβδος στραφή βιαίως προς τα εμπρός και προς τα κάτω, ατενίζει το πλησιέστερο σημείο της πλησιεστέρας φλέβας. Κατόπιν, εκτός αν επιθυμή να βαδίση προς εκείνο το σημείο, θέτει κι άλλα ερωτήματα, ώσπου να μάθη όλα όσα θέλει να γνωρίση για τη φλέβα. . . . Όταν ο Ερρίκος μαντεύη σ’ ένα χάρτη ή στο σχέδιο ενός τμήματος γης από κάποια απόστασι, η ενέργειά του είναι ουσιαστικά η ίδια».—Η Εβδόμη Αίσθησις.
Η επιτυχία της χαρτομαντείας αποτελεί σοβαρή αντίρρησι όχι μόνον στη θεωρία της ηλεκτρενεργείας, αλλά και ως προς το γεγονός ότι οι μαντικές μέθοδοι χρησιμοποιούνται για την ανεύρεσι πολλών κρυμμένων πραγμάτων. Μελικοί ανερευνούν για πετρέλαιο ή χρυσόν· αν το διχαλωτό κλαδί δεν χρησιμοποιήται, ο μάντις μπορεί να έχη μόνο μια μικρή φιάλη πετρελαίου ή ένα χρυσό νόμισμα—όχι ότι χρειάζονται αυτά, αφού ένα ασήμαντο κομμάτι από χαρτί με τις λέξεις «χρυσός» ή «πετρέλαιο» θα ενεργήση συχνά ως «κατεύθυνσις». Σύμφωνα με τον πεπειραμένο υδρομάντι Κ. Γ. Μέρριλις, τα μόνα όρια στη χρήσι υδρομαντικών μεθόδων είναι τα όρια που επιβάλλονται από τη διάνοια του ιδίου του υδρομάντεως. Λέγει: «Οποιαδήποτε ειδική γραμμή κι αν ζητήση ν’ ακολουθήση ένας υδρομάντις, νερό, ορυκτά, χαμένους ανθρώπους ή ασθένειες και θεραπείες, καμμιά δεν θα επιτύχη ασφαλώς εκτός αν αυτός ή αυτή κατέχη ευαισθησία νοός, πείρα κι εμπιστοσύνη.»
Όσοι έχουν πείρα κι «ευαισθησία» μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη ράβδο ή το εκκρεμές των για να εύρουν χαμένους ανθρώπους ή κι εγκληματίας ακόμη. Πολλές αφηγήσεις αυτής της χρήσεως της ράβδου βρίσκονται στην Εφημερίδα της Βρεττανικής Εταιρίας Υδρομάντεων. Μια αφήγησις υδρομάντεως, που είχε εξακριβώσει τα ίχνη ενός εγκληματίου, αναγράφεται στο βιβλίο Ο Εξω-Αισθητήριος Νους, που αναφέρει ότι ο μάντις πήγε με τη ράβδο του σ’ ένα υπόγειο, όπου είχε διαπραχθή ο φόνος. Η ράβδος άρχισε να περιστρέφεται γοργά στο χέρι του. Καθοδηγούμενος από τις κινήσεις της, ο μάντης ανεκάλυψε τα ίχνη του φονέως στη Νότιο Γαλλία. Όταν γίνεται αναζήτησις χαμένου προσώπου, κάποιο αντικείμενο, που ανήκει σ’ εκείνο το πρόσωπο, χρησιμεύει ως «κατεύθυνσις». Αυτό μοιάζει με τη μαντική μέθοδο της ΕΑΑ, που καλείται ψυχομετρία· ο μάντις, αντί να εγγίση απλώς το αντικείμενον, θέτει τη ράβδο του πάνω από το αντικείμενον εκείνο και καθοδηγείται από την αντίδρασί του.
Οι δυνάμεις των πονηρών πνευμάτων έχουν σαφώς επωφεληθή από μερικούς οι οποίοι χρησιμοποιούν τη μαντική ράβδο. Μολονότι δεν μπορεί κανείς δογματικά να πη ότι όλοι, όσοι έπιασαν ένα διχαλωτό κλαδί, υπήρξαν κάτω από τον έλεγχο των δαιμόνων, θα έπρεπε να επιδίδεται ένας Χριστιανός σε κάτι, που ξέρει ότι χρησιμοποιείται από τους δαίμονας για να παγιδεύωνται οι άνθρωποι; Ο αληθινός Χριστιανός, και για την ιδική του προστασία, και για να μην καταστή αιτία προσκόμματος, θα ήθελε ν’ απέχη από την υδρομαντεία.
ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ, ΡΑΔΙΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΡΑΔΙΟΝΙΚΗ
Όταν οι μέθοδοι του μάντεως χρησιμοποιούνται για διάγνωσι και θεραπεία ασθενείας, το διχαλωτό κλαδί αντικαθίσταται από το εκκρεμές. Αλλά μερικοί, όπως στην περίπτωσι ολίγων μάντεων, αισθάνονται επιδράσεις στα χέρια των κι έτσι βασίζονται μόνο στις επιδράσεις. Οι μέθοδοι, λοιπόν, ποικίλλουν σημαντικά, από το απλό άγγιγμα του χεριού, τη χρήσι εκκρεμούς ως τη χρήσι πολυπλόκων μηχανημάτων. Η πράξις συνήθως περιλαμβάνεται στον όρον ραδιασθησία, που σημαίνει κατά λέξιν «ευαισθησία στις ακτινοβολίες». Οι Καθολικοί ιερείς της Γαλλίας ήσαν ηγετικές μορφές στην επέκτασι της χρήσεως τού εκκρεμούς σε πράγματα, όπως η εκλογή φαρμάκων και ο υπολογισμός της απαιτουμένης δόσεως.
Η ραδιασθησία, που είναι τώρα πολύ διαδεδομένη, πιστεύεται από πολλούς ότι αποτελεί μια μορφή ψυχοθεραπείας. Οι ψυχοθεραπευταί δεν χρησιμοποιούν κατ’ ανάγκην μηχανήματα. Ακριβώς, όπως κι εκείνος που έχει εξωαισθητήριο αντίληψι μπορεί να εύρη νερό χωρίς τη ράβδο του υδρομάντεως, έτσι μπορεί και αυτός να διαγνώση χωρίς το εκκρεμές του ραδιαισθητιστού. «Μερικές θαυμαστές θεραπείες έχουν επιτευχθή με την ψυχική, ισχυρίζεται μια φημισμένη γυναίκα με εξωαισθητήριο αντίληψι. «Είχα αντιληφθή ασθένεια προτού διαγνωσθή επισήμως: Είδα καρκίνον, παραδείγματος χάριν, προτού γίνη εμφανής στους γιατρούς».b Έτσι, λοιπόν, όλοι οι ψυχοθεραπευταί δεν υποβάλλονται σε έκστασι, μολονότι μερικοί υποβάλλονται. Αξιοσημείωτο σχετικά μ’ αυτό είναι το γεγονός ότι προτού η Κα Πίπερ γίνη πνευματιστικό ‘μέντιουμ’, επεσκέφθη έναν ψυχοθεραπευτή. Στη διάρκεια της δευτέρας επισκέψεώς της στον «ψυχικό» κατελήφθη από έκστασι και αργότερα μπορούσε να το πράττη αυτό κατά βούλησιν. Έτσι επεδόθη στο πνευματιστικό της στάδιο.
Είναι σημαντικό ότι μερικοί ραδιαισθητισταί βρίσκουν χαμένους ανθρώπους με τον πνευματιστικό ή ψυχομετρικό τρόπο. Ένα παράδειγμα σχετίζεται μ’ ένα χαμένο κορίτσι. Όταν ο ραδιαισθητιστής έθεσε το εκκρεμές του πάνω από τη φωτογραφία της, ανήγγειλε: ‘Η κόρη σας έχει πεθάνει. Πιθανώς εστραγγαλίσθη. Το σώμα της είναι στη Λίμνη Λουγκάνο σε βάθος τόσων μέτρων και σε μια τόση απόστασι από το σπίτι του Σ. Αυτός είναι ο φονεύς της’. Αργότερα ο εισαγγελεύς «εδήλωσε σε μια νομική συνέντευξι ότι χωρίς τη συνεργασία του ραδιαισθητιστού Κ. το έγκλημα ποτέ δεν θ’ ανεκαλύπτετο».—Ο Εξωαισθητήριος Νους.
Αν το «ψυχικό» στοιχείο φαίνεται ότι κυριαρχεί στη ραδιαισθησία, τι θα λεχθή για τη ραδιονική; Είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για να σημάνη τον κλάδο της ραδιαισθησίας, στον οποίον το εκκρεμές του υδρομάντεως αντικαθίσταται ή ενσωματώνεται σ’ ένα περίτεχνο μηχάνημα. Τι κάνουν τα μηχανήματα; Μερικοί επαγγελματίαι ισχυρίζονται ότι επιτυγχάνονται καταπληκτικά αποτελέσματα με την «προσαρμογή» στις ακτινοβολίες ή στα μήκη κυμάτων των ασθενειών. Το πρόβλημα ενταύθα είναι ότι οι ραδιομηχανικοί και άλλοι, οι οποίοι εδοκίμασαν μερικά μηχανήματα, δεν μπορούν να βρουν κανένα λόγο για τον οποίο να λειτουργούν. Ένας ραδιομηχανικός δεν μπορούσε να προσδιορίση «κανένα είδος ενεργείας ή συχνότητος της δονήσεως στην πλάκα ανιχνεύσεως» ενός περιτέχνου μηχανήματος. Εξ άλλου, μερικές φορές εδημοσιεύθησαν στις εφημερίδες ειδήσεις σχετικές με κατάσχεσι τέτοιων μηχανημάτων από τις Αρχές, διότι λέγουν ότι αυτά τα μηχανήματα καθ’ εαυτά δεν μπορούν να διαγνώσουν και να θεραπεύσουν ασθένειες. Ένα παράδειγμα ανεγράφη στο τεύχος Ιουλίου 1962 του περιοδικού Ηλεκτρονικές Βιομηχανίες:
«Ο ηλεκτρονικός ‘κομπογιαννιτισμός’ έπαθε άλλο ένα φύσημα από τη Διοίκησι Τροφίμων και Φαρμάκων. Επτά τύποι εφευρημάτων ηλεκτρονικής διαγνώσεως και θεραπείας, με εξωτικά ονόματα—αλλά χωρίς αξία—απηγορεύθησαν από το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. . . . Τα πολυτελή αυτά μηχανήματα, με μια εντυπωσιακή παράταξι φώτων, με σειρές διακοπτών, κομβίον ελέγχου και ηλεκτροδίων, έφεραν ονόματα όπως αυτά: ‘Νευρογραμμόμετρον’, ‘Ήλεκτρον-Ο-Ακτίνιον 51’ και ‘Ραδιόκλαστον Υπόδειγμα 40’. Όλα βρέθηκαν τελείως ανωφελή στη θεραπεία οποιουδήποτε νοσήματος.»
Μολονότι οι χειρισταί συνήθως προβάλλουν μια επιστημονική βάσι για τα μηχανήματα, πολλές προσωπικότητες κύρους λέγουν ότι δεν επενεργούν. Ποιος έχει δίκαιο; Μήπως οι Αρχές είναι προκατειλημμένες; Μήπως τα οφέλη που αποκτώνται είναι κυρίως ψυχολογικά; Μήπως είναι απλώς ‘κομπογιαννιτισμός’; Μήπως οι χειρισταί αυτοί, που μιλούν για καταπληκτικά αποτελέσματα, τα καταφέρνουν επειδή είναι «προικισμένοι», ενώ άλλοι δεν είναι; Το ζήτημα είναι φοβερά αμφισβητήσιμο. Από τις αμφισβητήσεις προκύπτουν ενδείξεις περί ψυχικού στοιχείου. Ένας εξέχων Βρεττανός γιατρός, ο Δρ Κέννεθ Ουώκερ, ύστερ’ από μια εξέτασι της ραδιαισθησίας, έγραψε:
«Οποιαδήποτε κι αν είναι η αλήθεια όσον αφορά αυτά τα περίτεχνα όργανα που χρησιμοποιούνται στη ραδιονική, δεν μπορεί να υπάρξη αμφιβολία ότι ο νους τού χειριστού παίζει ένα κυρίαρχο ρόλο στ’ αποτελέσματα που επιτυγχάνονται απ’ αυτά. . . . Πολλοί άνθρωποι καταλήγουν τώρα στο συμπέρασμα ότι το όργανο ενεργεί απλώς σαν ένα βοήθημα ή σαν ένας οδηγός στους ψυχικούς παράγοντας . . . του χειριστού. . . . Η πλειονότης εκείνων, που ασκούν τη ραδιαισθησία, προτιμούν να έχουν τους ασθενείς των παρόντας προσωπικά . . . αλλ’ αν είναι ανάγκη, μπορεί και να μη χρειασθή η παρουσία του ασθενούς. . . . Εκείνος, που ασκεί τη ραδιαισθησία, ή τη ραδιονική, κάνει χρήσι μιας σταγόνος αίματος του απόντος ασθενούς, ή του σιέλου του, για να διατηρήση την επαφή μαζί του. Είναι αληθές ότι ο έμπειρος στη ραδιονική ρυθμίζει το ‘μήκος κύματος’ ή τη συχνότητα αυτής της σταγόνος του αίματος, στρέφοντας τα από σκληρό καουτσούκ κομβία ενός περιτέχνου μηχανήματος, αλλ’ η αρχή που χρησιμοποιείται είναι ακόμη η ίδια με την αρχή που . . . εχρησιμοποιείτο στην αρχαία συμπαθητική μαγεία. Έτσι κι αυτή, επίσης, η μέθοδος διαγνώσεως ασθενείας έχει πολλά κοινά με την ειδική μορφή της εξωαισθητηρίου αντιλήψεως που είναι γνωστή ως ψυχομετρία».—Ο Εξωαισθητήριος Νους.
Μολονότι κάθε χειριστής μηχανήματος, που χρησιμοποιείται στη ραδιονική, δεν μπορεί να λεχθή ότι είναι ψυχικός, φαίνεται ότι μερικοί είναι. Λόγω του δεσμού αυτού με την ΕΑΑ, ο αληθής Χριστιανός δεν θα ήθελε να ριψοκινδυνεύση με το να γίνη παιχνίδι στα χέρια των δαιμόνων, κι έτσι με σύνεσι απέχει από κάθε τρόπο διαγνώσεως ή θεραπείας, που εγείρει υπόνοιες περί πνευματισμού.
Χάριν προστασίας, λοιπόν, ο αληθής Χριστιανός θα θελήση ν’ αποφύγη όλα εκείνα, τα οποία όχι μόνο στερούνται γνωστής επιστημονικής βάσεως, αλλά κι έχουν ένα γνωστό δεσμό με την ΕΑΑ ή τον πνευματισμό. Ζητείτε τον Ιεχωβά με όλη σας την καρδιά, χωρίς ποτέ ν’ απαρνήσθε τη δύναμί του με την παρακοή, για να μπορέσετε έτσι να έχετε θεία προστασία από τα «πνεύματα της πονηρίας».
[Υποσημειώσεις]
a Η Μαγική Ράβδος: Μία Πειραματική και Ψυχολογική Έρευνα, Σερ Ουίλλιαμ Μπάρρετ και Θεοδώρου Μπέστερμαν.
b Το Νόημα και ο Παραλογισμός της Προφητείας, υπό Αϊλήν Γκάρρετ.
-
-
Η Αλήθεια Φέρνει ΊασινΗ Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Η Αλήθεια Φέρνει Ίασιν
Στο Ετήσιον Βιβλίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1963 δημοσιεύεται η κατωτέρω ενδιαφέρουσα πείρα από την Αυστραλία για την ευεργετική επίδρασι, που έχει η γνώσις της αληθείας του Θεού.
Μια νοσοκόμος, ηλικίας είκοσι οκτώ ετών, υπέστη διανοητική κρίσι, ενώ εσπούδαζε για ανώτερες εξετάσεις. Οι γονείς της, που ευπορούσαν, δεν εφείσθησαν τίποτα για να της παράσχουν την καλύτερη δυνατή από ειδικούς ψυχιάτρους θεραπεία, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Όταν αυτή απείλησε ν’ αυτοκτονήση, την πήγαν σ’ έναν τοπικό γιατρό, ο οποίος εδήλωσε ότι δεν υπήρχε ελπίς θεραπείας, της καθώρισε να παίρνη πολλά καταπραϋντικά κι εζήτησε από μέρους της να της χορηγηθή μια πλήρης σύνταξις λόγω αναπηρίας. Η μητέρα του κοριτσιού, που είναι μάρτυς του Ιεχωβά, μάταια προσπαθούσε να φέρη την κόρη της σ’ επικοινωνία με τους αδελφούς, συνήντησε δε μάλιστα βίαιη και μοχθηρή εναντίωσι από τον σύζυγό της. Τελικά, στην απελπισία του, ο σύζυγος συγκατένευσε να έλθη η θυγατέρα του σ’ επαφή με τους αδελφούς, διότι εξηναγκάσθη να ομολογήση ότι εδοκίμασαν όλα όσα είχε να προσφέρη η ιατρική επιστήμη αλλά μάταια. Η υγεία της ανέλαβε αμέσως, ο δε πατέρας της, οι φίλοι και συγγενείς των κατεπλάγησαν με τη βελτίωσι της καταστάσεως της, ενώ ο εμβρόντητος γιατρός της περιήλθε κυριολεκτικά σε αμηχανία για την ταχεία και πλήρη ανάρρωσί της. Αυτό οφείλεται, καθώς η ίδια είπε αργότερα στον γιατρό της, στο ότι «Τώρα έχω κάτι για το οποίον αξίζει να ζω—τον νέο κόσμο».
-
-
Γραμματείς του Θεού—Ποιοι Ήσαν;Η Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Γραμματείς του Θεού—Ποιοι Ήσαν;
Ο Συγγραφεύς της Βίβλου είναι Ένας, ο Ιεχωβά Θεός. Εν τούτοις, αυτός εχρησιμοποίησε ανθρωπίνους αντιπροσώπους για να καταγράψουν αυτόν τον Λόγον για μας. Ποιοι ακριβώς ήσαν αυτοί οι γραμματείς;
Ο ΙΕΧΩΒΑ Θεός ο ίδιος έγραψε τις Δέκα Εντολές πάνω σε λίθινες πλάκες. Για όλο το υπόλοιπο μέρος της βίβλου εχρησιμοποίησε ανθρώπινα όργανα για να καταγράψουν τον Λόγον του. Υπήρξαν τριάντα πέντε περίπου απ’ αυτούς τους γραμματείς και όλοι τους ήσαν Ιουδαίοι. Προήρχοντο απ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις και απείχε σε χρόνο ο ένας από τον άλλον έως 1.500 χρόνια περίπου. Οι άγιοι αυτοί «άνθρωποι του Θεού» «υπό του πνεύματος του αγίου κινούμενοι ελάλησαν.»—2 Πέτρ. 1:21· Ρωμ. 3:1, 2.
Το να γνωρίζωμε ακριβώς ποιοι ήσαν αυτοί κατ’ άτομα θα ενισχύση την πίστι μας. Είναι αληθές ότι δεν έχομε άμεση μαρτυρία για κάθε περίπτωσι, αλλ’ υπάρχει επαρκής ένδειξις ώστε ένας Χριστιανός μπορεί να υπερνικήση όλους τους σκεπτικιστάς, των οποίων η επίθεσις εναντίον του κύρους της Γραφής στηρίζεται σε μια αμφισβήτησι περί του ποιος έγραψε το καθένα βιβλίο.
Η Πεντάτευχος, ή τα πέντε πρώτα βιβλία της Γραφής, αποδίδεται στον Μωυσή. Αυτή αρχικά ήταν ένας τόμος και διηρέθη χάριν ευχερείας. Μολονότι κατ’ επανάληψιν αναγινώσκομε για το τι έγραψε ο Μωυσής ή ενετάλη να γράψη, τα ίδια τα βιβλία δεν αναγράφουν με πολλές λέξεις ότι ο Μωυσής τα έγραψε.—Έξοδ. 34:27· Αριθμ. 33:1, 2· Δευτ. 31:9.
Το ότι πράγματι ο Μωυσής τα έγραψε δεν είναι μόνο ένα λογικό συμπέρασμα και η φωνή της Ιουδαϊκής παραδόσεως, αλλά και μαρτυρία του υπολοίπου μέρους της ίδιας της Γραφής. Μέσα σ’ αυτή βρίσκομε διακόσιες περίπου παραπομπές στο «βιβλίον του νόμου του Μωυσέως», και λοιπά, σε είκοσι επτά διάφορα βιβλία.—Ιησ. Ναυή 8:31· 2 Βασ. 21:8· Έσδρας 6:18· Πράξ. 15:21.
Κάτω από το φως των ανωτέρω, το μεγαλύτερο μέρος της Πεντατεύχου δεν παρουσιάζει πρόβλημα· ο Μωυσής απλώς ανέγραψε, ό,τι είδε και άκουσε, Αλλά τι θα λεχθή για όλα όσα αναγράφονται στην Πεντάτευχο περί δημιουργίας, περί πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία, περί Κατακλυσμού, περί οικοδομήσεως του πύργου της Βαβέλ, και των λοιπών; Η τελευταία απόδειξις δείχνει ότι ο Μωυσής έλαβε αυτή την πληροφορία από ένδεκα τουλάχιστον προγενέστερες γραπτές ιστορίες.
Αρχαιολογικές ανακαλύψεις πιστοποιούν ότι το γράψιμο υπήρχε πριν από τον Κατακλυσμό. Το ότι ο Αδάμ εγνώριζε πώς να γράφη είναι επομένως ένα λογικό συμπέρασμα, που συνάγεται από ό,τι αναγινώσκομε στη Γένεσι 5:1 (ΜΝΚ): «Τούτο είναι το βιβλίον της ιστορίας του ανθρώπου». Η λέξις που μεταφράζεται ενταύθα «ιστορία» είναι τολεδόθ, και σημαίνει, μεταξύ άλλων, ιστορία ή ιστόρησις καταγωγής, «ιστορικές αρχές». Απαντάται στο τέλος ενός εγγράφου και είναι γνωστόν ως κολοφών, που καθορίζει την ταυτότητα του συγγραφέως των όσων συνέβησαν προηγουμένως. Η ίδια αυτή έκφρασις βρίσκεται στη Γένεσι 2:4 (ΜΝΚ), όπου διαβάζομε: «Αύτη είναι η ιστορία του ουρανού και της γης, ότε εκτίσθησαν αυτά.» Πολύ πιθανώς ο Αδάμ το έγραψε κι αυτό. Εκτός απ’ αυτές τις δύο ιστορίες, η Γραφή ομιλεί για εννέα άλλες, που εχρησιμοποίησε ο Μωυσής, στη Γένεσι 6:9· 10:1· 11:10, 27· 25:12, 19· 36:1, 9· 37:2 (ΜΝΚ).
Η αρχαιολογία δείχνει ότι οι ιστορίες ή αφηγήσεις εγράφοντο με σφηνοειδή γραφίδα πάνω σε πινακίδες από μαλακό πηλό, οι οποίες κατόπιν εψήνοντο στον ήλιο. Η γραφή αυτή, γνωστή ως σφηνοειδής, εξακολούθησε να χρησιμοποιήται και μετά τη χρήσι της μελάνης και του παπύρου. Τα πήλινα αυτά στοιχεία μετεβιβάζοντο από γενεά σε γενεά, και αναμφιβόλως αυτά μετεφέρθησαν κατά τον Κατακλυσμό από τον Νώε και τους γυιούς του. Ο Μωυσής, εκπαιδευμένος σε όλη τη μάθησι των Αιγυπτίων, δεν θα εδυσκολεύθη να τα αποσαφηνίση και τα μεταφράση στην Εβραϊκή που μιλούσε αυτός και ο λαός του στον καιρό της Εξόδου. Όχι ότι ο Μωυσής κατ’ ανάγκην τα αντέγραφε λέξιν προς λέξιν· η από τον Θεό έμπνευσις τον καθωδήγησε να τα εκδώση, όπως ακόμη τον καθωδήγησε και τι να καταγράψη για τους δικούς του καιρούς. Οι ένδεκα αυτές ιστορίες εκτείνονται από τη δημιουργία ως το εδάφ. Γένεσις 37:2, στον καιρό του Ιακώβ και των γυιών του. Εκτός από τον Αδάμ, οι συγγραφείς ή κάτοχοι ήσαν ο Νώε, οι γυιοί του Νώε, ο Θάρα, ο Ισμαήλ, ο Ισαάκ, ο Ησαύ κι ο Ιακώβ. Το υπόλοιπο της ιστορήσεως, που προηγείται από τη ζωή του, μπορούσε ο Μωυσής εύκολα να το παραλάβη από τον πατέρα του Αμράμ, ο οποίος αναμφιβόλως το είχε ακούσει από τα χείλη του μακροβίου πάππου του Λευί.—Πράξ. 7:22.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ ΩΣ ΤΗΝ ΕΣΘΗΡ
Ερχόμενοι τώρα στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή, παρατηρούμε ότι η περιστατική απόδειξις υποστηρίζει έντονα την Ιουδαϊκή παράδοσι που φέρει τ’ όνομα εκείνου που την έγραψε. Το εδάφ. Ιησούς του Ναυή 6:25 τονίζει ότι η Ραάβ ζούσε όταν εγράφετο το βιβλίο, πράγμα που φανερώνει ότι εγράφη από κάποιον που ζούσε στον καιρό των γεγονότων που καταγράφονται. Λογικά συμπεραίναμε ότι ο συγγραφεύς του βιβλίου είναι ο Ιησούς του Ναυή. Εκτός απ’ αυτό, τι το λογικώτερο από το να συμπεράνουμε ότι όπως ακριβώς ο Ιεχωβά εχρησιμοποίησε τον Μωυσή για να ιστορήση τα γεγονότα της ζωής του (και περισσότερα), έτσι θα μπορούσε να χρησιμοποιήση και τον διάδοχο του Μωυσέως να κάμη το ίδιο; Ως βοηθός του Μωυσέως ο Ιησούς του Ναυή είχε πολλές ευκαιρίες να μάθη περί ιστορήσεως γεγονότων.
Ποιος έγραψε το επόμενο βιβλίο, Κριταί; Πολύ πιθανόν ο Σαμουήλ. Αυτό τα βιβλίο κατ’ επανάληψιν χρησιμοποιεί την έκφρασι, «κατ’ εκείνας τας ημέρας δεν ήτο βασιλεύς εν τω Ισραήλ», υπονοώντας ότι υπήρχε βασιλεύς στον Ισραήλ, όταν εγράφη το βιβλίο. Το βιβλίο λέγει, επίσης, ότι οι Ιεβουσαίοι ήσαν ακόμη στην Ιερουσαλήμ. Αφού εξεδιώχθησαν στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Δαβίδ, έπεται ότι το βιβλίο πρέπει να είχε γραφή επί βασιλείας του Σαούλ και συνεπώς στη διάρκεια της ζωής του Σαμουήλ. Δεν θα χρησιμοποιούσε λογικά ο Ιεχωβά τον τότε πρώτον επίγειο εκπρόσωπό του για να καταγράψη τον λόγον του;—Κριτ. 1:21· 7:6.
Το ίδιο ακριβώς νήμα συλλογισμού υποδεικνύει τον Σαμουήλ ως συγγραφέα και του βιβλίου της Ρουθ. Εν τούτοις, προκειμένου για τα δύο «βιβλία Σαμουήλ, καταλαμβανόμεθα από έκπληξι διότι είναι πολύ προφανές ότι αυτός δεν μπορεί να είχε γράψει το δεύτερο· πραγματικά δε, ούτε και όλο το πρώτο, διότι αυτό μας λέγει για τον θάνατο του Σαμουήλ, στο 1 Σαμ. 25:1. Απάτη μήπως; Καθόλου! Τα δύο βιβλία αρχικά αποτελούσαν έναν τόμο και συνεπώς είναι λογικό να συμπεράνωμε ότι οι δύο εκείνοι προφήται, Νάθαν και Γαδ, οι οποίοι, ως διάδοχοι του Σαμουήλ, πολύ πιθανώς το συνεπλήρωσαν, επροτίμησαν να παραμείνουν ανώνυμοι.—1 Χρον. 29:29.
Ερχόμενοι στα δύο βιβλία Βασιλέων, εδώ πάλι παρατηρούμε ότι τα Γραφικά συμπεράσματα υποστηρίζουν την Ιουδαϊκή παράδοσι κατονομάζοντας τον γραφέα, δηλαδή, τον Ιερεμία. Πολλές Εβραϊκές λέξεις και εκφράσεις εμφαίνονται μόνο σ’ αυτά τα δύο βιβλία και στην προφητεία του Ιερεμία, δείχνοντας τον ίδιο συγγραφέα. Και τα δύο έργα εκδηλώνουν εκτίμησι του Νόμου και φλέγοντα ζήλο για την αγνή λατρεία του Ιεχωβά. Τα βιβλία Βασιλέων ομιλούν για τις συνθήκες της Ιερουσαλήμ μετά την έναρξι της αιχμαλωσίας, πράγμα που δείχνει ότι ο συγγραφεύς δεν είχε μεταχθή στη Βαβυλώνα, όπως δεν μετήχθη ο Ιερεμίας. Το βιβλίο του Ιερεμία και τα βιβλία Βασιλέων συμπληρώνουν το ένα το άλλο, αφού γίνεται μια σύντομη σκιαγραφία των γεγονότων στο ένα, αν καλύπτωνται αυτά πλήρως στο άλλο. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό είναι το γεγονός ότι τα βιβλία των Βασιλέων, μολονότι περιγράφουν τους προφήτας, δεν κάνουν μνεία για τον Ιερεμία, όσο εξέχον κι αν ήταν το έργον του. Η μόνη λογική εξήγησις είναι ότι, ο Ιερεμίας, έχοντας μιλήσει για το έργο του στο βιβλίο που φέρει το όνομά του, παρέλειψε κάθε μνεία του εαυτού του στα βιβλία των Βασιλέων.
Το ότι προεξέχει το ιερατικό στοιχείο στα βιβλία 1 και 2 Χρονικών υποδεικνύει έναν ιερέα, όπως ο Έσδρας, ως συγγραφέα των, όπως αυτό γίνεται, επίσης, και με τις ομοιότητες που βρίσκονται στα τελικά λόγια του βιβλίου 2 Χρονικών και στα αρχικά λόγια του Έσδρα. Το ότι αυτά εγράφησαν στην εποχή του Έσδρα καθίσταται σαφές απτό τις πολλές Χαλδαϊκές εκφράσεις που περιέχουν, και οι οποίες προφανώς απεκτήθησαν στη Βαβυλώνα. Πολύ εύλογα, λοιπόν, η Ιουδαϊκή παράδοσις υποδεικνύει τον Έσδρα ως τον συγγραφέα των βιβλίων 1 και 2 Χρονικών.
Το βιβλίο του Έσδρα ομιλεί για δύο ομάδες εξορίστων, που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ. Ο Έσδρας ανέλαβε την ηγεσία στη δεύτερη ομάδα και, λογικά, αυτός είναι εκείνος που θα μας πη για το γεγονός αυτό, πράγμα που εμφαίνεται από το ότι χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο στα κεφάλαια 7, 8 και 9. Χωρίς ν’ αφήνεται αμφισβήτησις ως προς τον συγγραφέα του επομένου βιβλίου της Γραφής, αυτό αρχίζει με τη φράσι «Λόγοι Νεεμία».
Τι θα πούμε για το βιβλίο της Εσθήρ; Ποιος ήταν τόσο ενδεδειγμένος για να είναι ο συγγραφεύς του όσο ο εξάδελφος της Μαροδοχαίος; Αυτός ασφαλώς ήταν σε θέσι να ξέρη όλα τα γεγονότα και είχε την ευλογία του Ιεχωβά. Η Μεγάλη Συναγωγή των Ιουδαίων και ο Ιώσηπος κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα.
ΑΠΟ ΙΩΒ ΕΩΣ ΜΑΛΑΧΙΑ
Το βιβλίο του Ιώβ μπορεί κάλλιστα να είναι το αρχαιότερο απ’ όλα τα βιβλία της Γραφής, οι δε παραπομπές στον Ιώβ, που βρίσκονται στο Ιεζεκιήλ 14:14, 20 και στην επιστολή Ιακώβου 5:11, αποδεικνύουν ότι ο Ιώβ έζησε πραγματικά. Όσο για τον συγγραφέα του βιβλίου, όλες οι ενδείξεις στρέφονται προς τον Μωυσή. Το βιβλίο του Ιώβ είναι γεμάτο από μεγαλειώδη και δυνατή ποίησι, όπως αυτή πού βρίσκομε στην Έξοδο κεφ. 15 και Δευτερονόμιο κεφ. 32. Παρόμοιες εκφράσεις βρίσκονται στο βιβλίο του Ιώβ και στην Πεντάτευχο. Επίσης, φαίνεται ότι τα γεγονότα του βιβλίου του Ιώβ συνέβησαν περίπου στον καιρό, που ο Ισραήλ κατεδυναστεύετο, κι έτσι ο Μωυσής θα μπορούσε να είχε μάθει περί του Ιώβ ενόσω ήταν στην έρημο της Μαδιάμ, μετά τη φυγή του απ’ τον Φαραώ. Επίσης, σημαίνοντες πρώτοι Χριστιανοί απέδωσαν στον Μωυσή τη συγγραφή του βιβλίου του Ιώβ.
Αντίθετα προς τη λαϊκή εντύπωσι, ο Δαβίδ δεν έγραψε όλους τους ψαλμούς. Έγραψε μόνο εβδομήντα δύο από τους εκατόν πενήντα. Μεταξύ των άλλων συγγραφέων των ψαλμών ήσαν ο Μωυσής, ο Σολομών, ο Ασάφ και οι γυιοί του Κορέ. Τριάντα τέσσερες από τους ψαλμούς είναι ανώνυμοι. Όσο για το επόμενο βιβλίο, τις Παροιμίες, το ίδιο αυτό βιβλίο φανερώνει ότι ο Σολομών έγραψε τα πρώτα είκοσι εννέα κεφάλαια, ο Αγάρ το τριακοστό κι ο Βασιλεύς Λεμουήλ το τριακοστό πρώτο. Το βιβλίο του Εκκλησιαστού (1:1, 12) αποκαλύπτει τον Βασιλέα Σολομώντα ως συγγραφέα του, όπως ακριβώς κάνει κι ο τίτλος του επομένου βιβλίου, του Άσματος των Ασμάτων.
Οι συγγραφείς των επομένων πέντε βιβλίων της Γραφής ήσαν ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας (δύο), ο Ιεζεκιήλ και ο Δανιήλ. Υπήρξε ένας πραγματικός κατακλυσμός βιβλίων από συγγραφείς, που προσπαθούσαν ν’ αποδείξουν ότι ο Ησαΐας δεν έγραψε ο ίδιος ολόκληρο το βιβλίο που φέρει τ’ όνομά του. Οι αρνηταί του, όμως, δεν μπορούν να συμφωνήσουν περί του αν το βιβλίο εγράφη από δύο, τρείς ή και περισσοτέρους διαφόρους «Ησαΐας». Αλλά μήπως δεν μπορεί ένα βιβλίο να έχη διαφόρους τύπους εκφράσεως, που να προσαρμόζονται στα ποικίλα αγγέλματα, χωρίς την ανάγκη πολλών συγγραφέων; Ασφαλώς! Για τους Χριστιανούς ο Θεόπνευστος απόστολος Παύλος τακτοποιεί το ζήτημα, διότι παραθέτει περικοπές από τα δήθεν διάφορα τμήματα του βιβλίου και αποδίδει στον Ησαΐα όλα αυτά. Βλέπε Ρωμαίους, κεφάλαια εννέα και δέκα.
Ο προφήτης Ιερεμίας δικαιωματικά θεωρείται ως ο συγγραφεύς του βιβλίου των Θρήνων. Το γραφικό του ύφος, καθώς και ο χρόνος της συγγραφής του, αλάνθαστα υποδεικνύουν αυτόν.
Το βιβλίο του Δανιήλ πάντοτε υπήρξε ο επίλεκτος στόχος των ανωτέρων κριτικών. Φαίνονται όλοι να συμφωνούν ότι δεν είναι δυνατόν να εγράφη παρά εκατοντάδες χρόνια ύστερ’ από τον καιρό που ο Δανιήλ έζησε. Εν τούτοις, μέγα μέρος των επιθέσεων των έχει αμβλυνθή από τα αρχαιολογικά ευρήματα, για τους Χριστιανούς δε τακτοποιούν το ζήτημα τα λόγια του Ιησού Χριστού, διότι αυτός παρέθεσε περικοπές από το βιβλίο και τις απέδωσε στον Δανιήλ.—Ματθ. 24:15.
Μετά από τον Δανιήλ έρχονται δώδεκα λεγόμενοι μικρότεροι προφήται, η κάθε μια δε από τις προφητείες των καθορίζεται από το όνομα του συγγραφέως της. Αν υπάρχη μια εξαίρεσις, θα μπορούσε να είναι του Μαλαχία, του οποίου το όνομα σημαίνει «Αγγελιαφόρος του Γιάχ», και το οποίον μπορεί να είναι ένα ψευδώνυμο, που εχρησιμοποιήθη από τον προφήτη Νεεμία για να μη επιστηθή η προσοχή στον εαυτό του. Όλα τα στοιχεία προσαρμόζονται τέλεια στον καιρό του Νεεμία, κι ωστόσο ο Μαλαχίας δεν μνημονεύεται από τον Νεεμία. Ο ζήλος του Μαλαχία βέβαια παραβάλλεται με τον ζήλο που εκδηλώνεται από τον Νεεμία.
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΓΡΑΦΕΣ
Καθόσον μπορεί να εξακριβωθή, ο Μωυσής άρχισε να γράφη τη Βίβλο κατά το έτος 1513 π.Χ., οι δε Εβραϊκές Γραφές συνεπληρώθησαν με τη συγγραφή του Νεεμία ή Μαλαχία κατά το έτος 442 π.Χ. Επί πέντε σχεδόν αιώνες δεν υπήρξε κανένα Θεόπνευστο σύγγραμμα από Θείον γραμματέα. Γιατί; Αναμφιβόλως διότι τα γεγονότα του καιρού εκείνου εστερούντο προφητικής σημασίας. Αλλ’ όταν ο Υιός του Θεού ήλθε στο έθνος Ισραήλ ως ο υποσχεμένος Μεσσίας, αυτό δεν συνέβαινε πια. Τότε συνέβαιναν γεγονότα μεγίστης σπουδαιότητος και υπήρχαν νέες αποκαλύψεις του Θείου θελήματος για τους δούλους του επάνω στη γη. Αυτό κατέληξε στην προσθήκη είκοσι επτά βιβλίων στον λόγον του Θεού, των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, που εσφαλμένως ωνομάσθησαν «Καινή Διαθήκη», όπως και οι Εβραϊκές Γραφές εσφαλμένως ωνομάσθησαν «Παλαιά Διαθήκη».
Ποιοι ήσαν οι συγγραφείς των βιβλίων των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών; Τα αρχαία χειρόγραφα παπύρων και η μαρτυρία των πρώτων Χριστιανών βοηθούν απαράλλακτα στο να δοθή απάντησις στο ερώτημα. Αποδίδουν τα τέσσερα Ευαγγέλια σ’ εκείνους των οποίων φέρουν τα ονόματα. Η μνεία του Λουκά περί του ιδίου του Ευαγγελίου στο βιβλίο των Πράξεων, καθώς και η απ’ αυτόν χρήσις του πρώτου προσώπου στην αφήγησι μερικών από τα ταξίδια του με τον Παύλο, αποδεικνύουν ότι αυτός πράγματι έγραψε και τα δύο βιβλία. Μολονότι δε μερικοί επέμειναν ότι δεν ήταν ο απόστολος Ιωάννης που έγραψε το Ευαγγέλιο, το οποίον φέρει τ’ όνομά του, αποδεικνύονται πλανώμενοι από ένα αρχαιολογικό εύρημα μέρους του Ευαγγελίου του, γραμμένου μεταξύ των ετών 100 και 150 και το οποίον βρέθηκε κάτω στην Αίγυπτο. Το να φθάση ένα τμήμα κάτω στην Αίγυπτο εκείνο τον καιρό δείχνει ότι το Ευαγγέλιο του Ιωάννου πρέπει να είχε γραφή στη διάρκεια της ζωής του και όχι πενήντα περίπου χρόνια αργότερα, όπως ισχυρίζονται οι ανώτεροι κριτικοί.
Όσο για τις επόμενες δεκατέσσερες επιστολές, που εγράφησαν από τον Παύλο, όλες εκτός από την τελευταία αποκαλύπτουν αυτόν ως τον συγγραφέα των. Το ότι αυτός, επίσης, έγραψε και την προς Εβραίους επιστολή διασαφηνίζεται από τα επόμενα στοιχεία: Οι πρώτοι Χριστιανοί κατονομάζουν τον Παύλον ως τον συγγραφέα· ένας κατάλογος όλων των επιστολών του, που κατηρτίσθη ενωρίς τότε, περιλαμβάνει και την προς Εβραίους επιστολή· το ύφος της συγγραφής, η χρήσις λογικής και η παράταξις της Γραφικής μαρτυρίας, δείχνουν όλα με τον καλύτερο τρόπο ότι ανήκουν στον Παύλο. Όσο για τα υπόλοιπα συγγράμματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, αυτά όλα κατονομάζουν τους οικείους συγγραφείς των: Ιάκωβος, Πέτρος (δύο επιστολές), Ιωάννης (τρείς επιστολές και Αποκάλυψις) και Ιούδας.
Έτσι, έχομε περίπου τριάντα πέντε συγγραφείς, αρχίζοντας από τον Μωυσή και τελειώνοντας στον απόστολο Ιωάννη, που καλύπτουν μια χρονική περίοδο 1.600 περίπου ετών κι εχρησιμοποιήθησαν για να γράψουν τα εξήντα έξη βιβλία της Αγίας Γραφής. Τα γεγονότα και οι εμπεριστατωμένες ενδείξεις συγκλίνουν στο ν’ αποδείξουν ότι οι συγγραφείς των βιβλίων αυτών έζησαν πραγματικά στον καιρό που λέγεται ότι έζησαν και έγραψαν. Αυτή η πληροφορία δεν είναι μόνον ένα θέμα ενδιαφέροντος, αλλ’ είναι και ενισχυτική της πίστεως μας. Επί πλέον, μας καθιστά ικανούς ν’ απαντούμε στις επιθέσεις που γίνονται εναντίον της γνησιότητος του λόγου του Θεού, ο οποίος επιζή παρ’ όλες τις προσπάθειες των εχθρών του να τον καταστρέψουν.—1 Πέτρ. 1:25.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΑπρίλιοΗ Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Απρίλιο
1 Ο λόγος έγεινε σαρξ, και κατώκησε μεταξύ ημών, (και είδομεν την δόξαν αυτού).—Ιωάν. 1:14. Σ 15/12/62 20-22
2 Και θέλω μελετά εις πάντα τα έργα σου, και περί των πράξεων σου θέλω διαλογίζεσθαι.—Ψαλμ. 77:12. Σ 15/5/62 4α
3 Δεν ζη με μόνον άρτον, αλλ’ ο άνθρωπος ζη με πάντα λόγον εξερχόμενον εκ του στόματος του Ιεχωβά.—Δευτ. 8:3, ΜΝΚ. Σ 1/12/62 2-4
4 Την σωτηρίαν σου περιέμεινα, ω Ιεχωβά.—Γέν. 49:18, ΜΝΚ. Σ 1/10/62 36-38
5 Θέλω θέσει αυτούς ομού . . . ως ποίμνιον εν μέσω της μάνδρας αυτών.—Μιχ. 2:12. Σ 15/6/62 27α
6 Μετανοήσατε, και ας βαπτισθή έκαστος υμών.—Πράξ. 2:38. Σ 1/9/62 2, 3
7 Ο δε Ιησούς εξεύρων πάντα τα ερχόμενα επ’ αυτόν, εξήλθε, και είπε προς αυτούς, Τίνα ζητείτε; Απεκρίθησαν προς αυτόν, Ιησούν τον Ναζωραίον. Λέγει προς αυτούς ο Ιησούς, Εγώ είμαι.—Ιωάν. 18:4, 5, Σ 1/2/62 1, 2
8 (Ημερομηνία Αναμνήσεως μετά τις 6 μ.μ.) Πολύ επεθύμησα να φάγω το πάσχα τούτο με σας προτού να πάθω.—Λουκ. 22:15. Σ 15/6/62 16α
9 Θέλουσι πατάξει τον κριτήν του Ισραήλ εν ράβδω κατά της σιαγόνος.—Μιχ. 5:1. Σ 1/5/62 21
10 Καθώς . . . και εγώ ζω δια τον Πατέρα, ούτω και όστις με τρώγει, θέλει ζήσει και εκείνος δι’ εμέ.—Ιωάν. 6:57. Σ 1/1/63 38, 39
11 Ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα· . . . προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.—Εβρ. 10:24, 25. Σ 15/11/62 15-17α
12 Συ δε αγρύπνει εις πάντα, κακοπάθησον, εργάσθητι έργον ευαγγελιστού, την διακονίαν σου κάμε πλήρη.—2 Τιμ. 4:5. Σ 1/7/62 21
13 Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν, και ας σηκώση τον σταυρόν αυτού, και ας με ακολουθή.—Ματθ. 16:24. Σ 1/9/62 10
14 Ο Νεφθαλί, είναι . . . δίδων λόγους αρεστούς.—Γέν. 49:21. Σ 1/10/62 50, 51
15 Ταύτα ελάλησα προς εσάς, δια να έχητε ειρήνην εν εμοί. Εν τω κόσμω θέλετε έχει θλίψιν αλλά θαρσείτε· εγώ ενίκησα τον κόσμον.—Ιωάν. 16:33. Σ 15/2/63 36, 37
16 Κάμετε εις εαυτούς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας.—Λουκ. 16:9. Σ 1/6/62 19, 20
17 Εάν τις νομίζη ότι είναί τι, ενώ είναι μηδέν, εαυτόν εξαπατά.—Γαλ. 6:3. Σ 15/11/62 13, 14
18 Ο δε καρπός του πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις.—Γαλ. 5:22. Σ 15/7/62 20α
19 Εις πάντα δε εις τον οποίον εδόθη πολύ, πολύ θέλει ζητηθή παρ’ αυτού· και εις όντινα ενεπιστεύθη πολύ, περισσότερον θέλουσιν απαιτήσει παρ’ αυτού.—Λουκ. 12:48. Σ 1/8/62 5α
20 Τις θέλει αναβή εις το όρος του Ιεχωβά; . . . Ο αθώος τας χείρας, και ο καθαρός την καρδίαν.—Ψαλμ. 24:3, 4, ΜΝΚ. Σ 1/9/62 14
21 Να ήναι έτοιμοι εις παν έργον αγαθόν.—Τίτον 3:1. Σ 1/3/63 36, 37
22 Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας [υπερεχούσας, ΜΝΚ] εξουσίας.—Ρωμ. 13:1. Σ 15/3/63 10, 11
23 Καλείται το όνομα αυτού, Ο Λόγος του Θεού.—Αποκάλ. 19:13. Σ 1/1/63 79-81
24 Η οργή του βασιλέως είναι ως βρυχηθμός λέοντος· η δε εύνοια αυτού, ως δρόσος επί τον χόρτον.—Παροιμ. 19:12. Σ 1/5/62 1, 2
25 Εάν εξεύρητε ταύτα, μακάριοι είσθε, εάν κάμνητε ταύτα.—Ιωάν. 13:17. Σ 1/7/62 20
26 Χαίρω λοιπόν ότι κατά πάντα έχω θάρρος εις εσάς.—2 Κορ. 7:16. Σ 1/2/62 20α
27 Η γη, ω Ιεχωβά, είναι πλήρης του ελέους σου· δίδαξόν με τα διατάγματα σου. Δίδαξόν με φρόνησιν και γνώσιν διότι επίστευσα εις τα προστάγματά σου.—Ψαλμ. 119:64, 66, ΜΝΚ. Σ 15/8/62 12, 13
28 Ο Νεφθαλί είναι έλαφος απολελυμένη.—Γέν. 49:21. Σ 1/10/62 48, 49
29 Απόδοτε τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα, και τα του Θεού εις τον Θεόν.—Μάρκ. 12:17. Σ 1/3/63 1-3
30 Όσα ήκουσας παρ’ εμού . . . παράδος εις πιστούς ανθρώπους, οίτινες θέλουσιν είσθαι ικανοί και άλλους να διδάξωσι.—2 Τιμ. 2:2. Σ 15/11/62 19, 20α
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
Οι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, ως ακόλουθοι του «Λέοντος του εκ της Φυλής του Ιούδα», θα επιδείξουν θάρρος, όμοιο με το θάρρος του λέοντος, στην εκτέλεσι της αποστολής των να κηρύξουν τα αγαθά νέα της Βασιλείας του Θεού, παρά την έντονη αντίδρασι από μέρους πονηρών ανθρώπων. Καθώς συμμετέχουν στο έργο αυτό τον Μάρτιο, θα παρουσιάζουν στους ανθρώπους καλής θελήσεως την ευκαιρία να γίνουν, αν το επιθυμούν, συνδρομηταί στο δεκαπενθήμερο περιοδικό Η Σκοπιά, λαμβάνοντας και τρία ενδιαφέροντα βιβλιάρια Γραφικής μελέτης, αντί δρχ. 30.
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
12 Μαΐου: Υποταγή στις «Υπερέχουσες Εξουσίες»—Γιατί; §1-29. Σελ.169.
19 Μαΐου: Υποταγή στις «Υπερέχουσες Εξουσίες»—Γιατί; §30-40, και Τα Οφέλη της Υποταγής στις Εξουσίες. Σελ.176.
-
-
Χρήσις Δυνάμεως με τον Φόβο του ΙεχωβάΗ Σκοπιά—1963 | 1 Απριλίου
-
-
Χρήσις Δυνάμεως με τον Φόβο του Ιεχωβά
ΣΗΜΕΡΑ τα Ανατολικά και τα Δυτικά συγκροτήματα εθνών αλληλοβλέπονται με καχυποψία. Γιατί; Ένεκα της πυρηνικής δυνάμεως, που έχει το ένα για να καταστρέψη το άλλο. Όλ’ αυτά, όμως, δεν θα ήσαν έτσι, αν αυτά τα συγκροτήματα εθνών εφοβούντο τον Ιεχωβά, αν εφοβούντο μήπως Τον δυσαρεστήσουν.
Ο φόβος του Ιεχωβά ενεργεί ανασταλτικά στην ιδιοτελή χρήσι της δυνάμεως, διότι «ο φόβος του Ιεχωβά είναι να μισή τις το κακόν», και ασφαλώς η χρήσης δυνάμεως αδίκως προς βλάβην άλλων είναι κάτι το κακόν. Όλοι οι ανθρώπινοι άρχοντες, που έκαμαν κακή χρήσι της δυνάμεώς των, από την εποχή του Νεβρώδ ως αυτή την εποχή μας, κατέδειξαν, με την πορεία της ενεργείας των, ότι εστερούντο ή στερούνται του φόβου του Ιεχωβά. Ο καθένας των και όλοι αυτοί μοιάζουν με τον άφρονα που είπε «εν τη καρδία αυτού. Δεν υπάρχει Ιεχωβά.»—Παροιμ. 8:13, ΜΝΚ· Ψαλμ. 14:1, ΜΝΚ.
Ο λόγος του Θεού τονίζει την ανάγκη για όσους βρίσκονται σ’ εξουσία να φοβούνται τον Ιεχωβά Θεό. Τι είδους ανθρώπους θα διόριζε ο Μωυσής για τον λαό; «Άνδρας αξίους, φοβουμένους τον Θεόν, άνδρας φιλαλήθεις, μισούντας την φιλαργυρίαν.» Ένας βασιλεύς του Ισραήλ απητείτο όπως αναγινώσκη τον νόμον του Θεού όλες τις μέρες της ζωής του. Γιατί; «Δια να μάθη να φοβήται Ιεχωβά τον Θεόν αυτού, να φυλάττη πάντας τους λόγους του νόμου τούτου.»—Έξοδ. 18:21· Δευτ. 17:19, ΜΝΚ.
Ποιο είναι το αποτέλεσμα, όταν οι άνθρωποι άρχουν με τον φόβο του Ιεχωβά; Ο Βασιλεύς Δαβίδ μάς το λέγει: «Ο έξουσιάζων επί ανθρώπους, ας ήναι δίκαιος, εξουσιάζων μετά φόβου Θεού· και θέλει είσθαι ως το φως της πρωίας, όταν ανατέλλη ο ήλιος πρωίας ανεφέλου.» Ασφαλώς είναι μια ευτυχής κατάστασις για κείνους τους οποίους κυβερνά. Ο Ιωσήφ, ο γυιός του πατριάρχου Ιακώβ, ως πρωθυπουργός της Αιγύπτου, είχε αυτόν τον φόβο, όπως μπορεί να παρατηρηθή από τη διαβεβαίωσι που παρέσχε στους αδελφούς του προτού γνωστοποιήση σ’ αυτούς την ταυτότητά του: «Τούτο κάμετε, και θέλετε ζήσει· διότι εγώ φοβούμαι τον Θεόν.»—2 Σαμ. 23:3, 4· Γεν. 42:18.
Ναι, όλοι όσοι ασκούν εξουσία πάνω σε άλλους, είτε πολιτικοί άρχοντες είναι σε πόλεις, πολιτείες ή έθνη, είτε θρησκευτικοί επίσκοποι με μεγαλύτερες ή μικρότερες ευθύνες, είναι ανάγκη να προσέχουν, ώστε να κάνουν χρήσι της δυνάμεως, που έχουν λόγω του αξιώματος των, με φόβο του Ιεχωβά. Ότι λέγουν και πράττουν επηρεάζει πολύ τη ζωή των αρχομένων: «Όταν ο ασεβής [ένας που δεν έχει τον φόβο του Ιεχωβά] εξουσιάζη, στενάζει ο λαός.» Μάλιστα δε, τέτοιοι επίσκοποι θ’ αποδώσουν λόγο στον Ιεχωβά Θεόν, σ’ Εκείνον που είναι τέλειος σε δικαιοσύνη και απεριόριστος σε δύναμι, για το πώς εχρησιμοποίησαν τη δύναμί των.—Παροιμ. 29:2· Εβρ. 13:17.
Όχι ότι αυτοί μόνο είναι ανάγκη να προσέχουν πώς χρησιμοποιούν τη δύναμί των· υπάρχουν και πολλά άλλα είδη δυνάμεως, η χρήσις των οποίων μπορεί σοβαρά να επηρεάση τους άλλους, εκείνοι δε που κάνουν χρήσι αυτών είναι υπόλογοι στον Ιεχωβά Θεό. Μεταξύ αυτών των ειδών δυνάμεως είναι η φυσική δύναμις, η δύναμις του χρήματος, η δύναμις της αγάπης και του φύλου, και η δύναμις της προσωπικότητος.
Η φυσική δύναμις συχνά χρησιμοποιείται κακώς. Πολύ πιθανώς ο Κάιν, ως πρωτότοκος και πρεσβύτερος γυιός του Αδάμ, είχε τη μεγαλύτερη φυσική δύναμι, την οποία κακώς εχρησιμοποίησε για να φονεύση τον νεώτερο αδελφό του Άβελ. Κατά καιρούς σύζυγοι και πατέρες, επίσης, λόγω ελλείψεως αυτοκυριαρχίας και υπομονής, κάνουν κακή χρήσι της φυσικής των δυνάμεως στις σχέσεις των με τις οικογένειές των. Κατάλληλα, ο λόγος του Θεού τούς συμβουλεύει να ενθυμούνται ότι η σύζυγος είναι το ασθενέστερο σκεύος και ότι δεν πρέπει να ερεθίζουν τα τέκνα των για να μη μικροψυχούν.—Γεν. 4:8· Κολ. 3:21· 1 Πέτρ. 3:7.
Οι σύγχρονοι νέοι είναι ονομαστοί για την κακή χρήσι της φυσικής των δυνάμεως, μη διστάζοντας ν’ ακρωτηριάσουν ή και να φονεύσουν ο ένας τον άλλον σε συγκρούσεις συμμοριών ή να χτυπήσουν τους γονείς των, όταν φθάσουν να υπερέχουν σε φυσική δύναμι. Οι κοινωνικοί εργάται της Νέας Υόρκης συχνά εκφοβίζονται από διεφθαρμένους και φαύλους ανθρώπους που είναι φυσικώς ισχυροί.
Πολύ διαδεδομένη, επίσης, είναι η κακή χρήσις του χρήματος ή της οικονομικής δυνάμεως. Τα μεγάλα σωματεία εξαναγκάζουν τα μικρά σε παύσι της εργασίας των· οι εργοδόται εκμεταλλεύονται τους εργαζομένους· οι τράπεζες και οι δανειστικοί καρχαρίαι καταδυναστεύουν εκείνους, που έχουν ανάγκη από χρήματα. Ο νόμος του Θεού στους Ισραηλίτας, αναγνωρίζοντας αυτή την τάσι, προσέταξε: «Και εάν πτωχεύση ο αδελφός σου,» «μη λάβης παρ’ αυτού τόκον ή πλεονασμόν αλλά φοβού τον Θεόν σου.» Και πάλι: «Δεν θέλεις δεσπόζει επ’ αυτόν», τον αδελφό σου που εργάζεται στην επιχείρησί σου, «μετά αυστηρότητος· αλλά θέλεις φοβηθή τον Θεόν σου,» Σχετικά μ’ εκείνους που κάνουν κακή χρήσι της δυνάμεως αυτής, ο μαθητής Ιάκωβος προειδοποίησε: «Έλθετε τώρα οι πλούσιοι, κλαύσατε ολολύζοντες δια τας επερχομένας ταλαιπωρίας σας.»—Λευιτ. 25:35, 36, 43· Ιάκ. 5:1-6.
Μια άλλη δύναμις, που συχνά χρησιμοποιείται κακώς, είναι εκείνη που έχουν μερικοί λόγω της αγάπης των άλλων προς αυτούς. Αυτή τη δύναμι συχνά την εκμεταλλεύονται ιδιοτελή μέλη μιας οικογενείας. Εκείνοι, που αγαπούν λιγώτερο, κάμουν κακή χρήσι της δυνάμεως που έχουν λόγω του ότι οι άλλοι τρέφουν μεγαλύτερη αγάπη προς αυτούς. Έτσι, παιδιά σήμερα επωφελούνται από τη μεγάλη στοργή, που έχουν οι γονείς των σ’ αυτά, για να ικανοποιηθούν οι επιθυμίες των, όλα δε αυτά κάνουν τους γονείς δυστυχείς και τα τέκνα εγκληματικά. Αυτή η κατάστασης, όμως, πολύ πιθανώς οφείλεται σε έλλειψι φόβου προς τον Ιεχωβά από μέρους και των γονέων και των τέκνων.—Παροιμ. 20:11· 23:13, 14.
Η έλξις, που έχουν τα φύλα προς άλληλα, συχνά τυγχάνει καταχρήσεως χάριν ιδιοτελούς ωφελείας, ή φυσικής ευχαριστήσεως, υπερηφάνειας σε δύναμι, δημοτικότητος ή χρήματος. Όπως λέγουν οι ψυχίατροι, οι σύζυγοι συχνά παραπονούνται ότι οι γυναίκες των τους κατατυραννούν λόγω της δυνάμεως που δίνει σ’ αυτές η φυσική έλξις στο ζήτημα των συζυγικών καθηκόντων. Αυτό, επίσης, δείχνει έλλειψι φόβου του Ιεχωβά, διότι ο λόγος του προστάζει στις γυναίκες να υποτάσσονται «εις τους άνδρας αυτών κατά πάντα».—Εφεσ. 5:24.
Η δύναμις της προσωπικότητος μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιήται κακώς, αυτό δε γίνεται συχνά από πολιτικούς, κληρικούς, ηθοποιούς γυναίκες και άνδρες. Ένεκα φυσικού θελγήτρου, οξυνοίας, ισχυρής θελήσεως, ζωηρής φαντασίας, ευχερούς ροής της γλώσσης, τα άτομα αυτά μπορούν να επηρεάσουν άλλους και το πράττουν για ιδιοτελές όφελος. Όλοι αυτοί υποθάλπουν τη λατρεία πλασμάτων, δείχνοντας ότι δεν έχουν τον φόβο του Ιεχωβά.
Καλά είπε ο ποιητής σχετικά με το θέμα αυτό της δυνάμεως:
«Ποτέ δεν ήταν θησαυρός χωρίς ξοπίσω του
σκιά φροντίδος,
Ποτέ μια δύναμι χωρίς την ενέδρα μιας
πονηρής παγίδος».
Θα θέλατε σεις ν’ αποφύγετε αυτή την παγίδα; Τότε κάμετε συνήθεια σας τη μελέτη της Γραφής, διότι αυτή θα σας ενσταλάξη τον φόβο του Ιεχωβά, ο οποίος είναι η αρχή σοφίας.—Παροιμ. 9:10.
-
-
Χριστιανοσύνη και Άνετη ΘρησκείαΗ Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
Χριστιανοσύνη και Άνετη Θρησκεία
✔ Ο κληρικός Φρανκ Σ. Μόρλεϋ, γράφοντας στα περιοδικό Άποικος της Βικτωρίας, 28ης Ιανουαρίου 1961, θρηνούσε τη μαλθακότητα των συγχρόνων διακόνων, συγκρίνοντας τους με τους ηρωικούς Χριστιανούς του πρώτου αιώνος. «Αναγινώσκοντας προ ημερών ένα θρησκευτικό περιοδικό», έγραφε, «έφθασα σε μερικές διαφημίσεις, διατυπωμένες έτσι, ώστε να δελεάζουν τους διακόνους προς τις κενές εκκλησιαστικές θέσεις. Η μία έλεγε με καύχησι ‘Επιπλωμένη κατοικία για κληρικόν, με θέρμανσι πετρελαίου . . . ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, σύγχρονα σχολεία’. Μια άλλη: ‘Ωραία εκκλησία, εξαίρετη κατοικία για κληρικούς—10 λεπτά με αυτοκίνητο από το πανεπιστήμιο’. Έτσι, λοιπόν, συνέχιζαν, ‘πλήρως επιπλωμένη κατοικία’, ‘άνετη πλινθόκτιστη κατοικία, θερμαινόμενη με πετρέλαιο’, ‘μια άνετη κατοικία για κληρικόν, θερμαινόμενη με πετρέλαιο, καινούργιο γκαράζ, κοντά στις ανώτερες και δημόσιες σχολές’.»
Ο Μόρλεϋ επανέφερε στη μνήμη του ότι, όταν ο Παύλος έλαβε πρόσκλησι να μεταβή στη Μακεδονία, «στερούμενος την προσεκτική εξέτασι που κάνουν οι σημερινοί διάδοχοί του, ο Παύλος πήρε τον Βαρνάβαν και ‘ευθύς εζητήσαμεν να υπάγωμεν εις την Μακεδονίαν’.» (Πράξ. 16:10) Υπέστησαν οχλοκρατικούς διασυρμούς, δαρμούς, φυλακίσεις, στερήσεις, δεινοπαθήματα, κι ωστόσο έχαιραν στα διακονικά τους καθήκοντα. Πόσο διαφορετικοί είναι οι σύγχρονοι κληρικοί από τους Χριστιανούς του πρώτου αιώνος!
-
-
«Ένα Χιλιοστόν Ολοκλήρου του Κειμένου»Η Σκοπιά—1963 | 15 Μαρτίου
-
-
«Ένα Χιλιοστόν Ολοκλήρου του Κειμένου»
ΠΟΛΛΕΣ είναι οι παραλλαγές, που, όπως λέγουν, υπάρχουν στα διάφορα χειρόγραφα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Αυτό έκαμε μερικούς να διερωτώνται πόση ουσιώδης παραλλαγή υπάρχει, δηλαδή, διαφορές που είναι πραγματικά ουσιαστικές. Θα είναι διαφωτιστικό να σημειωθή τι είπαν οι Ουέστκοτ και Χορτ γι’ αυτό το θέμα στην Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, που αυτοί έχουν εκδώσει:
«Εν σχέσει με τον μεγάλο όγκο των λέξεων της Κ. Δ., . . . δεν υπάρχει παραλλαγή ή άλλος λόγος αμφιβολίας. . . . Η αναλογία λέξεων ουσιαστικά παραδεδεγμένων από όλους ως ισταμένων υπεράνω αμφιβολίας είναι πολύ μέγας, όχι λιγώτερος, κατά πρόχειρον υπολογισμόν, από τα επτά όγδοα του συνόλου. Το ένα όγδοον, λοιπόν, που απομένει, αποτελούμενον κατά μέγα μέρος από αλλαγές τάξεως και άλλες συγκριτικές μηδαμινότητες, αποτελεί το όλον έδαφος ασκήσεως κριτικής. Αν οι αρχές, που ακολουθούνται στην παρούσα έκδοσι, είναι υγιείς [και είναι γενικά παραδεδεγμένες ως υγιείς], το έδαφος αυτό μπορεί πάρα πολύ να μειωθή. Αναγνωρίζοντας στο πλήρες το καθήκον τού ν’ απέχωμε από λήψι αποφάσεως εκ των προτέρων σε περιπτώσεις, όπου η ένδειξις αφήνει την κρίσι σ’ εκκρεμότητα μεταξύ δύο ή περισσοτέρων αναγνώσεων, διαπιστώνουμε ότι, αφήνοντας κατά μέρος τις διαφορές ορθογραφίας [γραμματικής, ορθότητος], οι λέξεις, που υπόκεινται ακόμη, κατά τη γνώμη μας, σε αμφισβήτησι, αποτελούν μόνο το ένα έκτον περίπου του συνόλου της Καινής Διαθήκης.
»Στον δεύτερον αυτόν υπολογισμό, η αναλογία των συγκριτικώς μηδαμινών παραλλαγών είναι υπέρμετρα μεγαλύτερη από την του πρώτου· έτσι, η ποσότης αυτού, που θα ήταν δυνατόν με κάθε έννοια να λέγεται ουσιώδες, δεν είναι παρά ένα μικρό κλάσμα της όλης υπολειπόμενης παραλλαγής, και δεν μπορεί ποσώς ν’ ανέλθη πάνω από ένα χιλιοστόν ολοκλήρου του κειμένου. Εφόσον υπάρχει λόγος να υποπτεύεται κανείς ότι επικρατεί μια υπερβολική εντύπωσις ως προς την έκτασι της πιθανής παραφθοράς στην Κ. Δ., που θα μπορούσε να φανή ότι επιβεβαιώνεται από τη γλώσσα, που χρησιμοποιείται εδώ κι εκεί στις επόμενες σελίδες, επιθυμούμε να καταστήσωμε σαφώς νοητόν εκ των προτέρων πόσο μέρος της Κ. Δ. δεν έχει χρείαν των μόχθων ενός κριτικού του κειμένου». Ναι, όχι περισσότερο από το ένα χιλιοστόν των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών είναι έκθετον σε αμφισβήτησι για το ποια ακριβώς είναι η ορθή ανάγνωσις.
-