Νίκη της Γυναικός του Θεού κατά της Αρχαίας Εχθράς Της
«Μη ευφραίνου εις εμέ, η εχθρά μου· αν και έπεσα θέλω σηκωθή, αν και εκάθισα εν σκότει, ο Ιεχωβά θέλει είσθαι φως εις εμέ.»—Μιχ. 7:8 ΜΝΚ.
1. Ποιες δυο γυναίκες υπήρξαν μακροχρόνιες έχθρες, και τι ερωτήματα εγείρει η εχθρότης αυτή;
Επί τέσσερες χιλιάδες διακόσια χρόνια η «γυνή» του Θεού και η αρχαία εχθρά της αντιμετώπιζαν η μία την άλλη. Στο μεγαλύτερο μέρος του καιρού αυτού εφαίνετο ότι η αρχαία εχθρά γυνή υπερείχε της «γυναικός» του Θεού. Ποια είναι η στάσις των δύο γυναικών εν σχέσει προς αλλήλας σήμερα; Πότε θα λήξη η εχθρότης των; Και πώς; Θα λήξη με συμβιβασμό και συμφωνία συνυπάρξεως πάνω σε μια φιλική βάσι, ή θα τελειώση με την καταστροφή της μιας και την αιώνια νίκη της άλλης; Δεν πρόκειται για έναν απλό διαπληκτισμό μεταξύ δύο γυναικών, που είναι προσωπική των υπόθεσις και λίγο ενδιαφέρει εμάς τους άλλους η έκβασίς της. Η έκβασις ενδιαφέρει όλους εμάς. Είτε το αντιλαμβανόμεθα είτε όχι, έχομε όλοι ταχθή είτε με τη μια είτε με την άλλη γυναίκα. Οφείλομε να γνωρίζωμε ποιες πρέπει να είναι οι σχέσεις μας με αυτές, και τώρα αμέσως μάλιστα! Αλλά πώς μπορούμε να το γνωρίζωμε αυτό;
2. (α) Πού μπορούμε ν’ αναζητήσωμε πληροφορίες γι’ αυτή την περίπτωσι; (β) Ποια θα είναι νικηφόρος, και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα για το ανθρώπινο γένος;
2 Υπάρχει ένα βιβλίο πληροφοριών για όλη την υπόθεσί των. Ποιο είναι αυτό το βιβλίο; Είναι το βιβλίο που μας λέει πώς ήλθε σε ύπαρξι το γυναικείο γένος και πώς η γυνή έγινε μητέρα όλων μας. Έχει την πιο λογική, ισορροπημένη συμβουλή περί γυναικών από κάθε άλλο βιβλίο στη γη. Είναι η Αγία Γραφή. Από το πρώτο της βιβλίο, τη Γένεση ως το τελευταίο βιβλίο της, την Αποκάλυψι εξιχνιάζει αυτή την εξέλιξι της υποθέσεως γυναικείας εχθρότητος από την αρχή της και μας μεταφέρει από τα υψηλά σημεία ως το μεγάλο αποκορύφωμά της στη λαμπρά νίκη της «γυναικός» του Θεού εναντίον της αρχαίας εχθράς γυναικός. Έτσι μπορούμε να γνωρίζωμε από πριν αν πρόκειται να κερδίσωμε με τη μια ή να χάσωμε με την άλλη. Το να χάσωμε με την εχθρά γυναίκα θα εξαλείψη το αιώνιο μέλλον μας. Το να κερδίσωμε με τη «γυναίκα» του Θεού θα μας εξασφαλίση ατελεύτητη ζωή με υπέρτατη ευτυχία στην παγκόσμια οικογένεια του Θεού του Μεγάλου Πατρός.
3. (α) Μπορεί να προσδιορισθή τώρα η ταυτότης της εχθράς γυναικός; (β) Τι δεν πρέπει να εννοήσωμε από τη φράσι «γυνή του Θεού»;
3 Η εχθρά γυνή—ποια ακριβώς είναι; Αυτά για πολύν καιρό ήταν ένα μυστήριο, αλλά τώρα η ταυτότης της μπορεί να προσδιορισθή. Και η «γυνή» του Θεού—ποια ακριβώς είναι; Μήπως η φράσις «γυνή του Θεού» εφαρμόζεται σε μια γυναίκα με την ίδια έννοια που κι οι αρχαίοι προφήται όπως ο Μωυσής, ο Ηλίας κι ο Ελισσαιέ, ακόμη δε κι ο Χριστιανός επίσκοπος Τιμόθεος, εκαλούντο ο καθένας τους «άνθρωπος του Θεού»; Όχι, διότι αυτή ιδιαιτέρως η γυναίκα είναι του Θεού με την έννοια ότι είναι σύζυγός Του. Αλλ’ από πότε ο Θεός στον ουρανό ενυμφεύθη; Ποια είναι η σύζυγός του; Και είναι μήπως καμμιά θεά που πρέπει να λατρεύεται από μας; Αυτές οι ερωτήσεις είναι άξιες για μια απάντησι. Εν τούτοις, στην αρχή δεν πρέπει να φανταζώμεθα τη γυναίκα ή σύζυγο του Θεού από την άποψι των θρησκευτικών μυθολογιών των κοσμικών εθνών, που μας λέγουν για τους διαφόρους θεούς και τις θεές συζύγους των. Το Βιβλίο του Θεού, η Αγία Γραφή, παρουσιάζει τη σύζυγό Του σαν κάτι εντελώς διάφορο.
4. Σε ποιες περιστάσεις και με τι εκφράσεις έκαμε μνεία ο Θεός για πρώτη φορά περί της «γυναικός» του στον άνθρωπο;
4 Στα πρώτα χρόνια της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους ο Θεός έκαμε μνεία περί της γυναικός ή συζύγου του. Αυτό έγινε στον παραδεισιακό κήπο της Εδέμ. Το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος, ο Αδάμ και η Εύα, μόλις είχαν αμαρτήσει τότε με παρακίνησι που προήλθε από τον ψευδόμενον όφιν. Ο Θεός ο ουράνιος Πατήρ εξήτασε τον απειθή επίγειο γυιο του και τη θυγατέρα του. Έλαβε την ίδια των ομολογία ότι είχαν παραβή τον Θείο νόμο. Την αρχή της αμαρτίας των την έλαβαν από τον ψευδόμενον όφιν, αλλ’ όχι απ’ εκείνον ακριβώς τον επίγειον όφιν· μάλλον την έλαβαν από το αόρατο νοητικό πρόσωπο, που ήταν πίσω απ’ εκείνον τον όφιν. Ο Θεός, στη γλώσσα τού κατά γράμμα όφεως, είπε σ’ εκείνον τον αόρατο Ψεύτη, Συκοφάντη κι Εχθρό του Θεού: «Επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου· και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σού και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.» (Γέν. 3:14, 15) Ποια είναι η γυνή που μνημονεύεται εδώ;
5, 6. (α) Γιατί δεν μπορούσε η Εύα να υποθέση ότι αυτή ήταν η γυναίκα; (β) Πώς άρχισε να γίνεται γνωστή στην Εύα η ύπαρξις της ουρανίας γυναικός;
5 Η σαρκική γυναίκα Εύα μπορεί να εσκέφθη ότι αυτή ήταν η γυνή. Αλλ’ αφού ημάρτησε στον Θεό και Πατέρα της μπορούσε να είναι «γυνή του Θεού»; Από την αρχή της ήταν σύζυγος του Αδάμ και ποτέ δεν ήταν σύζυγος του Θεού.
6 Η Εύα δεν κατανοούσε ότι υπήρχε κι άλλη γυναίκα, διότι εκείνη η γυναίκα τής ήταν αόρατη. Εκείνη ήταν ουράνια, δεν ήταν επίγεια ή σαρκική σαν την Εύα. Η ένδειξις ότι η άλλη αυτή γυναίκα υπήρχε άρχισε να γίνεται γνωστή στην Εύα, όταν αυτή κι ο σύζυγός της εξεδιώχθησαν από τον κήπο της Εδέμ και ξαφνικά, από το αόρατο βασίλειο, ενεφανίσθησαν ως φρουροί στην είσοδο του κήπου πρόσωπα που δεν τα είχε ιδεί ποτέ πριν. Πώς συνέβη αυτό; Με θαύμα του Θεού. Το εδάφιο Γένεσις 3:24 λέγει: «Και εξεδίωξε τον Αδάμ· και κατά ανατολάς του παραδείσου της Εδέμ έθεσε τα Χερουβείμ, και την ρομφαίαν την φλογίνην, την περιστρεφομένην, δια να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου της ζωής.» Αυτά τα χερουβείμ ήσαν εκπρόσωποι της ουρανίας γυναικός του Θεού. Σύμφωνα με την αφήγησι ολοκλήρου της Γραφής, αυτή η «γυνή» εφάνη ότι είναι η μητέρα του Σπέρματος που συντρίβει πραγματικά την κεφαλή του μεγάλου αοράτου Όφεως.
7, 8. Ποιος μας συνιστά τη «γυναίκα» του Ιεχωβά, και με τι μέσον;
7 Δεν είμεθα ημείς που αποδίδομε στον Θεό μια ουράνια σύζυγο. Αυτός ο ίδιος είναι Εκείνος, που μας λέγει πρώτος περί της καταστάσεως του γάμου του και της συζύγου του, συνιστώντας μας τη σύζυγό του, για να το πούμε έτσι. Αυτό το έκαμε στον όγδοον αιώνα προ Χριστού, μέσω του προφήτου του Ησαΐα. Ο προφήτης Ησαΐας, αμέσως μετά την προφήτευσί του περί των παθημάτων του Χριστού ως του Αμνού του Θεού και της κατόπιν ενδοξάσεώς του, προχωρεί και στρέφεται προς τη «γυναίκα» του Θεού και λέγει:
8 «Ευφράνθητι, στείρα, η μη τίκτουσα· αναβόησον εν αγαλλιάσει, και τέρπου, η μη ωδίνουσα· διότι πλειότερα είναι τα τέκνα της ηρημωμένης παρά τα τέκνα της εχούσης τον άνδρα, λέγει ο Ιεχωβά. Διότι ο ανήρ σου είναι ο Ποιητής σου· το όνομα αυτού είναι, Ο Ιεχωβά των δυνάμεων· και ο Λυτρωτής σου είναι ο Άγιος του Ισραήλ· αυτός θέλει ονομασθή, Ο Θεός πάσης της γης. Διότι ο Ιεχωβά σε εκάλεσεν ως γυναίκα εγκαταλελειμμένην και τεθλιμμένην το πνεύμα, και γυναίκα νεότητος αποβεβλημένην, λέγει ο Θεός σου. Ω τεθλιμμένη, τεταραγμένη, απαρηγόρητος. Ιδού, εγώ θέλω στρώσει τους λίθους σου εκ μαρμάρων πορφυρών, και θέλω βάλει τα θεμέλιά σου εκ σαπφείρων. Και θέλω κάμει τας επάλξεις σου εξ αχάτου, και τας πύλας σου εξ ανθράκων, και άπαντα τον περίβολόν σου εκ λίθων εκλεκτών. Πάντες δε οι υιοί σου θέλουσιν είσθαι διδακτοί του Ιεχωβά, και θέλει είσθαι μεγάλη η ειρήνη των υιών σου.»—Ησ. 54:1, 5, 6, 11-13, ΜΝΚ.
9. Ποια σχετική εφαρμογή έκαμε ο Ιησούς Χριστός, παραθέτοντας περικοπή από την προφητεία του Ησαΐα;
9 Ο Ιησούς Χριστός, ο Αμνός του Θεού, παρέθεσε απ’ αυτή την προφητεία του Ησαΐα και είπε ότι όλοι αυτοί οι υιοί της γυναικός του Θεού θα ήρχοντο σ’ αυτόν, τον Υιόν του Θεού. Ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους της Καπερναούμ, τους οποίους αυτός έθρεψε θαυματουργικά με άρτον και ιχθείς: «Εγώ είμαι ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού· . . . Ουδείς δύναται να έλθη προς εμέ, εάν δεν ελκύση αυτόν ο Πατήρ ο πέμψας με· και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Είναι γεγραμμένον εν τοις προφήταις, “Και πάντες θέλουσιν είσθαι διδακτοί του Ιεχωβά”. Πας λοιπόν όστις ακούση παρά του Πατρός και μάθη, έρχεται προς εμέ.»—Ιωάν. 6:24, 25, 41-45, ΜΝΚ.
10. Στην προφητεία του Ησαΐα τι χρησιμοποιείται για να συμβολίση τη «γυναίκα» του Θεού, και αυτή, συμβολιζομένη έτσι, τι υφίσταται;
10 Τα λόγια του Θεού προς τη γυναίκα του, όπως εκτίθενται στην προφητεία του Ησαΐα, ομιλούν περί στρώσεως των λίθων της εκ μαρμάρων πορφυρών και των θεμελίων της εκ σαπφείρων, και κατασκευής των επάλξεών της εξ αχάτου, των πυλών της εξ ανθράκων και του περιβόλου της εκ λίθων εκλεκτών. Απ’ αυτό καταφαίνεται ότι η «γυνή» του Θεού συμβολίζεται από μια πόλι. Όπως συμβολίζεται απ’ αυτή την πόλι, διέρχεται την πείρα της θλίψεως, των καταιγίδων και είναι απαρηγόρητη, στερημένη από τέκνα ή πολίτας, κι έχει ανάγκη να ξαναγορασθή για ν’ ανήκη πάλι στον Θεό της, τον Ιεχωβά. Σημειώστε ότι αυτά τα λόγια δεν απευθύνονται στο έθνος Ισραήλ, όπως τα λόγια της προφητείας του Ιερεμία (3:14, 20· 31:32), που μιλούν, επίσης, για ένα συζυγικό κτήτορα. Αντιθέτως, τα λόγια του Θεού δια του προφήτου του Ησαΐα απευθύνονται σε μια πόλι, που σώζεται από μια κατάστασι σαν την άτεκνη χηρεία και η οποία γεμίζει από τέκνα ή πολίτας, που διδάσκει ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός διότι αυτός είναι ο σύζυγός της.
11. Τι είναι «πόλις», και τι περαιτέρω ερωτήματα εγείρονται;
11 Μια πόλις είναι μια οργάνωσις, κι επομένως η «γυνή» του Θεού δεν είναι ένα άτομο που έχει θηλυκές ιδιότητες αλλ’ είναι μια οργάνωσις ατόμων, όλων «συνηρμοσμένων ομού». (Ψαλμ. 122:3) Τώρα, πού είναι αυτή η οργάνωσις; Είναι στη γη, όπως ήταν το έθνος του φυσικού Ισραήλ στις ημέρες του Ησαΐα και του Ιερεμία;
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ «ΓΥΝΑΙΚΟΣ» ΤΟΥ ΘΕΟΥ
12, 13. Ο Παύλος, παρομοιάζοντας μια πόλι με μια γυναίκα, πώς εξαιρεί την επίγεια Ιερουσαλήμ από το να είναι η «γυνή» του Θεού;
12 Ο γραπτός λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή, μας λέγει πού βρίσκεται η ομοία με γυναίκα οργάνωσίς του. Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος παραθέτει από την ανωτέρω προφητεία του Ησαΐα και καταδεικνύει ότι αυτή δεν είναι στη γη υπό την μορφή του έθνους του φυσικού Ισραήλ, του Ιουδαϊκού έθνους που έχει σήμερα την πρωτεύουσά του στην Ιερουσαλήμ, στο νέο μέρος της πόλεως, ενώ το Μωαμεθανικό έθνος της Ιορδανίας έχει το αρχαίο τμήμα. Παρατηρήστε πώς ο απόστολος Παύλος παρομοιάζει μια πόλι με μια γυναίκα και πώς διαγράφει την επίγεια Ιερουσαλήμ από το να είναι «γυνή» του Θεού. Ο Παύλος, λαμβάνοντας ως παραδείγματά του τη Σάρρα, σύζυγο του Εβραίου πατριάρχου Αβραάμ, και την Αιγυπτία δούλη της που ωνομάζετο Άγαρ, γράφει στους πνευματικούς Χριστιανούς:
13 «Ο Αβραάμ εγέννησε δύο υιούς· ένα εκ της δούλης, και ένα εκ της ελευθέρας· αλλ’ ο μεν εκ της δούλης εγεννήθη κατά σάρκα [δια της Άγαρ, που ήταν ακόμη αρκετά νέα για να συλλάβη τέκνα]· ο δε εκ της ελευθέρας, δια της επαγγελίας. Τα οποία είναι κατ’ αλληγορίαν· διότι αύται είναι αι δύο διαθήκαι· μία μεν από του όρους Σινά, η γεννώσα προς δουλείαν, ήτις είναι η Άγαρ. (Διότι το Άγαρ είναι το όρος Σινά εν τη Αραβία, και ταυτίζεται με την σημερινήν Ιερουσαλήμ· είναι δε εις δουλείαν μετά των τέκνων αυτής.) Η δε άνω Ιερουσαλήμ είναι ελευθέρα [όπως ήταν η Σάρρα], ήτις είναι μήτηρ πάντων ημών. Διότι είναι γεγραμμένον [στον Ησαΐα 54:1], “Ευφράνθητι στείρα η μη τίκτουσα, έκβαλε φωνήν και βόησον η μη ωδίνουσα· διότι τα τέκνα της ερήμου είναι πλειότερα παρά τα τέκνα της εχούσης τον άνδρα”. Ημείς δε, αδελφοί, καθώς ο Ισαάκ [ο υιός της Σάρρας], επαγγελίας τέκνα είμεθα. Αλλά καθώς τότε ο κατά σάρκα γεννηθείς εδίωκε τον κατά πνεύμα, ούτω και τώρα. Αλλά τι λέγει η γραφή; “Έκβαλε την δούλην και τον υιόν αυτής· διότι δεν θέλει κληρονομήσει ο υιός της δούλης μετά του υιού της ελευθέρας.” Λοιπόν, αδελφοί, δεν είμεθα της δούλης τέκνα, αλλά της ελευθέρας [της άνω Ιερουσαλήμ].»—Γαλ. 4:22-31· Γέν. 21:1-10.
14, 15. Πώς μια δεύτερη μαρτυρία προσδιορίζει την ταυτότητα «της γυναικός» του Ιεχωβά;
14 Αυτό προσδιορίζει την ταυτότητα της «γυναικός» του Θεού, δηλαδή της συζύγου του Ιεχωβά, ως ουρανίας οργανώσεως, που καλείται Γραφικώς «άνω Ιερουσαλήμ». Μια διπλή μαρτυρία του γεγονότος τούτου μας δίδεται στη θεόπνευστη επιστολή προς τους εξ Εβραίων Χριστιανούς. Η επιστολή προς Εβραίους 12:18-28, αναφερόμενη πρώτα στο Όρος Σινά της Αραβίας, το όρος, από το οποίον είχαν δοθή οι Δέκα Εντολές της θείας διαθήκης του νόμου προς το έθνος Ισραήλ, και το οποίον όρος εξεικονίσθη από τη δούλη Άγαρ, λέγει μεταξύ άλλων τα εξής:
15 «Δεν προσήλθετε εις όρος ψηλαφώμενον, και καιόμενον με πυρ, και εις ζόφον και σκότος και ανεμοστρόβιλον, . . . Αλλά προσήλθετε εις όρος Σιών, και εις πόλιν Θεού ζώντος, την επουράνιον Ιερουσαλήμ, και εις μυριάδας αγγέλων, εις πανήγυριν και εκκλησίαν πρωτοτόκων καταγεγραμμένων εν τοις ουρανοίς, και εις Θεόν κριτήν πάντων, και εις πνεύματα δικαίων οίτινες έλαβον την τελειότητα· και εις νέας διαθήκης μεσίτην Ιησούν, και εις αίμα καθαρισμού, το οποίον λαλεί καλήτερα παρά το του Άβελ. . . . Του οποίου η φωνή την γην εσάλευσε τότε· τώρα δε υπεσχέθη λέγων, “Έτι άπαξ εγώ σείω ουχί μόνον την γην, αλλά και τον ουρανόν”. Το δε “έτι άπαξ” δηλοί των σαλευομένων την μετάθεσιν, ως χειροποιήτων, δια να μείνωσι τα μη σαλευόμενα. Δια τούτο παραλαμβάνοντες βασιλείαν ασάλευτον, ας κρατώμεν την χάριν, δια της οποίας να λατρεύωμεν ευαρέστως τον Θεόν, με σέβας και ευλάβειαν.»
16. (α) Ποιες φράσεις της επιστολής προς Εβραίους 12:18-28 αποδεικνύουν ότι η «γυνή» του Θεού είναι μια ουράνια οργάνωσις; (β) Εν σχέσει με τη «γυναίκα» του Ιεχωβά και το Σπέρμα της, τι εσήμαινε η παρ’ αυτού απαγγελία καταδίκης εναντίον του Σατανά;
16 Η άνω Ιερουσαλήμ ονομάζεται εδώ ‘πόλις Θεού ζώντος, επουράνιος Ιερουσαλήμ’. Είναι η «γυνή» η σύζυγος του Θεού. Είναι η ουράνια οργάνωσις, που αποτελείται από «μυριάδας αγγέλων, εις πανήγυριν». Αυτή η οργάνωσις των αγίων αγγέλων ήταν παρούσα με τον Ιεχωβά Θεό στον ουρανό, όταν απήγγειλε καταδίκην εναντίον του Μεγάλου Όφεως στον κήπο της Εδέμ πριν από έξη χιλιάδες σχεδόν έτη. Έτσι, όταν ο Ιεχωβά εδήλωσε ότι θα έθετε έχθρα μεταξύ του Όφεως και της «γυναικός» και είπε ότι το σπέρμα της γυναικός θα συνέτριβε την κεφαλήν του Όφεως, η «γυνή» η σύζυγος του Ιεχωβά ήταν εκεί με αυτόν στον ουρανό. Ήταν η «γυνή» που θα επρομήθευε το σπέρμα γι’ αυτή την ενέργεια. Εκείνος, τον οποίον αυτή επρομήθευσε απ’ ευθείας για τη νικηφόρο αυτή ενέργεια, ήταν ο μονογενής Υιός του Θεού, που έγινε Ιησούς Χριστός στη γη και που είπε: «Εγώ είμαι ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού».
17. (α) Πότε και πώς έγινε ο Ιησούς πρωτότοκος πνευματικός γυιος της ουρανίας Ιερουσαλήμ; (β) Πώς η υιότης του έγινε πλήρως ενδεδειγμένη;
17 Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνσι ήταν η γέννησις του Ιησού στο έτος 2 π.Χ. Αλλ’ η ουράνια Ιερουσαλήμ πραγματικά τον εγέννησε ως τον πρωτότοκο πνευματικό Υιό ύστερ’ από τριάντα χρόνια, στο έτος 29 μ.Χ. Εκείνο το έτος ο Ιησούς εβαπτίσθη εν ύδατι, ο δε ουράνιος Πατήρ του εξέχυσε σ’ αυτόν το άγιον πνεύμα και ανήγγειλε τη γέννησί του ως πνευματικού Υιού λέγοντας: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» Ύστερ’ από τριάμισυ χρόνια η ουράνια Ιερουσαλήμ τον εγέννησε πραγματικά ως ένα ενδεδειγμένο πνευματικό Υιό της, όταν ο Θεός εθεράπευσε την πληγή της πτέρνας που επέφερε ο Μέγας Όφις και ανέστησε τον Ιησού Χριστό από τους νεκρούς σε πνευματική ζωή στον ουρανό. Τότε η ουράνια Ιερουσαλήμ τον υπεδέχθη εν μέσω τής από αγγελικούς γυιούς οργανώσεώς της στον ουρανό, αλλ’ ως τον Άρχοντα μεταξύ αυτών, στη θέσι του Αρχαγγέλου.—Ματθ. 3:13-17· 27:27 έως 28:10· 1 Πέτρ. 3:18, 19.
18. Πώς μπορούσε τότε ν’ αγάλλεται η ουράνια Ιερουσαλήμ, όπως ηγάλλετο και η Σάρρα;
18 Γι’ αυτό το θαυμαστό γεγονός η ουράνια Ιερουσαλήμ είχε μεγάλο λόγο να χαίρη και να κράζη. Η ατεκνία της, που εχρονολογείτο από τον καιρό της επαγγελίας περί Σπέρματός της στον κήπο της Εδέμ, έληξε με την πλήρη γέννησί του πιο ενδόξου Υιού της. Αυτή ηγάλλετο ακριβώς όπως κι η ηλικιωμένη Σάρρα ηγαλλιάσθη με τη γέννησι του μόνου της γυιού Ισαάκ.
19. Τι πρόσθετα τέκνα επρόκειτο να έχη η ουράνια Ιερουσαλήμ;
19 Εν τούτοις, ο απόστολος Παύλος είπε στους Χριστιανούς αδελφούς του: «Ημείς δε, αδελφοί, καθώς ο Ισαάκ, επαγγελίας τέκνα είμεθα. Λοιπόν, αδελφοί, . . . είμεθα . . . τέκνα . . . της ελευθέρας.» (Γαλ. 4:27, 28, 31) Αυτό φέρνει σε φως το γεγονός ότι η ουράνια Ιερουσαλήμ επρόκειτο να έχη κι άλλα τέκνα για την εκπλήρωσι της επαγγελίας του Ιεχωβά στη Γένεσι 3:15 περί του Σπέρματος της γυναικός.
20. Πότε άρχισαν να γεννώνται αυτά τα άλλα πνευματικά τέκνα, πράγμα που παρέσχε μεγαλύτερη αιτία για να κράζη χαρωπά η «γυνή» του Ιεχωβά;
20 Αλλά, όπως προείπε το εδάφιο Ησαΐας 54:1, αυτή επρόκειτο να έχη πνευματικά τέκνα σε μεγαλύτερους αριθμούς από τα τέκνα της συμβολικής δούλης, η οποία, στη μορφή του έθνους του φυσικού Ισραήλ, ήταν ενωμένη επί ένα χρονικό διάστημα με τον Ιεχωβά Θεό. Αυτά τα άλλα πνευματικά τέκνα, σύμφωνα με την επαγγελία του εδαφίου Γένεσις 3:15, άρχισαν να γεννώνται από την ημέρα της Πεντηκοστής, πενήντα μέρες μετά την ανάστασι του Ιησού Χριστού, οπότε το άγιον πνεύμα εξεχύθη σε εκατόν είκοσι πιστούς μαθητάς του Ιησού, που ανέμεναν στην Ιερουσαλήμ. (Πράξ. 2:1-39) Εκεί ο Ιεχωβά τούς εγέννησε με το πνεύμα του. Γι’ αυτό η «γυνή» του Ιεχωβά, η επί μακρόν χρόνον στείρα ουράνια Ιερουσαλήμ, είχε ακόμη μεγαλύτερο λόγο να χαίρη και να κράζη χαρωπά. Σήμερα, σ’ αυτό το έτος 1963, αυτή έχει ένα υπόλοιπο απ’ αυτό το πνευματικό σπέρμα ακόμη στη γη, που αναμένει την πλήρη του γέννησι στους ουρανούς.
Η ΕΧΘΡΑ ΓΥΝΗ
21. (α) Από πότε η «γυνή» του Θεού εσυμβολίσθη από την επίγεια Ιερουσαλήμ; (β) Πότε ενεφανίσθη η εχθρά γυνή;
21 Ποια, όμως, είναι η άλλη εκείνη γυναίκα, η εχθρά της ουρανίας Ιερουσαλήμ; Και πότε η «γυνή» του Θεού αντιμετώπισε αυτή την εχθρά γυναίκα για πρώτη φορά; Αφότου ο Βασιλεύς Δαβίδ εκυρίευσε την ακρόπολι της Ιερουσαλήμ και την έκαμε πρωτεύουσά του στον ενδέκατο αιώνα προ Χριστού, η «γυνή» του Θεού εσυμβολίζετο από την επίγεια Ιερουσαλήμ. Πραγματικά, αυτή εκαλείτο με το όνομα της επιγείου αυτής πόλεως. (2 Σαμ. 5:1-9) Η επίγεια Ιερουσαλήμ είχε τις ρίζες της στην πόλι Σαλήμ, όπου ο Βασιλεύς Μελχισεδέκ ήταν «ιερεύς του Θεού του Υψίστου» στις ημέρες του πατριάρχου Αβραάμ, στον εικοστόν αιώνα προ Χριστού. (Γέν. 14:17-20) Αλλά, φυσικά, η «γυνή» του Θεού, η ουράνια Ιερουσαλήμ, προϋπήρχε. Στις ημέρες της αρχαίας Σαλήμ, η εχθρά γυνή υπήρχε ήδη, και σ’ ένα μέρος του βασιλείου, στο οποίον αυτή κυριαρχούσε, εκινείτο ο πατριάρχης Αβραάμ. Διακόσια χρόνια περίπου πριν από τη γέννησι του Αβραάμ είχε εμφανισθή η εχθρά γυνή.
22. (α) Πώς η εχθρά γυνή έφθασε να καλήται με τ’ όνομα της αρχαίας πόλεως Βαβυλώνος; (β) Τι καταδεικνύει ότι η εχθρά γυνή είναι κάτι μεγαλύτερο από την κατά γράμμα πόλι;
22 Σύμφωνα με το τελευταίο βιβλίο της Γραφής, η εχθρά γυνή έφθασε να καλήται με το όνομα μιας επιγείου πόλεως. Το μυστηριώδες όνομά της, Βαβυλών η Μεγάλη, ανάγεται στην πόλι της Βαβυλώνος, που εκτίσθη στην όχθη του Ευφράτου Ποταμού στη γη Σενναάρ τον εικοστό τρίτον αιώνα προ Χριστού. Αυτή η πόλις κατέστη ένα σύμβολο της Βαβυλώνος της Μεγάλης. Εν τούτοις, επειδή λέγεται Μεγάλη, αυτό δείχνει ότι η εχθρά γυνή είναι κάτι μεγαλύτερο από την κατά γράμμα πόλι της Βαβυλώνος του Ευφράτου. Η εχθρά γυνή υπάρχει ακόμη και σήμερα, έστω και αν η αρχαία Βαβυλών έχη καταρρεύσει σε σεσαθρωμένα ερείπια επί χίλια χρόνια και πλέον. (Αποκάλ. 14:8· 17:5) Αληθές είναι ότι η Βαβυλών η Μεγάλη έχει τις ρίζες της στην αρχαία Βαβυλώνα, αλλ’ είναι μεγαλύτερη και μακροβιώτερη και κατέχει περισσότερη κοσμική εξουσία από όση είχε ποτέ η αρχαία εκείνη Θαυμαστή Πόλις.
23. Ποιος έκτισε τη Βαβυλώνα, και ποιος ήταν ο σκοπός των πολεοδόμων;
23 Στον αιώνα, που επακολούθησε μετά τον παγκόσμιο κατακλυσμό της εποχής του Νώε, εκτίσθη η παραποτάμιος πόλις, όχι από τον Θεοσεβή εκείνον άνθρωπο, αλλ’ από ένα δισέγγονό του, ένα φιλόδοξο στασιαστικό απόγονο ονόματι Νεβρώδ. Η πόλις του είναι η πρώτη πόλις, την οποίαν η Βίβλος κατονομάζει μετά τον Κατακλυσμό, και αυτή έγινε η αρχή της βασιλείας του Νεβρώδ. (Γέν. 10:8-12) Εκτίσθη για να παρεμποδίση την εκτέλεσι του Θείου θελήματος περί της γης ως κατοικίας του ανθρώπου. Κατέστη η έδρα της ψευδούς θρησκείας, πράγμα που φανερώνεται από το γεγονός ότι οι πολεοδόμοι άρχισαν να κτίζουν ένα «πύργον, του οποίου η κορυφή να φθάνη έως του ουρανού.» Όλο αυτό το σχέδιο κατηρτίσθη κι ετέθη σ’ ενέργεια για να γίνη ένα όνομα, όχι υπέρ του Θεού του Νώε, αλλά υπέρ των οικοδόμων της πόλεως, ιδιαίτερα υπέρ του βασιλέως αυτής Νεβρώδ, για τον οποίον έφθασε να λέγεται «ως Νεβρώδ, ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά.»
24. Πώς εδείχθη η δυσαρέσκεια του Ιεχωβά προς το σχέδιο αυτό, και τι σύγχυσις επακολούθησε;
24 Ο Ιεχωβά Θεός και η «γυνή» του στον ουρανό δεν ευηρεστήθησαν με το σχέδιο αυτό. Ο Θεός δεν μπορούσε να ευλογήση την πόλι. Για να δείξη, λοιπόν, τη δυσαρέσκειά του και ν’ αναστείλη το σχέδιο, επέφερε σύγχυσι στη γλώσσα των οικοδόμων. Οι οικοδόμοι, μη μπορώντας να εννοήσουν ο ένας τον άλλον και να συνεργασθούν, διεσκορπίσθησαν κατά τις γλωσσικές ομάδες των, αφήνοντας μόνο μια μειονότητα στην πόλι υπό τον Νεβρώδ. Επειδή η γλώσσα των εσυγχύσθη σ’ αυτό το θρησκευτικό κέντρον κι επειδή επήλθε σύγχυσις στην πόλι επί ένα χρονικό διάστημα, το όνομά της εκλήθη Σύγχυσις. Αυτό σημαίνει το όνομα Βαβέλ στην Εβραϊκή γλώσσα, τη γλώσσα που μιλούσαν ο Νώε κι ο πιστός του γυιος Σημ. Στην πρώτη Ελληνική μετάφρασι των Εβραϊκών Γραφών το όνομα είναι Βαβυλών.—Γέν. 11:1-10.
25. (α) Τι συναπεκόμισαν οι πολεοδόμοι που διεσκορπίσθησαν; (β) Ως αποτέλεσμα τούτου, πότε και πώς ενεφανίσθη η Βαβυλών η Μεγάλη ως εχθρά γυναίκα;
25 Ο Βασιλεύς Νεβρώδ ίδρυσε μια δική του αυτοκρατορία μικράς κλίμακος, με οκτώ πόλεις, των οποίων πρωτεύουσα ήταν η Βαβέλ ή Βαβυλών. Φυσικά, η ψευδής θρησκεία του, που ήταν ενάντια στον Ιεχωβά, επικρατούσε στη δική του αυτοκρατορία. Αλλ’ η ψευδής θρησκεία της Βαβυλώνος διεδόθη από τότε περισσότερο. Οι οικοδόμοι, που υπέστησαν σύγχυσι γλώσσης και οι οποίοι διεσκορπίσθησαν σε μακρινά εδάφη, συναπεκόμισαν τη θρησκεία της Βαβυλώνος, αλλά στις νέες των γλώσσες, φυσικά. Οι θρησκευτικές των ιδέες παρέμειναν οι ίδιες, αλλ’ εξεδηλώνοντο με διάφορες γλώσσες. Τι προέκυψε; Εγκαθιδρύθη μια αυτοκρατορία ψευδούς θρησκείας με τη θρησκεία της Βαβυλώνος ως κοινή βάσι της, με μια ποικίλη και πολύπλοκη οργάνωσι, αλλά με όλες τις θρησκευτικές της διδασκαλίες και πράξεις βασικά εκείνες της αρχικής Βαβυλώνος. Εδώ η Βαβυλών η Μεγάλη έκαμε την εμφάνισί της στον στίβο της διαμάχης. Εδώ η «γυνή» του Θεού, η ουράνια Ιερουσαλήμ ή Σιών, ήλθε πρόσωπο προς πρόσωπο με την εχθρά γυναίκα, την παγκόσμια αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας βασισμένη στη θρησκεία της αρχαίας Βαβυλώνος.
26. Ποιος κυριαρχεί στην παγκόσμια αυτοκρατορία της Βαβυλωνιακής θρησκείας;
26 Ο Μέγας Όφις, ο ψευδόμενος Σατανάς ή Διάβολος, ήταν πίσω από το κτίσιμο της Βαβυλώνος και του θρησκευτικού της πύργου και πίσω από την ψευδή θρησκεία της. Αυτός ήταν πράγματι ο αόρατος Θεός της Βαβυλώνος και της ψευδούς θρησκείας της. Έγινε όπως τον ονομάζουν οι Άγιες Γραφές, «ο θεός του κόσμου τούτου». (2 Κορ. 4:4) Κυριαρχεί στην παγκόσμια αυτοκρατορία της Βαβυλωνιακής θρησκείας.
27. (α) Ποια είναι η θρησκεία της «γυναικός» του Θεού; (β) Ποιοι ασκούσαν τη θρησκεία της στη γη, και γιατί υφίσταντο θρησκευτική εναντίωσι;
27 Αντιθέτως, η θρησκεία της «γυναικός» του Θεού, της ουρανίας Ιερουσαλήμ, είναι η λατρεία του ενός ζώντος και αληθινού Θεού, Ιεχωβά του συζύγου της. Η θρησκεία της αντιμετώπισε έντονη εναντίωσι στη γη. Η διαπάλη των θρησκειών άρχισε τώρα μετά τον Κατακλυσμό. Η ουράνια Ιερουσαλήμ, η «γυνή» του Θεού, δεν επηρεάσθη άμεσα από τη θρησκευτική εναντίωσι στη γη. Αλλ’ είχε τους τηρητάς της θρησκείας της στη γη, όπως ήταν ο Νώε, ο Σημ κι ο πατριάρχης Αβραάμ, απόγονος του Σημ. Οι ευσεβείς αυτοί άνθρωποι κι οι οικογένειές των επηρεάσθησαν άμεσα από τη θρησκευτική εναντίωσι που προήρχετο από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη. Ό,τι έκαμε αυτή η εχθρά γυνή εναντίον του Νώε, του Σημ, του Αβραάμ και των θεοσεβών απογόνων της ήταν σαν να το έκαμε στη «γυναίκα» του Θεού. Αυτό έγινε ειδικά επειδή μέσω αυτής της γραμμής των πιστών ανδρών επρόκειτο να έλθη το Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού.
28. Μέσω ποιας γραμμής καταγωγής εγεννήθη ο Αβραάμ, και τι του υπεσχέθη ο Ιεχωβά;
28 Η ευλογία του Νώε στον γυιο του Σημ καθιστούσε βέβαιο ότι το Σπέρμα της γυναικός στις επίγειες, ανθρώπινες σχέσεις του θα προήρχετο από τον Σημ μάλλον παρά από τον Ιάφεθ και τον Χαμ. (Γέν. 9:24-27) Στη διάρκεια της ζωής του Σημ, ο Ιεχωβά Θεός εκάλεσε τον απόγονο του Σημ, τον Αβραάμ, από τη γειτονία της Βαβυλώνος στη γη Σενναάρ. Ο Ιεχωβά, όταν εκάλεσε τον Αβραάμ να εξέλθη, του είπε: «Και θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομά σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και . . . θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης.» Μετά δε την άφιξι του Αβραάμ στη Γη της Επαγγελίας, εκατοντάδες μίλια δυτικά της Βαβυλώνος, ο Ιεχωβά είπε: «Εις το σπέρμα σου θέλω δώσει την γην ταύτην.»
29. (α) Με ποιον τρόπο εβεβαίωσε ο Ιεχωβά ότι το υποσχεμένο Σπέρμα θα ήρχετο μέσω του Αβραάμ και του Ισαάκ; (β) Τότε γιατί η Βαβυλών η Μεγάλη ήταν εναντίον των απογόνων του Αβραάμ;
29 Όταν, ύστερ’ από τριάντα χρόνια και πλέον, ο Αβραάμ υπήκουσε στον Ιεχωβά και προέβη στην προσφορά του αγαπητού του γυιού Ισαάκ ως ανθρωπίνης θυσίας, ο άγγελος του Ιεχωβά εσταμάτησε τον Αβραάμ και είπε: «Ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης· και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού· και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου.» (Γέν. 12:1-3, 7· 22:1-18) Αυτό κατέστησε βέβαιο το γεγονός ότι το υποσχεμένο Σπέρμα της γυναικός του Θεού θα προήρχετο δια του Αβραάμ και του γυιου του Ισαάκ ως επιγείου μέσου. Όταν αυτό το Σπέρμα θ’ ανελάμβανε εξουσία, αυτό θα εσήμαινε κακά για τον Μέγαν Όφιν, τον Σατανά ή Διάβολο, τον Θεό της Βαβυλώνος της Μεγάλης. Γι’ αυτόν τον λόγο αυτή, ως η εχθρά της «γυναικός» του Θεού, ήταν εναντίον του Σπέρματος και της γενεαλογικής γραμμής, από την οποία θα προήρχετο το Σπέρμα.
[Εικόνα στη σελίδα 203]
Ο Αβραάμ αποπέμπει την δούλην Άγαρ και τον γυιό της Ισμαήλ