-
Μια Ισχυρή Αναγνώρισις της Ταυτότητος του ΜεσσίουΗ Σκοπιά—1966 | 1 Φεβρουαρίου
-
-
το σημείο εκκινήσεώς μας για τον υπολογισμό του χρόνου που μας εδόθη από αυτή τη σπουδαία προφητεία του Δανιήλ. Είναι όταν ετέθη σε ισχύ η προσταγή για την αποκατάστασι και ανοικοδόμησι της Ιερουσαλήμ.d
ΜΗΚΟΣ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΩΝ
25. (α) Στην εκπλήρωσι, πόσο είναι το μήκος των εβδομήντα εβδομάδων και των εξήντα εννέα εβδομάδων; (β) Πότε αρχίζει ο υπολογισμός των εβδομάδων, και πώς υπολογίζομε πότε έληξαν οι εξήντα εννέα εβδομάδες;
25 Όσον αφορά το μήκος των προφητικών εβδομάδων η Μία Αμερικανική Μετάφρασις και η μετάφρασις Δρος Ιακ. Μόφφατ αποδίδουν τα εδάφια Δανιήλ 9:24-27 «εβδομήκοντα εβδομάδες ετών.» Αυτές, λοιπόν, ήσαν εβδομήντα «εβδομάδες» από επτά έτη η κάθε μία, ή 490 (70x7) έτη. Μετά τις 69 (7+62) εβδομάδες ετών επρόκειτο να εμφανισθή ο Μεσσίας. Αρχίζοντας από το 455 π.Χ., σε ποιο έτος μας οδηγεί η προφητεία για την έλευσι του Μεσσίου του Ηγουμένου;
[Πίνακας]
455 π.Χ. έως 1 π.Χ. = 454 έτη
1 π.Χ. έως 1 μ Χ. = 1 έτος
1 μ.Χ. έως 29 μ Χ. = 28 έτη
69 εβδομάδες ετών = 483 έτη
26. (α) Πότε δείχνει η προφητεία ότι θα έπρεπε ν’ αναμένεται να εμφανισθή ο Μεσσίας; (β) Ποιος εμφανίσθηκε το έτος εκείνο για να εκπληρώση την προφητεία, και γιατί τότε μπορούσε να ονομασθή ο «Μεσσίας»; (γ) Εδόθη τότε και άλλη επιβεβαιωτική απόδειξις για την αναγνώρισι της ταυτότητός του ως του Μεσσίου; (δ) Ποιο σημείο είναι ενδιαφέρον σχετικά με το χρόνο της ενάρξεως των εξήντα εννέα εβδομάδων; (ε) Πότε συνετελέσθη η ανοικοδόμησις των τειχών;
26 Ώστε το 29 μ Χ. είναι το έτος που μπορούσε ν’ αναμένεται ότι θα εμφανισθή ο Μεσσίας. Η ιστορία αποδεικνύει ότι πράγματι σ’ εκείνο το έτος εμφανίσθηκε ο Ιησούς, για να βαπτισθή από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη, και το άγιο πνεύμα κατέβη από τον ουρανό για να τον χρίση και να τον κάμη τον Μεσσία ή τον Χριστόν, που σημαίνει «Κεχρισμένος» ή «Ο Κεχρισμένος». Πριν από αυτό τον καιρό ήταν ο άνθρωπος Ιησούς, αλλά δεν μπορούσε να λέγεται ο Κεχρισμένος ως τον καιρό του χρίσματός του με το άγιο πνεύμα. Ο Ιωάννης έδωσε μαρτυρία για το χρίσμα του, και ο Ιεχωβά έδωσε μαρτυρία με το σύμβολο μιας περιστεράς και αυτής της ιδίας της φωνής του που ωμίλησε από τον ουρανό. (Λουκ. 3:1, 2, 21-23) Ένα ενδιαφέρον γεγονός σχετικά με την ακρίβεια αυτού του υπολογισμού του χρόνου είναι ότι το έτος, στο οποίο έκαμαν οι 69 εβδομάδες την έναρξί τους, άρχισε, όχι τον μήνα Νισάν, αλλά τον μήνα Τισρί, ο οποίος είναι ο μήνας που εβαπτίσθη και εχρίσθη ο Ιησούς. Η χρονολογία της ενάρξεως της οικοδομήσεως των τειχών προκύπτει από το εδάφιο Νεεμίας 6:15, το οποίο λέγει: «Ούτω συνετελέσθη το τείχος κατά την εικοστήν πέμπτην του μηνός Ελούλ [του δωδεκάτου μηνός], εν πεντήκοντα δύο ημέραις.» Ο μήνας Αβ, ο οποίος προηγήθη του Ελούλ, είχε τριάντα ημέρες, ώστε το έργο της ανοικοδομήσεως πρέπει να είχε αρχίσει στις τέσσερες του μηνός Αβ του 455 π.Χ., ή 27-28 Ιουλίου, και να έληξε στις 16-17 Σεπτεμβρίου 455 π.Χ., πάντοτε εντός του εικοστού έτους του Αρταξέρξου.
27. Γιατί το έτος 455 π.Χ. ήταν ένα αξιοσημείωτο έτος ευνοίας για τη Σιών;
27 Ασφαλώς η προφητεία του Δανιήλ ήταν αληθινή, με το ότι το έτος 455 π.Χ., που ήταν το εικοστό έτος του Πέρσου αυτοκράτορος, Αρταξέρξου του Μακρόχειρος, ήταν ένα αξιοσημείωτο έτος, οπότε άρχιζε μια εποχή θείας ευνοίας προς τη Σιών. Ήταν μία από τις πιο εξέχουσες χρονολογίες στην ιστορία, διότι εσημείωνε την έναρξι των εξήντα εννέα εβδομάδων ετών, οι οποίες ωδήγησαν ως την άφιξι του από μακρού υποσχεμένου Σπέρματος της γυναικός του Θεού, του Μεσσίου.—Δαν. 9:25.
28. (α) Για ποιον σκοπό η προφητεία του Δανιήλ περί των ‘εβδομήκοντα εβδομάδων’ εχρησίμευσε στο Ιουδαϊκό έθνος και σε μας σήμερα; (β) Πώς γνωρίζομε ότι στην εποχή της εμφανίσεως του Ιωάννου του Βαπτιστού οι Ιουδαίοι ήσαν ενήμεροι του χρόνου που ετόνιζε η προφητεία του Δανιήλ; (γ) Τι συνέβη στο μέσον και το τέλος της εβδομηκοστής εβδομάδος;
28 Αυτή η αξιοσημείωτη προφητεία του Δανιήλ εχρησίμευσε επί 400 και πλέον χρόνια ως ένα φως. Και όχι μόνο αυτό: υπήρξε μία από τις πιο μεγάλες προμήθειες για την αναγνώρισι της ταυτότητος του Μεσσίου στο Ιουδαϊκό έθνος και σε μας σήμερα. Προτού συμπληρωθούν τα 483 χρόνια, η προφητεία σχετικά με τον πρόδρομο του Μεσσίου είχε εκπληρωθή και οι Ιουδαίοι άκουσαν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ν’ αναγγέλλη την παρουσία του Μεσσίου. Είναι γεγονός ότι οι Ιουδαίοι απέβλεπαν στην εμφάνισι του Μεσσίου του Ηγουμένου καθώς εξήταζαν τις προφητείες, στις οποίες περιελαμβάνοντο και η χρονική προφητεία του Δανιήλ, και το έργο του Ιωάννου του Βαπτιστού. Το εδάφιο Λουκάς 3:15 λέγει: «Ενώ δε επρόσμενεν ο λαός, και διελογίζοντο πάντες εν ταις καρδίαις αυτών περί του Ιωάννου, μήποτε αυτός είναι ο Χριστός.» Όπως είχε προείπει ο Δανιήλ, στο μέσον της τελικής εβδομάδος ετών, ή ύστερα από τριάμισυ έτη διακονίας του Ιησού αυτός εκόπη. Απέθανε επάνω στο ξύλο του μαρτυρίου την 14η του μηνός Νισάν, στο μέσον του σεληνιακού έτους, που είχε αρχίσει το φθινόπωρο με τον μήνα Τισρί. Ύστερ’ από τριάμισυ χρόνια έληξε η εβδομηκοστή εβδομάς ετών, όταν εχρίσθη ο Κορνήλιος, ο πρώτος Εθνικός, ο οποίος εισήχθη στο σώμα του Χριστού, για να είναι μεταξύ του σώματος των κεχρισμένων.—Ησ. 40:3· Ματθ. 3:3· Δαν. 9:24.
29. Ποιο αποτέλεσμα πρέπει να έχη επάνω μας η εκτίμησις αυτής της προφητείας του Δανιήλ, τι πρέπει να κάνωμε σχετικά με αυτήν, και γιατί;
29 Όταν ένα λογικευόμενο άτομο σκεφθή την πρόβλεψι και την τρομακτική δύναμι, που απαιτείται για να επιτευχθή η εκπλήρωσις μιας τέτοιας προφητείας, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνο άτομα αλλά και ολόκληρα έθνη, δεν μπορεί παρά να διαπιστώση ή τουλάχιστον να δώση τη μεγαλύτερη προσοχή στην αναγνώρισι της ταυτότητος του Ιησού Χριστού ως Μεσσίου. Όσοι ειλικρινά επιθυμούν να ζήσουν θα το πράξουν αυτό, διότι ο Μεσσίας είναι το Σπέρμα της γυναικός του Θεού και το Σπέρμα του Αβραάμ, ο οποίος θα καταστρέψη όλους τους εχθρούς του Θεού. Επίσης, μέσω αυτού όλες οι φυλές της γης θα ευλογηθούν, αν ασκήσουν πίστι στον Κεχρισμένο Βασιλέα και Ηγούμενον, τον Υιόν του Παντοδυνάμου Θεού Ιεχωβά και ακολουθήσουν τις εντολές του.—Γέν. 22:17, 18.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΜάρτιοΗ Σκοπιά—1966 | 1 Φεβρουαρίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Μάρτιο
1 Αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας σας ως εις τον Κύριον· διότι ο ανήρ είναι κεφαλή της γυναικός. . . . Αλλά καθώς η εκκλησία υποτάσσεται εις τον Χριστόν, ούτω και αι γυναίκες ας υποτάσσωνται εις τους άνδρας αυτών κατά πάντα.—Εφεσ. 5:22-24. Σ 1/1/66 6
2 Εάν ο οφθαλμός σου σε σκανδαλίζη, έκβαλε αυτόν, και ρίψον από σου· καλήτερον σοι είναι μονόφθαλμος να εισέλθης εις την ζωήν, παρά έχων δύο οφθαλμούς να ριφθής εις την γέενναν του πυρός.—Ματθ. 18:9. Σ 1/6/65 1, 4, 5α
3 Ούτω . . . προσεύχεσθε.—Ματθ. 6:9. Σ 1/1/65 18
4 Ήκουσα φωνήν αγγέλων πολλών κυκλόθεν του θρόνου και . . . ήτο ο αριθμός αυτών μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων.—Αποκάλ. 5:11. Σ 1 /11/65 5, 6
5 Ιεχωβά ο Θεός ημών είναι είς Ιεχωβά. Και θέλεις αγαπά Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της δυνάμεώς σου. Και ούτοι οι λόγοι, τους οποίους εγώ σε προστάζω σήμερον, θέλουσιν είσθαι εν τη καρδία σου.—Δευτ. 6:4-6, ΜΝΚ. Σ 15/7/65 7α
6 Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ υιός σου· κάμε με ως ένα των μισθωτών σου.—Λουκ. 15:18, 19. Σ 1/12/65 11, 12
7 Απέθανον πάντα τα κτήνη των Αιγυπτίων.—Έξοδ. 9:6. Σ 1/10/65 8
8 Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν, ειμή το να αγαπάτε αλλήλους.—Ρωμ. 13:8. Σ 1/1/66 19
9 Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν, και ας σηκώση τον σταυρόν αυτού, και ας με ακολουθή.—Ματθ. 16:24. Σ 15/12/65 10, 13, 14
10 Δεν έχει εξουσίαν ο κεραμεύς του πηλού, από του αυτού μίγματος να κάμη άλλο μεν σκεύος εις τιμήν, άλλο δε εις ατιμίαν;—Ρωμ. 9:21. Σ 15/9/65 8, 9
11 Εγώ κατά πάντα αρέσκω εις πάντας, μη ζητών το ιδικόν μου συμφέρον, αλλά το των πολλών δια να σωθώσι.—1 Κορ. 10:33. Σ 15/8/65 12α
12 Ούτως ας λάμψη το φως σας έμπροσθεν των ανθρώπων, δια να ίδωσι τα καλά σας έργα, και δοξάσωσι τον Πατέρα σας τον εν τοις ουρανοίς.—Ματθ. 5:16. Σ 1/8/65 11, 12
13 Εγώ κατοικώ εν υψηλοίς, και εν αγίω τόπω· και μετά του συντετριμμένου την καρδίαν, και του ταπεινού το πνεύμα, δια . . . να ζωοποιώ την καρδίαν των συντετριμμένων.—Ησ. 57:15. Σ 15/11/65 24
14 Δεν δύνανται πάντες να δεχθώσι τον λόγον τούτον, αλλ’ εις όσους είναι δεδομένον . . . οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών.—Ματθ. 19:11, 12. Σ 1/1/66 19α
15 Ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία· την οποίαν τινές ορεγόμενοι, απεπλανήθησαν από της πίστεως.—1 Τιμ. 6:10. Σ 15/6/65 8-10α
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Φεβρουαρίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Θεού έχουν μεγάλη χαρά λόγω της σχέσεώς των προς Αυτόν και τον κεχρισμένον Βασιλέα του, Ιησούν Χριστόν. Προσπαθούν, ανιδιοτελώς, να βοηθήσουν και άλλους να μετάσχουν στη χαρά αυτή και το πράττουν αυτό με το να τους φέρουν το άγγελμα της Γραφής, που εμπνέει πίστι. Τον Φεβρουάριο, καθώς μετέχουν στο Χριστιανικό αυτό έργο, θα προσφέρουν σε όλα τα άτομα το εξαιρετικό βοήθημα για μελέτη της Γραφής, τη Σκοπιά μαζί με τρία βιβλιάρια αντί δρχ. 30.
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
27 Φεβρουαρίου: «Κατά την Συνήθειαν Αυτού.» Σελ. 68.
6 Μαρτίου: Ποια Είναι η Δίκη Σας Θρησκευτική Συνήθεια; Σελ. 73.
13 Μαρτίου: Τι Έχει Κάμει ο «Χριστιανισμός» για Σας; Σελ. 80.
-
-
Τα Πονηρά Πνεύματα Εξασκούν Δύναμι Επάνω στον Άνθρωπο;Η Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Τα Πονηρά Πνεύματα Εξασκούν Δύναμι Επάνω στον Άνθρωπο;
ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ανθρώπων στην Ανατολή φοβούνται σε μεγάλο βαθμό τα πονηρά πνεύματα. Ο φόβος αυτός επηρεάζει βαθιά τη ζωή τους με πολλούς τρόπους. Λόγου χάριν, για να προστατευθούν από τη δύναμι πονηρών πνευμάτων, μεγάλα πλήθη κατοίκων της Ανατολής χρησιμοποιούν διάφορα αντικείμενα με παραδόξους τρόπους.
Παρατηρήστε, παραδείγματος χάριν, το μακρύ στέλεχος του «μπαμπού» [τροπικού καλαμιού], που χρησιμοποιείται κατά το «Νέον Έτος» στο Βιετνάμ. Το στέλεχος αυτό τοποθετείται μπροστά από κάθε σπίτι. Διάφορα αντικείμενα κρέμονται στην κορυφή του στελέχους, στα οποία περιλαμβάνεται ένα μικρό καλάθι, που περιέχει καρύδια «μπέτελ». Ωρισμένα όργανα προστίθενται, που κουδουνίζουν με τον ελαφρόν αέρα. Πάνω από το καλάθι, ένα μικρό τετράγωνο, καμωμένο από «μπαμπού», παριστάνει με αδρό τρόπο το φράγμα, που έχει σκοπό να σταματήση τα πονηρά πνεύματα, εμποδίζοντάς τα να μπουν στο σπίτι.
Στη Μαλαισία, επίσης, φοβούνται τα πονηρά πνεύματα, ειδικώς μέσα στο σπίτι κατά τον καιρό της εγκυμοσύνης και της γεννήσεως τέκνου. Παραδείγματος χάριν, στη διάρκεια της εγκυμοσύνης μια Μαλαισιανή θα φορέση ένα σιδερένιο καρφί στα μαλλιά της ή θα κρατή ένα οξύ όργανο, όπως ένα μαχαίρι, πιστεύοντας ότι τα πονηρά πνεύματα θα τραπούν σε φυγή στη θέα μεταλλικών αντικειμένων.
Στο Ταϊλάντ θα δήτε μπροστά από τις περισσότερες κατοικίες ένα μικρό σπίτι. Αυτό είναι ένα σπίτι για πονηρά πνεύματα. Εφόσον πολλοί πιστεύουν ότι τα πονηρά πνεύματα μπορούν να βλάψουν ανθρώπους, τα μικρά σπίτια των πνευμάτων τοποθετούνται για να προστατεύσουν τους ενοίκους του πραγματικού σπιτιού. Αναμένουν ότι τα πονηρά πνεύματα θα εξαπατηθούν από το μικρό σπίτι και θα μπουν σ’ αυτό μάλλον παρά στο πραγματικό σπίτι. Επί πλέον, για να εξευμενίσουν τα πνεύματα, οι άνθρωποι συχνά τοποθετούν τροφή μέσα στα μικρά σπίτια. Εφόσον τα μυρμήγκια τρώγουν την τροφή, πιθανόν να φαίνεται ότι η τροφή έχει αφαιρεθή μυστηριωδώς.
Προς τούτοις, τα με άγριο βλέμμα αγάλματα στις εισόδους των ναών στο Ταϊλάντ είναι εκεί για τον σκοπό εκφοβισμού και απομακρύνσεως των πονηρών πνευμάτων και τα αιχμηρά σημεία της στέγης, λέγουν μερικοί, είναι για να τα κάνουν να τρέπωνται εις φυγήν αφού καθήσουν επάνω σ’ αυτά.
Εν τούτοις, δεν υπολογίζουν σοβαρά όλοι οι Σιαμαίοι τα πονηρά πνεύματα· πράγματι, όσοι νεωτερίζουν περισσότερο είναι πιθανόν να αρνούνται ότι πιστεύουν σ’ αυτά. Αναμφιβόλως, πολλοί κάτοικοι του Ταϊλάντ απορούν με τέτοια πράγματα, όπως: Πώς μπορούν πονηρά πνεύματα με άυλα σώματα να έχουν ανάγκη τροφής ή να υποστούν ποτέ βλάβη ή να εκφοβισθούν από μεταλλικά ή άλλα αντικείμενα; Πώς μπορούν αόρατα νοήμονα πλάσματα να εκφοβισθούν ποτέ από άψυχα αγάλματα; Πώς θα μπορούσαν να εξαπατηθούν τόσο εύκολα, ώστε να νομίσουν ότι ένα μικροσκοπικό ομοίωμα οικίας είναι ένα πραγματικό σπίτι και να μπουν μέσα σ’ αυτό αντί στο πραγματικό σπίτι; Εν τούτοις, ακόμη κι εκείνοι, που ίσως να ντρέπωνται κάπως να παραδεχθούν ότι πιστεύουν σε πονηρά πνεύματα, είναι δυνατόν να διατηρούν ένα μικροσκοπικό σπίτι για τα δαιμόνια στην αυλή τους, που είναι στην πλευρά της εισόδου.
Έτσι, εγείρονται τα ερωτήματα: Υπάρχουν πονηρά πνεύματα; Ασκούν άρα γε μια πονηρή, παροδηγητική επιρροή επάνω στους ανθρώπους; Είναι μήπως αναγκαίο να προστατεύση ένας τον εαυτό του μέσω αντικειμένων ή ομοιωμάτων οικίας για πνεύματα ή κατευνασμού των δαιμονίων με τροφή και ποτό;
ΤΙ ΔΙΔΑΣΚΕΙ Η ΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ
Υπάρχει ένα ιερό Βιβλίο, που απαντά σ’ αυτά τα ερωτήματα. Αυτό είναι το αρχαιότερο βιβλίο επάνω στη γη, ένα Ανατολικό βιβλίο, του οποίου μερικά στοιχεία ανατρέχουν στο παρελθόν 6.000 περίπου χρόνια, δεκάδες αιώνων προτού τα Βουδδιστικά, τα Ταοϊστικά και άλλα παρόμοια συγγράμματα κάμουν την έναρξί τους. Αυτό το αρχαιότερο απ’ όλα τα ιερά βιβλία, είναι η Αγία Γραφή. Για να βρούμε απαντήσεις στις ερωτήσεις μας, πρέπει να προστρέξωμε σ’ αυτές τις Άγιες Γραφές.
Η αρχική θρησκεία, όπως εδιδάχθη από την Αγία Γραφή, ομιλεί πράγματι γι’ αγαθά και πονηρά πνεύματα, αλλά, όπως είναι βέβαιο, δεν διδάσκει ότι οι άνθρωποι χρειάζονται αντικείμενα, όπως είναι τα καρφιά ή τα σπίτια για πνεύματα, για να προστατευθούν ή ότι είναι ανάγκη να προσφέρουν τροφή για να εξευμενίσουν τα δαιμόνια. Η Γραφή δεν διδάσκει το είδος του φόβου των πονηρών πνευμάτων που είναι κοινός σε όλη την Ανατολή.
Το Πνεύμα, που αποτελεί το κύριο θέμα της Γραφής, είναι αγαθό, διότι Αυτός είναι ο Θεός της Βίβλου, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά. Αυτός είναι ο Συγγραφεύς της Αγίας Γραφής καθώς, επίσης, και ο Δημιουργός του ανθρώπου. Σαν τέτοιος, «ο Θεός είναι Πνεύμα», αόρατο στα ανθρώπινα μάτια.—Ιωάν. 4:24· Ψαλμ. 83:18.
Πώς μπορεί ένας να πιστεύη στον Ιεχωβά, τον Δημιουργό του ανθρώπου, χωρίς να τον βλέπη; Μπορούμε να πιστεύωμε στην ύπαρξι του Δημιουργού διότι μπορούμε να δούμε τη δημιουργία του, τα άνθη, τα πτηνά, τα ζώα και τα άλλα θαυμάσια της γης, όπως είναι οι ωκεανοί και τα βουνά, ούτως ώστε του Ιεχωβά «τα αόρατα . . . βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ποιημάτων, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και η θειότης.» Και καθώς κάνομε σκέψεις όχι μόνο για τα θαυμάσια της γης, αλλά και για την ασύλληπτη δίχως όρια έκτασι ενός σύμπαντος μέσα στο οποίο η γη είναι μια απλή κηλίδα, μπορούμε καλύτερα να εκτιμήσουμε ότι πρέπει να υπάρχη ένας Δημιουργός. Το πιο σπουδαίο είναι ότι έχομε το δικό του Βιβλίο, την Αγία Γραφή, που μας ομιλεί για τον Δημιουργό του ανθρώπου και που πείθει έναν για την ιδιότητα του Θεού ως δημιουργού. Ως Δημιουργός και Θεός, ο Ιεχωβά είναι το Μέγα και Αγαθό Πνεύμα.—Ρωμ. 1:20.
Πώς, λοιπόν, θα μπορούσαν να έλθουν σε ύπαρξι πονηρά πνεύματα; Έκαμε πράγματι ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός των ουρανών και της γης, πονηρά πνεύματα; Όχι, διότι η Γραφή μάς βεβαιώνει για την αιώνια δικαιοσύνη του λέγοντας: «Τα έργα αυτού είναι τέλεια· διότι πάσαι αι οδοί αυτού είναι κρίσις· Θεός πιστός, και δεν υπάρχει αδικία εν αυτώ· δίκαιος και ευθύς είναι αυτός. Ούτοι διεφθάρησαν.» (Δευτ. 32:4, 5) Όπως ακριβώς οι άνθρωποι έγιναν κακοί και ενήργησαν αφ’ εαυτού των με διεφθαρμένο τρόπο, έτσι μπορούν και αόρατα πνευματικά πλάσματα, που αρχικώς επλάσθησαν τέλεια, να γίνουν πονηρά. Και αυτό ακριβώς είναι εκείνο που συνέβη σε μερικούς από τους αγίους αγγέλους. Έγιναν μόνοι τους δαίμονες ή διάβολοι.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΑΙΜΩΝ, ΣΑΤΑΝΑΣ Ή ΔΙΑΒΟΛΟΣ
Πότε, για πρώτη φορά, ένα άγιο αγγελικό πλάσμα έγινε μόνο του ένα πονηρό πνεύμα; Αυτό συνέβη μετά τη δημιουργία του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ, και της συζύγου του, Εύας. Ο Ιεχωβά τούς είχε θέσει σε έναν «παράδεισον εν τη Εδέμ κατά ανατολάς.» Ήταν ένας τέλειος Παράδεισος, ο δε σκοπός του Θεού ήταν όπως το ανθρώπινο γένος γεμίση τη γη, κάνοντάς την παγγήινο Παράδεισο. Αλλά η Γραφή δείχνει ότι ένας από τους πνευματικούς υιούς του Θεού, ένας άγγελος «εν Εδέμ, τω παραδείσω του Θεού», απεφάσισε να απομακρύνη τη λατρεία του πρώτου ανδρός και της πρώτης γυναικός μακράν του Δημιουργού των, του Ιεχωβά, και να την στρέψη προς τον εαυτό του. Μέσω ενός όφεως, το αγγελικό αυτό πνεύμα εψεύσθη προς την Εύα, και παρεκίνησε αυτήν και τον σύζυγό της να παρακούσουν στον Ιεχωβά Θεό, επιφέροντας την ποινή του θανάτου στον εαυτό τους και στους μελλοντικούς απογόνους των. Το πνευματικό αυτό πλάσμα, που έφερε αμαρτία και ανταρσία μέσα στο σύμπαν, έφθασε να γίνη γνωστό ως ο Όφις, ο Διάβολος ή Σατανάς. Ο Διάβολος έχει τεθή κάτω από θανατική καταδίκη, αλλ’ ο Θεός τού επέτρεψε να παραμείνη επί ένα χρονικό διάστημα.—Γέν. 2:8· παράβαλε Ιεζ. 28:13.
Η Αγία Γραφή δείχνει, επίσης, ότι άλλα πνευματικά πλάσματα αργότερα παρήκουσαν στον Ιεχωβά Θεό, κι έτσι έγιναν δαίμονες. Πότε ήταν αυτό; Τουλάχιστον μέσα στα 120 χρόνια πριν από τον παγγήινο κατακλυσμό των ημερών του Νώε. Το Βιβλικό υπόμνημα στη Γένεσι 6:1-5 εξηγεί πώς πνευματικοί υιοί του Θεού υλοποιήθησαν ως άνθρωποι για να απολαύσουν ανθρωπίνους πόθους νυμφευόμενοι τις θυγατέρες των ανθρώπων. Αυτό αποτελούσε παρακοή στον Θεό. Έφερε κακά αποτελέσματα, στα οποία περιελαμβάνοντο και οι τερατώδεις μιγάδες που ωνομάζοντο Νεφιλείμ, οι οποίοι εγεννήθησαν ως καρπός τέτοιων γάμων. Με το ν’ ακολουθήσουν την εσφαλμένη αυτή πορεία, οι πνευματικοί αυτοί υιοί του Θεού μετεβλήθησαν μόνοι τους σε δαίμονες και έθεσαν τον εαυτό τους παρά το πλευρόν του Διαβόλου, που είναι ο ‘άρχων των δαιμονίων’.—Ματθ. 9:34· Ιούδ. 6· 2 Πέτρ. 2:4.
Αυτοί οι άγγελοι που μόνοι των έγιναν δαίμονες, είναι κάτω από καταδίκη καταστροφής, μαζί με τον Σατανά ή Διάβολο. (Ματθ. 25:41) Εντούτοις, η καταδικαστική απόφασις δεν εξετελέσθη επάνω τους στον καιρό του παγγηίνου κατακλυσμού. Διότι οι υιοί του Θεού αφήκαν τα υλικά των σώματα για να διαφύγουν από τον Κατακλυσμό, και επέστρεψαν στο πνευματικό βασίλειο. Αλλά δεν τους επετράπη να γίνουν πάλι μέρος της οργανώσεως του Θεού, που αποτελείται από αγίους αγγέλους· αντιθέτως, ζουν μέχρι σήμερα σε μια εκφυλισμένη κατάστασι πνευματικού σκότους.
Η Γραφή δείχνει περαιτέρω ότι μετά τη γέννησι της ουράνιας βασιλείας του Θεού δια του Υιού του, Ιησού Χριστού, ο Διάβολος και οι άγγελοί του ερρίφθησαν κάτω προς τα γειτονικά μέρη της γης: «Και ερρίφθη ο δράκων ο μέγας, ο όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος, και ο Σατανάς, ο πλανών την οικουμένην όλην, ερρίφθη εις την γην· και οι άγγελοι αυτού ερρίφθησαν μετ αυτού.» (Αποκάλ. 12:9) Εδώ κάτω κοντά στη γη, δεν επιτρέπεται πια σ’ αυτούς τους δαιμονικούς αγγέλους να υλοποιούνται με σάρκα όπως έκαναν πριν από τον παγγήινο Κατακλυσμό. Όμως, μπορούν να ασκήσουν δύναμι επάνω στους ανθρώπους, και τόσο πολύ, ώστε η Γραφή λέγει ότι ο Σατανάς, μαζί με τους δαίμονες, είναι «ο πλανών την οικουμένην όλην.»
ΠΩΣ ΤΑ ΠΟΝΗΡΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΑΣΚΟΥΝ ΔΥΝΑΜΙ ΕΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
Το ότι τα πονηρά πνεύματα ασκούν πράγματι παροδηγητική δύναμι επάνω στους ανθρώπους, μας το βεβαιώνει η Γραφή λέγοντας: «Ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται,» δηλαδή, κάτω από τον Σατανά ή Διάβολο. (1 Ιωάν. 5:19) Πώς όμως τα πονηρά αυτά πνεύματα ασκούν δύναμι επάνω στους ανθρώπους, για να τους παροδηγήσουν;
Πάλιν, η Αγία Γραφή είναι εκείνη που καθορίζει τους πολλούς τρόπους, με τους οποίους τα πονηρά πνεύματα εξαπατούν και παραπλανούν τους ανθρώπους. Το κάνουν αυτό μέσω πνευματιστικών επιδόσεων, που καταδικάζονται από τον Ιεχωβά Θεό, διότι προέρχονται από τους δαίμονες και όχι από τον Θεό. Ο Ιεχωβά προειδοποιεί τον λαόν του εναντίον αυτών των επιδόσεων, όπως δείχνει η Γραφή: «Δεν θέλει ευρεθή εις σε ουδείς, . . . μαντευόμενος μαντείαν, ή προγνώστης των καιρών, ή οιωνοσκόπος, ή μάγος, ή γόης, ή ανταποκριτής δαιμονίων, ή τερατοσκόπος, ή νεκρόμαντις. Διότι πας ο πράττων ταύτα είναι βδέλυγμα εις τον Ιεχωβά.»—Δευτ. 18:10-12, ΜΝΚ.
Μεταξύ αυτών των επιδόσεων, που καταδικάζονται από τον Θεό της Γραφής, είναι το να συμβουλεύεται ένας πρόσωπα, όπως είναι οι προγνώσται της τύχης και τα πνευματιστικά μέντιουμ που προλέγουν γεγονότα. Λόγου χάριν, ο άνθρωπος, που είναι στην υπηρεσία των ναών της Κίνας και του Βιετνάμ, είναι συχνά ένα πνευματιστικό μέντιουμ. Ο λαός τον παρακαλεί να τον φέρη σ’ επαφή με τον Θεό του ναού. Διεξάγεται μια πνευματιστική συνεδρίασις μέσα στο ναό, ενώ το μέντιουμ επικαλείται τον Θεό προσφέροντας κινεζικό λιβάνι. Έπειτα περιπίπτει σε έκστασι, κτυπώντας ίσως και κουδούνια. Οι άνθρωποι ζητούν ‘χάρες’ και υποβάλλουν ερωτήσεις για το μέλλον και δέχονται απαντήσεις μέσω της φωνής του πνευματιστικού μέντιουμ. Όταν τα πνευματιστικά μέντιουμ υποβάλλουν μ’ αυτόν τον τρόπον ερωτήσεις για κάποιον θεό ή για τους νεκρούς, έρχονται, στην πραγματικότητα, σ’ επαφή με τα πονηρά πνεύματα, με τους δαίμονες. Όλη αυτή η ενασχόλησις καταδικάζεται από τη Γραφή σαν κάτι βδελυκτό στον Θεό, διότι είναι δαιμονισμός.
Από τη Γραφή, επίσης, καταδικάζεται η άσκησις μαγείας, η οποία περιλαμβάνει τα πολλά μαγικά κατορθώματα που εκτελούνται από τους ‘γιόγκα’ και άλλους, όπως είναι το να ανυψώνωνται αυτομάτως από το έδαφος, να ενταφιάζωνται ζωντανοί επί πολλές ώρες, να βαδίζουν επάνω σε πυρακτωμένα κάρβουνα, να τρώγουν γυαλιά, καρφιά και ούτω καθεξής. Αυτό που ονομάζεται μαύρη μαγεία είναι, επίσης, έργο των δαιμόνων. Έτσι η Γραφή καταδικάζει τους μάγους, εκείνους που ‘δένουν’ άλλους με μια μαγική ρήσι, πράγμα, που κάνουν χρησιμοποιώντας μερικές τρίχες του θύματος ή λίγο αίμα του ως ‘μέσον επαφής,’ για να γοητεύσουν κάποιον, ή με το να πλάθουν από πηλό ή κηρό το ομοίωμα ενός ανθρώπου, που ο γόης ή ο ιατρο-μάγος θέλει να βλάψη ή να καταστρέψη, εμπήγοντας κατόπιν πάνω σ’ αυτό καρφίτσες. Τέτοια μαύρη μαγεία είναι έργο πονηρών πνευμάτων.
Έπειτα υπάρχει η μαντεία, που είναι κοινή σε όλο τον κόσμο. Μαντεία είναι η απόκτησις γνώσεως περί του αγνώστου ή του μέλλοντος μέσω οιωνών και υπερφυσικής, δαιμονικής δυνάμεως. Υπάρχουν εκατοντάδες μεθόδων μαντείας, όπως η χρήσις μαντευτικών ράβδων, η εξέτασις του μήκους ενός σχισμένου ινδοκαλάμου, η κατεύθυνσις προς την οποία ρέει το αίμα ενός φονευμένου ζώου, τα οστά της όρνιθος, τα εντόσθια των ζώων, η πτήσις ωρισμένων πουλιών, η ενατένισις προς τα τζάμια, η χρήσις παιγνιοχάρτων, η εξέτασις των γραμμών της χειρός κάποιου, που ονομάζεται χειρομαντεία, η πτώσις σε έκστασι κατόπιν αυθυποβολής και ο κοινός τρόπος της χρήσεως ονείρων ως οιωνών. Όλα αυτά τα είδη μαντείας καθώς και η οιωνοσκοπία δεν διδάσκονται από τη Γραφή· αντιθέτως, δίδεται προειδοποίησις εναντίον των και εκτίθενται από τη Γραφή ως απατηλές διδασκαλίες και έργο πονηρών πνευμάτων με σκοπό να παραπλανούν ανθρώπους.—1 Τιμ. 4:1.
ΜΑΝΤΕΙΑ ΜΕΣΩ ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑΣ
Ένα από τα πιο κοινά μέσα, με τα οποία γίνεται προσπάθεια να προλέγεται το μέλλον, είναι η μαντεία μέσω αστρολογίας. Η αστρολογία είναι μαντεία μέσω των αστέρων και πλανητών, μια συνήθεια που έχει ασκήσει τεραστία επιρροή επάνω στους ανθρώπους της Ανατολής. Εκείνοι, που ασκούν μαντεία δια της αστρολογίας, πιστεύουν ότι ωρισμένες ημέρες ή ωρισμένοι μήνες είναι ευνοϊκοί όσον αφορά σε γάμο, επιχειρήσεις, πολιτική, ακόμη δε και ταφή. Λόγου χάριν, το σώμα του τελευταίου βασιλέως του Λάος εκρατήθη επί ένα περίπου έτος ωσότου έφθασε ένας καιρός ευνοϊκός για ταφή. Το 1952, στη Βούρμα, η κυβέρνησις παρητήθη επί πέντε λεπτά λόγω μιας αστρολογικής προρρήσεως. Το 1959, η ορκωμοσία της πρώτης κατόπιν εκλογών κυβερνήσεως του Νεπάλ ανεβλήθη επί δύο ημέρες, επειδή μερικοί επίστευαν ότι η προσδιωρισμένη ημέρα ήταν, από αστρολογικής απόψεως, δυσοίωνη. Το 1962, οι Ινδοί αστρολόγοι προείπαν μεγάλες καταστροφές ή το τέλος του κόσμου μεταξύ της 3ης και 5ης Φεβρουαρίου. Υπελογίσθη ότι η αστρολογική κρίσις έκαμε την Ινδία να χάση, σε χρήμα μόνο, 350 εκατομμύρια ρουπίας—περίπου 70.000.000 δολλάρια! Στο Σικκίμ, λόγω της συμβουλής των αστρολόγων, ο γάμος του γυιού του μαχαραγιά με την Νεοϋορκέζα Χόουπ Κουκ, που είχε κάμει την επίσημη εμφάνισί της, ανεβλήθη ως το 1963.
Η Γραφή καθιστά σαφές ότι σ’ όλες αυτές τις μεθόδους μαντείας, είτε με την αστρολογία είτε με άλλα μέσα, ο Ιεχωβά Θεός αντιτάσσεται και ότι αποδεικνύεται πως είναι μάταιες και καταστρεπτικές για κείνους που βασίζονται σ’ αυτές. Αυτό τονίζεται με ό,τι συνέβη σ’ εκείνους που έδωσαν αρχή στην αστρολογία, τους αρχαίους Βαβυλωνίους. Ναι, στην αρχαία Βαβυλώνα ήταν που άρχισε η αστρολογία, καθώς επίσης και η άσκησις της μαγείας και της γοητείας. Αλλά μήπως έσωσε τη Βαβυλώνα η αστρολογία; Διακόσια σχεδόν χρόνια προτού να κυριευθή η Βαβυλών από τους Μήδους και Πέρσας, η Αγία Γραφή έδωσε την απάντησι, δείχνοντας ότι οι αστρολόγοι θα ήσαν ανωφελείς, ανίκανοι να σώσουν τη Βαβυλώνα: «Στήθι τώρα με τας γοητείας σου, και με το πλήθος των μαγειών σου, εις τας οποίας ηγωνίσθης εκ νεότητός σου· αν δύνασαι να ωφεληθής, αν δύνασαι να υπερισχύσης. Απέκαμες εν τω πλήθει των βουλών σου. Ας σηκωθώσι τώρα οι ουρανοσκόποι, οι αστρολόγοι, οι μηνολόγοι προγνωστικοί, και ας σε σώσωσιν εκ των επερχομένων επί σε. Ιδού, θέλουσιν είσθαι ως άχυρον· πυρ θέλει κατακαύσει αυτούς· δεν θέλουσι δυνηθή να σώσωσιν εαυτούς από της δυνάμεως της φλογός.»—Ησ. 47:12- 14.
Πώς απεδείχθη ότι ήσαν εντελώς άχρηστοι οι αστρολόγοι της Βαβυλώνος όταν η Βαβυλών ευρέθη υπό την απειλή των Μήδων και Περσών! Λίγες ώρες προτού πέση η Βαβυλών στα χέρια του Κύρου του Πέρσου στο 539 π.Χ., ο Ιεχωβά Θεός έκαμε να εμφανισθή ένα μυστηριώδες χειρόγραφο επάνω στον τοίχο του βασιλικού ανακτόρου. Ο βασιλεύς εκάλεσε όλους τους σοφούς του και τους αστρολόγους για να το εξηγήσουν. Αλλά «δεν ηδύναντο να αναγνώσωσι την γραφήν, ουδέ την ερμηνείαν αυτής να φανερώσωσι προς τον βασιλέα.» Δεν ήσαν οι ουρανοσκόποι αλλ’ ένας λάτρης του Δημιουργού των ουρανών, που έδωσε την ερμηνεία στο χειρόγραφο που εσήμαινε «εμέτρησεν ο Θεός την βασιλείαν σου, και ετελείωσεν αυτήν.» Η Βαβυλών έπεσε, ενώ οι αστρολόγοι της απετύγχαναν να σώσουν τον βασιλέα, το βασίλειο ή ακόμη τον εαυτό τους. Εδώ βλέπομε την αστρολογία να καταδικάζεται λόγω αγνωσίας και αδυναμίας στην ίδια ακριβώς θέσι, όπου έλαβε την αρχή της και όπου ησκείτο περισσότερο. Η αστρολογία όχι μόνο εξαπατά εκείνους που βασίζονται σ’ αυτήν, αλλά είναι ένας από τους τρόπους, με τους οποίους τα πονηρά πνεύματα παραπλανούν το ανθρώπινο γένος.—Δαν. 5:1-31.
ΑΝΤΙΣΤΑΘΗΤΕ ΣΤΑ ΠΟΝΗΡΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ
Πώς, λοιπόν, μπορεί ένας να προστατεύση τον εαυτό του από την παραπλανητική επιρροή των πονηρών πνευμάτων; Πρώτ’ απ’ όλα, απελευθερωθήτε απ’ όλες εκείνες τις επιδόσεις, που καταδικάζονται από τη Γραφή ως βδελυκτές στον Θεό—μαντεία, είτε μέσω αστρολογίας, είτε με οιονδήποτε άλλον τρόπο, οιωνοσκοπία, όπως είναι η ονειρομαντεία και το να συμβουλεύεσθε προγνώστας γεγονότων, όπως είναι τα πνευματιστικά μέντιουμ. Μην έχετε καμμιά σχέσι με μάγους ή μ’ εκείνους που ασκούν τις μαγικές τέχνες και τις γοητείες. Παραμένετε ελεύθεροι από όλες αυτές τις μορφές του δαιμονισμού.
Μολονότι τα πονηρά πνεύματα εξασκούν πράγματι παραπλανητική δύναμι επάνω στο περισσότερο μέρος του ανθρωπίνου γένους, εκείνοι που λατρεύουν τον Ιεχωβά Θεό δεν είναι μεταξύ εκείνων που ‘εν τω πονηρώ κείνται’. Η Γραφή συμβουλεύει: «Αντιστάθητε εις τον διάβολον, και θέλει φύγει από σας.» (Ιάκ. 4:7) Δείξτε αντίστασι στον Διάβολο φορώντας την πνευματική πανοπλία, που ο Θεός προμηθεύει για ν’ αγωνίζεσθε εναντίον των δαιμόνων: «Ενδύθητε την πανοπλίαν του Θεού, δια να δυνηθήτε να σταθήτε εναντίον εις τας μεθοδείας του διαβόλου.» Αυτό απαιτεί πίστι στον Ιεχωβά Θεό, γνώσι περί αυτού και περί του σκοπού του να καταστρέψη τον Διάβολο και τους δαίμονες και να κάμη δυνατή την αιώνιο ζωή σε μια Παραδεισιακή γη μέσω της ουρανίας βασιλείας του. Ο Θεός, επίσης, προμηθεύει «την μάχαιραν του πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του Θεού», την Αγία Γραφή, για να σας βοηθήση ν’ αγωνίζεσθε επιτυχώς εναντίον των πονηρών πνευματικών δυνάμεων.—Εφεσ. 6:11-18.
Λοιπόν, ελευθερωθήτε από την παροδηγητική δύναμι των δαιμόνων. Χρησιμοποιήστε τη Γραφή για να βοηθήσετε τον εαυτό σας και για να βοηθήσετε άλλους να ελευθερωθούν από δαιμονικές επιδόσεις. Μην είσθε μεταξύ εκείνων, που βρίσκονται στα δεσμά του φόβου των πονηρών πνευμάτων, προσπαθώντας με αγνωσία να προστατεύσουν τον εαυτό τους με τη χρήσι καρφιών, σπιτιών για πνεύματα, αστρολογίας, γοητειών και παρομοίων. Αλλ’ αποκτήστε τα πνευματικά όπλα, που προμηθεύει ο Θεός γι’ αντίστασι κατά του Διαβόλου και των δαιμόνων. Εισέλθετε μέσα στην ένδοξη ελευθερία εκείνων, που γνωρίζουν την αλήθεια της Γραφής μέσω του Υιού του Θεού, και αυτή «η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.»—Ιωάν. 8:32.
-
-
Έχει Σημασία Ποιον Θεόν ΛατρεύετεΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Έχει Σημασία Ποιον Θεόν Λατρεύετε
1. Ποια αισθήματα σχετικά με τη λατρεία ακούμε συχνά να διατυπώνωνται και γιατί είναι σπουδαίο ποια θα είναι η άποψίς μας περί θρησκείας;
ΤΑ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ, που συχνά ακούμε να διατυπώνονται από τον άμβωνα, στις εφημερίδες, στις τοιχοκολλήσεις και από άτομα είναι ότι, «Δεν έχει σημασία ποιον Θεό λατρεύετε, αρκεί να λατρεύετε.» «Πηγαίνετε στην εκκλησία της αρεσκείας σας,» ή, «Ο καθένας οφείλει να βρη τον Θεό και να τον λατρεύη με τον ιδικό του τρόπο.» Πλείστοι από τους ανθρώπους, που κάνουν αυτές τις δηλώσεις, εδέχθησαν τη θρησκεία, που ασκούν, διότι πιστεύουν ότι θα τους δώση ζωή. Αυτό σημαίνει ότι πολλά εξαρτώνται από τη θρησκεία, διότι, αν ένας δεν έχη ζωή, τι μπορεί να έχη; Προσέχετε, λοιπόν, ποια άποψι περί θρησκείας υιοθετείτε.
2. Πώς οι λόγοι του Υιού του Θεού παραβάλλονται με τα ανωτέρω αισθήματα;
2 Ας παραβάλωμε τα ανωτέρω λόγια με ό,τι είπε ο Υιός του Θεού. Ομιλώντας σε μια γυναίκα Σαμαρειτικής θρησκείας, της είπε: «Γύναι, πίστευσόν μοι, ότι έρχεται ώρα, ότε ούτε εις το όρος τούτο, ούτε εις τα Ιεροσόλυμα θέλετε προσκυνήσει τον Πατέρα. Ο Θεός είναι πνεύμα· και οι προσκυνούντες αυτόν, εν πνεύματι και αληθεία πρέπει να προσκυνώσι.» (Ιωάν. 4:21, 24) Όσο για το τι είναι αλήθεια, ο Ιησούς είπε απευθυνόμενος προς τον ουράνιο Ποαέρα του: «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17) Η αλήθεια είναι, επομένως, αυτό που βρίσκεται σε αρμονία με την πραγματική κατάστασι των πραγμάτων και με τον Λόγο του Θεού, τον αληθινό οδηγό. Ο Ιησούς ως ο Υιός του Θεού ήταν ο Μόνος στον υπέρτατο βαθμό οικείος με τον Πατέρα του και είπε ότι αυτός ο ίδιος ήταν αφοσιωμένος στο να πράττη το θέλημα του Πατρός του. (Ιωάν. 4:34) Από αυτό είμεθα υποχρεωμένοι να συμπεράνωμε ότι ένας ψευδής Θεός ή ένας εσφαλμένος τρόπος λατρείας δεν θα κατέληγε σ’ επιτυχία.
Η ΑΓΝΟΙΑ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ
3. Μήπως αποτελεί δικαιολογία η άγνοια της αληθείας, ή σε τι μπορεί αυτή να οδηγήση;
3 Επί πλέον, το ότι ούτε ακόμη και η άγνοια θα δικαιολογούσε κάποιον απεδείχθη σαφώς από τη δήλωσι του Ιησού στους μαθητάς του σχετικά με τους Φαρισαίους: «Αφήσατε αυτούς· είναι οδηγοί τυφλοί τυφλών· τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει.» (Ματθ. 15:14) Το ότι η άγνοια μπορεί να κάμη έναν να πέση σε τρομερή παγίδα, που θα επιφέρη τη δική του καταστροφή, ο Παύλος το κατέστησε σαφές: «Λαλούμεν σοφίαν Θεού . . . την οποίαν ουδείς των αρχόντων του αιώνος τούτου εγνώρισε· διότι αν ήθελον γνωρίσει, δεν ήθελον σταυρώσει τον Κύριον της δόξης.» (1 Κορ. 2:7, 8) Έτσι το μέγιστο έγκλημα της ιστορίας διεπράχθη από ανθρώπους παραπλανημένους λόγω αγνοίας.
4. (α) Τι προσπαθούν να κάμουν όσοι λέγουν ότι όλες οι θρησκείες είναι καλές; (β) Ποια προειδοποίησι δίνει ο Θεός γι’ αυτό;
4 Αυτοί, οι οποίοι βλέπουν τις θρησκείες του κόσμου σήμερα και λέγουν ότι όλες οι θρησκείες είναι καλές, προσπαθούν να συγκρατήσουν και να διασώσουν εκείνο, που ο Θεός έχει καταδικάσει σε απόλυτη ερήμωσι. Διότι προσπαθούν να συγκρατήσουν τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, την παγκόσμιο αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας, σχετικά με την οποία ο Θεός προειδοποιεί: «Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου, δια να μη συγκοινωνήσητε εις τας αμαρτίας αυτής, και να μη λάβητε εκ των πληγών αυτής.» Ο Θεός έχει αποφασίσει: «Ούτω με ορμήν θέλει ριφθή η Βαβυλών η μεγάλη πόλις, και δεν θέλει ευρεθή πλέον.» (Αποκάλ. 18:4, 21) Σας φαίνονται αυτές οι δηλώσεις πάρα πολύ ισχυρές; Αν νομίζετε έτσι, τότε να είσθε πολύ, πολύ προσεκτικός, επειδή μπορεί να βρεθήτε σε σύγκρουσι με τις εντολές και τα διατάγματα του Θεού προς καταστροφήν σας. Λάβετε ως αναμφισβήτητη απόδειξι τούτου την ιστορία της παρακμής και ερημώσεως της αρχαίας πόλεως Βαβυλώνος.
Η ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΗ ΒΑΒΥΛΩΝΑ
5. (α) Σε τι ωδήγησε τη Βαβυλώνα η θρησκεία της; (β) Μετεβλήθη αμέσως σε πλήρη ερείπια την εποχή της πτώσεώς της στον Κύρο το 539 π.Χ.;
5 Ποτέ δεν υπήρξε μια περισσότερο θρησκευτική πόλις από τη Βαβυλώνα. Ήταν πολύ αφωσιωμένη στη λατρεία των θεών της, αλλά μπόρεσαν αυτοί να την σώσουν; Όχι· μάλλον, η λατρεία της προς θεούς άλλους πλην του Ιεχωβά την ωδήγησε στην καταστροφή της, και τι απόλυτη καταστροφή! Όταν η Βαβυλών έπεσε το 539 π.Χ., δεν μετεβλήθη αμέσως σε ερείπια για μερικές εκατονταετίες, ακόμη και μέχρι της εποχής της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας. Αλλ’ η απόφασις του Θεού, ωστόσο, εξετελέσθη εναντίον της. Μετά την πτώσι της στους Πέρσας το 539 π.Χ., έχασε τη λαβή της επάνω στον λαό του Θεού και άρχισε να παρακμάζη.
6. (α) Πόσο μακριά στην ιστορία μας μεταφέρουν οι Εβραϊκές Γραφές; (β) Πότε εγράφη το τελευταίο βιβλίο του Εβραϊκού κανόνος των Γραφών, και γιατί τελειώνουν εκεί οι Εβραϊκές Γραφές, στη διάρκεια της κυριαρχίας της Περσικής Αυτοκρατορίας;
6 Από τότε η Βίβλος δεν έχει πολλά να πη γι’ αυτή την αρχαία πόλι. Οι θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές δεν μας οδηγούν, λοιπόν, πολύ πέρα από την πτώσι της Βαβυλώνος, διότι ασχολούνται με την ιστορία του Ιουδαϊκού έθνους μόνο μέχρι του Κυβερνήτου Νεεμία, ο οποίος έγραψε το βιβλίο που φέρει το όνομα του το 443 π.Χ. περίπου. Το τελευταίο βιβλίο του κανόνος των Εβραϊκών Γραφών εγράφη από ένα Ιουδαίο που ελέγετο Μαλαχίας. Το βιβλίο του Μαλαχία εγράφη πιθανώς το 442 π.Χ., στη διάρκεια της βασιλείας του Βασιλέως Αρταξέρξου του Μακρόχειρος. Οι Εβραϊκές Γραφές κλείνουν στη διάρκεια της Περσικής Αυτοκρατορίας, της Τετάρτης Παγκοσμίου Δυνάμεως, και η αιτία πολύ προφανώς είναι διότι η Περσική Αυτοκρατορία άρχισε με τη βασιλεία του Κύρου του Μεγάλου, ο οποίος επέφερε την πτώσι της Βαβυλώνος ως μιας παγκοσμίου δυνάμεως και ο οποίος απελευθέρωσε τον λαό του Ιεχωβά. Αυτός, επομένως, ήταν ένας τύπος ή προφητική εικών του υποσχεμένου Μεσσίου ή Χριστού. Η αυτοκρατορία του παρέμεινε αήττητη ωσότου οι θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές συνεπληρώθησαν το 442 π.Χ. περίπου.
7. (α) Ποιες προσπάθειες για μια εκδίκησι έκαμε η Βαβυλών; (β) Ποια παράδοσι κατήργησε ο Δαρείος Α΄, με ποια αποτελέσματα;
7 Στις ημέρες του Δαρείου 1 (το 522 π.Χ.) η Βαβυλών προσεπάθησε να διοργανώση μια εκδίκησι, όταν ο τοπικός κυβερνήτης της (Νιντινταμπέλ), ο οποίος είχε λάβει το όνομα Ναβουχοδονόσορ Γ΄, εστασίασε. Ο Δαρείος 1 τον ενίκησε και ύστερα τον εφόνευσε στη Βαβυλώνα. Η Βαβυλών και πάλι εστασίασε το 521 π.Χ. υπό τον Αρμένιον Αράκα, ο οποίος έλαβε το όνομα Ναβουχοδονόσορ Δ΄. Ο Δαρείος τον ενίκησε, κατέλαβε την πόλι εξ εφόδου και εισήλθε σ’ αυτήν ως κατακτητής. Ο Δαρείος, συνεπώς, κατήργησε την παλαιά παράδοσι, δηλαδή, ότι ο Βηλ ήταν εκείνος, ο οποίος μπορούσε ν’ απονείμη σ’ ένα άνθρωπο το δικαίωμα να κυβερνά εκείνο το τμήμα της γης. Ο Δαρείος έπαυσε ν’ αναγνωρίζη ένα τέτοιο ψευδή ισχυρισμό. Τι χτύπημα κατά του Βηλ ή Μαρδώκ! Αυτή τη φορά, όταν οι Πέρσαι κατέλαβαν την πόλι, δεν έδειξαν απέναντί της επιείκεια, όπως είχε κάμει ο Κύρος. Η Ιστορία του Ηροδότου, Βιβλίον 3, κεφάλαιο 159, λέγει:
8. Τι δείχνει ο Ηρόδοτος ότι συνέβη στη Βαβυλώνα μετά τη συντριβή της δευτέρας επαναστάσεως;
8 Έτσι κατελήφθη η Βαβυλών για δευτέρα φορά. Ο Δαρείος, αφού έγινε κύριος του τόπου, κατέστρεψε το τείχος, και κατεδάφισε τις πύλες· διότι ο Κύρος δεν είχε κάμει ούτε το ένα ούτε το άλλο, όταν κατέλαβε τη Βαβυλώνα.
9, 10. Τι λέγει Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία ότι συνέβη στη Βαβυλώνα μετά την κατάληψι της πόλεως από τον Δαρείο για δευτέρα φορά;
9 Ώστε, ενώ η Ιερουσαλήμ ήταν υπό ανοικοδόμησιν, η Βαβυλών παρήκμαζε σταθερά, όπως περιγράφεται από τη Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία (1910), Τόμος 3, σελίς 106β:
10 Μ’ αυτή την ευκαιρία, ύστερ’ από την κατάληψί της από τους Πέρσας, τα τείχη κατεστράφησαν εν μέρει. Ο Ε-Σαγίλα, ο μεγάλος ναός του Βηλ, εν τούτοις, συνέχισε ακόμη να επισκευάζεται και να είναι ένα κέντρον Βαβυλωνιακού πατριωτισμού, ωσότου τελικά η ίδρυσις της Σελευκείας [μετά το 311 π.Χ.] έστρεψε τον πληθυσμό προς τη νέα πρωτεύουσα της Βαβυλωνίας, τα δε ερείπια της παλαιάς πόλεως έγιναν ένα λατομείο για τους οικοδόμους της νέας έδρας της κυβερνήσεως.
11, 12. Τι δείχνει η Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ ότι συνέβη τελικά στη Βαβυλώνα;
11 Όσον αφορά το πώς η Βαβυλών έφθασε να είναι ως ένα απλό λατομείο, διαβάζομε στην Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, Τόμος 1, σελίς 597:
12 Από τους γκρεμισμένους πύργους της Βαβυλώνος ηγέρθησαν όχι μόνο όλες οι παρούσες γειτονικές της πόλεις, αλλά και άλλες, οι οποίες, όπως αυτή η ίδια, έχουν προ πολλού μεταβληθή σε σκόνη. Από την εποχή του Αλεξάνδρου, τουλάχιστον τέσσερες πρωτεύουσες ανοικοδομήθησαν από τα ερείπιά της: η Σελεύκεια, από τους Έλληνας· η Κτησιφών, από τους Πάρθους· η Αλ-Μαϊντάν, από τους Πέρσας· και η Κούφα, από τους χαλίφας, με πόλεις, χωριά, και αναριθμήτους σταθμούς καραβανιών. Τα απαιτούμενα τεμάχια ερειπίων και υλικά μετεφέρθησαν δια μέσου των ποταμών και των διωρύγων.
Η ΒΑΒΥΛΩΝ ΔΙΑΔΟΧΙΚΩΣ ΚΑΤΑΠΑΤΟΥΜΕΝΗ
13. (α) Πώς η Βαβυλών έλαβε ό,τι αυτή είχε επιβάλει; (β) Ποια παγκόσμιος δύναμις διεδέχθη την Περσία, και ποιοι ήσαν οι δεσμοί της με τη Βαβυλώνα;
13 Ακριβώς όπως η Βαβυλών είχε ποδοπατήσει και ερημώσει την Ιερουσαλήμ, έτσι και η ίδια προοδευτικώς ερημώθηκε, όταν καταπατήθηκε από τις διαδοχικές παγκόσμιες δυνάμεις. Ο Δανιήλ είχε προείπει την πτώσι των Περσών στη Μακεδονική παγκόσμιο δύναμι, στο εδάφιο Δανιήλ 11:3: «Και θέλει σηκωθή βασιλεύς δυνατός, και θέλει εξουσιάζει εν δυνάμει μεγάλη, και κάμει κατά την θέλησιν αυτού.» Η Βαβυλών ήλθε κάτω από την κυριαρχία του Αλεξάνδρου του Μεγάλου το 331 π.Χ., αφού ο Αλέξανδρος είχε επιβληθή ως άρχων της Πέμπτης Παγκοσμίου Δυνάμεως με την ήττα που επέφερε στον τελευταίο βασιλέα της Περσίας, Δαρείο Γ΄, στα Γαυγάμηλα, όχι μακριά από την προηγουμένη πρωτεύουσα Νινευί. Ευρισκόμενος σ’ έξαψι από την επιτυχία του στα Γαυγάμηλα, ξεκούρασε τα στρατεύματά του στη Βαβυλώνα και συνέχισε για να καθυποτάξη το υπόλοιπο των Περσικών κτήσεων προς ανατολάς μέχρι των Ινδιών, εγκαθιστώντας μια αυτοκρατορία μεγαλύτερη από οποιαδήποτε που προηγήθη της ιδικής του. Από εδώ επέστρεψε στη Βαβυλώνα επτά έτη μετά την αναχώρησί του από αυτήν.
14. (α) Τίνος Βαβυλωνιακού τρόπου σκέψεως έπεσε θύμα ο Μέγας Αλέξανδρος, και ποιο ήταν το αποτέλεσμα για τα σχέδιά του;
14 Ένα ενδιαφέρον πλάγιο φως, που αποδεικνύει ότι ούτε ακόμη και ο πιο ισχυρός, άρχων δεν μπορεί να αγνοήση τον Θεό και ότι άγνοια του αληθινού Θεού οδηγεί σε ανατροπή των σχεδίων είναι η πείρα του Αλεξάνδρου του Μεγάλου. Στο αποκορύφωμα της δυνάμεως και επιτυχίας του, και παρά το γεγονός ότι είχε κάποια επαφή με τον λαό του Θεού και μπορούσε να γνωρίζη για τον αληθινό Θεό και την απόφασί του,a ο Αλέξανδρος έγινε Βαβυλωνιακός στις σκέψεις του. Απεφάσισε να κάμη τη Βαβυλώνα την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του. Αλλά με άγνοια εστράφη εναντίον της προφητείας του Ιεχωβά ότι: «Δεν θέλει κατοικηθή, αλλά θέλει ερημωθή άπασα.» (Ιερεμ. 50:13) Προτού μπορέση να πραγματοποιήση τα σχέδιά του, έπεσε θύμα του ελώδους πυρετού και πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ.
15. Πώς εξεπληρώθη η προφητεία του Δανιήλ μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, και ποιος έγινε άρχων επάνω στη Βαβυλωνία;
15 Ο θάνατος του Αλεξάνδρου, επίσης, επαλήθευσε την προφητεία, που εδόθη μέσω του Δανιήλ. Η αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου διηρέθη. Η διαίρεσις έγινε μεταξύ των στρατηγών του, οι οποίοι επολέμησαν μαζί του, αυτή δε η διαίρεσις απεκλήθη «Διανομή της Βαβυλώνος.» Ύστερ’ από δύο έτη, το 321 π.Χ., έγινε μια δευτέρα διανομή εις Τριπαράδεισον, και με αυτήν η κυβέρνησις της σατραπείας της Βαβυλωνίας εδόθη στον Στρατηγό Σέλευκο Νικάτορα.—Δαν. 8:22· 11:4.
16. (α) Ακολούθησε ο Σέλευκος τον ίδιο τρόπο σκέψεως σχετικά με την ίδρυσι μιας πρωτευούσης, όπως ο Αλέξανδρος; (β) Ποιος ήταν ο σκοπός για τον οποίον ο Σέλευκος ίδρυσε τη Σελεύκεια;
16 Ο Σέλευκος αντελήφθη κάποια απειλή εναντίον του και έφυγε στην Αίγυπτο, αλλά, μετά την ήττα του εχθρού του το 316 π.Χ., επέστρεψε στη Βαβυλώνα και επεξέτεινε την εξουσία του επάνω σε ολόκληρο το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου ως τους Ποταμούς Ιαξάρτη και Ινδό. Διαφορετικά από τα σχέδια του Αλεξάνδρου, ο Σέλευκος ίδρυσε μια νέα πρωτεύουσα, όχι Βαβυλωνιακού ρυθμού, αλλά Ελληνικού, το 312 π.Χ. Αυτή η πόλις, η Σελεύκεια, έκειτο επί του Τίγρητος Ποταμού ογδόντα περίπου χιλιόμετρα βορείως της Βαβυλώνος και είκοσι τέσσερα χιλιόμετρα νοτίως της σημερινής Βαγδάτης. Ποιο μέρος είχε ο Σέλευκος στην ποδοπάτησι της Βαβυλώνος; Ίδρυσε αυτή την νέα πόλι της Σελευκείας, με το «σκοπό να φθείρη τη Βαβυλώνα.»
17. Ποια ήταν η τύχη της Βαβυλώνος μετά την ίδρυσι της Σελευκείας το 312 π.Χ. έως το 129 π.Χ.;
17 Ειδικά από την εποχή που νέα πρωτεύουσα έγινε η Σελεύκεια, η Βαβυλών και οι άλλες Βαβυλωνιακές πόλεις άρχισαν να παρακμάζουν και να γίνωνται απλώς χωριά. Στο δεύτερο αιώνα π.Χ. άρχισαν οι κατακτήσεις από τον Πάρθο βασιλέα, Μιθριδάτην Α΄, και το 140 π.Χ. περίπου, η Βαβυλωνία υπετάγη στους Πάρθους. Το 129 π.Χ. η κυριαρχία που ησκείτο από τους διαδόχους του Σελεύκου Νικάτορος στην Ανατολή έληξε, παραχωρώντας τη θέσι της στην Αυτοκρατορία των Πάρθων.
18. Πότε ανετράπη η Αυτοκρατορία των Πάρθων, και από ποιον;
18 Με το να νικήσουν και ν’ αντικαταστήσουν την Ελληνική ή Πέμπτη Παγκόσμιο Δύναμι, οι Ρωμαίοι ήλθαν αναποφεύκτως σε σύγκρουσι με τους Πάρθους. Μόλις το 226 μ.Χ. ανετράπη η Αυτοκρατορία των Πάρθων, και αυτό έγινε, όχι από τους Ρωμαίους, αλλά από τους Πέρσας, οι οποίοι επανεστάτησαν και η Περσική δυναστεία των Σασσανιδών την αντικατέστησε.
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗ ΕΚΗΡΥΧΘΗ ΣΤΗ ΒΑΒΥΛΩΝΑ
19. (α) Ποιοι ήσαν μερικοί από τους δεσμούς που είχαν οι Πάρθοι με τους Ιουδαίους; (β) Ποιον δεσμό είχαν με τη Χριστιανοσύνη;
19 Οι Πάρθοι είχαν σπουδαίες σχέσεις με τους Ιουδαίους λόγω των μεγάλων παροικιών των Ιουδαίων στη Μεσοποταμία. Στη διάρκεια της βασιλείας του Πάρθου βασιλέως Αρταβάνου Γ΄, από το 16 ως το 42 μ.Χ., έλαβε χώραν μια τρομερή σφαγή πενήντα χιλιάδων και πλέον Ιουδαίων αποίκων στη Μεσοποταμία, όπως αναφέρει ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίο 18, κεφάλαιο 9, παράγραφοι 7-9. Σύμφωνα με τα εδάφια Πράξεις 2:5-11, ήσαν παρόντες κατά τον εορτασμό της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ. Ιουδαίοι και προσήλυτοι «Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίται, και οι κατοικούντες την Μεσοποταμίαν.» Αυτοί οι λάτρεις από την Αυτοκρατορία των Πάρθων άκουσαν τον Πέτρο και τους άλλους Χριστιανούς αποστόλους να κηρύττουν, και μερικοί από αυτούς εβαπτίσθησαν ως προσήλυτοι στη Χριστιανοσύνη. Είχαν ευθύνη να μεταφέρουν το Χριστιανικό άγγελμα μαζί τους, όταν θα επέστρεφαν στη Μεσοποταμία και άλλα μέρη της Αυτοκρατορίας των Πάρθων.
20. Επί πόσον καιρό εξακολούθησε να υπάρχη η Βαβυλών;
20 Η Βαβυλών διετήρησε κάποιο είδος υπάρξεως ως τη Χριστιανική εποχή. Ο Ιώσηπος περιγράφει μερικές από τις πράξεις του Ηρώδου του Μεγάλου, ο οποίος εβασίλευσε στην Ιερουσαλήμ από το 37 π.Χ. έως λίγο μετά τη γέννησι του Ιησού Χριστού στη Βηθλεέμ. Στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίο 15, κεφάλαιο 2, παράγραφος 2, ο Ιώσηπος λέγει:
21. Πόσον καιρό, δείχνει ο Ιώσηπος, ότι εξακολούθησε να υπάρχη η Βαβυλών;
21 Αλλά όταν ο Υρκανός [ένας Ιουδαίος ιερεύς που συνελήφθη από τους Πάρθους] ωδηγήθη στην Παρθία, ο βασιλεύς Φραάτης τον μετεχειρίσθη με ένα πολύ ευγενικό τρόπο· επειδή είχε ήδη μάθει από ποια διάσημη οικογένεια κατήγετο. Γι’ αυτό και τον ελευθέρωσε από τα δεσμά του· και του εχορήγησε κατοικία στη Βαβυλώνα, όπου υπήρχε μεγάλος αριθμός Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι τιμούσαν τον Υρκανό ως αρχιερέα και βασιλέα των όπως έκανε και όλο το Ιουδαϊκό έθνος που κατοικούσε ως τον Ευφράτη.
22. Ποιον έκαμε αρχιερέα ο Ηρώδης ο Μέγας;
22 Ο βασιλεύς Ηρώδης έκαμε επιτυχείς διευθετήσεις, όπως ο βασιλεύς της Παρθίας αποκαταστήση τον Υρκανό στην Ιουδαία, την επικράτεια του Ηρώδου. Εν τούτοις, δεν ανέθεσε την Ιουδαϊκή αρχιερωσύνη στον Υρκανό. «Επειδή», όπως μας λέγει η παράγραφος 4, «ήταν προσεκτικός να μη κάμη κάποιο διάσημο πρόσωπο αρχιερέα του Θεού, εκάλεσε κάποιον αφανή ιερέα από τη Βαβυλώνα, που ελέγετο Ανάνηλος, και ανέθεσε σ’ αυτόν την αρχιερωσύνη.»b Αργότερα ο Βασιλεύς Ηρώδης αφήρεσε αυτή την υπηρεσία από τον Ανάνηλο της Βαβυλώνος και την ανέθεσε στον Αριστόβουλο, ένα νέο ιερέα.
23. Ποια απόδειξις υπάρχει ότι πολλές Ιουδαϊκές παροικίες άνθισαν στη Βαβυλωνία ακόμη και μετά την πτώσι της Ιερουσαλήμ στους Ρωμαίους το 70 μ. Χ.;
23 Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ., οι Βαβυλωνιακοί αποικισμοί ασκούσαν επιρροή μεταξύ της Διασποράς, των εκτός της Παλαιστίνης διεσπαρμένων Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι ραββίνοι στη Βαβυλωνία είχαν γίνει πιο διάσημοι από εκείνους της Αγίας Γης, ακόμη και από εκείνους της Ιερουσαλήμ. Οι Βαβυλώνιοι Ιουδαίοι θεωρούσαν τους εαυτούς των ως αγνοτέρας φυλετικής καταγωγής από τους Ιουδαίους της Παλαιστίνης, ειδικά μετά την πτώσι της Ιερουσαλήμ. Σχολεία, τα οποία απέκτησαν φήμη, ιδρύθησαν στη Βαβυλωνία και υπήρχε μεγάλη παραγωγή ραββινικής φιλολογίας εκεί. Ως αποτέλεσμα τούτου ανεπτύχθησαν δύο Ιουδαϊκά Ταλμούδ, το Βαβυλωνιακό και της Ιερουσαλήμ ή Παλαιστίνης.
Η ΒΑΒΥΛΩΝ ΤΕΛΙΚΑ ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΕΡΕΙΠΙΑ
24 Τι ανέφερε ο Ευσέβιος Ιερώνυμος για την κατάστασι της Βαβυλώνος το 386 μ.Χ.;
24 Παρά τη συνεχή αυτή δραστηριότητα εντός και πέριξ της Βαβυλώνος, έπρεπε να εκπληρωθή ο Λόγος του Θεού ότι θα έκειτο σε ερείπια ακατοίκητη και θα την απέφευγαν οι προληπτικοί. Ο Ευσέβιος Ιερώνυμος, διάσημος μεταφραστής της Βίβλου στη Λατινική, μετέβη στην Παλαιστίνη το έτος 386 μ.Χ., όπου εργάσθηκε και απέθανε. Δίνει μαρτυρία για τη βεβαιότητα της προφητείας του Θεού εναντίον της Βαβυλώνος, αναφέροντας ότι στην εποχή του η Βαβυλών έκειτο σε ερείπια και τα τείχη της εχρησίμευαν μόνο για να περιφράσσουν ένα αγροκήπιο ή δάσος, μέσα στο οποίο ο Πέρσης μονάρχης μπορούσε να πηγαίνη για κυνήγι. Αλλά τα τείχη αυτά τελικά έπεσαν σ’ ερείπια, και το 1811 ο Κλαύδιος Ι. Ριτς, Άγγλος ταξιδιώτης, δεν βρήκε ούτε ίχνος από τα απέραντα τείχη της Βαβυλώνοςc. Η Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, Τόμος 1 (εκδόσεως 1891), σελίς 596α, λέγει:
25. Πόσο πλήρης έγινε η καταστροφή της Βαβυλώνος, όπως την είδε ο Κλαύδιος Ι. Ριτς το 1811;
25 Πληρέστερη καταστροφή από εκείνη, που έπληξε τη Βαβυλώνα, δεν θα μπορούσε να διανοηθή κανείς. Ο Ριτς δεν μπόρεσε ν’ ανακαλύψη ίχνος από τα απέραντα τείχη της, ακόμη δε και η τοποθεσία της υπήρξε αντικείμενο αμφισβητήσεως. «Επάνω στα ερείπιά της», λέγει, «δεν έχει αναπτυχθή ούτε ένα δένδρο, εκτός από ένα γηραιό,» το οποίο χρησιμεύει μόνο για να κάμη την ερήμωσι περισσότερο καταφανή. Ερείπια όπως αυτά της Βαβυλώνος, που αποτελούνται από συντρίμματα εμποτισμένα με νίτρον, δεν είναι δυνατόν να καλλιεργηθούν.
26. Τι παραμένει από τη Βαβυλώνα σήμερα, και τι δείχνει την τοποθεσία της κάποτε μεγάλης αυτής πόλεως;
26 Μόνον ερείπια παρέμειναν στη Βαβυλώνα σήμερα και αυτά είναι ερείπια, τα οποία ανέσκαψαν οι αρχαιολόγοι από το 1899 και κατόπιν. Σήμερα ο σιδηρόδρομος από τη Βαγδάτη στη Βασόρα περνά μόλις λίγα μέτρα μακριά από το λόφο που λέγεται Βαβέλ. Μια ξυλίνη ένδειξις γράφει στην Αγγλική και την Αραβική «Βαβυλών Στάσις. Τα τραίνα σταματούν εδώ για να παραλάβουν επιβάτες.» Κανείς δεν κατοικεί εκεί· δεν είναι καν τόπος για να στήση ο Άραψ τη σκηνή του, όπως προείπε η Γραφή.—Ησ. 13:20.
27. (α) Πώς η Βαβυλών αποτελεί απόδειξι του γεγονότος ότι έχει σημασία ποιον Θεό λατρεύετε; (β) Η βύθισις της Βαβυλώνος σε λήθη τι προεικονίζει; (γ) Σε ποια κατάστασι βρίσκεται σήμερα η Βαβυλών η Μεγάλη, και τι πρόκειται να συμβή σ’ αυτή; (δ) Ποια ευκαιρία παρουσιάζεται τώρα για εκείνους που κρατούνται αιχμάλωτοι απ’ αυτή;
27 Η Βαβυλών αποτελεί αναμφισβήτητη απόδειξι του γεγονότος ότι έχει σημασία ποιον Θεό λατρεύετε. Οσοδήποτε μεγάλος ή ισχυρός και αν είναι κάποιος, δεν μπορεί να στραφή επιτυχώς εναντίον των αρχών και διαταγμάτων του Κυριάρχου του σύμπαντος, του Ιεχωβά Θεού. Όπως ακριβώς η Βαβυλών εβυθίσθη στη λήθη ως μια μυλόπετρα, η οποία εκσφενδονίζεται στη θάλασσα, έτσι η σύγχρονη Βαβυλών η Μεγάλη, η παγκόσμιος αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας, πρόκειται να έχη την ίδια τύχη. Η Βαβυλών, μέσω των ψευδών θρησκευτικών διδασκαλιών της και της εναντιώσεώς της προς τον Θεό και τον Λόγο του, εκράτησε πολλούς ανθρώπους σε άγνοια, και κρατεί πολλούς ακόμη αιχμαλώτους. Το 1914 μ.Χ. η βασιλεία του Θεού εγκαθιδρύθη στους ουρανούς στα χέρια του Υιού του Ιησού Χριστού. Το 1919 η Βαβυλών η Μεγάλη έπεσε και η λαβή της επάνω σ’ εκείνους, οι οποίοι επιθυμούν ν’ απελευθερωθούν έχει τώρα θραυσθή. Πολλοί έχουν εγκαταλείψει τα ψευδή θρησκευτικά της συστήματα από την εποχή εκείνη. Εφόσον είναι κατηραμένη από τον Θεό και καταδικασμένη σε καταστροφή, οποιοσδήποτε και αν είναι εκείνος, που θα προσπαθήση να παραμείνη προσκολλημένος σ’ αυτήν ή να την σώση ή να επανορθώση κάτι από αυτήν, θα υποστή παρομοία τύχη με αυτήν. Η Βαβυλών η Μεγάλη βρίσκεται σε παρακμή και σύντομα θα υποστή την πλήρη καταστροφή της. Φύγετε προς τη λατρεία του αληθινού Θεού Ιεχωβά και έλθετε κάτω από τη διακυβέρνησι της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Ιησού Χριστού για τις ευλογίες αιωνίου ζωής.
[Υποσημειώσεις]
a Ο Ιώσηπος αφηγείται ότι ο Αλέξανδρος εισήλθε στην Ιερουσαλήμ και του επεδείχθη η προφητεία του Δανιήλ: «Και όταν επεδείχθη εις αυτόν το βιβλίον του Δανιήλ, όπου ο Δανιήλ διεκήρυττε ότι ένας Έλλην θα κατέστρεφε την αυτοκρατορία των Περσών, υπέθεσε ότι αυτός ο ίδιος ήταν το υπονοούμενο πρόσωπο.»—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίον XI, σελις 418, μετάφρασις Ουίστον. Τα μέρη, που επεδείχθησαν σ’ αυτόν, πιθανόν να ήσαν τα εδάφια Δανιήλ 7:6· 8:3-8, 20, 21· 11:3. Ο Αλέξανδρος εχάρη πολύ, αλλά δεν είδε την ανάγκη να μάθη την αλήθεια και να λατρεύση τον αληθινό Θεό.
b Παρατίθεται από τη μετάφρασι εκ του Ελληνικού υπό Ουίλλιαμ Ουίστων, Π. Φ., όπως ανεθεωρήθη υπό του Σάμουελ Μπάρντερ, Π. Φ., έκδοσις Μπόστον 1849 (Τόμος Α΄).
Όσον αφορά την ύπαρξι της Βαβυλώνος στη Χριστιανική εποχή, είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσωμε τον χάρτη (Πίναξ XIII) στη σελίδα 89 του βιβλίου Ο Ιστορικός Άτλας της Βίβλου Ουεστμίνστερ, έκδοσις 1956, όπου ο χάρτης αυτός φέρει τον τίτλο «Ο Ρωμαϊκός Κόσμος κατά την Γέννησι του Ιησού.» Δείχνει την πόλι Βαβυλώνα επί του Ευφράτου ποταμού και έξω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Σύμφωνα με τα σφηνοειδή κείμενα, ο ναός του Βηλ στη Βαβυλώνα εξακολούθησε να υπάρχη τουλάχιστον ως το 75 μ.Χ., ή έως μετά τη μετάβασι του Χριστιανού αποστόλου Πέτρου εκεί.—1 Πέτρ. 5:13.
c Βλέπε Αφήγησις ενός Ταξιδιού στην Τοποθεσία της Βαβυλώνος το 1811, υπό Κ. Ι. Ριτς, που εδημοσιεύθη στην Αγγλία το 1815. Μετά τη δημοσίευσι αυτού του βιβλίου, ο Ριτς έκαμε μια δευτέρα εκδρομή στη Βαβυλώνα και έκαμε άλλα μακρινά ταξίδια. Απέθανε το 1821.
(Υποσημείωσις) Πώς είχε ο Αλέξανδρος κάποια επαφή με τον Λόγο του Θεού, και με ποιο αποτέλεσμα;
(Υποσημείωσις) (α) Τι αποκαλύπτει Ο Ιστορικός Άτλας της Βίβλου Ουεστμίνστερ όσον αφορά την ύπαρξι της Βαβυλώνος κατά τη Χριστιανική εποχή; (β) Τουλάχιστον μέχρι πότε εξακολούθησε να υπάρχη ο ναός του Βηλ στη Βαβυλώνα;
-
-
«Το Σημείον του Υιού του Ανθρώπου»Η Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
«Το Σημείον του Υιού του Ανθρώπου»
ΣΗΜΕΙΑ μας περιβάλλουν στον σύγχρονο κόσμο μας. Στις πόλεις και στα χωριά, στους δρόμους και τις λεωφόρους, σε μέγαρα και κατοικίες, μας δίνουν κατευθύνσεις, συμβουλές, ή προειδοποιήσεις, και διαφημίζουν ή γνωστοποιούν την παρουσία προσώπων, πραγμάτων, ιδιοτήτων ή συνθηκών που συνήθως δεν βλέπομε αμέσως. Μια απλή πινακίδα μ’ ένα όνομα μπροστά σε μια κατοικία είναι για μας ένα σημείο ότι κάποια άτομα κατοικούν εκεί, μολονότι είναι πιθανόν να μη τα βλέπωμε. Το σημείο μιας «νεκροκεφαλής με δύο σταυρωτά κόκκαλα» επάνω σε μια φιάλη μάς πληροφορεί ότι το περιεχόμενο, που βλέπομε, έχει μια δηλητηριώδη ιδιότητα, την οποία δεν βλέπομε.
Τα σημεία μπορούν να είναι πολύ βοηθητικά, αλλά μόνο αν κατανοούμε τη σημασία τους. Αν αναγνωσθούν εσφαλμένα, μπορούν να μας οδηγήσουν σε πλάνη, σύγχυσι, δυστύχημα, ή ακόμη και σε συμφορά. Γι’ αυτό, ένας ορισμός της λέξεως «σημείον» είναι: Μια λέξις, που σημαίνει, εξηγεί, υποδεικνύει, ή τονίζει κάτι για έναν ερμηνευτή.
Υπάρχει ένα σημείον σήμερα που είναι μεγίστης σπουδαιότητος για κάθε άτομο επάνω στη γη. Για μας το να το δούμε, να το εννοήσωμε ορθά και να ενεργήσωμε γρήγορα σύμφωνα μ’ αυτό θα μας δείξη τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου για τον καθένα μας. Ποιο είναι αυτό το σημείο; Πού μπορούμε να το ιδούμε; Και πώς πρέπει ν’ αναγνωσθή;
ΤΟ ΠΙΟ ΖΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ
Ο Χριστός Ιησούς ανεφέρθη σ’ αυτό το σημείον όταν είπε: «Τότε θέλει φανή το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ· και τότε θελουσι θρηνήσει πάσαι αι φυλαί της γης, και θέλουσιν ιδεί τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού μετά δυνάμεως και δόξης πολλής.» (Ματθ. 24:30) Γιατί να μην ανοίξετε τη Γραφή σας σ’ αυτό το κεφάλαιο και να διαβάσετε τα προηγούμενα εδάφια και να ιδήτε την αρχή αυτής της δηλώσεως; Όταν το κάμετε αυτό, θα διαπιστώσετε ότι αποτελεί μέρος της μεγάλης προφητείας του Ιησού για τη «συντέλειαν του αιώνος» («το τέλος του συστήματος πραγμάτων», ΜΝΚ) και τον χρόνο για το κήρυγμα «του ευαγγελίου της βασιλείας» και την εγκαθίδρυσί της. Αυτό μας δίνει την κλείδα για την κατανόησι του «σημείου του Υιού του ανθρώπου.»
Όπως αναφέρεται στο εδάφιο δεκαπέντε αυτού του κεφαλαίου, ο Ιησούς μόλις είχε αναφερθή στην προφητεία του Δανιήλ, και από την έκφρασι, που εχρησιμοποίησε τώρα σχετικά με το «σημείον», δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιησούς είχε υπ’ όψι του το προφητικό δράμα που αναγράφεται στα εδάφια Δανιήλ 7:13, 14: «Είδον εν οράμασι νυκτός, και ιδού, ως Υιός ανθρώπου ήρχετο μετά των νεφελών του ουρανού, και έφθασεν έως του Παλαιού των ημερών, και εισήγαγον αυτόν ενώπιον αυτού. Και εις αυτόν εδόθη η εξουσία, και η δόξα, και η βασιλεία, δια να λατρεύωσιν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι· η εξουσία αυτού είναι εξουσία αιώνιος, ήτις δεν θέλει παρέλθει, και η βασιλεία αυτού, ήτις δεν θέλει φθαρή.»
Ο «Παλαιός των Ημερών» είναι ο Θεός της αιωνιότητος, ο Ιεχωβά. (Ψαλμ. 90:2) Αυτός είναι ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, η πηγή κάθε δικαιώματος για εξουσία. Ο «ως Υιός ανθρώπου» είναι ο Χριστός Ιησούς, όπως το εδήλωσε ο ίδιος στα εδάφια Ιωάννης 3:13-15 και Λουκάς 22:66-69. Τι φαίνεται να λαμβάνη χώραν εδώ το οποίο ο Ιησούς εχαρακτήρισε ως «το σημείον του Υιού του ανθρώπου»; Είναι η πράξις του Υιού του Θεού που λαμβάνει εξουσία από τον Κυρίαρχο Πατέρα του να κυβερνήση σε μια αιώνιο βασιλεία. Αυτό το γεγονός εσημείωσε την εγκαθίδρυσι ή ‘γέννησι’ της βασιλικής του διακυβερνήσεως. (Βλέπε, επίσης, Αποκάλυψις 12:1, 2, 5, 10.) Μη παραλείψετε να σημειώσετε, παρακαλούμε, ότι αυτό το γεγονός λαμβάνει χώραν, όχι στους ουρανούς της γηίνης ατμοσφαίρας, αλλά στους αοράτους ουρανούς της παρουσίας του Ιεχωβά Θεού. Στον ωρισμένο καιρό, ο Υιός του Θεού, ο οποίος έπρεπε ν’ αναμείνη στα δεξιά του Πατρός του, θ’ ανελάμβανε πλήρη βασιλική δύναμι και εξουσία, υπακούοντας στην εντολή του Πατρός του: «Κατακυρίευε εν μέσω των εχθρών σου.» (Ψαλμ. 110:1, 2· Εβρ. 10:12, 13) Άλλες Γραφικές προφητείες και τα γεγονότα, που τις εκπληρώνουν, και τα οποία επανειλημμένως εξητάσθησαν στις στήλες αυτού του περιοδικού, αποδεικνύουν ότι αυτό το γεγονός έλαβε χώραν το έτος 1914 μ.Χ.
ΠΩΣ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟΝ
Πιθανόν, όμως, να ερωτήσετε, γιατί είπε ο Ιησούς ότι το σημείο θέλει «φανή» στον ουρανό και ότι όλες οι φυλές της γης θέλουν «ιδεί τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού μετά δυνάμεως και δόξης πολλής»; Γιατί δεν είδαμε τον Χριστό Ιησού σε μια ένδοξη επάνοδο; Δεν έπρεπε να το περιμένωμε αυτό, λόγω μάλιστα της δηλώσεως που υπάρχει στην Αποκάλυψι 1:7: «Ιδού, έρχεται μετά των νεφελών, και θέλει ιδεί αυτόν πας οφθαλμός, και εκείνοι οίτινες εξεκέντησαν αυτόν· και θέλουσι θρηνήσει επ’ αυτόν πάσαι αι φυλαί της γης»;
Ένα βοηθητικό σχόλιο σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται στο Ελληνο-Αγγλικό Λεξικόν υπό Λίντελ και Σκωτ. Σχετικά με την Ελληνική λέξι «βλέπω», που χρησιμοποιείται εις Ματθαίον 24:30 και Αποκάλυψι 1:7, το Λεξικό τους (Τόμος 2, σελίς 1245α) παραθέτει τα εξής ως μια από τις σημασίες της: «Μεταφορικώς, . . . ως διανοητική όρασις, διακρίνω, αντιλαμβάνομαι.» Ναι, η Γραφή ομιλεί όχι μόνο για το ότι βλέπομε με τους οφθαλμούς μας αλλά, επίσης, για το ότι βλέπομε με τη διάνοια και με την καρδιά μας. Σκεφθήτε απλώς τα λόγια του εδαφίου Ρωμαίους 1:20, που μας λέγουν: «Τα αόρατα αυτού βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ποιημάτων, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και η θειότης.» Σημειώστε ότι με τη διάνοια μπορούμε να διακρίνωμε ή να ιδούμε πράγματα που είναι θετικώς αόρατα στα ανθρώπινα μάτια, στην προκειμένη περίπτωσι τις αόρατες ιδιότητες του Θεού.
Έτσι, σχετικά με «το σημείον του Υιού του ανθρώπου», ερωτούμε, Με ποια μάτια είδε πρώτα ο Δανιήλ αυτό το προφητικό σημείον; Δεν ήσαν «οράσεις της κεφαλής» κι επομένως με τους οφθαλμούς της διανοίας μάλλον παρά με τους σαρκικούς οφθαλμούς; (Δαν. 7:1) Σ’ ένα παρόμοιο δράμα ο απόστολος Ιωάννης είχε μεταφερθή μακριά στο μέλλον και μπορούσε να πη: «Είδον, και ιδού νεφέλη λευκή, και επί της νεφέλης εκάθητό τις όμοιος με υιόν ανθρώπου, έχων επί της κεφαλής αυτού στέφανον χρυσούν, και εν τη χειρί αυτού δρέπανον κοπτερόν.» (Αποκάλ. 14:14) Εφόσον «το σημείον του Υιού του ανθρώπου» έλαβε χώραν στις ουράνιες αυλές, μόνο με τους ‘οφθαλμούς του νοός’ ‘πας οφθαλμός θέλει ιδεί αυτόν’ τον ενθρονισμένον βασιλέα Χριστόν Ιησούν.—Εφεσ. 1:18.
Αλλά τι θα λεχθή για τη χρήσι «νεφελών» σε όλα αυτά τα εδάφια; Αυτό δεν τοποθετεί το «σημείον» μέσα στην ατμόσφαιρα της γης, όπου σχηματίζονται και κινούνται τα κατά γράμμα νέφη κι επομένως μέσα στην ακτίνα της ανθρωπίνης οράσεως; Ρίξτε άλλη μια ματιά στο έβδομο κεφάλαιο του Δανιήλ, όπου παρουσιάζεται πρώτα το «σημείον». Βλέπετε τους συμβολισμούς, που χρησιμοποιεί ο Δανιήλ και με τους οποίους παρουσιάζει παγκόσμιες κυβερνήσεις ως «θηρία», που εξέρχονται από τη «θάλασσα»; (Δαν. 7:2, 3) Έτσι, επίσης, στο εδάφιο 13 χρησιμοποιεί ‘νεφέλας’ μ’ ένα μεταφορικό τρόπο για να δημιουργήση αντίθεσι με τη συμβολική «θάλασσα» κι έτσι να παρουσιάση την ουράνια κατάστασι, όπου η εξουσία δίδεται στον «Υιόν του ανθρώπου», με την οποία κυβερνά και συντρίβει τις θηριώδεις κυβερνήσεις που η θάλασσα της ανθρωπότητος παρήγαγε.—Παράβαλε με Αποκάλυψιν 13:1-3 και 17:15.
Στη Γραφή, οι νεφέλες αποτελούν την πλαισίωσι της ‘δυνάμεως και δόξης πολλής’, που αναφέρει ο Ιησούς εις Ματθαίον 24:30, και, επίσης, συμβολίζουν την αορασία. (1 Βασ. 8:10-12) Στο Όρος Σινά μέσα σε νεφέλες μαζί με βροντές και αστραπές ο Ιεχωβά Θεός συνηντήθη με τον Μωυσή, και ούτε ο Μωυσής ούτε ο λαός κάτω είδαν τον Θεό με τα σαρκικά των μάτια. (Έξοδ. 20:21· 24:18· 33:20· Δευτ. 4:11, 12) Ομοίως, όταν ο Υιός του Θεού, Χριστός Ιησούς, απεχαιρέτισε τους αποστόλους του και άρχισε η ανάληψίς του στους ουρανούς της παρουσίας του Θεού, η αφήγησις στις Πράξεις 1:9 μας λέγει: «Και . . . βλεπόντων αυτών ανελήφθη, και νεφέλη υπέλαβεν αυτόν από των οφθαλμών αυτών.» Η νεφέλη τον απέκοψε έτσι από την κατά γράμμα ορατότητα αλλά, την ημέρα της Πεντηκοστής, ο Ιεχωβά Θεός άνοιξε την κατανόησί τους για ν’ αντιληφθούν ότι ο Ιησούς είχε αναληφθή και μάλιστα στα δεξιά του Θεού. (Πράξ. 2:33-35) Εφόσον οι άγγελοι, που εστέκοντο εκεί την ώρα, που άρχιζε η ανάληψις του Χριστού, είπαν στους μαθητάς ότι ο Ιησούς «θέλει ελθεί ούτω», μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι ‘ερχόμενος επί των νεφελών’ θα είναι αόρατος στους σαρκικούς οφθαλμούς και θα ήταν αντιληπτός μόνο με τους ‘οφθαλμούς της καρδίας’. Όπως ο Πατήρ του, ο Ιησούς τώρα ‘κατοικεί φως απρόσιτον, τον οποίον ουδείς των ανθρώπων είδε, ουδέ δύναται να ίδη’.—Πράξ. 1:11· 1 Τιμ. 6:15, 16.
ΑΝΑΓΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟΥ ΜΕ ΚΑΤΑΝΟΗΣΙ
Τι σημαίνει αυτό το «σημείον» για σας, ναι, για κάθε άτομο που ζη σήμερα; Το ότι εδόθη στον Χριστόν Ιησού, τον «Υιόν του ανθρώπου», «η εξουσία, και η δόξα, και η βασιλεία» σημαίνει ότι πρέπει «να λατρεύωσιν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι.» (Δαν. 7:14) Το να το πράξουν αυτό θα σημαίνη ζωή κάτω από μια τελεία κυβέρνησι με όλα τα πλούσια οφέλη, που θα προκύψουν από μια τέτοια διακυβέρνησι. Το «σημείον» τονίζει, επίσης, τον σοβαρό κίνδυνο που έγκειται στο ν’ αποτύχη κανείς να υπηρετήση οικειοθελώς τη βασιλεία. Ενώ η βασιλεία του «Υιού του ανθρώπου» θα είναι «αιωνία» και «εις τον αιώνα δεν θέλει φθαρή», οι βασιλείες και κυβερνήσεις της γης, τις οποίες υπηρέτησαν αυτά τα άτομα κάθε εθνικού γλωσσικού ομίλου, αντιμετωπίζουν ολοσχερή καταστροφή.—Βλέπε Δανιήλ 2:44.
Πόσο φιλάγαθα προνοητικό είναι για όλους μας, λοιπόν, το ότι το «σημείον» αυτό του ενθρονισμένου βασιλέως στους αοράτους ουρανούς, πέραν από τη δύναμι της ανθρωπίνης μας οράσεως, έγινε έκδηλο από ένα άλλο ακόμη σημείο, που είναι ορατό στα ανθρώπινα μάτια. Αυτό το ορατό σημείο έρχεται κατόπιν και προέρχεται από το αόρατο «σημείον του Υιού του ανθρώπου,» επειδή αποτελείται από τα πολλά γεγονότα και συνθήκες, που η Γραφή προείπε ότι θα επακολουθούσαν και θα προέκυπταν από την εγκαθίδρυσι της διακυβερνήσεως της Βασιλείας του Χριστού. Πρόκειται, επομένως, για ένα σύνθετο σημείο, και η εμφάνισις όλων αυτών των γεγονότων και συνθηκών θα «αποτελούσε» το ορατό εκείνο σημείο και θ’ άνοιγε τους οφθαλμούς εκείνων που θα τα εδιάβαζαν για ν’ αντιληφθούν ότι εφάνη «το σημείον του Υιού του ανθρώπου εν τω ουρανώ.» Ναι, ορθώς θα διεκήρυτταν μεγαλοφώνως την αναγγελία ότι: Ο Χριστός Ιησούς τώρα βασιλεύει!
Διαβάστε μόνοι σας την περιγραφή των πολλαπλών χαρακτηριστικών και λεπτομερειών αυτού του συνθέτου σημείου, όπως εδόθησαν από τον Ιησού στις περικοπές Ματθαίος 24, Μάρκος 13, Λουκάς 21 και Αποκάλυψις 6:1-8, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται παγκόσμιοι πόλεμοι, μεγάλης εκτάσεως πείνες, ασθένειες, σεισμοί κατά τόπους, αύξησις ανομίας, ανησυχία και φόβος για το μέλλον, κι ένα παγκόσμιο κήρυγμα ‘τούτου του ευαγγελίου της βασιλείας’ από άτομα που θα εδιώκοντο σε όλα τα έθνη. Αυτό το σύνθετο σημείο είναι όχι μόνο ορατό σ’ αυτή τη γενεά από το 1914· αλλά και αναπόφευκτο. Το αντιμετωπίζετε κάθε φορά που πιάνετε την καθημερινή σας εφημερίδα, ο ήχος του ακούεται σε κάθε εκπομπή ειδήσεων στο ραδιόφωνο ή την τηλεόρασι, βρίσκεται γύρω σας καθώς περιφέρεσθε κάθε ημέρα της ζωής σας οπουδήποτε και αν ζήτε.
Μέσω αυτού του ορατού, συνθέτου σημείου, ένα εκατομμύριο και πλέον άτομα σε όλα τα μέρη της υδρογείου αναγνωρίζουν σήμερα ότι μπόρεσαν να ‘ίδουν’ το «σημείον του Υιού του Ανθρώπου» και να κατανοήσουν τη σημασία του. Παρέστησαν μάρτυρες του τρόπου, με τον οποίον οι αποδείξεις συνεσωρεύθησαν το ένα έτος μετά το άλλο σε διάστημα μεγαλύτερο από μισόν αιώνα, και οι οποίες αποδείξεις πιστοποιούν το γεγονός ότι από το έτος 1914 το «σημείον του Υιού του ανθρώπου» ενεφανίσθη στον ουρανό. Αυτοί, επομένως, διαφέρουν από τους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους του πρώτου αιώνος, στους οποίους ο Ιησούς είπε: «Το μεν πρόσωπον του ουρανού εξεύρετε να διακρίνητε, τα δε σημεία των καιρών δεν δύνασθε;» (Ματθ. 16:3) Και σεις μπορείτε να βοηθηθήτε να ίδετε και να κατανοήσετε τη σημασία των ‘σημείων των καιρών’ με προσωπική μελέτη των προφητειών της Γραφής και με τη συμπαραβολή των με τα γεγονότα των ημερών μας.
Αντιλαμβανόμενοι ότι ο Χριστός Ιησούς έλαβε βασιλική εξουσία και άρχισε να κυβερνά και ότι το τέλος του παγκοσμίου συστήματος κυβερνήσεων πλησιάζει ολοένα περισσότερο, αυτοί, που ανταποκρίνονται στη σημασία του ‘σημείου του Υιού του ανθρώπου’, υποτάσσονται τώρα στη διακυβέρνησι της Βασιλείας του Χριστού και θέτουν αυτή τη βασιλεία πρώτη στη ζωή των. (Ματθ. 6:33) Με αγαλλίασι υπηρετούν ως μάρτυρες για τον Ιεχωβά Θεό και εφιστούν την προσοχή σ’ αυτό το «σημείον» σε μια μεγάλη διαφημιστική προσπάθεια, η οποία διεξάγεται τώρα σε 197 χώρες και νήσους της θαλάσσης. Μέσω αυτών έφθασε και σε σας αυτό το περιοδικό.
Θα έλθη η ημέρα, οπότε «πας οφθαλμός» θα ίδη αυτό το «σημείον», όπως δείχνει το εδάφιο Αποκάλυψις 1:7. Δυστυχώς για την πλειονότητα, αυτό θα συμβή σ’ ένα καιρό που περιγράφεται στα εδάφια 2 Θεσσαλονικείς 1:7-9: «Όταν ο Κύριος Ιησούς αποκαλυφθή απ’ ουρανού μετά των αγγέλων της δυνάμεως αυτού, εν πυρί φλογός, κάμνων εκδίκησιν εις τους μη γνωρίζοντας Θεόν, και εις τους μη υπακούοντας εις το ευαγγέλιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού· οίτινες θέλουσι τιμωρηθή με όλεθρον αιώνιον από προσώπου του Κυρίου, και από της δόξης της δυνάμεως αυτού.» Αυτοί, οι οποίοι αρνούνται τώρα ν’ ανοίξουν τη διάνοια και την καρδιά των για να ‘ίδουν’ το «σημείον του Υιού του ανθρώπου,» ή επιμένουν να αποδίδουν σε μια εσφαλμένη αιτία τις αποδείξεις που το τονίζουν, θ’ αναγκασθούν ν’ αναγνωρίσουν την παρουσία του Χριστού Ιησού ως βασιλέως που ασκεί τη βασιλική του εξουσία, όταν θα ενεργήση για να καταστρέψη όλους αυτούς στον πόλεμο του Αρμαγεδδώνος. Ο Ιησούς είπε ότι, γι’ αυτούς από ‘πάσας τας φυλάς της γης’, το σημείον θα παραγάγη, όχι χαρά, αλλά μόνο ‘θρήνον’ και ότι «θέλουσι θρηνήσει.» Γι’ αυτούς θα σημαίνη μόνο συμφορά.—Ματθ. 24:30· Αποκάλ. 1:7· 16:16.
Χάριν αυτής της ιδίας της ζωής σας, αφήστε τους οφθαλμούς της διανοίας σας να στραφούν προς αυτό το ζωτικό «σημείον». Με τη βοήθεια του Λόγου του Θεού εξετάζετέ το ορθά και αφήστε το να σας οδηγή στο να ‘υπακούετε εις το ευαγγέλιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού’, του Υιού του ανθρώπου και να ‘λατρεύετε αυτόν’. Τότε το «σημείον» θα σημαίνη ζωή για σας.
-
-
Εκτίμησις των Εκκλησιαστικών ΣυναθροίσεωνΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Εκτίμησις των Εκκλησιαστικών Συναθροίσεων
Πόσο βαθιά είναι η εκτίμησίς σας για τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις; Στο βόρειο τμήμα της νήσου Λουζόν στις Φιλιππίνες, σε μια ορεινή περιοχή, ένας ηλικιωμένος αδελφός εξήντα οκτώ ετών ζη σαράντα χιλιόμετρα μακριά από την πλησιέστερη Αίθουσα Βασιλείας και, επειδή δεν υπάρχουν δρόμοι από το σπίτι του προς την κατάλληλη πόλι, βαδίζει αυτή την απόστασι για να παρευρεθή στις συναθροίσεις. Λόγω της ηλικίας του και του γεγονότος ότι το αριστερό πόδι του είναι εξασθενισμένο από προηγούμενο κάταγμα, βαδίζει πολύ αργά, πράγμα που απαιτεί να ξεκινήση από το σπίτι του την προηγουμένη ημέρα της συναθροίσεως για να βρίσκεται εγκαίρως εκεί. Εν τούτοις, ο υπηρέτης περιοχής αναφέρει ότι δεν χάνει ποτέ καμμιά συνάθροισι και φθάνει πάντα εγκαίρως. Κάνει έργο τακτικού σκαπανέως τα τελευταία τέσσερα χρόνια και συμπληρώνει τακτικά τις ώρες του. Καθώς ο ίδιος λέγει: «Είμαι ένας ευτυχής άνθρωπος επειδή, μολονότι δεν εθυμήθηκα τον Πλάστη μου στις ημέρες της νεότητός μου, είμαι σε θέσι να το κάμω τώρα στα χρόνια των γκρίζων μαλλιών μου.»—Από το Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1966.
-
-
Κάνετε πιο Βαθιά τη Χαρά σας με το να Υμνήτε τον Θεόν Όλη την ΗμέραΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Κάνετε πιο Βαθιά τη Χαρά σας με το να Υμνήτε τον Θεόν Όλη την Ημέρα
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ χαρά δεν είναι κάτι το επιφανειακό ούτε και είναι απλώς ζήτημα διαθέσεως ή συναισθήματος. Είναι κάτι βαθιά ριζωμένο και μια Γραφική απαίτησις που επικάθηται σε όλους. Όπως επανειλημμένως συνέστησε ο απόστολος Παύλος: «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· πάλιν θέλω ειπεί, Χαίρετε.»—Φιλιππησ. 4:4.
Το ίδιο συνέβαινε και στον αρχαίο Ισραήλ, διότι ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσέως τούς διέταξε ομοίως να χαίρουν: «Θέλεις ευφραίνεσθαι ενώπιον Ιεχωβά του Θεού σου, εις όσα επιβάλης την χείρά σου.» Εφ’ όσον έτσι συμβαίνει, δεν είναι εκπληκτικό ότι ο προφήτης του Ιεχωβά Ησαΐας προείπε ότι ο λαός του Ιεχωβά στις ημέρες μας θα ευφραινόταν: «Ιδού, οι δούλοί μου . . . θέλουσιν ευφρανθή, . . . ιδού, οι δούλοι μου θέλουσιν αλλαλάζει εν ευθυμία.»—Δευτ. 12:18, ΜΝΚ· Ησ. 65:13, 14.a
Ποιες αιτίες έχουν οι φωτισμένοι, αφιερωμένοι Χριστιανοί δούλοι του Ιεχωβά για ευφροσύνη σήμερα! Υπάρχει, εν πρώτοις, το ότι κατέχουν την αλήθεια. Γνωρίζομε καλά τον Ιεχωβά και τους σκοπούς του, τις αρχές του, τους νόμους του και το θέλημά του για μας. Γνωρίζομε πού βρισκόμαστε μέσα στο ρεύμα του χρόνου, από πού ήλθαμε, γιατί βρισκόμαστε εδώ και τι βρίσκεται μπροστά μας. Ασφαλώς όλ’ αυτά είναι αιτία χαράς. Κι έτσι υπάρχει εκτίμησις ότι η αλήθεια μάς κατέστησε αξίους να λαμβάνωμε άφεσι από τον Θεό με βάσι τη θυσία του Χριστού. Επί πλέον, υπάρχει η θαυμασία εποχή, στην οποία ζούμε: Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός είναι παρών, η βασιλεία του έχει ιδρυθή στους ουρανούς, οι δούλοι του ζουν σ’ ένα πνευματικό παράδεισο, και τι ευημερία πράγματι είναι στη διάθεσί τους! Έχομε, επίσης, τη χαρά τού ότι είμεθα σε θέσι να ευφραίνωμε την καρδιά του Θεού και να φέρωμε την ελπίδα της αιωνίου ζωής σε ανθρώπους με έντιμη καρδιά. Ασφαλώς όλ’ αυτά είναι αναμφισβήτητες αιτίες ευφροσύνης.—Παροιμ. 27:11· 1 Τιμ. 4:16.
Έγκειται σ’ αυτή τη φύσι των πραγμάτων το ότι υπάρχουν διάφοροι βαθμοί ευφροσύνης. Γιατί να θελήσωμε να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας; Διότι, όσο βαθύτερη είναι αυτή, τόσο περισσότερο μπορεί να μας ενισχύση και να μας βοηθήση να υπομείνωμε. Ναι, η χαρά του Ιεχωβά ενισχύει. (Νεεμ. 8:10) Όπως διαβάζομε σχετικά με τον Αρχηγό της σωτηρίας μας: «Αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως, όστις υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν, υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού.»—Εβρ. 12:2.
Σκεφθήτε, επίσης, τους αποστόλους του. Η χαρά τους ήταν τόσο βαθιά ώστε, όταν, λόγω του Χριστιανικού των κηρύγματος, συνελήφθησαν από τα όργανα του νόμου και εμαστιγώθησαν βάναυσα, δεν έχασαν τη χαρά τους. Καθώς διαβάζομε: «Εκείνοι . . . ανεχώρουν από προσώπου του συνεδρίου χαίροντες, ότι υπέρ του ονόματος αυτού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι.»—Πράξ. 5:41.
Πώς μπορούμε να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας; Ασφαλώς, εφόσον, μέσω συνεχούς, και, αν είναι δυνατόν, αυξανομένης Γραφικής μελέτης, αυξάνομε σε γνώσι και εκτίμησι της αληθείας, η χαρά μας θα είναι πιο βαθιά. Το ίδιο αληθεύει και όσον αφορά τη συνεχή ή αυξανόμενη συναναστροφή με τους αδελφούς μας. Αλλά, ιδιαιτέρως, ο συνεχιζόμενος ή αυξανόμενος αίνος μας προς τον Ιεχωβά τον Θεόν μας, ή η ολοένα πιο αποτελεσματική απόδοσίς του, κάνει πιο βαθιά τη χαρά μας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, διότι με το να αινούμε τον Ιεχωβά δίδομε—δίδομε τιμή σ’ αυτόν—και είναι ‘μακάριον να δίδη τις’· δεν είν’ έτσι; (Πράξ. 20:35) Ώστε μας δίδεται η συμβουλή να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας με το να αινούμε τον Θεό όλη την ημέρα. Φυσικά, πολύ λίγοι από μας μπορούν κατά γράμμα να ομιλούν για τους αίνους του Ιεχωβά από το πρωί ως τη νύχτα. Αλλά υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνωμε και αυτό είναι το να φερώμεθα ολόκληρη την ημέρα όπως αρμόζει σε υμνητάς του Θεού.—Ματθ. 5:16.
Μπορούμε, επίσης, ν’ αποδίδωμε αίνο στον Θεό στις προσευχές μας. Εφόσον οφείλομε να προσκαρτερούμε στην προσευχή και να προσευχώμεθα αδιαλείπτως, και εφόσον ο αίνος είναι ένα είδος προσευχής, μπορούμε να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας με το να εμμένωμε στην προσευχή.—Ρωμ. 12:12· 1 Θεσ. 5:17.
Ειδικώς μπορούμε όλοι μας να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας με το να είμεθα τακτικοί στο έργο της μαρτυρίας μας. Έχομε ένα πρόγραμμα; Θα έπρεπε να έχωμε, και κατόπιν να καταβάλλωμε προσπάθειες να παραμείνωμε σ’ αυτό. Αν ενεργήσωμε έτσι, τότε θα το θεωρήσωμε απλώς ως κανόνα ότι σε ωρισμένες ώρες κάθε εβδομάδα θα ασχολούμεθα στη Χριστιανική διακονία, επισκεπτόμενοι τους ανθρώπους από σπίτι σε σπίτι με τ’ αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού και κάνοντας σ’ αυτούς επανεπισκέψεις. Αν ασχολούμεθα τακτικά στη διακονία του αγρού, μπορούμε να ελπίζωμε ότι θα κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας, διότι θα έχωμε συνεχώς ενδιαφέρουσες πείρες.
Αλλά υπάρχει, επίσης, το ζήτημα της συμπτωματικής μαρτυρίας. Ανάλογα με τον βαθμό που εκτιμούμε το ότι οφείλομε να αινούμε τον Θεό όλη την ημέρα, στον ίδιο βαθμό θα είμεθα άγρυπνοι για τέτοιες ευκαιρίες, που η καθεμιά τους μπορεί να προσθέση πολύ στη χαρά μας. Στη διάρκεια του Φεβρουαρίου θα θελήσωμε να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας με το να προσφέρωμε το περιοδικό Η Σκοπιά για συνδρομή σε κάθε ευκαιρία—ένας πολύ έξοχος τρόπος να κάνωμε πιο βαθιά τη χαρά μας.
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομέρειες βλέπε Η Σκοπιά 1ης Σεπτεμβρίου 1965.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΜάρτιοΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Μάρτιο
16 Ο άρτος . . . τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου, την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου.—Ιωάν. 6:51. Σ 15/4/65 5, 6α
17 Θέλω . . . να επιστρέψη ο ασεβής από της οδού αυτού, και να ζη· επιστρέψατε, επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών· δια τι να αποθάνητε, οίκος Ισραήλ;—Ιεζ. 33:11. Σ 1/7/65 4, 5β
18 Εν τούτω δοξάζεται ο Πατήρ μου, εις το να φέρητε καρπόν πολύν· και ούτω θέλετε είσθαι μαθηταί μου.—Ιωάν. 15:8. Σ 1/9/65 15, 16α
19 Και εις τους τέσσαρας τούτους νεανίσκους έδωκεν ο Θεός γνώσιν και σύνεσιν εις πάσαν μάθησιν και σοφίαν· και κατέστησε τον Δανιήλ νοήμονα εις πάσαν όρασιν και ενύπνιον.—Δαν. 1:17. Σ 1/2/65 29, 30
20 Μη φαντάζεσαι σεαυτόν σοφόν· φοβού τον Ιεχωβά, και έκκλινον από κακού.—Παροιμ. 3:7, ΜΝΚ. Σ 1/11/65 26-28α
21 Θέλω δε να ήσθε αμέριμνοι· ο άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, πώς να αρέση εις τον Κύριον.—1 Κορ. 7:32. Σ 1/1/66 15, 16α
22 Η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών.—1 Πέτρ. 4:8. Σ 15/8/65 7
23 Ότι δε εγείρονται οι νεκροί, και ο Μωυσής εφανέρωσεν επί της βάτου, ότε λέγει Ιεχωβά τον Θεόν του Αβραάμ και τον Θεόν του Ισαάκ και τον Θεόν του Ιακώβ. Ο δε Θεός δεν είναι νεκρών, αλλά ζώντων διότι πάντες ζώσιν εν αυτώ.—Λουκ 20:37, 38, ΜΝΚ. Σ 15/5/65 19, 21
24 Ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν, . . . δια να κλίνη εις το όνομα του Ιησού παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων.—Φιλιππησ. 2:9, 10. Σ 1/7/65 12-14β
25 Εκ τούτου γνωρίζομεν την αγάπην, ότι εκείνος υπέρ ημών την ψυχήν αυτού έβαλε· και ημείς χρεωστούμεν υπέρ των αδελφών να βάλλωμεν τας ψυχάς ημών.—1 Ιωάν. 3:16. Σ 15/7/65 20α
26 Εμίσθωσαν κατά σου τον Βαλαάμ τον υιόν του Βεώρ εκ Φεθορά της Μεσοποταμίας, δια να σε καταρασθή.—Δευτ. 23:4. Σ 15/2/66 13α
27 Ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού.—1 Πέτρ. 2:21. Σ 1/8/65 1, 2α
28 Ασεβείς . . . αρνούμενοι τον μόνον δεσπότην Θεόν και Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.—Ιούδ. 4. Σ 15/2/66 10, 11
29 Πάντες ημείς επλανήθημεν ως πρόβατα· εστράφημεν έκαστος εις την οδόν αυτού.—Ησ. 53:6. Σ 1/12/65 2-4α
30 Και ενθυμού τον Πλάστην σου εν ταις ημέραις της νεότητός σου.—Εκκλησ. 12:1. Σ 1/1/66 14α
31 Τις λοιπόν είναι ο πιστός και φρόνιμος δούλος, τον οποίον ο Κύριος αυτού κατέστησεν επί των υπηρετών αυτού, δια να δίδη εις αυτούς την τροφήν εν καιρώ;—Ματθ. 24:45. Σ 15/12/65 11, 12
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Θεού έχουν μεγάλη χαρά λόγω της σχέσεώς των προς Αυτόν και τον κεχρισμένον Βασιλέα του, Ιησούν Χριστόν. Προσπαθούν, ανιδιοτελώς, να βοηθήσουν και άλλους να μετάσχουν στη χαρά αυτή και το πράττουν αυτό με το να τους φέρουν το άγγελμα της Γραφής, που εμπνέει πίστι. Τον Φεβρουάριο, καθώς μετέχουν στο Χριστιανικό αυτό έργο, θα προσφέρουν σε όλα τα άτομα το εξαιρετικό βοήθημα για μελέτη της Γραφής, τη Σκοπιά μαζί με τρία βιβλιάρια αντί δρχ. 30.
«ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΛΕΣΘΕΝΤΑ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΣΤΟΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΕΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ»
Νέο από κάθε άποψι, το θαυμάσιο βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο είναι πραγματικά ένα πολύτιμο βιβλίο για νέους και ηλικιωμένους. Δεν είναι απλώς μια ιστορία της Αγ. Γραφής, καίτοι σας φέρνει σε γνωριμία με τα πρόσωπα της Βίβλου και σας εξηγεί με απλή γλώσσα τι μας λέγει η Αγία Γραφή για τον Θεό και τις ευλογίες του σ’ εκείνους που τον ευαρεστούν. Είναι πολύ ωραία εικονογραφημένο, έχει σκληρό δέσιμο με επίχρυση αποτύπωσι του τίτλου και το κάλυμμά του είναι χρώματος κοραλλιού· έχει 256 σελίδες και οι διαστάσεις του είναι 0,23 1/2 x 0,18 μ· επίσης περιέχει πλήρη πίνακα Γραφικών εδαφίων. Τιμάται δρχ. 23.
«Η ΟΔΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ»
Πρόκειται για ένα πολύτιμο βιβλιάριο Γραφικού περιεχομένου, που αναπτύσσει τη θαυμαστή ιδιότητα της αγάπης, όπως αυτή εκδηλώνεται από τον Δημιουργό του Σύμπαντος προς τα πλάσματά του. Όλοι οι θεοσεβείς αναγνώσται μας προσκαλούνται ν’ αποκτήσουν το βιβλιάριο αυτό και να το μελετήσουν με την Αγία Γραφή ανά χείρας, για να βεβαιωθούν ότι πράγματι «η οδός του Θεού είναι αγάπη.» Ένα αντίτυπο του βιβλιαρίου αυτού τιμάται δρχ. 1,50 ή 7 αντί δρχ. 8.
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
20 Μαρτίου: Αγωνίζεσθε Σκληρά για την Πίστι. §1-17. Σελ. 104.
27 Μαρτίου: Αγωνίζεσθε Σκληρά για την Πίστι, §18-23, και Εκτέλεσις Θείας Κρίσεως κατά των Ασεβών, §1-10. Σελ. 109.
3 Απριλίου: Εκτέλεσις Θείας Κρίσεως κατά των Ασεβών, §11-26. Σελ. 113.
-
-
Με Πνεύμα ΑγάπηςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Με Πνεύμα Αγάπης
ΕΧΕΤΕ να κάμετε μια εισήγησι; να δώσετε μια συμβουλή; να χειρισθήτε μια επίπληξι, μια διόρθωσι ή διδασκαλία; Λοιπόν, γιατί να μην το κάμετε αυτό με πνεύμα αγάπης; Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να το πράξετε· συντελεί σε καλές σχέσεις με τον γείτονά σας και είναι πάρα πολύ πιθανόν να έχετε καλά αποτελέσματα. Με τη λέξι «αγάπη» εδώ εννοείται, όχι ο ρομαντικός «έρως», που βασίζεται στην έλξι των φύλων, αλλά η αγάπη, που βασίζεται σε αρχές, η αγάπη, που είναι ανιδιοτελής και για την οποία υπάρχει εντολή στον Λόγο του Θεού, τη Γραφή.—Μάρκ. 12:30, 31.
Ένας λόγος, για τον οποίον η αγάπη είναι τόσο αποτελεσματική, είναι ότι «η αγάπη . . . αγαθοποιεί.» (1 Κορ. 13:4) Η αγαθωσύνη φθάνει πολύ μακριά, επειδή είναι μια πασιφανής εκδήλωσις της αγάπης· και όλοι μας έχομε στοιχειώδη ανάγκη αγάπης, όπως ακριβώς και της τροφής. Εφόσον, λόγω κληρονομικότητος, το ανθρώπινο γένος είναι επιρρεπές προς την ιδιοτέλεια, πολλά άτομα τείνουν να είναι καχύποπτα και να λαμβάνουν αμυντική στάσι. Το να ομιλήτε και να ενεργήτε με φιλάγαθο τρόπο θα τους αφοπλίση και θα τους βοηθήση να είναι φιλικώτεροι. Η απλή λέξις «παρακαλώ» συνυπονοεί κάτι το φιλάγαθο, είναι δε άξιον σημειώσεως το πόσο συχνά η λέξις αυτή χρησιμοποιείται από Βιβλικούς χαρακτήρες, όπως δείχνεται στα εδάφια Γέν. 13:8 και Αριθμ. 10:31 και στη Μετάφρασι Νέου Κόσμου επί πλέον στα εδάφια Έξοδ. 5:3 και Δευτ. 3:25.
Ένας άλλος λόγος, για τον οποίον ο καλύτερος τρόπος ενεργείας είναι ο με πνεύμα αγάπης, είναι ότι «η αγάπη μακροθυμεί,» είναι υπομονητική, πρόθυμη να δείχνη ανοχή· δεν σπεύδει να εγκαταλείψη. Με πνεύμα αγάπης δοκιμάστε διαφόρους τρόπους για να παρουσιάσετε την άποψί σας ειδικά, όταν χειρίζεσθε τα σφάλματα άλλων. Η κατάστασις πιθανόν να σας θέση σε δοκιμασία, να σας προξενήση ενόχλησι, αλλά με το να την βαστάζετε υπομονητικά ή να την ανέχεσθε, έχετε περισσότερες πιθανότητες να επιτύχετε, ενώ στο μεταξύ την κάνετε πολύ ευκολώτερη για το άλλο άτομο.—1 Κορ. 13:4.
Έπειτα πάλιν, πιθανόν να θέλετε να βοηθήσετε κάποιον, που φαίνεται ν’ αγωνίζεται εναντίον ωρισμένης δυσκολίας ή πιθανόν να επιθυμήτε να κάμετε μια εισήγησι στον τόπο της εργασίας σας ή της λατρείας σας, αλλά να φοβήσθε μήπως αντιμετωπίσετε εναντίωσι. Πράγματι, αυτό είναι πιθανόν, αλλά μπορείτε να μειώσετε αυτόν τον κίνδυνο, αν προβαίνετε με το πνεύμα της αγάπης. Γιατί; Διότι, καθώς μας λέγει επί πλέον η Γραφή, «η αγάπη . . . δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται.» Δεν προσφέρεται βοήθεια με τη στάσι του «Άφησε εμένα να σου δείξω!» αλλά προσφέρεται μάλλον με την οφειλομένη σεμνότητα, με ταπεινοφροσύνη. Αυτό κάνει ευκολώτερο για το άλλο άτομο να δεχθή την προσφορά της βοηθείας σας ή την εισήγησί σας.
Το να χρησιμοποιήτε πνεύμα αγάπης είναι, επίσης, ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσετε, διότι η αγάπη «δεν παροξύνεται». Έχετε μήπως να κάμετε μια διόρθωσι, να προβήτε σε μια επίπληξι; Λοιπόν, μη χειρίζεσθε τις περιπτώσεις αυτές με τρόπο εξάψεως, όπως έκαμε μια μητέρα σ’ ένα μεγάλο κατάστημα των Ηνωμένων Πολιτειών, που ακούσθηκε να εκβάλλη κραυγές στον πιο υψηλό τόνο της φωνής της: «Θα πάψης ή θα σού σπάσω το κεφάλι!» Αυτό έγινε μ’ οτιδήποτε άλλο, εκτός από πνεύμα αγάπης!—1 Κορ. 13:5.
Σε ζωηρή αντίθεσι προς εκείνη τη μητέρα ήταν ο πατέρας (σε άλλο πραγματικό περιστατικό της ζωής), που είχε πει στη θυγατέρα του, φιλάγαθα αλλά με σταθερότητα, να μη τρέχη γύρω, μέσα στον τόπο της Χριστιανικής συναθροίσεως, όταν θα είχε τελειώσει το πρόγραμμα της λατρείας, και ο οποίος την προειδοποίησε ότι θα εδέχετο μερικά ραπίσματα στα οπίσθια, αν θα το έκανε αυτό. Πριν περάση πολύς καιρός, μολαταύτα, αυτή έτρεχε πάλι γύρω, κι έτσι ο πατέρας της απήτησε απ’ αυτή να καθήση ήσυχη σε μια καρέκλα ωσότου ήλθε η ώρα για να πάνε στο σπίτι τους. Όταν έφθασαν στο σπίτι, ο πατέρας την επήρε στα γόνατά του και με φιλάγαθο τρόπο την ερώτησε αν ενεθυμείτο τι της είχε πει ότι θα συνέβαινε αν αυτή εξακολουθούσε να κάνη αταξίες. Μάλιστα, ενεθυμείτο, αλλά παρεκάλεσε να μην τιμωρηθή, με την υπόσχεσι ότι δεν θα το επαναλάμβανε. Αλλ’ ο πατέρας της την ερώτησε, «Τι θα εσκέπτεσο για ένα άτομο που έκανε ωρισμένες υποσχέσεις αλλά δεν τις ετήρησε, και θα ήθελες να είναι ο μπαμπάς σου σαν αυτό;» Αυτή είδε ότι ο πατέρας της δεν μπορούσε να κάνη αλλιώς παρά να της δώση τα ραπίσματα, πράγμα που αυτός και έκαμε. Αλλ’ αμέσως μόλις είχαν στεγνώσει τα δάκρυά της, ήλθε πάλι εκεί που καθόταν ο πατέρας της και, βάζοντας τα χέρια της γύρω του, είπε, «Μπαμπά, σε αγαπώ!» Δεν γεννάται ζήτημα, ότι η χρήσις τιμωρίας με πνεύμα αγάπης, χωρίς κανείς να θυμώνη ή να παροξύνεται, είναι ο καλύτερος τρόπος.
Ιδιαίτερη σπουδαιότητα έχει για τους γαμηλίους συντρόφους, όσον αφορά στις μεταξύ των σχέσεις, να παραδεχθούν την ανάγκη τού να συζητούν και να εκτελούν τα πράγματα με αγάπη, να είναι φιλάγαθοι και υπομονητικοί, ασκώντας αυτοκυριαρχία. Οι άνθρωποι είναι επιρρεπείς στο να παραβλέπουν τη σπουδαιότητα του πώς λέγονται τα πράγματα, αλλά τούτο έχει μεγάλη σημασία για τους άλλους, και δικαίως. Η Γραφή συμβουλεύει τους συζύγους, λόγου χάριν, να δείχνουν διακριτικότητα και να αποδίδουν στις συζύγους επιπρόσθετη τιμή ως εις σκεύος ασθενέστερο, πιο λεπτό, πιο εύθραυστο σκεύος, ως να ελέγαμε. Σεις εκτιμάτε το να είναι η σύζυγός σας φιλάγαθη και να δείχνη αγάπη προς εσάς και τα τέκνα· δείχνετε, λοιπόν, αγάπη σ’ αυτή με το να είσθε φιλάγαθος και ευγενής.—1 Πέτρ. 3:7.
Θα μπορούσαν να δοθούν πολύ περισσότερα παραδείγματα, που να δείχνουν ότι είναι σοφό να γίνωνται τα πράγματα με το πνεύμα της αγάπης, αλλ’ ίσως σε καμμιά σφαίρα δράσεως δεν είναι τόσο σπουδαίο αυτό όσο στη Χριστιανική διακονία. Αναμφιβόλως ο απόστολος Παύλος ήταν ένας από τους πιο αποτελεσματικούς εξ όλων των ακολούθων του Ιησού Χριστού στο να κάνη μαθητάς από το λαό, το έκανε δε αυτό με το πνεύμα της αγάπης. Όπως το λέγει ο ίδιος, ‘εστάθη γλυκύς προς εκείνους τους οποίους διακονούσε, δίνοντας σ’ αυτούς από τον εαυτό του, καθώς μια τροφός μητέρα περιθάλπει τα τέκνα της’. Έδειχνε στοργή προς εκείνους που διακονούσε. Δεν είναι περίεργο το ότι ήταν ικανός να ιδρύη την μια Χριστιανική εκκλησία κατόπιν της άλλης.—1 Θεσ. 2:7, 8.
Πολύ πιθανόν, να υπάρχη εδώ μια εξήγησις για το γεγονός ότι, κατά καιρούς, ο πιο παραγωγικός διάκονος δεν είναι εκείνος που υπερέχει διανοητικώς από τους άλλους, αλλ’ εκείνος που εκδηλώνει ανιδιοτέλεια σε μέγιστο βαθμό και, όπως ο απόστολος Παύλος, δείχνει στοργή προς εκείνους που διακονεί και δίνει από τον εαυτό του.
Υποβοηθητικό για σας είναι, όσον αφορά το προκείμενο ζήτημα, το να θέτετε τον εαυτό σας στη θέσι του άλλου ατόμου. Πώς θα θέλατε να έλθη προς εσάς ένας άλλος, με την πρόθεσι να κάμη μια εισήγησι; Πώς θα θέλατε να σας δείξη ένας άλλος κάποιο λάθος που είχατε κάμει; Με τραχύτητα, με απότομο τρόπο, ασυγκράτητα, με υπερηφάνεια; Ασφαλώς όχι! Εδώ πάλιν η Αγία Γραφή δίνει καλή συμβουλή: «Αδελφοί, και εάν άνθρωπος απερισκέπτως πέση εις κανέν αμάρτημα, σεις οι πνευματικοί διορθώνετε τον τοιούτον με πνεύμα πραότητος· προσεχών εις εαυτόν, μη και συ πειρασθής.» Δεν μπορούμε να κάνωμε τελειότερες τις Γραφικές αρχές. Ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσωμε σε τέτοια ζητήματα είναι με το πνεύμα της αγάπης.—Γαλ. 6:1.
-
-
Παραμένετε Σταθερά ως Δούλοι του Λυτρωτού ΜαςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Παραμένετε Σταθερά ως Δούλοι του Λυτρωτού Μας
ΣΗΜΕΡΑ όλο το ανθρώπινο γένος έχει γεννηθή κάτω από την αμαρτία ως δούλοι της αμαρτίας. Πώς προήλθε αυτή η ατυχής κατάστασις; Προήλθε από το ότι ο πρώτος γονεύς μας, ο Αδάμ, επώλησε τον εαυτό του στην αμαρτία και τον θάνατο χάριν της ιδιοτελούς ευχαριστήσεως να έχη συνεχή συντροφιά με την ιδιοτελή αμαρτωλή Εύα, για μερικά σύντομα χρόνια. Τι αφροσύνη! Εφόσον όλοι οι απόγονοί του ήσαν στην οσφύ του, όταν ο ίδιος επώλησε τον εαυτό του, επώλησε και όλους εμάς μαζί του στην αμαρτία συγχρόνως.—Ρωμ. 5:12.
Αλλά χάρις στη μεγάλη αγάπη του Ιεχωβά Θεού, δεν είναι ανάγκη να παραμείνωμε δούλοι της αμαρτίας ούτε δούλοι αμαρτωλών ανθρώπων! Όπως μας λέγει ο Λόγος του: «Διότι καθώς δια της παρακοής του ενός ανθρώπου οι πολλοί κατεστάθησαν αμαρτωλοί, ούτω και δια της υπακοής του ενός οι πολλοί θέλουσι κατασταθή δίκαιοι»—ελευθερωμένοι από τη δουλεία στην αμαρτία.—Ρωμ. 5:19.
Ως άνθρωποι που πιστεύουν έχομε απομακρυνθή από την εκούσια δουλεία στην αμαρτία, έχομε δεχθή τη δικαιοσύνη, που προέρχεται μέσω της αξίας της θυσίας του Ιησού και έχομε αφιερώσει τον εαυτό μας στο να πράττωμε το θέλημα του Ιεχωβά. Οι πρώτοι, που ανακηρύσσονται δίκαιοι έτσι, είναι εκείνοι που αποτελούν την πνευματική εκκλησία του Ιησού Χριστού, οι 144.000 κληρονόμοι της Βασιλείας, από τους οποίους ένα υπόλοιπο μόνο έχουν παραμείνει επάνω στη γη. Εν τούτοις, ο ‘πολύς όχλος’ των ‘άλλων προβάτων’ που είναι μεταξύ μας επωφελούνται, επίσης, τώρα εφόσον φαίνονται ότι «έπλυναν τας στολάς αυτών, και ελεύκαναν αυτάς εν τω αίματι του Αρνίου.»—Αποκάλ. 7:9, 14.
Εφόσον έχομε αγορασθή με τη θυσία του Ιησού Χριστού, είτε από το ‘υπόλοιπο’ είτε από τα «άλλα πρόβατα», ανήκομε σ’ εκείνον ο οποίος μας απελύτρωσε, τον Ιησού Χριστό, τον Λυτρωτή μας. Επειδή έχομε εξαγορασθή από αυτόν, δεν πρέπει να είμεθα πια δούλοι της αμαρτίας, δούλοι του εαυτού μας ή δούλοι άλλων ανθρώπων. Πόσο κατάλληλο, λοιπόν, είναι το θέμα μας για το μήνα Μάρτιο να ‘παραμένωμε σταθερά ως δούλοι του Λυτρωτού μας’! Ναι, όπως ο απόστολος Παύλος μάς προειδοποιεί, «δια τιμής ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων.»—1 Κορ. 7:23.a
Για να ‘παραμείνωμε σταθερά ως δούλοι του Λυτρωτού μας’ δεν είναι καθόλου ένα εύκολο πράγμα. Σήμερα ολοκληρωτικές κυβερνήσεις και φανατικός εθνικισμός ασκούν έλεγχο, και φιλόδοξοι, διψασμένοι για εξουσία άνθρωποι και καθεστώτα, απαιτούν την ταπεινωτική μας υπακοή, ακόμη δε και αυτή τη ζωή μας. Εφόσον το ν’ απαιτούν τη ζωή μας ως δούλων των και οι σχετικοί ισχυρισμοί των δεν στηρίζονται σε δικαία βάσι, εμείς δεν τολμούμε να υποκύψωμε στις απαιτήσεις των.
Άλλοι, πάλι, όπως οι άπληστοι εμποριοκράται, θέλουν να μας φέρουν σε δουλεία για οικονομικό κέρδος. Χρησιμοποιούν ‘την επιθυμία της σαρκός, και την επιθυμία των οφθαλμών, και την αλαζονεία του βίου’ για να μας παγιδεύσουν. Πόσο σπουδαίο είναι να είμεθα πολύ προσεκτικοί εναντίον αυτού του πνεύματος του κόσμου!—1 Ιωάν. 2:16· Εφεσ. 5:15.
Υπάρχουν, επίσης, εκείνοι οι εχθροί της αληθείας και της βασιλείας του Θεού, οι οποίοι με το χλευασμό ή τις απειλές θα ήθελαν να μας οδηγήσουν να γίνωμε δούλοι των αντί να παραμείνωμε σταθερά δούλοι του Λυτρωτού μας. Αλλά δεν πρέπει ν’ αφήσωμε το φόβο να μας εμποδίση από το να πηγαίνωμε από σπίτι σε σπίτι με τ’ αγαθά νέα, ή από το να προσφέρωμε συμπτωματικά τα περιοδικά μας ή από το να δημιουργούμε ευκαιρίες συμπτωματικής μαρτυρίας. Επομένως, οποτεδήποτε αντιμετωπίζομε τον πειρασμό να υποκύψωμε στον φόβο των ανθρώπων, ας ενθυμούμεθα τους λόγους του Ιησού στο να φοβούμεθα τον Θεό μάλλον παρά ανθρώπους.—Ματθ. 10:28.
Οφείλομε, επίσης, να παραμείνωμε σταθερά ως δούλοι του Λυτρωτού μας εναντίον εκείνων που θα ήθελαν να μας παγιδεύσουν με ψευδείς διδασκαλίες ή κακή διαγωγή. Ιδιοτελείς, φιλόδοξοι άνθρωποι σήμερα, όπως και στις ημέρες του αποστόλου Παύλου και του μαθητού Ιούδα, υπεισέρχονται μέσα στην οργάνωσι του Θεού και προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τους ανύποπτους για δική τους ωφέλεια. Εναντίον όλων αυτών οφείλομε, επίσης, να είμεθα σε επιφυλακή!—Ιούδ. 3, 4.
Αν πρόκειται να ‘παραμείνωμε σταθερά δούλοι του Λυτρωτού μας’ παρά τις προσπάθειες όλων αυτών των ανθρώπων να μας κάνουν δικούς των δούλους, πρέπει να κάνωμε καλή χρήσι όλων των βοηθημάτων που επρομήθευσε ο Ιεχωβά Θεός για να μας ενισχύση πνευματικώς, περιλαμβανομένης της προσευχής, της προσωπικής μελέτης και της παρακολουθήσεως των συναθροίσεων. Και ιδιαιτέρως η δραστηριότης στη διακονία του αγρού θα μας ενισχύση ώστε να μπορέσωμε να ‘παραμείνωμε σταθερά ως δούλοι του Λυτρωτού μας,’ Ιησού Χριστού, ο οποίος μας έχει εξαγοράσει. Ας κάνωμε καλή χρήσι των ευκαιριών μας προς αυτή την κατεύθυνσι στη διάρκεια του μηνός Μαρτίου, ειδικά στην προσπάθεια ν’ αρχίσωμε Γραφικές μελέτες με ανθρώπους που αγαπούν τη δικαιοσύνη κι έχουν συναίσθησι της πνευματικής των ανάγκης!
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομέρειες βλέπε Η Σκοπιά 1ης Δεκεμβρίου, 1965, (στην Αγγλική).
-
-
«Σπείρε τον Σπόρον Σου»Η Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
«Σπείρε τον Σπόρον Σου»
Ο λόγος του Κυρίου μάς συμβουλεύει να είμεθα άγρυπνοι στο να δίδωμε το παρήγορο άγγελμα της αληθείας, οποιεσδήποτε και αν είναι οι συνθήκες που μας περιβάλλουν. Η σχετική συμβουλή, που αναφέρεται στον Εκκλησιαστή 11:6, λέγει τα εξής: «Σπείρε τον σπόρον σου το πρωί, και την εσπέραν ας μη ησυχάση η χειρ σου· διότι δεν εξεύρεις τι θέλει ευδοκιμήσει, τούτο ή εκείνο, ή εάν και τα δύο ήναι επίσης αγαθά.» Μια αδελφή, που εφήρμοσε ακριβώς αυτή τη συμβουλή του λόγου του Κυρίου, συνετέλεσε στο να παραχθή καλός καρπός, έστω και κάπως αργά, όπως φαίνεται από μια σχετική έκθεσι που αναφέρεται στο Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1966:
Μια πείρα από μια σκαπανέα διακοπών στη Γαλλία δείχνει πώς μια ανώνυμη μαρτυρία, που εδόθη από μια μάρτυρα του Ιεχωβά σ’ ένα Εθνικοσοσιαλιστικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως πριν από είκοσι χρόνια, φέρνει τώρα καρπό. Μια αδελφή, σκαπανεύς διακοπών, συνήντησε μια γυναίκα ηλικίας εξήντα και πλέον ετών. Η κυρία αυτή δεν εδέχθη το περιοδικό Ξύπνα!, επειδή δεν μπορούσε να διαβάση πολύ καλά, συνεπεία των όσων υπέφερε στη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Ήταν σύζυγος ενός αξιωματικού, που εφονεύθη, αυτή δε είχε εκτοπισθή από τους Γερμανούς και είχε σταλή σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως, Η αδελφή την ερώτησε αν συνήντησε ποτέ κάποια μάρτυρα του Ιεχωβά στο στρατόπεδο. Η κυρία δεν θυμόταν. Ωστόσο, ήταν ευτυχής να μάθη τις αλήθειες από αυτή την αδελφή, και αποτέλεσμα των πολλών επισκέψεων ήταν ν’ αυξήση το ενδιαφέρον της. Ύστερ’ από μερικούς μήνες, η κυρία αυτή βρήκε τον σκούφο που φορούσε, όταν ήταν στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως και στη φόδρα του σκούφου βρήκε ένα γράμμα που είχε κρύψει. Το γράμμα ήταν ένα μήνυμα παρηγορίας, που είχε λάβει από μια φυλακισμένη, και έφερε την υπογραφή, «Μία μάρτυς του Ιεχωβά.» Τώρα αυτό της έδωσε μεγάλη χαρά. Παρά την εναντίωσι, που προεβλήθη από τον ιερέα, και παρά μερικές άλλες πιέσεις, συνεχίζει να προοδεύη καλά στην αλήθεια και προσφάτως εξέφρασε την επιθυμία να υπηρετήση τον Ιεχωβά.
-
-
Ευλογίες από Πρόθυμη Πρόσφορα ΥπηρεσίαςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Ευλογίες από Πρόθυμη Πρόσφορα Υπηρεσίας
Και στις πόλεις, επίσης, είναι δυνατόν μερικές φορές να υπηρετήση ένας εκεί όπου η ανάγκη είναι μεγάλη. Ένας υπηρέτης μεγάλης εκκλησίας στη Βραζιλία ερώτησε τον υπηρέτη περιοχής, αν θα μπορούσε να προσφέρη βοήθεια σε απομονωμένο τομέα. Ο υπηρέτης περιοχής συνέστησε να μεταφερθή σ’ ένα άλλο τμήμα της ιδίας πόλεως όπου δεν υπήρχε κανείς ευαγγελιζόμενος, Ο αδελφός, εγκατεστάθη εκεί μαζί με την οικογένειά του, μολονότι ώφειλε έτσι να βαδίζη δυο ώρες περίπου την ημέρα για μετάβασι στην εργασία του και επιστροφή. Αυτός και η οικογένειά του άρχισαν έργο από θύρα σε θύρα και προσεκάλεσαν ενδιαφερόμενα άτομα σε μελέτες, Τώρα υπάρχει μια εκκλησία είκοσι έξη ευαγγελιζομένων σ’ εκείνο το τμήμα, όλο δε αυτό οφείλεται στο ότι αυτός ο αδελφός προσεφέρθη να χρησιμοποιηθή εκεί όπου υπήρχε μεγαλυτέρα ανάγκη.—Από το Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1966.
-
-
Προετοιμασία της Οδού για ‘Πραγματική Ελευθερία’Η Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Προετοιμασία της Οδού για ‘Πραγματική Ελευθερία’
1. Ποια συγκλονιστική δήλωσι έκαμε ο Ιησούς Χριστός στους Ιουδαίους, και γιατί αυτή τους ενόχλησε;
«ΕΑΝ λοιπόν ο Υιός σάς ελευθερώση, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι.» Μια συγκλονιστική δήλωσις προς ένα λαό, που θεωρούσε τον εαυτό του ως τον πιο ελεύθερο λαό επί της γης, και ως τους αληθινούς λάτρεις του Παντοδυνάμου Θεού. Είχαν ελευθερωθή από τη Βαβυλώνα πριν από πέντε αιώνες με τη δύναμι του ιδίου του Θεού. Είναι αλήθεια ότι ήσαν κάπως εκνευρισμένοι κάτω από τη Ρωμαϊκή διακυβέρνησι, επειδή ήθελαν πολιτική αυτονομία, αλλά ποτέ δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους ως δούλους. Όσον αφορά τη λατρεία και τη δικαιοσύνη, θεωρούσαν τον εαυτό τους ελευθέρους. Απέβλεπαν στον Μεσσία για να τους απαλλάξη από τον Ρωμαϊκό πολιτικό ζυγό, αλλά διέπραξαν το σφάλμα να νομίζουν ότι η δικαιοσύνη των ήταν τόση ώστε αυτός να τους δεχθή με ειδική εύνοια. Δεν έβλεπαν καμμία ανάγκη θρησκευτικής αναμορφώσεως. Αυτός, ο οποίος έκαμε τη δήλωσι που τους συνεκλόνισε τόσο πολύ, ήταν ο μέγιστος προφήτης του Ιεχωβά, ο Ιησούς Χριστός. Πάνω σε ποια βάσι μπορούσε να το ειπή αυτό;—Ιωάν. 8:36.
2. (α) Ποια ήταν η θρησκευτική κατάστασις του Ιουδαϊκού υπολοίπου, που επέστρεψε το 537 π.Χ.; (β) Ποια ήταν η κατάστασις των Ιουδαίων στη διάρκεια των επομένων πέντε εκατονταετηρίδων όσον αφορά την κυβέρνησι; (γ) Σε ποια κατάστασι ευρέθησαν στο τέλος του πρώτου αιώνος π.Χ.;
2 Μετά την απελευθέρωσί τους από τη Βαβυλώνα το 537 π.Χ., ένα υπόλοιπο πιστών Ιουδαίων είχε επιστρέψει στην ερημωμένη θέσι της Ιερουσαλήμ. Είχαν μετανοήσει και καθαρισθή από την ειδωλολατρία, που είχε επιφέρει σ’ αυτούς η δυσμένεια του Θεού και η πειθαρχική του ενέργεια εναντίον των. Ανοικοδόμησαν την πόλι και το ναό της κι εγκατεστάθησαν και πάλι ως ένας θρησκευτικά ελεύθερος λαός στη δική τους θεόδοτη πατρίδα. Ύστερ’ απ’ αυτά είχαν τις περιπέτειές των, διότι μολονότι η αληθινή λατρεία είχε αποκατασταθή την εποχή εκείνη, η βασιλεία της γραμμής του Δαβίδ δεν είχε αποκατασταθή. Διαδοχικές ειδωλολατρικές παγκόσμιες δυνάμεις, που είχαν κυριαρχήσει επάνω τους, ακριβώς όπως είχε προλεχθή από τον Δανιήλ και τον σύντροφό του προφήτη, τον Ιεζεκιήλ. (Ιεζ. 21:27· Δαν. 4:25) Αλλά ποτέ δεν εξετοπίσθησαν τελείως και πάλι από τη γη τους ως δούλοι, ώστε να την αφήσουν εντελώς έρημη, όπως είχε κάμει η Βαβυλών με τον Βασιλέα Ναβουχοδονόσορ. Ωστόσο, κατά το τέλος του πρώτου αιώνος π.Χ. ήλθαν κάτω από πολύ περισσότερο περιοριστικά και υποδουλωτικά δεσμά, κάτω από μια πνευματική δουλεία. Η λαβή της επάνω τους ήταν ακόμη πιο ισχυρή επειδή ήσαν τυφλοί όσον αφορά την κατάστασί τους.—Ιωάν. 8:33.
ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΟΥΛΕΙΑ
3. Ποια προειδοποίησι έδωσε ο Θεός στους Ιουδαίους μέσω του προφήτου Μαλαχία;
3 Αυτή η νέα μορφή δουλείας τους είχε επιβληθή από τους θρησκευτικούς ηγέτας των. (Μαλαχ. 2:7, 8) Ο προφήτης του Θεού Μαλαχίας, ο τελευταίος συγγραφεύς των θεοπνεύστων Εβραϊκών Γραφών, είχε προείπει αυτή την κατάστασι. Προειδοποίησε ότι για ν’ αποφύγη ο λαός δυσμενή κρίσι από τον Θεό, έπρεπε να μεταστραφή από την πορεία της παραβιάσεως της διαθήκης του νόμου που είχε κάμει ο Θεός μαζί τους μέσω του Μωυσέως. Οφείλουν ν’ αναγνωρίσουν την πνευματικώς αποξενωμένη θέσι τους, να επιστρέψουν και ν’ ασκήσουν υπακοή στον Ιεχωβά και να επανέλθουν στην αληθινή υπηρεσία και λατρεία αυτού, του αληθινού Θεού. Θα έπρεπε να γίνουν όπως οι πιστοί πατέρες των, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, και όμοιοι με πιστούς υιούς απέναντι του Θεού. Ο Μαλαχίας είπε: «Ιδού, εγώ θέλω αποστείλει προς εσάς Ηλίαν τον προφήτην, πριν έλθη η ημέρα του Ιεχωβά η μεγάλη και επιφανής· και αυτός θέλει επιστρέψει την καρδίαν των πατέρων προς τα τέκνα, και την καρδίαν των τέκνων προς τους πατέρας αυτών, μήποτε έλθω και πατάξω την γη με ανάθεμα.»—Μαλαχ. 4:5, 6, ΜΝΚ.
4. (α) Πώς έφθασαν οι Ιουδαίοι να είναι και πάλι αιχμάλωτοι κατά ένα Βαβυλωνιακό τρόπο; (β) Τι εχρειάζετο, και τι έργο έπρεπε να γίνη;
4 Με το να προσθέσουν πολλές παραδόσεις στο Λόγο του Θεού οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται κατεστρατήγησαν πολλά από τα βαρύτερα σημεία του Νόμου. (Ματθ. 23:23) Η λατρεία των είχε καταντήσει ένας απλός τυπικισμός. Υποκριτικά προσέφεραν απλή υπηρεσία χειλέων στον Θεό, ενώ οι καρδιές των ήσαν μακριά από αυτόν. (Ματθ. 15:3-9) Αλλά ήσαν αυτοδικαιούμενοι και ζητούσαν τον αίνο και την τιμή των ανθρώπων. (Ματθ. 6:1, 2, 5) Με τις πολλές παραδόσεις των και τα εντάλματά των είχαν παροδηγήσει τον λαό και τον έκαμαν να παραβιάζη τον νόμο του Θεού, φέρνοντάς τον έτσι σε δουλεία ανθρώπων. Πώς αυτοί οι ηγέται περιφρονούσαν και κατεπίεζαν τον λαό καθώς τον εξεμεταλλεύοντο! (Ιωάν. 7:47-49) Το έθνος ήταν, επομένως, σε δουλεία στον Ιουδαϊσμό, ένα είδος Βαβυλωνιακής θρησκευτικής αιχμαλωσίας, και όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι, ήσαν συγχρόνως σε δουλεία στην αμαρτία και τον θάνατο, πράγματα από τα οποία οι θυσίες που προσέφεραν κάτω από το Νόμο δεν μπορούσαν να τους σώσουν. (Γαλ. 1:13, 14· Εβρ. 10:4) Είχαν ανάγκη από την πραγματική απελευθερωτική προμήθεια του Θεού, τον Μεσσία. Σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ των εβδομήντα εβδομάδων, ο καιρός είχε πλησιάσει για την έλευσι του Μεσσίου και το 29 μ.Χ. πολλοί τον ανέμεναν. (Λουκ. 3:15) Επομένως, ένα έργο έπρεπε να γίνη για να ετοιμασθή η οδός γι’ Αυτόν, που θα τους απελευθέρωνε, όχι μόνο από την Ιουδαϊστική δουλεία, αλλά, επίσης, από την αμαρτία και τον θάνατο, μια πραγματική ελευθερία!
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
5. (α) Ποιος εχρησιμοποιήθη από τον Ιεχωβά ως ένας πρόδρομος του Μεσσίου; (β) Τι έλεγε ο Ιωάννης στους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους που υπεδείκνυε μια πραγματική ανάγκη αναμορφώσεως;
5 Η προφητεία του Μαλαχία έπρεπε να εκπληρωθή, και εξεπληρώθη. Ένας άνθρωπος, που εγεννήθη έξη περίπου μήνες ενωρίτερα από τον Ιησού, ο γυιός του ιερέως Ζαχαρία, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, απεδείχθη ότι ήταν εκείνος, ο οποίος θα ετοίμαζε την οδό για την έλευσι του Μεσσίου του Ηγουμένου, του Ελευθερωτού, εκείνου, ο οποίος θα έφερνε πραγματική ελευθερία. Πόσο είχαν ανάγκη οι Ιουδαίοι από το προετοιμαστικό έργο του Ιωάννου φαίνεται από αυτά που αναγκάσθηκε να πη στους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους, οι οποίοι είχαν προσέλθει σ’ αυτόν για βάπτισμα: «Γεννήματα εχιδνών, τις έδειξεν εις εσάς να φύγητε από της μελλούσης οργής; . . . Εγώ μεν σας βαπτίζω εν ύδατι εις μετάνοιαν· ο δε οπίσω μου ερχόμενος είναι ισχυρότερός μου, του οποίου δεν είμαι άξιος να βαστάσω τα υποδήματα· αυτός θέλει σας βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί. Όστις κρατεί το πτυάριον εν τη χειρί αυτού, και θέλει διακαθαρίσει το αλώνιον αυτού, και θέλει συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην· το δε άχυρον θέλει κατακαύσει εν πυρί [σ’ ένα βάπτισμα πυρός] ασβέστω.» (Ματθ. 3:7-12· Λουκ. 3:7-17) Πόσο είχαν υποδουλωθή !
6. (α) Πώς απέδειξε ο Ιωάννης ότι εξετέλεσε το σκοπό του έργου του; (β) Ποια μαρτυρία έδωσε ο Ιωάννης για τον Ιησού;
6 Ο Ιωάννης εβάπτισε τον Ιησού και κατηύθυνε το λαό προς αυτόν. Δεν προσπαθούσε να εμποδίση τους μαθητάς του από το ν’ ακολουθήσουν τον Ιησού. (Ιωάν. 3:28-30) Λίγες ημέρες μετά το βάπτισμα του Ιησού, είπε σε μερικούς μαθητάς του: «Ούτος είναι περί ου εγώ είπον, Οπίσω μου έρχεται ανήρ, όστις είναι ανώτερός μου, διότι ήτο πρότερός μου. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλά δια να φανερωθή εις τον Ισραήλ, δια τούτο ήλθον εγώ βαπτίζων εν τω ύδατι. Και εμαρτύρησεν ο Ιωάννης, λέγων, Ότι είδον το πνεύμα καταβαίνον ως περιστεράν εξ ουρανού, και έμεινεν επ’ αυτόν. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλ’ ο πέμψας με δια να βαπτίζω εν ύδατι, εκείνος μοι είπεν, Εις όντινα ίδης το Πνεύμα καταβαίνον και μένον επ’ αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίζων εν πνεύματι αγίω. Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» (Ιωάν. 1:30-34) Ο Ιωάννης έλεγε την αλήθεια, διότι ο Ιησούς διέμενε με τον Πατέρα του στους ουρανούς αναρίθμητους αιώνες προτού έλθη σε ύπαρξι ο Ιωάννης.
7. Πώς ο απόστολος Ματθαίος ενισχύει τη μαρτυρία του Ιωάννου, και ποιος έδωσε μια άμεση μαρτυρία για τη Μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού τον καιρό του βαπτίσματός του;
7 Ο Ματθαίος εξέθεσε αυτό, στο οποίο ανεφέρετο ο Ιωάννης, γράφοντας: «Τότε έρχεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας [όπου ευρίσκετο η Ναζαρέτ] εις τον Ιορδάνην [Ποταμόν] προς τον Ιωάννην, δια να βαπτισθή υπ’ αυτού. Ο δε Ιωάννης εκώλυεν αυτόν, λέγων, Εγώ χρείαν έχω να βαπτισθώ υπό σου, και συ έρχεσαι προς εμέ; Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν, Άφες τώρα· διότι ούτως είναι πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην. Τότε αφίνει αυτόν. Και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος· και ιδού, ηνοίχθησαν εις αυτόν οι ουρανοί, και είδε το πνεύμα του Θεού καταβαίνον ως περιστεράν, και ερχόμενον επ’ αυτόν. Και ιδού φωνή εκ των ουρανών, λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.»—Ματθ. 3:13-17· 2:22, 23· βλέπε, επίσης, Μάρκ. 1:9-11· Λουκ. 3:21-23.
ΜΙΑ ΒΑΒΥΛΩΝΙΑΚΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ
8. (α) Ποια απόδειξι έχομε ότι η αιχμαλωσία που εδοκίμαζαν οι Ιουδαίοι στις ημέρες του Ιωάννου ήταν Βαβυλωνιακή; (β) Τι έργο, λοιπόν, ήταν αυτό που έκανε ο Ιωάννης; (γ) Δείξτε πώς αυτό αληθεύει από ό,τι ο Ησαΐας είχε να πη στο κεφάλαιο 39 καθώς και 40:1-5.
8 Ότι ο Ιωάννης ήλθε πραγματικά σ’ ένα λαό, που ευρίσκετο σε μια Βαβυλωνιακής μορφής αιχμαλωσία, ομοία με την προηγουμένη τους εξορία στην αρχαία Βαβυλώνα, είναι σαφές από την εφαρμογή που κάνει η Γραφή των προφητειών, οι οποίες είχαν σχέσι με την επιστροφή του πιστού υπολοίπου των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα το 537 π.Χ. Ο Ιωάννης, λοιπόν, ήλθε για να προωθήση μια επέκτασι της επιστροφής των Ισραηλιτών από την εξορία. Η προφητεία του Ησαΐα, η οποία είχε ένα Βαβυλωνιακό ιστορικό βάθος, εφαρμόζεται στο έργον του Ιωάννου. Το 39ο κεφάλαιο του Ησαΐα λέγει πώς τα πράγματα, τα οποία είχε συσσωρεύσει ο Βασιλεύς Εζεκίας στο ανάκτορό του στην Ιερουσαλήμ, θα μετεφέροντο στη Βαβυλώνα και ότι μερικοί από τους απογόνους του Εζεκία θα εγένοντο αυλικοί στο ανάκτορο του βασιλέως της Βαβυλώνος. Κατόπιν ο Ησαΐας προχωρεί, λέγοντας στο κεφάλαιο 40 εδάφια 1-5 (ΜΝΚ): «Παρηγορείτε, παρηγορείτε τον λαόν μου, λέγει ο Θεός σας. Λαλήσατε παρηγορητικά προς την Ιερουσαλήμ, και φωνήσατε προς αυτήν, ότι ο καιρός της ταπεινώσεως αυτής επληρώθη, ότι η ανομία αυτής συνεχωρήθη· διότι έλαβεν εκ της χειρός του Ιεχωβά διπλάσιον δια πάσας τας αμαρτίας αυτής. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ετοιμάσατε την οδόν του Ιεχωβά· ευθείας κάμετε εν τη ερήμω τας τρίβους του Θεού ημών. Πάσα φάραγξ θέλει υψωθή, και παν όρος και βουνόν θέλει ταπεινωθή· και τα σκολιά θέλουσι γείνει ευθέα· και οι τραχείς τόποι, ομαλοί· και η δόξα του Ιεχωβά θέλει φανερωθή, και πάσα σαρξ ομού θέλει ιδεί· διότι το στόμα του Ιεχωβά ελάλησε.»
9. (α) Πώς, στην αρχαία εκπλήρωσι της προφητείας του Ησαΐα, είχε ετοιμασθή η οδός για τον Ιεχωβά, και πώς είχε αποκαλυφθή η δόξα του Ιεχωβά; (β) Επορεύετο πραγματικά ο Ιεχωβά πριν από τους Ιουδαίους που επέστρεφαν με ορατό τρόπο, ή με ποιον τρόπο;
9 Στους αρχαίους χρόνους η προφητεία προείπε ότι, μέσω του Βασιλέως Κύρου της Περσίας, θα εξωμαλύνετο η οδός για να εγκαταλείψουν οι Ιουδαίοι την μακροχρόνιο εξορία τους στη Βαβυλώνα και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Αυτό έφερε παρηγοριά στην Ιερουσαλήμ και δόξα στον Ιεχωβά Θεό. Η δόξα του Ιεχωβά απεκαλύπτετο έτσι για να την ιδή κάθε σαρξ. Ο Ησαΐας επροφήτευσε ότι ο Ιεχωβά ήθελε υπάγει έμπροσθεν των εξορίστων που θα επέστρεφαν και ότι θα ήταν και η οπισθοφυλακή των. Επομένως, η προετοιμασία της οδού θα μπορούσε να λεχθή ότι ήταν το να ετοιμάσουν την οδόν του Ιεχωβά και να κάμουν ευθείας τας τρίβους του Θεού των. (Ησ. 52:12) Ο Ιεχωβά δεν επορεύετο με ορατό τρόπο έμπροσθέν των. Μάλλον, ο Ζοροβάβελ, ο αντιπρόσωπος του Ιεχωβά, ήταν εκείνος που τους ωδήγησε έξω από τη Βαβυλώνα το 537 π.Χ.
10. (α) Πώς ετοίμασε ο Ιωάννης την οδόν του Ιεχωβά; (β) Πώς έδειξε ο Ιωάννης ότι η προφητεία του Ησαΐα 40:3, η οποία είχε τη Βαβυλωνιακή εξορία ως ιστορικό φόντο της, εφηρμόζετο, επίσης, στο έργο που έκανε ο ίδιος ο Ιωάννης; (γ) Μολονότι η προφητεία ωμιλούσε για ετοιμασία της οδού του Ιεχωβά, πώς αποδεικνύεται ότι δεν ήταν κυριολεκτικά ο ίδιος ο Ιεχωβά, ο οποίος ήλθε κατά ένα ορατό τρόπο να παραλάβη τον προετοιμασμένο λαό;
10 Ο Ιωάννης, κατά ένα θρησκευτικό τρόπο, ετοίμασε την οδόν του Ιεχωβά και έκαμε ευθείας στην έρημο τας τρίβους του Θεού. Όχι, φυσικά, για να ταξιδέψη ο Ιεχωβά κυριολεκτικά, αλλά ετοίμασε την οδό για την έλευσι του Μεσσία ή Χριστού του Ιεχωβά με το να ετοιμάση ένα λαό, ο οποίος θ’ ανεγνώριζε και θα εδέχετο την ηγεσία του, που θα έφερνε ελευθερία. Πραγματικά, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής κάτω από έμπνευσι εφήρμοσε την προφητεία του Ησαΐα 40:3 στον εαυτό του, όταν τον ερωτούσαν οι Ιουδαίοι, καθώς διαβάζομε στα εδάφια Ιωάννης 1:19-24 (ΜΝΚ): «Και αύτη είναι η μαρτυρία του Ιωάννου, ότε απέστειλαν οι Ιουδαίοι εξ Ιεροσολύμων ιερείς και Λευίτας, δια να ερωτήσωσιν αυτόν, Συ τις είσαι; Και ωμολόγησε, και δεν ηρνήθη· και ωμολόγησεν, Ότι δεν είμαι εγώ ο Χριστός. Και ηρώτησαν αυτόν, Τι λοιπόν; Ηλίας είσαι συ; και λέγει, Δεν είμαι. Ο προφήτης είσαι συ; και απεκρίθη, Ουχί. Είπον λοιπόν προς αυτόν, Τις είσαι; δια να δώσωμεν απόκρισιν εις τους αποστείλαντας ημάς· Τι λέγεις περί σεαυτού; Απεκρίθη, Εγώ είμαι “φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ευθύνατε την οδόν του Ιεχωβά”, καθώς είπεν Ησαΐας ο προφήτης. Οι δε απεσταλμένοι ήσαν εκ των Φαρισαίων.» Αυτή η κατανόησις της εφαρμογής της προφητείας υποστηρίζεται, επίσης, από τον απόστολο Ματθαίο καθώς και από τους Βιβλικούς συγγραφείς Μάρκο και Λουκά. Ο Ματθαίος μάς λέγει: «Εν εκείναις δε ταις ημέραις έρχεται Ιωάννης ο Βαπτιστής, κηρύττων εν τη ερήμω της Ιουδαίας, και λέγων, Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών. Διότι ούτος είναι ο ρηθείς υπό Ησαΐου του προφήτου λέγοντος, “Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ετοιμάσατε την οδόν του Ιεχωβά· ευθείας κάμετε τας τρίβους αυτού”.» (Ματθ. 3:1-3, ΜΝΚ· Μάρκ. 1:1-4· Λουκ. 3:1-6) Όταν ο Ιωάννης εβάπτισε τον Ιησού, είχε απόδειξι ότι ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού, και όχι ότι εβάπτιζε τον ίδιο τον Ιεχωβά. Είχε την ισχυρή μαρτυρία της φωνής του ιδίου του Θεού γι’ αυτό το γεγονός.—Ματθ. 3:13-17.
11. (α) Πώς ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής όμοιος με τον Ηλία; (β) Ποια ειδικά προνόμια απήλαυσε ο Ιωάννης;
11 Όπως είχε προφητευθή, ο Ιωάννης είχε πνεύμα και δύναμι Ηλία, δηλαδή, τη δράσι και το ισχυρό άγγελμα, που επέφερε μια αναμόρφωσι ή μεταστροφή πολλών εντίμων Ιουδαίων. Επέσυρε την προσοχή τους στον ‘Αμνόν του Θεού, τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου.’ Αυτός παρουσίασε στον Ιησού τους πρώτους μαθητάς του. Ήταν όπως ο «φίλος του νυμφίου», ο οποίος χαίρει παρουσιάζοντας τη νύμφη στον αγαπημένο της.—Ιωάν. 3:28-30· παράβαλε 2 Κορινθίους 11:2.
Η ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΑΝΟΙΧΤΗ ΤΩΡΑ
12. (α) Μήπως είναι ανάγκη να βρίσκεται ένα άτομο σε κατά γράμμα αιχμαλωσία ή σε φυλακή για να είναι σε δουλεία; Εξηγήστε. (β) Πώς η Βαβυλών η Μεγάλη κρατεί πολλά άτομα σ’ αιχμαλωσία, και υπάρχει τρόπος διαφυγής;
12 Απ’ όλα αυτά μπορούμε να ιδούμε ότι για να είναι ένας σε δουλεία δεν είναι ανάγκη να βρίσκεται μέσα στους τοίχους μιας φυλακής ή να είναι αιχμάλωτος πολέμου σ’ ένα άλλο έθνος, όπως ήσαν οι Ιουδαίοι, όταν μετεφέρθησαν στη Βαβυλώνα. Όχι, όλο το ανθρώπινο γένος είναι αιχμάλωτοι στην αμαρτία και τον θάνατο, προστίθεται δε σ’ αυτό και μια θρησκευτική αιχμαλωσία, στην οποία η μεγάλη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους κρατείται σήμερα από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, την παγκόσμιο αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας. Οι θρησκείες τόσο του ειδωλολατρικού κόσμου όσο και του «Χριστιανικού κόσμου» διδάσκουν Βαβυλωνιακές διδασκαλίες και ενέργειες και τυφλώνουν τους οπαδούς των στο να διακρίνουν ποιο είναι εκείνο που πραγματικά θα τους φέρη αληθινή ελευθερία. Ωστόσο, η οδός της ελευθερίας τίθεται μπροστά σ’ όλο το ανθρώπινο γένος και πολλοί επωφελούνται από αυτήν. Πώς;
13. (α) Πώς ένα μεγάλο έργο ετοιμασίας της οδού για ελευθερία από τη Βαβυλωνιακή θρησκευτική αιχμαλωσία έχει γίνει στην εποχή μας; (β) Ποια ελευθερία απολαμβάνουν τώρα οι άνθρωποι, και σε ποια ελευθερία μπορεί ν’ αποβλέπη το πιστό ανθρώπινο γένος;
13 Στη διάρκεια των σαράντα ετών, που προηγήθησαν από το 1914 μ.Χ., πολλές σπουδαίες αλήθειες διευκρινίσθηκαν, όπως το ότι ήλθε ο Ιησούς στη γη ως άνθρωπος για να δώση την ανθρωπίνη ζωή του ως αντίλυτρο, ότι ανεστήθη ως πνεύμα, μ’ ένα πνευματικό σώμα, για να εμφανισθή ενώπιον του Πατρός του Ιεχωβά στον ουρανό για να εξαγοράση το ανθρώπινο γένος και κατόπιν να επανέλθη αοράτως με τη δύναμι της Βασιλείας. (1 Πέτρ. 3:18· 1 Κορ. 15:44) Ειδικώς από το 1919 η παρουσία του διωρισμένου Απελευθερωτού του Ιεχωβά με δύναμι της Βασιλείας έχει αναγγελθή. Ναι, το γεγονός της εγκαθιδρύσεως το 1914 της βασιλείας του Υιού του Θεού, του Μεσσίου, ανηγγέλθη παγκοσμίως από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Η οδός έχει ετοιμασθή για ελευθερία. Τώρα απολαμβάνουν θρησκευτική ελευθερία εκείνοι, που ακούουν τη διακήρυξι και ακολουθούν τον Μεσσία τον Ηγέτη Ιησού Χριστό και οι οποίοι υποτάσσονται στη βασιλεία του. Σύντομα, με την πλήρη καταστροφή της Βαβυλώνος της Μεγάλης και των υποστηρικτών της, η προαιωνία αντίπαλος της αληθινής λατρείας θα εκλείψη. Δεν θ’ αποτελή πια μια απειλή για την πνευματική ελευθερία του ανθρωπίνου γένους. Κατόπιν όταν εκμηδενισθή από τον Χριστόν Ιησού τον Βασιλέα ό,τι υπολείπεται απ’ αυτό το πονηρό, σατανικό σύστημα πραγμάτων, θα έλθη μια απόλυτη και πλήρης ελευθερία στο ανθρώπινο γένος στη διάρκεια της χιλιετούς βασιλείας του, όταν θα εξαλείψη τον μέγιστο εχθρό του ανθρώπου, τον θάνατο, με όλες τις παρεπόμενες θλίψεις του.—Ρωμ. 8:21· Αποκάλ. 21:1-4.
-
-
Αποτελέσματα Παρακολουθήσεως ΕνδιαφέροντοςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Αποτελέσματα Παρακολουθήσεως Ενδιαφέροντος
Καθώς συνεχίζομε το κήρυγμα ‘τούτου του ευαγγελίου της Βασιλείας’, είναι ανάγκη να βοηθούμε τα ειλικρινή άτομα, που δείχνουν ενδιαφέρον. Η βοήθεια αυτή είναι πραγματικά πολύ αναγκαία, διότι διαφορετικά οι ειλικρινείς άνθρωποι, που έχουν επιθυμία να μάθουν την αλήθεια του λόγου του Κυρίου, δεν θα ήταν δυνατόν να εκπληρώσουν την επιθυμία τους αυτή. Όταν εμείς παρακολουθούμε το ενδιαφέρον που εκδηλώνουν οι άνθρωποι, τότε τα αποτελέσματα είναι πάντοτε ευλογητά, όπως φαίνεται και από την παρακάτω πείρα, που δημοσιεύεται στο Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1966.
Υπάρχει λόγος να παρακολουθήται και το παραμικρό ενδιαφέρον, όπως δείχνει η κατωτέρω επιστολή από ένα σκαπανέα στη Φιλλανδία: «Ενώ πήγαινα από σπίτι σε σπίτι, συνήντησα μια νέα γυναίκα, στην οποία έδωσα μια ομιλία. Για κάποια αιτία αρνήθηκε να δεχθή το βιβλίο Παράδεισος, όταν της το παρουσίασα, αλλ’ επειδή υπέθεσα ότι ενδιεφέρετο έστω και λίγο, της παρουσίασα το βιβλιάριο ‘Ιδού, Κάμνω Νέα τα Πάντα’, το οποίο εδέχθη. Συγχρόνως της έδειξα πώς να μελετήση το βιβλιάριο, ώστε ν’ αποκομίση τη μεγίστη δυνατή ωφέλεια από αυτό. Αυτή η πρώτη επίσκεψις έλαβε χώρα στο τέλος Νοεμβρίου. Στις αρχές Δεκεμβρίου την επεσκέφθηκα και πάλι, και τότε μου είπε; ‘Δεν θα μπορούσατε να έλθετε ένα βράδυ που είναι και ο σύζυγός μου σπίτι, επειδή και αυτός, επίσης, θα ήθελε να συζητήση θρησκευτικά ζητήματα; Όταν ξαναπήγα μαζί με μια σύντροφο το βράδυ που είχε καθορισθή, μας έγινε μια πολύ θερμή υποδοχή, και ο άνδρας απεδείχθη πράγματι ότι ενδιεφέρετο για θρησκεία και είχε μεγάλο σεβασμό για τη Γραφή. Η συζήτησίς μας ήταν πολύ ζωηρή, και κάθε φορά που έπαιρνε απάντησι στα ερωτήματά του, ο άνθρωπος αυτός έλεγε πάντοτε, ‘Αυτή η απάντησις με ικανοποιεί’. Ένα βράδυ ο άνδρας μου ετηλεφώνησε κι ερώτησε; ‘Πώς εορτάζετε τα Χριστούγεννα εσείς οι μάρτυρες του Ιεχωβά;’ Στην αρχή υπέθεσα ότι πιθανόν να μην έχη καταλάβει την άποψί μας, αλλά αυτή η ανησυχία μου ήταν ματαία, διότι, μετά την εξήγησι που του έδωσα, ο άνδρας είπε ότι κατανοούσε το ζήτημα καλά κι επρόσθεσε, ‘Ώστε τα χρήματα του δένδρου των Χριστουγέννων μπορούν να μπουν κατά μέρος.’ Και αυτός και η σύζυγός του άρχισαν έργο τον ίδιο μήνα, και ο άνδρας έχει λάβει σταθερή στάσι στον τόπο της εργασίας του, εβοήθησε δε, επίσης, ένα συνάδελφό του να δείξη ενδιαφέρον για την αλήθεια.»
-
-
Η Σημασία της Επανόδου του ΧριστούΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Η Σημασία της Επανόδου του Χριστού
Πρέπει ν’ αναμένωμε μια κατά γράμμα επάνοδο σ’ αυτόν τον πλανήτη; Τι σημαίνει η επάνοδός του για το ανθρώπινο γένος;
ΠΡΟΣΦΑΤΩΣ μια Καναδική εφημερίς είχε με μερικούς κληρικούς διαφόρων πίστεων συνεντεύξεις σχετικά με την αντίληψί τους όσον αφορά τη σημασία της επανόδου του Χριστού. Ένας είπε ότι η δευτέρα έλευσις του Χριστού είχε πραγματοποιηθή με την αποδοχή των διδασκαλιών του Χριστού από άτομα και όχι με την επάνοδό του στη γη. Ένας Πρεσβυτεριανός λειτουργός είπε ότι επίστευε ότι «θα γίνη μια σωματική επάνοδος του Χριστού.» Ωστόσο, ένας άλλος εξέφρασε την πίστι του σε δύο ελεύσεις: την μία για να λάβη τους Χριστιανούς στον αέρα και να τους έχη στον ουρανό, και τη δευτέρα για να επιστρέψη στη γη και να βασιλεύση εκεί για πάντα μαζί με τους ακολούθους του. Και, τελικά, ένας λειτουργός παρεδέχθη ότι δεν εννοούσε αυτή τη διδασκαλία.
Προφανώς υπάρχει σύγχυσις σ’ αυτό το θέμα μεταξύ των θρησκειών του κόσμου. Λόγω της σπουδαιότητος της διδασκαλίας της Γραφής σ’ αυτό το θέμα, θα κάνωμε καλά να ερευνήσωμε την πραγματική σημασία της επανόδου του Χριστού και να μάθωμε πώς λαμβάνει χώρα.
Η επάνοδος του Χριστού δεν σημαίνει, όπως μερικοί κληρικοί υπαινίσσονται, ότι καθώς ο κόσμος γίνεται περισσότερο Χριστιανικός η έλευσις του Χριστού γίνεται περισσότερο πλήρης, και ότι, όταν η μεταστροφή του κόσμου πραγματοποιηθή ο Χριστός θα επανέλθη με την πληρέστατη έννοια. Αν αυτή η διδασκαλία ήταν ορθή, είμεθα υποχρεωμένοι να πούμε ότι ο Χριστός φεύγει μάλλον παρά επανέρχεται, εφόσον, όχι μόνο ο κόσμος γίνεται λιγώτερο Χριστιανικός ανάλογα με τους αριθμούς του πληθυσμού του κόσμου, αλλά ακόμη και οι ονομαζόμενοι Χριστιανικοί τομείς απομακρύνονται σταθερά από τις διδασκαλίες και το παράδειγμά του. Η απάντησις του ιδίου του Ιησού στην ερώτησι των αποστόλων του για την επάνοδό του δείχνει ότι δεν επίστευε ότι μια τέτοια μεταστροφή του κόσμου θα ελάμβανε χώραν.—Βλέπε Ματθαίος 24:3-14.
Μήπως αυτό μας αφήνει με μια μόνο άλλη εκδοχή: μια κατά γράμμα επάνοδο του Χριστού Ιησού στον πλανήτη μας τη Γη; Καθόλου. Και πάλι οι λόγοι του Ιησού αποβάλλουν κάθε τέτοια ιδέα. Λέγει αυτός στο εδάφιο Ιωάννης 6:51: «Εγώ είμαι ο άρτος ο ζων, ο καταβάς εκ του ουρανού. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, θέλει ζήσει εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου, την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου.» Ο Ιησούς παρέδωσε έτσι το σάρκινο σώμα του ως θυσία για το ανθρώπινο γένος. Επί πόσο χρόνο θα ίσχυε αυτή η θυσία; Ο απόστολος Παύλος απαντά: «Είμεθα ηγιασμένοι δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης.» (Εβρ. 10:10) Ο Χριστός Ιησούς επομένως δεν θα πάρη οπίσω αυτό που παρέδωσε, δηλαδή, τη σάρκινη ύπαρξί του.
Αυτοί, που προσκολλώνται στην ιδέα μιας βασιλείας με τον Χριστό Ιησού από ένα επίγειο θρόνο, μειώνουν έτσι το μεγαλείο της ουρανίας ελπίδος, που έθεσε ο Ιησούς μπροστά στους κεχρισμένους ακολούθους του. Αυτά τα άτομα κάνουν να φαίνεται ότι η ουρανία κατοικία που υπεσχέθη να ετοιμάση για τους μαθητάς του είναι μόνο τόπος προσωρινής διαμονής ωσότου επανέλθουν σ’ αυτή τη γη μαζί του, ωσάν αυτή, επί τέλους, να ήταν ο καλύτερος τόπος που μπορεί να υπάρξη. (Ιωάν. 14:2, 3) Ο Ιησούς ενεθάρρυνε τους ακολούθους του σε πιστότητα, προσφέροντας ως αμοιβή τα προνόμιο τού να καθήσουν μαζί του κοντά στο θρόνο του Πατρός του. Ο Πατήρ του είπε: «Ο ουρανός είναι θρόνος μου, η δε γη υποπόδιον των ποδών μου.» (Πράξ. 7:49) Επομένως, γιατί ο Ιησούς θα επανέφερε εδώ κάτω στο υποπόδιο αυτούς τους ακολούθους του;—Αποκάλ. 3:21· 2 Κορ. 5:1, 16· Κολ. 3:1, 2.
ΜΕ ΠΟΙΑ ΕΝΝΟΙΑ ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ
Μια μεγάλη δυσκολία προφανώς έγκειται στην αποτυχία ν’ αντιληφθούν ότι η λέξις «επάνοδος» μπορεί να σημαίνη κάτι άλλο, εκτός από μια σωματική επιστροφή σε μια προηγουμένη γεωγραφική τοποθεσία. Εν τούτοις, στην καθημερινή μας ομιλία, κάνομε συχνά λόγο για «επάνοδο» με άλλες έννοιες. Παραδείγματος χάριν, λέμε ότι ένα άτομο «επανήλθε στην κανονική υγεία,» ή ότι ένας εκθρονισμένος άρχων «επανήλθε στην εξουσία» (μολονότι πιθανόν να μην εγκατέλειψε ποτέ το ανάκτορό του).
Σημειώστε τη χρήσι που κάνει η Γραφή της λέξεως στη Γένεσι 18:10. Εκεί ο Ιεχωβά Θεός είπε στον Αβραάμ: «Εξάπαντος θέλω επιστρέψει προς σε κατά τον αυτόν τούτον καιρόν του έτους· και ιδού, Σάρρα η γυνή σου θέλει έχει υιόν.» Ετήρησε αυτή την υπόσχεσι, όχι με το να επισκεφθή κατά γράμμα τη Σάρρα, αλλά με το να εκτείνη τη δύναμί του προς αυτήν ώστε στην πολύ προχωρημένη ηλικία της να μπορή να συλλάβη και να γεννήση τον Ισαάκ. (Γέν. 21:1 ) Η Γραφή ομιλεί για πολλές ευκαιρίες, στις οποίες ο Ιεχωβά «επεσκέφθη» το έθνος Ισραήλ. Έτσι διαβάζομε σχετικά με τη Ναομί, την πενθερά της Ρουθ, ότι «ήκουσεν . . . ότι επεσκέφθη ο Ιεχωβά τον λαόν αυτού.» Πώς; «Δίδων εις αυτούς άρτον.» Ώστε η επίσκεψίς του δεν ήταν μια κατά γράμμα μετάβασις στη χώρα των αλλά μια στροφή της προσοχής του προς αυτούς ή ανάληψις ωρισμένης δράσεως υπέρ αυτών.—Ρουθ 1:6, ΜΝΚ· Γέν. 18:21.
Επομένως, εφόσον η επάνοδος του Χριστού δεν σημαίνει μια κατά γράμμα επιστροφή σ’ αυτή τη γη, πρέπει να σημαίνη ότι αυτός λαμβάνει Βασιλική εξουσία επάνω στη γη και στρέφει την προσοχή του προς τη γη. Δεν παρίσταται ανάγκη ν’ αφήση τον ουράνιο θρόνο του και να κατέλθη σωματικώς στον μικρό πλανήτη μας για να το κάμη αυτό, όπως ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών δεν παρίσταται ανάγκη να μεταβαίνη σε όλες τις πενήντα Πολιτείες της Ενώσεως για να προεδρεύση σ’ αυτές. Πριν από την ανάληψί του στον ουρανό, ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του: «Ιδού, εγώ είμαι μεθ’ υμών πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος.» (Ματθ. 28:20) Πώς ήταν μαζί τους; Όχι κατά γράμμα, αλλά μέσω του αγίου πνεύματος, που εξεχύθη την Πεντηκοστή, συνέχισε να οδηγή και να τους διδάσκη ώστε, οπουδήποτε συνήρχοντο μαζί ακόμη και δύο ή τρεις, θα μπορούσε να είναι «εκεί . . . εν τω μέσω αυτών.» (Ματθ. 18:20) Εν τούτοις, η επάνοδός του με Βασιλική εξουσία θα εσήμαινε κάτι πολύ σοβαρώτερο και θα κατέληγε στην εκπλήρωσι μερικών συγκεκριμένων σκοπών που θα επηρέαζαν ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
ΤΙ ΕΚΠΛΗΡΩΝΕΙ Η ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ
Η μαρτυρία της Γραφής και τα ιστορικά γεγονότα, που την εκπληρώνουν, αποδεικνύουν ότι το έτος 1914 μ.Χ. ήλθε ο ωρισμένος καιρός του Θεού για ν’ αρχίση να κυβερνά ο Υιός του από τον ουράνιο θρόνο του και ότι τότε ακούσθηκε στον ουρανό η φωνή: «Τώρα έγεινεν η σωτηρία και η δύναμις και η βασιλεία του Θεού ημών, και η εξουσία του Χριστού αυτού.» (Αποκάλ. 12:10) Τι εσήμαινε, όμως, η άσκησις τώρα της εξουσίας από τον Χριστό; Εσήμαινε ότι όχι μόνο οι πιστοί μαθηταί του επάνω στη γη αλλά όλα τα έθνη θα ‘συνήγοντο έμπροσθεν αυτού’ και θα ήρχοντο, για επισκόπησι, επιθεώρησι και κρίσι. Από τον ένδοξο θρόνο του στους ουρανούς ο Χριστός έστρεψε την προσοχή του προς όλους αυτούς και δεν παρίσταται ανάγκη ν’ αποστείλη ένα δορυφόρο εφωδιασμένο με τηλεοπτικές φωτογραφικές μηχανές για να το κάμη αυτό. Εκπληρώνει έτσι ένα από τους σκοπούς της επανόδου του, της κρίσεως των εθνών και διαχωρισμού των ανθρώπων σε «πρόβατα» ή «ερίφια». (Ματθ. 25:31-33) Όχι μόνο με αγγέλους αλλά και με πιστούς Χριστιανούς μάρτυρας, επίσης, το εκτελεί αυτό, αποστέλλοντάς τους να εξαγγείλουν σε όλη την οικουμένη τ’ αγαθά νέα της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του.—Ματθ. 24:14.
Η επάνοδος του Χριστού σημαίνει επιπροσθέτως ότι στρέφει την προσοχή του προς τους μαθητάς του που επιζούν και προς άλλους συγκληρονόμους, οι οποίοι κοιμούνται σε γηίνους τάφους. Ο απόστολος μάς λέγει: «Ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν εις την παρουσίαν του Κυρίου, δεν θέλομεν προλάβει τους κοιμηθέντας· επειδή αυτός ο Κύριος θέλει καταβή απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου, και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον.» (1 Θεσ. 4:15, 16) Όταν ήταν επί της γης, ο Ιησούς εστάθη εμπρός από τη θύρα του τάφου του Λαζάρου και τον εκάλεσε να εξέλθη. Τώρα, από την ουράνια θέσι της δυνάμεώς του μπορεί ν’ αποστείλη αυτή την κλήσι συγχρόνως σε χιλιάδες μνημεία σ’ όλη την υδρόγειο και, μέσω του πνεύματος του Θεού, να κάμη ώστε οι κεχρισμένοι ακόλουθοί του ν’ αναστηθούν εκ νεκρών σε ζωή ως πνευματικοί υιοί του Θεού και να ενωθούν μαζί του στη διακυβέρνησί του από τον ουρανό. (Αποκάλ. 14:1) Η απόδειξις της Γραφής δείχνει ότι άρχισε να το κάνη αυτό από το 1918 μ.Χ. κι εντεύθεν.
Η επάνοδός του σημαίνει, επίσης, μια εποχή επιδείξεως ευνοίας προς τους πιστούς Χριστιανούς, που είναι ακόμη ζώντες επί της γης, κι έτσι, στο επόμενο εδάφιο ύστερ’ από αυτά, που μόλις παρετέθησαν, διαβάζομε: «Έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν, θέλομεν αρπαχθή μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα· και ούτω θέλομεν είσθαι πάντοτε μετά του Κυρίου.» (1 Θεσ. 4:17) Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτοί οι ζώντες Χριστιανοί εξαιρούνται από το ν’ αποδειχθούν πιστοί μέχρι θανάτου, αλλά, μάλλον, σημαίνει ότι ο Βασιλεύς των εκφράζει τώρα την επιδοκιμασία του σ’ αυτούς και τους ενώνει με τον εαυτό του πνευματικώς, μ’ ένα τρόπο, που είναι αόρατος στους ανθρωπίνους οφθαλμούς όπως είναι και ο ίδιος ο αέρας. Τους ελευθερώνει από κάθε αιχμαλωσία στη σύγχρονη ‘Βαβυλώνα τη Μεγάλη’, την παγκόσμιο αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας, και τους ανυψώνει σε μια θέσι τιμής ως τους επιδοκιμασμένους αντιπροσώπους της ενδόξου βασιλείας του. Τα εδάφια Αποκάλυψις 11:11, 12 δείχνουν συμβολικά ότι ακόμη και οι εχθροί τους είναι υποχρεωμένοι να ιδούν την απόδειξι της ευνοίας του Βασιλέως να εκδηλώνεται απέναντι σ’ αυτούς τους πιστούς υπηκόους.
Προφανώς η επάνοδός του θα σημαίνη, επίσης, πλήρη ανακούφισι από κάθε διωγμό και παθήματα γι’ αυτούς τους πιστούς Χριστιανούς, οι οποίοι τώρα δίνουν άφοβα μαρτυρία για τη βασιλεία του. Ο απόστολος Παύλος υπεσχέθη: «Εις εσάς δε τους θλιβομένους άνεσιν μεθ’ ημών, όταν ο Κύριος Ιησούς αποκαλυφθή απ’ ουρανού μετά των αγγέλων της δυνάμεως αυτού.» (2 Θεσ. 1:7) Σ’ αυτό τον αιώνα των ηλεκτρονικώς ελεγχομένων από το «έδαφος στον αέρα» και από τον «αέρα στο έδαφος» βλημάτων, ο Χριστός Ιησούς, που έχει περιβληθή με ‘πάσαν εξουσίαν εν ουρανώ και επί γης’, δεν παρίσταται ανάγκη να εγκαταλείψη τον ουράνιο θρόνο του και να ταξιδέψη σε μια τοποθεσία γεωγραφικώς κοντά στους εναντιουμένους εχθρούς των δούλων του επάνω στη γη για να εξαλείψη αυτούς τους πονηρούς. Ως μια «ρομφαία κοπτερά» και ράβδος σιδηρά, η δύναμίς του δια του πνεύματος του Θεού και μέσω των ισχυρών αγγελικών δυνάμεων θα φθάση όλους αυτούς και θα τους συνθλίψη ως στον «ληνόν του οίνου.» Η επάνοδός του θα σημαίνη, επομένως, καταστροφή γι’ αυτούς στην επικείμενη μάχη του Αρμαγεδδώνος.—Ματθ. 28:18· Αποκάλ. 19:11-15· 16:14-16· Ψαλμ. 2:8, 9.
Η επάνοδος του Χριστού με Βασιλική εξουσία θα έχη μια θαυμαστή σημασία για ένα αναρίθμητο πλήθος ανθρώπων, που αγαπούν δικαιοσύνη και οι οποίοι θα τον υπηρετήσουν ως επίγειοι υπήκοοι. Σ’ αυτούς θα ειπή: «Έλθετε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου.» (Ματθ. 25:34) Η χιλιετής διακυβέρνησις του Χριστού επάνω τους θα τους ανυψώση σε ανθρωπίνη τελειότητα και θα τους καταστήση ικανούς για αιώνια ζωή στην παραδεισιακή γη.—Αποκάλ. 20:4-6· 21:1-4.
Το έθνος Ισραήλ ανέμενε επί δεκαπέντε μακρούς αιώνες την έλευσι του Μεσσίου και απέτυχε να κατανοήση τη σημασία της, όταν αυτή επραγματοποιήθη. Σεις μην αφήσετε να σας διαφύγη η σημασία της επανόδου του Χριστού σήμερα. Μελετάτε τον Λόγο του Θεού καθημερινά και αφήνετέ τον να κατευθύνη τη σκέψι σας.
-
-
Προσωπική Βοήθεια για Απάντησι στις Γραφικές Ερωτήσεις ΣαςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Προσωπική Βοήθεια για Απάντησι στις Γραφικές Ερωτήσεις Σας
«Ω ΠΟΣΟ θα ήθελα να κατανοώ καλύτερα τη Γραφή!» Το είπατε ποτέ αυτό; Πολλές χιλιάδες ειλικρινών αναγνωστών της Γραφής το είπαν, και σ’ αυτό μοιάζουν πολύ μ’ έναν εξέχοντα άνδρα που έζησε στον πρώτον αιώνα μετά Χριστόν.
Αυτός ήταν ένας ευνούχος, ένας αυλικός της Κανδάκης, βασιλίσσης των Αιθιόπων. Αλλ’ η πολυάσχολη ζωή του δεν τον εμπόδιζε να διαβάζη τη Γραφή. Ταξιδεύοντας, λοιπόν, με το άρμα του ύστερ’ από ένα ταξίδι στην Ιερουσαλήμ, όπου είχε πάει για να προσκυνήση ως ένας περιτετμημένος Ιουδαίος προσήλυτος, έκαμε καλή χρήσι του χρόνου του διαβάζοντας μεγαλοφώνως από τη Βιβλική προφητεία του Ησαΐα. Δεν ήταν τότε η πιο ιδεώδης περίστασις για απερίσπαστη ανάγνωσι, αλλ’ αυτό ασφαλώς αντανακλούσε ζήλο από μέρους του.
Ο Χριστιανός μαθητής Φίλιππος, οδηγούμενος από το πνεύμα του Θεού, έτρεξε δίπλα στο κινούμενο άρμα και προσεπάθησε ν’ αρχίση συζήτησι με αυτόν, ερωτώντας: «Άρα γε γινώσκεις α αναγινώσκεις;» Αυτό έθιξε μια χορδή που ανταπεκρίθη· ο ευνούχος ήθελε να εννοήση. Αμέσως ανεγνώρισε την ανάγκη του για βοήθεια, και παρώτρυνε τον Φίλιππο ν’ αναβή στο άρμα μαζί του και ν’ απαντήση σε μερικά ερωτήματα που είχε πάνω σε ό,τι είναι γνωστά τώρα ως το πεντηκοστό τρίτο κεφάλαιο του Ησαΐα. Τότε ο Φίλιππος επροχώρησε κι «ευηγγελίσατο εις αυτόν τον Ιησούν,» στον οποίον εξεπληρώθη αυτή η προφητεία. Ο Αιθίοψ αυλικός ανεγνώριζε την αληθινότητα αυτών που άκουε· μπορούσε να διακρίνη σαφώς την ευθύνη του ενώπιον του Θεού, και, χωρίς δισταγμό, εβαπτίσθη.—Πράξ. 8:27-38.
Υπάρχουν σήμερα εκατοντάδες χιλιάδων ατόμων, που έχουν διάθεσι όμοια μ’ εκείνη που επέδειξε ο Αιθίοψ ευνούχος. Κι αυτοί, επίσης, πιστεύουν ότι η Γραφή είναι ο εμπνευσμένος λόγος του Θεού. Από καιρό σε καιρό αναγινώσκουν περικοπές της Γραφής, αλλά ομολογούν ελεύθερα ότι χρειάζονται κάποια βοήθεια για να την κατανοήσουν πλήρως. Μερικοί απ’ αυτούς επλησίασαν τον ποιμένα τους για βοήθεια, αλλ’ αυτός συχνά είναι πολύ απασχολημένος ή τους λέγει ότι δεν πρέπει να ενδιαφέρωνται για τέτοια πράγματα. Ωστόσο, εκείνος που ερευνά ενδιαφέρεται, και όταν τον πλησιάζη ένας μάρτυς του Ιεχωβά στο σπίτι του για να εξετάση τη Γραφή, όπως ο μαθητής Φίλιππος επλησίασε εκείνον τον Αιθίοπα άρχοντα, ένας τέτοιος ειλικρινής εκζητητής της αληθείας προτρέπει τον επισκέπτη Μάρτυρα να μπη στο σπίτι του και ν’ απαντήση στα ερωτήματά του. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά ευχαρίστως παρέχουν αυτή την προσωπική βοήθεια.
Σε όλο τον κόσμο πέρυσι αφιέρωσαν 162.000.000 και πλέον ώρες σε υπηρεσία σαν αυτή. Ευχαρίστως έκαμαν σχεδόν 56.000.000 επανεπισκέψεις για να παράσχουν προσωπική βοήθεια σε άτομα που είχαν Γραφικές ερωτήσεις. Υπήρχαν δε και περισσότερα από 741.000 σπίτια, στα οποία έκαναν τακτικές επισκέψεις, στις πιο πολλές περιπτώσεις για μια ώρα κάθε εβδομάδα, για να βοηθήσουν οικογένειες ν’ αποκτήσουν ακριβή γνώσι του Λόγου του Θεού. Όλα αυτά έγιναν δωρεάν, από αγάπη στον Θεό και στον συνάνθρωπό τους.
ΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΓΙΑ ΕΚΜΑΘΗΣΙ
Τι ακριβώς θα μπορούσε ν’ αναμένη ένας να μάθη μέσα σ’ ένα χρόνο ίσως απ’ αυτές τις εβδομαδιαίες οικιακές Γραφικές συζητήσεις; Μια εξέτασις ενός από τα βοηθήματα Γραφικής μελέτης που χρησιμοποιείται, μαζί με τη Γραφή, ως βάσις γι’ αυτές τις συζητήσεις θα σας έδινε μια καλή ιδέα των θεμάτων που θα εκαλύπτοντο. Το περασμένο αυτό θέρος, στις Περιφερειακές των Συνελεύσεις «Ο Λόγος της Αληθείας», οι μάρτυρες του Ιεχωβά έλαβαν ένα νέο βιβλίο για να το χρησιμοποιήσουν σ’ αυτό το έργον. Είναι το ωραία εικονογραφημένο βιβλίο με 416 σελίδες ‘Πράγματα, εις τα Οποία Είναι Αδύνατον Να Ψευσθή ο Θεός’. Ήδη αυτό χρησιμοποιείται σε πολλά μέρη του Αγγλοφώνου κόσμου, και μόλις θα είναι μεταφρασμένο σε άλλες γλώσσες, θα τεθή, επίσης, σε καλή χρήσι από διακόνους που ξέρουν αυτές τις γλώσσες.
Οι μάρτυρες του Ιεχωβά, χρησιμοποιώντας αυτό το βιβλίο και τη Γραφή, θα εξετάσουν με ενδιαφερόμενα άτομα θέματα όπως αυτά: «Ο Θεός Ζη! Πώς το Γνωρίζομε,» και «Ποιο Ιερό Βιβλίο της Θρησκείας Είναι η Αλήθεια;» Τότε θα αναλάβουν μια συμπυκνωμένη κάλυψι ολοκλήρου της Γραφής, απ’ την αρχή ως το τέλος, εξαίροντας τις κυριώτερες ιδέες και δείχνοντας το πώς αυτά όλα συνδέονται μαζί και πώς γίνεται σαφής ο σκοπός του Θεού.
Αφού θέσουν το καλό αυτό θεμέλιο, θα συγκεντρώσουν την προσοχή σε ειδικά Γραφικά θέματα κι ερωτήματα που περιέπλεξαν τους ανθρώπους παντού· παραδείγματος χάριν, Πώς το σύμπαν και τα ζώντα πλάσματα, ανθρώπινα και πνευματικά, ήλθαν σε ύπαρξι; Τι δείχνει η Γραφή ότι είναι η ψυχή; Τι συμβαίνει σ’ αυτή την ψυχή κατά τον θάνατο; Γιατί πρέπει να πεθαίνη ο άνθρωπος; Θα είναι πάντοτε έτσι; Η Γραφική υπόσχεσις για μια ανάστασι σημαίνει ότι θα μπορέσετε πραγματικά ν’ απολαύσετε πάλι τη συντροφιά των προσφιλών σας που έχουν πεθάνει; Πού θ’ αναστηθούν αυτοί—στον ουρανό ή στη γη; Τι συνθήκες θα επικρατούν τότε; Πώς μας επηρεάζουν σήμερα οι προφητείες των Εβραϊκών Γραφών ή της «Παλαιάς Διαθήκης» και οι αφηγήσεις γι’ άνδρες όπως ο Αβραάμ, ο Μωυσής και ο Δαβίδ; Είναι ο Θεός ένα πρόσωπον ή τρία πρόσωπα σ’ ένα Θεό; Είσθε υποχρεωμένοι να τηρήτε τον Νόμο που εδόθη δια του Μωυσέως; Τι θα λεχθή για τις Δέκα Εντολές; την ημέρα του σαββάτου; Γιατί ο Θεός επέτρεψε την πονηρία να συνεχισθή επί τόσο μακρό διάστημα; Θα τερματισθή η αδικία; Πότε; Πώς μπορούμε να είμεθα βέβαιοι; Αυτά είναι μόνο δείγματα των εντόνων ερωτημάτων, στα οποία δίδονται ικανοποιητικές απαντήσεις.
ΜΙΑ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΙΚΙΑΚΗ ΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ
Ο τρόπος, με τον οποίον οι μάρτυρες του Ιεχωβά διεξάγουν οικιακές Γραφικές συζητήσεις, είναι σε αρμονία με τις αρχές, που εκτίθενται στον Λόγο του Θεού. Παραδείγματος χάριν, στην επιστολή προς Γαλάτας 6:6 συνιστάται: «Ο δε κατηχούμενος τον λόγον, ας κάμνη τον κατηχούντα μέτοχον εις πάντα τα αγαθά αυτού.» Ο διάκονος, λοιπόν, που διεξάγει τη συζήτησι δεν κάνει όλη την ομιλία· αντιθέτως, καθοδηγεί τα μέλη του οίκου στις πληροφορίες, που θα τους βοηθήσουν και τα ενθαρρύνει να εκφράζωνται πάνω σ’ αυτές.
Προτείνεται για τον καθένα, που μετέχει σε μια τέτοια οικιακή Γραφική μελέτη, να έχη δικό του αντίτυπο του βιβλίου, που χρησιμοποιείται ως βοήθημα Γραφικής μελέτης. Όλοι ενθαρρύνονται να διαβάζουν από πριν τις πληροφορίες, που πρόκειται να συζητηθούν, υπογραμμίζοντας ίσως τις κυριώτερες ιδέες στο βιβλίο των. Εκείνοι, που το εφαρμόζουν αυτό, συνήθως κάνουν την ταχύτερη πρόοδο, διότι, αν έχουν διαβάσει το μάθημα κι έχουν στο νου τους τις βασικές ιδέες, ο διάκονος που κάνει την επίσκεψι μπορεί να κατευθύνη την προσοχή όχι μόνο στα θεμελιώδη, αλλά και σε επί πλέον απ’ αυτά σημεία.
Βλέπετε, μια οικιακή Γραφική μελέτη αυτού του είδους είναι κάτι περισσότερο από απλώς μια ταχεία ανασκόπησι εκείνων, που ο οικοδεσπότης γνωρίζει ήδη από την ανάγνωσί του. Εν πρώτοις, ένα μεγάλο μέρος των πληροφοριών είναι νέο για τον σπουδαστή· το να εξετάζουν, λοιπόν, μαζί αυτό το μέρος τον βοηθεί να βεβαιωθή ότι δεν του διέφυγε καμμιά από τις κυριώτερες ιδέες. Τον βοηθεί, επίσης, να εντυπώση σταθερά τα σπουδαία αυτά σημεία στη διάνοιά του για να μη χαθούν σε λίγες μέρες, όπως συμβαίνει με τόσο πολλά πράγματα που διαβάζουν οι άνθρωποι.
Αλλά, περισσότερο απ’ αυτό, κατανοείται η πληροφορία; Άλλο είναι να μπορή κανείς να επαναλάβη μια απάντησι από ένα βιβλίο· αλλ’ είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα, το να έχη κανείς σαφή κατανόησί της. Στις Παροιμίες 4:7 η Γραφή μάς συμβουλεύει: «Απόκτησον σοφίαν και υπέρ πάσαν απόκτησίν σου, απόκτησον σύνεσιν.» Αν το έχετε κάμει αυτό, θα γνωρίσετε, όχι μόνο τις βασικές ιδέες, αλλά και τον λόγο, για τον οποίον είναι ορθές. Θα βοηθηθήτε να διακρίνετε πόσο συνδυάζονται και με άλλες αλήθειες, τις οποίες έχετε μάθει και πώς αυτές επηρεάζουν την άποψί σας στη ζωή. Θα βοηθηθήτε να κατανοήσετε πώς να χρησιμοποιήτε τα όσα έχετε μάθει για να προέλθη ωφέλεια και σε σάς και στους άλλους.
Διατίθεται χρόνος στη διάρκεια της μελέτης για να ευρεθούν τα πολλά Γραφικά εδάφια, που μνημονεύονται στο βιβλίο και για να εξετασθή η σχέσις των με τα μελετώμενα θέματα. Με αυτόν τον τρόπο θα εξοικειωθήτε καλά και σύντομα με το δικό σας αντίτυπο της Γραφής, γνωρίζοντας τι λέγει σε πολλά θέματα και τη σχέσι που υπάρχει μεταξύ των εδαφίων και των δηλώσεων. Θα μπορέσετε να γνωρίσετε το μέρος των Γραφικών εδαφίων για να μπορέσετε να τα ξαναβρήτε. Αφού λάβετε προσωπική βοήθεια στη διατύπωσι σχολίων πάνω στα Γραφικά εδάφια, θα διαπιστώσετε ότι είναι εύκολο να τα εξηγήσετε σε άλλους.
Καθ’ όσον αυξάνει η κατανόησίς σας, θ’ αυξήσετε και σεις σε εκτίμησι. Απλή γνώσις δεν είναι αρκετή, Η βαθιά εκτίμησις είναι, επίσης, ζωτική. «Μετά πάσης φυλάξεως φύλαττε την καρδίαν σου,» λέγει η θεόπνευστη παροιμία, «διότι εκ ταύτης προέρχονται αι εκβάσεις της ζωής.» (Παροιμ. 4:23) Αυτό ισχύει όχι μόνο από μια φυσική έννοια, αλλά πολύ σπουδαιότερα, από μια πνευματική άποψι. Έχομε ανάγκη από ισχυρή αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό και βαθιά εκτίμησι για τις προμήθειές του. Πρέπει ν’ αγαπήσωμε ό,τι είναι καλό και να μισήσωμε ό,τι είναι κακό. Αυτό απαιτεί χρόνον. Δεν κατορθώνεται με βιαστική ανάγνωσι. Αλλά, καθ’ όσον συνεξετάζονται οι αλήθειες του Λόγου του Θεού από εβδομάδα σε εβδομάδα, και καθ’ όσον διαθέτετε χρόνον για στοχασμούς πάνω σ’ αυτές, θα σας είναι μια υποκινητική δύναμις στη ζωή σας. Αυτά είναι μερικά από τα οφέλη που μπορούν ν’ αποκτηθούν από μια τακτική οικιακή Γραφική μελέτη, που διεξάγεται από ένα μάρτυρα του Ιεχωβά.
Όπου είναι δυνατόν, οι μάρτυρες του Ιεχωβά ενθαρρύνουν ολόκληρες οικογένειες να συμμετέχουν σ’ αυτές τις οικιακές Γραφικές μελέτες. Αυτό έχει ένα ενοποιητικό αποτέλεσμα, που χρειάζεται πολύ στις οικογένειες παντού σ’ αυτούς τους κρισίμους καιρούς. Μολονότι είναι αληθές ότι οι άνθρωποι συχνά δεν ενδιαφέρονται για τη θρησκεία, η οποία δίνει έμφασι στις ανθρώπινες παραδόσεις, τις επιδεικτικές τελετουργίες και στην αύξησι των δωρεών στην εκκλησία, πολλοί από αυτούς βρίσκουν πραγματική ικανοποίησι σε μια λογική εξέτασι της Γραφής. Εκτιμούν αμέσως ότι εκείνο που έχει να πη η Γραφή είναι συνεπές με τη δική τους πείρα στη ζωή. Εκδηλώνουν ανταπόκρισι όταν τους δίδωνται αισθητές Γραφικές απαντήσεις στα ερωτήματά των. Όταν διακρίνουν ότι η εφαρμογή των Γραφικών αρχών θέτει τις οικογενειακές σχέσεις πάνω σ’ ένα στερεώτερο θεμέλιο, συχνά είναι πρόθυμοι ν’ αναλάβουν την ηγεσία, φροντίζοντας να λάβη ο οίκος των αυτή τη διδασκαλία.
Φυσικά, σε μερικές περιπτώσεις μόνο ένα μέλος της οικογενείας μπορεί να ενδιαφέρεται για τους σκοπούς του Θεού. Τότε, δεν υπάρχει λόγος να μην μπορή ν’ απολαμβάνη αυτό το πρόσωπο μια προσωπική οικιακή Γραφική μελέτη σε ώρα που δεν παρεμποδίζει τις άλλες οικογενειακές φροντίδες. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά χαίρουν να βοηθούν τέτοια άτομα και εν καιρώ μπορεί και άλλα μέλη της οικογενείας ν’ αποκτήσουν ενδιαφέρον, όταν διακρίνουν πόσο επωφελής απεδείχθη η διευθέτησις αυτή για κείνον που έδειξε πρώτος ενδιαφέρον.
ΑΛΛΑ ΓΙΑΤΙ;
Ποιος είναι ο σκοπός όλων αυτών; Γιατί οι μάρτυρες του Ιεχωβά προσφέρονται να παρέχουν αυτή την υπηρεσία οικιακών Γραφικών μελετών δωρεάν;
Αλλά, γιατί οι μαθηταί του Ιησού Χριστού στον πρώτον αιώνα ανταποκρίθηκαν σ’ αυτή την ενθάρρυνσι, «υπάγοντες κηρύττετε»; (Ματθ. 10:7) Διότι επίστευαν σε ό,τι εδίδασκε ο Ιησούς. Εγνώριζαν ότι αυτός ήταν ο Υιός του Θεού και ότι η απόκτησις σωτηρίας εξηρτάτο από τη λήψι γνώσεως γι’ αυτόν και τον ουράνιο Πατέρα του και ότι κατόπιν ώφειλαν να ενεργήσουν σύμφωνα με τη γνώσι αυτή. Από ευγνωμοσύνη προς τον Θεό, υπεκινούντο να μοιράζωνται τ’ αγαθά νέα με τους άλλους. Είναι αληθές ότι πολλοί από εκείνους, στους οποίους εκήρυξαν, είχαν δική τους θρησκεία· μερικοί μάλιστα είχαν ένα μεγάλο μέρος αυτού του βιβλίου που σήμερα είναι γνωστό ως Αγία Γραφή. Αλλ’ οι άνθρωποι γενικά δεν καταλάβαιναν πραγματικά τις Γραφές· δεν μπορούσαν ν’ αντιληφθούν ότι οι προφητείες της Γραφής εξεπληρώνοντο ενώπιον των οφθαλμών των. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα.
Οι μάρτυρες του Ιεχωβά πιστεύουν στη Γραφή κι αναγνωρίζουν ότι το άγγελμά της είναι επείγον. Γνωρίζουν ότι το να το μάθουν και να ενεργήσουν σύμφωνα με αυτά σημαίνει αιώνια ζωή. Η εκτίμησις της αγάπης, που επέδειξε ο Θεός σε όλο το ανθρώπινο γένος, καθιστώντας ευαπόκτητη αυτή την προμήθεια, τους υποκινεί να βοηθήσουν τους άλλους να επωφεληθούν απ’ αυτή. Αυτός είναι ο λόγος, που αυτοί μπορούν να βρίσκωνται σήμερα σε 190 και πλέον χώρες, παρέχοντας προσωπική βοήθεια σε κάθε είδους ανθρώπους για ν’ απαντήσουν στα Γραφικά ερωτήματά των.
Αν είσθε ένας, που θέλει να κατανοήση τον λόγον του Θεού, όπως έκαμε κι εκείνος ο Αιθίοψ Ευνούχος, που μνημονεύεται στην Αγία Γραφή, δείξτε ένα πνεύμα όμοιο με το δικό του. Υποδεχθήτε τους μάρτυρας του Ιεχωβά, όταν έρχωνται στην πόρτα σας. Διατυπώστε σ αυτούς τα Γραφικά ερωτήματά σας. Ζητήστε να έρχεται ένας απ’ αυτούς μια ώρα κάθε εβδομάδα, δωρεάν, για μελέτη και κατανόησι του λόγου του Θεού.
-
-
Ερωτήσεις από ΑναγνώσταςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Πώς μπορεί να λεχθή ότι η ορατή οργάνωσις του Θεού έγινε αυστηρώς θεοκρατική ή ήταν πλήρως θεοκρατική σε διάρθρωσι κατά το 1938, όταν υπάρχουν αναθεωρήσεις και αλλαγές από καιρό σε καιρό στις οδηγίες της οργανώσεως;
Πρώτ’ απ’ όλα, πρέπει να διευκρινίσωμε τι εννοούμε όταν λέγωμε ότι η ορατή οργάνωσις του Θεού έγινε αυστηρώς ή πλήρως θεοκρατική. Ο όρος «θεοκρατία» σημαίνει «κράτος του Θεού» ή «διακυβέρνησις από τον Θεό.» Ως εκ τούτου, αν μια οργάνωσις πρόκειται να είναι πλήρως θεοκρατική, πρέπει να κατευθύνεται και να ελέγχεται εξ ολοκλήρου από τον Θεό ή από τις δυνάμεις που αυτός θέτει σε λειτουργία. Ασφαλώς, ο Ιεχωβά κατηύθυνε την οργάνωσί του πριν από το 1938 και πραγματοποιούσε τον σκοπό του που ήταν για εκείνον τον καιρό, αλλά παραχωρούσε στους δούλους του αξιόλογο περιθώριο όσον αφορά τον έλεγχο της οργανώσεως, επιτρέποντας μάλιστα σ’ αυτούς να εκλέγουν με δημοκρατική ψήφο εκείνους που θα υπηρετούσαν ως εκπρόσωποί των. Μολαταύτα, δεν ήταν αυτός ο τρόπος, με τον οποίον λειτουργούσε η πρώτη εκκλησία στις ημέρες των αποστόλων. Οι απόστολοι οι ίδιοι ήσαν εκείνοι, όχι η εκκλησία, που έκαναν διορισμούς σε θέσεις υπηρεσίας και μέσω των αποστόλων και μόνον μετεβιβάζετο η ενεργός δύναμις του Θεού. (Πράξ. 14:23· 19:6) Επίσης, το κυβερνών σώμα των αποστόλων και των πρεσβυτέρων της Ιερουσαλήμ, ήταν εκείνο το οποίον, κινούμενο από το πνεύμα του Θεού, ελάμβανε αποφάσεις όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίον οι εκκλησίες έπρεπε να κατευθύνουν την πορεία τους. (Πράξ. 15:28) Συνεπώς, ο Ιεχωβά, αφού ήλθε στο ναό του το 1918, άρχισε ν’ αποκαθιστά την πλήρη αυτή θεοκρατική διάταξι και να θέτη σ’ εφαρμογή αυστηρότερον έλεγχο επί της ορατής οργανώσεως. Ήταν μια βαθμιαία πορεία· έτσι, η αντιθεοκρατική, δημοκρατική μέθοδος του να ψηφίζουν άνδρες ως πρεσβυτέρους, δεν έπαυσε παρά στο 1932.
Η ενίσχυσις αυτή του θεοκρατικού ελέγχου εξακολούθησε επί μια περίοδο είκοσι ετών, από το 1918 ως το 1938, αντιστοιχεί δε προς το εικοσαετές οικοδομικό πρόγραμμα του Σολομώντος, στο οποίο διάστημα απετελείωσε τον ναόν του Ιεχωβά, τον δικό του οίκο, τον πρόναο της κρίσεως και τον Οίκον του Δάσους του Λιβάνου ή το οπλοστάσιο. Το 1938 ο Ιεχωβά απεκάλυψε αυτή την αντιστοιχία στους δούλους του, εδημοσιεύθη δε αυτή στη Σκοπιά σ’ ένα άρθρο από δύο μέρη με τίτλον «Οργάνωσις.» Η εμφάνισίς του έγινε στα τεύχη της 1ης και 15ης Ιουλίου και απέδειξε ως συμπέρασμα ότι η οργάνωσις του Ιεχωβά έπρεπε στο εξής να οδηγήται και να κατευθύνεται από το πνεύμα του Ιεχωβά μέσω του ορατού κυβερνώντος σώματος, αποτελουμένου από εκείνους τους υπηρέτας τους οποίους θα διώριζε ο ίδιος ο Ιεχωβά. Η τελική παράγραφος της σειράς αυτής κατέληγε: «Η θεοκρατική κυβέρνησις του Ιεχωβά τώρα εξουσιάζει πλήρως επί του λαού του Θεού.»
Αυτό, όμως, δεν εσήμαινε ότι η οργάνωσις θα έμενε στάσιμη ή ότι δεν θα εισήγοντο νέα σχέδια ή νέες μέθοδοι εκτελέσεως υπηρεσίας. Τουναντίον. Στα ίδια αυτά άρθρα με τίτλο «Οργάνωσις», Η Σκοπιά επέστησε την προσοχή μας στο ότι, αφού ο Σολομών απετελείωσε το εικοσαετές οικοδομικόν έργον του, επεδόθη σ’ ένα εθνικής κλίμακος οικοδομικό πρόγραμμα. Πώς επρόκειτο να γίνη αυτό στην εκπλήρωσι του τύπου, ή τι επρόκειτο να επιτελεσθή, δεν ήταν τότε γνωστό, αλλά Η Σκοπιά έλεγε: «Μετά πλήρους εμπιστοσύνης θα αναμένωμεν, και θα ίδωμεν.» Σήμερα βλέπομε μερικά από τα αποτελέσματα του παγκοσμίου οικοδομικού προγράμματος του Μεγαλυτέρου Σολομώντος, του Ιησού Χριστού, και καθώς αντικρύζομε τι έχει επιτελεσθή αντιλαμβανόμεθα ότι αυτό μπορούσε να γίνη μόνο με το πνεύμα του Θεού και μέσω αυξήσεως και αναπτύξεως του ιδίου του λαού του Θεού. Νέα χαρακτηριστικά του έργου απήτησαν νέες μεθόδους, πράγμα που εσήμαινε αναθεωρήσεις και αλλαγές, από καιρό σε καιρό, στις οδηγίες της οργανώσεως, πλην, όλ’ αυτά αποτελούν μέρος της προόδου της θεοκρατικά ελεγχομένης οργανώσεως του Ιεχωβά υπό την άμεση διεύθυνσι του Ιεχωβά Θεού του ιδίου. Συνεπώς, αυτές οι αναθεωρήσεις και αλλαγές είναι αυτές οι ίδιες πλήρως θεοκρατικές και ως εκ τούτου δεν αλλοιώνουν με κανένα τρόπο την εξ ολοκλήρου θεοκρατική διάρθρωσι της οργανώσεως.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΑπρίλιοΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Απρίλιο
1 Άνδρες Νινευίται θέλουσιν αναστηθή εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης, και θέλουσι κατακρίνει αυτήν.—Ματθ. 12:41. Σ 1/6/65 28α
2 Το όνομα αυτού θέλει καλεσθή . . . Πατήρ του μέλλοντος αιώνος.—Ησ. 9:6. Σ 15/10/65 49, 57
3 Αδύνατον είναι οι άπαξ φωτισθέντες, . . . και έπειτα παραπεσόντες, . . . να ανακαινισθώσι πάλιν εις μετάνοιαν, ανασταυρούντες εις εαυτούς τον Υιόν του Θεού.—Εβρ. 6:4, 6. Σ 15/6/65 19, 21, 22
4 Όταν ίδω το αίμα, θέλω σας παρατρέξει, και η πληγή δεν θέλει είσθαι εις εσάς δια να σας εξολοθρεύση, όταν πατάξω την γην της Αιγύπτου.—Έξοδ. 12:13. Σ 1/10/65 6α
5 (Ημερομηνία Αναμνήσεως μετά τις 6 μ.μ.) Ο Θεός δεικνύει την εαυτού αγάπην εις ημάς, διότι, ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών.—Ρωμ. 5:8. Σ 15/7/65 1-3α
6 Ελπίδα έχων εις τον Θεόν, την οποίαν και αυτοί ούτοι προσμένουσιν, ότι μέλλει να γείνη ανάστασις νεκρών, δικαίων τε και αδίκων.—Πράξ. 24:15. Σ 1/2/65 5, 6β
7 Τους καιρούς λοιπόν της αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους . . . να μετανοώσι· διότι προσδιώρισεν ημέραν, εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη.—Πράξ. 17:30, 31. Σ 1/7/65 6-9β
8 Σηκώθητι, . . . το φως σου ήλθε, και η δόξα του Ιεχωβά ανέτειλεν επί σε.—Ησ. 60:1. ΜΝΚ. Σ 15/2/66 7α
9 Εν τη γη αυτών θέλουσι κληρονομήσει το διπλούν· αιώνιος ευφροσύνη θέλει είσθαι εις αυτούς.—Ησ. 61:7. Σ 1/9/65 15, 16
10 Με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.—Ρωμ. 10:10. Σ 1/8/65 22, 23
11 Θέλει καταπιεί τον θάνατον εν νίκη.—Ησ. 25:8. Σ 15/4/65 21, 22
12 Εάν σου ακούση, εκέρδησας τον αδελφόν σου.—Ματθ. 18:15. Σ 15/8/65 9
13 Εξήγαγες τον λαόν σου τον Ισραήλ εκ γης Αιγύπτου με σημεία, και με τέρατα, και με κραταιάν χείρα, και με βραχίονα εξηπλωμένον, και με τρόμον μέγαν.—Ιερεμ. 32:21. Σ 15/9/65 15, 16
14 Εστάθης δύναμις εις τον πτωχόν, δύναμις του ενδεούς εν τη στενοχωρία αυτού, καταφύγιον εναντίον της ανεμοζάλης, σκιά εναντίον του καύσωνος.—Ησ. 25:4. Σ 1/11/65 4-6α
15 [Δίδετε] απολογίαν μετά πραότητας και φόβου, προς πάντα τον ζητούντα από σας λόγον περί της ελπίδος της εν υμίν.—1 Πέτρ. 3:15. Σ 1/1/66 21, 20
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
Οι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, ως εκούσιοι και αφωσιωμένοι δούλοι του Χριστού, εκτιμούν βαθύτατα το γεγονός ότι ‘δια τιμής ηγοράσθησαν’ και γι’ αυτό θα παραμείνουν σταθερά στην υπηρεσία του ουρανίου Κυρίου των σε όλη τη διάρκεια του μηνός Μαρτίου με το να συμμετέχουν ενεργώς στη διακονία του ευαγγελίου. (1 Κορ. 7:23) Καθώς θα εκτελούν το έργον αυτό, θα προσφέρουν σε όλους τους ανθρώπους μια ετησία συνδρομή στη Σκοπιά μαζί με τρία βιβλιάρια αντί δρχ. 30.
ΤΟ ΔΕΙΠΝΟΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
Την Τρίτην, 5 Απριλίου, μετά τις 6 μ.μ., θα εορτασθή το Δείπνον του Κυρίου από όλες τις εκκλησίες των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά μαζί και με άλλα ενδιαφερόμενα άτομα. Κάθε εκκλησία οφείλει να κάμη εγκαίρως όλες τις αναγκαίες διευθετήσεις για την ειδική αυτή περίπτωσι, ειδοποιώντας όλους τους ειλικρινείς φίλους της αληθείας, που είναι στην περιοχή, για την ακριβή ώρα και τον τόπο της συναθροίσεως. Ένας ικανός ομιλητής από το υπόλοιπον των κεχρισμένων ακολούθων του Χριστού, αν είναι διαθέσιμος, θα πρέπει να ορισθή για να δώση την ομιλία.
«ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΛΕΣΘΕΝΤΑ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΣΤΟΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΕΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ»
Νέο από κάθε άποψι, το θαυμάσιο βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο είναι πραγματικά ένα πολύτιμο βιβλίο για νέους και ηλικιωμένους. Δεν είναι απλώς μια ιστορία της Αγ. Γραφής, καίτοι σας φέρνει σε γνωριμία με τα πρόσωπα της Βίβλου και σας εξηγεί με απλή γλώσσα τι μας λέγει η Αγία Γραφή για τον Θεό και τις ευλογίες του σ’ εκείνους που τον ευαρεστούν. Είναι πολύ ωραία εικονογραφημένο, έχει σκληρό δέσιμο με επίχρυση αποτύπωσι του τίτλου και το κάλυμμά του είναι χρώματος κοραλλιού· έχει 256 σελίδες και οι διαστάσεις του είναι 0,23 1/2 x 0,18 μ.· επίσης περιέχει πλήρη πίνακα Γραφικών εδαφίων. Τιμάται δρχ. 23.
«Η ΟΔΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ»
Πρόκειται για ένα πολύτιμο βιβλιάριο Γραφικού περιεχομένου, που αναπτύσσει τη θαυμαστή ιδιότητα της αγάπης, όπως αυτή εκδηλώνεται από τον Δημιουργό του Σύμπαντος προς τα πλάσματά του. Όλοι οι θεοσεβείς αναγνώσται μας προσκαλούνται ν’ αποκτήσουν το βιβλιάριο αυτό και να το μελετήσουν με την Αγία Γραφή ανά χείρας, για να βεβαιωθούν ότι πράγματι «η οδός του Θεού είναι αγάπη.»
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
10 Απριλίου: Απάντησις στο Ερώτημα του Ρωμαίου Κυβερνήτου «Τι Είναι Αλήθεια;» §1-27. Σελ. 133.
17 Απριλίου: Απάντησις στο Ερώτημα του Ρωμαίου Κυβερνήτου «Τι Είναι Αλήθεια;» §28-57. Σελ. 140.
-
-
Μπορείτε να Επωμισθήτε Ευθύνη;Η Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Μπορείτε να Επωμισθήτε Ευθύνη;
Η ΑΡΝΗΣΙΣ τού να επωμίζεται ένας ευθύνη είναι μια αδυναμία τόσο παλαιά όσο και το ανθρώπινο γένος. Αλλά καίτοι έχουν οι άνθρωποι την τάσι να υπεκφεύγουν από ευθύνη, εν τούτοις, η προσπάθεια απαλλαγής από δικαία ευθύνη δεν είναι καθόλου κάτι το αξιοσύστατο. Δεν είναι ούτε έντιμο ούτε στοργικό· και ούτε φρόνιμο, επειδή, όπως συμβαίνει με κάθε πορεία που βασίζεται σε μυωπική ιδιοτέλεια, τα πλεονεκτήματά της είναι βραχύβια και τα μειονεκτήματά της υπερτερούν.
Πάρτε ως παράδειγμα τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ. Όταν εκλήθη σε απολογία από τον Δημιουργό και Ευεργέτη του, τον Υπέρτατο Κριτή του σύμπαντος, χωρίς περιστροφές επέρριψε την ευθύνη στην Εύα: «Αυτή μοι έδωκεν από του δένδρου, και έφαγον.» (Γέν. 3:12) Πόσο αφιλάγαθο ήταν το να επιρρίψη την ευθύνη στη σύζυγό του αντί απλώς να παραδεχθή ότι είχε φάγει!
Προσπάθησε ακόμη να επιρρίψη την ευθύνη στον Θεό, λέγοντας: «Η γυνή την οποίαν έδωκας να είναι μετ’ εμού, αυτή μοι έδωκεν από του δένδρου.» Με άλλα λόγια, ‘Τι μπορείς ν’ αναμένης; Εσύ μου έδωσες αυτή τη γυναίκα· εσύ είσαι υπεύθυνος, όχι εγώ’. Είχε λησμονήσει τώρα πόσο καιρό αναζητούσε μάταια σύντροφο μεταξύ των κατωτέρων ζώων είχε, επίσης, λησμονήσει τώρα τη μεγάλη χαρά που αισθάνθηκε, όταν για πρώτη φορά εφέρθη ενώπιόν του η Εύα και ανεφώνησε: «Τούτο είναι τώρα οστούν εκ των οστέων μου, και σαρξ εκ της σαρκός μου»!—Γέν. 2:18-3:12.
Εφόσον ο Αδάμ έθεσε ένα κακό παράδειγμα, δεν είναι εκπληκτικό το ότι η Εύα αρνήθηκε να επωμισθή την ευθύνη της, αλλά προσπάθησε να την μεταβιβάση στον όφι που της ωμίλησε. Αλλά μήπως η δική της προσπάθεια καθώς και του Αδάμ να μην επωμισθούν την ευθύνη τους απήλλαξε από τις συνέπειες της ανυπακοής των; Τους εξησφάλισε έλεος; Πώς θα έδειχνε σ’ αυτούς ο Θεός έλεος, όταν αυτοί δεν έδειξαν κανένα ίχνος μετανοίας, κανένα ίχνος στενοχωρίας ή θλίψεως διότι παρέβησαν τον νόμο του Θεού;—Γέν. 3:13-19.
Λόγω της κακής αρχής, που έκαμαν οι πρώτοι γονείς μας με το να μην είναι πρόθυμοι να επωμισθούν ευθύνη, δεν είναι καθόλου εκπληκτικό το ότι οι απόγονοί των έχουν τάσι ν’ ακολουθήσουν μια παρόμοια πορεία. Πράγματι, αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά σημεία της εποχής μας. Ανάμεσα στα πιο χτυπητά παραδείγματα της αρνήσεως για ανάληψι ευθύνης στις ημέρες μας είναι το σχετικό με τη νεανική εγκληματικότητα. Οι γονείς έχουν τάσι να επιρρίψουν την ευθύνη στα σχολεία, στην αστυνομία, στους καιρούς, στους οποίους ζούμε· και πραγματικά, όλοι έχουν ένα μέτρον ευθύνης. Αλλά η μερίδα του λέοντος παραμένει επάνω στους γονείς της εγκληματικής νεολαίας, διότι δεν μας λέγει ο Λόγος του Θεού: «Δίδαξον το παιδίον εν αρχή της οδού αυτού· και δεν θέλει απομακρυνθή απ’ αυτής ουδέ όταν γηράση»;—Παροιμ. 22:6.
Τρείς αξιωματούχοι των Σκανδιναυικών αστυνομικών αρχών ενώνουν τη φωνή τους για να υποστηρίξουν αυτή τη Γραφική θέσι: οι Ι. Βέστλιν, υποδιευθυντής της αστυνομίας στη Σουηδία, Αλσνάες Άντερσον, υποδιευθυντής της αστυνομίας στη Δανία, και Τζων Γκζέρντε, αρχηγός της αστυνομίας στη Νορβηγία. Όταν αυτοί ερωτήθηκαν ποιους θεωρούν υπευθύνους για την εγκληματική διαγωγή της νεολαίας, όλοι τους απήντησαν χωρίς δισταγμό: «Τους γονείς!» Σύμφωνα με τη γνώμη αυτών: Εφόσον τα σχολεία δεν έχουν πια νόμιμο δικαίωμα να διατηρήσουν την τάξι [να επιβάλουν σωματική ποινή], η ευθύνη παραμένει στους γονείς.»
Προφανώς, εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, πώς μπορούν οι γονείς ν’ αναμένουν βελτίωσι, όταν αρνούνται να επωμισθούν την ευθύνη και να κάνουν κάτι σχετικά με αυτή; Αν τα παιδιά τους έχουν τάσι προς την εγκληματικότητα, θα έπρεπε αυτοί να κάμουν μια ειλικρινή αυτοεξέτασι, και να ιδούν σε τι απέτυχαν να δώσουν στα παιδιά τους από το χρόνο τους, από την αγάπη τους καθώς και από την απαιτουμένη διαπαιδαγώγησι.
Όχι ότι η εγκληματική νεολαία δεν φέρει η ιδία ευθύνη. Κάθε άλλο! Πολλοί από αυτούς γνωρίζουν τι είναι ορθό και τι είναι εσφαλμένο. Τουλάχιστον γνωρίζουν πώς θα ήθελαν να φέρωνται σ’ αυτούς οι άλλοι, και η απλή λογική λέγει ότι θα έπρεπε να φέρωνται προς τους άλλους με τον ίδιο τρόπο. Όχι, η εγκληματική νεολαία δεν πρέπει να επιρρίπτη όλη την ευθύνη επάνω στους γονείς των. Μπορούν να θέσουν μπροστά τους αντικειμενικούς σκοπούς που ν’ αξίζουν, μπορούν ν’ αρνηθούν ν’ ακολουθήσουν μια σπείρα που έχει κακοποιούς σκοπούς, μπορούν ν’ αποφύγουν να κάνουν κατάχρησι της αγάπης των γονέων των με το να παιδαγωγούνται δείχνοντας έτσι ότι εκτιμούν το χρέος ευγνωμοσύνης που οφείλουν στους γονείς των για το ότι τους έφεραν στον κόσμο και τους προμηθεύουν τα αναγκαία.
Μια άλλη σοβαρή περίπτωσις είναι το φυλετικό ζήτημα. Μεγάλη αναταραχή και βία υπάρχει σήμερα σε πολλές χώρες για τις αδικίες της φυλετικής διακρίσεως. Μήπως, όμως, είναι εξ ολοκλήρου ο άλλος υπεύθυνος; Όχι σύμφωνα με τον κ. Φ—, ο οποίος, μολονότι ανετράφη σε πτωχεία, λέγεται ότι «έφθασε σ’ ένα επίπεδο επαγγελματικής επιτυχίας που πολύ λίγοι επέτυχαν—λευκοί ή Νέγροι.» Τονίζει ότι αυτοί, εναντίον των οποίων γίνεται φυλετική διάκρισις, έχουν και αυτοί, επίσης, ευθύνες να κάμουν ό,τι μπορούν για να βελτιώσουν την τύχη τους και μπορούν να μην ακολουθούν την οδό της ελαχίστης αντιστάσεως.
Η ιδία αρχή εφαρμόζεται και στις καθημερινές μας υποθέσεις. Έχομε μήπως ενεργήσει άσοφα, απρόσεκτα, ιδιοτελώς, και τώρα καλούμεθα να πληρώσωμε; Τότε, ας επωμισθούμε την ευθύνη. Είναι πολύ πιθανώτερο ότι θα έχωμε δικαία και ελεήμονα μεταχείρισι, όταν ελεύθερα παραδεχθούμε το σφάλμα μας και επωμισθούμε την ευθύνη παρά αν προσπαθούμε ν’ απαλλαγούμε από αυτήν. Πραγματικά, η ειλικρίνειά μας να παραδεχθούμε ένα σφάλμα δημιουργεί σεβασμό για μας. Βεβαιώνει την εντιμότητα μας και το ότι αγαπούμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας.
Με το να είμεθα πρόθυμοι να επωμισθούμε την ευθύνη, δείχνομε μια ακόμη καλή ιδιότητα, ταπεινοφροσύνη. Ποιος δεν κάνει λάθη; Ποιος δεν αμαρτάνει; Η Γραφή απαντά «Ουδείς.» (1 Βασ. 8:46) Η αλήθεια είναι ότι όταν επωμίζεται ένας ευθύνη είναι πιθανώτερο ν’ αποκαλύπτη την ταπεινοφροσύνη του παρά όταν δέχεται επαίνους. Είναι εύκολο να φαινώμεθα ταπεινόφρονες όταν μας επαινούν, αλλά, όταν μας ελέγχουν τότε είναι πιθανώτερο να διαψεύσωμε το ότι είμεθα πραγματικά ταπεινοί. Αν είμεθα ταπεινόφρονες δεν θα προσπαθούμε να δικαιολογηθούμε αλλά θα είμεθα πρόθυμοι να παραδεχθούμε σε ποιο σημείο υστερούμε. Και ακόμη περισσότερο, χάριν της ειρήνης, μπορεί μερικές φορές να είναι σκόπιμο να επωμισθούμε ευθύνη για κάτι που δεν εκάμαμε, αν δεν περιλαμβάνεται κάποια σοβαρά υπόθεσις ή αρχή.
Όταν επωμιζώμεθα την ευθύνη για τα σφάλματά μας, έχει μια ωφέλιμη επίδρασι επάνω μας. Μας ενισχύει για το ορθό και μας εμπνέει αυτοσεβασμό. Αλλά και κάτι περισσότερο, μπορούμε να προστατεύσωμε ένα αθώο άτομο από το να του επιρριφθή ευθύνη· παίρνομε ένα μάθημα που μπορεί να μας βοηθήση στο ν’ αποφύγωμε να διαπράξωμε το ίδιο σφάλμα και πάλι, και, επάνω απ’ όλα, δείχνομε ότι ενδιαφερόμεθα περισσότερο για το πώς ο Θεός σκέπτεται για μας παρά για το πώς οι άνθρωποι σκέπτονται. Πράγματι, η προθυμία να επωμισθούμε ευθύνη έχει κάθε λόγο να είναι αξιοσύστατη!
-
-
Η Επάνοδος του Χριστού—Γνωρίζετε τι ν’ Αναζητήσετε;Η Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Η Επάνοδος του Χριστού—Γνωρίζετε τι ν’ Αναζητήσετε;
Πολλοί άνθρωποι στη διάρκεια της πρώτης παρουσίας του Χριστού αναζητούσαν μη κατάλληλα πράγματα. Πώς μπορούμε ν’ αποφύγωμε το ίδιο λάθος σήμερα;
Ο ΙΗΣΟΥΣ εγεννήθη σ’ ένα έθνος, που βρισκόταν σε κατάστασι αναμονής. Η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαιδεία (Τομ. Η΄, σελίς 508) λέγει τα εξής: «Μετά την πτώσι της δυναστείας των Μακκαβαίων, όταν η δεσποτική κυβέρνησις του Ηρώδου του Μεγάλου και της οικογενείας του, και η αυξανόμενη τυραννία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έκαμαν την κατάστασί τους ολοένα πιο ανυπόφορη . . . οι Ιουδαίοι [εζήτησαν] καταφύγιο στην ελπίδα ενός προσωπικού Μεσσίου. Επιθυμούσαν διακαώς τον υποσχεμένο ελευθερωτή από τον οίκο του Δαβίδ, ο οποίος θα τους ελευθέρωνε από το ζυγό του μισητού ξένου σφετεριστού, θα έθετε τέρμα στη βέβηλη Ρωμαϊκή διακυβέρνησι, και θα εγκαθίδρυε στη θέσι της τη δική του βασιλεία ειρήνης και δικαιοσύνης.»
Ναι, η πλειονότης των Ιουδαίων ανέμενε ένα Μεσσία που να είναι ένας κατακτητής Ηγέτης, να προέρχεται μεγαλοπρεπώς από τον Ιούδα και να οδηγήση το έθνος σε μια σημαντική νίκη εναντίον της Ρώμης, για ν’ αποκαταστήση έτσι ανεξαρτησία και εθνική κυριαρχία στους Ιουδαίους. Αυτή την άποψι την είχαν υποθάλψει οι θρησκευτικοί των ηγέται, ιδιαίτερα οι Φαρισαίοι. Φαίνεται ότι οι Σαδδουκαίοι δεν συνεμερίζοντο αυτή τη Μεσσιανική ελπίδα στον ίδιο βαθμό, αλλά ειργάζοντο για την ανοικοδόμησι του έθνους με πολιτική τέχνη και συνεργασία με τις υφιστάμενες πολιτικές εξουσίες.
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΤΑΙ
Ο Ιησούς δεν εξεπλήρωσε τις Μεσσιανικές προσδοκίες των θρησκευτικών ηγετών, οι οποίοι καθοδηγούσαν τον τρόπο σκέψεως του Ιουδαϊκού λαού. Μολονότι εγεννήθη στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, ήλθε σ’ αυτούς από την άσημη πόλι της Ναζαρέτ στη Γαλιλαία. (Ιωάν. 7:52) Ωμίλησε στους Φαρισαίους για πνευματική απελευθέρωσι από την ψευδή λατρεία και τους είπε ότι μόνο παραμένοντας στον Λόγο του «θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.» Αυτό δεν ήταν εκείνο που ήθελαν ν’ ακούσουν από τον αναμενόμενο Μεσσία· και έτσι από αυτοδικαίωσι αρνήθηκαν ότι είχαν οποιαδήποτε ανάγκη για μια τέτοια απελευθέρωσι από αμαρτία και εσφαλμένη λατρεία, αποκαλούσαν δε τον Ιησού «Σαμαρείτη» και, στην πραγματικότητα, ένα ‘θρησκευτικόν επηρμένον’.—Ιωάν. 8:31-33, 48, 53, 57.
Οι Σαδδουκαίοι έβλεπαν τον Ιησού ως ένα κίνδυνο, εφόσον, κατά την άποψί τους, οι διδασκαλίες του έθεταν σε κίνδυνο τη θέσι των Ιουδαίων απέναντι των πολιτικών δυνάμεων που ήσαν γύρω τους. Επομένως, ενώθηκαν με τους Φαρισαίους συνεργώντας στο να επιφέρουν τον θάνατο του Ιησού.—Ιωάν. 11:45-50· Ματθ. 16:1· Πράξ. 5:17.
Έτσι, μολονότι ο κοινός λαός γενικά «ήκουεν αυτόν ευχαρίστως», ενεργώς συζητούσε την πιθανότητα του να είναι αυτός ο υποσχεμένος Μεσσίας, εθαύμαζε τις θαυματουργικές του θεραπείες, και μάλιστα επροχώρησε ως το σημείο να προσπαθήση, ανεπιτυχώς, να κάμη τον Ιησού βασιλέα των, εν τούτοις στο σύνολο είχαν επηρεασθή δυσμενώς από τους άρχοντες και τους θρησκευτικούς των ηγέτας και ωδηγήθησαν στο να τον απορρίψουν. (Μάρκ. 12:37· Ιωάν. 7:25-27, 31, 40-42· 6:15· Ματθ. 12:23· 27:20) Δίχως μεγαλοπρεπή εμφάνισι, χωρίς νικηφόρους κατακτήσεις, χωρίς εθνική ανεξαρτησία, δεν μπορούσε να νοηθή Μεσσίας παρών—έτσι εσκέπτοντο.
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΕΒΛΕΨΑΝ
Διέπραξαν ένα τραγικό σφάλμα. Γιατί; Η αναμφισβήτητη απόδειξις της μεσσιανικής ιδιότητος του Ιησού ήταν μπροστά τους, μπορούσαν να την ιδούν. Ο Ιησούς ήταν γενεαλογικώς τέλειος γι’ αυτή τη θέσι· χρονολογικώς είχε έλθει στον ακριβή χρόνο που είχε προλεχθή στην προφητεία· και ήταν αναντιρρήτως ο υποσχεμένος ‘προφήτης σαν τον Μωυσή’, που όχι μόνο εξετέλεσε θαύματα αλλ’ ακόμη ανέστησε και νεκρούς, κάτι που ο Μωυσής δεν είχε κάμει ποτέ.a Ναι, ακόμη και η ταπεινή του εμφάνισις, η απόρριψίς του από τους ηγέτας του έθνους, ο τρόπος του θανάτου του, και η ανάστασίς του—όλα αυτά υπήρχαν εκεί στον Θεόπνευστο Λόγο του Θεού, αν μόνο ήθελαν να τον προσέξουν, να τον προτιμήσουν από τους θρησκευτικούς των ηγέτας. (Ζαχ. 9:9· Ψαλμ. 118:22· Ησ. 53:12· Ψαλμ. 34:20· 16:10) Αντιθέτως, άφησαν να συγκεντρωθή η προσοχή των στα εσφαλμένα πράγματα, ιδιαίτερα στην εθνική ανεξαρτησία των Ιουδαίων. Βρίσκομε μάλιστα δύο από τους μαθητάς του Ιησού, μετά τον θάνατό του, να λέγουν με απογοήτευσι: «Ημείς δε ηλπίζομεν ότι αυτός είναι ο μέλλων να λυτρώση τον Ισραήλ.»—Λουκ. 24:21.
Ωστόσο ο Ιησούς είχε έλθει ως Ελευθερωτής και είχε επιτελέσει το μέγιστο απελευθερωτικό έργο που εγνώρισε ποτέ ο Ισραήλ, με το ν’ ανοίξη τις πύλες και να δείξη την οδό για την ελευθερία από την αιχμαλωσία στην ψευδή θρησκεία, στην οποία τους είχαν υποδουλώσει οι θρησκευτικοί των ηγέται.—Λουκ. 4:17-20.
Επί πλέον, ο Ιησούς εισήγαγε τη Χριστιανική διακονία, η οποία επρόκειτο να διαδώση γνήσια Βιβλική εκπαίδευσι σ’ όλη τη γη και να παραγάγη μια διεθνή εκκλησία με μια ενότητα βασισμένη σε αγάπη μοναδική μεταξύ των εθνών. (Ματθ. 28:19, 20· Ιωάν. 13:34, 35· 15:17- 19) Τα μέλη της θα ήσαν κεχρισμένοι κληρονόμοι με τον Χριστό στην ουρανία βασιλεία του Θεού, κι επομένως ανώτερη από κάθε διακυβέρνησι έξω από την επίγεια Ιερουσαλήμ.—2 Τιμ. 4:18· 1 Πέτρ. 2:9, 10.
Το θεμέλιο για ένα τελείως νέο σύστημα πραγμάτων, ικανό να φέρη σε τελειότητα το όλο πλαίσιο των ανθρωπίνων συνθηκών, είχε τεθή από τη θυσία της τελείας ανθρωπίνης ζωής του Ιησού. (Εβρ. 9:15, 28) Πόσο πολύ μεγαλύτερο ήταν αυτό ακόμη και από τις σωματικές θεραπείες ειδικών ασθενειών που έκανε ο Ιησούς!
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
Τι πρέπει να λεχθή, λοιπόν, για τη δευτέρα παρουσία του Χριστού; Τι δικαιούμεθα ν’ αναμένωμε; Πώς μπορούμε ν’ αποφύγωμε να διαπράξωμε το ίδιο σφάλμα που έκαμαν οι Ιουδαίοι στη διάρκεια της πρώτης παρουσίας του;
Αρχίζοντας από το τελευταίο μέρος του δεκάτου ενάτου αιώνος, υπήρχε μια ευρύτατα διαδεδομένη πίστις σε πολλές χώρες ότι η επάνοδος του Χριστού ήταν άμεση. Πολλοί παρέμειναν έτοιμοι για την αιφνίδια εμφάνισί του, εποχουμένου μεγαλοπρεπώς σε κατά γράμμα νέφη, συγκεντρώνοντας τους εκλεκτούς του, ανασταίνοντας όλους τους νεκρούς και κατόπι κρίνοντάς τους ατομικώς (μαζί με το υπόλοιπο των εκατομμυρίων ζώντων της γης), όλα δε αυτά μέσα σε είκοσι τέσσερες ώρες.
Πολλοί θρησκευτικοί ηγέται, ωστόσο, απέρριψαν την ιδέα οποιασδήποτε αμέσου προσωπικής επεμβάσεως από τον Χριστό στις υποθέσεις της γης. Εδίδαξαν ότι η βασιλεία του Χριστού ήταν διάχυτη στις καρδιές των ανθρώπων και ότι η Χριστιανική εκκλησία με την ηθική της δύναμι, σε συνεργασία με τις «Χριστιανικές» κυβερνήσεις, θα οδηγήση σταθερά το ανθρώπινο γένος προς την ενότητα με τον Χριστό.
Τι θα πιστέψωμε; Πώς μπορούμε να γνωρίζωμε τι ν’ αναζητήσωμε; Ασφαλώς έχομε ανάγκη να καθοδηγηθούμε από τον Λόγο του Θεού, τη Γραφή, και από όσα είπαν ο ίδιος ο Ιησούς, καθώς και οι θεόπνευστοι μαθηταί του, σχετικά με τη δευτέρα του έλευσι. Γιατί να μη διαβάσωμε τώρα τα κεφάλαια Ματθαίος 24, 25, Λουκάς 21, Μάρκος 13, και 2 Τιμόθεον 3:1-5, τα οποία περιέχουν μερικές από τις πιο εξέχουσες προφητείες που μας λέγουν τι ν’ αναζητήσωμε στην επάνοδο του Χριστού;
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΟΔΟΥ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Διαβάζοντας τα παραπάνω εδάφια, βρίσκομε ότι ούτε ο Ιησούς ούτε οι απόστολοί του έδειξαν ότι ο καιρός της επανόδου του θα ήταν ένας καιρός διεθνούς ειρήνης και αδελφοσύνης, αλλά, μάλλον, ένας καιρός διεθνούς πολέμου και βίας. (Ματθ. 24:7, 8) Δεν θα ήταν ένας καιρός αμέσου απελευθερώσεως από όλα τα προβλήματα και τα βάσανά των, αλλά ένας καιρός μεγάλης ελλείψεως τροφίμων, επιδημιών, σεισμών, ένας καιρός ανησυχίας και στενοχωρίας εθνών. (Λουκ. 21:11, 25, 26) Όχι ένας καιρός ηθικότητος και αγαθοσύνης, αλλά καιρός «ανομίας» και ‘καιρών κακών’, επειδή οι άνθρωποι θα ήσαν φιλάργυροι, φιλήδονοι, ακρατείς, αχάριστοι, εγκληματίαι και υποκριτικά θρησκευόμενοι. (Ματθ. 24:12· 2 Τιμ. 3:1-5) Ο Ιησούς δεν είπε ότι η χαρούμενη αναγγελία σχετικά με την επάνοδό του και την εγκαθίδρυσι της βασιλείας του θα εγίνετο από επιφανείς, τιμωμένους, κοινωνικώς δημοφιλείς θρησκευτικούς ηγέτας και κληρικούς. Είπε ότι η αναγγελία θα εγίνετο από άτομα, που θα εδιώκοντο και θα εμισούντο «υπό πάντων των εθνών» και θα εσύροντο σε δικαστήρια και φυλακές.—Ματθ. 24:9, 14· Λουκ. 21:12-19.
Παραβάλετε αυτά με ό,τι έγινε από το έτος 1914. Επί τριάντα και πλέον χρόνια πριν από αυτή τη χρονολογία και επί μισόν αιώνα από τότε, οι μάρτυρες του Ιεχωβά ετόνισαν το έτος 1914 ως τον καιρό του τέλους των «προσδιωρισμένων καιρών των εθνών» και του καιρού, που θα άρχιζε ο Χριστός τη Βασιλική του διακυβέρνησι. (Λουκ. 21:24, ΜΝΚ) Τα συγκλονιστικά παγκόσμια γεγονότα, που άρχισαν εκείνο το έτος, ωδήγησαν έναν όμιλο από οκτώ επιφανείς κληρικούς στη Βρεττανία να δημοσιεύσουν μια διακήρυξι κατά το τέλος του 1917, όπου εδήλωναν ότι «η παρούσα κρίσις επισύρει την προσοχή προς το τέλος των καιρών των Εθνών» και ότι η «αποκάλυψις του Κυρίου πρέπει ν’ αναμένεται κάθε στιγμή.» Εν τούτοις, μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αυτοί οι λειτουργοί, όπως και οι υπόλοιποι από τους συνδεόμενους με αυτούς κληρικούς, απερροφήθησαν σε εθνικές και διεθνείς υποθέσεις και απαρνήθηκαν την προηγουμένη δήλωσί τους σχετικά με την επάνοδο του Χριστού και τη σημασία των καιρών. Από τότε επηρέασαν τα θρησκευτικά των ποίμνια ν’ απορρίψουν το κήρυγμα του αγγέλματος ότι η δευτέρα παρουσία του Χριστού είχε αρχίσει.
Έτσι, όπως ο κλήρος των ημερών του Ιησού, ο κλήρος των ημερών μας διέπραξε ένα τραγικό σφάλμα και για τον ίδιο λόγο: Απέβλεψε σε μη κατάλληλα πράγματα. Ελησμόνησαν αυτό που είπε ο Ιησούς στους Φαρισαίους, όταν τον ερώτησαν για την έλευσι της βασιλείας του Θεού, δηλαδή: «Δεν έρχεται η βασιλεία του Θεού ούτως, ώστε να παρατηρήται· ουδέ θέλουσιν ειπεί, Ιδού, εδώ είναι, ή, Ιδού εκεί· διότι ιδού, η βασιλεία του Θεού είναι εντός υμών [εν τω μέσω υμών, ΜΝΚ].» (Λουκ. 17:20, 21) Οι Φαρισαίοι απέτυχαν ν’ αναγνωρίσουν τον Ιησού ως τον κυριώτερο εκπρόσωπο της Βασιλείας, μολονότι ήταν εκεί ανάμεσά τους. Έτσι και σήμερα, ο θρησκευτικός κλήρος και οι άρχοντες αρνούνται να παραδεχθούν, ακόμη δε και διώκουν, τους ταπεινούς άνδρες και γυναίκες που αποστέλλει ο Ιησούς ως πρέσβεις του για να εξαγγείλουν την κυβέρνησι της Βασιλείας του.—Ματθ. 24:9, 14.
Στα προηγούμενα τρία τεύχη αυτού του περιοδικού απεδείξαμε ότι η δευτέρα παρουσία του Χριστού είναι μια πνευματική επάνοδος κι επομένως αόρατη στ’ ανθρώπινα μάτια. Σημειώστε, τώρα, τι είπε ο Ιησούς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο Λουκάς 17:26: «Και καθώς έγεινεν εν ταις ημέραις του Νώε, ούτω θέλει είσθαι και εν ταις ημέραις του Υιού του ανθρώπου.» Ανεφέρθη, επίσης, στις ‘ημέρες του Λωτ.’ (Εδ. 28) Γιατί ‘ημέρες’ αντί ‘ημέρα’; Διότι η δευτέρα παρουσία του Χριστού δεν είναι ζήτημα απλώς είκοσι τεσσάρων ωρών στη διάρκεια των οποίων κρίνει τους ανθρώπους με ρυθμό 35.000 και πλέον το δευτερόλεπτο (όπως θα έπρεπε να κάμη λόγω του απεράντου πληθυσμού της γης). Είναι, μάλλον, μια περίοδος ετών, ακριβώς όπως οι ‘ημέρες του Νώε’ και οι ‘ημέρες του Λωτ’ εκάλυπταν μια περίοδο ετών. Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα ο ανάσσων Βασιλεύς και Κριτής είναι αοράτως παρών και εκπληρώνει πολλούς σκοπούς. Ποιοι είναι αυτοί;
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ
Πρώτον, ετακτοποίησε ένα σπουδαίο πρόβλημα: την εναντίωσι στον ουρανό των πρωτίστων αντιπάλων του, του Σατανά και των δαιμόνων του, τους οποίους ενίκησε σ’ ένα ουράνιο (κι επομένως αόρατο) πόλεμο και έρριξε σε μια αδιέξοδο θέσι στα γειτονικά μέρη της γης μας. Αυτό δεν έφερε άμεση ανακούφισι στους κατοίκους της γης, αλλά, μάλλον, ‘ουαί εις τους κατοικούντας την γην και την θάλασσαν, διότι κατέβη . . . ο Διάβολος . . . έχων θυμόν μέγαν, επειδή γνωρίζει ότι ολίγον καιρόν έχει.’—Αποκάλ. 12:7-12.
Τώρα, από τον ουράνιο θρόνο του, ο Κριτής Χριστός Ιησούς μπορεί να κατευθύνη την προσοχή του στη γη και ν’ ανταμείψη τους πιστούς ακολούθους του, που κοιμούνται στον θάνατο με μια ανάστασι για ζωή στους ουρανούς, για να ‘καθίσουν επί θρόνων, κρίνοντες’ μαζί του. (1 Κορ. 15:20-23· Λουκ. 22:28-30) Τι θα συμβή σ’ αυτούς που ζουν επάνω στη γη, που ισχυρίζονται ότι είναι ακόλουθοί του; Στην παραβολή του «σίτου» και των «ζιζανίων» ο Ιησούς έδειξε ότι ο κόσμος θα ήταν γεμάτος από κατ’ απομίμησιν Χριστιανούς και ότι οι πραγματικοί ακόλουθοί του θα έπρεπε ν’ αποχωρισθούν στη «συντέλεια του αιώνος [συστήματος πραγμάτων, ΜΝΚ].» (Ματθ. 13:36-43) Μερικοί, οι οποίοι τον είχαν κάποτε υπηρετήσει, θα άρχιζαν να λένε στην καρδιά τους, «Βραδύνει να έλθη ο κύριός μου,» και θ’ απερρίπτοντο ως μια τάξις ‘κακού δούλου’. Άλλοι θ’ απεδεικνύοντο ότι ανήκουν στην τάξι του ‘πιστού και φρονίμου δούλου’ όπως ήσαν οι απόστολοι και οι πρώτοι μαθηταί. Γι’ αυτή την τάξι του «δούλου», ο Ιησούς είπε ότι «θέλει καταστήσει αυτόν επί πάντων των υπαρχόντων αυτού.» Τα «υπάρχοντα» του Βασιλέως, Χριστού Ιησού, αφορούν τα επίγεια συμφέροντα της βασιλείας του, για τα οποία πρέπει να φροντίσουν αυτοί οι πιστοί Χριστιανοί με το να δίνουν πνευματικήν «τροφήν εν καιρώ.» Αυτό το κάνουν με το να προωθούν και να επεκτείνουν, τη διακήρυξι του αγγέλματος της Βασιλείας σ’ όλον τον κόσμο μέσω μιας παγγήινης προσπάθειας κηρύγματος.—Ματθ. 24:45-51.
Επίσης, ο Βασιλεύς και Κριτής χρησιμοποιεί αυτούς τους πιστούς κήρυκας της Βασιλείας ως ένα είδος «λυδίας λίθου» για να κάμη ένα διαχωριστικό έργο. Από τον ουράνιο θρόνο του, κάνει, πράγματι, όλη τη γη μια αίθουσα δικαστηρίου και κάθε κατώφλι ένα βήμα μάρτυρος για τους οικοδεσπότας καθώς αποστέλλει αυτούς τους μάρτυρας σε όλα τα έθνη κι έτσι προβαίνει στο να ‘χωρίση αυτούς απ’ αλλήλων, καθώς ο ποιμήν χωρίζει τα πρόβατα από των εριφίων.’ Οι άνθρωποι βλέπουν, όχι τον Χριστό, αλλά, μάλλον, αυτούς τους πιστούς ακολούθους, τους οποίους ο Βασιλεύς αποκαλεί ‘αδελφούς μου.’—Ματθ. 25:31-45.
Μ’ αυτόν τον τρόπο ένας «όχλος πολύς» από ανθρώπους με δικαία καρδιά, που ακούουν τη διακήρυξι του αγγέλματος της Βασιλείας από αυτούς τους μάρτυρας, λαμβάνουν στάσι υπέρ της Βασιλείας αυτής και συμμετέχουν στη διακήρυξί της. Φέρονται σε ενότητα ως «μία ποίμνη» μαζί με τους κληρονόμους της ουρανίας Βασιλείας και προετοιμάζονται για ζωή σε μια παραδεισιακή γη κάτω από τη δικαία νέα τάξι του Θεού.—Αποκάλ. 7:9, 10· Ιωάν. 10:16· Αποκάλ. 21:1-4.
Εφόσον υπάρχει ένα τεράστιο έργο που πρέπει να γίνη, ακόμη και κάτω από εναντίωσι, απαιτείται εγκαρτέρησις, και γι’ αυτό ο Βασιλεύς λέγει: «Ο δε υπομείνας έως τέλους, ούτος θέλει σωθή. Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» (Ματθ. 24:13, 14) Έτσι, όταν το έργο της διακηρύξεως και συνάξεως θα έχη συμπληρωθή προς ικανοποίησι του Βασιλέως, τότε αυτός θα ενεργήση ως εκτελεστής των κρίσεων του Ιεχωβά με το να καθαρίση τη γη από όλους τους εναντιουμένους στη βασιλεία του, ορατούς και αοράτους, δίνοντας έτσι ένα τέρμα στη διακυβέρνησι της γης από ιδιοτελείς ανθρώπους και αοράτους δαίμονες.—Δαν. 2:44· Αποκάλ. 19:11-15· 20:1-3.
Οι ‘ημέρες του Υιού του ανθρώπου’, στις οποίες τώρα ζούμε, είναι ημέρες ευκαιρίας, ημέρες για δράσι, για να λάβωμε την απόφασί μας υπέρ του ανάσσοντος τώρα Βασιλέως, Χριστού Ιησού. Αυτοί, που σήμερα επιμένουν αναμένοντας τις μη κατάλληλες αποδείξεις βρίσκονται σε σοβαρό κίνδυνο. Είθε να ιδήτε καθαρά την πραγματική σημασία της επανόδου του Χριστού τώρα και να ενεργήσετε εγκαίρως για να εξασφαλίσετε τη διαφύλαξί σας σε ζωή στη δικαία νέα τάξι του Θεού, που είναι τώρα πλησίον.
[Υποσημειώσεις]
-
-
Ο Ελευθερωτής Έρχεται στη ΣιώνΗ Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Ο Ελευθερωτής Έρχεται στη Σιών
1. (α) Ποια λόγια του Ιεχωβά απεδείχθη ότι έδιναν παρηγοριά στους Ιουδαίους, όταν ήσαν εξόριστοι στη Βαβυλώνα; (β) Ποια παρόμοια λόγια ελέχθησαν μετά το τέλος της εξορίας της Σιών, και ποιος τα είπε;
ΗΤΑΝ κάτι που άξιζε να καταγραφή ως ένα ανεξίτηλο υπόμνημα και, ακόμη περισσότερο, να διακηρυχθή στα πιο απομακρυσμένα σημεία της γης. Απεδείχθη ότι επρομήθευσε ανεκτίμητη παρηγοριά στους Ιουδαίους, όταν ήσαν σε Βαβυλωνιακή αιχμαλωσία. Ήταν ο λόγος που ελαλήθη όχι από κανένα άλλον παρά από τον ίδιο τον Ιεχωβά Θεό: «Είπατε προς την θυγατέρα της Σιών, Ιδού, ο Σωτήρ σου έρχεται· ιδού, ο μισθός αυτού είναι μετ’ αυτού, και το έργον αυτού ενώπιον αυτού.» (Ησ. 62:11) Ύστερ’ από μερικά χρόνια, αφότου η Σιών άρχισε ν’ ανοικοδομήται και πάλι το 537 π.Χ., όταν η Βαβυλών είχε πέσει ως η Τρίτη Παγκόσμιος Δύναμις και δεν μπορούσε πια να κρατήση τους Ιουδαίους σ’ αιχμαλωσία, ο Ιεχωβά ενέπνευσε τον προφήτη του Ζαχαρία να πη κάτι παρόμοιο με αυτά τα λόγια: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· αλάλαζε, θύγατερ Ιερουσαλήμ· ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται προς σε· αυτός είναι δίκαιος, και σώζων· πραΰς, και καθήμενος επί όνου και επί πώλου υιού υποζυγίου.»—Ζαχ. 9:9.
2. (α) Ποια κατανόησι είχαν οι Ιουδαίοι για την προφητεία του Ζαχαρία; (β) Ποια πράγματα θα έπρεπε να προσέξουν σήμερα και να εκτιμήσουν οι Ιουδαίοι και άλλοι;
2 Οι Ιουδαίοι κατανοούσαν ότι η τελευταία αυτή προφητεία επρόκειτο να εφαρμοσθή στην έλευσι του Μεσσίου και απέβλεπαν στην εκπλήρωσί της. Σήμερα, όμως, υπάρχουν πολλοί Ιουδαίοι που περιλαμβάνονται ανάμεσα σ’ αυτούς, οι οποίοι δεν έχουν τέτοια πίστι. Αυτοί οι απόγονοι του Αβραάμ θα έπρεπε να προσέξουν το γεγονός ότι ο Δοτήρ αυτής της προφητείας ανέτρεψε μια ισχυρή παγκόσμιο δύναμι για να ελευθερώση τους προπάτορές των από την αιχμαλωσία. Θα έπρεπε ν’ αποδώσουν ισχυρή και σοβαρή σημασία στην υπόσχεσι του Θεού των ότι η Σιών θα είχε την εύνοια μιας επισκέψεως από τον προειπωμένο Μεσσία, αυτόν που ο Ιεχωβά θα έχριε με πνεύμα άγιο για να είναι ο βασιλεύς της βασιλείας, και να κάθεται για πάντα στον ‘θρόνο του Ιεχωβά’. Δεν είναι πολύ αργά για να εξακριβώσουν το αν ο Μεσσίας έκαμε αυτήν την επίσκεψι και ότι δεν ανεγνωρίσθη από αυτούς.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΡΟΣ ΕΞΕΤΑΣΙΝ
3. (α) Ποιοι ανεγνώρισαν πρώτοι τον Μεσσία και τον ανήγγειλαν; (β) Ποιοι ήσαν υπεύθυνοι για την εθνική απόρριψι του Ιησού ως του Μεσσίου; (γ) Πώς παρωδήγησαν τον λαό στο παρελθόν οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται, και ποια στάσις έπρεπε ν’ αναμένεται εκ μέρους των απέναντι του Ιησού; (δ) Στην τόσο μεταγενέστερη σημερινή εποχή, γιατί θα ήταν αδύνατο ένας που θα ισχυρίζετο ότι είναι ο Μεσσίας ν’ αποδείξη την ιδιότητά του ως Μεσσίου;
3 Εκείνοι που θα ερευνήσουν αυτό το ζήτημα θα έπρεπε να λάβουν υπ’ όψι τους τα εξής γεγονότα: Ότι ήσαν άνθρωποι του δικού των έθνους, οι Ιουδαίοι, εκείνοι που πρώτοι ανεγνώρισαν τον Ιησού ως τον Μεσσία και τον ανήγγειλαν. Πράγματι, αποτελούσαν μια μειονότητα και κατά το πλείστον ήσαν ταπεινοί άνθρωποι. Οι θρησκευτικοί ηγέται ήσαν εκείνοι, οι οποίοι απέρριψαν τον Ιησού και ωδήγησαν πολλούς ανθρώπους από το Ιουδαϊκό έθνος να τον απορρίψουν, επίσης. Αλλά δεν ήσαν μήπως οι ηγέται των Ιουδαίων εκείνοι, οι οποίοι απέρριψαν τις προφητείες του Ησαΐα και του Ιερεμία και οι οποίοι έγιναν αιτία να οδηγηθή ο λαός στη Βαβυλωνιακή αιχμαλωσία το 607 π.Χ.; Δεν επίστευσαν σ’ αυτούς τους προφήτας, που είχε αποστείλει ο Θεός για να προείπουν την αιχμαλωσία και τους λόγους γι’ αυτήν, καθώς, επίσης, και να περιγράψουν την επιστροφή από την αιχμαλωσία το 537 π.Χ. Εν τούτοις, οι προφητείες απεδείχθησαν αληθείς ως την τελευταία λεπτομέρεια. Η απόρριψις του Μεσσίου από αυτούς τους ανθρώπους δεν πρέπει να κλονίση την πίστι μας, διότι ο Ιεχωβά είχε προείπει ότι το έθνος θα ήταν σε μια Βαβυλωνιακού τύπου θρησκευτική αιχμαλωσία, όταν θα ήρχετο ο Μεσσίας και ότι θα τον απέρριπταν. (Ησ. 53:3-9, 12) Επίσης, ένα γεγονός, που πρέπει να ληφθή υπ’ όψιν, είναι ότι οι Ιουδαίοι των ημερών του Ιησού είχαν στη διάθεσί των τα γενεαλογικά και χρονολογικά αρχεία του έθνους και μπορούσαν ν’ αποδείξουν την ταυτότητα του Μεσσίου, πράγμα που θα ήταν αδύνατον σήμερα ή σε οποιονδήποτε καιρό στο μέλλον. Αν ερχόταν κάποιος που να ισχυρίζεται ότι είναι ο Μεσσίας, δεν θα μπορούσε ν’ αποδείξη την ταυτότητά του, επειδή τα γενεαλογικά και χρονολογικά αρχεία των Ιουδαίων κατεστράφησαν το 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους.
ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΟΤΙ Ο ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ ΕΠΕΣΚΕΦΘΗ ΤΗ ΣΙΩΝ
4. Σε τι πρόκειται να δοθή προσοχή σ’ αυτή τη μελέτη;
4 Για να ωφεληθούν εκείνοι, που έχουν πίστι στον Θεό και οι οποίοι είναι πρόθυμοι να εξετάσουν με ευρεία διάνοια το ζήτημα της ελεύσεως του Μεσσίου και Ελευθερωτού στη Σιών, παρουσιάζομε εδώ πέντε τρόπους αποδείξεως ότι ο Μεσσίας ήλθε πραγματικά στη Σιών τον πρώτον αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας.
5. Δώστε γενεαλογική απόδειξι των προσόντων του Ιησού ως του Μεσσίου.
5 (1) Γενεαλογική απόδειξις. Τριακόσια περίπου χρόνια προτού έλθη ο Μεσσίας, οι Ελληνόφωνοι Ιουδαίοι στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου έκαμαν μια μετάφρασι των θεοπνεύστων Εβραϊκών Γραφών, που είναι γνωστή ως η Ελληνική Μετάφρασις των Εβδομήκοντα. Σ’ αυτή τη μετάφρασι εχρησιμοποιήθη ο Ελληνικός τίτλος «Χριστός», ο οποίος, ακριβώς όπως ο Εβραϊκός τίτλος «Μεσσίας», σημαίνει Κεχρισμένος. Εκείνος, ο οποίος θα είχε τ’ απαιτούμενα προσόντα για να είναι Μεσσίας ή Χριστός, ώφειλε ν’ ανταποκριθή σε μερικές απαιτήσεις όσον αφορά τη γραμμή καταγωγής. Έπρεπε να είναι ένας υιός ή απόγονος του πατριάρχου Αβραάμ. Κατόπιν έπρεπε, επίσης, να είναι ένας υιός του Δαβίδ. Αυτό θα του έδινε ένα φυσικό δικαίωμα ή απαίτησι στη βασιλεία της Σιών, και θα μπορούσε να είναι το υποσχεμένο Σπέρμα του Αβραάμ που θα ευλογήση τις οικογένειες της γης. (2 Σαμ. 7:8-17· Γέν. 12:3· 22:18) Ο Ιησούς ανταπεκρίθη σ’ αυτές τις απαιτήσεις. Ο απόστολος Ματθαίος χωρίζει τη γενεαλογική γραμμή σε τρία μέρη, από τον Αβραάμ ως τον Δαβίδ, από τον Δαβίδ ως τη μετοικεσία των Ιουδαίων στη Βαβυλώνα, και από εκεί ως τον Ιησού.—Ματθ. 1:17.
6. (α) Πώς είχε προλεχθή η γέννησις του Ιησού, και πώς εξεπληρώθη αυτή η προφητεία; (β) Γιατί ο Ιησούς δεν ωνομάσθη πραγματικά Εμμανουήλ από τους γονείς του, αλλά γιατί είχε δικαίωμα να ονομασθή έτσι; (γ) Τι σημαίνει το όνομα Ιησούς;
6 (2) Θαυματουργική γέννησις του Ιησού. Η προφητεία στον Ησαΐα 7:14 προείπε με ακρίβεια τον τρόπο της γεννήσεως εκείνου, που θα ήταν ο Μεσσίας. Ο Ματθαίος αφηγείται τα γεγονότα, που την εκπληρώνουν: «Του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτω ήτο· αφού ηρραβωνίσθη η μήτηρ αυτού Μαρία μετά του Ιωσήφ, πριν συνέλθωσιν, ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου . . . Τούτο δε όλον έγεινε δια να πληρωθή το ρηθέν υπό του Ιεχωβά δια του προφήτου, λέγοντος, “Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει, και θέλει γεννήσει υιόν, και θέλουσι καλέσει το όνομα αυτού Εμμανουήλ,” το οποίον μεθερμηνευόμενον είναι, “Μεθ’ ημών ο Θεός”.» (Ματθ. 1:18-23, ΜΝΚ) Εδικαιούτο να ονομασθή Εμμανουήλ, αλλά ο άγγελος είπε στη Μαρία να τον ονομάση Ιησούν, διότι αυτός θα έσωζε τον λαό του από τις αμαρτίες των. Το όνομα Ιησούς σημαίνει «Ο Ιεχωβά Είναι Σωτηρία» και από αυτό το όνομα φαίνεται, όχι μόνο ότι αυτός θα ήταν ο εκπρόσωπος του Θεού για το λαό του, αλλά ότι θα ήταν, επίσης, ο μέγας ελευθερωτής, που είχε υποσχεθή ο Ιεχωβά. Ο Ιωσήφ, που ήταν, επίσης, από τη γραμμή του Δαβίδ, υιοθέτησε τον Ιησού, όπως μας το αποδεικνύει ο Ματθαίος. Αλλά ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού, όχι ο υιός του Ιωσήφ.
7. Πώς εξεπληρώθη η προφητεία σχετικά με τον τόπο γεννήσεως του Ιησού, και είχαν γνώσι αυτής της προφητείας οι Ιουδαίοι;
7 (3) Τόπος γεννήσεως. Ο προφήτης του Θεού Μιχαίας είχε προείπει τον ακριβή τόπο γεννήσεως Εκείνου που θ’ αντιπροσώπευε τον Ιεχωβά. Οι αρχιερείς και γραμματείς των ημερών του Ιησού το εγνώριζαν καλά αυτό, διότι ο Βασιλεύς Ηρώδης τους ερώτησε πού επρόκειτο να γεννηθή ο Χριστός, και αυτοί απήντησαν, «Εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· διότι ούτως είναι γεγραμμένον δια του προφήτου, “Και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, δεν είσαι ουδόλως ελαχίστη μεταξύ των ηγεμόνων του Ιούδα· διότι εκ σου θέλει εξέλθει ηγούμενος, όστις θέλει ποιμάνει τον λαόν μου τον Ισραήλ”.» Ο Ιησούς εγεννήθη πράγματι στη Βηθλεέμ.—Ματθ. 2:4-6· Μιχ. 5:2· Λουκ. 2:1-7.
8. (α) Με ποια ευκαιρία και σε ποια ηλικία έγινε ο Ιησούς ο Μεσσίας; (β) (μαζί με την υποσημείωσι) Εξηγήστε πώς γνωρίζομε το έτος που έλαβε χώραν αυτό.
8 (4) Χρόνος εμφανίσεως του Μεσσίου. Όταν ο Ιησούς είχε ηλικία τριάντα περίπου ετών, παρουσιάσθη στον Ιωάννη για να βαπτισθή. (Λουκ. 3:23) Μετά το εν ύδατι βάπτισμά του εχρίσθη με άγιο πνεύμα και μια ορατή εκδήλωσις του πράγματος αυτού εδόθη στον Ιωάννη τον Βαπτιστή. (Ιωάν. 1:32-34) Ο Ιησούς από τότε έγινε ο Κεχρισμένος, ή ο Μεσσίας, ο Χριστός. Αυτό το γεγονός συνέβη το 29 μ Χ. Ο Λουκάς μάς πληροφορεί για τον χρόνο που άρχισε ο Ιωάννης τη διακονία του, έξη περίπου μήνες πριν από το βάπτισμα του Ιησού, στο τρίτο κεφάλαιο, εδάφια 1, 2: «Εν δε τω δεκάτω πέμπτω έτει της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος, ότε ο Πόντιος Πιλάτος ηγεμόνευε της Ιουδαίας, και τετράρχης της Γαλιλαίας ήτο ο Ηρώδης, Φίλιππος δε ο αδελφός αυτού τετράρχης της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδος χώρας, και ο Λυσανίας τετράρχης της Αβιληνής, επί αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, έγεινε λόγος Θεού προς Ιωάννην τον υιόν του Ζαχαρίου, εν τη ερήμω.»a
9. Πώς ο καιρός της εμφανίσεως του Μεσσίου είχε γίνει σαφής από την προφητεία;
9 Η χρονολογία είναι ιστορικώς καθωρισμένη και συμπίπτει με τον χρόνο, που είχε προφητευθή πριν από εκατοντάδες χρόνια. Αυτό μπορεί ν’ αποδειχθή με τον υπολογισμό των 69 εβδομάδων ετών που προελέχθησαν στο εδάφιο Δανιήλ 9:25: «Από της εξελεύσεως της προσταγής τού να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ, έως του Χριστού του Ηγουμένου, θέλουσιν είσθαι εβδομάδες επτά, και εβδομάδες εξήκοντα δύο [7 + 62 = 69]· θέλει οικοδομηθή πάλιν η πλατεία και το τείχος, μάλιστα εν καιροίς στενοχωρίας.» Από την εποχή, που αυτή η ανοικοδόμησις έλαβε χώραν, το 455 π.Χ., θα περνούσαν 69 x 7 = 483 έτη, πράγμα που μας οδηγεί στο 29 μ Χ. για να χρισθή ο Ιησούς ως ο Μεσσίας, ο Ηγούμενος.b
10. Αναφέρετε μερικές από τις εκπληρώσεις προφητειών που έλαβαν χώρα στην αρχή της ζωής του Ιησού.
10 (5) Απόδειξις της ιδιότητός του ως Μεσσίου από τη ζωή και τα έργα του. Ο Ματθαίος, στο δεύτερο κεφάλαιο, περιγράφει γεγονότα, τα οποία εκπληρώνουν αρχαίες προφητείες σχετικά με τον Ιησού: την φυγή των γονέων του μαζί του στην Αίγυπτο και επιστροφή και την προσπάθεια του Ηρώδου να τον θανατώση με το να θανατώση όλα τα βρέφη από δύο ετών και κάτω. Οι προφητείες αυτές, που έχουν εκπληρωθή, είναι του Ωσηέ 11:1 και Ιερεμία 31:15.—Ματθ. 2:15, 17, 18.
11. (α) Πώς εδοκιμάσθη ο Ιησούς όσον αφορά την ακεραιότητά του στην αρχή της διακονίας του; (β) Ως τι τον παρουσίασε ο Ιωάννης, και εξεπλήρωνε ο Ιησούς προφητεία σ’ αυτόν το ρόλο;
11 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε διορισθή για να εκπληρώση προφητεία με το να προετοιμάση ένα λαό για τον Ιεχωβά. (Λουκ. 1:13-17) Ο Ιησούς το ανεγνώρισε αυτό. Εγνώριζε, όπως εδήλωσε ο Ιωάννης αργότερα, ότι: «Εκείνος [ο Χριστός] πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να ελαττόνωμαι.» (Ιωάν. 3:30) Ο Ιησούς επήγε στον Ιωάννη τον πρόδρομό του για να βαπτισθή από αυτόν στον Ιορδάνη Ποταμό και αμέσως κατόπιν επήγε στην έρημο της Ιουδαίας επί σαράντα ημέρες μόνος, όπου εξετέθη σ’ ένα ερευνητικό της καρδιάς πειρασμό από τον Σατανά ή Διάβολο. Αφού απέδειξε την ακεραιότητά του κάτω από αυτή τη δοκιμασία και ενίκησε, ο Ιησούς επέστρεψε στον Ιωάννη, ο οποίος τον παρουσίασε σε μερικούς από τους μαθητάς του ως ‘τον Αμνόν του Θεού τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου’. (Ματθ. 4:1-11· Λουκ. 4:1-13· Ιωάν. 1:28, 29) Με προφητικά δράματα είχε προσκιασθή πριν από αιώνες Αυτός, που όμοιος με Αμνό, επρόκειτο να θυσιασθή.—Γέν. 22:9-14· Έξοδ. 12:1-28· 29:38-42· Αριθμ. 28:1-10· 1 Κορ. 5:7.
12. Πώς απέκτησε ο Ιησούς τους πρώτους μαθητάς του;
12 Ο Ιησούς εδέχθη τους πρώτους μαθητάς του μεταξύ εκείνων, οι οποίοι είχαν διατελέσει μαθηταί του Ιωάννου, καθώς η αφήγησις περαιτέρω λέγει: «Τη επαύριον πάλιν ίστατο ο Ιωάννης, και δύο εκ των μαθητών αυτού· και εμβλέψας εις τον Ιησούν περιπατούντα, λέγει, Ιδού ο Αμνός του Θεού. Και ήκουσαν αυτόν οι δύο μαθηταί λαλούντα, και ηκολούθησαν τον Ιησούν. Στραφείς δε ο Ιησούς και ιδών αυτούς ακολουθούντας, λέγει προς αυτούς, Τί ζητείτε; Οι δε είπον προς αυτόν, Ραββί, (το οποίον ερμηνευόμενον λέγεται, Διδάσκαλε,) πού μένεις; Λέγει προς αυτούς, Έλθετε και ίδετε. Ήλθον και είδον πού μένει· και έμειναν παρ’ αυτώ την ημέραν εκείνην· η δε ώρα ήτο ως δεκάτη [4 μ.μ.]. Ήτο Ανδρέας ο αδελφός του Σίμωνος Πέτρου είς εκ των δύο, οίτινες ήκουσαν περί αυτού παρά του Ιωάννου, και ηκολούθησαν αυτόν. Ούτος πρώτος ευρίσκει τον εαυτού αδελφόν Σίμωνα, και λέγει προς αυτόν, Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν, το οποίον μεθερμηνευόμενον είναι ο Χριστός. Και έφερεν αυτόν προς τον Ιησούν. Εμβλέψας δε εις αυτόν ο Ιησούς είπε, Συ είσαι Σίμων, ο υιός του Ιωνά· συ θέλεις ονομασθή Κηφάς, το οποίον ερμηνεύεται Πέτρος.» (Ιωάν. 1:35-42) Αργότερα, στη Γαλιλαία, ο Πέτρος και ο Ανδρέας άρχισαν ν’ ακολουθούν τον Ιησού συνεχώς.
13. Πώς εξεπλήρωσε ο Ιησούς την προφητεία του Ψαλμού 69:9;
13 Την άνοιξι του επομένου έτους, 30 μ.Χ., την εποχή του εορτασμού του Πάσχα στην Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς εκαθάρισε το ναό από εκείνους, οι οποίοι προσπαθούσαν να κάμουν εμπορική επιχείρησι τη λατρεία του Θεού. Αυτό εξεπλήρωσε την προφητεία του Δαβίδ στον Ψαλμό 69:9, όπως ετονίσθη από τον απόστολο Ιωάννη: «Τότε ενεθυμήθησαν οι μαθηταί αυτού ότι είναι γεγραμμένον, “Ο ζήλος του οίκου σου με κατέφαγεν”.»—Ιωάν. 2:13-17.
Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΟΥ
14. (α) Σε ποιο μέρος των Εβραϊκών Γραφών βρίσκεται η προφητεία που ανεγνώσθη από τον Ιησού στη Ναζαρέτ; (β) Ποια δείχνει η προφητεία αυτή ότι επρόκειτο να είναι η αποστολή του;
14 Όταν ο Ιωάννης συνελήφθη κι εφυλακίσθη, ο Ιησούς έφυγε από την Ιουδαία και πήγε στο βορρά μέσω της Σαμάρειας στη Γαλιλαία. Η αφήγησις μάς λέγει ότι, στη Ναζαρέτ, όπου είχε ανατραφή, «εισήλθε . . . εις την συναγωγήν . . . και εσηκώθη να αναγνώση. Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον Ησαΐου του προφήτου· και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον, “Πνεύμα Ιεχωβά είναι επ’ εμέ· δια τούτο με έχρισε· με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς, δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, δια να κηρύξω ευπρόσδεκτον Ιεχωβά ενιαυτόν.” . . . Και ήρχισε να λέγη προς αυτούς, Ότι σήμερον επληρώθη η γραφή αύτη εις τα ώτα υμών.»—Λουκ. 4:16-21, ΜΝΚ.
15. Ποια ευκαιρία είχε δοθή στους Ιουδαίους στη Ναζαρέτ, και πώς αντέδρασαν σ’ αυτή;
15 Αυτή ήταν μια ευκαιρία για ν’ αναγνωρίσουν οι Ιουδαίοι ότι ο Ελευθερωτής, που απέστειλε ο Ιεχωβά, ήταν πραγματικά παρών ανάμεσά τους. Αντιθέτως, όμως, οι Ναζωραίοι δεν απέδωσαν στο άγιο πνεύμα του Ιεχωβά την ικανότητα αυτού του πρώην ξυλουργού, του Ιησού, να κηρύττη.
16. (α) Για ποια αιτία πενθούσαν αυτοί, για τους οποίους ομιλεί η προφητεία; (β) Τι έδειξε ο Ιησούς στους Ιουδαίους με το να εφαρμόση την προφητεία στον εαυτό του;
16 Σημειώστε ότι η προφητεία, από την οποία ανέγνωσε ο Ιησούς (Ησ. 61:1-3), προχωρεί και λέγει γι’ αυτόν τον κεχρισμένο ότι θα παρηγορούσε όλους τους πενθούντας. Δείχνει τι πένθος θα ήταν αυτό, όταν προχωρή και λέγη: «δια να θέσω εις τους πενθούντας εν Σιών.» Αυτό το εδάφιο αναφέρεται πρώτον στην εβδομηκονταετή εξορία ή ερήμωσι της Σιών ή Ιερουσαλήμ. Στη διάρκεια της εξορίας των στη Βαβυλώνα οι Ιουδαίοι πενθούσαν για την ερήμωσι της Σιών και του ναού του Θεού εκεί. Ο Ιησούς, παραθέτοντας αυτή την προφητεία και εφαρμόζοντάς την στον εαυτό του, έδειχνε σαφώς στους Ιουδαίους ότι ήταν, βέβαια, ένας καιρός αγαθών νέων γι’ αυτούς, επειδή ο Ελευθερωτής είχε τώρα έλθει για να τους ελευθερώση από τη Βαβυλωνιακή θρησκευτική εξορία, στην οποία ευρίσκοντο σε μια ερημωμένη πνευματική κατάστασι.—Ματθ. 9:36.
ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΝΤΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΙ ΗΓΕΤΑΙ
17. (α) Μήπως η στάσις των θρησκευτικών ηγετών εμπόδισε τον Ιησού από το να κάμη το παρηγορητικό του έργο; (β) Τι απεδεικνύετο από τον τρόπο, με τον οποίο ωμίλησε ο Ιησούς στους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτας; (γ) Γιατί εξέθεσε τους θρησκευτικούς ηγέτας και προειδοποίησε τους μαθητάς του γι’ αυτούς;
17 Οι θρησκευτικοί ηγέται απέρριψαν τον Ιησού και παρέσυραν πολλούς από τον λαό σ’ αυτή την πορεία, αντίθετα προς τα άριστα συμφέροντά του. Αυτό, όμως, δεν εμπόδισε τον Ιησού από το έργο του της θεραπείας εκείνων που ήσαν πραγματικά συντετριμμένοι την καρδίαν και της παρηγορίας εκείνων που πενθούσαν. Εν τούτοις, ο Ιησούς δεν παρηγόρησε εκείνους τους Βαβυλωνιακούς θρησκευτικούς ηγέτας. Η άφοβη ομιλία του που τους κατεδίκαζε απέδειξε ότι αυτός πραγματικά ήταν ο Κεχρισμένος. Ωμίλησε όπως είχε ομιλήσει ο πρόδρομός του Ιωάννης, αλλά πιο αυστηρά. Καλούσε την προσοχή στις προφητείες που εξεπληρώνοντο από την ισχυρογνωμοσύνη τους. Τους είπε: «Ουαί εις εσάς τους νομικούς, διότι αφηρέσατε το κλειδίον της γνώσεως· σεις δεν εισήλθετε, και τους εισερχόμενους εμποδίσατε.» (Λουκ. 11:52) Γι’ αυτό εξέθεσε δημοσία εκείνους τους θρησκευτικούς καταπιεστάς ώστε εκείνοι, που είχαν τυφλωθή από αυτούς και υφίσταντο υποδούλωσι κάτω από θρησκευτική αιχμαλωσία, να μπορούν να ελευθερωθούν. Απεδείχθη ότι ήταν ο Μεγαλύτερος Κύρος με εξουσία και αποστολή από τον Θεό να ελευθερώση εκείνους από τους Ιουδαίους, που εθλίβοντο από τη Βαβυλωνιακή τους αιχμαλωσία. Προειδοποίησε τους μαθητάς του σχετικά μ’ εκείνους τους θρησκευτικούς ηγέτας: «Αφήσατε αυτούς· είναι οδηγοί τυφλοί τυφλών· τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει.»—Ματθ. 15:14, 1-9· Ησ. 29:13, 14.
18. Πότε εξέφερε ο Ιησούς την πιο καυστική καταγγελία του για τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτας;
18 Τρεις ημέρες προτού οι αρχιερείς Άννας και Καϊάφας και άλλοι θρησκευτικοί ηγέται επιτύχουν τον θάνατό του, τους απεγύμνωσε με την πιο δριμεία καταγγελία του μπροστά στο λαό, λέγοντας:
19. Τι είπε ο Ιησούς, που δείχνει ότι ο λαός εκρατείτο σε θρησκευτική αιχμαλωσία;
19 «Δένουσι φορτία βαρέα και δυσβάστακτα, και επιθέτουσιν επί τους ώμους των ανθρώπων· δεν θέλουσιν όμως ουδέ δια του δακτύλου αυτών να κινήσωσιν αυτά. Πράττουσι δε πάντα τα έργα αυτών, δια να βλέπωνται υπό των ανθρώπων . . . Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί· διότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· επειδή σεις δεν εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχόμενους αφίνετε να εισέλθωσιν, . . . παρομοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν όμως γέμουσιν οστέων νεκρών, και πάσης ακαθαρσίας. Ούτω και σεις έξωθεν μεν φαίνεσθε εις τους ανθρώπους δίκαιοι, έσωθεν όμως είσθε πλήρεις υποκρίσεως και ανομίας. . . . μαρτυρείτε εις εαυτούς, ότι είσθε υιοί των φονευσάντων τους προφήτας. Αναπληρώσατε και σεις το μέτρον των πατέρων σας.
20. Τι είπε ο Ιησούς στους θρησκευτικούς ηγέτας σχετικά με την ευθύνη τους και την τύχη τους;
20 »Όφεις, γεννήματα εχιδνών, πώς θέλετε φύγει από της καταδίκης της γεέννης; Δια τούτο, ιδού, εγώ αποστέλλω προς εσάς προφήτας και σοφούς και γραμματείς· και εξ αυτών θέλετε θανατώσει και σταυρώσει, και εξ αυτών θέλετε μαστιγώσει εν ταις συναγωγαίς σας, και διώξει από πόλεως εις πόλιν· δια να έλθη εφ’ υμάς παν αίμα δίκαιον, εκχυνόμενον επί της γης, από του αίματος Άβελ του δικαίου, έως του αίματος Ζαχαρίου, υιού Βαραχίου τον οποίον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου. Αληθώς σας λέγω, Πάντα ταύτα θέλουσιν ελθεί επί την γενεάν ταύτην.»—Ματθ. 23:4-36.
21. Πώς περιέγραψε ο Ιησούς τη θρησκευτική κατάστασι του έθνους και την κρίσι του Θεού ως αποτέλεσμα αυτής;
21 Το μέγεθος της θρησκευτικής των δουλείας ετονίσθη από αυτά που είπε κατόπιν: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, η φονεύουσα τους προφήτας, και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς σε, ποσάκις ηθέλησα να συνάξω τα τέκνα σου, καθ’ ον τρόπον συνάγει η όρνις τα ορνίθια εαυτής υπό τας πτέρυγας, και δεν ηθελήσατε; Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκος σας έρημος. Διότι σας λέγω, Δεν θέλετε με ιδεί εις το εξής, εωσού είπητε, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Ιεχωβά.» (Ματθ. 23:37-39, ΜΝΚ· Ψαλμ. 118:26) Αυτό έδειχνε ότι ήσαν σε τέτοια αξιοθρήνητη Βαβυλωνιακή κατάστασι, ώστε ο Θεός εγκατέλειψε τον οίκο της λατρείας των ακριβώς όπως ο προηγούμενος ναός, που είχε οικοδομήσει ο Σολομών, εγκατελείφθη στους Βαβυλωνίους.
ΠΟΛΛΟΙ ΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΙ
22. Πώς μερικοί από τους Ιουδαίους διέφυγαν από τη θρησκευτική δουλεία, και τι έκαμε γι’ αυτούς ο Ιησούς;
22 Δεν έλαβε όλος ο λαός την ίδια στάσι, που είχαν λάβει οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται, ούτε και ακολούθησαν αυτούς τους ηγέτας. Ακολούθησαν τον Μεγαλύτερο Κύρο, ο οποίος, όπως ο Κύρος της αρχαίας εποχής, υπηρέτησε ως ποιμήν του Ιεχωβά και ελευθέρωσε πολλούς Ιουδαίους. Στο Ιουδαϊκό υπόλοιπο των πιστών εδόθη η πραγματική ελευθερία, που επρομήθευσε ο Ιεχωβά Θεός γι’ αυτούς, οι οποίοι έλαβαν σοβαρά υπ’ όψιν τον Λόγο του και παρέβαλαν τις προφητείες των αρχαίων Εβραίων προφητών με τα γεγονότα που περιέβαλαν τον Ιησού και τα έργα που έκαμε. Ανεγνώρισαν τον Ιησού ως τον Καλόν Ποιμένα και τον ακολούθησαν στην ελευθερία που τους εχάρισε, η οποία ήταν, όπως εδήλωσε, ‘όντως ελευθερία’, όχι μόνο από την ψευδή θρησκεία και την αιχμαλωσία της, αλλά, επίσης, από τη δύναμι της αμαρτίας και της ποινής της του θανάτου.—Ιωάν. 8:31-36.
23. (α) Τι ερωτήματα θα έπρεπε να διατυπώσουν σήμερα εκείνοι που ακολουθούν θρησκευτικούς ηγέτας της Βαβυλώνος; (β) Πώς οι θρησκευτικοί ηγέται σήμερα δείχνουν ότι βρίσκονται σε Βαβυλωνιακή σύγχυσι; (γ) Τι θα κάμουν οι έντιμοι άνθρωποι, με ποια αποτελέσματα για τον εαυτό τους;
23 Είτε ανήκετε στον Ιουδαϊσμό ή σε κάποια θρησκεία του «Χριστιανικού κόσμου», ρωτήστε σοβαρά τον εαυτό σας, «Ποια ελευθερία μού έδωσαν οι θρησκευτικοί ηγέται;» Τόσο ο Ιουδαϊσμός όσο και ο «Χριστιανικός κόσμος» έχουν χωρισθή σε πολλά δόγματα και διαιρέσεις. Ηγέται αυτών των θρησκειών παραδέχονται ότι βρίσκονται σε σύγχυσι και ότι τα προβλήματα της εγκληματικότητος, ηθικού εκφυλισμού, παγκοσμίου φόβου και απειλής πολέμου αυξάνουν. Δεν διαθέτουν ικανοποιητικό φάρμακο για να προσφέρουν. Δεν αποβλέπουν στον Ιεχωβά για να φέρη απελευθέρωσι, αλλά, μάλλον, στρέφουν τους ανθρώπους προς την εθνική κυβέρνησι σε οποιαδήποτε χώρα και αν κατοικούν, και στο ένα αποτυχημένο πολιτικό σχέδιο μετά το άλλο. Ιδιαίτερα, κατευθύνουν τις ελπίδες των ανθρώπων προς τα Ηνωμένα Έθνη. Μ’ αυτό τον τρόπο ενεργούν ακριβώς όπως οι γραμματείς και Φαρισαίοι των ημερών του Ιησού, απομακρύνοντας τους ανθρώπους από τον πραγματικό Ελευθερωτή, τον Μεσσία, και κρατώντας τους σε δουλεία στη μεγάλη παγκόσμιο θρησκευτική αυτοκρατορία της Βαβυλώνος της Μεγάλης. Επομένως, άσχετα με τις πομπές και τελετές των θρησκευτικών συστημάτων της Βαβυλώνος της Μεγάλης και μολονότι οι ηγέται των έχουν μεγάλη επιρροή και ασκούν εξουσία επάνω στις κυβερνήσεις και αλαζονικά κατευθύνουν τα θρησκευτικά των ποίμνια, οι έντιμοι άνθρωποι σήμερα θα ενεργήσουν όπως οι ταπεινοί θεοφοβούμενοι Ιουδαίοι της εποχής του Μεσσίου και θ’ αποδείξουν στον εαυτό τους ότι ο Μεσσίας, ο Ελευθερωτής, ήλθε πραγματικά στη Σιών πριν από δέκα εννέα αιώνες και πλέον. Επί πλέον τώρα, ως Υιός του Θεού και ανάσσων ουράνιος Βασιλεύς, αυτός, ο Μεγαλύτερος Κύρος, είναι ικανός να τους ελευθερώση από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη.
[Υποσημειώσεις]
a Ο Τιβέριος διεδέχθη τον Αύγουστο ως αυτοκράτωρ, όταν απέθανε ο Αύγουστος, στις 19 Αυγούστου του 14 μ.Χ. Το έργο βαπτίσματος του Ιωάννου άρχισε την άνοιξι του δεκάτου πέμπτου έτους του Τιβερίου, το οποίο άρχισε τον Αύγουστο του 28 μ.Χ. και έληξε τον Αύγουστο του 29 μ.Χ. Ο Ιησούς εβαπτίσθη το φθινόπωρο, περίπου την πρώτη Οκτωβρίου, που ήταν το δέκατο έκτο έτος του Τιβερίου.
b Βλέπε το βιβλίο “Έπεσεν η Βαβυλών η Μεγάλη!” Η Βασιλεία του Θεού Κυβερνά!, υπό Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, Μπρούκλυν, Νέα Υόρκη, σελίδες 385-388. Επίσης περιοδικό Η Σκοπιά 1ης Φεβρουαρίου 1966.
-
-
Ερωτήσεις από ΑναγνώσταςΗ Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Μήπως η κατασκευή των δώδεκα χαλκίνων βοών ως βάσεως για τη χυτή θάλασσα στην αυλή του ναού στην Ιερουσαλήμ, όπως αναγράφεται εις 2 Χρονικών 4:4, αποτελούσε παράβασι της Δευτέρας Εντολής, η οποία απηγόρευε την κατασκευή εικόνων;
Πολλά άτομα προφανώς παρερμηνεύουν τη Δευτέρα Εντολή, διότι η εντολή εκείνη δεν απηγόρευε κάθε κατασκευή εικόνων ή αναπαραστάσεων, αλλά μόνο την κατασκευή των ως αντικειμένων λατρείας, όπως ακριβώς η πλήρης έκθεσις της εντολής δείχνει: «Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω, ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· μη προσκυνήσης αυτά, μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν.» Μεταξύ εκείνων, οι οποίοι παρερμηνεύουν αυτή την εντολή είναι οι Μουσουλμάνοι, οι οποίοι, ως αποτέλεσμα τούτου, χρησιμοποιούν μόνο γεωμετρικά σχέδια στις τέχνες των από φόβο μήπως παραβούν αυτή την εντολή.—Έξοδ. 20:4, 5, ΜΝΚ.
Το ότι ο Ιεχωβά δεν απηγόρευε κάθε κατασκευή αγαλμάτων ή εικόνων γίνεται καταφανές από μεταγενέστερες εντολές του να τα κατασκευάζουν. Έτσι ο Μωυσής είχε λάβει εντολή να κατασκευάση δύο χερουβείμ για την κιβωτό του μαρτυρίου, καθώς, επίσης, να κεντήση χερουβείμ στα παραπετάσματα που εχρησιμοποιούντο στη σκηνή. Αργότερα, ο Μωυσής έλαβε εντολή να κατασκευάση ένα χάλκινον όφι, προς τον οποίο όλοι οι Ισραηλίται, που είχαν δαγκωθή από όφεις, έπρεπε ν’ ατενίζουν για να θεραπευθούν. Σχετικά με τον ναό, εκτός από τους μεγάλους βόας που αναφέρονται, ο Ιεχωβά έδωσε οδηγίες, επίσης, για την κατασκευή δύο πολύ μεγάλων χερουβείμ για να τοποθετηθούν στα Άγια των Αγίων. Κανένα από αυτά, εν τούτοις, δεν επρόκειτο να γίνη αντικείμενο λατρείας, και όταν ο χάλκινος όφις έγινε ένα αντικείμενο λατρείας, ο πιστός Βασιλεύς Εζεκίας τον συνέτριψε σε κομμάτια.—Έξοδ. 25:18-22· 26:1· Αριθμ. 21:8, 9· 2 Βασιλ. 18:4.
Οι βόες, που εχρησιμοποιήθησαν για την υποστήριξι της χυτής θαλάσσης, εξυπηρέτησαν ένα πολύ πρακτικό σκοπό και ήσαν μια πολύ κατάλληλη εκλογή λόγω του τεραστίου μεγέθους της «θαλάσσης».a Το χείλος είχε μία διάμετρο τριάντα περίπου ποδών, η δε θάλασσα πρέπει να προεξείχε πολύ στη μέση, εφόσον αναφέρεται ότι μπορούσε να περιλάβη 29.400 γαλλόνια νερό, ή 117 περίπου τόννους! Πράγματι, ο βους στις Γραφές χρησιμοποιείται ως ένα σύμβολο δυνάμεως, διότι διαβάζομε για «την δύναμιν του μόσχου», και ασφαλώς ήταν το πιο ρωμαλέο από τα κατοικίδια ζώα που είχαν οι Ισραηλίται. Καττάλληλα, βλέπομε να φαίνωνται στην όρασι του Ιεζεκιήλ για τον θρόνο του Ιεχωβά και το περιβάλλον του, και στην όρασι του Ιωάννου για το ίδιο θέμα, ζώντα πλάσματα που έχουν εμφάνισι μόσχων. (Ιεζ. 1:6, 7, 10· Αποκάλ. 4:7) Ο μόσχος σ’ αυτόν τον συμβολισμό φαίνεται να δείχνη την ιδιότητα της δυνάμεως του Ιεχωβά. Εφόσον, στους Βιβλικούς συμβολισμούς, το ύδωρ συνήθως παριστά τον λόγο της αληθείας (Εφεσ. 5:26), μπορούμε να ιδούμε σ’ αυτή τη μεγάλη χάλκινη ‘χυτήν θάλασσαν’ και την ισχυρή βάσι της την απεριόριστη δύναμι του Ιεχωβά να πραγματοποιήση όλον τον καλό του λόγο. Δεν υπάρχει αντίρρησις γι’ αυτό: «Ούτω θέλει είσθαι ο λόγος μου ο εξερχόμενος εκ του στόματός μου· δεν θέλει επιστρέψει εις εμέ κενός, αλλά θέλει εκτελέσει το θέλημά μου, και θέλει ευοδωθή εις ό,τι αυτόν αποστέλλω.»—Ησ. 55:11.
Έτσι, στη χρήσι των βοών σχετικά με την χυτή θάλασσα του ναού του Σολομώντος, δεν βλέπομε παράβασι του νόμου του Ιεχωβά εναντίον της κατασκευής εικόνων για λατρεία, αλλά, μάλλον, ένα πολύ κατάλληλο και πρακτικό αρχιτεκτονικό σχέδιο.
● Αν οι αναστημένοι πρόκειται να κριθούν με βάσι τα μετά την ανάστασί των έργα, γιατί ο Ιησούς εχρησιμοποίησε τον αόριστο χρόνο ρήματος [πράξαντες], όταν συζητούσε για το θέμα αυτό στο κατά Ιωάννην 5:28, 29;—Χ. Μ. Παπούα, Νέα Γουϊνέα.
Τα εδάφια αυτά λέγουν: «Μη θαυμάζετε τούτο· διότι έρχεται ώρα, καθ’ ην πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν αυτού· και θέλουσιν εξέλθει οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάσταστν ζωής· οι δε πράξαντες τα φαύλα, εις ανάστασιν κρίσεως».
Ο Ιησούς προφανώς διετύπωσε το πράγμα έτσι διότι με αυτόν τον τρόπο θα εκάλυπτε τις περιπτώσεις ‘όλων των εν τοις μνημείοις.’
Εκείνοι, που αποκτούν ουράνια ζωή με τον Χριστό, κρίνονται με βάσι τα έργα που πράττουν στην παρούσα ζωή. (2 Κορ. 5:10) Όταν ανασταίνωνται σε πνευματική ζωή, λαμβάνουν αθανασία. (1 Κορ. 15:53· Ρωμ. 6:5) Τότε αυτοί δεν τίθενται υπό κρίσιν, αλλ’ είναι εξουσιοδοτημένοι οι ίδιοι να ενεργήσουν ως κριταί με τον Χριστό. (Αποκάλ. 20:4) Η ανάστασίς των είναι ‘ανάστασις ζωής,’ και τα «αγαθά» που αναφέρονται στην περίπτωσί των είναι εκείνα που έπραξαν προτού πεθάνουν.
Αλλά τι θα γίνουν «οι εν τοις μνημείοις», που ανασταίνονται ως άνθρωποι πάνω στη γη; Θα καθορισθή αμέσως μετά την ανάστασί των ότι εγείρονται «εις ανάστασιν ζωής» ή «ανάστασιν [καταδικαστικής] κρίσεως»; (Παραβάλετε το εδάφιο Ιωάν. 5:24 με το 29.) Ποιος καλός σκοπός θα εξυπηρετείτο με το να εγερθούν από τους νεκρούς εκατομμύρια ατόμων, των οποίων η πρότερη ζωή ήταν γεμάτη από φαύλα έργα, μόνο για να τους λεχθή ότι υπήρξαν φαύλοι και κατόπιν να εκτελεσθούν; Οι Γραφές δείχνουν ότι, όταν ο Άδης αποδώση τους νεκρούς, που βρίσκονται σ’ αυτόν, αυτοί θα κριθούν ‘έκαστος κατά τα έργα’, που πράττουν μετά την ανάστασί των. (Αποκάλ. 20:13) Η ανάστασις θα τους παράσχη την ευκαιρία να ζήσουν.
Όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος στην επιστολή προς Εβραίους 9:27, 28, «είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι», λόγω της Αδαμιαίας αμαρτίας, «μετά δε τούτο είναι κρίσις», πράγμα, το οποίον καθίσταται δυνατόν λόγω της λυτρωτικής θυσίας του Ιησού Χριστού και το οποίον παρέχει στους ανθρώπους την ευκαιρία για «σωτηρία». Εκείνοι, που έπραξαν προηγουμένως τα αγαθά, θα είναι αναμφιβόλως πολύ ευκολώτερο να συνεχίσουν αυτή την πορεία, και, αν εξακολουθήσουν να πράττουν τ’ αγαθά σε όλο το διάστημα της τελικής δοκιμασίας που επακολουθεί τη χιλιετή διακυβέρνησι του Χριστού, θα καταδειχθή ότι η ανάστασίς των ήταν ‘ανάστασις ζωής.’ Εκείνοι που έκαμαν προηγουμένως τα φαύλα, θα έχουν την ευκαιρία ν’ αλλάξουν την πορεία τους και ν’ αποκτήσουν σωτηρία, αλλά στην περίπτωσί εκείνων, που δεν αλλάσσουν πορεία, θα καταστή εμφανές, στην τελική εκείνη δοκιμασία το αργότερο, ότι η ανάστασίς των ήταν ‘ανάστασις καταδικαστικής κρίσεως’.
Τώρα, τι θα προέκυπτε, αν ο Ιησούς διετύπωνε διαφορετικά τη δήλωσί του, λέγοντας πολύ σαφώς ότι τα έργα, για τα οποία θα εκρίνετο έκαστος, θα ήσαν όλα εκείνα που θα επράττοντο μετά την ανάστασί των; Αν το έκανε αυτό, θα παρέλειπε εκείνους, που θ’ αποκτούσαν ουρανία ζωή μαζί με αυτόν. Αντί τούτου, χρησιμοποιώντας μια έκφρασι, που παρέλειπε μερικά σημεία, συμπεριέλαβε ‘πάντας τους εν τοις μνημείοις.’ Αφού ανεφέρθη πρώτα στην ανάστασι ως ένα γενικής φύσεως γεγονός, προφανώς αφαιρεί όλες τις ενδιάμεσες λεπτομέρειες, λαμβάνει μια μελλοντική άποψι του θέματος, όταν πρέπει να κριθή δικαστικώς εξεταζόμενο το παρελθόν εκάστου στη διάρκεια της χιλιετηρίδος, κι εκθέτει την κατάστασι όπως θα υπάρχη στον καιρό της αποδόσεως της τελικής αμοιβής σ’ εκείνους που ανασταίνονται, δηλαδή: «οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάστασιν ζωής· οι δε πράξαντες τα φαύλα, εις ανάστασιν κρίσεως.»
[Υποσημειώσεις]
a Στο ναό του Ηρώδου η θάλασσα υπεβαστάζετο από δώδεκα λέοντες, για τους οποίους, όμως, δεν υπήρχε Γραφική δικαιολογία.
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα ΑπρίλιοΗ Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Απρίλιο
16 Προσέχετε . . . εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί.—Εφεσ. 5:15, 16. Σ 15/12/65 21-23
17 Θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη.—Ματθ. 24:14. Σ 1/3/66 47, 48
18 Ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν.—Λουκ. 15:13. Σ 1/12/65 5, 6
19 Την νύκτα ταύτην θέλω περάσει δια μέσου της γης της Αιγύπτου, και θέλω πατάξει παν πρωτότοκον εν τη γη.—Έξοδ. 12:12. Σ 1/10/65 4, 5α
20 Έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματος σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.—Γέν. 3:15. Σ 15/7/65 9
21 Εποικοδομούντες εαυτούς επί την αγιωτάτην πίστιν σας, προσευχόμενοι εν πνεύματι αγίω, φυλάξατε εαυτούς εις την αγάπην του Θεού.—Ιούδ. 20, 21. Σ 15/2/66 23α
22 Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον δια να σώση τους αμαρτωλούς, των οποίων πρώτος είμαι εγώ.—1 Τιμ. 1:15. Σ 1/7/65 15-17β
23 Εκ χειρός άδου θέλω ελευθερώσει αυτούς· εκ θανάτου θέλω σώσει αυτούς.—Ωσηέ 13:14. Σ 1/2/65 3, 4β
24 Σπούδασον να παραστήσης σεαυτόν δόκιμον εις τον Θεόν, εργάτην ανεπαίσχυντον, ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας.—2 Τιμ. 2:15. Σ 1/3/66 52, 53
25 Αγρυπνείτε, στέκεσθε εν τη πίστει· ανδρίζεσθε, ενδυναμούσθε.—1 Κορ. 16:13. Σ 1/8/65 5α
26 Υιέ μου, γίνου σοφός, και εύφραινε την καρδίαν μου δια να έχω τι να αποκρίνωμαι προς τον ονειδίζοντά με.—Παροιμ. 27:11. Σ 1/9/65 17, 18
27 Η επιείκειά σας [λογικότης, ΜΝΚ] ας γείνη γνωστή εις πάντας τους ανθρώπους.—Φιλιππησ. 4:5. Σ 15/12/65 24, 25
28 Έδωκεν η θάλασσα τους εν αυτή νεκρούς, και ο θάνατος και ο άδης έδωκαν τους εν αυτοίς νεκρούς.—Αποκάλ. 20:13. Σ 15/6/65 25,26α
29 Ζητείτε τον Ιεχωβά, πάντες οι πραείς της γης, οι εκτελέσαντες τας κρίσεις αυτού· ζητείτε δικαιοσύνην, ζητείτε πραότητα.—Σοφον. 2:3, ΜΝΚ. Σ 1/1/66 11α
30 Έλεος πληθυνθείη εις εσάς, και ειρήνη και αγάπη.—Ιούδ. 2. Σ 15/2/66 5
-
-
ΑνακοινώσειςΗ Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Ανακοινώσεις
ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ
Οι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, ως εκούσιοι και αφωσιωμένοι δούλοι του Χριστού, εκτιμούν βαθύτατα το γεγονός ότι ‘δια τιμής ηγοράσθησαν’ και γι’ αυτό θα παραμείνουν σταθερά στην υπηρεσία του ουρανίου Κυρίου των σε όλη τη διάρκεια του μηνός Μαρτίου με το να συμμετέχουν ενεργώς στη διακονία του ευαγγελίου. (1 Κορ. 7:23) Καθώς θα εκτελούν το έργον αυτό, θα προσφέρουν σε όλους τους ανθρώπους μια ετησία συνδρομή στη Σκοπιά μαζί με τρία βιβλιάρια αντί δρχ. 30.
«ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΛΕΣΘΕΝΤΑ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΣΤΟΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΕΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ»
Νέο από κάθε άποψι, το θαυμάσιο βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο είναι πραγματικά ένα πολύτιμο βιβλίο για νέους και ηλικιωμένους. Δεν είναι απλώς μια ιστορία της Αγ. Γραφής, καίτοι σας φέρνει σε γνωριμία με τα πρόσωπα της Βίβλου και σας εξηγεί με απλή γλώσσα τι μας λέγει η Αγία Γραφή για τον Θεό και τις ευλογίες του σ’ εκείνους που τον ευαρεστούν. Είναι πολύ ωραία εικονογραφημένο, έχει σκληρό δέσιμο με επίχρυση αποτύπωσι του τίτλου και το κάλυμμά του είναι χρώματος κοραλλιού· έχει 256 σελίδες και οι διαστάσεις του είναι 0,23 1/2 x 0,18 μ.· επίσης περιέχει πλήρη πίνακα Γραφικών εδαφίων. Τιμάται δρχ. 23.
«ΙΔΟΥ, ΚΑΜΝΩ ΝΕΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ»
Οι προσπάθειες των ανθρώπων να βελτιώσουν τις παγκόσμιες συνθήκες εξακολουθούν ν’ αποτυγχάνουν, επειδή οι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε το νέον να προσφέρουν. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με τον Δημιουργό του σύμπαντος! Παρετήρησε την αβοήθητη κατάστασι, στην οποίαν περιήλθαν οι άνθρωποι και υπεσχέθη να αποκαταστήση το ευπειθές ανθρώπινο γένος στην ορθή του θέσι. Μπορείτε και σεις να συμμετάσχετε στην εκπλήρωσι της επαγγελίας αυτής. Το βιβλιάριο αυτό έχει 32 σελίδες.
«Η ΟΔΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ»
Πρόκειται για ένα πολύτιμο βιβλιάριο Γραφικού περιεχομένου, που αναπτύσσει τη θαυμαστή ιδιότητα της αγάπης, όπως αυτή εκδηλώνεται από τον Δημιουργό του Σύμπαντος προς τα πλάσματά του. Όλοι οι θεοσεβείς αναγνώσται μας προσκαλούνται ν’ αποκτήσουν το βιβλιάριο αυτό και να το μελετήσουν με την Αγία Γραφή ανά χείρας, για να βεβαιωθούν ότι πράγματι «η οδός του Θεού είναι αγάπη.»
ΜΕΛΕΤΕΣ «ΣΚΟΠΙΑΣ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
24 Απριλίου: «Έστω ο Θεός Αληθής,» §1-24. και ο Θεός της Αληθείας Μεταχειρίζεται Όρκον, §1-3. Σελ. 169.
1 Μαΐου: Ο Θεός της Αληθείας Μεταχειρίζεται Όρκον, §4-34. Σελ. 175.
-
-
Επηρεάζεται η Ζωή σας από Αγγέλους;Η Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
Επηρεάζεται η Ζωή σας από Αγγέλους;
Μήπως οι άγγελοι είναι απλώς επινοήματα φαντασίας; Ή παίζουν πραγματικά ένα σπουδαίο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων;
ΗΤΑΝ μια ψυχρή φθινοπωρινή νύχτα, και όχι μακριά από τη μικρή Ιουδαϊκή πόλι Βηθλεέμ υπήρχαν ποιμένες στους αγρούς, που έβοσκαν τα ποίμνιά των. Ξαφνικά οι ποιμένες ένοιωσαν μεγάλη κατάπληξι. Ένα εκθαμβωτικό φως έλαμψε ολόγυρά τους, και μέσα στην περίλαμπρη λάμψι εστέκετο ένα πλάσμα, που όμοιό του δεν είχαν ιδεί ποτέ πριν. Ένας μεγάλος φόβος τούς κατέλαβε όλους. Μήπως το πλάσμα που εστέκετο μπροστά τους ήταν απλώς μια επινόησις της φαντασίας των;
Όχι, ασφαλώς δεν ήταν, διότι μίλησε σ’ αυτούς και τούς είπε: «Μη φοβείσθε· διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν· διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος. Και τούτο θέλει είσθαι το σημείον εις εσάς, Θέλετε ευρεί βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν τη φάτνη.» Τι συναρπαστικό άγγελμα! Εκείνος, στον οποίο απέβλεπαν πριν από πολύν καιρό και ο οποίος θα εγίνετο ο Μεσσίας, είχε γεννηθή.
Αλλ’ αυτό δεν ήταν το τέλος της ενδόξου εκδηλώσεως ή της ουρανίας αναγγελίας. Ο πιστός υπομνηματογράφος αυτών των γεγονότων εξηγεί: «Και εξαίφνης μετά του αγγέλου εφάνη πλήθος στρατιάς ουρανίου, υμνούντων τον Θεόν, και λεγόντων, Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκίας.»—Λουκ. 2:8-14, Κριτικόν Κείμενον.
Οι άγγελοι αναμφισβήτητα επηρέασαν τη ζωή αυτών των ταπεινών ποιμένων, αφού ως αποτέλεσμα ήταν το ότι αυτοί συγκαταλέγονται μεταξύ των πρώτων, που είδαν το νεογέννητο βρέφος Ιησού, που επρόκειτο να γίνη ο ουράνιος Βασιλεύς της αιωνίου βασιλείας του Θεού. Τι θαυμάσιο προνόμιο!—Δαν. 7:13, 14.
Αυτό το γνωστότατο επεισόδιο εγείρει σπουδαίες ερωτήσεις, όπως αυτές: Ποιοι είναι οι άγγελοι; Από πού προέρχονται; Μήπως είναι άνθρωποι που απεσπάσθησαν από τα σώματά των; Ποιες υπηρεσίες εκτελούν προς όφελος των ανθρώπων επάνω στη γη; Επηρεάζεται η ζωή σας από αυτούς;
ΠΡΟΕΛΕΥΣΙΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Πολλά άτομα έχουν διδαχθή ότι οι άγγελοι είναι νεκροί, που κάποτε έζησαν επάνω στη γη και απήλθαν. Ο θάνατος του σώματος, λέγουν, ελευθερώνει μια αθάνατη ψυχή, η οποία ζη ως άγγελος στον ουρανό. Στην κηδεία μιας νεαρής κόρης δέκα ετών ένας Ρωμαιοκαθολικός ιερεύς εξήγησε πριν από λίγο καιρό, όπως ανέφερε η εφημερίς Νταίηλυ Μίρρορ Νέας Υόρκης: «Ο Θεός ήθελε ακόμη ένα άγγελο και πήρε την Ντόροθυ. Η Ντόροθυ είχε εκλεγή από τον Θεό να παραμείνη με τους γονείς της ακριβώς τόσο χρονικό διάστημα. Κατόπι την εκάλεσε να Τον υπηρετήση αυτή την εποχή των Χριστουγέννων.»
Είναι αλήθεια αυτό; Είναι οι άγγελοι άνθρωποι, που έζησαν κάποτε επάνω στη γη; Είναι άνθρωποι που απεσπάσθησαν από τα σώματά των; Όχι, όχι σύμφωνα με τον Λόγο του Θεού, τη Γραφή. Αυτά τα θεόπνευστα συγγράμματα αποκαλύπτουν ότι ο Παντοδύναμος Θεός, πολύ πριν προετοιμάση αυτή τη γη για ανθρώπινη κατοικία, εδημιούργησε πνευματικούς υιούς ή αγγέλους. Αυτό αποκαλύπτεται από την ερώτησι, που Αυτός έκαμε πριν από πολύν καιρό στον δούλο του Ιώβ, η οποία, σύμφωνα με το Ιουδαϊκό Ταργκούμ, λέγει: «Πού ήσο ότε εθεμελίονον την γην; απάγγειλον, εάν έχης σύνεσιν. Ότε τα άστρα της αυγής έψαλλον ομού, και πάσαι αι στρατιαί των αγγέλων ηλάλαζον;»—Ιώβ 38:4, 7, ΜΝΚ, Έκδοσις 1957, υποσημείωσις.
Ο Θεός όχι μόνο εδημιούργησε πολύ πριν από τον άνθρωπο αυτά τα πνεύματα, αλλά τα έκαμε, επίσης, μια μορφή ζωής πιο υψηλή από την ανθρώπινη. «Οι άγγελοι» λέγει η Γραφή είναι «μεγαλήτεροι . . . εις ισχύν και δύναμιν.» Και ο Λόγος του Θεού εξηγεί, επίσης, ότι ο άνθρωπος έχει πλασθή ‘ολίγον τι κατώτερος των αγγέλων’.—2 Πέτρ. 2:11· Εβρ. 2:6, 7.
Όχι μόνο έχουν πλασθή οι άγγελοι ανώτεροι από τους ανθρώπους, αλλά και μεταξύ των ακόμη υπάρχουν διάφορες τάξεις ή διαβαθμίσεις. Πρώτος σε θέσι είναι ο Μιχαήλ ο αρχάγγελος, που οι Γραφές δείχνουν ότι δεν είναι άλλος από τον Λόγο, τον Πρώτιστο Εκπρόσωπο του Θεού, ο οποίος έγινε ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός. (Δαν. 12:1· Ιωάν. 1:1· Αποκάλ. 12:7) Έπειτα είναι τα σεραφείμ, που ο Προφήτης Ησαΐας είδε παριστάμενα στον Ιεχωβά σε μια όρασι του ναού Του. (Ησ. 6:2, 6) Επίσης, περιγράφονται στις Γραφές τα χερουβείμ, απεικονίσεις των οποίων υπήρχαν τοποθετημένες επάνω στην κιβωτό της διαθήκης, που ευρίσκετο στο διαμέρισμα που ελέγετο Άγια των Αγίων στη σκηνή του μαρτυρίου στην έρημο και αργότερα στο ναό που εκτίσθη από τον Σολομώντα. (Έξοδ. 25:18-22· 1 Βασ. 8:6, 7· Ψαλμ. 99:1) Και, τελικά, υπάρχει το μεγάλο σώμα των αγγελικών αγγελιαφόρων.
Ο συνδυασμένος αριθμός αυτών των πνευματικών πλασμάτων του Θεού φθάνει τα πολλά εκατομμύρια. Σ’ ένα προφητικό δράμα του θρόνου του Ιεχωβά ο προφήτης Δανιήλ είδε ότι «χίλιαι χιλιάδες υπηρέτουν εις αυτόν, και μύριαι μυριάδες παρίσταντο ενώπιον αυτού.»—Δαν. 7:9, 10.
Όπως οι άνθρωποι, και τα πνευματικά αυτά πλάσματα μπορούν να επικοινωνούν σε μια ομιλουμένη γλώσσα· η Γραφή αναφέρει «τας γλώσσας των ανθρώπων και των αγγέλων.» Αλλά, ανόμοια με τους ανθρώπους, στερούνται φύλου και είναι, επομένως, ανίκανοι ν’ αναπαράγουν το είδος των. Ο Ιησούς το απεκάλυψε αυτό, όταν εξήγησε ότι στην ανάστασι των νεκρών, άνδρες και γυναίκες δεν «νυμφεύουσιν, αλλ’ είναι ως άγγελοι του Θεού εν ουρανώ.» Κάθε άγγελος ήταν μια άμεση δημιουργία.—1 Κορ. 13:1· Ματθ. 22:30.
Άνθρωποι, που απέθαναν δεν θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών των αγγέλων, διότι κατά τον θάνατο η προσωπικότης ενός ανθρώπου δεν εξακολουθεί να υπάρχη. «Οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει,» λέγει η Γραφή· «αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.» Και για τον θάνατο του ανθρώπου, οι Γραφές λέγουν: «Το πνεύμα αυτού εξέρχεται· αυτός επιστρέφει εις την γην αυτού· εν εκείνη τη ημέρα οι διαλογισμοί αυτού αφανίζονται.» Κανένα μέλος του ανθρώπου δεν συνεχίζει να ζη. Η Γραφή δηλώνει με έμφασι: «Η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει απόθανει.»—Εκκλησ. 9:5· Ψαλμ. 146:4· Ιεζ. 18:4.
Αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς από το ανθρώπινο γένος δεν λαμβάνει ουράνια ζωή. Στην ανάστασί του από τους νεκρούς στον Ιησού Χριστό εδόθη ένα πνευματικό σώμα, και ανελήφθη στον ουρανό. (1 Πέτρ. 3:18· Πράξ. 2:31-33) Εν τούτοις, ο Ιησούς εξυψώθη πολύ υπεράνω των αγγέλων, και εκείνοι, οι οποίοι ελήφθησαν μεταξύ των ανθρώπων για να συμμετάσχουν μαζί του στην ουράνια δόξα, θα εξυψωθούν, επίσης, πολύ υπεράνω των αγγέλων. Η Γραφή δείχνει ότι αυτά τα μέλη της νύμφης του Χριστού, τα οποία θα συμμετάσχουν μ’ αυτόν στη διακυβέρνησι της γης και θα την φέρουν σε μια παραδεισιακή κατάστασι, είναι μόνον 144.000.—Εβρ. 1:4· Αποκάλ. 14:1, 3· 5:10· 20:6.
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΕΚΤΕΛΟΥΝ
Η Ελληνική λέξις «άγγελος», καθώς και η αντίστοιχος Εβραϊκή, στη Γραφή σημαίνει απλώς αγγελιαφόρος. Οι άγγελοι είναι πνευματικοί αγγελιαφόροι του Θεού και οι υπηρεσίες των είναι συχνά υπέρ των ανθρώπων. Ο Ιησούς Χριστός περιέγραψε το μεγάλο ενδιαφέρον τους για τους δούλους του Θεού, όταν είπε: «Προσέχετε, μη καταφρονήσητε ένα των μικρών τούτων· διότι σας λέγω, ότι οι άγγελοι αυτών εν τοις ουρανοίς διαπαντός βλέπουσι το πρόσωπον του Πατρός μου του εν ουρανοίς.» Ο ψαλμωδός, επίσης, έδωσε την παρηγορητική διαβεβαίωσι: Ο Θεός «θέλει προστάξει εις τους αγγέλους αυτού περί σου, δια να σε διαφυλάττωσιν εν πάσαις ταις οδοίς σου.» Και πάλι: «Άγγελος Ιεχωβά στρατοπεδεύει κύκλω των φοβουμένων αυτόν, και ελευθερόνει αυτούς.»—Ματθ. 18:10· Ψαλμ. 91:11· 34:7, ΜΝΚ· Εβρ. 1:7, 14.
Δύο εξέχοντα παραδείγματα ελευθερώσεως από τους αγγέλους του Θεού αναγράφονται στο Γραφικό βιβλίο του Δανιήλ. Το πρώτο συνέβη, όταν ο Βαβυλώνιος βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ συνέλαβε και έρριξε μέσα σε μια κάμινο που είχε υπερθερμανθή, τρεις νέους Εβραίους δούλους του Θεού επειδή δεν θέλησαν να προσκυνήσουν την τεραστία χρυσή εικόνα του. Όταν ένα τέταρτο πρόσωπο εμφανίσθηκε μέσα στην κάμινο για να προστατεύση τους νέους, ο Ναβουχοδονόσορ είπε: «Ευλογητός ο Θεός του Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδέ-νεγώ, όστις απέστειλε τον άγγελον αυτού, και ηλευθέρωσε τους δούλους αυτού, οίτινες ήλπισαν επ’ αυτόν.»—Δαν. 3:19-28.
Η άλλη περίπτωσις συνέβη, όταν ο ηλικιωμένος Δανιήλ, ένας φίλος των τριών εκείνων πιστών Εβραίων, ερρίφθη μέσα σ’ ένα λάκκο λεόντων, επειδή αρνήθηκε να παύση να προσεύχεται στον Θεό του Ιεχωβά. Το επόμενο πρωί ο βασιλεύς έσπευσε στο λάκκο των λεόντων και ερώτησε: «Δανιήλ, δούλε του Θεού του ζώντος, ο Θεός σου, τον οποίον συ λατρεύεις ακαταπαύστως, ηδυνήθη να σε ελευθερώση εκ των λεόντων; Τότε ελάλησεν ο Δανιήλ προς τον βασιλέα, Βασιλεύ, ζήθι εις τον αιώνα. Ο Θεός μου απέστειλε τον άγγελον αυτού, και έφραξε τα στόματα των λεόντων, και δεν με έβλαψαν.»—Δαν. 6:16-22.
Άγγελοι, επίσης, υπηρέτησαν τον Ιησού. Μετά τον πειρασμό, που υπέστη από τον Διάβολο στην αρχή της επιγείου διακονίας του, «ιδού, άγγελοι προσήλθον και υπηρετούν αυτόν.» Και την τελευταία νύχτα της επιγείου ζωής του, ενώ προσηύχετο στον ουράνιο Πατέρα του, «εφάνη . . . εις αυτόν άγγελος απ’ ουρανού ενισχύων αυτόν.» Οι άγγελοι ήσαν αμέσως έτοιμοι να υπηρετήσουν τον Ιησού, πράγμα που τον έκαμε να λέγη: «Νομίζεις ότι δεν δύναμαι ήδη να παρακαλέσω τον Πατέρα μου, και θέλει στήσει πλησίον μου περισσοτέρους παρά δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;»—Ματθ. 4:11· Λουκ. 22:43· Ματθ. 26:53.
Ένα εξέχον παράδειγμα, που δείχνει την ιδιαίτερη δραστηριότητα, στην οποία έχουν διορισθή οι άγγελοι για να βοηθήσουν δούλους του Θεού, βρίσκεται στο πέμπτο κεφάλαιο των Πράξεων. Οι απόστολοι του Ιησού εκήρυτταν με ζήλο τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού και του Χριστού του, και για να σταματήσουν αυτή τη δραστηριότητα ο Ιουδαίος «αρχιερεύς και πάντες οι μετ’ αυτού, . . . επέβαλον τας χείρας αυτών επί τους αποστόλους, και έβαλον αυτούς εις δημοσίαν φυλακήν.» Ναι, αλλά σημειώστε τι συνέβη! «Άγγελος όμως Ιεχωβά δια της νυκτός ήνοιξε τας θύρας της φυλακής, και εκβαλών αυτούς, είπεν, Υπάγετε, και σταθέντες λαλείτε εν τω ιερώ προς τον λαόν πάντας τους λόγους της ζωής ταύτης.» Ο άγγελος του Θεού έλαβε ενεργό μέρος προσέχοντας ώστε να μη γίνη παρέμβασις στο έργο κηρύγματος.—Πράξ. 5:17-20, ΜΝΚ· βλέπε, επίσης, Πράξ. 12:3-11.
Αλλά και περισσότερο από αυτό, οι άγγελοι κατηύθυναν, επίσης, δούλους του Θεού να έλθουν σε επαφή με δίκαια διατεθειμένα άτομα. Παραδείγματος χάριν, σε μια περίπτωσι, «Άγγελος. . . Ιεχωβά ελάλησε προς τον Φίλιππον, λέγων, Σηκώθητι, και ύπαγε προς μεσημβρίαν, εις την οδόν την καταβαίνουσαν από Ιερουσαλήμ εις Γάζαν . . . Και σηκωθείς υπήγε. Και ιδού, άνθρωπος Αιθίοψ, ευνούχος . . . καθήμενος επί της αμάξης αυτού, ανεγίνωσκε τον προφήτην Ησαΐαν.» Ο Φίλιππος ωδηγήθηκε να πλησιάση προς την άμαξα, και όταν εξήγησε τις Βιβλικές αλήθειες σχετικά με τον Ιησού, ο άνθρωπος τις ησπάσθη χαρούμενα κι εβαπτίσθη.—Πράξ. 8:26-38, ΜΝΚ· βλέπε, επίσης, Πράξ. 10:1-22.
ΕΠΗΡΕΑΖΕΤΑΙ Η ΖΩΗ ΣΑΣ;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι άγγελοι έπαιξαν ένα σπουδαίο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων τα παλαιά χρόνια, αλλά τι γίνεται σήμερα; Επηρεάζεται η ζωή σας από αγγέλους;
Ίσως δεν το έχετε σκεφθή, αλλά πραγματικά αυτό συμβαίνει. Ο Λόγος του Θεού καθιστά σαφές ότι έχομε τώρα φθάσει στις έσχατες ημέρες αυτού του πονηρού συστήματος πραγμάτων, οπότε, όπως περιγράφει η προφητεία, ο Χριστός ήθελε «αποστείλει τους αγγέλους αυτού», οι οποίοι ήθελον «συνάξει τους εκλεκτούς αυτού». Όχι μόνο έχουν συνάξει οι άγγελοι τους «εκλεκτούς», οι οποίοι ενδεχομένως θα γίνουν μέλη της ουρανίας νύμφης του Χριστού, αλλά συμμετέχουν, επίσης, στο διαχωρισμό των λαών των εθνών, όπως εξήγησε ο Ιησούς: «Όταν δε έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού, . . . θέλει χωρίσει αυτούς απ’ αλλήλων, καθώς ο ποιμήν χωρίζει τα πρόβατα από των εριφίων.»—Ματθ. 24:31· 25:31-33· βλέπε, επίσης, Αποκάλ. 14:6-10.
Μολονότι παραμένουν αόρατοι, οι άγγελοι είναι πολύ δραστήριοι σ’ αυτό το διαχωριστικό έργο, στο να παρατηρούν τις δίκαια διατεθειμένες καρδιές των ομοίων με πρόβατα ανθρώπων, και όπως έκαμαν στον πρώτο αιώνα, να κατευθύνουν τους επιγείους διακόνους του Θεού προς αυτούς. Αναμφιβόλως πείρες όμοιες με αυτή, που αφηγείται ένας διαγγελεύς της Βασιλείας στις κεντρικές Ηνωμένες Πολιτείες, συμβαίνουν συχνά. Ο Μάρτυς αφηγείται ότι, καθώς ήταν απασχολημένος στην από θύρα σε θύρα διακονία, συνέβη το εξής:
«Αυτή η κυρία μού είπε ότι είχε σκεφθή ν’ αυτοκτονήση την ημέρα εκείνη, αλλά προσηύχετο στον Θεό να την βοηθήση κατά κάποιο τρόπο, όταν εγώ εκτύπησα την πόρτα. Αυτό ήταν ένα θαύμα γι’ αυτή, επειδή εγώ εστεκόμουν εκεί, με τη Γραφή μου στο χέρι έτοιμος να συμμερισθώ μαζί της τον Λόγο του Θεού.» Έγιναν διευθετήσεις για μια επανεπίσκεψι σ’ αυτή τη γυναίκα και τον σύζυγό της, με το εξής αποτέλεσμα.
»Εκείνο το βράδυ δεν θα το ξεχάσωμε ποτέ. Επιθυμούσαν διακαώς ν’ ακούσουν τον Λόγο του Θεού και όταν τους εξηγήσαμε πώς μπορούσαν να μάθουν περισσότερα με μια συστηματική μελέτη της Γραφής, συνεφώνησαν ότι αυτό ήταν εκείνο που ήθελαν . . . Ύστερ’ από τέσσερες μελέτες, δίνουν μαρτυρία στις οικογένειές των και τους γείτονες· τόσο ανυπόμονοι είναι να συμμερισθούν μαζί με άλλους τις θαυμαστές νέες αλήθειες που έχουν μάθει.» Πείρες όπως αυτή αποτελούν απόδειξι ότι οι άγγελοι εξακολουθούν να διακονούν προς όφελος εκείνων, οι οποίοι ειλικρινά εκζητούν τον Θεό.
Αλλά και αυτοί ακόμη, οι οποίοι δεν ασκούν πίστι στον Ιησού Χριστό και στην αιώνια Βασιλεία, της οποίας ο άγγελος Γαβριήλ είπε στην ανθρωπίνη μητέρα του Ιησού ότι αυτός θα ήταν άρχων—και αυτοί, επίσης, θα έλθουν σύντομα κάτω από την αγγελική προσοχή. Εν τούτοις, δεν θα είναι περισσότερο ευχάριστο γι’ αυτούς από όσο ήταν για τους 185.000 Ασσυρίους πολεμιστάς, οι οποίοι μέσα σε μια νύχτα εθανατώθησαν από τον άγγελο του Ιεχωβά. Αυτό θα σημαίνη την καταστροφή τους! «Όταν ο Κύριος Ιησούς αποκαλυφθή απ’ ουρανού μετά των αγγέλων της δυνάμεως αυτού,» μας λέγει η Γραφή, ‘οι μη γνωρίζοντες Θεόν, και οι μη υπακούοντες εις το ευαγγέλιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού . . . θέλουσι τιμωρηθή με όλεθρον αιώνιον.’—2 Θεσ. 1:6-9· 2 Βασ. 19:35· Λουκ. 1:28-33.
Ασφαλώς, λοιπόν, τώρα είναι ο καιρός να ενεργήση κανείς ώστε να επηρεασθή ευνοϊκώς από τους αγγέλους. Πώς; Με το να προσέξη το ‘αιώνιον ευαγγέλιον’, που κηρύττουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά κάτω από αγγελική καθοδήγησι. Και με το να υπακούση στην εντολή των αγγέλων, όπως αναγράφεται στην Αποκάλυψι 14:6, 7: «Φοβήθητε τον Θεόν, και δότε δοξαν εις αυτόν.» Βεβαιωθήτε αλάνθαστα ότι έχετε ανταποκριθή σ’ αυτή την αγγελική νουθεσία με το να ενθαρρύνετε ειλικρινά άλλους να λατρεύουν τον Θεό όπως αυτός κατευθύνει στον Λόγο του της αληθείας· παρακινήστε τους να υποταχθούν τώρα στον ανάσσοντα Υιό του Θεού Ιησού Χριστό. Μ’ αυτό τον τρόπο θ’ αποδείξετε ότι είσθε σε αρμονία με τους αγίους αγγέλους του Θεού, και η υπηρεσία των προς τον Θεό θ’ αποβή, επίσης, μια ευλογία για σας.
-
-
Ενισχύεσθε σε Πιστότητα με την Ελπίδα της ΑναστάσεωςΗ Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
Ενισχύεσθε σε Πιστότητα με την Ελπίδα της Αναστάσεως
ΠΟΙΑ πολλαπλή βεβαίωσι για την ελπίδα της αναστάσεως βρίσκομε στον Λόγο του Θεού! Όπως είπε ο Ιησούς στους Σαδδουκαίους των ημερών του που αμφέβαλλαν, αυτά τα ίδια τα λόγια του Ιεχωβά, δηλαδή, «Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, και ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ», πιστοποιούν το γεγονός της αναστάσεως των νεκρών, διότι ο Ιεχωβά δεν είναι ένας Θεός νεκρών αλλά ζώντων.—Ματθ. 22:32· Έξοδ. 3:6.
Η ελπίς της αναστάσεως μεγαλύνει την αγάπη, τη σοφία και τη δύναμι του Θεού. Δίχως αυτή θα ήμεθα πραγματικά «ελεεινότεροι πάντων των ανθρώπων.» (1 Κορ. 15:19) Με αυτή, όμως, πόσο ενισχυμένοι σε πιστότητα μπορούμε να είμεθα!a (Ματθ. 10:28) Αυτή η ελπίς της αναστάσεως ενίσχυσε τον Αβραάμ ως το σημείο που επροχώρησε να προσφέρη τον γυιό του Ισαάκ. (Εβρ. 11:17-19) Αυτή κατέστησε ικανό τον Ιησού να παραμείνη πιστός μέχρι θανάτου, γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά δεν ήθελε εγκαταλείψει την ψυχή του στον άδη (Σιεόλ) ούτε θα επέτρεπε να ιδή το σώμα του διαφθορά. (Ψαλμ. 16:10· Πράξ. 2:24-28) Και πιο πολύ από άλλοτε προηγουμένως μπορούμε να βλέπωμε ως ποιο σημείο η ελπίς της αναστάσεως είναι ένα θαύμα θείου ελέους.
Τι ώθησις για πιστότητα πρέπει να είναι για μας η ελπίς της αναστάσεως! Πόσο πρέπει να κάνη τις καρδιές μας να υπερχειλίζουν από αγάπη και ευγνωμοσύνη προς τον Θεό μας, τον Ιεχωβά! Πραγματικά, ως μια τάξις ο «πολύς όχλος» των «άλλων προβάτων» ελπίζουν να ζήσουν δια μέσου του Αρμαγεδδώνος χωρίς να παραστή ανάγκη να πεθάνουν ποτέ, ενώ μερικοί από αυτούς υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρξουν, που, λόγω γήρατος, ασθενείας ή δυστυχήματος, πηγαίνουν στον άδη κι επομένως θα έχουν ανάγκη αναστάσεως. Γι’ αυτούς μπορούμε να ελπίζωμε, όχι απλώς σε μια ανάστασι, αλλά σε μια ενωρίτερη ανάστασι. Φυσικά, αργά ή γρήγορα όλο το «υπόλοιπο» των κληρονόμων της Βασιλείας θα πρέπει ν’ αποθάνουν και ν’ αναστηθούν για να λάβουν την ουρανία αμοιβή τους.—Αποκάλ. 14:13.
Όταν αντιμετωπίζωμε ένα ζήτημα όπως της μεταγγίσεως αίματος, αποτελεί πραγματικά μια πηγή δυνάμεως το να γνωρίζωμε ότι, αν πεθάνωμε πιστοί, μπορούμε ν’ αναμένωμε ότι θα έχωμε μια έγκαιρη ανάστασι. Και, ιδιαιτέρως, αν αντιμετωπίσωμε βίαιο διωγμό και απειληθή αυτή η ίδια η ζωή μας, μπορούμε ν’ αντλήσωμε ελπίδα από τη βεβαιότητα ότι θ’ αναστηθούμε αν παραμείνωμε πιστοί. Άλλωστε ο Ιησούς μάς συνεβούλευσε να μη φοβηθούμε εκείνους, οι οποίοι, αφού αποκτείνουν το σώμα, ‘δεν δύνανται περισσότερόν τι να πράξωσι.’—Λουκ. 12:4.
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός εστήριξε την ελπίδα του στη δύναμι του Παντοδυνάμου Θεού να τον αναστήση εκ νεκρών την τρίτη ημέρα, και σ’ αυτόν τον ίδιο εδόθη η δύναμις ν’ ανιστά νεκρούς στη διάρκεια της χιλιετούς Βασιλείας του. Για τον Χριστιανό απόστολο Παύλο, η προμήθεια του Θεού για την ανάστασι των νεκρών ήταν μια ελπίδα, που τον εστήριζε και τον ενίσχυε ν’ αντιμετωπίση ακόμη και μαρτυρικό θάνατο. (2 Τιμ. 4:6-8) Ειδικά τον υπεκίνησε στο να διατηρήση μια καλή συνείδησι ενώπιον Θεού και ανθρώπων. (Πράξ. 24:15, 16) Θα κάνωμε καλά να μιμούμεθα τόσο τον Ιησού Χριστό όσο και τον απόστολό του Παύλο και ν’ αφήνωμε την ελπίδα της αναστάσεως να μας κάμη θαρραλέους, ενισχύοντάς μας σε πιστότητα μέχρις ότου κερδίσωμε τα δικαίωμα της αιωνίου ζωής. Ώστε, γίνεσθε «στερεοί, αμετακίνητοι, περισσεύοντες πάντοτε εις το έργον του Κυρίου, γινώσκοντες ότι ο κόπος σας δεν είναι μάταιος εν Κυρίω.»—1 Κορ. 15:58.
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομέρειες βλέπε Η Σκοπιά 1ης Ιουλίου 1965.
-
-
Και Τυφλοί Κηρύττουν τη ΒασιλείαΗ Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
Και Τυφλοί Κηρύττουν τη Βασιλεία
Αυτό πληροφορούμεθα από μια πείρα στην Κύπρο. Ένας ευαγγελιζόμενος άρχισε Γραφική μελέτη μ’ ένα τυφλό με το να του διαβάζη κάθε εβδομάδα από το βιβλίο Παράδεισος και εσημειώθη έξοχη πρόοδος. Ο τυφλός αυτός, όπως και όλοι οι τυφλοί, είχε μια έξοχη μνήμη για Γραφικά εδάφια. Είναι ένας ζηλωτής διαγγελεύς των αγαθών νέων σε όλους όσους συναντά. Έχει αποτυπώσει στη μνήμη του τα εδάφια που αναφέρονται σε δογματικά ζητήματα και στη νέα τάξι πραγμάτων και, μέσω της αληθείας, αντέκρουσε εκείνους, που ήσαν κάποτε πνευματικοί οδηγοί του. Ένας άλλος τυφλός προσετέθη στη μελέτη μαζί με αυτόν λόγω του κηρύγματός του. Τώρα πηγαίνει μαζί με τον ευαγγελιζόμενο, που πρώτος του παρουσίασε το βιβλίο Παράδεισος και τον βοηθεί στη διεξαγωγή μελετών μαζί μ’ εκείνους, οι οποίοι ζητούν πνευματική όρασι. Αυτός, όμως, ο τυφλός διαφέρει λίγο από πολλούς από μας, διότι έλαβε την πνευματική όρασι πριν από την κατά γράμμα όρασί του. Ώστε ποτέ μη διστάζετε ν’ αρχίσετε μελέτη μ’ ένα τυφλό· δεν μπορείτε να γνωρίζετε τι θα προκύψη από τη μελέτη ενός τυφλού.—Από το Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1966.
-
-
Η Βασιλεία του Θεού εις Χείρας του ΧριστούΗ Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
Η Βασιλεία του Θεού εις Χείρας του Χριστού
Τίνος βασιλεία είναι—του Θεού ή του Χριστού; Γιατί ο Χριστός γίνεται ο βασιλεύς της;
«ΕΛΘΕΤΩ η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.»—Ματθ. 6:10.
Όταν ο Ιησούς εδίδαξε τους μαθητάς του να προσεύχονται κατ’ αυτό τον τρόπο, τους εδίδασκε να προσεύχονται για τη βασιλεία του Θεού, τη βασιλεία του ‘Πατρός αυτών του εν τοις ουρανοίς’. (Ματθ. 6:9) Μολονότι στο Γραφικό βιβλίο του Ματθαίου γίνεται επανειλημμένως λόγος γι’ αυτή τη βασιλεία ως τη «βασιλεία των ουρανών», μέσα στα βιβλία του Μάρκου και του Λουκά τακτικά αποκαλείται «η βασιλεία του Θεού.» Ωστόσο, όταν ο Ιησούς εγεννήθη επάνω στη γη, είχε προλεχθή γι’ αυτόν ότι αυτός «θέλει βασιλεύσει . . . εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος.» (Λουκ. 1:33) Ο Ιησούς ανεφέρθη προσωπικώς στη Βασιλεία ως ιδική του, όταν είπε στον Κυβερνήτη Πιλάτο: «Η βασιλεία η εμή δεν είναι εκ του κόσμου τούτου’. . . η βασιλεία η εμή δεν είναι εντεύθεν.» (Ιωάν. 18:36) Ίσως να ερωτήσετε, Μπορεί να είναι η Βασιλεία και του Θεού και του Χριστού συγχρόνως;
Προφανώς ναι, εφόσον εις Εφεσίους 5:5 ο απόστολος, ομιλώντας για ανάξια άτομα, εδήλωσε ότι ένα τέτοιο άτομο «δεν έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού.» Πώς συμβαίνει αυτό;
Δεν σημαίνει ότι ο Χριστός είναι ο Θεός κι επομένως ίσος με τον Πατέρα του. Η Γραφή έχει αναγράψει τη δήλωσι του ιδίου του Ιησού ότι «ο Πατήρ μου είναι μεγαλήτερός μου.» (Ιωάν 14:28) Πραγματικά, όσο πιο προσεκτικά παρατηρήσωμε το ζήτημα τόσο πιο καταφανές γίνεται ότι ο Χριστός, μολονότι βασιλεύς, κατέχει θέσι κατωτέρα από τον Πατέρα του, τον Ιεχωβά Θεό.
ΙΕΧΩΒΑ Ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΑΡΧΩΝ
Μετά τον θάνατο του Ιησού, οι ίδιοι απόστολοι, τους οποίους είχε διδάξει να προσεύχονται, απευθύνθηκαν αργότερα στον Πατέρα του με τον εξής τρόπο: «Δέσποτα Κύριε, συ είσαι όστις έκαμες τον ουρανόν και την γην.»—Πράξ. 4:24, ΜΝΚ· ΜΜ· ΑΣΜ.
Όπως αυτοί παρεδέχοντο, ο Ιεχωβά είναι ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος. Τι σημαίνει αυτό; «Κυρίαρχος» σημαίνει πολύ περισσότερα από απλώς άρχων ή αρχηγός μιας κυβερνήσεως. Σημαίνει εκείνον, ο οποίος είναι η πηγή κάθε δικαιώματος να άρχη, εκείνον, στον οποίο δικαιωματικώς εδρεύει κάθε εξουσία. Ο Ιεχωβά δικαιωματικώς κατέχει αυτή τη θέσι υπεράνω όλων των άλλων λόγω της ιδιότητός του ως του Θεού και επειδή αυτός είναι ο Δημιουργός όλων όσα υπάρχουν. Ο ψαλμωδός έψαλε γι’ αυτόν: «Ο Ιεχωβά ητοίμασε τον θρόνον αυτού εν τω ουρανώ, και η βασιλεία αυτού δεσπόζει τα πάντα.» (Ψαλμ. 103:19, ΜΝΚ) Ανόμοια με τους αρχηγούς των επιγείων κυβερνήσεων σήμερα, των οποίων η εκτελεστική εξουσία υφίσταται διακυμάνσεις και περιορίζεται από ένα χωριστό νομοθετικό σώμα κι ένα χωριστό δικαστικό κλάδο, ο Ιεχωβά δεν περιορίζεται όσον αφορά την εξουσία του. Γι’ αυτό τον λόγο ο προφήτης έγραψε γι’ αυτόν: «Ο Ιεχωβά είναι ο Κριτής ημών, ο Ιεχωβά είναι ο Νομοθέτης ημών, ο Ιεχωβά είναι ο Βασιλεύς ημών αυτός θέλει σώσει ημάς.»—Ησ. 33:22, ΜΝΚ.
Δίχως να κατέλθη ή να μειωθή καθ’ οιονδήποτε τρόπο η θέσις του ως του Κυριάρχου Άρχοντος, ο Ιεχωβά, εν τούτοις, μπορεί να μεταβιβάση εξουσία και να χορηγήση δύναμι σε άλλους, διορίζοντάς τους να εκτελέσουν το θέλημά του. Επειδή πάντοτε παραμένει Βασιλεύς επάνω από όλους αυτούς, μπορεί να λεχθή σ’ αυτόν: «Η βασιλεία σου βασιλεία πάντων των αιώνων, και η δεσποτεία σου εν πάση γενεά και γενεά.»—Ψαλμ. 145:13.
Ένα παράδειγμα μιας τέτοιας βασιλείας εξουσιοδοτημένης από τον Ιεχωβά συναντάται στην περίπτωσι του έθνους Ισραήλ. Αρχίζοντας από χίλια και πλέον χρόνια πριν από τη γέννησι του Χριστού, ο Ιεχωβά μετεβίβασε εξουσία σε ανθρώπους για να υπηρετήσουν ως βασιλείς σ’ εκείνο το έθνος, μεταξύ των οποίων ήσαν ο Σαούλ, ο Δαβίδ, ο Σολομών και άλλοι. Ελέγετο γι’ αυτούς ότι εκάθησαν επί του «θρόνου του Ιεχωβά.» (1 Χρον. 29:23, ΜΝΚ) Γιατί; Διότι υπηρετούσαν ως κεχρισμένοι πληρεξούσιοι βασιλείς, που αντιπροσώπευαν τον Ιεχωβά επάνω στη γη. Γι’ αυτό, μολονότι διαβάζομε για τη ‘βασιλεία του Δαβίδ’ ωσάν να ήταν δική του βασιλεία, βρίσκομε τον ίδιο τον Δαβίδ ν’ αναγνωρίζη σε προσευχή του τον Ιεχωβά ως τον μεγάλο Κυρίαρχο Άρχοντα, λέγοντας: «Σου, Ιεχωβά, είναι η μεγαλωσύνη, και η δύναμις, και η τιμή, και η νίκη, και η δόξα· διότι σου είναι πάντα τα εν ουρανώ και τα επί γης· σου η βασιλεία, Ιεχωβά, και συ είσαι ο υψούμενος ως κεφαλή υπεράνω πάντων.»—1 Χρον. 29:11, ΜΝΚ.
Ο ΥΙΟΣ ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΒΑΣΙΛΕΙΑΝ
Η βασιλεία από ανθρώπους στο έθνος Ισραήλ εξυπηρέτησε τον σκοπό της και αυτός ήταν, κυρίως, να προσκιάση τη βασιλεία εκείνου, τον οποίον ο Θεός θα έκανε Βασιλέα μιας αιωνίας βασιλείας. Μετά την ανατροπή του τελευταίου βασιλέως που εκάθησε επί του θρόνου του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, εδόθη στον προφήτη Δανιήλ ένα όραμα, που περιέγραψε το μελλοντικό διορισμό του ιδίου Υιού του Θεού για να υπηρετήση ως Βασιλεύς. Καθώς διαβάζετε στον Δανιήλ 7:13, 14 (ΜΝΚ), σημειώστε πόσο σαφώς η θέσις του Ιεχωβά ως Κυριάρχου ξεχωρίζει, όταν αυτός, ως ο Παλαιός των Ημερών, χορηγή εξουσία στον Υιό του. Η αφήγησις λέγει:
«Είδον εν οράμασι νυκτός, και ιδού, ως Υιός ανθρώπου ήρχετο μετά των νεφελών του ουρανού, και έφθασεν έως του Παλαιού των ημερών, και εισήγαγον αυτόν ενώπιον αυτού. Και εις αυτόν εδόθη η εξουσία, και η δόξα, και η βασιλεία, δια να υπηρετώσιν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι· η εξουσία αυτού είναι εξουσία αιώνιος, ήτις δεν θέλει παρέλθει, και η βασιλεία αυτού, ήτις δεν θέλει φθαρή.»
Μια συμπαραβολή αυτών των εδαφίων με τα εδάφια Ματθαίος 26:63, 64 δεν αφήνει καμμιά αμφιβολία ότι ο «υιός ανθρώπου» στο όραμα του Δανιήλ είναι ο Χριστός Ιησούς. Σημειώστε πόσο σαφώς παρουσιάζονται στο όραμα οι σχετικές θέσεις του Ιεχωβά και του Υιού του Χριστού Ιησού. Η προφητική εικών δείχνει ότι «εισήγαγον» τον Ιησού Χριστό ενώπιον του Ιεχωβά και ότι κατόπιν ο Ιεχωβά, ως ο Υπέρτατος κι επομένως ως η Πηγή κάθε δικαιώματος για εξουσία, ‘δίνει’ στον Υιό του ‘εξουσία, και δόξα και βασιλεία.’ Ισότης; Δεν υπάρχει εδώ ούτε ελάχιστο σημείο γι’ αυτό.
Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ
Τι είναι, λοιπόν, αυτή η βασιλεία, που λαμβάνει ο Χριστός από τον Πατέρα του; Είναι μήπως ένας «άρχων ανδρείκελον» απλώς, όπως πολλοί βασιλείς σήμερα, οι οποίοι δεν διαθέτουν οι ίδιοι πραγματική εξουσία ελέγχου; Ή είναι ένας «απόλυτος μονάρχης», δηλαδή, ένας, ο οποίος δεν οφείλει να δώση λόγο σε άλλους και του οποίου η εξουσία δεν υπόκειται σε περιορισμούς;
Το ότι ο Χριστός δεν είναι ένας «άρχων ανδρείκελον» μπορεί ν’ αποδειχθή από τα ίδια τα λόγια του, μετά την ανάστασί του και ακριβώς προτού ανέλθη στις ουράνιες αυλές του Ιεχωβά, όταν είπε στους μαθητάς του: «Εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης.» (Ματθ. 28:18) Γι’ αυτόν το λόγο δίνεται στο όραμα του Δανιήλ η εντολή «να υπηρετούν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι.» Ο Χριστός, επομένως, δεν αντλεί τη δύναμι της εξουσίας του από τη «συγκατάθεσι του κυβερνωμένου», όπως στη δημοκρατία ή την επίγεια περιωρισμένη μοναρχία, αλλά την αντλεί κατ’ ευθείαν από την αληθινή Πηγή Εξουσίας, τον Ιεχωβά Θεό. Του εδόθη αυτή η εξουσία κατόπιν αιτήσεως που έκαμε στον Πατέρα του, προς εκπλήρωσιν της προσκλήσεως του Θεού, που διατυπώνεται στον Ψαλμό 2:8, 9: «Ζήτησον παρ’ εμού, και θέλω σοι δώσει τα έθνη κληρονομίαν σου, και ιδιοκτησίαν σου τα πέρατα της γης· θέλεις ποιμάνει αυτούς εν ράβδω σιδηρά· ως σκεύος κεραμέως θέλεις συντρίψει αυτούς.»
Σε μια από τις παραβολές του ο Ιησούς εξεικόνισε τον εαυτό του ως να ήταν «άνθρωπος τις ευγενής [ο οποίος] υπήγεν εις χώραν μακράν [δηλαδή, στον ουρανό], δια να λάβη εις εαυτόν βασιλείαν, και να υποστρέψη.» (Λουκ. 19:12) Έδειξε, όμως, ότι η βασιλεία του θα απερρίπτετο από την πλειονότητα των κατοίκων της γης, όταν επρόσθεσε: «Οι συμπολίται αυτού όμως εμίσουν αυτόν, και απέστειλαν κατόπιν αυτού πρέσβεις, λέγοντες, Δεν θέλομεν τούτον να βασιλεύση εφ’ ημάς.» (Εδάφ. 14) Λόγω ακριβώς αυτής της εναντιώσεως στην εξουσία με την οποία περιεβλήθη από τον Θεό, ο Βασιλεύς Χριστός Ιησούς θ’ αναγκασθή να συντρίψη επίγειες κυβερνήσεις στον επικείμενο πόλεμο του Αρμαγεδδώνος.—Δαν. 2:44· Αποκάλ. 16:14-16.
Ο Ιησούς, όμως, είπε ότι κάθε εξουσία εδόθη σ’ αυτόν, όχι μόνο στη γη, αλλά επίσης και «εν ουρανώ.» (Ματθ. 28:18) Τι σημαίνει αυτό; Μήπως αυτό τον καθιστά Απόλυτο Μονάρχη ολοκλήρου του σύμπαντος;
Η εξουσία του Χριστού στους ουρανούς φαίνεται από τη δήλωσι εις Φιλιππησίους 2:10 «δια να κλίνη εις το όνομα του Ιησού παν γόνυ επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων.» Όπως συμβαίνει με όλους τους κατοίκους της γης, έτσι, επίσης, και τα εκατομμύρια των αγγελικών υιών του Θεού υπόκεινται όλοι στην εξουσία του Χριστού. (Βλέπε, επίσης, Εβραίους 1:4-6, 13, 14.) Ωστόσο, εξαιρείται Ένας στους ουρανούς, και αυτό θέτει τον μόνον περιορισμό στη βασιλεία του Χριστού. Γι’ αυτό, το επόμενο εδάφιο της προς Φιλιππησίους επιστολής, κεφάλαιο δεύτερο, προσθέτει: «Και πάσα γλώσσα να ομολογήση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος, εις δόξαν Θεού Πατρός.»—Φιλιππησ. 2:11.
Ναι, μολονότι όλοι οι άλλοι στο σύμπαν του Θεού υπόκεινται στην εξουσία του Υιού, αυτός ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς παραμένει υποκείμενος στον Πατέρα του και Θεόν, τον μόνο Απόλυτο Μονάρχη. Όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος: «“Πάντα υπέταξεν υπό τους πόδας αυτού [του Χριστού]·” όταν δε είπη ότι πάντα είναι υποτεταγμένα, φανερόν ότι εξαιρείται ο υποτάξας εις αυτόν τα πάντα. Όταν δε υποταχθώσιν εις αυτόν τα πάντα, τότε και αυτός ο Υιός θέλει υποταχθή εις τον υποτάξαντα εις αυτόν τα πάντα, δια να ήναι ο Θεός τα πάντα εν πάσι.»—1 Κορ. 15:27, 28.
Σε όλη την αιωνιότητα και το διάστημα ο Ιεχωβά Θεός θα συνεχίση να είναι ο μόνος και νόμιμος Υπέρτατος Άρχων. Ποιος καλός σκοπός εξυπηρετείται, λοιπόν, με το να τον αντιπροσωπεύη και να υπηρετή ο Υιός του ως ο κεχρισμένος Εκτελεστής του θελήματος του Θεού; Ασφαλώς δεν είναι για ν’ απαλλάξη τον Ιεχωβά από ευθύνη ή να ελαφρύνη κατά κάποιο τρόπο το έργο του. Πώς θα μπορούσε να συμβαίνη αυτό, εφόσον αυτός εξακολουθεί να είναι η πραγματική Πηγή κάθε εξουσίας του Υιού του; (Ησ. 40:28· Εβρ. 1:8) Προφανώς, λοιπόν, αυτή η διευθέτησις είναι μια εκδήλωσις της θαυμαστής αγάπης του Ιεχωβά, λόγω της οποίας χορηγεί αυτό το μεγάλο προνόμιο στον Υιό του. Ο Υιός του εξεπαιδεύθη στα δεξιά του Πατρός του· εδοκιμάσθη ως το έσχατο όριο, κατέστη τέλειος γι’ αυτή τη θέσι· κατέχει την ικανότητα και τη σοφία που απαιτούνται γι’ αυτό το καθήκον. Τώρα ο Πατέρας του φιλάγαθα τον εξυψώνει σε μια θέσι, που επιτρέπει στον Υιό να χρησιμοποιήση αυτό το κεφάλαιο στην πιο μεγάλη δυνατή έκτασι και για το μέγιστο καλό όλων. Εκδηλώνει απόλυτη εμπιστοσύνη σ’ αυτόν, διότι γνωρίζει ότι η στάσις του δοκιμασμένου Υιού του είναι: «Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.»—Ψαλμ. 40:8· βλέπε, επίσης, Εβραίους 5:7-9· 10:5-7.
Συγχρόνως αυτή η διευθέτησις αποτελεί διεκδίκησι της θέσεως του Ιεχωβά ως του πραγματικού Κυριάρχου, κατά της οποίας έγινε πρόκλησις από τον Σατανά από την εποχή του ιστορικού στασιασμού στην Εδέμ και κατόπιν. Πόσο ψευδής υπήρξε ο ισχυρισμός του Εναντιουμένου ότι θα μπορούσε να κατακτήση και νομίμως να διακρατήση τη θέσι ενός ανταγωνιζομένου κυριάρχου με το να παροτρύνη ανθρώπους να ενεργούν ανεξάρτητα από τον Θεό και να δημιουργήση ακόμη δυσαρέσκεια μεταξύ μερικών από τους ουρανίους υιούς του Θεού! Τι συντριπτική ήττα θα εδοκίμασε αυτός, όταν ο Υιός του Θεού επάνω στη γη απέρριψε κάθε πειρασμό του και υπέμεινε όλες τις ύπουλες προσπάθειες του Σατανά να διαρρήξη την ακεραιότητά του, αποθνήσκοντας πιστός στην κυριαρχία του Πατρός του! Μολονότι ο Σατανάς προέβαλε τον εαυτό του ως τον ‘άρχοντα του κόσμου τούτου’, ο Ιησούς Χριστός με την πορεία του διακρατήσεως ακεραιότητος ‘ενίκησε τον κόσμον’ και απέδειξε ότι ο άρχων του ήταν άξιος μόνο καταστροφής.—Ιώβ 1:6-11· Αποκάλ. 12:3, 4· Ιωάν. 12:31· 16:33.
Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΧΟΡΗΓΕΙ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΣΕ ΑΛΛΟΥΣ
Ο Βασιλεύς Χριστός Ιησούς δεν είναι ιδιοτελής σχετικά με τη βασιλική του θέσι, αλλ’ ακολουθεί το στοργικό παράδειγμα του Πατρός του. Μοιράζεται μαζί με άλλους το προνόμιο της βασιλικής του εξουσίας. Τη νύχτα του θανάτου του ως ανθρώπου, είπε σε μερικούς από αυτούς: «Σεις δε είσθε οι διαμείναντες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου· όθεν εγώ ετοιμάζω εις εσάς βασιλείαν, ως ο Πατήρ μου ητοίμασεν εις εμέ, δια να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης εν τη βασιλεία μου· και να καθίσητε επί θρόνων, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.» (Λουκ. 22:28-30) Εκείνοι, οι οποίοι εφέρθησαν από τον Ιησού σ’ αυτή τη διαθήκη για τη βασιλεία και οι οποίοι θ’ αποτελέσουν τους βασιλικούς συγκληρονόμους του, εξεικονίζονται στην ουράνια θέσι των στο 14ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως. Ο αριθμός των αναφέρεται εκεί ως 144.000, όλοι των δε «ηγοράσθησαν από των ανθρώπων, απαρχή εις τον Θεόν και εις το Αρνίον.»—Εδάφια 1, 3, 4.
Σ’ αυτούς μαζί με την Κεφαλή των, τον Χριστόν Ιησού, ανεφέρετο το προφητικό όραμα του Δανιήλ ως τους «αγίους» λέγοντας: «Ήλθεν ο Παλαιός των ημερών, και εδόθη η κρίσις εις τους αγίους του Υψίστου· και ο καιρός έφθασε, και οι άγιοι έλαβον την βασιλείαν. Και η βασιλεία, και η εξουσία, και η μεγαλωσύνη των βασιλειών των υποκάτω παντός του ουρανού, θέλει δοθή εις τον λαόν των αγίων του Υψίστου, των οποίων η βασιλεία είναι βασιλεία αιώνιος, και πάσαι αι εξουσίαι θέλουσι υπηρετήσει και υπακούσει εις αυτούς.» (Δαν. 7:22, 27, ΜΝΚ) Τι προνόμιο έχουν διότι υπεστήριξαν την κυριαρχία του Ιεχωβά και προσεκολλήθησαν σ’ αυτήν!
Ακόμη και επάνω στη γη, που θα μεταμορφωθή σε παράδεισο από τον Βασιλέα και θα κατοικηθή από άνδρες και γυναίκες που αγαπούν δικαιοσύνη και οι οποίοι υποστηρίζουν την κυριαρχία του Ιεχωβά, θα υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι θα ασκούν εξουσία από αυτόν. Ο προφήτης προείπε πριν από πολύν καιρό: «Ιδού, βασιλεύς θέλει βασιλεύσει εν δικαιοσύνη, και άρχοντες θέλουσιν άρχει εν κρίσει.» (Ησ. 32:1) Δείχνοντας πού αυτοί οι άρχοντες βασιλεύουν, ο Ψαλμός 45:16 λέγει: «Αντί των πατέρων σου θέλουσιν είσθαι οι υιοί σου· αυτούς θέλεις καταστήσει άρχοντας επί πάσαν την γην.» Είτε από τους αναστημένους προπάτορες του Ιησού, όπως ο Νώε, ο Αβραάμ, ο Δαβίδ και άλλοι, είτε από πιστούς ανθρώπους πιο προσφάτων χρόνων, όλοι αυτοί θ’ αντιπροσωπεύουν πιστά τον Βασιλέα. Όλοι ‘κλίνουν γόνυ εις αυτόν’ ως μια αναγνώρισι της κυριαρχίας του Πατρός του, λόγω της οποίας ο Χριστός κυβερνά.
Για όλους τους αγγέλους του Θεού, για όλους τους 144.000 συγκληρονόμους του Χριστού στη Βασιλεία, για όλους τους επιγείους ‘άρχοντας’ καθώς και για όλους τους άλλους επιγείους υπηκόους του, ο Χριστός Ιησούς θα χρησιμεύση για πάντα το Πρότυπο και Παράδειγμά των υπακοής στο θέλημα του Πατρός του. Θα είναι το θεόδοτο υπόδειγμα των όσον αφορά την κατάλληλη άσκησι εξουσίας, που ελήφθη από τον μεγάλο Κυρίαρχο του σύμπαντος, Ιεχωβά Θεό. Τι σοφή και στοργική διευθέτησις!
-
-
«Είσθε ένας Μάρτυς του Ιεχωβά;»Η Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
«Είσθε ένας Μάρτυς του Ιεχωβά;»
Στη διάρκεια της Περιφερειακής Συνελεύσεως ο «Λόγος της Αληθείας» οι αδελφοί στην Αντίγκουα (Υπήνεμοι Νήσοι) είχαν το προνόμιο να φιλοξενήσουν ενενήντα οκτώ επισκέπτας από τα γειτονικά νησιά. Ήταν η πρώτη φορά, που τόσοι πολλοί επισκέπται παρευρέθησαν σε μια Χριστιανική συνέλευσι εδώ, και τους έγινε μια ειδική υποδοχή από ένα ενθουσιώδη όμιλο αδελφών, που με τ’ αυτοκίνητα τους τούς μετέφεραν στα σπίτια ενδιαφερομένων ατόμων, σύμφωνα με τις διευθετήσεις που είχαν γίνει. Στο αεροδρόμιο όλοι εγνώριζαν ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά θα είχαν μια μεγάλη συνέλευσι, και για να βοηθήσουν τους Μάρτυρας στον τελωνειακό έλεγχο οι υπάλληλοι ρωτούσαν τους αφικνουμένους επιβάτας: «Είσθε ένας μάρτυς του Ιεχωβά;» Μία επιβάτις απήντησε με έμφασι, «Εγώ; Όχι, όχι, όχι, δεν είμαι!» «Πολύ καλά, κυρία», της απήντησε ο υπάλληλος, «θέλαμε απλώς να γνωρίσωμε ποιοι είναι οι επισκέπται στη συνέλευσι των μαρτύρων του Ιεχωβά. Εσείς περάστε από τον κανονικό τελωνειακό έλεγχο.»—Από το Βιβλίον του Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1966.
-
-
‘Η Βασιλεία Επλησίασε’—Πότε;Η Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
‘Η Βασιλεία Επλησίασε’—Πότε;
1. (α) Ποιο πράγμα είναι πρωταρχικής σπουδαιότητος για τους Χριστιανούς, και γιατί; (β) Ποιες ερωτήσεις εγείρονται σχετικά με τη Βασιλεία;
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ του Θεού ήταν πάντοτε πρωταρχικής σπουδαιότητος για τους Χριστιανούς. Οι προ-Χριστιανοί δούλοι του Θεού απέβλεπαν, επίσης, στη Βασιλεία. Πραγματικά, η Βασιλεία είναι το θέμα ολοκλήρου της Αγ. Γραφής, διότι η βασιλεία του Θεού είναι εκείνη, η οποία θα αγιάση το όνομα του Ιεχωβά και θα φέρη ειρήνη και ευλογίες στο ανθρώπινο γένος. Ο Ιησούς μιλούσε συχνά για τη Βασιλεία· την είχε θέσει στο προσκήνιο και είπε πολλές παραβολές σχετικά με τη Βασιλεία. Στα τέσσερα Ευαγγέλια η λέξις «βασιλεία» υπάρχει εκατόν δέκα και πλέον φορές. Η έλευσις της Βασιλείας είναι, επομένως, εξαιρετικής σπουδαιότητος. Υπογραμμίζει τις ερωτήσεις: Πότε επλησίασε η Βασιλεία; και, Τι σημαίνει για μάς η αναγγελία ‘Η Βασιλεία επλησίασε’;
2. Πότε ακούσθηκε για πρώτη φορά η διακήρυξις: ‘Η Βασιλεία επλησίασε’;
2 Την πρώτη φορά που ακούσθηκε αυτή η διακήρυξις ήταν από ένα πλήθος Ιουδαίων κοντά στον Ιορδάνη Ποταμό το 29 μ.Χ. Πολλοί είχαν έλθει ν’ ακούσουν τον δυναμικό κήρυκα αυτών των νέων. Ήταν ο Ιωάννης, ο γυιός του ιερέως Ζαχαρία, ο οποίος ήλθε σε εκπλήρωσι της προφητείας του Ησαΐα 40:3 (ΜΝΚ): «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ετοιμάσατε την οδόν του Ιεχωβά· ευθείας κάμετε εν τη ερήμω τας τρίβους του Θεού ημών.» Το θέμα του αγγέλματος του Ιωάννου ήταν: «Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.»—Ματθ. 3:2· Λουκ. 1:5, 13.
ΤΙ ΕΣΗΜΑΙΝΕ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟΝ ΑΙΩΝΑ
3. (α) Μήπως περιωρίσθη στον Ιωάννη τον Βαπτιστή και τους μαθητάς του η διακήρυξις «Επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών»; Εξηγήστε. (β) Πώς το χρίσμα του Ιησού ήταν ανώτερο από εκείνο των συμβασιλέων του της γραμμής του Δαβίδ; (γ) Πώς μπορούσε τότε να λεχθή ότι η Βασιλεία επλησίασε;
3 Επρόκειτο μήπως αυτή η διακήρυξις να περιορισθή στη διακονία του Ιωάννου και των μαθητών του; Όχι, διότι έξη περίπου μήνες αφότου ο Ιωάννης άρχισε τη διακονία του, ιδού! τον επλησίασε για να βαπτισθή ένα βασιλικό πρόσωπο, για το οποίο είχε λεχθή από τον άγγελο Γαβριήλ πριν από τη γέννησί του: «Ούτος θέλει είσθαι μέγας, και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή· και θέλει δώσει εις αυτόν Ιεχωβά ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος.» (Λουκ. 1:32, 33, ΜΝΚ) Κάτι το θαυμαστό έλαβε χώρα στο βάπτισμά του από τον Ιωάννη. Το υπόμνημα λέγει: «Κατέβη το πνεύμα το άγιον εν σωματική μορφή, ως περιστερά, επ’ αυτόν και έγεινε φωνή εκ του ουρανού, λέγουσα, Συ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις σε ευηρεστήθην.» (Λουκ. 3:22) Επίγειοι ιερείς από σάρκα και αίμα είχαν χρίσει τους προηγουμένους συμβασιλείς του της γραμμής του Δαβίδ με ένα ειδικό μίγμα ελαίου, αλλά ο Ιεχωβά ο ίδιος από τους ουρανούς έχρισε Αυτόν, ο οποίος έφερε το επίγειο όνομα Ιησούς. (Εβρ. 1:9) Και το έκαμε με κάτι που έδωσε απείρως μεγαλύτερη δύναμι και εξουσία—με το άγιο πνεύμα του Θεού. Τώρα ο Ιησούς έγινε ο από πολύν καιρό αναμενόμενος Μεσσίας ή Χριστός, ο Κεχρισμένος του Θεού. Έγινε ο διωρισμένος βασιλεύς της βασιλείας του Θεού. Ήταν ο βασιλεύς του Ιεχωβά, «εν τω μέσω» αυτών. Αυτός ως Βασιλεύς ήταν παρών, η βασιλεία των ουρανών ήταν ανάμεσά τους! Ο Υιός του Θεού υπό την βασιλική μεγαλειότητά του ως βασιλεύς και αντιπρόσωπος του Ιεχωβά είχε πλήρες δικαίωμα στον τίτλο Εμμανουήλ, που σημαίνει «Μεθ’ Ημών ο Θεός.» Οι άνθρωποι μπορούσαν πραγματικά να συνομιλήσουν με τον βασιλέα του Θεού και να ιδούν και να μάθουν τις αρχές και τις απαιτήσεις της βασιλείας.
Ο ΠΡΩΤΙΣΤΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
4. Ποια σπουδαία υποχρέωσις υπήρχε επάνω στον Ιησού λόγω της γεννήσεώς του και επίσης του χρίσματός του, και γιατί;
4 Ο Ιησούς εχρίσθη όχι μόνο για να είναι Βασιλεύς, αλλά και για να κηρύττη. Εφόσον ο πρωταρχικός σκοπός της Βασιλείας είναι να αγιάση το όνομα του Ιεχωβά, ο βασιλεύς της οφείλει να είναι ένας μάρτυς για τον Ιεχωβά. Ως διορισμένος βασιλεύς ο Ιησούς οφείλει να υποστή τη δοκιμασία της ακεραιότητος για ν’ αποδειχθή ικανός για την ουρανία βασιλεία. Ο Ιησούς είχε γεννηθή μέσα στο έθνος του Ισραήλ ή Ιακώβ, για το οποίο ο προφήτης Ησαΐας είχε πει: «Ούτω λέγει Ιεχωβά, ο δημιουργός σου, Ιακώβ, και ο πλάστης σου, Ισραήλ· . . . Σεις είσθε μάρτυρές μου, λέγει Ιεχωβά, και ο δούλος μου, τον οποίον έκλεξα, . . . σεις δε είσθε μάρτυρές μου, λέγει Ιεχωβά, και εγώ ο Θεός.» (Ησ. 43:1, 10-12, ΜΝΚ) Ο Ιησούς εγνώριζε ότι είχε γεννηθή κάτω από την υποχρέωσι να είναι μάρτυς και επίσης ότι είχε χρισθή με το πνεύμα του Θεού για να εξαγγείλη ενιαυτόν ευδοκίας του Ιεχωβά και ημέραν εκδικήσεως του Θεού ημών.—Ησ. 61:1, 2, ΜΝΚ· Λουκ. 4:19.
5. Ποιο παράδειγμα έθεσε ο Ιησούς για μας ως μάρτυρας του Ιεχωβά;
5 Ο Ιησούς απεδείχθη ότι ήταν ο μέγιστος μάρτυς του Ιεχωβά και εξόχως ικανός ως βασιλεύς. Μπροστά στον Πόντιο Πιλάτο έκαμε την καλή δημοσία ομολογία: «Εγώ δια τούτο εγεννήθην, και δια τούτο ήλθον εις τον κόσμον, δια να μαρτυρήσω εις την αλήθειαν.» (Ιωάν. 18:37· 1 Τιμ. 6:13) Ο απόστολος Ιωάννης, ο οποίος ήταν κοντά στον Ιησού, όταν απέθνησκε επί του ξύλου, γράφει γι’ αυτόν «Ιησού Χριστού, όστις είναι ο μάρτυς ο πιστός, ο πρωτότοκος εκ των νεκρών, και ο άρχων των βασιλέων της γης.» Με κάθε τρόπο υπήρξε ένα παράδειγμα για τους ακολούθους του, τους μάρτυρας του Ιεχωβά της σημερινής εποχής,—Αποκάλ. 1:5· 3:14.
6. (α) Με ποια διακήρυξι έκαμε ο Ιησούς έναρξι της διακονίας του; (β) Ποια αμοιβή, εκτός από την αθάνατη ζωή, είχε προσφερθή στον Ιησού από τον Πατέρα του; (γ) Πώς έκαμε έργο της Βασιλείας ο Ιησούς, όταν ήταν επί της γης; (δ) Περιγράψτε ομοιότητες στη συγκρότησι του φυσικού Ισραήλ και του πνευματικού Ισραήλ.
6 Αφού υπέστη μια ερευνητική δοκιμασία της ακεραιότητος στην έρημο, ο Ιησούς επέστρεψε στην Καπερναούμ και έκαμε έναρξι της διακονίας του με τα ίδια λόγια που είχε αρχίσει ο Ιωάννης τη δική του, δηλαδή: «Μετανοείτε διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθ. 4:17) Ως μια αμοιβή για την πιστή πορεία του να είναι ένας μάρτυς ακόμη και μέχρι θανάτου, ο Ιεχωβά είχε υποσχεθή στον Ιησού Χριστό ένα βραβείο. Αυτό το βραβείο θα ήταν μια νύμφη, όχι μια επίγεια γυναίκα ως σύζυγος, αλλά μια πνευματική νύμφη, ένας εκλεκτός όμιλος ακολούθων, που, όπως αυτός, θα έμεναν πιστοί μάρτυρες μέχρις ενός θυσιαστικού θανάτου, του είδους του θανάτου του Ιησού. (Ιωάν. 3:29· Ρωμ. 6:3) Από όλους εκείνους, οι οποίοι προσήλθαν σ’ αυτόν και τον ακολούθησαν για να είναι τα υποψήφια μέλη της νύμφης, ο Ιησούς εξέλεξε δώδεκα για να είναι απόστολοι. Αυτούς τους εξεπαίδευσε τελείως και τους απέστειλε να κηρύξουν: «Επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθ. 10:1-7· Μάρκ. 3:14-19· Λουκ. 6:13-16) Έτσι, μαζί με τη μαρτυρία του για το όνομα του Ιεχωβά, ο Ιησούς έκαμε, επίσης, έργο της Βασιλείας, το έργο της αναπτύξεως της Βασιλείας, διότι εδίδασκε κι εξεπαίδευε εκείνους, που επρόκειτο να ενωθούν μαζί του στη βασιλεία του. Οι δώδεκα απόστολοί του αντιστοιχούσαν προς τους γυιούς του πατριάρχου Ιακώβ, από τους οποίους προήρχοντο οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ. (Γέν. 49:28) Κατά τον ίδιο τρόπο, η νέα Χριστιανική εκκλησία, γνωστή ως ο πνευματικός Ισραήλ, η οποία ενδεχομένως θα ήταν η οργάνωσις της Βασιλείας, θα εστηρίζετο επάνω στους δώδεκα αποστόλους του Αρνίου ως θεμελίους λίθους, αλλά και οι δώδεκα αποστολικοί θεμέλιοι λίθοι εστηρίζοντο επάνω στον Πρώτιστο θεμέλιο Λίθο, τον Μεσσία, Ιησού Χριστό.—Εφεσ. 2:20· Αποκάλ. 21:2, 9, 10, 14.
Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΣΙΩΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ Σ’ ΑΥΤΗ
7. (α) Ως τι ώφειλε να παρουσιασθή ο Ιησούς στον Ισραήλ; (β) Πώς η προφητεία είχε προείπει τον χρόνον για το τέλος της επιγείου διακονίας του Ιησού, και τι επρόκειτο να συμβή τότε;
7 Εκτός το ότι ήταν ένας μάρτυς της Βασιλείας, ο Ιησούς Χριστός έπρεπε να παρουσιασθή επισήμως στη Σιών ως ο Βασιλεύς της. Η προφητεία στο εδάφιο Ζαχαρίας 9:9 έπρεπε να εκπληρωθή, αυτή δε έλεγε: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· αλάλαζε, θύγατερ Ιερουσαλήμ· ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται προς σε· αυτός είναι δίκαιος, και σώζων· πραΰς, και καθήμενος επί όνου, και επί πώλου υιού υποζυγίου.» Ο Ιησούς υπηρέτησε ως ο μέγιστος μάρτυς του Ιεχωβά επάνω στη γη επί τριάμισυ χρόνια, και, καθώς επλησίαζε το τέλος της διακονίας του, ήταν εγγύς το μέσον της εβδομηκοστής εβδομάδος ετών, όπως είχε προλεχθή στα εδάφια Δανιήλ 9:26, 27. Η προφητεία αυτή είχε προείπει ότι θα εκόπτετο ως μια ανθρωπίνη θυσία στον Θεό, κάνοντας να παύσουν να έχουν πραγματική αξία οι θυσίες ζώων και οι προσφορές δώρων στο ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς θα εγίνετο, όπως είχε υποδείξει ο Ιωάννης, «ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου,» μια θυσία, όχι επάνω στο θυσιαστήριο στην Ιερουσαλήμ, αλλά επάνω στη μεγάλη διευθέτησι θυσιαστηρίου του Θεού.—Εβρ. 13:10· 1 Πέτρ. 1:19.
8. Τι ήταν ιδιαιτέρως σπουδαίο το Πάσχα του 33 μ.Χ.;
8 Το μέσον της εβδομηκοστής εβδομάδος της προφητείας του Δανιήλ ήλθε τον καιρό του Πάσχα, του 33 μ.Χ. Ο Ιησούς, ως ένας πιστός Ιουδαίος, ώφειλε να παρευρεθή στον εορτασμό του Πάσχα στην Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς είχε υπάγει στην Ιερουσαλήμ πολλές φορές προηγουμένως. Όταν ήταν ηλικίας σαράντα ημερών, τον είχαν οδηγήσει στο ναό τον καιρό του τελετουργικού καθαρισμού της μητέρας του Μαρίας, σύμφωνα με τον Νόμο. (Λουκ. 2:21-38· Λευιτ. 12:1-4) Από τότε είχε επισκεφθή πολλές φορές την Ιερουσαλήμ. Μια αξιοσημείωτη επίσκεψις ήταν το 32 μ.Χ. για να παρακολουθήση την εορτή της σκηνοπηγίας, όχι δημοσία, αλλά κρυφά, διότι και τότε ακόμη οι Ιουδαίοι προσπαθούσαν να τον θανατώσουν ενώ ο χρόνος του για να πεθάνη δεν είχε έλθει ακόμη. (Ιωάν. 7:1-13) Αυτός ο καιρός δεν μπορούσε να έλθη μέχρις ότου προσφερθή ως Βασιλεύς. Αυτό το Πάσχα, στις 14 Νισάν του 33 μ.Χ., ήταν ο καιρός για να πραγματοποιηθή η θυσία του.
9. Με ποιο τρόπο παρουσιάσθη ο Σολομών στη Σιών ως βασιλεύς;
9 Χίλια χρόνια, προηγουμένως, όταν ο Βασιλεύς Σολομών είχε παρουσιασθή στη Σιών ως βασιλεύς της, πήγε πάνω σε μια ημίονο του πατρός του, του Βασιλέως Δαβίδ, και τον είχε υποδεχθή ο λαός με μεγάλη χαρά. Ο απόστολος Ματθαίος και ο συναπόστολός του Ιωάννης περιγράφουν την είσοδο του Ιησού Χριστού, του Μεγαλυτέρου Σολομώντος, ως βασιλέως της Σιών:
10. Ποιο προετοιμαστικό έργο έκαμαν οι μαθηταί του Ιησού για την είσοδό του ως Βασιλέως;
10 «Και ότε επλησίασαν εις Ιεροσόλυμα, και ήλθον εις Βηθφαγή προς το όρος των ελαιών, τότε ο Ιησούς απέστειλε δύο μαθητάς, λέγων προς αυτούς, Υπάγετε εις την κώμην την απέναντι υμών και ευθύς θέλετε ευρεί όνον δεδεμένην, και πωλάριον μετ’ αυτής· λύσατε, και φέρετέ μοι. Και εάν τις σας είπη τι, θέλετε ειπεί, ότι ο Κύριος έχει χρείαν αυτών και ευθύς θέλει αποστείλει αυτά. Τούτο δε όλον έγεινε, δια να πληρωθή το ρηθέν δια του προφήτου, λέγοντος, “Είπατε προς την θυγατέρα Σιών”, “Ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται προς σε πραΰς, και καθήμενος επί όνου, και πώλου υιού υποζυγίου”. Πορευθέντες δε οι μαθηταί και ποιήσαντες καθώς προσέταξεν αυτούς ο Ιησούς, έφεραν την όνον και το πωλάριον, και έβαλον επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών, και επεκάθισαν αυτόν επάνω αυτών.
11. Πώς έγινε δεκτός από τα πλήθη ο Ιησούς, σύμφωνα με την αφήγησι του Ματθαίου;
11 »Ο δε περισσότερος όχλος έστρωσαν τα ιμάτια εαυτών εις την οδόν· άλλοι δε έκοπτον κλάδους από των δένδρων, και έστρωνον εις την οδόν. Οι δε όχλοι οι προπορευόμενοι και οι ακολουθούντες έκραζον, λέγοντες, Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ· ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Ιεχωβά· Ωσαννά εν τοις υψίστοις. Και ότε εισήλθεν εις Ιεροσόλυμα, εσείσθη πάσα η πόλις, λέγουσα, Τις είναι ούτος; Οι δε όχλοι έλεγον, Ούτος είναι Ιησούς ο προφήτης, ο από Ναζαρέτ της Γαλιλαίας.»—Ματθ. 21:1-11, ΜΝΚ.
12. Τι λέγει ο απόστολος Ιωάννης για την παρουσίασι του Ιησού ως Βασιλέως και την επίδρασι που αυτή είχε στους μαθητάς του;
12 «[Ο] όχλος πολύς, ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα, έλαβον τα βαΐα των φοινίκων, και εξήλθον εις υπάντησιν αυτού και έκραζον. Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Ιεχωβά, ο βασιλεύς του Ισραήλ. Ευρών δε ο Ιησούς ονάριον, εκάθισεν επ’ αυτό, καθώς είναι γεγραμμένον, “Μη φοβού, θύγατερ Σιών· ιδού, ο βασιλεύς σου
-
-
Αγωνίζεσθε Σκληρά για την ΠίστιΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Αγωνίζεσθε Σκληρά για την Πίστι
«Έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.»—Ιούδ. 3.
1, 2. (α) Πού βρίσκεται ο κίνδυνος αν πιστέψη κανείς στο ρητό «Άπαξ εσώθην, δια παντός εσώθην»; (β) Πού βρίσκομε προειδοποίησι εναντίον αυτής της δοξασίας;
ΛΙΓΕΣ δημοφιλείς εκφράσεις είναι τόσο απατηλές και επικίνδυνες όσο αυτή που έχει πολύ διαδοθή μέσα σ’ όλο τον «Χριστιανικό κόσμο»: «Άπαξ εσώθην, δια παντός εσώθην.» Το να πιστέψη κανείς ένα τέτοιο ρητό μπορεί να τον οδηγήση σε συμφορά, στην απώλεια της από τη Γραφή διδασκομένης ελπίδος αιωνίου ζωής σε μια δικαία νέα τάξι κάτω από τη βασιλεία του Παντοδυνάμου Θεού.
2 Για να μας προειδοποιήση εναντίον τέτοιων επικινδύνων δοξασιών, όπως η δοξασία του «άπαξ εσώθην, δια παντός εσώθην», και να μας ενθαρρύνη ν’ αγωνιζώμεθα σκληρά για την αληθινή πίστι, ένας μαθητής του Κυρίου Ιησού Χριστού έγραψε μια σύντομη επιστολή που έχει επείγουσα σπουδαιότητα για μας σήμερα. Είναι το εξηκοστό πέμπτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, που εγράφη το εξηκοστό πέμπτο περίπου έτος του πρώτου αιώνος μ.Χ. Ονομάζεται Η Επιστολή του Ιούδα, και, μολονότι περιέχονται μόνο είκοσι πέντε εδάφια σ’ αυτή την επιστολή, το να προσέξωμε τη θεόπνευστη συμβουλή της μπορεί να σημαίνη απόκτησι ή απώλεια της σωτηρίας, η οποία είναι διαφυλαγμένη για όλους τους πραγματικούς ακολούθους του Υιού του Θεού.
3. Ποιος ήταν ο Ιούδας, και γιατί αποκαλεί τον εαυτό του ‘δούλον Ιησού Χριστού’;
3 Ποιον εχρησιμοποίησε ο Ιεχωβά Θεός για να μας δώση αυτή την επίκαιρη προειδοποίησι; Η επιστολή απαντά: «Ιούδας, δούλος Ιησού Χριστού, αδελφός δε Ιακώβου, προς τους κλητούς τους ηγιασμένους [τοις . . . ηγαπημένοις, Κριτική Έκδοσις Κειμένου] υπό Θεού Πατρός, και τετηρημένους υπό του Ιησού Χριστού· έλεος πληθυνθείη εις εσάς, και ειρήνη, και αγάπη.» (Ιούδ. 1, 2) Ο θεόπνευστος συγγραφεύς Ιούδας ήταν, πράγματι, ένας ετεροθαλής αδελφός του Ιησού Χριστού. (Ματθ. 13:55) Εν τούτοις, ο Ιούδας δεν ζητεί να δοξάση τον εαυτό του λόγω της κατά σάρκα συγγενείας του με τον Υιό του Θεού· αντελήφθη ότι οι αληθινοί ακόλουθοι του Ιησού στο εξής δεν θα τον εγνώριζαν κατά σάρκα. (2 Κορ. 5:16, 17) Γι’ αυτό, ταπεινά αποκαλεί τον εαυτό του ‘δούλον Ιησού Χριστού.’ Έτσι θέτει την κατάλληλη έμφασι στην πνευματική του σχέσι με τον Ιησού Χριστό πρώτα. Εφόσον ο Ιούδας δεν ήταν ένας απόστολος του Κυρίου Ιησού Χριστού, απλώς αποκαλεί τον εαυτό του ‘δούλον’· πράγματι, δεν επίστευσε ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού παρά μόνο μετά την ανάστασι του Ιησού. (Ιωάν. 7:5· Πράξ. 1:14) Τότε επίστευσε στον Ιησού και, αφού επίστευσε σ’ αυτόν, ο Ιούδας αντελήφθη ότι, ως δούλος, είχε αγορασθή με τιμή—με το πολύτιμο αίμα του Υιού του Θεού. Από τότε ο Ιούδας, καθώς και οποιοδήποτε άλλο άτομο που αγοράσθηκε με το απολυτρωτικό αίμα του Ιησού Χριστού, δεν μπορούσε να γίνη δούλος ανθρώπων.—1 Κορ. 7:22, 23.
4. (α) Σε ποιους ειδικώς απευθύνεται Η Επιστολή του Ιούδα, αλλά γιατί είναι επίκαιρη για όλους τους εκζητητάς ζωής; (β) Τι απαιτεί ο Θεός από εκείνους οι οποίοι ελπίζουν στη σωτηρία του;
4 Ως δούλος του Χριστού, ο Ιούδας ήθελε να γράψη γι’ αυτό, που ήταν το πιο ωφέλιμο για τους συνδούλους του, για να τους βοηθήση να είναι ευπειθείς στον Κύριό τους. Γι’ αυτό, έγραψε μια γενική επιστολή, η οποία δεν απευθύνεται σε κάποια συγκεκριμένη Χριστιανική εκκλησία. Εν τούτοις, είναι εμφατικώς σαφής όσον αφορά εκείνους, στους οποίους απευθύνεται: «Προς τους «κλητούς,» δηλαδή, προς εκείνους, οι οποίοι εκλήθησαν στην ουράνια βασιλεία του Θεού για να κυβερνήσουν με τον Ιησού Χριστό ως βασιλείς και ιερείς. (1 Θεσ. 2:12) Αυτοί οι αποκυημένοι από το πνεύμα Χριστιανοί είναι ‘ηγαπημένοι υπό Θεού Πατρός, και τετηρημένοι υπό του Ιησού Χριστού’ επομένως, ο Πατήρ ευαρεστείται να τους δώση την βασιλεία των ουρανών, αν παραμείνουν σε μια σωσμένη κατάστασι. Μολονότι αυτή η θεόπνευστη επιστολή απευθύνεται στην «εκκλησία του Θεού» ή σ’ εκείνους, ο αριθμός των οποίων είναι περιωρισμένος, σύμφωνα με τις Γραφές, σε 144.000 μέσ’ από το ανθρώπινο γένος, εν τούτοις, είναι επίκαιρη στην προειδοποίησί της για όλα τα άτομα, τα οποία έχουν ελπίδες για σωτηρία κάτω από τη βασιλεία του Θεού, και που ελπίζουν να ζήσουν αιωνίως σε μια παραδεισιακή γη. Και αυτοί, επίσης, οφείλουν να παραμείνουν σε μια σωσμένη κατάστασι, να έχουν τον ίδιο βαθμό αφοσιώσεως, τον ίδιο βαθμό πιστότητος και να παράγουν τους ιδίους καρπούς της Βασιλείας, όπως οι κεχρισμένοι Χριστιανοί. Ναι, όλοι εκείνοι, που θ’ απολαύσουν τη σωτηρία του Θεού, οφείλουν ν’ αγωνισθούν σκληρά για την αληθινή πίστι.
5. Ποια είναι η προσευχή του Ιούδα, και πώς έλαβε απάντησι επάνω στους μάρτυρας του Ιεχωβά σήμερα;
5 Η προσευχή του Ιούδα είναι να πληθυνθή το ‘έλεος . . . και ειρήνη, και αγάπη’ του Θεού προς τους πραγματικούς ακολούθους του Χριστού, από τους οποίους ένα υπόλοιπο υπάρχει ακόμη επάνω στη γη σήμερα. Βεβαίως αυτό συνέβη όσον αφορά αυτό το πνευματικό υπόλοιπο των ακολούθων του Χριστού, στους οποίους έχει χορηγηθή το έλεος του Θεού, με το ότι τους απελευθέρωσε από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, την παγκόσμιο αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας, το 1919, γεμίζοντας κατόπιν αυτούς τους απελευθερωμένους Χριστιανούς με ειρήνη έτσι ώστε όλοι να μπορούν να εργάζωνται ενωμένοι για την προώθησι των συμφερόντων της βασιλείας του Θεού. Από αγάπη προς τον Θεό εκαθαρίσθησαν από τη Βαβυλωνιακή ειδωλολατρία και Αυτός τους απέστειλε ως καθαρούς μάρτυράς του. Επειδή ο Ιεχωβά Θεός επλήθυνε το έλεος, την ειρήνη και την αγάπη του προς τους απελευθερωμένους Χριστιανούς μάρτυράς του, ο ‘πολύς όχλος’ των ‘άλλων προβάτων’ έχει συγκεντρωθή στο πλευρό των. (Αποκάλ. 7:9-17· Ιωάν. 10:16) Αυτά τα άτομα έχουν ιδεί τις θείες ευλογίες να πίπτουν ως βροχή επάνω στο υπόλοιπο αυτών των ‘κλητών’, το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ, κι έτσι έγιναν μέρος του ‘ενός ποιμνίου’ των μαρτύρων της Βασιλείας. Εφόσον η κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά είναι ένα ειρηνικό ποίμνιο, οδηγούμενο από τον Καλόν Ποιμένα, ευφραίνονται στην αγάπη και το έλεος του Θεού, καθώς η προσευχή του Ιούδα έλαβε πλουσία απάντησι επάνω τους. Η προσευχή του Ιούδα είναι να πληθυνθούν σ’ εμάς το έλεος, η ειρήνη και η αγάπη του Θεού, όχι να ελαττωθούν και τελικά να παύσουν. Θα μπορούσε να συμβή ένα τέτοιο τρομερό πράγμα; Θα μπορούσε να συμβή σε άτομα· και για να μας θέση σε κατάστασι επιφυλακής εναντίον αυτής της πιθανότητος, ο Ιούδας δίνει μια προειδοποίησι για να δείξη ότι θα μπορούσε να συμβή αν αποτύχωμε να παραμείνωμε στην αγάπη του Θεού:
ΕΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ Ν’ ΑΓΩΝΙΖΕΣΘΕ ΣΚΛΗΡΑ
6. Ποια προτροπή δίδεται ατομικώς στους Χριστιανούς, και γιατί;
6 «Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράφω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους. Διότι εισεχώρησαν λαθραίως τινές άνθρωποι, οίτινες ήσαν παλαιόθεν προγεγραμμένοι εις ταύτην την καταδίκην, ασεβείς, μεταστρέφοντες την χάριν του Θεού ημών εις ασέλγειαν, και αρνούμενοι τον μόνον δεσπότην και κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.»—Ιούδ. 3, 4, Κριτικόν Κείμενον.
7. Από του να γράψη για ποιο θέμα άλλαξε σκέψι ο Ιούδας, και γιατί;
7 Ο Ιούδας προφανώς δεν είχε την πρόθεσι να γράψη για την ανάγκη ενός σκληρού αγώνος για την αληθινή πίστι. Ήλπιζε να γράψη κατά ένα γενικό τρόπο περί «της κοινής σωτηρίας»· εν τούτοις, μέσω του αγίου πνεύματος του Θεού, διέκρινε ότι υπήρχε κάτι επειγούσης σπουδαιότητος, κάτι πολύ πιο επείγον από μια δογματική συζήτησι για την κοινή σωτηρία των 144.000 κλητών για την ουράνια βασιλεία. Στην εποχή του Ιούδα, πριν από δέκα εννέα αιώνες, ο Καλός Ποιμήν, Ιησούς Χριστός, δεν συνεκέντρωνε τον ‘πολύν όχλον’, που αναφέρεται στην Αποκάλυψι 7:9-17, και, επομένως, ο Ιούδας δεν έγραφε για τη σωτηρία στην οποία μετέχουν εξίσου σήμερα όλοι εκείνοι που ανήκουν στον ‘πολύν όχλον’. Μολονότι δεν περιλαμβάνονται κατά άμεσο τρόπο στη συζήτησι που επεδίωκε ο Ιούδας, διακρατούν από κοινού την πολύτιμη ελπίδα της σωτηρίας κάτω από τη Βασιλεία· έχουν την ελπίδα της αιωνίου ζωής στη νέα τάξι, όπως το υπόλοιπο του «μικρού ποιμνίου» αποβλέπει στην ουράνια δόξα. Αυτή η ελπίδα, να ζήσουν σε μια παραδεισιακή γη, θα πραγματοποιηθή από τη Βασιλεία του Ιησού Χριστού, ο οποίος βασιλεύει μαζί με τους «κλητούς». Επομένως, ο Ιησούς Χριστός απέθανε, όχι μόνο για τους «κλητούς», αλλά για όλο τον κόσμο του ανθρωπίνου γένους, περιλαμβανομένου και του ‘πολλού όχλου’ των ομοίων με πρόβατα ανθρώπων της σήμερον. (1 Ιωάν. 2:1, 2) Αυτά τα «πρόβατα», που έχουν επίγεια ελπίδα, οφείλουν, επίσης, ν’ ‘αγωνισθούν σκληρά για την πίστι’ ωσότου κερδηθή το βραβείο, διότι ο Σατανάς ή Διάβολος θέλει να τους αποσπάση αυτό το πολύτιμο βραβείο.
8. Ώστε ποια διδασκαλία εκθέτει σαφώς ο Ιούδας, και τι είχε ειπεί ο Ιησούς προηγουμένως σχετικά με την ατομική σωτηρία;
8 Γράφοντας επάνω στο θέμα του σκληρού αγώνος για την πίστι ο Ιούδας έρριξε φως στην ψευδή διδασκαλία του ότι «άπαξ εσώθην, δια παντός εσώθην.» Το ότι ευρισκόμεθα τώρα σε μια σωσμένη κατάστασι δεν αποτελεί λόγο για οποιονδήποτε Χριστιανό να νομίζη ότι δεν μπορεί να μετακινηθή ή ν’ απομακρυνθή από την αγάπη του Θεού και, συνεπώς, ν’ απολέση τη σωτηρία που προσφέρει ο Θεός στο ευπειθές ανθρώπινο γένος. Ο Ιησούς Χριστός το είχε καταστήσει σαφές, και ο Ιούδας το εγνώριζε, επίσης, ότι ο «υπομείνας έως τέλους, ούτος θέλει σωθή.» (Ματθ. 24:13) Ο Ιησούς ωμιλούσε για προσωπική σωτηρία εδώ, όχι για σωτηρία μιας τάξεως ανθρώπων. Δεν υπάρχει αβεβαιότης όσον αφορά τη σωτηρία της τάξεως, που εκλήθη για την ουράνια βασιλεία, αλλά το ερώτημα είναι: Ατομικώς, είτε είμεθα από το «μικρόν ποίμνιον» ή από τον «πολύν όχλον», θα εγκαρτερήσωμε μέχρι τέλους; Το «τέλος», που ανέφερε ο Ιησούς, δεν είναι κατ’ ανάγκην ένα συγκεκριμένο έτος, ή έστω η μάχη του Αρμαγεδδώνος, αλλά το ζήτημα είναι να εγκαρτερήση ένας μέχρι τέλους της επιγείου πορείας του ή της μακράς δοκιμασίας. Το να μην εγκαρτερήση σημαίνει ν’ αποδειχθή άπιστος. Ώστε, είτε ωσότου πεθάνη ένας πιστός ή ως το τέλος αυτού του πονηρού συστήματος πραγμάτων, πρέπει να συνεχίση ν’ αγωνίζεται σκληρά για την πίστι. Πώς;
9. Τι σημαίνει να αγωνίζεται κανείς σκληρά για την πίστι;
9 Το ν’ αγωνιζώμεθα σκληρά για την πίστι σημαίνει όχι μόνο να εγκαρτερήσωμε ως το τέλος κρατώντας σταθερά στη διάνοιά μας τα πράγματα που μας διδάσκει ο Θεός· σημαίνει, επίσης, ν’ αντιστεκώμεθα στους πειρασμούς για διαφθορά από οποιονδήποτε, ο οποίος θα ήθελε να μεταστρέψη την χάρι του Θεού μας σε ασέλγεια. Οφείλομε να έχωμε υπ’ όψι μας ότι η τακτική του Διαβόλου σε όλη την ιστορία του λαού του Θεού υπήρξε να προσπαθή να εισάγη μεταξύ τους άτομα, που θα εξυπηρετούσαν τα πανούργα του σχέδια και θα προσπαθούσαν να διαφθείρουν άλλους. Επομένως, ένας αγών έχει επιβληθή επάνω σε όλους εκείνους, οι οποίοι έχουν εκδηλωθή υπέρ της αληθινής πίστεως. Αυτός ο αγών θέτει σε δοκιμή την ακεραιότητά μας και την αγάπη μας για τον Θεό.
10. Τι λέγει ο Ιούδας ότι θα κάμουν οι ασεβείς, και πώς αυτό είχε προλεχθή;
10 Εξηγώντας γιατί πρέπει ν’ αγωνιζώμεθα σκληρά για την πίστι, ο Ιούδας είπε ότι μερικοί έχουν εισχωρήσει μέσα στην οργάνωσι του Θεού, ισχυριζόμενοι ότι είναι Χριστιανοί. Είναι στην πραγματικότητα «ασεβείς», οι οποίοι μεταστρέφουν τη χάρι του Θεού σε ασέλγεια. Δέκα περίπου έτη προτού ο Ιούδας γράψη αυτή την προειδοποίησι, ο απόστολος Παύλος είχε προείπει ότι άτομα με πονηρά ελατήρια θα κατώρθωναν να εισχωρήσουν μεταξύ του λαού του Θεού. (Πράξ. 20:29, 30) Ο Ιησούς, επίσης, είχε προείπει αυτή την εχθρική κίνησι προσπαθείας για διαφθορά του λαού για το όνομα του Ιεχωβά. (Ματθ. 13:24-43) Ο Διάβολος επιστρατεύει τους πράκτοράς του από τον κόσμο του ανθρωπίνου γένους, οι οποίοι είναι «αναισθητούντες».—Εφεσ. 4:17-19.
11. Κατόπιν της προειδοποιήσεως του Ιούδα, ποια πρέπει να είναι η στάσις μας, και γιατί;
11 Εφόσον ο Διάβολος θα προσπαθούσε να εισαγάγη ηθικώς χρεωκοπημένα άτομα με πονηρά σχέδια μέσα στην κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά, όλοι πρέπει να είναι άγρυπνοι, ειδικά οι επίσκοποι των εκκλησιών. «Διότι αι ημέραι είναι πονηραί» και διότι πολλοί αγαπούν την πονηρία, ποτέ δεν μπορούμε να χαλαρώσωμε την επαγρύπνησί μας. Η Χριστιανική εκκλησία οφείλει να είναι άγρυπνη ν’ αποβάλη και ν’ αποκλείση πράκτορας του εχθρού από το να κερδίσουν έδαφος. Μολονότι γνωρίζομε ότι πονηροί άνθρωποι δεν μπορούν να διαφθείρουν την οργάνωσι ως σύνολο, μπορούν να προξενήσουν βλάβη σε μια εκκλησία, κάνοντας να καθυστερή το πνεύμα του Θεού σ’ αυτή την εκκλησία, ωσότου εκριζωθούν οι πονηροί. Όχι μόνο η εκκλησία είναι δυνατόν ν’ αποτύχη στο να ευδοκιμήση, αλλά είναι δυνατόν άτομα μέσα σ’ αυτή να παρασυρθούν και να διαφθαρούν σε ανήθικες σχέσεις με πρόσωπα του αντιθέτου φύλου. Οφείλομε να προφυλαχθούμε εναντίον αυτού για να παραμείνη η οργάνωσις του Θεού καθαρή και αγνή, αμόλυντη.
‘ΟΦΘΑΛΜΟΙ ΜΕΣΤΟΙ ΜΟΙΧΕΙΑΣ’
12. Ποια προειδοποίησι δίνει ο Ιούδας σχετικά με τους ασεβείς, οι οποίοι προσπαθούν να εισχωρήσουν μέσα στην οργάνωσι του Θεού, και ποιο είναι το ελατήριο του Διαβόλου με το να προσπαθή να εισαγάγη τέτοια άτομα;
12 Επομένως, ο Ιούδας προειδοποιεί εκείνους, οι οποίοι θα προσπαθούσαν να διαφθείρουν τον λαό του Θεού ότι «ήσαν παλαιόθεν προγεγραμμένοι εις ταύτην την καταδίκην» της αιωνίας καταστροφής. Τι υπάρχει το εσφαλμένο με αυτά τα άτομα; Το ελατήριό τους. Νομίζουν ότι, εφόσον ο Θεός είναι πολυέλεος, μπορούν να χρησιμοποιούν το έλεός του ως μια δικαιολογία για ανήθικη διαγωγή και ικανοποίησι σεξουαλικών επιθυμιών. (1 Κορ. 6:9, 10) Προσπαθούν να πείσουν ασταθείς πιστούς να εντρυφούν σε χαλαρή διαγωγή, γινόμενοι αιτία ώστε άλλοι να πιστέψουν ότι δεν βλάπτει να ικανοποιή κανείς τα πάθη του πότε-πότε, εφόσον ο Θεός προθύμως μας συγχωρεί, αν ομολογήσωμε αυτό το αμάρτημα. Έτσι αυτά τα άτομα έχουν το ελατήριο της σεξουαλικής ικανοποιήσεως, και, όπως στην περίπτωσι του Κάιν, στη θύρα τους κείται η αμαρτία· δεν έχουν καθαρούς οφθαλμούς. Ο Πέτρος τούς περιγράφει ως εξής: «Έχουσιν οφθαλμούς μεστούς μοιχείας, και μη παυομένους από της αμαρτίας· δελεάζουσι ψυχάς αστηρίκτους, έχουσι την καρδίαν γεγυμνασμένην εις πλεονεξίας.» (2 Πέτρ. 2:14) Ο Διάβολος χρησιμοποιεί αυτά τα με «οφθαλμούς μεστούς μοιχείας» άτομα για να προσπαθήση να διαφθείρη τον με καθαρούς οφθαλμούς και καθαρή καρδιά λαό του Θεού και να προσπαθήση να τους παραπλανήση σε ευχάριστη αμαρτία.
13. Κατά ποιον τρόπο αυτοί οι ασεβείς άνθρωποι είναι ανόμοιοι με τον Μωυσή, και, επομένως, ποια είναι η υποχρέωσις του Χριστιανού;
13 Ανόμοια με τον Μωυσή, αυτά τα άτομα με κακούς σκοπούς νομίζουν ότι μπορούν να έχουν «πρόσκαιρον απόλαυσιν αμαρτίας,» κι εν τούτοις να βρουν σωτηρία. (Εβρ. 11:25) Νομίζουν ότι μπορούν να ικανοποιούν τα πάθη των και κατόπι ν’ ακολουθούν ένα τρόπο μετανοίας και να παραμένουν μεταξύ του λαού του Θεού ως την επόμενη φορά που θα ποθήσουν να εντρυφήσουν σε αμαρτία, ωσότου μπορέσουν πάλι να πείσουν άλλους με ακάθαρτες προτάσεις σε ανηθικότητα. Έτσι είναι ένοχοι του ότι μεταστρέφουν τη χάρι του Θεού μας σε ασέλγεια. Εναντίον αυτών των ανηθίκων προσώπων οι Χριστιανοί οφείλουν ν’ αγωνίζονται σκληρά, ν’ αντιστέκωνται σ’ αυτούς, όχι μόνο για τη βλάβη, που προξενείται σε άτομα, αλλά για τη βλάβη, που έρχεται σε κάθε εκκλησία, η οποία θα τους επέτρεπε να ενεργούν ελεύθερα προσπαθώντας να διαφθείρουν και να εξευτελίζουν πρόσωπα του αντιθέτου φύλου.
14. Γιατί η ηθική κατάστασις του «Χριστιανικού κόσμου» δεν αποτελεί δικαιολογία για να υποχωρή ένας σε ανήθικα άτομα;
14 Το γεγονός ότι ο «Χριστιανικός κόσμος» ακολούθησε την οδό της χαλαράς ηθικής και ότι τα εκπαιδευτικά και εκκλησιαστικά του συστήματα είναι γεμάτα από ανθρώπους, που ασκούν ανήθικη διαγωγή, δεν αποτελεί δικαιολογία για να εντρυφά ένας Χριστιανός στα πάθη του. Ο Ιούδας καθιστά σαφές ότι, αν μερικοί υποχωρούν στην αμαρτία, αυτοί ‘αρνούνται τον μόνον δεσπότην και Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.’ Εφόσον οφείλομε να παραμείνωμε αληθινοί στην πίστι, η οποία άπαξ παρεδόθη στους αγίους, οφείλομε σταθερά ν’ αρνούμεθα υποταγή σε ασεβή άτομα και ν’ αντιστεκώμεθα σε κάθε μορφή διαφθοράς σ’ αυτές τις πονηρές ημέρες.
ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΝΘΥΜΟΥΜΕΘΑ
15. Πώς περιγράφει ο Ιούδας ότι ένας μπορεί ν’ απολεσθή παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε μια κατάστασι σωτηρίας, και ποια απελευθέρωσι είχαν απολαύσει οι Ισραηλίται μαζί με άλλους;
15 Για να τονίση το σημείο ότι η σωτηρία μας δεν έχει ακόμη επισφραγισθή και κατακυρωθή πέρα από κάθε κίνδυνο απωλείας ή αποτυχίας αφού επιστεύσαμε, ο Ιούδας εξηγεί ότι, μολονότι μπορεί ένας να βρίσκεται σε μια κατάστασι σωτηρίας, εν τούτοις μπορεί το άτομο αυτό να την χάση. Πώς; Με το να μην αγωνίζεται σκληρά, με το να ενδίδη στους πειρασμούς ασεβών ανθρώπων. Η καταδίκη αυτών των ανθρώπων, προειδοποιεί, έχει προλεχθή. Πώς; Από την ιστορική αναγραφή στη Βίβλο! Πολλά παραδείγματα υπάρχουν στον Άγιο Λόγο του Θεού που δείχνουν πώς επολιτεύθη ο Ιεχωβά με ασεβείς ανθρώπους στο παρελθόν· αυτά τα παραδείγματα δείχνουν τι θα κάμη ο Θεός σε παρόμοιες περιπτώσεις σήμερα. Επομένως, προτού εισχωρήσουν ύπουλα και προσπαθήσουν να δελεάσουν άλλους σε ανηθικότητα, προειδοποιούνται ποια θα είναι η καταστροφή των! Ο Ιούδας γράφει: «Θέλω δε να σας υπενθυμίσω, αν και σεις εγνωρίσατε ήδη τούτο, ότι ο Ιεχωβά, αφού έσωσε τον λαόν εκ γης Αιγύπτου, απώλεσεν ύστερον τους μη πιστεύσαντας.» (Ιούδ. 5, ΜΝΚ) Ναι, τι θαυμαστή απελευθέρωσι είχαν οι Ισραηλίται το 1513 π.Χ.! Με βραχίονα ισχυρό ο Ιεχωβά τούς απελευθέρωσε, σώζοντας τα πρωτότοκά τους από τον θάνατο, όταν η δεκάτη πληγή έπληξε την Αίγυπτο. Όχι μόνο απελευθερώθησαν οι Ισραηλίται τον καιρό που αυτή η πληγή ήλθε επάνω στα πρωτότοκα, αλλά αργότερα, επίσης, στην Ερυθρά Θάλασσα. Αυτή την απελευθέρωσι συνεμερίσθη, επίσης, ένα «πλήθος σύμμικτον» μη Ισραηλιτών.—Έξοδ. 12:38.
16, 17. (α) Ποιο μάθημα διδάσκονται οι Χριστιανοί από το παράδειγμα των Ισραηλιτών και του «συμμίκτου πλήθους»; (β) Πώς ο απόστολος Παύλος προέβη στην ίδια προειδοποίησι και ποια θα πρέπει να είναι η ανταπόκρισίς μας;
16 Τι προεικονίζεται εδώ; Εφόσον η Αίγυπτος είναι ένα σύμβολο αυτού του συστήματος πραγμάτων (Αποκάλ. 11:8· 2 Κορ. 4:4), εξεικονίζει ότι σήμερα εκείνοι, τους οποίους σώζει ο Ιεχωβά από αυτό το σύστημα πραγμάτων, δεν πρέπει να καταφύγουν στην Αίγυπτο και σε αμαρτωλή δουλεία. Η αρχική των απελευθέρωσις από αυτό το πονηρό σύστημα πραγμάτων δεν σημαίνει ότι κατά ένα αναλλοίωτο τρόπο έχουν σωθή για αιώνια ζωή στη νέα τάξι του Θεού, πέρα από κάθε δυνατότητα αποτυχίας. Όχι αν οι Ισραηλίται μαζί με το ‘σύμμικτον πλήθος’ είναι μια πραγματική εξεικόνισις! Ο Ιεχωβά, ο οποίος ήταν ο Σωτήρ των, κατέστρεψε ένα εκατομμύριο και πλέον Ισραηλιτών στην έρημο. (Έξοδ. 12:37· Αριθμ. 14:26-38) Γιατί; Υπεχώρησαν στην απατηλή δύναμι της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι απατηλή· έρπει και επιπίπτει στα θύματά της δίχως έλεος, όπως έκαμε και με τους Ισραηλίτας. Προειδοποιώντας μας ότι μια αρχική απελευθέρωσις από την αντιτυπική Αίγυπτο και τη Βαβυλωνιακή ειδωλολατρία της δεν αποτελεί τελική απόδειξι σωτηρίας, ο Παύλος, ένας απόστολος του Ιησού Χριστού, διεκήρυξε: «Αλλά δεν ευηρεστήθη ο Θεός εις τους πλειοτέρους εξ αυτών [των Ισραηλιτών στην έρημο]· διότι κατεστρώθησαν εν τη ερήμω. Ταύτα δε έγειναν παραδείγματα ημών δια να μη ήμεθα ημείς επιθυμηταί κακών, καθώς και εκείνοι επεθύμησαν. Μηδέ γίνεσθε ειδωλολάτραι, καθώς τινές εξ αυτών ως είναι γεγραμμένον, “Εκάθισεν ο λαός δια να φάγη και να πίη [θυσίες που προσεφέρθησαν στον Βέελ-φεγώρ], και εσηκώθησαν να παίζωσι [με τις Χαναναίες οι οποίες τους προσεκάλεσαν σ’ αυτές τις θυσίες].” Μηδέ ας πορνεύωμεν, καθώς τίνες αυτών επόρνευσαν, και έπεσον εν μια ημέρα εικοσιτρείς χιλιάδες. Μηδέ ας πειράζωμεν τον Χριστόν [Ιεχωβά, ΜΝΚ], καθώς και τινές αυτών επείρασαν, και απωλέσθησαν υπό των όφεων. Μηδέ γογγύζετε, καθώς και τινές αυτών εγόγγυσαν, και απωλέσθησαν υπό του εξολοθρευτού. Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν.»—1 Κορ. 10:5-11.
17 Ο Παύλος έγραφε εδώ σε Χριστιανούς, και αντλεί την αφήγησί του από τον τυπικό φυσικό Ισραήλ. Μαζί με τους Ισραηλίτας υπήρχε ένα ‘σύμμικτο πλήθος’ ανθρώπων, που ήσαν φιλικοί προς τον Ισραήλ· έτσι στο αντίτυπο σήμερα η προειδοποίησις αναφέρεται τόσο στο υπόλοιπο των κεχρισμένων Χριστιανών όσο και στον ‘πολύν όχλον’ των ‘άλλων προβάτων’. Επομένως, όλοι οφείλουν να είναι σ’ επιφυλακή εναντίον εκείνων, οι οποίοι θα εδελέαζαν σε ανήθικη διαγωγή οποιονδήποτε από εκείνους που είχαν αγορασθή με το αίμα του Ιησού Χριστού, με αποτέλεσμα τη δουλεία στην αμαρτία. Ο καθένας είναι δυνατόν να επηρεασθή οσοδήποτε χρόνο και αν βρίσκεται στην οδό της σωτηρίας. Ποτέ μη γίνεσθε απρόσεκτοι, υπερήφανοι, στηριζόμενοι στον εαυτό σας, αλλά εξετάζετε πάντοτε τον εαυτό σας στο φως του Λόγου του ώστε να μη καταληφθήτε από την απατηλή δύναμι της αμαρτίας.
ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΔΕΝ ΑΠΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΤΩΣΙ ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
18. Με ποιον άλλο τρόπο περιγράφει ο Ιούδας την ανάγκη ν’ αγωνίζεται σκληρά ο Χριστιανός για την πίστι;
18 Ο Ιούδας κατόπιν προχωρεί σ’ ένα άλλο παράδειγμα, που δείχνει την ανάγκη για ν’ αγωνίζεται σκληρά ένας Χριστιανός για την πίστι: «Και αγγέλους οίτινες δεν εφύλαξαν την εαυτών αξίαν, αλλά κατέλιπον το ίδιον αυτών κατοικητήριον, εφύλαξε με παντοτεινά δεσμά υποκάτω του σκότους, δια την κρίσιν της μεγάλης ημέρας· καθώς τα Σόδομα και τα Γόμορρα, και αι πέριξ αυτών πόλεις, εις την πορνείαν παραδοθείσαι κατά τον όμοιον με τούτους τρόπον, και ακολουθούσαι οπίσω άλλης σαρκός, πρόκεινται παράδειγμα τιμωρούμενοι με το αιώνιον πυρ.»—Ιούδ. 6, 7.
19, 20. (α) Ποιο ήταν το αμάρτημα των αγγέλων, τους οποίους αναφέρει ο Ιούδας, και σε ποια τιμωρία κατέληξε αυτό; (β) Ποιο μάθημα υπάρχει για μάς στο παράδειγμα των αγγέλων που αμάρτησαν;
19 Ο μαθητής Ιούδας παραβάλλει έπειτα αυτούς τους ασεβείς ανθρώπους, οι οποίοι προσπαθούν να διαφθείρουν άλλους μέσα στην οργάνωσι του Θεού με τους «πεπτωκότας» αγγέλους των ημερών του Νώε. Αυτοί υλοποιήθησαν σε ωραίους στην εμφάνισι ανθρώπους, χωρίς αμφιβολία· έτσι η εμφάνισίς τους πρέπει να ήταν καταπληκτικά ελκυστική. Είχαν, όμως, έλθει στη γη για να επιστρέψουν τους ανθρώπους στον Θεό; Όχι, το ελατήριό τους ήταν εσφαλμένο! Είχαν οφθαλμούς μεστούς από περιπαθείς επιθυμίες. Είχαν τους οφθαλμούς των επάνω στις θυγατέρες των ανθρώπων που είχαν ωραία εμφάνισι. Εντυπωσιακοί στην εμφάνισι, οι υλοποιημένοι αυτοί άγγελοι έκαμαν δελεαστικές προτάσεις σε νέες με ωραία εμφάνισι. Ασχέτως αν ενόμιζαν ότι είχαν δικαιώματα επάνω σ’ αυτές τις γυναίκες ή όχι, ελάμβαναν προφανώς οποιανδήποτε επιθυμούσαν αλλά και όσες ήθελαν για συζύγους, ίσως περισσότερες συζύγους από τον Λάμεχ, ο οποίος είχε λάβει προηγουμένως δύο για τον εαυτό του. (Γέν. 4:19) Η ωραία εμφάνισίς των τους εβοήθησε να εισχωρήσουν και να ενσταλάξουν τη διαφθορά μέσα στο ανθρώπινο γένος. Έτσι, ο Ιούδας σήμερα δείχνει ότι μερικοί, των οποίων η εξωτερική εμφάνισις πιθανόν να είναι ωραία, θα εισέδυαν. Θέλουν ν’ αποκτήσουν οικειότητα ειδικά με άτομα του αντιθέτου φύλου, ώστε να μπορούν να τα διαφθείρουν και να τα εξευτελίσουν με ακάθαρτες σεξουαλικές σχέσεις. Την εποχή του κατακλυσμού οι άγγελοι εκείνοι εγκατέλειψαν την υλική των υπόστασι, αλλά δεν μπόρεσαν να επανέλθουν στην αγία οργάνωσι του Θεού. Ο Θεός τούς «εφύλαξε με παντοτεινά δεσμά υποκάτω του σκότους, δια την κρίσιν της μεγάλης ημέρας.» Τώρα βρίσκονται σε μια κατάστασι πνευματικού σκότους, δίχως καθόλου φως από τον Θεό. Λόγω του εσφαλμένου ελατηρίου των μετεστράφησαν μόνοι των σε δαίμονες. (Γέν. 6:1-5) Τι μάθημα υπάρχει σ’ αυτό για μας!
20 Με αυτό μαθαίνομε ότι ακόμη και άγγελοι, οι οποίοι βλέπουν το πρόσωπο του Θεού, μπορούν ν’ αμαρτήσουν και να βρεθούν κάτω από καταδίκη καταστροφής. Ο Θεός δεν είχε ποτέ υπ’ όψι του να είναι οι άγγελοι αμφίβιοι, δηλαδή, να ζουν μερικώς στον ουρανό ως πνεύματα και μερικώς επάνω στη γη ως άνθρωποι, για να συζούν με γυναίκες. Αλλά εκείνοι οι άγγελοι εγκατέλειψαν το κατοικητήριο, στο οποίο είχαν διορισθή. Ώστε, τώρα, αν άγγελοι δεν απαλλάσσονται από πτώσι σε καταστροφή, οι ατελείς άνθρωποι δεν θα έπρεπε να νομίζουν ότι η σωτηρία των είναι ήδη εξασφαλισμένη δίχως καμμία δυνατότητα να τη χάσουν. Μόνο αγωνιζόμενοι σκληρά για την πίστι μπορούμε να παραμένωμε σ’ αυτή την κατάστασι σωτηρίας. Δεν θέλομε να ομοιάσωμε με τους αγγέλους εκείνους, οι οποίοι έπεσαν από μια τόσο υψηλή τάξι. Γι’ αυτό, αντισταθήτε στους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι υπερβαίνουν τα θεόδοτα όριά τους και ζητούν να μολύνουν τη σάρκα.
21. (α) Ειδικά για ποιο αμάρτημα κατεστράφησαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα; (β) Πώς η καταστροφή αυτών των πόλεων πρόκειται ως μια προειδοποίησις και συγχρόνως μια ενθάρρυνσις για ευσεβή άτομα;
21 Επιπρόσθετα προς την περίπτωσι αυτή των αμαρτωλών αγγέλων, ο Ιούδας αναφέρει ως προειδοποίησι μια καταστροφή που επέφερε ο Θεός 450 και πλέον έτη μετά τον Κατακλυσμό, όταν ο Θεός ετιμώρησε τις πόλεις Σόδομα και Γόμορρα με πύρινη καταστροφή. Οι κάτοικοι των πόλεων είχαν ‘παραδοθή εις την πορνείαν’ και έτρεχαν οπίσω άλλης σαρκός γι’ αφύσικη χρήσι. Όχι μόνο διέπρατταν πορνεία με γυναίκες, αλλά ποθούσαν και τη σάρκα ανδρών, πιθανόν δε και τη σάρκα κτηνών. (Λευιτ. 18:22-25) Η Γραφή μάς λέγει πώς ο Ιεχωβά απέστειλε δύο αγγέλους στα Σόδομα για να επιθεωρήσουν την ηθική των κατάστασι και να διασώσουν τον Λωτ από την καταστροφή, η οποία επεκρέματο επάνω στην πόλι. Ο Λωτ από φιλόξενο πνεύμα ωδήγησε τους αγγέλους στον οίκο του, αλλά οι ασεβείς κάτοικοι των Σοδόμων, ένας όχλος αποτελούμενος από νέους καθώς και από ηλικιωμένους, εζήτησαν τους δύο αγγέλους για ακάθαρτες σεξουαλικές σχέσεις μαζί τους. Ακόμη και όταν οι άγγελοι εκτύπησαν με αορασία τον όχλο, οι κατεχόμενοι από πάθος Σοδομίται προσπάθησαν να θέσουν τα χέρια των επάνω στους αγγέλους. Το επόμενο πρωί ο Ιεχωβά Θεός κατέβρεξε τα Σόδομα και Γόμορρα με πυρ και θείον. Ο Λωτ και οι θυγατέρες του διέφυγαν την καταστροφή, η οποία επήλθε επάνω στους Σοδομίτας. Η καταστροφή εκείνη ‘πρόκειται προειδοποιητικό παράδειγμα’ για μας. Για ποιους; Ο Πέτρος απαντά: «Κατέκρινεν [ο Θεός] εις καταστροφήν τας πόλεις των Σοδόμων και της Γομόρρας, και ετέφρωσε, καταστήσας παράδειγμα των μελλόντων να ασεβώσι· και ηλευθέρωσε τον δίκαιον Λωτ καταθλιβόμενον υπό της ασελγούς διαγωγής των άνομων—. . . εξεύρει ο Ιεχωβά να ελευθερώνη εκ του πειρασμού τους ευσεβείς, τους δε αδίκους να φυλάττη εις την ημέραν της κρίσεως δια να κολάζωνται· μάλιστα δε τους οπίσω της σαρκός ακολουθούντας με επιθυμίαν ακαθαρσίας.»—2 Πέτρ. 2:6-10, ΜΝΚ.
22. (α) Ώστε ποια προειδοποίησι πρέπει να βάλωμε στην καρδιά μας; (β) Πώς ο Θεός ελευθερώνει τους δικαίους από τις δοκιμασίες;
22 Ας είναι, λοιπόν, προσεκτικοί όλοι εκείνοι που θα διέπρατταν μόλυνσι της σαρκός μέσα στην οργάνωσι του Θεού! Βρίσκονται κάτω από καταδίκη αιωνίας καταστροφής. Ας βάλουν όλοι οι αληθινοί λάτρεις στην καρδιά τους την προειδοποίησι, για να μη προσέξουν ούτε για μια στιγμή τους δελεασμούς αυτών των καταδικασμένων προσώπων. Αντισταθήτε σ’ αυτούς. ‘Αγωνίζεσθε σκληρά δια την πίστιν’. Μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι ο Θεός γνωρίζει πώς να ελευθερώνη ευσεβή άτομα από τον πειρασμό. Ο Θεός δεν μας απομακρύνει κατ’ ανάγκην από τις συνθήκες δοκιμασίας, διότι τις επιτρέπει για να δοκιμαζώμεθα. Ο τρόπος, με τον οποίον ο Θεός ελευθερώνει τους δικαίους από τον πειρασμό, είναι με το ν’ αποκόπτη τα ασεβή άτομα στον ωρισμένο του καιρό. Απομακρύνει από τη σκηνή της δράσεως εκείνους, οι οποίοι προκαλούν τις δοκιμασίες.
23. Σε ποιο πράγμα δεν πρέπει ποτέ ν’ αποκάμωμε, με την ελπίδα ποιας αμοιβής;
23 Δεν γνωρίζομε για πόσο καιρό ακόμη οι πονηροί θα επιφέρουν επάνω μας δοκιμασίες, αλλά δεν πρέπει ποτέ ν’ αποκάμωμε κηρύττοντας «τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας», ανθιστάμενοι σ’ όλο αυτό το διάστημα στα ασεβή άτομα. Έτσι θα επιτύχωμε την ευλογητή απελευθέρωσι, όταν ο Θεός θ’ αποκόψη τους ασεβείς, οπότε θα παραμείνωμε μέσα σε μια καθαρισμένη νέα τάξι. Ως τότε δεν πρέπει ποτέ να χαλαρώσωμε την επαγρύπνησί μας, αγωνιζόμενοι πάντοτε σκληρά για την πίστι.
[Εικόνα στη σελίδα 109]
Τα Σόδομα και Γόμορρα, ένα Προειδοποιητικό Παράδειγμα
-
-
Εκτέλεσις Θείας Κρίσεως κατά των ΑσεβώνΗ Σκοπιά—1966 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Εκτέλεσις Θείας Κρίσεως κατά των Ασεβών
«Ιδού, ήλθεν ο Ιεχωβά με μυριάδας αγίων αυτού, δια να κάμη κρίσιν κατά πάντων, και να ελέγξη πάντας τους ασεβείς εξ αυτών, δια πάντα τα έργα της ασεβείας αυτών τα οποία έπραξαν, και δια πάντα τα σκληρά τα οποία ελάλησαν κατ’ αυτού αμαρτωλοί ασεβείς.»—Ιούδ. 14, 15, ΜΝΚ.
1, 2. Ποια σκέψι δεν θέλουν πολλά άτομα να κάμουν, και σχετικά με αυτό τι είπε ένα μέλος του κογκρέσσου για ένα ανθρώπινο δικαστήριο;
ΠΟΛΛΟΙ άνθρωποι δεν θέλουν να τους υπενθυμίζουν ότι υπάρχει ένα Ανώτατο Δικαστήριο του σύμπαντος, ένα Δικαστήριο κρίσεως ανώτερο και από το ανώτατο ανθρώπινο δικαστήριο. Δεν θέλουν ν’ αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι, άσχετα με το ποιοι είναι, οφείλουν σεβασμό προς τον υπεράνω όλων Ανώτατο Κριτή, Ιεχωβά, τον Παντοδύναμο Θεό, ‘τον κρίνοντα πάσαν την γην’. (Γέν. 18:25) Πολλά άτομα είναι δυνατόν να μη θέλουν να σκεφθούν ότι, αν κάνουν ασεβή πράγματα, ο ίδιος ο Κριτής αυτού τούτου του σύμπαντος επιτηρεί, ακριβώς όπως διακηρύττει η Γραφή: «Εάν ίδης κατάθλιψιν πένητος, και παραβίασιν κρίσεως και δικαιοσύνης εν τη χώρα, μη θαυμάσης δια τούτο· διότι ο επί τον υψηλόν υψηλότερος επιτηρεί· και επί τούτους [επιτηρούσιν] υψηλότεροι.»—Εκκλησ. 5:8.
2 Ναι, οι άνθρωποι γενικώς δεν επιθυμούν να τους υπενθυμίζουν ότι υπάρχει ένας Κριτής υψηλότερος από τους ανθρωπίνους υψηλούς κριτάς υπεράνω όλων μας, άσχετα πόσο υψηλή δικαστική ή πολιτική θέσι μπορεί να κατέχη ένας σ’ αυτό το σύστημα πραγμάτων. Σχετικά με αυτό, είναι ενδιαφέρον να σημειώσωμε τη δήλωσι ενός μέλους του Αμερικανικού κογκρέσσου, όπως εδημοσιεύθη στους Τάιμς Νέας Υόρκης της 13ης Νοεμβρίου 1963. Στην Αμερική υπάρχει διαχωρισμός της Εκκλησίας από το Κράτος, και ο αρχιδικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών απέρριψε μια πρότασι όπως αναγράψη «Εις τον Θεόν Εμπιστευόμεθα» επάνω από την έδρα του κοσμικού αυτού δικαστηρίου, στο οποίο οι μάρτυρες του Ιεχωβά εκέρδισαν δεκάδες υποθέσεων. Ως μια αντίδρασι στην απόφασι του Δικαστηρίου, ο εκπρόσωπος του Κογκρέσσου Ρ. Τ. Άσμορ, ο εισηγητής του νομοσχεδίου για την προμήθεια της θρησκευτικής επιγραφής, εσχολίασε την απόρριψι, λέγοντας: «Ο τόνος της επιστολής του Αρχιδικαστού είναι πολύ ενδεικτικός του ότι στο Ανώτατο Δικαστήριο θα έπρεπε να γίνη μία οδυνηρή υπενθύμισις του γεγονότος ότι υπάρχει μια Εξουσία ανωτέρα από αυτήν του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών.» Αλλά οι άνθρωποι δεν χρειάζονται μια επιγραφή επάνω από τις κεφαλές των για να ενθυμούνται ότι ο Θεός είναι ο Υπέρτατος Κριτής.
3. Ποια είναι η στάσις των ασεβών ανθρώπων, και με ποιες συνέπειες;
3 Αν οποιοιδήποτε άνθρωποι δεν επιθυμούν να τους γίνη υπενθύμισις του σεβασμού, που οφείλουν στον ‘Κρίνοντα πάσαν την γην’, τότε είναι αντιληπτό ότι οι ασεβείς ειδικά δεν θέλουν ν’ ακούσουν για τον σεβασμό που οφείλουν ν’ αποδίδουν οι άνθρωποι στον Υπέρτατο Κριτή. Για ιδιοτελείς λόγους αυτά τα άτομα αγνοούν, καταφρονούν και προκαλούν τις δίκαιες κρίσεις του Κριτού. Αλλοίμονο, όμως, σ’ αυτούς! Διότι η εκτέλεσις της θείας κρίσεως εναντίον όλων των ασεβών είναι πλησίον.
4. Ποια προειδοποιητική συμβουλή τονίζεται στην Επιστολή του Ιούδα;
4 Το γεγονός αυτό τονίζεται στη θεόπνευστη επιστολή, που ο Ιούδας, ένας μαθητής του Ιησού Χριστού, έγραψε για να προειδοποιήση τους Χριστιανούς ν’ αγωνίζονται σκληρά για την αληθινή πίστι, ειδικά με το ν’ αντιστέκωνται στη διαφθορά από μέρους ασεβών ανθρώπων. Ο Ιούδας προειδοποίησε ότι μερικοί ασεβείς θα εισχωρούσαν ακόμη και μέσα στην οργάνωσι του Θεού, με την προσπάθεια να μολύνουν τη σάρκα. Αλλά στα πρώτα επτά εδάφια της επιστολής του, ο Ιούδας δίνει μια θεόπνευστη προειδοποίησι ότι η καταδίκη αυτών των ασεβών ανθρώπων έχει πριν από πολύν καιρό προλεχθή από τη δυσμενή κρίσι του Ιεχωβά Θεού επάνω στους απίστους και στασιαστικούς Ισραηλίτας, επάνω σε αγγέλους, οι οποίοι εγκατέλειψαν την αρχική τους θέσι στους ουρανούς κι επάνω στους ακατονόμαστα διεφθαρμένους κατοίκους των Σοδόμων και Γομόρρων, οι οποίοι απωλέσθησαν με φλογερή καταστροφή. Η ποινή, την οποία αυτοί επλήρωσαν για την περιφρόνησί τους προς το υπέρτατον δικαστήριο στο σύμπαν, χρησιμεύει ως μια προειδοποίησις για όλους εκείνους, οι οποίοι δεν δείχνουν τώρα σεβασμό προς τον Υπέρτατο Κριτή.
ΚΑΤΑΦΡΟΝΗΣΙΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΑΞΙΩΜΑΤΩΝ
5. (α) Τι λέγει ο Ιούδας στο όγδοο εδάφιο; (β) Με ποια έννοια τα άτομα, για τα οποία ομιλεί, ‘ενυπνιάζονται’ και με ποιο αποτέλεσμα;
5 Έχοντας υπ’ όψι αυτή τη θεία προειδοποίηση ο Ιούδας δηλώνει ότι μερικοί θα την αγνοούσαν με το να ζουν ενυπνιαζόμενοι σ’ ένα αισθησιακό κόσμο, νομίζοντας ότι μπορούν να μολύνουν τη σάρκα μέσα στην οργάνωσι του Θεού με ατιμωρησία. Ο Ιούδας γράψει: «Ομοίως και ούτοι ενυπνιαζόμενοι, την μεν σάρκα μιαίνουσι, την δε εξουσίαν καταφρονούσι, και τα αξιώματα [«δόξας», Κριτικόν Κείμενον «ενδόξους», ΜΝΚ] βλασφημούσιν.» (Ιούδ. 8) Αυτοί οι ασεβείς ενυπνιαζόμενοι φαντάζονται ότι μπορούν ν’ αγνοούν τις διδασκαλίες της Γραφής όσον αφορά το πώς ο Ιεχωβά πολιτεύεται με τους ασεβείς. Δεν έχουν καμμιά εκτίμησι για την εντολή του Υπερτάτου Κριτού, που αναφέρεται στην 1 Κορινθίους 6:18 «φεύγετε την πορνείαν.» Μάλλον, αναζητούν ευκαιρίες για περισσότερη πορνεία και νομίζουν ότι θα μπορέσουν να ενεργούν έτσι ανεμπόδιστοι. Αλλά ένας τέτοιος τρόπος σκέψεως δεν είναι παρά ένα απλό ενύπνιο. Είναι επικίνδυνα απατηλό. Τα ενύπνιά των για αισθησιακές απολαύσεις θα συντριβούν μ’ ένα απότομο ξύπνημα, καθώς θ’ αντιμετωπίσουν τη δυσμενή καταδίκη από μέρους του Υπερτάτου Κριτού. Ο Κριτής, τον οποίον παρέλειψαν να σεβασθούν, θα τους δείξη ότι δεν βρίσκονται σ’ ένα κόσμο ενυπνίων στον οποίο μπορούν να ζουν αφήνοντας τα πάθη των να εκδηλώνωνται αχαλίνωτα· θα συνέλθουν από την νάρκη τους για να ιδούν τον Κριτή να εκτελή την προειπωμένη κρίσι επάνω των.
6. Τι εξηγεί την ασεβή διαγωγή τους και περαιτέρω δείχνει ότι τα άτομα αυτά είναι άξια της προειπωμένης κρίσεως;
6 Ότι αυτοί οι ανήθικοι ενυπνιαζόμενοι είναι άξιοι τέτοιας κρίσεως αποδεικνύεται περαιτέρω από το γεγονός ότι καταφρονούν την εξουσία και βλασφημούν τα αξιώματα [«δόξας», Κριτικόν Κείμενον «ενδόξους», ΜΝΚ]. Δεν έχουν σεβασμό για τον Κυρίαρχο του Σύμπαντος, τον Ιεχωβά Θεό, και για τον αγαπητό του Υιό, τον ‘Βασιλέα των βασιλέων και Κύριον των κυρίων’. (Αποκάλ. 19:16) Επειδή καταφρονούν το ύψιστο αξίωμα στο σύμπαν, πρέπει ν’ αναμένεται ότι θα βλασφημούν και τας «δόξας» ή τους ενδόξους.
7. (α) Ποιοι είναι οι «ένδοξοι»; (β) Πώς τα άτομα για τα οποία δίνει προειδοποίησι ο Ιούδας δείχνουν ότι δεν σέβονται τις δόξες που προέρχονται από τον Ιεχωβά;
7 Ποιες είναι αυτές οι ‘δόξες’ ή ‘ένδοξοι’; Πρέπει να είναι αυτοί, που λαμβάνουν δόξα από τον Ιεχωβά Θεό και τον Κύριο των κυρίων του, τον Ιησού Χριστό. Σύμφωνα με τα εδάφια Ησαΐας 60:1, 2, «η δόξα» του Ιεχωβά θα απενέμετο στο υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ, τους κεχρισμένους Χριστιανούς. Επειδή «η δόξα του Ιεχωβά» ανέτειλε επάνω τους, έχουν εγερθή για να λάμψουν με το φως των αγαθών νέων της Βασιλείας σε όλη την οικουμένη. (Ματθ. 24:14) Λόγω της ακτινοβόλου δόξης, που ο Θεός έδωσε σ’ αυτούς μέσω του Υιού του, τους οφείλεται σεβασμός. Ο Ιησούς Χριστός το υπέδειξε αυτό, όταν είπε σχετικά με τους κεχρισμένους ακολούθους του: «Την δόξαν την οποίαν μοι έδωκας, έδωκα εις αυτούς.» (Ιωάν. 17:22) Ασφαλώς όσοι από το κεχρισμένο υπόλοιπο υπηρετούν ως επίσκοποι έχουν μια επιπρόσθετη δόξα ή τιμή που έχει απονεμηθή σ’ αυτούς, και αυτοί είναι άξιοι «διπλής τιμής». (1 Τιμ. 5:17) Τώρα οπότε πολλοί από τον ‘πολύν όχλον’ των ‘άλλων προβάτων’ υπηρετούν ως επίσκοποι, αντιπροσωπεύοντας το υπόλοιπο της τάξεως του ‘πιστού και φρονίμου δούλου’, αυτοί οι «προεστώτες» λαμβάνουν δόξα από τον Θεό λόγω του αξιώματος που κατέχουν ως αντιπρόσωποι του κεχρισμένου υπολοίπου· πρέπει να περιβάλλωνται με τον οφειλόμενο σεβασμό. (Ματθ. 24:45-47) Κατάλληλα ο λαός του Θεού συνεργάζεται με το κεχρισμένο υπόλοιπο και το σέβεται, καθώς και όλους τους επισκόπους που διορίζει «ο πιστός και φρόνιμος δούλος» στις εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά. Αλλά εκείνοι που μολύνουν τη σάρκα ενυπνιαζόμενοι, οι οποίοι καταφρονούν την εξουσία του Ιεχωβά, δεν σέβονται τις δόξες που απονέμονται από τον Ιεχωβά. Ομιλούν βλάσφημα γι’ αυτούς, που περιβάλλονται με τέτοιες δόξες, ειδικά εκείνους, τους οποίους ο μέγας Κριτής Ιεχωβά έχει τιμήσει με ειδικές θέσεις ευθύνης. Όπως ο Διοτρεφής, για τον οποίον ο απόστολος Ιωάννης έγραψε, φλυαρούν για τους «ενδόξους» με λόγους πονηρούς.—3 Ιωάν. 9, 10.
8, 9. (α) Γιατί ο Ιούδας αντιπαραβάλλει τους ανθρώπους, για τους οποίους δίνει προειδοποίησι, με τη διανοητική κατάστασι του Μιχαήλ; (β) Ποιος ήταν ο σκοπός του Διαβόλου με το να φιλονεική επάνω στο σώμα του Μωυσέως, και πώς ο Μιχαήλ επέδειξε δύναμι αλλά και ηπιότητα;
8 Ο Ιούδας κατόπιν αντιπαραβάλλει τη στάσι των ασεβών ενυπνιαζομένων με τη διανοητική κατάστασι του Ιησού Χριστού, στην προανθρώπινη ύπαρξί του ως Μιχαήλ. «Ο δε Μιχαήλ ο αρχάγγελος, ότε αγωνιζόμενος με τον διάβολον εφιλονείκει περί του σώματος του Μωυσέως, δεν ετόλμησε να επιφέρη εναντίον αυτού κατηγορίαν βλάσφημον, αλλ’ είπεν, ο Ιεχωβά να σε επιτιμήση. Ούτοι δε, όσα μεν δεν εξεύρουσι, βλασφημούσιν· όσα δε φυσικώς ως τα άλογα ζώα εξεύρουσιν, εις ταύτα φθείρονται.»—Ιούδ. 9, 10, ΜΝΚ.
9 Με το να βλασφημούν τους δούλους του Θεού, αυτοί οι ενυπνιαζόμενοι λαμβάνουν ελευθερίες, τις οποίες ούτε ακόμη αυτός ο Υιός του Θεού δεν έλαβε, όταν φιλονεικούσε με τον Διάβολο για το σώμα του Μωυσέως. Ο Μωυσής απέθανε στην κορυφή Φασγά του Όρους Νεβώ και ο Διάβολος ήθελε το σώμα του Μωυσέως. Ο Διάβολος εγνώριζε την τάσι του ανθρώπου στο να λατρεύη λείψανα και χωρίς αμφιβολία θέλησε ν’ αρχίση ένα νέο είδος θρησκευτικής λατρείας γύρω από το σώμα του Μωυσέως, για να διαφθείρη τον λαό του Θεού. Όταν ανθίστατο στον Διάβολο, ο Μιχαήλ δεν κατέφυγε σε βλασφημίες, μολονότι ο Διάβολος ασφαλώς δεν είχε δόξα από τον Θεό. Δεν θέλησε να προτρέξη από τον προσδιορισμένο καιρό του Θεού. Αντιθέτως, έδειξε σεβασμό για τον Μέγαν Κριτή κι εχορήγησε σ’ Αυτόν το δικαίωμα να επιτιμήση τον Σατανά. Ταπεινά είπε: «Ο Ιεχωβά να σε επιτιμήση.» Μολονότι η δήλωσις του Μιχαήλ ήταν ήπια, επέδειξε δύναμι με το να υπερισχύση του Διαβόλου, κρατώντας κάτω από τον έλεγχό του το σώμα του Μωυσέως, το οποίο και έθαψε, όπως υποδεικνύει η Γραφή.—Δευτ. 34:5, 6.
10. Πώς οι άνθρωποι, εναντίον των οποίων δίδεται προειδοποίησις, είναι τόσο ανόμοιοι με τον Μιχαήλ και τους αγίους αγγέλους, κι επομένως η πορεία των ενεργείας τι αποκαλύπτει;
10 Εν τούτοις, ασεβείς άνθρωποι, οι οποίοι θα εμόλυναν τη σάρκα μέσα στην οργάνωσι του Θεού, και οι οποίοι είναι τόσο κατώτεροι από τον Μιχαήλ, τολμούν να βλασφημούν τους «ενδόξους». Ο Μιχαήλ και οι άγιοι άγγελοι δεν βλασφημούν, και γι’ αυτό ο απόστολος Πέτρος κάνει μια αντίθεσι: «Τολμηταί, αυθάδεις, δεν τρέμουσι βλασφημούντες τα αξιώματα [τους ενδόξους, ΜΝΚ]· ενώ οι άγγελοι, μεγαλήτεροι όντες εις ισχύν και δύναμιν, δεν φέρουσι κατ’ αυτών βλάσφημον κρίσιν ενώπιον του Κυρίου [Ιεχωβά, ΜΝΚ].» (2 Πέτρ. 2:10, 11) Ενεργώντας με τόση ασέβεια τα άτομα αυτά δείχνουν ότι έχασαν τη δύναμι της λογικεύσεως και ότι υπέκυψαν σε ζωώδη πάθη. Γίνονται ως άλογα ζώα, γεννημένα για άλωσι και φθορά δίχως καμμιά ελπίδα αναστάσεως εκ νεκρών. Αυτό το είδος καταστροφής θα συλλάβη αποτόμως όλους αυτούς τους ασεβείς ανθρώπους.—2 Πέτρ. 2:12, 13.
ΟΠΩΣ Ο ΚΑΪΝ, Ο ΒΑΛΑΑΜ ΚΑΙ Ο ΚΟΡΕ
11. Πώς κατόπιν ο Ιούδας παρομοιάζει τους ασεβείς ενυπνιαζομένους με εξέχοντας ανθρώπους των αρχαίων χρόνων;
11 Ο Ιούδας παρομοιάζει αυτούς που μολύνουν τη σάρκα ενυπνιαζομένους με εξέχοντας άνδρες της ανθρωπίνης οικογενείας, οι οποίοι παρέλειψαν ν’ αποδώσουν σεβασμό στον Υπέρτατο Κριτή: «Ουαί εις αυτούς· διότι περιεπάτησαν εις την οδόν του Κάιν, και χάριν μισθού εξεχύθησαν εις την πλάνην του Βαλαάμ, και απωλέσθησαν εις την αντιλογίαν του Κορέ.»—Ιούδ. 11.
12. (α) Ποια οδό ακολούθησε ο Κάιν και με ποιο αποτέλεσμα; (β) Γιατί οι ασεβείς, που έχουν προλεχθή, είναι όπως ο Κάιν, και πώς πρέπει να φερώμεθα προς όλους αυτούς;
12 Ο Κάιν, ένας πρεσβύτερος αδελφός της ανθρωπίνης οικογενείας, παρετήρησε την επιδοκιμασία που έδειξε ο Θεός για την ορθή λατρεία του Άβελ. Αντί να μιμηθή τον Άβελ στην ορθή λατρεία και με αγνό ελατήριο, ο Κάιν εμίσησε τον αδελφό του και τον εφόνευσε. Ο Κάιν αγνόησε μια θεία προειδοποίησι ότι όπως εβάδιζε θα είχε δοκιμασίες. (Γέν. 4:6, 7) Αυτή η προκλητική ενέργεια έδειξε ασέβεια εκ μέρους του Κάιν προς τον Υπέρτατο Κριτή. Όπως ακριβώς το ελατήριο του Κάιν ήταν εσφαλμένο, έτσι συμβαίνει και με αυτούς, οι οποίοι επιδιώκουν να μεταστρέψουν τη χάρι του Θεού σε ασέλγεια. Με το να οδηγούν άλλους σε μια οδό, η οποία δεν μπορεί παρά να καταλήξη σε αιωνία καταστροφή, γίνονται όπως ο Κάιν ένοχοι φόνου. (1 Ιωάν. 3:12) Ο Ιεχωβά κατηράσθη τον Κάιν, και στον καιρό του Κατακλυσμού οι απόγονοι του εσαρώθησαν. Ουαί σ’ εκείνους οι οποίοι βαδίζουν στην οδό του Κάιν! Μη υποκύπτετε σ’ αυτούς. Αντισταθήτε σ’ αυτούς!
13. (α) Ποιον εχρησιμοποίησε ο Διάβολος για να διαφθείρη τους Ισραηλίτας στις ημέρες του Μωυσέως, και πώς; (β) Τι συνέβη στον Βαλαάμ, και τι μπορεί να λεχθή γι’ αυτούς, που θα ενεργούσαν σαν αυτόν;
13 Ένας άλλος εξέχων κακός άνθρωπος των αρχαίων χρόνων ήταν ο Βαλαάμ, τον οποίον εχρησιμοποίησε ο Διάβολος για να διαφθείρη τους Ισραηλίτας, όταν ήσαν στην έρημο. Ο οίκος του Βαλαάμ ήταν στην Φεθορά, μια πόλι, που, όπως προσδιωρίσθη από επιγραφές, ευρίσκετο στην περιοχή του Άνω Ευφράτου.a Ο Βαλαάμ ήταν ένας προφήτης σ’ εκείνη τη χώρα και ένας, που ανεγνώριζε τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ. Αλλά τι διαφορετικός προφήτης που ήταν από τον Μωυσή! Ο Μωυσής αγαπούσε τον λαό του Θεού· ο Βαλαάμ δεν είχε κανένα σεβασμό γι’ αυτούς και για τη δόξα που τους είχε απονείμει ο Θεός. Όταν ο Βαλάκ, βασιλεύς του Μωάβ, έστειλε στη Μεσοποταμία να μισθώση τον Βαλαάμ για να έλθη και να καταρασθή τον λαό του Ιεχωβά μέσω Βαβυλωνιακής μαγείας, ο Βαλαάμ δεν είπε ένα αποφασιστικό Όχι. Τελικά υπέκυψε σε ανανεωμένες προσφορές αμοιβής. Έτσι πήγε να καταρασθή τον Ισραήλ. Ενεργώντας έτσι έσπευδε προς μια πορεία, η οποία τον εβύθισε στην πλάνη. Τρεις φορές προσπάθησε να καταρασθή τον Ισραήλ, αλλά ο Ιεχωβά πάντοτε μετέτρεπε την κατάρα σε ευλογία, καθιστώντας σαφές ότι «ουδεμία γοητεία δεν ισχύει κατά του Ιακώβ, ουδέ μαντεία κατά του Ισραήλ.» Η καρδιά του Βαλαάμ δεν ήταν υπέρ εκείνης της ευλογίας. Επειδή απέτυχε να καταρασθή τον Ισραήλ, επεδόθη στο να διαφθείρη τον λαό του Θεού με το να προτείνη στον Βαλάκ ότι, αν ο Ισραήλ παρεσύρετο στην ψευδή θρησκεία και σε εντρύφησι σε ζωώδη πάθη, πορνεία με Μωαβίτιδες, τότε ο Θεός θα κατηράτο ακόμη και τον ίδιο τον λαό του. Αυτή η κακή συμβουλή εφηρμόσθη. Λόγω της ασελγείας των Ισραηλιτών, 24.000 από αυτούς εθανατώθησαν από μια πληγή στη Σιττείμ στις πεδιάδες του Μωάβ. (Αριθμ. 25:1-9· Αποκάλ. 2:14) Ο Βαλαάμ, ο οποίος ήταν πρόθυμος να καταρασθή ή να διαφθείρη τον Ισραήλ για προσωπικό όφελος, τελικά υπέστη βίαιο θάνατο στα χέρια εκείνων που είχε την πρόθεσι να καταρασθή. (Αριθμ. 31:8) Ουαί σ’ εκείνους, που είναι όμοιοι με τον Βαλαάμ! Ουαί σ’ εκείνους, οι οποίοι θα διέφθειραν οποιονδήποτε από τον λαό του Θεού μέσω πορνείας και εντρυφήσεως σε ζωώδη πάθη!—Αριθμ. 22:1-24:25· Δευτ. 23:3-5.
14. Ποιος ήταν ο Κορέ και γιατί στέκει ως ένα προειδοποιητικό παράδειγμα;
14 Ο Κορέ είναι ένας άλλος τύπος κακού ανθρώπου, που το καταστρεπτικό του τέλος στέκει ως ένα προειδοποιητικό παράδειγμα. Ήταν Λευίτης και είχε ένα έξοχο προνόμιο υπηρεσίας· εν τούτοις, δεν ήταν ικανοποιημένος. Ήθελε περισσότερη δόξα. Ο Κορέ έδειξε πρόκλησι προς τους διορισμούς του Ιεχωβά, στασιάζοντας εναντίον του Μωυσέως και του αρχιερέως Ααρών και παρασύροντας, επίσης, στο στασιασμό και άλλα εξέχοντα μέλη της φυλής του Ρουβήν. Μολονότι ο Κορέ και ούτοι οι Ρουβηνίται είχαν σωθή από την Αίγυπτο, δεν εισήλθαν ποτέ στη Γη της Επαγγελίας. Απωλέσθησαν με βίαιο τρόπο. Άνοιξε «η γη το στόμα αυτής» και μερικοί ετάφησαν ζώντες, ενώ άλλοι κατεστράφησαν δια πυρός. Αυτή ήταν μια πράξις κρίσεως του Ιεχωβά Θεού. (Αριθμ. 16:1-35· 26:10) Ουαί σ’ αυτούς, που στασιάζουν κατά των θεοκρατικών διευθετήσεων του Θεού!
15. Ποια προειδοποίησι δίνει, λοιπόν, ο Ιούδας στους Χριστιανούς, που μας υποχρεώνει να κάνωμε τι;
15 Έτσι ο Ιούδας δίνει στους Χριστιανούς μια προειδοποίησι ότι θα υπάρξουν μεταξύ των άνθρωποι όπως ο Κάιν, ο Βαλαάμ και ο Κορέ. Οι άνθρωποι, τους οποίους αυτοί προεσκίασαν, δεν θα διαφύγουν την καταστροφή που προελέχθη. «Ουαί εις αυτούς.» Εδώ, λοιπόν, υπάρχει μια προειδοποίησις για μας σήμερα ότι άνθρωποι, που έχουν το ίδιο φρόνημα, θα προσπαθήσουν να εισχωρήσουν μέσα στην οργάνωσι του Θεού. Πρέπει να αντισταθούμε σ’ αυτούς με το ν’ αγωνιζώμεθα σκληρά για την πίστι.
ΑΠΑΤΗΛΗ ΕΜΦΑΝΙΣΙΣ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΜΟΛΥΝΟΥΝ ΤΗΝ ΣΑΡΚΑ
16. Πώς περιγράφει ο Ιούδας την απατηλότητα αυτών, που πιθανώς θα εισχωρούσαν για να μολύνουν τη σάρκα;
16 Για να κρατήση τους Χριστιανούς περαιτέρω αγρύπνους, ο Ιούδας λέγει σχετικά με αυτούς τους ζωώδεις ανθρώπους: «Ούτοι είναι κηλίδες εις τας αγάπας σας, συμποσιάζοντες αφόβως, βόσκοντες εαυτούς· νεφέλαι άνυδροι, υπό άνεμων περιφερόμεναι· δένδρα φθινοπωρινά, άκαρπα, δις αποθανόντα, εκριζωθέντα· κύματα άγρια θαλάσσης, επαφρίζοντα τας ιδίας αυτών αισχύνας· αστέρες πλανήται, δια τους οποίους το ζοφερόν σκότος είναι τετηρημένον εις τον αιώνα.»—Ιούδ. 12, 13.
17. Ποια προσποίησις και ποιο ελατήριο κάνουν αυτούς τους πράκτορας του Διαβόλου ομοίους με μυτερά βράχια, και επομένως τι μπορεί να συμβή αν δεν υπάρχη επαγρύπνησις;
17 Αυτοί οι πράκτορες του Διαβόλου, οι οποίοι θα εισχωρούσαν μέσα στην αγνή οργάνωσι του Θεού, κάνουν μια επιδεικτική προσποίησι αγάπης προς τους αδελφούς· επομένως, ομοιάζουν με μυτερά βράχια κρυμμένα κάτω από τη θάλασσα, που προκαλούν ναυάγια. Αν δεν ‘αγωνιζώμεθα σκληρά δια την πίστιν’ για να διατηρήσωμε αγαθή συνείδησι, αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να οδηγήσουν ασταθή άτομα να ‘ναυαγήσουν εις την πίστιν.’ (1 Τιμ. 1:19) Αυτοί, που πιθανόν θα εμόλυναν τη σάρκα, παρευρίσκοντο στα δείπνα αγάπης στις ημέρες του Ιούδα με ακάθαρτα ελατήρια. Αυτά τα δείπνα, που δεν περιγράφονται περισσότερο στις αποστολικές αφηγήσεις, έπαυσαν να γίνωνται στην αρχαία τους εκείνη μορφή. Σήμερα ο λαός του Θεού συνέρχεται για πνευματικά συμπόσια, όπως στις συνελεύσεις περιοχής, περιφερείας, εθνικές ή διεθνείς. Εν τούτοις, ακόμη και στις συνελεύσεις, ο Διάβολος προσπαθεί να κάμη να εισχωρήσουν μερικοί από τους πράκτοράς του, που μολύνουν τη σάρκα για να συλλάβουν ασταθείς ψυχές που δεν είναι άγρυπνες, και να τις οδηγήσουν, μέσω της ανηθικότητος, σε ναυάγιο. Γι’ αυτό, υπάρχει ανάγκη επαγρυπνήσεως.
18. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί περιγράφονται εν σχέσει με (α) ποιμένες; (β) σύννεφα; (γ) δένδρα; (δ) κύματα; (ε) αστέρες;
18 Τι κατάλληλες εκφράσεις χρησιμοποιεί ο Ιούδας για να περιγράψη αυτούς τους με απατηλή εμφάνισι ασεβείς ανθρώπους! Ομοιάζουν με ποιμένες, που ενδιαφέρονται μόνο να ικανοποιήσουν τις δικές των σαρκικές ορέξεις και όχι να φροντίσουν για το ποίμνιο. Είναι όμοιοι με απατηλά στην εμφάνισι σύννεφα. Ο γεωργός πιστεύει ότι θ’ αφήσουν να πέση η πολύ αναγκαία βροχή. Αλλά τα σύννεφα αυτά αποδεικνύονται άνυδρα και παρασύρονται από τους ανέμους προτού ρίψουν την απαιτούμενη υγρασία. Είναι χωρίς αξία για την αύξησι της παραγωγικότητος της εσοδείας. Αυτοί οι άνθρωποι είναι όμοιοι με άκαρπα δένδρα, διότι στερούνται από την καρποφορία του αγίου πνεύματος του Θεού. Δεν φέρουν καρπό για τη δόξα του Θεού και πρέπει να έχουν την ίδια μεταχείρισι που είχαν τα άκαρπα δένδρα στην Παλαιστίνη, που εξερριζώνοντο και κατεστρέφοντο για πάντα, ως περιπτώσεις χωρίς ελπίδα. Επειδή είναι δίχως το άγιο πνεύμα του Θεού, αυτοί οι άνθρωποι είναι ως άγρια κύματα της θαλάσσης που ανακινούν βόρβορο και ακαθαρσία. Οι άνθρωποι αυτοί δεν χαράσσουν μια σταθερή πορεία χρησιμοποιώντας τη Γραφή ως πυξίδα, και γι’ αυτό είναι ως «αστέρες πλανήται», οι οποίοι δεν έχουν καθωρισμένη τροχιά. Καμμιά θέσις λαμπρότητος δεν επιφυλάσσεται γι’ αυτούς στη βασιλεία του Θεού, διότι ο Ιούδας λέγει ότι το τέλος των είναι «το ζοφερόν σκότος» για πάντα.
19, 20. (α) Πώς προείπε ο Ενώχ το τέλος των ασεβών ανθρώπων; (β) Τι οφείλομε αναποφεύκτως να συμπεράνωμε από την προφητεία του Ενώχ, και πώς ο Θεός καταδικάζει τους ασεβείς για ασεβείς πράξεις;
19 Σχετικά με αυτούς τους απίστους ανθρώπους, όλους αυτούς, οι οποίοι παρέλειψαν ν’ αποδώσουν σεβασμό στον Υπέρτατο Κριτή, ο Ενώχ πριν από μακρό χρόνο προεφήτευσε: «Προεφήτευσε δε περί τούτων και ο Ενώχ έβδομος από Αδάμ, λέγων, “Ιδού, ήλθεν ο Ιεχωβά με μυριάδας αγίων αυτού, δια να κάμη κρίσιν κατά πάντων, και να ελέγξη πάντας τους ασεβείς εξ αυτών, δια πάντα τα έργα της ασεβείας αυτών τα οποία έπραξαν, και δια πάντα τα σκληρά τα οποία ελάλησαν κατ’ αυτού αμαρτωλοί ασεβείς”.»—Ιούδ. 14, 15, ΜΝΚ.
20 Αυτή η προφητεία σχετικά με τη θεία κρίσι εναντίον εκείνων, οι οποίοι ομιλούν με ασέβεια για τον Υπέρτατο Κριτή, ελέχθη πρώτα από τον Ενώχ, που ήταν έβδομος στην προοδευτική γραμμή του ανθρώπου, μετρώντας από τον Αδάμ. Ο Ενώχ είχε το προνόμιο να προφητεύση σχετικά με τη θεία εκτέλεσι της κρίσεως εναντίον όλων των ασεβών. Το πώς ακριβώς η προφητεία του Ενώχ διεβιβάσθη επί αιώνες έξω από τις Εβραϊκές Γραφές δεν λέγει η Βίβλος. Εν τούτοις, δεν υπήρχε μέσα στη Βίβλο ωσότου ο Ιεχωβά Θεός ενέπνευσε τον Ιούδα να την καταγράψη. Η προφητεία του Ενώχ δείχνει ότι υπάρχει μόνο μια πιθανή κρίσις γι’ αυτά τα ασεβή άτομα στην καταστροφή της Βαβυλώνος της Μεγάλης στον πόλεμο του Αρμαγεδδώνος: αιωνία καταστροφή, αποκοπή από τις μυριάδες των αγίων του Θεού, από τους οποίους ο Πρώτιστος Άγιος επιφορτισμένος με το εκτελεστικό έργο είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. (Αποκάλ. 18:1-24· 19:11-16) Η ημέρα της εκτελέσεως της κρίσεως πλησιάζει, και ο Ιεχωβά επιτρέπει να εκδηλώνονται τα ασεβή άτομα. Έτσι τους καταδικάζει για ασεβείς ενέργειες εναντίον του ονόματος και της βασιλείας του.
ΓΟΓΓΥΣΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕΜΨΙΜΟΙΡΟΙ
21. Πώς ομιλούν οι άνθρωποι για τους οποίους προειδοποιεί ο Ιούδας, και επομένως ποιο είναι το ελατήριό τους;
21 Αυτοί οι ασεβείς άνθρωποι ομιλούν «σκληρά». Γι’ αυτό, δεν είναι άξιο απορίας το ότι ο Ιούδας προχωρεί για να γράψη: «Ούτοι είναι γογγυσταί, μεμψίμοιροι, περιπατούντες κατά τας επιθυμίας αυτών· και το στόμα αυτών λαλεί υπερήφανα, και κολακεύουσι πρόσωπα χάριν ωφελείας.» (Ιούδ. 16) Επειδή δεν έχουν πραγματική θεία ευλάβεια, γογγύζουν εναντίον ολοκλήρου της οργανώσεως του Θεού. Δεν είναι ευχαριστημένοι με τη μερίδα τους στη ζωή· και αν δεν μπορούν να επιβάλουν τον δικό τους τρόπο, παραπονούνται, και χρησιμοποιούν βλάσφημα και ασεβή λόγια. Όπως ο Κορέ, επιδιώκουν να προεξέχουν, θέλουν να εκφράζουν τις δικές των απόψεις με λόγια υπερηφανείας, αποδίδοντας αλαζονικά στον εαυτό τους μεγάλη σπουδαιότητα. Απομονώνουν άτομα και δείχνουν θαυμασμό γι’ αυτά, προσπαθώντας να προσεταιρισθούν άτομα με την ελπίδα να ωφεληθούν από αυτά. Ο αντικειμενικός των σκοπός είναι η αυτοεξύψωσις. Στην πραγματικότητα αποτυγχάνουν να σεβασθούν τον Κριτή κι έτσι έρχονται κάτω από την καταδίκη της καταστροφής.
22. (α) Ποια αποστολική προειδοποίησι υπενθυμίζει ο Ιούδας στους Χριστιανούς; (β) Ώστε, αυτά τα άτομα, που έχουν προλεχθή, τι είδους δράσι προσπαθούν ν’ αναπτύξουν μεταξύ του λαού του Θεού;
22 Δεν θα έπρεπε, επομένως, ν’ αποτελή έκπληξι για μας το ότι ασεβείς αμαρτωλοί θα προσπαθούσαν να διαφθείρουν πρόσωπα μέσα στην οργάνωσι του Ιεχωβά ή θα προσπαθούσαν να ψυχράνουν την αγάπη τους για τον Θεό και την οργάνωσί του. Ο Ιούδας λέγει: «Αλλά σεις, αγαπητοί, ενθυμήθητε τους λόγους τους προειρημένους υπό των αποστόλων του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι σας έλεγον, ότι “εν εσχάτω καιρώ θέλουσιν είσθαι εμπαίκται, περιπατούντες κατά τας ασεβείς επιθυμίας αυτών”. Ούτοι είναι οι αποχωρίζοντες εαυτούς, ζωώδεις, πνεύμα μη έχοντες.» (Ιούδ. 17-19) Ο Ιούδας τονίζει ότι οι απόστολοι προείπαν την εμφάνισι ανθρώπων, που το ελατήριό τους θα ήταν οι ιδιοτελείς επιθυμίες, και οι οποίοι θα προσπαθούσαν να μας αποσπάσουν από την αγάπη του Θεού. Ο Πέτρος ήταν ένας από αυτούς τους αποστόλους, ο οποίος έδωσε μια τέτοια προειδοποίησι για τις ‘έσχατες ημέρες’. (2 Πέτρ. 3:1-4) Ενώ ο Θεός εκτελεί ένα ενοποιητικό έργο σε όλη τη γη, αυτοί οι χλευασταί κάνουν ένα έργο διαχωρισμού μεταξύ του λαού του Θεού. Επειδή στερούνται πνευματικότητος, δεν έχουν ζήλο για τη διακονία της Βασιλείας του Θεού. Δαπανούν την ενέργειά των σε ομιλία, η οποία παράγει διαμάχες.
ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
23. (α) Ποια συμβουλή δίνει για τους Χριστιανούς ο Ιούδας; (β) Πώς μπορούμε να παραμείνωμε στην αγάπη του Θεού;
23 Ώστε ποια είναι η πορεία για τους πιστούς μάρτυρας του Θεού; Ο Ιούδας απαντά: «Σεις όμως, αγαπητοί, εποικοδομούντες εαυτούς επί την αγιωτάτην πίστιν σας, προσερχόμενοι εν πνεύματι αγίω, φυλάξατε εαυτούς εις την αγάπην του Θεού, προσμένοντες το έλεος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εις ζωήν αιώνιον.» (Ιούδ. 20, 21) Ο Ιούδας είχε προηγουμένως προσευχηθή, όπως το έλεος και η ειρήνη του Θεού πληθυνθούν τώρα για να εκπληρωθή εκείνη η προσευχή επάνω σ’ εκείνους που αποτελούν τον λαό του Ιεχωβά, οφείλουν να φυλάξουν τους εαυτούς των στην αγάπη του Παντοδυνάμου Θεού. Πώς; Με προσεκτική μελέτη του Αγίου Λόγου του Θεού, με τακτική ανάγνωσι της Γραφής από κοινού με τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας της εκκλησίας. Παρακολουθείτε όλες τις συναθροίσεις. Κάμετε βαθιά την εντύπωσι που δημιουργεί ο Λόγος του Θεού στη ζωή μας με την υποβοήθησι άλλων να μάθουν για την καθαρή, δικαία νέα τάξι πραγμάτων του Θεού. Ποτέ μη παύετε να καλλιεργήτε ολοένα περισσότερο την καρποφορία του αγίου πνεύματος του Θεού. ‘Προσεύχεσθε εν πνεύματι αγίω’ για ό,τι είναι σε αρμονία με το θέλημα του Θεού, περιλαμβάνοντας και το να είναι περισσότερο από αυτό το άγιο πνεύμα επάνω μας. Αν παραμείνουμε έτσι στην αγάπη του Θεού, το αποτέλεσμα θα είναι πραγματικά το να πληθυνθούν το έλεος, η ειρήνη και η αγάπη μέσω του Ιησού Χριστού. Θέλομε να εκτελεσθή το έργο του κηρύγματος των αγαθών νέων της Βασιλείας και να ελευθερωθούν ακόμη περισσότεροι από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη. Έχομε, επίσης, ανάγκη θείου ελέους και γι’ αυτό πρέπει να είμεθα ελεήμονες προς άλλους, που η ζωή τους βρίσκεται σε κίνδυνο.
24, 25. (α) Προς ποιους πρέπει να δείχνωμε έλεος, κι επομένως μεταξύ ποιων οφείλομε να κάνωμε διάκρισι; (β) Πώς δείχνομε προς αυτούς έλεος, και πώς ο Ιούδας εξηγεί ότι δεν υπάρχει καιρός για απώλεια;
24 Γι’ αυτό ο Ιούδας γράφει: «Και άλλους μεν ελεείτε, κάμνοντες διάκρισιν· άλλους δε σώζετε μετά φόβου, αρπάζοντες αυτούς εκ του πυρός, μισούντες και τον χιτώνα τον μεμολυσμένον από της σαρκός.» (Ιούδ. 22, 23) Για να το κάνωμε αυτό, οφείλομε να μπορούμε να διακρίνωμε μεταξύ εκείνων, που είναι άξιοι του ελέους του Θεού, και εκείνων, οι οποίοι είναι καταδικασμένοι ζωώδεις ενυπνιαζόμενοι, των οποίων η καταστροφή εξεικονίσθη από το πύρινο τέλος των Σοδόμων. Αυτοί οι άνθρωποι, λόγω του γογγυσμού των, κάνουν εκείνους, που είναι ασταθείς, να είναι πλήρεις αμφιβολιών ως προς το αν αυτή είναι η οργάνωσις του Ιεχωβά. Αυτοί, που έχουν τις αμφιβολίες, μπορεί να κλονισθούν τόσο από τα διωγκωμένα λόγια εκείνων, οι οποίοι παραπονούνται, ώστε είναι δυνατόν να παύσουν να παρακολουθούν τις συναθροίσεις του λαού του Ιεχωβά. Γι’ αυτό, ο Ιούδας μάς συμβουλεύει να έχωμε έλεος γι’ αυτούς, που ταλαντεύονται και αμφιβάλλουν. Δεν πρέπει να τους αγνοούμε. Προσπαθήστε υπομονητικά να τους οικοδομήσετε στην πίστι. Αλλά οφείλομε να ενεργήσωμε γοργά, ακριβώς όπως οι πυροσβέσται αρπάζουν τα άτομα, που βρίσκονται σε κίνδυνο, έξω από ένα καιόμενο κτίριο· έτσι οφείλομε να ‘αρπάξωμε αυτούς εκ του πυρός.’
25 Μερικοί πιθανόν να έχουν υποκύψει στους δελεασμούς αυτών των ανηθίκων ενυπνιαστών και να έχουν έτσι κηλιδώσει την ταυτότητά των ως αληθινών Χριστιανών. (2 Πέτρ. 2:18) Αλλά, ενώ μισούμε τα κηλιδωμένα εσώρρουχα, δείχνομε έλεος προς εκείνον, που τα φορεί, και προσπαθούμε να βοηθήσωμε ένα τέτοιο άτομο να επανεύρη την πνευματική υγεία.
26. (α) Καθώς βοηθούμε άλλους, τι οφείλομε να κάμωμε; (β) Πώς οι λόγοι του Ιούδα, οι οποίοι είναι σχεδόν μια προσευχή, δείχνουν τον τρόπο για ν’ αποφύγωμε να προσκόψωμε; (γ) Αντιπαραβάλετε την προειπωμένη τύχη των ασεβών με το προνόμιο εκείνων, που παραμένουν στην αγάπη του Θεού.
26 Ενώ βοηθούμε άλλους να οικοδομήσουν την πίστι των, οφείλομε συνεχώς να ‘αγωνιζώμεθα σκληρά δια την πίστιν,’ ανθιστάμενοι σε όλους τους ασεβείς γογγυστάς, στους πιθανούς δημιουργούς σχίσματος και σε οποιουσδήποτε που θα μετέστρεφαν την χάρι του Θεού σε δικαιολογία για να διαπράττουν ασέλγεια μέσα στην εκκλησία. Με το να διεξάγωμε αδιαλείπτως αυτό το είδος του αγώνος, θα μπορούμε να εμπιστευώμεθα στον Ιεχωβά να μας διαφυλάξη από το να προσκόψωμε. Σ’ αυτόν ας αποδίδεται η δόξα: «Εις δε τον δυνάμενον να σας φυλάξη απταίστους, και να σας στήση κατενώπιον της δόξης αυτού αμώμους εν αγαλλιάσει, εις τον μόνον σοφόν Θεόν τον Σωτήρα ημών, είη δόξα και μεγαλωσύνη, κράτος και εξουσία, και νυν και εις πάντας τους αιώνας. Αμήν.» (Ιούδ. 24, 25) Οι λόγοι του Ιούδα είναι σχεδόν μια προσευχή στον Ιεχωβά για τον λαό του, ώστε να μας στηρίξη και να μας διαφυλάξη από το να προσκόψωμε, αν ‘αγωνιζώμεθα σκληρά δια την πίστιν’, έτσι ώστε να παραμείνωμε στην αγάπη του. Ενώ όλοι οι ασεβείς αμαρτωλοί θα καταστραφούν, όπως πριν από πολύν καιρό έχει προλεχθή από τον Υπέρτατο Κριτή, εμείς θα έχωμε το προνόμιο, με ατελεύτητη ζωή, ν’ αποδίδωμε στον Ιεχωβά τα όσα οφείλονται σ’ αυτόν.
[Υποσημειώσεις]
a Βιβλική Αρχαιολογία, υπό Γ. Έρνεστ Ράιτ, σελ. 73.
-
-
Απάντησις στο Ερώτημα του Ρωμαίου Κυβερνήτου «Τι Είναι Αλήθεια;»Η Σκοπιά—1966 | 1 Μαρτίου
-
-
Απάντησις στο Ερώτημα του Ρωμαίου Κυβερνήτου «Τι Είναι Αλήθεια;»
«Λέγει προς αυτόν ο Πιλάτος, Τι είναι αλήθεια;»—Ιωάν. 18:38.
ΕΚΕΙΝΟΣ, που έκαμε αυτή την ερώτησι, ήταν ο κυβερνήτης ή επίτροπος των Ρωμαϊκών επαρχιών της Ιουδαίας, Σαμαρείας και Ιδουμαίας στη Μέση Ανατολή στη διάρκεια των ετών 20 έως 36 της Κοινής μας Χρονολογίας. Η πρωτεύουσά του ήταν στην Καισάρεια κοντά στη Μεσόγειο θάλασσα· αλλά έθεσε αυτή την ερώτησί του σ’ έναν άνθρωπο, που ήταν υπόδικος ενώπιόν του στο κυβερνητικό μέγαρο στην Ιερουσαλήμ την ημέρα του Ιουδαϊκού Πάσχα, 14 Νισάν, του έτους 33 μ.Χ. Ως κυβερνήτης, ήταν στην Ιουδαϊκή Αγία Πόλι με τα στρατεύματά του για να τηρήση την τάξι στη διάρκεια του εορτασμού του Πάσχα. Φαινομενικώς, για να προληφθή κάθε ανωμαλία στην Ιερουσαλήμ την ημέρα εκείνη, οι θρησκευτικοί ηγέται της πόλεως παρέδωσαν στον Ρωμαίο κυβερνήτη έναν άνθρωπο, που τον αποκαλούσαν κακοποιό, για να δικασθή και να τιμωρηθή σύμφωνα με τον Ρωμαϊκό κοσμικό νόμο. Στη διάρκεια της ιδιαιτέρας ανακρίσεως, που επακολούθησε, ο κυβερνήτης ενεργώντας ως δικαστής έθεσε στον κατηγορούμενο ως κακοποιό την ερώτησι: «Τι είναι αλήθεια;» Το ενδιαφέρον του κυβερνήτου για την αλήθεια επροχώρησε μόνο ως αυτό το σημείο. Ύστερ’ από τρία χρόνια εκλήθη στη Ρώμη για να λογοδοτήση για κακή διαχείρισι υπηρεσίας. Σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο, εξωρίσθη στη Βιέννη στη Ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας και αργότερα αυτοκτόνησε. Απέθανε δίχως να λάβη την απάντησι στο ερώτημά του.
1. Πώς το ιστορικό γεγονός της συναντήσεως του Πιλάτου με τον Χριστό υποστηρίζεται από συγγραφείς, αλλά ποιος έγραψε τις περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτή;
Ο ΡΩΜΑΙΟΣ κυβερνήτης ήταν ο Πόντιος Πιλάτος. Ο άνθρωπος, στον οποίον έθεσε την περίφημη ερώτησί του, ήταν ο Ιησούς Χριστός. Το ιστορικό γεγονός της συναντήσεως των δυο αυτών ανδρών κατά την σπουδαία εκείνη περίστασι υποστηρίζεται, όχι μόνο από Ιουδαίους μάρτυρας, αλλά, επίσης, από τον διάσημο Ρωμαίο ιστορικό του πρώτου αιώνος μας, Πόπλιο Κορνήλιο Τάκιτο. Όταν γράφη για το όνομα «Χριστιανός», αυτός ο μη Ιουδαίος ιστορικός λέγειa «Ο ιδρυτής αυτού του ονόματος, Χριστός, ετιμωρήθη με ποινήν [εθανατώθη] από τον επίτροπο Πόντιο Πιλάτο, όταν ο Τιβέριος ενεργούσε ως αυτοκράτωρ.» Αλλά ο άνθρωπος, ο οποίος ανέφερε τις λεπτομέρειες αυτής της συναντήσεως μεταξύ του Ιησού Χριστού και του Ποντίου Πιλάτου, ήταν ο πιο αγαπητός επίγειος φίλος του Ιησού Χριστού, δηλαδή, ο Ιωάννης ο υιός του Ζεβεδαίου. (Ιωάν. 18:28-38) Η έκθεσις του Ιωάννου είχε ένα ισχυρό ιστορικό βάθος αληθινότητος, διότι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον Βιβλικόν συγγραφέα αυτός έγραψε περί αληθείας και αληθινότητος, σ’ ένα τομέα ενδιαφέροντος, ο οποίος έχει μεγίστη σπουδαιότητα για όλους μας.
2. Ποια ερωτήματα εγείρονται σχετικά με την ερώτησι του Πιλάτου, και τι μπορούμε να ειπούμε εις απάντησι;
2 Προφανώς ο Ρωμαίος κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος άφησε την ερώτησι «Τι είναι αλήθεια;» να αποθάνη μαζί μ’ αυτόν, αναπάντητη. Απέθανε, όμως, πραγματικά μαζί μ’ αυτόν η ερώτησις; Παρέμεινε η ερώτησις αυτή αναπάντητη ως σήμερα; Μολονότι ο Ιησούς Χριστός δεν απήντησε προφορικώς στην ερώτησι του Πιλάτου σ’ αυτόν τον ίδιο, άφησε πραγματικά την ερώτησι αναπάντητη για τους άλλους, καθώς και για μας; Είμεθα υποχρεωμένοι ν’ απαντήσωμε όχι! Η ερώτησις του Πιλάτου έχει λάβει απάντησι, και η απάντησις μπορεί να δοθή σ’ εκείνους, που μ’ εντιμότητα εκζητούν και αγαπούν ‘την αλήθεια’.
3. Τι είναι «αλήθεια», και για ποια αλήθεια ερώτησε ο Πιλάτος;
3 Αλήθεια σημαίνει «συμφωνία προς γεγονότα». Υπάρχουν κάθε είδους πράγματα, για τα οποία οφείλομε να καθορίσωμε τα πραγματικά γεγονότα, ώστε να γνωρίσωμε την αλήθεια σχετικά μ’ αυτά. Όταν γνωρίζωμε ένα πράγμα όπως ακριβώς είναι, η γνώσις μας γι’ αυτό το πράγμα είναι τυπικώς αληθινή ή κατά τύπον αληθινή. Για να είμεθα αληθείς, η γνώσις μας για ένα πράγμα πρέπει να είναι σύμφωνη με ό,τι το πράγμα αυτό είναι στην πραγματικότητα. Τώρα, όταν ο Ιησούς Χριστός εδικάζετο ενώπιον του Ποντίου Πιλάτου, ο κυβερνήτης ενδιεφέρετο να μάθη ωρισμένα γεγονότα σχετικά μ’ αυτόν τον κατηγορούμενο. Το ενδιαφέρον του δεν ήταν για την αλήθεια γενικώς· τα προσδιωρισμένα καθήκοντά του, και οι ευθύνες του δεν επέτρεπαν μια τόσο ευρεία έρευνα. Ο άνθρωπος που ίστατο ενώπιόν του κατηγορούμενος ήταν εκείνος που έθεσε το ζήτημα της αληθείας. Ώστε ήταν η αλήθεια, από την άποψι αυτή, εκείνη για την οποία ο Πιλάτος ερώτησε: «Τι είναι αλήθεια;» Ποια, λοιπόν, ήταν η αλήθεια που ήλθε εδώ επί τάπητος; Ας ιδούμε.
ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΝΤΗΣΙ
4. Σύμφωνα με την έκθεσι του Ιωάννου, πώς προέκυψε η ερώτησις του Πιλάτου;
4 Η έκθεσις, την οποία έκαμε ο Ιωάννης ο υιός του Ζεβεδαίου, λέγει: «Εισήλθε λοιπόν πάλιν εις το πραιτώριον ο Πιλάτος, και εφώναξε τον Ιησούν, και είπε προς αυτόν, Συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων; Απεκρίθη προς αυτόν ο Ιησούς, Αφ’ εαυτού λέγεις συ τούτο, ή άλλοι σοι είπον περί εμού; Απεκρίθη ο Πιλάτος, Μήπως εγώ είμαι Ιουδαίος; το έθνος το ιδικόν σου και οι αρχιερείς σε παρέδωκαν εις εμέ· τι έκαμες; Απεκρίθη ο Ιησούς, Η βασιλεία η εμή δεν είναι εκ του κόσμου τούτου· εάν η βασιλεία η εμή ήτο εκ του κόσμου τούτου, οι υπηρέται μου ήθελον αγωνίζεσθαι, δια να μη παραδοθώ εις τους Ιουδαίους· τώρα δε η βασιλεία η εμή δεν είναι εντεύθεν. Και ο Πιλάτος είπε προς αυτόν, Λοιπόν βασιλεύς είσαι συ; Απεκρίθη ο Ιησούς, Συ λέγεις, ότι βασιλεύς είμαι εγώ. Εγώ δια τούτο εγεννήθην, και δια τούτο ήλθον εις τον κόσμον, δια να μαρτυρήσω εις την αλήθειαν. Πας όστις είναι εκ της αληθείας, ακούει την φωνήν μου. Λέγει προς αυτόν ο Πιλάτος, Τι είναι αλήθεια;»—Ιωάν. 18:33-38· Ματθ. 27:11-14.
5. Όταν εδικάζετο ενώπιον του Πιλάτου, πώς έδειξε ο Ιησούς ότι ήταν αληθής προς την αποστολή του, για την οποία ήλθε στον κόσμο;
5 Σ’ αυτή την αποφασιστική περίπτωσι ο Ιησούς ήταν αληθής στην αποστολή, για την οποία ήλθε στον κόσμο. Φόβος θανάτου δεν τον επηρέασε ώστε να αρνηθή τα γεγονότα της υποθέσεως. Όταν εκείνοι, που τον συνέλαβαν, τον παρέδωσαν στον Πιλάτο, τον κατηγόρησαν λέγοντας: «Τούτον εύρομεν διαστρέφοντα το έθνος, και εμποδίζοντα το να δίδωσι φόρους εις τον Καίσαρα, λέγοντα εαυτόν ότι είναι Χριστός βασιλεύς.» (Λουκ. 23:1-3) Έτσι, όταν ερωτήθηκε καθαρά αν είναι βασιλεύς, δεν το ηρνήθη. Εις απάντησι στον Πιλάτο, ωμίλησε περί της ‘βασιλείας μου,’ αλλά εξήγησε ότι αυτή δεν ήταν μέρος του κόσμου τούτου. Από αυτή την εξήγησι ο Πιλάτος συνεπέρανε ότι ο Ιησούς ήταν βασιλεύς. Αυτό τον παρεκίνησε να ερωτήση μια δευτέρα φορά σχετικά με την βασιλική ιδιότητα του Ιησού, λέγοντας: «Λοιπόν βασιλεύς είσαι συ;» Δηλαδή, έστω και αν η βασιλεία σου δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Ο Ιησούς απήντησε ότι ο Πιλάτος είχε βγάλει το ορθό συμπέρασμα, λέγοντας: «Συ λέγεις, ότι βασιλεύς είμαι εγώ». Άλλως, ο Πιλάτος δεν θα ρωτούσε για δευτέρα φορά αν ήταν ένας βασιλεύς.
6. Έχοντας υπ’ όψι ποιον σκοπό, ήταν ο Ιησούς αποφασισμένος να παραμείνη πιστός σ’ αυτή την περίπτωσι, οτιδήποτε κι αν τού εστοίχιζε;
6 Ο Ιησούς άφησε να παραμείνη η συμπερασματική κρίσις του Πιλάτου ως η αληθινή. Ο Ιησούς ίστατο ως ένας μάρτυς και δεν μπορούσε τώρα να αρνηθή την αλήθεια. Όπως είπε τότε στον Πιλάτο, γι’ αυτό τον σκοπό ακριβώς είχε γεννηθή και ήλθε στον κόσμο γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό, για να δώση μαρτυρία για την αλήθεια περί της βασιλείας του. Και ο καθένας που είναι με το μέρος της αληθείας θα εδέχετο τη μαρτυρία του Ιησού ως την αλήθεια. Είχε γεννηθή για να δώση μαρτυρία για την αλήθεια. Σε ηλικία τριάντα ετών εβαπτίσθη κι εξήλθε στον κόσμο να φέρη μαρτυρία για την αλήθεια. Έτσι τώρα στο κατακόρυφο της επιγείου ζωής του δεν θ’ απετύγχανε όσον αφορά τον σκοπό της γεννήσεώς του ως ανθρώπου και της δημοσίας εισόδου του στη σκηνή του κόσμου. Θα παρέμενε πιστός στην αλήθεια, έστω και αν του εστοίχιζε τη ζωή. Αν δεν επρόκειτο για την αλήθεια, ασφαλώς δεν θα ήταν πρόθυμος να πεθάνη γι’ αυτήν· δεν θα πέθαινε για ένα ψέμμα.
7. Για ποιο πράγμα πρέπει να έχωμε πεισθή σχετικά με τη μαρτυρία του Ιησού, και σε τι μας οδηγεί το να έχωμε πεισθή;
7 Ο Ιησούς ήταν πρόθυμος να πεθάνη για την αλήθεια. Έχομε εμείς πεισθή από το θάρρος και την πιστότητα της πορείας του ότι η μαρτυρία του, όχι μόνον ενώπιον του Ρωμαίου κυβερνήτου αλλά και ενώπιον όλου του έθνους, ήταν η αλήθεια; Αν έχωμε πεισθή, τι σημαίνει αυτό; Αν ακούσωμε τη φωνή του με το να παραδεχθούμε όσα λέγει, τότε τον παραδεχόμεθα ως βασιλέα. Ενεργώντας έτσι, αποδεικνύομε ότι είμεθα «εκ της αληθείας». Αυτό σημαίνει ότι κι εμείς, επίσης, είμεθα με το μέρος του Ιησού, όπως πράγματι θα θέλαμε να είμεθα.
8. (α) Γιατί εκείνη η αλήθεια ήταν που έπρεπε να πληροφορηθούμε; (β) Γιατί ο ίδιος ο Ιησούς έπρεπε να είναι η αλήθεια;
8 Θα πρέπει να είναι πολύ σπουδαία αλήθεια, αν ένα άτομο γεννάται για μόνο το σκοπό να δώση μαρτυρία γι’ αυτήν. Θα πρέπει να είναι μια αλήθεια άξια ν’ αφιερώση κανείς ολόκληρη τη ζωή του γι’ αυτήν, αν ένα άτομο έρχεται σ’ αυτόν τον κόσμο για τον μόνο σκοπό να δώση μαρτυρία γι’ αυτή. Πράγματι η αλήθεια αυτή ήταν ακριβώς τόσο σπουδαία. Έτσι, αν υπάρχη κάποια αλήθεια, που θα έπρεπε να πληροφορηθούμε, είναι ακριβώς αυτή η αλήθεια. Εν τούτοις, στην περίπτωσι του Ιησού, η αλήθεια δεν ήταν απλώς ένα ζήτημα του τι έλεγε· ήταν, επίσης, και ζήτημα του τι έκανε, πώς έζησε και πώς πέθανε. Ήταν μια περίπτωσις του να ζη για να κάμη να πραγματοποιήται η αλήθεια ή να γίνη αυτή πραγματικότης. Πολλά περιελαμβάνοντο στον Ιησού ως άνθρωπο, τα οποία ήσαν παγκοσμίου σπουδαιότητος, ναι, σπουδαία για τον ουρανό και τη γη· και ώφειλε να ζη και να ενεργή εις εκπλήρωσιν εκείνων των πραγμάτων. Αυτός ο ίδιος πρέπει να είναι η αλήθεια.
9. Σε αρμονία με αυτό, τι είπε ο Ιωάννης σχετικά με τον Ιησού Χριστό στα εδάφια Ιωάν. 1:14, 16, 17, και ήταν αυτό μια παραδοξολογία;
9 Δεν ήταν απλώς μια παραδοξολογία ή υπερβολική γλώσσα, όταν ο Ιωάννης, ο αγαπητός μαθητής του Ιησού, έγραψε για την έλευσί του από τον ουρανό στη γη για να γεννηθή ως ένας τέλειος άνθρωπος και είπε: «Και ο Λόγος έγεινε σαρξ, και κατώκησε μεταξύ ημών, (και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός,) πλήρης χάριτος και αληθείας. Και πάντες ημείς ελάβομεν εκ του πληρώματος αυτού, και χάριν αντί χάριτος. Διότι και ο νόμος εδόθη δια του Μωυσέως· η δε χάρις και η αλήθεια έγεινε δια Ιησού Χριστού».—Ιωάν. 1:14, 16, 17.
ΠΩΣ «Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΓΕΙΝΕ»
10, 11. (α) Η αντίθεσις που γίνεται μεταξύ του Ιησού και του Μωυσέως σημαίνει μήπως ότι ο Νόμος που εδόθη μέσω του Μωυσέως δεν ήταν η αλήθεια; (β) Στα εδάφια Ρωμαίους 7:10- 12, τι λέγει ο Παύλος για την υπεράσπισι της αγαθότητος του νόμου του Θεού;
10 Αλλά, τότε, πώς ο Ιησούς ήταν «πλήρης . . . αληθείας»; Πώς ήταν εκείνος, μέσω του οποίου «η αλήθεια έγεινε»; Γιατί ο απόστολος Ιωάννης αντιπαραβάλλει τον Ιησού με τον Μωυσή; Δεν έφερε μήπως ο προφήτης Μωυσής την αλήθεια στην εποχή του, δεκατέσσερες αιώνες και πλέον πριν από τον Χριστό; Δεν ήταν ο Νόμος, που έδωσε ο Θεός στον Μωυσή για το Ιουδαϊκό έθνος η αλήθεια; Ναι. Αιώνες μετά την επίδοσι του Νόμου μέσω του Μωυσέως, ο θεόπνευστος ψαλμωδός είπε στον Θεό τον Νομοθέτη: «Επλησίασαν οι ακολουθούντες την πονηρίαν· εξέκλιναν από του νόμου σου. Συ, Ιεχωβά, είσαι πλησίον, και πάντα τα προστάγματά σου είναι αλήθεια». (Ψαλμ. 119:150, 151, ΜΝΚ) Αυτό τούτο το γεγονός, ότι ο Νόμος, όπως εδόθη μέσω του Μωυσέως, κατεδίκαζε τον ίδιο το λαό του ως αμαρτωλούς, αποδεικνύει ότι αυτός ο Νόμος ήταν αληθής στη δικαιοσύνη και την αγιότητά του. Λόγω της τελειότητός του, ο Νόμος κατεδίκασε τους Ιουδαίους σε θάνατο. Έτσι, προς υπεράσπισιν της αγαθωσύνης του νόμου του Θεού, ο απόστολος Παύλος γράφει:
11 «Και η εντολή ήτις εδόθη προς ζωήν, αυτή ευρέθη εν εμοί προς θάνατον. Διότι η αμαρτία λαβούσα αφορμήν δια της εντολής, με εξηπάτησε, και δι’ αυτής [δηλαδή, δια της εντολής, η οποία κατεδίκαζε τους αμαρτωλούς σε θάνατο] με εθανάτωσεν. Ώστε ο μεν νόμος είναι άγιος, και η εντολή αγία και δικαία και αγαθή.»—Ρωμ. 7:10-12.
12, 13. (α) Τι απαιτούσε ο νόμος του Μωυσέως από τους Ιουδαίους για να κερδίσουν ζωή μέσω αυτού, και γιατί ο νόμος αυτός δεν απέτυχε στον σκοπό του; (β) Πώς ο απόστολος Παύλος κατέστησε αυτό το σημείο σαφές, στα εδάφια Γαλάτας 3:23-25;
12 Ώστε ο Νόμος, ο οποίος εδόθη μέσω του Μωυσέως, δεν ήταν εσφαλμένος. Μάλλον, ετόνιζε τι είναι σφάλμα. Ο Νόμος, που εδόθη μέσω του Μωυσέως, δεν ήταν ένα σφάλμα. Οι Δέκα Εντολές, οι οποίες ήσαν ένα μέρος του Νόμου, δεν ήσαν καθόλου ένα σφάλμα. Ο Νόμος απαιτούσε τελεία υπακοή εκ μέρους των Ιουδαίων, ώστε να μπορέσουν αυτοί να κερδίσουν αιώνια ζωή με το να τον τηρούν. Κανένας, όμως, από τους Ιουδαίους, τους γεννημένους με τον συνήθη τρόπο, δεν μπορούσε να τηρήση τελείως τον Νόμο και να κερδίση αιώνια ζωή με τα έργα του Νόμου. Εν τούτοις, ο Νόμος εξυπηρέτησε το σκοπό του, διότι έκαμε γνωστή την ταυτότητα ή ετόνισε τον Τέλειον Εκείνον, ο οποίος ετήρησε το Νόμο άψογα, Εκείνον, ο οποίος έτσι διέφυγε την καταδίκη από το Νόμο και ο οποίος επομένως ανεκηρύχθη τελείως δίκαιος και άξιος αιωνίου ζωής λόγω της αμέμπτου δικαιοσύνης του. Το ότι ο Νόμος, ο οποίος εδόθη μέσω του Μωυσέως, δεν απέτυχε στον σκοπό του και ότι δεν ήταν μια εσφαλμένη προσπάθεια ή αποτυχία, ο Ιουδαίος Χριστιανός απόστολος Παύλος το καθιστά σαφές με τα εξής λόγια:
13 «Πριν δε έλθη η [Χριστιανική] πίστις, εφρουρούμεθα υπό τον νόμον, συγκεκλεισμένοι εις την πίστιν ήτις έμελλε να αποκαλυφθή. Ώστε ο νόμος έγεινε παιδαγωγός ημών εις τον Χριστόν, δια να δικαιωθώμεν εκ πίστεως· αφού όμως ήλθεν η πίστις, δεν είμεθα πλέον υπό παιδαγωγόν [τον Νόμον]».—Γαλ. 3:23-25.
14. (α) Πώς ο νόμος του Μωυσέως ήταν περισσότερο από απλώς ένα νομικό κώδικα; (δ) Πώς αυτό ήταν αληθές όσον αφορά το ιερατείο, για το οποίο είχε κάμει προμήθεια ο Νόμος;
14 Ο Νόμος, ο οποίος εδόθη μέσω του Μωυσέως, ήταν περισσότερο από απλώς ένα νομικό κώδικα, περισσότερο από ένα συστηματοποιημένο σύνολο νόμων για τη διαγωγή των ανθρώπων. Κατά πολλούς τρόπους ήταν προφητικός. Διέτασσε πολλά πράγματα, τα οποία ήσαν προφητικά καλών πραγμάτων, που επρόκειτο να έλθουν. Παραδείγματος χάριν, ο Νόμος καθιέρωνε ένα ιερατείο για το Ιουδαϊκό έθνος από την οικογένεια του Ααρών, του πρεσβυτέρου αδελφού του Μωυσέως. Αυτό ήταν προφητικό του πώς ο Ιεχωβά Θεός θα εγκαθιστούσε έναν Αρχιερέα, ο οποίος θα προσέφερε θυσία για το αιώνιο όφελος όλου του ανθρωπίνου γένους. Αυτός ο πνευματικός, ουράνιος Αρχιερεύς θα είχε, επίσης, υφιερείς, οι οποίοι θα ελαμβάνοντο από τους ανθρώπους και θα ήσαν σε θέσι να δείξουν συμπάθεια προς τους ανθρώπους στην αμαρτωλή τους κατάστασι και ατέλεια.
15. Τίνος προφητική εικών ήσαν τα χαρακτηριστικά της ετησίας Ιουδαϊκής ημέρας εξιλασμού;
15 Ο Νόμος διέτασσε, όπως κάθε χρόνο μια εθνική ημέρα εξιλασμού τηρήται τη δεκάτη ημέρα του εβδόμου σεληνιακού μηνός των Ιουδαίων. Την ημέραν εκείνη θα εγίνετο άφεσις τόσο για το ιερατείο όσο και για όλο το υπόλοιπο του Ιουδαϊκού έθνους μέσω της θυσίας ενός αμώμου μόσχου και τράγου, το αίμα των οποίων ερραντίζετο στα Άγια των Αγίων του αγιαστηρίου. Επίσης, τα αμαρτήματά των επρόκειτο να μεταφερθούν μακριά στη λήθη μ’ έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Αυτό όλο ήταν προφητικό του πώς ο Μέγας Αρχιερεύς του Θεού θα προσέφερε μια θυσία για τον εξιλασμό των αμαρτιών του ανθρωπίνου γένους και θα εχρησίμευε ως ένας πραγματικός Φορεύς Αμαρτίας για να μεταφέρη μακριά στη λήθη την αμαρτία του ανθρωπίνου γένους. Όλη αυτή η προμήθεια θα ήταν μια έκφρασις της στοργικής αγαθότητος του Θεού.
16. Ώστε, εκτός από εντολές, τι άλλο επρομήθευσε ο νόμος του Μωυσέως, σύμφωνα με τον συγγραφέα της προς Εβραίους επιστολής 8:4, 5;
16 Ώστε υπήρχαν πολύ περισσότερα στο Νόμο, που εδόθη μέσω του Μωυσέως, από απλώς εντολές, για να τονίζουν τι ήταν αμαρτία και να λέγουν στους Ιουδαίους τι ήταν καθαρό, δίκαιο, άγιο και ανιδιοτελές πράγμα να κάμουν, για να συνεχίσουν να βαδίζουν σε αρμονία με τον Θεό. Εκτός αυτού, ο Νόμος διέτασσε ωρισμένες σημαντικές τελετές, οι οποίες θα εγίνοντο τακτικά για να χαράξουν προφητικές περιγραφές, που δίνουν μια αληθινή εικόνα μεγάλων πραγμάτων, που θα ήρχοντο σύμφωνα με τον σκοπό του Θεού. Ο θεόπνευστος συγγραφεύς ονομάζει αυτές τις προφητικές περιγραφές ‘σκιές’, λέγοντας: «Υπήρχον ιερείς οι προσφέροντες τα δώρα κατά τον νόμον· οίτινες λειτουργούσιν εις υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων, καθώς ελαλήθη προς τον Μωυσήν, ότε έμελλε να κατασκευάση την σκηνήν διότι “Πρόσεχε”, λέγει, “να κάμης πάντα κατά τον τύπον τον δειχθέντα εις σε εν τω όρει [Σινά] ”.»—Εβρ. 8:4, 5.
17. Κατά ποιον τρόπο επρομήθευσε ο Νόμος ‘σκιές’ του τελείου ανθρωπίνου σώματος, που έπρεπε να προσφερθή για αμαρτίες;
17 Πάλιν ο ίδιος συγγραφεύς αναφέρει την λέξιν ‘σκιές’, όταν αποδεικνύη την ανάγκη να παρουσιασθή ως θυσία στον Θεό ένα τέλειο ανθρώπινο σώμα, λέγοντας: «Διότι ο νόμος, έχων σκιάν των μελλόντων αγαθών, ουχί αυτήν την εικόνα των πραγμάτων, δεν δύναται ποτέ δια των αυτών θυσιών τας οποίας προσφέρουσι κατ’ ενιαυτόν πάντοτε, να τελειοποιήση τους προσερχόμενους. Επειδή τότε ήθελον παύσει να προσφέρονται· διότι οι λατρευταί άπαξ καθαρισθέντες, δεν ήθελον έχει πλέον ουδεμίαν συνείδησιν αμαρτιών. Αλλ’ εν αυταίς γίνεται κατ’ ενιαυτόν ανάμνησις αμαρτιών. Διότι αδύνατον είναι αίμα ταύρων και τράγων να αφαιρή αμαρτίας. Δια τούτο εισερχόμενος εις τον κόσμον, λέγει, “Θυσίαν και προσφοράν δεν ηθέλησας, αλλ’ ητοίμασας εις εμέ σώμα”.»—Εβρ. 10:1-5.
18. Ποιες ήσαν μερικές από τις ‘σκιές’ στο Μωσαϊκό νόμο, και γιατί μπορούσαν κατάλληλα να λέγωνται ‘σκιές’;
18 Πολλά άλλα πράγματα, τα οποία διέτασσε ο Νόμος, όπως το πασχαλινόν δείπνον, η εορτή των εβδομάδων ή Πεντηκοστή, η εβδομαδιαία ημέρα του σαββάτου, το Ιωβιλαίον έτος, η εορτή της πρώτης ημέρας κάθε μηνός ή νέας σελήνης, ιδιαιτέρως η εβδόμη νέα σελήνη κάθε έτους, όλα αυτά ήσαν ‘σκιές’. Ήσαν όλα αληθινά αυτά καθ’ εαυτά, δίνοντας μια αληθινή περιγραφή ή μικρή εικόνα μεγαλυτέρων πραγμάτων, που θα ήρχοντο. Εν τούτοις, ήσαν μόνο ‘σκιές’. Μια σκιά είναι μια σκοτεινή εικόνα ή σχέδιο, που πέφτει επάνω σε κάποια επιφάνεια από μια στερεά, μη διαφανή ουσία και δείχνει τον δρόμο του φωτός. Η σκιά δεν είναι το ουσιώδες· δεν είναι η πραγματικότης. Η ουσία ή το σώμα, που η σκιά περιγράφει η εξεικονίζει, είναι η πραγματικότης. Αν η ουσία ή το σώμα είναι εμπρός από το φως, τότε η σκιά του εκτείνεται μπροστά από την ουσία ή σώμα. Γι’ αυτό το λόγο, υπάρχει μια κοινή παροιμία, που λέγει: «Τα επερχόμενα γεγονότα ρίχνουν μπροστά τη σκιά τους». Στη βουλή του Θεού, η σκιά ήλθε πρώτα, για να δώση σε μικρή κλίμακα μια ιδέα των μεγάλων πραγμάτων, τα οποία είχε υπ’ όψι του ο Θεός για το μέλλον του ανθρωπίνου γένους. Οι σκιές εκείνες διήγειραν βάσιμες προσδοκίες στους ανθρώπους, οι οποίοι με υπακοή τηρούσαν τον νόμο του Θεού. Επειδή οι ‘σκιές’ ήσαν αληθινές, οι άνθρωποι αυτοί δεν επρόκειτο ν’ απογοητευθούν στις προσδοκίες των.
19. Γιατί, λοιπόν, ο Ιωάννης μπορούσε ορθώς να πη: «Ο νόμος εδόθη δια του Μωυσέως, . . . η αλήθεια έγεινε δια Ιησού Χριστού»;
19 Η σκιά είναι αληθινή, αλλά δεν είναι η πλήρης αλήθεια του ζητήματος. Μόνο, όταν έλθη η ουσία, η οποία προεσκιάζετο, τότε έρχεται η αλήθεια. Τότε πραγματοποιείται η αλήθεια. Η ουσία ή το σώμα είναι η αλήθεια. Εφόσον ο Μωσαϊκός νόμος περιείχε μόνο τις σκιές, έπρεπε ν’ ανοίξη τον δρόμο για την πραγματικότητα, την ουσία ή το σώμα που προεσκίαζε ο Νόμος. Επομένως, οι κανόνες, που ετέθησαν στον Μωσαϊκό νόμο σχετικά με το φαγητό, το ποτό, την τήρησι των τελετών και των αγίων ημερών, επρόκειτο να παρέλθουν ως εικόνες ή σκιές. Και παρήλθαν, διότι ο απόστολος Παύλος γράφει στη Χριστιανική εκκλησία των Κολοσσών, Μικράς Ασίας: «Ας μη σας κρίνη λοιπόν μηδείς δια φαγητόν ή δια ποτόν, ή δια λόγον εορτής ή νεομηνίας ή σαββάτων· τα οποία είναι σκιά των μελλόντων, το σώμα όμως είναι του Χριστού». (Κολ. 2:16, 17) Σε πλήρη, λοιπόν, αρμονία με τα ιστορικά γεγονότα ο απόστολος Ιωάννης μπορούσε να πη: «Ο νόμος εδόθη δια του Μωυσέως· η δε χάρις και η αλήθεια έγεινε δια Ιησού Χριστού.»—Ιωάν. 1:17.
20, 21. Για να επαληθεύση πλήρως η δήλωσις του Ιωάννου, τι απητείτο εκ μέρους του Ιησού όσον αφορά τον εξιλασμό περί αμαρτίας;
20 Για ν’ αποδειχθή αυτή η δήλωσις αληθής στην πιο πλήρη εννοιά της, απητούντο από τον Ιησού Χριστό περισσότερα από απλώς να ομιλή, να κηρύττη, να διδάσκη. Παρίστατο ανάγκη, όπως αυτός, ο Υιός του Θεού, αποβάλη την πνευματική του δόξα στους ουρανούς και γεννηθή ως ένα τέλειο ανθρώπινο παιδίον για να μπορέση να εκπληρώση την αλήθεια των θυσιών της Ημέρας του Εξιλασμού, οι οποίες συμβολικά αφαιρούσαν τις αμαρτίες ολοκλήρου του Ιουδαϊκού έθνους. Παρέστη ανάγκη γι’ αυτόν, όπως παρουσιασθή σε ηλικία τριάντα ετών ως ένα κατάλληλο ανθρώπινο θύμα για μια ευπρόσδεκτη από τον Θεό θυσία, ώστε να διορισθή ως Αρχιερεύς του Θεού, για την άφεσι των αμαρτιών ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους. (Εβρ. 5:1-5· 7:27· 8:1-4) Αυτό το έπραξε, όταν παρουσιάσθη για βάπτισμα στον Ιορδάνη Ποταμό από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, οπότε το σώμα του εξηφανίσθη από την όρασι με το να ταφή για μια στιγμή στο νερό. Έτσι ‘εισήλθεν εις τον κόσμον’ με το θυσιαστικό ανθρώπινο σώμα που είχε ετοιμάσει γι’ αυτόν ο Θεός.—Εβρ. 10:5-10· Ψαλμ. 40:6-8· Ιωάν. 18:37.
21 Κατά τον θάνατό του τριάμισυ χρόνια αργότερα, ως Αρχιερεύς του Ιεχωβά, έκαμε μια προσφορά της ανθρωπίνης του θυσίας «άπαξ γενομένης». Για να μπορέση να παρουσιάση την αξία της τελείας ανθρωπίνης θυσίας του στον Θεό στον ουρανό, έπρεπε ν’ αναστηθή εκ νεκρών. Αυτό συνέβη την τρίτη ημέρα από του θανάτου του. Έπειτα, όπως ο Ιουδαίος αρχιερεύς εισήρχετο πίσω από το εσωτερικό παραπέτασμα του ναού στα Άγια των Αγίων ή το ενδότερο διαμέρισμα, ο Ιησούς Χριστός ανεστήθη εκ νεκρών στο πνευματικό βασίλειο και στον κατάλληλο καιρό ενεφανίσθη στην κατά γράμμα παρουσία του Θεού για να παρουσιάση την αξία για ζωή της θυσίας του.
22. Πώς όλα αυτά αποτελούσαν μέρος του να μαρτυρήση ο Ιησούς εις την αλήθεια;
22 Όλο αυτό απέδειξε την αληθινότητα των σκιών, οι οποίες περιελαμβάνοντο στον Νόμο που εδόθη μέσω του Μωυσέως. Εγκαθίδρυσε την αρχιερωσύνη του Ιησού Χριστού ως μια πραγματική αλήθεια, που εξετελέσθη επιτυχώς. Από το γεγονός αυτό οι πιο πολύτιμες ευλογίες πρόκειται να εκχυθούν επάνω στο ανθρώπινο γένος. Όλ’ αυτά τα πράγματα αποτελούσαν μέρος της επιδόσεως από τον Ιησού μαρτυρίας για την αλήθεια, και τοποθετήσεως μέσα στο βασίλειο της πραγματικής αληθείας των πραγμάτων, τα οποία προελέχθησαν και προεσκιάσθησαν από το νόμο του Μωυσέως.
ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
23. (α) Ήσαν τα πράγματα, που είχαν σχέσι με την ιερατική θυσία υπέρ αμαρτιών, όλη η αλήθεια που μας ενδιαφέρει, και πώς αυτό έγινε σαφές στη δίκη του Ιησού; (β) Ποια, λοιπόν, άλλα πράγματα του νόμου του Μωυσέως έπρεπε ν’ αποδειχθούν ότι ήσαν ορθές σκιές;
23 Είναι, όμως, η αλήθεια σχετικά με την ιερατική υπηρεσία και την προσφορά της εξιλαστικής θυσίας για τις αμαρτίες του κόσμου όλη η αλήθεια, η οποία έχει σπουδαιότητα και ενδιαφέρον για μας; Όχι! Διότι, όταν ο Ιησούς αντιμετώπιζε τις ερωτήσεις του Κυβερνήτου Ποντίου Πιλάτου, το ζήτημα της βασιλικής κυβερνήσεως ήταν το εξέχον θέμα. Οι εχθροί, οι οποίοι τον είχαν παραδώσει για να δικασθή από τους Ρωμαίους, τον είχαν επιβαρύνει με την κατηγορία ότι έλεγε ότι είναι «Χριστός βασιλεύς». (Λουκ. 23:1, 2) Στην πραγματικότητα, ακριβώς την εποχή εκείνη υπήρχε πολλή αλήθεια ν’ αποκατασταθή σχετικά με το ζήτημα κυβερνήσεως, όχι μόνο της τοπικής κυβερνήσεως των Ιουδαίων αλλά της κυβερνήσεως όλου του κόσμου του ανθρωπίνου γένους. Επειδή αυτό εξηρτάτο ακόμη περισσότερο από τον Ιησού Χριστό την εποχή εκείνη, αυτός εξετίμησε το γεγονός αυτό και ήταν πλήρως αποφασισμένος να παραμείνη πιστός. Έτσι, όχι απροσδοκήτως, ζητήματα του Νόμου του Μωυσέως, τα οποία είχαν σχέσι με τη μέλλουσα κυβέρνησι του λαού του Θεού έπρεπε ν’ αποδειχθούν ορθές προφητείες, ορθές «σκιές», οι οποίες να προσαρμόζονται σε μελλοντικά γεγονότα. Πώς, όμως, απεδείχθησαν ορθές;
24. (α) Ποιο λειτούργημα μέσα στον Ισραήλ εγκαθίδρυσε ο Θεός για τον Ααρών και την οικογένειά του; (β) Γιατί ο Θεός δεν έθεσε, επίσης, ένα ανθρώπινο βασιλέα επάνω στον Ισραήλ;
24 Την εποχή, που ο Νόμος είχε δοθή μέσω του Μωυσέως στο Όρος Σινά, δεν υπήρχε ορατός ανθρώπινος βασιλεύς στον Ισραήλ. Ο Μωυσής δεν ήταν βασιλεύς του Ισραήλ, αλλά υπηρετούσε ως μεσίτης μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και του έθνους Ισραήλ. Πρεσβύτερος αδελφός του Μωυσέως ήταν ο Ααρών, ο πρωτότοκος υιός του Αμράμ του Λευίτου. Με την οικογένεια του Ααρών ο Ιεχωβά Θεός εγκαθίδρυσε το ιερατείο επάνω στον Ισραήλ. Γιατί ο Θεός δεν εγκατέστησε, επίσης, και ένα ανθρώπινο βασιλέα επάνω στον Ισραήλ; Ή γιατί δεν έκαμε τον Ααρών ένα βασιλέα-ιερέα; Διότι ο Ιεχωβά Θεός, μολονότι αόρατος, ήταν ο νομοθέτης Βασιλεύς επάνω στον Ισραήλ. Δεν μπορούσε να είναι, επίσης, και ο Ιερεύς του Ισραήλ. Τα πράγματα στον Ισραήλ είχαν ακριβώς όπως ο Μωυσής έψαλε γι’ αυτά κατά μήκος της Ερυθράς Θαλάσσης, τρείς περίπου μήνες προτού δοθή ο Νόμος μέσω του Μωυσέως: «Ο Ιεχωβά θέλει βασιλεύει εις τους αιώνας των αιώνων. Διότι εισήλθον οι ίπποι του Φαραώ εις την θάλασσαν μετά των αμαξών αυτού και μετά των ιππέων αυτού, και ο Ιεχωβά έστρεψεν επ’ αυτούς τα ύδατα της θαλάσσης· οι δε υιοί Ισραήλ επέρασαν δια ξηράς εν τω μέσω της θαλάσσης». (Έξοδ. 15:18, 19, ΜΝΚ) Έτσι ο Ιεχωβά δεν παρητήθη από το αξίωμά του ως Βασιλεύς.
25. Στο Νόμο που έδωσε μέσω του Μωυσέως, τι δηλώσεις έκαμε για ανθρώπινο βασιλέα επάνω στον Ισραήλ ο Θεός;
25 Στον Μωσαϊκό νόμο ο Ιεχωβά Θεός υπεδείκνυε ότι θα ήρχετο ένας καιρός, οπότε οι Ισραηλίται θα ήθελαν να γίνουν όμοιοι με τα μη θεοκρατικά ειδωλολατρικά έθνη και να έχουν ένα ορατό βασιλέα επάνω τους. Κατόπιν, είπε ο Ιεχωβά, «θέλεις βέβαια καταστήσει βασιλέα επί σε, όντινα εκλέξη Ιεχωβά ο Θεός σου· εκ των αδελφών σου θέλεις καταστήσει βασιλέα επί σε· δεν δύνασαι να καταστήσης άνθρωπον ξένον επί σε, όστις δεν είναι αδελφός σου . . . Και όταν καθήση επί του θρόνου της βασιλείας αυτού, θέλει γράψει δι’ εαυτόν αντίγραφον του νόμου τούτου, εις βιβλίον, εξ εκείνου το οποίον είναι ενώπιον των ιερέων των Λευιτών». (Δευτ. 17:14-18, ΜΝΚ) Αργότερα ο Μωυσής προειδοποίησε ότι αν οι Ισραηλίται δεν εξεπλήρωναν το ιεροπρεπές των συμβόλαιο ή διαθήκη των με τον Θεό, τότε «ο Ιεχωβά θέλει φέρει σε, και τον βασιλέα σου όντινα καταστήσης επί σε, εις έθνος το οποίον δεν εγνώρισας, συ, ουδέ οι πατέρες σου· και εκεί θέλεις λατρεύσει άλλους θεούς, ξύλα και λίθους.» (Δευτ. 28:35, 36, ΜΝΚ) Τριακόσια πενήντα και πλέον χρόνια αργότερα ολόκληρο το έθνος Ισραήλ εζήτησε ένα τέτοιο βασιλέα, και ο Θεός τούς έδωσε τον Σαούλ τον υιόν του Κεις.—1 Σαμ. 8:4 ως 12:5.
26. (α) Σε ποια Ισραηλιτική φυλή ανήκε ο Σαούλ ο γυιός του Κεις; (β) Αλλά σε ποιον επροφήτευσε ο πατριάρχης Ιακώβ ότι θα εδίδετο η βασιλική ισχύς στον Ισραήλ, και, επομένως, ποιος θα ήρχετο σ’ αυτή τη φυλή;
26 Ο βασιλεύς Σαούλ ήταν από τη φυλή του Βενιαμίν. Αλλά πολύ προτού δοθή ο Νόμος μέσω του Μωυσέως, ο Ιεχωβά Θεός ενέπνευσε τον πατριάρχη Ιακώβ ή Ισραήλ να προφητεύση ότι η βασιλική ισχύς στον Ισραήλ θα ευρίσκετο στα χέρια της φυλής του Ιούδα και ότι το σκήπτρον και ο νομοθέτης δεν θα εξέλειπαν ποτέ από αυτή τη φυλή. Κάποιος ονομαζόμενος Σηλώ (που σημαίνει «Εκείνος εις τον Οποίον Ανήκει») θα ήρχετο σ’ αυτή τη φυλή, «και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών».
27. Πώς θα μπορούσε να λεχθή ότι η προφητεία του Ιακώβ περιλαμβάνεται στον Νόμο που εδόθη μέσω του Μωυσέως;
27 Η προφητεία αυτή σχετικά με την βασιλεία είχε γραφή στο πρώτο βιβλίο της Γραφής, τη Γένεσι 49:8-10. Αλλά το βιβλίο της Γενέσεως είχε γραφή από τον Μωυσή. Ό,τι είναι σήμερα τα πρώτα πέντε βιβλία της Γραφής, ήταν αρχικώς μόνο ένα βιβλίο γραμμένο από τον Μωυσή. Στις ημέρες του Ιησού Χριστού, όταν οι Ιουδαίοι ανεφέροντο στις μεγάλες υποδιαιρέσεις των βιβλίων των Εβραϊκών Γραφών, τα πρώτα πέντε βιβλία της Γραφής, τα γραμμένα από τον Μωυσή, ελέγοντο ο Νόμος ή «Τορά», έτσι ώστε το βιβλίο της Γενέσεως ήλθε κάτω από την επικεφαλίδα «ο Νόμος», το Τορά. Μετά την ανάστασί του εκ νεκρών ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του: «Ούτοι είναι οι λόγοι τους οποίους ελάλησα προς υμάς, ότε ήμην έτι μεθ’ υμών [εν σαρκί], ότι πρέπει να πληρωθώσι πάντα τα γεγραμμένα εν [1] τω νόμω του Μωυσέως και [2] προφήταις και [3] ψαλμοίς περί εμού.» (Λουκ. 24:44) Γι’ αυτό το λόγο, η έκφρασις «ο Νόμος» μπορούσε να περιλαμβάνη τα γραμμένα στο βιβλίο της Γενέσεως, περιλαμβανομένης και αυτής της προφητείας, που έγινε από τον πατριάρχη Ιακώβ, σχετικά με την βασιλεία στη φυλή του Ιούδα.
28. (α) Για να ‘μαρτυρήση εις την αλήθειαν’ πλήρως ο Ιησούς, γιατί έπρεπε να γεννηθή σε μια ιδιαίτερη οικογένεια και όχι μόνο από μια ιδιαίτερη φυλή; (β) Πώς ο Θεός έκαμε την υπόσχεσί του για τη βασιλεία ακόμη ισχυρότερη, και σε ποιον ανήκε πραγματικά η βασιλεία;
28 Για να ‘μαρτυρήση εις την αλήθειαν’, τη σχετική με τη βασιλεία του Θεού, ο Ιησούς εγεννήθη στη φυλή του Ιούδα. (Εβρ. 7:14) Αλλά για να μπορέση ο Ιησούς να ‘μαρτυρήση εις την αλήθειαν’ πλήρως, η γέννησίς του δεν μπορούσε να γίνη μέσα σε οποιαδήποτε, μη ιδιαίτερη, οικογένεια στη φυλή του Ιούδα. Η γέννησίς του έπρεπε να γίνη στην οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ από τη Βηθλεέμ· και έγινε. (Ρωμ. 1:1-4) Γιατί αυτό; Διότι ο Δαβίδ από τη φυλή του Ιούδα είχε γίνει βασιλεύς του Ισραήλ, για να διαδεχθή τον Βασιλέα Σαούλ και το γυιό του Ις-βοσθέ, και τότε ο Ιεχωβά Θεός έκαμε ένα ιεροπρεπές συμβόλαιο ή διαθήκη με τον Βασιλέα Δαβίδ για να παραμείνη η βασιλεία του λαού του Θεού στη βασιλική οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ για πάντα. Αυτό εσήμαινε ότι τελικά ο Δαβίδ θα είχε ένα μόνιμο κληρονόμο στη Βασιλεία. (2 Σαμ. 7:11-16· 1 Χρον. 17:11-15) Ο Ιεχωβά Θεός όχι μόνο έκαμε αυτή την υπόσχεσι στον πιστό Βασιλέα Δαβίδ, αλλά έκαμε ισχυρότερη την υπόσχεσί του αυτή με το να ορκισθή. Ορκιζόμενος, έτσι, ο Θεός ωρκίζετο πράγματι χάριν της ιδικής του βασιλείας, διότι ο ίδιος ο Βασιλεύς Δαβίδ ανεγνώρισε ότι η βασιλεία επάνω στον Ισραήλ ανήκε πραγματικά στον Ιεχωβά και ότι ο θρόνος, επάνω στον οποίον εκάθητο στην Ιερουσαλήμ, ήταν πραγματικά «θρόνος του Ιεχωβά». (1 Χρον. 29:10, 11, 23, ΜΝΚ) Σχετικά με αυτή την ένορκη δήλωσι, η οποία ήταν για να επιβεβαιώση την διαθήκη με τον Δαβίδ για μια αιώνια βασιλεία, διαβάζομε:
29. Τι είχε να πη ο Ψαλμός 89 σχετικά με αυτή τη διαθήκη και τον όρκο του Θεού σχετικά με τη βασιλεία του Δαβίδ;
29 «“Έκαμα διαθήκην μετά του εκλεκτού μου· ώμοσα προς Δαβίδ τον δούλον μου· δια παντός θέλω στερεώσει το σπέρμα σου, και θέλω οικοδομήσει τον θρόνον σου εις γενεάν και γενεάν” . . . Δεν θέλω παραβή την διαθήκην μου, ουδέ θέλω αθετήσει ό,τι εξήλθεν εκ των χειλέων μου. Άπαξ ώμοσα εις την αγιότητά μου, ότι δεν θέλω ψευσθή προς τον Δαβίδ. Το σπέρμα αυτού θέλει διαμένει εις τον αιώνα, και ο θρόνος αυτού ως ο ήλιος, ενώπιόν μου· ως η σελήνη θέλει στερεωθή εις τον αιώνα, και μάρτυς πιστός εν τω ουρανώ.»—Ψαλμ. 89:3, 4, 34-37· Πράξ. 2:30.
30. Ποια ήσαν, λοιπόν, τα «ελέη του Δαβίδ», που αναφέρονται στο εδάφιο Ησαΐας 55:3, και γιατί ήταν βέβαιο ότι θα είναι πιστά;
30 Αυτή η διαθήκη για τη βασιλεία και όλες τις μορφές της είναι αυτό, που ο λόγος του Θεού αποκαλεί τα «ελέη του Δαβίδ», ο δε όρκος του Θεού επ’ αυτής προσέθεσε στην πιστότητα και αξιοπιστία της. Επομένως, σ’ ένα καιρό διωγμού, ο λαός του Θεού, ο οποίος εξαρτάται από αυτόν για να εκπληρώση αυτή τη διαθήκη για τη βασιλεία, μπορεί πολύ ορθά να προφέρη τους λόγους του ψαλμωδού, όχι με κάποια αμφιβολία για τη διαθήκη, αλλά ως μια έκκλησι προς τον Θεό σχετικά με αυτήν, και να πη: «Πού είναι τα ελέη σου τα αρχαία, Ιεχωβά, τα οποία ώμοσας προς τον Δαβίδ εν τη αληθεία σου;» (Ψαλμ. 89:49, ΜΝΚ) Με διακριτικότητα ο Θεός βεβαιώνει τον λαό του για την πιστότητά του στη διαθήκη, λέγοντας: «Θέλω κάμει προς εσάς αιώνιον διαθήκην, τα ελέη του Δαβίδ τα πιστά». (Ησ. 55:3) Ο Ιησούς Χριστός ιδιαιτέρως μπορούσε να λάβη παρηγοριά από αυτή την θεία υπόσχεσι.
31. (α) Γιατί, λοιπόν, ο Ιησούς εγεννήθη στη βασιλική οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ; (β) Πώς ο Ιεχωβά απήντησε έτσι στην προσευχή του Ψαλμού 132:1-18;
31 Έτσι με τον σκοπό να κάμη τη διαθήκη για τη βασιλεία μια αιώνια αλήθεια, ο Ιησούς εγεννήθη στη βασιλική οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ, για να γίνη ο Μόνιμος Κληρονόμος του Δαβίδ. Έτσι, ο Ιεχωβά δεν απεδείχθη αναληθής προς τον Βασιλέα Δαβίδ και δεν αθέτησε την υπόσχεσί του να δώση σ’ αυτόν τον κεχρισμένο βασιλέα ένα μόνιμο κληρονόμο. Ο Ιεχωβά απήντησε στην προσευχή που έγινε σ’ αυτόν στον Ψαλμό 132:1-18, ΜΝΚ: «Ένεκεν Δαβίδ του δούλου σου, μη αποστρέψης το πρόσωπον του κεχρισμένου σου. Ώμοσεν ο Ιεχωβά αλήθειαν προς τον Δαβίδ, δεν θέλει αθετήσει αυτήν, “Εκ του καρπού του σώματός σου θέλω θέσει επί τον θρόνον σου. . . . Εκεί θέλω κάμει να βλαστήση κέρας εις τον Δαβίδ· ητοίμασα λύχνον δια τον κεχρισμένον μου. Τους εχθρούς αυτού θέλω ενδύσει αισχύνην· επί δε αυτόν θέλει ανθεί το διάδημα αυτού”.»
32, 33. Πώς ο Πέτρος την ημέρα της Πεντηκοστής έδωσε μαρτυρία για τον όρκο του Θεού προς τον Δαβίδ για τη βασιλεία και για την εκπλήρωσί του;
32 Ο απόστολος Πέτρος ήταν ένας, ο οποίος είχε δώσει μαρτυρία για την αλήθεια όλων αυτών. Την ημέρα της εορτής της Πεντηκοστής, πενήντα ημέρες μετά την ανάστασι του Ιησού Χριστού εκ νεκρών, ο Πέτρος εξήγησε την έκχυσι του αγίου πνεύματος του Θεού επάνω στους μαθητάς του Χριστού εκεί στην Ιερουσαλήμ και είπε:
33 «Άνδρες αδελφοί, δύναμαι να σας είπω μετά παρρησίας περί του πατριάρχου Δαβίδ, ότι και ετελεύτησε και ετάφη, και το μνήμα αυτού είναι παρ’ ημίν μέχρι της ημέρας ταύτης. Επειδή λοιπόν ήτο προφήτης, και ήξευρεν ότι μεθ’ όρκου ώμοσε προς αυτόν ο Θεός, ότι εκ του καρπού της οσφύος αυτού θέλει αναστήσει κατά σάρκα τον Χριστόν, δια να καθίση αυτόν επί του θρόνου αυτού, προϊδών ελάλησε περί της αναστάσεως του Χριστού, ότι δεν εγκατελείφθη η ψυχή αυτού εν τω άδη, ουδέ η σαρξ αυτού είδε διαφθοράν. Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός, του οποίου πάντες ημείς είμεθα μάρτυρες. Αφού λοιπόν υψώθη δια της δεξιάς του Θεού, και έλαβε παρά του Πατρός την επαγγελίαν του Αγίου Πνεύματος, εξέχεε τούτο το οποίον τώρα σεις βλέπετε και ακούετε. Διότι ο Δαβίδ δεν ανέβη εις τους ουρανούς· λέγει όμως αυτός, “Είπεν ο Ιεχωβά προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου.” Βεβαίως λοιπόν ας εξεύρη πας ο οίκος του Ισραήλ, ότι ο Θεός Κύριον και Χριστόν έκαμεν αυτόν τούτον τον Ιησούν, τον οποίον σεις εσταυρώσατε».—Πράξ. 2:29-36, ΜΝΚ.
«ΚΥΡΙΟΣ» ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΑΒΙΔ
34. (α) Πώς έγινε ο Ιησούς Χριστός Κύριος του Δαβίδ, και πού προείπε ο Δαβίδ αυτή τη στροφή των πραγμάτων; (β) Πότε ο Δαβίδ θ’ αναγνωρίση προσωπικώς την κυριότητα του Ιησού;
34 Εδώ ο απόστολος Πέτρος, κάτω από έμπνευσιν του εκχυθέντος αγίου πνεύματος, εδήλωσε ότι ο εξυψωμένος Ιησούς Χριστός ήταν ο Κύριος του Βασιλέως Δαβίδ, δηλαδή, ανώτερος από τον Βασιλέα Δαβίδ. Ο θρόνος του Βασιλέως Δαβίδ ήταν απλώς ένας επίγειος θρόνος, ο οποίος ελέγετο «θρόνος του Ιεχωβά»· αλλά ο Ιησούς Χριστός είχε τεθή σ’ ένα ουράνιο θρόνο, στα δεξιά αυτού του Θεού. Επρόκειτο να είναι ένας αθάνατος, αιώνιος ουράνιος βασιλεύς. Στο προσεχές μέλλον, όταν ο Δαβίδ θ’ αναστηθή εκ νεκρών, θα μάθη για τον απόγονό του, Ιησού Χριστό, και θ’ αναγνωρίση αυτόν τον εξυψωμένο ως Κύριόν του, τον αληθινό Χριστό ή Κεχρισμένο. Στον Ψαλμό 110 ο Βασιλεύς Δαβίδ προείπε την κυριότητα του Ιησού Χριστού. Ο απόστολος Πέτρος παρέθεσε το πρώτο εδάφιο αυτού του ψαλμού και το εφήρμοσε στον Ιησού Χριστό, ως εκπληρωμένο σ’ αυτόν. Έτσι, πραγματικά, ο θεόπνευστος Πέτρος εφήρμοσε ολόκληρο τον ψαλμό στον Ιησού Χριστό. Και ο απόστολος Παύλος, επίσης, τον εφαρμόζει σ’ αυτόν.
35. Σε ποιον ωρκίσθη ο Ιεχωβά στον Ψαλμό 110:4, και σχετικά με τι;
35 Αυτός ο ψαλμός του Δαβίδ αναφέρει τον Ιεχωβά ως ορκιζόμενο και πάλι, αλλά αυτή τη φορά όχι στον Βασιλέα Δαβίδ, αλλά στον Κύριο του Δαβίδ στα δεξιά του Θεού στους ουρανούς. Απευθυνόμενο σ’ αυτόν, το τέταρτο εδάφιο του Ψαλμού 110 (ΜΝΚ) αναγγέλλει: «Ώμοσεν ο Ιεχωβά, και δεν θέλει μεταμεληθή, Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.» Επομένως, ο Ιεχωβά ορκίζεται εδώ στον Υιό του, Ιησού Χριστό.
36. Τι το ειδικό υπήρχε σχετικά με την «τάξιν» του Μελχισεδέκ, και πώς αυτός απεδείχθη ανώτερος του Αβραάμ;
36 Ποιος ήταν αυτός ο Μελχισεδέκ, του οποίου η «τάξις» επρόκειτο να τύχη μιμήσεως στον Κύριον του Δαβίδ, Ιησού Χριστόν; Ο Νόμος, ο οποίος εδόθη μέσω του Μωυσέως, και περιλαμβάνει το βιβλίο της Γενέσεως, μας πληροφορεί. Ο Μελχισεδέκ δεν ήταν μόνο ένας ιερεύς αλλά και ένα βασιλεύς. Σύμφωνα με τα εδάφια Γένεσις 14:17-20, εξήλθε από τη βασιλική του πόλι για να συναντήση τον πατριάρχη Αβραάμ, όταν επέστρεφε νικητής από μια μάχη. Διαβάζομε: «Ο Μελχισεδέκ, βασιλεύς Σαλήμ, έφερεν έξω άρτον και οίνον· ήτο δε ιερεύς του Θεού του Υψίστου. Και ευλόγησεν αυτόν, και είπεν, Ευλογημένος ο Άβραμ παρά του Θεού του υψίστου, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γην· και ευλογητός ο Θεός ο ύψιστος, όστις παρέδωκε τους εχθρούς σου εις την χείρα σου. Και ο Άβραμ έδωκεν εις αυτόν δέκατον από πάντων». Ο Μελχισεδέκ, λοιπόν, ήταν ανώτερος του Άβραμ.
37. (α) Από ποιον εκληρονόμησε ο Ιησούς τη βασιλεία; (β) Έλαβε μήπως ο Ιησούς το ιερατείο του στον αιώνα από τον Αρχιερέα Ααρών, ή πώς;
37 Στα εδάφια Εβραίους 6:20 έως 7:17 η ένορκος δήλωσις του Ψαλμού 110:4 εφαρμόζεται στον Ιησού Χριστό. Η «τάξις», κατά την οποίαν γίνεται όμοιος με τον Βασιλέα-Ιερέα Μελχισεδέκ, εξηγείται λεπτομερώς. Ο Μελχισεδέκ ως ένας βασιλεύς-ιερεύς δεν είχε διαδόχους επί της γης. Ο Ιησούς Χριστός δεν εκληρονόμησε ούτε ιερατείο ούτε βασιλεία από τον Μελχισεδέκ. Έγινε ο Μόνιμος Κληρονόμος του Βασιλέως Δαβίδ σύμφωνα με τη διαθήκη για τη βασιλεία, αλλά δεν εκληρονόμησε το ιερατείο του από τον Αρχιερέα Ααρών της φυλής του Λευί. Ο Ιησούς δεν είχε γεννηθή από τη φυλή του Λευί, διότι έπρεπε να είναι απόγονος του Δαβίδ. Πώς ο Ιησούς έλαβε το ιερατείο του δια παντός; Μέσω της ενόρκου δηλώσεως του Ιεχωβά, όπως αναφέρεται στον Ψαλμό 110:4.
38. Πώς επαλήθευσε στον Ιησού Χριστό εκείνο που εξεικόνιζε ο Μελχισεδέκ, και επομένως για ποιο πράγμα δεν θα μεταμεληθή ο Ιεχωβά;
38 Εφόσον ο αρχαίος Μελχισεδέκ επρόκειτο να δείξη την «τάξιν» ενός μελλοντικού Βασιλέως-Ιερέως, ο Μελχισεδέκ ήταν ένα προφητικό ιστορικό πρόσωπο και εξεικόνιζε τον μεγαλύτερο Βασιλέα-Ιερέα, Ιησού Χριστό. Εκείνο που ο Μελχισεδέκ εξεικόνιζε επαλήθευσε στον Ιησού Χριστό. Το όνομα του Μελχισεδέκ σημαίνει «Βασιλεύς Δικαιοσύνης»· και ως βασιλεύς της Σαλήμ, που σημαίνει «Ειρήνη», ήταν, επίσης, «βασιλεύς ειρήνης». Εν τούτοις, ο Ιησούς Χριστός ήταν ο πραγματικός Μελχισεδέκ, τον οποίον ο Θεός είχε υπ’ όψι του πριν από πολύν καιρό· ήταν ο πραγματικός Μελχισεδέκ, τον οποίον ο πραγματικός «Βασιλεύς ειρήνης». Είναι ο πραγματικός Βασιλεύς-Ιερεύς, ο οποίος κάνει αιώνια εξιλέωσι για όλο το ανθρώπινο γένος και ο οποίος θα βασιλεύση ειρηνικά επάνω σε όλη τη γη. Ο Ιεχωβά Θεός δεν θα μεταμεληθή ποτέ διότι ώμοσε να τον κάμη Βασιλέα-Ιερέα.
Η ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ
39. Πώς ο Ιησούς Χριστός ήταν η αλήθεια, και πώς πραγματικά εμαρτύρησε εις την αλήθειαν;
39 Από όλ’ αυτά γίνεται έκδηλο ότι ο Ιησούς Χριστός είναι η Αλήθεια. Είναι η πραγματοποίηση της αληθείας, την οποία ετόνιζαν από πριν οι σκιές του Μωσαϊκού νόμου καθώς επίσης και οι προφητείες των Εβραϊκών Γραφών. Όλ’ αυτά τα προφητικού χαρακτήρος πράγματα συνεκεντρώνοντο σ’ αυτόν. Γι’ αυτό εγεννήθη και γι’ αυτό ήλθε στον κόσμο για να μαρτυρήση στην αλήθεια αυτών των πραγμάτων με το να τα εκπληρώση. Αυτός ήταν η ζώσα Αλήθεια των αποκαλύψεων εκείνων του σκοπού του Θεού, των πραγμάτων εκείνων, για τα οποία ο Θεός είχε ορκισθή.
40, 41. (α) Απ’ αυτή την άποψι, πώς ήταν ακριβής ο Ιησούς λέγοντας ότι αυτός ήταν η αλήθεια; (β) Μ’ αυτή την ιδιότητα, ποιους ωφελεί, και πώς ο Παύλος το δείχνει αυτό στα εδάφια Ρωμαίους 15:8-12;
40 Όταν ήταν στη γη ως άνθρωπος, ο Ιησούς ήταν αποφασισμένος να δώση μαρτυρία για την αλήθεια του Θεού, που ήταν αναγεγραμμένη στις Εβραϊκές Γραφές, Τη νύχτα που έπεσε στα χέρια των εχθρών του είπε στους πιστούς του αποστόλους: «Εγώ είμαι η οδός, και η αλήθεια, και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι’ εμού.» (Ιωάν. 14:6) Δεν ήταν ακριβής λέγοντας αυτά τα λόγια; Ναι, διότι πραγματικά αυτός ήταν η Αλήθεια. Δεν ήταν σκιά Μεσσίου ή Χριστού. Ήταν ο πραγματικός εκείνος, για τον οποίον είχε δοθή η υπόσχεσις. Δεν ήταν σκιά βασιλέως-ιερέως. Ήταν ουσιαστικά ο πραγματικός βασιλεύς-ιερεύς, ο οποίος είχε προεικονισθή. Ως ένας τέτοιος, ωφελεί όχι μόνο τους περιτετμημένους Ιουδαίους, αλλά, επίσης, όλα τα μη Ιουδαϊκά έθνη. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος λέγει:
41 «Λέγω δε, ότι ο Ιησούς Χριστός έγεινε διάκονος της περιτομής υπέρ της αληθείας του Θεού, δια να βεβαιώση τας προς τους πατέρας επαγγελίας· και δια να δοξάσωσι τα έθνη τον Θεόν δια το έλεος αυτού, καθώς είναι γεγραμμένον, “Δια τούτο θέλω σε υμνεί μεταξύ των εθνών, και εις το όνομά σου θέλω ψάλλει.” Και πάλιν λέγει, “Ευφράνθητε, έθνη, μετά του λαού αυτού.” Και πάλιν, “Αινείτε τον Ιεχωβά, πάντα τα έθνη, και δοξολογείτε αυτόν, πάντες οι λαοί.” Και πάλιν ο Ησαΐας λέγει, “Θέλει είσθαι η ρίζα του Ιεσσαί [πατρός του Βασιλέως Δαβίδ],” και “ο ανιστάμενος δια να βασιλεύη επί τα έθνη· εις αυτόν τα έθνη θέλουσιν ελπίσει”.»—Ρωμ. 15:8-12, ΜΝΚ· Ψαλμ. 18:49· 117:1· Δευτ. 32:43· Ησ. 11:10.
42. (α) Πώς έγινε πραγματικά ο Ιησούς «διάκονος της περιτομής»; (β) Πώς ο Ιησούς ‘επαλήθευσε’ τις υποσχέσεις, που είχε κάμει ο Θεός στους πατέρας;
42 Κάποτε, όταν συνήντησε μια Χαναναία [Φοίνισσα, ΜΝΚ] γυναίκα, ο Ιησούς Χριστός είπε: «Δεν απεστάλην, ειμή εις τα πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.» Όταν απέστειλε τους δώδεκα αποστόλους του να κηρύξουν τη βασιλεία των ουρανών, ο Ιησούς τούς είπε: «Εις οδόν εθνών μη υπάγετε, και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθετε· υπάγετε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.» (Ματθ. 15:24· 10:5, 6) Διότι, επειδή είχε γεννηθή και περιτμηθή ως ένας Ιουδαίος κάτω από τον Μωσαϊκό νόμο, ο Ιησούς «έγινε διάκονος της περιτομής». Αυτή η διακονία του Ιησού Χριστού προς τους περιτετμημένους Ιουδαίους έγινε «υπέρ της αληθείας του Θεού», διότι ο Ιεχωβά Θεός είχε ειπεί προς τους πατριάρχας Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ ότι όλα τα έθνη της γης θα ηυλογούντο μέσω του σπέρματός των. Φυσικά, λόγω της ανθρωπίνης γεννήσεως, το «σπέρμα» των θα ήταν Ισραηλίται ή Ιουδαίοι, Εβραίοι. (Γέν. 22:18· 26:4· 28:14) Επομένως, σύμφωνα με τη φυσική διάταξι των πραγμάτων, ήταν ανάγκη ν’ αποκαταστήση ο Ιησούς Χριστός την ‘αλήθειαν του Θεού’ όσον αφορά τις υποσχέσεις εκείνες, που έγιναν στους τρείς Εβραίους πατριάρχας· πώς; Με το να προσφέρη πρώτον στους Ιουδαίους την ευκαιρία να λάβουν την Αβρααμιαία ευλογία και να γίνουν το πνευματικό σπέρμα του Αβραάμ. Ήταν απολύτως υποχρεωτικό για τον Ιησού να σεβασθή την ένορκο δήλωσι του Ιεχωβά Θεού, διότι ο Θεός είχε βεβαιώσει μεθ’ όρκου ότι οι επαγγελίες του προς τους πατριάρχας ήσαν αληθείς, και ο Ιησούς επρόκειτο να «βεβαιώση [επαληθεύση, ΜΝΚ]» αυτές τις επαγγελίες.
43. (α) Για να κρατήση ποιο πράγμα εξήγαγε ο Ιεχωβά τους απογόνους των πατέρων από την Αίγυπτο; (β) Πώς έκαμε ισχυρότερη την υπόσχεσί του προς τους πατέρας;
43 Προς τους περιτετμημένους απογόνους των πατριαρχών, ο Μωυσής είπε: Αλλ’ επειδή ο Ιεχωβά σας ηγάπησε και δια να φυλάξη τον όρκον τον οποίον ώμοσε προς τους πατέρας σας, σας εξήγαγεν ο Ιεχωβά . . . εκ χειρός Φαραώ, βασιλέως Αιγύπτου.» (Δευτ. 7:8, ΜΝΚ) Το ότι ώμοσε ο Θεός προς τους πατριάρχας αναφέρεται περαιτέρω στον Ψαλμό 105:7-11,b (ΜΝΚ), ο οποίος λέγει: «Αυτός είναι Ιεχωβά ο Θεός ημών· εν πάση τη γη είναι αι κρίσεις αυτού. Μνημονεύετε πάντοτε της διαθήκης αυτού, του λόγου τον οποίον προσέταξεν εις χιλίας γενεάς, της διαθήκης την οποίαν έκαμε προς τον Αβραάμ, και τον όρκον αυτού προς τον Ισαάκ· και εβεβαίωσεν αυτόν προς τον Ιακώβ δια νόμον, προς τον Ισραήλ δια διαθήκην αιώνιον, λέγων, Εις σε θέλω δώσει την γη Χαναάν, μερίδα της κληρονομιάς σας.»—Βλέπε, επίσης, Γένεσιν 24:6, 7· 50:24· Έξοδον 6:8· Ιερεμίαν 11:4, 5.
44. Ποια πρόσωπα, πρωτίστως, σέβονται τον όρκο του Θεού;
44 Ο Ιεχωβά Θεός σέβεται τον όρκον του και ποτέ δεν αποδεικνύεται ψευδής σ’ αυτόν. Ομοίως και ο Ιησούς Χριστός, όταν ήταν επάνω στη γη, εσεβάσθη τον όρκο του Ιεχωβά και προσπάθησε ν’ αποδείξη την αλήθειά του.
45. (α) Σε ποιον εκπληρώνονται οι όρκοι του Θεού σχετικά με τη βασιλεία και το ιερατείο; (β) Με ποια ιστορικά γεγονότα ήλθε η αλήθεια του Θεού;
45 Έτσι στον Ιησού Χριστό διαπιστώνομε ότι εκπληρώνεται ο όρκος του Θεού για επιβεβαίωσι της διαθήκης, την οποία έκαμε με τον Δαβίδ για μια αιώνια βασιλεία, και ο όρκος του Θεού για την υποστήριξι του διορισμού που έκαμε ενός αιωνίου ιερέως κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Με τη γέννησι του Ιησού επάνω στη γη, την έλευσί του στον κόσμο κατά τον χρόνο του βαπτίσματός του στο νερό, την επί τριάμισυ έτη δημοσία υπηρεσία του υπέρ της βασιλείας του Θεού, τον θάνατό του σε πιστότητα προς τον Θεό, την ανάστασί του εκ νεκρών και την ανύψωσί του στον ουρανό, με όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα ήλθε η αλήθεια, ήλθε η αλήθεια του Θεού. Η όλη σταδιοδρομία του Ιησού Χριστού ήταν έτσι μια μαρτυρία για την αλήθεια.
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ Η ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ!
46. Ποια είναι, λοιπόν, η απάντησις της Γραφής στο ερώτημα του Ρωμαίου κυβερνήτου, «Τι Είναι Αλήθεια;»
46 Πώς, λοιπόν, θ’ απαντήσωμε στην ερώτησι, που έκαμε ο Ρωμαίος Κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος στον Ιησού, δηλαδή, «Τι είναι αλήθεια;» Αν ληφθούν υπ’ όψι οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες ετέθη η ερώτησις, η απάντησις της Γραφής πρέπει να είναι: Η «αλήθεια» είναι η βασιλεία του Θεού με τον Ιησού Χριστό τον «Υιόν του Δαβίδ» να υπηρετή στον θρόνο ως Βασιλεύς-ιερεύς.
47. (α) Τι, λοιπόν, δεν είναι περίεργο σχετικά με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής; (β) Πώς η βασιλική ιδιότης του Θεού τονίζεται στο τελευταίο βιβλίο των Εβραϊκών Γραφών και στο πρώτο βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών;
47 Είναι, συνεπώς, περίεργο, ότι η βασιλεία του Θεού δια του Χριστού είναι το κύριον δόγμα ή διδασκαλία της Αγίας Γραφής; Από το πρώτο της βιβλίο, τη Γένεσι, που ομιλεί για το προφητικό πρόσωπο, τον Μελχισεδέκ, ως το τελευταίο της βιβλίο, την Αποκάλυψι, που περιγράφει τη γέννησι της Βασιλείας και την επί χίλια χρόνια διακυβέρνησί της, η Γραφή προσκολλάται στο θέμα της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού. Σε αρμονία με αυτό, στο τελευταίο βιβλίο των αρχαίων Εβραϊκών Γραφών, ο Θεός εφιστά την προσοχή στην βασιλική του ιδιότητα, λέγοντας: « Εγώ είμαι Βασιλεύς μέγας, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων, και το όνομά μου είναι τρομερό εν τοις έθνεσι.» (Μαλαχ. 1:14, ΜΝΚ) Και, σύμφωνα με το πρώτο βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, όταν ο Ιησούς ο Υιός του Θεού ήλθε στον κόσμο για να κάμη έναρξι της Μεσσιανικής του υπηρεσίας προς τον Θεό, προηγήθηκε από αυτόν ένας πρόδρομος, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο οποίος εκήρυττε στους περιτετμημένους Ιουδαίους: «Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.»—Ματθ. 3:1, 2.
48. Πώς ετόνισε ο Ιησούς την διδασκαλία της Βασιλείας, όταν ακολούθησε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και όταν προείπε το τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων;
48 Όταν ο Ιησούς Χριστός ακολούθησε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, είπε επίσης; «Επληρώθη ο καιρός και επλησίασεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε, και πιστεύετε εις το ευαγγέλιον.» (Μάρκ. 1:14, 15) Τελικά, όταν ο Ιησούς Χριστός προείπε το κήρυγμα, που θα εσημείωνε την επιστροφή του και δευτέρα παρουσία του και την συντέλεια του συστήματος πραγμάτων, ποια ιδιαίτερη Βιβλική διδασκαλία είπε ότι θα εκηρύττετο από τους μαθητάς του; Οι λόγοι του που έχουν αναγραφή εις Ματθαίον 24:14 δίνουν την απάντησι : «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη και τότε θέλει έλθει το τέλος».—Ματθ. 24:3, 14.
49, 50. (α) Σύμφωνα με τα εδάφια Αποκάλυψις 11:15-18, γιατί υπάρχει σοβαρός λόγος σήμερα για να κηρυχθή αυτή η πρωτίστη Βιβλική διδασκαλία; (β) Την κατάρριψι του Σατανά από τους ουρανούς θα ακολουθούσε ποια κατάλληλη αναγγελία από τους ουρανούς;
49 Σήμερα υπάρχει σοβαρός λόγος για να κηρυχθή πρωτίστως η Βιβλική αυτή διδασκαλία. Γιατί; Διότι αυτό το «τέλος του συστήματος πραγμάτων» (ΜΝΚ) επρόκειτο να είναι ο καιρός για τη γέννησι της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού στους ουρανούς, όπως περιεγράφη προφητικώς στο τελευταίο βιβλίο της Γραφής, την Αποκάλυψι. Όταν συνέβη αυτό το γεγονός, πολλές φωνές στον ουρανό ενώθηκαν μαζί για ν’ αναγγείλουν: «Αι βασιλείαι του κόσμου έγειναν του Κυρίου ημών, και του Χριστού αυτού, και θέλει βασιλεύσει εις τους αιώνας των αιώνων». Επίσης, στον Κύριο τον Θεό, ο οποίος είναι η πραγματική Δύναμις πίσω από τη Μεσσιανική βασιλεία, προσεφέρθησαν ευχαριστίες με τα εξής λόγια: «Ευχαριστούμεν σοι, Ιεχωβά Θεέ Παντοκράτωρ, ο Ων και ο Ην, διότι έλαβες την δύναμίν σου την μεγάλην, και εβασίλευσας· και τα έθνη ωργίσθησαν, και ήλθεν η οργή σου». (Αποκάλ. 11:15-18, ΜΝΚ) Επί πλέον, όταν ο Σατανάς ο μέγας εναντιούμενος στην ουρανία βασιλεία θα κατερρίπτετο από τον ουρανό κάτω στη γη, η αναγγελία επρόκειτο να γίνη μεγαλοφώνως από τους ουρανούς:
50 «Τώρα έγεινεν η σωτηρία και η δύναμις και η βασιλεία του Θεού ημών, και η εξουσία του Χριστού αυτού· διότι κατερρίφθη ο κατήγορος των αδελφών ημών, ο κατηγορών αυτούς ενώπιον του Θεού ημών ημέραν και νύκτα.»—Αποκάλ. 12:5-10.
Ο «ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ»
51. Λόγω των λεπτομερειών που μας δίνει και λόγω των συγγραφέων της, πώς ορθώς καλείται η Γραφή;
51 Η Μεσσιανική βασιλεία του Θεού είναι η «αλήθεια», και για να δώση μαρτυρία γι’ αυτήν εγεννήθη και ήλθε στον κόσμον ο Ιησούς. Εφόσον η Αγία Γραφή μάς παρέχει πλήρως τις λεπτομέρειες γι’ αυτή τη βασιλεία, ορθώς η Γραφή λέγεται «ο λόγος της αληθείας». Οι άνθρωποι, οι οποίοι έλαβαν μέρος στη συγγραφή της Βίβλου κάτω από θεία έμπνευσι, ήσαν εκζητηταί της αληθείας. Παραδείγματος χάριν, ο Βασιλεύς Σολομών ανεφέρθη στον εαυτό του ως τον εκκλησιαστή του λαού του Θεού και έγραψε: «Ο Εκκλησιαστής εζήτησε να εύρη λόγους ευαρέστους· και το γεγραμμένον ήτο ευθύτης, και λόγοι αληθείας.» (Εκκλησ. 12:10) Ο άγγελος, ο οποίος εστάλη να πη στον προφήτη Δανιήλ μια πολύ ζωτική πληροφορία σχετικά με τον «έσχατον καιρόν», στον οποίον τώρα ζούμε, είπε: «Θέλω σοι αναγγείλει το γεγραμμένον εν τη γραφή της αληθείας. . . Και τώρα θέλω σοι αναγγείλει την αλήθειαν.» (Δαν. 10:21· 11:2· 12:4) Ο απόστολος Παύλος, ένας εξέχων συνεργάτης στη Βίβλο, έγραψε στους συγ-Χριστιανούς του: «Να ήμεθα εις έπαινον της δόξης αυτού ημείς οι προελπίσαντες εις τον Χριστόν· εις τον οποίον και σεις ηλπίσατε, ακούσαντες τον λόγον της αληθείας, το ευαγγέλιον της σωτηρίας σας.»—Εφεσ. 1:12, 13.
52, 53. (α) Για να χρησιμεύση ως ένα όργανο της αληθείας, πώς πρέπει να χειριζώμεθα τη Γραφή, και τι δείχνει αν ο «Χριστιανικός κόσμος» την εχειρίσθη έτσι; (β) Σε τι πρέπει να περιπατούν οι Χριστιανοί σήμερα όπως και στον πρώτον αιώνα, και πώς μπορεί να γίνη αυτό;
52 Για να χρησιμεύση η Γραφή ως το όργανον για το κήρυγμα και την διδασκαλία της αληθείας από μέρους μας, πρέπει να τη χειριζώμεθα μ’ ένα ορθό τρόπο. Γι’ αυτό, όταν ο απόστολος Παύλος έγραψε σ’ ένα επίσκοπο μιας Χριστιανικής εκκλησίας να προσέχη στον εαυτό του και τη διδασκαλία του, είπε: «Σπούδασον να παράστησης σεαυτόν δόκιμον εις τον Θεόν, εργάτην ανεπαίσχυντον, ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας.» (2 Τιμ. 2:15· 1 Τιμ. 4:16) Σήμερα ο «Χριστιανικός κόσμος» καυχάται ότι έχει 900.000.000 και πλέον μέλη και έχει στη διάθεσί του τη Γραφή σε χειρόγραφα ή τυπωμένη επί πολλές εκατονταετηρίδες. Έχει όμως ορθοτομήσει τον «λόγον της αληθείας»; Όχι· διότι διδάσκει θρησκεία κατά χίλιους διαφόρους τρόπους, όπως αντιπροσωπεύεται από τις εκατοντάδες των θρησκευτικών του δογμάτων. Ο «Χριστιανικός κόσμος», ως μια εκπροσώπησις της Χριστιανοσύνης, είναι ένα ψεύδος. Αντιθέτως, η Χριστιανοσύνη, η οποία βασίζεται στην Αγία Γραφή και η οποία ορθοτομεί την Γραφήν, είναι η αλήθεια. Οι αληθινοί Χριστιανοί πρέπει ν’ ακολουθούν τη Γραφή, αν πρόκειται να περιπατούν στην αλήθεια.
53 Αυτό είναι εκείνο, που έκαμαν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος, με την αγνότητα της πίστεώς των. Επιβεβαιώνοντας το γεγονός αυτό, ο απόστολος Ιωάννης έγραψε σ’ έναν ομόπιστό του ονομαζόμενο Γάιο και είπε: «Εχάρην κατά πολλά, ότι έρχονται αδελφοί και μαρτυρούσιν εις την αλήθειάν σου, καθώς συ περιπατείς εν τη αληθεία. Μεγαλητέραν χαράν δεν έχω παρά τούτο, να ακούω ότι τα τέκνα μου περιπατούσι εν τη αληθεία.»—3 Ιωάν. 3, 4.
54. (α) Την εποχή εκείνη ποιος «λόγος» ήταν αναγκαίος για ν’ αποκυηθή ένας ως πνευματικός υιός του Θεού; (β) Για να είμεθα αληθινοί Χριστιανοί, από πού πρέπει να προερχώμεθα, και πώς πρέπει ν’ αγαπούμε;
54 Την εποχή εκείνη ένα άτομο δεν μπορούσε να γίνη ένας αληθινός Χριστιανός, αποκυημένος ως ένας πνευματικός υιός του Θεού, εκτός αν είχε ακούσει και μελετήσει και πιστεύσει την αλήθεια. Ο μαθητής Ιάκωβος εφιστά την προσοχή σ’ αυτή την ανάγκη της αληθείας όταν γράφη: «Μη πλανάσθε, αδελφοί μου αγαπητοί· πάσα δόσις αγαθή, και παν δώρημα τέλειον, είναι άνωθεν, καταβαίνον από του Πατρός των φώτων, εις τον οποίον δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής. Εξ ιδίας αυτού θελήσεως εγέννησεν ημάς δια του λόγου της αληθείας, δια να ήμεθα ημείς απαρχή τις των κτισμάτων αυτού.» (Ιάκ. 1:16-18) Ένας πραγματικός Χριστιανός μπορεί να προέλθη μόνο από την αλήθεια. Ο απόστολος Ιωάννης, ο οποίος αγαπούσε να γράφη για την αλήθεια, έγραψε σε Χριστιανούς, οι οποίοι ήσαν σ’ αυτόν προσφιλείς: «Τεκνία μου, μη αγαπώμεν με λόγον, μηδέ με γλώσσαν, αλλά με έργον και αλήθειαν. Και εκ τούτου γνωρίζομεν ότι είμεθα εκ της αληθείας, και θέλομεν πληροφορήσει τας καρδίας ημών έμπροσθεν αυτού.» (1 Ιωάν. 3:18, 19) Έτσι, αν επιθυμούμε να βεβαιώσωμε τις καρδιές μας ενώπιον του Θεού ότι είμεθα γνήσιοι Χριστιανοί, πρέπει να προερχώμεθα από την αλήθεια που μας εδόθη και πρέπει να έχωμε αδελφική αγάπη. Αν είμεθα εκ του κόσμου, θα βρισκώμαστε στην πλάνη.—1 Ιωάν. 4:4-7.
55. Πώς μπορούμε ν’ αποφύγωμε την πλάνη και το να είμεθα αντίχριστοι;
55 Έχοντας υπ’ όψι το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός είναι «η αλήθεια», όπως ο ίδιος είπε εις Ιωάννην 14:6, οφείλομε να έχωμε την ορθή πίστι σχετικά με αυτόν, αν πρόκειται να προερχώμεθα εκ της αληθείας και να είμεθα στην αλήθεια, και όχι να είμεθα αντίχριστοι. Αν δεν πιστεύωμε ότι εγεννήθη κατά σάρκα και ήλθε στον κόσμο για να είναι ο κύριος φορεύς μαρτυρίας «της αληθείας» του Θεού, τότε είμεθα στην πλάνη και είμεθα εκ του κόσμου και δεν είμεθα αληθινοί Χριστιανοί.—1 Ιωάν. 4:1-6.
56. Λόγω της γνώσεως της αληθείας, με ποια οργάνωσι θέλομε να συνταυτισθούμε, σύμφωνα με τα εδάφια 1 Τιμόθεον 3:14, 15;
56 Μέσω της Αγίας Γραφής, του «λόγου της αληθείας» του Θεού, γνωρίζομε την απάντησι στην ερώτησι, «Τι είναι αλήθεια;» Επιθυμούμε, επίσης, να είμεθα συνταυτισμένοι με την ορατή οργάνωσι αληθείας του Θεού. Αυτός εχρησιμοποίησε τον Ιησού Χριστό τον δοξασμένο Υιό του για να θεμελιώση αυτή την οργάνωσι την ημέρα της Πεντηκοστής πενήντα ημέρες μετά την ανάστασί του. Σύμφωνα με τα θεόπνευστα λόγια εις 1 Τιμόθεον 3:14, 15, αυτή η οργάνωσις είναι ο ‘οίκος του Θεού, όστις είναι η εκκλησία του Θεού του ζώντος, ο στύλος και το εδραίωμα της αληθείας’. Ναι, πράγματι, αυτό είναι εκείνο με το οποίο θέλομε να συνταυτιστούμε, ο «στύλος και το εδραίωμα της αληθείας».
57. Ώστε, τι είμεθα αποφασισμένοι να κάνωμε σχετικά με την αλήθεια;
57 Ώστε, αντί να προσπαθούμε να γκρεμίσωμε την αλήθεια—πράγμα αδύνατο—θα κάνωμε το μέρος μας για να υποστηρίξωμε την αλήθεια της Βασιλείας, εξυψώνοντάς την για να την βλέπουν όλοι. Σε όλα τα έθνη θα δώσωμε την απάντησι της Γραφής στην ερώτησι, «Τι είναι αλήθεια;» Θα συμμετέχωμε με την «εκκλησία του Θεού του ζώντος» στο κήρυγμα της αληθείας, ‘τούτου του ευαγγελίου της βασιλείας’, και θα το πράττωμε σε όλη την οικουμένη προς μαρτυρίαν σε όλα τα έθνη προτού έλθη το τέλος. (Ματθ. 24:14) Όποιος είναι εκ της αληθείας θα ακούση τη φωνή μας καθώς υπηρετούμε ως πρέσβεις Χριστού.—Ιωάν. 18:37· 2 Κορ. 5:20.
[Υποσημειώσεις]
a Η δήλωσίς του στη Λατινική λέγει τα εξής: «Auctor nominis eius Christus, Tiberio imperitante, per procuratorem Pontium Pilatum supplicio affectus est. »
Βλέπε Έργα Τακίτου Τόμος 1, σελίς 423, έκδοσις 1858 υπό του οίκου Χάρπερ και Αδελφοί, Νέα Υόρκη, Ν.Υ. Επίσης, Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, Τόμος 8, σελίς 199, στήλη 2. Επίσης, Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμος 22, εκδόσεως 1929, σελίς 83, κάτω από τη λέξι «Πιλάτος».
b Άλλες περιπτώσεις, που ο Θεός παρέχει βεβαιώσεις με όρκο ή με υψωμένη χείρα, είναι: Προς τους πατέρας: Αριθμοί 11:12· 32:11· Δευτερονόμιον 1:8, 35· Μιχαίας 7:20. Προς τον Ισραήλ: Αριθμοί 14:16, 28, 30· Νεεμίας 9:15· Ψαλμοί 95:10, 11· Εβραίους 3:17, 18· 4:3· Ιεζεκιήλ 20:5, 6. Προς τον Μωυσή: Δευτερονόμιον 4:21.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθή ότι ο Ιεχωβά Θεός ορκίζεται στο δικό του όνομα (Ιερεμ. 44:26, 27)· στην ψυχή του (Ιερεμ. 51:14· Αμώς 6:8)· στην αγιότητά του (Αμώς 4:2)· στην «Δόξαν του Ιακώβ» (Αμώς 8:7)· στον ίδιο τον εαυτό του (Ησ. 45:23· Ιερεμ. 49:13· 22:5)· στο ότι ζη εις τον αιώνα (Δευτ. 32:40, 41)· και σχετικά με το σκοπό του (Ησ. 14:24)· σχετικά μ’ ένα άλλο κατακλυσμό (Ησ 54:9)· και σχετικά με τη βρώσι και πόσι των δούλων του.—Ησ. 62:8, 9.
-
-
«Έστω ο Θεός Αληθής»Η Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
«Έστω ο Θεός Αληθής»
«Αλλ’ έστω ο Θεός αληθής, πας δε άνθρωπος ψεύστης.»—Ρωμ. 3:4.
1. Ποιος είναι ο μέγιστος κάτοχος της Βίβλου, αλλά ποια ερωτήματα εγείρονται για τη στάσι του απέναντι στη Βίβλο;
Ο ΜΕΓΙΣΤΟΣ κάτοχος του γραπτού λόγου του Θεού, της Αγίας Γραφής, είναι ο «Χριστιανικός κόσμος». Τον παραδέχεται, όμως, ως «τον λόγον της αληθείας»; Δηλαδή, Τον πιστεύει; Με τα έργα του, τα οποία ομιλούν πιο εύγλωττα από τα λόγια, προδίδει απιστία στην Αγία Γραφή, μια έλλειψι προσηλώσεως στη Γραφή, και μια απόρριψί της χάριν της κοσμικής επιστήμης, φιλοσοφίας και πολιτικής. Τι πρέπει να σκεφθούν γι’ αυτό ή να συμπεράνουν από αυτό τα δύο και πλέον δισεκατομμύρια των ανθρώπων, που δεν ανήκουν στον «Χριστιανικό κόσμο»; Λογικώς θα μπορούσαν να υποβάλουν την εξής ερώτησι: Εφόσον ο «Χριστιανικός κόσμος» δεν πιστεύει, ούτε υπακούει στο ιερώτερο Βιβλίο της θρησκείας του, δεν αποδεικνύει μήπως αυτό ότι η Αγία Γραφή δεν περιέχει την αλήθεια; Δεν αποδεικνύει μήπως αυτό ότι ο Θεός της Γραφής δεν υπάρχει, ότι δεν είναι ο αληθινός Θεός και ότι δεν είναι αληθής, αλλά είναι, πράγματι, ένας ψεύστης; Πληροφορημένοι σπουδασταί της Γραφής, οι οποίοι δεν αποτελούν μέρος του «Χριστιανικού κόσμου» θ’ απαντήσουν Όχι!
2, 3. Πώς αντιμετώπισε ο απόστολος Παύλος μια κατάστασι παρόμοια προς τη δική μας σήμερα σχετικά με το γραπτό Λόγο του Θεού;
2 Ας απευθυνθούμε σ’ ένα διάσημο Βιβλικό συγγραφέα για να σχολιάση την περίπτωσι. Αυτός είναι ο απόστολος Παύλος, που έζησε πριν από χίλια εννεακόσια χρόνια. Μια παρομοία κατάστασι αντιμετώπισαν οι αναγνώσται της Γραφής στην εποχή του. Αυτός ο Παύλος ήταν ένας περιτετμημένος Ιουδαίος, ο οποίος ευρέθη στην ανάγκη να διαφωνήση με το ίδιο το έθνος του, επειδή είχαν αφήσει ν’ αναπτυχθή μια μεγάλη παρανόησις σχετικά με την Εβραϊκή Γραφή της εποχής εκείνης. Σ’ αυτούς τους περιτετμημένους Ιουδαίους είχε ανατεθή η αποκλειστική φροντίδα της συλλογής των ιερών γραφών, αγίων εγγράφων από την εποχή του προφήτου Μωυσέως, του δεκάτου πέμπτου αιώνος πριν από την Κοινή μας Χρονολογία, ως τον προφήτη Μαλαχία του πέμπτου αιώνος πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Υπήρχαν είκοσι τέσσερα βιβλία, όπως τα μετρούν οι Ιουδαίοι, ή τριάντα εννέα βιβλία, όπως τα μετρά ο «Χριστιανικός κόσμος». Τα άγια εκείνα γράμματα, γεμάτα από προφητείες εν ονόματι του Θεού, θα έπρεπε να είχαν οδηγήσει τους Ιουδαίους εκείνους στο να γίνουν ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, ο οποίος ήλθε στη χώρα των Ιουδαίων, μίλησε σ’ αυτούς, έζησε, εργάσθηκε και απέθανε και ανεστήθη εκ νεκρών μέσα ακριβώς στη χώρα αυτών των ιδίων των Ιουδαίων.
3 Δεν είχε σημασία ότι οι Βιβλικές προφητείες του Θεού εξεπληρώθησαν ακριβώς ανάμεσα τους ως μια απόδειξις του ότι ο Ιησούς, ο απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ, ήταν ο Χριστός. Η μεγάλη πλειονότης των Ιουδαίων αρνήθηκε να τον δεχθή ως τέτοιον. Δυσπιστούσαν και έτσι παρήκουσαν στον Θεό τους Ιεχωβά. Τώρα τι πρέπει να συμπεράνωμε από όλ’ αυτά;
4. Η πορεία ενεργείας των Ιουδαίων ποιες ερωτήσεις εγείρει σχετικά με τον Θεό και τον γραπτό Λόγο του, αλλά πώς απήντησε ο Παύλος στις ερωτήσεις αυτές;
4 Δεν παραβλέπομε το γεγονός ότι ο πολύ μεγαλύτερος αριθμός των περιτετμημένων Ιουδαίων της εποχής εκείνης δεν παρεδέχθησαν τη μαρτυρία αυτών των ιδικών των αγίων γραφών της προφητείας. Μήπως, όμως, αυτό απέδειξε ότι τα ιερά εκείνα παραγγέλματα του Θεού ήσαν ψευδή; Μήπως αυτό απέδειξε ότι ο Θεός, ο Εμπνευστής της Αγίας Γραφής, δεν ήταν αληθής ως προς το μέρος του στη διαθήκη που είχε κάμει με τους Ιουδαίους μέσω του Μωυσέως; Μήπως απεδείχθη ο Θεός αναξιόπιστος, ανάξιος πίστεως, εκ μέρους μας; Θα έπρεπε, λοιπόν, ν’ απορρίψωμε τη Γραφή διότι απεδείχθη αναληθής ή διότι είναι απλώς το έργο κοινών ανθρωπίνων συγγραφέων, οι οποίοι έκαμαν λάθη και οι οποίοι ψεύδονται; Πρέπει μήπως ν’ ακολουθήσωμε την πορεία των Ιουδαίων, οι οποίοι ήσαν προσκολλημένοι στις παραδόσεις των ανθρώπων μάλλον παρά στις Άγιες Γραφές; Αν επρόκειτο ν’ αφήσωμε να μας επηρεάση το παράδειγμα των απίστων, απειθών, αυτοδικαιουμένων ανθρώπων, θ’ απαντούσαμε Ναι στην καθεμιά απ’ αυτές τις ερωτήσεις. Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίον τα 13.016.000 περιτετμημένων Ιουδαίων απαντούν σήμερα. Αλλά ο Χριστιανός απόστολος Παύλος, ο οποίος ήταν, επίσης, εκ γενετής ένας Ιουδαίος και ο οποίος ήταν «περιτετμημένος την ογδόην ημέραν,» λέγει Όχι! Δεν είχε επηρεασθή από εκείνους, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι Ιουδαίοι αλλά οι οποίοι δεν είναι αληθινοί Ιουδαίοι στην πραγματικότητα.
5. Πώς ο Παύλος, εις Ρωμαίους 2:28-3:4, επικρίνει την εσφαλμένη κρίσι που κάνομε για τον Θεό παρατηρώντας τον καθ’ ομολογίαν λαόν του, τους Ιουδαίους;
5 Ο Παύλος έρχεται σε υπεράσπισι του Θεού. Επικρίνει την εσφαλμένη κρίσι που κάνομε για τον Θεό παρατηρώντας τον καθ’ ομολογίαν λαόν του και λέγει «Ιουδαίος δεν είναι ο εν τω φανερώ Ιουδαίος , ουδέ περιτομή η εν τω φανερώ, η γινομένη εν σαρκί· αλλ’ Ιουδαίος είναι ο εν τω κρυπτώ Ιουδαίος, και περιτομή η της καρδίας, κατά πνεύμα, ουχί κατά γράμμα, του οποίου ο έπαινος είναι ουχί εξ ανθρώπων, αλλ’ εκ του Θεού. Τις λοιπόν η υπεροχή του Ιουδαίου; ή τις ωφέλεια της περιτομής; Πολλή κατά πάντα τρόπον. Πρώτον μεν, διότι εις τους Ιουδαίους ενεπιστεύθησαν τα λόγια του Θεού. Επειδή αν τινες δεν επίστευσαν, τι εκ τούτου; μήπως η απιστία αυτών θέλει καταργήσει την πίστιν του Θεού; Μη γένοιτο· αλλ’ έστω ο Θεός αληθής, πας δε άνθρωπος ψεύστης· καθώς είναι γεγραμμένον [εις Ψαλμόν 51:4] “Δια να δικαιωθής [Ω Θεέ] εν τοις λόγοις σου, και να νικήσης όταν κρίνησαι”.»—Ρωμ. 2:28-3:4.
6. Εφαρμόζοντας τον ίδιο αυτόν κανόνα κρίσεως σχετικά με τον άπιστο «Χριστιανικό κόσμο» σήμερα, ποια απόφασι παίρνομε, όμοια με του Παύλου;
6 Ο ίδιος κανών κρίσεως παραμένει αληθής σχετικά με τον «Χριστιανικό κόσμο» της εποχής μας, ο οποίος απεδείχθη άπιστος στον άγιο Λόγο του Θεού, τη Βίβλο, διότι ο απόστολος Παύλος λέγει: «Εάν απιστώμεν, εκείνος μένει πιστός· να αρνηθή εαυτόν δεν δύναται.» (2 Τιμ. 2:13) Με άλλα λόγια, ο Θεός θα πραγματοποιήση αυτό που λέγει στον γραπτό του Λόγο άσχετα με το γεγονός ότι εκατοντάδες εκατομμυρίων, που ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανοί, ούτε ζουν σύμφωνα με τη Γραφή, ούτε υποστηρίζουν τον Θεό της Γραφής. Αυτό που οι άνθρωποι κάνουν δεν μπορεί ποτέ να κάμη τον Θεό ψευδή ή ν’ αποδείξη τον Θεό ψευδή.
7, 8. Στο επιχείρημά του, όπως αφήσωμε να είναι ο Θεός αληθής, γιατί παρέθεσε ο απόστολος Παύλος τους λόγους του Δαβίδ στον Ψαλμό 51:4;
7 Για ν’ αποδείξη την πιστότητα και την αληθινότητα του Θεού, ο απόστολος Παύλος παρέθεσε τους λόγους του Βασιλέως Δαβίδ στον Ψαλμό 51:4. Γιατί; Διότι ο Δαβίδ δεν προσπαθούσε να υπερασπίση τον εαυτό του, να συγχωρήση τον εαυτό του ή να ανακηρύξη τον εαυτό του δίκαιο κι έτσι να δείξη δυσπιστία στον Θεό. Ο Δαβίδ παραδέχεται το λάθος και την πλάνη του, και αναγνωρίζει ότι ο Θεός είναι αληθής και δίκαιος.
8 Ο Δαβίδ λέγει: «Ελέησόν με, ώ Θεέ, κατά το έλεός σου· κατά το πλήθος των οικτιρμών σου, εξάλειψον τα ανομήματά μου. Πλύνον με μάλλον και μάλλον από της ανομίας μου, και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με. Διότι τα ανομήματά μου εγώ γνωρίζω, και η αμαρτία μου ενώπιόν μου είναι διαπαντός. Εις σε, εις σε μόνον ήμαρτον, και το πονηρόν ενώπιόν σου έπραξα· δια να δικαιωθής εν τοις λόγοις σου, και να ήσαι άμεμπτος εις τας κρίσεις σου. Ιδού, συνελήφθην εν ανομία, και εν αμαρτία με εγέννησεν η μήτηρ μου. Ιδού, ηγάπησας αλήθειαν εν τη καρδία, και εις τα ενδόμυχα θέλεις με διδάξει σοφίαν. Ράντισόν με με ύσσωπον, και θέλω είσθαι καθαρός· πλύνον με, και θέλω είσθαι λευκότερος χιόνος.»—Ψαλμ. 51:1-7· Ρωμ. 3:4.
9. Αν οι άνθρωποι του «Χριστιανικού κόσμου» και του Ιουδαϊκού ήσαν σαν τον Δαβίδ, που μετενόησε, τι θα ωμολογούσαν και ποια στάσι θα ελάμβαναν απέναντι στον γραπτό Λόγο του Θεού;
9 Αν οι άνθρωποι, ειδικά εκείνοι του «Χριστιανικού κόσμου» και του Ιουδαϊκού, ήσαν όμοιοι με τον Βασιλέα Δαβίδ της Ιερουσαλήμ, που μετενόησε, θα ωμολογούσαν ότι είναι αμαρτωλοί εκ γενετής και έχουν τάσι να σφάλλουν από αυτή τη στιγμή της συλλήψεώς των στην κοιλία της μητρός των. Τότε θα ελάμβαναν μια ταπεινή στάσι ενώπιον του Θεού και δεν θα επιχειρηματολογούσαν εναντίον του Θεού υπέρ της ανθρωπίνης επιστήμης και των ανθρωποποιήτων ηθικών κανόνων. Θα ανεγνώριζαν ότι είναι αμαρτωλοί, δικαίως καταδικασμένοι από το νόμο του Θεού. Θα παρεδέχοντο ότι ο Θεός είναι αληθής, όταν ομιλή και κρίνη, μολονότι αυτό θ’ αποτελούσε ομολογία εκ μέρους των ότι αυτοί οι ίδιοι είναι ψεύσται. Ενεργώντας έτσι, θα επεδείκνυαν αληθινή σοφία, και θα ελάμβαναν την ορθή άποψι απέναντι στον γραπτό Λόγο του Θεού και θα τον εδέχοντο, θα τον επίστευαν, θα τον κατανοούσαν και θα ζούσαν σε αρμονία με αυτόν. Τότε αυτό θ’ αποτελούσε σύστασιν της Γραφής στους ανθρώπους που θα την προσέφεραν.
10. Πώς, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία των ανθρώπων, προκύπτει καλό για τον Θεό από την αδικία τους, και γιατί, επομένως, αποδίδουν αδικία σ’ αυτόν για τη μεταχείρισι που τους κάνει;
10 Το ότι οι άνθρωποι βαδίζουν στην πλάνη και την αδικία δεν βλάπτει τον Θεό τον ίδιο. Μάλλον, αυτό συντελεί ώστε η αλήθεια του Θεού, η αγιότης και η δικαιοσύνη του να στέκουν σε οξεία αντίθεσι, και τούτο προς δόξαν Θεού. Αλλά τότε θα μπορούσε να λεχθή ότι, οι άνθρωποι, όταν ενεργούν εσφαλμένα, ωφελούν πράγματι τον Θεό, τουλάχιστον εμμέσως. Αν, λοιπόν, ο Θεός ωφελήται κατά ένα έμμεσο τρόπο από την άδικη πορεία τους, έχει τότε ο Θεός μια δίκαιη αιτία να κρίνη δυσμενώς αμαρτωλούς ανθρώπους, καταδικάζοντάς τους; Δεν ενεργεί μήπως αδίκως ο Θεός με το να εκτελέση μια καταδικαστική κρίσι εναντίον τους κατά τον επερχόμενον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος»; (Αποκάλ. 16:14, 16) Πρέπει να καταδικάζονται και να τιμωρούνται η ασέβεια και οι κακές ενέργειες, αν από αυτές προκύπτη καλό; Έτσι επιχειρηματολογούν άνθρωποι, γεννημένοι στην πλάνη και την αμαρτία. Ισχυρίζονται ότι ο Θεός ενεργεί αδικαιολόγητα, άδικα, αν είναι πιστός στον λόγο του της αληθείας και επιφέρη καταστρεπτική κρίσι εναντίον των λόγω της αδικίας των.
11. (α) Σύμφωνα με ποιο συλλογισμό σχετικά με την αμαρτία οι άνθρωποι ισχυρίζονται ότι η καταδικαστική κρίσις του Θεού δεν θα εκτελεσθή σ’ αυτούς; (β) Γιατί πλανώνται μ’ ένα τέτοιο τρόπο σκέψεως;
11 Με το να επιχειρηματολογούν κατά έναν τέτοιο κοσμικής σοφίας τρόπο, οι άνθρωποι, που απέδειξαν ότι είναι ψεύσται, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να βυθίζονται βαθύτερα στην πλάνη. Λέγουν ότι οι αμαρτωλοί δεν θα έπρεπε ποτέ να φοβούνται ότι η καταδικαστική κρίσις του Θεού θα εκτελεσθή επάνω τους. Αγνοούν το γεγονός ότι η αμαρτία, η πλάνη, η παρανομία είναι πράγματα αυτά καθ’ εαυτά εσφαλμένα. Μια θρησκευτική φιλοσοφία είναι εσφαλμένη, όταν ισχυρίζεται ότι, αν ένα άδικο ή κακό πράγμα που κάνομε βλάπτη μόνον εμάς τους ιδίους, δεν είναι αμάρτημα. Ή, αν από το άδικο που κάνομε αποκομίζη κάποιος άλλος μια μη επιδιωκόμενη ωφέλεια ή πλεονέκτημα, τότε δεν είναι αμάρτημα και δεν πρέπει να τιμωρήται. Άσχετα με το πώς επιχειρηματολογεί η θρησκευτική φιλοσοφία, ένα άδικο είναι άδικο, και κανείς δεν έχει δικαίωμα να αδικήση ή να βλάψη ακόμη και τον εαυτό του. Γιατί όχι; Διότι ο καθένας από μας είναι ένα δημιούργημα του Θεού και δεν έχωμε δικαίωμα να προξενήσωμε βλάβη στη δημιουργία του Θεού. Κάθε άδικη πορεία ενεργείας είναι αμάρτημα, διότι αποτελεί παραβίασι του νόμου του Θεού, σχετικά με τον τρόπο που εμείς τα δημιουργήματα πρέπει να ζούμε. Ο Θεός δεν θέλει να αμαρτάνωμε απλώς διότι τούτο κάνει να φανερώνεται η δικαιοσύνη του.
12, 13. (α) Θα είναι δικαία η κρίσις του Θεού εναντίον εκείνων, οι οποίοι κάνουν τον συλλογισμό ότι προέρχεται καλό από τις κακές των πράξεις; (β) Γιατί δεν πρέπει να απατούμε τους εαυτούς μας σ’ αυτό το ζήτημα;
12 Αυτός είναι ο συλλογισμός που κάνει ο θεόπνευστος απόστολος Παύλος. Αφού μας συμβουλεύει με το «έστω ο Θεός αληθής» καίτοι με τούτο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να ευρεθή ψεύστης, ο Παύλος προχωρεί και λέγει: «Εάν δε η αδικία ημών δεικνύη την δικαιοσύνην του Θεού, τι θέλομεν ειπεί; μήπως είναι άδικος ο Θεός ο επιφέρων την οργήν; (ως άνθρωπος λαλώ.) Μη γένοιτο· επειδή πώς θέλει κρίνει ο Θεός τον κόσμον; Διότι αν η αλήθεια του Θεού επερίσσευσε προς δόξαν αυτού δια του εμού ψεύσματος, δια τι πλέον εγώ κρίνομαι ως αμαρτωλός; Και, (καθώς βλασφημούμεθα, και καθώς κηρύττουσι τίνες ότι ημείς λέγομεν,) Δια τι να μη πράττωμεν τα κακά, δια να έλθωσι τα αγαθά; των οποίων η κατάκρισις είναι δικαία.»—Ρωμ. 3:5-8.
13 Ώστε ας μη απατώμεν σήμερα τους εαυτούς μας. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Αν κάνωμε κακές πράξεις, διότι και μόνο αγαπούμε τις κακές πράξεις, και αν έπειτα προσπαθήσωμε να δικαιολογηθούμε λέγοντας ότι τελικά καλό θα προκύψη από αυτές τις κακές πράξεις, ας γνωρίζωμε ότι δεν θα διαφύγωμε. Η δικαία κρίσις του Θεού θα εκτελεσθή οπωσδήποτε εναντίον μας.
«ΕΣΤΩ Ο ΘΕΟΣ ΑΛΗΘΗΣ»—ΠΩΣ;
14. Αν αγαπούμε τον Θεό και Δημιουργό, ποιον θ’ αφήσωμε να είναι αληθής, και πώς θα το κάνωμε αυτό;
14 Αν θέλωμε ν’ αγαπούμε, να τιμούμε και να σεβώμεθα τον Θεό και Δημιουργό μας, τι θα κάνωμε; Θα επιθυμούμε το «έστω ο Θεός αληθής» σε κάθε περίπτωσι, όπου υπάρχει μια διαφορά ή αμφισβήτησις μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Θα το πράττωμε αυτό με το ν’ απευθυνώμεθα στον γραπτό λόγο του Θεού, τη Βίβλο. Θ’ αναγνωρίσωμε ό,τι λέγει ως την αλήθεια σχετικά με την ανθρώπινη ιστορία, σχετικά με τις αληθινές θρησκευτικές διδασκαλίες και σχετικά με τις αποφάσεις που πρέπει να λάβωμε, όταν κοσμικοί άνθρωποι και πολιτικά ιδρύματα έχουν από μας υπερβολικές απαιτήσεις. Θα λάβωμε ολοψύχως τον γραπτό λόγο του Θεού, τις Άγιες Γραφές, ως το κριτήριον, το μέτρον για τον καθορισμό της αληθείας και της δικαιοσύνης.
15. (α) Αν ισχυριζώμεθα ότι είμεθα Χριστιανοί, τι πρέπει ν’ αναγνωρίσωμε ότι είναι ο Λόγος του Θεού; (β) Στις ημέρες του Ιησού, ποια αλήθεια υπήρχε επιπρόσθετα στις Εβραϊκές Γραφές;
15 Όταν, όμως, ισχυριζώμεθα ότι είμεθα Χριστιανοί; Τότε, για να είμεθα συνεπείς προς τον ισχυρισμό μας, απαιτείται από μας να λέμε το ίδιο πράγμα που είπε ο Ιησούς στην προσευχή του προς τον Θεό: «Ο Λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17) Στις ημέρες του Ιησού είχε συμπληρωθή η συγγραφή των τριάντα εννέα βιβλίων των Εβραϊκών Γραφών και αυτά ήσαν διαθέσιμα προς ανάγνωσιν. Αλλά οι θεόπνευστες εκείνες Εβραϊκές Γραφές δεν ήσαν τα μόνα αληθινά πράγματα. Όσα εδίδαξε ο Ιησούς στη διάρκεια της επιγείου διακονίας του ήσαν επιπρόσθετη αλήθεια. Το γεγονός αυτό πρέπει να είναι έτσι από ό,τι είπε στην ίδια εκείνη προσευχή του προς τον Θεό: «Ταύτα λαλώ εν τω κόσμω, δια να έχωσι την χαρά μου πλήρη εν εαυτοίς. Εγώ έδωκα εις αυτούς τον λόγον σου.» (Ιωάν. 17:13, 14) Ώστε ό,τι είχε δώσει ο Ιησούς Χριστός στους μαθητάς του ήταν πράγματι ο λόγος του Θεού Πατρός του, και όχι λόγοι δικής του προελεύσεως. Ήταν, επίσης, αλήθεια.
16. Γιατί συγγράμματα στην Ελληνική μπορούσαν να προστεθούν από τους μαθητάς του Ιησού στις Εβραϊκές Γραφές, και πόσα βιβλία περιλαμβάνει τώρα ο γραπτός Λόγος του Θεού;
16 Ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του ότι θα ελάμβαναν βοήθεια για να ενθυμούνται τις αλήθειες, που τους είχε αποκαλύψει. Προτού αναπέμψη την ανωτέρω προσευχή προς τον Θεό, είπε στους μαθητάς του: «Εγώ θέλω παρακαλέσει τον Πατέρα, και θέλει σας δώσει άλλον παράκλητον, δια να μένη μεθ’ υμών εις τον αιώνα, το πνεύμα της αληθείας, το οποίον ο κόσμος δεν δύναται να λάβη, διότι δεν βλέπει αυτό, ουδέ γνωρίζει αυτό· σεις όμως γνωρίζετε αυτό, διότι μένει μεθ’ υμών, και εν υμίν θέλει είσθαι . . . ο δε παράκλητος, το πνεύμα το άγιον, το οποίον θέλει πέμψει ο Πατήρ εν τω ονόματί μου, εκείνος θέλει σας διδάξει πάντα, και θέλει σας υπενθυμίσει πάντα, όσα είπον προς εσάς.» (Ιωάν. 14:16, 17, 26) Ως αποτέλεσμα τούτου, μετά την εορτή της Πεντηκοστής, όταν το άγιο πνεύμα εξεχύθη επάνω τους, εκείνα, τα οποία οι πιστοί μαθηταί του Ιησού έγραψαν υπό έμπνευσιν του πνεύματος του Θεού, ήσαν, επίσης, μέρος του λόγου του Θεού και έγιναν μέρος των Αγίων Γραφών. Αυτές οι θεόπνευστες γραφές σε μορφή είκοσι επτά βιβλίων γραμμένων στην κοινή Ελληνική είχαν συμπληρωθή κατά το τέλος του πρώτου αιώνος της Κοινής μας Χρονολογίας. Προσετέθησαν στις θεοπνευστές Εβραϊκές Γραφές, για να σχηματίσουν μια Γραφή που ν’ αποτελήται από εξήντα έξη βιβλία. Όλος αυτός ο γραπτός λόγος είναι η αλήθεια του Θεού.
17. Γιατί ο Ιησούς, όταν ήταν μπροστά στον Πιλάτο, δεν υπεχρεώθη να ορκισθή ότι θα πη την αλήθεια, και γιατί οφείλομε να δεχθούμε τις διδασκαλίες του;
17 Ο Ιεχωβά Θεός είναι πλήρως αφωσιωμένος στην αλήθεια και μόνον στην αλήθεια. Το αυτό συμβαίνει και με τον πιστό του Υιό, τον Ιησού Χριστό. Είναι γεγονός ότι, όταν ο Ιησούς εστάθη μπροστά στον Ρωμαίο κυβερνήτη Πόντιο Πιλάτο, δεν υπεχρεώθη να κάμη έναν επίσημο όρκο ότι θα έλεγε την αλήθεια, και μόνον την αλήθεια, και ας ήταν σ’ αυτόν ο Θεός βοηθός! Εν τούτοις, μολονότι εκρίνετο η ζωή του, ο Ιησούς δεν ηρνήθη ποιος και τι ήταν. (Ιωάν. 18:37) Η προθυμία του να πεθάνη για την αλήθεια παράγει σ’ εμάς περισσότερη εμπιστοσύνη ότι αυτό που έχει διδάξει, κηρύξει και διατάξει ήταν η καθαρή αλήθεια. Επομένως, οφείλομε να την δεχθούμε ως τέτοια.
18. Γιατί ο Ιησούς παρέθεσε κατάλληλα τους λόγους του Δαβίδ στον Ψαλμό 31:5, όταν επέθαινε επάνω στο ξύλο, κι έτσι σε ποιον επέστρεψε το πνεύμα του Χριστού;
18 Όταν, λίγο μετά την καταδίκη του σε θάνατο, ο Ιησούς εκρέματο επί του ξύλου της εκτελέσεως, με την επιγραφή που είχε τεθή επάνω από την κεφαλή του, «Ούτος εστιν ο Βασιλεύς των Ιουδαίων», ανέφερε λόγια από τον Ψαλμό 31:5 καθώς επλησίαζε να πεθάνη και είπε: «Πάτερ, εις χείρας σου παραδίδω το πνεύμα μου.» (Λουκ. 23:38, 46) Ο Ψαλμός αυτός είχε γραφή από τον Βασιλέα Δαβίδ, ο οποίος προεσκίαζε τον Ιησού Χριστό. Έτσι αυτό εβεβαίωνε τον Ιησού ότι μπορούσε ασφαλώς να εμπιστευθή το πνεύμα του στον Ιεχωβά Θεό με πλήρη ελπίδα ν’ απελευθερωθή από τον Σιεόλ, τον κοινό τάφο του νεκρού ανθρωπίνου γένους. Ο Ιησούς εγνώριζε ότι ο Ψαλμωδός Δαβίδ επεκαλείτο την αξιοπιστία του Θεού, όταν έλεγε: «Έκβαλέ με εκ της παγίδος την οποίαν έκρυψαν δι’ εμέ· διότι είσαι η δύναμίς μου. Εις τας χείρας σου παραδίδω το πνεύμα μου· συ με ελύτρωσας, Ιεχωβά ο Θεός της αληθείας, Εμίσησα τους προσέχοντας εις τας ματαιότητας του ψεύδους· εγώ δε επί τον Ιεχωβά ελπίζω. Ιεχωβά, ας μη καταισχυνθώ, διότι σε επεκαλέσθην· ας καταισχυνθώσιν οι ασεβείς, ας σιωπήσωσιν εν τω άδη.» (Ψαλμ. 31:4-6, 17, ΜΝΚ) Όταν ο Ιησούς παρέδωσε το πνεύμα της ζωής του στον Ιεχωβά κατά τον θάνατόν του, το πνεύμα του επέστρεψε στον Θεό της αληθείας, ο οποίος του το είχε δώσει.—Εκκλησ. 12:7.
19. (α) Γιατί ο Υιός του Θεού δεν επρόκειτο ‘να εγκαταλειφθή στον Άδη’; (β) Πώς απέδειξε τότε ο Ιεχωβά ότι δεν ήταν ένας από εκείνα τα «ανάξια, μάταια είδωλα»;
19 Την τρίτην ημέρα ύστερ’ απ’ αυτό, ο Ιεχωβά αποκατέστησε το πνεύμα της ζωής στον Υιό του κι έτσι τον ανέστησε εκ νεκρών. Διεφύλαξε ασφαλώς με εμπιστοσύνη ό,τι του είχε παραδώσει ο Υιός του. Δεν ‘εγκατέλειψε τον Υιόν του εν τω Σιεόλ [Άδη]’, διότι ο Υιός του δεν ήταν κακούργος. Ήταν μόνον για να εκπληρωθή η προφητεία του εδαφίου Ησαΐας 53:9 στον Ιησού, ότι «ο τάφος αυτού διωρίσθη μετά των κακούργων· πλην εις τον θάνατον αυτού εστάθη μετά του πλουσίου· διότι δεν έκαμεν ανομίαν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού.» Επειδή ο Ιεχωβά ανέστησε τον Υιόν του σε πνευματική ζωή στους ουρανούς την τρίτην ημέρα, απέδειξε ότι αυτός ο Ιεχωβά δεν ήταν ένας από εκείνα τα μισητά «ανάξια, μάταια είδωλα» αλλά ήταν πράγματι «ο Θεός της αληθείας». Ως τέτοιος, ήταν σε θέσι να εκτελέση τον λόγο του, να πραγματοποιήση, τις προφητείες του, οι οποίες είχαν λεχθή εν τω ονόματί του.—1 Πέτρ. 3:18, 19· Ψαλμ. 16:10· Πράξ. 2:22-36.
20. Τι αποδεικνύει η ανάστασις του Ιησού από τον Θεό όσον αφορά την ικανότητά Του να κάμη πράγματα;
20 Η ανάστασις του Υιού του Ιησού Χριστού σε ανανεωμένη ζωή στον ουρανό, σε αθανασία, ήταν λογικώς η δυσκολωτέρα δοκιμή της αληθινότητος του Ιεχωβά Θεού. (Εφεσ. 1:18-22) Εφόσον ανταπεκρίθη σε μια τέτοια ασυνήθη δοκιμή της αληθινότητός του, τι άλλο υπάρχει το οποίον υπεσχέθη και δεν μπορεί να εκπληρώση; Τίποτε!—1 Κορ. 6:14· 2 Κορ. 4:13, 14.
21. (α) Επομένως τι εμπιστοσύνη πρέπει να μας δίνη η έμπνευσις των Αγίων Γραφών από ένα τέτοιο Θεό; (β) Από ποιο σημείο και πέραν είναι ο γραπτός Λόγος του Θεού η αλήθεια;
21 Ένας τέτοιος Θεός όπως αυτός έχει εμπνεύσει τη συγγραφή των Αγίων Γραφών. Τι εμπιστοσύνη θα έπρεπε, συνεπώς, να έχωμε στο ότι αυτές οι Γραφές είναι αποκλειστικώς η αλήθεια, η οποία και τις διακρίνει από όλα τα άλλα θρησκευτικά βιβλία που έχουν γραφή και ανήκουν στα θρησκευτικά συστήματα αυτού του κόσμου, αρχαίου και συγχρόνου! Αυτή η ουσία ή έννοια του γραπτού λόγου του Θεού είναι αλήθεια, διότι ο λόγος του είναι σε πλήρη αρμονία με τα γεγονότα και ποτέ δεν έχει απομακρυνθή από την πραγματικότητα ή από την επιτυχή εκπλήρωσι του ενδόξου σκοπού του Θεού. Από αυτή την αρχή του ο γραπτός λόγος του Θεού είναι η αλήθεια, και αυτή η αλήθεια συνεχίζεται δια μέσου των εξήντα έξη Γραφικών βιβλίων φθάνοντας σ’ ένα μεγάλο κατακόρυφο της αληθείας σχετικά με την εγκαθιδρυμένη βασιλεία του Θεού για την αιώνια ευλογία του ανθρωπίνου γένους.
22. Πώς αληθεύει ότι η ουσία ή το σύνολον του Λόγου του Θεού είναι αλήθεια;
22 Προστιθέμενα μαζί, τα εξήντα έξη βιβλία της Γραφής αποτελούν μια άφθονη, πλήρη δήλωσι και έκφρασι αληθείας. Γι’ αυτό οι εκζητηταί της αληθείας αγαπούν την Γραφή. Ο ψαλμωδός εξέφρασε ωραία το ζήτημα, όταν, υπό έμπνευσι, έγραψε εις εκτίμησιν του Θεού: «Ιδέ πόσον αγαπώ τας εντολάς σου· Ιεχωβά, ζωοποίησόν με κατά το έλεός σου. Η ουσία [ή, το σύνολον] του λόγου σου είναι η αλήθεια· και εις τον αιώνα μένουσι, πάσαι αι κρίσεις της δικαιοσύνης σου.»—Ψαλμ. 119:159, 160, ΜΝΚ· περιθωριακή σημείωσις, έκδοσις 1957.
23. Γιατί μπορούσε ο ψαλμωδός να πη ότι οι εντολές του Θεού είναι αλήθεια;
23 Όλες οι εντολές του Θεού, όπως αναγράφονται στον γραπτό λόγο του, είναι για να εκπληρωθή η αλήθεια. Έχουν δοθή για να κρατήσουν τους ευπειθείς ανθρώπους σε αρμονία με την αλήθεια. Οι εντολές του έχουν εκδοθή για να κινήσουν πρόσωπα και πράγματα προς την πραγματοποίησι των προφητειών του Θεού, ώστε αυτές να αποδειχθούν αληθείς. Κάποτε άτομα, που βρίσκονται πολύ μακριά από το νόμο του Θεού, ασκώντας χαλαρή διαγωγή, μας πλησιάζουν για να μας βλάψουν αλλά και ο Θεός είναι κοντά μας αν με αγάπη και πιστότητα τηρούμε τις εντολές του. Καθώς ο ψαλμωδός μ’ ευγνωμοσύνη εξέφρασε το ζήτημα: «Συ, Ιεχωβά, είσαι πλησίον, και πάντα τα προστάγματα σου είναι αλήθεια. Προ πολλού εγνώρισα εκ των μαρτυρίων σου, ότι εις τον αιώνα εθεμελίωσας αυτά.» (Ψαλμ. 119:150-152, ΜΝΚ) Με αξιοθαύμαστο τρόπο, αυτά τα μαρτύρια, τα οποία στον αιώνα εθεμελίωσε ο Θεός, εξακολουθούν έως σήμερα, παρ’ όλες τις προσπάθειες των εχθρών της αληθείας να τα ανατρέψουν και να τα καταστρέψουν καταστρέφοντας αντίτυπα της Γραφής και καταστρέφοντας ανθρώπους που πιστεύουν σ’ αυτήν. Αλλά, λέγει ο Ψαλμός 117:2 (ΜΝΚ), «η αλήθεια του Ιεχωβά μένει εις τον αιώνα.»
24. Πώς είναι βέβαιο πού θα καταλήξη η μάχη εναντίον της αληθείας της Βίβλου, και ποια πορεία απέναντι σ’ αυτή είναι καλύτερο να λάβη ένας;
24 Το να μάχεται κανείς εναντίον της αληθείας της Γραφής σημαίνει να μάχεται κατά του «Θεού της αληθείας». Ποτέ δεν μπορούμε να νικήσωμε σε μια τέτοια μάχη, αλλά είναι βέβαιο ότι θα κατεβούμε νικημένοι στο θάνατο ως ψεύσται. Η αλήθεια του Θεού υπερίσχυσε πάντοτε και θα υπερισχύη πάντοτε. Μια σοφή υπενθύμισι μας δίνει ο απόστολος Παύλος, όταν λέγη: «Δεν δυνάμεθα να πράξωμέν τι κατά της αληθείας, αλλ’ υπέρ της αληθείας.» (2 Κορ. 13:8) Γι’ αυτόν το λόγο, δεν θα έπρεπε, με μια πορεία αντίθετη προς τον λόγο του Θεού να κάνωμε ώστε η αλήθεια του Θεού να εκδηλωθή θριαμβευτικά εναντίον μας. Για να λάβωμε τις ευλογίες Του, πρέπει ν’ ακολουθήσωμε μια θετική πορεία υπέρ της αληθείας του Θεού και προς υποστήριξί της και να την εξαγγέλλωμε παντού προς δόξαν και αίνον Του.
-
-
Ο Θεός της Αληθείας Μεταχειρίζεται ΌρκονΗ Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Ο Θεός της Αληθείας Μεταχειρίζεται Όρκον
1, 2. (α) Γιατί δεν θα μπορούσε να ψευσθή ο Δοτήρ των Δέκα Εντολών; (β) Με το να κάνουν ποιες προσθήκες απεδείχθησαν οι άνθρωποι ψεύσται, όπως, παραδείγματος χάριν, σχετικά με την χρήσι εικόνων;
Η ΕΝΑΤΗ από τις Δέκα Εντολές, που έδωσε ο Ιεχωβά Θεός μέσω του προφήτου του Μωυσέως, λέγει: «Μη ψευδομαρτυρήσης κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή.» (Έξοδ. 20:16) Με αυτό το νόμο εναντίον του ψεύδους, ο μέγας Νομοθέτης θέτει τον εαυτό του εναντίον των ψευστών. Επομένως, δεν θα μπορούσε ο ίδιος να ειπή ένα ψεύδος και συγχρόνως να είναι σε αρμονία με τον ίδιο τον νόμο του. (Ρωμ. 1:21-25) Μισεί το να ψεύδεται, και δεν υπήρξε ποτέ ο Πατήρ ενός ψεύδους. Ο λόγος του είναι σαν καθαρός χρυσός, δεδοκιμασμένος και συνεπώς απηλλαγμένος από κάθε σκωρία. Όπως ακριβώς ο σοφώτατος άνθρωπος των αρχαίων χρόνων πριν από την Κοινή μας Χρονολογία είπε: «Πας λόγος Θεού είναι δεδοκιμασμένος· είναι ασπίς εις τους πεποιθότας επ’ αυτόν. Μη προσθέσης εις τους λόγους αυτού· μήποτε σε εξελέγξη, και ευρεθής ψεύστης.»—Παροιμ. 30:5-6.
2 Προσθέτοντας ανθρωποποίητες παραδόσεις και εντολές στον αγνό Λόγο του Θεού, πολλοί θρησκευτικοί ηγέται αντιλέγουν στις διδασκαλίες και εντολές του γραπτού Λόγου του Θεού και αποδεικνύουν ότι είναι ψεύσται. (Ματθ. 15:1-9) Προσθέτοντας στον γραπτό Λόγο του Θεού τη θρησκευτική διδασκαλία ότι ο Θεός μπορεί να λατρεύεται μ’ ένα σχετικό τρόπο μέσω παραστάσεων, οι θρησκευτικοί ηγέται, που έκαμαν συμβιβασμούς, ετοίμασαν το δρόμο για να γίνη το θρησκευτικό τους ποίμνιο λάτρεις ειδώλων. Όλοι, λοιπόν, όσοι χρησιμοποιούν ανθρωποποίητες παραστάσεις ως βοηθήματα για τη λατρεία μπαίνουν στην τάξι που περιγράφεται στο εδάφιο Ρωμαίους 1:25: «Οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εις το ψεύδος, και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν την κτίσιν μάλλον παρά τον κτίσαντα, όστις είναι ευλογητός εις τους αιώνας.» Αυτά τα κτίσματα ή ανθρωποποίητες θρησκευτικές παραστάσεις είναι ψεύδη. Μαρτυρούν ψευδώς ως μάρτυρες εναντίον του Θεού του Δημιουργού. Γι’ αυτό δεν θα τις επιδοκίμαζε ποτέ.
3. (α) Πώς ο Λόγος του Θεού είναι αυτός καθ’ εαυτόν αλήθεια και όχι ψεύδος; (β) Παρά ταύτα τι είδε ο Θεός κατά καιρούς καλό να προσθέση στον Λόγο Του;
3 Ο αγνός λόγος του Θεού είναι αλήθεια αυτός καθ’ εαυτόν. Δεν θα μπορούσε να είναι ένα ψεύδος, διότι καθώς το εδάφιο 1 Ιωάν. 2:21 λέγει, «παν ψεύδος εκ της αληθείας δεν είναι.» Ο λόγος του Θεού δεν είναι ένα ψεύδος είτε με αυτά που λέγει είτε λόγω αποτυχίας τού να επαληθεύσουν αυτά. Οι υποσχέσεις και προφητείες του Θεού εκπληρώνονται αφεύκτως. Επομένως, στον λόγο του Θεού, που είναι αυτός καθ’ εαυτόν αξιόπιστος, μπορεί οποιοσδήποτε να επαναπαυθή επειδή είναι η αλήθεια και ποτέ δεν χάνει κάτι από την αξία του ως αλήθεια. Εν τούτοις, κατά καιρούς ο Ιεχωβά Θεός εθεώρησε καλό να προσθέση κάτι σ’ αυτόν τον αποκεκαλυμμένο λόγο της επαγγελίας ή προφητείας του. Δεν είναι μια αντιφατική προσθήκη, αλλά μια ενισχυτική προσθήκη. Ποια είναι αυτή; Είναι ο όρκος του Θεού, η ένορκος δήλωσίς του. Ομνύει στον λόγον του.
4. Στη Γραφή, ποιο είναι το πρώτο πρόσωπο, που αναφέρεται ως ορκιζόμενο, και ποιες ήσαν οι περιστάσεις;
4 Στην Αγία Γραφή το πρώτο πρόσωπο που αναφέρεται ως ορκιζόμενο είναι αυτός ο φίλος του Θεού Αβραάμ. (Ιάκ. 2:23· Ησ. 41:8· 2 Χρον. 20:7) Αυτό συνέβη στον εικοστόν αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Ο πατριάρχης Αβραάμ είχε κατατροπώσει τους τέσσερες άρπαγες βασιλείς και είχε απελευθερώσει τον ανεψιό του Λωτ με την οικογένειά του καθώς επίσης και τα αγαθά που είχαν πάρει από την πόλι Σόδομα, κοντά στην οποία κατοικούσε ο Λωτ. Όταν ο Αβραάμ προσεφέρθη ν’ αποκαταστήση στον βασιλέα όλα τα αγαθά του, ο βασιλεύς των Σοδόμων είπε: «Δος μοι τους ανθρώπους, τα δε υπάρχοντα λάβε εις σεαυτόν.» Αλλά ο Αβραάμ απήντησε: «Εγώ ύψωσα την χείρα μου προς Ιεχωβά, τον Θεόν τον Ύψιστον, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γην, ότι δεν θέλω λάβει από πάντων των ιδικών σου από κλωστής έως λωρίου υποδήματος, δια να μη είπης, Εγώ επλούτισα τον Άβραμ.» (Γέν. 14:11-24, ΜΝΚ) Έτσι ο Αβραάμ ωρκίσθη στην υψίστη ζώσα Προσωπικότητα. Δεν υπήρχε κάτι το ανώτερο στο οποίο να ορκισθή.
5. (α) Με ποια χειρονομία εκδηλώθηκε ο όρκος του Αβραάμ προς τον βασιλέα των Σοδόμων; (β) Ποια δύο είδη όρκου υπήρχαν τότε, όπως αποδεικνύεται από τις δύο διαφορετικές Εβραϊκές λέξεις που εχρησιμοποιούντο;
5 Το ότι ομνύει ο Αβραάμ ή παίρνει όρκο σημειώνεται με τον υψωμό της χειρός του, όταν έκαμε τη δήλωσι ως απάντησι στην προσφορά του βασιλέως των Σοδόμων, υψώνοντας την προς τον «Ιεχωβά, τον Θεόν τον Ύψιστον, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γην.» Αυτό εξηγεί τι είναι όρκος. Μια εκτεταμένη Εγκυκλοπαιδεία της Βίβλου λέγει σχετικά με τον όρκον:
(Ιουδαϊκά), μια έκκλησις προς τον Θεό, ή προς αρχές αναγνωριζόμενες από εκείνους που ορκίζονται, ή προς κάθε τι που θεωρείται ιερόν, για την επικύρωσι ενός ισχυρισμού ή για την επιβεβαίωσι μιας υποσχέσεως που εδόθη ή ενός καθήκοντος που ανελήφθη. . . . «Όρκος» είναι η απόδοσις στην Εξουσιοδοτημένη Μετάφρασι των δύο Εβραϊκών λέξεων, αλάχ, και σαμπουάχ, που η καθεμιά τους χρησιμοποιείται με τρείς σημασίες: . . .
1. Ένας όρκος είναι μια έκκλησις προς τον Θεό για την επικύρωσι μιας δηλώσεως ότι είναι αληθινή (Νεεμίας 10:30· Έξοδος 22:10)·
2. Μια ένορκος δήλωσις (Γένεσις 26:28· 2 Σαμουήλ 21:7)·
3. Μια κατάρα ή αρά (Αριθμοί 5:21· Δανιήλ 9:11). . . .
Οι δυο λέξεις αλάχ και σαμπουάχ, όμως, δεν είναι καθόλου συνώνυμοι. Υποδεικνύουν δύο διαφόρους τρόπους όρκου, ή μάλλον δύο τάξεις όρκων. Έτσι αλάχ (από το αλάλ, θρηνώ, κλαίω, εκφράζω θλίψι, . . .) καταλλήλως σημαίνει να επικληθή κανείς θλίψι επάνω στον εαυτό του, και δείχνει ότι ο τρόπος του όρκου τον οποίο περιγράφει συνεδέετο με μια επίκλησι για θεία εκδίκησι επάνω στο άλλο μέρος, αν η διαβεβαίωσις που έγινε δεν ήταν αληθινή· ενώ σαμπουάχ (από το σέμπα, επτά) σημαίνει κατά γράμμα να επταπλασιάζη ένας τον εαυτό του, να παράγη επτά, δηλαδή, να κάνη μια δήλωσι επικυρωμένη από επτά θύματα, ή μπροστά σε επτά μάρτυρας, επειδή . . . επτά ζώα εχρησιμοποιούντο στους αρχαίους χρόνους, όταν εδίνοντο αμοιβαίες υποσχέσεις και όταν επραγματοποιούντο συμμαχίες (Γένεσις 21:28-30) . . . . Η πρωτίστη διάκρισις, επομένως, μεταξύ των δύο όρκων είναι, ότι στην περίπτωσι του πρώτου [αλάχ] μια κατάρα εχρησιμοποιείτο, ενώ στην περίπτωσι του τελευταίου [σαμπουάχ] δεν εχρησιμοποιείτο κατάρα.a
6, 7. (α) Ποιον αναφέρει η Γραφή ως ορκιζόμενο περισσότερο από κάθε άλλον; (β) Γιατί, όταν ορκίζεται, ο Ιεχωβά δεν χρειάζεται να επικαλεσθή κακό επάνω στον εαυτό του;
6 Γνωρίζετε ότι, στην Αγία Γραφή, ο Θεός αναφέρεται ως ορκιζόμενος περισσότερο από κάθε άλλον; Γνωρίζετε ότι στις θεόπνευστες εβραϊκές Γραφές υπάρχουν εβδομήντα και πλέον παραπομπές, όπου ο Ιεχωβά Θεός ορκίζεται; Ποτέ, όμως, δεν χρησιμοποιείται σχετικά με Αυτόν η Εβραϊκή λέξις αλάχ, δηλαδή, η λέξις, η οποία υποδεικνύει ότι ο ορκιζόμενος καταράται τον εαυτό του για να παράσχη βεβαίωσι εναντίον του ψεύδους ή της αποτυχίας του να πραγματοποίηση κάτι. Όταν ο Ιεχωβά Θεός ορκίζεται, δεν παρίσταται ποτέ ανάγκη να επικαλεσθή κακό επάνω στον εαυτό του σε περίπτωσι όπου η δήλωσις που κάνει δεν είναι αληθής ή σε περίπτωσι όπου θ’ αποτύχη να εκτελέση την υπόσχεσί του ή την προφητεία του ή που θ’ αποτύχη να εκπληρώση το καθήκον που αναλαμβάνει.
7 Δεν υπάρχει ποτέ οποιαδήποτε πιθανότης για ένα τέτοιο πράγμα. Γι’ αυτό, δεν υπάρχει καμμιά ανάγκη για τον Ιεχωβά Θεό να ζητήση κάτι τρομερό να συμβή σ’ αυτόν, αν ο λόγος του αποδειχθή ότι είναι ψεύδος ή αν δεν μπορέση να εκπληρώση τον λόγο του ή να ζήση σύμφωνα με αυτόν. Ένα τέτοιο πράγμα δεν θα μπορούσε ούτε καν να το φαντασθή για τον εαυτό του. Επομένως, σε κάθε περίπτωσι στο Εβραϊκό κείμενο, όπου ο Θεός αναφέρεται ορκιζόμενος, η Εβραϊκή λέξις σαμπά χρησιμοποιείται στην αυτοπαθή της μορφή, διότι σημαίνει «να επταπλασιάση ένας τον εαυτό του.» Τούτο σημαίνει να φθάση ένας στο σημείον της τελειότητος, διότι στη Γραφή ο αριθμός επτά χρησιμοποιείται ως αντίστοιχο του βαθμού τελειότητος.
8. (α) Πότε, στη Γραφή, ωρκίσθη για πρώτη φορά ο Θεός; (β) Ποια σπουδαιότητα είχε η ένορκος αυτή βεβαίωσις;
8 Σ’ αυτόν τον πρώτο όρκο που αναφέρεται στη Γραφή, ο Αβραάμ, ο φίλος του Θεού, ωρκίσθηκε στο όνομα του Θεού. Αργότερα, στην πρώτη περίπτωσι, όπου ο Ύψιστος Θεός αναφέρεται να ορκίζεται, ορκίζεται σχετικά με τον φίλο του, τον Αβραάμ. Εφόσον ο Ύψιστος Θεός, ο οποίος είναι «ο Θεός της αληθείας», αισθάνθηκε τη ανάγκη να ορκισθή, οι περιστάσεις πρέπει να ήσαν ασυνήθεις, έκτακτες. Και πράγματι ήσαν. Επί πλέον, η δήλωσις προς τον Αβραάμ, στον οποίον ο Θεός ωρκίσθηκε, είχε σπουδαιότητα για όλο το ανθρώπινο γένος από τη θεμελίωσι του κόσμου ως σήμερα, ναι, ως τη γέννησι και του τελευταίου ανθρωπίνου βρέφους. Η δήλωσις του Θεού είχε ιδιαίτερη σπουδαιότητα για 144.000 μέλη της ανθρωπίνης οικογενείας, τα οποία θα άρχιζαν να εμφανίζωνται επάνω στη γη ύστερ’ από δέκα εννέα αιώνες. Ποια, λοιπόν, ήταν η δήλωσις; Πώς αυτή ήλθε σε ύπαρξι;
9. Πότε και πού έγινε η ένορκος δήλωσις, και τι εμποδίσθη να κάμη ο Αβραάμ;
9 Η ένορκος δήλωσις είχε γίνει τον δέκατο ένατο αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία στο Όρος Μοριά. Την εποχή εκείνη τα τείχη της πόλεως Σαλήμ (αργότερα Ιερουσαλήμ) δεν περιελάμβαναν την κορυφή του όρους Μοριά. Εκεί υπήρχε ένας βωμός, δεν ήταν, όμως, ο βωμός του ναού του Βασιλέως Σολομώντος στην Ιερουσαλήμ, διότι ο ναός είχε ανεγερθή επί του Όρους Μοριά για πρώτη φορά τον ενδέκατον αιώνα πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Ήταν ένας βωμός, που ο Αβραάμ είχε κτίσει με απελέκητες πέτρες για να προσφέρη επάνω του τον γυιό του Ισαάκ ως ανθρωπίνη θυσία στον Ιεχωβά Θεό. Υπακούοντας στην εντολή του Θεού, ο Αβραάμ προέβαινε να θυσιάση τον Ισαάκ, τον μόνο υιόν του από τη σύζυγό του Σάρρα. Ακριβώς, όμως, στο σημείο, που ο Αβραάμ ήταν έτοιμος να θανατώση τον Ισαάκ, ο οποίος έκειτο δεμένος επάνω στα ξύλα στην κορυφή του βωμού, ο άγγελος του Θεού εκάλεσε τον Αβραάμ ονομαστικώς και είπε: «Μη επιβάλης την χείρα σου επί το παιδάριον, και μη πράξης εις αυτό μηδέν· διότι τώρα εγνώρισα ότι συ φοβείσαι τον Θεόν, επειδή δεν ελυπήθης τον υιόν σου τον μονογενή δι’ εμέ.»
10. Ποια ήταν η δήλωσις, για την οποία ωρκίσθη ο Ιεχωβά;
10 Η προσοχή του Αβραάμ εκλήθη τώρα σ’ ένα κριό, ο οποίος εκρατείτο από τα κέρατα σ’ ένα γειτονικό πυκνόκλαδο φυτό. Ο Αβραάμ εδέχθη αυτό το ζώο ως προμήθεια του Θεού, και το προσέφερε ως θυσία αντί του Ισαάκ. «Και εφώνησε δεύτερον ο άγγελος του Ιεχωβά προς τον Αβραάμ εκ του ουρανού, και είπεν, Ώμοσα εις εμαυτόν [σαμπά] λέγει Ιεχωβά, ότι, επειδή έπραξας το πράγμα τούτο, και δεν ελυπήθης τον υιόν σου, τον μονογενή σου, ότι ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης· και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού· και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου.»—Γέν. 22:1-18, ΜΝΚ.
11. Γιατί η ένορκος αυτή δήλωσις ήταν παγκοσμίου σπουδαιότητος, αλλά ποια αντίρρησι είναι πιθανόν να προβάλουν μερικοί όσον αφορά την εκπλήρωσί της;
11 Τι σκέπτεσθε; Ήσαν αυτά, τα οποία «λέγει Ιεχωβά» στην περίπτωσι εκείνη, παγκοσμίου σπουδαιότητος; Ναι, διότι περιλαμβάνουν «πάντα τα έθνη της γης» μαζί με αυτά που υπάρχουν σήμερα. Η εκπλήρωσίς των σημαίνει για μας ευλογίες άσχετα με το τίνος έθνους αποτελούμε μέρος. Δίχως εξαίρεσι θα έπρεπε όλοι να ενδιαφερώμεθα σ’ αυτά τα λόγια ως το σημείο να κάνωμε ό,τι μπορούμε για να ευλογηθούμε μέσω του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ. Ναι, αλλά κάποιος μπορεί να πη ότι εκείνη η δήλωσις του Ιεχωβά είχε γίνει πριν από τριάντα εννέα σχεδόν αιώνες, και όλες οι φυλές της γης δεν έχουν ακόμη ευλογηθή μέσω του σπέρματος του Αβραάμ δια του Ισαάκ, διότι, ιδέτε, παρακαλούμε, τις τρομερές διεθνείς συνθήκες σήμερα. Παρατηρήστε, επίσης, την κατάστασι των φυσικώς περιτετμημένων Ιουδαίων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι σπέρμα του Αβραάμ λόγω γεννήσεως.
12. Τι παραβλέπει εκείνος που προβάλλει την αντίρρησι όσον αφορά την ευλογία των εθνών;
12 Εν τούτοις, αυτός, που προβάλλει την αντίρρρησι, παραβλέπει κάτι· δεν νομίζετε; Παραβλέπει το γεγονός ότι όλα τα έθνη της γης άρχισαν να ευλογούνται με το υποσχεμένο σπέρμα του Αβραάμ πριν από δέκα εννέα αιώνες, και τούτο παρά το γεγονός ότι το έθνος των φυσικώς περιτετμημένων Ισραηλιτών είχε απορριφθή από τον Ιεχωβά Θεό. Και σήμερα ένα εκατομμύριο και πλέον άτομα από διακόσια περίπου γνωστά έθνη ευλογούνται μέσω του αληθινού σπέρματος του Αβραάμ. Πώς μπορούσε να συμβή αυτό; Είναι δυνατόν σύμφωνα με την εξήγησι ενός από τους θεοπνεύστους συγγραφείς της Βίβλου, του αποστόλου Παύλου. Έγραψε στο μέσον περίπου του πρώτου αιώνος της Κοινής μας Χρονολογίας.
13. (α) Ποιο υπενθύμισε ο απόστολος Παύλος στους Γαλάτας ότι ήταν κυρίως το σπέρμα του Αβραάμ; (β) Αλλά πόσο πολυάριθμο επρόκειτο να είναι το σπέρμα του Αβραάμ;
13 Την εποχή εκείνη ο απόστολος Παύλος έγραφε σε εκκλησίες συγ-Χριστιανών στη Ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας, στη Μικρά Ασία. Μερικοί από εκείνους τους πιστούς, οι οποίοι δεν ήσαν Ισραηλίται, είχαν εσφαλμένως πεισθή να νομίζουν ότι έπρεπε να γίνουν Ιουδαίοι και να περιτμηθούν και να υποβληθούν στον αρχαίο νόμο που έδωσε ο Θεός μέσω του προφήτου του Μωυσέως. Ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του για να τους ενισχύση. Τους υπενθύμισε ότι, εν πρώτοις, ο Ιησούς Χριστός ήταν το υποσχεμένο Σπέρμα του Αβραάμ. Αυτός ο Ιησούς ήταν πραγματικά ο μονογενής Υιός του Θεού και, όπως ο πατριάρχης Αβραάμ, ο Ιεχωβά Θεός προσέφερε τον μονογενή του Υιό ως μια ανθρωπίνη θυσία έξω από το βόρειο τείχος της Ιερουσαλήμ, ή κοντά στο Όρος Μοριά, όπου ο Αβραάμ είχε παρουσιάσει τον Ισαάκ για θυσία. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά Θεός είχε ειπεί ότι το αληθινό σπέρμα του Αβραάμ δεν θα ήταν ένα πρόσωπο, αλλά πολλά, ο αριθμός των οποίων ήταν τότε άγνωστος, ακριβώς όπως ο αριθμός των αστέρων ή των κόκκων άμμου παρά το χείλος της θαλάσσης.
14. (α) Ήταν μήπως ανάγκη να εκπληρωθή η υπόσχεσις κατά γράμμα από φυσικούς απογόνους του Αβραάμ; (β) Για να είναι πραγματικοί υιοί του Αβραάμ, τι πρέπει να είναι εκείνοι που συμμετέχουν στο σπέρμα της επαγγελίας και από ποια στάδια πρέπει να περάσουν;
14 Πραγματικά, ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, εγεννήθη και περιετμήθη ως ένας Ιουδαίος κι έτσι ήταν ένας φυσικός απόγονος του πατριάρχου Αβραάμ. Έτσι, μέσω αυτού θα ήταν δυνατόν να εκπληρωθούν κατά γράμμα οι ευλογίες προς όλα τα έθνη της γης, ακριβώς όπως επρόκειτο να γίνη αυτό. Το υπόλοιπον του σπέρματος του Αβραάμ δεν ήταν ανάγκη να αποτελήται από φυσικούς Ιουδαίους κατά σάρκα. Γιατί όχι; Διότι το υπόλοιπον του σπέρματος του Αβραάμ είχαν ανάγκη, όλοι τους, να γίνουν υιοί του Αβραάμ, μέσω πίστεως. Ο Αβραάμ ήταν ένας άνθρωπος πίστεως στον Ιεχωβά Θεό. Λόγω της πίστεώς του είχε δικαιωθή ή ανακηρυχθή δίκαιος στα όμματα του Θεού, προτού ακόμη ο Αβραάμ περιτμηθή στο ενενηκοστό ένατο έτος της ηλικίας του. (Ρωμ. 4:9-22) Οι αληθινοί υιοί του Αβραάμ, οι οποίοι υπολογίζονται ως μέρος του υποσχεμένου σπέρματος, πρέπει να έχουν πίστι στον Ιεχωβά, ώστε να είναι δυνατόν να δικαιωθούν δια πίστεως όπως εδικαιώθη ο Αβραάμ. Κατόπιν, μετά τη δικαίωσί τους ή την ανακήρυξί τους ως δικαίων, ο Θεός τούς αποκυεί δια του αγίου του πνεύματος και γίνονται υιοί του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος προεσκιάσθη από τον φίλο του Αβραάμ.
15. Μολονότι ο Ιησούς ήταν ένας φυσικός απόγονος του Αβραάμ, τι έπρεπε να γίνη σε αρμονία με όλο το υπόλοιπο του σπέρματος;
15 Έτσι γίνονται πνευματικοί υιοί του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, Ιεχωβά Θεού, και υπολογίζονται ως μέρος του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ. Και αυτός ακόμη ο Ιησούς Χριστός, μολονότι ένας φυσικός υιός του επιγείου προπάτορός του Αβραάμ, είχε αποκυηθή από το πνεύμα του Θεού και μ’ αυτόν τον τρόπο έγινε ένας πνευματικός υιός του Μεγαλυτέρου Αβραάμ. Η αποκύησίς του έλαβε χώραν, όταν ανέβηκε από τα ύδατα του βαπτίσματος και κατέβη επάνω του το πνεύμα του Θεού και ο Θεός ανήγγειλε ότι ήταν ένας πνευματικός του Υιός λέγοντας: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» (Ματθ. 3:13-17) Τελικά, το σπέρμα του Αβραάμ για την ευλογία όλων των εθνών της γης θα είναι όλοι μια πνευματική τάξις.
16. Ήταν μια ευλογία για οποιονδήποτε να γίνη μέρος του σπέρματος του Αβραάμ; Και μέσω τίνος ήλθε αυτή η ιδιότης του μέλους, και σε ποιους πρώτα;
16 Αποτελεί μια ανέκφραστη ευλογία για οποιονδήποτε το ν’ αποκυηθή από το πνεύμα του Θεού και να γίνη μέρος του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ μαζί με τον Ιησού Χριστό. Αυτή η ευλογία προέρχεται από τον Μεγαλύτερο Αβραάμ, Ιεχωβά Θεό τον Πατέρα, και μέσω του μονογενούς του Υιού Ιησού, του Μεγαλυτέρου Ισαάκ. Οι πρώτοι, που έλαβαν αυτή την ευλογία τού να γίνουν μέλη του σπέρματος του Αβραάμ για την ευλογία και άλλων ακόμη, ήσαν φυσικοί Ιουδαίοι, εκατόν είκοσι από αυτούς, ως έναρξις, κατά την ημέραν της εορτής της Πεντηκοστής του έτους 33 της Κοινής μας Χρονολογίας. Αργότερα προσετέθησαν σ’ αυτούς Ιουδαίοι προσήλυτοι και Σαμαρείται. Η ευλογία, όμως, του Αβραάμ εξηγγέλθη ότι δεν θα ήταν μόνο για Ιουδαίους, αλλά για όλα τα έθνη, και αν ακόμη δεν ήσαν περιτετμημένα.
17. Σε ποιους επεξετάθη αυτή η ειδική ευλογία στον ωρισμένο καιρό του Θεού, και τι έγιναν εκείνοι που έτσι ευλογήθηκαν;
17 Σε αρμονία με αυτό, τριάμισυ χρόνια μετά την Πεντηκοστή εκείνη του 33 μ.Χ., η ευλογία επεξετάθη σε απεριτμήτους Εθνικούς, Ιταλοί δε στη Καισάρεια της Ιουδαίας ήσαν οι πρώτοι που έλαβαν την ευλογία του Αβραάμ. Αυτό άνοιξε το δρόμο για να χορηγηθή η ευλογία σε λαούς όλων των εθνών, χωρίς διάκρισι, σε όλους εκείνους, οι οποίοι έτσι ευλογούνται μέσω του Σπέρματος του Αβραάμ και αποκυούνται υπό του αγίου πνεύματος του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, Ιεχωβά Θεού, για να γίνουν μέρος του Σπέρματος του Αβραάμ, ακόμη και ως τώρα. Έτσι ο Θεός δεν παρέλειψε να εκπληρώση την ένορκο υπόσχεσί του προς τον Αβραάμ.
18, 19. (α) Έρχεται μήπως η ευλογία του Αβραάμ επάνω σ’ εκείνους που εξαρτώνται από τα έργα του Νόμου; (β) Με το να μιμηθούν τον Αβραάμ, από ποια άποψι άτομα γίνονται μέλη του σπέρματος;
18 Σημειώστε, τώρα, πώς ο Παύλος εξηγεί το ζήτημα, όταν γράφη σε όμοια με αυτόν μέλη του Σπέρματος αυτού στη Γαλατία. Αναφέρεται στον εαυτό του με τα λόγια «Εκείνος λοιπόν όστις χορηγεί εις εσάς το πνεύμα, και ενεργεί θαύματα μεταξύ σας», και κατόπιν ερωτά:
19 «Εξ έργων νόμου κάμνει ταύτα, ή εξ ακοής πίστεως; καθώς ο Αβραάμ επίστευσεν εις τον Ιεχωβά, και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην. Εξεύρετε λοιπόν ότι οι όντες εκ πίστεως, ούτοι είναι υιοί του Αβραάμ. Προϊδούσα δε η Γραφή ότι εκ πίστεως δικαιόνει τα έθνη ο Θεός, προήγγειλεν εις τον Αβραάμ, “Ότι θέλουσιν ευλογηθή εν σοι πάντα τα έθνη.” Ώστε οι όντες εκ πίστεως, ευλογούνται μετά του πιστού Αβραάμ, Διότι όσοι είναι εξ έργων νόμου, υπό κατάραν είναι· επειδή είναι γεγραμμένον, “Έπικατάρατος πας όστις δεν εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμενοις εν τω βιβλίω του νόμου, ώστε να πράξη αυτά.” Δια να έλθη εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ δια Ιησού Χριστού, ώστε να λάβωμεν την επαγγελίαν του πνεύματος δια της πίστεως.
20. Αθετείται μια κεκυρωμένη διαθήκη, και στην προκειμένη περίπτωσι για πόσα σπέρματα είχε γίνει η υπόσχεσις στον Αβραάμ;
20 »Αδελφοί, κατά άνθρωπον ομιλώ· όμως και ανθρώπου διαθήκην κεκυρωμένην ουδείς αθετεί, ή προσθέτει εις αυτήν. Προς δε τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού· δεν λέγει, Και προς τα σπέρματα, ως περί πολλών, αλλ’ ως περί ενός, “Και προς το σπέρμα σου”, όστις είναι ο Χριστός.
21. Πώς μπορεί να είναι μόνο ένα σπέρμα μολονότι υπάρχουν πολλά μέλη;
21 »Διότι πάντες είσθε υιοί Θεού δια της πίστεως της εν Χριστώ Ιησού. Επειδή όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν, Χριστόν ενεδύθητε. Δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην· δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος· δεν είναι άρσεν και θήλυ· διότι πάντες σεις είσθε είς εν Χριστώ Ιησού. Εάν δε ήσθε του Χριστού, άρα είσθε σπέρμα του Αβραάμ, και κατά την επαγγελίαν κληρονόμοι.
22. Πώς οι αδελφοί του αποστόλου Παύλου είναι «τέκνα» όπως ήταν ο Ισαάκ;
22 »Ημείς δε, αδελφοί, καθώς ο Ισαάκ, επαγγελίας τέκνα είμεθα.»—Γαλ. 3:5-10, 14-16, 26-29· 4:28.
23, 24. (α) Μέχρι σήμερα πόσοι από το σπέρμα του Αβραάμ πρέπει να υπάρχουν; (β) Πώς γνωρίζομε τον ανώτατο αριθμό του σπέρματος, και γιατί πρέπει όλοι να είναι πιστοί μέχρι θανάτου;
23 Μέχρι σήμερα, σ’ αυτό το έτος 1966, πόσοι από αυτό το σπέρμα του Αβραάμ πρέπει να υπάρχουν, δηλαδή, αν υπολογίσωμε από τον πρώτο αιώνα και εντεύθεν; Η Γραφική απάντησις είναι, Όχι περισσότεροι από 144.000 από αυτούς τους πνευματικούς υιούς του Αβραάμ. Αυτός ο ωρισμένος αριθμός δίδεται στο τελευταίο ακριβώς βιβλίο της Αγίας Γραφής. Ο αριθμός αυτός, 144.000, δεν συγκρίνεται με κανένα τρόπο με τον αριθμό των αστέρων, που η επιστήμη μπόρεσε να μετρήση ως τώρα. Αλλά ο πραγματικός αριθμός παρέμενε άγνωστος στους Χριστιανούς επί σαράντα και πλέον χρόνια, αφότου ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τη Χριστιανική εκκλησία στη Γαλατία, ακριβώς όπως ήταν άγνωστος ο αριθμός των αστέρων που είδε ο Αβραάμ με τα φυσικά του μάτια.
24 Έπειτα κατά το έτος 96 περίπου της Κοινής μας Χρονολογίας, σε δύο από τις οράσεις, που κατέγραψε ο απόστολος Ιωάννης στο Βιβλίο της Αποκαλύψεως, απεκαλύφθη ο ακριβής αριθμός εκείνων που αποτελούν το πνευματικό σπέρμα του Αβραάμ, οι οποίοι ενώνονται με το Πρωταρχικό Σπέρμα, δηλαδή, ο τελείως ισορροπημένος αριθμός των 144.000. (Αποκάλ. 7:1-8· 14:1-3) Αυτοί οι αποκυημένοι από το πνεύμα 144.000 ακόλουθοι του Πρωταρχικού Σπέρματος Ιησού Χριστού πρέπει όλοι να θυσιασθούν μαζί του επάνω στη γη. Αποδεικνυόμενοι πιστοί μέχρι του θανάτου της σαρκός των, θα γίνουν συγκληρονόμοι με αυτόν στην ουράνια βασιλεία δια της αναστάσεως εκ νεκρών.—1 Κορ. 15:29-57· 2 Κορ. 5:1-9.
25. Τι έδειξαν οι 11.500 με το να λάβουν μέρος στον άρτο και τον οίνο στο Αναμνηστικό δείπνον του Κυρίου το 1965, και ποια επίδρασι επρόκειτο να έχη σ’ αυτούς ο όρκος του Θεού προς τον Αβραάμ;
25 Έτσι, κατά τον εορτασμόν του δείπνου του Κυρίου στις 14 Νισάν του περασμένου έτους 1965 ήσαν περίπου 11.500 εκείνοι που έλαβαν μέρος στα εμβλήματα του άρτου και του οίνου για να δηλώσουν ότι ήσαν μέλη του πνευματικού σπέρματος του Αβραάμ, κληρονόμοι της ουρανίας κληρονομίας με το Πρωταρχικό Σπέρμα τον Ιησού Χριστόν. (Λουκ. 22:14-30· 1 Κορ. 11:20-32) Σ’ αυτό το μικροσκοπικό υπόλοιπο των 144.000 η ένορκος δήλωσις, την οποία ο Ιεχωβά Θεός προσέθεσε στην υπόσχεσί του προς τον Αβραάμ στο Όρος Μοριά, επρόκειτο να φέρη ειδική παρηγορία και ενθάρρυνσι για να παραμείνουν πιστοί. Γιατί;
Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΟΥ ΔΗΛΩΣΕΩΣ
26. Ποιος είναι ο σκοπός μιας ενόρκου δηλώσεως, όπως αναφέρεται εις Εβραίους 6:16;
26 Αλλά, ποιος είναι ο σκοπός μιας ενόρκου δηλώσεως; Μια θεόπνευστη εξήγησις αυτού μας δίδεται στο εδάφιο Εβραίους 6:16, με τα εξής λόγια: «Οι μεν άνθρωποι ομνύουσιν εις τον μεγαλύτερον, και ο όρκος είναι εις αυτούς τέλος πάσης αντιλογίας προς βεβαίωσιν.»
27. Ώστε ο όρκος του Ιεχωβά που έγινε προς τον Αβραάμ θα έπρεπε να θέση τέρμα σε ποια αντιλογία;
27 Έτσι, όταν ο Ιεχωβά Θεός ωρκίσθη, λέγοντας: «Ώμοσα εις εαυτόν, λέγει Ιεχωβά,» παρέσχε μια ειδική νομική εγγύησι εκ μέρους του Υπερτάτου Κριτού του σύμπαντος. Αυτό θα έπρεπε να θέση τέρμα σε κάθε αντιλογία εκ μέρους όλου του ανθρωπίνου γένους, περιλαμβανομένων και ημών σήμερα, όσον αφορά το αν μια ευλογία πρόκειται να έλθη σε όλα τα έθνη της γης, όχι μόνο στους φυσικούς απογόνους του Αβραάμ, αλλά, επίσης, σε όλες τις άλλες φυλές της γης.—Γέν. 12:1-3· 22:16-18, ΜΝΚ.
28. Ποιο γεγονός σχετικά με τον όρκο του Θεού θα έπρεπε να μας δώση πρόσθετη βεβαίωσι;
28 Γιατί οποιοσδήποτε από μας θα προέβαλλε αμφισβήτησι σ’ αυτό σήμερα; Γιατί οποιοσδήποτε από μας θα διατηρούσε κάποια αμφιβολία σχετικά με αυτό σήμερα; Μάλλον, ας αντλήσωμε πρόσθετη βεβαίωσι από τον εκούσιο όρκο του Θεού σήμερα. Δεν ήταν υποχρεωμένος να ορκισθή για το ότι είναι αληθινή η υπόσχεσίς του προς τον Αβραάμ σχετικά με το σπέρμα της ευλογίας. Ο Αβραάμ δεν είχε δικαίωμα να ζητήση, όπως ο Θεός βεβαιώση ενόρκως την υπόσχεσί του. Από εαυτού του ο Θεός προτίμησε να ορκισθή στον εαυτό του, και είχε ένα στοργικό λόγο για να το κάμη αυτό. Ο Παύλος το εξηγεί ως εξής:
29. Ποιος ήταν ο σκοπός του Θεού με το να παρέμβη με όρκο, όταν έδινε την υπόσχεσί του στον Αβραάμ, κι επομένως, αντί να είμεθα νωθροί, τι πρέπει να είμεθα;
29 «Να μη γείνητε νωθροί, αλλά μιμηταί των δια πίστεως και μακροθυμίας κληρονομούντων τας επαγγελίας. Διότι ο Θεός δίδων επαγγελίαν εις τον Αβραάμ, επειδή δεν είχε να ομόση εις ουδένα μεγαλήτερον, ώμοσεν εις εαυτόν, λέγων, “Βεβαίως ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω σε πληθύνει.” Και ούτω προσμείνας με υπομονήν, απήλαυσε την επαγγελίαν. Διότι οι μεν άνθρωποι ομνύουσιν εις τον μεγαλήτερον, και ο όρκος είναι εις αυτούς τέλος πάσης αντιλογίας προς βεβαίωσιν. Εις το οποίον ο Θεός θέλων να δείξη περισσότερον προς τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον· ώστε δια δύο πραγμάτων αμεταθέτων, εις τα οποία είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός, να έχωμε ισχυράν παρηγορίαν οι καταφυγόντες εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα· την οποίαν έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν, και εισερχομένην εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος [στα Άγια των Αγίων]· όπου ο Ιησούς εισήλθεν υπέρ ημών πρόδρομος, γενόμενος αρχιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.»—Εβρ. 6:12-20.
30. Γιατί πρέπει η ελπίς του υπολοίπου να παραμείνη σταθερή και βεβαία, και για ποιο σκοπό;
30 Ως ένα αποτέλεσμα, το υπόλοιπον από τα 144.000 μικρότερα μέλη του υποσχεμένου σπέρματος του Αβραάμ, που ευρίσκεται ακόμη επάνω στη γη, έλαβε μεγάλη ενθάρρυνσι από την ένορκο δήλωσι του Υψίστου Θεού, ο οποίος ποτέ δεν γίνεται επίορκος ούτε απαρνείται τον εαυτό του, διότι είναι «ο Θεός της αληθείας». Η ελπίς του υπολοίπου, η οποία έχει την άγκυρά της στα Άγια των Αγίων ή το ουράνιο αγιαστήριο του Ιεχωβά Θεού, πρέπει να παραμείνη πάντοτε σταθερή και βεβαία, ώστε αυτοί να συνεχίσουν ν’ ασκούν υπομονή και εγκαρτέρησι ακριβώς όπως ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ έπραξαν στην εποχή τους.
31. Ποιοι άλλοι σήμερα δικαιούνται ν’ αντλήσουν ισχυρή ενθάρρυνσι από τον όρκο του Θεού για την υπόσχεσί του, και σύμφωνα με ποιο δράμα που εδόθη στον Ιωάννη ;
31 Εντούτοις, το υπόλοιπο των 144.000, που βρίσκεται ακόμη εν σαρκί, δεν είναι σήμερα οι μόνοι που δικαιούνται ν’ αντλήσουν ισχυρή ενθάρρυνσι από τον όρκο, ο οποίος δεσμεύει την υπόσχεσι του Θεού. Σήμερα ένας όχλος πολύς άλλων πιστών ανθρώπων στον Θεό και τον Ιησού Χριστό, το Αρνίον του, δικαιούνται να αντλήσουν ενθάρρυνσι, επίσης. Γιατί αυτό; Διότι, αφού δίδει, για πρώτη φορά στην Βιβλική ιστορία, τον ακριβή αριθμό των μελών του πνευματικού σπέρματος του Αβραάμ, το έβδομο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως συνεχίζει και λέγει: «Μετά ταύτα είδον, και ιδού όχλος πολύς, τον οποίον ουδείς ηδύνατο να αριθμήση, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, οίτινες ίσταντο ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του Αρνίου, ενδεδυμένοι στολάς λευκάς, έχοντες φοίνικας εν ταις χερσίν αυτών και κράζοντες μετά φωνής μεγάλης, έλεγον. Η σωτηρία είναι του Θεού ημών του καθήμενου επί του θρόνου, και του Αρνίου.» (Αποκάλ. 7:9-10) Α, ναι η δεσμευμένη με όρκον υπόσχεσις του Θεού προς τον Αβραάμ επρόκειτο να εκπληρωθή σε περισσοτέρους παρά απλώς σ’ εκείνους, που θα εγίνοντο πνευματικοί υιοί του Αβραάμ, τους 144.000 σε αριθμό. Επρόκειτο, επίσης, να εκπληρωθή στα επίγεια έθνη και τις φυλές έξω από το υποσχεμένο σπέρμα, που αποτελείται από τον Ιησού Χριστό και τους 144.000 συγκληρονόμους του. Αυτό περιλαμβάνει τους νεκρούς ανθρώπους καθώς επίσης κι εκείνους που ζουν τώρα.
32. Τι είναι καταφανές από το γεγονός ότι ο ‘πολύς όχλος’ φαίνεται τώρα ότι αποδίδει τη σωτηρία του στον Θεό και στο Αρνίον;
32 Αυτός ο «όχλος πολύς» των πιστών από όλα τα έθνη, τις φυλές, τους λαούς και τις γλώσσες έχουν ήδη αρχίσει να εισέρχονται στην ευλογία μέσω του σπέρματος του Αβραάμ. Γνωρίζουν ότι ήδη, προτού το υπόλοιπο μεταφερθή στην ουράνια βασιλεία, απολαμβάνουν πολύτιμες ευλογίες μέσω του υποσχεμένου σπέρματος του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, Ιεχωβά Θεού. Συνεπώς, αυτός ο «πολύς όχλος», που συγκεντρώνεται χωρίς διάκρισι χρώματος, έθνους, φυλής, γλώσσης, αποδίδουν τη σωτηρία των στον Ιεχωβά Θεό επάνω στον ουράνιο θρόνο του και στο Αρνίον του τον Ιησού Χριστό, το Πρωταρχικό Σπέρμα του Αβραάμ.
33. Γιατί και αυτός ο ‘πολύς όχλος’, επίσης, έχει ανάγκη ενθαρρύνσεως, κι επομένως και αυτοί, επίσης, τι πρέπει να έχουν υπ’ όψιν;
33 Η καταστροφή της Βαβυλώνος της Μεγάλης, και ο ‘πόλεμος της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος’ και το δέσιμο και η φυλάκισις του Σατανά ή Διαβόλου και των δαιμόνων του δεν έχουν ακόμη λάβει χώραν για να εξαλειφθούν όλοι οι εχθροί και διώκται, ορατοί και αόρατοι. Επομένως, αυτός ο «πολύς όχλος» με ελπίδες για έναν επίγειο Παράδεισο κάτω από τη Βασιλεία του Θεού έχει ανάγκη από ενθάρρυνσι για ν’ αποφύγη τη νωθρότητα και να παραμείνη πιστός και να εγκαρτερήση, ακριβώς όπως συμβαίνει και με το πνευματικό υπόλοιπο. Γι’ αυτό το λόγο ο «πολύς όχλος» χρειάζεται να έχη υπ’ όψιν το ότι ο Θεός ωρκίσθη στον εαυτό του για να επιβεβαιώση την απαραβίαστη υπόσχεσί του για αιώνια ευλογία των.
34. (α) Με ποια δύο πράγματα έγινε η πρόθεσις του Θεού αμετάβλητη; (β) Ως τι είδους Θεός έχει διεκδικήσει ήδη τον εαυτό του ο Ιεχωβά, και, μαζί με τον Παύλο, ποια δηλούμε ότι είναι η θέσις μας απέναντι στον Θεό;
34 Ο λόγος του Θεού είναι αμετάβλητος. Ο όρκος του Θεού είναι αμετάβλητος. Εφόσον τα δύο αυτά πράγματα, ο λόγος Του και ο όρκος Του, εδόθησαν σχετικά με την πρόθεσί του που ευηρεστήθη να μας αποκαλύψη, αυτό καθιστά την πρόθεσί του, επίσης, αμετάβλητη. Και τώρα ακόμη με όσα ο Ύψιστος Θεός Ιεχωβά έχει ήδη κάμει σχετικά με την αποκαλυμμένη πρόθεσί του παραμένει διεκδικημένος, δικαιωμένος, ενώπιον όλου του ουρανού και της γης. Ας αρνούνται οι διάβολοι, ας αρνούνται όλοι οι άνθρωποι, που βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των διαβόλων, και ας μη το πιστέψουν, ωστόσο ο Ιεχωβά ο Ύψιστος Θεός αποκαλύπτεται και αποδεικνύεται ως «Θεός αληθείας». Τι μας ενδιαφέρει αν η συντριπτική πλειονότης αυτού του κόσμου αποτελήται από απίστους. Εμείς πιστεύομε και δεχόμεθα τον λόγο του Θεού για την αληθινότητά του. Σεβόμεθα, επίσης, την αδιάρρηκτη δεσμευτική δύναμι του όρκου του Θεού, τον οποίον έκαμε στον μέγιστο και ύψιστο από κάθε ύπαρξι. Επομένως, δηλούμε κατηγορηματικά ότι η στάσις μας είναι ομοία με εκείνη, που έλαβε ο Χριστιανός απόστολος Παύλος, όταν έγραψε: «Έστω ο Θεός αληθής, πας δε άνθρωπος ψεύστης.»—Ρωμ. 3:4.
[Υποσημειώσεις]
a Εγκυκλοπαιδεία Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, έκδοσις 1891, Τόμος 7, σελίς 256, κάτω από την επικεφαλίδα «Όρκος.»
[Εικόνα στη σελίδα 177]
Ο Θεός κάνει ένα όρκο στον Αβραάμ
-
-
Δούλοι Ανθρώπων ή Δούλοι του Λυτρωτού Σας—Ποίον;Η Σκοπιά—1966 | 1 Απριλίου
-
-
Δούλοι Ανθρώπων ή Δούλοι του Λυτρωτού Σας—Ποίον;
«Δια τιμής ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων.»—1 Κορ. 7:23.
1. Πόσοι από το ανθρώπινο γένος έχουν γεννηθή σε δουλεία;
ΕΓΝΩΡΙΖΑΤΕ ότι έχετε γεννηθή δούλος; Το γεγονός είναι ότι όλο τα ανθρώπινο γένος, που εγεννήθη από γηίνους, ανθρωπίνους πατέρες, εγεννήθησαν δούλοι, τέκνα δούλων. Αν εντίμως προσέξετε τα γεγονότα αυτού του ζητήματος και διαπιστώσετε πόσο αυτό αληθεύει, θα βοηθηθήτε να κατανοήσετε πολλά πράγματα σχετικά με τον εαυτό σας. Θα σας οδηγήση να κατανοήσετε πώς να ελευθερωθήτε από μια τέτοια δουλεία.
2, 3. (α) Μεταξύ εκείνων, οι οποίοι απέκτησαν ελευθερία από αυτή τη δουλεία, ποιος διακεκριμένος εργάτης στην υπόθεσι της ελευθερίας υπήρχε; (β) Πώς αποκαλούσε τον εαυτό του αυτός ο εργάτης της ελευθερίας;
2 Οι θύρες της απελευθερώσεως από αυτόν τον οίκο της παγκοσμίου δουλείας ανοίχθηκαν πριν από δέκα εννέα αιώνες. Στην παλαιά εκείνη εποχή, στον πρώτο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, μεταξύ εκείνων, που ελευθερώθηκαν από αυτή τη δουλεία, ήταν και ένας άνθρωπος, ο οποίος έχει γίνει τώρα γνωστός σε όλη τη γη. Αλλ’ αυτός ώφειλε να είναι πάντοτε προσεκτικός και να καταβάλλη προσπάθειες για ν’ αποφύγη να υποδουλωθή και πάλι. Απελάμβανε πάρα πολύ την ελευθερία του, και προσπάθησε να βοηθήση όσο ήταν δυνατόν πολλά άλλα άτομα ν’ αποκτήσουν αυτή την ελευθερία. Αλλά δεν αγωνίσθηκε εναντίον της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η οποία είχε υποδουλώσει εκατομμύρια· ούτε και ηγήθηκε μιας Πορείας Ελευθερίας προς τη Ρώμη για να διαμαρτυρηθή εναντίον της δουλείας. Γιατί όχι; Διότι ειργάζετο για την υπόθεσι μιας ελευθερίας μεγαλυτέρας από αυτή που μπορούν να δώσουν άνθρωποι.
3 Λόγω του απελευθερωτικού έργου που διεξήγε ο άνθρωπος αυτός, μερικές θρησκευτικές οργανώσεις τον ανεκήρυξαν ως ένα από τους «αγίους» των κι έτσι τον αποκαλούν «Άγιο Παύλο». Αλλά ο ίδιος αποκαλούσε τον εαυτό του απλώς Παύλο. Παραδείγματος χάριν, είπε σε ανθρώπους που ήθελαν να τον κάμουν ειδικό ηγέτη των: «Μήπως ο Παύλος εσταυρώθη δια σας; ή εις το όνομα του Παύλου εβαπτίσθητε;» «Διότι όταν λέγη τις, Εγώ μεν είμαι του Παύλου· άλλος δε, Εγώ του Απολλώ· δεν είσθε σαρκικοί; Τις λοιπόν είναι ο Παύλος, και τις ο Απολλώς, παρά υπηρέται δια των οποίων επισπεύσατε, και όπως ο Κύριος έδωκεν εις έκαστον;»—1 Κορ. 1:13· 3:4, 5.
4. (α) Ποια ήταν η πολιτική κατάστασις του Παύλου στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και πώς αυτό; (β) Για απελευθέρωσι από ποια δουλεία ενδιεφέρετο ο Παύλος;
4 Ο Παύλος είχε τα δικαιώματα της Ρωμαϊκής ιθαγενείας. Ως εκ τούτου η Ρωμαϊκή κυβέρνησις τον θεωρούσε ως ένα ελεύθερο άνθρωπο. Κάποτε ένας Ρωμαίος χιλίαρχος, ένας στρατιωτικός διοικητής, τον ερώτησε: «Λέγε μοι, συ Ρωμαίος είσαι;» Και αυτός απήντησε: «Ναι.» Ο στρατιωτικός διοικητής ισχυρίζετο, επίσης, ότι είναι Ρωμαίος πολίτης, λέγοντας: «Εγώ δια πολλών χρημάτων απέκτησα ταύτην την πολιτογράφησιν.» Ο δε Παύλος είπε: «Αλλ’ εγώ και εγεννήθην Ρωμαίος.» (Πράξ. 22:27, 28) Ο Παύλος ήταν πράγματι ένας περιτετμημένος Ιουδαίος. Αλλά επειδή είχε γεννηθή στην Ασιατική πόλι Ταρσό, εγεννήθη με τη Ρωμαϊκή ιθαγένεια, διότι, εκατό και πλέον χρόνια προηγουμένως, ο Ρωμαίος πολιτικός Αντώνιος είχε απονείμει τη Ρωμαϊκή ιθαγένεια σ’ όλους τους κατοίκους της Ταρσού, αργότερα δε ο Αυτοκράτωρ Καίσαρ Αύγουστος επεκύρωσε αυτά τα προνόμια. (Πράξ. 21:39· 22:3) Ώστε δεν ήταν η δουλεία στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, από την οποία είχε ελευθερωθή ο Παύλος, ούτε και εισήλθε στον πολιτικό στίβο για να βοηθήση άλλους ν’ απαλλαγούν από αυτή τη δουλεία. Υπήρχε μια άλλη δουλεία, η οποία προχωρούσε πολύ μακρύτερα, μια δουλεία που κατέληγε στο θάνατο. Για απελευθέρωσι απ’ αυτή τη δουλεία ενδιεφέρετο ο Ρωμαίος πολίτης Παύλος.
5, 6. (α) Σε ποια επιστολή εξήγησε ο Παύλος αυτή, τη μεγαλύτερη δουλεία; (β) Τι κατοικούσε μέσα στον Παύλο, που τον εμπόδιζε να κάνη αυτό που επιθυμούσε να κάνη;
5 Πώς ο Παύλος είχε φθάσει σ’ αυτή τη μεγαλύτερη δουλεία; Πώς όλοι εμείς εφθάσαμε σ’ αυτή; Πώς μας έχει επηρεάσει; Ο Παύλος εξήγησε αυτό πολύ κατανοητά, όταν έγραψε σε ομοίους με αυτόν πιστούς, που ήσαν στη Ρώμη. Ομιλώντας για το νόμο του Θεού, όχι τον Ρωμαϊκό νόμο, ο Παύλος είπε:
6 «Ο νόμος είναι πνευματικός· εγώ δε είμαι σαρκικός, πεπωλημένος υπό την αμαρτίαν. Διότι εκείνο το οποίον πράττω, δεν γνωρίζω· επειδή εκείνο το οποίον θέλω, τούτο δεν πράττω, αλλ’ εκείνο το οποίον μισώ, τούτο πράττω. Εάν δε εκείνο το οποίον δεν θέλω, τούτο πράττω, συμφωνώ με τον νόμον, ότι είναι καλός. Τώρα δε δεν πράττω πλέον τούτο εγώ, αλλ’ η αμαρτία η κατοικούσα εν εμοί. Διότι εξεύρω ότι δεν κατοικεί εν εμοί (τουτέστιν εν τη σαρκί μου,) αγαθόν· επειδή το θέλειν πάρεστιν εις εμέ, το πράττειν όμως το καλόν δεν ευρίσκω· διότι δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον θέλω· αλλά το κακόν το οποίον δεν θέλω, τούτο πράττω.
7. Ποιον ανεπιθύμητο νόμο βρήκε ο Παύλος μέσα στα μέλη του, και μέχρι ποιου σημείου ήταν υποδουλωμένος σ’ αυτόν;
7 »Εάν δε εγώ πράττω εκείνο το οποίον δεν θέλω, δεν εργάζομαι αυτό πλέον εγώ, αλλ’ η αμαρτία η κατοικούσα εν εμοί. Ευρίσκω λοιπόν τον νόμον τούτον, ότι, ενώ εγώ θέλω να πράττω το καλόν, πάρεστιν εις εμέ το κακόν. Διότι ηδύνομαι μεν εις τον νόμον του Θεού κατά τον εσωτερικόν άνθρωπον· βλέπω όμως εν τοις μέλεσί μου άλλον νόμον αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μου, και αιχμαλωτίζοντά με εις τον νόμον της αμαρτίας τον όντα εν τοις μέλεσί μου. Ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ· τις θέλει με ελευθερώσει από του σώματος του θανάτου τούτου; Ευχαριστώ εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών. Άρα λοιπόν αυτός εγώ με τον νουν μεν δουλεύω εις τον νόμον του Θεού· με την σάρκα δε εις τον νόμον της αμαρτίας.»—Ρωμ. 7:14-25.
8. Εναντίον τίνος πράγματος, που κατοικούσε μέσα του, ώφειλε ν’ αγωνίζεται ο Παύλος, και ποια είναι η δυσκολία που είναι υπεύθυνη γι’ αυτό;
8 Το σώμα του Παύλου, ακριβώς όπως και τα δικά μας σώματα, ήταν «σαρκικό». Στο σαρκικό του σώμα εύρισκε να λειτουργή ένας νόμος, εκείνος που βρίσκομε να λειτουργή και μέσα στα δικά μας σώματα, επίσης. Ήταν ο νόμος της αμαρτίας. Συνεπώς, όταν επιθυμούσε να κάμη εκείνο που είναι ορθόν και σε αρμονία με τον αγαθό νόμο του Θεού, δεν εύρισκε τη δύναμι να το εκτελέση τελείως και πάντοτε. Η αμαρτία, η οποία κατοικούσε στη σάρκα του, τον κυβερνούσε και τον εμπόδιζε από το να εκτελέση τη δική του επιθυμία. Στην καρδιά και στο νου του ήταν σε αρμονία με το νόμο του Θεού, έτσι ώστε με τη διάνοιά του ήταν ένας δούλος του νόμου του Θεού. Αλλά η σαρξ του δεν συμφωνούσε πάντοτε με το νου του, και ώφειλε συνεπώς να αγωνίζεται εναντίον τού να υπηρετή το νόμο της αμαρτίας μέσα στη σάρκα του. Ποια ήταν η δυσκολία; Ο Παύλος ήταν «πεπωλημένος υπό την αμαρτίαν». Αν αυτό αλήθευε για τον Παύλο τον απόστολο, αληθεύει, επίσης, και για μας όλους.
9. Γιατί δεν είναι καλό για μας να είμεθα εκουσίως δούλοι στο νόμο της αμαρτίας;
9 Δεν είναι καλό για μας να είμεθα εκουσίως δούλοι στο νόμο της αμαρτίας, ο οποίος προσπαθεί πάντοτε να λειτουργήση χωρίς έλεγχο δια μέσου της σαρκός μας. Αν επιτρέπωμε να ενεργή ανεμπόδιστα ο νόμος της αμαρτίας μέσω της σαρκός μας, αυτό μπορεί να φέρη για μια στιγμή κάποια ευχαρίστησι, αλλά δεν συντελεί στο να μας κάμη να κερδίσωμε μια αιώνια ζωή με ευτυχία. Ο νόμος του Θεού έδειξε στους Ιουδαίους τι είναι αμαρτία. Ο νόμος του κατεδίκαζε τους αμαρτωλούς σε θάνατο. Γι’ αυτό, ο Παύλος έλεγε ότι η αμαρτία προξενούσε σ’ αυτόν θάνατο σύμφωνα με την καταδίκη που καθώριζε ο καλός νόμος του Θεού επάνω στους αμαρτωλούς.—Ρωμ. 7:13.
10. Όπως ο Παύλος, ποια απολύτρωσι επιθυμούμε πολύ, και μέσω τίνος θα έλθη;
10 Επομένως, αν επιθυμούμε αιώνια ζωή με πλήρη ευτυχία, όπως και ο ίδιος ο Παύλος το επιθυμούσε, πρέπει να έχωμε ζωηρή επιθυμία ν’ απαλλαγούμε από την αμαρτία που υπάρχει μέσα μας και η οποία κάνει να πεθαίνουν τα σαρκικά σώματά μας. Ονομάζοντας εκείνον, μέσω του οποίου θα μας ήρχετο αυτή η απολύτρωσις, ο Παύλος ανεφώνησε: «Ευχαριστώ εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.» (Ρωμ. 7:25) Πώς, λοιπόν, έρχεται αυτή η απολύτρωσις από τον Θεό μέσω του Χριστού;
11. Τι ήταν ανάγκη να συμβή στον Παύλο για να ελευθερωθή από τη δουλεία «εις τον νόμον της αμαρτίας», και ποια ερώτησις εγείρεται για την πώλησι του Παύλου;
11 Ο Παύλος είπε ότι ήταν «πεπωλημένος υπό την αμαρτίαν». Ήταν συνεπώς δούλος «εις τον νόμον της αμαρτίας.» Για ν’ απελευθερωθή από αυτή τη δουλεία, είχε ανάγκη να εξαγορασθή ή απολυτρωθή. Πώς, όμως, ο Παύλος, ο γεννημένος ελεύθερος Ρωμαίος πολίτης, έφθασε να είναι «πεπωλημένος υπό την αμαρτίαν»; Το να βρούμε την απάντησι σ’ αυτή την ερώτησι θα μας βοηθήση να κατανοήσωμε πώς όλοι οι υπόλοιποι εμείς είμεθα ‘πεπωλημένοι υπό την αμαρτίαν’, ώστε να βλέπωμε τώρα την αμαρτία να προξενή θάνατο σε όλους μας. Πώς εξηγοράσθη ο Παύλος; Πώς μπορούμε να εξαγορασθούμε εμείς;
ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΣΑΡΚΑ
12. Σύμφωνα με τη Βιβλική αφήγησι περί δημιουργίας, μέσω τίνος ελάβαμε όλοι τα σαρκικά σώματά μας;
12 Ο Παύλος είπε ότι ήταν «σαρκικός». Όλοι εμείς σήμερα είμεθα από την ίδια σάρκα όπως του Παύλου, ο οποίος ήταν ένας «απόστολος, κεχωρισμένος δια το ευαγγέλιον του Θεού, (το οποίον προϋπεσχέθη δια των προφητών αυτού εν ταις αγίαις γραφαίς).» (Ρωμ. 1:1, 2) Μέσω μιας γυναικός έχομε λάβει όλοι μας τα σαρκικά σώματά μας από τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ. Η σύζυγός του Εύα, η πρώτη γυναίκα, ήταν σαρξ από τη σάρκα του πρώτου ανδρός και οστούν από τα οστά του. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος συμφωνούσε με τη Βιβλική αφήγησι περί δημιουργίας του ανθρώπου και έγραψε: «Διότι καθώς η γυνή είναι εκ του ανδρός, ούτω και ο ανήρ είναι δια της γυναικός· τα πάντα δε εκ του Θεού.»—1 Κορ. 11:12.
13, 14. (α) Γιατί δεν θα έπρεπε να υποκύψωμε στην παρόρμησι του εθνικισμού ή να υπερηφανευθούμε εθνικιστικά; (β) Γιατί δεν θα μπορούσε να είναι ο Θεός εκείνος που μας επώλησε υπό την αμαρτίαν;
13 Σήμερα έξη χιλιάδες περίπου χρόνια αφότου εδημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο, η σύγχρονη επιστήμη δεν μπόρεσε ποτέ να αναιρέση εκείνο που ο απόστολος Παύλος είπε στους ειδωλολάτρας Έλληνας δικαστάς στας Αθήνας: «Ο Θεός . . . έκαμεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, δια να κατοικώσιν εφ’ όλου του προσώπου της γης, και διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς, και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών δια να ζητώσιν τον Κύριον.» (Πράξ. 17:24-27) Γιατί, λοιπόν, οποιοσδήποτε άνθρωπος θα έπρεπε να ενδίδη υπερήφανα στην πίεσι του εθνικισμού;
14 Άσχετα με την παρούσα εθνικότητά μας, είμεθα όλοι ‘πεπωλημένοι υπό την αμαρτίαν’, είμεθα όλοι δούλοι «εις τον νόμον της αμαρτίας». Εφόσον όλοι είμεθα δούλοι, γιατί θα έπρεπε να καυχώμεθα ή να επαιρώμεθα, μια εθνικότης εναντίον της άλλης; Δεν μπορούμε να το κάνωμε αυτό στα όμματα του Θεού και να εύρωμε ειδική εύνοια από αυτόν. Γι’ αυτό ερωτούμε τώρα, Ποιος μας επώλησε όλους εμάς; Ασφαλώς όχι ο Θεός, ο Δημιουργός. Λόγω της απολύτου δικαιοσύνης του, αγαθότητός του και αγιότητός του, δεν μπορούσε να δημιουργήση τον πρώτο άνδρα και γυναίκα ως πλάσματα ‘πεπωλημένα υπό την αμαρτίαν’. Τότε, λοιπόν, ποια ήταν η σωματική η σαρκική κατάστασις του πρώτου ανδρός και της πρώτης γυναικός, όταν τους εδημιούργησε ο Θεός; Τι λέγει το εμπνευσμένο απ’ αυτόν Βιβλίο, η Αγία Γραφή, σχετικά με το ζήτημα αυτό;
15. (α) Για να δημιουργήση εμάς τα πλάσματα, τι έπρεπε να είναι ο Θεός; (β) Πώς η άποψις του Θεού για τη δημιουργία του ανθρώπου διαφέρει από τις Ανατολικές θρησκευτικές φιλοσοφίες;
15 Για να μας δημιουργήση εμάς, οι οποίοι είμεθα θαυμασίως κατασκευασμένα πλάσματα, ο Θεός έπρεπε να είναι ο μέγιστος ζων Επιστήμων, προηγούμενος κατά έξη χιλιάδες τουλάχιστον έτη από όλους τους επιγείους επιστήμονας της εποχής μας. Η επιστημονική αφήγησις του Θεού σχετικά με την δημιουργία, όπως κατεγράφη στην Αγία Γραφή, δεν συμφωνεί με την ανθρώπινη φιλοσοφία των Ινδών, των Βουδδιστών και άλλων θρησκευομένων ότι όλα τα υλικά πράγματα είναι αμαρτωλά, χονδροειδή, άτεχνα, κακά καθ’ εαυτά. Η Βίβλος λέγει ότι, όταν ο Θεός εδημιούργησε τον πρώτον άνδρα και την πρώτη γυναίκα και τους ευλόγησε και τους διέταξε να γεμίσουν την γην με το σαρκικό είδος των, «είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν.» (Γέν. 1:31) Ο Θεός δεν είναι ένας Θεός, ο οποίος ονομάζει το κακό καλό, και το καλό κακό, και ο οποίος παρουσιάζει το σκότος για φως και το πικρό για γλυκύ. Επιφέρει κακό επάνω στους ανθρώπους, οι οποίοι διαστρέφουν έτσι τα πράγματα. (Ησ. 5:20-23· Παροιμ. 17:15) Όταν αποκαλή το έργο του καλόν, πρέπει να είναι καλόν. Επομένως, για να χαρακτηρισθούν από τον Θεόν καλοί, πρέπει ο πρώτος άνδρας και η πρώτη γυναίκα να ήσαν καλοί.
16, 17. (α) Πώς ο Ιατρός Λουκάς χαράσσει τη γενεαλογία ενός τελείου ανθρώπου; (β) Επειδή σχετικά με αυτό ο Λουκάς αποκαλεί τον Αδάμ υιόν του Θεού, τι πρέπει να ήταν ο Αδάμ στην έναρξί του;
16 Εκτός από τον Αδάμ, υπήρξε και ένας άλλος τέλειος άνθρωπος επάνω στη γη. Ένας ιατρός του πρώτου αιώνος μας χαράσσει τη γενεαλογία αυτού του άλλου τελείου ανθρώπου. Κατόπιν, ο Ιατρός Λουκάς λέγει τα εξής: «Αφού δε εβαπτίσθη πας ο λαός, βαπτισθέντος και του Ιησού, και προσευχομένου, ηνοίχθη ο ουρανός, και κατέβη το πνεύμα το άγιον εν σωματική μορφή, ως περιστερά, επ’ αυτόν και έγεινε φωνή εκ του ουρανού, λέγουσα, Συ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις σε ευηρεστήθην.» (Λουκ. 3:21, 22) Έπειτα ο Ιατρός Λουκάς προχωρεί στο να χαράξη την επίγεια γενεαλογία του Ιησού, λέγοντας: «Και αυτός ο Ιησούς ήρχιζε να ήναι ως τριάκοντα ετών, ων (καθώς ενομίζετο) υιός Ιωσήφ, του Ηλί.» Από εκεί ο Ιατρός Λουκάς ανατρέχει πίσω διαμέσου εβδομήντα και πλέον προσθέτων γενεών και τελειώνει, λέγοντας: «Του Ενώς, του Σηθ, του Αδάμ, του Θεού.»—Λουκ. 3:23-38.
17 Έτσι, αφού ομιλεί για τον τέλειο, επιδοκιμασμένο Υιό του Θεού, τον Ιησού Χριστό, ο Ιατρός Λουκάς λέγει ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ ήταν υιός «του Θεού». Εφόσον αποκαλεί τον Αδάμ ένα υιό «του Θεού» μαζί με τον Ιησού τον τέλειο, επιδοκιμασμένον Υιό του Θεού, τότε και ο Αδάμ, επίσης, στο ξεκίνημά του, πρέπει να ήταν ένα τέλειο ανθρώπινο πλάσμα, αν έπρεπε να θεωρήται ως ένας ‘υιός του Θεού’. Ο Αδάμ ήταν, σύμφωνα με τα μέτρα της Βίβλου.
18, 19. (α) Σύμφωνα με τον αναφερόμενο από τον Ιωάννη κανόνα κρίσεως ποιοι είναι τα τέκνα του Θεού, γιατί ο Αδάμ και η Εύα δεν ήσαν αμαρτωλοί στην έναρξί τους; (β) Γιατί δεν ήσαν τότε υποκείμενοι στη δύναμι του πονηρού;
18 Αν, κατά την έναρξί του, ο Αδάμ ήταν αμαρτωλός και ατελής, δεν θα μπορούσε να είναι ένας υιός του Θεού. Αυτό αποδεικνύεται από όσα ο Χριστιανός απόστολος Ιωάννης γράφει υπό θείαν έμπνευσι: «Πας όστις εγεννήθη εκ του Θεού, αμαρτίαν δεν πράττει, διότι σπέρμα αυτού μένει εν αυτώ· και δεν δύναται να αμαρτάνη, διότι εγεννήθη εκ του Θεού. Εν τούτω γνωρίζονται τα τέκνα του Θεού. . . . Πας όστις δεν πράττει δικαιοσύνην, δεν είναι εκ του Θεού, ουδέ όστις δεν αγαπά τον αδελφόν αυτού. Εξεύρομεν ότι εκ του Θεού είμεθα· και ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται.»—1 Ιωάν. 3:9, 10· 5:19.
19 Σύμφωνα με αυτόν τον κανόνα, ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ και η σύζυγός του Εύα δεν ήσαν αμαρτωλοί ούτε διέπραξαν αμαρτία κατά την έναρξί τους, διότι εγεννήθησαν εκ του Θεού. Ήσαν απ’ ευθείας τέκνα του Θεού. Ο Θεός δεν δημιουργεί αμαρτωλούς, διότι αυτός δεν είναι η πηγή της αμαρτίας. Όταν εδημιουργήθησαν ο Αδάμ και η Εύα, δεν ήσαν υποκείμενοι στη δύναμι κάποιου πονηρού, αλλά είχαν δημιουργηθή για να είναι οι δούλοι του δικαίου Θεού.
20, 21. (α) Πώς η ευλογία του Θεού και η εντολή προς τον Αδάμ και την Εύα αποδεικνύουν ότι δεν ήσαν τότε αμαρτωλοί; (β) Τι ήσαν η εικών και η ομοίωσις του Θεού, και πώς αυτό υποστηρίζει την ιδιότητα του Αδάμ ως υιού;
20 Γι’ αυτό, η αφήγησις της δημιουργίας στη Γένεσι 1:27, 28 μας λέγει: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα εαυτού· κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν· άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς· και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός· και είπε προς αυτούς ο Θεός, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, και γεμίσατε την γην, και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης, και επί των πετεινών του ουρανού, και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης.» Θα ευλογούσε ο δίκαιος Θεός αμαρτωλούς και θα έλεγε σε αμαρτωλούς να γεμίσουν τη γη με το αμαρτωλό είδος των και συγχρόνως να έχη όλα τα άλλα ζώντα κτήνη επί της γης κάτω από αμαρτωλή υποταγή; Όχι! Ο Θεός έκαμε τον πρώτο άνθρωπο Αδάμ «κατ’ εικόνα εαυτού» και καθ’ ομοίωσίν του. Εφόσον αυτή η εικών και ομοίωσις δεν αναφέρονται στο σχήμα του σώματος και των ζωτικών οργάνων του Αδάμ, αυτή η εικών και ομοίωσις πρέπει να αναφέρωνται στις διανοητικές ικανότητες του Αδάμ και στις ηθικές του ιδιότητες, θα μπορούσε να λογικεύεται και να βγάζη συνετές αποφάσεις και να αισθάνεται τη λειτουργία της συνειδήσεως.
21 Εκτός από τη σωματική δύναμι, ο Αδάμ είχε τις ιδιότητες της σοφίας, δικαιοσύνης και αγάπης σ’ ένα τέλειο βαθμό. Αυτό θα εσήμαινε ότι ο Αδάμ ήταν ένας υιός του Θεού κατά την έναρξί του, διότι αυτά θα ήταν σε αρμονία με τον κανόνα: «Η αγάπη είναι εκ του Θεού· και πας όστις αγαπά, εκ του Θεού εγεννήθη, και γνωρίζει τον Θεόν. Όστις δεν αγαπά δεν εγνώρισε τον Θεόν διότι ο Θεός είναι αγάπη.»—1 Ιωάν. 4:7, 8.
22. Γιατί ο Θεός, καίτοι εδημιούργησε κατ’ εικόνα και ομοίωσί του, δεν εδημιούργησε ένα αμαρτωλό ή ατελή άνθρωπο;
22 Εφόσον ο άνθρωπος Αδάμ, όταν επλάσθη κατ’ εικόνα και ομοίωσιν Θεού, αντανακλούσε τις τέλειες ιδιότητες και γνωρίσματα του Θεού, πρέπει να ήταν τέλειος, όταν εδημιουργήθη. Όταν ο Θεός εδημιούργησε έναν επίγειο υιό κατά θεία εικόνα και ομοίωσιν, ασφαλώς δεν θα εδημιούργησε έναν αμαρτωλό ή ατελή άνθρωπο. Ένας αμαρτωλός, ατελής άνθρωπος θα ήταν μία δυσφήμησις της δημιουργικής ικανότητος του Θεού και μια αντανάκλασις κατά των διανοητικών δυνάμεων του Θεού και των ηθικών ιδιοτήτων του.
23, 24. (α) Εφόσον κανένας «υιός του Θεού» δεν κληρονομεί αμαρτωλότητα από τον Θεό, ποιο είδος ανθρωπίνου πλάσματος παρήγαγε η δραστηριότης του Θεού; (β) Εφόσον ο Θεός δεν μπορεί ν’ αρνηθή τον εαυτό του, τι είδος αντιπροσωπευτικού ανθρωπίνου πλάσματος θα παρήγε;
23 Κανένας «υιός του Θεού» δεν κληρονομεί ούτε αντλεί αμαρτωλότητα και ατέλεια από τον Θεό. Αυτό το γεγονός δηλούται απ’ ευθείας στο Δευτερονόμιο 32:3-6 (ΜΝΚ), όπου ο προφήτης Μωυσής λέγει στο έθνος Ισραήλ: «Θέλω εξυμνήσει το όνομα του Ιεχωβά· απόδοτε μεγαλωσύνην εις τον Θεόν ημών. Αυτός είναι ο Βράχος, τα έργα αυτού είναι τέλεια· διότι πάσαι αι οδοί αυτού είναι κρίσις· Θεός πιστός, και δεν υπάρχει αδικία εν αυτώ· δίκαιος και ευθύς είναι αυτός. Ούτοι διεφθάρησαν· η κηλίς αυτών δεν είναι κηλίς των υιών αυτού· είναι γενεά σκολιά και διεστραμμένη. Ταύτα ανταποδίδετε εις τον Ιεχωβά, λαέ μωρέ και ασύνετε; Δεν είναι αυτός ο πατήρ σου, όστις σε εξηγόρασεν; αυτός όστις σε έπλασε, και σε εμόρφωσεν;»
24 Η τελεία δραστηριότης του Θεού δεν θα παρήγε ποτέ ένα ατελές πλάσμα, θα παρήγε ένα τέλειον άνθρωπο, δίχως ελάττωμα, όχι στρεβλωμένο ή διεστραμμένο. Εφόσον ο Θεός δεν μπορεί να αρνηθή τον εαυτό του, δεν θα επέτρεπε τα έργα του να τον παρουσιάζουν ως ένα είδος προσώπου, που δεν είναι. Ο επίγειος ανθρώπινος υιός του θα είχε αρμονικά τις ιδιότητες του ουρανίου Πατρός του και θα ήταν αναμάρτητος, για ν’ αντιπροσωπεύη την τελειότητα του ουρανίου πατρός του στη διάνοια και την ηθική.
ΓΙΑΤΙ Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΩΣ, ΗΘΙΚΩΣ, ΣΩΜΑΤΙΚΩΣ;
25. Πώς ο Θεός επρομήθευσε μια τελεία έναρξι για την ανθρωπίνη οικογένεια;
25 Η τελεία ενέργεια του Θεού έθεσε αυτόν τον τέλειον άνθρωπο Αδάμ σ’ ένα κήπο επί της γης, ένα «παράδεισον», όπως ονομάζεται στην Αγία Γραφή. (Γέν. 2:7, 8, 15, 16) Αργότερα, η τελεία ενέργεια του Θεού έπλασε μια τελεία σύζυγο για τον τέλειο Αδάμ, για να μπορούν να παράγουν τέλεια τέκνα μέσα σ’ αυτόν τον παράδεισο τέρψεως. (Γέν. 2:18-23) Ο Θεός, ως ο ουράνιος Πατήρ του, είπε στον Αδάμ πώς θα μπορούσε να ζη αιωνίως μέσα σ’ αυτόν τον παράδεισο τέρψεως.—Γέν. 2:17.
26. (α) Εφόσον έτσι έχουν όλα αυτά τα πράγματα, ποια ερωτήματα εγείρονται λόγω της καταστάσεως του ανθρώπου και της γης σήμερα; (β) Σε ποιον δεν μπορεί να ριφθή το βάρος αυτής της καταστάσεως των πραγμάτων;
26 Εφόσον έτσι έχουν όλα αυτά τα πράγματα, πώς συμβαίνει ώστε όλοι εμείς σήμερα να μη ζούμε μέσα σ’ ένα παράδεισο τέρψεως; Γιατί, ύστερ’ από την καλλιέργεια της γης από τον άνθρωπο επί έξη χιλιάδες περίπου χρόνια, η γη δεν έχει ουσιαστικώς μετατραπή παντού σε μια παραδεισιακή κατάστασι; Γιατί συμβαίνει ώστε ύστερ’ από έξη περίπου χιλιετηρίδες της αναπαραγωγής του ανθρώπου τα δισεκατομμύρια των προγόνων μας δεν είναι ζώντες μαζί μας σήμερα για να γεμίσουν μια παραδεισιακή γη, αλλά κείνται νεκροί στους κόλπους της γης ή στην καρδιά της θαλάσσης; Γιατί εμείς, τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που ζούμε σήμερα, δεν είμεθα τέλειοι στο σώμα, στη διάνοια και στην καρδιά, αλλά οι ατέλειές μας φαίνεται ν’ αυξάνουν; Γιατί συμβαίνει ώστε ο καθένας από μας πρέπει εντίμως να πη: «Δεν κατοικεί εν εμοί (τουτέστιν εν τη σαρκί μου,) αγαθόν»; (Ρωμ. 7:18) Δεν μπορούμε να ρίχνωμε το βάρος στον Θεό γι’ αυτή την κατάστασι πραγμάτων. Όλος ο γραπτός του Λόγος, η Αγία Γραφή, πιστοποιεί ότι έδωσε στο ανθρώπινο γένος μια τελεία έναρξι. Μήπως η Γραφή εξηγεί, επίσης, και την παρούσα κατάστασί μας; Ναι! Πώς;
27. Τι ήταν σκοπός του Θεού να κληρονομήσωμε εμείς οι ανθρώπινοι απόγονοι, αλλά από ποια γενεά του ανθρωπίνου γένους εκληρονομήσαμε αυτή την κατάστασι;
27 Η απλή απάντησις της Γραφής είναι ότι έχομε κληρονομήσει αυτή την κατάστασι πραγμάτων. Αλλά από ποια γενεά των προγόνων μας; Η Γραφή απαντά, Από τους πρώτους ανθρωπίνους γονείς μας. Γι’ αυτό, όλοι εμείς, δίχως εξαίρεσι, επηρεαζόμεθα. Ο σκοπός του Θεού ήταν να κληρονομήσωμεν μόνο καλά πράγματα από τους πρώτους ανθρωπίνους γονείς μας, ανθρώπινη τελειότητα και ευσέβεια μέσα σ’ ένα τέλειο παράδεισο τέρψεως και σε ειρηνική, όμοια με τέκνων σχέσι προς τον Ιεχωβά Θεό τον ουράνιο Πατέρα μας. Τελικά επρόκειτο να είμεθα μια μεγάλη ανθρωπίνη οικογένεια, ασκώντας όλοι μας αδελφική αγάπη προς αλλήλους και έχοντας όλα τα άλλα ζώα επάνω στη γη σε στοργική υποταγή, δίχως φόβο βλάβης. Επρόκειτο να κληρονομήσωμε ζωή μη καταδικασμένη και ελεύθερη από τη δουλεία της αμαρτίας. Δυστυχώς, εκληρονομήσαμε τα αντίθετα πράγματα από τους πρώτους ανθρωπίνους γονείς μας. Πώς συνέβη αυτό;
28. Μέσα στον κήπο, ποια συνομιλία έλαβε χώρα μεταξύ της Εύας και ενός ζώου;
28 Η πρώτη γυναίκα, η Εύα, δεν εφοβείτο τον όφιν. Ήταν υποτεταγμένος σ’ αυτήν και τον σύζυγό της Αδάμ. Κάποια μέρα ένα ζώο τής μίλησε. Δεν ήταν ένας παπαγάλος. Ήταν ένα φίδι. Μολονότι αυτό ήταν κάτι ασυνήθιστο, η Εύα άκουσε άφοβη. Την ερώτησε αν ο Θεός είχε πραγματικά πει ό,τι ο σύζυγός της Αδάμ της είπε. Η Εύα επανέλαβε τα λόγια του Θεού προς τον σύζυγό της Αδάμ, λέγοντας προς τον όφι: «Από του καρπού των δένδρων του παραδείσου δυνάμεθα να φάγωμεν· από δε του καρπού του δένδρου, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, Μη φάγητε απ’ αυτού, μηδέ εγγίσητε αυτόν, δια να μη αποθάνητε.» Έπειτα ο όφις που μιλούσε είπε: «Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει· αλλ’ εξεύρει ο Θεός, ότι καθ’ ην ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι ως θεοί [ο Θεός, ΜΝΚ], γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν.»—Γέν. 3:1-5· 2:16, 17.
29. (α) Με ποιον τρόπο άφησε η Εύα τον εαυτό της να υποδουλωθή; (β) Με ποια έννοια αμάρτησε, διέπραξε παράπτωμα, και έγινε παραβάτις;
29 Κάτι νέο άρχισε ν’ αναπτύσσεται μέσα στην Εύα. Ήταν μια επιθυμία ιδιοτελούς είδους για κάτι, που δεν ήταν θέλημα Θεού. Η Εύα δεν επέπληξεν εκείνον τον όφιν, ο οποίος ήταν υποτεταγμένος σ’ αυτήν, όταν της είπε ότι ο Θεός ο ουράνιος Πατήρ της ήταν αναληθής και εφοβείτο να έχη και άλλους θεούς γύρω του. Άφησε τον εαυτό της να υποδουλωθή στην ιδιοτελή της επιθυμία και έφαγε τον απηγορευμένο καρπό. Κάνοντας αυτό, αμάρτησε, διότι τώρα απέτυχε στον αντικειμενικό σκοπό της τελείας διαγωγής προς τον Θεό. Έγινε παραβάτις, διότι ενήργησε αντίθετα προς τον νόμο του Θεού, ο οποίος της είχε γνωστοποιηθή από τον σύζυγό της. Διέπραξε παράπτωμαa κατά το ότι έπεσε σε υποταγή, ενώ έπρεπε να σταθή ακεραία στην αντίστασί της για υπακοή στον Θεό και υπέρ της διεκδικήσεως του Θεού ως αληθινού και ως υπερτάτου δίχως ένα πιθανό όμοιό του. Έτσι η μητέρα του ανθρωπίνου γένους ενήργησε κακώς.
30. (α) Γιατί ο πειραστής δεν ήταν ικανοποιημένος να κάνη μόνο τη γυναίκα να φάγη τον απηγορευμένο καρπό; (β) Γιατί ο πειραστής δεν εχρησιμοποίησε τον όφι για να πη στον Αδάμ να φάγη;
30 Πίσω από αυτή την κατάστασι υπήρχε ένας πειραστής. Ποιος; Δεν ήταν ο ορατός όφις στο δένδρο του απηγορευμένου καρπού. Ο πραγματικός πειραστής δεν ήταν ικανοποιημένος, που έπεισε μόνο τη γυναίκα να φάγη τον απηγορευμένο καρπό. Δεν ήταν αυτή η κεφαλή της ανθρωπίνης οικογενείας. Γι’ αυτό, το κύριο πράγμα, που έπρεπε να γίνη, ήταν να πεισθή ο άνδρας να φάγη. Ο άνδρας ως η κεφαλή της οικογενείας θα προσδιώριζε την ποιότητα της οικογενείας. Αν η Εύα, η οποία ήταν τώρα παραβάτις, δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθή από τον Αδάμ για να γεννήση ένα τέλειο ανθρώπινο γένος, τότε ο Θεός θα μπορούσε, στον ωρισμένο Του καιρό, να δημιουργήση μια άλλη τέλεια σύζυγο για τον Αδάμ για να εκτελέση μητρικά καθήκοντα στην οικογένειά του με τελειότητα. Για να κάμη τον άνδρα να φάγη, δεν ήταν ανάγκη να πλησιάση ο όφις τον Αδάμ και να του μιλήση όπως είχε κάμει με την τελεία σύζυγό του Εύα. Ο πανούργος πειραστής, ο οποίος εκρύπτετο αόρατος πίσω από τον όφιν, εγνώριζε ότι ο Αδάμ δεν μπορούσε να απατηθή όπως είχε απατηθή η Εύα. Ο Αδάμ είχε λάβει το νόμο του Θεού απ’ ευθείας από τον Θεό. Επειδή, λοιπόν, δεν θα ήταν δυνατόν να απατηθή από έναν όφιν, ο πειραστής θα έπειθε τον Αδάμ να φάγη μέσω προσκλήσεως της ιδιοτελούς συζύγου του. Αυτή θα είχε περισσότερη επιρροή στον Αδάμ από την ομιλία του όφεως.
31. (α) Τι άφησε ο Αδάμ να τον υποδουλώση, με ποια ενέργεια εκ μέρους του; (β) Γιατί ο Αδάμ ήταν ο κυριώτερος υπεύθυνος στην υπόθεσι;
31 Η Εύα διήγειρε στον Αδάμ την ιδιοτελή επιθυμία να μη την χάση ως σύζυγό του. Και ο Αδάμ, επίσης, επέτρεψε να τον εξουσιάση η ιδιοτελής επιθυμία και να τον υποδουλώση στην αμαρτία και την παράβασι κατά του Ουρανίου Πατρός του, του Ιεχωβά Θεού. Τα εδάφια Γένεσις 3:6, 7 χαράσσουν τη σειρά των γεγονότων και δείχνουν την έναρξιν μιας κακής συνειδήσεως στο ανθρώπινο γένος, λέγοντας: «Και λαβούσα εκ του καρπού αυτού, έφαγε· και έδωκε και εις τον άνδρα αυτής μεθ’ εαυτής, και αυτός έφαγε. Και ηνοίχθησαν οι οφθαλμοί αμφοτέρων, και εγνώρισαν ότι ήταν γυμνοί· και ράψαντες φύλλα συκής, έκαμον εις εαυτούς περιζώματα.» Έτσι ο πατέρας του ανθρωπίνου γένους έπραξε κακώς. Αυτός ήταν ο κύριος υπεύθυνος, διότι ο απόστολος Παύλος λέγει: «Ο όφις εξηπάτησε την Εύαν δια της πανουργίας αυτού.» «Διότι ο Αδάμ πρώτος επλάσθη, έπειτα η Εύα. Και ο Αδάμ δεν ηπατήθη· αλλ’ η γυνή απατηθείσα έγεινε παραβάτις.»—2 Κορ. 11:3· 1 Τιμ. 2:13, 14.
32. Πώς τα εδάφια Ιάκωβος 1:13-15 εξηγούν ότι ο Αδάμ και η Εύα υπεδουλώθησαν στην ιδιοτελή επιθυμία;
32 Ο Αδάμ και η Εύα άφησαν να υποδουλωθούν στην ιδιοτελή επιθυμία και έπρεπε να υποστούν τη δαπάνη για την ικανοποίησι της ιδιοτελούς επιθυμίας. Ο Χριστιανός μαθητής Ιάκωβος (1:13-15) εξηγεί αυτή την πηγή του πειρασμού, λέγοντας: «Μηδείς πειραζόμενος ας λέγη, Ότι από του Θεού πειράζομαι· διότι ο Θεός είναι απείραστος κακών, και αυτός ουδένα πειράζει. Πειράζεται δε έκαστος, υπό της ιδίας αυτού επιθυμίας παρασυρόμενος και δελεαζόμενος. Έπειτα η επιθυμία αφού συλλάβη, γεννά την αμαρτίαν· η δε αμαρτία εκτελεσθείσα γεννά τον θάνατον.» Θάνατος τώρα ανέμενε τον Αδάμ.
33. Ποια καταδίκη απήγγειλε ο Θεός εναντίον του Αδάμ, και σε ποια ενέργεια προέβη τότε ο Θεός;
33 Γεμάτοι φόβο από μια κακή συνείδησι και γνωρίζοντας ότι έπρεπε να αναμένουν την καταδίκη του Θεού σε θάνατο, ο Αδάμ και η Εύα προσπάθησαν να κρυφθούν. Αλλά ο Θεός τούς εκάλεσε σε απολογία και απέσπασε την ομολογία τους ότι έσφαλαν. Συνεπής προς τον ίδιο του νόμο, ο Θεός απήγγειλε την καταδίκη του θανάτου πάνω στον άνθρωπο Αδάμ, λέγοντας: «Θέλεις τρώγει τον άρτον σου, εωσού επιστρέψης εις την γην, εκ της οποίας ελήφθης· επειδή γη είσαι, και εις γην θέλεις επιστρέψει.» Κατόπιν ο Θεός τούς απεμάκρυνε και τους δύο από την οικογένεια των τέκνων του και τους εξεδίωξε από τον παράδεισο και μακριά από το δένδρο της ζωής. Ο δρόμος της επιστροφής είχε κλεισθή, η δε προσπάθειά τους να επιστρέψουν εκεί μέσα θα εσήμαινε γι’ αυτούς θάνατο αυτοστιγμεί. Βγήκαν σε μια γη, η οποία ήταν τώρα κάτω από κατάρα.—Γέν. 3:8-24.
34. Ως μια απόδειξις τού ότι μετεβίβασαν κακία, ποια βιαία πράξις έλαβε χώρα μεταξύ των πρώτων απογόνων του Αδάμ και της Εύας;
34 Για πρώτη φορά έξω από τον παράδεισο της τέρψεως και στην καταραμένη γη άρχισαν να έχουν τέκνα. Για ν’ αποδειχθή ότι μετεβίβασαν ιδιοτελή επιθυμία, αμαρτωλότητα και ατέλεια στα τέκνα των, ας σημειωθή ότι ο πρώτος των υιός κατήντησε δολοφόνος του αδελφού του που εφοβείτο τον Θεό. Αυτό το έκαμε, μολονότι ο Θεός τού είπε ότι η αμαρτία έκειτο στη θύρα, προσπαθώντας να τον καταλάβη, αλλά ότι αυτός έπρεπε να προσπαθή να ‘εξουσιάζη επ’ αυτής’. Δεν το έπραξε αυτό. Ο τετράκις εγγονός του έγινε και αυτός φονεύς ανθρώπων. (Γέν. 4:1-24, ΜΝΚ) Εκείνο που ελειτούργησε εδώ δεν υπήρξε η λεγομένη «εξέλιξις» ή «άνοδος του ανθρώπου», αλλά ακριβώς το αντίθετο. Η κληρονομικότης, σύμφωνα με τους νόμους της γενετικής, είχε αρχίσει να λειτουργή. Ο κόσμος του ανθρωπίνου γένους δεν μπορούσε να κάμη τίποτε άλλο από το να κληρονομήση την αμαρτία και να έλθη κάτω από την καταδίκη του θανάτου.
ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΙΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΓΕΝΟΥΣ
35, 36. (α) Με το αμάρτημα ενός ανθρώπου, τι εισήλθε, και σε ποιους επεκτάθηκε αυτό; (β) Ποιος, λοιπόν, από το ανθρώπινο γένος δεν αμαρτάνει, και γιατί συμβαίνει αυτό;
35 Η σύγχρονη επιστήμη, με τη μελέτη της επί της γενετικής, εστάθη ανίκανη να παραμερίση την αλήθεια των λόγων του αποστόλου Παύλου εις Ρωμαίους 5:12: «Δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον, και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον».
36 Ο πιστός άνθρωπος Ιώβ ωμίλησε για τον ‘άνθρωπο γεγεννημένον εκ γυναικός’, και ερώτησε γενετικώς: «Τις δύναται να εξάξη καθαρόν από ακαθάρτου;» και απήντησε: «Ουδείς». (Ιώβ 14:1-4) Ο θεόπνευστος ψαλμωδός Δαβίδ συνεφώνησε και είπε: «Ιδού, συνελήφθην εν ανομία, και εν αμαρτία με εγέννησεν η μήτηρ μου». (Ψαλμ. 51:5) Ο σοφός υιός του Δαβίδ, ο Βασιλεύς Σολομών, όταν αφιέρωσε το ναό του στην Ιερουσαλήμ για τον εξιλασμό της αμαρτίας, είπε σε προσευχή του προς τον Θεό: «Ουδείς άνθρωπος είναι αναμάρτητος». (1 Βασιλ. 8:46) Αργότερα, όταν έγραφε το βιβλίο του «Εκκλησιαστής», ο Βασιλεύς Σολομών είπε: «Δεν υπάρχει άνθρωπος δίκαιος επί της γης, όστις να πράττη το καλόν, και να μη αμαρτάνη. Ιδού, τούτο μόνο εύρηκα· ότι ο Θεός έκαμε τον άνθρωπον ευθύν, αλλ’ αυτοί επεζήτησαν λογισμούς πολλούς». (Εκκλησ. 7:20, 29) Ώστε η αμαρτωλότης του ανθρωπίνου γένους δεν προήλθε από τον Θεό.
37. (α) Από ποιον έχομε πωληθή «υπό την αμαρτίαν» και πώς; (β) Πώς η αμαρτωλότης ολοκλήρου του κόσμου του ανθρωπίνου γένους, που προέκυψε, είχε γίνει σαφέστερη στις ημέρες του Μωυσέως;
37 Τώρα επανερχόμεθα στην ερώτησι, Πώς το ανθρώπινο γένος έφθασε να γίνη, όπως λέγει ο απόστολος Παύλος ‘πεπωλημένον υπό την αμαρτίαν’; Ποιος μας επώλησε υπό την αμαρτίαν; Η πώλησίς μας έγινε μέσω της αμαρτίας. Ο Αδάμ, ο πρώτος ανθρώπινος πατέρας του γένους μας, ήταν εκείνος, ο οποίος μας επώλησε. Όταν επλάσθη ο Αδάμ, ο πρώτος άνθρωπος, ήταν η «δόξα του Θεού». (1 Κορ. 11:7) Λόγω της γεννήσεώς μας από αυτόν, όταν είχε αμαρτήσει κατά του Δημιουργού του, επαλήθευσε το ότι, καθώς ο Παύλος λέγει εις Ρωμαίους 3:23, «πάντες ήμαρτον, και υστερούνται της δόξης του Θεού». Το γεγονός αυτό έγινε ακόμη σαφέστερο, όταν ο Θεός ήγειρε τον προφήτη του Μωυσή και έδωσε μια περίφημη συλλογή νόμων μέσω του Μωυσέως στο έθνος Ισραήλ. Αυτός ο νόμος ετόνιζε τι ήταν αμαρτία. Εξέθετε πολύ σαφώς τους Ισραηλίτας ως αμαρτωλούς, όχι καλυτέρους από τον υπόλοιπο κόσμο του ανθρωπίνου γένους. Λόγω εκείνου του νόμου, ο Παύλος έβλεπε ακόμη σαφέστερα ότι είχε πωληθή «υπό την αμαρτίαν».
38. Τι ήθελε να αγοράση ο Αδάμ με την πώλησι του εαυτού του, και λόγω ποιου γεγονότος επώλησε κι εμάς, επίσης;
38 Ώστε, μόνο ένας άνθρωπος χρειάστηκε για να μας πωλήση όλους «υπό την αμαρτίαν.» Αυτός ο ένας άνθρωπος, ο Αδάμ, επώλησε πρώτα τον εαυτό του «υπό την αμαρτίαν». Τι ήθελε ν’ αγοράση από την πώλησι του εαυτού του; Θέλησε ν’ αγοράση την ιδιοτελή ευχαρίστησι του να βρίσκεται σε συνεχή συντροφιά με μια αμαρτωλή παραβάτιδα, τη σύζυγό του Εύα, και να συμμετέχη στην ίδια καταδικασμένη στάσι μ’ εκείνη ενώπιον του Θεού. Για να το αγοράση αυτό με την πώλησι του εαυτού του, αμάρτησε, έχασε τον πλήρη έλεγχο του εαυτού του και παρέδωσε τον εαυτό του στη δουλεία της αμαρτίας. Συνέβη όπως ο προφήτης Ηλίας είπε πολύ αργότερα στον βασιλέα του Ισραήλ: «Επώλησας σεαυτόν εις το να πράττης το πονηρόν ενώπιον του Ιεχωβά.» (1 Βασ. 21:20, ΜΝΚ) Δέκα φυλές του έθνους Ισραήλ έκαμαν το ίδιο που έκαμε ο βασιλεύς Αχαάβ. (2 Βασ. 17:17) Έτσι, εφόσον όλοι εμείς ως σπέρμα του Αδάμ ήμεθα στην οσφύ του Αδάμ, όταν αυτός επωλήθη, επώλησε μαζί του και όλους εμάς «υπό την αμαρτίαν». Φυσικά εφθάσαμε να γεννηθούμε κάτω από την αμαρτία. Μόνο ένας άνθρωπος εχρειάσθη για να γίνη αυτό, και με μια πράξι.
39. (α) Τι πιστοποιεί η ανθρωπίνη ιστορία από τον Αδάμ ως την εποχή μας όσον αφορά την απολύτρωσί μας από αυτή την κατάστασι «πωλήσεως»; (β) Τι εβεβαίωνε, συνεπώς, ο Παύλος σχετικά με την Ιερουσαλήμ της εποχής εκείνης και τα τέκνα της;
39 Πολλά δίκαια διατεθειμένα άτομα είναι δυνατόν να ειπούν όπως ο απόστολος Παύλος είπε: «Ταλαίπωρος άνθρωπος εγώ· τις θέλει με ελευθερώσει από του σώματος του θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7:24) Όλη η ανθρώπινη ιστορία από τον Αδάμ μέχρι σήμερα αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί με τις δικές του αβοήθητες προσπάθειες να σωθή ή ν’ απελευθερωθή από αυτή την κατάστασι «πωλήσεως», από αυτή τη δουλεία «υπό την αμαρτίαν». Επί 1.582 χρόνια (από το 1513 π.Χ. ως το 70 μ.Χ.), από το όρος Σινά στην Αραβία ως την καταστροφή του τελευταίου των ναού στην Ιερουσαλήμ, το έθνος Ισραήλ προσπάθησε ν’ απελευθερωθή από αυτή τη δουλεία υπό την αμαρτία μέσω του νόμου του Θεού, που εδόθη δια του Μωυσέως. Αλλά απέτυχαν. Έτσι, είκοσι περίπου χρόνια πριν από την καταστροφή του ναού, ο απόστολος Παύλος είπε σχετικά με τους περιτετμημένους Ισραηλίτας: «Άγαρ [η δούλη] είναι το όρος Σινά εν τη Αραβία και ταυτίζεται με την σημερινήν Ιερουσαλήμ· είναι δε εις δουλείαν μετά των τέκνων αυτής.»—Γαλ. 4:25.
40. Με ποιον άλλο τρόπο, λοιπόν, πρέπει να έλθη η απολύτρωσίς μας;
40 Οι Ιουδαίοι απέτυχαν να δικαιωθούν ενώπιον του Θεού με την προσπάθεια που έκαμαν να τηρήσουν το Νόμο του, που εδόθη μέσω του Μωυσέως. Χρειαζόμεθα, συνεπώς, τη βοήθεια του Θεού με κάποιον άλλο τρόπο, για να λυτρωθούμε από το να είμεθα ‘πεπωλημένοι υπό την αμαρτίαν’, και από το να υφιστάμεθα την ποινή της αμαρτίας, τον θάνατο. Ο Θεός δεν ώφειλε να το κάμη αυτό για μας. Όλο αυτό έπρεπε να προέλθη από την παρ’ αξίαν αγαθότητά του και μέσω μιας δωρεάς, που θα μπορούσε να μας εξαγοράση ή να μας απελευθερώση. Ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι είναι η δωρεά του Θεού που θα το επιτέλεση αυτό. Κατόπιν, αφού ερωτά ποιος θα τον ελευθερώση από το σαρκικό σώμα που υφίσταται θάνατον, ο οποίος θάνατος οφείλεται στην αμαρτία, ο Παύλος αναφωνεί με χαρά: «Ευχαριστώ εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.»—Ρωμ. 7:25.
ΠΩΣ ΔΙ’ ΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
41. Πόσοι εχρειάσθησαν για να έλθωμε στην κατάστασι υποδουλώσεώς μας, και πόσους χρειάζεται ο Θεός για να μας βγάλη από αυτήν δίχως να παραβιάση τη δικαιοσύνη;
41 Εν τούτοις, όλοι εμείς είμεθα αριθμητικώς πολλοί, ενώ ο Ιησούς Χριστός είναι μόνο ένας. Αυτό είναι αλήθεια. Αλλά μόνο ένας άνθρωπος, ο Αδάμ, εχρειάσθη για να φέρη όλους εμάς τους πολλούς σε κατάστασι υποδουλώσεως, πωλήσεως, αμαρτωλότητος, θανάτου. Έτσι με τη θαυμαστή σοφία, και τη δύναμι του Θεού να κάμη τις απαιτούμενες διευθετήσεις, χρειάζεται μόνο ένα άτομο, ο Ιησούς Χριστός, για να μας βγάλη από αυτή την αθλία κατάστασι με το να μας εξαγοράση. Στην ίδια θεόπνευστη επιστολή του προς τη Χριστιανική εκκλησία της Ρώμης ο απόστολος Παύλος δείχνει μ’ ένα θαυμάσιο τρόπο πώς ο Θεός της δικαιοσύνης αντισταθμίζει έναν άνθρωπο μ’ έναν άλλο άνθρωπο για να εκπληρώση την εξαγορά και απελευθέρωσι δίχως καμμία παραβίασι της δικαιοσύνης. Ο Παύλος γράφει (Ρωμ. 5:13, 14):
42. Από ποιον κι έπειτα εβασίλευσε ο θάνατος, και γιατί υπελογίσθη σ’ αυτόν αμαρτία;
42 «Μέχρι του νόμου [του Μωυσέως, που εδόθη το 1513 π.Χ.] ήτο εν τω κόσμω η αμαρτία [κληρονομημένη από τον Αδάμ]· αμαρτία όμως δεν λογίζεται όταν δεν ήναι νόμος. Αλλ’ εβασίλευσεν ο θάνατος από Αδάμ μέχρι Μωυσέως και επί τους μη αμαρτήσαντας κατά την ομοιότητα της παραβάσεως του Αδάμ, όστις είναι τύπος του μέλλοντος.» Αυτό σημαίνει ότι στον Αδάμ είχε δοθή ένας νόμος μέσα στον κήπο της Εδέμ, δηλαδή: «Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» (Γέν. 2:16, 17) Έτσι, όταν ο Αδάμ έφαγε, όχι μόνο αμάρτησε με ‘το να χάση τον βαθμό της τελείας του υπακοής στον Θεό, αλλά έγινε, επίσης, παραβάτης με το να υπερβή τα όρια του νόμου του Θεού που είχε αναγγελθή. Έτσι ο Αδάμ μπορούσε να κατηγορηθή για αμαρτία.
43. Γιατί, ως την εποχή του Μωυσέως, υπήρχαν αμαρτωλοί άνθρωποι που δεν αμάρτησαν «κατά την ομοιότητα της παραβάσεως του Αδάμ»;
43 Οι απόγονοι του Αδάμ έγιναν αμαρτωλοί λόγω κληρονομικότητος. Αλλά, εφόσον ο Θεός δεν έδωσε κανένα κώδικα ή μια συστηματικά διευθετημένη συλλογή νόμων ωσότου εχρησιμοποίησε τον Μωυσή για να το πραγματοποίηση αυτό, οι απόγονοι του Αδάμ δεν μπορούσαν να διαπράξουν μια παράβασι όπως διέπραξε ο Αδάμ. Αυτοί δεν είχαν ένα θεσπισμένο γι’ αυτούς νόμο να παραβούν. Δεν μπορούσαν να είναι παραβάται όπως ο Αδάμ.
44. Ποιος ήταν εκείνος που ‘έμελλε να έλθη’ του οποίου αποτελούσε τύπον ο Αδάμ, αλλά γιατί παρήγαγε αντίθετα αποτελέσματα από του Αδάμ;
44 Ο Ιησούς Χριστός ήταν ο τέλειος εκείνος άνθρωπος, που ‘έμελλε να έλθη’ και με τον οποίον είχε ομοιότητα ο πρώτος τέλειος άνθρωπος Αδάμ. Αλλά ο Αδάμ και ο Ιησούς Χριστός παρήγαγαν αντίθετα αποτελέσματα από τη διαφορετική πορεία ενεργείας των. Ο Αδάμ διέπραξε μια παράβασι κι εστράφη προς την εσφαλμένη κατεύθυνσι, όταν ώφειλε να τηρήση ακεραιότητα. Ανόμοια με αυτόν, ο Ιησούς Χριστός διεκράτησε τελεία υπακοή στον Θεό κάτω από δοκιμασία και παίζει ένα ζωτικό μέρος σχετικά με τη δωρεά της δικαιοσύνης του Θεού, της οποίας δεν δικαιούμεθα εμείς που είμεθα αμαρτωλοί. Επομένως ο Παύλος προχωρεί και λέγει:
45, 46. (α) Αυτό που διέπραξε ο ένας άνθρωπος Αδάμ πόσους επηρέασε, και με ποιο τρόπο; (β) Σε ποια ενέργεια προέβη ο Θεός, μέσω τίνος, και σε πόσους ήλθαν άφθονα τ’ αποτελέσματά της;
45 «Πλην δεν είναι καθώς το αμάρτημα, ούτω και το χάρισμα· διότι αν δια το αμάρτημα του ενός απέθανον οι πολλοί, πολύ περισσότερον η χάρις του Θεού και η δωρεά δια της χάριτος του ενός ανθρώπου, Ιησού Χριστού, επερίσσευσεν εις τους πολλούς.»—Ρωμ. 5:15.
46 Ναι, ο ένας άνθρωπος Αδάμ διέπραξε ένα αμάρτημα στην Εδέμ, και οι πολλοί απόγονοί του δικαίως πεθαίνουν μέχρι σήμερα. Αλλά υπάρχει ο άλλος «άνθρωπος Ιησούς Χριστός». Μέσω εκείνου ήλθε στο φως η παρ’ αξίαν αγαθότης του Θεού και η δωρεά μαζί με την παρ’ αξίαν αγαθότητα. Αντί με αυτό να πεθαίνουν πολλοί, επηρεάζονται προς την αντίθετη κατεύθυνσι. Αφθονούν πολύ περισσότερο με την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Θεού και με τη δωρεά της δικαιοσύνης, που έρχεται μαζί με την παρ’ αξίαν αγαθότητά Του. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που κάνει ο ένας επηρεάζει πολλούς.
47, 48. (α) Η κρίσις του Θεού επάνω στον Αδάμ ακολουθήθηκε από τι και κατέληξε σε τι; (β) Η ανάγκη μιας δωρεάς προέκυψε από την ύπαρξι τίνος, και η δωρεά κατέληξε σε τι;
47 Ο απόστολος Παύλος συνεχίζει και λέγει: «Και η δωρεά δεν είναι καθώς η δι’ ενός αμαρτήσαντος γενομένη κατάκρισις· διότι η κρίσις [επί του Αδάμ] εκ του ενός έγεινεν εις κατάκρισιν των πολλών· το δε χάρισμα εκ πολλών αμαρτημάτων έγεινεν εις δικαίωσιν.» (Ρωμ. 5:16) Δηλαδή, Καταδικαστική κρίσις του Θεού επακολούθησε το «αμάρτημα του ενός», του Αδάμ. Αυτή η κρίσις, που οφείλεται στο «αμάρτημα του ενός», κατέληξε στην καταδίκη των πολλών απογόνων του Αδάμ. Όταν, αργότερα, ετέθη σε ενέργεια ο νόμος του Θεού μέσω του Μωυσέως, ‘πολλά αμαρτήματα’ διεπράχθησαν από τους Ισραηλίτας, και όλο το υπόλοιπο ανθρώπινο γένος απεδείχθη αμαρτωλό.
48 Η κατάστασις αυτή με τα πολλά καταφανή αμαρτήματα απαιτούσε να κάμη ο Θεός μια δωρεά δικαιοσύνης. Αν ο Θεός έθετε όλους τους ανθρώπους υπό τον νόμο του Μωυσέως και τους κρατούσε εκεί, θα διέπρατταν μόνο αμαρτήματα αντί να κατεργάζωνται τη δικαιοσύνη τους. Ποιο, όμως, ήταν το αποτέλεσμα της δωρεάς του Θεού, που προέκυψε από την ύπαρξι πολλών αμαρτημάτων; Αυτή η δωρεά της δικαιοσύνης κατέληξε στην ανακήρυξι ως δικαίων όλων των ανθρώπων, οι οποίοι εδέχθησαν τη δωρεά.
49. Λόγω της παραβάσεως του ενός ανθρώπου, τι άρχισε να βασιλεύη, και γιατί, κι επάνω σε ποιους;
49 Σημειώστε τώρα πώς ο απόστολος Παύλος ισοσταθμίζει έναν άνθρωπο με έναν άλλο, όταν ακολούθως λέγη: «Διότι αν και δια το αμάρτημα του ενός ο θάνατος εβασίλευσε δια του ενός, πολύ περισσότερο οι λαμβάνοντες την αφθονίαν της χάριτος και της δωρεάς της δικαιοσύνης, θέλουσι βασιλεύσει εν ζωή δια του ενός Ιησού Χριστού.» (Ρωμ. 5:17) Μια παράβασις αποτελεί ένα είδος αμαρτίας· η δε ποινή της αμαρτίας είναι θάνατος. Με την παράβασι του ενός ανθρώπου Αδάμ στην Εδέμ άρχισε ο θάνατος να βασιλεύη όχι μόνο επάνω στον Αδάμ. Αλλά μέσω του ενός εκείνου ανθρώπου Αδάμ ο θάνατος άρχισε να βασιλεύη, επίσης, επάνω σε όλο το ανθρώπινο γένος, διότι ήλθε σε ύπαρξι μέσω του Αδάμ, ως σπέρμα του.
50. Ποια πράγματα απέναντι της παραβάσεως ενός ανθρώπου προσφέρονται, πώς ωφελούνται οι λήπται, και όλα αυτά μέσω τίνος;
50 Αντίθετα προς την παράβασι του Αδάμ, υπάρχει η αφθονία τής παρ’ αξίαν αγαθότητος του Θεού και η δωρεά του της δικαιοσύνης. Αυτά τα πράγματα ενεργούν σε κατεύθυνσι αντίθετη προς τον θάνατο. Ώστε τι συμβαίνει σ’ εκείνους που δέχονται την αφθονία της παρ’ αξίαν αγαθότητος του Θεού και της δωρεάς του δικαιοσύνης; Εκείνο που συμβαίνει είναι ότι, αντί να βασιλεύη συνεχώς ο θάνατος επάνω τους, αυτοί «θέλουσι βασιλεύσει εν ζωή»! Αυτή η διευθέτησις του Θεού είναι δια του «ενός Ιησού Χριστού». Έτσι, μολονότι ο θάνατος εβασίλευσε επάνω σε πολλούς μέσω του ενός εκείνου ανθρώπου Αδάμ, οι πολλοί δέκται της παρ’ αξίαν αγαθότητος και της δωρεάς του Θεού βασιλεύουν σε ζωή μέσω του ενός ανθρώπου, Ιησού Χριστού. Τι θαυμάσια ισορρόπησι πραγμάτων που επετέλεσε ο Παντοδύναμος Θεός!
51. Πόση αμαρτία υπήρχε στην Εδέμ, ποιος επηρεάσθηκε από αυτήν, και με ποιον τρόπο;
51 Ο απόστολος Παύλος δεν σταματά σ’ αυτό το σημείο, αλλά προσθέτει: «Καθώς λοιπόν δι’ ενός αμαρτήματος ήλθε κατάκρισις εις πάντας ανθρώπους, ούτω και δια μιας δικαιοσύνης ήλθεν εις πάντας ανθρώπους δικαίωσις εις ζωήν.» (Ρωμ. 5:18) Δηλαδή, υπήρχε το αρχικόν αμάρτημα, που διεπράχθη από τον ένα άνθρωπο Αδάμ στην Εδέμ. Τούτο επηρέασε «πάντας ανθρώπους». Το αποτέλεσμα σ’ αυτούς ήταν καταδίκη, διότι ήσαν το σπέρμα ενός καταδικασμένου αμαρτωλού και από αυτόν εκληρονόμησαν αμαρτία, η οποία επιφέρει επάνω τους καταδίκη από τον Θεό.
52. (α) Πώς επετελέσθη η «μία δικαιοσύνη»; (β) Ποιοι ωφελήθησαν από αυτή την πράξι, και με ποιον τρόπο;
52 Για να ισοσταθμισθή αυτό, υπήρχε ‘μια δικαιοσύνη’ υπό του ενός ανθρώπου, ο οποίος ενήργησε δίκαια επί της γης, δηλαδή, του Ιησού Χριστού. Με την πορεία ενεργείας του επί της γης απέδειξε ότι ήταν δίκαιος, τέλειος, άγιος. Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της «μιας δικαιοσύνης»; Τούτο: η δικαιοσύνη του Ιησού Χριστού, η οποία ωδήγησε στην δικαίωσί του, μπορεί να χρησιμοποιηθή για την ωφέλεια κάθε είδους ανθρώπων δίχως διάκρισι γένους, χρώματος, εθνικότητος, φυλής, γλώσσης ή κοινωνικού επιπέδου. Υπάρχει μια «δικαίωσις εις ζωήν». Ο Θεός δεν τους βλέπει πια ως αμαρτωλούς, αλλά υπολογίζει σ’ αυτούς τη δικαιοσύνη του Ιησού Χριστού. Αυτό τους απαλλάσσει από την καταδίκη του θανάτου και τους καθιστά αξίους ζωής, αιωνίου ζωής.
53, 54. (α) Από την ανυπακοή του ενός ανθρώπου Αδάμ ποιοι επηρεάσθησαν, και πώς; (β) Μέσω της υπακοής του ενός ανθρώπου Ιησού Χριστού ποιοι ωφελούνται, και πώς;
53 Ακολουθώντας αυτή τη σκέψι, ο απόστολος Παύλος συνεχίζει και λέγει: «Διότι καθώς δια της παρακοής του ενός ανθρώπου οι πολλοί κατεστάθησαν αμαρτωλοί, ούτω και δια της υπακοής του ενός οι πολλοί θέλουσι κατασταθή δίκαιοι.» (Ρωμ. 5:19) Δηλαδή: Ο ένας άνθρωπος Αδάμ παρήκουσε στον Θεό και έγινε αμαρτωλός. Ως αποτέλεσμα όλοι οι απόγονοί του εκληρονόμησαν από αυτόν αμαρτία. Με αυτό τον τρόπο πολλοί «κατεστάθησαν αμαρτωλοί». Εν τούτοις, με την υπακοή στον Θεό του ενός ανθρώπου Ιησού Χριστού έγινε προμήθεια για πολλούς να ‘κατασταθούν δίκαιοι’.
54 Οι πρώτοι, οι οποίοι ‘κατεστάθησαν δίκαιοι’, είναι εκείνοι που αποτελούν την πνευματική εκκλησία του Ιησού Χριστού. Μέσω πίστεως στον ευπειθή Ιησού Χριστό «καθίστανται δίκαιοι» για να υιοθετηθούν ως πνευματικοί υιοί του Θεού και ως συγκληρονόμοι του Ιησού Χριστού. Αφού αυτοί οι πνευματικοί υιοί του Θεού τελικά φθάνουν τον αριθμό 144.000, «πολλοί» πράγματι ‘καθίστανται δίκαιοι.’ (Αποκάλ. 7:4-8· 14:1, 3, 4) Επί πλέον, στη διάρκεια της χιλιετούς βασιλείας του Ιησού Χριστού πολλοί από τον κόσμο του ανθρωπίνου γένους, περιλαμβανομένων κι εκείνων που θ’ αναστηθούν, θα κερδίσουν δικαιοσύνη μέσω του Χριστού. Όσοι δεν θα επιτύχουν αυτό θα καταστραφούν στον «δεύτερον θάνατον».—Αποκάλ. 20:14, 15.
55. Όταν προσετέθη ο νόμος του Μωυσέως, τι άρχισε να περισσεύη, και πώς αυτό;
55 Ο απόστολος Παύλος ετόνισε ήδη ότι «αμαρτία . . . δεν λογίζεται όταν δεν ήναι νόμος.» (Ρωμ. 5:13) Επομένως, όταν εισήχθη ο νόμος του Μωυσέως το 1513 π.Χ., αμαρτήματα μπορούσαν να διαπραχθούν από τους Ισραηλίτας κάτω από εκείνον τον νόμο. Έτσι, αν οι Ισραηλίται δεν έβλεπαν τον εαυτό τους ποτέ προηγουμένως αμαρτωλό, τώρα μπορούσαν να ιδούν ότι ήσαν αμαρτωλοί, παραβάται, υπό το φως του νόμου μέσω του Μωυσέως. Έχοντας τούτο υπ’ όψιν, ο Παύλος συνεχίζει και λέγει: «Παρεισήλθε δε ο νόμος δια να περισσεύση το αμάρτημα. Και όπου επερίσσευσεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις.» (Ρωμ. 5:20) Προτού έλθη ο Ιησούς Χριστός επί της σκηνής, ο νόμος του Μωυσέως είχε προστεθή στην αμαρτωλή κατάστασι πραγμάτων που ήδη υπήρχε. Αντί, όμως, ν’ ανακηρύξη τους Ισραηλίτας δικαίους, ο νόμος αυτός τους απέδειξε ότι ήσαν αμαρτωλοί σε μεγαλύτερο βαθμό, κατά το ότι τώρα ήσαν παραβάται του νόμου του Θεού που είχε απαγγελθή.
56. Επειδή με αυτό τον τρόπο επερίσσευσαν η παράβασις και η αμαρτία, τι έπρεπε να υπερπερισσεύση εκ μέρους του Θεού, και μπορούσε να γίνη αυτό;
56 Έτσι ακόμη και μετά την προσθήκη του νόμου του Μωυσέως, η αμαρτία επερίσσευσε και μεταξύ των Ισραηλιτών. Αυτό απαιτούσε μεγαλυτέρα παρ’ αξίαν αγαθότητα εκ μέρους του Θεού προς αυτούς. Ο Θεός, όμως, ανταπεκρίθη στην ανάγκη και έτσι «υπερεπερίσσευσεν η χάρις» του.
57. (α) Αφού προσετέθη ο νόμος του Μωυσέως, τι εξακολούθησε να βασιλεύη, και με ποια ποινή; (β) Με την πρώτη έλευσι του Χριστού, τι άρχισε να βασιλεύη, και για ποιο πράγμα έκανε προμήθεια αυτό;
57 Για ποιο σκοπό; Ο απόστολος Παύλος απαντώντας σ’ αυτό το ερώτημα λέγει: «Ίνα, καθώς εβασίλευσεν η αμαρτία δια του θανάτου, ούτω και η χάρις βασιλεύση δια της δικαιοσύνης εις ζωήν αιώνιον, δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.» (Ρωμ. 5:21) Δηλαδή, Παρά την επίδοσι του νόμου του Μωυσέως, η αμαρτία εξακολούθησε να βασιλεύη επάνω στο ανθρώπινο γένος και να συνοδεύεται από θάνατο για τους δούλους της αμαρτίας. Τώρα, όμως, το έτος 33 μ.Χ., ήλθε στο φως αιώνια ζωή «δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.» Τούτο ωφείλετο στην τελεία δικαιοσύνη του. Αυτή η διευθέτησις δεν ήταν υποχρεωτική εκ μέρους του Θεού· προέκυψε ολόκληρη από την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Θεού προς το ανθρώπινο γένος. Επί τέσσερες χιλιάδες και πλέον χρόνια η αμαρτία εβασίλευσε και επλήρωνε με θάνατο τους δούλους της. Τώρα, όμως, με την πρώτη έλευσι του Χριστού άρχισε να βασιλεύη η παρ’ αξίαν αγαθότης του Θεού προς το ανθρώπινο γένος. Έκαμε προμήθεια για την απελευθέρωσι από τη δουλεία της αμαρτίας. Έκαμε προμήθεια για να κερδηθή δικαιοσύνη, για να μπορή ένα άτομο, που κέρδισε δικαιοσύνη, να κερδίση αιώνια ζωή.
58. Η παρ’ αξίαν αγαθότης του Θεού άρχισε να βασιλεύη έχοντας τι υπ’ όψιν για το ανθρώπινο γένος, αλλά τι έπρεπε να κάνουν οι άνθρωποι για να το κερδίσουν;
58 Μέσω του ενός ανθρώπου Αδάμ η αμαρτία είχε αρχίσει να βασιλεύη επάνω σε όλο το ανθρώπινο γένος. Τώρα, όμως, μέσω του ενός ανθρώπου «Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» άρχισε να βασιλεύη η παρ’ αξίαν αγαθότης του Θεού με προοπτική το αντίθετο του θανάτου, δηλαδή, αιώνια ζωή για το ανθρώπινο γένος. Εκείνοι, οι οποίοι κερδίζουν αιώνια ζωή, θα έπρεπε να στραφούν από την αμαρτία στη δικαιοσύνη. Θα έπρεπε να δεχθούν τη δικαιοσύνη μέσω του Ιησού Χριστού.
ΕΞΑΓΟΡΑ ΜΕΣΩ ΑΝΤΙΛΥΤΡΟΥ
59. (α) Πόσοι απέθαναν επί της γης λόγω του Αδάμ; (β) Πώς ο Ιησούς Χριστός ισοστάθμισε τ’ αποτελέσματα εκείνου που έκαμε ο Αδάμ;
59 Έτσι ο ένας άνθρωπος Αδάμ ισοσταθμίσθη από τον Υιό του ανθρώπου, τον Ιησού Χριστό. Τ’ αποτελέσματα τού ό,τι έκαμε ο Αδάμ ισοσταθμίζονται με ό,τι ο Ιησούς Χριστός έκαμε. Πώς μπορούσε να συμβή αυτό; Συμβαίνει διότι ο Ιησούς Χριστός απέθανε ως μια απολυτρωτική θυσία για όλους τους απογόνους του Αδάμ, τους οποίους ο Αδάμ είχε ‘πωλήσει’ σε δουλεία κάτω από την αμαρτία με τον θάνατο ως ποινή γι’ αυτή τη δουλεία. Ο Αδάμ επέφερε θάνατο επάνω σε όλους. Όλοι ήσαν νεκροί. Όπως λέγει ο απόστολος Παύλος, «η αγάπη του Χριστού συσφίγγει ημάς· διότι . . . είς απέθανεν υπέρ πάντων, άρα οι πάντες απέθανον.» (2 Κορ. 5:14) Για κείνους, οι οποίοι ήσαν νεκροί μέσω του Αδάμ, ο Ιησούς Χριστός απέθανε ως μια απολυτρωτική θυσία, όπως είναι γεγραμμένον: «Είναι είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.»—1 Τιμ. 2:5, 6.
60. (α) Ποιος ήταν ο νόμος του Θεού περί αντιλύτρου όπως εκτίθεται στον Μωσαϊκό νόμο; (β) Επομένως, τι απαιτούσε η εξαγορά των απογόνων του Αδάμ;
60 Στον γραπτό Λόγο του Θεού ο νόμος του αντιλύτρου είναι: «Θέλεις δώσει ζωήν αντί ζωής, οφθαλμόν αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί χειρός, πόδα αντί ποδός, καύσιμον αντί καυσίματος, πληγήν αντί πληγής, κτύπημα αντί κτυπήματος. Εάν επιβληθή εις αυτόν τιμή εξαγοράσεως [αντί του θανάτου του], θέλει δώσει δια την εξαγόρασιν της ζωής αυτού, όση ήθελεν επιβληθή εις αυτόν.» (Έξοδ. 21:23-25, 30) Η απολύτρωσις ή εξαγορά των απογόνων του Αδάμ, οι οποίοι ήσαν ‘πεπωλημένοι υπό την αμαρτίαν’, απαιτούσε τη θυσία μιας ανθρωπίνης ζωής, η οποία θα ήταν ακριβώς τόσο τελεία όσο και η ζωή του Αδάμ, όταν είχε πλασθή στον κήπο της Εδέμ.
61. (α) Με το ν’ αμαρτήση, τι έχασε ο Αδάμ για τους απογόνους του; (β) Πώς ο Υιός του Θεού έγινε το ακριβές αντίστοιχο του Αδάμ όταν εδημιουργήθη;
61 Με το ν’ αμαρτήση ο Αδάμ έχασε για τους απογόνους του το προνόμιο του να γεννηθούν τέλειοι, ελεύθεροι από την καταδίκη του θανάτου, γεννημένοι κάτω από την επιδοκιμασία του Θεού με την προοπτική της αιωνίου ζωής. Επομένως, η παρ’ αξίαν αγαθότης του Θεού έστειλε τον μονογενή του Υιό στη γη για να γίνη ο τέλειος άνθρωπος Ιησούς Χριστός. Εγεννήθη από μια παρθένο κι επομένως δίχως ένα ανθρώπινο πατέρα. Μ’ αυτόν τον τρόπο παρέμεινε ο Υιός του Θεού. Στην ενηλικίωσί του ήταν το ακριβές αντίστοιχο του Αδάμ όταν εδημιουργήθη. Έτσι μπορούσε να προσφέρη τον εαυτό του για να χρησιμεύση ως μια απολυτρωτική θυσία.
62. (α) Πότε παρουσιάσθη ο Ιησούς για να υπηρετήση ως απολυτρωτική θυσία, και πώς και πότε την παρουσίασε στον Θεό; (β) Στο θάνατό του, τι εθυσίασε πραγματικά;
62 Ο Ιησούς το έκαμε αυτό σε ηλικία τριάντα ετών, όταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής τον εβάπτισε στο ύδωρ. Ύστερ’ από τριάμισυ χρόνια, ή στο έτος 33 μ.Χ., ο Ιησούς εξεπλήρωσε αυτή τη θυσία πεθαίνοντας αθώος, αναμάρτητος, και αδίκως καταδικασμένος σε θάνατο. Για την ακηλίδωτη δικαιοσύνη και πιστότητά του, ο Θεός τον ήγειρε από τους νεκρούς ως ένα πνευματικό πρόσωπο την τρίτη ημέρα. Έτσι, κατά την ανάστασί του, ο Ιησούς Χριστός δεν ανέλαβε ανθρωπίνη ζωή, αλλ’ ανέβη στον ουρανό με την αξία απλώς της τελείας ανθρωπίνης ζωής του. Αυτήν την αξία την παρουσίασε στον Ιεχωβά Θεό στον ουρανό, παραδίδοντάς την υπέρ του ανθρωπίνου γένους. Έτσι ανταπεκρίθη στις απαιτήσεις ενός ‘αντιλύτρου’ με το να δώση όμοιον αντί ομοίου, μια τελεία ανθρωπίνη ψυχή για μια τελεία ανθρωπίνη ψυχή που είχε χαθή. Όχι μόνο εθυσίασε την δική του ανθρωπίνη ζωή, αλλά εθυσίασε, επίσης, το ανθρώπινο δικαίωμά του και προνόμιο να γίνη ένας πατήρ σε ένα τέλειο ανθρώπινο γένος επί της γης, άξιο αιωνίου ζωής.
63. Με την ανθρωπίνη θυσία του, τι ήταν σε θέσι να κάμη ο Ιησούς Χριστός για τους απογόνους του Αδάμ;
63 Μ’ αυτόν τον τρόπο, με την ανθρωπίνη θυσία του, μπόρεσε να εξαγοράση τα τέκνα του Αδάμ και της Εύας, με το να τα υιοθετήση και ν’ απονείμη σ’ αυτά ό,τι ο ανθρώπινος πατέρας των Αδάμ είχε αποτύχει να τους κληροδοτήση. Έτσι θα γίνη ο «Αιώνιος Πατήρ» των.—Ησ. 9:6.
ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ
64. (α) Ποιο ζωτικό ερώτημα τίθεται μπροστά μας λόγω των απαιτήσεων που εγείρουν επάνω μας άνθρωποι σε θέσεις εξουσίας; (β) Έχοντας αυτό υπ’ όψι, τι πρέπει να ενθυμούμεθα λόγω των πλεονεκτημάτων που ελάβαμε από την απολυτρωτική θυσία του Χριστού;
64 Αυτά τα θαυμάσια γεγονότα θέτουν μπροστά μας ένα ζωτικό ερώτημα. Είναι το εξής: Σε ποιον θα γίνωμε στο εξής δούλοι, σε ανθρώπους ή σ’ εκείνον που μας εξηγόρασε, τον Λυτρωτή μας; Σ’ αυτές τις ημέρες αβοήθητοι άνθρωποι γίνονται ιδιοτελώς αντικείμενο εκμεταλλεύσεως από απλήστους ανθρώπους. Ολοκληρωτική διακυβέρνησις και φανατικός εθνικισμός ασκούν έλεγχο. Φιλόδοξοι, διψασμένοι για δύναμι άνθρωποι και ιδρύματα απαιτούν τη δουλική υποταγή του ανθρωπίνου γένους και απαιτούν αυτή την ίδια την ψυχή τους, έτσι ώστε χειρίζονται τη ζωή του ανθρώπου σαν να μη ανήκε σ’ αυτόν τον ίδιο. Θα υποταχθούμε σ’ αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι αυτοί οι ίδιοι ‘πεπωλημένοι υπό την αμαρτίαν’; Θα παραδώσωμε σ’ αυτούς, όταν το ζητούν, τη ζωή μας και θα γίνωμε ‘δούλοι ανθρώπων’; Χωρίς καμμιά δικαία βάσι ή δικαίωμα απαιτούν τη ζωή μας ως δούλων των. Όσοι, όμως, από μας επωφελούνται της απολυτρωτικής θυσίας του Ιησού Χριστού έχουν ήδη ‘αγορασθή δια τιμής.’ (1 Κορ. 7:23) Οφείλομε τη ζωή μας, την ελπίδα μας για αιώνια μέλλουσα ζωή, στον Ιησού Χριστό ως τον Εξαγοράσαντα ημάς, τον Λυτρωτή μας. Αυτός είναι ο πραγματικός και δικαιωματικός Κτήτωρ ημών.
65. Πώς εις 2 Κορινθίους 5:14, 15, τονίζει ο Παύλος την ορθή απάντησι στο ερώτημα περί δουλείας;
65 Ο απόστολος Παύλος τονίζει την ορθή απάντησι στο ερώτημα περί δουλείας, λέγοντας: «Η αγάπη του Χριστού συσφίγγει ημάς· διότι κρίνομε τούτο, ότι . . . απέθανεν υπέρ πάντων, δια να μη ζώσι πλέον δι’ εαυτούς οι ζώντες, αλλά δια τον αποθανόντα και αναστάντα υπέρ αυτών.»—2 Κορ. 5:14, 15.
66. (α) Με το ν’ αφήσωμε να γίνωμε δούλοι ανθρώπων, ποιον αρνούμεθα, και με ποια συνέπεια; (β) Γιατί εμείς οι Χριστιανοί δεν ανήκομε στον εαυτό μας, κι επομένως τίνος δούλοι δεν πρέπει να γίνωμε;
66 Αν, σε ανυπακοή προς τον Θεό, αφήνωμε να γίνωμε «δούλοι ανθρώπων», τότε ‘αρνούμεθα και τον αγοράσαντα ημάς δεσπότην’ και επιφέρομε επάνω μας καταστροφή. (2 Πέτρ. 2:1-3) Είμεθα αποφασισμένοι να μη το κάμωμε αυτό. Μάλλον, αν βρεθούμε υποχρεωμένοι να εκλέξωμε, θα θυμηθούμε και θα ενεργήσωμε σε αρμονία με τους θεοπνεύστους λόγους του αποστόλου Παύλου προς τους συγ-Χριστιανούς του: «Δεν είσθε κύριοι εαυτών. Διότι ηγοράσθητε δια τιμής· δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν δια του σώματός σας . . . όστις ελεύθερος εκλήθη, δούλος είναι του Χριστού. Δια τιμής ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων.»—1 Κορ. 6:19, 20· 7:22, 23· Γαλ. 1:10.
[Υποσημειώσεις]
a Το ρήμα «παραπίπτω» σημαίνει «πίπτω πλησίον, παραπλεύρως τινός». Βλέπε Εβραίους 6:6· επίσης Ιεζεκιήλ 14:13, Μετάφρ. Ο΄. Το σχετικό ουσιαστικό (παράπτωμα) ευρίσκεται εις Ματθαίον 6:14, 15, Κείμενον.
[Εικόνα στη σελίδα 211]
Παρ’ αξίαν αγαθότης
-
-
Αναζήτησις και Ανεύρεσις του ΘεούΗ Σκοπιά—1966 | 15 Μαρτίου
-
-
Αναζήτησις και Ανεύρεσις του Θεού
Αφήγησις υπό Π. Φωτεινού
ΟΤΑΝ για πρώτη φορά άφησα το σπίτι μου πριν από πενήντα πέντε έτη, αναζητούσα κάτι που να ήταν ικανοποιητικό στη ζωή. Μολονότι δεν το εκτιμούσα αυτό πλήρως εκείνο τον καιρό, ερευνούσα να βρω τον Θεό, πράγμα που τώρα μου θυμίζει τα λόγια της Γραφής, ότι οι άνθρωποι πρέπει ‘να ζητώσι τον Θεόν . . . και να εύρωσιν αυτόν.’—Πράξ. 17:27.
Αλλ’ όταν εγκατέλειψα το σπίτι, ήμουν νέος, άπειρος και διψούσα για περιπέτειες. Είχα γεννηθή σ’ ένα μικρό νησί στα δυτικά της ηπειρωτικής Ελλάδος, που ανήκει στο σύμπλεγμα των Ιονίων νήσων, γνωστό ίσως σε μερικούς λόγω των σεισμών, που συνέβησαν εκεί τα τελευταία χρόνια. Το νησί ονομάζεται Ιθάκη. Οι κάτοικοι του μικρού αυτού νησιού είναι γνωστοί ως θαλασσοπόροι, που πηγαίνουν στη θάλασσα όχι μόνο για να δημιουργήσουν πόρους ζωής, αλλ’ επίσης χάριν περιπετειών.
Αυτή ήταν η πορεία της ζωής μου στην ηλικία των δεκαέξη ετών, αλλ’ απεδείχθη ότι δεν ήταν ούτε πρακτική, ούτε καρποφόρος. Δεν επρομήθευσε καμμιά ελπίδα για το μέλλον. Ζητούσα κάτι περισσότερο από το να περιπλέω μέσα σε πλοία για λίγα μόνο χρόνια. Εδαπάνησα στη θάλασσα έξη χρόνια της ζωής μου, εργαζόμενος σκληρά για το καθημερινό ψωμί μου. Αυτό, όμως, ήταν η μόνη καρποφορία που παρήχθη για μένα. Οι προσπάθειές μου να βρω κάποια άγκυρα, στην οποία θα εβάσιζα το μέλλον μου, ήσαν άκαρπες. Απεφάσισα, λοιπόν, ‘να πατήσω το πόδι’ μου στην ξηρά και να γίνω ‘στεριανός’ μάλλον παρά ναυτικός. Σε ηλικία είκοσι δύο ετών, διάλεξα την Αμερική ως τόπο διαμονής μου.
ΣΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΤΡΟΦΗΣ
Μερικές, όμως, φορές αισθάνθηκα απογοητεύσεις και αποθαρρύνσεις, όπως ένας απόβλητος. Δεν ανήκα πουθενά. Η εκκλησία, της οποίας ήμουν μέλος, δεν είχε τίποτε να προσφέρη για ν’ ανακουφίση τη θλιβερή μου κατάστασι. Άρχισα να διερωτώμαι, αν υπήρχε κάτι στη ζωή για μένα. Δεν έλαβα πνευματική τροφή απ’ αυτή την εκκλησία, και άρχισα να την παρομοιάζω με μια αμμώδη, ξηρά χώρα—χωρίς ζωή και νεκρά.
Λόγου χάριν, η διδασκαλία περί τριάδος αποτελούσε ένα πρόσκομμα. Ουδέποτε είχα ιδεί έναν άνθρωπο τρικέφαλο και δεν μπορούσα να φέρω τον εαυτό μου στο σημείο να πιστεύση ότι ο Θεός που έπρεπε να λατρεύω ως Δημιουργό μου ήταν ένας τρικέφαλος Θεός, σύμφωνα με την εντύπωσι που μου έδινε η διδασκαλία αυτή. Το ότι είχα διδαχθή την τριάδα με έκανε να χάσω σχεδόν την πίστι μου σ’ ένα Υπέρτατο Ον.
Δεν μπορώ, λοιπόν, ν’ αποδώσω καμμιά τιμή στην Εκκλησία, όπου βρέθηκα από μικρός, για προς εμέ βοήθεια να εκτιμήσω τον Θεό και την αληθινή του λατρεία. Ευχαριστώ πράγματι τον Θεό, που τον γνωρίζω τώρα ως Ιεχωβά, τον μόνο αληθινό Θεό, για ό,τι μπόρεσα ν’ αποκομίσω από τη διδασκαλία της μητέρας μου, δηλαδή, την πίστι ότι υπάρχει ένας Δημιουργός που είναι αξιοθαύμαστος, φιλάγαθος, στοργικός και δίκαιος Θεός και ο οποίος ευλογεί όλους εκείνους που πιστεύουν σ’ αυτόν. Αυτά ήσαν σκέψεις μέσα στη διάνοιά μου καθώς ερευνούσα γι’ αυτόν τον Θεό, επιθυμώντας πολύ να μάθω γι’ αυτόν και για τους σκοπούς του. Αλλά δεν εγνώριζα πού να στραφώ.
ΤΟ ΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΔΙΔΕΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΙ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ
Μια νύχτα, λοιπόν, καθώς καθόμουν σ’ αυτό που ωνομάζετο «καφενείο», στη Νέα Υόρκη, μπήκε μέσα ένας άνδρας και άρχισε να συνομιλή με τους ανθρώπους σχετικά με μια διάλεξι, που είχε ακούσει στη Φιλαδέλφεια, της Πενσυλβανίας. Είπε ότι το θέμα αυτής της διαλέξεως επραγματεύετο για την ανάστασι των νεκρών, και τον άκουσα να παραθέτη από τη Γραφή τα εδάφια 1 Θεσσαλονικείς 4:13-18 (ΜΝΚ):
«Δεν θέλω δε να αγνοήτε, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, δια να μη λυπήσθε, καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας δια του Ιησού θέλει φέρει μετ’ αυτού. Διότι τούτο σας λέγομεν δια του λόγου του Ιεχωβά, ότι ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν εις την παρουσίαν του Κυρίου, δεν θέλομεν προλάβει τους κοιμηθέντας· επειδή αυτός ο Κύριος θέλει καταβή απ’ ουρανού με κέλευσμα, με φωνήν αρχαγγέλου, και με σάλπιγγα Θεού, και οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον. . . . Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους.»
Μολονότι είχα ακούσει αυτά τα λόγια προηγουμένως σε ομιλίες κηδειών, αυτή τη φορά ήσαν για μένα ως μαλακτική αλοιφή, μια θεραπεία των διανοητικών μου πληγών. Ενθυμούμαι ότι τον ρώτησα, αν είχε κάποιο έντυπο, για να μπορέσω να διαβάσω κάτι γι’ αυτό το ζήτημα, αλλά δεν είχε τίποτε.
Ύστερ’ από μια εβδομάδα, σ’ αυτό το ίδιο καφενείο, με προσεκάλεσαν να πάω να ιδώ αυτό που ωνομάζετο «Φωτόδραμα της Δημιουργίας». Το μέρος ήταν μόλις δύο τετράγωνα μακριά· αλλά δεν πήγα, διότι δεν μπόρεσα να το συσχετίσω με ό,τι είχα ακούσει την προηγούμενη εβδομάδα. Εν τούτοις, την επόμενη εβδομάδα, πάλι στο ίδιο καφενείο, ένας άνθρωπος μπήκε μ’ ένα χαρτοφύλακα στο χέρι του και μέσα σ’ αυτόν ήσαν βιβλία. Εξηγούσε τα σπουδαία περιεχόμενα των βιβλίων, εγώ δε επιθυμούσα να τ’ αποκτήσω, αλλά δεν είχα χρήματα, εφόσον τα είχα χάσει παίζοντας εκεί στο καφενείο. Τα πράγματα, για τα οποία μίλησε, απετυπώθησαν στη μνήμη μου όπως το ίδιο άγγελμα σχετικά με την ανάστασι, που είχα ακούσει πριν από δύο εβδομάδες. Λοιπόν, αφού δεν είχα χρήματα, τον ερώτησα αν θα ήρχετο πάλι το επόμενο Σάββατο. Αλλοίμονο,, ποτέ δεν εφάνηκε! Έτσι, εξακολούθησα να διερωτώμαι πώς θα εύρισκα τους ανθρώπους που είχαν την αλήθεια και την κατανόησι του Λόγου του Θεού.
Ύστερ’ από λίγο, μου εδόθη πάλι μια πρόσκλησις να παρακολουθήσω μια Γραφική διάλεξι. Είχα την πρόθεσι να πάω, αλλά το ανέβαλα, σκεπτόμενος ότι θα ήσαν εκεί την επομένη Κυριακή· εσχεδίασα να πάω τότε. Πραγματικά επήγα, αλλά με ανέμενε απογοήτευσις, όταν έφθασα στην αίθουσα, που ευρίσκετο στη διεύθυνσι που μου είχαν δώσει, και μου είπαν ότι η αίθουσα αυτή είχε ενοικιασθή μόνο για τη διάλεξι της προηγουμένης Κυριακής. Τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, είχα αποφασίσει να βρω αυτούς τους ανθρώπους, διότι αισθανόμουν ότι αυτοί ήσαν εκείνοι που αναζητούσα.
Μου εδόθη πάλι πρόσκλησις για μια Γραφική διάλεξι, αυτή δε τη φορά εξησφάλισα το να είμαι εκεί, στην κατάλληλη ώρα και θέσι. Αισθάνθηκα, όμως, μεγάλη απογοήτευσι σχετικά μ’ αυτό που είχε να πη ο ομιλητής. Απλούστατα, δεν μπορούσα να το συνδέσω με ό,τι άκουσα στην αρχή· και για μεγάλη μου ευχαρίστησι, έμαθα πού ωφείλετο αυτό, όταν, αργότερα, διεπίστωσα ότι ο ομιλητής είχε συνταυτισθή με τους Σπουδαστάς των Γραφών, όπως ωνομάζοντο τότε οι μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά είχε απομακρυνθή και τώρα εκήρυττε τις δικές του ιδέες. Ήμουν ακόμη αποφασισμένος να βρω αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι είχαν το άγγελμα που είχα ακούσει αρχικώς και που ήταν τόσο αναψυκτικό για μένα.
Η ΕΡΕΥΝΑ ΜΟΥ ΑΝΤΑΜΕΙΒΕΤΑΙ
Τελικά, πήρα την κατεύθυνσι προς μια μικρή αίθουσα στην Εικοστή Τρίτη Οδό, κοντά στον Ηστ Ρίβερ του Μανχάτταν. Πήγα σ’ αυτό το μέρος και όταν άκουσα αυτό που ανεπτύσσετο είχα την πεποίθησι ότι οι άνθρωποι αυτοί ήσαν οι αληθινοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού.
Λίγο, πραγματικά, εγνώριζα πού θα ωδηγούσε αυτό, αλλά, κυττάζοντας πίσω, μπορώ να διακρίνω ότι ήταν το σκαλοπάτι προς εκείνο που ζητούσα. Εδώ άκουσα ανθρώπους να ομιλούν για τη θαυμαστή ελπίδα αιωνίου ζωής. Όταν άρχισα ν’ ακούω το άγγελμα της Γραφικής αληθείας, δεν ήταν δύσκολο να το διακρίνω από άλλα πράγματα που είχα ακούσει. Είχε έναν καθαρό, αληθινό ήχο και ήταν ενδυναμωτικό. Όταν διεπίστωσα ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν τα ύδατα της αληθείας, ήταν σαν να βρήκα μια όασι σε μια νεκρή, άνυδρη έρημο. Απ’ την ημέρα εκείνη, που πήγα σ’ αυτό τον μικρό χώρο συναθροίσεως στην Εικοστή Τρίτη Οδό της πόλεως Νέας Υόρκης, ουδέποτε παρέμεινα μακριά από τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά, εκτός ένεκα ασθενείας ή κάποιου άλλου ισχυρού λόγου. Η συνεχής παρακολούθησις των συναθροίσεων με βοήθησε να προχωρήσω σε ακριβή γνώσι, κι έτσι η πίστις μου προς τον Ιεχωβά Θεό και τον Υιό του, Ιησού Χριστό, έγινε πιο σταθερή.
Την πρώτη εβδομάδα, που παρακολούθησα αυτή τη συνάθροισι, μου έδωσαν ένα μικρό δέμα με προσκλήσεις, με τις οποίες μπορούσα να προσκαλέσω άτομα στη Γραφική διάλεξι της επομένης Κυριακής. Τις έθεσα, λοιπόν, σε χρήσι, πηγαίνοντας στο καφενείο όπου εσύχναζα και κατόπιν από καφενείο σε καφενείο, προσφέροντας προσκλήσεις για τη Γραφική διάλεξι.
ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΠΕΘΕΛ
Το 1920, όταν για πρώτη φορά άρχισα να μαθαίνω για τους σκοπούς του Ιεχωβά και ότι επεβάλλετο σε μένα ν’ αφιερώσω τη ζωή μου σ’ αυτόν και να τον υπηρετώ στο έργο κηρύγματος, κατενόησα, επίσης, ότι κι εγώ έπρεπε να βαπτισθώ, όπως εβαπτίσθη και ο Ιησούς, για να συμβολίσω την αφιέρωσί μου. Επληροφορήθηκα ότι επρόκειτο να γίνη ένα βάπτισμα στο Μπρούκλυν, και, εφόσον είχα κάμει στην καρδιά μου αφιέρωσι να πράττω το θέλημα του Ιεχωβά, απεφάσισα να συμβολίσω την αφιέρωσί μου. Ήταν προνόμιό μου να βαπτισθώ στον οίκο Μπέθελ, τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά, 124 Κολούμπια Χάιτς, Μπρούκλυν, Νέας Υόρκης. Είμαι πολύ ευτυχής γι’ αυτό, μολονότι γνωρίζω ότι ένα βάπτισμα σε οποιοδήποτε άλλο μέρος θα ήταν εξίσου αποδεκτό· αλλ’ εδώ είναι όπου, οκτώ χρόνια αργότερα, άρχισα την ολοχρόνια υπηρεσία μου προς τον Ιεχωβά· και, αν είναι θέλημά του, ελπίζω ότι εδώ θα τελειώσω την επίγεια πορεία μου.
Στο 1928, αφού είχα κάμει αίτησι, εκλήθην να υπηρετήσω ως μέλος της οικογενείας Μπέθελ, και τι χαρά υπήρξε αυτό για μένα να χρησιμοποιούμαι στα κεντρικά γραφεία της ορατής οργανώσεως του Ιεχωβά! Αφού είχα βρει την αληθινή λατρεία του Ιεχωβά Θεού, ήμουν ευτυχής που υπήρχε κάτι αξιόλογο, για το οποίο μπορούσε η ζωή μου να χρησιμοποιηθή. Όχι μόνο είχα την ικανοποίησι να γνωρίζω ότι υπηρετούσα τον Ιεχωβά ολοχρονίως, αλλ’ είχα και το ενδόμυχο αίσθημα της ευχαριστήσεως, εκείνη την ειρήνη του Θεού ‘την υπερέχουσαν πάσαν κατανόησιν’. Ω, δεν ήταν πάντοτε εύκολο. Έπρεπε να εργασθούμε σκληρά, και ακόμη πρέπει. Τώρα, όμως, το έργο έχει έναν πραγματικό σκοπό.
Επίσης, υπάρχουν άλλες χαρές κι ευτυχισμένες περιπτώσεις, που μου παρουσιάσθησαν στο χρονικό διάστημα της υπηρεσίας μου ως μέλους της οικογενείας Μπέθελ. Μια από τις εξαιρετικά ωραίες ήταν, όταν συνήντησα την Αδελφή Άιβυ Μπράουν, η οποία όμοια με μένα υπηρετούσε στο Μπέθελ. Το 1933 ήταν το έτος που εγώ και η Άιβυ ετελέσαμε τον γάμο μας και από τότε εδαπανήσαμε μαζί τριάντα χρόνια υπηρετώντας τον Ιεχωβά, δεχόμενοι τις ευλογίες του με το να ενασχολούμεθα στη διακονία του αγρού, παρακολουθούμε εκκλησιαστικές συναθροίσεις και συνελεύσεις μαζί. Τι βοήθεια ήταν αυτή για μένα! Και ήταν ένα παράδειγμα σε άλλες αδελφές μέσα στην εκκλησία, με το να βοηθή άλλους να μάθουν την αλήθεια του Λόγου του Θεού.
Η σύζυγός μου έχει τώρα πεθάνει, και η ελπίδα της ήταν η ουράνια αμοιβή. Λίγες ημέρες προτού πεθάνη, μολονότι υπέφερε σωματικώς, εξακολουθώντας, όμως, να χαίρη διανοητικώς με τη γνώσι του Ιεχωβά, επαρηγορήθη με πράγματα, που ποτέ δεν θα λησμονήσω. Θ’ αναφέρω ένα μόνον απ’ αυτά, που ήταν πολύ ενισχυτικό· αυτό ήταν μια επιστολή που έλαβε από μια Κινέζα κόρη, με την οποία είχε κάμει Γραφική μελέτη. Ας αφήσωμε την επιστολή να μιλήση μόνη της:
«Αγαπητή αδελφή Άιβυ: Ελυπήθηκα, όταν έμαθα ότι δεν αισθανόσαστε καλά κι ελπίζω να σας ιδώ σύντομα. Ελπίζω, επίσης, ότι τώρα θα αναλαμβάνετε από την ασθένειά σας. . . . Ω, Άιβυ, ποτέ δεν ελυπήθηκα ούτε και θα λυπηθώ που αφιέρωσα τη ζωή μου στο να πράττω το θέλημα του Ιεχωβά. Γνωρίζω ότι σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες η ζωή δεν είναι, ούτε και θα γίνη εύκολη· αλλά με τη βοήθειά του και τις ευλογίες του θα επιζήσωμε του Αρμαγεδδώνος. Πάντοτε υπήρξα ευγνώμων στον Ιεχωβά, που έλαβα το άγγελμα της ζωής από σας. Λόγω αυτού του αγγέλματος είμαι σε θέσι ν’ αποβλέπω στο μέλλον με ελπίδα και χαρά. . . . Με αγάπη, Μαίρη.»
Λίγο ύστερ’ από τη λήψι της επιστολής αυτής, η σύζυγός μου πέθανε, αλλ’ υπήρξε πιστή ως την τελευταία στιγμή κι έδωσε μαρτυρία για την πίστι της στους γιατρούς και στο άλλο προσωπικό μέσα στο νοσοκομείο. Έλαβε τη στάσι της υπέρ του νόμου του Θεού όσον αφορά το αίμα. (Πράξ. 15:28, 29) Δεν μπορούσαμε να συγκατατεθούμε στο να γίνη χρήσις μεταγγίσεων αίματος. Ακόμη και οι γιατροί, που προσεπάθησαν εντατικά να την κάμουν να δεχθή μεταγγίσεις, υπεχρεώθησαν να εκφράσουν το θαυμασμό τους για την πίστι της. Στην προσπάθειά μου να θέσω στον γιατρό το ζήτημα από λογική άποψι, εξήγησα ότι, μολονότι αυτό πιθανόν να παρέτεινε τη ζωή της συζύγου μου για μια σύντομη χρονική περίοδο, τελικά, λόγω της παραβιάσεως του νόμου του Ιεχωβά σχετικά με την ιερότητα του αίματος, θα πέθαινε και θα ήταν νεκρή για πάντα, ενώ, εάν πέθαινε τώρα, αρνούμενη να παραβιάση τη Χριστιανική της συνείδησι, που ήταν εκπαιδευμένη με τη μελέτη του Λόγου του Θεού, θα είχε τη διαβεβαίωσι για μια ανάστασι σε αιώνια ζωή. Αν και οι γιατροί δεν μπορούσαν να κατανοήσουν, ελάβαμε την απόφασί μας, ο δε Ιεχωβά μού έδωσε τη δύναμι να δείξω υπομονή κάτω από την απώλεια της συζύγου μου, παραμένοντας πιστός.
ΠΛΟΥΣΙΕΣ ΕΥΛΟΓΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΕΥΡΕΣΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Τώρα, λοιπόν, πλησιάζω στο τέλος της ιστορίας μου, χωρίς σύζυγο, όχι όμως και μόνος οπωσδήποτε. Έχω τον Ιεχωβά Θεό για να λατρεύω, τον Υιό του Ιησού Χριστό ως Αρχηγό μου, την πλούσια συναναστροφή των αφιερωμένων συνδούλων μου και το Μπέθελ ως κατοικία μου. Είμαι μεταξύ εκείνων, που υπηρετούν τον ίδιο Θεό που υπηρετώ κι εγώ. Έχω πολλούς νεαρούς φίλους, καθώς και ηλικιωμένους, που έχουν την ίδια πίστι, και, πάνω απ’ όλα, τον ίδιο Θεό. Ναι, πλούσιες ευλογίες έρχονται σ’ εκείνους, που αναζητούν και ανευρίσκουν τον αληθινό Θεό.
Πόσο γεμάτη υπήρξε η ζωή μου αφότου εγνώρισα τον Ιεχωβά! Μου εδόθη το προνόμιο να ζω κοντά του και μέσα στον οίκο Μπέθελ αφότου έμαθα την αλήθεια του Λόγου του Θεού, είχα δε και την δυνατότητα να βλέπω εγώ ο ίδιος την εκπληκτική επέκτασι της ορατής οργανώσεως του Ιεχωβά. Τι απόδειξις ήταν αυτή της ευλογίας, που μου έδωσε ο Θεός! Είδα την επέκτασι των τυπογραφικών μέσων της Εταιρίας Σκοπιά, και είδα την οικογένεια Μπέθελ ν’ αυξάνη από 150 μέλη σε 700 περίπου. Δεν είχα δε την ελαχίστη ιδέα τότε, στο 1910, ότι μια μέρα θα συνταυτιζόμουν με μια οργάνωσι, που είχε μια σχολή εκπαιδεύσεως Χριστιανών επισκόπων στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, κοντά σε μια πόλι με το ίδιο όνομα, που έχει και το νησί, στο οποίο εγεννήθηκα—Ιθάκη.
Πολλές άλλες ευλογίες έλαβα, καθώς παρευρέθηκα σ’ εθνικές και διεθνείς συνελεύσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά, οι οποίες όλες ενίσχυσαν την πίστι μου στον Ιεχωβά ακόμη περισσότερο. Τι χαρά γι’ αυτόν τον ηλικιωμένο άνθρωπο, που, όταν ήταν κάποτε νέος, αναζητούσε κάτι, να βλέπη τόσο πολλούς ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο, οι οποίοι, επίσης, αναζητούσαν κάτι, και να τους συναντά, γνωρίζοντας ότι έχουν την ίδια πίστι κι ελπίδα!
Μέσω της θεοκρατικής εκπαιδεύσεως στη σχολή διακονίας και της παρακολουθήσεως των συναθροίσεων εκκλησίας, έγινα ικανός να προοδεύσω· από μικρή δειλή ψυχή που ήμουν έγινα ένας που δεν φοβείται να κηρύττη από σπίτι σε σπίτι και να μιλώ στους ανθρώπους σχετικά με τα καλά νέα της Βασιλείας. Είμαι ακόμη εγγεγραμμένος στη σχολή θεοκρατικής διακονίας και έχω το προνόμιο να δίδω δημόσιες Γραφικές ομιλίες. Ο χρόνος μου δαπανάται ακόμη στην υπηρεσία του Ιεχωβά και προσεύχομαι να μπορώ να συνεχίζω την πιστή υπηρεσία, γνωρίζοντας ότι θα εξακολουθώ να δέχωμαι πλούσιες ευλογίες από τον Ιεχωβά, τον Θεό τον οποίον αναζητούσα και ανεύρα.
-