-
Αβέλ-μεολάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
(1Σα 18:19· 2Σα 21:8) Το όνομα Αβέλ-μεολά ίσως έλκει την προέλευσή του από τους εύθυμους χορούς κατά τις γιορτές του θερισμού.
-
-
Αβέλ-μισραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΛ-ΜΙΣΡΑΪΜ
Βλέπε ΑΤΑΔ.
-
-
Αβέλ-σιττίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΛ-ΣΙΤΤΙΜ
Βλέπε ΣΙΤΤΙΜ Αρ. 1.
-
-
Αβέλ του Βαιθ-μααχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΛ ΤΟΥ ΒΑΙΘ-ΜΑΑΧΑ
Βλέπε ΑΒΕΛ-ΒΑΙΘ-ΜΑΑΧΑ.
-
-
ΑβένΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΝ
(Αβέν).
1. Το όνομα Αβέν εμφανίζεται σύμφωνα με το εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 30:17, και αυτό το όνομα χρησιμοποιεί στο ίδιο εδάφιο η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου («Αβήν», ΒΑΜ). Πολλές σύγχρονες μεταφράσεις σε διάφορες γλώσσες έχουν εδώ την απόδοση «Ων», το όνομα της αιγυπτιακής πόλης που οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν Ηλιούπολη. Τα ονόματα Αβέν και Ων σχηματίζονται στην εβραϊκή με τα ίδια σύμφωνα, αλλά με διαφορετικά φωνηεντικά σημεία. Ορισμένα σχολιολόγια υποστηρίζουν ότι η αλλαγή των φωνηεντικών σημείων έγινε επίτηδες, ως λογοπαίγνιο, με σκοπό να εκφραστεί περιφρόνηση για την ειδωλολατρική πόλη Ων, το κέντρο της ηλιολατρίας στην Αίγυπτο.—Βλέπε ΩΝ Αρ. 2.
2. [Βλαβερότητα· Βλαβερό Πράγμα] Το εδάφιο Αμώς 1:5 αναφέρεται στο «λεκανοπέδιο της Αβέν» (ΜΝΚ, υποσ.), και αυτή η έκφραση του εβραϊκού κειμένου αποδίδεται «Βικάθ-αβέν» στις μεταφράσεις JP, JB, ΜΝΚ, ΛΧ και ΜΠΚ.—Βλέπε ΒΙΚΑΘ-ΑΒΕΝ.
-
-
ΑβενέζερΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΝΕΖΕΡ
(Αβενέζερ) [Πέτρα Βοήθειας].
1. Τοποθεσία κοντά στην οποία ο Ισραήλ νικήθηκε δύο φορές από τους Φιλισταίους, με αποτέλεσμα, όχι μόνο να σκοτωθούν 34.000 Ισραηλίτες, περιλαμβανομένων του Οφνεί και του Φινεές, αλλά και να πιαστεί η κιβωτός της διαθήκης από τους εχθρούς. Η είδηση του τελευταίου αυτού γεγονότος προκάλεσε το θάνατο του ιερέα Ηλεί. (1Σα 4:1-11, 17, 18· 5:1) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων λογίων η Αβενέζερ τοποθετείται στο Μάζντελ Γιάμπα, 4 χλμ. ΝΑ της Αφέκ στην Πεδιάδα του Σαρών (όπου ήταν στρατοπεδευμένοι οι Φιλισταίοι).
2. Το όνομα που δόθηκε σε μια πέτρα την οποία έστησε ο Σαμουήλ 20 και πλέον χρόνια μετά τα γεγονότα που περιγράφονται στο προηγούμενο κεφάλαιο, πιθανότατα σε ανάμνηση της νίκης του Ισραήλ επί των Φιλισταίων η οποία συντελέστηκε με τη βοήθεια του Θεού. (1Σα 7:2, 12) Αν και η ακριβής θέση της είναι άγνωστη σήμερα, φαίνεται ότι βρισκόταν αρκετά χιλιόμετρα ΝΑ της τοποθεσίας Αρ. 1, «μεταξύ της Μισπά και της Ιεσανά».
-
-
ΑβενήρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΝΗΡ
(Αβενήρ) [Ο Πατέρας Είναι Λυχνάρι].
Γιος του Νηρ, από τη φυλή του Βενιαμίν. Τα εδάφια 1 Σαμουήλ 14:50, 51 αναφέρονται στον Αβενήρ ως “το θείο του Σαούλ”, αν και στην εβραϊκή αυτή η φράση μπορεί να εφαρμοστεί είτε στον Αβενήρ είτε στον Νηρ, τον πατέρα του. Ο Ιώσηπος παρουσιάζει τον Αβενήρ ως εξάδελφο του Σαούλ, και τους πατέρες τους, Νηρ και Κεις, ως αδελφούς. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΣΤ΄, 129, 130 [vi, 6]) Ωστόσο το θεόπνευστο ιστορικό υπόμνημα, στα εδάφια 1 Χρονικών 8:33 και 9:39, φαίνεται να κλίνει σαφώς υπέρ της άποψης ότι ο Κεις ήταν γιος του Νηρ και, επομένως, αδελφός του Αβενήρ. Με βάση αυτό, ο Αβενήρ ήταν θείος του Σαούλ.—Βλέπε επίσης τον πίνακα στο λήμμα ΑΒΙΗΛ Αρ. 1.
Ο Αβενήρ υπηρέτησε ως αρχηγός του στρατεύματος του Σαούλ, και μερικές φορές το μέγεθος των μάχιμων δυνάμεων που είχε στη διάθεσή του ήταν πολύ μεγάλο—υπερέβαινε τους 200.000 άντρες. (1Σα 15:4) Όταν υπήρχε κάποια ειδική περίσταση, η θέση του στα συμπόσια ήταν δίπλα στο βασιλιά. (1Σα 20:25) Αν και ο Αβενήρ ήταν αναμφίβολα δυνατός και γενναίος άντρας, τον καιρό που ο Δαβίδ ήταν φυγάς στην έρημο της Ζιφ τον επιτίμησε για το ότι απέτυχε να φυλάξει όπως έπρεπε τον Σαούλ ως κύριό του και «χρισμένο του Ιεχωβά».—1Σα 26:14-16.
Μετά το θάνατο του Σαούλ στη συντριπτική ήττα που υπέστη ο στρατός του από τους Φιλισταίους, ο Αβενήρ αποσύρθηκε στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη, στη Μαχαναΐμ της Γαλαάδ, παίρνοντας μαζί του το γιο του Σαούλ, τον Ις-βοσθέ. Παρότι ο Δαβίδ είχε ανακηρυχτεί βασιλιάς στη Χεβρών από τη φυλή του Ιούδα, ο Αβενήρ εγκατέστησε τον Ις-βοσθέ ως αντίπαλο βασιλιά στη Μαχαναΐμ. Σαφώς ο Αβενήρ ήταν η δύναμη πίσω από το θρόνο και με τον καιρό κέρδισε για λογαριασμό του Ις-βοσθέ την υποστήριξη όλων των φυλών, εκτός του Ιούδα.—2Σα 2:8-10.
Τελικά, τα στρατεύματα των δύο αντιμαχόμενων βασιλιάδων συναντήθηκαν για μια αναμέτρηση δυνάμεων στη Δεξαμενή της Γαβαών, η οποία βρισκόταν στην περιοχή του Βενιαμίν, στο ένα τρίτο περίπου της απόστασης μεταξύ Χεβρών και Μαχαναΐμ. Αφού το καθένα από τα δύο στρατεύματα βολιδοσκόπησε τον αντίπαλο, ο Αβενήρ πρότεινε να μονομαχήσουν δώδεκα νεαροί πολεμιστές από κάθε παράταξη. Οι παρατάξεις ήταν τόσο ισοδύναμες ώστε οι μονομαχίες κατέληξαν σε αλληλοσφαγή, η οποία προκάλεσε γενικευμένη σύρραξη μεταξύ των δύο στρατευμάτων. Οι δυνάμεις του Αβενήρ έχασαν 18 άντρες για κάθε στρατιώτη που έχασε ο Ιωάβ και υποχώρησαν στην έρημο.—2Σα 2:12-17, 30, 31.
Ο Αβενήρ έγινε στόχος καταδίωξης από τον ταχύτατο αδελφό του Ιωάβ, τον Ασαήλ, τον οποίο και παρότρυνε επανειλημμένα να στρέψει την προσοχή του αλλού και να αποφύγει μια θανατηφόρα σύγκρουση μαζί του. Τελικά, όταν ο Ασαήλ συνέχισε να αρνείται, ο Αβενήρ έκανε μια δυνατή κίνηση προς τα πίσω με την αντίθετη άκρη του δόρατός του και τον σκότωσε, διαπερνώντας του την κοιλιά. (2Σα 2:18-23) Κατόπιν έκκλησης του Αβενήρ, ο Ιωάβ τελικά διέταξε να σταματήσει η καταδίωξη με τη δύση του ήλιου, και τα δύο στρατεύματα άρχισαν την πορεία της επιστροφής στις πρωτεύουσές τους. Η αντοχή τους γίνεται φανερή από τα 80 χλμ., ή και περισσότερο, που βάδισαν οι δυνάμεις του Αβενήρ καθώς κατέβηκαν στη λεκάνη του Ιορδάνη, διέσχισαν το ποτάμι και κατόπιν ανηφόρισαν στην Κοιλάδα του Ιορδάνη μέχρι τους λόφους της Γαλαάδ, από όπου πήγαν στη Μαχαναΐμ. Οι άντρες του Ιωάβ, αφού έθαψαν τον Ασαήλ στη Βηθλεέμ (πιθανώς την επόμενη ημέρα), βάδισαν όλη τη νύχτα 22 και πλέον χλμ. μέσα από τα βουνά ώσπου να φτάσουν στη Χεβρών.—2Σα 2:29-32.
Ο Αβενήρ υποστήριζε το φθίνον καθεστώς του Ις-βοσθέ αλλά παράλληλα ενίσχυε τη δική του θέση, αποβλέποντας ίσως στη βασιλεία, δεδομένου ότι, συν τοις άλλοις, ήταν αδελφός του πατέρα του Σαούλ. Όταν επιπλήχθηκε από τον Ις-βοσθέ για το ότι είχε σχέσεις με μια από τις παλλακίδες του Σαούλ (πράξη επιτρεπτή μόνο στον κληρονόμο του νεκρού βασιλιά), ο Αβενήρ ανακοίνωσε οργισμένα ότι στο εξής θα υποστήριζε τον Δαβίδ. (2Σα 3:6-11) Έκανε άνοιγμα προς τον Δαβίδ τονίζοντας τη θέση που κατείχε ο ίδιος ως ο ουσιαστικός άρχοντας του υπόλοιπου Ισραήλ εκτός του Ιούδα. Αφού ικανοποίησε το αίτημα του Δαβίδ να του επιστραφεί η σύζυγός του η Μιχάλ, ο Αβενήρ στη συνέχεια πλησίασε κατ’ ιδίαν τις κεφαλές των 11 φυλών που είχαν αποχωριστεί από τον Ιούδα προκειμένου να εξασφαλίσει την εύνοιά τους υπέρ του διορισμένου βασιλιά του Ιεχωβά, του Δαβίδ. (2Σα 3:12-19) Κατόπιν αυτού, ο Δαβίδ τού έκανε θερμή υποδοχή στην πρωτεύουσά του τη Χεβρών, και την ίδια ημέρα εκείνος ξεκίνησε να πείσει όλες τις φυλές να κάνουν διαθήκη με τον Δαβίδ. Αλλά ο Ιωάβ, ο οποίος απουσίαζε σε μια επιδρομή, επέστρεψε και, αφού κατηγόρησε τον Αβενήρ ως πανούργο κατάσκοπο, τον κάλεσε πίσω προσωπικά και τον παγίδεψε σε ένα μέρος όπου μπόρεσε να τον σκοτώσει.—2Σα 3:20-27.
Με το θάνατο του Αβενήρ, κάθε υποστήριξη στην οποία μπορούσε να ελπίζει ο Ις-βοσθέ χάθηκε και ο ίδιος ο Ις-βοσθέ δολοφονήθηκε λίγο αργότερα από προδότες. Αυτό ήταν και το οριστικό τέλος της εξουσίας του οίκου του Σαούλ.—2Σα 4:1-3, 5-12.
Πολλά χρόνια αργότερα, ενώ πλησίαζε η ώρα του δικού του θανάτου, ο Δαβίδ θυμήθηκε το θάνατο του Αβενήρ (καθώς και του Αμασά) και επιφόρτισε τον Σολομώντα με την ευθύνη να αφαιρέσει την κηλίδα της ενοχής αίματος που είχε προσάψει ο Ιωάβ στον οίκο του Δαβίδ. (1Βα 2:1, 5, 6) Λίγο αργότερα, ο δολοφόνος του Αβενήρ, ο Ιωάβ, εκτελέστηκε με διαταγή του Σολομώντα.—1Βα 2:31-34.
Μόνο ένας γιος του Αβενήρ αναφέρεται στο υπόμνημα, ο Ιαασιήλ, ο οποίος κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ ήταν αρχηγός της φυλής του Βενιαμίν. (1Χρ 27:21) Το εδάφιο 1 Χρονικών 26:28 μνημονεύει επίσης τις συνεισφορές που έκανε ο Αβενήρ για τη σκηνή της μαρτυρίας οι οποίες προέρχονταν από τα λάφυρα που αποκόμισε ως αρχηγός του στρατεύματος.
-
-
ΑβεσσαλώμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΕΣΣΑΛΩΜ
(Αβεσσαλώμ) [Ο Πατέρας [δηλαδή ο Θεός] Είναι Ειρήνη].
Ο τρίτος από τους έξι γιους του Δαβίδ οι οποίοι γεννήθηκαν στη Χεβρών. Μητέρα του ήταν η Μααχά, κόρη του Θαλμαΐ, του βασιλιά της Γεσούρ. (2Σα 3:3-5) Ο Αβεσσαλώμ έγινε πατέρας τριών γιων και μιας κόρης. (2Σα 14:27) Προφανώς καλείται Αβισαλώμ στα εδάφια 1 Βασιλέων 15:2, 10.—Βλέπε 2Χρ 11:20, 21.
Η σωματική ομορφιά ήταν χαρακτηριστικό της οικογένειας του Αβεσσαλώμ. Ο ίδιος εξυμνούνταν από όλο το έθνος για την εξαιρετική ομορφιά του. Η πλούσια κόμη του, η οποία προφανώς βάραινε ακόμη περισσότερο από τη χρήση λαδιού ή μύρων, ζύγιζε περίπου 200 σίκλους (2,3 κιλά) όταν την έκοβε μία φορά το χρόνο. Η αδελφή του η Θάμαρ ήταν και αυτή όμορφη, και η κόρη του, που είχε το όνομα της θείας της, είχε «πανέμορφη εμφάνιση». (2Σα 14:25-27· 13:1) Ωστόσο, αυτή η ομορφιά, αντί να αποδειχτεί ωφέλιμη, συνέβαλε σε κάποια τρομερά γεγονότα τα οποία προξένησαν απέραντη θλίψη στον πατέρα του Αβεσσαλώμ, τον Δαβίδ, καθώς και σε άλλους, και δημιούργησαν μεγάλη αναστάτωση στο έθνος.
Ο Φόνος του Αμνών. Η ομορφιά της αδελφής του Αβεσσαλώμ, της Θάμαρ, έκανε το μεγαλύτερο ετεροθαλή αδελφό του, τον Αμνών, να την ερωτευτεί παράφορα. Προσποιούμενος ότι ήταν άρρωστος, ο Αμνών μεθόδευσε έτσι τα πράγματα ώστε να του στείλουν στα διαμερίσματά του τη Θάμαρ για να του μαγειρέψει, και στη συνέχεια τη βίασε. Ο έρωτας του Αμνών μετατράπηκε σε περιφρονητικό μίσος και έβαλε να διώξουν τη Θάμαρ έξω. Η Θάμαρ έσκισε το ριγωτό χιτώνα της ο οποίος την ξεχώριζε ως παρθένα κόρη του βασιλιά και έβαλε στάχτες στο κεφάλι της, και τότε τη συνάντησε ο Αβεσσαλώμ. Εκείνος αντιλήφθηκε γρήγορα τι είχε συμβεί και εξέφρασε αμέσως υποψίες για τον Αμνών, πράγμα που δείχνει ότι ήταν ήδη ενήμερος για το παράφορο πάθος του ετεροθαλούς αδελφού του. Ο Αβεσσαλώμ, όμως, συμβούλεψε την αδελφή του να μη διατυπώσει καμιά κατηγορία και την πήρε να μείνει στο σπίτι του.—2Σα 13:1-20.
Σύμφωνα με τον Τζον Κίτο, η ενέργεια του Αβεσσαλώμ να αναλάβει εκείνος τη Θάμαρ και όχι ο πατέρας της εναρμονιζόταν με μια συνήθεια της Ανατολής σύμφωνα με την οποία, σε μια πολυγαμική οικογένεια, τα παιδιά που προέρχονται από την ίδια μητέρα είναι πιο στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, και οι κόρες «περιέρχονται κάτω από την ειδική φροντίδα και προστασία του αδελφού τους, στον οποίο . . . αποβλέπουν περισσότερο από ό,τι στον ίδιο τον πατέρα τους για οτιδήποτε αφορά την ασφάλεια και την τιμή τους». (Καθημερινές Βιβλικές Εικόνες [Daily Bible Illustrations], Σαμουήλ, Σαούλ και Δαβίδ, 1857, σ. 384) Πολύ παλαιότερα, ο Λευί και ο Συμεών, δύο από τους αμφιθαλείς αδελφούς της Δείνας, ήταν αυτοί που ανέλαβαν να πάρουν εκδίκηση για την ατίμωση της αδελφής τους.—Γε 34:25.
Όταν ο Δαβίδ άκουσε για την ταπείνωση της κόρης του, αντέδρασε οργισμένα αλλά, ίσως λόγω του ότι δεν απαγγέλθηκε καμιά άμεση ή επίσημη κατηγορία με στοιχεία ή μάρτυρες, δεν προέβη σε δικαστικές ενέργειες εναντίον του δράστη. (Δευ 19:15) Ο Αβεσσαλώμ ίσως προτίμησε να μη δημιουργήσει θέμα για την παραβίαση του Λευιτικού νόμου από μέρους του Αμνών (Λευ 18:9· 20:17), προκειμένου να αποφύγει το διασυρμό της οικογένειας και του ονόματός του, ωστόσο όμως, έτρεφε δολοφονικό μίσος για τον Αμνών, ενώ εξωτερικά έδειχνε αυτοσυγκράτηση μέχρι να βρει την κατάλληλη στιγμή για να πάρει εκδίκηση με το δικό του τρόπο. (Παράβαλε Παρ 26:24-26· Λευ 19:17.) Από εκείνο το σημείο και έπειτα η πορεία της ζωής του δείχνει τι εστί δολιότητα, καταλαμβάνει δε το μεγαλύτερο μέρος έξι κεφαλαίων του Δεύτερου Σαμουήλ.—2Σα 13:21, 22.
Πέρασαν δύο χρόνια από τότε. Ήρθε ο καιρός της κουράς των ποιμνίων, που ήταν εορταστική περίσταση, και ο Αβεσσαλώμ ετοίμασε μια γιορτή στη Βάαλ-ασώρ, περίπου 22 χλμ. ΒΒΑ της Ιερουσαλήμ, στην οποία προσκάλεσε τους γιους του βασιλιά και τον ίδιο τον Δαβίδ. Όταν ο πατέρας του ζήτησε να εξαιρεθεί, ο Αβεσσαλώμ τον πίεσε να συμφωνήσει να στείλει στη θέση του τον Αμνών, τον πρωτότοκό του. (Παρ 10:18) Στη γιορτή, όταν ο Αμνών ήρθε «σε ευθυμία από το κρασί», ο Αβεσσαλώμ πρόσταξε τους υπηρέτες του να τον σκοτώσουν. Οι υπόλοιποι γιοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και ο Αβεσσαλώμ αυτοεξορίστηκε στον Σύριο παππού του, στο βασίλειο της Γεσούρ, Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας. (2Σα 13:23-38) Το «σπαθί» που είχε προείπει ο προφήτης Νάθαν είχε πλέον μπει στον «οίκο» του Δαβίδ και θα παρέμενε εκεί όλο το υπόλοιπο της ζωής του.—2Σα 12:10.
Αποκαθίσταται στην Εύνοια. Όταν η πάροδος τριών ετών είχε πια απαλύνει τον πόνο για την απώλεια του πρωτοτόκου του, η λαχτάρα του πατέρα ξύπνησε μέσα στον Δαβίδ για τον Αβεσσαλώμ. Ο Ιωάβ, ο οποίος διάβασε τις σκέψεις του θείου του, του βασιλιά, χρησιμοποίησε ένα τέχνασμα το οποίο προετοίμασε τον Δαβίδ να δώσει στον Αβεσσαλώμ χάρη υπό όρους, επιτρέποντάς του να επαναπατριστεί, χωρίς όμως να έχει το δικαίωμα να εμφανιστεί στην αυλή του πατέρα του. (2Σα 13:39· 14:1-24) Ο Αβεσσαλώμ υπέμεινε αυτόν τον εξοστρακισμό δύο χρόνια και στη συνέχεια άρχισε να κάνει ενέργειες για να του παραχωρηθεί πλήρης χάρη. Όταν ο Ιωάβ, ως αξιωματούχος της βασιλικής αυλής, αρνήθηκε να τον επισκεφτεί, ο Αβεσσαλώμ, για να τον πιέσει, έβαλε να κάψουν ένα χωράφι του Ιωάβ στο οποίο καλλιεργούσε κριθάρι, και, όταν εκείνος ήρθε αγανακτισμένος, του είπε ότι ήθελε μια οριστική απόφαση από το βασιλιά, δηλώνοντας: «Αν υπάρχει σφάλμα σε εμένα, τότε να με θανατώσει». Όταν ο Ιωάβ μετέφερε το μήνυμα, ο Δαβίδ δέχτηκε το γιο του, ο οποίος έπεσε αμέσως καταγής σε ένδειξη ολοκληρωτικής υποταγής, και ο βασιλιάς τού έδωσε το φιλί της πλήρους χάριτος.—2Σα 14:28-33.
Προδοτική Δράση. Ωστόσο, κάθε ίχνος στοργής που έτρεφε ο Αβεσσαλώμ για τον Δαβίδ ως πατέρα του είχε προφανώς χαθεί σε αυτά τα πέντε χρόνια κατά τα οποία βρισκόταν χωριστά από τον πατέρα του. Τα τρία χρόνια συναναστροφής με μια ειδωλολατρική βασιλική οικογένεια ενδεχομένως καλλιέργησαν μέσα του τη διαβρωτική επίδραση της φιλοδοξίας. Ο Αβεσσαλώμ ίσως θεωρούσε ότι ήταν προορισμένος για το θρόνο, εφόσον είχε βασιλική καταγωγή και από τις δύο μεριές της οικογένειας. Δεδομένου ότι ο Χιλεάβ (Δανιήλ), ο δεύτερος κατά σειρά γιος του Δαβίδ, δεν μνημονεύεται έπειτα από την αναφορά της γέννησής του, είναι πιθανό να είχε πεθάνει, με αποτέλεσμα να μείνει ο Αβεσσαλώμ ο μεγαλύτερος εν ζωή γιος του Δαβίδ. (2Σα 3:3· 1Χρ 3:1) Ωστόσο, η υπόσχεση του Θεού στον Δαβίδ για ένα μελλοντικό «σπέρμα» το οποίο θα κληρονομούσε το θρόνο δόθηκε μετά τη γέννηση του Αβεσσαλώμ, οπότε εκείνος θα έπρεπε να γνωρίζει ότι δεν ήταν ο εκλεκτός του Ιεχωβά για τη βασιλεία. (2Σα 7:12) Όπως και αν είχαν τα πράγματα, μόλις αποκαταστάθηκε στη βασιλική αυλή, ο Αβεσσαλώμ άρχισε μια ύπουλη πολιτική εκστρατεία. Με άφταστη επιδεξιότητα προσποιούνταν ότι ενδιαφερόταν βαθιά για το κοινό καλό και παρουσιαζόταν ως άνθρωπος του λαού. Με πολλή προσοχή υπαινισσόταν στους ανθρώπους, ιδιαίτερα σε όσους προέρχονταν από φυλές εκτός του Ιούδα, ότι η βασιλική αυλή δεν ενδιαφερόταν για τα προβλήματά τους και ότι εκείνοι χρειάζονταν απεγνωσμένα έναν καλόκαρδο άνθρωπο σαν τον Αβεσσαλώμ.—2Σα 15:1-6.
Η φράση «όταν συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια», η οποία βρίσκεται στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 15:7, έχει αμφίβολη εφαρμογή, στο δε κείμενο Λαγκάρντ της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, στη συριακή Πεσίτα και στη λατινική Βουλγάτα αποδίδεται «τέσσερα χρόνια». Αλλά δεν είναι πιθανό ότι ο Αβεσσαλώμ θα περίμενε συνολικά έξι χρόνια για να εκπληρώσει μια ευχή, αν θεωρήσουμε ότι τα «τέσσερα χρόνια» υπολογίζονται από τη στιγμή της πλήρους επανένταξής του. (2Σα 14:28) Εφόσον μετά τα γεγονότα που εξετάζουμε τώρα, αλλά ενόσω διαρκούσε η βασιλεία του Δαβίδ, συνέβη κάποια πείνα που κράτησε τρία χρόνια, ένας πόλεμος με τους Φιλισταίους, καθώς και η απόπειρα κατάληψης του θρόνου από τον Αδωνία, είναι προφανές ότι τα «σαράντα χρόνια», όπως τα εννοούσε ο συγγραφέας, θα πρέπει να άρχισαν αρκετά νωρίτερα από την έναρξη της 40χρονης βασιλείας του Δαβίδ, και πιθανώς εννοούνται 40 χρόνια από τότε που τον έχρισε για πρώτη φορά ο Σαμουήλ. Κάτι τέτοιο θα άφηνε το περιθώριο να είναι ο Αβεσσαλώμ εκείνη την εποχή “νεαρός άντρας” ακόμη (2Σα 18:5), εφόσον είχε γεννηθεί ανάμεσα στο 1077 και στο 1070 Π.Κ.Χ.
Ο Αβεσσαλώμ, νιώθοντας ικανοποιημένος που είχε δημιουργήσει ένα μεγάλο ρεύμα ακολούθων σε ολόκληρο το βασίλειο, πήρε με κάποιο πρόσχημα την άδεια του πατέρα του να πάει στη Χεβρών, την αρχική πρωτεύουσα του Ιούδα. Από εκεί οργάνωσε γρήγορα μια γενικευμένη συνωμοσία που στόχευε στο θρόνο και περιλάμβανε ένα πανεθνικό δίκτυο κατασκόπων οι οποίοι θα ανάγγελλαν ότι είχε γίνει βασιλιάς. Αφού επικαλέστηκε την ευλογία του Θεού στη βασιλεία του προσφέροντας θυσίες, εξασφάλισε την υποστήριξη του πιο αξιοσέβαστου συμβούλου του πατέρα του, του Αχιτόφελ. Πολλοί τότε τάχθηκαν με το μέρος του Αβεσσαλώμ.—2Σα 15:7-12.
Ο Δαβίδ, αντιμέτωπος με μια σοβαρή κρίση και σε αναμονή μιας μεγάλης επίθεσης, επέλεξε να εκκενώσει το παλάτι μαζί με όλο το σπιτικό του, παρότι είχε την όσια υποστήριξη μιας μεγάλης ομάδας πιστών αντρών, περιλαμβανομένων και των σημαντικότερων ιερέων, του Αβιάθαρ και του Σαδώκ. Αυτούς τους δύο τους έστειλε πίσω στην Ιερουσαλήμ για να χρησιμεύσουν ως σύνδεσμοί του. Ενώ ο Δαβίδ ανέβαινε στο Όρος των Ελαιών, ξυπόλητος, έχοντας καλυμμένο το κεφάλι και κλαίγοντας, τον συνάντησε ο Χουσαΐ, ο «φίλος» του βασιλιά, τον οποίο επίσης έστειλε στην Ιερουσαλήμ για να ανατρέψει τη συμβουλή του Αχιτόφελ. (2Σα 15:13-37) Αν και έγινε στόχος καιροσκόπων, εκ των οποίων ο ένας επιδίωκε την εύνοιά του ενώ ο άλλος, γεμάτος επαναστατικό πνεύμα, εξωτερίκευε το μίσος που είχε συσσωρευμένο μέσα του, ο Δαβίδ κράτησε στάση εκ διαμέτρου αντίθετη από αυτήν του Αβεσσαλώμ, επιδεικνύοντας ήρεμη υποχωρητικότητα και αρνούμενος να ανταποδώσει κακό αντί κακού. Απορρίπτοντας την έκκληση του Αβισαί του ανιψιού του να του επιτρέψει να περάσει απέναντι και να “κόψει το κεφάλι” του Σιμεΐ, ο οποίος πετούσε πέτρες και καταριόταν, ο Δαβίδ έκανε τον εξής συλλογισμό: «Εδώ ο ίδιος μου ο γιος, που βγήκε από τα σπλάχνα μου, ζητάει την ψυχή μου· πόσο μάλλον ένας Βενιαμινίτης! Αφήστε τον να καταριέται, γιατί ο Ιεχωβά τού το είπε! Ίσως ο Ιεχωβά δει με τα μάτια του και αποκαταστήσει ο Ιεχωβά σε εμένα αγαθότητα αντί της κατάρας που μου δίνει αυτός σήμερα».—2Σα 16:1-14.
Έχοντας καταλάβει την Ιερουσαλήμ και το παλάτι, ο Αβεσσαλώμ δέχτηκε τη φαινομενική προσχώρηση του Χουσαΐ στη δική του πλευρά, αφού πρώτα σχολίασε σαρκαστικά το ότι ο Χουσαΐ ήταν ο πιστός «φίλος» του Δαβίδ. Κατόπιν, εφαρμόζοντας τη συμβουλή του Αχιτόφελ, ο Αβεσσαλώμ είχε σεξουαλικές σχέσεις με τις παλλακίδες του πατέρα του δημόσια για να αποδείξει ότι η ρήξη ανάμεσα σε εκείνον και στον Δαβίδ ήταν ολοκληρωτική και ότι ήταν αμετάκλητα αποφασισμένος να διατηρήσει τον έλεγχο του θρόνου. (2Σα 16:15-23) Κατ’ αυτόν τον τρόπο εκπληρώθηκε το τελευταίο τμήμα της θεόπνευστης προφητείας του Νάθαν.—2Σα 12:11.
Στη συνέχεια, ο Αχιτόφελ παρότρυνε τον Αβεσσαλώμ να του δώσει την εξουσία να οδηγήσει μια στρατιωτική δύναμη εναντίον του Δαβίδ την ίδια εκείνη νύχτα, ώστε να καταφέρει το τελικό χτύπημα στις δυνάμεις του Δαβίδ προτού μπορέσουν να οργανωθούν. Παρ’ όλο που του άρεσε αυτό, ο Αβεσσαλώμ σκέφτηκε ότι θα ήταν σοφό να ακούσουν και τη γνώμη του Χουσαΐ. Έχοντας αντιληφθεί ότι ο Δαβίδ χρειαζόταν χρόνο, ο Χουσαΐ παρουσίασε παραστατικά μια εικόνα που ενδεχομένως αποσκοπούσε στο να εκμεταλλευτεί την όποια έλλειψη γνήσιου θάρρους από μέρους του Αβεσσαλώμ (ο οποίος μέχρι τότε είχε επιδείξει περισσότερη αλαζονεία και πανουργία παρά ανδρεία) και να κεντρίσει τη ματαιοδοξία του. Ο Χουσαΐ πρότεινε να διαθέσουν χρόνο για να συντάξουν πρώτα μια πολυάριθμη δύναμη αντρών της οποίας κατόπιν θα ηγούνταν ο ίδιος ο Αβεσσαλώμ. Με την κατεύθυνση του Ιεχωβά, η συμβουλή του Χουσαΐ έγινε δεκτή. Ο Αχιτόφελ, συνειδητοποιώντας προφανώς ότι η εξέγερση του Αβεσσαλώμ θα αποτύγχανε, αυτοκτόνησε.—2Σα 17:1-14, 23.
Ως προληπτικό μέτρο, ο Χουσαΐ έστειλε μήνυμα στον Δαβίδ για τη συμβουλή του Αχιτόφελ, και παρότι ο Αβεσσαλώμ προσπάθησε να πιάσει τους μυστικούς αγγελιοφόρους, ο Δαβίδ έλαβε την προειδοποίηση, πέρασε στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη και ανέβηκε στους λόφους της Γαλαάδ, στη Μαχαναΐμ (όπου είχε παλαιότερα την πρωτεύουσά του ο Ις-βοσθέ). Εκεί έγινε δεκτός με εκδηλώσεις γενναιοδωρίας και καλοσύνης. Κάνοντας προετοιμασίες για τη σύγκρουση, ο Δαβίδ οργάνωσε τις αυξανόμενες δυνάμεις του σε τρία τμήματα υπό τον Ιωάβ, τον Αβισαί και τον Ιτταΐ τον Γιθίτη. Όταν του συνέστησαν να παραμείνει στην πόλη, λόγω του ότι η παρουσία του εκεί θα είχε μεγαλύτερη αξία, ο Δαβίδ δέχτηκε και εκδήλωσε και πάλι εκπληκτική έλλειψη μνησικακίας απέναντι στον Αβεσσαλώμ ζητώντας δημόσια από τους τρεις αρχηγούς του να “φερθούν με ηπιότητα στο νεαρό άντρα, τον Αβεσσαλώμ, για χάρη του”.—2Σα 17:15–18:5.
Αποφασιστική Μάχη και Θάνατος. Οι νεοσύστατες δυνάμεις του Αβεσσαλώμ υπέστησαν συντριπτική ήττα από τους έμπειρους πολεμιστές του Δαβίδ. Η μάχη έφτασε μέσα στο δάσος του Εφραΐμ. Ενώ ο Αβεσσαλώμ έφευγε πάνω στο βασιλικό του μουλάρι, πέρασε κάτω από τα χαμηλά κλαδιά ενός μεγάλου δέντρου και, όπως φαίνεται, το κεφάλι του πιάστηκε στη διχάλα ενός κλαδιού με αποτέλεσμα να μείνει μετέωρος στο κενό. Ο άνθρωπος που ανέφερε στον Ιωάβ ότι τον είχε δει είπε ότι δεν επρόκειτο να παρακούσει την παράκληση του Δαβίδ και να σκοτώσει τον Αβεσσαλώμ ούτε για «χίλια κομμάτια ασήμι [αν επρόκειτο για σίκλους, περ. $2.200]», αλλά ο Ιωάβ δεν είχε τέτοιους ενδοιασμούς και κάρφωσε τρία βέλη στην καρδιά του Αβεσσαλώμ· έπειτα, δέκα από τους άντρες του χτύπησαν και αυτοί τον Αβεσσαλώμ συμμετέχοντας μαζί με τον αρχηγό τους στην ευθύνη για το θάνατό του. Στη συνέχεια έριξαν το σώμα του σε ένα κοίλωμα και το σκέπασαν με έναν σωρό από πέτρες ως ανάξιο ταφής.—2Σα 18:6-17· παράβαλε Ιη 7:26· 8:29.
Μόλις έφτασαν αγγελιοφόροι στον Δαβίδ, στη Μαχαναΐμ, η πρώτη του έγνοια ήταν ο γιος του. Όταν έμαθε για το θάνατο του Αβεσσαλώμ, ο Δαβίδ, βηματίζοντας πέρα δώθε στο ανώγειο και κλαίγοντας, έλεγε: «Γιε μου Αβεσσαλώμ, γιε μου, γιε μου Αβεσσαλώμ! Μακάρι να πέθαινα εγώ αντί για εσένα, Αβεσσαλώμ γιε μου, γιε μου!» (2Σα 18:24-33) Μόνο ο απερίφραστος, ευθύς τρόπος με τον οποίο του μίλησε και τον λογίκευσε ο Ιωάβ έβγαλε τον Δαβίδ από τη μεγάλη του θλίψη για την τραγική πορεία και το τέλος αυτού του ωραίου και πολυμήχανου νεαρού, η έντονη φιλοδοξία του οποίου τον έκανε να πολεμήσει εναντίον του χρισμένου του Θεού, οδηγώντας έτσι τον εαυτό του στην καταστροφή.—2Σα 19:1-8· παράβαλε Παρ 24:21, 22.
Ο 3ος Ψαλμός γράφτηκε από τον Δαβίδ τον καιρό της εξέγερσης του Αβεσσαλώμ, σύμφωνα με την επιγραφή που βρίσκεται στην αρχή του ψαλμού.
Το Μνημείο του Αβεσσαλώμ. Ο Αβεσσαλώμ είχε ανεγείρει μια στήλη στην «Κοιλάδα του Βασιλιά», η οποία ονομάζεται και «Κοιλάδα Σαυή», κοντά στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 18:18· Γε 14:17) Την είχε ανεγείρει επειδή δεν είχε γιους να διαιωνίσουν το όνομά του μετά το θάνατό του. Φαίνεται, επομένως, ότι οι τρεις γιοι του που αναφέρονται στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 14:27 είχαν πεθάνει ενόσω ήταν μικροί σε ηλικία. Ο Αβεσσαλώμ δεν θάφτηκε στον τόπο του μνημείου του αλλά αφέθηκε σε ένα κοίλωμα στο δάσος του Εφραΐμ.—2Σα 18:6, 17.
Υπάρχει ένα μνημείο λαξευμένο σε βράχο, στην Κοιλάδα Κιδρόν, το οποίο ονομάστηκε Τάφος του Αβεσσαλώμ, αλλά η αρχιτεκτονική του μαρτυρεί ότι ανάγεται στην ελληνορωμαϊκή περίοδο, ίσως στην εποχή του Ηρώδη. Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμιά βάση για να συνδεθεί το όνομα του Αβεσσαλώμ με αυτό.
-
-
ΑβίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙ
Βλέπε ΑΒΙΑ Αρ. 7.
-
-
ΑβιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΑ
(Αβιά) [Πατέρας μου Είναι ο Ιεχωβά].
Στο εδάφιο 2 Βασιλέων 18:2 εμφανίζεται ο τύπος «Αβί» ως συντετμημένη μορφή αυτού του ονόματος. Μια άλλη παραλλαγή του η οποία αναφέρεται στο Μασοριτικό κείμενο, στα εδάφια 1 Βασιλέων 14:31· 15:1, 7, 8, είναι το όνομα «Αβιάμ». Ωστόσο, στο εδάφιο 1 Βασιλέων 14:31, περίπου 12 εβραϊκά χειρόγραφα καθώς και η Βομβεργιανή έκδοση της εβραϊκής Αγίας Γραφής του Ιακώβ μπεν Χαγίμ (1524-1525) έχουν τον τύπο «Αβιά».
1. Εγγονός του Βενιαμίν, ο έβδομος από τους εννιά γιους του Βεχέρ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται.—1Χρ 7:8.
2. Σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, Αβιά ονομαζόταν η σύζυγος του Εσρών, εγγονού του Ιούδα από τη νύφη του τη Θάμαρ. Η εν λόγω Αβιά πιθανόν να ήταν η μητέρα του Ασχούρ, του πατέρα της Θεκωέ.—1Χρ 2:4, 5, 24· βλέπε ΕΣΡΩΝ Αρ. 2.
3. Ο δεύτερος γιος του προφήτη Σαμουήλ ο οποίος, μαζί με το μεγαλύτερο αδελφό του τον Ιωήλ, διορίστηκε κριτής του Ισραήλ στη Βηρ-σαβεέ από τον ηλικιωμένο πατέρα του. Επειδή αυτοί διέστρεφαν την κρίση, δωροδοκούνταν και αποσπούσαν κέρδη με άδικο τρόπο, οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ ζήτησαν από τον Σαμουήλ να διορίσει έναν βασιλιά για να τους κυβερνάει.—1Σα 8:1-5· 1Χρ 6:28.
4. Ιερέας, απόγονος του Ααρών, ο οποίος στις ημέρες του Βασιλιά Δαβίδ ήταν αναγνωρισμένη κεφαλή ενός από τους πατρικούς οίκους του Ισραήλ. Ο Δαβίδ χώρισε το ιερατείο σε 24 υποδιαιρέσεις, καθεμιά από τις οποίες υπηρετούσε στο αγιαστήριο μία εβδομάδα κάθε έξι μήνες. Ο πατρικός οίκος του Αβιά κληρώθηκε να είναι επικεφαλής της όγδοης υποδιαίρεσης και έκτοτε ήταν γνωστός ως η «υποδιαίρεση του Αβιά». (1Χρ 24:3-10· Λου 1:5) Έτσι λοιπόν, αναφέρεται ότι ο ιερέας Ζαχαρίας, ο πατέρας του Ιωάννη του Βαφτιστή, ανήκε στην «υποδιαίρεση του Αβιά».
5. Ένας από τους 28 γιους του Ροβοάμ, αποκαλούμενος και Αβιάμ, ο οποίος έγινε ο δεύτερος βασιλιάς του δίφυλου βασιλείου του Ιούδα και κυβέρνησε από το 980 μέχρι το 978 Π.Κ.Χ. (1Βα 14:31–15:8) Ήταν βασιλικός γόνος του Δαβίδ τόσο από τη μεριά του πατέρα του όσο και από τη μεριά της μητέρας του, ανήκε δε στη 16η γενιά μετά τον Αβραάμ στη βασιλική γενεαλογική γραμμή του Ιησού Χριστού. (1Χρ 3:10· Ματ 1:7) Από τις 18 συζύγους και τις 60 παλλακίδες του, ο Ροβοάμ αγαπούσε περισσότερο τη Μααχά (αποκαλούμενη Μιχαΐα στο εδάφιο 2 Χρονικών 13:2), η οποία ήταν εγγονή του Αβεσσαλώμ, και της έδειξε μεγαλύτερη εύνοια από ό,τι στις υπόλοιπες με το να εκλέξει ως διάδοχο του θρόνου το γιο της τον Αβιά, παρότι δεν ήταν αυτός ο πρωτότοκος γιος του Ροβοάμ.—2Χρ 11:20-22.
Με την άνοδο του Αβιά στο θρόνο, το 18ο έτος του Βασιλιά Ιεροβοάμ Α΄ του Ισραήλ, οι εχθροπραξίες ανάμεσα στο βόρειο και στο νότιο βασίλειο ξανάρχισαν, και επακολούθησε πόλεμος. Εναντίον του επίλεκτου στρατεύματος του Ιούδα, το οποίο αποτελούνταν από 400.000 κραταιούς πολεμιστές, παρατάχθηκαν για μάχη 800.000 πολεμιστές του Ιεροβοάμ. Χωρίς να πτοηθεί από αυτή την άνιση κατάσταση, ο Αβιά μίλησε με συγκλονιστικά λόγια στο πλήθος που είχε συνταχθεί με τον Ιεροβοάμ, καταδικάζοντας την παγανιστική μοσχολατρία στην οποία επιδίδονταν και υπενθυμίζοντάς τους ότι ο Ιεχωβά είχε κάνει διαθήκη με τον Δαβίδ για μια ατελεύτητη βασιλεία. «Μαζί μας έχουμε επικεφαλής τον αληθινό Θεό», δήλωσε ο Αβιά, γι’ αυτό «μην πολεμήσετε εναντίον του Ιεχωβά, . . . γιατί δεν θα έχετε επιτυχία».—2Χρ 12:16–13:12.
Στη βίαιη μάχη που επακολούθησε, η ενέδρα του Ιεροβοάμ απέτυχε με θεϊκή παρέμβαση και μισό εκατομμύριο από τους άντρες του εξολοθρεύτηκαν, με αποτέλεσμα να συντριφτεί η στρατιωτική δύναμη του Ιεροβοάμ. Καταλήφθηκε δε και η πόλη της Βαιθήλ, όπου είχε τοποθετηθεί ένα από τα απεχθή χρυσά μοσχάρια καθώς και ένα αποστατικό ιερατείο. Και όλα αυτά, επειδή ο Αβιά “στηρίχτηκε στον Ιεχωβά”. (2Χρ 13:13-20) Ωστόσο, ο Αβιά περπάτησε σύμφωνα με τις αμαρτίες του Ροβοάμ του πατέρα του, με το να επιτρέψει να παραμείνουν στη χώρα υψηλοί τόποι, ιερές στήλες, ακόμη και ιερόδουλοι ναών. «Η καρδιά του δεν ήταν πλήρης απέναντι στον Ιεχωβά τον Θεό του». (1Βα 14:22-24· 15:3) Κατά τη διάρκεια της ζωής του απέκτησε 14 συζύγους και 38 παιδιά, και όταν πέθανε τον διαδέχθηκε στο θρόνο ο γιος του ο Ασά.—2Χρ 13:21· 14:1.
6. Ο γιος του Βασιλιά Ιεροβοάμ Α΄ του Ισραήλ ο οποίος πέθανε σε νεαρή ηλικία λόγω της εκτέλεσης κρίσης από τον Ιεχωβά. Μετά την αποστασία του Ιεροβοάμ, ο οίκος του άρχισε να πλήττεται από δεινά, ανάμεσα στα οποία συγκαταλεγόταν και η θανατηφόρα αρρώστια του νεαρού Αβιά. Ως εκ τούτου, ο Ιεροβοάμ έβαλε τη βασίλισσα να μεταμφιεστεί, προκειμένου να μη γίνει αντιληπτή η ταυτότητά της, και την έστειλε να συμβουλευτεί τον ηλικιωμένο και τυφλό προφήτη Αχιά στη Σηλώ. Αλλά ο Ιεχωβά δεν μπορεί να εξαπατηθεί. Μέσω του Αχιά του προφήτη του, ο Ιεχωβά δήλωσε ότι επρόκειτο να εξαλείψει τους άρρενες κληρονόμους του Ιεροβοάμ «όπως καθαρίζει κάποιος τα κόπρανα μέχρι να μη μείνει τίποτα». (1Βα 14:10· 15:25-30) Ο Αβιά, ωστόσο, ήταν ο μόνος απόγονος του Ιεροβοάμ ο οποίος θάφτηκε με τιμές, διότι σε αυτόν είχε βρεθεί «κάτι καλό ενώπιον του Ιεχωβά».—1Βα 14:1-18.
7. Η σύζυγος του Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα και μητέρα του Βασιλιά Εζεκία. Ήταν κόρη του Ζαχαρία. Στο εδάφιο 2 Βασιλέων 18:2 το όνομά της αναφέρεται συντετμημένο ως Αβί.—2Χρ 29:1.
8. Κεφαλή μιας από τις οικογένειες των ιερέων στις ημέρες του Ζοροβάβελ και του Ιησού μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. Ο Αβιά συγκαταλέγεται στις 20 και πλέον «κεφαλές των ιερέων και των αδελφών τους» που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με τον Ζοροβάβελ. (Νε 12:1-7) Κατά πάσα πιθανότητα ήταν παρών στην τοποθέτηση του θεμελίου του ναού το δεύτερο έτος, όταν αναδιοργανώθηκαν οι ιερατικές υπηρεσίες. (Εσδ 3:8-10) Μια γενιά αργότερα, στις ημέρες του Ιεχωακείμ και του Νεεμία, η ιερατική οικογένεια του Αβιά εκπροσωπούνταν από τον Ζιχρί.—Νε 12:12, 17, 26.
9. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος στις ημέρες του Νεεμία συμμετείχε στο σφράγισμα της “αξιόπιστης συμφωνίας”, δηλαδή της απόφασης που υιοθέτησαν ενώπιον του Ιεχωβά. (Νε 9:38–10:8) Αν, όπως υποστηρίζουν μερικοί, ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Αβιά που έχει καταχωριστεί ως Αρ. 8, θα ήταν τότε πάνω από 100 ετών.
-
-
ΑβιάθαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΑΘΑΡ
(Αβιάθαρ) [Πατέρας Υπεροχής· Πατέρας Υπεραρκετών (Υπεραφθονίας)].
Γιος του Αρχιερέα Αχιμέλεχ, από τη φυλή του Λευί και τη γενεαλογική γραμμή του Ηλεί. (1Σα 14:3· 22:11· 23:6) Έζησε κατά την περίοδο της βασιλείας του Σαούλ, του Δαβίδ και του Σολομώντα, και στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ έγινε αρχιερέας. Είχε δύο γιους, τον Ιωνάθαν και τον Αχιμέλεχ (που είχε το όνομα του πατέρα του Αβιάθαρ).—2Σα 15:27, 36· 8:17.
Ο Αβιάθαρ ζούσε στη Νωβ, «την πόλη των ιερέων», η οποία βρισκόταν κοντά στην Ιερουσαλήμ, όταν ο Βασιλιάς Σαούλ έβαλε τον Δωήκ τον Εδωμίτη να φονεύσει τον πατέρα του Αβιάθαρ, που ήταν ο αρχιερέας, και άλλους ιερείς (85 συνολικά), λόγω της υποτιθέμενης υποστήριξης που πρόσφεραν στον Δαβίδ. Ο Δωήκ πάταξε επίσης με το σπαθί όλους τους υπόλοιπους κατοίκους της πόλης. Μόνο ο Αβιάθαρ γλίτωσε. Αυτός κατέφυγε στον Δαβίδ, που ήταν και ο ίδιος φυγάς, προφανώς στην Κεϊλά, μερικά χιλιόμετρα ΝΔ. Ο Δαβίδ, νιώθοντας ως έναν βαθμό προσωπικά υπεύθυνος για την τραγωδία, είπε στον Αβιάθαρ: «Το ήξερα εκείνη την ημέρα, εφόσον ο Δωήκ ο Εδωμίτης ήταν εκεί, ότι θα το έλεγε οπωσδήποτε στον Σαούλ. Εγώ προσωπικά αδίκησα κάθε ψυχή του οίκου του πατέρα σου. Μείνε μαζί μου. Μη φοβάσαι, γιατί όποιος ζητάει την ψυχή μου ζητάει και την ψυχή σου, γιατί χρειάζεσαι την προστασία μου».—1Σα 22:12-23· 23:6.
Ο Αβιάθαρ, λοιπόν, μετακινούνταν με τον Δαβίδ και υπηρετούσε ως ιερέας για τις δυνάμεις του Δαβίδ κατά το υπόλοιπο διάστημα που ο Δαβίδ ήταν καταζητούμενος. Το εδάφιο 1 Σαμουήλ 23:6 δείχνει ότι ο Αβιάθαρ είχε φέρει μαζί του ένα εφόδ, και παρά το ότι οι ιερείς γενικά φορούσαν λινό εφόδ (1Σα 22:18), τα εδάφια 9-12 του 23ου κεφαλαίου υποδεικνύουν ότι αυτό ήταν προφανώς το εφόδ του πατέρα του, του αρχιερέα, το οποίο περιείχε το Ουρίμ και το Θουμμίμ.
Επί Βασιλείας Δαβίδ και Σολομώντα. Φαίνεται πως, όταν ο Δαβίδ πήρε τελικά το θρόνο, ο Αβιάθαρ έγινε αρχιερέας. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι, μετά το θάνατο του Αρχιερέα Αχιμέλεχ, ο Βασιλιάς Σαούλ κατέστησε τον Σαδώκ αρχιερέα στη θέση του Αχιμέλεχ, μη αναγνωρίζοντας έτσι τον Αβιάθαρ ο οποίος ήταν σύντροφος του μελλοντικού διαδόχου του, του Δαβίδ. Διατείνονται ότι ο Δαβίδ, μετά την άνοδό του στο θρόνο, κατέστησε και τον Αβιάθαρ αρχιερέα μαζί με τον Σαδώκ. Αυτή η άποψη προφανώς βασίζεται στο γεγονός ότι ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ αναφέρονται συστηματικά μαζί, σαν να κατείχαν από κοινού μια υψηλή θέση στο ιερατείο. (2Σα 15:29, 35· 17:15· 19:11· 20:25· 1Βα 1:7, 8, 25, 26· 4:4· 1Χρ 15:11) Ωστόσο, το θεόπνευστο υπόμνημα δεν αναφέρει πουθενά ότι ο Σαδώκ διορίστηκε αρχιερέας υπό τον Βασιλιά Σαούλ. Πιθανώς, η θέση εξοχότητας του Σαδώκ οφειλόταν στο ότι αυτός ήταν βλέπων, δηλαδή προφήτης, όπως και ο προφήτης Σαμουήλ ο οποίος μνημονεύεται περισσότερο στο θεϊκό υπόμνημα από ό,τι ο αρχιερέας της εποχής του. (2Σα 15:27) Τα στοιχεία μαρτυρούν ότι ο Αβιάθαρ ήταν ο μόνος αρχιερέας επί βασιλείας του Δαβίδ και ότι ο Σαδώκ κατείχε τότε μια θέση δευτερεύουσα σε σχέση με αυτόν.—1Βα 2:27, 35· Μαρ 2:26.
Το εδάφιο 2 Σαμουήλ 8:17 έχει εγείρει μερικά ερωτήματα ως προς αυτό, εφόσον αναφέρει ότι «ο Σαδώκ, ο γιος του Αχιτώβ, και ο Αχιμέλεχ, ο γιος του Αβιάθαρ, ήταν ιερείς» τότε, αλλά δεν κάνει μνεία για τον Αβιάθαρ ως αρχιερέα. Μερικοί υποστηρίζουν ότι τα ονόματα των Αχιμέλεχ και Αβιάθαρ αντιμετατέθηκαν εξαιτίας λανθασμένης αντιγραφής και ότι το κείμενο έπρεπε να λέει «ο Αβιάθαρ, ο γιος του Αχιμέλεχ», όπως λέει και η συριακή Πεσίτα. Ωστόσο, το υπόμνημα του Πρώτου Χρονικών (18:16· 24:3, 6, 31) επιβεβαιώνει τη σειρά των ονομάτων στο εδάφιο αυτό όπως την έχει το Μασοριτικό κείμενο. Φαίνεται πιθανότερο, λοιπόν, ότι ο Σαδώκ και ο Αχιμέλεχ αναφέρονται απλώς ως δευτερεύοντες ιερείς υπό τον Αρχιερέα Αβιάθαρ και ότι η θέση του Αβιάθαρ σε αυτή την περίπτωση θεωρήθηκε αυτονόητη.—1Χρ 16:37-40· παράβαλε Αρ 3:32.
Ο Αβιάθαρ είχε μαζί με άλλους ιερείς το προνόμιο να ανεβάσει την κιβωτό του Ιεχωβά από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 6:12· 1Χρ 15:11, 12) Εκτός του ότι ήταν αρχιερέας, περιλαμβανόταν και στην ομάδα των συμβούλων του Δαβίδ.—1Χρ 27:33, 34.
Κατά το δεύτερο μισό της βασιλείας του Δαβίδ, ο Αβεσσαλώμ οργάνωσε συνωμοσία εναντίον του πατέρα του. Ο Αβιάθαρ έμεινε και πάλι στο πλευρό του Δαβίδ όταν οι περιστάσεις ανάγκασαν το βασιλιά να φύγει από την Ιερουσαλήμ. Στα πλαίσια ενός σχεδίου που αποσκοπούσε στο να ανατραπεί η συμβουλή του προδότη Αχιτόφελ, πρώην συμβούλου του Δαβίδ, οι όσιοι ιερείς Αβιάθαρ και Σαδώκ στάλθηκαν πίσω στην Ιερουσαλήμ ως σύνδεσμοι, για να κρατούν τον Δαβίδ ενήμερο γύρω από τα σχέδια του στασιαστικού γιου του. (2Σα 15:24-36· 17:15) Μετά το θάνατο του Αβεσσαλώμ, ο Αβιάθαρ και ο Σαδώκ ενήργησαν ως μεσολαβητές για να διευθετήσουν την επιστροφή του Δαβίδ στην πρωτεύουσα.—2Σα 19:11-14.
Αν ληφθεί υπόψη το πιστό υπόμνημα εγκαρτέρησης του Αβιάθαρ στις πολλές κακουχίες που πέρασε ως σύντροφος του Δαβίδ τον καιρό που εκείνος κρυβόταν από τον Σαούλ, και ξανά στη διάρκεια της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ, συν το ότι έχαιρε της εμπιστοσύνης, της φιλίας και της εύνοιας του Δαβίδ επί τέσσερις περίπου δεκαετίες, δεν μπορεί παρά να εκπλαγεί κανείς από το γεγονός ότι ο Αβιάθαρ συμπαρατάχθηκε με έναν άλλον γιο του Δαβίδ, τον Αδωνία, σε μια μεταγενέστερη συνωμοσία για το θρόνο. Παρότι η μηχανορραφία αυτή είχε και την υποστήριξη του Ιωάβ, ο οποίος ήταν επικεφαλής του στρατεύματος, απέτυχε· ο Σολομών διορίστηκε βασιλιάς και ο όσιος ιερέας Σαδώκ ήταν αυτός που τον έχρισε, κατόπιν εντολής του Δαβίδ. (1Βα 1:7, 32-40) Ο γιος του Αβιάθαρ, ο Ιωνάθαν, ο οποίος παλαιότερα, στη διάρκεια της εξέγερσης του Αβεσσαλώμ, είχε υπηρετήσει ως αγγελιοφόρος μεταφέροντας μηνύματα στον Δαβίδ, σε αυτή την περίπτωση πήγε να ενημερώσει τον Αδωνία για την αποτυχία της μηχανορραφίας. Ο Βασιλιάς Σολομών δεν ανέλαβε αμέσως δράση εναντίον του Αβιάθαρ, αλλά όταν ήρθαν στο προσκήνιο στοιχεία για το ότι η μηχανορραφία ακόμη υπέβοσκε, διέταξε το θάνατο του Αδωνία και του Ιωάβ και εκτόπισε τον ιερέα Αβιάθαρ από την Ιερουσαλήμ, λέγοντας: «Πήγαινε στην Αναθώθ, στους αγρούς σου! Διότι είσαι άξιος θανάτου, αλλά αυτή την ημέρα δεν θα σε θανατώσω, επειδή μετέφερες την κιβωτό του Υπέρτατου Κυρίου Ιεχωβά μπροστά από τον Δαβίδ τον πατέρα μου και επειδή υπέφερες ταλαιπωρίες όλο τον καιρό που υπέφερε ταλαιπωρίες ο πατέρας μου». (1Βα 2:26) Έπειτα, ο Σαδώκ διορίστηκε αντικαταστάτης του Αβιάθαρ στην ιερατική του θέση, οπότε το αξίωμα του αρχιερέα πέρασε και πάλι στη γενεαλογική γραμμή του γιου του Ααρών Ελεάζαρ και η ιερατική γραμμή του οίκου του Ηλεί τερματίστηκε οριστικά σε εκπλήρωση της προφητείας του εδαφίου 1 Σαμουήλ 2:31.—1Βα 2:27· 1Σα 3:12-14.
Αν και αργότερα, στο εδάφιο 1 Βασιλέων 4:4, το υπόμνημα κάνει και πάλι μνεία για τον “Σαδώκ και τον Αβιάθαρ” με την ιδιότητά τους ως ιερέων κατά την περίοδο της βασιλείας του Σολομώντα, είναι πιθανό ότι η αναφορά στον Αβιάθαρ έχει απλώς τιμητικό χαρακτήρα ή γίνεται για ιστορικούς λόγους. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι ο Σολομών, αφού υποβίβασε τον Αβιάθαρ, στη συνέχεια τον διόρισε να υπηρετεί ως αντικαταστάτης του Σαδώκ, και ότι ενώ ο ένας υπηρετούσε στο Όρος Σιών όπου βρισκόταν η Κιβωτός, ο άλλος υπηρετούσε στη σκηνή της μαρτυρίας, η οποία προτού χτιστεί ο ναός ήταν στη Γαβαών. (Βλέπε 1Χρ 16:37-40.) Ωστόσο, το εδάφιο 1 Βασιλέων 2:26 δείχνει ότι ο Σολομών έστειλε τον Αβιάθαρ στους αγρούς του στην Αναθώθ και, παρότι η Αναθώθ δεν ήταν μακριά από τη Γαβαών, η εντολή του Σολομώντα δείχνει ότι ο Αβιάθαρ παύτηκε από κάθε ενεργή συμμετοχή στο ιερατείο.
Στο εδάφιο Μάρκος 2:26 οι περισσότερες μεταφράσεις παρουσιάζουν τον Ιησού να λέει ότι ο Δαβίδ μπήκε στον οίκο του Θεού και έφαγε το ψωμί της πρόθεσης «τον καιρό που αρχιερέας ήταν ο Αβιάθαρ». Δεδομένου ότι αυτό το γεγονός έλαβε χώρα όταν αρχιερέας ήταν ο πατέρας του Αβιάθαρ, ο Αχιμέλεχ, μια τέτοια μετάφραση θα ήταν ιστορικά ανακριβής. Είναι αξιοσημείωτο ότι μερικά από τα πρώτα χειρόγραφα παραλείπουν την παραπάνω φράση, η οποία εξάλλου δεν υπάρχει στις αντίστοιχες περικοπές Ματθαίος 12:4 και Λουκάς 6:4. Ωστόσο, μια παρόμοια περίπτωση ελληνικής σύνταξης υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο των εδαφίων Μάρκος 12:26 και Λουκάς 20:37, και εκεί πολλές μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη φράση «στην περικοπή για». (RS· JB· βλέπε επίσης ΛΧ, ΤΚΔ.) Φαίνεται, λοιπόν, ότι το πρωτότυπο κείμενο του εδαφίου Μάρκος 2:26 δικαιολογεί την απόδοση της Μετάφρασης Νέου Κόσμου, η οποία αναφέρει: «Ότι μπήκε στον οίκο του Θεού, σύμφωνα με την αφήγηση σχετικά με τον Αβιάθαρ τον πρωθιερέα». Εφόσον η αφήγηση των πρώτων πράξεων του Αβιάθαρ αρχίζει αμέσως μετά την αναφορά του περιστατικού κατά το οποίο ο Δαβίδ μπήκε στον οίκο του Θεού και έφαγε το ψωμί της πρόθεσης, και εφόσον αργότερα ο Αβιάθαρ έγινε όντως αρχιερέας του Ισραήλ όταν ήταν βασιλιάς ο Δαβίδ, αυτή η μετάφραση διαφυλάττει την ιστορική ακρίβεια του υπομνήματος.
-
-
Αβί-αλβώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙ-ΑΛΒΩΝ
(Αβί-αλβών).
Βενιαμίτης και διακεκριμένος πολεμιστής ο οποίος συγκαταριθμείται μεταξύ των 37 πιο γενναίων πολεμιστών του Βασιλιά Δαβίδ. (2Σα 23:31) Προφανώς, πρόκειται για τον Αβιήλ τον οποίο αναφέρει σε μια παράλληλη περικοπή το εδάφιο 1 Χρονικών 11:32. Αποκαλείται Αρβαθίτης, ενδεχομένως επειδή καταγόταν από την πόλη Βαιθ-αραβά, η οποία βρισκόταν κοντά στα σύνορα του Βενιαμίν με τον Ιούδα πάνω από το βόρειο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης. (Ιη 15:6· 18:18, 21, 22) Η πολεμική ανδρεία του εναρμονίζεται με την προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του αναφορικά με τη φυλή του Βενιαμίν.—Γε 49:27.
-
-
ΑβιάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΑΜ
Βλέπε ΑΒΙΑ Αρ. 5.
-
-
ΑβιασάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΑΣΑΦ
(Αβιασάφ) [Ο Πατέρας (μου) Έχει Συγκεντρώσει].
Ένας από τους τρεις γιους του Κορέ του Λευίτη και απόγονος του Καάθ. (Εξ 6:16-24) Αδελφοί του ήταν ο Ελκανά και ο Ασσίρ. Προφανώς αναφέρεται ως Εβιασάφ στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:37, ίσως δε και στα εδάφια 1 Χρονικών 9:19 και 1 Χρονικών 6:23.
Φαίνεται ότι οι γιοι του Κορέ δεν ακολούθησαν τον πατέρα τους όταν αυτός στασίασε μαζί με τον Δαθάν και τον Αβιρών εναντίον του Μωυσή και του Ααρών. Ως εκ τούτου, αυτοί οι γιοι δεν πέθαναν μαζί με τον πατέρα τους σε εκείνη την περίπτωση. (Αρ 26:9-11) Σε μεταγενέστερη περίοδο, λοιπόν, βλέπουμε να γίνεται αναφορά στους «γιους του Κορέ» στις επιγραφές πολλών Ψαλμών (42, 44-49, 84, 85, 87, 88), αν και αυτός ο χαρακτηρισμός σημαίνει κατά βάση «απόγονοι του Κορέ» ή «οίκος του Κορέ».
-
-
ΑβίβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΒ
(Αβίβ) [Χλωρά Στάχυα].
Το αρχικό όνομα του πρώτου σεληνιακού μήνα στο Ιουδαϊκό θρησκευτικό ημερολόγιο και έβδομου μήνα στο πολιτικό ημερολόγιο. (Εξ 13:4· 23:15· 34:18· Δευ 16:1) Αντιστοιχεί γενικά με ένα μέρος του Μαρτίου και ένα μέρος του Απριλίου.
Το όνομα Αβίβ θεωρείται ότι σημαίνει «Χλωρά Στάχυα», καθώς τα στάχυα των σιτηρών ήταν μεν ώριμα αλλά ακόμη μαλακά. (Παράβαλε Λευ 2:14.) Κατά τη διάρκεια αυτού του μήνα γινόταν ο θερισμός του κριθαριού. Μερικές εβδομάδες αργότερα ακολουθούσε ο θερισμός του σιταριού. Τότε άρχιζαν επίσης οι όψιμες, δηλαδή οι ανοιξιάτικες, βροχές οι οποίες συνέβαλλαν στο να πλημμυρίζει ο Ιορδάνης Ποταμός. (Ιη 3:15) Ορίστηκε από τον Ιεχωβά ως ο εναρκτήριος μήνας του θρησκευτικού έτους τον καιρό της Εξόδου από την Αίγυπτο. (Εξ 12:1, 2· 13:4) Μετά τη βαβυλωνιακή εξορία το όνομα αυτού του μήνα αντικαταστάθηκε από το όνομα Νισάν.—Βλέπε ΝΙΣΑΝ.
-
-
ΑβιγαίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΓΑΙΑ
(Αβιγαία) [Ο Πατέρας (μου) Έχει Ευφρανθεί].
1. Σύζυγος του Δαβίδ. Αρχικά ήταν σύζυγος του εύπορου Νάβαλ από τη Μαών, μια πόλη στις παρυφές της ερήμου του Ιούδα, Δ της Νεκράς Θαλάσσης. (1Σα 25:2, 3· Ιη 15:20, 55) Η Αβιγαία είχε «καλή φρόνηση και ωραία διάπλαση», ενώ ο πρώτος σύζυγός της, του οποίου το όνομα σημαίνει «Ασύνετος», ήταν «σκληρός και κακός στις πράξεις του».
Μετά το θάνατο του προφήτη Σαμουήλ, ο Δαβίδ και οι άντρες του μετακινήθηκαν στην περιοχή όπου έβοσκαν τα κοπάδια του συζύγου της Αβιγαίας. Από τότε και στο εξής, οι άντρες του Δαβίδ ήταν σαν προστατευτικό «τείχος» γύρω από τους ποιμένες και τα ποίμνια του Νάβαλ, νύχτα και ημέρα. Όταν, λοιπόν, ήρθε ο καιρός της κουράς των ποιμνίων, ο Δαβίδ έστειλε μερικούς νεαρούς στην Κάρμηλο για να φέρουν στην προσοχή του Νάβαλ την εξυπηρέτηση που του είχε γίνει και να του ζητήσουν μια προσφορά από τρόφιμα. (1Σα 25:4-8, 15, 16) Ο τσιγκούνης Νάβαλ, όμως, τους επέπληξε με φωνές και πρόσβαλε τον Δαβίδ σαν να ήταν ασήμαντο πρόσωπο, και όλους τους σαν να ήταν δραπέτες δούλοι. (1Σα 25:9-11, 14) Αυτό εξόργισε τον Δαβίδ τόσο πολύ ώστε ζώστηκε το σπαθί του και οδήγησε περίπου 400 άντρες προς την Κάρμηλο με σκοπό να εξοντώσει τον Νάβαλ και τους άντρες του σπιτικού του.—1Σα 25:12, 13, 21, 22.
Μόλις η Αβιγαία άκουσε για το περιστατικό από έναν αναστατωμένο υπηρέτη, εκδήλωσε τη σοφία και την οξυδέρκειά της με το να συγκεντρώσει αμέσως άφθονα τρόφιμα και σιτηρά και κατόπιν να τα στείλει με τους υπηρέτες της πριν πάει η ίδια, όπως είχε κάνει και ο Ιακώβ προτού συναντηθεί με τον Ησαύ. (1Σα 25:14-19· Γε 32:13-20) Χωρίς να πει τίποτα στο σύζυγό της, πήγε να συναντήσει τον Δαβίδ και, με μια μακρά και ένθερμη ικεσία η οποία φανέρωνε σοφία και λογικότητα, καθώς και σεβασμό και ταπεινοφροσύνη, έπεισε τον Δαβίδ ότι τα ασύνετα λόγια του συζύγου της δεν δικαιολογούσαν την άδικη έκχυση αίματος ούτε την έλλειψη εμπιστοσύνης στον Ιεχωβά ως εκείνον που θα τακτοποιούσε το ζήτημα με το σωστό τρόπο. (1Σα 25:14-20, 23-31) Ο Δαβίδ ευχαρίστησε τον Θεό για τη φρόνηση της γυναίκας καθώς και για τις γρήγορες ενέργειές της.—1Σα 25:32-35· παράβαλε Παρ 25:21, 22· 15:1, 2.
Όταν η Αβιγαία επέστρεψε στο σπίτι, περίμενε να συνέλθει ο σύζυγός της ο οποίος είχε μεθύσει σε ένα συμπόσιο, και κατόπιν τον ενημέρωσε για τις ενέργειές της. Τότε «η καρδιά του νεκρώθηκε μέσα του και ο ίδιος έγινε σαν πέτρα», και δέκα ημέρες μετά ο Ιεχωβά επέφερε το θάνατό του. Όταν ο Δαβίδ έμαθε τα νέα, έστειλε μήνυμα στην Αβιγαία κάνοντάς της πρόταση γάμου την οποία εκείνη δεν δίστασε να δεχτεί. Την αφοσίωση του Δαβίδ τη μοιράστηκε με την Αχινοάμ, μια Ιεζραελίτισσα, την οποία είχε πάρει σύζυγό του ο Δαβίδ νωρίτερα. Την πρώτη γυναίκα του Δαβίδ, τη Μιχάλ, την είχε ήδη δώσει ο πατέρας της ο Σαούλ σε κάποιον άλλον.—1Σα 25:36-44.
Η Αβιγαία ήταν μαζί με τον Δαβίδ στη Γαθ, στο δυτικό άκρο της Σεφηλά, και αργότερα κάτω στο βορειοδυτικό τμήμα της Νεγκέμπ, στη Σικλάγ. Ενώ έλειπε ο Δαβίδ, μια ομάδα Αμαληκιτών επιδρομέων από το Ν έκαψε τη Σικλάγ και πήρε όλα τα γυναικόπαιδα, περιλαμβανομένης της Αβιγαίας και της Αχινοάμ. Ο Δαβίδ, έχοντας τη διαβεβαίωση του Ιεχωβά ότι θα νικούσε, καταδίωξε τους Αμαληκίτες με τους άντρες του και, με μια αιφνιδιαστική επίθεση, τους κατατρόπωσε και ανέκτησε αιχμαλώτους και υπάρχοντα.—1Σα 30:1-19.
Τρεις ημέρες μετά την επιστροφή τους στη Σικλάγ, έφτασαν τα νέα για το θάνατο του Σαούλ. (2Σα 1:1, 2) Τώρα η Αβιγαία συνόδευσε το σύζυγό της στη Χεβρών του Ιούδα, όπου χρίστηκε βασιλιάς ο Δαβίδ. Εκεί γέννησε έναν γιο, τον Χιλεάβ (2Σα 3:3), ο οποίος αποκαλείται και Δανιήλ στο εδάφιο 1 Χρονικών 3:1. Οι σύζυγοι του Δαβίδ στη Χεβρών ανήλθαν σε έξι, και στη συνέχεια ούτε η Αβιγαία ούτε ο γιος της μνημονεύονται περαιτέρω στην αφήγηση.—2Σα 3:2-5.
2. Η μία από τις δύο αδελφές του Δαβίδ. (1Χρ 2:13-17) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι ήταν απλώς ετεροθαλής αδελφή του, από την ίδια μητέρα αλλά από άλλον πατέρα. Στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 17:25 η Αβιγαία αποκαλείται «κόρη του Νάας». Σύμφωνα με τη ραβινική παράδοση το όνομα «Νάας» δεν είναι παρά ένα άλλο όνομα του Ιεσσαί, του πατέρα του Δαβίδ. Το κείμενο Λαγκάρντ της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα λέει «Ιεσσαί» σε αυτό το εδάφιο και όχι «Νάας». Αρκετές σύγχρονες μεταφράσεις, επίσης, λένε το ίδιο. (Βλέπε AT· JB· ΦΙΛ, υποσ.) Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι το υπόμνημα των εδαφίων 1 Χρονικών 2:13-16 δεν αποκαλεί την Αβιγαία και τη Σερουία “κόρες του Ιεσσαί”, αλλά «αδελφές» των γιων του Ιεσσαί, στους οποίους περιλαμβανόταν και ο Δαβίδ. Βάσει αυτού είναι πιθανό να ήταν η μητέρα τους παντρεμένη αρχικά με κάποιον Νάας, στον οποίο είχε γεννήσει την Αβιγαία και τη Σερουία, προτού γίνει σύζυγος του Ιεσσαί και μητέρα των γιων του. Συνεπώς, δεν μπορούμε να είμαστε δογματικοί όσον αφορά το αν η Αβιγαία ήταν κόρη του Ιεσσαί.—Βλέπε ΝΑΑΣ Αρ. 2.
Αναφέρεται ότι η Αβιγαία, η αδελφή του Δαβίδ, γέννησε μόνο έναν γιο, τον Αμασά. Ο σύζυγός της εμφανίζεται με την ονομασία Ιθρά ο Ισραηλίτης στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 17:25, ωστόσο αλλού καλείται Ιεθέρ (1Βα 2:5, 32) και στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:17 αναφέρεται ως «Ιεθέρ ο Ισμαηλίτης». (Βλέπε ΙΕΘΕΡ Αρ. 6.) Είναι πιθανό ότι η Αβιγαία σύναψε γάμο με τον Ιεθέρ στο διάστημα που ο Ιεσσαί και η οικογένειά του κατοικούσαν στη γη του Μωάβ. (1Σα 22:3, 4) Ο γιος της ο Αμασά παρέμενε στην αφάνεια ενόσω βασίλευε ο Δαβίδ, ώσπου στασίασε ο Αβεσσαλώμ. Τότε, ο εξάδελφός του ο Αβεσσαλώμ τον τοποθέτησε επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεών του. Παρά το γεγονός αυτό, μετά το θάνατο του Αβεσσαλώμ, ο αδελφός της Αβιγαίας, ο Βασιλιάς Δαβίδ, χρησιμοποίησε το γιο της τον Αμασά προκειμένου να εξασφαλίσει υποστήριξη για την επιστροφή του στο θρόνο, και στη συνέχεια κατέστησε τον Αμασά επικεφαλής του στρατεύματος στη θέση του Ιωάβ. (2Σα 19:11-14) Αυτός ο διορισμός σύντομα επέφερε το θάνατο του γιου της Αβιγαίας από το χέρι του Ιωάβ, του μνησίκακου εξαδέλφου του.—2Σα 20:4-10.
-
-
ΑβιδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΔΑ
(Αβιδά) [Ο Πατέρας (με) Έχει Γνωρίσει].
Ο Αβιδά ήταν γιος του Μαδιάμ και εγγονός του Αβραάμ από τη σύζυγό του Χετούρα. Είχε τέσσερις αδελφούς, τα ονόματα των οποίων ήταν Εφά, Εφέρ, Ανώχ και Ελδαά.—Γε 25:1, 2, 4· 1Χρ 1:33.
-
-
ΑβιδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΔΑΝ
(Αβιδάν) [Ο Πατέρας (μου) Έχει Κρίνει].
Ο αρχηγός της φυλής του Βενιαμίν κατά την απογραφή του Ισραήλ που έγινε το δεύτερο χρόνο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο. (Αρ 1:11, 16) Ήταν επικεφαλής των 35.400 αντρών του Βενιαμίν, ηλικίας από 20 χρονών και πάνω, οι οποίοι στρατοπέδευαν στη δυτική πλευρά της σκηνής της μαρτυρίας.—Αρ 2:18, 22, 23.
Όταν ολοκληρώθηκε και εγκαινιάστηκε η σκηνή (1512 Π.Κ.Χ.), μέσα σε διάστημα 12 ημερών όλοι οι αρχηγοί, ο καθένας με τη σειρά του, έφεραν χωρίς ανταγωνισμό από μια ισότιμη προσφορά ασημένιων και χρυσών σκευών, αξίας περίπου $1.720, και επιπλέον προσφορές σιτηρών, λαδιού, θυμιάματος και ζώων. Η προσφορά του Αβιδάν δόθηκε την ένατη ημέρα. (Αρ 7:10, 60-65) Πέθανε στη διάρκεια της 40χρονης οδοιπορίας στην έρημο.—Αρ 14:29, 30.
-
-
Αβί-έζερΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙ-ΕΖΕΡ
(Αβί-έζερ) [Ο Πατέρας (μου) Είναι Βοηθός].
1. Ένας από τους “γιους του Γαλαάδ”, εγγονού του Μανασσή, του πρωτότοκου γιου του Ιωσήφ. Μια σύγκριση μεταξύ των αφηγήσεων που υπάρχουν στα εδάφια Αριθμοί 26:28-30 και Ιησούς του Ναυή 17:1, 2 δείχνει ότι αυτός ονομάζεται και Ιέζερ, όνομα το οποίο αποτελεί συντετμημένη μορφή του «Αβί-έζερ» κατόπιν αφαίρεσης του προθήματος «Αβ» (πατέρας).
Ο Αβί-έζερ ήταν κεφαλή οικογένειας και πρόγονος του Κριτή Γεδεών. (Κρ 6:11, 24, 34· 8:2) Φαίνεται ότι, μετά τη διαμοίραση της γης στις φυλές του Ισραήλ, η οικογένεια του Αβί-έζερ, είτε από την αρχή είτε μεταγενέστερα, εγκαταστάθηκε στην περιοχή της Οφρά, μέσα στα εδάφη του Μανασσή, Δ του Ιορδάνη.
Το όνομα χρησιμοποιείται, επίσης, αναφερόμενο στον οίκο του Αβί-έζερ συλλογικά.—Κρ 8:2· βλέπε ΑΒΙΕΖΕΡΙΤΗΣ.
2. Γιος της Χαμμολεκέθ, η οποία ήταν αδελφή του Γαλαάδ, εγγονού του Μανασσή. (1Χρ 7:18) Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι αυτός ο Αβί-έζερ ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 1.
3. Βενιαμίτης από την Αναθώθ, ένας από τους 37 γενναιότερους πολεμιστές του Βασιλιά Δαβίδ. (2Σα 23:27, 39) Ήταν κεφαλή πατρικού οίκου και επικεφαλής μιας υποδιαίρεσης 24.000 αντρών που υπηρετούσε το βασιλιά τον ένατο μήνα κάθε έτους. (1Χρ 11:28· 27:1, 12) Μαζί με άλλους Βενιαμίτες, εκπλήρωσε με την πολεμική ανδρεία του την προφητεία του εδαφίου Γένεση 49:27. Η πόλη του η Αναθώθ βρισκόταν μερικά χιλιόμετρα ΒΒΑ της Ιερουσαλήμ, μέσα στην περιοχή του Βενιαμίν.—1Χρ 6:60.
-
-
ΑβιεζερίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΕΖΕΡΙΤΗΣ
(Αβιεζερίτης) [Του (Από τον) Αβί-έζερ].
Απόγονος του Αβί-έζερ, μέλος της οικογένειας του Αβί-έζερ. (Κρ 6:11, 24· 8:32) Το εδάφιο Αριθμοί 26:30 λέει “Ιεζερίτες”, όνομα το οποίο αποτελεί συντετμημένη μορφή του «Αβιεζερίτες». Στην Αγία Γραφή, αυτός ο όρος εφαρμόζεται στους απογόνους του Αβί-έζερ του “γιου του Γαλαάδ”, και όχι του Αβί-έζερ της εποχής του Δαβίδ.—Βλέπε ΑΒΙ-ΕΖΕΡ Αρ. 1.
-
-
ΑβιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΗΛ
(Αβιήλ) [Πατέρας (μου) Είναι ο Θεός].
1. Γιος του Σερώρ και απόγονος του Βεχωράθ και του Αφιά, από τη φυλή του Βενιαμίν. Μια σύγκριση των εδαφίων 1 Χρονικών 8:29-33 και 9:35-39 με τα εδάφια 1 Σαμουήλ 9:1, 2 και 14:50, 51 αποτελεί τη βάση για να συμπεράνουμε ότι ο Αβιήλ καλείται αλλιώς «Ιεϊήλ» στην αφήγηση του Πρώτου Χρονικών, εφόσον ο Ιεϊήλ παρουσιάζεται εκεί ως πατέρας του Νηρ, ο οποίος έγινε πατέρας του Κεις, του πατέρα του Σαούλ. Τα εδάφια 1 Σαμουήλ 14:50, 51 επίσης παρουσιάζουν τον Αβιήλ (ή Ιεϊήλ) ως πατέρα του Νηρ. Το υπόμνημα του Πρώτου Χρονικών δείχνει ότι ο Ιεϊήλ (ή Αβιήλ) είχε άλλους εννιά γιους, ένας από τους οποίους ονομαζόταν Κεις. Συνεπώς, αυτός ο μεγαλύτερος σε ηλικία Κεις θα ήταν θείος του συνονόματου με αυτόν γιου του Νηρ.
Αν θεωρήσουμε δεδομένο ότι τα ονόματα Αβιήλ και Ιεϊήλ αναφέρονται και τα δύο στο ίδιο πρόσωπο, καταλήγουμε σε μια γενεαλογία σαν αυτήν που παρουσιάζεται στον πίνακα.
[Πίνακας]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Αφιά (απόγονος του Βενιαμίν)
Βεχωράθ
Σερώρ
Αβιήλ ή Ιεϊήλ
Αβδών Σουρ Κεις Βάαλ Νηρ Ναδάβ Γεδώρ Αχιώ Ζαχαρίας Μικλώθ
(Ζαχέρ)
Αβενήρ Κεις
Σαούλ
Επομένως, όταν διαβάζουμε στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 9:1 ότι ο Κεις (δηλαδή ο δεύτερος Κεις, ο πατέρας του Σαούλ) ήταν «γιος του Αβιήλ», από ό,τι φαίνεται το νόημα είναι ότι ήταν εγγονός του Αβιήλ, κάτι που ισχύει συχνά στις γενεαλογίες της Αγίας Γραφής, όπου ένας ή περισσότεροι κρίκοι της γενεαλογίας απλώς παραλείπονται. (Για παράδειγμα, ενώ στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 10:21 φαίνεται ότι η «οικογένεια των Ματριτών» περιλάμβανε τον Κεις και τον Σαούλ, το όνομα Ματρεί δεν εμφανίζεται στις υπό εξέταση αφηγήσεις ούτε στην υπόλοιπη Αγία Γραφή.)
Το υπόμνημα του Πρώτου Χρονικών (8:33· 9:39) φαίνεται να μην αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για το ότι ο Νηρ ήταν ο άμεσος πατέρας του δεύτερου Κεις, και αυτή η αφήγηση είναι σαφώς η πιο ξεκάθαρη από τις δύο.—Βλέπε ΚΕΙΣ Αρ. 2 και 3.
2. Επίσης Βενιαμίτης.—Βλέπε ΑΒΙ-ΑΛΒΩΝ.
-
-
ΑβίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΘ
(Αβίθ).
Η βασιλική πόλη ή έδρα του Αδάδ, του τέταρτου βασιλιά των Εδωμιτών, ο οποίος νίκησε τους Μαδιανίτες σε κάποια μάχη. (Γε 36:35· 1Χρ 1:46) Μια προτεινόμενη τοποθεσία είναι το Χίρμπετ ελ-Τζίθε, που βρίσκεται στην περιοχή του αρχαίου Εδώμ ανάμεσα στη Μαάν και στο Χίρμπετ ελ-Μπάστα, περίπου 100 χλμ. ΝΝΑ της Νεκράς Θαλάσσης. Στην ίδια περιοχή, το ομώνυμο βουνό (Τζέμπελ ελ-Τζίθε) φτάνει σε ύψος τα 1.332 μ.
-
-
ΑβιλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΛΑ
(Αβιλά) [Άμμος (Αμμώδης Περιοχή)].
1. Χώρα την οποία “περιέβαλλε” ο Φισών, ένας από τους τέσσερις ποταμούς στους οποίους διακλαδιζόταν ο ποταμός που έβγαινε από την Εδέμ. Η Αβιλά χαρακτηρίζεται επίσης ως χώρα με καλό χρυσάφι, βδέλλιο και όνυχα. (Γε 2:10-12) Δεδομένου ότι δεν είναι πλέον δυνατόν να εντοπιστεί ο ποταμός Φισών, η θέση της γης Αβιλά παραμένει αβέβαιη. (Βλέπε ΦΙΣΩΝ.) Μερικοί θεωρούν ότι η περιγραφή των φυσικών πόρων της περιοχής ταιριάζει σε αραβικές τοποθεσίες, και γι’ αυτόν το λόγο συνδέουν την Αβιλά με μια περιοχή της Αραβίας. Με βάση το ότι η Αγία Γραφή αναφέρεται σε «ολόκληρη τη γη Αβιλά», ο Γ. Σίμονς ισχυρίζεται ότι το όνομα «Αβιλά» ενδέχεται να περιλαμβάνει ολόκληρη την Αραβική Χερσόνησο, αν και είναι δύσκολο να αντιληφθούμε πώς ο ποταμός Φισών θα μπορούσε να «περιβάλλει» μια τέτοια περιοχή.—Τα Γεωγραφικά και Τοπογραφικά Κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης (The Geographical and Topographical Texts of the Old Testament), Λέιντεν, 1959, σ. 40, 41.
2. Σύμφωνα με το εδάφιο Γένεση 25:18, οι Ισμαηλίτες «κατασκήνωναν από την Αβιλά κοντά στη Σιουρ, η οποία βρίσκεται μπροστά στην Αίγυπτο, μέχρι την Ασσυρία». Κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε ότι η Αβιλά, ή τουλάχιστον ένα τμήμα της, έφτανε μέχρι τη Χερσόνησο του Σινά ή κοντά σε αυτήν, όπου πιθανότατα βρίσκεται η έρημος της Σιουρ. (Βλέπε ΣΙΟΥΡ.) Το εδάφιο δείχνει προφανώς ότι οι νομάδες Ισμαηλίτες μετακινούνταν από τη Χερσόνησο του Σινά και κατά μήκος της βόρειας Αραβίας μέχρι τη Μεσοποταμία. Παρόμοια, στη δήλωση ότι ο Βασιλιάς Σαούλ πάταξε τους Αμαληκίτες «από την Αβιλά ως τη Σιουρ, η οποία βρίσκεται μπροστά στην Αίγυπτο» (1Σα 15:7), φαίνεται ότι η έκφραση «από την Αβιλά» αναφέρεται σε ένα τμήμα της Αραβικής Χερσονήσου—πιθανότατα τη βορειοδυτική γωνία της—ως το ένα όριο της περιοχής όπου ήταν επικεντρωμένοι οι Αμαληκίτες, ενώ η έρημος της Σιουρ στη Χερσόνησο του Σινά αποτελούσε το άλλο όριο. Δηλαδή, σύμφωνα με Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible), επρόκειτο για την περιοχή «από την άνυδρη ενδοχώρα του Νετζντ της βόρειας Αραβίας μέχρι βόρεια του σημερινού Σουέζ στην Αίγυπτο». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 101) Φαίνεται, λοιπόν, ότι η Αβιλά καταλάμβανε τουλάχιστον το βορειοδυτικό τμήμα της Αραβικής Χερσονήσου, ίσως δε και πολύ μεγαλύτερη περιοχή.
3. Γιος του Χους, γιου του Χαμ. (Γε 10:6, 7) Πολλοί μελετητές θεωρούν ότι το όνομα Αβιλά σε αυτή την περικοπή αντιπροσωπεύει επίσης κάποια περιοχή, και μπορεί κάλλιστα να κατέληξε να χρησιμοποιείται το όνομα για την περιοχή στην οποία εγκαταστάθηκαν οι απόγονοι αυτού του γιου του Χους. Εφόσον η πλειονότητα των απογόνων του Χους φαίνεται ότι μετανάστευσε στην Αφρική και στην Αραβία μετά τη διάσπαση που έλαβε χώρα στη Βαβέλ (Γε 11:9), επικρατεί γενικά η άποψη ότι οι απόγονοι του Χουσίτη Αβιλά πρέπει να συσχετίζονται με την περιοχή που αποκαλείται Χαουλάν σε αρχαίες σαβαϊκές επιγραφές. Αυτή η περιοχή βρισκόταν στη νοτιοδυτική ακτή της Αραβίας, Β της σημερινής Υεμένης. Επιπρόσθετα, μερικοί υποστηρίζουν ότι, με το πέρασμα του χρόνου, μετανάστες από αυτή τη φυλή διέσχισαν την Ερυθρά Θάλασσα και έφτασαν στην περιοχή που τώρα είναι γνωστή ως Τζιμπουτί και Σομαλία στην Αφρική—μάλιστα το αρχαίο όνομα πιθανώς έχει διασωθεί εκεί στο τοπωνύμιο Αυαλίτης. (Λεξικό της Αγίας Γραφής [A Dictionary of the Bible], επιμέλεια Τζ. Χάστινγκς, 1903, Τόμ. 2, σ. 311) Είναι εξίσου πιθανό να έγινε η μετανάστευση προς την αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή από την Αφρική προς την Αραβία. Ο πορθμός Μπαμπ ελ-Μάντεμπ της Ερυθράς Θάλασσας, ο οποίος χωρίζει την Αραβία από το Τζιμπουτί στην Αφρική, έχει πλάτος μόνο 32 χλμ. περίπου.
4. Γιος του Ιοκτάν και απόγονος του Σημ μέσω του Αρφαξάδ. (Γε 10:22-29) Τα ονόματα ορισμένων άλλων γιων του Ιοκτάν, όπως του Ασαρμαβέθ και του Οφείρ, προφανώς συσχετίζονται με περιοχές της νότιας Αραβίας. Επομένως, φαίνεται πιθανό ότι ο Σημίτης Αβιλά και οι απόγονοί του εγκαταστάθηκαν και αυτοί στην Αραβία, αν και όχι κατ’ ανάγκην στο νότο. Μερικοί τοποθετούν αυτόν τον Αβιλά στην ίδια περιοχή με τον Χουσίτη Αβιλά, αλλά η απλή αντιστοιχία των ονομάτων δεν μπορεί να θεωρηθεί βάση για να υποθέσουμε ότι, παρά τις εθνολογικές διαφορές τους, και οι δύο πήγαν στην ίδια περιοχή. Μολονότι τα στοιχεία που συσχετίζουν τον Χουσίτη Αβιλά με την περιοχή της νοτιοδυτικής Αραβίας η οποία είναι γνωστή ως Χαουλάν (αναφέρεται στον Αρ. 3) δεν είναι αδιάσειστα, και έτσι ίσως επιτρέπουν να συσχετιστεί αντιστρόφως η Χαουλάν με τον Σημίτη Αβιλά, οι σχέσεις της Χαουλάν με την Αφρική και το γεγονός ότι βρίσκεται κοντά στην Αιθιοπία (τη γη του Χους) φαίνεται ότι ευνοούν τη σύνδεσή της με τον Χουσίτη Αβιλά. Με αυτό ως βάση, φαίνεται πιθανό ότι ο Αβιλά που καταγόταν από τον Σημ κατοίκησε σε μια βορειότερη περιοχή της Αραβίας, οπότε ίσως να πήρε από αυτόν το όνομά της η γη που αναφέρεται στον Αρ. 1.
-
-
ΑβιληνήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΛΗΝΗ
(Αβιληνή).
Ρωμαϊκή περιφέρεια, ή αλλιώς τετραρχία, στην περιοχή της οροσειράς του Αντιλιβάνου, Β του Όρους Αερμών. Ονομάστηκε έτσι από την πρωτεύουσά της, την Άβιλα, μια πόλη σε ένα γραφικό φαράγγι κοντά στις όχθες του ποταμού Αβανά (του σημερινού Μπαράντα).
Στο εδάφιο Λουκάς 3:1 μας λέγεται ότι κατά το 15ο έτος του Τιβέριου Καίσαρα (28/29 Κ.Χ.) η περιφέρεια διοικούνταν από τον Λυσανία. Αυτό το γεγονός επιβεβαιώνεται από μια επιγραφή που βρέθηκε στην Άβιλα, η οποία μνημονεύει την αφιέρωση κάποιου ναού και ανάγεται στην εποχή του Τιβέριου. Αυτή η επιγραφή φέρει το όνομα “Λυσανίας ο τετράρχης”. Προηγουμένως, η Αβιληνή ανήκε στο βασίλειο του Ηρώδη του Μεγάλου, αλλά μετά το θάνατό του, γύρω στο 1 Π.Κ.Χ., συμπεριλήφθηκε στην επαρχία της Συρίας. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι το 37 Κ.Χ. η τετραρχία του Λυσανία προσαρτήθηκε στην Παλαιστίνη η οποία τελούσε υπό τη διακυβέρνηση του Ηρώδη Αγρίππα Α΄ και ότι αργότερα, το 53 Κ.Χ., ο Κλαύδιος την παραχώρησε στον Ηρώδη Αγρίππα Β΄.
-
-
ΑβίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΜ
(Αβίμ).
1. Παλαιότεροι κάτοικοι μιας περιοχής στο δυτικό τμήμα της γης Χαναάν, προς τη Γάζα. Σαράντα χρόνια μετά την Έξοδο, ο Μωυσής ανέφερε πως, ως επί το πλείστον, αυτοί οι Αβίμ είχαν εκτοπιστεί από τους Καφθορίμ. (Δευ 2:23) Λίγο πριν από το θάνατο του Ιησού του Ναυή, γύρω στα μέσα του 15ου αιώνα Π.Κ.Χ., εξακολουθούσε να υπάρχει ένα υπόλοιπο των Αβίμ.—Ιη 13:1, 3.
2. Πόλη του Βενιαμίν η οποία, στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 18:21-23, αναφέρεται μεταξύ της Βαιθήλ και της Φαρά. Ο πληθυσμός της ίσως αποτελούνταν από εναπομείναντα μέλη της φυλής των Αβίμ. Ταυτίζεται με το Χίρμπετ Χαϊγιάν (Χορβάτ Χαγιάν), περίπου 4 χλμ. ΑΝΑ της Βαιθήλ (Μπεϊτίν), σύμφωνα με τον Φ.-Μ. Αμπέλ.—Γεωγραφία της Παλαιστίνης (Géographie de la Palestine), Παρίσι, 1938, Τόμ. 2, σ. 257.
-
-
ΑβιμαήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΜΑΗΛ
(Αβιμαήλ).
Απόγονος του Σημ μέσω του Αρφαξάδ. Πατέρας του ήταν ο Ιοκτάν, του οποίου ο αδελφός ο Φάλεκ ήταν πρόγονος του Αβραάμ. (Γε 10:28· 1Χρ 1:17-27) Πιθανολογείται ότι ο Αβιμαήλ και οι 12 αδελφοί του ήταν οι προγεννήτορες 13 διαφορετικών αραβικών φυλών που εγκαταστάθηκαν στην Αραβική Χερσόνησο.
-
-
ΑβιμέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΜΕΛΕΧ
(Αβιμέλεχ) [Ο Πατέρας μου Είναι Βασιλιάς].
Προσωπικό όνομα ή επίσημος τίτλος διαφόρων Φιλισταίων βασιλιάδων, ίσως παρόμοιος με τον τίτλο Φαραώ που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι και τον τίτλο Καίσαρας που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι.
1. Ο βασιλιάς της πόλης των Γεράρων όπου κατοίκησαν προσωρινά ο Αβραάμ και η Σάρρα περίπου το 1919 Π.Κ.Χ. Νομίζοντας ότι επρόκειτο για δύο αδέλφια, ο Αβιμέλεχ πήρε τη Σάρρα για να την κάνει σύζυγό του, αλλά από θεϊκή πρόνοια δεν την άγγιξε. Όταν ο Ιεχωβά τον προειδοποίησε μέσω ενός ονείρου, ο βασιλιάς έδωσε τη Σάρρα πίσω στον Αβραάμ, προσφέροντας παράλληλα ως αποζημίωση ζώα και δούλους καθώς και χίλιους σίκλους ασήμι (περ. $2.200), εγγυώμενος έτσι για την αγνότητα της Σάρρας. Έπειτα από κάποιο διάστημα, αυτός ο βασιλιάς σύναψε διαθήκη ειρήνης και αμοιβαίας εμπιστοσύνης με τον Αβραάμ στη Βηρ-σαβεέ.—Γε 20:1-18· 21:22-34.
2. Πιθανώς κάποιος άλλος βασιλιάς των Γεράρων τον καιρό κατά τον οποίο ο Ισαάκ πήγε εκεί εξαιτίας μιας πείνας. Αυτό συνέβη μετά το θάνατο του Αβραάμ το 1843 Π.Κ.Χ. Ο Ισαάκ, όπως και ο πατέρας του ο Αβραάμ, προσπάθησε να παρουσιάσει τη Ρεβέκκα ως αδελφή του, αλλά όταν ο βασιλιάς ανακάλυψε συμπτωματικά ότι αυτή ήταν σύζυγος του Ισαάκ, εξέδωσε δημόσιο διάταγμα που τους παρείχε προστασία. Ωστόσο, η θεόδοτη ευημερία του Ισαάκ έγινε αντικείμενο φθόνου, γι’ αυτό και ο βασιλιάς ζήτησε από τον Ισαάκ να φύγει από την περιοχή τους. Έπειτα από κάποιο διάστημα, αυτός ο βασιλιάς των Γεράρων σύναψε διαθήκη ειρήνης με τον Ισαάκ, παρόμοια με τη διαθήκη που είχε κάνει ο προκάτοχός του με τον Αβραάμ.—Γε 26:1-31.
3. Ο Φιλισταίος βασιλιάς της πόλης Γαθ κατά την εποχή του Δαβίδ.—Ψλ 34:Επιγρ.· βλέπε ΑΓΧΟΥΣ.
4. Γιος του Κριτή Γεδεών τον οποίο γέννησε η παλλακίδα του στη Συχέμ. Μετά το θάνατο του πατέρα του, ο Αβιμέλεχ με αλαζονική θρασύτητα επιδίωξε να γίνει βασιλιάς. Ενεργώντας πανούργα, απευθύνθηκε στους κτηματίες της Συχέμ εκμεταλλευόμενος την επιρροή που ασκούσε η οικογένεια της μητέρας του. Όταν εξασφάλισε την οικονομική υποστήριξή τους, μίσθωσε μερικούς κακοποιούς, πήγε στο σπίτι του πατέρα του στην Οφρά και έσφαξε τους ετεροθαλείς αδελφούς του πάνω σε μία πέτρα. Από τους 70 ετεροθαλείς αδελφούς του, μόνο ο νεότερος, ο Ιωθάμ, γλίτωσε τη σφαγή.
Ο Αβιμέλεχ ανακηρύχτηκε τότε βασιλιάς, αλλά ο Ιεχωβά επέτρεψε να αναπτυχθεί κακό πνεύμα ανάμεσα στους Συχεμίτες και στον καινούριο τους «βασιλιά», ώστε να εκτελέσει εκδίκηση για την ενοχή αίματος όλων όσων συνδέονταν με τη συνωμοσία. Οργανώθηκε, λοιπόν, μια εξέγερση υπό τον Γαάλ. Ο Αβιμέλεχ την εξουδετέρωσε γρήγορα, κατέλαβε και κατέστρεψε την πόλη της Συχέμ, και την έσπειρε με αλάτι. Κατόπιν επιτέθηκε στο θολωτό θάλαμο του οίκου, δηλαδή του αγιαστηρίου, του Ελ-βερίθ και του έβαλε φωτιά, με αποτέλεσμα να καούν περίπου χίλιοι από τους πρώην συνεργάτες του, τους κτηματίες του πύργου της Συχέμ οι οποίοι είχαν καταφύγει εκεί. Αμέσως μετά την επιτυχία του αυτή, ο Αβιμέλεχ επιτέθηκε στη Θεβές προς το Β, αλλά εκεί κάποια γυναίκα που βρισκόταν στον πύργο της πόλης έριξε μια μυλόπετρα στο κεφάλι του. Η τριετής «βασιλεία» του Αβιμέλεχ τερματίστηκε όταν ο οπλοφόρος του, συμμορφούμενος με την τελευταία επιθυμία του, τον διαπέρασε με το σπαθί, για να μην πουν ότι τον σκότωσε γυναίκα.—Κρ 8:30, 31· 9:1-57· 2Σα 11:21.
5. Το Μασοριτικό κείμενο, το οποίο ακολουθεί η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου καθώς και η Μετάφραση του Βάμβα, στο εδάφιο 1 Χρονικών 18:16 χρησιμοποιεί το όνομα «Αβιμέλεχ». Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η λατινική Βουλγάτα, η συριακή Πεσίτα και 12 εβραϊκά χειρόγραφα λένε «Αχιμέλεχ», κάτι που βρίσκεται σε αρμονία με το εδάφιο 2 Σαμουήλ 8:17.
-
-
ΑβιναδάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΝΑΔΑΒ
(Αβιναδάβ) [Ο Πατέρας Είναι Πρόθυμος (Ευγενής· Γενναιόδωρος)].
1. Κάτοικος της πόλης Κιριάθ-ιαρίμ στην περιοχή του Ιούδα, περίπου 14 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ, στο σπίτι του οποίου παρέμεινε για κάποιο διάστημα η κιβωτός της διαθήκης.
Όταν ανέβασαν την ιερή Κιβωτό από τη Βαιθ-σεμές, μετά την εφτάμηνη καταστροφική παραμονή της ανάμεσα στους Φιλισταίους, την τοποθέτησαν στο σπίτι του Αβιναδάβ και αγίασαν το γιο του τον Ελεάζαρ για να τη φυλάει. Σε αυτό το σπίτι η Κιβωτός παρέμεινε περίπου 70 χρόνια, ώσπου ο Δαβίδ διευθέτησε να μεταφερθεί στην Ιερουσαλήμ. Στη διάρκεια της μεταφοράς, ένας άλλος γιος του Αβιναδάβ, ο Ουζά, πέθανε ακαριαία όταν άναψε εναντίον του ο θυμός του Ιεχωβά εξαιτίας του ότι άγγιξε την Κιβωτό αψηφώντας την εντολή του εδαφίου Αριθμοί 4:15.—1Σα 6:20–7:1· 2Σα 6:1-7· 1Χρ 13:6-10.
2. Ο δεύτερος γιος του Ιεσσαί και ένας από τους τρεις μεγαλύτερους αδελφούς του Δαβίδ οι οποίοι πολέμησαν με τον Σαούλ εναντίον των Φιλισταίων.—1Σα 16:8· 17:13.
3. Ένας από τους γιους του Βασιλιά Σαούλ ο οποίος θανατώθηκε από τους Φιλισταίους στο Όρος Γελβουέ.—1Σα 31:2· 1Χρ 9:39.
4. Ο πατέρας ενός από τους 12 διαχειριστές του Βασιλιά Σολομώντα οι οποίοι τον εφοδίαζαν με τροφή. Αυτός ο διαχειριστής, ο «γιος του Αβιναδάβ», καλούμενος και Βεν-αβιναδάβ, παντρεύτηκε την κόρη του Σολομώντα Ταφάθ και είχε διοριστεί να προμηθεύει στο σπιτικό του Σολομώντα τροφή από όλη την οροσειρά της Δωρ έναν μήνα το χρόνο.—1Βα 4:7, 11.
-
-
ΑβιούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΟΥ
(Αβιού) [Αυτός Είναι Πατέρας].
Ένας από τους τέσσερις γιους τους οποίους απέκτησε ο Ααρών από τη σύζυγό του την Ελισέβα, αδελφός του Ναδάβ, του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ. (Εξ 6:23· 1Χρ 6:3· 24:1) Ο Αβιού, δεύτερος γιος του Ααρών, γεννημένος στην Αίγυπτο, ήταν ώριμος άντρας τον καιρό της Εξόδου, δεδομένου ότι ο πατέρας του ήταν τότε 83 ετών.—Αρ 33:39.
Ο Ιεχωβά επέτρεψε στον Ναδάβ και στον Αβιού, τους μεγαλύτερους σε ηλικία γιους, να πλησιάσουν μαζί με τον πατέρα τους και 70 πρεσβυτέρους του Ισραήλ στο Όρος Σινά και εκεί να δουν από απόσταση ένα μεγαλοπρεπές όραμα της δόξας του Θεού. (Εξ 24:1, 9-11) Ο Ιεχωβά τίμησε τους γιους του Ααρών, διορίζοντάς τους να υπηρετούν ως ιερείς μαζί με τον πατέρα τους τον αρχιερέα και ορίζοντας ότι από ανάμεσά τους θα ερχόταν ο τελικός διάδοχος του Ααρών. Αυτοί θα φορούσαν ιερατικούς χιτώνες και καλύμματα για το κεφάλι, «για δόξα και ωραιότητα». Ο Μωυσής επρόκειτο να “τους χρίσει και να γεμίσει το χέρι τους δύναμη και να τους αγιάσει” για την υπηρεσία τους στον Θεό. (Εξ 28:1, 40-43) Η ιεροσύνη θα γινόταν δική τους “ως νομοθέτημα που θα ίσχυε στον αιώνα”.—Εξ 29:8, 9.
Έκτοτε αυτοί περιλαμβάνονταν μόνιμα στις οδηγίες του Θεού σχετικά με το ιερατείο και τις υπηρεσίες του. (Εξ 29:10-46· 30:26-38) Επίσης, ο Θεός εντύπωσε με έμφαση, τόσο στους ίδιους όσο και σε ολόκληρο το έθνος, τη ζωτική σπουδαιότητα του να σέβονται την ιερότητα των πραγμάτων που σχετίζονταν με τη λατρεία του, περιλαμβανομένου του θυσιαστηρίου του θυμιάματος και του συναφούς εξοπλισμού. Η ζωή τους εξαρτόταν από το σεβασμό στις θεϊκές διατάξεις.
Τώρα, έναν χρόνο μετά την Έξοδο, είχε έρθει ο καιρός να στηθεί η σκηνή και να λάβει χώρα η καθιέρωση του ιερατείου (1512 Π.Κ.Χ.). Ολόκληρο το έθνος συνάχθηκε μπροστά στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης για τις τελετές της καθιέρωσης και είδε τον Ααρών καθώς και τον Αβιού και τους αδελφούς του, πλυμένους και με τουρμπάνι στο κεφάλι τους, να λαβαίνουν το χρίσμα ως ιερείς του Θεού για να εκπροσωπούν το έθνος ενώπιόν Του. Στη συνέχεια, οι άρτι καθιερωμένοι ιερείς παρέμειναν στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης εφτά ημέρες προκειμένου να ολοκληρωθεί η καθιέρωσή τους και, όπως είπε ο Μωυσής, «“να γεμίσει το χέρι σας δύναμη”. . . . Και ο Ααρών και οι γιοι του έκαναν όλα τα πράγματα που είχε διατάξει ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσή».—Λευ 8:1-3, 13-36.
Την όγδοη ημέρα ο Ααρών άρχισε να εκτελεί την υπηρεσία του, με βοηθούς τον Αβιού και τους αδελφούς του. (Λευ 9:1-24) Αυτοί παρέστησαν μάρτυρες της ένδοξης φανέρωσης της παρουσίας του Θεού. Αλλά, σύμφωνα με την αφήγηση, προφανώς προτού τελειώσει η ημέρα, «[ο] Ναδάβ και [ο] Αβιού πήραν ο καθένας το πυροδοχείο του και έβαλαν φωτιά μέσα σε αυτά και έθεσαν πάνω της θυμίαμα και άρχισαν να προσφέρουν ενώπιον του Ιεχωβά ανάρμοστη φωτιά, την οποία δεν τους είχε ορίσει. Βγήκε τότε φωτιά από τον Ιεχωβά και τους κατέφαγε, ώστε πέθαναν ενώπιον του Ιεχωβά». (Λευ 10:1, 2) Κατόπιν εντολής του Μωυσή, οι εξάδελφοι του Ααρών πήραν τα πτώματά τους και τα μετέφεραν έξω από το στρατόπεδο. Ο πατέρας τους και οι εναπομείναντες αδελφοί τους έλαβαν από τον Θεό την εντολή να αποφύγουν κάθε εκδήλωση θλίψης για αυτή την εκκοπή τους από την εκκλησία.—Λευ 10:4-7.
Αμέσως μετά ο Θεός έδωσε στον Ααρών την προειδοποίηση να μην καταναλώνει ούτε ο ίδιος ούτε οι γιοι του μεθυστικό ποτό στο διάστημα της υπηρεσίας τους στη σκηνή “για να μην πεθάνουν”. Σχολιάζοντας το εδάφιο 9, το σύγγραμμα Η Πεντάτευχος και τα Χαφτορά (The Pentateuch and Haftorahs) αναφέρει: «Οι Ραβίνοι συνέδεσαν το περιστατικό που συνέβη στον Ναδάβ και στον Αβιού με αυτή την προσταγή κατά της χρήσης μεθυστικών ποτών πριν από την υπηρεσία στο Αγιαστήριο». (Επιμέλεια Τζ. Χ. Χερτζ, Λονδίνο, 1972, σ. 446) Επομένως, αν και το ζήτημα της μέθης ίσως περιλαμβανόταν στο σοβαρό αμάρτημά τους, ωστόσο η πραγματική αιτία του θανάτου τους ήταν το γεγονός ότι παραβίασαν την απαίτηση του Θεού για αγνή λατρεία, προσφέροντας «ανάρμοστη φωτιά, την οποία δεν τους είχε ορίσει».
Ο Αβιού απόλαυσε για λίγο μεγάλη τιμή από τον Θεό και ιδιαίτερη εξοχότητα ενώπιον όλου του έθνους. Αλλά είτε λόγω φιλοδοξίας είτε λόγω εγωισμού είτε λόγω της επιπόλαιης στάσης του απέναντι στις εντολές του Θεού, τα προνόμιά του υπήρξαν βραχύβια και πέθανε άτεκνος.—Αρ 3:2-4· 26:60, 61· 1Χρ 24:1, 2.
-
-
ΑβιούδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΟΥΔ
(Αβιούδ) [πιθανώς, Ο Πατέρας Είναι Αξιοπρέπεια].
Ο ελληνικός τύπος του εβραϊκού ονόματος Αβιχούδ. Απόγονος του Ζοροβάβελ και πρόγονος του Χριστού Ιησού. (Ματ 1:13) Η λέξη «πατέρας», όπως χρησιμοποιείται από τον Ματθαίο, πιθανόν να σημαίνει «προπάτορας». Μερικοί λόγιοι ισχυρίζονται ότι ενδεχομένως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον «Ιωδά» του εδαφίου Λουκάς 3:26. Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητο να ταυτίσουμε αυτά τα άτομα, εφόσον οι γενεαλογίες του Ματθαίου και του Λουκά είναι απλώς παράλληλες, όχι πανομοιότυπες, ενώ οι γενεαλογίες του Πρώτου Χρονικών είναι πιο περιεκτικές. Ο γιος του Αβιούδ, ο Ελιακείμ, περιλαμβάνεται και αυτός στη γενεαλογική γραμμή του Μεσσία.—Ματ 1:13.
-
-
ΑβιρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΡΩΝ
(Αβιρών) [Ο Πατέρας Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
1. Ρουβηνίτης, γιος του Ελιάβ και αδελφός του Δαθάν και του Νεμουήλ. Ήταν κεφαλή οικογένειας και ένας από τους προύχοντες του Ισραήλ τον καιρό της Εξόδου από την Αίγυπτο.—Αρ 26:5-9.
Ο Αβιρών και ο αδελφός του ο Δαθάν υποστήριξαν τον Λευίτη Κορέ στο στασιασμό του εναντίον της εξουσίας του Μωυσή και του Ααρών. Ένας τρίτος Ρουβηνίτης, ονόματι Ων, αναφέρεται και αυτός στην αρχική φάση του στασιασμού αλλά στη συνέχεια δεν γίνεται περαιτέρω μνεία για αυτόν. (Αρ 16:1) Έχοντας συγκεντρώσει μια ομάδα 250 αρχηγών, “αντρών φημισμένων”, οι άντρες αυτοί κατηγόρησαν τον Μωυσή και τον Ααρών ότι εξύψωσαν αυθαίρετα τον εαυτό τους πάνω από την υπόλοιπη εκκλησία. (Αρ 16:1-3) Από τα λόγια που είπε ο Μωυσής στον Κορέ γίνεται σαφές ότι ο Κορέ καθώς και όσοι από τους Λευίτες τον ακολούθησαν επιδίωκαν την ιεροσύνη η οποία είχε ανατεθεί στον Ααρών (Αρ 16:4-11), αλλά προφανώς δεν ίσχυε το ίδιο για τον Αβιρών και τον Δαθάν που ήταν Ρουβηνίτες. Ο Μωυσής ασχολήθηκε ξεχωριστά με αυτούς, και όταν τους κάλεσε να παρουσιαστούν μπροστά του, εκείνοι αρνήθηκαν εξακοντίζοντας κατηγορίες μόνο εναντίον του Μωυσή χωρίς να αναφέρουν καθόλου τον Ααρών. Επέκριναν δριμύτατα την ηγεσία που ασκούσε ο Μωυσής στο έθνος, λέγοντας ότι “προσπαθούσε να τους παραστήσει τον άρχοντα φτάνοντας στο απροχώρητο” και ότι δεν είχε εκπληρώσει την υπόσχεση να τους οδηγήσει σε μια γη όπου έρρεε το γάλα και το μέλι. Κατά συνέπεια, όταν ο Μωυσής προσευχήθηκε στον Ιεχωβά απαντώντας σε αυτές τις κατηγορίες, υπερασπίστηκε τις δικές του ενέργειες και όχι τις ενέργειες του Ααρών.—Αρ 16:12-15.
Από το γεγονός αυτό φαίνεται ότι ο στασιασμός ήταν δίπτυχος και δεν στόχευε μόνο στο Ααρωνικό ιερατείο αλλά και στη θέση του Μωυσή ως εκείνου που διαχειριζόταν τις οδηγίες του Θεού. (Ψλ 106:16) Ίσως είχε θεωρηθεί κατάλληλη η ευκαιρία για να χειραγωγηθεί το κοινό αίσθημα προς μια αλλαγή, εφόσον, λίγο καιρό πριν από αυτό, ο λαός είχε εκφράσει έντονα παράπονα εναντίον του Μωυσή και είχε κάνει λόγο για διορισμό καινούριου επικεφαλής ο οποίος θα οδηγούσε το έθνος πίσω στην Αίγυπτο, ακόμη δε και για λιθοβολισμό του Ιησού του Ναυή και του Χάλεβ επειδή υποστήριζαν τον Μωυσή και τον Ααρών. (Αρ 14:1-10) Ο Ρουβήν ήταν ο πρωτότοκος γιος του Ιακώβ, αλλά έχασε τα κληρονομικά δικαιώματα του πρωτοτόκου εξαιτίας του ότι ενήργησε εσφαλμένα. (1Χρ 5:1) Συνεπώς, ο Δαθάν και ο Αβιρών πιθανόν να εξέφραζαν δυσαρέσκεια για την εξουσία που ασκούσε πάνω τους ο Λευίτης Μωυσής επειδή ήθελαν να ανακτήσουν τα πρωτεία που είχε χάσει ο προπάτοράς τους. Ωστόσο, το εδάφιο Αριθμοί 26:9 δείχνει ότι αυτοί δεν αντιμάχονταν μόνο τον Μωυσή και τον Ααρών αλλά και «τον Ιεχωβά», ο οποίος είχε αναθέσει στον Μωυσή και στον Ααρών τις θέσεις εξουσίας τους με θεϊκό διορισμό.
Εφόσον η οικογένεια των Κααθιτών (στην οποία ανήκε η οικογένεια του Κορέ) στρατοπέδευε στη νότια πλευρά της σκηνής της μαρτυρίας, στην ίδια πλευρά με τους Ρουβηνίτες, είναι πιθανό ότι η σκηνή του Κορέ βρισκόταν κοντά στις σκηνές του Δαθάν και του Αβιρών. (Αρ 2:10· 3:29) Όταν ο Θεός εξέφρασε την κρίση του, ο Δαθάν και ο Αβιρών στέκονταν στην είσοδο των σκηνών τους, ενώ ο Κορέ και 250 υποστηρικτές του στασιασμού είχαν συγκεντρωθεί στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης κρατώντας στα χέρια τα θυμιατήρια τους. Στη συνέχεια, και μετά την έκκληση που απηύθυνε ο Μωυσής στον υπόλοιπο λαό να απομακρυνθεί από τις σκηνές των τριών αρχηγών του στασιασμού, ο Θεός κατέστησε φανερό ότι καταδίκαζε την ασεβή πορεία τους κάνοντας να ανοίξει το έδαφος κάτω από τις σκηνές αυτών των αντρών και να καταπιεί τον Δαθάν, τον Αβιρών και τα σπιτικά τους. (Αρ 16:16-35· Δευ 11:6· Ψλ 106:17) Παρόμοια αφανίστηκε και το σπιτικό του Κορέ, με εξαίρεση τους γιους του. Ο ίδιος ο Κορέ πέθανε μαζί με τους 250 στασιαστές—έγινε παρανάλωμα του πυρός μπροστά στη σκηνή της μαρτυρίας. (Αρ 16:35· 26:10, 11) Με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε γρήγορα τέλος στο στασιασμό εναντίον της θεϊκά ανατεθειμένης εξουσίας, και το όνομα του Αβιρών εξαλείφθηκε από τον Ισραήλ εξαιτίας της ανάμειξής του στο στασιασμό.
2. Ο πρωτότοκος γιος του Χιήλ του Βαιθηλίτη. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 6:26, έχει καταγραφεί ο όρκος που έκανε ο Ιησούς του Ναυή σχετικά με την κατεστραμμένη πόλη της Ιεριχώς, προλέγοντας ότι όποιος την ανοικοδομούσε θα έχανε τον πρωτότοκο γιο του. Ο πατέρας του Αβιρών, ο Χιήλ, αγνόησε αυτόν τον όρκο και, στη διάρκεια της βασιλείας του Αχαάβ (περ. 940-920 Π.Κ.Χ.), σχεδόν πέντε αιώνες έπειτα από την εποχή του Ιησού του Ναυή, έθεσε τα θεμέλια της Ιεριχώς. Ο Αβιρών ο γιος του πέθανε, προφανώς πρόωρα, γεγονός που αποτελεί την ιστορικά καταγραμμένη εκπλήρωση της προφητείας.—1Βα 16:34.
-
-
ΑβισάγΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΣΑΓ
(Αβισάγ).
Μια νεαρή παρθένα από την πόλη Σουνάμ, Β της Ιεζραέλ και του Όρους Γελβουέ, στην περιοχή του Ισσάχαρ. (Ιη 19:17-23) Ήταν «εξαιρετικά όμορφη», και οι υπηρέτες του Δαβίδ τη διάλεξαν για να είναι νοσοκόμα και σύντροφος του βασιλιά στις τελευταίες ημέρες του.—1Βα 1:1-4.
Ο Δαβίδ ήταν τότε περίπου 70 χρονών (2Σα 5:4, 5) και, λόγω του ότι είχε εξασθενήσει, η θερμοκρασία του σώματός του ήταν χαμηλή. Η Αβισάγ τον υπηρετούσε στη διάρκεια της ημέρας, φωτίζοντας αναμφισβήτητα το περιβάλλον με τη νεανική φρεσκάδα και την ομορφιά της, ενώ τη νύχτα “ξάπλωνε στην αγκαλιά του βασιλιά” για να τον ζεσταίνει, αλλά «ο βασιλιάς δεν είχε σχέσεις μαζί της». Ωστόσο, η στάση που κράτησε αργότερα ο Σολομών σχετικά με την Αβισάγ υποδεικνύει πως εκείνη θεωρούνταν κάτι σαν σύζυγος ή παλλακίδα του Δαβίδ. Επομένως, σύμφωνα με ένα έθιμο της αρχαίας Ανατολής, όταν θα πέθαινε ο Δαβίδ, εκείνη θα περιερχόταν στην ιδιοκτησία του κληρονόμου του.
Η αφήγηση σχετικά με την Αβισάγ βρίσκεται αμέσως πριν από την αφήγηση για την απόπειρα σφετερισμού του στέμματος από τον Αδωνία—ο οποίος, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν ο μεγαλύτερος εν ζωή γιος του Δαβίδ—και φαίνεται ότι τοποθετήθηκε εκεί ώστε να κατανοηθεί η μετέπειτα ενέργεια του Αδωνία στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα. Όταν ο Σολομών ανέβηκε στο θρόνο, παραχώρησε στον Αδωνία χάρη υπό όρους. Αργότερα, ο Αδωνίας έπεισε τη μητέρα του Σολομώντα, τη Βηθ-σαβεέ, να ζητήσει από τον Σολομώντα να του δοθεί η Αβισάγ ως σύζυγος. Ο Σολομών, πεπεισμένος ότι πίσω από το αίτημα του Αδωνία δεν βρισκόταν μόνο η ομορφιά της Αβισάγ αλλά μάλλον μια ύπουλη προσπάθεια του Αδωνία να εδραιώσει τις αξιώσεις του για το θρόνο, αντέδρασε οργισμένα, ανακάλεσε τη χάρη που είχε παραχωρήσει στον Αδωνία και διέταξε το θάνατό του. (1Βα 2:13-25) Για την Αβισάγ δεν γίνεται άλλη μνεία, αλλά το πιθανότερο είναι ότι συνέχισε ως μία από τις συζύγους ή παλλακίδες του Σολομώντα.—Βλέπε ΑΔΩΝΙΑΣ Αρ. 1.
-
-
ΑβισαίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΣΑΙ
(Αβισαί) [πιθανώς, Ο Πατέρας Είναι (Υπάρχει)].
Γιος της Σερουίας, αμφιθαλούς ή ετεροθαλούς αδελφής του Δαβίδ, και αδελφός του Ιωάβ και του Ασαήλ.—2Σα 2:18· 1Χρ 2:15, 16.
Ο Αβισαί διακρίθηκε για την ανδρεία του περισσότερο από τους 30 κραταιούς πολεμιστές των οποίων ήταν αρχηγός, και μάλιστα η φήμη του συναγωνιζόταν τη φήμη των τριών κραταιότερων αντρών του Δαβίδ, γιατί μια φορά πάταξε μόνος του 300 άντρες του εχθρού. Ωστόσο, «δεν έφτασε τους τρεις πρώτους».—2Σα 23:18, 19.
Ο Αβισαί υποστήριζε όσια το θείο του τον Δαβίδ σε όλες τις στρατιωτικές εκστρατείες του, αλλά είχε την τάση να είναι παρορμητικός και αμείλικτος, και σε κάποιες περιπτώσεις χρειαζόταν συγκράτηση. Για παράδειγμα, όταν αυτός και ο Δαβίδ μπήκαν κρυφά στο στρατόπεδο του Σαούλ κάποια νύχτα, αν δεν τον συγκρατούσε ο Δαβίδ, θα είχε καρφώσει στη γη τον Σαούλ, “τον χρισμένο του Ιεχωβά”, ενόσω εκείνος κοιμόταν, χρησιμοποιώντας το δόρυ του ίδιου του Σαούλ. (1Σα 26:6-9) Όταν στασίασε ο Αβεσσαλώμ, ο Αβισαί χρειάστηκε να αποτραπεί δύο φορές από το να εκτελέσει τον Σιμεΐ, ο οποίος καταριόταν το βασιλιά. Ωστόσο, ο Δαβίδ δεν μπόρεσε να εμποδίσει τον Αβισαί να συνεργήσει στο θάνατο του Αβενήρ.—2Σα 3:30· 16:9-11· 19:21-23.
Ο Αβισαί ηγήθηκε στην πάταξη 18.000 Εδωμιτών και επίσης στην κατατρόπωση των Αμμωνιτών, ενέργειες για τις οποίες διακρίθηκε. Επίσης συμμετείχε στην καταστολή της ανταρσίας του Σεβά, ενός άχρηστου Βενιαμινίτη. Στην τελευταία από τις καταγραμμένες μάχες του Δαβίδ, αν δεν παρενέβαινε ο Αβισαί, ο Δαβίδ θα είχε χάσει τη ζωή του από το χέρι ενός μεγαλόσωμου Φιλισταίου.—1Χρ 18:12· 19:11-15· 2Σα 20:1, 6· 21:15-17.
-
-
ΑβισαλώμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΣΑΛΩΜ
Βλέπε ΑΒΕΣΣΑΛΩΜ.
-
-
ΑβισούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΣΟΥΡ
(Αβισούρ) [Ο Πατέρας Είναι [Προστατευτικό] Τείχος].
Απόγονος του Ιούδα μέσω της οικογενειακής γραμμής του Εσρών και από τον οίκο του Ιεραμεήλ. Ήταν προφανώς ο δεύτερος γιος του Σαμμαΐ και έγινε πατέρας δύο γιων από τη σύζυγό του την Αβιχαίλ.—1Χρ 2:28, 29.
-
-
ΑβισσουάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΣΣΟΥΑ
(Αβισσουά) [πιθανώς, Ο Πατέρας Είναι Βοήθεια].
1. Βενιαμίτης από την οικογένεια του Βελά. (1Χρ 8:1-4) Αν και παρουσιάζεται ως γιος του Βελά, οι διαφορές ανάμεσα στις αφηγήσεις των εδαφίων Αριθμοί 26:40, 1 Χρονικών 7:7 και 1 Χρονικών 8:1-4 κάνουν μερικούς να πιστεύουν ότι η λέξη “γιοι” είναι πιθανότερο να σημαίνει “απόγονοι”.
2. Γιος του Φινεές και δισέγγονος του Ααρών. Ήταν πατέρας του Βουκκί. (1Χρ 6:4, 5, 50, 51) Στα εδάφια Έσδρας 7:1-5 παρουσιάζεται ως ένας από τους προπάτορες του Έσδρα. Ο Ιώσηπος (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ε΄, 361, 362 [xi, 5]· Η΄, 12 [i, 3]) αναφέρεται στον Αβισσουά (ο οποίος αποκαλείται Αβιεζέρης στο Βιβλίο Ε΄) ως αρχιερέα, πράγμα το οποίο, αν γίνει δεκτό, τον καθιστά τέταρτο αρχιερέα του Ισραήλ. Αυτό εναρμονίζεται με την υπόσχεση που έδωσε ο Ιεχωβά στον πατέρα του Αβισσουά τον Φινεές, ότι η ιεροσύνη θα παρέμενε στην οικογένειά του.—Αρ 25:11-13.
-
-
ΑβίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΤΕΣ
(Αβίτες).
Κάτοικοι της Αβά, που συγκαταλέγονται στους λαούς τους οποίους εγκατέστησαν οι Ασσύριοι στη θέση των εξόριστων Ισραηλιτών μετά την κατάληψη της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ. (2Βα 17:24) Όλοι αυτοί οι έποικοι έγιναν γνωστοί ως Σαμαρείτες. Οι Αβίτες, αν και έμαθαν να φοβούνται τον Ιεχωβά σε κάποιον βαθμό, παρ’ όλα αυτά έφτιαξαν και λάτρευαν τους θεούς Νιβάζ και Ταρτάκ.—2Βα 17:29-33· βλέπε ΑΒΑ.
-
-
ΑβιχαίλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΧΑΙΛ
(Αβιχαίλ) [Ο Πατέρας (μου) Είναι Σφρίγος].
Όνομα που χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή για τρεις άντρες και δύο γυναίκες.
1. Κάποιος άντρας από τη φυλή του Λευί και από την οικογένεια (ή πατριά) του Μεραρί. Ήταν πατέρας του Σουριήλ, ο οποίος τον καιρό της Εξόδου ήταν αρχηγός του πατρικού οίκου αυτού του γένους.—Αρ 3:35.
2. Η σύζυγος του Αβισούρ, ο οποίος καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα. (1Χρ 2:29) Είχε δύο γιους, τον Ααβάν και τον Μωλήδ.
3. Κάποιος άντρας από τη φυλή του Γαδ, ο οποίος εγκαταστάθηκε στη Βασάν και στη Γαλαάδ. Ήταν γιος του Χουρί και αρχηγός, ή κεφαλή, οικογένειας.—1Χρ 5:14-17.
4. Κόρη του Ελιάβ, του μεγαλύτερου αδελφού του Δαβίδ (αν και η εβραϊκή λέξη μπαθ [κόρη] στο εδάφιο 2 Χρονικών 11:18 μπορεί επίσης να σημαίνει «εγγονή»).
Στο εδάφιο 2 Χρονικών 11:18 η Μετάφραση του Βάμβα, όπως και η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, αναφέρει τα εξής: «Έλαβε δε ο Ροβοάμ εις εαυτόν γυναίκα την Μαελέθ, θυγατέρα του Ιεριμώθ υιού του Δαβίδ, και την Αβιχαίλ, θυγατέρα του Ελιάβ υιού του Ιεσσαί». Αυτό παρουσιάζει την Αβιχαίλ ως δεύτερη σύζυγο του Ροβοάμ. Ωστόσο, το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο επιτρέπει μια διαφορετική απόδοση, και γι’ αυτό πολλές σύγχρονες μεταφράσεις αναφέρουν σε αυτό το σημείο: «Τη Μαχαλάθ, την κόρη του Ιεριμώθ, γιου του Δαβίδ, και της Αβιχαίλ, της κόρης του Ελιάβ, γιου του Ιεσσαί». (Βλέπε RS, AT, JP, JB, ΜΝΚ.) Αναφορικά με αυτό, το έργο Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο (Soncino Books of the Bible), λέει σε μια υποσημείωση του εδαφίου 2 Χρονικών 11:18: «Η σύνδεση εννοείται. Η Μαχαλάθ ήταν κόρη του Ιεριμώθ και της Αβιχαίλ. Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι Αβιχαίλ είναι το όνομα κάποιας άλλης συζύγου του Ροβοάμ». (Επιμέλεια Α. Κοέν, Λονδίνο, 1952) Ο ενικός αριθμός των αντωνυμιών που χρησιμοποιούνται στα επόμενα εδάφια (19, 20) υποστηρίζει την άποψη ότι στο εδάφιο 18 γίνεται λόγος για μία μόνο σύζυγο του Ροβοάμ. Επομένως, φαίνεται πάρα πολύ πιθανό ότι η Αβιχαίλ ήταν η μητέρα της Μαχαλάθ, της συζύγου του Ροβοάμ.
5. Ο πατέρας της Βασίλισσας Εσθήρ, απόγονος του Βενιαμίν. Ήταν θείος του Μαροδοχαίου, εξαδέλφου της Εσθήρ. (Εσθ 2:5, 15· 9:29) Το εδάφιο Εσθήρ 2:7 αφήνει να εννοηθεί ότι αυτός και η σύζυγός του πέθαναν ενόσω η κόρη τους η Εσθήρ ήταν μικρή, και επομένως αρκετό καιρό προτού εκείνη παντρευτεί τον Βασιλιά Ασσουήρη.
-
-
ΑβιχούδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΙΧΟΥΔ
(Αβιχούδ) [πιθανώς, Ο Πατέρας Είναι Αξιοπρέπεια].
Απόγονος του Βενιαμίν μέσω του πρωτοτόκου του τού Βελά.—1Χρ 8:1-3.
-
-
ΑβραάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΡΑΑΜ
(Αβραάμ) [Πατέρας Πλήθους].
Το όνομα το οποίο δόθηκε από τον Ιεχωβά στον Άβραμ (που σημαίνει «Ο Πατέρας Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)») όταν αυτός ήταν 99 χρονών και ο Θεός επιβεβαίωσε την υπόσχεσή Του ότι το σπέρμα του Αβραάμ θα γινόταν πολυάριθμο.—Γε 17:5.
Οικογενειακή Καταγωγή και Αρχική Περίοδος της Ζωής Του. Ο Αβραάμ ανήκε στη δέκατη γενιά μετά τον Νώε, μέσω του Σημ, και γεννήθηκε 352 χρόνια μετά τον Κατακλυσμό, το 2018 Π.Κ.Χ. Αν και στο εδάφιο Γένεση 11:26 αναφέρεται πρώτος από τους τρεις γιους του Θάρα, ο Αβραάμ δεν ήταν ο πρωτότοκος. Οι Γραφές δείχνουν ότι ο Θάρα ήταν 70 χρονών όταν γεννήθηκε ο πρώτος του γιος και ότι ο Αβραάμ γεννήθηκε 60 χρόνια αργότερα, όταν ο πατέρας του ο Θάρα ήταν 130 χρονών. (Γε 11:32· 12:4) Προφανώς, ο Αβραάμ αναφέρεται πρώτος από τους γιους του πατέρα του λόγω της εξαίρετης πιστότητάς του και της εξέχουσας θέσης που κατέχει στις Γραφές, τακτική που εφαρμόζεται και στην περίπτωση αρκετών άλλων σπουδαίων αντρών πίστης, όπως ήταν ο Σημ και ο Ισαάκ.—Γε 5:32· 11:10· 1Χρ 1:28.
Ο Αβραάμ καταγόταν από τη χαλδαϊκή πόλη Ουρ, ένα ακμάζον αστικό κέντρο που βρισκόταν στη γη Σεναάρ, κοντά στη σημερινή συμβολή των ποταμών Ευφράτη και Τίγρη. Η Ουρ ήταν χτισμένη περίπου 240 χλμ. ΝΑ της Βαβέλ, δηλαδή της Βαβυλώνας, η οποία παλαιότερα ήταν η βασιλεύουσα του Νεβρώδ, ξακουστή για τον ημιτελή Πύργο της Βαβέλ.
Στην εποχή του Αβραάμ, η πόλη της Ουρ ήταν βουτηγμένη στη βαβυλωνιακή ειδωλολατρία καθώς και στη λατρεία του θεού της σελήνης, του Σιν, ο οποίος ήταν πολιούχος της. (Ιη 24:2, 14, 15) Παρ’ όλα αυτά, ο Αβραάμ αποδείχτηκε άνθρωπος που είχε πίστη στον Ιεχωβά Θεό, όπως και οι προπάτορές του Σημ και Νώε, και λόγω αυτού έγινε γνωστός ως «ο πατέρας όλων εκείνων που έχουν πίστη ενώ είναι απερίτμητοι». (Ρω 4:11) Εφόσον η αληθινή πίστη βασίζεται σε ακριβή γνώση, η κατανόηση την οποία είχε ο Αβραάμ μπορεί να ήταν αποτέλεσμα προσωπικής συναναστροφής με τον Σημ (έζησαν παράλληλα επί 150 χρόνια). Ο Αβραάμ γνώριζε και χρησιμοποιούσε το όνομα του Ιεχωβά, όπως φαίνεται από τις εκφράσεις του: “Ιεχωβά ο Ύψιστος Θεός, Αυτός που έκανε τον ουρανό και τη γη”, “Ιεχωβά, ο Θεός των ουρανών και ο Θεός της γης”.—Γε 14:22· 24:3.
Ενόσω ο Αβραάμ ζούσε ακόμη στην Ουρ, «πριν κατοικήσει στη Χαρράν», ο Ιεχωβά τον διέταξε να φύγει για να πάει σε μια ξένη χώρα, αφήνοντας πίσω του φίλους και συγγενείς. (Πρ 7:2-4· Γε 15:7· Νε 9:7) Σε εκείνη τη χώρα την οποία θα έδειχνε στον Αβραάμ, ο Θεός είπε ότι θα τον καθιστούσε μεγάλο έθνος. Τότε ο Αβραάμ ήταν παντρεμένος με την ετεροθαλή αδελφή του Σάρρα, αλλά ήταν άτεκνοι και ήταν και οι δύο ηλικιωμένοι. Επομένως, χρειαζόταν μεγάλη πίστη για να υπακούσει—και όμως υπάκουσε.
Ο Θάρα, ο οποίος ήταν τότε περίπου 200 χρονών και παρέμενε η πατριαρχική κεφαλή της οικογένειας, συμφώνησε να συνοδεύσει τον Αβραάμ και τη Σάρρα σε αυτό το μακρύ ταξίδι, και γι’ αυτόν το λόγο η μετακίνηση προς τη Χαναάν αποδίδεται στον Θάρα εφόσον αυτός ήταν ο πατέρας. (Γε 11:31) Όπως φαίνεται, ο ορφανός ανιψιός του Αβραάμ, ο Λωτ, είχε υιοθετηθεί από τον άτεκνο θείο του και τη θεία του, και έτσι τους συνόδευσε. Το καραβάνι κινήθηκε βορειοδυτικά, καλύπτοντας περίπου 960 χλμ., ωσότου έφτασε στη Χαρράν, η οποία ήταν ένα σημαντικό σταυροδρόμι στις εμπορικές οδούς Ανατολής-Δύσης. Η Χαρράν βρίσκεται στο σημείο όπου ενώνονται δύο ουάντι (κοίτες χειμάρρων) και σχηματίζουν ένα ποτάμι που το χειμώνα χύνεται στον ποταμό Μπαλίκ, περίπου 110 χλμ. πιο πάνω από το σημείο όπου ο Μπαλίκ εκβάλλει στον ποταμό Ευφράτη. Ο Αβραάμ έμεινε εκεί μέχρι το θάνατο του πατέρα του τού Θάρα.—ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 330.
Παραμονή στη Χαναάν. Ο Αβραάμ, ο οποίος ήταν πλέον 75 χρονών, πήρε το σπιτικό του από τη Χαρράν και άρχισε το ταξίδι προς τη γη Χαναάν, όπου έζησε τα υπόλοιπα εκατό χρόνια της ζωής του σε σκηνές σαν πάροικος και μετανάστης. (Γε 12:4) Ο Αβραάμ έφυγε από τη Χαρράν το 1943 Π.Κ.Χ. μετά το θάνατο του πατέρα του τού Θάρα και διέσχισε τον ποταμό Ευφράτη, προφανώς τη 14η ημέρα του μήνα που αργότερα έγινε γνωστός ως Νισάν. (Γε 11:32· Εξ 12:40-43, Ο΄) Τότε ήταν που τέθηκε σε ισχύ η διαθήκη μεταξύ του Ιεχωβά και του Αβραάμ και άρχισε η περίοδος προσωρινής κατοίκησης η οποία διήρκεσε 430 χρόνια, μέχρι τη σύναψη της διαθήκης του Νόμου με τον Ισραήλ.—Εξ 12:40-42· Γα 3:17.
Προφανώς ο Αβραάμ, με τα ποίμνια και τα κοπάδια των βοδιών του, ταξίδεψε προς το Ν, περνώντας από τη Δαμασκό και προχωρώντας μέχρι τη Συχέμ (η οποία βρισκόταν 48 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ), κοντά στα μεγάλα δέντρα του Μορέχ. (Γε 12:6) Εκεί ο Ιεχωβά εμφανίστηκε ξανά στον Αβραάμ επιβεβαιώνοντας την υπόσχεση της διαθήκης Του και παρέχοντας περαιτέρω πληροφορίες για αυτήν μέσω της ακόλουθης δήλωσης: «Στο σπέρμα σου πρόκειται να δώσω αυτή τη γη». (Γε 12:7) Ο Αβραάμ δεν έχτισε θυσιαστήριο στον Ιεχωβά μόνο εκεί, αλλά καθώς μετακινούνταν Ν σε εκείνον τον τόπο, έχτιζε και άλλα θυσιαστήρια καθ’ οδόν και επικαλούνταν το όνομα του Ιεχωβά. (Γε 12:8, 9) Τελικά μια μεγάλη πείνα ανάγκασε τον Αβραάμ να πάει προσωρινά στην Αίγυπτο, και για να προστατέψει τη ζωή του παρουσίασε τη Σάρρα ως αδελφή του. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να πάρει ο Φαραώ την όμορφη Σάρρα στο σπιτικό του για να γίνει σύζυγός του, αλλά προτού την ατιμάσει, ο Ιεχωβά τον υποχρέωσε να τη δώσει πίσω. Έπειτα ο Αβραάμ επέστρεψε στη Χαναάν, στον τόπο κατασκήνωσης που υπήρχε μεταξύ της Βαιθήλ και της Γαι, και “επικαλέστηκε το όνομα του Ιεχωβά” ξανά.—Γε 12:10–13:4.
Στο μεταξύ, ο Αβραάμ και ο Λωτ χρειάστηκε να χωρίσουν, επειδή τα ποίμνια και τα κοπάδια των βοδιών τους αυξάνονταν. Ο Λωτ διάλεξε τη λεκάνη του κάτω Ιορδάνη, μια περιοχή με άφθονα νερά «σαν τον κήπο του Ιεχωβά», και αργότερα εγκατέστησε τον καταυλισμό του κοντά στα Σόδομα. (Γε 13:5-13) Ο δε Αβραάμ, αφού του ειπώθηκε να ταξιδέψει κατά μήκος και κατά πλάτος εκείνης της γης, κατοίκησε τελικά ανάμεσα στα μεγάλα δέντρα της Μαμβρή στη Χεβρών, 30 χλμ. ΝΝΔ της Ιερουσαλήμ.—Γε 13:14-18.
Όταν τέσσερις συνασπισμένοι βασιλιάδες, με επικεφαλής τον Ελαμίτη βασιλιά Χοδολλογομόρ, κατόρθωσαν να καταστείλουν την εξέγερση πέντε Χαναναίων βασιλιάδων, τα Σόδομα και τα Γόμορρα λεηλατήθηκαν και ο Λωτ πάρθηκε αιχμάλωτος μαζί με όλα τα υπάρχοντά του. Μόλις το έμαθε αυτό ο Αβραάμ, συγκέντρωσε γρήγορα 318 εκπαιδευμένους υπηρέτες που είχε στο σπιτικό του. Μαζί με τον Ανέρ, τον Εσχώλ και τον Μαμβρή, με τους οποίους είχε συνθήκη, άρχισε μια ταχύτατη καταδίωξη καλύπτοντας απόσταση ίσως και 300 χλμ. προς το Β μέχρι πέρα από τη Δαμασκό, και με τη βοήθεια του Ιεχωβά νίκησε μια πολύ ανώτερη δύναμη. Έτσι διασώθηκε ο Λωτ και ανακτήθηκαν τα κλεμμένα υπάρχοντα. (Γε 14:1-16, 23, 24) Καθώς ο Αβραάμ επέστρεφε από αυτή τη μεγάλη νίκη, ένας «ιερέας του Υψίστου Θεού», ο Μελχισεδέκ, ο οποίος ήταν και ο βασιλιάς της Σαλήμ, βγήκε και τον ευλόγησε, και ο Αβραάμ, με τη σειρά του, «του έδωσε ένα δέκατο από το καθετί».—Γε 14:17-20.
Εμφάνιση του Υποσχεμένου Σπέρματος. Εφόσον η Σάρρα παρέμενε στείρα, φαινόταν ότι ο Ελιέζερ, ο πιστός οικονόμος από τη Δαμασκό, θα λάβαινε την κληρονομιά του Αβραάμ. Ωστόσο, ο Ιεχωβά διαβεβαίωσε ξανά τον Αβραάμ ότι το δικό του σπέρμα θα γινόταν αναρίθμητο, όπως τα άστρα του ουρανού, και έτσι ο Αβραάμ «έθεσε πίστη στον Ιεχωβά· και εκείνος του το υπολόγισε ως δικαιοσύνη», παρότι αυτό συνέβη χρόνια προτού περιτμηθεί ο Αβραάμ. (Γε 15:1-6· Ρω 4:9, 10) Τότε ο Ιεχωβά σύναψε, με βάση θυσίες ζώων, μια επίσημη διαθήκη με τον Αβραάμ, και ταυτόχρονα αποκάλυψε ότι επί 400 χρόνια το σπέρμα του Αβραάμ θα υφίστατο ταλαιπωρίες, ακόμη και υποδούλωση.—Γε 15:7-21· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ.
Ο καιρός περνούσε. Ήδη βρίσκονταν περίπου δέκα χρόνια στη Χαναάν και ωστόσο η Σάρρα παρέμενε στείρα. Γι’ αυτό, εκείνη πρότεινε να την υποκαταστήσει η Αιγύπτια υπηρέτριά της η Άγαρ, ώστε να αποκτήσει παιδί μέσω αυτής. Ο Αβραάμ συναίνεσε σε αυτό. Έτσι λοιπόν, το 1932 Π.Κ.Χ., όταν ο Αβραάμ ήταν 86 χρονών, γεννήθηκε ο Ισμαήλ. (Γε 16:3, 15, 16) Πέρασε και άλλος καιρός. Το 1919 Π.Κ.Χ., όταν ο Αβραάμ ήταν 99 χρονών, ο Ιεχωβά διέταξε να περιτμηθούν όλα τα άρρενα μέλη του σπιτικού του Αβραάμ, ως σημείο ή σφραγίδα που θα πιστοποιούσε την ειδική σχέση διαθήκης η οποία υπήρχε μεταξύ του ίδιου και του Αβραάμ. Συγχρόνως, ο Ιεχωβά άλλαξε το όνομά του από Άβραμ σε Αβραάμ, «επειδή πατέρα πλήθους εθνών θα σε κάνω». (Γε 17:5, 9-27· Ρω 4:11) Λίγο αργότερα, τρεις υλοποιημένοι άγγελοι, τους οποίους φιλοξένησε ο Αβραάμ στο όνομα του Ιεχωβά, υποσχέθηκαν ότι η Σάρρα θα συλλάμβανε και θα γεννούσε έναν γιο, και μάλιστα μέσα στο επόμενο έτος!—Γε 18:1-15.
Τι μνημειώδες έτος αποδείχτηκε αυτό! Τα Σόδομα και τα Γόμορρα καταστράφηκαν. Ο ανιψιός του Αβραάμ και οι δύο κόρες του μόλις που γλίτωσαν. Ο Αβραάμ μαζί με τη Σάρρα μετακινήθηκε στα Γέραρα, όπου όμως ο βασιλιάς αυτής της φιλισταϊκής πόλης πήρε τη Σάρρα για το χαρέμι του. Ο Ιεχωβά επενέβη, η Σάρρα απελευθερώθηκε, και στον προσδιορισμένο καιρό, το 1918 Π.Κ.Χ., όταν ο Αβραάμ ήταν 100 χρονών και η Σάρρα 90, γεννήθηκε ο Ισαάκ, ο από μακρού υποσχεμένος κληρονόμος. (Γε 18:16–21:7) Πέντε χρόνια αργότερα, όταν ο 19χρονος ετεροθαλής αδελφός του Ισαάκ, ο Ισμαήλ, τον περιγελούσε, ο Αβραάμ αναγκάστηκε να αποπέμψει τον Ισμαήλ και τη μητέρα του την Άγαρ. Τότε, το 1913 Π.Κ.Χ., άρχισαν για το σπέρμα του Αβραάμ τα 400 χρόνια ταλαιπωρίας.—Γε 21:8-21· 15:13· Γα 4:29.
Η μεγαλύτερη δοκιμή της πίστης του Αβραάμ ήρθε περίπου 20 χρόνια αργότερα. Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, ο Ισαάκ ήταν τότε 25 χρονών. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, του Φ. Ιώσηπου, Α΄, 227 [xiii, 2]) Υπακούοντας στις οδηγίες του Ιεχωβά, ο Αβραάμ πήρε τον Ισαάκ και ταξίδεψε προς το Β, από τη Βηρ-σαβεέ που βρισκόταν στη Νεγκέμπ ως το Όρος Μοριά, το οποίο βρισκόταν ακριβώς Β της Σαλήμ. Εκεί έχτισε θυσιαστήριο και ετοιμάστηκε να προσφέρει τον Ισαάκ, το υποσχεμένο σπέρμα, ως ολοκαύτωμα. Πράγματι, ο Αβραάμ «ουσιαστικά πρόσφερε τον Ισαάκ», επειδή «θεώρησε ότι ο Θεός μπορούσε να τον εγείρει ακόμη και από τους νεκρούς». Ο Ιεχωβά επενέβη μόλις την τελευταία στιγμή και προμήθευσε ένα κριάρι αντί του Ισαάκ πάνω στο θυσιαστήριο. Αυτή, λοιπόν, η ανεπιφύλακτη πίστη που συνοδευόταν από απόλυτη υπακοή υποκίνησε τον Ιεχωβά να εδραιώσει περαιτέρω τη διαθήκη του με τον Αβραάμ μέσω ενός όρκου, μιας ειδικής νομικής εγγύησης.—Γε 22:1-18· Εβρ 6:13-18· 11:17-19.
Όταν πέθανε η Σάρρα στη Χεβρών το 1881 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 127 ετών, ο Αβραάμ χρειάστηκε να αγοράσει έναν τόπο ταφής, γιατί στην πραγματικότητα ήταν απλώς ένας πάροικος ο οποίος δεν κατείχε καθόλου γη στη Χαναάν. Αγόρασε, λοιπόν, από τους γιους του Χετ έναν αγρό και τη σπηλιά που υπήρχε σε αυτόν, στη Μαχπελάχ, κοντά στη Μαμβρή. (Γε 23:1-20· βλέπε ΑΓΟΡΑ.) Τρία χρόνια αργότερα, όταν ο Ισαάκ έγινε 40 ετών, ο Αβραάμ έστειλε το γεροντότερο υπηρέτη του, πιθανώς τον Ελιέζερ, πίσω στη Μεσοποταμία για να βρει για το γιο του μια κατάλληλη σύζυγο, η οποία θα ήταν και αληθινή λάτρις του Ιεχωβά. Η Ρεβέκκα, κόρη του ανιψιού του Αβραάμ, ήταν η επιλογή του Ιεχωβά.—Γε 24:1-67.
«Ο δε Αβραάμ πήρε και πάλι μια σύζυγο», τη Χετούρα, και στη συνέχεια απέκτησε έξι ακόμη γιους, έτσι ώστε από τον Αβραάμ προήλθαν, όχι μόνο οι Ισραηλίτες, οι Ισμαηλίτες και οι Εδωμίτες, αλλά και οι Μαδανίτες, οι Μαδιανίτες και άλλοι. (Γε 25:1, 2· 1Χρ 1:28, 32, 34) Με αυτόν τον τρόπο εκπληρώθηκε στον Αβραάμ η προφητική εξαγγελία του Ιεχωβά: «Πατέρα πλήθους εθνών θα σε κάνω». (Γε 17:5) Τελικά, ο Αβραάμ πέθανε το 1843 Π.Κ.Χ., σε καλά γηρατειά—175 ετών—και θάφτηκε από τους γιους του, τον Ισαάκ και τον Ισμαήλ, στη σπηλιά Μαχπελάχ. (Γε 25:7-10) Πριν από το θάνατό του, ο Αβραάμ έδωσε δώρα στους γιους τους οποίους είχε αποκτήσει με τις δευτερεύουσες συζύγους του και τους έστειλε μακριά, ώστε να είναι ο Ισαάκ ο μοναδικός κληρονόμος “όλων όσων είχε”.—Γε 25:5, 6.
Πατριαρχική Κεφαλή και Προφήτης. Ο Αβραάμ ήταν πολύ πλούσιος άνθρωπος με μεγάλα ποίμνια και κοπάδια βοδιών, πολύ ασήμι και χρυσάφι και πολυπληθές σπιτικό το οποίο αριθμούσε πολλές εκατοντάδες υπηρέτες. (Γε 12:5, 16· 13:2, 6, 7· 17:23, 27· 20:14· 24:35) Γι’ αυτόν το λόγο, οι βασιλιάδες της Χαναάν τον έβλεπαν ως έναν ισχυρό “αρχηγό” και κάποιον με τον οποίο έπρεπε να συνάπτουν διαθήκες ειρήνης. (Γε 23:6· 14:13· 21:22, 23) Ωστόσο, ο Αβραάμ ποτέ δεν επέτρεψε στον υλισμό να θολώσει την εικόνα που είχε για τον Ιεχωβά και τις υποσχέσεις Του ή να τον κάνει να γίνει υπερήφανος, υψηλόφρων ή ιδιοτελής.—Γε 13:9· 14:21-23.
Στις Εβραϊκές Γραφές ο Αβραάμ είναι ο πρώτος που αναφέρεται ως «προφήτης», παρότι και άλλοι, όπως ο Ενώχ, προφήτευσαν πριν από αυτόν. (Γε 20:7· Ιου 14) Ο πρώτος που προσδιορίζεται στις Γραφές ως “Εβραίος” είναι ο Αβραάμ. (Γε 14:13) Ο Αβραάμ, σαν τον Άβελ, τον Ενώχ και τον Νώε, ήταν άντρας πίστης. (Εβρ 11:4-9) Αλλά η έκφραση “θέτω πίστη στον Ιεχωβά” χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στην περίπτωση του Αβραάμ.—Γε 15:6.
Πραγματικά, αυτός ο άντρας ασυνήθιστης πίστης περπάτησε με τον Θεό, έλαβε αγγέλματα από αυτόν μέσω οραμάτων και ονείρων και φιλοξένησε τους ουράνιους αγγελιοφόρους Του. (Γε 12:1-3, 7· 15:1-8, 12-21· 18:1-15· 22:11, 12, 15-18) Ήταν καλά εξοικειωμένος με το όνομα του Θεού, παρ’ όλο που τότε ο Ιεχωβά δεν είχε αποκαλύψει την πλήρη σημασία του ονόματός Του. (Εξ 6:2, 3) Επανειλημμένα ο Αβραάμ έχτισε θυσιαστήρια και πρόσφερε θυσίες στο όνομα του Θεού του τού Ιεχωβά και προς αίνο και δόξα Εκείνου.—Γε 12:8· 13:4, 18· 21:33· 24:40· 48:15.
Ως πατριαρχική κεφαλή, ο Αβραάμ δεν επέτρεπε να υπάρχει στο σπιτικό του ούτε ειδωλολατρία ούτε ασέβεια, αλλά συνεχώς δίδασκε όλους τους γιους του και τους υπηρέτες του να «τηρούν την οδό του Ιεχωβά για να εκτελούν δικαιοσύνη και κρίση». (Γε 18:19) Όλα τα άρρενα μέλη του σπιτικού του Αβραάμ δεσμεύτηκαν μέσω ενός νόμου του Ιεχωβά να υποβληθούν σε περιτομή. Η Αιγύπτια δούλη Άγαρ επικαλέστηκε το όνομα του Ιεχωβά μέσω προσευχής. Και ο γεροντότερος υπηρέτης του Αβραάμ κατέδειξε με μια πολύ συγκινητική προσευχή στον Ιεχωβά τη δική του πίστη στον Θεό του Αβραάμ. Ο Ισαάκ επίσης, σε νεαρή ηλικία, απέδειξε την πίστη του και την υπακοή του στον Ιεχωβά επιτρέποντας στον πατέρα του να τον δέσει χειροπόδαρα και να τον τοποθετήσει πάνω στο θυσιαστήριο για θυσία.—Γε 17:10-14, 23-27· 16:13· 24:2-56.
Ιστορικότητα. Ο Ιησούς και οι μαθητές του ανέφεραν τον Αβραάμ περισσότερες από 70 φορές στις συζητήσεις τους και στα συγγράμματά τους. Στην παραβολή του για τον πλούσιο και τον Λάζαρο, ο Ιησούς αναφέρθηκε στον Αβραάμ με συμβολική έννοια. (Λου 16:19-31) Όταν οι ενάντιοί του καυχήθηκαν ότι ήταν απόγονοι του Αβραάμ, ο Ιησούς κατέδειξε αμέσως την υποκρισία τους λέγοντας: «Αν είστε παιδιά του Αβραάμ, να κάνετε τα έργα του Αβραάμ». (Ιωα 8:31-58· Ματ 3:9, 10) Όπως είπε ο απόστολος Παύλος, αυτό που μετράει δεν είναι η κατά σάρκα καταγωγή, αλλά απεναντίας η πίστη σαν αυτή του Αβραάμ, η οποία δίνει σε κάποιον τη δυνατότητα να ανακηρυχτεί δίκαιος. (Ρω 9:6-8· 4:1-12) Ο Παύλος ταύτισε επίσης το αληθινό σπέρμα του Αβραάμ με τον Χριστό και με όσους ανήκουν στον Χριστό ως «κληρονόμοι αναφορικά με μια υπόσχεση». (Γα 3:16, 29) Επιπλέον κάνει λόγο για την καλοσύνη του Αβραάμ και τη φιλοξενία που έδειχνε σε αγνώστους, και στο μακρύ κατάλογο των επιφανών μαρτύρων του Ιεχωβά, τον οποίο αναφέρει ο Παύλος στο 11ο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής, δεν παραβλέπει τον Αβραάμ. Επιπρόσθετα, ο Παύλος επισημαίνει ότι οι δύο γυναίκες του Αβραάμ, η Σάρρα και η Άγαρ, αποτελούσαν χαρακτήρες ενός συμβολικού δράματος το οποίο περιλάμβανε τις δύο διαθήκες του Ιεχωβά. (Γα 4:22-31· Εβρ 11:8) Ο Βιβλικός συγγραφέας Ιάκωβος προσθέτει ότι η πίστη του Αβραάμ συνοδευόταν από δίκαια έργα και ότι, γι’ αυτόν το λόγο, έγινε γνωστός ως «φίλος του Ιεχωβά».—Ιακ 2:21-23.
Αρχαιολογικές ανακαλύψεις έχουν επίσης επιβεβαιώσει διάφορα πράγματα που μνημονεύονται στη Βιβλική ιστορία του Αβραάμ: Τις γεωγραφικές θέσεις πολλών περιοχών καθώς και έθιμα εκείνης της εποχής, όπως η αγορά του αγρού από τους Χετταίους, η επιλογή του Ελιέζερ ως κληρονόμου και η μεταχείριση της Άγαρ.
[Διάγραμμα στη σελίδα 40]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ
ΘΑΡΑ
ΝΑΧΩΡ
Ρευμά
4 γιοι
ΑΡΡΑΝ
Μελχά
ΒΑΘΟΥΗΛ
ΛΑΒΑΝ
7 ακόμη γιοι
Ιεσχά
ΛΩΤ
1η Κόρη
ΜΩΑΒ
ΜΩΑΒΙΤΕΣ
2η Κόρη
ΒΕΝ-ΑΜΜΙ
ΑΜΜΩΝΙΤΕΣ
ΑΒΡΑΑΜ
Χετούρα
6 γιοι
Άγαρ
ΙΣΜΑΗΛ
ΙΣΜΑΗΛΙΤΕΣ
Σάρρα
ΙΣΑΑΚ
Ρεβέκκα
ΗΣΑΥ
ΕΔΩΜΙΤΕΣ
ΙΑΚΩΒ Η αρίθμηση των γιων του Ιακώβ ακολουθεί τη σειρά γέννησης
Λεία
ΡΟΥΒΗΝ (1)
ΣΥΜΕΩΝ (2)
ΛΕΥΙ (3)
ΙΟΥΔΑΣ (4)
Η γραμμή στην οποία γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός
ΙΣΣΑΧΑΡ (9)
ΖΑΒΟΥΛΩΝ (10)
Δείνα
Ραχήλ
ΙΩΣΗΦ (11)
ΒΕΝΙΑΜΙΝ (12)
Βαλλά
ΔΑΝ (5)
ΝΕΦΘΑΛΙ (6)
Ζελφά
ΓΑΔ (7)
ΑΣΗΡ (8)
υποδηλώνει σύζυγο ή παλλακίδα
υποδηλώνει απόγονο ή απογόνους
-
-
ΆβραμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΡΑΜ
Βλέπε ΑΒΡΑΑΜ.
-
-
ΑβρέχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΡΕΧ
(Αβρέχ).
Η έκφραση τιμής και μεγαλειότητας την οποία διαλαλούσαν μπροστά από το άρμα του Ιωσήφ όταν ο Φαραώ τον έκανε δεύτερο σε εξουσία στο βασίλειο. (Γε 41:43) Αν έχει εβραϊκή προέλευση, όπως διατεινόταν ο αρχαίος μεταφραστής Ακύλας και όπως υποστηρίζει η λατινική Βουλγάτα, θα μπορούσε να σημαίνει «λυγίζω το γόνατο», και έτσι αποδίδεται σε πολλές μεταφράσεις. (AS, KJ, Da, Dy, Ro· βλέπε επίσης ΒΑΜ, ΜΠΚ.) Εντούτοις, αυτή η άποψη απορρίπτεται από πολλούς λόγω της ύπαρξης παρόμοιων λέξεων σε άλλες γλώσσες. Για παράδειγμα, μερικοί πιστεύουν ότι ίσως πρόκειται για βαβυλωνιακό ή ασσυριακό τίτλο υψηλού αξιωματούχου, ο οποίος σημαίνει «βλέπων» ή «μεγάλος βεζίρης». Μερικοί παραπέμπουν στην κοπτική γλώσσα και υποστηρίζουν ότι σημαίνει «σκύβω το κεφάλι». Άλλοι επισημαίνουν ότι οι Άραβες λένε κάτι παρόμοιο όταν προστάζουν τις καμήλες τους να γονατίσουν. Η συριακή Πεσίτα χρησιμοποιεί την απόδοση: «Πατέρας και Άρχοντας!» Άλλοι ερευνητές πιστεύουν ότι πρόκειται για αποκλειστικά αιγυπτιακό όρο. Ο Ωριγένης, που γεννήθηκε στην Αίγυπτο, και ο Ιερώνυμος πιστεύουν ότι σημαίνει «αυτόχθων Αιγύπτιος» και, εξαιτίας της περιφρόνησης που έδειχναν οι Αιγύπτιοι προς τους ξένους, υποστηρίζουν ότι επρόκειτο για δημόσια διακήρυξη απόκτησης ιθαγένειας. Μια παρόμοια έκφραση, που εντοπίστηκε σε κάποιον πάπυρο, σημαίνει “η προσταγή σου επιθυμία μας”, δηλαδή “είμαστε στην υπηρεσία σου”.—Η Ζωή και οι Ημέρες του Ιωσήφ στο Φως της Αιγυπτιακής Παράδοσης (The Life and Times of Joseph in the Light of Egyptian Lore), του Χ. Τόμκινς, Λονδίνο, 1891, σ. 49, 50.
Συνεπώς, η ακριβής σημασία αυτής της έκφρασης δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί, και ως εκ τούτου μερικές Βιβλικές μεταφράσεις την αφήνουν αμετάφραστη. (JP, JB, ΜΝΚ) Αυτό το μη εβραϊκό έθιμο της δημόσιας επευφημίας κάποιου τιμώμενου ανθρώπου καθώς αυτός περνούσε με άρμα ή άλογο μέσα από την πόλη συναντάται επίσης στο εδάφιο Εσθήρ 6:11, όταν ο Μαροδοχαίος τιμήθηκε δημόσια κατόπιν διαταγής του Πέρση Βασιλιά Ασσουήρη.
-
-
ΑβρωνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΡΩΝΑ
(Αβρωνά).
Μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες κατά τη διάρκεια της οδοιπορίας τους στην έρημο, μετά την αναχώρησή τους από την Αίγυπτο. Καταχωρίζεται ανάμεσα στην Ιοτβαθά και στην Εσιών-γεβέρ και ταυτίζεται με την όαση Έιν Ντεφίγιε (Εν Αβρόνα), η οποία βρίσκεται 14,5 χλμ. ΒΒΑ της Εσιών-γεβέρ.—Αρ 33:34, 35.
-
-
ΆβυσσοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΒΥΣΣΟΣ
Σύμφωνα με το Ελληνικό και Αγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([Greek and English Lexicon to the New Testament] Λονδίνο, 1845, σ. 2) του Πάρκχερστ, η λέξη ἄβυσσος ως επίθετο σημαίνει «πολύ ή εξαιρετικά βαθύς». Σύμφωνα με το Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 1, σ. 7), σημαίνει επίσης «απύθμενος, αχανής». Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί συχνά το ουσιαστικό ἄβυσσος για να μεταφράσει την εβραϊκή λέξη τεχώμ (υδάτινα βάθη), όπως για παράδειγμα στα εδάφια Γένεση 1:2· 7:11.
Η λέξη ἄβυσσος ως ουσιαστικό συναντάται εννιά φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, εφτά από τις οποίες στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Από την «άβυσσο» είναι που βγαίνουν οι συμβολικές ακρίδες υπό την ηγεσία του βασιλιά τους, του Αβαδδών ή Απολλύοντος, του “αγγέλου της αβύσσου”. (Απ 9:1-3, 11) «Το θηρίο» που διεξάγει πόλεμο με τους «δύο μάρτυρες» του Θεού και τους σκοτώνει λέγεται επίσης ότι ανεβαίνει «από την άβυσσο». (Απ 11:3, 7) Τα εδάφια Αποκάλυψη 20:1-3 περιγράφουν το μελλοντικό ρίξιμο του Σατανά στην άβυσσο για χίλια χρόνια, κάτι που μια λεγεώνα δαιμόνων ικέτευσε τον Ιησού να μην κάνει σε αυτούς σε κάποια περίπτωση.—Λου 8:31.
Η Σημασία της στη Γραφή. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Μετάφραση των Εβδομήκοντα δεν χρησιμοποιεί τη λέξη ἄβυσσος για να μεταφράσει την εβραϊκή λέξη σιε’όλ. Έχοντας μάλιστα υπόψη το γεγονός ότι εκεί ρίχνονται πνευματικά πλάσματα, δεν είναι κατάλληλο να περιοριστεί νοηματικά αυτή η λέξη στον Σιεόλ ή Άδη, εφόσον αυτές οι δύο λέξεις αναφέρονται καθαρά στον κοινό γήινο τάφο του ανθρωπίνου γένους. (Ιωβ 17:13-16· βλέπε ΑΔΗΣ· ΣΙΕΟΛ.) Ούτε αναφέρεται στη «λίμνη της φωτιάς», αφού ο Σατανάς ρίχνεται στη λίμνη της φωτιάς μετά την ελευθέρωσή του από την άβυσσο. (Απ 20:1-3, 7-10) Η δήλωση του Παύλου στο εδάφιο Ρωμαίους 10:7, στην οποία παρουσιάζει τον Χριστό να βρίσκεται στην άβυσσο, αποκλείει επίσης αυτή την πιθανότητα και επιπλέον δείχνει ότι η άβυσσος δεν ταυτίζεται με τον Τάρταρο.—Βλέπε ΤΑΡΤΑΡΟΣ.
Τα εδάφια Ρωμαίους 10:6, 7 βοηθούν στο να διευκρινιστεί η έννοια της λέξης «άβυσσος», καθώς δηλώνουν: «Αλλά η δικαιοσύνη που είναι αποτέλεσμα πίστης μιλάει με αυτόν τον τρόπο: “Μην πεις μέσα στην καρδιά σου: «Ποιος θα ανεβεί στον ουρανό;» δηλαδή, για να κατεβάσει τον Χριστό· ή «ποιος θα κατεβεί στην άβυσσο;» δηλαδή, για να ανεβάσει τον Χριστό από τους νεκρούς”». (Παράβαλε Δευ 30:11-13.) Είναι φανερό ότι εδώ η λέξη «άβυσσος» αναφέρεται στον τόπο όπου ο Χριστός Ιησούς πέρασε μέρη τριών ημερών και από τον οποίο τόπο τον ανέστησε ο Πατέρας του. (Παράβαλε Ψλ 71:19, 20· Ματ 12:40.) Το εδάφιο Αποκάλυψη 20:7 χαρακτηρίζει την άβυσσο «φυλακή», και τα δεσμά του απόλυτου περιορισμού εξαιτίας του θανάτου στην περίπτωση του Ιησού βεβαίως εναρμονίζονται με αυτό.—Παράβαλε Πρ 2:24· 2Σα 22:5, 6· Ιωβ 38:16, 17· Ψλ 9:13· 107:18· 116:3.
Αναφορικά με την έννοια «απύθμενος» της πρωτότυπης λέξης ως χαρακτηριστικό “της αβύσσου”, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί η δήλωση στην Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας και της Ηθικής ([Encyclopædia of Religion and Ethics] 1913, Τόμ. 1, σ. 54) του Χάστινγκς, η οποία σχολιάζει τα εδάφια Ρωμαίους 10:6, 7 ως εξής: «Η φρασεολογία του Αγίου Παύλου μεταδίδει την εντύπωση της απεραντοσύνης αυτού του βασιλείου, η οποία απεραντοσύνη καθιστά μάταιη κάθε απόπειρα εξερεύνησής του». Ο Παύλος αντιπαραβάλλει το πόσο απρόσιτος είναι ο «ουρανός» και η «άβυσσος» με το πόσο προσιτή είναι η δικαιοσύνη μέσω πίστης. Η χρήση της συγγενικής λέξης βάθος από τον Παύλο στο εδάφιο Ρωμαίους 11:33 το καταδεικνύει αυτό: «Ω! βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσης του Θεού! Πόσο ανεξερεύνητες είναι οι κρίσεις του και ανεξιχνίαστες οι οδοί του!» (Βλέπε επίσης 1Κο 2:10· Εφ 3:18, 19.) Έτσι λοιπόν, σε αρμονία με τα εδάφια Ρωμαίους 10:6, 7, ο τόπος που αντιπροσωπεύεται από την «άβυσσο» προφανώς υπονοεί επίσης κάτι απρόσιτο για οποιονδήποτε άλλον εκτός του Θεού ή του διορισμένου αγγέλου του που έχει «το κλειδί της αβύσσου». (Απ 20:1) Το Μέγα Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης, του Δημητράκου (Τόμ. 1, σ. 11), δίνει ως μία από τις έννοιες της λέξης ἄβυσσος «το άπειρον κενόν».
Ο πληθυντικός της εβραϊκής λέξης μετσωλάχ (ή μετσουλάχ) μεταφράζεται ως “μεγάλη άβυσσος” στο εδάφιο Ψαλμός 88:6 και σημαίνει κατά κυριολεξία «άβυσσοι» ή «βάθη». (Παράβαλε Ζαχ 10:11.) Συγγενεύει με τη λέξη τσουλάχ, η οποία σημαίνει «υδάτινα βάθη».—Ησ 44:27.
-
-
ΑγάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΒ
(Αγάβ) [Ακρίδα].
Πρόγονος μιας οικογένειας Νεθινίμ, δηλαδή δούλων του ναού. «Οι γιοι του Αγάβ» αναφέρονται μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. από την εξορία στη Βαβυλώνα. (Εσδ 2:1, 2, 43, 46) Το όνομα Αγάβ, ωστόσο, δεν εμφανίζεται στον παράλληλο κατάλογο, στο εδάφιο Νεεμίας 7:48.
-
-
ΑγαβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΒΑ
(Αγαβά) [Ακρίδα].
Πρόγονος μιας οικογένειας Νεθινίμ, δηλαδή δούλων του ναού. «Οι γιοι του Αγαβά» ήταν μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν το 537 Π.Κ.Χ. από την εξορία στη Βαβυλώνα.—Εσδ 2:1, 2, 43, 45· Νε 7:48.
-
-
ΆγαβοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΒΟΣ
(Άγαβος).
Χριστιανός προφήτης ο οποίος, μαζί με άλλους προφήτες, κατέβηκε από την Ιερουσαλήμ στην Αντιόχεια της Συρίας το έτος κατά το οποίο έμεινε εκεί ο Παύλος.
Ο Άγαβος προείπε μέσω του πνεύματος «ότι επρόκειτο να πέσει μεγάλη πείνα σε ολόκληρη την κατοικημένη γη». (Πρ 11:27, 28) Σύμφωνα με τα όσα δηλώνει η αφήγηση, η προφητεία εκπληρώθηκε τον καιρό που ήταν αυτοκράτορας ο Κλαύδιος (41-54 Κ.Χ.). Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος κάνει μνεία αυτού του “μεγάλου λιμού”.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Κ΄, 51 (ii, 5)· Κ΄, 101 (v, 2).
Λίγο πριν ολοκληρωθεί η τελευταία ιεραποστολική περιοδεία του Παύλου (γύρω στο 56 Κ.Χ.), ο Άγαβος συνάντησε τον Παύλο στην Καισάρεια και διατύπωσε με παραστατικό τρόπο μια προφητεία για τη μελλοντική σύλληψη του Παύλου στην Ιερουσαλήμ, δένοντας τα χέρια του και τα πόδια του με τη ζώνη του Παύλου.—Πρ 21:8-11.
-
-
ΑγάγΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΓ
(Αγάγ).
Το όνομα ή ο τίτλος κάποιων βασιλιάδων των Αμαληκιτών.
1. Ο Βαλαάμ, στην τρίτη προφητική του εξαγγελία, προείπε ότι ένας βασιλιάς του Ισραήλ θα ήταν «υψηλότερος από τον Αγάγ, και η βασιλεία του θα υψωθεί». (Αρ 24:7) Αυτά τα λόγια ειπώθηκαν γύρω στο 1473 Π.Κ.Χ., ενώ δεν γίνονται περαιτέρω αναφορές στον Αγάγ μέχρι τη βασιλεία του Σαούλ (1117-1078 Π.Κ.Χ.). Γι’ αυτόν το λόγο, ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι «Αγάγ» ήταν ένας τίτλος που χρησιμοποιούσαν οι βασιλιάδες των Αμαληκιτών, παρόμοιος με τον τίτλο του Φαραώ που χρησιμοποιούσαν οι βασιλιάδες της Αιγύπτου. Μπορεί επίσης να πρόκειται απλώς για περίπτωση επαναλαμβανόμενης χρήσης ενός προσωπικού ονόματος. Ούτως ή άλλως, ο τρόπος με τον οποίο ο Βαλαάμ αναφέρθηκε στον Αγάγ αφήνει να εννοηθεί ότι εκείνη την εποχή το βασίλειό του ήταν ισχυρό.—Αρ 24:20· βλέπε ΑΜΑΛΗΚ, ΑΜΑΛΗΚΙΤΕΣ.
2. Ο βασιλιάς του Αμαλήκ που νικήθηκε από τον Βασιλιά Σαούλ σε εκπλήρωση του διατάγματος του Ιεχωβά. (Εξ 17:14· Δευ 25:17-19· 1Σα 15:1-7) Ωστόσο, ο Σαούλ δεν εκτέλεσε τον Αγάγ και επέτρεψε στο λαό να κρατήσει μερικά από τα λάφυρα, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να εξαγγείλει ο Σαμουήλ ότι ο Θεός είχε απορρίψει τον Σαούλ ως βασιλιά. (1Σα 15:8-29) Στη συνέχεια, ο Αγάγ εκτελέστηκε από τον Σαμουήλ, ο οποίος του είπε: «Όπως το σπαθί σου στέρησε από γυναίκες τα παιδιά τους έτσι και η μητέρα σου θα γίνει η πλέον στερημένη από παιδιά ανάμεσα στις γυναίκες».—1Σα 15:32, 33· παράβαλε Κρ 1:5-7.
-
-
ΑγαγίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΓΙΤΗΣ
(Αγαγίτης) [Του (Από τον) Αγάγ].
Προσδιορισμός του Αμάν και του πατέρα του, του Αμμεδαθά, στα εδάφια Εσθήρ 3:1, 10· 8:3, 5· 9:24. Προφανώς η επωνυμία αυτή τους προσδιορίζει ως απογόνους του Αγάγ και επομένως ως Αμαληκίτες στην καταγωγή. Οι Ιουδαίοι κατά παράδοση εκλαμβάνουν με αυτή την έννοια τη συγκεκριμένη έκφραση και θεωρούν ότι ο εν λόγω Αγάγ είναι ο μονάρχης που αναφέρεται στα εδάφια 1 Σαμουήλ 15:8-33. Ο Ιώσηπος λέει ότι ο Αμάν ήταν «Αμαληκίτης στην καταγωγή». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΑ΄, 209 [vi, 5]) Ο Μαροδοχαίος καταγόταν από τον Κεις της φυλής του Βενιαμίν, πράγμα που σημαίνει ότι αυτός και ο Αμάν ήταν, κατά μία έννοια, παραδοσιακοί εχθροί.—Εσθ 2:5.
-
-
ΑγαθότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΘΟΤΗΤΑ
Η ιδιότητα ή η κατάσταση του να είναι κανείς αγαθός, καλός· ηθική υπεροχή, αρετή. Η αγαθότητα είναι ιδιότητα αμιγώς ακέραιη, στην οποία δεν έχει θέση η κακία ή η διαφθορά. Είναι θετική ιδιότητα και εκδηλώνεται όταν κάποιος κάνει καλές και επωφελείς πράξεις για τους άλλους. Στις Εβραϊκές Γραφές η συνηθέστερη λέξη που αποδίδεται «αγαθός» είναι η λέξη τωβ, ενώ στις Ελληνικές Γραφές χρησιμοποιείται η λέξη ἀγαθός συνήθως με ηθική ή θρησκευτική σημασία.
Η Αγαθότητα του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά Θεός είναι αγαθός με την απόλυτη και υπέρτατη έννοια. Η Γραφή αναφέρει: «Αγαθός και ευθύς είναι ο Ιεχωβά» (Ψλ 25:8), και διατρανώνει: «Πόσο μεγάλη είναι η αγαθότητά του!» (Ζαχ 9:17) Ο Ιησούς Χριστός, μολονότι είχε αυτή την ιδιότητα της ηθικής υπεροχής, δεν δέχτηκε τον τίτλο «Αγαθός» αλλά είπε σε κάποιον που τον προσφώνησε «Δάσκαλε Αγαθέ»: «Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανείς δεν είναι αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός». (Μαρ 10:17, 18) Με αυτόν τον τρόπο αναγνώρισε τον Ιεχωβά ως το απαράμιλλο πρότυπο όσον αφορά το τι είναι αγαθό.
Όταν ο Μωυσής ζήτησε να δει τη δόξα Του, ο Ιεχωβά απάντησε: «Εγώ ο ίδιος θα κάνω να περάσει όλη μου η αγαθότητα μπροστά από το πρόσωπό σου και θα διακηρύξω το όνομα του Ιεχωβά μπροστά σου». Ο Ιεχωβά κάλυψε τον Μωυσή ώστε να μη δει το πρόσωπό του, αλλά καθώς πέρασε από μπροστά του (προφανώς μέσω του αγγελικού εκπροσώπου του [Πρ 7:53]), διακήρυξε στον Μωυσή: «Ιεχωβά, Ιεχωβά, Θεός ελεήμων και φιλεύσπλαχνος, που είναι μακρόθυμος και αφθονεί σε στοργική καλοσύνη και αλήθεια, που διατηρεί στοργική καλοσύνη για χιλιάδες, που συγχωρεί σφάλμα και παράβαση και αμαρτία, αλλά δεν πρόκειται να δώσει απαλλαγή από την τιμωρία».—Εξ 33:18, 19, 22· 34:6, 7.
Εδώ η αγαθότητα εμφανίζεται ως ιδιότητα η οποία περιλαμβάνει έλεος, στοργική καλοσύνη και αλήθεια αλλά δεν παραβλέπει καθόλου την κακία ούτε συμπράττει με αυτήν. Ως εκ τούτου, ο Δαβίδ μπορούσε να προσευχηθεί στον Ιεχωβά να συγχωρήσει τις αμαρτίες του “για χάρη της αγαθότητας του Ιεχωβά”. (Ψλ 25:7) Η αγαθότητα του Ιεχωβά, καθώς και η αγάπη του, συντέλεσε στο να προσφέρει Αυτός τον Γιο του ως θυσία για αμαρτίες. Με αυτόν τον τρόπο προμήθευσε ένα μέσο για να βοηθηθούν όσοι θα επιθυμούσαν ό,τι είναι πραγματικά αγαθό, ενώ ταυτόχρονα καταδίκασε την κακία και έθεσε τη βάση ώστε να ικανοποιηθεί πλήρως η κρίση και η δικαιοσύνη.—Ρω 3:23-26.
Καρπός του Πνεύματος. Η αγαθότητα είναι καρπός του πνεύματος του Θεού και του φωτός που προέρχεται από το Λόγο της αλήθειας του. (Γα 5:22· Εφ 5:9) Ο Χριστιανός πρέπει να καλλιεργεί αυτόν τον καρπό. Η υπακοή στις εντολές του Ιεχωβά αναπτύσσει αγαθότητα—κανένας άνθρωπος δεν έχει αγαθότητα με τη δική του αξία. (Ρω 7:18) Ο ψαλμωδός κάνει έκκληση στον Θεό ως την Πηγή της αγαθότητας: «Αγαθότητα, σύνεση και γνώση δίδαξέ με, γιατί στις εντολές σου άσκησα πίστη», και «Εσύ είσαι αγαθός και αγαθοποιός. Δίδαξέ με τις διατάξεις σου».—Ψλ 119:66, 68.
Η Αγαθότητα Παρέχει Οφέλη. Η αγαθότητα μπορεί επίσης να σημαίνει την παροχή ωφέλιμων πραγμάτων σε άλλους. Ο Ιεχωβά επιθυμεί να εκδηλώνει αγαθότητα προς το λαό του, όπως προσευχήθηκε ο απόστολος Παύλος για τους Χριστιανούς στη Θεσσαλονίκη: «Προσευχόμαστε πάντοτε για εσάς, για να σας υπολογίσει ο Θεός μας άξιους της κλήσης του και να εκτελέσει στο πλήρες όλα όσα ευαρεστείται σχετικά με την αγαθότητα, καθώς και το έργο της πίστης με δύναμη». (2Θε 1:11) Είναι πολλά τα παραδείγματα της άφθονης αγαθότητας που εκδηλώνει ο Θεός προς όσους αποβλέπουν σε αυτόν. (1Βα 8:66· Ψλ 31:19· Ησ 63:7· Ιερ 31:12, 14) Επιπλέον, «ο Ιεχωβά είναι αγαθός απέναντι σε όλους και τα ελέη του είναι πάνω σε όλα τα έργα του». (Ψλ 145:9) Εκτείνει την αγαθότητά του σε όλους με σκοπό να υποκινήσει η αγαθότητά του πολλά άτομα να τον υπηρετήσουν και έτσι να αποκτήσουν ζωή. Παρόμοια, κάθε άτομο που εκδηλώνει αγαθότητα αποτελεί ευλογία για εκείνους με τους οποίους συναναστρέφεται.—Παρ 11:10.
Ως υπηρέτες και μιμητές του Θεού, οι Χριστιανοί έχουν λάβει την εντολή να αποδεικνύουν ποιο είναι το καλό (ἀγαθόν, Κείμενο) και τέλειο θέλημα του Θεού για αυτούς (Ρω 12:2), πρέπει δε να προσκολλώνται σε ό,τι είναι καλό (Ρω 12:9), να κάνουν το καλό (Ρω 13:3), να εργάζονται το καλό (Ρω 2:10), να το επιδιώκουν (1Θε 5:15), να είναι ζηλωτές για το καλό (1Πε 3:13), να γίνονται μιμητές του καλού (3Ιω 11) και να νικούν το κακό με το καλό (Ρω 12:21). Πρέπει να κάνουν το καλό ιδιαίτερα σε αυτούς που είναι συγγενείς τους στη Χριστιανική πίστη, αλλά επίσης και προς όλους τους άλλους.—Γα 6:10.
Μια Συναφής Λέξη. Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, εκτός από τη λέξη ἀγαθός, χρησιμοποιεί και μια άλλη παρόμοια λέξη, τη λέξη καλός. Αυτή υποδηλώνει κάτι που είναι από τη φύση του καλό, όμορφο και ανταποκρίνεται στις περιστάσεις ή στο σκοπό του (όπως το καλό έδαφος ή χώμα· Ματ 13:8, 23), επίσης κάτι που είναι καλής ποιότητας, καθώς και κάτι που είναι ηθικά καλό, σωστό ή αξιότιμο (όπως το όνομα του Θεού· Ιακ 2:7). Η λέξη καλός συνδέεται στενά ως προς το νόημα με τη λέξη ἀγαθός, αλλά μπορεί να αποδοθεί και με διαφορετικούς τρόπους, όπως «σωστός» ή «έντιμος».—Ιακ 4:17· Εβρ 13:18.
-
-
ΑγαμίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΜΙΑ
Η κατάσταση του άγαμου. Στην αρχή, μετά τη δημιουργία του ανθρώπου Αδάμ, «είπε ο Ιεχωβά Θεός: “Δεν είναι καλό να παραμένει ο άνθρωπος μόνος. Θα κάνω για αυτόν έναν βοηθό, ως συμπλήρωμά του”». (Γε 2:18, 21-24) Έκτοτε, ο γάμος αποτέλεσε το φυσιολογικό τρόπο ζωής για τους ανθρώπους, οι δε εξαιρέσεις ήταν σπάνιες και οφείλονταν σε ειδικούς λόγους.—Βλέπε ΓΑΜΟΣ.
Μια τέτοια ειδική περίπτωση αποτελούσε ο Ιερεμίας. Αυτός έλαβε τη θεϊκή εντολή να παραμείνει άγαμος και να μην αποκτήσει παιδιά, διότι οι συνθήκες σε εκείνο το έθνος θα γίνονταν απελπιστικές, και τα παιδιά θα σφάζονταν ανελέητα από έναν αμείλικτο κατακτητή. (Ιερ 16:1-4) Η κόρη του Ιεφθάε ήταν μια άλλη εξαίρεση. Σεβόμενη την ευχή του πατέρα της, παρέμεινε άγαμη εθελούσια υπηρετώντας ολοχρόνια στον οίκο του Ιεχωβά.—Κρ 11:34-40.
Ο απόστολος Παύλος ανέλυσε τα οφέλη της αγαμίας, υπό την προϋπόθεση ότι το άτομο δεν βρίσκεται κάτω υπό υπερβολική πίεση, δεν «ανάβει από το πάθος» και επομένως δεν κινδυνεύει να πορνεύσει. Η πορεία της αγαμίας είναι “καλύτερη” επειδή επιτρέπει σε κάποιον να υπηρετεί τον Θεό «χωρίς περισπασμούς». (1Κο 7:1, 2, 8, 9, 29-38· 9:5) Δεν αναφέρεται αν οι τέσσερις κόρες του Φιλίππου του ευαγγελιστή παντρεύτηκαν κάποια στιγμή στη ζωή τους αργότερα, ωστόσο την εποχή που ο Λουκάς έγραψε την αφήγησή του, περιγράφονται ως «παρθένες, που προφήτευαν».—Πρ 21:8, 9.
Ο Χριστός Ιησούς, όπως και ο Ιερεμίας, παρέμεινε άγαμος. Συζητώντας με τους μαθητές του το αν η αγαμία ήταν προτιμητέα σε σχέση με την έγγαμη κατάσταση, ο Ιησούς είπε: «Δεν αφήνουν όλοι χώρο για αυτά τα λόγια, αλλά μόνο όσοι έχουν το χάρισμα . . . και υπάρχουν ευνούχοι που έχουν ευνουχίσει τον εαυτό τους για χάρη της βασιλείας των ουρανών. Αυτός που μπορεί να αφήσει χώρο για αυτό ας αφήσει χώρο για αυτό».—Ματ 19:10-12.
Η αγαμία, λοιπόν, είναι ένα χάρισμα, βασικό πλεονέκτημα του οποίου είναι η ελευθερία που προσφέρει στον κάτοχό του. Ο Ιησούς εδώ χρησιμοποίησε μεταφορική γλώσσα. Μερικοί άνθρωποι “αφήνουν χώρο για αυτό”, όχι με κατά γράμμα αυτοευνουχισμό, αλλά μέσα στην καρδιά τους, αποφασίζοντας εθελούσια να παραμείνουν σωματικά σε κατάσταση αγαμίας, είτε για όλη τους τη ζωή είτε για μικρότερη περίοδο χρόνου, διαφυλάττοντας την άγαμη υπόστασή τους μέσω εγκράτειας.
Η διδασκαλία και η τακτική της υποχρεωτικής αγαμίας που προωθούν ορισμένες θρησκευτικές αιρέσεις, ωστόσο, δεν έχουν Γραφική υποστήριξη. Αντιθέτως, είναι γραμμένο ότι «σε μεταγενέστερες χρονικές περιόδους μερικοί θα πέσουν από την πίστη, . . . [θα] απαγορεύουν το γάμο». (1Τι 4:1-3) Σημειωτέον ότι πολλοί ή οι περισσότεροι απόστολοι ήταν έγγαμοι. (1Κο 9:5) Αυτό που αποτρέπει όσους έχουν το χάρισμα της αγαμίας από το να παντρευτούν δεν είναι κατ’ ανάγκην μια ευχή υποχρεωτικής αγαμίας, αλλά η επιθυμία και η ικανότητα που έχουν να αφοσιωθούν στην υπηρεσία του Θεού ενώ βρίσκονται σε κατάσταση αγαμίας.
-
-
ΑγάπηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΠΗ
Αίσθημα ένθερμης προσωπικής προσκόλλησης ή βαθιάς στοργής, όπως αυτό που νιώθει κανείς για έναν φίλο, γονέα ή παιδί και ούτω καθεξής· ένθερμη συμπάθεια για κάποιον άλλον· επίσης, η φιλάγαθη στοργή που νιώθει ο Θεός για τα πλάσματά του ή η ευλαβική στοργή που οφείλουν αυτά στον Θεό· επίσης, η γεμάτη καλοσύνη στοργή που εκδηλώνουν κατάλληλα τα πλάσματα του Θεού μεταξύ τους· η δυνατή ή γεμάτη πάθος στοργή για ένα άτομο του αντίθετου φύλου η οποία αποτελεί το συναισθηματικό κίνητρο για τη γαμήλια ένωση. Ένα από τα συνώνυμα της αγάπης είναι η λέξη «αφοσίωση».
Εκτός από αυτές τις έννοιες, οι Γραφές κάνουν επίσης λόγο για την αγάπη που καθοδηγείται από αρχές, όπως είναι η αγάπη για τη δικαιοσύνη ή ακόμη και η αγάπη κάποιου για τους εχθρούς του, για τους οποίους ίσως αυτός να μη νιώθει στοργή. Αυτή η πτυχή, ή έκφραση, της αγάπης σημαίνει ανιδιοτελή αφοσίωση στη δικαιοσύνη και ειλικρινές ενδιαφέρον για τη διαρκή ευημερία των άλλων, καθώς και ενεργή εκδήλωση αυτού του ενδιαφέροντος για το καλό τους.
Το ρήμα ’αχέβ ή ’αχάβ («αγαπώ») και το ουσιαστικό ’αχαβάχ («αγάπη») είναι ως επί το πλείστον οι λέξεις του εβραϊκού κειμένου που χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν την αγάπη με τις παραπάνω σημασίες, τα δε συμφραζόμενα είναι εκείνα που καθορίζουν τη σημασία και το βαθμό που εννοούνται.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές χρησιμοποιούνται κυρίως τύποι των λέξεων ἀγάπη, φιλία και δύο λέξεις που παράγονται από τη λέξη στοργή (η λέξη ἔρως, η αγάπη ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα, δεν χρησιμοποιείται). Η λέξη ἀγάπη εμφανίζεται πιο συχνά από τις άλλες.
Σχετικά με το ουσιαστικό ἀγάπη και το ρήμα ἀγαπάω, Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), αναφέρει: «Η αγάπη μπορεί να αναγνωριστεί μόνο από τις πράξεις τις οποίες υποκινεί. Η αγάπη του Θεού φαίνεται από το γεγονός ότι πρόσφερε ως δώρο τον Γιο Του, 1 Ιωάν. 4:9, 10. Προφανώς, όμως, δεν επρόκειτο για αγάπη που θέλει να ευχαριστεί ούτε για απλή εκδήλωση στοργής, δηλαδή δεν υποκινήθηκε από κάποια ιδιαίτερη αρετή των αντικειμένων της, Ρωμ. 5:8. Επρόκειτο για έκφραση του Θεϊκού θελήματος μέσω εκούσιας επιλογής, η οποία έγινε χωρίς προσδιορίσιμη αιτία, εκτός από αυτήν που ενυπάρχει στην ίδια τη φύση του Θεού, παράβαλε Δευτ. 7:7, 8».—1981, Τόμ. 3, σ. 21.
Αναφορικά με το ρήμα φιλέω, ο Βάιν σχολιάζει: «Πρέπει να διαχωρίζεται από το ρήμα ἀγαπάω ως προς το εξής: το ρήμα φιλέω εκφράζει εντονότερα τρυφερή στοργή. . . . Εξάλλου, το να αγαπάει κάποιος (ὁ φιλῶν, Κείμενο) τη ζωή, έχοντας υπέρμετρη επιθυμία να τη διατηρήσει και ξεχνώντας τον πραγματικό σκοπό της ζωής, επισύρει τον έλεγχο του Κυρίου, Ιωάν. 12:25. Αντίθετα, το να αγαπάει (ἀγαπᾷν, Κείμενο) τη ζωή με τον τρόπο τον οποίο περιγράφει η λέξη στο εδάφιο 1 Πέτρ. 3:10 σημαίνει να λαβαίνει υπόψη του τα πραγματικά συμφέροντα της ζωής. Εδώ η χρήση της λέξης φιλέω θα ήταν εντελώς ακατάλληλη».—Τόμ. 3, σ. 21, 22.
Το Αναλυτικό Ταμείο της Αγίας Γραφής (Exhaustive Concordance of the Bible), του Τζέιμς Στρονγκ, στο τμήμα του ελληνικού λεξικού (1890, σ. 75, 76), κάνει το εξής σχόλιο κάτω από το λήμμα φιλέω: «Είμαι φίλος (συμπαθώ [ένα άτομο ή κάποιο αντικείμενο]), δηλαδή νιώθω στοργή (κάτι που υποδηλώνει προσωπική προσκόλληση, ως ζήτημα συναισθήματος, ενώ το ρήμα [ἀγαπάω] είναι πιο ευρύ και εμπερικλείει ιδίως την κρίση και την εκούσια συναίνεση της θέλησης, ως ζήτημα αρχής, καθήκοντος και ευπρέπειας . . . )».—Βλέπε ΣΤΟΡΓΗ.
Επομένως, η λέξη ἀγάπη του πρωτότυπου κειμένου έχει την έννοια της αγάπης η οποία καθοδηγείται, ή διέπεται, από αρχές. Μπορεί να περιλαμβάνει ή να μην περιλαμβάνει στοργή και συμπάθεια. Το γεγονός ότι η ἀγάπη μπορεί να περιλαμβάνει στοργή και θερμά αισθήματα γίνεται φανερό από πολλά αποσπάσματα. Στο εδάφιο Ιωάννης 3:35 ο Ιησούς είπε: «Ο Πατέρας αγαπάει [ἀγαπᾷ, Κείμενο] τον Γιο». Στο εδάφιο Ιωάννης 5:20 είπε: «Ο Πατέρας νιώθει στοργή για [φιλεῖ, Κείμενο] τον Γιο». Ασφαλώς, η αγάπη του Θεού για τον Ιησού Χριστό συνοδεύεται από μεγάλη στοργή. Επίσης, ο Ιησούς εξήγησε: «Εκείνος που με αγαπάει [ἀγαπῶν, Κείμενο] θα αγαπηθεί [ἀγαπηθήσεται, Κείμενο] από τον Πατέρα μου, και εγώ θα τον αγαπήσω». (Ιωα 14:21) Αυτή η αγάπη του Πατέρα και του Γιου συνοδεύεται από τρυφερή στοργή για τέτοια άτομα που εκδηλώνουν αγάπη. Οι λάτρεις του Ιεχωβά πρέπει να αγαπούν Αυτόν και τον Γιο του, καθώς και ο ένας τον άλλον, με τον ίδιο τρόπο.—Ιωα 21:15-17.
Άρα λοιπόν, η ἀγάπη, αν και ξεχωρίζει λόγω του σεβασμού προς τις αρχές, δεν χαρακτηρίζεται από έλλειψη αισθημάτων, αλλιώς δεν θα διέφερε από την ψυχρή δικαιοσύνη. Ωστόσο, δεν κυριαρχείται από τα αισθήματα ή από συναισθηματισμό—δεν αγνοεί ποτέ τις αρχές. Ενεργώντας ορθά, οι Χριστιανοί δείχνουν ἀγάπη σε άλλους για τους οποίους μπορεί να μη νιώθουν στοργή ή συμπάθεια, και το κάνουν αυτό για την ευημερία των εν λόγω ατόμων. (Γα 6:10) Ωστόσο, αν και μπορεί να μη νιώθουν στοργή, νιώθουν όμως συμπόνια και ειλικρινές ενδιαφέρον για αυτούς τους συνανθρώπους τους, στο βαθμό και με τον τρόπο που επιτρέπουν και υπαγορεύουν οι δίκαιες αρχές.
Παρ’ όλα αυτά, ενώ η ἀγάπη διέπεται από αρχές, υπάρχουν καλές και κακές αρχές. Θα μπορούσε κάποιος να εκδηλώσει εσφαλμένο είδος ἀγάπης, καθοδηγούμενος από κακές αρχές. Για παράδειγμα, ο Ιησούς είπε: «Αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, ποιος έπαινος σας ανήκει; Διότι και οι αμαρτωλοί αγαπούν εκείνους που τους αγαπούν. Και αν κάνετε καλό σε εκείνους που σας κάνουν καλό, ποιος έπαινος σας ανήκει άραγε; Και οι αμαρτωλοί κάνουν το ίδιο. Επίσης, αν δανείζετε χωρίς τόκο σε εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να λάβετε, ποιος έπαινος σας ανήκει; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν χωρίς τόκο σε αμαρτωλούς για να πάρουν πίσω τα ίσα». (Λου 6:32-34) Η αρχή βάσει της οποίας ενεργούν τέτοιου είδους άτομα είναι: “Αν μου κάνεις εσύ καλό, θα σου κάνω και εγώ καλό”.
Ο απόστολος Παύλος είπε για κάποιον με τον οποίο είχε συνεργαστεί: «Ο Δημάς με εγκατέλειψε επειδή αγάπησε το παρόν σύστημα πραγμάτων». (2Τι 4:10) Ο Δημάς προφανώς αγάπησε τον κόσμο βάσει της αρχής ότι αυτή η αγάπη θα του απέφερε υλικά οφέλη. Ο Ιησούς λέει: «Οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι μάλλον παρά το φως, γιατί τα έργα τους ήταν πονηρά. Διότι εκείνος που πράττει απαίσια πράγματα μισεί το φως και δεν έρχεται στο φως, για να μην ελεγχθούν τα έργα του». (Ιωα 3:19, 20) Επειδή είναι γεγονός, ή δεδομένη αρχή, ότι το σκοτάδι βοηθάει στη συγκάλυψη των πονηρών τους πράξεων, αυτοί το αγαπούν.
Ο Ιησούς έδωσε την εξής εντολή: «Να αγαπάτε τους εχθρούς σας». (Ματ 5:44) Ο ίδιος ο Θεός εδραίωσε αυτή την αρχή, όπως δηλώνει ο απόστολος Παύλος: «Ο Θεός συστήνει τη δική του αγάπη σε εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για εμάς. . . . Διότι αν, όταν ήμασταν εχθροί, συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό μέσω του θανάτου του Γιου του, πολύ περισσότερο, τώρα που έχουμε συμφιλιωθεί, θα σωθούμε μέσω της ζωής του». (Ρω 5:8-10) Εξέχον παράδειγμα τέτοιας αγάπης είναι η πολιτεία του Θεού με τον Σαύλο από την Ταρσό, τον μετέπειτα απόστολο Παύλο. (Πρ 9:1-16· 1Τι 1:15) Άρα, η αγάπη προς τους εχθρούς μας πρέπει να διέπεται από την αρχή που εδραίωσε ο Θεός και πρέπει να εκδηλώνεται με υπακοή στις εντολές του, ανεξάρτητα από το αν αυτή η αγάπη συνοδεύεται ή όχι από θερμά αισθήματα ή στοργή.
Ο Θεός. Ο απόστολος Ιωάννης γράφει: «Ο Θεός είναι αγάπη». (1Ιω 4:8) Αυτός είναι η ίδια η προσωποποίηση της αγάπης, που είναι η κυρίαρχη ιδιότητά του. Ωστόσο, δεν ισχύει το αντίστροφο, ότι δηλαδή “η αγάπη (η αφηρημένη ιδιότητα) είναι Θεός”. Αυτός αποκαλύπτει τον εαυτό του στην Αγία Γραφή ως Πρόσωπο και μιλάει μεταφορικά για τα «μάτια» του, τα «χέρια» του, την «καρδιά» του, την «ψυχή» του και ούτω καθεξής. Έχει και άλλες ιδιότητες, μεταξύ των οποίων είναι η δικαιοσύνη, η δύναμη και η σοφία. (Δευ 32:4· Ιωβ 36:22· Απ 7:12) Επιπλέον, έχει την ικανότητα να μισεί, μια ιδιότητα εντελώς αντίθετη από την αγάπη. Η αγάπη του για τη δικαιοσύνη απαιτεί από αυτόν να μισεί την πονηρία. (Δευ 12:31· Παρ 6:16) Η αγάπη εμπεριέχει το αίσθημα και την εκδήλωση ένθερμης προσωπικής στοργής, την οποία μόνο ένα πρόσωπο μπορεί να νιώσει ή η οποία μπορεί να εκδηλωθεί προς ένα πρόσωπο. Ασφαλώς ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, δεν είναι μια αφηρημένη ιδιότητα. Αυτός είπε ότι βρισκόταν με τον Πατέρα του, εργαζόταν μαζί του, τον ευαρεστούσε και τον άκουγε, και επίσης μίλησε για αγγέλους οι οποίοι βλέπουν το πρόσωπο του Πατέρα του, πράγματα τα οποία είναι αδύνατον να αφορούν μια αφηρημένη ιδιότητα.—Ματ 10:32· 18:10· Ιωα 5:17· 6:46· 8:28, 29, 40· 17:5.
Αποδείξεις της αγάπης του. Είναι άφθονες οι αποδείξεις για το γεγονός ότι ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός και ο Θεός του σύμπαντος, είναι αγάπη. Αυτές τις αποδείξεις μπορεί να τις δει κανείς στην ίδια τη φυσική δημιουργία. Με τι αξιοθαύμαστη επιμέλεια πλάστηκε αυτή για την υγεία, την ευχαρίστηση και την ευημερία του ανθρώπου! Ο άνθρωπος δεν έχει δημιουργηθεί απλώς για να υπάρχει, αλλά για να απολαμβάνει το φαγητό, να ευφραίνεται παρατηρώντας τα χρώματα και τις ομορφιές της δημιουργίας, να απολαμβάνει τα ζώα και τη συντροφιά των συνανθρώπων του και να βρίσκει ευχαρίστηση στις αμέτρητες άλλες χαρές της ζωής. (Ψλ 139:14, 17, 18) Αλλά ο Ιεχωβά έχει δείξει ακόμη περισσότερο την αγάπη του φτιάχνοντας τον άνθρωπο κατά την εικόνα και την ομοίωσή του (Γε 1:26, 27), με την ικανότητα να αγαπάει και να έχει πνευματικότητα, και επίσης αποκαλύπτοντας τον εαυτό του στους ανθρώπους μέσω του Λόγου του και του αγίου του πνεύματος.—1Κο 2:12, 13.
Η αγάπη του Ιεχωβά για το ανθρώπινο γένος είναι σαν την αγάπη που τρέφει ένας Πατέρας για τα παιδιά του. (Ματ 5:45) Δεν τους στερεί τίποτα που είναι για το καλό τους, ανεξάρτητα από το τίμημα που συνεπάγεται κάτι τέτοιο για αυτόν. Η αγάπη του ξεπερνάει οτιδήποτε μπορούμε να νιώσουμε ή να εκφράσουμε. (Εφ 2:4-7· Ησ 55:8· Ρω 11:33) Τη μεγαλύτερη εκδήλωση της αγάπης του—το πιο στοργικό πράγμα που μπορεί να κάνει ένας γονέας—την επιφύλαξε για το ανθρώπινο γένος. Το έκανε αυτό δίνοντας τη ζωή του ίδιου του πιστού, μονογενούς Γιου του. (Ιωα 3:16) Όπως γράφει ο απόστολος Ιωάννης: «Όσο για εμάς, εμείς αγαπάμε επειδή εκείνος πρώτος μας αγάπησε». (1Ιω 4:19) Αυτός είναι, επομένως, η Πηγή της αγάπης. Ένας άλλος απόστολος, ο Παύλος, γράφει: «Διότι μετά δυσκολίας θα πεθάνει κανείς για έναν δίκαιο· για τον αγαθό ίσως και να τολμάει κανείς να πεθάνει. Αλλά ο Θεός συστήνει τη δική του αγάπη σε εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για εμάς».—Ρω 5:7, 8· 1Ιω 4:10.
Η αιώνια αγάπη του Θεού. Η αγάπη του Ιεχωβά για τους πιστούς υπηρέτες του είναι αιώνια. Δεν χάνεται ούτε ελαττώνεται, άσχετα με τις περιστάσεις στις οποίες μπορεί να βρίσκονται αυτοί—ευνοϊκές ή δυσμενείς—ή τις δυσκολίες τις οποίες μπορεί να αντιμετωπίζουν—μεγάλες ή μικρές. Ο απόστολος Παύλος δήλωσε με θέρμη: «Διότι είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε κυβερνήσεις ούτε παρόντα πράγματα ούτε μελλοντικά πράγματα ούτε δυνάμεις ούτε ύψος ούτε βάθος ούτε καμιά άλλη δημιουργία θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού, η οποία είναι στον Χριστό Ιησού, τον Κύριό μας».—Ρω 8:38, 39.
Η κυριαρχία του Θεού βασίζεται στην αγάπη. Ο Ιεχωβά αγάλλεται με το γεγονός ότι η κυριαρχία του και η υποστήριξη που αυτή λαβαίνει από τα πλάσματά του βασίζονται πρωταρχικά στην αγάπη. Επιθυμεί μόνο όσους αγαπούν την κυριαρχία του λόγω των θαυμάσιων ιδιοτήτων του και επειδή αυτή είναι δίκαιη, όσους προτιμούν τη δική του κυριαρχία από οποιαδήποτε άλλη. (1Κο 2:9) Αυτοί επιλέγουν να υπηρετούν υπό την κυριαρχία του αντί να επιδιώκουν ανεξαρτησία, διότι γνωρίζουν τόσο τον ίδιο όσο και την αγάπη, τη δικαιοσύνη και τη σοφία του, ιδιότητες που, όπως αντιλαμβάνονται, υπερέχουν πολύ από τις δικές τους. (Ψλ 84:10, 11) Ο Διάβολος απέτυχε σε αυτό το σημείο, επειδή επιδίωξε εγωιστικά την ανεξαρτησία του, όπως άλλωστε έκαναν ο Αδάμ και η Εύα. Στην πραγματικότητα, ο Διάβολος αμφισβήτησε τον τρόπο διακυβέρνησης του Θεού, λέγοντας ουσιαστικά ότι ήταν άστοργος και άδικος (Γε 3:1-5), και ότι τα πλάσματα του Θεού δεν Τον υπηρετούσαν από αγάπη αλλά από ιδιοτέλεια.—Ιωβ 1:8-12· 2:3-5.
Ο Ιεχωβά Θεός επέτρεψε στον Διάβολο να ζήσει και να υποβάλει τους υπηρέτες του, ακόμη και τον μονογενή του Γιο, σε δοκιμή μέχρι θανάτου. Ο Θεός προείπε ότι ο Ιησούς Χριστός θα έμενε πιστός. (Ησ 53) Πώς μπορούσε να το πει αυτό με τόση σιγουριά για τον Γιο του; Λόγω της αγάπης. Ο Ιεχωβά γνώριζε τον Γιο του και γνώριζε την αγάπη που έτρεφε ο Γιος του για Αυτόν και για τη δικαιοσύνη. (Εβρ 1:9) Γνώριζε τον Γιο του άριστα και με κάθε λεπτομέρεια. (Ματ 11:27) Είχε πλήρη εμπιστοσύνη και πεποίθηση στην πιστότητα του Γιου. Εκτός αυτού, η «αγάπη . . . είναι τέλειος δεσμός ενότητας». (Κολ 3:14) Πρόκειται για τον πιο ισχυρό δεσμό στο σύμπαν, την τέλεια αγάπη που δένει άρρηκτα τον Γιο με τον Πατέρα. Για παρόμοιους λόγους, ο Θεός μπορούσε να εμπιστευτεί την οργάνωση των υπηρετών του, γνωρίζοντας ότι η αγάπη θα κρατούσε τους περισσότερους από αυτούς ακλόνητα προσκολλημένους σε εκείνον υπό δοκιμή και ότι η οργάνωση των πλασμάτων του ποτέ δεν θα αποσκιρτούσε ως σύνολο.—Ψλ 110:3.
Ο Ιησούς Χριστός. Εφόσον επί αμέτρητους αιώνες ο Ιησούς συναναστρεφόταν πολύ στενά με τον Πατέρα του, την Πηγή της αγάπης, και Τον γνώριζε άριστα και με κάθε λεπτομέρεια, μπορούσε να πει: «Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει και τον Πατέρα». (Ιωα 14:9· Ματ 11:27) Επομένως, η αγάπη του Ιησού είναι πλήρης, τέλεια. (Εφ 3:19) Ο ίδιος είπε στους μαθητές του: «Κανείς δεν έχει αγάπη μεγαλύτερη από αυτήν, από το να παραδώσει την ψυχή του για χάρη των φίλων του». (Ιωα 15:13) Προηγουμένως τους είχε πει: «Σας δίνω μια καινούρια εντολή, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· όπως εγώ σας αγάπησα, να αγαπάτε και εσείς ο ένας τον άλλον». (Ιωα 13:34) Αυτή η εντολή ήταν καινούρια με την έννοια ότι ο Νόμος, κάτω από τον οποίο βρίσκονταν ο Ιησούς και οι μαθητές του εκείνον τον καιρό, έδινε την εξής εντολή: «Πρέπει να αγαπάς το συνάνθρωπό σου [ή τον πλησίον σου] όπως τον εαυτό σου». (Λευ 19:18· Ματ 22:39) Απαιτούσε μεν να αγαπάει κανείς τους άλλους όπως τον εαυτό του, αλλά δεν απαιτούσε αυτοθυσιαστική αγάπη η οποία θα μπορούσε να ωθήσει ένα άτομο να δώσει και την ίδια του τη ζωή για χάρη κάποιου άλλου. Η ζωή και ο θάνατος του Ιησού αποτέλεσαν υπόδειγμα του είδους της αγάπης την οποία απαιτούσε αυτή η καινούρια εντολή. Εκτός από το να κάνει το καλό όποτε δίνεται η ευκαιρία, ο ακόλουθος του Χριστού πρέπει να παίρνει την πρωτοβουλία, υπό την κατεύθυνση του Χριστού, για να βοηθάει τους άλλους πνευματικά ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Πρέπει να αναλαμβάνει δράση για το καλό τους. Το κήρυγμα και η διδασκαλία των καλών νέων στους άλλους, μερικοί από τους οποίους ίσως είναι εχθροί, είναι μια από τις μεγαλύτερες εκδηλώσεις αγάπης, διότι μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να αποκτήσουν αυτοί αιώνια ζωή. Ο Χριστιανός πρέπει “να μεταδίδει, όχι μόνο τα καλά νέα του Θεού, αλλά και την ίδια του την ψυχή” για να βοηθάει εκείνους οι οποίοι δέχονται τα καλά νέα και να συνεργάζεται με αυτούς. (1Θε 2:8) Πρέπει μάλιστα να είναι έτοιμος να παραδώσει την ψυχή του (τη ζωή του) για χάρη τους.—1Ιω 3:16.
Πώς Αποκτάει Κάποιος Αγάπη. Μέσω του αγίου πνεύματος, ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα δημιουργήθηκαν έχοντας σε κάποιον βαθμό αυτό το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του Θεού, δηλαδή την αγάπη, καθώς και τη δυνατότητα να επεκτείνουν, να μεγεθύνουν και να εμπλουτίσουν αυτή την αγάπη. Η αγάπη είναι καρπός του πνεύματος του Θεού. (Γα 5:22) Η θεοσεβής αγάπη δεν είναι μια ιδιότητα που την έχει κάποιος χωρίς να γνωρίζει το γιατί, όπως συμβαίνει με ορισμένες σωματικές ή διανοητικές ικανότητες, λόγου χάρη τη σωματική ομορφιά, το μουσικό ταλέντο ή παρόμοιες κληρονομημένες ιδιότητες. Η θεοσεβής αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει μέσα σε ένα άτομο χωρίς τη γνώση και την υπηρεσία του Θεού ή χωρίς στοχασμό και εκτίμηση. Μόνο αν κάποιος καλλιεργεί την αγάπη μπορεί να γίνει μιμητής του Θεού, που είναι η Πηγή της αγάπης. (Ψλ 77:11· Εφ 5:1, 2· Ρω 12:2) Ο Αδάμ δεν καλλιέργησε αγάπη για τον Θεό, δεν προόδευσε μέχρι του σημείου να τελειοποιήσει την αγάπη. Αυτό φαίνεται από το ότι δεν βρισκόταν σε ενότητα με τον Θεό, δεν συνδεόταν μαζί Του με αυτόν τον τέλειο δεσμό ενότητας. Ο Αδάμ, ωστόσο, αν και ήταν ατελής και αμαρτωλός, μεταβίβασε στους απογόνους του, «κατά την εικόνα του», την ικανότητα και τη δυνατότητα να αγαπούν. (Γε 5:3) Γενικά, το ανθρώπινο γένος εκδηλώνει αγάπη, αλλά συχνά πρόκειται για παροδηγημένη, υποβαθμισμένη και διαστρεβλωμένη αγάπη.
Η αγάπη μπορεί να είναι παροδηγημένη. Για τους λόγους αυτούς, είναι φανερό ότι κάποιος μπορεί να έχει αληθινή αγάπη, η οποία να κατευθύνεται σωστά, μόνο αν επιζητεί και ακολουθεί το πνεύμα του Θεού και τη γνώση που πηγάζει από το Λόγο Του. Για παράδειγμα, ένας γονέας νιώθει στοργή για το παιδί του. Αλλά θα μπορούσε να αφήσει αυτή την αγάπη να υποβαθμιστεί ή θα μπορούσε ο ίδιος να παροδηγηθεί λόγω συναισθηματισμού, δίνοντας στο παιδί του τα πάντα χωρίς να του αρνείται τίποτα. Ίσως να μην ασκεί τη γονική του εξουσία παρέχοντας διαπαιδαγώγηση και ενίοτε πραγματική τιμωρία. (Παρ 22:15) Τέτοια υποτιθέμενη αγάπη μπορεί στην ουσία να είναι θέμα οικογενειακής υπερηφάνειας, που ισοδυναμεί με ιδιοτέλεια. Η Αγία Γραφή λέει ότι ένα τέτοιο άτομο δεν εκδηλώνει αγάπη αλλά μίσος, επειδή δεν ακολουθεί την πορεία που θα σώσει τη ζωή του παιδιού του.—Παρ 13:24· 23:13, 14.
Αυτή δεν είναι η αγάπη που προέρχεται από τον Θεό. Η θεοσεβής αγάπη ωθεί κάποιον να κάνει ό,τι είναι καλό και ωφέλιμο για το άλλο άτομο. «Η αγάπη εποικοδομεί». (1Κο 8:1) Η αγάπη δεν είναι συναισθηματισμός. Είναι σταθερή και ισχυρή, κατευθύνεται από θεϊκή σοφία και προσκολλάται πρώτα από όλα σε ό,τι είναι αγνό και σωστό. (Ιακ 3:17) Ο Θεός το κατέδειξε αυτό στην περίπτωση του Ισραήλ, τον οποίο τιμωρούσε αυστηρά όταν δεν υπάκουε, για το δικό τους αιώνιο καλό. (Δευ 8:5· Παρ 3:12· Εβρ 12:6) Ο απόστολος Παύλος λέει στους Χριστιανούς: «Με σκοπό τη διαπαιδαγώγηση υπομένετε. Ο Θεός φέρεται σε εσάς σαν σε γιους. Διότι ποιος γιος είναι αυτός τον οποίο δεν διαπαιδαγωγεί ο πατέρας του; . . . Επιπλέον, είχαμε τους πατέρες της σάρκας μας για να μας διαπαιδαγωγούν, και τους δείχναμε σεβασμό. Δεν θα πρέπει να υποταχθούμε πολύ περισσότερο στον Πατέρα της πνευματικής μας ζωής και να ζήσουμε; Διότι εκείνοι επί λίγες ημέρες μας διαπαιδαγωγούσαν σύμφωνα με ό,τι φαινόταν σε εκείνους καλό, αλλά αυτός μας διαπαιδαγωγεί για δικό μας όφελος ώστε να μετάσχουμε στην αγιότητά του. Είναι αλήθεια ότι καμιά διαπαιδαγώγηση δεν φαίνεται προς το παρόν να φέρνει χαρά, αλλά λύπη· ύστερα όμως, σε εκείνους που έχουν γυμναστεί από αυτήν αποφέρει ειρηνικό καρπό, δηλαδή δικαιοσύνη».—Εβρ 12:7-11.
Η γνώση δίνει στην αγάπη τη σωστή κατεύθυνση. Η αγάπη πρέπει να κατευθύνεται πρώτα στον Θεό, πάνω από κάθε άλλον. Αλλιώς θα πάρει εσφαλμένη κατεύθυνση και θα οδηγήσει ακόμη και στη λατρεία κάποιου πλάσματος ή πράγματος. Το να γνωρίζει κανείς τους σκοπούς του Θεού είναι ζωτικής σημασίας, επειδή τότε ξέρει τι είναι καλύτερο για τη δική του ευημερία καθώς και των άλλων, και επίσης θα γνωρίζει πώς να εκδηλώσει αγάπη με τον κατάλληλο τρόπο. Η αγάπη μας για τον Θεό πρέπει να προσφέρεται με “όλη μας την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμη”. (Ματ 22:36-38· Μαρ 12:29, 30) Δεν πρέπει να συνίσταται απλώς και μόνο σε εξωτερικές εκδηλώσεις, αλλά πρέπει να αντικατοπτρίζει ολόκληρο τον εσωτερικό άνθρωπο. Η αγάπη περιλαμβάνει αισθήματα. (1Πε 1:22) Αλλά αν η διάνοια δεν είναι καταρτισμένη ώστε να γνωρίζει τι είναι η αληθινή αγάπη και πώς ενεργεί, τότε η αγάπη μπορεί να εκδηλωθεί προς εσφαλμένη κατεύθυνση. (Ιερ 10:23· 17:9· παράβαλε Φλπ 1:9.) Η διάνοια πρέπει να γνωρίζει τον Θεό και τις ιδιότητές του, τους σκοπούς του, καθώς και πώς Αυτός εκδηλώνει αγάπη. (1Ιω 4:7) Σε αρμονία με αυτό, και εφόσον η αγάπη είναι η πιο σημαντική ιδιότητα, όταν κάποιος αφιερώνεται στον Θεό, αφιερώνεται στον ίδιο τον Ιεχωβά ως πρόσωπο (στον οποίο η αγάπη είναι η κυρίαρχη ιδιότητα) και όχι σε κάποιο έργο ή σκοπό. Στη συνέχεια, πρέπει να εκδηλώνει την αγάπη με την ψυχή του, με κάθε ίνα της υπόστασής του, και πρέπει να επιστρατεύει όλη του τη δύναμη σε αυτή την προσπάθεια.
Η αγάπη μπορεί να διευρυνθεί. Η αληθινή αγάπη, η οποία αποτελεί καρπό του πνεύματος του Θεού, μπορεί να διευρυνθεί. (2Κο 6:11-13) Δεν είναι φειδωλή, περιορισμένη ή προδιαγεγραμμένη. Πρέπει να προσφέρεται για να είναι πλήρης. Ο άνθρωπος πρέπει πρώτα να αγαπάει τον Θεό (Δευ 6:5), τον Γιο του (Εφ 6:24), και κατόπιν ολόκληρη τη Χριστιανική αδελφότητα σε όλο τον κόσμο (1Πε 2:17· 1Ιω 2:10· 4:20, 21). Πρέπει να αγαπάει τη σύζυγό του και εκείνη το σύζυγό της. (Παρ 5:18, 19· Εκ 9:9· Εφ 5:25, 28, 33) Πρέπει να εκδηλώνει αγάπη και στα παιδιά του. (Τιτ 2:4) Οφείλει να αγαπάει όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους εχθρούς του, και να κάνει Χριστιανικά έργα για αυτούς. (Ματ 5:44· Λου 6:32-36) Σχολιάζοντας τους καρπούς του πνεύματος, πρώτος από τους οποίους είναι η αγάπη, η Αγία Γραφή αναφέρει: «Εναντίον τέτοιων πραγμάτων δεν υπάρχει νόμος». (Γα 5:22, 23) Αυτή η αγάπη δεν έχει κάποιον νόμο που να την περιορίζει. Μπορεί κανείς να την εκδηλώνει οποτεδήποτε, οπουδήποτε και σε οποιονδήποτε βαθμό, προς όποιους την οφείλει. Στην πραγματικότητα, το μόνο χρέος που πρέπει να οφείλουν οι Χριστιανοί ο ένας στον άλλον είναι η αγάπη. (Ρω 13:8) Αυτή η αγάπη του ενός προς τον άλλον αποτελεί διακριτικό γνώρισμα των αληθινών Χριστιανών.—Ιωα 13:35.
Πώς Ενεργεί η Θεοσεβής Αγάπη. Η αγάπη, έτσι όπως «ο Θεός είναι αγάπη», είναι τόσο υπέροχη ώστε είναι δύσκολο να οριστεί. Πιο εύκολο είναι να πει κανείς πώς ενεργεί αυτή. Στην ακόλουθη εξέταση αυτής της θαυμάσιας ιδιότητας, θα αναλυθεί ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται στους Χριστιανούς. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας για αυτό το ζήτημα, πρώτα τονίζει πόσο σημαντική είναι η αγάπη για έναν Χριστιανό πιστό και κατόπιν εξηγεί λεπτομερώς πώς ενεργεί αυτή με ανιδιοτέλεια: «Η αγάπη είναι μακρόθυμη και δείχνει καλοσύνη. Η αγάπη δεν ζηλεύει, δεν κομπάζει, δεν φουσκώνει από υπερηφάνεια, δεν συμπεριφέρεται άπρεπα, δεν ζητάει τα δικά της συμφέροντα, δεν εξάπτεται. Δεν κρατάει λογαριασμό για το κακό. Δεν χαίρεται για την αδικία, αλλά χαίρεται με την αλήθεια. Ανέχεται τα πάντα, πιστεύει τα πάντα, ελπίζει τα πάντα, υπομένει τα πάντα».—1Κο 13:4-7.
«Η αγάπη είναι μακρόθυμη και δείχνει καλοσύνη». Ανέχεται τις δυσμενείς συνθήκες και τις άδικες ενέργειες των άλλων και το κάνει αυτό σκόπιμα, για να απεργαστεί την ενδεχόμενη σωτηρία όσων ενεργούν άδικα ή άλλων εμπλεκόμενων ατόμων, καθώς και για να δικαιώσει τελικά την κυριαρχία του Ιεχωβά. (2Πε 3:15) Η αγάπη δείχνει καλοσύνη, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις που δέχεται. Η εκδήλωση σκληρότητας ή τραχύτητας από μέρους ενός Χριστιανού προς τους άλλους δεν αποφέρει κανένα όφελος. Ωστόσο, η αγάπη έχει τη δύναμη να είναι σταθερή και να ενεργεί με ευθυκρισία για χάρη της δικαιοσύνης. Εκείνοι που έχουν την εξουσία μπορεί να διαπαιδαγωγούν αυτούς που αδικοπραγούν, αλλά ακόμη και τότε πρέπει να φέρονται με καλοσύνη. Η έλλειψη καλοσύνης δεν θα ωφελούσε ούτε το άτομο που δίνει τη συμβουλή χωρίς καλοσύνη ούτε εκείνον που διαπράττει την αδικία, ο οποίος μάλιστα θα μπορούσε να απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο από τη μετάνοια και τα δίκαια έργα.—Ρω 2:4· Εφ 4:32· Τιτ 3:4, 5.
«Η αγάπη δεν ζηλεύει». Δεν νιώθει φθόνο για τα καλά πράγματα που συμβαίνουν στους άλλους. Χαίρεται όταν βλέπει έναν συνάνθρωπο να λαβαίνει κάποια θέση μεγαλύτερης ευθύνης. Δεν μνησικακεί ακόμη και όταν αποδέκτες των καλών πραγμάτων είναι οι εχθροί. Είναι γενναιόδωρη. Ο Θεός κάνει τη βροχή του να πέφτει σε δικαίους και αδίκους. (Ματ 5:45) Οι υπηρέτες του Θεού που έχουν αγάπη είναι ικανοποιημένοι με την κατάστασή τους (1Τι 6:6-8) και με τη θέση τους, χωρίς να εκτρέπονται από αυτήν ή να επιδιώκουν ιδιοτελώς τη θέση που κατέχει κάποιος άλλος. Ο Σατανάς ο Διάβολος, υποκινούμενος από ιδιοτέλεια και φθόνο, εκτράπηκε από τη θέση του, και μάλιστα θέλησε να του αποδοθεί λατρεία από τον Ιησού Χριστό.—Λου 4:5-8.
Η αγάπη «δεν κομπάζει, δεν φουσκώνει από υπερηφάνεια». Δεν επιζητεί επευφημίες και θαυμασμό από άλλα πλάσματα. (Ψλ 75:4-7· Ιου 16) Ο άνθρωπος που έχει αγάπη δεν θα μειώνει τους άλλους για να φαίνεται αυτός πιο σπουδαίος. Αντίθετα, θα εξυψώνει τον Θεό και με ειλικρίνεια θα ενθαρρύνει και θα εποικοδομεί τους άλλους. (Ρω 1:8· Κολ 1:3-5· 1Θε 1:2, 3) Θα χαίρεται όταν βλέπει κάποιον άλλον Χριστιανό να προοδεύει. Επίσης, δεν θα καυχιέται για τα πράγματα που πρόκειται να κάνει. (Παρ 27:1· Λου 12:19, 20· Ιακ 4:13-16) Θα αντιλαμβάνεται πως ό,τι επιτελεί οφείλεται στη δύναμη που δίνει ο Ιεχωβά. (Ψλ 34:2· 44:8) Ο Ιεχωβά είπε στον Ισραήλ: «Εκείνος που καυχιέται ας καυχιέται για το εξής πράγμα: για το ότι έχει ενόραση και έχει γνώση για εμένα, ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, Αυτός που εκδηλώνει στοργική καλοσύνη, κρίση και δικαιοσύνη στη γη· διότι σε αυτά βρίσκω ευχαρίστηση».—Ιερ 9:24· 1Κο 1:31.
Η αγάπη «δεν συμπεριφέρεται άπρεπα». Δεν έχει κακούς τρόπους. Δεν εμπλέκεται σε απρεπή συμπεριφορά, όπως είναι τα σεξουαλικά αδικήματα ή η σκανδαλώδης διαγωγή. Δεν είναι αγενής, χυδαία, απότομη, προσβλητική, άξεστη ή αναιδής σε κανέναν. Το άτομο που έχει αγάπη θα αποφεύγει οτιδήποτε στην εμφάνισή του ή στις πράξεις του το οποίο ενοχλεί τους Χριστιανούς αδελφούς του. Ο Παύλος έδωσε την εξής οδηγία στην εκκλησία της Κορίνθου: «Τα πάντα ας γίνονται με ευπρέπεια και με διευθέτηση». (1Κο 14:40) Η αγάπη θα υποκινεί επίσης κάποιον να φέρεται τίμια ενώπιον εκείνων που δεν είναι Χριστιανοί πιστοί.—Ρω 13:13· 1Θε 4:12· 1Τι 3:7.
Η αγάπη «δεν ζητάει τα δικά της συμφέροντα». Ακολουθεί την αρχή: «Ο καθένας ας επιζητεί, όχι το δικό του συμφέρον, αλλά του άλλου». (1Κο 10:24) Εδώ έρχεται στο προσκήνιο το ενδιαφέρον για την αιώνια ευημερία των άλλων. Αυτό το ειλικρινές ενδιαφέρον για τους άλλους είναι ένας από τους ισχυρότερους υποκινητικούς παράγοντες για την αγάπη, καθώς και ένας από αυτούς που φέρνουν τα πιο θετικά και ωφέλιμα αποτελέσματα. Το άτομο που έχει αγάπη δεν απαιτεί να γίνεται το καθετί με το δικό του τρόπο. Ο Παύλος είπε: «Στους αδύναμους έγινα αδύναμος, για να κερδίσω τους αδύναμους. Έγινα τα πάντα σε ανθρώπους κάθε είδους, για να σώσω με κάθε τρόπο μερικούς. Κάνω δε τα πάντα για χάρη των καλών νέων, για να γίνω συμμέτοχος σε αυτά μαζί με άλλους». (1Κο 9:22, 23) Ούτε απαιτεί η αγάπη τα «δικαιώματά» της, αλλά ενδιαφέρεται περισσότερο για την πνευματική ευημερία του άλλου ατόμου.—Ρω 14:13, 15.
Η αγάπη «δεν εξάπτεται». Δεν ζητάει αφορμή ή δικαιολογία για να εξαφθεί. Δεν ωθείται σε ξεσπάσματα θυμού, τα οποία αποτελούν έργο της σάρκας. (Γα 5:19, 20) Το άτομο που έχει αγάπη δεν προσβάλλεται εύκολα από αυτά που λένε ή κάνουν οι άλλοι. Δεν φοβάται μήπως θιχτεί η προσωπική του «αξιοπρέπεια».
Η αγάπη «δεν κρατάει λογαριασμό για το κακό» (οὐ λογίζεται τὸ κακόν, Κείμενο). Δεν θεωρεί ότι έχει υποστεί βλάβη την οποία πρέπει να κρατήσει γραμμένη στα “κατάστιχα”, σαν να λέγαμε, ως λογαριασμό που χρειάζεται να τακτοποιηθεί ή να ξεπληρωθεί στον κατάλληλο καιρό, ενώ στο μεταξύ διακόπτει κάθε σχέση ανάμεσα σε εκείνον που υπέστη τη βλάβη και σε εκείνον που την προκάλεσε. Αυτό θα φανέρωνε εκδικητικό πνεύμα, το οποίο καταδικάζεται στην Αγία Γραφή. (Λευ 19:18· Ρω 12:19) Η αγάπη δεν αποδίδει κακά ελατήρια στους άλλους αλλά έχει την τάση να αναγνωρίζει ελαφρυντικά και να δίνει στους άλλους το ευεργέτημα της αμφιβολίας.—Ρω 14:1, 5.
Η αγάπη «δεν χαίρεται για την αδικία, αλλά χαίρεται με την αλήθεια». Η αγάπη χαίρεται με την αλήθεια έστω και αν αυτή ανατρέπει προηγούμενες πεποιθήσεις ή παλιότερες δηλώσεις. Προσκολλάται στο Λόγο της αλήθειας του Θεού. Πάντοτε συντάσσεται με το σωστό και δεν βρίσκει ευχαρίστηση σε σφάλματα, ψέματα ή οποιαδήποτε μορφή αδικίας, όποιο και αν είναι το θύμα, ακόμη και εχθρός. Ωστόσο, αν κάτι είναι εσφαλμένο ή παραπλανητικό, η αγάπη δεν φοβάται να το εκθέσει για χάρη της αλήθειας και των άλλων. (Γα 2:11-14) Επίσης, προτιμάει να υπομείνει την αδικία παρά να διαπράξει κάποια άλλη για να την αντισταθμίσει. (Ρω 12:17, 20) Αν όμως ένα άλλο άτομο λάβει κατάλληλη διόρθωση από κάποιον αρμόδιο, αυτός που διαθέτει αγάπη δεν θα λειτουργήσει συναισθηματικά παίρνοντας το μέρος του ατόμου που διαπαιδαγωγήθηκε και κατακρίνοντας τη διόρθωση ή εκείνον που ήταν αρμόδιος να την παράσχει. Μια τέτοια ενέργεια δεν θα αποτελούσε εκδήλωση αγάπης για το εν λόγω άτομο. Ίσως να κέρδιζε την εύνοιά του, αλλά θα το έβλαπτε μάλλον παρά θα το βοηθούσε.
Η αγάπη «ανέχεται τα πάντα». Είναι πρόθυμη να υπομένει, να υποφέρει για χάρη της δικαιοσύνης. Κατά λέξη το πρωτότυπο κείμενο λέει: πάντα στέγει, δηλαδή «όλα τα καλύπτει». Αυτός που έχει αγάπη δεν θα βιαστεί να εκθέσει στους άλλους εκείνον που έσφαλε εναντίον του. Αν το αδίκημα δεν είναι πολύ σοβαρό, θα το παραβλέψει. Ειδάλλως, όταν είναι εφικτή η πορεία που συστήνει ο Ιησούς στα εδάφια Ματθαίος 18:15-17, θα την ακολουθήσει. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν το άλλο άτομο ζητήσει συγχώρηση αφού του επισημανθεί το σφάλμα κατ’ ιδίαν και επανορθώσει τη βλάβη, τότε εκείνος που έχει αγάπη θα δείξει ότι η συγχώρησή του είναι αληθινή, ότι έχει καλύψει πλήρως το ζήτημα, όπως κάνει και ο Θεός.—Παρ 10:12· 17:9· 1Πε 4:7, 8.
Η αγάπη «πιστεύει τα πάντα». Η αγάπη πιστεύει αυτά που έχει πει ο Θεός στο Λόγο της αλήθειας του, ακόμη και αν τα φαινόμενα συγκλίνουν προς το αντίθετο και ο άπιστος κόσμος χλευάζει. Αυτή η αγάπη, ειδικά όταν στρέφεται στον Θεό, αποτελεί αναγνώριση της φιλαλήθειάς του, με βάση το υπόμνημα της πιστότητας και της αξιοπιστίας του, όπως ακριβώς γνωρίζουμε και αγαπάμε έναν αληθινό, πιστό φίλο και δεν αμφιβάλλουμε όταν μας λέει κάτι για το οποίο μπορεί να μην έχουμε αποδείξεις. (Ιη 23:14) Η αγάπη πιστεύει όλα όσα λέει ο Θεός, αν και μπορεί να μην είναι σε θέση να τα καταλάβει πλήρως, και είναι πρόθυμη να περιμένει υπομονετικά ωσότου το ζήτημα εξηγηθεί πληρέστερα ή ωσότου κατανοηθεί με σαφήνεια. (1Κο 13:9-12· 1Πε 1:10-13) Η αγάπη έχει επίσης εμπιστοσύνη στον τρόπο με τον οποίο κατευθύνει ο Θεός τη Χριστιανική εκκλησία και τους διορισμένους υπηρέτες του και υποστηρίζει τις αποφάσεις τους οι οποίες βασίζονται στο Λόγο του Θεού. (1Τι 5:17· Εβρ 13:17) Ωστόσο, η αγάπη δεν είναι αφελής, διότι ακολουθεί τη συμβουλή του Λόγου του Θεού να “δοκιμάζει τις εμπνευσμένες εκφράσεις για να δει αν προέρχονται από τον Θεό”, δοκιμάζει δε τα πάντα με γνώμονα την Αγία Γραφή. (1Ιω 4:1· Πρ 17:11, 12) Η αγάπη κάνει κάποιον να έχει εμπιστοσύνη στους πιστούς Χριστιανούς αδελφούς του. Ο Χριστιανός δεν είναι καχύποπτος ή δύσπιστος απέναντί τους, εκτός αν υπάρχει αδιάσειστη απόδειξη ότι έχουν σφάλει.—2Κο 2:3· Γα 5:10· Φλμ 21.
Η αγάπη «ελπίζει τα πάντα». Ελπίζει όλα όσα έχει υποσχεθεί ο Ιεχωβά. (Ρω 12:12· Εβρ 3:6) Εξακολουθεί να εργάζεται, περιμένοντας υπομονετικά τον Ιεχωβά να παραγάγει καρποφορία, να φέρει την αύξηση. (1Κο 3:7) Αυτός που έχει αγάπη θα ελπίζει το καλύτερο για τους Χριστιανούς αδελφούς του σε οποιεσδήποτε περιστάσεις και αν βρίσκονται αυτοί, ακόμη και αν κάποιοι είναι αδύναμοι στην πίστη. Θα συνειδητοποιεί πως, αν ο Ιεχωβά είναι υπομονετικός με τέτοια αδύναμα άτομα, και ο ίδιος πρέπει να υιοθετήσει παρόμοια στάση. (2Πε 3:15) Συνεχίζει μάλιστα να στηρίζει όσους βοηθάει να γνωρίσουν την αλήθεια, ελπίζοντας και περιμένοντας να υποκινηθούν από το πνεύμα του Θεού ώστε να τον υπηρετήσουν.
Η αγάπη «υπομένει τα πάντα». Απαιτείται αγάπη για να διατηρήσει ο Χριστιανός την ακεραιότητά του στον Ιεχωβά Θεό. Παρά τα όσα κάνει ο Διάβολος για να δοκιμάσει τη γνησιότητα της αφοσίωσης και της πιστότητας του Χριστιανού προς τον Θεό, η αγάπη θα υπομείνει με τέτοιον τρόπο ώστε ο Χριστιανός να παραμείνει όσιος στον Θεό.—Ρω 5:3-5· Ματ 10:22.
«Η αγάπη ποτέ δεν χάνεται». Ποτέ δεν θα τερματιστεί ούτε θα πάψει να υπάρχει. Καινούριες γνώσεις και νέα κατανόηση μπορεί να διορθώσουν αυτά που πιστεύαμε κάποτε. Η ελπίδα αλλάζει καθώς τα πράγματα για τα οποία ελπίζαμε εκπληρώνονται και θέτουμε την ελπίδα μας σε νέα πράγματα. Αλλά η αγάπη παραμένει πάντοτε πλήρης και εξακολουθεί να γίνεται ολοένα και πιο ισχυρή.—1Κο 13:8-13.
«Καιρός να Αγαπάει Κανείς». Οι μόνοι που αποκλείονται από την αγάπη είναι εκείνοι τους οποίους ο Ιεχωβά υποδεικνύει ως ανάξιους ή οι οποίοι έχουν χαράξει μια πορεία κακίας. Η αγάπη εκτείνεται σε όλους τους ανθρώπους μέχρι να δείξουν ότι μισούν τον Θεό. Τότε τερματίζεται η εκδήλωση αγάπης προς αυτούς. Τόσο ο Ιεχωβά Θεός όσο και ο Ιησούς Χριστός αγαπούν τη δικαιοσύνη και μισούν την ανομία. (Ψλ 45:7· Εβρ 1:9) Όσοι τρέφουν μεγάλο μίσος για τον αληθινό Θεό δεν είναι άτομα στα οποία πρέπει κανείς να δείχνει αγάπη. Πραγματικά, το να συνεχίζει κάποιος να εκδηλώνει αγάπη σε τέτοιου είδους άτομα δεν ωφελεί καθόλου, διότι όσοι μισούν τον Θεό δεν πρόκειται να ανταποκριθούν στην αγάπη του Θεού. (Ψλ 139:21, 22· Ησ 26:10) Άρα λοιπόν, ορθά τους μισεί ο Θεός και έχει ορίσει έναν καιρό για να αναλάβει δράση εναντίον τους.—Ψλ 21:8, 9· Εκ 3:1, 8.
Πράγματα που Δεν Πρέπει να Αγαπάει Κάποιος. Ο απόστολος Ιωάννης γράφει: «Μην αγαπάτε ούτε τον κόσμο ούτε τα πράγματα που είναι μέσα στον κόσμο. Αν κανείς αγαπάει τον κόσμο, η αγάπη του Πατέρα δεν είναι σε αυτόν· επειδή το καθετί στον κόσμο—η επιθυμία της σάρκας και η επιθυμία των ματιών και η αλαζονική επίδειξη των μέσων διαβίωσης κάποιου—δεν προέρχεται από τον Πατέρα αλλά προέρχεται από τον κόσμο». (1Ιω 2:15, 16) Παρακάτω, ο ίδιος αναφέρει πως «ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται στην εξουσία του πονηρού». (1Ιω 5:19) Ως εκ τούτου, εκείνοι που αγαπούν τον Θεό μισούν κάθε πονηρή οδό.—Ψλ 101:3· 119:104, 128· Παρ 8:13· 13:5.
Ενώ η Αγία Γραφή δείχνει ότι οι σύζυγοι πρέπει να αγαπούν ο ένας τον άλλον και ότι αυτή η αγάπη περιλαμβάνει τις γαμήλιες σχέσεις (Παρ 5:18, 19· 1Κο 7:3-5), τονίζει πόσο εσφαλμένος είναι ο σαρκικός, κοσμικός τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι εκδηλώνουν σεξουαλική αγάπη για άτομα που δεν είναι γαμήλιοι σύντροφοί τους. (Παρ 7:18, 19, 21-23) Ένα άλλο κοσμικό πράγμα είναι ο υλισμός, η «φιλαργυρία» (κατά κυριολεξία, «αγάπη για το ασήμι»), που είναι ρίζα κάθε είδους κακών πραγμάτων.—1Τι 6:10· Εβρ 13:5.
Ο Ιησούς Χριστός προειδοποίησε να μην επιζητεί κανείς δόξα από ανθρώπους. Με καυστικό τρόπο κατέκρινε τους υποκριτές θρησκευτικούς ηγέτες των Ιουδαίων, στους οποίους άρεσε να προσεύχονται όρθιοι στις συναγωγές και στις γωνιές των πλατιών δρόμων για να τους βλέπουν οι άνθρωποι και οι οποίοι αγαπούσαν τις εξέχουσες θέσεις στα δείπνα και τα μπροστινά καθίσματα στις συναγωγές. Έδειξε ότι αυτοί είχαν ήδη λάβει στο πλήρες την ανταμοιβή τους, αυτήν που αγαπούσαν και επιθυμούσαν, δηλαδή τιμή και δόξα από ανθρώπους, γι’ αυτό και δεν είχαν να περιμένουν καμιά ανταμοιβή από τον Θεό. (Ματ 6:5· 23:2, 5-7· Λου 11:43) Το υπόμνημα αναφέρει: «Πολλοί ακόμη και από τους άρχοντες έθεσαν πράγματι πίστη [στον Ιησού], αλλά εξαιτίας των Φαρισαίων δεν τον ομολογούσαν, για να μην αποβληθούν από τη συναγωγή· διότι αγάπησαν τη δόξα των ανθρώπων πιο πολύ και από τη δόξα του Θεού».—Ιωα 12:42, 43· 5:44.
Μιλώντας στους μαθητές του, ο Ιησούς είπε: «Αυτός που τρέφει ιδιαίτερη συμπάθεια για [ὁ φιλῶν, Κείμενο] την ψυχή του την καταστρέφει, αλλά αυτός που μισεί την ψυχή του σε αυτόν τον κόσμο θα τη διαφυλάξει για αιώνια ζωή». (Ιωα 12:23-25) Όποιος προτιμάει να προστατέψει τη ζωή του τώρα αντί να είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τη ζωή του ως ακόλουθος του Χριστού θα χάσει την αιώνια ζωή, αλλά όποιος θεωρεί τη ζωή σε αυτόν τον κόσμο δευτερεύουσας σημασίας και αγαπάει τον Ιεχωβά και τον Χριστό, καθώς και τη δικαιοσύνη τους, πάνω από οτιδήποτε άλλο, θα λάβει αιώνια ζωή.
Ο Θεός μισεί τους ψεύτες, επειδή δεν έχουν αγάπη για την αλήθεια. Μέσω οράματος είπε στον απόστολο Ιωάννη: «Έξω [από την άγια πόλη, τη Νέα Ιερουσαλήμ] είναι οι σκύλοι και εκείνοι που ασκούν πνευματισμό και οι πόρνοι και οι φονιάδες και οι ειδωλολάτρες και ο καθένας που του αρέσει [φιλῶν, Κείμενο] το ψέμα και εμμένει σε αυτό».—Απ 22:15· 2Θε 2:10-12.
Η Αγάπη Κάποιου Μπορεί να Ψυχρανθεί. Ο Ιησούς Χριστός, μιλώντας στους μαθητές του για πράγματα που θα ήταν μελλοντικά, έδειξε ότι η αγάπη πολλών που θα ισχυρίζονταν ότι πιστεύουν στον Θεό θα ψυχραινόταν. (Ματ 24:3, 12) Ο απόστολος Παύλος είπε ότι, ως γνώρισμα των κρίσιμων καιρών που θα έρχονταν, οι άνθρωποι θα γίνονταν «φιλάργυροι». (2Τι 3:1, 2) Επομένως, είναι φανερό ότι μπορεί κάποιος να παραβλέψει τις σωστές αρχές και ότι το ορθό είδος αγάπης που έτρεφε κάποτε μπορεί να σβήσει. Αυτό τονίζει πόσο σημαντικό είναι να εκδηλώνει και να αναπτύσσει κάποιος συνεχώς την αγάπη, κάνοντας στοχασμούς γύρω από το Λόγο του Θεού και διαπλάθοντας τη ζωή του σύμφωνα με τις δικές Του αρχές.—Εφ 4:15, 22-24.
Όσον αφορά τη λέξη ἀγάπες του εδαφίου Ιούδα 12, βλέπε ΣΥΜΠΟΣΙΑ ΑΓΑΠΗΣ.
-
-
ΆγαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΑΡ
(Άγαρ).
Η Αιγύπτια υπηρέτρια της Σάρρας. Αργότερα έγινε παλλακίδα του Αβραάμ και μητέρα του Ισμαήλ. Όταν ο Αβραάμ (Άβραμ) βρισκόταν στην Αίγυπτο εξαιτίας της πείνας που υπήρχε στη γη Χαναάν, απέκτησε υπηρέτες και υπηρέτριες, και ίσως η Άγαρ έγινε υπηρέτρια της Σάρρας εκείνη την περίοδο.—Γε 12:10, 16.
Επειδή η Σάρρα (Σαραΐ) παρέμενε στείρα, ζήτησε από τον Αβραάμ να έχει σχέσεις με την Άγαρ και την έδωσε στον Αβραάμ για σύζυγο. Αλλά όταν η Άγαρ έμεινε έγκυος, άρχισε να καταφρονεί την κυρία της σε τέτοιον βαθμό ώστε η Σάρρα παραπονέθηκε στο σύζυγό της. «Ο Άβραμ, λοιπόν, είπε στη Σαραΐ: “Ορίστε! Η υπηρέτριά σου είναι στη διάθεσή σου. Κάνε της ό,τι φαίνεται καλό στα μάτια σου”. Τότε η Σαραΐ άρχισε να την ταπεινώνει και εκείνη έφυγε μακριά της». (Γε 16:1-6) Στην πηγή που βρισκόταν στο δρόμο προς τη Σιουρ, ένας άγγελος του Ιεχωβά βρήκε την Άγαρ και τη νουθέτησε να γυρίσει στην κυρία της και να ταπεινωθεί κάτω από το χέρι της. Επιπλέον, της είπε ότι ο Ιεχωβά θα πλήθαινε πολύ το σπέρμα της και ότι θα έπρεπε να ονομάσει το γιο που θα γεννούσε Ισμαήλ. Ο Αβραάμ ήταν 86 χρονών όταν γεννήθηκε ο Ισμαήλ.—Γε 16:7-16.
Χρόνια αργότερα, όταν ο Αβραάμ ετοίμασε «ένα μεγάλο συμπόσιο την ημέρα που απογαλακτίστηκε ο Ισαάκ» σε ηλικία περίπου 5 χρονών, η Σάρρα παρατήρησε ότι ο γιος της Άγαρ ο Ισμαήλ, ο οποίος ήταν τότε περίπου 19 χρονών, «περιγελούσε». Δεν επρόκειτο για ένα αθώο παιδιάστικο παιχνίδι. Όπως αφήνει να εννοηθεί το επόμενο εδάφιο της αφήγησης, μπορεί να περιλαμβανόταν εμπαιγμός του Ισαάκ σχετικά με το δικαίωμα της κληρονομιάς. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε μια αρχική εξωτερίκευση των ανταγωνιστικών χαρακτηριστικών τα οποία ο άγγελος του Ιεχωβά είχε προείπει ότι θα εκδήλωνε ο Ισμαήλ. (Γε 16:12) Προφανώς φοβούμενη για το μέλλον του γιου της του Ισαάκ, η Σάρρα ζήτησε από τον Αβραάμ να διώξει την Άγαρ και το γιο της. Αυτό δυσαρέστησε τον Αβραάμ, αλλά κατόπιν εντολής του Ιεχωβά έκανε ό,τι του ζήτησε η σύζυγός του. Νωρίς το επόμενο πρωί, ο Αβραάμ απέπεμψε την Άγαρ με το γιο της, δίνοντάς της ψωμί και ένα ασκί νερό.—Γε 21:8-14.
Η Άγαρ περιπλανιόταν στην έρημο της Βηρ-σαβεέ. «Τελικά το νερό εξαντλήθηκε . . . και εκείνη έριξε το παιδί κάτω από έναν θάμνο». Το γεγονός ότι χρησιμοποιείται για τον Ισμαήλ η λέξη «παιδί» δεν αποτελεί αναχρονισμό, επειδή η εβραϊκή λέξη γέλεδ που εδώ αποδίδεται «παιδί» σημαίνει επίσης «νέος άντρας», όπως και έχει μεταφραστεί στο εδάφιο Γένεση 4:23. Όσον αφορά το ότι τον έριξε κάτω από έναν θάμνο, ίσως ο Ισμαήλ να μην ήταν πολύ δυνατός ως έφηβος, παρότι είχε προλεχθεί ότι θα ήταν «όμοιος με ζέβρα». (Γε 16:12) Επομένως, μπορεί να εξαντλήθηκε πρώτος και να χρειάστηκε να τον υποβαστάζει η μητέρα του. Αυτό δεν είναι κάτι απίθανο, επειδή οι γυναίκες εκείνη την εποχή, και ειδικά οι δούλες, ήταν συνηθισμένες να μεταφέρουν βαριά φορτία στην καθημερινή τους ζωή. Φαίνεται ότι τελικά εξαντλήθηκε και η Άγαρ και αναγκάστηκε να σταματήσει να τον υποβαστάζει, αφήνοντάς τον, ίσως κάπως απότομα, κάτω από τον πιο κοντινό σκιερό θάμνο. Η ίδια η Άγαρ κάθησε «περίπου σε απόσταση βολής τόξου» (μια κοινή εβραϊκή έκφραση που υπονοεί τη συνήθη απόσταση στην οποία έβαζαν οι τοξότες τους στόχους τους) από το γιο της.—Γε 21:14-16.
Τότε ο άγγελος του Θεού φώναξε στην Άγαρ και της είπε να μη φοβάται, καθώς επίσης ότι ο Ισμαήλ θα γινόταν μεγάλο έθνος. Επιπλέον, ο Θεός άνοιξε τα μάτια της ώστε αυτή είδε ένα πηγάδι με νερό, από το οποίο γέμισε το ασκί και έδωσε στο γιο της να πιει. «Ο Θεός συνέχισε να είναι με το αγόρι», το οποίο με τον καιρό έγινε τοξότης και «κατοίκησε στην έρημο Φαράν». Η Άγαρ τού βρήκε μια σύζυγο από τη γη της Αιγύπτου.—Γε 21:17-21.
Σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, η Άγαρ αποτελούσε χαρακτήρα ενός συμβολικού δράματος στο οποίο εξεικόνιζε το έθνος του σαρκικού Ισραήλ, ένα έθνος που είχε δεσμευτεί απέναντι στον Ιεχωβά μέσω της διαθήκης του Νόμου η οποία είχε εγκαινιαστεί στο Όρος Σινά και είχε γεννήσει «παιδιά για δουλεία». Εξαιτίας της αμαρτωλής κατάστασης του λαού, το έθνος δεν μπορούσε να τηρήσει τους όρους εκείνης της διαθήκης. Υπό αυτή τη διαθήκη, οι Ισραηλίτες δεν έγιναν ελεύθερος λαός αλλά καταδικάστηκαν ως αμαρτωλοί, άξιοι θανάτου, και κατά συνέπεια ήταν δούλοι. (Ιωα 8:34· Ρω 8:1-3) Η Ιερουσαλήμ των ημερών του Παύλου αποτελούσε αντίστοιχο της Άγαρ, επειδή η Ιερουσαλήμ η πρωτεύουσα, η οποία αντιπροσώπευε την οργάνωση του φυσικού Ισραήλ, βρισκόταν σε δουλεία μαζί με τα παιδιά της. Οι γεννημένοι από το πνεύμα Χριστιανοί, όμως, είναι παιδιά της «άνω Ιερουσαλήμ», της συμβολικής γυναίκας του Θεού. Αυτή η Ιερουσαλήμ, όπως και η Σάρρα η ελεύθερη γυναίκα, δεν περιήλθε ποτέ σε δουλεία. Αλλά όπως ακριβώς ο Ισαάκ υπέστη διωγμό από τον Ισμαήλ, έτσι και τα παιδιά της «άνω Ιερουσαλήμ», τα οποία έχουν ελευθερωθεί μέσω του Γιου, υπέστησαν διωγμό από τα παιδιά της υποδουλωμένης Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, η Άγαρ και ο γιος της διώχτηκαν, κάτι που αντιπροσωπεύει την απόρριψη του φυσικού Ισραήλ ως έθνους από τον Ιεχωβά.—Γα 4:21-31· βλέπε επίσης Ιωα 8:31-40.
-
-
ΑγγαίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΑΙΟΣ
(Αγγαίος) [[Γεννημένος σε] Γιορτή].
Εβραίος προφήτης στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ, την περίοδο που ήταν κυβερνήτης ο Ζοροβάβελ και βασιλιάς της Περσίας ο Δαρείος Υστάσπης.—Αγγ 1:1· 2:1, 10, 20· Εσδ 5:1, 2.
Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, ο Αγγαίος ήταν μέλος της Μεγάλης Συναγωγής. Με αφορμή τα εδάφια Αγγαίος 2:10-19, πιθανολογείται ότι ήταν ιερέας. Το όνομά του εμφανίζεται μαζί με το όνομα του προφήτη Ζαχαρία στην επιγραφή του 111ου (112ου) Ψαλμού στη λατινική Βουλγάτα, στην επιγραφή του 125ου και του 126ου Ψαλμού στη συριακή Πεσίτα, στην επιγραφή του 145ου Ψαλμού στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, στην Πεσίτα και στη Βουλγάτα, καθώς και στην επιγραφή του 146ου, του 147ου και του 148ου Ψαλμού στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στην Πεσίτα. Ο Αγγαίος πιθανότατα γεννήθηκε στη Βαβυλώνα και επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ με τον Ζοροβάβελ και το Ιουδαϊκό υπόλοιπο το 537 Π.Κ.Χ. Ουσιαστικά, όμως, λίγα πράγματα είναι γνωστά για αυτόν, διότι οι Γραφές δεν αναφέρουν καμιά πληροφορία για την οικογενειακή καταγωγή του, τη φυλή του, και ούτω καθεξής.
Ο Αγγαίος υπήρξε ο πρώτος μεταιχμαλωσιακός προφήτης. Δύο περίπου μήνες έπειτα από αυτόν, άρχισε να προφητεύει και ο Ζαχαρίας. (Αγγ 1:1· Ζαχ 1:1) Η εναντίωση των εχθρών επέφερε μια απότομη διακοπή στην οικοδόμηση του ναού, η οποία όμως παρατεινόταν επί χρόνια επειδή οι Ιουδαίοι αδιαφορούσαν και επιδίωκαν με ιδιοτέλεια τα προσωπικά τους συμφέροντα. Ο Αγγαίος αναζωπύρωσε το ζήλο των επαναπατρισμένων Ιουδαίων εξορίστων ώστε να ξαναρχίσουν την οικοδόμηση του ναού. (Εσδ 3:10-13· 4:1-24· Αγγ 1:4) Τα τέσσερα θεόδοτα αγγέλματα, τα οποία ο προφήτης Αγγαίος μετέδωσε στο δεύτερο έτος του Δαρείου Υστάσπη (520 Π.Κ.Χ.) μέσα σε τέσσερις περίπου μήνες και τα οποία κατέγραψε στο ομώνυμο βιβλίο της Αγίας Γραφής, αποδείχτηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά, καθώς υποκίνησαν τους Ιουδαίους να ξαναρχίσουν το έργο οικοδόμησης του ναού. (Αγγ 1:1· 2:1, 10, 20· βλέπε ΑΓΓΑΙΟΣ [ΒΙΒΛΙΟ].) Ο Αγγαίος και ο Ζαχαρίας συνέχισαν να τους παρακινούν να εργάζονται, ώσπου ο ναός αποπερατώθηκε προς το τέλος του έκτου έτους του Δαρείου, το 515 Π.Κ.Χ.—Εσδ 5:1, 2· 6:14, 15.
-
-
Αγγαίος (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΑΙΟΣ (ΒΙΒΛΙΟ)
Θεόπνευστο βιβλίο των Εβραϊκών Γραφών που κατατάσσεται μεταξύ των αποκαλούμενων μικρών προφητών. Αποτελείται από τέσσερα αγγέλματα του Ιεχωβά προς τους Ιουδαίους που είχαν επιστρέψει από τη βαβυλωνιακή εξορία, τα οποία τους παρότρυναν να ολοκληρώσουν την ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ. Το βιβλίο είναι επίσης προφητικό, δεδομένου ότι προλέγει διάφορα γεγονότα, όπως την πλήρωση του οίκου του Ιεχωβά με δόξα και την ανατροπή των ανθρώπινων βασιλείων.—Αγγ 2:6, 7, 21, 22.
Συγγραφή και Κανονικότητα. Συγγραφέας είναι ο Αγγαίος ο προφήτης, ο οποίος επέδωσε προσωπικά καθένα από τα αγγέλματα που περιέχονται στο βιβλίο. (Αγγ 1:1· 2:1, 10, 20· βλέπε ΑΓΓΑΙΟΣ.) Μολονότι οι περισσότεροι από τους αρχαίους Βιβλικούς καταλόγους δεν μνημονεύουν το βιβλίο του Αγγαίου ονομαστικά, προφανώς το συμπεριλαμβάνουν στις δηλώσεις τους περί “δώδεκα Μικρών Προφητών”, δεδομένου ότι μόνο έτσι συμπληρώνεται ο αριθμός 12. Οι Ιουδαίοι δεν αμφισβήτησαν ποτέ τη δικαιωματική θέση του βιβλίου στις Εβραϊκές Γραφές, όσο δε για την κανονικότητά του, αυτή τεκμηριώνεται αδιαμφισβήτητα από την παράθεση του εδαφίου Αγγαίος 2:6 όπως εμφανίζεται στο εδάφιο Εβραίους 12:26.—Παράβαλε Αγγ 2:21.
Ύφος. Η γλώσσα είναι απλή και το νόημα το οποίο μεταδίδεται είναι ολοφάνερο. Μερικές φορές υποβάλλονται αφυπνιστικές ερωτήσεις. (Αγγ 1:4, 9· 2:3, 12, 13, 19) Το βιβλίο του Αγγαίου περιέχει δριμύ έλεγχο, ενθάρρυνση και ελπιδοφόρες προφητείες. Το θεϊκό όνομα Ιεχωβά εμφανίζεται 35 φορές στα 38 εδάφια του βιβλίου, και καταδεικνύεται ξεκάθαρα ότι τα αγγέλματα προέρχονταν από τον Θεό, του οποίου εντεταλμένος αγγελιοφόρος ήταν ο Αγγαίος.—1:13.
Χρονολογία Συγγραφής και Σκηνικό. Τα τέσσερα αγγέλματα τα οποία καταγράφηκαν από τον Αγγαίο ειπώθηκαν στην Ιερουσαλήμ μέσα σε διάστημα περίπου τεσσάρων μηνών, το δεύτερο έτος του Πέρση Βασιλιά Δαρείου Υστάσπη (520 Π.Κ.Χ.), η δε συγγραφή του βιβλίου ολοκληρώθηκε προφανώς το 520 Π.Κ.Χ. (Αγγ 1:1· 2:1, 10, 20) Κατά τη διάρκεια της προφητικής δράσης του Αγγαίου προφήτευε και ο Ζαχαρίας για τον ίδιο σκοπό.—Εσδ 5:1, 2· 6:14.
Αγγέλματα Διαρκούς Ωφέλειας. Μεταξύ άλλων, το βιβλίο του Αγγαίου ενσταλάζει πίστη στον Ιεχωβά, κάτι ζωτικό για τους υπηρέτες του Θεού. Καταδεικνύει ότι ο Θεός είναι με το λαό του (Αγγ 1:13· 2:4, 5), και επιπλέον τους ωθεί να βάζουν τα συμφέροντά του στην πρώτη θέση στη ζωή τους. (Αγγ 1:2-8· Ματ 6:33) Το βιβλίο ξεκαθαρίζει ότι η λατρεία που γίνεται απλώς για τους τύπους δεν ευαρεστεί τον Ιεχωβά (Αγγ 2:10-17· παράβαλε Ησ 29:13, 14· Ματ 15:7-9), αλλά ότι οι ευλογίες απορρέουν από πράξεις πίστης που εναρμονίζονται με το θεϊκό θέλημα. (Αγγ 2:18, 19· παράβαλε Παρ 10:22.) Ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους εφαρμόζει το εδάφιο Αγγαίος 2:6 με τρόπο που του αποδίδει μια μεγαλύτερη εκπλήρωση, η οποία σχετίζεται με τη Βασιλεία του Θεού υπό τη διακυβέρνηση του Ιησού Χριστού.—Εβρ 12:26-29.
[Πλαίσιο στη σελίδα 54]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΓΓΑΙΟΣ
Τέσσερα αγγέλματα που είχαν σκοπό να υποκινήσουν τους Ιουδαίους να προωθήσουν το έργο της ανοικοδόμησης του ναού του Ιεχωβά
Γράφτηκε στην Ιερουσαλήμ, 17 χρόνια αφότου επέστρεψαν οι Ιουδαίοι από την εξορία, ενώ η οικοδόμηση του ναού δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί
Άγγελμα στο λαό ο οποίος ζει σε ξυλεπένδυτα σπίτια, τη στιγμή που ο οίκος του Ιεχωβά κείτεται ερειπωμένος (1:1-15)
Σε αυτούς που θεωρούν πως δεν είναι ο κατάλληλος καιρός να ανοικοδομηθεί ο ναός, ο Ιεχωβά ξεκαθαρίζει ότι η παραμέληση αυτού του έργου έχει οδηγήσει στην απόσυρση της ευλογίας του, με συνέπεια να είναι οι σοδειές φτωχές και η αμοιβή των εργατών πενιχρή
Ο Ζοροβάβελ, ο Ιησούς και ο υπόλοιπος λαός ανταποκρίνονται ευνοϊκά· λαβαίνουν την υπόσχεση ότι ο Ιεχωβά πρόκειται να είναι μαζί τους στο έργο της ανοικοδόμησης του ναού· οι εργασίες στο ναό ξεκινούν
Εξαγγελία πως ο Ιεχωβά πρόκειται να γεμίσει τον οίκο του με δόξα (2:1-9)
Στα μάτια των ηλικιωμένων που είχαν δει τη δόξα του ναού του Σολομώντα, η παρούσα κατασκευή μοιάζει μηδαμινή
Ο Ιεχωβά παροτρύνει τον Ζοροβάβελ, τον Ιησού και τον υπόλοιπο λαό να είναι ισχυροί, να μην αποκαρδιωθούν, να συνεχίσουν το έργο, διαβεβαιώνοντάς τους ότι η δόξα του ανοικοδομημένου ναού θα ξεπεράσει τη δόξα του προηγούμενου
Καθίσταται σαφές στο λαό ότι η παραμέληση της ανοικοδόμησης του ναού έχει κάνει ακάθαρτους ενώπιον του Θεού τόσο τους ίδιους όσο και κάθε έργο τους (2:10-19)
Οι απαντήσεις των ιερέων σε ορισμένες ερωτήσεις υποδεικνύουν ότι η αγιότητα δεν μπορεί να μεταδοθεί, ενώ η ακαθαρσία μπορεί
Ο Ιεχωβά ενθαρρύνει το λαό πληροφορώντας τους πως, από την ημέρα που τέθηκε το θεμέλιο του ναού, θα τους χορηγήσει την ευλογία Του, τερματίζοντας τις φτωχές σοδειές
Άγγελμα προς τον Ζοροβάβελ για το ότι ο Ιεχωβά θα σείσει τους ουρανούς και τη γη (2:20-23)
Όταν ο Ιεχωβά σείσει τους ουρανούς και τη γη και ανατρέψει το θρόνο βασιλείων, τότε οι εχθροί θα στρέψουν τα όπλα τους ο ένας εναντίον του άλλου· συνεπώς, καμιά δύναμη δεν θα καταφέρει να εμποδίσει την ανοικοδόμηση του ναού
Ο Ιεχωβά θα κάνει τον Ζοροβάβελ σαν το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι του, δίνοντας έτσι εγγύηση πως η θέση του θα παραμείνει ασφαλής ό,τι και αν συμβεί
-
-
ΑγγειοπλάστηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ
Ο κατασκευαστής πήλινων αγγείων, πιάτων και άλλων σκευών. Η λέξη γιωτσέρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου που αποδίδεται «αγγειοπλάστης» σημαίνει κατά κυριολεξία «πλάστης» ή «αυτός που πλάθει» (Ιερ 18:4, υποσ.), ενώ για τη λέξη κεραμεύς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μερικοί λένε ότι προέρχεται από το ρήμα κεράννυμι («αναμειγνύω»), κάτι που ίσως παραπέμπει στην ανάμειξη του νερού με το χώμα ή τον πηλό, πράγμα αναγκαίο για την προετοιμασία του. Από αρχαιοτάτων χρόνων, οι αγγειοπλάστες διαμόρφωναν τον πηλό σε αγγεία τα οποία κατόπιν έψηναν, κατασκευάζοντας έτσι ανθεκτικά σκεύη που δεν μαλάκωναν όταν βρέχονταν. Ο αγγειοπλάστης μπορεί να δούλευε μόνος του, αλλά ενίοτε είχε βοηθούς, συνήθως μαθητευόμενους. Κάποτε φαίνεται ότι υπήρχε μεταξύ των Εβραίων μια ομάδα βασιλικών αγγειοπλαστών.—1Χρ 4:21-23.
Μια τυπική μέθοδος αγγειοπλαστικής περιλάμβανε την εξής αρχική διαδικασία: Έπλεναν τον πηλό, τον καθάριζαν από τα ξένα σώματα, τον άφηναν να στραγγίσει και στη συνέχεια πατούσαν το νωπό πηλό με τα πόδια για να γίνει ελαστικός και εύπλαστος. (Ησ 41:25) Κατόπιν μάλαζαν τον πηλό με τα χέρια και τον τοποθετούσαν στον κεραμικό τροχό.
Ο αρχαίος κεραμικός τροχός ήταν συνήθως πέτρινος (μερικές φορές και ξύλινος) και αποτελούνταν βασικά από έναν επίπεδο δίσκο ο οποίος στηριζόταν στο κέντρο πάνω σε έναν κάθετο άξονα και περιστρεφόταν οριζόντια. Το βαρύ υλικό στις παρυφές του δίσκου τού εξασφάλιζε σταθερή κίνηση και ωστική δύναμη καθώς περιστρεφόταν χειροκίνητα. Η μεταγενέστερη προσθήκη ενός μεγαλύτερου, βαρύτερου τροχού στην κάτω πλευρά (στο ίδιο στέλεχος με τον πάνω τροχό και επίσης με οριζόντια περιστροφή) έδωσε στον αγγειοπλάστη τη δυνατότητα να περιστρέφει τους τροχούς με το πόδι, ενώ καθόταν.
Αφού «έριχνε» ή τοποθετούσε τον άμορφο πηλό πάνω στον τροχό, ο αγγειοπλάστης χρησιμοποιούσε τα χέρια του για να πλάσει ένα αγγείο καθώς γυρνούσε ο τροχός. (Ιερ 18:3, 4) Στη συνέχεια, μπορεί να άφηνε το σκεύος να στεγνώσει λίγο στον ήλιο προτού το τοποθετήσει ξανά πάνω στον τροχό, όπου μπορεί να χρησιμοποιούσε βότσαλα, κοχύλια ή κάποιο εργαλείο για να το λειάνει, να το στιλβώσει και να αποτυπώσει στην επιφάνειά του κάποιο σχέδιο. Υπήρχαν διάφορες μέθοδοι, αλλά θα μπορούσε, για παράδειγμα, να δημιουργήσει ένα αποτύπωμα σχοινιού πιέζοντας πάνω στο νωπό ακόμη αντικείμενο ένα στριμμένο κορδόνι. Πολλές φορές διακοσμούσαν τα σκεύη με ζωγραφικές παραστάσεις. Άλλα τα επικάλυπταν με σμάλτο (Παρ 26:23) και κατόπιν τα έψηναν στο καμίνι που είχαν εκεί κοντά. Ή ίσως διακοσμούσαν το σκεύος με χρωματισμένο επίχρισμα από αραιωμένο πηλό και κατόπιν το έβαζαν ξανά στο καμίνι.
Ο αγγειοπλάστης έφτιαχνε διάφορα αντικείμενα—από μεγάλες στάμνες (Θρ 4:2) μέχρι λυχνάρια, φούρνους και παιχνίδια, όπως κούκλες και ζωάκια. Κατασκεύαζε μεταξύ άλλων κούπες, ποτήρια, φιάλες και άλλα σκεύη. (Λευ 15:12· 2Σα 17:28· Ιερ 19:1· Λου 22:10) Έφτιαχνε επίσης χύτρες και ταψιά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα πήλινα αντικείμενα σφραγίζονταν για να δηλώνεται ο τόπος κατασκευής τους. Πολλές φορές ο αγγειοπλάστης σφράγιζε τη λαβή του δοχείου με το δικό του «σήμα».
Σε κάποιες περιπτώσεις ο αγγειοπλάστης χρησιμοποιούσε ένα ανοιχτό καλούπι, μέσα στο οποίο συμπίεζε τον πηλό για να αποτυπωθούν πάνω του οι λεπτομέρειες. Μεταγενέστερα, τα λυχνάρια συνήθως κατασκευάζονταν με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή από δύο κομμάτια που συγκολλούνταν όταν ο πηλός στέγνωνε και αποκτούσε περίπου τη σκληρότητα του δέρματος. Περιστασιακά, κάποια αντικείμενα πλάθονταν με το χέρι, χωρίς τη χρήση τροχού. Γενικά, όμως, ο αγγειοπλάστης χρησιμοποιούσε τον τροχό.
Συχνά ανακαλύπτονται σε αρχαιολογικούς χώρους θραύσματα αγγείων, μερικές φορές σε αφθονία. (Βλέπε ΠΗΛΙΝΟ ΘΡΑΥΣΜΑ.) Τα είδη των αγγείων που έρχονται στο φως θεωρούνται από τους αρχαιολόγους χρήσιμα για τον προσδιορισμό των διαφόρων πολιτισμών, καθώς και για τον υπολογισμό των περιόδων εγκατάστασης που αντιπροσωπεύονται από τα διάφορα στρώματα τα οποία έχουν δημιουργηθεί στο έδαφος τέτοιων χώρων. Επίσης, έχουν προσπαθήσει να υπολογίσουν την πυκνότητα του πληθυσμού ενός συγκεκριμένου τόπου κατά την αρχαιότητα με βάση την ποσότητα τέτοιων θραυσμάτων που ανακαλύπτονται εκεί.
Η εξουσία που έχει ο αγγειοπλάστης πάνω στον πηλό χρησιμοποιείται ως παράδειγμα της κυριαρχίας του Ιεχωβά πάνω σε ανθρώπους και έθνη. (Ησ 29:15, 16· 64:8) Για τον Θεό, ο οίκος του Ισραήλ ήταν «όπως ο πηλός στο χέρι του αγγειοπλάστη», ενώ ο Ίδιος ήταν ο Μεγάλος Αγγειοπλάστης. (Ιερ 18:1-10) Ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να αντιμάχεται τον Θεό, όπως δεν θα ήταν αναμενόμενο να αμφισβητεί ο πηλός αυτόν που του δίνει μορφή. (Ησ 45:9) Όπως μπορεί να συντριφτεί ένα πήλινο σκεύος, έτσι μπορεί να τιμωρήσει και ο Ιεχωβά έναν λαό για την αδικοπραγία του επιφέροντάς του ερημωτική καταστροφή.—Ιερ 19:1-11.
Αναφορικά με την άσκηση της θεόδοτης εξουσίας του Μεσσιανικού Βασιλιά εναντίον των εθνών, προειπώθηκαν τα εξής: «Θα τους συντρίψεις με σιδερένιο σκήπτρο, σαν σκεύος αγγειοπλάστη θα τους κάνεις κομμάτια».—Ψλ 2:9· παράβαλε Δα 2:44· Απ 2:26, 27· 12:5.
Από το ίδιο κομμάτι πηλού ο αγγειοπλάστης μπορούσε να κατασκευάσει ένα σκεύος για αξιότιμη χρήση και ένα άλλο για χρήση που στερούνταν τιμής, δηλαδή για κοινή ή συνηθισμένη χρήση. Παρόμοια, ο Ιεχωβά έχει εξουσία να διαπλάθει τα άτομα όπως ευαρεστείται και έχει ανεχτεί πονηρούς, «σκεύη οργής που έγιναν άξια για καταστροφή», κάτι που έχει αποβεί όμως προς όφελος των “σκευών ελέους”, των ατόμων που συγκροτούν τον πνευματικό Ισραήλ.—Ρω 9:14-26.
-
-
ΑγγελιοφόροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Το άτομο που μεταδίδει ένα άγγελμα—είτε προφορικό είτε γραπτό—ή εκτελεί μια αποστολή εκ μέρους κάποιου άλλου. (Γε 32:3-6· Κρ 6:34, 35· 11:12-27· 2Σα 5:11· 1Βα 19:2· 2Βα 19:8-14· Λου 7:18-24· 9:52) Κατά καιρούς, το έργο αυτό το αναλάμβαναν δρομείς. (2Χρ 30:6-10· Ιερ 51:31) Για ταχύτερη μεταβίβαση των πληροφοριών, αποστέλλονταν έφιπποι αγγελιοφόροι. (2Βα 9:17-19· Εσθ 8:10-14· βλέπε ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ.) Στους αγγελιοφόρους της αρχαιότητας συμπεριλαμβάνονταν οι διαλαλητές που ανάγγελλαν δημοσίως βασιλικά ή κρατικά διατάγματα. (Δα 3:4-6· 5:29) Αγγελιοφόροι αποστέλλονταν για να ζητήσουν ειρήνη (Ησ 33:7), στρατιωτική βοήθεια (2Βα 16:7· 17:4) ή για να απαιτήσουν την καταβολή του φόρου υποτελείας ή την παράδοση κάποιας πόλης (1Βα 20:1-9· 2Βα 18:17-35). Για να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους, τους χορηγούνταν ελευθερία διέλευσης. Η κακομεταχείριση βασιλικών αγγελιοφόρων που είχαν αποσταλεί για εθιμοτυπική επίσκεψη σε άλλη χώρα θεωρούνταν τόσο σοβαρή ώστε μπορούσε να αποτελέσει αιτία πολέμου.—2Σα 10:1-7· βλέπε ΠΡΕΣΒΕΥΤΗΣ.
Οι λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που αποδίδονται «αγγελιοφόρος» μπορεί να αναφέρονται σε πνευματικούς αγγελιοφόρους, δηλαδή αγγέλους. (Ψλ 104:4· Ιωα 1:51) Τα συμφραζόμενα είναι αυτά που καθορίζουν αν γίνεται λόγος για ανθρώπινους ή ουράνιους αγγελιοφόρους. Στο εδάφιο Ησαΐας 63:9, για παράδειγμα, “ο προσωπικός αγγελιοφόρος” του Ιεχωβά είναι προφανώς κάποιος άγγελός του, εφόσον αυτός ο αγγελιοφόρος έσωσε τους Ισραηλίτες.—Παράβαλε Εξ 14:19, 20.
Ο Ιεχωβά, εκτός από τους ουράνιους αγγελιοφόρους που έχει χρησιμοποιήσει για τη μετάδοση πληροφοριών σε άντρες και γυναίκες στη γη καθώς και για την εκπλήρωση άλλων καθηκόντων (βλέπε ΑΓΓΕΛΟΣ), έχει χρησιμοποιήσει επανειλημμένα και ανθρώπινους αγγελιοφόρους. Οι προφήτες και οι ιερείς του ήταν οι αγγελιοφόροι του προς το έθνος του Ισραήλ. (2Χρ 36:15, 16· Αγγ 1:13· Μαλ 2:7) Οι εξαγγελίες των προφητών του ήταν βέβαιο πως θα εκπληρώνονταν, επειδή ο Ιεχωβά είναι «Εκείνος που εκτελεί πλήρως τη βουλή των αγγελιοφόρων του».—Ησ 44:26.
«Ο Αγγελιοφόρος της Διαθήκης». Σε εκπλήρωση του εδαφίου Μαλαχίας 3:1, εμφανίστηκε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής ως ο αγγελιοφόρος που προετοίμασε την οδό μπροστά από τον Ιεχωβά με το να ετοιμάσει τους Ιουδαίους για τον ερχομό του πρώτιστου εκπροσώπου του Θεού, του Ιησού Χριστού.—Ματ 11:10, 11· Μαρ 1:1-4· Λου 7:27, 28.
Ως ο προειπωμένος «αγγελιοφόρος της διαθήκης», ο Ιησούς Χριστός πήγε στο ναό και τον καθάρισε. (Ματ 21:12, 13· Μαρ 11:15-17· Λου 19:45, 46) Προφανώς ήταν ο αγγελιοφόρος της Αβραμιαίας διαθήκης, εφόσον με βάση αυτή τη διαθήκη δόθηκε πρώτα στους Ιουδαίους η ευκαιρία να γίνουν κληρονόμοι της Βασιλείας. Αυτή τη διαθήκη επικαλέστηκε ο Πέτρος όταν κάλεσε τους Ιουδαίους να μετανοήσουν. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του Ιωάννη του Βαφτιστή, συσχέτισε την Αβραμιαία διαθήκη με το γεγονός ότι ο Ιεχωβά είχε εγείρει “κέρας σωτηρίας στον οίκο του Δαβίδ”, το οποίο κέρας ήταν ο Μεσσίας.—Παράβαλε Ματ 10:5-7· 15:24· 21:31· Λου 1:69-75· Πρ 3:12, 19-26.
-
-
ΆγγελοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΕΛΟΣ
Τόσο η λέξη μαλ’άχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου όσο και η λέξη ἄγγελος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνουν κατά κυριολεξία «αγγελιοφόρος». Από το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής μέχρι το τελευταίο, αυτές οι λέξεις εμφανίζονται σχεδόν 400 φορές. Όταν υπάρχει ένδειξη ότι πρόκειται για πνευματικούς αγγελιοφόρους, οι λέξεις αυτές μεταφράζονται «άγγελοι», αν όμως είναι σαφές ότι εννοούνται ανθρώπινα πλάσματα, η απόδοση είναι «αγγελιοφόροι». (Γε 16:7· 32:3· Ιακ 2:25· Απ 22:8· βλέπε ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ.) Ωστόσο, στο κατ’ εξοχήν συμβολικό βιβλίο της Αποκάλυψης μερικές από τις αναφορές σε “αγγέλους” είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε ανθρώπινα πλάσματα.—Απ 2:1, 8, 12, 18· 3:1, 7, 14.
Μερικές φορές οι άγγελοι ονομάζονται πνεύματα—ένα πνεύμα είναι αόρατο και ισχυρό. Διαβάζουμε λοιπόν: «Βγήκε ένα πνεύμα και στάθηκε ενώπιον του Ιεχωβά». «Δεν είναι όλοι πνεύματα για δημόσια υπηρεσία;» (1Βα 22:21· Εβρ 1:14) Εφόσον έχουν αόρατα πνευματικά σώματα, η κατοικία τους βρίσκεται «στους ουρανούς». (Μαρ 12:25· 1Κο 15:44, 50) Επίσης ονομάζονται «γιοι του αληθινού Θεού», «πρωινά άστρα» και «άγιες μυριάδες» (ή «άγιοι»).—Ιωβ 1:6· 2:1· 38:7· Δευ 33:2.
Δεδομένου ότι οι άγγελοι δεν είναι πλάσματα που παντρεύονται και αναπαράγουν το είδος τους, καθένας τους ατομικά δημιουργήθηκε από τον Ιεχωβά μέσω του πρωτότοκου Γιου του, ο οποίος είναι «η αρχή της δημιουργίας του Θεού». (Ματ 22:30· Απ 3:14) «Μέσω αυτού [του πρωτότοκου Γιου, του Λόγου] δημιουργήθηκαν όλα τα άλλα πράγματα στους ουρανούς . . . τα αόρατα . . . Επίσης, αυτός είναι πριν από όλα τα άλλα πράγματα και μέσω αυτού όλα τα άλλα πράγματα ήρθαν σε ύπαρξη». (Κολ 1:15-17· Ιωα 1:1-3) Οι άγγελοι δημιουργήθηκαν πολύ προτού εμφανιστεί ο άνθρωπος, εφόσον στη “θεμελίωση της γης” «τα πρωινά άστρα κραύγασαν μαζί χαρούμενα και όλοι οι γιοι του Θεού άρχισαν να αλαλάζουν επευφημώντας».—Ιωβ 38:4-7.
Αναφορικά δε με τον αριθμό των αγγελικών στρατιών στον ουρανό, ο Δανιήλ είπε ότι είδε “χίλιες χιλιάδες που διακονούσαν [τον Θεό] και δέκα χιλιάδες επί δέκα χιλιάδες που στέκονταν μπροστά του”.—Δα 7:10· Εβρ 12:22· Ιου 14.
Τάξεις και Ιεραρχία. Όπως στην ορατή δημιουργία, έτσι και στο αόρατο βασίλειο υπάρχουν τάξεις μεταξύ των αγγέλων και ιεραρχία. Ο κορυφαίος άγγελος, τόσο από πλευράς δύναμης όσο και από πλευράς εξουσίας, είναι ο Μιχαήλ, ο αρχάγγελος. (Δα 10:13, 21· 12:1· Ιου 9· Απ 12:7· βλέπε ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ· ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1.) Λόγω της υπεροχής του και λόγω του ότι αποκαλείται «ο μεγάλος άρχοντας που στέκεται υπέρ των γιων του λαού» του Θεού, θεωρείται ο άγγελος ο οποίος οδήγησε τον Ισραήλ στην πορεία του μέσα από την έρημο. (Εξ 23:20-23) Πολύ ψηλά στην ιεραρχία των αγγέλων, όσον αφορά τα προνόμια και την τιμή, βρίσκονται τα σεραφείμ. (Ησ 6:2, 6· βλέπε ΣΕΡΑΦΕΙΜ.) Συχνότερα (περίπου 90 φορές), οι Γραφές αναφέρουν τα χερουβείμ, και από την περιγραφή των καθηκόντων τους και των ευθυνών τους γίνεται προφανές ότι και αυτά κατέχουν ειδική θέση μεταξύ των αγγέλων. (Γε 3:24· Ιεζ 10:1-22· βλέπε ΧΕΡΟΥΒ Αρ. 1.) Έπεται το μεγάλο σώμα των αγγέλων οι οποίοι υπηρετούν ως αγγελιοφόροι, ως αγωγοί επικοινωνίας μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου. Ωστόσο, αυτοί κάνουν περισσότερα από το να μεταβιβάζουν απλώς αγγέλματα. Εφόσον είναι εκπρόσωποι και απεσταλμένοι του Υψίστου Θεού, υπηρετούν με αίσθημα ευθύνης ως εκτελεστές του θεϊκού σκοπού, είτε πρόκειται για την προστασία και την απελευθέρωση του λαού του Θεού είτε για την καταστροφή των πονηρών.—Γε 19:1-26.
Προσωπικότητα. Μερικοί μπορεί να μη δέχονται ότι ο κάθε άγγελος αποτελεί ξεχωριστή προσωπικότητα, ισχυριζόμενοι ότι πρόκειται για απρόσωπες δυνάμεις ενέργειας που αποστέλλονται για να εκτελέσουν το θέλημα του Θεού, αλλά η Αγία Γραφή διδάσκει κάτι διαφορετικό. Τα ξεχωριστά ονόματα υποδηλώνουν ξεχωριστά πρόσωπα. Το γεγονός ότι μας δίνονται δύο ονόματα αγγέλων, Μιχαήλ και Γαβριήλ, το τεκμηριώνει αυτό επαρκώς. (Δα 12:1· Λου 1:26) Η απουσία περισσότερων ονομάτων λειτούργησε ως προφύλαξη από την απόδοση ακατάλληλης τιμής και λατρείας σε αυτά τα πλάσματα. Οι άγγελοι αποστέλλονταν από τον Θεό ως εκπρόσωποι που θα δρούσαν εν ονόματι εκείνου και όχι εν ονόματί τους. Γι’ αυτό, όταν ο Ιακώβ ρώτησε κάποιον άγγελο πώς ονομαζόταν, εκείνος αρνήθηκε να του πει. (Γε 32:29) Όταν ο Ιησούς του Ναυή ζήτησε από έναν άγγελο που τον πλησίασε να του αποκαλύψει την ταυτότητά του, εκείνος απάντησε απλώς ότι ήταν «άρχοντας του στρατεύματος του Ιεχωβά». (Ιη 5:14) Όταν οι γονείς του Σαμψών ρώτησαν έναν άγγελο πώς ονομαζόταν, εκείνος αρνήθηκε να τους πει, λέγοντας: «Γιατί με ρωτάς για το όνομά μου, εφόσον είναι θαυμαστό;» (Κρ 13:17, 18) Ο απόστολος Ιωάννης επιχείρησε να λατρέψει αγγέλους και επιπλήχθηκε δύο φορές: «Πρόσεχε! Μην το κάνεις αυτό! . . . Τον Θεό λάτρεψε».—Απ 19:10· 22:8, 9.
Ως προσωπικότητες, οι άγγελοι έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν μεταξύ τους (1Κο 13:1), την ικανότητα να μιλούν τις διάφορες γλώσσες των ανθρώπων (Αρ 22:32-35· Δα 4:23· Πρ 10:3-7), καθώς και την ικανότητα σκέψης με την οποία δοξάζουν και αινούν τον Ιεχωβά (Ψλ 148:2· Λου 2:13). Είναι αλήθεια ότι οι άγγελοι δεν έχουν φύλο, επειδή έτσι τους έφτιαξε ο Ιεχωβά και όχι επειδή είναι απρόσωπες δυνάμεις. Οι άγγελοι παρουσιάζονται γενικά ως άρρενες, και σε όσες περιπτώσεις υλοποιήθηκαν είχαν πάντοτε αντρική μορφή, επειδή ο Θεός και ο Γιος του μνημονεύονται ως άρρενες. Ωστόσο, όταν μερικοί υλοποιημένοι άγγελοι εντρύφησαν στη σεξουαλική απόλαυση στις ημέρες του Νώε, αποβλήθηκαν από τις ουράνιες αυλές του Ιεχωβά. Αυτό ήταν μια απόδειξη του ότι οι άγγελοι είναι ξεχωριστά πρόσωπα, επειδή είναι και αυτοί, όπως και οι άνθρωποι, ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες που έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν προσωπικά ανάμεσα στο σωστό και στο λάθος. (Γε 6:2, 4· 2Πε 2:4) Με προσωπική τους επιλογή, ορδές αγγέλων ενώθηκαν με τον Σατανά στην ανταρσία του.—Απ 12:7-9· Ματ 25:41.
Δυνάμεις και Προνόμια. Εφόσον ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «λίγο κατώτερο από τους αγγέλους» (Εβρ 2:7), έπεται ότι οι άγγελοι διαθέτουν μεγαλύτερες διανοητικές ικανότητες από τους ανθρώπους. Εκτός αυτού έχουν και υπερανθρώπινη δύναμη. «Ευλογείτε τον Ιεχωβά, εσείς οι άγγελοί του, που είστε κραταιοί σε δύναμη, που εκτελείτε το λόγο του». Η αγγελική γνώση και δύναμη καταδείχτηκαν όταν δύο άγγελοι επέφεραν πύρινη καταστροφή στα Σόδομα και στα Γόμορρα. Ένας και μόνο άγγελος σκότωσε 185.000 στρατιώτες του ασσυριακού στρατού.—Ψλ 103:20· Γε 19:13, 24· 2Βα 19:35.
Οι άγγελοι μπορούν επίσης να ταξιδεύουν με τρομερές ταχύτητες, οι οποίες ξεπερνούν κατά πολύ τους περιορισμούς του υλικού κόσμου. Έτσι λοιπόν, την ώρα που προσευχόταν ο Δανιήλ, ο Θεός απέστειλε έναν άγγελο ως απάντηση στην προσευχή του, και ο άγγελος έφτασε μέσα σε λίγες στιγμές, προτού καν ολοκληρωθεί η προσευχή.—Δα 9:20-23.
Ωστόσο, παρ’ όλες τις ανώτερες διανοητικές και πνευματικές τους δυνάμεις, οι άγγελοι έχουν τους περιορισμούς τους. Ο Ιησούς είπε ότι δεν γνώριζαν την «ημέρα και την ώρα» κατά την οποία πρόκειται να σαρωθεί αυτό το σύστημα πραγμάτων. (Ματ 24:36) Ενδιαφέρονται ζωηρά για την επεξεργασία των σκοπών του Ιεχωβά, αλλά υπάρχουν ορισμένα πράγματα τα οποία δεν κατανοούν. (1Πε 1:12) Χαίρονται όταν μετανοεί κάποιος αμαρτωλός και παρατηρούν τους Χριστιανούς που αποτελούν «θεατρικό θέαμα» στην παγκόσμια σκηνή όπου λαβαίνουν χώρα οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Παρατηρούν επίσης το καλό παράδειγμα των Χριστιανών γυναικών που φορούν σημείο εξουσίας πάνω στο κεφάλι τους.—Λου 15:10· 1Κο 4:9· 11:10· βλέπε ΑΘΑΝΑΣΙΑ (Χορήγηση Αθανασίας στους Κληρονόμους της Βασιλείας).
Ως διάκονοι του Ιεχωβά, οι άγγελοι έχουν απολαύσει ανά τους αιώνες πολλά προνόμια. Άγγελοι ενήργησαν ως διάκονοι για τον Αβραάμ, τον Ιακώβ, τον Μωυσή, τον Ιησού του Ναυή, τον Ησαΐα, τον Δανιήλ, τον Ζαχαρία, τον Πέτρο, τον Παύλο και τον Ιωάννη, για να αναφέρουμε λίγους μόνο. (Γε 22:11· 31:11· Ιη 5:14, 15· Ησ 6:6, 7· Δα 6:22· Ζαχ 1:9· Πρ 5:19, 20· 7:35· 12:7, 8· 27:23, 24· Απ 1:1) Τα αγγέλματά τους συντέλεσαν στη συγγραφή της Αγίας Γραφής. Στην Αποκάλυψη, οι άγγελοι αναφέρονται πολύ περισσότερες φορές από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο βιβλίο της Αγίας Γραφής. Ένα όραμα παρουσιάζει αναρίθμητους αγγέλους γύρω από το μεγαλειώδη θρόνο του Ιεχωβά. Εφτά άγγελοι σάλπισαν με τις εφτά σάλπιγγες, ενώ άλλοι εφτά άδειασαν τις εφτά κούπες του θυμού του Θεού. Ένας άγγελος που πετούσε στο μεσουράνημα είχε «αιώνια καλά νέα», ενώ ένας άλλος διακήρυξε: «Έπεσε η Βαβυλώνα η Μεγάλη».—Απ 5:11· 7:11· 8:6· 14:6, 8· 16:1.
Υποστήριξη στον Χριστό και στους ακολούθους του. Από την αρχή και μέχρι τέλους οι άγιοι άγγελοι του Θεού παρακολουθούσαν την προσωρινή παραμονή του Ιησού στη γη με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ανήγγειλαν τη σύλληψή του και τη γέννησή του, και τον διακόνησαν μετά τη σαρανταήμερη νηστεία του. Ένας άγγελος τον ενίσχυσε όταν προσευχήθηκε στη Γεθσημανή την τελευταία νύχτα που έζησε ως άνθρωπος. Όταν ήρθε ο όχλος να τον συλλάβει, θα μπορούσε να είχε καλέσει τουλάχιστον 12 λεγεώνες αγγέλων, αν ήθελε. Άγγελοι ανήγγειλαν επίσης την ανάστασή του και ήταν παρόντες κατά την ανάληψή του στον ουρανό.—Ματ 4:11· 26:53· 28:5-7· Λου 1:30, 31· 2:10, 11· 22:43· Πρ 1:10, 11.
Έκτοτε, οι πνευματικοί αγγελιοφόροι του Θεού συνέχισαν να διακονούν τους υπηρέτες του στη γη, όπως ακριβώς υποσχέθηκε ο Ιησούς: «Να μην καταφρονήσετε ούτε έναν από αυτούς τους μικρούς· διότι σας λέω ότι οι άγγελοί τους στον ουρανό πάντοτε βλέπουν το πρόσωπο του Πατέρα μου». (Ματ 18:10) «Δεν είναι όλοι πνεύματα για δημόσια υπηρεσία, απεσταλμένα να διακονούν για εκείνους που πρόκειται να κληρονομήσουν σωτηρία;» (Εβρ 1:14) Αυτοί οι κραταιοί άγγελοι δεν εμφανίζονται πλέον ορατά για χάρη των υπηρετών του Ιεχωβά στη γη, όπως όταν απελευθέρωσαν τους αποστόλους από τη φυλακή. Ωστόσο, οι υπηρέτες του Θεού έχουν τη διαβεβαίωση ότι τα αόρατα προστατευτικά στρατεύματα είναι διαρκώς παρόντα και είναι τόσο πραγματικά όσο εκείνα που περικύκλωσαν τον προφήτη Ελισαιέ και τον υπηρέτη του. «Θα δώσει στους αγγέλους του εντολή σχετικά με εσένα, να σε φυλάνε σε όλες τις οδούς σου». Ναι, «ο άγγελος του Ιεχωβά στρατοπεδεύει γύρω από εκείνους που τον φοβούνται και τους διαφυλάττει».—Ψλ 91:11· 34:7· Πρ 5:19· 2Βα 6:15-17.
Οι άγγελοι παρουσιάζονται επίσης να συνοδεύουν τον Ιησού Χριστό όταν εκείνος έρχεται για κρίση, χωρίζοντας «το σιτάρι» από «τα ζιζάνια» και «τα πρόβατα» από «τα κατσίκια». Άγγελοι συμμετείχαν με τον Μιχαήλ στον πόλεμο που διεξήγαγε εκείνος με το δράκοντα και τους δαίμονες όταν γεννήθηκε η Βασιλεία του Θεού στον ουρανό. Θα υποστηρίξουν και πάλι τον Βασιλιά των βασιλιάδων στη διεξαγωγή του πολέμου της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου.—Ματ 13:41· 25:31-33· Απ 12:7-10· 19:14-16.
-
-
ΑγγίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΙΘ
(Αγγίθ) [[Γεννημένη σε] Γιορτή].
Σύζυγος του Δαβίδ και μητέρα του Αδωνία. Ο γιος της έστησε πλεκτάνη για να πάρει τη βασιλεία του Ισραήλ.—2Σα 3:2, 4· 1Βα 1:5, 11· 1Χρ 3:1, 2.
-
-
ΑγγίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΙΤΕΣ
Βλέπε ΑΓΓΙ.
-
-
ΑγγούριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΓΟΥΡΙ
[εβρ., κισου’άχ].
Μεταξύ των τροφών της Αιγύπτου για τις οποίες εξέφρασαν έντονη λαχτάρα οι παραπονούμενοι Ισραηλίτες και το μεικτό πλήθος ήταν τα αγγούρια, μαζί με τα καρπούζια, τα πράσα, τα κρεμμύδια και τα σκόρδα. (Αρ 11:5) Ορισμένοι μελετητές, επειδή θεωρούν ότι το αγγούρι είναι πολύ συνηθισμένη τροφή ώστε δεν μπορεί να προκαλέσει τέτοια λαχτάρα, πιθανολογούν ότι ο εβραϊκός όρος ταυτίζεται με το πεπόνι (κουκουμίς ο πέπων [Cucumis melo]). Ωστόσο, τα στοιχεία από συγγενικές γλώσσες, καθώς και από αρχαίες μεταφράσεις, υποδεικνύουν ότι πρόκειται για το αγγούρι.
Η αγγουριά είναι ένα μεγάλο, έρπον φυτό με κίτρινα ή υπόλευκα άνθη. Ο καρπός της κοινής αγγουριάς (κουκουμίς η εδώδιμος [Cucumis sativus]) έχει λεία, πράσινη ως γαλαζοπράσινη φλούδα και ανοιχτοπράσινη σάρκα με σπόρους. Σε συνδυασμό με τη θερμότητα του ήλιου, οι όχθες του Νείλου με το άφθονο νερό τους και η γη της Παλαιστίνης που ποτίζεται από τη δροσιά παρέχουν τις ιδεώδεις συνθήκες ανάπτυξης για το εν λόγω φυτό που καλλιεργείται ευρέως σε αυτές τις χώρες.
Ήταν συνηθισμένο να στήνουν ένα στέγαστρο ή καλύβα στους λαχανόκηπους ή στα αμπέλια για να βρίσκει εκεί στέγη ο φύλακας που προστάτευε τα αγροτικά προϊόντα από τους κλέφτες και τα αρπακτικά ζώα. Αν αυτές οι καλύβες έμοιαζαν με τις σημερινές, τότε επρόκειτο για μια μάλλον ασταθή κατασκευή, αποτελούμενη από τέσσερις κατακόρυφους πασσάλους μπηγμένους στο έδαφος, οι οποίοι συνδέονταν μεταξύ τους με οριζόντια δοκάρια. Η στέγη και οι πλευρές κατασκευάζονταν από κλαδιά που μερικές φορές σχημάτιζαν πλέγμα (δηλαδή τα κλωνάρια και τα λεπτά κλαδιά τα έπλεκαν μεταξύ τους), ενώ οι κύριοι αρμοί της κατασκευής δένονταν με λυγαριές (ευλύγιστα κλαδιά που χρησιμοποιούνταν αντί για σχοινί). Όταν τελειώνει η παραγωγή του λαχανόκηπου, αυτές οι καλύβες εγκαταλείπονται, και καθώς αρχίζουν οι άνεμοι και οι βροχές του φθινοπώρου, μπορεί να πάρουν κλίση ή να καταρρεύσουν. Γι’ αυτό, κατά τη διάρκεια της ερήμωσής της, η Σιών απεικονίζεται παραστατικά να «έχει απομείνει σαν το στέγαστρο στο αμπέλι, σαν την καλύβα του φύλακα σε περιβόλι με αγγούρια».—Ησ 1:8.
Στύλοι, πάσσαλοι ή άλλα κατασκευάσματα τοποθετούνταν επίσης στα καλλιεργημένα χωράφια για να τρομάζουν τα ζώα, και με ένα τέτοιο βουβό, άψυχο «σκιάχτρο σε περιβόλι με αγγούρια» παρομοίασε ο προφήτης Ιερεμίας τα ομοιώματα που έφτιαχναν τα ειδωλολατρικά έθνη.—Ιερ 10:5.
-
-
ΑγελάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΕΛΑΔΑ
[εβρ., παράχ· ’έλεφ (Δευ 7:13)· ‛εγλάχ, νεαρή αγελάδα].
Η αγελάδα έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ισραηλιτική οικονομία. Δεν ήταν μόνο ζώο έλξης, αλλά θεωρούνταν πολύτιμη και για το γάλα της, από το οποίο παρασκευάζονταν άλλα συνήθη είδη διατροφής, όπως το τυρί, το βούτυρο και το βουτυρόγαλα. (Αρ 19:2· Ησ 7:21, 22) Επίσης, το δέρμα της μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή διαφόρων δερμάτινων ειδών.
Ενίοτε θυσιάζονταν νεαρές αγελάδες, ή αλλιώς δαμαλίδες. (Γε 15:9· 1Σα 6:14· 16:2) Η στάχτη μιας ολόκληρης κόκκινης αγελάδας που καιγόταν έξω από το στρατόπεδο αποτελούσε συστατικό “του νερού για καθαρισμό” το οποίο χρησιμοποιούσε ο Ισραήλ. (Αρ 19:2, 6, 9) Σε περίπτωση ανεξιχνίαστου φόνου, οι πρεσβύτεροι που εκπροσωπούσαν την πόλη η οποία βρισκόταν πιο κοντά στον σκοτωμένο έπρεπε να θανατώσουν μια νεαρή αγελάδα στην ακαλλιέργητη κοιλάδα ενός χειμάρρου και κατόπιν να πλύνουν τα χέρια τους πάνω από το πτώμα δηλώνοντας ταυτόχρονα την αθωότητά τους για το έγκλημα.—Δευ 21:1-9.
Στις Γραφές, μπορούμε να παρατηρήσουμε πολυάριθμες αλληγορικές αναφορές στην αγελάδα ή στη δαμαλίδα. Οι εφτά παχύσαρκες και οι εφτά λεπτόσαρκες αγελάδες του ονείρου του Φαραώ εξηγήθηκε ότι αναφέρονταν σε εφτά χρόνια αφθονίας τα οποία θα ακολουθούνταν από εφτά χρόνια πείνας. (Γε 41:26, 27) Ο Σαμψών αναφέρθηκε στη μνηστή του ως τη νεαρή αγελάδα του με την οποία είχαν οργώσει οι 30 γαμήλιοι συνοδοί για να βρουν τη λύση του αινίγματός του.—Κρ 14:11, 12, 18.
Οι γυναίκες που κατοικούσαν στη Σαμάρεια, οι οποίες αγαπούσαν την πολυτέλεια και διέπρατταν λεηλασίες, αναφέρονται ως «αγελάδες της Βασάν». (Αμ 3:15· 4:1) Ο Εφραΐμ παρομοιάζεται με “εκπαιδευμένη δαμαλίδα που της αρέσει να αλωνίζει”. (Ωσ 10:11) Αυτή η παρομοίωση προσλαμβάνει επιπρόσθετη σημασία αν ληφθεί υπόψη ότι τα ζώα που αλώνιζαν δεν φιμώνονταν και, γι’ αυτό, μπορούσαν να τρώνε από τα σιτηρά, απολαμβάνοντας έτσι άμεσα οφέλη από τον κόπο τους. (Δευ 25:4) Επειδή πάχυνε χάρη στην ευλογία του Θεού, ο Ισραήλ «κλώτσησε», στασίασε κατά του Ιεχωβά (Δευ 32:12-15), και γι’ αυτό αναφέρεται κατάλληλα ως πεισματάρα αγελάδα που είναι απρόθυμη να μπει στο ζυγό. (Ωσ 4:16) Η Αίγυπτος παραβάλλεται με ωραία δαμαλίδα που θα υφίστατο συμφορά στα χέρια των Βαβυλωνίων. (Ιερ 46:20, 21, 26) Οι Βαβυλώνιοι που λεηλατούν “την κληρονομιά του Θεού”, τον Ιούδα, παρομοιάζονται με δαμαλίδα η οποία σκιρτάει και χτυπάει τα πόδια κάτω στο τρυφερό χορτάρι.—Ιερ 50:11.
Προφητικά, οι ειρηνικές συνθήκες που προκύπτουν από τη διακυβέρνηση του Μεσσία, του Χριστού Ιησού, εξεικονίζονται εύστοχα από τις φιλικές σχέσεις ανάμεσα στη σχετικά ακίνδυνη αγελάδα και στην αδηφάγα αρκούδα.—Ησ 11:7· βλέπε ΔΑΜΑΛΙΔΑ· ΜΟΣΧΑΡΙ· ΤΑΥΡΟΣ.
-
-
ΑγηρίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΗΡΙ
(Αγηρί) [πιθανώς, Της (Από την) Άγαρ].
Πατέρας του Μιβάρ, ενός από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 38.
-
-
ΑγηρίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΗΡΙΤΕΣ
(Αγηρίτες) [πιθανώς, Της (Από την) Άγαρ].
Προφανώς, ποιμενικός λαός ο οποίος κατοικούσε σε σκηνές Α της Γαλαάδ. Στις ημέρες του Βασιλιά Σαούλ, οι Ισραηλίτες που ζούσαν Α του Ιορδάνη νίκησαν τους Αγηρίτες, παίρνοντας 100.000 αιχμαλώτους και χιλιάδες καμήλες, γαϊδούρια και πρόβατα. (1Χρ 5:10, 18-22) Ο ψαλμωδός συγκαταρίθμησε τους Αγηρίτες με άλλους εχθρούς του Ισραήλ, όπως τους Εδωμίτες, τους Μωαβίτες, τους Αμμωνίτες και τους Αμαληκίτες. (Ψλ 83:2-7) Ωστόσο, στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, ο Ιαζίζ ο Αγηρίτης ήταν υπεύθυνος για τα ποίμνια του βασιλιά.—1Χρ 27:31.
Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι οι Αγηρίτες κατά πάσα πιθανότητα ταυτίζονται με τους Αγραίους, τους οποίους αναφέρουν οι αρχαίοι γεωγράφοι Στράβων, Πτολεμαίος και Πλίνιος. Το αν ήταν απόγονοι της Άγαρ δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί.
-
-
Αγία ΓραφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Ο εμπνευσμένος Λόγος του Ιεχωβά, που έχει αναγνωριστεί ως το σημαντικότερο βιβλίο όλων των εποχών λόγω της παλαιότητάς του, του συνολικού αριθμού των αντιτύπων του, του αριθμού των γλωσσών στις οποίες έχει μεταφραστεί, της ανυπέρβλητης ανωτερότητάς του ως λογοτεχνικού αριστουργήματος και της εξαιρετικής σπουδαιότητάς του για όλη την ανθρωπότητα. Ως ανεξάρτητη από όλα τα άλλα βιβλία, η Αγία Γραφή δεν μιμείται κανένα. Αποδεικνύει μόνη της την αξία της, αποδίδοντας τιμή στον απαράμιλλο Εμπνευστή της συγγραφής της. Η Αγία Γραφή ξεχωρίζει επίσης διότι επιβίωσε παρότι αντιμετώπισε τη βιαιότερη εναντίωση από κάθε άλλο βιβλίο, μισούμενη από πολλούς εχθρούς.
Η Ονομασία «Βίβλος». Η Αγία Γραφή αποκαλείται επίσης «Βίβλος». Η αρχαία ελληνική λέξη βίβλος αναφέρεται στο εσωτερικό μέρος του φυτού πάπυρος, από το οποίο έφτιαχναν μια πρωτόγονη μορφή χαρτιού. Η φοινικική πόλη Γεβάλ, φημισμένη για το εμπόριο παπύρου, αποκαλούνταν από τους Έλληνες «Βύβλος». (Βλέπε Ιη 13:5, υποσ.) Με τον καιρό, η λέξη βιβλία, υποκοριστικό της λέξης βίβλος, κατέληξε να αναφέρεται σε διάφορα συγγράμματα, ρόλους, κώδικες και, τελικά, στη συλλογή των μικρών βιβλίων που απαρτίζουν την Αγία Γραφή, ή αλλιώς Βίβλο. Ο Ιερώνυμος αποκάλεσε αυτή τη συλλογή Bibliotheca Divina, δηλαδή Θεϊκή Βιβλιοθήκη.
Ο Ιησούς και οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών αναφέρθηκαν στη συλλογή των ιερών συγγραμμάτων χρησιμοποιώντας τη φράση «οι Γραφές» ή οι «άγιες Γραφές», «τα άγια συγγράμματα». (Ματ 21:42· Μαρ 14:49· Λου 24:32· Ιωα 5:39· Πρ 18:24· Ρω 1:2· 15:4· 2Τι 3:15, 16) Αυτή η συλλογή αποτελεί καταγραφή των δηλώσεων ενός Θεού που επικοινωνεί, δηλαδή αποτελεί το Λόγο του Θεού, κάτι που επισημαίνεται σε φράσεις όπως «έκφραση από το στόμα του Ιεχωβά» (Δευ 8:3), «λόγια του Ιεχωβά» (Ιη 24:27), «εντολές του Ιεχωβά» (Εσδ 7:11), «νόμος του Ιεχωβά», «υπενθύμιση του Ιεχωβά», «προσταγές του Ιεχωβά» (Ψλ 19:7, 8), «λόγος του Ιεχωβά» (Ησ 38:4· Ματ 4:4· 1Θε 4:15). Επανειλημμένα αυτά τα συγγράμματα χαρακτηρίζονται ως «ιερές εξαγγελίες του Θεού».—Ρω 3:2· Πρ 7:38· Εβρ 5:12· 1Πε 4:11.
Υποδιαιρέσεις. Εξήντα έξι ξεχωριστά βιβλία, από τη Γένεση μέχρι την Αποκάλυψη, αποτελούν το Βιβλικό κανόνα. Η επιλογή αυτών των συγκεκριμένων βιβλίων—και η απόρριψη πολλών άλλων—αποδεικνύει ότι ο Θεϊκός Συγγραφέας, όχι απλώς ενέπνευσε τη συγγραφή τους, αλλά επίσης διαφύλαξε προσεκτικά τη διαδικασία με την οποία συλλέχθηκαν και διατηρήθηκαν στον ιερό κατάλογο. (Βλέπε ΑΠΟΚΡΥΦΑ· ΚΑΝΟΝΑΣ.) Τριάντα εννιά από τα 66 βιβλία, που αντιστοιχούν στα τρία τέταρτα των περιεχομένων της Γραφής, είναι γνωστά ως οι Εβραϊκές Γραφές και γράφτηκαν όλα αρχικά σε αυτή τη γλώσσα εκτός από μερικά μικρά τμήματα που γράφτηκαν στην αραμαϊκή. (Εσδ 4:8–6:18· 7:12-26· Ιερ 10:11· Δα 2:4β–7:28) Συγχωνεύοντας ορισμένα από αυτά τα βιβλία, οι Ιουδαίοι είχαν συνολικά 22 ή 24 βιβλία μόνο, που όμως περιείχαν την ίδια ύλη. Επιπρόσθετα, φαίνεται πως συνήθιζαν να διαιρούν τις Γραφές σε τρία μέρη—“το νόμο του Μωυσή, τους Προφήτες και τους Ψαλμούς”. (Λου 24:44· βλέπε ΕΒΡΑΪΚΕΣ ΓΡΑΦΕΣ.) Το τελευταίο τέταρτο της Γραφής είναι γνωστό ως οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, χαρακτηρίστηκε δε έτσι επειδή τα 27 βιβλία που απαρτίζουν αυτό το τμήμα γράφτηκαν στην ελληνική. Η συγγραφή, η συλλογή και η ταξινόμηση αυτών των βιβλίων στο Βιβλικό κανόνα καταδεικνύουν για άλλη μια φορά την επίβλεψη του Ιεχωβά από την αρχή ως το τέλος.—Βλέπε ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΓΡΑΦΕΣ.
Η διαίρεση της Αγίας Γραφής σε κεφάλαια και εδάφια (η KJ έχει 1.189 κεφάλαια και 31.102 εδάφια) δεν έγινε από τους αρχικούς συγγραφείς, αλλά αποτέλεσε χρησιμότατη επινόηση που εφαρμόστηκε αιώνες αργότερα. Οι Μασορίτες χώρισαν τις Εβραϊκές Γραφές σε εδάφια, και αργότερα, το 13ο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, προστέθηκε ο διαχωρισμός σε κεφάλαια. Τελικά, το 1553 εκδόθηκε μια γαλλική μετάφραση της Γραφής από τον Ρομπέρ Εστιέν η οποία ήταν η πρώτη πλήρης Γραφή με το σημερινό διαχωρισμό σε κεφάλαια και εδάφια.
Όλα μαζί τα 66 βιβλία της Γραφής απαρτίζουν ένα και μόνο έργο, ένα πλήρες σύνολο. Όπως το σύστημα διαχωρισμού των κεφαλαίων και των εδαφίων είναι απλώς ένα εξυπηρετικό βοήθημα για τη μελέτη της Γραφής και δεν αποσκοπεί στην υποβάθμιση της ενότητας του συνόλου, το ίδιο ισχύει και για το χωρισμό της Γραφής σε τμήματα με βάση τη γλώσσα στην οποία γράφτηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους τα χειρόγραφα που έφτασαν σε εμάς. Επομένως, έχουμε τόσο τις Εβραϊκές όσο και τις Ελληνικές Γραφές, στις δε Ελληνικές Γραφές προστίθεται ο προσδιορισμός «Χριστιανικές» για να τις ξεχωρίζει από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η οποία αποτελεί μετάφραση του εβραϊκού τμήματος των Γραφών στην ελληνική.
«Παλαιά Διαθήκη» και «Καινή Διαθήκη». Σήμερα υπάρχει η συνήθεια να ονομάζουν τις Γραφές που γράφτηκαν στην εβραϊκή και στην αραμαϊκή «Παλαιά Διαθήκη». Αφορμή για αυτή τη συνήθεια αποτέλεσε το εδάφιο 2 Κορινθίους 3:14. Μιλώντας, όμως, εδώ για την “παλιά διαθήκη”, ο απόστολος Παύλος δεν αναφέρεται στο σύνολο των Εβραϊκών και Αραμαϊκών Γραφών ούτε και εννοεί ότι τα θεόπνευστα Χριστιανικά συγγράμματα αποτελούν μια «καινή διαθήκη». Ο απόστολος μιλάει εδώ για την παλιά διαθήκη του Νόμου, την οποία κατέγραψε ο Μωυσής στην Πεντάτευχο και η οποία αποτελεί μόνο ένα μέρος των προχριστιανικών Γραφών. Γι’ αυτόν το λόγο λέει στο επόμενο εδάφιο: «όποτε διαβάζεται ο Μωυσής».
Επομένως, είναι αβάσιμο να ονομάζει κανείς τις Εβραϊκές και Αραμαϊκές Γραφές «Παλαιά Διαθήκη» και τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές «Καινή Διαθήκη». Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός αναφέρθηκε στη συλλογή των ιερών συγγραμμάτων με τη φράση «οι Γραφές». (Ματ 21:42· Μαρ 14:49· Ιωα 5:39) Ο απόστολος Παύλος αναφέρθηκε σε αυτήν με τις φράσεις “οι άγιες Γραφές”, “οι Γραφές” και «τα άγια συγγράμματα».—Ρω 1:2· 15:4· 2Τι 3:15.
Συγγραφή. Ο συνοδευτικός πίνακας δείχνει ότι περίπου 40 άνθρωποι χρησιμοποιήθηκαν ως γραμματείς από τον έναν και μοναδικό Εμπνευστή της συγγραφής για να καταγράψουν τον εμπνευσμένο Λόγο του Ιεχωβά. «Όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη», και αυτό συμπεριλαμβάνει τα συγγράμματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών μαζί με «τις υπόλοιπες Γραφές». (2Τι 3:16· 2Πε 3:15, 16) Η λέξη θεόπνευστος του πρωτότυπου κειμένου σημαίνει «αυτός που έχει θεία έμπνευση ή θεία πνοή». Υποκινώντας με την “πνοή” του πιστούς άντρες, ο Θεός έκανε να επενεργήσει σε αυτούς το πνεύμα του, ή αλλιώς η ενεργός του δύναμη, και κατηύθυνε να καταγραφούν όσα ο ίδιος ήθελε, διότι, όπως είναι γραμμένο, «ποτέ δεν φέρθηκε προφητεία από θέλημα ανθρώπου, αλλά άνθρωποι μίλησαν από τον Θεό καθώς κατευθύνονταν από άγιο πνεύμα».—2Πε 1:21· Ιωα 20:21, 22· βλέπε ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΙΑ.
Αυτό το αόρατο άγιο πνεύμα του Θεού είναι το συμβολικό του «δάχτυλο». Συνεπώς, όταν οι άνθρωποι είδαν τον Μωυσή να κάνει υπερφυσικά κατορθώματα, αναφώνησαν: «Είναι το δάχτυλο του Θεού!» (Εξ 8:18, 19· παράβαλε με τα λόγια του Ιησού στα εδ. Ματ 12:22, 28· Λου 11:20.) Με παρόμοια εκδήλωση θεϊκής δύναμης, «το δάχτυλο του Θεού» άρχισε τη συγγραφή της Γραφής χαράζοντας τις Δέκα Εντολές πάνω σε πέτρινες πλάκες. (Εξ 31:18· Δευ 9:10) Κατά συνέπεια, δεν θα ήταν δύσκολο για τον Ιεχωβά να χρησιμοποιήσει ανθρώπους ως γραμματείς του, έστω και αν μερικοί ήταν «αγράμματοι και συνηθισμένοι» όσον αφορά τις ακαδημαϊκές σπουδές (Πρ 4:13) και άσχετα αν ο εκάστοτε γραμματέας ήταν βοσκός, γεωργός, σκηνοποιός, ψαράς, εισπράκτορας φόρων, γιατρός, ιερέας, προφήτης ή βασιλιάς. Η ενεργός δύναμη του Ιεχωβά έβαζε τις σκέψεις στη διάνοια του συγγραφέα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τον άφηνε να εκφράζει τη θεϊκή σκέψη με δικά του λόγια, επιτρέποντας έτσι να αντανακλάται στη συγγραφή η προσωπικότητα και τα ιδιαίτερα γνωρίσματά του, αλλά διατηρώντας ταυτόχρονα ανυπέρβλητη ομοιογένεια ως προς το θέμα και το σκοπό από την αρχή ως το τέλος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το έργο που προέκυψε, η Αγία Γραφή, επειδή αντικατοπτρίζει πράγματι το νου και το θέλημα του Ιεχωβά, ξεπέρασε σε πλούτο και εύρος τα συγγράμματα απλών ανθρώπων. Ο Παντοδύναμος Θεός μερίμνησε ώστε ο γραπτός του Λόγος της αλήθειας να είναι διατυπωμένος με τρόπο που να κατανοείται και να μεταφράζεται εύκολα σε οποιαδήποτε γλώσσα.
Κανένα άλλο βιβλίο δεν χρειάστηκε τόσο χρόνο για να ολοκληρωθεί όσο η Γραφή. Ο Μωυσής άρχισε τη συγγραφή της το 1513 Π.Κ.Χ. Άλλα ιερά συγγράμματα συνέχισαν να προστίθενται στις θεόπνευστες Γραφές μέχρι και λίγο μετά το 443 Π.Κ.Χ., οπότε ο Νεεμίας και ο Μαλαχίας ολοκλήρωσαν τα βιβλία τους. Έπειτα μεσολάβησε ένα κενό σχεδόν 500 ετών στη συγγραφή της Αγίας Γραφής, ώσπου ο απόστολος Ματθαίος κατέγραψε την ιστορική του αφήγηση. Σχεδόν 60 χρόνια αργότερα, ο Ιωάννης, ο τελευταίος των αποστόλων, έγραψε το Ευαγγέλιο και τις τρεις επιστολές του με τα οποία ολοκληρώθηκε ο Βιβλικός κανόνας. Έτσι λοιπόν, για τη σύνταξη της Γραφής απαιτήθηκε συνολικά περίοδος 1.610 ετών περίπου. Όλοι όσοι συμμετείχαν στη συγγραφή ήταν Εβραίοι και, ως εκ τούτου, ανήκαν στο λαό στον οποίο «ήταν εμπιστευμένες οι ιερές εξαγγελίες του Θεού».—Ρω 3:2.
Η Αγία Γραφή δεν είναι ασύνδετη συλλογή από ετερογενή αποσπάσματα Ιουδαϊκής και Χριστιανικής λογοτεχνίας. Τουναντίον, είναι ένα βιβλίο που χαρακτηρίζεται από οργάνωση και του οποίου τα διάφορα τμήματα παρουσιάζουν μεγάλη σύμπνοια και συσχέτιση μεταξύ τους, κάτι που αντανακλά πράγματι τη μεθοδική ευταξία του ίδιου του Δημιουργού και Εμπνευστή της συγγραφής του. Ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύτηκε ο Θεός με τον Ισραήλ δίνοντάς του έναν περιεκτικό νομικό κώδικα καθώς και διατάξεις που ρύθμιζαν ακόμη και μικρές λεπτομέρειες της ζωής στο στρατόπεδο—πράγματα που αργότερα αντικατοπτρίστηκαν στη Δαβιδική βασιλεία αλλά και στην εκκλησιαστική διευθέτηση που ίσχυε μεταξύ των Χριστιανών του πρώτου αιώνα—αντανακλά και μεγαλύνει αυτή την οργάνωση που χαρακτηρίζει τη Γραφή.
Περιεχόμενα. Στα περιεχόμενά του, αυτό το Βιβλίο των Βιβλίων αποκαλύπτει το παρελθόν, εξηγεί το παρόν και προλέγει το μέλλον. Αυτά είναι ζητήματα που μόνο Εκείνος ο οποίος γνωρίζει το τέλος από την αρχή θα μπορούσε να συγγράψει. (Ησ 46:10) Αφού ξεκινάει από την αρχή αναφέροντας τη δημιουργία του ουρανού και της γης, στη συνέχεια η Αγία Γραφή παρέχει μια γενική περιγραφή των γεγονότων που προετοίμασαν τη γη για να κατοικηθεί από τον άνθρωπο. Έπειτα αποκαλύπτεται η αληθινά επιστημονική εξήγηση της προέλευσης του ανθρώπου—ότι η ζωή προέρχεται μόνο από κάποιον Ζωοδότη—γεγονότα που μόνο ο Δημιουργός, προσλαμβάνοντας τώρα το ρόλο του Εμπνευστή της συγγραφής, θα μπορούσε να εξηγήσει. (Γε 1:26-28· 2:7) Η αφήγηση που φανερώνει το λόγο για τον οποίο πεθαίνουν οι άνθρωποι εισήγαγε το κυρίαρχο θέμα που διαπνέει ολόκληρη τη Γραφή. Αυτό το θέμα, δηλαδή η δικαίωση της κυριαρχίας του Ιεχωβά και η τελική εκπλήρωση του σκοπού του για τη γη μέσω της Βασιλείας του υπό τον Χριστό, το υποσχεμένο Σπέρμα, εμπεριέχεται στην πρώτη προφητεία σχετικά με “το σπέρμα της γυναίκας”. (Γε 3:15) Πέρασαν 2.000 και πλέον χρόνια προτού γίνει ξανά λόγος για αυτή την υπόσχεση περί ενός “σπέρματος” και πει ο Θεός στον Αβραάμ: «Μέσω του σπέρματός σου όλα τα έθνη της γης οπωσδήποτε θα φέρουν ευλογία στον εαυτό τους». (Γε 22:18) Πάνω από 800 χρόνια αργότερα, δόθηκε εκ νέου διαβεβαίωση σε έναν απόγονο του Αβραάμ, τον Βασιλιά Δαβίδ, και στα μετέπειτα χρόνια οι προφήτες του Ιεχωβά διατήρησαν άσβεστη αυτή τη φλόγα της ελπίδας. (2Σα 7:12, 16· Ησ 9:6, 7) Περισσότερα από 1.000 χρόνια μετά τον Δαβίδ και 4.000 χρόνια μετά την αρχική προφητεία στην Εδέμ, εμφανίστηκε το ίδιο το Υποσχεμένο Σπέρμα, ο Ιησούς Χριστός, ο νόμιμος κληρονόμος “του θρόνου του Δαβίδ του πατέρα του”. (Λου 1:31-33· Γα 3:16) Έχοντας πληγεί με θάνατο από το επίγειο σπέρμα του “φιδιού”, αυτός ο «Γιος του Υψίστου» προμήθευσε το λυτρωτικό τίμημα για την εξαγορά των δικαιωμάτων της ζωής τα οποία είχαν χαθεί για τους απογόνους του Αδάμ, παρέχοντας έτσι το μόνο μέσο με το οποίο η ανθρωπότητα μπορεί να λάβει αιώνια ζωή. Κατόπιν ανέβηκε στα ύψη, περιμένοντας τον προσδιορισμένο καιρό για να ρίξει στη γη “το αρχικό φίδι, εκείνον που αποκαλείται Διάβολος και Σατανάς”, η τελική κατάληξη του οποίου θα είναι η αιώνια καταστροφή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το υπέροχο θέμα που αναγγέλλεται στη Γένεση και αναπτύσσεται και επεξηγείται σε όλη την υπόλοιπη Γραφή έχει, στα τελικά κεφάλαια της Αποκάλυψης, ένα ένδοξο αποκορύφωμα, καθώς γίνεται έκδηλος ο μεγαλειώδης σκοπός του Ιεχωβά μέσω της Βασιλείας του.—Απ 11:15· 12:1-12, 17· 19:11-16· 20:1-3, 7-10· 21:1-5· 22:3-5.
Αυτή η Βασιλεία υπό τον Χριστό, το Υποσχεμένο Σπέρμα, είναι το μέσο με το οποίο θα δικαιωθεί η κυριαρχία του Ιεχωβά και θα αγιαστεί το όνομά του. Καθώς η Γραφή αναπτύσσει αυτό το θέμα, μεγαλύνει το προσωπικό όνομα του Θεού πολύ περισσότερο από ό,τι οποιοδήποτε άλλο βιβλίο. Το όνομα εμφανίζεται 6.979 φορές στο τμήμα των Εβραϊκών Γραφών της Μετάφρασης Νέου Κόσμου, χωρίς να συμπεριλάβουμε τη χρήση της συντετμημένης μορφής «Γιαχ» και τις δεκάδες περιπτώσεις στις οποίες αυτή αποτελεί συνθετικό άλλων ονομάτων, όπως του ονόματος «Ιεχωακείμ», που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Εγείρει». (Βλέπε ΙΕΧΩΒΑ [Η Σπουδαιότητα του Ονόματος].) Δεν θα γνωρίζαμε το όνομα του Δημιουργού, το μεγάλο ζήτημα αναφορικά με την κυριαρχία του το οποίο εγέρθηκε εξαιτίας της ανταρσίας στην Εδέμ ή το σκοπό που έχει ο Θεός να αγιάσει το όνομά του και να δικαιώσει την κυριαρχία του ενώπιον όλης της δημιουργίας, αν όλα αυτά δεν αποκαλύπτονταν στην Αγία Γραφή.
Σε αυτή τη βιβλιοθήκη των 66 μικρών βιβλίων το θέμα της Βασιλείας και το όνομα του Ιεχωβά είναι συνυφασμένα με πληροφορίες για πολλά θέματα. Οι αναφορές σε τομείς γνώσης οι οποίοι αφορούν την αρχιτεκτονική, την αστρονομία, τη γεωργία, τη διακυβέρνηση, την εθνολογία, το εμπόριο, τη μηχανική, τη μουσική, την ποίηση, την πολεμική τακτική, την υγιεινή, τη φιλολογία και τη χημεία έχουν απλώς δευτερεύουσα σημασία ως προς την ανάπτυξη του κυρίαρχου θέματος—δεν αποτελούν διατριβή. Μολαταύτα, η Γραφή περιέχει αληθινό θησαυρό πληροφοριών για τους αρχαιολόγους και τους παλαιογράφους.
Ως ακριβές ιστορικό έργο που διεισδύει πολύ βαθιά στο παρελθόν, η Αγία Γραφή υπερέχει κατά πολύ από όλα τα άλλα βιβλία. Εντούτοις, η αξία της είναι σημαντικά μεγαλύτερη στον τομέα της προφητείας, εφόσον προλέγει το μέλλον το οποίο μόνο ο Βασιλιάς της Αιωνιότητας μπορεί να αποκαλύψει με ακρίβεια. Η πορεία των παγκόσμιων δυνάμεων διαμέσου των αιώνων, ακόμη και μέχρι την άνοδο και την τελική εξαφάνιση σημερινών καθεστώτων, προειπώθηκε στις μακροπρόθεσμες Βιβλικές προφητείες.
Ο Λόγος της αλήθειας του Θεού ελευθερώνει με πολύ πρακτικό τρόπο τους ανθρώπους από την άγνοια, τις δεισιδαιμονίες, τις ανθρώπινες φιλοσοφίες και τις παράλογες παραδόσεις των ανθρώπων. (Ιωα 8:32) «Ο λόγος του Θεού είναι ζωντανός και ασκεί δύναμη». (Εβρ 4:12) Χωρίς τη Γραφή δεν θα γνωρίζαμε τον Ιεχωβά, δεν θα γνωρίζαμε τα υπέροχα οφέλη που απορρέουν από τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, ούτε θα κατανοούσαμε τις απαιτήσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί κάποιος προκειμένου να λάβει αιώνια ζωή είτε ως μέλος είτε ως υπήκοος της δίκαιης Βασιλείας του Θεού.
Η Αγία Γραφή είναι πολύ πρακτικό βιβλίο και με άλλους τρόπους επίσης, διότι παρέχει στους Χριστιανούς συνετές συμβουλές για το πώς να ζουν τώρα, πώς να διεξάγουν τη διακονία τους και πώς να επιβιώσουν από αυτό το φιλήδονο σύστημα πραγμάτων που εναντιώνεται στον Θεό. Στους Χριστιανούς λέγεται να “μη διαπλάθονται σύμφωνα με αυτό το σύστημα πραγμάτων” αλλά να ανακαινίζουν το νου τους ώστε να μην αντανακλά την κοσμική νοοτροπία, και αυτό μπορούν να το πετύχουν έχοντας την ίδια διανοητική στάση ταπεινότητας «η οποία ήταν και μέσα στον Χριστό Ιησού», καθώς και αποβάλλοντας την παλιά προσωπικότητα και φορώντας τη νέα. (Ρω 12:2· Φλπ 2:5-8· Εφ 4:23, 24· Κολ 3:5-10) Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εκδηλώνουν τον καρπό του πνεύματος του Θεού: «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, αγαθότητα, πίστη, πραότητα, εγκράτεια»—ιδιότητες για τις οποίες έχουν γραφτεί τόσο πολλά σε ολόκληρη τη Γραφή.—Γα 5:22, 23· Κολ 3:12-14.
Αυθεντικότητα. Η αξιοπιστία της Αγίας Γραφής έχει υποστεί σφοδρή επίθεση από πολλές κατευθύνσεις, αλλά καμιά από αυτές τις προσπάθειες δεν έχει ούτε στο ελάχιστο υπονομεύσει ή αποδυναμώσει τη θέση της.
Βιβλική ιστορία. Ο Σερ Ισαάκ Νεύτων είπε κάποτε: «Στην Αγία Γραφή βρίσκω πιο βέβαια σημάδια αυθεντικότητας από ό,τι σε οποιαδήποτε κοσμική ιστορία». (Δύο Απολογίες [Two Apologies], του Ρ. Γουότσον, Λονδίνο, 1820, σ. 57) Όποιο σημείο της και αν τεθεί υπό εξέταση πιστοποιεί την ακεραιότητα της Γραφής ως προς την αλήθεια. Η ιστορία της είναι ακριβής και αξιόπιστη. Για παράδειγμα, ό,τι λέει για την πτώση της Βαβυλώνας στους Μήδους και στους Πέρσες δεν μπορεί να αντικρουστεί με επιτυχία (Ιερ 51:11, 12, 28· Δα 5:28), ούτε ό,τι λέει για ανθρώπους όπως ο Βαβυλώνιος Ναβουχοδονόσορ (Ιερ 27:20· Δα 1:1), ο Αιγύπτιος Βασιλιάς Σισάκ (1Βα 14:25· 2Χρ 12:2), οι Ασσύριοι Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ και Σενναχειρείμ (2Βα 15:29· 16:7· 18:13), οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες Αύγουστος, Τιβέριος και Κλαύδιος (Λου 2:1· 3:1· Πρ 18:2), διάφοροι Ρωμαίοι όπως ο Πιλάτος, ο Φήλιξ και ο Φήστος (Πρ 4:27· 23:26· 24:27), ούτε και αυτά που λέει σχετικά με το ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο και τον Άρειο Πάγο στην Αθήνα (Πρ 19:35· 17:19-34). Ό,τι λέει η Γραφή για αυτά ή για οποιαδήποτε άλλα μέρη, ανθρώπους ή γεγονότα είναι ιστορικά ακριβές σε κάθε λεπτομέρεια.—Βλέπε ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ.
Φυλές και γλώσσες. Τα όσα λέει η Γραφή για τις φυλές και τις γλώσσες της ανθρωπότητας είναι επίσης αληθινά. Όλοι οι λαοί, άσχετα από το παρουσιαστικό τους, τον πολιτισμό τους, το χρώμα ή τη γλώσσα τους, είναι μέλη μιας και μοναδικής ανθρώπινης οικογένειας. Η τριπλή διαίρεση της ανθρώπινης οικογένειας στις ιαφεθιτικές, στις χαμιτικές και στις σημιτικές φυλές, που όλες κατάγονται από τον Αδάμ μέσω του Νώε, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με επιτυχία. (Γε 9:18, 19· Πρ 17:26) Ο Σερ Χένρι Ρόλινσον λέει: «Ακόμη και αν είχαμε ως μοναδικό οδηγό τις διασταυρώσεις των γλωσσικών οδών και δεν λαβαίναμε καθόλου υπόψη μας το Γραφικό υπόμνημα, θα καταλήγαμε και πάλι στο συμπέρασμα ότι το σημείο από το οποίο προήλθαν οι διάφορες διακλαδώσεις είναι οι πεδιάδες της Σεναάρ».—Οι Ιστορικές Αποδείξεις για την Αλήθεια των Γραφικών Υπομνημάτων (The Historical Evidences of the Truth of the Scripture Records), του Τζ. Ρόλινσον, 1862, σ. 287· Γε 11:2-9.
Πρακτικότητα. Οι διδασκαλίες, τα παραδείγματα και τα δόγματα της Γραφής είναι πολύ πρακτικά για το σύγχρονο άνθρωπο. Οι δίκαιες αρχές και τα υψηλά ηθικά κριτήρια που περιέχονται σε αυτό το βιβλίο το ξεχωρίζουν ως πολύ ανώτερο από όλα τα άλλα βιβλία. Η Γραφή δεν απαντάει απλώς σε σημαντικές ερωτήσεις, αλλά παρέχει επίσης πολλές πρακτικές υποδείξεις οι οποίες, αν ακολουθούνταν, θα βελτίωναν σε μεγάλο βαθμό τη σωματική και την ψυχική υγεία του πληθυσμού της γης. Διατυπώνει αρχές περί του ορθού και του εσφαλμένου που χρησιμεύουν ως γνώμονας για τις δίκαιες επαγγελματικές συναλλαγές (Ματ 7:12· Λευ 19:35, 36· Παρ 20:10· 22:22, 23), την εργατικότητα (Εφ 4:28· Κολ 3:23· 1Θε 4:11, 12· 2Θε 3:10-12), την καθαρή ηθική διαγωγή (Γα 5:19-23· 1Θε 4:3-8· Εξ 20:14-17· Λευ 20:10-16), τις εποικοδομητικές συναναστροφές (1Κο 15:33· Εβρ 10:24, 25· Παρ 5:3-11· 13:20), τις καλές οικογενειακές σχέσεις (Εφ 5:21-33· 6:1-4· Κολ 3:18-21· Δευ 6:4-9· Παρ 13:24). Όπως είπε κάποτε ο φημισμένος εκπαιδευτικός Γουίλιαμ Λάιον Φελπς: «Πιστεύω πως η γνώση της Αγίας Γραφής χωρίς πανεπιστημιακές σπουδές είναι πολυτιμότερη από τις πανεπιστημιακές σπουδές χωρίς την Αγία Γραφή». (Το Νέο Λεξικό των Σκέψεων [The New Dictionary of Thoughts], σ. 46) Αναφορικά με τη Γραφή, ο Τζον Κουίνσι Άνταμς έγραψε: «Από όλα τα βιβλία του κόσμου, αυτή συμβάλλει περισσότερο στο να γίνουν οι άνθρωποι καλοί, σοφοί και ευτυχισμένοι».—Επιστολές του Τζον Κουίνσι Άνταμς στο Γιο Του (Letters of John Quincy Adams to His Son), 1849, σ. 9.
Επιστημονική ακρίβεια. Και στην επιστημονική ακρίβεια, η Γραφή δεν υστερεί. Είτε περιγράφει τη σειρά με την οποία προετοιμάστηκε η γη για να κατοικηθεί από τους ανθρώπους (Γε 1:1-31) είτε λέει για τη γη ότι είναι σφαιρική και κρέμεται στο «τίποτα» (Ιωβ 26:7· Ησ 40:22) είτε κατατάσσει το λαγό στα μηρυκαστικά (Λευ 11:6) είτε διακηρύττει ότι «η ψυχή της σάρκας είναι στο αίμα» (Λευ 17:11-14), η Γραφή είναι επιστημονικά ορθή.
Πολιτισμοί και έθιμα. Όσον αφορά τους πολιτισμούς και τα έθιμα, η Γραφή δεν αποδεικνύεται διόλου εσφαλμένη. Σε πολιτικά θέματα, η Γραφή μνημονεύει πάντοτε τους ηγεμόνες με τους ανάλογους τίτλους που έφεραν αυτοί τον καιρό της συγγραφής. Λόγου χάρη, ο Ηρώδης Αντίπας και ο Λυσανίας αναφέρονται ως περιφερειακοί διοικητές (τετράρχες), ο Ηρώδης Αγρίππας (Β΄) ως βασιλιάς και ο Γαλλίων ως ανθύπατος. (Λου 3:1· Πρ 25:13· 18:12) Οι θριαμβευτικές παρελάσεις των νικηφόρων στρατευμάτων, μαζί με τους αιχμαλώτους τους, ήταν συνήθεις κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. (2Κο 2:14) Η εκδήλωση φιλοξενίας προς τους ξένους, ο ανατολίτικος τρόπος ζωής, ο τρόπος αγοράς κάποιου κτήματος, οι νομικές διαδικασίες που ακολουθούνταν στη σύναψη συμβολαίων και το έθιμο της περιτομής μεταξύ των Εβραίων και άλλων λαών είναι ζητήματα που αναφέρονται στη Γραφή, και σε όλες αυτές τις λεπτομέρειες η Γραφή είναι ακριβής.—Γε 18:1-8· 23:7-18· 17:10-14· Ιερ 9:25, 26.
Ειλικρίνεια. Οι Βιβλικοί συγγραφείς εκδήλωσαν ειλικρίνεια που δεν έχει το όμοιό της μεταξύ άλλων αρχαίων συγγραφέων. Από την αρχή κιόλας, ο Μωυσής εξέθεσε ειλικρινά τις δικές του αμαρτίες όπως και τις αμαρτίες και τα σφάλματα του λαού του, μια τακτική την οποία ακολούθησαν και οι άλλοι Εβραίοι συγγραφείς. (Εξ 14:11, 12· 32:1-6· Αρ 14:1-9· 20:9-12· 27:12-14· Δευ 4:21) Οι αμαρτίες επιφανών ανθρώπων όπως του Δαβίδ και του Σολομώντα δεν συγκαλύφθηκαν αλλά γνωστοποιήθηκαν. (2Σα 11:2-27· 1Βα 11:1-13) Ο Ιωνάς μίλησε για τη δική του ανυπακοή. (Ιων 1:1-3· 4:1) Και οι άλλοι προφήτες επίσης εκδήλωσαν την ίδια αυτή αρετή της ευθύτητας και της ειλικρίνειας. Οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών έδειξαν στις αφηγήσεις τους την ίδια φιλαλήθεια με αυτήν που φανερώνεται στις Εβραϊκές Γραφές. Ο Παύλος μιλάει για την προγενέστερη αμαρτωλή πορεία του στη ζωή. Επίσης αναγράφεται η αποτυχία του Μάρκου να προσκολληθεί στο ιεραποστολικό έργο καθώς και τα σφάλματα του αποστόλου Πέτρου. (Πρ 22:19, 20· 15:37-39· Γα 2:11-14) Αυτές οι ειλικρινείς, ασυγκάλυπτες αφηγήσεις αυξάνουν την εμπιστοσύνη στην αξίωση που προβάλλει η Γραφή ότι διαπνέεται από εντιμότητα και αλήθεια.
Ακεραιότητα. Τα γεγονότα πιστοποιούν την ακεραιότητα της Αγίας Γραφής. Η Βιβλική αφήγηση είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την ιστορία της εκάστοτε εποχής. Παρέχει άμεση, γνήσια διδασκαλία με τον απλούστερο τρόπο. Η άδολη ευσυνειδησία και αφοσίωση των συγγραφέων της, ο φλογερός ζήλος τους για την αλήθεια και η φιλοπονία με την οποία επιδίωκαν ακρίβεια στις λεπτομέρειες είναι ό,τι ακριβώς θα περιμέναμε να βρούμε στο Λόγο της αλήθειας του Θεού.—Ιωα 17:17.
Προφητεία. Αν υπάρχει κάτι που να αποδεικνύει από μόνο του ότι η Γραφή είναι ο θεόπνευστος Λόγος του Ιεχωβά, αυτό είναι η προφητεία. Υπάρχουν δεκάδες μακροπρόθεσμες προφητείες στη Γραφή που έχουν εκπληρωθεί. Ένας κατάλογος με αρκετές από αυτές τις προφητείες περιέχεται στο βιβλίο «Όλη η Γραφή είναι Θεόπνευστη και Ωφέλιμη», σ. 343-346.
Διατήρηση. Από όσα γνωρίζουμε, δεν υπάρχει σήμερα κανένα από τα πρωτότυπα συγγράμματα των Αγίων Γραφών. Ωστόσο, ο Ιεχωβά μερίμνησε ώστε να γίνουν αντίγραφα προς αντικατάσταση των φθαρμένων πρωτοτύπων. Επίσης, από τη βαβυλωνιακή εξορία και μετά, με την ανάπτυξη πολλών Ιουδαϊκών κοινοτήτων εκτός Παλαιστίνης, υπήρξε αυξανόμενη ζήτηση για περισσότερα αντίγραφα των Γραφών. Αυτή η ζήτηση καλύφτηκε από επαγγελματίες αντιγραφείς που κατέβαλλαν εξαιρετικές προσπάθειες για να διασφαλίσουν την ακρίβεια στα χειρόγραφά τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν ο Έσδρας, «επιδέξιος αντιγραφέας όσον αφορά το νόμο του Μωυσή, τον οποίο είχε δώσει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ».—Εσδ 7:6.
Επί εκατοντάδες χρόνια συνέχισαν να παράγονται με το χέρι αντίγραφα των Γραφών, και στη διάρκεια αυτής της περιόδου η Αγία Γραφή διευρύνθηκε με την προσθήκη των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Επιπλέον, εμφανίστηκαν μεταφράσεις αυτών των Αγίων Συγγραμμάτων σε άλλες γλώσσες. Μάλιστα οι Εβραϊκές Γραφές απολαμβάνουν την τιμητική διάκριση να είναι το πρώτο αξιόλογο βιβλίο που μεταφράστηκε σε άλλη γλώσσα. Σήμερα διασώζονται χιλιάδες τέτοια χειρόγραφα και μεταφράσεις της Γραφής.—Βλέπε ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ· ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ.
Η πρώτη τυπωμένη Γραφή, η Βίβλος του Γουτεμβέργιου, παράχθηκε το 1456. Σήμερα η κυκλοφορία της Γραφής (ολόκληρης ή εν μέρει) έχει φτάσει περίπου τα τέσσερα δισεκατομμύρια αντίτυπα σε 2.000 και πλέον γλώσσες. Αυτό, όμως, δεν έχει επιτευχθεί χωρίς μεγάλη εναντίωση από πολλές κατευθύνσεις. Πράγματι, η Γραφή είχε τους περισσότερους εχθρούς από κάθε άλλο βιβλίο. Πάπες και σύνοδοι απαγόρευσαν ακόμη και την ανάγνωσή της με την ποινή του αφορισμού. Χιλιάδες άνθρωποι που αγαπούσαν τη Γραφή έχασαν τη ζωή τους και χιλιάδες αντίτυπα της Γραφής ρίχτηκαν στις φλόγες. Ένα από τα θύματα του αγώνα για την επιβίωση της Γραφής ήταν ο μεταφραστής Γουίλιαμ Τίντεϊλ, ο οποίος δήλωσε κάποτε σε μια συνομιλία του με κάποιον κληρικό: «Αν ο Θεός φυλάξει τη ζωή μου, πριν περάσουν πολλά χρόνια θα κάνω ένα αγόρι που σέρνει το αλέτρι να γνωρίζει περισσότερα για τις Γραφές από όσα εσύ».—Πράξεις και Μνημεία (Actes and Monuments), του Τζον Φοξ, Λονδίνο, 1563, σ. 514.
Κάθε τιμή και ευχαριστία για την επιβίωση της Γραφής απέναντι σε τέτοια βίαιη εναντίωση ανήκει στον Ιεχωβά, τον Προστάτη του Λόγου του. Αυτό το γεγονός ενισχύει τη σημασία των όσων είπε ο απόστολος Πέτρος παραθέτοντας από τον προφήτη Ησαΐα: «Κάθε σάρκα είναι σαν χορτάρι, και όλη η δόξα της είναι σαν άνθος χορταριού· το χορτάρι ξεραίνεται και το άνθος πέφτει, αλλά τα λόγια του Ιεχωβά διαμένουν για πάντα». (1Πε 1:24, 25· Ησ 40:6-8) Επομένως, θα κάνουμε καλά να δίνουμε «προσοχή σε αυτόν [το λόγο] όπως σε λυχνάρι που λάμπει σε σκοτεινό τόπο» σε αυτόν τον 21ο αιώνα. (2Πε 1:19· Ψλ 119:105) Ο άνθρωπος που «η ευχαρίστησή του είναι στο νόμο του Ιεχωβά, και το νόμο του διαβάζει χαμηλόφωνα ημέρα και νύχτα», και ο οποίος θέτει σε εφαρμογή όσα διαβάζει είναι αυτός που ευημερεί και ευτυχεί. (Ψλ 1:1, 2· Ιη 1:8) Για αυτόν οι νόμοι, οι υπενθυμίσεις, οι προσταγές, οι εντολές και οι δικαστικές αποφάσεις του Ιεχωβά που περιέχονται στη Γραφή είναι “γλυκύτερα από μέλι”, και η σοφία που αποκομίζει από αυτά είναι “πιο επιθυμητή από το χρυσάφι, ναι, από άφθονο καθαρό χρυσάφι”, διότι σημαίνει την ίδια του τη ζωή.—Ψλ 19:7-10· Παρ 3:13, 16-18· βλέπε ΚΑΝΟΝΑΣ.
[Πίνακας στη σελίδα 61]
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΤΑ ΣΕΙΡΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ
(Η σειρά με την οποία γράφτηκαν τα βιβλία της Αγίας Γραφής και η χρονική συσχέτιση του καθενός με τα άλλα είναι κατά προσέγγιση. Ορισμένες χρονολογίες [και τόποι συγγραφής] είναι αβέβαιες. Το σύμβολο μτ. σημαίνει «μετά το», πρ. «πριν από το» και περ. «περίπου το».)
Εβραϊκές Γραφές (Π.Κ.Χ.)
Βιβλίο
Συγγραφέας
Χρονολογία Ολοκλήρωσης
Καλυπτόμενη Περίοδος
Τόπος Συγγραφής
Γένεση
Μωυσής
1513
«Στην αρχή» ως το 1657
Έρημος
Έξοδος
Μωυσής
1512
1657-1512
Έρημος
Λευιτικό
Μωυσής
1512
1 μήνας (1512)
Έρημος
Ιώβ
Μωυσής
περ. 1473
Πάνω από 140 χρόνια μεταξύ του 1657 και του 1473
Έρημος
Αριθμοί
Μωυσής
1473
1512-1473
Έρημος/Πεδιάδες του Μωάβ
Δευτερονόμιο
Μωυσής
1473
2 μήνες (1473)
Πεδιάδες του Μωάβ
Ιησούς του Ναυή
Ιησούς του Ναυή
περ. 1450
1473–περ. 1450
Χαναάν
Κριτές
Σαμουήλ
περ. 1100
περ. 1450–περ. 1120
Ισραήλ
Ρουθ
Σαμουήλ
περ. 1090
11 χρόνια διακυβέρνησης Κριτών
Ισραήλ
1 Σαμουήλ
Σαμουήλ, Γαδ, Νάθαν
περ. 1078
περ.1180-1078
Ισραήλ
2 Σαμουήλ
Γαδ, Νάθαν
περ. 1040
1077–περ. 1040
Ισραήλ
Άσμα Ασμάτων
Σολομών
περ. 1020
—
Ιερουσαλήμ
Εκκλησιαστής
Σολομών
πρ. 1000
—
Ιερουσαλήμ
Ιωνάς
Ιωνάς
περ. 844
—
—
Ιωήλ
Ιωήλ
περ. 820 (;)
—
Ιούδας
Αμώς
Αμώς
περ. 804
—
Ιούδας
Ωσηέ
Ωσηέ
μτ. 745
πρ. 804–μτ. 745
Σαμάρεια (Περιοχή)
Ησαΐας
Ησαΐας
μτ. 732
περ. 778–μτ. 732
Ιερουσαλήμ
Μιχαίας
Μιχαίας
πρ. 717
περ. 777-717
Ιούδας
Παροιμίες
Σολομών, Αγούρ, Λεμουήλ
περ. 717
—
Ιερουσαλήμ
Σοφονίας
Σοφονίας
πρ. 648
—
Ιούδας
Ναούμ
Ναούμ
πρ. 632
—
Ιούδας
Αββακούμ
Αββακούμ
περ. 628 (;)
—
Ιούδας
Θρήνοι
Ιερεμίας
607
—
Κοντά στην Ιερουσαλήμ
Αβδιού
Αβδιού
περ. 607
—
—
Ιεζεκιήλ
Ιεζεκιήλ
περ. 591
613–περ. 591
Βαβυλώνα
1 και 2 Βασιλέων
Ιερεμίας
580
περ. 1040-580
Ιούδας/Αίγυπτος
Ιερεμίας
Ιερεμίας
580
647-580
Ιούδας/Αίγυπτος
Δανιήλ
Δανιήλ
περ. 536
618–περ. 536
Βαβυλώνα
Αγγαίος
Αγγαίος
520
112 ημέρες (520)
Ιερουσαλήμ
Ζαχαρίας
Ζαχαρίας
518
520-518
Ιερουσαλήμ
Εσθήρ
Μαροδοχαίος
περ. 475
493–περ. 475
Σούσα, Ελάμ
1 και 2 Χρονικών
Έσδρας
περ. 460
Μετά το 1 Χρονικών 9:44, 1077-537
Ιερουσαλήμ (;)
Έσδρας
Έσδρας
περ. 460
537–περ. 467
Ιερουσαλήμ
Ψαλμοί
Δαβίδ και άλλοι
περ. 460
—
—
Νεεμίας
Νεεμίας
μτ. 443
456–μτ. 443
Ιερουσαλήμ
Μαλαχίας
Μαλαχίας
μτ. 443
—
Ιερουσαλήμ
[Πίνακας στη σελίδα 62]
Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές (Κ.Χ.)
Βιβλίο
Συγγραφέας
Χρονολογία Ολοκλήρωσης
Καλυπτόμενη Περίοδος
Τόπος Συγγραφής
Ματθαίος
Ματθαίος
περ. 41
2 Π.Κ.Χ.–33 Κ.Χ.
Παλαιστίνη
1 Θεσσαλονικείς
Παύλος
περ. 50
—
Κόρινθος
2 Θεσσαλονικείς
Παύλος
περ. 51
—
Κόρινθος
Γαλάτες
Παύλος
περ. 50-52
—
Κόρινθος ή Αντιόχεια Συρίας
1 Κορινθίους
Παύλος
περ. 55
—
Έφεσος
2 Κορινθίους
Παύλος
περ. 55
—
Μακεδονία
Ρωμαίους
Παύλος
περ. 56
—
Κόρινθος
Λουκάς
Λουκάς
περ. 56-58
3 Π.Κ.Χ.–33 Κ.Χ.
Καισάρεια
Εφεσίους
Παύλος
περ. 60-61
—
Ρώμη
Κολοσσαείς
Παύλος
περ. 60-61
—
Ρώμη
Φιλήμονα
Παύλος
περ. 60-61
—
Ρώμη
Φιλιππησίους
Παύλος
περ. 60-61
—
Ρώμη
Εβραίους
Παύλος
περ. 61
—
Ρώμη
Πράξεις
Λουκάς
περ. 61
33–περ. 61 Κ.Χ.
Ρώμη
Ιακώβου
Ιάκωβος
πρ. 62
—
Ιερουσαλήμ
Μάρκος
Μάρκος
περ. 60-65
29-33 Κ.Χ.
Ρώμη
1 Τιμόθεο
Παύλος
περ. 61-64
—
Μακεδονία
Τίτο
Παύλος
περ. 61-64
—
Μακεδονία (;)
1 Πέτρου
Πέτρος
περ. 62-64
—
Βαβυλώνα
2 Πέτρου
Πέτρος
περ. 64
—
Βαβυλώνα (;)
2 Τιμόθεο
Παύλος
περ. 65
—
Ρώμη
Ιούδα
Ιούδας
περ. 65
—
Παλαιστίνη (;)
Αποκάλυψη
Ιωάννης
περ. 96
—
Πάτμος
Ιωάννης
Ιωάννης
περ. 98
Μετά τον πρόλογο, 29-33 Κ.Χ.
Έφεσος ή εκεί κοντά
1 Ιωάννη
Ιωάννης
περ. 98
—
Έφεσος ή εκεί κοντά
2 Ιωάννη
Ιωάννης
περ. 98
—
Έφεσος ή εκεί κοντά
3 Ιωάννη
Ιωάννης
περ. 98
—
Έφεσος ή εκεί κοντά
-
-
ΑγιασμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΑΣΜΟΣ
Η ενέργεια ή η διαδικασία με την οποία κάτι καθίσταται άγιο, ξεχωρισμένο για την υπηρεσία του Ιεχωβά Θεού ή για δική του χρήση· η κατάσταση του να είναι κάτι άγιο, καθαγιασμένο ή εξαγνισμένο. Ο «αγιασμός» επικεντρώνει την προσοχή στην πράξη μέσω της οποίας επιτυγχάνεται, φανερώνεται ή διατηρείται η αγιότητα. (Βλέπε ΑΓΙΟΤΗΤΑ.) Διάφορες λέξεις που προέρχονται από το ρήμα καδάς του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και άλλες που συγγενεύουν με το επίθετο ἅγιος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδονται «άγιος», «αγιασμένος», «καθιστώ ιερό» και «βάζω στην άκρη».
Για να αποκτήσουμε καλύτερη κατανόηση του θέματος μπορούμε να αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι λέξεις στις πρωτότυπες γλώσσες. Οι Γραφές εφαρμόζουν αυτές τις λέξεις (1) στον Ιεχωβά Θεό, (2) στον Ιησού Χριστό, (3) σε αγγέλους, (4) σε ανθρώπους και ζώα, (5) σε αντικείμενα, (6) σε χρονικές περιόδους και περιστάσεις και (7) σε εκτάσεις γης. Μερικές φορές η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αγιάζω» χρησιμοποιούνταν με την έννοια της προπαρασκευής ή της προετοιμασίας ενός ατόμου ώστε να είναι σε κατάλληλη κατάσταση. Ο Ιεχωβά πρόσταξε τον Μωυσή να πει στους γογγυστές Ισραηλίτες: «Αγιάστε τον εαυτό σας για αύριο, επειδή οπωσδήποτε θα φάτε κρέας». (Αρ 11:18) Πριν διασχίσει ο Ισραήλ τον Ιορδάνη Ποταμό, ο Ιησούς του Ναυή διέταξε: «Αγιάστε τον εαυτό σας, γιατί αύριο ο Ιεχωβά θα κάνει θαυμαστά πράγματα ανάμεσά σας». (Ιη 3:5) Σε όλες τις περιπτώσεις ο όρος έχει θρησκευτική, πνευματική και ηθική έννοια. Μπορεί να υποδηλώνει την απομάκρυνση από οτιδήποτε δυσαρεστεί τον Ιεχωβά ή φαίνεται κακό στα μάτια του, περιλαμβανομένης και της σωματικής ακαθαρσίας. Ο Θεός είπε στον Μωυσή: «Πήγαινε στο λαό και αγίασέ τους σήμερα και αύριο· και αυτοί πρέπει να πλύνουν τους μανδύες τους. . . . επειδή την τρίτη ημέρα θα κατεβεί ο Ιεχωβά μπροστά στα μάτια όλου του λαού πάνω στο Όρος Σινά». (Εξ 19:10, 11) Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται με την έννοια του εξαγνισμού ή του καθαρισμού, όπως συμβαίνει στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 11:4, που αναφέρει: «Αγίαζε τον εαυτό της από την ακαθαρσία της».
Ο Ιεχωβά είπε στον Ισραήλ ότι θα έπρεπε να είναι χωρισμένος από τα έθνη του κόσμου και καθαρός από τις συνήθειές τους. Έδωσε στον Ισραήλ νόμους που θα τον κρατούσαν αποχωρισμένο, όπως ήταν οι νόμοι που καθόριζαν τι ήταν καθαρό και τι ακάθαρτο για βρώση. Κατόπιν τους εξήγησε το λόγο: «Διότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σας· και πρέπει να αγιάζετε τον εαυτό σας και πρέπει να αποδεικνύεστε άγιοι, επειδή εγώ είμαι άγιος».—Λευ 11:44.
Ιεχωβά Θεός. Ο Ιεχωβά Θεός είναι άγιος και απόλυτα καθαρός. Ως ο Δημιουργός και ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, έχει το δικαίωμα να λαβαίνει την αποκλειστική λατρεία όλων των πλασμάτων του. Γι’ αυτό και λέει ότι θα καταδείξει την αγιότητά του, ενεργώντας έτσι ώστε να αγιάσει τον εαυτό του και το όνομά του ενώπιον όλης της δημιουργίας: «Θα μεγαλύνω τον εαυτό μου και θα αγιάσω τον εαυτό μου και θα κάνω τον εαυτό μου γνωστό ενώπιον πολλών εθνών· και θα γνωρίσουν εξάπαντος ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά». (Ιεζ 38:23) Όσοι επιθυμούν την εύνοιά του και τη ζωή πρέπει να “αγιάζουν” αυτόν και το όνομά του, δηλαδή πρέπει να κρατούν αυτό το όνομα στη σωστή του θέση, ως ξεχωριστό και υψηλότερο από κάθε άλλο. (Λευ 22:32· Ησ 8:13· 29:23) Ο Ιησούς δίδαξε τους ακολούθους του να προσεύχονται πρωτίστως: «Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου [ή, «ας θεωρείται ιερό»]».—Ματ 6:9, υποσ.
Ιησούς Χριστός. Ο Ιεχωβά Θεός διάλεξε τον μονογενή του Γιο και τον έστειλε στη γη για να κάνει ένα ειδικό έργο για το όνομα του Θεού και να δώσει τη ζωή του ως λύτρο για την ανθρωπότητα. Το Ιουδαϊκό έθνος, όμως, δεν τον αποδέχτηκε ούτε τον σεβάστηκε ως τον απεσταλμένο του Θεού, αλλά, αντίθετα, αρνήθηκε το γεγονός ότι ήταν Γιος του Θεού καθώς και τη θέση που κατείχε δίπλα στον Πατέρα του. Εκείνος τους απάντησε: «Λέτε σε εμένα τον οποίο ο Πατέρας αγίασε και απέστειλε στον κόσμο: “Βλασφημείς”, επειδή είπα: Είμαι Γιος του Θεού;»—Ιωα 10:36.
Ο απόστολος Πέτρος γράφει στους Χριστιανούς λέγοντάς τους να “αγιάσουν τον Χριστό ως Κύριο στις καρδιές τους”. Δείχνει ότι όποιος το κάνει αυτό θα απομακρυνθεί από το κακό και θα κάνει το καλό. Οι άνθρωποι των εθνών τρέφουν στην καρδιά τους δέος και φόβο για ανθρώπους και για διάφορα πράγματα. Αλλά ο Χριστιανός πρέπει να βάζει τον Χριστό στη σωστή θέση όσον αφορά τις αρέσκειες και τα κίνητρά του. Αυτό σημαίνει να αναγνωρίζει τη θέση του Χριστού ως Πρώτιστου Παράγοντα της ζωής διορισμένου από τον Θεό, ως Μεσσιανικού Βασιλιά, ως Αρχιερέα του Θεού και ως εκείνου που έδωσε τη ζωή του ως λύτρο. Πρέπει επίσης να έχει προ οφθαλμών το παράδειγμα καλής διαγωγής που έθεσε ο Χριστός και να διακρατεί αγαθή συνείδηση όσον αφορά τη δική του διαγωγή ως Χριστιανού. Αν κάποιο άτομο, ακόμη και αν είναι άρχοντας, ζητήσει με αυστηρό τρόπο από τον Χριστιανό να δώσει λόγο για την ελπίδα του, ο Χριστιανός που αγιάζει κατ’ αυτόν τον τρόπο τον Χριστό στην καρδιά του θα υπερασπιστεί κατάλληλα τον εαυτό του, αλλά με πραότητα και βαθύ σεβασμό.—1Πε 3:10-16.
Άγγελοι. Οι άγγελοι του Θεού αποκαλούνται από τον Ιησού “άγιοι” άγγελοι, ξεχωρισμένοι για άγια χρήση από τον Ιεχωβά. (Μαρ 8:38· Λου 9:26· παράβαλε Ψλ 103:20.) Εμφανίζονται μπροστά στην ιερή παρουσία του Ιεχωβά, βλέποντας το πρόσωπό του.—Ματ 18:10· Λου 1:19.
Άνθρωποι και Ζώα. Σε περασμένους καιρούς ο Θεός επέλεξε συγκεκριμένα άτομα τα οποία ήθελε να χρησιμοποιήσει για την αποκλειστική του υπηρεσία και τα αγίασε. Όταν αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τα άρρενα μέλη της φυλής του Λευί προκειμένου να φροντίζουν για την ιερή σκηνή της μαρτυρίας και για τις υπηρεσίες της, είπε στον Μωυσή: «Και εγώ, δες! παίρνω τους Λευίτες ανάμεσα από τους γιους του Ισραήλ αντί για όλους τους πρωτότοκους γιους του Ισραήλ που ανοίγουν τη μήτρα· και οι Λευίτες θα γίνουν δικοί μου. Διότι κάθε πρωτότοκο είναι δικό μου. Την ημέρα που πάταξα κάθε πρωτότοκο στη γη της Αιγύπτου, αγίασα για τον εαυτό μου κάθε πρωτότοκο στον Ισραήλ από άνθρωπο μέχρι ζώο. Πρέπει να γίνουν δικά μου. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά». Για να αποδεσμευτούν οι πρωτότοκοι των άλλων 11 φυλών, ζητήθηκε από τους Ισραηλίτες να δώσουν ως αντάλλαγμα όλα τα άρρενα μέλη της φυλής του Λευί. Κατόπιν έπρεπε να δώσουν στο αγιαστήριο 5 σίκλους ($11) για κάθε άρρενα πρωτότοκο πέραν του συνολικού αριθμού των αρρένων Λευιτών. Αυτό αποδέσμευσε τους πρωτότοκους από το να ξεχωριστούν για την αποκλειστική υπηρεσία του Ιεχωβά.—Αρ 3:12, 13, 46-48.
Κατόπιν τούτου, όλα τα αρσενικά πρωτότοκα που άνοιγαν τη μήτρα θεωρούνταν αγιασμένα, αλλά φέρνονταν στο ναό και απολυτρώνονταν με την καταβολή πέντε σίκλων ($11). (Εξ 13:2· Λευ 12:1-4· Αρ 18:15, 16) Όσοι έκαναν ευχή Ναζηραίου ήταν αγιασμένοι καθ’ όλη την περίοδο της ευχής τους. (Αρ 6:1-8) Τα πρωτότοκα των κατοικίδιων ζώων ήταν επίσης αγιασμένα, οπότε έπρεπε να θυσιάζονται ή, σε μερικές περιπτώσεις, να απολυτρώνονται.—Δευ 15:19· βλέπε ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ.
Το ιερατείο. Ο Ιεχωβά αποφάσισε επίσης να ξεχωρίσει κατ’ αποκλειστικότητα μια οικογένεια από τη φυλή του Λευί ώστε να υπηρετούν ως ιερείς του για τις θυσίες, συγκεκριμένα τον Ααρών και τους γιους του, καθώς και τους άρρενες απογόνους τους. (Εξ 28:1-3, 41) Κατόπιν αυτοί αγιάστηκαν μέσω κατάλληλων θυσιών με μια σειρά συμβολικών ενεργειών που περιγράφονται στο 29ο κεφάλαιο της Εξόδου. Ο αιώνιος Αρχιερέας του Ιεχωβά, ο Ιησούς Χριστός, και οι συνιερείς ή υφιερείς του, δηλαδή όσοι ακολουθούν τα βήματα του Χριστού και χρίονται από τον Θεό για να είναι μέλη του σώματος του Χριστού, είναι επίσης αγιασμένοι.—2Θε 2:13· Απ 1:6· 5:10.
Η Διαδικασία του Αγιασμού. Υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία στην οποία πρέπει να υποβληθεί αυτός που πρόκειται να αγιαστεί ως πιστός ακόλουθος του Χριστού. Χρησιμοποιώντας το ρήμα αγιάζω με την έννοια του εξαγνίζω ή καθαρίζω από την αμαρτία ενώπιον του Θεού, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Διότι αν το αίμα τράγων και ταύρων και η στάχτη δαμαλίδας με την οποία ραντίζονται εκείνοι που έχουν μολυνθεί αγιάζουν μέχρι του σημείου να καθαρίζεται η σάρκα, πόσο μάλλον το αίμα του Χριστού, ο οποίος μέσω αιώνιου πνεύματος πρόσφερε τον εαυτό του χωρίς ψεγάδι στον Θεό, θα καθαρίσει τη συνείδησή μας από νεκρά έργα για να αποδίδουμε ιερή υπηρεσία προς τον ζωντανό Θεό;»—Εβρ 9:13, 14.
«Το αίμα του Χριστού» σημαίνει την αξία της τέλειας ανθρώπινης ζωής του, και αυτό είναι που ξεπλένει την ενοχή από αμαρτία για το άτομο που πιστεύει σε εκείνον. Επομένως, καθαγιάζει πραγματικά (όχι απλώς τυπικά [παράβαλε Εβρ 10:1-4]) προς εξαγνισμό της σάρκας του πιστού, από την άποψη του Θεού, ώστε να έχει ο πιστός καθαρή συνείδηση. Επίσης, ο Θεός ανακηρύσσει δίκαιο αυτόν τον πιστό και τον καθιστά κατάλληλο για να είναι ένας από τους υφιερείς του Ιησού Χριστού. (Ρω 8:1, 30) Τέτοιου είδους άτομα αποκαλούνται “άγιοι”, δηλαδή αγιασμένοι για τον Θεό.—Εφ 2:19· Κολ 1:12· παράβαλε Πρ 20:32, όπου γίνεται λόγος για “τους αγιασμένους”.
Έτσι λοιπόν, η διαδικασία για όσους πρόκειται να γίνουν συγκληρονόμοι με τον Χριστό έχει ως εξής: Πρώτα ελκύονται από τον Ιεχωβά Θεό στον Ιησού Χριστό μέσω πίστης στην αλήθεια του Λόγου του Θεού. (Ιωα 6:44· 17:17· 2Θε 2:13) Καθώς γίνονται αποδεκτοί από τον Ιεχωβά, “καθαρίζονται, . . . αγιάζονται, . . . ανακηρύσσονται δίκαιοι στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και με το πνεύμα του Θεού μας”. (1Κο 6:11) Ως εκ τούτου, ο Χριστός γίνεται για αυτούς “σοφία, δικαιοσύνη, αγιασμός και απελευθέρωση με λύτρο”. (1Κο 1:30) Σχετικά με αυτούς, ο απόστολος Παύλος είπε: «Διότι τόσο αυτός [ο Χριστός] που αγιάζει όσο και εκείνοι που αγιάζονται, όλοι προέρχονται από έναν, και γι’ αυτόν το λόγο αυτός δεν ντρέπεται να τους αποκαλεί “αδελφούς”». (Εβρ 2:11) Αυτοί γίνονται «γιοι του Θεού» και «αδελφοί» του Πρώτιστου Γιου του Θεού μέσω πνευματικής γέννησης.—Ρω 8:14-17· Ιωα 3:5, 8.
Πρέπει να διατηρείται. Η διαδικασία του αγιασμού δεν είναι μονόπλευρη. Ο αγιασμός πρέπει να διατηρείται, και σε αυτό έχει συμβολή ο ίδιος ο πιστός. Μπορεί να χάσει τον αγιασμό του ή μπορεί να τον κρατήσει.
Ο Χριστός Ιησούς έθεσε το υπόδειγμα για αυτούς που είναι αγιασμένοι. (Ιωα 13:15) Είπε προσευχόμενος στον Θεό: «Εγώ αγιάζω τον εαυτό μου για χάρη τους, για να είναι και αυτοί αγιασμένοι μέσω της αλήθειας». (Ιωα 17:19) Ο Ιησούς κράτησε τον εαυτό του άμεμπτο και διατήρησε την υπόστασή του ως ξεχωρισμένος με σκοπό να αγιάσει τους ακολούθους του. Εκείνοι πρέπει να διατηρήσουν τον αγιασμό τους μέχρι το τέλος της επίγειας πορείας τους. Για να το πετύχουν αυτό, πρέπει να μένουν μακριά από πράγματα που δεν είναι αξιότιμα και από ανθρώπους που κάνουν τέτοια μη αξιότιμα πράγματα, ώστε να είναι ο καθένας τους «σκεύος για αξιότιμο σκοπό, αγιασμένο, χρήσιμο στον ιδιοκτήτη του, ετοιμασμένο για κάθε καλό έργο». (2Τι 2:20, 21) Πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι με το αίμα του Χριστού έχουν αγοραστεί και με το θέλημα του Θεού έχουν «αγιαστεί μέσω της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού μία φορά για πάντα». (Εβρ 10:10) Λαβαίνουν τη συμβουλή να επιδιώκουν «τον αγιασμό χωρίς τον οποίο κανείς δεν θα δει τον Κύριο».—Εβρ 12:14.
Μολονότι παραμένουν ακόμη στην ατελή σάρκα, η οποία ρέπει προς την αμαρτία, οι αγιασμένοι μπορούν να πετύχουν. Προειδοποιώντας για τον κίνδυνο που υπάρχει να χάσει κανείς τον αγιασμό του, ο Παύλος υπενθυμίζει στους αγιασμένους ότι “με το αίμα της [νέας] διαθήκης αγιάστηκαν”. (Εβρ 10:29· Λου 22:20) Ως Μεσίτης της νέας διαθήκης, ο Χριστός τούς βοηθάει να τηρούν τους όρους της διαθήκης μέσω υπακοής και καθαρής διαγωγής ώστε να διακρατούν τον αγιασμό τους. «Με μία θυσιαστική προσφορά έχει τελειοποιήσει παντοτινά εκείνους που αγιάζονται». (Εβρ 10:14) Ως Μεσίτης και Αρχιερέας, ο Χριστός «μπορεί και να σώζει πλήρως εκείνους που πλησιάζουν τον Θεό μέσω αυτού». (Εβρ 7:25) Αν όμως κυλήσουν ξανά σε μια πορεία αμαρτίας, δεν υπάρχει δεύτερη θυσία, παρά μόνο η προσδοκία της κρίσης και της καταστροφής.—Εβρ 10:26, 27.
Κατά συνέπεια, οι αγιασμένοι δεν καλούνται για να συνεχίσουν να ζουν όπως ζούσαν πριν αγιαστούν ή για να επιστρέψουν σε μια τέτοια πορεία. Ο απόστολος προτρέπει: «Διότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας, να απέχετε από πορνεία· να γνωρίζει ο καθένας σας πώς να κρατάει το σκεύος του σε αγιασμό και τιμή». «Διότι ο Θεός δεν μας κάλεσε αφήνοντας περιθώρια για ακαθαρσία, αλλά σε σχέση με αγιασμό».—1Θε 4:3, 4, 7.
Ο Λόγος και το πνεύμα του Θεού. Ο Λόγος του Θεού παίζει σημαντικό ρόλο στον αγιασμό, πρέπει δε να ακολουθείται πιστά για να διατηρηθεί ο αγιασμός. (Πρ 20:32) Σε όποιον είναι πιστός και αγιασμένος, ο Θεός στέλνει επίσης το άγιο πνεύμα του, το οποίο αποτελεί ισχυρή δύναμη που απεργάζεται την καθαρότητά του. Βοηθάει το αγιασμένο άτομο να είναι υπάκουο, κρατώντας το σε έναν καθαρό τρόπο ζωής. (1Πε 1:2) Με την καθοδήγηση του πνεύματος του Θεού η προσφορά τέτοιων ατόμων μπορεί να είναι αγιασμένη, καθαρή, ευπρόσδεκτη στον Θεό. (Ρω 15:16) Οποιαδήποτε ακαθαρσία συνιστά αδιαφορία για το πνεύμα του Θεού και τείνει να το “λυπεί”. (Εφ 4:30· 1Θε 4:8· 5:19) Μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε βλασφημία εναντίον του αγίου πνεύματος, η οποία δεν θα συγχωρηθεί.—Ματ 12:31, 32· Λου 12:8-10.
Αγιασμός Τόπων. Ο τόπος όπου κατοικεί ο Ιεχωβά, ή οποιοσδήποτε τόπος όπου κατοικεί αυτός αντιπροσωπευτικά, είναι καθαγιασμένος ή άγιος τόπος, αγιαστήριο. Η σκηνή της μαρτυρίας στην έρημο και οι ναοί που χτίστηκαν αργότερα από τον Σολομώντα και τον Ζοροβάβελ (ο τελευταίος ανοικοδομήθηκε και επεκτάθηκε από τον Ηρώδη τον Μέγα) προσδιορίζονταν ως μικντάς ή κόδες, “ξεχωρισμένοι” ή “άγιοι” τόποι. Καθώς βρίσκονταν ανάμεσα σε έναν αμαρτωλό λαό, αυτοί οι τόποι έπρεπε κατά καιρούς να εξαγνίζονται (με τυπικό, δηλαδή εξεικονιστικό, τρόπο) από μολύσματα μέσω ραντίσματος με το αίμα ζώων που προσφέρονταν ως θυσία.—Λευ 16:16.
Ιερουσαλήμ. Παρόμοια η Ιερουσαλήμ, η πόλη του Μεγάλου Βασιλιά (Ψλ 48:1, 2· 135:21), καθώς και η τοποθεσία όπου ήταν χτισμένη θεωρούνταν αγιασμένες. (Ησ 48:1, 2· 52:1· Νε 11:1· Δα 9:24) Αντίστοιχα και η Νέα Ιερουσαλήμ, η ουράνια πόλη, αποτελεί αγιαστήριο στο οποίο επιτρέπεται να εισέλθουν μόνο αγιασμένα άτομα, όχι όσοι επιδίδονται σε οποιαδήποτε μορφή ακαθαρσίας (όπως πνευματισμό, πορνεία, φόνο, ειδωλολατρία και ψέμα).—Απ 21:2· 22:14, 15, 19.
Ο κήπος της Εδέμ—αγιαστήριο. Στον κήπο της Εδέμ ο Ιεχωβά συνομίλησε με τον Αδάμ και την Εύα και τους έδωσε οδηγίες. Εκείνος ο τόπος ήταν καθαρός, χωρίς αμαρτία, τέλειος, ένας τόπος όπου ο άνθρωπος απολάμβανε ειρήνη με τον Θεό. (Γε 1:28· 2:8, 9· 3:8, 9· Δευ 32:4) Γι’ αυτό, ο Αδάμ και η Εύα εκδιώχθηκαν από εκεί όταν στασίασαν. Εκείνος ο παράδεισος ήταν τόπος τον οποίο ξεχώρισε ή αγίασε ο Θεός για να κατοικείται από καθαρά, δίκαια άτομα. Εφόσον ο Αδάμ και η Εύα ήταν πια αμαρτωλοί, εκδιώχθηκαν για να μην μπορούν να φάνε από το δέντρο της ζωής και ως εκ τούτου, παρότι ήταν αμαρτωλοί, να ζήσουν για πάντα.—Γε 3:22-24.
Η καιόμενη βάτος και το Όρος Σινά. Όταν ο Ιεχωβά παρήγγειλε στον Μωυσή να γυρίσει στην Αίγυπτο για να απελευθερώσει το λαό Του από τη δουλεία, στέλνοντάς τον με βάση το δικό Του μνημειώδες όνομα, Ιεχωβά (Εξ 3:15, 16), ο Θεός απέστειλε τον άγγελό του, ο οποίος παρουσιάστηκε στον Μωυσή μέσα από μια καιόμενη βάτο. Όταν ο Μωυσής πλησίασε, ο άγγελος που εκπροσωπούσε τον Ιεχωβά διέταξε τον Μωυσή να βγάλει τα σανδάλια του επειδή, όπως είπε, «ο τόπος όπου στέκεσαι είναι άγιο [κόδες] έδαφος».—Εξ 3:1-5.
Αργότερα, όταν συγκεντρώθηκε ο λαός στους πρόποδες του Όρους Σινά, τότε που τους δόθηκε η διαθήκη του Νόμου, ο Ιεχωβά έδωσε στον Μωυσή την εντολή: «Τοποθέτησε όρια για το βουνό και κατάστησέ το ιερό», επειδή ο Ιεχωβά ήταν εκεί εκπροσωπούμενος από τους αγγέλους του. (Εξ 19:23· Γα 3:19) Οποιοσδήποτε πήγαινε πέρα από τα όρια θα θανατωνόταν, διότι κανένα αναρμόδιο άτομο δεν μπορεί να πλησιάσει στην παρουσία του Ιεχωβά. (Εξ 19:12, 13) Ωστόσο, ο Μωυσής ως διορισμένος μεσίτης του Θεού μπορούσε να πλησιάσει πιο κοντά. Με αυτόν τον τρόπο ο Μωυσής προσκίασε προφητικά τον Ιησού Χριστό, τον μεγάλο Μεσίτη για τους χρισμένους Χριστιανούς, καθώς αυτοί πλησιάζουν το ουράνιο Όρος Σιών.—Εβρ 12:22-24.
Πόλεις καταφυγίου και στρατόπεδα. Ορισμένες πόλεις στον Ισραήλ είχαν ξεχωριστεί για ειδικό σκοπό—να προσφέρουν καταφύγιο στον ακούσιο ανθρωποκτόνο. Ήταν καθαγιασμένες, δηλαδή είχαν οριστεί ως “ιερές”.—Ιη 20:7-9.
Τα στρατόπεδα του Ισραήλ ήταν τόποι καθαγιασμένοι, διότι ο Θεός “περπατούσε μέσα στο στρατόπεδο”. Γι’ αυτό και έπρεπε να διατηρείται εκεί ηθική, πνευματική και σωματική καθαρότητα.—Δευ 23:9-14· 2Σα 11:6-11.
Αγιασμός Αντικειμένων. Εφόσον η σκηνή της μαρτυρίας και ο ναός ήταν καθαγιασμένα οικοδομήματα, τα αντικείμενα μέσα σε αυτά έπρεπε παρόμοια να είναι άγια, καθαγιασμένα. Η κιβωτός της διαθήκης, το θυσιαστήριο του θυμιάματος, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης, ο λυχνοστάτης, το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος, η λεκάνη, όλα τα σκεύη, το θυμίαμα και το λάδι του χρίσματος, ακόμη και τα ενδύματα των ιερέων, ήταν αγιασμένα αντικείμενα. Έπρεπε να τα πιάνουν και να τα μεταφέρουν μόνο αγιασμένα άτομα—οι ιερείς και οι Λευίτες. (Εξ 30:25, 32, 35· 40:10, 11· Λευ 8:10, 11, 15, 30· Αρ 4:1-33· 7:1) Οι ιερείς που υπηρετούσαν στη σκηνή απέδιδαν «ιερή υπηρεσία σε συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων· όπως ο Μωυσής, όταν επρόκειτο να κατασκευάσει τη σκηνή στην εντέλεια, έλαβε τη θεϊκή εντολή: Διότι λέει εκείνος: “Κοίταξε να φτιάξεις τα πάντα σύμφωνα με το υπόδειγμά τους το οποίο σου δείχτηκε στο βουνό”».—Εβρ 8:4, 5.
Θυσίες και τροφή. Οι θυσίες και οι προσφορές ήταν καθαγιασμένες επειδή προσφέρονταν πάνω στο καθαγιασμένο θυσιαστήριο σύμφωνα με τους προσδιορισμένους κανόνες. (Ματ 23:19) Το μερίδιο που έπαιρναν οι ιερείς ήταν άγιο και δεν μπορούσαν να το φάνε όσοι δεν ανήκαν στους ιερατικούς οίκους—μάλιστα ούτε οι ιερείς μπορούσαν να φάνε από αυτές τις προσφορές αν βρίσκονταν σε «ακάθαρτη» κατάσταση. (Λευ 2:3· 7:6, 32-34· 22:1-13) Παρόμοια και το ψωμί της πρόθεσης ήταν άγιο, καθαγιασμένο.—1Σα 21:4· Μαρ 2:26.
Όπως η τροφή που προμήθευε ο Ιεχωβά στο ιερατείο του ήταν αγιασμένη, έτσι και η τροφή που προμηθεύει στους Χριστιανούς υπηρέτες του είναι επίσης αγιασμένη, όπως πρέπει να είναι όλα όσα χρησιμοποιούν ή στα οποία συμμετέχουν οι αγιασμένοι υπηρέτες του. Ο απόστολος Παύλος προειδοποιεί για ασυνείδητους ανθρώπους οι οποίοι προσποιούνται ότι έχουν αγιαστεί, «που απαγορεύουν το γάμο, που διατάζουν την αποχή από τροφές τις οποίες δημιούργησε ο Θεός για να τις τρώνε με ευχαριστία εκείνοι που έχουν πίστη και γνωρίζουν ακριβώς την αλήθεια. Ο λόγος για αυτό είναι ότι κάθε δημιουργία του Θεού είναι καλή, και τίποτα δεν πρέπει να απορρίπτεται αν λαβαίνεται με ευχαριστία, γιατί αγιάζεται μέσω του λόγου του Θεού και της προσευχής που γίνεται για αυτό». (1Τι 4:1-5) Αν ο Λόγος του Θεού δηλώνει ότι κάτι είναι καθαρό, τότε αυτό είναι καθαρό, και ο Χριστιανός, καθώς ευχαριστεί για αυτό στην προσευχή του, το δέχεται ως αγιασμένο, με αποτέλεσμα να τον θεωρεί ο Θεός καθαρό όταν το τρώει.
Δέκατα. Το δέκατο από τα σιτηρά, τους καρπούς και τα κοπάδια που οι Ισραηλίτες έβαζαν στην άκρη θεωρούνταν αγιασμένο και δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για κανέναν άλλον σκοπό. (Λευ 27:30, 32) Κατ’ αναλογία, κανείς δεν μπορεί να κάνει κακή χρήση κάποιου αγιασμένου αντικειμένου ή να βλάψει ή να κακολογήσει άτομα που είναι αγιασμένα από τον Θεό, όπως τους χρισμένους αδελφούς του Χριστού, και να είναι αθώος ενώπιον του Θεού. Ο Ιησούς το έδειξε αυτό στους Ιουδαίους όταν τον κατηγόρησαν για βλασφημία. (Ιωα 10:36) Ο απόστολος Πέτρος προειδοποίησε ότι θα έρθει καταστροφή πάνω στους πονηρούς, τους οποίους περιέγραψε ως «θρασείς, ισχυρογνώμονες, [που] δεν τρέμουν τους ενδόξους [τους οποίους έχει αγιάσει ο Ιεχωβά] αλλά μιλούν υβριστικά».—2Πε 2:9-12· παράβαλε Ιου 8.
Χρονικές Περίοδοι ή Περιστάσεις. Το Γραφικό υπόμνημα αναφέρει τι έκανε ο Θεός όταν ολοκλήρωσε το δημιουργικό του έργο που αφορούσε τη γη: «Μέχρι την έβδομη ημέρα ο Θεός ολοκλήρωσε το έργο του . . . και άρχισε να αναπαύεται . . . Και ο Θεός ευλόγησε την έβδομη ημέρα και την κατέστησε ιερή». (Γε 2:2, 3) Συνεπώς, οι άνθρωποι έπρεπε να χρησιμοποιούν αυτή την «ημέρα» για ιερή υπηρεσία και υπακοή στον Ιεχωβά. Δεν έπρεπε να τη μολύνουν με ιδιοτελή έργα. Άρα λοιπόν, ο Αδάμ και η Εύα παραβίασαν εκείνη την «ημέρα» όταν ξεκίνησαν μια πορεία αυτοδιάθεσης ώστε να κάνουν ό,τι ήθελαν στη γη, ανεξάρτητα από τον Κυρίαρχό τους, τον Ιεχωβά. Η “ημέρα ανάπαυσης” του Θεού συνεχίζεται ακόμη, σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν τα εδάφια Εβραίους 3:11, 13· 4:1-11. Εφόσον ο Θεός αγίασε την εν λόγω «ημέρα» ξεχωρίζοντάς την για το σκοπό του, αυτή η «ημέρα» θα δει το σκοπό του για τη γη να πραγματοποιείται πλήρως με δικαιοσύνη.—Παράβαλε Ησ 55:10, 11.
Τα Σάββατα και οι ειδικές ημέρες γιορτής ήταν αγιασμένα, καθώς και άλλες περίοδοι, όπως το Ιωβηλαίο έτος.—Εξ 31:14· Λευ 23:3, 7, 8, 21, 24, 27, 35, 36· 25:10.
Αγιασμός μιας Έκτασης Γης. Στον Ισραήλ, μπορούσε κάποιος να αγιάσει ένα μέρος από την κληρονομιά του για τον Θεό. Το έκανε αυτό ξεχωρίζοντας τη συγκεκριμένη έκταση ώστε τα προϊόντα της να δίνονται στο αγιαστήριο ή μπορούσε να πληρώσει στο αγιαστήριο την αξία της γης (δηλαδή της σοδειάς της) σύμφωνα με την εκτίμηση του ιερέα. Αν αποφάσιζε να ξαναγοράσει τη γη, απαιτούνταν να πληρώσει επιπλέον το ένα πέμπτο της υπολογισμένης αξίας του αγρού (που αναλογούσε στον αριθμό των σοδειών μέχρι το Ιωβηλαίο έτος) κατά την εκτίμηση του ιερέα. Ασφαλώς, ο αγρός επιστρεφόταν στον ιδιοκτήτη του κατά το Ιωβηλαίο.—Λευ 27:16-19.
Τα επόμενα εδάφια αναφέρονται προφανώς στον ιδιοκτήτη που δεν ξαναγοράζει τον αγρό αλλά τον πουλάει σε κάποιον άλλον, οπότε ο νόμος ορίζει ότι ο αγρός γίνεται πλέον μόνιμη ιδιοκτησία του αγιαστηρίου κατά το Ιωβηλαίο. Σχετικά με αυτόν το νόμο, στα εδάφια Λευιτικό 27:20, 21, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κουκ λέει: «[Τα λόγια] μπορεί να αναφέρονται στην περίπτωση κατά την οποία ένας άνθρωπος πιθανόν να πούλησε με δόλο τα δικαιώματα του αγρού και να οικειοποιήθηκε τα χρήματα ενώ είχε ευχηθεί ότι θα παραχωρήσει τον αγρό στο Αγιαστήριο». Ή μπορεί να αναφέρονται στην περίπτωση κατά την οποία ο ιδιοκτήτης διατήρησε μεν τη χρήση του αγρού και εκπλήρωσε την ευχή του για κάποιο διάστημα πληρώνοντας ως ετήσιο ενοίκιο το τίμημα της απολύτρωσης που του αναλογούσε, αλλά αργότερα παραχώρησε τα δικαιώματά του σε άλλον προκειμένου να αποκτήσει γρήγορα κάποια χρήματα. Ένας τέτοιος αγρός θεωρούνταν «αφιερωμένος», επειδή εκείνος ο άνθρωπος μεταχειρίστηκε σαν δικό του αυτό που ήταν αγιασμένο για το αγιαστήριο, δείχνοντας έλλειψη σεβασμού για την αγιότητά του με το να το εκμεταλλευτεί εμπορικά.
Η αρχή μπορεί να ήταν παρόμοια με το νόμο που αναφέρεται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 22:9: «Δεν πρέπει να σπείρεις το αμπέλι σου με δύο λογιών σπόρους, για να μην κατασχεθεί για το αγιαστήριο ολόκληρη η παραγωγή του σπόρου που θα σπείρεις και το προϊόν του αμπελιού». Αυτή η κατάσχεση θα ήταν αποτέλεσμα της παράβασης του νόμου που είχε αναφερθεί νωρίτερα στο εδάφιο Λευιτικό 19:19.
Η διαφορά ανάμεσα στα «αγιασμένα» και στα «αφιερωμένα» πράγματα ήταν ότι το «αφιερωμένο» δεν μπορούσε να απολυτρωθεί. (Βλέπε ΑΝΑΘΕΜΑ.) Παρόμοιος χειρισμός γινόταν και για τα σπίτια. (Λευ 27:14, 15) Ωστόσο, αν κάποιος αγίαζε έναν αγρό που είχε αγοράσει από την κληρονομική ιδιοκτησία κάποιου άλλου, κατά το Ιωβηλαίο ο αγρός επέστρεφε στον αρχικό του ιδιοκτήτη.—Λευ 27:22-24.
Στο Γάμο. Ο απόστολος Παύλος λέει στους παντρεμένους Χριστιανούς: «Ο σύζυγος που δεν είναι στην πίστη αγιάζεται σε σχέση με τη σύζυγό του, και η σύζυγος που δεν είναι στην πίστη αγιάζεται σε σχέση με τον αδελφό· διαφορετικά, τα παιδιά σας θα ήταν ακάθαρτα, ενώ τώρα είναι άγια». Λόγω της εκτίμησης που τρέφει ο Ιεχωβά για τον Χριστιανό ή τη Χριστιανή, ο γαμήλιος δεσμός με σύντροφο που δεν είναι στην πίστη δεν θεωρείται μολυσματικός. Η καθαρότητα του αγιασμένου ατόμου δεν αγιάζει το σύντροφο ή τη σύντροφό του ως έναν από τους αγίους του Θεού, ωστόσο η σχέση τους είναι καθαρή και άξια τιμής. Το άτομο που δεν είναι στην πίστη έχει τη θαυμάσια ευκαιρία να ωφεληθεί παρατηρώντας τη Χριστιανική πορεία του πιστού συντρόφου του, και έτσι μπορεί να σωθεί και αυτό. (1Κο 7:14-17) Λόγω της “εύνοιας” που δείχνεται στον πιστό γονέα, τα μικρά παιδιά αυτής της ένωσης θεωρούνται άγια, ευρισκόμενα υπό τη θεϊκή φροντίδα και προστασία—όχι ακάθαρτα όπως θεωρούνται τα παιδιά που δεν έχουν κανέναν πιστό γονέα.—Βλέπε ΑΓΙΟΤΗΤΑ (Η αγιότητα ευλογείται από τον Ιεχωβά).
-
-
ΑγιαστήριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΑΣΤΗΡΙΟ
Τόπος ξεχωρισμένος για τη λατρεία του Θεού ή άλλων θεών, άγιος τόπος, θεϊκό κατοικητήριο. (1Χρ 22:19· Ησ 16:12· Ιεζ 28:18· Αμ 7:9, 13) Το «αγιαστήριο» δεν είναι κατ’ ανάγκην κάποιο ιδιαίτερο κτίριο, διότι εκείνο που βρισκόταν στη Συχέμ, σύμφωνα με τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 24:25, 26, μπορεί απλώς να ήταν η τοποθεσία όπου ο Αβραάμ είχε ανεγείρει ένα θυσιαστήριο πριν από αιώνες. (Γε 12:6, 7) Ωστόσο, η λέξη «αγιαστήριο» προσδιορίζει συχνά είτε τη σκηνή της μαρτυρίας (Εξ 25:8, 9) είτε το ναό της Ιερουσαλήμ. (1Χρ 28:10· 2Χρ 36:17· Ιεζ 24:21) Η συγκεκριμένη λέξη, όπως εφαρμόζεται στη σκηνή της μαρτυρίας, μπορεί να σημαίνει ολόκληρη τη σκηνή και την αυλή της (Εξ 25:8, 9· Λευ 21:12, 23), τον εξοπλισμό και τα σκεύη του αγιαστηρίου (Αρ 10:21· παράβαλε Αρ 3:30, 31) ή μπορεί να αναφέρεται στα Άγια των Αγίων (Λευ 16:16, 17, 20, 33).
Εφόσον ήταν άγιος τόπος, το αγιαστήριο του Θεού έπρεπε να διατηρείται αμόλυντο. (Αρ 19:20· Ιεζ 5:11) Συνεπώς, οι Ισραηλίτες έπρεπε να “νιώθουν δέος” για τον ιδιαίτερο αυτό χώρο όπου κατοικούσε αντιπροσωπευτικά ο Θεός. (Λευ 19:30· 26:2) Όταν εξορίστηκαν από την Υποσχεμένη Γη, δεν είχαν πλέον κάποιο υλικό αγιαστήριο. Ο Ιεχωβά, όμως, υποσχέθηκε ότι ο ίδιος θα γινόταν, σαν να λέμε, «αγιαστήριο» για αυτούς.—Ιεζ 11:16.
Η λέξη ναός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται με ευρεία έννοια αναφερόμενη σε ολόκληρο το κτιριακό συγκρότημα του ναού (Ιωα 2:20) ή στο κεντρικό κτίριο, του οποίου τα δύο τμήματα, τα Άγια και τα Άγια των Αγίων, χωρίζονταν με μια κουρτίνα. (Ματ 27:51) Για παράδειγμα, όταν ο Ζαχαρίας πήγε μέσα «στο αγιαστήριο» να προσφέρει θυμίαμα, μπήκε στα «Άγια», επειδή εκεί βρισκόταν το θυσιαστήριο του θυμιάματος.—Λου 1:9-11.
Το κατοικητήριο του Θεού στους ουρανούς είναι αγιαστήριο, δηλαδή άγιος τόπος. Σε αυτό το ουράνιο αγιαστήριο είδε ο απόστολος Ιωάννης σε όραμα την κιβωτό της διαθήκης μετά το σάλπισμα της “έβδομης σάλπιγγας”. (Απ 11:15, 19) Κατόπιν είδε αγγέλους να προβάλλουν από αυτό το αγιαστήριο και άκουσε μια «δυνατή φωνή» που έβγαινε από εκεί όταν άδειασαν οι «εφτά κούπες» του θυμού του Θεού.—Απ 14:15, 17· 15:5, 6, 8· 16:1, 17.
Αναφορικά με την επίγεια αυλή του μεγάλου πνευματικού ναού του Θεού, ειπώθηκε στον απόστολο Ιωάννη σε όραμα: «Σήκω και μέτρησε το αγιαστήριο του ναού του Θεού και το θυσιαστήριο και εκείνους που προσφέρουν λατρεία μέσα σε αυτό. Την αυλή, όμως, που είναι έξω από το αγιαστήριο του ναού, άφησέ την εντελώς έξω και μην τη μετρήσεις, επειδή έχει δοθεί στα έθνη, και αυτά θα καταπατήσουν την άγια πόλη σαράντα δύο μήνες». (Απ 11:1, 2) Ο ναός που αναφέρεται εδώ δεν μπορεί να είναι της Ιερουσαλήμ, διότι εκείνο το οικοδόμημα είχε καταστραφεί πριν από τρεις σχεδόν δεκαετίες. Εφόσον τα έθνη ήταν επίγεια, δεν θα μπορούσε παρά να τους «δοθεί» αυλή που βρισκόταν επίσης στη γη. Επομένως, αυτή η αυλή πρέπει να συμβολίζει μια κατάσταση την οποία απολαμβάνουν οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού όσο είναι εδώ στη γη. Αν και θα ήταν αδύνατον να καταπατήσουν τα έθνη έναν ουράνιο τόπο, θα μπορούσαν όμως να μεταχειριστούν με εξευτελιστικό τρόπο όσους είχαν γεννηθεί από το πνεύμα του Θεού για να είναι γιοι του και επρόκειτο να λάβουν ουράνια κληρονομιά μαζί με τον Χριστό. (Απ 3:12) Παρόμοια, οι προφητείες του Δανιήλ σχετικά με το ότι «ο σταθερός τόπος του αγιαστηρίου του» θα ριχνόταν κάτω (Δα 8:11) και το αγιαστήριο θα βεβηλωνόταν (Δα 11:31) φαίνεται να αναφέρονται σε γεγονότα που σχετίζονται με όσους υπηρετούν ως υφιερείς στο μεγάλο πνευματικό ναό του Θεού.
Τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας, του σώματος του Χριστού, αποτελούν έναν ναό, ή αλλιώς αγιαστήριο, όπου ο Θεός κατοικεί μέσω πνεύματος.—1Κο 3:17· Εφ 2:21, 22· 1Πε 2:5, 9· βλέπε ΝΑΟΣ (Χρισμένοι Χριστιανοί—Ένας Πνευματικός Ναός).
-
-
Άγια ΣυνεισφοράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΑ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ
Μερίδα γης στο όραμα που είδε ο Ιεζεκιήλ για τη διαμοίραση της Υποσχεμένης Γης.
Καθεμιά από τις 12 φυλές, εξαιρουμένης της φυλής του Λευί (ο Εφραΐμ και ο Μανασσής αντιπροσώπευαν τον Ιωσήφ, οπότε οι φυλές αριθμούσαν πάλι 12), έλαβε τον κλήρο της κατά πλάτος της γης από τα Α στα Δ. Νότια του μεριδίου του Ιούδα, που αποτελούσε τον έβδομο κλήρο από το βόρειο άκρο, υπήρχε μια διοικητική λωρίδα γης. (Ιεζ 48:1-8) Το βόρειο σύνορο αυτής της λωρίδας διέτρεχε το νότιο σύνορο του κλήρου του Ιούδα, ενώ προς το Ν αυτή συνόρευε με το μερίδιο του Βενιαμίν, που ήταν ο πέμπτος κλήρος από το νότιο άκρο. (Ιεζ 48:23-28) Αυτή η διοικητική λωρίδα είχε πλάτος 25.000 πήχεις (13 χλμ.) από Β προς Ν. Επρόκειτο να δοθεί από το λαό για κυβερνητική χρήση.—Ιεζ 48:8.
Το αγιαστήριο του Ιεχωβά ήταν τοποθετημένο στο μέσο μιας «συνεισφοράς» που είχε έκταση 25.000 πήχεις επί 25.000 πήχεις εντός της διοικητικής λωρίδας. Το υπόλοιπο της λωρίδας Α και Δ αυτής της «συνεισφοράς» αποτελούνταν από δύο μερίδια για τον αρχηγό. (Ιεζ 48:20-22· βλέπε ΑΡΧΗΓΟΣ.) Η τετράγωνη «συνεισφορά» χωριζόταν ως εξής: μια λωρίδα κατά μήκος του βόρειου συνόρου, πλάτους 10.000 πήχεων (5,2 χλμ.), για τους μη ιερείς Λευίτες. Κανένα τμήμα αυτής της διανεμημένης γης δεν έπρεπε να πουληθεί ή να ανταλλαχτεί, «διότι είναι κάτι άγιο για τον Ιεχωβά». (Ιεζ 48:13, 14) Στα νότια σύνορα του Λευιτικού μεριδίου ήταν μια λωρίδα 10.000 πήχεων, μια «άγια συνεισφορά για τους ιερείς». Αυτό το ιερατικό τμήμα περιείχε το αγιαστήριο, ή το ναό, του Ιεχωβά. (Ιεζ 48:9-12) Απέμενε μια λωρίδα πλάτους 5.000 πήχεων (2,6 χλμ.) στο Ν. Το τμήμα αυτό ήταν «κάτι το βέβηλο για την πόλη, για κατοικία και για βοσκότοπο». (Ιεζ 48:15) Στο κέντρο αυτού του τμήματος θα βρισκόταν η πόλη με το όνομα «Ο Ιεχωβά Ο Ίδιος Είναι Εκεί». Η πόλη είχε έκταση 4.500 πήχεις (2,3 χλμ.) επί 4.500 πήχεις, 12 πύλες, καθώς και βοσκότοπο πλάτους 250 πήχεων ολόγυρά της. Το υπολειπόμενο τμήμα αυτού του τετραγώνου που είχε πλευρά 25.000 πήχεων, δηλαδή 10.000 πήχεις Α της πόλης και 10.000 πήχεις Δ (πλάτους 5.000 πήχεων), θεωρούνταν επίσης βέβηλο και προοριζόταν για να καλλιεργείται από τις φυλές του Ισραήλ προκειμένου να τροφοδοτείται η πόλη.—Ιεζ 48:15-19, 30-35.
Επομένως, «η άγια συνεισφορά» ήταν στην ουσία 25.000 πήχεις από τα Α στα Δ και 20.000 πήχεις από το Β στο Ν. Αποτελούνταν από δύο λωρίδες πλάτους 10.000 πήχεων, από τις οποίες η μία ήταν ανατεθειμένη στους ιερείς και η άλλη στους Λευίτες. Το υπόλοιπο της συνεισφοράς η οποία είχε έκταση 25.000 πήχεις επί 25.000 πήχεις ήταν «κάτι το βέβηλο», ώστε να χρησιμοποιείται «για την πόλη, για κατοικία και για βοσκότοπο».—Ιεζ 48:10, 13-15, 18, 20, 21.
-
-
Άγια των ΑγίωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
Το εσώτατο δωμάτιο της σκηνής της μαρτυρίας και, μεταγενέστερα, του ναού. (Εξ 26:33· 1Βα 6:16) Αυτό το τμήμα της σκηνής είχε προφανώς σχήμα κύβου και καθεμιά από τις τρεις διαστάσεις του ήταν δέκα πήχεις (4,5 μ.). Τα Άγια των Αγίων στο ναό που οικοδόμησε ο Σολομών είχαν διπλάσιες διαστάσεις από τα αντίστοιχα της σκηνής, άρα ήταν οχτώ φορές μεγαλύτερα σε όγκο.—Εξ 26:15, 16, 18, 22, 23· 1Βα 6:16, 17, 20· 2Χρ 3:8.
Ο αρχιερέας έμπαινε στα Άγια των Αγίων μόνο κατά την ετήσια Ημέρα της Εξιλέωσης. Ποτέ άλλοτε δεν μπορούσε οποιοσδήποτε άλλος να περάσει πέρα από την κουρτίνα που κρεμόταν ανάμεσα σε αυτό το δωμάτιο και στα Άγια. (Λευ 16:2) Στα Άγια των Αγίων ο αρχιερέας περιστοιχιζόταν από τα χρωματιστά χερουβείμ που ήταν κεντημένα στο εσωτερικό κάλυμμα της σκηνής και στην κουρτίνα. (Εξ 26:1, 31, 33) Στο ναό του Σολομώντα οι τοίχοι και η οροφή ήταν από ξύλο κέδρου επικαλυμμένο με χρυσάφι, και στους τοίχους υπήρχαν σκαλιστά χερουβείμ, φοίνικες, στολίδια σε σχήμα κολοκύθας και άνθη.—1Βα 6:16-18, 29· 2Χρ 3:7, 8.
Οι Γραφές περιγράφουν τρεις εισόδους του αρχιερέα στα Άγια των Αγίων την Ημέρα της Εξιλέωσης: Την πρώτη φορά είχε μαζί του το χρυσό θυμιατήρι με το αρωματικό θυμίαμα, το οποίο άναβε με κάρβουνα από το θυσιαστήριο, τη δεύτερη φορά έμπαινε με το αίμα του ταύρου, την προσφορά για τις αμαρτίες της ιερατικής φυλής, και τέλος με το αίμα του κατσικιού, την προσφορά για τις αμαρτίες του λαού. (Λευ 16:11-15· Εβρ 9:6, 7, 25) Ο αρχιερέας ράντιζε με το αίμα των ζώων το έδαφος μπροστά από τη χρυσή κιβωτό της διαθήκης, στο κάλυμμα της οποίας βρίσκονταν χρυσά χερουβείμ και, ακόμη πιο πάνω, ένα σύννεφο που συμβόλιζε την παρουσία του Ιεχωβά. (Εξ 25:17-22· Λευ 16:2, 14, 15) Εκείνο το σύννεφο προφανώς έλαμπε σαν λαμπρό φως, καθώς ήταν το μοναδικό φως σε αυτό το τμήμα της σκηνής, όπου δεν υπήρχε λυχνοστάτης.
Όσο διάστημα η σκηνή βρισκόταν στην έρημο, πάνω από τα Άγια των Αγίων παρέμενε ένα σύννεφο την ημέρα και μια στήλη φωτιάς τη νύχτα, που ήταν ορατά σε ολόκληρο το στρατόπεδο του Ισραήλ.—Εξ 13:22· 40:38· Αρ 9:15· παράβαλε Ψλ 80:1.
Οι Μεταγενέστεροι Ναοί Δεν Είχαν Κιβωτό. Ακριβώς πότε και υπό ποιες συνθήκες εξαφανίστηκε η κιβωτός της διαθήκης δεν είναι γνωστό. Προφανώς οι Βαβυλώνιοι δεν την πήραν όταν λεηλάτησαν και κατέστρεψαν το ναό το 607 Π.Κ.Χ., διότι η Κιβωτός δεν συγκαταλέγεται στα σκεύη που πάρθηκαν από το ναό. (2Βα 25:13-17· Εσδ 1:7-11) Στο δεύτερο ναό που οικοδόμησε ο Ζοροβάβελ, καθώς και στον πιο περίτεχνο ναό του Ηρώδη, δεν υπήρχε Κιβωτός στα Άγια των Αγίων. Κατά το θάνατο του Ιησού ο Θεός εκδήλωσε το θυμό Του κάνοντας να σκιστεί στα δύο, από πάνω μέχρι κάτω, η χοντρή, βαριά κουρτίνα που χώριζε τα Άγια των Αγίων από τα Άγια. Οι ιερείς που επιτελούσαν την υπηρεσία τους στα Άγια μπόρεσαν τότε να κοιτάξουν μέσα στα Άγια των Αγίων και να εμπεδώσουν το γεγονός ότι αυτό το τμήμα δεν περιείχε την Κιβωτό που αντιπροσώπευε την παρουσία του Θεού ανάμεσά τους. Αυτή η πράξη του Θεού επιβεβαίωσε ότι οι θυσίες εξιλέωσης που προσφέρονταν από τον Ιουδαίο αρχιερέα δεν είχαν πλέον καμιά αξία και οι υπηρεσίες του Λευιτικού ιερατείου δεν ήταν πια αναγκαίες.—Ματ 27:51· 23:38· Εβρ 9:1-15.
Συμβολική Χρήση. Τα Άγια των Αγίων στη σκηνή της συνάντησης, ή αλλιώς της μαρτυρίας, περιείχαν την κιβωτό της διαθήκης· το κάλυμμα αυτής της Κιβωτού με τα δύο χρυσά χερουβείμ που υπήρχαν πάνω του αντιπροσώπευε το θρόνο του Θεού. Επομένως, τα Άγια των Αγίων χρησιμοποιήθηκαν εξεικονιστικά, για να συμβολίσουν την κατοικία του Ιεχωβά Θεού, τον ίδιο τον ουρανό. Η θεόπνευστη επιστολή προς τους Εβραίους παρουσιάζει αυτή την ερμηνεία όταν παραβάλλει την είσοδο του αρχιερέα του Ισραήλ στα Άγια των Αγίων μία φορά το χρόνο, κατά την Ημέρα της Εξιλέωσης, με την είσοδο του μεγάλου Αρχιερέα Ιησού Χριστού σε αυτό που συμβόλιζαν τα Άγια των Αγίων, μία φορά για πάντα με τη θυσία του για αμαρτίες. Η επιστολή εξηγεί: «Στο δεύτερο τμήμα [τα Άγια των Αγίων] μπαίνει μόνο ο αρχιερέας μία φορά το χρόνο, όχι χωρίς αίμα, το οποίο προσφέρει για τον εαυτό του και για τις αμαρτίες που διαπράττει από άγνοια ο λαός. . . . Αυτή η σκηνή είναι παραβολή για τον προσδιορισμένο καιρό ο οποίος έχει έρθει τώρα . . . Ωστόσο, όταν ο Χριστός ήρθε ως αρχιερέας των καλών πραγμάτων που έχουν πραγματοποιηθεί, μέσω της μεγαλύτερης και τελειότερης σκηνής η οποία δεν είναι φτιαγμένη από χέρια, δηλαδή δεν είναι από αυτή τη δημιουργία, μπήκε, όχι με το αίμα τράγων και νεαρών ταύρων, αλλά με το δικό του αίμα, μία φορά για πάντα στον άγιο τόπο και εξασφάλισε αιώνια απελευθέρωση για εμάς. Γι’ αυτό, ήταν αναγκαίο οι συμβολικές απεικονίσεις των πραγμάτων που είναι στους ουρανούς να καθαρίζονται με αυτά τα μέσα [μέσω ραντίσματος με αίμα από θυσίες ζώων], αλλά τα ίδια τα ουράνια πράγματα με θυσίες που είναι καλύτερες από αυτές τις θυσίες. Διότι ο Χριστός μπήκε, όχι σε κάποιον άγιο τόπο φτιαγμένο από χέρια, ο οποίος είναι αντίγραφο της πραγματικότητας, αλλά στον ίδιο τον ουρανό, για να εμφανιστεί τώρα μπροστά στο πρόσωπο του Θεού για εμάς».—Εβρ 9:7-12, 23, 24.
Ο Ιησούς Χριστός, λοιπόν, που είναι ο μεγάλος Αρχιερέας σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ, εκπλήρωσε αυτό που ο αρχιερέας του Ισραήλ, από τη γραμμή του Ααρών, μπορούσε μόνο συμβολικά να πράξει όταν έμπαινε στα επίγεια Άγια των Αγίων. (Εβρ 9:24) Οι πνευματικοί αδελφοί και συγκληρονόμοι του Χριστού ενισχύονται από τα εξής λόγια της ίδιας επιστολής, προς τους Εβραίους: «Εμείς, που έχουμε τρέξει στο καταφύγιο, [έχουμε] ισχυρή ενθάρρυνση για να κρατήσουμε την ελπίδα που έχει τεθεί μπροστά μας. Αυτή την ελπίδα την έχουμε σαν άγκυρα για την ψυχή, σίγουρη και σταθερή, και αυτή μπαίνει στο εσωτερικό μέρος της κουρτίνας, εκεί που ένας πρόδρομος έχει μπει για χάρη μας, ο Ιησούς, ο οποίος έχει γίνει αρχιερέας για πάντα σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ».—Εβρ 6:18-20.
Πάλι ο Παύλος παρότρυνε αυτούς τους Χριστιανούς να πλησιάζουν εντελώς ελεύθερα και με πεποίθηση τον Θεό και να κρατούν γερά την ελπίδα τους χωρίς να αμφιταλαντεύονται, με τα εξής περαιτέρω λόγια: «Συνεπώς, αδελφοί, εφόσον έχουμε τόλμη για την οδό που οδηγεί στον άγιο τόπο μέσω του αίματος του Ιησού, την οποία αυτός εγκαινίασε για εμάς ως νέα και ζωντανή οδό διαμέσου της κουρτίνας, δηλαδή της σάρκας του, και εφόσον έχουμε έναν μεγάλο ιερέα υπεύθυνο για τον οίκο του Θεού, ας πλησιάζουμε με αληθινή καρδιά έχοντας την πλήρη βεβαιότητα της πίστης, με την καρδιά μας ραντισμένη και απαλλαγμένη από πονηρή συνείδηση και το σώμα μας πλυμένο με καθαρό νερό. Ας κρατάμε γερά τη δημόσια διακήρυξη της ελπίδας μας χωρίς να αμφιταλαντευόμαστε, γιατί είναι πιστός εκείνος που υποσχέθηκε».—Εβρ 10:19-23.
-
-
‛ΆγινΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
‛ΑΓΙΝ
[ע] (‘άγιν).
Το 16ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το ελληνικό φωνήεν όμικρον προέρχεται από το ‛άγιν. Ωστόσο, το εβραϊκό γράμμα δεν είναι φωνήεν αλλά σύμφωνο. Παριστάνει έναν ιδιόμορφο λαρυγγικό ήχο που παράγεται στο βάθος του λάρυγγα και δεν έχει αντίστοιχο στην ελληνική. Μεταγράφεται ως δασεία (‛). Στο εβραϊκό κείμενο, εμφανίζεται ως το αρχικό γράμμα κάθε εδαφίου της περικοπής Ψαλμός 119:121-128.
-
-
ΆγιοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟΙ
Εκείνοι που είναι καθαροί, ιδιαίτερα με πνευματική ή ηθική έννοια. Επίσης, πρόσωπα που είναι ξεχωρισμένα για την υπηρεσία του Θεού, στον ουρανό ή στη γη.
Ο ίδιος ο Ιεχωβά, που είναι υπέρτατος σε καθαρότητα και δικαιοσύνη, είναι ο Αγιότατος. (Ωσ 11:12) Συχνά αποκαλείται “ο Άγιος του Ισραήλ”. (2Βα 19:22· Ψλ 71:22· 89:18) Ο απόστολος Ιωάννης λέει τα εξής σε άλλα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας: «Έχετε χρίσμα από τον άγιο». (1Ιω 2:20) Ο Ιησούς Χριστός αποκαλείται “εκείνος ο άγιος και δίκαιος”, σύμφωνα με το εδάφιο Πράξεις 3:14. Οι άγγελοι του Ιεχωβά στον ουρανό είναι άγιοι, πλήρως αφοσιωμένοι στην υπηρεσία του Θεού, καθαροί και δίκαιοι.—Λου 9:26· Πρ 10:22.
Στους Αρχαίους Χρόνους. Διάφοροι άνθρωποι πάνω στη γη που έχουν ξεχωριστεί για την υπηρεσία του Θεού έχουν επίσης αποκληθεί «άγιοι». (Ψλ 34:9) Ο Ισραήλ, με τον οποίο είχε συνάψει ο Θεός σχέση διαθήκης, έγινε ειδική ιδιοκτησία του και ήταν, ως έθνος, άγιος για Εκείνον. Γι’ αυτόν το λόγο, όσοι από εκείνο το έθνος ήταν ένοχοι ακαθαρσίας ή αδικοπραγίας επέφεραν μολυσμό στο έθνος και επέσυραν πάνω του τη δυσμένεια του Ιεχωβά, εκτός αν λαβαίνονταν μέτρα για την εξάλειψή τους. Ο άπληστος, ανυπάκουος Αχάν είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα—η αμαρτία του προκάλεσε οδύνες στον Ισραήλ ώσπου τον ανακάλυψαν και τον λιθοβόλησαν μέχρι θανάτου.—Ιη 7.
Ο Ααρών, ο οποίος είχε χριστεί με το λάδι του αγίου χρίσματος ως αρχιερέας του έθνους, ήταν άγιος με ειδική, εμφατική έννοια. (Ψλ 106:16) Ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις του αξιώματός του ήταν πολύ αυστηρές. (Λευ 21:1-15· επίσης προσέξτε στα εδάφια 16-23 τους παράγοντες που καθιστούσαν κάποιον ακατάλληλο για το αξίωμα του ιερέα· βλέπε ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ.) Μια αμαρτία του αρχιερέα (για παράδειγμα, λανθασμένη κρίση σε ένα ζήτημα) ήταν δυνατόν να επιφέρει ενοχή στο λαό και έπρεπε να γίνει εξιλέωση για αυτήν με τη θυσία ενός νεαρού ταύρου, την ίδια ακριβώς θυσία που απαιτούνταν για ένα λάθος ολόκληρης της σύναξης.—Λευ 4:3, 13, 14.
Χριστιανοί Άγιοι. Τα άτομα με τα οποία έχει συνάψει σχέση ο Θεός μέσω της νέας διαθήκης αγιάζονται, καθαρίζονται και ξεχωρίζονται για την αποκλειστική υπηρεσία του Θεού μέσω “του αίματος της διαθήκης”, του χυμένου αίματος του Ιησού Χριστού. (Εβρ 10:29· 13:20) Με αυτόν τον τρόπο καθίστανται «άγιοι». Κατά συνέπεια, δεν γίνονται «άγιοι» με απόφαση κάποιου ανθρώπου ή κάποιας οργάνωσης, αλλά από τον Θεό, ο οποίος συνάπτει με αυτούς σχέση διαθήκης μέσω του αίματος του Ιησού Χριστού. Ο όρος «άγιοι» εφαρμόζεται σε όλους εκείνους που φέρνονται με αυτόν τον τρόπο σε ενότητα με τον Χριστό και είναι συγκληρονόμοι του, όχι απλώς σε μερικούς που θεωρείται ότι χαρακτηρίζονται από εξαιρετική αγιότητα. Στη Γραφή εφαρμόζεται μάλιστα σε αυτά τα άτομα από την αρχή της αγιασμένης πορείας τους στη γη και δεν αναβάλλεται για μετά το θάνατό τους. Ο Πέτρος λέει ότι αυτοί πρέπει να είναι άγιοι επειδή ο Θεός είναι άγιος. (1Πε 1:15, 16· Λευ 11:44) Όλοι οι πνευματικοί αδελφοί του Χριστού στις εκκλησίες αποκαλούνται συχνά «άγιοι».—Πρ 9:13· 26:10· Ρω 1:7· 12:13· 2Κο 1:1· 13:13.
Ως η «σύζυγος» του Χριστού, ολόκληρη η εκκλησία παρουσιάζεται να φοράει λαμπρό, καθαρό, εκλεκτό λινό ύφασμα, το οποίο αντιπροσωπεύει «τις δίκαιες πράξεις των αγίων». (Απ 19:7, 8) Ενόσω αυτοί είναι στη γη, το συμβολικό πολιτικό «θηρίο» του Σατανά του Διαβόλου διεξάγει, σύμφωνα με το όραμα, πόλεμο εναντίον τους. (Απ 13:3, 7) Με αυτόν τον τρόπο η υπομονή των αγίων δοκιμάζεται σοβαρά, αλλά αυτοί νικούν τηρώντας τις εντολές του Θεού και την πίστη του Ιησού.—Απ 13:10· 14:12.
Η ελπίδα τους. Σε ένα παράλληλο όραμα, ο Δανιήλ είδε κάποιο θηρίο να κάνει πόλεμο με τους αγίους του Θεού. Στη συνέχεια είδε ένα δικαστήριο, όπου «ο Παλαιός των Ημερών» εξέφερε κρίση υπέρ των αγίων και τους δόθηκε Βασιλεία που θα διαρκέσει στον αιώνα, «η βασιλεία και η εξουσία για διακυβέρνηση και το μεγαλείο των βασιλειών κάτω από όλους τους ουρανούς».—Δα 7:21, 22, 27.
Αυτοί οι «άγιοι» δεν ασκούν βασιλική εξουσία όσο είναι στη γη αλλά πρέπει να περιμένουν την ένωσή τους με τον Χριστό στους ουρανούς. (Εφ 1:18-21) Πρέπει πρώτα να βγουν “νικητές”. (Απ 3:21· παράβαλε Απ 2:26, 27· 3:5, 12.) Πρόκειται να υπηρετήσουν ως ιερείς και να βασιλέψουν με τον Χριστό κατά τη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας του. (Απ 20:4, 6) Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι οι άγιοι θα κρίνουν τον κόσμο, καθώς και αγγέλους, λαβαίνοντας προφανώς μέρος στην εκτέλεση της κρίσης εναντίον των πονηρών.—1Κο 6:2, 3· Απ 2:26, 27.
Επίθεση στο «Στρατόπεδο των Αγίων». Στα εδάφια Αποκάλυψη 20:7-9 προλέγεται ότι ο Σατανάς ο Διάβολος θα οδηγήσει τα έθνη σε πόλεμο ενάντια “στο στρατόπεδο των αγίων και στην αγαπημένη πόλη” μετά το πέρας της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού. Η προφητεία προφανώς αναφέρεται σε έναν επίγειο στασιασμό ενάντια στην κυριαρχία της βασιλείας του Θεού στη γη, κάτι που αποτελεί επίθεση κατά των «αγίων». Με βάση τα συμφραζόμενα, αυτοί οι άγιοι είναι προφανώς όσοι από την αποκαταστημένη ανθρωπότητα διακρατούν την ακεραιότητά τους στον Θεό και στον Μεσσιανικό Βασιλιά του.—Βλέπε ΑΓΙΟΤΗΤΑ.
-
-
Άγιο ΠνεύμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ
Βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
-
-
Άγιος ΤόποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟΣ ΤΟΠΟΣ
Όρος τον οποίο οι Γραφές εφαρμόζουν με διάφορους τρόπους. (1) Γενικά, μπορούσε να εφαρμοστεί στο στρατόπεδο του Ισραήλ, στην Ιερουσαλήμ και στους αγίους τόπους μέσα σε αυτήν. Επίσης, χρησιμοποιήθηκε πιο συγκεκριμένα όσον αφορά (2) ολόκληρη τη σκηνή της συνάντησης και μεταγενέστερα το ναό, (3) τα Άγια των Αγίων, το εσώτατο τμήμα της σκηνής και μεταγενέστερα του ναού, και (4) το πρώτο εσωτερικό δωμάτιο της σκηνής, το οποίο ήταν ξεχωριστό από τα Άγια των Αγίων. Όποτε εμφανίζεται η έκφραση «άγιος τόπος», η έννοιά της μπορεί να καθοριστεί από τα συμφραζόμενα.
1. Το στρατόπεδο του Ισραήλ. (Δευ 23:14) Μεταγενέστερα, η γη του Ισραήλ και ειδικά η πόλη της Ιερουσαλήμ. (Παράβαλε Ματ 24:15 με Λου 21:20· ας σημειωθεί η έκφραση «άγια πόλη» στο εδ. Ματ 27:53.) Εκεί είχε τεθεί το αγιαστήριο του Θεού καθώς και το όνομά Του, ο δε λαός Του λογιζόταν άγιος. (Ιεζ 21:2) Ολόκληρο το στρατόπεδο, και μεταγενέστερα ολόκληρη η γη που έδωσε ο Θεός στο λαό Του, έπρεπε να διατηρείται άγιο. Συνεπώς, οποιοσδήποτε πρόσφερε θυσία σε ψεύτικο θεό ή τηρούσε κάποια ακάθαρτη συνήθεια μόλυνε το αγιαστήριο του Θεού, το οποίο βρισκόταν στο μέσο τους.—Λευ 20:3· παράβαλε Λευ 18:21, 30· 19:30· Αρ 5:2, 3· Ιερ 32:34· Ιεζ 5:11· 23:38.
2. Η σκηνή της συνάντησης και μεταγενέστερα ο ναός. Ολόκληρο το συγκρότημα, συμπεριλαμβανομένης της αυλής της σκηνής και των αυλών του ναού, αποτελούσε άγιο τόπο. (Εξ 38:24· 2Χρ 29:5· Πρ 21:28) Τα βασικότερα αντικείμενα της αυλής ήταν το θυσιαστήριο και η χάλκινη λεκάνη. Αυτά ήταν άγια αντικείμενα. Μόνο όσοι ήταν τελετουργικά καθαροί μπορούσαν να εισέλθουν στην αυλή της σκηνής οποιαδήποτε ώρα. Παρόμοια, κανείς δεν έμπαινε στις αυλές του ναού αν ήταν ακάθαρτος. Λόγου χάρη, ενόσω μια γυναίκα ήταν ακάθαρτη, δεν μπορούσε να αγγίξει κανένα άγιο πράγμα ούτε να εισέλθει στον άγιο τόπο. (Λευ 12:2-4) Φαίνεται μάλιστα ότι μια κατάσταση συνεχιζόμενης ακαθαρσίας από μέρους των Ισραηλιτών θεωρούνταν ότι μόλυνε τη σκηνή. (Λευ 15:31) Εκείνοι που παρουσίαζαν προσφορές για καθαρισμό από λέπρα έφερναν τη θυσία τους μόνο ως την πύλη της αυλής. (Λευ 14:11) Κανένας ακάθαρτος δεν μπορούσε να λάβει μέρος σε θυσία συμμετοχής στη σκηνή ή στο ναό, επί ποινή θανάτου.—Λευ 7:20, 21.
3. Τα Άγια των Αγίων, το εσώτατο τμήμα. Στο εδάφιο Λευιτικό 16:2 αυτό το τμήμα αναφέρεται ως “ο άγιος τόπος [εβρ., χακκόδες, «άγιος»] στο εσωτερικό μέρος της κουρτίνας”. Ο Παύλος είχε προφανώς υπόψη του αυτό το τμήμα όταν έκανε λόγο για την είσοδο του Ιησού στον ουρανό, επισημαίνοντας ότι εκείνος δεν εισήλθε σε «άγιο τόπο [ἅγια, Κείμενο] φτιαγμένο από χέρια». (Εβρ 9:24) Στο εδάφιο Εβραίους 10:19 ο Παύλος αναφέρεται «στον άγιο τόπο» (ΜΝΚ), «στα άγια των αγίων» (ΜΠΚ) (ἅγια, Κείμενο· ο πληθυντικός υποδηλώνει εξοχότητα).
Τα Άγια των Αγίων της σκηνής περιείχαν μόνο τη χρυσή κιβωτό της διαθήκης, πάνω στην οποία βρίσκονταν δύο χρυσά χερουβείμ με απλωμένες φτερούγες. (Εξ 25:10-22· 26:33) Ο ναός που οικοδόμησε ο Σολομών περιείχε επίσης δύο μεγάλα χερουβείμ από ξύλο ελαιώδους δέντρου επικαλυμμένα με χρυσάφι. (1Βα 6:23-28) Εντούτοις, μετά τη βαβυλωνιακή εξορία, η ιερή Κιβωτός έλειπε από τα Άγια των Αγίων.
Στα Άγια των Αγίων ο αρχιερέας περιστοιχιζόταν από χερουβείμ κεντημένα στο εσωτερικό κάλυμμα της σκηνής και στην κουρτίνα. (Εξ 26:1, 31, 33) Στο ναό του Σολομώντα οι τοίχοι και η οροφή ήταν από ξύλο κέδρου επικαλυμμένο με χρυσάφι, ενώ στους τοίχους υπήρχαν σκαλιστά χερουβείμ, φοίνικες, στολίδια σε σχήμα κολοκύθας και άνθη.—1Βα 6:16-18, 29· 2Χρ 3:7, 8.
4. Το πρώτο και μεγαλύτερο τμήμα, τα Άγια, το οποίο ήταν ξεχωριστό από το εσώτατο τμήμα, τα Άγια των Αγίων. (Εξ 26:33) Αυτό το τμήμα καταλάμβανε τα δύο τρίτα του συνολικού μήκους της κατασκευής. (1Βα 6:16, 17· 2Χρ 3:3, 8) Μέσα στα Άγια της σκηνής βρισκόταν ο χρυσός λυχνοστάτης στη νότια πλευρά του δωματίου (Εξ 25:31-40· 40:24, 25), το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος στο δυτικό άκρο, μπροστά στην κουρτίνα που οδηγούσε στα Άγια των Αγίων (Εξ 30:1-6· 40:26, 27), και το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης στη βόρεια πλευρά (Εξ 25:23-30· 40:22, 23· Εβρ 9:2, 3). Μαζί με αυτά βρίσκονταν και τα συνοδευτικά χρυσά σκεύη, μεταξύ των οποίων κούπες, λαβίδες και άλλα. Στα Άγια του ναού υπήρχε το χρυσό θυσιαστήριο, τα δέκα τραπέζια του ψωμιού της πρόθεσης και δέκα λυχνοστάτες. Οι λυχνοστάτες και τα τραπέζια είχαν τοποθετηθεί ανά πέντε δεξιά και αριστερά.—1Βα 7:48-50· 2Χρ 4:7, 8, 19, 20.
Ευρισκόμενος στα Άγια της σκηνής ο ιερέας μπορούσε να δει, στα διάκενα των πλαισίων που αποτελούσαν τους τοίχους, καθώς και στην οροφή, τα χρωματιστά χερουβείμ που ήταν κεντημένα στο εσωτερικό κάλυμμα της σκηνής. (Εξ 26:1, 15) Από τέσσερις χρυσούς στύλους κρεμόταν η κουρτίνα που οδηγούσε στα Άγια των Αγίων, επίσης κεντημένη με χερουβείμ. (Εξ 26:31-33) Το προπέτασμα της εισόδου της σκηνής ήταν και αυτό από χρωματιστό ύφασμα. (Εξ 26:36) Στο ναό οι τοίχοι αυτού του δωματίου είχαν σκαλιστά χερουβείμ, φοίνικες, στολίδια σε σχήμα κολοκύθας και γιρλάντες από άνθη, όλα επικαλυμμένα με χρυσάφι.—1Βα 6:17, 18, 22, 29.
Συμβολική Σημασία. Η διευθέτηση του Θεού για την εξιλέωση του ανθρώπου μέσω της θυσίας του Ιησού Χριστού αποκαλείται “η μεγαλύτερη και τελειότερη σκηνή η οποία δεν είναι φτιαγμένη από χέρια”. Ο Χριστός μπήκε «μία φορά για πάντα στον άγιο τόπο» αυτού του μεγάλου πνευματικού ναού «και εξασφάλισε αιώνια απελευθέρωση για εμάς», γράφει ο απόστολος Παύλος. (Εβρ 9:11, 12) Όταν πήγε στον ουρανό και εμφανίστηκε ενώπιον του Ιεχωβά, ο Χριστός εισήλθε σε αυτό που προεικονίστηκε από το εσώτατο τμήμα της σκηνής, δηλαδή τα Άγια των Αγίων. (Εβρ 9:24, 25) Συνεπώς, η σκηνή και οι υπηρεσίες της χρησίμευσαν ως «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων».—Εβρ 8:5.
Χριστιανοί υφιερείς. Εφόσον το μέρος όπου κατοικεί ο Θεός είναι αγιαστήριο, άγιος τόπος, η Χριστιανική εκκλησία παρομοιάζεται επίσης με άγιο τόπο, το ναό του Θεού. (1Κο 3:17· Εφ 2:21, 22) Ενόσω οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού βρίσκονται στη γη, αναφέρεται για αυτούς ότι “οικοδομούνται και γίνονται πνευματικός οίκος με σκοπό ένα άγιο ιερατείο” και ότι αποτελούν «βασιλικό ιερατείο». (1Πε 2:5, 9) Όπως οι υφιερείς υπηρετούσαν τόσο στην αυλή όσο και στα Άγια, έτσι και αυτοί οι Χριστιανοί ιερείς του Θεού υπηρετούν ενώπιον του συμβολικού θυσιαστηρίου Του, καθώς και στα συμβολικά Άγια. Οι ιερείς του Ισραήλ έπρεπε να είναι καθαροί, γι’ αυτό και όταν ετοιμάζονταν να υπηρετήσουν στα Άγια, πλένονταν με νερό από τη χάλκινη λεκάνη που υπήρχε στην αυλή. (Εξ 40:30-32) Ομοίως, για εκείνους τους Χριστιανούς που έχουν ανακηρυχτεί δίκαιοι αναφέρεται ότι έχουν “καθαριστεί”. (1Κο 6:11) Οι Ισραηλίτες ιερείς περιστοιχίζονταν από αναπαραστάσεις των χερουβείμ στις κουρτίνες της σκηνής, καθώς εκτελούσαν εκεί τα καθήκοντά τους. Αυτό φέρνει στο νου τη δήλωση του αποστόλου Παύλου προς ορισμένους που ανακηρύσσονται δίκαιοι ότι, ενόσω βρίσκονται ακόμη στη γη, «[ο Θεός] μάς έβαλε να καθήσουμε μαζί στους ουράνιους τόπους σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού». (Εφ 2:4-6) Καθώς υπηρετούν αυτοί οι Χριστιανοί του “βασιλικού ιερατείου”, προσφέρουν θυσίες αίνου (Εβρ 13:15) και προσευχές προς τον Θεό (σχετιζόμενες με το θυμίαμα· Απ 8:4), τρώνε την πνευματική τροφή που προμηθεύει ο Θεός (όπως προμήθευε τα ψωμιά της πρόθεσης για τους ιερείς· Μαρ 2:26) και απολαμβάνουν φως από το Λόγο της αλήθειας του Θεού (όπως το φως από το λυχνοστάτη· Ψλ 119:105). Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι έχουν την ελπίδα, μέσω της θυσίας του Ιησού Χριστού, να μπουν στα αληθινά «Άγια των Αγίων», τον ίδιο τον ουρανό.—Εβρ 6:19, 20· 9:24· 1Πε 1:3, 4· βλέπε ΑΓΙΑ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ· ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ.
-
-
ΑγιότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟΤΗΤΑ
Η κατάσταση ή η ιδιότητα του να είναι κανείς άγιος. Αγιότητα σημαίνει «θρησκευτική καθαρότητα ή αγνότητα· ιερότητα». Επιπλέον, η πρωτότυπη εβραϊκή λέξη κόδες μεταδίδει τη σκέψη του αποχωρισμού, της αποκλειστικότητας ή του αγιασμού για τον Θεό, ο οποίος είναι άγιος, δηλαδή μιας κατάστασης κατά την οποία είναι κάποιος ξεχωρισμένος για την υπηρεσία του Θεού. Στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, το επίθετο ἅγιος και τα ουσιαστικά ἁγιότης, ἁγιωσύνη και ἁγιασμός υποδηλώνουν παρόμοια αποχωρισμό για τον Θεό. Χρησιμοποιούνται επίσης αναφορικά με την αγιότητα ως ιδιότητα του Θεού και με την αγνότητα ή την τελειότητα στην προσωπική διαγωγή κάποιου.
Ιεχωβά. Η ιδιότητα της αγιότητας ανήκει στον Ιεχωβά. (Εξ 39:30· Ζαχ 14:20) Ο Χριστός Ιησούς τον προσφώνησε «Άγιε Πατέρα». (Ιωα 17:11) Πλάσματα που είναι στους ουρανούς διακηρύττουν όπως αναφέρεται: «Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά των στρατευμάτων», αποδίδοντας σε αυτόν αγιότητα, καθαρότητα στον υπερθετικό βαθμό. (Ησ 6:3· Απ 4:8· παράβαλε Εβρ 12:14.) Αυτός είναι ο Αγιότατος, ο ανώτερος όλων ως προς την αγιότητα. (Παρ 30:3· εδώ, ο πληθυντικός αριθμός της εβραϊκής λέξης που μεταφράζεται «Αγιότατος» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει εξοχότητα και μεγαλειότητα.) Οι Ισραηλίτες λάβαιναν συχνά την υπενθύμιση ότι ο Ιεχωβά είναι η Πηγή όλης της αγιότητας καθώς παρατηρούσαν τις λέξεις «Η αγιότητα ανήκει στον Ιεχωβά» χαραγμένες στην αστραφτερή χρυσή πλάκα που υπήρχε πάνω στο τουρμπάνι του αρχιερέα. Αυτή η πλάκα ονομαζόταν «το άγιο σημείο της αφιέρωσης», κάτι που έδειχνε ότι ο αρχιερέας ήταν ξεχωρισμένος για μια υπηρεσία ιδιαίτερης αγιότητας. (Εξ 28:36· 29:6) Στον επινίκιο ύμνο του Μωυσή μετά την απελευθέρωση διαμέσου της Ερυθράς Θάλασσας, ο Ισραήλ έψαλε: «Ποιος από τους θεούς είναι όμοιός σου, Ιεχωβά; Ποιος είναι όμοιος με εσένα, που αποδεικνύεσαι κραταιός σε αγιότητα;» (Εξ 15:11· 1Σα 2:2) Μάλιστα ο Ιεχωβά έχει ορκιστεί στην αγιότητά του για να παράσχει επιπρόσθετη εγγύηση ότι θα εκπληρώσει το λόγο του.—Αμ 4:2.
Το όνομα του Θεού είναι ιερό, ξεχωρισμένο από καθετί μιαρό. (1Χρ 16:10· Ψλ 111:9) Το όνομα Ιεχωβά πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ιερό, αγιασμένο περισσότερο από όλα τα άλλα. (Ματ 6:9) Η ασέβεια προς το όνομά του επισύρει την ποινή του θανάτου.—Λευ 24:10-16, 23· Αρ 15:30.
Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Πρωτουργός όλων των δίκαιων αρχών και νόμων (Ιακ 4:12) και αποτελεί το θεμέλιο όλης της αγιότητας, κάθε άτομο ή πράγμα το οποίο είναι άγιο έχει κατασταθεί άγιο λόγω της σχέσης του με τον Ιεχωβά και τη λατρεία του. Κανένας δεν μπορεί να έχει κατανόηση ή σοφία αν δεν έχει γνώση για τον Αγιότατο. (Παρ 9:10) Μόνο με αγιότητα μπορεί να λατρέψει κανείς τον Ιεχωβά. Όποιος ισχυρίζεται ότι τον λατρεύει αλλά πράττει την ακαθαρσία είναι βδελυρός ενώπιόν του. (Παρ 21:27) Όταν ο Ιεχωβά προείπε πως θα άνοιγε το δρόμο για να επιστρέψει ο λαός του στην Ιερουσαλήμ από τη βαβυλωνιακή εξορία, δήλωσε: «Οδός της Αγιότητας θα ονομαστεί. Ο ακάθαρτος δεν θα περάσει από αυτόν [το δρόμο]». (Ησ 35:8) Το μικρό υπόλοιπο που επέστρεψε το 537 Π.Κ.Χ. το έκανε αυτό ολόκαρδα για να αποκαταστήσει την αληθινή λατρεία, με σωστά και άγια κίνητρα, χωρίς πολιτικές ή ιδιοτελείς βλέψεις.—Παράβαλε την προφητεία στα εδ. Ζαχ 14:20, 21.
Άγιο πνεύμα. Η ενεργός δύναμη του Ιεχωβά, δηλαδή το πνεύμα του, υπόκειται στον έλεγχό του και επιτελεί πάντοτε το σκοπό του. Είναι καθαρή, αγνή, ιερή και ξεχωρισμένη για να χρησιμοποιείται με καλό τρόπο από τον Θεό. Γι’ αυτό, ονομάζεται «άγιο πνεύμα» και «το πνεύμα της αγιότητας». (Ψλ 51:11· Λου 11:13· Ρω 1:4· Εφ 1:13) Όταν το άγιο πνεύμα επενεργεί σε ένα άτομο, αποτελεί δύναμη που ωθεί σε αγιότητα ή καθαρότητα. Οποιαδήποτε ακάθαρτη πράξη ή αδικοπραγία γίνεται κατά συνήθεια, εμποδίζει ή “λυπεί” αυτό το πνεύμα. (Εφ 4:30) Αν και αυτό καθαυτό το άγιο πνεύμα είναι απρόσωπο, αποτελεί έκφραση της άγιας προσωπικότητας του Θεού και, ως εκ τούτου, μπορεί να “λυπηθεί”. Οποιαδήποτε αδικοπραγία γίνεται κατά συνήθεια, τείνει να “σβήσει τη φωτιά του πνεύματος”. (1Θε 5:19) Αν αυτή η συνήθεια συνεχίζεται, το άτομο που τη διαπράττει κάνει στην ουσία το άγιο πνεύμα του Θεού να “λυπάται”, και αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να μεταβληθεί ο Θεός σε εχθρό του στασιαστικού ατόμου. (Ησ 63:10) Κάποιος που λυπεί το άγιο πνεύμα μπορεί να φτάσει μέχρι του σημείου να βλασφημήσει εναντίον του, αμαρτία η οποία, όπως είπε ο Ιησούς Χριστός, δεν θα συγχωρηθεί ούτε στο παρόν σύστημα πραγμάτων ούτε στο ερχόμενο.—Ματ 12:31, 32· Μαρ 3:28-30· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς Χριστός είναι με μια ιδιαίτερη έννοια ο Άγιος του Θεού. (Πρ 3:14· Μαρ 1:24· Λου 4:34) Η αγιότητά του προήλθε από τον Πατέρα του όταν ο Ιεχωβά τον δημιούργησε ως τον μονογενή του Γιο. Διατήρησε την αγιότητά του όντας δίπλα στον Πατέρα του στους ουρανούς, πλησιέστερα από κάθε άλλον. (Ιωα 1:1· 8:29· Ματ 11:27) Όταν η ζωή του μεταφέρθηκε στη μήτρα μιας παρθένας κοπέλας, της Μαρίας, γεννήθηκε ως άγιος ανθρώπινος Γιος του Θεού. (Λου 1:35) Είναι ο μοναδικός που ως άνθρωπος διατήρησε τέλεια αγιότητα, απαλλαγμένη από αμαρτία, και ο οποίος, μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του, συνέχισε να είναι «όσιος, άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς». (Εβρ 7:26) “Ανακηρύχτηκε δίκαιος” με τη δική του αξία. (Ρω 5:18) Αναφορικά με τους άλλους ανθρώπους, η άγια υπόσταση ενώπιον του Θεού αποκτάται μόνο με βάση την αγιότητα του Χριστού και επιτυγχάνεται μέσω πίστης στη λυτρωτική του θυσία, μιας “άγιας πίστης” η οποία, αν διατηρηθεί, αποτελεί μέσο για να κρατηθεί κάποιος στην αγάπη του Θεού.—Ιου 20, 21.
Άλλα Άτομα. Ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ θεωρούνταν άγιο επειδή ο Θεός το επέλεξε και το καθαγίασε, συνάπτοντας με αυτόν αποκλειστικά το λαό σχέση διαθήκης για να είναι ειδική ιδιοκτησία του. Τους είπε ότι, αν τον υπάκουαν, θα αποτελούσαν «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:5, 6) Μέσω υπακοής θα αποδεικνύονταν «άγιοι για τον Θεό [τους]». Ο Θεός τούς έδωσε την εξής νουθεσία: «Πρέπει να αποδεικνύεστε άγιοι, επειδή εγώ, ο Ιεχωβά ο Θεός σας, είμαι άγιος». (Αρ 15:40· Λευ 19:2) Οι νόμοι περί διατροφής, υγιεινής και ηθικής που τους έδωσε ο Θεός τούς υπενθύμιζαν συνεχώς ότι ήταν αποχωρισμένοι και άγιοι για τον Θεό. Τα όρια που τους έθεταν αυτοί οι νόμοι αποτελούσαν ισχυρή δύναμη η οποία περιόριζε κατά πολύ τη συναναστροφή τους με τους ειδωλολάτρες γείτονές τους, προστατεύοντας έτσι τον Ισραήλ ώστε να παραμείνει άγιος. Από την άλλη μεριά, το έθνος θα έχανε την άγια υπόστασή του ενώπιον του Θεού αν δεν υπάκουε στους νόμους Του.—Δευ 28:15-19.
Παρότι ως έθνος ο Ισραήλ ήταν άγιος, ορισμένα άτομα μέσα στο έθνος θεωρούνταν άγια με ειδικό τρόπο. Οι ιερείς, και ιδιαίτερα ο αρχιερέας, ήταν ξεχωρισμένοι για υπηρεσία στο αγιαστήριο και εκπροσωπούσαν το λαό ενώπιον του Θεού. Με αυτή την ιδιότητα, ήταν άγιοι και έπρεπε να διατηρούν τον καθαγιασμό τους ώστε να μπορούν να εκτελούν την υπηρεσία τους και να συνεχίζουν να θεωρούνται άγιοι από τον Θεό. (Λευ 21· 2Χρ 29:34) Οι προφήτες καθώς και άλλοι θεόπνευστοι Βιβλικοί συγγραφείς ήταν άγιοι. (2Πε 1:21) Ο απόστολος Πέτρος αποκαλεί «άγιες» διάφορες γυναίκες της αρχαιότητας που ήταν πιστές στον Θεό. (1Πε 3:5) Οι στρατιώτες του Ισραήλ που συμμετείχαν σε κάποια εκστρατεία θεωρούνταν άγιοι, επειδή οι πόλεμοι στους οποίους μάχονταν ήταν πόλεμοι του Ιεχωβά. (Αρ 21:14· 1Σα 21:5, 6) Κάθε αρσενικό πρωτότοκο στον Ισραήλ ήταν άγιο για τον Ιεχωβά, εφόσον την ημέρα του Πάσχα στην Αίγυπτο ο Ιεχωβά είχε διαφυλάξει τα πρωτότοκα από το θάνατο. Ανήκαν σε Εκείνον. (Αρ 3:12, 13· 8:17) Γι’ αυτόν το λόγο, κάθε πρωτότοκος γιος έπρεπε να απολυτρωθεί στο αγιαστήριο. (Εξ 13:1, 2· Αρ 18:15, 16· Λου 2:22, 23) Όποιο άτομο (άντρας ή γυναίκα) έκανε ευχή να ζήσει ως Ναζηραίος ήταν άγιο κατά την περίοδο της ευχής. Το εν λόγω χρονικό διάστημα ξεχωριζόταν ως πλήρως αφιερωμένο σε κάποια ειδική υπηρεσία του Ιεχωβά. Ο Ναζηραίος έπρεπε να τηρεί συγκεκριμένες νομικές απαιτήσεις. Αν τις παραβίαζε, γινόταν ακάθαρτος και έπρεπε να κάνει ειδική θυσία για να αποκαταστήσει την άγια υπόστασή του. Οι ημέρες που είχαν περάσει προτού γίνει ακάθαρτος δεν υπολογίζονταν για την εκπλήρωση της Ναζηραιοσύνης του. Έπρεπε να αρχίσει εκ νέου την τήρηση της ευχής του.—Αρ 6:1-12.
Τοποθεσίες. Ένας τόπος καθίσταται άγιος από την παρουσία του Ιεχωβά. (Όταν Αυτός εμφανιζόταν σε ανθρώπους, εκδήλωνε την παρουσία του μέσω αγγέλων που τον εκπροσωπούσαν· Γα 3:19.) Ο Μωυσής στεκόταν σε άγιο έδαφος καθώς παρατηρούσε την καιόμενη βάτο από την οποία του μίλησε ένας άγγελος που εκπροσωπούσε τον Ιεχωβά. (Εξ 3:2-5) Όταν ένας άγγελος, ο άρχοντας του στρατεύματος του Ιεχωβά, υλοποιήθηκε και στάθηκε μπροστά στον Ιησού του Ναυή, του υπενθύμισε ότι βρισκόταν σε άγιο έδαφος. (Ιη 5:13-15) Ο Πέτρος, αναφερόμενος στη μεταμόρφωση του Χριστού και στο ότι μίλησε ο Ιεχωβά σε εκείνη την περίπτωση, αποκάλεσε το συγκεκριμένο τόπο «άγιο βουνό».—2Πε 1:17, 18· Λου 9:28-36.
Η αυλή της σκηνής της μαρτυρίας ήταν άγιο έδαφος. Σύμφωνα με την παράδοση, οι ιερείς κυκλοφορούσαν εκεί ξυπόλητοι λόγω του ότι υπηρετούσαν στο αγιαστήριο, το οποίο σχετιζόταν με την παρουσία του Ιεχωβά. Τα δύο τμήματα του αγιαστηρίου ονομάζονταν «Άγια» και «Άγια των Αγίων», ανάλογα με το πόσο κοντά βρίσκονταν στην κιβωτό της διαθήκης. (Εβρ 9:1-3) Ο ναός που μεταγενέστερα υπήρχε στην Ιερουσαλήμ ήταν και αυτός άγιος. (Ψλ 11:4) Αγιότητα αποδιδόταν επίσης στο Όρος Σιών και στην Ιερουσαλήμ, επειδή εκεί βρισκόταν το αγιαστήριο και “ο θρόνος του Ιεχωβά”.—1Χρ 29:23· Ψλ 2:6· Ησ 27:13· 48:2· 52:1· Δα 9:24· Ματ 4:5.
Στο στράτευμα του Ισραήλ ειπώθηκε ως υπενθύμιση να διατηρεί το στρατόπεδο καθαρό από ανθρώπινα περιττώματα ή άλλου είδους μόλυνση, διότι «ο Ιεχωβά ο Θεός σου περπατάει μέσα στο στρατόπεδό σου . . . και το στρατόπεδό σου πρέπει να είναι άγιο, ώστε να μη δει κάτι απρεπές σε εσένα και πάψει να σε συνοδεύει». (Δευ 23:9-14) Εν προκειμένω, η καθαριότητα συσχετίζεται με την αγιότητα.
Χρονικές Περίοδοι. Ορισμένες ημέρες ή χρονικές περίοδοι είχαν ξεχωριστεί ως άγιες για τον Ισραήλ. Αυτό δεν έγινε επειδή οι συγκεκριμένες περίοδοι ήταν εκ φύσεως άγιες, αλλά διότι επρόκειτο να είναι εποχές ειδικά αφιερωμένες στη λατρεία του Ιεχωβά. Ο Θεός, ξεχωρίζοντας τις εν λόγω περιόδους, είχε υπόψη του την ευημερία του λαού και την πνευματική τους εποικοδόμηση. Υπήρχαν τα εβδομαδιαία Σάββατα. (Εξ 20:8-11) Τις συγκεκριμένες ημέρες, οι Ισραηλίτες μπορούσαν να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στο νόμο του Θεού και στη διδασκαλία αυτού του νόμου στα παιδιά τους. Άλλες ημέρες άγιας συνέλευσης ή Σαββάτου ήταν η πρώτη ημέρα του έβδομου μήνα (Λευ 23:24) και η Ημέρα της Εξιλέωσης κατά τη δέκατη ημέρα του έβδομου μήνα. (Λευ 23:26-32) Οι εορταστικές περίοδοι, ιδίως ορισμένες ημέρες τους, τηρούνταν ως «άγιες συνελεύσεις». (Λευ 23:37, 38) Αυτές οι γιορτές ήταν το Πάσχα και η Γιορτή των Άζυμων Άρτων (Λευ 23:4-8), η Πεντηκοστή, ή αλλιώς Γιορτή των Εβδομάδων (Λευ 23:15-21), και η Γιορτή των Σκηνών, ή αλλιώς της Συγκομιδής.—Λευ 23:33-36, 39-43· βλέπε ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ.
Επιπλέον, κάθε έβδομο έτος ήταν σαββατιαίο έτος, ένα ολόκληρο έτος αγιότητας. Στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους, η γη έπρεπε να μείνει ακαλλιέργητη. Αυτή η προμήθεια, όπως και το εβδομαδιαίο Σάββατο, παρείχε στους Ισραηλίτες ακόμη περισσότερο χρόνο για να μελετούν το νόμο του Ιεχωβά, να τον στοχάζονται και να τον διδάσκουν στα παιδιά τους. (Εξ 23:10, 11· Λευ 25:2-7) Τέλος, κάθε 50ό έτος ονομαζόταν Ιωβηλαίο, το οποίο επίσης θεωρούνταν άγιο. Και αυτό ήταν σαββατιαίο έτος, αλλά πέραν τούτου επανέφερε οικονομικά το έθνος στη θεοκρατική κατάσταση την οποία καθιέρωσε ο Θεός όταν έγινε η διανομή της γης. Ήταν άγιο έτος ελευθερίας, ανάπαυσης και αναζωογόνησης.—Λευ 25:8-12.
Ο Ιεχωβά πρόσταξε το λαό του να “ταλαιπωρούν τις ψυχές τους” την Ημέρα της Εξιλέωσης, μια ημέρα “άγιας συνέλευσης”. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να νηστέψουν, να αναγνωρίσουν και να ομολογήσουν τις αμαρτίες τους, και επίσης να αισθανθούν θεοσεβή οδύνη για αυτές. (Λευ 16:29-31· 23:26-32) Εντούτοις, καμιά ημέρα άγια για τον Ιεχωβά δεν έπρεπε να είναι ημέρα δακρύων και λύπης για το λαό του. Απεναντίας, εκείνες οι ημέρες έπρεπε να είναι ημέρες χαράς και απόδοσης αίνου προς τον Ιεχωβά για τις θαυμάσιες προμήθειες που παρείχε λόγω της στοργικής του καλοσύνης.—Νε 8:9-12.
Η άγια ημέρα ανάπαυσης του Ιεχωβά. Η Γραφή μάς φανερώνει ότι ο Θεός άρχισε να αναπαύεται από τα δημιουργικά του έργα πριν από 6.000 χρόνια περίπου, ανακηρύσσοντας την έβδομη «ημέρα» ιερή, ή αλλιώς άγια. (Γε 2:2, 3) Ο απόστολος Παύλος υποδεικνύει ότι η μεγάλη ημέρα ανάπαυσης του Ιεχωβά είναι μια μακρά περίοδος χρόνου, όταν λέει για αυτή την ημέρα ότι εξακολουθεί να υφίσταται ώστε οι Χριστιανοί να μπορούν να εισέλθουν στην ανάπαυσή της μέσω πίστης και υπακοής. Ως άγια ημέρα, είναι περίοδος ανακούφισης και χαράς για τους Χριστιανούς, ακόμη και μέσα σε αυτόν τον αποκαμωμένο, χτυπημένο από την αμαρτία κόσμο.—Εβρ 4:3-10· βλέπε ΗΜΕΡΑ.
Αντικείμενα. Ορισμένα πράγματα είχαν ξεχωριστεί για να χρησιμοποιούνται στη λατρεία. Και σε αυτή την περίπτωση ήταν άγια επειδή είχαν καθαγιαστεί για την υπηρεσία του Ιεχωβά, όχι επειδή κατείχαν από μόνα τους κάποια αγιότητα ώστε να χρησιμοποιούνται σαν φυλαχτά ή φετίχ. Για παράδειγμα, ένα από τα πιο σπουδαία άγια αντικείμενα, η κιβωτός της διαθήκης, δεν πρόσφερε καμιά υπερφυσική προστασία όταν οι δύο πονηροί γιοι του Ηλεί τη συνόδευσαν στη μάχη κατά των Φιλισταίων. (1Σα 4:3-11) Μεταξύ των πραγμάτων που καθαγιάστηκαν κατ’ εντολήν του Θεού ήταν το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων (Εξ 29:37), το λάδι του χρίσματος (Εξ 30:25), το ειδικό θυμίαμα (Εξ 30:35, 37), τα ενδύματα του ιερατείου (Εξ 28:2· Λευ 16:4), το ψωμί της πρόθεσης (Εξ 25:30· 1Σα 21:4, 6) και όλος ο εξοπλισμός του αγιαστηρίου. Στα τελευταία αυτά αντικείμενα συγκαταλέγονταν το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης και οι λυχνοστάτες, μαζί με τα σκεύη τους. Πολλά από αυτά τα αντικείμενα αναγράφονται στα εδάφια 1 Βασιλέων 7:47-51. Αυτά τα πράγματα ήταν επίσης άγια με ευρύτερη έννοια, δεδομένου ότι αποτελούσαν τύπους ουράνιων πραγμάτων και λειτουργούσαν με συμβολικό τρόπο προς όφελος εκείνων που πρόκειται να κληρονομήσουν τη σωτηρία.—Εβρ 8:4, 5· 9:23-28.
Ο γραπτός Λόγος του Θεού ονομάζεται «άγιες Γραφές», ή αλλιώς «άγια συγγράμματα». Γράφτηκε υπό την επιρροή του αγίου πνεύματος και έχει τη δύναμη να καθαγιάζει όσους υπακούν στις εντολές του.—Ρω 1:2· 2Τι 3:15.
Ζώα και Προϊόντα. Τα πρωτότοκα αρσενικά βόδια, πρόβατα και κατσίκια θεωρούνταν άγια για τον Ιεχωβά και δεν έπρεπε να απολυτρώνονται. Έπρεπε να θυσιάζονται, και ένα μέρος τους πήγαινε στους καθαγιασμένους ιερείς. (Αρ 18:17-19) Οι πρώτοι καρποί και τα δέκατα ήταν άγια, όπως επίσης όλες οι θυσίες και όλα τα δώρα που καθαγιάζονταν για την υπηρεσία του αγιαστηρίου. (Εξ 28:38) Όλα τα πράγματα που ήταν άγια για τον Ιεχωβά θεωρούνταν ιερά και δεν μπορούσαν να τα μεταχειρίζονται με ελαφρότητα ή να τα χρησιμοποιούν για κοινούς, ή βέβηλους, σκοπούς. Ένα παράδειγμα είναι ο νόμος για το δέκατο. Αν κάποιος ξεχώριζε μια ποσότητα ως δέκατο, λόγου χάρη από τη σοδειά του σιταριού, και κατόπιν ο ίδιος ή κάποιος από το σπιτικό του έπαιρνε ακούσια ένα μέρος από αυτήν για οικιακή χρήση, φερ’ ειπείν για να μαγειρέψει, ο άνθρωπος εκείνος ήταν ένοχος για παραβίαση του νόμου του Θεού αναφορικά με τα άγια πράγματα. Ο Νόμος απαιτούσε να προσκομίσει ως αποζημίωση στο αγιαστήριο μια ίση ποσότητα συν 20 τοις εκατό, και επιπλέον να προσφέρει ένα υγιές κριάρι από το ποίμνιο ως θυσία. Με αυτόν τον τρόπο, ενσταλαζόταν μεγάλος σεβασμός για τα άγια πράγματα που ανήκαν στον Ιεχωβά.—Λευ 5:14-16.
Χριστιανική Αγιότητα. Όταν ο Ηγέτης των Χριστιανών, ο Γιος του Θεού, γεννήθηκε ως άνθρωπος, ήταν άγιος (Λου 1:35) και διατήρησε αυτή την αγιότητα σε όλη την επίγεια ζωή του. (Ιωα 17:19· Πρ 4:27· Εβρ 7:26) Η αγιότητά του ήταν πλήρης, τέλεια, και χαρακτήριζε κάθε του σκέψη, λόγο και πράξη. Διατηρώντας την αγιότητά του ακόμη και μέχρι θυσιαστικού θανάτου, έδωσε και σε άλλους τη δυνατότητα να αποκτήσουν αγιότητα. Κατά συνέπεια, όσοι καλούνται να γίνουν πιστοί ακόλουθοί του καλούνται με «άγια κλήση». (2Τι 1:9) Γίνονται χρισμένοι του Ιεχωβά, πνευματικοί αδελφοί του Ιησού Χριστού, και αποκαλούνται “άγιοι”. (Ρω 15:26· Εφ 1:1· Φλπ 4:21) Λαβαίνουν αγιότητα μέσω πίστης στη λυτρωτική θυσία του Χριστού. (Φλπ 3:8, 9· 1Ιω 1:7) Άρα λοιπόν, η αγιότητα δεν ενυπάρχει μέσα τους, δηλαδή δεν τους ανήκει, χάρη στη δική τους αξία αλλά έρχεται σε αυτούς μέσω του Ιησού Χριστού.—Ρω 3:23-26.
Οι πολλές Γραφικές αναφορές στις οποίες εν ζωή μέλη της εκκλησίας χαρακτηρίζονται ως «άγιοι» καθιστούν σαφές ότι δεν γίνεται κάποιος άγιος με απόφαση ανθρώπων ή κάποιας οργάνωσης ούτε χρειάζεται να περιμένει το θάνατό του για να γίνει «άγιος». Είναι «άγιος» λόγω του ότι τον κάλεσε ο Θεός για να γίνει συγκληρονόμος με τον Χριστό. Είναι άγιος στα μάτια του Θεού ενόσω βρίσκεται στη γη, με την ελπίδα της ουράνιας ζωής στο πνευματικό βασίλειο, όπου κατοικεί ο Ιεχωβά Θεός και ο Γιος του μαζί με τους αγίους αγγέλους.—1Πε 1:3, 4· 2Χρ 6:30· Μαρ 12:25· Πρ 7:56.
Η καθαρή διαγωγή είναι ουσιώδης. Όσοι έχουν αυτή την άγια υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά αγωνίζονται, με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, να φτάσουν στην αγιότητα του Θεού και του Χριστού. (1Θε 3:12, 13) Αυτό απαιτεί να μελετούν το Λόγο της αλήθειας του Θεού και να τον εφαρμόζουν στη ζωή τους. (1Πε 1:22) Απαιτεί να ανταποκρίνονται στη διαπαιδαγώγηση του Ιεχωβά. (Εβρ 12:9-11) Εξυπακούεται ότι, αν ένα άτομο είναι αληθινά άγιο, θα επιδιώκει πορεία αγιότητας, καθαρότητας και ηθικής ευθύτητας. Οι Χριστιανοί λαβαίνουν τη νουθεσία να παρουσιάσουν τα σώματά τους στον Θεό ως θυσία άγια, όπως ακριβώς ήταν άγιες οι αποδεκτές θυσίες που παρουσιάζονταν στο αρχαίο αγιαστήριο. (Ρω 12:1) Η αγιότητα στη διαγωγή αποτελεί εντολή: «Σύμφωνα με τον Άγιο, ο οποίος σας κάλεσε, γίνετε και εσείς άγιοι σε όλη τη διαγωγή σας, επειδή είναι γραμμένο: “Πρέπει να είστε άγιοι, επειδή εγώ είμαι άγιος”».—1Πε 1:15, 16.
Όσοι γίνονται μέλη του σώματος του Χριστού είναι «συμπολίτες των αγίων και μέλη του σπιτικού του Θεού». (Εφ 2:19) Παρομοιάζονται με άγιο ναό από ζωντανές πέτρες για τον Ιεχωβά και αποτελούν “βασιλικό ιερατείο, άγιο έθνος, λαό για ειδική ιδιοκτησία”. (1Πε 2:5, 9) Πρέπει να καθαρίσουν τον εαυτό τους από «κάθε μόλυσμα σάρκας και πνεύματος, τελειοποιώντας αγιότητα με φόβο Θεού». (2Κο 7:1) Αν ένας Χριστιανός έχει συνήθειες που μολύνουν ή βλάπτουν το σάρκινο σώμα του ή το καθιστούν βρώμικο ή μιαρό, ή αν αντιτίθεται στις δοξασίες ή στις ηθικές αρχές της Γραφής, δεν αγαπάει ούτε φοβάται τον Θεό και απομακρύνεται από την αγιότητα. Δεν είναι δυνατόν να επιδίδεται κάποιος σε ακαθαρσία και να παραμένει άγιος.
Τα άγια πράγματα πρέπει να γίνονται σεβαστά. Αν ένα μέλος της τάξης του ναού χρησιμοποιεί το σώμα του με ακάθαρτο τρόπο, μολύνει και φθείρει όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και το ναό του Θεού, και «αν κανείς καταστρέφει το ναό του Θεού, ο Θεός θα τον καταστρέψει· διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, ο οποίος ναός είστε εσείς». (1Κο 3:17) Αυτό το άτομο έχει απολυτρωθεί με το αίμα του Αγίου του Θεού. (1Πε 1:18, 19) Οποιοσδήποτε κάνει κακή χρήση αυτού που είναι άγιο για τον Ιεχωβά, είτε του ίδιου του σώματός του είτε οποιουδήποτε άλλου αφιερωμένου πράγματος, ή βλάπτει ή αδικεί ένα άλλο άτομο που είναι άγιο για τον Θεό, θα τιμωρηθεί από τον Θεό.—2Θε 1:6-9.
Ο Θεός αποκάλυψε στον Ισραήλ τη στάση του απέναντι σε τέτοια βέβηλη χρήση της άγιας ιδιοκτησίας του. Η στάση αυτή φαίνεται στο νόμο του ο οποίος απαγόρευε σε όσους βρίσκονταν υπό το Μωσαϊκό Νόμο να χρησιμοποιούν τα πράγματα που είχαν ξεχωριστεί ως άγια, λόγου χάρη, τους πρώτους καρπούς και τα δέκατα, για κοινούς, ή βέβηλους, σκοπούς. (Ιερ 2:3· Απ 16:5, 6· Λου 18:7· 1Θε 4:3-8· Ψλ 105:15· Ζαχ 2:8) Σκεφτείτε επίσης την τιμωρία που επέφερε ο Θεός στη Βαβυλώνα η οποία με μοχθηρία έκανε κακή χρήση των σκευών του ναού και κακομεταχειρίστηκε το λαό του αγίου του έθνους. (Δα 5:1-4, 22-31· Ιερ 50:9-13) Λόγω αυτής της στάσης του Θεού, οι Χριστιανοί επαινούνται επανειλημμένα για το ότι μεταχειρίζονται τους αγίους του Ιεχωβά, τους πνευματικούς αδελφούς του Ιησού Χριστού, με αγάπη και καλοσύνη και λαβαίνουν συχνά την υπενθύμιση να το κάνουν αυτό.—Ρω 15:25-27· Εφ 1:15, 16· Κολ 1:3, 4· 1Τι 5:9, 10· Φλμ 5-7· Εβρ 6:10· παράβαλε Ματ 25:40, 45.
Λογίζονται άγιοι στα μάτια του Θεού. Πριν έρθει ο Ιησούς στη γη και γίνει ο πρόδρομος, ή αλλιώς εκείνος που άνοιξε το δρόμο, για την ουράνια ζωή, πιστοί άντρες και γυναίκες λογίζονταν άγιοι. (Εβρ 6:19, 20· 10:19, 20· 1Πε 3:5) Παρόμοια, «ένα μεγάλο πλήθος» που δεν περιλαμβάνεται στους 144.000 “σφραγισμένους” μπορεί να έχει άγια υπόσταση ενώπιον του Θεού. Αυτοί εμφανίζονται να φορούν καθαρά ενδύματα, πλυμένα με το αίμα του Χριστού. (Απ 7:2-4, 9, 10, 14· βλέπε ΜΕΓΑΛΟ ΠΛΗΘΟΣ.) Στον ορισμένο καιρό όλοι όσοι θα ζουν στον ουρανό και στη γη θα είναι άγιοι, διότι «και η ίδια η δημιουργία θα ελευθερωθεί από την υποδούλωση στη φθορά και θα έχει την ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού».—Ρω 8:20, 21.
Η αγιότητα ευλογείται από τον Ιεχωβά. Η αγιότητα κάποιου αποφέρει την εύνοια του Θεού στην οικογενειακή του σχέση. Ως εκ τούτου, αν ένα παντρεμένο άτομο είναι Χριστιανός, άγιος για τον Θεό, ο σύντροφος ή η σύντροφος αυτού του ατόμου και τα παιδιά τους, αν δεν είναι αφιερωμένοι υπηρέτες του Θεού, ωφελούνται από την εύνοια που δείχνεται στο άγιο άτομο. Γι’ αυτόν το λόγο, ο απόστολος Παύλος συστήνει: «Αν κάποιος αδελφός έχει σύζυγο που δεν είναι στην πίστη, και εντούτοις αυτή είναι σύμφωνη να κατοικεί μαζί του, ας μην την αφήνει· και η γυναίκα η οποία έχει σύζυγο που δεν είναι στην πίστη, και εντούτοις αυτός είναι σύμφωνος να κατοικεί μαζί της, ας μην αφήνει το σύζυγό της. Διότι ο σύζυγος που δεν είναι στην πίστη αγιάζεται σε σχέση με τη σύζυγό του, και η σύζυγος που δεν είναι στην πίστη αγιάζεται σε σχέση με τον αδελφό· διαφορετικά, τα παιδιά σας θα ήταν ακάθαρτα, ενώ τώρα είναι άγια». (1Κο 7:12-14) Άρα λοιπόν, το καθαρό, πιστό άτομο δεν είναι ακάθαρτο λόγω των σχέσεών του με το άτομο που δεν είναι στην πίστη, η δε οικογένεια συλλογικά δεν θεωρείται ακάθαρτη από τον Θεό. Επιπλέον, η συναναστροφή του πιστού με την οικογένεια δίνει στο κάθε μέλος της που δεν είναι στην πίστη την καλύτερη ευκαιρία να γίνει πιστό, να αλλάξει την προσωπικότητά του και να παρουσιάσει το σώμα του ως «θυσία ζωντανή, άγια, ευπρόσδεκτη στον Θεό». (Ρω 12:1· Κολ 3:9, 10) Στην καθαρή, άγια ατμόσφαιρα την οποία μπορεί να προάγει το πιστό άτομο που υπηρετεί τον Θεό, η οικογένεια ευλογείται.—Βλέπε ΑΓΙΑΣΜΟΣ (Στο Γάμο).
-
-
ΑγκάθιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΑΘΙ
Όρος που αναφέρεται σε διάφορα αγκαθωτά ή αιχμηρά φυτά. Έχει αναφερθεί ότι στο Ισραήλ φύονται περισσότερες από 70 ποικιλίες αγκαθωτών φυτών, μεταξύ των οποίων η αφάνα, η κάππαρη, η άκανθος, η αραμιά και οι κράταιγοι. Μολονότι τα αγκάθια αποδείχτηκαν ενοχλητικά για τον άνθρωπο, δεν υπήρξαν εντελώς άχρηστα. Τα αγκαθωτά φυτά χρησίμευαν ως φράχτες (Ωσ 2:6) και ως καύσιμη ύλη (Εκ 7:6), ενώ χορηγούνταν επίσης ως τροφή στα γαϊδούρια, στις καμήλες και στα κατσίκια. Στα πιο πρόσφατα χρόνια—πράγμα που μπορεί να συνέβαινε και στην αρχαιότητα—ειδικά η αραμιά και η βατομουριά χρησιμοποιούνται ως φράχτες, ενώ η αφάνα αποτελεί καύσιμη ύλη για τις ασβεστοκαμίνους.—Ησ 33:12.
Οι συνέπειες του γεγονότος ότι η γη ήταν καταραμένη, και ως εκ τούτου γεμάτη αγκάθια και τριβόλια, έγιναν ιδιαίτερα αισθητές από τους απογόνους του Αδάμ (Γε 3:17, 18), και γι’ αυτό, ο Λάμεχ, ο πατέρας του Νώε, μίλησε για «τον πόνο των χεριών μας που έχουμε εξαιτίας της γης, την οποία καταράστηκε ο Ιεχωβά». (Γε 5:29) Μετά τον Κατακλυσμό, ο Ιεχωβά ευλόγησε τον Νώε και τους γιους του, δηλώνοντας ότι ο σκοπός του για αυτούς ήταν να γεμίσουν τη γη. (Γε 9:1) Προφανώς, άρθηκε η κατάρα που είχε επιβάλει ο Θεός στη γη. (Γε 13:10) Ωστόσο, ο Ιεχωβά δεν είπε στον Νώε και στην οικογένειά του—όπως είχε πει στον τέλειο Αδάμ—να “καθυποτάξουν τη γη”. (Παράβαλε Γε 1:28 με Γε 8:21–9:2.) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ο ατελής άνθρωπος, χωρίς τη θεϊκή καθοδηγία, δεν θα μπορούσε ποτέ να καθυποτάξει τη γη με τρόπο που να ανταποκρίνεται στον αρχικό σκοπό του Θεού. Ο άνθρωπος θα συνέχιζε να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καλλιέργεια του εδάφους, μια από τις οποίες θα ήταν και η καταπολέμηση ενοχλητικών φυτών όπως τα αγκάθια και τα τριβόλια. Αναμφίβολα, η κακοδιαχείριση των πόρων της γης από τον άνθρωπο έχει επιτείνει τα προβλήματά του σε αυτόν τον τομέα.
Στην Υποσχεμένη Γη, “μια γη όπου έρρεε το γάλα και το μέλι” (Εξ 3:8), οι Ισραηλίτες έπρεπε να εργάζονται για να διατηρούν τον τόπο απαλλαγμένο από τα αγκάθια και τα άλλα αγριόχορτα, εφόσον αυτά κατακλύζουν γρήγορα οποιαδήποτε εγκαταλειμμένη ή ερημωμένη γη. (Ησ 5:6· 7:23-25· 34:13) Τελικά, εξαιτίας της ανυπακοής του στον Ιεχωβά, ο Ισραήλ προξένησε πνευματική καταστροφή στο έθνος, «την κληρονομιά» του Θεού, και αυτό έγινε φανερό τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά από το γεγονός ότι αυτοί μοχθούσαν μάταια, σπέρνοντας σιτάρι αλλά θερίζοντας αγκάθια.—Ιερ 12:7, 13.
Όπως τονίζεται από την παραβολή του Ιησού σχετικά με το σπορέα, τα αγκάθια απειλούν την ανάπτυξη των καλλιεργούμενων σιτηρών. (Ματ 13:7· Λου 8:7) Γι’ αυτό, προτού αρχίσουν να καλλιεργούν έναν αγρό που ήταν γεμάτος αγκάθια και τριβόλια, κατέστρεφαν αυτά τα ενοχλητικά φυτά, συνήθως βάζοντας φωτιά στον αγρό. (Εβρ 6:8) Επίσης, τα αγκάθια τα ίδια μπορούσαν να προκαλέσουν πυρκαγιές. Ειδικά τον καιρό του θερισμού, τα ξερά αγκάθια δίπλα στα αθέριστα σιτηρά είναι εύφλεκτα, και ένας ολόκληρος αγρός μπορεί να κατακαεί αν επεκταθεί η φωτιά από τα αγκάθια στα αθέριστα σιτηρά.—Εξ 22:6.
Για να εμπαίξουν τον Ιησού, οι Ρωμαίοι στρατιώτες έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν στο κεφάλι του. (Μαρ 15:17· Ιωα 19:2) Μολονότι πολλοί έχουν συσχετίσει το συγκεκριμένο φυτό με τον παλίουρο τον ακανθώδη (Paliurus spina-christi), έναν θάμνο που φτάνει σε ύψος τα 6 μ. και έχει ευλύγιστα κλαδιά με σκληρά αγκάθια, δεν είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα για ποιο φυτό πρόκειται.
Μεταφορική Χρήση. Συχνά, ο όρος «αγκάθια» έχει μεταφορική ή συμβολική έννοια. Οι Ασσύριοι, μολονότι περιπλέκονταν σαν αγκάθια, επρόκειτο να κατακαούν σαν κατάξερη καλαμιά. (Να 1:10) Τα αγκάθια, μεταξύ των οποίων τα βάτα, χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν ανθρώπους, ακόμη και άρχοντες, που πρόκειται να λάβουν δυσμενή κρίση επειδή οι πράξεις τους είναι κακές. (2Βα 14:9, 10· Ησ 9:18, 19· 10:17-19) Οι πονηροί που εναντιώνονται στον υπηρέτη του Ιεχωβά παρουσιάζονται να σβήνουν σαν φωτιά από βάτα. (Ψλ 118:10, 12) Ο Ιησούς Χριστός αναφέρθηκε στα αγκάθια όταν επαλήθευσε παραβολικά ότι οι άνθρωποι γνωρίζονται από τους καρπούς τους.—Ματ 7:16.
Τα αγκάθια συμβολίζουν ανθρώπους και πράγματα που βλάπτουν και ενοχλούν. (Αρ 33:55· Παρ 22:5· Ιεζ 28:24) Το «αγκάθι στη σάρκα» του Παύλου (2Κο 12:7) ίσως ήταν μια πάθηση των ματιών, ή κάποιου άλλου μέρους του σώματός του (βλέπε Πρ 23:1-5· Γα 4:15· 6:11), ή μπορεί να ήταν οι ψευδαπόστολοι και άλλοι ταραξίες που αμφισβητούσαν την αποστολική ιδιότητα και το έργο του Παύλου. (Βλέπε 2Κο 11:5, 6, 12-15· Γα 1:6-9· 5:12· 6:17.) Ο Ιεχωβά, μέσω του Ιερεμία του προφήτη του, παρομοίασε τις καρδιές των αντρών του Ιούδα και των κατοίκων της Ιερουσαλήμ με έδαφος γεμάτο αγκάθια, δηλαδή κυριευμένο από έλλειψη αλήθειας, κρίσης και δικαιοσύνης. (Ιερ 4:1-4· παράβαλε Ωσ 10:12, 13.) Η αντικατάσταση των αγκαθιών με δέντρα συμβολίζει εύστοχα την αποκατάσταση στη θεϊκή εύνοια.—Ησ 55:13· βλέπε ΑΓΚΑΘΙΑ· ΒΑΤΟΜΟΥΡΙΑ, ΒΑΤΟΣ· ΘΑΜΝΟΣ· ΛΩΤΟΣ.
-
-
ΑγκαθιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΑΘΙΑ
(Αγκαθιά).
Η εβραϊκή λέξη χώχαχ θεωρείται ότι προσδιορίζει γενικά τα αγκαθωτά φυτά, τις αγκαθιές που φύονται σε καλλιεργημένο έδαφος και “παίρνουν γρήγορα στην κατοχή τους” την ερημωμένη γη. (Ιωβ 31:40· Ησ 34:13· Ωσ 9:6) Η ίδια λέξη εμφανίζεται στο εδάφιο Ιώβ 41:2, όπου φαίνεται να γίνεται έμμεση αναφορά στα αγκάθια που έβαζαν στα βράγχια των ψαριών για να τα μεταφέρουν. Η λέξη χώχαχ χρησιμοποιείται επίσης με μεταφορική σημασία. (Ασμ 2:2) Μια αγκαθιά στο χέρι του μέθυσου μπορεί να τραυματίσει τον ίδιο και τους άλλους. Το ίδιο ισχύει και για τους άφρονες που χρησιμοποιούν μια παροιμία εσφαλμένα επειδή δεν την καταλαβαίνουν. (Παρ 26:9) Ο Βασιλιάς Ιωάς του Ισραήλ παρομοίασε την πράξη του υπερήφανου Βασιλιά Αμαζία του Ιούδα, ο οποίος ήθελε να τον πολεμήσει, με την επιθυμία της αγκαθιάς να συμπεθερέψει με τον κέδρο του Λιβάνου.—2Βα 14:8, 9· 2Χρ 25:18.
-
-
ΑγκαλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΑΛΙΑ
Βλέπε ΚΟΛΠΟΣ, ΚΟΡΦΟΣ, ΑΓΚΑΛΙΑ.
-
-
ΆγκιστροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΙΣΤΡΟ
Καμπυλωτό ή γαμψό κομμάτι μετάλλου ή άλλου υλικού, ενίοτε οδοντωτό.
Στη σκηνή της μαρτυρίας χρησιμοποιήθηκαν χρυσά άγκιστρα για να ενωθούν τα δύο μεγάλα τμήματα του κεντητού λινού καλύμματος και χάλκινα άγκιστρα για τα δύο τμήματα του καλύμματος που ήταν φτιαγμένο από τρίχες κατσικιού. (Εξ 26:1, 5, 6, 7, 10, 11· 36:13, 18· 39:33) Η κουρτίνα ανάμεσα στα Άγια και στα Άγια των Αγίων κρεμόταν από άγκιστρα, προφανώς χρυσά (Εξ 26:31-33), όπως επίσης και το προπέτασμα στην είσοδο της σκηνής.—Εξ 26:36, 37.
Οι αρχαίοι ψαράδες χρησιμοποιούσαν αγκίστρια. (Αββ 1:14, 15· Ησ 19:1, 6-8· Ματ 17:24-27) Στην Αγία Γραφή αναφέρονται και τα τσιγκέλια, δηλαδή τα άγκιστρα που χρησιμοποιούν οι κρεοπώλες. (Αμ 4:2) Άγκιστρα—ενδεχομένως αγκάθια—έβαζαν επίσης στα ζώα, ιδιαίτερα στα θηρία, για να τα οδηγούν όπου ήθελαν.—Ιεζ 19:3, 4, 6, 9, υποσ.
Σε ορισμένες περιπτώσεις έσερναν τους αιχμαλώτους από άγκιστρα περασμένα στα χείλη, στη μύτη ή στη γλώσσα τους. Μια ασσυριακή αναπαράσταση απεικονίζει το βασιλιά να κρατάει τρεις αιχμαλώτους με σχοινιά δεμένα σε άγκιστρα που έχουν περαστεί στα χείλη τους και παράλληλα να τυφλώνει τον έναν από αυτούς με δόρυ. Συνεπώς, ο Βασιλιάς Σενναχειρείμ της Ασσυρίας κατάλαβε τι εννοούσε ο Ιεχωβά όταν του είπε μεταφορικά μέσω του προφήτη Ησαΐα: «Θα βάλω το άγκιστρό μου στη μύτη σου και το χαλινάρι μου ανάμεσα στα χείλη σου, και θα σε οδηγήσω πίσω, από το δρόμο από τον οποίο ήρθες».—2Βα 19:20, 21, 28· Ησ 37:29.
Ο Ιεχωβά είπε μεταφορικά στον Φαραώ της Αιγύπτου, τον οποίο ο Ισραήλ είχε εμπιστευτεί ανόητα ως στήριγμα για να σταθεί ενάντια στη Βαβυλώνα: «Θα βάλω άγκιστρα στα σαγόνια σου . . . Και θα σε ανασύρω μέσα από τα κανάλια του Νείλου σου . . . Και θα σε εγκαταλείψω στην έρημο . . . Και όλοι οι κάτοικοι της Αιγύπτου θα γνωρίσουν εξάπαντος ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, επειδή, ως στήριγμα, αυτοί αποδείχτηκαν ένα καλάμι για τον οίκο του Ισραήλ». (Ιεζ 29:1-7) Η φρασεολογία αυτή ήταν εύστοχη. Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Β΄, 70) λέει ότι οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν άγκιστρο για να πιάνουν τον κροκόδειλο και να τον τραβούν έξω από το νερό. Ο Ιεχωβά προείπε επίσης ότι θα έβαζε άγκιστρα στα σαγόνια του «Γωγ της γης του Μαγώγ» και θα τον έβγαζε έξω για την τελική επίθεση ενάντια στο λαό του Θεού καθώς και για τη δική του εκτέλεση.—Ιεζ 38:1-4· 39:1-4.
-
-
ΆγκυραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΥΡΑ
Βλέπε ΠΛΟΙΟ.
-
-
Άγνωστος ΘεόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΘΕΟΣ
Απόσπασμα επιγραφής σε έναν βωμό που είδε ο απόστολος Παύλος στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι εξέφραζαν το φόβο τους για τις διάφορες θεότητες χτίζοντας πολλούς ναούς και βωμούς. Είχαν φτάσει, μάλιστα, στο σημείο να θεοποιούν ακόμη και τις αφηρημένες έννοιες, ανεγείροντας βωμούς στη Φήμη, στην Αιδώ, στην Ορμή, στην Πειθώ και στο Έλεος. Φοβούμενοι ίσως ότι μπορεί να παρέλειπαν κάποιον θεό και να επέσυραν έτσι τη δυσμένειά του, οι Αθηναίοι είχαν ανεγείρει έναν βωμό που έφερε την επιγραφή: «Στον Άγνωστο Θεό». Ο Παύλος, στην αρχή της ομιλίας του προς τους Στωικούς, τους Επικούρειους και άλλους που ήταν συγκεντρωμένοι στον Άρειο Πάγο (Λόφο του Άρη), έστρεψε με διακριτικότητα την προσοχή τους στον εν λόγω βωμό, λέγοντάς τους ότι τους κήρυττε για αυτόν τον Θεό που μέχρι τότε τους ήταν άγνωστος.—Πρ 17:18, 19, 22-34.
Η ύπαρξη τέτοιων βωμών στην Ελλάδα πιστοποιείται από τους αρχαίους συγγραφείς Φιλόστρατο (170;-245 Κ.Χ.) και Παυσανία (δεύτερος αιώνας Κ.Χ.). Ο Παυσανίας κάνει λόγο για βωμούς «θεών που ονομάζονταν Άγνωστοι». (Ελλάδος Περιήγησις, Αττικά, Α΄, 4) Ο Φιλόστρατος στο έργο του Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον (6, 3) γράφει: «Είναι πολύ μεγαλύτερη απόδειξη σοφίας και σύνεσης το να λέει κανείς καλά λόγια για όλους τους θεούς, ιδιαίτερα στην Αθήνα, όπου υπάρχουν βωμοί προς τιμήν ακόμη και άγνωστων θεών».
-
-
ΑγοράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΟΡΑ
Η απόκτηση κάποιου πράγματος με αντάλλαγμα την καταβολή αντικειμένων αξίας—χρημάτων, αγαθών, υπηρεσιών ή ακόμη και κάποιας ζωής. Επίσης, ο τόπος όπου γίνονταν αγοραπωλησίες.
Από τον καιρό του Αβραάμ κιόλας, οι άνθρωποι έκαναν επίσημες αγοραπωλησίες αγαθών, ακινήτων ή υπηρεσιών, χρησιμοποιώντας κάποιο μέσο συναλλαγής όπως τα χρήματα, περίπου όπως γίνεται και σήμερα. Ο Αβραάμ “αγόρασε με χρήματα” δούλους. (Γε 17:12, 13) Όταν πέθανε η Σάρρα, ο Αβραάμ αγόρασε επίσημα κάποιον οικογενειακό χώρο ταφής από τον Εφρών, έναν από τους γιους του Χετ. (Γε 23:3-20· 49:29-32) Οι λεπτομέρειες που αφορούν αυτό το πρώτο ιστορικά καταγραμμένο στην Αγία Γραφή επίσημο συμβόλαιο είναι ενδιαφέρουσες.
Με γνήσια αβροφροσύνη, ο Αβραάμ προσκύνησε καθώς έκανε την προσφορά του. Δεν ενδιαφερόταν να αγοράσει τον αγρό, αλλά μόνο τη σπηλιά που “βρισκόταν στην άκρη του αγρού του Εφρών”. Ο Εφρών έκανε αντιπροσφορά. Λέγοντας ότι ήθελε να δώσει το εν λόγω κτήμα στον Αβραάμ (Γε 23:7-11), δεν είναι βέβαιο αν προσποιούνταν ότι διέθετε τη γενναιοδωρία που χαρακτήριζε τους Ανατολίτες ή αν, όπως πιστεύουν μερικοί, έδειχνε απλώς ότι ήταν διατεθειμένος να αποχωριστεί το κτήμα του, δηλαδή να το “παραχωρήσει” αντί κάποιου αντίτιμου. Το βέβαιο είναι ότι επέμεινε να συμπεριληφθεί στη συναλλαγή τόσο η σπηλιά όσο και ο αγρός. Τελικά επιτεύχθηκε συμφωνία, ορίστηκε η τιμή, έγιναν οι διαπραγματεύσεις και ζυγίστηκαν προσεκτικά τα χρήματα, “τετρακόσιοι σίκλοι ασήμι που ήταν αποδεκτοί μεταξύ των εμπόρων” (περ. $880). (Γε 23:16) Εκείνον τον καιρό τα χρήματα δεν υφίσταντο με τη μορφή κομμένων νομισμάτων αλλά ζυγίζονταν σε ζυγαριές. Έτσι λοιπόν, «ο αγρός και η σπηλιά που υπήρχε μέσα σε αυτόν και όλα τα δέντρα που υπήρχαν στον αγρό, τα οποία υπήρχαν μέσα σε όλα του τα όρια ολόγυρα, κατακυρώθηκαν στον Αβραάμ ως δική του αγορά». Όλη αυτή η νομότυπη συναλλαγή έλαβε χώρα παρουσία και των δύο μερών, καθώς επίσης και μαρτύρων, «μπροστά στα μάτια των γιων του Χετ ανάμεσα σε όλους όσους έμπαιναν από την πύλη της πόλης του». (Γε 23:17, 18) Με παρόμοιο τρόπο, ο Ιακώβ αγόρασε μεταγενέστερα γη από τους Συχεμίτες.—Γε 33:18, 19.
Κατά τη διάρκεια μιας εφταετούς περιόδου πείνας, ο Ιωσήφ, ως πρωθυπουργός της Αιγύπτου, πούλησε σιτηρά στην αρχή με χρηματικό αντίτιμο, όταν δε τα χρήματα εξαντλήθηκαν, δέχτηκε ως πληρωμή τα κατοικίδια ζώα των ανθρώπων, στη συνέχεια τη γη τους και τελικά τους ίδιους τους ανθρώπους.—Γε 42:2-25· 47:13-23.
Ο Νόμος του Μωυσή απαγόρευε αυστηρά τις αγοραπωλησίες κατά την ημέρα του Σαββάτου, όπως επίσης απαγόρευε και τις αθέμιτες επιχειρηματικές συναλλαγές. Κατά τη διάρκεια της αποστασίας του Ισραήλ, αυτοί οι νόμοι παραβιάζονταν συχνά.—Λευ 25:14-17· Νε 10:31· 13:15-18· Αμ 8:4-6.
Όταν ο Βασιλιάς Δαβίδ θέλησε να αγοράσει το αλώνι του Ορνά(ν), εκείνος προσφέρθηκε ευγενώς να το παραχωρήσει στο βασιλιά. Εντούτοις, ο Δαβίδ επέμεινε να πληρώσει το ποσό των 50 σίκλων ασημιού ($110) για να αγοράσει τον περιβάλλοντα χώρο του θυσιαστηρίου και τα υλικά που ήταν απαραίτητα για τη θυσία. Αργότερα, φαίνεται ότι προστέθηκαν και άλλες εκτάσεις από εκείνο το κτήμα ώστε να υπάρξει αρκετός χώρος για ολόκληρο το συγκρότημα του ναού, ενώ το αντίτιμο της αγοράς ήταν χρυσάφι βάρους εξακοσίων σίκλων (περ. $77.070). (2Σα 24:21-24· 1Χρ 21:22-25) Κατά τη διάρκεια της βασιλείας τόσο του Ιωάς όσο και του Ιωσία, αγοράστηκαν υλικά και μισθώθηκαν εργάτες για την επισκευή του ναού.—2Βα 12:9-12· 22:3-7.
Ο Ιερεμίας αγόρασε έναν αγρό στην πόλη του την Αναθώθ και περιγράφει τη νομότυπη συναλλαγή με τον ακόλουθο τρόπο: «Υπέγραψα ένα συμβόλαιο και έβαλα τη σφραγίδα και έφερα μάρτυρες καθώς ζύγιζα τα χρήματα στη ζυγαριά».—Ιερ 32:9-16, 25, 44.
Και οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές επίσης αναφέρονται αρκετές φορές στην αγορά αγαθών και υλικών—τροφίμων, λαδιού, ενδυμάτων, μαργαριταριών, αγρών, σπιτιών, χρυσού, κολλύριου, εμπορευμάτων γενικά, ζώων, ακόμη και ανθρώπων. (Ματ 13:44-46· 25:8-10· 27:7· Μαρ 6:37· Ιωα 4:8· 13:29· Πρ 1:18· 4:34-37· 5:1-3· Απ 3:18· 13:17· 18:11-13· βλέπε ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΡΑΠΕΖΙΤΗΣ.) Οι Ιουδαίοι που πίστεψαν απελευθερώθηκαν με εξαγορά από την κατάρα του Νόμου μέσω του Χριστού, ο οποίος έγινε ο ίδιος κατάρα αντί για εκείνους όταν, αν και αθώος, κρεμάστηκε πάνω σε ξύλο. (Γα 3:13· 4:5) Ο Ιεχωβά «αγόρασε με το αίμα του ίδιου του Γιου του» ολόκληρη την «εκκλησία του Θεού».—Πρ 20:28.
Ως Χώρος Αγοραπωλησίας. Η λέξη «αγορά» αναφερόταν επίσης στον ανοιχτό χώρο που λειτουργούσε ως κέντρο αγοραπωλησίας καθώς και ως τόπος συγκέντρωσης του κοινού σε πόλεις και κωμοπόλεις της αρχαίας Μέσης Ανατολής και του ρωμαϊκού κόσμου. Στις ελληνικές και στις ρωμαϊκές πόλεις, ο ανοιχτός αυτός χώρος περιβαλλόταν από αγάλματα και δημόσια κτίρια, μεταξύ των οποίων και θρησκευτικά οικοδομήματα. Φαίνεται πως ορισμένα δικαστικά ζητήματα διεκπεραιώνονταν στις αγορές. (Παράβαλε Πρ 16:19-21.) Επιπρόσθετα, στην αγορά μπορούσε κανείς να μάθει τοπικά νέα ή ειδήσεις από άλλες περιοχές, καθώς εκεί συγκεντρώνονταν οι άνθρωποι και μιλούσαν για τα τρέχοντα γεγονότα.—Παράβαλε Πρ 17:17-21.
Στις αγορές της Παλαιστίνης μπορούσε κανείς να δει παιδιά να παίζουν. (Ματ 11:16· Λου 7:32) Άνεργοι καθώς και άλλοι που ήθελαν να εργαστούν ως ημερομίσθιοι μπορεί να βρίσκονταν εκεί. (Παράβαλε Ματ 20:3, 4.) Οι υπερήφανοι γραμματείς και Φαρισαίοι επιθυμούσαν να τραβούν την προσοχή του πλήθους στις αγορές και να δέχονται χαιρετισμούς ανάλογους με τη δήθεν εξέχουσα θέση τους. (Ματ 23:2, 6, 7· Μαρ 12:38· Λου 11:43· 20:46) Επιστρέφοντας από την αγορά, οι προσκολλημένοι στις παραδόσεις Φαρισαίοι, καθώς και άλλοι Ιουδαίοι, καθαρίζονταν με ράντισμα πριν φάνε οτιδήποτε.—Μαρ 7:3, 4.
Ενόσω ήταν στη γη, ο Χριστός Ιησούς θεράπευσε διάφορα άτομα στις αγορές. (Μαρ 6:56) Ο δε απόστολος Παύλος, όταν ήταν στην Αθήνα, κάθε μέρα συζητούσε λογικά «στην αγορά με όσους βρίσκονταν εκεί».—Πρ 17:16, 17· βλέπε ΑΠΠΙΟΥ ΑΓΟΡΑ.
-
-
Αγόρι Ορφανό από ΠατέραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΟΡΙ ΟΡΦΑΝΟ ΑΠΟ ΠΑΤΕΡΑ
Χωρίς άντρα στο σπίτι να τους υποστηρίζει και να προστατεύει τα συμφέροντά τους, το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα και η χήρα πιθανόν να ήταν πιο ευάλωτοι στην καταδυνάστευση και στις διάφορες δυσκολίες. Γι’ αυτό, ο Νόμος προέβλεπε για την ευημερία τους, διασφαλίζοντας την απόδοση δικαιοσύνης για το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα, για τη χήρα και για τον πάροικο και περιέχοντας διατάξεις για τη συντήρησή τους. (Εξ 22:22-24· Δευ 24:17) Ό,τι έμενε στον αγρό από το θερισμό, στο ελαιόδεντρο από το μάζεμα των ελιών και στο αμπέλι από τον τρύγο ήταν διαθέσιμο για αυτά τα φτωχά άτομα. (Δευ 24:19-21) Τους απευθυνόταν ειδική πρόσκληση να συμμετάσχουν στην πλουσιοπάροχη ετήσια Γιορτή της Συγκομιδής (Γιορτή των Σκηνών), στη διάρκεια της οποίας μπορούσαν να απολαμβάνουν τα συμπόσια που συνόδευαν τον εορτασμό. (Δευ 16:9-14) Κάθε τρίτο έτος, οι Ισραηλίτες απέθεταν μέσα από τις πύλες των πόλεών τους τα ειδικά δέκατα που κανονικά έτρωγαν οι ίδιοι στην Ιερουσαλήμ. Από αυτά τα δέκατα, το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα δικαιούνταν από το νόμο να έχει μερίδιο.—Δευ 14:28, 29· 26:12, 13.
Πόσο σημαντικό είναι το στοργικό ενδιαφέρον για τα ορφανά ανάμεσα στους υπηρέτες του Θεού;
Εφόσον ήταν εύκολο να παραβλέψει κανείς αυτά τα ανυπεράσπιστα άτομα που είχαν στερηθεί το γονέα τους, ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε την έκφραση «αγόρι ορφανό από πατέρα» για να περιγράψει το βαθμό της δικαιοσύνης του Ισραήλ ή της απόκλισής του από αυτήν. Όταν το έθνος είχε καλή πνευματική υγεία, υπήρχε μέριμνα για το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα. Όταν υπήρχε διαστροφή της δικαιοσύνης στη χώρα, τέτοιου είδους άτομα οπωσδήποτε παραμελούνταν, και αυτό ήταν σύμπτωμα εθνικής παρακμής. (Ψλ 82:3· 94:6· Ησ 1:17, 23· Ιερ 7:5-7· 22:3· Ιεζ 22:7· Ζαχ 7:9-11· Μαλ 3:5) Η κατάρα του Ιεχωβά ήταν πάνω σε όσους καταδυνάστευαν το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα. (Δευ 27:19· Ησ 10:1, 2) Ο Ιεχωβά περιγράφει τον εαυτό του ως Λυτρωτή (Παρ 23:10, 11), Βοηθό (Ψλ 10:14) και Πατέρα (Ψλ 68:5) αυτών των παιδιών. Είναι Αυτός που εκτελεί κρίση για λογαριασμό τους (Δευ 10:17, 18), που τους δείχνει έλεος (Ωσ 14:3), που τους φέρνει ανακούφιση (Ψλ 146:9) και που τους διατηρεί ζωντανούς.—Ιερ 49:11.
Ένα από τα διακριτικά γνωρίσματα της αληθινής Χριστιανοσύνης είναι το στοχαστικό της ενδιαφέρον για τα άτομα που έχουν στερηθεί λόγω θανάτου το σύζυγό τους ή τους γονείς τους. Ο μαθητής Ιάκωβος γράφει στους Χριστιανούς: «Η θρησκεία που είναι καθαρή και αμόλυντη από την άποψη του Θεού και Πατέρα μας είναι αυτή: Να φροντίζει κανείς τα ορφανά και τις χήρες στη θλίψη τους και να κρατάει τον εαυτό του χωρίς κηλίδα από τον κόσμο».—Ιακ 1:27.
Στο εδάφιο Ιωάννης 14:18 η λέξη ὀρφανός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται μεταφορικά και σε άλλες μεταφράσεις αποδίδεται με διάφορους τρόπους: «έρημους» (AS), «εγκαταλειμμένους» (Mo), «χωρίς φίλο» (AT) και «αποστερημένους» (Yg).
-
-
ΑγούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΟΥΡ
(Αγούρ).
Γιος του Ιακέ και συγγραφέας του 30ού κεφαλαίου του βιβλίου των Παροιμιών. (Παρ 30:1) Τίποτα περισσότερο δεν αναφέρεται με βάση το οποίο θα ήταν δυνατή η περαιτέρω εξακρίβωση της ταυτότητάς του. Κατά πάσα πιθανότητα, έζησε μεταξύ της βασιλείας του Σολομώντα (1037-998 Π.Κ.Χ.) και της βασιλείας του Εζεκία (745-717 Π.Κ.Χ.).
Μερικοί ραβίνοι λόγιοι έχουν εκφράσει την άποψη ότι το όνομα Αγούρ είναι αλληγορικό και ότι αναφέρεται στον Σολομώντα. Γι’ αυτό, το έργο Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο (Soncino Books of the Bible), στην υποσημείωση του εδαφίου Παροιμίες 30:1, παραθέτει από τη Μιδράς τα εξής: «Αποκαλούνταν Αγούρ επειδή συσσώρευσε (αγάρ) γνώση για την Τορά, και γιος του Ιακέ επειδή την εξέμεσε (χικκί) με το να αγνοήσει την προειδοποίηση για την απόκτηση πολλών γυναικών». (Επιμέλεια Α. Κοέν, Λονδίνο, 1952) Ωστόσο, ακόμη και μεταξύ των Εβραίων σχολιαστών, δεν υπήρξε συμφωνία ως προς αυτή την άποψη, εφόσον πολλοί υποστήριζαν ότι η αλλαγή στο ύφος, στη γλώσσα και στο περιεχόμενο υποδηλώνει διαφορετικό συγγραφέα.
-
-
Άγριο ΓαϊδούριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟ ΓΑΪΔΟΥΡΙ
Βλέπε ΓΑΪΔΟΥΡΙ.
-
-
ΑγριόγιδοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΓΙΔΟ
[εβρ., ζέμερ].
Μικρή αντιλόπη που μοιάζει με κατσίκα, ξεχωρίζει από τα αγκιστροειδή κέρατά της και φημίζεται για την ευκινησία και τη σταθερότητα με την οποία βαδίζει σε τρομακτικά ύψη. Το ύψος του ενήλικου αρσενικού μπορεί να φτάσει τα 80 εκ. στους ώμους, και το βάρος του μπορεί να ξεπεράσει τα 30 κιλά. Το καλοκαιρινό τρίχωμα του αγριόγιδου είναι καστανόξανθο, αλλά σκουραίνει με την έλευση της χειμερινής περιόδου. Το αγριόγιδο συγκαταλέγεται στα ζώα που ήταν κατάλληλα για τροφή, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Νόμου.—Δευ 14:5.
Επικρατεί αβεβαιότητα ως προς το ζώο στο οποίο αναφέρεται η εβραϊκή λέξη ζέμερ, η οποία αποδίδεται με διάφορους τρόπους: «αγριόγιδο» (KJ, AS, ER, Yg, ΜΝΚ), «αίγα των βουνών» (La), «πρόβατο των βουνών» (AT, JB, Mo, Ro), «αγριοπρόβατο» (ΜΠΚ), «άγριος κριός» (ΛΧ) και «αντιλόπη» (Le). Αλλού χρησιμοποιείται απλώς η μεταγραφή «ζέμερ» (Kx). Η εβραϊκή ρίζα από την οποία παράγεται η λέξη ζέμερ πιστεύεται ότι συγγενεύει με την αραβική λέξη ζαμάρα (αναπηδώ· τρέπομαι σε φυγή), πράγμα που υποδηλώνει ένα ζώο το οποίο αναπηδάει ή κάνει άλματα, άρα παρόμοιο με τη γαζέλα. Μερικοί ζωολόγοι υποστηρίζουν ότι το αγριόγιδο (ρουπικάπρα η γνησία [Rupicapra rupicapra]) δεν υπήρξε ποτέ στην Παλαιστίνη. Εντούτοις, πρέπει να σημειωθεί ότι τοπικές ποικιλίες αυτού του ζώου βρίσκονται στα Καρπάθια και στα βουνά του Καυκάσου, και γι’ αυτό πιθανώς να υπήρξε κάποτε μια ποικιλία αγριόγιδου στις οροσειρές του Λιβάνου.
-
-
ΑγριοκυδωνιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΚΥΔΩΝΙΑ
[εβρ., λιβναί].
Η ονομασία αυτού του δέντρου στην εβραϊκή σημαίνει «λευκός», η δε συγγενική αραβική λέξη λούμπνα εφαρμόζεται στην αγριοκυδωνιά (στύραξ ο φαρμακευτικός [Styrax officinalis]). Η αγριοκυδωνιά αποκτάει διαστάσεις ψηλού θάμνου ή μικρού δέντρου, και σπάνια ξεπερνάει τα 6 μ. σε ύψος. Είναι διαδεδομένη στη Συρία, όπου ο Ιακώβ χρησιμοποίησε βέργες από αυτήν (Γε 30:37), καθώς και σε όλη την Παλαιστίνη, φύεται δε σε ξερές λοφοπλαγιές και σε βραχώδη μέρη, όπου ο ίσκιος της είναι ευπρόσδεκτος. (Ωσ 4:13) Τα ωοειδή φύλλα της, που φυτρώνουν πάνω σε επιμήκη, εύκαμπτα κλαδάκια, είναι πράσινα από πάνω, αλλά λευκά και χνουδωτά από κάτω. Τα εντυπωσιακά λουλούδια της, με τα λευκά πέταλα και το ευχάριστο άρωμα, μοιάζουν πολύ με τα άνθη της πορτοκαλιάς.
-
-
ΑγριοσίταροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΣΙΤΑΡΟ
[εβρ., κουσσέμεθ].
Κατώτερο είδος σιταριού, του οποίου οι σπόροι δεν διαχωρίζονται εύκολα από το άχυρο. Στην αρχαιότητα, το αγριοσίταρο (σίτος η σπέλτα [Triticum spelta]) καλλιεργούνταν στην Αίγυπτο (Εξ 9:32), όπου σύμφωνα με τον ιστορικό Ηρόδοτο (Β΄, 36, 77) χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή ψωμιού. (Βλέπε Ιεζ 4:9.) Οι Ισραηλίτες φαίνεται ότι το φύτευαν ως όριο γύρω από τους αγρούς τους για να αποτελεί ένα είδος φράχτη.—Ησ 28:25.
-
-
Άγριος ΤαύροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΣ ΤΑΥΡΟΣ
Βλέπε ΤΑΥΡΟΣ.
-
-
ΑγριόχοιροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟΣ
[εβρ., χαζίρ].
Στις Γραφές, ο αγριόχοιρος μνημονεύεται στο εδάφιο Ψαλμός 80:13, όπου γίνεται νύξη για το ότι λεηλατεί τα αφύλακτα αμπέλια. Αυτό το ζώο (χοίρος ο άγριος [Sus scrofa]) εξακολουθεί να βρίσκεται στα έλη της Παλαιστίνης.
Ένας μεγάλος αγριόχοιρος μπορεί να ζυγίζει περίπου 160 κιλά και να έχει μήκος σχεδόν 1,5 μ. και ύψος 1 μ. στους ώμους. Το ρύγχος του είναι ειδικά σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να ανασκάπτει το έδαφος ψάχνοντας για τροφή ανάμεσα στα χαμόκλαδα του δάσους. Οι χαυλιόδοντες, κυρίως του αρσενικού, αποτελούν τρομερό όπλο, με το οποίο μπορεί εύκολα να ξεσκίσει ένα άλογο. Αυτό το ζώο δεν είναι μόνο επικίνδυνο, αλλά και καταστροφικό—λέγεται ότι μια ομάδα αγριόχοιρων μπορεί να αφανίσει ένα ολόκληρο αμπέλι μέσα σε μία νύχτα. Αν και είναι κυρίως φυτοφάγο, το διαιτολόγιό του περιλαμβάνει μεγάλη ποικιλία τροφών, όπως ρίζες, σιτηρά, γεωσκώληκες, σαλιγκάρια, μικρά ζώα, αβγά πουλιών και τα παρόμοια.
-
-
Αγριόχορτα, ΖιζάνιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΧΟΡΤΑ, ΖΙΖΑΝΙΑ
Αγριόχορτα και ζιζάνια είναι γενικά τα διάφορα ενοχλητικά φυτά τα οποία δεν έχουν καμιά προφανή χρησιμότητα εκεί όπου φύονται. Μολονότι ορισμένοι μελετητές έχουν προσπαθήσει να συνδέσουν με συγκεκριμένα φυτά τις διάφορες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών που αποδίδονται «αγριόχορτα» ή «ζιζάνια» στην Αγία Γραφή, δεν είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα ποια φυτά εννοούνται.
Η εβραϊκή λέξη μπο’σάχ θεωρείται ότι παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «βρωμώ» και ως εκ τούτου πιθανότατα περιλαμβάνει διάφορα δύσοσμα φυτά, «αγριόχορτα που βρωμούν». Ο πιστός Ιώβ δήλωσε στην ουσία πως αν η πορεία της ζωής του δεν χαρακτηριζόταν από ακεραιότητα, τότε, αντί για κριθάρι, ας έβγαιναν αγριόχορτα που βρωμούν.—Ιωβ 31:40.
Η εβραϊκή ονομασία σάγιθ φαίνεται ότι υποδηλώνει διάφορα αγριόχορτα που φύονται σε εγκαταλειμμένη ή ερημωμένη γη. (Ησ 5:6· 7:23-25· 27:4) Αυτός ο όρος, που αποδίδεται «αγριόχορτα», χρησιμοποιείται μεταφορικά για να συμβολίσει ανθρώπους οι οποίοι, λόγω της απιστίας τους, έχουν γίνει άχρηστοι και κατάλληλοι μόνο για καταστροφή.—Ησ 9:18, 19· 10:17-19· παράβαλε Δα 4:20-22.
Στο εδάφιο Παροιμίες 24:31, ο πληθυντικός αριθμός του εβραϊκού όρου κιμμώς, ο οποίος αποδίδεται συνήθως «τσουκνίδα», φαίνεται ότι υποδηλώνει κάθε είδους ζιζάνια.—Βλέπε ΤΣΟΥΚΝΙΔΑ.
Η λέξη ζιζάνια που χρησιμοποίησε ο Ιησούς στην παραβολή των εδαφίων Ματθαίος 13:24-30, 36-43 θεωρείται γενικά ότι αναφέρεται στην ήρα (αίρα η μεθυστική [Lolium temulentum]), η οποία μοιάζει πολύ με το σιτάρι μέχρι να ωριμάσει, οπότε και διακρίνεται εύκολα από αυτό λόγω των μικρότερων μαύρων σπερμάτων της. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι οι ρίζες αυτού του ζιζανίου μπλέκονται με το σιτάρι, καθιστά τελείως άσοφο το να ξεριζώσει κανείς τα ζιζάνια σε αρχικό στάδιο. Αν τα σπέρματα της ήρας ανακατευτούν με τους κόκκους του σιταριού μετά το θερισμό, οι επιπτώσεις για αυτόν που θα τα φάει μπορεί να είναι σοβαρές. Έχει αναφερθεί ότι η κατανάλωση ψωμιού που περιέχει αλεύρι ήρας σε μεγάλη αναλογία έχει προκαλέσει ιλίγγους, ακόμη δε και θανατηφόρα δηλητηρίαση. Οι δηλητηριώδεις ιδιότητες των σπερμάτων της ήρας πιστεύεται γενικά ότι οφείλονται σε έναν μύκητα που αναπτύσσεται μέσα τους.
-
-
ΑγρίππαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΠΠΑΣ
Βλέπε ΗΡΩΔΗΣ Αρ. 3 και 4.
-
-
ΑγρόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ
Η λέξη σαδέχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, η οποία κυρίως αποδίδεται «αγρός», μπορεί να υποδηλώνει έναν κυνηγότοπο, μια έκταση που χρησιμοποιείται για βοσκή ή καλλιέργεια, έναν ακαλλιέργητο δασότοπο, μια βουνοκορφή ή ακόμη και μια περιοχή στην οποία κατοικεί κάποιος λαός, για παράδειγμα την «περιοχή του Μωάβ», ενώ χρησιμοποιείται επίσης σε αντιδιαστολή με την «πόλη». (Γε 27:5· 31:4· 37:5-7· Κρ 9:32, 36· 1Σα 14:25· Αρ 21:20· Δευ 28:3) Η λέξη ἀγρός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει ένα καλλιεργημένο χωράφι (Ματ 13:24), καθώς και την «ύπαιθρο» σε αντίθεση με την πόλη.—Μαρ 5:14· 16:12.
Επιπρόσθετα, η λέξη “αγρός” μπορούσε να εφαρμοστεί συλλογικά στα συνεχόμενα χωράφια που ανήκαν σε αρκετούς διαφορετικούς ιδιοκτήτες, όπως φαίνεται από την αφήγηση σχετικά με τη Ρουθ. Όταν η Ρουθ πήγε «στον αγρό», έτυχε «να βρεθεί στο τμήμα του αγρού που ανήκε στον Βοόζ», πράγμα που δείχνει ότι ο Βοόζ κατείχε μόνο ένα τμήμα εκείνης της περιοχής. (Ρθ 2:2, 3) Ενώ τα αμπέλια και οι κήποι είχαν προφανώς περίφραξη, φαίνεται ότι δεν συνέβαινε το ίδιο και με τους αγρούς. (Αρ 22:24· Ασμ 4:12) Ο Νόμος όριζε ότι κανείς δεν έπρεπε να μετακινεί τα οροθέσια του συνανθρώπου του, πράγμα που δείχνει ότι ήταν σχετικά εύκολο να γίνει κάτι τέτοιο. (Δευ 19:14) Σύμφωνα με το Νόμο, οι ατείχιστοι οικισμοί θεωρούνταν μέρος του αγρού της υπαίθρου.—Λευ 25:31.
Οι πυρκαγιές μπορούσαν να εξαπλωθούν εύκολα από τον έναν αγρό στον άλλον, ήταν δε απαραίτητο να προσέχει κανείς τα κατοικίδια ζώα του και να μην τα αφήνει να περιπλανιούνται στον αγρό κάποιου άλλου. (Εξ 22:5, 6) Το εδάφιο Ησαΐας 28:25 αναφέρει ότι έσπερναν αγριοσίταρο ως όριο. Σπέρνοντας αυτό το κατώτερο είδος σιταριού στις παρυφές των αγρών τους, οι γεωργοί ίσως μπορούσαν να προστατέψουν, ως έναν βαθμό, τις πιο πολύτιμες σοδειές τους, όπως το σιτάρι και το κριθάρι, από τα ζώα που πιθανόν να έμπαιναν στις παρυφές του αγρού.
Φαίνεται ότι υπήρχε η δυνατότητα να διασχίσει κανείς τους αγρούς μέσα από μονοπάτια, τα οποία μπορεί επίσης να χρησίμευαν ως όρια που χώριζαν το ένα χωράφι από το άλλο, διότι είναι εξαιρετικά απίθανο να περπάτησαν ο Ιησούς και οι μαθητές του μέσα στα χωράφια πατώντας τα σιτάρια καθώς προχωρούσαν. Αν είχαν κάνει κάτι τέτοιο, αναμφίβολα οι Φαρισαίοι θα είχαν δημιουργήσει ζήτημα και για αυτό. (Λου 6:1-5) Ίσως ο Ιησούς εννοούσε τέτοια μονοπάτια όταν, στην παραβολή του για το σπορέα, μίλησε για τους σπόρους που έπεσαν δίπλα στο δρόμο.—Ματ 13:4.
-
-
Αγρός ΑγγειοπλάστηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗ
Όταν ο Ιούδας, γεμάτος τύψεις, έριξε μέσα στο ναό το αντίτιμο της προδοσίας, δηλαδή τα 30 ασημένια νομίσματα (αν επρόκειτο για σίκλους, $66), οι πρωθιερείς αγόρασαν με τα χρήματα αυτά «τον αγρό του αγγειοπλάστη για να θάβουν ξένους». (Ματ 27:3-10) Ο αγρός έγινε γνωστός με το όνομα Ακελδαμά, δηλαδή «Αγρός Αίματος». (Πρ 1:18, 19· βλέπε ΑΚΕΛΔΑΜΑ.) Από τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., αυτός ο αγρός ταυτίστηκε με μια τοποθεσία στη νότια πλαγιά της Κοιλάδας του Εννόμ, ακριβώς πριν από το σημείο όπου αυτή η κοιλάδα ενώνεται με την Κοιλάδα Κιδρόν.
Η έκφραση “ο αγρός του αγγειοπλάστη” δεν δείχνει συγκεκριμένα αν ο αγρός ανήκε απλώς σε κάποιον αγγειοπλάστη ή αν ονομάστηκε έτσι επειδή σε κάποια περίοδο της ιστορίας του χρησιμοποιήθηκε από αγγειοπλάστες ως χώρος εργασίας. Ωστόσο, η δεύτερη αυτή εκδοχή φαίνεται πιθανή αν η τοποθεσία που υποδεικνύεται από την παράδοση είναι σωστή. Θα πρέπει να βρισκόταν κοντά στην Πύλη των Πήλινων Θραυσμάτων (ή «Πύλη των Αγγειοπλαστών», σύμφωνα με τον Γ. Σίμονς σε μια υποσημείωσή του στο σύγγραμμα Η Ιερουσαλήμ στην Παλαιά Διαθήκη [Jerusalem in the Old Testament], Λέιντεν, 1952, σ. 230), η οποία μνημονεύεται στα εδάφια Ιερεμίας 19:1, 2. (Παράβαλε Ιερ 18:2.) Ακόμη και σε πρόσφατες εποχές υπήρχε εκεί κοντά η απαραίτητη πρώτη ύλη, ο πηλός. Επίσης, η αγγειοπλαστική προϋπέθετε την ύπαρξη επαρκούς αποθέματος νερού, και η περιοχή αυτή ήταν κοντά στην πηγή της Εν-ρογήλ και στη Δεξαμενή του Σιλωάμ, καθώς και σε άλλα αποθέματα νερού που θα ήταν δυνατόν να υπήρχαν στην Κοιλάδα του Εννόμ το χειμώνα.
-
-
Αγρός ΑίματοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ ΑΙΜΑΤΟΣ
Βλέπε ΑΚΕΛΔΑΜΑ.
-
-
Αγρός του Καθαριστή ΡούχωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΡΟΥΧΩΝ
Προφανώς μια περιοχή στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ όπου εργάζονταν καθαριστές ρούχων.
Ο Ησαΐας και ο γιος του ο Σεάρ-ιασούβ έπρεπε να συναντήσουν τον Βασιλιά Άχαζ «στη λεωφόρο του αγρού του καθαριστή ρούχων». Αργότερα οι απεσταλμένοι του Σενναχειρείμ ήρθαν στην ίδια περιοχή. (2Βα 18:17· Ησ 7:3· 36:2) Μολονότι είναι φανερό ότι αυτή η “λεωφόρος του αγρού του καθαριστή ρούχων” βρισκόταν έξω από την πόλη, ήταν αρκετά κοντά ώστε να ακούσουν όσοι βρίσκονταν πάνω στα τείχη της πόλης τους εμπαιγμούς των αγγελιοφόρων του Σενναχειρείμ.—2Βα 18:18, 26, 27· Ησ 36:1, 2.
Σε συσχετισμό με τη «λεωφόρο του αγρού του καθαριστή ρούχων» αναφέρεται κάποιος «αγωγός». Ο αγωγός αυτός δεν μπορεί να είναι η αποκαλούμενη σήραγγα του Εζεκία, διότι αυτή δεν είχε κατασκευαστεί ακόμη στις ημέρες του Άχαζ. Επομένως, φαίνεται ότι επρόκειτο για κάποιον αγωγό που διέτρεχε την κοιλάδα του χειμάρρου Κιδρόν μέχρι το νότιο άκρο της Πόλης του Δαβίδ. Ο αγρός του καθαριστή ρούχων βρισκόταν, όπως φαίνεται, είτε σε αυτό το τμήμα της κοιλάδας είτε λίγο νοτιότερα, κοντά στην πιθανολογούμενη θέση της Εν-ρογήλ.
-
-
ΑγχούςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΧΟΥΣ
(Αγχούς).
Φιλισταίος βασιλιάς της Γαθ ο οποίος βασίλευε την εποχή του Δαβίδ και του Σολομώντα. Ήταν γιος του Μαώχ, ή αλλιώς του Μααχά, και στην επιγραφή του 34ου Ψαλμού αποκαλείται Αβιμέλεχ—όνομα που πιθανώς αποτελεί τίτλο παρόμοιο με τους τίτλους Φαραώ και Τσάρος.—1Σα 27:2· 1Βα 2:39.
Σε δύο περιπτώσεις, όταν ο Δαβίδ ζούσε ως φυγάς εξαιτίας του Σαούλ, βρήκε καταφύγιο στην επικράτεια του Βασιλιά Αγχούς. Στην πρώτη περίπτωση, όταν άρχισαν να τον υποπτεύονται ως εχθρό, ο Δαβίδ προσποιήθηκε ότι ήταν παράφρων και ο Αγχούς τον άφησε να φύγει νομίζοντας ότι ήταν ένας ακίνδυνος τρελός. (1Σα 21:10-15· Ψλ 34:Επιγρ.· 56:Επιγρ.) Τη δεύτερη φορά ο Δαβίδ συνοδευόταν από 600 πολεμιστές και τις οικογένειές τους, και έτσι ο Αγχούς τούς παραχώρησε τη Σικλάγ για να μείνουν εκεί. Τον έναν χρόνο και τους τέσσερις μήνες που βρίσκονταν εκεί, ο Αγχούς πίστευε ότι ο Δαβίδ και οι άντρες του έκαναν επιδρομές στις πόλεις του Ιούδα, ενώ στην πραγματικότητα ο Δαβίδ λεηλατούσε τους Γεσουρίτες, τους Γιρζίτες και τους Αμαληκίτες. (1Σα 27:1-12) Ο Δαβίδ τον εξαπάτησε τόσο καλά ώστε ο Αγχούς τον διόρισε προσωπικό του σωματοφύλακα σε μια επίθεση που οργάνωναν οι Φιλισταίοι εναντίον του Βασιλιά Σαούλ, και μόνο την τελευταία στιγμή, λόγω της επιμονής των υπόλοιπων «αρχόντων του άξονα» των Φιλισταίων, ο Δαβίδ και οι άντρες του στάλθηκαν πίσω στη Σικλάγ. (1Σα 28:2· 29:1-11) Όταν ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς και πολέμησε εναντίον της Γαθ, ο Αγχούς προφανώς δεν θανατώθηκε. Έζησε μέχρι και την εποχή της βασιλείας του Σολομώντα.—1Βα 2:39-41· βλέπε ΓΑΘ.
-
-
ΑγώνεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΩΝΕΣ
Οι οργανωμένοι αγώνες ήταν δημόσιο θέαμα αποτελούμενο από διάφορες αναμετρήσεις κυρίως μεταξύ αθλητών.
Ελλάδα. Περίπου τον καιρό που άρχισε ο Ησαΐας να προφητεύει στον Ιούδα, οι αρχαίοι Έλληνες άρχισαν να διοργανώνουν τους περίφημους Ολυμπιακούς αθλητικούς αγώνες τους προς τιμήν του Δία, το έτος 776 Π.Κ.Χ. Μολονότι οι αγώνες στην Ολυμπία παρέμειναν οι πιο ξακουστοί, τρεις ακόμη ελληνικές πόλεις αποτέλεσαν σημαντικά κέντρα αγώνων. Στον Ισθμό της Κορίνθου τελούνταν τα Ίσθμια, που ήταν αφιερωμένα στον Ποσειδώνα. Στους Δελφούς διεξάγονταν τα Πύθια, ενώ κοντά στη Νεμέα γίνονταν τα Νέμεα, επίσης προς τιμήν του Δία.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια και είχαν βαθύτατη θρησκευτική σημασία. Οι θρησκευτικές θυσίες και η λατρεία της Ολυμπιακής φλόγας ήταν εξέχοντα χαρακτηριστικά της γιορτής. Τα Ίσθμια κοντά στην Κόρινθο διεξάγονταν κάθε δύο χρόνια.
Το βασικό πρόγραμμα όλων των αγώνων περιλάμβανε αγώνες δρόμου, πάλη, πυγμαχία, δισκοβολία, ακοντισμό, αρματοδρομίες και άλλα αθλήματα. Οι διαγωνιζόμενοι ορκίζονταν να τηρήσουν το σκληρό δεκάμηνο πρόγραμμα προπόνησης, στο οποίο αφιέρωναν τον περισσότερο χρόνο τους. Το πρόγραμμα αυτό τελούσε υπό την αυστηρή εποπτεία των ελλανοδικών, οι οποίοι έμεναν μαζί με τους διαγωνιζόμενους. Πολλές φορές, οι προπονούμενοι ασκούνταν υπό συνθήκες δυσκολότερες από τον πραγματικό αγώνα. Παραδείγματος χάρη, οι δρομείς προπονούνταν έχοντας στα πόδια τους βάρη, ενώ οι πυγμάχοι προπονούνταν φορώντας βαριές στολές. Συνήθως χρειαζόταν να περάσουν χρόνια για να αποκτήσει κάποιος τα απαιτούμενα προσόντα ώστε να αναδειχτεί νικητής στους αγώνες. Το βραβείο ήταν ένα απλό στεφάνι—φτιαγμένο από αγριελιά στους Ολυμπιακούς Αγώνες, από πεύκο στα Ίσθμια, από δάφνη στα Πύθια και από σέλινο στα Νέμεα. Συνήθως τοποθετούσαν το βραβείο στη γραμμή του τερματισμού, δίπλα στον κριτή, πράγμα που ενέπνεε τους δρομείς να αγωνιστούν σθεναρά, δίνοντας και την τελευταία τους ικμάδα, καθώς κρατούσαν τα μάτια τους προσηλωμένα στο βραβείο. Εντούτοις, η παραβίαση των κανονισμών σήμαινε αποκλεισμό. Οι αγώνες ήταν το θέμα συζήτησης όλων πριν, στη διάρκεια και μετά την αθλητική διοργάνωση. Οι αθλητές που νικούσαν εξυμνούνταν, ειδωλοποιούνταν και κατακλύζονταν με δώρα και τιμητικές διακρίσεις. Η Κόρινθος χορηγούσε στους νικηφόρους αθλητές ισόβια σύνταξη.
Ρώμη. Οι ρωμαϊκοί αγώνες διέφεραν πολύ από τους ελληνικούς, έχοντας ως κύριο χαρακτηριστικό τους τις μονομαχίες και άλλα άκρως κτηνώδη θεάματα. Οι μονομαχίες ξεκίνησαν αρχικά τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. ως θρησκευτική τελετουργία στα πλαίσια των κηδειών και ίσως σχετίζονταν στενά με αρχαίες ειδωλολατρικές τελετές, στις οποίες οι λάτρεις αυτοτραυματίζονταν, αφήνοντας το αίμα τους να χυθεί προς τιμήν των θεών τους ή των νεκρών τους. (1Βα 18:28· παράβαλε την απαγόρευση τέτοιων συνηθειών στον Ισραήλ στο εδ. Λευ 19:28.) Οι ρωμαϊκοί αγώνες αφιερώθηκαν μεταγενέστερα στον θεό Σατούρνο. Τίποτα δεν τους ξεπερνούσε σε κτηνωδία και ωμότητα. Ο Αυτοκράτορας Τραϊανός διοργάνωσε κάποτε αγώνες με τη συμμετοχή 10.000 μονομάχων, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν πέσει νεκροί προτού τελειώσει το θέαμα. Ακόμη και συγκλητικοί, γυναίκες από την τάξη της αριστοκρατίας και ένας αυτοκράτορας, ο Κόμμοδος, μπήκαν στην αρένα των μονομάχων. Από τον καιρό του Νέρωνα και μετά, πλήθη Χριστιανών σφαγιάστηκαν σε τέτοιες διοργανώσεις.
Οι Ειδωλολατρικοί Αγώνες Εισάγονται στην Παλαιστίνη. Φαίνεται ότι οι Ιουδαίοι δεν διοργάνωναν αθλητικές αναμετρήσεις πριν από την ελληνική περίοδο. Στη διάρκεια της βασιλείας του Αντίοχου του Επιφανούς, το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ., οι εξελληνισμένοι Ιουδαίοι εισήγαγαν τον ελληνικό πολιτισμό και τους ελληνικούς αθλητικούς αγώνες στον Ισραήλ, στη δε Ιερουσαλήμ δημιουργήθηκε ένα γυμνάσιο (γυμναστήριο), σύμφωνα με το πρώτο κεφάλαιο του απόκρυφου βιβλίου Α΄ Μακκαβαίων. Στα εδάφια Β΄ Μακκαβαίων 4:12-15 αναφέρεται ότι ακόμη και οι ιερείς παραμελούσαν τα καθήκοντά τους για να πάρουν μέρος στους αγώνες. Εντούτοις, άλλοι αντιτίθεντο σθεναρά σε αυτή την υιοθέτηση των ειδωλολατρικών εθίμων.
Τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Ηρώδης ο Μέγας έχτισε ένα θέατρο στην Ιερουσαλήμ, ένα αμφιθέατρο στην πεδιάδα, καθώς επίσης ένα θέατρο και ένα αμφιθέατρο στην Καισάρεια, καθιέρωσε δε τη διεξαγωγή αγώνων κάθε πέντε χρόνια προς τιμήν του Καίσαρα. Εκτός από την πάλη, τις αρματοδρομίες και άλλα αθλήματα, εισήγαγε χαρακτηριστικά των ρωμαϊκών αγώνων, οργανώνοντας θηριομαχίες ή αναγκάζοντας θανατοποινίτες να παλέψουν με θηρία. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, όλα αυτά οδήγησαν κάποιους δυσαρεστημένους Ιουδαίους σε συνωμοσία για τη δολοφονία του Ηρώδη, η οποία όμως αποδείχτηκε ανεπιτυχής.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 267-291 (viii, 1-4)· ΙΕ΄, 331-341 (ix, 6).
Η Χριστιανική Άποψη. Ο Τερτυλλιανός, συγγραφέας του δεύτερου και τρίτου αιώνα Κ.Χ., διατύπωσε τη θέση των πρώτων Χριστιανών απέναντι στην ψυχαγωγία που συνήθιζαν να έχουν οι Ρωμαίοι, λέγοντας ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν «καμιά σχέση, ούτε μέσω ομιλίας ούτε μέσω όρασης ούτε μέσω ακοής, με την παραφροσύνη του ιππόδρομου, την αδιαντροπιά του θεάτρου, την αγριότητα της αρένας, τη ματαιότητα του γυμνασίου». Επίσης πρόσθεσε: «Γιατί προσβάλλεστε αν εμείς θεωρούμε ότι υπάρχουν άλλες απολαύσεις; . . . απορρίπτουμε όσα ευχαριστούν εσάς· όσα ευχαριστούν εμάς δεν προσφέρουν σε εσάς καμιά τέρψη». (Απολογητικός [Apologeticus], XXXVIII, 4, 5) Όσον αφορά τη σωματική εκγύμναση ή πειθαρχία γενικά, ο απόστολος Παύλος συνοψίζει τη Χριστιανική άποψη στη συμβουλή του προς τον Τιμόθεο στα εδάφια 1 Τιμόθεο 4:7-10.
Παραβολική Χρήση. Ο Παύλος και ο Πέτρος χρησιμοποίησαν κατάλληλα διάφορα χαρακτηριστικά των αγώνων για να παρουσιάσουν παραβολικά κάποια σημεία της διδασκαλίας τους. Σε αντιδιαστολή με το βραβείο που επιζητούσαν οι διαγωνιζόμενοι στους ελληνικούς αγώνες, το στεφάνι για το οποίο αγωνίζεται ο χρισμένος Χριστιανός καταδείχτηκε ότι είναι, όχι στεφάνι από φύλλα που μαραίνονται, αλλά η αμοιβή της αθάνατης ζωής. (1Πε 1:3, 4· 5:4) Ο χρισμένος Χριστιανός έπρεπε να τρέχει αποφασισμένος να κερδίσει το βραβείο και να κρατάει τα μάτια του προσηλωμένα σε αυτό. Το να κοιτάζει πίσω θα ήταν καταστροφικό. (1Κο 9:24· Φλπ 3:13, 14) Θα έπρεπε να αγωνίζεται σύμφωνα με τους κανονισμούς της ηθικής ζωής ώστε να μην αποκλειστεί. (2Τι 2:5) Η εγκράτεια, η αυτοπειθαρχία και η εκγύμναση είναι ουσιώδεις. (1Κο 9:25· 1Πε 5:10) Οι προσπάθειες του Χριστιανού έπρεπε να είναι εύστοχες, με σκοπό τη νίκη, ακριβώς όπως ένας καλά προπονημένος πυγμάχος καταφέρει πλήγματα χωρίς να σπαταλάει ενέργεια. Μολονότι ο Χριστιανός δεν πλήττει ανθρώπους αλλά πράγματα, μεταξύ των οποίων και πράγματα που έχει μέσα του, η σπατάλη ενέργειας θα μπορούσε να τον οδηγήσει σε αποτυχία. (1Κο 9:26, 27· 1Τι 6:12) Έπρεπε να αποβάλει όλα τα βάρη που τον εμπόδιζαν και την αμαρτία της απιστίας που τον έμπλεκε, όπως οι δρομείς έβγαζαν τα ρούχα που περιόριζαν τις κινήσεις τους. Ο Χριστιανός δρομέας έπρεπε να είναι προετοιμασμένος για αγώνα ο οποίος απαιτούσε υπομονή, όχι για έναν σύντομο υπερεντατικό αγώνα ταχύτητας.—Εβρ 12:1, 2.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εδάφιο Εβραίους 12:1 ο Παύλος μιλάει για ένα μεγάλο «σύννεφο μαρτύρων που μας περιβάλλει». Το ότι δεν αναφέρεται απλώς σε ένα πλήθος θεατών διασαφηνίζεται από τα περιεχόμενα του προηγούμενου κεφαλαίου, στα οποία ο Παύλος αναφέρεται λέγοντας: «Έτσι λοιπόν, . . . » Συνεπώς, ο Παύλος προτρέπει τους Χριστιανούς να συνεχίσουν τον αγώνα με το να στρέφει την προσοχή, όχι σε απλούς θεατές, αλλά στο θαυμάσιο παράδειγμα ατόμων που υπήρξαν και αυτοί δρομείς, ιδιαίτερα δε με το να παρακινεί τους Χριστιανούς να προσηλώνουν το βλέμμα τους σε αυτόν που είχε ήδη αναδειχτεί νικητής και τώρα ήταν Κριτής τους, τον Χριστό Ιησού.
Η παραβολική εικόνα του εδαφίου 1 Κορινθίους 4:9 ίσως βασίζεται στους ρωμαϊκούς αγώνες, καθώς ο Παύλος και οι άλλοι απόστολοι παρομοιάζονται εδώ με τους συμμετέχοντες στο τελευταίο θέαμα του προγράμματος της αρένας—διότι το πιο αιματηρό θέαμα το κρατούσαν συνήθως για το τέλος, και όσοι προορίζονταν για αυτό αντιμετώπιζαν βέβαιο θάνατο. Παρόμοια, τα εδάφια Εβραίους 10:32, 33 ίσως αντλούν την εικόνα που δημιουργούν από τους ρωμαϊκούς αγώνες. (Βλέπε ΘΕΑΤΡΟ.) Μάλιστα ο ίδιος ο Παύλος μπορεί να είχε εκτεθεί στους κινδύνους των ρωμαϊκών αγώνων, λαβαίνοντας υπόψη το σχόλιο που κάνει στο εδάφιο 1 Κορινθίους 15:32 ότι “πάλεψε με θηρία στην Έφεσο”. Μερικοί θεωρούν ότι ήταν απίθανο να εξαναγκαστεί ένας Ρωμαίος πολίτης να αντιμετωπίσει θηρία στην αρένα, γι’ αυτό και υποστηρίζουν ότι αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται μεταφορικά, αναφερόμενη σε θηριώδεις εναντιουμένους στην Έφεσο. Εντούτοις, η δήλωση του Παύλου στα εδάφια 2 Κορινθίους 1:8-10 σχετικά με τον εξαιρετικά μεγάλο κίνδυνο που έζησε στην περιφέρεια της Ασίας, όπου βρισκόταν η Έφεσος, και σχετικά με το ότι ο Θεός τον διέσωσε από «κάτι τόσο μεγάλο όσο ο θάνατος» θα ταίριαζε οπωσδήποτε πολύ περισσότερο σε μια εμπειρία με κατά γράμμα θηρία στην αρένα παρά στην εναντίωση από ανθρώπους την οποία αντιμετώπισε στην Έφεσο. (Πρ 19:23-41) Άρα, μπορεί να πρόκειται για μια από τις διάφορες περιπτώσεις στις οποίες ο Παύλος βρέθηκε «κοντά στο θάνατο» κατά τη διακονία του.—2Κο 11:23· βλέπε ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ.
-
-
ΑδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑ
(Αδά) [συντετμημένη μορφή του Ελεαδά ή του Αδαΐας].
1. Η πρώτη από τις δύο συζύγους που είχε συγχρόνως ο Λάμεχ. Ήταν μητέρα του Ιαβάλ και του Ιουβάλ, του πρώτου νομάδα βοσκού και του πρώτου μουσικού αντίστοιχα.—Γε 4:19-23.
2. Χαναναία κόρη του Αιλών του Χετταίου και μία από τις συζύγους του Ησαύ, η οποία “έφερνε πίκρα στο πνεύμα του Ισαάκ και της Ρεβέκκας”. Ο γιος της ονομαζόταν Ελιφάς και ήταν πατέρας του Αμαλήκ. Ενδέχεται να είναι η Βασεμάθ του εδαφίου Γένεση 26:34.—Γε 26:35· 36:2, 4, 10, 12.
-
-
ΑδάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔ
(Αδάδ).
1. Ένας από τους 12 γιους του Ισμαήλ, του γιου που απέκτησε ο Αβραάμ από την παλλακίδα του την Άγαρ.—Γε 25:12-15· 1Χρ 1:28-30.
2. Διάδοχος του θρόνου του Εδώμ μετά το θάνατο του Χουσάμ. «Ο Αδάδ, ο γιος του Βεδάδ, ο οποίος νίκησε τους Μαδιανίτες στην περιοχή του Μωάβ», βασίλευε προφανώς από την πόλη Αβίθ.—Γε 36:31, 35, 36· 1Χρ 1:46, 47.
3. Άλλος βασιλιάς του Εδώμ και σύζυγος της Μεεταβεήλ. Ο Αδάδ διαδέχθηκε στο θρόνο τον Βάαλ-χανάν και «το όνομα της πόλης του ήταν Παού». (1Χρ 1:43, 50, 51) Στο εδάφιο Γένεση 36:39 ονομάζεται Αδάρ, πράγμα που μπορεί να οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή, επειδή τα εβραϊκά γράμματα τα οποία αντιστοιχούν στο «ρ» (ר) και στο «δ» (ד) μοιάζουν πολύ μεταξύ τους.
4. Εδωμίτης ο οποίος ανήκε στους βασιλικούς απογόνους και δημιουργούσε προβλήματα στον Ισραήλ κατά την περίοδο της βασιλείας του Σολομώντα. Ενώ ήταν ακόμη παιδί, ο Αδάδ, μαζί με μερικούς από τους υπηρέτες του πατέρα του, κατέφυγε στην Αίγυπτο μέσω της Φαράν για να γλιτώσει από τη σφαγή όλων των αρρένων του Εδώμ από τον Ιωάβ. Στην Αίγυπτο ο Αδάδ και εκείνοι που ήταν μαζί του έτυχαν καλής υποδοχής και ο Φαραώ έδωσε στον Αδάδ σπίτι, τροφή και γη, και μάλιστα αργότερα του έδωσε για σύζυγο την ίδια του την κουνιάδα. Από αυτή τη γυναίκα, ο Αδάδ απέκτησε έναν γιο ονόματι Γενουβάθ, ο οποίος ζούσε στην κατοικία του Φαραώ, ανάμεσα στους γιους του Φαραώ. Μόλις έμαθε ο Αδάδ ότι ο Βασιλιάς Δαβίδ και ο Ιωάβ είχαν πεθάνει, επέστρεψε στον Εδώμ και έκτοτε αντιστεκόταν στον Σολομώντα.—1Βα 11:14-22, 25.
5. Ο Αδάδ θεωρείται η κυριότερη θεότητα της αρχαίας Συρίας και ταυτίζεται γενικά με τον Ριμμών. Το όνομα Αδάδ αποτελεί συνθετικό των ονομάτων ορισμένων Σύριων βασιλιάδων, όπως του Βεν-αδάδ (1Βα 15:18) και του Αδαδέζερ (1Βα 11:23), ενώ εμπερικλείεται επίσης στο όνομα Αδαδριμμών.—Ζαχ 12:11· βλέπε ΑΔΑΔΡΙΜΜΩΝ.
-
-
ΑδαδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔΑ
(Αδαδά).
Μια από τις πόλεις στο νότιο τμήμα της περιοχής που αρχικά είχε παραχωρηθεί στον Ιούδα, κοντά στο σύνορο του Εδώμ. (Ιη 15:22) Το Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209 της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα έχει εδώ την απόδοση «Αρουήλ». Με βάση αυτό, και σε συνδυασμό με το εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:28, μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι ταυτίζεται με την Αροήρ του Ιούδα.—Βλέπε ΑΡΟΗΡ Αρ. 3.
-
-
ΑδαδέζερΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔΕΖΕΡ
(Αδαδέζερ) [Ο Αδάδ Είναι Βοηθός].
Γιος του Ρεώβ και βασιλιάς της Ζωβά, ενός συριακού (αραμαϊκού) βασιλείου που πιστεύεται ότι βρισκόταν Β της Δαμασκού (2Σα 8:3, 5· 1Βα 11:23· 1Χρ 18:3, 5) και το οποίο περιλάμβανε υποτελή κράτη. (2Σα 10:19) Προτού ηττηθεί από τον Βασιλιά Δαβίδ, ο Αδαδέζερ διεξήγε πόλεμο εναντίον του Θοΐ (Θοού), του βασιλιά της Αιμάθ.—2Σα 8:9, 10· 1Χρ 18:9, 10.
Όταν οι Σύριοι, τους οποίους είχαν μισθώσει οι Αμμωνίτες για να πολεμήσουν εναντίον του Δαβίδ, ηττήθηκαν, ο Αδαδέζερ ενίσχυσε τις δυνάμεις του επιστρατεύοντας και άλλους Συρίους από την περιοχή του Ευφράτη. (2Σα 10:6, 15, 16· 1Χρ 19:16) Ίσως αυτό το γεγονός να υπονοείται στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 8:3 (παράβαλε 1Χρ 18:3), όπου φαίνεται να γίνεται λόγος για την προσπάθεια που έκανε ο Αδαδέζερ να αποκτήσει ξανά τον έλεγχο στον ποταμό Ευφράτη. Σχετικά με αυτό, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κουκ αναφέρει ότι, κατά κυριολεξία, το εβραϊκό κείμενο σημαίνει «να κάνει το χέρι του να επιστρέψει» και δηλώνει: «Η ακριβής έννοια της μεταφοράς πρέπει . . . να καθοριστεί από τα συμφραζόμενα. Αν, όπως είναι το πιθανότερο, αυτό το εδάφιο συνδέεται με τις συνθήκες που περιγράφονται διεξοδικότερα [στα εδάφια 2Σα 10:15-19], το νόημα αυτής της φράσης πρέπει να είναι το εξής: όταν αυτός (ο Αδαδέζερ) πήγε να επαναλάβει την επίθεσή του (εναντίον του Ισραήλ), ή αλλιώς να συγκεντρώσει νέες δυνάμεις εναντίον του Ισραήλ, στον ποταμό Ευφράτη».
Στην Αιλάμ οι δυνάμεις του Αδαδέζερ υπό τις εντολές του Σωβάκ (Σωφάκ) αντιμετώπισαν τις δυνάμεις του Δαβίδ και ηττήθηκαν. Αμέσως μετά, οι άρχοντες που ήταν υποτελείς του Αδαδέζερ έκαναν ειρήνη με τον Ισραήλ. (2Σα 10:17-19· 1Χρ 19:17-19) Στη σύγκρουση σκοτώθηκαν 40.000 Σύριοι ιππείς. Πιθανώς για να μπορέσουν να ξεφύγουν μέσα από το ανώμαλο έδαφος, αυτοί οι ιππείς κατέβηκαν από τα άλογά τους και σφαγιάστηκαν πεζοί. Αυτός μπορεί να είναι ο λόγος για τον οποίο αποκαλούνται «ιππείς» στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 10:18 και “πεζοί” στο εδάφιο 1 Χρονικών 19:18. Η διαφορά στον αριθμό των Σύριων αρματηλατών που σκοτώθηκαν στη μάχη αποδίδεται συνήθως σε λανθασμένη αντιγραφή. Σωστός θεωρείται ο μικρότερος αριθμός, δηλαδή 700 αρματηλάτες.
Ο Δαβίδ πήρε επίσης πολύ χαλκό από τη Βετάχ (η οποία προφανώς καλείται και Τιβάθ) και τη Βερωθαΐ (η οποία ίσως ταυτίζεται με τη Χουν), δύο πόλεις που βρίσκονταν στην επικράτεια του Αδαδέζερ, και έφερε τις χρυσές ασπίδες των υπηρετών του Αδαδέζερ—πιθανότατα των υποτελών βασιλιάδων—στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 8:7, 8· 1Χρ 18:7, 8· παράβαλε 2Σα 10:19.) Ο Δαβίδ πήρε επίσης πολλά από τα άλογα του Αδαδέζερ, καθώς και ιππείς, άρματα και πεζούς. Η διαφορά στους αριθμούς που αναφέρονται στα εδάφια 2 Σαμουήλ 8:4 και 1 Χρονικών 18:4 μπορεί να προήλθε από λανθασμένη αντιγραφή. Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και οι δύο περικοπές δείχνουν ότι ο Δαβίδ πήρε 1.000 άρματα και 7.000 ιππείς, οπότε η αρχική απόδοση ίσως διασώζεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 18:4.
Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι αυτά που κοινώς θεωρούνται λάθη αντιγραφής στην αφήγηση της σύγκρουσης του Δαβίδ με τον Αδαδέζερ μπορεί απλώς να αντανακλούν άλλες πτυχές του πολέμου ή διαφορετικούς τρόπους υπολογισμού.
-
-
ΑδαδριμμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔΡΙΜΜΩΝ
(Αδαδριμμών).
Προφανώς πρόκειται για τοποθεσία στο λεκανοπέδιο της Μεγιδδώ. (Ζαχ 12:11) Η Αδαδριμμών ταυτίζεται συνήθως με τη Ρουμανά, ένα μέρος περίπου 7 χλμ. ΝΝΑ της Μεγιδδώ.
Ο “μεγάλος θρήνος” στην Αδαδριμμών, για τον οποίο γίνεται λόγος στην προφητεία του Ζαχαρία, είναι πιθανώς μια έμμεση αναφορά στο θρήνο που έγινε για τον Βασιλιά Ιωσία, ο οποίος σκοτώθηκε σε μάχη στη Μεγιδδώ. (2Βα 23:29· 2Χρ 35:24, 25) Ωστόσο, μερικοί συνδέουν αυτόν το θρήνο με ιεροτελεστίες πένθους, όπως αυτές που διεξάγονταν για τον ψεύτικο θεό Ταμμούζ (παράβαλε Ιεζ 8:14), και θεωρούν ότι το όνομα Αδαδριμμών είναι το σύνθετο όνομα ενός θεού. Κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό, κυρίως επειδή τα λόγια αυτά που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ζαχαρία αποτελούν μέρος μιας προφητείας για τον Μεσσία. Οι ειδωλολατρικές ιεροτελεστίες θρήνου δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποτελέσουν προφητική εξεικόνιση, ενώ αντίθετα το πένθος για έναν πιστό βασιλιά του Ιούδα θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο.—Παράβαλε Ιωα 19:37 και Απ 1:7 με Ζαχ 12:10-14.
-
-
ΑδαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΪΑΣ
(Αδαΐας) [Ο Ιεχωβά Έχει Στολίσει [τον κάτοχο του ονόματος]].
1. Απόγονος του Γηρσώμ, γιου του Λευί, και πρόγονος του Ασάφ.—1Χρ 6:39-43.
2. Βενιαμινίτης, γιος του Σιμεΐ.—1Χρ 8:1, 21.
3. Πατέρας του Μαασία, ενός από «τους εκατόνταρχους» που βοήθησαν τον ιερέα Ιωδαέ να ανατρέψει τη διακυβέρνηση της πονηρής Γοθολίας και να εγκαταστήσει τον Ιωάς στο θρόνο του Ιούδα.—2Χρ 23:1.
4. Πατέρας της Ιεδιδά, της μητέρας του Βασιλιά Ιωσία. (2Βα 22:1) Καταγόταν από τη Βοσκάθ, μια πόλη στη Σεφηλά, στην περιοχή του Ιούδα.—Ιη 15:21, 33, 39.
5. Γιος του Ιωαρίβ από τη φυλή του Ιούδα.—Νε 11:4, 5.
6. Ιερέας που κατοίκησε στην Ιερουσαλήμ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία. Ήταν γιος του Ιεροάμ.—1Χρ 9:10-12· Νε 11:12.
7. Ισραηλίτης, ένας από τους απογόνους του Βανί οι οποίοι μετά τη βαβυλωνιακή εξορία διαζεύχθηκαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και εξαπέστειλαν τους γιους τους.—Εσδ 10:29, 44.
8. Άλλος ένας από τους Ισραηλίτες που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους. Η κεφαλή του πατρογονικού οίκου του ήταν ο Βιννουί.—Εσδ 10:38, 39, 44.
-
-
ΑδαλίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΛΙΑΣ
(Αδαλίας).
Ένας από τους δέκα γιους του Αμάν.—Εσθ 9:7-10· βλέπε ΑΜΑΝ.
-
-
ΑδάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΜ
(Αδάμ) [Χωματένιος Άνθρωπος· Ανθρωπότητα· Ανθρώπινο Γένος· από μια ρίζα που σημαίνει «κόκκινος»].
Αυτή η εβραϊκή λέξη εμφανίζεται 560 και πλέον φορές στις Γραφές, στις περισσότερες από τις οποίες ως γενικός όρος για μεμονωμένα άτομα καθώς και για την ανθρωπότητα γενικά, και αποδίδεται «άνθρωπος» και «ανθρωπότητα». Χρησιμοποιείται επίσης ως κύριο όνομα.
1. Ο Θεός είπε: «Ας κάνουμε άνθρωπο κατά την εικόνα μας». (Γε 1:26) Τι ιστορική εξαγγελία! Και τι μοναδική θέση κατέχει στην ιστορία ο Αδάμ, ο “γιος του Θεού”—το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα! (Λου 3:38) Ο Αδάμ ήταν το ένδοξο επιστέγασμα των επίγειων δημιουργημάτων του Ιεχωβά, όχι μόνο επειδή η χρονική στιγμή της δημιουργίας του τοποθετείται κοντά στη λήξη των έξι δημιουργικών περιόδων, αλλά, το σημαντικότερο, επειδή «κατά την εικόνα του Θεού τον δημιούργησε». (Γε 1:27) Γι’ αυτό, ο τέλειος άνθρωπος Αδάμ, και πολύ λιγότερο οι εκφυλισμένοι απόγονοί του, κατείχε διανοητικές δυνάμεις και ικανότητες πολύ ανώτερες από αυτές όλων των υπόλοιπων επίγειων πλασμάτων.
Από ποια άποψη φτιάχτηκε ο Αδάμ κατά την ομοίωση του Θεού;
Εφόσον ο Αδάμ φτιάχτηκε κατά την ομοίωση του Μεγαλειώδους Δημιουργού του, είχε τις θεϊκές ιδιότητες της αγάπης, της σοφίας, της δικαιοσύνης και της δύναμης, και κατά συνέπεια διέθετε ένα αίσθημα ηθικής το οποίο περιλάμβανε τη συνείδηση, κάτι εντελώς καινούριο στη σφαίρα της επίγειας ζωής. Πλασμένος κατά την εικόνα του Θεού, ο Αδάμ επρόκειτο να είναι διαχειριστής όλης της γης και να έχει σε υποταγή τα πλάσματα της θάλασσας και της ξηράς και τα πτηνά του ουρανού.
Δεν ήταν απαραίτητο να είναι ο Αδάμ πνευματικό πλάσμα, ολικώς ή εν μέρει, προκειμένου να διαθέτει θεοειδείς ιδιότητες. Ο Ιεχωβά έπλασε τον άνθρωπο από τα στοιχεία του χώματος της γης, έθεσε μέσα του τη δύναμη της ζωής ώστε να γίνει ζωντανή ψυχή και του έδωσε την ικανότητα να αντανακλά την εικόνα και την ομοίωση του Δημιουργού του. «Ο πρώτος άνθρωπος είναι από τη γη και φτιάχτηκε από χώμα». «Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ έγινε ζωντανή ψυχή». (Γε 2:7· 1Κο 15:45, 47) Αυτό έλαβε χώρα το 4026 Π.Κ.Χ., πιθανώς το φθινόπωρο εκείνου του έτους, δεδομένου ότι στα αρχαιότερα ημερολόγια της ανθρωπότητας η μέτρηση του χρόνου άρχιζε το φθινόπωρο γύρω στην 1η Οκτωβρίου, ή με την πρώτη νέα σελήνη του σεληνιακού πολιτικού έτους.—Βλέπε ΕΤΟΣ.
Η κατοικία του Αδάμ ήταν ένας πολύ ξεχωριστός παράδεισος, ένας πραγματικός κήπος τέρψης ο οποίος ονομαζόταν Εδέμ (βλέπε ΕΔΕΜ Αρ. 1) και ο οποίος του πρόσφερε όλα τα υλικά πράγματα που του ήταν απαραίτητα για τη ζωή, αφού εκεί βρισκόταν «κάθε δέντρο επιθυμητό στην όραση και καλό για τροφή» για την παντοτινή συντήρησή του. (Γε 2:9) Ο Αδάμ περιστοιχιζόταν από ειρηνικά ζώα κάθε είδους και μορφής. Αλλά ήταν μόνος. Δεν υπήρχε άλλο πλάσμα «κατά το είδος του» με το οποίο να μπορεί να μιλάει. Ο Ιεχωβά αναγνώρισε ότι «δεν είναι καλό να παραμένει ο άνθρωπος μόνος». Έτσι λοιπόν, με μια θεϊκή χειρουργική επέμβαση, την πρώτη και μοναδική στο είδος της, ο Ιεχωβά αφαίρεσε ένα πλευρό από τον Αδάμ και το διαμόρφωσε με τέτοιον τρόπο ώστε να αποτελέσει το θηλυκό αντίστοιχό του που θα γινόταν η σύζυγός του και μητέρα των παιδιών του. Ξεχειλίζοντας από χαρά για την όμορφη αυτή βοηθό και μόνιμη σύντροφό του, ο Αδάμ εκφράστηκε με τα πρώτα ποιητικά λόγια που έχουν καταγραφεί: «Αυτό είναι επιτέλους οστό από τα οστά μου και σάρκα από τη σάρκα μου», και ονομάστηκε ανδρίς «επειδή από τον άντρα πάρθηκε». Αργότερα ο Αδάμ ονόμασε τη σύζυγό του Εύα. (Γε 2:18-23· 3:20) Η εγκυρότητα αυτής της αφήγησης επιβεβαιώνεται από τον Ιησού και τους αποστόλους.—Ματ 19:4-6· Μαρ 10:6-9· Εφ 5:31· 1Τι 2:13.
Επιπλέον, ο Ιεχωβά ευλόγησε τους νεόνυμφους με πολλή και απολαυστική εργασία. (Παράβαλε Εκ 3:13· 5:18.) Δεν ήταν καταδικασμένοι σε απραξία. Θα παρέμεναν απασχολημένοι και δραστήριοι ενώ θα περιποιούνταν και θα φρόντιζαν τον κήπο που ήταν η κατοικία τους, και, καθώς θα πολλαπλασιάζονταν και θα γέμιζαν τη γη με δισεκατομμύρια μέλη του είδους τους, θα επέκτειναν τον Παράδεισο ως τα πέρατα της γης. Αυτό ήταν θεϊκή εντολή.—Γε 1:28.
«Ο Θεός είδε καθετί που είχε κάνει, και ήταν πολύ καλό». (Γε 1:31) Πράγματι, ευθύς εξαρχής ο Αδάμ ήταν τέλειος από κάθε άποψη. Είχε προικιστεί με την ικανότητα της ομιλίας και με εξαιρετικά αναπτυγμένο λεξιλόγιο. Ήταν σε θέση να δίνει ονόματα με σημασία στα ζωντανά πλάσματα που τον περιστοίχιζαν. Μπορούσε να συνομιλεί με τον Θεό του και με τη σύζυγό του.
Για όλους αυτούς τους λόγους και για ακόμη περισσότερους, ο Αδάμ είχε την υποχρέωση να αγαπάει και να λατρεύει τον Μεγαλειώδη Δημιουργό του, καθώς και να υπακούει προσεκτικά σε Αυτόν. Επιπλέον, ο Παγκόσμιος Νομοθέτης τού εξέθεσε σαφώς τον απλό νόμο της υπακοής και τον ενημέρωσε πλήρως για τη δίκαιη και λογική τιμωρία που θα επέσυρε η ανυπακοή: «Από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού δεν πρέπει να φας, γιατί την ημέρα που θα φας από αυτό οπωσδήποτε θα πεθάνεις». (Γε 2:16, 17· 3:2, 3) Παρά το ρητό αυτόν νόμο ο οποίος περιλάμβανε αυστηρότατη τιμωρία σε περίπτωση ανυπακοής, εκείνος παρήκουσε.
Τα Αποτελέσματα της Αμαρτίας. Η Εύα απατήθηκε πλήρως από τον Σατανά τον Διάβολο αλλά «ο Αδάμ δεν απατήθηκε», λέει ο απόστολος Παύλος. (1Τι 2:14) Εν πλήρει γνώσει του, ο Αδάμ επέλεξε ηθελημένα και εσκεμμένα να παρακούσει και στη συνέχεια, σαν εγκληματίας, προσπάθησε να κρυφτεί. Όταν φέρθηκε σε δίκη, αντί να δείξει λύπη ή μετάνοια ή να ζητήσει συγχώρηση, ο Αδάμ προσπάθησε να δικαιολογηθεί και να μεταθέσει την ευθύνη στους άλλους, κατηγορώντας ακόμη και τον Ιεχωβά για τη δική του εσκεμμένη αμαρτία. «Η γυναίκα που μου έδωσες να είναι μαζί μου, αυτή μου έδωσε καρπό από το δέντρο και έφαγα». (Γε 3:7-12) Ως εκ τούτου, ο Αδάμ εκδιώχθηκε από την Εδέμ και βρέθηκε σε μια μη καθυποταγμένη γη η οποία ήταν υπό την κατάρα να παράγει αγκάθια και τριβόλια. Εκεί θα έπρεπε να εξασφαλίζει την επιβίωσή του με τον ιδρώτα του, θερίζοντας τους πικρούς καρπούς της αμαρτίας του. Έξω από τον κήπο, και ενώ περίμενε το θάνατο, ο Αδάμ απέκτησε γιους και κόρες. Έχουν διασωθεί τα ονόματα μόνο τριών από αυτούς—του Κάιν, του Άβελ και του Σηθ. Σε όλα τα παιδιά του ο Αδάμ μεταβίβασε την κληρονομική αμαρτία και το θάνατο, δεδομένου ότι ήταν ο ίδιος αμαρτωλός.—Γε 3:23· 4:1, 2, 25.
Αυτό ήταν το τραγικό ξεκίνημα που έδωσε ο Αδάμ στην ανθρώπινη φυλή. Ο Παράδεισος, η ευτυχία και η αιώνια ζωή χάθηκαν, και τη θέση τους πήραν η αμαρτία, τα παθήματα και ο θάνατος που έφερε η ανυπακοή. «Μέσω ενός ανθρώπου μπήκε η αμαρτία στον κόσμο και μέσω της αμαρτίας ο θάνατος, και έτσι ο θάνατος απλώθηκε σε όλους τους ανθρώπους, επειδή όλοι είχαν αμαρτήσει». «Ο θάνατος βασίλεψε από τον Αδάμ». (Ρω 5:12, 14) Αλλά ο Ιεχωβά, με τη σοφία και την αγάπη που διαθέτει, προμήθευσε έναν “δεύτερο άνθρωπο”, τον “τελευταίο Αδάμ”, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Μέσω αυτού του υπάκουου «Γιου του Θεού» διανοίχτηκε ο δρόμος για να αποκτήσουν και πάλι οι απόγονοι του ανυπάκουου “πρώτου ανθρώπου Αδάμ” τον Παράδεισο και την αιώνια ζωή—μάλιστα για την εκκλησία του Χριστού διανοίχτηκε η προοπτική της ουράνιας ζωής. «Διότι όπως σε σχέση με τον Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι και σε σχέση με τον Χριστό όλοι θα ζωοποιηθούν».—Ιωα 3:16, 18· Ρω 6:23· 1Κο 15:22, 45, 47.
Μετά την εκδίωξή του από την Εδέμ, ο αμαρτωλός Αδάμ έζησε τη δολοφονία ενός γιου του, τον εκτοπισμό του δολοφόνου γιου του, τη διαστρέβλωση του θεσμού του γάμου και τη βεβήλωση του ιερού ονόματος του Ιεχωβά. Είδε το χτίσιμο μιας πόλης, τη δημιουργία μουσικών οργάνων και την κατασκευή εργαλείων από σίδερο και χαλκό. Έβλεπε το καταδικαστικό για αυτόν παράδειγμα του Ενώχ, “του έβδομου στη σειρά από τον Αδάμ”, ενός ανθρώπου ο οποίος «περπατούσε με τον αληθινό Θεό». Στη διάρκεια της ζωής του γνώρισε ως και τον πατέρα του Νώε, τον Λάμεχ, ο οποίος ανήκε στην ένατη γενιά. Τελικά, έπειτα από 930 χρόνια, τα περισσότερα από τα οποία δαπανήθηκαν στην αργή διαδικασία του θανάτου, το έτος 3096 Π.Κ.Χ. ο Αδάμ επέστρεψε στη γη από την οποία πάρθηκε, ακριβώς όπως είχε πει ο Ιεχωβά.—Γε 4:8-26· 5:5-24· Ιου 14· βλέπε ΛΑΜΕΧ Αρ. 2.
2. Πόλη που αναφέρεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 3:16, όπου λέγεται ότι βρισκόταν δίπλα στη Ζαρετάν. Γενικά την ταυτίζουν με το Τελλ εντ-Νταμίγιε (Τελ Νταμίγια), ένα μέρος Α του Ιορδάνη Ποταμού, περίπου 1 χλμ. Ν του σημείου όπου ο Ιορδάνης συναντάει την κοιλάδα του χειμάρρου Ιαβόκ και περίπου 28 χλμ. ΒΒΑ της Ιεριχώς. Το όνομα της πόλης ίσως οφείλεται στο χρώμα του αλλουβιακού πηλού που αφθονεί σε αυτή την περιοχή.—1Βα 7:46.
Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι η αναχαίτιση των νερών του Ιορδάνη τότε που ο Ισραήλ διέσχισε τον ποταμό έλαβε χώρα στην Αδάμ. Η Κοιλάδα του Ιορδάνη στενεύει σημαντικά από την περιοχή του Τελλ εντ-Νταμίγιε (Τελ Νταμίγια) και πάνω προς το Β, και η ιστορία αναφέρει ότι το έτος 1267 έφραξε ο ποταμός σε αυτό ακριβώς το σημείο, όταν έπεσε μέσα σε αυτόν ένας μεγάλος ογκόλιθος, με αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των νερών επί 16 ώρες περίπου. Στη σύγχρονη εποχή, μικρές σεισμικές δονήσεις το καλοκαίρι του 1927 προκάλεσαν ξανά κατολισθήσεις που έφραξαν τον Ιορδάνη, με αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των νερών επί 21 1⁄2 ώρες. (Τα Θεμέλια της Βιβλικής Ιστορίας: Ιησούς του Ναυή, Κριτές [The Foundations of Bible History: Joshua, Judges], του Τζ. Γκάρστανγκ, Λονδίνο, 1931, σ. 136, 137) Αν το μέσο που ο Θεός έκρινε σκόπιμο να χρησιμοποιήσει την εποχή του Ιησού του Ναυή ήταν μια τέτοια αναχαίτιση του ποταμού, τότε αυτή προγραμματίστηκε και πραγματοποιήθηκε θαυματουργικά ώστε να συμπέσει με τη διάβαση του Ιορδάνη κατά την ημέρα την οποία είχε προαναγγείλει ο Ιεχωβά μέσω του Ιησού του Ναυή.—Ιη 3:5-13.
-
-
Αδαμί-νεκέβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΜΙ-ΝΕΚΕΒ
(Αδαμί-νεκέβ) [Έδαφος Τρυπήματος].
Τοποθεσία στο νότιο τμήμα του Νεφθαλί. (Ιη 19:33) Η θέση της ταυτίζεται γενικά με το Χίρμπετ ετ-Τελλ (Τελ Ανταμί), πάνω και Δ από το Χίρμπετ εντ-Νταμίγιε, περίπου 16 χλμ. ΑΒΑ της Ναζαρέτ και σχεδόν στη μέση της απόστασης μεταξύ της Τιβεριάδας και του Όρους Θαβώρ. Λόγω της θέσης της έλεγχε ένα πέρασμα μιας αρχαίας οδού καραβανιών μεταξύ της Γαλαάδ και της Πεδιάδας της Ακό.
-
-
Αδάρ, 2Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΡ, 2
(Αδάρ).
Το μεταιχμαλωσιακό όνομα του 12ου Ιουδαϊκού σεληνιακού μήνα στο θρησκευτικό ημερολόγιο, αλλά 6ου στο πολιτικό ημερολόγιο. (Εσθ 3:7) Αντιστοιχεί με ένα μέρος του Φεβρουαρίου και ένα μέρος του Μαρτίου. Μετά το μήνα Αδάρ προστίθεται σε συγκεκριμένα έτη ο εμβόλιμος μήνας Βεαδάρ, ή δεύτερος Αδάρ.
Στη διάρκεια αυτού του μήνα, ο οποίος έπεφτε στο τέλος του χειμώνα και οδηγούσε στην άνοιξη, άρχιζαν να ανθίζουν σε διάφορα μέρη της Παλαιστίνης οι χαρουπιές, ενώ οι πορτοκαλιές και οι λεμονιές ήταν έτοιμες για συγκομιδή στις ζεστές πεδινές περιοχές.
Με βασιλικό διάταγμα του Βασιλιά Ασσουήρη της Περσίας και κατόπιν υποκίνησης του πρωθυπουργού του, του Αμάν, η 13η ημέρα του Αδάρ επρόκειτο να σηματοδοτήσει τον αφανισμό όλων των Ιουδαίων στις διοικητικές περιφέρειες της επικράτειάς του. Ένα νέο διάταγμα, που εκδόθηκε με τη μεσολάβηση της Βασίλισσας Εσθήρ, επέτρεψε στους Ιουδαίους να κατανικήσουν τους επίδοξους δολοφόνους τους, και ο Μαροδοχαίος διέταξε να γιορτάζουν έκτοτε τη 14η και τη 15η ημέρα του Αδάρ σε ανάμνηση της απελευθέρωσής τους. (Εσθ 3:13· 8:11, 12· 9:1, 15, 20, 21, 27, 28) Αυτή η Ιουδαϊκή γιορτή είναι γνωστή ως Πουρίμ, όνομα που παράγεται από τη λέξη «Πουρ, δηλαδή Κλήρος».—Εσθ 9:24-26· βλέπε ΠΟΥΡΙΜ.
Ο Αδάρ είναι επίσης ο μήνας κατά τον οποίο ο Κυβερνήτης Ζοροβάβελ αποπεράτωσε την ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 6:15) Σε άλλα σημεία της Γραφής αναφέρεται μόνο ως «ο δωδέκατος μήνας».—2Βα 25:27· 1Χρ 27:15· Ιερ 52:31· Ιεζ 32:1.
-
-
ΑδδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΔΑΝ
(Αδδάν).
Πρόκειται προφανώς για άγνωστη τοποθεσία στη Βαβυλωνία, από όπου επέστρεψαν κάποιοι στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ., στο τέλος της 70ετούς ερήμωσης του Ιούδα, οι οποίοι όμως δεν μπόρεσαν να αποδείξουν μέσα από τα δημόσια αρχεία τη γενεαλογία τους. Ως εκ τούτου, αποκλείστηκαν από την ιεροσύνη. Μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι «Αδδάν» ήταν το όνομα ενός ατόμου που δεν κατάφερε να αποδείξει την καταγωγή του.—Εσδ 2:59-62· Νε 7:61-64.
-
-
ΑδδάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΔΑΡ
(Αδδάρ).
1. Γιος του Βελά, Βενιαμινίτης.—1Χρ 8:1, 3.
2. Μεθόρια κωμόπολη του Ιούδα στο νότο, κοντά στην Κάδης-βαρνή. (Ιη 15:3) Στην αφήγηση του Ιησού του Ναυή καταχωρίζεται ανάμεσα στην Εσρών και στην Καρκά, αλλά στο εδάφιο Αριθμοί 34:4 φαίνεται πως το όνομα Εσρών (που σημαίνει «Αυλή· Οικισμός») έχει συνδυαστεί με το όνομα Αδδάρ σχηματίζοντας το τοπωνύμιο Ασάρ-αδδάρ, λαμβανομένου υπόψη ότι οι αφηγήσεις είναι παράλληλες. Το βιβλίο Βιβλική Αρχαιολογία ([Biblical Archaeology] του Τζ. Έ. Ράιτ, 1962, σ. 71) προβάλλει ως πιθανή θέση της Αδδάρ την Έιν ελ-Κουντέιρατ, όπου μια πηγή με συνεχή ροή αρδεύει μια μικρή αλλά εύφορη κοιλάδα. Αυτή η τοποθεσία βρίσκεται περίπου 8 χλμ. ΒΒΔ της Έιν Κεντέις, που είναι η πιθανή θέση της Κάδης-βαρνή.
-
-
ΑδελφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΕΛΦΗ
Στις Γραφές αυτός ο όρος εφαρμόζεται σε αμφιθαλείς και ετεροθαλείς αδελφές—δηλαδή αδελφές που προέρχονται από τον ίδιο πατέρα αλλά από διαφορετική μητέρα (Γε 34:1, 27· 1Χρ 3:1-9) ή από την ίδια μητέρα αλλά από διαφορετικό πατέρα, όπως συνέβαινε με τις αδελφές του Ιησού.—Ματ 13:55, 56· Μαρ 6:3.
Μερικοί γιοι του Αδάμ παντρεύτηκαν προφανώς τις αδελφές τους, εφόσον όλο το ανθρώπινο γένος προήλθε από τον Αδάμ και την Εύα. (Γε 3:20· 5:4) Η σύζυγος του Αδάμ, η Εύα, ως “οστό από τα οστά του και σάρκα από τη σάρκα του”, ήταν ακόμη πιο στενή συγγενής από αδελφή. (Γε 2:22-24) Οι γάμοι με αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς αδελφές δεν ήταν κατακριτέοι. Η αφήγηση αναφέρει ότι, πάνω από 2.000 χρόνια αργότερα, ο Αβραάμ παντρεύτηκε τη Σάρρα που ήταν ετεροθαλής αδελφή του. (Γε 20:2, 12) Ωστόσο, περίπου 430 χρόνια αργότερα, ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευσε τέτοιες ενώσεις ως αιμομεικτικές. (Λευ 18:9, 11· 20:17) Αναμφίβολα, καθώς η ανθρώπινη φυλή ξέπεφτε από την αρχική τελειότητα του Αδάμ, ο γάμος μεταξύ στενών συγγενών έγινε εξαιρετικά επιβλαβής.
Ο όρος «αδελφή» χρησιμοποιούμενος ευρύτερα σήμαινε και «συμπατριώτισσα». (Αρ 25:17, 18) Έθνη ή πόλεις που είχαν στενή σχέση ή παρόμοια συμπεριφορά όσον αφορά την ηθική παρομοιάζονταν με αδελφές.—Ιερ 3:7-10· Ιεζ 16:46, 48, 49, 55· 23:32, 33.
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αδελφή» (’αχώθ) μεταφράζεται «η άλλη» ή «το άλλο» όταν περιγράφεται η τοποθέτηση διαφόρων αντικειμένων ως προς άλλα ομοειδή τους αντικείμενα στη σκηνή της μαρτυρίας και στα οράματα του Ιεζεκιήλ.—Εξ 26:3, 5, 6, 17· Ιεζ 1:9, 23· 3:13.
Στη Χριστιανική Εκκλησία. Ο Ιησούς δίδαξε ότι η πνευματική συγγένεια προηγείται της σαρκικής. Οι γυναίκες που έκαναν το θέλημα του Πατέρα του ήταν “αδελφές” οι οποίες έχαιραν μεγαλύτερης εκτίμησης από τους απλούς σαρκικούς συγγενείς. (Ματ 12:50· Μαρ 3:34, 35) Όποιος είναι διατεθειμένος να κόψει τους γήινους δεσμούς, αν αυτό είναι απαραίτητο, για χάρη της Βασιλείας, θα έχει “εκατονταπλάσιες” «αδελφές» και άλλους συγγενείς τώρα, καθώς και «αιώνια ζωή» στο μέλλον. (Ματ 19:29· Μαρ 10:29, 30· Λου 14:26) Οι γυναίκες στη Χριστιανική εκκλησία αποκαλούνται αδελφές, με πνευματική έννοια.—Ρω 16:1· 1Κο 7:15· 9:5· Ιακ 2:15.
Μεταφορική Χρήση. Τονίζοντας τη σπουδαιότητα των εντολών του Ιεχωβά, ο σοφός συγγραφέας Σολομών ενθαρρύνει τη στενή σχέση με τη σοφία. «Πες στη σοφία: “Εσύ είσαι αδελφή μου”· και να αποκαλέσεις την κατανόηση “Η συγγενής μου”».—Παρ 7:4.
-
-
ΑδελφόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΕΛΦΟΣ
Άντρας που έχει τον ίδιο γονέα ή τους ίδιους γονείς με άλλο άτομο. Ο όρος του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου είναι ’αχ και ο αντίστοιχος όρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ἀδελφός. Μερικοί από τους αμφιθαλείς αδελφούς που αναφέρονται στην Αγία Γραφή—γιοι του ίδιου πατέρα και της ίδιας μητέρας—είναι ο Κάιν και ο Άβελ, γιοι του Αδάμ και της Εύας (Γε 4:1, 2· 1Ιω 3:12), ο Ιακώβ και ο Ησαύ, δίδυμοι γιοι του Ισαάκ και της Ρεβέκκας (Γε 25:24-26), καθώς επίσης ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, γιοι του Ζεβεδαίου και της συζύγου του (Ματ 4:21· 27:56· παράβαλε Κρ 8:19). Ο Μωυσής και ο Ααρών ήταν αδελφοί της Μαριάμ (Αρ 26:59), ο δε Λάζαρος ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας. (Ιωα 11:1, 19) Ο όρος «αδελφοί» προσδιορίζει επίσης τους ετεροθαλείς αδελφούς, άτομα από τον ίδιο πατέρα αλλά από διαφορετική μητέρα, όπως οι 12 γιοι που απέκτησε ο Ιακώβ από τέσσερις διαφορετικές γυναίκες (Γε 35:22-26· 37:4· 42:3, 4, 13), καθώς επίσης παιδιά από την ίδια μητέρα αλλά από διαφορετικούς πατέρες, όπως ο Ιησούς και οι αδελφοί του, πιθανόν δε και ο Δαβίδ με τις αδελφές του.—Ματ 13:55· 1Χρ 2:13-16· 2Σα 17:25· βλέπε «Οι Αδελφοί του Ιησού» πιο κάτω.
Ωστόσο, ο όρος «αδελφός» δεν περιοριζόταν στην άμεση σαρκική συγγένεια. Ο Αβραάμ και ο Λάβαν αναφέρθηκαν στους ανιψιούς τους, τον Λωτ και τον Ιακώβ αντίστοιχα, ως αδελφούς. (Γε 11:27· 13:8· 14:14, 16· 29:10, 12, 15· παράβαλε Λευ 10:4.) Τα μέλη της ίδιας φυλής στον Ισραήλ είχαν αδελφική συγγένεια (2Σα 19:12, 13· Αρ 8:26), και με ακόμη ευρύτερη έννοια ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ ήταν αδελφοί, δεδομένου ότι ήταν απόγονοι ενός κοινού πατέρα, του Ιακώβ, και ήταν ενωμένοι στη λατρεία του ίδιου Θεού, του Ιεχωβά. (Εξ 2:11· Δευ 15:12· Ματ 5:47· Πρ 3:17, 22· 7:23· Ρω 9:3) Ακόμη και οι Εδωμίτες, οι οποίοι κατάγονταν από τον Αβραάμ μέσω του δίδυμου αδελφού του Ιακώβ, του Ησαύ, και επομένως συγγένευαν με τον Ισραήλ, αποκαλούνταν αδελφοί. (Αρ 20:14) Μετά την επανένωσή τους, τα βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ αναφέρθηκε ότι βρίσκονταν σε «αδελφοσύνη» (εβρ., ’αχαβάχ).—Ζαχ 11:14.
Ο όρος «αδελφός» εφαρμόζεται επίσης σε εκείνους οι οποίοι είναι ενωμένοι σε μια κοινή προσπάθεια και έχουν παρόμοιους στόχους και σκοπούς. Παραδείγματος χάρη, ο Βασιλιάς Χιράμ της Τύρου αποκάλεσε τον Βασιλιά Σολομώντα αδελφό του, όχι μόνο επειδή ήταν ίσοι από πλευράς αξιώματος και θέσης, αλλά και, ενδεχομένως, επειδή είχαν κοινά συμφέροντα όσον αφορά την προμήθεια ξυλείας και άλλων υλικών για το ναό. (1Βα 9:13· 5:1-12) «Δείτε! Τι καλό και τι ευχάριστο που είναι να κατοικούν μαζί οι αδελφοί με ενότητα!» έγραψε ο Δαβίδ, υπονοώντας ότι στην ειρήνη και στην ενότητα μεταξύ σαρκικών αδελφών δεν συμβάλλουν μόνο οι σχέσεις αίματος. (Ψλ 133:1) Στην πραγματικότητα, η αμοιβαία στοργή και το ενδιαφέρον, και όχι η κοινή οικογενειακή καταγωγή, υποκίνησαν τον Δαβίδ να αποκαλέσει τον Ιωνάθαν αδελφό του. (2Σα 1:26) Οι σύντροφοι που έχουν παρόμοιες ιδιοσυγκρασίες και διαθέσεις, ακόμη και όταν αυτές είναι κακές, χαρακτηρίζονται εύστοχα αδελφοί.—Παρ 18:9.
Στην πατριαρχική κοινωνία και υπό το Μωσαϊκό Νόμο, οι σαρκικοί αδελφοί είχαν κάποια προνόμια και κάποιες υποχρεώσεις. Με το θάνατο του πατέρα, ο μεγαλύτερος αδελφός, ο πρωτότοκος, λάβαινε διπλό μερίδιο από την οικογενειακή κληρονομιά και αναλάμβανε την ευθύνη να ενεργεί ως κεφαλή της οικογένειας. Ένας σαρκικός αδελφός ήταν ο πρώτος κατά σειρά αρμόδιος να ασκήσει το δικαίωμα της εξαγοράς, να προβεί σε ανδραδελφικό γάμο και να γίνει εκδικητής του αίματος. (Λευ 25:48, 49· Δευ 25:5) Οι αιμομεικτικές σχέσεις μεταξύ αδελφού και αδελφής απαγορεύονταν αυστηρά υπό το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 18:9· Δευ 27:22.
Τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας έχουν κοινή πνευματική συγγένεια ανάλογη με τη συγγένεια των αδελφών. Ο Ιησούς αποκάλεσε τους μαθητές του αδελφούς. (Ματ 25:40· 28:10· Ιωα 20:17) Τόνισε ιδιαίτερα αυτή τη συγγένεια, λέγοντας: «Όποιος κάνει το θέλημα του Πατέρα μου . . . αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου». (Ματ 12:48-50) Επομένως, πρέπει κανείς να αγαπάει τους εξ αίματος συγγενείς του λιγότερο από τον Χριστό και να τους αφήνει πίσω για χάρη του, αν αυτό είναι απαραίτητο. (Ματ 10:37· 19:29· Λου 14:26) Στην πραγματικότητα, αδελφός μπορεί να παραδώσει αδελφό στο θάνατο. (Μαρ 13:12) Ο όρος «αδελφός», πέραν των άμεσων συντρόφων του Ιησού, περιλαμβάνει ολόκληρη την εκκλησία των πιστών (Ματ 23:8· Εβρ 2:17), «ολόκληρη την αδελφότητα» “η οποία έχει το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού”. (1Πε 2:17· 5:9· Απ 19:10) Μια τέτοια πνευματική αδελφότητα εκδηλώνει «αδελφική αγάπη» στον πληρέστερο βαθμό.—Ρω 12:10· Εβρ 13:1.
Την Πεντηκοστή, ο Πέτρος απευθύνθηκε σε άτομα από μακρινές χώρες, μεταξύ των οποίων και σε προσήλυτους, αποκαλώντας τους όλους “αδελφούς”. (Πρ 2:8-10, 29, 37) Μερικές φορές οι άρρενες Χριστιανοί πιστοί διακρίνονταν από τις γυναίκες όταν αποκαλούνταν «αδελφοί», ενώ εκείνες αποκαλούνταν αντίστοιχα «αδελφές» (1Κο 7:14, 15), αλλά γενικά ο όρος «αδελφοί» ήταν ο αποδεκτός χαιρετισμός που απευθυνόταν προς μεικτές ομάδες και δεν περιοριζόταν στους άρρενες. (Πρ 1:15· Ρω 1:13· 1Θε 1:4) Ο εν λόγω όρος χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια σε όλες τις θεόπνευστες Χριστιανικές επιστολές εκτός από τρεις (Τίτο, 2 Ιωάννη και Ιούδα), καθώς και στα έργα των πρώτων εκκλησιαστικών συγγραφέων. Οι απόστολοι έδιναν προειδοποιήσεις σχετικά με τους “ψευδαδέλφους” που παρεισέφρεαν στις εκκλησίες.—2Κο 11:26· Γα 2:4.
Οι Αδελφοί του Ιησού. Τα τέσσερα Ευαγγέλια, οι Πράξεις των Αποστόλων και δύο από τις επιστολές του Παύλου κάνουν λόγο για “τους αδελφούς του Κυρίου”, «τον αδελφό του Κυρίου», «τους αδελφούς του», “τις αδελφές του”, κατονομάζοντας μάλιστα τέσσερις από τους «αδελφούς»: τον Ιάκωβο, τον Ιωσήφ, τον Σίμωνα και τον Ιούδα. (Ματ 12:46· 13:55, 56· Μαρ 3:31· Λου 8:19· Ιωα 2:12· Πρ 1:14· 1Κο 9:5· Γα 1:19) Οι περισσότεροι Βιβλικοί μελετητές αποδέχονται τη σωρεία των σχετικών αποδείξεων ότι ο Ιησούς είχε τουλάχιστον τέσσερις αδελφούς και δύο αδελφές και ότι ήταν όλοι τους παιδιά του Ιωσήφ και της Μαρίας που ήρθαν σε ύπαρξη με φυσιολογικό τρόπο μετά τη θαυματουργική γέννηση του Ιησού.
Οι αυθαίρετες απόψεις ότι αυτοί οι αδελφοί του Ιησού ήταν γιοι του Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο του ή από ανδραδελφικό γάμο του Ιωσήφ με τη νύφη του πρέπει να χαρακτηριστούν μυθοπλασίες, εφόσον δεν επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα ούτε υπάρχει καν σχετική νύξη στις Γραφές. Ο ισχυρισμός ότι ο όρος ἀδελφός εδώ σημαίνει «εξάδελφος» (ἀνεψιὸς, Κείμενο) είναι ένα θεωρητικό επιχείρημα, η επινόηση του οποίου αποδίδεται στον Ιερώνυμο, και δεν χρονολογείται νωρίτερα από το 383 Κ.Χ. Ο Ιερώνυμος, όχι μόνο δεν παραθέτει τίποτα προς υποστήριξη της πρόσφατης τότε υπόθεσής του, αλλά σε μεταγενέστερα συγγράμματα ταλαντεύεται στις απόψεις του και μάλιστα εκφράζει αμφιβολίες για τη «θεωρία των εξαδέλφων» που ο ίδιος επινόησε. Ο Τζ. Μπ. Λάιτφουτ δηλώνει ότι «ο Άγιος Ιερώνυμος δεν επικαλέστηκε κάποια έγκυρη πηγή από την παράδοση για να υποστηρίξει τη θεωρία του και ότι, επομένως, τα όποια υποστηρικτικά στοιχεία πρέπει να αναζητηθούν στις Γραφές και μόνο. Εγώ εξέτασα τα Γραφικά στοιχεία, και ο . . . συνδυασμός των δυσκολιών . . . αντισταθμίζει με το παραπάνω αυτά τα δευτερεύοντα υποστηρικτικά επιχειρήματα, και μάλιστα πρέπει να οδηγήσει στην απόρριψη της θεωρίας».—Η Επιστολή του Αγίου Παύλου προς τους Γαλάτες (St. Paul’s Epistle to the Galatians), Λονδίνο, 1874, σ. 258.
Στις Ελληνικές Γραφές, εκεί όπου η αφήγηση αφορά ανιψιό ή εξάδελφο, δεν χρησιμοποιείται η λέξη ἀδελφός. Απεναντίας, η συγγένεια διασαφηνίζεται, όπως «ο γιος της αδελφής του Παύλου» ή «ο Μάρκος, ο εξάδελφος [ἀνεψιός, Κείμενο] του Βαρνάβα». (Πρ 23:16· Κολ 4:10) Στο εδάφιο Λουκάς 21:16 εμφανίζεται τόσο η λέξη συγγενῶν (όπως είναι οι εξάδελφοι) όσο και η λέξη ἀδελφῶν, πράγμα που δείχνει ότι αυτοί οι όροι δεν χρησιμοποιούνται χαλαρά και συγκεχυμένα στις Ελληνικές Γραφές.
Η δήλωση ότι, στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού, «οι αδελφοί του, στην πραγματικότητα, δεν ασκούσαν πίστη σε αυτόν» ασφαλώς αποκλείει το ενδεχόμενο να ήταν αυτοί αδελφοί του με πνευματική έννοια. (Ιωα 7:3-5) Ο Ιησούς αντιπαρέβαλε αυτούς τους σαρκικούς αδελφούς με τους μαθητές του, οι οποίοι πίστευαν σε αυτόν και ήταν πνευματικοί αδελφοί του. (Ματ 12:46-50· Μαρ 3:31-35· Λου 8:19-21) Αυτή η απιστία εκ μέρους των σαρκικών αδελφών του μας εμποδίζει να τους ταυτίσουμε με τους συνονόματους αποστόλους: τον Ιάκωβο, τον Σίμωνα και τον Ιούδα. Οι σαρκικοί αδελφοί του Ιησού διαχωρίζονται σαφώς από τους μαθητές του.—Ιωα 2:12.
Επίσης, η σχέση που είχαν αυτοί οι σαρκικοί αδελφοί του Ιησού με τη μητέρα του τη Μαρία υποδηλώνει ότι ήταν παιδιά της και όχι κάποιοι πιο μακρινοί συγγενείς. Συνήθως αναφέρονται σε συνδυασμό με αυτήν. Δηλώσεις του είδους ότι ο Ιησούς ήταν “ο πρωτότοκος” της Μαρίας (Λου 2:7) και ότι ο Ιωσήφ «δεν είχε σχέσεις μαζί της μέχρι που εκείνη γέννησε γιο» υποστηρίζουν επίσης την άποψη ότι ο Ιωσήφ και η Μαρία είχαν και άλλα παιδιά. (Ματ 1:25) Ακόμη και οι γείτονες στη Ναζαρέτ αναγνώρισαν και προσδιόρισαν τον Ιησού ως τον “αδελφό του Ιακώβου και του Ιωσήφ και του Ιούδα και του Σίμωνα”, προσθέτοντας: «Και δεν είναι εδώ μαζί μας οι αδελφές του;»—Μαρ 6:3.
Έχοντας υπόψη αυτά τα εδάφια, τίθεται το ερώτημα: Γιατί τότε εμπιστεύτηκε ο Ιησούς τη φροντίδα της μητέρας του της Μαρίας στον απόστολο Ιωάννη και όχι στους σαρκικούς αδελφούς του, λίγο πριν από το θάνατό του; (Ιωα 19:26, 27) Προφανώς επειδή ο εξάδελφος του Ιησού, ο απόστολος Ιωάννης, ήταν άντρας που είχε αποδείξει την πίστη του, ήταν ο μαθητής που ο Ιησούς αγαπούσε θερμά, και ως εκ τούτου αυτή η πνευματική συγγένεια υπερείχε από τη σαρκική. Μάλιστα δεν υπάρχουν καν ενδείξεις ότι οι σαρκικοί αδελφοί του Ιησού είχαν γίνει μέχρι τότε μαθητές του.
Μετά την ανάσταση του Ιησού, οι σαρκικοί αδελφοί του απέβαλαν τη δύσπιστη στάση τους, εφόσον ήταν παρόντες μαζί με τη μητέρα τους και με τους αποστόλους όταν αυτοί συναθροίζονταν για να προσευχηθούν μετά την ανάληψη του Ιησού. (Πρ 1:14) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ήταν παρόντες και κατά την έκχυση του αγίου πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής. Ο αδελφός του Ιησού ο Ιάκωβος, ο οποίος διακρίθηκε ιδιαίτερα μεταξύ των πρεσβυτέρων του κυβερνώντος σώματος στην Ιερουσαλήμ, έγραψε την ομώνυμη επιστολή. (Πρ 12:17· 15:13· 21:18· Γα 1:19· Ιακ 1:1) Ο αδελφός του Ιησού ο Ιούδας έγραψε την ομώνυμη επιστολή. (Ιου 1, 17) Ο Παύλος υπονοεί ότι τουλάχιστον κάποιοι από τους αδελφούς του Ιησού ήταν παντρεμένοι.—1Κο 9:5.
-
-
ΆδηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΗΣ
(Άδης).
Η λέξη ᾅδης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου πιθανώς σημαίνει «ο αθέατος τόπος». Συνολικά, συναντάται δέκα φορές στα αρχαιότερα χειρόγραφα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.—Ματ 11:23· 16:18· Λου 10:15· 16:23· Πρ 2:27, 31· Απ 1:18· 6:8· 20:13, 14.
Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αποδίδει σε αυτά τα εδάφια τη λέξη ᾅδης ως «κόλαση» (“hell”), αλλά η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση την αποδίδει «Άδης», με εξαίρεση το εδάφιο Ματθαίος 16:18 όπου χρησιμοποιείται η έκφραση «δυνάμεις του θανάτου», μολονότι η υποσημείωση αναφέρει «πύλες του Άδη». Σε πολλές σύγχρονες μεταφράσεις χρησιμοποιείται η λέξη «Άδης» αντί της λέξης «κόλαση».
Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, μια μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών (από τη Γένεση ως τον Μαλαχία), χρησιμοποιεί τη λέξη ᾅδης 73 φορές, στις 60 από αυτές για να μεταφράσει την εβραϊκή λέξη σιε’όλ, η κοινή απόδοση της οποίας είναι «Σιεόλ». Ο Λουκάς, ο θεόπνευστος συγγραφέας των Πράξεων, κατέδειξε με κατηγορηματικό τρόπο ότι ο Άδης είναι η αντίστοιχη ελληνική λέξη για τον Σιεόλ όταν μετέφρασε την παράθεση του Πέτρου από το εδάφιο Ψαλμός 16:10. (Πρ 2:27) Αντιστρόφως, εννιά σύγχρονες εβραϊκές μεταφράσεις των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών χρησιμοποιούν τη λέξη «Σιεόλ» για να μεταφράσουν τη λέξη ᾅδης στα εδάφια Αποκάλυψη 20:13, 14, ενώ η Φιλοξένια-Χάρκλεια Συριακή Μετάφραση χρησιμοποιεί τη συγγενική λέξη Σιούλ.
Σε όλες τις περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται η λέξη Άδης στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, εκτός από δύο, συνδέεται με το θάνατο, είτε στο ίδιο το εδάφιο είτε στα άμεσα συμφραζόμενα. Οι άλλες δύο περιπτώσεις εξετάζονται στην παράγραφο που ακολουθεί. Ο Άδης δεν αναφέρεται σε κάποιον συγκεκριμένο «τάφο» ή σε ένα συγκεκριμένο «μνήμα» ή συγκεκριμένο «μνημείο», αλλά στον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους, όπου οι θαμμένοι νεκροί είναι αθέατοι. Συνεπώς, υποδηλώνει ό,τι και η αντίστοιχη λέξη «Σιεόλ», όπως πιστοποιείται από την ανάλυση της χρήσης του και στις δέκα περιπτώσεις όπου εμφανίζεται.—Βλέπε ΣΙΕΟΛ· ΤΑΦΗ, ΤΑΦΟΣ.
Την πρώτη φορά όπου εμφανίζεται η λέξη, στο εδάφιο Ματθαίος 11:23, ο Ιησούς Χριστός, επιπλήττοντας την Καπερναούμ για την απιστία της, χρησιμοποιεί τον Άδη για να τονίσει το μέγεθος του υποβιβασμού στον οποίο θα περιερχόταν αυτή η πόλη, σε αντίθεση με τα ύψη του ουρανού όπου είχε εξυψωθεί λόγω της διακονίας του Ιησού εκεί. Ένα αντίστοιχο εδάφιο είναι το Λουκάς 10:15. Προσέξτε τον παρόμοιο τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται η λέξη Σιεόλ στα εδάφια Ιώβ 11:7, 8.
Ο Ιησούς και η Εκκλησία Απελευθερώνονται. Σχετικά με τη Χριστιανική εκκλησία, ο Ιησούς είπε, στο εδάφιο Ματθαίος 16:18, ότι «οι πύλες του Άδη [«δυνάμεις του θανάτου», RS] δεν θα υπερισχύσουν εναντίον της». Παρόμοια, ο Βασιλιάς Εζεκίας, ευρισκόμενος στα πρόθυρα του θανάτου, είπε: «Στα μισά των ημερών μου θα πάω στις πύλες του Σιεόλ». (Ησ 38:10) Επομένως, γίνεται προφανές ότι η υπόσχεση του Ιησού για νίκη επί του Άδη σημαίνει πως οι «πύλες» του Άδη θα ανοίξουν για να απελευθερώσουν τους νεκρούς μέσω ανάστασης, όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του ίδιου του Χριστού Ιησού.
Εφόσον ο Άδης υποδηλώνει τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους, ο Ιησούς πέρασε μέσα από τις «πύλες του Άδη» όταν τον έθαψε ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., ο Πέτρος είπε για τον Χριστό: «Ούτε εγκαταλείφθηκε αυτός στον Άδη ούτε είδε η σάρκα του φθορά. Αυτόν τον Ιησού ανέστησε ο Θεός, γεγονός για το οποίο όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες». (Πρ 2:25-27, 29-32· Ψλ 16:10) Ενώ «οι πύλες του Άδη» (Ματ 16:18) εξακολουθούσαν να κρατούν κλεισμένο τον Δαβίδ στις ημέρες του Πέτρου (Πρ 2:29), άνοιξαν διάπλατα για τον Χριστό Ιησού όταν ο Πατέρας του τον ανέστησε από τον Άδη. Έκτοτε, μέσω της δύναμης που του δόθηκε να ανασταίνει νεκρούς (Ιωα 5:21-30), ο Ιησούς κρατάει «τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη».—Απ 1:17, 18.
Είναι ολοφάνερο ότι ο Άδης της Αγίας Γραφής δεν είναι το φανταστικό εκείνο μέρος που οι μη Χριστιανοί αρχαίοι Έλληνες περιέγραφαν στη μυθολογία τους ως «σκοτεινή, ανήλια περιοχή στα έγκατα της γης», διότι δεν υπήρχε ανάσταση από έναν τέτοιον μυθολογικό κάτω κόσμο.
Παραβολική Χρήση. Στο εδάφιο Αποκάλυψη 6:8 ο Άδης παρουσιάζεται συμβολικά να ακολουθεί από κοντά τον ιππέα του ωχρού αλόγου, τον προσωποποιημένο Θάνατο, για να δεχτεί τα θύματα των θανατηφόρων συνεπειών του πολέμου, της πείνας, των πληγών και των θηρίων.
Η θάλασσα (που ενίοτε γίνεται υγρός τάφος για μερικούς) αναφέρεται σε συνδυασμό με τον Άδη (τον κοινό χωμάτινο τάφο), με σκοπό να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι συμπεριλαμβάνονται όλοι αυτοί οι νεκροί στη δήλωση που κάνουν τα εδάφια Αποκάλυψη 20:13, 14 ότι η θάλασσα, ο θάνατος και ο Άδης πρόκειται να δώσουν τους νεκρούς τους ή να αδειάσουν από αυτούς. Κατόπιν, ο θάνατος και ο Άδης (όχι όμως και η θάλασσα) ρίχνονται στη «λίμνη της φωτιάς», “το δεύτερο θάνατο”. Με αυτόν τον τρόπο “πεθαίνουν” συμβολικά, περιερχόμενοι σε ανυπαρξία, πράγμα που σηματοδοτεί το τέλος του Άδη (Σιεόλ), του κοινού τάφου του ανθρωπίνου γένους, όπως επίσης και του κληρονομημένου από τον Αδάμ θανάτου.
Μία ακόμη μνεία του Άδη την οποία δεν αναφέραμε γίνεται στα εδάφια Λουκάς 16:22-26, στην αφήγηση για τον “πλούσιο” και τον «Λάζαρο». Η γλώσσα σε ολόκληρη την αφήγηση είναι ξεκάθαρα παραβολική και δεν μπορεί να ερμηνευτεί κατά γράμμα, λαμβανομένων υπόψη όλων των προηγούμενων εδαφίων. Προσέξτε, ωστόσο, τη δήλωση της παραβολής ότι ο «πλούσιος» «θάφτηκε» στον Άδη, κάτι που παρέχει επιπρόσθετη απόδειξη για το ότι ο Άδης σημαίνει τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους.—Βλέπε ΓΕΕΝΝΑ· ΤΑΡΤΑΡΟΣ.
-
-
ΑδίδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΔ
(Αδίδ).
Προγονική πόλη κάποιων Βενιαμιτών που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία (Εσδ 2:1, 2, 33· Νε 7:6, 7, 37· 11:31, 34), η οποία ταυτίζεται συνήθως με το ελ-Χάντιθε (Τελ Χαντίντ), ένα εγκαταλειμμένο αραβικό χωριό περίπου 5 χλμ. ΑΒΑ της Λωδ (Λύδδας). Πιστεύεται γενικά ότι η Αδίδ είναι κατά πάσα πιθανότητα η ίδια τοποθεσία με τη «Χουντίτι», που μνημονεύεται στον Κατάλογο του Τουθμώσεως Γ΄ στο Καρνάκ, και με την «Αδιδά» από το απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (12:38· 13:13, RS, ΜΠΚ) η οποία περιγράφεται εκεί ως τοποθεσία της Σεφηλά που έβλεπε προς την παράκτια πεδιάδα.
-
-
ΑδιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΗΛ
(Αδιήλ) [Ο Θεός Είναι Στολίδι].
1. Πατέρας του Αζμαβέθ, τον οποίο διόρισε ο Βασιλιάς Δαβίδ υπεύθυνο για το βασιλικό θησαυροφυλάκιό του.—1Χρ 27:25, 31.
2. Ένας από τους αρχηγούς της φυλής του Συμεών, ο οποίος στις ημέρες του Βασιλιά Εζεκία του Ιούδα, τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., συμμετείχε στην εκδίωξη των Χαμιτών από τα περίχωρα της Γεδώρ.—1Χρ 4:36, 38-41.
3. Ααρωνικός ιερέας από τον πατρικό οίκο του Ιμμήρ. Πατέρας του ήταν ο Ιαζηρά. Ο γιος του ο Μαασαΐ υπηρέτησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:12.
-
-
Άδικος ΠλούτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ
Βλέπε ΠΛΟΥΤΟΣ.
-
-
ΑδίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΝ
(Αδίν) [Δοσμένος στην Τέρψη].
Ένας από τους επικεφαλής των πατρικών οίκων του Ισραήλ, μερικές εκατοντάδες απόγονοι του οποίου επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Εσδ 2:15· Νε 7:20) Αργότερα, 51 ακόμη άτομα από την οικογένειά του επέστρεψαν με τον Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:6) Ένας άρχοντας που εκπροσωπούσε τον πατρικό οίκο του Αδίν ήταν ανάμεσα σε εκείνους οι οποίοι επικύρωσαν την «αξιόπιστη συμφωνία» που συντάχθηκε στις ημέρες του Νεεμία.—Νε 9:38· 10:1, 16.
-
-
ΑδινάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΝΑ
(Αδινά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ευημερώ» [με την έννοια του «τέρπομαι»]].
Γιος του Σιζά και αξιωματικός που ηγούνταν άλλων 30 Ρουβηνιτών στο στράτευμα του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 42.
-
-
ΑδινώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΝΩ
Βλέπε ΙΟΣΕΒ-ΒΑΣΕΒΕΘ.
-
-
ΑδλαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΛΑΪ
(Αδλαΐ).
Πατέρας του Σαφάτ, υπεύθυνου για τα κοπάδια των βοδιών που είχε ο Δαβίδ στις κοιλάδες.—1Χρ 27:29.
-
-
ΑδμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΜΑ
(Αδμά) [Έδαφος].
Μια από τις πέντε πόλεις στην περιοχή της “Κοιλάδας Σιδδίμ” οι οποίες κατοικούνταν από Χαναναίους. (Γε 10:19· 14:1-3) Αυτή η κοιλάδα πιθανότατα βρισκόταν κοντά στη νότια άκρη της Αλμυρής Θάλασσας.
Μαζί με τις γειτονικές πόλεις Σόδομα, Γόμορρα, Ζεβωγίμ και Βελά (Σηγώρ), η Αδμά και ο βασιλιάς της ο Σεναάβ ηττήθηκαν όταν εισέβαλαν εκεί τέσσερις βασιλιάδες από την ανατολή. (Γε 14:8-11) Το εδάφιο Δευτερονόμιο 29:23 δείχνει ότι αργότερα η Αδμά καταστράφηκε μαζί με τα Σόδομα, τα Γόμορρα και τη Ζεβωγίμ, όταν ο Ιεχωβά έκανε να πέσει σε ολόκληρο εκείνο το λεκανοπέδιο βροχή από φωτιά και θειάφι. (Γε 19:25) Στο εδάφιο Ωσηέ 11:8 η Αδμά αναφέρεται μαζί με τη Ζεβωγίμ ως προειδοποιητικό παράδειγμα.
Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η αρχαία Αδμά και οι άλλες «πόλεις της Περιφέρειας» βρίσκονται τώρα καταποντισμένες στα νερά της Αλμυρής Θάλασσας, μολονότι κάποιοι άλλοι ισχυρίστηκαν πρόσφατα ότι τα ερείπια των πόλεων αυτών μπορούν να εντοπιστούν σε κάποιες τοποθεσίες δίπλα στα ουάντι (κοίτες χειμάρρων) στα Α και ΝΑ της Νεκράς Θαλάσσης.—Γε 13:12.
-
-
ΑδμαθάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΜΑΘΑ
(Αδμαθά) [περσικής προέλευσης· σημαίνει «Ανίκητος»].
Ένας από τους εφτά άρχοντες στο βασίλειο της Περσίας και της Μηδίας οι οποίοι είχαν πρόσβαση στον Βασιλιά Ασσουήρη. Αυτοί οι άρχοντες ήταν σύμφωνοι με την απόφαση που λήφθηκε σε βάρος της Βασίλισσας Αστίν, και προφανώς υπήρχε μια τέτοια εφταμελής επιτροπή συμβούλων στην υπηρεσία των Περσών βασιλιάδων.—Εσθ 1:14· Εσδ 7:14.
-
-
ΑδνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΝΑ
(Αδνά) [Τέρψη].
1. Ισραηλίτης, απόγονος του πατρικού οίκου του Φαάθ-μωάβ και ένας από εκείνους οι οποίοι συμφώνησαν να εξαποστείλουν τις μη Ισραηλίτισσες συζύγους τους στην εκκαθάριση που έλαβε χώρα κατόπιν της συμβουλής του ιερέα Έσδρα.—Εσδ 10:30, 44.
2. Ιερέας από τον πατρικό οίκο του Χαρίμ, επί των ημερών του Αρχιερέα Ιεχωακείμ και του Νεεμία, καθώς και του ιερέα Έσδρα.—Νε 12:12-15, 26.
-
-
ΑδνάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΝΑΧ
(Αδνάχ) [Τέρψη].
1. Γενναίος αξιωματικός του Μανασσή ο οποίος εγκατέλειψε τον Σαούλ και αυτομόλησε στο στρατό του Δαβίδ, στη Σικλάγ. Πολέμησε στο πλευρό του Δαβίδ παίρνοντας μέρος στην καταδίωξη της ληστρικής ομάδας των Αμαληκιτών που ερήμωσε το στρατόπεδο του Δαβίδ στη Σικλάγ, και έγινε ένας από τους αρχηγούς του στρατεύματος του Δαβίδ.—1Χρ 12:20, 21· 1Σα 30:1, 2, 17-19.
2. Ιουδαίος στρατηγός στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ, ο οποίος διοικούσε 300.000 γενναίους, κραταιούς πολεμιστές και είχε υπό τον έλεγχό του μια επιπρόσθετη δύναμη 480.000 αντρών διοικούμενη από τους στρατηγούς Ιεχωανάν και Αμασία. Όλοι αυτοί διακονούσαν το βασιλιά στην Ιερουσαλήμ.—2Χρ 17:13-16, 19.
-
-
ΑδουμμίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΟΥΜΜΙΜ
(Αδουμμίμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κόκκινος»· πιθανώς, Κόκκινοι Βράχοι].
Ο ανήφορος του Αδουμμίμ είναι ένα απότομο πέρασμα περίπου 12 χλμ. ΑΒΑ της Ιερουσαλήμ, στο μέσο της απόστασης ανάμεσα στην Ιεριχώ και στην Ιερουσαλήμ. Οδηγεί από τη χαμηλή κοιλάδα του Ιορδάνη ψηλά στην ορεινή περιοχή του Ιούδα. Από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τώρα ο δρόμος ανάμεσα στις δύο πόλεις διέρχεται μέσα από αυτό το πέρασμα. Αναφέρεται στο Βιβλικό υπόμνημα, αλλά μόνο ως οροθέσιο ανάμεσα στην περιοχή του Ιούδα και του Βενιαμίν.—Ιη 15:7· 18:17.
Στην αραβική το πέρασμα λέγεται Ταλάτ ετ-Νταμ (που σημαίνει «Ανήφορος Αίματος») και στην εβραϊκή Μααλέ Αντουμίμ (που σημαίνει «Ανήφορος του Αδουμμίμ»). Παρότι μερικοί αρχαίοι συγγραφείς αποδίδουν την προέλευση του ονόματος σε αιματοχυσία από κλέφτες και ληστές, η πιθανότερη εξήγηση είναι το κοκκινωπό χρώμα του εδάφους το οποίο οφείλεται σε κατά τόπους επιφανειακά στρώματα ώχρας. Η διαδρομή ήταν ανέκαθεν επικίνδυνη επειδή η περιοχή ήταν έρημη και γίνονταν πολλές ληστείες, ενώ από την αρχαιότητα υπήρχε εκεί ένα φρούριο για την προστασία των ταξιδιωτών. Εξαιτίας αυτού, έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι σε εκείνο το μέρος έλαβε χώρα η επίθεση στον ταξιδιώτη “που κατέβαινε στην Ιεριχώ”, όπως αναφέρεται στην παραβολή του Ιησού για τον καλό Σαμαρείτη.—Λου 10:30-37.
“Η κοιλάδα του χειμάρρου” που αναφέρεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 15:7, στα Ν της οποίας βρισκόταν ο ανήφορος του Αδουμμίμ, είναι προφανώς το Ουάντι ελ Κιλτ, το οποίο εκτείνεται σχεδόν παράλληλα με το δρόμο και περνάει ακριβώς Ν της Ιεριχώς με κατεύθυνση προς τον Ιορδάνη Ποταμό.
-
-
ΑδραμμέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΑΜΜΕΛΕΧ
(Αδραμμέλεχ).
1. Γιος του Βασιλιά της Ασσυρίας Σενναχειρείμ. Ο Αδραμμέλεχ και ο αδελφός του ο Σαρασάρ σκότωσαν τον πατέρα τους ενώ αυτός προσκυνούσε στον οίκο του Νισρώκ του θεού του στη Νινευή. Κατόπιν διέφυγαν στη γη Αραράτ, προφανώς στο έδαφος της αρχαίας Αρμενίας, στην ορεινή περιοχή που βρίσκεται Δ της σημερινής Κασπίας Θάλασσας. (2Βα 19:35-37· Ησ 37:36-38) Μια επιγραφή του Εσάρ-αδδών, ενός άλλου γιου του Σενναχειρείμ, εξιστορεί πως αυτός, ως διάδοχος του πατέρα του, συγκρούστηκε με τα στρατεύματα των δολοφόνων του πατέρα του στο Χανιγκαλμπάτ, σε εκείνη την περιοχή, και τα νίκησε.
2. Θεός που λάτρευαν οι Σεφαρβαΐτες—ένας από τους υποτελείς λαούς που έφερε ο βασιλιάς της Ασσυρίας στην περιοχή της Σαμάρειας αφού πρώτα οδήγησε τους Ισραηλίτες του δεκάφυλου βασιλείου σε εξορία. Στο όνομα του Αδραμμέλεχ και του Αναμμέλεχ οι Σεφαρβαΐτες θυσίαζαν τους γιους τους στη φωτιά.—2Βα 17:22-24, 31, 33.
-
-
ΑδραμύττιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΑΜΥΤΤΙΟ
(Αδραμύττιο).
Λιμάνι του Αιγαίου Πελάγους, το οποίο βρισκόταν στη Μυσία, στη βορειοδυτική γωνία της Μικράς Ασίας, Β της Περγάμου. Στη σημερινή Τουρκία υπάρχει η ηπειρωτική πόλη Εντρεμίτ (Α του λιμανιού), στην ονομασία της οποίας διασώζεται το αρχαίο όνομα.
Το Αδραμύττιο ανήκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας και προφανώς ήταν κάποτε σημαντικό κέντρο ναυτιλίας και εμπορίου, δεδομένου ότι βρισκόταν πάνω στη ρωμαϊκή οδό η οποία περνούσε μέσα από την Πέργαμο και την Έφεσο προς το Ν και μέσα από την Άσσο, την Τρωάδα και τον Ελλήσποντο προς τα Δ και τα Β. Ο Παύλος ενδέχεται να πέρασε από το Αδραμύττιο κατά τη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του. Ωστόσο, η μόνη άμεση Βιβλική αναφορά σε αυτή την πόλη βρίσκεται στο εδάφιο Πράξεις 27:2. Στην Καισάρεια, ο κρατούμενος Παύλος, υπό την επιτήρηση του Ρωμαίου αξιωματικού Ιούλιου, επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο από το Αδραμύττιο το οποίο επρόκειτο να πλεύσει σε διάφορα παράκτια μέρη της Μικράς Ασίας. Ο Παύλος και οι σύντροφοί του αποβιβάστηκαν από αυτό το πλοίο στα Μύρα της Λυκίας και επιβιβάστηκαν σε ένα σιταγωγό πλοίο από την Αλεξάνδρεια το οποίο πήγαινε στην Ιταλία.—Πρ 27:3-6.
-
-
ΑδράχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΑΧ
(Αδράχ).
Γη εναντίον της οποίας ο Ιεχωβά απηύθυνε μια εξαγγελία μέσω του Ζαχαρία, του προφήτη του. Αυτή η προφητεία, που εξαγγέλθηκε κατά πάσα πιθανότητα το 518 Π.Κ.Χ., έδειχνε ότι η Αδράχ είχε επισύρει τη δυσμένεια του Ιεχωβά. Αναφέρεται σε συσχετισμό με αρκετές πόλεις γύρω από τον Ισραήλ, όπως ήταν η Δαμασκός, η Αιμάθ, η Τύρος, η Σιδώνα και οι φιλισταϊκές πόλεις Ασκαλών, Γάζα, Ακκαρών και Άζωτος.—Ζαχ 9:1-8.
Η Αδράχ ενδέχεται να ήταν πόλη-κράτος με εξουσία στην περιοχή που την περιέβαλλε. Πιστεύεται ότι ήταν η Χαταρίκα που μνημονεύεται στις ασσυριακές επιγραφές και η οποία ταυτίζεται με το γήλοφο Τελλ Αφίς, περίπου 45 χλμ. ΝΔ του Χαλεπίου. Ο Ασσύριος Βασιλιάς Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ αναφέρει τη Χαταρίκα μεταξύ των «19 επαρχιών που ανήκαν στην Αιμάθ».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282, 283.
-
-
ΑδρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΙΑΣ
(Αδρίας).
Στο εδάφιο Πράξεις 27:27 γίνεται λόγος για τη «θάλασσα του Αδρία», όπου ο Παύλος πέρασε 14 ημέρες αγωνίας προτού ναυαγήσει στη Μάλτα. Ο Στράβων λέει ότι το όνομα αυτό προέρχεται από την πόλη Ατρία, η οποία βρισκόταν στις εκβολές του ποταμού Πάδου, στον κόλπο που είναι τώρα γνωστός ως Κόλπος της Βενετίας. (Γεωγραφικά, Ε΄, I, 8) Η σημερινή ιταλική πόλη Άντρια βρίσκεται σε κάποια απόσταση από την ακτή. Φαίνεται ότι το όνομα Αδρίας κατέληξε να χρησιμοποιείται για τα θαλάσσια ύδατα εκείνης της περιοχής, και προοδευτικά η χρήση του διευρύνθηκε ώστε να περιλαμβάνει ολόκληρη τη σημερινή Αδριατική Θάλασσα, το Ιόνιο Πέλαγος, καθώς και τη θαλάσσια περιοχή της Μεσογείου Α της Σικελίας (και της Μάλτας) και Δ της Κρήτης. Το όνομα αυτό, λοιπόν, περιλάμβανε κάποιες θαλάσσιες περιοχές που σήμερα δεν θεωρούνται μέρος της Αδριατικής Θάλασσας. Ωστόσο, στις ημέρες του Παύλου μπορούσε ορθά να ειπωθεί για τη Μάλτα ότι βρεχόταν από τη «θάλασσα του Αδρία».
-
-
ΑδριήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΙΗΛ
(Αδριήλ).
Γιος του Βαρζελαΐ, από την πόλη Αβέλ-μεολά.
Ο Σαούλ έδωσε στον Αδριήλ για σύζυγό του τη Μεράβ, τη μεγαλύτερη κόρη του, παρότι προηγουμένως είχε υποσχεθεί να τη δώσει στον Δαβίδ. (1Σα 18:17-19) Και οι πέντε γιοι του Αδριήλ παραδόθηκαν αργότερα για να εκτελεστούν, ώστε να γίνει εξιλέωση για την απόπειρα που είχε κάνει ο Σαούλ να εξαλείψει τους Γαβαωνίτες. (2Σα 21:8, 9) Η συγκεκριμένη αφήγηση αναφέρει ως μητέρα των πέντε γιων του Αδριήλ τη Μιχάλ και όχι τη Μεράβ. Δεδομένου ότι η Μιχάλ πέθανε άτεκνη (2Σα 6:23) και δεν αναφέρεται πουθενά ότι έγινε σύζυγος του Αδριήλ, μερικοί μεταφραστές θεωρούν ότι το όνομα της Μιχάλ εδώ οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή. Ωστόσο, σχεδόν όλα τα εβραϊκά χειρόγραφα χρησιμοποιούν το όνομα της Μιχάλ, και η εξήγηση που δίνει η παράδοση είναι ότι η Μεράβ, η μεγαλύτερη αδελφή της Μιχάλ, πέθανε λίγο καιρό αφότου γέννησε τους πέντε γιους του Αδριήλ, και τότε η Μιχάλ ανέλαβε να αναθρέψει τα πέντε αγόρια της αδελφής της τα οποία γι’ αυτόν το λόγο αναφέρονται ως γιοι της. Η μετάφραση του Ισαάκ Λίσερ αναφέρει στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:8: «Και τους πέντε γιους της Μιχάλ, της κόρης του Σαούλ, τους οποίους είχε αναθρέψει για λογαριασμό του Αδριήλ».
-
-
ΑδωνίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΑΣ
(Αδωνίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Κύριος].
1. Ο τέταρτος γιος του Δαβίδ, τον οποίο γέννησε η Αγγίθ στη Χεβρών.—2Σα 3:4, 5.
Αν και ήταν από άλλη μητέρα, ο Αδωνίας έμοιαζε πολύ με τον Αβεσσαλώμ από την άποψη ότι «είχε πολύ ωραία διάπλαση» και ότι ήταν φιλόδοξος. (1Βα 1:5, 6· παράβαλε 2Σα 14:25· 15:1.) Άρχισε να ξεχωρίζει στο Γραφικό υπόμνημα τα χρόνια που ο Δαβίδ βρισκόταν στη δύση του. Παρά την εξαγγελία του Ιεχωβά ότι η βασιλεία θα περιερχόταν στον Σολομώντα (1Χρ 22:9, 10), ο Αδωνίας άρχισε να καυχιέται ότι θα γινόταν ο επόμενος βασιλιάς του Ισραήλ. Εφόσον ο Αμνών και ο Αβεσσαλώμ, πιθανώς δε και ο Χιλεάβ, είχαν πεθάνει, αναμφίβολα ο Αδωνίας στήριζε τις αξιώσεις του για το θρόνο στο γεγονός ότι ήταν ο μεγαλύτερος γιος. Όπως και ο Αβεσσαλώμ, πρόβαλλε επιδεικτικά τις διεκδικήσεις του και δεν έλαβε διόρθωση για αυτό από τον πατέρα του. Σταδιακά εξασφάλισε την υποστήριξη μιας μερίδας ατόμων, κερδίζοντας την εύνοια του επικεφαλής του στρατεύματος, του Ιωάβ, και του επικεφαλής του ιερατείου, του Αβιάθαρ. (1Βα 1:5-8) Κατόπιν οργάνωσε ένα συμπόσιο με προσφορά θυσιών κοντά στην Εν-ρογήλ, η οποία βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την πόλη της Ιερουσαλήμ, και προσκάλεσε τα περισσότερα μέλη του βασιλικού οίκου, όχι όμως και τον Σολομώντα, τον προφήτη Νάθαν και τον Βεναΐα. Προφανής σκοπός του ήταν να ανακηρυχτεί βασιλιάς.—1Βα 1:9, 10, 25.
Ο προφήτης Νάθαν ενήργησε αμέσως ώστε να παρεμποδίσει το σχέδιο του Αδωνία. Συμβούλεψε τη μητέρα του Σολομώντα, τη Βηθ-σαβεέ, να υπενθυμίσει στον Δαβίδ τον όρκο που είχε κάνει ότι θα έδινε τη βασιλεία στον Σολομώντα, και στη συνέχεια, εμφανίστηκε και ο ίδιος μετά από αυτήν στα διαμερίσματα του βασιλιά για να επιβεβαιώσει τα λόγια της και να αφυπνίσει τον Δαβίδ ως προς τη σοβαρότητα της κατάστασης, αφήνοντας μάλιστα να εννοηθεί ότι είχε την εντύπωση πως ο Δαβίδ ενεργούσε πίσω από τις πλάτες των στενών συνεργατών του. (1Βα 1:11-27) Αυτό υποκίνησε το γέροντα βασιλιά να αναλάβει δράση: έδωσε κατευθείαν εντολές να χριστεί αμέσως ο Σολομών συμβασιλιάς και διάδοχος του θρόνου. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε μια χαρούμενη οχλοβοή η οποία ακούστηκε μέχρι το συμπόσιο του Αδωνία. Σύντομα παρουσιάστηκε ένας δρομέας, ο γιος του ιερέα Αβιάθαρ, φέρνοντας τα ανησυχητικά νέα ότι ο Δαβίδ αναγόρευσε τον Σολομώντα βασιλιά. Οι υποστηρικτές του Αδωνία διαλύθηκαν γρήγορα, και εκείνος έτρεξε στην αυλή της σκηνής αναζητώντας καταφύγιο. Τότε ο Σολομών τού παραχώρησε χάρη, υπό τον όρο ότι θα επιδείκνυε καλή διαγωγή.—1Βα 1:32-53.
Ωστόσο, μετά το θάνατο του Δαβίδ, ο Αδωνίας πλησίασε τη Βηθ-σαβεέ και την έπεισε να μεσολαβήσει για λογαριασμό του στον Σολομώντα, ζητώντας τη νεαρή νοσοκόμα και σύντροφο του Δαβίδ, την Αβισάγ, για σύζυγό του. Η δήλωση του Αδωνία ότι “η βασιλεία θα γινόταν δική του και ότι σε εκείνον είχε προσηλώσει το πρόσωπό του όλος ο Ισραήλ για να γίνει βασιλιάς” δείχνει ότι πίστευε πως του είχαν στερήσει το δικαίωμά του, αν και προσποιητά αναγνώρισε πως το χέρι του Θεού κατηύθυνε αυτό το ζήτημα. (1Βα 2:13-21) Μολονότι το αίτημά του μπορεί να ξεκινούσε αποκλειστικά και μόνο από την επιθυμία του να αποζημιωθεί με κάποιον τρόπο για την απώλεια της βασιλείας, έδειχνε έντονα ότι η φλόγα της φιλοδοξίας παρέμενε μέσα του, δεδομένου ότι, σύμφωνα με ένα έθιμο της αρχαίας Ανατολής, οι σύζυγοι και οι παλλακίδες ενός βασιλιά περιέρχονταν μόνο στο νόμιμο διάδοχό του. (Παράβαλε 2Σα 3:7· 16:21.) Υπό αυτό το πρίσμα είδε ο Σολομών το αίτημα που υποβλήθηκε μέσω της μητέρας του και διέταξε το θάνατο του Αδωνία, διαταγή που εκτελέστηκε αμέσως από τον Βεναΐα.—1Βα 2:22-25.
2. Λευίτης που στάλθηκε από τον Ιωσαφάτ να διδάξει στις πόλεις του Ιούδα.—2Χρ 17:7-9.
3. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, συμμετείχε μαζί με ορισμένους άρχοντες και Λευίτες στην επικύρωση με σφραγίδα του συμφώνου ομολογίας που σύναψαν οι επαναπατρισμένοι Ισραηλίτες στις ημέρες του Νεεμία και του Έσδρα. (Νε 9:38· 10:1, 14, 16) Μερικοί πιστεύουν ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αδωνικάμ του εδαφίου Έσδρας 2:13, οι απόγονοι του οποίου, 666 τον αριθμό, επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα υπό τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. Μια σύγκριση ανάμεσα στα ονόματα των ατόμων που ως εκπρόσωποι του λαού σφράγισαν την απόφαση, σύμφωνα με το 10ο κεφάλαιο του Νεεμία, και στα ονόματα εκείνων που αναφέρονται ως κεφαλές των επαναπατριζόμενων εξορίστων, σύμφωνα με το 2ο κεφάλαιο του Έσδρα, φαίνεται πως υποστηρίζει αυτή την εκδοχή.
-
-
Αδωνί-βεζέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙ-ΒΕΖΕΚ
(Αδωνί-βεζέκ) [Κύριος της Βεζέκ].
Ισχυρός άρχοντας ο οποίος, πριν από την επίθεση των Ισραηλιτών στη Βεζέκ, είχε ταπεινώσει 70 ειδωλολάτρες βασιλιάδες κόβοντάς τους τούς αντίχειρες και τα μεγάλα δάχτυλα των ποδιών.
Παρόμοια τακτική ακολούθησαν κάποτε οι αρχαίοι Αθηναίοι, που ψήφισαν διάταγμα να κόβονται οι αντίχειρες των αιχμαλώτων πολέμου. Έτσι αυτοί θα μπορούσαν να κωπηλατούν, αλλά δεν θα ήταν σε θέση να χρησιμοποιούν σπαθί ή δόρυ. Λίγο μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή, οι συνδυασμένες δυνάμεις του Ιούδα και του Συμεών συγκρούστηκαν με μια δύναμη 10.000 Χαναναίων και Φερεζαίων στη Βεζέκ, νικώντας τον Αδωνί-βεζέκ και τρέποντάς τον σε φυγή. Όταν τον συνέλαβαν, του έκοψαν και εκείνου τους αντίχειρες και τα μεγάλα δάχτυλα των ποδιών, πράγμα που τον υποκίνησε να πει: «Όπως ακριβώς έκανα, έτσι μου ανταπέδωσε ο Θεός». Τον μετέφεραν στην Ιερουσαλήμ όπου και πέθανε.—Κρ 1:4-7.
-
-
ΑδωνικάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΚΑΜ
(Αδωνικάμ) [Ο Κύριός (μου) Έχει Σηκωθεί [δηλαδή για να βοηθήσει]].
Ιδρυτής ενός από τους πατρικούς οίκους του Ισραήλ. Περισσότερα από 600 μέλη αυτής της οικογένειας επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Εσδ 2:13· Νε 7:18) Άλλα 63 μέλη αυτού του πατρικού οίκου συνόδευσαν τον Έσδρα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:13) Όταν οι εκπρόσωποι των πατρικών οίκων επικύρωσαν την «αξιόπιστη συμφωνία», δηλαδή την απόφαση που συντάχθηκε στις ημέρες του Νεεμία, αυτή η οικογένεια προφανώς καταγράφηκε με το όνομα Αδωνίας.—Νε 9:38· 10:16.
-
-
ΑδωνιράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΡΑΜ
(Αδωνιράμ) [Ο Κύριός (μου) Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
Άρχοντας, ικανός διαχειριστής και γιος του Αβδά. Ο Αδωνιράμ επέβλεπε τους επιστρατευμένους για καταναγκαστική εργασία επί βασιλείας του Δαβίδ, του Σολομώντα και του Ροβοάμ, παίζοντας σημαντικό ρόλο στα πολλά οικοδομικά προγράμματα του Σολομώντα. Αργότερα, όταν οι δέκα φυλές στασίασαν εναντίον των σκληρών διαταγμάτων του Ροβοάμ στη Συχέμ το 997 Π.Κ.Χ., ο βασιλιάς έστειλε στο λαό αυτόν τον άρχοντα που στρατολογούσε άτομα για καταναγκαστική εργασία, αλλά εκείνοι «τον λιθοβόλησαν και πέθανε». (2Χρ 10:18) Αναφέρεται άλλοτε ως Αδωνιράμ (1Βα 4:6· 5:14), άλλοτε ως Αδωράμ (2Σα 20:24· 1Βα 12:18) και άλλοτε ως Χαδωράμ.—2Χρ 10:18.
-
-
ΑδωνισεδέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΣΕΔΕΚ
(Αδωνισεδέκ) [Ο Κύριός (μου) Είναι Δικαιοσύνη].
Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ την εποχή της κατάκτησης της Υποσχεμένης Γης από τους Ισραηλίτες. Ο Αδωνισεδέκ συμμάχησε με άλλα μικρά βασίλεια Δ του Ιορδάνη επιχειρώντας από κοινού με αυτά να ανακόψει την προέλαση των νικηφόρων δυνάμεων του Ιησού του Ναυή. (Ιη 9:1-3) Εντούτοις, οι Ευαίοι που κατοικούσαν στη Γαβαών έκαναν ειρήνη με τον Ιησού. Σε μια ενέργεια αντιποίνων, η οποία αποσκοπούσε στο να αποτρέψει περαιτέρω προσχωρήσεις στον εχθρό, ο Αδωνισεδέκ ένωσε το στρατό του με τους στρατούς τεσσάρων ακόμη βασιλιάδων των Αμορραίων, πολιόρκησε τη Γαβαών και πολέμησε εναντίον της. Η θεαματική διάσωση των Γαβαωνιτών από τον Ιησού του Ναυή και η πανωλεθρία που υπέστησαν αυτές οι συνδυασμένες δυνάμεις ανάγκασαν τους πέντε βασιλιάδες να καταφύγουν στη Μακκηδά, όπου παγιδεύτηκαν σε μια σπηλιά. Ο ίδιος ο Ιησούς θανάτωσε τον Αδωνισεδέκ και τους άλλους τέσσερις βασιλιάδες μπροστά στα στρατεύματά του και τους κρέμασε πάνω σε ξύλα. Τα πτώματά τους ρίχτηκαν τελικά πίσω στη σπηλιά, η οποία και έγινε ο τάφος τους.—Ιη 10:1-27.
-
-
ΑδωραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΡΑΪΜ
(Αδωραΐμ).
Μια από τις πόλεις του Ιούδα που ανοικοδόμησε και οχύρωσε ο Βασιλιάς Ροβοάμ το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ. (2Χρ 11:9) Ταυτίζεται με το σημερινό χωριό Ντουρά, το οποίο βρίσκεται σε μια λοφοπλαγιά περίπου 8 χλμ. Δ της Χεβρών.
-
-
ΑδωράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΡΑΜ
Βλέπε ΑΔΩΝΙΡΑΜ.
-
-
ΑείνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΕΙΝ
(Αείν) [Πηγή].
Η λέξη σημαίνει κατά κυριολεξία «μάτι» αλλά χρησιμοποιείται συνεκδοχικά με την έννοια της φυσικής πηγής, σε αντιδιαστολή με το ανθρωποποίητο πηγάδι ή δεξαμενή, τα οποία αποδίδονται από τις εβραϊκές λέξεις μπε’έρ και μπωρ. (Γε 49:22· Δευ 8:7· βλέπε ΠΗΓΑΔΙ· ΣΤΕΡΝΑ.) Συχνά γράφεται «Εν-» όταν χρησιμοποιείται σε σύνθετες λέξεις, όπως Εν-ριμμών, Εν-γαδί, Εν-γαννίμ.
1. Τοποθεσία που ανέφερε ο Ιεχωβά όταν περιέγραφε το ανατολικό σύνορο του Ισραήλ στον Μωυσή. (Αρ 34:11) Η «Ριβλά», που σύμφωνα με αυτό το εδάφιο τοποθετείται «ανατολικά της Αείν», προφανώς δεν είναι η Ριβλά που βρισκόταν στη γη της Αιμάθ, αρκετά Β της Δαμασκού, δεδομένου ότι η Αείν συσχετίζεται με τη Θάλασσα της Χιννερέθ (της Γαλιλαίας). Η Αείν βρισκόταν στα Β αυτής της θάλασσας αλλά η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
2. Μια από τις νοτιότερες πόλεις που αρχικά είχαν παραχωρηθεί στη φυλή του Ιούδα (Ιη 15:32) και κατόπιν παραχωρήθηκαν στη φυλή του Συμεών, όταν δόθηκε στον Συμεών εδαφική κληρονομιά από την υπερβολικά μεγάλη περιοχή του Ιούδα. (Ιη 19:1, 7, 9· 1Χρ 4:24, 32) Η Αείν βρισκόταν κοντά στην πόλη της Ριμμών και φαίνεται πως, όταν κατοικήθηκε εκ νέου μετά την εξορία στη Βαβυλώνα, τα ονόματα αυτών των δύο τοποθεσιών συνδυάστηκαν σε ένα: Εν-ριμμών. (Νε 11:29) Η Εν-ριμμών συνήθως ταυτίζεται με το Χίρμπετ Ουμ ερ-Ραμαμίν (Χορβάτ Ρεμαλίγια), το οποίο βρίσκεται περίπου 15 χλμ. Β της Βηρ-σαβεέ.—Βλέπε ΡΙΜΜΩΝ Αρ. 2.
3. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:16 μια από τις πόλεις που δόθηκαν στους Λευίτες ονομάζεται Αείν. Μια σύγκριση αυτού του εδαφίου με τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 15:42· 19:7 και 1 Χρονικών 6:59 υποδηλώνει ότι η εν λόγω πόλη αποκαλείται σε άλλα σημεία Ασάν.—Βλέπε ΑΣΑΝ.
-
-
ΑερμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΕΡΜΩΝ
(Αερμών) [Αφιερωμένο Πράγμα· Πράγμα που Έχει Γίνει Ανάθεμα].
Το Αερμών έχει ταυτιστεί με το ψηλότερο βουνό στην περιοχή της Παλαιστίνης, το οποίο οι Άραβες ονομάζουν Τζέμπελ ες-Σέιχ (που πιθανώς σημαίνει «Βουνό του Γέροντα») ή Τζέμπελ εθ-Θαλτζ (που σημαίνει «Βουνό του Χιονιού»). Αυτά τα ονόματα προφανώς προέρχονται από το γεγονός ότι το Όρος Αερμών είναι σκεπασμένο με χιόνια σχεδόν όλο το χρόνο. Η χιονισμένη κορυφή του μπορεί να λεχθεί ότι μοιάζει με το κεφάλι ενός ασπρομάλλη γέροντα. Κατά την αρχαιότητα αυτό το βουνό ήταν γνωστό στους Σιδωνίους ως «Σιριών» και στους Αμορραίους ως «Σενίρ». (Δευ 3:8, 9) Το όνομα Σενίρ φαίνεται επίσης ότι χρησιμοποιούνταν για ένα τμήμα της οροσειράς του Αντιλιβάνου. (1Χρ 5:23) Το όνομα Σιόν επίσης (όχι Σιών) ήταν ένα ακόμη όνομα του Όρους Αερμών. (Δευ 4:47, 48) Ο ψαλμωδός μνημόνευσε το Αερμών μαζί με το Θαβώρ, λέγοντας ότι αυτά κραυγάζουν χαρούμενα στο όνομα του Ιεχωβά.—Ψλ 89:12.
Το Όρος Αερμών, το οποίο σχηματίζει το νότιο άκρο της οροσειράς του Αντιλιβάνου, υψώνεται 2.814 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και εκτείνεται περίπου 30 χλμ. από Β προς Ν. Οι κορυφές του, που είναι αρκετές, συνδέονται μεταξύ τους μέσω ενός οροπεδίου. (Ψλ 42:6) Το Όρος Αερμών αποτελείται από ασβεστόλιθο, αν και υπάρχουν κάποια επιφανειακά σημεία από βασάλτη στην ανατολική και στη δυτική πλευρά. Το επάνω τμήμα του είναι τελείως γυμνό, αν εξαιρέσουμε κάποιους σποραδικούς χαμηλούς θάμνους. Πιο κάτω, όμως, υπάρχουν έλατα, οπωροφόρα δέντρα και θαμνώδης βλάστηση. Οι χαμηλότερες πλαγιές της δυτικής και της νότιας πλευράς είναι καλυμμένες από αμπέλια.
Όταν η ημέρα είναι καθαρή, από την κορυφή του Αερμών μπορεί να έχει κανείς μια εξαίσια άποψη μεγάλου μέρους της Παλαιστίνης. Στα Δ διακρίνονται τα όρη του Λιβάνου, η Πεδιάδα της Τύρου και η Μεσόγειος, στα ΝΔ το Όρος Κάρμηλος, στα Ν η Κοιλάδα του Ιορδάνη μαζί με τη Λεκάνη Χούλα και τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, ενώ στα Α η Πεδιάδα της Δαμασκού.
Η χιονισμένη κορυφή του Όρους Αερμών συντελεί στη συμπύκνωση των νυχτερινών υδρατμών, παράγοντας έτσι άφθονη δροσιά. «Περισσότερη δροσιά», παρατήρησε ο φυσιοδίφης του 19ου αιώνα Χ. Μπ. Τρίστραμ, «δεν είχαμε δει ποτέ. Τα πάντα είχαν μουσκέψει από τη δροσιά και οι σκηνές παρείχαν ελάχιστη προστασία». (Η Γη του Ισραήλ [The Land of Israel], Λονδίνο, 1866, σ. 608, 609) Η αναζωογονητική δροσιά του Αερμών συντηρεί τη βλάστηση κατά τη μακρά εποχή της ανομβρίας. (Ψλ 133:3· βλέπε ΔΡΟΣΙΑ.) Τα χιόνια που λιώνουν στο Όρος Αερμών είναι η κύρια πηγή νερού του ποταμού Ιορδάνη.
Κατά την αρχαιότητα, το Όρος Αερμών ήταν καταφύγιο για άγρια ζώα όπως τα λιοντάρια και οι λεοπαρδάλεις. (Ασμ 4:8) Τα πρόσφατα χρόνια έχουν υπάρξει αναφορές για την παρουσία αλεπούδων, λύκων, λεοπαρδάλεων και συριακών αρκούδων εκεί.
Το Όρος Αερμών έγινε το βόρειο όριο της Υποσχεμένης Γης. (Ιη 12:1· 13:2, 5, 8, 11) Οι Ευαίοι, που κατοικούσαν στους πρόποδές του, ηττήθηκαν από τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 11:1-3, 8, 16, 17) Σε αυτό το βουνό ενδέχεται να έλαβε χώρα η μεταμόρφωση του Ιησού Χριστού (Ματ 17:1· Μαρ 9:2· Λου 9:28· 2Πε 1:18), διότι λίγο πριν από αυτό το γεγονός εκείνος βρισκόταν στην κοντινή Καισάρεια του Φιλίππου.—Μαρ 8:27· βλέπε ΒΑΑΛ-ΑΕΡΜΩΝ· ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ.
[Εικόνα στη σελίδα 101]
Τα χιόνια στο Όρος Αερμών συντελούν στη συμπύκνωση των νυχτερινών υδρατμών, παράγοντας έτσι άφθονη δροσιά για τη γη
-
-
ΑετόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΕΤΟΣ
[εβρ., νέσερ· αραμαϊκή, νεσάρ· ελλ. κείμενο, ἀετός].
Μεγάλο αρπακτικό πουλί. Μερικοί πιστεύουν ότι η εβραϊκή του ονομασία παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «κομματιάζω ή ξεσκίζω». Άλλοι θεωρούν ότι η λέξη νέσερ είναι ονοματοποιημένη (δηλαδή πρόκειται για ονομασία που θυμίζει ηχητικά αυτό το οποίο προσδιορίζει) και πιστεύουν ότι αποτελεί μίμηση ενός «ορμητικού ήχου» ή μιας «αστραπιαίας κίνησης», δηλαδή προσδιορίζει ένα πουλί που εφορμά κάθετα στη λεία του, που βουτάει προς τα κάτω παράγοντας έναν ορμητικό ήχο και μοιάζοντας με αστραπιαία λάμψη μέσα στον αέρα. Ούτως ή άλλως, η εβραϊκή αυτή λέξη περιγράφει ορθά τον αετό, του οποίου η αστραπιαία κάθοδος από μεγάλα ύψη παράγει έναν οξύ ήχο καθώς ο αέρας περνάει ορμητικά μέσα από τα απλωμένα ακροπτερύγιά του (τα πρωτεύοντα ερετικά φτερά). Ο αετός, που είναι αρπακτικό πουλί και πίνει αίμα (Ιωβ 39:27, 30), περιλαμβανόταν στον κατάλογο των “ακάθαρτων” πουλιών σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 11:13· Δευ 14:12.
Ποικιλίες της Παλαιστίνης. Μερικοί από τους αετούς που βρίσκονται σήμερα στο Ισραήλ είναι ο αυτοκρατορικός αετός (αετός ο μέλας [Aquila heliaca]), ο χρυσαετός (αετός ο γνήσιος [Aquila chrysaëtos]) και ο φιδαετός (κιρκάετος ο γαλατικός [Circaëtus gallicus]). Ο χρυσαετός, που ονομάστηκε έτσι από τη χρυσαφιά στιλπνή απόχρωση του κεφαλιού και του αυχένα του, είναι ένα εντυπωσιακό σκουροκάστανο πουλί που έχει μήκος περίπου 1 μ. και συνολικό άνοιγμα φτερών περίπου 2 μ. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα των αετών είναι το αρκετά πλατύ κεφάλι με μια επιμήκη προεξοχή πάνω από τα μάτια, το κοντό, δυνατό και αγκιστροειδές ράμφος, τα ισχυρά πόδια, καθώς επίσης τα κοφτερά και δυνατά νύχια.
“Μεταφέρθηκαν πάνω σε φτερούγες αετών”—τι βάση υπάρχει για ένα τέτοιο σχήμα λόγου;
Η περιοχή του Σινά αποκαλείται «χώρα των αετών», όπου τα πουλιά αυτά ανεμοπορούν και αερολισθαίνουν με τις δυνατές, πλατιές φτερούγες τους. Άρα, οι απελευθερωμένοι Ισραηλίτες που είχαν συγκεντρωθεί στο Όρος Σινά μπορούσαν κάλλιστα να κατανοήσουν πόσο ταιριαστή ήταν η εικόνα την οποία μετέδιδαν τα λόγια του Θεού, δηλαδή ότι τους είχε βγάλει από την Αίγυπτο μεταφέροντάς τους «πάνω σε φτερούγες αετών». (Εξ 19:4· παράβαλε Απ 12:14.) Σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, ο Μωυσής μπορούσε να παρομοιάσει τον τρόπο με τον οποίο είχε οδηγήσει ο Ιεχωβά τον Ισραήλ διαμέσου της ερήμου με τον τρόπο με τον οποίο ο αετός «ξεσηκώνει τη φωλιά του, φτερουγίζει πάνω από τα μικρά του, απλώνει τις φτερούγες του και τα παίρνει, τα μεταφέρει πάνω στα φτερά του». (Δευ 32:9-12) Όταν έρχεται ο καιρός να αρχίσουν να πετούν τα μικρά αετόπουλα, ο γονέας τους τα ξεσηκώνει φτεροκοπώντας, για να μεταδώσει στα μικρά του την ιδέα της πτήσης, και κατόπιν τα σπρώχνει έξω από τη φωλιά ή τα δελεάζει για να βγουν από αυτήν και να δοκιμάσουν τις φτερούγες τους.
Μολονότι μερικοί έχουν εκφράσει αμφιβολίες ως προς το αν ο αετός μεταφέρει πράγματι τα μικρά του πάνω στη ράχη του, ο Σερ Γ. Μπ. Τόμας ανέφερε ότι ένας ξεναγός στη Σκωτία επιβεβαίωσε τα εξής για το χρυσαετό: «Οι γονείς, αφού παρακινήσουν το μικρό τους να πέσει στον αέρα, ενίοτε δε αφού το σπρώξουν, εφορμούν κάτω από αυτό και το αφήνουν να αναπαυτεί προς στιγμήν πάνω στις φτερούγες τους και στη ράχη τους». (Η Αγγλία του Αγρότη [The Yeoman’s England], Λονδίνο, 1934, σ. 135) Το Δελτίο Πληροφοριών (Bulletin) του Σμιθσόνειου Ινστιτούτου (1937, Αρ. 167, σ. 302) αναφέρει τα λόγια ενός παρατηρητή στις Ηνωμένες Πολιτείες: «Η μητέρα ξεκινούσε από τα βράχια, από τη φωλιά, και, μεταχειριζόμενη το μικρό της χωρίς τρυφερότητα, το άφηνε να πέσει, θα έλεγα, περίπου ενενήντα πόδια [30 μ.]. Κατόπιν εφορμούσε κάτω από αυτό με τις φτερούγες της ανοιγμένες και το μικρό προσγειωνόταν πάνω στη ράχη της. Πετούσε μαζί του ως την κορυφή του βουνού και επαναλάμβανε τη διαδικασία. . . . Μαζί με τον πατέρα μου τα παρακολουθούσαμε όλα αυτά μαγεμένοι επί μία και πλέον ώρα». Ο Τζ. Ρ. Ντράιβερ, σχολιάζοντας αυτές τις δηλώσεις, λέει: «Άρα, η εικόνα [του εδαφίου Δευτερονόμιο 32:11] δεν είναι αποκύημα ζωηρής φαντασίας, αλλά βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα».—Τριμηνιαίο Περιοδικό για την Εξερεύνηση της Παλαιστίνης (Palestine Exploration Quarterly), Λονδίνο, 1958, σ. 56, 57.
Φωλιά σε Μεγάλο Ύψος και Οξυδέρκεια. Οι συνήθειες του αετού όσον αφορά το χτίσιμο της φωλιάς του τονίζονται μέσω των ερωτημάτων που θέτει ο Θεός στον Ιώβ, στα εδάφια Ιώβ 39:27-30. Η φωλιά του μπορεί να βρίσκεται σε ένα ψηλό δέντρο ή στον απόκρημνο βράχο κάποιου γκρεμού ή φαραγγιού. Με τα χρόνια, η φωλιά μπορεί να μεγαλώσει και να φτάσει σε ύψος τα 2 μ.—μάλιστα, μερικές φωλιές αετών καταλήγουν να ζυγίζουν μέχρι και έναν τόνο! Το προφανές γεγονός ότι η φωλιά του αετού είναι ασφαλής και απρόσιτη χρησιμοποιήθηκε, επίσης, συμβολικά από τους προφήτες στα αγγέλματα που μετέδωσαν κατά του επηρμένου βασιλείου του Εδώμ, το οποίο βρισκόταν στα απόκρημνα βουνά της περιοχής της Αραβά.—Ιερ 49:16· Αβδ 3, 4.
Η οξυδέρκεια του αετού, που μνημονεύεται στο εδάφιο Ιώβ 39:29, τονίζεται από τον Ράδερφορντ Πλατ στο βιβλίο του Το Ποτάμι της Ζωής ([The River of Life] 1956, σ. 215, 216), όπου καταδεικνύεται και η ασυνήθιστη σχεδίαση του ματιού του αετού, πράγμα που πιστοποιεί τη σοφία του Δημιουργού. Το βιβλίο αναφέρει:
«Τα πλέον οξυδερκή μάτια ολόκληρου του ζωικού βασιλείου . . . [τα έχουν] ο αετός, ο γύπας και το γεράκι. Αυτά τα πουλιά είναι τόσο οξυδερκή ώστε, πετώντας ακόμη και σε ύψος χιλίων ποδιών [300 μ.], μπορούν να εντοπίσουν ένα κουνέλι ή έναν αγριόκουρκο μισοκρυμμένο στο χορτάρι.
»Η οξεία όραση που διαθέτει το μάτι του “κυνηγού” οφείλεται στο ότι η αντανάκλαση του αντικειμένου πέφτει πάνω σε μια πυκνή συμπαγή μάζα οξύληκτων, κωνικών κυττάρων. Αυτή η μικροσκοπική κηλίδα στην οπίσθια πλευρά του βολβού απορροφά ακτίνες φωτός από το αντικείμενο διαμέσου χιλιάδων σημείων με έναν ειδικό τρόπο ο οποίος σχηματίζει μια καθαρή εικόνα στον εγκέφαλο. Στην περίπτωση σχεδόν όλων των “κυνηγών”, όπως η μεφίτις, το πούμα και ο άνθρωπος, μία και μόνο κηλίδα κωνίων είναι αρκετή—κοιτάζουμε ίσια εμπρός και πλησιάζουμε κατευθείαν το αντικείμενο που βλέπουμε. Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τον αετό ή το γεράκι, τα οποία, αφού εντοπίσουν το κουνέλι μέσα στο χορτάρι χρησιμοποιώντας τα οξείας εστίασης κωνία τους, μπορεί κατόπιν να το πλησιάσουν με μια μακριά, λοξή βουτιά. Με αυτή την εφόρμηση, η εικόνα του στόχου μετακινείται προς την άλλη άκρη της οπίσθιας πλευράς του βολβού ακολουθώντας καμπύλη γραμμή. Αυτή η γραμμή είναι επακριβώς σχεδιασμένη για το μάτι του αετού εφόσον το πουλί που εφορμά, αντί για μια συμπαγή μάζα κωνίων, διαθέτει κωνία τα οποία σχηματίζουν καμπύλη γραμμή. Καθώς ο αετός πλησιάζει ταχύτατα προς το έδαφος, η εικόνα του κουνελιού μέσα στο χορτάρι παραμένει κατ’ αυτόν τον τρόπο διαρκώς εστιασμένη».—Παράβαλε Ιερ 49:22.
Πτητικές Ικανότητες. Η ταχύτητα του αετού τονίζεται σε πολλά εδάφια. (2Σα 1:23· Ιερ 4:13· Θρ 4:19· Αββ 1:8) Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις αετών που ξεπέρασαν την ταχύτητα των 130 χλμ./ώ. Ο Σολομών προειδοποίησε ότι τα πλούτη “φτιάχνουν φτερά” σαν του αετού ο οποίος πετάει προς τον ουρανό (Παρ 23:4, 5), ενώ ο Ιώβ θρήνησε για την ταχύτητα με την οποία φεύγει η ζωή, παραβάλλοντάς την με την ταχύτητα του αετού όταν αναζητάει τη λεία του. (Ιωβ 9:25, 26) Εντούτοις, όσοι εμπιστεύονται στον Ιεχωβά λαβαίνουν δύναμη για να συνεχίσουν, σαν να ανέβαιναν με τις φαινομενικά ακούραστες φτερούγες του αετού που γλιστράει στον αέρα.—Ησ 40:31.
Σύγχρονοι επιστήμονες έχουν μείνει έκθαμβοι με “την οδό του αετού στους ουρανούς”, όπως συνέβη και με το συγγραφέα του εδαφίου Παροιμίες 30:19. Ο Κλάρενς Ντ. Κόουν αφηγείται πώς η παρατήρηση της μεγαλοπρεπούς αερολίσθησης που κάνουν σχεδόν αβίαστα οι αετοί, τα γεράκια και οι γύπες «βοήθησε στην ανακάλυψη ενός θεμελιώδους μηχανισμού της μετεωρολογίας». Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αυτά τα μεγάλα πουλιά εκμεταλλεύονται στο πλήρες τη δυναμική ενέργεια των μεγάλων «φυσαλίδων» θερμού αέρα που ανυψώνονται από το έδαφος λόγω της θερμότητας του ήλιου, καθώς επίσης τον τρόπο με τον οποίο τα ακροπτερύγια του αετού, τα οποία σχηματίζουν σχισμές, είναι σχεδιασμένα τόσο αεροδυναμικά ώστε μηδενίζουν την αντίσταση του ανέμου στη φτερούγα.—Σαϊεντίφικ Αμέρικαν (Scientific American), Απρίλιος 1962, σ. 131, 138.
Μεταφορική Χρήση. Αυτό το ισχυρό αρπακτικό πουλί χρησιμοποιήθηκε συχνά από τους προφήτες για να συμβολίσει τις πολεμικές δυνάμεις των εχθρικών εθνών όταν αυτές επιτίθεντο αιφνιδιαστικά και συνήθως απρόσμενα. (Δευ 28:49-51· Ιερ 48:40· 49:22· Ωσ 8:1) Οι Βαβυλώνιοι και οι Αιγύπτιοι ηγέτες χαρακτηρίστηκαν ως αετοί. (Ιεζ 17:3, 7) Είναι αξιοπρόσεκτο ότι σε πολλά αρχαία έθνη, μεταξύ των οποίων η Ασσυρία, η Περσία και η Ρώμη, η απεικόνιση του αετού χρησιμοποιούνταν συχνά στα βασιλικά σκήπτρα, στα λάβαρα και στις στήλες, όπως χρησιμοποιείται και στη σύγχρονη εποχή από τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες.
Μερικοί έχουν αμφισβητήσει τη χρήση της λέξης «αετοί» στα εδάφια Ματθαίος 24:28 και Λουκάς 17:37, θεωρώντας ότι αυτές οι περικοπές πρέπει να αναφέρονται στους γύπες, οι οποίοι μαζεύονται γύρω από το πτώμα. Εντούτοις, μολονότι ο αετός δεν είναι κατά κύριο λόγο νεκροφάγο πουλί όπως ο γύπας, ενίοτε τρέφεται με πτώματα. (Τριμηνιαίο Περιοδικό για την Εξερεύνηση της Παλαιστίνης, 1955, σ. 9) Επίσης, ο αετός, μολονότι είναι συνήθως μοναχικός κυνηγός, σε αντίθεση με τον αγελαίο γύπα, είναι γνωστό ότι μερικές φορές κυνηγάει ανά ζεύγη, και το έργο Το Ζωικό Βασίλειο ([The Animal Kingdom] Τόμ. 2, σ. 965) αναφέρει μια περίπτωση στην οποία «αρκετοί [αετοί] εξαπέλυσαν μαζική επίθεση σε μια αμερικανική αντιλοκάπρα». (Επιμέλεια Φ. Ντρίμερ, 1954) Η προαναφερθείσα προφητεία του Ιησού εξαγγέλθηκε αναφορικά με την υποσχεμένη «παρουσία» του. Συνεπώς, δεν θα εφαρμοζόταν μόνο στην ερήμωση του Ιουδαϊκού έθνους το 70 Κ.Χ. από τις ρωμαϊκές στρατιές, οι οποίες είχαν ζωγραφισμένους αετούς στα λάβαρά τους.
Αετοί χρησιμοποιούνται στην Αποκάλυψη για να συμβολίσουν πλάσματα που υπηρετούν στο θρόνο του Θεού και αναγγέλλουν τα αγγέλματα κρίσης του Θεού για τους κατοίκους της γης, πράγμα που αναμφίβολα υποδηλώνει ταχύτητα και οξυδέρκεια.—Απ 4:7· 8:13· παράβαλε Ιεζ 1:10· 10:14.
Μια άλλη περικοπή που πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι εφαρμόζεται στο γύπα και όχι στον αετό είναι το εδάφιο Μιχαίας 1:16, το οποίο λέει ότι ο Ισραήλ συμβολικά “πλατύνει τη φαλακρότητά του σαν του αετού”. Το κεφάλι του αετού καλύπτεται από άφθονα πούπουλα. Ακόμη και ο λευκοκέφαλος θαλάσσιος αετός (αλιάετος ο λευκοκέφαλος [Haliaetus leucocephalus]) της Βόρειας Αμερικής, ο οποίος ονομάζεται στην αγγλική φαλακρός αετός (bald eagle), οφείλει αυτόν το χαρακτηρισμό απλώς και μόνο στο ότι έχει λευκά πούπουλα στο κεφάλι και γι’ αυτό από μακριά δίνει την εντύπωση ότι είναι φαλακρός. Το όρνιο (γυψ ο πυρρόχρους [Gyps fulvus]), που βρίσκεται ακόμη και σήμερα στο Ισραήλ, έχει μόνο λίγο λευκό χνούδι στο κεφάλι του και ο λαιμός του έχει ελάχιστο φτέρωμα. Αν το εν λόγω εδάφιο αναφέρεται σε αυτό, κάτι τέτοιο θα υποδήλωνε ότι η εβραϊκή λέξη νέσερ έχει ευρύτερη εφαρμογή και δεν περιορίζεται μόνο στον αετό. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το όρνιο, μολονότι δεν κατατάσσεται από τους ορνιθολόγους στο ίδιο «είδος» ή «γένος» με τον αετό, θεωρείται ότι ανήκει στην ίδια «οικογένεια» (Ακκιπιτρίδες). Ωστόσο, ορισμένοι πιστεύουν ότι το εδάφιο Μιχαίας 1:16 αναφέρεται στην έκδυση που υφίσταται ο αετός, μολονότι λέγεται ότι αυτή η διαδικασία είναι σταδιακή και μάλλον δυσδιάκριτη. Η εν λόγω διαδικασία έκδυσης, που προκαλεί κάποια μείωση της δραστηριότητας και της ισχύος, και ακολουθείται από ανανέωση της κανονικής ζωής, ίσως είναι αυτό που εννοούσε ο ψαλμωδός όταν είπε ότι η νεότητα κάποιου «ανανεώνεται σαν του αετού». (Ψλ 103:5) Άλλοι θεωρούν ότι αυτό το εδάφιο αναφέρεται στη σχετική μακροβιότητα του αετού, εφόσον είναι γνωστό ότι μερικοί αετοί έχουν φτάσει σε ηλικία 80 ετών.
Το όνομα Ακύλας (Πρ 18:2) σημαίνει αετός στη λατινική.
-
-
ΑζαζήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΖΗΛ
(Αζαζήλ) [Κατσίκι που Εξαφανίζεται].
Η λέξη «Αζαζήλ» εμφανίζεται τέσσερις φορές στην Αγία Γραφή, στο πλαίσιο διατάξεων που αφορούσαν την Ημέρα της Εξιλέωσης.—Λευ 16:8, 10, 26.
Η ετυμολογία αυτής της λέξης είναι αμφιλεγόμενη. Αν παραμείνουμε στον τρόπο γραφής του εβραϊκού Μασοριτικού κειμένου, η λέξη ‛αζα’ζέλ φαίνεται να είναι συνδυασμός δύο ριζών που σημαίνουν «κατσίκι» και «εξαφανίζομαι», εξού και η σημασία «Κατσίκι που Εξαφανίζεται». Σύμφωνα με άλλη ετυμολογία, που βασίζεται στην πεποίθηση ότι έχει λάβει χώρα αντιμετάθεση δύο συμφώνων, η λέξη αυτή σημαίνει «Ισχύς του Θεού». Η λατινική Βουλγάτα αποδίδει την εβραϊκή λέξη με τον όρο caper emissarius, δηλαδή «αποδιοπομπαίος τράγος». Και η λέξη ἀποπομπαῖος που χρησιμοποιείται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα σημαίνει «αυτός που παίρνει μακριά (απομακρύνει) το κακό».
Την ετήσια Ημέρα της Εξιλέωσης, ο αρχιερέας έπαιρνε από τη σύναξη των γιων του Ισραήλ δύο αρσενικά κατσικάκια. Τραβώντας κλήρους, όριζε το ένα κατσίκι «για τον Ιεχωβά» και το άλλο «για τον Αζαζήλ». Αφού θυσιαζόταν ένας ταύρος για τον αρχιερέα και το σπιτικό του (στο οποίο περιλαμβάνονταν αναμφίβολα όλοι οι Λευίτες), θυσιαζόταν και το κατσίκι για τον Ιεχωβά ως προσφορά για αμαρτία. Ωστόσο, το κατσίκι για τον Αζαζήλ παρέμενε για κάποιο διάστημα ζωντανό «ενώπιον του Ιεχωβά για να γίνει εξιλέωση για αυτό, ώστε να το εξαποστείλει για τον Αζαζήλ στην έρημο». (Λευ 16:5, 7-10) Η εξιλέωση για αυτό το ζωντανό κατσίκι προερχόταν από το αίμα του κατσικιού που ήταν για τον Ιεχωβά, το οποίο είχε μόλις θανατωθεί ως προσφορά για αμαρτία, δεδομένου ότι η ζωή της σάρκας είναι στο αίμα. (Λευ 17:11) Η αξία του αίματος, ή αλλιώς η αξία της ζωής, του σφαγμένου κατσικιού μεταφερόταν με αυτόν τον τρόπο στο ζωντανό κατσίκι, δηλαδή στο κατσίκι για τον Αζαζήλ. Συνεπώς, μολονότι ο ιερέας δεν το θανάτωνε, αυτό το ζωντανό κατσίκι είχε αξία με την οποία μπορούσε να γίνει εξιλέωση για αμαρτίες, με άλλα λόγια αξία ζωής. Το γεγονός ότι το παρουσίαζαν ενώπιον του Ιεχωβά υποδηλώνει προφανώς ότι εκείνος αναγνώριζε αυτή τη μεταφορά αξίας, ή αλλιώς εξιλεωτικής δύναμης. Αντιστοιχία με τα παραπάνω βρίσκουμε στον προσδιορισμένο τρόπο καθαρισμού ενός Ισραηλίτη που θεραπευόταν από λέπρα ή ενός σπιτιού που θεραπευόταν από την ίδια πληγή. Σε αυτή την περίπτωση βουτούσαν ένα ζωντανό πουλί στο αίμα ενός πουλιού που είχε θανατωθεί. Έπειτα άφηναν το ζωντανό πουλί ελεύθερο ώστε να πάρει μακριά την αμαρτία.—Λευ 14:1-8, 49-53.
Και τα δύο κατσίκια έπρεπε να είναι άψογα, υγιή και όσο το δυνατόν πιο όμοια μεταξύ τους. Προτού τραβήξουν κλήρους για αυτά, ήταν πιθανό να επιλεχθεί το καθένα από αυτά ως το κατσίκι για τον Ιεχωβά. Αφού ο αρχιερέας θυσίαζε το κατσίκι για τον Ιεχωβά, έβαζε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του ζωντανού κατσικιού και ομολογούσε πάνω σε αυτό τις αμαρτίες του λαού. Κατόπιν εξαπέστελλε αυτό το κατσίκι στην έρημο, όπου το οδηγούσε “άνθρωπος έτοιμος από πριν”. (Λευ 16:20-22) Έτσι λοιπόν, το κατσίκι για τον Αζαζήλ έπαιρνε με συμβολικό τρόπο μακριά τις αμαρτίες που είχε διαπράξει ο λαός το περασμένο έτος, καθώς εξαφανιζόταν μαζί με αυτές μέσα στην έρημο.
Τα δύο κατσίκια θεωρούνταν ενιαία προσφορά για αμαρτία. (Λευ 16:5) Προφανώς χρησιμοποιούνταν δύο για επιπρόσθετη έμφαση στο αποτέλεσμα αυτής της προμήθειας, σκοπός της οποίας ήταν να εξιλεωθεί ο λαός για τις αμαρτίες του. Το πρώτο κατσίκι θυσιαζόταν. Το δεύτερο, πάνω στο οποίο ομολογούσαν τις αμαρτίες του λαού και το οποίο εξαπέστελλαν μακριά στην έρημο, πρόσθετε ισχύ στη συγχώρηση που χορηγεί ο Ιεχωβά στους μετανοημένους. Το εδάφιο Ψαλμός 103:12 δίνει τη διαβεβαίωση: «Όσο μακριά είναι η ανατολή από τη δύση, τόσο μακριά από εμάς έβαλε τις παραβάσεις μας».
Όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος, ο Ιησούς, προσφέροντας την τέλεια ανθρώπινη ζωή του ως θυσία για τις αμαρτίες του ανθρωπίνου γένους, επιτέλεσε πολύ περισσότερα από όσα είχαν επιτευχθεί από «το αίμα ταύρων και τράγων». (Εβρ 10:4, 11, 12) Ως εκ τούτου, έπαιξε το ρόλο του “αποδιοπομπαίου τράγου”, εφόσον “βάσταξε τις αρρώστιες μας” και «διατρυπήθηκε για την παράβασή μας». (Ησ 53:4, 5· Ματ 8:17· 1Πε 2:24) Ο Ιησούς “πήρε μακριά” τις αμαρτίες όλων όσων ασκούν πίστη στην αξία της θυσίας του. Κατέδειξε την προμήθεια που είχε κάνει ο Θεός για να οδηγήσει την αμαρτωλότητα στην απόλυτη λησμονιά. Με αυτούς τους τρόπους, το κατσίκι «για τον Αζαζήλ» εξεικονίζει τη θυσία του Ιησού Χριστού.
-
-
ΑζαζίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΖΙΑΣ
(Αζαζίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Αποδειχτεί Ανώτερος σε Ισχύ].
1. Ένας από τους έξι αρπιστές της πομπής που έφερε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:21.
2. Πατέρας του Ωσιέ, του άρχοντα της φυλής του Εφραΐμ την εποχή του Δαβίδ.—1Χρ 27:16, 20, 22.
3. Λευίτης, ένας από τους δέκα επιτρόπους τους οποίους διόρισε ο Βασιλιάς Εζεκίας για τη φροντίδα των συνεισφορών που γίνονταν για τον οίκο του Ιεχωβά.—2Χρ 31:12, 13.
-
-
ΑζαήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΗΛ
(Αζαήλ) [Ο Θεός Είδε].
Εξέχων βασιλιάς της Συρίας. Ο Αζαήλ προφανώς έγινε βασιλιάς την περίοδο που βασίλευε στον Ισραήλ ο Ιωράμ (περ. 917-905 Π.Κ.Χ.). (2Βα 8:7-16) Πέθανε τον καιρό που βασίλευε στον Ισραήλ ο Ιωάς (περ. 859-845 Π.Κ.Χ.). (2Βα 13:24, 25) Ο Αζαήλ δεν είχε βασιλική καταγωγή αλλά ήταν απλώς ένας ανώτερος αξιωματούχος στην υπηρεσία του προκατόχου του, του Βασιλιά Βεν-αδάδ Β΄ της Συρίας.—2Βα 8:7-9.
Χρόνια ολόκληρα προτού γίνει βασιλιάς ο Αζαήλ, ο Ιεχωβά είχε δώσει στον Ηλία την οδηγία “να χρίσει τον Αζαήλ βασιλιά της Συρίας”. Ο λόγος για αυτόν το διορισμό ήταν ότι ο Ισραήλ είχε αμαρτήσει εναντίον του Θεού και ο Αζαήλ επρόκειτο να εκτελέσει την τιμωρία στο έθνος.—1Βα 19:15-18.
Ο Αζαήλ ποτέ δεν χρίστηκε στην κυριολεξία με λάδι, αλλά η αποστολή που είχε ανατεθεί στον Ηλία εκπληρώθηκε από το διάδοχό του, τον προφήτη Ελισαιέ. Αυτό έγινε όταν ο Σύριος Βασιλιάς Βεν-αδάδ Β΄ αρρώστησε και έστειλε τον Αζαήλ στην κυριότερη πόλη της Συρίας, τη Δαμασκό. Ο Αζαήλ έπρεπε να πάει ένα δώρο στον Ελισαιέ και να τον ρωτήσει αν ο Βεν-αδάδ θα επιζούσε από την ασθένειά του. Ο Ελισαιέ είπε στον Αζαήλ: «Πήγαινε, πες [στον Βεν-αδάδ]: “Οπωσδήποτε θα αναρρώσεις”». Ο προφήτης, όμως, συνέχισε λέγοντας: «Αλλά ο Ιεχωβά μού έδειξε ότι οπωσδήποτε θα πεθάνει». Είπε ακόμη στον Αζαήλ: «Ο Ιεχωβά μού έδειξε ότι εσύ θα γίνεις βασιλιάς της Συρίας». Όταν επέστρεψε ο Αζαήλ και ο βασιλιάς τον ρώτησε τι του απάντησε ο Ελισαιέ, ο Αζαήλ είπε: «Μου είπε ότι θα αναρρώσεις οπωσδήποτε», αλλά την επόμενη μέρα ο ίδιος σκότωσε το βασιλιά προκαλώντας του ασφυξία με ένα υγρό κλινοσκέπασμα, και άρχισε να βασιλεύει στη θέση του.—2Βα 8:7-15.
Τα λόγια του Ελισαιέ στον Αζαήλ έχουν γίνει αντικείμενο πολλών εικασιών. Σύμφωνα με μια περιθωριακή σημείωση του Μασοριτικού κειμένου, αλλά και τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, τη λατινική Βουλγάτα, τη συριακή Πεσίτα και 18 εβραϊκά χειρόγραφα, η απόδοση είναι: «Πες του: “Θα [αναρρώσεις]”», ενώ το κυρίως Μασοριτικό κείμενο λέει: «Πες του: “Δεν θα [αναρρώσεις]”».
Αν πάρουμε την εκδοχή ότι ο Αζαήλ έπρεπε, σύμφωνα με όσα του ειπώθηκαν, να πει στον Βεν-αδάδ «“Οπωσδήποτε θα αναρρώσεις”», η απάντηση του Ελισαιέ στο ερώτημα του Βεν-αδάδ μπορεί να αποτελούσε ένα είδος αινίγματος και να σήμαινε ότι αυτή καθαυτή η ασθένειά του δεν θα απέβαινε θανατηφόρα αλλά, παρ’ όλα αυτά, ο Βεν-αδάδ θα πέθαινε (όπως και έγινε, από το χέρι του Αζαήλ). Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο Αζαήλ μετέδωσε προφορικά στο βασιλιά το πρώτο μέρος της απάντησης του Ελισαιέ: «Οπωσδήποτε θα αναρρώσεις», ενώ την υπόλοιπη απάντηση την έκανε πράξη ο ίδιος με βίαιο τρόπο.—2Βα 8:10.
Ο Αζαήλ Καταδυναστεύει τον Ισραήλ. Λίγο καιρό αφότου ο Αζαήλ έγινε βασιλιάς, ενεπλάκη σε πόλεμο με τους βασιλιάδες του Ισραήλ και του Ιούδα στη Ραμώθ-γαλαάδ (Ραμά). Σε εκείνη την περίπτωση, ο Βασιλιάς Ιωράμ του Ισραήλ τραυματίστηκε αλλά το υπόμνημα δεν αναφέρει ποια ήταν η έκβαση της μάχης. (2Βα 8:25-29· 2Χρ 22:1-6) Στις ημέρες του διαδόχου του Ιωράμ, του Βασιλιά Ιηού του Ισραήλ, ο Αζαήλ άρχισε σταδιακά να κατακτά εδάφη του Ισραήλ, καταλαμβάνοντας τη Γαλαάδ και τη Βασάν, Α του Ιορδάνη. (2Βα 10:32, 33) Αυτό προφανώς του άνοιγε το δρόμο για να εισβάλει αργότερα στο βασίλειο του Ιούδα. Ο Αζαήλ κατέλαβε την πόλη Γαθ της Φιλιστίας και έπειτα προσήλωσε το πρόσωπό του στο να ανεβεί εναντίον της Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, ο Βασιλιάς Ιωάς του Ιούδα εξαγόρασε τον Αζαήλ για να φύγει, δίνοντάς του πολύτιμα αγαθά από το ναό και από το παλάτι, και έτσι ο Αζαήλ αποσύρθηκε χωρίς να πειράξει την Ιερουσαλήμ.—2Βα 12:17, 18.
Ιδιαίτερα στη διάρκεια της βασιλείας του γιου του Ιηού, του Βασιλιά Ιωάχαζ του Ισραήλ, ο Αζαήλ έγινε τρομερός δυνάστης του Ισραήλ, εκπληρώνοντας την πρόρρηση του προφήτη Ελισαιέ σύμφωνα με την οποία ο Αζαήλ θα παρέδιδε στη φωτιά τα οχυρώματα του Ισραήλ, θα σκότωνε με σπαθί τους εκλεκτούς άντρες τους, θα έκανε κομμάτια τα παιδιά τους και θα έσκιζε τις έγκυες γυναίκες τους. (2Βα 13:3, 22· 8:12) Ωστόσο, ο Θεός δεν επέτρεψε στη Συρία να συντρίψει ολοκληρωτικά τον Ισραήλ. (2Βα 13:4, 5) Μετά το θάνατο του Αζαήλ, ο Βασιλιάς Ιωάς του Ισραήλ με τρεις νίκες ανέκτησε από τον Βεν-αδάδ Γ΄, το γιο του Αζαήλ, τις πόλεις που είχε πάρει ο Αζαήλ από τον πατέρα του τον Βασιλιά Ιωάχαζ. (2Βα 13:23-25) Αργότερα, ο Βασιλιάς Ιεροβοάμ Β΄ του Ισραήλ «επανέφερε τη Δαμασκό και την Αιμάθ για τον Ιούδα στον Ισραήλ».—2Βα 14:28.
Σε Αρχαίες Επιγραφές. Ο Αζαήλ μνημονεύεται σε μια επιγραφή ιστορικού χαρακτήρα η οποία ανακαλύφτηκε σε κάποια τοποθεσία που τώρα ονομάζεται Αφίς, περίπου 40 χλμ. ΝΔ του Χαλεπίου. Αυτή η επιγραφή συμφωνεί με την Αγία Γραφή ως προς το ότι ο γιος του Αζαήλ, ο Βεν-αδάδ Γ΄—ο οποίος στην επιγραφή αποκαλείται «Βαρ-αδάδ»—τον διαδέχθηκε στο θρόνο της Συρίας.
Οι εκστρατείες του Σαλμανασάρ Γ΄ εναντίον της Συρίας έχουν καταγραφεί στα χρονικά του, όπου εξιστορεί τις νίκες του επί του Αζαήλ. Σε αυτά τα χρονικά, ο Αζαήλ χαρακτηρίζεται κοινός θνητός (κατά κυριολεξία, γιος ουτιδανού), αναμφίβολα επειδή δεν είχε βασιλική καταγωγή αλλά κατέλαβε το θρόνο της Δαμασκού δολοφονώντας τον Βασιλιά Βεν-αδάδ Β΄. Μια από αυτές τις επιγραφές αναφέρει: «Το δέκατο όγδοο έτος της βασιλείας μου διέσχισα τον Ευφράτη για δέκατη έκτη φορά. Ο Αζαήλ της Δαμασκού (Ιμερισού) βασίστηκε στον πολυάριθμο στρατό του και συγκέντρωσε τεράστιες στρατιές, κάνοντας το βουνό Σενίρ (Σα-νι-ρου), ένα βουνό απέναντι από τον Λίβανο, φρούριό του. Πολέμησα μαζί του και τον νίκησα, θανατώνοντας με το σπαθί 16.000 από τους εμπειροπόλεμους στρατιώτες του. Του απέσπασα 1.121 άρματα, 470 άλογα ιππασίας και το στρατόπεδό του. Εξαφανίστηκε για να σώσει τη ζωή του (αλλά) τον ακολούθησα και τον πολιόρκησα στη Δαμασκό (Ντι-μασ-κι), τη βασιλική κατοικία του. (Εκεί) κατέστρεψα τους κήπους του (έξω από την πόλη, και έφυγα). Βάδισα μέχρι τα βουνά της Αυράν (σαντεε ματΧα-ου-ρα-νι), καταστρέφοντας, γκρεμίζοντας και καίγοντας αναρίθμητες πόλεις, παίρνοντας αμέτρητα λάφυρα από αυτές».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 280.
Ωστόσο, ο Σαλμανασάρ Γ΄ προφανώς δεν κατάφερε να καταλάβει την ίδια τη Δαμασκό. Αυτό φαίνεται ότι επιτελέστηκε από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄,
-