-
ΔέντροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
αυτός δεν είναι οριστικός. Εξαρτάται από το πόσο λεπτομερώς περιγράφει η Βιβλική αφήγηση τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου δέντρου (που κάποιες φορές υποδηλώνονται από τη σημασία της λέξης από την οποία παράγεται η ονομασία του) και εξάγεται από τη σύγκριση της περιγραφής αυτής με τα σημερινά δέντρα των Βιβλικών χωρών, ιδιαίτερα των περιοχών που υποδεικνύει το Βιβλικό κείμενο, όταν αυτές κατονομάζονται. Μια άλλη πηγή βοήθειας είναι η μελέτη συγγενικών λέξεων από άλλες γλώσσες, όπως η αραβική και η αραμαϊκή. Σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται ότι το σοφότερο είναι απλώς να μεταγραφεί η ονομασία, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με το δέντρο αλγούμ.
Όπως επισημαίνουν ο Χάρολντ και η Άλμα Μόλντενκε στο βιβλίο τους Φυτά της Βίβλου ([Plants of the Bible], 1952, σ. 5, 6), πολλά από τα δέντρα που υπάρχουν τώρα στην Παλαιστίνη μπορεί να μη φύονταν εκεί στους Βιβλικούς χρόνους, εφόσον, όπως δηλώνουν, «η χλωρίδα αλλάζει, ειδικά σε περιοχές όπως η Παλαιστίνη και η Αίγυπτος, όπου ο άνθρωπος—διαβόητος για την τάση του να διαταράσσει τις ευαίσθητες ισορροπίες της φύσης—έχει αναπτύξει μεγάλη δραστηριότητα» εδώ και χιλιετίες. Επιπλέον, σημειώνουν: «Πολλά φυτά που αφθονούσαν στους Αγίους Τόπους ή στις γύρω χώρες κατά τους Βιβλικούς χρόνους είτε δεν υπάρχουν πια εκεί είτε ο αριθμός τους έχει μειωθεί δραστικά». Ορισμένα είδη εξαλείφθηκαν ή περιορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό λόγω της υπερκαλλιέργειας της γης ή λόγω της καταστροφής των δασικών εκτάσεων από τις ασσυριακές, τις βαβυλωνιακές, ως και τις ρωμαϊκές δυνάμεις εισβολής. (Ιερ 6:6· Λου 19:43) Εξαιτίας της καταστροφής των δέντρων και των δασών, το επιφανειακό χώμα παρασύρθηκε από τις βροχές και πολλές περιοχές έμειναν γυμνές και έρημες.
Από τις ημέρες του Αβραάμ κιόλας, σε ένα συμβόλαιο μεταβίβασης ακινήτου αναφέρθηκαν και τα δέντρα.—Γε 23:15-18.
Στο Νόμο. Μεταγενέστερα, ο Ιεχωβά Θεός έφερε τον Ισραήλ στη Χαναάν, μια γη που είχε «δέντρα για τροφή σε αφθονία». Ο ίδιος υποσχέθηκε ότι θα έδινε την απαραίτητη βροχή αν ο Ισραήλ τον υπάκουε, και απαίτησε να τίθεται κατά μέρος το ένα δέκατο των καρπών για το αγιαστήριο και το ιερατείο. (Νε 9:25· Λευ 26:3, 4· 27:30) Κατά την εισβολή τους στη χώρα, οι Ισραηλίτες έλαβαν την οδηγία να μην καταστρέφουν τα καρποφόρα δέντρα όταν επιτίθεντο σε πόλεις, μολονότι ύστερα από αιώνες οι βασιλιάδες του Ιούδα και του Ισραήλ εξουσιοδοτήθηκαν από τον Θεό να ερημώσουν τα “καλά δέντρα” του βασιλείου του Μωάβ. Ο λόγος για αυτό φαίνεται να είναι ότι ο Μωάβ βρισκόταν έξω από την Υποσχεμένη Γη. Επρόκειτο για πόλεμο που αποσκοπούσε στην τιμωρία του Μωάβ, και η ενέργεια των Ισραηλιτών προλάμβανε τυχόν εξέγερση ή αντίποινα από μέρους των Μωαβιτών. (Δευ 20:19, 20· 2Βα 3:19, 25· παράβαλε Ιερ 6:6.) Όταν κάποιος φύτευε ένα δέντρο, δεν επιτρεπόταν να φάει από τον καρπό του τα πρώτα τρία χρόνια, ενώ το τέταρτο έτος ο καρπός έπρεπε να αφιερωθεί στο αγιαστήριο για να χρησιμοποιηθεί εκεί. (Λευ 19:23-25· παράβαλε Δευ 26:2.) Στη συνέχεια, οι πρώτοι ώριμοι καρποί κάθε χρόνο αφιερώνονταν με παρόμοιο τρόπο.—Νε 10:35-37.
Μεταφορική Χρήση. Στον κήπο της Εδέμ, ο Θεός χρησιμοποίησε δύο δέντρα για συμβολικούς σκοπούς: «το δέντρο της ζωής» και «το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού». Επειδή ο άνθρωπος δεν σεβάστηκε το διάταγμα του Θεού σχετικά με το δεύτερο δέντρο, επήλθε η πτώση του.—Γε 2:9, 16, 17· 3:1-24.
Συχνά, η σημασία που είχε τόσο «το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού» όσο και ο περιορισμός που αφορούσε τον καρπό του θεωρείται εσφαλμένα ότι σχετίζεται με τη σεξουαλική πράξη μεταξύ του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού. Μια τέτοια άποψη αντίκειται στη σαφή εντολή που έδωσε ο Θεός στον άντρα και στη γυναίκα να “είναι καρποφόροι και να πληθυνθούν και να γεμίσουν τη γη”. (Γε 1:28) Απεναντίας, το εν λόγω δέντρο, επειδή αντιπροσώπευε “τη γνώση του καλού και του κακού” και επειδή η εξαγγελία του Θεού όριζε ότι ήταν απαγορευμένο για το ανθρώπινο ζευγάρι, έγινε σύμβολο του δικαιώματος που έχει ο Θεός να καθορίζει ή να θέτει για τον άνθρωπο τους κανόνες σχετικά με το τι είναι “καλό” (τι επιδοκιμάζει ο Θεός) και τι είναι “κακό” (τι καταδικάζει ο Θεός). Επομένως, μέσω του δέντρου, θα δοκιμαζόταν ο σεβασμός του ανθρώπου για τη θέση του Δημιουργού του καθώς και η προθυμία του να παραμείνει μέσα στο χώρο ελευθερίας που είχε ορίσει ο Θεός—χώρο κάθε άλλο παρά στενό, ο οποίος επέτρεπε τη μέγιστη απόλαυση της ανθρώπινης ζωής. Συνεπώς, αν ο άνθρωπος παραβίαζε τα όρια του απαγορευμένου χώρου τρώγοντας από «το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού», αυτό θα αποτελούσε εισβολή στην επικράτεια και στην εξουσία του Θεού ή εξέγερση εναντίον τους.—Βλέπε ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ.
Τα δέντρα χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να συμβολίσουν ανθρώπους, άρχοντες και βασίλεια, όπως στην προφητεία η οποία παρομοίαζε την πτώση του Φαραώ και του πλήθους του με το κόψιμο ενός ψηλού κέδρου (Ιεζ 31), καθώς και στην προφητεία του Δανιήλ σχετικά με το επιβλητικό δέντρο που αντιπροσώπευε την εξουσία «στη βασιλεία των ανθρώπων». (Δα 4:10-26) Ο δίκαιος παρομοιάζεται με δέντρο φυτεμένο δίπλα σε ρεύματα με νερό (Ψλ 1:3), του οποίου το φύλλωμα είναι θαλερό και ο καρπός εξακολουθεί να αναπτύσσεται ακόμη και στην ξηρασία.—Ιερ 17:8.
Η υπόσχεση ότι οι ημέρες του αποκαταστημένου λαού του Θεού θα είναι σαν τις ημέρες του δέντρου (Ησ 65:22) αποκτάει περισσότερο νόημα αν λάβουμε υπόψη ότι κάποια δέντρα στην Παλαιστίνη είναι αιωνόβια, φτάνοντας ή ακόμη και ξεπερνώντας τα χίλια χρόνια ζωής. Στο όραμα που είδε ο Ιεζεκιήλ, ένα ρεύμα νερού έβγαινε από το ναό του οράματος και είχε στις δύο όχθες του καρποφόρα δέντρα των οποίων το φύλλωμα ήταν θεραπευτικό, ενώ ένα παρόμοιο όραμα παρουσιάζεται στο βιβλίο της Αποκάλυψης. (Ιεζ 47:7, 12· Απ 22:2, 14) Η έκφραση «δέντρο ζωής» χρησιμοποιείται αναφορικά με την αληθινή σοφία, με τον καρπό του δικαίου, με την πραγματοποίηση του ποθούμενου και με την ηρεμία της γλώσσας. Σχετίζεται επίσης με το στεφάνι της ζωής. (Παρ 3:18· 11:30· 13:12· 15:4· Απ 2:7, 10) Τα δέντρα μνημονεύονται σε συσχετισμό με τις συνθήκες καρποφορίας, ειρήνης και χαράς που απορρέουν από τη βασιλεία του Ιεχωβά και από την αποκατάσταση του λαού του.—1Χρ 16:33· Ψλ 96:12· 148:9· Ησ 55:12· Ιεζ 34:27· 36:30.
Ο Ιησούς χρησιμοποίησε τα δέντρα σε κάποιες από τις παραβολές του τονίζοντας την ανάγκη για καρποφορία με αληθινή δικαιοσύνη, όπως είχε κάνει ο Ιωάννης ο Βαφτιστής πριν από αυτόν. (Ματ 3:10· 7:15-20) Εφόσον τα καρποφόρα δέντρα φορολογούνταν εκείνη την εποχή στην Παλαιστίνη, ένα μη παραγωγικό δέντρο (στην ουσία νεκρό) αποτελούσε ανεπιθύμητο βάρος για τον ιδιοκτήτη του και επομένως έπρεπε να κοπεί και να καταστραφεί. (Λου 13:6-9) Στο εδάφιο Ιούδα 12, τα ανήθικα άτομα που διεισδύουν στη Χριστιανική εκκλησία παρομοιάζονται με άκαρπα δέντρα κατά το φθινόπωρο τα οποία έχουν πεθάνει δύο φορές. Το ότι περιγράφονται ως «δύο φορές πεθαμένα» μπορεί να εκφράζει με εμφατικό τρόπο το γεγονός ότι είναι τελείως νεκρά. Ή θα μπορούσε να σημαίνει ότι είναι νεκρά από δύο απόψεις. Είναι (1) στείρα ή άκαρπα και (2) κατά γράμμα νεκρά, στερούμενα κάθε ζωτικότητας.
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «δέντρο» χρησιμοποιείται επίσης αναφορικά με το ξύλο ή τον πάσσαλο στον οποίο κρεμούσαν ένα σώμα. (Γε 40:19· Δευ 21:22, 23· Ιη 8:29· Εσθ 2:23) Εφαρμόζοντας το εδάφιο Δευτερονόμιο 21:23, ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε την ελληνική λέξη ξύλον.—Γα 3:13· βλέπε ΞΥΛΟ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΥ· τα διάφορα δέντρα ονομαστικά.
-
-
ΔεξαμενήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΞΑΜΕΝΗ
Μεγάλος ανοιχτός ταμιευτήρας για συλλογή και αποθήκευση νερού (εβρ., μπερεχάχ). Οι δεξαμενές σκάβονταν στο χώμα ή λαξεύονταν στο βράχο. Ενίοτε βρίσκονταν μέσα στις πόλεις και συνδέονταν με πηγές μέσω αγωγών. Έτσι οι κάτοικοι εξασφάλιζαν κάποιο απόθεμα νερού ακόμη και σε καιρό πολιορκίας. Μερικές δεξαμενές διαμορφώνονταν με επέκταση ή διαρρύθμιση υπαρχόντων φυσικών σχηματισμών, όπως είναι οι σπηλιές.
Κάποιες από τις δεξαμενές που αναφέρονται στις Γραφές είναι της Γαβαών (2Σα 2:13· βλέπε ΓΑΒΑΩΝ, ΓΑΒΑΩΝΙΤΕΣ), της Χεβρών (2Σα 4:12), της Εσεβών (Ασμ 7:4· βλέπε ΒΑΘ-ΡΑΒΒΙΜ), της Σαμάρειας (1Βα 22:38) και της Ιερουσαλήμ. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι οι δεξαμενές που κατασκεύασε ο συναθροιστής (Βασιλιάς Σολομών) για αρδευτικούς σκοπούς ίσως ταυτίζονται με κάποιες δεξαμενές που βρέθηκαν Ν της Βηθλεέμ. (Εκ 2:6) Σε αυτές αποθηκευόταν νερό από κοντινές πηγές.
Οι Δεξαμενές της Ιερουσαλήμ. Η ευρύτερη τοποθεσία της αρχαίας Δεξαμενής του Σιλωάμ (Ιωα 9:7) πιστεύεται ότι είναι το σημερινό Μπίρκετ Σιλουάν, λίγο νοτιοδυτικότερα της Πόλης του Δαβίδ. Αυτή είναι πιθανότατα και η κατά προσέγγιση τοποθεσία της δεξαμενής του Βασιλιά Εζεκία με την οποία συνδεόταν ο αγωγός που είχε κατασκευάσει εκείνος για να φέρει στην Ιερουσαλήμ τα νερά της πηγής Γιών.—2Βα 20:20· 2Χρ 32:30.
Οι Βιβλικές αναφορές στην “παλιά δεξαμενή” (Ησ 22:11), στην “άνω δεξαμενή” (2Βα 18:17· Ησ 7:3· 36:2) και στην “κάτω δεξαμενή” (Ησ 22:9) δεν δίνουν στοιχεία για την ακριβή τους θέση σε σχέση με την πόλη της Ιερουσαλήμ. Οι μελετητές πιστεύουν γενικά ότι η “κάτω δεξαμενή” (ίσως η ίδια με τη “Δεξαμενή του Καναλιού” που αναφέρεται στο εδ. Νε 3:15) μπορεί να ταυτίζεται με το Μπίρκετ ελ-Χάμρα στο νότιο άκρο της Κοιλάδας των Τυροποιών. Αλλά οι απόψεις διαφέρουν σημαντικά όσον αφορά την τοποθεσία της «άνω δεξαμενής».—Βλέπε ΔΕΞΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΚΑΝΑΛΙΟΥ.
Η «Δεξαμενή του Βασιλιά» βρισκόταν προφανώς ανάμεσα στην Πύλη των Σωρών της Στάχτης και στην Πύλη της Πηγής. (Νε 2:13-15) Ίσως είναι η ίδια με τη δεξαμενή που αναφέρεται στο εδάφιο Νεεμίας 3:16.
Αναφορικά με τη Δεξαμενή Βηθζαθά, βλέπε ΒΗΘΖΑΘΑ.
-
-
Δεξαμενή του ΚαναλιούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΞΑΜΕΝΗ ΤΟΥ ΚΑΝΑΛΙΟΥ
Δεξαμενή ή υδροταμιευτήρας που βρισκόταν προφανώς Ν της Πόλης του Δαβίδ, στη συμβολή της Κοιλάδας του Εννόμ με την Κεντρική Κοιλάδα (των Τυροποιών). (Νε 3:15) Από ό,τι φαίνεται, αυτή η δεξαμενή ονομαζόταν επίσης και “η κάτω δεξαμενή”.—Ησ 22:9.
Στο εδάφιο Νεεμίας 3:15 το Μασοριτικό κείμενο την προσδιορίζει ως “η Δεξαμενή του Σηλά”. Ορισμένοι λόγιοι πιστεύουν ότι η λέξη «Σηλά» πρέπει να γίνει «Σιλωά», λέξη η οποία σημαίνει «Αυτός που Στέλνει» και περιγράφει ένα κανάλι, ή αγωγό, που διοχετεύει νερό σε μια δεξαμενή. (Ησ 8:6) Γι’ αυτό, ενώ μερικές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής αφήνουν τη λέξη «Σηλά» αμετάφραστη, Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ αποδίδει όλη τη φράση ως “η στέρνα του αγωγού”, η δε Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει “η Δεξαμενή του Καναλιού”.
Έχουν βρεθεί υπολείμματα ενός αγωγού, ή καναλιού, που εκτεινόταν Ν της πηγής Γιών, παράλληλα με την όχθη του Κιδρόν, και κατέληγε σε έναν αρχαίο υδροταμιευτήρα που τώρα ονομάζεται Μπίρκετ ελ-Χάμρα. Μερικά τμήματα του καναλιού αυτού ήταν σκεπασμένα με πέτρινες πλάκες, αλλά φαίνεται ότι υπήρχαν ανοίγματα από όπου μπορούσαν να αντλούν νερό για να αρδεύουν μέρη της κοιλάδας. Η φράση «τα νερά του Σιλωά που κυλούν ήρεμα» μπορεί να αναφέρεται στη μικρή κλίση αυτού του καναλιού. (Ησ 8:6) Η θέση του Μπίρκετ ελ-Χάμρα ταιριάζει με το σημείο όπου τοποθετεί ο Νεεμίας τη Δεξαμενή του Καναλιού, δηλαδή κοντά στον Κήπο του Βασιλιά και στα Σκαλιά που κατέβαιναν από τη νότια άκρη της Πόλης του Δαβίδ.
-
-
ΔέοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΟΣ
Τα εβραϊκά ρήματα γιαρέ’ (Λευ 19:30· 26:2) και ‛αράτς (Ψλ 89:7· Ησ 29:23· 47:12) είναι δυνατόν να μεταδώσουν την έννοια του δέους ή του ευλαβικού φόβου. Το ρήμα ‛αράτς σημαίνει συνήθως είτε ότι κάποιος τρέμει ή ριγεί από φόβο, τρόμο ή δέος είτε ότι προκαλεί ένα τέτοιο ρίγος.—Ησ 8:12· Ψλ 10:18· βλέπε ΦΟΒΟΣ.
Οι ευδιάκριτες αποδείξεις της παρουσίας του Ιεχωβά γέμιζαν δέος όσους αντίκριζαν το θέαμα. Όταν οι Ισραηλίτες συνάχθηκαν στο Όρος Σινά, είδαν να κατεβαίνει ένα σκοτεινό σύννεφο, το οποίο συνοδευόταν από βροντές, αστραπές και ήχο κέρατος που γινόταν ολοένα και πιο δυνατός. Ολόκληρο το βουνό σειόταν και έβγαζε καπνούς. Αυτή η επίδειξη δύναμης πλημμύρισε με φόβο τους Ισραηλίτες. Ακόμη και ο Μωυσής έτρεμε. Ο σκοπός αυτής της φανέρωσης της δόξας του Ιεχωβά ήταν να ενσταλάξει στους Ισραηλίτες υγιή φόβο ώστε να μην αμαρτάνουν.—Εξ 19:9, 16-19· 20:18, 20· Εβρ 12:21.
Οι αναπαραστάσεις της δόξας του Ιεχωβά σε οράματα ενέπνεαν δέος. Το αμάξωμα του ουράνιου άρματος, πάνω από το οποίο ο προφήτης Ιεζεκιήλ είδε τη δόξα του Ιεχωβά, λαμπύριζε σαν πάγος που ενέπνεε δέος. Ψηλά, πάνω από τα κεφάλια των ζωντανών πλασμάτων τα οποία παρίσταναν χερουβείμ, αυτό το αμάξωμα έμοιαζε με διάφανο εκπέτασμα, το μέγεθος και η όψη του οποίου προκαλούσαν δέος. Μέσα από το διάφανο αμάξωμα φαινόταν κάτι που έμοιαζε με θρόνο από πέτρα ζαφειριού. Η μορφή που ήταν καθισμένη στο θρόνο έλαμπε, αντανακλώντας μια κίτρινη λάμψη σαν αυτήν του ήλεκτρου σε φωτιά χωνευτηρίου, και περιβαλλόταν ολόκληρη από παρόμοια λαμπρότητα. Αυτό το όραμα της δόξας του Ιεχωβά υποκίνησε τον Ιεζεκιήλ να πέσει με το πρόσωπο κάτω σε εκδήλωση λατρευτικής ευλάβειας.—Ιεζ 1:15-22, 25-28.
Ο Ιεχωβά είναι ο μόνος για τον οποίο πρέπει να νιώθουμε τέτοιο δέος, ή ευλαβικό φόβο, ώστε να υποκινούμαστε να τον λατρεύουμε. (Ψλ 89:7· Ησ 29:23) Οι Χριστιανοί παροτρύνονται “να αποδίδουν στον Θεό ιερή υπηρεσία με θεοσεβή φόβο και δέος”. (Εβρ 12:28) Οι υπηρέτες του Θεού εκδηλώνουν αυτό το δέος, αγωνιζόμενοι σθεναρά να τον ευαρεστήσουν, αναγνωρίζοντας ότι αυτός θα ζητήσει από όλους λογαριασμό και θα αποδώσει κρίση χωρίς προσωποληψία.—1Πε 1:17· Απ 14:7.
Μεμονωμένα άτομα καθώς και έθνη μπορεί να εμπνεύσουν σε κάποιες περιπτώσεις το αίσθημα του δέους σε άλλους, είτε σκόπιμα είτε όχι. Για παράδειγμα, τόσο ισχυρή ήταν η εντύπωση που προξένησε η Σουλαμίτισσα στον Βασιλιά Σολομώντα και τέτοιο το δέος που του ενέπνευσε, ώστε όπως είπε ο ίδιος αισθανόταν σαν να έβλεπε ετοιμοπόλεμα στρατεύματα συγκεντρωμένα γύρω από λάβαρα. Στη σχετική αφήγηση, στα εδάφια Άσμα Ασμάτων 6:4, 10, χρησιμοποιείται η εβραϊκή λέξη ’αγιόμ που σημαίνει «εμπνέω δέος». Όταν το έθνος των Χαλδαίων προέλαυνε στη μάχη ήταν φοβερό. (Αββ 1:6, 7) Επιπλέον, η Βαβυλώνα κλήθηκε προφητικά μέσω του προφήτη Ησαΐα να χρησιμοποιήσει τις μαγικές ρήσεις της και τις μαγγανείες της για να προξενήσει δέος στους αντιπάλους της, σώζοντας έτσι τον εαυτό της από τη συμφορά. Ωστόσο κάθε προσπάθεια για να αποτραπεί η κατάκτηση επρόκειτο να αποτύχει. (Ησ 47:12-15) Η Βαβυλώνα επρόκειτο να ηττηθεί από τα στρατεύματα του Κύρου του Πέρση.—Ησ 44:24–45:2.
Λόγω του τρόπου με τον οποίο ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε τον Μωυσή και πολιτεύτηκε μαζί του, ο Μωυσής εκτέλεσε μεγάλα και φοβερά έργα (εβρ., μωρά’) μπροστά στα μάτια του λαού του Θεού. (Δευ 34:10, 12· Εξ 19:9) Όσοι είχαν πίστη διακατέχονταν από υγιή φόβο για την εξουσία του Μωυσή. Αντιλαμβάνονταν ότι ο Θεός μιλούσε μέσω εκείνου. Επίσης, οι Ισραηλίτες έπρεπε να νιώθουν δέος για το αγιαστήριο του Ιεχωβά. (Λευ 19:30· 26:2) Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να εκδηλώνουν ευλαβικό σεβασμό για το αγιαστήριο, αποδίδοντας λατρεία με τον τρόπο που τους υποδείκνυε ο Ιεχωβά και ενεργώντας σε αρμονία με όλες τις εντολές του.
-
-
ΔεουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΟΥΗΛ
(Δεουήλ) [Γνώση του Θεού· Ο Θεός Γνωρίζει].
Κάποιος του οποίου ο γιος, ο Ελιασάφ, ήταν ο αρχηγός της φυλής του Γαδ τον καιρό που ο Ισραήλ περιπλανιόταν στην έρημο. (Αρ 1:14· 7:42, 47· 10:20) Στο Μασοριτικό κείμενο και στη συριακή Πεσίτα, ονομάζεται «Ρεουήλ» στο εδάφιο Αριθμοί 2:14 («Ραγουήλ», ΜΝΚ). Αυτό μπορεί να οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή, επειδή τα εβραϊκά γράμματα για το «Δ» και το «Ρ» μοιάζουν πολύ μεταξύ τους, και το όνομα «Δεουήλ» εμφανίζεται όντως στο εδάφιο Αριθμοί 2:14 στη σαμαρειτική Πεντάτευχο, στη λατινική Βουλγάτα και σε περισσότερα από εκατό εβραϊκά χειρόγραφα.
-
-
ΔέρβηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΡΒΗ
(Δέρβη).
“Πόλη της Λυκαονίας” στη Μικρά Ασία την οποία ο απόστολος Παύλος επισκέφτηκε προσωπικά δύο φορές, ενδεχομένως και τρεις.
Πιθανότατα λίγο πριν από το χειμώνα του 47-48 Κ.Χ., κατά τη διάρκεια του πρώτου ιεραποστολικού του ταξιδιού, ο Παύλος έφτασε στη Δέρβη έπειτα από έναν σφοδρό λιθοβολισμό στα γειτονικά Λύστρα. Στη Δέρβη, αυτός και ο Βαρνάβας «διακήρυξαν τα καλά νέα» και έκαναν «αρκετούς μαθητές», περιλαμβανομένου πιθανώς και του “Γάιου από τη Δέρβη”, ο οποίος αργότερα μνημονεύεται ως σύντροφος του αποστόλου σε κάποιο ταξίδι του. Αν και τα ιστορικά στοιχεία φαίνονται να υποδεικνύουν ότι η Δέρβη μετά το 41 Κ.Χ. συνιστούσε την ανατολικότερη πόλη της πολιτικής επαρχίας της Γαλατίας, ο χαρακτηρισμός “πόλη της Λυκαονίας” που της αποδίδει ο Λουκάς σε αυτή την αφήγηση έχει προφανώς γεωγραφική ή εθνογραφική έννοια. (Πρ 14:6, 19-21· 20:4) Μερικούς μήνες αργότερα, μετά τη σύνοδο της Ιερουσαλήμ για την περιτομή (περ. 49 Κ.Χ.), ο Παύλος, ο οποίος βρισκόταν στη δεύτερη περιοδεία του, επισκέφτηκε ξανά τη Δέρβη. (Πρ 15:36· 16:1) Η Δέρβη, αν και δεν μνημονεύεται συγκεκριμένα, ενδέχεται να ήταν ένα από τα μέρη όπου σταμάτησε ο Παύλος στην τρίτη περιοδεία του, καθώς ενίσχυε τους μαθητές «στη χώρα της Γαλατίας». (Πρ 18:23) Δεν αναφέρεται αν ο Παύλος έγινε αντικείμενο κακομεταχείρισης στη Δέρβη, ούτε ο ίδιος κάνει λόγο για την πόλη όταν πολλά χρόνια αργότερα εξιστορεί τα παθήματα που υπέστη σε άλλα μέρη εκεί κοντά.—2Τι 3:11.
Η Δέρβη ταυτίζεται πιθανώς με το Κερτί Χουγιούκ 21 χλμ. ΒΒΑ του Καραμάν (αρχαία Λάρανδα) και περίπου 100 χλμ. ΝΑ του Κόνια (αρχαίο Ικόνιο). Ως προς το αν η Δέρβη περιλαμβανόταν στις «εκκλησίες της Γαλατίας» στις οποίες απευθυνόταν η επιστολή του Παύλου, βλέπε ΓΑΛΑΤΕΣ (ΕΠΙΣΤΟΛΗ).—Γα 1:2.
-
-
ΔέρμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΡΜΑ
Το εξωτερικό περίβλημα του σώματος ανθρώπων και ζώων. Το δέρμα κατατάσσεται στα όργανα του σώματος και επιτελεί όντως πολλές λειτουργίες που συμβάλλουν στη σωματική ευεξία, όπως είναι η προστασία, η ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος και η απομάκρυνση ορισμένων άχρηστων ουσιών.
Η Αγία Γραφή αναφέρει διάφορες δερματοπάθειες (Λευ 13:1-46· 21:20· Δευ 28:27) και ορισμένες εκφυλιστικές καταστάσεις που προκαλούν στο δέρμα η ασθένεια και η λιμοκτονία.—Ιωβ 7:5· 30:30· Θρ 4:8· 5:10.
Σύμφωνα με το Νόμο, τα δέρματα των ζώων που χρησιμοποιούνταν για να γίνουν ορισμένες προσφορές για αμαρτία καίγονταν έξω από το στρατόπεδο του Ισραήλ ή έξω από την πύλη της Ιερουσαλήμ. (Εξ 29:14· Λευ 4:11, 12· 8:17· 9:11· 16:27· Εβρ 13:11) Το δέρμα του ζώου που έφερνε ένας Ισραηλίτης για ολοκαύτωμα το έπαιρνε ο ιερέας.—Λευ 7:8.
Ο Ιεχωβά προμήθευσε δερμάτινα ενδύματα στον Αδάμ και στην Εύα για να καλύψουν τη γυμνότητά τους όταν αμάρτησαν. (Γε 3:21) Ορισμένοι φορούσαν ενδύματα από ακατέργαστο δέρμα, ειδικά μερικοί προφήτες (2Βα 1:8), μεταξύ των οποίων και ψευδοπροφήτες. (Ζαχ 13:4) Επίσης, από δέρμα ζώων κατασκεύαζαν σανδάλια (Ιεζ 16:3, 10), σακίδια (1Σα 17:40) και ασκιά για νερό, γάλα και κρασί (Γε 21:14· Ιη 9:13· Κρ 4:19· Ματ 9:17), καθώς επίσης τις μεμβράνες των τυμπάνων και πιθανώς το αντηχείο του νέβελ, δηλαδή του “έγχορδου” οργάνου. (Ησ 5:12) Δέρματα χρησιμοποιούνταν ως καλύμματα για τη σκηνή της μαρτυρίας.—Εξ 25:2, 5· 26:14· 35:7, 23· 36:19.
Το δέρμα προβάτων, κατσικιών ή μοσχαριών χρησιμοποιούνταν επίσης ως γραφική ύλη.—Βλέπε ΠΕΡΓΑΜΗΝΗ.
Μεταφορική Χρήση. Σχετικά με τον Ιώβ, ο Σατανάς είπε στον Ιεχωβά: «Δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του». (Ιωβ 2:4) Με αυτόν τον τρόπο ο Διάβολος αμφισβήτησε την ακεραιότητα του ανθρώπου, ισχυριζόμενος ότι ο Ιώβ θα καταριόταν τον Θεό αν η σωματική του ευεξία υφίστατο βλάβη.
Ο ίδιος ο Ιώβ είπε: «Διασώζομαι με το δέρμα των δοντιών μου». (Ιωβ 19:20) Κάποιοι μεταφραστές έχουν προτείνει άλλες αποδόσεις για το παραπάνω εδάφιο, αλλά αυτές προϋποθέτουν τροποποιήσεις του εβραϊκού κειμένου. Δεν φαίνεται απαραίτητο να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει τη δήλωση του Ιώβ υπό το πρίσμα των ανακαλύψεων που έχουν κάνει πρόσφατα οι επιστήμονες με τη βοήθεια μικροσκοπίων. Όπως φαίνεται, ο Ιώβ έλεγε απλώς ότι είχε διασωθεί μη έχοντας τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Είχε διασωθεί με το δέρμα των δοντιών του, δηλαδή με το «δέρμα» αυτού το οποίο προφανώς δεν έχει δέρμα.
-
-
Δέρμα ΦώκιαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΡΜΑ ΦΩΚΙΑΣ
Δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα ποιο είναι το συγκεκριμένο είδος δέρματος που εννοείται με την εβραϊκή λέξη τάχας, η οποία χρησιμοποιείται για να περιγράψει το εξωτερικό κάλυμμα της σκηνής της μαρτυρίας και το υλικό με το οποίο τύλιγαν τον εξοπλισμό και τα σκεύη του αγιαστηρίου όταν επρόκειτο να τα μεταφέρουν. Η λέξη τάχας ή τεχασίμ (πληθυντικός) συνήθως εμφανίζεται δίπλα στη λέξη ‛ωρ ή ‛ωρώθ (δέρμα, δέρματα). (Εξ 25:5· 26:14· 35:7, 23· 36:19· 39:34· Αρ 4:6-14, 25· Ιεζ 16:10) Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα φαίνεται πως θεωρούσαν ότι η εβραϊκή λέξη δεν υποδηλώνει κάποιο ζώο αλλά το μπλε χρώμα. (Παράβαλε Αρ 4:14, υποσ.) Εντούτοις, η σχεδόν ομόφωνη άποψη των Ιουδαίων σχολιαστών είναι ότι η λέξη τάχας αναφέρεται σε ζώο. Αυτή την άποψη την προσυπέγραψε και ο λεξικογράφος της εβραϊκής γλώσσας Γεσένιος, ο οποίος θεωρούσε την απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα απλή εικασία, απόδοση που δεν υποστηρίζεται ούτε ετυμολογικά ούτε από συγγενικές γλώσσες. Όπως την αντιλαμβανόταν εκείνος, η λέξη τάχας σήμαινε είτε τη φώκια είτε τον ασβό, βάσιζε δε τα συμπεράσματά του στα συμφραζόμενα, στο κύρος των Ταλμουδιστών, στη σύγκριση της εβραϊκής λέξης με παρόμοιες λέξεις άλλων γλωσσών και στην εβραϊκή ετυμολογία.
Οι μεταφραστές της Γραφής έχουν αποδώσει με διάφορους τρόπους τη φράση ‛ωρ (‛ωρώθ) τάχας (τεχασίμ), όπως: «δέρμα(-τα) ασβού» (KJ), «δέρμα(-τα) κατσικιού» (RS), «δέρμα(-τα) φώκαινας» (AT), «δέρμα(-τα) φώκιας» (AS), «δέρμα» (Mo), «εκλεκτό δέρμα» (JB), «ιώδη δέρματα» (Dy), «τομάρι(-α)» (ΜΠΚ) και «δέρμα τάχας» (ΜΝΚ, Εξ 25:5, υποσ., αλλά «δέρματα φώκιας» στο κυρίως κείμενο). Οι λόγιοι γενικά δεν προτιμούν την απόδοση «δέρμα(-τα) ασβού», εφόσον θεωρείται απίθανο να μπορούσαν οι Ισραηλίτες να εφοδιαστούν με αρκετά δέρματα ασβού, είτε στην Αίγυπτο είτε στην έρημο, για να καλύψουν τη σκηνή της μαρτυρίας. Υπάρχουν επίσης λόγιοι που έχουν την άποψη πως ούτε η απόδοση «δέρμα(-τα) ασβού» ούτε η απόδοση «δέρμα(-τα) φώκιας» ούτε η απόδοση «δέρμα(-τα) φώκαινας» είναι σωστή, δεδομένου ότι οι ασβοί, οι φώκιες, οι φώκαινες ή τα δελφίνια, οι θαλάσσιες αγελάδες και άλλα παρόμοια πλάσματα ήταν προφανώς ακάθαρτα για βρώση. (Λευ 11:12, 27) Ως εκ τούτου, αυτοί θεωρούν αδιανόητο να χρησιμοποιήθηκε το δέρμα κάποιου «ακάθαρτου» ζώου για κάτι τόσο ιερό όπως η κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας, καθώς και ως προστατευτικό κάλυμμα για τον εξοπλισμό και τα σκεύη του αγιαστηρίου. Όσοι διακρατούν αυτή την άποψη υποστηρίζουν ότι η λέξη τάχας ίσως υποδηλώνει το δέρμα κάποιου καθαρού ζώου, πιθανώς κάποιου είδους αντιλόπης, προβάτου ή κατσικιού.
Μπορούσε να Χρησιμοποιηθεί, Παρότι η Φώκια Κατατασσόταν στα Ακάθαρτα Ζώα. Το γεγονός ότι οι φώκιες ήταν προφανώς ακάθαρτες για βρώση δεν αποκλείει απαραίτητα τη χρήση του δέρματός τους για κάλυμμα της σκηνής της μαρτυρίας. Λόγου χάρη, ενώ το λιοντάρι και ο αετός ήταν «ακάθαρτα» (Λευ 11:13, 27), τα ουράνια χερουβείμ που είδε ο Ιεζεκιήλ σε όραμα απεικονίστηκαν με τέσσερα πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ένα ήταν πρόσωπο λιονταριού και ένα άλλο αετού. (Ιεζ 1:5, 10· 10:14) Επιπλέον, τα χάλκινα καρότσια που φτιάχτηκαν από τον Σολομώντα για να χρησιμοποιηθούν στο ναό ήταν διακοσμημένα με παραστάσεις λιονταριών, και αναμφίβολα αυτό έγινε σε αρμονία με τα σχέδια που δόθηκαν στον Δαβίδ υπό θεϊκή έμπνευση. (1Βα 7:27-29· 1Χρ 28:11-19) Οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν «ακάθαρτα» ζώα, παραδείγματος χάρη γαϊδούρια, για τις μετακινήσεις τους, και μάλιστα είχε προειπωθεί πως ο Μεσσίας θα έμπαινε στην Ιερουσαλήμ ανεβασμένος σε γαϊδούρι. (Ζαχ 9:9· Ματ 21:4, 5) Μολονότι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής είχε την ιερότατη αποστολή να “προπορευτεί ενώπιον του Ιεχωβά για να ετοιμάσει τις οδούς του”, φορούσε ένδυμα φτιαγμένο από τις τρίχες ενός “ακάθαρτου” ζώου. (Λου 1:76· Ματ 3:4· Λευ 11:4) Όλα αυτά συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι ο διαχωρισμός ανάμεσα σε καθαρά και ακάθαρτα ζώα αφορούσε απλώς το διαιτολόγιο, αν και κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκε επίσης αναφορικά με τις θυσίες, και δεν απαιτούσε από τους Ισραηλίτες να τρέφουν γενική αποστροφή για τα «ακάθαρτα» ζώα. (Λευ 11:46, 47) Επιπρόσθετα, τα εν λόγω ζώα, όπως και τα «καθαρά», δημιουργήθηκαν από τον Θεό και κατ’ επέκταση ήταν καλά, όχι σιχαμερά αυτά καθαυτά.—Γε 1:21, 25.
Πώς θα Μπορούσαν να το Προμηθευτούν οι Ισραηλίτες. Αν η λέξη τάχας της Γραφής σημαίνει όντως κάποιο είδος φώκιας, τότε μπορεί να εγερθεί το ερώτημα πώς ήταν δυνατόν να προμηθευτούν οι Ισραηλίτες τέτοια δέρματα. Ενώ οι φώκιες σχετίζονται γενικά με τις περιοχές της Αρκτικής και της Ανταρκτικής, ορισμένες προτιμούν θερμότερα κλίματα. Σήμερα, μερικές φώκιες του γένους μοναχός εξακολουθούν να ζουν σε μέρη της Μεσογείου καθώς και σε άλλα θερμότερα νερά. Στο διάβα των αιώνων, ο άνθρωπος έχει μειώσει κατά πολύ τον πληθυσμό αυτών των ζώων, τα οποία στους Βιβλικούς χρόνους πιθανόν να αφθονούσαν στη Μεσόγειο και στην Ερυθρά Θάλασσα. Μάλιστα το 1832, το Λεξικό της Αγίας Γραφής ([Dictionnaire de la Bible] σ. 139) του Καλμέ παρατήρησε: «Φώκιες υπάρχουν σε πολλά από τα μικρά νησιά της Ερυθράς Θάλασσας, γύρω από τη χερσόνησο του Σινά».—Βλέπε επίσης Η Τυπική Διδασκαλία της Σκηνής της Μαρτυρίας (The Tabernacle’s Typical Teaching), του Α. Τζ. Πόλοκ, Λονδίνο, σ. 47.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έκαναν εμπόριο στην Ερυθρά Θάλασσα και φυσικά προμηθεύονταν αγαθά από πολλές περιοχές της Μεσογείου. Έτσι λοιπόν, θα είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν δέρματα φώκιας. Συνεπώς, όταν οι Ισραηλίτες έφυγαν από την Αίγυπτο, μπορεί να πήραν μαζί τους τα δέρματα φώκιας που ήδη είχαν, καθώς και άλλα που απέκτησαν όταν οι Αιγύπτιοι τους έδωσαν άφθονα πολύτιμα πράγματα.—Εξ 12:35, 36.
-
-
Δεσμός, ΔεσμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΣΜΟΣ, ΔΕΣΜΑ
Κάτι που περιορίζει ή αφαιρεί την ελευθερία, όπως τα ποδόδεσμα, οι αλυσίδες, οι χειροπέδες· επίσης ο εγκλεισμός (για τη λέξη «δεσμά»)· δεσμευτική δύναμη ή επιρροή· κάτι που ενώνει· ενοποιητικός παράγοντας. Στους Βιβλικούς χρόνους χρησιμοποιούσαν διάφορα μέσα για να περιορίζουν τις κινήσεις των φυλακισμένων, όπως ποδόδεσμα, ξύλινα δεσμά, χειροπέδες, καθώς και κρατητήρια.
Στις Γραφές, η εβραϊκή λέξη νεχόσεθ, που συνήθως σημαίνει «χαλκός», πολλές φορές μεταφράζεται «χάλκινα ποδόδεσμα» ή «χάλκινα δεσμά», επειδή αυτά τα δεσμά φτιάχνονταν συνήθως από χαλκό ή μπρούντζο, αν και χρησιμοποιούνταν επίσης ξύλο και σίδερο. (2Σα 3:34· 2Βα 25:7) Στην Τούκρα της Λιβύης βρέθηκαν σιδερένια ποδόδεσμα παρόμοια με αυτά που απεικονίζονται σε ανάγλυφα ασσυριακών ανακτόρων. Οι μεταλλικοί κρίκοι ή δακτύλιοι έχουν διάμετρο 13 εκ., άρα είναι αρκετά μεγάλοι για να περικλείσουν τους αστραγάλους, και συνδέονται με μια ίσια ράβδο. Η ράβδος έχει μήκος 18 εκ. από άκρη σε άκρη, κάτι που σημαίνει ότι τα βήματα ήταν εξ ανάγκης πολύ μικρά και το βάδισμα δύσκολο. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η λέξη πέδη, η οποία αποδίδεται «ποδόδεσμα», σχετίζεται με τη λέξη πούς (πόδι).—Λου 8:29.
Το εβραϊκό ρήμα ’ασάρ, που σημαίνει «δένω· βάζω σε δεσμά» (Κρ 16:5· 2Βα 23:33), είναι η ρίζα τριών άλλων λέξεων που σχετίζονται με τον περιορισμό της ελευθερίας μέσω δεσμών. Τόσο η λέξη ’εσούρ (Ιερ 37:15) όσο και η λέξη μωσερώθ (Ψλ 2:3) αναφέρονται σε «δεσμά», ενώ η λέξη μασόρεθ υποδηλώνει «δεσμό» (Ιεζ 20:37). Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη δεσμός (Λου 8:29), ενώ η λέξη σύνδεσμος αναφέρεται σε «ενωτικό δεσμό».—Εφ 4:3.
Για τον περιορισμό των φυλακισμένων χρησιμοποιούνταν επίσης αλυσίδες. Δύο εβραϊκές λέξεις που σημαίνουν «αλυσίδα» (ρεθουκάχ και ραττώκ) προέρχονται από τη ρίζα ραθάκ, η οποία σημαίνει «δένω». (Να 3:10) Η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι η λέξη ἅλυσις.—Μαρ 5:3, 4.
Πολλοί από τους πιστούς μάρτυρες της προχριστιανικής εποχής υπέστησαν δεσμά και φυλάκιση. (Εβρ 11:36) Για το γιο του Ιακώβ, τον Ιωσήφ, όταν ήταν στην Αίγυπτο, αναφέρεται ότι «με ποδόδεσμα ταλαιπώρησαν τα πόδια του, μέσα στα σίδερα μπήκε η ψυχή του». (Ψλ 105:18) Η Δαλιδά χρησιμοποίησε εφτά τένοντες που ήταν νωποί ακόμη και, αργότερα, καινούρια σχοινιά για να δέσει τον Σαμψών και να τον παραδώσει αιχμάλωτο στους Φιλισταίους, αλλά ο Σαμψών τα έσπασε χωρίς δυσκολία. Τελικά, αφού έχασε τη δύναμή του και αιχμαλωτίστηκε, τον έδεσαν με δύο χάλκινα δεσμά. (Κρ 16:6-12, 21) Ο Ιερεμίας κλείστηκε σε ξύλινα δεσμά από τον Πασχώρ, τον επίτροπο του ναού, και φυλακίστηκε από τους άρχοντες του Ιούδα «στο οίκημα των δεσμών».—Ιερ 20:2, 3· 37:15.
Λόγω της απιστίας του Μανασσή, βασιλιά του Ιούδα, ο Ιεχωβά επέτρεψε στο βασιλιά της Ασσυρίας να του βάλει χάλκινα δεσμά. Ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ οδήγησε αιχμάλωτο στη Βαβυλώνα τον Βασιλιά Σεδεκία, δεμένο με χάλκινα δεσμά. (2Βα 25:7· 2Χρ 33:11· Ιερ 39:7· 52:11) Ο Ιερεμίας αφέθηκε ελεύθερος και του αφαιρέθηκαν οι χειροπέδες με διαταγή του Νεβουζαραδάν, του αρχηγού της σωματοφυλακής του Ναβουχοδονόσορα.—Ιερ 40:1, 4.
Οι άντρες που συνέλαβαν τον Ιησού στον κήπο της Γεθσημανή τον έδεσαν και τον οδήγησαν στον Άννα, ο οποίος κατόπιν τον έστειλε δεμένο στον Καϊάφα. Αφού δικάστηκε ενώπιον του Σάνχεδριν, δόθηκε εντολή να δεθεί και να οδηγηθεί στον Πιλάτο. (Ιωα 18:12, 13, 24, 28· Μαρ 15:1) Ο Σαύλος, προτού μεταστραφεί στη Χριστιανοσύνη και γίνει ο απόστολος Παύλος, καταδίωκε τους Χριστιανούς για να τους φέρει δεμένους στο ανώτατο Ιουδαϊκό δικαστήριο. (Πρ 9:2, 21) Ο Πέτρος ήταν δεμένος με αλυσίδες ανάμεσα σε δύο στρατιώτες με διαταγή του Ηρώδη, σύμφωνα με το ρωμαϊκό έθιμο.—Πρ 12:6, 7.
Κατά την πρώτη φυλάκισή του στη Ρώμη, ο Παύλος αναφέρει σε αρκετές από τις επιστολές που έγραψε από εκεί ότι βρισκόταν σε δεσμά φυλάκισης και χαρακτηρίζει τον εαυτό του “πρεσβευτή αλυσοδεμένο”. (Εφ 6:20· Φλπ 1:7, 13-17· Κολ 4:18· Φλμ 10, 13) Εντούτοις, όπως υποδεικνύεται από την περιγραφή της κατάστασής του στα εδάφια Πράξεις 28:16-31, του είχε παραχωρηθεί αξιόλογη ελευθερία κινήσεων, η οποία του επέτρεπε να γράφει, να δέχεται καλεσμένους και επισκέπτες και να τους κηρύττει. Ο Παύλος αφέθηκε ελεύθερος, αλλά αργότερα συνελήφθη ξανά. Στη διάρκεια της δεύτερης φυλάκισής του στη Ρώμη, η οποία τερματίστηκε με την εκτέλεσή του, ο Παύλος ήταν πάλι αλυσοδεμένος.—Φλμ 22· 2Τι 1:16· 2:9· 4:6-8.
Μεταφορικές και Συμβολικές Χρήσεις. Οι λέξεις «δεσμά» και «αλυσίδες» χρησιμοποιούνται πολλές φορές μεταφορικά στη Γραφή εννοώντας τη φυλάκιση ή κάποια μορφή περιορισμού. Όσον αφορά τη βαβυλωνιακή εξορία, η Σιών παρουσιάζεται προφητικά σαν να βρίσκεται σε δεσμά ή σαν να έχει δεσμά στον τράχηλό της. (Ησ 52:2) Αν και πολλοί εξόριστοι απέκτησαν τελικά δικά τους σπίτια και απολάμβαναν αρκετή ελευθερία, δεν ήταν ελεύθεροι να γυρίσουν στη Σιών, δηλαδή την Ιερουσαλήμ.—Ιερ 29:4, 5.
Ο Θεός έχει περιορίσει τους ανυπάκουους αγγέλους με «αιώνια δεσμά σε πυκνό σκοτάδι». (Ιου 6) Επιπλέον, λέγεται ότι έχουν παραδοθεί σε «λάκκους πυκνού σκοταδιού». (2Πε 2:4) Οι Γραφικές αποδείξεις φανερώνουν ότι δεν τους έχει αφαιρεθεί κάθε ελευθερία κίνησης, δεδομένου ότι έχουν καταφέρει να εξουσιάζουν ανθρώπους, και μάλιστα είχαν πρόσβαση στους ουρανούς μέχρις ότου εκδιώχθηκαν από τον Μιχαήλ και τους αγγέλους του και ρίχτηκαν στη γη. (Μαρ 1:32· Απ 12:7-9) Ο Σατανάς ο Διάβολος πρόκειται να δεθεί με μια μεγάλη αλυσίδα από τον άγγελο που έχει το κλειδί της αβύσσου και να ριχτεί στην άβυσσο για χίλια χρόνια, έπειτα από τα οποία πρόκειται να λυθεί για λίγο καιρό. (Απ 20:1-3) Εφόσον οι άγγελοι δεν είναι πλάσματα με σάρκα και αίμα, αυτή η αλυσίδα αναφέρεται αναμφίβολα σε κάποια δεσμευτική δύναμη την οποία εμείς αγνοούμε.
Σχετικά με τη γυναίκα την οποία θεράπευσε ο Ιησούς, η οποία ήταν διπλωμένη στα δύο εξαιτίας ενός πνεύματος αδυναμίας επί 18 χρόνια, ο Ιησούς είπε ότι ήταν δέσμια του Σατανά. (Λου 13:11, 16) Ο Πέτρος αποκάλεσε τον Σίμωνα, ο οποίος επιχειρούσε να αγοράσει το χάρισμα του αγίου πνεύματος, “δεσμό αδικίας”.—Πρ 8:23.
Τα χέρια μιας ανήθικης γυναίκας παρομοιάζονται με δεσμά, ενώ ο άντρας που την ακολουθεί μοιάζει με κάποιον που «είναι δεμένος με ποδόδεσμα για να λάβει διαπαιδαγώγηση ανόητου ανθρώπου».—Εκ 7:26· Παρ 7:22.
Με θετική έννοια, ο Ιεζεκιήλ μιλάει για το «δεσμό της διαθήκης» λόγω της δεσμευτικής ισχύος της διαθήκης. (Ιεζ 20:37) Όσοι έχουν συνάψει γαμήλια διαθήκη θεωρούνται “δεμένοι” από αυτήν. (Ρω 7:2· 1Κο 7:27, 39) Η αγάπη αποκαλείται «τέλειος δεσμός ενότητας».—Κολ 3:14.
Βλέπε επίσης ΞΥΛΙΝΑ ΔΕΣΜΑ.
[Εικόνα στη σελίδα 722]
Ζωγραφική παράσταση δεμένων αιχμαλώτων στα σάβανα των πελμάτων μιας μούμιας. Με μεταφορική έννοια, οι εχθροί “ποδοπατούνταν”
-
-
ΔεσμοφύλακαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΣΜΟΦΥΛΑΚΑΣ
Κάποιος που φυλάει άτομα τα οποία κατηγορούνται για παράβαση του νόμου· ο φύλακας της φυλακής. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, εκτός από τη λέξη δεσμοφύλαξ (από τα συνθετικά δεσμός και φύλαξ) υπάρχει και η λέξη βασανιστής που μεταφράζεται επίσης ως «δεσμοφύλακας».
Πολλές φορές οι δεσμοφύλακες εφάρμοζαν σκληρά βασανιστήρια στους φυλακισμένους, εξού και ο όρος βασανιστής που χρησιμοποιούνταν για αυτούς. Οι οφειλέτες, για παράδειγμα, ρίχνονταν μερικές φορές στη φυλακή επειδή δεν είχαν ξεπληρώσει τα χρέη τους. Εκεί ο δεσμοφύλακας μπορούσε να τους μαστιγώσει και να τους βασανίσει, και δεν αφήνονταν ελεύθεροι μέχρι, όπως είπε ο Ιησούς, να “ξεπληρώσουν και το τελευταίο νόμισμα ελάχιστης αξίας”. (Ματ 5:25, 26) Αυτό το σημείο έθιγε και η παραβολή του Ιησού για τον ανελεήμονα δούλο. Όταν ο κύριός του έμαθε τι είχε κάνει ο αχάριστος δούλος, «τον παρέδωσε στους δεσμοφύλακες [βασανισταῖς, Κείμενο] μέχρι να ξεπληρώσει όλο το χρέος».—Ματ 18:34, 35· παράβαλε Απ 14:11, όπου εμφανίζεται η λέξη “βασανισμός”.
Αν οι φυλακισμένοι δραπέτευαν, οι δεσμοφύλακες υφίσταντο την ποινή που επιβαλλόταν στο δραπέτη, σύμφωνα με το ρωμαϊκό έθιμο. Ως εκ τούτου, όταν ένας άγγελος ελευθέρωσε τον Πέτρο από τη φυλακή, διαβάζουμε ότι ο Ηρώδης «εξέτασε τους φρουρούς και διέταξε να τους πάρουν για τιμωρία».—Πρ 12:19.
Στους Φιλίππους, ο Παύλος και ο Σίλας φέρθηκαν διά της βίας ενώπιον των διοικητών της πόλης οι οποίοι διέταξαν να τους ραβδίσουν, και «αφού τους έδωσαν πολλά χτυπήματα, τους έριξαν στη φυλακή, προστάζοντας το δεσμοφύλακα να τους φυλάει με ασφάλεια. Αυτός, επειδή πήρε τέτοια διαταγή, τους έριξε στην εσωτερική φυλακή και έκλεισε τα πόδια τους στα ξύλινα δεσμά». (Πρ 16:22-24) Κατόπιν, τα μεσάνυχτα, ένας μεγάλος σεισμός άνοιξε όλες τις πόρτες της φυλακής. Εξαιτίας αυτού, ο δεσμοφύλακας νόμισε ότι οι φυλακισμένοι είχαν δραπετεύσει, και συνειδητοποιώντας πόσο αυστηρή τιμωρία θα του επιβαλλόταν αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, ήταν έτοιμος να αυτοκτονήσει, όταν ο Παύλος τον πληροφόρησε πως ήταν όλοι εκεί. Αυτά τα γεγονότα, σε συνδυασμό με τη διδασκαλία του Παύλου, έκαναν το δεσμοφύλακα να ασκήσει πίστη, και τόσο ο ίδιος όσο και το σπιτικό του, αφού πίστεψαν, βαφτίστηκαν.—Πρ 16:25-36.
-
-
ΔεσμωτήριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΣΜΩΤΗΡΙΟ
Βλέπε ΦΥΛΑΚΗ.
-
-
ΔευτερονόμιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ
Η εβραϊκή ονομασία του πέμπτου βιβλίου της Πεντατεύχου είναι Ντεβαρίμ (Λόγια) και οφείλεται στην εναρκτήρια φράση του εβραϊκού κειμένου. Η ονομασία «Δευτερονόμιο», που κατά κυριολεξία σημαίνει «Δεύτερος Νόμος· Επανάληψη του Νόμου», προέρχεται από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα η οποία τη χρησιμοποίησε ως τίτλο του εν λόγω βιβλίου. Με τη λέξη δευτερονόμιον η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αποδίδει την εβραϊκή φράση μισνέχ χαττωράχ του εδαφίου Δευτερονόμιο 17:18, όμως η σωστή απόδοσή της είναι “αντίγραφο του νόμου”.
Η αυθεντικότητα του Δευτερονομίου ως βιβλίου του Βιβλικού κανόνα και η συγγραφή του από τον Μωυσή τεκμηριώνονται επαρκώς από το γεγονός ότι οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ανέκαθεν το Δευτερονόμιο τμήμα του Νόμου του Μωυσή. Γενικά, οι αποδείξεις της αυθεντικότητας του Δευτερονομίου είναι οι ίδιες με των άλλων τεσσάρων βιβλίων της Πεντατεύχου. (Βλέπε ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΣ· επίσης λήμματα με τα ονόματα των βιβλίων.) Ο Ιησούς παρείχε την πιο έγκυρη μαρτυρία για την αυθεντικότητα του Δευτερονομίου, παραθέτοντας από αυτό τρεις φορές όταν απέρριψε τους πειρασμούς του Σατανά του Διαβόλου. (Ματ 4:1-11· Δευ 6:13, 16· 8:3) Επίσης, ο Ιησούς απάντησε στην ερώτηση “ποια είναι η πρώτη και μεγαλύτερη εντολή” παραθέτοντας από το εδάφιο Δευτερονόμιο 6:5. (Μαρ 12:30) Ο δε Παύλος παραθέτει από τα εδάφια Δευτερονόμιο 30:12-14· 32:35, 36.—Ρω 10:6-8· Εβρ 10:30.
Η χρονική περίοδος που καλύπτει το Δευτερονόμιο είναι λίγο περισσότερο από δύο μήνες στο έτος 1473 Π.Κ.Χ. Γράφτηκε στις Πεδιάδες του Μωάβ και αποτελείται από τέσσερις ομιλίες, έναν ύμνο και μια ευλογία από τον Μωυσή, που ειπώθηκαν ενόσω ο Ισραήλ στρατοπέδευε στα σύνορα της γης Χαναάν προτού εισέλθει σε αυτήν.—Δευ 1:3· Ιη 1:11· 4:19.
Σκοπός. Παρά τη σημασία της ονομασίας Δευτερονόμιο, αυτό το βιβλίο δεν αποτελεί δεύτερο νόμο ούτε επανάληψη ολόκληρου του Νόμου, αλλά εξήγησή του, όπως λέει το εδάφιο Δευτερονόμιο 1:5. Το βιβλίο προτρέπει το λαό του Ισραήλ να είναι πιστός στον Ιεχωβά, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα προς αποφυγή τη γενιά της 40χρονης περιπλάνησης. Ο Μωυσής εξηγεί και αναλύει μερικά από τα ουσιώδη σημεία του Νόμου και τις αρχές που περιλαμβάνονται σε αυτόν, υπό το πρίσμα των διαφορετικών συνθηκών που θα αντιμετώπιζε ο Ισραήλ όταν θα ήταν εγκατεστημένος μόνιμα στη γη του. Τροποποιεί ανάλογα κάποιους από τους νόμους και δίνει επιπλέον διατάξεις σχετικά με την άσκηση της διακυβέρνησης όταν θα κατοικούσαν μόνιμα στην Υποσχεμένη Γη.
Καθώς το βιβλίο του Δευτερονομίου τούς προτρέπει και τους καλεί να συνάψουν αυτή την ανανεωμένη διαθήκη με τον Ιεχωβά μέσω του Μωυσή, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη γνώση, στη διδασκαλία και στην εκπαίδευση. Το ρήμα «διδάσκω» και η λέξη «διδασκαλία» εμφανίζονται πολύ συχνότερα στο Δευτερονόμιο από ό,τι στην Έξοδο, στο Λευιτικό ή στους Αριθμούς. Ο Μωυσής εξήγησε ότι ο Ιεχωβά δίδασκε τον Ισραήλ τρέφοντάς τους με μάννα. (Δευ 8:3) Είπε στους Ισραηλίτες να θέσουν το νόμο του Ιεχωβά, με μεταφορική έννοια, σαν προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους και πάνω στους παραστάτες των σπιτιών τους και στις πύλες τους. (6:8, 9) Τους πρόσταξε να ενσταλάζουν το νόμο του στους γιους τους. (6:6, 7) Έδωσε οδηγίες να διαβάζεται ο Νόμος κάθε έβδομο έτος, κατά την (ετήσια) Γιορτή των Σκηνών. (31:10-13) Δόθηκαν ειδικές οδηγίες για το βασιλιά που ίσως αποκτούσε ο Ισραήλ στο μέλλον. Αυτός θα έπρεπε να γράψει ένα αντίγραφο του Νόμου για τον εαυτό του και να το διαβάζει κάθε ημέρα. (17:18-20) Όποτε θα έβγαινε ο Ισραήλ στη μάχη, οι ιερείς θα έπρεπε να τους νουθετούν να έχουν πίστη και θάρρος και να τους διαβεβαιώνουν για τη νίκη, διότι ο Ιεχωβά ο Θεός τους θα βάδιζε μαζί τους. (20:1-4) Όταν θα έμπαιναν στην Υποσχεμένη Γη, έπρεπε να χωρίσουν τις φυλές σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία θα στεκόταν στο Όρος Εβάλ και η άλλη στο Όρος Γαριζίν, και κατόπιν έπρεπε να διαβαστεί σε αυτούς ο Νόμος του Θεού.—27:11-26· παράβαλε Ιη 8:33-35.
Τονίζεται η Αγάπη. Στο Δευτερονόμιο τονίζεται επίσης η αγάπη, η καλοσύνη και το στοχαστικό ενδιαφέρον. Οι λέξεις «αγάπη» ή «αγαπώ» εμφανίζονται στο Δευτερονόμιο πέντε και πλέον φορές συχνότερα από ό,τι συνολικά στην Έξοδο, στο Λευιτικό και στους Αριθμούς. Εδώ έχουμε επίσης τη μεγαλύτερη εντολή, την οποία μνημόνευσε και ο Ιησούς (Ματ 22:36, 37), διατυπωμένη με μοναδικό τρόπο: «Πρέπει να αγαπάς τον Ιεχωβά τον Θεό σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή και με όλη τη ζωτική σου δύναμη». (Δευ 6:5· βλέπε επίσης 10:12· 11:13.) Ο Ιεχωβά εκφράζει επανειλημμένα την αγάπη του για τον Ισραήλ. (7:7-9· 23:5· 33:3) Το ίδιο το ύφος του Δευτερονομίου τονίζει την αγάπη του Ιεχωβά για το λαό του: «Μακάρι να κάνουν την καρδιά τους να με φοβάται και να τηρεί όλες τις εντολές μου πάντοτε, προκειμένου να πηγαίνουν καλά τα πράγματα για αυτούς και τους γιους τους στον αιώνα!» (5:29) Στην πραγματικότητα, εκφράσεις όπως «για να πηγαίνουν καλά τα πράγματα για εσένα» και «για να παραμείνεις ζωντανός» εμφανίζονται αρκετά συχνά στο Δευτερονόμιο.—4:40· 5:16· 6:3· 22:7· 30:19, 20.
Αν και ο Ισραήλ θα έπρεπε να δώσει μάχες για να καταλάβει τη γη, ο Ιεχωβά δεν παρέβλεψε το ζήτημα του στοργικού, στοχαστικού ενδιαφέροντος. Η νίκη δεν ήταν τόσο σημαντική ή επιτακτική ώστε να ισχύουν αμείλικτες απαιτήσεις. Ο αρραβωνιασμένος άντρας απαλλασσόταν. (Δευ 20:7) Απαλλασσόταν επίσης ο νεόνυμφος άντρας, ώστε να μπορέσει να περιθάλψει τη σύζυγό του και εκείνη να έχει το σύζυγό της τουλάχιστον για έναν ολόκληρο χρόνο. (24:5) Αν κάποιος άντρας είχε φυτέψει αμπέλι και δεν είχε προλάβει να φάει τον καρπό του ή είχε χτίσει σπίτι και δεν το είχε εγκαινιάσει, εξαιρούνταν από τη μάχη ώστε να μπορέσει να απολαύσει τους καρπούς των κόπων του.—20:5, 6.
Δόθηκαν λεπτομερέστατες οδηγίες σχετικά με τη διεξαγωγή του πολέμου και την κατάκτηση της γης Χαναάν. Όσοι φοβούνταν έπρεπε να σταλούν στο σπίτι τους για να μην εξασθενίσουν και τις καρδιές των αδελφών τους. (Δευ 20:8) Οι πόλεις όσων εθνών της Χαναάν είχαν προσδιοριστεί, των οποίων η πονηρία είχε φτάσει στο πλήρες, έπρεπε οπωσδήποτε να αφιερωθούν στην καταστροφή, ενώ στις πόλεις που δεν ανήκαν σε αυτά τα προσδιορισμένα έθνη έπρεπε να δοθεί η δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα στην παράδοση και στην καταστροφή. Αν παραδίνονταν, οι κάτοικοι έπρεπε να υποβληθούν σε καταναγκαστική εργασία, αλλά ο Νόμος απαιτούσε την καλοσυνάτη μεταχείριση ακόμη και των δούλων, οι δε εντολές του προστάτευαν τις γυναίκες από την κακοποίηση ακόμη και σε πόλεις που είχαν κατακτηθεί με πόλεμο. Αν κάποιες πόλεις αρνούνταν να παραδοθούν, όλοι οι άρρενες θανατώνονταν, ενώ διατηρούνταν στη ζωή μόνο τα μικρά παιδιά και οι γυναίκες που δεν είχαν ποτέ σχέσεις με άντρες. (20:10-18· παράβαλε Αρ 31:17, 18.) Όταν οι Ισραηλίτες έφτιαχναν πολιορκητικά έργα γύρω από μια πόλη, δεν επιτρεπόταν να κόψουν τα καρποφόρα δέντρα.—Δευ 20:19, 20.
Στο βιβλίο του Δευτερονομίου εκφράζεται στοργικό, στοχαστικό ενδιαφέρον και για τα ζώα. Οι Ισραηλίτες απαγορευόταν να πάρουν ένα θηλυκό πουλί το οποίο καθόταν πάνω στη φωλιά του, επειδή αυτό που το έκανε ευάλωτο ήταν το προστατευτικό ένστικτο για τους νεοσσούς του. Τη μητέρα την άφηναν να φύγει, αλλά μπορούσαν να πάρουν τα πουλάκια. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η μητέρα ήταν ελεύθερη να μεγαλώσει και άλλα πουλάκια. (Δευ 22:6, 7) Ο γεωργός δεν επιτρεπόταν να ζέψει γαϊδούρι μαζί με ταύρο, για να μην ταλαιπωρηθεί το ασθενέστερο ζώο. (22:10) Ο ταύρος δεν έπρεπε να είναι φιμωμένος ενόσω αλώνιζε τα σιτηρά, ώστε να μη βασανίζεται από την πείνα τη στιγμή που είχε τα σιτηρά τόσο κοντά του και κατανάλωνε ενέργεια στο αλώνισμά τους.—25:4.
Στοχαστικό ενδιαφέρον εκδηλωνόταν επίσης στα πλαίσια της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής. Ο πρωτότοκος γιος έπρεπε να λάβει διπλό μερίδιο, ανεξάρτητα από το αν ήταν ο γιος της ευνοούμενης συζύγου ή όχι. (Δευ 21:15-17) Για πρώτη φορά διατυπώθηκε ως νόμος ο ανδραδελφικός γάμος και προβλέφθηκαν ποινές ώστε να του προσδοθεί κύρος. (25:5-10) Δόθηκε εντολή να χρησιμοποιούνται έντιμα μέτρα και σταθμά. (25:13-16) Η αξία της ζωής υπογραμμίστηκε μέσω της εντολής για την κατασκευή στηθαίου περιμετρικά της ταράτσας των σπιτιών. (22:8) Ακόμη και για όποιον είχε αδικοπραγήσει και έπρεπε να δεχτεί χτυπήματα ο Νόμος υποδείκνυε στοχαστικό ενδιαφέρον περιορίζοντας τα χτυπήματα σε 40. (25:1-3) Όλες αυτές οι διατάξεις έκαναν πιο λεπτομερή το Νόμο, ενώ φανέρωναν επίσης πολύ στοχαστικό ενδιαφέρον. Συγχρόνως, υπήρχε περισσότερη αυστηρότητα.
Προειδοποιήσεις και Νόμοι. Το Δευτερονόμιο είναι γεμάτο προειδοποιήσεις για την ψεύτικη λατρεία και την απιστία, καθώς και οδηγίες για το χειρισμό τέτοιων καταστάσεων ώστε να διατηρείται η αγνή λατρεία. Εξέχον χαρακτηριστικό του Δευτερονομίου αποτελεί η παρότρυνση για αγιότητα. Οι Ισραηλίτες νουθετούνταν να μην έρχονται σε επιγαμία με τα γύρω έθνη, επειδή αυτό θα αποτελούσε απειλή για την αγνή λατρεία και την οσιότητα προς τον Ιεχωβά. (Δευ 7:3, 4) Προειδοποιούνταν να μην έχουν υλιστικές επιδιώξεις ούτε τάσεις αυτοδικαίωσης. (8:11-18· 9:4-6) Θεσπίστηκαν αυστηροί νόμοι για την αποστασία. Έπρεπε να προσέχουν να μη στραφούν σε άλλους θεούς. (11:16, 17) Έλαβαν προειδοποίηση για τους ψευδοπροφήτες. Σε δύο σημεία δόθηκαν οδηγίες για το πώς μπορούσε να αναγνωριστεί ένας ψευδοπροφήτης και για το τι έπρεπε να γίνει με αυτόν. (13:1-5· 18:20-22) Ακόμη και αν ένα μέλος της οικογένειας γινόταν αποστάτης, η οικογένεια δεν έπρεπε να τον λυπηθεί, αλλά να συμμετάσχει στο λιθοβολισμό του μέχρι θανάτου.—13:6-11.
Οι πόλεις του Ισραήλ που αποστατούσαν έπρεπε να αφιερωθούν στην καταστροφή και δεν έπρεπε να διατηρηθεί τίποτα για προσωπικό όφελος κανενός. Η πόλη δεν έπρεπε να ανοικοδομηθεί ποτέ. (Δευ 13:12-17) Οι παραβάτες τους οποίους οι γονείς τους δεν μπορούσαν να θέσουν υπό έλεγχο έπρεπε να λιθοβοληθούν μέχρι θανάτου.—21:18-21.
Ο νόμος σχετικά με το χειρισμό ενός ανεξιχνίαστου φόνου έδινε έμφαση στην αγιότητα και στην απαλλαγή από την ενοχή αίματος. (Δευ 21:1-9) Ενδεικτικές του ζήλου για την αγνή λατρεία είναι οι διατάξεις που περιέχει το Δευτερονόμιο σχετικά με το ποιος μπορούσε να γίνει μέλος της εκκλησίας του Ιεχωβά και πότε. Δεν μπορούσε να γίνει δεκτός κανένας νόθος γιος μέχρι τη δέκατη γενιά, κανένας Μωαβίτης ή Αμμωνίτης στον αιώνα και κανένας ευνούχος. Ωστόσο, οι Αιγύπτιοι και οι Εδωμίτες τρίτης γενιάς μπορούσαν να γίνουν μέλη της εκκλησίας.—23:1-8.
Το Δευτερονόμιο περιγράφει το δικαστικό σύστημα που θα ίσχυε για τον Ισραήλ όταν θα εγκαθίστατο στην Υποσχεμένη Γη. Ορίζει τα προσόντα των κριτών και την οργάνωση δικαστηρίων στις πύλες των πόλεων, ενώ το αγιαστήριο θα αποτελούσε το ανώτατο δικαστήριο της χώρας και οι αποφάσεις του θα έπρεπε να γίνονται σεβαστές από όλο τον Ισραήλ.—Δευ 16:18–17:13.
Το Δευτερονόμιο τονίζει ότι ο Ιεχωβά είναι ο μοναδικός Θεός (Δευ 6:4), ότι ο Ισραήλ είναι ο μοναδικός λαός του (4:7, 8) και ότι έπρεπε να εγκαθιδρυθεί ένας κεντρικός τόπος λατρείας (12:4-7). Προλέγει αυτόν που θα εγειρόταν ως προφήτης όπως ο Μωυσής και θα μιλούσε στο όνομα του Ιεχωβά, αυτόν στον οποίο θα έπρεπε να υποτάσσονται όλοι.—18:18, 19.
[Πλαίσιο στη σελίδα 724]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ
Ομιλίες που εξηγούν τμήματα του Νόμου και παροτρύνουν τον Ισραήλ να αγαπάει τον Ιεχωβά και να τον υπακούει στη γη στην οποία πρόκειται να εισέλθει
Γράφτηκε από τον Μωυσή λίγο προτού εισέλθει ο Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη το 1473 Π.Κ.Χ.
Παροτρύνονται να θυμούνται τι έκανε ο Ιεχωβά και να υπηρετούν μόνο αυτόν (1:1–4:49)
Ο Μωυσής υπενθυμίζει την αποστολή των κατασκόπων, την άπιστη και στασιαστική αντίδραση στην αναφορά τους και τον όρκο του Ιεχωβά ότι εκείνη η γενιά θα πέθαινε στην έρημο
Ο Ισραήλ δεν έπρεπε να πειράξει τους γιους του Ησαύ (που κατάγονταν από τον αδελφό του Ιακώβ) ή τον Μωάβ και τον Αμμών (τους απογόνους του Λωτ, ανιψιού του Αβραάμ)· ωστόσο, ο Ιεχωβά έδωσε στον Ισραήλ τη γη των Αμορραίων βασιλιάδων Σηών και Ωγ, Α του Ιορδάνη
Ο Μωυσής ικετεύει τον Ιεχωβά να τον αφήσει να περάσει τον Ιορδάνη· ωστόσο, ο Ιεχωβά τού λέει να διορίσει τον Ιησού του Ναυή ηγέτη του έθνους και να τον ενισχύσει
Ο Μωυσής υπενθυμίζει στο έθνος το φλογερό θυμό του Ιεχωβά για τον Βάαλ του Φεγώρ· δεν πρέπει να ξεχάσουν ό,τι είδαν να διαδραματίζεται στο Χωρήβ ούτε να φτιάξουν ποτέ γλυπτή εικόνα για λατρεία· ο Ιεχωβά, ο μόνος αληθινός Θεός, απαιτεί αποκλειστική αφοσίωση
Νουθετούνται να αγαπούν τον Ιεχωβά και να υπακούν σε όλες τις εντολές του (5:1–26:19)
Ο Μωυσής εξιστορεί το πώς δόθηκε ο Νόμος στο Χωρήβ, επαναλαμβάνει το Δεκάλογο και παροτρύνει τον Ισραήλ να ενεργεί όπως ακριβώς πρόσταξε ο Ιεχωβά
Πρέπει να αγαπούν τον Ιεχωβά με όλη τους την καρδιά, την ψυχή και τη ζωτική δύναμη· να διατηρούν συνεχώς ενώπιόν τους τις εντολές του Θεού· να εξηγούν στους γιους τους για ποιο λόγο δόθηκαν οι διατάξεις του Ιεχωβά
Εφτά έθνη πρέπει να εξολοθρευτούν από τη χώρα, μαζί με τα θυσιαστήρια και τις εικόνες τους· απαγορεύεται η επιγαμία με αυτά τα έθνη
Δεν πρέπει να ξεχάσουν πώς πολιτεύτηκε μαζί τους ο Θεός στην έρημο για να τους κάνει να γνωρίσουν ότι ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με ψωμί αλλά με κάθε έκφραση από το στόμα του Ιεχωβά
Πρέπει να θυμούνται πώς έκαναν τον Ιεχωβά να εξαφθεί όταν έφτιαξαν το χυτό μοσχάρι· τώρα πρέπει να τον φοβούνται, να τον υπηρετούν και να προσκολλώνται σε αυτόν· πρέπει να τηρούν όλες τις εντολές
Διατάξεις στις οποίες θα πρέπει να υπακούν στην Υποσχεμένη Γη: Να εξαλείψουν την ψεύτικη θρησκεία της Χαναάν· να αποδίδουν λατρεία στον τόπο που θα εκλέξει ο Ιεχωβά· να μην τρώνε αίμα· να θανατώνουν τους αποστάτες· να τρώνε καθαρές τροφές· να δίνουν το δέκατο από την παραγωγή στον Ιεχωβά· να δείχνουν στοχαστικό ενδιαφέρον για τους φτωχούς· να τηρούν τις ετήσιες γιορτές· να επιδιώκουν δικαιοσύνη· να απορρίπτουν τον πνευματισμό· να ακούν αυτόν που θα εγείρει ο Ιεχωβά ως προφήτη· να σέβονται τα οροθέσια· να κρατούν τον τόπο καθαρό από ενοχή αίματος· να εκδηλώνουν συμπόνια· να διατηρούνται καθαροί από σεξουαλική ανηθικότητα· να δίνουν τους πρώτους καρπούς της γης στον Ιεχωβά· να αποδεικνύονται άγιοι για τον Ιεχωβά
Ευλογίες για την υπακοή στον Ιεχωβά, κατάρες για την ανυπακοή (27:1–28:68)
Αφού το έθνος περάσει τον Ιορδάνη, ο Νόμος πρέπει να γραφτεί πάνω σε μεγάλες πέτρες
Οι κατάρες για την ανυπακοή πρέπει να διακηρυχτούν στο Όρος Εβάλ
Οι ευλογίες για την υπακοή σε όλες τις εντολές του Ιεχωβά πρέπει να διακηρυχτούν στο Όρος Γαριζίν
Σύναψη διαθήκης στις Πεδιάδες του Μωάβ (29:1–30:20)
Εξιστορεί το πώς φρόντισε ο Ιεχωβά τον Ισραήλ στην Αίγυπτο και στη διάρκεια των 40 ετών της παραμονής τους στην έρημο· δίνει προειδοποίηση για την πεισματική ανυπακοή
Προλέγει το έλεος του Ιεχωβά για όσους μετανοούν
Θέτει μπροστά τους την επιλογή ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο· τους παροτρύνει να διαλέξουν τη ζωή αγαπώντας τον Ιεχωβά, ακούγοντας τη φωνή του και προσκολλούμενοι σε αυτόν
Η μεταβίβαση της ηγεσίας στον Ιησού του Ναυή και οι τελικές ευλογίες του Μωυσή (31:1–34:12)
Ο Ιησούς του Ναυή διορίζεται ηγέτης του Ισραήλ
Ο Μωυσής διδάσκει στον Ισραήλ έναν ύμνο ο οποίος θα είναι μάρτυρας εναντίον τους όταν εγκαταλείψουν τον Ιεχωβά
Ο Μωυσής ευλογεί τις φυλές του Ισραήλ και πεθαίνει στο Όρος Νεβώ
-
-
ΔηλητήριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ
Στην Αγία Γραφή ο όρος «δηλητήριο» αναφέρεται στο τοξικό υγρό που εκκρίνεται από ορισμένα φίδια και κάποια άλλα πλάσματα. (Αρ 21:4-9· Δευ 8:15· Πρ 28:3-6) Μια εβραϊκή λέξη που αναφέρεται στο δηλητήριο των ερπετών είναι η λέξη χεμάχ (Δευ 32:24), η οποία χρησιμοποιείται επίσης για να υποδηλώσει την «οργή», τη «σφοδρή οργή» και τα παρόμοια. (Δευ 29:28· Ιεζ 19:12) Προέρχεται από μια ρίζα η οποία σημαίνει «βρίσκομαι σε έξαψη» (Δευ 19:6) και ίσως υπονοεί τη φλεγμονή ή το κάψιμο που προκαλείται από το δάγκωμα ενός δηλητηριώδους φιδιού. Μια άλλη εβραϊκή λέξη (ρο’ς ή ρως) εφαρμόζεται στο «δηλητήριο» της κόμπρας, στο «δηλητηριασμένο» νερό και στο «δηλητηριώδες φυτό».—Δευ 32:32, 33· Ιωβ 20:16· Ιερ 8:14· 9:15· 23:15· Θρ 3:19· βλέπε ΔΗΛΗΤΗΡΙΩΔΕΣ ΦΥΤΟ· ΚΟΜΠΡΑ· ΟΧΙΑ, ΚΕΡΑΣΦΟΡΑ.
Μολονότι τα δηλητήρια ορισμένων ζώων μπορεί να φαίνεται ότι προορίζονται μόνο για την προστασία τους ή για τη θανάτωση θυμάτων, είναι ενδιαφέρουσα η εξής δήλωση του Χ. Μάνρο Φοξ: «Σε ορισμένες περιπτώσεις ξέρουμε ότι τα δηλητήρια παίζουν κάποιον ρόλο στη λειτουργία του σώματος του ζώου που τα παρασκευάζει. Πολλές φορές αυτός μπορεί να είναι ο πραγματικός λόγος ύπαρξης των δηλητηρίων—κάτι εντελώς άσχετο με οποιαδήποτε προστατευτική αξία. Λόγου χάρη, το δηλητηριώδες σάλιο των φιδιών συντελεί στην πέψη της τροφής τους».—Θαύματα & Μυστήρια του Ζωικού μας Κόσμου (Marvels & Mysteries of Our Animal World), έκδοση του Ρίντερς Ντάιτζεστ, 1964, σ. 259.
Μεταφορική Χρήση. Τα ψευδή, συκοφαντικά λόγια των πονηρών, που είναι εξαιρετικά ζημιογόνα για την υπόληψη του θύματος, παρομοιάζονται με το θανατηφόρο δηλητήριο του φιδιού. (Ψλ 58:3, 4) Σχετικά με τους συκοφάντες λέγεται: «Το δηλητήριο της κερασφόρας οχιάς είναι κάτω από τα χείλη τους» (ή αλλιώς «πίσω από τα χείλη τους»), όπως ακριβώς ο δηλητηριώδης αδένας της οχιάς βρίσκεται πίσω από το χείλος και τα ιοβόλα δόντια της άνω γνάθου της. (Ψλ 140:3· Ρω 3:13) Η ανθρώπινη γλώσσα, όταν χρησιμοποιείται με εσφαλμένο τρόπο σε συκοφαντική, κακοήθη, ψευδή διδασκαλία ή παρόμοια επιβλαβή ομιλία, είναι «γεμάτη θανατηφόρο δηλητήριο».—Ιακ 3:8.
-
-
Δηλητηριώδες ΦυτόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΛΗΤΗΡΙΩΔΕΣ ΦΥΤΟ
Μολονότι ορισμένοι πιθανολογούν ότι η εβραϊκή λέξη ρο’ς (ή ρως) αντιστοιχεί στο κώνειο, στην πικραγγουριά ή στην παπαρούνα, δεν είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα για ποιο φυτό πρόκειται. Ο εβραϊκός όρος αναφέρεται (1) σε ένα πικρό και δηλητηριώδες φυτό (Θρ 3:5, 19), (2) σε δηλητήριο (Δευ 32:33· Ιωβ 20:16) και (3) όταν χρησιμοποιείται σε συνάρτηση με το νερό, σε δηλητηριώδες νερό (Ιερ 8:14· 9:15· 23:15). Ο ίδιος όρος εμφανίζεται με μεταφορική έννοια αναφερόμενος στη διαστρέβλωση της κρίσης (Ωσ 10:4· Αμ 6:12) και σε αυτούς που αποστατούν.—Δευ 29:18· παράβαλε Πρ 8:23· Εβρ 12:15.
Σχετικά με τον Μεσσία, προειπώθηκε ότι θα του έδιναν «δηλητηριώδες φυτό» για τροφή. (Ψλ 69:21) Αυτό συνέβη όταν, προτού κρεμάσουν τον Ιησού Χριστό στο ξύλο, του πρόσφεραν κρασί αναμειγμένο με χολή, αλλά εκείνος, όταν το δοκίμασε, αρνήθηκε να πιει αυτό το αναισθητικό ποτό, που του δόθηκε μάλλον για να τον ανακουφίσει από τους πόνους. Καταγράφοντας την εκπλήρωση αυτής της προφητείας, ο Ματθαίος (27:34) χρησιμοποίησε τη λέξη χολή, τον ίδιο όρο που εμφανίζεται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα στο εδάφιο Ψαλμός 69:21 (68:22 στην Ο΄). Ωστόσο, η αφήγηση του Ευαγγελίου του Μάρκου κάνει λόγο για σμύρνα (Μαρ 15:23), και με βάση αυτό έχει υποστηριχτεί ότι στην προκειμένη περίπτωση το «δηλητηριώδες φυτό» ή «χολή» ήταν η «σμύρνα». Μια άλλη εκδοχή είναι να περιείχε εκείνο το ναρκωτικό ποτό και χολή και σμύρνα.
-
-
ΔημάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΜΑΣ
(Δημάς) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Δημήτριος, που σημαίνει «Αυτός που Ανήκει ή Αναφέρεται στη Δήμητρα»].
Κάποιος που είχε διατελέσει συνεργάτης του αποστόλου Παύλου. Ο Δημάς ήταν μαζί του στη Ρώμη την πρώτη φορά που ο Παύλος φυλακίστηκε εκεί, και οι χαιρετισμοί του περιλαμβάνονται στις επιστολές προς τους Κολοσσαείς και προς τον Φιλήμονα. (Κολ 4:14· Φλμ 24) Όταν ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο κατά τη δεύτερη φυλάκισή του, ο Δημάς είχε εγκαταλείψει τον απόστολο και είχε αναχωρήσει για τη Θεσσαλονίκη, η οποία ήταν ίσως η πατρίδα του.—2Τι 4:10.
Το τι ακριβώς εννοούσε ο Παύλος λέγοντας ότι ο Δημάς τον εγκατέλειψε «επειδή αγάπησε το παρόν σύστημα πραγμάτων» δεν διευκρινίζεται. Ο απόστολος δεν λέει ότι ο Δημάς έγινε αποστάτης ή εναντιούμενος. Ίσως η αγάπη του Δημά για τα υλικά πράγματα και τις κοσμικές απολαύσεις έγινε ισχυρότερη από την αγάπη του για τα πνευματικά πράγματα. Ο φόβος τυχόν μαρτυρικού θανάτου κοντά στον Παύλο μπορεί να υποκίνησε τον Δημά να αναζητήσει ασφαλέστερο τόπο και έτσι να διαφυλάξει τη ζωή του στο τότε υπάρχον σύστημα πραγμάτων. Όπως και να έχουν τα πράγματα, όταν οι συνθήκες έγιναν αντίξοες, ο Δημάς δεν αξιοποίησε τη θαυμάσια ευκαιρία που είχε να ενισχύσει τον αδελφό του τον Παύλο.
-
-
ΔημήτριοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
(Δημήτριος) [Αυτός που Ανήκει ή Αναφέρεται στη Δήμητρα [τη θεά της γεωργίας]].
1. Αργυροχόος από την Έφεσο της Μικράς Ασίας ο οποίος υποκίνησε οχλαγωγία εναντίον του αποστόλου Παύλου και των συντρόφων του στο τέλος των δύο ή τριών ετών κατά τα οποία έμεινε ο Παύλος στην Έφεσο (περ. 53-55 Κ.Χ.), στη διάρκεια του τρίτου ιεραποστολικού του ταξιδιού. Το κήρυγμα του Παύλου είχε ευλογηθεί με επιτυχία, καθώς πολλοί σταμάτησαν να ασκούν μαγεία και έκαψαν τα βιβλία τους. Ο Δημήτριος, ο οποίος διηύθυνε μια ακμάζουσα επιχείρηση που κατασκεύαζε ασημένια ομοιώματα του ναού της θεάς Αρτέμιδος, θορυβημένος από την ενδεχόμενη απώλεια του εισοδήματός του εξαιτίας της επιτυχίας που είχε ο Παύλος κάνοντας μαθητές του Χριστού, ξεσήκωσε τους τεχνίτες καθώς και άλλους. Παρουσιάζοντας ένα διπλό επιχείρημα, ότι επαπειλούνταν απώλεια της εργασίας τους και ότι υπήρχε κίνδυνος να περιέλθει σε ανυποληψία ο ναός της Αρτέμιδος, πέτυχε να προκαλέσει σύγχυση σε ολόκληρη την πόλη.
Έπειτα από δύο περίπου ώρες ο γραμματέας της πόλης κατάφερε να ηρεμήσει την κατάσταση. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του, αν ο Δημήτριος και οι τεχνίτες είχαν κάποια κατηγορία εναντίον του Παύλου και των συντρόφων του, υπήρχαν δικαστήρια για να χειριστούν το ζήτημα σύμφωνα με το νόμο, αλλά αυτή η άτακτη διαδήλωση εξέθετε την πόλη στον κίνδυνο να κατηγορηθεί από τη ρωμαϊκή κυβέρνηση για στασιασμό. Τότε το πλήθος ησύχασε, άφησε ελεύθερους τους συνεργάτες του Παύλου και έφυγε από το θέατρο, τον τόπο όπου είχε λάβει χώρα η επαίσχυντη οχλαγωγία. Λίγο αργότερα, ο Παύλος ξεκίνησε για τη Μακεδονία.—Πρ 19:18, 19, 23-41· 20:1.
2. Κάποιος Χριστιανός για τον οποίο κάνει ευνοϊκή μνεία ο απόστολος Ιωάννης σε μια επιστολή του προς τον Γάιο, περίπου το 98 Κ.Χ. Ίσως ο Δημήτριος να διαβίβασε την επιστολή στον Γάιο. Ο Ιωάννης μπορεί να έκανε αυτές τις συστάσεις για τον Δημήτριο προκειμένου να ενθαρρύνει τον Γάιο να εκδηλώσει φιλοξενία, εφόσον φαίνεται ότι οι εκκλησίες είχαν τη συνήθεια να βοηθούν τους πιστούς αδελφούς που ταξίδευαν για χάρη των καλών νέων παρέχοντάς τους τροφή και κατάλυμα.—3Ιω 1, 12.
-
-
ΔημιουργίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Το να δημιουργεί κανείς, ή να φέρνει σε ύπαρξη, κάποιον ή κάτι. Ο όρος αυτός μπορεί επίσης να αναφέρεται σε αυτό που δημιουργήθηκε ή φέρθηκε σε ύπαρξη. Το ρήμα μπαρά’ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και το ρήμα κτίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, τα οποία σημαίνουν και τα δύο «δημιουργώ», χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε σχέση με τη θεϊκή δημιουργία.
Από την αρχή ως το τέλος, οι Γραφές προσδιορίζουν τον Ιεχωβά Θεό ως τον Δημιουργό. Αυτός είναι «ο Δημιουργός των ουρανών, . . . ο Πλάστης της γης και ο Κατασκευαστής της». (Ησ 45:18) Αυτός είναι «ο Πλάστης των βουνών και ο Δημιουργός του ανέμου» (Αμ 4:13), καθώς επίσης «Αυτός ο οποίος έκανε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και όλα όσα υπάρχουν σε αυτά». (Πρ 4:24· 14:15· 17:24) “Ο Θεός δημιούργησε τα πάντα”. (Εφ 3:9) Ο Ιησούς Χριστός αναγνώρισε τον Ιεχωβά ως Αυτόν που δημιούργησε τους ανθρώπους, κάνοντάς τους αρσενικό και θηλυκό. (Ματ 19:4· Μαρ 10:6) Επομένως, ο Ιεχωβά αποκαλείται «ο Δημιουργός», τίτλος που του αρμόζει κατ’ αποκλειστικότητα.—Ησ 40:28.
Τα πάντα «υπήρξαν και δημιουργήθηκαν» λόγω του θελήματος του Θεού. (Απ 4:11) Ο Ιεχωβά, ο οποίος υπήρχε ανέκαθεν, ήταν μόνος πριν από την έναρξη της δημιουργίας.—Ψλ 90:1, 2· 1Τι 1:17.
Ενώ ο Ιεχωβά, ο οποίος είναι Πνεύμα (Ιωα 4:24· 2Κο 3:17), υπήρχε ανέκαθεν, δεν ισχύει το ίδιο για την ύλη από την οποία είναι φτιαγμένο το σύμπαν. Συνεπώς, όταν ο Ιεχωβά δημιουργούσε τους κατά γράμμα ουρανούς και την κατά γράμμα γη, δεν χρησιμοποίησε προϋπάρχουσα ύλη. Αυτό γίνεται σαφές από το εδάφιο Γένεση 1:1 που λέει: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη». Αν η ύλη υπήρχε ανέκαθεν, θα ήταν άτοπη η χρήση του όρου «αρχή» αναφορικά με τα υλικά πράγματα. Ωστόσο, αφού πρώτα δημιούργησε τη γη, ο Θεός έπλασε όντως «από τη γη κάθε θηρίο του αγρού και κάθε πετούμενο πλάσμα των ουρανών». (Γε 2:19) Έπλασε επίσης τον άνθρωπο «από χώμα της γης» και φύσηξε στα ρουθούνια του την πνοή της ζωής ώστε ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή.—Γε 2:7.
Κατάλληλα, το εδάφιο Ψαλμός 33:6 λέει: «Με το λόγο του Ιεχωβά έγιναν οι ουρανοί, και με το πνεύμα του στόματός του όλο το στράτευμά τους». Ενόσω η γη ήταν ακόμη «άμορφη και έρημη και υπήρχε σκοτάδι πάνω στην επιφάνεια των υδάτινων βαθών», η ενεργός δύναμη του Θεού περιφερόταν πάνω από την επιφάνεια των νερών. (Γε 1:2) Επομένως, ο Θεός χρησιμοποίησε την ενεργό του δύναμη, ή αλλιώς το «πνεύμα» του (εβρ., ρούαχ), για να επιτελέσει το δημιουργικό σκοπό του. Τα πράγματα που έχει δημιουργήσει πιστοποιούν, όχι μόνο τη δύναμή του, αλλά και τη Θειότητά του. (Ιερ 10:12· Ρω 1:19, 20) Και εφόσον ο Ιεχωβά «είναι Θεός, όχι ακαταστασίας, αλλά ειρήνης» (1Κο 14:33), το δημιουργικό του έργο χαρακτηρίζεται από ευταξία και όχι από χάος ή τύχη. Ο Ιεχωβά υπενθύμισε στον Ιώβ ότι είχε κάνει συγκεκριμένα βήματα όταν θεμελίωνε τη γη και έφραζε τη θάλασσα, και υπαινίχθηκε ότι υπάρχουν «νομοθετήματα των ουρανών». (Ιωβ 38:1, 4-11, 31-33) Επιπλέον, τα δημιουργικά και τα άλλα έργα του Θεού είναι τέλεια.—Δευ 32:4· Εκ 3:14.
Το πρώτο δημιούργημα του Ιεχωβά ήταν ο “μονογενής του Γιος” (Ιωα 3:16), «η αρχή της δημιουργίας του Θεού». (Απ 3:14) Αυτός, «ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας», χρησιμοποιήθηκε από τον Ιεχωβά για να δημιουργηθούν όλα τα άλλα πράγματα, τα πράγματα στους ουρανούς και τα πράγματα πάνω στη γη, «τα ορατά και τα αόρατα». (Κολ 1:15-17) Η θεόπνευστη μαρτυρία του Ιωάννη σχετικά με αυτόν τον Γιο, τον Λόγο, είναι ότι «τα πάντα ήρθαν σε ύπαρξη μέσω αυτού, και χωρίς αυτόν δεν ήρθε σε ύπαρξη ούτε ένα πράγμα», ο δε απόστολος προσδιορίζει τον Λόγο ως τον Ιησού Χριστό, ο οποίος είχε γίνει σάρκα. (Ιωα 1:1-4, 10, 14, 17) Ως προσωποποιημένη σοφία, Αυτός παρουσιάζεται να λέει: «Ο ίδιος ο Ιεχωβά με έφερε σε ύπαρξη ως αρχή της οδού του», μιλάει δε για τη συνεργασία που είχε με τον Θεό τον Δημιουργό ως ο «δεξιοτέχνης εργάτης» του Ιεχωβά. (Παρ 8:12, 22-31) Δεδομένης της στενής συνεργασίας μεταξύ του Ιεχωβά και του μονογενούς του Γιου στο δημιουργικό έργο και λόγω του ότι αυτός ο Γιος είναι «η εικόνα του αόρατου Θεού» (Κολ 1:15· 2Κο 4:4), γίνεται φανερό ότι ο Ιεχωβά μιλούσε στον μονογενή Του Γιο και δεξιοτέχνη εργάτη Του όταν είπε: «Ας κάνουμε άνθρωπο κατά την εικόνα μας».—Γε 1:26.
Αφού δημιούργησε τον μονογενή του Γιο, ο Ιεχωβά τον χρησιμοποίησε για να φέρει σε ύπαρξη τους ουράνιους αγγέλους. Αυτό συνέβη πριν από τη θεμελίωση της γης, όπως αποκάλυψε ο Ιεχωβά όταν, μεταξύ άλλων, ρώτησε τον Ιώβ: «Πού ήσουν εσύ όταν εγώ θεμελίωσα τη γη . . . όταν τα πρωινά άστρα κραύγασαν μαζί χαρούμενα και όλοι οι γιοι του Θεού άρχισαν να αλαλάζουν επευφημώντας;» (Ιωβ 38:4-7) Μετά τη δημιουργία αυτών των ουράνιων πνευματικών πλασμάτων, πλάστηκαν, ή αλλιώς φέρθηκαν σε ύπαρξη, οι υλικοί ουρανοί και η γη, καθώς και όλα τα στοιχεία. Και εφόσον ο Ιεχωβά είναι ο κύριος υπεύθυνος για όλο αυτό το δημιουργικό έργο, το έργο αυτό αποδίδεται στον ίδιο.—Νε 9:6· Ψλ 136:1, 5-9.
Όταν οι Γραφές λένε: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη» (Γε 1:1), αφήνουν τα πράγματα αόριστα ως προς το χρόνο. Επομένως, η χρήση του όρου «αρχή» δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, ανεξάρτητα από την ηλικία που ίσως επιδιώκουν να προσδώσουν οι επιστήμονες στην υδρόγειο σφαίρα και στους διάφορους πλανήτες, καθώς και σε άλλα ουράνια σώματα. Ο χρόνος της δημιουργίας των υλικών ουρανών και της γης θα μπορούσε στην πραγματικότητα να τοποθετηθεί πριν από δισεκατομμύρια χρόνια.
Περαιτέρω Δημιουργικά Έργα Όσον Αφορά τη Γη. Η Γένεση, από το 1ο κεφάλαιο ως το 3ο εδάφιο του 2ου κεφαλαίου, αφού μιλάει για τη δημιουργία των υλικών ουρανών και της γης (Γε 1:1, 2), σκιαγραφεί και άλλα δημιουργικά έργα που έλαβαν χώρα στη γη. Το 2ο κεφάλαιο της Γένεσης, από το εδάφιο 5 και έπειτα, αποτελεί μια παράλληλη αφήγηση που ξεκινάει από κάποια στιγμή της τρίτης “ημέρας”, μετά την εμφάνιση της ξηράς αλλά πριν από τη δημιουργία των χερσαίων φυτών. Παρέχει λεπτομέρειες που δεν εκτίθενται στο γενικό σκιαγράφημα του 1ου κεφαλαίου της Γένεσης. Το θεόπνευστο Υπόμνημα μιλάει για έξι δημιουργικές περιόδους που ονομάζονται «ημέρες», καθώς και για μια έβδομη περίοδο, ή «έβδομη ημέρα», στην οποία ο Θεός σταμάτησε να κάνει επίγεια δημιουργικά έργα και άρχισε να αναπαύεται. (Γε 2:1-3) Μολονότι η αφήγηση της Γένεσης γύρω από το δημιουργικό έργο το οποίο σχετίζεται με τη γη δεν αναφέρει λεπτομερείς βοτανικές και ζωολογικές κατηγορίες σαν και αυτές που υπάρχουν σήμερα, οι εκεί χρησιμοποιούμενοι όροι καλύπτουν επαρκώς τις κύριες υποδιαιρέσεις των μορφών ζωής και δείχνουν ότι αυτές δημιουργήθηκαν και πλάστηκαν έτσι ώστε να αναπαράγονται μόνο κατά τα αντίστοιχα «είδη» τους.—Γε 1:11, 12, 21, 24, 25· βλέπε ΕΙΔΟΣ.
Ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει τη δημιουργική δράση του Θεού κατά τις έξι «ημέρες» που σκιαγραφούνται στη Γένεση.
ΕΠΙΓΕΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Ημέρα Αρ.
Δημιουργικά Έργα
Περικοπές
1
Φως· διαχωρισμός ημέρας και νύχτας
2
Εκπέτασμα, διαχωρισμός ανάμεσα στα νερά κάτω από το εκπέτασμα και στα νερά πάνω από αυτό
3
Ξηρά· βλάστηση
4
Οι ουράνιοι φωτοδότες γίνονται ορατοί από τη γη
5
Υδρόβιες ψυχές και πετούμενα πλάσματα
6
Χερσαία ζώα· άνθρωπος
Τα εδάφια Γένεση 1:1, 2 αναφέρονται σε κάποιον χρόνο πριν από τις έξι «ημέρες» που σκιαγραφούνται παραπάνω. Όταν ξεκίνησαν αυτές οι «ημέρες», ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα υπήρχαν ήδη. Η δημιουργία τους μνημονεύεται στο εδάφιο Γένεση 1:1. Ωστόσο, πριν από αυτές τις έξι «ημέρες» δημιουργικής δράσης, η «γη ήταν άμορφη και έρημη και υπήρχε σκοτάδι πάνω στην επιφάνεια των υδάτινων βαθών». (Γε 1:2) Είναι φανερό ότι η γη περιβαλλόταν ακόμη από νεφελώδη στρώματα που σαν σπάργανα εμπόδιζαν το φως να φτάσει στην επιφάνειά της.
Όταν ο Θεός είπε την Πρώτη Ημέρα: «Ας γίνει φως», προφανώς διάχυτο φως διαπέρασε τα νεφελώδη στρώματα, αν και οι πηγές εκείνου του φωτός δεν ήταν ακόμη ορατές από την επιφάνεια της γης. Κατά τα φαινόμενα, αυτή ήταν μια βαθμιαία διαδικασία, όπως υποδεικνύει ο μεταφραστής Τζ. Ου. Γουότς: «Και βαθμιαία ήρθε σε ύπαρξη το φως». (Γε 1:3, Μια Ξεχωριστή Μετάφραση της Γένεσης [A Distinctive Translation of Genesis]) Ο Θεός έκανε να υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, ονομάζοντας το φως Ημέρα και το σκοτάδι Νύχτα. Αυτό υποδηλώνει ότι η γη περιστρεφόταν γύρω από τον άξονά της καθώς γύριζε γύρω από τον ήλιο, έτσι ώστε τα ημισφαίριά της—το ανατολικό και το δυτικό—να μπορούν να απολαμβάνουν περιόδους φωτός και σκοταδιού.—Γε 1:3, 4.
Τη Δεύτερη Ημέρα ο Θεός έκανε ένα εκπέτασμα προκαλώντας διαχωρισμό «ανάμεσα στα νερά και στα νερά». Μερικά νερά παρέμειναν στη γη, αλλά μεγάλη ποσότητα νερού ανυψώθηκε ψηλά πάνω από την επιφάνεια της γης, και ανάμεσα στα δύο αυτά παρεμβλήθηκε ένα εκπέτασμα. Ο Θεός ονόμασε το εκπέτασμα Ουρανό, αλλά αυτό ίσχυε σε συσχετισμό με τη γη, εφόσον τα νερά που αιωρούνταν πάνω από το εκπέτασμα δεν λέγεται ότι περιέβαλαν άστρα ή άλλα σώματα των έξω ουρανών.—Γε 1:6-8· βλέπε ΕΚΠΕΤΑΣΜΑ.
Την Τρίτη Ημέρα, με τη θαυματουργική δύναμη του Θεού, συγκεντρώθηκαν τα νερά που υπήρχαν στη γη και έτσι εμφανίστηκε η ξηρά, την οποία ο Θεός ονόμασε Γη. Επίσης, αυτή την ημέρα, χωρίς να υπεισέλθουν τυχαίοι παράγοντες ή εξελικτικές διαδικασίες, ο Θεός επέθεσε το στοιχείο της ζωής σε άτομα νεκρής ύλης, ώστε ήρθαν σε ύπαρξη το χορτάρι, η βλάστηση και τα καρποφόρα δέντρα. Καθεμιά από αυτές τις τρεις γενικές υποδιαιρέσεις μπορούσε να αναπαράγεται κατά το «είδος» της.—Γε 1:9-13.
Το θεϊκό θέλημα σχετικά με τους φωτοδότες εκπληρώθηκε την Τέταρτη Ημέρα, καθώς διαβάζουμε: «Άρχισε ο Θεός να κάνει τους δύο μεγάλους φωτοδότες, το μεγαλύτερο φωτοδότη για να εξουσιάζει την ημέρα και το μικρότερο φωτοδότη για να εξουσιάζει τη νύχτα, καθώς και τα άστρα. Ο Θεός, λοιπόν, τους έβαλε στο εκπέτασμα των ουρανών για να φωτίζουν τη γη και για να εξουσιάζουν στη διάρκεια της ημέρας και στη διάρκεια της νύχτας και για να διαχωρίζουν το φως από το σκοτάδι». (Γε 1:16-18) Με βάση την περιγραφή αυτών των φωτοδοτών, είναι ολοφάνερο ότι ο μεγαλύτερος φωτοδότης ήταν ο ήλιος και ο μικρότερος φωτοδότης ήταν η σελήνη, μολονότι ο ήλιος και η σελήνη δεν κατονομάζονται συγκεκριμένα στην Αγία Γραφή παρά μόνο μετά την αφήγησή της για τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε.—Γε 15:12· 37:9.
Πρωτύτερα, την πρώτη «ημέρα», χρησιμοποιήθηκε η έκφραση «Ας γίνει φως». Η εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται εκεί για το «φως» είναι η λέξη ’ωρ, η οποία σημαίνει φως με τη γενική έννοια. Αλλά την τέταρτη «ημέρα», η εβραϊκή λέξη αλλάζει σε μα’ώρ, η οποία αναφέρεται σε κάποιον φωτοδότη ή πηγή φωτός. (Γε 1:14) Άρα, την πρώτη «ημέρα» φαίνεται ότι διάχυτο φως διαπέρασε τα σπαργανώδη νεφελώματα, αλλά οι πηγές εκείνου του φωτός δεν θα ήταν ορατές από έναν παρατηρητή στη γη. Τώρα, την τέταρτη «ημέρα», τα πράγματα φαίνεται ότι άλλαξαν.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι στο εδάφιο Γένεση 1:16 δεν χρησιμοποιείται το εβραϊκό ρήμα μπαρά’, που σημαίνει «δημιουργώ». Απεναντίας, χρησιμοποιείται το εβραϊκό ρήμα ‛ασάχ, που σημαίνει «κάνω». Εφόσον ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα περιλαμβάνονται στους «ουρανούς» που αναφέρονται στο εδάφιο Γένεση 1:1, δημιουργήθηκαν πολύ πριν από την Τέταρτη Ημέρα. Την τέταρτη ημέρα ο Θεός άρχισε να «κάνει» αυτά τα ουράνια σώματα να προσλαμβάνουν μια καινούρια υπόσταση ως προς την επιφάνεια της γης και το εκπέτασμα πάνω από αυτήν. Όταν λέγεται: “Ο Θεός τούς έβαλε στο εκπέτασμα των ουρανών για να φωτίζουν τη γη”, αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι τώρα έγιναν ορατοί από την επιφάνεια της γης, σαν να βρίσκονταν στο εκπέτασμα. Επίσης, οι φωτοδότες επρόκειτο να «χρησιμεύουν ως σημεία και για εποχές και για ημέρες και έτη», καθοδηγώντας μεταγενέστερα τους ανθρώπους με διάφορους τρόπους.—Γε 1:14.
Η Πέμπτη Ημέρα χαρακτηρίστηκε από τη δημιουργία των πρώτων μη ανθρώπινων ψυχών στη γη. Δεν εμφανίστηκε απλώς ένα πλάσμα προορισμένο από τον Θεό να εξελιχθεί σε άλλες μορφές, αλλά μέσω της θεϊκής δύναμης εμφανίστηκαν τότε κατά κυριολεξία πλήθη ζωντανών ψυχών. Διαβάζουμε σχετικά: «Άρχισε ο Θεός να δημιουργεί τα μεγάλα θαλάσσια τέρατα και κάθε ζωντανή ψυχή που κινείται, τα οποία έβγαλαν τα νερά, κατά τα είδη τους, και κάθε φτερωτό πετούμενο πλάσμα κατά το είδος του». Ικανοποιημένος με ό,τι είχε φέρει σε ύπαρξη, ο Θεός τα ευλόγησε όλα και, στην ουσία, τους είπε να “πληθυνθούν”, πράγμα εφικτό, διότι αυτά τα πλάσματα που ανήκαν σε πολλές ξεχωριστές οικογένειες ειδών είχαν προικιστεί από τον Θεό με την ικανότητα να αναπαράγονται «κατά τα είδη τους».—Γε 1:20-23.
Την Έκτη Ημέρα «άρχισε ο Θεός να κάνει τα θηρία της γης κατά το είδος τους και τα κατοικίδια ζώα κατά το είδος τους και κάθε κινούμενο ζώο της γης κατά το είδος του», έργο που ήταν καλό, όπως όλα τα προηγούμενα δημιουργικά έργα του Θεού.—Γε 1:24, 25.
Προς το τέλος της έκτης ημέρας δημιουργικής δραστηριότητας, ο Θεός έφερε σε ύπαρξη ένα εντελώς νέο είδος πλάσματος, ένα πλάσμα ανώτερο από τα ζώα αλλά κατώτερο από τους αγγέλους. Ήταν ο άνθρωπος, ο οποίος δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού και σύμφωνα με την ομοίωσή του. Αν και το εδάφιο Γένεση 1:27 αναφέρει με συντομία για το ανθρώπινο γένος ότι «αρσενικό και θηλυκό τούς δημιούργησε» ο Θεός, η παράλληλη αφήγηση των εδαφίων Γένεση 2:7-9 δείχνει ότι ο Ιεχωβά Θεός έπλασε τον άνθρωπο από χώμα της γης, φύσηξε στα ρουθούνια του την πνοή της ζωής και ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή, χορηγήθηκε δε σε αυτόν ένα παραδεισένιο σπίτι και τροφή. Σε αυτή την περίπτωση ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε τα στοιχεία της γης για το δημιουργικό του έργο και κατόπιν, αφού είχε πλάσει τον άντρα, δημιούργησε το θηλυκό του ανθρωπίνου γένους χρησιμοποιώντας ως βάση ένα από τα πλευρά του Αδάμ. (Γε 2:18-25) Με τη δημιουργία της γυναίκας, ο άνθρωπος ολοκληρώθηκε ως «είδος».—Γε 5:1, 2.
Στη συνέχεια ο Θεός ευλόγησε τους ανθρώπους, λέγοντας στον πρώτο άντρα και στη σύζυγό του: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη και να την καθυποτάξετε και να έχετε σε υποταγή τα ψάρια της θάλασσας και τα πετούμενα πλάσματα των ουρανών και κάθε ζωντανό πλάσμα που κινείται πάνω στη γη». (Γε 1:28· παράβαλε Ψλ 8:4-8.) Ο Θεός μερίμνησε επαρκώς για το ανθρώπινο γένος και για τα άλλα επίγεια πλάσματα, δίνοντάς τους «όλη τη χλωρή βλάστηση για τροφή». Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα αυτού του δημιουργικού έργου, το θεόπνευστο Υπόμνημα δηλώνει: «Έπειτα από αυτό, ο Θεός είδε καθετί που είχε κάνει, και ήταν πολύ καλό». (Γε 1:29-31) Αφού η έκτη ημέρα τελείωσε με επιτυχία και ο Θεός ολοκλήρωσε αυτό το δημιουργικό έργο, «άρχισε να αναπαύεται την έβδομη ημέρα από όλο το έργο του που είχε κάνει».—Γε 2:1-3.
Στην ανασκόπηση των επιτευγμάτων καθεμιάς από τις έξι ημέρες δημιουργικής δραστηριότητας, αναφέρεται ως κατακλείδα η δήλωση: «Και έγινε βράδυ και έγινε πρωί», πρώτη, δεύτερη, τρίτη ημέρα, και ούτω καθεξής. (Γε 1:5, 8, 13, 19, 23, 31) Εφόσον η διάρκεια κάθε δημιουργικής ημέρας υπερέβαινε τις 24 ώρες (όπως θα εξεταστεί πιο κάτω), αυτή η έκφραση δεν εφαρμόζεται σε κατά γράμμα νύχτα και ημέρα, αλλά είναι μεταφορική. Όσο διαρκούσε το βράδυ, τα πράγματα ήταν δυσδιάκριτα, το πρωί όμως γίνονταν πλήρως ορατά. Το «βράδυ», ή αλλιώς στην αρχή, κάθε δημιουργικής περιόδου, ή “ημέρας”, ο σκοπός του Θεού για εκείνη την ημέρα, αν και απόλυτα γνωστός στον ίδιο, ήταν δυσδιάκριτος για οποιουσδήποτε αγγελικούς παρατηρητές. Ωστόσο, όταν έφτανε το «πρωί», υπήρχε άπλετο φως όσον αφορά το σκοπό που είχε ο Θεός για εκείνη την ημέρα, εφόσον αυτός είχε πλέον επιτελεστεί.—Παράβαλε Παρ 4:18.
Διάρκεια των Δημιουργικών Ημερών. Η Αγία Γραφή δεν προσδιορίζει τη διάρκεια καθεμιάς από τις δημιουργικές περιόδους. Έχουν, όμως, τελειώσει και οι έξι, εφόσον σχετικά με την έκτη ημέρα (όπως και για καθεμιά από τις προηγούμενες πέντε ημέρες) λέγεται: «Και έγινε βράδυ και έγινε πρωί, έκτη ημέρα». (Γε 1:31) Εντούτοις, δεν γίνεται τέτοια δήλωση σχετικά με την έβδομη ημέρα, στην οποία ο Θεός άρχισε να αναπαύεται, πράγμα που υποδηλώνει ότι αυτή συνεχίστηκε. (Γε 2:1-3) Επίσης, 4.000 και πλέον χρόνια αφότου άρχισε η έβδομη ημέρα, ή αλλιώς η ημέρα ανάπαυσης του Θεού, ο Παύλος έδειξε ότι αυτή βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη. Στα εδάφια Εβραίους 4:1-11, αναφέρθηκε στα λόγια που είχε πει παλιότερα ο Δαβίδ (Ψλ 95:7, 8, 11) καθώς και στο εδάφιο Γένεση 2:2 και παρότρυνε: «Ας κάνουμε, λοιπόν, το καλύτερο που μπορούμε για να εισέλθουμε σε εκείνη την ανάπαυση». Μέχρι την εποχή του Παύλου, η έβδομη ημέρα συνεχιζόταν επί χιλιετίες και δεν είχε τελειώσει ακόμη. Η Χιλιετής Βασιλεία του Ιησού Χριστού, ο οποίος προσδιορίζεται στις Γραφές ως «Κύριος του σαββάτου» (Ματ 12:8), αποτελεί προφανώς τμήμα του μεγάλου σαββάτου, δηλαδή της ημέρας ανάπαυσης του Θεού. (Απ 20:1-6) Αυτό υποδηλώνει την παρέλευση χιλιάδων χρόνων από την αρχή της ημέρας ανάπαυσης του Θεού ως το τέλος της. Η εβδομάδα ημερών που περιγράφεται στα εδάφια Γένεση 1:3 ως 2:3, η τελευταία από τις οποίες είναι σάββατο, φαίνεται ότι παραλληλίζεται με την εβδομάδα στην οποία διαιρούσαν το χρόνο τους οι Ισραηλίτες, τηρώντας σάββατο την έβδομη ημέρα της, σύμφωνα με το θεϊκό θέλημα. (Εξ 20:8-11) Και εφόσον η έβδομη ημέρα συνεχίζεται επί χιλιετίες, μπορεί να εξαχθεί λογικά ότι καθεμιά από τις έξι δημιουργικές περιόδους, ή αλλιώς ημέρες, διαρκούσε τουλάχιστον μερικές χιλιάδες χρόνια.
Το ότι μια ημέρα μπορεί να υπερβαίνει τις 24 ώρες φαίνεται από το εδάφιο Γένεση 2:4, το οποίο αναφέρεται σε όλες τις δημιουργικές περιόδους ως μία «ημέρα». Ενδεικτική αυτού του γεγονότος είναι και η θεόπνευστη παρατήρηση του Πέτρου, σύμφωνα με την οποία «μία ημέρα είναι για τον Ιεχωβά σαν χίλια χρόνια και χίλια χρόνια σαν μία ημέρα». (2Πε 3:8) Η απόδοση, όχι μόνο 24 ωρών, αλλά μεγαλύτερης περιόδου χρόνου—χιλιάδων ετών—σε καθεμιά από τις δημιουργικές ημέρες εναρμονίζεται καλύτερα με τα αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται στην ίδια τη γη.
Τα Δημιουργήματα Προηγήθηκαν των Ανθρώπινων Εφευρέσεων. Χιλιάδες χρόνια προτού έρθουν στο προσκήνιο πολλές από τις ανθρώπινες εφευρέσεις, ο Ιεχωβά είχε εφοδιάσει τα δημιουργήματά του με τις δικές τους εκδοχές αυτών των εφευρέσεων. Λόγου χάρη, η πτήση των πουλιών προηγήθηκε κατά χιλιετίες της κατασκευής των αεροπλάνων. Ο ναυτίλος ο πομπίλιος και η σουπιά χρησιμοποιούν δεξαμενές πλευστότητας για να κατεβαίνουν και να ανεβαίνουν στον ωκεανό όπως τα υποβρύχια. Το χταπόδι και το καλαμάρι χρησιμοποιούν την αεριώθηση. Οι νυχτερίδες και τα δελφίνια είναι ειδήμονες στον ηχοεντοπισμό. Αρκετά ερπετά και θαλασσοπούλια έχουν μέσα τους «συστήματα αφαλάτωσης» που τους δίνουν τη δυνατότητα να πίνουν θαλασσινό νερό.
Με το ευρηματικό σχέδιο της φωλιάς τους και με τη χρήση νερού, οι τερμίτες κλιματίζουν το σπίτι τους. Μικροσκοπικά φυτά, έντομα, ψάρια και δέντρα χρησιμοποιούν το δικό τους τύπο «αντιψυκτικού». Μερικά φίδια, τα κουνούπια, οι αυστραλιανοί φασιανοί και οι δασόβιες γαλοπούλες έχουν μέσα τους θερμόμετρα ευαίσθητα ακόμη και σε ελάχιστες μεταβολές της θερμοκρασίας. Διάφορα είδη σφήκας κατασκευάζουν χαρτί.
Στον Τόμας Έντισον αποδίδεται η εφεύρεση του ηλεκτρικού λαμπτήρα, αλλά η απώλεια ενέργειας του λαμπτήρα μέσω της θερμότητας αποτελεί μειονέκτημα. Τα δημιουργήματα του Ιεχωβά—σφουγγάρια, μύκητες, βακτήρια, πυγολαμπίδες, έντομα, ψάρια—παράγουν ψυχρό φως και σε πολλά χρώματα.
Πολλά αποδημητικά πουλιά δεν έχουν μόνο πυξίδες στο κεφάλι τους, αλλά και βιολογικά ρολόγια. Μερικά μικροσκοπικά βακτήρια έχουν περιστροφικούς κινητήρες που μπορούν να ωθούν και προς τα εμπρός και προς τα πίσω.
Εύλογα το εδάφιο Ψαλμός 104:24 λέει: «Πόσο πολλά είναι τα έργα σου Ιεχωβά! Τα πάντα με σοφία τα έφτιαξες. Η γη είναι γεμάτη από τα δημιουργήματά σου».
Ορισμένοι επιδιώκουν να συνδέσουν τη Βιβλική αφήγηση περί δημιουργίας με μυθολογικές αφηγήσεις ειδωλολατρικών λαών, όπως το πολύ γνωστό Βαβυλωνιακό Έπος της Δημιουργίας. Μάλιστα στην αρχαία Βαβυλώνα κυκλοφορούσαν διάφορες ιστορίες περί δημιουργίας, αλλά αυτή που έγινε ευρέως γνωστή είναι ένας μύθος σχετικά με τον Μαρντούκ, τον εθνικό θεό της Βαβυλώνας. Με λίγα λόγια, η ιστορία αυτή λέει ότι υπήρχε η θεά Τιαμάτ και ο θεός Απσού, οι οποίοι γέννησαν άλλες θεότητες. Οι δραστηριότητες αυτών των θεών ενόχλησαν τόσο πολύ τον Απσού ώστε αποφάσισε να τους καταστρέψει. Εντούτοις, ο Απσού θανατώθηκε από έναν από αυτούς τους θεούς, τον Έα, και όταν η Τιαμάτ προσπάθησε να πάρει εκδίκηση για τον Απσού, θανατώθηκε από το γιο του Έα, τον Μαρντούκ, ο οποίος κατόπιν έσκισε το σώμα της στα δύο και από το ένα μισό έφτιαξε τον ουρανό ενώ από το άλλο μισό θεμελίωσε τη γη. Μια από τις επακόλουθες πράξεις του Μαρντούκ ήταν η δημιουργία της ανθρωπότητας (με τη βοήθεια του Έα), την οποία επιτέλεσε χρησιμοποιώντας το αίμα ενός άλλου θεού, του Κινγκού, που ήταν ο διοικητής των στρατευμάτων της Τιαμάτ.
Δανείστηκε η Αγία Γραφή κάποια στοιχεία από τις βαβυλωνιακές ιστορίες περί δημιουργίας;
Στο βιβλίο του, ο Π. Τζ. Γουάιζμαν επισημαίνει πως, όταν πρωτοανακαλύφτηκαν οι βαβυλωνιακές πινακίδες περί δημιουργίας, μερικοί μελετητές ανέμεναν ότι οι περαιτέρω ανακαλύψεις και έρευνες θα έδειχναν κάποια αντιστοιχία ανάμεσα σε αυτές και στην αφήγηση της Γένεσης για τη δημιουργία. Μερικοί νόμιζαν πως θα γινόταν φανερό ότι η αφήγηση της Γένεσης αποτελεί δάνειο από την αντίστοιχη βαβυλωνιακή. Ωστόσο, οι περαιτέρω ανακαλύψεις και έρευνες έχουν απλώς καταδείξει το μεγάλο χάσμα που χωρίζει τις δύο αφηγήσεις. Δεν παραλληλίζονται μεταξύ τους. Ο Γουάιζμαν παραθέτει από το σύγγραμμα Οι Βαβυλωνιακοί Θρύλοι περί Δημιουργίας και η Μάχη Μεταξύ του Βηλ και του Δράκοντα (The Babylonian Legends of the Creation and the Fight Between Bel and the Dragon), έκδοση των Εφόρων του Βρετανικού Μουσείου, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι «οι θεμελιώδεις αντιλήψεις της βαβυλωνιακής και της εβραϊκής αφήγησης διαφέρουν ουσιαστικά». Ο ίδιος ο Γουάιζμαν παρατηρεί: «Είναι ιδιαίτερα λυπηρό το γεγονός ότι πολλοί θεολόγοι, αντί να συμβαδίζουν με τις σύγχρονες αρχαιολογικές έρευνες, συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν τη διαψευσμένη πλέον θεωρία περί εβραϊκών “δανείων” από βαβυλωνιακές πηγές».—Η Δημιουργία Αποκαλύπτεται σε Έξι Ημέρες (Creation Revealed in Six Days), Λονδίνο, 1949, σ. 58.
Μολονότι μερικοί έχουν υποδείξει σημεία τα οποία οι ίδιοι θεωρούσαν ομοιότητες ανάμεσα στο βαβυλωνιακό έπος και στην αφήγηση της Γένεσης περί δημιουργίας, είναι καταφανές από την προηγούμενη εξέταση του Βιβλικού υπομνήματος για τη δημιουργία και από την παραπάνω επιτομή του βαβυλωνιακού μύθου ότι στην ουσία πρόκειται για ανόμοια πράγματα. Επομένως, δεν είναι απαραίτητο να τα αναλύσουμε λεπτομερώς αντιπαραβάλλοντάς τα. Εντούτοις, σχολιάζοντας φαινομενικές ομοιότητες και διαφορές (όπως τη σειρά των γεγονότων) σε αυτές τις αφηγήσεις, ο καθηγητής Τζορτζ Ά. Μπάρτον παρατήρησε: «Μια ακόμη σπουδαιότερη διαφορά έγκειται στις θρησκευτικές αντιλήψεις που αποπνέουν οι δύο αφηγήσεις. Το βαβυλωνιακό ποίημα είναι μυθολογικό και πολυθεϊστικό. Η αντίληψή του για τη θεϊκή φύση είναι κάθε άλλο παρά εξυψωμένη. Οι θεοί του αγαπούν και μισούν, δολοπλοκούν και ραδιουργούν, πολεμούν και καταστρέφουν. Ο Μαρντούκ, ο πρόμαχος, νικάει μόνο έπειτα από άγρια μάχη, στην οποία οι δυνάμεις του δοκιμάζονται στο έπακρο. Αντίθετα, η Γένεση αντικατοπτρίζει τον πιο εξυψωμένο μονοθεϊσμό. Ο Θεός είναι τόσο απόλυτα ο κυρίαρχος όλων των στοιχείων του σύμπαντος ώστε αυτά υπακούν στην παραμικρή του λέξη. Ελέγχει τα πάντα χωρίς να καταβάλλει προσπάθεια. Λέει και γίνεται. Αν δεχτούμε, όπως κάνουν οι περισσότεροι μελετητές, ότι υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στις δύο αφηγήσεις, τότε δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να καταδειχτεί η θεοπνευστία της Βιβλικής αφήγησης από την αντιπαραβολή της με τη βαβυλωνιακή αφήγηση. Καθώς διαβάζουμε το κεφάλαιο της Γένεσης σήμερα, αυτό εξακολουθεί να μας αποκαλύπτει το μεγαλείο και τη δύναμη του ενός Θεού και προκαλεί στο σύγχρονο άνθρωπο—όπως προκαλούσε και στον αρχαίο Εβραίο—λατρευτική διάθεση προς τον Δημιουργό».—Η Αρχαιολογία και η Αγία Γραφή (Archaeology and the Bible), 1949, σ. 297, 298.
Σχετικά με τους αρχαίους μύθους περί δημιουργίας εν γένει, έχει γίνει το εξής σχόλιο: «Δεν έχει βρεθεί ακόμη μύθος που να αναφέρεται σαφώς στη δημιουργία του σύμπαντος, ενώ όσοι μύθοι ασχολούνται με την οργάνωση του σύμπαντος και τις διεργασίες ανάπτυξής του, τη δημιουργία του ανθρώπου και τη θεμελίωση του πολιτισμού χαρακτηρίζονται από τον πολυθεϊσμό και τη διαπάλη των θεοτήτων για κυριαρχία, σε οξεία αντίθεση με τον εβραϊκό μονοθεϊσμό της Γένεσης 1-2».—Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής (New Bible Dictionary), επιμέλεια Τζ. Ντάγκλας, 1985, σ. 247.
«Νέα Δημιουργία». Μετά την έκτη δημιουργική περίοδο, ή αλλιώς «ημέρα», ο Ιεχωβά έθεσε τέλος στην επίγεια δημιουργική δράση του. (Γε 2:2) Αλλά έχει επιτελέσει μεγαλειώδη πράγματα με πνευματικό τρόπο. Για παράδειγμα, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Αν κανείς είναι σε ενότητα με τον Χριστό, είναι νέα δημιουργία». (2Κο 5:17) Το να είναι κανείς «σε ενότητα με» τον Χριστό (ἐν Χριστῷ, Κείμενο) σημαίνει σε αυτή την περίπτωση ότι είναι ένα με αυτόν ως μέλος του σώματός του, της νύφης του. (Ιωα 17:21· 1Κο 12:27) Για να έρθει σε ύπαρξη η εν λόγω σχέση, ο Ιεχωβά Θεός ελκύει αυτό το άτομο στον Γιο του και το γεννάει με άγιο πνεύμα. Ως γεννημένος από το πνεύμα γιος του Θεού, το άτομο αυτό είναι «νέα δημιουργία» και έχει την προοπτική να συμμετάσχει με τον Ιησού Χριστό στην ουράνια Βασιλεία.—Ιωα 3:3-8· 6:44.
Αναδημιουργία. Στους αποστόλους του ο Ιησούς μίλησε επίσης για μια «αναδημιουργία» και τη συσχέτισε με τον καιρό κατά τον οποίο «ο Γιος του ανθρώπου [θα] καθήσει στον ένδοξο θρόνο του». (Ματ 19:28· Λου 22:28-30) Η λέξη παλινγενεσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία μεταφράζεται «αναδημιουργία», αποτελείται από τα συνθετικά πάλιν και γένεσις. Ο Φίλων χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη αναφορικά με την ανασύσταση του κόσμου μετά τον Κατακλυσμό. Ο Ιώσηπος τη χρησιμοποίησε περιγράφοντας την ανασυγκρότηση του Ισραήλ μετά την εξορία. Το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament), το οποίο επιμελήθηκε ο Γκ. Κίτελ, λέει ότι η χρήση της λέξης παλινγενεσία στο εδάφιο Ματθαίος 19:28 «βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τη χρήση της από τον Φίλωνα και τον Ιώσηπο». (1932, Τόμ. 1, σ. 687) Άρα δεν εννοείται κάποια νέα δημιουργία, αλλά μια αναγέννηση, μια ανανέωση, μέσω της οποίας επιτελείται στο πλήρες ο σκοπός του Ιεχωβά για τη γη.—Βλέπε ΦΥΛΗ («Κρίνοντας τις Δώδεκα Φυλές του Ισραήλ»).
Είναι βέβαιο ότι, υπό τη διακυβέρνηση της Βασιλείας, η υπάκουη ανθρωπότητα, «η δημιουργία» που θα «ελευθερωθεί από την υποδούλωση στη φθορά και θα έχει την ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού», θα γευτεί μεγάλες ευλογίες. (Ρω 8:19-21· βλέπε ΓΙΟΣ [ΓΙΟΙ] ΤΟΥ ΘΕΟΥ [Η Ένδοξη Ελευθερία των Παιδιών του Θεού].) Στο σύστημα πραγμάτων που έχει υποσχεθεί και θα δημιουργήσει ο Θεός, «δικαιοσύνη θα κατοικεί». (2Πε 3:13) Η βεβαιότητα της εγκαθίδρυσης αυτού του συστήματος τονίζεται από το όραμα της Αποκάλυψης που έλαβε ο Ιωάννης καθώς και από τη δήλωση του ίδιου: «Είδα νέο ουρανό και νέα γη».—Απ 21:1-5.
-
-
Δημόσια ΑνάγνωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
Μεγαλόφωνη ανάγνωση εις επήκοον κάποιας ομάδας ατόμων. Στις Ιουδαϊκές συναγωγές γινόταν δημόσια ανάγνωση ενός τμήματος του Νόμου την ημέρα του Σαββάτου. Παρόμοια, στις συναθροίσεις της Χριστιανικής εκκλησίας γινόταν δημόσια ανάγνωση των θεόπνευστων Γραφών.
Η λέξη ἀναγινώσκω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία βασικά σημαίνει «γνωρίζω καλά» (2Κο 1:13), αποδίδεται «διαβάζω» ή «διαβάζω μεγαλόφωνα» και χρησιμοποιείται τόσο για την κατ’ ιδίαν όσο και για τη δημόσια ανάγνωση των Γραφών. (Ματ 12:3· Λου 4:16· Πρ 8:28· 13:27) Το ουσιαστικό ἀνάγνωσις αποδίδεται «δημόσια ανάγνωση».—Πρ 13:15· 1Τι 4:13.
Η δημόσια ανάγνωση ήταν ένα σημαντικό μέσο που χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να διδάξει και να εκπαιδεύσει το λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη γύρω από τους σκοπούς του και τις απαιτήσεις του. Αυτού του είδους η ανάγνωση αναφέρεται για πρώτη φορά στο εδάφιο Έξοδος 24:7, όπου ο Μωυσής διάβασε από «το βιβλίο της διαθήκης» ενώπιον όλου του λαού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι Ισραηλίτες ήταν σε θέση να συνάψουν συνειδητά συμφωνία με τον Ιεχωβά ότι θα τηρούσαν το Νόμο. Σχετικά λίγα αντίγραφα των Γραφών ήταν διαθέσιμα στις ημέρες του αρχαίου Ισραήλ, γι’ αυτό και οι Λευίτες ιερείς είχαν λάβει την ακόλουθη εντολή: «Θα διαβάζεις αυτόν το νόμο μπροστά σε όλο τον Ισραήλ, και αυτοί θα ακούν». Ο Μωυσής τούς διέταξε να διαβάζουν το Νόμο σε όλο το λαό, στους νέους και στους ηλικιωμένους, στους άντρες και στις γυναίκες, στους Ισραηλίτες και στους πάροικους, κάθε σαββατιαίο έτος στη Γιορτή των Σκηνών.—Δευ 31:9-12.
Αφού ο Ισραήλ εισήλθε στην Υποσχεμένη Γη, ο Ιησούς του Ναυή διάβασε μεγαλόφωνα στο λαό «όλα τα λόγια του νόμου, την ευλογία και την κατάρα». (Ιη 8:33-35) Ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ απέστειλε άρχοντες, Λευίτες και ιερείς για να διδάξουν στις πόλεις του Ιούδα (2Χρ 17:7-9), και αυτή η διδαχή αναμφίβολα περιλάμβανε δημόσια ανάγνωση. Αιώνες αργότερα, ο Ιωσίας διάβασε εις επήκοον όλου του λαού «το βιβλίο του νόμου του Ιεχωβά που είχε δοθεί με το χέρι του Μωυσή», το οποίο βρήκε ο ιερέας Χελκίας κατά τη διάρκεια των εργασιών επισκευής του ναού και το οποίο, χωρίς αμφιβολία, ήταν το πρωτότυπο βιβλίο του Νόμου, που είχε γράψει ο Μωυσής. (2Βα 23:2· 2Χρ 34:14) Το αποτέλεσμα ήταν πανεθνική εκκαθάριση της δαιμονολατρίας. Μετά την επιστροφή από την εξορία, ο Έσδρας, με τη συνδρομή του Κυβερνήτη Νεεμία, διάβασε το Νόμο στο λαό από τα χαράματα μέχρι το μεσημέρι. Μαζί με την ανάγνωση έγινε και εξήγηση ή ερμηνεία του νοήματος.—Νε 8:3, 8· βλέπε ΕΒΡΑΪΚΗ (Πότε Άρχισε να Φθίνει η Εβραϊκή;).
Στις Συναγωγές. Ο Ιησούς συνήθιζε να κάνει δημόσια ανάγνωση στη συναγωγή το Σάββατο και στη συνέχεια βοηθούσε τους ακροατές του, εξηγώντας την περικοπή που είχε διαβάσει. (Λου 4:16) Αυτό γινόταν στις συναγωγές επί πολλά χρόνια. «Διότι από τους αρχαίους καιρούς ο Μωυσής έχει σε κάθε πόλη εκείνους που τον κηρύττουν, επειδή διαβάζεται μεγαλόφωνα στις συναγωγές κάθε σάββατο». (Πρ 15:21) Η δημόσια ανάγνωση του Νόμου και των Προφητών συνηθιζόταν στη συναγωγή όπου, σύμφωνα με ραβινικές πηγές, τηρούνταν το εξής πρόγραμμα: Πρώτα διάβαζαν τη Σεμά, που θεωρούνταν το Ιουδαϊκό σύμβολο πίστης, από τα εδάφια Δευτερονόμιο 6:4-9· 11:13-21 και Αριθμοί 15:37-41. Ακολουθούσε η ανάγνωση ενός τμήματος της Τορά ή αλλιώς του Νόμου, δηλαδή της Πεντατεύχου, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις ολοκληρωνόταν σε ένα έτος. Στο τέλος διάβαζαν αποσπάσματα από τους Προφήτες, τα λεγόμενα χαφταρά, επεξηγώντας τα ανάλογα. Μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας ανάγνωσης ακολουθούσε μια διάλεξη ή προτροπή. Έπειτα από μια τέτοια δημόσια ανάγνωση στη συναγωγή, στην Αντιόχεια της Πισιδίας, ο Παύλος προσκλήθηκε να μιλήσει και έδωσε μια διάλεξη ή προτροπή και ενθάρρυνση σε όσους είχαν συγκεντρωθεί εκεί.—Πρ 13:15.
Στη Χριστιανική Εκκλησία. Τον πρώτο αιώνα, λίγοι ήταν εκείνοι που είχαν στην κατοχή τους αντίγραφα των πολλών ρόλων της Αγίας Γραφής, γεγονός που καθιστούσε τη δημόσια ανάγνωση πολύ σημαντική. Ο απόστολος Παύλος παρήγγειλε να διαβάζονται δημόσια οι επιστολές του στις συναθροίσεις των Χριστιανικών εκκλησιών και έδωσε εντολή να ανταλλάσσονται με τις επιστολές που είχε στείλει σε άλλες εκκλησίες, ώστε να διαβάζονται και αυτές επίσης. (Κολ 4:16· 1Θε 5:27) Ο Παύλος συμβούλεψε τον νεαρό Χριστιανό επίσκοπο Τιμόθεο να επιδίδεται στη «δημόσια ανάγνωση, στην προτροπή, στη διδασκαλία».—1Τι 4:13.
Η δημόσια ανάγνωση πρέπει να γίνεται με ευχέρεια. (Αββ 2:2) Εφόσον η δημόσια ανάγνωση αποσκοπεί στην εκπαίδευση άλλων, ο δημόσιος αναγνώστης πρέπει να διακρίνει επακριβώς τι διαβάζει και να έχει σαφή κατανόηση του σκοπού του συγγραφέα, προσέχοντας καθώς διαβάζει να μη δώσει εσφαλμένη ιδέα ή εντύπωση στους ακροατές. Σύμφωνα με το εδάφιο Αποκάλυψη 1:3, εκείνοι που διαβάζουν την προφητεία μεγαλόφωνα, καθώς και εκείνοι που ακούν τα λόγια και τα τηρούν, θα είναι ευτυχισμένοι.
-
-
Δημόσιος ΔάσκαλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ
Κάποιος που έχει εκπαιδευτεί σε ένα συγκεκριμένο πεδίο γνώσης και που διδάσκει άλλους δημόσια. Η έκφραση «δημόσιος δάσκαλος» αποτελεί μετάφραση της λέξης γραμματεύς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Η Νέα Αγγλική Βίβλος την αποδίδει «δάσκαλος», ενώ η μετάφραση του Νοξ χρησιμοποιεί τις αποδόσεις «λόγιος» και “πολυμαθής”. Μια υποσημείωση στη Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει: «μορφωμένος». (Ματ 13:52, υποσ.· Ματ 23:34) Η ίδια λέξη του ελληνικού κειμένου αποδίδεται συνήθως «γραμματέας», αλλά για να διευκρινιστεί ότι δεν εννοείται η γνωστή εβραϊκή θρησκευτική ομάδα των γραμματέων η Μετάφραση Νέου Κόσμου χρησιμοποιεί την έκφραση «δημόσιος δάσκαλος» όταν η περικοπή αναφέρεται στους μαθητές του Ιησού.
Όταν ο Ιησούς βρισκόταν στη γη, οι γραμματεῖς ήταν ειδήμονες στο Νόμο και δάσκαλοι του λαού, αλλά είχαν διαφθαρεί από τις παραδόσεις των ανθρώπων και από ειδωλολατρικές δοξασίες. Ο όρος γραμματεῖς χρησιμοποιούνταν για αυτούς περισσότερο ως τίτλος, προσδιορίζοντάς τους ως τάξη μάλλον παρά αναφερόμενος στα αρχικά τους καθήκοντα ως αντιγραφέων.
Ο Ιησούς ήρθε να δώσει μαρτυρία για την αλήθεια. Για να κηρυχτούν τα καλά νέα της Βασιλείας προετοίμασε τους μαθητές του ώστε να γίνουν δημόσιοι δάσκαλοι σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού. Χαρακτηρίζοντάς τους δημόσιους δασκάλους, μεγάλυνε το ρόλο τους και τη σπουδαιότητα του να ακούει κανείς τη διδαχή τους. Παρομοίασε τον καθένα τους με μορφωμένο άνθρωπο που έχει ένα πραγματικό θησαυροφυλάκιο από το οποίο βγάζει διάφορα αντικείμενα. (Ματ 13:52) Ο Ιησούς απέστειλε εκείνους τους δασκάλους στον Ισραήλ, αλλά οι γραμματείς του Ισραήλ δεν διέκριναν τους θησαυρούς που τους πρόσφερε ο Θεός μέσω εκείνων. Αντίθετα, εναντιώθηκαν στη δημόσια διδασκαλία και συμμετείχαν στη μαστίγωση, στο διωγμό και στη θανάτωση του Ιησού και των συνεργατών του στη δημόσια διδασκαλία, αποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο ότι οι ίδιοι ήταν ψεύτικοι δάσκαλοι. Εντούτοις, πολλά άτομα από τον Ισραήλ και από τα έθνη διδάχτηκαν από όσους είχε διδάξει ο Ιησούς, και έγιναν και αυτοί με τη σειρά τους δημόσιοι δάσκαλοι του Λόγου του Θεού.—Ματ 23:34· 28:19, 20.
Υπό το Νόμο, οι Λευίτες ήταν επιφορτισμένοι με την ευθύνη να μεριμνούν για τη δημόσια διδασκαλία του λαού. (Λευ 10:11· Δευ 17:10, 11· 2Χρ 17:7-9) Ο Λευίτης Μωυσής, ως μεσίτης της διαθήκης του Νόμου, και αργότερα ο Ιησούς του Ναυή από τη φυλή του Εφραΐμ, ως ηγέτης του έθνους, ήταν δημόσιοι δάσκαλοι του λαού του Θεού. (Δευ 4:1· 34:9· Ιη 8:35) Παρόμοια, οι κριτές και οι πιστοί βασιλιάδες έδιναν οδηγίες από το Νόμο όταν άκουγαν και έκριναν δικαστικές υποθέσεις και όταν προΐσταντο σε περιστάσεις που σχετίζονταν με τη λατρεία.—1Βα 8:1-61· 2Βα 23:2.
Ένα εξαιρετικό παράδειγμα δημόσιου δασκάλου είναι ο ιερέας Έσδρας, ο οποίος με τη συνδρομή του Νεεμία διηύθυνε ένα πρόγραμμα δημόσιας διδασκαλίας για τους Ισραηλίτες που είχαν επαναπατριστεί από τη Βαβυλώνα. Ο ίδιος έκανε ανάγνωση του Νόμου και οργάνωσε τους Λευίτες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους τα οποία συνίσταντο στο να “εξηγούν το νόμο στο λαό”, “να του προσδίδουν νόημα” και “να κάνουν αυτά που διάβαζαν κατανοητά”, ούτως ώστε να “διδάσκουν το λαό”.—Νε 8:1-9.
-
-
ΔηνάριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΝΑΡΙΟ
Ρωμαϊκό ασημένιο νόμισμα βάρους περίπου 3,85 γρ. του οποίου, ως εκ τούτου, η σημερινή αξία θα ήταν 74 σεντς. Έφερε τη μορφή του Καίσαρα και ήταν «το νόμισμα του κεφαλικού φόρου» που απαιτούσαν οι Ρωμαίοι από τους Ιουδαίους. (Ματ 22:19-21) Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι αγροτοεργάτες αμείβονταν συνήθως με ένα δηνάριο για εργάσιμη ημέρα 12 ωρών. (Ματ 20:2) Επομένως, το εδάφιο Αποκάλυψη 6:6 παρουσιάζει μια ακραία κατάσταση όταν δηλώνει ότι ένα λίτρο σιταριού ή τρία λίτρα κριθαριού θα στοίχιζαν ένα δηνάριο (ένα ολόκληρο ημερομίσθιο).
Αν το ακριβό νάρδο με το οποίο η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, άλειψε τον Ιησού Χριστό είχε πουληθεί 300 δηνάρια (σχεδόν όσο τα ημερομίσθια ενός χρόνου), αυτό ενδεχομένως θα σήμαινε ότι ένα σημαντικό ποσό χρημάτων θα είχε καταλήξει στο κουτί με τα χρήματα που φύλαγε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης. Δεν είναι, λοιπόν, διόλου άξιο απορίας το ότι ο ανέντιμος Ιούδας ο Ισκαριώτης ήγειρε έντονες αντιρρήσεις, εφόσον τώρα δεν θα μπορούσε να καταχραστεί ούτε ελάχιστο μέρος αυτού του μεγάλου ποσού.—Ιωα 12:3-6· 13:29· Μαρ 14:3-11.
Ο καλός Σαμαρείτης της παραβολής του Ιησού δαπάνησε δύο δηνάρια (δύο ημερομίσθια) για να βοηθήσει έναν άγνωστο ξένο και δήλωσε ότι ήταν πρόθυμος να καλύψει όποια επιπλέον έξοδα γίνονταν για λογαριασμό του. (Λου 10:33-35) Αντίθετα, σε μια από τις παραβολές του Ιησού η οποία τόνιζε την ανάγκη να είμαστε συγχωρητικοί, κάποιος δούλος στον οποίο είχε διαγραφεί χρέος 60.000.000 δηναρίων δεν ήθελε να χαρίσει σε έναν σύνδουλό του τα 100 δηνάρια που του χρωστούσε εκείνος.—Ματ 18:24-33.
[Εικόνα στη σελίδα 735]
Οι δύο όψεις ρωμαϊκού δηναρίου
-
-
ΔησάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΣΑΝ
(Δησάν) [πιθανώς, Αντιλόπη].
Σηειρίτης, ένας από τους σεΐχηδες του Χορίτη στη γη του Εδώμ. (Γε 36:20, 21· 1Χρ 1:38) Το εδάφιο Γένεση 36:28 λέει ότι οι γιοι του «Δησάν» ήταν ο Ουζ και ο Αράν, ενώ στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:42 το εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα και η συριακή Πεσίτα χρησιμοποιούν μια παραλλαγή του ονόματος, αντικαθιστώντας το «α» με «ω». Αυτή η διαφορά στο φωνηεντισμό, η οποία προφανώς οφείλεται σε λάθος κάποιου αντιγραφέα, απαλείφεται σε πολλές μεταφράσεις (AS, KJ, JB, Ro, ΒΑΜ, ΜΝΚ, ΜΠΚ) με τη χρήση της ίδιας απόδοσης και στα δύο εδάφια, όπως γίνεται και στην Κλημέντειο αναθεώρηση της λατινικής Βουλγάτας.
-
-
ΔησώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΗΣΩΝ
(Δησών) [πιθανώς, Αντιλόπη].
Το όνομα ενός ή πιθανώς δύο αντρών στις γενεαλογίες των εδαφίων Γένεση 36:20-28 και 1 Χρονικών 1:38-42.
Στα εδάφια Γένεση 36:20, 21 (και στα εδ. 29, 30) αναφέρονται ως σεΐχηδες εφτά «γιοι του Σηείρ του Χορίτη», συγκεκριμένα, ο Λωτάν, ο Σωβάλ, ο Σεβεγών, ο Ανά, ο Δησών, ο Εζέρ και ο Δησάν. Κατόπιν, στα εδάφια 22 ως 28, αναφέρεται ο καθένας από τους εφτά σεΐχηδες μαζί με τους γιους του. Στο εδάφιο 25 ένας από τους γιους του Ανά ονομάζεται Δησών. Μερικοί πιστεύουν ότι αυτός ο Δησών ήταν εγγονός του Σηείρ και ανιψιός του σεΐχη Δησών, θεωρώντας ότι οι εφτά σεΐχηδες ήταν όλοι τους «γιοι» του Σηείρ με την αυστηρή έννοια της λέξης, δηλαδή ότι προέρχονταν από τον ίδιο πατέρα.
Ωστόσο, άλλοι πιστεύουν ότι το υπόμνημα παρουσιάζει τους εφτά σεΐχηδες απλώς ως απογόνους του Σηείρ, όχι ως άτομα που προέρχονταν από τον ίδιο πατέρα, και επομένως ως “γιους” με την ευρύτερη έννοια της λέξης. Έτσι λοιπόν, υποστηρίζουν ότι ο Δησών του εδαφίου 25 είναι το ίδιο πρόσωπο με τον σεΐχη Δησών (Γε 36:21, 26) και όχι ανιψιός του. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, μολονότι ουσιαστικά ήταν γιος του σεΐχη Ανά, ο Δησών αναφέρεται μαζί με τους άλλους έξι, όχι επειδή ήταν αδελφός τους, αλλά επειδή ήταν ίσος τους, με την έννοια ότι ήταν σεΐχης.
-
-
ΔιάβασμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ανάγνωση γραπτού κειμένου με σκοπό τη μάθηση· απόδοση γραπτού κειμένου με προφορικό λόγο.
Από τους αρχαίους χρόνους οι άνθρωποι έβρισκαν το διάβασμα ενδιαφέρον. Ο Βασιλιάς Ασσουρμπανιπάλ της Ασσυρίας, ο οποίος ίδρυσε μια βιβλιοθήκη 22.000 πήλινων πινακίδων και κειμένων, ανέφερε: «Με ευχαριστούσε να διαβάζω επιγραφές σε πέτρα από την εποχή πριν από τον κατακλυσμό». (Φως από το Αρχαίο Παρελθόν [Light From the Ancient Past], του Τζ. Φίνεγκαν, 1959, σ. 216, 217) Αυτή η δήλωση μπορεί να αφορά είτε κάποιες παραδόσεις σχετικά με τον παγγήινο Κατακλυσμό είτε κάποια ασσυριακά γραπτά κείμενα που προϋπήρχαν ενός τοπικού κατακλυσμού. Τα μοναδικά γραπτά κείμενα περί κατακλυσμού που βρέθηκαν στα ερείπια του ανακτόρου του Ασσουρμπανιπάλ περιέχουν τη βαβυλωνιακή αφήγηση για τον κατακλυσμό, η οποία περιλαμβάνει πολλά μυθικά στοιχεία. Το αν οι ειδωλολάτρες Ασσύριοι είχαν στην κατοχή τους αυθεντικές αφηγήσεις ή συγγράμματα τα οποία όντως ανάγονταν στην εποχή πριν από τον παγγήινο Κατακλυσμό δεν μπορεί να εξακριβωθεί τώρα.
Η προέλευση της ανάγνωσης συσχετίζεται ασφαλώς με την προέλευση της γραφής. Ως προς τις διαθέσιμες σχετικές αποδείξεις, βλέπε ΓΡΑΦΗ, 1.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, στο Γραφικό υπόμνημα που εξιστορεί γεγονότα του 16ου αιώνα Π.Κ.Χ. κατά την εποχή του Μωυσή, γίνεται συγκεκριμένη μνεία της ανάγνωσης και της γραφής. (Εξ 17:14) Στο έθνος του Ισραήλ δόθηκε η παραίνεση να διαβάζουν και να γράφουν. (Δευ 6:6-9) Ο Ιησούς του Ναυή, διάδοχος του Μωυσή στην ηγεσία του Ισραήλ, είχε λάβει την εντολή να καταγίνεται τακτικά με την ανάγνωση των Γραφών, «ημέρα και νύχτα», προκειμένου να φέρει σε πέρας με επιτυχία το διορισμό που του είχε αναθέσει ο Θεός. Για να του εντυπωθεί δε η σπουδαιότητα του Λόγου του Θεού, και αναμφίβολα για να θυμάται καλύτερα τα όσα διάβαζε, έπρεπε να διαβάζει «χαμηλόφωνα».—Ιη 1:8.
Οι βασιλιάδες του Ισραήλ υπόκειντο στη θεϊκή εντολή να γράψουν για τον εαυτό τους ένα αντίγραφο του νόμου του Θεού και να το διαβάζουν καθημερινά. (Δευ 17:18, 19· βλέπε ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ.) Το γεγονός ότι παρέβλεψαν αυτή την εντολή συνέβαλε στην παραμέληση της αληθινής λατρείας στη χώρα, με αποτέλεσμα την ηθική εξαχρείωση του λαού, η οποία οδήγησε στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ.
Ο Ιησούς είχε πρόσβαση σε όλους τους θεόπνευστους ρόλους των Εβραϊκών Γραφών που υπήρχαν στις συναγωγές, όπου, σε μία καταγραμμένη περίπτωση, διάβασε δημόσια και εφάρμοσε το κείμενο στον εαυτό του. (Λου 4:16-21) Επίσης, όταν ο Σατανάς τον δοκίμασε τρεις φορές, και στις τρεις περιπτώσεις απάντησε: «Είναι γραμμένο». (Ματ 4:4, 7, 10) Είναι φανερό ότι ήταν καλά εξοικειωμένος με τις Γραφές.
Οι απόστολοι, οι οποίοι ήταν δευτερεύουσες θεμέλιες πέτρες ενός άγιου ναού, της εκκλησίας των χρισμένων Χριστιανών, είχαν διαπιστώσει ότι η ανάγνωση των Γραφών ήταν ουσιώδης για τη διακονία τους. Στα συγγράμματά τους παρέθεταν από τις Εβραϊκές Γραφές, παρέπεμπαν σε αυτές εκατοντάδες φορές και συνιστούσαν και σε άλλους να τις διαβάζουν. (Πρ 17:11) Οι Ιουδαίοι άρχοντες αντιλήφθηκαν ότι ο Πέτρος και ο Ιωάννης ήταν αγράμματοι άνθρωποι και συνηθισμένοι. (Πρ 4:13) Αυτό, όμως, δεν σήμαινε ότι οι εν λόγω απόστολοι δεν μπορούσαν να διαβάζουν και να γράφουν, εφόσον οι επιστολές που έγραψαν πιστοποιούν ότι διέθεταν τις ανάλογες ικανότητες. Εντούτοις, δεν είχαν λάβει ανώτερη εκπαίδευση στα εβραϊκά σχολεία, στα πόδια των γραμματέων. Για παρόμοιους λόγους, οι Ιουδαίοι εξεπλάγησαν που ο Ιησούς είχε γνώση, παρότι όπως είπαν οι ίδιοι: «Δεν έχει σπουδάσει σε σχολεία». (Ιωα 7:15) Το ότι το διάβασμα ήταν κάτι διαδεδομένο εκείνον τον καιρό υποδηλώνεται από την αφήγηση για τον Αιθίοπα ευνούχο, έναν προσήλυτο που διάβαζε τον προφήτη Ησαΐα, και τον οποίο πλησίασε με αυτή την αφορμή ο Φίλιππος. Ο ευνούχος ανταμείφθηκε για το ενδιαφέρον που εκδήλωνε για το Λόγο του Θεού με το προνόμιο του να γίνει ακόλουθος του Χριστού.—Πρ 8:27-38.
Οι γλώσσες στις οποίες γράφτηκε το τμήμα της Αγίας Γραφής που συντάχθηκε πριν από τον πρώτο αιώνα ήταν η εβραϊκή και η αραμαϊκή. Τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ., οι Εβραϊκές Γραφές μεταφράστηκαν στην ελληνική, η οποία είχε γίνει η διεθνής γλώσσα. Ολόκληρες οι Χριστιανικές Γραφές με εξαίρεση το Ευαγγέλιο του Ματθαίου γράφτηκαν εξαρχής στην ελληνική. Αυτό κατέστησε την ανάγνωση της Αγίας Γραφής εφικτή για τους περισσότερους ανθρώπους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που γνώριζαν ανάγνωση και γραφή, και κυρίως έκανε τη Γραφή διαθέσιμη τόσο στους Ιουδαίους της Παλαιστίνης όσο και σε εκείνους της Διασποράς.
Η μεγάλη ζήτηση που υπάρχει για την Αγία Γραφή αντικατοπτρίζει την αναγνωσιμότητά της και την αξία της, δεδομένου ότι η Γραφή έχει ξεπεράσει κατά πολύ όλα τα άλλα βιβλία σε αριθμό εκδόσεων και σε κυκλοφορία και, ως τη στιγμή που γράφονται αυτά, έχει μεταφραστεί είτε ολόκληρη είτε εν μέρει σε περισσότερες από 2.000 γλώσσες και διαλέκτους, σε δισεκατομμύρια αντίτυπα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι πολύ πάνω από το 90 τοις εκατό του πληθυσμού της γης έχει τη Γραφή στη δική του γλώσσα.
Η Αγία Γραφή απαριθμεί πολλά οφέλη τα οποία απορρέουν από την ανάγνωση των Γραφών, μεταξύ άλλων την ταπεινοφροσύνη (Δευ 17:19, 20), την ευτυχία (Απ 1:3) και τη διάκριση όσον αφορά την εκπλήρωση των Βιβλικών προφητειών (Αββ 2:2, 3). Προειδοποιεί τους αναγνώστες της να είναι εκλεκτικοί όταν πρόκειται για την επιλογή αναγνωστικής ύλης: Δεν εποικοδομούν ούτε αναζωογονούν τη διάνοια όλα τα βιβλία.—Εκ 12:12.
Η βοήθεια του πνεύματος του Θεού είναι απαραίτητη προκειμένου να έχει κάποιος πραγματική διάκριση και κατανόηση του Λόγου του Θεού. (1Κο 2:9-16) Για να αποκτήσει ένα άτομο κατανόηση και άλλα οφέλη πρέπει να προσεγγίζει την ανάγνωση του Λόγου του Θεού με ανοιχτή διάνοια, παραμερίζοντας όλες τις προκαταλήψεις και τις προσχηματισμένες απόψεις, διαφορετικά η κατανόησή του θα συσκοτίζεται σαν να την παρεμποδίζει ένα κάλυμμα, όπως έγινε στην περίπτωση των Ιουδαίων οι οποίοι απέρριψαν τα καλά νέα που κήρυξε ο Ιησούς. (2Κο 3:14-16) Η επιφανειακή ανάγνωση δεν είναι αρκετή. Ο αναγνώστης πρέπει να προσηλώνει την καρδιά του σε αυτό που διαβάζει, να απορροφάται από τη μελέτη της ύλης, να κάνει βαθείς στοχασμούς και να επιδιώκει να ωφελείται από αυτήν προσωπικά.—Παρ 15:28· 1Τι 4:13-16· Ματ 24:15· βλέπε ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ.
-
-
Η Κατάκτηση της Υποσχεμένης Γης από τους ΙσραηλίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΣΧΕΜΕΝΗΣ ΓΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΣΡΑΗΛΙΤΕΣ
[Πίνακας στη σελίδα 737]
ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΗ Και Σχετικά Εδάφια
Γαι
Εβάλ/Γαριζίν
Γαβαών
Γάλγαλα
Ιεριχώ
Ποταμός Ιορδάνης
Σιττίμ
Εκστρατεία στα ΝΔ
Εκστρατεία στα Β
[Χάρτης στη σελίδα 737]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΒΑΣΑΝ
Σιδώνα
Δαμασκός
Βάαλ-γαδ
Μισρεφώθ-μαΐμ
Μερώμ
Ασώρ
Μαδών
Λασσαρών
Όρ. Κάρμηλος
Ιοκνεάμ
Μεγιδδώ
Δωρ
Κέδες
Θαανάχ
Ποταμός Ιορδάνης
ΓΑΛΑΑΔ
Χεφέρ
Θερσά
Όρ. Εβάλ
Όρ. Γαριζίν
Αφέκ
Θαπφουά
Βαιθήλ
Βαιθ-ορών
Γεζέρ
Γαι
Γάλγαλα
Ιεριχώ
Κεφιρά
Γαβαών
Μακκηδά
Ιερουσαλήμ
Αζηκά
Ιαρμούθ
Λιβνά
Οδολλάμ
Εγλών
Γάζα
Λαχείς
Χεβρών
Δεβίρ
Ανάβ
Γεσέν
Αράδ
Αλμυρή Θάλασσα
ΝΕΓΚΕΜΠ
Όρ. Αλάκ
Κάδης-βαρνή
Κ.Χ. της Αιγύπτου
ΑΡΑΒΑ
Κ.Χ. Ιαβόκ
Σιττίμ
Εσεβών
Όρ. Φασγά
Αροήρ
Κ.Χ. Αρνών
-
-
Έθνη που Κατείχαν τη Γη την Οποία Έδωσε ο Θεός στον ΙσραήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΘΝΗ ΠΟΥ ΚΑΤΕΙΧΑΝ ΤΗ ΓΗ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΔΩΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ
ΟΤΑΝ ο Ιεχωβά έδωσε στον Ισραήλ τη γη που είχε υποσχεθεί στον Αβραάμ, αυτή βρισκόταν στην κατοχή ηθικά εξαχρειωμένων εθνών. Η Αγία Γραφή αναφέρει με ειλικρίνεια ότι ο Θεός διέταξε την καταστροφή εκείνων των πονηρών εθνών και όρισε τους Ισραηλίτες ως εκτελεστές. (Δευ 7:2) Πολλοί έχουν επικρίνει αυτή την πράξη. Άλλοι αναγνωρίζουν ταπεινά ότι είναι τελείως άτοπο να καθίστανται κριτές του Θεού ατελείς άνθρωποι. (Παράβαλε Ιεζ 18:29.) Επιθυμία τους είναι να κατανοήσουν τις οδούς του Θεού. Τι διδάσκονται;
Το Γραφικό υπόμνημα καταδεικνύει με σαφήνεια ότι όλοι οι άνθρωποι είναι υπόλογοι στον Δημιουργό της ανθρωπότητας, τον Ιεχωβά Θεό, είτε διατείνονται ότι πιστεύουν σε αυτόν είτε όχι. Δείχνει ότι ο Θεός είναι υπομονετικός, αλλά δεν κλείνει τα μάτια του στην αδικοπραγία. (Γε 15:16) Διασαφηνίζει ότι ο Ιεχωβά εναποθέτει την ευθύνη για τα μικρά παιδιά στους ώμους των γονέων τους. Δεν απαλλάσσει τους γονείς από αυτή την ευθύνη ώστε να μπορούν εκείνοι να πιστεύουν ότι οι πράξεις τους επηρεάζουν μόνο τον εαυτό τους. (Δευ 30:19· Ιη 10:40) Δείχνει επίσης ότι όλοι όσοι απομακρύνονται από την κακή οδό τους και αρχίζουν να λατρεύουν τον Ιεχωβά μπορούν να διαφύγουν την καταστροφή.—Ιη 6:25· 9:3–10:11.
Η Αγία Γραφή προσδιορίζει σαφώς τις πονηρές πράξεις στις οποίες επιδίδονταν οι κάτοικοι της Χαναάν. Το Βιβλικό Εγχειρίδιο του Χάλεϊ ([Halley’s Bible Handbook] 1964, σ. 161) συμπεραίνει: «Οι αρχαιολόγοι που έκαναν τις ανασκαφές στα ερείπια των πόλεων των Χαναναίων απορούν γιατί ο Θεός δεν τους κατέστρεψε νωρίτερα». Το δίδαγμα είναι ξεκάθαρο: Ο Ιεχωβά δεν ανέχεται επ’ άπειρον την πονηρία.
[Πλαίσιο στη σελίδα 738]
Γιατί Καταστράφηκαν
Ηθική κατάπτωση. (Λευ 18:3-25)
Πνευματιστικές πράξεις. (Δευ 18:9-12)
Εξαχρειωτική ειδωλολατρία. (Εξ 23:23, 24· 34:11-16· Δευ 7:1-5· 1Βα 21:26)
[Χάρτης στη σελίδα 738]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Μεγάλη Θάλασσα
ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ
ΓΕΡΓΕΣΑΙΟΙ
ΑΜΟΡΡΑΙΟΙ
ΕΥΑΙΟΙ
ΦΕΡΕΖΑΙΟΙ
ΙΕΒΟΥΣΑΙΟΙ
ΧΕΤΤΑΙΟΙ
ΑΜΟΡΡΑΙΟΙ
Ποταμός Ιορδάνης
Αλμυρή Θάλασσα
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Στήλες της Τανίτ και του Βάαλ και άγαλμα της Τανίτ (θεότητας που αντιστοιχεί με την Αστορέθ). Ανακαλύφτηκαν σε ένα κοιμητήριο κοντά στην Καρχηδόνα (Τυνησία, βόρεια Αφρική)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Κοιμητήριο στο οποίο βρέθηκαν τα οστά χιλιάδων παιδιών που θυσιάστηκαν στη θεά Τανίτ. Αυτές τις δολοφονικές θρησκευτικές τελετές τις έφεραν εδώ οι θαλασσοπόροι Φοίνικες (Χαναναίοι). Ο τραγικός αυτός τόπος αποτελεί μνημείο της εξαχρείωσης των Χαναναίων
-
-
Η Γη που Έδωσε ο Θεός στον ΙσραήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Η ΓΗ ΠΟΥ ΕΔΩΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ
Η ΓΗ που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ ήταν πράγματι καλή γη. Όταν ο Μωυσής έστειλε κατασκόπους μπροστά από το έθνος για να εξερευνήσουν την Υποσχεμένη Γη και να πάρουν δείγματα των προϊόντων της, αυτοί έφεραν σύκα, ρόδια και ένα τσαμπί σταφύλια τόσο μεγάλο ώστε το μετέφεραν δύο άντρες πάνω τους με ένα ραβδί! Παρότι φοβήθηκαν και οπισθοχώρησαν εξαιτίας της απιστίας τους, αυτοί ανέφεραν: Στη γη «πράγματι ρέει το γάλα και το μέλι».—Αρ 13:23, 27.
Λίγο πριν μπουν τελικά σε αυτή τη γη, ο εκπρόσωπος του Ιεχωβά διαβεβαίωσε το λαό: «Ο Ιεχωβά ο Θεός σου σε φέρνει σε μια καλή γη, μια γη με κοιλάδες χειμάρρων όπου τρέχει νερό, πηγές και υδάτινα βάθη που ξεχύνονται στο λεκανοπέδιο και στην ορεινή περιοχή, γη με σιτάρι και κριθάρι και κλήματα και σύκα και ρόδια, γη που βγάζει λαδοελιές και μέλι . . . όπου δεν θα σου λείπει τίποτα, γη που οι πέτρες της είναι σίδερο και από τα βουνά της οποίας θα εξορύσσεις χαλκό». (Δευ 8:7-9) Μέχρι σήμερα, αυτή η γη εξακολουθεί να καρποφορεί με αφθονία.
Η ομορφιά και το μεγαλείο αυτής της αρχαίας γης της υπόσχεσης ενδιαφέρουν πολύ και εμάς σήμερα. Γιατί; Επειδή οι Μεσσιανικές προφητείες χρησιμοποιούν την αφθονία με την οποία ο Ιεχωβά ευλόγησε τον αρχαίο Ισραήλ για να δείξουν παραστατικά τι θα κάνει ο Θεός για όλη την ανθρωπότητα υπό τη διακυβέρνηση του Ιησού Χριστού, του “Άρχοντα Ειρήνης”.—Ησ 9:6· Ψλ 67:4-7· 72:16.
[Εικόνες στη σελίδα 740]
Ήταν γη όπου έρρεε το γάλα . . .
. . . και τόπος που παρήγε άφθονο άγριο μέλι
[Εικόνες στη σελίδα 741]
Ήταν γη με πολλά νερά
Βρήκαν μια γη με σιτάρι . . .
. . . και από τα χωράφια της θέριζαν κριθάρι
[Εικόνα στη σελίδα 742]
Τα αμπέλια της παρήγαν άφθονα σταφύλια, από τα οποία έφτιαχναν κρασί που εύφραινε την καρδιά τους
[Εικόνα στη σελίδα 742]
Η συκιά, η οποία θεωρούνταν πολύτιμη λόγω του γευστικού καρπού της, έγινε σύμβολο ειρήνης και ευημερίας
[Εικόνα στη σελίδα 742]
Από τα ρόδια έφτιαχναν ένα δροσιστικό ποτό
[Εικόνα στη σελίδα 742]
Τα ελαιόδεντρα παρήγαν λάδι—ένα και μόνο δέντρο παρήγε αρκετό λάδι για μια ολόκληρη οικογένεια
-
-
Οι Κριτές Απελευθερώνουν τον Ισραήλ από την ΚαταδυνάστευσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΟΙ ΚΡΙΤΕΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΥΝΑΣΤΕΥΣΗ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ των Κριτών είναι μια συναρπαστική αφήγηση των επιτευγμάτων ορισμένων αντρών πίστης τους οποίους ήγειρε ο Ιεχωβά για να απελευθερώσουν τον Ισραήλ από την καταδυνάστευση. Οι δυνάστες προέρχονταν από διάφορες κατευθύνσεις, γι’ αυτό και η περιοχή όπου δρούσαν οι Κριτές δεν ήταν πάντοτε η ίδια. Ανεξάρτητα, όμως, από το πόσο ισχυρός ήταν ο εχθρός, όταν ο Ισραήλ μετανοούσε ταπεινά για τις κακές του πράξεις και εμπιστευόταν αληθινά στον Ιεχωβά, ο Κριτής τούς απελευθέρωνε. Αυτό το βιβλίο της Αγίας Γραφής παρέχει μια προαναλαμπή της μεγαλύτερης απελευθέρωσης την οποία θα προμηθεύσει ο Θεός για τους υπηρέτες του μέσω του Γιου του.
[Πίνακας στη σελίδα 743]
Οι Κριτές και τα Επιτεύγματά Τους
Αβαισάν
Αβδών
Αιλών
Αώδ
Βαράκ
Γεδεών
Γοθονιήλ
Θωλά
Ιαείρ
Ιεφθάε
Σαμεγάρ
Σαμψών
[Χάρτης στη σελίδα 743]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Μεγάλη Θάλασσα
ΓΟΘΟΝΙΗΛ
Δαν
Βαιθ-ανάθ
Κέδες
Ασώρ
ΑΙΛΩΝ
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Ποταμός Ιορδάνης
Αρωσέθ
ΑΒΑΙΣΑΝ
Βηθλεέμ
ΒΑΡΑΚ
Κ.Χ. Κισών
Όρ. Θαβώρ
Αρώδ
Κέδες
Βαιθ-σεττά
ΙΑΕΙΡ
ΓΑΛΑΑΔ
ΓΕΔΕΩΝ
Αβέλ-μεολά
ΘΩΛΑ
Σαμίρ
ΙΕΦΘΑΕ
Σοκχώθ
Φανουήλ
Μισπά
Ιωγβεά
ΑΒΔΩΝ
Πιραθών
ΑΩΔ
Γάλγαλα
Αβέλ-κεραμίμ
Μιννίθ
ΑΜΜΩΝ
ΜΩΑΒ
Θιμνάχ
Ζορά
Λεχί
Βηθλεέμ
Κ.Χ. Σωρήκ
ΣΑΜΕΓΑΡ
Ασκαλών
Χεβρών
ΣΑΜΨΩΝ
Γάζα
Βηρ-σαβεέ
Αλμυρή Θάλασσα
-
-
Οι Περιοχές των Φυλών στον ΙσραήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΟΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ
Ο ίδιος ο Ιεχωβά προσδιόρισε τα όρια της Υποσχεμένης Γης. Επίσης έδωσε οδηγίες για τη διαμοίρασή της στις φυλές του Ισραήλ. Στις οικογένειες παραχωρήθηκαν συγκεκριμένα μερίδια γης, τα οποία διαφυλάττονταν για τις επόμενες γενιές. Αυτό που έγινε στον αρχαίο Ισραήλ καταδεικνύει το κυριαρχικό δικαίωμα που έχει ο Ιεχωβά να παραχωρεί γη στους ανθρώπους με τέτοιον τρόπο ώστε να επιτελείται ο σκοπός του.—Ψλ 24:1.
[Χάρτης στη σελίδα 744]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΔΑΝ
Δαν
ΝΕΦΘΑΛΙ
Κέδες
Ασώρ
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΑΣΗΡ
Σιδώνα
Τύρος
Δωρ
ΖΑΒΟΥΛΩΝ
ΙΣΣΑΧΑΡ
Όρ. Θαβώρ
Εν-δωρ
Μεγιδδώ
Θαανάχ
Ιβλεάμ
Βαιθ- σεάν
Όρ. Γελβουέ
ΜΑΝΑΣΣΗΣ
Όρ. Εβάλ
Συχέμ
Ποταμός Ιορδάνης
ΜΑΝΑΣΣΗΣ
Δαμασκός
Γκολάν
ΕΦΡΑΪΜ
Θαπφουά
Σηλώ
Θιμνάθ- σεράχ
Βαιθήλ
ΓΑΔ
Ραμώθ
Ραββά
Κ.Χ. Ιαβόκ
ΔΑΝ
Ιόππη
ΒΕΝΙΑΜΙΝ
Ιερουσαλήμ
ΙΟΥΔΑΣ
Ιαβνήλ
Εθέρ
Γάζα
Χεβρών
Ητάμ
Σικλάγ
Βηρ-σαβεέ
Σααραΐμ
Κ.Χ. της Αιγύπτου
Κ.Χ. Αρνών
Αλμυρή Θάλασσα
ΡΟΥΒΗΝ
Εσεβών
Βοσόρ
Όρια Φυλών
Παρεμβαλλόμενες Πόλεις του Συμεών
Παρεμβαλλόμενες Πόλεις του Μανασσή
Πόλεις Καταφυγίου
Δρόμοι
-
-
Η Εποχή του ΔαβίδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
Ο ΔΑΒΙΔ ο γιος του Ιεσσαί ήταν εξαίρετος μουσικός, ποιητής, πολεμιστής και πολιτικός. Αλλά η εξοχότητα που του προσδίδεται στην Αγία Γραφή οφείλεται πρωτίστως στη σχέση του με τον Θεό. Ο Ιεχωβά τον αποκάλεσε “άντρα σε αρμονία με την καρδιά του”.—Πρ 13:22· 1Σα 13:14.
Ο Θεός διάλεξε τον Δαβίδ για τη θέση του μελλοντικού βασιλιά του Ισραήλ όταν εκείνος ήταν νεαρός ποιμένας. Λίγο αργότερα, με πλήρη πεποίθηση στον Ιεχωβά, ο Δαβίδ πολέμησε θαρραλέα και σκότωσε τον Φιλισταίο γίγαντα Γολιάθ, όπως εικονίζεται δεξιά. Ωστόσο, ο Βασιλιάς Σαούλ άρχισε να φθονεί την αυξανόμενη δημοτικότητα του Δαβίδ, και έτσι εκείνος αναγκάστηκε να ζήσει ως φυγάς. Στη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου ο Δαβίδ συνέθεσε πολλούς εγκάρδιους ψαλμούς που φέρνουν παρηγοριά στους αναγνώστες της Αγίας Γραφής ακόμη και σήμερα.
Όταν τελικά εδραιώθηκε ως βασιλιάς, ο Δαβίδ είχε συμβολή σε κεφαλαιώδη γεγονότα της ιστορίας του έθνους: Τα σύνορα του Ισραήλ έφτασαν ως τα υποσχεμένα όρια. Η κιβωτός της διαθήκης φέρθηκε στην Ιερουσαλήμ. Εκπονήθηκαν τα σχέδια για την ανέγερση ενός ένδοξου ναού για τον Ιεχωβά. Εξαιρετικά σημαντική ήταν επίσης η υπόσχεση της διαθήκης που έδωσε ο Θεός στον Δαβίδ, ότι θα ήγειρε έναν μόνιμο κυβερνήτη στη δική του βασιλική γραμμή. (2Σα 7:12-16) Αυτή η διαθήκη υποδεικνύει την οδό για την παγγήινη διακυβέρνηση του Ιησού Χριστού.—Ρω 1:3· Λου 1:32.
[Πίνακας στη σελίδα 746]
ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΗ Και Σχετικά Εδάφια
Βηθλεέμ
Κάρμηλος
Ηλά (Κοιλάδα)
Εν-γαδί
Γαθ
1Σα 17:4, 52· 21:10-15· 27:2-4
Γαβαά
Χορές
Ιερουσαλήμ
Κεϊλά
Μαών
Μωάβ
Νωβ
Οδολλάμ
Φαράν (Έρημος)
Ραμά
Σικλάγ
1Σα 27:5–28:2· 30:1-8, 26· 2Σα 1:1-16
Ζιφ (Έρημος)
[Χάρτης στη σελίδα 746]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Τα Πρώτα Χρόνια του Δαβίδ
Μεγάλη Θάλασσα
Ραμά
Γαβαά
Νωβ
Ιερουσαλήμ
Βηθλεέμ
Κοιλάδα Ηλά
Γαθ
Οδολλάμ
Κεϊλά
Ζιφ
Εν-γαδί
Χορές
Κάρμηλος
Μαών
Σικλάγ
Ποταμός Ιορδάνης
Αλμυρή Θάλασσα
Έρημος Φαράν
ΜΩΑΒ
[Πίνακας στη σελίδα 746]
ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΗ Και Σχετικά Εδάφια
Αβέλ-βαιθ-μααχά
Αμμών
Βααλέ-ιούδα
Βάαλ-φερασίμ
Βαχουρίμ
Βηθλεέμ
Γααβά
Γαβαών
Γαθ
Γεζέρ
Γελβουέ (Όρ.)
Γεσούρ
Θεκωέ
Ιερουσαλήμ
2Σα 5:5-10, 13-16· 11:1–12:14· 15:13-17· 1Χρ 15:1–17:27· 21:16-28
Λο-δεβάρ
Μααχά
Μαχαναΐμ
Μωάβ
Ραββά
Ρογελίμ
Σικλάγ
Χεβρών
2Σα 2:1-4, 11· 3:2-5, 12, 20-27, 32· 4:8-12· 5:1-5· 15:7-10· 1Χρ 12:23-40
[Χάρτης στη σελίδα 746]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Βασιλεία του Δαβίδ
Μεγάλη Θάλασσα
Αβέλ-βαιθ-μααχά
ΜΑΑΧΑ
ΓΕΣΟΥΡ
Λο-δεβάρ
Ρογελίμ
Όρ. Γελβουέ
Ποταμός Ιορδάνης
Μαχαναΐμ
Ραββά
ΑΜΜΩΝ
ΦΙΛΙΣΤΙΑ
Γεζέρ
Γαβαών
Γααβά
Βααλέ-ιούδα
Βαχουρίμ
Βάαλ-φερασίμ
Ιερουσαλήμ
Γαθ
Βηθλεέμ
Θεκωέ
Χεβρών
Σικλάγ
Αλμυρή Θάλασσα
ΜΩΑΒ
[Εικόνα στη σελίδα 747]
Η έρημος του Ιούδα. Ο Δαβίδ κρυβόταν σε σπηλιές και σχισμές βράχων σε τέτοιες περιοχές για να ξεφύγει από τον Βασιλιά Σαούλ
[Εικόνα στη σελίδα 747]
Δρόμος στην αρχαία Χεβρών, την πόλη όπου οι άντρες του Ιούδα έχρισαν τον Δαβίδ βασιλιά
[Εικόνα στη σελίδα 747]
Η Πόλη του Δαβίδ (νότια του Όρους του Ναού) όπως φαίνεται σήμερα. Από εκεί βασίλεψε ο Δαβίδ 33 χρόνια
-
-
Η Βασιλεία του ΣολομώνταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ του Σολομώντα μάς παρέχει μια προφητική προαναλαμπή του μέλλοντος. Στη διάρκεια της βασιλικής του διακυβέρνησης, ο Ισραήλ έφτασε στο απόγειο του πλούτου και της δόξας του. Ο Σολομών υπήρξε σοφός βασιλιάς αλλά και άριστος οργανωτής. Οικοδόμησε έναν μεγαλοπρεπή ναό για τον Ιεχωβά, διάφορα κυβερνητικά κτίρια και ένα βασιλικό ανάκτορο, όπως απεικονίζονται κάτω. Ίδρυσε διοικητικές περιφέρειες οι οποίες προμήθευαν εκ περιτροπής στο βασιλικό οίκο μεγάλη ποικιλία τροφής, ανεξαρτήτως εποχής.
Η διακυβέρνηση του Σολομώντα υπήρξε περίοδος γνήσιας ειρήνης και ασφάλειας. Αυτό προσκιάζει πολύ καλά την ειρηνική βασιλεία του Μεσσία, ο οποίος «θα έχει υπηκόους από θάλασσα σε θάλασσα και από τον Ποταμό [Ευφράτη] ως τα πέρατα της γης».—Ψλ 72:8.
[Χάρτης στη σελίδα 748]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Επικράτεια του ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ
Μεγάλη Θάλασσα
Ποταμός Ευφράτης
Θιψά
Αιμάθ
Θαδμώρ
Δαμασκός
Τύρος
Δαν
Γαβαών
Ιερουσαλήμ
1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12
Γάζα
Βηρ-σαβεέ
Κ.Χ. της Αιγύπτου
Εσιών-γεβέρ
Περιοχή υπό την Κυριαρχία του Σολομώντα
Διοικητικές Περιφέρειες
[Εικόνες στη σελίδα 749]
Κατά τη βασιλεία του Σολομώντα, ο Ιούδας και ο Ισραήλ κατοικούσαν με ασφάλεια—μιλώντας μεταφορικά, ο καθένας κατοικούσε κάτω από το κλήμα του και κάτω από τη συκιά του (1Βα 4:25)
Ακόμη και ηγεμόνες άλλων χωρών ήρθαν να ακούσουν τη σοφία του (1Βα 4:34· 10:1)
-
-
Ο Ναός που Έχτισε ο ΣολομώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Ο ΝΑΟΣ ΠΟΥ ΕΧΤΙΣΕ Ο ΣΟΛΟΜΩΝ
Ο Σολομών έχτισε έναν ναό για τον Ιεχωβά αφού ο Ισραήλ είχε εγκατασταθεί στην Υποσχεμένη Γη και είχε πάρει στην κατοχή του την πόλη στην οποία έθεσε αργότερα ο Ιεχωβά το όνομά του. Αρχιτέκτων ήταν ο ίδιος ο Ιεχωβά. Ο πατέρας του Σολομώντα, ο Δαβίδ, είχε λάβει “το αρχιτεκτονικό σχέδιο για όλα . . . μέσω θεϊκής έμπνευσης”. (1Χρ 28:11, 12) Περισσότεροι από 180.000 άντρες εργάστηκαν επί εφτάμισι χρόνια για την κατασκευή του ναού, τον οποίο αποπεράτωσαν το 1027 Π.Κ.Χ. (1Βα 5:13-16· 6:1, 38) Ο ναός, όπως και η προγενέστερη σκηνή της μαρτυρίας, συμβόλιζε την “αληθινή σκηνή”, τον πνευματικό ναό του Ιεχωβά.—Εβρ 8:1-5· 9:2-10, 23.
[Διάγραμμα/Εικόνα στη σελίδα 751]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Τραπεζαρίες
Χάλκινο Θυσιαστήριο
Εσωτερική Αυλή
Πλευρικά Δωμάτια
Βοόζ
Ιαχίν
Προπύλαια
Άγια
Άγια των Αγίων
Καρότσια
Χυτή Θάλασσα
Κάτοψη (αριστερά) του ναού και της εσωτερικής αυλής. Μια εσωτερική άποψη του ναού (κάτω) δίνει κάποια ιδέα για την ωραιότητα αυτού του μεγαλειώδους οικοδομήματος. Οι εσωτερικοί τοίχοι ήταν φτιαγμένοι από κέδρο και σκαλισμένοι με λαξεύματα που παρίσταναν χερουβείμ, φοίνικες και άνθη. Οι τοίχοι και η οροφή ήταν επικαλυμμένα με χρυσάφι και διακοσμημένα με πετράδια
-
-
Ιερουσαλήμ (Περίοδος Δαβίδ/Σολομώντα)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ (ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΑΒΙΔ/ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ)
Η ΑΡΧΑΙΑ Ιερουσαλήμ ήταν ο τόπος στον οποίο ο Ιεχωβά επέλεξε να θέσει το όνομά του. (2Χρ 6:6) Αποτελούσε τόσο το κέντρο της αγνής λατρείας όσο και την έδρα της κυβέρνησης του Ισραήλ. Οι βασιλιάδες που κυβερνούσαν από την Ιερουσαλήμ λεγόταν ότι κάθονταν «στο θρόνο του Ιεχωβά».—1Χρ 29:23.
Ο Βασιλιάς Δαβίδ απέσπασε το οχυρό του Όρους Σιών από τους Ιεβουσαίους και το έκανε πρωτεύουσά του. Ο Σολομών επέκτεινε την πόλη και την οδήγησε στο απόγειο του μεγαλείου της, χτίζοντας έναν μεγαλοπρεπή ναό, καθώς και ένα εντυπωσιακό συγκρότημα κυβερνητικών κτιρίων στο Όρος Μοριά και στις πλαγιές του. Η Ιερουσαλήμ ήταν μια πόλη στενά συνδεδεμένη με το όνομα του Ιεχωβά.
Αυτό μας βοηθάει να καταλάβουμε γιατί οι Βιβλικές προφητείες αποδίδουν τόση σπουδαιότητα στην Ιερουσαλήμ. Η πόλη αυτή αποτελεί κατάλληλο σύμβολο του ουράνιου τμήματος της οργάνωσης του Ιεχωβά και της Μεσσιανικής Βασιλείας του που τελεί υπό τη διακυβέρνηση του Ιησού Χριστού.
[Χάρτης στη σελίδα 752]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Κοιλάδα των Τυροποιών
Όρος Μοριά
ΟΦΗΛ
Γιών
Όρος Σιών
Πόλη του Δαβίδ
Κάτω Δεξαμενή
Κοιλάδα του Χειμάρρου Κιδρόν
Κοιλάδα του Εννόμ
Εν-ρογήλ
Οι Αριθμοί στο Χάρτη
(1) Ο Ναός.
(2) Η Μεγάλη Αυλή.
(3) Προπύλαια του Θρόνου.
(4) Προπύλαια των Στύλων.
(5) Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου.
(6) Ανάκτορο του Σολομώντα.
(7) Κατοικία της Κόρης του Φαραώ.
(8) Σκαλιά που Οδηγούσαν στην Αυλή του Ναού.
(9) Ανάκτορο του Δαβίδ.
(10) Σκηνή για την Κιβωτό.
(11) Πύλη των Υδάτων.
(12) Πύλη της Πηγής.
(13) Δυτική Πύλη.
(14) Πύλη των Προβάτων.
(15) Πύλη της Επιθεώρησης.
(16) Πύλη των Αλόγων.
-
-
ΔιαβήτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΒΗΤΗΣ
Όργανο που χρησιμοποιεί ο ξυλουργός ή άλλος τεχνίτης για να σχεδιάσει ή να χαράξει έναν κύκλο ή μια καμπύλη πάνω σε ξύλο ή σε κάποιο άλλο υλικό. Η μόνη μνεία της λέξης «διαβήτης» στην Αγία Γραφή συναντάται στο εδάφιο Ησαΐας 44:13. Εκεί αναφέρεται ότι ο ειδωλολάτρης ξυλουργός χρησιμοποιεί μετρικό σχοινί, κόκκινη κιμωλία και σμίλη για να διαμορφώσει ένα είδωλο. Και «με διαβήτη το σημαδεύει συνεχώς [προφανώς για να βεβαιωθεί ότι είναι συμμετρικό], και τελικά το κάνει σαν την παράσταση ανθρώπου, σαν την ωραιότητα των ανθρώπων, για να κάθεται σε σπίτι». Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «διαβήτης» (μεχουγάχ) σχετίζεται με τη λέξη χουγ (κύκλος).—Παρ 8:27· Ησ 40:22.
-
-
ΔιάβολοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΒΟΛΟΣ
Αυτό το περιγραφικό όνομα δόθηκε στον Σατανά επειδή είναι ο πρωταρχικός και ο κυριότερος συκοφάντης και ψευδόμενος κατήγορος του Ιεχωβά, του αγαθού του λόγου και του αγίου του ονόματος. Η λέξη διάβολος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «συκοφάντης». (Παράβαλε Λου 16:1, Κείμενο, όπου εμφανίζεται το συγγενικό ρήμα διαβάλλω.)—Βλέπε ΣΑΤΑΝΑΣ.
Σε όλους τους αιώνες ο Διάβολος κατέδειξε ότι είναι ο πρώτιστος εναντιούμενος τόσο του Θεού όσο και του ανθρώπου. Ήρθε σε αντιλογία με τον Μιχαήλ για το σώμα του Μωυσή (Ιου 9), έδειξε ότι έχει τη δύναμη να παγιδεύει άλλους (1Τι 3:7· 2Τι 2:26), χρησιμοποίησε ως παιδιά του ανθρώπους όπως τους ηγέτες της ψεύτικης θρησκείας, τον Ιούδα τον Ισκαριώτη και τον Βαρ-Ιησού (Ιωα 8:44· 13:2· Πρ 13:6, 10), καταδυνάστευσε ανθρώπους χωρίς να μπορούν να τους θεραπεύσουν οι γιατροί (Πρ 10:38), έριξε δικαίους στη φυλακή (Απ 2:10) και είχε μάλιστα τα μέσα να προξενήσει πρόωρο θάνατο (Εβρ 2:14). Οι Χριστιανοί νουθετούνται, λοιπόν, να μην αφήνουν τόπο για αυτόν τον Συκοφάντη του Θεού παραμένοντας σε κατάσταση θυμού. (Εφ 4:27) «Να διατηρήσετε τη διανοητική σας διαύγεια, να είστε σε εγρήγορση», προειδοποιεί ο Πέτρος. «Ο αντίδικός σας, ο Διάβολος, γυρίζει σαν λιοντάρι που βρυχιέται, ζητώντας να καταβροχθίσει κάποιον».—1Πε 5:8.
Υπάρχουν άλλες περιπτώσεις στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών όπου εμφανίζεται η λέξη διάβολος χωρίς όμως να αναφέρεται στον Σατανά, γι’ αυτό η λέξη αποδίδεται ορθά «συκοφάντης». Παραδείγματος χάρη, εννοώντας τον Ιούδα, ο Ιησούς είπε στους 12: «Ένας από εσάς είναι συκοφάντης». (Ιωα 6:70) Επίσης, οι γυναίκες στην εκκλησία έλαβαν την προειδοποίηση να μην είναι συκοφάντριες (1Τι 3:11· Τιτ 2:3), ενώ το ότι «οι άνθρωποι θα είναι . . . συκοφάντες» είναι μια από τις αποδείξεις για τις «τελευταίες ημέρες».—2Τι 3:1-5.
Ο νόμος που έδωσε ο Ιεχωβά στο έθνος του Ισραήλ τούς απαγόρευε να συκοφαντούν ο ένας τον άλλον. (Λευ 19:16) Το νόημα ολόκληρης της Αγίας Γραφής είναι αντίθετο με μια τέτοια εσφαλμένη χρήση της γλώσσας.—2Σα 19:27· Ψλ 15:3· 101:5· Παρ 11:13· 20:19· 30:10· Ιερ 6:28· 9:4.
-
-
ΔιάδημαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΔΗΜΑ
Βλέπε ΣΤΕΜΜΑ, ΣΤΕΦΑΝΙ.
-
-
ΔιαζύγιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΖΥΓΙΟ
Η νομική διάλυση της γαμήλιας ένωσης, και ως εκ τούτου, η διάσπαση του γαμήλιου δεσμού ανάμεσα σε έναν σύζυγο και στη σύζυγό του. Διάφορες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών που αποδίδονται «διαζεύγομαι» σημαίνουν κατά κυριολεξία «αποπέμπω» (Δευ 22:19, υποσ.), «απελευθερώνω» (Ματ 1:19· 19:3 [ἀπολύω, Κείμενο]), «αποβάλλω· διώχνω» (Λευ 22:13, υποσ.) και «εκκόπτω».—Παράβαλε Δευ 24:1, 3, όπου η έκφραση «πιστοποιητικό διαζυγίου» σημαίνει κατά κυριολεξία «βιβλίο εκκοπής».
Όταν ο Ιεχωβά ένωσε τον Αδάμ και την Εύα με τα δεσμά του γάμου, δεν έκανε καμιά πρόβλεψη για διαζύγιο. Ο Ιησούς Χριστός το διασαφήνισε αυτό όταν απάντησε στο ερώτημα των Φαρισαίων: «Είναι νόμιμο να διαζευχθεί ένας άνθρωπος τη σύζυγό του για οποιαδήποτε αιτία;» Ο Χριστός έδειξε ότι ο σκοπός του Θεού για τον άνθρωπο ήταν να αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και να προσκολληθεί στη σύζυγό του, ώστε να γίνουν οι δύο μία σάρκα. Κατόπιν ο Ιησούς πρόσθεσε: «Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μία σάρκα. Άρα λοιπόν, αυτό που ο Θεός συνέζευξε, άνθρωπος να μην το χωρίζει». (Ματ 19:3-6· παράβαλε Γε 2:22-24.) Στη συνέχεια οι Φαρισαίοι ρώτησαν: «Γιατί, λοιπόν, όρισε ο Μωυσής να της δώσει κανείς πιστοποιητικό αποπομπής και να τη διαζευχθεί;» Απαντώντας, ο Χριστός είπε: «Ο Μωυσής λαβαίνοντας υπόψη τη σκληροκαρδία σας σάς έκανε την παραχώρηση να διαζεύγεστε τις συζύγους σας, αλλά δεν ήταν έτσι τα πράγματα από την αρχή».—Ματ 19:7, 8.
Μολονότι κατά παραχώρηση επιτρεπόταν το διαζύγιο στους Ισραηλίτες για διάφορες αιτίες, ο Ιεχωβά Θεός περιέλαβε σχετικές ρυθμίσεις στο Νόμο του τον οποίο έδωσε στον Ισραήλ μέσω του Μωυσή. Το εδάφιο Δευτερονόμιο 24:1 λέει: «Σε περίπτωση που κάποιος άντρας πάρει μια γυναίκα και την κάνει ιδιοκτησία του ως σύζυγο, αν αυτή δεν βρει εύνοια στα μάτια του επειδή εκείνος βρήκε κάτι απρεπές από μέρους της, τότε θα της γράψει πιστοποιητικό διαζυγίου και θα το βάλει στο χέρι της και θα την αποπέμψει από το σπίτι του». Τι ακριβώς εννοούνταν με τη φράση «κάτι απρεπές» (κατά κυριολεξία, «τη γυμνότητα ενός πράγματος») δεν διευκρινίζεται. Το ότι δεν εννοούνταν μοιχεία υποδηλώνεται από το γεγονός ότι ο νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ προέβλεπε τη θανάτωση όσων ήταν ένοχοι μοιχείας, όχι απλώς την αποπομπή τους με διαζύγιο. (Δευ 22:22-24) Είναι σαφές ότι αρχικά η “απρέπεια” που θα παρείχε στον Εβραίο σύζυγο κάποια βάση για να διαζευχθεί τη σύζυγό του αφορούσε σοβαρά ζητήματα, όπως το να εκδήλωνε η σύζυγος χονδροειδή έλλειψη σεβασμού προς το σύζυγό της ή το να ντρόπιαζε το σπιτικό. Εφόσον ο Νόμος όριζε ότι «πρέπει να αγαπάς το συνάνθρωπό σου όπως τον εαυτό σου», δεν είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάποιος μπορούσε να χρησιμοποιήσει ατιμωρητί διάφορα μικροσφάλματα ως δικαιολογίες για να διαζευχθεί τη σύζυγό του.—Λευ 19:18.
Στις ημέρες του Μαλαχία πολλοί Ιουδαίοι σύζυγοι φέρονταν δόλια στις συζύγους τους, καθώς τις διαζεύγονταν για κάθε είδους αιτία, απαλλασσόμενοι από τις συζύγους της νεότητάς τους, ίσως για να παντρευτούν νεότερες, ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αντί να υποστηρίζουν το νόμο του Θεού, οι ιερείς το επέτρεπαν αυτό, και ο Ιεχωβά ήταν πολύ δυσαρεστημένος. (Μαλ 2:10-16) Το ότι οι Ιουδαίοι άντρες χρησιμοποιούσαν πολλές αιτίες διαζυγίου όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη υποδηλώνεται από το ερώτημα που του έθεσαν οι Φαρισαίοι: «Είναι νόμιμο να διαζευχθεί ένας άνθρωπος τη σύζυγό του για οποιαδήποτε αιτία;»—Ματ 19:3.
Μεταξύ των Ισραηλιτών, ο άντρας πλήρωνε συνήθως νυφικό τίμημα για τη γυναίκα που γινόταν σύζυγός του, και αυτή θεωρούνταν ιδιοκτησία του. Αν και η σύζυγος απολάμβανε πολλές ευλογίες και προνόμια, ο ρόλος της στη γαμήλια ένωση ήταν υποδεέστερος. Η θέση της καταδεικνύεται περαιτέρω στα εδάφια Δευτερονόμιο 24:1-4, τα οποία επισήμαιναν ότι ο σύζυγος θα μπορούσε να διαζευχθεί τη σύζυγό του, αλλά δεν ανέφεραν πουθενά ότι η σύζυγος μπορούσε να διαζευχθεί το σύζυγό της. Εφόσον θεωρούνταν ιδιοκτησία του, δεν μπορούσε να τον διαζευχθεί. Από ιστορικής πλευράς, η πρώτη καταγραμμένη περίπτωση γυναίκας στον Ισραήλ που προσπάθησε να διαζευχθεί το σύζυγό της ήταν η περίπτωση της αδελφής του Βασιλιά Ηρώδη, της Σαλώμης, η οποία έστειλε στο σύζυγό της, τον κυβερνήτη της Ιδουμαίας, διαζευκτήριο με το οποίο διέλυε το γάμο τους. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 259 [vii, 10]) Το ότι είχαν αρχίσει να εμφανίζονται τέτοιες περιπτώσεις διαζυγίου με την πρωτοβουλία της γυναίκας όταν ο Ιησούς ήταν στη γη ή το ότι εκείνος πρόβλεψε αυτή την εξέλιξη μπορεί να υπονοείται από τα λόγια του Χριστού: «Αν μια γυναίκα, αφού διαζευχθεί το σύζυγό της, παντρευτεί άλλον, μοιχεύει».—Μαρ 10:12.
Πιστοποιητικό Διαζυγίου. Δεν πρέπει να συμπεράνουμε, κρίνοντας από την κατάχρηση που γινόταν μετέπειτα, ότι η αρχική παραχώρηση που έκανε ο Μωσαϊκός Νόμος όσον αφορά το διαζύγιο καθιστούσε εύκολο για τον Ισραηλίτη σύζυγο να διαζευχθεί τη σύζυγό του. Προκειμένου να κάνει κάτι τέτοιο, αυτός έπρεπε να προβεί σε επίσημες ενέργειες. Ήταν απαραίτητο να συντάξει ένα έγγραφο, να «της γράψει πιστοποιητικό διαζυγίου». Ο σύζυγος που κινούσε τις σχετικές διαδικασίες έπρεπε να “το βάλει στο χέρι της και να την αποπέμψει από το σπίτι του”. (Δευ 24:1) Παρότι οι Γραφές δεν αναφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες γύρω από αυτή τη διαδικασία, προφανώς αυτή η νομική ενέργεια περιλάμβανε συνεννόηση με αρμόδιους άντρες, οι οποίοι μπορεί να προσπαθούσαν στην αρχή να επιτύχουν τη συμφιλίωση. Ο χρόνος που απαιτούνταν για να ετοιμαστεί το πιστοποιητικό και να ισχύσει νομικά το διαζύγιο θα έδινε στο σύζυγο που κινούσε τις σχετικές διαδικασίες την ευκαιρία να επανεξετάσει την απόφασή του. Θα έπρεπε να υπάρχει βάση για το διαζύγιο, η δε σωστή εφαρμογή του κανονισμού λογικά θα απέτρεπε τις βεβιασμένες ενέργειες για την έκδοση διαζυγίων. Με αυτόν τον τρόπο προστατεύονταν επίσης τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της συζύγου. Οι Γραφές δεν αποκαλύπτουν τι αναγραφόταν στο «πιστοποιητικό διαζυγίου».
Νέος Γάμος των Διαζευγμένων Συντρόφων. Τα εδάφια Δευτερονόμιο 24:1-4 όριζαν επίσης ότι η διαζευγμένη γυναίκα «θα φύγει από το σπίτι του και θα πάει να γίνει γυναίκα άλλου άντρα», πράγμα που σημαίνει ότι είχε το δικαίωμα να ξαναπαντρευτεί. Επίσης έλεγαν: «Αν ο δεύτερος άντρας τη μισήσει και της γράψει πιστοποιητικό διαζυγίου και το βάλει στο χέρι της και την αποπέμψει από το σπίτι του ή σε περίπτωση που ο δεύτερος άντρας, ο οποίος την πήρε σύζυγό του, πεθάνει, δεν θα επιτραπεί στον πρώτο ιδιοκτήτη της, ο οποίος την απέπεμψε, να την ξαναπάρει πίσω, ώστε να γίνει σύζυγός του αφού αυτή θα έχει μολυνθεί· διότι αυτό είναι απεχθές ενώπιον του Ιεχωβά, και δεν πρέπει να οδηγήσεις στην αμαρτία τη γη που σου δίνει ως κληρονομιά ο Ιεχωβά ο Θεός σου». Ο πρώην σύζυγος απαγορευόταν να ξαναπάρει τη διαζευγμένη σύζυγό του πίσω, ίσως για να αποκλειστεί η πιθανότητα οποιασδήποτε ραδιουργίας ανάμεσα στον ίδιο και σε αυτή την ξαναπαντρεμένη σύζυγό του που θα αποσκοπούσε στο να εξωθήσει αυτή το δεύτερο σύζυγό της να τη διαζευχθεί ή να προκαλέσει το θάνατό του, πράγμα το οποίο θα της επέτρεπε να ξαναπαντρευτεί τον προηγούμενο σύζυγό της. Αν ο πρώην γαμήλιος σύντροφός της την έπαιρνε πίσω, αυτό θα ήταν κάτι ακάθαρτο στα μάτια του Θεού. Ο πρώτος σύζυγος θα φαινόταν ανόητος επειδή την είχε αποπέμψει ως γυναίκα στην οποία είχε βρει «κάτι απρεπές» και ύστερα, αφού αυτή είχε ενωθεί νόμιμα με κάποιον άλλον άντρα και είχε χρησιμοποιηθεί ως σύζυγός του, την πήρε και πάλι πίσω.
Αναμφίβολα, το ίδιο το γεγονός ότι ο πρώτος σύζυγος δεν μπορούσε να ξαναπαντρευτεί τη διαζευγμένη του σύζυγο αφότου εκείνη γινόταν γυναίκα άλλου άντρα—ακόμη και αν αυτός ο άντρας τής έδινε διαζύγιο ή πέθαινε—έκανε το σύζυγο που σκόπευε να κινήσει διαδικασίες διαζυγίου να το σκεφτεί σοβαρά προτού προβεί σε τερματισμό του γάμου. (Ιερ 3:1) Ωστόσο, δεν αναφέρεται ότι υπήρχε κάτι που θα τον εμπόδιζε να ξαναπαντρευτεί τη διαζευγμένη του σύζυγο αν αυτή δεν είχε ξαναπαντρευτεί μετά τη νομική διάσπαση του γαμήλιου δεσμού τους.
Εξαποστέλλονται οι Ειδωλολάτρισσες Σύζυγοι. Προτού οι Ισραηλίτες μπουν στην Υποσχεμένη Γη, τους ειπώθηκε να μη συμπεθερέψουν με τους ειδωλολάτρες κατοίκους της. (Δευ 7:3, 4) Εντούτοις, στις ημέρες του Έσδρα, οι Ιουδαίοι είχαν πάρει αλλοεθνείς συζύγους, και προσευχόμενος στον Θεό, ο Έσδρας αναγνώρισε την ενοχή τους σε αυτό το ζήτημα. Ανταποκρινόμενοι στην προτροπή του και αναγνωρίζοντας το λάθος τους, οι άντρες του Ισραήλ που είχαν πάρει αλλοεθνείς συζύγους εξαπέστειλαν «συζύγους και γιους».—Εσδ 9:10–10:44.
Ωστόσο, οι Χριστιανοί, οι οποίοι προέρχονται από όλα τα έθνη (Ματ 28:19), δεν έπρεπε να διαζεύγονται συντρόφους που δεν ήταν λάτρεις του Ιεχωβά, και μάλιστα δεν ήταν καλό να χωρίζουν καν από τέτοιους γαμήλιους συντρόφους, όπως δείχνει η θεόπνευστη συμβουλή του Παύλου. (1Κο 7:10-28) Όσον αφορά, όμως, τη σύναψη νέου γάμου, δόθηκε στους Χριστιανούς η συμβουλή να παντρεύονται «μόνο εν Κυρίω».—1Κο 7:39.
Το Διαζύγιο που Σκόπευε να Πάρει ο Ιωσήφ. Ενόσω η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη με τον Ιωσήφ, αλλά προτού ενωθούν, βρέθηκε να είναι έγκυος μέσω αγίου πνεύματος, και η αφήγηση λέει: «Ωστόσο, ο Ιωσήφ ο σύζυγός της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να την κάνει δημόσιο θέαμα, σκόπευε να τη διαζευχθεί κρυφά». (Ματ 1:18, 19) Εφόσον ο αρραβώνας ήταν δεσμευτική διευθέτηση μεταξύ των Ιουδαίων εκείνη την εποχή, ορθά χρησιμοποιείται εδώ η λέξη “διαζεύγομαι”.
Αν ένα αρραβωνιασμένο κορίτσι ενέδιδε στο να έχει σχέσεις με άλλον άντρα, λιθοβολούνταν μέχρι θανάτου όπως η μοιχαλίδα. (Δευ 22:22-29) Σε περιπτώσεις που θα μπορούσαν να καταλήξουν στο λιθοβολισμό κάποιου ατόμου, απαιτούνταν να υπάρχουν δύο μάρτυρες για να εδραιωθεί η ενοχή του. (Δευ 17:6, 7) Είναι προφανές ότι ο Ιωσήφ δεν είχε μάρτυρες εναντίον της Μαρίας. Η Μαρία ήταν έγκυος, αλλά ο Ιωσήφ δεν καταλάβαινε το ζήτημα πλήρως ώσπου του το εξήγησε ο άγγελος του Ιεχωβά. (Ματ 1:20, 21) Αν το “κρυφό διαζύγιο” που σκόπευε να πάρει περιλάμβανε την επίδοση πιστοποιητικού διαζυγίου ή όχι δεν διευκρινίζεται. Αλλά είναι πιθανό ότι ο Ιωσήφ σκόπευε να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρχές που εκτίθενται στα εδάφια Δευτερονόμιο 24:1-4, δίνοντάς της ίσως το διαζύγιο μπροστά σε δύο μόνο μάρτυρες ώστε το ζήτημα να τακτοποιηθεί νομικά χωρίς να της φέρει περιττή ντροπή. Μολονότι ο Ματθαίος δεν αναφέρει κάθε λεπτομέρεια σχετικά με τη διαδικασία που σκόπευε να ακολουθήσει ο Ιωσήφ, υποδεικνύει ωστόσο ότι αυτός ήθελε να φερθεί με ελεήμονα τρόπο στη Μαρία. Ο Ιωσήφ δεν θεωρείται άδικος για αυτό, αλλά απεναντίας «επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να την κάνει δημόσιο θέαμα, σκόπευε να τη διαζευχθεί κρυφά».—Ματ 1:19.
Περιστάσεις που Απέκλειαν το Διαζύγιο στον Ισραήλ. Σύμφωνα με το νόμο του Θεού προς τον Ισραήλ, υπήρχαν καταστάσεις στις οποίες το διαζύγιο ήταν ανέφικτο. Πιθανόν ένας άντρας να έπαιρνε κάποια σύζυγο, να είχε σχέσεις μαζί της και να κατέληγε να τη μισήσει. Μπορεί να δήλωνε ψευδώς ότι δεν ήταν παρθένα όταν την παντρεύτηκε, κατηγορώντας την αναληθώς για ανυπόληπτες πράξεις και βγάζοντάς της κακό όνομα. Όταν οι γονείς του κοριτσιού προσκόμιζαν την απόδειξη ότι η κόρη τους ήταν παρθένα τον καιρό του γάμου της, οι άντρες της πόλης έπρεπε να διαπαιδαγωγήσουν τον ψευδόμενο κατήγορο. Έπρεπε να του επιβάλουν πρόστιμο εκατό σίκλους ασήμι ($220), τους οποίους θα έδιναν στον πατέρα του κοριτσιού, και αυτή θα συνέχιζε να είναι σύζυγος εκείνου του άντρα, καθώς λέγεται: «Δεν θα του επιτραπεί να τη διαζευχθεί όλες τις ημέρες του». (Δευ 22:13-19) Επίσης, αν αποκαλυπτόταν ότι ένας άντρας άρπαξε μια παρθένα που δεν ήταν αρραβωνιασμένη και είχε σχέσεις μαζί της, ίσχυε η εξής διάταξη: «Ο άντρας που πλάγιασε μαζί της θα δώσει στον πατέρα του κοριτσιού πενήντα σίκλους ασήμι [$110], και αυτή θα γίνει σύζυγός του λόγω του ότι την ταπείνωσε. Δεν θα του επιτραπεί να τη διαζευχθεί όλες τις ημέρες του».—Δευ 22:28, 29.
Ποια είναι η μόνη Γραφική βάση για διαζύγιο ανάμεσα στους Χριστιανούς;
Στην Επί του Όρους Ομιλία του, ο Ιησούς Χριστός δήλωσε: «Επιπλέον, ειπώθηκε: “Όποιος διαζευχθεί τη σύζυγό του, ας της δώσει πιστοποιητικό διαζυγίου”. Ωστόσο, εγώ σας λέω ότι όποιος διαζεύγεται τη σύζυγό του, εκτός λόγω πορνείας, την κάνει υποψήφια για μοιχεία, και όποιος παντρευτεί διαζευγμένη γυναίκα μοιχεύει». (Ματ 5:31, 32) Επίσης, αφού είπε στους Φαρισαίους ότι η παραχώρηση του Μωσαϊκού Νόμου με βάση την οποία μπορούσαν να διαζεύγονται τις συζύγους τους δεν ήταν η διευθέτηση που ίσχυε «από την αρχή», ο Ιησούς δήλωσε: «Σας λέω ότι όποιος διαζευχθεί τη σύζυγό του, εκτός εξαιτίας πορνείας, και παντρευτεί άλλη μοιχεύει». (Ματ 19:8, 9) Μοιχοί είναι τα παντρεμένα άτομα που έχουν εκούσια σεξουαλικές σχέσεις με ένα μέλος του αντίθετου φύλου το οποίο δεν είναι ο νόμιμος γαμήλιος σύντροφός τους. Ωστόσο, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΠΟΡΝΕΙΑ, ο όρος πορνεία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου περιλαμβάνει όλες τις μορφές των αθέμιτων σεξουαλικών σχέσεων έξω από τα πλαίσια του Γραφικού γάμου. Επομένως, τα λόγια του Ιησού στα εδάφια Ματθαίος 5:32 και 19:9 σημαίνουν ότι η μόνη αιτία διαζυγίου που διαρρηγνύει πραγματικά το γαμήλιο δεσμό είναι η πορνεία από μέρους του γαμήλιου συντρόφου κάποιου. Ο ακόλουθος του Χριστού μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την πρόβλεψη για διαζύγιο, αν το επιθυμεί, και ένα τέτοιο διαζύγιο θα τον καταστήσει ελεύθερο να παντρευτεί ένα κατάλληλο άτομο από τη Χριστιανική εκκλησία.—1Κο 7:39.
Οι σεξουαλικά ανήθικες πράξεις που διαπράττει ένα παντρεμένο άτομο με κάποιο άτομο του ίδιου φύλου (ομοφυλοφιλία) είναι ακάθαρτες και αηδιαστικές. Τα αμετανόητα άτομα αυτού του είδους δεν θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού. Και, φυσικά, η κτηνοβασία καταδικάζεται από την Αγία Γραφή. (Λευ 18:22, 23· Ρω 1:24-27· 1Κο 6:9, 10) Αυτές οι χονδροειδώς ακάθαρτες πράξεις εμπίπτουν στον ευρύ ορισμό της λέξης πορνεία. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι, υπό το Μωσαϊκό Νόμο, η ομοφυλοφιλία και η κτηνοβασία επέσυραν την ποινή του θανάτου, και έτσι ο αθώος σύντροφος ήταν ελεύθερος να ξαναπαντρευτεί.—Λευ 20:13, 15, 16.
Ο Ιησούς Χριστός τόνισε ότι «όποιος εξακολουθεί να κοιτάζει μια γυναίκα έτσι ώστε να την ποθήσει έχει ήδη μοιχεύσει μαζί της στην καρδιά του». (Ματ 5:28) Ο Ιησούς όμως δεν είπε ότι αυτό που βρισκόταν στην καρδιά, αλλά δεν γινόταν πράξη, αποτελούσε βάση για διαζύγιο. Τα λόγια του Χριστού δείχνουν ότι η καρδιά πρέπει να διατηρείται καθαρή και ότι δεν πρέπει να φιλοξενούμε ακατάλληλες σκέψεις και επιθυμίες.—Φλπ 4:8· Ιακ 1:14, 15.
Ο ραβινικός νόμος των Ιουδαίων έδινε έμφαση στο καθήκον που είχε το έγγαμο άτομο να εκτελεί τη γαμήλια πράξη και επέτρεπε στο σύζυγο να διαζευχθεί τη σύζυγό του αν εκείνη δεν μπορούσε να κάνει παιδιά. Εντούτοις, οι Γραφές δεν δίνουν στους Χριστιανούς το δικαίωμα να διαζεύγονται τους συντρόφους τους γι’ αυτόν το λόγο. Η μακροχρόνια στειρότητα δεν υποκίνησε τον Αβραάμ να διαζευχθεί τη Σάρρα, τον Ισαάκ να διαζευχθεί τη Ρεβέκκα, τον Ιακώβ να διαζευχθεί τη Ραχήλ ή τον ιερέα Ζαχαρία να διαζευχθεί την Ελισάβετ.—Γε 11:30· 17:17· 25:19-26· 29:31· 30:1, 2, 22-25· Λου 1:5-7, 18, 24, 57.
Στις Γραφές δεν λέγεται τίποτα που θα επέτρεπε σε έναν Χριστιανό να διαζευχθεί το γαμήλιο σύντροφό του επειδή αυτό το άτομο δεν είναι σε θέση σωματικά να εκτελέσει τη γαμήλια πράξη ή έχει παραφρονήσει ή έχει προσβληθεί από κάποια ανίατη ή αποκρουστική ασθένεια. Η αγάπη που πρέπει να εκδηλώνουν οι Χριστιανοί απαιτεί από αυτούς, όχι να διαζευχθούν αυτόν το σύντροφο, αλλά να τον μεταχειριστούν με ελεήμονα τρόπο. (Εφ 5:28-31) Ούτε δίνει η Αγία Γραφή στους Χριστιανούς το δικαίωμα να διαζεύγονται τους γαμήλιους συντρόφους τους λόγω διαφορετικού θρησκεύματος. Αντίθετα, δείχνει ότι, παραμένοντας μαζί με έναν σύντροφο που δεν είναι στην πίστη, ο Χριστιανός μπορεί να κερδίσει αυτό το άτομο στην αληθινή πίστη.—1Κο 7:12-16· 1Πε 3:1-7.
Στην Επί του Όρους Ομιλία του, ο Ιησούς είπε ότι «όποιος διαζεύγεται τη σύζυγό του, εκτός λόγω πορνείας, την κάνει υποψήφια για μοιχεία, και όποιος παντρευτεί διαζευγμένη γυναίκα μοιχεύει». (Ματ 5:32) Με αυτό, ο Χριστός έδειξε ότι, αν ένας σύζυγος διαζευχθεί τη σύζυγό του για άλλους λόγους, και όχι για πορνεία, την εκθέτει σε μελλοντική μοιχεία. Αυτό συμβαίνει επειδή η σύζυγος που δεν έχει διαπράξει μοιχεία δεν αποδεσμεύεται κατάλληλα από το σύζυγό της με τέτοιο διαζύγιο και δεν είναι ελεύθερη να παντρευτεί άλλον άντρα και να έχει σεξουαλικές σχέσεις με άλλον σύζυγο. Όταν ο Χριστός είπε ότι όποιος «παντρευτεί διαζευγμένη γυναίκα μοιχεύει», αναφερόταν σε κάποια γυναίκα διαζευγμένη για άλλους λόγους, και όχι «λόγω πορνείας». Αυτή η γυναίκα, αν και διαζευγμένη από νομική άποψη, δεν θα ήταν διαζευγμένη από την άποψη της Γραφής.
Ο Μάρκος, όπως και ο Ματθαίος (Ματ 19:3-9), κατέγραψε τα λόγια του Ιησού προς τους Φαρισαίους σχετικά με το διαζύγιο και ανέφερε ότι ο Χριστός είπε: «Όποιος διαζευχθεί τη σύζυγό του και παντρευτεί άλλη μοιχεύει εναντίον της, και αν μια γυναίκα, αφού διαζευχθεί το σύζυγό της, παντρευτεί άλλον, μοιχεύει». (Μαρ 10:11, 12) Παρόμοια δήλωση γίνεται στο εδάφιο Λουκάς 16:18, το οποίο λέει: «Όποιος διαζεύγεται τη σύζυγό του και παντρεύεται άλλη μοιχεύει, και όποιος παντρεύεται γυναίκα διαζευγμένη από σύζυγο μοιχεύει». Αν αυτά τα εδάφια εξεταστούν μεμονωμένα, φαίνεται να απαγορεύουν στους ακολούθους του Χριστού κάθε διαζύγιο ή τουλάχιστον να υποδηλώνουν ότι ένα διαζευγμένο άτομο δεν θα είχε το δικαίωμα να ξαναπαντρευτεί παρά μόνο μετά το θάνατο του διαζευγμένου γαμήλιου συντρόφου. Εντούτοις, τα λόγια του Ιησού όπως έχουν καταγραφεί από τον Μάρκο και τον Λουκά πρέπει να κατανοηθούν στο φως της πληρέστερης δήλωσης που κατέγραψε ο Ματθαίος. Αυτός περιλαμβάνει τη φράση «εκτός εξαιτίας πορνείας» (Ματ 19:9· βλέπε επίσης Ματ 5:32), δείχνοντας ότι αυτό που έγραψαν ο Μάρκος και ο Λουκάς, παραθέτοντας τα λόγια του Ιησού για το διαζύγιο, ισχύει αν η αιτία έκδοσης του διαζυγίου είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από πορνεία εκ μέρους του άπιστου γαμήλιου συντρόφου.
Ένα άτομο, όμως, δεν είναι Γραφικά υποχρεωμένο να διαζευχθεί το γαμήλιο σύντροφο που έχει διαπράξει μοιχεία αλλά έχει μετανοήσει. Ο Χριστιανός σύζυγος ή η Χριστιανή σύζυγος μπορεί να εκδηλώσει έλεος σε μια τέτοια περίπτωση, όπως ο Ωσηέ πήρε πίσω, από ό,τι φαίνεται, τη μοιχαλίδα σύζυγό του τη Γόμερ, και όπως ο Ιεχωβά εκδήλωσε έλεος στον μετανοημένο Ισραήλ ο οποίος ήταν ένοχος πνευματικής μοιχείας.—Ωσ 3.
Αποκαθίσταται το αρχικό πρότυπο του Θεού. Είναι σαφές ότι η δήλωση του Ιησού Χριστού σηματοδοτούσε επιστροφή στο υψηλό πρότυπο για το γάμο το οποίο έθεσε εξαρχής ο Ιεχωβά Θεός, και έδειχνε ότι όσοι θα γίνονταν μαθητές του Ιησού θα έπρεπε να προσκολλώνται σε αυτό το υψηλό πρότυπο. Αν και οι παραχωρήσεις τις οποίες προέβλεπε ο Μωσαϊκός Νόμος εξακολουθούσαν να ισχύουν, εκείνοι που ήθελαν να είναι αληθινοί μαθητές του Ιησού, κάνοντας το θέλημα του Πατέρα του και “εκτελώντας” ή εφαρμόζοντας τα λόγια του Ιησού (Ματ 7:21-29), δεν θα επωφελούνταν πλέον από αυτές για να εκδηλώσουν «σκληροκαρδία» προς τους γαμήλιους συντρόφους τους. (Ματ 19:8) Ως γνήσιοι μαθητές, δεν θα παραβίαζαν τις αρχικές θεϊκές αρχές που διέπουν το γάμο με το να διαζεύγονται τους συντρόφους τους για οποιαδήποτε άλλη αιτία εκτός από εκείνη που καθόρισε ο Ιησούς, δηλαδή την πορνεία.
Το ανύπαντρο άτομο που διαπράττει πορνεία με μια πόρνη γίνεται «ένα σώμα» με αυτήν. Παρόμοια, ο μοιχός γίνεται «ένα σώμα», όχι με τη νόμιμη σύζυγό του, αλλά με το ανήθικο άτομο με το οποίο έχει σεξουαλικές σχέσεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο μοιχός αμαρτάνει, όχι μόνο εναντίον της δικής του προσωπικής σάρκας, αλλά και εναντίον της νόμιμης συζύγου του, η οποία ήταν μέχρι τότε «μία σάρκα» με αυτόν. (1Κο 6:16-18) Γι’ αυτόν το λόγο, η μοιχεία παρέχει πραγματική βάση για τη διάσπαση του γαμήλιου δεσμού σύμφωνα με τις θεϊκές αρχές, και όπου υπάρχει τέτοια αιτία, η λήψη διαζυγίου επιφέρει την επίσημη και οριστική διάλυση της νόμιμης γαμήλιας ένωσης, αφήνοντας τον αθώο σύντροφο ελεύθερο να ξαναπαντρευτεί με τιμή.—Εβρ 13:4.
Μεταφορικό Διαζύγιο. Η γαμήλια σχέση χρησιμοποιείται και συμβολικά στις Γραφές. (Ησ 54:1, 5, 6· 62:1-6) Γίνεται επίσης αναφορά στο συμβολικό διαζύγιο, ή αλλιώς στην εκδίωξη της συζύγου.—Ιερ 3:8.
Το βασίλειο του Ιούδα ανατράπηκε και η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε το 607 Π.Κ.Χ., οι δε κάτοικοι της χώρας εξορίστηκαν στη Βαβυλώνα. Χρόνια πρωτύτερα ο Ιεχωβά είχε πει προφητικά στους Ιουδαίους που θα βρίσκονταν τότε στην εξορία: «Πού είναι, λοιπόν, το πιστοποιητικό διαζυγίου της μητέρας σας την οποία έδιωξα;» (Ησ 50:1) Η «μητέρα» τους, δηλαδή η εθνική τους οργάνωση, είχε αποβληθεί δικαιολογημένα, όχι λόγω του ότι ο Ιεχωβά αθέτησε τη διαθήκη του και κίνησε διαδικασίες διαζυγίου, αλλά λόγω της δικής της αδικοπραγίας εναντίον της διαθήκης του Νόμου. Ωστόσο, ένα υπόλοιπο Ισραηλιτών μετανόησε και προσευχήθηκε να ανανεώσει ο Ιεχωβά τη συζυγική σχέση του μαζί τους στην πατρίδα τους. Το 537 Π.Κ.Χ., στο τέλος της 70χρονης ερήμωσης, ο Ιεχωβά, για χάρη του ονόματός του, αποκατέστησε το λαό του στην πατρίδα τους όπως είχε υποσχεθεί.—Ψλ 137:1-9· βλέπε ΓΑΜΟΣ.
-
-
ΔιαθήκηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΘΗΚΗ
Με τη Βιβλική έννοια, η συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων με την οποία δέχονται να κάνουν ή να μην κάνουν κάποια πράξη· σύμβαση· συμβόλαιο. Η εβραϊκή λέξη μπερίθ, της οποίας η ετυμολογία είναι αβέβαιη, εμφανίζεται πάνω από 280 φορές στις Εβραϊκές Γραφές, από τις οποίες οι 80 και πλέον περιλαμβάνονται στα πέντε βιβλία του Μωυσή. Το ότι η βασική έννοιά της είναι «διαθήκη», κατ’ αναλογία με τη σύγχρονη νομική λέξη «συμβόλαιο», φαίνεται από πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που βρέθηκαν το 1927 στην Κάτνα, μια αρχαία μη ισραηλιτική πόλη ΝΑ της Αιμάθ. «Το περιεχόμενο των δύο πινακίδων [από τις 15 που βρέθηκαν] είναι απλό. Η πινακίδα Α περιέχει έναν κατάλογο ονομάτων . . . Η πινακίδα Β είναι ένας κατάλογος σιτηρεσίου . . . Άρα, ο κατάλογος Α είναι μια σύμβαση στην οποία τα εν λόγω άτομα . . . συμφωνούν να υπαχθούν στην υπηρεσία κάποιου ή να εκτελέσουν ορισμένες υποχρεώσεις. Ο κατάλογος Β, που γράφτηκε από τον ίδιο γραμματέα, επεξηγεί κατόπιν τη φύση της σύμβασης: τα άτομα επρόκειτο να λάβουν καθορισμένο σιτηρέσιο σε αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες τους . . . Η ισραηλιτική αντίληψη περί του μπερίτ, της “διαθήκης”, αποτελούσε κεντρικό θέμα στη Γιαχβιστική θεολογία. Εδώ έχουμε την πρώτη γραπτή εξωβιβλική αναφορά της λέξης από τους αρχαίους χρόνους—όχι αργότερα από το πρώτο τρίτο του δέκατου τέταρτου αιώνα π.Χ.».—Δελτίο των Αμερικανικών Σχολών Ανατολικών Ερευνών (Bulletin of the American Schools of Oriental Research), Φεβρουάριος 1951, σ. 22.
Όσον αφορά τη λέξη διαθήκη στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1891) λέει στο λήμμα «Διαθήκη»: «Δεδομένου ότι η Εβδ[ομήκοντα] απέδωσε [τη λέξη μπερίθ] (που ποτέ δεν έχει την έννοια της “έγγραφης δήλωσης κάποιου για τη διάθεση της περιουσίας του”, αλλά πάντα σημαίνει “διαθήκη” με την έννοια της “συμφωνίας”) χρησιμοποιώντας τη λέξη διαθήκη με συνέπεια σε όλη την Π.Δ., συμπεραίνουμε λογικά ότι οι συγγραφείς της Κ.Δ. υιοθέτησαν αυτή τη λέξη θέλοντας να μεταβιβάσουν στους αναγνώστες τους, οι περισσότεροι των οποίων ήταν εξοικειωμένοι με την ελληνική Π.Δ., την ίδια ιδέα. Επιπλέον, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, το ίδιο πράγμα που χαρακτηριζόταν “διαθήκη” (μπερίθ) στην Π.Δ. εννοείται επίσης και στην Κ.Δ. (π.χ. 2 Κορ. 3:14· Εβρ. 7, 9· Απ. 11:19)».—Βλέπε επίσης ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παραρτήματα 7Δ, 7Ε.
Στην επιστολή προς τους Εβραίους (Εβρ 7:22· 8:6, 8, 9, 10· 9:4, 15, 16, 17, 20), ο συγγραφέας χρησιμοποιεί επανειλημμένα στο πρωτότυπο κείμενο τη λέξη διαθήκη αναφερόμενος αναμφισβήτητα στην αρχαία εβραϊκή έννοια, παραθέτοντας μάλιστα από τα εδάφια Ιερεμίας 31:31-34 και κάνοντας αναφορά στην «κιβωτό της διαθήκης». Αποδίδοντας στην ελληνική αυτά τα εδάφια του Ιερεμία, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί τη λέξη διαθήκη για την αρχαία εβραϊκή λέξη μπερίθ. Επίσης, το εδάφιο Εβραίους 9:20 παραθέτει από τα εδάφια Έξοδος 24:6-8, όπου γίνεται σαφέστατα λόγος για διαθήκη με την έννοια της συμφωνίας.
Εφαρμογή της Λέξης. Οι διαθήκες περιλάμβαναν πάντα δύο ή περισσότερα συμβαλλόμενα μέρη. Μπορούσαν να είναι μονομερείς (όπου η ευθύνη για την εκτέλεση των όρων επαφίετο αποκλειστικά στο ένα συμβαλλόμενο μέρος) ή διμερείς (όπου και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη είχαν κάποιους όρους να εκτελέσουν). Εκτός από τις διαθήκες στις οποίες ο Θεός είναι το ένα συμβαλλόμενο μέρος, η Αγία Γραφή καταγράφει τη σύναψη διαθηκών μεταξύ ανθρώπων, καθώς και μεταξύ φυλών, εθνών ή ομάδων ατόμων. Η παραβίαση μιας διαθήκης συνιστούσε σοβαρή αμαρτία.—Ιεζ 17:11-20· Ρω 1:31, 32.
Ο όρος «διαθήκη» εφαρμόζεται επίσης σε μια εδραιωμένη διάταξη, όπως αυτή που αφορούσε το ψωμί της πρόθεσης (Λευ 24:8), ή στη δημιουργία του Θεού που διέπεται από τους νόμους του, όπως η αμετάβλητη διαδοχή ημέρας και νύχτας. (Ιερ 33:20) Χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά, όπως στην έκφραση “διαθήκη με τον Θάνατο”. (Ησ 28:18) Ο Ιεχωβά κάνει επίσης λόγο για διαθήκη σε σχέση με τα θηρία. (Ωσ 2:18) Η γαμήλια σύζευξη αποκαλείται διαθήκη. (Μαλ 2:14) Η έκφραση «ιδιοκτήτες (κάτοχοι) διαθήκης» εννοεί άτομα που έχουν συνάψει «συνθήκη», όπως στο εδάφιο Γένεση 14:13.
Στην ουσία, κάθε υπόσχεση του Ιεχωβά είναι διαθήκη—είναι βέβαιο ότι θα πραγματοποιηθεί, γι’ αυτό μπορεί κανείς να βασιστεί στην εκπλήρωσή της. (Εβρ 6:18) Μια διαθήκη είναι σε ισχύ όσο διάστημα εξακολουθούν να υφίστανται οι όροι της και η υποχρέωση για την εκτέλεση αυτών των όρων επαφίεται στο ένα ή και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Τα αποτελέσματα ή οι ευλογίες που απορρέουν από τη διαθήκη μπορεί να είναι διαρκή, ακόμη και αιώνια.
Μέθοδοι Επικύρωσης μιας Διαθήκης. Σε πολλές περιπτώσεις γινόταν επίκληση του Θεού ως μάρτυρα. (Γε 31:50· 1Σα 20:8· Ιεζ 17:13, 19) Δινόταν κάποιος όρκος. (Γε 31:53· 2Βα 11:4· Ψλ 110:4· Εβρ 7:21) Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνταν ένα σημείο ή μια μαρτυρία, όπως ένα δώρο (Γε 21:30), μια στήλη ή ένας σωρός από πέτρες (Γε 31:44-54), ή κάποιο όνομα που δινόταν σε έναν τόπο (Γε 21:31). Σε κάποια περίπτωση ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε ένα ουράνιο τόξο. (Γε 9:12-16) Μια μέθοδος ήταν το να θανατώνουν ζώα και να τα χωρίζουν στα δύο, οι δε μετέχοντες στη διαθήκη περνούσαν ανάμεσα από τα δύο κομμάτια. Από αυτό το έθιμο προήλθε ο εβραϊκός ιδιωματισμός “κόβω διαθήκη”. (Γε 15:9-11, 17, 18 [υποσ.]· Ιερ 34:18 [υποσ.], 19) Ενίοτε η σύναψη συμμαχιών συνοδευόταν από εορταστικές εκδηλώσεις. (Γε 26:28, 30) Μπορεί να διευθετούνταν ένα γεύμα συμμετοχής, όπως όταν έγινε η διαθήκη του Νόμου. (Αβδ 7· Εξ 24:5, 11) Το συμβαλλόμενο μέρος που κατείχε την ανώτερη θέση μπορούσε να δωρίσει στο άλλο κάποιο από τα ενδύματά του ή από τα όπλα του. (1Σα 18:3, 4) Μερικά ειδωλολατρικά έθνη είχαν το έθιμο να πίνουν ο ένας το αίμα του άλλου ή αίμα αναμειγμένο με κρασί (κατά παράβαση της απαγόρευσης που εξήγγειλε ο Θεός για όλους τους ανθρώπους, στο εδάφιο Γένεση 9:4, και για τον Ισραήλ υπό το Νόμο), οι δε συμμετέχοντες στη διαθήκη εξέφραζαν τις βαρύτερες κατάρες για το συμβαλλόμενο μέρος που θα παραβίαζε στο μέλλον τη διαθήκη.
Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί την έκφραση «διαθήκη αλατιού» για να δηλώσει τη μονιμότητα και το αμετάβλητο μιας διαθήκης. (Αρ 18:19· 2Χρ 13:5· Λευ 2:13) Μεταξύ των αρχαίων λαών, το να φάει κανείς αλάτι με κάποιον άλλον ήταν σημάδι φιλίας και δήλωνε διαρκή πιστότητα και οσιότητα. Η βρώση άλατος μαζί με τις θυσίες συμμετοχής συμβόλιζε παντοτινή οσιότητα.
Σε Γραπτή Μορφή. Οι Δέκα Εντολές γράφτηκαν σε πέτρα με το «δάχτυλο του Θεού». (Εξ 31:18· 32:16) Ο Ιερεμίας έγραψε ένα συμβόλαιο, έβαλε σφραγίδα και χρησιμοποίησε μάρτυρες. (Ιερ 32:9-15) Έχουν ανευρεθεί πήλινες πινακίδες αρχαίων λαών που περιέχουν όρους συμβολαίων. Συχνά αυτές τοποθετούνταν μέσα σε πήλινες θήκες και σφραγίζονταν.
Η Εδεμική Υπόσχεση. Στο εδάφιο Γένεση 3:15, ο Ιεχωβά Θεός δήλωσε προφητικά το σκοπό του στον κήπο της Εδέμ παρουσία του Αδάμ, της Εύας και του “φιδιού”.
Εκείνοι που περιλαμβάνονται σε αυτή την υπόσχεση και προφητεία προσδιορίζονται ως εξής: Το όραμα που δόθηκε στον απόστολο Ιωάννη, στο εδάφιο Αποκάλυψη 12:9, μας πληροφορεί ότι το «φίδι» είναι ο Σατανάς ο Διάβολος. Οι αποδείξεις συγκλίνουν στο ότι το «σπέρμα» της “γυναίκας”, στο οποίο απέβλεπαν επί μακρόν δίκαιοι άνθρωποι, ταυτίζεται με το «σπέρμα» του Αβραάμ, τον Ιησού Χριστό. (Γα 3:16· Ματ 1:1) Το «σπέρμα» επρόκειτο να πληγεί στη φτέρνα από το φίδι. Ο Ιησούς Χριστός θανατώθηκε, αλλά η πληγή αυτή δεν αποδείχτηκε μόνιμη, διότι ο Θεός ανέστησε τον Ιησού από το θάνατο. Το «σπέρμα», όμως, πρόκειται στη συνέχεια να πλήξει το κεφάλι του φιδιού, με μια νίκη που θα έχει μόνιμο αποτέλεσμα.
Ποια είναι η «γυναίκα» που περιλαμβάνεται στη διαθήκη; Όχι βεβαίως η Εύα, η οποία είχε γίνει εχθρά του Θεού. Προκειμένου να νικήσει, «να εκμηδενίσει», το πνευματικό πλάσμα που αποκαλείται Σατανάς ο Διάβολος, το «σπέρμα» δεν θα έπρεπε να είναι άνθρωπος, αλλά πνεύμα. (Εβρ 2:14) Ο Ιησούς κατά τη γέννησή του ήταν ανθρώπινος Γιος του Θεού, αλλά τον καιρό του βαφτίσματος του Ιησού ο Θεός τον αναγνώρισε ως Γιο Του, στέλνοντας πάνω του το άγιο πνεύμα. Ο Ιησούς έγινε τότε ο γεννημένος από το πνεύμα Γιος του Θεού. (Ματ 3:13-17· Ιωα 3:3-5) Αργότερα, στην ανάστασή του, «ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Ποια ήταν, λοιπόν, η «μητέρα» του Ιησού, όχι ως ανθρώπινου μωρού, αλλά ως γεννημένου από το πνεύμα Γιου του Θεού; Ο απόστολος Παύλος λέει ότι ο Αβραάμ, η Σάρρα, ο Ισαάκ, η Άγαρ και ο Ισμαήλ αποτελούσαν χαρακτήρες ενός συμβολικού δράματος, στο οποίο ο Ισαάκ εξεικόνιζε εκείνους που είχαν ουράνια ελπίδα, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Παύλου. Ο Παύλος κατόπιν δηλώνει ότι «μητέρα» τους είναι «η άνω Ιερουσαλήμ». Ο Ιησούς Χριστός τούς ονομάζει αυτούς «αδελφούς» του, δείχνοντας ότι έχουν την ίδια μητέρα. (Εβρ 2:11) Αυτό παρέχει μια βάση για την ταύτιση της “γυναίκας” του εδαφίου Γένεση 3:15 με την «άνω Ιερουσαλήμ».—Γα 4:21-29.
Οι όροι της υπόσχεσης υποδεικνύουν μια χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας το «φίδι» θα παρήγε κάποιο «σπέρμα» και θα αναπτυσσόταν έχθρα μεταξύ των δύο “σπερμάτων”. Περίπου 6.000 χρόνια έχουν περάσει από την εξαγγελία της υπόσχεσης. Ακριβώς πριν από τη Χιλιετή Βασιλεία του Χριστού το «φίδι» θα ριχτεί στην άβυσσο της αδράνειας και μετά το τέλος των χιλίων ετών θα εκμηδενιστεί για πάντα.—Απ 20:1-3, 7-10· Ρω 16:20.
Η Διαθήκη με τον Νώε. Ο Ιεχωβά Θεός έκανε μια διαθήκη με τον Νώε, ο οποίος εκπροσωπούσε την οικογένειά του, αναφορικά με το σκοπό που είχε να διατηρήσει τη ζωή ανθρώπων και ζώων αλλά να καταστρέψει τον πονηρό κόσμο εκείνων των ημερών. (Γε 6:17-21· 2Πε 3:6) Ο Νώε είχε αρχίσει να αποκτάει γιους μετά την ηλικία των 500 ετών. (Γε 5:32) Τον καιρό που ο Θεός αποκάλυψε αυτόν το σκοπό στον Νώε, οι γιοι του είχαν μεγαλώσει και παντρευτεί. Ο μεν Νώε επρόκειτο να κατασκευάσει την κιβωτό και να μπει σε αυτήν μαζί με τη σύζυγό του, τους γιους του και τις συζύγους των γιων του, παίρνοντας επίσης ζώα και τροφή, ο δε Ιεχωβά επρόκειτο να διατηρήσει στη γη τόσο τη σάρκα ανθρώπων όσο και τη σάρκα ζώων. Η υπακοή του Νώε στους όρους της διαθήκης είχε ως αποτέλεσμα να διατηρήσει ο Ιεχωβά τη ζωή ανθρώπων και ζώων. Η διαθήκη εκπληρώθηκε εντελώς το 2369 Π.Κ.Χ., μετά τον Κατακλυσμό, όταν άνθρωποι και ζώα ήταν και πάλι σε θέση να ζουν πάνω στο έδαφος και να αναπαράγουν το είδος τους.—Γε 8:15-17.
Η Διαθήκη του Ουράνιου Τόξου. Η διαθήκη του ουράνιου τόξου έγινε μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και κάθε σάρκας (ανθρώπων και ζώων), με εκπροσώπους τον Νώε και την οικογένειά του, το 2369 Π.Κ.Χ., στα βουνά του Αραράτ. Ο Ιεχωβά δήλωσε ότι δεν θα κατέστρεφε ποτέ ξανά κάθε σάρκα μέσω κατακλυσμού. Κατόπιν δόθηκε το ουράνιο τόξο ως σημείο της διαθήκης, η οποία θα ισχύει όσο ζει η ανθρωπότητα στη γη, δηλαδή για πάντα.—Γε 9:8-17· Ψλ 37:29.
Η Διαθήκη με τον Αβραάμ. Η διαθήκη με τον Αβραάμ τέθηκε προφανώς σε ισχύ όταν ο Άβραμ (Αβραάμ) διέσχισε τον Ευφράτη καθ’ οδόν προς τη Χαναάν. Η διαθήκη του Νόμου έγινε 430 χρόνια αργότερα. (Γα 3:17) Ο Ιεχωβά είχε μιλήσει στον Αβραάμ όταν εκείνος ζούσε στη Μεσοποταμία, στην Ουρ των Χαλδαίων, και του παρήγγειλε να ταξιδέψει στη χώρα που θα του έδειχνε. (Πρ 7:2, 3· Γε 11:31· 12:1-3) Τα εδάφια Έξοδος 12:40, 41 (Ο΄) μας λένε ότι, στο τέλος 430 ετών κατοίκησης στην Αίγυπτο και στη γη Χαναάν, «εκείνη ακριβώς την ημέρα» ο υποδουλωμένος στην Αίγυπτο Ισραήλ βγήκε από αυτήν. Η ημέρα κατά την οποία ελευθερώθηκαν από την Αίγυπτο ήταν η 14η Νισάν του 1513 Π.Κ.Χ., η ημερομηνία του Πάσχα. (Εξ 12:2, 6, 7) Αυτό φαίνεται να υποδεικνύει ότι ο Αβραάμ διέσχισε τον ποταμό Ευφράτη καθ’ οδόν προς τη Χαναάν στις 14 Νισάν του 1943 Π.Κ.Χ., και προφανώς τότε τέθηκε σε ισχύ η Αβραμιαία διαθήκη. Ο Θεός εμφανίστηκε ξανά στον Αβραάμ μετά την είσοδό του στη Χαναάν, όταν είχε φτάσει στη Συχέμ, και του παρείχε περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την υπόσχεση λέγοντας: «Στο σπέρμα σου πρόκειται να δώσω αυτή τη γη», υποδηλώνοντας έτσι τη σχέση μεταξύ αυτής της διαθήκης και της εδεμικής υπόσχεσης και αποκαλύπτοντας ότι το «σπέρμα» θα ακολουθούσε ανθρώπινη πορεία, δηλαδή θα ερχόταν μέσω μιας ανθρώπινης γραμμής απογόνων. (Γε 12:4-7) Αργότερα ο Ιεχωβά παρείχε επιπρόσθετες πληροφορίες, όπως βλέπουμε στα εδάφια Γένεση 13:14-17· 15:18· 17:2-8, 19· 22:15-18.
Οι υποσχέσεις της διαθήκης μεταβιβάστηκαν στους απογόνους του Αβραάμ μέσω του Ισαάκ (Γε 26:2-4) και του Ιακώβ. (Γε 28:13-15· 35:11, 12) Ο απόστολος Παύλος λέει ότι ο Χριστός (ως το κύριο σπέρμα) και εκείνοι που βρίσκονται σε ενότητα με τον Χριστό είναι το πραγματικό «σπέρμα».—Γα 3:16, 28, 29.
Ο Θεός αποκάλυψε το σκοπό και τα επιτεύγματα της Αβραμιαίας διαθήκης, λέγοντας ότι το σπέρμα της υπόσχεσης θα ερχόταν μέσω του Αβραάμ, ότι αυτό το σπέρμα θα έπαιρνε στην κατοχή του την πύλη των εχθρών του, ότι το σπέρμα του Αβραάμ μέσω του Ισαάκ θα ήταν πολυάριθμο—αμέτρητο για τους ανθρώπους εκείνη την εποχή—ότι το όνομα του Αβραάμ θα μεγαλυνόταν, ότι το σπέρμα του θα έπαιρνε στην κατοχή του την Υποσχεμένη Γη και ότι όλες οι οικογένειες της γης θα έφερναν ευλογία στον εαυτό τους μέσω του σπέρματος. (Βλέπε τα παραπάνω εδάφια από τη Γένεση.) Υπήρξε μια κυριολεκτική εκπλήρωση αυτών των πραγμάτων, η οποία αποτελούσε τύπο της μεγαλύτερης εκπλήρωσης που θα λάβαινε χώρα μέσω του Χριστού. Ο Παύλος παρέχει επιπρόσθετες πληροφορίες για τη συμβολική και προφητική διάσταση των όρων αυτής της διαθήκης όταν λέει ότι ο Αβραάμ, η Σάρρα, ο Ισαάκ, η Άγαρ και ο Ισμαήλ πρωταγωνιστούσαν σε ένα συμβολικό δράμα.—Γα 4:21-31.
Η Αβραμιαία διαθήκη είναι «διαθήκη που θα ισχύει στον αιώνα». Οι όροι της προϋποθέτουν ότι θα υφίσταται ωσότου επιτελεστεί η καταστροφή όλων των εχθρών του Θεού και η ευλογία των οικογενειών της γης.—Γε 17:7· 1Κο 15:23-26.
Κάνοντας λόγο για την Αβραμιαία διαθήκη και τη διαθήκη του Νόμου, ο Παύλος διατύπωσε την αρχή ότι «δεν υπάρχει . . . μεσίτης εκεί που περιλαμβάνεται μόνο ένα άτομο», και έπειτα πρόσθεσε ότι «ο Θεός είναι μόνο ένας». (Γα 3:20· βλέπε ΜΕΣΙΤΗΣ.) Ο Ιεχωβά έκανε τη διαθήκη με τον Αβραάμ μονομερώς. Ουσιαστικά επρόκειτο για μια υπόσχεση, και ο Ιεχωβά δεν έθεσε κανέναν όρο τον οποίο έπρεπε ο Αβραάμ να ικανοποιήσει για να εκπληρωθεί η υπόσχεση. (Γα 3:18) Γι’ αυτό και δεν χρειαζόταν μεσίτης. Απεναντίας, η διαθήκη του Νόμου ήταν διμερής. Έγινε μεταξύ του Ιεχωβά και του έθνους του Ισραήλ, με τον Μωυσή ως μεσίτη. Οι Ισραηλίτες συμφώνησαν με τους όρους της διαθήκης, δίνοντας ιερή υπόσχεση ότι θα υπάκουαν στο Νόμο. (Εξ 24:3-8) Η διαθήκη αυτή δεν ακύρωσε την Αβραμιαία διαθήκη.—Γα 3:17, 19.
Η Διαθήκη της Περιτομής. Η διαθήκη της περιτομής έγινε το 1919 Π.Κ.Χ., όταν ο Αβραάμ ήταν 99 ετών. Ο Ιεχωβά έκανε αυτή τη διαθήκη με τον Αβραάμ και το φυσικό σπέρμα του. Όλοι οι άρρενες του σπιτικού, συμπεριλαμβανομένων των δούλων, έπρεπε να περιτμηθούν, και όποιος αρνούνταν έπρεπε να εκκοπεί από το λαό του. (Γε 17:9-14) Αργότερα, ο Θεός δήλωσε ότι ο πάροικος που επιθυμούσε να φάει το πάσχα (κάποιος που ήθελε να γίνει λάτρης του Ιεχωβά μαζί με τον Ισραήλ) θα έπρεπε να περιτμήσει τους άρρενες του σπιτικού του. (Εξ 12:48, 49) Η περιτομή χρησίμευσε ως επισφράγιση της δικαιοσύνης που είχε ο Αβραάμ μέσω πίστης ενώ ήταν ακόμη απερίτμητος, αποτελούσε δε φυσικό σημάδι της σχέσης διαθήκης που είχαν με τον Ιεχωβά οι απόγονοι του Αβραάμ μέσω του Ιακώβ. (Ρω 4:11, 12) Ο Θεός αναγνώριζε την περιτομή μέχρις ότου τερματίστηκε η διαθήκη του Νόμου, το 33 Κ.Χ. (Ρω 2:25-28· 1Κο 7:19· Πρ 15) Αν και η φυσική περιτομή εξακολουθούσε να εφαρμόζεται υπό το Νόμο, ο Ιεχωβά έδειξε επανειλημμένα ότι ενδιαφερόταν περισσότερο για τη συμβολική σημασία της, συμβουλεύοντας τον Ισραήλ να “περιτμήσει την ακροβυστία της καρδιάς του”.—Δευ 10:16· Λευ 26:41· Ιερ 9:26· Πρ 7:51.
Η Διαθήκη του Νόμου. Η διαθήκη του Νόμου μεταξύ του Ιεχωβά και του έθνους του φυσικού Ισραήλ έγινε τον τρίτο μήνα μετά την αναχώρησή τους από την Αίγυπτο, το 1513 Π.Κ.Χ. (Εξ 19:1) Ήταν μια εθνική διαθήκη. Όποιος είχε γεννηθεί ως φυσικός Ισραηλίτης περιλαμβανόταν, λόγω καταγωγής, στη διαθήκη του Νόμου και έτσι κατείχε αυτή την ειδική σχέση με τον Ιεχωβά. Ο Νόμος ήταν σε μορφή κώδικα, με εύτακτη ταξινόμηση και ομαδοποιημένα νομοθετήματα. Ο Νόμος, ο οποίος διαβιβάστηκε μέσω αγγέλων με το χέρι ενός μεσίτη, του Μωυσή, τέθηκε σε ισχύ με μια θυσία ζώων (αντί του Μωυσή, του μεσίτη, ή αλλιώς «διαθέτη») στο Όρος Σινά. (Γα 3:19· Εβρ 2:2· 9:16-20) Σε εκείνη την περίσταση ο Μωυσής ράντισε το θυσιαστήριο με το μισό αίμα των θυσιασμένων ζώων και κατόπιν διάβασε το βιβλίο της διαθήκης στο λαό, ο οποίος συμφώνησε να είναι υπάκουος. Έπειτα ράντισε με το αίμα το βιβλίο και το λαό. (Εξ 24:3-8) Υπό το Νόμο, ιδρύθηκε ένα ιερατείο εντός του οίκου του Ααρών, ο οποίος καταγόταν από την οικογένεια του Καάθ της φυλής του Λευί. (Αρ 3:1-3, 10) Το αρχιερατικό αξίωμα πέρασε μέσω διαδοχής από τον Ααρών στους γιους του—ο Ελεάζαρ διαδέχθηκε τον Ααρών, ο Φινεές διαδέχθηκε τον Ελεάζαρ, και ούτω καθεξής.—Αρ 20:25-28· Ιη 24:33· Κρ 20:27, 28.
Οι όροι της διαθήκης του Νόμου ήταν ότι, αν οι Ισραηλίτες τηρούσαν τη διαθήκη, θα ήταν λαός για το όνομα του Ιεχωβά, βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος, με τη δική Του ευλογία (Εξ 19:5, 6· Δευ 28:1-14), ενώ αν παραβίαζαν τη διαθήκη, θα ήταν καταραμένοι. (Δευ 28:15-68) Οι σκοποί του Νόμου ήταν: να κάνει φανερές τις παραβάσεις (Γα 3:19), να οδηγήσει τους Ιουδαίους στον Χριστό (Γα 3:24), να χρησιμεύσει ως σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων (Εβρ 10:1· Κολ 2:17), να προστατέψει τους Ιουδαίους από την ψεύτικη, ειδωλολατρική θρησκεία και να διατηρήσει την αληθινή λατρεία του Ιεχωβά, καθώς και να προστατέψει τη γραμμή του σπέρματος της υπόσχεσης. Αυτή η διαθήκη, η οποία προστέθηκε στη διαθήκη που είχε γίνει με τον Αβραάμ (Γα 3:17-19), οργάνωσε το φυσικό σπέρμα-έθνος που προήλθε από τον Αβραάμ μέσω του Ισαάκ και του Ιακώβ.
Η διαθήκη του Νόμου παρείχε οφέλη και σε άλλους που δεν ανήκαν στον φυσικό Ισραήλ, διότι μπορούσαν να γίνουν προσήλυτοι με το να περιτμηθούν και μπορούσαν να λάβουν πολλά από τα οφέλη του Νόμου.—Εξ 12:48, 49.
Πώς καταστάθηκε «παλιά» η διαθήκη του Νόμου;
Εντούτοις, η διαθήκη του Νόμου καταστάθηκε κατά μία έννοια «παλιά» όταν ο Θεός ανήγγειλε μέσω του προφήτη Ιερεμία ότι θα ερχόταν σε ύπαρξη μια νέα διαθήκη. (Ιερ 31:31-34· Εβρ 8:13) Το 33 Κ.Χ. η διαθήκη του Νόμου ακυρώθηκε βάσει του θανάτου του Χριστού στο ξύλο του βασανισμού (Κολ 2:14) και αντικαταστάθηκε από τη νέα διαθήκη.—Εβρ 7:12· 9:15· Πρ 2:1-4.
Η Διαθήκη με τη Φυλή του Λευί. Ο Ιεχωβά έκανε μια διαθήκη με τη φυλή του Λευί, σύμφωνα με την οποία ολόκληρη η φυλή έπρεπε να ξεχωριστεί για τις οργανωμένες υπηρεσίες της σκηνής της μαρτυρίας, καθώς και για την ιεροσύνη. Αυτό συνέβη στην έρημο του Σινά, το 1512 Π.Κ.Χ. (Εξ 40:2, 12-16· Μαλ 2:4) Ο Ααρών και οι γιοι του, που ανήκαν στην οικογένεια του Καάθ, επρόκειτο να είναι ιερείς, ενώ οι υπόλοιπες οικογένειες του Λευί θα φρόντιζαν για άλλα καθήκοντα, όπως το στήσιμο της σκηνής, τη μεταφορά της και άλλα ζητήματα. (Αρ 3:6-13· κεφ. 4) Αργότερα, υπηρέτησαν με παρόμοιο τρόπο στο ναό. (1Χρ 23) Οι τελετές καθιέρωσης του ιερατείου έλαβαν χώρα στις 1-7 Νισάν του 1512 Π.Κ.Χ., και το ιερατείο άρχισε την υπηρεσία του στις 8 Νισάν. (Λευ κεφ. 8, 9) Οι Λευίτες δεν είχαν κληρονομιά στη γη, αλλά λάβαιναν δέκατα από τις άλλες φυλές, κατοικούσαν δε σε πόλεις που παρεμβάλλονταν στην κληρονομιά άλλων φυλών. (Αρ 18:23, 24· Ιη 21:41) Λόγω του ζήλου που επέδειξε ο Φινεές για την απόδοση αποκλειστικής αφοσίωσης στον Ιεχωβά, ο Θεός έκανε διαθήκη ειρήνης με αυτόν, μια διαθήκη που διασφάλιζε στον αιώνα την ιεροσύνη για αυτόν και τους απογόνους του. (Αρ 25:10-13) Η διαθήκη με τον Λευί συνέχισε να ισχύει μέχρις ότου τερματίστηκε η διαθήκη του Νόμου.—Εβρ 7:12.
Η Διαθήκη με τον Ισραήλ στη Γη του Μωάβ. Λίγο πριν μπει ο Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, το 1473 Π.Κ.Χ., ο Ιεχωβά έκανε μια διαθήκη με τον φυσικό Ισραήλ στη γη του Μωάβ. (Δευ 29:1· 1:3) Ένα μεγάλο μέρος του Νόμου επαναδιατυπώθηκε και εξηγήθηκε εδώ από τον Μωυσή. Ο σκοπός της διαθήκης ήταν να ενθαρρύνει την πιστότητα στον Ιεχωβά, να κάνει τροποποιήσεις και να διατυπώσει ορισμένους νόμους οι οποίοι θα ήταν απαραίτητοι στους Ισραηλίτες καθώς θα άλλαζαν τρόπο ζωής—θα σταματούσαν τις περιπλανήσεις και θα αποκτούσαν σταθερό τόπο διαμονής. (Δευ 5:1, 2, 32, 33· 6:1· παράβαλε Λευ 17:3-5 με Δευ 12:15, 21.) Αυτή η διαθήκη τερματίστηκε όταν καταργήθηκε η διαθήκη του Νόμου, διότι αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του Νόμου.
Η Διαθήκη με τον Βασιλιά Δαβίδ. Η διαθήκη με τον Δαβίδ έγινε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ (1070-1038 Π.Κ.Χ.), τα δε συμβαλλόμενα μέρη ήταν ο Ιεχωβά και ο Δαβίδ ως εκπρόσωπος της οικογένειάς του. (2Σα 7:11-16) Οι όροι αυτής της διαθήκης ήταν ότι ένας γιος από τη γραμμή του Δαβίδ θα κατείχε το θρόνο για πάντα και ότι αυτός ο γιος θα έχτιζε έναν οίκο για το όνομα του Ιεχωβά. Ο σκοπός του Θεού σε αυτή τη διαθήκη ήταν να παράσχει μια βασιλική δυναστεία στους Ισραηλίτες, να δώσει στον Ιησού, ως κληρονόμο του Δαβίδ, το νόμιμο δικαίωμα στο θρόνο του Δαβίδ, το «θρόνο του Ιεχωβά» (1Χρ 29:23· Λου 1:32), και να παράσχει στοιχεία για τον προσδιορισμό του Ιησού ως Μεσσία. (Ιεζ 21:25-27· Ματ 1:6-16· Λου 3:23-31) Αυτή η διαθήκη δεν περιλάμβανε κανενός είδους ιερατείο. Η υπηρεσία του Λευιτικού ιερατείου ήταν παράλληλη με αυτήν των βασιλιάδων της γραμμής του Δαβίδ—υπό το Νόμο η ιεροσύνη και η βασιλεία ήταν πράγματα εντελώς ξεχωριστά. Εφόσον ο Ιεχωβά αναγνωρίζει αυτή τη βασιλεία και μέσω αυτής επιτελεί έργο για πάντα, η διαθήκη έχει αιώνια διάρκεια.—Ησ 9:7· 2Πε 1:11.
Η Διαθήκη για Ιεροσύνη Όμοια με του Μελχισεδέκ. Αυτή η διαθήκη διατυπώνεται στο εδάφιο Ψαλμός 110:4, ο δε συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής την εφαρμόζει στον Χριστό στα εδάφια Εβραίους 7:1-3, 15-17. Είναι μια διαθήκη που συνάφθηκε από τον Ιεχωβά με τον Ιησού Χριστό μόνο. Ο Ιησούς αναφέρθηκε προφανώς σε αυτήν όταν έκανε διαθήκη με τους ακολούθους του για μια βασιλεία. (Λου 22:29) Όπως ορκίστηκε ο Ιεχωβά, ο Ιησούς Χριστός, ο ουράνιος Γιος του Θεού, θα ήταν ιερέας σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ. Ο Μελχισεδέκ ήταν βασιλιάς και ιερέας του Θεού στη γη. Ο Ιησούς Χριστός θα κατείχε τόσο το αξίωμα του Βασιλιά όσο και το αξίωμα του Αρχιερέα, όχι στη γη, αλλά στον ουρανό. Εδραιώθηκε μόνιμα στα αξιώματά του μετά την ανάληψή του στον ουρανό. (Εβρ 6:20· 7:26, 28· 8:1) Η διαθήκη θα είναι σε ισχύ για πάντα, δεδομένου ότι ο Ιησούς θα ενεργεί υπό την κατεύθυνση του Ιεχωβά ως Βασιλιάς και Αρχιερέας για πάντα.—Εβρ 7:3.
Η Νέα Διαθήκη. Ο Ιεχωβά προείπε τη νέα διαθήκη μέσω του προφήτη Ιερεμία τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., δηλώνοντας ότι δεν θα ήταν όπως η διαθήκη του Νόμου, την οποία ο Ισραήλ παραβίασε. (Ιερ 31:31-34) Τη νύχτα πριν από το θάνατό του, στις 14 Νισάν του 33 Κ.Χ., όταν θέσπισε τον εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου, ο Ιησούς Χριστός ανήγγειλε τη νέα διαθήκη η οποία θα επικυρωνόταν με τη θυσία του. (Λου 22:20) Την 50ή ημέρα από την ανάστασή του και 10 ημέρες αφότου είχε ανεβεί στον Πατέρα του, εξέχυσε το άγιο πνεύμα, το οποίο είχε λάβει από τον Ιεχωβά, στους μαθητές του που είχαν συναχθεί σε ένα ανώγειο στην Ιερουσαλήμ.—Πρ 2:1-4, 17, 33· 2Κο 3:6, 8, 9· Εβρ 2:3, 4.
Τα συμβαλλόμενα μέρη στη νέα διαθήκη είναι από τη μια πλευρά ο Ιεχωβά και από την άλλη ο «Ισραήλ του Θεού», όσοι είναι γεννημένοι από το πνεύμα σε ενότητα με τον Χριστό, οι οποίοι αποτελούν την εκκλησία ή το σώμα του. (Εβρ 8:10· 12:22-24· Γα 6:15, 16· 3:26-28· Ρω 2:28, 29) Η νέα διαθήκη τίθεται σε ισχύ με το χυμένο αίμα (τη θυσία της ανθρώπινης ζωής) του Ιησού Χριστού, η αξία του οποίου παρουσιάστηκε στον Ιεχωβά μετά την ανάληψη του Ιησού στον ουρανό. (Ματ 26:28) Όταν κάποιος εκλέγεται από τον Θεό για την ουράνια κλήση (Εβρ 3:1), ο Θεός τον περιλαμβάνει στη διαθήκη Του βάσει της θυσίας του Χριστού. (Ψλ 50:5· Εβρ 9:14, 15, 26) Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσίτης της νέας διαθήκης (Εβρ 8:6· 9:15) και είναι το κύριο Σπέρμα του Αβραάμ. (Γα 3:16) Με τη μεσιτεία του στη νέα διαθήκη, ο Ιησούς βοηθάει όσους περιλαμβάνονται σε αυτήν να γίνουν μέρος του πραγματικού σπέρματος του Αβραάμ (Εβρ 2:16· Γα 3:29) μέσω συγχώρησης των αμαρτιών τους. Ο Ιεχωβά τούς ανακηρύσσει δίκαιους.—Ρω 5:1, 2· 8:33· Εβρ 10:16, 17.
Αυτοί οι γεννημένοι από το πνεύμα χρισμένοι αδελφοί του Χριστού γίνονται υφιερείς του Αρχιερέα, «βασιλικό ιερατείο». (1Πε 2:9· Απ 5:9, 10· 20:6) Επιτελούν ιερατικό έργο, μια «δημόσια υπηρεσία» (Φλπ 2:17), και ονομάζονται «διάκονοι μιας νέας διαθήκης». (2Κο 3:6) Αυτοί οι καλεσμένοι πρέπει να ακολουθούν τα βήματα του Χριστού πιστά, μέχρι να καταθέσουν τη ζωή τους στο θάνατο. Ο Ιεχωβά θα τους κάνει έπειτα βασιλεία ιερέων, καθιστώντας τους συμμέτοχους σε θεϊκή φύση, και θα τους ανταμείψει με αθανασία και αφθαρσία ως συγκληρονόμους με τον Χριστό στους ουρανούς. (1Πε 2:21· Ρω 6:3, 4· 1Κο 15:53· 1Πε 1:4· 2Πε 1:4) Ο σκοπός της διαθήκης είναι να ληφθεί ένας λαός για το όνομα του Ιεχωβά ως μέρος του “σπέρματος” του Αβραάμ. (Πρ 15:14) Αυτοί γίνονται η «νύφη» του Χριστού και αποτελούν το σώμα των ατόμων με τα οποία συνάπτει ο Χριστός διαθήκη για τη Βασιλεία, προκειμένου να κυβερνήσουν μαζί Του. (Ιωα 3:29· 2Κο 11:2· Απ 21:9· Λου 22:29· Απ 1:4-6· 5:9, 10· 20:6) Ο σκοπός της νέας διαθήκης προϋποθέτει να βρίσκεται αυτή σε ισχύ ωσότου όλα τα μέλη του «Ισραήλ του Θεού» αναστηθούν σε αθάνατη ζωή στους ουρανούς. Εφόσον τα οφέλη από την εκπλήρωση αυτού του σκοπού θα είναι αιώνια, αυτή η διαθήκη αποκαλείται “αιώνια διαθήκη”.—Εβρ 13:20.
Η Διαθήκη του Ιησού με τους Ακολούθους Του. Τη νύχτα της 14ης Νισάν του 33 Κ.Χ., αφού γιορτάστηκε το Δείπνο του Κυρίου, ο Ιησούς σύναψε αυτή τη διαθήκη με τους πιστούς αποστόλους του. Στους 11 πιστούς αποστόλους υποσχέθηκε ότι θα καθήσουν σε θρόνους. (Λου 22:28-30· παράβαλε 2Τι 2:12.) Αργότερα, έδειξε ότι αυτή η υπόσχεση περιλάμβανε όλους τους γεννημένους από το πνεύμα “νικητές”. (Απ 3:21· βλέπε επίσης Απ 1:4-6· 5:9, 10· 20:6.) Την ημέρα της Πεντηκοστής εγκαινίασε αυτή τη διαθήκη μαζί τους χρίοντας με άγιο πνεύμα τους μαθητές που ήταν παρόντες στο ανώγειο στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 2:1-4, 33) Εκείνοι που θα παρέμεναν προσκολλημένοι σε αυτόν εν μέσω δοκιμασιών, πεθαίνοντας με έναν θάνατο όμοιο με το δικό του (Φλπ 3:10· Κολ 1:24), θα βασίλευαν μαζί του, συμμετέχοντας στη διακυβέρνηση της Βασιλείας του. Η διαθήκη θα παραμένει σε ισχύ μεταξύ του Ιησού Χριστού και αυτών των συμβασιλέων για πάντα.—Απ 22:5.
Διάφορες Άλλες Διαθήκες. (α) Του Ιησού του Ναυή και των αρχηγών του Ισραήλ με τους κατοίκους της πόλης Γαβαών προκειμένου να τους αφήσουν να ζήσουν. Αν και ήταν επικατάρατοι Χαναναίοι, τους οποίους οι Ισραηλίτες έπρεπε να καταστρέψουν, η διαθήκη θεωρούνταν τόσο δεσμευτική ώστε επιτράπηκε στους Γαβαωνίτες να ζήσουν. Η κατάρα όμως εκπληρώθηκε, δεδομένου ότι καταστάθηκαν ξυλοκόποι και νεροκουβαλητές για τη σύναξη του Ισραήλ. (Ιη 9:15, 16, 23-27) (β) Του Ιησού του Ναυή με τον Ισραήλ προκειμένου να υπηρετούν τον Ιεχωβά. (Ιη 24:25, 26) (γ) Των πρεσβυτέρων της Γαλαάδ με τον Ιεφθάε στη Μισπά προκειμένου να τον καταστήσουν κεφαλή των κατοίκων της Γαλαάδ αν ο Ιεχωβά τού έδινε τη νίκη επί των Αμμωνιτών. (Κρ 11:8-11) (δ) Μεταξύ του Ιωνάθαν και του Δαβίδ. (1Σα 18:3· 23:18) (ε) Του Ιωδαέ του ιερέα με τους αρχηγούς της Καρικής Σωματοφυλακής και των δρομέων. (2Βα 11:4· 2Χρ 23:1-3) (στ) Του Ισραήλ με τον Ιεχωβά προκειμένου να αποβάλουν τις αλλοεθνείς συζύγους. (Εσδ 10:3) (ζ) Του Ιεχωβά προκειμένου να δώσει τον υπηρέτη του ως διαθήκη του λαού (για το λαό). (Ησ 42:6· 49:8) (η) Του Δαβίδ με όλους τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, στη Χεβρών. (1Χρ 11:3) (θ) Μια διαθήκη του λαού, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ασά, προκειμένου να αναζητούν τον Ιεχωβά με όλη τους την καρδιά και την ψυχή. (2Χρ 15:12) (ι) Του Ιωσία με τον Ιεχωβά προκειμένου να τηρεί τις εντολές του Ιεχωβά, σύμφωνα με το Νόμο. (2Χρ 34:31) (κ) Οι «κομπαστές» που κυβερνούσαν την Ιερουσαλήμ σκέφτονταν λανθασμένα ότι ήταν ασφαλείς έχοντας κάνει «διαθήκη με τον Θάνατο».—Ησ 28:14, 15, 18.
-
-
ΔιακονίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΚΟΝΙΑ
Το έργο και η υπηρεσία ενός διακόνου ή υπηρέτη ο οποίος είναι υπόλογος σε κάποιον ανώτερο. Στον αρχαίο Ισραήλ, οι Λευίτες υπηρετούσαν ως διάκονοι του Ιεχωβά. Οι προφήτες χρησιμοποιούνταν και αυτοί για να διακονούν με ειδικό τρόπο. (Δευ 10:8· 21:5· βλέπε ΔΙΑΚΟΝΟΣ· ΙΕΡΕΑΣ· ΛΕΥΙΤΕΣ.) Ωστόσο, με την έλευση του Ιησού Χριστού στη γη, ξεκίνησε μια νέα διακονία. Ο Ιησούς ανέθεσε στους ακολούθους του την αποστολή να κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη. (Ματ 28:19, 20) Ως εκ τούτου, σε έναν κόσμο αποξενωμένο από τον Θεό, οι Χριστιανοί έφερναν ένα άγγελμα συμφιλίωσης με τον Θεό μέσω του Χριστού.—2Κο 5:18-20.
Όσοι ανταποκρίνονταν ευνοϊκά στη «διακονία της συμφιλίωσης» (2Κο 5:18) χρειαζόταν να λάβουν κατάλληλη εκπαίδευση, διδασκαλία, βοήθεια και κατεύθυνση για να γίνουν και να παραμείνουν σταθεροί στην πίστη, καθώς επίσης για να επιτελούν και οι ίδιοι το έργο μαθήτευσης. (Παράβαλε 2Τι 4:1, 2· Τιτ 1:13, 14· 2:1· 3:8.) Γι’ αυτό, μετά την ανάληψή του στον ουρανό, ο Χριστός Ιησούς, ως η κεφαλή της εκκλησίας, έδωσε «δώρα σε μορφή ανθρώπων», αποστόλους, προφήτες, ευαγγελιστές, ποιμένες και δασκάλους, «με προοπτική τη διόρθωση των αγίων, για διακονικό έργο, για την εποικοδόμηση του σώματος του Χριστού».—Εφ 4:7-16· βλέπε ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ.
Μια άλλη πτυχή της διακονίας εντός της εκκλησίας αφορούσε την υλική φροντίδα άπορων αδελφών που ήταν άξιοι βοήθειας. Η διακονία στην οποία διορίστηκαν ο Στέφανος και έξι άλλοι αναγνωρισμένοι άντρες είχε να κάνει με τη διανομή τροφίμων σε Χριστιανές χήρες. (Πρ 6:1-6) Αργότερα, οι εκκλησίες της Μακεδονίας και της Αχαΐας συμμετείχαν σε μια διακονία παροχής βοήθειας για τους φτωχούς αδελφούς της Ιουδαίας. (2Κο 8:1-4· 9:1, 2, 11-13) Όταν τελικά η συνεισφορά συγκεντρώθηκε και ο Παύλος ετοιμαζόταν να τη μεταφέρει στην Ιερουσαλήμ, ζήτησε από τους αδελφούς της Ρώμης να προσεύχονται, όπως έκανε και εκείνος, προκειμένου να είναι ευπρόσδεκτη αυτή η διακονία παροχής βοήθειας στους αγίους για τους οποίους προοριζόταν.—Ρω 15:25, 26, 30, 31.
Μερικά χρόνια νωρίτερα, οι Χριστιανοί της Αντιόχειας, στη Συρία, εκδήλωσαν παρόμοια αγάπη όταν έστειλαν βοήθεια ως διακονία για τους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία κατά τη διάρκεια μιας περιόδου πείνας.—Πρ 11:28-30.
-
-
ΔιάκονοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΚΟΝΟΣ
Η εβραϊκή λέξη μεσαρέθ, η οποία αποδίδεται «διάκονος», είναι μετοχή του ρήματος σαράθ, το οποίο σημαίνει «υπηρετώ» ή «διακονώ» κάποιον ανώτερο, και χρησιμοποιείται είτε με κοσμική είτε με θρησκευτική έννοια. (Γε 39:4· Δευ 10:8) Όσον αφορά τη λέξη διάκονος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, ο Ντ. Έντμοντ Χάιμπερτ έγραψε τα εξής στο σύγγραμμα Ιερή Βιβλιοθήκη (Bibliotheca Sacra): «Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι αυτός ο όρος αποτελεί σύνθετη λέξη, από την πρόθεση [διά], που σημαίνει “διαμέσου”, και το ουσιαστικό [κόνις], δηλαδή “σκόνη”, και επομένως υποδηλώνει κάποιον που περνάει βιαστικά μέσα από τη σκόνη για να εκτελέσει την υπηρεσία του. Ωστόσο, αυτή η πιθανολογούμενη ετυμολογία δεν είναι γενικά αποδεκτή σήμερα. Το πιθανότερο είναι ότι η λέξη προερχόταν από το ρήμα [διήκω], “φτάνω από το ένα μέρος στο άλλο”, συγγενικό του ρήματος [διώκω], “τρέχω πίσω από κάποιον, κυνηγώ”. Συνεπώς, η ετυμολογική έννοια της λέξης μεταδίδει την ιδέα ενός ανθρώπου που επιδιώκει με επιμέλεια και επιμονή να αποδώσει υπηρεσία για χάρη των άλλων».—1983, Τόμ. 140, σ. 153.
Στο εβραϊκό και στο ελληνικό κείμενο, αυτές οι λέξεις και οι συγγενικοί τους τύποι εφαρμόζονται και σε άντρες και σε γυναίκες. (2Σα 13:17, 18· 1Βα 1:4, 15· 2Κο 3:6· Ρω 16:1) Ο Ιησούς του Ναυή ήταν διάκονος (υπηρέτης) του Μωυσή «από τη νεαρή του ηλικία». (Αρ 11:28· Ιη 1:1, υποσ.) Ο υπηρέτης του Ελισαιέ αποκαλούνταν επίσης διάκονός του. (2Βα 4:43· 6:15) Οι βασιλιάδες και οι άρχοντες είχαν υπηρέτες, ή αλλιώς διακόνους (2Χρ 22:8· Εσθ 2:2· 6:3), μερικοί από τους οποίους υπηρετούσαν ως τραπεζοκόμοι στο βασιλικό τραπέζι.—1Βα 10:4, 5· 2Χρ 9:3, 4.
Οι Αγγελικοί Διάκονοι του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά Θεός δημιούργησε τα δεκάδες εκατομμύρια των αγγέλων, οι οποίοι βρίσκονται όλοι υπό τον έλεγχό του και τους οποίους μπορεί αναμφίβολα να καλεί ονομαστικά, όπως καλεί τα αναρίθμητα άστρα. (Ψλ 147:4) Οι άγγελοι τον υπηρετούν ως διάκονοί του, κάνοντας το θέλημά του στο σύμπαν. (Ψλ 103:20, 21) Ο ψαλμωδός λέει για τον Ιεχωβά ότι κάνει “τους αγγέλους του πνεύματα, τους διακόνους του φωτιά που κατατρώει”. (Ψλ 104:4) Αυτοί περιγράφονται ως «πνεύματα για δημόσια υπηρεσία, απεσταλμένα να διακονούν για εκείνους που πρόκειται να κληρονομήσουν σωτηρία». (Εβρ 1:13, 14) Άγγελοι διακόνησαν τον Ιησού Χριστό στην έρημο, όταν εκείνος είχε αποκρούσει τις προσπάθειες που κατέβαλε ο Σατανάς για να τον κάνει να παρεκκλίνει από την υπακοή προς τον Ιεχωβά. (Ματ 4:11) Επίσης, όταν ο Ιησούς προσευχόταν στη Γεθσημανή, εμφανίστηκε ένας άγγελος και τον ενίσχυσε. (Λου 22:43) Στο όραμα του προφήτη Δανιήλ, όπου «κάποιος που ήταν σαν γιος ανθρώπου» έλαβε εξουσία για διακυβέρνηση πάνω σε όλους τους λαούς και τις γλώσσες η οποία θα διαρκέσει στον αιώνα, εκατομμύρια άγγελοι παρουσιάζονται να διακονούν γύρω από το θρόνο του Παλαιού των Ημερών.—Δα 7:9-14.
Η Φυλή του Λευί. Μετά την απελευθέρωση των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, και όταν το έθνος οργανώθηκε υπό τη διαθήκη του Νόμου, ο Ιεχωβά επέλεξε τους άντρες της φυλής του Λευί ως ειδικούς διακόνους του. (Αρ 3:6· 1Χρ 16:4) Μερικοί από αυτούς, η οικογένεια του Ααρών, ήταν ιερείς. (Δευ 17:12· 21:5· 1Βα 8:11· Ιερ 33:21) Οι Λευίτες εκτελούσαν διάφορα καθήκοντα στα πλαίσια της διακονίας τους—φρόντιζαν για το αγιαστήριο και όλα του τα σκεύη, για τη διακονία της υμνωδίας, και ούτω καθεξής.—Αρ 3:7, 8· 1Χρ 6:32.
Οι Προφήτες. Εκτός του ότι χρησιμοποιούσε όλους τους άντρες της φυλής του Λευί, ο Ιεχωβά ανέθεσε και σε άλλους να διακονούν το λαό του τον Ισραήλ με ειδικό τρόπο. Τα άτομα αυτά ήταν οι προφήτες, οι οποίοι υπηρετούσαν ως διορισμένοι και απεσταλμένοι από τον Ιεχωβά σε ατομική βάση. Μερικοί από αυτούς είχαν επίσης ιερατική καταγωγή, αλλά πολλοί ήταν από άλλες φυλές του Ισραήλ. (Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ.) Ενεργούσαν ως αγγελιοφόροι του Ιεχωβά και στέλνονταν για να προειδοποιήσουν το έθνος όταν αυτό παρέκκλινε από το Νόμο, επιδιώκοντας να επαναφέρουν τους βασιλιάδες και το λαό στην αληθινή λατρεία. (2Χρ 36:15, 16· Ιερ 7:25, 26) Οι προφητείες τους βοηθούσαν, ενθάρρυναν και ενίσχυαν όσους είχαν δίκαιη καρδιά, ιδιαίτερα σε καιρούς πνευματικής και ηθικής παρακμής, καθώς και όταν ο Ισραήλ απειλούνταν ολόγυρα από εχθρούς.—2Βα 7· Ησ 37:21-38.
Επίσης, οι προφητείες τους έστρεφαν την προσοχή στον Ιησού Χριστό και στη Μεσσιανική Βασιλεία. (Απ 19:10) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής εκτέλεσε εξαίρετο έργο, επιστρέφοντας «την καρδιά των πατέρων προς τους γιους και την καρδιά των γιων προς τους πατέρες» καθώς προετοίμαζε την οδό για τον εκπρόσωπο του Ιεχωβά, τον Κύριο Ιησού Χριστό. (Μαλ 4:5, 6· Ματ 11:13, 14· Λου 1:77-79) Οι προφήτες δεν διακονούσαν μόνο τους συγχρόνους τους, διότι ο απόστολος Πέτρος γράφει στους Χριστιανούς: «Τους αποκαλύφτηκε ότι, όχι για τον εαυτό τους, αλλά για εσάς διακονούσαν σχετικά με τα πράγματα που έχουν ανακοινωθεί τώρα σε εσάς μέσω εκείνων οι οποίοι έχουν διακηρύξει τα καλά νέα σε εσάς με άγιο πνεύμα σταλμένο από τον ουρανό. Σε αυτά τα πράγματα άγγελοι επιθυμούν να εμβαθύνουν».—1Πε 1:10-12.
Ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο πρώτιστος διάκονος του Ιεχωβά. Έγινε «διάκονος των περιτμημένων για χάρη της φιλαλήθειας του Θεού, ώστε να επαληθεύσει τις υποσχέσεις που έδωσε Εκείνος στους προπάτορές τους», καθώς «και για να δοξάσουν τα έθνη τον Θεό για το έλεός του». Ως εκ τούτου, «σε αυτόν έθνη θα στηρίξουν την ελπίδα τους».—Ρω 15:8-12.
Ο διορισμός του Ιησού ήταν από τον ίδιο τον Ιεχωβά. Όταν αυτός παρουσιάστηκε για να βαφτιστεί, «άνοιξαν οι ουρανοί», σύμφωνα με την αφήγηση, «και [ο Ιωάννης ο Βαφτιστής] είδε πνεύμα Θεού να κατεβαίνει σαν περιστέρι και να έρχεται πάνω του [στον Ιησού]. Ακούστηκε, επίσης, φωνή από τους ουρανούς που είπε: “Αυτός είναι ο Γιος μου ο αγαπητός, τον οποίο έχω επιδοκιμάσει”». (Ματ 3:16, 17) Στην προανθρώπινη ύπαρξή του, ο Ιησούς είχε υπηρετήσει τον Ιεχωβά αμέτρητους αιώνες, αλλά σε αυτή την περίπτωση ξεκίνησε μια νέα διακονία. Απέδειξε ότι ήταν πράγματι διάκονος του Θεού, υπηρετώντας τόσο τον Θεό όσο και τους συνανθρώπους του. Γι’ αυτό, στη συναγωγή της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ναζαρέτ, ο Ιησούς μπορούσε δικαιωματικά να πάρει το ρόλο του Ησαΐα και να διαβάσει τα λόγια που βρίσκονται σήμερα στα εδάφια 1 και 2 του 61ου κεφαλαίου: «Το πνεύμα του Υπέρτατου Κυρίου Ιεχωβά είναι πάνω μου, επειδή ο Ιεχωβά με έχρισε για να πω καλά νέα στους πράους. Με έστειλε να επιδέσω τα τραύματα εκείνων που έχουν συντετριμμένη καρδιά, να κηρύξω ελευθερία στους αιχμαλωτισμένους και άνοιγμα των ματιών στους φυλακισμένους· να κηρύξω το έτος της καλής θέλησης του Ιεχωβά». Κατόπιν είπε στους παρευρισκομένους: «Σήμερα εκπληρώνεται αυτή η γραφή που μόλις ακούσατε».—Λου 4:16-21.
Όταν ο Πέτρος κήρυξε στον πρώτο Εθνικό που μεταστράφηκε στη Χριστιανοσύνη, τον Κορνήλιο, περιέγραψε την πορεία του Ιησού στη διάρκεια των τριάμισι ετών της επίγειας διακονίας του, εφιστώντας την προσοχή του Κορνήλιου στον «Ιησού που ήταν από τη Ναζαρέτ, [στο] πώς τον έχρισε ο Θεός με άγιο πνεύμα και δύναμη, και αυτός διάβηκε τη χώρα κάνοντας το καλό και γιατρεύοντας όλους όσους καταδυναστεύονταν από τον Διάβολο· επειδή ο Θεός ήταν μαζί του». (Πρ 10:38) Ο Ιησούς κυριολεκτικά διάβηκε με τα πόδια όλο τον τομέα που του είχε ανατεθεί, υπηρετώντας τον Ιεχωβά και τους ανθρώπους. Όχι μόνο αυτό, αλλά έδωσε και την ίδια του την ψυχή ως λύτρο για τους άλλους. Ο ίδιος είπε: «Ο Γιος του ανθρώπου ήρθε, όχι για να τον διακονήσουν, αλλά για να διακονήσει και να δώσει την ψυχή του λύτρο σε αντάλλαγμα για πολλούς».—Ματ 20:28.
Χριστιανοί Διάκονοι. Στο διακονικό του έργο ο Ιησούς κάλεσε ως συντρόφους του πολλά άλλα άτομα, αποστόλους και μαθητές, τους οποίους εκπαίδευσε να συνεχίσουν το ίδιο διακονικό έργο. Αρχικά απέστειλε τους 12, κατόπιν 70 άλλους. Η ενεργός δύναμη του Θεού ήταν πάνω και σε αυτούς, καθιστώντας τους ικανούς να εκτελούν πολλά θαύματα. (Ματ 10:1, 5-15, 27, 40· Λου 10:1-12, 16) Ωστόσο, το κύριο έργο που έπρεπε να επιτελέσουν ήταν το κήρυγμα και η διδασκαλία των καλών νέων της Βασιλείας του Θεού. Στην πραγματικότητα, τα θαύματα αποσκοπούσαν πρωτίστως στο να αποδειχτεί δημόσια ότι αυτοί ήταν διορισμένοι και επιδοκιμασμένοι από τον Ιεχωβά.—Εβρ 2:3, 4.
Ο Ιησούς εκπαίδευε τους μαθητές του με τα λόγια αλλά και με το παράδειγμά του. Δεν δίδασκε μόνο δημόσια, αλλά και σε σπίτια, μεταδίδοντας τα καλά νέα απευθείας στους ανθρώπους. (Ματ 9:10, 28· Λου 7:36· 8:1· 19:1-6) Από τις αφηγήσεις των Ευαγγελιστών γίνεται σαφές ότι οι μαθητές του Ιησού ήταν παρόντες σε πολλές περιπτώσεις στις οποίες εκείνος έδωσε μαρτυρία σε ανθρώπους διαφόρων ειδών, και μάλιστα είναι καταγραμμένες οι συνομιλίες που έλαβαν χώρα. Σύμφωνα με το βιβλίο των Πράξεων, οι μαθητές του ακολούθησαν αυτό το παράδειγμα, κάνοντας επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι για να διακηρύξουν το άγγελμα της Βασιλείας.—Πρ 5:42· 20:20· βλέπε ΚΗΡΥΓΜΑ, ΚΗΡΥΚΑΣ («Από Σπίτι σε Σπίτι»).
Ο Ιησούς εξήγησε στους μαθητές του ποιος είναι αληθινός διάκονος του Θεού: «Οι βασιλιάδες των εθνών τα καταδυναστεύουν, και εκείνοι που έχουν εξουσία πάνω τους αποκαλούνται Ευεργέτες. Εσείς, όμως, δεν πρέπει να είστε έτσι. Αλλά ο μεγαλύτερος ανάμεσά σας ας γίνει όπως ο νεότερος, και αυτός που είναι αρχηγός, όπως αυτός που διακονεί. Διότι ποιος είναι μεγαλύτερος, αυτός που πλαγιάζει μπροστά στο τραπέζι ή αυτός που διακονεί; Δεν είναι αυτός που πλαγιάζει μπροστά στο τραπέζι;» Κατόπιν, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τη δική του πορεία και διαγωγή, είπε: «Εγώ, όμως, είμαι ανάμεσά σας ως αυτός που διακονεί». (Λου 22:25-27) Σε εκείνη την περίπτωση, κατέδειξε με δυναμικό τρόπο αυτές τις αρχές, όπως την αρχή της ταπεινοφροσύνης, πλένοντας τα πόδια των μαθητών.—Ιωα 13:5.
Ο Ιησούς επισήμανε περαιτέρω στους μαθητές του ότι οι αληθινοί διάκονοι του Θεού δεν αποδέχονται κολακευτικούς θρησκευτικούς τίτλους για τον εαυτό τους ούτε αποδίδουν τέτοιους τίτλους σε άλλους. «Μην αποκληθείτε Ραββί, γιατί ένας είναι ο δάσκαλός σας, ενώ όλοι εσείς είστε αδελφοί. Επιπλέον, μην αποκαλέσετε κανέναν πατέρα σας πάνω στη γη, γιατί ένας είναι ο Πατέρας σας, ο Ουράνιος. Ούτε να αποκληθείτε “ηγέτες”, γιατί Ηγέτης σας είναι ένας, ο Χριστός. Αλλά ο μεγαλύτερος ανάμεσά σας πρέπει να είναι διάκονός σας [ή υπηρέτης σας]. Όποιος εξυψώσει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί και όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του θα εξυψωθεί».—Ματ 23:8-12.
Οι χρισμένοι ακόλουθοι του Κυρίου Ιησού Χριστού χαρακτηρίζονται “διάκονοι των καλών νέων”, όπως ήταν ο Παύλος. (Κολ 1:23) Επίσης είναι «διάκονοι μιας νέας διαθήκης», εφόσον βρίσκονται σε σχέση διαθήκης με τον Ιεχωβά Θεό, έχοντας τον Χριστό ως Μεσίτη. (2Κο 3:6· Εβρ 9:14, 15) Ως αποτέλεσμα, είναι διάκονοι του Θεού και του Χριστού. (2Κο 6:4· 11:23) Τα προσόντα τους προέρχονται από τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, όχι από κάποιον άνθρωπο ή οργάνωση. Τα αποδεικτικά στοιχεία της διακονίας τους δεν περιέχονται σε κάποιο χαρτί ή πιστοποιητικό, λόγου χάρη σε μια συστατική επιστολή ή εξουσιοδότηση. Η δική τους συστατική «επιστολή» βρίσκεται στα άτομα τα οποία έχουν διδάξει και εκπαιδεύσει για να είναι, όπως και οι ίδιοι, διάκονοι του Χριστού. Σχετικά με αυτό, ο απόστολος Παύλος λέει: «Μήπως χρειαζόμαστε, όπως μερικοί, συστατικές επιστολές προς εσάς ή από εσάς; Εσείς είστε η επιστολή μας, που είναι χαραγμένη στις καρδιές μας και τη γνωρίζει και τη διαβάζει όλη η ανθρωπότητα. Διότι αποκαλύπτεται ότι εσείς είστε επιστολή του Χριστού γραμμένη από εμάς ως διακόνους, χαραγμένη, όχι με μελάνι, αλλά με πνεύμα ενός ζωντανού Θεού, όχι σε πέτρινες πλάκες, αλλά σε σάρκινες πλάκες, σε καρδιές». (2Κο 3:1-3) Εδώ ο Παύλος δείχνει την αγάπη και το συναισθηματικό δεσμό, τη θερμή στοργή και το ενδιαφέρον που αισθάνεται ο Χριστιανός διάκονος για εκείνους τους οποίους διακονεί, δεδομένου ότι είναι “χαραγμένοι στην καρδιά” του διακόνου.
Εύλογα, λοιπόν, αφού ο Χριστός αναλήφθηκε στον ουρανό, έδωσε στη Χριστιανική εκκλησία «δώρα σε μορφή ανθρώπων». Μεταξύ αυτών υπήρχαν απόστολοι, προφήτες, ευαγγελιστές, ποιμένες και δάσκαλοι, οι οποίοι δόθηκαν «με προοπτική τη διόρθωση των αγίων, για διακονικό έργο, για την εποικοδόμηση του σώματος του Χριστού». (Εφ 4:7-12) Τα προσόντα τους ως διακόνων προέρχονται από τον Θεό.—2Κο 3:4-6.
Στην Αποκάλυψη που δόθηκε στον απόστολο Ιωάννη, παρουσιάζεται «ένα μεγάλο πλήθος, το οποίο κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να αριθμήσει, από όλα τα έθνη και τις φυλές και τους λαούς και τις γλώσσες». Αυτοί δεν αναφέρεται ότι περιλαμβάνονται, όπως οι χρισμένοι αδελφοί του Ιησού Χριστού, στη νέα διαθήκη, επομένως δεν είναι ούτε διάκονοί της. Εντούτοις, καταδεικνύεται ότι έχουν καθαρή υπόσταση ενώπιον του Θεού και «του αποδίδουν ιερή υπηρεσία ημέρα και νύχτα στο ναό του». Συνεπώς, προσφέρουν διακονία και μπορούν να αποκληθούν ορθά διάκονοι του Θεού. Όπως έδειξε τόσο το όραμα της Αποκάλυψης όσο και ο ίδιος ο Ιησούς (μέσω παραβολής), τον καιρό της παρουσίας του Χριστού στον ένδοξο θρόνο του θα υπήρχαν τέτοια άτομα που θα διακονούσαν επίσης στοργικά και τους αδελφούς του Ιησού Χριστού, παρέχοντάς τους βοήθεια, προσοχή και υποστήριξη.—Απ 7:9-15· Ματ 25:31-40.
Διακονικοί Υπηρέτες στην Εκκλησία. Ο απόστολος Παύλος, αφού απαριθμεί τις απαιτήσεις για όσους υπηρετούν ως «επίσκοποι» στις εκκλησίες, απαριθμεί τις αντίστοιχες απαιτήσεις για όσους προσδιορίζονται ως «διακονικοί υπηρέτες» (διάκονοι, Κείμενο). (1Τι 3:1-10, 12, 13) Η λέξη διάκονος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου διατηρείται σε ορισμένες περιπτώσεις αυτούσια στο μεταφρασμένο κείμενο (Ματ 20:26) ή αποδίδεται “υπηρέτης”. (Ματ 22:13) Εφόσον όλοι οι Χριστιανοί ήταν «διάκονοι» (υπηρέτες) του Θεού, είναι προφανές ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη διάκονοι προσλαμβάνει ιδιαίτερη έννοια η οποία σχετίζεται με την εκκλησιαστική διάταξη και δομή. Επομένως, υπήρχαν δύο σώματα αντρών που κάλυπταν θέσεις εκκλησιαστικής ευθύνης: οι «επίσκοποι», ή αλλιώς «πρεσβύτεροι», και οι «διακονικοί υπηρέτες». Συνήθως, σε κάθε εκκλησία υπήρχαν και επίσκοποι και διακονικοί βοηθοί.—Φλπ 1:1· Πρ 20:17, 28.
Συγκρίνοντας τους καταλόγους με τις απαιτήσεις για τους διακονικούς υπηρέτες και για τους επισκόπους, καθώς και τους προσδιορισμούς που χρησιμοποιούνται για τις δύο αυτές θέσεις, συμπεραίνουμε ότι στους διακονικούς υπηρέτες δεν είχε ανατεθεί η ευθύνη της διδασκαλίας ή της ποίμανσης (εφόσον ο ποιμένας επισκοπεί τα πρόβατα). Η διδακτική ικανότητα δεν αποτελούσε προϋπόθεση για το διορισμό τους. Ο ίδιος ο προσδιορισμός διάκονος δείχνει ότι οι εν λόγω άντρες υπηρετούσαν ως βοηθοί του σώματος των επισκόπων στην εκκλησία, έχοντας ως βασική ευθύνη τη διεκπεραίωση ζητημάτων μη ποιμαντικής φύσης, έτσι ώστε να μπορούν οι επίσκοποι να αφιερώνουν το χρόνο και την προσοχή τους στη διδασκαλία και στην ποίμανση.
Ένα παράδειγμα της αρχής που διέπει αυτή τη διευθέτηση αποτελεί ο χειρισμός στον οποίο προέβησαν οι απόστολοι όταν ανέκυψαν προβλήματα όσον αφορά την καθημερινή διανομή (διακονία, Κείμενο) τροφίμων στους άπορους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ. Αφού δήλωσαν ότι δεν ήταν “αρεστό να αφήσουν εκείνοι το λόγο του Θεού” για να ασχολούνται με τη διευθέτηση προβλημάτων σχετικών με την υλική τροφή, οι απόστολοι έδωσαν στους μαθητές την ακόλουθη οδηγία: «Αναζητήστε εσείς εφτά αναγνωρισμένους άντρες από ανάμεσά σας, γεμάτους πνεύμα και σοφία, για να τους διορίσουμε υπεύθυνους για την αναγκαία αυτή εργασία· και εμείς θα αφοσιωθούμε στην προσευχή και στη διακονία του λόγου». (Πρ 6:1-6) Αυτή ήταν η γενική αρχή. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι οι εφτά άντρες που επιλέχθηκαν σε εκείνη την περίπτωση δεν είχαν τα προσόντα να είναι «πρεσβύτεροι», διότι αυτή δεν ήταν κάποια φυσιολογική ή συνηθισμένη κατάσταση αλλά ένα ειδικό πρόβλημα που είχε ανακύψει, και μάλιστα ιδιαίτερα λεπτό καθώς υπήρχε η αίσθηση ότι γίνονταν διακρίσεις λόγω εθνικότητας. Εφόσον το ζήτημα επηρέαζε ολόκληρη τη Χριστιανική εκκλησία, απαιτούσε «πνεύμα και σοφία», γι’ αυτό και οι εφτά άντρες που επιλέχθηκαν ίσως να ήταν στην πραγματικότητα «πρεσβύτεροι» με πνευματική έννοια. Τώρα, όμως, διορίζονταν προσωρινά να φροντίσουν για μια εργασία την οποία φυσιολογικά θα χειρίζονταν «διακονικοί υπηρέτες». Επρόκειτο για «αναγκαία» εργασία, η οποία όμως δεν ήταν εξίσου σημαντική με τη «διακονία του λόγου».
Με αυτόν το χειρισμό οι απόστολοι έδειξαν ότι αξιολογούσαν σωστά τα ζητήματα, και μπορούμε εύλογα να συμπεράνουμε ότι τα σώματα των επισκόπων στις εκκλησίες που σχηματίστηκαν εκτός της Ιερουσαλήμ ακολουθούσαν το παράδειγμά τους όσον αφορά την ανάθεση καθηκόντων στους «διακονικούς υπηρέτες». Αναμφίβολα, έπρεπε να διευθετούνται πολλά ζητήματα τα οποία ήταν περισσότερο υλικής, καθημερινής ή διαδικαστικής φύσης, ίσως λόγου χάρη η αγορά υλικών για την αντιγραφή των ιερών κειμένων ή ακόμη και η ίδια η αντιγραφή.
Τα προσόντα που έπρεπε να πληρούν οι διακονικοί βοηθοί συνιστούσαν κριτήρια τα οποία θα προστάτευαν την εκκλησία από κάθε βάσιμη κατηγορία για το πώς επέλεγε τους άντρες που αναλάμβαναν συγκεκριμένα καθήκοντα, με αποτέλεσμα να διατηρεί τη δίκαιη υπόστασή της ενώπιον του Θεού και να έχει την έξωθεν καλή μαρτυρία. (Παράβαλε 1Τι 3:10.) Τα προσόντα αυτά αφορούσαν την ηθική, τη διαγωγή και την πνευματικότητα και, όπου πληρούνταν, είχαν ως αποτέλεσμα να υπηρετούν άντρες που ήταν λογικοί, έντιμοι, ευσυνείδητοι και αξιόπιστοι. Όσοι διακονούσαν με καλό τρόπο αποκτούσαν για τον εαυτό τους «καλή υπόσταση και μεγάλη παρρησία στην πίστη που είναι σε σχέση με τον Χριστό Ιησού».—1Τι 3:13.
Επίγειοι Άρχοντες. Ο Θεός έχει επιτρέψει στις κυβερνήσεις αυτού του κόσμου να λειτουργούν μέχρι να έρθει ο ορισμένος του καιρός για να τις τερματίσει, ενώ στη συνέχεια η Βασιλεία του Χριστού θα κυβερνάει τη γη χωρίς να αμφισβητείται από κανέναν. (Δα 2:44· Απ 19:11-21) Ενόσω η διακυβέρνησή τους γίνεται ανεκτή, προσφέρουν πολλές υπηρεσίες στο λαό, όπως η οδοποιία, η λειτουργία σχολείων, η παροχή αστυνομικής και πυροσβεστικής προστασίας, και ούτω καθεξής. Επίσης, έχουν νόμους με τους οποίους τιμωρούν τους κλέφτες, τους δολοφόνους και άλλους παραβάτες. Επομένως, καθόσον προσφέρουν αυτές τις υπηρεσίες και εφαρμόζουν δίκαια αυτούς τους νόμους, είναι “διάκονοι” του Θεού. Αν κάποιος, έστω και Χριστιανός, παραβεί τους νόμους, η τιμωρία που θα υποστεί από την κυβέρνηση προέρχεται έμμεσα από τον Θεό, διότι ο Θεός τάσσεται εναντίον κάθε πονηρίας. Επίσης, αν η κυβέρνηση προστατεύει τον Χριστιανό από παραβάτες του νόμου, ενεργεί ως διάκονος του Θεού. Εννοείται ότι, αν ο άρχοντας κάνει κατάχρηση της εξουσίας του και ενεργεί κατά του Θεού, είναι υπεύθυνος και υπόλογος ενώπιόν Του για αυτό. Αν ένας τέτοιος πονηρός άρχοντας προσπαθήσει να εξαναγκάσει τον Χριστιανό να παραβιάσει το νόμο του Θεού, τότε δεν ενεργεί ως διάκονος του Θεού και θα υποστεί τιμωρία από Εκείνον.—Ρω 13:1-4.
Ψεύτικοι Διάκονοι. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι είναι διάκονοι του Θεού ενώ στην ουσία είναι υποκριτές, μάλιστα δε διάκονοι του Σατανά που μάχονται κατά του Θεού. Ο απόστολος Παύλος είχε να αντιμετωπίσει τέτοια άτομα που δημιουργούσαν προβλήματα στην εκκλησία της Κορίνθου. Σχετικά με αυτούς είπε: «Τέτοιοι άνθρωποι είναι ψευδαπόστολοι, δόλιοι εργάτες, που μετασχηματίζονται σε αποστόλους του Χριστού. Και αυτό δεν είναι άξιο απορίας, γιατί ο ίδιος ο Σατανάς μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός. Δεν είναι, λοιπόν, τίποτα σπουδαίο αν και οι διάκονοί του μετασχηματίζονται σε διακόνους δικαιοσύνης. Το τέλος τους, όμως, θα είναι σύμφωνα με τα έργα τους».—2Κο 11:13-15.
Η εμφάνιση τέτοιων ψεύτικων διακόνων προειπώθηκε πολλές φορές στις Γραφές. Ο Παύλος είπε στους επισκόπους της εκκλησίας της Εφέσου ότι, μετά την αναχώρησή του, θα έμπαιναν ανάμεσα στην εκκλησία καταπιεστικοί λύκοι οι οποίοι δεν θα μεταχειρίζονταν το ποίμνιο με τρυφερότητα, αλλά θα έλεγαν διεστραμμένα πράγματα για να παρασύρουν τους μαθητές πίσω τους. (Πρ 20:29, 30) Ο Παύλος έδωσε επίσης προειδοποίηση για τέτοιους αποστάτες στις επιστολές του (2Θε 2:3-12· 1Τι 4:1-5· 2Τι 3:1-7· 4:3, 4), ο Πέτρος περιέγραψε τη δράση τους (2Πε 2:1-3) και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός προείπε την ύπαρξη και την καταστροφή τους (Ματ 13:24-30, 36-43).—Βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
-
-
ΔιαλαλητήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΛΑΛΗΤΗΣ
Αυλικός που διακήρυττε δημόσια τις βασιλικές προσταγές και τα διατάγματα. Η λέξη αυτή εμφανίζεται στο εδάφιο Δανιήλ 3:4, όπου γίνεται λόγος για το διαλαλητή που ανάγγελλε το διάταγμα του Ναβουχοδονόσορα σχετικά με την απόδοση λατρείας στην εικόνα που είχε κατασκευάσει. (Βλέπε υποσ.) Όταν ο Δανιήλ επρόκειτο να γίνει ο τρίτος άρχοντας στο βασίλειο της Βαβυλώνας κατ’ εντολήν του Βασιλιά Βαλτάσαρ, το γεγονός αυτό “διαλαλήθηκε”. (Δα 5:29, υποσ.) Στους αρχαίους ελληνικούς αγώνες ένας διαλαλητής ανάγγελλε το όνομα και την πατρίδα κάθε διαγωνιζόμενου, καθώς επίσης το όνομα, την πατρίδα και τον πατέρα του νικητή.
Το ρήμα κηρύσσω, το οποίο εμφανίζεται πολλές φορές στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (κηρύττω, ΜΝΚ), μπορεί επίσης να αποδοθεί «διαλαλώ». Η χρήση αυτής της λέξης στα εδάφια Ματθαίος 24:14 και Μάρκος 13:10 υποδηλώνει ότι οι διαγγελείς των καλών νέων της Βασιλείας του Θεού θα ενεργούσαν όπως οι διαλαλητές.—Βλέπε ΜΝΚ, υποσημειώσεις· παράβαλε Μαρ 1:45· Απ 5:2.
Το ρήμα κηρύσσω σημαίνει γενικά «κάνω προκήρυξη ως κήρυκας· εξαγγέλλω» (καλά ή άσχημα νέα), και αυτή είναι η διαφορά του από το ρήμα εὐαγγελίζομαι, που σημαίνει «διακηρύττω καλά νέα». Ο Νώε ήταν κήρυκας (ή διαλαλητής, κῆρυξ) που απηύθυνε προειδοποιήσεις στον προκατακλυσμιαίο κόσμο. (2Πε 2:5) Ο Χριστός κήρυξε (όπως ένας διαλαλητής) στα πνεύματα στη φυλακή, αλλά όχι τα καλά νέα.—1Πε 3:18, 19.
-
-
ΔιαμάντιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΜΑΝΤΙ
Λαμπερή πολύτιμη πέτρα, το σκληρότερο φυσικό ορυκτό που έχει ανακαλυφτεί ως τώρα και ένα από τα πιο ακριβά πετράδια. Μολονότι τα διαμάντια γενικά είναι άχρωμα, μερικά έχουν κάποια απόχρωση, όπως κίτρινη, πράσινη, κόκκινη, καφέ, γαλάζια και μαύρη. Τα περισσότερα άκοπα διαμάντια είναι οκτάεδροι διαφανείς ή ημιδιαφανείς κρύσταλλοι, αποτελούμενοι από σχεδόν καθαρό άνθρακα. Τα διαμάντια πιστεύεται ότι σχηματίστηκαν πολύ παλιά, όταν ο άνθρακας της γης εκτέθηκε σε μεγάλη πίεση και θερμότητα. Στην αρχαιότητα υπήρχαν διαμάντια στις κοίτες των ποταμών, αλλά σήμερα εξορύσσονται συνήθως από σχηματισμούς πετρωμάτων στα έγκατα της γης.
Η εβραϊκή λέξη σαμίρ (που μεταφράζεται δύο φορές «διαμάντι» και μία φορά «σμύριδα» στη ΜΝΚ) συγγενεύει προφανώς με την ακκαδική λέξη ασμούρ, που σημαίνει «σμύριδα». Μερικοί πιθανολογούν ότι η λέξη σαμίρ ίσως εφαρμόζεται σε κάποιο πολύ σκληρό ορυκτό, κατ’ αντιστοιχία με τη λέξη «αδάμας» (κατά κυριολεξία, «αδάμαστος») η οποία στην αρχαιότητα αναφερόταν στο διαμάντι ή σε διάφορες πολύ σκληρές ουσίες, όπως το κορούνδιο και η σμύριδα.
Ο Ιεχωβά αναφέρθηκε στη χρήση των διαμαντιών για τη χάραξη ή το σκάλισμα σκληρών υλικών όταν είπε: «Η αμαρτία του Ιούδα είναι καταγραμμένη με σιδερένια γραφίδα. Με διαμαντένια ακίδα είναι χαραγμένη στην πλάκα της καρδιάς τους και στα κέρατα των θυσιαστηρίων τους». (Ιερ 17:1, 2) Ο οίκος του Ισραήλ είχε γίνει επίσης ισχυρογνώμων και σκληρόκαρδος. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά είπε στον Ιεζεκιήλ: «Δες! Έχω κάνει το πρόσωπό σου τόσο σκληρό όσο το πρόσωπό τους και το μέτωπό σου τόσο σκληρό όσο το μέτωπό τους. Σαν διαμάντι, σκληρότερο από πυρόλιθο, έχω κάνει το μέτωπό σου». (Ιεζ 3:7-9) Παρόμοια, εξαιτίας του πείσματος των Ιουδαίων, ο Ιεχωβά διακήρυξε μέσω του Ζαχαρία: «Την καρδιά τους την έκαναν σαν σμύριδα [εβρ., σαμίρ] για να μην υπακούσουν στο νόμο και στα λόγια που έστειλε ο Ιεχωβά των στρατευμάτων με το πνεύμα του, μέσω των προηγούμενων προφητών».—Ζαχ 7:12· βλέπε ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ.
-
-
Διάνοια, ΝουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΝΟΙΑ, ΝΟΥΣ
Λειτουργία του εγκεφάλου με την οποία συλλέγουμε πληροφορίες, κάνουμε λογικές σκέψεις και καταλήγουμε σε συμπεράσματα. Οι αποδόσεις «διάνοια» και «νους» αντιστοιχούν σε διάφορες συναφείς λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που εκφράζουν χαρακτηριστικά της διάνοιας όπως η ικανότητα σκέψης, η διανοητική ικανότητα, η αντίληψη, η νοημοσύνη, η λογική, η σκέψη, η πρόθεση, η μνήμη, η διανοητική κατάσταση ή άποψη, η γνώμη, καθώς επίσης η διανοητική τάση, η διανοητική διάθεση ή οι διανοητικές δυνάμεις. Μολονότι σε διάφορες μεταφράσεις εμφανίζονται μερικές φορές οι λέξεις «διάνοια» και «νους», στις ίδιες περιπτώσεις άλλες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τους παραπάνω περιγραφικούς και συγκεκριμένους όρους. Στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο, οι λέξεις που αποδίδονται «θυμάμαι» και «σκέφτομαι» μπορούν να μεταφραστούν σε ορισμένα σημεία με την έκφραση «έχω στο νου μου». Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη «διάνοια» ή σχετικές αποδόσεις εμφανίζονται σε μερικές μεταφράσεις ως απόδοση των εβραϊκών λέξεων που κατά κυριολεξία σημαίνουν «καρδιά», «ψυχή» και «πνεύμα».—Παράβαλε Δευ 4:39, υποσ.· 2Βα 9:15, Ro, ΒΑΜ, ΛΧ· Ιεζ 20:32, JB, ΛΧ· βλέπε ΚΑΡΔΙΑ.
«Να Ανανεώνεστε στη Δύναμη που Ενεργοποιεί το Νου Σας». Ο νους του ατελούς ανθρώπου κλίνει από τη φύση του προς τις εσφαλμένες σκέψεις. Η Γραφή αποκαλεί αυτή την τάση “σαρκική διανοητική διάθεση”. (Κολ 2:18 [νοῦς τῆς σαρκός, Κείμενο]) Στους Χριστιανούς υπενθυμίζεται ότι πρωτύτερα ήταν εχθροί του Θεού επειδή ο νους τους ήταν στα έργα τα πονηρά.—Κολ 1:21.
Ο νους που διαθέτει ο «φυσικός» (ψυχικός, Κείμενο) άνθρωπος, σε αντιδιαστολή με το νου που διαθέτει ο «πνευματικός», κλίνει προς τα υλικά πράγματα. Η δύναμη που ενεργοποιεί το νου του έχει σχηματιστεί μέσα του εν μέρει από όσα έχει κληρονομήσει και εν μέρει από όσα έχει διδαχτεί και ζήσει. Όταν τίθεται ενώπιόν του κάποιο ζήτημα, αυτή η δύναμη ωθεί το νου του, ή αλλιώς τον κάνει να κλίνει, προς μια υλική ή σαρκική κατεύθυνση. Γι’ αυτό, οι Χριστιανοί λαβαίνουν την εντολή να “ανανεώνονται στη δύναμη [τῷ πνεύματι, Κείμενο] που ενεργοποιεί το νου τους”. (Εφ 4:23) Μέσω μελέτης του θεϊκού Λόγου της αλήθειας και μέσω της επενέργειας του πνεύματος του Θεού, αυτή η ενεργοποιούσα δύναμη είναι δυνατόν να αλλάξει, έτσι ώστε η κυρίαρχη διανοητική στάση του ατόμου να κλίνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Τότε, όταν τεθεί ενώπιον του ατόμου κάποιο ζήτημα, αυτή η δύναμη θα κάνει το νου του να κλίνει προς τη σωστή πνευματική πορεία. (1Κο 2:13-15) Ένα τέτοιο άτομο αποκτάει «το νου του Χριστού», ο οποίος σε κάθε περίπτωση ενεργοποιούνταν από την κατάλληλη δύναμη, καθώς η διανοητική του τάση ήταν πάντοτε προς τα πνευματικά πράγματα.—1Κο 2:16· Ρω 15:5.
Η απλή γνώση ή οι νοητικές ικανότητες δεν αρκούν για να αποκτήσει κάποιος την εύνοια του Θεού. Αυτά τα πράγματα από μόνα τους δεν ανακαινίζουν το νου προσανατολίζοντάς τον προς την κατεύθυνση του θελήματος του Θεού. (Ρω 12:2) Ο Ιεχωβά λέει: «Θα αφανίσω τη σοφία των σοφών, και τη νοημοσύνη των διανοουμένων θα την παραμερίσω». (1Κο 1:19) Απαιτείται η βοήθεια του πνεύματος του Θεού για να αποκτήσει κανείς αληθινή κατανόηση (Παρ 4:5-7· 1Κο 2:11), σοφία και φρόνηση.—Εφ 1:8, 9.
Ο “Νόμος της Διάνοιας”. Ο απόστολος Παύλος αποκαλεί εκείνο που διέπει τη λειτουργία αυτής της ανανεωμένης διάνοιας νόμο της διάνοιας. Αυτός ο νόμος διευθύνει τη νέα διάνοια σύμφωνα με το «νόμο του Θεού», και η νέα διάνοια βρίσκει ευχαρίστηση σε αυτόν το νόμο. Εντούτοις, “ο νόμος της αμαρτίας” που επενεργεί στην ξεπεσμένη σάρκα πολεμάει ενάντια στο «νόμο της διάνοιας», έτσι ώστε ο Χριστιανός νιώθει μέσα του συνεχώς μια εσωτερική σύγκρουση. Μπορεί ο Χριστιανός να νικήσει; Ναι, χάρη «στον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας!» Η παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού παρέχει, με βάση τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, συγχώρηση για τις αμαρτίες της σάρκας και, επιπλέον, τη βοήθεια του αγίου πνεύματος. Ο Χριστιανός βρίσκεται σε διαφορετική κατάσταση από το μη Χριστιανό, όπως το συνοψίζει ο Παύλος: «Άρα λοιπόν, με τη διάνοιά μου εγώ είμαι δούλος του νόμου του Θεού, αλλά με τη σάρκα μου δούλος του νόμου της αμαρτίας».—Ρω 7:21-25· Γα 5:16, 17.
Πώς κερδίζει τη μάχη η διάνοια; Ο απόστολος Παύλος αποσαφηνίζει περαιτέρω το ζήτημα, λέγοντας: «Εκείνοι που είναι σε συμφωνία με τη σάρκα φρονούν τα πράγματα της σάρκας, αλλά εκείνοι που είναι σε συμφωνία με το πνεύμα τα πράγματα του πνεύματος. Διότι το φρόνημα της σάρκας σημαίνει θάνατο, αλλά το φρόνημα του πνεύματος σημαίνει ζωή και ειρήνη· επειδή το φρόνημα της σάρκας σημαίνει έχθρα με τον Θεό, γιατί [η ξεπεσμένη, ατελής σάρκα] δεν υποτάσσεται στο νόμο του Θεού, μάλιστα ούτε και μπορεί. . . . Αν δε το πνεύμα εκείνου που ήγειρε τον Ιησού από τους νεκρούς κατοικεί μέσα σας, εκείνος που ήγειρε τον Χριστό Ιησού από τους νεκρούς θα ζωοποιήσει και τα δικά σας θνητά σώματα μέσω του πνεύματός του που διαμένει μέσα σας».—Ρω 8:5-11.
Η «Σημασία» του Πνεύματος. Στα εδάφια Ρωμαίους 8:26, 27, ο Παύλος δείχνει πως, όταν οι υπηρέτες του Θεού προσεύχονται, ίσως να μη γνωρίζουν πάντοτε για ποια ακριβώς πράγματα πρέπει να προσευχηθούν όπως έχουν ανάγκη. Ωστόσο, ο Θεός γνωρίζει ότι επιθυμούν να γίνει το θέλημά του. Γνωρίζει επίσης τις ανάγκες των υπηρετών του. Στο παρελθόν, ο Θεός φρόντισε να καταγραφούν στο Λόγο του πολλές θεόπνευστες προσευχές που εκφράζουν το θέλημα ή το φρόνημά του για αυτούς. Ως εκ τούτου, δέχεται αυτές τις θεόπνευστες προσευχές ως αυτά που θα ήθελε να ζητήσει ο λαός του και για τα οποία θα ήθελε να προσευχηθεί, και κατά συνέπεια ανταποκρίνεται σε αυτές. Ο Θεός γνωρίζει τα άτομα που έχουν δίκαιη καρδιά και γνωρίζει επίσης τη σημασία των όσων φρόντισε ο ίδιος να πει το πνεύμα του μέσω των συγγραφέων της Αγίας Γραφής. Γνωρίζει ποια «είναι η σημασία [φρόνημα, Κείμενο] του πνεύματος» όταν το πνεύμα «συνηγορεί», ή αλλιώς μεσολαβεί, για αυτούς κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Πώς Αγαπάμε με τη Διάνοια. Ο Ιεχωβά προείπε τη σύναψη μιας νέας διαθήκης υπό την οποία το άγιο πνεύμα θα επενεργούσε έτσι ώστε να γραφτούν οι νόμοι του στις διάνοιες και στις καρδιές του λαού του. (Εβρ 8:10· 10:16) Με αυτόν τον τρόπο, εκείνοι είναι σε θέση να εκπληρώνουν αυτό στο οποίο κρεμόταν όλος ο Νόμος και οι Προφήτες, δηλαδή “το να αγαπάει κανείς τον Ιεχωβά τον Θεό του με όλη του την καρδιά και με όλη του την ψυχή και με όλη του τη διάνοια, και τον πλησίον του όπως τον εαυτό του”. (Ματ 22:37-40· Λου 10:27, 28) Πρέπει να αγαπάει κανείς τον Θεό με όλη του την καρδιά (τις επιθυμίες, τα αισθήματα και τα συναισθήματα του εσωτερικού ανθρώπου), με όλη του την ψυχή (τη ζωή και ολόκληρη την ύπαρξή του) και με όλη του τη διάνοια (τις διανοητικές του ικανότητες). Αυτή η τελευταία φράση σημαίνει πως οι υπηρέτες του Θεού δεν πρέπει να αγαπούν μόνο με τα αισθήματα, τα συναισθήματα και τη δύναμή τους, αλλά επίσης πρέπει να καταβάλλουν έντονη διανοητική προσπάθεια ώστε να αποκτούν γνώση για τον Θεό και τον Χριστό (Ιωα 17:3), να κατανοούν (Μαρ 12:33· Εφ 3:18), να υπηρετούν τον Θεό και τους σκοπούς του και να συμμετέχουν στη διακήρυξη των καλών νέων. Τους δίνεται η συμβουλή να “κρατούν το νου τους προσηλωμένο σε αυτά που βρίσκονται πάνω” (Κολ 3:2), να “περιζώσουν τη διάνοιά τους για δραστηριότητα” και να “διατηρούν πλήρως τη διανοητική τους διαύγεια”. (1Πε 1:13) Ο απόστολος Πέτρος διέκρινε ότι ήταν σημαντικό να “αφυπνίσει τις καθαρές τους ικανότητες σκέψης” ώστε να έχουν κατά νου τα όσα έμαθαν. (2Πε 3:1, 2) Πρέπει να “έχουν διαρκώς στο νου την παρουσία της ημέρας του Ιεχωβά”.—2Πε 3:11, 12.
Ο Παύλος, μιλώντας για τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος όπως αυτά ασκούνταν στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία, τόνισε την ανάγκη χρήσης του νου. Είπε ότι, αν προσευχόταν σε γλώσσα την οποία δεν μπορούσε να μεταφράσει, ο νους του θα ήταν άκαρπος. Επίσης, αν έψαλλε αίνους με τον ίδιο τρόπο, πώς θα βοηθούσε κάτι τέτοιο τον ακροατή που δεν καταλάβαινε τη γλώσσα; Κατά συνέπεια, είπε ότι προτιμούσε να πει πέντε λόγια με το νου του, ώστε να διδάξει άλλους, παρά δέκα χιλιάδες λόγια σε κάποια γλώσσα. Κατόπιν, παρότρυνε τους αδελφούς του να γίνουν πλήρως αναπτυγμένοι όσον αφορά τις δυνάμεις κατανόησης.—1Κο 14:13-20.
Οι υπηρέτες του Ιεχωβά λαβαίνουν την εντολή να είναι «κατάλληλα ενωμένοι με τον ίδιο νου και με τον ίδιο τρόπο σκέψης». (1Κο 1:10· Φλπ 2:2· 1Πε 3:8) Αυτό σημαίνει, βέβαια, να είναι ενωμένοι όσον αφορά τα συμφέροντα της αγνής λατρείας—τα σπουδαία πράγματα—όχι όσον αφορά τις προσωπικές προτιμήσεις ή ζητήματα μικρής σημασίας τα οποία θα επιλυθούν με την επίτευξη της ωριμότητας. (Ρω 14:2-6, 17) Πρέπει να εκδηλώνουν «το ίδιο φρόνημα σε σχέση με τον Κύριο» (Φλπ 4:2), να μη φιλονικούν, αλλά να “σκέφτονται το ίδιο”.—2Κο 13:11.
Οι Χριστιανοί πρέπει να αγωνίζονται να γνωρίσουν τον Θεό καλύτερα, στο βαθμό στον οποίο αυτός αποκαλύπτει το νου του σε σχέση με διάφορα ζητήματα. (Ρω 11:33, 34· 16:25, 26) Επίσης, πρέπει να έχουν τη διανοητική στάση υπακοής και ταπεινοφροσύνης που είχε ο Ιησούς Χριστός, διότι έτσι θα έχουν «το νου του Χριστού». (1Κο 2:15, 16) Ο Πέτρος συμβουλεύει: “Εφόσον ο Χριστός υπέφερε στη σάρκα, οπλιστείτε και εσείς με την ίδια διανοητική διάθεση”.—1Πε 4:1.
Νωθρότητα ή Διαφθορά του Νου. Οι Ισραηλίτες στο Όρος Σινά, των οποίων οι καρδιές δεν ήταν πλήρως στραμμένες προς τον Ιεχωβά, είχαν νωθρή αντίληψη, το ίδιο και εκείνοι που συνέχιζαν να ακολουθούν το Νόμο αφότου τον κατάργησε ο Θεός μέσω του Ιησού. (2Κο 3:13, 14) Αυτοί δεν διέκριναν ότι ο Ιησούς ήταν εκείνος τον οποίο υποδείκνυε ο Νόμος. (Κολ 2:17) Όσο για εκείνους που δεν επιδοκίμασαν το να έχουν ακριβή γνώση για τον Θεό αλλά λάτρευαν δημιουργήματα, «ο Θεός τούς παρέδωσε σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση». Αυτοί είναι στο σκοτάδι διανοητικά, κάνοντας κάθε είδους μάταια και ανάρμοστα πράγματα. (Ρω 1:28· Εφ 4:17, 18) Άνθρωποι διεφθαρμένοι στο νου αντιστάθηκαν στην αλήθεια ακόμη και στην εποχή του Μωυσή, και αργότερα τέτοιοι άνθρωποι πολέμησαν την αληθινή Χριστιανοσύνη, μερικοί μάλιστα ισχυριζόμενοι ότι ήταν Χριστιανοί, αν και προσπαθούσαν να διαιρέσουν και να αναστατώσουν τις εκκλησίες. (2Τι 3:8· Φλπ 3:18, 19· 1Τι 6:4, 5) Εφόσον έχουν μολυσμένο νου και συνείδηση, τίποτα δεν είναι καθαρό σε αυτούς. Γι’ αυτό, λένε ανώφελα πράγματα επιχειρώντας να απατήσουν το νου των αληθινών Χριστιανών με το να προσπαθούν να τους υποδουλώσουν σε ιδέες ανθρώπων. (Τιτ 1:10-16) Γι’ αυτόν το λόγο, είναι ζωτικό για όλους τους Χριστιανούς, και ιδιαίτερα για εκείνους που κατέχουν υπεύθυνες θέσεις, να είναι σώφρονες, δηλαδή να έχουν υγιή νου.—Ρω 12:3· 1Τι 3:2· Τιτ 2:6· 1Πε 4:7.
«Ο θεός αυτού του συστήματος πραγμάτων», ο Διάβολος, είναι αυτός που έχει τυφλώσει τις διάνοιες των απίστων για να μη φωτιστούν από τα καλά νέα σχετικά με τον Χριστό. (2Κο 4:4) Υπάρχει, λοιπόν, ο κίνδυνος να παραπλανήσει αυτός ο πρώτιστος εχθρός του Θεού τους Χριστιανούς με την πανουργία του και να διαφθείρει τις διάνοιές τους, κάνοντάς τες να φύγουν «από την ειλικρίνεια και την αγνότητα που οφείλονται στον Χριστό». (2Κο 11:3) Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να εκδηλώνουν οι Χριστιανοί ενότητα φρονήματος και λογικότητα, εξακολουθώντας να προσεύχονται, ώστε η ειρήνη του Θεού «η οποία υπερέχει από κάθε σκέψη» να περιφρουρήσει τις διανοητικές τους δυνάμεις μέσω του Χριστού Ιησού.—Φλπ 4:2, 5-7.
Θεραπεία της Διάνοιας και Διάνοιξή Της. Ο Ιησούς επανέφερε στα λογικά του έναν δαιμονισμένο άνθρωπο, δείχνοντας ότι είχε τη δύναμη να το κάνει αυτό ακόμη και σε όσους είχαν παραφρονήσει εξαιτίας των δαιμόνων.—Μαρ 5:15· Λου 8:35.
Επιπλέον, μπορεί να ανοίξει τις διάνοιες όσων έχουν πίστη ώστε να συλλάβουν το νόημα των Γραφών. (Λου 24:45) Εκείνοι που είναι συνεσταλμένοι ή αισθάνονται διανοητικά κατώτεροι μπορούν να παρηγορηθούν από τα λόγια του αποστόλου Ιωάννη: “Γνωρίζουμε ότι ο Γιος του Θεού έχει έρθει και μας έχει δώσει διανοητική ικανότητα ώστε να αποκτούμε τη γνώση για τον αληθινό [τον Ιεχωβά Θεό]”.—1Ιω 5:20.
Ο Παύλος έδειξε στην εκκλησία της Κορίνθου ότι ήταν σώφρων, παρ’ όλο που εκείνοι νόμιζαν ότι “είχε χάσει το μυαλό του” (ή αλλιώς “ήταν εκτός εαυτού”) όταν καυχήθηκε για τα διαπιστευτήριά του ως αποστόλου, κάτι που φυσιολογικά δεν θα έκανε ένας Χριστιανός. Εξηγεί ότι αναγκάστηκε να το κάνει αυτό για να τους φέρει πίσω στον Θεό, για να τους φυλάξει ώστε να μην απομακρυνθούν. Αυτό συνέβη επειδή απέβλεπαν σε ψευδαποστόλους οι οποίοι τους έστρεφαν προς εσφαλμένη κατεύθυνση.—2Κο 5:13· 11:16-21· 12:11, 12, 19-21· 13:10.
-
-
ΔιαπαιδαγώγησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΗ
Το ουσιαστικό μουσάρ και το ρήμα γιασάρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου μεταδίδουν την έννοια της «διαπαιδαγώγησης», της «τιμωρίας», της «διόρθωσης» ή της «προτροπής». Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών το αντίστοιχο ουσιαστικό παιδεία και το ρήμα παιδεύω έχουν κατά βάση την ίδια σημασία. Η λέξη παιδεία, που είναι παράγωγο της λέξης παῖς («παιδί»), αναφέρεται πρωτίστως σε ό,τι χρειάζεται για την ανατροφή των παιδιών—διαπαιδαγώγηση, διδασκαλία, εκπαίδευση, διόρθωση και τιμωρία.
Πηγές και Αντικειμενικός Σκοπός. Ο Ιεχωβά διαπαιδαγωγεί το λαό του ως έκφραση της αγάπης του για αυτούς. (Παρ 3:11, 12) Τους δίνει οδηγίες οι οποίες διορθώνουν εσφαλμένες απόψεις και διαπλάθουν τις διανοητικές δυνάμεις και την πορεία διαγωγής τους. Για τους Ισραηλίτες της εποχής του Μωυσή, μέρος της διαπαιδαγώγησής τους συνίστατο στην προσωπική παρατήρηση πράξεων που φανέρωναν τη μεγαλοσύνη του Θεού. Υπήρξαν επιδείξεις απαράμιλλης δύναμης όταν ο Ιεχωβά εκτέλεσε κρίση εναντίον όλων των θεών της Αιγύπτου, απελευθέρωσε το λαό του και κατέστρεψε τον αιγυπτιακό στρατό στην Ερυθρά Θάλασσα. Υπήρξαν φοβερές κρίσεις που εκτελέστηκαν εναντίον των ανυπάκουων Ισραηλιτών. Τέλος, υπήρξε θαυματουργική προμήθεια τροφής και νερού σε συνδυασμό με μαθήματα σχετικά με το πόσο σημαντικό είναι το να παίρνει κανείς στα σοβαρά και να εφαρμόζει όλα όσα λέει ο Ιεχωβά. Όλη αυτή η διαπαιδαγώγηση αποσκοπούσε στο να τους κάνει να γίνουν ταπεινοί και να εντυπώσει στη διάνοιά τους ότι ήταν αναγκαίο να έχουν το δέοντα φόβο για τον Ιεχωβά, φόβο ο οποίος έπρεπε να εκδηλώνεται με πίστη και υπακοή.—Δευ 8:3-5· 11:2-7.
Πολλές φορές, η διαπαιδαγώγηση του Ιεχωβά έρχεται μέσω των εκπροσώπων του, των αρμόδιων εξουσιών. Ο Ισραηλίτης που κατηγορούσε ψευδώς τη σύζυγό του ότι δεν ήταν παρθένα όταν παντρεύτηκαν διαπαιδαγωγούνταν από τους πρεσβυτέρους οι οποίοι υπηρετούσαν σε ρόλο κριτών. (Δευ 22:13-19) Οι γονείς ενεργούν ως εκπρόσωποι του Ιεχωβά όταν διαπαιδαγωγούν κατάλληλα τα παιδιά τους. Τα παιδιά, από την πλευρά τους, πρέπει να ανταποκρίνονται σε τέτοιου είδους διαπαιδαγώγηση, θεωρώντας την έκφραση της γονικής αγάπης η οποία έχει σκοπό να προάγει τη διαρκή ευημερία τους. (Παρ 1:8· 4:1, 13· 6:20-23· 13:1, 24· 15:5· 22:15· 23:13, 14· Εφ 6:4) Στη Χριστιανική εκκλησία, ο Λόγος του Θεού χρησιμοποιείται από τους πρεσβυτέρους για να δοθεί διαπαιδαγώγηση—νουθεσία, διόρθωση και έλεγχος. (2Τι 3:16) Σκοπός της διαπαιδαγώγησης που δίνει σε Χριστιανούς ο Ιεχωβά σε περιπτώσεις αδικοπραγίας είναι να τους βοηθήσει να επανέλθουν από μια πτώση στην αμαρτία και να τους προφυλάξει από το να υποστούν και αυτοί την καταδικαστική κρίση η οποία πρόκειται να πλήξει τον ασεβή κόσμο. (1Κο 11:32) Ο Ιησούς Χριστός, ως η κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας, φροντίζει να παρέχεται η απαραίτητη διαπαιδαγώγηση, εκφράζοντας έτσι τη στοργή του.—Απ 3:14, 19.
Μια αυστηρή μορφή διαπαιδαγώγησης είναι η αποβολή από την εκκλησία. Ο απόστολος Παύλος κατέφυγε σε αυτήν όταν “παρέδωσε στον Σατανά” τον Αλέξανδρο και τον Υμέναιο. (1Τι 1:20) Έχοντας εκκοπεί από την εκκλησία, αυτοί αποτελούσαν ξανά μέρος του κόσμου που βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Σατανά.—1Κο 5:5, 11-13.
Τα όσα ενδεχομένως επιτρέπει ο Ιεχωβά να συμβαίνουν στους υπηρέτες του υπό μορφή διωγμού μπορούν να χρησιμεύσουν ως διαπαιδαγώγηση ή εκγύμναση, παράγοντας τον επιθυμητό καρπό της δικαιοσύνης, τον οποίο απολαμβάνει κανείς ειρηνικά μετά το τέλος της δοκιμασίας. (Εβρ 12:4-11) Ακόμη και ο Γιος του Θεού απέκτησε τα εφόδια να γίνει σπλαχνικός και συμπονετικός αρχιερέας μέσω των παθημάτων τα οποία ο Πατέρας του επέτρεψε να υποστεί.—Εβρ 4:15.
Αποτελέσματα από την Αποδοχή και από την Απόρριψή Της. Οι πονηροί, οι ανόητοι ή οι άχρηστοι από ηθική άποψη άνθρωποι εκδηλώνουν το μίσος τους για τη διαπαιδαγώγηση του Ιεχωβά απορρίπτοντάς την εντελώς. (Ψλ 50:16, 17· Παρ 1:7) Τα κακά αποτελέσματα που προκύπτουν από αυτή την ανοησία αποτελούν περαιτέρω διαπαιδαγώγηση—πολλές φορές σκληρή τιμωρία. Όπως το θέτει η παροιμία: «Η διαπαιδαγώγηση των ανόητων είναι ανοησία». (Παρ 16:22) Τέτοια άτομα είναι δυνατόν να επιφέρουν στον εαυτό τους φτώχεια, όνειδος, αρρώστια, ακόμη δε και πρόωρο θάνατο. Η ιστορία των Ισραηλιτών δείχνει παραστατικά πόσο μεγάλη απώλεια μπορεί να υποστεί κάποιος. Οι Ισραηλίτες δεν πρόσεξαν τη διαπαιδαγώγηση υπό τη μορφή του ελέγχου και της διόρθωσης που δινόταν μέσω των προφητών. Αγνόησαν τη διαπαιδαγώγηση που τους παρείχε ο Ιεχωβά με το να κατακρατεί την προστασία και την ευλογία του. Τελικά, υπέστησαν τη σκληρή διαπαιδαγώγηση η οποία τους είχε αναγγελθεί εκ των προτέρων—κατάκτηση και εξορία.—Ιερ 2:30· 5:3· 7:28· 17:23· 32:33· Ωσ 7:12-16· 10:10· Σοφ 3:2.
Αντίθετα, η αποδοχή της διαπαιδαγώγησης, σε συνδυασμό με υγιή φόβο για τον Ιεχωβά, κάνει κάποιον σοφό, ικανό να χρησιμοποιεί τη γνώση ορθά, βοηθώντας τον έτσι να αποφεύγει πολύ πόνο και παθήματα. Το να δέχεται κάποιος με εκτίμηση τη διαπαιδαγώγηση, ενεργώντας ανάλογα, μπορεί να συμβάλει στην επιμήκυνση της παρούσας ζωής του και εμπερικλείει την υπόσχεση για μόνιμο μέλλον. Δικαίως, λοιπόν, η διαπαιδαγώγηση πρέπει να θεωρείται ανεκτίμητη.—Παρ 8:10, 33-35· 10:17.
-
-
ΔίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΣ
Ο μεγαλύτερος θεός των πολυθεϊστών αρχαίων Ελλήνων, αντίστοιχος του Γιούπιτερ των Ρωμαίων. Ο Δίας ήταν θεός του ουρανού και θεωρούνταν ότι είχε τον έλεγχο των ανέμων, των νεφών, της βροχής και της βροντής, εξουσιάζοντας αυτές τις δυνάμεις της φύσης τόσο για καταστροφικό όσο και για ωφέλιμο σκοπό. Ο αρχαίος ποιητής Όμηρος (Ιλιάδα, Θ΄, 1-25) αποδίδει στον Δία μεγαλύτερη δύναμη από όση είχαν όλοι οι άλλοι θεοί μαζί. Ωστόσο, ο Δίας δεν θεωρούνταν ο υπέρτατος με την απόλυτη έννοια. Αντίθετα, σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζεται ως θύμα εξαπάτησης ή φαίνεται αναγκασμένος να υποχωρήσει στις επιταγές των Μοιρών και του Πεπρωμένου.
Οι θρύλοι, πέρα από τα σχετικά με τη γέννησή του, την παιδική του ηλικία και το πώς κατέκτησε το θρόνο, ασχολούνται κυρίως με τις πολλές ερωτικές περιπέτειές του. Οι μυθικές αναφορές εξιστορούν το πώς αποπλανούσε θεές και γήινες γυναίκες και το πώς έγινε πατέρας πολυάριθμων νόθων παιδιών. Όλως παραδόξως, αναφέρεται ότι ο Δίας σκότωσε τον Ιασίονα (έναν θνητό) επειδή διέπραξε ανηθικότητα με τη θεά Δήμητρα. Ο γάμος του Δία και της Ήρας δεν ταλανιζόταν μόνο από τις πολλές απιστίες του Δία αλλά και από άλλα προβλήματα. Αναφέρεται ότι ο Δίας υπέφερε τόσο πολύ από τις αδιάκοπες επιπλήξεις της συζύγου του της Ήρας ώστε ενίοτε παραπονιόταν με πίκρα για αυτό στη σύναξη των θεών.
Σε κάποιες περιπτώσεις η αγνή λατρεία του Ιεχωβά ήρθε σε άμεση σύγκρουση με τη λατρεία του ψεύτικου θεού Δία. Ο Βασιλιάς Αντίοχος Δ΄ (ο Επιφανής), στην προσπάθειά του να εξαφανίσει την Ιουδαϊκή θρησκεία, διέταξε να βεβηλωθεί ο ναός στην Ιερουσαλήμ και να επαναφιερωθεί στον Ολύμπιο Δία.—Βλέπε το απόκρυφο βιβλίο Β΄ Μακκαβαίων 6:1, 2.
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., όταν οι κάτοικοι των Λύστρων είδαν τον Παύλο να θεραπεύει έναν κουτσό, νόμισαν ότι ο Παύλος και ο Βαρνάβας ήταν θεοί και πέρασαν τον Παύλο για τον Ερμή και τον Βαρνάβα για τον Δία. Ο ιερέας του Δία μάλιστα έφερε έξω ταύρους και στεφάνια για να προσφέρει θυσίες μαζί με το πλήθος. (Πρ 14:8-13) Δύο αρχαίες επιγραφές που ανακαλύφτηκαν το 1909 στην περιοχή των Λύστρων μαρτυρούν τη λατρεία αυτών των δύο θεών στην πόλη. Μία από τις επιγραφές κάνει λόγο για «ιερείς του Δία» και η άλλη μνημονεύει «τον Ερμή τον Μέγιστο» και τον «Δία, το θεό του ήλιου».—Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου (The International Standard Bible Encyclopaedia), επιμέλεια Τζ. Ορ, 1960, Τόμ. 3, σ. 1944.
Το πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε ο Παύλος ως κρατούμενος στη Μάλτα είχε για ακρόπρωρο τους «Διόσκουρους» (Γιους του Δία), δηλαδή τους δίδυμους αδελφούς Κάστορα και Πολυδεύκη.—Πρ 28:11.
-
-
ΔιασκέδασηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ
Όπως το εξέφρασε ο συγγραφέας του βιβλίου Εκκλησιαστής: «Για το καθετί υπάρχει προσδιορισμένος καιρός, . . . καιρός να κλαίει κανείς και καιρός να γελάει· καιρός να θρηνεί και καιρός να χοροπηδάει». (Εκ 3:1, 4) Εδώ η λέξη “γελώ” αποδίδει το εβραϊκό ρήμα σαχάκ. Μολονότι η βασική σημασία αυτής της λέξης είναι «γελώ», η ίδια και η συγγενική λέξη τσαχάκ μπορούν επίσης να αποδοθούν «γιορτάζω», “παίζω”, “κάνω κάποιον να γελάσει”, “διασκεδάζω (εγώ ο ίδιος ή κάποιον άλλον)” και “απολαμβάνω στιγμές ευτυχίας”. (2Σα 6:21· Ιωβ 41:5· Κρ 16:25· Εξ 32:6· Γε 26:8) Κάποιοι τύποι του ρήματος σαχάκ χρησιμοποιούνται στα εδάφια Παροιμίες 8:30, 31 αναφορικά με το “δεξιοτέχνη εργάτη” ο οποίος “ευφραινόταν” ενώπιον του Ιεχωβά μετά τη δημιουργία της γης, καθώς επίσης για να περιγράψουν το “παιχνίδι” της ζωικής κτίσης στη θάλασσα και στους αγρούς.—Ψλ 104:26· Ιωβ 40:20.
Εκδηλώσεις Χαράς και Ευχαρίστησης. Το Βιβλικό υπόμνημα δεν αναφέρεται εκτενώς στη διασκέδαση και στην ψυχαγωγία των Ισραηλιτών. Ωστόσο, δείχνει ότι θεωρούνταν πράγματα κατάλληλα και επιθυμητά όταν εναρμονίζονταν με τις θρησκευτικές αρχές του έθνους. Τα κυριότερα είδη αναψυχής ήταν το παίξιμο μουσικών οργάνων, το τραγούδι, ο χορός, η κουβέντα, καθώς και κάποια παιχνίδια. Στους Ισραηλίτες άρεσε πολύ να βάζουν αινίγματα και δύσκολες ερωτήσεις.—Κρ 14:12.
Αμέσως μετά την απελευθέρωσή τους στην Ερυθρά Θάλασσα, οι Ισραηλίτες άρχισαν να τραγουδούν, να χορεύουν και να παίζουν ντέφι αινώντας τον Ιεχωβά. (Εξ 15:20, 21) Αργότερα, όταν ο Ααρών ανήγγειλε ότι θα γινόταν «γιορτή για τον Ιεχωβά», αφού είχε φτιάξει το χρυσό μοσχάρι, ο λαός έφαγε και ήπιε και κατόπιν σηκώθηκαν «να διασκεδάσουν [λετσαχέκ]». Σε αυτή την περίπτωση, όμως, οι χοροί και τα τραγούδια τους συνδυάστηκαν με την απόδοση ψεύτικης λατρείας, πράγμα που επέφερε αισχύνη.—Εξ 32:5, 6, 18, 19, 25.
Οι τρεις ετήσιες γιορτές παρείχαν ευκαιρίες για αναψυχή παράλληλα με την τήρηση των λατρευτικών διατάξεων που εκτίθεντο στο Νόμο. Κατά την ετήσια γιορτή που διεξαγόταν στη Σηλώ, γίνονταν “κυκλικοί χοροί”. (Κρ 21:21) Άλλες ευκαιρίες για αναψυχή ήταν οι επινίκιοι εορτασμοί (Κρ 11:34· 1Σα 18:6, 7) και η ενθρόνιση του βασιλιά. (1Βα 1:40) Μολονότι χόρευαν κυρίως οι γυναίκες, ενίοτε χόρευαν και οι άντρες, όπως έκανε ο Δαβίδ όταν ανέβασε την Κιβωτό στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 6:5, 14, 21· 1Χρ 13:8· 15:29) Ο τρύγος και η κουρά των προβάτων ήταν χαρμόσυνες και γιορταστικές περιστάσεις. (Ιερ 25:30· 2Σα 13:23-28) Οι γάμοι αποτελούσαν επίσης ευκαιρίες για αναψυχή, ο δε Ιησούς συνεισέφερε σε αυτή την ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια ενός γάμου στην Κανά. (Ιερ 7:34· 16:9· Ιωα 2:1-10) Στο εδάφιο Λουκάς 15:25 αναφέρεται η μουσική συναυλία και ο χορός που αποτέλεσαν μέρος των εορταστικών εκδηλώσεων για την επιστροφή του άσωτου γιου.
Στην Αίγυπτο οι δούλοι διδάσκονταν μουσική και χορό για να ψυχαγωγούν την οικογένεια και τους καλεσμένους της. Και οι αρχαίοι Έλληνες προσλάμβαναν επαγγελματίες χορεύτριες και μουσικούς για να ψυχαγωγούν τους καλεσμένους. Ψυχαγωγικός χορός έλαβε χώρα και στα γενέθλια του Ηρώδη, όταν του ζητήθηκε το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Ματ 14:6-8) Ο χορός ήταν δημοφιλής διασκέδαση μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων, αν και οι ελληνικοί χοροί συνδέονταν αρχικά με τη θρησκευτική λατρεία.
Κατάλληλη Ισορροπία στη Διασκέδαση. Ορισμένα εδάφια περιέχουν προειδοποιήσεις για τα ακατάλληλα είδη διασκέδασης και για την ανάγκη που υπάρχει να κρατάει κάποιος την ψυχαγωγία στη σωστή θέση. Οι Παροιμίες περιγράφουν τον άφρονα, για τον οποίο η εμμονή σε έκλυτη διαγωγή μοιάζει με «παιχνίδι [σεχώκ]», και τον άνθρωπο που εξαπατά το συνάνθρωπό του και λέει: «Για αστείο [μεσαχέκ] δεν το έκανα εγώ;» (Παρ 10:23· 26:19) Δείχνοντας ότι η σχετική αξία της διασκέδασης είναι μικρή, το εδάφιο Παροιμίες 14:13 αναφέρει: «Ακόμη και στο γέλιο [μπισεχώκ] μπορεί να πονάει η καρδιά· και η χαρά καταλήγει σε λύπη». (Παράβαλε Εκ 2:2· 7:2, 3, 6.) Όντας σε κατάσταση ευθυμίας, οι Φιλισταίοι φώναξαν τον τυφλό Σαμψών να τους διασκεδάσει (σαχάκ), το αποτέλεσμα όμως ήταν να ρίξει τον οίκο πάνω τους.—Κρ 16:25-30.
Ο Ιερεμίας, συναισθανόμενος τη σοβαρότητα των καιρών και υφιστάμενος διωγμό για το κήρυγμά του, δηλώνει ότι δεν κάθησε με εκείνους «που κάνουν αστεία [μεσαχακίμ]» και ευφραίνονται. (Ιερ 15:17) Αν και προείπε συμφορά για την Ιερουσαλήμ, προφήτευσε επίσης ότι θα ερχόταν καιρός κατά τον οποίο οι κάτοικοί της θα έβγαιναν και πάλι με χαρά στο χορό εκείνων που γελούν, στολισμένοι με ντέφια. (Ιερ 30:19· 31:4) Παρόμοια, ο Ζαχαρίας προείπε ότι θα ερχόταν ημέρα κατά την οποία οι πλατείες της αποκαταστημένης Ιερουσαλήμ θα γέμιζαν με παιδιά που παίζουν.—Ζαχ 8:5· βλέπε ΘΕΑΤΡΟ· ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ· ΧΟΡΟΣ.
-
-
ΔιαχείρισηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
Βλέπε ΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ.
-
-
ΔιαχειριστήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ
Η εβραϊκή μετοχή που μεταφράζεται «διαχειριστής» (νιτσάβ) αναφέρεται βασικά σε εκείνον ο οποίος έχει διοριστεί να “στέκεται σε κάποια θέση” ή να είναι “επιστάτης” ώστε να επιτελεστεί ένα έργο. (1Σα 22:9· Εξ 7:15· Ρθ 2:5) Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα (1037-998 Π.Κ.Χ.), 12 διαχειριστές ήταν διορισμένοι σε υψηλές διοικητικές θέσεις. Ο καθένας είχε την ευθύνη να προμηθεύει τροφή και άλλα αγαθά στο βασιλικό οίκο έναν μήνα το χρόνο, εκ περιτροπής.—1Βα 4:7.
Αντί να εισπράττεται γενικός φόρος για τη συντήρηση της κυβέρνησης, λαβαίνονταν προμήθειες τροφίμων από τα αγροτικά προϊόντα. Έτσι λοιπόν, οι διαχειριστές επέβλεπαν την παραγωγή, τη συγκομιδή, την αποθήκευση και την παράδοση των μηνιαίων συνεισφορών, το μέγεθος των οποίων ήταν εξαιρετικά μεγάλο. (1Βα 4:22, 23) Αυτοί οι διαχειριστές πιθανώς συμμετείχαν και στη διοίκηση των περιοχών όπου ήταν διορισμένοι, εκτός από την εργασία που έκαναν σε σχέση με την εποπτεία των διαφόρων προμηθειών.
Το σύστημα αυτό ήταν δίκαιο, επειδή φαίνεται ότι οι περιφέρειες είχαν οριστεί ανάλογα με τον πληθυσμό και την παραγωγικότητα της γης, και όχι με βάση τα καθορισμένα φυλετικά όρια. Εννιά από τις διοικητικές περιφέρειες βρίσκονταν Δ του Ιορδάνη, ενώ οι άλλες τρεις Α. Εφόσον η απαρίθμηση των περιφερειών δεν ακολουθεί διόλου τη γεωγραφική τους θέση, ίσως αυτές απαριθμούνται σύμφωνα με τη μηνιαία σειρά με την οποία χορηγούσε ο κάθε διαχειριστής τις προμήθειές του.
Μόνο εφτά διαχειριστές κατονομάζονται στο Μασοριτικό κείμενο. Οι άλλοι πέντε αναφέρονται μόνο ως «ο γιος του» τάδε. (1Βα 4:8-19) Μερικές μεταφράσεις (AS· AT· Βασιλειών Γ΄, Dy· Ro· RS· βλέπε επίσης ΛΧ) βάζουν απλώς πριν από το πατρώνυμο το πρόθημα «Μπεν» (που σημαίνει «γιος τού»). Για να λειτουργούν όλα ομαλά και για να μην παρατηρούνται ελλείψεις, οι 12 διαχειριστές βρίσκονταν υπό την επίβλεψη ενός από τους πρώτιστους άρχοντες του Σολομώντα, του “Αζαρία, του γιου του Νάθαν”.—1Βα 4:5.
«Άρχοντες . . . που ήταν διαχειριστές» υπηρετούσαν επίσης ως επιστάτες και επιβλέποντες στο εργατικό δυναμικό που ασχολούνταν με τα οικοδομικά έργα στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα. Φαίνεται ότι οι δύο αφηγήσεις για αυτούς τους διαχειριστές στα βιβλία Πρώτο Βασιλέων και Δεύτερο Χρονικών διαφέρουν μόνο ως προς τις μεθόδους κατάταξης, καθώς η πρώτη αναφέρει 3.300 συν 550, δηλαδή συνολικά 3.850 (1Βα 5:16· 9:23), ενώ η δεύτερη 3.600 συν 250, δηλαδή συνολικά και πάλι 3.850. (2Χρ 2:18· 8:10) Ορισμένοι λόγιοι (Έβαλντ, Κάιλ, Μιχαέλις) υποθέτουν ότι με τους αριθμούς που δίνει το Δεύτερο Χρονικών ξεχωρίζονται οι 3.600 μη Ισραηλίτες από τους 250 Ισραηλίτες διαχειριστές, ενώ στο Πρώτο Βασιλέων ο διαχωρισμός των διαχειριστών γίνεται ανάμεσα στους 3.300 κατώτερους επιστάτες και στους 550 αρχιεπιτηρητές, στους δε τελευταίους συνυπολογίζονται και 300 μη Ισραηλίτες.
Στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα (936–περ. 911 Π.Κ.Χ.), «ένας διαχειριστής ήταν βασιλιάς» στον Εδώμ, περιοχή που βρισκόταν τότε υπό την κυριαρχία του Ιούδα. (1Βα 22:47) Αυτό υποδηλώνει ότι το εν λόγω άτομο είτε είχε διοριστεί αντιβασιλιάς είτε είχε λάβει την έγκριση να ενεργεί στη θέση του βασιλιά.
-
-
ΔιβλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΒΛΑ
(Διβλά).
Τοποθεσία που ανέφερε ο Ιεζεκιήλ (6:14) όταν κατέγραψε την προφητεία του Ιεχωβά σχετικά με την ερήμωση που επρόκειτο να επέλθει στη γη του Ισραήλ ως ανταπόδοση για την ειδωλολατρία της. Δεν είναι γνωστή κάποια αρχαία τοποθεσία με αυτό το όνομα, και γι’ αυτό οι περισσότεροι σύγχρονοι λόγιοι πιστεύουν ότι από λάθος κάποιου αντιγραφέα εμφανίζεται η λέξη «Διβλά» αντί της λέξης «Ριβλά», καθώς το αρχικό εβραϊκό αντίστοιχο του «Ρ» (ר) μπορεί εύκολα να εκληφθεί ως το εβραϊκό αντίστοιχο του «Δ» (ד). Αν ισχύει αυτό, τότε η Διβλά μπορεί να ταυτιστεί με τη Βιβλική Ριβλά (ερείπια κοντά στη σημερινή Ρίμπλε), στον ποταμό Ορόντη, «στη γη της Αιμάθ» (2Βα 23:33), και “η έρημος προς τη Διβλά [Ριβλά]” θα μπορούσε να είναι η χαλικώδης, εκτεταμένη πεδιάδα της Συριακής Ερήμου η οποία απλώνεται Ν και ΝΑ της Ριβλά. Ωστόσο, μερικοί μεταφραστές αποδίδουν τα λόγια του Ιεζεκιήλ με τη φράση «από την έρημο ως τη Ριβλά». (RS, ΛΧ) Σύμφωνα με αυτή την απόδοση, το νόημα θα ήταν ότι η κρίση του Ιεχωβά θα ξεκινούσε από «την έρημο», το κατά παράδοση νότιο όριο της Υποσχεμένης Γης (Εξ 23:31), και θα έφτανε μέχρι την περιοχή της «Αιμάθ» (η οποία αντιπροσωπεύεται από τη Ριβλά) πολύ βόρεια. (1Βα 8:65) Αν ισχύει αυτό, τότε η φράση που χρησιμοποιεί ο Ιεζεκιήλ μπορεί να είναι το αντίστοιχο της πιο γνωστής φράσης «από τη Δαν μέχρι τη Βηρ-σαβεέ».—Κρ 20:1· βλέπε ΡΙΒΛΑ Αρ. 2.
-
-
ΔιβλαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΒΛΑΪΜ
(Διβλαΐμ) [Δύο Συκόπιτες].
Γονέας της Γόμερ, της συζύγου του Ωσηέ.—Ωσ 1:2, 3.
-
-
ΔιβρείΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΒΡΕΙ
(Διβρεί) [πιθανότατα, Πολύλογος].
Ισραηλίτης από τη φυλή του Δαν του οποίου η κόρη, η Σελομίθ, παντρεύτηκε Αιγύπτιο. Λίγο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο, ο γιος που προήλθε από αυτή την ένωση λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου επειδή εξύβρισε το όνομα του Ιεχωβά.—Λευ 24:10-16, 23.
-
-
ΔιβώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΒΩΝ
(Διβών).
1. Πόλη στα Α της Νεκράς Θαλάσσης, την οποία απέσπασε από τους Μωαβίτες ο Σηών ο Αμορραίος, αλλά αργότερα την κατέλαβαν από αυτόν οι Ισραηλίτες, όταν εισήλθαν σε εκείνον τον τόπο υπό τον Μωυσή.—Αρ 21:25-30.
Η αρχαία Διβών ταυτίζεται σήμερα με τη Διμπάν, 5 χλμ. Β του Αρνών, 21 χλμ. Α της Νεκράς Θαλάσσης. Η Διμπάν έχει αποτελέσει πρόσφατα το επίκεντρο εντατικών αρχαιολογικών ερευνών και έχει γίνει αρκετά γνωστή λόγω της περίφημης Μωαβιτικής Λίθου που ανακαλύφτηκε εκεί το 1868. Με βάση τα όσα αναφέρονται σε αυτή τη στήλη, την οποία έστησε ο Μησά ο βασιλιάς του Μωάβ, μερικοί θεωρούν ότι η Διβών ταυτίζεται με την πάλαι ποτέ πρωτεύουσά του (η οποία περιλάμβανε την Καρχόχ) και «κυριότερη πόλη του Μωάβ».
Λίγο μετά την αρχική φάση της κατάκτησης αυτής της περιοχής από τους Ισραηλίτες, η φυλή του Γαδ έμεινε εκεί και «έχτισαν [ή ανοικοδόμησαν] τη Διβών», δίνοντάς της, όπως φαίνεται, το σύνθετο όνομα Διβών-γαδ το οποίο καταχωρίζεται ως μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσε το έθνος. (Αρ 32:34· 33:45, 46) Ωστόσο, η Διβών θεωρούνταν μέρος της κληρονομιάς του Ρουβήν. (Αρ 32:2, 3· Ιη 13:8, 9, 15-17) Η Διβών πιθανότατα υπέφερε όταν οι Μωαβίτες ανέκαμψαν στη διάρκεια της βασιλείας του Εγλών, μέχρις ότου ήρθε η ανακούφιση χάρη στη νίκη του Κριτή Αώδ. (Κρ 3:12-30) Ο Μησά, ο βασιλιάς του Μωάβ, προχώρησε σε ανταρσία εναντίον της ισραηλιτικής επικυριαρχίας πολλούς αιώνες αργότερα, «μόλις πέθανε ο Αχαάβ», σύμφωνα με τη Βιβλική αφήγηση στα εδάφια 2 Βασιλέων 3:4, 5. Η Αγία Γραφή δεν λέει πόσο ακριβώς κράτησε αυτή η εξέγερση και είναι πιθανό ότι ο Μησά, όπως καυχιέται ο ίδιος στη Μωαβιτική Λίθο, κατάφερε σε εκείνη την περίπτωση να προσαρτήσει αρκετές ισραηλιτικές πόλεις στην «Καρχόχ». Ωστόσο, ανόμοια με την προπαγανδιστική επιγραφή του Μησά, το Γραφικό υπόμνημα καθιστά σαφές ότι ο Μωάβ ηττήθηκε κατά κράτος όταν οι δυνάμεις του έδωσαν μάχη ενάντια στα συνδυασμένα στρατεύματα του Ισραήλ, του Ιούδα και του Εδώμ.—2Βα 3:4-27.
Λιγότερο από 200 χρόνια αργότερα η Διβών ήταν για μια ακόμη φορά γνωστή ως πόλη των Μωαβιτών, και ο Ησαΐας (15:2) εξήγγειλε εναντίον της καταδικαστική κρίση. Γι’ αυτό και αναφέρεται προφητικά ότι οι κάτοικοι της περιοχής θα ανέβαιναν «στον Οίκο και στη Διβών, στους υψηλούς τόπους», θρηνώντας για την ερήμωση του Μωάβ.
Σύμφωνα με τις εικασίες ορισμένων λογίων, ο Ησαΐας υπαινισσόταν ότι το φάσμα του ασσυριακού κινδύνου θα προκαλούσε το “κλάμα στους υψηλούς τόπους” κοντά στη Διβών, αλλά δεν υπάρχει μαρτυρία ότι αυτή η περιοχή ερημώθηκε από τους Ασσυρίους. Όταν ο υπηρέτης του Ιεχωβά ο Ιερεμίας προφήτευσε περίπου εκατό χρόνια αργότερα ότι η Διβών θα “κατέβαινε από τη δόξα και θα καθόταν κάτω διψασμένη” (Ιερ 48:18), η προγενέστερη προφητεία του Ησαΐα, όπως φαίνεται, δεν είχε εκπληρωθεί ακόμη. Επομένως, ο δεύτερος προφήτης προφανώς παρουσίαζε εκ νέου ένα παρόμοιο άγγελμα, καθιστώντας έτσι την πρόρρηση περί καταστροφής του Μωάβ διπλά βέβαιη. Λίγο καιρό μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ., όταν ο Ναβουχοδονόσορ ερήμωσε ολοσχερώς τον Μωάβ, ίσως να άφησε τους κατοίκους της Διβών, όχι μόνο “διψασμένους” για τη χλιδή της αλλοτινής δόξας της, αλλά και εγκαταλειμμένους ως ταπεινωμένους αιχμαλώτους που στην κυριολεξία διψούσαν για νερό και για άλλα βασικά αγαθά.—Ιερ 25:9, 17-21.
Το γεγονός ότι βρέθηκαν στη Διβών μεγάλες αποθήκες με σιτάρι διατηρημένο σε εξαιρετικά καλή κατάσταση, το οποίο χρονολογείται, όπως πιστεύεται, από το δεύτερο ήμισυ της πρώτης χιλιετίας Π.Κ.Χ., φαίνεται να επιβεβαιώνει την άποψη μερικών ότι η περιοχή της Διβών, που ακόμη και σήμερα είναι εύφορη, ενδέχεται να ήταν κάποτε σιτοβολώνας της Παλαιστίνης.
Μερικοί σχολιαστές πιστεύουν ότι η Διβών ταυτίζεται με τη Διμών του εδαφίου Ησαΐας 15:9.—Βλέπε ΔΙΜΩΝ.
2. Τοποθεσία στον Ιούδα (Νε 11:25), η οποία σύμφωνα με την άποψη μερικών ταυτίζεται με τη Διμωνά.—Ιη 15:22· βλέπε ΔΙΜΩΝΑ.
-
-
Διβών-ΓαδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΒΩΝ-ΓΑΔ
Βλέπε ΔΙΒΩΝ Αρ. 1.
-
-
ΔίδραχμοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΔΡΑΧΜΟ
Ελληνικό ασημένιο νόμισμα αξίας δύο δραχμών, δηλαδή $1,31 με σημερινές τιμές. Οι Ιουδαίοι πλήρωναν για το ναό ετήσιο φόρο δύο δραχμών, δηλαδή ένα δίδραχμο.—Ματ 17:24, υποσ.
-
-
ΔιζαάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΖΑΑΒ
(Διζαάβ) [πιθανώς, Τόπος Χρυσού].
Τοποθεσία στα Α του Ιορδάνη Ποταμού, η οποία αναφέρεται κατατοπιστικά μαζί με άλλες για τον προσδιορισμό του σημείου όπου ο Μωυσής εκφώνησε την αποχαιρετιστήρια ομιλία του. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή σήμερα.—Δευ 1:1.
-
-
Δικαιοσύνη, ΚρίσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΚΡΙΣΗ
Οι λέξεις τσέδεκ και τσεδακάχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, καθώς και η λέξη δικαιοσύνη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, μεταδίδουν την ιδέα της «ευθύτητας» και της «ορθότητας», υποδηλώνοντας ότι υπάρχει κάποιο κριτήριο ή κανόνας που καθορίζει τι είναι ορθό. Στο Μωσαϊκό Νόμο, και συγκεκριμένα στο εδάφιο Λευιτικό 19:36, η λέξη τσέδεκ χρησιμοποιείται τέσσερις φορές σε σχέση με επαγγελματικές συναλλαγές: «Πρέπει να έχετε ακριβή [«δίκαιη», AT, KJ, ΒΑΜ, ΛΧ] ζυγαριά, ακριβή ζύγια, ακριβές εφά και ακριβές ιν». Η λέξη «δικαιοσύνη» χρησιμοποιείται συχνά με νομική χροιά σε σχέση με κάποιον δικαστή ή την ετυμηγορία δικαστηρίου.—Ψλ 35:24· 72:2· 96:13· Ησ 11:4· Απ 19:11.
Μια άλλη πλευρά της δικαιοσύνης, αυτή που αφορά την κρίση, είναι η τήρηση και η απονομή του δικαίου με σωστό και αμερόληπτο τρόπο και σύμφωνα με κάποια κριτήρια. Η εβραϊκή λέξη μισπάτ, που μεταφράζεται συνήθως «δικαιοσύνη» ή «κρίση», μπορεί επίσης να μεταδίδει την ιδέα ενός συγκεκριμένου σχεδίου (Εξ 26:30), μιας συνήθειας (Γε 40:13), ενός κανονισμού (2Χρ 4:20) ή μιας κανονικής διαδικασίας (Λευ 5:10), βάσει των οποίων γίνονται κάποια πράγματα. Μολονότι η λέξη «κρίση» έχει νομικές αποχρώσεις, βασικά δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην κρίση και στη δικαιοσύνη. (Παράβαλε Αμ 5:24.) Οι λέξεις κρίσις και ἐκδίκησις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδονται μερικές φορές «δικαιοσύνη». (Ματ 12:20, RS, ΜΝΚ, ΚΔΤΚ· Λου 18:7, ΜΝΚ) Μια άλλη λέξη του κειμένου, η λέξη ἔνδικος, που μεταφράζεται «σε αρμονία με τη δικαιοσύνη» (ΜΝΚ), προσδιορίζει κάτι που είναι «δίκαιο» (KJ, RS, ΒΑΜ) ή που αξίζει.—Ρω 3:8· Εβρ 2:2.
Ο Θεός Θέτει τα Κριτήρια. Ο λόγιος της ελληνικής γλώσσας Κένεθ Σ. Γιούεστ λέει: «Ο Θεός αποτελεί το αντικειμενικό κριτήριο που καθορίζει το νοηματικό περιεχόμενο της λέξης δίκαιος, ενώ συγχρόνως διατηρεί αυτό το νοηματικό περιεχόμενο αναλλοίωτο και αμετάβλητο, εφόσον Εκείνος είναι αμετάβλητος». Κατόπιν παραθέτει τα λόγια του Κρέμερ, ο οποίος είπε: «Η δικαιοσύνη με τη βιβλική έννοια είναι μια κατάσταση ορθότητας της οποίας κριτήριο αποτελεί ο Θεός, δηλαδή αποτιμάται σύμφωνα με τα θεϊκά κριτήρια και γίνεται φανερή με συμπεριφορά σύμφωνη προς τον Θεό, έχει δε προπάντων να κάνει με τη σχέση της προς τον Θεό και με την πορεία ενώπιόν Του. Είναι και αποκαλείται δικαιοσύνη θεοῦ (Ρωμ. 3:21, 1:17), δικαιοσύνη που ανήκει στον Θεό και έχει αξία ενώπιόν Του, Θεοειδής δικαιοσύνη, βλέπε Εφεσ. 4:24· με τη συγκεκριμένη δικαιοσύνη που ορίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, εισέρχεται το ευαγγέλιο (Ρωμ. 1:17) στον κόσμο των εθνών ο οποίος είχε συνηθίσει να μετράει τα πράγματα με διαφορετικά κριτήρια».—Μελέτες στο Λεξιλόγιο της Ελληνικής Καινής Διαθήκης (Studies in the Vocabulary of the Greek New Testament), 1946, σ. 37.
Ο Λουκάς δείχνει τι σημαίνει να είναι κανείς δίκαιος λέγοντας για τον ιερέα Ζαχαρία και τη σύζυγό του την Ελισάβετ (τους γονείς του Ιωάννη του Βαφτιστή): «Ήταν και οι δύο δίκαιοι ενώπιον του Θεού, επειδή περπατούσαν άμεμπτα σύμφωνα με όλες τις εντολές και τις νομικές απαιτήσεις του Ιεχωβά». (Λου 1:6) Η δικαιοσύνη μετριέται σύμφωνα με τη συμμόρφωση προς το θέλημα και τις εντολές του Θεού. Οι επιμέρους εντολές του μπορεί να διαφέρουν από εποχή σε εποχή και από άτομο σε άτομο—η εντολή που έδωσε στον Νώε να φτιάξει μια κιβωτό δεν επαναλήφθηκε ποτέ, η δε εντολή του σχετικά με την περιτομή δεν ισχύει για τους Χριστιανούς. Εντούτοις, τα κριτήρια του Θεού, η προσωπικότητά του και αυτό που είναι ο ίδιος, εκφράζονται όλα με τα λόγια και τις οδούς του, παραμένουν πάντα αναλλοίωτα και επομένως παρέχουν τέλειο κριτήριο—σταθερό και αμετακίνητο σαν “βράχο”—με βάση το οποίο μπορεί να μετριέται η διαγωγή όλων των πλασμάτων του.—Δευ 32:4· Ιωβ 34:10· Ψλ 92:15· Ιεζ 18:25-31· 33:17-20.
Αγαθότητα και Δικαιοσύνη. Ο απόστολος Παύλος φαίνεται ότι κάνει διάκριση ανάμεσα στην αγαθότητα και στη δικαιοσύνη όταν, μιλώντας για το θυσιαστικό θάνατο του Χριστού, λέει: «Διότι μετά δυσκολίας θα πεθάνει κανείς για έναν δίκαιο· για τον αγαθό ίσως και να τολμάει κανείς να πεθάνει. Αλλά ο Θεός συστήνει τη δική του αγάπη σε εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν ακόμη αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για εμάς». (Ρω 5:7, 8) Κάποιος μπορεί να χαρακτηριστεί «δίκαιος» αν εκπληρώνει τις κατάλληλες υποχρεώσεις του, είναι ακριβής, αμερόληπτος, έντιμος, δεν είναι ένοχος αδικοπραγίας ή ανηθικότητας, και γενικά είναι γνωστός για την ακέραιη διαγωγή και την ευθύτητά του. Η δήλωση του Παύλου, όμως, υποδεικνύει ότι υπάρχει κάποια ανωτερότητα στον «αγαθό». Φυσικά, για να είναι κάποιος «αγαθός», δεν μπορεί να είναι άδικος. Ωστόσο, άλλες είναι οι ιδιότητες που τον κάνουν να ξεχωρίζει από τον άνθρωπο που είναι γνωστός πρωτίστως για τη δικαιοσύνη του. Η χρήση της λέξης ἀγαθός στο πρωτότυπο κείμενο δείχνει ότι αυτός που διακρίνεται ή ξεχωρίζει για την αγαθότητά του έχει τη διάθεση να κάνει το καλό στους άλλους ή να τους ωφελεί και εκδηλώνει έμπρακτα αυτή την αγαθότητα. Δεν τον απασχολεί απλώς να κάνει ό,τι απαιτεί η δικαιοσύνη αλλά προχωρεί πιο πέρα, υποκινούμενος από το σωστό ενδιαφέρον για τους άλλους και την επιθυμία να τους ωφελήσει και να τους βοηθήσει.—Παράβαλε Ματ 12:35· 20:10-15· Λου 6:9, 33, 35, 36· Ιωα 7:12· Πρ 14:17· Ρω 12:20, 21· 1Θε 5:15.
Επομένως, ο Παύλος προφανώς δείχνει ότι, ενώ αυτός που ξεχωρίζει ως «δίκαιος» μπορεί να κερδίσει το σεβασμό—ακόμη και το θαυμασμό—των άλλων, εντούτοις μπορεί να μην ελκύει την καρδιά τους τόσο έντονα ώστε να υποκινήσει κάποιον να πεθάνει για αυτόν. Αντίθετα, αυτός που διακρίνεται για την αγαθότητά του, που είναι θερμός, υποβοηθητικός, στοχαστικός, ελεήμων και έμπρακτα επωφελής, κερδίζει την αγάπη των άλλων. Η δε αγαθότητά του μπορεί να ελκύσει την καρδιά τους τόσο πολύ ώστε, για ένα τέτοιο άτομο, μπορεί κάποιος να είναι διατεθειμένος να πεθάνει.
Ας σημειωθεί ότι στις Γραφές το «καλό» ή «αγαθό» αντιπαραβάλλεται με ό,τι είναι «απαίσιο» (Ιωα 5:29· Ρω 9:11· 2Κο 5:10), «πονηρό» (Ματ 5:45· Ρω 12:9) και βεβαίως «κακό» (Ρω 16:19· 1Πε 3:11· 3Ιω 11). Από την άλλη πλευρά, ο «δίκαιος» αντιπαραβάλλεται με τον «αμαρτωλό» (τον άδικο). (Μαρ 2:17· Λου 15:7) Όπως ακριβώς κάποιος μπορεί να είναι αμαρτωλός (εφόσον δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια της δικαιοσύνης) και όμως να μη χαρακτηρίζεται κατ’ ανάγκην «απαίσιος», «πονηρός» ή «κακός», έτσι και κάποιος μπορεί να είναι «δίκαιος» και όμως να μη χαρακτηρίζεται κατ’ ανάγκην «αγαθός», με την έννοια που περιγράφεται παραπάνω.
Ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία ήταν γνωστός εξίσου ως «αγαθός και δίκαιος»—εξυπακούεται, βέβαια, ότι αυτοί οι όροι χρησιμοποιούνται πάντοτε με σχετική έννοια όταν εφαρμόζονται σε ατελείς ανθρώπους. (Λου 23:50· παράβαλε Ματ 19:16, 17· Μαρ 10:17, 18· βλέπε ΑΓΑΘΟΤΗΤΑ [Η Αγαθότητα του Ιεχωβά].) Κάθε εντολή του νόμου του Θεού προς τον Ισραήλ ήταν «άγια [όντας από τον Θεό] και δίκαιη [όντας τέλεια ως προς τη δικαιοσύνη] και καλή [ἀγαθή, Κείμενο, όντας καθ’ όλα ωφέλιμη για όσους την τηρούσαν]».—Ρω 7:12· παράβαλε Εφ 5:9.
Ιεχωβά, ο Δίκαιος. Οι λέξεις τσέδεκ και τσεδακάχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, καθώς και η λέξη δικαιοσύνη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, αναφέρονται συχνά στην ευθύτητα των οδών του Θεού: ως Κυρίαρχου (Ιωβ 37:23· Ψλ 71:19· 89:14), όσον αφορά την απόδοση και εκτέλεση κρίσης και δικαιοσύνης (Ψλ 9:8· 85:11· Ησ 26:9· 2Κο 3:9), όσον αφορά την τιμωρία εκείνων που ισχυρίζονται ότι είναι λαός του (Ησ 10:22), όσον αφορά τη δικαίωσή Του στην κρίση (Ψλ 51:4· Ρω 3:4, 5) και όσον αφορά τη δικαίωση του λαού του (Μιχ 7:9).
Ο ίδιος ο Ιεχωβά ονομάζεται “ο τόπος κατοίκησης της δικαιοσύνης”. (Ιερ 50:7) Επομένως, είναι ο Δίκαιος, και η όποια δικαιοσύνη των πλασμάτων του απορρέει από τη σχέση τους με αυτόν. Ο Ιεχωβά προσκολλάται στα δικά του κριτήρια δικαιοσύνης χωρίς καμιά παρέκκλιση. Γι’ αυτό, τα πλάσματά του μπορούν να του έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη. Σχετικά με αυτόν είναι γραμμένο: «Η δικαιοσύνη και η κρίση είναι η βάση του θρόνου σου».—Ψλ 89:14.
Υπέρτατος Κριτής. Ο υπέρτατος Κριτής και Νομοθέτης (Ησ 33:22), ο Ιεχωβά Θεός, «αγαπάει τη δικαιοσύνη και την κρίση». (Ψλ 33:5) «Την κρίση και την αφθονία της δικαιοσύνης δεν θα τις υποτιμήσει». (Ιωβ 37:23) Αυτό αποτελεί εγγύηση ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τους οσίους του. (Ψλ 37:28) Ο Ιεχωβά δεν προσωποληπτεί στην πολιτεία του με τα πλάσματά του, αλλά δέχεται και ευλογεί όλους όσους τον φοβούνται και πράττουν τη δικαιοσύνη. (Πρ 10:34, 35) Τα άτομα και τα έθνη τιμωρούνται ή ανταμείβονται ανάλογα με τις πράξεις τους.—Ρω 2:3-11· Εφ 6:7-9· Κολ 3:22–4:1.
Η σοφία του Ιεχωβά είναι πολύ ανώτερη από τη σοφία των ατελών ανθρώπων, και ο άνθρωπος, όχι ο Θεός, είναι εκείνος που πρέπει να μάθει το δρόμο της δικαιοσύνης. (Ησ 40:14) Επομένως, ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να κρίνει τις πράξεις του Θεού ως δίκαιες ή άδικες, αλλά πρέπει να μάθει να συμμορφώνει τον τρόπο σκέψης του με τα κριτήρια της δικαιοσύνης που έχει αποκαλύψει ο Ιεχωβά στο Λόγο του. Ο Θεός είπε στους Ισραηλίτες: «Οι δικές μου οδοί δεν είναι διευθετημένες σωστά, οίκε του Ισραήλ; Δεν είναι οι δικές σας οδοί αυτές που δεν είναι διευθετημένες σωστά;» (Ιεζ 18:29) Επίσης, το γεγονός ότι ο Ιεχωβά είναι ο Δημιουργός εξαλείφει κάθε βάση για αμφισβήτηση της ορθότητας των ενεργειών του.—Ρω 9:20, 21· βλέπε επίσης Ιωβ 40:8–41:34.
Συνεπώς, ο Ιεχωβά δικαίως απαιτούσε ανέκαθεν από όσους επιθυμούσαν να κερδίσουν την επιδοκιμασία του να εξοικειωθούν με τα δικά του κριτήρια δικαιοσύνης και να τα ακολουθούν. (Ησ 1:17, 18· 10:1, 2· Ιερ 7:5-7· 21:12· 22:3, 4· Ιεζ 45:9, 10· Αμ 5:15· Μιχ 3:9-12· 6:8· Ζαχ 7:9-12) Όπως ο Θεός, έτσι και αυτοί πρέπει να είναι αμερόληπτοι, διότι το αντίθετο θα συνιστούσε αδικία και παραβίαση του νόμου της αγάπης. (Ιακ 2:1-9) Ωστόσο, η άσκηση δικαιοσύνης σύμφωνα με τα κριτήρια του Θεού δεν αποτελεί βάρος—στην πραγματικότητα, από αυτήν εξαρτάται η ευτυχία του ανθρώπου. (Ψλ 106:3· παράβαλε Ησ 56:1, 2.) Την αλήθεια αυτή αναγνώρισε ο διάσημος Άγγλος νομικός Μπλάκστοουν: «[Ο Θεός] έχει συνδέσει τόσο στενά και έχει συνυφάνει τόσο άρρηκτα τους νόμους της αιώνιας δικαιοσύνης με την ευτυχία του κάθε ανθρώπου, ώστε δεν μπορεί να βρεθεί ευτυχία παρά μόνο με τήρηση της δικαιοσύνης, η δε δικαιοσύνη, αν ακολουθείται επακριβώς, δεν μπορεί παρά να αποφέρει ευτυχία».—Νομική Εγκυκλοπαίδεια του Τσάντμαν (Chadman’s Cyclopedia of Law), 1912, Τόμ. 1, σ. 88.
Δίκαιος αλλά παράλληλα ελεήμων. Η δικαιοσύνη, η κρίση, η αγιότητα και η αγνότητα του Ιεχωβά είναι τέτοιες ώστε αυτός δεν μπορεί να παραβλέψει καμιά αμαρτία. (Ψλ 5:4· Ησ 6:3, 5· Αββ 1:13· 1Πε 1:15) Συνεπώς, δεν μπορούσε να συγχωρήσει τις αμαρτίες της ανθρωπότητας χωρίς να ικανοποιήσει τη δικαιοσύνη—στην ουσία, χωρίς να υπάρχει νομική βάση. Μέσω όμως της παρ’ αξία καλοσύνης του προχώρησε σε αυτή τη δίκαιη διευθέτηση δίνοντας τον Γιο του ως θυσιαστική προσφορά, ως εξιλασμό, δηλαδή ως κάλυψη για τις αμαρτίες. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί δικαίως να ελεήσει τους αμαρτωλούς που αποδέχονται αυτή τη διευθέτηση. Ο Παύλος διατυπώνει το ζήτημα ως εξής: «Αλλά τώρα, χωρίς νόμο η δικαιοσύνη του Θεού έχει φανερωθεί, . . . ναι, η δικαιοσύνη του Θεού μέσω της πίστης στον Ιησού Χριστό . . . Διότι όλοι έχουν αμαρτήσει και υστερούν ως προς τη δόξα του Θεού, και είναι δωρεά το ότι ανακηρύσσονται δίκαιοι με την παρ’ αξία καλοσύνη του μέσω της απελευθέρωσης με το λύτρο που πλήρωσε ο Χριστός Ιησούς. . . . για να είναι αυτός [ο Θεός] δίκαιος ακόμη και όταν ανακηρύσσει δίκαιο τον άνθρωπο [τον εγγενώς αμαρτωλό άνθρωπο] που έχει πίστη στον Ιησού». (Ρω 3:21-26) Επομένως, το γεγονός ότι η δικαιοσύνη του Ιεχωβά εξισορροπείται από το έλεος δίνει στους ανθρώπους και στα έθνη την ευκαιρία να εγκαταλείψουν τις πονηρές οδούς τους και να διαφύγουν την εκτέλεση των δυσμενών του κρίσεων.—Ιερ 18:7-10· Ιεζ 33:14-16· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ.
Να Επιζητείτε τη Δικαιοσύνη του Θεού. Ο Ιησούς νουθέτησε τους ακροατές του: «Εξακολουθήστε, λοιπόν, να επιζητείτε πρώτα τη βασιλεία και τη δικαιοσύνη του [Θεού], και όλα αυτά τα άλλα πράγματα θα σας προστεθούν». (Ματ 6:33) Είναι απαραίτητο να επιζητεί κανείς τη Βασιλεία, να επιθυμεί αυτή την κυβέρνηση και να της είναι όσιος. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάει ότι πρόκειται για τη Βασιλεία του Θεού. Ως εκ τούτου, πρέπει να συμμορφώνεται με το θέλημα του Θεού, με τα κριτήρια του Θεού όσον αφορά το ορθό και το εσφαλμένο στη διαγωγή, και πρέπει συνεχώς “να ανακαινίζει το νου του” έτσι ώστε κάθε πτυχή της ζωής του να συνάδει με τη δικαιοσύνη του Θεού. (Ρω 12:2) Πρέπει να “ντυθεί τη νέα προσωπικότητα που δημιουργήθηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού με αληθινή δικαιοσύνη και οσιότητα”.—Εφ 4:23, 24.
Οι Ιουδαίοι νόμιζαν ότι ήταν ασφαλείς και ότι θα λάβαιναν τη Βασιλεία του Θεού ζητώντας να εδραιώσουν τη δική τους δικαιοσύνη, αλλά δεν υποτάχθηκαν στη δικαιοσύνη του Θεού. (Ρω 10:1-3) Γι’ αυτό, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Διότι σας λέω ότι, αν η δικαιοσύνη σας δεν αφθονήσει περισσότερο από αυτήν των γραμματέων και Φαρισαίων, δεν πρόκειται να μπείτε στη βασιλεία των ουρανών». Αυτοί οι άνθρωποι είχαν κάποια μορφή δικαιοσύνης κατά το ότι υπάκουαν σε ορισμένες από τις απαιτήσεις του Νόμου και στις επιπρόσθετες παραδόσεις τους. Στην ουσία, όμως, είχαν καταστήσει το λόγο του Θεού άκυρο εξαιτίας της παράδοσής τους και απέρριψαν τον Χριστό, τη θεόδοτη οδό μέσω της οποίας θα μπορούσαν να είχαν οδηγηθεί στην πραγματική δικαιοσύνη.—Ματ 5:17-20· 15:3-9· Ρω 10:4.
Η δικαιοσύνη είναι ανέφικτη μέσω προσωπικών έργων. Συνεπώς, είναι σαφές ότι οι ατελείς άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν ποτέ την αληθινή δικαιοσύνη—δεν θα μπορούσαν να ανυψωθούν στο επίπεδο της δικαιοσύνης του Θεού—είτε βασιζόμενοι σε έργα του Μωσαϊκού Νόμου είτε εκτελώντας προσωπικά έργα αυτοδικαίωσης. (Ρω 3:10· 9:30-32· Γα 2:21· 3:21· Τιτ 3:5) Οι άνθρωποι τους οποίους αποκάλεσε «δίκαιους» ο Θεός ήταν άτομα που είχαν ασκήσει πίστη σε εκείνον και δεν έθεταν την εμπιστοσύνη τους στα προσωπικά τους έργα, αλλά υποστήριζαν αυτή την πίστη εκτελώντας έργα εναρμονισμένα με τα δικά του κριτήρια δικαιοσύνης.—Γε 15:6· Ρω 4:3-9· Ιακ 2:18-24.
Ο Νόμος ήταν δίκαιος. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή δεν περιείχε τα θεϊκά κριτήρια δικαιοσύνης. Όντως τα περιείχε. Ο απόστολος Παύλος προβάλλει το επιχείρημα: «Επομένως, ο Νόμος αυτός καθαυτόν είναι άγιος, και η εντολή είναι άγια και δίκαιη και καλή». (Ρω 7:12· Δευ 4:8) Ο Νόμος εξυπηρέτησε το σκοπό του Θεού κάνοντας φανερές τις παραβάσεις και λειτουργώντας ως παιδαγωγός που οδήγησε τους Ιουδαίους οι οποίοι είχαν ειλικρινή καρδιά στον Χριστό, ενώ ταυτόχρονα διέθετε σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων. (Γα 3:19, 24· Εβρ 10:1) Δεν μπορούσε, όμως, να φέρει πραγματική, πλήρη δικαιοσύνη σε όσους υπόκειντο σε αυτόν. Όλοι τους ήταν αμαρτωλοί. Δεν μπορούσαν να τηρήσουν το Νόμο τέλεια, και ο αρχιερέας τους δεν ήταν σε θέση να αφαιρέσει τις αμαρτίες τους με τις θυσίες και τις υπηρεσίες του. Γι’ αυτό, μπορούσαν να επιτύχουν τη δικαιοσύνη μόνο αν αποδέχονταν την προμήθεια που έκανε ο Θεός στέλνοντας τον Γιο του. (Ρω 8:3, 4· Εβρ 7:18-28) Όσοι δέχτηκαν τον Χριστό ανακηρύχτηκαν δίκαιοι—κάτι που δεν κέρδισαν, αλλά τους δόθηκε ως δώρο, ο δε Χριστός έγινε για αυτούς «σοφία από τον Θεό, καθώς και δικαιοσύνη και αγιασμός και απελευθέρωση με λύτρο». Επομένως, η πραγματική δικαιοσύνη είναι εφικτή μόνο μέσω του Χριστού. Αυτό εξυψώνει τον Ιεχωβά, αναδεικνύοντας εκείνον, και όχι τον άνθρωπο ή τα προσωπικά έργα, ως την Πηγή κάθε δικαιοσύνης, «ώστε να συμβεί όπως είναι γραμμένο: “Αυτός που καυχιέται ας καυχιέται για τον Ιεχωβά”».—1Κο 1:30, 31· Ρω 5:17.
Οφέλη της Δικαιοσύνης. Ο Θεός αγαπάει τους δικαίους και τους φροντίζει. Ο Δαβίδ έγραψε: «Νέος ήμουν και γέρασα, και όμως δεν είδα δίκαιο εγκαταλειμμένο ούτε κάποιον απόγονό του να ζητάει ψωμί». (Ψλ 37:25) Ο Σολομών είπε: «Ο Ιεχωβά δεν θα φέρει πείνα στην ψυχή του δικαίου, αλλά την έντονη επιθυμία των πονηρών θα την απωθήσει». (Παρ 10:3) Ο Θεός πρόκειται να κρίνει την κατοικημένη γη με δικαιοσύνη μέσω του Ιησού Χριστού, και θα δημιουργήσει «νέους ουρανούς και νέα γη» στα οποία θα κατοικεί δικαιοσύνη. (Πρ 17:31· 2Πε 3:13) Στους δικαίους έχει δοθεί η υπόσχεση ότι τελικά θα λάβουν στην κατοχή τους τη γη. Οι πονηροί θα εξαλειφθούν από αυτήν ως «λύτρο» για τους δικαίους, διότι όσο οι πονηροί έχουν τον έλεγχο, οι δίκαιοι δεν μπορούν να απολαύσουν ειρήνη. Όσο για τα αποκτήματα των πονηρών, αυτά θα πάνε στους δικαίους, όπως δηλώνει η παροιμία: «Ο πλούτος του αμαρτωλού αποταμιεύεται για τον δίκαιο».—Παρ 13:22· 21:18.
Σε όποιον εμμένει στη δικαιοσύνη δίνεται η διαβεβαίωση ότι θα απολαμβάνει την καλή θέληση του Θεού και την επιδοκιμασία των ανθρώπων που έχουν δίκαιη καρδιά, τώρα και για πάντα, διότι «η ενθύμηση του δικαίου θα είναι ευλογημένη [και θα υπάρχει «στον αιώνα»], αλλά το όνομα των πονηρών θα σαπίσει».—Παρ 10:7· Ψλ 112:6.
Παρόμοια, η ορθή άσκηση δικαιοσύνης από την κυβερνητική εξουσία συμβάλλει στην ευτυχία και στην ευημερία των υπηκόων της. (Παράβαλε Παρ 29:4.) Εφόσον ο Χριστός Ιησούς, ως Βασιλιάς της Βασιλείας του Θεού, και όλοι όσοι θα υπηρετούν σε διοικητικές θέσεις υπό την εξουσία του θα ασκούν πάντοτε δικαιοσύνη, οι όσιοι υπήκοοί του θα υποτάσσονται ευχαρίστως στη δίκαιη διακυβέρνησή του.—Ησ 9:6, 7· 32:1, 16-18· 42:1-4· Ματ 12:18-21· Ιωα 5:30· παράβαλε Παρ 29:2.
Να Σέβεστε και να Ακούτε τους Δικαίους. Αποτελεί πορεία σοφίας το να σέβεται κανείς αυτούς που θεωρεί δίκαιους ο Ιεχωβά και να ακολουθεί τη συμβουλή και τον έλεγχό τους, τα οποία θα ωφελήσουν όσους τα αποδέχονται. Ο Δαβίδ ελέγχθηκε από τον Ιεχωβά μέσω δίκαιων ανθρώπων, υπηρετών και προφητών του Θεού, και είπε: «Αν με χτυπήσει ο δίκαιος, αυτό θα είναι στοργική καλοσύνη· και αν με ελέγξει, θα είναι λάδι πάνω στο κεφάλι, λάδι που το κεφάλι μου δεν θα θελήσει να αρνηθεί».—Ψλ 141:5.
“Ο Θώρακας της Δικαιοσύνης”. Εφόσον η Γραφή μάς λέει: «Περισσότερο από όλα όσα πρέπει να φυλαχτούν, προφύλασσε την καρδιά σου, γιατί από αυτήν εξέρχονται οι πηγές της ζωής», οι Χριστιανοί χρειάζεται να είναι ντυμένοι «το θώρακα της δικαιοσύνης». (Παρ 4:23· Εφ 6:14) Για να προστατέψει κάποιος την καρδιά του ώστε να μη γίνει κακή, είναι ζωτικό να ακολουθεί τη δικαιοσύνη του Θεού, δεδομένου ότι η καρδιά του εκπεσόντος, αμαρτωλού ανθρώπου είναι δόλια και βρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση. (Ιερ 17:9) Η καρδιά χρειάζεται πολλή διαπαιδαγώγηση και εκπαίδευση. Ο Χριστιανός μπορεί να είναι βέβαιος ότι ακολουθεί τέτοια πορεία μόνο αν προσκολλάται στη Γραφή, η οποία, όπως λέει ο απόστολος Παύλος, είναι «ωφέλιμη για διδασκαλία, για έλεγχο, για τακτοποίηση ζητημάτων, για διαπαιδαγώγηση στη δικαιοσύνη, ώστε ο άνθρωπος του Θεού να είναι πλήρως ικανός, απόλυτα εξοπλισμένος για κάθε καλό έργο». Ο Χριστιανός πρέπει να δέχεται με ευγνωμοσύνη τη διαπαιδαγώγηση που δίνεται από δίκαιους ανθρώπους οι οποίοι χρησιμοποιούν κατ’ αυτόν τον τρόπο το Λόγο του Θεού.—2Τι 3:16, 17.
Σχετικά με την απονομή δικαιοσύνης και τις περιλαμβανόμενες αρχές, βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ· ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ· ΝΟΜΟΣ.
-
-
ΔικαίωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΙΩΣΗ
Βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ.
-
-
ΔικαστέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΣΤΕΣ
Άτομα υπεύθυνα να αποφασίζουν σε δικαστικές υποθέσεις. Στα εδάφια Ιώβ 31:11, 28, η φράση «για να το χειριστούν οι δικαστές» χρησιμοποιείται ως επιθετικός προσδιορισμός για να χαρακτηρίσει σφάλματα που έπρεπε να τύχουν κρίσης. Γι’ αυτό, στα εδάφια αυτά, Η Αγία Γραφή, Ν. Λούβαρι–Α. Χαστούπη, έχει τις αποδόσεις «αμάρτημα αποτρόπαιον» (εδ. 11) και «αποτρόπαιον κρίμα» (εδ. 28), αντί για την έκφραση «σφάλμα για να το χειριστούν οι δικαστές». Το υπό εξέταση «σφάλμα» στο εδάφιο 11 είναι η μοιχεία (εδ. 9, 10), ένα αδίκημα που στην εποχή του Ιώβ μπορεί να το έκριναν οι πρεσβύτεροι στην πύλη της πόλης. (Παράβαλε Ιωβ 29:7.) Ωστόσο, το «σφάλμα» του εδαφίου 28 περιλαμβάνει τον υλισμό και την κρυφή ειδωλολατρία (εδ. 24-27), αδικήματα της διάνοιας και της καρδιάς που δεν μπορούν να πιστοποιηθούν με το στόμα μαρτύρων. Επομένως, κανένας ανθρώπινος δικαστής δεν μπορούσε να διαπιστώσει ενοχή σχετικά με αυτά. Εντούτοις, ο Ιώβ προφανώς αναγνώριζε ότι ο Θεός μπορούσε να κρίνει τέτοιου είδους αδικήματα, καθώς και το ότι αυτά ήταν τόσο σοβαρά ώστε επέσυραν την κρίση του.
-
-
ΔικαστήριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Ο Ιεχωβά Θεός, ως ο Δημιουργός του σύμπαντος, κατέχει την υπέρτατη κυριαρχία. Το ρόλο που του αναγνώριζε το αρχαίο έθνος του Ισραήλ, δηλαδή αυτόν του Κριτή, του Νομοθέτη και του Βασιλιά, τον ασκεί και σε ολόκληρο το σύμπαν. (Ησ 33:22) Ο πατριάρχης Αβραάμ τον αναγνώριζε ως “τον Κριτή όλης της γης”. (Γε 18:25) Ο Ιεχωβά παρουσιάζει τον εαυτό του ως Υπέρτατο Κριτή σε μια δικαστική υπόθεση εναντίον του Ισραήλ (Μιχ 6:2), καθώς και σε μια δικαστική υπόθεση του λαού του εναντίον των εθνών. (Ησ 34:8) Καλεί το λαό του ως μάρτυρες σε μια υπόθεση αμφισβήτησης της Θειότητάς του από τους λάτρεις των ψεύτικων θεών.—Ησ 43:9-12.
Πατριαρχική Κοινωνία. Το τέλος του Κατακλυσμού ανέδειξε τον Νώε πατριάρχη, και ο Θεός σύναψε διαθήκη με αυτόν και τους γιους του ως εκπροσώπους της ανθρώπινης φυλής. (Γε 9:12-16) Ο Νώε έλαβε επίσης κάποιους βασικούς νόμους πέραν των νόμων που είχε εξαγγείλει ο Θεός παλιότερα. (Γε 9:3-6) Ως πατριάρχης, ο Νώε λάβαινε αποφάσεις που επηρέαζαν όχι μόνο το άμεσο σπιτικό του αλλά και τους παντρεμένους γιους του και τους απογόνους τους.—Γε 9:20-27.
Ο πατριάρχης, ή αλλιώς η κεφαλή της οικογένειας, ήταν και κριτής της οικογένειας, η οποία περιλάμβανε τους δούλους και όλους όσους ζούσαν στο σπιτικό, όπως ακριβώς ο Ιεχωβά Θεός είναι ο μεγάλος Οικογενειάρχης και Κριτής. (Γε 38:24) Οι διενέξεις μεταξύ των οικογενειών επιλύονταν από τους πατριάρχες, όταν ήταν δυνατή η ειρηνική επίλυσή τους.
Ο Ιακώβ έπαιξε ρόλο κριτή για τα μέλη του σπιτικού του όταν ο Λάβαν εκτόξευσε την κατηγορία ότι κάποιος από τον καταυλισμό του Ιακώβ είχε κλέψει τα θεραφίμ του. Ο Ιακώβ είπε: «Όποιος είναι αυτός στον οποίο θα βρεις τους θεούς σου, ας μη ζήσει». (Γε 31:32) Ωστόσο, ο Ιακώβ δεν ήξερε ότι τα είχε πάρει η Ραχήλ, και ο Λάβαν δεν τα βρήκε, οπότε δεν κατηγορήθηκε η Ραχήλ. Όταν οι αδελφοί του Ιωσήφ τον πούλησαν στην Αίγυπτο και παρουσίασαν το αιματοβαμμένο ένδυμα του Ιωσήφ για να δώσουν την εντύπωση ότι τον είχε σκοτώσει κάποιο θηρίο, ο Ιακώβ ανέλαβε ρόλο κριτή, εξέτασε τα στοιχεία και εξέφερε δικαστική απόφαση: «Δίχως άλλο κατασπαράχτηκε ο Ιωσήφ!» (Γε 37:33) Ο Ιούδας έπαιξε ρόλο κριτή όταν ανακάλυψε ότι η Θάμαρ ήταν έγκυος, καταδικάζοντάς την σε θάνατο. Όταν, όμως, διαπίστωσε ότι εκείνη τον παρέσυρε βάσει σχεδίου να κάνει αυτό που έπρεπε ο ίδιος να είχε υποχρεώσει το γιο του τον Σηλά να επιτελέσει όπως ήταν νομικά επιβεβλημένο, δήλωσε ότι η Θάμαρ ήταν πιο δίκαιη από εκείνον.—Γε 38:24-26.
Οι λάτρεις του αληθινού Θεού αναγνώριζαν ανέκαθεν τον Ιεχωβά ως τον Υπέρτατο Κριτή. Ο πατριάρχης, ως κριτής, θεωρούνταν υπόλογος στον Θεό, ο οποίος είχε κρίνει προσωπικά την υπόθεση του Αδάμ και της Εύας (Γε 3:8-24), του Κάιν (Γε 4:9-15), της ανθρωπότητας τον καιρό του Κατακλυσμού (Γε 6:1-3, 11-13, 17-21), εκείνων που έχτιζαν τον Πύργο της Βαβέλ (Γε 11:1-9), των Σοδόμων και των Γομόρρων (Γε 18:20-33) και του Αβιμέλεχ (Γε 20:3-7).
Υπό το Νόμο. Μετά την Έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, ο Μωυσής ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά έγινε κριτής. Στην αρχή προσπαθούσε να χειρίζεται όλες τις υποθέσεις, οι οποίες ήταν τόσο πολλές ώστε τον κρατούσαν απασχολημένο από το πρωί μέχρι το βράδυ. Κατόπιν συμβουλής του Ιοθόρ, διόρισε ικανούς άντρες ως χιλίαρχους, εκατόνταρχους, πεντηκόνταρχους και δέκαρχους. (Εξ 18:13-26) Αυτό δεν φαίνεται να σημαίνει πως υπήρχε ένας ειδικά διορισμένος κριτής για κάθε εφτά ή οχτώ άντρες. Αντ’ αυτού, το έθνος ήταν οργανωμένο έτσι ώστε να υπάρχουν αρχηγοί εξουσιοδοτημένοι να χειρίζονται μικρότερες υποθέσεις, όποτε αυτό ήταν απαραίτητο. Αλλά οτιδήποτε ασυνήθιστα περίπλοκο ή δύσκολο ή οποιοδήποτε ζήτημα εθνικής σημασίας έπρεπε να το φέρνουν στον Μωυσή ή στο αγιαστήριο ενώπιον των ιερέων.
Αυτά τα δύσκολα ζητήματα κρίσης περιλάμβαναν τα ακόλουθα: υποθέσεις όπου ο σύζυγος είχε υποψίες για την αγνότητα της συζύγου του (Αρ 5:11-31), αμφιλεγόμενες υποθέσεις αιματοχυσίας (Δευ 17:8, 9) και υποθέσεις κατηγορίας για ανταρσία αλλά με ασαφή ή ύποπτα στοιχεία (Δευ 19:15-20). Στις ανεξιχνίαστες υποθέσεις φόνου απαιτούνταν η υπηρεσία των ιερέων.—Δευ 21:1-9.
Κανονικά δεν υπήρχε πρόβλεψη να εφεσιβάλλονται οι αποφάσεις των κατώτερων δικαστηρίων σε ανώτερα, αλλά αν οι δέκαρχοι δεν μπορούσαν να βγάλουν απόφαση για κάποια υπόθεση, μπορούσαν να την παραπέμψουν στους πεντηκόνταρχους, και ούτω καθεξής, ή απευθείας στο αγιαστήριο ή στον Μωυσή.—Εξ 18:26· Δευ 1:17· 17:8-11.
Όσοι επιλέγονταν ως κριτές έπρεπε να είναι ικανοί, αξιόπιστοι άντρες που φοβούνταν τον Ιεχωβά και μισούσαν το άδικο κέρδος. (Εξ 18:21) Συνήθως ήταν κεφαλές οικογενειών ή αρχηγοί φυλών, πρεσβύτεροι στην πόλη όπου υπηρετούσαν ως κριτές. Οι Λευίτες, τους οποίους είχε ξεχωρίσει ο Ιεχωβά ως ειδικούς δασκάλους του Νόμου, υπηρετούσαν με εξέχοντα τρόπο και ως κριτές.—Δευ 1:15.
Πολλές είναι οι νουθεσίες κατά της διαστροφής της κρίσης, της δωροληψίας ή της προσωποληψίας. (Εξ 23:6-8· Δευ 1:16, 17· 16:19· Παρ 17:23· 24:23· 28:21· 29:4) Στον φτωχό δεν έπρεπε να δείχνεται εύνοια απλώς και μόνο επειδή ήταν φτωχός ούτε και ο πλούσιος έπρεπε να έχει πλεονέκτημα έναντι του φτωχού. (Λευ 19:15) Τα δικαιώματα του πάροικου έπρεπε να γίνονται σεβαστά, οι δε πάροικοι δεν έπρεπε να τυγχάνουν άδικης μεταχείρισης. Οι κριτές δεν έπρεπε να καταπιέζουν αυτά τα άτομα ούτε τις χήρες και τα ορφανά, που φαίνονταν να μην έχουν προστάτη, επειδή ο Ιεχωβά ήταν για αυτούς Κριτής και Προστάτης σαν πατέρας. (Λευ 19:33, 34· Εξ 22:21· 23:9· Δευ 10:18· 24:17, 18· 27:19· Ψλ 68:5) Κατ’ αναλογία, οι πάροικοι απαιτούνταν να σέβονται το νόμο της χώρας. (Λευ 18:26) Ωστόσο, αυτά τα νομοθετήματα και οι βουλές του Ιεχωβά έγιναν αντικείμενο περιφρόνησης από τους άρχοντες και τους κριτές του Ισραήλ, αυτή δε η περιφρόνηση ήταν ένας από τους λόγους που επέσυραν τη δυσμενή κρίση του Θεού εναντίον του έθνους.—Ησ 1:23· Ιεζ 22:12· 1Σα 8:3· Ψλ 26:10· Αμ 5:12.
Εφόσον οι κριτές έπρεπε να είναι άντρες ευθύτητας που έκριναν σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά, εκπροσωπούσαν τον Ιεχωβά. Ως εκ τούτου, το να στέκεται κάποιος ενώπιον των κριτών ήταν σαν να στέκεται ενώπιον του Ιεχωβά. (Δευ 1:17· 19:17· Ιη 7:19· 2Χρ 19:6) Ο όρος «σύναξη» ή «εκκλησία» σημαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις τη γενική σύναξη του λαού, αλλά όταν η Αγία Γραφή κάνει λόγο για υποθέσεις που φέρνονταν προς κρίση ενώπιον της σύναξης ή της εκκλησίας, εννοεί τα μέλη που εκπροσωπούσαν τη σύναξη ή την εκκλησία, τους κριτές, όπως για παράδειγμα στα εδάφια Αριθμοί 35:12, 24, 25 και Ματθαίος 18:17.
Το τοπικό δικαστήριο συγκαλούνταν στην πύλη της πόλης. (Δευ 16:18· 21:19· 22:15, 24· 25:7· Ρθ 4:1) Με τη λέξη «πύλη» εννοείται ο υπαίθριος χώρος εντός της πόλης κοντά στην πύλη. Στις πύλες διάβαζαν το Νόμο στο συγκεντρωμένο λαό και εξήγγελλαν τα διατάγματα. (Νε 8:1-3) Στην πύλη ήταν εύκολο να βρεθούν μάρτυρες για υποθέσεις αστικού δικαίου, όπως οι πωλήσεις ιδιοκτησίας κτλ., καθώς οι περισσότεροι έμπαιναν και έβγαιναν από την πύλη στη διάρκεια της ημέρας. Επίσης, η δημοσιότητα που θα λάβαιναν οι δίκες στην πύλη θα ωθούσε ίσως τους κριτές να είναι επιμελείς και δίκαιοι στην ακροαματική διαδικασία και στην ετυμηγορία τους. Προφανώς υπήρχε ένα μέρος κοντά στην πύλη όπου οι κριτές μπορούσαν να συνεδριάζουν με άνεση. (Ιωβ 29:7) Ο Σαμουήλ περιόδευε πηγαίνοντας στη Βαιθήλ, στα Γάλγαλα και στη Μισπά και «έκρινε τον Ισραήλ σε όλα αυτά τα μέρη», καθώς και στη Ραμά όπου ήταν το σπίτι του.—1Σα 7:16, 17.
Στους κριτές έπρεπε να φέρονται με σεβασμό, εφόσον με τη θέση που κατείχαν εκπροσωπούσαν τον Ιεχωβά. (Εξ 22:28· Πρ 23:3-5) Όταν οι ιερείς, οι Λευίτες στο αγιαστήριο ή ο εκάστοτε κριτής (για παράδειγμα, ο Μωυσής ή ο Σαμουήλ) εξέδιδαν μια απόφαση, αυτή ήταν δεσμευτική, και όποιος αρνούνταν να συμμορφωθεί θανατωνόταν.—Δευ 17:8-13.
Αν κάποιος καταδικαζόταν σε ραβδισμό, έπρεπε να τον βάλουν να πέσει μπρούμυτα μπροστά στον κριτή και να τον χτυπήσουν παρουσία του. (Δευ 25:2) Η δικαιοσύνη αποδιδόταν γρήγορα. Η μόνη περίπτωση στην οποία κάποιος υποβαλλόταν σε κράτηση για ένα διάστημα ήταν όταν επρόκειτο για δύσκολο ζήτημα και η κρίση έπρεπε να δοθεί από τον Ιεχωβά. Τότε ο κατηγορούμενος κρατούνταν μέχρι να ληφθεί η απόφαση. (Λευ 24:12· Αρ 15:34) Ο Νόμος δεν προέβλεπε φυλάκιση. Μόνο αργότερα, καθώς το έθνος άρχισε να εκφυλίζεται, και επίσης όταν βρισκόταν υπό την κυριαρχία διαφόρων εθνών, εφαρμόστηκε το μέτρο της φυλάκισης.—2Χρ 18:25, 26· Ιερ 20:2· 29:26· Εσδ 7:26· Πρ 5:19· 12:3, 4.
Κατά την Περίοδο των Βασιλιάδων. Μετά την καθιέρωση του θεσμού της βασιλείας στον Ισραήλ, οι δυσκολότερες υποθέσεις φέρνονταν είτε στο βασιλιά είτε στο αγιαστήριο. Ο Νόμος, στα εδάφια Δευτερονόμιο 17:18, 19, απαιτούσε από το βασιλιά να γράψει αμέσως μετά την ενθρόνισή του ένα αντίγραφο του Νόμου για τον εαυτό του και να το διαβάζει καθημερινά, ώστε να έχει τα κατάλληλα προσόντα να κρίνει δύσκολες υποθέσεις. Με έντεχνο χειρισμό, ο προφήτης Νάθαν έκανε τον Δαβίδ να εκφέρει κρίση για τη δική του υπόθεση που αφορούσε τη Βηθ-σαβεέ και τον Ουρία τον Χετταίο. (2Σα 12:1-6) Ο Ιωάβ, ενεργώντας επιτήδεια, έστειλε κάποια Θεκωίτισσα να παρουσιάσει μια υπόθεση στον Δαβίδ για χάρη του Αβεσσαλώμ. (2Σα 14:1-21) Προτού πεθάνει ο Δαβίδ, διόρισε 6.000 Λευίτες που είχαν τα κατάλληλα προσόντα για να υπηρετούν ως επόπτες και κριτές στον Ισραήλ. (1Χρ 23:4) Ο Βασιλιάς Σολομών ήταν ξακουστός για τη σοφία με την οποία έκρινε. Μια υπόθεση που του έφερε μεγάλη φήμη ήταν η υπόθεση σχετικά με τη μητρότητα δύο πορνών. (1Βα 3:16-28) Ο Ιωσαφάτ διεξήγαγε θρησκευτική μεταρρύθμιση στον Ιούδα και ενίσχυσε το δικαστικό σύστημα.—2Χρ 19:5-11.
Ποιοι ήταν μέλη του Ιουδαϊκού Σάνχεδριν;
Το Σάνχεδριν ήταν το ανώτατο Ιουδαϊκό δικαστήριο. Έδρευε στην Ιερουσαλήμ. Εβδομήντα ένα μέλη απάρτιζαν το ανώτατο αυτό δικαστήριο, το οποίο ονομαζόταν Μεγάλο Σάνχεδριν. Την εποχή της επίγειας διακονίας του Ιησού, στα 71 αυτά μέλη συγκαταλεγόταν ο αρχιερέας και άλλοι οι οποίοι είχαν διατελέσει αρχιερείς (αρκετοί πρώην αρχιερείς μπορεί να ήταν ταυτόχρονα εν ζωή, διότι επί ρωμαϊκής κυριαρχίας το αξίωμα είχε γίνει δοτό). Επίσης, το Σάνχεδριν περιλάμβανε άτομα από τις οικογένειες των αρχιερέων, τους πρεσβυτέρους, τις κεφαλές των φυλών και των οικογενειών, καθώς και τους γραμματείς, που ήταν ειδήμονες στο Νόμο. (Πρ 4:5, 6) Αυτοί οι άντρες προέρχονταν τόσο από την αίρεση των Φαρισαίων όσο και από την αίρεση των Σαδδουκαίων.—Πρ 23:6.
Επικεφαλής και πρόεδρος του Σάνχεδριν ήταν ο αρχιερέας, ο οποίος συγκαλούσε τη συνέλευση. (Πρ 5:17, 21, 27· 7:1· 22:5· 23:2) Ο αρχιερέας Καϊάφας προήδρευσε στη δίκη του Ιησού, αν και ο Ιησούς οδηγήθηκε αρχικά για ανάκριση ενώπιον του Άννα. (Ματ 26:3, 57· Μαρ 14:53, 55, 60, 63· 15:1· Λου 22:54· Ιωα 18:12, 13, 19-24) Ο Ανανίας ήταν ο αρχιερέας που προήδρευε στο Σάνχεδριν τον καιρό που δικάστηκε ο Παύλος.—Πρ 23:2.
Σύμφωνα με την Τοσεφτά (Σάνχεδριν 7:1) και το Μισνά (Σάνχεδριν 4:1), το Σάνχεδριν συνεδρίαζε από την ώρα που προσφερόταν η καθημερινή πρωινή θυσία μέχρι την ώρα της βραδινής θυσίας. Δεν συνεδρίαζε για εκδίκαση υποθέσεων το Σάββατο ή τις ημέρες των γιορτών. Η εκδίκαση υποθέσεων που επέσυραν τη θανατική ποινή λάβαινε χώρα ημέρα, και η ετυμηγορία έπρεπε να βγει ημέρα. Αν επρόκειτο για καταδικαστική ετυμηγορία, έπρεπε να εκδοθεί την επομένη. Γι’ αυτόν το λόγο, δεν μπορούσε να διεξαχθεί δίκη την παραμονή του Σαββάτου ή την παραμονή κάποιας γιορτής. Ωστόσο, αυτή η διαδικασία παραμερίστηκε στην περίπτωση της δίκης του Ιησού.
Το Μισνά (Σάνχεδριν 4:3) αναφέρει: «Το Σάνχεδριν ήταν διατεταγμένο σε σχήμα ημικυκλικού αλωνιού, για να μπορούν όλοι να βλέπονται μεταξύ τους. Μπροστά τους στέκονταν οι δύο γραμματείς των δικαστών, ένας στα δεξιά και ένας στα αριστερά, και αυτοί κατέγραφαν τις δηλώσεις όσων ήταν υπέρ της αθώωσης και τις δηλώσεις όσων ήταν υπέρ της καταδίκης».—Μετάφραση (στην αγγλική) Χ. Ντάνμπι.
Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, το Σάνχεδριν ιδρύθηκε από τον Μωυσή (Αρ 11:16-25) και αναδιοργανώθηκε από τον Έσδρα αμέσως μετά την επιστροφή από την εξορία. Δεν υπάρχουν, όμως, ιστορικά στοιχεία που να υποστηρίζουν την άποψη ότι 70 πρεσβύτεροι συνεδρίαζαν ως ενιαίο δικαστήριο για την εκδίκαση υποθέσεων κατά την αρχαία εκείνη εποχή. Απεναντίας, το Σάνχεδριν φαίνεται ότι ήρθε σε ύπαρξη την περίοδο που η Παλαιστίνη βρισκόταν υπό ελληνική κυριαρχία. Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού, η ρωμαϊκή κυβέρνηση έδωσε στο Σάνχεδριν αρκετή ανεξαρτησία, παραχωρώντας του εξουσία σε αστικά και διοικητικά θέματα. Το Σάνχεδριν είχε στη διάθεσή του υπηρέτες, καθώς και την εξουσία να συλλαμβάνει και να φυλακίζει. (Ματ 26:47· Πρ 4:1-3· 9:1, 2) Η θρησκευτική του εξουσία αναγνωριζόταν ακόμη και μεταξύ των Ιουδαίων της Διασποράς. (Βλέπε Πρ 9:1, 2.) Ωστόσο, φαίνεται ότι, επί ρωμαϊκής κυριαρχίας και με την πάροδο του χρόνου, το Σάνχεδριν έχασε τη νομική εξουσία να εκτελεί την ποινή του θανάτου, εκτός αν εξασφάλιζε την έγκριση του Ρωμαίου κυβερνήτη (αυτοκρατορικού επιτρόπου). (Ιωα 18:31) Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ., το Σάνχεδριν καταργήθηκε.
Στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν και κατώτερα δικαστήρια, καθένα από τα οποία είχε 23 μέλη. Σύμφωνα με το Μισνά (Σάνχεδριν 1:6), αυτά τα μικρότερα δικαστήρια έδρευαν και σε άλλες μεγάλες πόλεις σε όλη την Παλαιστίνη. Το δικαστήριο δεν συνερχόταν σε πλήρη απαρτία για κάθε υπόθεση. Ο αριθμός των δικαστών ποίκιλλε ανάλογα με το πόσο σοβαρό ήταν το ζήτημα που είχαν να κρίνουν και πόσο δύσκολη ήταν η έκδοση ετυμηγορίας. Επιπρόσθετα, υπήρχε και το δικαστήριο του χωριού το οποίο αποτελούνταν από τρεις άντρες, καθώς και ένα δικαστήριο που αποτελούνταν από εφτά πρεσβυτέρους του χωριού.
Οι συναγωγές, οι οποίες χρησιμοποιούνταν πρωτίστως για εκπαίδευση, χρησιμοποιούνταν σε κάποιον βαθμό και ως χώροι συνεδρίασης των τοπικών δικαστηρίων, ενίοτε μάλιστα αναφέρονταν ως “τοπικά Σάνχεδριν”, τα οποία είχαν την εξουσία να επιβάλλουν την ποινή της μαστίγωσης και της αποπομπής.—Ματ 10:17, υποσ.· 23:34· Μαρ 13:9· Λου 21:12· Ιωα 9:22· 12:42· 16:2· βλέπε ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ (Μερικές από τις εξέχουσες παραβολές του Ιησού [21]).
Η Χριστιανική Εκκλησία. Η Χριστιανική εκκλησία, αν και δεν έχει κοσμική εξουσία ως δικαστήριο, μπορεί να αναλάβει δράση εναντίον μελών της τα οποία δεν περπατούν εύτακτα και χρειάζονται πνευματική διαπαιδαγώγηση, και μπορεί μάλιστα να τα αποβάλει από την εκκλησία. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος λέει στην εκκλησία ότι αυτοί, δηλαδή τα μέλη που την εκπροσωπούν, εκείνοι που έχουν θέση επισκόπου, πρέπει να κρίνουν όσους βρίσκονται μέσα στην οργάνωση. (1Κο 5:12, 13) Τόσο ο Παύλος όσο και ο Πέτρος, γράφοντας σε εκκλησίες και επισκόπους, τονίζουν ότι οι πρεσβύτεροι πρέπει να παρακολουθούν στενά την πνευματική κατάσταση της εκκλησίας και να βοηθούν και να νουθετούν όποιον κάνει κάποιο άσοφο ή εσφαλμένο βήμα. (2Τι 4:2· 1Πε 5:1, 2· παράβαλε Γα 6:1.) Σε όσους προκαλούν διαιρέσεις ή αιρέσεις πρέπει να δίνεται προειδοποίηση μία και δύο φορές προτού αναλάβει δράση η εκκλησία. (Τιτ 3:10, 11) Αλλά όσοι επιμένουν να πράττουν την αμαρτία πρέπει να απομακρύνονται, να αποβάλλονται από την εκκλησία. Αυτό αποτελεί διαπαιδαγώγηση, η οποία δείχνει στους παραβάτες ότι η αμαρτωλή τους πορεία δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από την εκκλησία. (1Τι 1:20) Σε όσους έχουν την ευθύνη στην εκκλησία να λειτουργούν ως κριτές ο Παύλος δίνει τη συμβουλή να συναθροίζονται για την ακρόαση ενός τέτοιου ζητήματος. (1Κο 5:1-5· 6:1-5) Πρέπει να αποδέχονται μια κατηγορία ως αληθινή μόνο όταν υπάρχουν δύο ή τρεις μάρτυρες, να σταθμίζουν τα στοιχεία χωρίς να προδικάζουν, να μην κάνουν τίποτα με προκατειλημμένη διάθεση.—1Τι 5:19, 21.
Ο Ιησούς παρήγγειλε στους μαθητές του ότι, αν κάποιος αμάρτανε εναντίον ενός άλλου, έπρεπε πρώτα να γίνουν προσπάθειες για τα τακτοποιηθεί το ζήτημα μεταξύ των ίδιων των ατόμων. Αν αυτές οι προσπάθειες αποτύγχαναν και το ζήτημα ήταν σοβαρό, έπρεπε να το θέσουν στην εκκλησία προς επίλυση (δηλαδή σε εκείνους που ήταν διορισμένοι σε υπεύθυνες θέσεις για να ασκούν τη διακυβέρνηση της εκκλησίας). Ο Παύλος νουθέτησε αργότερα τους Χριστιανούς να επιλύουν τις δυσκολίες με αυτόν τον τρόπο και να μην πηγαίνουν ο ένας τον άλλον σε κοσμικά δικαστήρια.—Ματ 18:15-17· 1Κο 6:1-8· βλέπε ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ.
«Ανθρώπινο Δικαστήριο». Στο εδάφιο 1 Κορινθίους 4:3, ο Παύλος λέει: «Όσο για εμένα, είναι πολύ ασήμαντο ζήτημα να εξεταστώ από εσάς ή από ανθρώπινο δικαστήριο [ἀνθρωπίνης ἡμέρας, Κείμενο]». Η φράση ἀνθρωπίνης ἡμέρας, η οποία αποδίδεται με τη λέξη «δικαστήριο» σε μερικές μεταφράσεις, θεωρείται ότι αναφέρεται σε μια ορισμένη ημέρα, δηλαδή σε ημέρα που όρισε κάποιος ανθρώπινος κριτής για δίκη ή για απόδοση κρίσης.
Ο Παύλος αναγνώρισε ότι άντρες όπως ο Απολλώς, ο Κηφάς και ο ίδιος ανήκαν κατά μία έννοια στην εκκλησία της Κορίνθου ή ήταν υπηρέτες της. (1Κο 3:21, 22) Ωστόσο, μερικοί σε εκείνη την εκκλησία κατηγορούσαν και επέκριναν τον Παύλο, στάση που ήταν απόρροια των φατριαστικών τους τάσεων, του γεγονότος ότι εκδήλωναν σαρκική διάθεση μάλλον παρά πνευματική και του ότι απέβλεπαν σε ανθρώπους και όχι στον Χριστό. (1Κο 9:1-4) Ο Παύλος υπερασπίστηκε επιδέξια τη διακονία του (1Κο 9:5-27), εκθέτοντας το γενικό κανόνα ή τη γενική άποψη ότι ο Χριστιανός δεν έπρεπε να ανησυχεί πρωτίστως για την κρίση των ανθρώπων, είτε των Κορινθίων είτε κάποιου ανθρώπινου δικαστηρίου μια ορισμένη ημέρα. Απεναντίας, ο Παύλος ανησυχούσε για τη μελλοντική ημέρα της κρίσης ή της αξιολόγησης από τον Θεό (μέσω του Ιησού). Αυτός ήταν που είχε δώσει στον Παύλο την υπηρεσία οικονόμου στην οποία ο Παύλος όφειλε να αποδειχτεί πιστός.—1Κο 1:8· 4:2-5· Εβρ 4:13.
-
-
Δικαστικές ΑποφάσειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Η κρίση που εκφέρεται από κάποιο άτομο (ή κάποια άτομα) με εξουσία. (2Σα 8:15· 1Βα 3:16-28· 10:9· 2Βα 25:6· 2Χρ 19:8-10) Ο Ιεχωβά Θεός, ως Κριτής, Νομοθέτης και Βασιλιάς (Ησ 33:22), έδωσε στο έθνος του Ισραήλ έναν εκτεταμένο κώδικα νόμων. Οι αποφάσεις του σε νομικά ζητήματα παρείχαν κατευθυντήριες γραμμές για τη διευθέτηση ζητημάτων που αφορούσαν μεμονωμένα άτομα, καθώς και τις εσωτερικές και εξωτερικές υποθέσεις του έθνους.—Βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ· ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ· ΝΟΜΟΣ.
Πολλές από αυτές τις δικαστικές αποφάσεις επιδόθηκαν στο έθνος του Ισραήλ στο Όρος Σινά. (Νε 9:13) Κατά καιρούς όμως, ορισμένες καταστάσεις απαιτούσαν κάποια ιδιαίτερη δικαστική απόφαση. Για παράδειγμα, όταν ο Μανασσίτης Σαλπαάδ άφησε πίσω του μόνο κόρες, το ερώτημα που προέκυψε ήταν κατά πόσον θα έπρεπε να λάβουν αυτές κληρονομιά. Ο Ιεχωβά εξέδωσε τότε μια απόφαση που κάλυπτε την περίπτωση και έκτοτε χρησίμευσε ως νομοθέτημα για το χειρισμό παρόμοιων καταστάσεων. (Αρ 27:1-11· 36:1-12· βλέπε επίσης Λευ 24:10-16.) Παρόμοια, μια δικαστική απόφαση του Δαβίδ σχετικά με τη διανομή των πολεμικών λαφύρων αποτέλεσε νομικό προηγούμενο.—1Σα 30:23-25.
Εφόσον οι θεϊκές δικαστικές αποφάσεις χαρακτήριζαν ορισμένες διαδεδομένες αλλά άκρως επιβλαβείς πράξεις ως αδικήματα που επέσυραν το θάνατο, ξεχώριζαν ως μοναδικές σε σύγκριση με τους νόμους των εθνών της εποχής εκείνης. Οι γύρω λαοί επιδίδονταν σε κτηνοβασία, σοδομία, αιμομειξία και άλλες εξαχρειωτικές πράξεις που έβλαπταν τη διανοητική, τη σωματική και την πνευματική υγεία. (Λευ 18:6-30· 20:10-23) Συνεπώς, οι δικαστικές αποφάσεις του Ιεχωβά, εφόσον εκδηλωνόταν υπακοή προς αυτές, θα εξύψωναν το έθνος του Ισραήλ. Με την ευλογία του Ιεχωβά, η απαρέγκλιτη προσκόλληση των Ισραηλιτών στις εντολές του θα κατέληγε σε καταφανή οφέλη, κάνοντας τα άλλα έθνη να πουν: «Αυτό το μεγάλο έθνος είναι αναμφίβολα λαός που έχει σοφία και κατανόηση». (Δευ 4:4-6) Εφόσον οι δικαστικές αποφάσεις του Ιεχωβά αποτελούσαν πράγματι ευλογία για τον Ισραήλ (Λευ 25:18, 19· Δευ 4:1· 7:12-15· 30:16), δεν προκαλεί έκπληξη το ότι ο ψαλμωδός προσευχόταν να τις διδαχτεί. (Ψλ 119:108) Τόσο πολύ τις εκτιμούσε ώστε αινούσε τον Ιεχωβά εφτά φορές την ημέρα για τις δικαστικές αποφάσεις του (Ψλ 119:164), σηκωνόταν δε ακόμη και τα μεσάνυχτα για να ευχαριστήσει τον Θεό για αυτές.—Ψλ 119:62.
Εντούτοις, αν και ήταν καλές, δίκαιες και άγιες, οι δικαστικές αποφάσεις του Νόμου αποτελούσαν απλώς παιδαγωγό που οδηγούσε στον Χριστό. Εκείνη η διαθήκη του Νόμου αντικαταστάθηκε από τη νέα διαθήκη. (Ρω 7:12· Γα 3:24· Εβρ 8:7-13) Είναι, λοιπόν, αναμενόμενο ότι η υπακοή στις εντολές, ή στις δικαστικές αποφάσεις, που σχετίζονται με τη νέα διαθήκη θα έχει ως αποτέλεσμα ευλογίες πολύ πιο μεγαλειώδεις από εκείνες που είχε γευτεί ο φυσικός Ισραήλ όσο βρισκόταν κάτω από το Νόμο.—Ιωα 13:34, 35· 1Κο 6:9-11· 1Πε 1:14, 15, 22, 23· 2:9, 10· 1Ιω 5:3.
-
-
Δικαστική ΈδραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΔΡΑ
Συνήθως επρόκειτο για υπαίθρια υπερυψωμένη εξέδρα, προσβάσιμη από σκαλοπάτια, στην οποία κάθονταν οι αξιωματούχοι όταν απευθύνονταν στα πλήθη και ανάγγελλαν τις αποφάσεις τους. (Ματ 27:19· Ιωα 19:13· Πρ 12:21· 25:6, 10, 17) Το μνημείο που θεωρείται από μερικούς ότι υπήρξε η δικαστική έδρα (το αποκαλούμενο Βήμα) στην Κόρινθο, όπου ο Παύλος παρουσιάστηκε ενώπιον του Γαλλίωνα, ήταν κατασκευασμένο από λευκό και κυανό μάρμαρο. (Πρ 18:1, 12, 16, 17) Παραπλεύρως υπήρχαν δύο αίθουσες αναμονής, με ψηφιδωτό δάπεδο και μαρμάρινους πάγκους.
Ο Ιεχωβά Θεός έχει παραδώσει όλη την κρίση στον Γιο του (Ιωα 5:22, 27), και κατά συνέπεια όλοι πρέπει να παρουσιαστούν μπροστά «στη δικαστική έδρα του Χριστού». (2Κο 5:10) Αυτή ορθά αποκαλείται επίσης «δικαστική έδρα του Θεού» δεδομένου ότι ο Ιεχωβά είναι ο Πρωτουργός αυτής της διευθέτησης και κρίνει μέσω του Γιου του.—Ρω 14:10.
-
-
Δικαστική ΥπόθεσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ
Ζήτημα που επιλύεται στο δικαστήριο· δίκη. Η εβραϊκή λέξη που ως επί το πλείστον σχετίζεται με τις δικαστικές υποθέσεις είναι το ρήμα ριβ, το οποίο σημαίνει «μαλώνω· έρχομαι σε διαμάχη· χειρίζομαι δικαστική υπόθεση». (Γε 26:20· Δευ 33:8· Ψλ 43:1) Το παράγωγο ουσιαστικό αποδίδεται «αντιδικία· αμφιλεγόμενη (υπόθεση)· δικαστική υπόθεση». (Εξ 23:2· Δευ 17:8· Ψλ 35:23· Ησ 34:8) Η εβραϊκή λέξη ντιν (κρίση) αποδίδεται ενίοτε «δικαστική υπόθεση· νομική αξίωση· δικαστική διένεξη». (Ιωβ 35:14· Ψλ 140:12· Παρ 22:10) Μεταξύ των υπηρετών του Θεού, μια δικαστική υπόθεση αποσκοπούσε πρωτίστως στην ικανοποίηση των θεϊκών απαιτήσεων και, κατά δεύτερο λόγο, στην απόδοση δικαιοσύνης προς το εμπλεκόμενο άτομο ή άτομα, παράλληλα με την καταβολή αποζημίωσης, όπου αυτή απαιτούνταν. Ο Θεός θεωρούσε ότι περιλαμβανόταν και ο ίδιος στην υπόθεση ακόμη και όταν επρόκειτο για προσωπικά αδικήματα μεταξύ των ανθρώπων, όπως επισημαίνεται στα λόγια του Μωυσή προς τους Ισραηλίτες κριτές στα εδάφια Δευτερονόμιο 1:16, 17.
Στον κήπο της Εδέμ έτυχε χειρισμού μια δικαστική υπόθεση με στόχο να εξακριβωθούν τα γεγονότα που αφορούσαν την υπόθεση και τα ζητήματα που περιλαμβάνονταν σε αυτήν, να κατασταθούν δημοσίως γνωστά, καθώς επίσης να απαγγελθεί η ποινή των παραβατών. Ο Ιεχωβά κάλεσε ενώπιόν του τον Αδάμ και την Εύα για να τους απευθύνει ερωτήσεις. Αν και ο ίδιος γνώριζε τα πάντα, διεξήγαγε ακροαματική διαδικασία, παρουσίασε τις κατηγορίες με σαφήνεια, έφερε στο φως τα γεγονότα μέσω ερωτήσεων και τους παρείχε την ευκαιρία να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Πέτυχε την ομολογία των παραβατών. Στη συνέχεια ο Ιεχωβά εξέδωσε την απόφασή του για το ζήτημα και, με δικαιοσύνη αλλά και παρ’ αξία καλοσύνη, εφάρμοσε το νόμο, εκδηλώνοντας έλεος προς τους αγέννητους απογόνους του Αδάμ και της Εύας με το να αναβάλει προσωρινά την εκτέλεση της θανατικής ποινής των παραβατών.—Γε 3:6-19.
Στην περίπτωση αυτή, ο Ιεχωβά Θεός, ο Υπέρτατος Κριτής, έθεσε το πρότυπο για όλες τις μεταγενέστερες δικαστικές διαδικασίες ανάμεσα στο λαό του. (Γε 3:1-24) Ο χειρισμός των δικαστικών υποθέσεων σε αρμονία με τις δικαστικές διατάξεις του Θεού αποσκοπούσε στην εξακρίβωση και στην εξέταση των γεγονότων με στόχο την απόδοση δικαιοσύνης—και όπου ήταν δυνατόν, το μετριασμό της δικαιοσύνης από το έλεος. (Δευ 16:20· Παρ 28:13· παράβαλε Ματ 5:7· Ιακ 2:13.) Σκοπός της όλης διαδικασίας ήταν να παραμένει αμόλυντο το έθνος του Ισραήλ και ταυτόχρονα να υπάρχει πρόνοια για την προσωπική ευημερία των μελών του, καθώς επίσης των πάροικων και των μέτοικων ανάμεσά τους. (Λευ 19:33, 34· Αρ 15:15, 16· Δευ 1:16, 17) Ο Νόμος που δόθηκε στο έθνος εμπεριείχε την προβλεπόμενη διαδικασία για τις αστικές υποθέσεις, αλλά και για τα λιγότερο ή περισσότερο σοβαρά αδικήματα (συμπεριλαμβανομένων όσων διαπράττονταν ενάντια στον Θεό και στο Κράτος), τις παρεξηγήσεις, τις προσωπικές διαφορές και τις δυσάρεστες καταστάσεις σε ατομικό, οικογενειακό, φυλετικό και εθνικό επίπεδο.
Η Διαδικασία. Σε περιπτώσεις προσωπικής διένεξης, οι εμπλεκόμενοι παροτρύνονταν να αποφεύγουν τους καβγάδες και να διευθετούν τα ζητήματα κατ’ ιδίαν. (Παρ 17:14· 25:8, 9) Αν δεν κατάφερναν να καταλήξουν σε συμφωνία, μπορούσαν να αποταθούν στους δικαστές. (Ματ 5:25) Παρόμοια συμβουλή έδωσε και ο Ιησούς. (Ματ 18:15-17) Δεν υπήρχε κάποια τυπική ή περίπλοκη διαδικασία για το χειρισμό των δικαστικών υποθέσεων, είτε στην εποχή πριν από το Μωσαϊκό Νόμο είτε υπό το Νόμο, μολονότι μετά τη σύσταση του Σάνχεδριν παρεισέφρησε κάποιος τυπικισμός. Παρ’ όλα αυτά, ο χειρισμός των υποθέσεων γινόταν με ευταξία και αποφασιστικότητα. Τόσο οι γυναίκες όσο και οι δούλοι και οι πάροικοι είχαν πρόσβαση στα δικαστήρια ώστε να απονέμεται δικαιοσύνη σε όλους. (Ιωβ 31:13, 14· Αρ 27:1-5· Λευ 24:22) Ο κατηγορούμενος ήταν παρών κατά τη διάρκεια της κατάθεσης εναντίον του και μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Δεν φαίνεται να υπήρχε κάποιο αντίστοιχο του εισαγγελέα είτε στα πατριαρχικά είτε στα ισραηλιτικά δικαστήρια. Ούτε θεωρούνταν απαραίτητο να παρίσταται κάποιος συνήγορος υπεράσπισης. Οι διάδικοι δεν κατέβαλλαν δικαστικά έξοδα.
Ο ενάγων είτε για αστικό ζήτημα είτε για εγκληματική πράξη παρουσίαζε την υπόθεσή του ενώπιον των δικαστών. Καλούνταν ο αντίδικος, συγκεντρώνονταν οι μάρτυρες, και η ακροαματική διαδικασία διεξαγόταν συνήθως σε δημόσιο χώρο, τις περισσότερες φορές στις πύλες της πόλης. (Δευ 21:19· Ρθ 4:1) Οι δικαστές υπέβαλλαν ερωτήσεις στους αντιδίκους και εξέταζαν τα αποδεικτικά στοιχεία και τις καταθέσεις των μαρτύρων. Ανακοίνωναν την ετυμηγορία χωρίς καθυστέρηση, εκτός και αν δεν ήταν επαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία ή εκτός και αν το ζήτημα ήταν ιδιαίτερα δυσεπίλυτο, οπότε οι δικαστές παρέπεμπαν την υπόθεση σε ανώτερο δικαστήριο. Ποινές όπως η μαστίγωση και η εκτέλεση εφαρμόζονταν αμέσως. Ο Νόμος δεν προέβλεπε τη φυλάκιση. Η κράτηση εφαρμοζόταν μόνο στην περίπτωση που χρειαζόταν να συμβουλευτούν τον Ιεχωβά για τη λήψη της απόφασης.—Λευ 24:12· βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ· ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ.
Η ενοχή συνεπαγόταν πάντοτε ποινική ευθύνη. Εξαιρέσεις δεν υπήρχαν. Η ενοχή δεν ήταν δυνατόν να παραβλεφθεί. Όποτε το απαιτούσε ο Νόμος, έπρεπε να επιβληθεί τιμωρία ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, να καταβληθεί αποζημίωση. Κατόπιν, προκειμένου να συνάψει ειρήνη με τον Θεό, ο ένοχος απαιτούνταν να κάνει κάποια προσφορά στο αγιαστήριο. Σε κάθε περίπτωση ενοχής απαιτούνταν εξιλεωτικές θυσίες. (Λευ 5:1-19) Ακόμη και η ακούσια αμαρτία επέφερε ενοχή, και για να υπάρξει εξιλέωση έπρεπε να γίνουν προσφορές. (Λευ 4:1-35) Για ορισμένα αδικήματα, μεταξύ των οποίων η απάτη και η αρπαγή, εφόσον το άτομο μετανοούσε οικειοθελώς και ομολογούσε, έπρεπε να καταβάλει αποζημίωση, καθώς επίσης να κάνει προσφορά για ενοχή.—Λευ 6:1-7.
Οι Αποδείξεις. Αν κάποιος είχε παραστεί μάρτυρας αποστατικών ενεργειών, στασιασμού, φόνου—πράξεων που μόλυναν τον τόπο—ή κάποιων άλλων σοβαρών αδικημάτων, ήταν υποχρεωμένος να το αναφέρει αυτό και να καταθέσει ό,τι γνώριζε, ειδάλλως υπόκειτο σε θεϊκή κατάρα, η οποία εξαγγελλόταν δημόσια. (Λευ 5:1· Δευ 13:8· παράβαλε Παρ 29:24· Εσθ 6:2.) Εντούτοις, ένας μόνο μάρτυρας δεν αρκούσε για την πιστοποίηση κάποιου ζητήματος. Απαιτούνταν δύο ή περισσότεροι. (Αρ 35:30· Δευ 17:6· 19:15· παράβαλε Ιωα 8:17, 18· 1Τι 5:19· Εβρ 10:28.) Ο Νόμος επέβαλλε στους μάρτυρες να λένε την αλήθεια (Εξ 20:16· 23:7), και σε κάποιες περιπτώσεις ζητούνταν από αυτούς να ορκιστούν. (Ματ 26:63) Αυτό εφαρμοζόταν ιδιαίτερα όταν οι υποψίες στρέφονταν στο μοναδικό μάρτυρα της υπόθεσης. (Εξ 22:10, 11) Εφόσον οι εμπλεκόμενοι σε μια δικαστική υπόθεση, οι οποίοι βρίσκονταν ενώπιον των κριτών ή του αγιαστηρίου για την κρίση ενός ζητήματος, θεωρούνταν ότι στέκονταν ενώπιον του Ιεχωβά, οι μάρτυρες έπρεπε να αναγνωρίζουν ότι ήταν υπόλογοι στον Θεό. (Εξ 22:8· Δευ 1:17· 19:17) Ο μάρτυρας δεν έπρεπε να δεχτεί να δωροδοκηθεί ή να επιτρέψει σε κάποιον πονηρό να τον πείσει να πει αναλήθειες ή να σχεδιάσει βία. (Εξ 23:1, 8) Δεν έπρεπε να επιτρέψει να επηρεαστεί η κατάθεσή του από την πίεση του όχλου ή από τον πλούτο ή τη φτώχεια των διαδίκων. (Εξ 23:2, 3) Ακόμη και η στενότερη συγγένεια δεν έπρεπε να αποτρέψει κάποιον από το να καταθέσει εναντίον ενός πονηρού παραβάτη του νόμου, όπως εναντίον ενός αποστάτη ή στασιαστή.—Δευ 13:6-11· 21:18-21· Ζαχ 13:3.
Όποιος αποδεικνυόταν ψευδομάρτυρας λάβαινε την τιμωρία που θα είχε επιβληθεί στον κατηγορούμενο αν είχε βρεθεί ένοχος. (Δευ 19:17-21) Σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες επιβαλλόταν η θανατική ποινή, οι μάρτυρες ήταν υποχρεωμένοι να ρίξουν την πρώτη πέτρα κατά την εκτέλεση του καταδικασμένου. Με αυτόν τον τρόπο, οι μάρτυρες δεσμεύονταν από το νόμο να δείξουν το ζήλο τους για την αληθινή, καθαρή λατρεία και για την εξάλειψη του κακού από τον Ισραήλ. Αυτό το μέτρο λειτουργούσε και ως μέσο αποτροπής της ψευδομαρτυρίας. Μόνο κάποιο πολύ πωρωμένο άτομο θα μπορούσε να διατυπώσει ψευδή κατηγορία, ξέροντας ότι ο ίδιος θα έπρεπε να πρωτοστατήσει στη θανάτωση του κατηγορουμένου.—Δευ 17:7.
Απτές και έμμεσες αποδείξεις. Στην περίπτωση που κάποιος εμπιστευόταν μερικά ζώα στη φροντίδα ενός άλλου, το άτομο που είχε αναλάβει την ευθύνη μπορούσε να προσκομίσει ως απόδειξη το κατασπαραγμένο σώμα ενός ζώου που είχε θανατωθεί από θηρίο, και έτσι απαλλασσόταν από την ποινική ευθύνη. (Εξ 22:10-13) Αν κάποιος σύζυγος κατηγορούσε τη σύζυγό του ότι είχε ισχυριστεί ψευδώς πως ήταν παρθένα όταν παντρεύτηκαν, ο πατέρας του κοριτσιού μπορούσε να προσκομίσει το μανδύα από το συζυγικό κρεβάτι ως απόδειξη της παρθενίας της και να τον παρουσιάσει ενώπιον των κριτών ώστε να την απαλλάξει από την κατηγορία. (Δευ 22:13-21) Ακόμη και υπό τον πατριαρχικό νόμο, οι απτές αποδείξεις γίνονταν δεκτές σε μερικές περιπτώσεις. (Γε 38:24-26) Οι διάφορες περιστάσεις λαμβάνονταν υπόψη ως αποδείξεις. Αν ένα αρραβωνιασμένο κορίτσι δεχόταν επίθεση μέσα στην πόλη, το να μη φωνάξει θεωρούνταν απόδειξη εκούσιας υποταγής και ενοχής.—Δευ 22:23-27.
Κρυφή μοιχεία. Αν κάποιος άντρας υποψιαζόταν τη σύζυγό του για κρυφή μοιχεία, αλλά εκείνη δεν το ομολογούσε και δεν υπήρχε αυτόπτης μάρτυρας, μπορούσε να τη φέρει ενώπιον του ιερέα, όπου εκείνη θα κρινόταν από τον Ιεχωβά, ο οποίος έβλεπε και γνώριζε όλα τα γεγονότα. Η εκδίκαση της υπόθεσης δεν έμοιαζε με τις περιπτώσεις της λεγόμενης θεοκρισίας. Η ίδια η διαδικασία δεν περιλάμβανε κάτι που θα έβλαπτε τη γυναίκα ή θα έκανε φανερή είτε την αθωότητα είτε την ενοχή της, αλλά ο Ιεχωβά ήταν εκείνος που έκρινε τη γυναίκα και γνωστοποιούσε την ετυμηγορία του. Αν ήταν αθώα, παρέμενε σώα και αβλαβής και έπρεπε να κατασταθεί έγκυος από το σύζυγό της. Αν ήταν ένοχη, επηρεάζονταν τα αναπαραγωγικά της όργανα και έχανε τη δυνατότητα να μείνει έγκυος. Αν υπήρχαν οι αναγκαίοι δύο μάρτυρες, το ζήτημα δεν θα φερνόταν με αυτόν τον τρόπο ενώπιον του Ιεχωβά, αλλά αυτή θα κηρυσσόταν ένοχη από τους κριτές και θα λιθοβολούνταν μέχρι θανάτου.—Αρ 5:11-31.
Έγγραφα. Χρησιμοποιούνταν διαφόρων ειδών αρχεία ή έγγραφα. Από το σύζυγο απαιτούνταν, σε περίπτωση που έδιωχνε τη σύζυγό του, να της χορηγήσει πιστοποιητικό διαζυγίου. (Δευ 24:1· Ιερ 3:8· παράβαλε Ησ 50:1.) Τηρούνταν γενεαλογικά αρχεία, όπως βλέπουμε ιδιαίτερα στο Πρώτο Χρονικών. Γίνεται μνεία συμβολαίων πώλησης ακίνητης περιουσίας. (Ιερ 32:9-11) Γράφονταν πολλές επιστολές, κάποιες από τις οποίες μπορεί να φυλάχτηκαν και να χρησιμοποιήθηκαν σε δικαστικές υποθέσεις.—2Σα 11:14· 1Βα 21:8-14· 2Βα 10:1· Νε 2:7.
Η Δίκη του Ιησού. Η μεγαλύτερη παρωδία δίκης που έλαβε ποτέ χώρα ήταν η δίκη και η καταδίκη του Ιησού Χριστού. Πριν από τη δίκη του, οι πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού συνεννοήθηκαν να θανατώσουν τον Ιησού. Συνεπώς, οι δικαστές ήταν προκατειλημμένοι και είχαν ήδη καταλήξει στην ετυμηγορία προτού καν γίνει η δίκη. (Ματ 26:3, 4) Δωροδόκησαν τον Ιούδα για να τους προδώσει τον Ιησού. (Λου 22:2-6) Επειδή οι ενέργειές τους ήταν εσφαλμένες, δεν τον συνέλαβαν στο ναό κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά περίμεναν ωσότου μπορέσουν να δράσουν υπό το κάλυμμα του σκοταδιού, και τότε έστειλαν έναν όχλο οπλισμένο με ρόπαλα και σπαθιά για να τον συλλάβουν σε κάποιο απομονωμένο μέρος έξω από την πόλη.—Λου 22:52, 53.
Κατόπιν οδήγησαν τον Ιησού πρώτα στο σπίτι του πρώην αρχιερέα, του Άννα, ο οποίος ασκούσε ακόμη μεγάλη εξουσία, καθώς την περίοδο εκείνη αρχιερέας ήταν ο γαμπρός του ο Καϊάφας. (Ιωα 18:13) Εκεί, ανέκριναν και χαστούκισαν τον Ιησού. (Ιωα 18:22) Στη συνέχεια, τον πήγαν δεμένο στον Καϊάφα τον αρχιερέα. Οι πρωθιερείς και ολόκληρο το Σάνχεδριν αναζήτησαν ψευδομάρτυρες. Παρουσιάστηκαν πολλοί τέτοιοι μάρτυρες, αλλά δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν στη μαρτυρία τους, εκτός από δύο που διαστρέβλωσαν τα λόγια του Ιησού όπως αυτά αναγράφονται στο εδάφιο Ιωάννης 2:19. (Ματ 26:59-61· Μαρ 14:56-59) Τελικά, ο αρχιερέας όρκισε τον Ιησού να πει αν αυτός ήταν ο Χριστός, ο Γιος του Θεού. Μόλις ο Ιησούς απάντησε καταφατικά και έκανε νύξη της προφητείας του εδαφίου Δανιήλ 7:13, ο αρχιερέας έσκισε τα ενδύματά του και ζήτησε από το δικαστήριο να κρίνει τον Ιησού ένοχο βλασφημίας. Αυτή ήταν και η ετυμηγορία που απαγγέλθηκε, και ο Ιησούς καταδικάστηκε σε θάνατο. Ύστερα από αυτό, τον έφτυσαν στο πρόσωπο και τον χτύπησαν με τις γροθιές τους, χλευάζοντάς τον, κάτι που αντίκειτο στο Νόμο.—Ματ 26:57-68· Λου 22:66-71· παράβαλε Δευ 25:1, 2 με Ιωα 7:51 και Πρ 23:3.
Έπειτα από αυτή την παράνομη νυχτερινή δίκη, το Σάνχεδριν συνεδρίασε νωρίς το πρωί για να επιβεβαιώσει την κρίση του και για να συσκεφθεί. (Μαρ 15:1) Τώρα οδήγησαν τον Ιησού, δεμένο και πάλι, στο ανάκτορο του κυβερνήτη, στον Πιλάτο, καθόσον οι ίδιοι δήλωσαν: «Δεν είναι νόμιμο να σκοτώσουμε εμείς κανέναν». (Ιωα 18:31) Εδώ κατηγόρησαν τον Ιησού ότι απαγόρευε την πληρωμή φόρων στον Καίσαρα και ότι ισχυριζόταν πως ο ίδιος ήταν Χριστός βασιλιάς. Η βλασφημία κατά του Θεού των Ιουδαίων δεν ήταν κατηγορία που θα λάβαιναν σοβαρά υπόψη οι Ρωμαίοι, σε αντίθεση με το στασιασμό. Ο Πιλάτος, αφού προσπάθησε μάταια να κάνει τον Ιησού να καταθέσει εναντίον του εαυτού του, είπε στους Ιουδαίους ότι δεν έβρισκε κανένα έγκλημα σε αυτόν. Όταν όμως έμαθε ότι ο Ιησούς ήταν Γαλιλαίος, τον έστειλε ευχαρίστως στον Ηρώδη, ο οποίος είχε εξουσία στη Γαλιλαία. Ο Ηρώδης ανέκρινε τον Ιησού, ελπίζοντας να δει να εκτελείται από αυτόν κάποιο σημείο, αλλά ο Ιησούς αρνήθηκε να δώσει απαντήσεις. Τότε ο Ηρώδης διέσυρε τον Ιησού, περιπαίζοντάς τον, και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο.—Λου 23:1-11.
Στη συνέχεια ο Πιλάτος προσπάθησε να αφήσει ελεύθερο τον Ιησού σύμφωνα με ένα έθιμο εκείνης της εποχής, αλλά οι Ιουδαίοι αρνήθηκαν, απαιτώντας να απελευθερωθεί, αντί για τον Ιησού, κάποιος στασιαστής και δολοφόνος. (Ιωα 18:38-40) Γι’ αυτόν το λόγο, ο Πιλάτος διέταξε να μαστιγωθεί ο Ιησούς, και οι στρατιώτες τον κακομεταχειρίστηκαν άλλη μια φορά. Ακολούθως, ο Πιλάτος έβγαλε τον Ιησού έξω και προσπάθησε να επιτύχει την απελευθέρωσή του, αλλά οι Ιουδαίοι επέμεναν: «Κρέμασέ τον στο ξύλο! Κρέμασέ τον στο ξύλο!» Τελικά, αυτός έδωσε τη διαταγή να κρεμαστεί ο Ιησούς στο ξύλο.—Ματ 27:15-26· Λου 23:13-25· Ιωα 19:1-16.
Ποιους νόμους του Θεού παραβίασαν οι Ιουδαίοι ιερείς με τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκαν τη δίκη του Ιησού Χριστού;
Ακολουθούν μερικοί από τους νόμους του Θεού που παραβίασαν κατάφωρα οι Ιουδαίοι κατά τη δίκη του Χριστού: δωροδοκία (Δευ 16:19· 27:25)· συνωμοσία και διαστρέβλωση της κρίσης και της δικαιοσύνης (Εξ 23:1, 2, 6, 7· Λευ 19:15, 35)· ψευδομαρτυρία με τη συνεργία των κριτών (Εξ 20:16)· απελευθέρωση δολοφόνου (του Βαραββά), πράγμα που επέφερε ενοχή αίματος στους ίδιους και στον τόπο (Αρ 35:31-34· Δευ 19:11-13)· οχλοκρατικές ενέργειες, ή αλλιώς το ότι «ακολούθησαν τους πολλούς για κακό» (Εξ 23:2, 3)· φωνάζοντας να κρεμαστεί ο Ιησούς στο ξύλο, παραβίαζαν το νόμο ο οποίος τους απαγόρευε να ακολουθούν τα νομοθετήματα άλλων εθνών και ο οποίος δεν ανέφερε τίποτα για βασανιστήρια, αλλά προέβλεπε ότι ο εγκληματίας έπρεπε να λιθοβοληθεί ή να θανατωθεί προτού κρεμαστεί στο ξύλο (Λευ 18:3-5· Δευ 21:22)· δέχτηκαν ως βασιλιά, όχι κάποιον ομοεθνή τους, αλλά έναν ειδωλολάτρη (τον Καίσαρα), και απέρριψαν τον Βασιλιά που είχε εκλέξει ο Θεός (Δευ 17:14, 15)· τέλος, ήταν ένοχοι φόνου (Εξ 20:13).
-
-
ΔίκηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΗ
Βλέπε ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ.
-
-
ΔικτυωτόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΚΤΥΩΤΟ
Πλαίσιο αποτελούμενο από διασταυρούμενες ξύλινες ράβδους ή πηχάκια που σχηματίζουν ένα πλέγμα, το οποίο χρησιμοποιούνταν συνήθως για την κάλυψη ενός παραθύρου. Τα δικτυωτά στα παράθυρα συνηθίζονται στη Μέση Ανατολή εδώ και αιώνες. Διατηρούν τα σπίτια δροσερά παρεμποδίζοντας τη διείσδυση των άμεσων ακτίνων του ήλιου, ενώ παράλληλα επιτρέπουν τον αερισμό των χώρων, και επιπρόσθετα καλλωπίζουν τη γενική όψη των κτισμάτων. Κάποια σπίτια των Βιβλικών χρόνων είχαν παράθυρα στο ισόγειο που έβλεπαν σε μια εσωτερική αυλή, και άλλα που έβλεπαν στο δρόμο. Αυτά που έβλεπαν στο δρόμο βρίσκονταν συνήθως ψηλά στον τοίχο ή στο ανώγειο και είχαν δικτυωτά.
Αυτοί που ήταν μέσα στο σπίτι μπορούσαν να βλέπουν από το δικτυωτό του παραθύρου τι γινόταν στο δρόμο χωρίς να φαίνονται από έξω. Στον ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ, η μητέρα του σκοτωμένου Σισάρα παρουσιάζεται να βλέπει μάταια από το παράθυρο, μήπως και δει το γιο της μέσα «από το δικτυωτό». (Κρ 5:1, 28) Από ένα τέτοιο δικτυωτό παραθύρου μπορούσε να κοιτάξει κάτω κανείς και να δει «κάποιον νεαρό που στερούνταν καρδιάς» να συναντάει μια πόρνη. (Παρ 7:6-13) Επίσης στο βιβλίο Άσμα Ασμάτων (2:9) γίνεται λόγος για κάποιον που “βλέπει μέσα από τα παράθυρα, κοιτάζει μέσα από τα δικτυωτά”.
Μερικά δικτυωτά είχαν προφανώς μεντεσέδες ώστε να ανοίγουν και να κλείνουν. Τα παράθυρα στο ανώγειο του Δανιήλ, από όπου φαινόταν ο Δανιήλ καθώς προσευχόταν στον Ιεχωβά τρεις φορές την ημέρα, ίσως είχαν δικτυωτά που άνοιγαν και έκλειναν.—Δα 6:10.
-
-
ΔιμνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΜΝΑ
(Διμνά).
Προφανώς είναι η ίδια πόλη με τη Ριμμών (Ιη 19:13) και τη Ριμμωνό (1Χρ 6:77), βρισκόταν δε στο ανατολικό όριο της περιοχής του Ζαβουλών και παραχωρήθηκε στους Μεραρίτες Λευίτες. (Ιη 21:34, 35) Η Διμνά ταυτίζεται συνήθως με τη σημερινή Ρουμανά (Ριμμών), περίπου 10 χλμ. Β της Ναζαρέτ.
-
-
ΔιμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΜΩΝ
(Διμών).
Τοποθεσία που μνημονεύεται στη διακήρυξη καταδικαστικής κρίσης για τον Μωάβ την οποία κατέγραψε ο Ησαΐας. Η σφαγή των Μωαβιτών κάνει τα νερά της Διμών να “γεμίσουν αίμα”.—Ησ 15:9.
Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι το όνομα Διμών είναι μια άλλη μορφή του τοπωνυμίου Διβών (που μνημονεύεται στο εδάφιο 2 της προφητείας) και ότι χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργηθεί παρήχηση, ή ένα ακουστικό παίγνιο, με την εβραϊκή λέξη νταμ που αποδίδεται «αίμα»—δηλαδή «τα νερά της Διμών (εβρ., Ντιμών) γέμισαν νταμ». Με αυτή την άποψη συνηγορεί το γεγονός ότι στους ρόλους της Νεκράς Θαλάσσης εμφανίζεται στο εδάφιο 9 ο τύπος «Διβών» αντί «Διμών», καθώς και η δήλωση του Ιερώνυμου ότι στην εποχή του (περ. 347-420 Κ.Χ.) τα δύο ονόματα χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά.
Ωστόσο άλλοι θεωρούν απίθανο να παρουσιάζεται το όνομα Διβών με δύο διαφορετικούς τρόπους μέσα στη σύντομη αυτή διακήρυξη και επισημαίνουν επίσης ότι καμιά άλλη τοποθεσία στη διακήρυξη δεν μνημονεύεται δύο φορές. Επίσης, επικαλούνται το ότι η Διβών δεν βρισκόταν δίπλα σε πολλά «νερά», δεδομένου ότι απείχε αρκετά από το κοντινότερο ουάντι (κοίτη χειμάρρου), τον Αρνών. Προβάλλουν λοιπόν την άποψη ότι ο τύπος Διμών ενδεχομένως προέκυψε από λάθος αντιγραφή της ονομασίας Μαδμέν, η οποία προσδιορίζει μια τοποθεσία που μνημονεύεται στην καταδίκη που εξήγγειλε ο Ιερεμίας για τον Μωάβ (Ιερ 48:2) και συνήθως ταυτίζεται με την Ντίμνα, περίπου 4 χλμ. ΔΒΔ του Ραμπάτ Μωάβ, σε ένα ύψωμα που βλέπει προς τα νερά της Έιν ελ-Μεγέισιλ στα ΝΑ.
Και οι δύο εκδοχές είναι υποθετικές, αλλά η δεύτερη έχει το πλεονέκτημα ότι υποστηρίζει μια τοποθεσία κοντά σε νερά, κάτι που φαίνεται να προϋποθέτουν τα συμφραζόμενα.
-
-
ΔιμωνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΜΩΝΑ
(Διμωνά).
Νότια πόλη του Ιούδα κοντά στο σύνορο του Εδώμ. (Ιη 15:21, 22) Μερικοί υποστηρίζουν ότι είναι η «Διβών» του εδαφίου Νεεμίας 11:25, αλλά η ακριβής θέση της παραμένει απροσδιόριστη.
-
-
Διοίκηση, ΔιαχείρισηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
Ο τρόπος με τον οποίο τυγχάνουν χειρισμού τα πράγματα από έναν αρμόδιο ή η διευθέτηση με την οποία εξασφαλίζεται η επίβλεψη κατά την εκπλήρωση ενός καθήκοντος ή την επίτευξη ενός στόχου.
Η εβραϊκή λέξη πεκουντάχ που μεταφράζεται «διοίκηση» στο εδάφιο 1 Χρονικών 26:30 προέρχεται από τη ρίζα πακάδ, η οποία σημαίνει «επισκέπτομαι· στρέφω την προσοχή». (Ρθ 1:6, υποσ.) Η ίδια λέξη αποδίδεται επίσης «φροντίδα· επίβλεψη».—2Χρ 24:11· Αρ 3:32· παράβαλε 2Βα 11:18, υποσ.· βλέπε ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ.
Από την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας, ο Θεός εξουσιοδότησε τον τέλειο άνθρωπο να φροντίζει τη γη και να έχει σε υποταγή τα πλάσματά της. (Γε 1:26-28) Μετά το στασιασμό του ανθρώπου, και ιδιαίτερα μετά τον Κατακλυσμό, αναπτύχθηκε και επικράτησε ένα πατριαρχικό σύστημα διοίκησης. Με βάση εκείνο το σύστημα τύγχαναν χειρισμού οικογενειακές υποθέσεις και περιουσιακά στοιχεία, καθώς επίσης επιβάλλονταν κανόνες συμπεριφοράς.
Ο τρόπος με τον οποίο χειριζόταν ο Μωυσής τις υποθέσεις του έθνους του Ισραήλ σύμφωνα με το θεϊκό θέλημα, κατά τη 40χρονη οδοιπορία στην έρημο, παρέχει ένα λαμπρό παράδειγμα διοίκησης, στοιχείο του οποίου αποτελεί και η ανάθεση εξουσίας σε αξιόπιστους υφισταμένους. (Εξ 18:19-26) Εντός του ιερατείου, την ευθύνη της διοίκησης την επωμιζόταν πρωτίστως ο αρχιερέας. (Αρ 3:5-10) Ωστόσο, ανατίθετο και σε άλλους η ευθύνη να επιβλέπουν και να εποπτεύουν συγκεκριμένους τομείς υπηρεσίας. (Αρ 3:25, 26, 30-32, 36, 37· 4:16) Αφότου οι Ισραηλίτες μπήκαν στην Υποσχεμένη Γη, το έθνος το διοικούσαν οι κριτές, με τη θεϊκή υποστήριξη.—Κρ 2:16, 18· Ρθ 1:1.
Με την εγκαθίδρυση της βασιλείας στον Ισραήλ, αναπτύχθηκε ένα πληρέστερο σύστημα διοίκησης. Υπό τον Βασιλιά Δαβίδ, η διοικητική δομή ήταν αρκετά λεπτομερής, καθώς υπήρχαν αξιωματούχοι οι οποίοι υπόκειντο απευθείας στο βασιλιά και διοικητές οι οποίοι διαχειρίζονταν συγκεκριμένους τομείς και υπηρετούσαν σε όλη τη χώρα. (1Χρ 26:29-32· 27:1, 16-22, 25-34) Το ιερατείο επίσης οργανώθηκε πλήρως στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, έτσι ώστε υπήρχαν επιτηρητές για το έργο στη σκηνή της μαρτυρίας, επόπτες και κριτές, πυλωροί, υμνωδοί και μουσικοί, καθώς επίσης θεσπίστηκαν 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις για τη διεκπεραίωση των υπηρεσιών στη σκηνή της μαρτυρίας. (1Χρ 23:1-5· 24:1-19) Η διοίκηση του Σολομώντα είχε ακόμη μεγαλύτερο εύρος και παρέχει έξοχο παράδειγμα ικανής διαχείρισης σε σχέση με την κατασκευή του ναού.—1Βα 4:1-7, 26, 27· 5:13-18.
Και άλλα έθνη επίσης ανέπτυξαν πολύπλοκα διοικητικά συστήματα, όπως φαίνεται από τις διάφορες τάξεις αξιωματούχων που σύναξε ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ κατά την εγκαινίαση της χρυσής του εικόνας. (Δα 3:2, 3) Ο ίδιος ο Δανιήλ “καταστάθηκε άρχοντας” (από την αραμαϊκή λέξη σελέτ) για τη διοικητική περιφέρεια της Βαβυλώνας και, υπό τη διοίκησή του, ανατέθηκε πολιτική «διαχείριση» (στην αραμαϊκή, ‛αβιδάχ) στον Σεδράχ, στον Μισάχ και στον Αβδενεγώ.—Δα 2:48, 49.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές εξετάζεται συχνά η κατάλληλη χρήση της ανατεθειμένης εξουσίας και ο χειρισμός των ευθυνών με τις οποίες είναι επιφορτισμένοι όσοι έχουν διοριστεί να επιβλέπουν την εφαρμογή και την εκτέλεση του ρητού θελήματος του Θεού ανάμεσα στο λαό του. Η εξέταση αυτή γίνεται με αναφορές στην υπηρεσία του οικονόμου και στο έργο του επισκόπου. (Λου 16:2-4· 1Κο 9:17· Εφ 3:2· Κολ 1:25· Τιτ 1:7) Μολονότι η ευθύνη απέναντι στον Θεό παρουσιάζεται ως ζήτημα υψίστης σπουδαιότητας (Ψλ 109:8· Πρ 1:20), δίνεται επίσης έμφαση στα συμφέροντα όσων υπηρετούν υπό αυτή τη διαχείριση.—1Πε 4:10· βλέπε ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ.
Σε τι αναφέρεται η «διαχείριση» την οποία έχει θέσει σε λειτουργία ο Θεός από το 33 Κ.Χ.;
Με την παρ’ αξία καλοσύνη του, ο Θεός έχει θέσει σκοπό του «μια διαχείριση [οἰκονομίαν, Κείμενο· κατά κυριολεξία, «διαχείριση οίκου»] στο πλήρωμα των προσδιορισμένων καιρών, δηλαδή να ξανασυγκεντρώσει όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη». (Εφ 1:10· παράβαλε Λου 12:42, υποσ.) Αυτή η «διαχείριση», την οποία ο Θεός επιτελεί από την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., έχει ως στόχο την ενοποίηση όλων των νοημόνων πλασμάτων του. Το πρώτο στάδιο της “διαχείρισης” του Θεού αποσκοπεί στο να ξανασυγκεντρωθούν τα «πράγματα που είναι στους ουρανούς», ώστε να προετοιμαστεί η εκκλησία των κληρονόμων της Βασιλείας οι οποίοι πρόκειται να ζήσουν στους ουρανούς υπό τον Ιησού Χριστό ως την πνευματική Κεφαλή τους. (Ρω 8:16, 17· Εφ 1:11· 1Πε 1:4) Το δεύτερο στάδιο αυτής της “διαχείρισης” αποσκοπεί στο να ξανασυγκεντρωθούν «τα πράγματα που είναι στη γη», ώστε να προετοιμαστούν όσοι πρόκειται να ζήσουν σε έναν επίγειο παράδεισο.—Ιωα 10:16· Απ 7:9, 10· 21:3, 4.
-
-
ΔιοικητήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
Βλέπε ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ.
-
-
Διοικητής ΠόληςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Στις ρωμαϊκές αποικίες, οι κυβερνητικές αρμοδιότητες βρίσκονταν στα χέρια των διοικητών της πόλης, οι οποίοι αποκαλούνταν στρατηγοί στις ελληνικές πόλεις. Το διοικητικό σώμα μπορεί να αποτελούνταν από 3, 4, συνήθως 5, ή ακόμη και από 10 ή 12 μέλη. Καθήκον τους ήταν να διατηρούν την τάξη, να διαχειρίζονται τα οικονομικά, να δικάζουν και να κρίνουν τους παραβάτες του νόμου, καθώς και να διατάζουν την εκτέλεση της ποινής. Μερικές φορές, τα ονόματά τους και οι τίτλοι τους εμφανίζονται σε νομίσματα που έκοβαν οι πόλεις. Στην υπηρεσία τους τοποθετούνταν ραβδούχοι (lictores), οι οποίοι εκτελούσαν τις διαταγές τους.—Βλέπε ΡΑΒΔΟΥΧΟΣ.
Χωρίς να προηγηθεί δίκη, οι διοικητές της ρωμαϊκής αποικίας των Φιλίππων (Πρ 16:12) διέταξαν να τεθούν ο Παύλος και ο Σίλας στα δεσμά. Την επόμενη ημέρα, έστειλαν ραβδούχους να τους ελευθερώσουν. Αλλά ο Παύλος, θέλοντας να επιτύχει τη δημόσια και νομική δικαίωση των καλών νέων που κήρυττε, απαίτησε να τους ελευθερώσουν οι ίδιοι οι διοικητές. Εκείνοι, φοβούμενοι ότι θα είχαν προβλήματα με τη Ρώμη επειδή είχαν δείρει Ρωμαίους πολίτες, ικέτευσαν τον Παύλο και τον Σίλα και τους άφησαν ελεύθερους.—Πρ 16:19-39.
-
-
Διοικητής του ΝαούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Αξιωματούχος, δεύτερος στην ιεραρχία μετά τον αρχιερέα (Πρ 4:1), υπεύθυνος για τους ιερείς που υπηρετούσαν και για τους Λευίτες που ήταν οργανωμένοι υπό κατώτερους διοικητές με σκοπό να φρουρούν το ναό στην Ιερουσαλήμ και να τηρούν την τάξη. (Λου 22:4, 52) Υπήρχαν 24 υποδιαιρέσεις Λευιτών, οι οποίες υπηρετούσαν εκ περιτροπής από μία εβδομάδα, δύο φορές το χρόνο. Επίσης, κάθε υποδιαίρεση είχε πιθανότατα ως επικεφαλής της κάποιον διοικητή, ενώ συγχρόνως υπήρχαν αρκετοί διοικητές μικρότερων ομάδων.
Οι διοικητές ήταν σημαντικά πρόσωπα. Συνωμοτώντας με τους πρωθιερείς, πλήρωσαν τον Ιούδα για να προδώσει τον Ιησού. Οι ίδιοι έφεραν τις δυνάμεις τους μαζί με τους ιερείς για να τον συλλάβουν. (Λου 22:3, 4, 52) Ο διοικητής του ναού ήταν αυτός που προσέδωσε επισημότητα στη σύλληψη του Πέτρου και του Ιωάννη στο ναό. (Πρ 4:1, 3) Αργότερα, αφού ένας άγγελος ελευθέρωσε τον Πέτρο και μερικούς αποστόλους από τη φυλακή, ο διοικητής του ναού πήγε με τους υπηρέτες του να τους φέρει ενώπιον του Σάνχεδριν με νόμιμο κατά τα φαινόμενα τρόπο, χωρίς βία.—Πρ 5:24-26.
-
-
Διοικητική ΠεριφέρειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
Διοικητική υποδιαίρεση επικράτειας υπό τον έλεγχο μιας κεντρικής κυβέρνησης. (Εσθ 1:16· 2:3, 18) Η Αγία Γραφή κάνει λόγο για διοικητικές περιφέρειες σε συνάρτηση με τον Ισραήλ, τη Βαβυλώνα και τη Μηδοπερσία. (1Βα 20:14-19· Εσθ 1:1-3· Δα 3:1, 3, 30) Η εβραϊκή και αραμαϊκή λέξη που αποδίδεται «διοικητική περιφέρεια» (μεδινάχ) προέρχεται από τη ρίζα ντιν, ένα ρήμα που σημαίνει «κρίνω».
Ο Δανιήλ ο προφήτης καταστάθηκε άρχοντας για όλη τη διοικητική περιφέρεια της Βαβυλώνας, ίσως την κυριότερη περιφέρεια, αυτήν που περιλάμβανε την πόλη της Βαβυλώνας. (Δα 2:48) Στους τρεις Εβραίους συντρόφους του, τον Σεδράχ, τον Μισάχ και τον Αβδενεγώ, ανατέθηκαν επίσης καθήκοντα διαχείρισης σε αυτή την περιφέρεια. (Δα 2:49· 3:12) Το Ελάμ φαίνεται ότι ήταν μια άλλη διοικητική περιφέρεια της Βαβυλώνας. (Δα 8:2) Ίσως επειδή οι επαναπατρισμένοι Ιουδαίοι εξόριστοι είχαν ζήσει στη διοικητική περιφέρεια της Βαβυλώνας, αποκαλούνται «γιοι της διοικητικής περιφέρειας». (Εσδ 2:1· Νε 7:6) Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, αυτός ο χαρακτηρισμός μπορεί να αποτελεί νύξη για το ότι κατοικούσαν στη μηδοπερσική διοικητική περιφέρεια του Ιούδα.—Νε 1:3.
Τουλάχιστον στη διάρκεια της βασιλείας του Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄) η Μηδοπερσική Αυτοκρατορία αποτελούνταν από 127 διοικητικές περιφέρειες, από την Ινδία ως την Αιθιοπία. Υπήρχαν Ιουδαίοι διασκορπισμένοι σε όλη αυτή την αχανή επικράτεια. (Εσθ 1:1· 3:8· 4:3· 8:17· 9:2, 30) Η γη του Ιούδα, η οποία διέθετε δικό της κυβερνήτη και κατώτερες διοικητικές κεφαλές, ήταν μία από τις 127 διοικητικές περιφέρειες. (Νε 1:3· 11:3) Φαίνεται, όμως, ότι ο Ιούδας αποτελούσε τμήμα μιας ευρύτερης πολιτικής υποδιαίρεσης που διοικούνταν από έναν ανώτερο κυβερνητικό αξιωματούχο. Προφανώς αυτός ο αξιωματούχος προωθούσε στο βασιλιά οποιεσδήποτε σοβαρές καταγγελίες σχετικά με τις περιφέρειες που είχε στη δικαιοδοσία του και μετά ανέμενε τη βασιλική εξουσιοδότηση για να αναλάβει δράση. Επίσης, διάφοροι κατώτεροι αξιωματούχοι μπορούσαν να ζητήσουν να διερευνηθούν οι δραστηριότητες μιας συγκεκριμένης διοικητικής περιφέρειας. (Εσδ 4:8-23· 5:3-17) Με την εξουσιοδότηση του βασιλιά, οι διοικητικές περιφέρειες μπορούσαν να λάβουν χρήματα από το βασιλικό θησαυροφυλάκιο, τα δε βασιλικά διατάγματα στέλνονταν μέσω ταχυδρόμων στα διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας. (Εσδ 6:6-12· Εσθ 1:22· 3:12-15· 8:10-14) Έτσι λοιπόν, όλοι οι κάτοικοι των διοικητικών περιφερειών ήταν ενήμεροι για τους νόμους και τα διατάγματα της κεντρικής κυβέρνησης.—Παράβαλε Εσθ 4:11.
Το σύστημα των διοικητικών περιφερειών, το οποίο εφάρμοζαν διάφορα έθνη στην αρχαιότητα, συχνά δυσκόλευε περισσότερο τη ζωή των υποτελών λαών. Το γεγονός αυτό το αναγνωρίζει ο σοφός συγγραφέας του Εκκλησιαστή (5:8).—Βλέπε ΕΠΑΡΧΙΑ.
-
-
Διοικητική ΡάβδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΡΑΒΔΟΣ
Μακριά ράβδος, σύμβολο του δικαιώματος που είχε ο διοικητής να διατάζει. Ο όρος «διοικητική ράβδος» εμφανίζεται τέσσερις φορές στη Μετάφραση Νέου Κόσμου ως απόδοση της μετοχής μεχοκέκ, παραγώγου της εβραϊκής ρίζας χακάκ που σημαίνει «χαράζω» και κατ’ επέκταση «θεσπίζω». (Ησ 30:8· Ιεζ 4:1· Παρ 8:27· Ησ 10:1) Στην αρχαιότητα, οι θεσπιζόμενοι νόμοι χαράζονταν πάνω σε πέτρινες ή μεταλλικές πλάκες. Η ίδια εβραϊκή λέξη μπορεί να εφαρμοστεί στο διοικητή που εκδίδει διατάγματα, με άλλα λόγια στο «νομοθέτη». (Δευ 33:21) Απαράμιλλος μεταξύ όσων θεσπίζουν νόμους είναι ο Ιεχωβά, ο υπέρτατος «Νομοθέτης».—Ησ 33:22.
Όταν ο διοικητής καθόταν, η μακριά ράβδος του ακουμπούσε συνήθως στο έδαφος και ήταν γερμένη πάνω στην πτυχή που σχημάτιζε το ένδυμά του, ανάμεσα στα γόνατά του. Αυτό μας βοηθάει να κατανοήσουμε την ευλογία που εξήγγειλε ο Ιακώβ για τον Ιούδα στην επιθανάτια κλίνη του: «Το σκήπτρο δεν θα απομακρυνθεί από τον Ιούδα ούτε η διοικητική ράβδος ανάμεσα από τα πόδια του, μέχρι να έρθει ο Σηλώ». (Γε 49:10) Εδώ, η εβραϊκή λέξη μεχοκέκ έχει αποδοθεί «νομοθέτης» σε ορισμένες μεταφράσεις. (KJ· Yg· ΒΑΜ· ΓΛ) Ωστόσο, η άλλη της σημασία—«διοικητική ράβδος» (ΜΝΚ· Ro)—είναι καταλληλότερη σε αυτή την περίπτωση, με δεδομένη και την υποστήριξη σύγχρονων λεξικογράφων. (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 328· Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 349) Η κατανόηση ότι στο εδάφιο Γένεση 49:10 γίνεται λόγος προφανώς για κάποιο αντικείμενο και όχι για κάποιο πρόσωπο υποστηρίζεται από διάφορες μεταφράσεις, οι οποίες χρησιμοποιούν αποδόσεις όπως «ηγεμονική ράβδος» (AS· RS· ΛΧ), «ράβδος εξουσίας» (Mo) και «ράβδος» (AT). Επίσης, η ράβδος κάποιου είδους, όπως η «διοικητική ράβδος», παραλληλίζεται ωραία με τη λέξη «σκήπτρο» και ταιριάζει με τη φράση «ανάμεσα από τα πόδια του» που εμφανίζεται στο ίδιο εδάφιο. Παρόμοια χρήση αυτού του όρου γίνεται στα εδάφια Αριθμοί 21:17, 18, όπου αναφέρεται ότι ένα πηγάδι ανοίγεται «με διοικητική ράβδο, με τις ράβδους τους», μολονότι εκεί μια πιθανή απόδοση είναι: «με διοικητή, με τους άρχοντές τους». Στο εδάφιο Γένεση 49:10 μια εναλλακτική απόδοση της φράσης «ούτε η διοικητική ράβδος» είναι «ούτε διοικητής».
Εφόσον το σκήπτρο είναι ράβδος, ορισμένοι ίσως συμπεράνουν ότι δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο «σκήπτρο» και στη “διοικητική ράβδο” του εδαφίου Γένεση 49:10. Ωστόσο, φαίνεται ότι ο Ιακώβ ήθελε να διαχωρίσει αυτά τα δύο. Παράλληλοι όροι χρησιμοποιούνται πολλές φορές σε ποιητικές εκφράσεις. Αν και είναι παρόμοιοι, όταν εξεταστούν προσεκτικότερα, αποκαλύπτεται ότι ο ένας μεταδίδει στη διάνοια μια σκέψη ελαφρώς διαφορετική από τον άλλον, πράγμα που συχνά εμπλουτίζει την κατανόηση των λεγομένων. Φαίνεται ότι ο Ιακώβ χρησιμοποίησε αυτή την τεχνική όταν ευλόγησε τους γιους του. Για παράδειγμα, δήλωσε ότι ο Δαν επρόκειτο να «αποδειχτεί . . . φίδι κοντά στην άκρη του δρόμου, κερασφόρο φίδι στην άκρη της οδού» (Γε 49:17), χρησιμοποιώντας αυτές τις παράλληλες εκφράσεις με θετική έννοια για να υποδηλώσει ότι ο Δαν θα ήταν επικίνδυνος για τους εχθρούς του Ισραήλ.
Ο ίδιος ο Θεός παρουσιάζεται να λέει: «Ο Ιούδας είναι η διοικητική μου ράβδος». (Ψλ 60:7· 108:8) Ενώ η διοικητική ράβδος προσδιορίζει κάποιον ως ηγέτη με διοικητική εξουσία, το σκήπτρο στο χέρι του μονάρχη υποδηλώνει ότι αυτός κατέχει βασιλική κυριαρχία ή το βασιλικό αξίωμα. (Ψλ 45:6) Επομένως, η χρήση των όρων «σκήπτρο» και «διοικητική ράβδος» στο εδάφιο Γένεση 49:10 καταδεικνύει προφανώς ότι η φυλή του Ιούδα θα κατείχε σημαντική εξουσία και ισχύ. Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν εννοούνταν απλώς φυλετική εξουσία και κυριαρχία φαίνεται καθαρά από το ότι ο Σηλώ, στον οποίο «θα ανήκει η υπακοή των λαών», επρόκειτο να έρθει από τη φυλή του Ιούδα. Αυτή η παράμετρος μαρτυρεί βασιλική εξουσία και ισχύ επί του λαού. Όταν έγινε βασιλιάς του Ισραήλ ο Δαβίδ που ήταν απόγονος του Ιούδα, το σκήπτρο και η διοικητική ράβδος έγιναν κτήμα της φυλής του Ιούδα και δεν επρόκειτο να απομακρυνθούν από αυτήν μέχρι την έλευση του Σηλώ, δηλαδή του Μεσσία. (2Σα 7:8-16) Πράγματι, ο Θεός έδωσε τον Σηλώ που επρόκειτο να έρθει, τον Ιησού Χριστό—απόγονο του Ιούδα και του Δαβίδ—«ως ηγέτη και διοικητή στις εθνότητες». (Ησ 55:4) Προειπώθηκε ότι ο Μεσσιανικός Άρχοντας θα ασκούσε κυριαρχία και εξουσία στα έθνη και στους λαούς. (Ψλ 2:8, 9· Δα 7:13, 14) Επομένως, δεν κρατάει μόνο το «σκήπτρο», δηλαδή τη βασιλική κυριαρχία, αλλά επίσης κατέχει τη “διοικητική ράβδο”, δηλαδή έχει διοικητική εξουσία.—Βλέπε ΣΗΛΩ Αρ. 1.
-
-
ΔιονύσιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ
(Διονύσιος) [Αυτός που Ανήκει ή Αναφέρεται στον Διόνυσο [το θεό του κρασιού]].
Αρεοπαγίτης, δηλαδή δικαστής του Αρείου Πάγου, ο οποίος άκουσε την απολογία του Παύλου και έγινε Χριστιανός.—Πρ 17:34· βλέπε ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ.
-
-
ΔιόσκουροιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ
Σύμφωνα με την ελληνική και τη ρωμαϊκή μυθολογία, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης ήταν δίδυμοι γιοι της Λήδας και του θεού Δία, εξού και αποκαλούνταν Διόσκουροι, δηλαδή «Γιοι του Δία». Μεταξύ άλλων, θεωρούνταν προστάτες των ναυτικών, ικανοί να σώζουν τους ναυτικούς που κινδύνευαν στη θάλασσα. Πιστεύεται ότι αυτές οι θεότητες φανερώνονταν κατά τις θύελλες υπό τη μορφή του φωτός των Διοσκούρων. Το πλοίο από την Αλεξάνδρεια στο οποίο επέβαινε ο κρατούμενος Παύλος πηγαίνοντας από τη Μάλτα στους Ποτιόλους, καθ’ οδόν προς τη Ρώμη, είχε για ακρόπρωρο τους «Διόσκουρους». Πιθανώς στη μία πλευρά της πλώρης υπήρχε το ομοίωμα ή το σύμβολο και το όνομα του Κάστορος και στην άλλη πλευρά υπήρχε αντίστοιχα μια απεικόνιση και το όνομα του Πολυδεύκη.—Πρ 28:11.
-
-
ΔιοτρεφήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΟΤΡΕΦΗΣ
(Διοτρεφής) [Αυτός τον Οποίο Έθρεψε ο Δίας].
Κάποιος τον οποίο αναφέρει ο απόστολος Ιωάννης στην επιστολή του προς τον Γάιο. Εκτός από το ότι ήταν φιλόδοξος, υπερήφανος, ασεβής απέναντι στην αποστολική εξουσία, στασιαστικός και αφιλόξενος, ο Διοτρεφής προσπαθούσε να εμποδίσει εκείνους που ήθελαν να δείξουν φιλοξενία στους αδελφούς και να τους διώξει από την εκκλησία.—3Ιω 9, 10.
-
-
ΔίπουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΠΟΥΣ
[εβρ., ‛αχμπάρ].
Σύμφωνα με την άποψη πολλών λογίων, η εβραϊκή λέξη ‛αχμπάρ, που αποδίδεται με διάφορους τρόπους—«ποντικός», «αρουραίος», «δίπους» και «τρωκτικό που πηδάει»—ενδέχεται να περιλαμβάνει όλες τις ποικιλίες των αρουραίων, των ποντικών και των συγγενικών ζώων, όπως ο δίπους. Εντούτοις, ένα λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ ορίζει αυτή την εβραϊκή λέξη ως «δίπους».
Ο δίπους είναι πηδητικό τρωκτικό, το οποίο μοιάζει κάπως με μικροσκοπικό καγκουρό και συναντάται ακόμη στις άνυδρες περιοχές της Μέσης Ανατολής. Το σώμα του μικρού αιγυπτιακού δίποδα (Jaculus jaculus) έχει μήκος 10 ως 15 εκ. και βάρος 50 ως 70 γρ. Τα αφτιά και τα μάτια του είναι μεγάλα. Τα μπροστινά του άκρα είναι κοντά, αλλά τα δύο πίσω άκρα έχουν μήκος περίπου ίσο με τα δύο τρίτα του συνολικού μήκους του κεφαλιού και του σώματος. Η ουρά είναι το μακρύτερο μέλος αυτού του ζώου και καταλήγει σε μια μικρή τούφα. Αυτό το νυκτόβιο ζώο προτιμάει τις ερήμους—την ημέρα που κάνει ζέστη μένει στην υπόγεια φωλιά του, ενώ τη νύχτα που έχει περισσότερη δροσιά βγαίνει έξω για να αναζητήσει την τροφή του.
Μολονότι οι Άραβες που κατοικούν στη Συριακή Έρημο χρησιμοποιούν το δίποδα για τροφή, για τους Ισραηλίτες αυτό το πλάσμα ήταν ακάθαρτο σύμφωνα με το Νόμο. (Λευ 11:29) Φαίνεται, όμως, ότι οι αποστάτες Ισραηλίτες αγνοούσαν αυτή την απαγόρευση του Νόμου.—Ησ 66:17, υποσ.
Οι δίποδες καταστρέφουν τα σιτηρά και άλλες σοδειές. Όταν η ιερή Κιβωτός βρισκόταν στην περιοχή των Φιλισταίων, η θεόσταλτη πληγή των διπόδων κατέστρεψε εκείνη τη γη.—1Σα 6:4, 5, 11, 18.
[Εικόνα στη σελίδα 789]
Ο δίπους μοιάζει με μικροσκοπικό καγκουρό
-
-
ΔιφάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΦΑΘ
(Διφάθ).
Απόγονος του Νώε μέσω του Ιάφεθ και του Γόμερ. Ονομάζεται Ριφάθ στη λατινική Βουλγάτα, στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και σε 30 περίπου εβραϊκά χειρόγραφα, καθώς και στο εδάφιο Γένεση 10:3. (1Χρ 1:4-6, υποσ.) Ο τύπος «Διφάθ» που εμφανίζεται στο Μασοριτικό κείμενο στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:6 ίσως οφείλεται σε λάθος κάποιου αντιγραφέα, εφόσον τα εβραϊκά γράμματα για το «Ρ» (ר) και το «Δ» (ד) μοιάζουν πάρα πολύ.
-
-
ΔίχτυΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΧΤΥ
Γενικά, ένα πλέγμα από σπάγκους, νήματα ή σχοινιά που διασταυρώνονται μεταξύ τους έτσι ώστε να σχηματίζονται διάκενα. Τα δίχτυα τα χρησιμοποιούσαν για να πιάνουν ψάρια (Εκ 9:12· Ησ 19:8· Ματ 4:18-21), πουλιά (Παρ 1:17) και άλλα ζώα (Ησ 51:20). Ανάμεσα στα κύρια υλικά που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή τους ήταν το λινάρι, οι ίνες του φοίνικα και ο πάπυρος.
Τα μεταλλικά δίχτυα, ωστόσο, εξυπηρετούσαν εντελώς διαφορετικούς σκοπούς. Δίχτυα φτιαγμένα από χαλκό διακοσμούσαν τα κιονόκρανα των στύλων Ιαχίν και Βοόζ του ναού (βλέπε ΚΙΟΝΟΚΡΑΝΟ), ενώ ένα χάλκινο δίχτυ, ή αλλιώς δικτυωτό, χρησίμευε ως σχάρα για το θυσιαστήριο.—Εξ 27:4, 5· 38:4· 1Βα 7:16-18, 41, 42· Ιερ 52:22, 23.
Μεταφορική Χρήση. Πολλές φορές το «δίχτυ» χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή μεταφορικά για να περιγράψει τρόπους παγίδευσης—τον εγκλωβισμό και την αιχμαλώτιση κάποιων ή τη συμφορά που έρχεται πάνω τους. (Ιωβ 18:8· 19:6· Ψλ 66:11· Θρ 1:13· Ιεζ 12:13· 17:20· 19:8· 32:3· Ωσ 5:1· 7:12· Μιχ 7:2) Τα μέσα που χρησιμοποιούσαν οι Χαλδαίοι για να κατακτήσουν έθνη καθώς επέκτειναν την κυριαρχία τους σε ευρεία περιοχή παρομοιάζονται με συρόμενο δίχτυ. (Αββ 1:6, 15-17) Επίσης, η κολακεία και η πανούργα καρδιά της ανήθικης γυναίκας παραβάλλονται με δίχτυα. (Παρ 29:5· Εκ 7:26) Ο ψαλμωδός εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα τον απελευθέρωνε από παγιδευτικά δίχτυα (Ψλ 25:15· 31:4· 140:5, 12), καθώς και ότι όσοι άπλωναν τέτοιου είδους δίχτυα τελικά θα παγιδεύονταν οι ίδιοι σε αυτά.—Ψλ 9:15· 35:7, 8· 57:6· 141:10.
Σχετικά με την κατασκευή και τη χρήση διαφόρων διχτυών, βλέπε ΚΥΝΗΓΙ ΚΑΙ ΨΑΡΕΜΑ· ΚΥΝΗΓΟΣ ΠΟΥΛΙΩΝ· ΣΥΡΟΜΕΝΟ ΔΙΧΤΥ.
-
-
ΔιωγμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΙΩΓΜΟΣ
Ταλαιπωρία ή βλάβη που προξενείται εσκεμμένα σε κάποιους ανθρώπους λόγω της κοινωνικής τους θέσης, της φυλετικής τους καταγωγής ή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, στην τελευταία δε περίπτωση αποσκοπεί στην εκρίζωση αυτών των πεποιθήσεων και στην αποτροπή της διάδοσής τους μεταξύ νέων προσηλύτων. Το ρήμα ραδάφ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και το αντίστοιχο ρήμα διώκω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορούν επίσης να αποδοθούν «καταδιώκω, επιδιώκω, κυνηγώ, τρέχω πίσω από».—Εξ 15:9· Δευ 1:44· Ρω 14:19· Λου 17:23.
Ο διωγμός έχει πολλά πρόσωπα. Μπορεί να περιορίζεται σε φραστική κακομεταχείριση, χλευασμούς και προσβολές (2Χρ 36:16· Πρ 19:9) ή να περιλαμβάνει οικονομικές πιέσεις (Απ 13:16, 17), σωματικές βλάβες (Ματ 27:29, 30· Πρ 5:40), φυλάκιση (Λου 21:12· Πρ 16:22-24), μίσος, ακόμη και θάνατο. (Ματ 24:9· Πρ 12:2) Μπορεί να υποκινείται από τις θρησκευτικές αρχές (Μαρ 3:6· Πρ 24:1, 27) ή μπορεί να ασκείται από απληροφόρητους (Γε 21:8, 9· Γα 4:29) και αδαείς ανθρώπους (1Τι 1:13) ή από παράλογους, φανατικούς όχλους. (Λου 4:28, 29· Πρ 14:19· 17:5) Πολλές φορές, όμως, αυτά τα στοιχεία είναι απλώς τα όργανα που χρησιμοποιούν ισχυρότεροι και μοχθηρότεροι υποκινητές—οι αόρατες πονηρές πνευματικές δυνάμεις.—Εφ 6:11, 12.
Στην πρώτη προφητεία που δόθηκε, και είναι καταγραμμένη στα εδάφια Γένεση 3:14, 15, ο Ιεχωβά Θεός προείπε ότι θα υπήρχε έχθρα ανάμεσα στο «φίδι» και στη «γυναίκα», καθώς και ανάμεσα στα αντίστοιχα “σπέρματά” τους. Ολόκληρη η Αγία Γραφή πιστοποιεί την εκπλήρωση αυτής της προφητείας. Ο Ιησούς προσδιόρισε ξεκάθαρα το φίδι ως τον Σατανά τον Διάβολο και ταυτόχρονα είπε στους διώκτες του ότι αυτοί ήταν “από τον πατέρα τους τον Διάβολο” και, επομένως, αποτελούσαν το «σπέρμα» του. (Ιωα 8:37-59) Το βιβλίο της Αποκάλυψης δείχνει ότι αυτός ο διωγμός συνεχίζεται ως τότε που ο Χριστός λαβαίνει την εξουσία να βασιλέψει, αλλά και μετέπειτα για κάποιο διάστημα, διότι όταν ο Σατανάς και οι άγγελοί του ρίχνονται στη γη, ο δράκοντας “διώκει τη γυναίκα διεξάγοντας πόλεμο με τους υπόλοιπους από το σπέρμα της, οι οποίοι υπακούν στον Θεό και δίνουν μαρτυρία για τον Ιησού”. (Απ 12:7-17) Εξέχον όργανο του Σατανά στο διάβα της ιστορίας έχει αποδειχτεί το «θηρίο», μια συμβολική μορφή που αναλύεται στο λήμμα ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ (Απ 13:1, 7), ενώ ένα άλλο όργανο είναι η «Βαβυλώνα η Μεγάλη» που εξετάζεται στο ομότιτλο λήμμα. (Απ 17:5, 6) Το γεγονός ότι ο Σατανάς εχθρεύεται όσους επιδιώκουν να κάνουν το θέλημα του Θεού με δικαιοσύνη και χρησιμοποιεί τα προαναφερθέντα όργανα διαφαίνεται σε όλες τις Βιβλικές περιόδους, όπως δείχνει το ακόλουθο ιστορικό.
Ιστορικό. Σύμφωνα με τον Ιησού, το ιστορικό του θρησκευτικού διωγμού ξεκινάει με τον Κάιν, γιο του Αδάμ. (Γε 4:3-8· Ματ 23:34, 35) Ο Κάιν σκότωσε τον αδελφό του, τον Άβελ, υποκινούμενος από «τον πονηρό», τον Σατανά τον Διάβολο. (1Ιω 3:12) Ο θάνατος του Άβελ συνδεόταν άμεσα με το ότι αυτός λάτρευε πιστά τον Ιεχωβά. (Εβρ 11:4) Μεταγενέστερα ο Ιώβ, ένας άνθρωπος του Θεού, του οποίου το όνομα σημαίνει «Αντικείμενο Εχθρότητας», αποτέλεσε στόχο μοχθηρού διωγμού υποκινούμενου από τον Σατανά. Η σύζυγος του Ιώβ και οι τρεις φίλοι του υπήρξαν απλώς όργανα που χρησιμοποιήθηκαν—είτε εκούσια είτε ακούσια—από αυτόν τον πρώτιστο εχθρό του Θεού και του ανθρώπου.—Ιωβ 1:8–2:9· 19:22, 28.
Ενίοτε οι άρχοντες του Ιούδα και του Ισραήλ προξενούσαν πολλά παθήματα σε ειδικούς εκπροσώπους του Θεού. Ο Βασιλιάς Σαούλ, για παράδειγμα, έκανε τον Δαβίδ (“τον άντρα που ήταν σε αρμονία με την καρδιά του Θεού”· Πρ 13:22) κύριο στόχο του μίσους του. (1Σα 20:31-33· 23:15, 26· Ψλ 142:6) Ενόσω κυβερνούσαν ο Αχαάβ και η Ιεζάβελ, πολλοί προφήτες του Ιεχωβά αναγκάστηκαν να κρύβονται ως φυγάδες ή θανατώθηκαν. (1Βα 18:13, 14· 19:10) Ο Βασιλιάς Μανασσής έχυσε «πάρα πολύ» αθώο αίμα. (2Βα 21:16) Ο Βασιλιάς Ιωακείμ θανάτωσε τον Ουριγία, “κάποιον άνθρωπο που προφήτευε στο όνομα του Ιεχωβά”. (Ιερ 26:20-23) Ο Ιερεμίας υπέστη μεγάλο διωγμό στα χέρια κυβερνητικών αξιωματούχων. (Ιερ 15:15· 17:18· 20:11· 37:15, 16· 38:4-6) Εξαιτίας της απιστίας του λαού του, του Ισραήλ, ο Ιεχωβά επέτρεπε κατά καιρούς σε άλλα έθνη να τους διώκουν, μάλιστα μέχρι του σημείου να τους οδηγήσουν στην εξορία.—Δευ 30:7· Θρ 1:3.
Σε άλλες περιπτώσεις εξαπολυόταν βίαιος διωγμός, τον οποίο νομιμοποιούσε κάποιο κυβερνητικό διάταγμα, εναντίον όσων διακρατούσαν ακεραιότητα προς τον Ιεχωβά, όπως συνέβη όταν οι τρεις Εβραίοι ρίχτηκαν στο πύρινο καμίνι και όταν ο Δανιήλ ρίχτηκε στα λιοντάρια. (Δα 3:13-20· 6:4-17) Στη διάρκεια της βασιλείας του Ασσουήρη, του βασιλιά της Περσίας, ξέσπασε επίθεση και διωγμός εναντίον όλων των Ιουδαίων, ειδικότερα δε εναντίον του Μαροδοχαίου, κατόπιν προτροπής του πονηρού Αμάν του Αγαγίτη.—Εσθ 3:1-12· 5:14.
Ο διωγμός μπορεί να προέρχεται επίσης από πρώην συντρόφους (1Πε 4:4) ή φίλους και συντοπίτες. (Ιερ 1:1· 11:21) Ο Ιησούς είπε ότι στενοί, εξ αίματος, συγγενείς, μέλη του ίδιου σπιτικού, θα γίνονταν μερικές φορές σκληροί διώκτες όσων πίστευαν σε αυτόν.—Ματ 10:21, 35, 36.
Ωστόσο, οι κύριοι ανθρώπινοι υποκινητές του θρησκευτικού διωγμού είναι όσοι προωθούν την ψεύτικη θρησκεία. Αυτό αποδείχτηκε αληθινό στην περίπτωση του Ιερεμία. (Ιερ 26:11) Το ίδιο συνέβη και με τον απόστολο Παύλο. (Πρ 13:6-8· 19:23-29) Όσο δε για τον Ιησού, διαβάζουμε ότι «οι πρωθιερείς και οι Φαρισαίοι συγκέντρωσαν το Σάνχεδριν και . . . ο Καϊάφας, που ήταν αρχιερέας εκείνο το έτος, τους είπε: “ . . . δεν καταλαβαίνετε ότι σας συμφέρει να πεθάνει ένας άνθρωπος για χάρη του λαού και όχι να καταστραφεί ολόκληρο το έθνος”. . . . Από εκείνη την ημέρα, λοιπόν, συνεννοήθηκαν να τον σκοτώσουν [τον Ιησού]». (Ιωα 11:47-53) Προτού ο Ιησούς πεθάνει τελικά στο ξύλο του βασανισμού, υπέστη σφοδρό διωγμό με διάφορους τρόπους από ασεβείς ανθρώπους—υποστηρικτές των θρησκευτικών ηγετών που ήταν αποφασισμένοι να τον εξοντώσουν.—Ματ 26:67· 27:1, 2, 26-31, 38-44.
Διωγμός των Χριστιανών. Ο διωγμός των πιστών υπηρετών του Ιεχωβά δεν επρόκειτο να τερματιστεί με το θάνατο του Ιησού. Αυτός ο μεγάλος Προφήτης το είχε προείπει αυτό τρεις ημέρες προτού κρεμαστεί στο ξύλο, διακηρύττοντας προς την άπιστη Ιερουσαλήμ: «Αποστέλλω σε εσάς προφήτες και σοφούς και δημόσιους δασκάλους. Μερικούς από αυτούς θα τους σκοτώσετε και θα τους κρεμάσετε στο ξύλο, και μερικούς από αυτούς θα τους μαστιγώσετε στις συναγωγές σας και θα επιφέρετε διωγμό σε αυτούς από πόλη σε πόλη· ώστε να έρθει πάνω σας όλο το δίκαιο αίμα που χύθηκε στη γη, από το αίμα του δίκαιου Άβελ ως το αίμα του Ζαχαρία, του γιου του Βαραχία, τον οποίο δολοφονήσατε ανάμεσα στο αγιαστήριο και στο θυσιαστήριο».—Ματ 23:34, 35.
Ο Ιησούς είχε επίσης προειδοποιήσει επανειλημμένα τους μαθητές του κατ’ ιδίαν, λέγοντας: «Θα είστε αντικείμενα του μίσους όλων των ανθρώπων εξαιτίας του ονόματός μου . . . Όταν σας διώκουν σε μια πόλη, να φεύγετε σε άλλη». «Ο δούλος δεν είναι μεγαλύτερος από τον κύριό του. Αν επέφεραν διωγμό σε εμένα, και σε εσάς θα επιφέρουν διωγμό». «Οι άνθρωποι θα σας αποβάλουν από τη συναγωγή. Μάλιστα έρχεται η ώρα που όποιος σας σκοτώσει θα νομίζει ότι έχει προσφέρει ιερή υπηρεσία στον Θεό».—Ματ 10:22, 23· Ιωα 15:20· 16:2.
Λίγο μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., υπήρξαν συλλήψεις, απειλές και ξυλοδαρμοί. (Πρ 4:1-3, 21· 5:17, 18) Στη συνέχεια έπιασαν τον Στέφανο και τον λιθοβόλησαν μέχρι θανάτου, αφού πρώτα εκείνος είχε δώσει μαρτυρία κατά των διωκτών του, λέγοντας: «Ποιον από τους προφήτες δεν δίωξαν οι προπάτορές σας; Ναι, σκότωσαν εκείνους που προανήγγειλαν την έλευση του Δικαίου, του οποίου προδότες και φονιάδες γίνατε τώρα εσείς». (Πρ 7:52-60· βλέπε επίσης Εβρ 11:36, 37.) Τη δολοφονία του Στεφάνου ακολούθησε μεγάλο κύμα διωγμού στο οποίο πρωταγωνίστησε εν μέρει ο Σαύλος από την Ταρσό και το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τον ευρύ διασκορπισμό της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ αλλά και την επέκταση του κηρύγματος των καλών νέων. (Πρ 8:1-4· 9:1, 2) Αργότερα, ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ διέταξε να θανατωθεί με σπαθί ο Ιάκωβος, ο αδελφός του Ιωάννη, και πολύ πιθανόν να είχε κάνει το ίδιο και στον Πέτρο, αν δεν τον ελευθέρωνε θαυματουργικά ο άγγελος του Ιεχωβά μέσα στη νύχτα.—Πρ 12:1-11.
Μεταστρεφόμενος στη Χριστιανοσύνη, ο διώκτης Σαύλος έγινε ο διωκόμενος Παύλος, όπως αναφέρει ο ίδιος, μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Ιεχωβά. Αυτό συνέβη όταν τελικά συνειδητοποίησε ότι μαχόταν εναντίον του ίδιου του Κυρίου. (Πρ 9:4, 5· 22:4, 7, 8· 26:11, 14, 15· 1Κο 15:9· Γα 1:13, 23· Φλπ 3:6) Το υπόμνημα της διακονίας και των ταξιδιών του μετέπειτα εξιστορεί πώς ο Παύλος, με τη σειρά του, υπέστη μεγάλο διωγμό στα χέρια των εχθρών της Χριστιανοσύνης.—Πρ 13:50· 2Κο 6:3-5· 11:23-25· Γα 5:11· 2Τι 3:10, 11.
Ο διωγμός των Χριστιανών εκ μέρους των αρχών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τις ημέρες του Νέρωνα και έπειτα πιστοποιείται ιστορικά. (Βλέπε ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ.) Οι κατηγορίες ποίκιλλαν, αλλά ο αντικειμενικός σκοπός φαίνεται ότι ήταν πάντοτε ο ίδιος, δηλαδή η εξάλειψη της Χριστιανοσύνης.
Η Κατάλληλη Στάση ως Προς το Διωγμό. Αν κάποιος τηρεί τις εντολές του Θεού ως Χριστιανός, είναι αδύνατον να διαφύγει το διωγμό, διότι «όλοι όσοι θέλουν να ζουν με θεοσεβή αφοσίωση σε σχέση με τον Χριστό Ιησού θα υποστούν διωγμό». (2Τι 3:12) Εντούτοις, οι αληθινοί Χριστιανοί μπορούν να υπομένουν κάθε μορφή μοχθηρού διωγμού και, παρ’ όλα αυτά, να διατηρούν χαρούμενη διάθεση χωρίς να νιώθουν κακία και μίσος για τους διώκτες τους. Αυτό συμβαίνει επειδή κατανοούν τα ζητήματα που περιλαμβάνονται—την πηγή του διωγμού και το λόγο για τον οποίο επιτρέπεται. Αντί να παραξενεύονται και να ανησυχούν για τέτοιες εμπειρίες, χαίρονται που συμμετέχουν με τον Χριστό στη δοκιμή της οσιότητας υπό διωγμό.—1Πε 4:12-14.
Ο Χριστιανός, όμως, θα πρέπει να είναι βέβαιος ότι τα όσα υποφέρει είναι όντως για δίκαιο σκοπό. Το Βιβλικό υπόμνημα και υπόδειγμα δεν επιτρέπει να είναι η ανάμειξη στην πολιτική, η εξύφανση συνωμοσιών ή οποιαδήποτε εγκληματική δραστηριότητα η βάση του διωγμού. Τονίζοντας ιδιαίτερα αυτό το σημείο, ο απόστολος Πέτρος παροτρύνει: «Να διατηρείτε καλή τη διαγωγή σας ανάμεσα στα έθνη, ώστε, σε ό,τι μιλούν εναντίον σας σαν να είστε κακοποιοί, να δοξάσουν τον Θεό, ως αποτέλεσμα των καλών σας έργων των οποίων είναι αυτόπτες μάρτυρες, την ημέρα που αυτός θα κάνει την επιθεώρησή του». (1Πε 2:11, 12) Κατόπιν έδωσε συμβουλές για την υποταγή στους κυβερνητικούς αξιωματούχους, στους δουλοκτήτες και στους συζύγους, παραθέτοντας το παράδειγμα του Χριστού Ιησού ως το υπόδειγμα που πρέπει να ακολουθείται. (1Πε 2:13-25· 3:1-6) Ο Χριστιανός μπορεί να είναι ευτυχισμένος αν υποφέρει για χάρη της δικαιοσύνης (1Πε 3:13, 14), αλλά δεν πρέπει να υποφέρει ποτέ «ως φονιάς ή κλέφτης ή κακοποιός ή ως άτομο που ανακατεύεται στις υποθέσεις των άλλων».—1Πε 4:15, 16.
Οι Χριστιανοί εκτιμούν επίσης το βραβείο που περιμένει όσους υπομένουν. Όσον αφορά αυτή την ανταμοιβή, ο Ιησούς δήλωσε: «Ευτυχισμένοι είναι εκείνοι που έχουν υποστεί διωγμό για χάρη της δικαιοσύνης, επειδή σε αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών». (Ματ 5:10) Η γνώση για την ελπίδα της ανάστασης σε συνδυασμό με τη γνώση για Εκείνον που είναι η Πηγή αυτής της προμήθειας τους ενισχύει. Τους δίνει τη δύναμη να παραμείνουν όσιοι στον Θεό, ακόμη και αν κινδυνεύουν να θανατωθούν από βίαιους διώκτες. Ως αποτέλεσμα της πίστης τους στα όσα επιτέλεσε ο θάνατος του Ιησού, έχουν απελευθερωθεί από το φόβο ενός τέτοιου βίαιου θανάτου. (Εβρ 2:14, 15) Η διανοητική στάση που διατηρεί ο Χριστιανός είναι πολύ σημαντική προκειμένου να παραμείνει πιστός υπό την πίεση της εναντίωσης. «Να διατηρείτε αυτή τη διανοητική στάση μέσα σας η οποία ήταν και μέσα στον Χριστό Ιησού, ο οποίος . . . έγινε υπάκουος μέχρι θανάτου, ναι, θανάτου πάνω σε ξύλο βασανισμού». (Φλπ 2:5-8) «Για τη χαρά που είχε τεθεί μπροστά του αυτός [ο Ιησούς] υπέμεινε ξύλο βασανισμού, καταφρονώντας την ντροπή».—Εβρ 12:2· βλέπε επίσης 2Κο 12:10· 2Θε 1:4· 1Πε 2:21-23.
Σημαντικό ρόλο παίζει και η στάση του Χριστιανού απέναντι στους ίδιους τους διώκτες. Το να αγαπάει κάποιος τους εχθρούς του και να ευλογεί όσους του εναντιώνονται του δίνει τη δυνατότητα να υπομείνει. (Ματ 5:44· Ρω 12:14· 1Κο 4:12, 13) Ο Χριστιανός γνωρίζει επίσης το εξής: Όποιος αφήσει σπίτι και συγγενείς για χάρη της Βασιλείας του ουρανού έχει την υπόσχεση ότι θα λάβει εκατονταπλάσια, αλλά «με διωγμούς». (Μαρ 10:29, 30) Είναι αλήθεια ότι δεν θα αντέξει τη φλόγα του διωγμού ο καθένας που ακούει τα καλά νέα της Βασιλείας, μερικοί δε ίσως προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν υπεκφυγές για να γλιτώσουν τα προβλήματα. (Ματ 13:21· Γα 6:12) Καλύτερα, όμως, είναι να εμπιστεύεται κανείς στη δύναμη του Ιεχωβά, προσευχόμενος όπως ο Δαβίδ για απελευθέρωση από τους διώκτες και γνωρίζοντας ότι εκείνος δεν θα αφήσει τους υπηρέτες του χωρίς στήριγμα. Τότε θα μπορεί να πει μαζί με τον απόστολο Παύλο: «Βγαίνουμε πλήρως νικητές μέσω εκείνου που μας αγάπησε».—Ψλ 7:1· 2Κο 4:9, 10· Ρω 8:35-37.
-
-
ΔοδανίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΔΑΝΙΜ
(Δοδανίμ).
Στο εδάφιο Γένεση 10:4, αυτό το όνομα προσδιορίζει τον τέταρτο στη σειρά κατονομαζόμενο γιο του Ιαυάν. Η σαμαρειτική Πεντάτευχος έχει εδώ την απόδοση «Ροδανίμ», ενώ η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει «Ρόδιοι». Ο τύπος «Ροδανίμ» εμφανίζεται επίσης στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:7, παρότι πολλά εβραϊκά χειρόγραφα, καθώς και η συριακή Πεσίτα και η λατινική Βουλγάτα, έχουν σε εκείνο το εδάφιο την απόδοση «Δοδανίμ».—Βλέπε ΡΟΔΑΝΙΜ.
-
-
ΔόντιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΝΤΙΑ
Σκληρές, οστεώδεις αποφύσεις στο στόμα που χρησιμοποιούνται για το μάσημα της τροφής και, στην περίπτωση των ζώων, επίσης ως όπλα.
Ο Ιώβ, ο πιστός υπηρέτης του Θεού, ο οποίος μετά βίας διασώθηκε από το θάνατο στη διάρκεια των παθημάτων του, είπε: «Διασώζομαι με το δέρμα των δοντιών μου». (Ιωβ 19:20) Όπως φαίνεται, ο Ιώβ έλεγε απλώς ότι είχε διασωθεί μη έχοντας τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Είχε διασωθεί με το δέρμα των δοντιών του, δηλαδή με το «δέρμα» αυτού το οποίο προφανώς δεν έχει δέρμα.
Το τρίξιμο των δοντιών χρησιμοποιείται συχνά για να υποδηλώσει οργή (Ιωβ 16:9· Πρ 7:54) ή οδύνη και απελπισία. (Ματ 8:12· 13:42, 50· 22:13· 24:51· 25:30) Αυτού του είδους το τρίξιμο μπορεί να συνοδεύεται από πικρόχολα λόγια και βίαιες ενέργειες ενάντια στο αντικείμενο του θυμού.
Στο εδάφιο Αμώς 4:6 η έκφραση «καθαρότητα στα δόντια» παραλληλίζεται με την «έλλειψη ψωμιού», συμβολίζοντας την πείνα.
Τα δόντια συμβολίζουν επίσης την καταστροφική δύναμη ενός έθνους ή λαού. (Δα 7:5, 7, 19· Ιωλ 1:6· Απ 9:8) Ο Δαβίδ παρομοιάζει τους πονηρούς εχθρούς των δικαίων με θηριώδη λιοντάρια και ζητάει από τον Θεό να τους χτυπήσει στο σαγόνι και να σπάσει τα δόντια τους. Αυτό θα τους καθιστούσε ανίκανους να προξενήσουν βλάβη. (Ψλ 3:7· 58:6) Οι ψευδοπροφήτες του Ισραήλ παρουσιάζονται άπληστοι και αδηφάγοι, καθώς «δαγκώνουν με τα δόντια τους» και αγιάζουν πόλεμο εναντίον όποιου δεν τους τρέφει.—Μιχ 3:5· παράβαλε Ιεζ 34:2, 3· Ματ 7:15· Πρ 20:29.
Στις ημέρες πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ένα κοινό ρητό του λαού ήταν: «Οι πατέρες ήταν αυτοί που έφαγαν το άγουρο σταφύλι, αλλά τα δόντια των γιων μούδιασαν». (Ιερ 31:29· Ιεζ 18:2-4) Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσαν να βγάλουν από πάνω τους την ευθύνη για τις αντιξοότητες που είχαν επέλθει στο έθνος εξαιτίας της πονηρίας του, υποστηρίζοντας ότι τα όσα περνούσαν ήταν αποτέλεσμα των πράξεων των πατέρων τους.
-
-
ΔόξαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΞΑ
Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη που μεταφράζεται συχνότερα «δόξα» είναι η λέξη καβώδ, η οποία βασικά έχει την έννοια του “βάρους”. (Παράβαλε Να 2:9, όπου η λέξη καβώδ αποδίδεται “μεγάλο βάρος”, και 1Σα 4:18, όπου το συγγενικό επίθετο καβέδ αποδίδεται «βαρύς».) Έτσι λοιπόν, η δόξα μπορεί να αναφέρεται σε οτιδήποτε προσδίδει σε κάποιον ή σε κάτι βαρύτητα ή αίγλη, όπως είναι ο υλικός πλούτος (Ψλ 49:16), η θέση ή η φήμη. (Γε 45:13) Το αντίστοιχο της λέξης καβώδ στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο είναι η λέξη δόξα, η οποία αρχικά σήμαινε «γνώμη· υπόληψη», αλλά στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές χρησιμοποιήθηκε με τη σημερινή της έννοια. Ανάμεσα στις έννοιες αυτής της λέξης είναι η καλή φήμη ή η «τιμή» (Λου 14:10), η μεγαλοπρέπεια (Λου 2:9· 1Κο 15:40), καθώς επίσης αυτό που τιμάει τον ιδιοκτήτη ή τον πλάστη του (1Κο 11:7).
Πολλές φορές οι Γραφές συσχετίζουν τη δόξα με τον Ιεχωβά Θεό. Ως προς την έννοιά της σε αυτές τις περιπτώσεις, το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament), το οποίο επιμελήθηκε ο Γκ. Κίτελ, εξηγεί: «Αν αναφέρεται σε κάποιον άνθρωπο, [η λέξη καβώδ] υποδηλώνει αυτό που του προσδίδει αίγλη και κύρος, είτε πρόκειται για υλικά αποκτήματα είτε για εξαιρετική [αξιοπρέπεια ή σπουδαιότητα], ενώ αν αναφέρεται στον Θεό υπονοεί αυτό που εμπνέει στον άνθρωπο δέος για τον Θεό». (1935, Τόμ. 2, σ. 241) Άρα, η δόξα μπορεί να αναφέρεται σε μια εντυπωσιακή απόδειξη της παντοδυναμίας του Θεού. Παραδείγματος χάρη, τα ορατά ουράνια σώματα «διακηρύττουν τη δόξα του Θεού». (Ψλ 19:1) Στο Όρος Σινά, η «δόξα του Ιεχωβά» φανερώθηκε με φοβερούς τρόπους, όπως με τη «φωτιά που κατέτρωγε».—Εξ 24:16-18· παράβαλε 16:7, 10· 40:34.
Σχετικά με το πρώτο θαύμα του Ιησού, η Αγία Γραφή λέει ότι εκείνος «φανέρωσε τη δόξα του». (Ιωα 2:11) Η δόξα εδώ αναφέρεται σε μια εντυπωσιακή απόδειξη θαυματουργικής δύναμης που προσδιόριζε τον Ιησού ως τον υποσχεμένο Μεσσία. (Παράβαλε Ιωα 11:40-44.) Σε μια άλλη περίπτωση, ο Ιησούς προσευχήθηκε: «Δόξασέ με εσύ, Πατέρα, δίπλα σε εσένα με τη δόξα που είχα δίπλα σου προτού υπάρξει ο κόσμος». (Ιωα 17:5) Ο Ιησούς χρησιμοποίησε εδώ αυτή τη λέξη για να αναφερθεί στην εξυψωμένη θέση που κατείχε στον ουρανό προτού έρθει στη γη. Απαντώντας σε αυτή την προσευχή, ο Ιεχωβά «δόξασε τον Υπηρέτη του τον Ιησού» ανασταίνοντάς τον και επαναφέροντάς τον στον ουρανό. (Πρ 3:13-15) Κατά τη μεταμόρφωση του Ιησού, οι απόστολοι που ήταν παρόντες «είδαν τη δόξα του». (Λου 9:29-32) Αυτή η δόξα σχετίζεται με τη βασιλική “μεγαλειότητα” που επρόκειτο να λάβει ο Ιησούς κατά την «παρουσία» του με βασιλική εξουσία.—2Πε 1:16.
Οι υπηρέτες του Θεού νουθετούνται να “κάνουν τα πάντα για τη δόξα του Θεού”. (1Κο 10:31) Η δόξα του Θεού φανερώνεται μέσω της τιμής ή του αίνου που αποδίδεται σε αυτόν. Η διαγωγή κάποιου μπορεί να υποκινήσει άλλους «να δοξάσουν τον Θεό». (Ματ 5:16· 1Πε 2:12) Οι Χριστιανοί που ανταποκρίνονται πραγματικά στην κατεύθυνση του Ιεχωβά “μεταμορφώνονται . . . από δόξα σε δόξα”, προοδεύοντας συνεχώς στον τρόπο με τον οποίο αντανακλούν τη δόξα του Θεού. (2Κο 3:18) Από την άλλη πλευρά, πρέπει να προσέχουμε να μην επιζητούμε δόξα από τους ανθρώπους όπως έκαναν μερικοί τον πρώτο αιώνα. (Ιωα 12:42, 43) Τόσο ο Ιησούς όσο και ο απόστολος Παύλος έθεσαν θαυμάσιο παράδειγμα ως προς αυτό, καθώς δεν επιζητούσαν ούτε αποδέχονταν δόξα από τους ανθρώπους.—Ιωα 5:41· 8:50· 1Θε 2:5, 6.
-
-
ΔορκάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΡΚΑΣ
(Δορκάς) [Γαζέλα].
Κάποια Χριστιανή στην εκκλησία της Ιόππης που αφθονούσε «σε καλά έργα και σε δώρα ελέους», τα οποία προφανώς περιλάμβαναν την κατασκευή εσωτερικών και εξωτερικών ενδυμάτων για τις άπορες χήρες. (Πρ 9:36, 39) Το όνομα «Δορκάς» αντιστοιχεί στο αραμαϊκό «Ταβιθά»—και τα δύο ονόματα σημαίνουν «Γαζέλα». Πιθανώς η Δορκάς ήταν γνωστή και με τα δύο ονόματα, εφόσον τότε δεν ήταν ασυνήθιστο για τους Ιουδαίους, ειδικά για όσους ζούσαν σε λιμάνια όπως η Ιόππη με μεικτό πληθυσμό Ιουδαίων και Εθνικών, να έχουν εβραϊκό όνομα παράλληλα με ένα ελληνικό ή λατινικό. Ή, είναι πιθανό να μετέφρασε ο Λουκάς το όνομα για τους Εθνικούς αναγνώστες. Η Δορκάς είναι η μοναδική γυναίκα που αναφέρεται στις Γραφές ως «μαθήτρια». Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι κατείχε ιδιαίτερη θέση στην εκκλησία, διότι στην πραγματικότητα όλοι οι Χριστιανοί ήταν μαθητές του Ιησού Χριστού. (Ματ 28:19, 20) Αν και ο θάνατός της το 36 Κ.Χ. προκάλεσε μεγάλο θρήνο ανάμεσα στις χήρες οι οποίες προφανώς είχαν ωφεληθεί πολύ από τα καλά της έργα, το γεγονός ότι δεν μνημονεύεται να πενθεί κάποιος σύζυγος υποδηλώνει ότι η Δορκάς ήταν ανύπαντρη εκείνον τον καιρό.
Όταν πέθανε, οι μαθητές της Ιόππης την ετοίμασαν για την ταφή και, μόλις έμαθαν ότι ο Πέτρος ήταν στη Λύδδα, περίπου 18 χλμ. ΝΑ της Ιόππης, έστειλαν να τον καλέσουν. Χωρίς αμφιβολία, θα είχαν ακούσει ότι ο Πέτρος είχε γιατρέψει εκεί τον παράλυτο Αινέα, και βασιζόμενοι σε αυτό ίσως σκέφτηκαν ότι θα μπορούσε να αναστήσει τη Δορκάδα. Από την άλλη πλευρά, είναι πιθανό να στράφηκαν στον Πέτρο απλώς και μόνο για παρηγοριά.—Πρ 9:32-38.
Ακολουθώντας διαδικασία παρόμοια με εκείνη που εφάρμοσε ο Ιησούς όταν ανέστησε την κόρη του Ιαείρου (Μαρ 5:38-41· Λου 8:51-55), ο Πέτρος, αφού τους έβγαλε όλους έξω από το ανώγειο, προσευχήθηκε και κατόπιν είπε: «Ταβιθά, σήκω!» Η Δορκάς άνοιξε τα μάτια της, ανακάθησε και έπιασε το χέρι του Πέτρου για να σηκωθεί. Αυτή είναι η πρώτη καταγραμμένη ανάσταση που έγινε από κάποιον απόστολο, και είχε ως αποτέλεσμα να πιστέψουν πολλοί σε όλη την Ιόππη.—Πρ 9:39-42.
-
-
ΔόρυΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΡΥ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΔούλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΥΛΟΣ
Οι λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών που αποδίδονται «δούλος» ή «υπηρέτης» δεν εφαρμόζονται μόνο σε άτομα που αποτελούσαν ιδιοκτησία άλλων. Η εβραϊκή λέξη ‛έβεδ μπορεί να αναφέρεται σε κάποιους που αποτελούσαν ιδιοκτησία ορισμένων συνανθρώπων τους. (Γε 12:16· Εξ 20:17) Σε άλλη περίπτωση, η λέξη αυτή μπορεί να προσδιορίζει τους υπηκόους ενός βασιλιά (2Σα 11:21· 2Χρ 10:7), διάφορους υποδουλωμένους λαούς που πλήρωναν φόρο υποτελείας (2Σα 8:2, 6), καθώς και άτομα σε βασιλική υπηρεσία, όπως οινοχόους, αρτοποιούς, ναυτικούς, στρατιωτικούς, συμβούλους και άλλους, είτε αυτοί αποτελούσαν ιδιοκτησία των συνανθρώπων τους είτε όχι (Γε 40:20· 1Σα 29:3· 1Βα 9:27· 2Χρ 8:18· 9:10· 32:9). Ως έκφραση σεβασμού, ένας Εβραίος, αντί να χρησιμοποιήσει αντωνυμία πρώτου προσώπου, αποκαλούσε μερικές φορές τον εαυτό του υπηρέτη (‛έβεδ) εκείνου στον οποίο απευθυνόταν. (Γε 33:5, 14· 42:10, 11, 13· 1Σα 20:7, 8) Η λέξη ‛έβεδ χρησιμοποιούνταν για τους υπηρέτες, δηλαδή τους λάτρεις, του Ιεχωβά γενικά (1Βα 8:36· 2Βα 10:23) και, πιο συγκεκριμένα, για τους ειδικούς εκπροσώπους του Θεού, όπως ο Μωυσής. (Ιη 1:1, 2· 24:29· 2Βα 21:10) Έστω και αν ένα άτομο δεν λάτρευε τον Ιεχωβά, εφόσον εκτελούσε υπηρεσία η οποία ήταν σε αρμονία με το θεϊκό θέλημα, μπορούσε να χαρακτηριστεί υπηρέτης του Θεού, όπως για παράδειγμα ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ.—Ιερ 27:6.
Η λέξη δοῦλος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αντιστοιχεί στην εβραϊκή λέξη ‛έβεδ. Χρησιμοποιείται για άτομα που αποτελούν ιδιοκτησία ορισμένων συνανθρώπων τους (Ματ 8:9· 10:24, 25· 13:27), για τους αφοσιωμένους υπηρέτες του Θεού και του Γιου του, του Ιησού Χριστού—είτε ανθρώπους (Πρ 2:18· 4:29· Ρω 1:1· Γα 1:10) είτε αγγέλους (Απ 19:10, όπου εμφανίζεται η λέξη σύνδουλος)—και με μεταφορική έννοια για ανθρώπους υποκείμενους σε δουλεία στην αμαρτία (Ιωα 8:34· Ρω 6:16-20) ή στη διαφθορά (2Πε 2:19).
Η εβραϊκή λέξη νά‛αρ, όπως και η λέξη παῖς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, υποδηλώνει βασικά ένα αγόρι ή έναν νεαρό και μπορεί επίσης να προσδιορίζει έναν υπηρέτη. (1Σα 1:24· 4:21· 30:17· 2Βα 5:20· Ματ 2:16· 8:6· 17:18· 21:15· Πρ 20:12) Η λέξη οἰκέτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει έναν οικιακό υπηρέτη ή δούλο (Λου 16:13), ενώ η δούλη ή η υπηρέτρια προσδιορίζεται από τη λέξη παιδίσκη. (Λου 12:45) Η μετοχή της εβραϊκής ρίζας σαράθ μπορεί να αποδοθεί με όρους όπως «διάκονος» (Εξ 33:11) ή «υπηρέτης». (2Σα 13:18) Η λέξη ὑπηρέτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, εκτός από τη συνήθη της σημασία, μπορεί επίσης να αναφέρεται σε κάποιον «υπάλληλο δικαστηρίου». (Ματ 26:58· Μαρ 14:54, 65· Ιωα 18:36) Ο όρος θεράπων εμφανίζεται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο μόνο στο εδάφιο Εβραίους 3:5 και σημαίνει υφιστάμενος ή υπηρέτης.
Πριν από την Κοινή Χρονολογία. Ο πόλεμος, η φτώχεια και το έγκλημα ήταν οι βασικοί παράγοντες υποδούλωσης. Οι αιχμάλωτοι πολέμου γίνονταν συνήθως δούλοι των αιχμαλωτιστών τους ή πουλιούνταν από αυτούς ως δούλοι. (Παράβαλε 2Βα 5:2· Ιωλ 3:6.) Στην ισραηλιτική κοινωνία, όποιος φτώχαινε μπορούσε να πουλήσει τον εαυτό του ή τα παιδιά του ως δούλους για να τακτοποιήσει το χρέος του. (Εξ 21:7· Λευ 25:39, 47· 2Βα 4:1) Αν ο ένοχος κλοπής αδυνατούσε να δώσει αποζημίωση, πουλιόταν ο ίδιος για τα κλοπιμαία και προφανώς επανακτούσε την ελευθερία του όταν ικανοποιούνταν όλες οι διεκδικήσεις που υπήρχαν σε βάρος του.—Εξ 22:3.
Ενίοτε οι δούλοι κατείχαν πολύ εμπιστευτική και τιμητική θέση σε ένα σπιτικό. Ο ηλικιωμένος υπηρέτης του πατριάρχη Αβραάμ (πιθανόν ο Ελιέζερ) διαχειριζόταν όλα τα υπάρχοντα του κυρίου του. (Γε 24:2· 15:2, 3) Ένας απόγονος του Αβραάμ, ο Ιωσήφ, ενώ βρισκόταν ως δούλος στην Αίγυπτο, έγινε υπεύθυνος για καθετί που ανήκε στον Πετεφρή, έναν αυλικό του Φαραώ. (Γε 39:1, 5, 6) Στον Ισραήλ, υπήρχε η πιθανότητα να πλουτίσει ένας δούλος και να απολυτρώσει τον εαυτό του.—Λευ 25:49.
Σχετικά με τη στρατολόγηση εργατών, βλέπε ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ· ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ.
Νόμοι που ρύθμιζαν τις σχέσεις δούλου-κυρίου. Ανάμεσα στους Ισραηλίτες, η θέση του Εβραίου δούλου διέφερε από του δούλου που ήταν αλλοεθνής, πάροικος ή μέτοικος. Ενώ ο μη Εβραίος δούλος παρέμενε κτήμα του ιδιοκτήτη του και μπορούσε να μεταβιβαστεί από πατέρα σε γιο (Λευ 25:44-46), ο Εβραίος έπρεπε να ελευθερώνεται στο έβδομο έτος της υποδούλωσής του ή στο Ιωβηλαίο έτος, ανάλογα με το ποιο ερχόταν πρώτο. Στη διάρκεια της υποδούλωσής του, ο Εβραίος δούλος έπρεπε να έχει τη μεταχείριση μισθωτού εργάτη. (Εξ 21:2· Λευ 25:10· Δευ 15:12) Όποιος Εβραίος πουλούσε τον εαυτό του ως δούλο σε κάποιον πάροικο, σε μέλος της οικογένειας ενός πάροικου ή σε μέτοικο μπορούσε να εξαγοραστεί οποιαδήποτε στιγμή, είτε από μόνος του είτε από κάποιον που είχε το δικαίωμα της εξαγοράς. Το απολυτρωτικό αντίτιμο ήταν ανάλογο με τον αριθμό των ετών που απέμεναν μέχρι το Ιωβηλαίο έτος ή μέχρι το έβδομο έτος της υποδούλωσης. (Λευ 25:47-52· Δευ 15:12) Όταν ένας Εβραίος δούλος αποκτούσε την ελευθερία του, ο κύριός του έπρεπε να του δώσει ένα δώρο για να τον βοηθήσει να κάνει μια καλή αρχή ως απελεύθερος. (Δευ 15:13-15) Αν ο δούλος είχε έρθει με σύζυγο, αυτή έφευγε μαζί του. Εντούτοις, αν ο κύριός του τού είχε δώσει σύζυγο (προφανώς κάποια αλλοεθνή η οποία δεν δικαιούνταν να απελευθερωθεί στο έβδομο έτος της υποδούλωσης), αυτή και τα παιδιά που τυχόν είχε γεννήσει παρέμεναν κτήμα του κυρίου. Σε αυτή την περίπτωση, ο Εβραίος δούλος μπορούσε να επιλέξει να παραμείνει με τον κύριό του. Τότε έπρεπε να τρυπήσουν το αφτί του με ένα σουβλί, ως σημείο τού ότι αυτός θα παρέμενε υποδουλωμένος στον αιώνα.—Εξ 21:2-6· Δευ 15:16, 17.
Εβραίες δούλες. Για την Εβραία δούλη ίσχυαν ορισμένες ειδικές διατάξεις. Ο κύριός της μπορούσε να την πάρει ως παλλακίδα ή να την ορίσει ως σύζυγο για το γιο του. Όταν αυτή οριζόταν ως σύζυγος για το γιο του κυρίου, έπρεπε να έχει τη μεταχείριση που δικαιούνταν οι κόρες. Ακόμη και αν ο γιος έπαιρνε άλλη σύζυγο, δεν έπρεπε να ελαττωθεί η τροφή της, τα ρούχα της και η γαμήλια οφειλή προς αυτήν. Αν ο γιος δεν ενεργούσε έτσι, η γυναίκα είχε το δικαίωμα να ελευθερωθεί χωρίς την καταβολή απολυτρωτικού αντίτιμου. Αν ο κύριος μιας Εβραίας επιδίωκε την απολύτρωσή της, δεν είχε δικαίωμα να την πουλήσει σε αλλοεθνείς για να πετύχει την απολύτρωση.—Εξ 21:7-11.
Προστατευτικές διατάξεις και προνόμια. Ο Νόμος προστάτευε τους δούλους από την απάνθρωπη μεταχείριση. Ο δούλος έπρεπε να αφεθεί ελεύθερος αν έχανε ένα δόντι ή ένα μάτι λόγω κακομεταχείρισης από τον κύριό του. Εφόσον η συνηθισμένη τιμή για έναν δούλο ήταν 30 σίκλοι (παράβαλε Εξ 21:32), η απελευθέρωσή του θα αποτελούσε σημαντική απώλεια για τον κύριό του και, ως εκ τούτου, θα λειτουργούσε ως ισχυρός αποτρεπτικός παράγοντας κατά της κακομεταχείρισης. Μολονότι ένας κύριος μπορούσε να χτυπήσει το δούλο του, έπρεπε να υπάρξει εκδίκηση για το δούλο, ανάλογα με την απόφαση των κριτών, αν αυτός πέθαινε λόγω του ξυλοδαρμού από τον κύριό του. Εντούτοις, αν περνούσαν μια δυο ημέρες προτού πεθάνει—πράγμα που θα έδειχνε ότι ο κύριος δεν είχε σκοπό να σκοτώσει το δούλο, αλλά να τον διαπαιδαγωγήσει—δεν έπρεπε να υπάρξει εκδίκηση για αυτόν. (Εξ 21:20, 21, 26, 27· Λευ 24:17) Επίσης, φαίνεται ότι για να θεωρηθεί ο κύριος απαλλαγμένος από ενοχή, ο ξυλοδαρμός δεν έπρεπε να έχει γίνει με φονικό όργανο, εφόσον κάτι τέτοιο θα μαρτυρούσε εγκληματική πρόθεση. (Παράβαλε Αρ 35:16-18.) Επομένως, αν ο δούλος ζούσε μια δυο ημέρες, θα εγείρονταν εύλογα ερωτήματα ως προς το αν ο θάνατος οφειλόταν στην τιμωρία. Ο ραβδισμός, για παράδειγμα, φυσιολογικά δεν θα απέβαινε μοιραίος, όπως φαίνεται από τη δήλωση στο εδάφιο Παροιμίες 23:13: «Μη διστάσεις να δώσεις στο αγόρι διαπαιδαγώγηση. Αν το δείρεις με το ραβδί, δεν θα πεθάνει».
Οι διατάξεις του Νόμου παραχωρούσαν στους δούλους ορισμένα προνόμια. Εφόσον όλοι οι άρρενες δούλοι περιτέμνονταν (Εξ 12:44· παράβαλε Γε 17:12), μπορούσαν να φάνε το Πάσχα, ενώ οι δούλοι του ιερέα μπορούσαν να τρώνε τα άγια πράγματα. (Εξ 12:43, 44· Λευ 22:10, 11) Οι δούλοι απαλλάσσονταν από την εργασία το Σάββατο. (Εξ 20:10· Δευ 5:14) Στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους δικαιούνταν να τρώνε αυτά που βλάσταναν από τους πεσμένους σπόρους και τα σταφύλια από το ακλάδευτο κλήμα. (Λευ 25:5, 6) Έπρεπε να συμμετέχουν στη χαρά που σχετιζόταν με τις θυσίες στο αγιαστήριο και με την τέλεση των γιορτών.—Δευ 12:12· 16:11, 14.
Η Θέση των Χριστιανών του Πρώτου Αιώνα. Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρχαν πάμπολλοι δούλοι, και ορισμένα άτομα ήταν ιδιοκτήτες εκατοντάδων, ακόμη και χιλιάδων, δούλων. Ο θεσμός της δουλείας ήταν υπό την προστασία της αυτοκρατορικής κυβέρνησης. Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα δεν αντιτάσσονταν στην κυβερνητική αρχή όσον αφορά αυτό το ζήτημα, προωθώντας κάποια εξέγερση των δούλων. Σέβονταν το νόμιμο δικαίωμα που είχαν οι άλλοι, μεταξύ των οποίων και κάποιοι συγχριστιανοί τους, να είναι δουλοκτήτες. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος έστειλε πίσω τον δραπέτη δούλο Ονήσιμο. Εφόσον είχε γίνει Χριστιανός, ο Ονήσιμος επέστρεψε πρόθυμα στον κύριό του, υποτασσόμενος ως δούλος σε έναν συγχριστιανό του. (Φλμ 10-17) Ο απόστολος Παύλος νουθέτησε επίσης τους Χριστιανούς δούλους να μην εκμεταλλεύονται τη σχέση τους με τους ομόπιστους κυρίους τους, λέγοντας: «Εκείνοι που έχουν πιστούς ιδιοκτήτες ας μην τους περιφρονούν, επειδή είναι αδελφοί. Απεναντίας, ας είναι δούλοι ακόμη πιο πρόθυμα, επειδή εκείνοι που επωφελούνται από την καλή τους υπηρεσία είναι πιστοί και αγαπητοί». (1Τι 6:2) Το να έχει ένας δούλος Χριστιανό κύριο αποτελούσε ευλογία, καθώς ο ιδιοκτήτης του ήταν υποχρεωμένος να τον μεταχειρίζεται δίκαια και σωστά.—Εφ 6:9· Κολ 4:1.
Η αποδοχή της Χριστιανοσύνης από όσους ήταν υποδουλωμένοι έθετε πάνω τους την ευθύνη να είναι καλύτεροι δούλοι, “να μην αντιμιλούν ούτε να διαπράττουν κλοπή, αλλά να δείχνουν καλή πιστότητα”. (Τιτ 2:9, 10) Ακόμη και αν οι κύριοί τους τούς μεταχειρίζονταν άδικα, αυτοί δεν έπρεπε να αποδίδουν κατώτερης ποιότητας υπηρεσία. Υποφέροντας για χάρη της δικαιοσύνης, μιμούνταν το παράδειγμα του Ιησού Χριστού. (1Πε 2:18-25) «Εσείς, δούλοι», έγραψε ο απόστολος Παύλος, «να είστε υπάκουοι στο καθετί σε εκείνους που είναι κύριοί σας κατά σάρκα, όχι με πράξεις υπηρεσίας η οποία γίνεται για τα μάτια, ως ανθρωπάρεσκοι, αλλά με ειλικρίνεια καρδιάς, με φόβο του Ιεχωβά. Οτιδήποτε κάνετε, να εργάζεστε σε αυτό ολόψυχα όπως για τον Ιεχωβά, και όχι για ανθρώπους». (Κολ 3:22, 23· Εφ 6:5-8) Τέτοια καλή διαγωγή προς τους κυρίους τους απέτρεπε τον ονειδισμό του ονόματος του Θεού, καθώς κανείς δεν μπορούσε να κατηγορήσει τη Χριστιανοσύνη ότι εξέτρεφε οκνηρούς, άχρηστους δούλους.—1Τι 6:1.
Βεβαίως, “η υπακοή στο καθετί” εκ μέρους ενός δούλου δεν μπορούσε να περιλαμβάνει την ανυπακοή στο νόμο του Θεού, διότι αυτό θα μαρτυρούσε φόβο για τους ανθρώπους και όχι για τον Θεό. Η αδικοπραγία από μέρους κάποιων δούλων, ακόμη και αν λάβαινε χώρα με την υπόδειξη ενός ανωτέρου, δεν θα “στόλιζε τη διδασκαλία του Σωτήρα τους του Θεού”, αλλά θα κακοπαριστούσε και θα κατήσχυνε αυτή τη διδασκαλία. (Τιτ 2:10) Συνεπώς, έπρεπε να πρυτανεύει η Χριστιανική τους συνείδηση.
Στη Χριστιανική εκκλησία, όλοι, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους θέση, απολάμβαναν την ίδια υπόσταση. Όλοι ήταν χρισμένοι από το ίδιο πνεύμα και επομένως μοιράζονταν την ίδια ελπίδα ως μέλη ενός σώματος. (1Κο 12:12, 13· Γα 3:28· Κολ 3:11) Μολονότι ο Χριστιανός δούλος είχε λιγότερες δυνατότητες να συμμετέχει στη διάδοση των καλών νέων, δεν έπρεπε να στενοχωριέται για αυτό. Εντούτοις, αν του δινόταν η ευκαιρία να αποκτήσει την ελευθερία του, μπορούσε να επωφεληθεί από αυτό, και έτσι να διευρύνει τη σφαίρα των Χριστιανικών δραστηριοτήτων του.—1Κο 7:21-23.
Υποδούλωση στην Αμαρτία. Όταν ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, παρήκουσε το νόμο του Θεού, παρέδωσε τον τέλειο έλεγχο του εαυτού του και ενέδωσε στην ιδιοτελή επιθυμία να συνεχίσει να συναναστρέφεται την αμαρτωλή σύζυγό του και να την ευχαριστεί. Παραδιδόμενος στην αμαρτωλή επιθυμία του, ο Αδάμ κατέστησε αυτή την επιθυμία και το τελικό της προϊόν, την αμαρτία, κύριό του. (Παράβαλε Ρω 6:16· Ιακ 1:14, 15· βλέπε ΑΜΑΡΤΙΑ.) Συνεπώς, πούλησε τον εαυτό του κάτω από την αμαρτία. Εφόσον όλοι οι απόγονοί του βρίσκονταν ακόμη στην οσφύ του, ο Αδάμ τούς πούλησε και αυτούς κάτω από την αμαρτία. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Εγώ είμαι σαρκικός, πουλημένος κάτω από την αμαρτία». (Ρω 7:14) Συνεπώς, δεν υπήρχε περίπτωση να δικαιώσει τον εαυτό του κάποιος από τους απογόνους του Αδάμ, ακόμη και αν προσπαθούσε να τηρήσει το Μωσαϊκό Νόμο. Όπως το έθεσε ο απόστολος Παύλος: «Η εντολή που ήταν για ζωή, αυτή διαπίστωσα ότι ήταν για θάνατο». (Ρω 7:10) Η ανικανότητα των ανθρώπων να τηρήσουν το Νόμο τέλεια έδειξε ότι ήταν δούλοι της αμαρτίας και άξιοι θανάτου, όχι ζωής.—Βλέπε ΘΑΝΑΤΟΣ.
Μόνο επωφελούμενοι από την απελευθέρωση που έγινε δυνατή μέσω του Ιησού Χριστού θα μπορούσαν κάποιοι να κερδίσουν την ελευθερία τους από αυτή την υποδούλωση. (Παράβαλε Ιωα 8:31-34· Ρω 7:21-25· Γα 4:1-7· Εβρ 2:14-16· βλέπε ΛΥΤΡΟ.) Έχοντας αγοραστεί με το πολύτιμο αίμα του Ιησού, οι Χριστιανοί είναι δούλοι, δηλαδή υπηρέτες, του Ιεχωβά Θεού και του Γιου του, υποχρεωμένοι να τηρούν τις εντολές τους.—1Κο 7:22, 23· 1Πε 1:18, 19· Απ 19:1, 2, 5· βλέπε ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ· ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.
Βλέπε επίσης ΠΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΦΡΟΝΙΜΟΣ ΔΟΥΛΟΣ.
-
-
ΔουμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΥΜΑ
(Δουμά).
1. Ο έκτος από τους 12 γιους του Ισμαήλ, στη σειρά με την οποία αναφέρονται. Με το γάμο της αδελφής του της Μαχαλάθ, ο Δουμά έγινε κουνιάδος του εξαδέλφου του, του Ησαύ. Ο Δουμά έγινε επίσης αρχηγός και κεφαλή μιας φυλετικής ομάδας, δηλαδή ενός έθνους, σε εκπλήρωση της υπόσχεσης του Ιεχωβά στον Αβραάμ.—Γε 17:20· 25:14-16· 28:9· 1Χρ 1:30.
Ο Ισμαηλίτης Δουμά έδωσε προφανώς το όνομά του σε μια περιοχή της βόρειας Αραβίας η οποία βρισκόταν στο μέσο της απόστασης μεταξύ της Υποσχεμένης Γης και της νότιας Βαβυλωνίας. Το όνομα αυτό διατηρείται στο όνομα της όασης Ντούματ αλ-Γάνδαλ (η οποία είναι τώρα γνωστή ως Αλ-Τζάουφ). Ο Ασσύριος Βασιλιάς Σενναχειρείμ αναφέρει την Αντουμάτου, η οποία «βρισκόταν στην έρημο». Ο Εσάρ-αδδών λέει ότι ο πατέρας του ο Σενναχειρείμ κυρίευσε την Αντούμου.
2. Μια από τις πόλεις που παραχωρήθηκαν στη φυλή του Ιούδα μετά την κατάκτηση της γης από τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 15:52) Βρισκόταν στην ορεινή περιοχή και ταυτίζεται με το Χίρμπετ Ντομέ εντ-Ντιρ (Ντουμά), περίπου 15 χλμ. ΝΔ της Χεβρών.
3. Στο εδάφιο Ησαΐας 21:11 γίνεται μια εξαγγελία εναντίον της «Δουμά». Ωστόσο, αμέσως μετά αναφέρεται το «Σηείρ», πράγμα που μπορεί να υποδηλώνει ότι το άγγελμα απευθύνεται εναντίον του Εδώμ. (Γε 32:3) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα στο εδάφιο Ησαΐας 21:11 χρησιμοποιεί την ονομασία «Ιδουμαία» (η γη των Εδωμιτών) αντί της «Δουμά».
-
-
ΔουράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΥΡΑ
(Δουρά).
Η πεδιάδα όπου ο Ναβουχοδονόσορ έστησε μια χρυσή εικόνα.—Δα 3:1.
Σύμφωνα με την περιγραφή της Αγίας Γραφής η Δουρά βρισκόταν «στη διοικητική περιφέρεια της Βαβυλώνας», προφανώς, λοιπόν, ήταν σχετικά κοντά στην πόλη. Ως εκ τούτου, μερικοί λόγιοι σήμερα δέχονται την Τουλούλ Ντουρά, 10 χλμ. ΝΑ της Βαβυλώνας, ως την πιθανότερη από πολλές προτεινόμενες τοποθεσίες. Εκεί ανακαλύφτηκαν τα ερείπια ενός τετράγωνου πλινθόκτιστου τύμβου πλευράς 14 μέτρων, και μερικοί εικάζουν ότι αυτή ήταν η βάση της εικόνας του Ναβουχοδονόσορα. Ωστόσο, η ακκαδική λέξη ντουρού που σημαίνει «περιφέρεια», «τείχος» ή «περιτειχισμένη έκταση» εμφανίζεται συχνά στα τοπωνύμια της Μεσοποταμίας, πράγμα που προς το παρόν δεν επιτρέπει τον επακριβή προσδιορισμό της τοποθεσίας.
-
-
ΔοφκάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΟΦΚΑ
(Δοφκά) [πιθανώς, Σπρωγμένη].
Ο πρώτος ενδιάμεσος σταθμός των Ισραηλιτών μετά την αναχώρησή τους από την έρημο Σιν, ενώ βρίσκονταν καθ’ οδόν προς την Υποσχεμένη Γη. (Αρ 33:12, 13) Η Αγία Γραφή δεν δίνει στοιχεία για την ακριβή γεωγραφική θέση της Δοφκά. Ωστόσο, πολλοί λόγιοι συνδέουν τη Δοφκά με την αιγυπτιακή τοποθεσία Μαφκάτ, μια περιοχή ονομαστή για την εξόρυξη καλλαΐτη (τιρκουάζ) που γινόταν εκεί από την αρχαιότητα, γύρω από το Σαραμπίτ ελ-Χαντίμ, περίπου 34 χλμ. Α του σημερινού Αμπού Ζανίμα στη Χερσόνησο του Σινά.
-
-
ΔράκονταςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΑΚΟΝΤΑΣ
Η λέξη δράκων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται σε ένα τρομακτικό τέρας, σε ένα αδηφάγο πλάσμα όμοιο με ερπετό. Εμφανίζεται 13 φορές στην Αγία Γραφή, αλλά μόνο στο κατ’ εξοχήν συμβολικό βιβλίο της Αποκάλυψης, και αντιπροσωπεύει τον Σατανά τον Διάβολο. Αυτός είναι ο “μεγάλος πυρόχρωμος δράκοντας με τα εφτά κεφάλια και τα δέκα κέρατα”, η δε ουρά του σέρνει πίσω του «το ένα τρίτο των άστρων του ουρανού», δηλαδή εκείνους οι οποίοι, αφού ενέδωσαν στον πειρασμό να υλοποιηθούν ως άνθρωποι πριν από τον Κατακλυσμό, στη συνέχεια έγιναν δαίμονες. (Απ 12:3, 4· Ιου 6) Μαζί με αυτούς τους δαίμονες εκδιώχθηκε από τον ουρανό και καταρρίφθηκε στη γη ο Σατανάς ο Δράκοντας. «Ρίχτηκε κάτω, λοιπόν, ο μεγάλος δράκοντας, το αρχικό φίδι, εκείνος που αποκαλείται Διάβολος και Σατανάς». (Απ 12:7-9) Από αυτή την υποβιβασμένη κατάσταση διώκει το υπόλοιπο της «γυναίκας» του Θεού, εκείνους που έχουν «το έργο της επίδοσης μαρτυρίας».—Απ 12:13-17.
Ο όμοιος με δράκοντα Σατανάς είναι επίσης αυτός που δίνει δύναμη και μεγάλη εξουσία στο συμβολικό θηρίο με τα εφτά κεφάλια και τα δέκα κέρατα και ακολούθως γίνεται αντικείμενο της λατρείας ανθρώπων από “όλη τη γη”. (Απ 13:2-4) Ο Ιωάννης βλέπει επίσης σε όραμα ότι οι κοάζουσες, βατραχοειδείς, “εμπνευσμένες από δαίμονες εκφράσεις”, που απευθύνονται «προς τους βασιλιάδες ολόκληρης της κατοικημένης γης», βγαίνουν από το στόμα του Δράκοντα, του Σατανά, καθώς και από το στόμα του «θηρίου» και του «ψευδοπροφήτη». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν εκείνοι οι άρχοντες και οι υποστηρικτές τους «στον πόλεμο της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου . . . στον τόπο που ονομάζεται στην εβραϊκή Αρ-Μαγεδών [Αρμαγεδδών]». (Απ 16:13-16) Έπειτα από αυτόν τον πόλεμο, το μεγαλύτερο όλων των πολέμων, ο “άγγελος” που κατεβαίνει από τον ουρανό θα πιάσει «το δράκοντα, το αρχικό φίδι, ο οποίος είναι ο Διάβολος και ο Σατανάς», θα τον δέσει και θα τον ρίξει στην άβυσσο για χίλια χρόνια.—Απ 20:1-3· βλέπε ΣΑΤΑΝΑΣ.
-
-
ΔραχμήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΑΧΜΗ
Ελληνικό ασημένιο νόμισμα που εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. (Λου 15:8, 9) Η αττική δραχμή έφερε στη μία όψη τη μορφή της θεάς Αθηνάς και στην άλλη μια κουκουβάγια. Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού, η δραχμή πιθανότατα είχε υποτιμηθεί ισοδυναμώντας περίπου με 3,4 γρ., πράγμα που σημαίνει ότι η σημερινή της αξία θα ήταν 65 σεντς. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., οι Έλληνες θεωρούσαν τη δραχμή ίσης αξίας με το δηνάριο, αλλά η ρωμαϊκή κυβέρνηση υπολόγιζε επίσημα την αξία της δραχμής στα τρία τέταρτα του δηναρίου. Οι Ιουδαίοι πλήρωναν για το ναό ετήσιο φόρο δύο δραχμών (ένα δίδραχμο).—Ματ 17:24.
Η ελληνική ασημένια δραχμή δεν πρέπει να συγχέεται με τη χρυσή «δραχμή» (νταρκεμών) των Εβραϊκών Γραφών, νόμισμα που θεωρούνταν γενικά ίσης αξίας με τον περσικό δαρεικό (8,4 γρ.· $94,50 με σημερινές τιμές).—Εσδ 2:69· Νε 7:70-72.
-
-
ΔρεπάνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΕΠΑΝΙ
Βλέπε ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ.
-
-
ΔρομείςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΟΜΕΙΣ
Γοργοπόδαροι ταχυδρόμοι ή υπηρέτες σημαίνοντος προσώπου οι οποίοι έτρεχαν μπροστά από το άρμα του. Αυτός ο όρος αποδίδει τη μετοχή της εβραϊκής λέξης ρουτς, που σημαίνει «τρέχω». Σε ορισμένες μεταφράσεις αποδίδεται «πεζοί», «φρουροί» και «φύλακες». Ωστόσο, υπάρχει άλλη λέξη για τους “πεζούς”, συγκεκριμένα η λέξη ραγλί ή πληρέστερα ο όρος ’ις ραγλί.
Η λέξη «δρομείς» μπορεί να αναφέρεται σε οποιουσδήποτε ταχείς αγγελιοφόρους ή άντρες που έτρεχαν γρήγορα, όπως ο Ασαήλ ο αδελφός του Ιωάβ, καθώς και ο Αχιμάας ο γιος του Σαδώκ. (2Σα 2:18· 18:19, 23, 27) Σε μια περίπτωση ο Ηλίας έτρεξε μπροστά από το άρμα του Βασιλιά Αχαάβ, από τον Κάρμηλο ως την Ιεζραέλ, καλύπτοντας ίσως απόσταση τουλάχιστον 30 χλμ. Αυτό συνέβη επειδή «το χέρι του Ιεχωβά ήταν πάνω στον Ηλία».—1Βα 18:46.
Επισήμως, τον τίτλο του δρομέα κατείχαν ταχύτατοι άντρες, οι οποίοι επιλέγονταν να τρέχουν μπροστά από το άρμα του βασιλιά. Όταν ο Αβεσσαλώμ και, αργότερα, ο Αδωνίας συνωμότησαν για να σφετεριστούν τη βασιλεία, ο καθένας τους έβαλε 50 δρομείς να τρέχουν μπροστά από το άρμα του για να προσθέσει αίγλη και μεγαλοπρέπεια στο δόλιο σχέδιό του. (2Σα 15:1· 1Βα 1:5) Οι δρομείς αποτελούσαν την προσωπική φρουρά του βασιλιά, κάτι παρόμοιο με τη σημερινή σωματοφυλακή. (1Σα 22:17· 2Βα 10:25) Υπηρετούσαν ως φρουροί στην είσοδο της κατοικίας του βασιλιά και τον συνόδευαν από την κατοικία του ως το ναό. (1Βα 14:27, 28· 2Βα 11:6-8, 11· 2Χρ 12:10) Μετέφεραν μηνύματα εκ μέρους του βασιλιά. (2Χρ 30:6) Στις ημέρες του Πέρση Βασιλιά Ασσουήρη οι πεζοί ταχυδρόμοι φαίνεται ότι αντικαταστάθηκαν από έφιππους σε γρήγορα ταχυδρομικά άλογα.—Εσθ 3:13, 15· 8:10, 14.
Μεταφορική Χρήση. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές γίνονται μερικές αναφορές στο τρέξιμο που κάνει κάποιος επειδή βιάζεται. (Ματ 28:8· Μαρ 9:15, 25· 10:17· Ιωα 20:2) Ωστόσο, ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε το τρέξιμο μεταφορικά, γράφοντας στην εκκλησία της Κορίνθου: «Δεν γνωρίζετε ότι οι δρομείς σε έναν αγώνα τρέχουν όλοι, αλλά μόνο ένας λαβαίνει το βραβείο; Να τρέχετε με τέτοιον τρόπο ώστε να το κερδίσετε. Εξάλλου, όποιος λαβαίνει μέρος σε έναν αγώνα ασκεί εγκράτεια σε όλα. Και εκείνοι μεν το κάνουν αυτό για να πάρουν φθαρτό στεφάνι, εμείς όμως άφθαρτο. Εγώ, λοιπόν, έτσι τρέχω, όχι με αβεβαιότητα· έτσι πυγμαχώ, όχι σαν να χτυπώ τον αέρα· αλλά γρονθοκοπώ το σώμα μου και το οδηγώ ως δούλο, μήπως, αφού κηρύξω σε άλλους, γίνω εγώ ο ίδιος αποδοκιμασμένος κατά κάποιον τρόπο».—1Κο 9:24-27.
Οι διαγωνιζόμενοι στους ελληνικούς αγώνες προπονούνταν σκληρά και με αυστηρή πειθαρχία. Η διατροφή και η συμπεριφορά τους τελούσαν υπό στενή επιτήρηση. Οι κριτές εφάρμοζαν απαρέγκλιτα τους κανονισμούς των αγώνων. Αν ένας δρομέας τερμάτιζε πρώτος αλλά είχε παραβιάσει τους κανονισμούς, το τρέξιμό του ήταν μάταιο, όπως δήλωσε ο Παύλος: «Και αν ακόμη αγωνίζεται κάποιος σε αθλήματα, δεν παίρνει στεφάνι αν δεν αγωνιστεί σύμφωνα με τους κανονισμούς». (2Τι 2:5) Οι δρομείς προσήλωναν το βλέμμα τους στο βραβείο, το οποίο ήταν τοποθετημένο στη γραμμή του τερματισμού. Παρόμοια, ο Παύλος “έτρεχε” έχοντας όλη τη διάνοια και όλη την καρδιά του συγκεντρωμένες στο στόχο. (Γα 2:2· Φλπ 2:16· 3:14) Προς το τέλος της ζωής του ήταν σε θέση να πει: «Έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα, έχω τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα, έχω τηρήσει την πίστη. Από τώρα και στο εξής μου επιφυλάσσεται το στεφάνι της δικαιοσύνης».—2Τι 4:7, 8.
Αναλύοντας το πώς πολιτεύτηκε ο Θεός όσον αφορά την επιλογή των μελών του πνευματικού Ισραήλ, ο Παύλος εξήγησε ότι ο σαρκικός Ισραήλ βασιζόταν στη σαρκική του συγγένεια με τον Αβραάμ. (Ρω 9:6, 7, 30-32) Νόμιζαν ότι αυτοί ήταν οι εκλεγμένοι και “έτρεχαν”, δηλαδή επιδίωκαν τη δικαιοσύνη, αλλά με λανθασμένο τρόπο. Προσπαθώντας να εδραιώσουν τη δικαιοσύνη τους μέσω των δικών τους έργων, δεν υποτάχθηκαν στη δικαιοσύνη του Θεού. (Ρω 10:1-3) Ο Παύλος εφιστά την προσοχή στην κρίση που άσκησε ο Θεός απορρίπτοντας τον σαρκικό Ισραήλ ως έθνος και σχηματίζοντας έναν πνευματικό Ισραήλ. Στα πλαίσια αυτής της ανάλυσης, δηλώνει ότι «εξαρτάται, όχι από εκείνον που θέλει ούτε από εκείνον που τρέχει, αλλά από τον Θεό, ο οποίος ελεεί».—Ρω 9:15, 16.
-
-
ΔρόμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΟΜΟΣ
Λωρίδα εδάφους στην οποία κινούνται άνθρωποι ή οχήματα. Υπάρχουν μεγάλοι και μικροί δρόμοι, είτε μεταξύ πόλεων είτε μέσα σε πόλεις.
Οι εβραϊκές λέξεις μεσιλλάχ (μεγάλος δρόμος) και ντέρεχ (δρόμος) χρησιμοποιούνται με την έννοια μιας δημόσιας οδού, ενός δρόμου ή μιας πολυσύχναστης αρτηρίας, συνήθως μεταξύ πόλεων ή κωμοπόλεων, ενώ η εβραϊκή λέξη χουτς που βασικά σημαίνει «έξω» (Ησ 42:2, υποσ.) προσδιορίζει έναν δημόσιο δρόμο σε μια πόλη. Η λέξη ὁδός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σήμαινε, όπως και σήμερα, το δρόμο, τη λεωφόρο ή το μονοπάτι. Για τη συμβολική χρήση της λέξης ὁδός βλέπε ΟΔΟΣ, Η.
Μεταξύ Πόλεων. Από τους αρχαίους χρόνους, μεγάλοι καθώς και μικρότεροι δρόμοι, περιλαμβανομένων και αρκετών σπουδαίων εμπορικών οδών, συνέδεαν πόλεις και βασίλεια στην περιοχή της Παλαιστίνης. (Αρ 20:17-19· 21:21, 22· 22:5, 21-23· Ιη 2:22· Κρ 21:19· 1Σα 6:9, 12· 13:17, 18· βλέπε ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ.) Κυριότερη οδός θεωρείται αυτή που οδηγούσε από την Αίγυπτο στις φιλισταϊκές πόλεις Γάζα και Ασκαλών και βαθμιαία έστριβε βορειοανατολικά προς την κατεύθυνση της Μεγιδδώ. Έπειτα συνέχιζε προς την Ασώρ, Β της Θάλασσας της Γαλιλαίας, και κατόπιν οδηγούσε στη Δαμασκό. Αυτή η οδός μέσω της Φιλιστίας ήταν η συντομότερη από την Αίγυπτο προς την Υποσχεμένη Γη. Ωστόσο, ο Ιεχωβά οδήγησε στοργικά τους Ισραηλίτες από άλλον δρόμο, ώστε να μην αποκαρδιωθούν από τυχόν επίθεση των Φιλισταίων.—Εξ 13:17.
Στην Υποσχεμένη Γη η διατήρηση καλού οδικού συστήματος προσέλαβε επιπρόσθετη σπουδαιότητα για τους Ισραηλίτες, καθώς υπήρχε ένα μόνο κέντρο λατρείας για ολόκληρο το έθνος. Ως εκ τούτου, πολλοί Ισραηλίτες έπρεπε να διανύουν αρκετά μεγάλες αποστάσεις κάθε χρόνο, συμμορφούμενοι με την απαίτηση του Νόμου που όριζε ότι όλοι οι άρρενες όφειλαν να συνάγονται για τις τρεις εποχιακές γιορτές. (Δευ 16:16) Επιπλέον, τα δέκατα, οι συνεισφορές και οι όποιες προσφορές, είτε εθελοντικές είτε υποχρεωτικές, έπρεπε να προσκομίζονται στον τόπο που θα επέλεγε ο Ιεχωβά. (Δευ 12:4-7) Αφότου ο Σολομών οικοδόμησε το ναό, ο τόπος αυτός ήταν η Ιερουσαλήμ. Επομένως, οι Ισραηλίτες πατέρες είχαν εξαίρετες ευκαιρίες να διδάσκουν το νόμο του Θεού στους γιους τους καθώς ταξίδευαν στους δρόμους προς και από την Ιερουσαλήμ.—Δευ 6:6, 7.
Έπρεπε επίσης να δίνεται προσοχή στη συντήρηση των δρόμων που οδηγούσαν στις έξι πόλεις καταφυγίου. Οι δρόμοι αυτοί ήταν επιτακτικό να έχουν καλή σήμανση, ενώ τυχόν εμπόδια που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την πορεία του ακούσιου ανθρωποκτόνου έπρεπε να απομακρύνονται. (Δευ 19:3) Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, σε κάθε σταυροδρόμι υπήρχε οδοδείκτης ο οποίος έδειχνε την κατεύθυνση προς την πόλη του καταφυγίου.—Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Μακότ 10β.
Αν και η Αγία Γραφή δεν περιγράφει πώς ήταν οι αρχαίοι δρόμοι, αναφέρεται έμμεσα στην κατασκευή τους και στη συντήρησή τους. Σε κάποιες περιπτώσεις ίσως ισοπέδωναν λόφους και ομαλοποιούσαν άλλες ανωμαλίες του εδάφους, καθώς επίσης καθάριζαν τους δρόμους από τις πέτρες και τους έστρωναν με επιπλέον χώμα. (Ησ 40:3, 4· 57:14· 62:10) Ο ιστορικός Ιώσηπος υποστηρίζει ότι ο Βασιλιάς Σολομών έστρωσε τους δρόμους που οδηγούσαν στην Ιερουσαλήμ με μαύρη πέτρα.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Η΄, 187 (vii, 4).
Ωστόσο, τίποτα συγκεκριμένο δεν είναι γνωστό σχετικά με την κατασκευή των αρχαίων δρόμων ως τις ημέρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι Ρωμαίοι διέπρεψαν στην οδοποιία, συνδέοντας με δρόμους την αχανή αυτοκρατορία τους για να διευκολύνουν τις μετακινήσεις των στρατευμάτων τους. Τους δρόμους τους τούς επίστρωναν με επίπεδες πέτρες. Το οδόστρωμα αποτελούνταν συνήθως από τρεις στρώσεις: (κάτω) μπάζα, (μέσον) επίπεδες πλάκες με κονίαμα, και (επάνω) ασβεστοσκυρόδεμα. Οι δρόμοι τους είχαν κλίση από το κέντρο προς τις δύο πλευρές και ήταν εφοδιασμένοι με οδόσημα, πέτρινα κράσπεδα και ρείθρα αποστράγγισης. Ανά διαστήματα υπήρχαν επίσης πηγάδια σε διάφορα βολικά σημεία. Οι ρωμαϊκοί δρόμοι, οι οποίοι ήταν σχεδόν ευθύγραμμοι, περνούσαν πάνω από τους λόφους μάλλον παρά γύρω τους. Η φημισμένη ρωμαϊκή Αππία Οδός είχε πλάτος περίπου 5,5 μέτρα και ήταν επιστρωμένη με μεγάλα κομμάτια λάβας. Ο απόστολος Παύλος ταξίδεψε σε αυτόν το δρόμο πηγαίνοντας στη Ρώμη ως κρατούμενος. Τμήματα του δρόμου εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα.—Πρ 28:15, 16· βλέπε ΑΠΠΙΟΥ ΑΓΟΡΑ.
Τα λόγια του εδαφίου Ησαΐας 19:23 που αναφέρουν ότι θα ερχόταν σε ύπαρξη ένας «μεγάλος δρόμος από την Αίγυπτο προς την Ασσυρία» έδειχναν ότι κάποια ημέρα θα επικρατούσαν φιλικές σχέσεις ανάμεσα σε αυτές τις δύο χώρες. Απελευθερώνοντας το λαό του, ο Ιεχωβά έφτιαξε, θα λέγαμε, μεγάλους δρόμους για αυτούς, οι οποίοι τους οδήγησαν έξω από τους τόπους της αιχμαλωσίας τους.—Ησ 11:16· 35:8-10· 49:11-13· Ιερ 31:21.
Μέσα στις Πόλεις. Στις αρχαίες κωμοπόλεις και πόλεις των Βιβλικών χωρών φαίνεται ότι οι περισσότεροι δρόμοι δεν ήταν πλακόστρωτοι. (Ψλ 18:42· Ησ 10:6· Θρ 2:21) Ωστόσο, στην Ιεριχώ και στη Γεζέρ έχουν ανακαλυφτεί ρείθρα αποστράγγισης για τα ύδατα των δρόμων.
Γενικά, οι δρόμοι ήταν στενοί και είχαν στροφές. Υπήρχαν, όμως, και “πλατιοί δρόμοι”. (Λου 14:21· παράβαλε Απ 21:21.) Οι δρόμοι της Νινευή είχαν αρκετό πλάτος ώστε να χωρούν άρματα. (Να 2:4) Η Βαβυλώνα και η Δαμασκός είχαν πλατιές λεωφόρους ή πομπικές οδούς, ενώ μερικοί δρόμοι έφεραν ονόματα. Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, η “οδός που ονομαζόταν Ευθεία” στη Δαμασκό ήταν ένας κεντρικός δρόμος τριών λωρίδων με πλάτος περίπου 30 μ.—Πρ 9:11· βλέπε ΕΥΘΕΙΑ.
Η πλατεία, ένας ανοιχτός χώρος πιθανώς κοντά σε μια πύλη της πόλης, μπορούσε να αποτελέσει τόπο διεξαγωγής εμπορικών συναλλαγών ή τόπο συγκέντρωσης για εκπαίδευση. (Γε 23:10-18· Νε 8:1-3· Ιερ 5:1) Εκεί έπαιζαν τα παιδιά. (Ζαχ 8:4, 5) Γενικά οι δρόμοι έσφυζαν συνήθως από ζωή. (Ιωβ 18:17· Ιερ 33:10, 11· αντιπαράβαλε Ησ 15:3· 24:11.) Φιλοξενούσαν διάφορες εμπορικές δραστηριότητες—μερικές φορές ομοειδή καταστήματα ήταν συγκεντρωμένα στον ίδιο δρόμο, όπως στο «δρόμο των αρτοποιών» στην Ιερουσαλήμ. (Ιερ 37:21) Οι “δρόμοι” της Δαμασκού, τους οποίους προσφέρθηκε να παραχωρήσει ο Βεν-αδάδ στον Αχαάβ, αποσκοπούσαν προφανώς στη δημιουργία παζαριών ή αγορών για την προώθηση των εμπορικών συμφερόντων του Αχαάβ στη συριακή πρωτεύουσα. (1Βα 20:34) Τη νύχτα οι δρόμοι σε μερικές πόλεις βρίσκονταν όπως φαίνεται υπό την επίβλεψη άγρυπνων φρουρών.—Ασμ 3:1-3.
Στους δρόμους αναγγέλλονταν επίσης οι διάφορες ειδήσεις. (2Σα 1:20· Ιερ 11:6) Εκεί δίδαξε και θεράπευσε αρρώστους ο Ιησούς Χριστός, χωρίς όμως να λογομαχεί και να φωνάζει δυνατά στους πλατιούς δρόμους—κάτι που ίσως θα προκαλούσε αίσθηση—μεγαλύνοντας το δικό του όνομα και αποσπώντας την προσοχή από τον Ιεχωβά Θεό και τα καλά νέα της Βασιλείας. (Λου 8:1· Ματ 12:13-19· Ησ 42:1, 2) Έτσι λοιπόν, ο Ιησούς δεν ήταν σαν τους υποκριτές, τους οποίους καταδίκασε επειδή προσεύχονταν «στις γωνιές των πλατιών δρόμων για να τους βλέπουν οι άνθρωποι».—Ματ 6:5.
-
-
Δρόμος του ΒασιλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ
Ο δρόμος από τον οποίο υποσχέθηκαν να μη φύγουν οι Ισραηλίτες αν τους επιτρεπόταν να περάσουν μέσα από την εδαφική περιοχή των Εδωμιτών και την επικράτεια του Αμορραίου Βασιλιά Σηών. (Αρ 20:17· 21:21, 22· Δευ 2:26, 27) Αυτός ο δρόμος πρέπει να ξεκινούσε από τον Κόλπο της Άκαμπα και να έφτανε τουλάχιστον μέχρι τον Ιαβόκ, το προφανές βόρειο όριο της εδαφικής περιοχής του Σηών, ενώ πολλοί πιστεύουν ότι προς το Β εκτεινόταν μέχρι τη Δαμασκό και αντιστοιχούσε γενικά με την πλακόστρωτη ρωμαϊκή οδό που έφτιαξε ο Αυτοκράτορας Τραϊανός το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. Αν εξαιρέσουμε τις αναγκαίες μετατροπές που επέβαλε η σύγχρονη κυκλοφορία, ο σημερινός δρόμος που ονομάζεται Ταρίκ ες-Σουλτάν(ι) ακολουθεί πιστά τα ίχνη της αρχαίας ρωμαϊκής οδού, τμήματα της οποίας σώζονται ακόμη.
Προφανώς το βόρειο τμήμα αυτού του δρόμου από την Εσεβών ως την Ασταρώθ ονομαζόταν “ο δρόμος της Βασάν”.—Αρ 21:33· Δευ 3:1.
-
-
ΔροσιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΟΣΙΑ
Σταγονίδια νερού που δημιουργούνται από τη συμπύκνωση της υγρασίας του αέρα, των υδρατμών που εξατμίζονται από το έδαφος, καθώς και της υγρασίας που αναδίδουν τα φυτά. Η εβραϊκή λέξη ταλ, που αποδίδεται «δροσιά», σημαίνει επίσης «ψιλή βροχή». (Παρ 3:20) Η δροσιά γίνεται ασημόλευκη, κρυσταλλοειδής πάχνη όταν η θερμοκρασία των κατώτερων στρωμάτων του αέρα πέφτει στους 0°C. Ο Ιεχωβά είναι υπεύθυνος για τις δροσοσταλιές και λέγεται ότι σκορπίζει την πάχνη «σαν στάχτη».—Ψλ 147:16· Ιωβ 38:28.
Η δροσιά σχηματίζεται όταν ψύχεται ο αέρας της νύχτας, ο οποίος είναι γεμάτος υδρατμούς, με αποτέλεσμα να αποθέτονται οι υδρατμοί, συμπυκνωμένοι σε υγρή μορφή, πάνω σε ψυχρότερα αντικείμενα. Επίσης παράγεται όταν οι θερμοί υδρατμοί που εξατμίζονται από το έδαφος έρχονται σε επαφή με τον ψυχρό αέρα. Η Αγία Γραφή εξηγεί ότι στην αρχή της ιστορίας της γης, προτού πέσει βροχή στη γη, «αχνός [ατμός] ανέβαινε από τη γη και πότιζε ολόκληρη την επιφάνεια της γης». (Γε 2:6 και υποσ.) Η δροσιά δημιουργείται επίσης όταν η υγρασία από τη βλάστηση εξατμίζεται στον αέρα. Τα φυτά συνεχίζουν να αντλούν το νερό που έχει απορροφηθεί από τις ρίζες τους μέχρι να εξισορροπηθεί η θερμοκρασία της άκρης των φύλλων τους με τη θερμοκρασία των ριζών τους. Τη μεγάλη ποσότητα δροσιάς που παράγουν με αυτόν τον τρόπο μερικά δέντρα μπορεί συχνά να την ακούσει κανείς καθώς στάζει από αυτά τη νύχτα. Το μεγαλύτερο μέρος της πρωινής δροσιάς φαίνεται να προέρχεται από αυτή την πηγή. Ο Ιώβ είπε: «Η ρίζα μου είναι ανοιχτή προς τα νερά, και η δροσιά θα διανυκτερεύσει πάνω στο κλαρί μου».—Ιωβ 29:19.
Στο Ισραήλ πέφτει φυσιολογικά λίγη βροχή—αν όχι καθόλου—από τα μέσα Απριλίου ως τα μέσα Οκτωβρίου. Εντούτοις, αυτούς τους μήνες σχηματίζεται δροσιά η οποία ποτίζει τη βλάστηση. Το βιβλίο Η Γεωγραφία της Αγίας Γραφής ([The Geography of the Bible] 1974, σ. 45), του Ντ. Μπέιλι, λέει: «Οι Ισραηλίτες καταλάβαιναν καλά την αξία της δροσιάς, . . . διότι αυτή κάνει τα σταφύλια να μεγαλώνουν κατά την ξηρασία του καλοκαιριού». Ο Ησαΐας κάνει λόγο για τη “δροσιά στη ζέστη του τρύγου”. (Ησ 18:4, 5) Μετά έρχονταν οι “φθινοπωρινές”, δηλαδή οι “πρώιμες”, βροχές. (Ιωλ 2:23· Ιακ 5:7) Σε ορισμένες περιοχές η νυχτερινή δροσιά είναι τόσο έντονη ώστε τα δέντρα και άλλα φυτά παίρνουν από αυτήν υπερεπαρκή υγρασία για να αναπληρώσουν αυτήν που χάνουν την ημέρα λόγω εξάτμισης. Επομένως, χάρη στη νυχτερινή δροσιά μπορεί κάλλιστα να υπάρξει πλούσια σοδειά εκεί όπου διαφορετικά θα είχε επικρατήσει ξηρασία και λιμοκτονία.
Η σπουδαιότητα της δροσιάς τονίζεται από την ανακάλυψη ότι φυτά που είχαν ατονήσει εξαιτίας της ζέστης αναζωογονήθηκαν πιο γρήγορα όταν συμπυκνώθηκε υγρασία στα φύλλα τους τη νύχτα παρά όταν ποτίστηκε το έδαφος. Απορρόφησαν τόσο πολλή υγρασία ώστε την επόμενη ημέρα λειτούργησαν φυσιολογικά χωρίς να ποτιστεί καθόλου το έδαφος. Η ποσότητα του νερού που απορροφήθηκε από τη δροσιά και αργότερα διοχετεύτηκε μέσω των ριζών στο έδαφος για αποθήκευση ήταν μερικές φορές ίση με όλο το βάρος του φυτού.
Στη διάρκεια της 40χρονης οδοιπορίας του Ισραήλ στην έρημο, το θεϊκά χορηγούμενο μάννα κατέβαινε τακτικά μαζί με τη δροσιά και έμενε πάνω στη γη μετά την εξάτμιση της δροσιάς. (Εξ 16:13-18· Αρ 11:9) Προτού ο Γεδεών βγει να πολεμήσει τους Μαδιανίτες, έλαβε απόδειξη για τη θεϊκή υποστήριξη με δύο σημεία που περιλάμβαναν τη δροσιά. Πρώτα άφησε έναν πόκο μαλλιού εκτεθειμένο σε ένα αλώνι όλη τη νύχτα, με αποτέλεσμα να σχηματιστεί δροσιά μόνο στον πόκο ενώ η γη ήταν ξερή. Στη δεύτερη δοκιμή, οι συνθήκες αντιστράφηκαν. Δεν αποκαλύπτεται αν τότε ήταν η εποχή της ανομβρίας, οπότε η δροσιά ήταν αναμενόμενη.—Κρ 6:36–7:1.
Μεταφορική Χρήση. Η Αγία Γραφή συνδέει τη δροσιά με την ευλογία, την καρποφορία και την αφθονία. (Γε 27:28· Δευ 33:13, 28· Ζαχ 8:12) Η επιστροφή στον Ιεχωβά θα κατέληγε σε ευλογία, εφόσον ο Θεός λέει: «Θα γίνω σαν τη δροσιά για τον Ισραήλ». (Ωσ 14:1, 5) Μέσω του Μιχαία, ο Θεός προείπε ότι «εκείνοι που θα έχουν απομείνει από τον Ιακώβ θα γίνουν στο μέσο πολλών λαών σαν δροσιά από τον Ιεχωβά, σαν άφθονες βροχές πάνω σε βλάστηση», προλέγοντας ότι το υπόλοιπο του πνευματικού Ιακώβ (Ισραήλ) θα ήταν ευλογία από τον Θεό για τους ανθρώπους.—Μιχ 5:7.
Αντίστροφα, η έλλειψη ή η κατακράτηση της δροσιάς συνδέεται με κατάσταση δυσμένειας. (Γε 27:39· Αγγ 1:10) Όταν ο Θεός κατακράτησε τη δροσιά και τη βροχή από τη γη του Ισραήλ στις ημέρες του Βασιλιά Αχαάβ και του Ηλία, έγινε πείνα.—1Βα 17:1· Λου 4:25.
Τα πρωινά σύννεφα και η δροσιά στον Ισραήλ χάνονταν γρήγορα λόγω της ζέστης του ήλιου. Η λίγη στοργική καλοσύνη που υπήρχε στον Εφραΐμ (Ισραήλ) και στον Ιούδα είχε χαθεί παρόμοια. (Ωσ 6:4) Και εξαιτίας αδικοπραγίας, οι κάτοικοι του Εφραΐμ (Ισραήλ) θα οδηγούνταν στην εξορία και θα γίνονταν «σαν τη δροσιά που χάνεται νωρίς».—Ωσ 13:1-3, 16.
Οι δροσοσταλιές είναι αθόρυβες και πάρα πολλές. Ίσως για να υποδηλώσει μυστικότητα ή πλήθος τόσο πολυάριθμο όσο οι δροσοσταλιές, ο Χουσαΐ είπε στον Αβεσσαλώμ: «Θα πέσουμε πάνω [στον Δαβίδ] όπως πέφτει η δροσιά πάνω στη γη». (2Σα 17:12) Ο Βασιλιάς του Ιεχωβά έχει «την ομάδα των νεαρών αντρών [του] σαν δροσοσταλιές», ίσως από την άποψη του πλήθους.—Ψλ 110:3.
Η δροσιά είναι επίσης απαλή και αναζωογονητική. Χρησιμοποιείται εύστοχα για να περιγράψει τον αποχαιρετιστήριο προφητικό ύμνο του Μωυσή. (Δευ 32:2) Η καλή θέληση ενός βασιλιά παρομοιάζεται με την αναζωογονητική επίδραση της δροσιάς στη βλάστηση. (Παρ 19:12) Η στοργική ενότητα που επικρατεί ανάμεσα στο λαό του Θεού είναι αναζωογονητική «σαν τη δροσιά του Αερμών που κατεβαίνει στα βουνά της Σιών». Τα δασοσκέπαστα ύψη του Όρους Αερμών, όπου το χιόνι δεν λιώνει ποτέ, δημιουργούσαν νυχτερινούς υδρατμούς τους οποίους μπορούσαν να μεταφέρουν τόσο μακριά τα ρεύματα κρύου αέρα, καθώς κατέβαιναν από το Β και περνούσαν πάνω από το Αερμών, ώστε αυτοί οι υδρατμοί μπορούσαν να συμπυκνώνονται στα βουνά της Σιών, πολλά χιλιόμετρα μακριά στο Ν.—Ψλ 133:1-3· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 332.
-
-
ΔρουσίλλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΡΟΥΣΙΛΛΑ
(Δρουσίλλα).
Η τρίτη και μικρότερη κόρη του Ηρώδη Αγρίππα Α΄ η οποία γεννήθηκε περίπου το 38 Κ.Χ., αδελφή του Αγρίππα Β΄, της Βερνίκης και της Μαριάμνης Γ΄. Το όνομα της μητέρας της ήταν Κύπρος. Προτού γίνει έξι χρονών, διευθετήθηκε ο γάμος της με τον άρχοντα Επιφανή της Κομμαγηνής, αλλά δεν υλοποιήθηκε ποτέ επειδή ο μέλλων γαμπρός αρνήθηκε να ασπαστεί τον Ιουδαϊσμό. Ένας Σύριος βασιλιάς, ο Άζιζος από την Έμεσα, ανταποκρίθηκε στους όρους της περιτομής, και η Δρουσίλλα έγινε σύζυγός του σε ηλικία 14 ετών. Απηυδισμένη από τη σκληρότητά του και αγανακτισμένη από το φθόνο της λιγότερο ελκυστικής αδελφής της, της Βερνίκης, η Δρουσίλλα παρασύρθηκε εύκολα να διαζευχθεί τον Άζιζο, πράγμα αντίθετο προς τον Ιουδαϊκό νόμο, και να παντρευτεί τον Κυβερνήτη Φήλικα, περίπου το 54 Κ.Χ. Ίσως ήταν παρούσα όταν ο φυλακισμένος Παύλος “μίλησε για δικαιοσύνη και για εγκράτεια και για την ερχόμενη κρίση”, θέματα τα οποία αναστάτωσαν πολύ τον Κυβερνήτη Φήλικα. Έπειτα από δύο χρόνια, όταν ο Φήλιξ παρέδωσε τη διακυβέρνηση στον Φήστο, άφησε τον Παύλο δέσμιο για «να κερδίσει την εύνοια των Ιουδαίων», πράγμα το οποίο μερικοί πιστεύουν ότι έκανε για να ευχαριστήσει τη νεαρή σύζυγό του «η οποία ήταν Ιουδαία». (Πρ 24:24-27) Ο γιος τον οποίο απέκτησε η Δρουσίλλα με τον Φήλικα ήταν ένας άλλος Αγρίππας, ο οποίος αναφέρεται ότι σκοτώθηκε στη μεγάλη έκρηξη του Βεζούβιου το 79 Κ.Χ.
-
-
Δύναμη, Δυναμικά ΈργαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΥΝΑΜΗ, ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΕΡΓΑ
Δύναμη είναι η ικανότητα που έχει κάποιος να εκτελεί πράξεις ή η δυνατότητα που έχει να επιτελεί διάφορα πράγματα, να παράγει έργο· επίσης, η εξουσία ή η επιρροή που είναι αποτέλεσμα χαρισμάτων ή θέσης. Η εβραϊκή λέξη κόαχ μεταφράζεται «δύναμη», η λέξη γκεβουράχ, «κραταιότητα», ενώ η λέξη ‛οζ, «ισχύς». Η λέξη δύναμις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδεται «δύναμη» και «δυναμικά έργα», ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Στο τέλος της έκτης δημιουργικής “ημέρας”, ο Θεός άρχισε να “αναπαύεται από όλο το έργο του, το οποίο είχε δημιουργήσει ώστε να το φτιάξει”. (Γε 2:2, 3) Αναπαύτηκε από τα συγκεκριμένα δημιουργικά έργα, αλλά η δύναμή του δεν έχει μείνει έκτοτε σε κατάσταση απραξίας ή αδράνειας. Πάνω από 4.000 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της επίγειας δημιουργίας, ο Γιος του δήλωσε: «Ο Πατέρας μου εργάζεται ως τώρα, και εγώ εργάζομαι». (Ιωα 5:17) Η δράση του Ιεχωβά δεν έχει περιοριστεί μόνο στο πνευματικό βασίλειο. Το Βιβλικό υπόμνημα είναι γεμάτο από εκφράσεις της δύναμής του και κραταιές πράξεις προς το ανθρώπινο γένος. Αν και ενίοτε “σιγούσε . . . ασκώντας αυτοσυγκράτηση”, όποτε έφτανε ο ορισμένος του καιρός να δράσει, αναλάμβανε σθεναρή δράση με “πλήρη κραταιότητα”.—Ησ 42:13, 14· παράβαλε Ψλ 80:2· Ησ 63:15.
Η λέξη «έργο» υποδηλώνει δράση για να πραγματοποιηθεί κάποιος σκοπός. Οι πράξεις του Ιεχωβά δεν είναι μεμονωμένες, ασύνδετες ή αλλοπρόσαλλες εκδηλώσεις ενέργειας, αλλά συγκροτημένες πράξεις που γίνονται για κάποιον σκοπό και με ένα ορισμένο αποτέλεσμα υπόψη. Μολονότι η δύναμη του Ιεχωβά συντηρεί το σύμπαν και τα ζωντανά πλάσματα που υπάρχουν σε αυτό (Ψλ 136:25· 148:2-6· Ματ 5:45), ο ίδιος δεν μοιάζει με απρόσωπη μονάδα παραγωγής ενέργειας. Οι πράξεις του αποδεικνύουν ότι είναι προσωπικός Θεός, ένας Θεός με σκοπό. Είναι επίσης Θεός με ιστορική παρουσία, δεδομένου ότι έχει παρέμβει διορατικά στις ανθρώπινες υποθέσεις σε συγκεκριμένες χρονολογίες της ιστορίας, σε καθορισμένους τόπους και σε σχέση με συγκεκριμένα πρόσωπα ή λαούς. Ως ο “ζωντανός και αληθινός Θεός” (1Θε 1:9· Ιη 3:10· Ιερ 10:10), έχει αποδείξει ότι είναι ενήμερος για όλα όσα λαβαίνουν χώρα στο σύμπαν, αντιδρώντας ανάλογα με ό,τι έχει συμβεί, καθώς και αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία να προωθήσει το σκοπό του.
Σε κάθε περίπτωση, οι ποικίλες εκδηλώσεις της δύναμής του βρίσκονται σε αρμονία με τη δικαιοσύνη του. (Ψλ 98:1, 2· 111:2, 3, 7· Ησ 5:16) Όλες φέρνουν διαφώτιση στα πλάσματά του. Αφενός δείχνουν ότι «αρμόζει» να αισθάνεται κανείς φόβο για αυτόν, διότι είναι Θεός που “απαιτεί αποκλειστική αφοσίωση” και «φωτιά που κατατρώει» όσους πράττουν την πονηρία, ώστε είναι «φοβερό [το] να πέσει κανείς στα χέρια του ζωντανού Θεού». (Ιερ 10:6, 7· Εξ 20:5· Εβρ 10:26-31· 12:28, 29) Ο Ιεχωβά δεν ανέχεται την κοροϊδία.—Εξ 8:29.
Αφετέρου, η χρήση δύναμης από μέρους του γίνεται ακόμη πιο θαυμαστά έκδηλη όταν ανταμείβει ανθρώπους με δίκαιη καρδιά που τον εκζητούν ειλικρινά, όταν τους ενισχύει έτσι ώστε να εκτελούν διορισμούς και αναγκαίες εργασίες (Ψλ 84:5-7· Ησ 40:29-31), καθώς επίσης να υπομένουν υπό πίεση (Ψλ 46:1· Ησ 25:4), όταν τους προμηθεύει ό,τι χρειάζονται και τους στηρίζει (Ψλ 145:14-16), αλλά και όταν τους προστατεύει, τους σώζει και τους ελευθερώνει σε καιρούς κινδύνου και επίθεσης. (Ψλ 20:6, 7) “Τα μάτια του περιτρέχουν όλη τη γη για να δείξει την ισχύ του υπέρ εκείνων που έχουν την καρδιά πλήρη προς αυτόν”. (2Χρ 16:9) Όσοι τον γνωρίζουν διαπιστώνουν ότι το όνομά του είναι «ισχυρός πύργος» στον οποίο μπορούν να στραφούν. (Παρ 18:10· Ψλ 91:1-8) Η γνώση των κραταιών του πράξεων παρέχει τη διαβεβαίωση ότι εκείνος ακούει τις προσευχές των υπηρετών του που τον εμπιστεύονται και είναι ικανός να απαντήσει, αν χρειαστεί, «μέσω φοβερών πραγμάτων . . . με δικαιοσύνη». (Ψλ 65:2, 5) Με μεταφορική έννοια, είναι «κοντά» και ως εκ τούτου μπορεί να ανταποκρίνεται γρήγορα.—Ψλ 145:18, 19· Ιου 24, 25.
Δύναμη Έκδηλη στη Δημιουργία. Οι άνθρωποι βλέπουν αποδείξεις δύναμης σε όλη τη φυσική δημιουργία—στα τεράστια και αμέτρητα αστρικά σώματα (παράβαλε Ιωβ 38:31-33), καθώς και σε όλα τα επίγεια πράγματα. Το ίδιο το χώμα λέγεται ότι έχει δύναμη (Γε 4:12), κατά το ότι παράγει τροφή που δυναμώνει. (1Σα 28:22) Η δύναμη είναι φανερή σε καθετί ζωντανό—φυτά, ζώα και ανθρώπους. Στη σύγχρονη εποχή έγινε επίσης πασίγνωστη η τρομακτική δύναμη που κρύβεται ακόμη και στα μικροσκοπικά στοιχεία των ατόμων από τα οποία αποτελείται όλη η ύλη. Οι επιστήμονες αποκαλούν μερικές φορές την ύλη οργανωμένη ενέργεια.
Οι Γραφές, από την αρχή ως το τέλος, τονίζουν επανειλημμένα τη δύναμη και τη “δυναμική ενέργεια” του Θεού ως Δημιουργού του ουρανού και της γης. (Ησ 40:25, 26· Ιερ 10:12· 32:17) Η ίδια η λέξη «Θεός» στην εβραϊκή (’Ελ) προέρχεται πιθανότατα από μια ρίζα που σημαίνει «κραταιός» ή «δυνατός». (Παράβαλε τη χρήση αυτής της λέξης στο εδ. Γε 31:29, στην έκφραση “η δύναμη [’ελ] του χεριού μου”.)
Ανάγκη για Ιδιαίτερες Επιδείξεις Δύναμης. Ο πρώτος άνθρωπος γνώριζε ότι Δημιουργός του, μοναδικός Γονέας και Ζωοδότης του ήταν ο Ιεχωβά Θεός. Ο Θεός προίκισε τον άνθρωπο με κάποιο μέτρο δύναμης—διανοητικής και σωματικής—και του ανέθεσε ένα έργο. (Γε 1:26-28· 2:15) Αυτή η άσκηση δύναμης πρέπει να εναρμονίζεται με το θέλημα του Δημιουργού του και ως εκ τούτου να διέπεται από άλλες θεόδοτες ιδιότητες, όπως η σοφία, η δικαιοσύνη και η αγάπη.
Ο στασιασμός στην Εδέμ συνιστούσε πρόκληση εναντίον της κυριαρχίας του Θεού. Μολονότι επρόκειτο πρωτίστως για ηθικό ζήτημα, εντούτοις υποκίνησε τον Θεό να ασκήσει τη δύναμή του με ιδιαίτερους τρόπους. (Βλέπε ΙΕΧΩΒΑ [Το υπέρτατο ζήτημα ήταν ηθικό].) Το έναυσμα για το στασιασμό δόθηκε από έναν πνευματικό γιο του Θεού που έγινε με αυτόν τον τρόπο εναντιούμενος ή ανθιστάμενος (εβρ., σατάν) στον Θεό. Ο Ιεχωβά αντέδρασε σε αυτή την κατάσταση, κρίνοντας τους στασιαστές. Το ότι εκδίωξε το ανθρώπινο ζευγάρι από την Εδέμ και τοποθέτησε όσια πνευματικά του πλάσματα στην είσοδο του κήπου αποτελούσε επίδειξη θεϊκής δύναμης. (Γε 3:4, 5, 19, 22-24) Ο λόγος του Ιεχωβά αποδείχτηκε ότι δεν ήταν ανίσχυρος, αδύναμος ή αμφίβολος, αλλά δυναμικός και ακατανίκητος ως προς την εκπλήρωσή του. (Παράβαλε Ιερ 23:29.) Ως ο Κυρίαρχος Θεός, ο Ιεχωβά αποδείχτηκε έτοιμος και ικανός να στηρίξει το λόγο του με όλο το κύρος της εξουσίας του.
Άπαξ και καθόρισε το σκοπό του, ο Ιεχωβά εργάστηκε και εργάζεται με συνέπεια για την πραγματοποίησή του. (Γε 3:15· Εφ 1:8-11) Στον ορισμένο του καιρό πρόκειται να τερματίσει κάθε επίγειο στασιασμό και να προκαλέσει τη συντριβή του αρχικού πνευματικού στασιαστή και των συμμάχων του, όπως κάποιος συντρίβει το κεφάλι ενός φιδιού. (Παράβαλε Ρω 16:20.) Μολονότι ο Ιεχωβά επέτρεψε στον πνευματικό Αντίδικό του να παραμείνει για κάποιο διάστημα και να προσπαθήσει να αποδείξει επιτυχή την πρόκλησή του, δεν εγκατέλειψε την κυρίαρχη θέση του. Ασκώντας δικαιωματική εξουσία, χορηγούσε ανταμοιβή ή επέφερε τιμωρία όταν και όπως θεωρούσε κάτι τέτοιο ορθό, κρίνοντας τους ανθρώπους σύμφωνα με τις πράξεις τους. (Εξ 34:6, 7· Ιερ 32:17-19) Επιπρόσθετα, χρησιμοποιούσε τη δύναμή του για να επιβεβαιώνει τα διαπιστευτήρια εκείνων που όριζε ως εκπροσώπους του στη γη. Αποκαλύπτοντας τη δύναμή του, επισφράγιζε ως αυθεντικά τα αγγέλματα που μετέδιδαν.
Πρόκειται για εκδήλωση θεϊκής καλοσύνης. Με αυτόν τον τρόπο ο Ιεχωβά έχει αποδείξει στους ανθρώπους ότι εκείνος είναι ο αληθινός Θεός και κανένας άλλος. Έχει αποδείξει ότι αξίζει να είναι ο αποδέκτης του φόβου, του σεβασμού, της εμπιστοσύνης, του αίνου και της αγάπης των νοημόνων πλασμάτων του. (Ψλ 31:24· 86:16, 17· Ησ 41:10-13) Ανά τους αιώνες, ο Ιεχωβά έχει διαβεβαιώσει επανειλημμένα τους υπηρέτες του ότι η δύναμή του δεν έχει εξασθενήσει, «το χέρι» του δεν έχει “μικρύνει” και «το αφτί» του δεν έχει βαρύνει τόσο πολύ ώστε να μην ακούει. (Αρ 11:23· Ησ 40:28· 50:2· 59:1) Το σπουδαιότερο είναι ότι αυτές οι εκδηλώσεις δύναμης έχουν μεγαλύνει το όνομά του. Η χρήση της δύναμής του τον εξυψώνει, δεν τον υποβιβάζει ούτε κηλιδώνει την υπόληψή του. Αντίθετα, μέσω αυτής κάνει «θεσπέσιο όνομα» για τον εαυτό του.—Ιωβ 36:22, 23· 37:23, 24· Ησ 63:12-14.
Πριν και Κατά τον Παγγήινο Κατακλυσμό. Στην προκατακλυσμιαία περίοδο, οι άνθρωποι είχαν άφθονες αποδείξεις της δύναμης του Θεού. Ήξεραν ότι ο δρόμος της επιστροφής στην Εδέμ ήταν αδιάβατος, αποκλεισμένος από ισχυρά πνευματικά πλάσματα. Ο Θεός έδειξε ότι ήταν ενήμερος για το τι συνέβαινε: επιδοκίμασε τη θυσία του Άβελ και εξέφερε κρίση εναντίον του δολοφόνου αδελφού του, του Κάιν, παράλληλα όμως προειδοποίησε τους ανθρώπους να μην τον εκτελέσουν.—Γε 3:24· 4:2-15.
Περίπου 1.400 χρόνια αργότερα, η γη είχε γεμίσει πονηρία και βία. (Γε 6:1-5, 11, 12) Ο Θεός εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για αυτή την κατάσταση. Αφού ανήγγειλε τη σχετική προειδοποίηση μέσω του υπηρέτη του, του Νώε, κατέδειξε δυναμικά με έναν παγγήινο Κατακλυσμό ότι δεν θα επέτρεπε στους πονηρούς να καταστρέψουν τη γη. Δεν χρησιμοποίησε τη δύναμή του για να τους αναγκάσει να τον λατρέψουν αλλά, μέσω του έργου που έκανε ο Νώε ως “κήρυκας δικαιοσύνης”, τους έδωσε την ευκαιρία να αλλάξουν. Συγχρόνως έδειξε ότι είναι ικανός να ελευθερώνει από κακές περιστάσεις τους ανθρώπους που έχουν δίκαιη καρδιά. (2Πε 2:4, 5, 9) Όπως ακριβώς η κρίση του επήλθε στους πονηρούς ξαφνικά και η καταστροφή τους από μέρους του δεν “κοιμήθηκε”, αλλά τους εξάλειψε μέσα σε 40 ημέρες, ανάλογα επρόκειτο να ενεργήσει και στο μέλλον.—2Πε 2:3· Γε 7:17-23· Ματ 24:37-39.
Η Πρόκληση των Ψεύτικων Θεών στη Μετακατακλυσμιαία Εποχή. Τόσο οι Γραφές όσο και αρχαίες μη Βιβλικές πηγές αποκαλύπτουν ότι στη μετακατακλυσμιαία περίοδο οι άνθρωποι παρέκκλιναν από τη λατρεία του αληθινού Θεού. Υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία που δείχνουν ότι μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε ο Νεβρώδ, ο οποίος «παρουσιάστηκε ως κραταιός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά». Υπάρχουν επίσης στοιχεία που υποδεικνύουν τη Βαβέλ (Βαβυλώνα) ως τη σημαντικότερη τοποθεσία όπου αναπτύχθηκε η ψεύτικη λατρεία. (Γε 10:8-12· 11:1-4, 9· βλέπε ΒΑΒΕΛ· ΒΑΒΥΛΩΝΑ Αρ. 1· ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ.) Το έργο οικοδόμησης του πύργου—ιδέα που γεννήθηκε στη Βαβέλ—αποτέλεσε επίδειξη της ανθρώπινης δύναμης και ικανότητας η οποία λειτούργησε ανεξάρτητα από τον Θεό και χωρίς τη δική του εξουσιοδότηση. Το έργο αυτό επρόκειτο να κάνει διάσημους και φημισμένους τους οικοδόμους, όχι τον Θεό. Και, όπως διέκρινε ο Θεός, θα ήταν μόνο η αρχή. Ύστερα από αυτό θα μπορούσαν να υπάρξουν πολλά άλλα φιλόδοξα, μεγαλεπήβολα έργα που θα οδηγούσαν τους ανθρώπους όλο και πιο μακριά από τον αληθινό Θεό, κάνοντάς τους να αψηφούν τον ίδιο, καθώς και το σκοπό του για τον πλανήτη και για το ανθρώπινο γένος. Και πάλι ο Θεός παρενέβη, επιφέροντας σύγχυση στο έργο με το να επενεργήσει στην ικανότητα ομιλίας του ανθρώπου, πράγμα που ανάγκασε τους λαούς να διασκορπιστούν σε όλη την υδρόγειο.—Γε 11:5-9.
«Οι θεοί της φύσης» σε αντιδιαστολή με τον αληθινό Θεό. Αρχαία κείμενα από τη Βαβυλώνα και από άλλα σημεία στα οποία μετανάστευσαν οι άνθρωποι δείχνουν ότι η λατρεία των «θεών της φύσης» (όπως ήταν ο Σαμάς, ο βαβυλωνιακός θεός του ήλιου, και ο Βάαλ, ο χαναανιτικός θεός της γονιμότητας) πήρε μεγάλες διαστάσεις εκείνους τους πρώιμους χρόνους. Οι «θεοί της φύσης» συνδέθηκαν στις διάνοιες των ανθρώπων με περιοδικές ή επαναλαμβανόμενες ανά τακτά διαστήματα εκδηλώσεις δύναμης, όπως είναι το καθημερινό φεγγοβόλημα του ήλιου, η επίδραση που έχουν τα ηλιοστάσια και οι ισημερίες στις εποχές (με αποτέλεσμα να υπάρχει το καλοκαίρι και ο χειμώνας, η άνοιξη και το φθινόπωρο), οι άνεμοι και οι θύελλες, η βροχόπτωση και η επίδρασή της στη γονιμότητα της γης όσον αφορά τη σπορά και το θερισμό, και παρόμοιες αποδείξεις δύναμης. Αυτές οι δυνάμεις είναι απρόσωπες. Έτσι λοιπόν, οι άνθρωποι έπρεπε να συμπληρώσουν τα κενά και να προσδώσουν προσωπικότητα στους θεούς τους χρησιμοποιώντας τη φαντασία τους. Οι προσωπικότητες που επινόησαν για τους θεούς τους ήταν γενικά παρορμητικές. Οι θεοί αυτοί στερούνταν οποιουδήποτε συγκεκριμένου σκοπού, ήταν δε ηθικά εξαχρειωμένοι και ανάξιοι λατρείας και υπηρεσίας.
Ωστόσο, οι ορατοί ουρανοί και η γη παρέχουν σαφείς αποδείξεις για την ύπαρξη μιας ανώτερης Πηγής δύναμης η οποία δημιούργησε όλες αυτές τις δυνάμεις διευθετώντας να λειτουργούν αλληλένδετα και συντονισμένα, και η οποία παρέχει αναμφισβήτητες αποδείξεις ότι διαθέτει σκοπό που διέπεται από νοημοσύνη. Προς αυτή την Πηγή απευθύνεται η επευφημία: «Άξιος είσαι, Ιεχωβά, ναι, ο Θεός μας, να λάβεις τη δόξα και την τιμή και τη δύναμη, επειδή εσύ δημιούργησες τα πάντα, και λόγω του θελήματός σου υπήρξαν και δημιουργήθηκαν». (Απ 4:11) Ο Ιεχωβά δεν είναι Θεός που κατευθύνεται από τους ουράνιους ή τους γήινους κύκλους ούτε περιορίζεται σε αυτούς. Ούτε είναι οι εκδηλώσεις της δύναμής του παρορμητικές, αλλοπρόσαλλες ή ασυνεπείς. Σε κάθε περίπτωση αποκαλύπτουν κάτι για την προσωπικότητά του, τους κανόνες του και το σκοπό του. Το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament] Τόμ. 2, 1935, σ. 292), το οποίο επιμελήθηκε ο Γκ. Κίτελ, πραγματευόμενο την εικόνα περί Θεού που παρουσιάζουν οι Εβραϊκές Γραφές, παρατηρεί ότι «το σημαντικό και πρωταρχικό γνώρισμα δεν είναι η ισχύς ή η δύναμη, αλλά το θέλημα που αυτή η δύναμη πρέπει να εκτελέσει και επομένως να υπηρετήσει. Αυτό είναι παντού το καθοριστικό γνώρισμα».
Η λατρεία τέτοιων “θεών της φύσης” από τους Ισραηλίτες συνιστούσε αποστασία, κατάπνιξη της αλήθειας χάρη ενός ψέματος και παράλογη λατρεία της δημιουργίας μάλλον παρά Εκείνου που τη δημιούργησε. Αυτό δηλώνει ο απόστολος Παύλος στα εδάφια Ρωμαίους 1:18-25. Αν και ο Ιεχωβά Θεός είναι αόρατος, είχε φανερώσει τις ιδιότητές του ανάμεσα στους ανθρώπους. Όπως λέει ο Παύλος, «οι αόρατες ιδιότητές του, δηλαδή η αιώνια δύναμη και η Θειότητά του, βλέπονται καθαρά από τη δημιουργία του κόσμου και έπειτα, επειδή γίνονται αντιληπτές μέσω των πραγμάτων που έχουν φτιαχτεί, ώστε αυτοί είναι αδικαιολόγητοι».
Ο έλεγχος των φυσικών δυνάμεων από τον Θεό είναι ευδιάκριτος. Εύλογα θα περίμενε κανείς να καταδείξει ο Ιεχωβά ότι έχει τις δημιουργημένες δυνάμεις υπό τον έλεγχό του, και μάλιστα με τρόπο που να συνδέεται ευδιάκριτα με το όνομά του, προκειμένου να αποδείξει ότι είναι ο αληθινός Θεός. (Ψλ 135:5, 6) Εφόσον ο ήλιος, η σελήνη, οι πλανήτες και τα άστρα ακολουθούν την κανονική τους πορεία, εφόσον οι ατμοσφαιρικές συνθήκες της γης (που προκαλούν τον άνεμο, τη βροχή και άλλα φαινόμενα) υπακούν στους νόμους που τις διέπουν, εφόσον οι ακρίδες σχηματίζουν σμήνη και τα πουλιά μεταναστεύουν, οι συγκεκριμένες αυτές φυσιολογικές λειτουργίες, καθώς και πολλές άλλες, δεν θα αρκούσαν για να αγιαστεί το όνομα του Θεού, δεδομένης της εναντίωσης και της ψεύτικης λατρείας.
Ωστόσο, ο Ιεχωβά Θεός θα μπορούσε να κάνει τη φυσική δημιουργία και τα στοιχεία της φύσης να πιστοποιήσουν ότι Εκείνος είναι ο αληθινός Θεός χρησιμοποιώντας τα έτσι ώστε να εκπληρώσουν ειδικούς σκοπούς πέρα από την κανονική τους λειτουργία, πολλές φορές δε σε επακριβώς προσδιορισμένο χρόνο. Ακόμη και όταν τα γεγονότα—όπως μια ξηρασία, μια καταιγίδα ή ένα παρόμοιο καιρικό φαινόμενο—δεν ήταν αυτά καθαυτά μοναδικά, το ότι λάβαιναν χώρα σε εκπλήρωση προφητείας του Ιεχωβά τα καθιστούσε ξεχωριστά. (Παράβαλε 1Βα 17:1· 18:1, 2, 41-45.) Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, αυτά καθαυτά τα γεγονότα ήταν παράδοξα, είτε λόγω του μεγέθους ή της έντασής τους (Εξ 9:24) είτε επειδή συνέβαιναν με ασυνήθιστο, ακόμη και πρωτάκουστο, τρόπο ή σε αφύσικο χρόνο.—Εξ 34:10· 1Σα 12:16-18.
Παρόμοια, η γέννηση ενός παιδιού ήταν κάτι συνηθισμένο. Ωστόσο, η γέννηση ενός παιδιού από γυναίκα που ήταν σε όλη της τη ζωή στείρα και είχε περάσει την ηλικία της τεκνοποίησης (όπως συνέβη με τη Σάρρα) ήταν κάτι ασυνήθιστο. (Γε 18:10, 11· 21:1, 2) Μαρτυρούσε θεϊκή παρέμβαση. Και ο θάνατος, επίσης, ήταν κοινό συμβάν. Όταν, όμως, λάβαινε χώρα σε προλεχθέντα χρόνο ή με προαναγγελθέντα τρόπο, από αιτία που διαφορετικά θα ήταν άγνωστη, αυτό ήταν κάτι ασυνήθιστο και υποδείκνυε θεϊκή δράση. (1Σα 2:34· 2Βα 7:1, 2, 20· Ιερ 28:16, 17) Όλα αυτά αποδείκνυαν ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός, ενώ οι «θεοί της φύσης» «άχρηστοι θεοί».—Ψλ 96:5.
Ο Ιεχωβά Αποδεικνύεται Θεός για τον Αβραάμ. Ο Αβραάμ και οι ευνοημένοι απόγονοί του, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, γνώρισαν τον Θεό ως Παντοδύναμο. (Εξ 6:3) Εκείνος, ενεργώντας ως «ασπίδα» τους, προστάτεψε τους ίδιους και τις οικογένειές τους από τους κραταιούς της γης. (Γε 12:14-20· 14:13-20· 15:1· 20:1-18· 26:26-29· Ψλ 105:7-15) Η γέννηση του Ισαάκ από ηλικιωμένους γονείς κατέδειξε ότι τίποτα δεν είναι «ιδιαίτερα δύσκολο για τον Ιεχωβά». (Γε 18:14· 21:1-3) Ο Θεός παρείχε ευημερία στους υπηρέτες του και τους συντηρούσε σε καιρούς πείνας. (Γε 12:10· 13:1, 2· 26:1-6, 12, 16· 31:4-13) Ως «ο Κριτής όλης της γης», ο Ιεχωβά τιμώρησε τις διαβόητες πόλεις των Σοδόμων και των Γομόρρων, διατηρώντας ταυτόχρονα στη ζωή τον πιστό Λωτ και τις κόρες του λόγω της εκτίμησής του για τον Αβραάμ, το φίλο του. (Γε 18:25· 19:27-29· Ιακ 2:23) Εύλογα, αυτοί οι άνθρωποι πίστευαν ακράδαντα, όχι μόνο ότι ο Θεός είναι ζωντανός, αλλά επίσης ότι είναι ο δυνατός “μισθαποδότης εκείνων που τον αναζητούν ένθερμα”. (Εβρ 11:6) Όταν ο Αβραάμ κλήθηκε να θυσιάσει τον αγαπημένο του γιο, είχε σοβαρούς λόγους να είναι πεπεισμένος ότι ο Θεός ήταν ικανός να εγείρει τον Ισαάκ ακόμη και από τους νεκρούς.—Εβρ 11:17-19· Γε 17:7, 8.
Αποδεικνύεται Θεός για τον Ισραήλ. Στο έθνος του Ισραήλ που βρισκόταν στην Αίγυπτο, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε: «Θα αποδειχτώ Θεός για εσάς· και εσείς οπωσδήποτε θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σας». (Εξ 6:6, 7) Ο Φαραώ ήταν πεπεισμένος ότι οι θεοί και οι θεές της Αιγύπτου είχαν τη δύναμη να εξουδετερώσουν τα έργα του Ιεχωβά. Ο Θεός επέτρεψε σκόπιμα στον Φαραώ να συνεχίσει την απειθή πορεία του για ένα διάστημα. Η παράταση αυτή δόθηκε για “να δείξει ο Ιεχωβά τη δύναμή του και να κάνει το όνομά του να διακηρυχτεί σε όλη τη γη”. (Εξ 9:13-16· 7:3-5) Χάρη σε αυτήν πολλαπλασιάστηκαν τα “σημεία” και τα «θαύματα» του Θεού (Ψλ 105:27) και επήλθαν δέκα πληγές που κατέδειξαν ότι ο Δημιουργός έχει υπό τον έλεγχό του το νερό, το φως του ήλιου, τα έντομα, τα ζώα και τα ανθρώπινα σώματα.—Εξ 7-12.
Με αυτόν τον τρόπο, ο Ιεχωβά αποδείχτηκε διαφορετικός από τους “θεούς της φύσης”. Οι συγκεκριμένες πληγές, μεταξύ των οποίων το σκοτάδι, η θύελλα, το χαλάζι, τα σμήνη των ακρίδων και παρόμοια γεγονότα, προλέχθηκαν και έλαβαν χώρα ακριβώς όπως δηλώθηκε. Δεν ήταν απλές συμπτώσεις ή τυχαία συμβάντα. Οι έγκαιρες προειδοποιήσεις έδωσαν τη δυνατότητα σε όσους τις πρόσεξαν να αποφύγουν ορισμένες από αυτές. (Εξ 9:18-21· 12:1-13) Ο Θεός μπορούσε να επιλέγει πού θα γίνονταν αισθητές οι πληγές, κάνοντας μερικές να αφήσουν μια συγκεκριμένη περιοχή ανέπαφη και προσδιορίζοντας έτσι ποιοι ήταν οι επιδοκιμασμένοι υπηρέτες του. (Εξ 8:22, 23· 9:3-7, 26) Μπορούσε να ξεκινήσει και να σταματήσει τις πληγές κατά βούληση. (Εξ 8:8-11· 9:29) Αν και οι μάγοι ιερείς του Φαραώ προφανώς αντέγραψαν τις πρώτες δύο (πιθανόν προσπαθώντας ακόμη και να τις αποδώσουν στις αιγυπτιακές θεότητές τους), γρήγορα οι απόκρυφες τέχνες τους τούς απογοήτευσαν, και υποχρεώθηκαν να αναγνωρίσουν «το δάχτυλο του Θεού» στην εκτέλεση της τρίτης πληγής. (Εξ 7:22· 8:6, 7, 16-19) Δεν μπόρεσαν να αντιστρέψουν τις πληγές και μάλιστα προσβλήθηκαν και οι ίδιοι.—Εξ 9:11.
Ο Ιεχωβά “αποδείχτηκε Θεός για τον Ισραήλ” και έκανε φανερό ότι ήταν “κοντά τους” ανακτώντας τους με «απλωμένο βραχίονα και με μεγάλες κρίσεις». (Εξ 6:6, 7· Δευ 4:7) Μετά την καταστροφή των δυνάμεων του Φαραώ στην Ερυθρά Θάλασσα, ο λαός του Ισραήλ «άρχισε να φοβάται τον Ιεχωβά και να θέτει πίστη στον Ιεχωβά και στον Μωυσή τον υπηρέτη του».—Εξ 14:31.
Η θέσπιση της διαθήκης του Νόμου. Πριν από τη θέσπιση της διαθήκης του Νόμου με τον Ισραήλ, ο Ιεχωβά εκτέλεσε θαύματα, παρέχοντας νερό και τροφή στα εκατομμύρια που βρίσκονταν τώρα στην έρημο του Σινά και δίνοντάς τους τη νίκη εναντίον όποιων τους επιτίθεντο. (Εξ 15:22-25· 16:11-15· 17:5-16) Στον προκαθορισμένο τόπο, το Όρος Σινά, ο Ιεχωβά επέδειξε με τρόπο που προκαλούσε δέος ότι έχει υπό τον έλεγχό του τις δημιουργημένες γήινες δυνάμεις. (Εξ 19:16-19· παράβαλε Εβρ 12:18-21.) Το έθνος είχε κάθε λόγο να αναγνωρίσει τη θεϊκή Πηγή της διαθήκης και να αποδεχτεί τους όρους της με βαθύ σεβασμό. (Δευ 4:32-36, 39) Ο αξιοσημείωτος τρόπος με τον οποίο ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε τον Μωυσή παρείχε επίσης πραγματική βάση ώστε να δεχτεί με πεποίθηση ο λαός ως θεόπνευστη την Πεντάτευχο, το αρχικό μέρος των Αγίων Γραφών που γράφτηκε με το χέρι του Μωυσή. (Παράβαλε Δευ 34:10-12· Ιη 1:7, 8.) Όταν αμφισβητήθηκε η εξουσία του Ααρωνικού ιερατείου, ο Ιεχωβά έδωσε περαιτέρω ορατή επιβεβαίωση.—Αρ κεφ. 16, 17.
Η κατάκτηση της Χαναάν. Η κατάκτηση εφτά εθνών της Χαναάν, “πολυπληθέστερων και κραταιότερων” από τον Ισραήλ (Δευ 7:1, 2), επιβεβαίωσε ακόμη περισσότερο ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός. (Ιη 23:3, 8-11) Η φήμη του Ιεχωβά προετοίμασε το έδαφος (Εξ 9:16· Ιερ 32:20, 21), και “ο τρόμος και ο φόβος” που ενέπνεε ο Ισραήλ επειδή ήταν ο λαός του εξασθένισαν τους εναντίους τους. (Δευ 11:25· Εξ 15:14-17) Επομένως, όσοι εναντιώνονταν ήταν ακόμη πιο αξιόμεμπτοι, διότι είχαν αποδείξεις ότι αυτός ήταν ο λαός του αληθινού Θεού. Πολεμώντας τον, ήταν σαν να πολεμούσαν εναντίον του Θεού. Μερικοί Χαναναίοι, ενεργώντας σοφά, αναγνώρισαν ότι ο Ιεχωβά ήταν ανώτερος από τους ειδωλολατρικούς θεούς τους—όπως είχαν αναγνωρίσει και άλλοι παλιότερα—και επιζήτησαν την εύνοιά του.—Ιη 2:1, 9-13.
Ο ήλιος και η σελήνη μένουν ακίνητα. Ο Ιεχωβά, ενεργώντας προς όφελος των πολιορκημένων Γαβαωνιτών—Χαναναίων που είχαν θέσει πίστη σε αυτόν—παρέτεινε την επίθεση του Ισραήλ εναντίον των πολιορκητών κάνοντας τον ήλιο και τη σελήνη να μείνουν στις θέσεις τους ως προς την οπτική γωνία όσων βρίσκονταν στο πεδίο της μάχης, με αποτέλεσμα να καθυστερήσει η δύση του ήλιου σχεδόν για μία ημέρα. (Ιη 10:1-14) Αν και αυτό μπορεί να έγινε με παύση της περιστροφής της γης, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και με άλλα μέσα, όπως με διάθλαση των ηλιακών και των σεληνιακών ακτίνων φωτός ώστε να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα. Όποια μέθοδος και αν χρησιμοποιήθηκε, καταδείχτηκε και πάλι πως «ό,τι ευχαριστούνταν να κάνει ο Ιεχωβά, το έκανε στους ουρανούς και στη γη, στις θάλασσες και σε όλα τα υδάτινα βάθη». (Ψλ 135:6) Όπως έγραψε μεταγενέστερα ο απόστολος Παύλος: «Κάθε οίκος κατασκευάζεται από κάποιον, αλλά εκείνος που κατασκεύασε τα πάντα είναι ο Θεός». (Εβρ 3:4) Ο Ιεχωβά κάνει ό,τι του αρέσει με το οικοδόμημά του, χρησιμοποιώντας το όπως τον εξυπηρετεί, όπως κάνει και κάποιος που χτίζει ένα σπίτι.—Παράβαλε 2Βα 20:8-11.
Τους επόμενους τέσσερις αιώνες, σε όλη τη διάρκεια της περιόδου των Κριτών, ο Ιεχωβά συνέχισε να υποστηρίζει τους Ισραηλίτες όταν ήταν όσιοι σε Αυτόν και να αποσύρει την υποστήριξή του όταν στρέφονταν σε άλλους θεούς.—Κρ 6:11-22, 36-40· 4:14-16· 5:31· 14:3, 4, 6, 19· 15:14· 16:15-21, 23-30.
Υπό την ισραηλιτική μοναρχία. Στα 510 χρόνια της ισραηλιτικής μοναρχίας, ο κραταιός «βραχίονας» του Ιεχωβά και το προστατευτικό του «χέρι» κράτησαν πολλές φορές ισχυρούς επιτιθέμενους μακριά, προκάλεσαν σύγχυση και διάσπαση στις δυνάμεις τους και τους έτρεψαν σε φυγή προς τις πατρίδες τους. Αυτά τα έθνη δεν λάτρευαν μόνο «θεούς της φύσης», αλλά επίσης θεούς (και θεές) του πολέμου. Σε μερικές περιπτώσεις, ο ίδιος ο επικεφαλής της χώρας θεωρούνταν θεός. Εφόσον επέμεναν να πολεμούν εναντίον του λαού του Ιεχωβά, Εκείνος αποδείκνυε και πάλι ότι ήταν «ανδρείος πολεμιστής», “ένδοξος Βασιλιάς, κραταιός στη μάχη”. (Εξ 15:3· Ψλ 24:7-10· Ησ 59:17-19) Ουσιαστικά, αναμετρήθηκε μαζί τους σε όλους τους τύπους εδάφους, χρησιμοποίησε πολεμική στρατηγική που ξεγέλασε τους καυχησιολόγους στρατηγούς τους και κατανίκησε πολεμιστές πολλών εθνών, όπως και τον ειδικό πολεμικό εξοπλισμό τους. (2Σα 5:22-25· 10:18· 1Βα 20:23-30· 2Χρ 14:9-12) Μπορούσε να κάνει γνωστά στο λαό του τα μυστικά πολεμικά τους σχέδια με τόση ακρίβεια σαν να υπήρχαν εγκατεστημένες στα ανάκτορά τους ηλεκτρονικές συσκευές ακρόασης. (2Βα 6:8-12) Μερικές φορές ενίσχυε το λαό του ώστε να διεξάγει τη μάχη, ενώ άλλοτε κέρδιζε αυτός τις νίκες χωρίς να χρειαστεί από μέρους τους ούτε ένα χτύπημα. (2Βα 7:6, 7· 2Χρ 20:15, 17, 22, 24, 29) Με όλα αυτά, ο Ιεχωβά ντρόπιαζε τους πολεμικούς θεούς των εθνών και τους εξέθετε ως κάτι το αποτυχημένο και απατηλό.—Ησ 41:21-24· Ιερ 10:10-15· 43:10-13.
Στην εξορία και στην αποκατάσταση. Μολονότι ο Ιεχωβά επέτρεψε να εξοριστεί το έθνος—δεδομένου ότι το βόρειο βασίλειο κατακτήθηκε από την Ασσυρία και το βασίλειο του Ιούδα ερημώθηκε από τη Βαβυλώνα—διατήρησε ζωντανή τη Δαβιδική γραμμή σε εκπλήρωση της διαθήκης που είχε κάνει με τον Δαβίδ για αιώνια βασιλεία. (Ψλ 89:3, 4, 35-37) Στην περίοδο της εξορίας διατήρησε επίσης ζωντανή την πίστη του λαού του, χρησιμοποιώντας τον Δανιήλ και άλλους με θαυμαστούς τρόπους και εκτελώντας θαυματουργικές πράξεις που υποχρέωσαν ακόμη και παγκόσμιους άρχοντες να αναγνωρίσουν ταπεινά τη δύναμή του. (Δα 3:19-29· 4:34-37· 6:16-23) Με την πτώση της κραταιάς Βαβυλώνας, ο Ιεχωβά κατέδειξε και πάλι ότι είναι ο μόνος αληθινός Θεός, εξέθεσε τους ειδωλολατρικούς θεούς ως κάτι μη πραγματικό και τους ντρόπιασε. Ο λαός του υπήρξε μάρτυρας αυτού του γεγονότος. (Ησ 41:21-29· 43:10-15· 46:1, 2, 5-7) Χειραγώγησε τους βασιλιάδες της Περσίας ώστε να ενεργήσουν υπέρ του Ισραήλ, υλοποιώντας την απελευθέρωση του λαού του και την επιστροφή του στην πατρίδα του και δίνοντάς του τη δυνατότητα να ανοικοδομήσει το ναό και αργότερα την πόλη της Ιερουσαλήμ. (Εσδ 1:1-4· 7:6, 27, 28· Νε 1:11· 2:1-8) Ο Έσδρας δικαίως ντράπηκε να ζητήσει από τον Πέρση βασιλιά στρατιωτική προστασία για τη συνοδεία του, παρότι μετέφεραν φορτίο συνολικής αξίας προφανώς μεγαλύτερης από $43.000.000. Ο Ιεχωβά τούς φύλαξε στη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Ιερουσαλήμ σε απάντηση της προσευχής τους.—Εσδ 8:21-27.
Στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην ολοκλήρωση του εβραϊκού τμήματος των Γραφών και στη γέννηση του Γιου του Θεού στη γη, η δύναμη του Θεού πρέπει οπωσδήποτε να δρούσε ώστε να εξασφαλιστεί η διατήρηση του έθνους του Ισραήλ, της πρωτεύουσάς του της Ιερουσαλήμ, της γειτονικής πόλης Βηθλεέμ, του ναού με το ιερατείο του, καθώς και άλλων χαρακτηριστικών του Ιουδαϊκού συστήματος, διότι όλα αυτά έπρεπε να υπάρχουν για να εκπληρωθούν οι προφητείες στο πρόσωπο του Χριστού Ιησού και στη δράση του. Η ιστορία αναφέρει ότι έγιναν προσπάθειες να αντικατασταθεί πλήρως το Ιουδαϊκό σύστημα πραγμάτων μέσω εξελληνισμού, δηλαδή μέσω μεταστροφής στην ελληνική θρησκεία. Τελικά, όμως, αυτές οι προσπάθειες απέτυχαν.—Βλέπε ΕΛΛΑΔΑ, ΕΛΛΗΝΕΣ (Το Αποτέλεσμα του Εξελληνισμού των Ιουδαίων).
“Χριστός η Δύναμη του Θεού”. Από τη θαυματουργική γέννηση του Ιησού και έπειτα, η δύναμη του Θεού εκδηλωνόταν προς αυτόν και μέσω αυτού όπως ποτέ προηγουμένως. Σαν τον ψαλμωδό, έτσι και αυτός έγινε «για πολλούς . . . σαν ένα θαύμα». (Ψλ 71:7) Ο Ιησούς και οι μαθητές του, όπως ο Ησαΐας και τα παιδιά του, ήταν «ως σημεία και ως θαύματα στον Ισραήλ από τον Ιεχωβά των στρατευμάτων», προμηνύοντας το μέλλον και αποκαλύπτοντας το σκοπό του Θεού. (Ησ 8:18· Εβρ 2:13· παράβαλε Λου 2:10-14.) Στο πρόσωπο του Ιησού βρήκαν εκπλήρωση, ή αλλιώς τελεσφόρησαν, πράγματα που απεργαζόταν δυναμικά ο Θεός επί χιλιετίες. Δικαίως χαρακτήρισε ο απόστολος Παύλος τον Ιησού ως «τη δύναμη του Θεού και τη σοφία του Θεού».—1Κο 1:24.
Ο Ιησούς αποδείχτηκε ότι ήταν ο από πολλού αναμενόμενος Μεσσίας, ο Χρισμένος του Ιεχωβά, για τον οποίο είχε προλεχθεί ότι θα εκδήλωνε “το πνεύμα της κραταιότητας”. (Ησ 11:1-5) Ως τέτοιο πρόσωπο, ήταν εύλογο ότι θα είχε στη διάθεσή του δυνατή μαρτυρία για να υποστηρίξει αυτό το γεγονός. (Μιχ 5:2-5· παράβαλε Ιωα 7:31.) Ήδη με τη γέννηση του Ιησού από μια παρθένα Ιουδαία, ο Θεός είχε αρχίσει να δίνει μαρτυρία για λογαριασμό του Γιου του. (Λου 1:35-37) Αυτή η γέννηση δεν αποτέλεσε απλώς θεαματική επίδειξη θεϊκής δύναμης, αλλά εξυπηρέτησε πολύ συγκεκριμένους σκοπούς. Έφερε σε ύπαρξη έναν τέλειο άνθρωπο, έναν “δεύτερο Αδάμ”, κάποιον ο οποίος θα μπορούσε να αγιάσει το όνομα του Πατέρα του, να εξαλείψει το όνειδος που είχε επιφέρει σε εκείνο το όνομα ο πρώτος ανθρώπινος γιος και έτσι να διαψεύσει τον προκλητικό ισχυρισμό του Σατανά. Επιπλέον, ο τέλειος Ιησούς θα παρείχε νομική βάση για την απολύτρωση της υπάκουης ανθρωπότητας από την αρπάγη της Βασίλισσας Αμαρτίας και του Βασιλιά Θανάτου. (1Κο 15:45-47· Εβρ 2:14, 15· Ρω 5:18-21· βλέπε ΛΥΤΡΟ.) Και αυτός ο τέλειος απόγονος του Δαβίδ θα ήταν ο κληρονόμος μιας αιώνιας Βασιλείας.—Λου 1:31-33.
Το χρίσμα του Ιησού με το πνεύμα του Θεού συνοδεύτηκε από θεϊκή δύναμη. (Πρ 10:38) Ο Μωυσής ήταν «δυνατός στα λόγια και στις πράξεις του». Ως “ο προφήτης που θα ήταν μεγαλύτερος από τον Μωυσή”, ο Ιησούς είχε αναλογικά σπουδαιότερα διαπιστευτήρια. (Δευ 34:10-12· Πρ 7:22· Λου 24:19· Ιωα 6:14) Δικαίως “δίδασκε με εξουσία”. (Ματ 7:28, 29) Έτσι λοιπόν, όπως ακριβώς ο Θεός είχε παράσχει λόγους για πίστη στον Μωυσή, στον Ιησού του Ναυή και σε άλλους, έτσι και τώρα έδωσε ισχυρή βάση για πίστη στον Γιο του. (Ματ 11:2-6· Ιωα 6:29) Ο Ιησούς δεν επιζήτησε δόξα για τον εαυτό του, αλλά παραδεχόταν συνεχώς ότι ο Θεός ήταν η Πηγή των δυναμικών του έργων. (Ιωα 5:19, 26· 7:28, 29· 9:3, 4· 14:10) Τα ειλικρινή άτομα αναγνώρισαν «τη μεγαλειώδη δύναμη του Θεού» που φανερωνόταν μέσω αυτού.—Λου 9:43· 19:37· Ιωα 3:2· 9:28-33· παράβαλε Λου 1:68· 7:16.
Τι προμήνυαν τα θαύματα του Ιησού;
Τα όσα έκανε ο Ιησούς απέδειξαν ότι ο Θεός ενδιαφέρεται για την ανθρωπότητα και τεκμηρίωσαν το τι επρόκειτο τελικά να κάνει για όλους όσους αγαπούν τη δικαιοσύνη. Τα δυναμικά έργα του Ιησού σχετίζονταν ως επί το πλείστον με τα προβλήματα της ανθρωπότητας, το πρώτο και βασικότερο από τα οποία είναι το πρόβλημα της αμαρτίας, με όλες τις επιβλαβείς συνέπειές του. Η ασθένεια και ο θάνατος είναι επακόλουθα της αμαρτίας, ενώ η ικανότητα που είχε ο Ιησούς να θεραπεύει κάθε είδους ασθένειες (Ματ 8:14, 15· Λου 6:19· 17:11-14· 8:43-48), ακόμη δε και να ανασταίνει νεκρούς (Ματ 9:23-25· Λου 7:14, 15· Ιωα 11:39-44), απέδειξε ότι αυτός ήταν το μέσο που προσδιόρισε ο Θεός για να απελευθερωθεί η ανθρωπότητα από την αμαρτία και την ποινή της. (Παράβαλε Μαρ 2:5-12.) Ο Ιησούς ήταν πολύ ανώτερος από το μάννα που έφαγε ο Ισραήλ στην έρημο—ήταν «το αληθινό ψωμί από τον ουρανό», «το ψωμί της ζωής». (Ιωα 6:31-35, 48-51) Δεν έβγαλε κατά γράμμα νερό από έναν βράχο, αλλά έφερε “ζωντανό νερό”, το “νερό της ζωής”.—Ιωα 7:37, 38· Απ 22:17· παράβαλε Ιωα 4:13, 14.
Τα δυναμικά του έργα αποτέλεσαν επίσης θαυμαστά προμηνύματα άλλων ευλογιών που πρόκειται να έρθουν μέσω της βασιλικής του διακυβέρνησης. Ενώ ο Ελισαιέ είχε θρέψει 100 άτομα με 20 ψωμιά μόνο και με λίγα σιτηρά, ο Ιησούς έθρεψε χιλιάδες με πολύ λιγότερα. (2Βα 4:42-44· Ματ 14:19-21· 15:32-38) Ο Μωυσής και ο Ελισαιέ είχαν κάνει το πικρό ή το δηλητηριασμένο νερό γλυκό. Ο Ιησούς μετέτρεψε συνηθισμένο νερό σε εκλεκτό κρασί για να συμβάλει στη χαλάρωση και στην αναψυχή που πρόσφερε ένα γαμήλιο συμπόσιο. (Εξ 15:22-25· 2Βα 2:21, 22· Ιωα 2:1-11) Συνεπώς, η διακυβέρνησή του θα έφερνε οπωσδήποτε απαλλαγή από την πείνα σε όλους τους υπηκόους του, θα έφερνε απολαυστικό “συμπόσιο για όλους τους λαούς”. (Ησ 25:6) Η ικανότητα που είχε να κάνει την εργασία των ανθρώπων εξαιρετικά αποδοτική—παραδείγματος χάρη την αλιευτική εργασία των μαθητών του—παρείχε τη διαβεβαίωση ότι, υπό την ευλογία της Βασιλείας του, οι άνθρωποι δεν θα ήταν αναγκασμένοι να ζουν με στερήσεις έτσι ώστε ίσα ίσα να τα καταφέρνουν.—Λου 5:4-9· παράβαλε Ιωα 21:3-7.
Το πιο σπουδαίο είναι ότι όλα αυτά συνδέονταν με πνευματικά ζητήματα. Καθώς ο Ιησούς χάριζε πνευματική όραση, ομιλία και υγεία στους πνευματικά τυφλούς, βουβούς και αρρώστους, χάριζε επίσης και εξασφάλιζε την απόλαυση πνευματικής τροφής και ποτού σε αφθονία, και εγγυόταν την παραγωγικότητα της διακονίας των μαθητών του. (Παράβαλε Λου 5:10, 11· Ιωα 6:35, 36.) Σε ορισμένες περιπτώσεις ικανοποίησε θαυματουργικά τις υλικές ανάγκες του λαού πρωτίστως για να ενισχύσει την πίστη τους. Αυτά τα πράγματα δεν αποτελούσαν ποτέ αυτοσκοπό. (Παράβαλε Ιωα 6:25-27.) Έπρεπε να επιζητούνται πρώτα η Βασιλεία και η δικαιοσύνη του Θεού, όχι η τροφή και το ποτό. (Ματ 6:31-33) Ο Ιησούς έθεσε το παράδειγμα σε αυτόν τον τομέα αρνούμενος να μετατρέψει τις πέτρες σε ψωμί για τον εαυτό του.—Ματ 4:1-3.
Πνευματική απελευθέρωση. Το έθνος του Ισραήλ είχε γνωρίσει κραταιούς πολεμιστές, αλλά η δύναμη του Θεού μέσω του Γιου του είχε ως στόχο της μεγαλύτερους εχθρούς από απλούς ανθρώπινους στρατοκράτες. Ο Ιησούς υπήρξε ο Απελευθερωτής (Λου 1:69-74) ανοίγοντας το δρόμο για την απελευθέρωση από την κύρια πηγή καταδυνάστευσης, τον Σατανά και τους δαίμονές του. (Εβρ 2:14, 15) Δεν απελευθέρωσε μόνο ο ίδιος προσωπικά πολλούς από τη δαιμονοληψία (Λου 4:33-36), αλλά με τα δυνατά του λόγια αλήθειας άνοιξε επίσης διάπλατα τις πύλες της ελευθερίας για όσους επιθυμούσαν να απαλλαχτούν από τα καταπιεστικά φορτία και τη δουλεία που τους είχε επιβάλει η ψεύτικη θρησκεία. (Ματ 23:4· Λου 4:18· Ιωα 8:31, 32) Με τη δική του πορεία πίστης και ακεραιότητας, νίκησε, όχι απλώς μια πόλη ή μια αυτοκρατορία, αλλά «τον κόσμο».—Ιωα 14:30· 16:33.
Η σχετική σπουδαιότητα των θαυματουργικών πράξεων. Μολονότι ο Ιησούς τόνιζε πρωτίστως τις αλήθειες που διακήρυττε, ωστόσο κατέδειξε επίσης τη σχετική σπουδαιότητα των δυναμικών του έργων, εφιστώντας τακτικά την προσοχή στο ότι αυτά επικύρωναν το διορισμό και το άγγελμά του. Η σπουδαιότητά τους έγκειτο ιδίως στην εκπλήρωση προφητειών. (Ιωα 5:36-39, 46, 47· 10:24-27, 31-38· 14:11· 20:27-29) Όσοι έβλεπαν αυτά τα έργα αποκτούσαν ειδική ευθύνη. (Ματ 11:20-24· Ιωα 15:24) Όπως είπε αργότερα ο Πέτρος στα πλήθη την Πεντηκοστή, ο Ιησούς ήταν άντρας «τον οποίο ο Θεός έδειξε δημόσια σε εσάς μέσω δυναμικών έργων και θαυμαστών προμηνυμάτων και σημείων που έκανε ο Θεός μέσω εκείνου ανάμεσά σας, όπως οι ίδιοι γνωρίζετε». (Πρ 2:22) Αυτές οι αποδείξεις θεϊκής δύναμης έδειχναν ότι η Βασιλεία του Θεού τούς είχε «καταφθάσει».—Ματ 12:28, 31, 32.
Επειδή ο Θεός χρησιμοποίησε τον Γιο του με αυτόν τον εξέχοντα τρόπο, “αποκαλύφτηκαν οι διαλογισμοί πολλών καρδιών”. (Λου 2:34, 35) Οι άνθρωποι έβλεπαν έκδηλο “το βραχίονα του Ιεχωβά”, αλλά πολλοί—οι περισσότεροι—προτίμησαν να ερμηνεύσουν διαφορετικά τα τεκταινόμενα ή να επιτρέψουν σε ιδιοτελή ενδιαφέροντα να τους εμποδίσουν να ενεργήσουν σε αρμονία με το ορατό “σημείο”. (Ιωα 12:37-43· 11:45-48) Πολλοί ήθελαν προσωπικά οφέλη από τη δύναμη του Θεού αλλά δεν πεινούσαν ειλικρινά για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Οι καρδιές τους δεν συγκινήθηκαν από τη συμπόνια και την καλοσύνη που ήταν το κίνητρο για πολλά δυναμικά έργα του Ιησού (παράβαλε Λου 1:78· Ματ 9:35, 36· 15:32-37· 20:34· Μαρ 1:40, 41· Λου 7:11-15 με Λου 14:1-6· Μαρ 3:1-6), συμπόνια που αντανακλούσε εκείνη του Πατέρα του.—Μαρ 5:18, 19.
Υπεύθυνη χρήση της δύναμης. Ο Ιησούς χρησιμοποιούσε πάντα τη δύναμη υπεύθυνα—ποτέ χάριν επίδειξης. Η κατάρα που έδωσε στην άκαρπη συκιά είχε προφανώς συμβολική σημασία. (Μαρ 11:12-14· παράβαλε Ματ 7:19, 20· 21:42, 43· Λου 13:6-9.) Ο Ιησούς αρνήθηκε να εμπλακεί σε άσκοπους θεατρινισμούς όπως του πρότεινε ο Σατανάς. Όταν περπάτησε πάνω στο νερό, ήταν επειδή πήγαινε κάπου και εκείνη την προχωρημένη ώρα δεν υπήρχε διαθέσιμο μεταφορικό μέσο, κάτι τελείως διαφορετικό από το να πηδήσει από την έπαλξη του ναού σαν να έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. (Ματ 4:5-7· Μαρ 6:45-50) Η περιέργεια του Ηρώδη, η οποία υποκινούνταν από εσφαλμένα κίνητρα, δεν ικανοποιήθηκε, εφόσον ο Ιησούς αρνήθηκε να εκτελέσει για αυτόν οποιοδήποτε σημείο. (Λου 23:8) Πρωτύτερα είχε αρνηθεί να παράσχει «σημείο από τον ουρανό» όταν του το ζήτησαν οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι, προφανώς επειδή το ζητούσαν, όχι για να ενισχύσουν την πίστη τους στην εκπλήρωση του Λόγου του Θεού, αλλά για να παρακάμψουν την ανάγκη τέτοιας πίστης. Το κίνητρό τους ήταν κακό.—Ματ 16:1-4· παράβαλε 15:1-6· 22:23, 29.
Παρόμοια, η απιστία που επικρατούσε στη Ναζαρέτ τον εμπόδισε να εκτελέσει πολλά δυναμικά έργα εκεί, όχι βέβαια επειδή η πηγή της δύναμής του ήταν ανεπαρκής, αλλά επειδή οι περιστάσεις δεν δικαιολογούσαν κάτι τέτοιο, δεν το επέτρεπαν. Η θεϊκή δύναμη δεν έπρεπε να σπαταλιέται σε μη δεκτικούς σκεπτικιστές. (Μαρ 6:1-6· παράβαλε Ματ 10:14· Λου 16:29-31.) Ούτε και η πίστη των άλλων ήταν απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για να εκτελέσει ο Ιησούς θαυματουργικές πράξεις, πράγμα το οποίο καταδεικνύεται από το ότι γιάτρεψε το κομμένο αφτί του δούλου του αρχιερέα, ο οποίος ανήκε στο πλήθος που είχε έρθει για να τον συλλάβει.—Λου 22:50, 51.
Η ανάσταση του Ιησού Χριστού από τους νεκρούς σε πνευματική ζωή ήταν η μεγαλύτερη εκδήλωση δύναμης όλων των εποχών από μέρους του Θεού. Χωρίς αυτήν, η Χριστιανική πίστη θα ήταν «μάταιη» και οι ακόλουθοί του θα ήταν «οι πιο αξιολύπητοι από όλους τους ανθρώπους». (1Κο 15:12-19) Ήταν η πράξη που εξιστόρησαν οι μαθητές του Ιησού με τη μεγαλύτερη συνέπεια και ο σπουδαιότερος μεμονωμένος παράγοντας για την ενίσχυση της πίστης. Η απόσταση δεν είχε εμποδίσει τον Ιησού να ασκήσει δύναμη όταν ήταν στη γη (Ματ 8:5-13· Ιωα 4:46-53), και τώρα, από την ουράνια θέση του, εκείνος έχρισε τους ακολούθους του με το πνεύμα του Θεού την Πεντηκοστή, καθιστώντας τους ικανούς να επιτελούν δυναμικά έργα κατά την απουσία του. Με αυτόν τον τρόπο επικύρωσε τη μαρτυρία τους σχετικά με την ανάστασή του (Πρ 4:33· Εβρ 2:3, 4) και επιπλέον απέδειξε ότι αυτοί ήταν ο επιδοκιμασμένος λαός του Θεού, η εκκλησία του.—Πρ 2:1-4, 14-36, 43· 3:11-18.
Ο θάνατος του Γιου του Ιεχωβά ως ανθρώπου δεν είχε μικρύνει το χέρι του Ιεχωβά, όπως επιβεβαιώθηκε από τα πολλά θαύματα, σημεία και θαυμαστά προμηνύματα που εκτελούσαν οι απόστολοι και άλλοι. (Πρ 4:29, 30· 6:8· 14:3· 19:11, 12) Τα δυναμικά έργα εκείνων ήταν όμοια με τα έργα του Κυρίου τους, δηλαδή θεράπευαν κουτσούς (Πρ 3:1-9· 14:8-10) και αρρώστους (Πρ 5:12-16· 28:7-9), ανέσταιναν νεκρούς (Πρ 9:36-41· 20:9-11) και εξέβαλλαν δαίμονες (Πρ 8:6, 7· 16:16-18), χωρίς να επιζητούν προσωπικό όφελος ή τιμή για τον εαυτό τους. (Πρ 3:12· 8:9-24· 13:15-17) Μέσω αυτών ο Θεός εξέφερε κρίσεις ενάντια σε αδικοπραγούντες, όπως είχε κάνει και μέσω προγενέστερων προφητών, προάγοντας τον οφειλόμενο σεβασμό προς τον εαυτό του και τους εκπροσώπους του. (Πρ 5:1-11· 13:8-12) Τους χορηγήθηκαν νέες ικανότητες, όπως η ικανότητα να μιλούν ξένες γλώσσες και να τις ερμηνεύουν. Και αυτό, επίσης, ήταν για «ωφέλιμο σκοπό», διότι σύντομα επρόκειτο να επεκτείνουν το έργο κηρύγματος πέρα από τον Ισραήλ, μιλώντας για τα θαυμαστά έργα του Ιεχωβά ανάμεσα στα έθνη.—1Κο 12:4-11· Ψλ 96:3, 7.
Ο Ιεχωβά Θεός έκανε και άλλα δυναμικά πράγματα, όπως το ότι τους άνοιξε “πόρτες” δίνοντάς τους την ευκαιρία να κηρύξουν σε ορισμένες περιοχές, το ότι τους προστάτεψε από εκείνους που ήθελαν να θέσουν τέλος στο διακονικό τους έργο ή το ότι κατηύθυνε τη δράση τους—και όλα αυτά με τρόπους που πέρασαν γενικά απαρατήρητοι από το κοινό.—Πρ 5:17-20· 8:26-29, 39, 40· 9:1-8· 10:19-22, 44-48· 12:6-11· 13:2· 16:6-10, 25-33· 18:9, 10· 1Κο 16:8, 9.
Είχε προειπωθεί ότι οι θαυματουργικές ικανότητες που χορηγήθηκαν από το πνεύμα στους αποστόλους, και μεταδόθηκαν από αυτούς σε άλλους, θα διαρκούσαν μόνο ενόσω η Χριστιανική εκκλησία βρισκόταν “στα σπάργανα”, και μετά θα έπαυαν. (1Κο 13:8-11· βλέπε ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ [Χαρίσματα του Πνεύματος].) Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (Τόμ. 6, σ. 320), «μπορεί αναντίρρητα να ειπωθεί ότι, κατά τη διάρκεια των πρώτων εκατό ετών μετά το θάνατο των αποστόλων, ακούμε λίγα πράγματα ή και τίποτα για θαύματα που εκτελούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί». Εντούτοις, ο Ιησούς και οι απόστολοί του προειδοποίησαν ότι στο μέλλον θα εκτελούνταν απατηλά δυναμικά έργα από τους αποστάτες, καθώς επίσης από ένα συμβολικό θηρίο—από εχθρούς του Θεού.—Ματ 7:21-23· 24:23-25· 2Θε 2:9, 10· Απ 13:11-13· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Οι εκδηλώσεις της δύναμης του Θεού αποκορυφώνονται με την εγκαθίδρυση της Βασιλείας του μέσω του Χριστού Ιησού και με τις πράξεις κρίσης που απορρέουν από αυτό το γεγονός.
Βλέπε ΓΕΜΙΖΩ ΤΟ ΧΕΡΙ ΔΥΝΑΜΗ.
-
-
Δυνατά ΠοτάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΥΝΑΤΑ ΠΟΤΑ
Βλέπε ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΑ ΠΟΤΑ.
-
-
ΔυόσμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΥΟΣΜΟΣ
[ελλ. κείμενο, ἡδύοσμον].
Πόα με δυνατό άρωμα, που αναφέρεται στην Αγία Γραφή μόνο σε συσχετισμό με τη σχολαστικότητα με την οποία οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι έδιναν το δέκατο από το δυόσμο, ενώ παράλληλα αδιαφορούσαν για τα πιο βαρυσήμαντα ζητήματα του Νόμου. (Ματ 23:23· Λου 11:42) Στην Παλαιστίνη και στη Συρία υπάρχουν αρκετές ποικιλίες δυόσμου, από τις οποίες η πιο κοινή είναι ο αγριόδυοσμος (μίνθη η μακρόφυλλος [Mentha longifolia]). Η λέξη ἡδύοσμον (κατά κυριολεξία, αυτό που αναδίδει γλυκιά οσμή) του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου πιθανόν να μην προσδιόριζε αποκλειστικά μία συγκεκριμένη ποικιλία, αλλά να περιλάμβανε τα διάφορα γνωστά είδη δυόσμου.
Οι βλαστοί των φυτών του δυόσμου είναι τετραγωνικοί, και τα φύλλα φύονται ανά δύο, το ένα απέναντι από το άλλο. Τα μικρά γαλαζωπά ή ροζ λουλούδια του είναι διατεταγμένα κατά ταξιανθίες, σχηματίζοντας είτε ξεχωριστούς σπονδύλους είτε στάχυες στο άκρο των βλαστών. Από την αρχαιότητα, ο δυόσμος χρησιμοποιείται στην ιατρική καθώς και στην καρύκευση διαφόρων τροφών. Αυτό οφείλεται στο αιθέριο έλαιο που περιέχεται στα φύλλα και στους βλαστούς του.
-
-
ΔύσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΥΣΗ
Οι Εβραίοι όριζαν την κατεύθυνση με βάση το οπτικό πεδίο ενός ατόμου που κοίταζε προς την ανατολή. Έτσι λοιπόν, η δύση βρισκόταν πίσω τους και θα μπορούσε να υπονοείται από την εβραϊκή λέξη ’αχώρ, που σημαίνει «πίσω».—Ησ 9:12.
Τις περισσότερες φορές, οι έννοιες «δύση» ή «δυτικός» υποδηλώνονται από την εβραϊκή λέξη γιαμ (που σημαίνει «θάλασσα», όπως στο εδ. Ιη 1:4), προφανώς επειδή η Μεσόγειος, ή αλλιώς Μεγάλη Θάλασσα, βρισκόταν σε αυτή την κατεύθυνση σε σχέση με την Υποσχεμένη Γη. (Γε 28:14· Εξ 10:19· 38:12· Αρ 34:6· Ζαχ 14:4) Πρέπει να λάβει κανείς υπόψη τα συμφραζόμενα για να καθορίσει αν η λέξη γιαμ σημαίνει «θάλασσα» ή υποδηλώνει τη δύση.—Ιη 15:8-12· 2Χρ 4:2-4, 15.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη (μα‛αράβ) χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει είτε τη δύση του ήλιου (Ησ 43:5· 59:19) είτε τη δυτική κατεύθυνση. (1Χρ 26:30· 2Χρ 32:30) Χρησιμοποιείται για να μεταδώσει την ιδέα της μεγάλης απόστασης στην παρηγορητική διαβεβαίωση ότι ο Ιεχωβά θα εκδηλώσει έλεος προς τους ατελείς ανθρώπους: «Όσο μακριά είναι η ανατολή από τη δύση, τόσο μακριά από εμάς έβαλε τις παραβάσεις μας».—Ψλ 103:12.
Όσον αφορά τα λόγια του Ιησού ότι θα έρχονταν πολλοί «από τα ανατολικά μέρη και τα δυτικά μέρη» για να πλαγιάσουν μπροστά στο τραπέζι στη Βασιλεία μαζί με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο στο εδάφιο Ματθαίος 8:11 λέει ἀπό ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν. Εδώ η λέξη δυσμή του ελληνικού κειμένου αναφέρεται στην κατεύθυνση στην οποία λαβαίνει χώρα το ηλιοβασίλεμα, δηλαδή στη δύση. Η λέξη δυσμή χρησιμοποιείται και αλλού για να υποδηλώσει τη δύση.—Ματ 24:27· Λου 12:54· 13:29· Απ 21:13.
Βλέπε επίσης ΗΛΙΟΥ ΑΝΑΤΟΛΗ ΚΑΙ ΔΥΣΗ.
-
-
ΔωδαβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΔΑΒΑ
(Δωδαβά) [πιθανώς, Αγαπητός του Ιεχωβά].
Κάποιος άντρας από τη Μαρησά, του οποίου ο γιος, ο Ελιέζερ, προφήτευσε συμφορά για τα πλοία του Ιωσαφάτ τα οποία είχε φτιάξει συνεταιριζόμενος με τον πονηρό Βασιλιά Οχοζία του Ισραήλ.—2Χρ 20:36, 37.
-
-
ΔωδαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΔΑΪ
Βλέπε ΔΩΔΩ Αρ. 2.
-
-
Δώδεκα, ΟιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΔΕΚΑ, ΟΙ
Βλέπε ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ.
-
-
ΔωδώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΔΩ
(Δωδώ) [από μια ρίζα που σημαίνει «αγαπητός»].
1. Πρόγονος, πιθανώς ο παππούς, του Κριτή Θωλά από τη φυλή του Ισσάχαρ.—Κρ 10:1.
2. Απόγονος του Βενιαμίν μέσω του Αχωχί. Ο γιος του Δωδώ, ο Ελεάζαρ, ήταν ένας από τους τρεις κραταιούς άντρες του Δαβίδ. (2Σα 23:9· 1Χρ 11:12) Ο Δωδαΐ (παραλλαγή του ονόματος «Δωδώ») υπηρετούσε, πιθανώς αντιπροσωπευτικά μέσω του γιου του τού Ελεάζαρ, ως αρχηγός της στρατιωτικής υποδιαίρεσης του δεύτερου μήνα.—1Χρ 27:4.
3. Κάτοικος της Βηθλεέμ του οποίου ο γιος, ο Ελχανάν, ήταν ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ.—2Σα 23:24· 1Χρ 11:26.
-
-
ΔωήκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΗΚ
(Δωήκ) [πιθανώς, Ανήσυχος· Φοβισμένος].
Εδωμίτης ο οποίος υπηρετούσε ως επικεφαλής των ποιμένων του Βασιλιά Σαούλ—μια υπεύθυνη θέση επίβλεψης. (1Σα 21:7· 22:9) Ο Δωήκ ήταν προφανώς προσήλυτος. Επειδή ήταν «περιορισμένος ενώπιον του Ιεχωβά» στη Νωβ, πιθανώς εξαιτίας κάποιας ευχής ή ακαθαρσίας ή υποψίας για λέπρα, ο Δωήκ ήταν παρών όταν ο Αρχιερέας Αχιμέλεχ έδωσε στον Δαβίδ το ψωμί της πρόθεσης και το σπαθί του Γολιάθ. Αργότερα, όταν ο Σαούλ, απευθυνόμενος στους υπηρέτες του, εξέφρασε την άποψη ότι εκείνοι συνωμοτούσαν εναντίον του, ο Δωήκ αποκάλυψε ό,τι είχε δει στη Νωβ. Αφού ο Σαούλ κάλεσε τον αρχιερέα και τους υπόλοιπους ιερείς της Νωβ και κατόπιν ανέκρινε τον Αχιμέλεχ, διέταξε τους δρομείς να θανατώσουν τους ιερείς. Όταν εκείνοι αρνήθηκαν, ο Δωήκ, κατόπιν εντολής του Σαούλ, σκότωσε αδίστακτα 85 συνολικά ιερείς. Έπειτα από αυτή την πονηρή πράξη, ο Δωήκ αφιέρωσε τη Νωβ στην καταστροφή, σφάζοντας όλους τους κατοίκους της, νέους και ηλικιωμένους, καθώς και τα κοπάδια της.—1Σα 22:6-20.
Όπως υποδεικνύει η επιγραφή του 52ου Ψαλμού, ο Δαβίδ έγραψε για τον Δωήκ: «Δεινά σχεδιάζει η γλώσσα σου, ακονισμένη σαν ξυράφι, καθώς εργάζεται δόλια. Αγάπησες το κακό περισσότερο από το καλό, το ψεύδος από το να λες λόγια δικαιοσύνης. Αγάπησες όλα τα λόγια που καταβροχθίζουν, γλώσσα που είσαι δόλια».—Ψλ 52:2-4.
-
-
ΔωθάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΘΑΝ
(Δωθάν).
Πόλη που αναφέρεται σε δύο Γραφικές αφηγήσεις. Η Δωθάν ταυτίζεται σήμερα με το Τελλ Ντόθαν (Τελ Ντοτάν), το οποίο βρίσκεται πάνω σε έναν λόφο, σε ένα μικρό λεκανοπέδιο ανάμεσα στους λόφους της Σαμάρειας και στην οροσειρά του Καρμήλου, 16 χλμ. ΒΒΑ της Σαμάρειας.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 950.
Ο νεαρός Ιωσήφ βρήκε τους αδελφούς του και τα κοπάδια τους «στη Δωθάν». Κατά πάσα πιθανότητα αυτοί βρίσκονταν στα Β της πόλης, στο βοσκότοπο από τον οποίο περνούσε ο δρόμος που συνέδεε τη Γαλαάδ (Α του Ιορδάνη) με τα παράλια της Μεσογείου και την Αίγυπτο. Αυτή τη διαδρομή ενδέχεται να ακολούθησε το «καραβάνι Ισμαηλιτών» που αγόρασε τον Ιωσήφ.—Γε 37:17-36.
Αιώνες αργότερα ο βασιλιάς της Συρίας έστειλε μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη στη Δωθάν για να συλλάβει τον Ελισαιέ. Εκεί ανοίχτηκαν θαυματουργικά τα μάτια του φοβισμένου υπηρέτη του προφήτη, ώστε αυτός είδε τον πύρινο πολεμικό εξοπλισμό του Θεού στην «ορεινή περιοχή . . . γύρω από τον Ελισαιέ», δηλαδή είτε στο λόφο όπου βρισκόταν η Δωθάν είτε στους γύρω λόφους, Α, Ν και Δ της Δωθάν. (2Βα 6:11-17) Οι Σύριοι, οι οποίοι είχαν περικυκλώσει την πόλη, ίσως είχαν παραταχθεί και οι ίδιοι σε αυτούς τους γύρω λόφους, από τους οποίους “κατέβηκαν” στη συνέχεια, όταν ο Ελισαιέ βγήκε από την πόλη για να τους συναντήσει. Ωστόσο, οι δυνάμεις του εχθρού καταστάθηκαν ακίνδυνες όταν πατάχθηκαν θαυματουργικά με ένα είδος τύφλωσης, κάτι που ο Ιεχωβά πιθανώς επιτέλεσε μέσω των αγγελικών δυνάμεων.—2Βα 6:18, 19· παράβαλε Γε 19:1, 10, 11.
-
-
ΔωρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΡ
Μια από τις παλαιστινιακές πόλεις που συμμάχησαν με τον Χαναναίο Βασιλιά Ιαβίν της Ασώρ εναντίον του Ιησού του Ναυή (Ιη 11:1, 2) και νικήθηκαν αμέσως. (Ιη 11:12· 12:23) Παρότι η Δωρ και οι εξαρτώμενες κωμοπόλεις της στην πραγματικότητα βρίσκονταν μέσα στην περιοχή του Ασήρ, παραχωρήθηκαν στη φυλή του Μανασσή, η οποία δεν στάθηκε ικανή να εκδιώξει όσους από τους κατοίκους είχαν απομείνει εκεί. (Ιη 17:11-13· 1Χρ 7:29) Αργότερα, η περιοχή της Δωρ, της οποίας την επίβλεψη είχε ένας από τους γαμπρούς του Σολομώντα, προμήθευε τροφή στο σπιτικό του βασιλιά έναν μήνα το χρόνο.—1Βα 4:11.
Η πόλη της Δωρ ταυτίζεται συνήθως με το Χίρμπετ ελ-Μπουρτζ (Τελ Ντορ), 13 χλμ. Β της Καισάρειας, στη μακρόστενη παράκτια πεδιάδα που εκτείνεται κατά μήκος της Μεσογείου. Αυτή η τοποθεσία στην παράκτια πεδιάδα έχει προκαλέσει αρκετές συζητήσεις αναφορικά με το νόημα της συχνά χρησιμοποιούμενης φράσης “οι οροσειρές [από την εβρ. λέξη ναφάχ] της Δωρ”. (Ιη 11:2) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι αυτή η έκφραση αναφέρεται στους γκρεμούς που εκτείνονται σε μεγάλο μήκος των ακτών της εν λόγω περιοχής, συνδέοντας έτσι την εβραϊκή λέξη ναφάχ με την αραβική ναφνάφ που σημαίνει «γκρεμός, βάραθρο». Άλλοι πιστεύουν ότι μπορεί να υποδηλώνει τις λοφοπλαγιές που αρχίζουν 3 χλμ. μακριά από τη Δωρ, προς την ενδοχώρα, και αποκορυφώνονται στα υψώματα του Όρους Κάρμηλος.
-
-
ΔώραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΡΑ
Από αρχαιοτάτων χρόνων, η προσφορά δώρων έπαιζε σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή. Ο ηλικιωμένος υπηρέτης του Αβραάμ δώρισε στη Ρεβέκκα κοσμήματα όταν είδε αποδείξεις ότι ο Ιεχωβά την είχε ορίσει ως σύζυγο του Ισαάκ. (Γε 24:13-22) Στη συνέχεια, όταν έλαβε την έγκριση του Λάβαν και του Βαθουήλ για το γάμο, ο υπηρέτης του Αβραάμ έδωσε επιπρόσθετα δώρα στη Ρεβέκκα, καθώς επίσης «εκλεκτά πράγματα στον αδελφό της και στη μητέρα της». (Γε 24:50-53) Αργότερα, ο Αβραάμ κληροδότησε όλη του την περιουσία στον Ισαάκ, αλλά έδωσε δώρα στους γιους των παλλακίδων του και τους έστειλε μακριά.—Γε 25:5, 6· παράβαλε 2Χρ 21:3.
Στους πατριαρχικούς χρόνους ίσως αποτελούσε συνήθεια να προσφέρονται δώρα σε εκείνους που είχαν περάσει κάποια συμφορά. Όταν ο Ιεχωβά αντέστρεψε την κατάσταση αιχμαλωσίας του Ιώβ, οι αδελφοί του, οι αδελφές του και όσοι τον γνώριζαν προηγουμένως, όχι μόνο ήρθαν να τον παρηγορήσουν, αλλά επίσης του έδωσαν ο καθένας «από ένα κομμάτι χρήματος και από έναν χρυσό κρίκο».—Ιωβ 42:10, 11.
Δώρα που Προσφέρθηκαν για να Υπάρξουν Οφέλη. Πολλές φορές προσφέρονταν δώρα με την προοπτική να αποκτηθεί κάτι επιθυμητό. Ο Ιακώβ ετοίμασε για τον Ησαύ ένα εντυπωσιακό δώρο αποτελούμενο από ζώα ώστε να βρει εύνοια στα μάτια του αδελφού του. (Γε 32:13-18· 33:8) Η επιμονή του να δεχτεί ο Ησαύ αυτό το δώρο μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα αν λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με το έθιμο που υπήρχε στην Ανατολή, το να απορρίψει κάποιος ένα δώρο σήμαινε ότι αρνούνταν να δείξει εύνοια στο δωρητή. (Γε 33:10) Επίσης, για να κερδίσουν οι γιοι του Ιακώβ τη συμπάθεια του διαχειριστή των τροφίμων της Αιγύπτου που τους είχε μιλήσει με σκληρότητα (ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν ο αδελφός τους ο Ιωσήφ), πήραν μαζί τους ως δώρο, ακολουθώντας τη συμβουλή του πατέρα τους, μερικά από τα καλύτερα προϊόντα της γης τους. (Γε 42:30· 43:11, 25, 26) Ο Βασιλιάς Ασά έστειλε ως δώρο ασήμι και χρυσάφι στον Βεν-αδάδ προκειμένου να τον παρακινήσει να διαλύσει τη διαθήκη που είχε με τον Βαασά, το βασιλιά του Ισραήλ.—1Βα 15:18, 19.
Σχετικά με τα οφέλη που προκύπτουν για το δότη, η παροιμία λέει: «Το δώρο του ανθρώπου θα ανοίξει τόπο για αυτόν και θα τον οδηγήσει μάλιστα μπροστά σε σπουδαίους ανθρώπους». (Παρ 18:16) Το δώρο μπορεί να καταστείλει το θυμό, αλλά δεν θα κατευνάσει την οργή του ακμαίου άντρα εναντίον εκείνου που μοιχεύει με τη σύζυγό του, όσο μεγάλο δώρο και αν προσφέρει ο μοιχός.—Παρ 21:14· 6:32-35.
Δώρα σε Βασιλιάδες, Προφήτες και Άλλους. Από τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται ότι όσοι επισκέπτονταν έναν βασιλιά συνήθιζαν να του προσφέρουν δώρα. Ως εξαίρεση παρουσιάζονται κάποιοι «άχρηστοι άνθρωποι» που δεν σέβονταν τον Σαούλ και δεν του πρόσφεραν κανένα δώρο. Ειδικά ο Σολομών λάβαινε δώρα σε μεγάλη αφθονία από όσους έρχονταν από μακρινές χώρες για να ακούσουν τη σοφία του. Οι αστρολόγοι οι οποίοι ήρθαν να δουν αυτόν «που γεννήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων» ακολούθησαν απλώς αυτή τη συνήθεια όταν πρόσφεραν δώρα στον μικρό Ιησού. (1Σα 10:27· 1Βα 10:10, 24, 25· Ματ 2:1, 2, 11· βλέπε επίσης 2Βα 20:12· 2Χρ 17:5.) Παρόμοια, όσοι πήγαιναν να ρωτήσουν κάποιον προφήτη έπαιρναν ενίοτε μαζί τους ένα δώρο. (1Σα 9:7· 2Βα 8:8, 9) Ωστόσο, οι προφήτες του Θεού δεν ανέμεναν ούτε ζητούσαν δώρα για τις υπηρεσίες τους, όπως γίνεται φανερό από την άρνηση του Ελισαιέ να δεχτεί «ένα δώρο ευλογίας» από το χέρι του Νεεμάν.—2Βα 5:15, 16.
Πολλές φορές προσφέρονταν δώρα ως ανταμοιβή σε εκείνους που ολοκλήρωναν με επιτυχία ένα συγκεκριμένο έργο. (2Σα 18:11· Δα 2:6, 48· 5:16, 17, 29) Σύμφωνα με το Νόμο, ο απελευθερωμένος δούλος δεν έπρεπε να εξαποστέλλεται με άδεια χέρια, αλλά έπρεπε να λαβαίνει ένα δώρο, κάτι από το ποίμνιο, από το αλώνι, καθώς και από το πατητήρι του λαδιού και του κρασιού. (Δευ 15:13, 14) Επίσης, οι πολύ χαρμόσυνες περιστάσεις μπορεί να συνοδεύονταν από την προσφορά δώρων.—Εσθ 9:20-22· παράβαλε Απ 11:10.
Σε Σχέση με το Αγιαστήριο. Ο Θεός πήρε τους Λευίτες ως δώρο για τον οίκο του Ααρών, ως δοσμένους στον Ιεχωβά για να εκτελούν την υπηρεσία του αγιαστηρίου. (Αρ 18:6, 7) Επίσης, οι Γαβαωνίτες και άλλοι οι οποίοι έγιναν υπηρέτες στο αγιαστήριο αποκαλούνταν Νεθινίμ, που σημαίνει «Δοσμένοι». (Ιη 9:27· 1Χρ 9:2· Εσδ 8:20) Επιπρόσθετα, οι συνεισφορές για την εκτέλεση της υπηρεσίας του αγιαστηρίου καθώς και οι θυσίες αναφέρονται ως δώρα.—Εξ 28:38· Λευ 23:37, 38· Αρ 18:29· Ματ 5:23, 24· Λου 21:1.
Εφόσον ο Ιεχωβά είναι ο Δημιουργός, του ανήκουν τα πάντα. Επομένως, όταν κάποιος προσφέρει υλικά πράγματα για την επέκταση της αληθινής λατρείας, απλώς επιστρέφει ένα μέρος από τα όσα έλαβε αρχικά από τον Θεό.—Ψλ 50:10· 1Χρ 29:14.
Νουθεσία Σχετικά με τα Δώρα. Εφόσον τα δώρα με τη μορφή δωροδοκίας μπορούν να καταστρέψουν την καρδιά και να διαστρέψουν την κρίση, οι Γραφές μάς νουθετούν να μισούμε τέτοιου είδους δώρα. Όσοι κυνηγούν τα δώρα καταδικάζονται. (Δευ 16:19, 20· Εκ 7:7· Παρ 15:27· Ησ 1:23· βλέπε ΔΩΡΟΔΟΚΙΑ.) Επιπλέον, «ο άνθρωπος που καυχιέται για δώρο ψεύτικο», μη ενεργώντας σύμφωνα με την καύχησή του, παραβάλλεται με ατμώδη σύννεφα και άνεμο χωρίς βροχή. (Παρ 25:14) Εκείνος που προσφέρει δώρα μπορεί να έχει πολλούς φίλους, αλλά τα δώρα δεν μπορούν να του εξασφαλίσουν διαρκή φιλία.—Παρ 19:6.
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές κατακρίνουν έντονα ορισμένες συνήθειες σε σχέση με την προσφορά δώρων. Ο Ιησούς καταδίκασε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους για το ότι παρέβαιναν την εντολή περί απόδοσης τιμής στον πατέρα και στη μητέρα. Σύμφωνα με αυτούς, αν κάποιος χαρακτήριζε τα υλικά του αποκτήματα ως δώρο αφιερωμένο στον Θεό, απαλλασσόταν από την υποχρέωση να τα χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τους γονείς του, μολονότι ο ίδιος προσωπικά μπορούσε να συνεχίσει να τα χρησιμοποιεί. (Ματ 15:1-6· βλέπε ΚΟΡΒΑΝ.) Το να δίνει κάποιος περιμένοντας κάτι ως αντάλλαγμα δεν έχει αξία. (Λου 6:30-36· 14:12-14) Για να ευαρεστεί αυτή η ενέργεια τον Ιεχωβά, πρέπει να γίνεται με ανιδιοτέλεια και χωρίς αλαζονική επίδειξη.—Ματ 6:2-4· 1Κο 13:3.
Χριστιανικά Δώρα. Οι πρώτοι Χριστιανοί έκαναν δώρα, ή συνεισφορές, για χάρη των άπορων αδελφών τους. (Ρω 15:26· 1Κο 16:1, 2) Ωστόσο, όλα αυτά τα δώρα ήταν προαιρετικά, όπως υποδηλώνεται από τα λόγια του Παύλου: «Ο καθένας ας ενεργήσει ακριβώς όπως έχει αποφασίσει στην καρδιά του, όχι απρόθυμα ή αναγκαστικά, γιατί ο Θεός αγαπάει το χαρωπό δότη». (2Κο 9:7) Επιπρόσθετα, οι πρώτοι Χριστιανοί βοηθούσαν εκείνους που είχαν αφιερώσει τον εαυτό τους πλήρως στη Χριστιανική διακονία, όπως ο απόστολος Παύλος. Ωστόσο, παρότι εκτιμούσε πάρα πολύ τα δώρα που του έστελναν οι αδελφοί του, ο Παύλος δεν τα εκζητούσε.—Φλπ 4:15-17.
Οι Χριστιανοί μπορούν να δίνουν πράγματα πιο πολύτιμα από τα υλικά δώρα. Μπορούν να δίνουν από το χρόνο και τις ικανότητές τους για να διαπλάθουν και να εποικοδομούν άλλους διανοητικά και πνευματικά, πράγμα που φέρνει μεγαλύτερη ευτυχία. Το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να προσφέρει κάποιος είναι η κατανόηση του Λόγου του Θεού, επειδή αυτή μπορεί να οδηγήσει τον αποδέκτη σε αιώνια ζωή.—Ιωα 6:26, 27· 17:3· Πρ 20:35· 2Κο 12:15· Απ 22:17· βλέπε ΔΩΡΑ ΕΛΕΟΥΣ.
-
-
Δώρα ΕλέουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΡΑ ΕΛΕΟΥΣ
Δώρα σε κάποιον που έχει ανάγκη για να βελτιωθεί η κατάστασή του. Ενώ τα «δώρα ελέους» (σε κάποιες μεταφράσεις, «ελεημοσύνες» ή «φιλανθρωπίες») δεν αναφέρονται άμεσα στις Εβραϊκές Γραφές, ο Νόμος έδινε συγκεκριμένες κατευθύνσεις στους Ισραηλίτες σχετικά με τις υποχρεώσεις τους προς τους φτωχούς. Δεν έπρεπε να είναι σφιχτοχέρηδες, αλλά γενναιόδωροι προς τους άπορους αδελφούς τους.—Δευ 15:7-10.
Διατάξεις για τους Φτωχούς στον Ισραήλ. Ο Νόμος επέτρεπε σε κάποιον να μπει στο αμπέλι και στα σπαρτά ενός άλλου και να φάει από τα προϊόντα τους μέχρι να χορτάσει. Δεν έπρεπε, όμως, να πάρει τίποτα μαζί του. (Δευ 23:24, 25) Όταν οι Ισραηλίτες μάζευαν τις σοδειές τους, δεν έπρεπε να θερίζουν εντελώς τις άκρες των αγρών τους ούτε να συγκεντρώνουν τα υπολείμματα από τους αγρούς, τα ελαιόδεντρα και τα αμπέλια τους, διότι αυτά ήταν για τον πάροικο, το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα και τη χήρα.—Λευ 19:9, 10· Δευ 24:19-21.
Κάθε τρίτο έτος οι Ισραηλίτες έπρεπε να βγάζουν ολόκληρο το δέκατο από την παραγωγή εκείνου του χρόνου και να το αποθέτουν μέσα από τις πύλες τους για τη συντήρηση των Λευιτών, των πάροικων, των ορφανών και των χηρών.—Δευ 14:28, 29· βλέπε ΔΕΚΑΤΟ.
Κάθε 7ο έτος και κάθε 50ό ή Ιωβηλαίο έτος έπρεπε να αφήνουν τη γη να αναπαύεται, να απολαμβάνει πλήρη σαββατιαία ανάπαυση, γι’ αυτό και δεν υπήρχε συγκομιδή της σοδειάς όπως συνήθως. Σε αυτές τις περιπτώσεις οτιδήποτε αυτοφυές έπρεπε να αποτελεί τροφή για τους φτωχούς, μολονότι δικαιούνταν να φάνε από αυτό και οι γαιοκτήμονες, οι δούλοι τους και οι μισθωτοί εργάτες τους. Προφανώς, όμως, το σαββατιαίο έτος οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν κατά κανόνα τα τρόφιμα που είχαν αποθηκεύσει.—Εξ 23:10, 11· Λευ 25:1-7, 11, 12, 20-22.
Οι αρχές που σχετίζονταν με τις υποχρεώσεις των Ισραηλιτών προς τους φτωχούς, όπως διατυπώνονται στο Νόμο, επαναλαμβάνονται και σε άλλα τμήματα των Εβραϊκών Γραφών. (Ιωβ 31:16-22· Ψλ 37:21· 112:9· Παρ 19:17· Εκ 11:1, 2) Όσοι φέρονται στον ασήμαντο με στοχαστικό ενδιαφέρον αποκαλούνται ευτυχισμένοι και λαβαίνουν τη διαβεβαίωση ότι θα ευλογηθούν. (Ψλ 41:1, 2· Παρ 22:9) Στις ημέρες του Ησαΐα, έγινε έκκληση στους άπιστους Ισραηλίτες να μοιράζονται το ψωμί τους με τους πεινασμένους, να φέρνουν τους άστεγους στα σπίτια τους και να ντύνουν τους γυμνούς—πορεία που θα κατέληγε σε θεϊκή εύνοια. (Ησ 58:6, 7) Σχετικά με τον δίκαιο, ο Ιεχωβά είπε μέσω του Ιεζεκιήλ: «Στον πεινασμένο έδινε το δικό του ψωμί και τον γυμνό τον κάλυπτε με ένδυμα».—Ιεζ 18:7-9.
Στην ουσία δεν θα έπρεπε να υπάρχουν φτωχοί ανάμεσα στους Ισραηλίτες, διότι ο Ιεχωβά είχε υποσχεθεί να ευλογεί το λαό του. Αλλά η απουσία φτώχειας εξαρτόταν από την υπακοή στο Νόμο. Επομένως, λόγω της ανθρώπινης ατέλειας και της ανυπακοής στο νόμο του Θεού, οι Ισραηλίτες θα είχαν πάντοτε φτωχούς ανάμεσά τους. (Δευ 15:4, 5, 11) Εντούτοις, η επαιτεία προφανώς σπάνιζε στον αρχαίο Ισραήλ, δεδομένου ότι μια από τις συμφορές που ειπώθηκε ότι θα έπλητταν τον πονηρό ήταν ότι οι γιοι του θα αναγκάζονταν να ζητιανεύουν.—Ψλ 109:10· παράβαλε Ψλ 37:25· βλέπε ΦΤΩΧΟΣ.
Εσφαλμένες Απόψεις για την Προσφορά Δώρων. Με τον καιρό, οι Ιουδαίοι κατέληξαν να θεωρούν ότι η προσφορά δώρων ελέους δεν ήταν μόνο αξιέπαινη πράξη αυτή καθαυτή, αλλά είχε και τη δύναμη να κάνει εξιλέωση για αμαρτίες. Το εδάφιο Παροιμίες 11:4, το οποίο λέει: «Τα πολύτιμα πράγματα δεν θα ωφελήσουν κατά την ημέρα της σφοδρής οργής, αλλά η δικαιοσύνη θα ελευθερώσει από το θάνατο», κατέληξε να ερμηνεύεται, σε αρμονία με την Ταλμουδική αντίληψη, ως εξής: «Το νερό σβήνει τις φλόγες της φωτιάς. Έτσι και η ελεημοσύνη κάνει εξιλέωση για τις αμαρτίες». (Η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια [The Jewish Encyclopedia], 1976, Τόμ. 1, σ. 435) Φαίνεται πως, όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, μερικοί πρόσφεραν δώρα ελέους με πολύ επιδεικτικό τρόπο, πράγμα που τον υποκίνησε να επικρίνει αυτή τη συνήθεια στην Επί του Όρους Ομιλία.—Ματ 6:2-4.
Χριστιανικά Δώρα Ελέους. Όσοι ανήκαν στο «μικρό ποίμνιο» του Ιησού παροτρύνθηκαν να “πουλήσουν τα υπάρχοντά τους και να δώσουν δώρα ελέους”. (Λου 12:32, 33) Στον πλούσιο νεαρό άρχοντα ο Ιησούς έδωσε παρόμοια συμβουλή, προσθέτοντας «και έλα να γίνεις ακόλουθός μου». (Ματ 19:16-22· Λου 18:18-23· βλέπε επίσης Ιωα 13:29.) Ο Ιησούς επισήμανε ότι πρωτίστως έπρεπε να δίνονται «ως δώρα ελέους αυτά που είναι μέσα». Πιθανώς, αναφερόταν στις ιδιότητες της καρδιάς, εφόσον αμέσως μετά τόνισε τη δικαιοσύνη και την αγάπη.—Λου 11:39-42.
Οργανωμένη παροχή βοήθειας. Λόγω της προσθήκης περίπου 3.000 Ιουδαίων και προσηλύτων στη Χριστιανική εκκλησία την ημέρα της Πεντηκοστής και λόγω της μετέπειτα συνεχιζόμενης αριθμητικής αύξησης, ανέκυψε μεταξύ των Χριστιανών μια ασυνήθιστη κατάσταση, η οποία απαιτούσε την προσωρινή συγκέντρωση οικονομικών πόρων. Ο σκοπός ήταν να βοηθηθούν όσοι είχαν έρθει για τη γιορτή από μακρινές χώρες να μείνουν περισσότερο από όσο σχεδίαζαν αρχικά ώστε να μπορέσουν να μάθουν και άλλα για τη νέα τους πίστη. Έτσι λοιπόν, όσοι είχαν κάποια αποκτήματα τα πουλούσαν και παρέδιδαν τα έσοδα από την πώληση στους αποστόλους για να τα διανείμουν σε όσους είχαν ανάγκη. «Όσοι έγιναν πιστοί ήταν όλοι μαζί έχοντας τα πάντα κοινά». Η διευθέτηση αυτή όμως βασιζόταν εξ ολοκλήρου σε εθελοντικές προσφορές, όπως γίνεται φανερό από την ερώτηση του Πέτρου στον Ανανία: «Δεν παρέμενε δικό σου όσο παρέμενε σε εσένα, και δεν συνέχιζε να είναι κάτω από τον έλεγχό σου αφού πουλήθηκε;»—Πρ 2:41-47· 4:4, 34, 35· 5:4.
Φαίνεται ότι αργότερα δεν προσφερόταν πια τέτοιου είδους βοήθεια σε τόσο ευρεία κλίμακα, εξακολούθησε όμως να διανέμεται τροφή στις άπορες χήρες της εκκλησίας. Σχετικά με αυτό, οι ελληνόφωνοι Ιουδαίοι άρχισαν να γογγύζουν εναντίον των εβραιόφωνων Ιουδαίων, «επειδή οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διανομή». Προκειμένου να διορθώσουν την κατάσταση, οι απόστολοι συνέστησαν να διαλέξει η εκκλησία εφτά άντρες με τα κατάλληλα προσόντα, «γεμάτους πνεύμα και σοφία», για να διανέμουν την τροφή. Τους άντρες που διάλεξαν τους έβαλαν μπροστά στους αποστόλους, οι οποίοι, αφού προσευχήθηκαν, τους ανέθεσαν αυτόν το διορισμό. Η εργασία τους περιλάμβανε αναμφίβολα διαχείριση χρημάτων, αγορές και τήρηση ορισμένων αρχείων κατά τη διανομή των τροφίμων. (Πρ 6:1-6) Όταν ο Παύλος έγραψε την πρώτη του επιστολή προς τον Τιμόθεο, υπήρχε ακόμη κάποια διευθέτηση για τη φροντίδα των χηρών, όπως είναι φανερό από τις οδηγίες που του έδωσε για το ποιες δικαιούνταν αυτή την οικονομική βοήθεια.—1Τι 5:3-16.
Η εκκλησία του πρώτου αιώνα δεν φρόντιζε μόνο τις χήρες, αλλά επίσης οργάνωνε παροχή βοήθειας και για άλλους άπορους πιστούς. Και πάλι όμως, αυτές οι οργανωμένες προσφορές, μολονότι γίνονταν υπό την κατεύθυνση των διορισμένων αντρών της εκκλησίας, ήταν εξ ολοκλήρου εθελοντικές.—Πρ 11:28-30· Ρω 15:25-27· 1Κο 16:1-3· 2Κο 9:5, 7· βλέπε ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ.
Σχετική η σπουδαιότητα των υλικών προσφορών. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δίνεται η προτροπή να είναι κανείς φιλόξενος και να μοιράζεται πράγματα με άλλους, επιπλέον, όμως, καταδεικνύεται ότι το να προμηθεύει τα αναγκαία για τα μέλη της ίδιας του της οικογένειας και το να βοηθάει τους άπορους αδελφούς αποτελούν Χριστιανικές απαιτήσεις. (Ρω 12:13· 1Τι 5:4, 8· Ιακ 2:15, 16· 1Ιω 3:17, 18) Το ειλικρινές ενδιαφέρον για τους φτωχούς είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της αληθινής θρησκείας. (Ιακ 1:27· 2:1-4) Στην πραγματικότητα, όπως έδειξε ο Ιησούς, οι πράξεις καλοσύνης προς «τους πιο μικρούς αυτούς αδελφούς» του διαχωρίζουν «τα πρόβατα» από «τα κατσίκια». (Ματ 25:31-46) Εντούτοις, τα «πρόβατα» δεν προσφέρουν αυτή τη βοήθεια απλώς από ανθρωπισμό, αλλά επειδή αναγνωρίζουν τη θέση των ακολούθων του Χριστού.—Ματ 10:40-42.
Για να βρίσκει πραγματική ευτυχία ο δότης, πρέπει να δίνει χωρίς να γογγύζει και όχι απρόθυμα ή αναγκαστικά. «Ο Θεός αγαπάει το χαρωπό δότη». (2Κο 9:7· Πρ 20:35· 1Πε 4:9) Επιπλέον, τα υλικά δώρα ελέους δεν επαρκούν από μόνα τους για την απόκτηση αιώνιας ζωής, και ο Ιησούς Χριστός δεν τους απέδωσε την πρώτιστη σπουδαιότητα.—Ιωα 17:3· 12:1-8.
-
-
Δώρα και Χαρίσματα από τον ΘεόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ
Τα δώρα και τα χαρίσματα που δίνει ο Θεός στους ανθρώπους αποτελούν έκφραση της παρ’ αξία καλοσύνης του. Η ίδια η λέξη χάρισμα που εμφανίζεται 17 φορές στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών υποδηλώνει ένα δώρο στο οποίο περιλαμβάνεται “παρ’ αξία καλοσύνη” (χάρις) εκ μέρους του Θεού. (Ρω 6:23, υποσ.· 1Κο 12:4· 2Τι 1:6· 1Πε 4:10) Επομένως, το πρέπον είναι να χρησιμοποιούνται τα χαρίσματα που λαμβάνονται από τον Ιεχωβά προς όφελος των συνανθρώπων μας και προς δόξα του Θεού που τα δίνει. (1Πε 4:10, 11) Τα χαρίσματα αυτά δεν προορίζονται για το ιδιοτελές όφελος του αποδέκτη. Εφόσον αυτός “έλαβε δωρεάν”, έχει την υποχρέωση και να “δώσει δωρεάν”.—Ματ 10:8.
«Κάθε καλό δώρο και κάθε τέλειο δώρημα έρχεται από πάνω». (Ιακ 1:17) Ο Ιεχωβά δίνει γενναιόδωρα, επιτρέποντας τόσο στους δικαίους όσο και στους πονηρούς να επωφελούνται από το φως του ήλιου και τη βροχή. Πράγματι, «δίνει σε όλους ζωή και πνοή και τα πάντα». Τα δώρα του Θεού, όπως η τροφή, το ποτό και το να απολαμβάνει κανείς το καλό από τη σκληρή εργασία του, προορίζονται για την απόλαυση του ανθρώπου. (Ματ 5:45· Πρ 17:24, 25· Εκ 3:12, 13· 5:19· 1Τι 6:17) Τόσο η αγαμία όσο και ο γάμος αποτελούν επίσης χαρίσματα από τον Θεό, τα οποία μπορεί να χαίρεται κανείς μέσα στα όρια των απαιτήσεών Του. Εφόσον το άγαμο άτομο είναι πιο ελεύθερο να αφοσιωθεί στην υπηρεσία του Ιεχωβά χωρίς περισπασμούς, η αγαμία είναι το καλύτερο από τα δύο αυτά χαρίσματα.—Παρ 18:22· Ματ 19:11, 12· 1Κο 7:7, 17, 32-38· Εβρ 13:4.
Το Δώρο του Θεού Μέσω της Θυσίας του Ιησού. Η παρ’ αξία καλοσύνη που εκδήλωσε ο Ιεχωβά προμηθεύοντας τον Γιο του ως λυτρωτική θυσία αποτελεί ανεκτίμητο δώρο, και όσοι ασκούν πίστη στη θυσία του Ιησού Χριστού μπορούν με αυτόν τον τρόπο να αποκτήσουν το δώρο της αιώνιας ζωής. (Ρω 6:23· Ιωα 3:16) Η «απερίγραπτη δωρεά» του Θεού περιλαμβάνει προφανώς όλη την αγαθότητα και τη στοργική καλοσύνη που εκδηλώνει στο λαό του μέσω του Ιησού Χριστού.—2Κο 9:15· παράβαλε Ρω 5:15-17.
Το Άγιο Πνεύμα. Ο Θεός δωρίζει το πνεύμα του στο λαό του, καθιστώντας τους ικανούς να αποφεύγουν τα εξαχρειωτικά έργα της σάρκας και, αντί για αυτά, να καλλιεργούν τον καρπό του πνεύματος, δηλαδή αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, αγαθότητα, πίστη, πραότητα και εγκράτεια. (Πρ 2:38· Ρω 8:2-10· Γα 5:16-25) Το πνεύμα του Ιεχωβά είναι ασφαλής οδηγός και παρέχει δύναμη που ξεπερνάει το φυσιολογικό, βοηθώντας τον Χριστιανό να εκπληρώνει τους θεόδοτους διορισμούς του ανεξάρτητα από τις πιέσεις που υφίσταται. (Ιωα 16:13· 2Κο 4:7-10) Ο Ιησούς διαβεβαίωσε τους μαθητές του ότι το πνεύμα του Θεού θα τους δίδασκε τα πάντα, θα επανέφερε στη μνήμη τους όσα τους είχε διδάξει εκείνος και θα τους βοηθούσε να υπερασπίσουν τον εαυτό τους ακόμη και μπροστά σε άρχοντες.—Ιωα 14:26· Μαρ 13:9-11.
Σοφία και Γνώση. Η αληθινή σοφία και η γνώση είναι δώρα από τον Θεό. Μάλιστα ο Ιεχωβά καλεί τους υπηρέτες του να προσεύχονται για σοφία και γνώση ακριβώς όπως ο Σολομών. (Ιακ 1:5· 2Χρ 1:8-12) Ωστόσο, για να αποκτήσει κανείς γνώση, απαιτείται να προσπαθεί να μελετάει όσα έχει καταστήσει διαθέσιμα ο Θεός με το δώρο του Λόγου του. (Παρ 2:1-6· 2Τι 2:15· 3:15) Η μελέτη του Λόγου του Θεού από μόνη της βέβαια δεν εγγυάται ότι θα λάβει κανείς τα δώρα της γνώσης και της σοφίας. Η αληθινή γνώση και η σοφία είναι διαθέσιμες μόνο μέσω του Ιησού Χριστού και με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού.—1Κο 2:10-16· Κολ 2:3.
Η θεϊκή σοφία προστατεύει και οδηγεί τον κάτοχό της στις οδούς της ζωής. (Εκ 7:12· Παρ 4:5-7) Η σοφία που προέρχεται από τον Θεό είναι σαφώς διαφορετική από τη σοφία του κόσμου, η οποία είναι ανοησία από την άποψη του Ιεχωβά, καθώς και επιζήμια, δεδομένου ότι δεν λαβαίνει υπόψη τον Θεό. (1Κο 1:18-21) «Αλλά η σοφία που κατεβαίνει από πάνω είναι πρώτα από όλα αγνή, έπειτα ειρηνική, λογική, πρόθυμη να υπακούει, γεμάτη έλεος και καλούς καρπούς, δεν κάνει μεροληπτικές διακρίσεις, δεν είναι υποκριτική».—Ιακ 3:17.
Η ακριβής γνώση του θελήματος του Ιεχωβά βοηθάει τον κάτοχό της “να βεβαιώνεται για τα πιο σπουδαία πράγματα”, να μην κάνει άλλους να προσκόπτουν και “να περπατάει αντάξια του Ιεχωβά με σκοπό να τον ευαρεστεί πλήρως”. (Φλπ 1:9-11· Κολ 1:9, 10) Επιπλέον, η γνώση είναι ένα από τα πράγματα που βοηθούν τον Χριστιανό να είναι δραστήριος και παραγωγικός στην υπηρεσία του προς τον Θεό. (2Πε 1:5-8) Αυτό το δώρο από τον Θεό σημαίνει περισσότερα από το να ξέρει κανείς απλώς διάφορα γεγονότα. Περιλαμβάνει το να κατανοεί αυτά τα γεγονότα και να γνωρίζει πώς να τα χρησιμοποιεί για “να απαντάει στον καθένα”.—Κολ 4:6.
Δώρα Υπηρεσίας και «Δώρα σε Μορφή Ανθρώπων». Οι διορισμοί υπηρεσίας στην επίγεια διευθέτηση του Θεού είναι πράγματι δώρα, ή αλλιώς χαρίσματα, από τον Ιεχωβά. (Αρ 18:7· Ρω 12:6-8· Εφ 3:2, 7) Όσοι έχουν ευνοηθεί με διορισμούς υπηρεσίας μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού αποκαλούνται επίσης «δώρα σε μορφή ανθρώπων», ο δε Ιησούς Χριστός, ως εκπρόσωπος του Θεού και κεφαλή της εκκλησίας, έχει δώσει αυτά τα άτομα στην εκκλησία ώστε να εποικοδομούνται τα μέλη της ατομικά και να φτάσουν στην ωριμότητα. (Εφ 4:8, 11, 12) Εκείνος που έχει το χάρισμα πρέπει να εξακολουθεί να το καλλιεργεί και να μην το παραμελεί ποτέ ώστε να εκπληρώνει πιστά τις ευθύνες του προς ευλογία των άλλων. (1Τι 4:14· 2Τι 1:6) Με τη βοήθεια του Ιεχωβά, ο καθένας, καταβάλλοντας αποφασιστικές προσπάθειες να χρησιμοποιεί στο πλήρες τις δυνατότητές του και να υπερπηδά τα πιθανά εμπόδια, μπορεί να καλλιεργήσει την ικανότητα να φέρνει σε πέρας οποιαδήποτε θεϊκά ανατεθειμένη υπηρεσία.—Φλπ 4:13.
Χαρίσματα του Πνεύματος. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. το βάφτισμα με άγιο πνεύμα συνοδευόταν από διάφορα θαυματουργικά χαρίσματα. Αυτά τα χαρίσματα αποτελούσαν σημεία ότι ο Θεός δεν χρησιμοποιούσε πια στην υπηρεσία του την Ιουδαϊκή εκκλησία, αλλά ότι επιδοκίμαζε τη Χριστιανική εκκλησία που ιδρύθηκε από τον Γιο του. (Εβρ 2:2-4) Την ημέρα της Πεντηκοστής, θαυματουργικά χαρίσματα συνόδευσαν την έκχυση του αγίου πνεύματος, ενώ έκτοτε, όποτε αναφέρεται στις Γραφές ότι μεταδόθηκαν τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος, ήταν παρών τουλάχιστον ένας από τους 12 αποστόλους ή ο Παύλος, ο οποίος είχε εκλεγεί άμεσα από τον Ιησού. (Πρ 2:1, 4, 14· 8:9-20· 10:44-46· 19:6) Προφανώς, με το θάνατο των αποστόλων, σταμάτησε η μετάδοση των χαρισμάτων του πνεύματος, και αυτά τα θαυματουργικά χαρίσματα έπαψαν εντελώς όταν παρήλθαν από την επίγεια σκηνή εκείνοι που τα είχαν λάβει.
Η εκτέλεση φαινομενικά θαυματουργικών έργων δεν θα αποδείκνυε από μόνη της θεϊκή εξουσιοδότηση, αλλά ούτε και η αδυναμία των υπηρετών του Θεού να επιτελέσουν θαύματα με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού θα έθετε σε αμφισβήτηση το γεγονός ότι τους χρησιμοποιούσε εκείνος. (Ματ 7:21-23) Δεν ήταν σε θέση κάθε Χριστιανός του πρώτου αιώνα να εκτελεί δυναμικά έργα, να θεραπεύει, να μιλάει σε διάφορες γλώσσες και να μεταφράζει. Στον Παύλο και, αναμφίβολα, σε μερικούς άλλους είχαν χορηγηθεί αρκετά από αυτά τα χαρίσματα του πνεύματος μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού. Ωστόσο, αυτά τα θαυματουργικά χαρίσματα αποτελούσαν χαρακτηριστικά της Χριστιανικής εκκλησίας ενόσω αυτή βρισκόταν στα σπάργανα, και είχε προλεχθεί ότι θα έπαυαν. Μάλιστα και ο Ιησούς έδειξε ότι οι ακόλουθοί του θα προσδιορίζονταν, όχι από το ότι θα εκτελούσαν δυναμικά έργα, αλλά από την αγάπη που θα είχαν ο ένας για τον άλλον.—1Κο 12:29, 30· 13:2, 8-13· Ιωα 13:35.
Ο Παύλος απαριθμεί εννιά διαφορετικές φανερώσεις ή λειτουργίες του πνεύματος: (1) λόγια σοφίας, (2) λόγια γνώσης, (3) πίστη, (4) χαρίσματα θεραπειών, (5) δυναμικά έργα, (6) προφητεία, (7) διάκριση εμπνευσμένων λόγων, (8) διάφορες γλώσσες και (9) ερμηνεία γλωσσών. Όλα αυτά τα χαρίσματα του πνεύματος εξυπηρετούσαν έναν ωφέλιμο σκοπό που δεν συνέβαλλε μόνο στην αριθμητική αύξηση της εκκλησίας, αλλά και στην πνευματική της εποικοδόμηση.—1Κο 12:7-11· 14:24-26.
«Λόγια σοφίας». Μολονότι η σοφία μπορεί να αποκτηθεί μέσω μελέτης, εφαρμογής και πείρας, τα «λόγια σοφίας» που αναφέρονται εδώ αποτελούσαν προφανώς μια θαυματουργική ικανότητα εφαρμογής της γνώσης με επιτυχή τρόπο για την επίλυση προβλημάτων που ανέκυπταν στην εκκλησία. (1Κο 12:8) Ο Παύλος έγραψε επιστολές που αποτέλεσαν μέρος του εμπνευσμένου Λόγου του Θεού «σύμφωνα με τη σοφία που του δόθηκε». (2Πε 3:15, 16) Αυτό το χάρισμα φαίνεται ότι εκδηλωνόταν επίσης με την ικανότητα που είχε κάποιος να κάνει υπεράσπιση στην οποία οι εναντιούμενοι δεν μπορούσαν να αντισταθούν ούτε είχαν να αντιπαραθέσουν τίποτα.—Πρ 6:9, 10.
«Λόγια γνώσης» και «πίστη». Στη Χριστιανική εκκλησία του πρώτου αιώνα όλοι είχαν τη βασική γνώση για τον Ιεχωβά και τον Γιο του, καθώς και για το θέλημα του Θεού και τις απαιτήσεις του για ζωή. Επομένως, τα «λόγια γνώσης» ήταν κάτι που υπερέβαινε τη γνώση που διέθεταν γενικά οι Χριστιανοί και υπερείχε από αυτήν. Ήταν θαυματουργική γνώση. Παρόμοια, η «πίστη» ως χάρισμα του πνεύματος ήταν προφανώς θαυματουργική πίστη η οποία βοηθούσε το άτομο να υπερπηδήσει εμπόδια όμοια με βουνά, τα οποία σε διαφορετική περίπτωση θα παρακώλυαν την υπηρεσία προς τον Θεό.—1Κο 12:8, 9· 13:2.
“Θεραπείες”. Το χάρισμα των θεραπειών φανερωνόταν με την ικανότητα που είχε κάποιος να θεραπεύει εντελώς τις ασθένειες, ανεξάρτητα από τη φύση τους. (Πρ 5:15, 16· 9:33, 34· 28:8, 9) Πριν από την Πεντηκοστή, θεραπείες έκανε ο Ιησούς και οι μαθητές του. Μολονότι μερικοί από τους θεραπευμένους έδειξαν ότι είχαν καταφανή πίστη, δεν απαιτούνταν να προβεί κάποιος σε εκδήλωση πίστης για να θεραπευτεί. (Παράβαλε Ιωα 5:5-9, 13.) Σε μια περίπτωση, ο Ιησούς απέδωσε την αδυναμία των μαθητών του να γιατρέψουν έναν επιληπτικό, όχι στην έλλειψη πίστης εκείνου που ζητούσε να θεραπευτεί ο γιος του, αλλά στην ολιγοπιστία των μαθητών του. (Ματ 17:14-16, 18-20) Ούτε μία φορά δεν αναφέρουν οι Γραφές κάποια περίπτωση στην οποία ο Ιησούς ή οι απόστολοί του να μην μπόρεσαν να γιατρέψουν άλλους εξαιτίας της έλλειψης πίστης εκείνων που ζητούσαν τη θεραπεία. Επιπλέον, αντί ο απόστολος Παύλος να χρησιμοποιήσει το χάρισμα της θεραπείας για να γιατρέψει τις στομαχικές ενοχλήσεις του Τιμόθεου ή αντί να αποδώσει τις συχνές του αρρώστιες στην έλλειψη πίστης του, του συνέστησε να χρησιμοποιεί λίγο κρασί για το στομάχι του.—1Τι 5:23· βλέπε ΘΕΡΑΠΕΙΑ· ΠΙΣΤΗ.
“Δυναμικά έργα”. Τα δυναμικά έργα περιλάμβαναν την ανάσταση νεκρών, την εκβολή δαιμόνων, ακόμη δε και την τύφλωση των εναντιουμένων. (1Κο 12:10) Η φανέρωση τέτοιων δυναμικών έργων είχε ως αποτέλεσμα το να προστίθενται και άλλοι πιστοί στην εκκλησία.—Πρ 9:40, 42· 13:8-12· 19:11, 12, 20.
«Προφητεία». Η προφητεία ήταν μεγαλύτερο χάρισμα από τη γλωσσολαλιά, εφόσον εποικοδομούσε την εκκλησία. Επιπλέον, με αυτόν τον τρόπο οι άπιστοι βοηθούνταν να αναγνωρίσουν ότι ο Θεός ήταν όντως ανάμεσα στους Χριστιανούς. (1Κο 14:3-5, 24, 25) Στη Χριστιανική εκκλησία όλοι μιλούσαν σχετικά με την εκπλήρωση των προφητειών που ήταν καταγραμμένες στο Λόγο του Θεού. (Πρ 2:17, 18) Ωστόσο, όσοι είχαν το θαυματουργικό χάρισμα της προφητείας ήταν σε θέση να προλέγουν μελλοντικά γεγονότα, όπως έκανε ο Άγαβος.—Πρ 11:27, 28· βλέπε ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ· ΠΡΟΦΗΤΗΣ (Προφήτες στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές).
«Διάκριση εμπνευσμένων λόγων». Η διάκριση εμπνευσμένων λόγων περιλάμβανε προφανώς την ικανότητα που είχε κάποιος να διακρίνει αν μια εμπνευσμένη έκφραση προερχόταν από τον Θεό ή όχι. (1Κο 12:10) Αυτό το χάρισμα δεν άφηνε τον κάτοχό του να εξαπατηθεί και να απομακρυνθεί από την αλήθεια και προστάτευε την εκκλησία από τους ψευδοπροφήτες.—1Ιω 4:1· παράβαλε 2Κο 11:3, 4.
«Γλώσσες». Η έκχυση του πνεύματος του Θεού την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. συνοδεύτηκε από το θαυματουργικό χάρισμα των γλωσσών. Οι περίπου 120 μαθητές που ήταν συναγμένοι σε ένα ανώγειο (πιθανώς κοντά στο ναό) έλαβαν την ικανότητα να μιλούν για «τα μεγαλεία του Θεού» στις μητρικές γλώσσες των Ιουδαίων και των προσηλύτων που είχαν έρθει στην Ιερουσαλήμ από μακρινά μέρη για να τηρήσουν τη γιορτή. Αυτή η εκπλήρωση της προφητείας του Ιωήλ απέδειξε ότι ο Θεός χρησιμοποιούσε πλέον τη νέα Χριστιανική εκκλησία και όχι την Ιουδαϊκή. Για να λάβουν τη δωρεά του αγίου πνεύματος, οι Ιουδαίοι και οι προσήλυτοι έπρεπε να μετανοήσουν και να βαφτιστούν στο όνομα του Ιησού.—Πρ 1:13-15· 2:1-47.
Το χάρισμα των γλωσσών αποδείχτηκε πολύ χρήσιμο για τους Χριστιανούς του πρώτου αιώνα οι οποίοι κήρυτταν σε αλλόγλωσσους. Στην ουσία αποτελούσε σημείο για τους απίστους. Ωστόσο, ο Παύλος, γράφοντας στη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου, παρήγγειλε να μη μιλούν όλοι σε γλώσσες όταν συναθροίζονταν, διότι αν έμπαιναν μέσα ξένοι και άπιστοι και δεν καταλάβαιναν, θα συμπέραιναν ότι ήταν τρελοί. Επίσης, συνέστησε να «περιορίζεται [η γλωσσολαλιά] σε δύο ή τρεις το πολύ, και ένας ένας». Εντούτοις, αν δεν υπήρχε μεταφραστής, τότε αυτός που μιλούσε σε γλώσσα έπρεπε να μένει σιωπηλός μέσα στην εκκλησία και να μιλάει στον εαυτό του και στον Θεό. (1Κο 14:22-33) Αν δεν γινόταν μετάφραση, η γλωσσολαλιά από μέρους του δεν θα κατέληγε στην εποικοδόμηση των άλλων, διότι κανείς δεν θα άκουγε τα λόγια του εφόσον θα ήταν άνευ σημασίας για όσους δεν μπορούσαν να τα καταλάβουν.—1Κο 14:2, 4.
Αν αυτός που μιλούσε σε κάποια γλώσσα δεν μπορούσε να μεταφράσει, τότε ούτε ο ίδιος καταλάβαινε τι έλεγε ούτε όσοι δεν γνώριζαν τη συγκεκριμένη γλώσσα. Γι’ αυτό, ο Παύλος παρότρυνε όσους είχαν το χάρισμα των γλωσσών να προσεύχονται για να μεταφράζουν επίσης, ώστε να εποικοδομούν όλους τους ακροατές. Από τα παραπάνω, γίνεται εύκολα κατανοητό γιατί ο Παύλος, υπό θεϊκή έμπνευση, χαρακτήρισε τη γλωσσολαλιά ως κατώτερο δώρο και επισήμανε ότι σε μια εκκλησία θα προτιμούσε να πει πέντε λόγια με το νου του (κατανοητά) παρά 10.000 λόγια σε κάποια γλώσσα.—1Κο 14:11, 13-19.
«Ερμηνεία γλωσσών». Το χάρισμα της ερμηνείας των γλωσσών γινόταν φανερό με την ικανότητα που είχε κάποιος να μεταφράζει μια γλώσσα που του ήταν άγνωστη. (1Κο 12:10) Αυτό το χάρισμα όντως ενίσχυε το χάρισμα της γλωσσολαλιάς, εφόσον ολόκληρη η εκκλησία εποικοδομούνταν ακούγοντας τη μετάφραση.—1Κο 14:5.
Άλλες Λειτουργίες του Πνεύματος. Όταν ο Παύλος ανέφερε μερικές λειτουργίες του πνεύματος σε συνάρτηση με την τοποθέτηση των διαφόρων μελών του σώματος του Χριστού, δήλωσε: «Ο Θεός έχει θέσει τα διάφορα μέλη στην εκκλησία, πρώτον αποστόλους· δεύτερον προφήτες· τρίτον δασκάλους· έπειτα δυναμικά έργα· έπειτα χαρίσματα θεραπειών· υπηρεσίες παροχής βοήθειας, ικανότητες για να δίνεται κατεύθυνση, διάφορες γλώσσες». (1Κο 12:27, 28) Οι «υπηρεσίες παροχής βοήθειας» ίσως περιλάμβαναν τις οργανωμένες διευθετήσεις για την υλική υποβοήθηση των άπορων αδελφών, όπως ήταν η διανομή τροφής σε άπορες χήρες για την οποία διορίστηκαν στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ εφτά άντρες “γεμάτοι πνεύμα και σοφία”. (Πρ 6:1-6) Τις «ικανότητες για να δίνεται κατεύθυνση» τις χρειάζονταν για να συνεχίζουν την αποστολή που τους είχε αναθέσει ο Ιησούς να κάνουν μαθητές. (Ματ 28:19, 20) Το ιεραποστολικό έργο, καθώς και η ίδρυση νέων εκκλησιών και στη συνέχεια η καθοδήγηση των δραστηριοτήτων τους, απαιτούσε επιδέξια κατεύθυνση. Όσον αφορά αυτό το έργο, είναι αξιοσημείωτο ότι ο Παύλος, αναφερόμενος στο ρόλο που έπαιζε στο οικοδομικό πρόγραμμα του Θεού, αποκάλεσε τον εαυτό του “σοφό προϊστάμενο” σχετικά με την κατεύθυνση που έδινε.—1Κο 3:10.
Έλεγχος των Χαρισμάτων του Πνεύματος. Προφανώς όσοι είχαν τα χαρίσματα του πνεύματος ήταν σε θέση να τα χρησιμοποιούν μόνο όταν επενεργούσε σε αυτούς το πνεύμα του Ιεχωβά προκειμένου να τα ασκήσουν. Παραδείγματος χάρη, στην Καισάρεια, παρότι ο Παύλος έμενε στο σπίτι του Φιλίππου ο οποίος «είχε τέσσερις κόρες, παρθένες, που προφήτευαν», δεν προείπε τη σύλληψή του κάποια από αυτές τις κόρες, αλλά ο Άγαβος, ένας προφήτης που είχε έρθει από την Ιουδαία. (Πρ 21:8-11) Στις συναθροίσεις, ένας προφήτης μπορεί να λάβαινε μια αποκάλυψη ενώ μιλούσε κάποιος άλλος προφήτης, αλλά όσοι είχαν τα χαρίσματα του πνεύματος τα κρατούσαν υπό έλεγχο όταν τους περιέβαλλε το πνεύμα του Θεού, δηλαδή μπορούσαν να μη μιλήσουν μέχρι να παρουσιαστεί κατάλληλη ευκαιρία. Επομένως, η προφητεία, η γλωσσολαλιά και η μετάφραση μπορούσαν να λαβαίνουν χώρα εύτακτα στην εκκλησία για την εποικοδόμηση όλων.—1Κο 14:26-33.
-
-
ΔωροδοκίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΔΩΡΟΔΟΚΙΑ
Με γενική έννοια, η προσφορά πλουσιοπάροχης αμοιβής με σκοπό να υποκινηθεί ο αποδέκτης της να ενεργήσει—συνήθως άδικα ή διεφθαρμένα—προς όφελος του δότη. Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «δωροδοκία» (σόχαδ) μπορεί να αποδοθεί και «δώρο». (Εξ 23:8, υποσ.· 1Βα 15:19· Παρ 17:8) Οι Γραφές δείχνουν ότι η δωροληψία οδηγούσε όχι μόνο στη διαστρέβλωση της δικαιοσύνης αλλά ακόμη και σε αιματοχυσία.—Δευ 16:19· 27:25· Ιεζ 22:12.
Η δωροληψία απαγορευόταν συγκεκριμένα από το νόμο του Θεού προς τον Ισραήλ, και ο Ιεχωβά, ως ο Υπέρτατος Κριτής, έθετε το τέλειο παράδειγμα εκδίδοντας πάντοτε αμερόληπτες αποφάσεις και μη δεχόμενος ποτέ δωροδοκία. (Εξ 23:8· 2Χρ 19:7) Επομένως, όσοι θέλουν να φιλοξενηθούν στη σκηνή του Ιεχωβά πρέπει να τον μιμούνται από αυτή την άποψη.—Ψλ 15:1, 5· βλέπε επίσης Ησ 33:15, 16.
Η Αγία Γραφή περιέχει πολλά παραδείγματα ατόμων που δέχτηκαν να δωροδοκηθούν. Η Δαλιδά δωροδοκήθηκε για να προδώσει τον Σαμψών, δεδομένου ότι κάθε άρχοντας του άξονα των Φιλισταίων πλήρωσε 1.100 κομμάτια ασήμι ($2.422, αν τα «κομμάτια ασήμι» ήταν σίκλοι) προς αυτόν το σκοπό. (Κρ 16:5) Οι γιοι του προφήτη και κριτή Σαμουήλ, ανόμοια με τον πατέρα τους, δωροδοκούνταν και διέστρεφαν την κρίση. (1Σα 8:3· 12:3) Ο Δαβίδ μιλάει για εκείνους των οποίων το δεξί χέρι, που έπρεπε να υποστηρίζει το δίκαιο, ήταν γεμάτο δωροδοκία. (Ψλ 26:10) Οι βασιλιάδες Ασά και Άχαζ δωροδόκησαν το βασιλιά της Συρίας και το βασιλιά της Ασσυρίας αντίστοιχα για να λάβουν στρατιωτική βοήθεια. (1Βα 15:18, 19· 2Βα 16:8) Οι επικεφαλής, δηλαδή οι άρχοντες, της άπιστης Ιερουσαλήμ αποδείχτηκαν άτομα που αγαπούσαν τη δωροδοκία. (Ησ 1:23· 5:23· Μιχ 3:11) Αντίθετα με τις συνηθισμένες πόρνες που πληρώνονται, η άπιστη Ιερουσαλήμ δωροδοκούσε τους άλλους για να έρχονται σε αυτήν.—Ιεζ 16:33.
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ο Ιούδας ο Ισκαριώτης ουσιαστικά δωροδοκήθηκε για να προδώσει τον Ιησού Χριστό (Ματ 26:14-16, 47-50), ο δε κυβερνήτης Φήλιξ δεν εκδίκαζε την υπόθεση του Παύλου ελπίζοντας να δωροδοκηθεί από τον απόστολο.—Πρ 24:26, 27.
Οι εκφράσεις «δώρο μέσα από τον κόρφο» και «αυτό που δίνεται στον κόρφο ως δωροδοκία» μπορούν να κατανοηθούν καλύτερα αν λάβουμε υπόψη ότι, στην εβραϊκή, η λέξη «κόρφος» μπορεί επίσης να αναφέρεται στην πτύχωση ενός ενδύματος πάνω από τη ζώνη. Άρα, οι εκφράσεις αυτές υποδηλώνουν ότι αυτό που έδιναν ως δωροδοκία το έκρυβαν προφανώς στην πάνω πτύχωση του ενδύματος και κατόπιν το έδιναν μυστικά σε έναν άλλον, ο οποίος με τη σειρά του το έκρυβε και αυτός εκεί.—Παρ 17:23· 21:14· βλέπε ΔΩΡΑ.
-
-
Εβάλ, ΌροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΑΛ, ΟΡΟΣ
(Εβάλ).
Βουνό που τώρα ταυτίζεται με το Τζέμπελ Εσλαμίγιε (Χαρ Εβάλ) στην περιφέρεια της Σαμάρειας. Το Όρος Εβάλ βρίσκεται απέναντι από το Όρος Γαριζίν, από το οποίο το χωρίζει μια όμορφη, στενή κοιλάδα, η Κοιλάδα της Συχέμ (Κοιλάδα της Ναμπλούς), όπου είναι φωλιασμένη η πόλη Ναμπλούς, σε μικρή απόσταση από την αρχαία Συχέμ. Μόνο στις χαμηλότερες πλαγιές του ευδοκιμεί κάποια βλάστηση όπως αμπέλια και ελαιόδεντρα, ενώ σε μεγαλύτερο υψόμετρο είναι εντελώς άγονο και βραχώδες. Όπως και άλλα βουνά στη Σαμάρεια, το Εβάλ αποτελείται από έναν ασβεστολιθικό πυρήνα με περίβλημα από κρητιδικό πέτρωμα. Βρίσκεται ΒΑ του Όρους Γαριζίν και ορθώνεται σε ύψος 900 μ. και πλέον πάνω από την επιφάνεια της Μεσογείου. Τα Όρη Εβάλ και Γαριζίν βρίσκονται Δ του Ιορδάνη Ποταμού.—Δευ 11:29, 30.
Κοιτάζοντας από την κορυφή του Εβάλ προς το Β, μπορεί να δει κανείς το μεγαλύτερο μέρος της γης της Γαλιλαίας καθώς και το Όρος Αερμών. Προς το Ν βλέπει τα υψώματα στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, και προς τη Δ την Πεδιάδα του Σαρών και τη Μεσόγειο. Προς την Α μπορεί να διακρίνει την Αυράν, στην απέναντι όχθη του Ιορδάνη. Ο Άβραμ (Αβραάμ) είχε κατασκηνώσει κάποτε στην κοιλάδα ανάμεσα σε αυτά τα δύο βουνά, κοντά στα μεγάλα δέντρα του Μορέχ.—Γε 12:6.
Ο Μωυσής είπε στους Ισραηλίτες πως όταν ο Ιεχωβά θα τους έφερνε στη γη που επρόκειτο να πάρουν στην κατοχή τους, “τότε θα έδιναν την ευλογία πάνω στο Όρος Γαριζίν και την κατάρα πάνω στο Όρος Εβάλ”. (Δευ 11:29, 30) Επίσης τους έδωσε την οδηγία να διαλέξουν μεγάλες, άκοπες πέτρες, να τις ασπρίσουν με ασβέστη και να τις στήσουν στο Όρος Εβάλ. Εκεί επρόκειτο να στήσουν ένα θυσιαστήριο, πάνω στο οποίο θα πρόσφεραν θυσίες στον Ιεχωβά. Ο Μωυσής είπε επίσης: «Πρέπει να γράψεις πάνω στις πέτρες όλα τα λόγια αυτού του νόμου, διατυπώνοντάς τα ξεκάθαρα».—Δευ 27:1-8.
Αφού ο Ισραήλ θα περνούσε τον Ιορδάνη, οι φυλές του Ρουβήν, του Γαδ, του Ασήρ, του Ζαβουλών, του Δαν και του Νεφθαλί θα έπρεπε να «σταθούν για την κατάρα στο Όρος Εβάλ» ενώ οι άλλες φυλές θα έπρεπε να «σταθούν να ευλογήσουν το λαό στο Όρος Γαριζίν». Σε εκείνη την περίσταση θα απαγγέλλονταν οι ευλογίες που θα απολάμβαναν όσοι υπάκουαν στο νόμο του Θεού, καθώς και οι κατάρες ή οι αναθεματισμοί που θα έπλητταν όσους παρέβαιναν το νόμο του. (Δευ 27:12-14) Όταν θα εξαγγέλλονταν οι κατάρες για την ανυπακοή, όλος ο λαός έπρεπε να πει «Αμήν!», δηλαδή «Έτσι ας γίνει!», για να δείξουν ότι συμφωνούσαν πως όσοι έπρατταν την πονηρία ήταν άξιοι καταδίκης.—Δευ 27:15-26.
Μετά τη νίκη του Ισραήλ στη Γαι, ο Ιησούς του Ναυή ακολούθησε τις οδηγίες του Μωυσή χτίζοντας ένα θυσιαστήριο για τον Ιεχωβά στο Όρος Εβάλ. Πάνω σε πέτρες (ενδεχομένως—αν και όχι απαραιτήτως—στις πέτρες του ίδιου του θυσιαστηρίου) έγραψε «ένα αντίγραφο του νόμου του Μωυσή, τον οποίο είχε γράψει εκείνος μπροστά στους γιους του Ισραήλ». Έπειτα, ενώπιον της εκκλησίας του Ισραήλ (περιλαμβανομένων των πάροικων) η οποία είχε συναχθεί σύμφωνα με τις υποδείξεις του Μωυσή, ο Ιησούς του Ναυή «διάβασε μεγαλόφωνα όλα τα λόγια του νόμου, την ευλογία και την κατάρα, σύμφωνα με όλα όσα είναι γραμμένα στο βιβλίο του νόμου». Η μισή εκκλησία στεκόταν μπροστά στο Όρος Εβάλ και η άλλη μισή μπροστά στο Όρος Γαριζίν, ενώ η κιβωτός της διαθήκης και οι Λευίτες στέκονταν ανάμεσα στις δύο ομάδες. (Ιη 8:30-35) Οι πλαγιές του Όρους Εβάλ σε συνδυασμό με τις πλαγιές του Όρους Γαριζίν δημιουργούσαν προϋποθέσεις εξαιρετικής ακουστικής για την περίσταση. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι αυτά τα γεγονότα έλαβαν χώρα σχεδόν στην καρδιά της γης της υπόσχεσης και κοντά στο σημείο όπου ο Ιεχωβά υποσχέθηκε τη γη στον προπάτορα του Ισραήλ τον Άβραμ (Αβραάμ).—Γε 12:6, 7.
Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, οι Λευίτες οι οποίοι στέκονταν ανάμεσα στα Όρη Εβάλ και Γαριζίν ήταν στραμμένοι προς το Όρος Γαριζίν όταν απάγγελλαν μια ευλογία, και ο λαός που ήταν συγκεντρωμένος εκεί απαντούσε «Αμήν!» Έπειτα λέγεται ότι στρέφονταν προς το Όρος Εβάλ απαγγέλλοντας μία από τις κατάρες, και όσοι ήταν συγκεντρωμένοι σε εκείνη την πλευρά έλεγαν «Αμήν!» Ωστόσο, οι Γραφές δεν περιγράφουν την ακριβή διαδικασία που ακολουθήθηκε σε εκείνη την ξεχωριστή περίσταση.
Σύμφωνα με τη σαμαρειτική Πεντάτευχο, στο εδάφιο Δευτερονόμιο 27:4 αναφέρεται ότι οι πέτρες έπρεπε να στηθούν στο Όρος «Γαριζίν». Ωστόσο, σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, τη λατινική Βουλγάτα, τη συριακή Πεσίτα και τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, στο σημείο αυτό υπάρχει η λέξη «Εβάλ». Τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 8:30-32 υποδηλώνουν ότι ο Ιησούς του Ναυή έστησε στο Όρος Εβάλ τις πέτρες πάνω στις οποίες είχε γράψει «ένα αντίγραφο του νόμου του Μωυσή».—Βλέπε ΓΑΡΙΖΙΝ, ΟΡΟΣ.
[Εικόνα στη σελίδα 819]
Άποψη του Όρους Εβάλ από το Όρος Γαριζίν
-
-
ΕβδομάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΔΟΜΑΔΑ
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «εβδομάδα» (σαβούα‛) αναφέρεται κατά κυριολεξία σε μια εφταμερή μονάδα ή περίοδο. Η λέξη σάββατον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου παράγεται από την αντίστοιχη εβραϊκή λέξη σαμπάθ.
Ο υπολογισμός των ημερών σε κύκλους των εφτά ανάγεται στο μακρινό παρελθόν της ανθρώπινης ιστορίας. Το προηγούμενο για αυτή τη χρονική διαίρεση το έθεσε ο Ιεχωβά Θεός διαιρώντας το διάστημα κατά το οποίο πραγματοποίησε το δημιουργικό του έργο σε έξι ημέρες, ή αλλιώς μονάδες χρόνου, επιστέγασμα των οποίων αποτέλεσε η έβδομη ημέρα ανάπαυσης. (Γε 2:2, 3) Στη συνέχεια, η επόμενη αναφορά σε κάποιον κύκλο εφτά ημερών γίνεται σε συνάρτηση με τον Νώε, τον καιρό του Κατακλυσμού, αλλά σε αυτή την περίπτωση δεν γίνεται λόγος για κάποια έβδομη ημέρα ανάπαυσης. (Γε 7:4, 10· 8:10, 12) Οι γαμήλιοι εορτασμοί διαρκούσαν εφτά ημέρες στην Παδάν-αράμ και στη Φιλιστία. (Γε 29:27, 28· Κρ 14:12, 17) Οι επικήδειες τελετές για τον Ιακώβ διήρκεσαν επίσης εφτά ημέρες. (Γε 50:10) Ωστόσο, το Βιβλικό υπόμνημα δεν λέει ότι αυτές οι αρχικές εφταήμερες περίοδοι χαρακτηρίζονταν από εβδομαδιαία διάταξη, έχοντας μια σταθερή εναρκτήρια ημέρα και ακολουθούμενες από άλλες αντίστοιχες εφταήμερες περιόδους. Σε μερικούς αρχαίους λαούς οι εφταήμεροι κύκλοι καθορίζονταν από τις τέσσερις φάσεις της σελήνης και άρχιζαν ξανά με κάθε νέα σελήνη. Εφόσον ο σεληνιακός μήνας διαρκεί 29 ή 30 ημέρες, οι εφταήμεροι κύκλοι δεν είναι δυνατόν να είναι απόλυτα διαδοχικοί.
Μια από τις πρώτες αναφορές σε δεκαήμερη περίοδο βρίσκουμε στο εδάφιο Γένεση 24:55. Στην αρχαία Αίγυπτο ο χρόνος διαιρούνταν σε δεκαήμερους κύκλους (τρεις κύκλους το μήνα), οι δε Ισραηλίτες προφανώς εξοικειώθηκαν με αυτόν τον υπολογισμό κατά τη μακρά παραμονή τους στην Αίγυπτο.
Υπό το Νόμο. Η πρώτη θεϊκή διάταξη που απαιτούσε την τήρηση μιας ορισμένης εφταήμερης περιόδου εμφανίζεται σε συνάρτηση με τις οδηγίες για το Πάσχα. Αυτή η περίοδος αποτέλεσε την ετήσια Γιορτή των Άζυμων Άρτων, την οποία γιόρταζαν έκτοτε οι Ισραηλίτες μετά το Πάσχα. Τόσο η πρώτη ημέρα όσο και η έβδομη, δηλαδή η τελευταία, έπρεπε να είναι ημέρες ανάπαυσης.—Εξ 12:14-20· 13:6-10.
Θεσπίζεται η ημέρα του Σαββάτου. Εντούτοις, μετά την εγκαινίαση αυτής της ειδικής εβδομάδας ακολούθησε μια περίοδος περίπου ενός μηνός στη διάρκεια της οποίας οι Ισραηλίτες μετακινούνταν κατά την Έξοδό τους από την Αίγυπτο, και σε αυτή την περίοδο δεν αναφέρεται ότι τήρησαν κάποια εβδομάδα που έληξε με μια έβδομη ημέρα ανάπαυσης. Μετά τη 15η ημέρα του δεύτερου μήνα της Εξόδου τους από τη γη της Αιγύπτου, ο Ιεχωβά άρχισε να τους δίνει το μάννα, και τότε έλαβαν για πρώτη φορά την οδηγία να τηρούν τακτικά το Σάββατο κάθε έβδομη ημέρα. (Εξ 16:1, 4, 5, 22-30) Η τήρηση του Σαββάτου επέφερε κατ’ ανάγκην τη διαίρεση των ημερών σε διαδοχικές εβδομάδες, διαίρεση που ήταν ανεξάρτητη από τις σεληνιακές μηνιαίες περιόδους. Κατόπιν, αυτή η τήρηση καταστάθηκε από τον Θεό νομική διάταξη της διαθήκης του Νόμου που δόθηκε μέσω του Μωυσή στο έθνος του Ισραήλ.—Εξ 20:8-11· Δευ 5:12-15.
Εορταστικές περίοδοι. Ο Νόμος προέβλεπε, φυσικά, ορισμένες εφταήμερες εορταστικές περιόδους οι οποίες δεν άρχιζαν ούτε έληγαν απαραίτητα σύμφωνα με την κανονική εβδομάδα, η οποία καθοριζόταν με βάση το Σάββατο. Άρχιζαν κάποια συγκεκριμένη ημέρα του σεληνιακού μήνα, οπότε η εναρκτήρια ημέρα τους συνέπιπτε με διαφορετική ημέρα της εβδομάδας από χρόνο σε χρόνο. Αυτό ίσχυε για τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων, η οποία ακολουθούσε το Πάσχα και λάβαινε χώρα στις 15-21 Νισάν, καθώς και για τη Γιορτή των Σκηνών που λάβαινε χώρα στις 15-21 Εθανίμ. Επίσης, η Γιορτή των Εβδομάδων, ή αλλιώς Πεντηκοστή, βασιζόταν σε έναν υπολογισμό εφτά εβδομάδων και μιας ημέρας, αλλά οι εφτά εβδομάδες άρχιζαν να υπολογίζονται από τις 16 Νισάν και έτσι δεν συνέπιπταν πάντα με τις κανονικές εβδομάδες, οι οποίες έληγαν με τα κανονικά Σάββατα.—Εξ 12:2, 6, 14-20· Λευ 23:5-7, 15, 16· Δευ 16:9, 10, 13.
Οι ημέρες της εβδομάδας δεν είχαν ονόματα, αλλά προσδιορίζονταν απλώς αριθμητικά, εκτός από την έβδομη ημέρα, η οποία ονομαζόταν “σάββατο”. (Εξ 20:8) Αυτό ίσχυε και στις ημέρες του Ιησού και των αποστόλων του, μολονότι η προηγουμένη του Σαββάτου ονομαζόταν «Προετοιμασία» (παρασκευή, Κείμενο).—Ματ 28:1· Πρ 20:7· Μαρ 15:42· Ιωα 19:31.
Εφταήμερες και εφταετείς περίοδοι. Λόγω της σπουδαιότητας που προσέδιδε η διαθήκη του Νόμου στο Σάββατο, δηλαδή στην έβδομη ημέρα, συνήθιζαν να χρησιμοποιούν τη λέξη «σάββατο» με την έννοια ολόκληρης της εβδομάδας των εφτά ημερών. (Λευ 23:15, 16) Η λέξη αυτή χρησιμοποιούνταν παρόμοια και για το έβδομο έτος, το σαββατιαίο έτος ανάπαυσης για τη γη. Επίσης, αντιπροσώπευε ολόκληρη την εφταετή περίοδο, ή αλλιώς εβδομάδα ετών, η οποία έληγε με σαββατιαίο έτος. (Λευ 25:2-8) Το Ιουδαϊκό Μισνά χρησιμοποιεί επανειλημμένα την έκφραση «εβδομάδα ετών».—Σεβιίτ 4:7-9· Σάνχεδριν 5:1· βλέπε ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ (Μεσσιανική Προφητεία).
-
-
Εβδομήντα ΕβδομάδεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
Προφητική περίοδος χρόνου η οποία αναφέρεται στα εδάφια Δανιήλ 9:24-27. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου επρόκειτο να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ και να εμφανιστεί ο Μεσσίας και κατόπιν να εκκοπεί, ενώ έπειτα από αυτή την περίοδο θα ερημωνόταν τόσο η πόλη όσο και ο άγιος τόπος.
Το πρώτο έτος του Δαρείου, «του γιου του Ασσουήρη από το σπέρμα των Μήδων», ο προφήτης Δανιήλ διέκρινε από την προφητεία του Ιερεμία ότι ο καιρός της απελευθέρωσης των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα και της επιστροφής τους στην Ιερουσαλήμ είχε πλησιάσει. Τότε ο Δανιήλ αναζήτησε επιμελώς τον Ιεχωβά μέσω προσευχής, σε αρμονία με τα λόγια του Ιερεμία: «“Και θα με καλέσετε και θα έρθετε και θα προσευχηθείτε σε εμένα, και εγώ θα σας ακούσω. Και θα με εκζητήσετε και θα με βρείτε, γιατί θα με αναζητήσετε με όλη σας την καρδιά. Και θα σας αφήσω να με βρείτε”, λέει ο Ιεχωβά. . . . “Και θα σας επαναφέρω στον τόπο από όπου σας έκανα να φύγετε για να πάτε εξορία”».—Ιερ 29:10-14· Δα 9:1-4.
Καθώς ο Δανιήλ προσευχόταν, ο Ιεχωβά έστειλε τον άγγελό του τον Γαβριήλ με μια προφητεία την οποία αποδέχονται ως Μεσσιανική σχεδόν όλοι οι σχολιαστές της Αγίας Γραφής, παρότι υπάρχουν πολλές παραλλαγές στην ερμηνεία που της δίνουν. Ο Γαβριήλ είπε:
«Εβδομήντα εβδομάδες έχουν καθοριστεί για το λαό σου και για την άγια πόλη σου, προκειμένου να τερματιστεί η παράβαση και να εξαλειφθεί η αμαρτία και να γίνει εξιλέωση για το σφάλμα και να εισαχθεί δικαιοσύνη που θα παραμένει στους αιώνες και να μπει σφραγίδα σε όραμα και προφήτη και να χριστούν τα Άγια των Αγίων. Και πρέπει να γνωρίσεις και να αποκτήσεις την ενόραση ότι, από τότε που θα βγει ο λόγος να αποκατασταθεί και να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ ως τον Μεσσία τον Ηγέτη, θα είναι εφτά εβδομάδες και εξήντα δύο εβδομάδες. Αυτή θα επιστρέψει και μάλιστα θα ανοικοδομηθεί, με πλατεία και τάφρο, αλλά σε καιρούς στενοχώριας. Και μετά τις εξήντα δύο εβδομάδες, ο Μεσσίας θα εκκοπεί, χωρίς τίποτα για τον εαυτό του. Και την πόλη και τον άγιο τόπο θα τα καταστρέψει ο λαός ενός ηγέτη που θα έρθει. Και το τέλος του θα είναι από πλημμύρα. Και μέχρι το τέλος θα υπάρχει πόλεμος· αυτό που έχει αποφασιστεί είναι ερημώσεις. Και αυτός θα διατηρήσει τη διαθήκη σε ισχύ για τους πολλούς επί μία εβδομάδα· και στο μισό της εβδομάδας θα κάνει να πάψει η θυσία και η προσφορά δώρων. Και πάνω στη φτερούγα αηδιαστικών πραγμάτων θα είναι αυτός που προκαλεί ερήμωση· και μέχρις εξόντωσης, το πράγμα που έχει αποφασιστεί θα εκχέεται επίσης πάνω σε αυτό που κείτεται έρημο».—Δα 9:24-27.
Μεσσιανική Προφητεία. Είναι ολοφάνερο ότι αυτή η προφητεία έχει μεγάλη αξία για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του Μεσσία. Είναι υψίστης σπουδαιότητας να καθορίσουμε το χρόνο έναρξης των 70 εβδομάδων, καθώς και τη διάρκειά τους. Αν ήταν κατά γράμμα εβδομάδες με εφτά ημέρες η καθεμιά, τότε είτε η προφητεία έμεινε ανεκπλήρωτη, πράγμα αδύνατον (Ησ 55:10, 11· Εβρ 6:18), είτε ο Μεσσίας ήρθε πριν από 24 αιώνες και πλέον, την εποχή της Περσικής Αυτοκρατορίας, και δεν αναγνωρίστηκε η ταυτότητά του. Αν αληθεύει το τελευταίο, τότε δεν εκπληρώθηκαν τα άλλα πάμπολλα χαρακτηριστικά που εκτίθενται ρητά στην Αγία Γραφή σχετικά με τον Μεσσία. Επομένως, είναι προφανές ότι οι 70 εβδομάδες συμβόλιζαν μια πολύ μεγαλύτερη χρονική περίοδο. Η φύση των γεγονότων που περιγράφονται στην προφητεία ήταν τέτοια ώστε αυτά δεν θα μπορούσαν εκ των πραγμάτων να συμβούν μέσα σε 70 κατά γράμμα εβδομάδες, δηλαδή μέσα σε λίγο περισσότερο από ένα έτος και τέσσερις μήνες. Η πλειονότητα των Βιβλικών λογίων συμφωνεί ότι οι «εβδομάδες» της προφητείας είναι εβδομάδες ετών. Μερικές μεταφράσεις χρησιμοποιούν την απόδοση «εβδομήντα εβδομάδες ετών» (AT, Mo, RS, ΚΛΠ, ΛΧ). Μια μετάφραση της Γραφής που εκδόθηκε το 1985 στην αγγλική από την Ιουδαϊκή Εκδοτική Εταιρία, η Τανάκ, περιλαμβάνει επίσης αυτή την απόδοση σε υποσημείωση.—Βλέπε Δα 9:24, υποσ.
Πότε ακριβώς ξεκίνησαν οι προφητικές «εβδομήντα εβδομάδες»;
Όσον αφορά την έναρξη των 70 εβδομάδων, ο Νεεμίας έλαβε την άδεια από τον Βασιλιά Αρταξέρξη της Περσίας, το 20ό έτος της διακυβέρνησής του, το μήνα Νισάν, να ανοικοδομήσει το τείχος και την πόλη της Ιερουσαλήμ. (Νε 2:1, 5, 7, 8) Φαίνεται ότι ο Νεεμίας χρησιμοποίησε στους υπολογισμούς του για τη διακυβέρνηση του Αρταξέρξη ένα ημερολογιακό έτος που ξεκινούσε με το μήνα Τισρί (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος), παρόμοια με το σύγχρονο πολιτικό ημερολόγιο των Ιουδαίων, και τελείωνε με το μήνα Ελούλ (Αύγουστος-Σεπτέμβριος) ως δωδέκατο μήνα. Δεν είναι γνωστό όμως αν επρόκειτο για δικό του τρόπο υπολογισμού ή για μέθοδο που εφαρμοζόταν γενικότερα στην Περσία για συγκεκριμένους σκοπούς.
Μερικοί ίσως αντιτίθενται στην παραπάνω δήλωση και ίσως παραπέμπουν στο εδάφιο Νεεμίας 7:73, όπου ο Νεεμίας παρουσιάζει τους Ισραηλίτες συγκεντρωμένους στις πόλεις τους τον έβδομο μήνα—εδώ η σειρά των μηνών βασίζεται στο έτος που έχει αρχή και τέλος το μήνα Νισάν. Αλλά σε αυτό το σημείο ο Νεεμίας αντέγραφε από «το βιβλίο της γενεαλογικής καταγραφής εκείνων που ανέβηκαν αρχικά» με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Νε 7:5) Επιπλέον, ο Νεεμίας περιγράφει έναν εορτασμό της Γιορτής των Σκηνών στην εποχή του και δείχνει ότι αυτός έλαβε χώρα τον έβδομο μήνα. (Νε 8:9, 13-18) Αυτό ήταν πολύ κατάλληλο επειδή το υπόμνημα λέει ότι βρήκαν «γραμμένο στο νόμο» αυτό που είχε προστάξει ο Ιεχωβά, και σε αυτόν το νόμο, στα εδάφια Λευιτικό 23:39-43, αναφέρεται ότι η Γιορτή των Σκηνών έπρεπε να τελείται «τον έβδομο μήνα» (δηλαδή του θρησκευτικού ημερολογίου, που είχε αρχή και τέλος το μήνα Νισάν).
Ωστόσο, ένα στοιχείο που υποδεικνύει ότι ο Νεεμίας, αναφερόμενος σε διάφορα γεγονότα, πιθανώς χρησιμοποιούσε έτος με αρχή και τέλος το φθινόπωρο προκύπτει από την αντιπαραβολή των περικοπών Νεεμίας 1:1-3 και 2:1-8. Στην πρώτη περικοπή ο Νεεμίας λέει ότι έλαβε τα άσχημα νέα για την κατάσταση της Ιερουσαλήμ το μήνα Χισλέβ (τρίτο μήνα του πολιτικού ημερολογίου και ένατο του θρησκευτικού ημερολογίου), το 20ό έτος του Αρταξέρξη. Στη δεύτερη, παρουσιάζει στο βασιλιά το αίτημά του, ζητώντας να του επιτραπεί να πάει και να ανοικοδομήσει την Ιερουσαλήμ, και λαβαίνει την άδεια το μήνα Νισάν (έβδομο μήνα του πολιτικού ημερολογίου και πρώτο του θρησκευτικού), αλλά ακόμη εντός του 20ού έτους του Αρταξέρξη. Συνεπώς, είναι φανερό ότι ο Νεεμίας δεν μετρούσε τα έτη της διακυβέρνησης του Αρταξέρξη με αρχή και τέλος το μήνα Νισάν.
Για να καθορίσουμε τη χρονολογία του 20ού έτους του Αρταξέρξη, ανατρέχουμε στο τέλος της βασιλείας του πατέρα και προκατόχου του, του Ξέρξη, ο οποίος πέθανε μετά τα μέσα του 475 Π.Κ.Χ. Επομένως, το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη στο θρόνο ξεκίνησε το 475 Π.Κ.Χ., το δε πρώτο βασιλικό του έτος θα υπολογιζόταν από το 474 Π.Κ.Χ., όπως δείχνουν άλλα ιστορικά στοιχεία. Ως εκ τούτου, το 20ό έτος της διακυβέρνησης του Αρταξέρξη θα ήταν το 455 Π.Κ.Χ.—Βλέπε ΠΕΡΣΙΑ, ΠΕΡΣΕΣ (Η Βασιλεία του Ξέρξη και του Αρταξέρξη).
«Από Τότε που θα Βγει ο Λόγος». Η προφητεία αναφέρει ότι θα μεσολαβούσαν 69 εβδομάδες ετών “από τότε που θα έβγαινε ο λόγος να αποκατασταθεί και να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ ως τον Μεσσία τον Ηγέτη”. (Δα 9:25) Οι ιστορικές πηγές, παράλληλα με την Αγία Γραφή, παρέχουν αποδείξεις ότι ο Ιησούς ήρθε στον Ιωάννη για να βαφτιστεί, και έτσι έγινε ο Χρισμένος—ο Μεσσίας ο Ηγέτης—στις αρχές του φθινοπώρου του 29 Κ.Χ. (Βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ [Πότε Γεννήθηκε και Πόσο Διήρκεσε η Διακονία Του].) Υπολογίζοντας αντίστροφα από αυτό το κομβικό σημείο της ιστορίας, μπορούμε να προσδιορίσουμε ότι οι 69 εβδομάδες ετών άρχισαν το 455 Π.Κ.Χ. Στη διάρκεια εκείνου του έτους “βγήκε” αυτός ο βαρυσήμαντος “λόγος περί αποκατάστασης και ανοικοδόμησης της Ιερουσαλήμ”.
Το μήνα Νισάν (Μάρτιος-Απρίλιος) του 20ού έτους της διακυβέρνησης του Αρταξέρξη (455 Π.Κ.Χ.), ο Νεεμίας υπέβαλε το εξής αίτημα στο βασιλιά: «Αν ο υπηρέτης σου φαίνεται καλός μπροστά σου, να με στείλεις στον Ιούδα, στην πόλη όπου βρίσκονται οι τάφοι των προπατόρων μου, για να την ανοικοδομήσω». (Νε 2:1, 5) Ο βασιλιάς παραχώρησε την άδεια και ο Νεεμίας πραγματοποίησε το μακρινό ταξίδι από τα Σούσα στην Ιερουσαλήμ. Περίπου στις τέσσερις του Αβ (Ιούλιος-Αύγουστος), και αφού επιθεώρησε τα τείχη τη νύχτα, ο Νεεμίας έδωσε την εντολή στους Ιουδαίους: «Ελάτε να ανοικοδομήσουμε το τείχος της Ιερουσαλήμ, για να μη συνεχίσουμε να είμαστε όνειδος». (Νε 2:11-18) Επομένως, “ο λόγος που βγήκε” για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ, με την εξουσιοδότηση του Αρταξέρξη, τέθηκε σε εφαρμογή από τον Νεεμία στην Ιερουσαλήμ το ίδιο έτος. Αυτό καθορίζει σαφώς το 455 Π.Κ.Χ. ως το έτος από το οποίο αρχίζουν να υπολογίζονται οι 70 εβδομάδες.
Οι επισκευές στα τείχη ολοκληρώθηκαν την 25η ημέρα του Ελούλ (Αύγουστος-Σεπτέμβριος), μέσα σε 52 μόνο ημέρες. (Νε 6:15) Μετά την ανοικοδόμηση των τειχών, προχώρησαν οι επισκευές στην υπόλοιπη Ιερουσαλήμ. Όσον αφορά τις πρώτες εφτά «εβδομάδες» (49 έτη), ο Νεεμίας, με τη συμβολή του Έσδρα και στη συνέχεια άλλων που πιθανώς τους διαδέχθηκαν, εργάστηκε «σε καιρούς στενοχώριας», με δυσκολίες εκ των έσω, που ανέκυπταν από τους ίδιους τους Ιουδαίους, και εκ των έξω, από την πλευρά των Σαμαρειτών και άλλων. (Δα 9:25) Το βιβλίο του Μαλαχία, που γράφτηκε μετά το 443 Π.Κ.Χ., επικρίνει την άσχημη κατάσταση στην οποία είχε περιπέσει ήδη τότε το Ιουδαϊκό ιερατείο. Η επιστροφή του Νεεμία στην Ιερουσαλήμ ύστερα από μια επίσκεψη στον Αρταξέρξη (παράβαλε Νε 5:14· 13:6, 7) θεωρείται μεταγενέστερο γεγονός. Η Αγία Γραφή δεν αποκαλύπτει επί πόσο καιρό μετά το 455 Π.Κ.Χ. συνέχισε αυτός προσωπικά τις προσπάθειες για την οικοδόμηση της Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, οι εργασίες προφανώς ολοκληρώθηκαν μέσα σε 49 έτη (εφτά εβδομάδες ετών) στον απαραίτητο βαθμό, και η Ιερουσαλήμ και ο ναός της συνέχισαν να υφίστανται, σε αναμονή της έλευσης του Μεσσία.—Βλέπε ΜΑΛΑΧΙΑΣ (ΒΙΒΛΙΟ) (Χρόνος Συγγραφής).
Η Έλευση του Μεσσία Έπειτα από “Εξήντα Εννιά Εβδομάδες”. Όσον αφορά τις επόμενες «εξήντα δύο εβδομάδες» (Δα 9:25), εφόσον αυτές αποτελούν μέρος των 70 και τοποθετούνται δεύτερες στη σειρά, θα συνεχίζονταν μετά την ολοκλήρωση των “εφτά εβδομάδων”. Συνεπώς, “από τότε που θα έβγαινε ο λόγος” για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ ως «τον Μεσσία τον Ηγέτη» θα μεσολαβούσαν 7 συν 62 «εβδομάδες», δηλαδή 69 «εβδομάδες»—483 έτη—από το 455 Π.Κ.Χ. ως το 29 Κ.Χ. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το φθινόπωρο εκείνου του έτους, του 29 Κ.Χ., βαφτίστηκε ο Ιησούς στο νερό, χρίστηκε με άγιο πνεύμα και ξεκίνησε τη διακονία του ως “ο Μεσσίας ο Ηγέτης”.—Λου 3:1, 2, 21, 22.
Έτσι λοιπόν, αιώνες πριν από την έλευση του Μεσσία, η προφητεία του Δανιήλ προσδιόρισε το ακριβές έτος αυτής της έλευσης. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι οι Ιουδαίοι του πρώτου αιώνα Κ.Χ. είχαν κάνει υπολογισμούς βάσει της προφητείας του Δανιήλ για την εμφάνιση του Μεσσία. Η Αγία Γραφή όμως αναφέρει: «Καθώς, λοιπόν, ο λαός βρισκόταν σε αναμονή και όλοι διαλογίζονταν μέσα στις καρδιές τους σχετικά με τον Ιωάννη: “Μήπως είναι αυτός ο Χριστός;”» (Λου 3:15) Μολονότι ανέμεναν τον Μεσσία, δεν μπορούσαν προφανώς να προσδιορίσουν ακριβώς το μήνα, την εβδομάδα ή την ημέρα της έλευσής του. Γι’ αυτό και αναρωτιούνταν αν ο Ιωάννης ήταν ο Χριστός, παρότι ο Ιωάννης ξεκίνησε προφανώς τη διακονία του την άνοιξη του 29 Κ.Χ., περίπου έξι μήνες προτού παρουσιαστεί για βάφτισμα ο Ιησούς.
«Θα εκκοπεί» στο μισό της εβδομάδας. Ο Γαβριήλ είπε επιπλέον στον Δανιήλ: «Μετά τις εξήντα δύο εβδομάδες, ο Μεσσίας θα εκκοπεί, χωρίς τίποτα για τον εαυτό του». (Δα 9:26) Λίγο καιρό μετά το τέλος των “εφτά συν εξήντα δύο εβδομάδων”, συγκεκριμένα περίπου τριάμισι χρόνια αργότερα, ο Χριστός εκκόπηκε πεθαίνοντας σε ένα ξύλο βασανισμού και παρέδωσε όλα όσα είχε ως λύτρο για την ανθρωπότητα. (Ησ 53:8) Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Ιησούς αφιέρωσε στη διακονία το πρώτο μισό της «εβδομάδας». Σε κάποια περίπτωση, πιθανότατα το φθινόπωρο του 32 Κ.Χ., είπε μια παραβολή, παρομοιάζοντας προφανώς το Ιουδαϊκό έθνος με συκιά (παράβαλε Ματ 17:15-20· 21:18, 19, 43) η οποία δεν είχε καρποφορήσει επί «τρία χρόνια». Ο αμπελουργός είπε στον ιδιοκτήτη του αμπελώνα: «Κύριε, άφησέ την και αυτόν το χρόνο ώσπου να σκάψω γύρω της και να βάλω κοπριά· και αν μεν παραγάγει καρπό στο μέλλον, έχει καλώς· αλλά αν όχι, θα την κόψεις». (Λου 13:6-9) Ίσως εδώ αναφέρθηκε στη χρονική περίοδο της δικής του διακονίας σε αυτό το μη δεκτικό έθνος, η οποία είχε διαρκέσει ως τότε τρία περίπου χρόνια και επρόκειτο να εισέλθει στον τέταρτο χρόνο.
Διαθήκη σε ισχύ «επί μία εβδομάδα». Το εδάφιο Δανιήλ 9:27 δηλώνει: «Και αυτός θα διατηρήσει τη διαθήκη σε ισχύ για τους πολλούς επί μία εβδομάδα [ή εφτά χρόνια]· και στο μισό της εβδομάδας θα κάνει να πάψει η θυσία και η προσφορά δώρων». Η «διαθήκη» αυτή δεν θα μπορούσε να είναι η διαθήκη του Νόμου, διότι η θυσία του Χριστού, τριάμισι χρόνια μετά την έναρξη της 70ής «εβδομάδας», κατέληξε στην απόσυρση αυτής της διαθήκης από τον Θεό: «Το έχει βγάλει από τη μέση [δηλαδή το Νόμο] καρφώνοντάς το στο ξύλο του βασανισμού». (Κολ 2:14) Επίσης, «ο Χριστός, μέσω εξαγοράς, μας απελευθέρωσε από την κατάρα του Νόμου . . . Ο σκοπός ήταν να γίνει η ευλογία του Αβραάμ πραγματικότητα για τα έθνη μέσω του Ιησού Χριστού». (Γα 3:13, 14) Ο Θεός, μέσω του Χριστού, πρόσφερε πράγματι τις ευλογίες της Αβραμιαίας διαθήκης στους φυσικούς απογόνους του Αβραάμ, αποκλείοντας τους Εθνικούς μέχρις ότου μεταδόθηκε το ευαγγέλιο σε αυτούς μέσω του κηρύγματος που έκανε ο Πέτρος στον Ιταλό Κορνήλιο. (Πρ 3:25, 26· 10:1-48) Αυτή η μεταστροφή του Κορνήλιου και του σπιτικού του συνέβη μετά τη μεταστροφή του Σαούλ από την Ταρσό, η οποία γενικά θεωρείται ότι έλαβε χώρα περίπου το 34 Κ.Χ. και μετά την οποία η εκκλησία απόλαυσε μια περίοδο ειρήνης, ενώ παράλληλα εποικοδομούνταν. (Πρ 9:1-16, 31) Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Κορνήλιος συνταυτίστηκε με τη Χριστιανική εκκλησία περίπου το φθινόπωρο του 36 Κ.Χ., δηλαδή στο τέλος της 70ής «εβδομάδας», 490 έτη μετά το 455 Π.Κ.Χ.
“Κάνει να πάψουν” οι θυσίες και οι προσφορές. Η έκφραση “κάνω να πάψει”, που χρησιμοποιείται σε συνάρτηση με τη θυσία και την προσφορά δώρων, σημαίνει κατά κυριολεξία «προκαλώ ή επιφέρω σάββατο, κάνω κάποιον να αναπαυτεί, να απέχει από εργασία». «Η θυσία και η προσφορά δώρων» που “θα έπαυαν”, σύμφωνα με το εδάφιο Δανιήλ 9:27, δεν θα μπορούσαν να σημαίνουν τη λυτρωτική θυσία του Ιησού ούτε θα μπορούσαν λογικά να εννοούν κάποια πνευματική θυσία από μέρους των πιστών ακολούθων του. Πρέπει να αναφέρονται στις θυσίες και στις προσφορές δώρων που έκαναν οι Ιουδαίοι στο ναό της Ιερουσαλήμ σύμφωνα με το Νόμο του Μωυσή.
Το «μισό της εβδομάδας» θα έπεφτε στο μέσο των εφτά ετών, δηλαδή μετά την παρέλευση τρεισήμισι χρόνων μέσα σε αυτή την «εβδομάδα» ετών. Εφόσον η 70ή «εβδομάδα» ξεκίνησε περίπου το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ. όταν βαφτίστηκε ο Ιησούς και χρίστηκε ως Χριστός, το μισό αυτής της εβδομάδας (τριάμισι χρόνια) θα έφτανε ως την άνοιξη του 33 Κ.Χ., δηλαδή ως το Πάσχα (14 Νισάν) εκείνου του έτους. Αυτή η ημέρα φαίνεται ότι ήταν η 1η Απριλίου του 33 Κ.Χ. σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο. (Βλέπε ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ [Πότε Θεσπίστηκε].) Ο απόστολος Παύλος μάς λέει ότι ο Ιησούς “ήρθε για να κάνει το θέλημα του Θεού”, το οποίο ήταν “να καταργήσει το πρώτο [τις θυσίες και τις προσφορές σύμφωνα με το Νόμο] για να εδραιώσει το δεύτερο”. Το έκανε αυτό προσφέροντας ως θυσία το ίδιο του το σώμα.—Εβρ 10:1-10.
Παρότι οι Ιουδαίοι ιερείς εξακολούθησαν να προσφέρουν θυσίες στο ναό της Ιερουσαλήμ μέχρι την καταστροφή της το 70 Κ.Χ., οι θυσίες για αμαρτία έπαψαν να γίνονται αποδεκτές και να θεωρούνται έγκυρες από τον Θεό. Ακριβώς πριν από το θάνατό του ο Ιησούς είπε στην Ιερουσαλήμ: «Ο οίκος σας εγκαταλείπεται σε εσάς». (Ματ 23:38) Ο Χριστός «πρόσφερε μία θυσία για αμαρτίες παντοτινά . . . Διότι με μία θυσιαστική προσφορά έχει τελειοποιήσει παντοτινά εκείνους που αγιάζονται». «Εκεί δε που υπάρχει συγχώρηση [αμαρτιών και άνομων πράξεων], δεν υπάρχει πια προσφορά για αμαρτία». (Εβρ 10:12-14, 18) Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι η προφητεία του Ιερεμία μίλησε για μια νέα διαθήκη, η οποία καθιστά την προηγούμενη (τη διαθήκη του Νόμου) παλιά και γερασμένη και τη φέρνει “πλησίον αφανισμού”.—Εβρ 8:7-13.
Τερματισμός της παράβασης και της αμαρτίας. Η εκκοπή του Ιησού στο θάνατο, η ανάστασή του και η εμφάνισή του στον ουρανό είχαν ως αποτέλεσμα «να τερματιστεί η παράβαση και να εξαλειφθεί η αμαρτία και να γίνει εξιλέωση για το σφάλμα». (Δα 9:24) Η διαθήκη του Νόμου είχε εκθέσει και καταδικάσει τους Ιουδαίους ως αμαρτωλούς και επέφερε σε αυτούς την κατάρα της παράβασης της διαθήκης. Αλλά όπου «αφθόνησε» η αμαρτία, όπως την εξέθετε ή την αποκάλυπτε ο Μωσαϊκός Νόμος, αφθόνησε πολύ περισσότερο το έλεος και η εύνοια του Θεού μέσω του Μεσσία Του. (Ρω 5:20) Με τη θυσία του Μεσσία, η παράβαση και η αμαρτία των μετανοημένων αμαρτωλών μπορούν να διαγραφούν και έτσι να αρθεί η ποινή τους.
Εισάγεται αιώνια δικαιοσύνη. Η αξία του θανάτου του Χριστού πάνω στο ξύλο εξασφάλισε συμφιλίωση για τους μετανοημένους πιστούς. Ένα εξιλαστήριο κάλυμμα απλώθηκε πάνω από τις αμαρτίες τους και ανοίχτηκε ο δρόμος για να “ανακηρυχτούν δίκαιοι” από τον Θεό. Αυτή η δικαιοσύνη θα είναι αιώνια και θα παράσχει αιώνια ζωή για αυτούς που ανακηρύσσονται δίκαιοι.—Ρω 3:21-25.
Χρίονται τα Άγια των Αγίων. Ο Ιησούς χρίστηκε με άγιο πνεύμα τη στιγμή του βαφτίσματός του, όταν το άγιο πνεύμα ήρθε πάνω του και έγινε ορατό με τη μορφή περιστεριού. Αλλά το χρίσμα στα «Άγια των Αγίων» περιλαμβάνει περισσότερα από το χρίσμα του Μεσσία, διότι αυτή η έκφραση δεν αναφέρεται σε κάποιο πρόσωπο. Η έκφραση «τα Άγια των Αγίων» χρησιμοποιείται αναφορικά με το αληθινό αγιαστήριο του Ιεχωβά Θεού. (Δα 9:24· Εξ 26:33, 34· 1Βα 6:16· 7:50) Επομένως, το χρίσμα στα «Άγια των Αγίων» που αναφέρεται στο βιβλίο του Δανιήλ πρέπει να αφορά “τη μεγαλύτερη και τελειότερη σκηνή η οποία δεν είναι φτιαγμένη από χέρια”, όπου εισήλθε ο Ιησούς Χριστός ως ο μεγάλος Αρχιερέας «με το δικό του αίμα». (Εβρ 9:11, 12) Όταν ο Ιησούς παρουσίασε την αξία της ανθρώπινης θυσίας του στον Πατέρα του, ο ίδιος ο ουρανός αποτελούσε την πνευματική πραγματικότητα την οποία αντιπροσώπευαν τα Άγια των Αγίων της σκηνής της μαρτυρίας και του μεταγενέστερου ναού. Επομένως, η ουράνια κατοικία του Θεού είχε όντως χριστεί, ή ξεχωριστεί, ως «τα Άγια των Αγίων» στη διευθέτηση του μεγάλου πνευματικού ναού η οποία ήρθε σε ύπαρξη τότε που ο Ιησούς χρίστηκε με άγιο πνεύμα το 29 Κ.Χ.—Ματ 3:16· Λου 4:18-21· Πρ 10:37, 38· Εβρ 9:24.
“Μπαίνει σφραγίδα σε όραμα και προφήτη”. Όλο αυτό το έργο που επιτέλεσε ο Μεσσίας—η θυσία του, η ανάστασή του, η παρουσίαση της αξίας της θυσίας του ενώπιον του ουράνιου Πατέρα και τα άλλα γεγονότα που συνέβησαν στη διάρκεια της 70ής εβδομάδας—“βάζει σφραγίδα σε όραμα και προφήτη”, καταδεικνύοντας τη γνησιότητά τους και τη θεϊκή τους προέλευση. Θέτει πάνω τους τη σφραγίδα της θεϊκής υποστήριξης, βεβαιώνοντας ότι προέρχονται από μία και μοναδική θεϊκή πηγή και όχι από σφάλλοντες ανθρώπους. Σφραγίζει το όραμα ως αναφερόμενο αποκλειστικά στον Μεσσία, επειδή βρίσκει την εκπλήρωσή του σε αυτόν και στο έργο που επιτελεί ο Θεός μέσω αυτού. (Απ 19:10) Η ερμηνεία του οράματος εντοπίζεται σε αυτόν και δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι κάποιος άλλος θα το εκπληρώσει. Τίποτα άλλο δεν θα αποσφραγίσει τη σημασία του.—Δα 9:24.
Ερημώσεις στην πόλη και στον άγιο τόπο. Τα γεγονότα που περιγράφονται στα τελευταία τμήματα των εδαφίων Δανιήλ 9:26 και 27 εκπληρώθηκαν μετά τις 70 «εβδομάδες», αλλά ήταν άμεσο αποτέλεσμα της απόρριψης του Χριστού από τους Ιουδαίους κατά την 70ή «εβδομάδα». Η ιστορία αναφέρει ότι ο Τίτος, ο γιος του Αυτοκράτορα Βεσπασιανού της Ρώμης, ήταν ο αρχηγός των ρωμαϊκών δυνάμεων που επιτέθηκαν στην Ιερουσαλήμ. Αυτά τα στρατεύματα εισέβαλαν πράγματι στην Ιερουσαλήμ και στον ίδιο το ναό σαν πλημμύρα και ερήμωσαν την πόλη και το ναό της. Η παρουσία ειδωλολατρικών στρατευμάτων μέσα στον άγιο τόπο τα κατέστησε «αηδιαστικό πράγμα». (Ματ 24:15) Όλες οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν πριν από το τέλος της Ιερουσαλήμ για να κατευνάσουν την κατάσταση απέτυχαν, επειδή το διάταγμα του Θεού ήταν: «Αυτό που έχει αποφασιστεί είναι ερημώσεις», και «μέχρις εξόντωσης, το πράγμα που έχει αποφασιστεί θα εκχέεται επίσης πάνω σε αυτό που κείτεται έρημο».
Μια Ιουδαϊκή Άποψη. Το Μασοριτικό κείμενο, με το σύστημα των φωνηεντικών σημείων του, παράχθηκε μετά τα μέσα της πρώτης χιλιετίας Κ.Χ. Οι Μασορίτες, προφανώς επειδή απέρριπταν τον Ιησού Χριστό ως Μεσσία, έστιξαν το εβραϊκό κείμενο στο εδάφιο Δανιήλ 9:25 με ένα ’αθνάχ, δηλαδή ένα σημείο παύσης, μετά τις «εφτά εβδομάδες», αποχωρίζοντάς τες έτσι από τις «εξήντα δύο εβδομάδες». Με αυτόν τον τρόπο οι 62 εβδομάδες της προφητείας, δηλαδή 434 έτη, φαίνονται σαν να εφαρμόζονται στον καιρό της ανοικοδόμησης της αρχαίας Ιερουσαλήμ. Στη μετάφραση του Ισαάκ Λίσερ διαβάζουμε: «Γνώρισε λοιπόν και κατανόησε ότι από τότε που θα βγει ο λόγος για την αποκατάσταση και οικοδόμηση της Ιερουσαλήμ ως τον χρισμένο τον άρχοντα θα είναι εφτά εβδομάδες: [η παύση εδώ παριστάνεται με άνω κάτω τελεία] και στη διάρκεια εξήντα και δύο εβδομάδων θα οικοδομηθεί πάλι με δρόμους και τάφρους (γύρω της), ακόμη και υπό την πίεση των καιρών». Στη μετάφραση της Ιουδαϊκής Εκδοτικής Εταιρίας της Αμερικής διαβάζουμε παρόμοια: «θα είναι εφτά εβδομάδες· και επί εξήντα και δύο εβδομάδες θα ανοικοδομείται». Σε αυτές τις δύο μεταφράσεις εμφανίζονται οι λέξεις «στη διάρκεια» και «επί», προφανώς για να υποστηριχτεί η ερμηνεία που δίνουν οι μεταφραστές.
Ο καθηγητής Ε. Μπ. Πιούζι, σε μια υποσημείωση στο κείμενο κάποιας διάλεξης που εκφώνησε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, παρατήρησε σχετικά με τη Μασοριτική στίξη: «Οι Ιουδαίοι έθεσαν την κύρια παύση του εδαφίου κάτω από το השִׁבְעָ [εφτά], με πρόθεση να διαχωρίσουν τους δύο αριθμούς, 7 και 62. Αυτό πρέπει να το έπραξαν ανέντιμα, למען המינים (όπως αναφέρει ο Ρασί [εξέχων Ιουδαίος Ραβίνος του 11ου και του 12ου αιώνα Κ.Χ.] απορρίπτοντας τις κυριολεκτικές εξηγήσεις που ευνοούσαν τους Χριστιανούς) “εξαιτίας των αιρετικών”, δηλ. των Χριστιανών. Διότι η δεύτερη πρόταση, με αυτόν το χωρισμό, θα μπορούσε μόνο να σημαίνει “και στη διάρκεια εξήντα και δύο εβδομάδων δρόμος και τείχος θα αποκαθίστανται και θα οικοδομούνται”, δηλαδή ότι η Ιερουσαλήμ θα ήταν επί 434 χρόνια σε κατάσταση ανοικοδόμησης, πράγμα που θα ήταν παράλογο».—Δανιήλ ο Προφήτης (Daniel the Prophet), 1885, σ. 190.
Σε ό,τι αφορά το εδάφιο Δανιήλ 9:26 (Le), το οποίο εν μέρει αναφέρει: «Και μετά τις εξήντα και δύο εβδομάδες ένας χρισμένος θα εκκοπεί χωρίς διάδοχο έπειτα από αυτόν», οι Ιουδαίοι σχολιαστές εφαρμόζουν τις 62 εβδομάδες σε μια περίοδο που διήρκεσε ως την εποχή των Μακκαβαίων, ενώ εφαρμόζουν τον όρο «χρισμένος» στον Βασιλιά Αγρίππα Β΄, ο οποίος έζησε την εποχή της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. Ή, μερικοί ισχυρίζονται ότι επρόκειτο για έναν αρχιερέα, τον Ονία, τον οποίο καθαίρεσε ο Αντίοχος ο Επιφανής το 175 Π.Κ.Χ. Η εφαρμογή της προφητείας σε οποιονδήποτε από αυτούς τους δύο άντρες θα της στερούσε κάθε ουσιαστική σημασία ή νόημα, ενώ η αντιφατική χρονολόγηση θα καθιστούσε τις 62 εβδομάδες εντελώς ανακριβή χρονική προφητεία.—Βλέπε Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο ([Soncino Books of the Bible], σχόλιο στα εδ. Δα 9:25, 26), επιμέλεια Α. Κοέν, Λονδίνο, 1951.
Επιχειρώντας να δικαιολογήσουν την άποψή τους, αυτοί οι Ιουδαίοι λόγιοι λένε ότι οι «εφτά εβδομάδες» είναι, όχι 7 φορές το 7, δηλαδή 49 έτη, αλλά 70 έτη—εντούτοις, υπολογίζουν τις 62 εβδομάδες ως 7 επί 62 έτη. Ισχυρίζονται ότι αυτό αναφέρεται στην περίοδο της βαβυλωνιακής εξορίας. Θεωρούν ότι ο «χρισμένος» αυτού του εδαφίου (Δα 9:25) είναι ο Κύρος ή ο Ζοροβάβελ ή ο Αρχιερέας Ιησούς, ενώ ο «χρισμένος» του εδαφίου Δανιήλ 9:26 είναι άλλο πρόσωπο.
Οι περισσότερες αγγλικές μεταφράσεις δεν ακολουθούν εδώ τη Μασοριτική στίξη. Είτε χρησιμοποιούν κόμμα μετά τη φράση «εφτά εβδομάδες» είτε υποδεικνύουν με τη διατύπωσή τους ότι οι 62 εβδομάδες έπονται των 7 ως μέρος των 70, χωρίς να υπονοούν ότι οι 62 εβδομάδες εφαρμόζονται στην περίοδο της ανοικοδόμησης της Ιερουσαλήμ. (Παράβαλε Δα 9:25 στις KJ, AT, Dy, Ro, ΜΝΚ, ΒΑΜ.) Μια σημείωση από τον Τζέιμς Στρονγκ στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών ([Commentary on the Holy Scriptures] Δα 9:25, υποσ., σ. 198), του Λάνγκε, λέει: «Η μόνη βάση για αυτή τη μετάφραση, η οποία χωρίζει τις δύο περιόδους των εφτά εβδομάδων και των εξήντα δύο εβδομάδων, ορίζοντας την πρώτη ως χρονικό όριο εμφάνισης του Χρισμένου Άρχοντα και τη δεύτερη ως τον καιρό της ανοικοδόμησης, βρίσκεται στη Μασοριτική διάστιξη, η οποία θέτει Αθνάκ [σημείο παύσης] ανάμεσά τους. . . . και η εν λόγω απόδοση δυσκολεύει τη σύνταξη στο δεύτερο τμήμα, δεδομένου ότι δεν υπάρχει πρόθεση. Είναι, συνεπώς, καλύτερο και απλούστερο να προσκολληθούμε στην Εξουσιοδοτημένη Μετάφραση, η οποία ακολουθεί όλες τις παλαιότερες μεταφράσεις».—Μετάφραση (στην αγγλική) και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976.
Έχουν διατυπωθεί και αρκετές άλλες απόψεις, Μεσσιανικές και μη, σχετικά με το νόημα της προφητείας. Ας σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι η αρχαιότερη Μετάφραση των Εβδομήκοντα που είναι διαθέσιμη περιέχει εδώ μια οικτρή διαστρέβλωση του εβραϊκού κειμένου. Όπως εξηγεί ο καθηγητής Πιούζι στο σύγγραμμα Δανιήλ ο Προφήτης (σ. 328, 329), ο μεταφραστής παραποίησε την αναφερόμενη χρονική περίοδο, ενώ παράλληλα πρόσθεσε, αλλοίωσε και μετέθεσε λέξεις ώστε να υποστηρίζει η προφητεία τον αγώνα των Μακκαβαίων. Εκείνη η καταφανώς διαστρεβλωμένη απόδοση έχει αντικατασταθεί στις περισσότερες σύγχρονες εκδόσεις της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα από μια απόδοση του Θεοδοτίωνος, ενός Ιουδαίου λογίου του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., η οποία απόδοση συμφωνεί με το εβραϊκό κείμενο.
Μερικοί επιχειρούν να αλλάξουν τη σειρά των χρονικών περιόδων της προφητείας, ενώ άλλοι τις παρουσιάζουν ως ταυτόχρονες ή αρνούνται ότι έχουν πραγματική χρονολογική εκπλήρωση. Όσοι, όμως, προβάλλουν τέτοιες απόψεις περιέρχονται σε οικτρή σύγχυση, και προσπαθώντας να απεγκλωβιστούν καταλήγουν σε παραλογισμούς ή σε κατηγορηματική άρνηση της θεοπνευστίας ή της γνησιότητας της προφητείας. Ιδίως για αυτές τις τελευταίες ιδέες, οι οποίες δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από όσα λύνουν, ο λόγιος Ε. Μπ. Πιούζι, τον οποίο αναφέραμε παραπάνω, επισημαίνει: «Αυτά είναι τα προβλήματα που η απιστία ήταν αδύνατον να λύσει. Χρειάστηκε να δώσει δικές της λύσεις, πράγμα που προς στιγμήν ήταν ευκολότερο. Διότι η απιστία μπορεί να πιστέψει οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που αποκαλύπτει ο Θεός».—Σ. 206.
[Διάγραμμα στη σελίδα 823]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ
455
406
Π.Κ.Χ.
Κ.Χ.
29
33
36
7 Εβδομάδες
62 Εβδομάδες
1 Εβδομάδα
-
-
ΈβενοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΕΝΟΣ
[εβρ., χοβνίμ].
Ο όρος αυτός πιστεύεται ότι αναφέρεται στο ξύλο του δέντρου διόσπυρος ο έβενος (Diospyros ebenum) ή παρόμοιων ειδών του ίδιου γένους. Το δέντρο αυτό φτάνει σε μεγάλο ύψος, έχει απλά φύλλα και κωδωνοειδή λουλούδια. Το εξωτερικό του ξύλο είναι μαλακό και λευκό, αλλά το εσωτερικό καρδιόξυλο, του οποίου η μέγιστη διάμετρος φτάνει περίπου τα 50 εκ., είναι πολύ σκληρό, με πυκνά νερά, ανθεκτικό και έχει χρώμα μαύρο ή σκουροκάστανο. Επιδέχεται έντονη στίλβωση. Αυτές οι ιδιότητες το καθιστούν περιζήτητο για την κατασκευή ωραίων επίπλων, διακοσμητικών αντικειμένων και τεχνουργημάτων με ενθέματα ελεφαντόδοντου. Επίσης, οι ειδωλολάτρες το χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή ειδώλων για λατρεία.
Ο έβενος μνημονεύεται μόνο μία φορά στην Αγία Γραφή, στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:15, όπου παρουσιάζεται ως εμπόρευμα. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι τον έβενο και το ελεφαντόδοντο που αναφέρονται σε αυτό το εδάφιο τα έφερναν από την Ινδία ή τη Σρι Λάνκα, ίσως διασχίζοντας την Αραβική Θάλασσα, αναπλέοντας την Ερυθρά Θάλασσα και συνεχίζοντας κατόπιν διά ξηράς. Μια άλλη πιθανότητα είναι να τα έφερναν από τη Νουβία της βορειοανατολικής Αφρικής. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι θεωρούσαν εξαιρετικά πολύτιμο τον έβενο, και έχουν βρεθεί εβένινα αντικείμενα σε αιγυπτιακούς τάφους.
-
-
ΈβερΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΕΡ
(Έβερ) [από μια ρίζα που σημαίνει «περνώ απέναντι (διασχίζω)»· ή, «άλλη πλευρά [δηλαδή η απέναντι πλευρά]»].
Εκτός από το ότι είναι το προσωπικό όνομα πέντε διαφορετικών αντρών στην Αγία Γραφή, το όνομα «Έβερ» χρησιμοποιείται στο εδάφιο Αριθμοί 24:24 είτε υποδηλώνοντας το εβραϊκό γένος είτε εννοώντας κάποια περιοχή. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η συριακή Πεσίτα και η λατινική Βουλγάτα έχουν εδώ αντί του «Έβερ» την απόδοση «Εβραίους». Ωστόσο, η λέξη «Έβερ» σε αυτή την περίπτωση ίσως εννοεί τη χώρα ή το λαό της “άλλης πλευράς” του Ευφράτη (που αναφέρεται μαζί με την Ασσυρία στο ίδιο εδάφιο). Η εβραϊκή φράση που αποδίδεται «πέρα από τον Ποταμό» (εβρ., ‛έβερ χανναχάρ) χρησιμοποιείται μερικές φορές για να δηλώσει την περιοχή Δ του Ευφράτη. (Νε 2:7, 9· 3:7) Στο εδάφιο 1 Βασιλέων 4:24 η ίδια εβραϊκή φράση μεταφράζεται «από αυτή την πλευρά του Ποταμού» (ΜΝΚ) ή «δυτικά του Ευφράτη». (RS) Η αντίστοιχη αραμαϊκή φράση χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει γενικά την περιοχή της Συρίας και της Παλαιστίνης.—Εσδ 4:10, 11, 16, 17, 20· 5:3, 6· 6:6, 13.
1. Προπάτορας του Αβραάμ, γιος του Σηλά και πατέρας του Φάλεκ και του Ιοκτάν, καθώς και άλλων παιδιών. Στις ημέρες του Φάλεκ του γιου του, από τον οποίο έζησε 191 περίπου χρόνια περισσότερο, «διαιρέθηκε η γη». Ίσως αυτό να εννοεί τη σύγχυση που επέφερε ο Ιεχωβά στη γλώσσα εκείνων που οικοδομούσαν τη Βαβέλ και τον πύργο της υπό την κατεύθυνση του Νεβρώδ.—Γε 10:25· 11:14-19, 26.
Το εδάφιο Γένεση 10:21 αναφέρεται στον «Σημ, τον προπάτορα όλων των γιων του Έβερ [«τον πρόγονο όλων των Εβραίων», AT, Mo· “τον γενάρχη όλων των Εβραίων”, ΜΠΚ], τον αδελφό του Ιάφεθ του μεγαλύτερου». Προφανώς εδώ μνημονεύεται ο Έβερ σε άμεσο συσχετισμό με τον Σημ λόγω της σπουδαιότητας που αποδίδει η Αγία Γραφή στους απογόνους του Έβερ, ιδιαίτερα από τον Αβραάμ και έπειτα. Άρα λοιπόν, το υπόμνημα δεν περιορίζει τους απογόνους του Σημ αποκλειστικά στους Εβραίους, όπως διευκρινίζουν τα επόμενα εδάφια. Οι απόγονοι του Έβερ μέσω του Ιοκτάν φαίνεται ότι είχαν εγκατασταθεί στην Αραβία, ενώ οι απόγονοί του μέσω του Φάλεκ συνδέονται με τη Μεσοποταμία.
2. Γαδίτης ο οποίος ζούσε στη Βασάν, απόγονος του Αβιχαίλ.—1Χρ 5:11, 13, 14.
3. Βενιαμίτης ο οποίος προσδιορίζεται ως γιος του Ελφαάλ.—1Χρ 8:12.
4. Βενιαμίτης, ένας από τους επικεφαλής που αναφέρονται μεταξύ των γιων του Σασάκ.—1Χρ 8:22-25, 28.
5. Λευίτης ιερέας, η κεφαλή του πατρικού οίκου του Αμώκ. Προφανώς ο Έβερ ήταν σύγχρονος του Αρχιερέα Ιεχωακείμ, του Κυβερνήτη Νεεμία και του Έσδρα, του ιερέα και αντιγραφέα.—Νε 12:12, 20, 26.
-
-
ΕβίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΙ
(Εβί).
Ένας από τους πέντε Μαδιανίτες βασιλιάδες ή αρχηγούς που θανατώθηκαν όταν ο στρατός του Ισραήλ πολέμησε υπό τον Μωυσή εκτελώντας την εκδίκηση του Ιεχωβά εναντίον του Μαδιάμ για το ότι παρέσυρε τον Ισραήλ να προσκολληθεί στον Βάαλ του Φεγώρ. Αυτοί οι Μαδιανίτες βασιλιάδες ήταν ηγεμόνες, σύμμαχοι ή υποτελείς του Σηών, του βασιλιά των Αμορραίων. Η επικράτειά τους δόθηκε στη φυλή του Ρουβήν.—Αρ 25:17, 18· 31:8· Ιη 13:15, 21.
-
-
ΕβιασάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΙΑΣΑΦ
Βλέπε ΑΒΙΑΣΑΦ.
-
-
Εβίλ-μερωδάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΙΛ-ΜΕΡΩΔΑΧ
(Εβίλ-μερωδάχ) [βαβυλωνιακής προέλευσης· σημαίνει «Λάτρης του Μαρντούκ»].
Ο Βαβυλώνιος βασιλιάς που διαδέχθηκε τον Ναβουχοδονόσορα στο θρόνο το 581 Π.Κ.Χ. Το έτος κατά το οποίο ο Εβίλ-μερωδάχ έγινε βασιλιάς, έδειξε καλοσύνη στον Ιωαχίν το βασιλιά του Ιούδα, βγάζοντάς τον από το δεσμωτήριο. Αυτό συνέβη το 37ο έτος της εξορίας του Ιωαχίν στη Βαβυλώνα. Ο Εβίλ-μερωδάχ τού έδωσε θέση εύνοιας ανώτερη από τη θέση όλων των άλλων βασιλιάδων που ήταν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα. (2Βα 25:27-30· Ιερ 52:31-34) Ο Ιώσηπος υποστηρίζει ότι ο Εβίλ-μερωδάχ θεωρούσε τον Ιωαχίν έναν από τους στενότερους φίλους του.
Για τον Εβίλ-μερωδάχ (Αβίλ-Μαρντούκ, Αμίλ-Μαρντούκ) υπάρχουν και αρχαιολογικές μαρτυρίες. Για παράδειγμα, ένα αγγείο που βρέθηκε κοντά στα Σούσα φέρει την εξής επιγραφή: «Ανάκτορο του Αμίλ-Μαρντούκ, Βασιλιά της Βαβυλώνας, γιου του Ναβουχοδονόσορα, Βασιλιά της Βαβυλώνας». (Απομνημονεύματα της Αρχαιολογικής Αποστολής στα Σούσα [Mémoires de la mission archéologique de Susiane], Β. Σέιλ, Παρίσι, 1913, Τόμ. 14) Ο Βηρωσσός, από τον οποίο παραθέτει ο Ιώσηπος, αναφέρει ότι ο Εβίλ-μερωδάχ βασίλεψε δύο χρόνια. Ο Ιώσηπος, όμως, υποστηρίζει ότι βασίλεψε 18 χρόνια. Εικάζεται ότι θανατώθηκε ως αποτέλεσμα συνωμοσίας, και στη θέση του βασίλεψε ο Νηριγλίσαρος (Νεργάλ-σαρεσέρ). Αυτές οι λεπτομέρειες δεν έχουν επιβεβαιωθεί από αξιόπιστες πηγές.
-
-
Εβραϊκές ΓραφέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΡΑΪΚΕΣ ΓΡΑΦΕΣ
Τα 39 θεόπνευστα βιβλία από τη Γένεση ως τον Μαλαχία, όπως είναι γενικώς διατεταγμένα σήμερα, αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της Αγίας Γραφής.
Τα βιβλία των Εβραϊκών Γραφών, όπως εμφανίζονται στις περισσότερες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής, μπορούν να χωριστούν σε τρία μέρη: (1) Ιστορικά, από τη Γένεση ως την Εσθήρ, 17 βιβλία. (2) Ποιητικά, από τον Ιώβ ως το Άσμα Ασμάτων, 5 βιβλία. (3) Προφητικά, από τον Ησαΐα ως τον Μαλαχία, 17 βιβλία. Αυτές οι υποδιαιρέσεις είναι αρκετά γενικές, εφόσον το ιστορικό μέρος περιέχει ποιητικά κομμάτια (Γε 2:23· 4:23, 24· 9:25-27· Εξ 15:1-19, 21· Κρ 5) καθώς και προφητικά (Γε 3:15· 22:15-18· 2Σα 7:11-16), το ποιητικό μέρος περιέχει ιστορικό υλικό (Ιωβ 1:1–2:13· 42:7-17) καθώς και προφητικό (Ψλ 2:1-9· 110:1-7), ενώ στο προφητικό μέρος υπάρχουν ιστορικές πληροφορίες και ποιητικό υλικό (Ησ 7:1, 2· Ιερ 37:11–39:14· 40:7–43:7· Θρ 1:1–5:22).
Συγχωνεύοντας και αναδιατάσσοντας τα ίδια αυτά 39 βιβλία με διαφορετική σειρά, οι Ιουδαίοι τα έβγαζαν μόνο 24 ή 22 και, σύμφωνα με τον παραδοσιακό τους κανόνα, τα ταξινομούσαν ως εξής: Πρώτον, ο Νόμος (εβρ., Τωράχ), ονομαζόμενος και Πεντάτευχος, αποτελούμενος από τα βιβλία (1) Γένεση, (2) Έξοδος, (3) Λευιτικό, (4) Αριθμοί και (5) Δευτερονόμιο. (Βλέπε ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΣ.) Δεύτερον, οι Προφήτες (εβρ., Νεβι’ίμ), που χωρίζονταν στους «Προγενέστερους Προφήτες», (6) Ιησούς του Ναυή, (7) Κριτές, (8) Σαμουήλ (Πρώτο και Δεύτερο μαζί ως ένα βιβλίο), (9) Βασιλέων (Πρώτο και Δεύτερο μαζί ως ένα βιβλίο), και στους «Μεταγενέστερους Προφήτες», οι οποίοι υποδιαιρούνταν με τη σειρά τους στους «Μεγάλους» Προφήτες, (10) Ησαΐας, (11) Ιερεμίας και (12) Ιεζεκιήλ, και (13) στους Δώδεκα «Μικρούς» Προφήτες (ένα και μόνο βιβλίο αποτελούμενο από τα βιβλία Ωσηέ, Ιωήλ, Αμώς, Αβδιού, Ιωνάς, Μιχαίας, Ναούμ, Αββακούμ, Σοφονίας, Αγγαίος, Ζαχαρίας και Μαλαχίας). Το τρίτο τμήμα αποκαλούνταν Αγιόγραφα (εβρ., Κεθουβίμ) και άρχιζε με τα βιβλία (14) Ψαλμοί, (15) Παροιμίες και (16) Ιώβ, συνέχιζε με τα «Πέντε Μεγκιλώθ», ή πέντε ξεχωριστούς ρόλους, δηλαδή (17) Άσμα Ασμάτων, (18) Ρουθ, (19) Θρήνοι, (20) Εκκλησιαστής και (21) Εσθήρ, και ολοκληρωνόταν με τα βιβλία (22) Δανιήλ, (23) Έσδρας-Νεεμίας (συγχωνευμένα) και (24) Χρονικών (Πρώτο και Δεύτερο μαζί ως ένα βιβλίο). Το βιβλίο της Ρουθ θεωρούνταν μερικές φορές προσάρτημα των Κριτών και οι Θρήνοι προσάρτημα του Ιερεμία, έτσι ώστε τα βιβλία να είναι συνολικά 22, αριθμός που αντιστοιχεί στα γράμματα του εβραϊκού αλφαβήτου, αν και αυτή δεν είναι η συνήθης διάταξη στις εβραϊκές εκδόσεις της Αγίας Γραφής σήμερα.
Τα βιβλία των Εβραϊκών Γραφών δεν ταξινομούνταν με την παραπάνω σειρά σε όλους τους αρχαίους καταλόγους, και αυτό γιατί εκείνον τον καιρό το κάθε βιβλίο ήταν γραμμένο σε διαφορετικό ρόλο. Για παράδειγμα: Στο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (Μπαβά Μπατρά 14β) αναφέρονται τα εξής: «Οι Ραβίνοι μας δίδασκαν: Η σειρά των Προφητών είναι: Ιησούς του Ναυή, Κριτές, Σαμουήλ, Βασιλέων, Ιερεμίας, Ιεζεκιήλ, Ησαΐας και οι Δώδεκα Μικροί Προφήτες». (Μετάφραση [στην αγγλική] Μ. Σάιμον και Ί. Σλότκι) Ίσως έτσι εξηγείται γιατί ο Ιερεμίας προηγείται του Ησαΐα σε αρκετά εβραϊκά χειρόγραφα που γράφτηκαν στη Γερμανία και στη Γαλλία.
Οι Συγγραφείς. Όλες οι Εβραϊκές Γραφές γράφτηκαν και συντάχθηκαν από Ιουδαίους, μέλη του έθνους στο οποίο ήταν «εμπιστευμένες οι ιερές εξαγγελίες του Θεού». (Ρω 3:1, 2) Και ως επί το πλείστον, αυτές οι προχριστιανικές Γραφές γράφτηκαν στην εβραϊκή, ενώ στην αραμαϊκή γράφτηκαν οι εξής περικοπές: Γένεση 31:47· Έσδρας 4:8 ως 6:18 και 7:12-26· Ιερεμίας 10:11· Δανιήλ 2:4β ως 7:28. Αραμαϊκές λέξεις εμφανίζονται επίσης στον Ιώβ, σε ορισμένους Ψαλμούς, στο Άσμα Ασμάτων, στον Ιωνά, στην Εσθήρ και στα εβραϊκά τμήματα του Δανιήλ. Το βιβλίο του Ιεζεκιήλ επίσης μαρτυρεί αραμαϊκή επιρροή.
Ο Μωυσής έγραψε και συνέταξε τα πρώτα πέντε βιβλία της Αγίας Γραφής, ενώ ύστερα από αυτόν ακολούθησαν τουλάχιστον 31 άλλοι συγγραφείς και συντάκτες όπως ο Ιησούς του Ναυή, ο Σαμουήλ, ο Δαβίδ, ο Σολομών, ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ, ο Δανιήλ, ο Έσδρας και ο Νεεμίας. Όλοι αυτοί έζησαν σε μια περίοδο 1.100 ετών, από το 16ο μέχρι τον 5ο αιώνα Π.Κ.Χ., και είχαν διαφορετικό υπόβαθρο, δεδομένου ότι ανάμεσά τους υπήρχαν ποιμένες, αντιγραφείς, κυβερνήτες, βασιλιάδες, προφήτες και ιερείς.
Μερικοί από τους Βιβλικούς συγγραφείς υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες των περιστατικών που κατέγραψαν. Για παράδειγμα, ο Μωυσής έγραψε για τα όσα έζησε εμφανιζόμενος ενώπιον του Φαραώ. (Εξ 5:1–12:32) Κάποιοι συγκέντρωσαν ορισμένες ιστορικές πληροφορίες από προγενέστερα αρχεία μέσω επιμελούς έρευνας, όπως όταν συνέταξαν τους γενεαλογικούς καταλόγους. (1Χρ 1-9) Αλλά πολλά πράγματα, όπως οι πληροφορίες σχετικά με τη συνέλευση των αγγελικών στρατιών στον ουρανό και οι προφητικές αποκαλύψεις, ήταν ζητήματα που ξεπερνούσαν τη σφαίρα της ανθρώπινης γνώσης και μπορούσαν να γίνουν γνωστά μόνο μέσω άμεσης θεοπνευστίας. Αυτό το γεγονός, καθώς και η τέλεια ενότητα που διαπνέει το συνολικό έργο—παρότι επρόκειτο για πολυσύνθετο έργο γραμμένο από πολλούς συγγραφείς που έζησαν σε πολύ εκτεταμένη περίοδο χρόνου και είχαν διαφορετικό υπόβαθρο—είναι στοιχεία που επιβεβαιώνουν και καταδεικνύουν ότι οι Βιβλικοί συγγραφείς πράγματι «μίλησαν από τον Θεό καθώς κατευθύνονταν από άγιο πνεύμα».—2Πε 1:21.
Ο Κανόνας των Εβραϊκών Γραφών. Τα βιβλία των Εβραϊκών Γραφών δεν εμφανίζονται στις Γραφές μας κατά σειρά συγγραφής. Ο Ιωήλ, ο Αμώς και ο Ιωνάς έζησαν περίπου δύο αιώνες πριν από τον Ιερεμία, τον Ιεζεκιήλ και τον Δανιήλ. Ούτε οι τίτλοι των βιβλίων αποκαλύπτουν πάντα το συγγραφέα τους. Το βιβλίο του Ιώβ, για παράδειγμα, γράφτηκε προφανώς από τον Μωυσή, ενώ το βιβλίο της Ρουθ από τον Σαμουήλ. Λεπτομέρειες για το κάθε βιβλίο, όσον αφορά το πότε και από ποιον γράφτηκε, παρέχει ο «Πίνακας των Βιβλίων της Αγίας Γραφής Κατά Σειρά Ολοκλήρωσης» στο λήμμα ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ. Για τα περιεχόμενα, τη σπουδαιότητα και τη σημασία, τις αποδείξεις της αυθεντικότητας κάθε βιβλίου, καθώς και άλλες πληροφορίες, βλέπε τα αντίστοιχα λήμματα.
Ο κανόνας των Εβραϊκών Γραφών είχε ήδη παγιωθεί όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, όπως αποδεικνύεται από τις δηλώσεις του που έχουν καταγραφεί στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Για παράδειγμα, ο Ιησούς αναφέρθηκε στην ταξινόμηση των βιβλίων σε τρεις υποδιαιρέσεις όταν μίλησε για «όλα τα γραμμένα στο νόμο του Μωυσή και στους Προφήτες και στους Ψαλμούς». (Λου 24:44) Οι ακόλουθοί του έγραψαν ή μίλησαν για «τη δημόσια ανάγνωση του Νόμου και των Προφητών», τις «Γραφές», “το νόμο του Μωυσή και τους Προφήτες”, τις «άγιες Γραφές» και «τα άγια συγγράμματα».—Πρ 13:15· 18:24· 28:23· Ρω 1:2· 2Τι 3:15· βλέπε ΚΑΝΟΝΑΣ.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι κανένα από τα απόκρυφα συγγράμματα δεν έγινε δεκτό στον Εβραϊκό κανόνα. Από τις ημέρες του Έσδρα και του Μαλαχία, τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο ολοκληρωμένος κανόνας των Εβραϊκών Γραφών έχει διαφυλαχτεί και προστατευτεί ώστε να μη συμπεριληφθούν σε αυτόν οποιαδήποτε αμφισβητήσιμα συγγράμματα. (Βλέπε ΑΠΟΚΡΥΦΑ.) Ως προς αυτό μερίμνησαν με σχολαστικότητα οι Σοφερείμ—αντιγραφείς χειρογράφων—τους οποίους διαδέχθηκαν αργότερα οι Μασορίτες.
Αρχικά οι Εβραϊκές Γραφές γράφτηκαν χωρίς φωνήεντα ή σημεία στίξης και χωρίς τη σημερινή διαίρεση σε κεφάλαια και εδάφια. Στο δεύτερο ήμισυ της πρώτης χιλιετίας Κ.Χ., οι Μασορίτες, οι οποίοι ήταν επίσης πολύ προσεκτικοί αντιγραφείς της Αγίας Γραφής, καθιέρωσαν ένα σύστημα φωνηεντικών σημείων και φωνόσημων ως βοήθημα για την ανάγνωση και την προφορά.
Διατήρηση και Μεταβίβαση. Οι Ιουδαίοι Σοφερείμ (γραμματείς), μολονότι προσπαθούσαν με υπερβολική σχολαστικότητα να αποφύγουν τα λάθη στην αντιγραφή, έκαναν κάποιες τροποποιήσεις, ή διορθώσεις, στο κείμενο σε σημεία όπου, κατά τη γνώμη τους, το αρχικό κείμενο φαινόταν να δείχνει ανευλάβεια για τον Θεό ή έλλειψη σεβασμού για τους εκπροσώπους του. Σε περισσότερες από 140 περιπτώσεις οι Ιουδαίοι γραμματείς αντικατέστησαν το Τετραγράμματο (το αντίστοιχο του ονόματος Ιεχωβά γραμμένο μόνο με σύμφωνα) με τους όρους «Υπέρτατος Κύριος» ή «Θεός».—Βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παραρτήματα 1Β, 2Β.
Κανένα από τα πρωτότυπα κείμενα των Εβραϊκών Γραφών δεν σώζεται σήμερα, αλλά υπάρχουν πιθανώς 6.000 χειρόγραφα που αποτελούν αντίγραφα ολόκληρων των Εβραϊκών Γραφών ή τμημάτων τους. Ο Πάπυρος Νας, ο οποίος περιέχει μικρά αποσπάσματα του Δευτερονομίου, και πολλοί από τους Ρόλους της Νεκράς Θαλάσσης αντιγράφηκαν πριν από την Κοινή μας Χρονολογία. Εκτός από τα αντίγραφα των Γραφών στην εβραϊκή, έχουν γίνει πολλές μεταφράσεις των προχριστιανικών Γραφών, είτε ολόκληρων είτε τμήματός τους, σε πολλές γλώσσες. Η πρώτη από αυτές ήταν στην ουσία η Μετάφραση των Εβδομήκοντα στην ελληνική, μετάφραση που ξεκίνησε περίπου το 280 Π.Κ.Χ. Επίσης, η λατινική Βουλγάτα του Ιερώνυμου περιείχε μια μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών που ήταν από τις παλαιότερες. Η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Εβραϊκών Γραφών βασίστηκε στην έβδομη, στην όγδοη και στην ένατη έκδοση της Μπίμπλια Χεμπράικα (Biblia Hebraica) του Ρούντολφ Κίτελ, η οποία είναι η τυπωμένη έκδοση του Κώδικα του Λένινγκραντ Β 19Α, του αρχαιότερου πλήρους χειρογράφου των Εβραϊκών Γραφών.
Οι επικριτές της Αγίας Γραφής έχουν καταβάλει επισταμένες προσπάθειες να δυσφημήσουν τις Εβραϊκές Γραφές χαρακτηρίζοντάς τες πλαστογραφήματα ή απλώς λαϊκές παραδόσεις άνευ ιστορικής γνησιότητας. Μια μέθοδος επίθεσης την οποία έχουν χρησιμοποιήσει είναι το να κατακερματίζουν τα διάφορα βιβλία της Αγίας Γραφής επιχειρώντας να αποδείξουν ότι γράφτηκαν από διαφορετικά χέρια, σαν να μην μπορούσε το ίδιο άτομο να διαφοροποιήσει το συγγραφικό του ύφος. Ένα τέτοιο επιχείρημα είναι εντελώς αβάσιμο, αφού όποιοι γράφουν ποίηση μπορούν επίσης να γράψουν σε πεζό λόγο, και το αντίθετο. Ο δικηγόρος που συντάσσει ένα νομικό έγγραφο αλλάζει το ύφος του εύκολα και γρήγορα όταν αφηγείται κάποια προσωπική εμπειρία. Όταν οι επικριτές ισχυρίζονται ότι μερικά εδάφια, τα οποία χαρακτηρίζουν ως «J» και τα οποία περιέχουν το όνομα Ιεχωβά, γράφτηκαν από άτομα διαφορετικά από τους συγγραφείς των εδαφίων όπου εμφανίζεται ο τίτλος «Θεός» (εβρ., ’Ελοχίμ), και τα οποία προσδιορίζουν ως «Ε», ο συλλογισμός τους είναι ρηχός.
Εκθέτοντας τη σφαλερότητα του ισχυρισμού των επικριτών, ο Κ. Ά. Κίτσεν, του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ, λέει: «Πουθενά στην Αρχαία Ανατολή δεν υπάρχει κάτι το οποίο να παραλληλίζεται κατηγορηματικά με την περίτεχνη ιστορία περί αποσπασματικής σύνθεσης και συγχώνευσης [δηλαδή ενός σύνθετου κειμένου] της εβραϊκής λογοτεχνίας (ή που να χαρακτηρίζεται από τέτοια κριτήρια) όπως αξιώνουν οι υποθέσεις της θεωρίας των πηγών. Και αντίστροφα, οποιαδήποτε απόπειρα για εφαρμογή των κριτηρίων που θέτουν οι οπαδοί της θεωρίας των πηγών σε συνθέσεις της Αρχαίας Ανατολής, οι οποίες πραγματεύονται γνωστές ιστορίες αλλά παρουσιάζουν τα ίδια λογοτεχνικά φαινόμενα, καταλήγει σε καθαρούς παραλογισμούς».—Αρχαία Ανατολή και Παλαιά Διαθήκη (Ancient Orient and Old Testament), 1968, σ. 115.
Σπουδαιότητα. Ό,τι και να λεχθεί για τη σπουδαιότητα των Εβραϊκών Γραφών είναι λίγο, διότι χωρίς το νομικό κώδικα, την ιστορία και τις προφητείες τους, πολλά πράγματα στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές θα ήταν ασαφή. (Λου 24:27, 44) «Διότι όλα όσα γράφτηκαν παλιότερα γράφτηκαν για τη διδασκαλία μας». «Αυτά συνέβαιναν σε εκείνους ως παραδείγματα και γράφτηκαν για προειδοποίηση δική μας, στους οποίους έχουν φτάσει τα τέλη των συστημάτων πραγμάτων». (Ρω 15:4· 1Κο 10:11) Γι’ αυτό, οι Χριστιανοί Βιβλικοί συγγραφείς παρέθεταν επανειλημμένα από τα προγενέστερα Βιβλικά συγγράμματα και αναφέρονταν έμμεσα σε αυτά, επεξεργαζόμενοι περαιτέρω και διευρύνοντας με αυτόν τον τρόπο πολλά από τα θέματα και τις υποσχέσεις που εκτίθενται στις Εβραϊκές Γραφές. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η Μετάφραση Νέου Κόσμου παρουσιάζει ως άμεσες παραθέσεις 320 περικοπές από τις Εβραϊκές Γραφές. Σύμφωνα με έναν κατάλογο τον οποίο εξέδωσαν οι Γουέστκοτ και Χορτ, οι παραθέσεις και οι αναφορές ανέρχονται συνολικά σε περίπου 890.
Χωρίς τις Εβραϊκές Γραφές θα μας έλειπαν πολλές λεπτομέρειες σχετικά με την προέλευση του ανθρώπου, την αιτία του θανάτου και την εδεμική υπόσχεση ότι το σπέρμα της γυναίκας θα συντρίψει το κεφάλι του Φιδιού. Χωρίς τις Εβραϊκές Γραφές δεν θα γνωρίζαμε πολλές λεπτομέρειες για θέματα όπως ο Κατακλυσμός του Νώε, ο λόγος για τον οποίο το αίμα είναι ιερό, η διαθήκη του Θεού με τον Αβραάμ, το πώς πολεμούσε ο Ιεχωβά για το λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη και η ιστορία της εξεικονιστικής θεοκρατικής βασιλείας.
-
-
ΕβραϊκήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΡΑΪΚΗ
Η εβραϊκή γλώσσα χρησιμοποιήθηκε για τη συγγραφή του μεγαλύτερου μέρους των θεόπνευστων Γραφών—συνολικά 39 βιβλίων (έτσι όπως ταξινομείται η ύλη σε πολλές μεταφράσεις), τα οποία αποτελούν περίπου τα τρία τέταρτα όλου του περιεχομένου της Αγίας Γραφής. Ωστόσο, μικρό μέρος αυτών των βιβλίων γράφτηκε στην αραμαϊκή.—Βλέπε ΑΡΑΜΑΪΚΗ.
Στις Εβραϊκές Γραφές η εν λόγω γλώσσα δεν ονομάζεται «εβραϊκή», αλλά η «γλώσσα των Ιουδαίων» (2Βα 18:26, 28), τα «ιουδαϊκά» (Νε 13:24) και η «γλώσσα της Χαναάν» (Ησ 19:18), η οποία εκείνη την εποχή (τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ.) ήταν κατά κύριο λόγο η εβραϊκή. Εντούτοις, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η γλώσσα που μιλούσαν οι Ιουδαίοι ονομάζεται κατά κανόνα «εβραϊκή».—Βλέπε ΕΒΡΑΙΟΣ.
Προέλευση της Εβραϊκής Γλώσσας. Η ιστορία δεν αποκαλύπτει τίποτα για την προέλευση της εβραϊκής γλώσσας—όπως δεν αποκαλύπτει και για την προέλευση καμιάς από τις αρχαιότερες γλώσσες που γνωρίζουμε, παραδείγματος χάρη της σουμεριακής, της ακκαδικής (ασσυροβαβυλωνιακής), της αραμαϊκής και της αιγυπτιακής. Ο λόγος είναι ότι αυτές οι γλώσσες εμφανίζονται ήδη πλήρως διαμορφωμένες στα παλαιότερα γραπτά κείμενα που έχουν ανακαλυφτεί. (Βλέπε ΓΛΩΣΣΑ, 2.) Επομένως, οι διάφορες απόψεις που παρουσιάζουν οι λόγιοι σχετικά με την προέλευση και τη διαμόρφωση της εβραϊκής γλώσσας—όπως ότι προήλθε από την αραμαϊκή ή από κάποια χαναανιτική διάλεκτο—συνιστούν εικασίες. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τις απόπειρες ετυμολόγησης πολλών λέξεων των Εβραϊκών Γραφών. Οι λόγιοι λένε συχνά ότι πολλές από αυτές τις λέξεις προέρχονται από κάποια ακκαδική ή αραμαϊκή λέξη. Ωστόσο, ο Δρ Έντουαρντ Χόροβιτς σχολιάζει: «Στον τομέα της ετυμολογίας, υπάρχει μεγάλη διάσταση απόψεων μεταξύ των λογίων, ακόμη και μεταξύ των επιφανέστερων». Στη συνέχεια παραθέτει παραδείγματα ετυμολόγησης ορισμένων εβραϊκών λέξεων από φημισμένους λογίους, δείχνοντας σε κάθε περίπτωση ότι άλλοι διαπρεπείς λόγιοι διαφωνούν, και κατόπιν προσθέτει: «Έτσι λοιπόν, έχουμε αυτές τις ατέρμονες διαφωνίες μεταξύ εξίσου ευυπόληπτων ειδημόνων».—Πώς Εξελίχθηκε η Εβραϊκή Γλώσσα (How the Hebrew Language Grew), 1960, σ. 19, 20.
Η Αγία Γραφή είναι η μόνη ιστορική πηγή η οποία παρέχει αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με την προέλευση της γλώσσας που γνωρίζουμε ως εβραϊκή. Τη γλώσσα αυτή τη μιλούσαν, βεβαίως, οι Ισραηλίτες απόγονοι του “Άβραμ του Εβραίου” (Γε 14:13), ο οποίος, με τη σειρά του, καταγόταν από τον Σημ, γιο του Νώε. (Γε 11:10-26) Δεδομένης της προφητικής ευλογίας του Θεού προς τον Σημ (Γε 9:26), είναι λογικό να πιστεύουμε ότι η γλώσσα του δεν επηρεάστηκε όταν ο Θεός σύγχυσε τη γλώσσα του αποδοκιμασμένου λαού στη Βαβέλ. (Γε 11:5-9) Η γλώσσα του Σημ πρέπει να παρέμεινε όπως ήταν προηγουμένως, η “μία γλώσσα” που υπήρχε από τον Αδάμ και έπειτα. (Γε 11:1) Αυτό θα σήμαινε ότι η γλώσσα που ονομάστηκε τελικά εβραϊκή ήταν η μία αρχική γλώσσα της ανθρωπότητας. Όπως αναφέρθηκε, η ιστορία δεν έχει να προτείνει κάτι διαφορετικό.
Το Ζήτημα της Σταθερότητας της Γλώσσας. Υπάρχουν άφθονα ιστορικά παραδείγματα γλωσσών που άλλαξαν ύστερα από μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η αγγλική της εποχής του Αλφρέδου του Μεγάλου (ο οποίος έζησε τον ένατο αιώνα Κ.Χ.) θα ήταν σαν ξένη γλώσσα για τους περισσότερους αγγλόφωνους σήμερα. Φαίνεται, λοιπόν, πιθανό ότι και η γλώσσα του Αδάμ θα είχε αλλάξει πολύ μέχρι την εποχή του Μωυσή, όταν εκείνος άρχισε να γράφει τις Εβραϊκές Γραφές. Ωστόσο, το μεγάλο μήκος ζωής των ανθρώπων εκείνα τα 2.500 χρόνια αποτέλεσε οπωσδήποτε ανασταλτικό παράγοντα για τέτοιου είδους αλλαγή. Συγκεκριμένα, ανάμεσα στον Αδάμ και στους επιζώντες από τον Κατακλυσμό χρειάστηκε ένας και μόνο ανθρώπινος κρίκος, ο Μαθουσάλα. Επιπρόσθετα, ο Σημ, ο οποίος φαίνεται ότι πριν από τον Κατακλυσμό υπήρξε επί μακρόν σύγχρονος του Μαθουσάλα, εξακολούθησε να ζει αρκετό καιρό αφότου γεννήθηκε ο Ισαάκ. Και από το θάνατο του Ισαάκ (1738 Π.Κ.Χ.) μέχρι τη γέννηση του Μωυσή (1593 Π.Κ.Χ.) πέρασαν λιγότερα από 150 χρόνια. Το γεγονός ότι άτομα που απείχαν αρκετές γενιές μεταξύ τους ζούσαν παράλληλα συντελούσε στη διατήρηση της ομοιομορφίας του προφορικού λόγου. Φυσικά, δεν γνωρίζουμε σε κάθε περίπτωση αν αυτοί οι ανθρώπινοι κρίκοι, παραδείγματος χάρη ο Σημ και ο Αβραάμ, ζούσαν κοντά ο ένας στον άλλον. Η τακτική επικοινωνία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη σταθερότητα της γλώσσας.
Το ότι δεν συνέχισαν όλοι οι απόγονοι του Σημ να μιλούν τη “μία γλώσσα” της προκατακλυσμιαίας εποχής στην αυθεντική της μορφή καταδεικνύεται από τις διαφορές που προέκυψαν μεταξύ των σημιτικών γλωσσών, όπως η εβραϊκή, η αραμαϊκή, η ακκαδική και οι διάφορες διάλεκτοι της αραβικής. Το 18ο αιώνα Π.Κ.Χ. (γύρω στο έτος 1761 Π.Κ.Χ.), ο εγγονός του Αβραάμ χρησιμοποίησε διαφορετική λέξη από τον εγγονό του αδελφού του Αβραάμ για να ονομάσει το σωρό με τις πέτρες που είχαν στήσει ως ενθύμημα ή μάρτυρα ανάμεσά τους. Ο Ιακώβ, ο πατέρας των Ισραηλιτών, τον ονόμασε «Γαλεέδ», ενώ ο Λάβαν, που κατοικούσε στη Συρία, ή αλλιώς Αράμ (μολονότι ο ίδιος δεν ήταν απόγονος του Αράμ), χρησιμοποίησε την αραμαϊκή λέξη «Ιεγάρ-σαχαδουθά». (Γε 31:47) Η ανομοιότητα αυτών των δύο λέξεων, όμως, δεν υποδηλώνει κατ’ ανάγκην ότι η αραμαϊκή και η εβραϊκή διέφεραν πολύ εκείνη την εποχή, διότι ο Ιακώβ δεν φαίνεται να είχε αντιμετωπίσει ιδιαίτερο πρόβλημα επικοινωνίας εκεί στη Συρία. Βέβαια, καθώς ανέκυπταν καινούριες περιστάσεις και καταστάσεις, και καθώς κατασκευάζονταν καινούρια τεχνουργήματα, θα επινοούνταν ορισμένες λέξεις για να περιγράψουν αυτές τις καινοτομίες. Αυτές οι λέξεις ίσως διέφεραν από τόπο σε τόπο ανάμεσα σε γεωγραφικά απομακρυσμένες ομάδες της ίδιας γλωσσικής οικογένειας, αν και η ουσιαστική δομή της γλώσσας τους παρέμενε ως επί το πλείστον η ίδια.
Μεταξύ των ίδιων των Ισραηλιτών προέκυψαν κάποιες μικρές παραλλαγές στην προφορά, όπως καταδεικνύεται από το διαφορετικό τρόπο με τον οποίο πρόφεραν οι Εφραϊμίτες τη λέξη «Σχίββωλεθ» την περίοδο των Κριτών (1473 ως 1117 Π.Κ.Χ.). (Κρ 12:4-6) Αυτό, όμως, δεν αποτελεί βάση για να ισχυρίζεται κανείς (όπως κάνουν μερικοί) ότι οι Ισραηλίτες μιλούσαν τότε ξεχωριστές διαλέκτους.
Τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., η εβραϊκή και η αραμαϊκή είχαν διαφοροποιηθεί τόσο ώστε να μπορούν πλέον να χαρακτηριστούν ξεχωριστές γλώσσες. Αυτό φαίνεται από την περίπτωση στην οποία οι εκπρόσωποι του Βασιλιά Εζεκία είπαν σε έναν από τους απεσταλμένους του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ: «Μίλησε, παρακαλούμε, στους υπηρέτες σου στη συριακή [αραμαϊκή] γλώσσα, γιατί εμείς καταλαβαίνουμε· και μη μας μιλάς στη γλώσσα των Ιουδαίων, ενώ ακούει ο λαός που είναι πάνω στο τείχος». (2Βα 18:17, 18, 26) Μολονότι η αραμαϊκή ήταν τότε η διεθνής γλώσσα των συναλλαγών και της διπλωματίας στη Μέση Ανατολή, οι περισσότεροι κάτοικοι του Ιούδα δεν την καταλάβαιναν. Τα παλαιότερα γνωστά μη Βιβλικά γραπτά κείμενα στην αραμαϊκή χρονολογούνται περίπου από την ίδια περίοδο και επιβεβαιώνουν τη διαφορά ανάμεσα στις δύο γλώσσες.
Αποτέλεσαν τόσο η εβραϊκή όσο και η αραμαϊκή διακλαδώσεις της αρχικής «μιας γλώσσας» ή διατήρησε μία από τις δύο την αυθεντικότητα εκείνης της πρώτης γλώσσας; Μολονότι η Γραφή δεν το ξεκαθαρίζει αυτό, τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η γλώσσα στην οποία άρχισε να γράφει ο Μωυσής το θεόπνευστο Ιερό Χρονικό ήταν ίδια με τη γλώσσα του πρώτου ανθρώπου.
Αν υπήρξε ιστοριογραφία πριν από τον Κατακλυσμό, αυτό πρέπει να συνέβαλε σημαντικά στη διατήρηση της αυθεντικότητας της αρχικής γλώσσας. Ακόμη και αν η ιστορία μεταδιδόταν μέσω προφορικής παράδοσης, κάτι τέτοιο πρέπει και πάλι να συντέλεσε στη σταθερότητα της αρχικής γλώσσας. Η ύψιστη επιμέλεια που επέδειξαν μεταγενέστερα οι Ιουδαίοι στη διατήρηση της γνήσιας μορφής του Ιερού Χρονικού είναι ενδεικτική του ενδιαφέροντος που πρέπει σίγουρα να εκδηλώθηκε κατά τους πατριαρχικούς χρόνους για την ακριβή μετάδοση του αρχαιότερου χρονικού που εξιστορούσε την πολιτεία του Θεού με τους ανθρώπους.
Έχουμε έναν ακόμη λόγο να πιστεύουμε ότι η Βιβλική εβραϊκή εκπροσωπεί επακριβώς τη “μία γλώσσα” της εποχής πριν από τη Βαβέλ, και αυτός ο λόγος είναι η αξιοσημείωτη σταθερότητα της εβραϊκής γλώσσας στη χιλιετή περίοδο κατά την οποία γράφτηκαν οι Εβραϊκές Γραφές. Όπως αναφέρει Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου (The International Standard Bible Encyclopedia): «Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα στοιχεία σχετικά με την εβραϊκή της Π[αλαιάς] Δ[ιαθήκης] είναι πως, μολονότι τα κείμενά της καλύπτουν περίοδο χιλίων και πλέον ετών, η γλώσσα (γραμματική και λεξιλόγιο) των παλαιότερων τμημάτων διαφέρει πολύ λίγο από τη γλώσσα των τελευταίων».—Επιμέλεια Τζ. Γ. Μπρόμιλι, 1982, Τόμ. 2, σ. 659.
Ελλιπής Γνώση της Γλώσσας. Στην πραγματικότητα, η γνώση της αρχαίας εβραϊκής είναι κάθε άλλο παρά πλήρης. Ο καθηγητής Μπάρτον Λ. Γκόνταρντ λέει: «Σε μεγάλο βαθμό, η εβραϊκή της Π[αλαιάς] Δ[ιαθήκης] είναι αναγκαστικά αυτεξήγητη». (Το Εικονογραφημένο Βιβλικό Λεξικό Ζόντερβαν [The Zondervan Pictorial Bible Dictionary], επιμέλεια Μ. Τένι, 1963, σ. 345) Αυτό συμβαίνει επειδή έχουν βρεθεί ελάχιστα άλλα εβραϊκά κείμενα της ίδιας περιόδου τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλουν στην κατανόηση της χρήσης των λέξεων. Μεταξύ αυτών που έχουν κάποια σπουδαιότητα είναι το ημερολόγιο της Γεζέρ (απλός κατάλογος γεωργικών εργασιών που πιστεύεται ότι χρονολογείται από το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ.· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 960), μερικά όστρακα (εγχάρακτα θραύσματα αγγείων) από τη Σαμάρεια (κυρίως παραγγελίες και αποδείξεις παραλαβής για κρασί, λάδι και κριθάρι, οι οποίες τοποθετούνται γενικά στις αρχές του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ.), η επιγραφή του Σιλωάμ (βρέθηκε σε σήραγγα νερού στην Ιερουσαλήμ και πιστεύεται ότι χρονολογείται από τη βασιλεία του Εζεκία [745-717 Π.Κ.Χ.]) και τα όστρακα της Λαχείς (πιθανότατα από τα τέλη του έβδομου αιώνα Π.Κ.Χ.).
Εκτός από αυτά, υπάρχει μια φοινικική επιγραφή στη σαρκοφάγο του Βασιλιά Αχιράμ στη Βύβλο (Γεβάλ), σε γλώσσα πολύ παρόμοια με την εβραϊκή, η οποία πιστεύεται ότι ανάγεται στις αρχές της πρώτης χιλιετίας Π.Κ.Χ., καθώς επίσης η Μωαβιτική Λίθος, προφανώς από τις αρχές του ένατου αιώνα Π.Κ.Χ. Η γλώσσα της Μωαβιτικής Λίθου μοιάζει εξαιρετικά με την εβραϊκή, όπως θα ήταν αναμενόμενο εφόσον οι Μωαβίτες κατάγονταν από τον Λωτ, τον ανιψιό του Αβραάμ.—Γε 19:30-37.
Εντούτοις, το σύνολο των πληροφοριών σε όλες αυτές τις επιγραφές δεν αποτελεί παρά ψήγμα των πληροφοριών που βρίσκουμε στις Εβραϊκές Γραφές.
Οι ίδιες οι Εβραϊκές Γραφές, αν και καλύπτουν ευρύ φάσμα θεμάτων και χρησιμοποιούν εκτενές λεξιλόγιο, δεν περιέχουν ούτε κατά διάνοια όλες τις λέξεις ή εκφράσεις της αρχαίας εβραϊκής. Για παράδειγμα, η επιγραφή του Σιλωάμ και τα όστρακα της Λαχείς περιέχουν ορισμένες λεκτικές και γραμματικές δομές που δεν εμφανίζονται στις Εβραϊκές Γραφές, αλλά είναι σαφώς εβραϊκής προέλευσης. Χωρίς αμφιβολία, το αρχαίο λεξιλόγιο των εβραιόφωνων περιλάμβανε πολύ περισσότερες «ρίζες» από όσες γνωρίζουμε σήμερα, καθώς και χιλιάδες παράγωγά τους.
Αν εξαιρέσουμε τα τμήματα της Αγίας Γραφής για τα οποία είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι είναι γραμμένα στην αραμαϊκή, οι αρχικές «ρίζες» αρκετών λέξεων και εκφράσεων των Εβραϊκών Γραφών είναι άγνωστες. Οι λεξικογράφοι χαρακτηρίζουν πολλές από αυτές τις λέξεις και εκφράσεις ως «δάνεια», ισχυριζόμενοι ότι η εβραϊκή τις δανείστηκε από άλλες σημιτικές γλώσσες, όπως είναι η αραμαϊκή, η ακκαδική ή η αραβική. Αλλά αυτό είναι εικασία. Ο Έντουαρντ Χόροβιτς δηλώνει: «Ενίοτε, όμως, ο δανεισμός ανάγεται σε τόσο αρχαία εποχή ώστε οι λόγιοι δεν γνωρίζουν ποια γλώσσα δανείστηκε τη λέξη και ποια ήταν ο αρχικός της κάτοχος». (Πώς Εξελίχθηκε η Εβραϊκή Γλώσσα, σ. 3, 5) Φαίνεται πολύ πιο πιθανό ότι τέτοιες αμφιλεγόμενες λέξεις είναι γνήσια εβραϊκές, πράγμα που αποδεικνύει περαιτέρω ότι η σημερινή γνώση για το εύρος της αρχαίας γλώσσας είναι ελλιπής.
Ένα από τα στοιχεία που υποστηρίζουν ότι η αρχαία εβραϊκή διέθετε πλούσιο λεξιλόγιο είναι τα συγγράμματα από τις αρχές της Κοινής Χρονολογίας. Σε αυτά περιλαμβάνονται μη Βιβλικά θρησκευτικά συγγράμματα που απαρτίζουν μέρος των Ρόλων της Νεκράς Θαλάσσης, καθώς και το Μισνά—ένα σύνολο ραβινικών συγγραμμάτων στην εβραϊκή σχετικά με την Ιουδαϊκή παράδοση. Γράφοντας στη Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια (1978, Τόμ. 8, σ. 383), ο καθηγητής Μάγιερ Γουόξμαν λέει: «Η Βιβλική εβραϊκή . . . δεν εξαντλεί ολόκληρον το απόθεμα λέξεων, ως αποδεικνύεται εκ [του] Μισνά, [το οποίο] χρησιμοποιεί εκατοντάδας λέξεων μη ευρισκομένων εις την Βίβλον». Φυσικά, μερικές από αυτές μπορεί να ήταν μεταγενέστερες προσθήκες ή νεολογισμοί, αλλά πολλές αποτελούσαν ασφαλώς μέρος του εβραϊκού λεξιλογίου κατά την περίοδο της συγγραφής των Εβραϊκών Γραφών.
Πότε Άρχισε να Φθίνει η Εβραϊκή; Υπάρχει γενικά η αντίληψη ότι οι Ιουδαίοι άρχισαν να αντικαθιστούν τη γλώσσα τους με την αραμαϊκή κατά την εξορία τους στη Βαβυλώνα. Ωστόσο, τα στοιχεία που υποδεικνύουν κάτι τέτοιο δεν είναι ισχυρά. Σύγχρονα παραδείγματα δείχνουν ότι κατακτημένοι πληθυσμοί ή μετανάστες μπορούν να διατηρήσουν, και όντως συχνά διατηρούν, τη μητρική τους γλώσσα για περιόδους πολύ μεγαλύτερες των 70 ετών. Εφόσον μάλιστα οι Ιουδαίοι είχαν τη θεϊκή υπόσχεση για επιστροφή στην πατρίδα τους, θα αναμέναμε ότι δεν θα έτειναν να εγκαταλείψουν την εβραϊκή υιοθετώντας είτε την ακκαδική (ασσυροβαβυλωνιακή) είτε την αραμαϊκή, την τότε διεθνή γλώσσα των συναλλαγών. Είναι αλήθεια ότι στα βιβλία της αιχμαλωσιακής και της μεταιχμαλωσιακής περιόδου—όπως το βιβλίο του Δανιήλ, του Έσδρα και της Εσθήρ—υπάρχουν αποσπάσματα και λέξεις στην αραμαϊκή. Αυτό, όμως, δεν είναι παράξενο, δεδομένου ότι τα εν λόγω βιβλία εξιστορούν γεγονότα που συνέβησαν σε χώρες όπου μιλιόταν η αραμαϊκή, παραθέτουν επίσημη αλληλογραφία και επίσης πραγματεύονται την ιστορία ενός λαού υποταγμένου σε ξένες δυνάμεις που χρησιμοποιούσαν την αραμαϊκή ως γλώσσα της διπλωματίας.
Το εδάφιο Νεεμίας 8:8 αναφέρει ότι, κατά την ανάγνωση του Νόμου, «του προσέδιδαν νόημα και έκαναν αυτά που διάβαζαν κατανοητά». Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι τότε οι επαναπατρισμένοι εξόριστοι δεν καταλάβαιναν απόλυτα την εβραϊκή, γι’ αυτό και γινόταν κάποια παράφραση στην αραμαϊκή. Ακόμη και αν ισχύει αυτό, η περικοπή δίνει κυρίως έμφαση στην ανάλυση του νοήματος και στην εφαρμογή των όσων διδάσκονταν σχετικά με το Νόμο.—Παράβαλε Ματ 13:14, 51, 52· Λου 24:27· Πρ 8:30, 31.
Στην πραγματικότητα, η Αγία Γραφή δεν αναφέρει πουθενά ότι ο λαός σταμάτησε να χρησιμοποιεί την εβραϊκή στην καθημερινή του ζωή. Όντως ο Νεεμίας βρήκε κάποιους Ιουδαίους με Αζώτιες, Αμμωνίτισσες και Μωαβίτισσες συζύγους, των οποίων τα παιδιά δεν ήξεραν “να μιλούν ιουδαϊκά”. Αλλά η επισήμανση αυτού του γεγονότος, σε συνδυασμό με την αγανάκτηση του Νεεμία για τους Ιουδαίους που είχαν συνάψει γάμους με μη Ισραηλίτισσες, δείχνει ότι μια τέτοια παραμέληση της εβραϊκής αποδοκιμαζόταν έντονα. (Νε 13:23-27) Αυτό θα ήταν αναμενόμενο, δεδομένης της μεγάλης βαρύτητας που προσέδιδαν στην ανάγνωση του Λόγου του Θεού, ο οποίος μέχρι τότε ήταν κυρίως στην εβραϊκή.
Η Γραφή δεν ασχολείται καθόλου με την περίοδο από την ολοκλήρωση του Εβραϊκού κανόνα (πιθανώς στην εποχή του Έσδρα και του Μαλαχία τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ.) μέχρι τις αρχές της Κοινής Χρονολογίας. Οι μη Βιβλικές πηγές είναι επίσης λιγοστές. Ακόμη και αυτές, όμως, δεν υποστηρίζουν ότι ο Ιουδαϊκός λαός αντικατέστησε την εβραϊκή με την αραμαϊκή. Τα στοιχεία δείχνουν ότι πολλά από τα Απόκρυφα, όπως τα βιβλία Ιουδίθ, Σοφία Σειράχ, Βαρούχ και Α΄ Μακκαβαίων, γράφτηκαν στην εβραϊκή, αυτά δε τα έργα θεωρείται γενικά ότι ανάγονται στους τρεις τελευταίους αιώνες πριν από την Κοινή Χρονολογία. Όπως προαναφέρθηκε, μερικά από τα μη Βιβλικά συγγράμματα μεταξύ των Ρόλων της Νεκράς Θαλάσσης ήταν επίσης στην εβραϊκή, η οποία και χρησιμοποιήθηκε στη σύνταξη του Ιουδαϊκού Μισνά μετά την έναρξη της Κοινής Χρονολογίας.
Λόγω αυτών και άλλων συναφών στοιχείων, ο Δρ Γουίλιαμ Τσόμσκι δηλώνει ότι η θεωρία μερικών λογίων, Ιουδαίων και μη, σύμφωνα με την οποία η αραμαϊκή είχε υποκαταστήσει πλήρως την εβραϊκή είναι εντελώς αβάσιμη και έχει καταρριφθεί εκ των πραγμάτων. Αν μη τι άλλο, είναι πιο πιθανό να έγιναν οι Ιουδαίοι δίγλωσσοι, αλλά η εβραϊκή εξακολούθησε να επικρατεί ως η προτιμώμενη γλώσσα. Ο Δρ Τσόμσκι λέει σχετικά με τη μισναϊκή εβραϊκή: «Αυτή η γλώσσα έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας τυπικής καθομιλουμένης που χρησιμοποιείται από αγρότες, εμπόρους και τεχνίτες. . . . Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται λογικό να συμπεράνουμε ότι γενικά οι Ιουδαίοι, την περίοδο της Δεύτερης Κοινοπολιτείας, και ειδικά προς το τέλος της, μιλούσαν και τις δύο γλώσσες [την εβραϊκή και την αραμαϊκή]. Άλλοτε χρησιμοποιούσαν τη μία και άλλοτε την άλλη».—Εβραϊκή: Η Αιώνια Γλώσσα (Hebrew: The Eternal Language), 1969, σ. 207, 210.
Ωστόσο, το ισχυρότερο στοιχείο υπέρ της άποψης ότι η εβραϊκή συνέχιζε να είναι ζωντανή γλώσσα τον πρώτο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας έγκειται στις αναφορές που υπάρχουν για αυτήν στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. (Ιωα 5:2· 19:13, 17, 20· 20:16· Απ 9:11· 16:16) Μολονότι πολλοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι σε αυτές τις αναφορές θα έπρεπε να χρησιμοποιείται η λέξη «αραμαϊκή» αντί της λέξης «εβραϊκή», έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε ότι με αυτόν τον όρο εννοείται πραγματικά η εβραϊκή γλώσσα, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΑΡΑΜΑΪΚΗ. Όταν ο γιατρός Λουκάς λέει ότι ο Παύλος μίλησε προς το λαό της Ιερουσαλήμ στην «εβραϊκή γλώσσα», φαίνεται απίθανο να εννοεί ότι μίλησε στην αραμαϊκή, ή αλλιώς συριακή, γλώσσα. (Πρ 21:40· 22:2· παράβαλε 26:14.) Εφόσον προγενέστερα οι Εβραϊκές Γραφές έκαναν διάκριση ανάμεσα στην αραμαϊκή (συριακή) και στη «γλώσσα των Ιουδαίων» (2Βα 18:26) και εφόσον ο Ιώσηπος, Ιουδαίος ιστορικός του πρώτου αιώνα, πραγματευόμενος αυτή τη Βιβλική περικοπή χρησιμοποιεί τους όρους «συριστί» και «εβραϊστί», θεωρώντας ότι επρόκειτο για διαφορετικές γλώσσες (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 8 [i, 2]), δεν φαίνεται να υπήρχε λόγος να χρησιμοποιήσουν οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών τη λέξη «εβραϊκή» αν εννοούσαν την αραμαϊκή, ή αλλιώς συριακή.
Το ότι η αραμαϊκή χρησιμοποιούνταν τότε ευρέως σε όλη την Παλαιστίνη δεν αμφισβητείται. Η χρήση του αραμαϊκού προθήματος «Μπαρ» (γιος· στην ελληνική αποδίδεται «Βαρ») αντί του εβραϊκού «Μπεν» σε αρκετά ονόματα (όπως Βαρθολομαίος και Σίμων Βαρ-ιωνάς) αποτελεί απόδειξη ότι υπήρχε εξοικείωση με την αραμαϊκή. Φυσικά, ορισμένοι Ιουδαίοι είχαν επίσης ελληνικά ονόματα, όπως ο Ανδρέας και ο Φίλιππος, πράγμα που από μόνο του δεν αποδεικνύει ότι η καθομιλουμένη τους ήταν η ελληνική, όπως το λατινικό όνομα του Μάρκου δεν αποδεικνύει ότι η οικογένειά του είχε ως καθομιλουμένη αυτή τη γλώσσα. Προφανώς, στην Παλαιστίνη του πρώτου αιώνα της Κοινής Χρονολογίας μιλιούνταν τέσσερις γλώσσες: οι τρεις που, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, εμφανίζονταν στην επιγραφή πάνω από το κεφάλι του Ιησού όταν κρεμάστηκε στο ξύλο (η εβραϊκή, η λατινική και η ελληνική [Ιωα 19:19, 20]) και μια τέταρτη, η αραμαϊκή. Από αυτές, η λατινική ήταν σαφώς η λιγότερο διαδεδομένη.
Ο Ιησούς μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποίησε την αραμαϊκή σε κάποιες περιπτώσεις, όπως όταν μίλησε στη Συροφοίνισσα. (Μαρ 7:24-30) Ορισμένες εκφράσεις που αποδίδονται σε αυτόν θεωρούνται γενικά αραμαϊκής προέλευσης. Ακόμη και εδώ, όμως, χρειάζεται προσοχή, διότι ο χαρακτηρισμός αυτών των εκφράσεων ως αραμαϊκών δεν είναι αναμφισβήτητος. Λόγου χάρη, οι λέξεις που είπε ο Ιησούς ενώ ήταν κρεμασμένος στο ξύλο: «Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί;» (Ματ 27:46· Μαρ 15:34) θεωρείται συνήθως ότι ήταν αραμαϊκές, ίσως κάποιας διαλέκτου της Γαλιλαίας. Ωστόσο, Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) λέει: «Οι γνώμες διίστανται ως προς την αρχική γλώσσα στην οποία ειπώθηκαν αυτά τα λόγια και ως προς το αν θα ήταν πιο φυσικό για τον Ιησού να χρησιμοποιήσει την εβραϊκή ή την αραμαϊκή. . . . Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι στην Παλαιστίνη του πρώτου αιώνα μ.Χ. μπορεί να χρησιμοποιούνταν μια μορφή της εβραϊκής που είχε κάποιες επιρροές από την αραμαϊκή». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 86) Στην ουσία, η μεταγραφή αυτών των λέξεων στην ελληνική, όπως την κατέγραψαν ο Ματθαίος και ο Μάρκος, δεν επιτρέπει τον επακριβή προσδιορισμό της αρχικής γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε.
Περαιτέρω απόδειξη για το ότι η εβραϊκή συνέχιζε να χρησιμοποιείται στους αποστολικούς χρόνους αποτελεί η μαρτυρία ότι το Ευαγγέλιο του Ματθαίου γράφτηκε αρχικά από τον ίδιο στην εβραϊκή.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η εβραϊκή άρχισε να φθίνει κυρίως κατόπιν, αλλά και εξαιτίας, της καταστροφής της Ιερουσαλήμ και του ναού της, καθώς και του διασκορπισμού των υπόλοιπων κατοίκων της το έτος 70 Κ.Χ. Εντούτοις, συνέχισε να χρησιμοποιείται στις συναγωγές, οπουδήποτε διασπάρθηκαν οι Ιουδαίοι. Ιδιαίτερα από τον έκτο περίπου αιώνα Κ.Χ. και έπειτα, οι Ιουδαίοι λόγιοι που έγιναν γνωστοί ως Μασορίτες κατέβαλαν σθεναρές προσπάθειες να διαφυλάξουν τη γνησιότητα του εβραϊκού κειμένου των Γραφών. Ιδιαίτερα δε από το 16ο αιώνα και έπειτα, αναθερμάνθηκε το ενδιαφέρον για την αρχαία εβραϊκή, ενώ τον επόμενο αιώνα άρχισαν να αποτελούν αντικείμενο εντατικής μελέτης άλλες σημιτικές γλώσσες. Αυτό συνέβαλε στην εκλέπτυνση της κατανόησης της αρχαίας γλώσσας και είχε ως αποτέλεσμα καλύτερες μεταφράσεις των Εβραϊκών Γραφών.
Αλφάβητο και Γραφή της Εβραϊκής. Το εβραϊκό αλφάβητο αποτελούνταν από 22 σύμφωνα, από τα οποία αρκετά συμβολίζουν προφανώς δύο φθόγγους, με αποτέλεσμα ένα σύνολο 28 περίπου φθόγγων. Τους ήχους των φωνηέντων τούς πρόσθετε ο αναγνώστης, καθοδηγούμενος από τα συμφραζόμενα, όπως ένας ελληνόφωνος συμπληρώνει τα φωνήεντα διαφόρων συντμήσεων, παραδείγματος χάρη «χλμ.» (χιλιόμετρα), «μτφ.» (μεταφορικά) και «δρχ.» (δραχμή). Πιστεύεται ότι η παραδοσιακή προφορά των Εβραϊκών Γραφών διατηρούνταν ζωντανή και μεταβιβαζόταν από εκείνους που ειδικεύονταν στην ανάγνωση του Νόμου, των Προφητών και των Ψαλμών για τη διδασκαλία του λαού. Κατόπιν, στο δεύτερο ήμισυ της πρώτης χιλιετίας Κ.Χ., οι Μασορίτες επινόησαν ένα σύστημα αποτελούμενο από τελείες και παύλες που ονομάστηκαν φωνηεντικά σημεία και προστέθηκαν στο συμφωνικό κείμενο. Επιπλέον, παρεμβλήθηκαν ορισμένα φωνόσημα για να δηλώνεται ο τόνος, η παύση, η σύνδεση μεταξύ λέξεων και προτάσεων, καθώς και η μουσική σημειογραφία.
Στις παλαιότερες εβραϊκές επιγραφές που μας είναι γνωστές χρησιμοποιείται μια αρχαία γραφή η οποία διαφέρει πολύ στην όψη από τα τετράγωνα εβραϊκά γράμματα μεταγενέστερων κειμένων, όπως αυτά που ανάγονται στους πρώτους αιώνες της Κοινής Χρονολογίας. Η τετράγωνη γραφή ονομάζεται συχνά «αραμαϊκή» ή «ασσυριακή». Πιστεύεται ότι η μετάβαση από τους αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες στους τετράγωνους συντελέστηκε στη διάρκεια της βαβυλωνιακής εξορίας. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Ερνστ Βούρτβαϊν: «Για μεγάλο διάστημα η παλαιοεβραϊκή γραφή παρέμεινε σε χρήση παράλληλα με την τετράγωνη γραφή. Τα νομίσματα από την περίοδο της εξέγερσης του Μπαρ Κοχμπά (132-135 μ.Χ.) φέρουν παλαιοεβραϊκά γράμματα. Μεταξύ των κειμένων που ανακαλύφτηκαν στις σπηλιές της Νεκράς Θαλάσσης, κάποια είναι γραμμένα στην παλαιοεβραϊκή γραφή».—Το Κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης (Der Text des Alten Testaments), 5η έκδοση, 1988, σ. 5, 6.
Ο Ωριγένης, Χριστιανός συγγραφέας του δεύτερου και τρίτου αιώνα Κ.Χ., δήλωσε ότι, στα σωστότερα αντίγραφα των ελληνικών μεταφράσεων των Εβραϊκών Γραφών, το Τετραγράμματο, δηλαδή το ιερό όνομα του Ιεχωβά, ήταν γραμμένο με αρχαία εβραϊκά γράμματα. Επιβεβαίωση αυτής της δήλωσης αποτέλεσε η ανακάλυψη σπαραγμάτων από δερμάτινους ρόλους του πρώτου αιώνα Κ.Χ., οι οποίοι περιέχουν τους «μικρούς» προφήτες στην ελληνική. Σε αυτούς τους ρόλους το Τετραγράμματο εμφανίζεται με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες. (Βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 1Γ, Αρ. 2-4.) Σπαράγματα της μετάφρασης του Ακύλα στην ελληνική, από τα τέλη του πέμπτου ή τις αρχές του έκτου αιώνα Κ.Χ., περιέχουν επίσης το θεϊκό όνομα γραμμένο με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες.—ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 1Γ, Αρ. 7, 8.
Ο Δρ Χόροβιτς λέει: «Το παλαιό εβραϊκό αλφάβητο ήταν αυτό που δανείστηκαν οι Έλληνες και μεταβίβασαν στη λατινική, και με αυτό το παλαιό εβραϊκό αλφάβητο μοιάζει περισσότερο το αλφάβητο της ελληνικής».—Πώς Εξελίχθηκε η Εβραϊκή Γλώσσα, σ. 18.
Ιδιότητες και Χαρακτηριστικά. Η εβραϊκή γλώσσα είναι πολύ εκφραστική και προσφέρεται για παραστατικές περιγραφές γεγονότων. Οι σύντομες προτάσεις της και οι απλοί της σύνδεσμοι της προσδίδουν πλαστικότητα και ομαλή ροή νοήματος. Η εβραϊκή ποίηση, η οποία προσθέτει σε αυτές τις ιδιότητες τον παραλληλισμό και το ρυθμό, είναι ιδιαίτερα εκφραστική και λυρική.
Η εβραϊκή είναι πλούσια σε μεταφορές. Αντί της λέξης «ακρογιαλιά», στο εδάφιο Γένεση 22:17, το εβραϊκό κείμενο λέει κατά κυριολεξία «χείλος της θάλασσας». Άλλες μεταφορικές εκφράσεις είναι το «πρόσωπο της γης», το «κεφάλι» ενός βουνού, το «στόμα μιας σπηλιάς» και διάφορες παρόμοιες. Το ότι η εν λόγω χρήση ανθρώπινων όρων δεν υποδηλώνει με κανέναν τρόπο οποιαδήποτε ανιμιστική δοξασία καταδεικνύεται από μια ανάγνωση των ίδιων των Γραφών, καθώς σε αυτές εκφράζεται απόλυτη αποστροφή για όσους λατρεύουν δέντρα και άλλα αντικείμενα.—Παράβαλε Ησ 44:14-17· Ιερ 10:3-8· Αββ 2:19.
Το εβραϊκό λεξιλόγιο αποτελείται από λέξεις που εκφράζουν συγκεκριμένες έννοιες, που περιλαμβάνουν την όραση, την ακοή, την αφή, τη γεύση και την όσφρηση. Ως αποτέλεσμα, αυτές οι λέξεις δημιουργούν νοητικές εικόνες στον ακροατή ή στον αναγνώστη. Λόγω αυτής της ιδιότητάς της, ορισμένοι λόγιοι λένε ότι η εβραϊκή στερείται αφηρημένων εννοιών. Σαφώς, όμως, και υπάρχουν ορισμένα αφηρημένα ουσιαστικά στη Βιβλική εβραϊκή. Παραδείγματος χάρη, το ουσιαστικό μαχασαβάχ (παράγωγο της ρίζας χασάβ, που σημαίνει «σκέφτομαι») μεταφράζεται με διάφορες αφηρημένες έννοιες, όπως «σκέψη, επινόημα, εφεύρεση, σχέδιο». Από το ρήμα μπατάχ (που σημαίνει «εμπιστεύομαι») προέρχεται το ουσιαστικό μπέταχ (ασφάλεια). Παρ’ όλα αυτά, οι αφηρημένες έννοιες μεταδίδονται κατά κανόνα από συγκεκριμένα ουσιαστικά. Εξετάστε τη ρίζα καβέδ, ένα ρήμα που βασικά σημαίνει «είμαι βαρύς» (όπως στο εδ. Κρ 20:34). Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:25, το ίδιο αυτό ρήμα μεταφράζεται “γίνομαι ένδοξος”, δηλαδή, κατά κυριολεξία, “γίνομαι βαρύς”. Αντίστοιχα, από αυτή τη ρίζα παράγεται το ουσιαστικό καβέδ, που αναφέρεται στο συκώτι—ένα από τα βαρύτερα εσωτερικά όργανα—καθώς και το ουσιαστικό καβώδ, που σημαίνει «δόξα». (Λευ 3:4· Ησ 66:12) Η εξαγωγή της αφηρημένης έννοιας από τη συγκεκριμένη καταδεικνύεται περαιτέρω από το ουσιαστικό γιαδ, που σημαίνει «χέρι», αλλά και «φροντίδα», “μέσο” ή «καθοδήγηση» (Εξ 2:19· Γε 42:37· Εξ 35:29· 38:21), καθώς επίσης από το ουσιαστικό ’αφ, που σημαίνει τόσο «ρουθούνι» όσο και «θυμός» (Γε 24:47· 27:45), και από το ουσιαστικό ζερώα‛, «βραχίονας», το οποίο μεταδίδει επίσης την αφηρημένη έννοια της “ισχύος” (Ιωβ 22:8, 9).
Στην πραγματικότητα, αυτή ακριβώς η ιδιότητα της χρήσης συγκεκριμένων λέξεων είναι που κάνει τις Εβραϊκές Γραφές να προσφέρονται τόσο πολύ για μετάφραση, διότι το νόημα των λέξεων είναι σε γενικές γραμμές οικουμενικό, εφόσον σημαίνουν το ίδιο ουσιαστικά σε κάθε γλώσσα. Εντούτοις, αποτελεί πρόκληση για το μεταφραστή το να αναπαραγάγει σε άλλη γλώσσα την ιδιάζουσα γοητεία, απλότητα, τρόπο έκφρασης και δυναμισμό της εβραϊκής, κυρίως όταν πρόκειται για τους ρηματικούς της τύπους.
Η εβραϊκή διακρίνεται για τη βραχυλογία της, εφόσον η δομή της επιτρέπει τέτοια λιτότητα έκφρασης. Η αραμαϊκή, η πλέον συγγενική προς την εβραϊκή από τις σημιτικές γλώσσες, είναι συγκριτικά πιο άκομψη, περιφραστική και πλατειαστική. Στη μετάφραση, χρειάζεται συχνά να χρησιμοποιηθούν βοηθητικές λέξεις προκειμένου να αναδειχτεί η παραστατικότητα, η γλαφυρότητα και η δραματικότητα του εβραϊκού ρήματος. Μολονότι έτσι χάνεται κάτι από τη βραχυλογία, ωστόσο αποδίδεται πληρέστερα η ομορφιά και η ακρίβεια του εβραϊκού κειμένου.
Εβραϊκή Ποίηση. Αυτές ακριβώς οι ιδιότητες, και συνάμα ο έντονος ρεαλισμός, είναι που καθιστούν επίσης την εβραϊκή ιδεώδη για ποίηση. Οι εβραϊκοί στίχοι είναι σύντομοι—πολλοί δεν έχουν περισσότερες από δύο ή τρεις λέξεις—με αποτέλεσμα να δημιουργούν ζωηρή εντύπωση. Ο καθηγητής Τζέιμς Μιούλενμπεργκ, μέλος της μεταφραστικής επιτροπής που εργάστηκε για την Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση, παρατήρησε εύστοχα: «Ο λόγος [στην εβραϊκή ποίηση] είναι πυκνός, και όλη η έμφαση δίνεται στις σημαντικές λέξεις. Το εβραϊκό κείμενο του 23ου Ψαλμού αποτελείται όλο και όλο από πενήντα πέντε λέξεις, ενώ οι σύγχρονες μεταφράσεις που έχουμε στη Δύση χρησιμοποιούν τις διπλάσιες. Ακόμη και στη μετάφραση, όμως, δεν χάνεται η οικονομία του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου. . . . Ο εβραϊκός ποιητικός λόγος διαθέτει ζωντανή γλώσσα. . . . Ο Εβραίος ποιητής μάς βοηθάει να δούμε, να ακούσουμε, να νιώσουμε. Οι αισθητικές εντυπώσεις είναι έντονες και ζωντανές . . . Ο ποιητής σκέφτεται με εικόνες, και οι εικόνες αυτές προέρχονται από τη σφαίρα της καθημερινής ζωής που είναι κοινή για όλους τους ανθρώπους».—Εισαγωγή στην Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης (An Introduction to the Revised Standard Version of the Old Testament), 1952, σ. 63, 64.
Για να δειχτεί με παράδειγμα η λιτότητα έκφρασης που διακρίνει τον εβραϊκό ποιητικό λόγο, παρατηρήστε το πρώτο εδάφιο του 23ου Ψαλμού, όπως εμφανίζεται στη Μετάφραση Νέου Κόσμου. Οι ελληνικές λέξεις που είναι απαραίτητες για τη μετάφραση κάθε εβραϊκής λέξης χωρίζονται με κάθετο (/):
Ο Ιεχωβά/ [είναι] ο Ποιμένας μου./
Δεν θα μου λείψει/ τίποτα./
Όπως φαίνεται, στο αντίστοιχο ελληνικό απόσπασμα χρειάστηκαν έντεκα λέξεις για να μεταφραστούν τέσσερις εβραϊκές. Η λέξη «είναι» παρεμβλήθηκε για να έχει νόημα η ελληνική πρόταση. Στην εβραϊκή, εννοείται.
Κύρια είδη παραλληλισμού. Το σπουδαιότερο τυπικό στοιχείο της εβραϊκής ποίησης είναι ο παραλληλισμός, δηλαδή ο ρυθμός που επιτυγχάνεται, όχι με την ομοιοκαταληξία (όπως στην ελληνική), αλλά με τη λογική σκέψη. Αυτού του είδους ο ρυθμός έχει ονομαστεί «ρυθμός των ιδεών». Εξετάστε τους δύο στίχους του εδαφίου Ψαλμός 24:1:
Στον Ιεχωβά ανήκει η γη και όσα τη γεμίζουν,
Τα παραγωγικά εδάφη και όσοι κατοικούν σε αυτά.
Οι στίχοι που παρατίθενται εδώ λέγεται ότι βρίσκονται σε συνωνυμικό παραλληλισμό, δηλαδή ο δεύτερος στίχος επαναλαμβάνει μέρος του προηγούμενου, αλλά με διαφορετικές λέξεις. Η φράση «Στον Ιεχωβά ανήκει» είναι απαραίτητη και για τους δύο στίχους. Ωστόσο, οι όροι «η γη» και «τα παραγωγικά εδάφη» είναι ποιητικά συνώνυμα, όπως είναι και οι όροι «όσα τη γεμίζουν» και «όσοι κατοικούν σε αυτά».
Οι περισσότεροι σύγχρονοι λόγιοι δέχονται ότι υπάρχουν και άλλα δύο κύρια είδη παραλληλισμού:
Στον αντιθετικό παραλληλισμό, όπως υποδηλώνει η ονομασία του, ο κάθε στίχος εκφράζει αντίθετες σκέψεις. Το εδάφιο Ψαλμός 37:9 το δείχνει αυτό παραστατικά:
Διότι όσοι πράττουν το κακό θα εκκοπούν,
Αλλά όσοι ελπίζουν στον Ιεχωβά, αυτοί θα γίνουν κάτοχοι της γης.
Υπάρχει επίσης ο συνθετικός (ή αλλιώς τυπικός, δομικός) παραλληλισμός στον οποίο το δεύτερο μέρος δεν απηχεί απλώς τη σκέψη του πρώτου ούτε δημιουργεί απλώς αντίθεση. Τουναντίον, διευρύνει την έννοια και προσθέτει μια καινούρια σκέψη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα εδάφια Ψαλμός 19:7-9:
Ο νόμος του Ιεχωβά είναι τέλειος·
επιστρέφει την ψυχή.
Η υπενθύμιση του Ιεχωβά είναι αξιόπιστη·
κάνει τον άπειρο σοφό.
Οι προσταγές του Ιεχωβά είναι ευθείες·
χαροποιούν την καρδιά.
Η εντολή του Ιεχωβά είναι καθαρή·
κάνει τα μάτια να λάμπουν.
Ο φόβος του Ιεχωβά είναι αγνός·
μένει για πάντα.
Οι δικαστικές αποφάσεις του Ιεχωβά είναι αληθινές·
έχουν αποδειχτεί απόλυτα δίκαιες.
Προσέξτε ότι το δεύτερο μέρος κάθε πρότασης ολοκληρώνει τη σκέψη. Επομένως, όλο το εδάφιο αποτελεί σύνθεση, προκύπτοντας από το συνδυασμό δύο στοιχείων. Μόνο με τα δεύτερα ημιστίχια, όπως «επιστρέφει την ψυχή» και «κάνει τον άπειρο σοφό», μαθαίνει ο αναγνώστης πώς “είναι τέλειος ο νόμος” και πώς “είναι αξιόπιστη η υπενθύμιση του Ιεχωβά”. Σε μια τέτοια ακολουθία συνθετικών παραλλήλων, η διαίρεση ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος παίζει το ρόλο ρυθμικής παύσης. Συνεπώς, εκτός του ότι ξετυλίγεται προοδευτικά η σκέψη, διατηρείται επίσης μια ορισμένη δομή του εδαφίου, ένας παραλληλισμός του τύπου του. Γι’ αυτόν το λόγο, το συγκεκριμένο είδος ονομάζεται μερικές φορές τυπικός ή δομικός παραλληλισμός.
Διάφορα άλλα είδη παραλληλισμού. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι υπάρχουν και άλλα είδη παραλληλισμού, αν και αυτά θεωρούνται μόνο παραλλαγές ή συνδυασμοί του συνωνυμικού, του αντιθετικού και του συνθετικού είδους. Τρία από αυτά τα προτεινόμενα είδη είναι: ο εμβληματικός, ο κλιμακωτός και ο στροφικά σύμμετρος παραλληλισμός.
Στον εμβληματικό (ή παραβολικό) παραλληλισμό χρησιμοποιούνται παρομοιώσεις ή μεταφορές. Δείτε το εδάφιο Ψαλμός 103:12:
Όσο μακριά είναι η ανατολή από τη δύση,
Τόσο μακριά από εμάς έβαλε τις παραβάσεις μας.
Στον κλιμακωτό παραλληλισμό μπορεί να χρησιμοποιούνται δύο, τρεις ή ακόμη περισσότεροι στίχοι για να επαναλάβουν και να αναπτύξουν την ιδέα του πρώτου. Χαρακτηριστικά είναι τα εδάφια Ψαλμός 29:1, 2:
Αποδώστε στον Ιεχωβά, εσείς οι γιοι των ισχυρών,
Αποδώστε στον Ιεχωβά δόξα και ισχύ.
Αποδώστε στον Ιεχωβά τη δόξα του ονόματός του.
Ο στροφικά σύμμετρος παραλληλισμός είναι πιο περίτεχνος και μπορεί να περιλαμβάνει αρκετά εδάφια. Παρατηρήστε αυτό το παράδειγμα από τα εδάφια Ψαλμός 135:15-18:
(1) Τα είδωλα των εθνών είναι ασήμι και χρυσάφι,
(2) Έργο χεριών χωματένιου ανθρώπου.
(3) Στόμα έχουν, αλλά δεν μπορούν να μιλήσουν·
(4) Μάτια έχουν, αλλά δεν μπορούν να δουν·
(5) Αφτιά έχουν, αλλά δεν μπορούν να δώσουν ακρόαση.
(6) Επίσης, δεν υπάρχει πνεύμα στο στόμα τους.
(7) Όμοιοι με αυτά θα γίνουν εκείνοι που τα φτιάχνουν,
(8) Όποιοι εμπιστεύονται σε αυτά.
Αυτός ο παραλληλισμός εξηγείται από τον Γ. Τρέιλ στο έργο του Λογοτεχνικά Χαρακτηριστικά και Επιτεύγματα της Αγίας Γραφής ([Literary Characteristics and Achievements of the Bible] 1864, σ. 170): «Εδώ ο πρώτος στίχος παρουσιάζει στροφική συμμετρία με τον όγδοο—στον έναν έχουμε τα είδωλα των παγανιστών, στον άλλον όσους εμπιστεύονται σε είδωλα. Ο δεύτερος στίχος με τον έβδομο—στον έναν έχουμε την κατασκευή, στον άλλον τους κατασκευαστές. Ο τρίτος στίχος με τον έκτο—στον έναν γίνεται λόγος για άφωνα στόματα, στον άλλον για άπνοα. Ο τέταρτος στίχος με τον πέμπτο, όπου ο στροφικά σύμμετρος παραλληλισμός μπορεί να λεχθεί ότι ενώνει τα δύο μισά του σε έναν συνθετικό παραλληλισμό—μάτια χωρίς όραση, αφτιά χωρίς ακοή».
Παρόμοιο, αλλά πιο απλό, είδος είναι η αντιμετάθεση των λέξεων σε συνεχόμενους στίχους, όπως στο εδάφιο Ησαΐας 11:13β (ΛΧ):
Ο Εφραΐμ δεν θα ζηλεύη τον Ιούδαν,
και ο Ιούδας δεν θα ενοχλή τον Εφραΐμ.
Γραμματική
Α΄. Ρήματα. Τα ρήματα είναι το σπουδαιότερο μέρος του λόγου στην εβραϊκή γλώσσα. Ο απλούστερος ρηματικός τύπος είναι το τρίτο ενικό πρόσωπο, αρσενικού γένους, της τετελεσμένης κατάστασης. Αυτός είναι ο τύπος που εμφανίζεται στα λεξικά. Τα τρία σύμφωνα αυτού του τύπου σχηματίζουν συνήθως τη ρίζα. Η ρίζα είναι κατά κανόνα τριγράμματη, δηλαδή αποτελείται από τρία σύμφωνα, όπως συμβαίνει γενικά στις σημιτικές γλώσσες. Σε αυτές τις τριγράμματες ρίζες μπορούν να αναχθούν όλες σχεδόν οι άλλες λέξεις της γλώσσας.
Η ρίζα είναι το απλούστερο θέμα του ρήματος. Αναφέρεται συχνά ως «γνήσιο θέμα». Από αυτό το γνήσιο θέμα σχηματίζονται άλλα έξι θέματα με την προσθήκη προθημάτων, το διπλασιασμό ορισμένων γραμμάτων και τη μεταβολή των φωνηέντων. Τα εφτά ρηματικά θέματα αντιπροσωπεύουν την έννοια της ρηματικής ρίζας σε τρεις χροιές: βασική, έντονη και έμμεση.
Για να φανούν οι διαφοροποιήσεις ανάλογα με το πρόσωπο, τον αριθμό και το γένος, προσκολλώνται στα ρηματικά θέματα ορισμένα προθήματα και επιθήματα.
Κατάσταση. Η θεώρηση των ρημάτων στην ελληνική γίνεται κυρίως από την άποψη του χρόνου: παρελθόν, παρόν, μέλλον. Ωστόσο, στην εβραϊκή αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η κατάσταση της ενέργειας και όχι ο χρόνος. Η ενέργεια θεωρείται είτε ολοκληρωμένη είτε ανολοκλήρωτη.
Αν το ρήμα παρουσιάζει την ενέργεια ολοκληρωμένη, βρίσκεται στην τετελεσμένη κατάσταση. Για παράδειγμα, το εδάφιο Γένεση 1:1 λέει: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη». Η ενέργεια ολοκληρώθηκε—ο Θεός «δημιούργησε», με άλλα λόγια τελείωσε τη δημιουργία των ουρανών και της γης.
Αν η ενέργεια θεωρείται ανολοκλήρωτη, το ρήμα βρίσκεται στη μη τετελεσμένη κατάσταση. Αυτό μπορεί να φανεί από το εδάφιο Έξοδος 15:1: «Ο Μωυσής και οι γιοι του Ισραήλ άρχισαν να ψάλλουν». Εδώ βλέπουμε πως, μολονότι η ενέργεια είχε ξεκινήσει («άρχισαν» να ψάλλουν), δεν είχε τερματιστεί, επομένως ήταν «μη τετελεσμένη», ατελείωτη.
Φυσικά, δεδομένου ότι λόγω του ίδιου του χαρακτήρα της η τετελεσμένη κατάσταση στην εβραϊκή παρουσιάζει την ενέργεια ως ολοκληρωμένη, βασικά ανήκει στο παρελθόν. Ως εκ τούτου, η λέξη καθάβ (ενεργητικό ρήμα τετελεσμένης κατάστασης) σημαίνει, βασικά, «(αυτός) έγραψε» και συνήθως έτσι μεταφράζεται. (2Βα 17:37· 2Χρ 30:1· 32:17· Εσθ 8:5) Η έννοια της ολοκληρωμένης ενέργειας στο παρελθόν μπορεί να φανεί επίσης στην απόδοση «είχε γράψει» (Εσθ 9:23· Ιωβ 31:35· Ιερ 36:27). Ωστόσο, το ρήμα καθάβ θα μπορούσε να αποδοθεί επίσης «έχει γράψει»—στον παροντικό χρόνο που ονομάζεται παρακείμενος στην ελληνική. Η απόδοση «θα γράψει» χρησιμοποιείται επίσης ως μετάφραση αυτού του ρήματος τετελεσμένης κατάστασης και δείχνει ότι είναι βέβαιο πως η ενέργεια θα εκτελεστεί. (Αρ 5:23· Δευ 17:18) Και οι δύο αυτές τελευταίες αποδόσεις υποδηλώνουν ορθά την ενέργεια ως ολοκληρωμένη, αλλά όχι στο παρελθόν. Επομένως, το ενεργητικό ρήμα από μόνο του δεν μεταδίδει κατ’ ανάγκην κάποια χρονική αίσθηση. Η τετελεσμένη κατάσταση μπορεί να παρουσιάζει την ενέργεια ως ολοκληρωμένη σε οποιαδήποτε περίοδο χρόνου: στο παρελθόν, στο παρόν ή στο μέλλον. Αντίθετα, η μη τετελεσμένη κατάσταση, μολονότι μπορεί επίσης να δείχνει την ενέργεια σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο, τη θεωρεί πάντοτε ανολοκλήρωτη.
Συνεπώς, μολονότι οι αρχαίοι Εβραίοι μπορούσαν ασφαλώς να συλλάβουν την έννοια του χρόνου, αυτός κατείχε δευτερεύουσα θέση στη γλώσσα τους. Το σύγγραμμα Τα Βασικά Στοιχεία της Βιβλικής Εβραϊκής (The Essentials of Biblical Hebrew), του Κ. Γέιτς, δηλώνει: «Οι περισσότερες σύγχρονες γλώσσες αντιλαμβάνονται το χρόνο διαφορετικά από ό,τι η σημιτική διάνοια. Το εβραϊκό νοητικό πρότυπο δεν θεωρεί ζωτικής σημασίας τον προσδιορισμό του χρόνου μιας ενέργειας. Αυτό είναι απαραίτητο για όποιον σκέφτεται σε κάποια ινδογερμανική [ινδοευρωπαϊκή] γλώσσα απλώς και μόνο για να εντάξει την ενέργεια στο υπερτιμημένο χρονικό του πλαίσιο. Στον Σημίτη αρκούσε γενικά να καταλάβει την κατάσταση της ενέργειας—αν ήταν ολοκληρωμένη ή ανολοκλήρωτη—και αν όχι, υπήρχε κάποια λέξη χρονικής ή ιστορικής σημασίας που δήλωνε το χρόνο». (Αναθεώρηση Τζ. Όουενς, 1954, σ. 129) Αν, όπως αφήνει να εννοηθεί η Αγία Γραφή, η εβραϊκή ήταν η αρχική γλώσσα που χρησιμοποιούνταν στην Εδέμ, αυτή η έλλειψη έμφασης στο χρόνο του ρήματος ίσως αντανακλά τη νοοτροπία του ανθρώπου ενόσω ήταν τέλειος, τότε που ο Αδάμ είχε μπροστά του την προοπτική της αιωνιότητας και η ζωή δεν είχε περιοριστεί σε 70 ή 80 μόνο χρόνια. Ο Ιεχωβά προμήθευσε την εβραϊκή ως απόλυτα ικανοποιητικό μέσο επικοινωνίας μεταξύ Θεού και ανθρώπων, καθώς επίσης μεταξύ των ίδιων των ανθρώπων.
Για τη μετάφραση στην ελληνική, η χρονική πλευρά του ρήματος καθορίζεται από τα συμφραζόμενα. Αυτά δείχνουν αν η ενέργεια που περιγράφεται θεωρείται ότι έχει συμβεί πρωτύτερα, ότι συντελείται τώρα ή ότι θα συμβεί στο μέλλον.
Β΄. Ουσιαστικά. Όπως επισημάνθηκε προηγουμένως, όλες σχεδόν οι λέξεις, μεταξύ των οποίων και τα ουσιαστικά, μπορούν να αναχθούν σε κάποια ρηματική ρίζα. Η ρίζα είναι εμφανής τόσο στον τρόπο γραφής του ουσιαστικού όσο και στη σημασία του.
Υπάρχουν δύο γένη: αρσενικό και θηλυκό. Το θηλυκό γένος ξεχωρίζει γενικά από την κατάληξη αχ (ωθ, πληθυντικός) που προσκολλάται στο ουσιαστικό, όπως στις λέξεις ’ισσάχ (γυναίκα) και σουσώθ (φοράδες [πληθυντικός θηλυκού]).
Οι τρεις αριθμοί της εβραϊκής είναι ο ενικός, ο πληθυντικός και ο δυϊκός. Ο δυϊκός (που αναγνωρίζεται από το επίθημα άγιμ) χρησιμοποιείται συνήθως για αντικείμενα που εμφανίζονται κατά ζεύγη, όπως τα χέρια (γιαδάγιμ) και τα αφτιά (’οζνάγιμ).
Οι προσωπικές αντωνυμίες μπορούν επίσης να προσκολληθούν άρρηκτα στα ουσιαστικά. Παραδείγματος χάρη, σους σημαίνει «άλογο», αλλά σουσί, «άλογό μου», ενώ σουσέιχα, «άλογά σου».
Γ΄. Επίθετα. Και τα επίθετα παράγονται από τις ρηματικές ρίζες. Παραδείγματος χάρη, το ρήμα γκαδάλ (μεγαλώνω) είναι η ρίζα του επιθέτου γκαδώλ (μεγάλος). (Το οριστικό άρθρο στην εβραϊκή είναι χα [ο, η, το]. Δεν υπάρχει αόριστο άρθρο [ένας, μία, ένα].)
Το επίθετο μπορεί να χρησιμοποιηθεί με έναν από τους δύο ακόλουθους τρόπους:
(1) Ως κατηγορούμενο. Σε αυτή την περίπτωση τίθεται συνήθως πριν από το ουσιαστικό του και συμφωνεί μαζί του κατά γένος και αριθμό. Η φράση τωβ χακκώλ (κατά κυριολεξία, «καλή η φωνή») μεταφράζεται «η φωνή είναι καλή», ενώ το ρήμα «είναι» παρεμβάλλεται.
(2) Ως επιθετικός προσδιορισμός. Τότε τίθεται έπειτα από το ουσιαστικό και συμφωνεί μαζί του, όχι μόνο κατά γένος και αριθμό, αλλά και όσον αφορά την οριστικότητα. Επομένως, χακκώλ χαττώβ (κατά κυριολεξία, «η φωνή η καλή») σημαίνει «η καλή φωνή».
Μεταγραφή. Μεταγραφή ονομάζεται η αντικατάσταση χαρακτήρων του εβραϊκού αλφαβήτου με ελληνικά γράμματα. Η εβραϊκή γράφεται από τα δεξιά προς τα αριστερά, αλλά για τους ελληνόφωνους αναγνώστες μεταγράφεται έτσι ώστε να διαβάζεται από τα αριστερά προς τα δεξιά. Ο συνοδευτικός πίνακας και η ακόλουθη εξήγηση παρουσιάζουν μερικούς από τους γενικούς κανόνες που ακολουθήθηκαν σε αυτό το έργο.
Όσον αφορά τα σύμφωνα. Όπως φαίνεται, πέντε γράμματα έχουν τελικό τύπο, δηλαδή το σχήμα τους διαφοροποιείται όταν εμφανίζονται στο τέλος των λέξεων. Ορισμένα σύμφωνα (ת ,פ ,כ ,ד ,ג ,ב) έχουν μαλακή και σκληρή προφορά, αυτή δε η τελευταία σημειώνεται με μια τελεία στο μέσο του γράμματος (תּ ,פּ ,כּ ,דּ ,גּ ,בּ). Ωστόσο, η τελεία σε ένα από αυτά τα σύμφωνα δηλώνει επίσης ότι αυτό πρέπει να διπλασιαστεί αν προηγείται αμέσως φωνήεν. Έτσι λοιπόν, η λέξη יםכִּתִּ μεταγράφεται ως Κιττίμ. Τα περισσότερα άλλα γράμματα (μολονότι έχουν μόνο μία προφορά) επίσης διπλασιάζονται με μια τελεία στο μέσο τους (για παράδειγμα, το זּ μεταγράφεται ως ζζ). Εξαίρεση αποτελεί το χε’ (ה), το οποίο έχει ενίοτε τελεία στο μέσο του (הּ) όταν εμφανίζεται στο τέλος μιας λέξης, αλλά δεν διπλασιάζεται ποτέ.
Τα σύμφωνα βαβ και γιωδ μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο σχηματισμό φωνηέντων. Όταν το βαβ (ו) εμφανίζεται με το φωνήεν χώλεμ (·) από πάνω του, σχηματίζει το επονομαζόμενο μακρό χώλεμ (וֹ), το οποίο μεταγράφεται σε αυτό το έργο ως ω. Ο συνδυασμός וּ προφέρεται ου, και στην αρχή μιας λέξης αποτελεί πάντα ξεχωριστή συλλαβή. Ωστόσο, αν υπάρχει επιπλέον φωνηεντικό σημείο κάτω από το γράμμα (וַּ), η τελεία δηλώνει ότι το βαβ πρέπει να διπλασιαστεί. Επομένως, η λέξη יבַּוַּ μεταγράφεται ως μπαββαΐ, ενώ η λέξη בּוּז μεταγράφεται ως μπουζ.
Όταν το καφ είναι τελικό, το σεβά’ ( ְ) ή το κάμετς ( ָ) γράφεται εντός του γράμματος και όχι κάτω από αυτό: ךָ ,ךְ.
Όσον αφορά τα φωνήεντα. Όλα τα φωνήεντα σε αυτόν τον πίνακα εμφανίζονται κάτω από τη γραμμή εκτός από το χώλεμ (·), το οποίο τίθεται από πάνω, και το σούρεκ ( ֹ), το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, εμφανίζεται στο μέσο του βαβ (וּ =ου).
Όσον αφορά τα ημίφωνα. Τα ελληνικά αντίστοιχα που δίνονται εδώ είναι μόνο κατά προσέγγιση. Η προφορά αυτών των ημιφώνων στην εβραϊκή είναι, σε κάθε περίπτωση, ένας πάρα πολύ απαλός ήχος.
Υπό ορισμένες συνθήκες, το σεβά’ είναι έμφθογγο και μεταγράφεται ως ε. Γενικά, όμως, όταν το σεβά’ ακολουθεί ύστερα από βραχύ φωνήεν ή όποτε τίθεται κάτω από σύμφωνο με το οποίο τελειώνει μια συλλαβή, είναι άφθογγο και θεωρείται διαχωριστικό των συλλαβών. Επομένως, η λέξη ליִקְטֹ μεταγράφεται ως γικτόλ.
Συλλαβές. Στην εβραϊκή κάθε συλλαβή ξεκινάει με σύμφωνο και περιλαμβάνει (1) ένα κανονικό φωνήεν ή (2) ένα ημίφωνο και ένα κανονικό φωνήεν. Παραδείγματος χάρη, η λέξη לקָטַ αποτελείται από δύο συλλαβές—η μία είναι קָ (κα) και η άλλη לטַ (ταλ). Και οι δύο περιέχουν ένα κανονικό φωνήεν και αρχίζουν με σύμφωνο. Από την άλλη πλευρά, η λέξη יתבְּרִ (μπερίθ) έχει μόνο μία συλλαβή εφόσον περιέχει μόνο ένα κανονικό φωνήεν (.=ι)· το σεβά’, ε ( ְ), είναι ημίφωνο.
Υπάρχουν δύο προφανείς εξαιρέσεις στον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο οι συλλαβές αρχίζουν μόνο με σύμφωνα: (1) Όταν μια λέξη ξεκινάει με וּ (ου). Τότε ο φθόγγος ου αποτελεί ξεχωριστή συλλαβή. Παραδείγματος χάρη, η λέξη ןבֵוּ μεταγράφεται ως ουβέν (δηλαδή ου·βέν) και η λέξη ישְׁמִוּ ως ουσεμί (δηλαδή ου·σεμί). (2) Με «υπείσακτο πάθαχ». Πρόκειται για το φωνήεν πάθαχ ( ַ) τοποθετημένο κάτω από τα σύμφωνα ע ,ח ,הּ, όταν αυτά εμφανίζονται στο τέλος μιας λέξης. Σε αυτή την περίπτωση το πάθαχ προφέρεται πριν από το σύμφωνο. Παραδείγματος χάρη, η λέξη חַרוּ μεταγράφεται ως ρούαχ, και όχι ως ρουχά.
Ενίοτε εμφανίζεται ανάμεσα στις λέξεις μια μικρή οριζόντια γραμμή που ονομάζεται μακκέφ (־) και μοιάζει με το ελληνικό ενωτικό. Αυτή συνδέει δύο ή περισσότερες λέξεις έτσι ώστε να θεωρούνται μία, ενώ μόνο η τελευταία λέξη διατηρεί τον τόνο της. Παραδείγματος χάρη, η λέξη ראֲשֶׁל־כָּ μεταγράφεται ως κολ-’ασέρ.
Τόνοι. Όλες οι εβραϊκές λέξεις τονίζονται στη λήγουσα ή στην παραλήγουσα. Οι περισσότερες τονίζονται στη λήγουσα.
Στις μεταγραφές αυτού του έργου ο τόνος δείχνει ποια συλλαβή τονίζεται.
[Πίνακας στη σελίδα 836]
Βασική
Έντονη
Έμμεση
(1) Ενεργητική (καλ)
(3) Ενεργητική (πιαίλ)
(6) Ενεργητική (ιφείλ)
(2) Παθητική (νιφάλ)
(4) Παθητική (πουάλ)
(7) Παθητική (οφάλ)
—
(5) Αυτοπαθής (ιθπααίλ)
—
[Πίνακας στη σελίδα 836]
—
Βασική
Έντονη
Έμμεση
Ενεργητική
קָטַל
κατάλ
αυτός σκότωσε
קִטֵּל
κιττέλ
αυτός σκότωσε (βάναυσα)
הִקְטִיל
χικτίλ
αυτός υποκίνησε να σκοτώσουν
Παθητική
נִקְטַל
νικτάλ
αυτός σκοτώθηκε
קֻטַּל
κουττάλ
αυτός σκοτώθηκε (βάναυσα)
הָקְטַל
χοκτάλ
αυτός υποκινήθηκε να σκοτώσει
Αυτοπαθής
—
הִתְקַטֵּל
χιθκαττέλ
αυτός σκότωσε τον εαυτό του
—
[Πίνακας στη σελίδα 838]
Χαρακτήρας
Σύμφωνα
Αντίστοιχο
א
’Άλεφ
’
בּ
Μπαιθ
μπ
ב
—
β
גּ
Γκίμελ
γκ
ג
—
γ
דּ
Ντάλεθ
ντ
ד
—
δ
ה
Χε’
χ
ו
Βαβ
β
ז
Ζάγιν
ζ
ח
Χαιθ
χ
ט
Ταιθ
τ
י
Γιωδ
γι
כּ
Καφ
κ
כ Τελικό: ך
—
χ
ל
Λάμεδ
λ
מ Τελικό: ם
Μεμ
μ
נ Τελικό: ן
Νουν
ν
ס
Σάμεχ
σ
ע
‛Άγιν
‛
פּ
Πε’
π
פ Τελικό: ף
—
φ
צ Τελικό: ץ
Τσαδαί
τσ
ק
Κωφ
κ
ר
Ραις
ρ
שׂ
Σιν
σ
שׁ
Σιν
σ (δασύ)
תּ
Ταβ
τ
ת
—
θ
Κανονικά Φωνήεντα
ָ (μακρό)
Κάμετς
α
ַ
Πάθαχ
α
ֵ (μακρό)
Τσέραι
ε
ֶ
Σέγωλ
ε
ִ
Χίρεκ
ι
ֹ (μακρό)
Χώλεμ
ο
ָ
Κάμετς Χατούφ
ο
ֻ
Κιμπούτς
ου
ִ
Σούρεκ
ου
Ημίφωνα
ְ
Σεβά’
ε (βραχύτατο ή άφθογγο)
ֲ
Χατέφ Πάθαχ
α
ֱ
Χατέφ Σέγωλ
ε
ֳ
Χατέφ Κάμετς
ο
Ειδικοί Συνδυασμοί
י ָ = αϊ
י ַ = αϊ
י ֵ = αι
י ֶ = εϊ
י ִ = ι
וֹ= ω
וּ= ου
יו ָ = αβ
-
-
ΕβραίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΡΑΙΟΣ
Η επωνυμία «Εβραίος» χρησιμοποιείται πρώτη φορά για τον Άβραμ, διακρίνοντάς τον από τους Αμορραίους γείτονές του. (Γε 14:13) Έκτοτε, ουσιαστικά σε κάθε περίπτωση που χρησιμοποιείται, ο όρος «Εβραίος(-οι)» συνεχίζει να εφαρμόζεται ως επωνυμία που αντιδιαστέλλει ή διακρίνει όποιον ή όποιους χαρακτηρίζει—είτε το άτομο που χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο δεν ανήκει στο ισραηλιτικό έθνος (Γε 39:13, 14, 17· 41:12· Εξ 1:16· 1Σα 4:6, 9) είτε πρόκειται για Ισραηλίτη που απευθύνεται σε κάποιον αλλοεθνή (Γε 40:15· Εξ 1:19· 2:7· Ιων 1:9) είτε γίνεται μνεία αλλοεθνών (Γε 43:32· Εξ 1:15· 2:11-13· 1Σα 13:3-7).
Όπως δείχνουν τα παραπάνω εδάφια, το 18ο αιώνα Π.Κ.Χ. οι Αιγύπτιοι ήταν ήδη εξοικειωμένοι με την επωνυμία «Εβραίος». Αυτό φαίνεται να υποδηλώνει ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ είχαν γίνει αρκετά γνωστοί σε μια ευρεία περιοχή, με αποτέλεσμα να είναι αναγνωρίσιμος ο προσδιορισμός «Εβραίος». Όταν ο Ιωσήφ μίλησε για «τη γη των Εβραίων» (Γε 40:15) σε δύο υπηρέτες του Φαραώ, αναμφίβολα αναφερόταν στην περιοχή γύρω από τη Χεβρών, την οποία ο πατέρας του και οι προπάτορές του χρησιμοποιούσαν επί πολύ καιρό ως ένα είδος βάσης για τις δραστηριότητές τους. Περίπου έξι αιώνες αργότερα, οι Φιλισταίοι εξακολουθούσαν να αποκαλούν τους Ισραηλίτες «Εβραίους». Την εποχή του Βασιλιά Σαούλ, οι όροι «Εβραίοι» και «Ισραήλ» ήταν ισοδύναμοι. (1Σα 13:3-7· 14:11· 29:3) Τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., ο προφήτης Ιωνάς αυτοπροσδιορίστηκε ως Εβραίος μιλώντας σε κάποιους ναύτες (πιθανώς Φοίνικες) πάνω σε ένα πλοίο έξω από το λιμάνι της Ιόππης. (Ιων 1:9) Επίσης, ο Νόμος έκανε διάκριση ανάμεσα στους «Εβραίους» δούλους και σε εκείνους που ανήκαν σε άλλους λαούς ή εθνικότητες (Εξ 21:2· Δευ 15:12), το δε βιβλίο του Ιερεμία (τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ.), αναφερόμενο σε αυτό το γεγονός, δείχνει ότι ο όρος «Εβραίος» ήταν τότε ισοδύναμος του όρου «Ιουδαίος».—Ιερ 34:8, 9, 13, 14.
Σε μεταγενέστερες περιόδους, Έλληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς αποκαλούσαν συνήθως τους Ισραηλίτες είτε «Εβραίους» είτε «Ιουδαίους», όχι «Ισραηλίτες».
Προέλευση και Σημασία του Όρου. Οι απόψεις όσον αφορά την προέλευση και τη σημασία του όρου «Εβραίος» μπορούν γενικά να αναλυθούν ως εξής:
Μια άποψη υποστηρίζει ότι το όνομα προέρχεται από τη ρίζα ‛αβάρ, που σημαίνει «περνώ· διαβαίνω· περνώ απέναντι· διασχίζω». Κατά αυτή τη λογική, ο όρος θα εφαρμοζόταν στον Αβραάμ ως εκείνον τον οποίο πήρε ο Θεός «από την άλλη πλευρά του Ποταμού [Ευφράτη]». (Ιη 24:3) Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα θεώρησαν ότι η λέξη έχει αυτή την έννοια και, ως εκ τούτου, στο εδάφιο Γένεση 14:13 περιέγραψαν τον Αβραάμ ως «περάτη» και όχι ως «Εβραίο». Αυτή η θεωρία είναι πολύ δημοφιλής, αλλά εμπεριέχει δυσκολίες. Η κατάληξη του όρου ‛Ιβρί (Εβραίος) είναι ίδια με την κατάληξη άλλων όρων που είναι αναμφίβολα πατρωνυμικοί, δηλαδή ονομάτων που σχηματίζονται στην εβραϊκή με την προσθήκη ενός προθήματος ή επιθήματος και φανερώνουν σχέση με το όνομα του πατέρα ή κάποιου προγόνου του ατόμου. Παραδείγματος χάρη, ο όρος Μω’αβί (Μωαβίτης) δηλώνει πρωτίστως κάποιον που είναι απόγονος του Μωάβ παρά κάποιον που προέρχεται από μια γεωγραφική περιοχή. Το ίδιο συμβαίνει και με τους όρους ‛Αμμωνί (Αμμωνίτης), Ντανί (Δανίτης) και πολλούς άλλους.
Επιπρόσθετα, αν ο όρος «Εβραίος» εφαρμόστηκε στον Αβραάμ μόνο και μόνο επειδή “πέρασε” τον Ευφράτη, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ήταν ένας πολύ γενικός όρος που θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε οποιονδήποτε έκανε το ίδιο—και πιθανόν να υπήρξαν πολλοί τέτοιοι μετανάστες ανά τους αιώνες. Με μια τέτοια προέλευση, η συγκεκριμένη λέξη θα μπορούσε να αποτελέσει χαρακτηριστικό προσδιορισμό μόνο αν ήταν ευρέως αποδεκτό ότι ο Αβραάμ πέρασε τον Ευφράτη με θεϊκή εντολή. Το κατά πόσον αναγνώριζαν αυτό το γεγονός οι ειδωλολάτρες που χρησιμοποιούσαν τον όρο είναι αμφίβολο, αλλά δεν μπορεί και να θεωρηθεί αδύνατο.
Μια δεύτερη άποψη, την οποία ενστερνίζονται ορισμένοι μελετητές, είναι ότι το εν λόγω όνομα δηλώνει τους περιπλανώμενους, ή αλλιώς “περαστικούς”, σε αντιδιαστολή με όσους κατοικούν ή εγκαθίστανται σε έναν τόπο. (Παράβαλε τη χρήση της λέξης ‛αβάρ στα εδάφια Γε 18:5· Εξ 32:27· 2Χρ 30:10.) Μολονότι οι Ισραηλίτες έζησαν όντως νομαδική ζωή για ένα διάστημα, αυτό σταμάτησε να συμβαίνει μετά την κατάκτηση της Χαναάν. Εντούτοις, το όνομα Εβραίοι συνέχισε να εφαρμόζεται σε αυτούς. Μια άλλη αντίρρηση ως προς αυτή τη θεωρία θα μπορούσε να είναι ότι προσδίδει στον όρο τόσο ευρεία έννοια ώστε θα ήταν δυνατόν να περιληφθούν σε αυτόν όλοι οι νομαδικοί πληθυσμοί. Ο Ιεχωβά όμως προσδιορίζεται στην Αγία Γραφή ως «ο Θεός των Εβραίων»—πράγμα που δεν σημαίνει βέβαια “όλων των νομάδων”, εφόσον πολλοί νομαδικοί λαοί λάτρευαν ψεύτικους θεούς.—Εξ 3:18· 5:3· 7:16· 9:1, 13· 10:3.
Μια τρίτη άποψη που εναρμονίζεται σε μεγάλο βαθμό με τις Βιβλικές αποδείξεις είναι ότι ο όρος «Εβραίος» (‛Ιβρί) προέρχεται από το όνομα Έβερ, το όνομα ενός δισέγγονου του Σημ και προγόνου του Αβραάμ. (Γε 11:10-26) Είναι αλήθεια ότι για τον Έβερ δεν γνωρίζουμε τίποτα άλλο εκτός από την οικογενειακή του σχέση ως κρίκου στη γενεαλογική αλυσίδα που οδήγησε από τον Σημ στον Αβραάμ. Δεν έχει καταγραφεί κάποια εξαιρετική πράξη ή κάποιο άλλο προσωπικό χαρακτηριστικό που να δικαιολογεί την ιδιαίτερα εξέχουσα χρήση του ονόματός του από τους απογόνους του. Εντούτοις, είναι αξιοσημείωτο ότι το εδάφιο Γένεση 10:21 μνημονεύει ειδικά τον Έβερ, χαρακτηρίζοντας τον Σημ ως «τον προπάτορα όλων των γιων του Έβερ». Το ότι το όνομα Έβερ εφαρμοζόταν αιώνες μετά το θάνατο του ίδιου σε έναν ορισμένο λαό ή σε περιοχή είναι φανερό από την προφητεία που εξήγγειλε ο Βαλαάμ το 15ο αιώνα Π.Κ.Χ. (Αρ 24:24) Η χρήση του ονόματος ως πατρωνυμικού θα συνέδεε επίσης τους Ισραηλίτες, σύμφωνα με την «οικογενειακή τους καταγωγή», με μια από τις οικογένειες που προήλθαν από τον Νώε, όπως είναι καταγραμμένο στα εδάφια Γένεση 10:1-32.
Όπως συμβαίνει και με τις άλλες απόψεις που εξετάστηκαν ήδη, εγείρεται το ερώτημα γιατί ο όρος «Εβραίος»—στην περίπτωση που παράγεται από το όνομα Έβερ—αποτέλεσε αποκλειστικό και χαρακτηριστικό προσδιορισμό των Ισραηλιτών. Ο Έβερ είχε και άλλους απογόνους, μέσω του γιου του τού Ιοκτάν, οι οποίοι δεν ανήκαν στη γενεαλογική γραμμή που οδήγησε στον Αβραάμ (και στον Ισραήλ). (Γε 10:25-30· 11:16-26) Θα περίμενε κανείς ότι ο όρος ‛Ιβρί (Εβραίος) θα εφαρμοζόταν σε όλους όσους μπορούσαν να αναγάγουν δικαιωματικά την καταγωγή τους στον Έβερ. Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι στην αρχή μπορεί πράγματι να συνέβαινε αυτό, αλλά με την πάροδο του χρόνου το όνομα περιορίστηκε στους Ισραηλίτες ως τους πιο επιφανείς Εβερίτες, ή αλλιώς Εβραίους. Μια τέτοια περίπτωση δεν θα ήταν μοναδική στο Βιβλικό υπόμνημα. Μολονότι υπήρχαν πολλοί μη Ισραηλίτες απόγονοι του Αβραάμ, όπως οι Εδωμίτες, οι Ισμαηλίτες και οι απόγονοί του από τη σύζυγό του τη Χετούρα, οι Ισραηλίτες είναι εκείνοι που φέρουν το χαρακτηριστικό προσδιορισμό «σπέρμα του Αβραάμ». (Ψλ 105:6· Ησ 41:8· παράβαλε Ματ 3:9· 2Κο 11:22.) Φυσικά, αυτό οφείλεται στην πολιτεία του Θεού μαζί τους σε συσχετισμό με την Αβραμιαία διαθήκη. Αλλά το ίδιο το γεγονός ότι ο Θεός τούς κατέστησε έθνος και τους έδωσε ως κληρονομιά τη γη Χαναάν, καθώς και νίκες εναντίον πολλών ισχυρών εχθρών, οπωσδήποτε θα ξεχώριζε τους Ισραηλίτες, όχι μόνο από άλλους απογόνους του Αβραάμ, αλλά και από όλους τους άλλους απογόνους του Έβερ. Είναι επίσης πιθανό ότι πολλοί από αυτούς τους άλλους απογόνους έχασαν την «εβεριτική» τους ταυτότητα μέσω επιγαμίας με άλλους λαούς.
Μπορεί κάλλιστα, λοιπόν, να αληθεύει ότι η ειδική μνεία του Έβερ στους γενεαλογικούς καταλόγους αποτελεί θεϊκή ένδειξη για το ότι η ευλογία του Νώε προς τον Σημ επρόκειτο να εκπληρωθεί ιδιαίτερα στους απογόνους του Έβερ, τα δε μετέπειτα γεγονότα δείχνουν ότι οι κατ’ εξοχήν αποδέκτες αυτής της ευλογίας ήταν οι Ισραηλίτες. Αυτή η ειδική μνεία του Έβερ χρησίμευε επίσης για τον προσδιορισμό της γενεαλογικής γραμμής του υποσχεμένου Σπέρματος, το οποίο αναφέρεται στην προφητεία του Ιεχωβά στο εδάφιο Γένεση 3:15, εφόσον με αυτόν τον τρόπο ο Έβερ υποδεικνυόταν ως συγκεκριμένος κρίκος μεταξύ του Σημ και του Αβραάμ. Μια τέτοια σύνδεση εναρμονίζεται επίσης καλά με το ότι ο Ιεχωβά προσδιορίζεται ως «ο Θεός των Εβραίων».
Η προφητεία του Βαλαάμ. Η κατανόηση της προφητείας του Βαλαάμ στο εδάφιο Αριθμοί 24:24 εξαρτάται από το αν το όνομα Έβερ χρησιμοποιείται εκεί ως γεωγραφικός όρος που υποδεικνύει τη “χώρα (ή το λαό) της άλλης πλευράς” ή ως πατρωνυμικό που εφαρμόζεται ειδικά στους Εβραίους (Ισραηλίτες). Οι περισσότεροι σχολιαστές θεωρούν ότι η Κιττίμ, από την ακτή της οποίας σύμφωνα με την προφητεία θα έρχονταν πλοία για να ταλαιπωρήσουν την Ασσυρία και τον Έβερ, είναι πρωτίστως η αρχαία ονομασία της Κύπρου. Ωστόσο, όπως δείχνουν τα λήμματα ΚΙΤΤΙΜ και ΚΥΠΡΟΣ, η Κύπρος δέχτηκε ισχυρές ελληνικές επιρροές. Επίσης, το όνομα Κιττίμ μπορεί να εφαρμοστεί ευρύτερα σε περιοχές πέρα από την Κύπρο, πράγμα που ίσως επιτρέπει περαιτέρω συσχέτιση με την Ελλάδα. Γι’ αυτό, οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι η προφητεία αναφέρεται στην κατάκτηση των εθνών της Μέσης Ανατολής—περιλαμβανομένης της Ασσυρίας—από τους Έλληνες, και συγκεκριμένα από τους Μακεδόνες. Εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το όνομα Έβερ χρησιμοποιείται εδώ με γεωγραφική έννοια θεωρούν πως η ταλαιπωρία του Έβερ σημαίνει ότι, όχι μόνο η Ασσυρία, αλλά και όλες οι δυνάμεις της Μεσοποταμίας (ο λαός “της άλλης πλευράς”) θα περιέρχονταν στην κυριαρχία της Δύσης. Εκείνοι που θεωρούν ότι το όνομα Έβερ προσδιορίζει τους Εβραίους υποστηρίζουν ότι η προειπωμένη ταλαιπωρία τούς έπληξε μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και υπό τη δυναστεία των Σελευκιδών, ιδιαίτερα υπό τον Αντίοχο τον Επιφανή. Όπως το όνομα Ασσυρία σε αυτό το εδάφιο είναι στην πραγματικότητα το όνομα Ασσούρ στην εβραϊκή, έτσι φαίνεται ότι και το όνομα Έβερ είναι πράγματι ένα πατρωνυμικό που προσδιορίζει τους Εβραίους, και όχι απλώς ένας γεωγραφικός προσδιορισμός.
Χρήση των Όρων «Εβραϊκή» και «Εβραίος» στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο όρος «εβραϊκή» χρησιμοποιείται ειδικά για να υποδηλώσει τη γλώσσα που μιλούσαν οι Ιουδαίοι (Ιωα 5:2· 19:13, 17, 20· Πρ 21:40· 22:2· Απ 9:11· 16:16), τη γλώσσα στην οποία ο αναστημένος και ενδοξασμένος Ιησούς μίλησε προς τον Σαούλ από την Ταρσό. (Πρ 26:14, 15) Στο εδάφιο Πράξεις 6:1 γίνεται διάκριση μεταξύ των εβραιόφωνων Ιουδαίων και των ελληνόφωνων Ιουδαίων.—Βλέπε ΕΛΛΑΔΑ, ΕΛΛΗΝΕΣ (Ελληνιστές).
Ο Παύλος είπε ότι ο ίδιος ήταν, πρώτον, Εβραίος, δεύτερον, Ισραηλίτης, και τρίτον, από το σπέρμα του Αβραάμ. (2Κο 11:22) Ο όρος «Εβραίος» μπορεί να χρησιμοποιείται εδώ για να δείξει ποια ήταν η φυλετική του καταγωγή (παράβαλε Φλπ 3:4, 5) και ίσως η γλώσσα του, ο όρος «Ισραηλίτης» για να δείξει ότι ήταν φυσικό μέλος του έθνους το οποίο ο Θεός καθιέρωσε αρχικά ως το λαό που θα έφερε το όνομά Του (παράβαλε Ρω 9:3-5), και ο όρος «σπέρμα του Αβραάμ» για να δείξει ότι ήταν μεταξύ εκείνων που επρόκειτο να κληρονομήσουν τις υποσχεμένες ευλογίες της Αβραμιαίας διαθήκης.
Οι «Χαμπιρού». Σε πολλά κείμενα σφηνοειδούς γραφής που χρονολογούνται από την αρχή της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ., εμφανίζεται ο ακκαδικός (ασσυροβαβυλωνιακός) όρος χαμπιρού ή χαπιρού. Οι Χαμπιρού έδρασαν στη νότια Μεσοποταμία και στη Μικρά Ασία, καθώς και στις περιοχές της Χαρράν και της Μάρι. Παρόμοια, σε 60 περίπου από τις Πινακίδες της Αμάρνα, οι οποίες ανακαλύφτηκαν στην Αίγυπτο, διάφοροι υποτελείς ηγεμόνες της Χαναάν γράφουν στον Φαραώ της Αιγύπτου (τον τότε επικυρίαρχό τους) και παραπονιούνται, μεταξύ άλλων, για τις επιθέσεις που δέχονταν οι πόλεις τους από κάποιους άλλους ηγεμόνες οι οποίοι είχαν συμμαχήσει με τους «Χαμπιρού».
Οι «Χαμπιρού» εμφανίστηκαν στη Μεσοποταμία ως εργάτες στα χωράφια, μισθοφόροι, ληστές, δούλοι, και ούτω καθεξής. Ενώ ορισμένοι μελετητές έχουν επιδιώξει να συνδέσουν τους Χαμπιρού με την κατάκτηση της Χαναάν από τους Ισραηλίτες, τα στοιχεία δεν υποστηρίζουν μια τέτοια άποψη. Σχετικά με αυτό, Το Νέο Διεθνές Λεξικό της Βιβλικής Αρχαιολογίας (The New International Dictionary of Biblical Archaeology) σχολιάζει: «Από τότε που οι Χαμπιρού ανακαλύφτηκαν για πρώτη φορά στα κείμενα της Αμάρνα, στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, διάφοροι μελετητές έχουν μπει στον πειρασμό να τους συσχετίσουν με τους βιβλικούς ‛ιβρίμ, δηλαδή τους “Εβραίους”—λέξη που αναφέρεται τριάντα τέσσερις φορές στην ΠΔ, συνήθως είτε από αλλοεθνείς είτε παρουσία αλλοεθνών. . . . Οι περισσότεροι μελετητές απορρίπτουν κάθε άμεση ταύτιση των Εβραίων με τους Χαμπιρού βασιζόμενοι στις ακόλουθες αντιρρήσεις: (1) ανακύπτουν φιλολογικές δυσκολίες στην εξομοίωση των ονομάτων, (2) το όνομα Χαμπιρού πιθανότατα είναι όρος που προσδιορίζει μια κοινωνική τάξη, ενώ η λέξη ‛ιβρί είναι εθνικός όρος, (3) υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη γεωγραφική κατανομή, στη δράση και στο χαρακτήρα των δύο ομάδων».—Επιμέλεια Ε. Μπλέικλοκ και Ρ. Χάρισον, 1983, σ. 223, 224.
Οι «Χαμπιρού» εμφανίζονται σε αιγυπτιακά κείμενα με το όνομα ‛απιρού. Τους χρησιμοποιούσαν ως εργάτες στα λατομεία και στα πατητήρια του κρασιού, καθώς και για να μεταφέρουν ογκόλιθους. Από γλωσσολογική άποψη δεν είναι δυνατόν να ταυτιστεί η αιγυπτιακή λέξη ‛απιρού με την εβραϊκή λέξη ‛Ιβρί. Εκτός αυτού, τα κείμενα παρουσιάζουν τους «Χαμπιρού» να βρίσκονται στην Αίγυπτο πολύ καιρό αφότου οι Εβραίοι είχαν φύγει από εκείνη τη χώρα.
-
-
Εβραίους (Επιστολή)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΒΡΑΙΟΥΣ (ΕΠΙΣΤΟΛΗ)
Θεόπνευστη επιστολή των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Τα στοιχεία δείχνουν ότι γράφτηκε από τον απόστολο Παύλο προς τους Εβραίους Χριστιανούς στην Ιουδαία γύρω στο 61 Κ.Χ. Η επιστολή ήταν ιδιαίτερα επίκαιρη για αυτούς. Είχαν περάσει περίπου 28 χρόνια από το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού. Στην αρχή αυτής της περιόδου οι Εβραίοι Χριστιανοί της Ιερουσαλήμ και της Ιουδαίας είχαν υποστεί σφοδρό διωγμό από τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτες, εξαιτίας του οποίου κάποιοι Χριστιανοί πέθαναν και οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους διασκορπίστηκαν μακριά από την Ιερουσαλήμ. (Πρ 8:1) Όσοι διασκορπίστηκαν συνέχισαν να διαδίδουν τα καλά νέα όπου και αν πήγαν. (Πρ 8:4) Οι απόστολοι είχαν μείνει στην Ιερουσαλήμ και είχαν διατηρήσει ενωμένη την εκκλησία που παρέμενε εκεί, με αποτέλεσμα να μεγαλώσει παρά τη σκληρή εναντίωση. (Πρ 8:14) Κατόπιν, για κάποιο διάστημα, η εκκλησία μπήκε σε περίοδο ειρήνης. (Πρ 9:31) Αργότερα, ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ διέταξε τη θανάτωση του αποστόλου Ιακώβου, αδελφού του Ιωάννη, και κακομεταχειρίστηκε κάποιους άλλους που ανήκαν στην εκκλησία. (Πρ 12:1-5) Έπειτα από ένα διάστημα, προέκυψε υλική ανάγκη ανάμεσα στους Χριστιανούς της Ιουδαίας, πράγμα που έδωσε την ευκαιρία στους αδελφούς της Αχαΐας και της Μακεδονίας (περίπου το 55 Κ.Χ.) να εκδηλώσουν την αγάπη και την ενότητά τους στέλνοντας βοήθεια. (1Κο 16:1-3· 2Κο 9:1-5) Άρα λοιπόν, η εκκλησία της Ιερουσαλήμ είχε υποστεί πολλές ταλαιπωρίες.
Σκοπός της Επιστολής. Η εκκλησία της Ιερουσαλήμ συνίστατο σχεδόν εξ ολοκλήρου από Ιουδαίους και άτομα που στο παρελθόν ήταν προσήλυτοι στη θρησκεία των Ιουδαίων. Πολλοί από αυτούς είχαν γνωρίσει την αλήθεια μετά το σφοδρότατο διωγμό. Όταν γράφτηκε η επιστολή προς τους Εβραίους, η εκκλησία απολάμβανε σχετική ειρήνη, διότι ο Παύλος τούς είπε: «Ακόμη δεν έχετε αντισταθεί ποτέ μέχρις αίματος». (Εβρ 12:4) Εντούτοις, το γεγονός ότι είχε κοπάσει ο κατά μέτωπο διωγμός που περιλάμβανε κακοποίηση έως θανάτου δεν σήμαινε ότι είχε πάψει και η ισχυρή εναντίωση από τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτες. Τα πιο καινούρια μέλη της εκκλησίας χρειαζόταν να αντιμετωπίζουν την εναντίωση όπως και οι υπόλοιποι. Κάποιοι άλλοι ήταν ανώριμοι, μη έχοντας προοδεύσει προς την ωριμότητα όσο θα έπρεπε από άποψη χρόνου. (5:12) Η εναντίωση που αντιμετώπιζαν καθημερινά από τους Ιουδαίους έθετε την πίστη τους σε δοκιμή. Χρειαζόταν να ενισχύσουν την ιδιότητα της υπομονής.—12:1, 2.
Τα χρονικά περιθώρια στένευαν για την Ιερουσαλήμ. Ούτε ο απόστολος Παύλος ούτε όσοι ανήκαν στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ γνώριζαν πότε θα λάβαινε χώρα η προειπωμένη καταστροφή, αλλά ο Θεός γνώριζε. (Λου 21:20-24· Δα 9:24, 27) Η κατάσταση απαιτούσε από τους Χριστιανούς εκεί να είναι άγρυπνοι και να ασκούν πίστη ώστε να φύγουν από την πόλη όταν θα έβλεπαν την Ιερουσαλήμ περικυκλωμένη από στρατόπεδα. Όλοι στην εκκλησία χρειαζόταν να ενισχύουν τον εαυτό τους σε αναμονή αυτών των βαρυσήμαντων γεγονότων. Σύμφωνα με την παράδοση, μόλις πέντε περίπου χρόνια μετά τη συγγραφή αυτής της επιστολής, ο στρατός του Κέστιου Γάλλου επιτέθηκε στην πόλη και κατόπιν αποσύρθηκε. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η Ιερουσαλήμ και ο ναός της ισοπεδώθηκαν από τους Ρωμαίους υπό τον στρατηγό Τίτο. Αλλά προτού συμβεί είτε το ένα είτε το άλλο γεγονός, ο Ιεχωβά είχε προμηθεύσει τη θεόπνευστη συμβουλή που χρειάζονταν οι υπηρέτες του.
Ιουδαϊκή εναντίωση. Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες, χρησιμοποιώντας ψεύτικη προπαγάνδα, είχαν κάνει τα πάντα για να υποδαυλίσουν το μίσος εναντίον των ακολούθων του Χριστού. Το ότι ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν τη Χριστιανοσύνη με κάθε δυνατό όπλο καταδεικνύεται από τις ενέργειές τους, όπως αυτές είναι καταγραμμένες στα εδάφια Πράξεις 22:22· 23:12-15, 23, 24· 24:1-4· 25:1-3. Οι ίδιοι και οι υποστηρικτές τους ενοχλούσαν συνεχώς τους Χριστιανούς, χρησιμοποιώντας προφανώς διάφορα επιχειρήματα σε μια προσπάθεια να διαρρήξουν την οσιότητά τους στον Χριστό. Επιτίθεντο στη Χριστιανοσύνη με συλλογισμούς που για έναν Ιουδαίο ίσως φαίνονταν πολύ βάσιμοι ή δυσανάτρεπτοι.
Εκείνον τον καιρό ο Ιουδαϊσμός είχε να προσφέρει πολλά από την άποψη των απτών, υλικών πραγμάτων και των εντυπώσεων. Οι Ιουδαίοι μπορεί να έλεγαν ότι αυτά τα πράγματα αποδείκνυαν πως ο Ιουδαϊσμός ήταν ανώτερος και η Χριστιανοσύνη ανοησία. Εξάλλου, είχαν πει στον Ιησού ότι το έθνος είχε πατέρα τον Αβραάμ, στον οποίο είχαν δοθεί οι υποσχέσεις. (Ιωα 8:33, 39) Ο Μωυσής, με τον οποίο ο Θεός μιλούσε «στόμα με στόμα», ήταν ο μεγάλος υπηρέτης και προφήτης του Θεού. (Αρ 12:7, 8) Οι Ιουδαίοι είχαν το Νόμο και τα λόγια των προφητών από την αρχή. “Δεν επιβεβαιώνει αυτή ακριβώς η αρχαιότητα ότι ο Ιουδαϊσμός είναι η αληθινή θρησκεία;” μπορεί να ρωτούσαν. Κατά την εγκαινίαση της διαθήκης του Νόμου, ο Θεός είχε μιλήσει μέσω αγγέλων. Στην πραγματικότητα, ο Νόμος διαβιβάστηκε μέσω αγγέλων με το χέρι του μεσίτη Μωυσή. (Πρ 7:53· Γα 3:19) Σε εκείνη την περίπτωση ο Θεός είχε πραγματοποιήσει μια φοβερή εκδήλωση δύναμης σείοντας το Όρος Σινά. Το ένδοξο αυτό θέαμα συνοδευόταν από δυνατό ήχο κέρατος, καπνό, βροντές και αστραπές.—Εξ 19:16-19· 20:18· Εβρ 12:18-21.
Εκτός από όλα αυτά τα στοιχεία περί αρχαιότητας, υπήρχε και ο μεγαλοπρεπής ναός με το ιερατείο του που είχε θεσπίσει ο Ιεχωβά. Οι ιερείς υπηρετούσαν στο ναό, διεκπεραιώνοντας καθημερινά πολλές θυσίες. Όλα αυτά τα πλαισίωναν τα ακριβά ιερατικά ενδύματα και η λαμπρότητα των υπηρεσιών που εκτελούνταν στο ναό. “Δεν έχει διατάξει ο Ιεχωβά να φέρνονται στο αγιαστήριο οι θυσίες για τις αμαρτίες, και δεν μπαίνει ο αρχιερέας, ο απόγονος του ίδιου του αδελφού του Μωυσή, του Ααρών, στα Άγια των Αγίων την Ημέρα της Εξιλέωσης με θυσία για τις αμαρτίες ολόκληρου του έθνους; Σε αυτή την περίπτωση, δεν πλησιάζει συμβολικά στην ίδια την παρουσία του Θεού;” μπορεί να ισχυρίζονταν οι Ιουδαίοι. (Λευ 16) “Επιπλέον, δεν ανήκει η βασιλεία στους Ιουδαίους, από τους οποίους κάποιος (ο Μεσσίας, που θα ερχόταν αργότερα, όπως έλεγαν) θα καθήσει στο θρόνο της Ιερουσαλήμ για να κυβερνήσει;”
Αν η επιστολή προς τους Εβραίους γράφτηκε για να εξαρτίσει τους Χριστιανούς να απαντούν σε αντιρρήσεις τις οποίες πράγματι ήγειραν οι Ιουδαίοι, τότε εκείνοι οι εχθροί της Χριστιανοσύνης ισχυρίζονταν τα εξής: “Τι έχει να παρουσιάσει αυτή η καινούρια «αίρεση» για να αποδείξει ότι είναι αληθινή και ότι έχει την εύνοια του Θεού; Πού είναι ο ναός της, και πού είναι το ιερατείο της; Πού είναι καν ο ηγέτης της; Τον είχαν σε υπόληψη οι ηγέτες του έθνους όσο ζούσε—αυτόν τον Ιησού, έναν Γαλιλαίο, γιο ξυλουργού, που δεν διέθετε ραβινική μόρφωση; Και δεν πέθανε με ατιμωτικό τρόπο; Πού είναι η βασιλεία του; Και τι είναι οι απόστολοι και οι ακόλουθοί του; Τίποτα περισσότερο από ψαράδες και εισπράκτορες φόρων. Επιπλέον, ποιους έχει ελκύσει ως επί το πλείστον η Χριστιανοσύνη; Τους φτωχούς και ταπεινούς ανθρώπους της γης, και το χειρότερο είναι ότι έγιναν δεκτοί σε αυτήν απερίτμητοι Εθνικοί, που δεν είναι από το σπέρμα του Αβραάμ. Γιατί να θέσει κάποιος την εμπιστοσύνη του σε αυτόν τον Ιησού, ο οποίος θανατώθηκε ως βλάσφημος και στασιαστής; Γιατί να ακούσει τους μαθητές του, ανθρώπους αγράμματους και συνηθισμένους;”—Πρ 4:13.
Η ανωτερότητα του Χριστιανικού συστήματος. Κάποιοι από τους ανώριμους Χριστιανούς ίσως είχαν παραμελήσει την προοπτική τους για σωτηρία μέσω του Χριστού. (Εβρ 2:1-4) Ή μπορεί να είχαν επηρεαστεί από τους άπιστους Ιουδαίους που τους περιέβαλλαν. Ο απόστολος Παύλος, σπεύδοντας σε βοήθειά τους με έξοχα επιχειρήματα και χρησιμοποιώντας τις Εβραϊκές Γραφές, στις οποίες οι Ιουδαίοι ισχυρίζονταν ότι βασίζονταν, καταδεικνύει αδιάσειστα την ανωτερότητα του Χριστιανικού συστήματος πραγμάτων, καθώς επίσης της ιεροσύνης και της βασιλείας του Ιησού Χριστού. Αποδεικνύει από τη Γραφή ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Γιος του Θεού, άρα είναι μεγαλύτερος από τους αγγέλους (1:4-6), από τον Αβραάμ (7:1-7), από τον Μωυσή (3:1-6) και από τους προφήτες (1:1, 2). Στην πραγματικότητα, ο Χριστός είναι ο διορισμένος κληρονόμος όλων των πραγμάτων, στεφανωμένος με δόξα και τιμή και διορισμένος να είναι υπεύθυνος στα έργα των χεριών του Ιεχωβά.—1:2· 2:7-9.
Όσον αφορά την ιεροσύνη, η ιεροσύνη του Χριστού είναι κατά πολύ ανώτερη από την Ααρωνική ιεροσύνη της φυλής του Λευί. Η ιεροσύνη αυτή δεν βασίζεται σε κληρονομιά από ατελή σάρκα, αλλά σε όρκο του Θεού. (Εβρ 6:13-20· 7:5-17, 20-28) Γιατί, όμως, υπέμεινε ο Ιησούς τόσες ταλαιπωρίες και πέθανε μαρτυρικά; Όπως προειπώθηκε, αυτό ήταν ουσιώδες για τη σωτηρία της ανθρωπότητας και για να αποκτήσει ο Ιησούς τα προσόντα να είναι Αρχιερέας καθώς και αυτός στον οποίο ο Θεός θα υποτάξει τα πάντα. (2:8-10· 9:27, 28· παράβαλε Ησ 53:12.) Έπρεπε να γίνει αίμα και σάρκα και να πεθάνει ώστε να απελευθερώσει όλους εκείνους οι οποίοι μέσω του φόβου του θανάτου υπόκειντο σε δουλεία. Μέσω του θανάτου του είναι σε θέση να εκμηδενίσει τον Διάβολο, κάτι αδύνατον για οποιονδήποτε ανθρώπινο ιερέα. (Εβρ 2:14-16) Έχοντας υποφέρει τόσο πολύ, είναι Αρχιερέας που μπορεί να αισθανθεί συμπόνια για τις αδυναμίες μας και να προστρέξει σε βοήθειά μας, δεδομένου ότι έχει δοκιμαστεί από όλες τις απόψεις.—2:17, 18· 4:15.
Επιπρόσθετα, επιχειρηματολογεί ο Παύλος, αυτός ο Αρχιερέας “διάβηκε τους ουρανούς” και εμφανίστηκε στην ίδια την παρουσία του Θεού, όχι σε απλή επίγεια σκηνή ή οικοδόμημα που αποτελούσε μόνο απεικόνιση των ουράνιων πραγμάτων. (Εβρ 4:14· 8:1· 9:9, 10, 24) Χρειάστηκε να εμφανιστεί μόνο μία φορά με την τέλεια, αναμάρτητη θυσία του, όχι ξανά και ξανά. (7:26-28· 9:25-28) Δεν έχει διαδόχους, όπως είχαν οι Ααρωνικοί ιερείς, αλλά ζει για πάντα ώστε να σώζει πλήρως εκείνους που διακονεί. (7:15-17, 23-25) Ο Χριστός είναι Μεσίτης της καλύτερης διαθήκης που προειπώθηκε μέσω του Ιερεμία, υπό την οποία οι αμαρτίες μπορούν όντως να συγχωρηθούν και οι συνειδήσεις να καθαριστούν, πράγματα που ο Νόμος ποτέ δεν θα μπορούσε να επιτελέσει. Ο Δεκάλογος—οι βασικοί νόμοι της διαθήκης του Νόμου—ήταν γραμμένος σε πέτρα, ενώ ο νόμος της νέας διαθήκης, σε καρδιές. Αυτός ο προφητικός λόγος του Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία έκανε παλιά τη διαθήκη του Νόμου, η οποία επρόκειτο τελικά να αφανιστεί.—8:6-13· Ιερ 31:31-34· Δευ 4:13· 10:4.
Είναι αλήθεια, συνεχίζει ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους, ότι στο Σινά παρουσιάστηκε ένα δυναμικό θέαμα που ενέπνεε δέος και έδειχνε ότι ο Θεός επιδοκίμαζε τη διαθήκη του Νόμου. Ο Θεός, όμως, έδωσε μαρτυρία με ακόμη πιο εντυπωσιακό τρόπο κατά την εγκαινίαση της νέας διαθήκης με σημεία, θαυμαστά προμηνύματα και δυναμικά έργα, καθώς και με διανομές αγίου πνεύματος σε όλα τα μέλη της εκκλησίας που είχαν συναχθεί. (Εβρ 2:2-4· παράβαλε Πρ 2:1-4.) Όσο δε για τη Βασιλεία του Χριστού, ο θρόνος του βρίσκεται στους ίδιους τους ουρανούς, πολύ ψηλότερα από το θρόνο των βασιλιάδων της γραμμής του Δαβίδ οι οποίοι ήταν ενθρονισμένοι στην επίγεια Ιερουσαλήμ. (Εβρ 1:9) Ο Θεός είναι το θεμέλιο του θρόνου του Χριστού και η Βασιλεία του δεν μπορεί να κλονιστεί, όπως κλονίστηκε η βασιλεία στην Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. (1:8· 12:28) Επιπλέον, ο Θεός έχει συγκεντρώσει το λαό του μπροστά σε κάτι που εμπνέει πολύ περισσότερο δέος από το θαυματουργικό θέαμα στο Όρος Σινά. Έχει κάνει τους χρισμένους Χριστιανούς να πλησιάσουν το ουράνιο Όρος Σιών, και ακόμη μια φορά εκείνος θα σείσει, όχι μόνο τη γη, αλλά και τον ουρανό.—12:18-27.
Η επιστολή προς τους Εβραίους είναι ανεκτίμητη για τους Χριστιανούς. Χωρίς αυτήν, πολλές πραγματικότητες σχετικά με τον Χριστό, όπως προσκιάζονται από το Νόμο, θα ήταν ασαφείς. Για παράδειγμα, οι Ιουδαίοι γνώριζαν εξαρχής από τις Εβραϊκές Γραφές πως, όταν ο αρχιερέας τους έμπαινε για λογαριασμό τους στα Άγια των Αγίων του αγιαστηρίου, τους εκπροσωπούσε ενώπιον του Ιεχωβά. Ποτέ, όμως, δεν κατανόησαν την εξής πραγματικότητα: Κάποια ημέρα ο αληθινός Αρχιερέας θα εμφανιζόταν όντως στους ουρανούς στην ίδια την παρουσία του Ιεχωβά! Και καθώς διαβάζουμε τις Εβραϊκές Γραφές, πώς θα μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε την τεράστια σημασία της αφήγησης γύρω από τη συνάντηση του Αβραάμ με τον Μελχισεδέκ ή να κατανοήσουμε με τόση σαφήνεια τι εξεικόνιζε αυτός ο βασιλιάς-ιερέας; Αυτά, φυσικά, είναι μόνο δύο παραδείγματα από τις πολλές πραγματικότητες που αντιλαμβανόμαστε καθώς διαβάζουμε την επιστολή.
Η πίστη την οποία οικοδομεί η επιστολή βοηθάει τους Χριστιανούς να διακρατήσουν την ελπίδα τους μέσω “της φανερής απόδειξης πραγματικοτήτων, τις οποίες όμως δεν βλέπουν”. (Εβρ 11:1) Σε έναν καιρό κατά τον οποίο πολλοί άνθρωποι βασίζονται στην αρχαιότητα, στον υλικό πλούτο και στη δύναμη διαφόρων οργανισμών, καθώς επίσης στη λαμπρότητα τελετών και εθιμοτυπιών, ενώ παράλληλα προσβλέπουν στη σοφία αυτού του κόσμου και όχι στη σοφία του Θεού, η θεόπνευστη επιστολή προς τους Εβραίους βοηθάει με θαυμάσιο τρόπο τον άνθρωπο του Θεού να γίνει «πλήρως ικανός, απόλυτα εξοπλισμένος για κάθε καλό έργο».—2Τι 3:16, 17.
Συγγραφέας, Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Η συγγραφή της επιστολής προς τους Εβραίους αποδίδεται ευρέως στον απόστολο Παύλο. Οι συγγραφείς των πρώτων αιώνων Κ.Χ. τη δέχονταν ως επιστολή του Παύλου. Ο Πάπυρος Τσέστερ Μπίτι Αρ. 2 (P46) (περ. 200 Κ.Χ.) συγκαταλέγει την επιστολή προς τους Εβραίους σε εννιά επιστολές του Παύλου, ο δε «Κανών του Αθανασίου», του τέταρτου αιώνα Κ.Χ., περιλαμβάνει τη συγκεκριμένη επιστολή μεταξύ των “δεκατεσσάρων επιστολών του αποστόλου Παύλου”.
Ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους δεν κατονομάζει τον εαυτό του. Αν και όλες οι άλλες επιστολές του Παύλου φέρουν πράγματι το όνομά του, η απουσία του ονόματος του συγγραφέα προφανώς δεν αποκλείει τον Παύλο. Οι εσωτερικές αποδείξεις της επιστολής υποδεικνύουν σαφώς τον Παύλο ως το συγγραφέα της και την Ιταλία, πιθανότατα τη Ρώμη, ως τον τόπο συγγραφής της. (Εβρ 13:24) Στη Ρώμη φυλακίστηκε πρώτη φορά ο Παύλος, προφανώς τα έτη 59-61 Κ.Χ. Ο Τιμόθεος βρισκόταν μαζί με τον Παύλο στη Ρώμη, δεδομένου ότι μνημονεύεται στις επιστολές του αποστόλου προς τους Φιλιππησίους, τους Κολοσσαείς και τον Φιλήμονα, οι οποίες γράφτηκαν από τη Ρώμη στη διάρκεια εκείνης της φυλάκισης. (Φλπ 1:1· 2:19· Κολ 1:1, 2· Φλμ 1) Αυτό ταιριάζει με την παρατήρηση στο εδάφιο Εβραίους 13:23 σχετικά με την απελευθέρωση του Τιμόθεου από τη φυλακή και την επιθυμία του συγγραφέα να επισκεφτούν μαζί την Ιερουσαλήμ σύντομα.
Ο χρόνος συγγραφής τοποθετείται πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ., διότι ο ναός της Ιερουσαλήμ εξακολουθούσε να υπάρχει και σε αυτόν εκτελούνταν υπηρεσίες, όπως δείχνει η επιχειρηματολογία της επιστολής. Τέλος, η παρατήρηση του Παύλου σχετικά με την απελευθέρωση του Τιμόθεου προσδιορίζει λογικά το χρόνο συγγραφής περίπου εννιά χρόνια νωρίτερα, δηλαδή στο 61 Κ.Χ., οπότε πιστεύεται ότι έληξε και η πρώτη φυλάκιση του ίδιου του Παύλου.—Εβρ 13:23.
[Πλαίσιο στη σελίδα 842]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ
Δυναμική πραγματεία που ενίσχυσε τους Εβραίους Χριστιανούς και τους έδωσε τη δυνατότητα να βοηθήσουν τους ειλικρινείς συμπατριώτες τους στα τελευταία χρόνια του Ιουδαϊκού συστήματος
Προφανώς γράφτηκε από τον απόστολο Παύλο λιγότερο από μια δεκαετία πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.
Η ανώτερη θέση που κατέχει ο Γιος του Θεού (1:1–3:6)
Αυτός είναι ο μοναδικός Γιος, ο διορισμένος κληρονόμος, η ακριβής απεικόνιση της ίδιας της οντότητας του Πατέρα του, και μέσω αυτού συντηρούνται επίσης όλα όσα φτιάχτηκαν
Συγκρινόμενοι με τον Γιο, οι άγγελοι δεν είναι παρά υπηρέτες. Μόνο αυτόν αποκαλεί ο Πατέρας “γιο του”, τον Πρωτότοκο τον οποίο θα προσκυνούσαν ακόμη και οι άγγελοι· για αυτόν, και όχι για αγγέλους, μπορεί να ειπωθεί ότι η βασιλική του διακυβέρνηση βασίζεται στον Θεό ως το θρόνο του, ότι η μονιμότητά του ξεπερνάει τη μονιμότητα των ουρανών και της γης που δημιουργήθηκαν μέσω αυτού και ότι η θέση του είναι στα δεξιά του Πατέρα
Αν ο Νόμος που διαβιβάστηκε μέσω αγγέλων δεν μπορούσε να αγνοηθεί χωρίς να επιβληθεί τιμωρία, τότε αυτά που είπε ο Θεός μέσω του Γιου, ο οποίος στέκεται ψηλότερα από τους αγγέλους, πρέπει να τυγχάνουν εξαιρετικής προσοχής
Αν και κατώτερος από τους αγγέλους ως άνθρωπος, ο Ιησούς Χριστός εξυψώθηκε στη συνέχεια πάνω από αυτούς και του χορηγήθηκε εξουσία σε όλη την κατοικημένη γη που θα έρθει
Ο Μωυσής ήταν υπηρέτης στον οίκο του Θεού, αλλά ο Ιησούς Χριστός είναι υπεύθυνος για ολόκληρο τον οίκο
Η είσοδος στην ανάπαυση του Θεού είναι ακόμη εφικτή (3:7–4:13)
Λόγω της ανυπακοής και της απιστίας τους, οι Ισραηλίτες που έφυγαν από την Αίγυπτο δεν εισήλθαν στην ανάπαυση του Θεού
Οι Χριστιανοί μπορούν να εισέλθουν στην ανάπαυση του Θεού, αρκεί να αποφεύγουν την ανυπακοή του Ισραήλ και να αγωνίζονται να ακολουθούν πορεία πιστότητας
Ο ζωντανός λόγος που υπόσχεται είσοδο στην ανάπαυση του Θεού είναι κοφτερότερος από σπαθί και προκαλεί διαίρεση (ανάλογα με την ανταπόκριση σε αυτόν) μεταξύ αυτού που μπορεί να φαίνεται ότι είναι κάποιος ως ψυχή και αυτού που είναι πράγματι ως προς το πνεύμα του
Η ανωτερότητα της ιεροσύνης του Χριστού και της νέας διαθήκης (4:14–10:31)
Εφόσον δοκιμάστηκε από όλες τις απόψεις και παρέμεινε αναμάρτητος, ο Ιησούς Χριστός ως αρχιερέας μπορεί να αισθανθεί συμπόνια για τους αμαρτωλούς ανθρώπους και να τους συμπεριφερθεί σπλαχνικά
Είναι ιερέας διορισμένος από τον Θεό σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ, του οποίου η ιεροσύνη ήταν ανώτερη από τη Λευιτική
Ανόμοια με τους Λευίτες ιερείς της οικογένειας του Ααρών, ο Ιησούς Χριστός κατέχει ακατάστρεπτη ζωή και επομένως δεν απαιτείται να έχει διαδόχους για να συνεχιστεί το σωτήριο έργο του· εφόσον είναι αναμάρτητος, δεν χρειάζεται να προσφέρει θυσίες για τον εαυτό του· πρόσφερε το ίδιο του το σώμα, όχι ζώα, και δεν εισήλθε σε γήινο αγιαστήριο, αλλά στον ίδιο τον ουρανό με την αξία του χυμένου αίματός του, επικυρώνοντας έτσι τη νέα διαθήκη
Η νέα διαθήκη, με τον Ιησού ως Μεσίτη, είναι ανώτερη από τη διαθήκη του Νόμου κατά το ότι όσοι περιλαμβάνονται σε αυτήν έχουν τους νόμους του Θεού στις καρδιές τους και απολαμβάνουν πραγματική συγχώρηση αμαρτιών
Η εκτίμηση για αυτά τα οφέλη θα υποκινήσει τους Χριστιανούς να κάνουν δημόσια διακήρυξη της ελπίδας τους και να συναθροίζονται τακτικά
Η πίστη είναι ουσιώδης για να ευαρεστεί κανείς τον Θεό (10:32–12:29)
Ο Ιεχωβά δυσαρεστείται με όσους οπισθοχωρούν απομακρυνόμενοι από αυτόν με απιστία, αντί να υπομένουν ώστε να λάβουν ό,τι έχει υποσχεθεί
Η υποδειγματική πίστη των τηρητών ακεραιότητας από τον Άβελ και έπειτα μας ενθαρρύνει να υπομένουμε στο Χριστιανικό αγώνα, ενώ αναλογιζόμαστε τον Ιησού Χριστό και την άψογη πορεία του παρά τα παθήματα
Τα παθήματα που επιτρέπει ο Θεός να συμβαίνουν στους πιστούς Χριστιανούς μπορούν να θεωρηθούν μορφή διαπαιδαγώγησης από αυτόν, η οποία αποσκοπεί στο να παραγάγει τον ειρηνικό καρπό της δικαιοσύνης
Προτροπές για την επιδίωξη πιστής πορείας (13:1-25)
Να εκδηλώνετε αδελφική αγάπη, να είστε φιλόξενοι, να θυμάστε τους πιστούς που υποφέρουν, να διατηρείτε το γάμο άξιο τιμής και να μένετε ικανοποιημένοι με τα παρόντα πράγματα, βέβαιοι για τη βοήθεια του Ιεχωβά
Να μιμείστε την πίστη εκείνων που αναλαμβάνουν την ηγεσία και να μην ενδίδετε σε παράξενες διδασκαλίες
Να είστε πρόθυμοι να υποστείτε ονειδισμό όπως ο Χριστός· να προσφέρετε πάντοτε στον Θεό θυσία αίνου μέσω αυτού
Να είστε υπάκουοι σε εκείνους που αναλαμβάνουν την ηγεσία
-
-
Εγγύηση, ΕγγυητήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΓΥΗΣΗ, ΕΓΓΥΗΤΗΣ
Εγγύηση είναι η εξασφάλιση έναντι αναλαμβανόμενης υποχρέωσης· το ενέχυρο, το εχέγγυο ή κάποια δέσμευση. Εγγυητής είναι αυτός που έχει καταστήσει τον εαυτό του υπεύθυνο για κάποιον άλλον. Ο ψαλμωδός παρακάλεσε τον Ιεχωβά να γίνει «εγγυητής» του, προστατεύοντάς τον από τους απατεώνες.—Ψλ 119:122.
Η συνηθισμένη μέθοδος με την οποία κάποιος γινόταν εγγυητής για έναν άλλον παρέμεινε αναλλοίωτη επί αιώνες. Ο πατριάρχης Ιώβ αναφέρθηκε σε αυτήν ως εξής: «Φύλαξε εσύ την εγγύηση για εμένα, σε παρακαλώ. Ποιος άλλος θα μου δώσει το χέρι του ως εγγυητής για εμένα;» (Ιωβ 17:3) Το εδάφιο Παροιμίες 17:18 μας βοηθάει να καθορίσουμε τη διαδικασία που ακολουθούνταν: «Ο άνθρωπος που στερείται καρδιάς δίνει το χέρι και εγγυάται ανεπιφύλακτα ενώπιον του συντρόφου του». Προφανώς κάποιο άτομο γινόταν εγγυητής για έναν άλλον όταν, ενώπιον μαρτύρων, χτυπούσε τα χέρια με τον πιστωτή με τον οποίο γινόταν η συναλλαγή ή του έσφιγγε το χέρι ή έκανε χειραψία μαζί του, υποσχόμενος να αναλάβει τις υποχρεώσεις του οφειλέτη αν εκείνος δεν πλήρωνε. Στην Ανατολή, όταν χτυπούσαν ή ακουμπούσαν έτσι τα χέρια, έδειχναν ότι η συμφωνία ή η διαθήκη είχε επισφραγιστεί. (Παρ 11:21) Προφανώς με αυτόν τον τρόπο επιβεβαίωσε ο Ιηού την καταφατική απάντηση του Ιωναδάβ στην ερώτηση: «Είναι η καρδιά σου ευθεία με εμένα, όπως είναι η καρδιά μου με την καρδιά σου;» δεδομένου ότι είπε στον Ιωναδάβ: «Αν είναι, δώσε μου το χέρι σου».—2Βα 10:15.
Χρησιμοποιώντας άλλα μέσα, ο Ιούδας έδωσε το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι, το κορδόνι και το ραβδί του ως εγγύηση στη Θάμαρ μέχρι να της στείλει ένα κατσικάκι ως πληρωμή για το ότι είχε σεξουαλικές σχέσεις μαζί της. (Γε 38:17-20) Ο Ρουβήν πρόσφερε εγγύηση στον Ιακώβ για τον Βενιαμίν, όταν πρότεινε να τον πάρει στην Αίγυπτο, λέγοντας: «Τους δικούς μου δύο γιους να θανατώσεις αν δεν σου τον φέρω πίσω». Ο Ιακώβ αρνήθηκε. Αργότερα, ο Ιούδας κατάφερε να προσφέρει τον εαυτό του ως εγγύηση για τον Βενιαμίν: «Εγώ θα είμαι εγγυητής για αυτόν. Από το δικό μου χέρι να απαιτήσεις την ποινή για αυτόν». Όταν φάνηκε ότι ο Βενιαμίν επρόκειτο να γίνει δούλος στην Αίγυπτο, ο Ιούδας προθυμοποιήθηκε να πάρει τη θέση του ως δούλος, αφού αυτός ήταν ο εγγυητής για το αγόρι. Αυτή ήταν η νομική βάση της έκκλησης που απηύθυνε στον Ιωσήφ: «Διότι ο δούλος σου έγινε εγγυητής για το αγόρι ενόσω αυτό θα βρισκόταν μακριά από τον πατέρα του . . . Σε παρακαλώ λοιπόν τώρα, ας μείνει ο δούλος σου αντί για το αγόρι ως δούλος του κυρίου μου».—Γε 42:37, 38· 43:8, 9· 44:32, 33.
Τα ενέχυρα που έδινε ως εγγύηση ο οφειλέτης στον πιστωτή του καθορίζονταν αυστηρά από το Νόμο. Καθώς το εμπόριο διαδιδόταν στον Ισραήλ, διαδιδόταν και η συνήθεια να γίνονται κάποιοι εγγυητές σε εμπορικές υποθέσεις. Οι παροιμίες προειδοποιούσαν ότι επρόκειτο για επικίνδυνη, ανόητη τακτική, ιδιαίτερα αν κάποιος δεν είχε την οικονομική ευχέρεια να το κάνει αυτό χωρίς να ριψοκινδυνεύσει να χάσει απαραίτητα είδη διαβίωσης.—Παρ 6:1-5· 11:15· 22:26, 27· βλέπε ΕΝΕΧΥΡΟ.
-
-
ΕγκαινίασηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΚΑΙΝΙΑΣΗ
Επίσημη τελετή έναρξης της λειτουργίας ενός κτιρίου, μιας διευθέτησης ή ενός χώρου. Με το ρήμα «εγκαινιάζω» μεταφράζεται το ρήμα χανάχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου (από το οποίο παράγεται το ουσιαστικό χανουκκάχ), όταν σημαίνει «κάνω έναρξη, αφιερώνω επίσημα», καθώς και το ρήμα ἐνκαινίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, το οποίο σημαίνει πρωτίστως «ανανεώνω» αλλά και «καθιερώνω», όπως μέσω αφιέρωσης. Η εβραϊκή λέξη νέζερ, το άγιο σημείο της αφιέρωσης, εξετάζεται στο λήμμα ΑΦΙΕΡΩΣΗ.
Όταν τέθηκε σε ισχύ η διαθήκη του Μωσαϊκού Νόμου, εγκαινιάστηκε επίσημα με κατάλληλες τελετουργικές εκδηλώσεις, οι οποίες περιλάμβαναν θυσίες ζώων και ράντισμα αίματος πάνω στο θυσιαστήριο, στο βιβλίο και στο λαό. Ο απόστολος Παύλος αναφέρθηκε σε αυτό το γεγονός ως εγκαινίαση εκείνης της διαθήκης.—Εξ 24:4-8· Εβρ 9:18-20.
Τα λόγια του Παύλου «ούτε η προγενέστερη διαθήκη εγκαινιάστηκε [ἐνκεκαίνισται, Κείμενο] χωρίς αίμα» (Εβρ 9:18) υποδεικνύουν ότι η νέα διαθήκη τέθηκε σε εφαρμογή με παρόμοιο τρόπο—εγκαινιάστηκε μέσω του θανάτου, της ανάστασης και της ανάληψης του Ιησού στον ουρανό, όπου ο Ιησούς παρουσίασε την αξία της ανθρώπινης ζωής του και από όπου εξέχυσε εν συνεχεία το άγιο πνεύμα στους μαθητές του. Εφόσον ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε ως πνεύμα, μπορούσε όντως να εισέλθει στον πραγματικό «άγιο τόπο», τους ουρανούς της παρουσίας του Ιεχωβά, και με τη λυτρωτική του θυσία να καταστήσει εφικτή την είσοδο στον ουρανό και για τους χρισμένους ακολούθους του. Επομένως, μπορεί να ειπωθεί ότι αυτός πρωτοάνοιξε, καθιέρωσε ή εγκαινίασε την οδό προς τους ουρανούς, προμήθεια που κατόπιν θα χρησιμοποιούσαν και άλλοι.—Εβρ 10:19, 20.
Διαβάζουμε επίσης για τελετουργικές εκδηλώσεις οι οποίες περιλάμβαναν τις προσφορές των αρχηγών των φυλών κατά την εγκαινίαση του θυσιαστηρίου της σκηνής της μαρτυρίας στην έρημο. (Αρ 7:10, 11, 84-88) Για την εγκαινίαση του ναού του Σολομώντα και του μεγάλου θυσιαστηρίου του πραγματοποιήθηκε ειδική σύναξη.—1Βα 8:63· 2Χρ 7:5, 9.
Όταν ανοικοδομήθηκε ο ναός υπό τον Ζοροβάβελ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία, έγινε επίσημη εγκαινίαση με τελετουργικές εκδηλώσεις κατά τις οποίες θυσιάστηκαν εκατοντάδες ζώα. (Εσδ 6:16, 17) Αργότερα, αφού ανεγέρθηκαν τα τείχη γύρω από την ανοικοδομημένη Ιερουσαλήμ υπό την κατεύθυνση του Νεεμία, τελέστηκε και πάλι μια περίλαμπρη γιορτή εγκαινίασης, κατά την οποία δύο μεγάλες χορωδίες ευχαριστήριων ύμνων μετείχαν στην απόδοση αίνου προς τον Ιεχωβά.—Νε 12:27-43.
Εκτός από αυτές τις εντυπωσιακές τελετές εγκαινίασης σε εθνικό επίπεδο, διαβάζουμε για την εγκαινίαση ιδιωτικής κατοικίας (Δευ 20:5), ενώ η επιγραφή του 30ού Ψαλμού, ο οποίος αποδίδεται στον Δαβίδ, προσδιορίζει αυτόν τον ψαλμό ως “Ύμνο της εγκαινίασης της κατοικίας”.
Όταν ο Ναβουχοδονόσορ ολοκλήρωσε την ανέγερση της τεράστιας χρυσής εικόνας στην πεδιάδα Δουρά, κάλεσε όλους τους σατράπες, τους υπάρχους, τους κυβερνήτες, τους συμβούλους, τους θησαυροφύλακες, τους κριτές, τους νομοφύλακες και όλους τους διαχειριστές των διοικητικών περιφερειών για τις εντυπωσιακές τελετές της εγκαινίασης. Ο Ναβουχοδονόσορ έλπιζε ότι με αυτόν τον τρόπο θα ένωνε από θρησκευτική άποψη όλους τους υπηκόους του. Οι τρεις νεαροί Εβραίοι που ήταν παρόντες στην εκδήλωση αρνήθηκαν να συμβιβάσουν τη λατρεία τους προς τον Ιεχωβά συμμετέχοντας σε αυτή την εθνική θρησκεία.—Δα 3:1-30.
Μέχρι σήμερα οι Εβραίοι τηρούν κάθε χρόνο, το μήνα Δεκέμβριο, τη γιορτή που ονομάζουν Χανουκά. Αυτό γίνεται σε ανάμνηση της γιορτής εγκαινίασης (εβρ., χανουκκάχ) που έλαβε χώρα μετά τον καθαρισμό του ναού από τον Ιούδα Μακκαβαίο το 165 Π.Κ.Χ., ο οποίος ναός είχε προηγουμένως μιανθεί από τον Αντίοχο Δ΄ τον Επιφανή.—Ιωα 10:22· βλέπε ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΦΙΕΡΩΣΗΣ.
-
-
Έγκλημα και ΤιμωρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ
Από αρχαιοτάτων χρόνων, ο άνθρωπος, που πλάστηκε κατά την εικόνα του Θεού της δικαιοσύνης (Γε 1:26· Ψλ 37:28· Μαλ 2:17), διέθετε την ιδιότητα της δικαιοσύνης. (Ησ 58:2· Ρω 2:13-15) Η πρώτη φορά που απήγγειλε ο Ιεχωβά ποινή για την επιβολή της δικαιοσύνης αφορούσε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι και το φίδι, το οποίο αντιπροσώπευε τον Διάβολο. Η ποινή που επιβλήθηκε για την ανυπακοή στον Θεό, η οποία ισοδυναμούσε με στασιασμό κατά της κυριαρχίας του Άρχοντα του σύμπαντος, ήταν θάνατος. (Γε 2:17) Αργότερα, ο Κάιν, γνωρίζοντας ότι οι άνθρωποι διέθεταν την ιδιότητα της δικαιοσύνης, συνειδητοποίησε ότι θα ήθελαν να τον σκοτώσουν για να εκδικηθούν το φόνο του αδελφού του, του Άβελ. Ο Ιεχωβά, όμως, δεν διόρισε ούτε εξουσιοδότησε κανέναν να εκτελέσει τον Κάιν, αλλά κράτησε για τον εαυτό του την ανταπόδοση, την οποία έκανε εκκόπτοντας τη γραμμή του Κάιν στον Κατακλυσμό. (Γε 4:14, 15) Περίπου 700 χρόνια πριν από τον Κατακλυσμό, ο Ενώχ διακήρυξε ότι ο Θεός επρόκειτο να εκτελέσει εκείνους που είχαν κάνει ασεβείς πράξεις.—Γε 5:21-24· Ιου 14, 15.
Μετά τον Κατακλυσμό. Μετά τον Κατακλυσμό, ο Θεός διατύπωσε περαιτέρω νόμους, μεταξύ των οποίων ήταν και η πρώτη εξουσιοδότηση προς τους ανθρώπους να εκτελούν την ποινή για το φόνο. (Γε 9:3-6) Αργότερα, ο Ιεχωβά δήλωσε σε σχέση με τον Αβραάμ: «Διότι γνωρίστηκα μαζί του προκειμένου να διατάξει τους γιους του και το σπιτικό του έπειτα από αυτόν ώστε να τηρούν την οδό του Ιεχωβά για να εκτελούν δικαιοσύνη και κρίση». (Γε 18:19) Αυτό δείχνει ότι η πατριαρχική κοινωνία υπόκειτο στους νόμους του Θεού, με τους οποίους τα μέλη της ήταν εξοικειωμένα.
Ο Ιεχωβά αποκάλυψε την άποψή του για τη μοιχεία και την τιμωρία για αυτήν όταν είπε στον Αβιμέλεχ ότι δεν θα γλίτωνε το θάνατο επειδή είχε πάρει τη Σάρρα με την πρόθεση να την κάνει σύζυγό του (παρότι δεν γνώριζε ότι εκείνη ανήκε στον Αβραάμ). (Γε 20:2-7) Ο Ιούδας αποφάνθηκε ότι η Θάμαρ έπρεπε να υποστεί τη θανατική ποινή λόγω πορνείας.—Γε 38:24.
Ο Νόμος του Θεού για τον Ισραήλ. Όταν ο Ισραήλ οργανώθηκε ως έθνος, ο Θεός έγινε Βασιλιάς, Νομοθέτης και Κριτής τους. (Ησ 33:22) Τους έδωσε το «Δεκάλογο», ή τις «Δέκα Εντολές» όπως αποκαλούνται συνήθως, όπου εξέθετε τις αρχές στις οποίες βασιζόταν το σύνολο 600 περίπου άλλων νόμων. Ο Θεός ξεκίνησε το «Δεκάλογο» με τη δήλωση: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σου, που σε έβγαλα από τη γη της Αιγύπτου». (Εξ 20:2) Αυτός ήταν ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο έπρεπε να υπακούν σε όλο το Νόμο. Η ανυπακοή δεν αποτελούσε απλώς παράβαση του νόμου που όριζε η Κεφαλή της κυβέρνησης, αλλά επίσης προσβολή της Κεφαλής της θρησκείας, του Θεού τους, και η βλασφημία εναντίον του Θεού συνιστούσε εσχάτη προδοσία.
Υπό το Νόμο ίσχυαν οι ίδιες αρχές που ρύθμιζαν παλιότερα την πατριαρχική κοινωνία. Ωστόσο, ο Νόμος ήταν λεπτομερέστερος και κάλυπτε όλο το φάσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Ολόκληρος ο Νόμος, ο οποίος εκτίθεται στην Πεντάτευχο, διακρινόταν από τόσο υψηλό επίπεδο ηθικής ώστε κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να επιχειρήσει να τον ακολουθήσει από την αρχή ως το τέλος χωρίς να διαπιστώσει ότι καταδικαζόταν από αυτόν ως αμαρτωλός και ατελής. «Η εντολή είναι άγια και δίκαιη και καλή» και «ο Νόμος είναι πνευματικός», λέει ο απόστολος Παύλος. «Προστέθηκε για να κάνει φανερές τις παραβάσεις». (Ρω 7:12, 14· Γα 3:19) Επρόκειτο για ολόκληρο το νόμο που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ, το νόμο που εξέθετε τις αρχές και τις επίσημες αποφάσεις του Ιεχωβά, και όχι απλώς για μια συλλογή υποθέσεων που ήταν πιθανό να ανακύψουν ή είχαν ανακύψει ήδη.
Κατά συνέπεια, οι ποινές που επιβάλλονταν υπό το Νόμο συνέτειναν στο να αποδειχτεί η αμαρτία «πολύ πιο αμαρτωλή». (Ρω 7:13) Ο νόμος της ανταπόδοσης των ίσων έθετε τον κανόνα της ακριβούς δικαιοσύνης. Ο Νόμος προήγε την ειρήνη και τη γαλήνη του έθνους, το διαφύλαττε όταν ο Ισραήλ υπάκουε σε αυτόν και προστάτευε τον καθένα ατομικά από όποιον αδικοπραγούσε, αποζημιώνοντάς τον όταν υφίστατο κλοπή ή καταστροφή της περιουσίας του.
Οι Δέκα Εντολές, όπως διατυπώνονται στο 20ό κεφάλαιο της Εξόδου και στο 5ο κεφάλαιο του Δευτερονομίου, δεν αναφέρουν ρητά την ποινή για κάθε παράβαση. Ωστόσο, αυτές οι ποινές καθορίζονται σαφώς σε άλλα σημεία. Η ποινή για την παραβίαση των πρώτων εφτά εντολών ήταν θάνατος. Η τιμωρία για την κλοπή ήταν η απόδοση των κλοπιμαίων στον ιδιοκτήτη τους και η αποζημίωσή του. Για την ψευδομαρτυρία, ήταν η ανταπόδοση των ίσων. Για την τελευταία εντολή, η οποία απαγόρευε την πλεονεξία ή αλλιώς την εσφαλμένη επιθυμία, δεν προβλέπονταν ποινές που θα μπορούσαν να επιβάλουν οι κριτές. Η εντολή αυτή υπερέβαινε τους ανθρωποποίητους νόμους κατά το ότι καθιστούσε κάθε άνθρωπο πνευματικό αστυνόμο του εαυτού του και έφτανε στη ρίζα, ή αλλιώς στην πηγή, της παραβίασης όλων των εντολών. Αν κάποιος υπέθαλπε μια εσφαλμένη επιθυμία, αυτή τελικά θα εκδηλωνόταν ως παραβίαση μιας από τις υπόλοιπες εννιά εντολές.
Κακουργήματα υπό το Νόμο. Εγκλήματα που τιμωρούνταν με θάνατο. Υπό το Νόμο, η θανατική ποινή επιβαλλόταν για (1) βλασφημία (Λευ 24:14, 16, 23), (2) λατρεία κάθε άλλου θεού εκτός του Ιεχωβά και ειδωλολατρία κάθε μορφής (Λευ 20:2· Δευ 13:6, 10, 13-15· 17:2-7· Αρ 25:1-9), (3) μαγεία και πνευματισμό (Εξ 22:18· Λευ 20:27), (4) ψευδοπροφητεία (Δευ 13:5· 18:20), (5) παραβίαση του Σαββάτου (Αρ 15:32-36· Εξ 31:14· 35:2), (6) φόνο (Αρ 35:30, 31), (7) μοιχεία (Λευ 20:10· Δευ 22:22), (8) ψευδή ισχυρισμό από μέρους γυναίκας που θα παντρευόταν ότι ήταν παρθένα (Δευ 22:21), (9) σεξουαλικές σχέσεις με αρραβωνιασμένη κοπέλα (Δευ 22:23-27), (10) αιμομειξία (Λευ 18:6-17, 29· 20:11, 12, 14), (11) σοδομία (Λευ 18:22· 20:13), (12) κτηνοβασία (Λευ 18:23· 20:15, 16), (13) απαγωγή (Εξ 21:16· Δευ 24:7), (14) χειροδικία ή εξύβριση σε βάρος γονέα (Εξ 21:15, 17), (15) ψευδομαρτυρία σε υπόθεση στην οποία η ποινή για τον κατηγορούμενο ήταν θάνατος (Δευ 19:16-21) και (16) προσέγγιση της σκηνής της μαρτυρίας χωρίς εξουσιοδότηση (Αρ 17:13· 18:7).
Σε πολλές περιπτώσεις η καθοριζόμενη ποινή είναι η “εκκοπή”, η οποία εκτελούνταν συνήθως με λιθοβολισμό. Εκτός από την εκούσια αμαρτία και την υβριστική, ασεβή ομιλία εναντίον του Ιεχωβά (Αρ 15:30, 31), αναφέρονται πολλές άλλες παραβάσεις οι οποίες επέσυραν αυτή την ποινή. Μερικές είναι: η παράλειψη περιτομής (Γε 17:14· Εξ 4:24), η εσκεμμένη αμέλεια όσον αφορά την τήρηση του Πάσχα (Αρ 9:13), η αμέλεια όσον αφορά την τήρηση της Ημέρας της Εξιλέωσης (Λευ 23:29, 30), η παρασκευή ή η χρήση λαδιού του αγίου χρίσματος για συνηθισμένους σκοπούς (Εξ 30:31-33, 38), η βρώση αίματος (Λευ 17:10, 14), η βρώση θυσίας από άτομο που βρισκόταν σε κατάσταση ακαθαρσίας (Λευ 7:20, 21· 22:3, 4, 9), η βρώση ένζυμου ψωμιού κατά τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων (Εξ 12:15, 19), η προσφορά θυσίας σε οποιοδήποτε μέρος εκτός από τη σκηνή της μαρτυρίας (Λευ 17:8, 9), η βρώση της προσφοράς συμμετοχής την τρίτη ημέρα μετά την ημέρα της θυσίας (Λευ 19:7, 8), η αμέλεια όσον αφορά τον καθαρισμό (Αρ 19:13-20), το παράνομο άγγιγμα των αγίων πραγμάτων (Αρ 4:15, 18, 20), οι σεξουαλικές σχέσεις με εμμηνορροούσα γυναίκα (Λευ 20:18) και η βρώση του πάχους των θυσιών.—Λευ 7:25· βλέπε ΕΚΚΟΠΗ.
Τιμωρίες που επιβάλλονταν από το Νόμο. Οι τιμωρίες που επιβάλλονταν υπό το Νόμο τον οποίο έδωσε ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσή αποσκοπούσαν στο να διατηρείται η γη καθαρή από μολύσματα ενώπιον του Θεού. Όσοι διέπρατταν απεχθή πράγματα εκκόπτονταν από το λαό, ο οποίος διατηρούνταν έτσι καθαρός. Επιπρόσθετα, οι τιμωρίες αυτές απέτρεπαν το έγκλημα και διατηρούσαν το σεβασμό για την ιερότητα της ζωής, για το νόμο της χώρας, για τον Νομοθέτη—τον Θεό—και για το συνάνθρωπο. Επίσης, όταν ο Νόμος γινόταν σεβαστός, προφύλασσε το έθνος από οικονομική καταστροφή και από την ηθική παρακμή με τις επακόλουθες σιχαμερές ασθένειες και το σωματικό εκφυλισμό.
Ο Νόμος δεν προέβλεπε βάρβαρες τιμωρίες. Κανείς δεν μπορούσε να τιμωρηθεί για τα αδικήματα κάποιου άλλου. Οι αρχές ήταν διατυπωμένες με σαφήνεια. Οι κριτές είχαν το περιθώριο να αντιμετωπίζουν κάθε υπόθεση ξεχωριστά, εξετάζοντας τις περιστάσεις, καθώς επίσης τα κίνητρα και τη στάση των κατηγορουμένων. Η απονομή της δικαιοσύνης ήταν αυστηρή. (Εβρ 2:2) Ο εκούσιος δολοφόνος δεν μπορούσε να αποφύγει τη θανατική ποινή όποιο χρηματικό ποσό και αν κατέβαλλε. (Αρ 35:31) Αν κάποιος γινόταν ακούσιος ανθρωποκτόνος, μπορούσε να διαφύγει σε μια από τις διαθέσιμες πόλεις καταφυγίου. Ζώντας περιορισμένος μέσα στα όρια της πόλης, αναγκαζόταν να συνειδητοποιήσει ότι η ζωή είναι ιερή και ότι ακόμη και ο ακούσιος φόνος δεν έπρεπε να παίρνεται στα ελαφρά, αλλά απαιτούσε κάποια αποζημίωση. Ωστόσο, εφόσον απέδιδε παραγωγική εργασία στην πόλη του καταφυγίου, δεν αποτελούσε οικονομικό βάρος για την κοινότητα.—Αρ 35:26-28.
Οι ποινές για τα αδικήματα αποσκοπούσαν στο να ανακουφίσουν και να αποζημιώσουν το θύμα ενός κλέφτη ή κάποιου που είχε κάνει ζημιά στην περιουσία του. Αν ο κλέφτης αδυνατούσε να πληρώσει το απαιτούμενο ποσό, μπορούσε να πουληθεί ως δούλος, είτε στο θύμα είτε σε κάποιον άλλον, αποζημιώνοντας με αυτόν τον τρόπο το θύμα και εργαζόμενος για τη συντήρηση του εαυτού του, με αποτέλεσμα να μην επιβαρύνει το Κράτος, όπως συμβαίνει όπου εφαρμόζεται η φυλάκιση. Αυτοί οι νόμοι ήταν δίκαιοι και συνέβαλλαν στο σωφρονισμό του εγκληματία.—Εξ 22:1-6.
Υπό το Νόμο η θανατική ποινή εκτελούνταν με λιθοβολισμό. (Λευ 20:2, 27) Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούσαν το σπαθί, ιδιαίτερα όταν έπρεπε να εκτελεστούν πολλοί. (Εξ 32:27· 1Βα 2:25, 31, 32, 34) Αν μια πόλη αποστατούσε, όλοι όσοι υπήρχαν σε αυτήν έπρεπε να αφιερωθούν στην καταστροφή με το σπαθί. (Δευ 13:15) Στο εδάφιο Έξοδος 19:13 υπονοείται ο θάνατος με κοντάρι, δόρυ ή ίσως βέλος. (Βλέπε Αρ 25:7, 8.) Γίνεται λόγος και για αποκεφαλισμό, αν και η εκτέλεση μπορεί να πραγματοποιούνταν με κάποιο άλλο μέσο και στη συνέχεια να αποκεφάλιζαν το πτώμα. (2Σα 20:21, 22· 2Βα 10:6-8) Για τα πιο ειδεχθή εγκλήματα ο Νόμος προέβλεπε την καύση και το κρέμασμα στο ξύλο. (Λευ 20:14· 21:9· Ιη 7:25· Αρ 25:4, 5· Δευ 21:22, 23) Αυτές οι ποινές εκτελούνταν μόνο αφού πρώτα το άτομο είχε θανατωθεί, όπως δηλώνουν ξεκάθαρα τα παραπάνω εδάφια.
Οι αιχμάλωτοι πολέμου εκτελούνταν συνήθως με σπαθί, αν επρόκειτο για άτομα αφιερωμένα στην καταστροφή κατ’ εντολήν του Θεού. (1Σα 15:2, 3, 33) Όσοι παραδίδονταν υποβάλλονταν σε καταναγκαστική εργασία. (Δευ 20:10, 11) Παλιότερες μεταφράσεις του εδαφίου 2 Σαμουήλ 12:31 δίνουν την εντύπωση ότι ο Δαβίδ βασάνισε τους κατοίκους της Ραββά του Αμμών, αλλά σύγχρονες μεταφράσεις δείχνουν ότι απλώς τους υπέβαλε σε καταναγκαστική εργασία.—Βλέπε AT· Mo· ΜΝΚ· ΜΠΚ.
Ο νόμος δεν προέβλεπε την κατακρήμνιση, ωστόσο ο Βασιλιάς Αμαζίας του Ιούδα επέβαλε αυτή την τιμωρία σε 10.000 άντρες του Σηείρ. (2Χρ 25:12) Οι κάτοικοι της Ναζαρέτ επιχείρησαν να κάνουν το ίδιο στον Ιησού.—Λου 4:29.
Αυστηρή δικαιοσύνη επιβαλλόταν με το νόμο της ανταπόδοσης των ίσων σε περιπτώσεις εσκεμμένης βλάβης. (Δευ 19:21) Υπάρχει τουλάχιστον μία καταγραμμένη περίπτωση εκτέλεσης αυτής της ποινής. (Κρ 1:6, 7) Εντούτοις, οι κριτές έπρεπε να καθορίζουν με βάση τα στοιχεία κατά πόσον το έγκλημα είχε διαπραχθεί από πρόθεση ή από αμέλεια ή επρόκειτο για ατύχημα, και ούτω καθεξής. Εξαίρεση στο νόμο των αντιποίνων αποτελούσε ο νόμος για την περίπτωση στην οποία μια γυναίκα προσπαθούσε να βοηθήσει το σύζυγό της στη διάρκεια πάλης, αρπάζοντας τα απόκρυφα μέρη του άλλου άντρα. Σε αυτή την περίπτωση, δεν έπρεπε να καταστρέψουν τα αναπαραγωγικά της όργανα, αλλά να της κόψουν το χέρι. (Δευ 25:11, 12) Αυτός ο νόμος φανερώνει το σεβασμό του Θεού για τα αναπαραγωγικά όργανα. Επίσης, δεδομένου ότι η γυναίκα ήταν ιδιοκτησία κάποιου άντρα, αυτός ο νόμος λάβαινε υπόψη με ελεήμονα τρόπο το δικαίωμα που είχε ο σύζυγος να αποκτήσει παιδιά από τη σύζυγό του.
Το Μισνά αναφέρει τέσσερις μεθόδους επιβολής της θανατικής ποινής: το λιθοβολισμό, την καύση, τον αποκεφαλισμό και το στραγγαλισμό. Εντούτοις, ο Νόμος δεν ενέκρινε ούτε διέταζε πουθενά την επιβολή των τριών τελευταίων μεθόδων. Οι μέθοδοι που ορίζονται στο Μισνά αποτελούν μέρος των παραδόσεων που προστέθηκαν κατά παράβαση της εντολής του Θεού. (Ματ 15:3, 9) Παράδειγμα των βάρβαρων πράξεων στις οποίες οδήγησε αυτό τους Ιουδαίους είναι η μέθοδος με την οποία εκτελούσαν την ποινή της καύσης. «Το διάταγμα για όσους πρέπει να καούν [είναι το εξής]: τον τοποθετούν μέσα σε κοπριά μέχρι τα γόνατα και βάζουν μια πετσέτα από τραχύ ύφασμα μέσα σε μια άλλη από μαλακό ύφασμα και την τυλίγουν γύρω από το λαιμό του. Ο ένας [μάρτυρας] τραβούσε τη μια άκρη προς τη μεριά του και ο άλλος τραβούσε την άλλη άκρη προς τη δική του, μέχρι να ανοίξει αυτός το στόμα του. Άναβαν ένα φιτίλι [σύμφωνα με την Γκεμαρά (52α) επρόκειτο για ένα στενό έλασμα από μόλυβδο], το οποίο έριχναν μέσα στο στόμα του, και αυτό κατέβαινε στο στομάχι του και του έκαιγε τα σωθικά».—Σάνχεδριν 7:2· μετάφραση (στην αγγλική) Χ. Ντάνμπι.
Δεδομένου ότι ο άνθρωπος διεπόταν εξαρχής από νόμους—είτε από το θεϊκό νόμο είτε από το θεϊκά εμφυτευμένο νόμο της συνείδησης—αληθεύει ότι όσο πλησιέστερα βρίσκονταν οι άνθρωποι στην αληθινή λατρεία τόσο πιο λογικές και ανθρώπινες ήταν οι τιμωρίες που επέβαλλαν οι νόμοι τους, ενώ όσο περισσότερο απομακρύνονταν τόσο περισσότερο διαστρεβλωνόταν το αίσθημά τους περί δικαιοσύνης. Αυτό γίνεται φανερό από τη σύγκριση των νόμων διαφόρων αρχαίων εθνών με τους νόμους του Ισραήλ.
Αιγύπτιοι. Δεν γνωρίζουμε πολλά για τις τιμωρίες που επέβαλλαν οι Αιγύπτιοι. Εφάρμοζαν τον ξυλοδαρμό (Εξ 5:14, 16), τον πνιγμό (Εξ 1:22), τον αποκεφαλισμό και στη συνέχεια το κρέμασμα στο ξύλο (Γε 40:19, 22), την εκτέλεση με σπαθί, καθώς επίσης τη φυλάκιση.—Γε 39:20.
Ασσύριοι. Οι τιμωρίες που επέβαλλε η Ασσυριακή Αυτοκρατορία ήταν πολύ σκληρές. Μεταξύ αυτών ήταν ο θάνατος, ο ακρωτηριασμός (όπως το κόψιμο των αφτιών, της μύτης, των χειλιών ή ο ευνουχισμός), το κρέμασμα στο ξύλο, η στέρηση ταφής, ο ραβδισμός, η πληρωμή συγκεκριμένου βάρους μολύβδου και τα καταναγκαστικά έργα για λογαριασμό του βασιλιά. Σύμφωνα με τον ασσυριακό νόμο, ο δολοφόνος παραδιδόταν στο στενότερο συγγενή του θύματος ο οποίος μπορούσε να επιλέξει είτε να τον θανατώσει είτε να του πάρει την περιουσία. Αυτό μπορούσε να οδηγήσει σε φονικές βεντέτες, διότι δεν υπήρχε ιδιαίτερος έλεγχος ούτε πόλεις καταφυγίου όπως στον Ισραήλ. Η τιμωρία για τη μοιχεία επαφίετο στο σύζυγο. Αυτός μπορούσε να θανατώσει τη σύζυγό του, να την ακρωτηριάσει, να την τιμωρήσει όπως έκρινε ή να την αφήσει ελεύθερη. Ό,τι έκανε στη σύζυγό του, έπρεπε να το κάνει και στον άντρα με τον οποίο είχε μοιχεύσει αυτή. Πολλούς αιχμαλώτους πολέμου τούς έγδερναν ζωντανούς, τους τύφλωναν ή τους ξερίζωναν τη γλώσσα. Επίσης, τους κρεμούσαν στο ξύλο, τους έκαιγαν ή τους θανάτωναν με άλλους τρόπους.
Βαβυλώνιοι. Ο κώδικας του Χαμουραμπί (αν και χαρακτηρίζεται κώδικας δεν θεωρείται κώδικας έτσι όπως ορίζουν τη λέξη οι νομικοί σήμερα), ο οποίος ομολογουμένως βασίζεται σε προγενέστερη νομοθεσία, αποτελεί συλλογή αποφάσεων ή «νομολογία» γραμμένη σε πήλινες πινακίδες η οποία αντιγράφηκε αργότερα (ίσως με διαφορετικό ύφος γραφής) σε μια στήλη που τοποθετήθηκε στο ναό του Μαρντούκ στη Βαβυλώνα. Πιθανώς τοποθετήθηκαν αντίγραφα και σε άλλες πόλεις. Αυτή η στήλη, η οποία μεταφέρθηκε αργότερα στα Σούσα από κάποιον κατακτητή, ανακαλύφτηκε εκεί το 1902.
Αποτέλεσε ο κώδικας του Χαμουραμπί «πρόγονο» του Μωσαϊκού Νόμου;
Σε αντίθεση με το Μωσαϊκό Νόμο, ο κώδικας του Χαμουραμπί δεν επιδιώκει να εδραιώσει αρχές. Απεναντίας, φαίνεται ότι αποσκοπεί στο να βοηθήσει τους κριτές να αποφασίζουν για ορισμένες υποθέσεις, παρέχοντάς τους δικαστικά προηγούμενα ή τροποποιώντας προγενέστερες αποφάσεις για να δείξει τι θα έπρεπε να γίνει σε μελλοντικές υποθέσεις. Για παράδειγμα, δεν ορίζει ποινή για το φόνο, επειδή υπήρχε ήδη αποδεκτή τιμωρία για αυτόν, όπως αναμφίβολα και για άλλα κοινά εγκλήματα. Ο Χαμουραμπί δεν επιχείρησε να καλύψει όλο το φάσμα του νόμου. Καθένας από τους κανόνες του «κώδικα» αρχίζει με τη στερεότυπη φράση: “Αν κάποιος κάνει αυτό και . . . ”. Επειδή ασχολείται με συγκεκριμένες περιπτώσεις και δεν θέτει αρχές, αρκείται στο να αναφέρει την κρίση που πρέπει να αποδοθεί σε δεδομένες καταστάσεις. Βασίζεται κατά κύριο λόγο σε ήδη υπάρχοντες νόμους τους οποίους απλώς εξειδικεύει ώστε να ταιριάζουν σε ορισμένες δύσκολες καταστάσεις που ανέκυπταν στο βαβυλωνιακό πολιτισμό εκείνη την εποχή.
Με κανέναν τρόπο δεν αποδεικνύεται ο κώδικας του Χαμουραμπί πρόγονος του Μωσαϊκού Νόμου. Για παράδειγμα, στον κώδικα του Χαμουραμπί υπήρχε μια τιμωρία «αλληλεγγύης». Ένας από τους κανόνες αναφέρει: «Αν [κάποιος οικοδόμος] προκαλέσει το θάνατο του γιου του ιδιοκτήτη του σπιτιού [επειδή το σπίτι δεν ήταν γερό και έπεσε], τότε πρέπει να θανατωθεί ο γιος του οικοδόμου». Αντίθετα, ο νόμος του Θεού μέσω του Μωυσή δήλωνε: «Οι πατέρες δεν πρέπει να θανατώνονται εξαιτίας των παιδιών, και τα παιδιά δεν πρέπει να θανατώνονται εξαιτίας των πατέρων». (Δευ 24:16) Η ποινή για την κλοπή πολύτιμων πραγμάτων δεν ήταν γενικά η αποζημίωση του ιδιοκτήτη, όπως στο Μωσαϊκό Νόμο, αλλά ο θάνατος. Σε ορισμένες περιπτώσεις κλοπής απαιτούνταν να αποδοθεί μέχρι και το 30πλάσιο αυτού που είχε κλαπεί. Αν ο κλέφτης δεν μπορούσε να πληρώσει, έπρεπε να θανατωθεί. Ο Ναβουχοδονόσορ εφάρμοζε το διαμελισμό, ενώ χρησιμοποιούσε επίσης την τιμωρία με φωτιά, όπως στην περίπτωση των τριών νεαρών Εβραίων τους οποίους έριξε ζωντανούς σε ένα υπερθερμασμένο καμίνι.—Δα 2:5· 3:19, 21, 29· Ιερ 29:22.
Πέρσες. Υπό τον Δαρείο τον Μήδο, ο Δανιήλ ρίχτηκε στο λάκκο των λιονταριών, τελικά όμως αυτή την τιμωρία την υπέστησαν εκείνοι που τον κατηγόρησαν ψευδώς και θανατώθηκαν μαζί με τους γιους τους και τις συζύγους τους. (Δα 6:24) Μεταγενέστερα, ο Βασιλιάς Αρταξέρξης της Περσίας έδωσε στον Έσδρα το δικαίωμα να εκτελεί κρίση εναντίον οποιουδήποτε δεν εφάρμοζε το νόμο του Θεού του Έσδρα ή του βασιλιά, «είτε για θάνατο είτε για εκτόπιση είτε για χρηματικό πρόστιμο είτε για φυλάκιση». (Εσδ 7:26) Ο Ασσουήρης χρησιμοποίησε ένα ξύλο ύψους 50 πήχεων (22 μ.) για να κρεμάσει τον Αμάν. Ο Ασσουήρης κρέμασε επίσης τους δύο θυρωρούς που είχαν συνωμοτήσει εναντίον της ζωής του.—Εσθ 7:9, 10· 2:21-23.
Έχουν βρεθεί κάποιες πινακίδες οι οποίες περιέχουν τους νόμους του Δαρείου Α΄ της Περσίας. Η τιμωρία που προβλέπεται σε αυτές για εκείνον ο οποίος επιτίθεται σε κάποιον με όπλο τραυματίζοντάς τον ή σκοτώνοντάς τον ήταν 5 ως 200 χτυπήματα με μαστίγιο. Σε μερικές περιπτώσεις η επιβαλλόμενη τιμωρία ήταν το κρέμασμα στο ξύλο. Σύμφωνα με Έλληνες συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τους περσικούς νόμους, τα αδικήματα εναντίον του Κράτους, του βασιλιά, της οικογένειας του βασιλιά ή της περιουσίας του επέσυραν συνήθως την ποινή του θανάτου. Αυτές οι τιμωρίες ήταν πολλές φορές φρικτές. Δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για τα κοινά εγκλήματα, ωστόσο φαίνεται ότι ο ακρωτηριασμός των χεριών ή των ποδιών ή η τύφλωση αποτελούσαν συνηθισμένες τιμωρίες.
Άλλα Έθνη στην Περιοχή της Παλαιστίνης. Εκτός από τον Ισραήλ, τα υπόλοιπα έθνη εντός και πέριξ της Υποσχεμένης Γης χρησιμοποιούσαν φυλακές και δεσμά, ακρωτηρίαζαν, τύφλωναν, σκότωναν τους αιχμαλώτους πολέμου με σπαθί, έσκιζαν τις έγκυες γυναίκες και κομμάτιαζαν τα παιδιά τους εκσφενδονίζοντάς τα σε τοίχους ή πέτρες.—Κρ 1:7· 16:21· 1Σα 11:1, 2· 2Βα 8:12.
Ρωμαίοι. Εκτός από την εκτέλεση με σπαθί, που περιλάμβανε και τον αποκεφαλισμό (Ματ 14:10), στις κοινότερες τιμωρίες συγκαταλέγονταν οι ακόλουθες: ο ξυλοδαρμός, η μαστίγωση με μαστίγιο το οποίο ενίοτε είχε κατά μήκος του κόκαλα ή βαριά κομμάτια μετάλλου ή έφερε γάντζους στα άκρα, το κρέμασμα στο ξύλο, η κατακρήμνιση, ο πνιγμός, η πάλη με θηρία στην αρένα, η αναγκαστική συμμετοχή σε αγώνες μονομάχων και η καύση. Πολλές φορές έβαζαν τους κρατούμενους σε ξύλινα δεσμά (Πρ 16:24) ή τους αλυσόδεναν με έναν φρουρό στρατιώτη. (Πρ 12:6· 28:20) Οι νόμοι Lex Valeria και Lex Porcia εξαιρούσαν τους Ρωμαίους πολίτες από τη μαστίγωση. Ο νόμος Lex Valeria προέβλεπε αυτή την εξαίρεση όταν ο πολίτης προσέφευγε στη συνέλευση του λαού, ενώ ο νόμος Lex Porcia, χωρίς την ύπαρξη προσφυγής.
Έλληνες. Οι ποινές που εφάρμοζαν οι Έλληνες ήταν σε πολλές περιπτώσεις ίδιες με των Ρωμαίων. Στους εγκληματίες επιβαλλόταν η κατακρήμνιση ή η βαράθρωση, ο ξυλοδαρμός μέχρι θανάτου, ο πνιγμός, η δηλητηρίαση και η θανάτωση με σπαθί.
Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλέπε λήμματα με τα ονόματα των εγκλημάτων και των τιμωριών.
-
-
ΕγκράτειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ
Αυτοέλεγχος, αυτοσυγκράτηση ή αυτοπειθαρχία ως προς τις ενέργειες, την ομιλία ή τις σκέψεις. (Γε 43:31· Εσθ 5:10· Ψλ 119:101· Παρ 10:19· Ιερ 14:10· Πρ 24:25) Οι λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που σχετίζονται με την εγκράτεια υποδηλώνουν κατά κυριολεξία την άσκηση αυτοκυριαρχίας ή αυτοελέγχου. Η εγκράτεια είναι “καρπός του πνεύματος του Θεού” (Γα 5:22, 23), ο δε Ιεχωβά, μολονότι κατέχει απεριόριστες δυνάμεις, ασκεί αυτοσυγκράτηση πάντοτε. Αντί να δράσει αμέσως εναντίον των αδικοπραγούντων, έχει επιτρέψει να περάσει χρόνος ώστε αυτοί να έχουν την ευκαιρία να εγκαταλείψουν τις κακές τους οδούς και να κερδίσουν την εύνοιά του.—Ιερ 18:7-10· 2Πε 3:9.
Ωστόσο, όταν αποδεικνυόταν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι αυτοί προς τους οποίους είχε παραχωρηθεί χρόνος για μετάνοια δεν επωφελούνταν από το έλεος του Ιεχωβά, τότε εκείνος δικαιολογημένα έπαυε να συγκρατείται και εκτελούσε την κρίση του. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα εκείνων οι οποίοι ερήμωσαν την Ιερουσαλήμ. Αυτοί δεν αναγνώρισαν ότι ο Ιεχωβά τούς επέτρεψε να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τον Ισραήλ ώστε να διαπαιδαγωγηθούν οι Ισραηλίτες για την απιστία τους, αλλά τους μεταχειρίστηκαν χωρίς έλεος και εξώθησαν τη διαπαιδαγώγηση πέρα από τα όρια που απαιτούσε η κρίση του Θεού. (Παράβαλε Ησ 47:6, 7· Ζαχ 1:15.) Ο Ιεχωβά το είχε προγνωρίσει αυτό και, μέσω του προφήτη Ησαΐα, έδειξε ότι θα ερχόταν καιρός κατά τον οποίο δεν θα συγκρατούνταν πλέον και θα τιμωρούσε αυτούς τους ερημωτές: «Σίγησα επί πολύ καιρό. Παρέμεινα σιωπηλός. Ασκούσα αυτοσυγκράτηση. Σαν γυναίκα που γεννάει θα βογκήσω, θα αγκομαχήσω και θα λαχανιάσω συγχρόνως. Θα ερημώσω βουνά και λόφους, και όλη τη βλάστησή τους θα την ξεράνω».—Ησ 42:14, 15.
Και ο Χριστός Ιησούς ασκούσε εγκράτεια. Όταν ο απόστολος Πέτρος επέστησε την προσοχή των οικιακών υπηρετών στο ότι ήταν ανάγκη να υποτάσσονται στους ιδιοκτήτες τους, έγραψε: «Μάλιστα, σε αυτή την πορεία κληθήκατε, επειδή και ο Χριστός υπέφερε για εσάς, αφήνοντάς σας υπόδειγμα για να ακολουθήσετε τα ίχνη του πιστά. . . . Όταν τον εξύβριζαν, δεν ανταπέδιδε εξυβρίζοντας. Όταν υπέφερε, δεν απειλούσε, αλλά παρέδιδε τον εαυτό του σε εκείνον που κρίνει δίκαια».—1Πε 2:21-23.
Στις «τελευταίες ημέρες» η έλλειψη εγκράτειας θα ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτών που δεν θα ασκούσαν την αληθινή Χριστιανοσύνη. (2Τι 3:1-7) Εντούτοις, εφόσον οι Χριστιανοί πρέπει να είναι μιμητές του Θεού και του Γιου του (1Κο 11:1· Εφ 5:1), πρέπει να αγωνίζονται να καλλιεργούν εγκράτεια σε όλα. (1Κο 9:25) Ο απόστολος Πέτρος δήλωσε: «Εφοδιάστε την πίστη σας με αρετή, την αρετή σας με γνώση, τη γνώση σας με εγκράτεια, την εγκράτειά σας με υπομονή, την υπομονή σας με θεοσεβή αφοσίωση, τη θεοσεβή αφοσίωσή σας με αδελφική στοργή, την αδελφική στοργή σας με αγάπη. Διότι αν αυτά τα πράγματα υπάρχουν σε εσάς και ξεχειλίζουν, θα σας εμποδίσουν να είστε είτε αδρανείς είτε άκαρποι σε ό,τι αφορά την ακριβή γνώση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».—2Πε 1:5-8.
Η ιδιότητα της εγκράτειας θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα έκδηλη μεταξύ αυτών που υπηρετούν ως επίσκοποι στις Χριστιανικές εκκλησίες. (Τιτ 1:8) Για να μπορούν οι επίσκοποι να χειριστούν αποτελεσματικά τα προβλήματα μέσα στην εκκλησία, πρέπει να παραμένουν εγκρατείς στα λόγια και στις πράξεις τους. Ο απόστολος Παύλος συμβούλεψε τον Τιμόθεο: «Και να απορρίπτεις τα ερωτήματα που είναι ανόητα και φανερώνουν άγνοια, γνωρίζοντας ότι προκαλούν διαμάχες. Ο δούλος, όμως, του Κυρίου δεν χρειάζεται να μάχεται, αλλά χρειάζεται να είναι ήπιος προς όλους, να έχει τα προσόντα να διδάσκει, να συγκρατεί τον εαυτό του όταν συμβαίνει κάτι κακό, να διδάσκει με πραότητα εκείνους που δεν έχουν ευνοϊκή διάθεση».—2Τι 2:23-25.
Η αποτυχία κάποιου να ασκήσει εγκράτεια σε μια δεδομένη περίπτωση μπορεί να αμαυρώσει ένα μακρόχρονο υπόμνημα πιστής υπηρεσίας και να του προξενήσει κάθε είδους δυσκολίες. Τυπικό παράδειγμα αποτελεί η εμπειρία του Βασιλιά Δαβίδ. Μολονότι ο Δαβίδ ήταν όσιος στην αληθινή λατρεία και είχε αγάπη για τις δίκαιες αρχές του νόμου του Θεού (παράβαλε Ψλ 101), μοίχευσε με τη Βηθ-σαβεέ, και ως εκ τούτου διέταξε να τοποθετηθεί ο σύζυγός της ο Ουρίας σε μια θέση μάχης όπου ο θάνατος ήταν σχεδόν βέβαιος. Κατά συνέπεια, επί χρόνια ολόκληρα μετέπειτα, ο Δαβίδ αντιμετώπιζε σοβαρές δυσκολίες μέσα στην οικογένειά του. (2Σα 12:8-12) Η περίπτωσή του επίσης καταδεικνύει ότι είναι σοφό να αποφεύγει κανείς καταστάσεις που είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε απώλεια της εγκράτειας. Ενώ μπορούσε να είχε φύγει από την ταράτσα του ανακτόρου του, προφανώς συνέχισε να κοιτάζει τη Βηθ-σαβεέ που λουζόταν και έτσι κατέληξε να αναπτύξει πάθος για αυτήν.—2Σα 11:2-4.
Παρόμοια, δεν θα ήταν καλό για κάποιον που στερείται εγκράτειας να παραμένει άγαμος, ενώ θα μπορούσε να συνάψει αξιότιμο γάμο και να προστατέψει τον εαυτό του από τη διάπραξη πορνείας. Σχετικά με αυτό, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Αν δεν έχουν εγκράτεια, ας παντρευτούν, διότι είναι καλύτερο να παντρεύεται κάποιος παρά να ανάβει από το πάθος».—1Κο 7:9, 32-38.
-
-
ΕγκυμοσύνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Η κατάσταση στην οποία έχει λάβει χώρα η σύλληψη και το αγέννητο παιδί κυοφορείται από τη μητέρα.
Δίνοντας στον Αδάμ και στην Εύα την εντολή: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη», ο Ιεχωβά έδειξε ότι η εγκυμοσύνη θα αποτελούσε μέρος του φυσιολογικού ρόλου της γυναίκας. (Γε 1:28) Με την εισαγωγή της ατέλειας στην ανθρώπινη οικογένεια, ο Θεός εξήγησε ότι θα αυξανόταν ο πόνος της εγκυμοσύνης. (Γε 3:16· βλέπε ΠΟΝΟΙ ΤΟΚΕΤΟΥ.) Η εβραϊκή λέξη χαράχ σημαίνει «συλλαμβάνω, μένω έγκυος». (1Χρ 4:17· 7:23) Η αντίστοιχη ιδέα στην Κοινή Ελληνική μεταδιδόταν τις περισσότερες φορές με τον ιδιωματισμό ἐν γαστρὶ ἔχειν, που σήμαινε «κυοφορώ», ή αλλιώς «είμαι έγκυος».—Ματ 1:18, 23.
Οι Ιουδαίοι θεωρούσαν τα παιδιά, και ιδιαίτερα τα αγόρια, ευλογία (Ψλ 127:3· 128:3· Γε 29:32-35· 30:5, 6), ενώ τη στειρότητα τη θεωρούσαν ντροπή και όνειδος. (Λου 1:24, 25· Γε 25:21· 30:1) Συνεπώς, η εγκυμοσύνη ήταν κάτι το επιθυμητό για την παντρεμένη γυναίκα. (1Σα 1:2, 11, 20) Από τη στιγμή που λάβαινε χώρα η σύλληψη ενός παιδιού, το αναπτυσσόμενο έμβρυο θεωρούνταν ψυχή. Οποιαδήποτε ενέργεια προκαλούσε τη θανάτωση ενός αναπτυσσόμενου παιδιού στη μήτρα ενέπιπτε στον κανόνα «ψυχή αντί ψυχής». (Εξ 21:22, 23) Το να σκίσει ένας εχθρός μια έγκυο γυναίκα ήταν ειδεχθής πράξη.—Ωσ 13:16· Αμ 1:13· 2Βα 8:12· 15:16.
Η εγκυμοσύνη περιλαμβάνει πόνο κατά τον τερματισμό της (Ψλ 48:6· 1Θε 5:3), αλλά αυτή η προσωρινή λύπη τελειώνει με τη γέννηση του παιδιού, και έτσι η εγκυμοσύνη φυσιολογικά ολοκληρώνεται με χαρά και ικανοποίηση.—Ιωα 16:21, 22.
«Αλίμονο στις Έγκυες». Απαντώντας στην ερώτηση των αποστόλων σχετικά με την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων, ο Ιησούς μίλησε για τη φυγή από την Ιουδαία και είπε: «Αλίμονο στις έγκυες και σε αυτές που θηλάζουν εκείνες τις ημέρες!» (Ματ 24:19· Μαρ 13:17· Λου 21:23) Η εκπλήρωση και η αλήθεια αυτών των λόγων καταδείχτηκαν από τα γεγονότα πριν και κατά τη διάρκεια της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. Μολονότι μια έγκυος μπορεί συνήθως, μέσα σε λογικά πλαίσια, να είναι δραστήρια και να μετακινείται (Λου 1:39, 56· 2:5), η φυγή με παρατεταμένη πεζοπορία πάνω σε ορεινό έδαφος θα ήταν δύσκολη για μια γυναίκα σε αυτή την κατάσταση, ειδικά αν ήταν ετοιμόγεννη. Τρομερά δεινά βρήκαν τις έγκυες και αυτές που θήλαζαν όταν οι ρωμαϊκές δυνάμεις πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ. Επικράτησε πείνα. Κατά την εγκυμοσύνη η γυναίκα πρέπει να τρέφεται σωστά. Αν, για παράδειγμα, δεν λαβαίνει αρκετό ασβέστιο, μπορεί να χάσει τα δόντια της, διότι το σώμα χρειάζεται ασβέστιο για να σχηματίσει τα κόκαλα του αναπτυσσόμενου μωρού. Επιπλέον, το μητρικό προστατευτικό ένστικτο θα έκανε μια γυναίκα να βασανίζεται ακόμη περισσότερο καθώς θα έβλεπε βρέφη να λιμοκτονούν και να πεθαίνουν, τη στιγμή που γνώριζε ότι σύντομα θα έφερνε στον κόσμο ένα παιδί που θα έπρεπε να ζήσει σε τέτοιες συνθήκες. Ο Ιώσηπος έγραψε τα εξής σχετικά με μερικούς που λιμοκτονούσαν στην πολιορκημένη Ιερουσαλήμ: «Δεν υπήρχε οίκτος για τα άσπρα μαλλιά ούτε για τα νήπια, τα παιδιά τα σήκωναν μαζί με το ψωμί που κρατούσαν και τα πετούσαν καταγής».—Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 433 (x, 3)· παράβαλε Λου 23:29.
Μεταφορική Χρήση. Η περίοδος της εγκυμοσύνης, που κορυφώνεται με τη γέννηση ενός παιδιού, χρησιμοποιείται αρκετές φορές με μεταφορική έννοια. Ο Ισραήλ έχασε την εύνοια του Θεού επειδή ο άπιστος λαός του “συνέλαβε προβλήματα και γέννησε βλαβερά πράγματα”. (Ησ 59:2-8· παράβαλε Ψλ 7:14.) Όλα άρχισαν όταν αυτοί επέτρεψαν σε “βλαβερές σκέψεις” και εσφαλμένες επιθυμίες να γονιμοποιήσουν τη διάνοια και την καρδιά τους και, στην ουσία, να κυοφορηθούν εκεί, πράγμα που είχε ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη γέννηση “βλαβερών έργων”.—Παράβαλε Ιακ 1:14, 15.
Σε άλλο σημείο ο Ησαΐας περιγράφει τον Ισραήλ ως γυναίκα που φωνάζει από τους πόνους του τοκετού και λέει στον Θεό: «Έτσι γίναμε εξαιτίας σου, Ιεχωβά. Εγκυμονήσαμε, είχαμε πόνους τοκετού· ήταν σαν να γεννήσαμε άνεμο. Καμιά πραγματική σωτηρία δεν κατορθώνουμε να φέρουμε για αυτή τη γη, και δεν υπάρχουν κάτοικοι για την παραγωγική γη που να πέφτουν με γέννα [«να έρχονται στη ζωή», JP]». (Ησ 26:17, 18) Αυτό μπορεί να αναφέρεται στο γεγονός ότι, παρά τις ευλογίες του Θεού (παράβαλε Ησ 26:15) και παρά το ότι εκείνος είχε θέσει ενώπιον του Ισραήλ την ευκαιρία να γίνει «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος» (Εξ 19:6), ο Ισραήλ δεν είχε δει ακόμη να πραγματοποιείται η από πολλού αναμενόμενη εκπλήρωση της υπόσχεσης σχετικά με το Σπέρμα μέσω του οποίου θα έρρεαν ευλογίες. (Γε 22:15-18) Οι προσπάθειες του ίδιου του Ισραήλ για σωτηρία είχαν αποβεί μάταιες, δεν είχαν αποφέρει κάτι χειροπιαστό. Ως έθνος, δεν μπορούσαν να φέρουν την ελευθερία «από την υποδούλωση στη φθορά» για την οποία όλη η δημιουργία «στενάζει και πονάει». (Ρω 8:19-22· παράβαλε 10:3· 11:7.) Με την κατάκτηση από τους Βαβυλωνίους, ο τόπος «μαράθηκε» επειδή μιάνθηκε από την παραβίαση της διαθήκης του Θεού, και «οι κάτοικοι του τόπου ελαττώθηκαν σε αριθμό».—Ησ 24:4-6.
Αντίθετα, επαναφέροντας το λαό του από την εξορία, ο Ιεχωβά έκανε την Ιερουσαλήμ σαν γυναίκα που είχε μείνει έγκυος από το σύζυγό της και γέννησε πολλά παιδιά.—Ησ 54:1-8.
Ο απόστολος Παύλος παραθέτει αυτή την προφητεία του 54ου κεφαλαίου του Ησαΐα και την εφαρμόζει στην «άνω Ιερουσαλήμ [η οποία] είναι ελεύθερη, και αυτή είναι μητέρα μας». (Γα 4:26, 27) Προφανώς, αυτό αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση του οράματος των εδαφίων Αποκάλυψη 12:1-5, όπου μια έγκυος ουράνια «γυναίκα» γεννάει «γιο, αρσενικό, ο οποίος θα ποιμάνει όλα τα έθνη με σιδερένιο ραβδί». Η ποίμανση των εθνών με σιδερένιο ραβδί συνδέεται άμεσα με τη Μεσσιανική Βασιλεία του Θεού, και επομένως το όραμα πρέπει να αναφέρεται στη γέννηση αυτής της Βασιλείας, γι’ αυτό και μετά την αποτυχία της επίθεσης του Σατανά εναντίον του νεογέννητου “παιδιού”, ακούγεται η ακόλουθη κραυγή: «Τώρα πραγματοποιήθηκε η σωτηρία και η δύναμη και η βασιλεία του Θεού μας και η εξουσία του Χριστού του». (Απ 12:10) Η αγωνία της εγκύου ουράνιας “γυναίκας” πριν από τη γέννα θυμίζει την έκφραση του Παύλου στο εδάφιο Γαλάτες 4:19, όπου οι “πόνοι γέννας” συμβολίζουν προφανώς το μεγάλο ενδιαφέρον και τη σφοδρή επιθυμία που έχει κάποιος να δει την πλήρη εξέλιξη των πραγμάτων (στην περίπτωση του Παύλου, την πλήρη εξέλιξη των πιστών της Γαλατίας ως Χριστιανών).
-
-
Εγλάθ-σελεσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΛΑΘ-ΣΕΛΕΣΙΑ
(Εγλάθ-σελεσία) [πιθανότατα, Τρίτη Εγλάθ].
Έκφραση που χρησιμοποίησαν ο Ησαΐας (15:5) και ο Ιερεμίας (48:34) εξαγγέλλοντας καταδικαστικές κρίσεις σε βάρος του Μωάβ, και η οποία προφανώς αναφέρεται σε κάποια τοποθεσία εκείνου του έθνους. Μερικοί πιστεύουν ότι υπήρχαν τρεις γειτονικές πόλεις με το ίδιο όνομα και ότι, στην προκειμένη περίπτωση, στο στόχαστρο των εξαγγελιών των προφητών βρίσκεται η τρίτη («η τρίτη Εγλάθ», AT· ΛΧ). Ανάλογες τοποθεσίες δεν έχουν εντοπιστεί ποτέ επακριβώς.
Ωστόσο, πολλοί λόγιοι είναι της άποψης ότι η εβραϊκή έκφραση (‛εγλάθ σελισιγιάχ) δεν πρέπει να μεταγράφεται σαν να ήταν κύριο όνομα. Πιστεύουν ότι πρόκειται για συμβολική έκφραση την οποία μεταφράζουν ως «τριετή δαμαλίδα». (Dy, JP, ΒΑΜ, ΦΙΛ· βλέπε KJ, Ro, Ο΄.) Σε αυτή την περίπτωση, οι προφήτες μπορεί να παρομοίαζαν τον ηττημένο Μωάβ με μια εύρωστη, νεαρή, πλήρως αναπτυγμένη αγελάδα, από την οποία όμως ακούγονται μόνο αξιολύπητες “κραυγές” οδύνης.
-
-
ΕγλαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΛΑΪΜ
(Εγλαΐμ).
Προφανώς ένα από τα πιο απομακρυσμένα σημεία του Μωάβ που, σύμφωνα με τα εδάφια Ησαΐας 15:1, 8, επρόκειτο να “θρηνήσει γοερά” για τη λεηλασία του έθνους. Η ακριβής θέση της αρχαίας τοποθεσίας δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Ωστόσο, το τοπωνύμιο Εγλαΐμ καθώς και το παρεμφερές Αιγαλλείμ, το οποίο αναφέρει ο Ευσέβιος (Περί των τοπικών ονομάτων, 36, 19-21) εντοπίζοντας τη θέση του περίπου 12 χλμ. Ν της Ραμπάτ-Μωάβ, ίσως διασώζονται στο Ρουτζμ ελ-Τζιλίμε, ένα τοπωνύμιο εκείνης της περιοχής, ή στο Χίρμπετ Τζελτζούλ, τοποθεσία που χρονολογείται από την εποχή των Ναβαταίων και των Ρωμαίων και βρίσκεται 7 χλμ. νοτιότερα. Ο Γιοχανάν Ααρώνι υποστηρίζει ότι το μέρος αυτό ταυτίζεται με τη Μαζρά, μια όαση ΒΑ της Χερσονήσου Λισάν.
-
-
ΕγλώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΛΩΝ
(Εγλών) [Μικρό Μοσχάρι].
1. Βασιλιάς του Μωάβ στις ημέρες των Κριτών ο οποίος καταδυνάστευσε τον Ισραήλ επί 18 χρόνια, «επειδή έπρατταν το κακό στα μάτια του Ιεχωβά». (Κρ 3:12-25) Ο Εγλών ήταν επικεφαλής ενός συνασπισμού του Μωάβ, του Αμμών και του Αμαλήκ ο οποίος επιτέθηκε εναντίον του Ισραήλ. Η πτώση του Εγλών επήλθε όταν ο αριστερόχειρας Αώδ, αφού επέδωσε τον καθιερωμένο φόρο υποτελείας, είπε: «Έχω έναν μυστικό λόγο για εσένα, βασιλιά». Ο Εγλών, ο οποίος καθόταν στο απομονωμένο, δροσερό δώμα που είχε για τον εαυτό του πάνω στην επίπεδη στέγη του ανακτόρου του, έδιωξε τους υπηρέτες του και έπειτα σηκώθηκε από το θρόνο του για να ακούσει το «λόγο του Θεού», όπως του είχε πει ο Αώδ. Τότε ο Αώδ έμπηξε ένα δίκοπο σπαθί στην κοιλιά του Εγλών, που ήταν τόσο μεγάλη ώστε «μπήκε μέσα και η λαβή έπειτα από τη λεπίδα» και «άρχισαν να βγαίνουν τα κόπρανα». Αναφορικά με το εδάφιο Κριτές 3:22, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κλαρκ επισημαίνει: «Ή το περιεχόμενο των εντέρων ξεχύθηκε μέσα από το τραύμα ή είχε μια φυσική κένωση από το φόβο του και την αγωνία του».
2. Βασιλική πόλη της Χαναάν. Ο βασιλιάς της συμμετείχε στο συνασπισμό που δημιουργήθηκε εναντίον της Γαβαών όταν εκείνη η πόλη έκανε ειρήνη με τον Ιησού του Ναυή και τον Ισραήλ. Ο Ιησούς του Ναυή θανάτωσε τους πέντε βασιλιάδες αυτού του συνασπισμού, τους κρέμασε σε ξύλα και αργότερα κατέλαβε την Εγλών και αφιέρωσε τους κατοίκους της στην καταστροφή. (Ιη 10:1-5, 22-27, 34, 35· 12:12) Στη συνέχεια, η Εγλών περιλήφθηκε στην περιοχή της φυλής του Ιούδα. (Ιη 15:39) Η αρχαία θέση της πιστεύεται ότι εντοπίζεται στο Τελ ελ-Εζί, περίπου 25 χλμ. ΑΒΑ της Γάζας και περίπου 11 χλμ. Δ της Λαχείς, και κατά συνέπεια κοντά στις παρυφές των Πεδιάδων της Φιλιστίας. Ωστόσο, η αρχαία ονομασία της διασώζεται στα ερείπια του Χίρμπετ Ατζλάν, μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά.
-
-
ΕγχάραξηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΧΑΡΑΞΗ
Βλέπε ΣΚΑΛΙΣΜΑ, ΕΓΧΑΡΑΞΗ.
-
-
ΈγχορδοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΓΧΟΡΔΟ
Υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το όργανο ή τα όργανα που προσδιορίζουν διάφορες λέξεις της πρωτότυπης γλώσσας, οι οποίες αποδίδονται «έγχορδο». Το νέβελ μνημονεύεται συνήθως μαζί με το κιννώρ (άρπα), πράγμα που υποδηλώνει ότι αυτά τα όργανα είναι σαφώς διαφορετικά. Το νέβελ, ένα φορητό ξύλινο όργανο (1Βα 10:12), χρησιμοποιούνταν για να παίζει τόσο ιερή όσο και κοσμική μουσική. (2Σα 6:5· 2Χρ 5:12· Νε 12:27· Ησ 5:12· 14:4, 11) Προφανώς χρησιμοποιούνταν διάφορα έγχορδα, διότι η Αγία Γραφή αναφέρει τα μιννίμ («χορδές»· Ψλ 150:4), το κελί νέβελ («έγχορδο όργανο»· 1Χρ 16:5· Ψλ 71:22), το νέβελ ‛ασώρ («δεκάχορδο όργανο»· η λέξη ‛ασώρ συνδέεται με μια λέξη που σημαίνει «δέκα»· Ψλ 33:2· 144:9), τα νεγινώθ (η λέξη συγγενεύει με ένα ρήμα που σημαίνει «παίζω έγχορδο»· επιγραφές Ψλ 4, 6, 54, 55, 61, 67, 76) και το πεσαντερίν (θεωρείται ότι σημαίνει τριγωνικό «έγχορδο»· Δα 3:5, 7, 10, 15).—Βλέπε ΑΡΠΑ.
-
-
ΈδαφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΔΑΦΟΣ
Βλέπε ΓΗ.
-
-
ΕδέμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΕΔΕΜ
(Εδέμ) [Τέρψη].
1. Περιοχή όπου ο Δημιουργός φύτεψε έναν κήπο όμοιο με πάρκο ο οποίος αποτέλεσε το αρχικό σπίτι του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού. Η δήλωση ότι ο κήπος βρισκόταν «στην Εδέμ, προς τα ανατολικά», φαίνεται να υποδεικνύει ότι ο κήπος καταλάμβανε μόνο ένα τμήμα της περιοχής που ονομαζόταν Εδέμ. (Γε 2:8) Ωστόσο, στη συνέχεια ο κήπος αποκαλείται “κήπος της Εδέμ” (Γε 2:15), ενώ σε μεταγενέστερα εδάφια χαρακτηρίζεται ως “Εδέμ, ο κήπος του Θεού” (Ιεζ 28:13), και ως “ο κήπος του Ιεχωβά”.—Ησ 51:3.
Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα απέδωσε την εβραϊκή λέξη γκαν που σημαίνει «κήπος» με την ελληνική λέξη παράδεισος. Σε αυτό το γεγονός οφείλεται η μέχρι σήμερα συσχέτιση της λέξης «παράδεισος» με τον κήπο της Εδέμ.
Το εδάφιο Γένεση 2:15 δηλώνει ότι ο «Θεός πήρε τον άνθρωπο και τον εγκατέστησε στον κήπο της Εδέμ». Μολονότι αυτή η δήλωση ίσως δίνει την εντύπωση ότι η δημιουργία του ανθρώπου έλαβε χώρα έξω από τον κήπο, μπορεί απλώς να σημαίνει ότι ο Θεός «πήρε» τον άνθρωπο με την έννοια ότι τον έπλασε και τον δημιούργησε από τα στοιχεία της γης και κατόπιν τον έβαλε να κατοικεί εξαρχής μέσα στον κήπο όπου ήρθε στη ζωή. Η καλλιέργεια και η φροντίδα του κήπου ανατέθηκαν στον άνθρωπο ως προσωπική του εργασία. Τα δέντρα και τα φυτά της Εδέμ περιλάμβαναν όλα τα καλλωπιστικά είδη καθώς και όσα παρείχαν τροφή σε μεγάλη ποικιλία. (Γε 2:9, 15) Αυτό και μόνο το γεγονός υποδεικνύει ότι ο κήπος κάλυπτε αρκετά μεγάλη έκταση.
Υπήρχε τεράστια ποικιλία πανίδας στον κήπο. Ο Θεός έφερε μπροστά στον Αδάμ “όλα τα κατοικίδια ζώα και τα πετούμενα πλάσματα των ουρανών και κάθε θηρίο του αγρού” και του ανέθεσε να τα ονομάσει—αυτή ήταν μια από τις πρώτες εργασίες του Αδάμ. (Γε 2:19, 20) Το έδαφος της Εδέμ ποτιζόταν από τα νερά του ποταμού που «έβγαινε . . . από την Εδέμ». (Γε 2:10) Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο άνθρωπος ήταν γυμνός, μπορούμε να υποθέσουμε ότι το κλίμα ήταν πολύ ήπιο και ευχάριστο.—Γε 2:25.
Τι ήταν ο απαγορευμένος καρπός στην Εδέμ;
Όλα τα οπωροφόρα δέντρα της Εδέμ ήταν στη διάθεση του ανθρώπου για να τρώει από αυτά “μέχρι να χορτάσει”. (Γε 2:16) Ένα όμως δέντρο,
-