-
ΡαβδούχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
το σπίτι του διοικητή, μετέφεραν τα μηνύματά του, καλούσαν τους παραβάτες του νόμου να εμφανιστούν ενώπιόν του και συλλάμβαναν παρανόμους, τους οποίους μερικές φορές μαστίγωναν.
Τυπικά, οι ραβδούχοι κατείχαν το αξίωμά τους επί έναν χρόνο αλλά, στην πραγματικότητα, πολλές φορές υπηρετούσαν επί μεγαλύτερο διάστημα. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν απελεύθεροι. Οι Ρωμαίοι ραβδούχοι απαλλάσσονταν από τη στρατιωτική υπηρεσία και έπαιρναν μισθό για την υπηρεσία τους.
Εφόσον η πόλη των Φιλίππων ήταν ρωμαϊκή αποικία, κυβερνιόταν από αυτοκρατορικούς διοικητές. Αυτοί οι διοικητές της πόλης διέταξαν το ραβδισμό του Παύλου και του Σίλα. Την επόμενη ημέρα έστειλαν τους ραβδούχους να δώσουν εντολή να αφεθούν ο Παύλος και ο Σίλας ελεύθεροι. Εντούτοις, ο Παύλος αρνήθηκε να δεχτεί τη βοήθεια των ραβδούχων και απαίτησε να παραδεχτούν οι ανώτεροί τους, οι διοικητές της πόλης, την αδικία που είχε γίνει.—Πρ 16:19-40· βλέπε ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.
-
-
ΡαβμάγΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΜΑΓ
(Ραβμάγ).
Τίτλος υψηλόβαθμου αξιωματούχου της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας την εποχή της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Ο τίτλος αυτός εντοπίστηκε σε ανεσκαμμένες επιγραφές. Ο Νεργάλ-σαρεσέρ ο Ραβμάγ ήταν ένα από τα μέλη της ειδικής επιτροπής που αποτελούνταν από ανώτερους Βαβυλώνιους άρχοντες και η οποία συνεδρίασε στη Μεσαία Πύλη της Ιερουσαλήμ μετά την πτώση της πόλης στα χέρια του Ναβουχοδονόσορα. Αυτό το άτομο αναφέρεται στα πλαίσια της απελευθέρωσης του Ιερεμία ο οποίος κατόπιν πήγε στον Γεδαλία.—Ιερ 39:3, 13, 14.
-
-
ΡαβσάκηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΣΑΚΗΣ
(Ραβσάκης) [ακκαδικής προέλευσης· πιθανότατα σημαίνει «Αρχιοινοχόος»].
Τίτλος υψηλόβαθμου Ασσύριου αξιωματούχου. (2Βα 18:17) Μια επιγραφή του Ασσύριου βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ σε κάποιο κτίσμα αναφέρει: «Έστειλα έναν αξιωματικό μου, τον ραβσάκ, στην Τύρο». Επίσης, μια πινακίδα που εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο περιέχει την ακόλουθη επιγραφή του Βασιλιά Ασσουρμπανιπάλ: «Διέταξα να συμπεριλάβουν στις πρώην (μάχιμες) δυνάμεις μου (στην Αίγυπτο) τον αξιωματικό-ραβσάκ».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282, 296.
Ενόσω ο Σενναχειρείμ, ο βασιλιάς της Ασσυρίας, πολιορκούσε το φρούριο της Λαχείς στον Ιούδα, έστειλε μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη στην Ιερουσαλήμ υπό τον Ταρτάν, ο οποίος είχε το γενικό πρόσταγμα, μαζί με άλλους δύο υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους, τον Ραβσαρίς και τον Ραβσάκη. (2Βα 18:17· αυτό το περιστατικό εξιστορείται ολόκληρο και στο βιβλίο του Ησαΐα, κεφ. 36, 37.) Από αυτούς τους τρεις ανώτερους Ασσύριους αξιωματούχους, ο Ραβσάκης μίλησε ως ο κύριος εκπρόσωπος, προσπαθώντας να πιέσει τον Βασιλιά Εζεκία να συνθηκολογήσει και να παραδοθεί. (2Βα 18:19-25) Και οι τρεις στάθηκαν κοντά στον αγωγό της άνω δεξαμενής. Αυτός ο Ραβσάκης, το προσωπικό όνομα του οποίου δεν αναφέρεται, μιλούσε με ευχέρεια τόσο την εβραϊκή όσο και τη συριακή. Αν και απευθύνθηκε μεγαλόφωνα στον Βασιλιά Εζεκία μιλώντας στην εβραϊκή, αυτοί που βγήκαν να τον συναντήσουν ήταν τρεις αξιωματούχοι του Εζεκία. Εκείνοι ζήτησαν από τον Ραβσάκη να τους μιλήσει στη συριακή γλώσσα και όχι στη γλώσσα των Ιουδαίων, επειδή ο απλός λαός που βρισκόταν πάνω στο τείχος άκουγε. (2Βα 18:26, 27) Ωστόσο, αυτό εξυπηρετούσε τους σκοπούς του προπαγανδιστή Ραβσάκη. Εκείνος ήθελε να ακούει ο λαός για να σπάσει το ηθικό των δυνάμεών τους. Με εκφράσεις που αποσκοπούσαν στο να τρομοκρατήσουν, με ψεύτικες υποσχέσεις και ψέματα, με ονειδισμούς, καθώς και με χλευασμούς για τον Ιεχωβά, ο Ραβσάκης συνέχισε να μιλάει στην εβραϊκή ακόμη πιο δυνατά, προσπαθώντας να πείσει το λαό να προδώσει τον Βασιλιά Εζεκία και να παραδοθεί στον ασσυριακό στρατό. (2Βα 18:28-35) Ωστόσο, ο λαός της Ιερουσαλήμ παρέμεινε όσιος στον Εζεκία.—2Βα 18:36.
Ο Εζεκίας μετέφερε με προσευχή στον Ιεχωβά τους εμπαιγμούς του Ραβσάκη και έστειλε μια αντιπροσωπεία στον προφήτη Ησαΐα για να λάβει την απάντηση του Ιεχωβά. (2Βα 18:37· 19:1-7) Στο μεταξύ, ο Ραβσάκης αποσύρθηκε εσπευσμένα όταν άκουσε ότι ο βασιλιάς της Ασσυρίας είχε αποχωρήσει από τη Λαχείς και πολεμούσε εναντίον της Λιβνά. Συνεχίζοντας την εκστρατεία προπαγάνδας κατά του Εζεκία από μακριά, ο Σενναχειρείμ έστειλε αγγελιοφόρους στην Ιερουσαλήμ με μια επιστολή που περιείχε συνεχείς εμπαιγμούς και βαριές απειλές για να αναγκάσει τον Εζεκία να παραδοθεί. (2Βα 19:8-13) Ο Βασιλιάς Εζεκίας έφερε την επιστολή στο ναό της Ιερουσαλήμ και την άπλωσε ενώπιον του Ιεχωβά κάνοντας μια ένθερμη προσευχή για βοήθεια. (2Βα 19:14-19) Ο Ιεχωβά απάντησε μέσω του προφήτη Ησαΐα για το βασιλιά της Ασσυρίας: «Δεν θα μπει σε αυτή την πόλη ούτε θα τοξεύσει βέλος εκεί ούτε θα έρθει εναντίον της με ασπίδα ούτε θα ανεγείρει πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της. Από το δρόμο από τον οποίο ήρθε θα επιστρέψει, και σε αυτή την πόλη δεν θα μπει, λέει ο Ιεχωβά». (2Βα 19:32, 33) Εκείνη τη νύχτα ο άγγελος του Ιεχωβά θανάτωσε 185.000 στρατιώτες των Ασσυρίων. Αυτό το απροσδόκητο, ισχυρό πλήγμα έκανε τον Σενναχειρείμ, το βασιλιά της Ασσυρίας, να αποσυρθεί αμέσως και να επιστρέψει στη Νινευή, την πρωτεύουσα της Ασσυρίας, όπου αργότερα δολοφονήθηκε. (2Βα 19:35-37) Εφόσον ο Ραβσάκης ήταν βλάσφημος εμπαίκτης του ζωντανού Θεού, του Ιεχωβά, οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες.
-
-
ΡαβσαρίςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΣΑΡΙΣ
(Ραβσαρίς) [Επικεφαλής Αυλικός].
Ο τίτλος του επικεφαλής αυλικού στις κυβερνήσεις της Ασσυρίας και της Βαβυλώνας. Ένας τέτοιος Ραβσαρίς ανήκε στην αντιπροσωπεία των τριών υψηλόβαθμων Ασσυρίων που έστειλε ο βασιλιάς της Ασσυρίας ζητώντας την παράδοση της Ιερουσαλήμ την εποχή του Βασιλιά Εζεκία.—2Βα 18:17.
Ραβσαρίς ήταν και ένας από τους Βαβυλώνιους αξιωματούχους που ανέλαβαν τον έλεγχο της Ιερουσαλήμ για λογαριασμό του Ναβουχοδονόσορα όταν έπεσε η πόλη το 607 Π.Κ.Χ., ο δε Ραβσαρίς ο οποίος αναφέρεται σε σχέση με την οδηγία που δόθηκε στον Ιερεμία να κατοικήσει μαζί με τον Γεδαλία κατονομάζεται ως Νεβουσαζβάν. (Ιερ 39:3, 13, 14· 40:1-5) Ανασκαφές έχουν φέρει στο φως επιγραφές που περιέχουν αυτόν τον τίτλο.—Δελτίο της Εξερευνητικής Εταιρίας του Ισραήλ (Bulletin of the Israel Exploration Society), Ιερουσαλήμ, 1967, Τόμ. 31, σ. 77· Το Βασιλικό Ανάκτορο της Ουγκαρίτ (Le palais royal d’Ugarit), III, Παρίσι, 1955, Αρ. 16:162, σ. 126.
-
-
ΡαγαύΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΓΑΥ
(Ραγαύ) [Σύντροφος· Φίλος].
Γιος του Φάλεκ και πατέρας του Σερούχ. Αποτελεί κρίκο στη γενεαλογία από τον Σημ μέχρι τον Αβραάμ. (1Χρ 1:24-27) Ο Ραγαύ, ο οποίος έζησε 239 χρόνια (2239-2000 Π.Κ.Χ.), ήταν επίσης πρόγονος του Ιησού Χριστού.—Γε 11:18-21· Λου 3:35.
-
-
ΡαγουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΓΟΥΗΛ
(Ραγουήλ) [Σύντροφος (Φίλος) του Θεού].
1. Δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ησαύ, τον οποίο απέκτησε από τη Βασεμάθ την κόρη του Ισμαήλ. Οι τέσσερις γιοι του Ραγουήλ έγιναν σεΐχηδες του Εδώμ.—Γε 36:2-4, 10, 13, 17· 1Χρ 1:35, 37.
2. Ο πεθερός του Μωυσή ο οποίος ήταν ιερέας της Μαδιάμ. (Εξ 2:16-21· Αρ 10:29) Αλλού αποκαλείται Ιοθόρ.—Βλέπε ΙΟΘΟΡ.
3. Γαδίτης, του οποίου ο γιος ονόματι Ελιασάφ ήταν αρχηγός της φυλής του κατά την πορεία μέσα στην έρημο. (Αρ 2:14) Το όνομά του εμφανίζεται ως Δεουήλ στις άλλες περιπτώσεις όπου αναφέρεται αυτό το άτομο.—Βλέπε ΔΕΟΥΗΛ.
4. Πρόγονος κάποιου Βενιαμίτη ο οποίος έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:3, 7, 8.
-
-
ΡαδαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΔΑΪ
(Ραδαΐ).
Ο πέμπτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιεσσαί και μεγαλύτερος αδελφός του Δαβίδ, από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:13-15.
-
-
ΡαιςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΙΣ
[ר].
Το 20ό γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Επειδή τα γράμματα ραις [ר] και ντάλεθ [ד] έχουν παρόμοιο σχήμα, οι αντιγραφείς ενίοτε τα συνέχεαν.
Στο εβραϊκό κείμενο, αυτό το γράμμα εμφανίζεται ως το αρχικό γράμμα καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:153-160.
-
-
ΡακκώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΚΚΩΝ
(Ρακκών).
Πόλη που αναφέρεται κατά την περιγραφή των συνόρων του Δαν. (Ιη 19:40, 41, 46) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Τελλ ερ-Ρεκέιτ, λίγο βορειότερα του Τελ Αβίβ-Γιάφο, στα παράλια της Μεσογείου.
-
-
ΡαμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜ
[Υψηλός].
1. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές και του Εσρών. Έζησε την εποχή που ο Ισραήλ βρισκόταν στην Αίγυπτο. Μολονότι ο Ραμ προφανώς δεν ήταν ο πρώτος γιος του Εσρών, η δική του γενεαλογία—η οποία οδήγησε στη Δαβιδική γραμμή—κατατάσσεται πρώτη μεταξύ των τριών γιων του Εσρών. (1Χρ 2:4, 5, 9-17, 25) Εφόσον μεταξύ των απογόνων του Ραμ συγκαταλέγεται ο Ναασών, ο Βοόζ και ο Δαβίδ, ο Ραμ ήταν πρόγονος του Ιησού. (Αρ 1:7· Ρθ 4:18-22· Ματ 1:3, 4) Το όνομά του γράφεται Αρνεί (Αράμ σε ορισμένα χειρόγραφα) στον κατάλογο των προγόνων του Ιησού που παραθέτει ο Λουκάς.—Λου 3:33.
2. Ο πρωτότοκος γιος του Ιεραμεήλ και ανιψιός του προσώπου Αρ. 1. Απέκτησε τρεις γιους.—1Χρ 2:9, 25, 27.
3. Ιδρυτής της οικογένειας του Ελιού.—Ιωβ 32:2.
-
-
ΡαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΑ
(Ραμά) [Ύψωμα].
Η εβραϊκή λέξη σημαίνει ύψωμα ή υψηλός τόπος. (Ιεζ 16:24) Χρησιμοποιούνταν ως ονομασία αρκετών τοποθεσιών στον Ισραήλ.
1. Πόλη στην περιοχή του Βενιαμίν. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 18:25 καταχωρίζεται μεταξύ της Γαβαών και της Βηρώθ. Προφανώς ήταν κοντά στη Βαιθήλ, μια πόλη που βρισκόταν στα Ν της περιοχής του Εφραΐμ. (Κρ 4:5) Ένας Λευίτης, ο οποίος ταξίδευε προς το Β, αφού πέρασε την Ιερουσαλήμ πήγε στη Γαβαά, λίγο πιο πέρα από την οποία βρισκόταν προφανώς η Ραμά. (Κρ 19:11-15· Ωσ 5:8) Η Ραμά βρισκόταν επίσης κοντά στη Γααβά. (Ησ 10:29) Αυτά τα στοιχεία συνδυάζονται με τη μαρτυρία του Ευσέβιου ο οποίος ταύτιζε τη Ραμά του Βενιαμίν με τη θέση του σημερινού ερ-Ραμ, το οποίο βρίσκεται περίπου 8 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ, 3 χλμ. Β της Γαβαά, 5 χλμ. Α της Γαβαών και 3 χλμ. Δ της Γααβά. Αυτή η πόλη βρίσκεται σε ύψωμα, όπως υποδηλώνει το όνομα.
Την εποχή του διαιρεμένου βασιλείου, η Ραμά διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο καθώς βρισκόταν κοντά στο σύνορο που χώριζε τον Ισραήλ από τον Ιούδα και κοντά στην οδό που διέσχιζε τη λοφώδη περιοχή συνδέοντας το Β με το Ν. Ο Βασιλιάς Βαασά του Ισραήλ άρχισε να επεκτείνει ή να οχυρώνει τη Ραμά του Βενιαμίν ενώ πολεμούσε εναντίον του Ασά. (1Βα 15:16, 17· 2Χρ 16:1) Όταν, όμως, ο βασιλιάς της Συρίας επιτέθηκε στον Ισραήλ από τα Β, η προσοχή του Βαασά αποσπάστηκε και ο Ασά πήρε τη Ραμά καθώς και τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιούσε ο Βαασά εκεί, και με τα υλικά αυτά οχύρωσε τις γειτονικές Γααβά και Μισπά. (1Βα 15:20-22· 2Χρ 16:4-6) Φαίνεται πως όταν η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε το 607 Π.Κ.Χ., συγκέντρωσαν τους αιχμάλωτους Ιουδαίους στη Ραμά προτού τους μεταφέρουν στη Βαβυλώνα. (Ιερ 40:1) Μετά την εξορία η Ραμά κατοικήθηκε ξανά.—Εσδ 2:1, 26· Νε 7:30· 11:33.
Μερικοί λόγιοι έχουν συμπεράνει ότι σε αυτού του είδους τη συγκέντρωση Ιουδαίων στη Ραμά πριν από την εκτόπισή τους (η οποία πιθανώς συνοδεύτηκε από τη θανάτωση μερικών εκεί) αναφέρονται τα λόγια: «Φωνή ακούγεται στη Ραμά, θρήνος και πικρό κλάμα· η Ραχήλ κλαίει για τους γιους της. Αρνήθηκε να παρηγορηθεί για τους γιους της, επειδή δεν υπάρχουν πια». (Ιερ 31:15) Η σύζυγος του Ιακώβ, η Ραχήλ, επιθυμούσε τόσο πολύ να κάνει παιδιά ώστε θεωρούσε ότι ήταν «νεκρή» χωρίς αυτά. (Γε 30:1) Γι’ αυτό, στην προκειμένη περίπτωση θα μπορούσε να λεχθεί συμβολικά ότι η Ραχήλ έκλαιγε για τους Ιουδαίους που χάθηκαν στο θάνατο ή στην αιχμαλωσία. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι επειδή η Ραχήλ ήταν η μητέρα του Βενιαμίν, τα λόγια του Ιερεμία ίσως την παρουσιάζουν να κλαίει ιδιαίτερα για τους Βενιαμίτες κατοίκους της Ραμά. Ο Ιερεμίας εξήγησε στη συνέχεια ότι υπήρχε ελπίδα, εφόσον οι εξόριστοι θα επέστρεφαν. (Ιερ 31:16) Στο εδάφιο Ματθαίος 2:18 τα προφητικά λόγια του εδαφίου Ιερεμίας 31:15 εφαρμόζονται επίσης στο περιστατικό της σφαγής των μικρών παιδιών στη Βηθλεέμ κατόπιν διαταγής του Ηρώδη.—Βλέπε ΡΑΧΗΛ.
2. Παρεμβαλλόμενη πόλη της φυλής του Συμεών στη Νεγκέμπ. (Ιη 19:1, 8) Πρόκειται για τη Βααλάθ-βηρ, γνωστή και ως «Ραμά του νότου». Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ Γάζα (Χορβάτ Ουζά), περίπου 30 χλμ. Α της Βηρ-σαβεέ.—Βλέπε ΒΑΑΛΑΘ-ΒΗΡ.
3. Άγνωστη πόλη στην περιοχή του Ασήρ η οποία αναφέρεται μόνο στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:24, 29. Είναι δύσκολο να διακρίνουμε από το κείμενο σε ποιο ακριβώς σημείο της κληρονομιάς του Ασήρ βρισκόταν η πόλη, αλλά φαίνεται ότι βρισκόταν στο Β, προς την Τύρο.
4. Οχυρωμένη πόλη στην περιοχή του Νεφθαλί. (Ιη 19:32, 36) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ Ζεϊτούν ερ-Ράμε (γνωστό και ως Χίρμπετ Τζουλ), ακριβώς στα Α του ερ-Ράμε (Ραμά) και περίπου 30 χλμ. Α του λιμανιού της Ακό. Ωστόσο, το γεγονός ότι αναφέρεται μία μόνο φορά, στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή, δεν επιτρέπει επακριβή προσδιορισμό της θέσης της.
5. Η ιδιαίτερη πατρίδα του προφήτη Σαμουήλ και των γονέων του. Στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 1:1, ο πατέρας του Σαμουήλ, ο Ελκανά, περιγράφεται ως «άνθρωπος από τη Ραμαθαΐμ-ζοφίμ στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ». Σε όλη την υπόλοιπη αφήγηση χρησιμοποιείται η συντετμημένη μορφή «Ραμά». (1Σα 1:19) Ο αναπτυγμένος τύπος χρησιμοποιείται στην αρχή πιθανώς για να διαχωρίσει την εν λόγω Ραμά από άλλες ομώνυμες τοποθεσίες, όπως ήταν η Ραμά του Βενιαμίν. Η Αμερικανική Μετάφραση λέει: «άνθρωπος από τη Ραμά, Ζουφίτης». Μια τέτοια απόδοση του Μασοριτικού κειμένου θα μπορούσε να υποδηλώνει είτε ότι ο Ελκανά ήταν απόγονος του Ζουφ (Ζωφαΐ) είτε ότι καταγόταν από την περιφέρεια Ζουφ.—1Χρ 6:27, 28, 34, 35· 1Σα 9:5.
Μια αρχαία παράδοση την οποία ανέφερε ο Ευσέβιος ταυτίζει τη Ραμά με τη θέση του σημερινού Ρέντις (Ραντίς), στους λόφους του Εφραΐμ, περίπου 35 χλμ. ΒΔ της Ιερουσαλήμ. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε επρόκειτο για το ίδιο μέρος με την Αριμαθαία (εξελληνισμένος τύπος του εβρ. Ραμάχ) που αναφέρεται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές.—Λου 23:50-53.
Ο Ελκανά είχε το σπίτι του στη Ραμά, όπου προφανώς γεννήθηκε ο Σαμουήλ, αλλά κάθε χρόνο ταξίδευε στη Σηλώ για να προσφέρει θυσία. (1Σα 1:3, 19· 2:11) Αν και ο Σαμουήλ έζησε κάποιο διάστημα μαζί με τον Ηλεί τον ιερέα στη Σηλώ, τελικά κατοίκησε στη Ραμά την οποία χρησιμοποιούσε ως βάση για τις περιοδείες του στις οποίες έκρινε τον Ισραήλ. (1Σα 3:19-21· 7:15-17· 8:4· 15:24-35· 16:4, 13· 19:18-24) Όταν πέθανε ο Σαμουήλ, θάφτηκε στο σπίτι του στη Ραμά, «την πόλη του».—1Σα 25:1· 28:3.
6. Συντετμημένη μορφή της ονομασίας Ραμώθ-γαλαάδ.—2Βα 8:28, 29· 2Χρ 22:5, 6· βλέπε ΡΑΜΩΘ-ΓΑΛΑΑΔ.
-
-
ΡαμαθίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΑΘΙΤΗΣ
(Ραμαθίτης) [Της (Από τη) Ραμά].
Επωνυμία του Σιμεΐ, αμπελουργού του Βασιλιά Δαβίδ. (1Χρ 27:27) Υποδηλώνει ότι πατρίδα του ήταν μία από τις διάφορες πόλεις που ονομάζονταν Ραμά αλλά δεν υπάρχει τρόπος να προσδιοριστεί ποια.
-
-
Ραμάθ-λεχίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΑΘ-ΛΕΧΙ
(Ραμάθ-λεχί) [Υψηλός Τόπος του Σαγονιού].
Το όνομα που έδωσε ο Σαμψών σε μια τοποθεσία στον Ιούδα όπου πάταξε χίλιους Φιλισταίους με το νωπό σαγόνι ενός γαϊδουριού.—Κρ 15:16-18· βλέπε ΛΕΧΙ.
-
-
ΡαμεσσήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΕΣΣΗΣ
Βλέπε ΡΑΑΜΣΗΣ, ΡΑΜΕΣΣΗΣ.
-
-
ΡαμίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΙΑΣ
(Ραμίας) [πιθανώς, Ο Γιαχ Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
Ισραηλίτης, ένας από «τους γιους του Φαρώς» οι οποίοι εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους με την παρακίνηση του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 25, 44.
-
-
ΡαμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΩΘ
(Ραμώθ) [πιθανότατα, Υψηλοί Τόποι· από μια ρίζα που σημαίνει «υψώνομαι»].
1. Λευιτική πόλη στην περιοχή του Ισσάχαρ. (1Χρ 6:71-73) Προφανώς ταυτίζεται με τη Ρεμέθ και την Ιαρμούθ (Αρ. 2). (Ιη 19:17, 21· 21:27-29) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων, η Ραμώθ ταυτίζεται με το Κάουκαμπ ελ-Χάουα (Κοχάβ χα-Ιαρντέν), το οποίο βρίσκεται σε ένα υψίπεδο περίπου 10 χλμ. Β της Βαιθ-σεάν.
2. Η «Ραμώθ του νότου» στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:27 προφανώς συμπίπτει με τη «Βααλάθ-βηρ, τη Ραμά του νότου» που αναφέρεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:8. Όπως φαίνεται, βρισκόταν στη Νεγκέμπ.—Βλέπε ΡΑΜΑ Αρ. 2.
3. Πόλη της Γαλαάδ, στα ανατολικά του Ιορδάνη Ποταμού. (Ιη 20:8) Με τον καιρό μετονομάστηκε σε Ραμώθ-γαλαάδ.—Βλέπε ΡΑΜΩΘ-ΓΑΛΑΑΔ.
-
-
Ραμώθ-γαλαάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΩΘ-ΓΑΛΑΑΔ
(Ραμώθ-γαλαάδ) [πιθανότατα, Υψηλοί Τόποι της Γαλαάδ].
Πόλη στρατηγικής σημασίας στην περιοχή του Γαδ, Α του Ιορδάνη. Η πόλη καλούνταν επίσης με το συντετμημένο τύπο Ραμά. (2Βα 8:28, 29· 2Χρ 22:5, 6) Ήταν μία από τις Λευιτικές πόλεις που βρίσκονταν σε εκείνη την όχθη του ποταμού (1Χρ 6:80) και είχε επιλεχθεί ως μία από τις πόλεις καταφυγίου. (Δευ 4:43· Ιη 20:8· 21:38) Ο Σολομών διόρισε έναν διαχειριστή στη Ραμώθ-γαλαάδ ο οποίος φρόντιζε να προμηθεύει τροφή στο βασιλιά από πόλεις της Γαλαάδ και της Βασάν.—1Βα 4:7, 13.
Όταν, μετά τη διαίρεση του βασιλείου, η Συρία έκανε επιθέσεις στον Ισραήλ, η Ραμώθ-γαλαάδ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ισραηλιτική ιστορία, αποτελώντας προφανώς τοποθεσία-κλειδί για την περιοχή Α του Ιορδάνη. Κάποια στιγμή οι Σύριοι κατέλαβαν την πόλη. Παρά την υπόσχεση του Βεν-αδάδ Β΄ να επιστρέψει τις ισραηλιτικές πόλεις που είχαν καταληφθεί στο παρελθόν, η Ραμώθ-γαλαάδ προφανώς δεν επιστράφηκε. (1Βα 20:34) Έτσι λοιπόν, ο Αχαάβ του Ισραήλ έκανε μια απόπειρα να την ανακτήσει, με τη βοήθεια του Βασιλιά Ιωσαφάτ του Ιούδα. Η προσπάθεια αυτή, από την οποία επιχείρησε να τους αποτρέψει ο Μιχαΐας, οδήγησε στο θάνατο του Αχαάβ.—1Βα 22:13-38.
Ο γιος του Αχαάβ, ο Ιωράμ, σε συνεργασία με τον Οχοζία του Ιούδα, πολέμησε και αυτός με τους Συρίους στη Ραμώθ-γαλαάδ. Το εδάφιο 2 Βασιλέων 9:14 αναφέρει: «Ο δε Ιωράμ βρισκόταν σε κατάσταση επιφυλακής στη Ραμώθ-γαλαάδ . . . εξαιτίας του Αζαήλ, του βασιλιά της Συρίας». Επομένως, είναι πιθανό ότι ο Ιωράμ είχε καταλάβει την πόλη νωρίτερα και την υπερασπιζόταν (δεν έκανε επίθεση εναντίον της), όταν ο Οχοζίας τον ακολούθησε στη μάχη εναντίον του Αζαήλ. Στη μάχη, ο Ιωράμ τραυματίστηκε και αποσύρθηκε στην Ιεζραέλ για να αναρρώσει.—2Βα 8:25-29· 9:14, 15· 2Χρ 22:5-8.
Στη Ραμώθ-γαλαάδ, ο υπηρέτης του Ελισαιέ έχρισε τον Ιηού, τον αρχηγό του στρατεύματος, ως τον επόμενο βασιλιά.—2Βα 9:1-14.
Η ακριβής θέση της Ραμώθ-γαλαάδ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Μία από τις πολλές πιθανολογούμενες τοποθεσίες είναι το Τελλ Ραμίθ, περίπου 45 χλμ. ΝΑ του νότιου άκρου της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Το όνομα αυτού του τελλ (γήλοφου) είναι δυνατόν να αποτελεί παράγωγο του ονόματος Ραμώθ-γαλαάδ. Το ίδιο το τελλ βρίσκεται σε έναν λόφο που δεσπόζει σε μια πεδιάδα, κάτι το οποίο συμφωνεί με την πιθανότερη σημασία της λέξης Ραμώθ (Υψηλοί Τόποι· από μια ρίζα που σημαίνει «υψώνομαι»). Η τοποθεσία αυτή θα ήταν κατάλληλη για κάποιον διαχειριστή, υπεύθυνο για τη Γαλαάδ και τη Βασάν.—1Βα 4:13.
-
-
ΡαφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΦΑ
(Ραφά) [από μια ρίζα που σημαίνει «γιατρεύω»].
Γιος του Βενιαμίν, ο οποίος στα εδάφια 1 Χρονικών 8:1, 2 παρουσιάζεται ως ο πέμπτος γιος του. Το όνομά του δεν εμφανίζεται στον κατάλογο εκείνων που πήγαν στην Αίγυπτο (Γε 46:21) ούτε στην απαρίθμηση των πατριών του Βενιαμίν. (Αρ 26:38-40) Αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι, ανεξάρτητα από το πού γεννήθηκε, ο Ραφά πέθανε νωρίς χωρίς να αφήσει απογόνους ή ότι οι απόγονοί του ενσωματώθηκαν σε κάποια άλλη οικογένεια.
-
-
ΡαφάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΦΑΧ
(Ραφάχ) [συντετμημένη μορφή του Ρεφαΐας, που σημαίνει «Ο Γιαχ Έχει Γιατρέψει»].
Απόγονος του Βενιαμίν μέσω του Σαούλ. Ονομάζεται επίσης Ρεφαΐας.—1Χρ 8:33-37· 9:43.
-
-
ΡαχάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΧΑΛ
(Ραχάλ).
Ένα από τα μέρη στα οποία ο Δαβίδ έστειλε λάφυρα από τον πόλεμο που έκανε με τους Αμαληκίτες. (1Σα 30:18, 26, 29) Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα εμφανίζεται αντί της Ραχάλ η ονομασία “Κάρμηλος”, και μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι αυτό έλεγε το κείμενο αρχικά.
-
-
ΡαχήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΧΗΛ
(Ραχήλ) [Προβατίνα].
Κόρη του Λάβαν και μικρότερη αδελφή της Λείας, πρώτη εξαδέλφη του Ιακώβ και η ευνοούμενη σύζυγός του. (Γε 29:10, 16, 30) Το 1781 Π.Κ.Χ. ο Ιακώβ έφυγε για να σωθεί από τον αδελφό του τον Ησαύ, ο οποίος σκόπευε να τον δολοφονήσει, και ταξίδεψε προς τη Χαρράν, στην Παδάν-αράμ, στη «γη των κατοίκων της Ανατολής». (Γε 28:5· 29:1) Η Ραχήλ, μια κοπέλα με «ωραία διάπλαση και ωραία όψη», η οποία ήταν βοσκοπούλα στα ποίμνια του πατέρα της, συνάντησε τον Ιακώβ σε ένα πηγάδι κοντά στη Χαρράν. Ο Ιακώβ φιλοξενήθηκε στο σπιτικό του θείου του και, ύστερα από έναν μήνα, συμφώνησε να υπηρετήσει τον Λάβαν εφτά χρόνια για να παντρευτεί τη Ραχήλ, την οποία είχε αγαπήσει. Η αγάπη του δεν εξασθένησε στη διάρκεια των εφτά ετών, και έτσι αυτά του «φάνηκαν σαν λίγες ημέρες». Ωστόσο, τη νύχτα του γάμου, ο θείος του αντικατέστησε τη Ραχήλ με τη μεγαλύτερη κόρη, τη Λεία, η οποία προφανώς συνέπραξε σε αυτή τη δόλια ενέργεια. Το επόμενο πρωί, όταν ο Ιακώβ κατηγόρησε τον Λάβαν ότι τον εξαπάτησε, εκείνος επικαλέστηκε τα τοπικά έθιμα ως δικαιολογία για τη συμπεριφορά του. Ο Ιακώβ συμφώνησε να τηρήσει μια πλήρη γαμήλια εβδομάδα με τη Λεία προτού λάβει τη Ραχήλ, και κατόπιν να εργαστεί άλλα εφτά χρόνια για τον Λάβαν.—Γε 29:4-28.
Η Ραχήλ δεν απογοήτευσε τον Ιακώβ ως σύζυγος, και ο Ιακώβ έδειξε περισσότερη αγάπη για αυτήν παρά για τη Λεία. Τώρα, όμως, ο Ιεχωβά ευνόησε τη Λεία, η οποία βρισκόταν σε μειονεκτική θέση, ευλογώντας την με τέσσερις γιους, ενώ η Ραχήλ παρέμενε στείρα. (Γε 29:29-35) Η Ραχήλ εκδήλωσε ζήλια για την αδελφή της καθώς και απελπισία για τη δική της στειρότητα—μια κατάσταση που τότε θεωρούνταν μεγάλο όνειδος για μια γυναίκα. Ο εκνευρισμός και η αδημονία της έκαναν ακόμη και το στοργικό της σύζυγο να θυμώσει. Για να αναπληρώσει τη στειρότητά της, έδωσε στον Ιακώβ την υπηρέτριά της για αναπαραγωγικούς σκοπούς (όπως είχε κάνει στο παρελθόν και η Σάρρα με τη δούλη της την Άγαρ), και τα δύο παιδιά που γεννήθηκαν με αυτόν τον τρόπο θεωρήθηκαν δικά της. Η υπηρέτρια της Λείας και η ίδια η Λεία γέννησαν συνολικά άλλους τέσσερις γιους προτού πραγματοποιηθεί τελικά η ελπίδα της Ραχήλ και αποκτήσει τον πρώτο δικό της γιο, τον Ιωσήφ.—Γε 30:1-24.
Τώρα ο Ιακώβ ήταν έτοιμος να αναχωρήσει από τη Χαρράν, αλλά ο πεθερός του τον έπεισε να παραμείνει και άλλο. Τελικά, έπειτα από έξι ακόμη χρόνια, με την κατεύθυνση του Θεού, ο Ιακώβ ξεκίνησε να φύγει. Λόγω των απατηλών μεθόδων που είχε χρησιμοποιήσει ο Λάβαν, ο Ιακώβ δεν τον ενημέρωσε για την αναχώρησή του, τόσο δε η Λεία όσο και η Ραχήλ συμφώνησαν σε αυτό με το σύζυγό τους. Προτού φύγουν, η Ραχήλ έκλεψε τα «θεραφίμ» του πατέρα της, τα οποία προφανώς ήταν κάποιο είδος ειδωλολατρικών ομοιωμάτων. Όταν αργότερα ο Λάβαν πρόφτασε την ομάδα και έκανε γνωστή την κλοπή (η οποία φαίνεται ότι αποτελούσε και το κύριο μέλημά του), ο Ιακώβ, μη γνωρίζοντας την ενοχή της Ραχήλ, εξέφρασε την αποδοκιμασία του για αυτή καθαυτή την πράξη, δηλώνοντας ότι ο δράστης θα θανατωνόταν αν εντοπιζόταν στη συνοδεία του. Η έρευνα του Λάβαν τον οδήγησε στη σκηνή της Ραχήλ, αλλά εκείνη κατάφερε να μην αποκαλυφτεί, ισχυριζόμενη ότι ήταν αδιάθετη λόγω της έμμηνης ρύσης της και παραμένοντας καθισμένη πάνω στο καλάθι του σαμαριού στο οποίο βρίσκονταν τα θεραφίμ.—Γε 30:25-30· 31:4-35, 38.
Κατά τη συνάντησή του με τον αδελφό του τον Ησαύ, ο Ιακώβ εκδήλωσε τη συνεχιζόμενη προτίμησή του για τη Ραχήλ τοποθετώντας την ίδια και το μοναχογιό της τελευταίους στη σειρά με την οποία ταξίδευαν, θεωρώντας αναμφίβολα αυτή τη θέση ως την ασφαλέστερη σε περίπτωση επίθεσης από τον Ησαύ. (Γε 33:1-3, 7) Αφού κατοίκησε για κάποιο διάστημα στη Σοκχώθ, κατόπιν στη Συχέμ και τελικά στη Βαιθήλ, ο Ιακώβ κατευθύνθηκε νοτιότερα. Κάπου ανάμεσα στη Βαιθήλ και στη Βηθλεέμ, η Ραχήλ γέννησε το δεύτερο παιδί της, τον Βενιαμίν, αλλά πέθανε στη γέννα και θάφτηκε εκεί, ενώ ο Ιακώβ έστησε μια στήλη για να φαίνεται πού ήταν ο τάφος της.—Γε 33:17, 18· 35:1, 16-20.
Οι λιγοστές λεπτομέρειες που έχουν καταγραφεί δίνουν ελλιπή μόνο εικόνα για την προσωπικότητα της Ραχήλ. Ήταν λάτρις του Ιεχωβά (Γε 30:22-24), αλλά εκδήλωσε ανθρώπινα ελαττώματα, ενώ η κλοπή των θεραφίμ και η επιτηδειότητα με την οποία απέφυγε να γίνει αντιληπτή μπορεί ίσως να αποδοθεί—τουλάχιστον εν μέρει—στο οικογενειακό της παρελθόν. Όποιες και αν ήταν οι αδυναμίες της, ο Ιακώβ την αγαπούσε πολύ και, ακόμη και στα γηρατειά του, θεωρούσε ότι εκείνη ήταν η αληθινή του σύζυγος και ξεχώριζε τα παιδιά της από όλα τα άλλα παιδιά του. (Γε 44:20, 27-29) Τα λόγια του προς τον Ιωσήφ λίγο προτού πεθάνει, αν και απλά, ωστόσο αποκαλύπτουν το βάθος της αγάπης που ένιωθε ο Ιακώβ για αυτήν. (Γε 48:1-7) Για την ίδια και για τη Λεία αναφέρεται ότι «οικοδόμησαν . . . τον οίκο του Ισραήλ [Ιακώβ]».—Ρθ 4:11.
Διάφορες αρχαιολογικές ανακαλύψεις ίσως ρίχνουν κάποιο φως στο γιατί η Ραχήλ οικειοποιήθηκε τα «θεραφίμ» του πατέρα της. (Γε 31:19) Πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που βρέθηκαν στη Νουζί της βόρειας Μεσοποταμίας, και οι οποίες πιστεύεται ότι χρονολογούνται περίπου από τα μέσα της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ., αποκαλύπτουν πως ορισμένοι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν ότι η κατοχή των εφέστιων θεών αντιπροσώπευε νομικό τίτλο που έδινε δικαίωμα στην κληρονομιά της οικογενειακής περιουσίας. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 219, 220) Ορισμένοι πιθανολογούν ότι η Ραχήλ πίστευε πως ο Ιακώβ δικαιούνταν να έχει μερίδιο στην κληρονομιά της περιουσίας του Λάβαν ως υιοθετημένος γιος και ότι πήρε τα θεραφίμ για να το εξασφαλίσει αυτό ή ακόμη και για να έχει κάποιο πλεονέκτημα σε σχέση με τους γιους του Λάβαν. Ή μπορεί να θεώρησε ότι η κατοχή τους θα εμπόδιζε οποιαδήποτε απόπειρα του πατέρα της να διεκδικήσει νομικά μέρος του πλούτου που είχε αποκτήσει ο Ιακώβ ενώ βρισκόταν στην υπηρεσία του. (Παράβαλε Γε 30:43· 31:1, 2, 14-16.) Φυσικά, αυτές οι εκδοχές εξαρτώνται από το κατά πόσον υπήρχε τέτοιο έθιμο στο λαό του Λάβαν και από το κατά πόσον τα θεραφίμ ήταν όντως τέτοιου είδους εφέστιοι θεοί.
Ο τόπος ταφής της Ραχήλ «στην περιοχή του Βενιαμίν, στη Σελσά», εξακολουθούσε να είναι γνωστός στην εποχή του Σαμουήλ, περίπου έξι αιώνες αργότερα. (1Σα 10:2) Σύμφωνα με την παράδοση, ο τάφος της βρισκόταν σε μια τοποθεσία περίπου 1,5 χλμ. Β της Βηθλεέμ. Αυτό, όμως, θα σήμαινε ότι ο τάφος ήταν στην περιοχή του Ιούδα, όχι του Βενιαμίν. Γι’ αυτόν το λόγο, άλλοι προτείνουν μια τοποθεσία βορειότερα, αλλά κάθε προσπάθεια ακριβούς εντοπισμού είναι μάταιη σήμερα.
Αιώνες μετά το θάνατο της Ραχήλ, γιατί είπε η Αγία Γραφή ότι αυτή θα έκλαιγε για τους γιους της στο μέλλον;
Στο εδάφιο Ιερεμίας 31:15 η Ραχήλ παρουσιάζεται να κλαίει για τους γιους της που έχουν οδηγηθεί στη γη του εχθρού και ο θρήνος της να ακούγεται στη Ραμά (Β της Ιερουσαλήμ, στην περιοχή του Βενιαμίν). (Βλέπε ΡΑΜΑ Αρ. 1.) Εφόσον στα συμφραζόμενα αναφέρεται αρκετές φορές ο Εφραΐμ, που η φυλή των απογόνων του συχνά χρησιμοποιείται συλλογικά αντιπροσωπεύοντας το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ (Ιερ 31:6, 9, 18, 20), ορισμένοι λόγιοι πιστεύουν ότι αυτή η προφητεία αφορά την εξορία στην οποία οδήγησαν οι Ασσύριοι το λαό του βόρειου βασιλείου. (2Βα 17:1-6· 18:9-11) Από την άλλη πλευρά, μπορεί να αφορά την τελική εξορία τόσο του λαού του Ισραήλ όσο και του λαού του Ιούδα (ο οποίος οδηγήθηκε στην εξορία από τους Βαβυλωνίους). Στην πρώτη περίπτωση, η εικόνα της Ραχήλ είναι πολύ ενδεδειγμένη εφόσον αυτή ήταν πρόγονος του Εφραΐμ (μέσω του Ιωσήφ), της πιο εξέχουσας φυλής του βόρειου βασιλείου. Στη δεύτερη περίπτωση, το γεγονός ότι η Ραχήλ ήταν η μητέρα, όχι μόνο του Ιωσήφ, αλλά και του Βενιαμίν—του οποίου η φυλή αποτέλεσε μέρος του νότιου βασιλείου του Ιούδα—την καθιστά κατάλληλο σύμβολο των μητέρων όλου του Ισραήλ, οι οποίες φαινόταν τώρα ότι είχαν γεννήσει γιους μάταια. Ωστόσο, η παρηγορητική υπόσχεση του Ιεχωβά ήταν ότι οι εξόριστοι “θα επέστρεφαν από τη γη του εχθρού”.—Ιερ 31:16.
Αυτή η περικοπή παρατέθηκε από τον Ματθαίο σε σχέση με τη σφαγή των νηπίων που έλαβε χώρα στη Βηθλεέμ κατόπιν διαταγής του Ηρώδη. (Ματ 2:16-18) Εφόσον ο τάφος της Ραχήλ βρισκόταν κοντά—έστω και σχετικά—στη Βηθλεέμ (αν και προφανώς όχι στην τοποθεσία που υποστηρίζεται από την παράδοση), η εικόνα της Ραχήλ που έκλαιγε ήταν κατάλληλη για να εκφράσει τη λύπη την οποία ένιωθαν οι μητέρες των θανατωμένων παιδιών. Αλλά αυτή η παράθεση της προφητείας του Ιερεμία γίνεται ακόμη πιο κατάλληλη αν λάβουμε υπόψη τις παρόμοιες συνθήκες που επικρατούσαν. Οι Ισραηλίτες υπόκειντο σε μια ξένη δύναμη. Οι γιοι τους είχαν παρθεί και πάλι μακριά. Αυτή τη φορά, όμως, “η γη του εχθρού” στην οποία είχαν πάει δεν ήταν προφανώς η επικράτεια κάποιας πολιτικής δύναμης, όπως συνέβη στην προγενέστερη περίπτωση. Ήταν ο τάφος, η επικράτεια του “Βασιλιά Θανάτου” (παράβαλε Ψλ 49:14· Απ 6:8)—ο οποίος θάνατος χαρακτηρίζεται ως ο «τελευταίος εχθρός» που πρόκειται να καταστραφεί. (Ρω 5:14, 21· 1Κο 15:26) Οποιαδήποτε επιστροφή από μια τέτοια «εξορία» θα πραγματοποιούνταν, φυσικά, μέσω ανάστασης από τους νεκρούς.
-
-
ΡάψιμοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΨΙΜΟ
Στερέωση με κάποιου είδους βελονιές. Από αρχαιοτάτων χρόνων το ράψιμο, περιλαμβανομένου και του κεντήματος, έχει παίξει σημαντικό ρόλο στις δραστηριότητες της ανθρωπότητας. (Εξ 26:1· 35:35· Ιωβ 16:15· Εκ 3:7· Ιεζ 13:18) Ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, ο Αδάμ και η Εύα, «έραψαν φύλλα συκιάς και έφτιαξαν καλύμματα για την οσφύ τους». (Γε 3:7) Αυτό μπορεί να σημαίνει απλώς ότι στερέωσαν τα φύλλα της συκιάς, που είναι μεγάλα σε μέγεθος, χρησιμοποιώντας γι’ αυτόν το σκοπό κλαδάκια από το ίδιο δέντρο.
Όταν ο Χριστός Ιησούς εξήγησε γιατί δεν νήστευαν οι μαθητές του, όπως νήστευαν οι Φαρισαίοι και οι μαθητές του Ιωάννη, έδειξε ότι αν κάποιος έραβε ένα κομμάτι πανί που δεν είχε «μαζέψει» σε παλιό ένδυμα, θα έκανε το σκίσιμο χειρότερο. (Μαρ 2:18, 21) Μόλις το μπάλωμα πλενόταν, θα “μάζευε” και στη συνέχεια θα τραβούσε το παλιό ένδυμα σκίζοντάς το. Αυτή η παραβολή θα έπρεπε να βοηθήσει τους ακροατές του Ιησού να διακρίνουν ότι ήταν πλέον καιρός να γίνουν ακόλουθοί του και ότι ήταν λάθος να προσπαθούν να επιβάλλουν τις συνήθειές τους στους μαθητές του Ιησού. Ο ίδιος ο Ιωάννης είχε εξηγήσει παλιότερα ότι το έργο του προετοίμαζε την οδό για τον ερχομό του Χριστού και, επομένως, είχε προσωρινό χαρακτήρα.—Ιωα 3:27-30.
-
-
ΡεαβίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΑΒΙΑΣ
(Ρεαβίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Πλατύνει (Έχει Κάνει Ευρύχωρο)].
Εγγονός του Μωυσή, μοναχογιός του Ελιέζερ και ιδρυτής μιας οικογένειας Λευιτών η οποία εξακολουθούσε να υπάρχει κατά την περίοδο της βασιλείας του Δαβίδ.—1Χρ 23:15, 17· 24:21· 26:25.
-
-
ΡεαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΑΪΑΣ
(Ρεαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Δει].
1. Γιος του Σωβάλ και απόγονος του Ιούδα. (1Χρ 4:1, 2) Ίσως ο Αροέ που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:52 να είναι το ίδιο πρόσωπο. Στην εβραϊκή τα ονόματα γράφονται με παρόμοιο τρόπο.
2. Ρουβηνίτης, ο οποίος εικάζεται ότι ήταν πρόγονος κάποιων ατόμων που οδηγήθηκαν σε εξορία από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄.—1Χρ 5:5, 6.
3. Προπάτορας ορισμένων από τους Νεθινίμ που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 2:1, 43, 47· Νε 7:6, 46, 50.
-
-
ΡεβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΒΑ
(Ρεβά) [πιθανώς, Τέταρτο].
Ένας από τους πέντε βασιλιάδες του Μαδιάμ που θανατώθηκαν όταν εκτελέστηκε εκδίκηση εναντίον του Μαδιάμ για την αποπλάνηση του Ισραήλ σε ανηθικότητα. (Αρ 31:2, 8) Εκείνη την εποχή, αυτοί οι πέντε ήταν ενδεχομένως υποτελείς των Αμορραίων και γι’ αυτό αποκαλούνται και «ηγεμόνες του Σηών».—Ιη 13:21.
-
-
ΡεβέκκαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΒΕΚΚΑ
(Ρεβέκκα) [πιθανώς, Αγελάδα].
Κόρη του Βαθουήλ, γιου του Ναχώρ, και κατά συνέπεια κόρη του ανιψιού του Αβραάμ. Ο αδελφός της ονομαζόταν Λάβαν.—Γε 22:20-23.
Το 1878 Π.Κ.Χ., όταν ο Αβραάμ έστειλε το διαχειριστή του σπιτικού του, πιθανώς τον Ελιέζερ, να βρει μια κατάλληλη σύζυγο για το γιο του τον Ισαάκ (ο οποίος ήταν τώρα 40 χρονών), εκείνος έφτασε στην «πόλη του Ναχώρ», στην άνω πεδιάδα της Μεσοποταμίας. Εκεί, κοντά σε ένα πηγάδι, αυτός ο υπηρέτης προσευχήθηκε να είναι η επιλογή του Ιεχωβά η κοπέλα εκείνη που, όχι μόνο θα έδινε στον ίδιο να πιει νερό όταν θα της το ζητούσε, αλλά θα προσφερόταν να ποτίσει και τις δέκα καμήλες του. (Γε 24:1-14) Ενώ αυτός προσευχόταν, ήρθε στο πηγάδι η Ρεβέκκα με μια στάμνα. Όταν της ζήτησε μια γουλιά νερό, αυτή του έδωσε ευγενικά να πιει και κατόπιν «άδειασε . . . γρήγορα τη στάμνα της μέσα στην ποτίστρα και έτρεξε επανειλημμένα στο πηγάδι να βγάλει νερό· και έβγαζε για όλες τις καμήλες του. Όλο αυτό το διάστημα ο άνθρωπος την κοίταζε έκπληκτος, μένοντας σιωπηλός για να καταλάβει αν ο Ιεχωβά είχε κάνει το ταξίδι του να πετύχει ή όχι». Η Ρεβέκκα αποδείχτηκε ευγενική, φιλόξενη, σεμνή στη συμπεριφορά της και εργατική. Εκτός από αυτό, «η κοπέλα είχε πολύ ελκυστική εμφάνιση».—Γε 24:14-21.
Ο υπηρέτης του Αβραάμ, καταλαβαίνοντας ότι η προσευχή του είχε απαντηθεί, δώρισε στη Ρεβέκκα έναν χρυσό κρίκο για τη μύτη και δύο όμορφα χρυσά βραχιόλια (αξίας περ. $1.350 με σημερινές τιμές). Εκείνη τα έδειξε στους δικούς της—στη μητέρα της και στον αδελφό της τον Λάβαν—οι οποίοι κατόπιν πήραν στο σπίτι τους τον επισκέπτη και τους υπηρέτες που τον συνόδευαν για να τους φιλοξενήσουν. (Γε 24:22-32) Αλλά προτού ο υπηρέτης φάει, διευκρίνισε για ποια υπόθεση βρισκόταν εκεί. Ο Λάβαν και ο πατέρας του ο Βαθουήλ έδωσαν τη συγκατάθεσή τους να παντρευτεί η Ρεβέκκα τον Ισαάκ. Δόθηκαν πολύτιμα χρυσά και ασημένια αντικείμενα, καθώς και λαμπρά ενδύματα, ως δώρα στη Ρεβέκκα και στην οικογένειά της, και μετά έφαγαν όλοι μαζί. (Γε 24:33-54) Αυτή η συναλλαγή αποτελούσε ένα αξιοσέβαστο γαμήλιο συμβόλαιο, όχι ανάμεσα στη Ρεβέκκα και στον Ισαάκ, αλλά ανάμεσα στους γονείς τους, σύμφωνα με το έθιμο της εποχής. Με αυτόν τον τρόπο, η Ρεβέκκα μνηστεύτηκε τον Ισαάκ και από τότε έγινε ουσιαστικά σύζυγός του.
Με τη συγκατάθεση της Ρεβέκκας, το καραβάνι ξεκίνησε το επόμενο πρωί για το μακρύ ταξίδι ως τη Νεγκέμπ, κοντά στη Βηρ-λαχαΐ-ροΐ, όπου ζούσε τότε ο Ισαάκ. Προτού φύγει η Ρεβέκκα, η οικογένειά της την ευλόγησε, λέγοντας: «Είθε να γίνεις χιλιάδες φορές δέκα χιλιάδες και είθε το σπέρμα σου να πάρει στην κατοχή του την πύλη εκείνων που το μισούν». Η παραμάνα της η Δεββώρα καθώς και άλλες υπηρέτριες πήγαν μαζί με τη Ρεβέκκα, και καμιά από αυτές, όπως φαίνεται, δεν γύρισε ποτέ στην πατρίδα της.—Γε 24:55-62· 35:8.
Φτάνοντας στον προορισμό τους, η Ρεβέκκα φόρεσε μια μαντίλα στο κεφάλι της όταν την πλησίασε ο γαμπρός, ο Ισαάκ, και αφού ο υπηρέτης του Αβραάμ εξιστόρησε όλα όσα είχαν διαδραματιστεί κατά την αποστολή του—αφηγούμενος το πώς ο Ιεχωβά είχε κατευθύνει την επιλογή—ο Ισαάκ έφερε τη Ρεβέκκα στη σκηνή της μητέρας του για να γίνει σύζυγός του. Ο Ισαάκ αγάπησε πολύ τη Ρεβέκκα, και σε αυτήν «βρήκε παρηγοριά . . . αφού έχασε τη μητέρα του» τη Σάρρα, η οποία είχε πεθάνει τρία χρόνια νωρίτερα.—Γε 24:63-67.
Όπως η Σάρρα, έτσι και η Ρεβέκκα παρέμεινε για μεγάλο διάστημα στείρα. Αφού πέρασαν περίπου 19 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων ο Ισαάκ έκανε επίμονα ικεσίες στον Ιεχωβά για αυτό το θέμα, η Ρεβέκκα συνέλαβε και γέννησε τους δίδυμους Ησαύ και Ιακώβ. Κατά την εγκυμοσύνη της υπέφερε τόσο πολύ, καθώς τα δύο βρέφη πάλευαν μέσα στη μήτρα της, ώστε αναρωτήθηκε: «Γιατί να είμαι ζωντανή;» Απαντώντας, ο Ιεχωβά τη διαβεβαίωσε ότι θα γινόταν μητέρα δύο μεγάλων εθνών και ότι “ο μεγαλύτερος θα υπηρετούσε τον νεότερο”. (Γε 25:20-26) Αυτό, λέει ο Παύλος, είχε σκοπό να καταδείξει ότι η εκλογή του “σπέρματος της υπόσχεσης” εξαρτόταν εξ ολοκλήρου από τον Θεό.—Ρω 9:6-13.
Επίσης όπως η Σάρρα, και η Ρεβέκκα συγκάλυψε σε κάποια περίπτωση την ταυτότητά της, παρουσιαζόμενη ως αδελφή του συζύγου της. Αυτό συνέβη όταν μια πείνα που έγινε σε εκείνον τον τόπο ανάγκασε την οικογένειά της να κατοικήσει για κάποιο διάστημα σε περιοχή Φιλισταίων στην οποία κυβερνούσε ο Βασιλιάς Αβιμέλεχ. Η Ρεβέκκα πρέπει να ήταν αρκετά προχωρημένη στα χρόνια. Ωστόσο, λόγω της μεγάλης της ομορφιάς, ο Ισαάκ, ο προσδιορισμένος κληρονόμος της Αβραμιαίας διαθήκης, υπέθεσε ότι κινδύνευε να θανατωθεί αν γινόταν γνωστό ότι ήταν ο σύζυγός της.—Γε 26:1-11.
Όταν ο Ισαάκ είχε γεράσει και ετοιμαζόταν να ευλογήσει τον Ησαύ τον πρωτότοκό του, η Ρεβέκκα πήρε άμεσα μέτρα για να εξασφαλίσει την ποθούμενη ευλογία για τον Ιακώβ. (Γε 25:28-34· 27:1-5) Το κατά πόσον η Ρεβέκκα γνώριζε ότι ο Ιακώβ είχε αποκτήσει νόμιμα το δικαίωμα των πρωτοτοκίων αγοράζοντάς τα δεν γίνεται γνωστό, αλλά ήξερε πολύ καλά αυτό που της είχε πει ο Ιεχωβά, δηλαδή ότι ο μεγαλύτερος θα υπηρετούσε τον νεότερο. Έτσι λοιπόν, ανέλαβε δράση φροντίζοντας να εξασφαλίσει ο Ιακώβ την ευλογία του πατέρα του. Το αποτέλεσμα ήταν σε αρμονία με το σκοπό του Ιεχωβά.—Γε 27:6-29· βλέπε ΙΑΚΩΒ Αρ. 1.
Αργότερα, όταν η Ρεβέκκα πληροφορήθηκε τα σχέδια που κατέστρωνε ο Ησαύ για να σκοτώσει τον Ιακώβ, επηρέασε τον Ισαάκ να στείλει τον Ιακώβ στην πατρίδα της για να βρει σύζυγο. Το γεγονός ότι ο Ησαύ είχε πάρει δύο συζύγους ανάμεσα από τους μισητούς Χαναναίους είχε λυπήσει πάρα πολύ τόσο την ίδια όσο και τον Ισαάκ.—Γε 26:34, 35· 27:41-46· 28:1-5· 29:10-12.
Το πότε ακριβώς πέθανε η Ρεβέκκα δεν γίνεται γνωστό, αλλά αυτό μπορεί να συνέβη προτού επιστρέψει ο Ιακώβ στην πατρίδα του από τη Μεσοποταμία. (Γε 35:27) Θάφτηκε στην οικογενειακή σπηλιά Μαχπελάχ μαζί με τον Αβραάμ και τη Σάρρα, εκεί που τοποθετήθηκαν αργότερα ο Ισαάκ, η Λεία και ο Ιακώβ.—Γε 49:29-31· 50:13.
-
-
Ρεγέμ-μέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΓΕΜ-ΜΕΛΕΧ
(Ρεγέμ-μέλεχ).
Ένας από τους δύο σημαίνοντες άντρες τους οποίους έστειλε ο λαός της Βαιθήλ κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο να «απαλύνουν το πρόσωπο του Ιεχωβά» και να ρωτήσουν αν έπρεπε να συνεχίσουν την καθιερωμένη νηστεία τους. Αυτό συνέβη δύο και πλέον χρόνια προτού αποπερατωθεί η ανοικοδόμηση του ναού.—Ζαχ 7:1-3· Εσδ 6:15.
-
-
ΡεελαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΕΛΑΪΑΣ
(Ρεελαΐας).
Κάποιος του οποίου το όνομα εμφανίζεται μαζί με τα ονόματα εξεχόντων αντρών όπως του Ζοροβάβελ και του Ιησού στην αρχή του καταλόγου των ατόμων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 2) Το όνομα γράφεται Ρααμίας (που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Βροντήσει· Σάλος από τον Ιεχωβά») στο εδάφιο Νεεμίας 7:7.
-
-
ΡεζέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΖΕΦ
(Ρεζέφ).
Τοποθεσία που μνημονεύεται στο μήνυμα το οποίο έστειλε ο Σενναχειρείμ προς τον Βασιλιά Εζεκία καυχώμενος ότι οι Ασσύριοι βασιλιάδες είχαν ερημώσει διάφορα “έθνη”. (2Βα 19:8-12· Ησ 37:12) Η ακριβής θέση της Ρεζέφ δεν είναι γνωστή, καθώς υπήρχαν αρκετά μέρη με αυτό το όνομα. Μια τέτοια τοποθεσία, η οποία όπως πιστεύουν μερικοί ήταν μέρος μιας αρχαίας περιφέρειας, ταυτίζεται με τη σημερινή Ρουσάφε, Δ του Ευφράτη, γύρω στα 145 χλμ. Ν της σημερινής Χαρράν. Επομένως, βρίσκεται κοντά στην τοποθεσία που έχει υποδειχτεί για τη Γωζάν, μαζί με την οποία αναφέρεται η Ρεζέφ.
-
-
ΡεζίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΖΙΝ
(Ρεζίν).
1. Βασιλιάς της Συρίας, του οποίου η διακυβέρνηση, με έδρα τη Δαμασκό, συνέπεσε με ένα μέρος της βασιλείας του Ιωθάμ (777-762 Π.Κ.Χ.) του Ιούδα και με ένα μέρος της βασιλείας του γιου του τού Άχαζ (του οποίου η βασιλεία τερματίστηκε το 746 Π.Κ.Χ.).
Προφανώς κατά τα τέλη της βασιλείας του Ιωθάμ, ο Ρεζίν σε συνεργασία με τον Βασιλιά Φεκά του Ισραήλ πολέμησε εναντίον του Ιούδα. (2Βα 15:36-38) Στη διάρκεια αυτών των εχθροπραξιών, οι οποίες συνεχίστηκαν στη βασιλεία του Άχαζ, οι Σύριοι, προφανώς υπό τον Ρεζίν, αιχμαλώτισαν πολλούς Ιουδαίους και τους οδήγησαν στη Δαμασκό. (2Χρ 28:5) Επίσης, ο Ρεζίν απέσπασε από τον Ιούδα την πόλη Ελάθ, η οποία βρισκόταν στον Κόλπο της Άκαμπα, εκδιώκοντας τους Ιουδαίους και αποκαθιστώντας την κυριαρχία των Εδωμιτών στην πόλη. (2Βα 16:6) Οι συνδυασμένες συροϊσραηλιτικές δυνάμεις πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ, με σκοπό να ενθρονίσουν ως βασιλιά «το γιο του Ταβεήλ», αλλά δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν την πόλη. (2Βα 16:5· Ησ 7:1, 6) Η κατάσταση φόβισε πάρα πολύ τον Άχαζ, παρά τη διαβεβαίωση του Ησαΐα ότι δεν υπήρχε λόγος να φοβούνται τον Ρεζίν της Συρίας και τον Φεκά του Ισραήλ. (Ησ 7:3-12· 8:6, 7) Ο Άχαζ στράφηκε στην Ασσυρία για βοήθεια, δωροδοκώντας τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ για να επιτεθεί στη Συρία.—2Βα 16:7, 8· 2Χρ 28:16, 20.
Ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ πολέμησε εναντίον της Δαμασκού, την κατέλαβε και θανάτωσε τον Ρεζίν, θέτοντας έτσι τη Συρία υπό την ασσυριακή κυριαρχία.—2Βα 16:9.
2. Ο πατέρας μιας οικογένειας Νεθινίμ, μερικά μέλη της οποίας επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 43, 48· Νε 7:6, 46, 50.
-
-
ΡεζώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΖΩΝ
(Ρεζών) [πιθανότατα, Ανώτερος Αξιωματούχος].
Κάποιος που αντιστεκόταν στον Βασιλιά Σολομώντα. Ήταν γιος του Ελιαδά και παλιότερα βρισκόταν στην υπηρεσία του Αδαδέζερ, του βασιλιά της Ζωβά, από τον οποίο κατέλαβε ο Δαβίδ τη Δαμασκό. Ωστόσο, ο Ρεζών εγκατέλειψε τον Αδαδέζερ και οργάνωσε μια ληστρική ομάδα. Σε κάποια στιγμή, άγνωστο πότε, ο Ρεζών έγινε ο ίδιος βασιλιάς της Συρίας με έδρα του τη Δαμασκό, και ιδιαίτερα από την εποχή της αποστασίας του Σολομώντα μέχρι το τέλος της βασιλείας του εκδήλωσε όλο το μένος του για τον Ισραήλ. (1Βα 11:23-25· 1Χρ 18:3-6) Αν, όπως ισχυρίζονται μερικοί, ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Εζιών του εδαφίου 1 Βασιλέων 15:18, τότε θα πρέπει να ήταν ο ιδρυτής της συριακής δυναστείας που είχε εκτεταμένες δοσοληψίες με τον Ισραήλ.
-
-
ΡεΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΪ
(Ρεΐ) [Σύντροφος· Φίλος].
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη συνωμοσία του Αδωνία.—1Βα 1:8.
-
-
ΡεκέμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΚΕΜ
(Ρεκέμ) [πιθανώς, Υφαντής].
1. Ένας από τους πέντε βασιλιάδες του Μαδιάμ οι οποίοι θανατώθηκαν όταν τιμωρήθηκε ο Μαδιάμ επειδή παρέσυρε τον Ισραήλ στην ανηθικότητα. Οι πέντε αυτοί βασιλιάδες, που πιθανώς ήταν υποτελείς των Αμορραίων, αποκαλούνταν και «ηγεμόνες του Σηών».—Αρ 31:8· Ιη 13:21.
2. Απόγονος του Μανασσή.—1Χρ 7:14, 16.
3. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Χάλεβ, του γιου του Εσρών.—1Χρ 2:4, 5, 9, 42-44.
4. Πόλη στην εδαφική κληρονομιά του Βενιαμίν. Η τοποθεσία της είναι άγνωστη.—Ιη 18:21, 27, 28.
-
-
ΡεμαλίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΜΑΛΙΑΣ
(Ρεμαλίας).
Πατέρας του Βασιλιά Φεκά του Ισραήλ.—2Βα 15:25· 2Χρ 28:6· Ησ 7:4, 5.
-
-
ΡεμέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΜΕΘ
(Ρεμέθ).
Μεθόρια πόλη του Ισσάχαρ. (Ιη 19:17, 18, 21) Φαίνεται ότι είναι η ίδια πόλη με την ΙΑΡΜΟΥΘ Αρ. 2 και τη ΡΑΜΩΘ Αρ. 1.
-
-
ΡεούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΟΥΜ
(Ρεούμ).
1. Ένας από τους πρώτους στον κατάλογο των εξορίστων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ και τον Ιησού. (Εσδ 2:1, 2) Το όνομά του εμφανίζεται ως Νεούμ στο εδάφιο Νεεμίας 7:7.
2. Ιερέας που κατονομάζεται μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Νε 12:1, 3) Με μια απλή αντιμετάθεση των εβραϊκών γραμμάτων θα μπορούσε να είναι ο Χαρίμ που αναφέρεται στο εδάφιο Νεεμίας 12:15 και αλλού.—Βλέπε ΧΑΡΙΜ Αρ. 1.
3. «Ο ανώτατος κυβερνητικός αξιωματούχος» (της Περσικής Αυτοκρατορίας), πιθανώς κάτοικος της Σαμάρειας, ο οποίος πρωτοστάτησε στη συγγραφή μιας συκοφαντικής επιστολής προς τον Βασιλιά Αρταξέρξη σε σχέση με τις προθέσεις των Ιουδαίων για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ. Το αυτοκρατορικό διάταγμα που ήρθε ως απάντηση πρόσταζε τον Ρεούμ και τους συνεργάτες του να πάνε στην Ιερουσαλήμ και να υποχρεώσουν τους Ιουδαίους να σταματήσουν το έργο της ανοικοδόμησης. (Εσδ 4:8-24) Ωστόσο, προτού περάσει πολύς καιρός, ο Αγγαίος και ο Ζαχαρίας υποκίνησαν τους Ιουδαίους να ξαναρχίσουν την ανοικοδόμηση, η οποία τελικά έλαβε επίσημη έγκριση με την επανάκληση του αρχικού διατάγματος του Κύρου.—Εσδ 5:1–6:13.
4. Λευίτης, γιος του Βανί, ο οποίος βοήθησε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:17.
5. Επικεφαλής μιας οικογένειας στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο του οποίου κάποιος εκπρόσωπος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε τη διαθήκη πιστότητας που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 10:1, 14, 25.
-
-
ΡεσένΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΣΕΝ
(Ρεσέν).
Πόλη στην Ασσυρία την οποία έχτισε ο Νεβρώδ μεταξύ της Νινευή και της Χαλάχ. Η θέση της είναι κατά τα άλλα άγνωστη.—Γε 10:10-12.
-
-
ΡεσέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΣΕΦ
(Ρεσέφ).
Εφραϊμίτης ο οποίος ήταν ένας από τους προγόνους του Ιησού του Ναυή.—1Χρ 7:22-27.
-
-
ΡεσφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΣΦΑ
(Ρεσφά) [Πυρωμένη Πέτρα· ή, Πυρωμένο Κάρβουνο].
Παλλακίδα του Βασιλιά Σαούλ και κόρη του Αϊά. (2Σα 3:7· 21:11) Μετά το θάνατο του Σαούλ, ο γιος του ο Ις-βοσθέ προξένησε τη δυσαρέσκεια του στρατηγού Αβενήρ όταν του ζήτησε το λόγο για το ότι είχε σχέσεις με τη Ρεσφά, πράξη που κατά τον Ις-βοσθέ υποδήλωνε ότι ο Αβενήρ απέβλεπε στο θρόνο. Λόγω αυτού, ο Αβενήρ προσχώρησε στην παράταξη του Δαβίδ.—2Σα 3:7-21.
Η Ρεσφά είχε κάνει δύο γιους με τον Σαούλ, τον Αρμονί και τον Μεφιβοσθέ. Πολύ καιρό μετά το θάνατο του Σαούλ, ο Δαβίδ πήρε αυτούς τους δύο γιους της Ρεσφά μαζί με άλλους πέντε απογόνους του Σαούλ και τους παρέδωσε στους Γαβαωνίτες να τους θανατώσουν προκειμένου να απαλλαχτεί η γη από την ενοχή αίματος. Εκείνοι άφησαν και τους εφτά εκτεθειμένους στο βουνό, όπου η Ρεσφά φύλαγε τα πτώματα από τα πουλιά και τα θηρία «από την αρχή του θερισμού μέχρι που έπεσε πάνω τους νερό από τους ουρανούς». (2Σα 21:1-10) Αυτή η απροσδιόριστη χρονική περίοδος μπορεί να διήρκεσε πέντε με έξι μήνες, εκτός αν, σύμφωνα με μια εκδοχή, σημειώθηκε κάποια ασυνήθιστη νεροποντή που δεν ήταν φυσιολογική για την εποχή. Μια τέτοια δυνατή βροχή πριν από τον Οκτώβριο θα ήταν κάτι εξαιρετικά σπάνιο. (1Σα 12:17, 18· Παρ 26:1) Ο Δαβίδ τελικά άκουσε για την υπόθεση και απάλλαξε τη Ρεσφά από τη φύλαξη των πτωμάτων φροντίζοντας για την ταφή τους.—2Σα 21:11-14.
-
-
ΡεφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑ
(Ρεφά).
Εφραϊμίτης πρόγονος του Ιησού του Ναυή.—1Χρ 7:22-27.
-
-
ΡεφαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΪΑΣ
(Ρεφαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Γιατρέψει].
1. Δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Θωλά και κεφαλή ενός πατρικού οίκου της φυλής του Ισσάχαρ.—1Χρ 7:1, 2.
2. Βενιαμίτης απόγονος του Βασιλιά Σαούλ και του Ιωνάθαν. (1Χρ 9:39-43) Καλείται Ραφάχ στο εδάφιο 1 Χρονικών 8:37.
3. Ένας από τους τέσσερις γιους του Ιεσεί οι οποίοι, πιθανώς την περίοδο της βασιλείας του Εζεκία, οδήγησαν 500 Συμεωνίτες εναντίον των Αμαληκιτών που είχαν διαφύγει στο Όρος Σηείρ. Στη συνέχεια οι Συμεωνίτες κατέλαβαν την περιοχή.—1Χρ 4:41-43.
4. Απόγονος του Δαβίδ κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—1Χρ 3:5, 9, 10, 21.
5. Αξιωματούχος στην Ιερουσαλήμ ο οποίος βοήθησε στο έργο επισκευής του τείχους της Ιερουσαλήμ το οποίο είχε αναλάβει ο Νεεμίας. Γιος του Χουρ.—Νε 3:9.
-
-
ΡεφαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΪΜ
(Ρεφαΐμ).
Ψηλός λαός ή ψηλή φυλή. Υπάρχει αβεβαιότητα γύρω από τη σημασία και την προέλευση του ονόματος. Πιθανώς αποκαλούνταν Ρεφαΐμ επειδή ήταν απόγονοι κάποιου ονόματι Ραφάχ. Στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:16, το όνομα του πατέρα φαίνεται ότι χρησιμοποιείται στον όρο χαΡαφάχ (κατά κυριολεξία, ο Ραφάχ) για να υποδηλώσει ολόκληρη τη φυλή αυτών των γιγάντων.
Σε κάποια πρώιμη περίοδο, οι Ρεφαΐμ κατοικούσαν προφανώς Α της Νεκράς Θαλάσσης. Οι Μωαβίτες, οι οποίοι τους εκδίωξαν, αποκαλούσαν τους Ρεφαΐμ με το όνομα Εμίμ («Φοβερά Πράγματα»). Οι Αμμωνίτες τούς ονόμαζαν Ζαμζουμμίμ (πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «έχω στο νου μου· σχεδιάζω»). (Δευ 2:10, 11, 19, 20) Όταν ο Βασιλιάς Χοδολλογομόρ του Ελάμ κατευθύνθηκε Δ για να πολεμήσει πέντε επαναστατημένους βασιλιάδες κοντά στη Νεκρά Θάλασσα (οπότε και αιχμαλώτισε τον Λωτ), νίκησε τους Ρεφαΐμ στην Αστερώθ-καρναΐμ. (Γε 14:1, 5) Από αυτό εξάγεται ότι τότε οι Ρεφαΐμ κατοικούσαν στη Βασάν, Α του Ιορδάνη. Λίγο καιρό αργότερα, ο Θεός είπε ότι θα έδινε στους απογόνους του Αβραάμ την Υποσχεμένη Γη, η οποία περιλάμβανε εδάφη στα οποία ζούσαν οι Ρεφαΐμ.—Γε 15:18-20.
Έπειτα από 400 και πλέον χρόνια, ακριβώς προτού μπει στη Χαναάν ο Ισραήλ, η «γη των Ρεφαΐμ» εξακολουθούσε να ταυτίζεται με τη Βασάν. Εκεί οι Ισραηλίτες νίκησαν τον Ωγ, το βασιλιά της Βασάν (Δευ 3:3, 11, 13· Ιη 12:4· 13:12), που ήταν ο μόνος ο οποίος «υπήρχε ακόμη από τους Ρεφαΐμ που απέμεναν». Δεν είναι βέβαιο αν αυτό σημαίνει ότι ήταν ο τελευταίος βασιλιάς των Ρεφαΐμ ή ότι ήταν ο τελευταίος των Ρεφαΐμ εκείνης της περιοχής, εφόσον σύντομα εντοπίστηκαν Ρεφαΐμ Δ του Ιορδάνη.
Στην Υποσχεμένη Γη, οι Ισραηλίτες αντιμετώπισαν προβλήματα με τους Ρεφαΐμ, διότι κάποιοι από αυτούς παρέμειναν στα δάση της ορεινής περιοχής του Εφραΐμ. Οι γιοι του Ιωσήφ φοβούνταν να τους διώξουν. (Ιη 17:14-18) Όταν ο Δαβίδ πολεμούσε τους Φιλισταίους, ο ίδιος και οι υπηρέτες του πάταξαν τέσσερις άντρες που «είχαν γεννηθεί στους Ρεφαΐμ στη Γαθ». Ένας από αυτούς χαρακτηρίζεται ως «υπερμεγέθης άντρας, του οποίου τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών ήταν από έξι, δηλαδή είκοσι τέσσερα». Η περιγραφή του οπλισμού τους δείχνει ότι ήταν όλοι άντρες μεγάλου αναστήματος. Ένας από αυτούς ήταν “ο Λααμί, ο αδελφός του Γολιάθ του Γιθίτη”. (1Χρ 20:4-8) Αυτός ο Γολιάθ, τον οποίο σκότωσε ο Δαβίδ, είχε ύψος έξι πήχεις και μία σπιθαμή (2,9 μ.). (1Σα 17:4-7) Η αφήγηση των εδαφίων 2 Σαμουήλ 21:16-22 κάνει λόγο για «τον Γολιάθ», αντί για «τον αδελφό του Γολιάθ» όπως λέει το εδάφιο 1 Χρονικών 20:5, πράγμα που μπορεί να υποδηλώνει ότι υπήρχαν δύο Γολιάθ.—Βλέπε ΓΟΛΙΑΘ.
Η εβραϊκή λέξη ρεφα’ΐμ χρησιμοποιείται και με μια άλλη έννοια στην Αγία Γραφή. Μερικές φορές εφαρμόζεται σαφώς, όχι σε κάποιον λαό, αλλά σε όσους είναι νεκροί. Συνδέοντας τη λέξη με μια ρίζα που σημαίνει «ατονώ, χαλαρώνω», ορισμένοι λόγιοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι σημαίνει «βυθισμένοι, αδύναμοι». Σε περικοπές όπου η λέξη έχει αυτή την έννοια, η Μετάφραση Νέου Κόσμου την αποδίδει «εκείνοι που βρίσκονται ανίσχυροι στο θάνατο», και πολλές άλλες μεταφράσεις χρησιμοποιούν αποδόσεις όπως «νεκρά πράγματα», «πεθαμένοι» και «νεκροί».—Ιωβ 26:5· Ψλ 88:10· Παρ 2:18· 9:18· 21:16· Ησ 14:9· 26:14, 19.
-
-
Ρεφαΐμ, ΚοιλάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΪΜ, ΚΟΙΛΑΔΑ
Πλατιά πεδιάδα ή κοιλάδα κοντά στην Ιερουσαλήμ. Πιθανότατα πήρε το όνομά της από τους ψηλούς ανθρώπους, τους ονομαζόμενους Ρεφαΐμ, που πρέπει να ζούσαν κάποτε εκεί. Καταχωρίζεται ως όριο ανάμεσα στην περιοχή του Ιούδα και του Βενιαμίν. (Ιη 15:1, 8· 18:11, 16) Στο βόρειο άκρο της βρισκόταν ένα βουνό ή μια οροσειρά απέναντι από την Κοιλάδα του Εννόμ. Η Κοιλάδα των Ρεφαΐμ, σύμφωνα με την παράδοση, ταυτίζεται με την πεδιάδα Μπάκα, ΝΔ του Όρους του Ναού. Επί 1,5 χλμ. περίπου κατηφορίζει και κατόπιν στενεύει καταλήγοντας στο Ουάντι ελ Ουέρντ (Νάχαλ Ρεφαΐμ).
Το εύφορο έδαφος της πεδιάδας (Ησ 17:5) και η γειτνίασή της με την Ιερουσαλήμ και τη Βηθλεέμ θα πρέπει να την καθιστούσαν επιθυμητή στους Φιλισταίους. (2Σα 23:13, 14· 1Χρ 11:15-19) Αφού ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς του Ισραήλ, οι Φιλισταίοι έκαναν επιδρομές στην Κοιλάδα των Ρεφαΐμ. Ωστόσο, ο Δαβίδ ακολούθησε τις οδηγίες του Θεού και τους νίκησε.—2Σα 5:17-25· 1Χρ 14:8-17· βλέπε ΒΑΑΛ-ΦΕΡΑΣΙΜ.
-
-
ΡεφάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΝ
(Ρεφάν).
Αστρική θεότητα στην οποία αναφέρθηκε ο Στέφανος κατά τη διάρκεια της υπεράσπισής του ενώπιον του Σάνχεδριν. (Πρ 7:43) Ο Στέφανος παρέθεσε πιθανότατα από τα εδάφια Αμώς 5:26, 27, σύμφωνα με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, για να δείξει ότι ο Ισραήλ εξορίστηκε επειδή λάτρευε ξένες θεότητες όπως ο Ρεφάν (Καϊβάν). Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα απέδωσαν το όνομα «Καϊβάν» ως «Ῥαιφάν», αλλά το κείμενο των Γουέστκοτ και Χορτ χρησιμοποιεί τον τύπο «Ῥομφά» στην παράθεση που έκανε ο Στέφανος. Σε μια σημείωση σχετικά με το εδάφιο Πράξεις 7:43, ο Φ. Τζ. Α. Χορτ παρατήρησε: «Στην απόδοση της Ο΄ για το εδ. Αμ 5:26, χρησιμοποιείται ο τύπος “Ῥαιφάν” ή “Ῥεφάν”, ο οποίος είναι παρεμφερής με το “Ρεπά” ή “Ρεφά”, ένα από τα ονόματα του Κρόνου (Σεμπ) των Αιγυπτίων».—Η Καινή Διαθήκη στο Πρωτότυπο Κείμενο (The New Testament in the Original Greek), των Γουέστκοτ και Χορτ, Γκρατς, 1974, Τόμ. 2, παράρτημα, σ. 92· βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ (Ο Μολόχ και η Αστρολογία στον Ισραήλ)· ΚΑΪΒΑΝ.
-
-
ΡεφιδίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΙΔΙΜ
(Ρεφιδίμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «απλώνω»· ή, «αναζωογονώ»].
Μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες κατά την οδοιπορία τους από την Ερυθρά Θάλασσα προς το Όρος Σινά. Όταν αναχώρησαν από την έρημο Σιν, στρατοπέδευσαν στη Δοφκά, κατόπιν στην Αλούς και τελικά στη Ρεφιδίμ. (Εξ 17:1· Αρ 33:12-14) Λόγω της έλλειψης νερού στη Ρεφιδίμ, ο λαός άρχισε να παραπονιέται και φιλονίκησε με τον Μωυσή. Κατόπιν σχετικής οδηγίας από τον Θεό, ο Μωυσής πήρε μαζί του μερικούς από τους πρεσβυτέρους στο «βράχο, στο Χωρήβ» (προφανώς στην ορεινή περιοχή του Χωρήβ και όχι στο Όρος Χωρήβ), και εκεί χτύπησε έναν βράχο με το ραβδί του. Τότε ανάβλυσε νερό, το οποίο έφτασε προφανώς μέχρι το λαό που ήταν στρατοπεδευμένος στη Ρεφιδίμ.—Εξ 17:2-7.
Οι Αμαληκίτες επιτέθηκαν στους Ισραηλίτες στη Ρεφιδίμ, αλλά με επικεφαλής στη μάχη τον Ιησού του Ναυή, ο λαός του Θεού κατατρόπωσε τους επιτιθέμενους. (Εξ 17:8-16) Όπως φαίνεται από τη θέση της σχετικής αφήγησης μέσα στο υπόμνημα, ενόσω οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στη Ρεφιδίμ ο πεθερός του Μωυσή έφερε τη Σεπφώρα και τους δύο γιους της στον Μωυσή και του συνέστησε να διαλέξει μερικούς αρχηγούς για να τον βοηθούν να κρίνει το λαό.—Εξ 18:1-27.
Η ακριβής θέση της Ρεφιδίμ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Οι διάφορες θέσεις που υποδεικνύουν οι γεωγράφοι είναι ανάλογες με την πορεία που θεωρούν οι ίδιοι ότι ακολούθησαν οι Ισραηλίτες από την έρημο Σιν προς το Όρος Σινά. Πολλοί σύγχρονοι γεωγράφοι ταυτίζουν τη Ρεφιδίμ με μια τοποθεσία στο Ουάντι Ρεφάγεντ, λίγο πιο ΒΔ από το σημείο όπου σύμφωνα με την παράδοση βρισκόταν το Όρος Σινά. Δίπλα στο ουάντι βρίσκεται ένας ομώνυμος λόφος, πάνω στον οποίο ίσως στεκόταν ο Μωυσής με υψωμένους τους βραχίονες στη διάρκεια της μάχης με τους Αμαληκίτες.
-
-
ΡεχωβώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΧΩΒΩΘ
(Ρεχωβώθ) [Ανοιχτοί Χώροι].
1. Το όνομα με το οποίο κάλεσε ο Ισαάκ ένα πηγάδι που έσκαψε. (Γε 26:22) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων μελετητών το Ρεχωβώθ ταυτίζεται με το Ρουχέιμπε (Χορβάτ Ρεχοβότ [μπα-Νέγκεβ]), περίπου 35 χλμ. ΝΔ της Βηρ-σαβεέ. Τα ονόματα έχουν κάποιες ομοιότητες. Όταν ο Ισαάκ ονόμασε έτσι το πηγάδι, είπε ότι τώρα ο Θεός τούς είχε δώσει ευρυχωρία. Ο ίδιος και οι ποιμένες του μπορούσαν να είναι «καρποφόροι» χωρίς να ενοχλούν άλλους ή να ενοχλούνται από άλλους.
2. Πόλη άγνωστης τοποθεσίας από την οποία καταγόταν ο Σιαούλ, ένας αρχαίος Εδωμίτης βασιλιάς. (Γε 36:31, 37· 1Χρ 1:43, 48) Και στις δύο περιπτώσεις όπου μνημονεύεται η τοποθεσία αυτή, αποκαλείται «Ρεχωβώθ που είναι κοντά στον Ποταμό». Με τον όρο “ο Ποταμός”, στην Αγία Γραφή εννοείται συνήθως ο Ευφράτης. (Ψλ 72:8· 2Χρ 9:26· παράβαλε Εξ 23:31 και Δευ 11:24.) Γι’ αυτό, μερικοί γεωγράφοι έχουν υποδείξει δύο τοποθεσίες κοντά στη συμβολή των ποταμών Χαμπούρ και Ευφράτη. Αυτό, όμως, θα σήμαινε ότι ο Σιαούλ καταγόταν από μια πόλη εξαιρετικά μακριά από την περιοχή του Εδώμ. Ωστόσο, ορισμένοι σύγχρονοι γεωγράφοι πιστεύουν ότι σε αυτές τις δύο περιπτώσεις “ο Ποταμός” αναφέρεται σε κάποιον ποταμό που υπήρχε στον Εδώμ ή κοντά σε ένα από τα σύνορά του, όπως ο Ζαρέδ (Ουάντι ελ-Χασά), ο οποίος εκβάλλει στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης. Ο γεωγράφος Γ. Σίμονς προτείνει μια τοποθεσία περίπου 37 χλμ. ΝΑ του άκρου της Νεκράς Θαλάσσης.
-
-
Ρεχωβώθ-ΙρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΧΩΒΩΘ-ΙΡ
(Ρεχωβώθ-Ιρ) [Ανοιχτοί Χώροι (ή, Πλατείες) της Πόλης].
Πιθανώς προάστιο της αρχαίας Νινευή. Χτίστηκε από τον Νεβρώδ. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή σήμερα.—Γε 10:10, 11.
-
-
ΡεώβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΩΒ
(Ρεώβ) [Πλατεία· Ανοιχτός Χώρος].
1. Πατέρας του Αδαδέζερ, του βασιλιά της Ζωβά, τον οποίο πολέμησε και νίκησε ο Δαβίδ.—2Σα 8:3-12.
2. Ένας από τους Λευίτες—ή κάποιος προπάτοράς του—που επικύρωσαν με σφραγίδα μια διαθήκη στις ημέρες του Νεεμία και του Έσδρα.—Νε 10:1, 9, 11.
3. Τοποθεσία ή πόλη που μνημονεύεται στα πλαίσια της εξερεύνησης της Χαναάν από τους 12 Εβραίους κατασκόπους που έστειλε ο Μωυσής. (Αρ 13:21) Πιθανότατα ταυτίζεται με τη «Ρεώβ» και τη «Βαιθ-ρεώβ» που αναφέρονται στα εδάφια 2 Σαμουήλ 10:6, 8.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΡΕΩΒ.
4. Το όνομα τουλάχιστον μίας, πιθανώς δε και δύο πόλεων, στην περιοχή του Ασήρ. (Ιη 19:24, 28, 30) Αν και μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι και οι δύο αυτές αναφορές υποδηλώνουν την ίδια πόλη, άλλα σχετικά εδάφια φαίνεται να υπονοούν ξεχωριστές τοποθεσίες. Έτσι λοιπόν, τα εδάφια Κριτές 1:31, 32 αναφέρουν ότι «ο Ασήρ δεν έδιωξε τους κατοίκους της . . . Ρεώβ», με αποτέλεσμα να είναι οι Ασηρίτες υποχρεωμένοι να κατοικούν ανάμεσα στους Χαναναίους του τόπου, ενώ τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 21:27, 31 και 1 Χρονικών 6:71, 75 αναφέρουν ότι η Ρεώβ παραχωρήθηκε στους γιους του Γηρσώμ (Γηρσών) ως Λευιτική πόλη. Σύμφωνα με αυτούς που υποστηρίζουν την εκδοχή της μίας τοποθεσίας, αυτά τα εδάφια εννοούν ότι το έργο της εκδίωξης των Χαναναίων από τη Ρεώβ παρεμποδίστηκε αρχικά αλλά επιτελέστηκε μεταγενέστερα, καθιστώντας έτσι δυνατή την κατοχή της από τους Λευίτες. Σύμφωνα με εκείνους που είναι υπέρ των δύο τοποθεσιών, η μία πόλη παρέμεινε στα χέρια των Χαναναίων ενώ η άλλη ήταν μια από τις πόλεις που είχε καταλάβει αρχικά ο Ασήρ και τις οποίες παραχώρησε στους Λευίτες. Όσον αφορά την εκδοχή των δύο τοποθεσιών, μερικοί θεωρούν πιθανό ότι η Ρεώβ του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 19:28 ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Άμρι, περίπου 4 χλμ. ΒΑ της Αχζίβ, ενώ για τη Ρεώβ των άλλων εδαφίων υποδεικνύουν το Τελλ ελ-Μπιρ ελ-Γάρμπι (Τελ Μπιρά), περίπου 10 χλμ. ΑΝΑ της Ακό. Η δεύτερη αυτή τοποθεσία συγκεντρώνει την προτίμηση εκείνων που πιστεύουν ότι το όνομα αναφέρεται σε μία μόνο πόλη.
-
-
ΡήγιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΓΙΟ
(Ρήγιο).
Πόλη στη νότια Ιταλία που σήμερα ονομάζεται Ρέτζιο ή Ρέτζιο ντι Καλάμπρια. Όταν ο απόστολος Παύλος ταξίδευε ως κρατούμενος προς τη Ρώμη, γύρω στο 59 Κ.Χ., για να παρουσιαστεί ενώπιον του Καίσαρα, το πλοίο στο οποίο επέβαινε έκανε μια στάση στο Ρήγιο.
Το Ρήγιο βρίσκεται στον Πορθμό της Μεσσήνης, ο οποίος χωρίζει την Ιταλία από τη Σικελία. Ακριβώς Β του Ρήγιου, το πλοίο στο οποίο επέβαινε ο Παύλος έπρεπε να περάσει από το ακρωτήριο της Σκύλλας, που βρισκόταν στον πορθμό από τη μεριά της Ιταλίας, και από το θαλάσσιο στρόβιλο της Χάρυβδης από τη μεριά της Σικελίας, σημεία που οι αρχαίοι ναυτικοί θεωρούσαν επικίνδυνα. Μία ημέρα μετά την άφιξή τους στο Ρήγιο, σηκώθηκε νότιος άνεμος ο οποίος τους βοήθησε να περάσουν με ασφάλεια τον πορθμό και να κινηθούν ΒΒΔ προς τους Ποτιόλους.—Πρ 28:13.
-
-
Ρητινοφόρο ΔέντροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΤΙΝΟΦΟΡΟ ΔΕΝΤΡΟ
[εβρ., γκόφερ].
Δέντρο του οποίου το ξύλο χρησιμοποίησε ο Νώε στην κατασκευή της κιβωτού, αλλά για του οποίου την ταυτότητα δεν μπορούμε να είμαστε καθόλου βέβαιοι. (Γε 6:14) Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου καθώς και η Μετάφραση του Βάμβα απλώς μεταγράφουν την εβραϊκή ονομασία. Λόγω της ομοιότητας μεταξύ αυτής της ονομασίας και του εβραϊκού όρου που αποδίδεται «πίσσα» (εβρ., κόφερ), ορισμένοι τη συσχετίζουν με κάποιο είδος ρητινοφόρου δέντρου. Γενικά, οι μελετητές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το κυπαρίσσι, δέντρο πολύ ανθεκτικό και εξαιρετικά άσηπτο.—Βλέπε ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ.
-
-
ΡηχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΧΑ
(Ρηχά).
Προφανώς το όνομα μιας τοποθεσίας στον Ιούδα. Αναφέρεται μαζί με γενεαλογικές πληροφορίες για τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 4:12.
-
-
ΡηχάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΧΑΒ
(Ρηχάβ) [Αρματηλάτης].
1. Βενιαμίτης, γιος του Ριμμών του Βηρωθίτη. Ο Ρηχάβ και ο αδελφός του ο Βαανάχ—και οι δύο αρχηγοί ληστρικών ομάδων—δολοφόνησαν τον Ις-βοσθέ, γιο και διάδοχο του Σαούλ, και έφεραν το κεφάλι του στον Δαβίδ αναμένοντας να κερδίσουν την εύνοιά του, αλλά ο Δαβίδ έβαλε να εκτελέσουν και τους δύο για την πονηρή πράξη τους εναντίον ενός δίκαιου ανθρώπου.—2Σα 4:2, 5-12.
2. Κεναίος πατέρας ή πρόγονος του Ιωναδάβ, του συντρόφου του Ιηού, και προπάτορας των Ρηχαβιτών.—1Χρ 2:55· 2Βα 10:15, 23· Ιερ 35:6, 8, 14, 16, 18, 19· βλέπε ΡΗΧΑΒΙΤΕΣ.
3. Πατέρας ή πρόγονος του Μαλχία, εκείνου που βοήθησε τον Νεεμία να επισκευάσει μια πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ. (Νε 3:14) Αν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Ρηχάβ Αρ. 2, τότε η παρουσία του Μαλχία επιβεβαιώνει την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Ιεχωβά προς τους Ρηχαβίτες, όπως αυτή είναι καταγραμμένη στο εδάφιο Ιερεμίας 35:19.
-
-
ΡηχαβίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΧΑΒΙΤΕΣ
(Ρηχαβίτες) [Του (Από τον) Ρηχάβ].
Απόγονοι του Ρηχάβ του Κεναίου μέσω του Ιωναδάβ.—Ιερ 35:6· 1Χρ 2:55.
Τον καιρό του Ιωναδάβ φαίνεται ότι τουλάχιστον μερικοί Ρηχαβίτες ζούσαν στο βόρειο βασίλειο, εφόσον εκεί ήταν που ο Ιωναδάβ συνάντησε τον Ιηού (ο οποίος βασίλεψε περίπου από το 904 μέχρι το 877 Π.Κ.Χ.) και συνεργάστηκε μαζί του στην καταπολέμηση της λατρείας του Βάαλ και “όλων όσων ήταν από τον Αχαάβ και είχαν απομείνει στη Σαμάρεια”. (2Βα 10:15-17) Ο Ιωναδάβ έδωσε εντολή στην οικογένειά του (το αν αυτό έγινε πριν ή μετά το περιστατικό με τον Ιηού δεν αναφέρεται) να ζουν σε σκηνές, να μη σπέρνουν, να μη φυτεύουν αμπέλια και να μην πίνουν κρασί, επειδή ήταν πάροικοι σε εκείνη τη γη.—Ιερ 35:6-10.
Στα τέλη της βασιλείας του Ιωακείμ (628-618 Π.Κ.Χ.), μερικοί Ρηχαβίτες ζούσαν στον Ιούδα. Όταν ο Ναβουχοδονόσορ επιτέθηκε στη χώρα, οι Ρηχαβίτες μπήκαν στην Ιερουσαλήμ για να προστατευτούν από τους Χαλδαίους και τους Συρίους. Με προσταγή του Ιεχωβά, ο Ιερεμίας έφερε τον αρχηγό τους τον Ιααζανία και όλους τους Ρηχαβίτες σε μια τραπεζαρία του ναού. (Ιερ 35:1-4) Το γεγονός ότι χωρούσαν όλοι σε μία από τις τραπεζαρίες του ναού υποδηλώνει ότι δεν ήταν πάρα πολλοί. Σύμφωνα με την οδηγία του Θεού, ο Ιερεμίας έβαλε ποτήρια με κρασί μπροστά τους και είπε: «Πιείτε κρασί». Εκείνοι, από σεβασμό για την εντολή του προγόνου τους, αρνήθηκαν να πιουν και εξήγησαν ότι είχαν εγκαταλείψει πρόσφατα τις εστίες τους και είχαν μπει στην πόλη μόνο και μόνο εξαιτίας της στρατιωτικής εισβολής.—Ιερ 35:5-11.
Ο Ιεχωβά ευαρεστήθηκε με το σεβασμό και την υπακοή τους. Η αταλάντευτη υπακοή τους σε έναν επίγειο πατέρα αντιδιαστελλόταν με την ανυπακοή των Ιουδαίων στον Δημιουργό τους. (Ιερ 35:12-16) Ο Θεός έδωσε στους Ρηχαβίτες την εξής υπόσχεση ανταμοιβής: «Δεν θα λείψει από τον Ιωναδάβ, το γιο του Ρηχάβ, άνθρωπος ο οποίος να στέκεται ενώπιόν μου πάντοτε».—Ιερ 35:19.
Την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας, μετά την εξορία, «ο Μαλχίας, ο γιος του Ρηχάβ», επισκεύασε την Πύλη των Σωρών της Στάχτης. Αν ο εν λόγω Ρηχάβ είναι το ίδιο πρόσωπο με τον πατέρα ή τον πρόγονο του Ιωναδάβ, τότε αυτό σημαίνει ότι κάποιοι Ρηχαβίτες επέζησαν από την εξορία και επέστρεψαν στη χώρα. (Νε 3:14) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:55 αναφέρεται κάποιος Αιμμάθ ως “ο πατέρας του οίκου του Ρηχάβ”.
-
-
ΡιβαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΒΑΪ
(Ριβαΐ) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Ιεριβαΐ, που σημαίνει «Είθε να Αντιδικήσει· Έχει Χειριστεί τη Νομική [μας] Υπόθεση»].
Βενιαμίτης από τη Γαβαά, ο γιος του οποίου, ονόματι Ιτταΐ (Ιθαΐ), ήταν ένας από τους «τριάντα» ξακουστούς πολεμιστές του Δαβίδ.—2Σα 23:24, 29· 1Χρ 11:31.
-
-
ΡιβλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΒΛΑ
(Ριβλά).
1. Άγνωστη τοποθεσία στο ανατολικό όριο της “γης Χαναάν”.—Αρ 34:2, 10, 11.
2. Κωμόπολη Β του Ισραήλ «στη γη της Αιμάθ». (Ιερ 52:9) Η τοποθεσία όπου κατά γενική παραδοχή βρισκόταν η Ριβλά είναι αυτή που καταλαμβάνουν τα ερείπια κοντά στη σημερινή Ρίμπλε, στην ανατολική όχθη του ποταμού Ορόντη, περίπου 60 χλμ. ΒΑ του Μπααλμπέκ, στην κοιλάδα ανάμεσα στα όρη του Λιβάνου και του Αντιλιβάνου. Προφανώς ο Φαραώ Νεχαώ στρατοπέδευσε στη Ριβλά μετά τη νίκη του επί του Βασιλιά Ιωσία, περίπου το 629 Π.Κ.Χ. Σε εκείνη την περίπτωση προέλαυνε Β για να πολεμήσει τους Βαβυλωνίους οι οποίοι είχαν τότε υπό την κυριαρχία τους την Ασσυρία. Τον Ιωσία διαδέχθηκε ο Ιωάχαζ, αλλά έπειτα από τρεις μήνες ο Νεχαώ τον αντικατέστησε με τον Ελιακείμ (Ιωακείμ). Ο Νεχαώ ζήτησε να του φέρουν τον Ιωάχαζ στη Ριβλά προτού οδηγήσει αυτόν το βασιλιά αιχμάλωτο στην Αίγυπτο. (2Βα 23:29-34) Η Ριβλά αποτελούσε στρατηγική θέση για έναν στρατιωτικό καταυλισμό. Έλεγχε μια εμπορική και στρατιωτική οδό που είχε κατεύθυνση από Β προς Ν, συνδέοντας τον Ευφράτη με την Αίγυπτο. Διέθετε άφθονο νερό, ενώ τροφή και καύσιμη ύλη μπορούσε να βρει κανείς στην κοιλάδα και στα δάση που την περιέβαλλαν.
Τα ίδια στρατιωτικά πλεονεκτήματα βοήθησαν τους Βαβυλωνίους αργότερα. Κάποια στιγμή μετά την έναρξη της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ στα τέλη του 609 Π.Κ.Χ., ο Ναβουχοδονόσορ προφανώς έστησε ένα στρατόπεδο στη Ριβλά για να διευθύνει τις πολεμικές επιχειρήσεις από εκεί. Αυτό του έδινε τη δυνατότητα να χτυπήσει τη Δαμασκό ή να επιστρέψει ταχύτατα στη Βαβυλώνα αν ήταν απαραίτητο. Όταν ο Σεδεκίας αιχμαλωτίστηκε το 607 Π.Κ.Χ., φέρθηκε στον Ναβουχοδονόσορα στη Ριβλά, όπως και ορισμένοι άλλοι επιφανείς άντρες της πόλης λίγο αργότερα.—2Βα 25:1, 5-7, 18-21· Ιερ 39:5· 52:9-11, 26, 27.
Πολλοί λόγιοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η «Διβλά» του εδαφίου Ιεζεκιήλ 6:14 πρέπει να αποδοθεί «Ριβλά», εννοώντας τη Ριβλά στις όχθες του Ορόντη.—Βλέπε ΔΙΒΛΑ.
-
-
ΡιθμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΘΜΑ
(Ριθμά) [Σπάρτο].
Μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσε ο Ισραήλ στην έρημο. (Αρ 33:18, 19) Η θέση της δεν είναι γνωστή σήμερα.
-
-
ΡιμμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΜΜΩΝ
(Ριμμών) [Ροδιά].
1. Βενιαμίτης, πατέρας του Βαανάχ και του Ρηχάβ, οι οποίοι δολοφόνησαν το γιο του Σαούλ τον Ις-βοσθέ. Καταγόταν από τη Βηρώθ, Β της Γαβαά.—2Σα 4:2, 5-7, 9.
2. Πόλη της φυλής του Συμεών σε μια περιοχή εντός των ορίων της φυλής του Ιούδα. (Ιη 19:1, 2, 7· «Ρεμμών», KJ, ΒΑΜ) Καταχωρίζεται μετά την πόλη Αείν, και προφανώς η ονομασία Εν-ριμμών στο εδάφιο Νεεμίας 11:29 αποτελεί σύνθετο όνομα που προσδιορίζει τις δίδυμες αυτές πόλεις. Στο εδάφιο Ζαχαρίας 14:10 χαρακτηρίζεται νότιο σημείο. Η τοποθεσία Χίρμπετ Ουμ ερ-Ραμαμίν (Χορβάτ Ρεμαλίγια)—περίπου 15 χλμ. Β της Βηρ-σαβεέ—όπου σώζονται κάποια ερείπια πιστεύεται ότι είναι η αρχαία θέση της πόλης.
3. Λευιτική πόλη της οικογένειας Μεραρί που παρεμβαλλόταν στη γη του Ζαβουλών και βρισκόταν στο ανατολικό της σύνορο. (Ιη 19:10, 13) Προφανώς ονομάζεται «Διμνά» στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:35 και «Ριμμωνό» στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:77. Ταυτίζεται με τη Ρουμανά (Ριμμών), περίπου 10 χλμ. Β της Ναζαρέτ.
4. Βραχώδες ύψωμα στο οποίο αποσύρθηκαν 600 άντρες της φυλής του Βενιαμίν που επέζησαν από τη μάχη κοντά στη Γαβαά, κατά την οποία όλος ο Ισραήλ εγέρθηκε εναντίον των Βενιαμιτών για να εκδικηθεί το βιασμό και το φόνο της παλλακίδας ενός Λευίτη. (Κρ 20:45-47) Οι άντρες αυτοί έμειναν εκεί μέχρις ότου τους πλησίασαν απεσταλμένοι για ειρήνη. (Κρ 21:13) Αυτός ο κάποτε οχυρός τόπος, περίπου 6 χλμ. Α της Βαιθήλ και 18 χλμ. ΒΒΑ της Ιερουσαλήμ, είναι σήμερα γνωστός ως Ραμούν, και εκεί βρίσκεται ένα μικρό χωριό. Στην τοποθεσία αυτή υπάρχει ένα κωνοειδές βουνό από ασβεστόλιθο με πολυάριθμες σπηλιές, το οποίο προστατεύεται από χαράδρες σε τρεις πλευρές του.
5. Συριακός θεός. Ο Νεεμάν, ο αρχηγός του στρατεύματος της Συρίας, αφού θεραπεύτηκε από τη λέπρα του, αναγνώρισε ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός, αλλά εξέφρασε την ανησυχία του για το ότι ήταν αναγκασμένος να συνοδεύει το βασιλιά της Συρίας στο ναό του Ριμμών και να προσκυνάει μαζί με το βασιλιά ενώπιον του ειδώλου του Ριμμών, καθώς ο βασιλιάς στηριζόταν στο βραχίονα του Νεεμάν.—2Βα 5:15-18.
Ο Ριμμών γενικά ταυτίζεται με τον Ραμμάν (όνομα που σημαίνει «Βρυχώμενος, Βροντώδης»), έναν θεό για τον οποίο είναι γνωστό ότι λατρευόταν στην Ασσυρία και στη Βαβυλωνία. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι τη λατρεία του Ριμμών (Ραμμάν) τη μετέφεραν από την Ασσυρία προς τα δυτικά κάποιες φυλές που εγκαταστάθηκαν μεταγενέστερα γύρω από τη Δαμασκό. Μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι το όνομα Ριμμών (Ραμμάν) είναι απλώς ένας τίτλος του θεού της θύελλας Αδάδ. Με βάση το γεγονός ότι τα ονόματα Ταβριμμών και Βεν-αδάδ ανήκαν σε Σύριους βασιλιάδες, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ο Ριμμών αντιστοιχεί με τον Αδάδ, δεδομένου ότι αυτοί οι βασιλιάδες πιθανώς έφεραν το όνομα ή τον τίτλο του κυριότερου θεού τους.—1Βα 15:18.
Ο Ριμμών που λατρευόταν στη Συρία είχε, αναμφίβολα, πολλά κοινά με τον Ραμμάν. Για τους Ασσυρίους, ο Ραμμάν ήταν κατά κύριο λόγο θεός της θύελλας και της βροντής. Αν και θεωρούνταν ο δότης της βροχής και ως εκ τούτου ο προμηθευτής του νερού για τα πηγάδια και τα χωράφια, ο Ραμμάν συνδέεται περισσότερο με την καταστροφική πλευρά της βροχής και του κεραυνού. Στα ασσυριακά μνημεία ο Ραμμάν απεικονίζεται επανειλημμένα ως θεός του πολέμου. Με αυτή την ιδιότητα ήταν γνωστός και στη Βαβυλωνία, όπου μαζί με τον Σιν, το θεό της σελήνης, και τον Σαμάς, το θεό του ήλιου, αποτελούσαν μια από τις πολλές τριάδες που υπήρχαν εκεί.
-
-
ΡιμμωνόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΜΜΩΝΟ
(Ριμμωνό).
Προφανώς άλλο όνομα της τοποθεσίας που ονομάζεται Διμνά στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:35 και Ριμμών στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:13.—1Χρ 6:77· βλέπε ΔΙΜΝΑ· ΡΙΜΜΩΝ Αρ. 3.
-
-
Ριμμών-φαρέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΜΜΩΝ-ΦΑΡΕΣ
(Ριμμών-φαρές) [Ροδιά του Φαρές].
Ένα από τα μέρη όπου στρατοπέδευσε ο Ισραήλ στην έρημο, το οποίο αναφέρεται μεταξύ της Ριθμά και της Λιβνά. (Αρ 33:19, 20) Η θέση της Ριμμών-φαρές δεν έχει εξακριβωθεί οριστικά, αν και μερικοί γεωγράφοι πιθανολογούν ότι ταυτίζεται με το Νεκμπ ελ-Μπιγιάρ, περίπου 25 χλμ. ΔΝΔ του βόρειου άκρου του Κόλπου της Άκαμπα.
-
-
ΡισιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΣΙΑ
(Ρισιά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ευαρεστούμαι· επιδοκιμάζω»].
Πολεμιστής και κεφαλή οικογένειας στη φυλή του Ασήρ. Γιος του Ουλλά.—1Χρ 7:39, 40.
-
-
ΡισσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΣΣΑ
(Ρισσά) [πιθανώς, Ράντισμα].
Τόπος στρατοπέδευσης των Ισραηλιτών στην έρημο που καταχωρίζεται μεταξύ της Λιβνά και της Κεελαθά. (Αρ 33:21, 22) Η θέση της Ρισσά δεν είναι εξακριβωμένη, αν και μερικοί τη συνδέουν με την Κουντίλα (Γέρασα), γύρω στα 55 χλμ. ΒΒΔ του βόρειου άκρου του Κόλπου της Άκαμπα.
-
-
ΡιφάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΦΑΘ
(Ριφάθ).
Γιος του Γόμερ και εγγονός του Ιάφεθ. (Γε 10:2, 3· 1Χρ 1:6) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:6 το Μασοριτικό εβραϊκό κείμενο τον αποκαλεί «Διφάθ», αλλά η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η λατινική Βουλγάτα και 30 περίπου εβραϊκά χειρόγραφα τον αποκαλούν «Ριφάθ». Αυτή η διαφορά ενδεχομένως προέκυψε όταν κάποιος αντιγραφέας χρησιμοποίησε στη θέση του εβραϊκού γράμματος ραις (ר) το εβραϊκό γράμμα ντάλεθ (ד), δεδομένου ότι αυτά τα γράμματα παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους.
Ο Ριφάθ κατονομάζεται μεταξύ εκείνων από τους οποίους προήλθαν και εξαπλώθηκαν στη γη τα διάφορα έθνη και οι λαοί μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό. (Γε 10:32) Η μόνη ιστορική αναφορά στους απογόνους του γίνεται από τον Ιώσηπο, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι πρώτοι κάτοικοι της Παφλαγονίας (κατά μήκος της νότιας ακτής της Μαύρης Θάλασσας στη βορειοδυτική Μικρά Ασία) ονομάζονταν στην αρχαιότητα Ριφαθαίοι. Μερικοί λόγιοι συσχετίζουν επίσης το όνομα αυτό με έναν ποταμό ονόματι Ρήβας στην ευρύτερη περιοχή, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει κάποια σχέση με την τοποθεσία Ρηβαντία στην περιοχή του Βοσπόρου, πιο δυτικά. Η περιορισμένη μνεία του Ριφάθ στο Βιβλικό υπόμνημα και η έλλειψη αναφορών σε αυτό το όνομα στις αρχαίες ιστορικές πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας δεν επιτρέπουν βέβαιη συσχέτισή του με τα παραπάνω.
-
-
ΡοβοάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΒΟΑΜ
(Ροβοάμ) [Πλάτυνε (Κάνε Ευρύχωρο) το Λαό].
Γιος του Σολομώντα από τη Νααμά, μια Αμμωνίτισσα σύζυγό του. Διαδέχθηκε τον πατέρα του στο θρόνο το 997 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 41 ετών και βασίλεψε 17 χρόνια. (1Βα 14:21· 1Χρ 3:10· 2Χρ 9:31) Ο Ροβοάμ είχε την ιδιαιτερότητα να είναι, έστω και για λίγο, ο τελευταίος βασιλιάς της ενιαίας μοναρχίας, και κατόπιν ο πρώτος ηγεμόνας του νότιου δίφυλου βασιλείου του Ιούδα και του Βενιαμίν, διότι λίγο μετά τη στέψη του ως βασιλιά από όλο τον Ισραήλ στη Συχέμ, το ενωμένο βασίλειο του Δαβίδ και του Σολομώντα διαιρέθηκε. Δέκα φυλές απέσυραν την υποστήριξή τους από τον Ροβοάμ και έκαναν βασιλιά τους τον Ιεροβοάμ, όπως ακριβώς είχε προείπει ο Ιεχωβά μέσω του προφήτη Αχιά.—1Βα 11:29-31· 12:1· 2Χρ 10:1.
Η διχοτόμηση αυτή έλαβε χώρα μετά την επίσκεψη μιας αντιπροσωπείας του λαού, με επικεφαλής τον Ιεροβοάμ, η οποία έκανε έκκληση στον Ροβοάμ να άρει μερικά από τα καταπιεστικά μέτρα που τους είχε επιβάλει ο Σολομών. Ο Ροβοάμ έφερε το ζήτημα στους συμβούλους του. Πρώτα ζήτησε τη γνώμη των πρεσβυτέρων, οι οποίοι τον συμβούλεψαν να ακούσει την κραυγή του λαού και να μειώσει τα βάρη τους, ώστε να αποδειχτεί σοφός βασιλιάς και να κερδίσει την αγάπη του λαού του. Αλλά ο Ροβοάμ απέρριψε αυτή την ώριμη συμβουλή και ζήτησε τη γνώμη των νεαρών με τους οποίους είχε μεγαλώσει. Αυτοί είπαν στο βασιλιά ότι θα έπρεπε στην ουσία να κάνει το μικρό του δάχτυλο παχύτερο από τους γοφούς του πατέρα του, βαρύνοντας το ζυγό τους και τιμωρώντας τους, όχι με μαστίγια, αλλά με βούρδουλες βασανισμού.—1Βα 12:2-15· 2Χρ 10:3-15· 13:6, 7.
Αυτή η αλαζονική, αυταρχική στάση που υιοθέτησε ο Ροβοάμ αποξένωσε τελείως την πλειονότητα του λαού. Οι μόνες φυλές που συνέχισαν να υποστηρίζουν τον οίκο του Δαβίδ ήταν ο Ιούδας και ο Βενιαμίν, μαζί με τους ιερείς και τους Λευίτες και των δύο βασιλείων, καθώς και μεμονωμένα άτομα από τις δέκα φυλές.—1Βα 12:16, 17· 2Χρ 10:16, 17· 11:13, 14, 16.
Ως επακόλουθο, όταν ο Βασιλιάς Ροβοάμ και ο Αδωράμ (Χαδωράμ), ο οποίος ήταν υπεύθυνος των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία, μπήκαν στην περιοχή των φυλών που αποσχίστηκαν, ο Αδωράμ λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου, ενώ ο βασιλιάς μόλις που γλίτωσε τη ζωή του. (1Βα 12:18· 2Χρ 10:18) Τότε ο Ροβοάμ συγκέντρωσε στρατό, 180.000 άντρες από τον Ιούδα και τον Βενιαμίν, αποφασισμένος να υποτάξει διά της βίας τις δέκα φυλές. Αλλά ο Ιεχωβά, μέσω του προφήτη Σεμαΐα, τους απαγόρευσε να πολεμήσουν τους αδελφούς τους, εφόσον ο ίδιος ο Θεός ήταν αυτός που είχε αποφασίσει τη διαίρεση του βασιλείου. Αν και με αυτόν τον τρόπο αποτράπηκε η ανοιχτή σύγκρουση στο πεδίο της μάχης, οι εχθροπραξίες ανάμεσα στις δύο αντίπαλες παρατάξεις συνεχίστηκαν όλες τις ημέρες του Ροβοάμ.—1Βα 12:19-24· 15:6· 2Χρ 10:19· 11:1-4.
Για ένα διάστημα, ο Ροβοάμ ακολουθούσε πολύ πιστά τους νόμους του Ιεχωβά, και στην αρχή της βασιλείας του έχτισε και οχύρωσε αρκετές πόλεις, σε μερικές από τις οποίες συγκέντρωσε αποθέματα τροφίμων. (2Χρ 11:5-12, 17) Ωστόσο, όταν η βασιλεία του εδραιώθηκε, εγκατέλειψε τη λατρεία του Ιεχωβά και οδήγησε τον Ιούδα στην απεχθή λατρεία του σεξ, ίσως εξαιτίας της αμμωνιτικής επιρροής από το οικογενειακό περιβάλλον της μητέρας του. (1Βα 14:22-24· 2Χρ 12:1) Αυτό με τη σειρά του προκάλεσε το θυμό του Ιεχωβά τον οποίο Εκείνος εξέφρασε εγείροντας το βασιλιά της Αιγύπτου, τον Σισάκ, που μαζί με τους συμμάχους του εισέβαλε στη χώρα και κατέλαβε αρκετές πόλεις του Ιούδα το πέμπτο έτος της βασιλείας του Ροβοάμ. Αν ο Ροβοάμ και οι άρχοντές του δεν ταπεινώνονταν εκδηλώνοντας μετάνοια, δεν θα γλίτωνε ούτε η Ιερουσαλήμ. Τελικά, ο Σισάκ πήρε ως λάφυρα τους θησαυρούς του ναού και της κατοικίας του βασιλιά, περιλαμβανομένων και των χρυσών ασπίδων που είχε φτιάξει ο Σολομών. Τότε ο Ροβοάμ αντικατέστησε εκείνες τις ασπίδες με χάλκινες.—1Βα 14:25-28· 2Χρ 12:2-12.
Ο Ροβοάμ απέκτησε στη ζωή του 18 συζύγους, μεταξύ των οποίων τη Μαχαλάθ, μια εγγονή του Δαβίδ, και τη Μααχά την εγγονή του Αβεσσαλώμ, του γιου του Δαβίδ. Η Μααχά ήταν η ευνοούμενη σύζυγός του και μητέρα του Αβιά (Αβιάμ), ενός από τους 28 γιους του, ο οποίος ήταν και ο προσδιορισμένος διάδοχος του θρόνου. Στα μέλη της οικογένειας του Ροβοάμ συμπεριλαμβάνονταν 60 παλλακίδες και οι 60 κόρες του.—2Χρ 11:18-22.
Προτού πεθάνει σε ηλικία 58 ετών και ανεβεί στο θρόνο ο Αβιά, το 980 Π.Κ.Χ., ο Ροβοάμ μοίρασε πολλά δώρα στους άλλους γιους του, πιθανότατα για να αποτρέψει τυχόν εξέγερση εναντίον του Αβιά μετά το θάνατό του. (1Βα 14:31· 2Χρ 11:23· 12:16) Γενικά, η ζωή του Ροβοάμ συνοψίζεται πολύ καλά στο εξής σχόλιο: «Αυτός έπραξε το κακό, γιατί δεν είχε προσηλώσει την καρδιά του στο να αναζητάει τον Ιεχωβά».—2Χρ 12:14.
-
-
ΡογελίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΓΕΛΙΜ
(Ρογελίμ).
Κωμόπολη στη Γαλαάδ και ιδιαίτερη πατρίδα του Βαρζελαΐ, φίλου του Δαβίδ. (2Σα 17:27-29· 19:31, 32) Κατά την τρέχουσα άποψη μερικών γεωγράφων, η Ρογελίμ εντοπίζεται στην Μπερσίνια, περίπου 7 χλμ. ΔΝΔ του Ίρμπιντ. Το όνομα Ρογελίμ πιθανώς διασώζεται στην ονομασία του κοντινού Ουάντι ερ-Ρετζέιλε.
-
-
ΡοδανίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΑΝΙΜ
(Ροδανίμ).
Ένας από τους τέσσερις γιους του Ιαυάν που κατονομάζονται στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:7. Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς το ποια είναι η ορθή γραφή αυτού του ονόματος, λόγω του ότι στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:7 το Μασοριτικό κείμενο έχει τον τύπο «Ροδανίμ», ενώ πολλά εβραϊκά χειρόγραφα και η λατινική Βουλγάτα έχουν τον τύπο «Δοδανίμ». Ο τύπος «Δοδανίμ» εμφανίζεται επίσης στο εδάφιο Γένεση 10:4, σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, αλλά η σαμαρειτική Πεντάτευχος έχει εκεί τον τύπο «Ροδανίμ» ενώ η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει «Ρόδιοι». Στην εβραϊκή τα γράμματα «ρ» (ר) και «δ» (ד) παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα και έτσι κάποιος αντιγραφέας θα μπορούσε να τα μπερδέψει. (Κατ’ αναλογία, το «Ριφάθ» του εδαφίου Γε 10:3 εμφανίζεται ως «Διφάθ» στο εδάφιο 1Χρ 1:6 του Μασοριτικού κειμένου.) Οι περισσότερες μεταφράσεις περιέχουν και τα δύο ονόματα. Πολλοί λεξικογράφοι θεωρούν προτιμότερο τον τύπο «Ροδανίμ». Οι σχολιαστές που δέχονται αυτόν τον τύπο θεωρούν πιθανό ότι ο λαός που προήλθε από το συγκεκριμένο γιο του Ιαυάν κατοίκησε στη Ρόδο και στα γειτονικά νησιά του Αιγαίου Πελάγους.
-
-
ΡόδηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΗ
(Ρόδη) [πιθανώς, Ρόδο].
Μέλος της Χριστιανικής εκκλησίας της Ιερουσαλήμ την εποχή που ο απόστολος Πέτρος απελευθερώθηκε θαυματουργικά από τη φυλακή το 44 Κ.Χ. περίπου. Η Ρόδη ήταν υπηρέτρια, πιθανώς στο σπίτι της Μαρίας, της μητέρας του Μάρκου. Ούτως ή άλλως, ήταν ανάμεσα σε αυτούς που διανυκτέρευσαν εκεί προσευχόμενοι για τον Πέτρο. Όταν χτύπησε η πόρτα της εισόδου, η Ρόδη πήγε να δει ποιος είναι και, μόλις αναγνώρισε τη φωνή του Πέτρου, σάστισε τόσο από τη χαρά της ώστε, αντί να του ανοίξει να μπει, έτρεξε μέσα να το πει στους άλλους. «Είσαι τρελή», της είπαν εκείνοι, αλλά αυτή επέμενε. Στο μεταξύ ο Πέτρος συνέχισε να χτυπάει την πόρτα μέχρις ότου τελικά του άνοιξαν να μπει.—Πρ 12:3, 5, 12-16.
-
-
ΡόδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΙ
[εβρ., ριμμών].
Καρπός ο οποίος, όταν είναι ώριμος, έχει έντονο κόκκινο χρώμα, σχήμα όμοιο με του μήλου και μια ροζέτα, ή αλλιώς στεφάνι, γύρω από τη βάση του. Μέσα από τη σκληρή φλούδα του, είναι γεμάτος χυμώδεις κόκκους, ο καθένας από τους οποίους περιέχει ένα μικρό ροζ ή κόκκινο σπέρμα.
Η ροδιά (πουνική η ροιά [Punica granatum]), που προσδιορίζεται και αυτή από την εβραϊκή λέξη ριμμών, φύεται σε όλη τη Μέση Ανατολή. Σπάνια ξεπερνάει σε ύψος τα 4,5 μ. Τα απλωτά κλαδιά της είναι πολυάριθμα και έχουν βαθυπράσινα, λογχοειδή φύλλα, ενώ πάνω τους βγαίνουν πορτοκαλί ως κατακόκκινα λουλούδια.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 742.
Ο χυμός του ροδιού είναι δροσιστικό ποτό (Ασμ 8:2), ενώ από τα σπέρματά του φτιάχνεται το σιρόπι της γρεναδίνης, και από τα άνθη παρασκευάζεται στυπτικό φάρμακο κατά της δυσεντερίας. Οι κρόταφοι της Σουλαμίτισσας κόρης, όπως φαίνονταν μέσα από το πέπλο της, παραβλήθηκαν με «ένα κομμάτι ρόδι», και το δέρμα της με “παράδεισο από ρόδια”.—Ασμ 4:3, 13· 6:7.
Μέσω του Μωυσή, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε στο έθνος του Ισραήλ ότι θα τους έφερνε σε μια γη με σιτάρι, κριθάρι, κλήματα, σύκα, ρόδια, ελιές και μέλι. (Δευ 8:7-9) Προηγουμένως, οι κατάσκοποι που είχαν μπει σε εκείνη τη γη είχαν επιστρέψει με σταφύλια, σύκα και ρόδια. (Αρ 13:2, 23) Οι Ισραηλίτες είχαν γνωρίσει το ρόδι στην Αίγυπτο, όπως υπονοείται από τα παράπονά τους που αναφέρονται στο εδάφιο Αριθμοί 20:5.
Το αμάνικο πανωφόρι που περιλαμβανόταν στην ενδυμασία του Αρχιερέα Ααρών είχε στην άκρη του μια σειρά από ρόδια, φτιαγμένα από μπλε κλωστή, μαλλί βαμμένο πορφυροκόκκινο και κόκκινη κλωστή που είχαν στριφτεί μαζί, τα οποία εναλλάσσονταν με χρυσά κουδούνια. (Εξ 28:33, 34· 39:24-26) Μεταγενέστερα, όταν χτίστηκε ο ναός, τα κιονόκρανα των δύο χάλκινων στύλων μπροστά στα προπύλαιά του ήταν διακοσμημένα με αλυσίδες από ομοιώματα ροδιών.—1Βα 7:18, 20, 42· 2Βα 25:17· 2Χρ 3:16· 4:13· Ιερ 52:22, 23.
Οι ροδιές καλλιεργούνταν ευρέως στους Βιβλικούς χρόνους, και οι τοποθεσίες Ριμμών, Εν-ριμμών και Γαθ-ριμμών αναμφίβολα πήραν το όνομά τους από αυτά τα δέντρα που αφθονούσαν στην περιοχή τους. (Ιη 15:32· 19:45· Νε 11:29) Η ροδιά θεωρούνταν πολύτιμη, και ως εκ τούτου πολλές φορές συσχετίζεται με άλλα σπουδαία καρποφόρα φυτά, όπως το κλήμα και η συκιά.—Ασμ 7:12, 13· Ιωλ 1:12· Αγγ 2:19.
-
-
ΡόδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΟΣ
[Ρόδο].
Νησί στα ανοιχτά της νοτιοδυτικής γωνίας της Μικράς Ασίας, ένα από τα μεγαλύτερα του Αιγαίου Πελάγους, με μήκος περίπου 75 χλμ. και πλάτος γύρω στα 35 χλμ. Η πρωτεύουσά του ονομάζεται και αυτή Ρόδος. Ένα πλοίο στο οποίο επέβαινε ο απόστολος Παύλος πήγε από την Κω στη Ρόδο προς το τέλος του τρίτου ιεραποστολικού ταξιδιού του, γύρω στο 56 Κ.Χ.—Πρ 21:1.
Εξαιτίας της στρατηγικής θέσης της και των καλών λιμανιών της, η Ρόδος αποτέλεσε εξέχον κέντρο εμπορίου από τις αρχές της ιστορίας της. Ωστόσο, φαίνεται ότι με τον καιρό αυτή καθαυτή η πόλη της Ρόδου έγινε πιο ονομαστή ως πολιτιστικό κέντρο.
Ο Κολοσσός της Ρόδου, ένα μπρούντζινο άγαλμα που αναπαριστούσε τον θεό Ήλιο, ορθωνόταν κοντά στο λιμάνι της πόλης της Ρόδου. Το άγαλμα αυτό θεωρούνταν ένα από τα «εφτά θαύματα» του αρχαίου κόσμου, λέγεται δε ότι είχε ύψος περίπου 31 μ. Αν και στις ημέρες του Παύλου δεν βρισκόταν πια στη θέση του, δεδομένου ότι το έριξε ένας σεισμός τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ., πελώρια τμήματα του Κολοσσού εξακολουθούσαν να υπάρχουν για πολύ καιρό, ακόμη και μετά τους πρώτους αιώνες της Κοινής μας Χρονολογίας. Η άποψη ότι το άγαλμα είχε στηθεί στην είσοδο του λιμανιού με ανοιχτά τα σκέλη, μέσα από τα οποία διέρχονταν τα πλοία, δεν είναι δυνατόν να επαληθευτεί.
-
-
ΡόλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΛΟΣ
Η συνήθης μορφή βιβλίου την περίοδο κατά την οποία γράφτηκε η Αγία Γραφή. Τα Βιβλικά κείμενα γράφονταν και πολλές φορές αντιγράφονταν σε ρόλους δέρματος, περγαμηνής ή παπύρου. (Ιερ 36:1, 2, 28, 32· Ιωα 20:30· Γα 3:10· 2Τι 4:13· Απ 22:18, 19) Για να κατασκευάσουν το ρόλο, συγκολλούσαν κομμάτια από αυτά τα υλικά έτσι ώστε να σχηματιστεί ένα μακρύ φύλλο, το οποίο κατόπιν τύλιγαν γύρω από ένα ραβδί. Αν ο ρόλος ήταν πολύ μακρύς, χρησιμοποιούσαν από ένα ραβδί σε κάθε του άκρη και τον τύλιγαν γύρω και από τα δύο ραβδιά με φορά προς το κέντρο. Όταν κάποιος ήθελε να διαβάσει έναν τέτοιον ρόλο, τον ξετύλιγε με το ένα χέρι ενώ ταυτόχρονα τον τύλιγε με το άλλο ώσπου να εντοπίσει το επιθυμητό χωρίο. Ύστερα από την ανάγνωση, τύλιγε το ρόλο ξανά.—Για λεπτομέρειες όσον αφορά τα υλικά, το μέγεθος, και ούτω καθεξής, βλέπε ΒΙΒΛΙΟ.
Δίνει Μαρτυρία για τον Ιησού. Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στη γη για να κάνει το θέλημα του Θεού, όπως προειπώθηκε στις Εβραϊκές Γραφές, «στο ρόλο του βιβλίου». (Ψλ 40:7, 8· Εβρ 10:7-9) Στη συναγωγή της Ναζαρέτ, ο Ιησούς άνοιξε το ρόλο του Ησαΐα και διάβασε τα προφητικά λόγια σύμφωνα με τα οποία το πνεύμα του Ιεχωβά τον είχε χρίσει για να κηρύξει. Στη συνέχεια, ο Χριστός τύλιξε το ρόλο, τον έδωσε στον υπηρέτη, κάθησε και εξήγησε σε όλους τους παρευρισκομένους: «Σήμερα εκπληρώνεται αυτή η γραφή που μόλις ακούσατε». (Λου 4:16-21· Ησ 61:1, 2) Στην πραγματικότητα, εφόσον «εκείνο που εμπνέει την προφητεία είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού», όλοι οι ρόλοι με όλες τις Γραφές, καθώς και η δημόσια διακήρυξη των καλών νέων που περιέχονται στους ρόλους των Χριστιανικών Γραφών, περιστρέφονται γύρω από τη θέση και το έργο του Ιησού Χριστού στο σκοπό του Ιεχωβά.—Απ 19:10.
Ο Ιωάννης είπε στον επίλογο του Ευαγγελίου του: «Υπάρχουν, μάλιστα, και άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, τα οποία, αν γράφονταν με κάθε λεπτομέρεια, ο κόσμος ο ίδιος, νομίζω, δεν θα μπορούσε να χωρέσει τους ρόλους που θα γράφονταν». (Ιωα 21:25) Ο Ιωάννης δεν προσπάθησε να γράψει τα πάντα στο Ευαγγέλιό του, αλλά έγραψε μόνο όσα ήταν επαρκή για να τεκμηριώσει το βασικό του σημείο, δηλαδή ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Γιος του Θεού και ο Μεσσίας Του. Πράγματι, όσα περιέχονται μέσα στο «ρόλο» του Ιωάννη, όπως και στις άλλες θεόπνευστες Γραφές, αρκούν για να αποδειχτεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι «ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Γιος του Θεού».—Ιωα 20:30, 31.
Συμβολική Χρήση. Σε αρκετές περιπτώσεις η λέξη «ρόλος» χρησιμοποιείται συμβολικά στην Αγία Γραφή. Ο Ιεζεκιήλ και ο Ζαχαρίας είδαν ο καθένας έναν ρόλο γραμμένο και από τις δύο πλευρές. Εφόσον συνήθως χρησιμοποιούνταν μόνο η μία πλευρά του ρόλου, το ότι αυτοί οι ρόλοι ήταν γραμμένοι και από τις δύο πλευρές μπορεί να υποδηλώνει πόσο βαρυσήμαντες, εκτενείς και σοβαρές ήταν οι κρίσεις τις οποίες περιείχαν. (Ιεζ 2:9–3:3· Ζαχ 5:1-4) Στο όραμα της Αποκάλυψης, εκείνος που καθόταν στο θρόνο κρατούσε στο δεξί του χέρι έναν ρόλο με εφτά σφραγίδες, οι οποίες δεν άφηναν να φανεί τι ήταν γραμμένο σε αυτόν, ώσπου τις άνοιξε το Αρνί του Θεού. (Απ 5:1, 12· 6:1, 12-14) Στη συνέχεια του οράματος προσφέρθηκε στον ίδιο τον Ιωάννη ένας ρόλος και του δόθηκε εντολή να τον φάει. Ο ρόλος τού φάνηκε γλυκός, αλλά πίκρανε την κοιλιά του. Εφόσον ήταν ανοιχτός και όχι σφραγισμένος, ήταν κάτι που επρόκειτο να κατανοηθεί. Ο Ιωάννης βρήκε “γλυκό” το να λάβει το άγγελμα που περιείχε ο ρόλος, αλλά προφανώς το άγγελμα αυτό περιλάμβανε πικρά πράγματα που έπρεπε να προφητεύσει ο Ιωάννης, όπως και του ειπώθηκε να κάνει. (Απ 10:1-11) Ο Ιεζεκιήλ είχε παρόμοια εμπειρία με το ρόλο που του δόθηκε, στον οποίο υπήρχαν «θρηνωδίες και βογκητά και οδυρμοί».—Ιεζ 2:10.
“Ο ρόλος της ζωής του Αρνιού”. Οι ειδωλολάτρες που λατρεύουν το συμβολικό «θηρίο» δεν επιλέγονται από τον Θεό για να γίνουν σύντροφοι του Αρνιού. Επομένως, «ούτε ενός από αυτούς το όνομα δεν έχει γραφτεί στο ρόλο της ζωής του Αρνιού που σφάχτηκε», και αυτό έχει αποφασιστεί «από τη θεμελίωση του κόσμου» της ανθρωπότητας.—Απ 13:1-8· 21:27.
Ρόλοι κρίσης και ζωής. Ο Ιωάννης παρατήρησε επίσης ότι «ανοίχτηκαν ρόλοι» και ότι οι αναστημένοι «κρίθηκαν με βάση εκείνα που ήταν γραμμένα στους ρόλους σύμφωνα με τα έργα τους». Προφανώς, αυτοί οι ρόλοι περιέχουν τους νόμους και τις οδηγίες του Ιεχωβά που γνωστοποιούν το θεϊκό θέλημα για τους ανθρώπους στη διάρκεια εκείνης της περιόδου κρίσης, τα δε έργα που κάνουν αυτοί εκδηλώνοντας υπακοή με πίστη ή εκδηλώνοντας ανυπακοή σε όσα είναι γραμμένα στους ρόλους είναι αυτά που αποκαλύπτουν κατά πόσον είναι άξιοι να δουν τα ονόματά τους να γράφονται ή να διατηρούνται στο “ρόλο της ζωής” του Ιεχωβά.—Απ 20:11-15· βλέπε ΖΩΗ.
“Τυλίγονται σαν ρόλος βιβλίου”. Στο εδάφιο Ησαΐας 34:4, ο προφήτης εξαγγέλλει κρίση κατά των εθνών, λέγοντας: «Και οι ουρανοί θα τυλιχτούν σαν ρόλος βιβλίου». Είναι φανερό ότι εδώ ο Ησαΐας χρησιμοποιεί την εικόνα κάποιου που τυλίγει έναν ρόλο και τον θέτει παράμερα αφού τον διαβάσει. Άρα λοιπόν, η συγκεκριμένη έκφραση αναφέρεται συμβολικά στην παραμέριση ή κατάργηση αυτού που δεν έχει πια καμιά χρησιμότητα ή αξία.
-
-
ΡοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΣ
1. Γιος του Βενιαμίν ο οποίος αναφέρεται μεταξύ εκείνων που πήγαν στην Αίγυπτο το 1728 Π.Κ.Χ. μαζί με το σπιτικό του Ιακώβ ή γεννήθηκαν εκεί λίγο αργότερα. (Γε 46:21, 26· βλέπε ΒΕΝΙΑΜΙΝ Αρ. 1.) Η απουσία του ονόματός του από μεταγενέστερους καταλόγους των οικογενειών του Βενιαμίν μπορεί να υποδηλώνει ότι πέθανε άτεκνος ή ότι οι γιοι του συγχωνεύτηκαν με κάποια άλλη πατριά.
2. Όνομα που χρησιμοποιούν μερικές μεταφράσεις στα εδάφια Ιεζεκιήλ 38:2 και 39:1 (AS, JB, Le, Mo, Yg, Ro [«Ρως», ΒΑΜ, ΚΛΠ, ΛΧ, Ο΄]), το οποίο σύμφωνα με την άποψη μερικών λογίων αναφέρεται σε έναν βόρειο λαό, τους Ρους (Ρώσους), ο οποίος λέγεται ότι ζούσε κατά μήκος του ποταμού Βόλγα. Ωστόσο, δεδομένης της έννοιας αυτής της λέξης καθώς και του γεγονότος ότι χρησιμοποιήθηκε για τον Γωγ, αποδίδεται κατάλληλα ως μέρος τίτλου και όχι ως το όνομα λαού ή τοποθεσίας, δηλαδή: “επικεφαλής αρχηγός” (ΜΝΚ)· “πρώτιστος άρχοντας” (KJ, Dy, Fn, JP, RS)· “μεγάλος άρχοντας” (AT, ΜΠΚ)· “άρχοντας της κεφαλής” και “επικεφαλής άρχοντας” (Vg)· “ηγέτης και κεφαλή” (Sy)· “μεγάλος επικεφαλής” (Ταργκούμ).
-
-
ΡουβήνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΒΗΝ
(Ρουβήν) [Δείτε! Γιος!].
1. Ο πρωτότοκος μεταξύ των 12 γιων του Ιακώβ. Μητέρα του ήταν η Λεία, η λιγότερο ευνοημένη σύζυγος του Ιακώβ, η οποία ονόμασε το γιο της Ρουβήν «επειδή», όπως είπε η ίδια, «ο Ιεχωβά είδε τα βάσανά μου· διότι τώρα ο σύζυγός μου θα αρχίσει να με αγαπάει». (Γε 29:30-32· 35:23· 46:8· Εξ 1:1, 2· 1Χρ 2:1) Ως αποτέλεσμα της εύνοιας που συνέχιζε να εκδηλώνει ο Ιεχωβά στη μητέρα του Ρουβήν, αυτός και οι πέντε αμφιθαλείς αδελφοί του (Συμεών, Λευί, Ιούδας, Ισσάχαρ και Ζαβουλών) αποτέλεσαν έξι από τις δώδεκα αρχικές κεφαλές των φυλών του Ισραήλ. Οι άλλοι έξι (Ιωσήφ, Βενιαμίν, Δαν, Νεφθαλί, Γαδ και Ασήρ) ήταν ετεροθαλείς αδελφοί του Ρουβήν.—Γε 35:23-26.
Μερικές από τις καλές ιδιότητες του Ρουβήν έγιναν έκδηλες όταν έπεισε τους εννιά αδελφούς του να ρίξουν τον Ιωσήφ σε ένα ξερό πηγάδι αντί να τον σκοτώσουν, έχοντας την πρόθεση να γυρίσει κρυφά και να τον βγάλει από το πηγάδι. (Γε 37:18-30) Είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα, όταν οι ίδιοι αυτοί αδελφοί έλεγαν ότι αντιμετώπιζαν στην Αίγυπτο κατηγορίες για κατασκοπεία επειδή είχαν κακομεταχειριστεί τον Ιωσήφ, ο Ρουβήν θύμισε στους άλλους ότι εκείνος δεν είχε συμμετάσχει στη μηχανορραφία εναντίον της ζωής του Ιωσήφ. (Γε 42:9-14, 21, 22) Ακόμη, όταν ο Ιακώβ αρνήθηκε να αφήσει τον Βενιαμίν να συνοδεύσει τους αδελφούς του στο δεύτερο ταξίδι που θα έκαναν στην Αίγυπτο, ο Ρουβήν ήταν αυτός που προθυμοποιήθηκε να δώσει ως εγγύηση τους δύο γιους του λέγοντας: «Να [τους] θανατώσεις αν δεν σου τον φέρω [τον Βενιαμίν] πίσω».—Γε 42:37.
Εφόσον ο Ρουβήν ήταν ο πρωτότοκος γιος του Ιακώβ, φυσιολογικά είχε και τα δικαιώματα του πρωτοτόκου στην οικογένεια. Επομένως, δικαιούνταν δύο μερίδια από την περιουσία που θα άφηνε πίσω ο Ιακώβ ο πατέρας του. Λίγο πριν από το θάνατο του Ιακώβ, όταν εκείνος ευλόγησε τους γιους του, υπήρχε η απορία: Θα έπαιρνε ο Ρουβήν τα πρωτοτόκια; Επιπλέον, ο πατριάρχης Ιακώβ ο οποίος ήταν κεφαλή της οικογένειας υπηρετούσε ως ιερέας του Ιεχωβά για όλη την οικογένεια και πρόσφερε θυσίες στο οικογενειακό θυσιαστήριο, ενώ αναλάμβανε και την ηγεσία στο ζήτημα της προσευχής και της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Ως πατέρας διηύθυνε επίσης όλη την οικογένεια και τους υπηρέτες της, μαζί με τα ζώα της και τα αγαθά της. Άραγε θα μεταβιβάζονταν αυτές οι ευθύνες στον Ρουβήν;
Ο Ιακώβ απευθύνθηκε πρώτα στον Ρουβήν, λέγοντας: «Ρουβήν, είσαι ο πρωτότοκός μου, το σφρίγος μου και η απαρχή των αναπαραγωγικών μου δυνάμεων, η υπεροχή της αξιοπρέπειας και η υπεροχή της ισχύος. Εσύ, με την απερίσκεπτη ασυδοσία σου που είναι σαν νερά, να μην έχεις υπεροχή, επειδή ανέβηκες στο κρεβάτι του πατέρα σου. Τότε βεβήλωσες την κλίνη μου. Ανέβηκε σε αυτήν!»—Γε 49:3, 4.
Ο Ιακώβ αναφέρθηκε σε μια απρέπεια του Ρουβήν που επηρέασε τα μελλοντικά του προνόμια. Ο Ρουβήν είχε ντροπιάσει τον πατέρα του. Είχε διαπράξει αιμομεικτική ανηθικότητα με την παλλακίδα του πατέρα του τη Βαλλά, την υπηρέτρια της αγαπημένης συζύγου του Ιακώβ, της Ραχήλ. Αυτό έγινε λίγο μετά το θάνατο της Ραχήλ, η οποία πέθανε έπειτα από τη γέννα του Βενιαμίν. Η Γραφή δεν διευκρινίζει αν ο πρωτότοκος Ρουβήν ατίμασε την υπηρέτρια Βαλλά για να μην πάρει εκείνη τη θέση της Ραχήλ στην αγάπη του Ιακώβ, και γίνει κατ’ αυτόν τον τρόπο εκείνη ευνοούμενη σε βάρος της μητέρας του Ρουβήν, της Λείας, ή αν ενήργησε έτσι μόνο από σαρκικό πόθο για τη Βαλλά. Το υπόμνημα απλώς αναφέρει: «Και ενόσω ο Ισραήλ κατασκήνωνε σε εκείνον τον τόπο, πήγε κάποια φορά ο Ρουβήν και πλάγιασε με τη Βαλλά, την παλλακίδα του πατέρα του· και ο Ισραήλ το άκουσε». (Γε 35:22) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα προσθέτει: Καί πονηρόν ἐφάνη ἐναντίον αὐτοῦ.
Ο Ρουβήν δεν αποκηρύχθηκε ούτε εκδιώχθηκε για αυτή του την πράξη. Αλλά έπειτα από χρόνια, όταν ο Ιακώβ ευλόγησε τους γιους του, είπε στον Ρουβήν υπό θεϊκή έμπνευση: «Να μην έχεις υπεροχή». Έτσι λοιπόν, ο Ρουβήν στερήθηκε προνόμια που υπό άλλες συνθήκες θα περιέρχονταν σε εκείνον ως τον πρωτότοκο γιο. Αυτό έγινε επειδή ενήργησε “με απερίσκεπτη ασυδοσία σαν νερά”. Αποδείχτηκε είτε ασταθής σαν τα νερά είτε ανεξέλεγκτος και ασυγκράτητος σαν τα νερά που σπάζουν ένα φράγμα ή κατεβαίνουν ορμητικά την κοιλάδα ενός χειμάρρου. Ο Ρουβήν όφειλε να είχε ασκήσει εγκράτεια. Ως γιος, όφειλε να είχε δείξει σεβασμό για την αξιοπρέπεια του πατέρα του και για την τιμή των δύο γιων της Βαλλά, της παλλακίδας του πατέρα του.
2. Το όνομα Ρουβήν χρησιμοποιείται επίσης για τη φυλή που αποτελούνταν από τους απογόνους του Ρουβήν, καθώς και για τη γη της κληρονομιάς τους. Η φυλή του Ρουβήν προήλθε από τους τέσσερις γιους του, τον Ανώχ, τον Φαλλού, τον Εσρών και τον Χαρμί, τις κεφαλές των οικογενειών των Ρουβηνιτών.—Γε 46:8, 9· Εξ 6:14· 1Χρ 5:3.
Έναν χρόνο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο, ο Ελισούρ, ο γιος του Σεδιούρ, επιλέχθηκε ως αρχηγός για να εκπροσωπεί ολόκληρη τη φυλή του Ρουβήν. (Αρ 1:1, 4, 5· 10:18) Η φυλή του Ρουβήν ήταν σταθερά μία από τις πλέον ολιγάριθμες μεταξύ των 12 φυλών. Σε μια απογραφή που έγινε κατά το δεύτερο χρόνο της παραμονής στην έρημο, οι Ρουβηνίτες από 20 χρονών και πάνω, οι οποίοι ήταν κατάλληλοι για στρατιωτική υπηρεσία, ανέρχονταν στους 46.500. Περίπου 39 χρόνια αργότερα αυτή η δύναμη, που τώρα αριθμούσε 43.730, ήταν κάπως μικρότερη.—Αρ 1:2, 3, 20, 21· 26:5-7.
Στο στρατόπεδο του Ισραήλ οι Ρουβηνίτες, πλαισιωμένοι από τους απογόνους του Συμεών και του Γαδ, κατέλυαν Ν της σκηνής της μαρτυρίας. Κατά την οδοιπορία, αυτή η τρίφυλη υποδιαίρεση με επικεφαλής τον Ρουβήν ακολουθούσε την τρίφυλη υποδιαίρεση του Ιούδα, του Ισσάχαρ και του Ζαβουλών. (Αρ 2:10-16· 10:14-20) Αυτή ήταν επίσης η σειρά με την οποία οι φυλές έφεραν την προσφορά τους κατά την εγκαινίαση της σκηνής της μαρτυρίας.—Αρ 7:1, 2, 10-47.
Όταν ο Κορέ ο Λευίτης στασίασε εναντίον του Μωυσή, τρεις Ρουβηνίτες—ο Ων ο γιος του Φαλέθ μαζί με τους Δαθάν και Αβιρών, τους γιους του Ελιάβ—ενώθηκαν μαζί του στην ανταρσία, κατηγορώντας τον Μωυσή ότι προσπαθούσε “να τους παραστήσει τον άρχοντα” και ότι απέτυχε να τους φέρει σε «γη όπου να ρέει το γάλα και το μέλι». Ο Νεμουήλ, ο αδελφός του Δαθάν και του Αβιρών, από ό,τι φαίνεται δεν συμμετείχε στην ανταρσία. (Αρ 16:1, 12-14· 26:8, 9) Ο Ιεχωβά έδειξε ότι η ανταρσία συνιστούσε έλλειψη σεβασμού απέναντι στον ίδιο, και έτσι έκανε να ανοίξει η γη και να καταπιεί ζωντανούς τους στασιαστές και τις οικογένειές τους, μαζί με όλα τα υπάρχοντά τους.—Αρ 16:23-33· Δευ 11:6· βλέπε ΑΒΙΡΩΝ Αρ. 1.
Εδαφική Κληρονομιά. Λίγο προτού μπει ο Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, οι φυλές του Ρουβήν και του Γαδ ζήτησαν να τους δοθεί η περιοχή Α του Ιορδάνη. Η γη αυτή είχε κατακτηθεί με νίκη επί των δύο βασιλιάδων Σηών και Ωγ. Οι δύο φυλές πρόβαλαν το επιχείρημα ότι η γη ήταν ιδανική για αυτούς επειδή είχαν μεγάλα κοπάδια με πρόβατα και βόδια. Ο Μωυσής ικανοποίησε το αίτημα των δύο φυλών (και της μισής φυλής του Μανασσή) με τον όρο να περάσουν τον Ιορδάνη οι μάχιμες δυνάμεις και αυτών των φυλών και να βοηθήσουν τις άλλες φυλές να κατακτήσουν τη Χαναάν, όρο με τον οποίο συμμορφώθηκαν πρόθυμα οι δυόμισι φυλές.—Αρ 32:1-38· Ιη 1:12-18· 4:12, 13· 12:6· 13:8-10.
Η περιοχή που κληρονόμησε ο Ρουβήν καθορίστηκε, λοιπόν, προτού καν περάσουν οι Ισραηλίτες τον Ιορδάνη—μάλιστα ο ίδιος ο Μωυσής έδωσε στη φυλή το νότιο τμήμα του κατακτημένου βασιλείου του Σηών. Αυτή η περιοχή εκτεινόταν από την κοιλάδα του χειμάρρου Αρνών, ένα φυσικό σύνορο που τη χώριζε από τον Μωάβ στο Ν, μέχρι λίγο βορειότερα της Νεκράς Θαλάσσης. Η γη Β του Ρουβήν δόθηκε στους Γαδίτες. (Αρ 34:13-15· Δευ 3:12, 16· 29:8· Ιη 13:15-23· 18:7) Η περιοχή των Αμμωνιτών αποτελούσε το ανατολικό όριο, ενώ στη δύση βρισκόταν η Νεκρά Θάλασσα και ο Ιορδάνης Ποταμός. (Ιη 15:1, 6· 18:11, 17) Μία από τις έξι πόλεις καταφυγίου, η Βοσόρ, βρισκόταν στην περιοχή του Ρουβήν. Αυτή καθώς και άλλες πόλεις των Ρουβηνιτών ήταν ξεχωρισμένες για τους Λευίτες.—Δευ 4:41-43· Ιη 20:8· 21:7, 36· 1Χρ 6:63, 78, 79.
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Μωυσή, μόλις οι Ισραηλίτες θα έφταναν στην καρδιά της Χαναάν, η φυλή του Ρουβήν, μαζί με τον Γαδ, τον Ασήρ, τον Ζαβουλών, τον Δαν και τον Νεφθαλί, θα έπρεπε να παραστεί στο Όρος Εβάλ για να ακούσει τις κατάρες που επρόκειτο να διαβαστούν, ενώ οι υπόλοιπες φυλές θα έπρεπε να παραστούν στο Όρος Γαριζίν για την απαγγελία των ευλογιών. (Δευ 27:11-13) Αφού έκανε ο Μωυσής αυτές τις διευθετήσεις, ευλόγησε τον Ρουβήν μαζί με τις υπόλοιπες φυλές. Στους Ρουβηνίτες ο Μωυσής είπε: «Ας ζήσει ο Ρουβήν και ας μη χαθεί. Και οι άντρες του ας μη λιγοστέψουν».—Δευ 33:1, 6.
Προς το τέλος της εκστρατείας του Ιησού του Ναυή στη Χαναάν, ο Ιησούς κάλεσε τις ένοπλες δυνάμεις του Ρουβήν, του Γαδ και της μισής φυλής του Μανασσή και, αφού τους επαίνεσε για το ότι τήρησαν τις υποσχέσεις που είχαν δώσει στον Μωυσή, τους ευλόγησε και τους έστειλε στα σπίτια τους. (Ιη 22:1-8) Όταν αυτοί έφτασαν στον Ιορδάνη, έστησαν ένα πελώριο θυσιαστήριο στη δυτική όχθη, μια ενέργεια που στην αρχή παρερμηνεύτηκε από τις άλλες φυλές και παραλίγο να καταλήξει σε ρήξη μεταξύ τους, ακόμη και σε εμφύλιο πόλεμο. Αλλά όταν διευκρινίστηκε ότι το θυσιαστήριο δεν προοριζόταν για θυσίες, αλλά για να είναι μάρτυρας πιστότητας ανάμεσα στις φυλές εκατέρωθεν του Ιορδάνη, δόθηκε στο θυσιαστήριο ένα όνομα, πιθανότατα «Μάρτυρας», διότι, όπως είπαν, «είναι μάρτυρας ανάμεσά μας ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός».—Ιη 22:9-34.
Μεταγενέστερη Ιστορία. Πολλά χρόνια αργότερα, όταν ο Βαράκ και η Δεββώρα έψαλαν έναν μεγάλο επινίκιο ύμνο, επισήμαναν ότι οι Ρουβηνίτες δεν είχαν συμμετάσχει στη μάχη εναντίον του Σισάρα. Ως αποτέλεσμα, «ανάμεσα στις υποδιαιρέσεις του Ρουβήν μεγάλες ήταν οι διερευνήσεις της καρδιάς». (Κρ 5:15, 16) Στις ημέρες του Σαούλ, οι Ρουβηνίτες ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους γείτονές τους και κέρδισαν μια μεγάλη νίκη επί των Αγηριτών και των συμμάχων τους, «γιατί εκείνοι κάλεσαν τον Θεό να τους βοηθήσει στον πόλεμο, και αυτός δέχτηκε να ακούσει την ικεσία για χάρη τους, επειδή εμπιστεύτηκαν σε αυτόν». (1Χρ 5:10, 18-22) Στη συνέχεια οι Ρουβηνίτες, από κοινού με τους άλλους, πήραν στην κατοχή τους την περιοχή των Αγηριτών και προφανώς κατοίκησαν εκεί μέχρι την καθυπόταξη του Ισραήλ από τους Ασσυρίους τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., οπότε οι Ρουβηνίτες ήταν από τους πρώτους που οδηγήθηκαν σε εξορία. (1Χρ 5:6, 22β, 26) Συγκεκριμένοι Ρουβηνίτες, καθώς και η φυλή ως σύνολο, αναφέρονται στα πλαίσια της ιστορίας του Δαβίδ, τόσο προτού γίνει βασιλιάς όσο και μετά.—1Χρ 11:26, 42· 12:37, 38· 26:32· 27:16.
Σε Προφητείες. Στα βιβλία Ιεζεκιήλ και Αποκάλυψη, που είναι γεμάτα συμβολισμούς, ο Ρουβήν αναφέρεται μαζί με τις άλλες φυλές κατέχοντας καίρια θέση. Παραδείγματος χάρη, σε όραμα ο Ιεζεκιήλ είδε στο μέσο των φυλών την «άγια συνεισφορά» γης, η οποία περιείχε το ναό του Ιεχωβά, την πόλη που ονομαζόταν Ιεχωβά-Σαμμά—το οποίο σημαίνει «Ο Ιεχωβά Ο Ίδιος Είναι Εκεί»—και μια περιοχή που ανήκε στους ιερείς, στους Λευίτες και στον αρχηγό. Ακριβώς πάνω από αυτή την άγια λωρίδα γης προς το Β ήταν ο Ιούδας, ενώ στο σύνορο του Ιούδα προς το Β βρισκόταν ο Ρουβήν. (Ιεζ 48:6-22, 35) Επίσης, η πύλη που έφερε το όνομα του Ρουβήν στη βόρεια πλευρά της άγιας πόλης, της πόλης Ιεχωβά-Σαμμά, ήταν δίπλα στην πύλη με το όνομα του Ιούδα. (Ιεζ 48:31) Παρόμοια, στο όραμα που είδε ο Ιωάννης αναφορικά με το σφράγισμα των 12 φυλών του πνευματικού Ισραήλ, ο Ρουβήν κατονομάζεται δεύτερος, μετά τη φυλή του Ιούδα.—Απ 7:4, 5.
-
-
ΡουθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΘ
Μωαβίτισσα που παντρεύτηκε τον Μααλών μετά το θάνατο του πατέρα του, του Ελιμέλεχ, την εποχή που ο Μααλών, η μητέρα του η Ναομί και ο αδελφός του ο Χελαιών ζούσαν στον Μωάβ. Μια πείνα είχε αναγκάσει την οικογένεια να εγκαταλείψει την πατρίδα της, τη Βηθλεέμ του Ιούδα. Ο κουνιάδος της Ρουθ, ο Χελαιών, ήταν παντρεμένος με τη Μωαβίτισσα Ορφά. Τελικά, τα δύο αδέλφια πέθαναν αφήνοντας πίσω τους άτεκνες χήρες. Όταν η Ναομί έμαθε ότι η εύνοια του Ιεχωβά είχε γίνει και πάλι έκδηλη στον Ισραήλ, ξεκίνησε να επιστρέψει στον Ιούδα συνοδευόμενη από τις δύο νύφες της.—Ρθ 1:1-7· 4:9, 10.
Η Όσια Αγάπη Της. Αν και η Ορφά με προτροπή της Ναομί επέστρεψε τελικά στο λαό της, η Ρουθ έμεινε προσκολλημένη στην πεθερά της. Λόγω της βαθιάς αγάπης της για τη Ναομί και της ειλικρινούς επιθυμίας της να υπηρετεί τον Ιεχωβά μαζί με το λαό του, η Ρουθ μπόρεσε να αφήσει τους γονείς της και την πατρίδα της έχοντας ελάχιστες προοπτικές να βρει την ασφάλεια που μπορεί να προσφέρει ένας γάμος. (Ρθ 1:8-17· 2:11) Η αγάπη της για την πεθερά της ήταν τόση ώστε αργότερα οι άλλοι μπορούσαν να λένε ότι ήταν για τη Ναομί καλύτερη από εφτά γιους.—Ρθ 4:15.
Αφού έφτασαν στη Βηθλεέμ την εποχή που άρχιζε ο θερισμός του κριθαριού, η Ρουθ βγήκε στους αγρούς για να εξασφαλίσει τροφή για τη Ναομί και για τον εαυτό της. Τυχαία βρέθηκε στον αγρό του Βοόζ, ενός συγγενή του Ελιμέλεχ, και ζήτησε από τον επιστάτη των θεριστών την άδεια να σταχυολογήσει. Η επιμέλεια με την οποία σταχυολογούσε θα πρέπει να ήταν αξιοσημείωτη, πράγμα που φαίνεται από το γεγονός ότι ο επιστάτης μίλησε για την εργασία της στον Βοόζ.—Ρθ 1:22–2:7.
Όταν ο Βοόζ τής έδειξε καλοσύνη, η Ρουθ ανταποκρίθηκε με εκτίμηση και αναγνώρισε ταπεινά ότι ήταν κατώτερη από τις υπηρέτριές του. Την ώρα του φαγητού τής πρόσφερε άφθονα ψημένα σιτηρά, τόσα ώστε εκείνη άφησε μερικά και για τη Ναομί. (Ρθ 2:8-14, 18) Αν και ο Βοόζ φρόντισε να τη διευκολύνει στη σταχυολόγηση, η Ρουθ δεν έφυγε νωρίς αλλά συνέχισε να σταχυολογεί ως το βράδυ, «και μετά κοπάνισε αυτό που είχε σταχυολογήσει, και βγήκε περίπου ένα εφά [22 λίτρα] κριθάρι». Εφόσον ο Βοόζ τής ζήτησε να συνεχίσει να σταχυολογεί στον αγρό του, η Ρουθ συνέχισε μέχρι που τελείωσε ο θερισμός του κριθαριού και του σιταριού.—Ρθ 2:15-23.
Ζητάει από τον Βοόζ να Ενεργήσει ως Εξαγοραστής. Η Ναομί, επιθυμώντας να βρει «τόπο ανάπαυσης», δηλαδή ένα σπιτικό, για τη νύφη της, συμβούλεψε τη Ρουθ να ζητήσει από τον Βοόζ να την εξαγοράσει. Ακολουθώντας τη συμβουλή της, η Ρουθ κατέβηκε στο αλώνι του Βοόζ. Όταν ο Βοόζ πλάγιασε, η Ρουθ πλησίασε ήσυχα, του ξεσκέπασε τα πόδια και πλάγιασε και αυτή. Τα μεσάνυχτα, αυτός ξύπνησε τρέμοντας και έσκυψε προς τα εμπρός. Μέσα στο σκοτάδι δεν την αναγνώρισε και ρώτησε: «Ποια είσαι εσύ;» Εκείνη είπε: «Είμαι η Ρουθ η δούλη σου, και πρέπει να απλώσεις το κάτω μέρος της φορεσιάς σου πάνω στη δούλη σου, γιατί εσύ είσαι εξαγοραστής».—Ρθ 3:1-9.
Οι ενέργειες που έκανε η Ρουθ σύμφωνα με τις οδηγίες της Ναομί θα πρέπει να εναρμονίζονταν με τη διαδικασία που υπαγόρευαν τα έθιμα για τις γυναίκες που διεκδικούσαν το δικαίωμα ανδραδελφικού γάμου. Στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών (Commentary on the Holy Scriptures) του Λάνγκε, ο Πάουλους Κάσελ κάνει την εξής παρατήρηση σε σχέση με το εδάφιο Ρουθ 3:9: «Αναμφίβολα, αυτή η συμβολική μέθοδος διεκδίκησης του λεπτότερου όλων των δικαιωμάτων προϋποθέτει συμπεριφορά διαπνεόμενη από πατριαρχική απλότητα και αρετή. Η σιγουριά της γυναίκας βασίζεται στην τιμιότητα του άντρα. Ωστόσο, αυτή η μέθοδος δεν ήταν εύκολη στην εφαρμογή της. Διότι αν έστω και το παραμικρό ήταν γνωστό εκ των προτέρων ή είχε ήδη διαδοθεί, το πέπλο της σιωπής και της μυστικότητας θα αφαιρούνταν από την ευπρέπεια της διεκδικήτριας. Αφ’ ης στιγμής, όμως, η μέθοδος έμπαινε σε εφαρμογή, το εκπεφρασμένο αίτημα δεν ήταν δυνατόν να απορριφθεί χωρίς όνειδος είτε για τη γυναίκα είτε για τον άντρα. Μπορούμε, λοιπόν, να είμαστε σίγουροι ότι η Ναομί δεν έστειλε τη νύφη της σε αυτή την αποστολή χωρίς να είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι θα πετύχαινε. Διότι αναμφισβήτητα, εκτός όλων των άλλων δυσκολιών, η υπόθεση παρουσίαζε και μία ακόμη: ο Βοόζ, όπως λέει και η ίδια η Ρουθ, ήταν όντως γκοέλ [εξαγοραστής], αλλά δεν ήταν ο γκοέλ. Από την απάντηση του Βοόζ διαφαίνεται επίσης ότι αυτή η αξίωση δεν του ήταν τελείως απρόσμενη. Όχι ότι είχε προηγηθεί συνεννόηση με τη Ναομί, και γι’ αυτό ήταν μόνος στο αλώνι, διότι το γεγονός ότι πετάχτηκε από τον ύπνο του δείχνει πως αυτή η νυχτερινή επίσκεψη ήταν εντελώς αναπάντεχη. Η σκέψη, όμως, ότι η Ρουθ ίσως κάποια στιγμή να διεκδικούσε από τον ίδιο τα δικαιώματα που της παρείχε η εξ αίματος συγγένεια ενδεχομένως να μην του ήταν πρωτόγνωρη. Ωστόσο, ακόμη και αυτή η εικασία, σχετικά με το τι ήταν πιθανό ή αναμενόμενο να συμβεί, δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να απαλλαχτεί η Ρουθ από την ανάγκη να εκδηλώσει η ίδια την ελεύθερη βούλησή της μέσω αυτής της συμβολικής διαδικασίας».—Μετάφραση (στην αγγλική) και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976, σ. 42.
Το ότι ο Βοόζ θεώρησε τις ενέργειες της Ρουθ απολύτως ενάρετες είναι φανερό από την αντίδρασή του: «Ευλογημένη να είσαι από τον Ιεχωβά, κόρη μου. Εξέφρασες καλύτερα τη στοργική σου καλοσύνη στην τελευταία περίπτωση παρά στην πρώτη περίπτωση, μη πηγαίνοντας πίσω από τους νεαρούς, είτε ασήμαντους είτε πλούσιους». Η Ρουθ με ανιδιοτέλεια διάλεξε τον Βοόζ, έναν άντρα πολύ μεγαλύτερό της, επειδή αυτός ήταν εξαγοραστής, προκειμένου να εγείρει όνομα για το νεκρό σύζυγό της και για την πεθερά της. Δεδομένου ότι μια νεαρή γυναίκα σαν τη Ρουθ φυσιολογικά θα προτιμούσε έναν νεότερο άντρα, ο Βοόζ είδε αυτή την ενέργειά της ως έκφραση της στοργικής της καλοσύνης, καλύτερη ακόμη και από την επιλογή της να μείνει προσκολλημένη στην ηλικιωμένη πεθερά της.—Ρθ 3:10.
Ασφαλώς η φωνή της Ρουθ θα πρέπει να πρόδιδε κάποια ανησυχία, γι’ αυτό και ο Βοόζ, θέλοντας να την καθησυχάσει, είπε: «Και τώρα, κόρη μου, μη φοβάσαι. Όλα όσα λες θα τα κάνω για εσένα, γιατί ο καθένας στην πύλη του λαού μου ξέρει ότι εσύ είσαι έξοχη γυναίκα». Η ώρα ήταν προχωρημένη και έτσι ο Βοόζ συμβούλεψε τη Ρουθ να πλαγιάσει. Ωστόσο, σηκώθηκαν και οι δύο ενώ ήταν ακόμη σκοτάδι, προφανώς για να μη δώσουν λαβή για σχόλια σε βάρος τους. Ο Βοόζ έδωσε επίσης στη Ρουθ έξι μέτρα κριθάρι. Αυτό μπορεί να υποδήλωνε ότι, όπως έπειτα από έξι εργάσιμες ημέρες ερχόταν μια ημέρα ανάπαυσης, έτσι και η ημέρα ανάπαυσης της Ρουθ ήταν κοντά, επειδή εκείνος θα της εξασφάλιζε «τόπο ανάπαυσης».—Ρθ 3:1, 11-15, 17, 18.
Όταν έφτασε η Ρουθ, η Ναομί, η οποία ίσως δεν κατάλαβε ποια ήταν αυτή που ζητούσε μέσα στο σκοτάδι να μπει στο σπίτι, ρώτησε: «Ποια είσαι εσύ, κόρη μου;» Αυτή η ερώτηση θα μπορούσε επίσης να αναφέρεται στην πιθανή νέα ταυτότητα της Ρουθ σε σχέση με τον εξαγοραστή της.—Ρθ 3:16.
Έπειτα, όταν ο πλησιέστερος συγγενής αρνήθηκε να προβεί σε ανδραδελφικό γάμο, ο Βοόζ προσφέρθηκε πρόθυμα. Έτσι λοιπόν, η Ρουθ έγινε μητέρα του Ωβήδ, γιου του Βοόζ, και πρόγονος του Βασιλιά Δαβίδ καθώς και του Ιησού Χριστού.—Ρθ 4:1-21· Ματ 1:5, 16.
-
-
Ρουθ (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΘ (ΒΙΒΛΙΟ)
Αυτό το βιβλίο της Αγίας Γραφής πήρε το όνομά του από έναν κεντρικό χαρακτήρα του, τη Ρουθ τη Μωαβίτισσα. Η αφήγηση δείχνει πώς η Ρουθ έγινε πρόγονος του Δαβίδ συνάπτοντας ανδραδελφικό γάμο με τον Βοόζ στη θέση της πεθεράς της, της Ναομί. Η εκτίμηση, η οσιότητα και η εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά που επέδειξαν ο Βοόζ, η Ναομί και η Ρουθ διαπνέουν όλη την ιστορία.—Ρθ 1:8, 9, 16, 17· 2:4, 10-13, 19, 20· 3:9-13· 4:10.
Με εξαίρεση το γενεαλογικό κατάλογο (Ρθ 4:18-22), τα γεγονότα που εξιστορούνται στο βιβλίο της Ρουθ καλύπτουν περίοδο περίπου 11 ετών κατά την εποχή των Κριτών, αν και δεν αναφέρεται πότε ακριβώς στη διάρκεια αυτής της περιόδου συνέβησαν.—Ρθ 1:1, 4, 22· 2:23· 4:13.
Η Ιουδαϊκή παράδοση αποδίδει τη συγγραφή του βιβλίου στον Σαμουήλ, και αυτό δεν διαφωνεί με τις εσωτερικές αποδείξεις. Το γεγονός ότι η αφήγηση ολοκληρώνεται με τη γενεαλογία του Δαβίδ υποδηλώνει ότι ο συγγραφέας γνώριζε το σκοπό του Θεού σε σχέση με τον Δαβίδ. Αυτό θα ταίριαζε στον Σαμουήλ, διότι ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς από εκείνον. Επομένως, θα ήταν κατάλληλο να καταγράψει ο Σαμουήλ και ένα υπόμνημα για τους προγόνους του Δαβίδ.—1Σα 16:1, 13.
Αυθεντικότητα και Αξία. Η ιστορικότητα του βιβλίου της Ρουθ επιβεβαιώνεται από τη γενεαλογία του Ιησού Χριστού σύμφωνα με τον Ματθαίο, η οποία περιλαμβάνει τον Βοόζ, τη Ρουθ και τον Ωβήδ στη γραμμή της καταγωγής του Ιησού. (Ματ 1:5· παράβαλε Ρθ 4:18-22· 1Χρ 2:5, 9-15.) Επιπλέον, θα ήταν αδιανόητο να επινοήσει Εβραίος συγγραφέας σκόπιμα μια αλλοεθνή πρόγονο για τον Δαβίδ, τον πρώτο βασιλιά στη βασιλική γραμμή του Ιούδα.
Το ιστορικό υπόμνημα παρέχει επεξηγηματικές πληροφορίες που φωτίζουν και διασαφηνίζουν άλλα τμήματα της Γραφής. Η εφαρμογή των νόμων που αφορούσαν τη σταχυολόγηση (Λευ 19:9, 10· Δευ 24:19-22· Ρθ 2:1, 3, 7, 15-17, 23) και τον ανδραδελφικό γάμο (Δευ 25:5-10· Ρθ 3:7-13· 4:1-13) παρουσιάζεται με γλαφυρό τρόπο. Υπάρχουν αποδείξεις της καθοδηγίας του Ιεχωβά όσον αφορά τη διατήρηση της γενεαλογικής γραμμής που θα οδηγούσε στον Μεσσία, καθώς και την επιλογή των ατόμων που θα ανήκαν σε αυτήν. Οι Ισραηλίτισσες που ήταν παντρεμένες με άντρες από τη φυλή του Ιούδα είχαν την πιθανότητα να συμβάλουν στην επίγεια γενεαλογική γραμμή του Μεσσία. (Γε 49:10) Το γεγονός ότι η Ρουθ—μια Μωαβίτισσα—ευνοήθηκε τόσο πολύ καταδεικνύει την αρχή που διατύπωσε ο απόστολος Παύλος: «Εξαρτάται, όχι από εκείνον που θέλει ούτε από εκείνον που τρέχει, αλλά από τον Θεό, ο οποίος ελεεί». (Ρω 9:16) Η Ρουθ είχε επιλέξει τον Ιεχωβά ως Θεό της και τον Ισραήλ ως λαό της, και ο Ιεχωβά με το μεγάλο έλεός του της χορήγησε “τέλειο μισθό” επιτρέποντάς της να γίνει συνδετικός κρίκος στην πιο σπουδαία γενεαλογική γραμμή.—Ρθ 2:12· 4:13-17.
[Πλαίσιο στη σελίδα 843]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΡΟΥΘ
Αφήγηση που δείχνει πώς η θεοφοβούμενη Μωαβίτισσα Ρουθ ευλογήθηκε από τον Ιεχωβά με το να γίνει μέρος της άρρηκτης Μεσσιανικής γραμμής που οδήγησε στον Βασιλιά Δαβίδ
Η ιστορία τοποθετείται στην εποχή των Κριτών, ενώ η συγγραφή πιθανόν να ολοκληρώθηκε γύρω στο 1090 Π.Κ.Χ.
Η Ρουθ αποφασίζει να μείνει με τη Ναομί και τον Θεό της, τον Ιεχωβά (1:1-22)
Άτεκνες και χήρες, η Ρουθ και η Ορφά ακολουθούν την πεθερά τους τη Ναομί, τη χήρα του Ελιμέλεχ, καθώς αυτή αναχωρεί από τον Μωάβ για να επιστρέψει στον Ιούδα
Η Ορφά, αποθαρρυμένη από τα λόγια της Ναομί σχετικά με τις αμυδρές προοπτικές για νέο γάμο, γυρίζει πίσω
Η Ρουθ δεν πτοείται· δηλώνει ότι ο λαός της Ναομί θα είναι λαός της και ο Θεός της Ναομί, Θεός της
Τελικά, η Ρουθ και η Ναομί φτάνουν στη Βηθλεέμ
Η Ρουθ σταχυολογεί στον αγρό του Βοόζ (2:1–3:18)
Τυχαία, η Ρουθ αρχίζει να σταχυολογεί στον αγρό του Βοόζ, συγγενή του Ελιμέλεχ, και του δημιουργεί καλή εντύπωση
Η Ρουθ συνεχίζει να σταχυολογεί στον αγρό του Βοόζ ώσπου τελειώνει ο θερισμός του κριθαριού και ο θερισμός του σιταριού
Κατόπιν, ακολουθώντας τις οδηγίες της Ναομί, η Ρουθ ζητάει από τον Βοόζ να ενεργήσει ως εξαγοραστής· ο Βοόζ είναι πρόθυμος, αλλά κάποιος άλλος είναι πιο στενός συγγενής της Ναομί
Ο Βοόζ, ως εξαγοραστής, παντρεύεται τη Ρουθ (4:1-22)
Ενώπιον δέκα πρεσβυτέρων της Βηθλεέμ, ο Βοόζ προσφέρει στο στενότερο συγγενή την ευκαιρία να εξαγοράσει τον αγρό του Ελιμέλεχ και να εγείρει απογόνους για τον νεκρό συνάπτοντας ανδραδελφικό γάμο με τη Ρουθ
Όταν ο συγγενής αρνείται, ο Βοόζ ενεργεί ως εξαγοραστής
Η ένωση του Βοόζ και της Ρουθ ευλογείται με τη γέννηση ενός γιου, του Ωβήδ, που γίνεται ο παππούς του Βασιλιά Δαβίδ
-
-
ΡουθούνιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΘΟΥΝΙΑ
Βλέπε ΜΥΤΗ, ΡΟΥΘΟΥΝΙΑ.
-
-
ΡουμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΜΑ
(Ρουμά) [Ύψωμα· Εξυψωμένος Τόπος].
Ιδιαίτερη πατρίδα της Ζεβουδά (και του πατέρα της του Φεδαΐα), συζύγου του Βασιλιά Ιωσία του Ιούδα και μητέρας του Ιωακείμ. (2Βα 23:34, 36) Η θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ ερ-Ρούμε, το οποίο έχει παρόμοιο όνομα. Σήμερα ονομάζεται Χορβάτ Ρουμά και βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Β της Ναζαρέτ. Ωστόσο, μερικοί συνδέουν τη Ρουμά με τη Βιβλική κωμόπολη Αρουμά, η οποία μνημονεύεται στο εδάφιο Κριτές 9:41 και πιστεύεται ότι βρισκόταν κοντά στη Συχέμ.—Βλέπε ΑΡΟΥΜΑ.
-
-
ΡουμπίνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΜΠΙΝΙ
Πολύτιμο, διαφανές πετράδι με έντονο κόκκινο χρώμα, ποικιλία του κορουνδίου. Αποτελείται από οξείδιο του αργιλίου με μικροσκοπικά ίχνη χρωμίου και οξειδίου του σιδήρου τα οποία του προσδίδουν το κόκκινο χρώμα. Είναι πολύ σπάνιο, ελαφρώς κατώτερο από το διαμάντι σε σκληρότητα, όταν δε η ποιότητά του είναι εξαιρετική και έχει μεγάλο μέγεθος, μπορεί να ξεπερνάει σε αξία ένα ισομέγεθες διαμάντι. Τα χρώματά του κυμαίνονται από το ρόδινο ως το περιζήτητο κερασέρυθρο. Η λέξη «ρουμπίνι», όπως χρησιμοποιείται στη Μετάφραση Νέου Κόσμου, αποτελεί απόδοση δύο εβραϊκών λέξεων (’όδεμ· καδκόδ) που υποδηλώνουν προφανώς και οι δύο ένα λαμπερό κόκκινο ή κατακόκκινο χρώμα.
Η πρώτη πέτρα στην πρώτη σειρά διακοσμητικών λίθων στο «περιστήθιο της κρίσης» του Αρχιερέα Ααρών ήταν ένα ρουμπίνι που είχε σκαλισμένο πάνω του το όνομα μιας από τις 12 φυλές του Ισραήλ. (Εξ 28:2, 15, 17, 21· 39:10) Το «περικάλυμμα» του βασιλιά της Τύρου αποτελούνταν από ρουμπίνι και άλλες πολύτιμες πέτρες. (Ιεζ 28:12, 13) Ο Εδώμ ήταν ο «έμπορος» που έφερνε στην Τύρο πολύτιμα ρουμπίνια. Η εμπορευόμενη Τύρος αντάλλασσε πρόθυμα τα αποθέματά της με αυτά και με άλλα αγαθά. (Ιεζ 27:2, 16) Όταν ο Ιεχωβά, ο συζυγικός Ιδιοκτήτης της Σιών, την παρηγόρησε και περιέγραψε την ανατέλλουσα ωραιότητά της, είπε μεταξύ άλλων: «Θα φτιάξω τις επάλξεις σου από ρουμπίνια και τις πύλες σου από πυρόχρωμες πέτρες».—Ησ 54:5, 6, 11, 12.
-
-
ΡούφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΦΟΣ
(Ρούφος) [Κόκκινος].
1. Γιος του Σίμωνα—ο οποίος εξαναγκάστηκε να βοηθήσει στη μεταφορά του ξύλου βασανισμού του Ιησού—και αδελφός κάποιου που ονομαζόταν Αλέξανδρος.—Μαρ 15:21· Λου 23:26.
2. Κάποιος Χριστιανός στη Ρώμη, “εκλεγμένος σε σχέση με τον Κύριο”, στον οποίο στέλνει χαιρετισμούς ο Παύλος στην επιστολή του. Στοργικά ο Παύλος στέλνει χαιρετισμούς και στη μητέρα του Ρούφου αποκαλώντας την “μητέρα δική του και δική μου”.—Ρω 16:13.
-
-
ΡούχαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΧΑ
Πέρα από τις αναφορές, και κάποιες λίγες περιγραφές, που βρίσκουμε στην Αγία Γραφή για διάφορα είδη ρουχισμού, υπάρχουν ελάχιστες ιστορικές πληροφορίες σχετικά με τα ρούχα που φορούσαν οι Εβραίοι—πολύ λιγότερες από όσες υπάρχουν για τα ρούχα των Αιγυπτίων και των Ασσυρίων. Αυτό συμβαίνει επειδή το έθνος του Ισραήλ δεν ανήγειρε μνημεία ούτε έφτιαχνε εγχάρακτα σχέδια για να εξυμνήσει τους στρατιωτικούς θριάμβους των ηγετών του, με απεικονίσεις Ισραηλιτών από τις οποίες θα μπορούσαμε να πάρουμε μια ιδέα για την ενδυμασία τους. Πολυάριθμα αιγυπτιακά και ασσυριακά πρόστυπα ανάγλυφα, όπως επίσης ανάγλυφα άλλων εθνών, απεικονίζουν τα ρούχα των δικών τους λαών, ενώ αρκετά από αυτά δείχνουν και αιχμαλώτους διαφόρων εθνικοτήτων. Πιστεύεται ότι μερικοί από τους εικονιζόμενους είναι Εβραίοι, αλλά αυτό δεν μπορεί να αποδειχτεί. Ωστόσο, φαίνεται λογικό ότι κάποια από τα ρούχα που φορούν σήμερα οι άνθρωποι στις Βιβλικές χώρες ίσως μοιάζουν κάπως με αυτά που φορούσαν πριν από αιώνες, εφόσον τα ρούχα αυτά εξυπηρετούν τους ίδιους σκοπούς και εφόσον κάποια έθιμα έχουν μείνει αναλλοίωτα εδώ και αιώνες. Από την άλλη πλευρά, τα αρχαιολογικά στοιχεία φαίνεται να δείχνουν ότι οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν στα ρούχα τους περισσότερο χρώμα από ό,τι οι σημερινοί Άραβες Βεδουίνοι. Επιπρόσθετα, τα ρούχα που φορούν οι σημερινοί Εβραίοι και άλλοι σε αυτές τις χώρες έχουν συνήθως επηρεαστεί έντονα από τη θρησκεία και από ελληνικά, ρωμαϊκά και δυτικά ήθη και έθιμα, οπότε στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να έχουμε μόνο μια γενική ιδέα μέσω σύγκρισης.
Υλικά. Το παλιότερο υλικό ένδυσης ήταν το φύλλο συκιάς, εφόσον ο Αδάμ και η Εύα έραψαν φύλλα συκιάς και έφτιαξαν καλύμματα για την οσφύ τους. (Γε 3:7) Αργότερα, ο Ιεχωβά τούς έφτιαξε μακριά ενδύματα από δέρμα. (Γε 3:21) Ο Ηλίας και ο Ελισαιέ χρησιμοποίησαν ένα «τρίχινο ένδυμα» ως «επίσημο ένδυμα» της προφητικής διακονίας τους. Ο Ηλίας φορούσε επίσης δερμάτινη ζώνη. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής είχε παρόμοια ενδυμασία. (2Βα 1:8· 2:13· Εβρ 11:37· Ματ 3:4) Το σάκο, που ήταν συνήθως τρίχινος (Απ 6:12), τον φορούσαν οι πενθούντες. (Εσθ 4:1· Ψλ 69:10, 11· Απ 11:3) Τα υφάσματα ήταν κυρίως λινά και μάλλινα. (Λευ 13:47-59· Παρ 31:13) Οι φτωχοί χρησιμοποιούσαν υποδεέστερα υφάσματα φτιαγμένα από τρίχες κατσικιού και καμήλας, αν και χρησιμοποιούσαν επίσης μαλλί προβάτου. Το λινάρι ήταν πιο ακριβό υλικό. Ίσως να χρησιμοποιούνταν και βαμβάκι. Μόνο σε ένα σημείο στην Αγία Γραφή είναι βέβαιο ότι αναφέρεται το μετάξι, και μάλιστα συγκαταλέγεται στα είδη που εμπορεύεται η Βαβυλώνα η Μεγάλη. (Απ 18:12) Υπήρχαν ενδύματα σε διάφορα χρώματα, πολύχρωμα και ριγωτά, και μερικά ήταν κεντητά. (Κρ 5:30) Η ύφανση γινόταν ποικιλοτρόπως. Ο λευκός λινός χιτώνας του αρχιερέα ήταν υφασμένος «με τετράγωνα σχέδια». (Εξ 28:39) Οι Ισραηλίτες που δεν ήταν ιερείς μπορούσαν να φορούν ένα ένδυμα από λινό και ένα άλλο από μαλλί, αλλά ο νόμος του Θεού τούς απαγόρευε να φορούν ένδυμα από δύο λογιών κλωστές που είχαν αναμειχθεί.—Λευ 19:19· Δευ 22:11· βλέπε ΒΑΦΕΣ, ΒΑΦΙΚΗ· ΥΦΑΣΜΑ.
Ενδύματα. Ο γενικός όρος που χρησιμοποιείται συχνότερα στις Εβραϊκές Γραφές για να υποδηλώσει κάποιο ένδυμα είναι η λέξη μπέγεδ. Χρησιμοποιούνται και άλλοι όροι, μερικές φορές με γενική σημασία, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις προσδιορίζουν επίσης συγκεκριμένα είδη ρουχισμού.
Εσωτερικά ενδύματα. Φαίνεται πως υπήρχε ένα ένδυμα σαν εσώρουχο, ή περισκελίδα, που το φορούσαν κατάσαρκα, επειδή το να μένει κανείς ολόγυμνος θεωρούνταν κάτι το επαίσχυντο. Οι ιερείς απαιτούνταν να φορούν λινές περισκελίδες (εβρ., μιχνασάγιμ) για να αποφύγουν την άσεμνη έκθεση του σώματός τους όταν υπηρετούσαν στο θυσιαστήριο. Οι ειδωλολάτρες ιερείς υπηρετούσαν μερικές φορές γυμνοί, πράγμα που ήταν αηδιαστικό για τον Ιεχωβά.—Εξ 28:42, 43.
Το σαδίν (εβρ.) ήταν ένα εσωτερικό ένδυμα που φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες. (Ησ 3:23) Μερικοί πιστεύουν ότι ένα είδος αυτού του εσωτερικού ενδύματος το τύλιγαν γύρω από το σώμα τους. Μπορεί να το φορούσαν χωρίς εξωτερικά ενδύματα οι εργάτες στα χωράφια ή οι ψαράδες, οι ξυλουργοί, οι πελεκητές ξύλου, οι νεροκουβαλητές, και ούτω καθεξής. Όταν φοριόταν κάτω από άλλα ενδύματα, φαίνεται ότι ήταν σαν πουκαμίσα που έφτανε ως τα γόνατα ή πιο κάτω, είχε μανίκια και φοριόταν με ή χωρίς περίζωμα. Το έφτιαχναν από μαλλί ή λινάρι.
Η λέξη κουττόνεθ του εβραϊκού κειμένου φαίνεται ότι αντιστοιχεί στη λέξη χιτών του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Και οι δύο λέξεις χρησιμοποιούνται ευρύτατα αναφερόμενες σε χιτώνα ή πουκαμίσα που είχε μακριά ή κοντά μανίκια και έφτανε ως το γόνατο ή ως τον αστράγαλο. Ήταν ένδυμα κατάλληλο για τις δραστηριότητες της οικογένειας μέσα στο σπίτι και για οικείους εξωτερικούς χώρους. Σε μερικούς τύπους του κουττόνεθ, ή του χιτῶνος, το ύφασμα μπορεί να ριχνόταν πάνω από τον έναν ώμο, αφήνοντας τον άλλον γυμνό, και ήταν λευκό ή χρωματιστό. Ο μακρύς τύπος του ενδύματος μπορεί να είχε σκισίματα στα πλάγια μέχρι και περίπου 30 εκ. πάνω από τον ποδόγυρο για άνετο βάδισμα. Μερικοί χιτώνες ήταν λινοί, αλλά πιθανότατα οι περισσότεροι ήταν μάλλινοι, ιδίως οι χιτώνες που φορούσαν οι φτωχοί. Και αυτό το ένδυμα επίσης το φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ενώ ο γυναικείος χιτώνας πιθανόν να ήταν μακρύτερος.
Η λέξη κουττόνεθ χρησιμοποιείται για το χιτώνα του αρχιερέα και των υφιερέων. (Εξ 28:39, 40) Αυτή είναι η λέξη που χρησιμοποιείται και για το μακρύ ριγωτό χιτώνα του Ιωσήφ (Γε 37:3), καθώς και για το ριγωτό χιτώνα της Θάμαρ, τον οποίο εκείνη έσκισε νιώθοντας θλίψη και ταπείνωση. (2Σα 13:18) Το εσωτερικό ένδυμα (χιτών) του Ιησού, για το οποίο οι στρατιώτες έριξαν κλήρο, ήταν μονοκόμματο υφαντό ένδυμα χωρίς καμιά ραφή. (Ιωα 19:23, 24) Το κουττόνεθ, ή ο χιτών, μπορούσε να φορεθεί με περίζωμα, όπως το φορούσαν οι ιερείς, ή χωρίς περίζωμα, αλλά το πιθανότερο είναι ότι ως επί το πλείστον χρησιμοποιούνταν περίζωμα. Προφανώς φορούσαν διάφορους τύπους του ενδύματος αυτού, ανάλογα με τις δραστηριότητές τους. Κάποιος που εργαζόταν ή επιδιδόταν σε χειρωνακτική δραστηριότητα θα φορούσε λογικά πιο κοντό τύπο του ενδύματος, για μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων. Το παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Ιούδας στο εδάφιο 23 είναι κατάλληλο, διότι ο χιτών φοριόταν κατάσαρκα.
Εξωτερικά ενδύματα. Το με‛ίλ, ένα αμάνικο πανωφόρι που συνήθως ήταν ανοιχτό μπροστά, φοριόταν πάνω από το κουττόνεθ, δηλαδή τον λευκό λινό χιτώνα του αρχιερέα. (Λευ 8:7) Το με‛ίλ, όμως, δεν φοριόταν αποκλειστικά από τους ιερείς, αλλά ήταν διαδεδομένο είδος ρουχισμού. Ο Σαμουήλ, ο Σαούλ, ο Δαβίδ, καθώς επίσης ο Ιώβ και οι τρεις φίλοι του είναι μερικά άτομα για τα οποία αναφέρεται ότι φορούσαν αμάνικο πανωφόρι. (1Σα 2:19· 15:27· 18:4· 24:4· 1Χρ 15:27· Ιωβ 1:20· 2:12) Στην κάθε περίπτωση γίνεται σαφές ότι πρόκειται για εξωτερικό ή δευτερεύον ένδυμα που το φορούσαν πάνω από κάποιο άλλο. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αποδίδει μερικές φορές τη λέξη με‛ίλ με τις λέξεις στολή και ἱμάτιον, που υποδηλώνουν και οι δύο κάποιο εξωτερικό ένδυμα. Αυτό το ρούχο ήταν συνήθως μακρύτερο από το κουττόνεθ. Το σαλμάχ (εβρ.) μπορεί να ήταν και αυτό ένα είδος εξωτερικού ενδύματος.
Η στολή, όπως αναφέρεται στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, ήταν ένα επιβλητικό ρούχο που έφτανε μέχρι κάτω στα πόδια. Ο Ιησούς επέκρινε τους γραμματείς επειδή τους άρεσε να κυκλοφορούν με τέτοιες στολές σε δημόσιους χώρους για να τραβούν την προσοχή και να εντυπωσιάζουν τους ανθρώπους με τη σπουδαιότητά τους. (Λου 20:46) Ο άγγελος στο μνήμα του Ιησού φορούσε αυτό το είδος ενδύματος. (Μαρ 16:5) Με τέτοια στολή, «την καλύτερη», έντυσαν τον άσωτο γιο όταν επέστρεψε. (Λου 15:22) Οι δε υπηρέτες του Θεού στο όραμα του Ιωάννη, οι οποίοι έχουν υποστεί μαρτυρικό θάνατο, είναι ντυμένοι με «στολή» (Απ 6:11), όπως είναι και τα μέλη του “μεγάλου πλήθους”.—Απ 7:9, 13, 14.
Η λέξη ἐσθής του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφερόταν συνήθως σε ένα ρούχο ή ένδυμα που ήταν πολυποίκιλτο, λαμπρό. Κάποιοι άγγελοι εμφανίστηκαν με τέτοια ενδυμασία. (Λου 24:4· βλέπε επίσης Ιακ 2:2, 3.) Ο Ηρώδης έντυσε τον Ιησού με τέτοιο ρούχο για να τον εμπαίξει. (Λου 23:11) Αφού ο Ιησούς μαστιγώθηκε κατ’ εντολήν του Πιλάτου, οι στρατιώτες τον έντυσαν με κατακόκκινο μανδύα (χλαμύς, Κείμενο) (Ματ 27:28, 31), ή ἱμάτιον. (Ιωα 19:2, 5) Προφανώς επρόκειτο για μανδύα ή ρούχο που φορούσαν οι βασιλιάδες, οι δικαστές, οι αξιωματικοί, και ούτω καθεξής.
Το σιμλάχ (εβρ.), ο «μανδύας», ήταν το πιο εξωτερικό ένδυμα που φορούσε η πλειονότητα. Ήταν επίσης το μεγαλύτερο και το βαρύτερο, φτιαγμένο από μαλλί, λινάρι ή τρίχες κατσικιού, ενίοτε δε ίσως και από δέρμα προβάτου ή κατσικιού. Ο μανδύας ήταν συνήθως το ένδυμα που έσκιζαν για να εκδηλώσουν θλίψη. (Γε 37:34· 44:13· Ιη 7:6) Φαίνεται πως επρόκειτο για ένα μεγάλο ορθογώνιο κομμάτι ύφασμα, που το τοποθετούσαν ως επί το πλείστον πάνω στον αριστερό ώμο, το περνούσαν πίσω από την πλάτη και κάτω από το δεξί χέρι, το τραβούσαν διαγωνίως πάνω από το στήθος και το έριχναν ξανά στην πλάτη πάνω από τον αριστερό ώμο, αφήνοντας το δεξί χέρι ελεύθερο. Όταν ο καιρός ήταν άσχημος, το τύλιγαν πιο σφιχτά γύρω από το σώμα, πάνω και από τα δύο χέρια, καλύπτοντας ακόμη και το κεφάλι. Μερικές φορές είχε τη μορφή μεγάλου τετράγωνου υφάσματος με σχισμές για τα χέρια. Ο μανδύας, που από κάποιες απόψεις έμοιαζε με το δικό μας σάλι, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως κάλυμμα (Γε 9:23), ως κλινοσκέπασμα (Εξ 22:27· Δευ 22:17) και ως περιτύλιγμα.—Εξ 12:34· Κρ 8:25· 1Σα 21:9.
Το σιμλάχ το φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ενώ το γυναικείο διέφερε από το αντρικό, ίσως στο μέγεθος, στο χρώμα και στο στολισμό—για παράδειγμα, μπορούσε να είναι κεντημένο. Ο Θεός έδωσε την εντολή να μη φοράει γυναίκα αντρικό ρούχο ούτε άντρας γυναικείο μανδύα. Αυτή η εντολή προφανώς δόθηκε για να αποτραπούν οι σεξουαλικές διαστροφές.—Δευ 22:5.
Ο φτωχός μπορεί να είχε μόνο έναν μανδύα, αλλά οι εύποροι είχαν αρκετές αλλαξιές. (Εξ 22:27· Δευ 10:18· Γε 45:22) Επειδή ο μανδύας ήταν το σκέπασμα του φτωχού τις κρύες νύχτες, απαγορευόταν να πάρουν το ένδυμα μιας χήρας ως ενέχυρο ή να κρατήσουν το ένδυμα ενός φτωχού τη νύχτα, απαγόρευση που αφορούσε κυρίως το μανδύα.—Δευ 24:13, 17.
Η λέξη ἱμάτιον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «εξωτερικό ένδυμα», πιθανότατα αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό με το μανδύα (σιμλάχ) των Εβραϊκών Γραφών. Σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται πως ήταν ένας χαλαρός χιτώνας, αλλά συχνότερα επρόκειτο για ορθογώνιο κομμάτι υφάσματος. Μπορούσαν να το φορέσουν και να το βγάλουν εύκολα. Συνήθως το έβγαζαν όταν είχαν να κάνουν μια δουλειά κάπου κοντά. (Ματ 24:18· Μαρ 10:50· Ιωα 13:4· Πρ 7:58) Ο Ιησούς μίλησε για αυτό το είδος ρουχισμού όταν είπε: «Σε εκείνον που παίρνει το εξωτερικό σου ένδυμα [ἱμάτιον] μην αρνηθείς να δώσεις ακόμη και το εσωτερικό ένδυμα [χιτῶνα]». (Λου 6:29) Ο Ιησούς ίσως αναφέρεται εδώ σε βίαιη ή παράνομη αφαίρεση ενδυμάτων, οπότε είναι φυσικό να αποσπάται πρώτο το εξωτερικό ένδυμα. Στο εδάφιο Ματθαίος 5:40, αντιστρέφει τη σειρά. Εκεί κάνει λόγο για νομικές διαδικασίες, κατά τις οποίες οι δικαστές μπορεί να επιδίκαζαν στον ενάγοντα πρώτα το χιτῶνα, το εσωτερικό ένδυμα, το οποίο είχε μικρότερη αξία.
Οι λέξεις ἱμάτιον και χιτών μπορεί κάποιες φορές να χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά για να δηλώσουν ένα «ένδυμα», όπως φαίνεται από τις αφηγήσεις του Ματθαίου και του Μάρκου για τη δίκη του Ιησού. Ο αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του για να εκφράσει έντονα τη φρίκη και την αγανάκτηση που προσποιούνταν ευσεβοφανώς ότι ένιωθε. Ο Ματθαίος χρησιμοποιεί εδώ τη λέξη ἱμάτιον, ενώ ο Μάρκος χρησιμοποιεί τη λέξη χιτών. (Ματ 26:65· Μαρ 14:63) Ή πιθανόν μέσα στη μανία του να έσκισε πρώτα το ένα ρούχο και μετά το άλλο.
Ο φελόνης που ο Παύλος ζήτησε από τον Τιμόθεο να του φέρει στη φυλακή ήταν πιθανώς ένας μανδύας που φορούσαν οι ταξιδιώτες για να προστατεύονται από το κρύο ή τις θύελλες. Δεν ήταν θρησκευτικό ή εκκλησιαστικό άμφιο.—2Τι 4:13.
Το ’αντέρεθ (εβρ.) ήταν το επίσημο ένδυμα ατόμων όπως οι προφήτες ή οι βασιλιάδες. (2Βα 2:8· Ιων 3:6) Το επίσημο ένδυμα του προφήτη ήταν πιθανότατα φτιαγμένο από τρίχες καμήλας ή κατσικιού. (2Βα 1:8· Ματ 3:4· Μαρ 1:6· παράβαλε Γε 25:25.) Ο Ηλίας διόρισε τον Ελισαιέ διάδοχό του ρίχνοντας πάνω του το επίσημο ένδυμά του, ο δε Ελισαιέ μάζεψε αυτό το ένδυμα όταν ο Ηλίας αναλήφθηκε στους ουρανούς μέσα σε ανεμοθύελλα. (1Βα 19:19· 2Βα 2:13) Το ένδυμα που πήρε ο Αχάν από την “αφιερωμένη” πόλη της Ιεριχώς, παραβιάζοντας την εντολή του Ιεχωβά, ήταν ένα επίσημο ένδυμα από τη Σεναάρ.—Ιη 7:1, 21.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η λέξη ἔνδυμα χρησιμοποιείται αναφορικά με ένδυμα γάμου (Ματ 22:11, 12), με τα ρούχα του αγγέλου στο μνήμα του Ιησού (Ματ 28:3), με την ενδυμασία από τρίχες καμήλας του Ιωάννη του Βαφτιστή και γενικά για είδη ρουχισμού.—Ματ 3:4· 6:25, 28· Λου 12:23.
Καλύμματα για το κεφάλι. Για το «κάλυμμα του κεφαλιού» της γυναίκας, το οποίο αναφέρει ο απόστολος Παύλος ως σύμβολο της υποταγής της στην ηγεσία, το πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη περιβόλαιον, κάτι που ρίχνει κάποιος γύρω του, κάτι με το οποίο τυλίγεται. (1Κο 11:15) Αυτό διαφέρει από το «κάλυμμα» (εβρ. κείμενο, μασβέχ· ελλ. κείμενο, κάλυμμα) το οποίο φορούσε ο Μωυσής στο πρόσωπό του όταν εκείνο έλαμπε τόσο ώστε οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να το κοιτάξουν. (Εξ 34:33-35· 2Κο 3:13) Η Ρεβέκκα φόρεσε μια μαντίλα όταν συνάντησε τον Ισαάκ, το μνηστήρα της, για να δηλώσει την υποταγή της. (Γε 24:65) Η εβραϊκή λέξη τσα‛ίφ, η οποία χρησιμοποιείται εδώ, μεταφράζεται «σάλι» (ΜΝΚ) και «πέπλο» (RS, ΛΧ, ΜΠΚ) στα εδάφια Γένεση 38:14, 19.
Περίζωμα, ζώνη ή ζωνάρι. Συνήθως φορούσαν περίζωμα πάνω από τα εσωτερικά ή τα εξωτερικά ενδύματα. Όταν κάποιος ασχολούνταν με χειρωνακτική δραστηριότητα ή εργασία, “έζωνε την οσφύ του” με ζωνάρι, συνήθως μαζεύοντας τις άκρες του ενδύματος ανάμεσα στα πόδια του και περνώντας τες κάτω από το ζωνάρι ώστε να έχει ελευθερία κινήσεων. (1Βα 18:46· 2Βα 4:29· 9:1) Ο αρχιερέας φορούσε υφαντό περίζωμα πάνω από το λινό χιτώνα του, και όταν έβαζε το εφόδ, φορούσε και ένα ζωνάρι από το ίδιο υλικό για να συγκρατεί το μπρος και το πίσω μέρος του όμοιου με ποδιά εφόδ κοντά στη μέση. (Εξ 28:4, 8, 39· 39:29) Η ζώνη ή το ζωνάρι αποτελούσε δημοφιλές στοιχείο του ρουχισμού επειδή πρόσφερε την επιπρόσθετη δυνατότητα να βάζουν εκεί τη θήκη του ξιφίδιου ή του σπαθιού, τα χρήματα, το μελανοδοχείο του γραμματέα, και ούτω καθεξής.—Κρ 3:16· 2Σα 20:8· Ιεζ 9:3.
Εφόσον αυτοί που ασχολούνταν με κάποια μορφή εργασίας, καθώς και οι υπηρέτες ή οι δούλοι, φορούσαν περίζωμα ή ζωνάρι, αυτό κατέληξε να συμβολίζει την υπηρεσία ή κάποιον που διακονεί άλλους. Η φράση του Ιησού «η οσφύς σας να είναι περιζωσμένη» περιγράφει μεταφορικά την ετοιμότητα που πρέπει να έχουν οι υπηρέτες του Θεού για πνευματική δραστηριότητα. (Λου 12:35) Ο Ιησούς έβαλε στην άκρη τα εξωτερικά του ενδύματα και περιζώστηκε με μια πετσέτα. Κατόπιν διακόνησε τους αποστόλους πλένοντας τα πόδια τους, και έτσι τους δίδαξε με το παράδειγμά του να υπηρετούν τους αδελφούς τους. Οι άγγελοι που είδε ο Ιωάννης σε όραμα είχαν χρυσές ζώνες, κάτι που συμβολίζει εξαιρετικά πολύτιμη υπηρεσία.—Ιωα 13:1-16· Απ 15:6.
Τόσο ο Ηλίας όσο και ο Ιωάννης ο Βαφτιστής φορούσαν «ζώνη (εβρ. κείμενο, ’εζώρ· ελλ. κείμενο, ζώνη)» από δέρμα ζωσμένη στην οσφύ τους.—2Βα 1:8· Ματ 3:4.
Κρόσσια και φούντες. Ο Θεός διέταξε τους Ισραηλίτες να φτιάχνουν κρόσσια στο κάτω μέρος των ενδυμάτων τους, με ένα μπλε κορδόνι πάνω από τα κρόσσια. Αυτό φαίνεται πως αποτελούσε αποκλειστικό χαρακτηριστικό της ισραηλιτικής ενδυμασίας και παρείχε οπτική υπενθύμιση του ότι ήταν ξεχωρισμένοι ως λαός άγιος για τον Ιεχωβά. Θα τους βοηθούσε να θυμούνται ότι έπρεπε να υπακούν στις εντολές του Ιεχωβά. (Αρ 15:38-41) Επίσης έπρεπε να βάλουν φούντες στις τέσσερις άκρες των ρούχων τους, κάτι που πιθανώς εννοούσε τις τέσσερις γωνίες του μανδύα. (Δευ 22:12) Το μπλε αμάνικο πανωφόρι του αρχιερέα είχε στην άκρη του εναλλάξ χρυσά κουδούνια και ρόδια από ύφασμα.—Εξ 28:33, 34.
Περόνες. Όπου ένα ρούχο ή περίζωμα χρειαζόταν στερέωμα, οι Εβραίοι ίσως χρησιμοποιούσαν περόνες. Δείγματα που βρέθηκαν στη Μέση Ανατολή είναι αιχμηρά από τη μια μεριά και είχαν τρύπα σαν της βελόνας στη μέση, όπου έδεναν ένα κορδόνι. Για να στερεώσουν το ρούχο, έβαζαν την περόνη μέσα σε αυτό και μετά τύλιγαν το κορδόνι γύρω από τις άκρες της που προεξείχαν. Φαίνεται ότι περίπου το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ. εισάχθηκε στον αρχαίο Ισραήλ μια μορφή περόνης ασφαλείας που έμοιαζε κάπως με τη σημερινή παραμάνα.
Σωστή και Εσφαλμένη Άποψη για το Ντύσιμο. Στο λαό του Ιεχωβά δίνεται η εντολή να μην ανησυχεί υπερβολικά για το αν θα έχει αρκετά ρούχα. (Ματ 6:25-32) Η Χριστιανή γυναίκα προειδοποιείται να μην επιδιώκει εμφάνιση ή ντύσιμο που είναι ακριβό και επιδεικτικό, αλλά απεναντίας να φροντίζει ώστε το ντύσιμό της να είναι σεμνό και συνάμα περιποιημένο, ώστε να δείχνει σωφροσύνη. Θα πρέπει, συνεπώς, να προσέχει το ντύσιμό της αλλά να δίνει το μεγαλύτερο βάρος στην ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος. (1Τι 2:9· 1Πε 3:3-5) Βέβαια ο σοφός Παροιμιαστής, περιγράφοντας την καλή σύζυγο, λέει ότι αυτή φροντίζει να είναι η οικογένειά της καλοντυμένη, καθώς εργάζεται φιλόπονα φτιάχνοντας ρούχα με τα χέρια της.—Παρ 31:13, 21, 24.
Από την άλλη πλευρά, πολλές γυναίκες των Βιβλικών χρόνων χρησιμοποιούσαν την ενδυμασία τους ως μέσο για να πετύχουν τους ιδιοτελείς στόχους τους. Οι γυναίκες των ειδωλολατρικών πόλεων, όταν η πόλη τους κινδύνευε να καταληφθεί από τους εχθρούς, είχαν τη συνήθεια να φορούν τα καλύτερά τους ρούχα ώστε να ελκύσουν στρατιώτες για να τις πάρουν ως συζύγους. Στην περίπτωση, όμως, που ένας Ισραηλίτης στρατιώτης έπαιρνε μια αιχμάλωτη, αυτή έπρεπε να πάψει να χρησιμοποιεί τα δικά της ενδύματα, μερικά από τα οποία ίσως συνδέονταν με την ειδωλολατρική θρησκεία, για να μπορέσει εκείνος να την παντρευτεί.—Δευ 21:10-13.
Όταν ο Ισραήλ είχε πια βυθιστεί σε πολλές ειδωλολατρικές και ανήθικες συνήθειες, ο Ιεχωβά καταδίκασε τις γυναίκες του έθνους που, γεμάτες υπεροψία, ντύνονταν και στολίζονταν για να προσελκύσουν άντρες, ακόμη και αλλοεθνείς, και καλλωπίζονταν με τα κοσμήματα της ψεύτικης θρησκείας.—Ησ 3:16-23· παράβαλε Παρ 7:10.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιεχωβά, περιγράφοντας την Ιερουσαλήμ, λέει μεταφορικά ότι κάποτε την είχε ντύσει με όμορφα ενδύματα. Εκείνη όμως εμπιστεύτηκε στην ομορφιά της και σύναψε σχέσεις με τα ειδωλολατρικά έθνη, καθώς στολιζόταν για να είναι ελκυστική, όπως κάνει μια πόρνη.—Ιεζ 16:10-14· βλέπε επίσης Ιεζ 23:26, 27· Ιερ 4:30, 31.
Η ενδυμασία χρησιμοποιείται συμβολικά σε πολλές περικοπές της Αγίας Γραφής. Ο Ιεχωβά απεικονίζει τον εαυτό του ντυμένο με αξιοπρέπεια, λαμπρότητα, εξοχότητα, φως, δικαιοσύνη, ζήλο και εκδίκηση. (Ψλ 93:1· 104:1, 2· Ησ 59:17) Αναφέρεται ότι ντύνει το λαό του με ενδύματα δικαιοσύνης και σωτηρίας. (Ψλ 132:9· Ησ 61:10) Οι εχθροί του θα ντυθούν ντροπή και ταπείνωση. (Ψλ 35:26) Ο Παύλος δίνει στους Χριστιανούς την εντολή να βγάλουν από πάνω τους την παλιά προσωπικότητα και να ντυθούν τη νέα προσωπικότητα, η οποία έχει χαρακτηριστικά όπως η τρυφερή στοργή της συμπόνιας, η καλοσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η μακροθυμία και, ειδικά, η αγάπη.—Κολ 3:9-14.
Γίνονται πολλές άλλες συμβολικές αναφορές στην ενδυμασία. Όπως ακριβώς μια στολή ή μια ειδική ενδυμασία προσδιορίζει κάποιον ως μέλος συγκεκριμένης οργάνωσης ή ως υποστηρικτή συγκεκριμένου κινήματος, έτσι και η ενδυμασία, όπως χρησιμοποιείται συμβολικά στη Γραφή, υποδηλώνει την ταυτότητα ενός ατόμου με βάση τη στάση που τηρεί και τις ενέργειές του σε αρμονία με αυτήν, όπως στην περίπτωση της παραβολής του Ιησού για το ένδυμα γάμου. (Ματ 22:11, 12· βλέπε ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΕΦΑΛΙΟΥ· ΣΑΝΔΑΛΙ.) Στα εδάφια Αποκάλυψη 16:14, 15, ο Κύριος Ιησούς Χριστός προειδοποιεί να μην αποκοιμηθούμε πνευματικά και απογυμνωθούμε από την ταυτότητά μας ως πιστών μαρτύρων του αληθινού Θεού. Αυτό θα μπορούσε να είναι ολέθριο στα πρόθυρα του “πολέμου της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”.
Βλέπε επίσης ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΡΟΥΧΩΝ.
[Εικόνα στη σελίδα 845]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο.)
Είδη ρουχισμού των Ισραηλιτών
Σιμλάχ
Με‘ίλ
Κουττόνεθ
-
-
ΡωμαίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΑΙΟΣ
Αρχικά, και με την αυστηρή έννοια του όρου, «Ρωμαίος» ονομαζόταν ο κάτοικος της Ρώμης. (Πρ 2:10· Ρω 1:7) Με την επέκταση της αυτοκρατορίας, το όνομα προσέλαβε ευρύτερες έννοιες. Μερικές φορές ο όρος «οι Ρωμαίοι» αναφερόταν στην αυτοκρατορική εξουσία που ασκούσε τη διακυβέρνηση, ενώ με τον όρο «ρωμαϊκή διαδικασία» εννοούνταν οι μέθοδοι διακυβέρνησης τις οποίες εφάρμοζε αυτή η εξουσία. (Ιωα 11:48· Πρ 25:16· 28:17) Άλλες φορές ο όρος «Ρωμαίος» εννοούσε απλώς οποιονδήποτε είχε ρωμαϊκή υπηκοότητα, ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή τον τόπο γέννησής του.—Πρ 16:21.
Στην τελευταία περίπτωση, κάποιος μπορούσε να γίνει Ρωμαίος αγοράζοντας την υπηκοότητα, όπως έκανε ο στρατιωτικός διοικητής Κλαύδιος Λυσίας. Ή κάποιος μπορούσε να γεννηθεί Ρωμαίος, δηλαδή να είναι Ρωμαίος πολίτης από τη γέννησή του. Αυτό ίσχυε στην περίπτωση του αποστόλου Παύλου διότι αυτός, αν και Ιουδαίος στην εθνικότητα και γεννημένος στην Ταρσό της Κιλικίας, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ιταλία, ήταν Ρωμαίος από τη γέννησή του.—Πρ 21:39· 22:3, 25-28· 23:26, 27· βλέπε ΠΟΛΙΤΗΣ, ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ.
Ο Ρωμαίος πολίτης απολάμβανε πολλά προνόμια και ήταν προστατευμένος από πολλές απόψεις. Μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας το 168 Π.Κ.Χ., οι Ρωμαίοι πολίτες ως επί το πλείστον απαλλάσσονταν από την καταβολή φόρων. Οι νόμοι Lex Valeria και Lex Porcia, οι οποίοι θεσπίστηκαν σε κάποιες χρονολογίες μεταξύ του 509 και του 195 Π.Κ.Χ., εξαιρούσαν τους Ρωμαίους πολίτες από τη μαστίγωση. Ο νόμος Lex Valeria προέβλεπε αυτή την εξαίρεση όταν ο πολίτης προσέφευγε στη συνέλευση του λαού, ενώ ο νόμος Lex Porcia χωρίς την ύπαρξη προσφυγής. Μεταγενέστερα, η προσφυγή γινόταν με απευθείας επίκληση του αυτοκράτορα. Αν περιλαμβάνονταν ορισμένα αδικήματα που επέσυραν το θάνατο, οι πολίτες μπορούσαν να ζητήσουν να σταλούν στη Ρώμη ώστε να δικαστούν εκεί ενώπιον του ίδιου του αυτοκράτορα. (Πρ 25:11, 12) Το να παραβιάσει κανείς τον Βαλέριο ή τον Πόρκιο νόμο ήταν κάτι πολύ σοβαρό, όπως καταδείχτηκε δύο φορές σε σχέση με τον Παύλο.—Πρ 16:37-40· 22:25-29.
-
-
Ρωμαίους (Επιστολή)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΑΙΟΥΣ (ΕΠΙΣΤΟΛΗ)
Βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών το οποίο έγραψε ο απόστολος Παύλος προς τους Χριστιανούς της Ρώμης. Το γεγονός ότι ο Παύλος είναι ο συγγραφέας της επιστολής δεν αμφισβητήθηκε ποτέ σοβαρά, η δε αυθεντικότητα του βιβλίου ως μέρους του ιερού κανόνα έχει αναγνωριστεί από όλους σχεδόν τους λογίους της Αγίας Γραφής, εκτός από μερικούς οι οποίοι δεν μπορούσαν να το συνταιριάξουν με τα δικά τους δογματικά πιστεύω. Στην πραγματικότητα, η επιστολή βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις υπόλοιπες θεόπνευστες Γραφές. Μάλιστα ο Παύλος παραθέτει συχνότατα από τις Εβραϊκές Γραφές και κάνει πολυάριθμες άλλες αναφορές σε αυτές, έτσι ώστε μπορεί κάλλιστα να λεχθεί ότι η επιστολή αυτή βασίζεται ακράδαντα στις Εβραϊκές Γραφές και στις διδασκαλίες του Χριστού.
Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Η επιστολή γράφτηκε περίπου το 56 Κ.Χ. από την Κόρινθο. Γραμματέας του Παύλου υπήρξε προφανώς ο Τέρτιος, ο οποίος έγραψε την επιστολή καθ’ υπαγόρευσή του. (Ρω 16:22) Η επιστολή πιθανόν να μεταφέρθηκε από τη Φοίβη, που ζούσε στις Κεγχρεές, το επίνειο της Κορίνθου το οποίο απείχε από την πόλη περίπου 11 χλμ. (Ρω 16:1) Ο Παύλος δεν είχε πάει ακόμη στη Ρώμη, όπως προκύπτει από τα λόγια του στο πρώτο κεφάλαιο, εδάφια 9 ως 15.
Η Ίδρυση της Εκκλησίας στη Ρώμη. Την εκκλησία ίσως ίδρυσαν κάποιοι Ιουδαίοι και προσήλυτοι από τη Ρώμη οι οποίοι είχαν πάει στην Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., είχαν παραστεί μάρτυρες της θαυματουργικής έκχυσης του αγίου πνεύματος και είχαν ακούσει την ομιλία του Πέτρου και των άλλων Χριστιανών που ήταν συγκεντρωμένοι εκεί. (Πρ 2) Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, τα καλά νέα για τον Χριστό μπορεί να τα μετέφεραν στη Ρώμη άτομα που μεταστράφηκαν στη Χριστιανοσύνη αργότερα, δεδομένου ότι, εφόσον αυτή η μεγάλη πόλη ήταν το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με την πάροδο του χρόνου εγκαταστάθηκαν πολλοί σε αυτήν, ενώ την επισκέπτονταν επίσης πολλοί ταξιδιώτες και επιχειρηματίες. Ο Παύλος στέλνει με σεβασμό χαιρετισμούς στον Ανδρόνικο και στον Ιουνία, τους «συγγενείς και συνδεσμώτες» του, οι οποίοι ήταν «διακεκριμένοι ανάμεσα στους αποστόλους» και υπηρετούσαν τον Χριστό μεγαλύτερο διάστημα από εκείνον. Αυτοί οι άντρες μπορεί κάλλιστα να είχαν συμβάλει στην ίδρυση της Χριστιανικής εκκλησίας στη Ρώμη. (Ρω 16:7) Όταν έγραψε ο Παύλος, η εκκλησία υπήρχε προφανώς για αρκετό διάστημα και ήταν τόσο δραστήρια ώστε η πίστη της συζητιόταν σε ολόκληρο τον κόσμο.—Ρω 1:8.
Σκοπός της Επιστολής. Από την ανάγνωση της επιστολής γίνεται φανερό ότι απευθύνεται σε Χριστιανική εκκλησία αποτελούμενη τόσο από Ιουδαίους όσο και από Εθνικούς. Τότε υπήρχαν πολλοί Ιουδαίοι στη Ρώμη—είχαν επιστρέψει μετά το θάνατο του Αυτοκράτορα Κλαύδιου ο οποίος τους είχε εκτοπίσει πρωτύτερα. Μολονότι ο Παύλος δεν είχε πάει στη Ρώμη ώστε να ξέρει από πρώτο χέρι τα προβλήματα της εκκλησίας, ίσως είχε πληροφορηθεί την κατάσταση της εκκλησίας και τα ζητήματα που την απασχολούσαν από τους καλούς του φίλους και συνεργάτες, την Πρίσκιλλα και τον Ακύλα, πιθανώς δε και από άλλους γνωστούς του. Οι χαιρετισμοί του στο κεφάλαιο 16 υποδηλώνουν ότι γνώριζε πολλά μέλη της εκκλησίας προσωπικά.
Στις επιστολές του, ο Παύλος πραγματεύτηκε συγκεκριμένα προβλήματα και ασχολήθηκε με ζητήματα που θεωρούσε πάρα πολύ ζωτικά για εκείνους στους οποίους έγραφε. Όσον αφορά την εναντίωση των Ιουδαίων, είχε ήδη γράψει προς τις εκκλησίες της Γαλατίας μια επιστολή αντίκρουσης, αλλά εκείνη η επιστολή ασχολούνταν ειδικότερα με τις προσπάθειες κάποιων Ιουδαίων που πρέσβευαν ότι ήταν Χριστιανοί, ενώ στην πραγματικότητα ήταν «Ιουδαΐζοντες», και επέμεναν ότι οι Εθνικοί που είχαν μεταστραφεί στη Χριστιανοσύνη ήταν υποχρεωμένοι να περιτέμνονται και να τηρούν διάφορες άλλες διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου. Στην εκκλησία της Ρώμης δεν φαίνεται να υπήρχε τέτοια συντονισμένη προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά προφανώς υπήρχε ζήλια και αισθήματα ανωτερότητας από την πλευρά τόσο των Ιουδαίων όσο και των Εθνικών.
Επομένως, δεν επρόκειτο απλώς για επιστολή γενικού χαρακτήρα, που γράφτηκε προς την εκκλησία της Ρώμης χωρίς συγκεκριμένο για αυτήν σκοπό, όπως υποθέτουν κάποιοι, αλλά ήταν προφανώς μια επιστολή που πραγματευόταν τις ανάγκες της εκκλησίας υπό τις δεδομένες συνθήκες. Η εκκλησία της Ρώμης ήταν σε θέση να συλλάβει την πλήρη σημασία και ισχύ των συμβουλών του αποστόλου, επειδή χωρίς αμφιβολία ταλανιζόταν από αυτά ακριβώς τα ερωτήματα στα οποία εκείνος έδινε απάντηση. Είναι ολοφάνερο ότι σκοπός του ήταν να γεφυρώσει τις διαφορές απόψεων μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών Χριστιανών και να τους φέρει σε πλήρη ενότητα σαν έναν άνθρωπο ως προς τον Χριστό Ιησού. Ωστόσο, γράφοντας με το συγκεκριμένο τρόπο, ο Παύλος διαφωτίζει και εμπλουτίζει τη δική μας διάνοια όσον αφορά τη γνώση του Θεού και μεγαλύνει τη δικαιοσύνη και την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού, καθώς και τη θέση του Χριστού ως προς τη Χριστιανική εκκλησία και όλη την ανθρωπότητα.
Θέρμη και Εγκαρδιότητα. Σχολιάζοντας την αυθεντικότητα της επιστολής προς τους Ρωμαίους, ο Δρ Γουίλιαμ Πέιλι, Άγγλος λόγιος της Αγίας Γραφής, είπε: «Σε ένα πραγματικό σύγγραμμα του Αγ. Παύλου απευθυνόμενο σε πραγματικούς ανθρώπους που είχαν μεταστραφεί, αυτό θα ήταν το λογικό προϊόν της αγωνίας του να τους πείσει να υιοθετήσουν το δικό του τρόπο σκέψης. Αλλά στον τρόπο τον οποίο χρησιμοποιεί υπάρχει θέρμη και προσωπικότητα, αν μπορώ να την αποκαλέσω έτσι, τέτοια που νομίζω ότι ένα ψυχρό πλαστογράφημα δεν θα είχε γεννήσει ούτε θα είχε τροφοδοτήσει».—Παυλιαναί Ώραι (Horæ Paulinæ), 1790, σ. 50.
Ο Παύλος περιέγραψε με μεγάλη ευθύτητα και αμεσότητα τη θέση των Ιουδαίων και έδειξε ότι Ιουδαίοι και Εθνικοί βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ενώπιον του Θεού. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να πει κάποια πράγματα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν προσβλητικά από τους Ιουδαίους. Αλλά η αγάπη του Παύλου για τους συμπατριώτες του και η εγκαρδιότητά του προς αυτούς φαίνονται στη λεπτότητα με την οποία χειρίστηκε αυτά τα ζητήματα. Όταν έλεγε πράγματα που ίσως ακούγονταν υποτιμητικά για το Νόμο ή για τους Ιουδαίους, μετά έκανε μια διακριτική δήλωση που άμβλυνε τις εντυπώσεις.
Για παράδειγμα, όταν είπε: «Ιουδαίος δεν είναι εκείνος που είναι εξωτερικά Ιουδαίος ούτε είναι περιτομή εκείνη που είναι εξωτερικά περιτομή, στη σάρκα», πρόσθεσε: «Ποια είναι, λοιπόν, η ανωτερότητα του Ιουδαίου ή ποιο είναι το όφελος της περιτομής; Μεγάλο με κάθε τρόπο. Πρώτα από όλα, επειδή σε αυτούς ήταν εμπιστευμένες οι ιερές εξαγγελίες του Θεού». (Ρω 2:28 3:1, 2) Αφού είπε: «Ο άνθρωπος ανακηρύσσεται δίκαιος μέσω πίστης χωρίς έργα νόμου», συνέχισε γρήγορα: «Μήπως, λοιπόν, καταργούμε νόμο μέσω της πίστης μας; Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Απεναντίας, εδραιώνουμε νόμο». (3:28, 31) Μετά τη δήλωσή του: «Αλλά τώρα έχουμε απαλλαχτεί από το Νόμο», ρώτησε: «Είναι ο Νόμος αμαρτία; Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Στην πραγματικότητα, δεν θα είχα γνωρίσει την αμαρτία αν δεν υπήρχε ο Νόμος». (7:6, 7) Και στο 9ο κεφάλαιο, εδάφια 1 ως 3, διατύπωσε την εντονότερη δυνατή έκφραση στοργής για τους σαρκικούς αδελφούς του, τους Ιουδαίους: «Λέω την αλήθεια σύμφωνα με τον Χριστό· δεν λέω ψέματα, αφού η συνείδησή μου δίνει μαρτυρία μαζί με εμένα σύμφωνα με άγιο πνεύμα, ότι έχω μεγάλη λύπη και ακατάπαυστο πόνο στην καρδιά μου. Διότι θα ευχόμουν να ήμουν εγώ ο ίδιος αποχωρισμένος από τον Χριστό ως ο καταραμένος, για χάρη των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα».—Παράβαλε επίσης Ρω 9:30-32 με 10:1, 2· και 10:20, 21 με 11:1-4.
Συνεπώς, μελετώντας την επιστολή διαπιστώνουμε ότι δεν πρόκειται για ανούσια ή άσκοπη συζήτηση αλλά για ομιλία με σκοπό και θέμα, και ότι κανένα τμήμα της δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητό χωρίς μελέτη όλης της επιστολής και χωρίς γνώση του σκοπού της. Ο Παύλος τονίζει την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού μέσω του Χριστού και επισημαίνει ότι μόνο με αυτή την παρ’ αξία καλοσύνη από την πλευρά του Θεού, μαζί με πίστη από την πλευρά του πιστού, ανακηρύσσονται δίκαιοι οι άνθρωποι. Σημειώνει ότι ούτε ο Ιουδαίος ούτε ο Εθνικός έχει βάση για να καυχιέται ή για να υψώνει τον εαυτό του πάνω από τον άλλον. Προειδοποιεί αυστηρά τους Εθνικούς Χριστιανούς να μην υψηλοφρονούν επειδή επωφελήθηκαν από το ότι οι Ιουδαίοι δεν δέχτηκαν τον Χριστό, εφόσον η πτώση των Ιουδαίων επέτρεψε στους Εθνικούς να έχουν την ευκαιρία να γίνουν μέλη του «σώματος» του Χριστού. Ο Παύλος λέει: «Δες, λοιπόν, την καλοσύνη και την αυστηρότητα του Θεού. Προς εκείνους που έπεσαν υπάρχει αυστηρότητα, αλλά προς εσένα υπάρχει η καλοσύνη του Θεού, με την προϋπόθεση ότι παραμένεις στην καλοσύνη του· αλλιώς, θα κοπείς και εσύ».—Ρω 11:22.
[Πλαίσιο στη σελίδα 849]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ
Επιστολή που εξηγεί ότι η δικαιοσύνη επιτυγχάνεται, όχι ως αποτέλεσμα καταγωγής ούτε μέσω έργων του Μωσαϊκού Νόμου, αλλά μέσω πίστης στον Ιησού Χριστό και ως αποτέλεσμα της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού
Γράφτηκε γύρω στο 56 Κ.Χ., περίπου 20 χρόνια από τότε που έγιναν Χριστιανοί οι πρώτοι Εθνικοί
Η δικαιοσύνη επιτυγχάνεται μέσω πίστης στον Χριστό και ως αποτέλεσμα της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού (1:1–11:36)
Η πίστη είναι ζωτική για σωτηρία· η Γραφή λέει: «Ο δίκαιος θα ζήσει μέσω πίστης»
Οι Ιουδαίοι, αν και εξαιρετικά ευνοημένοι από τον Θεό, δεν κατάφεραν να φτάσουν τη δικαιοσύνη μέσω του Νόμου
Οι Ιουδαίοι, όπως και οι μη Ιουδαίοι, είναι υπό την αμαρτία· «δεν υπάρχει δίκαιος ούτε ένας»
Με την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού, τόσο Ιουδαίοι όσο και μη Ιουδαίοι μπορούν να ανακηρυχτούν δίκαιοι ως δωρεά μέσω πίστης, όπως ακριβώς ο Αβραάμ υπολογίστηκε δίκαιος ως αποτέλεσμα πίστης—ακόμη και προτού περιτμηθεί
Όλοι κληρονομούν την αμαρτία και το θάνατο από έναν άνθρωπο, τον Αδάμ· μέσω ενός ανθρώπου, του Ιησού, πολλοί αμαρτωλοί ανακηρύσσονται δίκαιοι
Αυτό δεν δίνει σε κάποιον το ελεύθερο να αμαρτάνει· όποιοι παραμένουν δούλοι της αμαρτίας δεν είναι δούλοι της δικαιοσύνης
Όσοι βρίσκονταν προηγουμένως υπό το Νόμο “γίνονται νεκροί όσον αφορά το Νόμο” μέσω του σώματος του Χριστού· πρέπει να περπατούν σε αρμονία με το πνεύμα, νεκρώνοντας τις αμαρτωλές πράξεις του σώματος
Σκοπός του Νόμου ήταν να κάνει φανερές τις αμαρτίες· μόνο μέσω του Χριστού, όμως, υπάρχει σωτηρία από την αμαρτία
Ο Θεός καλεί όσους ενώνονται με τον Χριστό και τους ανακηρύσσει δίκαιους· το πνεύμα Του δίνει μαρτυρία ότι είναι γιοι Του
Ο σαρκικός Ισραήλ έλαβε τις υποσχέσεις αλλά οι περισσότεροι από αυτούς προσπαθούν να φτάσουν τη δικαιοσύνη μέσω του Νόμου, γι’ αυτό και σώζεται μόνο ένα υπόλοιπο από αυτούς· η δημόσια διακήρυξη πίστης στον Χριστό είναι απαραίτητη για σωτηρία
Η παραβολή του ελαιόδεντρου δείχνει ότι, λόγω της απιστίας του σαρκικού Ισραήλ, μπολιάστηκαν μη Ισραηλίτες ώστε να σωθεί ο αληθινός Ισραήλ
Η στάση που πρέπει να έχει κάποιος προς τις ανώτερες εξουσίες, τον εαυτό του και άλλα άτομα (12:1–15:13)
Να παρουσιάσετε το σώμα σας ως ευπρόσδεκτη θυσία στον Θεό, να ανακαινίζετε το νου σας, να χρησιμοποιείτε τα χαρίσματά σας στην υπηρεσία του Θεού, να δείχνετε αγάπη, να φλέγεστε με το πνεύμα, να υπομένετε και να νικάτε το κακό με το καλό
Να υποτάσσεστε στις ανώτερες εξουσίες
Να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· να περπατάτε με ευπρέπεια και να μην κάνετε σχέδια εκ των προτέρων για τις σαρκικές επιθυμίες
Μην κρίνετε τους άλλους σε ζητήματα συνείδησης ούτε να καταχράστε τη Χριστιανική σας ελευθερία κάνοντας όσους έχουν αδύναμη συνείδηση να προσκόπτουν
Να οδηγείστε από το παράδειγμα του Χριστού μη ευαρεστώντας τον εαυτό σας· να είστε πρόθυμοι να βαστάζετε τις αδυναμίες των άλλων, κάνοντας ό,τι είναι καλό για την εποικοδόμησή τους
Το στοργικό ενδιαφέρον του Παύλου για την εκκλησία της Ρώμης (15:14–16:27)
Ο λόγος για τον οποίο γράφει ο Παύλος είναι να εκπληρώσει το διορισμό που έχει ως απόστολος στους Εθνικούς και να γίνουν αυτοί οι Εθνικοί ευπρόσδεκτη προσφορά στον Θεό
Μη έχοντας πλέον τομέα στον οποίο δεν είχαν διακηρυχτεί ήδη τα καλά νέα, ο Παύλος θέλει να εκπληρώσει τη λαχτάρα του να επισκεφτεί τη Ρώμη και από εκεί να μεταβεί στην Ισπανία, αφού πρώτα πάει στην Ιερουσαλήμ μεταφέροντας μια συνεισφορά από τους αδελφούς της Μακεδονίας και της Αχαΐας για τους αγίους
Ο Παύλος χαιρετάει πολλούς πιστούς ονομαστικά, παροτρύνοντας τους αδελφούς να αποφεύγουν όσους προξενούν διαιρέσεις και να είναι σοφοί ως προς το καλό
-
-
ΡώμηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΗ
Η άλλοτε μικρή πόλη του Λατίου η οποία εξελίχθηκε σε έδρα της μεγαλύτερης παγκόσμιας αυτοκρατορίας των αρχαίων Βιβλικών χρόνων. Σήμερα είναι η πρωτεύουσα της Ιταλίας. Η Ρώμη βρίσκεται στην ενδοχώρα, σε απόσταση περίπου 25 χλμ. από τις εκβολές του ποταμού Τίβερη, χτισμένη και στις δύο όχθες του, περίπου στο μέσο της δυτικής πλευράς της ιταλικής χερσονήσου που έχει μήκος 1.130 χλμ.
Το πότε και από ποιον ιδρύθηκε η Ρώμη περιβάλλεται από θρύλους και μύθους. Η παράδοση λέει ότι την ίδρυσε το 753 Π.Κ.Χ. ο Ρωμύλος, ο πρώτος βασιλιάς της, αλλά υπάρχουν τάφοι και άλλα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί πολύ νωρίτερα.
Οι πρώτοι γνωστοί οικισμοί χτίστηκαν σε εφτά λόφους της ανατολικής πλευράς του ποταμού Τίβερη. Κατά την παράδοση, ο παλαιότερος οικισμός δημιουργήθηκε στον Παλατίνο λόφο. Οι άλλοι έξι λόφοι γύρω από τον Παλατίνο (ξεκινώντας από το Β και ακολουθώντας τη φορά των δεικτών του ρολογιού) ήταν ο Κυρινάλιος, ο Βιμινάλιος, ο Εσκυλίνος, ο Καίλιος, ο Αβεντίνος και ο Καπιτωλίνος. Με την πάροδο του χρόνου αποξηράνθηκαν οι ελώδεις κοιλάδες ανάμεσα στους λόφους, και σε αυτές τις πολύτιμες περιοχές χτίστηκαν κατοικίες, αγορές και ιππόδρομοι. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, το 73 Κ.Χ. τα τείχη της πόλης είχαν μήκος περίπου 21 χλμ. Με τον καιρό ενσωματώθηκαν σε αυτήν οι λόφοι και οι κοιλάδες της δυτικής πλευράς του Τίβερη, μεταξύ των οποίων τα 400 στρ. και πλέον που καταλαμβάνει σήμερα το Βατικανό. Πριν από τη μεγάλη φωτιά των ημερών του Νέρωνα, σύμφωνα με συντηρητικούς υπολογισμούς, ο πληθυσμός της πόλης ξεπερνούσε κατά πολύ το ένα εκατομμύριο.
Η Πολιτική Φυσιογνωμία της Ρώμης. Ανά τους αιώνες η Ρώμη πειραματίστηκε με πολλά είδη πολιτικής διακυβέρνησης. Ορισμένους θεσμούς τούς υιοθέτησε από άλλα έθνη κατόπιν διαφόρων προσαρμογών, ενώ άλλοι θεσμοί υπήρξαν δικές της επινοήσεις. Στο έργο του Συνοπτική Ιστορία του Κόσμου (Pocket History of the World), ο Χ. Τζ. Ουέλς έκανε την εξής παρατήρηση: «Αυτή η νέα ρωμαϊκή δύναμη η οποία ήρθε στο προσκήνιο και κυριάρχησε στο δυτικό κόσμο το δεύτερο και τον πρώτο αιώνα π.Χ. ήταν, από αρκετές απόψεις, κάτι το διαφορετικό από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη αυτοκρατορία που είχε επικρατήσει μέχρι τότε στον πολιτισμένο κόσμο». (1943, σ. 149) Ο πολιτικός χαρακτήρας της Ρώμης εξακολούθησε να αλλάζει καθώς διάφορα συστήματα διακυβέρνησης έρχονταν και παρέρχονταν. Σε αυτά περιλαμβάνονταν συνασπισμοί πατριαρχών, βασιλείες, κυβερνήσεις στις οποίες την εξουσία κατείχαν λίγες αριστοκρατικές οικογένειες, δικτατορίες, καθώς επίσης ποικίλες μορφές δημοκρατίας στις οποίες διέφερε ο βαθμός εξουσίας που παραχωρούνταν σε συγκλητικούς, υπάτους και τριανδρίες, ενώ παράλληλα υπήρχαν οι συνηθισμένες πολιτικές συγκρούσεις μεταξύ τάξεων και φατριών. Στα μεταγενέστερα χρόνια της αυτοκρατορίας κυβέρνησε μια σειρά αυτοκρατόρων. Όπως συμβαίνει συνήθως με τις ανθρώπινες κυβερνήσεις, η πολιτική ιστορία της Ρώμης είναι στιγματισμένη από μίση, ζήλιες, ραδιουργίες και δολοφονίες, με πλείστες συνωμοσίες και αντισυνωμοσίες που πυροδοτούνταν από εσωτερικές διαμάχες και εξωτερικούς πολέμους.
Η Ρώμη έγινε κοσμοκράτειρα σταδιακά. Αρχικά εξέτεινε την επιρροή της σε όλη την Ιταλική Χερσόνησο και τελικά γύρω από τη Μεσόγειο και πολύ μακρύτερα. Το όνομα της πόλης έγινε στην ουσία συνώνυμο του ονόματος της αυτοκρατορίας.
Στο διεθνή χώρο η Ρώμη έφτασε στο απόγειο της δόξας της υπό τους Καίσαρες. Πρώτος από αυτούς ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας, ο οποίος διορίστηκε δικτάτορας για δέκα χρόνια το 46 Π.Κ.Χ. αλλά δολοφονήθηκε από συνωμότες το 44 Π.Κ.Χ. Έπειτα από ένα μεσοδιάστημα κατά το οποίο μια τριανδρία επιχείρησε να κρατήσει τα ηνία της εξουσίας, ο Οκταβιανός έγινε τελικά ο μονάρχης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (31 Π.Κ.Χ.–14 Κ.Χ.). Το 27 Π.Κ.Χ. κατόρθωσε να γίνει αυτοκράτορας, με την ανακήρυξή του ως «Αυγούστου». Ο Ιησούς γεννήθηκε στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Αυγούστου, το 2 Π.Κ.Χ. (Λου 2:1-7) Ο διάδοχος του Αυγούστου, ο Τιβέριος (14-37 Κ.Χ.), κυβέρνησε στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού. (Λου 3:1, 2, 21-23) Οι επόμενοι ήταν ο Γάιος (Καλιγούλας) (37-41 Κ.Χ.) και ο Κλαύδιος (41-54 Κ.Χ.), που εξέδωσε ένα διάταγμα με το οποίο αποπέμφθηκαν οι Ιουδαίοι από τη Ρώμη. (Πρ 18:1, 2) Ακολούθησε η διακυβέρνηση του Νέρωνα (54-68 Κ.Χ.), στον οποίο προσέφυγε ο Παύλος.—Πρ 25:11, 12, 21· ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 534.
Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες κατά σειρά διαδοχής μετά τον Νέρωνα (μέχρι το τέλος του πρώτου αιώνα) ήταν: ο Γάλβας (68-69 Κ.Χ.), ο Όθων και ο Βιτέλλιος (69 Κ.Χ.), ο Βεσπασιανός (69-79 Κ.Χ.), κατά τη διακυβέρνηση του οποίου καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ, ο Τίτος (79-81 Κ.Χ.), ο οποίος είχε διευθύνει προηγουμένως τη νικηφόρα επίθεση εναντίον της Ιερουσαλήμ, ο Δομιτιανός (81-96 Κ.Χ.), υπό τη διακυβέρνηση του οποίου, σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιωάννης εξορίστηκε στην Πάτμο, ένα νησί για καταδίκους, ο Νέρβας (96-98 Κ.Χ.) και ο Τραϊανός (98-117 Κ.Χ.). Υπό τον Τραϊανό η αυτοκρατορία προσέλαβε τις μεγαλύτερες διαστάσεις της, καθώς εκείνη την εποχή τα όριά της εκτείνονταν πολύ μακριά προς όλες τις κατευθύνσεις—ως τον Ρήνο και τη Βόρεια Θάλασσα, τον Δούναβη, τον Ευφράτη, τους καταρράκτες του Νείλου, τη Σαχάρα και τον Ατλαντικό στη Δ.—ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 533.
Στα χρόνια της παρακμής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ο Μέγας (306-337 Κ.Χ.). Αυτός, αφού πήρε την εξουσία στα χέρια του, μετέφερε την πρωτεύουσα στο Βυζάντιο (Κωνσταντινούπολη). Τον επόμενο αιώνα, το 476 Κ.Χ., η Ρώμη έπεσε και ο Γερμανός πολέμαρχος Οδόακρος έγινε ο πρώτος «βάρβαρος» βασιλιάς της.
Η Ζωή και οι Συνθήκες Διαβίωσης στην Πόλη. Υπό τον Αύγουστο η πόλη διαιρέθηκε σε 14 διοικητικά διαμερίσματα, στο καθένα από τα οποία ασκούσε εξουσία ένας δήμαρχος που επιλεγόταν κάθε χρόνο με κλήρο. Οργανώθηκαν εφτά πυροσβεστικά σώματα (vigiles), καθένα από τα οποία ήταν υπεύθυνο για δύο διαμερίσματα. Ακριβώς έξω από τα βορειοανατολικά όρια της πόλης στάθμευε μια ειδική δύναμη 10.000 περίπου αντρών γνωστή ως η Πραιτωριανή, ή Αυτοκρατορική, Φρουρά, που είχε σκοπό της την προστασία του αυτοκράτορα. Υπήρχαν επίσης τρεις «αστικές κοόρτεις», ένα είδος δημοτικής αστυνομίας, για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης στη Ρώμη.
Οι πλούσιοι και επιφανείς ζούσαν συνήθως σε μεγαλοπρεπείς επαύλεις στους λόφους. Για τη συντήρηση των κατοικιών τους φρόντιζε ένα μεγάλο προσωπικό από οικιακούς υπηρέτες και δούλους το οποίο μερικές φορές αριθμούσε εκατοντάδες μέλη. Κάτω, στις κοιλάδες, ο κοινός λαός συνωστιζόταν σε τεράστιες πολυκατοικίες που ονομάζονταν insulae (οικιστικές νησίδες) και ήταν πολυώροφα κτίρια των οποίων το ύψος ο Αύγουστος περιόρισε στα 21 μ. Αυτές οι πολυκατοικίες χωρίζονταν από στενούς, δαιδαλώδεις, βρώμικους δρόμους στους οποίους επικρατούσε η συνηθισμένη κυκλοφοριακή συμφόρηση και διαφθορά των μεγαλουπόλεων.
Σε αυτές τις φτωχές συνοικίες η ιστορική φωτιά του 64 Κ.Χ. προκάλεσε τις μεγαλύτερες συμφορές και απώλειες σε ζωές. Ο Τάκιτος περιγράφει τη ζοφερή εικόνα «τρομοκρατημένων γυναικών που ούρλιαζαν, ηλικιωμένων και νέων ανθρώπων που έτρεχαν να σωθούν». (Χρονικά [Annales], XV, XXXVIII) Μόνο 4 από τα 14 διοικητικά διαμερίσματα της Ρώμης γλίτωσαν από τη φωτιά.
Πολύ λίγοι άνθρωποι στη Ρώμη θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μεσαία τάξη, εφόσον ο πλούτος ήταν συγκεντρωμένος στα χέρια μιας μικρής μειονότητας. Όταν ο Παύλος ήρθε πρώτη φορά στη Ρώμη, ίσως και ο μισός πληθυσμός να ήταν δούλοι που είχαν οδηγηθεί εκεί ως αιχμάλωτοι πολέμου, ως καταδικασμένοι εγκληματίες ή ως παιδιά τα οποία είχαν πουλήσει οι γονείς τους—δούλοι χωρίς νομικά δικαιώματα. Ο υπόλοιπος μισός πληθυσμός—οι ελεύθεροι—αποτελούνταν κυρίως από απόρους που ζούσαν στην ουσία από τις κυβερνητικές παροχές.
Το κράτος χορηγούσε δύο πράγματα, τροφή και ψυχαγωγία, για να αποτρέπει αυτούς τους φτωχούς ανθρώπους από το να εξεγερθούν, εξού και η σατιρική φράση panem et circenses (άρτον και θεάματα), που υπονοεί ότι αυτά και μόνο αρκούσαν για να ικανοποιούνται οι φτωχοί της Ρώμης. Από το 58 Π.Κ.Χ. και έπειτα, γίνονταν γενικά δωρεάν διανομές σιταριού και νερού, το οποίο έφερναν στην πόλη με υδραγωγούς από αποστάσεις πολλών χιλιομέτρων. Το κρασί ήταν φτηνό αγαθό. Υπήρχαν διαθέσιμες βιβλιοθήκες για την τέρψη όσων είχαν ανάλογη κλίση. Για την ψυχαγωγία του ευρύτερου κοινού, υπήρχαν δημόσια λουτρά και γυμναστήρια, καθώς επίσης θέατρα και ιππόδρομοι. Οι θεατρικές παραστάσεις συνίσταντο σε ελληνικά και ρωμαϊκά έργα, χορούς και παντομίμες. Στα μεγάλα αμφιθέατρα και στους ιπποδρόμους διεξάγονταν συναρπαστικοί αγώνες, κυρίως θεαματικές αρματοδρομίες και λυσσαλέες μονομαχίες στις οποίες άνθρωποι και θηρία αναμετρούνταν μέχρι θανάτου. Ο Μεγάλος Ιππόδρομος (Circus Maximus) χωρούσε πάνω από 150.000 θεατές. Η είσοδος στους αγώνες ήταν ελεύθερη.
Το υψηλό κόστος αυτών των κυβερνητικών δαπανών δεν επιβάρυνε τον πληθυσμό της Ρώμης, διότι μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας το 168 Π.Κ.Χ., οι Ρωμαίοι πολίτες είχαν φοροαπαλλαγή. Απεναντίας, στις επαρχίες επιβάλλονταν βαρείς φόροι, τόσο άμεσοι όσο και έμμεσοι.—Ματ 22:17-21.
Ξένες Επιδράσεις. Από πολλές απόψεις η Ρώμη υπήρξε μεγάλο χωνευτήρι φυλών, γλωσσών, πολιτισμών και ιδεών. Στο καμίνι της ρωμαϊκής πολιτικής σφυρηλατήθηκε σταδιακά ο κώδικας του ρωμαϊκού δικαίου—νόμοι που καθόριζαν τα δικαιώματα και τους περιορισμούς των κυβερνήσεων, των δικαστηρίων και των δημάρχων και που προέβλεπαν νομικά μέσα, όπως η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη, για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. (Πρ 25:16) Η ιδιότητα αυτή παραχωρήθηκε στους κατοίκους των πόλεων που ήταν συνασπισμένες με τη Ρώμη και στους κατοίκους διαφόρων αποικιών της αυτοκρατορίας και συνεπαγόταν πολλά πλεονεκτήματα. (Πρ 16:37-39· 22:25, 26) Αν κάποιος δεν την αποκτούσε από τη γέννησή του, μπορούσε να την αγοράσει. (Πρ 22:28) Με αυτόν και με άλλους τρόπους, η Ρώμη επιδίωκε τον εκρωμαϊσμό των περιοχών που καταλάμβανε και επομένως την ενίσχυση της κυριαρχίας της στην αυτοκρατορία.
Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα των εξωτερικών επιδράσεων που δέχτηκε η Ρώμη αποτελούν τα ερείπια των αρχιτεκτονικών επιτευγμάτων του παρελθόντος. Παντού, ο επισκέπτης αυτής της μουσειακής πόλης βλέπει πόσα δανείστηκε η Ρώμη από τους Έλληνες και από άλλους. Η λεγόμενη ρωμαϊκή αψίδα, την οποία αξιοποίησε η Ρώμη σε μεγάλο βαθμό, δεν ήταν δική της μηχανική επινόηση. Τα οικοδομικά επιτεύγματα της Ρώμης οφείλονταν επίσης κατά μεγάλο μέρος στη χρήση μιας πρωτόγονης μορφής τσιμέντου ως κονιάματος και ως βασικού συστατικού για την κατασκευή τεχνητών δομικών λίθων.
Το οικοδομικό πρόγραμμα της Ρώμης άρχισε να παρουσιάζει έξαρση τον τελευταίο αιώνα της δημοκρατίας, και στη συνέχεια οι αυτοκράτορες του έδωσαν ιδιαίτερη ώθηση. Ο Αύγουστος έλεγε ότι βρήκε τη Ρώμη μια πόλη από πλίθους αλλά την άφησε μια πόλη από μάρμαρο. Το μάρμαρο χρησιμοποιούνταν κυρίως ως επένδυση σε κατασκευές από πλίθους ή τσιμέντο. Μια δεύτερη ανοικοδόμηση της πόλης έλαβε χώρα μετά την πυρκαγιά του 64 Κ.Χ. Ανάμεσα στα σπουδαιότερα ρωμαϊκά οικοδομήματα ήταν οι αγορές, οι ναοί, τα ανάκτορα, τα αμφιθέατρα, τα λουτρά, τα υδραγωγεία, οι υπόνομοι και τα μνημεία. Το φημισμένο Κολοσσαίο και ορισμένα μνημεία, όπως η αψίδα του Τίτου η οποία απεικονίζει την πτώση της Ιερουσαλήμ, σώζονται είτε πλήρως είτε μερικώς. (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 536) Οι Ρωμαίοι απέκτησαν επίσης φήμη στην οδοποιία και στην κατασκευή γεφυρών σε όλη την αυτοκρατορία.
Η συρροή ξένων ήταν τέτοια ώστε οι Ρωμαίοι παραπονιούνταν ότι η Ρώμη δεν ήταν πια ρωμαϊκή. Εισρέοντας από όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας, αυτοί έφερναν μαζί τους τις τέχνες, τα έθιμα, τις παραδόσεις και τις θρησκείες τους. Μολονότι επίσημη γλώσσα ήταν η λατινική, η διεθνής γλώσσα ήταν η Κοινή Ελληνική. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους στην ελληνική. Η ελληνική επίδραση είχε επίσης αντίκτυπο στη λογοτεχνία και στις μεθόδους διδασκαλίας. Τα αγόρια—αλλά μερικές φορές και τα κορίτσια—μορφώνονταν επίσημα σύμφωνα με το αθηναϊκό σύστημα, παίρνοντας μαθήματα ελληνικής λογοτεχνίας και ρητορικής, ενώ όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα έστελναν τους γιους τους σε κάποια από τις σχολές φιλοσοφίας στην Αθήνα.
Θρησκεία. Η Ρώμη έγινε επίσης αποδέκτης κάθε είδους ψεύτικης λατρείας. Ο ιστορικός Τζον Λορντ περιέγραψε την κατάσταση ως εξής: «Η δεισιδαιμονία έφτασε στο αποκορύφωμά της στη Ρώμη, διότι εκεί έβλεπε κανείς τους ιερείς και τους πιστούς όλων των χωρών της επικράτειάς της—“μελαμψές κόρες της Ίσιδος με τα τύμπανα και τα ντέφια και τον αισθησιασμό τους, πιστούς του Πέρση Μίθρα, ευνουχισμένους Ασιάτες, ιερείς της Κυβέλης με τους οργιαστικούς χορούς και τις παράφωνες κραυγές τους, λάτρεις της μεγάλης θεάς Ντιάνα, βάρβαρους αιχμαλώτους που τηρούσαν τις τελετουργίες των Τευτόνων ιερέων, Συρίους, Ιουδαίους, Χαλδαίους αστρολόγους και Θεσσαλούς μάγους”».—Φάροι της Ιστορίας (Beacon Lights of History), 1912, Τόμ. 3, σ. 366, 367.
Η αφοσίωση σε αυτές τις θρησκείες και η εντρύφηση στα αχαλίνωτα σεξουαλικά τους όργια έδωσαν το έναυσμα για να εγκαταλειφθεί εντελώς η ηθική αρετή και η δικαιοσύνη από τους Ρωμαίους τόσο των χαμηλών όσο και των ανώτερων τάξεων. Σύμφωνα με τον Τάκιτο, παράδειγμα αυτών των τελευταίων είναι η Μεσσαλίνα, η σύζυγος του Αυτοκράτορα Κλαύδιου, η οποία ήταν μοιχαλίδα και δολοφόνος.—Χρονικά, XI, I-XXXIV.
Εξέχουσα θέση ανάμεσα στις θρησκείες της Ρώμης κατείχε η λατρεία του αυτοκράτορα. Ο Ρωμαίος ηγεμόνας θεοποιούνταν. Η λατρεία του αυτοκράτορα είχε ιδιαίτερη απήχηση στις επαρχίες, όπου χτίζονταν ναοί στους οποίους οι άνθρωποι πρόσφεραν θυσίες σε αυτόν ως θεό. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 536) Στο έργο του Ιστορία της Ρώμης (A History of Rome), ο Τζορτζ Μπότσφορντ λέει: «Η λατρεία του αυτοκράτορα έμελλε να είναι η πιο ζωτική δύναμη στη θρησκεία του ρωμαϊκού κόσμου μέχρι την υιοθέτηση του Χριστιανισμού». Μια επιγραφή που βρέθηκε στη Μικρά Ασία λέει σχετικά με τον αυτοκράτορα: «Αυτός είναι ο πατέρας Δίας και ο σωτήρας όλης της ανθρωπότητας, που εκπληρώνει όλες τις προσευχές, μάλιστα περισσότερα από αυτά που ζητάμε. Διότι στεριά και θάλασσα απολαμβάνουν ειρήνη. Οι πόλεις ακμάζουν. Παντού επικρατεί αρμονία και ευημερία και ευτυχία». Αυτή η λατρεία αποδείχτηκε σημαντικό μέσο διωγμού των Χριστιανών, σχετικά με τους οποίους ο ίδιος συγγραφέας λέει: «Η άρνησή τους να λατρέψουν τον Γκένιους (Genius) του αυτοκράτορα, δηλαδή το πνεύμα που τον προστάτευε, ερμηνευόταν, όπως ήταν φυσικό, ως ασέβεια και προδοσία».—1905, σ. 214, 215, 263.
Η Χριστιανοσύνη Φτάνει στη Ρώμη. Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., κάποιοι «παρεπίδημοι από τη Ρώμη, τόσο Ιουδαίοι όσο και προσήλυτοι», που ήταν παρόντες έγιναν μάρτυρες των αποτελεσμάτων της έκχυσης του αγίου πνεύματος, και χωρίς αμφιβολία ορισμένοι από αυτούς ήταν ανάμεσα στους 3.000 οι οποίοι βαφτίστηκαν σε εκείνη την περίσταση. (Πρ 2:1, 10, 41) Όταν επέστρεψαν στη Ρώμη, αυτοί ασφαλώς άρχισαν να κηρύττουν, πράγμα που οδήγησε στο σχηματισμό μιας πολύ δυνατής και δραστήριας Χριστιανικής εκκλησίας, για την πίστη της οποίας ο απόστολος Παύλος ανέφερε ότι “συζητιόταν σε ολόκληρο τον κόσμο”. (Ρω 1:7, 8) Τόσο ο Τάκιτος (Χρονικά, XV, XLIV) όσο και ο Σουητώνιος (Οι Βίοι των Καισάρων, Νέρων, XVI, 2) κάνουν λόγο για Χριστιανούς στη Ρώμη.
Ο Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία της Ρώμης γύρω στο 56 Κ.Χ., και περίπου έπειτα από τρία χρόνια έφτασε στη Ρώμη ως κρατούμενος. Μολονότι έλπιζε ότι θα επισκεπτόταν τη Ρώμη νωρίτερα και κάτω από διαφορετικές περιστάσεις (Πρ 19:21· Ρω 1:15· 15:22-24), ωστόσο, έστω και κρατούμενος, μπόρεσε να δώσει πλήρη μαρτυρία δεχόμενος ανθρώπους στο σπίτι του. Επί δύο χρόνια, υπό αυτές τις συνθήκες, συνέχισε να “κηρύττει τη βασιλεία του Θεού σε αυτούς και να διδάσκει τα σχετικά με τον Κύριο Ιησού Χριστό με τη μεγαλύτερη παρρησία, ανεμπόδιστα”. (Πρ 28:14-31) Ακόμη και η Πραιτωριανή Φρουρά του αυτοκράτορα έλαβε γνώση του αγγέλματος της Βασιλείας. (Φλπ 1:12, 13) Έτσι λοιπόν, όπως είχε προλεχθεί για αυτόν, ο Παύλος “έδωσε πλήρη μαρτυρία ακόμη και στη Ρώμη”.—Πρ 23:11.
Κατά τη διετή κράτησή του στη Ρώμη, ο Παύλος βρήκε χρόνο να γράψει επιστολές—προς τους Εφεσίους, τους Φιλιππησίους, τους Κολοσσαείς και τον Φιλήμονα. Προφανώς το ίδιο περίπου διάστημα, ο Μάρκος έγραψε την αφήγηση του Ευαγγελίου του στη Ρώμη. Λίγο πριν ή αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, ο Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Εβραίους γύρω στο 61 Κ.Χ. (Εβρ 13:23, 24) Στη διάρκεια της δεύτερης φυλάκισής του στη Ρώμη, περίπου το 65 Κ.Χ., τον επισκέφτηκε ο Ονησίφορος, και εκείνο το διάστημα ο Παύλος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο.—2Τι 1:15-17.
Μολονότι ο Παύλος, ο Λουκάς, ο Μάρκος, ο Τιμόθεος και άλλοι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα επισκέφτηκαν τη Ρώμη (Φλπ 1:1· Κολ 4:10, 14), δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις ότι ο Πέτρος βρέθηκε ποτέ εκεί, όπως υποστηρίζουν ορισμένες παραδόσεις. Οι ιστορίες για το μαρτυρικό θάνατο του Πέτρου στη Ρώμη βασίζονται στην παράδοση.—Βλέπε ΠΕΤΡΟΥ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ).
Η πόλη της Ρώμης έγινε διαβόητη για τους διωγμούς της εναντίον των Χριστιανών, ιδιαίτερα στις ημέρες των αυτοκρατόρων Νέρωνα και Δομιτιανού. Αυτοί οι διωγμοί οφείλονταν σε δύο λόγους: (1) στο μεγάλο ευαγγελιστικό ζήλο που επιδείκνυαν οι Χριστιανοί στο να μεταστρέφουν άλλους και (2) στην ασυμβίβαστη στάση που διακρατούσαν αποδίδοντας στον Θεό αυτά που είναι του Θεού αντί να τα αποδίδουν στον Καίσαρα.—Μαρ 12:17.
[Εικόνα στη σελίδα 852]
Η Αππία Οδός, την οποία ακολούθησε ο Παύλος πηγαίνοντας στη Ρώμη
-
-
ΣααλαββίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΑΒΒΙΝ
Βλέπε ΣΑΑΛΒΙΜ.
-
-
ΣααλβίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΒΙΜ
(Σααλβίμ).
Πόλη της οποίας τους Αμορραίους κατοίκους υπέβαλε σε καταναγκαστική εργασία ο οίκος του Ιωσήφ. (Κρ 1:35) Μεταγενέστερα, η Σααλβίμ υπαγόταν σε μία από τις περιφέρειες που προμήθευαν σε ετήσια βάση τροφή στο σπιτικό του Σολομώντα. (1Βα 4:7-9) Γενικά πιστεύεται ότι ταυτίζεται με τη Σααλαββίν, μια μεθόρια πόλη του Δαν. (Ιη 19:40-42) Η μόνη διαφορά στον εβραϊκό τρόπο γραφής των δύο ονομάτων έγκειται στο τελευταίο τους σύμφωνο. Το όνομα Σααλβών ενδέχεται να είναι παραλλαγή του ονόματος Σααλβίμ.—2Σα 23:32· 1Χρ 11:33.
Η Σααλβίμ ταυτίζεται με το εγκαταλειμμένο χωριό Σέλμπιτ (Τελ Σααλβίμ), στο όνομα του οποίου φαίνεται πως διασώζεται η Βιβλική ονομασία. Αυτό βρίσκεται περίπου 25 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ, σε σχετικά μικρή απόσταση από τις πιθανολογούμενες θέσεις άλλων τοποθεσιών που αναφέρονται μαζί με τη Σααλβίμ στις Γραφές.
-
-
ΣααλβωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΒΩΝΙΤΗΣ
(Σααλβωνίτης).
Επωνυμία του Ελιαβά, ενός από τους πολεμιστές του Δαβίδ, η οποία πιθανώς υποδηλώνει ότι καταγόταν από την πόλη Σααλβίμ.—2Σα 23:8, 32· 1Χρ 11:26, 33.
-
-
ΣααλίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΙΜ
(Σααλίμ) [Χούφτες].
«Γη» την οποία διέσχισε ο Σαούλ όταν έψαχνε για τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του, του Κεις, τα οποία είχαν χαθεί. (1Σα 9:3, 4) Επειδή είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε διεξοδικά τη διαδρομή που ακολούθησε ο Σαούλ, η ακριβής θέση της Σααλίμ δεν είναι γνωστή. Μερικοί λόγιοι έχουν ταυτίσει «τη γη Σααλίμ» με τη «γη Σουάλ» του εδαφίου 1 Σαμουήλ 13:17. Όπως και να έχουν τα πράγματα, μια τοποθεσία στον Εφραΐμ φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα με τα συμφραζόμενα.
-
-
ΣαανάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΝΑΝ
(Σαανάν).
Κωμόπολη την οποία μνημονεύει ο προφήτης Μιχαίας ως μία από τις τοποθεσίες που επρόκειτο να υποστούν την προειπωμένη εισβολή στον Ιούδα. (Μιχ 1:11) Πολλοί λόγιοι θεωρούν ότι είναι η Σενάν του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:37. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Άρακ ελ-Χάρμπα, στην περιοχή Σεφηλά του Ιούδα, περίπου 6 χλμ. ΒΔ της Λαχείς.
-
-
ΣαανανίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΝΑΝΙΜ
(Σαανανίμ).
«Το μεγάλο δέντρο στη Σαανανίμ» ήταν ένα σημείο προφανώς στο νότιο όριο της περιοχής του Νεφθαλί. (Ιη 19:32, 33) Ο Σισάρα βρήκε το θάνατο στη σκηνή της Ιαήλ, της συζύγου του Χέβερ του Κεναίου, «κοντά στο μεγάλο δέντρο στη Σαανανίμ, η οποία βρίσκεται στην [«δίπλα στην» (JP) ή «κοντά στην» (AT, RS)] Κέδες», πιθανώς την Κέδες ΝΑ της Μεγιδδώ στον Ισσάχαρ. (Κρ 4:11, 17, 21· 5:19) Ωστόσο, αυτή καθαυτή η θέση της Σαανανίμ παραμένει ανεξακρίβωτη.
-
-
ΣααραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΡΑΪΜ
(Σααραΐμ) [Διπλή Πύλη].
1. Πόλη του Ιούδα στη Σεφηλά. (Ιη 15:20, 33, 36) Μετά την ήττα του Γολιάθ από τον Δαβίδ και ως αποτέλεσμα της καταδίωξης από τους Ισραηλίτες, οι νεκροί των Φιλισταίων κείτονταν σκορπισμένοι από τη “Σααραΐμ μέχρι τη Γαθ και την Ακκαρών”. (1Σα 17:52) Η Σααραΐμ βρισκόταν κοντά «στην κοιλάδα Ηλά» (στο ες-Σαντ [Έμεκ χα-Έλα]) και στην Αζηκά (Τελλ Ζακαρίγιε [Τελ Αζέκα]). (Ιη 15:35· 1Σα 17:1, 2) Η θέση της δεν έχει εξακριβωθεί.
2. Πόλη του Συμεών. (1Χρ 4:24, 31) Προφανώς είναι η ίδια πόλη με τη Σιλίμ (Ιη 15:32) και τη Σαρουέν. (Ιη 19:6) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Τελλ ελ-Φάρα (Τελ Σαρουχέν), περίπου 35 χλμ. Δ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
ΣαασγάζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΣΓΑΖ
(Σαασγάζ).
Ο φύλακας των παλλακίδων του Βασιλιά Ασσουήρη και ευνούχος του βασιλιά, στην ευθύνη του οποίου είχε ανατεθεί η δεύτερη κατοικία των γυναικών.—Εσθ 2:14.
-
-
ΣαβαίοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΑΙΟΙ
(Σαβαίοι).
1. Η επωνυμία μιας ομάδας επιδρομέων που επιτέθηκαν στην περιουσία του Ιώβ ο οποίος ζούσε στη γη του Ουζ. Αυτοί οι Σαβαίοι πήραν τα βόδια και τα θηλυκά γαϊδούρια του Ιώβ και έσφαξαν τους υπηρέτες του. (Ιωβ 1:14, 15) Επίσης, ο Ιώβ αναφέρει την «ομάδα των Σαβαίων ταξιδιωτών» στο εδάφιο Ιώβ 6:19.
Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με βεβαιότητα η ταυτότητα αυτών των Σαβαίων, εφόσον θα μπορούσαν να είναι απόγονοι αρκετών διαφορετικών αντρών με το όνομα Σεβά. Ο Ιοξάν, γιος του Αβραάμ, είχε έναν γιο ονόματι Σεβά (Γε 25:1-3), και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα να προέρχονταν οι Σαβαίοι επιδρομείς από αυτή τη γενεαλογική γραμμή. Εντούτοις, οι μελετητές υποστηρίζουν συχνότερα ότι οι Σαβαίοι κατάγονταν από τον Σεβά τον απόγονο του Χαμ μέσω του Χους (Γε 10:6, 7) ή από τον Σεβά το γιο του Ιοκτάν, ο οποίος ήταν από τη γραμμή του Σημ.—Γε 10:21-29.
2. Ψηλός λαός ο οποίος στο εδάφιο Ησαΐας 45:14 συνδέεται με τους εργάτες της Αιγύπτου και τους εμπόρους της Αιθιοπίας, και όλοι αυτοί λέγεται ότι θα αναγνώριζαν τον Ιεχωβά και το λαό του. Το εδάφιο Ησαΐας 43:3 επίσης συσχετίζει την Αίγυπτο με την Αιθιοπία, αλλά αντί για τη λέξη «Σαβαίοι» χρησιμοποιεί τη λέξη «Σηβά», πράγμα που υποδεικνύει ότι οι άντρες της Σηβά αποκαλούνταν Σαβαίοι.—Βλέπε ΣΗΒΑ Αρ. 2.
3. Οι απόγονοι του Σεβά (είναι αβέβαιο αν πρόκειται για αυτόν που καταγόταν από τον Σημ ή για αυτόν που καταγόταν από τον Χαμ) οι οποίοι προφανώς ίδρυσαν ένα βασίλειο κοντά στη νοτιότερη άκρη της Αραβικής Χερσονήσου. Η βασίλισσα της Σεβά που επισκέφτηκε τον Σολομώντα πιθανότατα ήταν από αυτή τη χώρα. (1Βα 10:1) Μη Βιβλικές πηγές αναφέρονται συχνά σε αυτό το βασίλειο ως βασίλειο των Σαβαίων, και ίσως το ίδιο κάνει και η Αγία Γραφή.—Βλέπε ΣΕΒΑ Αρ. 6.
Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 23:42 ορισμένες μεταφράσεις έχουν την απόδοση «Σαβαίοι» (KJ, Yg, ΒΑΜ), ερμηνεύοντας έτσι την περιθωριακή σημείωση της εβραϊκής Γραφής. Ωστόσο, το κυρίως κείμενο λέει «μέθυσοι», και έτσι αποδίδουν συχνά το εδάφιο διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις.—Ro, AS, RS, ΜΝΚ, ΛΧ.
-
-
Σαββατιαίο ΈτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΒΑΤΙΑΙΟ ΕΤΟΣ
Το έβδομο έτος κάθε κύκλου εφτά ετών. Στη διάρκεια αυτού του έτους εφαρμοζόταν στον αρχαίο Ισραήλ αγρανάπαυση—καθώς η γη έμενε ακαλλιέργητη—και όσοι ήταν Εβραίοι δεν πιέζονταν να πληρώσουν τα χρέη τους.
Αρχής γενομένης από το 1473 Π.Κ.Χ., το έτος κατά το οποίο ο Ισραήλ εισήλθε στην Υποσχεμένη Γη, έπρεπε να γιορτάζεται ένα σαββατιαίο έτος «στο τέλος κάθε εφτά χρόνων», με άλλα λόγια κάθε έβδομο έτος. (Δευ 15:1, 2, 12· παράβαλε Δευ 14:28.) Το σαββατιαίο έτος άρχιζε, όπως φαίνεται, με το σάλπισμα στις 10 Εθανίμ (Τισρί), την Ημέρα της Εξιλέωσης. Ωστόσο, μερικοί υποστηρίζουν ότι, ενώ το Ιωβηλαίο έτος άρχιζε την Ημέρα της Εξιλέωσης, το σαββατιαίο άρχιζε την 1η Τισρί.
Η γη δεν έπρεπε να καλλιεργείται ούτε έπρεπε να γίνεται σπορά, κλάδεμα ή συγκομιδή της σοδειάς, αλλά ό,τι βλάσταινε από μόνο του αφηνόταν στον αγρό και μπορούσε να καταναλωθεί από τον ιδιοκτήτη του αγρού, καθώς επίσης από τους δούλους του, τους μισθωτούς εργάτες και τους πάροικους. Με την προμήθεια αυτή εκδηλωνόταν έλεος στους φτωχούς, όπως επίσης στα κατοικίδια ζώα και στα θηρία, εφόσον και αυτά είχαν πρόσβαση στα προϊόντα της γης στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους.—Λευ 25:1-7.
Το σαββατιαίο έτος ονομαζόταν «το έτος της αποδέσμευσης [χασσεμιττάχ]». (Δευ 15:9· 31:10) Στη διάρκεια αυτού του έτους η γη απολάμβανε πλήρη ανάπαυση, ή αλλιώς αποδέσμευση, εφόσον παρέμενε ακαλλιέργητη. (Εξ 23:11) Έπρεπε επίσης να υπάρχει ανάπαυση, ή αλλιώς αποδέσμευση, από τα χρέη. Ήταν «αποδέσμευση για τον Ιεχωβά», ώστε να τιμάται εκείνος. Μολονότι μερικοί διαφωνούν, ορισμένοι σχολιαστές υποστηρίζουν ότι τα χρέη δεν ακυρώνονταν πραγματικά, αλλά ο Εβραίος πιστωτής δεν έπρεπε να πιέζει τον ομοεθνή του να πληρώσει το χρέος, επειδή ο γεωργός δεν θα είχε εισόδημα εκείνο το έτος. Ωστόσο, ο δανειστής μπορούσε να πιέσει για πληρωμή έναν αλλοεθνή. (Δευ 15:1-3) Μερικοί ραβίνοι διατείνονται ότι τα χρέη που αφορούσαν δάνεια φιλανθρωπικής βοήθειας προς κάποιον φτωχό αδελφό ακυρώνονταν, αλλά τα χρέη που είχε βάλει κάποιος για επαγγελματικές συναλλαγές υπάγονταν σε διαφορετική κατηγορία. Λένε επίσης ότι τον πρώτο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας ο Χιλέλ θέσπισε μια διαδικασία με την οποία ο δανειστής μπορούσε να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου και, κάνοντας μια συγκεκριμένη δήλωση, να διασφαλίσει ότι δεν θα έχανε το δικαίωμα να εισπράξει τα χρήματά του.—Η Πεντάτευχος και τα Χαφτορά (The Pentateuch and Haftorahs), επιμέλεια Τζ. Χερτζ, Λονδίνο, 1972, σ. 811, 812.
Αυτό το έτος αποδέσμευσης, ή αλλιώς ανάπαυσης από την πίεση για εξόφληση των χρεών, δεν συνεπαγόταν αποδέσμευση των δούλων, πολλοί από τους οποίους είχαν βρεθεί σε αυτή την κατάσταση εξαιτίας χρεών. Ο Εβραίος δούλος αποδεσμευόταν το έβδομο έτος της δουλείας του ή το Ιωβηλαίο—ανάλογα με το ποιο ερχόταν πρώτο.—Δευ 15:12· Λευ 25:10, 54.
Απαιτούνταν πίστη για να τηρούνται τα σαββατιαία έτη ως μέρος της διαθήκης του Ιεχωβά με τον Ισραήλ, αλλά η πλήρης συμμόρφωση με τη διαθήκη θα κατέληγε σε μεγάλες ευλογίες. (Λευ 26:3-13) Ο Θεός υποσχέθηκε ότι η συγκομιδή του έκτου έτους θα ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να αποδώσει τροφή για μέρη τριών ετών, δηλαδή από το έκτο έτος μέχρι τη συγκομιδή του όγδοου έτους. Επειδή δεν μπορούσαν να σπείρουν το έβδομο έτος, δεν υπήρχε συγκομιδή μέχρι το όγδοο. (Παράβαλε Λευ 25:20-22.) Όταν ο Ισραήλ εισήλθε στην Υποσχεμένη Γη υπό τον Ιησού του Ναυή, δαπάνησε έξι χρόνια στην καθυπόταξη των εθνών της Χαναάν και στη διαμοίραση της εδαφικής κληρονομιάς. Φυσικά, σε αυτό το διάστημα οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να σπείρουν πολύ—αν μπορούσαν καν να σπείρουν—αλλά εξασφάλιζαν κάποια τροφή από τις σοδειές των Χαναναίων. (Δευ 6:10, 11) Το έβδομο έτος ήταν σάββατο, άρα έπρεπε να δείξουν πίστη και υπακοή περιμένοντας τη συγκομιδή του όγδοου έτους, και με την ευλογία του Θεού επιβίωσαν.
Κάθε έτος αποδέσμευσης, στη Γιορτή των Σκηνών, έπρεπε να συγκεντρώνεται όλος ο λαός—άντρες και γυναίκες, μικρά παιδιά και πάροικοι—για να ακούσει την ανάγνωση του Νόμου.—Δευ 31:10-13.
Η γη θα είχε απολαύσει 121 σαββατιαία έτη και 17 Ιωβηλαία πριν από την εξορία, αν ο Ισραήλ είχε τηρήσει το Νόμο σωστά. Αλλά τα σαββατιαία έτη τηρήθηκαν μόνο εν μέρει. Όταν ο λαός εξορίστηκε στη Βαβυλώνα, η γη παρέμεινε έρημη 70 χρόνια “ώσπου να ξεπληρώσει τα σάββατά της”. (2Χρ 36:20, 21· Λευ 26:34, 35, 43) Οι Γραφές δεν αναφέρουν πουθενά ότι οι Ιουδαίοι δεν είχαν τηρήσει 70 ακριβώς σαββατιαία έτη. Ωστόσο, ο Ιεχωβά επέτρεψε να επιβληθούν 70 χρόνια ερήμωσης στη γη ως αντιστάθμισμα για όλα τα σαββατιαία έτη που δεν είχαν τηρηθεί.
-
-
ΣάββατοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΒΑΤΟ
Ημέρα ξεχωρισμένη από τον Θεό για ανάπαυση από τις τακτικές εργασίες. Το Σάββατο δόθηκε από τον Ιεχωβά ως σημείο ανάμεσα σε εκείνον και στους γιους του Ισραήλ. (Εξ 31:16, 17) Η εβραϊκή έκφραση γιωμ χασσαμπάθ παράγεται από το ρήμα σαβάθ το οποίο σημαίνει «αναπαύομαι, παύω». (Γε 2:2· 8:22) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η έκφραση ἡ ἡμέρα τοῦ σαββάτου.
Το ιστορικό της τήρησης εβδομαδιαίου εικοσιτετράωρου σαββάτου αρχίζει όταν το έθνος του Ισραήλ βρισκόταν στην έρημο το δεύτερο μήνα μετά την Έξοδό τους από την Αίγυπτο το 1513 Π.Κ.Χ. (Εξ 16:1) Ο Ιεχωβά είχε πει στον Μωυσή ότι η θαυματουργική προμήθεια του μάννα θα ήταν διπλάσια την έκτη ημέρα. Όταν αυτό πραγματοποιήθηκε, οι αρχηγοί της σύναξης το ανέφεραν στον Μωυσή και τότε αναγγέλθηκε η διευθέτηση του εβδομαδιαίου Σαββάτου. (Εξ 16:22, 23) Το γεγονός ότι ο Ισραήλ είχε την υποχρέωση να τηρεί το Σάββατο από τότε και στο εξής φαίνεται από τα λόγια του Ιεχωβά στα εδάφια Έξοδος 16:28, 29.
Το εβδομαδιαίο Σάββατο ενσωματώθηκε σε ένα σύστημα σαββάτων όταν λίγο αργότερα εγκαινιάστηκε επίσημα η διαθήκη του Νόμου στο Όρος Σινά. (Εξ 19:1· 20:8-10· 24:5-8) Αυτό το σαββατιαίο σύστημα αποτελούνταν από πολλών ειδών σάββατα: την 7η ημέρα, το 7ο έτος, το 50ό έτος (Ιωβηλαίο), τη 14η Νισάν (Πάσχα), τη 15η Νισάν, την 21η Νισάν, την 6η Σιβάν (Πεντηκοστή), την 1η Εθανίμ, τη 10η Εθανίμ (Ημέρα της Εξιλέωσης), τη 15η Εθανίμ και την 22η Εθανίμ.
Το γεγονός ότι το Σάββατο δεν επιβλήθηκε σε κανέναν από τους υπηρέτες του Θεού παρά μόνο μετά την Έξοδο καταδεικνύεται από τη μαρτυρία των εδαφίων Δευτερονόμιο 5:2, 3 και Έξοδος 31:16, 17: «Δεν τη σύναψε με τους προπάτορές μας ο Ιεχωβά αυτή τη διαθήκη, αλλά με εμάς». «Οι γιοι του Ισραήλ θα τηρούν το σάββατο . . . στη διάρκεια των γενεών τους. . . . Ανάμεσα σε εμένα και στους γιους του Ισραήλ είναι σημείο που θα παραμένει στον αιώνα». Αν ο Ισραήλ τηρούσε προηγουμένως το Σάββατο, τότε αυτό δεν θα τους θύμιζε ότι ο Ιεχωβά τούς απελευθέρωσε από την Αίγυπτο, όπως φαίνεται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 5:15. Το γεγονός ότι μερικοί Ισραηλίτες βγήκαν να μαζέψουν μάννα την έβδομη ημέρα, παρά τη ρητή εντολή για το αντίθετο, σημαίνει ότι η τήρηση του Σαββάτου ήταν κάτι καινούριο. (Εξ 16:11-30) Το ότι δεν ήταν βέβαιοι πώς έπρεπε να χειριστούν την περίπτωση του πρώτου καταγραμμένου παραβάτη του Σαββάτου αφότου δόθηκε ο Νόμος στο Σινά δείχνει επίσης ότι το Σάββατο είχε θεσπιστεί μόλις τότε. (Αρ 15:32-36) Ενόσω οι Ισραηλίτες ζούσαν στην Αίγυπτο, δεν θα μπορούσαν να τηρούν το Σάββατο έστω και αν βρίσκονταν τότε υπό τέτοιον νόμο, εφόσον ήταν δούλοι. Ο Φαραώ διαμαρτυρήθηκε ότι ο Μωυσής ανακατευόταν σε ξένες υποθέσεις επειδή εκείνος ζήτησε απλώς να τους δοθούν τρεις ημέρες για να θυσιάσουν στον Θεό. Πόσο περισσότερο θα αντιδρούσε αν οι Ισραηλίτες είχαν επιχειρήσει να αναπαύονται κάθε έβδομη ημέρα! (Εξ 5:1-5) Μολονότι αληθεύει ότι οι πατριάρχες προφανώς μετρούσαν το χρόνο με βάση μια εβδομάδα εφτά ημερών, τίποτα δεν αποδεικνύει ότι ξεχώριζαν με οποιονδήποτε τρόπο την έβδομη ημέρα. Ωστόσο, ο αριθμός εφτά ήταν σημαντικός επειδή συνήθως δήλωνε πληρότητα. (Γε 4:15, 23, 24· 21:28-32) Η εβραϊκή λέξη σαβά‛ («ορκίζομαι») προέρχεται προφανώς από την ίδια ρίζα με τη λέξη που σημαίνει «εφτά».
Το Σάββατο γιορταζόταν ως ιερή ημέρα (Δευ 5:12), ημέρα ανάπαυσης και χαράς για όλους—τους Ισραηλίτες, τους υπηρέτες, τους πάροικους και τα ζώα—καθώς έπαυε κάθε εργασία. (Ησ 58:13, 14· Ωσ 2:11· Εξ 20:10· 34:21· Δευ 5:12-15· Ιερ 17:21, 24) Γινόταν ειδική προσφορά ολοκαυτώματος, μαζί με προσφορά σιτηρών και σπονδή, εκτός από τη «μόνιμη προσφορά ολοκαυτώματος» που γινόταν τακτικά σε ημερήσια βάση. (Αρ 28:9, 10) Το ψωμί της πρόθεσης ανανεωνόταν στο αγιαστήριο, και νέα υποδιαίρεση ιερέων αναλάμβανε τα καθήκοντά της. (Λευ 24:5-9· 1Χρ 9:32· 2Χρ 23:4) Τα ιερατικά καθήκοντα δεν περιστέλλονταν το Σάββατο (Ματ 12:5), ακόμη δε και βρέφη περιτέμνονταν τότε, αν το Σάββατο ήταν η όγδοη ημέρα της ζωής τους. Μεταγενέστερα, οι Ιουδαίοι χρησιμοποιούσαν το ρητό: «Δεν υπάρχει σάββατο στο αγιαστήριο», εννοώντας ότι τα ιερατικά καθήκοντα συνεχίζονταν κανονικά.—Ιωα 7:22· Λευ 12:2, 3· Ο Ναός (The Temple), του Ά. Έντερσχαϊμ, 1874, σ. 152.
Σύμφωνα με ραβινικές πηγές, όταν ο Ιησούς ήταν στη γη η σάλπιγγα ηχούσε τρεις φορές την ένατη περίπου ώρα της Παρασκευής, δηλαδή στις τρεις το μεσημέρι, πράγμα που σήμαινε ότι πλησίαζε το Σάββατο. Τότε σταματούσαν κάθε εργασία και επαγγελματική δραστηριότητα, άναβαν το λυχνάρι του Σαββάτου και φορούσαν γιορτινά ενδύματα. Στη συνέχεια, άλλα τρία σαλπίσματα υποδείκνυαν ότι το Σάββατο είχε αρχίσει. Η απερχόμενη υποδιαίρεση των ιερέων πρόσφερε την πρωινή θυσία του Σαββάτου, ενώ η εισερχόμενη τη βραδινή, άρα και οι δύο υποδιαιρέσεις περνούσαν το Σάββατο στο αγιαστήριο. Καθεμιά από αυτές έδινε στον αρχιερέα το μισό από το ψωμί που της αναλογούσε. Το ψωμί το έτρωγαν στη διάρκεια του Σαββάτου μέσα στον ίδιο το ναό οι ιερείς που βρίσκονταν σε κατάσταση καθαρότητας. Οι κεφαλές των οικογενειών της εισερχόμενης υποδιαίρεσης καθόριζαν με κλήρο ποιες οικογένειες θα υπηρετούσαν την κάθε ειδική ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία πρόσφεραν τη διακονία τους και ποιοι θα εκτελούσαν τα ιερατικά καθήκοντα το Σάββατο.—Λευ 24:8, 9· Μαρ 2:26, 27· Ο Ναός, σ. 151, 152, 156-158.
Οι απαιτήσεις για το κανονικό εβδομαδιαίο Σάββατο διέφεραν από τις απαιτήσεις για τα Σάββατα, ή αλλιώς τις «άγιες συνελεύσεις», που συνδέονταν με τις γιορτές. (Λευ 23:2) Γενικά, το εβδομαδιαίο Σάββατο ήταν πιο περιοριστικό, καθώς δεν μπορούσε να γίνει καμιά εργασία—είτε κοπιαστική είτε όχι—παρά μόνο στο αγιαστήριο. Απαγορευόταν ακόμη και το μάζεμα ξύλων ή το άναμμα φωτιάς. (Αρ 15:32-36· Εξ 35:3) Επίσης περιορίζονταν τα ταξίδια, προφανώς με βάση το εδάφιο Έξοδος 16:29. Παρόμοια, η Ημέρα της Εξιλέωσης ήταν καιρός ανάπαυσης από κάθε είδους εργασία. (Λευ 16:29-31· 23:28-31) Ωστόσο, τις ημέρες των γιορτών, κατά τις οποίες γίνονταν άγιες συνελεύσεις, ενώ δεν επιτρεπόταν οποιαδήποτε κοπιαστική εργασία και εμπορική ή επαγγελματική δραστηριότητα, επιτρεπόταν το μαγείρεμα, οι εορταστικές προετοιμασίες, και ούτω καθεξής.—Εξ 12:16· Λευ 23:7, 8, 21, 35, 36.
Μερικές φορές δύο προσδιορισμένα από το Νόμο Σάββατα έπεφταν το ίδιο εικοσιτετράωρο, και τότε εκείνη η ημέρα ονομαζόταν “μεγάλο” Σάββατο, όπως όταν η 15η Νισάν (ημέρα σαββάτου) συνέπιπτε με το κανονικό Σάββατο.—Ιωα 19:31.
Τα Οφέλη και η Σημασία του Σαββάτου. Η αποχή από κάθε εργασία και η τήρηση άλλων θεόδοτων απαιτήσεων για το Σάββατο δεν εξασφάλιζαν μόνο σωματική ανάπαυση αλλά, το σπουδαιότερο, παρείχαν στο άτομο την ευκαιρία να εκδηλώσει την πίστη και την υπακοή του τηρώντας το Σάββατο. Έδιναν στους γονείς την ευκαιρία να ενσταλάξουν τους νόμους και τις εντολές του Θεού στη διάνοια και στην καρδιά των παιδιών τους. (Δευ 6:4-9) Το Σάββατο ήταν συνήθως αφιερωμένο στην απόκτηση γνώσης για τον Θεό και στην κάλυψη των πνευματικών αναγκών, όπως φαίνεται από την απάντηση που έδωσε στη Σουναμίτισσα ο σύζυγός της όταν αυτή ζήτησε την άδεια να πάει να δει τον Ελισαιέ, τον άνθρωπο του Θεού: «Γιατί πηγαίνεις σε αυτόν σήμερα; Δεν είναι ούτε νέα σελήνη ούτε σάββατο». (2Βα 4:22, 23) Επίσης, οι Λευίτες που ήταν διασκορπισμένοι σε όλη τη χώρα επωφελούνταν αναμφίβολα από το Σάββατο για να διδάξουν το Νόμο στο λαό του Ισραήλ.—Δευ 33:8, 10· Λευ 10:11.
Ήταν σημαντικό για τον κάθε Ισραηλίτη ατομικά να θυμάται να τηρεί το Σάββατο επειδή η παραβίασή του θεωρούνταν στασιασμός εναντίον του Ιεχωβά και τιμωρούνταν με θάνατο. (Εξ 31:14, 15· Αρ 15:32-36) Η ίδια αρχή ίσχυε και σε εθνικό επίπεδο. Η ολόκαρδη τήρηση όλου του σαββατιαίου συστήματος—ημερών και ετών—ήταν ζωτική προκειμένου να συνεχίσουν να υπάρχουν ως έθνος στη θεόδοτη γη τους. Το ότι δεν τίμησαν τους νόμους του Σαββάτου συνέτεινε πολύ στην πτώση τους και στην ερήμωση της γης του Ιούδα επί 70 χρόνια, ως αντιστάθμισμα για τα Σάββατα που είχαν παραβιαστεί.—Λευ 26:31-35· 2Χρ 36:20, 21.
Ραβινικοί Περιορισμοί για το Σάββατο. Το Σάββατο προοριζόταν αρχικά να είναι καιρός χαράς και πνευματικής εποικοδόμησης. Ωστόσο, οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες, ιδιαίτερα μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία, λόγω του ζήλου που είχαν να ξεχωρίζουν από τους Εθνικούς όσο το δυνατόν περισσότερο, κατέστησαν σταδιακά το Σάββατο βαρύ φορτίο υπεραυξάνοντας τους περιορισμούς του σε 39 και προσθέτοντας αναρίθμητους μικρότερους περιορισμούς. Όταν αυτοί οι περιορισμοί συντάχθηκαν, γέμισαν δύο μεγάλους τόμους. Για παράδειγμα, απαγορευόταν να πιάσει κανείς έναν ψύλλο διότι αυτό θεωρούνταν κυνήγι. Δεν μπορούσε να δοθεί βοήθεια σε πάσχοντα, εκτός αν κινδύνευε η ζωή του. Δεν μπορούσε να γίνει ανάταξη οστού ούτε επίδεση εξαρθρωμένου μέλους. Αυτοί οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες ακύρωσαν τον πραγματικό σκοπό του Σαββάτου, διότι υποδούλωσαν το λαό στην παράδοση αντί να φροντίσουν να υπηρετεί το Σάββατο τους ανθρώπους προς τιμήν του Θεού. (Ματ 15:3, 6· 23:2-4· Μαρ 2:27) Όταν οι μαθητές του Ιησού μάζεψαν σιτηρά και τα έτριψαν στα χέρια τους για να τα φάνε, κατηγορήθηκαν προφανώς για δύο αδικήματα, συγκεκριμένα για θερισμό και αλώνισμα το Σάββατο. (Λου 6:1, 2) Οι ραβίνοι είχαν το ρητό: «Οι αμαρτίες όποιου τηρεί αυστηρά κάθε νόμο του Σαββάτου, ακόμη και αν είναι ειδωλολάτρης, συγχωρούνται».
Δεν Επιβλήθηκε στους Χριστιανούς. Ο Ιησούς, ως Ιουδαίος που υπόκειτο στο Νόμο, τηρούσε το Σάββατο όπως όριζε ο Λόγος του Θεού (όχι οι Φαρισαίοι). Γνώριζε ότι ήταν νόμιμο να κάνει κάποιος καλά έργα το Σάββατο. (Ματ 12:12) Ωστόσο, τα θεόπνευστα Χριστιανικά συγγράμματα δηλώνουν ότι «ο Χριστός είναι το τέλος του Νόμου» (Ρω 10:4) και, ως εκ τούτου, οι Χριστιανοί έχουν «απαλλαχτεί από το Νόμο». (Ρω 7:6) Ούτε ο Ιησούς ούτε οι μαθητές του έκαναν κάποια διάκριση ανάμεσα στους λεγόμενους ηθικούς νόμους και στους εθιμοτυπικούς. Παρέθεταν τόσο από τα άλλα μέρη του Νόμου όσο και από τις Δέκα Εντολές και τα θεωρούσαν όλα εξίσου δεσμευτικά για όσους βρίσκονταν υπό το Νόμο. (Ματ 5:21-48· 22:37-40· Ρω 13:8-10· Ιακ 2:10, 11) Οι Γραφές δηλώνουν με σαφήνεια ότι η θυσία του Χριστού «κατάργησε . . . το Νόμο των εντολών που αποτελούνταν από διατάγματα» και ότι ο Θεός «εξάλειψε το εναντίον μας χειρόγραφο, το οποίο αποτελούνταν από διατάγματα . . . και το έχει βγάλει από τη μέση καρφώνοντάς το στο ξύλο του βασανισμού». Ολόκληρος ο Μωσαϊκός Νόμος “καταργήθηκε”, “εξαλείφθηκε”, “βγήκε από τη μέση”. (Εφ 2:13-15· Κολ 2:13, 14) Επομένως, όλο το σύστημα των Σαββάτων, είτε επρόκειτο για ημέρες είτε για έτη, τερματίστηκε μαζί με τον υπόλοιπο Νόμο από τη θυσία του Χριστού Ιησού. Έτσι εξηγείται γιατί οι Χριστιανοί μπορούν να θεωρούν ότι «μια ημέρα είναι όπως όλες οι άλλες», είτε αυτή η ημέρα είναι Σάββατο είτε οποιαδήποτε άλλη, χωρίς να φοβούνται ότι κάποιος θα τους κρίνει για αυτό. (Ρω 14:4-6· Κολ 2:16) Ο Παύλος έκανε το ακόλουθο σχόλιο σχετικά με όσους τηρούσαν με σχολαστικότητα «ημέρες και μήνες και εποχές και έτη»: «Φοβάμαι για εσάς, μήπως έχω μοχθήσει άσκοπα σε σχέση με εσάς».—Γα 4:10, 11.
Μετά το θάνατο του Ιησού, οι απόστολοί του ουδέποτε διέταξαν να τηρείται το Σάββατο. Το Σάββατο δεν περιλήφθηκε ως απαίτηση για τους Χριστιανούς στα εδάφια Πράξεις 15:28, 29 ή αργότερα. Ούτε θέσπισαν νέο σάββατο, κάποια «ημέρα του Κυρίου». Παρότι ο Ιησούς αναστήθηκε την ημέρα που ονομάζεται σήμερα Κυριακή, πουθενά δεν υποδηλώνει η Γραφή ότι η ημέρα της ανάστασής του έπρεπε να γιορτάζεται ως «νέο» σάββατο ή κάπως αλλιώς. Μερικοί χρησιμοποιούν τα εδάφια 1 Κορινθίους 16:2 και Πράξεις 20:7 για να υποστηρίξουν ότι η Κυριακή πρέπει να τηρείται ως σάββατο. Ωστόσο, το πρώτο εδάφιο δείχνει απλώς ότι ο Παύλος παρήγγειλε στους Χριστιανούς να αποταμιεύουν στο σπίτι τους κάποιο ποσό κάθε πρώτη ημέρα της εβδομάδας για τους άπορους αδελφούς τους στην Ιερουσαλήμ. Τα χρήματα αυτά δεν έπρεπε να τα παραδώσουν στο χώρο όπου συναθροίζονταν, αλλά να τα φυλάξουν μέχρι να έρθει ο Παύλος. Όσο για το δεύτερο εδάφιο, ήταν λογικό να συναντηθεί ο Παύλος με τους αδελφούς στην Τρωάδα την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, εφόσον έφευγε την αμέσως επόμενη.
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η κυριολεκτική τήρηση σαββατιαίων ημερών και ετών δεν αποτελούσε γνώρισμα της Χριστιανοσύνης του πρώτου αιώνα. Μόλις το 321 Κ.Χ. ο Κωνσταντίνος όρισε να είναι η Κυριακή ημέρα ανάπαυσης για όλους εκτός από τους γεωργούς. Στο διάταγμά του όμως η ημέρα αυτή αναφέρεται ως η ημέρα του Ήλιου (λατ., dies Solis, παλιός τίτλος της πρώτης ημέρας της εβδομάδας συνυφασμένος με την αστρολογία και την ηλιολατρία) και όχι ως η ημέρα του Κυρίου [λατ., dies Domini] ή το Σάββατο [Sabbatum]. Στην αγγλική η Κυριακή ονομάζεται «ημέρα του ήλιου» (Sunday).
Είσοδος στην Ανάπαυση του Θεού. Σύμφωνα με τα εδάφια Γένεση 2:2, 3, μετά την έκτη δημιουργική ημέρα, ή αλλιώς περίοδο, ο Θεός «άρχισε να αναπαύεται την έβδομη ημέρα», σταματώντας να κάνει δημιουργικά έργα όσον αφορά τη γη, όπως περιγράφεται στο 1ο κεφάλαιο της Γένεσης.
Ο απόστολος Παύλος δείχνει στην επιστολή προς τους Εβραίους, κεφάλαια 3 και 4, ότι οι Ισραηλίτες στην έρημο δεν εισήλθαν στην ανάπαυση, ή αλλιώς στο σάββατο, του Θεού λόγω ανυπακοής και απιστίας. (Εβρ 3:18, 19· Ψλ 95:7-11· Αρ 14:28-35) Όσοι εισήλθαν τελικά στην Υποσχεμένη Γη υπό τον Ιησού του Ναυή βρήκαν ανάπαυση, αλλά όχι την πλήρη ανάπαυση που θα είναι εφικτή υπό τον Μεσσία. Επρόκειτο μόνο για εξεικονιστικό τύπο, ή αλλιώς σκιά, της πραγματικότητας. (Ιη 21:44· Εβρ 4:8· 10:1) Ωστόσο, όπως εξηγεί ο Παύλος, «απομένει μια ανάπαυση σαββάτου για το λαό του Θεού». (Εβρ 4:9) Έτσι λοιπόν, όσοι είναι υπάκουοι και ασκούν πίστη στον Χριστό απολαμβάνουν «ανάπαυση σαββάτου» από «τα έργα» τους, έργα με τα οποία επιδίωκαν προηγουμένως να αποδειχτούν δίκαιοι. (Παράβαλε Ρω 10:3.) Επομένως, ο Παύλος δείχνει ότι το σάββατο, ή αλλιώς η ανάπαυση, του Θεού συνεχιζόταν στις ημέρες του και οι Χριστιανοί εισέρχονταν σε αυτό, πράγμα που υποδηλώνει ότι η ημέρα ανάπαυσης του Θεού διαρκεί χιλιάδες χρόνια.—Εβρ 4:3, 6, 10.
«Κύριος του Σαββάτου». Ενόσω βρισκόταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός αποκάλεσε τον εαυτό του “Κύριο του σαββάτου”. (Ματ 12:8) Το κατά γράμμα Σάββατο, το οποίο είχε σκοπό να φέρνει στους Ισραηλίτες ανακούφιση από τις εργασίες τους, ήταν «σκιά των μελλοντικών πραγμάτων, αλλά η πραγματικότητα ανήκει στον Χριστό». (Κολ 2:16, 17) Σε σχέση με αυτά τα “μελλοντικά πράγματα” υπάρχει ένα σάββατο του οποίου Κύριος πρόκειται να είναι ο Ιησούς. Ως Κύριος κυρίων, ο Χριστός θα κυβερνήσει όλη τη γη χίλια χρόνια. (Απ 19:16· 20:6) Κατά την επίγεια διακονία του, ο Ιησούς εκτέλεσε μερικά από τα εξοχότερα θαυματουργικά του έργα το Σάββατο. (Λου 13:10-13· Ιωα 5:5-9· 9:1-14) Αυτό δείχνει σαφώς το είδος της ανακούφισης που θα φέρει ανυψώνοντας τους ανθρώπους σε πνευματική και σωματική τελειότητα στη διάρκεια της ερχόμενης Χιλιετούς Διακυβέρνησής του, η οποία επομένως θα μοιάζει με περίοδο σαββατιαίας ανάπαυσης για τη γη και την ανθρωπότητα.—Απ 21:1-4.
Για πληροφορίες σχετικά με τον όρο Απόσταση Οδοιπορίας Σαββάτου, βλέπε ΤΑΞΙΔΙ.
-
-
ΣαββεθαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΒΕΘΑΪ
(Σαββεθαΐ) [[Γεννημένος το] Σάββατο].
Λευίτης της μεταιχμαλωσιακής περιόδου. Το εδάφιο Έσδρας 10:15 αναφέρει: «Ωστόσο, ο Ιωνάθαν, ο γιος του Ασαήλ, και ο Ιαζίας, ο γιος του Τικβά, στάθηκαν ενάντιοι σε αυτό· ο δε Μεσουλλάμ και ο Σαββεθαΐ, οι Λευίτες, τους βοήθησαν». Μια πιθανή κατανόηση αυτού του εδαφίου είναι ότι ο Σαββεθαΐ βοήθησε εκείνους που αντέδρασαν στην πρόταση του Έσδρα, σύμφωνα με την οποία όσοι είχαν παντρευτεί αλλοεθνείς γυναίκες έπρεπε να τις αποπέμψουν. Ή μπορεί να εννοείται ότι ήταν ένας από εκείνους που αντέδρασαν στη διαδικασία την οποία συνέστησε η εκκλησία για την επίλυση του ζητήματος. Κατά μία άλλη πιθανή απόδοση, αυτός βοήθησε εκείνους που ενήργησαν αντιπροσωπευτικά εκ μέρους του λαού για το χειρισμό αυτής της κατάστασης. Αυτή η τελευταία εκδοχή θα ήταν ίσως πιθανότερη αν ο Σαββεθαΐ που αναφέρεται εδώ είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Σαββεθαΐ που μνημονεύεται στα εδάφια Νεεμίας 8:5-7· 11:1, 2, 15, 16, ο οποίος βοήθησε τον Έσδρα στη δημόσια ανάγνωση του Νόμου και ο οποίος έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά την ανοικοδόμηση του τείχους.
-
-
ΣαβεέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΕΕ
(Σαβεέ).
Προφανώς μια από τις παρεμβαλλόμενες πόλεις που δόθηκαν στη φυλή του Συμεών και βρίσκονταν στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα. (Ιη 19:2) Ωστόσο, το όνομα αυτό δεν εμφανίζεται στον παράλληλο κατάλογο των εδαφίων 1 Χρονικών 4:28-32 ούτε στην απαρίθμηση των πόλεων που παραχωρήθηκαν αρχικά στον Ιούδα. (Ιη 15:26) Εφόσον τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:2-6 λένε ότι συνολικά οι πόλεις ήταν 13, ενώ στην πραγματικότητα φαίνεται να αναφέρουν 14 πόλεις, ορισμένοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι η Σαβεέ και η Βηρ-σαβεέ ήταν δύο τμήματα της ίδιας πόλης, από τα οποία η Σαβεέ ήταν το παλιότερο. Αν αποτελούσε ξεχωριστή τοποθεσία, ίσως ήταν η ίδια με τη Σεμά που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των εδαφίων Ιησούς του Ναυή 15:26-32.
-
-
ΣαβθάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΘΑ
(Σαβθά).
Γιος του Χους, αδελφός του Νεβρώδ και προγεννήτορας μιας από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. (Γε 10:7, 8, 32· 1Χρ 1:9, 10) Από ό,τι φαίνεται οι απόγονοι του Σαβθά εγκαταστάθηκαν στη νότια Αραβία, ίσως σε μια από τις τοποθεσίες που η μεταγενέστερη ονομασία τους μοιάζει με το όνομά του. Μια τέτοια πιθανολογούμενη τοποθεσία είναι η Σάβατα, η αρχαία πρωτεύουσα του Χαντραμάουτ, ενώ ο Πτολεμαίος μνημονεύει μια πόλη ονόματι Σαραύτα κοντά στον Περσικό Κόλπο. Οποιαδήποτε όμως σύνδεση των τοποθεσιών αυτών με τον Σαβθά παραμένει ανεπιβεβαίωτη.
-
-
ΣαγάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΓΑΦ
(Σαγάφ).
1. Γιος του Χάλεβ (γιου του Εσρών) από την παλλακίδα του τη Μααχά. Ο Σαγάφ ήταν ο ιδρυτής της Μαδμαννά ή ο “πατέρας” όσων εγκαταστάθηκαν εκεί.—1Χρ 2:9, 42, 48, 49.
2. Ο τελευταίος από τους έξι γιους του Ιαδαΐ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ, του γιου του Εσρών, από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:9, 42, 47.
-
-
ΣαγήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΓΗ
(Σαγή).
Αραρίτης, του οποίου ο γιος, ονόματι Ιωνάθαν, ήταν ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 34) Η παράλληλη περικοπή στα εδάφια 2 Σαμουήλ 23:32, 33 αναφέρει: «Ο Ιωνάθαν, ο Σαμμάχ ο Αραρίτης». Κατά κοινή παραδοχή, έχουν χαθεί με κάποιον τρόπο οι λέξεις «γιος τού», με την προσθήκη των οποίων το εδάφιο θα έλεγε: «Ο Ιωνάθαν ο [γιος του] Σαμμάχ του Αραρίτη»—το όνομα Σαμμάχ προφανώς ήταν ένα άλλο όνομα του Σαγή.
-
-
ΣαδδουκαίοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΟΙ
(Σαδδουκαίοι).
Εξέχουσα θρησκευτική αίρεση του Ιουδαϊσμού που συνδεόταν με το ιερατείο. (Πρ 5:17) Δεν πίστευαν στην ανάσταση ούτε στους αγγέλους.—Πρ 23:8.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς εμφανίστηκε η θρησκευτική αίρεση των Σαδδουκαίων. Η πρώτη ιστορική αναφορά σε αυτούς ονομαστικά εμφανίζεται στα συγγράμματα του Ιώσηπου, τα οποία δείχνουν ότι οι Σαδδουκαίοι βρίσκονταν σε αντιπαλότητα με τους Φαρισαίους κατά το τελευταίο ήμισυ του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 293 [x, 6]) Ο Ιώσηπος παρέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με τις διδασκαλίες τους. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι παρουσιάζει τα πράγματα έτσι όπως ακριβώς ήταν. Ανόμοια με τους Φαρισαίους, λέει ο Ιώσηπος, οι Σαδδουκαίοι δεν δέχονταν ότι η μοίρα καθόριζε την τύχη κάποιου, αλλά διατείνονταν ότι ο ίδιος, με τις δικές του ενέργειες, ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για ό,τι του συνέβαινε. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 172, 173 [v, 9]) Απέρριπταν τις πολλές προφορικές παραδόσεις που τηρούσαν οι Φαρισαίοι καθώς επίσης την πίστη εκείνων στην αθανασία της ψυχής και στις μεταθανάτιες τιμωρίες ή ανταμοιβές. Στις μεταξύ τους σχέσεις, οι Σαδδουκαίοι ήταν κάπως απότομοι ο ένας προς τον άλλον. Λέγεται ότι ήταν φιλόνικοι. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, οι διδασκαλίες τους είχαν απήχηση στους πλούσιους.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 298 (x, 6)· ΙΗ΄, 16, 17 (i, 4)· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 162-166 (viii, 14).
Όπως επισήμανε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, οι Σαδδουκαίοι έπρεπε να παραγάγουν καρπούς που άρμοζαν στη μετάνοια. Και αυτό επειδή, όπως και οι Φαρισαίοι, δεν τηρούσαν το νόμο του Θεού. (Ματ 3:7, 8) Ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς παρομοίασε τη φθοροποιά διδασκαλία τους με προζύμι.—Ματ 16:6, 11, 12.
Αναφορικά με τις θρησκευτικές τους δοξασίες, το εδάφιο Πράξεις 23:8 δηλώνει: «Οι Σαδδουκαίοι λένε ότι δεν υπάρχει ούτε ανάσταση ούτε άγγελος ούτε πνεύμα, αλλά οι Φαρισαίοι τα διακηρύττουν δημόσια όλα αυτά». Η ανάσταση και ο ανδραδελφικός γάμος ήταν τα ζητήματα με τα οποία επιχείρησε να προκαλέσει τον Χριστό Ιησού μια ομάδα Σαδδουκαίων. Εκείνος, όμως, τους αποστόμωσε. Αναφερόμενος στα συγγράμματα του Μωυσή, τα οποία οι Σαδδουκαίοι διατείνονταν ότι δέχονταν, ο Ιησούς κατέρριψε τον ισχυρισμό τους ότι δεν υπάρχει ανάσταση. (Ματ 22:23-34· Μαρ 12:18-27· Λου 20:27-40) Όταν, αργότερα, ο απόστολος Παύλος βρέθηκε ενώπιον του Σάνχεδριν, δίχασε αυτό το ανώτατο Ιουδαϊκό δικαστήριο στρέφοντας τους Φαρισαίους εναντίον των Σαδδουκαίων. Αυτό ήταν εφικτό λόγω των θρησκευτικών διαφορών που υπήρχαν ανάμεσά τους.—Πρ 23:6-10.
Παρά τη θρησκευτική διαίρεση μεταξύ των Σαδδουκαίων και των Φαρισαίων, αυτοί προσπάθησαν από κοινού να βάλουν τον Ιησού σε πειρασμό ζητώντας του σημείο (Ματ 16:1), ενώ και οι δύο ομάδες είχαν σχηματίσει ενιαίο μέτωπο εναντίον του. Τα στοιχεία από την Αγία Γραφή δείχνουν ότι οι Σαδδουκαίοι πρωτοστάτησαν στις προσπάθειες που αποσκοπούσαν στο θάνατο του Ιησού. Συμμετείχαν στο Σάνχεδριν, το δικαστήριο που έστησε πλεκτάνη εναντίον του Ιησού και αργότερα τον καταδίκασε σε θάνατο. Μέλος του δικαστηρίου ήταν ο Καϊάφας—Σαδδουκαίος και αρχιερέας—προφανώς δε και άλλοι εξέχοντες ιερείς. (Ματ 26:59-66· Ιωα 11:47-53· Πρ 5:17, 21) Επομένως, όποτε οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές μιλούν για κάποια ενέργεια των πρωθιερέων, είναι προφανές ότι περιλαμβάνονταν και Σαδδουκαίοι. (Ματ 21:45, 46· 26:3, 4, 62-64· 28:11, 12· Ιωα 7:32) Φαίνεται ότι οι Σαδδουκαίοι πρωτοστάτησαν στην προσπάθεια που καταβλήθηκε να αναχαιτιστεί η εξάπλωση της Χριστιανοσύνης μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού.—Πρ 4:1-23· 5:17-42· 9:14.
-
-
ΣαδώκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΔΩΚ
(Σαδώκ) [από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι δίκαιος»].
1. Ιερέας συνδεδεμένος με εξέχοντα τρόπο με τον Βασιλιά Δαβίδ. Ο Σαδώκ ήταν απόγονος του Ααρών από την αρχιερατική γραμμή του Ελεάζαρ. (1Χρ 6:3-8, 50-53) Αποκαλείται επίσης «βλέπων». (2Σα 15:27) Ο Σαδώκ, ως γενναίος και κραταιός νεαρός άντρας, ήταν ένας από τους αρχηγούς φυλών οι οποίοι υποστήριξαν τη βασιλεία του Δαβίδ. (1Χρ 12:27, 28) Έκτοτε ήταν όσιος στον Δαβίδ.—2Σα 8:15, 17· 20:25· 1Χρ 18:16.
Ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ (όποτε αναφέρονται μαζί, ο Σαδώκ κατονομάζεται πρώτος, ίσως επειδή ήταν και προφήτης) συνόδευσαν την κιβωτό της διαθήκης όταν ο Δαβίδ διευθέτησε τη μεταφορά της στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν, ο Σαδώκ συνέχισε να υπηρετεί για κάποιο διάστημα στη Γαβαών, όπου βρισκόταν η σκηνή της μαρτυρίας. (1Χρ 15:11, 14· 16:39) Όταν στασίασε ο Αβεσσαλώμ, ο Σαδώκ και οι Λευίτες πήραν την Κιβωτό και άρχισαν να συνοδεύουν τον Δαβίδ ο οποίος έφευγε από την Ιερουσαλήμ, αλλά εκείνος τους έστειλε πίσω στην πόλη, αναθέτοντας στον Σαδώκ και σε άλλους να ενεργούν ως σύνδεσμοί του για να μεταδίδουν μυστικές πληροφορίες. (2Σα 15:23-29, 35, 36· 17:15, 16· 18:19-27) Αφού έληξε η ανταρσία, ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση καλής υποδοχής για τον Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 19:11-14) Όταν, προς το τέλος της βασιλείας του, ο Δαβίδ οργάνωσε τις Λευιτικές υπηρεσίες για το ναό, τον βοήθησαν τόσο ο Σαδώκ όσο και ο Αχιμέλεχ, ο γιος του Αβιάθαρ.—1Χρ 24:3, 6, 30, 31.
Αντίθετα από τον Αβιάθαρ, ο Σαδώκ δεν υποστήριξε την απόπειρα σφετερισμού του θρόνου από τον Αδωνία. Ως εκ τούτου, ο Δαβίδ διόρισε τον Σαδώκ ως εκείνον που θα έχριε τον Σολομώντα βασιλιά. (1Βα 1:7, 8, 26, 32-46) Τόσο κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ όσο και του Δαβίδ, ο Σαδώκ υπηρετούσε μόνο ως συνιερέας, αλλά λόγω της οσιότητάς του—κατά αντιδιαστολή με την αμφιταλαντευόμενη πιστότητα του Αρχιερέα Αβιάθαρ—ο Σολομών έδιωξε τον Αβιάθαρ από την Ιερουσαλήμ και έκανε αρχιερέα τον Σαδώκ. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία του Ιεχωβά εναντίον του οίκου του Ηλεί. (1Βα 2:26, 27, 35) Η αναφορά που κάνει αργότερα το εδάφιο 1 Βασιλέων 4:4 στον “Σαδώκ και στον Αβιάθαρ” γίνεται μάλλον για ιστορικούς λόγους. Ο Ιώσηπος υποστηρίζει ότι ο Σαδώκ ήταν ο πρώτος αρχιερέας στο ναό του Σολομώντα. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 152 [viii, 6]) Στα εδάφια 1 Χρονικών 27:16, 17, ο Σαδώκ αναφέρεται ως αρχηγός του οίκου του Ααρών. Η Αγία Γραφή παρέχει στοιχεία με βάση τα οποία μπορούμε να ακολουθήσουμε τη γραμμή του Σαδώκ και να διαπιστώσουμε ότι κατείχε το αρχιερατικό αξίωμα μέχρι τον καιρό του Δαρείου του Πέρση (πιθανώς του Δαρείου Β΄). (1Βα 4:2· 1Χρ 6:8-15· 2Χρ 31:10· Νε 12:22) Οι ιερείς που είδε ο Ιεζεκιήλ στο ναό του οράματός του ήταν «γιοι του Σαδώκ».—Ιεζ 40:46· 43:19· 44:15· 48:11.
2. Παππούς του Βασιλιά Ιωθάμ του Ιούδα από τη συγγένεια της μητέρας του.—2Βα 15:32, 33· 2Χρ 27:1.
3. Απόγονος του Ααρών μέσω του προσώπου Αρ. 1 στην αρχιερατική γραμμή και πρόγονος του “επιδέξιου αντιγραφέα” Έσδρα.—1Χρ 6:3, 8, 12, 13· 9:11· Εσδ 7:1-6· Νε 11:11.
4. Ένα από τα άτομα που ανοικοδόμησαν μεταιχμαλωσιακά το τείχος της Ιερουσαλήμ, γιος του Βαανά. (Νε 3:4) Είτε ο ίδιος είτε ο εκπρόσωπος κάποιας ομώνυμης οικογένειας υπέγραψε την εθνική διαθήκη που προτάθηκε λίγο αργότερα.—Νε 9:38· 10:1, 14, 21.
5. Κάποιος άλλος ο οποίος βοήθησε στην ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ. Γιος ή απόγονος του Ιμμήρ, ο οποίος πιθανόν να ανήκε στην ιερατική οικογένεια.—Νε 3:29.
6. Αντιγραφέας τον οποίο ο Νεεμίας κατέστησε υπεύθυνο από κοινού με τον Σελεμία και τον Φεδαΐα για τις αποθήκες των Λευιτών. (Νε 13:13) Ίσως το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 5.
7. Πρόγονος του Ιωσήφ, του θετού πατέρα του Ιησού, στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—Ματ 1:14.
-
-
ΣαιβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΙΒΑ
(Σαιβά).
1. [από μια ρίζα που σημαίνει «εξισώνω· εξομαλύνω»]. Πατέρας της Μαχβηνά και της Γαβεά. Αλλά, δεδομένου ότι αυτά είναι πιθανώς ονόματα πόλεων, ο Σαιβά ήταν ίσως ο πατέρας όσων εγκαταστάθηκαν εκεί ή ήταν ο ιδρυτής εκείνων των πόλεων. Ο πατέρας του Σαιβά ο Χάλεβ (Χελουβαΐ) ήταν επικεφαλής ενός από τους τρεις κύριους κλάδους των απογόνων του Ιούδα μέσω του Εσρών.—1Χρ 2:9, 48-50.
-
-
ΣαΐρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΪΡ
(Σαΐρ).
Τοποθεσία στον Εδώμ ή στα περίχωρά του. Στην περιοχή του Σαΐρ, ο Βασιλιάς Ιωράμ του Ιούδα πάταξε τη νύχτα μια στρατιωτική δύναμη Εδωμιτών που τον είχε περικυκλώσει. (2Βα 8:20-22) Η ακριβής θέση του Σαΐρ δεν είναι γνωστή.
-
-
Σακίδιο ΤροφίμωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΚΙΔΙΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Σάκος, συνήθως δερμάτινος, που κρεμούσαν στον ώμο οι ταξιδιώτες, οι βοσκοί, οι γεωργοί και άλλοι. Τον χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν τρόφιμα, ρούχα και άλλες προμήθειες, αλλά δεν ήταν ίδιος με το μικρότερο πουγκί της ζώνης στο οποίο έβαζαν χρυσά, ασημένια και χάλκινα νομίσματα. (Ματ 10:9· Μαρ 6:8) Το “ποιμενικό σακίδιο” του Δαβίδ ήταν αναμφίβολα ένα τέτοιο σακίδιο τροφίμων. (1Σα 17:40) Ο Ιησούς Χριστός, όταν έστειλε πρώτα τους 12 αποστόλους και αργότερα τους 70 μαθητές να κηρύξουν στον Ισραήλ, τους είπε να μην πάρουν μαζί τους σακίδια τροφίμων. (Ματ 10:5, 9, 10· Λου 9:3· 10:1, 4) Ο Ιεχωβά θα φρόντιζε για τις ανάγκες τους μέσω των ομοεθνών τους, οι οποίοι είχαν το έθιμο της φιλοξενίας. Λίγο πριν από το θάνατό του, ο Ιησούς έδειξε ότι οι περιστάσεις θα άλλαζαν ως αποτέλεσμα της επίσημης εναντίωσης, και είπε στους μαθητές του να πάρουν μαζί τους και πουγκί και σακίδιο τροφίμων. Παρ’ όλα αυτά, έπρεπε να επιζητούν πρώτα τη Βασιλεία του Θεού αντί να ανησυχούν για τις υλικές ανάγκες. Έτσι θα αποδείκνυαν ότι άφηναν τη φροντίδα του εαυτού τους στα χέρια του Ιεχωβά Θεού, ενόσω βρίσκονταν στη διακονία.—Λου 22:35, 36· Ματ 6:25-34.
-
-
ΣακκούθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΚΚΟΥΘ
(Σακκούθ).
Πιθανώς αστρική θεότητα, όπως συνάγεται από το γεγονός ότι το όνομα «Σακκούθ» χρησιμοποιείται σε παραλληλισμό με τη φράση «το άστρο του θεού σας». (Αμ 5:26) Στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο έχουν παρεμβληθεί σκόπιμα στο εν λόγω όνομα φωνηεντικά σημεία έτσι ώστε να αντιστοιχεί στη λέξη σικκούτς, η οποία σημαίνει «αηδιαστικό πράγμα». Το όνομα Σακκούθ ταυτίζεται ενδεχομένως με το «Σακκούτ», τη βαβυλωνιακή ονομασία του Κρόνου (ενός αστρικού θεού). Ωστόσο, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, αντί «τον Σακκούθ, το βασιλιά σας», λέει τὴν σκηνὴν τοῦ Μολόχ, και ο Στέφανος, ο οποίος πιθανότατα παρέθεσε από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, χρησιμοποίησε και αυτός τη φράση «τη σκηνή του Μολόχ». (Πρ 7:43) Αυτό υποδηλώνει ότι με τη λέξη «Σακκούθ» μπορεί να εννοούνταν ένα φορητό ομοίωμα ναού, μια σκηνή που στέγαζε το είδωλο του Μολόχ.—Βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ (Ο Μολόχ και η Αστρολογία στον Ισραήλ).
-
-
Σάκος, ΣακίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΚΟΣ, ΣΑΚΙ
Οι σάκοι και τα σακιά, που κατασκευάζονταν από διάφορα δέρματα και υφάσματα, χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα ως θήκες για τη φύλαξη διαφόρων πραγμάτων όπως σιτηρά και τρόφιμα, πέτρινα ζύγια, τιμαλφή, σβόλοι χρυσού και ασημιού και, σε μεταγενέστερες περιόδους, νομίσματα. Ειδικά η λέξη «σάκος» προσδιορίζει το χοντρό ύφασμα από το οποίο έφτιαχναν τέτοιες θήκες. Συνήθως το ύφασμα αυτό ήταν από σκούρες τρίχες κατσικιού.—Απ 6:12· Ησ 50:3.
Η ελληνική λέξη «σάκος» προέρχεται από την εβραϊκή λέξη σακ η οποία, παρότι στην Αγία Γραφή αναφέρεται κυρίως στο συγκεκριμένο ύφασμα (Λευ 11:32), χρησιμοποιείται επίσης—όπως και η λέξη «σάκος» σήμερα—για να προσδιορίσει τις θήκες από αυτό το ύφασμα στις οποίες έβαζαν τρόφιμα και σιτηρά. (Γε 42:25, 27, 35· Ιη 9:4) Η λέξη ’αμτάχαθ του εβραϊκού κειμένου (παράγωγο ενός ρήματος που σημαίνει «απλώνω» [Ησ 40:22]) χρησιμοποιείται για τα σακιά που είχαν οι αδελφοί του Ιωσήφ όταν τον επισκέφτηκαν στην Αίγυπτο και φαίνεται ότι είναι λίγο πολύ συνώνυμη της λέξης σακ. Ίσως αναφέρεται περισσότερο στο σχήμα του σακιού παρά στο υλικό κατασκευής του.—Γε 42:27, 28· 43:18-23.
Όταν ο Δαβίδ ετοιμαζόταν να αναμετρηθεί με τον Γολιάθ, έβαλε πέντε πέτρες στο ποιμενικό του «σακίδιο» (εβρ., κελί), το οποίο εικάζεται ότι έμοιαζε με ταγάρι που το κρεμούσαν διαγωνίως από τον ώμο και συνήθως το έφτιαχναν από ακατέργαστα δέρματα ζώων. (1Σα 17:40, 49) Η λέξη που χρησιμοποιεί εδώ το εβραϊκό κείμενο έχει πολύ ευρεία έννοια και, τις περισσότερες φορές, αναφέρεται απλώς σε κάποιο πήλινο, ξύλινο, μεταλλικό ή δερμάτινο σκεύος ή δοχείο.—Λευ 6:28· 11:32, 33· Αρ 31:20· 1Βα 10:21.
Ο Σύριος αξιωματικός Νεεμάν έδωσε στον άπληστο Γιεζί «μέσα σε δύο σάκους [εβρ., χαριτίμ] δύο τάλαντα ασήμι, μαζί με δύο αλλαξιές ενδύματα, . . . και τους έδωσε σε δύο υπηρέτες του για να τους μεταφέρουν». Εφόσον το τάλαντο ισοδυναμούσε περίπου με 34 κιλά, είναι προφανές ότι ένας τέτοιος σάκος (χαρίτ) πρέπει να ήταν αρκετά μεγάλος και γερός ώστε να μπορεί να χωρέσει ένα τάλαντο και μια αλλαξιά ενδύματα. Επομένως, όταν ήταν γεμάτος, είχε περίπου τόσο βάρος όσο μπορούσε να μεταφέρει ένας άντρας μόνος του. (2Βα 5:23) Ωστόσο, η ίδια λέξη αναφέρεται επίσης στα «πουγκιά» που χρησιμοποιούσαν ως εξάρτημα του πολυτελούς στολισμού τους οι υπεροπτικές κόρες της Σιών.—Ησ 3:16, 22.
Υπήρχε επίσης ο σάκος (εβρ., κις) των εμπόρων, ο οποίος έμοιαζε αναμφίβολα με αυτόν που εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται στις χώρες της Ανατολής μέχρι πρόσφατα. Κρίνοντας από αυτούς τους μεταγενέστερους τύπους, οι εν λόγω σάκοι πρέπει να ήταν φτιαγμένοι από βαμβακερό ύφασμα, από εύκαμπτα βούρλα ή από δέρμα. Στους σάκους αυτούς οι έμποροι κουβαλούσαν τα ζύγια που χρειάζονταν για τις επαγγελματικές συναλλαγές, κατά τις οποίες έπρεπε να ζυγίζουν προϊόντα, σιτηρά ή πολύτιμα μέταλλα. Αναφερόμενος στο κις, ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε τις απατηλές επιχειρηματικές μεθόδους, λέγοντας: «Δεν πρέπει να έχεις στο σάκο σου δύο ειδών ζύγια». (Δευ 25:13) Μέσω του προφήτη του, ο Ιεχωβά ρώτησε: «Μπορώ να είμαι ηθικά καθαρός με πονηρή ζυγαριά και με σάκο που περιέχει απατηλά πέτρινα ζύγια;» (Μιχ 6:11· Παρ 16:11) Το κις χρησιμοποιούνταν επίσης ως «σάκος» ή «πουγκί» για τη μεταφορά χρημάτων και πολύτιμων αγαθών.—Παρ 1:13, 14· Ησ 46:6.
Η λέξη τσερώρ του εβραϊκού κειμένου παράγεται από ένα ρήμα που σημαίνει «τυλίγω» (Εξ 12:34) και προσδιορίζει ένα συνηθισμένο είδος θήκης που την έδεναν με σχοινί ή κορδόνι, είτε ως «δέμα» (Γε 42:35) είτε ως «σακούλι» στο οποίο έσφιγγαν και έδεναν μόνο το άνοιγμα. (Παρ 7:20· Ασμ 1:13) Φαίνεται ότι τα χρήματα που έπαιρναν από το κιβώτιο όπου τοποθετούνταν οι συνεισφορές του ναού τα έδεναν σε τέτοια δέματα, τα οποία αναμφισβήτητα θα περιείχαν ίσες ποσότητες. (2Βα 12:10) Στην αρχαιότητα, όταν διεκπεραιώνονταν επαγγελματικές συναλλαγές στις οποίες περιλαμβάνονταν μεγάλα χρηματικά ποσά, τα κομμάτια μετάλλου μερικές φορές ζυγίζονταν και τοποθετούνταν σε τέτοια δέματα ή σακούλια, ενώ στη συνέχεια ο κόμπος σφραγιζόταν. Κατόπιν, αν ήθελαν οι συναλλασσόμενοι, το σακούλι μπορούσε να περάσει από τον έναν στον άλλον με τη βεβαιότητα ότι περιείχε την καθορισμένη ποσότητα. Η ανέπαφη σφραγίδα, λοιπόν, αποτελούσε εγγύηση για την ποσότητα του ασημιού, του χρυσού ή όποιου άλλου μετάλλου περιείχε το σακούλι. Ο Ιώβ χρησιμοποιεί προφανώς ένα τέτοιο σχήμα λόγου στο εδάφιο Ιώβ 14:17, όταν λέει στον Θεό: «Σφραγισμένη σε σακούλι είναι η ανταρσία μου και βάζεις κόλλα στο σφάλμα μου». Η Αβιγαία εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα προστάτευε τον Δαβίδ, λέγοντας πως, όταν θα τον καταδίωκε κάποιος εχθρός, η ψυχή του θα ήταν «τυλιγμένη στο σάκο της ζωής κοντά στον Ιεχωβά τον Θεό» του.—1Σα 25:29.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές γίνεται λόγος για «σακίδιο τροφίμων» (ΜΝΚ) ή «σακί» (AT, RS, ΒΑΜ). (Ματ 10:10· Λου 9:3) Η λέξη πήρα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ορίζεται στο Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 4, σ. 196), ως «ταξιδιωτικός δερμάτινος σάκος ή σακίδιο για τη μεταφορά προμηθειών».—Βλέπε ΣΑΚΙΔΙΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ.
Στα εδάφια Ιωάννης 12:6· 13:29 η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αναφέρει ότι ο Ιούδας κρατούσε ένα «σακί». Ωστόσο, οι περισσότερες σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν τη λέξη γλωσσόκομον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ως «κουτί» ή «κουτί με χρήματα». Αυτή η λέξη, που αναφερόταν αρχικά στη θήκη όπου φύλαγαν το επιστόμιο ενός πνευστού οργάνου, κατέληξε να δηλώνει ένα μικρό κουτί πολλαπλών χρήσεων, μεταξύ των οποίων και η φύλαξη χρημάτων. Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα χρησιμοποίησαν αυτή τη λέξη για να περιγράψουν το κιβώτιο που αναφέρεται στα εδάφια 2 Χρονικών 24:8, 10. Για το «πουγκί» (Λου 10:4) ή τα «πουγκιά της ζώνης» (Ματ 10:9), βλέπε ΠΟΥΓΚΙ.
Ένδυση με Σάκο. Ο σάκος ήταν το παραδοσιακό ένδυμα πένθους, βρίσκουμε δε την πρώτη γραπτή μνεία του όταν ο Ιακώβ πένθησε για τον υποτιθέμενο θάνατο του γιου του, του Ιωσήφ, ζώνοντας τους γοφούς του με σάκο. (Γε 37:34· 2Σα 3:31) Ενίοτε οι πενθούντες κάθονταν ή κοιμούνταν πάνω σε σάκο. (2Σα 21:10· Ησ 58:5· Ιωλ 1:13) Οι υπηρέτες του Βεν-αδάδ, θέλοντας να ικετεύσουν τον Αχαάβ για τη ζωή του βασιλιά τους, πήγαν να τον συναντήσουν έχοντας σάκο στην οσφύ τους και σχοινιά στο κεφάλι τους. (1Βα 20:31, 32) Σε κάποιες περιπτώσεις φορούσαν το σάκο κατάσαρκα, έχοντας από πάνω άλλα ρούχα (Ιωβ 16:15· Ησ 32:11· 1Βα 21:27· 2Βα 6:30), ενώ άλλοτε μπορεί απλώς να τον “ζώνονταν” πάνω από τα εσωτερικά ενδύματα.—Ιεζ 7:18· Ιωλ 1:8.
Ως αποτέλεσμα του κηρύγματος του Ιωνά, ο βασιλιάς της Νινευή εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο, όχι μόνο έπρεπε να ακολουθήσουν το παράδειγμά του όλοι οι κάτοικοι της πόλης και να φορέσουν σάκο, αλλά έπρεπε να σκεπαστούν με σάκο ακόμη και τα «κατοικίδια ζώα».—Ιων 3:6-8.
Οι Εβραίοι προφήτες φορούσαν ενίοτε σάκο, σε αρμονία με τα προειδοποιητικά αγγέλματα και τις εκκλήσεις για μετάνοια που ήταν διορισμένοι να απευθύνουν ή όταν προσεύχονταν εκφράζοντας τη μετάνοια του λαού. (Ησ 20:2· Δα 9:3· παράβαλε Απ 11:3.) Σάκο φορούσαν ο βασιλιάς και ο λαός σε πολύ κρίσιμες στιγμές ή όταν άκουγαν ειδήσεις για κάποια συμφορά.—2Βα 19:1· Ησ 15:3· 22:12.
-
-
ΣαλαθιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΘΙΗΛ
(Σαλαθιήλ) [Αυτός που Έχει Ζητηθεί από τον Θεό (Αυτός για τον Οποίο Έχει Ερωτηθεί ο Θεός)].
Απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ και πρόγονος του Ιησού, από τη φυλή του Ιούδα. Ο Σαλαθιήλ παρουσιάζεται ως γιος του Ιωαχίν (Ιεχονία) αλλά και του Νηρί. Τόσο ο Σαλαθιήλ όσο και ο αδελφός του ο Φεδαΐας εμφανίζονται ως πατέρες του Ζοροβάβελ, του Κυβερνήτη μετά την εξορία.
Αναφορικά με τον πατέρα του Σαλαθιήλ: Ο Σαλαθιήλ κατονομάζεται πρώτος ανάμεσα στους γιους που απέκτησε ο Ιωαχίν όσο ήταν εξόριστος. (1Χρ 3:17· Ματ 1:12) Αν ο Σαλαθιήλ παντρεύτηκε κάποια μη κατονομαζόμενη κόρη του Νηρί, τον οποίο ο Λουκάς περιλαμβάνει στη γενεαλογία του Ιησού, ίσως ο Λουκάς χρησιμοποιεί για τον Σαλαθιήλ το χαρακτηρισμό «του Νηρί» με την έννοια ότι αυτός ήταν γαμπρός του Νηρί. Το ίδιο κάνει ο Λουκάς όταν λέει επίσης ότι ο Ιωσήφ, ο οποίος παντρεύτηκε τη Μαρία (προφανώς κόρη του Ηλί), ήταν «του Ηλί».—Λου 3:23, 27.
Αναφορικά με τον πατέρα του Ζοροβάβελ: Ο Φεδαΐας παρουσιάζεται ως πατέρας του Ζοροβάβελ σε μία μόνο περίπτωση (1Χρ 3:19), ενώ ο αδελφός του Φεδαΐα ο Σαλαθιήλ (1Χρ 3:17, 18) αναφέρεται ως ο πατέρας του σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις. (Εσδ 3:2, 8· 5:2· Νε 12:1· Αγγ 1:1, 12, 14· 2:2, 23· Ματ 1:12· Λου 3:27) Αν ο Φεδαΐας πέθανε όταν ο γιος του ο Ζοροβάβελ ήταν παιδί, είναι πιθανό ότι ο μεγαλύτερος αδελφός του Φεδαΐα ο Σαλαθιήλ ανέθρεψε τον Ζοροβάβελ σαν δικό του γιο. Ή, αν ο Σαλαθιήλ πέθανε άτεκνος και ο Φεδαΐας έκανε ανδραδελφικό γάμο για λογαριασμό του, ο γιος που απέκτησε ο Φεδαΐας με τη σύζυγο του Σαλαθιήλ θα ήταν ο νόμιμος κληρονόμος του Σαλαθιήλ.
-
-
ΣαλαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΪ
(Σαλαΐ).
1. Όνομα που υπάρχει στον κατάλογο των Βενιαμιτών οι οποίοι έζησαν στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:4, 7, 8.
2. Ιερατικός πατρικός οίκος στις ημέρες του Ιεχωακείμ, του διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού. (Νε 12:12, 20) Το όνομα «Σαλλού» του εδαφίου Νεεμίας 12:7 ενδεχομένως είναι παραλλαγή αυτού του ονόματος.
-
-
ΣαλαμίναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΜΙΝΑ
(Σαλαμίνα).
Σημαντική πόλη της Κύπρου. Ο Παύλος, ο Βαρνάβας και ο Ιωάννης Μάρκος “διήγγειλαν το λόγο του Θεού” εκεί κατά το ξεκίνημα της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του Παύλου, το 47 Κ.Χ. περίπου. Το πόσο έμειναν στην πόλη δεν αναφέρεται. Προφανώς υπήρχαν πολλοί Ιουδαίοι στη Σαλαμίνα, δεδομένου ότι η πόλη διέθετε περισσότερες από μία συναγωγές.—Πρ 13:2-5.
Η Σαλαμίνα συνδέεται συνήθως με τα ερείπια που βρίσκονται σε απόσταση 5 περίπου χλμ. Β της σημερινής Αμμοχώστου. Αυτό σημαίνει ότι βρισκόταν στο ανατολικό άκρο μιας μεγάλης εύφορης πεδιάδας ακριβώς στα Β του ποταμού Πηδιά (Πεδιαίου). Η Σαλαμίνα, λοιπόν, πρέπει να βρισκόταν γύρω στα 200 χλμ. ΔΝΔ της Σελεύκειας—από όπου είχε αναχωρήσει ο Παύλος φεύγοντας από τη Συρία—στην απέναντι ακτή της Μεσογείου. Αν και η Αγία Γραφή δεν δηλώνει συγκεκριμένα ότι το πλοίο με το οποίο ταξίδευε ο Παύλος αγκυροβόλησε σε κάποιο λιμάνι της Σαλαμίνας, η πόλη διέθετε κάποτε καλό λιμάνι το οποίο τώρα έχει προσχωθεί.
Φαίνεται ότι μία τουλάχιστον οδός συνέδεε τη Σαλαμίνα με την Πάφο, η οποία βρισκόταν στην άλλη άκρη του νησιού. Αυτό μπορεί να διευκόλυνε το ταξίδι του Παύλου και των συντρόφων του, καθώς αυτοί κήρυτταν σε «όλο το νησί ως την Πάφο».—Πρ 13:4-6.
Ο Βαρνάβας και ο Ιωάννης Μάρκος πιθανώς επισκέφτηκαν τη Σαλαμίνα ξανά γύρω στο 49 Κ.Χ.—Πρ 15:36-39.
-
-
ΣαλάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΦ
(Σαλάφ).
Πατέρας τουλάχιστον έξι γιων, ένας από τους οποίους βοήθησε τον Νεεμία να επισκευάσει το τείχος της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:30.
-
-
ΣαλείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΕΙΜ
(Σαλείμ).
Τοποθεσία που αναφέρεται στο εδάφιο Ιωάννης 3:23 ως καθοδηγητικό στοιχείο για τον εντοπισμό της Αινών, όπου βάφτιζε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής. Επομένως, το Σαλείμ θα πρέπει να ήταν πολύ γνωστό εκείνη την εποχή. Σήμερα η θέση του δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά ως πιθανή εκδοχή έχει υποδειχτεί το Τελλ Ρίντγα (Τελ Σαλέμ), περίπου 12 χλμ. Ν της Βαιθ-σεάν.—Βλέπε ΑΙΝΩΝ.
-
-
ΣαλέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΕΦ
(Σαλέφ).
Ο δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιοκτάν, ιδρυτής μιας από τις πρώτες μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. (Γε 10:26· 1Χρ 1:20) Αραβικά αντίστοιχα αυτού του ονόματος έχουν βρεθεί σε σαβαϊκές επιγραφές (χρονολογούμενες πριν από τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ.) οι οποίες αναφέρονται σε μια περιοχή της Υεμένης με το όνομα Σαλάφ ή Σαλίφ. Μια άλλη μορφή του ονόματος πιθανώς σώζεται στο όνομα Σουλάφ—τοποθεσία που βρίσκεται περίπου 100 χλμ. Β της Σανά, πρωτεύουσας της Δημοκρατίας της Υεμένης. Ωστόσο οι ομοιότητες αυτές απλώς υποδηλώνουν σε γενικές γραμμές το πού εγκαταστάθηκαν οι απόγονοι του Σαλέφ.
-
-
ΣαλεχέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΕΧΕΘ
(Σαλεχέθ).
Πύλη που βρισκόταν Δ του αγιαστηρίου στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 26:16.
-
-
ΣαλήμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΗΜ
(Σαλήμ) [Ειρήνη].
Αρχαία πόλη της οποίας βασιλιάς και ιερέας ήταν ο Μελχισεδέκ. (Γε 14:18) Ο εβραϊκός τύπος της λέξης «Σαλήμ», όπως ενσωματώνεται στο όνομα Ιερουσαλήμ, υποδηλώνει δυϊκό αριθμό και, ως εκ τούτου, η εν λόγω λέξη μπορεί να οριστεί ως «Διπλή Ειρήνη». Το ότι η ονομασία «Σαλήμ» σημαίνει «Ειρήνη» επιβεβαιώνεται από τα θεόπνευστα λόγια του εδαφίου Εβραίους 7:2.
Η αρχαία Ιουδαϊκή παράδοση ταυτίζει τη Σαλήμ με την Ιερουσαλήμ, και τα Γραφικά στοιχεία συνηγορούν υπέρ αυτού. Ο Αβραάμ συνάντησε το βασιλιά των Σοδόμων και τον Μελχισεδέκ «στην Κοιλάδα του Βασιλιά». Δεδομένου ότι ύστερα από αιώνες ο Αβεσσαλώμ, ο γιος του Βασιλιά Δαβίδ, έστησε ένα μνημείο εκεί, αυτή η κοιλάδα πρέπει να βρισκόταν κοντά στην Ιερουσαλήμ, την πρωτεύουσα του βασιλείου. (Γε 14:17, 18· 2Σα 18:18) Μάλιστα η λέξη «Σαλήμ» είναι ενσωματωμένη στο όνομα «Ιερουσαλήμ», και ο ψαλμωδός τη χρησιμοποίησε παράλληλα με τη λέξη «Σιών». (Ψλ 76:2) Επίσης, θα άρμοζε να είναι ο Μελχισεδέκ βασιλιάς και ιερέας στον ίδιο τόπο όπου μεταγενέστερα υπηρετούσαν οι βασιλιάδες της Δαβιδικής γραμμής και το Λευιτικό ιερατείο, και όπου προσφέρθηκε ως θυσία ο Ιησούς Χριστός, εκείνος που είχε εκλεγεί να είναι βασιλιάς και ιερέας «σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ».—Εβρ 3:1· 7:1-3, 15-17.
-
-
ΣαλιγκάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΙΓΚΑΡΙ
[εβρ., σαμπελούλ].
Οποιοδήποτε από διάφορα αργοκίνητα μαλάκια τα οποία γενικά ξεχωρίζουν από το σπειροειδές ή κωνικό τους κέλυφος μέσα στο οποίο μπορούν να αποσυρθούν για προστασία. Στην Παλαιστίνη έχουν παρατηρηθεί πολλές ποικιλίες σαλιγκαριών, ενώ εξαιτίας του ξηρού κλίματος υπάρχουν λίγοι γυμνοσάλιαγκες, δηλαδή σαλιγκάρια χωρίς ορατό κέλυφος. Τόσο οι γυμνοσάλιαγκες όσο και τα σαλιγκάρια εκκρίνουν μια γλοιώδη ουσία που τα προστατεύει από τις τριβές καθώς έρπουν. Πολλοί πιστεύουν ότι το γλοιώδες ίχνος του σαλιγκαριού είναι αυτό που υπονοείται από τη φράση «σαλιγκάρι που λιώνει». (Ψλ 58:8) Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, εδώ γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι το σαλιγκάρι ξεραίνεται μέσα στο κέλυφός του όταν εκτίθεται για κάποιο διάστημα στον ήλιο.
-
-
ΣαλισάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΙΣΑ
(Σαλισά).
«Γη» ή περιφέρεια την οποία διέσχισε ο Σαούλ ενώ έψαχνε για τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του (1Σα 9:3, 4), και στην οποία βρισκόταν πιθανότατα η Βάαλ-σαλισά. (2Βα 4:42) Η τελευταία αυτή τοποθεσία ταυτίζεται με το Καφρ Θουλθ, περίπου 20 χλμ. ΒΔ των Γαλγάλων.—Βλέπε ΒΑΑΛ-ΣΑΛΙΣΑ.
-
-
ΣαλλούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΛΟΥ
(Σαλλού).
1. Βενιαμίτης κάτοικος της μεταιχμαλωσιακής Ιερουσαλήμ. Γιος του Μεσουλλάμ.—1Χρ 9:3, 7· Νε 11:7.
2. Κεφαλή ιερατικής οικογένειας που επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Νε 12:1, 7) Στο εδάφιο Νεεμίας 12:20, σε έναν κατάλογο με μεταγενέστερους πατρικούς οίκους, εμφανίζεται το όνομα Σαλαΐ στο αντίστοιχο σημείο.
-
-
ΣαλλούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΛΟΥΜ
(Σαλλούμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κάνω ειρήνη· αποζημιώνω· ανταποδίδω»].
1. Ο τελευταίος κατονομαζόμενος γιος του Νεφθαλί. (1Χρ 7:13) Σε άλλα εδάφια αποκαλείται Σιλέμ.—Γε 46:24· Αρ 26:49· βλέπε ΣΙΛΕΜ.
2. Γιος του Σιαούλ, εγγονός του Συμεών και πατέρας του Μιβσάμ.—1Χρ 4:24, 25.
3. Γιος του Σισμαΐ και πατέρας του Ιεκαμία, αναφερόμενος μεταξύ των απογόνων του Ιεραμεήλ στη γενεαλογία του Ιούδα.—1Χρ 2:4, 5, 9, 25, 40, 41.
4. Επικεφαλής πυλωρός του αγιαστηρίου ο οποίος κάποια εποχή είχε διοριστεί στη βασιλική πύλη που ήταν προς την Α. Ήταν απόγονος του Κορέ. Παρότι το όνομα εμφανίζεται κυρίως στους καταλόγους εκείνων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα και έζησαν στην Ιερουσαλήμ (1Χρ 9:2, 3, 17-19, 31, 34· Εσδ 2:1, 42· Νε 7:45), μερικές αναφορές, όπως στην «τραπεζαρία του Μαασία, γιου του Σαλλούμ του θυρωρού» επί των ημερών του Ιερεμία (Ιερ 35:4), ενδεχομένως υποδεικνύουν ότι αυτό το όνομα που εμφανίζεται στους μεταιχμαλωσιακούς καταλόγους αναφέρεται σε κάποιον πατρικό οίκο, δηλαδή οικογένεια, πυλωρών οι οποίοι κατάγονταν από έναν προγενέστερο Σαλλούμ. Περαιτέρω επιβεβαίωση αυτού του γεγονότος θα αποτελούσε το ενδεχόμενο να είναι ο εν λόγω Σαλλούμ το ίδιο πρόσωπο με τον Σελεμία και τον Μεσελεμία των εδαφίων 1 Χρονικών 26:1, 2, 9, 14 ο οποίος ήταν πυλωρός Α του αγιαστηρίου κατά τη βασιλεία του Δαβίδ.
5. Δέκατος έκτος βασιλιάς του δεκάφυλου βασιλείου, γιος του Ιαβείς. Σε μια συνωμοσία, ο Σαλλούμ σκότωσε τον Ζαχαρία, τον τελευταίο απόγονο του Ιηού που ανέβηκε στην εξουσία, και βασίλεψε στη Σαμάρεια επί έναν σεληνιακό μήνα, γύρω στο 791 Π.Κ.Χ., αλλά τελικά δολοφονήθηκε από τον Μεναήμ.—2Βα 15:8, 10-15.
6. Εφραϊμίτης, ο γιος του οποίου, ο Ιεζκίας, ήταν ένας από τους επικεφαλής της φυλής του οι οποίοι αντιτάχθηκαν στην αιχμαλώτιση αδελφών τους από τον Ιούδα.—2Χρ 28:12, 13.
7. Απόγονος του Ααρών στην αρχιερατική γραμμή. Ο Χελκίας, γιος ή απόγονος του Σαλλούμ, υπηρέτησε ως αρχιερέας στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσία. (1Χρ 6:12, 13· 2Χρ 34:9) Ένας άλλος απόγονός του ήταν ο Έσδρας. (Εσδ 7:1, 2) Σε άλλα σημεία αποκαλείται Μεσουλλάμ.—1Χρ 9:11· Νε 11:11· βλέπε ΜΕΣΟΥΛΛΑΜ Αρ. 4.
8. Σύζυγος της Όλδας, της προφήτισσας την οποία επισκέφτηκε μια αντιπροσωπεία από τον Βασιλιά Ιωσία. Ήταν γιος του Τικβά. Εικάζεται ότι ήταν “ιματιοφύλακας” είτε των ιερέων είτε του βασιλιά. (2Βα 22:14· 2Χρ 34:22) Πιθανώς πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 10.
9. Γιος του Ιωσία. Βασίλεψε στον Ιούδα τρεις μήνες προτού εξοριστεί από τον Φαραώ Νεχαώ. (1Χρ 3:15· 2Βα 23:30-34· Ιερ 22:11, 12) Αλλού ονομάζεται Ιωάχαζ.—Βλέπε ΙΩΑΧΑΖ Αρ. 3.
10. Θείος του Ιερεμία από τη συγγένεια του πατέρα του. Το 608 Π.Κ.Χ. ο Ιερεμίας αγόρασε έναν αγρό από το γιο του Σαλλούμ, τον Χαναμήλ. (Ιερ 32:1, 7-9) Η χρονική περίοδος στην οποία έγινε αυτό αφήνει περιθώρια να είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 8.
11. Ένας από τους πυλωρούς που συμφώνησαν να αποπέμψουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους όταν ο Έσδρας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 10:24, 44) Πιθανόν να έχει κάποια σχέση με τον Αρ. 4.
12. Ένας από τους γιους του Βιννουί που επίσης απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:38-42, 44.
13. Άρχοντας της μισής περιφέρειας της Ιερουσαλήμ, ο οποίος μαζί με τις κόρες του συμμετείχε στις εργασίες επισκευής του τείχους της Ιερουσαλήμ. Ήταν γιος ή απόγονος του Αλλωής.—Νε 3:12.
-
-
ΣαλλούνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΛΟΥΝ
(Σαλλούν) [Ξένοιαστος· Αμέριμνος· Απαλλαγμένος από Στενοχώρια].
Άρχοντας της περιφέρειας της Μισπά και γιος του Χολχοζέ. Ο Σαλλούν βοήθησε τον Νεεμία να ανοικοδομήσει ένα τμήμα του τείχους της Ιερουσαλήμ και επισκεύασε την Πύλη της Πηγής.—Νε 3:15.
-
-
ΣαλμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑ
(Σαλμά).
1. Απόγονος του Ιούδα και πρόγονος του Δαβίδ. (1Χρ 2:3-5, 9-15) Ονομάζεται και Σαλμών.—Ρθ 4:12, 18-22· Λου 3:32· βλέπε ΣΑΛΜΩΝ.
2. Προπάτορας εκείνων που εγκαταστάθηκαν σε τοποθεσίες όπως η Βηθλεέμ, η Νετωφά και η Ατρώθ-βαιθ-ιωάβ. (1Χρ 2:51, 54) Ο Σαλμά ήταν γιος του Χουρ και αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ στη γενεαλογία του Ιούδα.—1Χρ 2:4, 5, 9, 18, 19, 50, 51.
-
-
ΣαλμαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑΪ
(Σαλμαΐ).
Ένας από τους Νεθινίμ, του οποίου οι απόγονοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 46· Νε 7:48.
-
-
ΣαλμανάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑΝΑ
(Σαλμανά) [από μια ρίζα που σημαίνει «κάνω ειρήνη· αποζημιώνω· ανταποδίδω»].
Ο λεηλατητής του οίκου του Αρβέλ για τον οποίο κάνει λόγο ο Ωσηέ στην προφητεία του κατά του άπιστου βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Παρ’ όλο που η Αγία Γραφή δεν περιέχει άλλη μνεία του Σαλμανά ή του Αρβέλ, η αναφορά του Ωσηέ σε αυτούς, η οποία γίνεται μεν παρεμπιπτόντως αλλά με ιδιαίτερη έμφαση, υποδηλώνει ότι το περιστατικό ήταν νωπό στη διάνοια των ακροατών του.—Ωσ 10:14.
Μια επιγραφή του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ σε κάποιο κτίσμα αναφέρει έναν ηγεμόνα του Μωάβ ονόματι Σαλαμανού, αλλά δεν υπάρχει ιστορική βάση που να μας επιτρέπει να συνδέσουμε αυτόν τον ηγεμόνα με κάποια λεηλασία στον Ισραήλ.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282.
Ως εκ τούτου, το όνομα Σαλμανά θεωρείται κατά γενική παραδοχή συντετμημένος τύπος του «Σαλμανασάρ», του ονόματος πέντε Ασσύριων βασιλιάδων. Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η μνεία αφορά τον Σαλμανασάρ Ε΄, διότι στα τέλη της περιόδου κατά την οποία προφήτευσε ο Ωσηέ, ο Σαλμανασάρ Ε΄ εισέβαλε στον Ισραήλ και πολιόρκησε τη Σαμάρεια.
-
-
ΣαλμανασάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑΝΑΣΑΡ
(Σαλμανασάρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σουλμάν [θεός των Ασσυρίων] Είναι Ανώτερος»].
Πέντε διαφορετικοί Ασσύριοι μονάρχες έφεραν αυτό το όνομα, αλλά μόνο δύο από αυτούς φαίνεται ότι είχαν άμεσες επαφές με τον Ισραήλ: ο Σαλμανασάρ Γ΄ και ο Σαλμανασάρ Ε΄. Στην πραγματικότητα, μόνο ο τελευταίος μνημονεύεται στο υπόμνημα της Αγίας Γραφής.
1. Ο Σαλμανασάρ Γ΄ διαδέχθηκε τον πατέρα του τον Ασσουρνασιρπάλ Β΄ στο θρόνο της Ασσυρίας. Σε μια επιγραφή περιγράφει τον εαυτό του ως «το βασιλιά του κόσμου, το βασιλιά χωρίς αντίπαλο, το “Μεγάλο Δράκοντα”, τη (μοναδική) δύναμη στα (τέσσερα) άκρα (της γης)». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 276) Πιστεύεται ότι βασίλεψε περίπου 35 χρόνια. Τριάντα ένα από αυτά τα χρόνια φαίνεται ότι τα δαπάνησε σε πολεμικές εκστρατείες για τη διατήρηση και την επέκταση της ασσυριακής κυριαρχίας. Ο Σαλμανασάρ Γ΄ έκανε επανειλημμένες επιθέσεις στα Δ εναντίον των αραμαϊκών βασιλείων της Συρίας.
Η Επιγραφή του που Υποτίθεται ότι Αναφέρει τον Αχαάβ. Η Επιγραφή στον Μονόλιθο του Σαλμανασάρ Γ΄ περιγράφει τη μάχη της Καρκάρ (κοντά στην Αιμάθ, στην Κοιλάδα του Ορόντη), η οποία έλαβε χώρα το έκτο έτος της βασιλείας του Σαλμανασάρ. Οι Ασσύριοι πολέμησαν εκεί έναν εχθρικό συνασπισμό 12 βασιλιάδων, κατά κύριο λόγο Συρίων. Ωστόσο, στον κατάλογο αναγράφεται κάποιος ονόματι Α-χα-α-μπου ματΣιρ-ι-λα-α-α. Το όνομα αυτό μεταφράζεται συνήθως σε σύγχρονα συγγράμματα «Αχαάβ ο Ισραηλίτης». (Βλέπε Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 279.) Η συμμετοχή του Αχαάβ στη μάχη ως συμμάχου των Συρίων θεωρείται κοινώς αποδεκτό γεγονός. Ωστόσο, η Αγία Γραφή δεν αναφέρει κανένα τέτοιο περιστατικό, και παρά τη φαινομενική ομοιότητα των ονομάτων, υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να αμφιβάλλουμε ότι ο Α-χα-α-μπου ματΣιρ-ι-λα-α-α είναι ο Αχαάβ του Ισραήλ. Η Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου ([Encyclopædia Biblica] Λονδίνο, 1899, Τόμ. 1, στ. 91) αναφέρει για «το όνομα Αχαμπού Σιρλαΐ . . . [πως] οι περισσότεροι λόγιοι τώρα συμφωνούν ότι δεν μπορεί παρά να σημαίνει “Αχαάβ του Ισραήλ” (ή, όπως πιστεύει ο Χόμελ, “της Ιεζραέλ”)». (Τα πλάγια γράμματα δικά μας.) Αυτό δείχνει ότι η ταύτιση των εν λόγω προσώπων δεν ήταν ανέκαθεν ευρέως αποδεκτή στο βαθμό στον οποίο είναι σήμερα, καθώς και ότι η απόδοση της φράσης ματΣιρ-ι-λα-α-α ως «Ισραηλίτης» υπόκειτο και αυτή σε αμφισβήτηση. Ας σημειωθεί ότι η φράση ματΣιρ-ι-λα-α-α δεν είναι αυτή που χρησιμοποιείται αλλού στις ασσυριακές επιγραφές όταν γίνεται μνεία του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Σε άλλες ασσυριακές επιγραφές εκείνης της εποχής, αυτή η χώρα μνημονεύεται είτε με το όνομα της πρωτεύουσάς της, της Σαμάρειας (Σα-με-ρι-να στις επιγραφές), είτε με τη φράση Μπιτ Χου-ουμ-ρι-ια (Γη του Αμρί), μια έκφραση που εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται ακόμη και έναν αιώνα μετά το θάνατο του Αμρί.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 284, 285.
Οι επιγραφές του Σαλμανασάρ δείχνουν ότι το 18ο έτος της βασιλείας του, δηλαδή 12 χρόνια μετά τη μάχη της Καρκάρ, πολέμησε εναντίον του Αζαήλ της Δαμασκού, και επίσης αναφέρουν: «Εκείνη την εποχή έλαβα το φόρο υποτελείας από τους κατοίκους της Τύρου, της Σιδώνας και από τον Ιηού, το γιο του Αμρί». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 280) Άρα, η ταύτιση του Α-χα-α-μπου με τον Βασιλιά Αχαάβ έρχεται σε σύγκρουση με τη Βιβλική χρονολόγηση, η οποία δείχνει ότι ανάμεσα στο θάνατο του Αχαάβ και στη βασιλεία του Ιηού μεσολάβησε μια περίοδος περίπου 14 ετών, η οποία καλύπτει τη βασιλεία του Οχοζία και του Ιωράμ. (1Βα 22:51· 2Βα 3:1) Αν και οι περισσότεροι σχολιαστές τοποθετούν την υποτιθέμενη συμμετοχή του Αχαάβ στη συριακή συμμαχία προς το τέλος της βασιλείας του, αυτό και πάλι δεν εναρμονίζεται με το χρονολογικό πλαίσιο της Αγίας Γραφής. Αναγνωρίζοντας αυτό το πρόβλημα, οι λόγιοι Καμπχάουζεν και Κίτελ υποστήριξαν ότι το όνομα του Αχαάβ συγχέεται με αυτό του Ιωράμ στα ασσυριακά αρχεία. (Λεξικό της Αγίας Γραφής [Dictionary of the Bible], του Χάστινγκς, 1904, Τόμ. 1, σ. 53) Ωστόσο, στην Αγία Γραφή δεν αναφέρεται καμιά συμμετοχή του Ιωράμ στη μάχη της Καρκάρ.
Εκτός αυτού, είναι δύσκολο να εξηγηθεί για ποιον λόγο ο Αχαάβ θα συμμετείχε σε έναν συνασπισμό με τους άσπονδους εχθρούς του Ισραήλ. Γι’ αυτό και Η Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια (1978, Τόμ. 4, σ. 325) αναφέρει: «Ευρίσκομεν [τον Αχαάβ] παραδόξως σύμμαχον με τον παλαιόν εχθρόν του [τον] Βεναδάδ εναντίον του Σαλμανεσέρ (Σαλμανασάρου) της Ασσυρίας, παρά το ότι θα υπέθετέ τις ότι ευχαρίστως θα έβλεπε την συντριβήν του Βεναδάδ, καθ’ όσον η Ασσυρία δεν απετέλει άμεσον κίνδυνον». Ο Αχαάβ είχε ήδη διεξαγάγει δύο πολέμους εναντίον των Συρίων, και παρότι υπήρξε μια σύντομη περίοδος χωρίς εχθροπραξίες ανάμεσα στον Ισραήλ και στη Συρία, το τρίτο έτος εκείνης της περιόδου ο Αχαάβ ενεπλάκη σε μια τελική σύγκρουση μαζί τους στην οποία και έχασε τη ζωή του. (1Βα 22:1-4, 34-37) Οι διάφορες απόπειρες ερμηνείας της συμμετοχής του στο συριακό συνασπισμό, με βάση την υπόθεση ότι συμμετείχε οικειοθελώς ως σύμμαχος ή εξαναγκαστικά, δεν πείθουν.
Τέλος, η μεγάλη δύναμη που αποδίδεται στον Α-χα-α-μπου στην επιγραφή του Σαλμανασάρ δεν επαληθεύεται από τις ενδείξεις που βρίσκουμε στην Αγία Γραφή για τον πολεμικό εξοπλισμό του Ισραήλ. Για τον Α-χα-α-μπου αναφέρεται ότι έφερε «2.000 άρματα» μαζί του, περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον βασιλιά της συμμαχίας. Αναγνωρίζοντας τη δυσκολία που παρουσιάζεται εδώ, οι υποστηρικτές της άποψης ότι ο Α-χα-α-μπου ταυτίζεται με τον Βασιλιά Αχαάβ απλώς επαυξάνουν το πρόβλημα εικάζοντας ότι έλαβε χώρα μια άλλη παράδοξη συνένωση των δυνάμεων του Αχαάβ με δυνάμεις του Ιούδα, της Τύρου, του Εδώμ, ακόμη δε και του Μωάβ, έτσι ώστε να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός αρμάτων. (Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου, Τόμ. 1, στ. 92· Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα [The Encyclopædia Britannica], 1910, Τόμ. 1, σ. 429) Ας σημειωθεί ότι ακόμη και ο ισχυρός Βασιλιάς Σολομών την εποχή της βασιλείας του είχε μόνο 1.400 άρματα.—1Βα 10:26.
Λαμβανομένων υπόψη όλων των παραπάνω σημείων, φαίνεται απόλυτα πιθανό ότι η απόδοση της φράσης Α-χα-α-μπου ματΣιρ-ι-λα-α-α ως «Αχαάβ ο Ισραηλίτης» δεν είναι σωστή και ότι οι ερμηνευτές της επιγραφής ίσως αγωνιούσαν υπερβολικά να εντοπίσουν τυχόν σχέση του ονόματος με κάποιο γνωστό ιστορικό πρόσωπο. Ας σημειώσουμε ότι στην ίδια επιγραφή αναφέρεται το όνομα «Μουσρί», και παρότι αλλού ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για την Αίγυπτο, οι μεταφραστές απορρίπτουν κάθε τέτοιον συσχετισμό ως παράλογο και υποστηρίζουν ότι η ονομασία αυτή «αναφέρεται πιθανότατα σε κάποια χώρα της νότιας Μικράς Ασίας». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 279, υποσ. 9) Φαίνεται ότι υπάρχουν εξίσου βάσιμοι λόγοι για να θεωρήσουμε παράλογο το συσχετισμό του ματΣιρ-ι-λα-α-α με τον Ισραήλ. Ίσως ο χρόνος το δείξει αυτό.
Οι κυριότεροι ηγέτες του συριακού συνασπισμού που αντιμετώπισε ο Σαλμανασάρ Γ΄ στην Καρκάρ φαίνεται ότι ήταν ο Βασιλιάς Αδάδ-ιδρί της Δαμασκού και ο Βασιλιάς Ιρουλενί της Αιμάθ. Ο Σαλμανασάρ ισχυρίστηκε ότι θριάμβευσε στη μάχη, αλλά το αποτέλεσμα προφανώς δεν ήταν αρκετά καθοριστικό ώστε να επιτρέψει περαιτέρω επέκταση των Ασσυρίων προς τη Δ. Έτσι λοιπόν, αναφέρεται ότι τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλες μάχες εναντίον του Αδάδ-ιδρί της Δαμασκού.
Επιγραφές για τον Αζαήλ και τον Ιηού. Σε εκπλήρωση της προφητείας που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ελισαιέ, ο Αζαήλ, ο θαλαμηπόλος του Βασιλιά Βεν-αδάδ της Δαμασκού, σκότωσε τον κύριό του και έγινε βασιλιάς, πιθανότατα στα τέλη της βασιλείας του Ιωράμ (περ. 917-905 Π.Κ.Χ.). (2Βα 8:7-15) Μια επιγραφή του Σαλμανασάρ Γ΄ το επιβεβαιώνει αυτό λέγοντας: «Ο (ίδιος ο) Αδαδέζερ [Αδάδ-ιδρί, προφανώς ο Βεν-αδάδ Β΄ της Δαμασκού] αφανίστηκε. Ο Αζαήλ, ένας κοινός θνητός (κυριολ.: γιος ουτιδανού), άρπαξε το θρόνο». Αναφέρονται κάποιες συγκρούσεις με τον Αζαήλ κατά το 18ο και το 21ο έτος του Σαλμανασάρ, στις οποίες νίκησαν οι Ασσύριοι χωρίς όμως να μπορέσουν ποτέ να πάρουν τη Δαμασκό.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 280.
Το όνομα του Βασιλιά Ιηού του Ισραήλ (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.) επίσης εμφανίζεται στον Μαύρο Οβελίσκο του Σαλμανασάρ (τώρα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο) συνοδεύοντας ένα ανάγλυφο που φαίνεται να απεικονίζει κάποιον πρεσβευτή του Ιηού καθώς προσφέρει γονατιστός δώρα στον Ασσύριο βασιλιά. Η επιγραφή αναφέρει: «Ο φόρος υποτελείας του Ιηού (Ια-ού-α), γιου του Αμρί (Χου-ουμ-ρι) [με την έννοια του διαδόχου του Αμρί]· έλαβα από αυτόν ασήμι, χρυσάφι, μια χρυσή κούπα-σαπλού, ένα χρυσό χοανοειδές αγγείο, χρυσά κύπελλα, χρυσά δοχεία, κασσίτερο, ένα βασιλικό σκήπτρο». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 281) Η Βιβλική αφήγηση για τον Ιηού δεν αναφέρει τίποτα για αυτόν το φόρο, και παρότι ο βασιλιάς του Ισραήλ μπορεί κάλλιστα να είχε προβεί σε μια τέτοια ενέργεια, δεδομένων των συνθηκών που περιγράφονται στα εδάφια 2 Βασιλέων 10:31-33, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να θεωρήσει κανείς ότι οι εγωιστές Ασσύριοι μονάρχες ήταν υπεράνω οποιασδήποτε χονδροειδούς παραποίησης των γεγονότων στις επιγραφές και στα ανάγλυφά τους.
2. Ο Σαλμανασάρ Ε΄ ήταν ο διάδοχος του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄. Οι μη Βιβλικές πηγές δεν παρέχουν σαφείς πληροφορίες για την περίοδο της βασιλείας του. Φαίνεται ότι είναι ο Ουλουλάγια για τον οποίο αναφέρεται ότι ήταν βασιλιάς της Βαβυλώνας επί πέντε χρόνια. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 272, υποσ. 4) Ο Ιώσηπος επίσης παραθέτει από τον ιστορικό Μένανδρο ο οποίος περιέγραψε μια πολιορκία της Τύρου από τον Σαλμανασάρ Ε΄. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Θ΄, 283-287 [xiv, 2]) Πέραν αυτού, η Αγία Γραφή είναι η βασική πηγή πληροφοριών για αυτόν το βασιλιά.
Κυριαρχία επί του Ισραήλ. Στη διάρκεια της βασιλείας του Ωσιέ, βασιλιά του Ισραήλ (περ. 758-740 Π.Κ.Χ.), ο Σαλμανασάρ Ε΄ προέλασε στην Παλαιστίνη και ο Ωσιέ έγινε υποτελής του με την υποχρέωση να του καταβάλλει ετήσιο φόρο. (2Βα 17:1-3) Ωστόσο, αργότερα ο Ωσιέ δεν κατέβαλε το φόρο—διαπιστώθηκε δε ότι συνωμοτούσε με τον Βασιλιά Σω της Αιγύπτου. (Βλέπε ΣΩ.) Εξαιτίας αυτού, ο Σαλμανασάρ φυλάκισε τον Ωσιέ και κατόπιν πολιόρκησε τη Σαμάρεια επί τρία χρόνια, έπειτα από τα οποία η καλά οχυρωμένη αυτή πόλη έπεσε τελικά και οι Ισραηλίτες οδηγήθηκαν σε εξορία.—2Βα 17:4-6· 18:9-12· παράβαλε Ωσ 7:11· Ιεζ 23:4-10.
Το Βιβλικό υπόμνημα δεν κατονομάζει συγκεκριμένα τον Ασσύριο βασιλιά που τελικά κατέλαβε τη Σαμάρεια.—Βλέπε ΣΑΡΓΩΝ.
Με την πτώση της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ., ήρθε το τέλος του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ το οποίο υφίστατο επί 257 χρόνια.
[Εικόνα στη σελίδα 868]
Οβελίσκος του Σαλμανασάρ, ο οποίος απεικονίζει τον Ιηού (ή πιθανότερα τον απεσταλμένο του) να καταβάλλει φόρο υποτελείας στον Ασσύριο βασιλιά
-
-
ΣαλμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΩΝ
(Σαλμών).
Γιος του Ναασών, του αρχηγού του Ιούδα, ο οποίος πιθανώς γεννήθηκε στη διάρκεια της 40χρονης οδοιπορίας στην έρημο. Ο Σαλμών παντρεύτηκε τη Ραάβ από την Ιεριχώ, και μαζί της απέκτησε τον Βοόζ. Έτσι λοιπόν, αποτέλεσε κρίκο στη γενεαλογική γραμμή που οδήγησε στον Δαβίδ και στον Ιησού. (Αρ 2:3· Ρθ 4:20-22· Ματ 1:4, 5· Λου 3:32) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:11 αποκαλείται Σαλμά. Ωστόσο, αυτός ο απόγονος του Ραμ, ο Σαλμών—οι απόγονοι του οποίου ζούσαν στη Βηθλεέμ—δεν πρέπει να συγχέεται με τον Σαλμά που αναφέρεται στα εδάφια 1 Χρονικών 2:51, 54 ως «ο πατέρας», δηλαδή ο ιδρυτής, της Βηθλεέμ, διότι αυτός ο δεύτερος Σαλμά ήταν απόγονος του αδελφού του Ραμ, του Χάλεβ.—Παράβαλε 1Χρ 2:9, 18.
-
-
ΣαλμώνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΩΝΗ
(Σαλμώνη).
Ακρωτήριο της Κρήτης, το οποίο γενικά ταυτίζεται με το ακρωτήριο Σίδερο στο ανατολικό άκρο του νησιού. Ο Παύλος παρέπλευσε τη Σαλμώνη γύρω στο 58 Κ.Χ. πηγαίνοντας στη Ρώμη για να δικαστεί. Ωστόσο, ισχυροί άνεμοι προφανώς δεν επέτρεψαν στο πλοίο, το οποίο ερχόταν από την Κνίδο, να πλεύσει Β της Κρήτης και από εκεί να συνεχίσει κάτω από το νότιο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας προς τη Ρώμη. Το πλοίο, το οποίο αναγκάστηκε να κατευθυνθεί νότια, πέρασε τη Σαλμώνη και στη συνέχεια είχε κάποια προστασία από τον άνεμο καθώς έπλεε κατά μήκος των νότιων ακτών της Κρήτης.—Πρ 27:7.
-
-
ΣαλούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΟΥ
(Σαλού).
Συμεωνίτης, του οποίου ο γιος, ο Ζιμβρί, εκτελέστηκε στις Πεδιάδες του Μωάβ εξαιτίας ανηθικότητας.—Αρ 25:14.
-
-
ΣαλπαάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΠΑΑΔ
(Σαλπαάδ) [πιθανώς σημαίνει «Σκιά (Σκέπη) από τον Τρόμο»].
Απόγονος του Μανασσή μέσω του Μαχίρ, του Γαλαάδ και του Χεφέρ. (Αρ 26:29-33) Ο Σαλπαάδ πέθανε κατά τη 40χρονη περιπλάνηση στην έρημο, όχι με «εκείνους που παρατάχθηκαν εναντίον του Ιεχωβά με τη σύναξη του Κορέ, αλλά πέθανε για τη δική του αμαρτία». (Αρ 27:3) Δεν απέκτησε γιους, αλλά άφησε πίσω του πέντε κόρες: τη Μααλά, τη Νωά, την Ογλά, τη Μελχά και τη Θερσά—όλες τους επέζησαν και μπήκαν στην Υποσχεμένη Γη.—Αρ 27:1· 1Χρ 7:15.
Αυτή η ειδική περίπτωση δημιούργησε προβλήματα όσον αφορά την κληρονομιά. Όταν οι κόρες του Σαλπαάδ ζήτησαν τη μερίδα γης του πατέρα τους στην περιοχή του Μανασσή, ο Μωυσής έφερε την υπόθεσή τους ενώπιον του Ιεχωβά. Η δικαστική απόφαση του Θεού ήταν ότι οι κόρες που δεν είχαν αδελφούς έπρεπε να λαβαίνουν την οικογενειακή κληρονομιά. (Αρ 27:1-9· Ιη 17:3, 4) Αργότερα, καθορίστηκε ότι αυτές οι κόρες έπρεπε να παντρευτούν άντρες από τη φυλή του πατέρα τους ώστε να παραμείνει η κληρονομιά μέσα στη φυλή.—Αρ 36:1-12.
-
-
ΣάλπιγγαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΠΙΓΓΑ
Πνευστό όργανο που αποτελείται από ένα επιστόμιο, έναν επιμήκη μεταλλικό σωλήνα και ένα χοανοειδές άκρο.
Στην έρημο, προτού μεταστρατοπεδεύσει ο Ισραήλ για πρώτη φορά, ο Ιεχωβά διέταξε τον Μωυσή να φτιάξει “δύο ασημένιες σάλπιγγες σφυρήλατες”. (Αρ 10:2) Παρότι αυτά τα όργανα δεν περιγράφονται περαιτέρω, νομίσματα της εποχής των Μακκαβαίων και ένα ανάγλυφο στην Αψίδα του Τίτου απεικονίζουν σάλπιγγες μήκους περίπου 45 ως 90 εκ., οι οποίες είναι ευθείες και το άκρο τους είναι κωδωνοειδές. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι αυτό που κατασκεύασε ο Μωυσής ήταν κάποιου είδους βούκινο με «μια στενή σύριγγα, λίγο παχύτερη από αυλό, με επιστόμιο αρκετά ευρύ ώστε να δέχεται τον αέρα, και κατάληξη κωδωνοειδή, σαν αυτήν που έχουν οι σάλπιγγες». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 291 [xii, 6]) Κατά την εγκαινίαση του ναού του Σολομώντα σάλπιζαν 120 σάλπιγγες.—2Χρ 5:12.
Περιγράφονται τριών ειδών συνθήματα, για τα οποία χρησιμοποιούνταν δύο μέθοδοι σαλπίσματος: (1) Το σάλπισμα και των δύο σαλπίγγων καλούσε ολόκληρη τη σύναξη του Ισραήλ στη σκηνή της συνάντησης· (2) το σάλπισμα της μίας σάλπιγγας συγκαλούσε μόνο τους αρχηγούς που ήταν οι κεφαλές των χιλιάδων· (3) τα σαλπίσματα με διακυμάνσεις έδιναν το σύνθημα για τη μετακίνηση του στρατοπέδου.—Αρ 10:3-7.
Επιπλέον, ο Ιεχωβά παρήγγειλε ότι σε καιρό πολέμου οι σάλπιγγες έπρεπε να σημάνουν «πολεμικό κάλεσμα». (Αρ 10:9) Αυτή την ευθύνη την επωμιζόταν έκτοτε ο ιερέας που συνόδευε το στράτευμα. (Αρ 31:6) Ο Αβιά του Ιούδα, στην προσπάθειά του να αποφύγει τον πόλεμο με τον Ιεροβοάμ του Ισραήλ, τόνισε ότι αυτές “οι σάλπιγγες που σήμαιναν πολεμικό συναγερμό” αποτελούσαν θεϊκή διαβεβαίωση για τη νίκη του Ιούδα στη μάχη. Όταν ο Ιεροβοάμ συνέχισε πεισματικά την επίθεσή του, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν από το στράτευμα του Ιούδα το οποίο είχε ενθαρρυνθεί πολύ από το ότι οι ιερείς «σάλπιζαν δυνατά».—2Χρ 13:12-15.
Οι σάλπιγγες περιλαμβάνονταν στα μουσικά όργανα του ναού. (2Χρ 5:11-13) Οι σαλπιγκτές ήταν οι γιοι του Ααρών, οι ιερείς. (Αρ 10:8· 2Χρ 29:26· Εσδ 3:10· Νε 12:40, 41) Κάθε αφήγηση στην οποία αναφέρεται η σάλπιγγα (εβρ., χατσοτσεράχ) χωρίς να δηλώνεται ξεκάθαρα ότι σαλπιγκτές ήταν οι ιερείς αφορά κάποιο γεγονός εθνικής σημασίας, στο οποίο η παρουσία των ιερέων ήταν αναμενόμενη. Είναι, λοιπόν, λογικό να υποθέσουμε ότι οι ιερείς ήταν εκείνοι που σάλπιζαν. (2Χρ 15:14· 20:28· 23:13· παράβαλε 1Χρ 15:24 με εδ. 28.) Μπορεί, ωστόσο, να υπήρχε ποικιλία σαλπίγγων, και ορισμένες να ανήκαν σε μη ιερείς.
Ο Ιησούς είπε στους ακροατές του να μη “σαλπίσουν” (παράγωγο της λέξης σάλπιγξ) προκειμένου να ελκύσουν την προσοχή στις φιλανθρωπίες τους, μιμούμενοι τους υποκριτές. (Ματ 6:2) Υποστηρίζεται γενικά ότι το σάλπισμα σε αυτή την περίπτωση έχει μεταφορική σημασία—ο Ιησούς προειδοποιούσε να μην κάνει κάποιος δώρα ελέους με επιδεικτικό τρόπο.
-
-
ΣαλχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΧΑ
(Σαλχά).
Πόλη στο ανατολικό όριο της Βασάν και μέρος της επικράτειας του Ωγ. Στη Σαλχά, την οποία κατέλαβε ο Ισραήλ υπό τον Μωυσή, εγκαταστάθηκαν Γαδίτες. (Δευ 3:8, 10· Ιη 12:4, 5· 13:8, 11· 1Χρ 5:11) Συνήθως ταυτίζεται με τη Σαλχάντ, η οποία βρίσκεται σε μια νότια προέκταση του Τζέμπελ εντ Ντρουζ (Τζέμπελ Χαουράν), περίπου 100 χλμ. ΑΝΑ του νότιου άκρου της Θάλασσας της Γαλιλαίας.
-
-
ΣαλώμηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΩΜΗ
(Σαλώμη) [πιθανότατα από μια ρίζα της εβρ. που σημαίνει «ειρήνη»].
1. Μια σύγκριση των εδαφίων Ματθαίος 27:56 και Μάρκος 15:40 ίσως υποδεικνύει ότι η Σαλώμη ήταν η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου—του Ιακώβου και του Ιωάννη που ήταν απόστολοι του Ιησού Χριστού. Το πρώτο εδάφιο κατονομάζει δύο Μαρίες, τη Μαρία τη Μαγδαληνή και τη Μαρία τη μητέρα του Ιακώβου (του Μικρού) και του Ιωσή, και αναφέρει πως, όταν κρέμασαν τον Ιησού στο ξύλο, μαζί με αυτές ήταν εκεί και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου. Το δεύτερο εδάφιο ονομάζει τη γυναίκα που ήταν μαζί με τις δύο Μαρίες «Σαλώμη».
Με παρόμοιες συνδέσεις εικάζεται ότι η Σαλώμη ήταν επίσης σαρκική αδελφή της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού. Αυτή η εκδοχή στηρίζεται στο ότι το εδάφιο Ιωάννης 19:25 αναφέρει αυτές τις δύο Μαρίες, τη Μαρία τη Μαγδαληνή και “τη σύζυγο του Κλωπά” (η οποία κατά γενική παραδοχή είναι η μητέρα του Ιακώβου του Μικρού και του Ιωσή), και παράλληλα λέει: «Κοντά δε στο ξύλο του βασανισμού του Ιησού στέκονταν η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του». Αν αυτό το εδάφιο (πέρα από την αναφορά στη μητέρα του Ιησού) εννοεί τα ίδια τρία πρόσωπα για τα οποία κάνουν λόγο ο Ματθαίος και ο Μάρκος, αυτό θα αποτελούσε ένδειξη ότι η Σαλώμη ήταν αδελφή της μητέρας του Ιησού. Από την άλλη μεριά, τα εδάφια Ματθαίος 27:55 και Μάρκος 15:40, 41 αναφέρουν ότι παρούσες εκεί ήταν πολλές άλλες γυναίκες που συνόδευαν τον Ιησού, οπότε η Σαλώμη θα μπορούσε να είναι μία από αυτές.
Η Σαλώμη ήταν μαθήτρια του Κυρίου Ιησού Χριστού, μια από τις γυναίκες που τον συνόδευαν και τον διακονούσαν από τα υπάρχοντά τους, πράγμα για το οποίο κάνουν νύξεις ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς (8:3).
Αν σωστά ταυτίζεται με τη μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου, τότε είναι αυτή που πλησίασε τον Ιησού ζητώντας του να δοθούν στους γιους της οι θέσεις στα δεξιά και στα αριστερά του Ιησού στη Βασιλεία του. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ματθαίου το αίτημα το υπέβαλε η μητέρα, όμως ο Μάρκος δείχνει ότι αυτοί που μίλησαν ήταν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. Φαίνεται ότι η επιθυμία ήταν των γιων και ότι αυτοί έβαλαν τη μητέρα τους να υποβάλει το αίτημα. Αυτό υποστηρίζεται από τον Ματθαίο ο οποίος αναφέρει πως, όταν οι άλλοι μαθητές άκουσαν για το αίτημα αυτό, αγανάκτησαν όχι με τη μητέρα αλλά με τα δύο αδέλφια.—Ματ 20:20-24· Μαρ 10:35-41.
Την αυγή της τρίτης ημέρας από το θάνατο του Ιησού, η Σαλώμη και άλλες γυναίκες πήγαν στον τάφο του Ιησού για να αλείψουν το σώμα του με μυρωδικά, αλλά διαπίστωσαν ότι η πέτρα είχε κυλιστεί, και μέσα στον τάφο βρήκαν έναν άγγελο ο οποίος τους γνωστοποίησε τα εξής: «Εγέρθηκε, δεν είναι εδώ. Να το μέρος όπου τον έβαλαν».—Μαρ 16:1-8.
2. Κόρη του Ηρώδη Φιλίππου και μοναχοπαίδι της μητέρας της, της Ηρωδιάδας. Κάποια στιγμή ο Ηρώδης Αντίπας παντρεύτηκε τη μητέρα της Σαλώμης με μοιχικό γάμο, παίρνοντάς την από τον ετεροθαλή αδελφό του τον Φίλιππο. Λίγο πριν από το Πάσχα του 32 Κ.Χ. ο Αντίπας παρέθεσε ένα εορταστικό δείπνο στην Τιβεριάδα για τα γενέθλιά του. Ζήτησε από την πριγκίπισσα Σαλώμη—που τώρα ήταν θετή του κόρη—να χορέψει μπροστά στους παρισταμένους, δηλαδή τους «μεγιστάνες του και τους στρατιωτικούς διοικητές και τους κορυφαίους της Γαλιλαίας». Ο Ηρώδης ευχαριστήθηκε τόσο πολύ από το χορό της Σαλώμης ώστε υποσχέθηκε να της δώσει ό,τι και αν ζητούσε—μέχρι και το μισό βασίλειό του. Ακολουθώντας τη συμβουλή της πονηρής μητέρας της, η Σαλώμη ζήτησε το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή. Ο Ηρώδης, αν και λυπήθηκε, «λαβαίνοντας υπόψη τους όρκους του και εκείνους που πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι με αυτόν, διέταξε να της δοθεί· και έστειλε να αποκεφαλίσουν τον Ιωάννη στη φυλακή. Και έφεραν το κεφάλι του σε έναν δίσκο και το έδωσαν στο κορίτσι, και αυτή το έφερε στη μητέρα της».—Ματ 14:1-11· Μαρ 6:17-28.
Παρότι το όνομά της δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή, διασώζεται στα συγγράμματα του Ιώσηπου. Ο Ιώσηπος κάνει επίσης μνεία του γάμου της με τον περιφερειακό διοικητή Φίλιππο, έναν ακόμη ετεροθαλή αδελφό του Ηρώδη Αντίπα, με τον οποίο δεν έκανε παιδιά. Μετά το θάνατο του Φιλίππου, σύμφωνα με την αφήγηση του Ιώσηπου, παντρεύτηκε τον εξάδελφό της Αριστόβουλο, στον οποίο γέννησε τρεις γιους.
-
-
ΣαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑ
(Σαμά) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Σεμαΐας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ, αδελφός του Ιεϊήλ και γιος του Χωθάμ του Αροηρίτη.—1Χρ 11:26, 44.
-
-
ΣαμάρειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
(Σαμάρεια) [Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στο Γένος Σεμέρ].
1. Η πόλη που άρχισε να χτίζει ο Βασιλιάς Αμρί γύρω στα μέσα του δέκατου αιώνα Π.Κ.Χ. Υπήρξε πρωτεύουσα του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ επί 200 χρόνια και πλέον. Ο Αμρί αγόρασε από τον Σεμέρ το βουνό στην κορυφή του οποίου χτίστηκε αυτή η πόλη, δίνοντας δύο τάλαντα ασήμι, αντίτιμο που ισοδυναμεί με $13.212. (1Βα 16:23, 24) Το βουνό καθώς και η πόλη εξακολούθησαν να φέρουν το όνομα του πρώην ιδιοκτήτη τους.—Αμ 4:1· 6:1.
Τοποθεσία. Η Σαμάρεια ταυτίζεται με μια έκταση ερειπίων που φέρει το όνομα Σομρόν, δίπλα στο αραβικό χωριό Σαμπαστίγια, περίπου 55 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ και 11 χλμ. ΒΔ της Συχέμ. Βρισκόταν στην περιοχή του Μανασσή. Ο χαρακτηρισμός της Σαμάρειας ως “κεφαλής” του Εφραΐμ αναφερόταν στη θέση που κατείχε ως πρωτεύουσα του δεκάφυλου βασιλείου, του οποίου κυρίαρχη φυλή ήταν ο Εφραΐμ. (Ησ 7:9) Η Σαμάρεια γειτόνευε—αν δεν ήταν η ίδια τοποθεσία—με τη «Σαμίρ, στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ», την ιδιαίτερη πατρίδα του Κριτή Θωλά ο οποίος υπηρέτησε κατά την περίοδο των Κριτών.—Κρ 10:1, 2.
Η σχετικά επίπεδη κορυφή του λόφου της Σαμάρειας, πλάτους περίπου 2 χλμ. από τα Α ως τα Δ, ήταν ιδεώδης τοποθεσία για μια πόλη. Η απότομη ανωφέρεια του εδάφους, το οποίο υψώνεται σχεδόν 90 μ. πάνω από την παρακείμενη πεδιάδα, διευκόλυνε την άμυνα αυτής της τοποθεσίας. Η θέα επίσης ήταν καταπληκτική, διότι προς τα Β, τα Α και τα Ν υπήρχαν ψηλότερες κορυφές, ενώ προς τα Δ το έδαφος κατηφόριζε ομαλά από ύψος 463 μ. μέχρι τη γαλάζια Μεσόγειο, 34 χλμ. πιο πέρα.
Μεγάλο μέρος της ιστορίας της Σαμάρειας είναι συνδεδεμένο με την αχαλίνωτη πορεία των 14 βασιλιάδων του Ισραήλ, από τον Αμρί μέχρι τον Ωσιέ.—1Βα 16:28, 29· 22:51, 52· 2Βα 3:1, 2· 10:35, 36· 13:1, 10· 14:23· 15:8, 13, 14, 17, 23, 25, 27· 17:1.
Την Εποχή του Αχαάβ. Μετά το θάνατο του Αμρί, ο γιος του ο Αχαάβ συνέχισε τα οικοδομικά έργα στην πόλη στη διάρκεια της 22χρονης βασιλείας του. Μερικά από αυτά ήταν η οικοδόμηση ενός ναού για τον Βάαλ, η ανέγερση ενός θυσιαστηρίου για τον Βάαλ και η κατασκευή “του ιερού στύλου” λατρείας—όλα αυτά μαρτυρούσαν στη νεόκτιστη πόλη τη χαναανιτική θρησκεία που προωθούσε η φοινικικής καταγωγής σύζυγος του Αχαάβ, η Ιεζάβελ. (1Βα 16:28-33· 18:18, 19· 2Βα 13:6) Ο Αχαάβ στόλισε επίσης τη Σαμάρεια με μια όμορφη «κατοικία από ελεφαντόδοντο» η οποία ήταν πιθανώς επιπλωμένη με «κλίνες από ελεφαντόδοντο», σαν αυτές για τις οποίες έκανε λόγο ο προφήτης Αμώς εκατό χρόνια αργότερα. (1Βα 22:39· Αμ 3:12, 15· 6:1, 4) Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει στα ερείπια της Σαμάρειας περισσότερα από 500 θραύσματα ελεφαντόδοντου, πολλά από τα οποία ήταν περίτεχνα σκαλισμένα.
Στα τέλη της βασιλείας του Αχαάβ, ο Σύριος βασιλιάς Βεν-αδάδ Β΄ πολιόρκησε τη Σαμάρεια και ορκίστηκε ότι θα την απογύμνωνε σε τέτοιον βαθμό ώστε το χώμα δεν θα έφτανε για να γεμίσει τις χούφτες των στρατιωτών του. Ωστόσο, η νίκη δόθηκε στους Ισραηλίτες, προκειμένου να γνωρίσει ο Αχαάβ ότι ο Ιεχωβά είναι ο Παντοδύναμος Θεός. (1Βα 20:1-21) Σε μια δεύτερη αναμέτρηση, λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, όταν ο Βεν-αδάδ αναγκάστηκε να παραδοθεί, ο Αχαάβ τον άφησε να φύγει με τον όρο ότι θα επιστρέφονταν στον Ισραήλ κάποιες πόλεις και ότι θα “ορίζονταν δρόμοι στη Δαμασκό” για τον Αχαάβ, όπως είχε ορίσει ο πατέρας του Βεν-αδάδ δρόμους για τον εαυτό του στη Σαμάρεια. (1Βα 20:26-34) Αυτοί οι “δρόμοι” που είχαν οριστεί αποσκοπούσαν προφανώς στη δημιουργία παζαριών, ή αγορών, για την προώθηση των εμπορικών συμφερόντων του πατέρα του Βεν-αδάδ. Ωστόσο, ο Αχαάβ επέστρεψε στη Σαμάρεια λυπημένος και κατηφής, καθώς ο Ιεχωβά τού είπε ότι εφόσον χάρισε στον Βεν-αδάδ τη ζωή θα έχανε ο ίδιος τη δική του.—1Βα 20:35-43.
Αυτό έγινε περίπου τρία χρόνια μετά, όταν ο Αχαάβ ζήτησε από τον Βασιλιά Ιωσαφάτ του Ιούδα να τον βοηθήσει να ανακτήσει τη Ραμώθ-γαλαάδ από τη Συρία. Οι δύο βασιλιάδες συσκέφθηκαν στην είσοδο της Σαμάρειας και, αγνοώντας τον προφήτη του Ιεχωβά, άκουσαν την απατηλή συμβουλή των ψευδοπροφητών και ξεκίνησαν για τη μάχη. (1Βα 22:1-28· 2Χρ 18:2, 9) Ο Αχαάβ είχε μεταμφιεστεί, αλλά χτυπήθηκε από ένα βέλος, παρ’ όλο που ο τοξότης του εχθρού δεν κατάλαβε ότι ήταν ο βασιλιάς. Ο Αχαάβ πέθανε από αιμορραγία μέσα στο άρμα του. Τον μετέφεραν πίσω στην πρωτεύουσά του για να θαφτεί και έπλυναν το άρμα του δίπλα στη δεξαμενή της Σαμάρειας. (1Βα 22:29-38) Αυτή η δεξαμενή μπορεί να είναι μια σχετικά ρηχή αλλά μεγάλη, ορθογώνια δεξαμενή που ανακάλυψαν εκεί οι αρχαιολόγοι.
Η τελική τακτοποίηση λογαριασμών με τον οίκο του Αχαάβ έγινε από τον Ιηού, τον οποίο έχρισε εκτελεστή ο Ιεχωβά. (2Βα 9:6-10) Αφού θανάτωσε τον Ιωράμ, γιο του Αχαάβ, τον Οχοζία, εγγονό του Αχαάβ, και την Ιεζάβελ, χήρα του Αχαάβ (2Βα 9:22-37), ο Ιηού στη συνέχεια διευθέτησε, έπειτα από ανταλλαγή επιστολών με τους άρχοντες και τους πρεσβυτέρους που κατοικούσαν στη Σαμάρεια, τον αποκεφαλισμό των υπόλοιπων 70 γιων του Αχαάβ. «Γνωρίστε, λοιπόν», δήλωσε ο Ιηού, «ότι δεν θα πέσει ανεκπλήρωτο στη γη τίποτα από το λόγο του Ιεχωβά τον οποίο είπε ο Ιεχωβά εναντίον του οίκου του Αχαάβ· και ο Ιεχωβά εκτέλεσε αυτό που είπε μέσω του υπηρέτη του, του Ηλία».—2Βα 10:1-12, 17.
Κάποιες άλλες εξαγγελίες του Ιεχωβά μέσω των προφητών του, του Ηλία και του Ελισαιέ, καθώς και τα σχετικά με αυτές γεγονότα έλαβαν χώρα στη Σαμάρεια και στη γύρω περιοχή. Για παράδειγμα, ο γιος του Αχαάβ, ο Οχοζίας, έπεσε από το δικτυωτό του ανωγείου του στο ανάκτορό του στη Σαμάρεια (2Βα 1:2-17), ο Σύριος λεπρός Νεεμάν πήγε στη Σαμάρεια αναζητώντας θεραπεία (2Βα 5:1-14) και η στρατιωτική δύναμη των Συρίων που στάλθηκε για να συλλάβει τον Ελισαιέ υπέστη διανοητική τύφλωση και οδηγήθηκε στη Σαμάρεια, όπου δόθηκε τροφή στους άντρες και τους επιτράπηκε να φύγουν (2Βα 6:13-23). Στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωράμ, γιου του Αχαάβ, οι Σύριοι πολιόρκησαν τη Σαμάρεια επιφέροντας τέτοια πείνα ώστε μερικά άτομα έφαγαν τα ίδια τους τα παιδιά. Στη συνέχεια, όμως, σε εκπλήρωση της προφητείας του Ελισαιέ, η πείνα εξέλιπε μέσα σε μια νύχτα, όταν ο Ιεχωβά έκανε τους Συρίους να φύγουν πανικόβλητοι και να αφήσουν πίσω τα τρόφιμα που είχαν.—2Βα 6:24-29· 7:1-20.
Αντίπαλος της Ιερουσαλήμ. Από καιρό σε καιρό η αντιπαλότητα και η εχθρότητα ανάμεσα στη Σαμάρεια και στην Ιερουσαλήμ, πρωτεύουσες του βόρειου και του νότιου βασιλείου αντίστοιχα, κατέληγαν σε ανοιχτή σύγκρουση. Σε μια περίπτωση ο βασιλιάς του Ιούδα, ενώ ετοιμαζόταν να επιτεθεί στον Εδώμ, έστειλε 100.000 μισθοφόρους από τον Ισραήλ πίσω στην πατρίδα τους κατόπιν εντολής του Ιεχωβά. Παρ’ όλο που εισέπραξαν 100 τάλαντα ασήμι ($660.600), αυτοί οι Ισραηλίτες εξοργίστηκαν τόσο πολύ ώστε έκαναν επιδρομές στις πόλεις του Ιούδα, «από τη Σαμάρεια μέχρι τη Βαιθ-ορών», λεηλατώντας τες. (2Χρ 25:5-13) Ο βασιλιάς του Ιούδα, μεθυσμένος από τη νίκη του επί του Εδώμ, ξεκίνησε μια διαμάχη με το βασιλιά της Σαμάρειας, και αυτή η διαμάχη δεν τακτοποιήθηκε μέχρις ότου όλο το χρυσάφι και το ασήμι από τον οίκο του Ιεχωβά και από το θησαυροφυλάκιο του βασιλιά στην Ιερουσαλήμ μεταφέρθηκαν στη Σαμάρεια. (2Βα 14:8-14· 2Χρ 25:17-24) Ωστόσο, χρόνια αργότερα, έπειτα από μια ήττα του Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα, και προκειμένου να γλιτώσουν από το θυμό του Ιεχωβά, οι άντρες του Ισραήλ επέστρεψαν ορισμένους αιχμαλώτους και λάφυρα που είχαν μεταφερθεί στη Σαμάρεια.—2Χρ 28:5-15.
Η πόλη της Σαμάρειας καταστράφηκε τελικά για την ειδωλολατρία της, την ηθική διαφθορά της και τη συνεχιζόμενη περιφρόνησή της απέναντι στους νόμους και στις αρχές του Θεού. (2Βα 17:7-18) Επανειλημμένα, ο Ιεχωβά προειδοποίησε τους άρχοντές της και τους υπηκόους τους μέσω προφητών όπως ο Ησαΐας (8:4· 9:9), ο Ωσηέ (7:1· 8:5, 6· 10:5, 7· 13:16), ο Αμώς (3:9· 8:14), ο Μιχαίας (1:1, 5, 6) και άλλοι (1Βα 20:13, 28, 35-42· 22:8), καθώς και μέσω του Ηλία και του Ελισαιέ. Αργότερα, μετά την καταστροφή της, άλλοι προφήτες χρησιμοποίησαν τη Σαμάρεια ως προειδοποιητικό παράδειγμα για εκείνους που επέμεναν να απορρίπτουν τις νουθεσίες του Ιεχωβά.—2Βα 21:10-13· Ιερ 23:13· Ιεζ 16:46, 51, 53, 55· 23:4, 33.
Μεταγενέστερη Ιστορία. Το 742 Π.Κ.Χ. ο Σαλμανασάρ Ε΄, βασιλιάς της Ασσυρίας, πολιόρκησε τη Σαμάρεια, αλλά η πόλη άντεξε σχεδόν τρία χρόνια. Όταν τελικά έπεσε το 740 Π.Κ.Χ., πολλοί από τους σημαίνοντες κατοίκους της εκτοπίστηκαν και εγκαταστάθηκαν στη Μεσοποταμία και στη Μηδία. Το αν η δόξα για την τελική κατάληψη της πόλης πρέπει να αποδίδεται στον Σαλμανασάρ Ε΄ ή στο διάδοχό του τον Σαργών Β΄ δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί.—2Βα 17:1-6, 22, 23· 18:9-12· βλέπε ΣΑΡΓΩΝ.
Με την πτώση της Σαμάρειας στους Ασσυρίους, η διεξοδική καταγραφή της ιστορίας της πόλης στην Αγία Γραφή τερματίζεται. Έκτοτε, η πόλη μνημονεύεται συχνά, αν και όχι πάντα (2Βα 23:18· Πρ 8:5), υπό τύπον υπενθύμισης του τι συμβαίνει τελικά σε εκείνους που στασιάζουν εναντίον του Ιεχωβά. (2Βα 18:34· 21:13· Ησ 10:9-11· 36:19) Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και ακολούθως τη δολοφονία του Γεδαλία, 80 άντρες από τη Συχέμ, τη Σηλώ και τη Σαμάρεια κατέβηκαν προς τη Μισπά και συνάντησαν τον δολοφόνο Ισμαήλ. Ο Ισμαήλ έσφαξε πολλούς από αυτούς τους άντρες, ενώ χάρισε τη ζωή σε κάποιους που υποσχέθηκαν να του δείξουν πού είχαν κρυμμένους θησαυρούς—σιτάρι, κριθάρι, λάδι και μέλι.—Ιερ 41:1-9.
Διάφορες μη Βιβλικές πηγές περιγράφουν κάποια γεγονότα από την ιστορία της Σαμάρειας, από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και έπειτα. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, η αίγλη της οφειλόταν στο οικοδομικό πρόγραμμα του Ηρώδη του Μεγάλου ο οποίος μετονόμασε την πόλη σε Σεβαστή (ελληνικό αντίστοιχο του λατινικού ονόματος Αύγουστος στο θηλυκό γένος), προς τιμήν του Αυγούστου, του πρώτου αυτοκράτορα. Σήμερα, το όνομα που της έδωσε ο Ηρώδης διασώζεται στο αραβικό τοπωνύμιο Σαμπαστίγια. Δεν προξενεί έκπληξη, λοιπόν, το ότι οι ανασκαφές σε αυτή την περιοχή έχουν φέρει στο φως ερείπια αρκετών διαφορετικών περιόδων από την ιστορία της Σαμάρειας. Μερικά από αυτά τα ερείπια ανάγονται στις ημέρες των βασιλιάδων του Ισραήλ.
2. Η επικράτεια του δεκάφυλου βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Το όνομα της πρωτεύουσάς του, της Σαμάρειας, χρησιμοποιούνταν μερικές φορές για ολόκληρη την εν λόγω περιοχή. Για παράδειγμα, η φράση “βασιλιάς της Σαμάρειας”, ως τίτλος του Αχαάβ, δεν τον περιέγραφε με τη στενή έννοια του όρου, δηλαδή ως βασιλιά της πόλης μόνο, αλλά με την ευρύτερη έννοια, ως βασιλιά των δέκα φυλών. (1Βα 21:1) Παρόμοια και η φράση “οι πόλεις της Σαμάρειας” αναφερόταν σε πόλεις διάσπαρτες στην περιοχή των δέκα φυλών και όχι σε κάποιες κωμοπόλεις συγκεντρωμένες γύρω από την πρωτεύουσα. (2Βα 23:19· η ίδια αυτή φράση που είναι καταγραμμένη στο εδ. 1Βα 13:32 σαν να ειπώθηκε πριν από την οικοδόμηση της πόλης της Σαμάρειας, αν δεν είναι προφητική, ίσως να προστέθηκε από το συντάκτη της αφήγησης του Πρώτου Βασιλέων.) Η πείνα «στη Σαμάρεια», στις ημέρες του Αχαάβ, είχε πλήξει ολόκληρο το βασίλειο της Σαμάρειας και μάλιστα είχε επηρεάσει και τη Φοινίκη, δεδομένου ότι η πληγείσα περιοχή εκτεινόταν τουλάχιστον από την κοιλάδα του χειμάρρου Χερίθ, Α του Ιορδάνη, μέχρι τα Σαρεπτά στη Μεσόγειο. (1Βα 17:1-12· 18:2, 5, 6) Παρόμοια, η υπόσχεση περί αποκατάστασης αναφορικά με τα «βουνά της Σαμάρειας» πρέπει να περιλάμβανε ολόκληρη την επικράτεια της Σαμάρειας.—Ιερ 31:5.
Ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ φαίνεται ότι ήταν ο πρώτος που εκτόπισε Ισραηλίτες από την περιοχή της Σαμάρειας, καθώς μερικοί διακεκριμένοι Ρουβηνίτες, Γαδίτες και Μανασσίτες από τα Α του Ιορδάνη ήταν ανάμεσα σε εκείνους που μεταφέρθηκαν στην Ασσυρία. (1Χρ 5:6, 26) Όταν το βόρειο βασίλειο έπεσε τελικά, οδηγήθηκαν και άλλοι σε εξορία. (2Βα 17:6) Αυτή τη φορά, όμως, ο βασιλιάς της Ασσυρίας αντικατέστησε εκείνους τους Ισραηλίτες με ανθρώπους από άλλα μέρη της επικράτειάς του—μια τακτική μετεγκατάστασης που συνεχίστηκε από τον Εσάρ-αδδών και τον Ασεναφάρ (Ασσουρμπανιπάλ).—2Βα 17:24· Εσδ 4:2, 10.
Τα λιοντάρια άρχισαν να πολλαπλασιάζονται σε εκείνη την περιοχή, πιθανότατα επειδή η περιοχή, ή ένα μεγάλο μέρος της, είχε μείνει έρημη αρκετό καιρό. (Παράβαλε Εξ 23:29.) Οι έποικοι αναμφίβολα νόμισαν, επηρεασμένοι από δεισιδαιμονίες, ότι αυτό συνέβαινε επειδή δεν κατανοούσαν πώς έπρεπε να λατρεύουν το θεό εκείνου του τόπου. Γι’ αυτό ο βασιλιάς της Ασσυρίας επανέφερε από την εξορία έναν Ισραηλίτη ιερέα της μοσχολατρίας. Αυτός δίδαξε στους εποίκους τον Ιεχωβά, αλλά σύμφωνα με το πρότυπο του Ιεροβοάμ, και έτσι αυτοί έμαθαν κάποια πράγματα για τον Ιεχωβά αλλά στην πραγματικότητα συνέχισαν να λατρεύουν τους δικούς τους ψεύτικους θεούς.—2Βα 17:24-41.
3. Η ρωμαϊκή περιφέρεια από την οποία πέρασε ο Ιησούς σε κάποιες περιπτώσεις και στην οποία οι απόστολοι μετέφεραν αργότερα το άγγελμα της Χριστιανοσύνης. Τα όριά της δεν είναι επακριβώς γνωστά σήμερα, αλλά γενικά η Σαμάρεια συνόρευε με τη Γαλιλαία στο Β και την Ιουδαία στο Ν, και εκτεινόταν από τα Δ του Ιορδάνη ως τις παράκτιες πεδιάδες της Μεσογείου. Ως επί το πλείστον, η περιφέρεια περιλάμβανε τα εδάφη που ανήκαν κάποτε στη φυλή του Εφραΐμ και στη μισή φυλή του Μανασσή (Δ του Ιορδάνη).
Κατά διαστήματα, καθ’ οδόν προς και από την Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, εφόσον αυτή βρισκόταν ανάμεσα στις περιφέρειες της Ιουδαίας και της Γαλιλαίας. (Λου 17:11· Ιωα 4:3-6) Ωστόσο, απέφευγε ως επί το πλείστον να κηρύττει σε αυτή την περιοχή, και μάλιστα είπε στους 12 τους οποίους απέστειλε να αποφύγουν τις πόλεις των Σαμαρειτών και αντ’ αυτού “να πηγαίνουν στα χαμένα πρόβατα του οίκου του Ισραήλ”, δηλαδή στους Ιουδαίους.—Ματ 10:5, 6.
Ο περιορισμός αυτός, όμως, αφορούσε μόνο ένα καθορισμένο διάστημα διότι, λίγο προτού αναληφθεί στον ουρανό, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του ότι έπρεπε να μεταδώσουν τα καλά νέα όχι μόνο στη Σαμάρεια αλλά ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης. (Πρ 1:8, 9) Έτσι λοιπόν, όταν ξέσπασε διωγμός στην Ιερουσαλήμ, οι μαθητές, και κυρίως ο Φίλιππος, ξεκίνησαν τη διακονία στη Σαμάρεια. Αργότερα στάλθηκαν εκεί ο Πέτρος και ο Ιωάννης, με αποτέλεσμα την περαιτέρω εξάπλωση της Χριστιανοσύνης.—Πρ 8:1-17, 25· 9:31· 15:3.
[Εικόνα στη σελίδα 872]
Ερείπια της ρωμαϊκής περιόδου στην αρχαία Σαμάρεια
-
-
ΣαμαρείτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑΡΕΙΤΕΣ
(Σαμαρείτες) [πιθανότατα, Της Σαμάρειας (Από τη Σαμάρεια)].
Η λέξη «Σαμαρείτες» εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αγία Γραφή μετά την κατάληψη του δεκάφυλου βασιλείου της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ., αναφερόμενη σε εκείνους που ζούσαν στο βόρειο βασίλειο πριν από την κατάληψή του, κατά αντιδιαστολή με τους αλλοεθνείς που φέρθηκαν αργότερα εκεί από άλλα μέρη της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας. (2Βα 17:29) Φαίνεται ότι οι Ασσύριοι δεν εκδίωξαν όλους τους Ισραηλίτες κατοίκους, δεδομένου ότι η αφήγηση στα εδάφια 2 Χρονικών 34:6-9 (παράβαλε 2Βα 23:19, 20) υποδηλώνει ότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσία εξακολουθούσαν να υπάρχουν Ισραηλίτες σε εκείνον τον τόπο. Με τον καιρό, η λέξη «Σαμαρείτες» κατέληξε να αναφέρεται στους απογόνους εκείνων που είχαν παραμείνει στη Σαμάρεια και εκείνων που έφεραν οι Ασσύριοι. Συνεπώς, μερικοί είχαν αναμφίβολα προέλθει από επιγαμία. Σε ακόμη μεταγενέστερη περίοδο αυτό το όνομα είχε περισσότερο θρησκευτική παρά φυλετική ή πολιτική χροιά. «Σαμαρείτης» ήταν κάποιος ο οποίος ανήκε στη θρησκευτική αίρεση που ανθούσε στην περιοχή της αρχαίας Συχέμ και της Σαμάρειας και ο οποίος διακρατούσε ορισμένες δοξασίες σαφώς διαφορετικές από αυτές του Ιουδαϊσμού.—Ιωα 4:9.
Η Σαμαρειτική Θρησκεία. Στη διαμόρφωση της σαμαρειτικής θρησκείας συντέλεσαν αρκετοί παράγοντες, αφορμή δε για έναν από αυτούς—καθόλου ασήμαντο—στάθηκαν οι προσπάθειες που έκανε ο Ιεροβοάμ να αποξενώσει τις δέκα φυλές από τη λατρεία του Ιεχωβά, το κέντρο της οποίας βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ. Για μια περίοδο 250 χρόνων περίπου μετά τη διαίρεση του έθνους σε δύο βασίλεια, οι χειροτονημένοι από τον Θεό Λευίτες ιερείς είχαν αντικατασταθεί από ένα ιερατείο διορισμένο από ανθρώπους, το οποίο με τη σειρά του οδήγησε το βασίλειο του Ισραήλ σε εξαχρειωτική ειδωλολατρία. (1Βα 12:28-33· 2Βα 17:7-17· 2Χρ 11:13-15· 13:8, 9) Ακολούθως επήλθε η πτώση του βόρειου βασιλείου. Οι ειδωλολάτρες έποικοι που φέρθηκαν από τη Βαβυλώνα, τη Χουθά, την Αβά, την Αιμάθ και τη Σεφαρβαΐμ ήταν λάτρεις πολλών θεοτήτων—της Σοκχώθ-βενώθ, του Νεργάλ, της Ασιμά, του Νιβάζ, του Ταρτάκ, του Αδραμμέλεχ και του Αναμμέλεχ. Αυτοί διδάχτηκαν μεν κάποια πράγματα για τον Ιεχωβά από έναν ιερέα που ανήκε στο ιερατείο του Ιεροβοάμ, αλλά, όπως είχε κάνει και η Σαμάρεια με τα χρυσά μοσχάρια, συνέχισαν επί γενιές ολόκληρες να λατρεύουν τους ψεύτικους θεούς τους. (2Βα 17:24-41) Οι προσπάθειες που έκανε ο Ιωσίας σε ευρεία κλίμακα να απαλλάξει τις βόρειες αυτές κοινότητες από την ειδωλολατρία τους, σχεδόν εκατό χρόνια μετά την πτώση της Σαμάρειας, δεν απέδωσαν κάτι μονιμότερο από ό,τι οι αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις που έκανε ο ίδιος στο νότιο βασίλειο του Ιούδα.—2Βα 23:4-20· 2Χρ 34:6, 7.
Το 537 Π.Κ.Χ. ένα υπόλοιπο από τις 12 φυλές επέστρεψε από τη βαβυλωνιακή εξορία, έτοιμο να ανοικοδομήσει το ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 1:3· 2:1, 70) Τότε οι «Σαμαρείτες», οι οποίοι βρίσκονταν ήδη εκεί όταν έφτασαν οι Ισραηλίτες και οι οποίοι περιγράφονταν ως «αντίδικοι του Ιούδα και του Βενιαμίν», πλησίασαν τον Ζοροβάβελ και τους πρεσβυτέρους λέγοντας: «Ας χτίσουμε και εμείς μαζί σας· διότι, όπως εσείς, έτσι και εμείς αναζητούμε τον Θεό σας και σε εκείνον θυσιάζουμε από τις ημέρες του Εσάρ-αδδών, του βασιλιά της Ασσυρίας, ο οποίος μας ανέβασε εδώ». (Εσδ 4:1, 2) Ωστόσο, αυτός ο ισχυρισμός περί αφοσίωσης στον Ιεχωβά αποδείχτηκε κενός, επειδή όταν ο Ζοροβάβελ απέρριψε την προσφορά τους, οι Σαμαρείτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποτρέψουν την οικοδόμηση του ναού. Αφού απέτυχαν όλες οι από μέρους τους συντονισμένες προσπάθειες παρενόχλησης και εκφοβισμού, στη συνέχεια αυτοί έγραψαν μια επιστολή με ψεύτικες κατηγορίες προς τον Πέρση αυτοκράτορα και πέτυχαν την έκδοση ενός κυβερνητικού διατάγματος που σταμάτησε την ανέγερση του ναού για αρκετά χρόνια.—Εσδ 4:3-24.
Στα μέσα του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ., όταν ο Νεεμίας άρχισε να επισκευάζει τα τείχη της Ιερουσαλήμ, ο Σαναβαλλάτ (κυβερνήτης της Σαμάρειας, σύμφωνα με έναν από τους Παπύρους της Ελεφαντίνης) έκανε αρκετές σθεναρές αλλά ανεπιτυχείς προσπάθειες να σταματήσει το έργο. (Νε 2:19, 20· 4:1-12· 6:1-15) Αργότερα, έπειτα από μακρά απουσία, ο Νεεμίας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, όπου διαπίστωσε ότι ο εγγονός του Αρχιερέα Ελιασίβ είχε παντρευτεί την κόρη του Σαναβαλλάτ. Αμέσως, ο Νεεμίας τον “έδιωξε”.—Νε 13:6, 7, 28.
Η ανέγερση του σαμαρειτικού ναού στο Όρος Γαριζίν, πιθανώς τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ., ενός ναού που ανταγωνιζόταν αυτόν της Ιερουσαλήμ, θεωρείται από κάποιους ότι επισφράγισε το τελειωτικό σχίσμα μεταξύ Ιουδαίων και Σαμαρειτών, παρότι μερικοί πιστεύουν ότι η ρήξη των σχέσεων επήλθε έναν και πλέον αιώνα αργότερα. Όταν ο Ιησούς άρχισε τη διακονία του, το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές δεν είχε γεφυρωθεί, παρότι ο ναός στο Γαριζίν είχε καταστραφεί σχεδόν ενάμιση αιώνα νωρίτερα. (Ιωα 4:9) Οι Σαμαρείτες εξακολουθούσαν να ασκούν τα λατρευτικά τους καθήκοντα στο Όρος Γαριζίν (Ιωα 4:20-23), και οι Ιουδαίοι δεν τους είχαν σε μεγάλη υπόληψη. (Ιωα 8:48) Αυτή η επικρατούσα περιφρονητική στάση έδωσε στον Ιησού την ευκαιρία να μεταδώσει στους ακροατές του ένα δυνατό μήνυμα με την παραβολή του καλού Σαμαρείτη.—Λου 10:29-37.
Η Σαμαρειτική Πεντάτευχος. Από την αρχαιότητα, οι Γραφές των Σαμαρειτών περιείχαν μόνο τα πρώτα πέντε βιβλία της Αγίας Γραφής, και αυτά μόνο στη δική τους αναθεώρηση, η οποία ήταν γραμμένη με το δικό τους αλφάβητο και ήταν γνωστή ως η σαμαρειτική Πεντάτευχος. Τις υπόλοιπες Εβραϊκές Γραφές, με πιθανή εξαίρεση το βιβλίο του Ιησού του Ναυή, τις απέρριπταν. Η σαμαρειτική Πεντάτευχος διαφέρει από το Μασοριτικό κείμενο σε περίπου 6.000 σημεία, τα περισσότερα από τα οποία είναι επουσιώδη. Ωστόσο, μερικά είναι σημαντικά, όπως για παράδειγμα η απόδοση του εδαφίου Δευτερονόμιο 27:4, όπου το Γαριζίν έχει αντικαταστήσει το Εβάλ, το μέρος όπου οι νόμοι του Μωυσή έπρεπε να γραφτούν πάνω σε ασβεστωμένες πέτρες. (Δευ 27:8) Ο προφανής σκοπός αυτής της αλλαγής ήταν το να γίνει πιστευτή η δοξασία τους ότι το Γαριζίν είναι το άγιο βουνό του Θεού.
Ωστόσο, το γεγονός ότι δέχονταν σε γενικές γραμμές την Πεντάτευχο παρείχε στους Σαμαρείτες τη βάση για να πιστεύουν ότι θα ερχόταν ένας προφήτης μεγαλύτερος από τον Μωυσή. (Δευ 18:18, 19) Τον πρώτο αιώνα οι Σαμαρείτες πρόσμεναν τον ερχομό του Χριστού, του Μεσσία, και μερικοί από αυτούς τον αναγνώρισαν. Άλλοι τον απέρριψαν. (Λου 17:16-19· Ιωα 4:9-43· Λου 9:52-56) Αργότερα, μέσω του κηρύγματος των πρώτων Χριστιανών, πολλοί Σαμαρείτες ασπάστηκαν με χαρά τη Χριστιανοσύνη.—Πρ 8:1-17, 25· 9:31· 15:3.
-
-
ΣαμάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑΡΙ
Κάθισμα που στερεωνόταν στη ράχη ζώου για τον αναβάτη. Πολλές Βιβλικές περικοπές κάνουν λόγο για το σαμάρωμα γαϊδουριών (Γε 22:3· Αρ 22:21· 2Σα 17:23· 19:26· 1Βα 2:40· 13:13, 27· 2Βα 4:24), αλλά δεν γίνεται καμιά περιγραφή των σαμαριών. Από τα στοιχεία που μας δίνουν τα αρχαία μνημεία συμπεραίνουμε ότι τα πρώτα σαμάρια αλόγων δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα υφασμάτινο ή δερμάτινο μαξιλαράκι. Το εβραϊκό ρήμα που αποδίδεται «σαμαρώνω» σημαίνει βασικά «περιδένω», πράγμα που υποδεικνύει ότι τα σαμάρια στερεώνονταν στα ζώα με λουριά. Κάποιο αρχαίο ανάγλυφο απεικονίζει ένα κιβωτοειδές σαμάρι, στερεωμένο με λουριά στη ράχη δρομάδας καμήλας. Τίποτα βέβαιο δεν μπορεί να λεχθεί για το «καλάθι του γυναικείου σαμαριού της καμήλας» το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο Γένεση 31:34. Η έκφραση καρ χαγκαμάλ του εβραϊκού κειμένου έχει αποδοθεί με διάφορους τρόπους: «σακίδιο της καμήλας» (NE), «κουβούκλιο της καμήλας» (JB) και «σαμάρι της καμήλας» (AT, ΒΑΜ, ΜΠΚ).
Υπό το Νόμο, όποιος άγγιζε σαμάρι πάνω στο οποίο είχε ανεβεί προηγουμένως κάποιος που είχε εκκρίσεις γινόταν ακάθαρτος, όπως και εκείνος που άγγιζε αντικείμενο στο οποίο είχε καθήσει εμμηνορροούσα γυναίκα.—Λευ 15:9, 19-23.
-
-
Σαμγάρ-νεβώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΓΑΡ-ΝΕΒΩ
(Σαμγάρ-νεβώ).
Όνομα ή τίτλος ενός από τους Βαβυλώνιους άρχοντες που μπήκαν στην Ιερουσαλήμ αμέσως μόλις διανοίχτηκε ρήγμα στα τείχη της, το καλοκαίρι του 607 Π.Κ.Χ.—Ιερ 39:3.
-
-
ΣαμεγάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΕΓΑΡ
(Σαμεγάρ).
Ελευθερωτής του Ισραήλ που έδρασε μετά τον Κριτή Αώδ και πριν από τον Κριτή Βαράκ. Μόνο μία ηρωική πράξη του Σαμεγάρ είναι καταγραμμένη, η σφαγή 600 Φιλισταίων με ένα βούκεντρο, αλλά μέσω αυτής χαρακτηρίζεται “σωτήρας του Ισραήλ”. (Κρ 3:31) Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, ο Σαμεγάρ πέθανε τον πρώτο χρόνο κατά τον οποίο υπηρετούσε ως κριτής. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ε΄, 197 [iv, 3]) Ήταν «γιος του Ανάθ», κάτι που μπορεί να παραπέμπει στην πόλη Βαιθ-ανάθ του Νεφθαλί.—Κρ 1:33.
-
-
ΣάμεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΕΧ
[ס] (σάμεχ).
Το 15ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το σάμεχ παριστάνει τον ήχο που χρησιμοποιούσαν οι Εφραϊμίτες όταν προσπαθούσαν να προφέρουν τη λέξη «σχίββωλεθ», η οποία αρχίζει με το γράμμα σιν (שׁ) και όχι με το σάμεχ. (Κρ 12:6· βλέπε επίσης ΣΙΝ, 1.) Στο εβραϊκό κείμενο, το σάμεχ είναι το αρχικό γράμμα καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:113-120.
-
-
ΣαμιαμίδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΙΑΜΙΔΙ
[εβρ., ’ανακάχ· σεμαμίθ].
Μικρή, συνήθως σαρκώδης σαύρα της οποίας το σώμα καλύπτεται από μικροσκοπικές φολίδες. Τα μάτια της είναι σχετικά μεγάλα και μοιάζουν με των αιλουροειδών, ενώ τα δάχτυλά της είναι συγκριτικά πλατιά. Τα σαμιαμίδια συναντώνται σε θερμά κλίματα και ζουν στα δάση, ανάμεσα στις πέτρες, στα δέντρα και μερικές φορές μέσα στα σπίτια. Στην Παλαιστίνη υπάρχουν έξι είδη από αυτές τις νυκτόβιες σαύρες.
Το «ημιδάκτυλο σαμιαμίδι» (ημιδάκτυλος ο τουρκικός [Hemidactylus turcicus]) των εδαφίων Λευιτικό 11:29, 30 κατατάσσεται ως «ακάθαρτο» για τους Ισραηλίτες. Το εδάφιο Παροιμίες 30:28 λέει ότι «το σαμιαμίδι (εβρ., σεμαμίθ) πιάνεται με τα χέρια του» και μπαίνει στο ανάκτορο του βασιλιά. Σχετικά με τα δάχτυλα αυτής της σαύρας, Η Διεθνής Εγκυκλοπαίδεια της Άγριας Φύσης (The International Wildlife Encyclopedia) λέει: «Έχουν πολλά μικροσκοπικά άγκιστρα που γαντζώνονται στις παραμικρές ανωμαλίες, ακόμη και στις ανωμαλίες της επιφάνειας του γυαλιού, γι’ αυτό και το σαμιαμίδι μπορεί να προσκολλάται σε όλες τις επιφάνειες, εκτός από τις εξαιρετικά στιλβωμένες. Τα άγκιστρα έχουν κατεύθυνση προς τα πίσω και προς τα κάτω, και για να τα αποσπάσει, πρέπει να σηκώνει το δάχτυλό του προς τα πάνω αρχίζοντας από την άκρη. Ως αποτέλεσμα, το σαμιαμίδι που σκαρφαλώνει με ταχύτητα σε ένα δέντρο ή σε έναν τοίχο ή τρέχει στο ταβάνι πρέπει να λυγίζει και να τεντώνει τα δάχτυλά του σε κάθε βήμα γρηγορότερα από ό,τι μπορεί να αντιληφθεί το μάτι. Μερικά από τα άγκιστρα είναι τόσο μικρά ώστε για να τα δει κανείς χρειάζεται ισχυρό μικροσκόπιο. Εντούτοις, ένα και μόνο δάχτυλο εξοπλισμένο με πλήθος τέτοιων απίστευτα μικροσκοπικών αγκίστρων μπορεί να κρατήσει βάρος αρκετές φορές μεγαλύτερο από αυτό του σώματος της εν λόγω σαύρας».—Επιμέλεια Μ. και Ρ. Μπάρτον, 1969, Τόμ. 7, σ. 856, 857.
-
-
ΣαμίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΙΡ
(Σαμίρ).
1. Λευίτης, γιος του Μιχαία.—1Χρ 24:20, 24.
2. Πόλη στην ορεινή περιοχή του Ιούδα. (Ιη 15:20, 48) Η αρχαία ονομασία φαίνεται πως διασώζεται στο τοπωνύμιο Χίρμπετ Σόμερα, παρότι η πραγματική θέση της Σαμίρ πιστεύεται ότι ήταν το κοντινό ελ-Μπίρε, περίπου 20 χλμ. ΝΔ της Χεβρών.
3. Ο τόπος κατοικίας και ταφής του Κριτή Θωλά, στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ. (Κρ 10:1, 2) Η Σαμίρ ίσως βρισκόταν στο σημείο, ή κοντά στο σημείο, όπου αργότερα χτίστηκε η Σαμάρεια. Αυτή η άποψη υποστηρίζεται κατά κάποιον τρόπο από τον Αλεξανδρινό Κώδικα (Ο΄), ο οποίος στο εδάφιο Κριτές 10:1 λέει ἐν Σαμαρείᾳ.
-
-
ΣαμλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΛΑ
(Σαμλά).
Ο πέμπτος στη σειρά κατονομαζόμενος βασιλιάς του Εδώμ που βασίλεψε προτού κυβερνήσει βασιλιάς στον Ισραήλ. Ο Σαμλά ήταν από τη Μασρεκά.—Γε 36:31-37· 1Χρ 1:47, 48.
-
-
ΣαμμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΑ
(Σαμμά).
Σημαίνον μέλος της φυλής του Ασήρ, γιος ή απόγονος του Ζωφά.—1Χρ 7:36, 37, 40.
-
-
ΣαμμαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΑΪ
(Σαμμαΐ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ακούω»].
1. Κάποιος άντρας που αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Ιεραμεήλ στη γενεαλογία του Ιούδα, γιος του Ωνάμ και πατέρας του Ναδάβ και του Αβισούρ.—1Χρ 2:4, 5, 9, 26, 28, 32.
2. Κάποιος άντρας που αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ στη γενεαλογία του Ιούδα, γιος του Ρεκέμ και πατέρας του Μαών.—1Χρ 2:4, 5, 9, 42-45.
3. Το όνομα κάποιου από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 4:17.
-
-
ΣαμμάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΑΧ
(Σαμμάχ).
1. Εδωμίτης σεΐχης, εγγονός του Ησαύ μέσω του Ραγουήλ.—Γε 36:10, 13, 17· 1Χρ 1:37.
2. Μεγαλύτερος αδελφός του Βασιλιά Δαβίδ, ο οποίος καλείται επίσης Σιμεά(χ) και Σιμεΐ. (1Χρ 2:13· 2Σα 13:3· 21:21) Δεδομένου ότι ήταν ο τρίτος γιος του Ιεσσαί, ο Σαμμάχ ήταν ο τρίτος πιθανός υποψήφιος για να χριστεί βασιλιάς από τον Σαμουήλ, αλλά απορρίφθηκε. (1Σα 16:6-9) Ήταν στο στρατό του Σαούλ τον οποίο ενέπαιζε ο Γολιάθ όταν ο Δαβίδ έφερε προμήθειες. (1Σα 17:13, 14, 20, 23) Κάποιος από τους γιους του Σαμμάχ, ο Ιωνάθαν, σκότωσε έναν Φιλισταίο γίγαντα. (2Σα 21:20, 21· 1Χρ 20:6, 7) Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο Ιωνάθαν, ο γιος του Σαμμάχ, λεγόταν και Ιωναδάβ και ότι αυτός ήταν ο πονηρός σύμβουλος του Αμνών.—2Σα 13:3, 32.
3. Ένας από τους τρεις κορυφαίους πολεμιστές του Δαβίδ, γιος του Αγαί του Αραρίτη. Σε μια περίπτωση, ο Σαμμάχ προστάτεψε έναν ολόκληρο αγρό από τους Φιλισταίους πατάσσοντας πολλούς από αυτούς. (2Σα 23:11, 12) Αυτός και οι άλλοι δύο εξέχοντες κραταιοί άντρες κατόρθωσαν να φτάσουν στη στέρνα της Βηθλεέμ (η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν υπό την κατοχή των Φιλισταίων) για να φέρουν νερό στον Δαβίδ το οποίο εκείνος αρνήθηκε να πιει. (2Σα 23:13-17) Μια σύγκριση των παρόμοιων καταλόγων που βρίσκουμε στα εδάφια 1 Χρονικών 11:33, 34 και 2 Σαμουήλ 23:32, 33 (στην τελευταία περικοπή η γενικά προτεινόμενη απόδοση είναι «Ιωνάθαν ο γιος του Σαμμάχ του Αραρίτη») δείχνει ότι το όνομα Σαγή είναι ένα άλλο όνομα του Σαμμάχ, και ότι ο Σαμμάχ είχε έναν γιο ονόματι Ιωνάθαν που και αυτός έγινε διακεκριμένος πολεμιστής του Δαβίδ.
4. Ένας από τους 30 κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ήταν Αρωδίτης. (2Σα 23:8, 25) Φαίνεται ότι παραλλαγές του ονόματός του εμφανίζονται στα εδάφια 1 Χρονικών 11:27 (Σαμμώθ) και 1 Χρονικών 27:8 (Σαμούθ)—το δεύτερο εδάφιο τον παρουσιάζει ως επικεφαλής της πέμπτης μηνιαίας υποδιαίρεσης υπηρεσίας.
-
-
ΣαμμουάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΟΥΑ
(Σαμμουά) [συντετμημένη μορφή του Σεμαΐας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
1. Αρχηγός και εκπρόσωπος της φυλής του Ρουβήν τον οποίο έστειλε ο Μωυσής στην Υποσχεμένη Γη ως κατάσκοπο. Ήταν γιος του Ζακχούρ. Μαζί με άλλους εννιά κατασκόπους αποθάρρυνε τους Ισραηλίτες από το να πιστέψουν ότι ο Ιεχωβά θα αφάνιζε από τη Χαναάν τους εχθρούς τους.—Αρ 13:2-4, 28, 29.
2. Γιος του Δαβίδ, ένας από αυτούς που απέκτησε με τη Βηθ-σαβεέ, επομένως αμφιθαλής αδελφός του Βασιλιά Σολομώντα. (2Σα 5:13, 14· 1Χρ 14:3, 4) Μία φορά αποκαλείται Σιμεά.—1Χρ 3:5.
3. Λευίτης από τη γραμμή του Ιεδουθούν, ένας γιος ή απόγονος του οποίου, ονόματι Αβδά, έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 11:17) Αποκαλείται Σεμαΐας στο εδάφιο 1 Χρονικών 9:16.
4. Ιερέας ο οποίος ήταν κεφαλή του πατρικού οίκου του Βιλγά στις ημέρες του Ιεχωακείμ, διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού.—Νε 12:12, 18.
-
-
ΣαμμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΩΘ
(Σαμμώθ).
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ήταν Αρωρίτης.—1Χρ 11:26, 27· βλέπε ΣΑΜΜΑΧ Αρ. 4.
-
-
ΣαμοθράκηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
(Σαμοθράκη) [πιθανώς, Θρακική Σάμος].
Ορεινό νησί στο βορειοανατολικό Αιγαίο Πέλαγος και ομώνυμη πόλη στη βόρεια πλευρά του νησιού. Πιθανώς την άνοιξη του 50 Κ.Χ., στη διάρκεια του δεύτερου ιεραποστολικού ταξιδιού του Παύλου, το πλοίο με το οποίο αυτός ταξίδευε “πήγε κατευθείαν” στη Σαμοθράκη από την Τρωάδα η οποία βρισκόταν στη βορειοδυτική Μικρά Ασία. Ωστόσο δεν υπάρχουν στοιχεία για το αν ο Παύλος κατέβηκε στη στεριά. (Πρ 16:11) Στην εποχή μας, το νησί δεν διαθέτει καλό λιμάνι, αν και πολλά σημεία προσφέρονται για ασφαλές αγκυροβόλημα.
-
-
ΣάμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΣ
(Σάμος) [Ύψος].
Νησί στο Αιγαίο Πέλαγος κοντά στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας. Ο Παύλος προφανώς σταμάτησε για λίγο στη Σάμο επιστρέφοντας από την τρίτη ιεραποστολική περιοδεία του.—Πρ 20:15.
Ένας πορθμός μήκους 1,5 χλμ. περίπου χωρίζει το ορεινό αυτό νησί από το ασιατικό ακρωτήριο Σαμσούν Νταγί. Η Σάμος βρισκόταν ΝΔ της Εφέσου και ΒΔ της Μιλήτου. Έχει μήκος περίπου 43 χλμ. και πλάτος 23 χλμ. Την εποχή των ιεραποστολικών ταξιδιών του Παύλου ήταν ελεύθερη πολιτεία. Η μεγαλύτερη πόλη-λιμάνι της ονομαζόταν επίσης Σάμος. Το νησί ήταν φημισμένο για τη λατρεία της Ήρας (της θεάς του γάμου και της τεκνοποίησης) και είχε έναν ναό αφιερωμένο σε εκείνη ο οποίος συναγωνιζόταν σε λαμπρότητα και φήμη το ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο.
Σύμφωνα με τη Γραφική αφήγηση, το πλοίο στο οποίο είχε επιβιβαστεί ο Παύλος επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ σταμάτησε απέναντι από τη Χίο, κάλυψε γύρω στα 105 χλμ. προς νότο παράλληλα προς τις ακτές της Μικράς Ασίας, “προσέγγισε στη Σάμο και την ακόλουθη ημέρα έφτασε στη Μίλητο”. (Πρ 20:15) Μερικά χειρόγραφα προσθέτουν μια φράση που καταλήγει στην εξής απόδοση: «Προσεγγίσαμε στη Σάμο και, αφού σταματήσαμε στο Τρωγύλλιο, φτάσαμε στη Μίλητο την επομένη». (JB, ΕΜΖ) Η ερμηνεία που έχει δοθεί σε αυτό είναι ότι το πλοίο δεν ελλιμενίστηκε στη Σάμο αλλά, αντί για αυτό, πέρασε τον πορθμό και αγκυροβόλησε υπό την κάλυψη του ψηλού ακρωτηρίου. Ωστόσο, τα αρχαιότερα και πιο αξιόπιστα χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση που αναφέρεται στο «Τρωγύλλιο», την οποία απέρριψαν επίσης οι Γουέστκοτ και Χορτ καθώς και οι Νέστλε και Άλαντ κατά τη σύνταξη των δικών τους κριτικών εκδόσεων του κειμένου. Το πλοίο στο οποίο είχε επιβιβαστεί ο Παύλος προφανώς σταμάτησε για λίγο στη Σάμο και μετά συνέχισε το ταξίδι προς τη Μίλητο.
-
-
ΣαμουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΥΗΛ
(Σαμουήλ) [Όνομα του Θεού].
Εξέχων προφήτης (Πρ 3:24· 13:20) στον οποίο αποδίδεται κατά παράδοση η συγγραφή των βιβλίων Κριτές και Ρουθ, καθώς και μέρους του Πρώτου Σαμουήλ. (Παράβαλε 1Σα 10:25· 1Χρ 29:29.) Ο πατέρας του ο Ελκανά ήταν Λευίτης από τη μη ιερατική οικογένεια των Κααθιτών. (1Χρ 6:27, 28, 33-38) Ο Σαμουήλ απέκτησε τελικά πέντε αμφιθαλή αδέλφια—τρεις αδελφούς και δύο αδελφές.—1Σα 2:21.
Προτού μείνει έγκυος, η μητέρα του η Άννα υποσχέθηκε να αφιερώσει τον Σαμουήλ στην υπηρεσία του Ιεχωβά ως Ναζηραίο. (1Σα 1:11) Γι’ αυτό, όταν ο Σαμουήλ απογαλακτίστηκε (ίσως σε ηλικία τουλάχιστον τριών χρονών· παράβαλε 2Χρ 31:16), η μητέρα του τον πήγε στη σκηνή της μαρτυρίας στη Σηλώ όπου τον εμπιστεύτηκε στον Αρχιερέα Ηλεί. (1Σα 1:24-28) Έτσι λοιπόν, ο Σαμουήλ, ζωσμένος λινό εφόδ, “διακονούσε τον Ιεχωβά” στην παιδική του ηλικία. Κάθε χρόνο η μητέρα του τον επισκεπτόταν και του έφερνε ένα καινούριο αμάνικο πανωφόρι. (1Σα 2:18, 19) Καθώς μεγάλωνε, ο Σαμουήλ γινόταν «ολοένα και πιο αρεστός τόσο από την άποψη του Ιεχωβά όσο και από την άποψη των ανθρώπων».—1Σα 2:26.
Γίνεται Προφήτης σε Νεαρή Ηλικία. Τη νύχτα ο Σαμουήλ κοιμόταν «στο ναό του Ιεχωβά, όπου βρισκόταν η κιβωτός του Θεού», και το πρώτο πράγμα που είχε να κάνει το πρωί φαίνεται ότι ήταν να ανοίγει «τις πόρτες του οίκου του Ιεχωβά». (1Σα 3:3, 15) Με τις λέξεις «όπου βρισκόταν η κιβωτός του Θεού» εννοείται προφανώς η περιοχή της σκηνής της μαρτυρίας, και δεν πρέπει να συμπεράνει κανείς από αυτές ότι ο Σαμουήλ κοιμόταν στα Άγια των Αγίων. Εφόσον ήταν Κααθίτης Λευίτης και όχι ιερέας, δεν είχε το δικαίωμα να δει την Κιβωτό ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο από τον ιερό εξοπλισμό του αγιαστηρίου. (Αρ 4:17-20) Το μόνο τμήμα του οίκου του Ιεχωβά στο οποίο είχε πρόσβαση ο Σαμουήλ ήταν η αυλή της σκηνής. Επομένως, πρέπει να άνοιγε τις πόρτες που οδηγούσαν στην αυλή, και εκεί πρέπει να κοιμόταν. Την περίοδο κατά την οποία η σκηνή της μαρτυρίας ήταν μόνιμα εγκατεστημένη στη Σηλώ, πιθανόν να κατασκευάστηκαν διάφορα δωμάτια, και ένα από αυτά μπορεί να χρησίμευε ως κοιτώνας του Σαμουήλ.
Κάποια νύχτα, αφού είχε πέσει να κοιμηθεί, ο Σαμουήλ άκουσε μια φωνή να τον φωνάζει με το όνομά του. Νομίζοντας ότι αυτός που μιλούσε ήταν ο Αρχιερέας Ηλεί, έτρεξε κοντά του. Αφού αυτό συνέβη τρεις φορές, ο Ηλεί διέκρινε ότι ο Ιεχωβά φώναζε τον Σαμουήλ, και του είπε τι να κάνει. Στη συνέχεια ο Ιεχωβά γνωστοποίησε στον Σαμουήλ την κρίση του εναντίον του οίκου του Ηλεί. Φοβισμένος, ο Σαμουήλ δεν θέλησε να αποκαλύψει τίποτα σχετικά με το λόγο του Ιεχωβά μέχρι που του το ζήτησε ο Ηλεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο άρχισε το προφητικό έργο του Σαμουήλ, και όλος ο Ισραήλ αντιλήφθηκε τελικά ότι αυτός ήταν πράγματι προφήτης του Ιεχωβά.—1Σα 3:2-21.
Ηγείται του Ισραήλ στην Αληθινή Λατρεία. Είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα, με τις παραινέσεις του Σαμουήλ, οι Ισραηλίτες εγκατέλειψαν την ειδωλολατρία και άρχισαν να υπηρετούν μόνο τον Ιεχωβά. Κατόπιν, ο Σαμουήλ συγκέντρωσε τους Ισραηλίτες στη Μισπά. Εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση, οι Φιλισταίοι πραγματοποίησαν εισβολή. Οι γιοι του Ισραήλ φοβήθηκαν και ζήτησαν από τον Σαμουήλ να καλέσει σε βοήθεια τον Ιεχωβά. Εκείνος το έκανε και πρόσφερε επίσης ως θυσία ένα αρνί που θήλαζε. (1Σα 7:2-9) Φυσικά, ως Κααθίτης Λευίτης και όχι ιερέας, ο Σαμουήλ δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να υπηρετεί στο θυσιαστήριο του αγιαστηρίου (Αρ 18:2, 3, 6, 7), και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Εντούτοις, ως εκπρόσωπος και προφήτης του Ιεχωβά, μπορούσε να θυσιάσει σε άλλους τόπους συμμορφούμενος με τη θεϊκή καθοδηγία, όπως έκανε ο Γεδεών (Κρ 6:25-28) και ο Ηλίας. (1Βα 18:36-38) Ο Ιεχωβά απάντησε στην προσευχή του Σαμουήλ, επιφέροντας σύγχυση στους Φιλισταίους και δίνοντας έτσι στους Ισραηλίτες μια αποφασιστική νίκη. Προς ανάμνηση αυτού του γεγονότος, ο Σαμουήλ έστησε μια πέτρα μεταξύ της Μισπά και της Ιεσανά και την ονόμασε Αβενέζερ (που σημαίνει «Πέτρα Βοήθειας»). (1Σα 7:10-12) Ασφαλώς από τα λάφυρα αυτού του πολέμου, καθώς και άλλων, ο Σαμουήλ ξεχώρισε μερικά πράγματα ως άγια για τη συντήρηση της σκηνής της μαρτυρίας.—1Χρ 26:27, 28.
Στις ημέρες του Σαμουήλ οι Φιλισταίοι γνώρισαν και άλλες ήττες (1Σα 7:13, 14), ενώ παράλληλα η ίδια περίοδος χαρακτηρίστηκε από μεγάλους εορτασμούς του Πάσχα. (2Χρ 35:18) Επίσης, ο Σαμουήλ φαίνεται ότι επινόησε κάποια διευθέτηση για τους Λευίτες πυλωρούς, και η διευθέτησή του ίσως αποτέλεσε τη βάση για το σύστημα που έθεσε σε λειτουργία ο Δαβίδ. (1Χρ 9:22) Από το σπίτι του στη Ραμά της ορεινής περιοχής του Εφραΐμ, ο Σαμουήλ περιόδευε κάθε χρόνο στη Βαιθήλ, στα Γάλγαλα και στη Μισπά, κρίνοντας τον Ισραήλ σε όλα αυτά τα μέρη. (1Σα 7:15-17) Ποτέ δεν έκανε κατάχρηση της θέσης του. Το υπόμνημά του ήταν άψογο. (1Σα 12:2-5) Αλλά οι γιοι του, ο Ιωήλ και ο Αβιά, διέστρεφαν την κρίση.—1Σα 8:2, 3.
Χρίει τον Σαούλ Βασιλιά. Η απιστία των γιων του Σαμουήλ, σε συνδυασμό με την απειλή πολέμου από την πλευρά των Αμμωνιτών, υποκίνησε τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ να ζητήσουν από τον Σαμουήλ να τους διορίσει βασιλιά. (1Σα 8:4, 5· 12:12) Στην προσευχή που έκανε ο Σαμουήλ σχετικά με αυτό, ο Ιεχωβά απάντησε πως, μολονότι το αίτημα του λαού φανέρωνε έλλειψη πίστης στη βασιλεία του Ιεχωβά, εντούτοις ο προφήτης έπρεπε να υποχωρήσει και να τους πληροφορήσει ποια θα ήταν τα νόμιμα δικαιώματα του βασιλιά. Μολονότι ο Σαμουήλ ενημέρωσε το λαό ότι η μοναρχία θα συνεπαγόταν την απώλεια ορισμένων ελευθεριών, εκείνοι επέμειναν να αποκτήσουν βασιλιά. Αφού ο Σαμουήλ είπε στους άντρες του Ισραήλ να γυρίσουν στον τόπο τους, ο Ιεχωβά κατηύθυνε τα πράγματα με τέτοιον τρόπο ώστε να χρίσει ο Σαμουήλ βασιλιά τον Βενιαμίτη Σαούλ. (1Σα 8:6–10:1) Μετά ο Σαμουήλ συγκάλεσε τους Ισραηλίτες στη Μισπά, και εκεί έριξαν κλήρο μέσω του οποίου προσδιορίστηκε ότι ο Σαούλ θα ήταν βασιλιάς. (1Σα 10:17-24) Και πάλι ο Σαμουήλ μίλησε για τα νόμιμα δικαιώματα της βασιλείας και τα κατέγραψε.—1Σα 10:25.
Μετά τη νίκη του Σαούλ επί των Αμμωνιτών, ο Σαμουήλ διευθέτησε να πάνε οι Ισραηλίτες στα Γάλγαλα για να επικυρώσουν εκ νέου τη βασιλεία. Σε εκείνη την περίπτωση ο Σαμουήλ ανασκόπησε το δικό του υπόμνημα, καθώς και την ιστορία του Ισραήλ, και έδειξε ότι η υπακοή στον Ιεχωβά από μέρους του βασιλιά και του λαού ήταν απαραίτητη για τη διατήρηση της θεϊκής επιδοκιμασίας. Για να τους εντυπώσει πόσο σοβαρό ήταν το ότι είχαν απορρίψει τον Ιεχωβά ως Βασιλιά, ο Σαμουήλ προσευχήθηκε να συμβεί μια καταιγίδα που δεν ήταν φυσιολογική για εκείνη την εποχή του έτους. Η απάντηση του Ιεχωβά σε εκείνη την ικεσία υποκίνησε το λαό να αναγνωρίσει τη σοβαρή του παράβαση.—1Σα 11:14–12:25.
Αργότερα, σε δύο περιπτώσεις, ο Σαμουήλ αναγκάστηκε να κατακρίνει τον Σαούλ για ανυπακοή προς τη θεϊκή κατεύθυνση. Την πρώτη φορά, ο Σαμουήλ ανήγγειλε ότι η βασιλεία του Σαούλ δεν θα διαρκούσε επειδή εκείνος, προτρέχοντας με αυθάδεια, είχε προσφέρει θυσία αντί να περιμένει όπως του είχε δοθεί εντολή. (1Σα 13:10-14) Το δεύτερο καταδικαστικό άγγελμα που μετέδωσε ο Σαμουήλ στον Σαούλ ήταν το ότι ο Ιεχωβά είχε απορρίψει τον ίδιο τον Σαούλ ως βασιλιά επειδή εκείνος, δείχνοντας ανυπακοή, είχε αφήσει ζωντανό τον Βασιλιά Αγάγ και τα καλύτερα ζώα από τα ποίμνια και τα βόδια των Αμαληκιτών. Ανταποκρινόμενος στην έκκληση του Σαούλ, ο Σαμουήλ εμφανίστηκε μαζί του μπροστά στους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και στο λαό. Έπειτα από αυτό, ο Σαμουήλ διέταξε να του φέρουν τον Αγάγ, τον οποίο τότε «κατακρεούργησε . . . ενώπιον του Ιεχωβά στα Γάλγαλα».—1Σα 15:10-33.
Χρίει τον Δαβίδ. Αφότου οι δύο άντρες πήραν ο καθένας το δρόμο του, δεν είχαν πλέον άλλη επαφή. Ωστόσο, ο Σαμουήλ άρχισε να θρηνεί για τον Σαούλ. Ο Ιεχωβά Θεός, όμως, διέκοψε το πένθος του και του ανέθεσε να πάει στη Βηθλεέμ για να χρίσει έναν από τους γιους του Ιεσσαί ως μελλοντικό βασιλιά του Ισραήλ. Για να μην υποψιαστεί τίποτα ο Σαούλ—πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει στο θάνατο του Σαμουήλ—ο Ιεχωβά είπε στον Σαμουήλ να πάρει μαζί του μια αγελάδα για θυσία. Ίσως φοβούμενοι ότι ο Σαμουήλ είχε πάει εκεί με σκοπό να αποδώσει έλεγχο ή τιμωρία για κάποια αδικοπραγία, οι πρεσβύτεροι της Βηθλεέμ άρχισαν να τρέμουν. Αλλά εκείνος τους διαβεβαίωσε ότι ο ερχομός του σήμαινε ειρήνη και κατόπιν διευθέτησε να συμμετάσχουν ο Ιεσσαί και οι γιοι του σε ένα γεύμα θυσίας. Εντυπωσιασμένος από την εμφάνιση του Ελιάβ, του πρωτοτόκου του Ιεσσαί, ο Σαμουήλ σκέφτηκε ότι ασφαλώς αυτός ο γιος θα ήταν ο εκλεκτός του Ιεχωβά για τη βασιλεία. Αλλά ούτε ο Ελιάβ ούτε κανείς από τους άλλους έξι γιους του Ιεσσαί που ήταν παρόντες δεν είχε εκλεγεί από τον Ιεχωβά. Γι’ αυτό, ο Σαμουήλ επέμεινε να φωνάξουν το νεότερο γιο, τον Δαβίδ, ο οποίος έβοσκε τα πρόβατα, και κατόπιν, καθ’ υπόδειξη του Ιεχωβά, ο Σαμουήλ τον έχρισε ανάμεσα στους αδελφούς του.—1Σα 15:34–16:13.
Αργότερα, όταν ο Βασιλιάς Σαούλ είχε κάνει αρκετές απόπειρες εναντίον της ζωής του Δαβίδ, εκείνος κατέφυγε στον Σαμουήλ στη Ραμά. Στη συνέχεια οι δύο άντρες πήγαν στη Ναϊώθ, και ο Δαβίδ παρέμεινε εκεί ώσπου ήρθε να τον αναζητήσει ο Σαούλ αυτοπροσώπως. (1Σα 19:18–20:1) Ενώ ο Δαβίδ εξακολουθούσε να βρίσκεται κάτω από περιορισμούς εξαιτίας του Σαούλ, «πέθανε ο Σαμουήλ· και όλος ο Ισραήλ συγκεντρώθηκε και τον θρήνησε και τον έθαψε στο σπίτι του στη Ραμά». (1Σα 25:1) Έτσι λοιπόν, ο Σαμουήλ πέθανε ως επιδοκιμασμένος υπηρέτης του Ιεχωβά Θεού ύστερα από μια ζωή πιστής υπηρεσίας. (Ψλ 99:6· Ιερ 15:1· Εβρ 11:32) Είχε εκδηλώσει εμμονή στην εκπλήρωση της αποστολής του (1Σα 16:6, 11), αφοσίωση στην αληθινή λατρεία (1Σα 7:3-6), εντιμότητα στις συναλλαγές του (1Σα 12:3), καθώς επίσης θάρρος και σταθερότητα στην αναγγελία και υποστήριξη των κρίσεων και των αποφάσεων του Ιεχωβά (1Σα 10:24· 13:13· 15:32, 33).
Για την εξιστόρηση του περιστατικού στο οποίο ο Σαούλ ζήτησε από την πνευματιστική μεσάζουσα της Εν-δωρ να του ανεβάσει τον Σαμουήλ, βλέπε ΣΑΟΥΛ Αρ. 1.
-
-
Σαμουήλ (Βιβλία)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΥΗΛ (ΒΙΒΛΙΑ)
Δύο βιβλία των Εβραϊκών Γραφών που προφανώς αποτελούσαν ενιαίο βιβλίο στον αρχικό Εβραϊκό κανόνα. Αυτό μαρτυρείται από μια περιθωριακή σημείωση στη Μασόρα η οποία δείχνει ότι τα λόγια που περιέχονται στο Πρώτο Σαμουήλ, 28ο κεφάλαιο (ένα από τα τελευταία κεφάλαια του Πρώτου Σαμουήλ), βρίσκονταν στη μέση του βιβλίου.
Συγγραφείς και Καλυπτόμενη Περίοδος. Η αρχαία Ιουδαϊκή παράδοση αποδίδει στον Σαμουήλ τη συγγραφή του πρώτου μέρους του βιβλίου, και στους Νάθαν και Γαδ τη συγγραφή του υπόλοιπου τμήματος. Το ότι αυτοί οι τρεις προφήτες ασχολήθηκαν όντως με τη συγγραφή επιβεβαιώνεται από το εδάφιο 1 Χρονικών 29:29. Το ίδιο το βιβλίο αναφέρει: «Ο Σαμουήλ μίλησε στο λαό για τα νόμιμα δικαιώματα της βασιλείας και τα έγραψε σε βιβλίο και το έβαλε ενώπιον του Ιεχωβά». (1Σα 10:25) Ωστόσο, πολλοί λόγιοι, βασιζόμενοι στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 27:6, όπου γίνεται αναφορά στους «βασιλιάδες του Ιούδα», τοποθετούν την τελική σύνταξη των βιβλίων του Σαμουήλ μετά την ίδρυση του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ. Αν η φράση «βασιλιάδες του Ιούδα» υποδηλώνει μόνο βασιλιάδες του δίφυλου βασιλείου του Ιούδα, αυτό θα έδειχνε ότι κάποιος άλλος έδωσε στα συγγράμματα του Σαμουήλ, του Νάθαν και του Γαδ την τελική τους μορφή. Από την άλλη πλευρά, αν η φράση «βασιλιάδες του Ιούδα» σημαίνει απλώς βασιλιάδες από τη φυλή του Ιούδα, αυτά τα λόγια θα μπορούσε να τα είχε γράψει ο Νάθαν, εφόσον έζησε υπό τη διακυβέρνηση δύο τέτοιων βασιλιάδων, του Δαβίδ και του Σολομώντα.—1Βα 1:32-34· 2Χρ 9:29.
Το γεγονός ότι η Άννα και κάποιος μη κατονομαζόμενος «άνθρωπος του Θεού» χρησιμοποίησαν τις εκφράσεις “βασιλιάς” και “χρισμένος” χρόνια προτού κυβερνήσει βασιλιάς τον Ισραήλ δεν υποστηρίζει το επιχείρημα μερικών ότι αυτά τα χωρία ανάγονται σε περίοδο μεταγενέστερη από αυτήν που υποδηλώνεται στο βιβλίο. (1Σα 2:10, 35) Η ιδέα περί ενός μελλοντικού βασιλιά δεν ήταν καθόλου ξένη προς τους Εβραίους. Η υπόσχεση του Θεού σχετικά με τη Σάρρα, την πρόγονο των Ισραηλιτών, ήταν ότι «βασιλιάδες λαών» θα έβγαιναν από αυτήν. (Γε 17:16) Επιπλέον, η προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του (Γε 49:10), τα προφητικά λόγια του Βαλαάμ (Αρ 24:17) και ο Μωσαϊκός Νόμος (Δευ 17:14-18) έστρεφαν την προσοχή στην εποχή κατά την οποία οι Ισραηλίτες θα είχαν βασιλιά.
Η ιστορική αφήγηση των δύο βιβλίων του Σαμουήλ αρχίζει με την εποχή του Αρχιερέα Ηλεί και ολοκληρώνεται με γεγονότα που συνέβησαν κατά τη βασιλεία του Δαβίδ. Επομένως, καλύπτει κατά προσέγγιση περίοδο 140 ετών (περ. 1180–περ. 1040 Π.Κ.Χ.). Εφόσον το υπόμνημα δεν μνημονεύει το θάνατο του Δαβίδ, η αφήγηση (με πιθανή εξαίρεση κάποιες προσθήκες αντιγραφέων) ολοκληρώθηκε πιθανότατα γύρω στο 1040 Π.Κ.Χ.
Αυθεντικότητα. Η αυθεντικότητα της αφήγησης που περιέχεται στα βιβλία του Σαμουήλ είναι επαρκώς τεκμηριωμένη. Ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς αντέκρουσε μια αντίρρηση των Φαρισαίων αναφερόμενος στο περιστατικό που είναι καταγραμμένο στα εδάφια 1 Σαμουήλ 21:3-6, σύμφωνα με τα οποία ο Δαβίδ πήρε το ψωμί της πρόθεσης από τον Αχιμέλεχ τον ιερέα. (Ματ 12:1-4) Στη συναγωγή της Αντιόχειας στην Πισιδία, ο απόστολος Παύλος παρέθεσε από το εδάφιο 1 Σαμουήλ 13:14, ανασκοπώντας γεγονότα από την ιστορία του Ισραήλ. (Πρ 13:20-22) Ο ίδιος απόστολος, στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, χρησιμοποίησε ένα απόσπασμα από ψαλμό του Δαβίδ, το οποίο υπάρχει τόσο στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 22:50 όσο και στο εδάφιο Ψαλμός 18:49, για να αποδείξει ότι η διακονία του Χριστού προς τους Ιουδαίους επαλήθευσε τις υποσχέσεις του Θεού και αποτέλεσε τη βάση ώστε οι μη Ιουδαίοι “να δοξάσουν τον Θεό για το έλεός του”. (Ρω 15:8, 9) Τα λόγια που είπε ο Ιεχωβά στον Δαβίδ, όπως αναφέρονται στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 7:14, παρατίθενται και εφαρμόζονται στον Χριστό Ιησού στο εδάφιο Εβραίους 1:5, δείχνοντας έτσι ότι ο Δαβίδ αποτέλεσε προφητικό τύπο του Μεσσία.
Μνημειώδης είναι και η ειλικρίνεια του υπομνήματος. Θίγει τα κακώς κείμενα στον ιερατικό οίκο του Ηλεί (1Σα 2:12-17, 22-25), τη διαφθορά των γιων του Σαμουήλ (1Σα 8:1-3), καθώς και τα αμαρτήματα και τα οικογενειακά προβλήματα του Βασιλιά Δαβίδ (2Σα 11:2-15· 13:1-22· 15:13, 14· 24:10).
Μια ακόμη απόδειξη της αυθεντικότητας της αφήγησης αποτελεί η εκπλήρωση προφητειών. Αυτές αφορούν το αίτημα του Ισραήλ για βασιλιά (Δευ 17:14· 1Σα 8:5), την απόρριψη του οίκου του Ηλεί από τον Ιεχωβά (1Σα 2:31· 3:12-14· 1Βα 2:27) και τη συνέχιση της βασιλείας μέσω της Δαβιδικής γραμμής (2Σα 7:16· Ιερ 33:17· Ιεζ 21:25-27· Ματ 1:1· Λου 1:32, 33).
Το υπόμνημα βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις υπόλοιπες Γραφές. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα κατά την εξέταση των ψαλμών, πολλοί από τους οποίους διασαφηνίζονται από το περιεχόμενο των βιβλίων του Σαμουήλ. Η αποστολή αγγελιοφόρων από τον Βασιλιά Σαούλ για να παρακολουθούν το σπίτι του Δαβίδ με σκοπό να τον σκοτώσουν είναι το θέμα του 59ου Ψαλμού. (1Σα 19:11) Στις καταστάσεις που έζησε ο Δαβίδ στη Γαθ, όπου συγκάλυψε τη διανοητική του υγεία για να γλιτώσει το θάνατο, αναφέρεται έμμεσα ο 34ος και ο 56ος Ψαλμός. (1Σα 21:10-15· το όνομα Αβιμέλεχ που εμφανίζεται στην επιγραφή του 34ου Ψαλμού πρέπει να θεωρηθεί προφανώς τίτλος του Βασιλιά Αγχούς.) Ο 142ος Ψαλμός ίσως αντικατοπτρίζει τις σκέψεις του Δαβίδ ενόσω κρυβόταν από τον Σαούλ στη σπηλιά της Οδολλάμ (1Σα 22:1) ή σε μια σπηλιά της ερήμου Εν-γαδί. (1Σα 24:1, 3) Το ίδιο ισχύει μάλλον και για τον 57ο Ψαλμό. Ωστόσο, μια παραβολή του εδαφίου Ψαλμός 57:6 με τα εδάφια 1 Σαμουήλ 24:2-4 φαίνεται να ευνοεί την εκδοχή της σπηλιάς στην έρημο Εν-γαδί, διότι εκεί ο Σαούλ έπεσε, θα λέγαμε, στο λάκκο που είχε σκάψει για τον Δαβίδ. Ο 52ος Ψαλμός αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία ο Δωήκ πληροφόρησε τον Σαούλ για τις επαφές του Δαβίδ με τον Αχιμέλεχ. (1Σα 22:9, 10) Η ενέργεια των Ζιφιτών να αποκαλύψουν στον Βασιλιά Σαούλ πού βρισκόταν ο Δαβίδ αποτελεί το θέμα του 54ου Ψαλμού. (1Σα 23:19) Ο 2ος Ψαλμός φαίνεται να παραπέμπει στις απόπειρες που έκαναν οι Φιλισταίοι να εκθρονίσουν τον Δαβίδ όταν εκείνος κατέλαβε το οχυρό της Σιών. (2Σα 5:17-25) Τα προβλήματα με τους Εδωμίτες στη διάρκεια του πολέμου με τον Αδαδέζερ αποτελούν το σκηνικό του 60ού Ψαλμού. (2Σα 8:3, 13, 14) Ο 51ος Ψαλμός είναι η προσευχή με την οποία ο Δαβίδ εκλιπαρεί για συγχώρηση λόγω της αμαρτίας του με τη Βηθ-σαβεέ. (2Σα 11:2-15· 12:1-14) Η φυγή του Δαβίδ εξαιτίας του Αβεσσαλώμ αποτελεί το φόντο του 3ου Ψαλμού. (2Σα 15:12-17, 30) Το ιστορικό πλαίσιο του 7ου Ψαλμού ίσως είναι οι κατάρες του Σιμεΐ εναντίον του Δαβίδ. (2Σα 16:5-8) Ο 30ός Ψαλμός ίσως παραπέμπει στα γεγονότα που συνδέονται με την ανέγερση θυσιαστηρίου από τον Δαβίδ στο αλώνι του Ορνά. (2Σα 24:15-25) Ο 18ος Ψαλμός είναι παράλληλος με το 22ο κεφάλαιο του 2ου Σαμουήλ και αναφέρεται στο πώς ο Ιεχωβά απελευθέρωσε τον Δαβίδ από τον Σαούλ και άλλους εχθρούς.
Τμήματα που Παραλείπονται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Τα εδάφια 1 Σαμουήλ 17:12-31, 55–18:6α δεν εμφανίζονται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, σύμφωνα με το Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209. Γι’ αυτό, πολλοί λόγιοι έχουν συμπεράνει ότι τα εδάφια που παραλείπονται είναι μεταγενέστερες προσθήκες στο εβραϊκό κείμενο. Διαφωνώντας με αυτή την άποψη, ο Κ. Φ. Κάιλ και ο Φ. Ντέλιτς κάνουν το εξής σχόλιο: «Η ιδέα ότι τα εν λόγω τμήματα είναι εμβόλιμα και ότι έχουν παρεισφρήσει στο κείμενο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί με βάση την απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και μόνο, δεδομένου ότι ο αυθαίρετος τρόπος με τον οποίο οι μεταφραστές της παρέλειπαν ή πρόσθεταν περικοπές κατά το δοκούν είναι προφανής στον καθένα».—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 2, 1 Σαμουήλ, σ. 177, υποσ.
Αν αποδεικνυόταν σαφώς ότι υπάρχουν πραγματικές αντιφάσεις ανάμεσα στα τμήματα που παραλείπονται και στο υπόλοιπο βιβλίο, θα ήταν λογικό να αμφισβητηθεί η αυθεντικότητα των εδαφίων 1 Σαμουήλ 17:12-31, 55–18:6α. Μια παραβολή των εδαφίων 1 Σαμουήλ 16:18-23 με τα εδάφια 1 Σαμουήλ 17:55-58 αποκαλύπτει μια φαινομενική αντίφαση, εφόσον στη δεύτερη περικοπή ο Σαούλ φέρεται να ρωτάει για την ταυτότητα του Δαβίδ, ο οποίος ανήκε ήδη στους αυλικούς του ως μουσικός και οπλοφόρος. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι χαρακτηρισμοί «γενναίος και κραταιός, άντρας πολεμιστής» που αποδίδονται προηγουμένως στον Δαβίδ πιθανόν να βασίζονταν στις θαρραλέες ενέργειές του, δεδομένου ότι σκότωσε ολομόναχος ένα λιοντάρι και μια αρκούδα προκειμένου να σώσει τα πρόβατα του πατέρα του. (1Σα 16:18· 17:34-36) Επιπλέον, η Αγία Γραφή δεν αναφέρει ότι ο Δαβίδ όντως υπηρέτησε ως οπλοφόρος του Σαούλ σε κάποια μάχη προτού σκοτώσει τον Γολιάθ. Αυτό που ζήτησε ο Σαούλ από τον Ιεσσαί ήταν: «Ας συνεχίσει, παρακαλώ, ο Δαβίδ να με υπηρετεί, γιατί βρήκε εύνοια στα μάτια μου». (1Σα 16:22) Αυτό δεν αποκλείει την πιθανότητα να επέτρεψε αργότερα ο Σαούλ στον Δαβίδ να επιστρέψει στη Βηθλεέμ οπότε, όταν ξέσπασε πόλεμος με τους Φιλισταίους, ο Δαβίδ έβοσκε το ποίμνιο του πατέρα του.
Όσον αφορά την ερώτηση του Σαούλ: «Τίνος γιος είναι αυτό το αγόρι, Αβενήρ;», το παραπάνω σχολιολόγιο παρατηρεί (σ. 178, υποσ.): «Ακόμη και αν ο Αβενήρ δεν είχε μπει στον κόπο να πληροφορηθεί την καταγωγή του αρπιστή του Σαούλ, ο ίδιος ο Σαούλ δεν μπορεί να είχε ξεχάσει ότι ο Δαβίδ ήταν γιος του Βηθλεεμίτη Ιεσσαί. Αλλά η ερώτηση του Σαούλ είχε βαθύτερο νόημα. Αυτό που τον ενδιέφερε να μάθει δεν ήταν απλώς το όνομα του πατέρα του Δαβίδ, αλλά τι είδους άνθρωπος ήταν στ’ αλήθεια ο πατέρας ενός νέου που είχε το θάρρος να κάνει μια τόσο εκπληκτική ηρωική πράξη. Επίσης, η ερώτηση δεν έγινε απλώς για να χορηγηθεί στο σπιτικό του Ιεσσαί φοροαπαλλαγή, κάτι που αποτελούσε την υποσχεμένη αμοιβή για τη νίκη επί του Γολιάθ (εδ. 25), αλλά πιθανότατα και για να εντάξει ο Σαούλ αυτόν τον άντρα στην αυλή του, εφόσον συμπέρανε από το θάρρος και τη γενναιότητα του γιου ότι και ο πατέρας θα είχε παρόμοιες ιδιότητες. Η αλήθεια είναι ότι ο Δαβίδ απάντησε απλώς: “Ο γιος του υπηρέτη σου του Ιεσσαί του Βηθλεεμίτη”, αλλά είναι καταφανές από τη φράση του κεφ. 28:1, “όταν τελείωσε αυτά που έλεγε στον Σαούλ”, ότι ο Σαούλ συνομίλησε και περαιτέρω μαζί του για τα οικογενειακά του ζητήματα, αφού αυτά τα λόγια υποδηλώνουν μακρά συνομιλία». (Για άλλες περιπτώσεις όπου η λέξη «ποιος» περιλαμβάνει περισσότερα από απλή γνώση του ονόματος κάποιου, βλέπε Εξ 5:2· 1Σα 25:10.)
Συνεπώς υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να θεωρούμε τα εδάφια 1 Σαμουήλ 17:12-31, 55–18:6α τμήμα του πρωτότυπου κειμένου.
[Πλαίσιο στη σελίδα 880]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΡΩΤΟ ΣΑΜΟΥΗΛ
Υπόμνημα για την έναρξη της βασιλείας στον Ισραήλ, το οποίο τονίζει την υπακοή στον Ιεχωβά
Συγγραφείς του ήταν ο Σαμουήλ, ο Νάθαν και ο Γαδ· το βιβλίο Πρώτο Σαμουήλ καλύπτει τη χρονική περίοδο από τη γέννηση του Σαμουήλ μέχρι το θάνατο του Σαούλ, του πρώτου βασιλιά του Ισραήλ
Ο Ιεχωβά εγείρει τον Σαμουήλ ως προφήτη στον Ισραήλ (1:1–7:17)
Ο Σαμουήλ γεννιέται σε απάντηση της προσευχής της Άννας, της μητέρας του· μετά τον απογαλακτισμό του η Άννα τον φέρνει στο αγιαστήριο για υπηρεσία, σε εκπλήρωση της ευχής της
Ο Ιεχωβά μιλάει στον Σαμουήλ, εξαγγέλλοντας κρίση εναντίον του οίκου του Ηλεί, επειδή οι γιοι του Ηλεί, ο Οφνεί και ο Φινεές, ενεργούν πονηρά και ο Ηλεί δεν τους επιπλήττει
Καθώς μεγαλώνει ο Σαμουήλ, αναγνωρίζεται ως προφήτης του Ιεχωβά
Ο λόγος του Ιεχωβά εναντίον του Ηλεί αρχίζει να εκπληρώνεται: οι Φιλισταίοι πιάνουν την Κιβωτό και θανατώνουν τους γιους του Ηλεί· ο Ηλεί πεθαίνει μόλις ακούει τα νέα
Χρόνια αργότερα, ο Σαμουήλ παροτρύνει τους Ισραηλίτες να εγκαταλείψουν την ειδωλολατρία και να υπηρετούν μόνο τον Ιεχωβά· ο Ιεχωβά τούς δίνει νίκη επί των Φιλισταίων
Ο Σαούλ γίνεται ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ (8:1–15:35)
Οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ πλησιάζουν τον ηλικιωμένο Σαμουήλ, ζητώντας ανθρώπινο βασιλιά· ο Ιεχωβά τού λέει να ακούσει τη φωνή τους
Ο Ιεχωβά δίνει στον Σαμουήλ την οδηγία να χρίσει βασιλιά τον Σαούλ, έναν Βενιαμινίτη
Ο Σαμουήλ παρουσιάζει τον Σαούλ σε μια σύναξη των Ισραηλιτών στη Μισπά, αλλά δεν τον αποδέχονται όλοι
Ο Σαούλ νικάει τους Αμμωνίτες· η βασιλεία του εδραιώνεται εκ νέου στα Γάλγαλα· ο Σαμουήλ νουθετεί το λαό να παραμείνει υπάκουος στον Ιεχωβά
Ο Σαούλ, αντιμέτωπος με μια επίθεση των Φιλισταίων, παρακούει τον Ιεχωβά, καθώς δεν περιμένει να έρθει ο Σαμουήλ αλλά προσφέρει ο ίδιος θυσίες· ο Σαμουήλ τού λέει ότι εξαιτίας αυτού δεν θα διαρκέσει η βασιλεία του
Ο Σαούλ νικάει τους Αμαληκίτες, αλλά δείχνει ανυπακοή, διατηρώντας στη ζωή τον Βασιλιά Αγάγ και τα καλύτερα από τα ζώα· ο Σαμουήλ λέει στον Σαούλ ότι ο Ιεχωβά τον έχει απορρίψει από βασιλιά και ότι η υπακοή είναι πιο σημαντική από τη θυσία
Ο Δαβίδ γίνεται ξακουστός, πράγμα που εξοργίζει τον Σαούλ (16:1–20:42)
Ο Σαμουήλ χρίει τον Δαβίδ, και το πνεύμα του Ιεχωβά φεύγει από τον Σαούλ· ο Δαβίδ γίνεται αρπιστής του Σαούλ για να τον ηρεμεί όταν είναι αναστατωμένος
Ο Δαβίδ σκοτώνει τον πρόμαχο των Φιλισταίων, τον Γολιάθ, και αναπτύσσεται βαθιά φιλία ανάμεσα στον Δαβίδ και στον Ιωνάθαν, γιο του Σαούλ
Ο Δαβίδ τίθεται επικεφαλής των πολεμιστών του Σαούλ, κερδίζει αλλεπάλληλες νίκες και εγκωμιάζεται με τραγούδια περισσότερο από τον Σαούλ· ο Σαούλ αρχίζει να ζηλεύει
Ο Σαούλ αποπειράται δύο φορές να σκοτώσει τον Δαβίδ αλλά αποτυγχάνει· το ίδιο αποτυγχάνει και το δόλιο σχέδιό του να θανατωθεί ο Δαβίδ από το χέρι των Φιλισταίων, ενόσω θα προσπαθούσε να εξασφαλίσει το νυφικό τίμημα για την κόρη του Σαούλ, τη Μιχάλ
Ο Σαούλ, παρά την υπόσχεση που δίνει στον Ιωνάθαν, αποπειράται για τρίτη φορά να σκοτώσει τον Δαβίδ ο οποίος καταφεύγει στον Σαμουήλ, στη Ραμά
Ο Ιωνάθαν προσπαθεί ανεπιτυχώς να μεσολαβήσει στον πατέρα του για χάρη του Δαβίδ· προειδοποιεί τον Δαβίδ και συνάπτει μαζί του διαθήκη
Ο Δαβίδ ζει ως φυγάς (21:1–27:12)
Στη Νωβ, ο Αρχιερέας Αχιμέλεχ δίνει στον Δαβίδ τροφή και το σπαθί του Γολιάθ· στη συνέχεια ο Δαβίδ καταφεύγει στη Γαθ, όπου γλιτώνει παριστάνοντας τον παράφρονα
Βρίσκει καταφύγιο στη σπηλιά της Οδολλάμ και κατόπιν στο δάσος της Χάρεθ· με διαταγή του Σαούλ θανατώνεται ο Αχιμέλεχ και όλοι οι κάτοικοι της Νωβ· ένας γιος του Αχιμέλεχ, ο Αβιάθαρ, γλιτώνει και πηγαίνει στον Δαβίδ
Ο Δαβίδ σώζει την Κεϊλά από τους Φιλισταίους, αλλά μετά φεύγει από την πόλη για να μην τον παραδώσουν στον Σαούλ
Οι άντρες της Ζιφ αποκαλύπτουν πού βρίσκεται ο Δαβίδ, ο οποίος μόλις και μετά βίας διαφεύγει τη σύλληψη
Ο Δαβίδ έχει την ευκαιρία να σκοτώσει τον Σαούλ αλλά του χαρίζει τη ζωή
Ο Σαμουήλ πεθαίνει
Η σοφή παρέμβαση της Αβιγαίας αποτρέπει τον Δαβίδ από το να χύσει αίμα μέσα στην έξαψη του θυμού του
Ο Δαβίδ χαρίζει και δεύτερη φορά τη ζωή στον Σαούλ και βρίσκει καταφύγιο στα εδάφη των Φιλισταίων
Το τέλος της βασιλείας του Σαούλ (28:1–31:13)
Ο Σαούλ συγκεντρώνει στρατό εναντίον των Φιλισταίων εισβολέων
Λόγω της ανυπακοής που επέδειξε ο Σαούλ, ο Ιεχωβά αρνείται να απαντήσει στις ερωτήσεις του, και έτσι ο Σαούλ συμβουλεύεται μια πνευματιστική μεσάζουσα στην Εν-δωρ
Στη μάχη με τους Φιλισταίους, ο Σαούλ τραυματίζεται σοβαρά και αυτοκτονεί· σκοτώνονται οι γιοι του, Ιωνάθαν, Αβιναδάβ και Μαλχί-σουά
[Πλαίσιο στη σελίδα 881]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΑΜΟΥΗΛ
Υπόμνημα για τη βασιλεία του Δαβίδ—οι ευλογίες που γεύτηκε, καθώς και η διαπαιδαγώγηση που λάβαινε όταν αμάρτανε
Αρχικά αποτελούσε έναν ρόλο με το Πρώτο Σαμουήλ· το τμήμα που αποτελεί το Δεύτερο Σαμουήλ ολοκληρώθηκε από τον Γαδ και τον Νάθαν στο τέλος της ζωής του Δαβίδ, γύρω στο 1040 Π.Κ.Χ.
Ο Δαβίδ γίνεται βασιλιάς και κυβερνάει από τη Χεβρών (1:1–4:12)
Ο Δαβίδ θρηνεί το θάνατο του Σαούλ και του Ιωνάθαν· εγκαθίσταται στη Χεβρών και χρίεται βασιλιάς από τους άντρες του Ιούδα
Ο Αβενήρ ανακηρύσσει το γιο του Σαούλ, τον Ις-βοσθέ, βασιλιά στον υπόλοιπο Ισραήλ· ξεσπάει πόλεμος ανάμεσα στα αντίπαλα βασίλεια
Ο Αβενήρ προσχωρεί στην παράταξη του Δαβίδ αλλά θανατώνεται από τον Ιωάβ
Ο Ις-βοσθέ φονεύεται· ο Δαβίδ διατάζει την εκτέλεση των δολοφόνων
Ο Δαβίδ γίνεται βασιλιάς όλων των φυλών του Ισραήλ (5:1–10:19)
Ο Δαβίδ χρίεται βασιλιάς όλου του Ισραήλ· καταλαμβάνει το οχυρό της Σιών και καθιστά την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσά του
Οι Φιλισταίοι εισβάλλουν δύο φορές αλλά νικιούνται και στις δύο περιπτώσεις
Ο Δαβίδ επιχειρεί να φέρει την Κιβωτό στην Ιερουσαλήμ· το εγχείρημα εγκαταλείπεται όταν πεθαίνει ο Ουζά στην προσπάθειά του να συγκρατήσει την Κιβωτό από πτώση
Η δεύτερη προσπάθειά του στέφεται με επιτυχία, καθώς η Κιβωτός μεταφέρεται με το σωστό τρόπο
Ο Δαβίδ εκφράζει στον Νάθαν την επιθυμία να οικοδομήσει ναό για τον Ιεχωβά· ο Ιεχωβά συνάπτει διαθήκη μαζί του για μια βασιλεία
Ο Δαβίδ αμαρτάνει με τη Βηθ-σαβεέ· τον πλήττει συμφορά μέσα από τον ίδιο του τον οίκο (11:1–20:26)
Οι Ισραηλίτες πολεμούν εναντίον του Αμμών· ο Δαβίδ μοιχεύει με τη Βηθ-σαβεέ, της οποίας ο σύζυγος, ο Ουρίας, υπηρετεί στο στρατό· όταν οι προσπάθειες που κάνει ο Δαβίδ να συγκαλύψει το αμάρτημά του αποτυγχάνουν, ο ίδιος κανονίζει να πεθάνει ο Ουρίας στη μάχη και παντρεύεται τη χήρα Βηθ-σαβεέ
Ο Νάθαν, χρησιμοποιώντας επιδέξια μια παραβολή, επιπλήττει τον Δαβίδ για την αμαρτία του και του ανακοινώνει την κρίση του Ιεχωβά: θα τον πλήξει συμφορά μέσα από τον ίδιο του τον οίκο, οι ίδιες οι σύζυγοί του θα πέσουν θύματα βιασμού, ο γιος που απέκτησε από τη Βηθ-σαβεέ θα πεθάνει
Το παιδί πεθαίνει· η Βηθ-σαβεέ μένει ξανά έγκυος και γεννάει τον Σολομώντα
Ο γιος του Δαβίδ, ο Αμνών, βιάζει την ετεροθαλή αδελφή του, τη Θάμαρ· ο γιος του Δαβίδ, ο Αβεσσαλώμ, αμφιθαλής αδελφός της Θάμαρ, παίρνει εκδίκηση για εκείνη βάζοντας να σκοτώσουν τον Αμνών· κατόπιν καταφεύγει στη Γεσούρ
Ο Αβεσσαλώμ, αφού εξασφαλίζει πλήρη χάρη από τον Δαβίδ, αρχίζει να συνωμοτεί σε βάρος του πατέρα του· τελικά αυτοανακηρύσσεται βασιλιάς στη Χεβρών
Ο Δαβίδ και οι υποστηρικτές του εγκαταλείπουν την Ιερουσαλήμ για να γλιτώσουν από τον Αβεσσαλώμ και τους επαναστάτες του· στην Ιερουσαλήμ ο Αβεσσαλώμ έχει σχέσεις με δέκα παλλακίδες του Δαβίδ· οι δυνάμεις του Αβεσσαλώμ καταδιώκουν τον Δαβίδ αλλά νικιούνται· θανατώνεται και ο ίδιος ο Αβεσσαλώμ παρά τις ρητές διαταγές του Δαβίδ για το αντίθετο
Ο Δαβίδ αποκαθίσταται στο θρόνο· ο Βενιαμινίτης Σεβά εξεγείρεται, και ο Δαβίδ δίνει το γενικό πρόσταγμα του στρατεύματος στον Αμασά προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία· ο Ιωάβ σκοτώνει τον Αμασά και αναλαμβάνει αρχηγός· ο Σεβά θανατώνεται
Τα τελικά γεγονότα της βασιλείας του Δαβίδ (21:1–24:25)
Ο Δαβίδ παραδίδει εφτά γιους του Σαούλ στους Γαβαωνίτες για εκτέλεση, έτσι ώστε να παρθεί εκδίκηση για την ενοχή αίματος που βάρυνε τον οίκο του Σαούλ απέναντί τους
Ο Δαβίδ συνθέτει ύμνους προς αίνο του Ιεχωβά, αναγνωρίζοντας ότι Εκείνος είναι η πηγή της έμπνευσής του
Ο Δαβίδ αμαρτάνει διατάζοντας να γίνει απογραφή, με αποτέλεσμα να πεθάνουν περίπου 70.000 άτομα από επιδημία
Ο Δαβίδ αγοράζει το αλώνι του Ορνά του Ιεβουσαίου για να ανεγείρει θυσιαστήριο για τον Ιεχωβά
-
-
ΣαμψώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΨΩΝ
(Σαμψών) [από μια ρίζα που σημαίνει «ήλιος»].
Ένας από τους εξέχοντες κριτές του Ισραήλ, γιος του Μανωέ, ενός Δανίτη από τη Ζορά. Πριν από τη γέννηση του Σαμψών, εμφανίστηκε στη μητέρα του ένας άγγελος και της ανακοίνωσε ότι θα γεννούσε έναν γιο που θα ήταν Ναζηραίος από τη γέννησή του και “θα αναλάμβανε την ηγεσία στη διάσωση του Ισραήλ από το χέρι των Φιλισταίων”. (Κρ 13:1-5, 24· 16:17) Ως μελλοντικός αρχηγός στον πόλεμο κατά των Φιλισταίων, ο Σαμψών αναγκαστικά θα πλησίαζε τα πτώματα των σκοτωμένων στη μάχη. Επομένως, αυτή καθαυτή η φύση της αποστολής του έδειχνε ότι δεν υπόκειτο στο νόμο που όριζε ότι οι Ναζηραίοι δεν έπρεπε να αγγίζουν πτώματα. (Αρ 6:2-9) Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι αυτός ο νόμος ίσχυε για όσους είχαν κάνει ευχή Ναζηραιοσύνης εθελοντικά, ενώ στην περίπτωση του Σαμψών οι ισχύουσες απαιτήσεις ήταν αυτές που είχε αναφέρει συγκεκριμένα στη μητέρα του ο άγγελος του Ιεχωβά.
Όταν έφτασε σε ηλικία γάμου, ο Σαμψών ζήτησε από τους γονείς του να του πάρουν για σύζυγο μια Φιλισταία από τη Θιμνάχ. Αυτό βρισκόταν σε αρμονία με την κατεύθυνση του πνεύματος του Θεού, καθώς έτσι θα δινόταν στον Σαμψών αφορμή να πολεμήσει κατά των Φιλισταίων. (Κρ 13:25–14:4) Στη συνέχεια, κοντά στη Θιμνάχ, ο Σαμψών βρέθηκε μπροστά σε ένα χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι. Ενδυναμωμένος από το πνεύμα του Θεού, έσκισε το ζώο στα δύο με γυμνά χέρια. Κατόπιν συνέχισε το δρόμο του για τη Θιμνάχ και εκεί μίλησε με τη Φιλισταία την οποία ήθελε για σύζυγο.—Κρ 14:5-7.
Ύστερα από κάποιο διάστημα, ο Σαμψών, συνοδευόμενος από τους γονείς του, πήγε στη Θιμνάχ για να φέρει τη μνηστή του στο σπίτι του. Πηγαίνοντας εκεί, βγήκε από το δρόμο του για να δει το πτώμα του λιονταριού που είχε σκοτώσει και βρήκε σε αυτό ένα σμήνος από μέλισσες, καθώς και μέλι. Ο Σαμψών έφαγε λίγο μέλι και, όταν συνάντησε ξανά τους γονείς του, πρόσφερε και σε αυτούς. Στο γαμήλιο συμπόσιο, έπλασε ένα αίνιγμα από αυτό το περιστατικό, το οποίο και έβαλε σε 30 Φιλισταίους γαμήλιους συνοδούς. Οι περαιτέρω εξελίξεις που έλαβαν χώρα εξαιτίας αυτού του αινίγματος έδωσαν στον Σαμψών την αφορμή να σκοτώσει 30 Φιλισταίους στην Ασκαλών.—Κρ 14:8-19.
Όταν ο πατέρας της μνηστής του την έδωσε σε άλλον άντρα και δεν άφησε τον Σαμψών να τη δει, ο Σαμψών βρήκε μια ακόμη αφορμή να δράσει εναντίον των Φιλισταίων. Χρησιμοποιώντας 300 αλεπούδες, έβαλε φωτιά στα σπαρτά, στα αμπέλια και στους ελαιώνες των Φιλισταίων. Ως αποτέλεσμα, οι εξοργισμένοι Φιλισταίοι έκαψαν τη μνηστή του Σαμψών και τον πατέρα της, επειδή η ζημιά που υπέστησαν οφειλόταν στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκε εκείνος στον Σαμψών. Με την πράξη τους αυτή, οι Φιλισταίοι έδωσαν και πάλι στον Σαμψών λόγο για να τους εκδικηθεί. Θανάτωσε πολλούς από αυτούς, «σωριάζοντας πόδια πάνω σε μηρούς».—Κρ 14:20–15:8.
Θέλοντας να εκδικηθούν τον Σαμψών, οι Φιλισταίοι ήρθαν στη Λεχί. Τότε, τρεις χιλιάδες έντρομοι άντρες του Ιούδα πήγαν στον Σαμψών στο βράχο Ητάμ και τον έπεισαν να παραδοθεί. Στη συνέχεια τον έδεσαν με δύο καινούρια σχοινιά και τον οδήγησαν στους Φιλισταίους. Περιχαρείς, οι Φιλισταίοι ετοιμάστηκαν να παραλάβουν τον Σαμψών. Αλλά «άρχισε να επενεργεί σε αυτόν το πνεύμα του Ιεχωβά, και τα σχοινιά που ήταν στους βραχίονές του έγιναν σαν λινές κλωστές που έχουν καεί από τη φωτιά, και έτσι τα δεσμά του έλιωσαν και έπεσαν από τα χέρια του». Παίρνοντας το νωπό σαγόνι ενός αρσενικού γαϊδουριού, ο Σαμψών πάταξε χίλιους άντρες, και στη συνέχεια απέδωσε αυτή τη νίκη στον Ιεχωβά. Σε εκείνη την περίπτωση ο Ιεχωβά, απαντώντας στο αίτημα του Σαμψών, προμήθευσε θαυματουργικά νερό για να σβήσει εκείνος τη δίψα του.—Κρ 15:9-19.
Κάποια άλλη φορά, ο Σαμψών πήγε στο σπίτι μιας πόρνης στη φιλισταϊκή πόλη Γάζα. Όταν το έμαθαν αυτό οι Φιλισταίοι, τον παραμόνευσαν, σκοπεύοντας να τον σκοτώσουν το πρωί. Αλλά ο Σαμψών σηκώθηκε τα μεσάνυχτα και έβγαλε από το τείχος της Γάζας την πύλη της πόλης μαζί με τους παραστάτες και την αμπάρα της και τα ανέβασε όλα αυτά «στην κορυφή του βουνού που βρίσκεται μπροστά στη Χεβρών». (Κρ 16:1-3· βλέπε ΓΑΖΑ Αρ. 1.) Αυτό ήταν μεγάλη ταπείνωση για τους Φιλισταίους, επειδή καθιστούσε τη Γάζα ευάλωτη και απροστάτευτη μπροστά στους εισβολείς. Το γεγονός ότι ο Σαμψών μπόρεσε να κάνει αυτόν τον καταπληκτικό άθλο δείχνει ότι εξακολουθούσε να έχει το πνεύμα του Θεού. Αυτό αντικρούει τον ισχυρισμό ότι είχε πάει στο σπίτι της πόρνης για ανήθικους σκοπούς. Στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών ([Commentary on the Holy Scriptures] Κρ 16:1, σ. 212) του Λάνγκε, ο σχολιαστής Πάουλους Κάσελ λέει σχετικά με αυτό το σημείο: «Ο Σαμψών δεν πήγε στη Γάζα με σκοπό να επισκεφτεί μια πόρνη, διότι λέγεται ότι “πήγε στη Γάζα και είδε εκεί μια [πόρνη]”. Αλλά όταν θέλησε να διανυκτερεύσει εκεί [στη Γάζα], δεν είχε άλλη επιλογή, όντας εχθρός του έθνους, από το να βρει κατάλυμα στην [πόρνη]. . . . Η διαμονή του περιγράφεται με γλώσσα παρόμοια με εκείνη που χρησιμοποιείται αναφορικά με τους κατασκόπους που έμειναν στο σπίτι της Ραάβ. Οι λέξεις “την είδε” φανερώνουν απλώς ότι, μόλις είδε μια γυναίκα του είδους της, αντιλήφθηκε πού θα μπορούσε να βρει καταφύγιο για τη νύχτα». (Μετάφραση [στην αγγλική] και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976) Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι η αφήγηση δηλώνει πως «ο Σαμψών έμεινε πλαγιασμένος μέχρι τα μεσάνυχτα» και όχι πως “ο Σαμψών έμεινε πλαγιασμένος μαζί της μέχρι τα μεσάνυχτα”.
Μπαίνοντας σε εχθρικό έδαφος, ο Σαμψών έδειξε την αφοβιά του. Μπορεί κάλλιστα να πήγε στη Γάζα για “να ζητήσει αφορμή εναντίον των Φιλισταίων”, όπως είχε συμβεί και πρωτύτερα, όταν έψαχνε να βρει σύζυγο από ανάμεσά τους. (Κρ 14:4) Αν όντως έτσι συνέβησαν τα πράγματα, προφανώς ο Σαμψών σκόπευε να μετατρέψει κάθε προσπάθεια που θα γινόταν εναντίον του σε αφορμή για να βλάψει τους Φιλισταίους.
Προδίδεται από τη Δαλιδά. Έπειτα από αυτό, ο Σαμψών αγάπησε τη Δαλιδά. (Βλέπε ΔΑΛΙΔΑ.) Αυτή, για να αποκομίσει υλικό όφελος, επιδίωξε να μάθει το μυστικό της δύναμης του Σαμψών. Τρεις φορές εκείνος της έδωσε παραπλανητικές απαντήσεις. Επειδή όμως τον ενοχλούσε επίμονα, τελικά ενέδωσε και της αποκάλυψε πως η δύναμή του οφειλόταν στο ότι ήταν Ναζηραίος από τη γέννησή του. Εκείνη τότε ήρθε σε επαφή με τους Φιλισταίους για να της δώσουν την αμοιβή της επειδή θα τους τον παρέδιδε. Ενώ ο Σαμψών κοιμόταν στα γόνατά της, η Δαλιδά έβαλε να του ξυρίσουν τα μαλλιά. Όταν εκείνος ξύπνησε, δεν είχε πια το πνεύμα του Ιεχωβά, γιατί είχε αφήσει τον εαυτό του να βρεθεί σε θέση που οδήγησε στον τερματισμό της Ναζηραιοσύνης του. Η πηγή της δύναμής του ήταν, όχι τα ίδια τα μαλλιά, αλλά αυτό που αντιπροσώπευαν, δηλαδή η ειδική σχέση που είχε ο Σαμψών με τον Ιεχωβά ως Ναζηραίος. Όταν έληξε αυτή η σχέση, ο Σαμψών δεν διέφερε από κανέναν άλλον άνθρωπο. Ως εκ τούτου, οι Φιλισταίοι κατάφεραν να τον τυφλώσουν, να τον δέσουν με χάλκινα δεσμά και να τον βάλουν να δουλεύει ως αλεστής στη φυλακή.—Κρ 16:4-21.
Ενώ ο Σαμψών έλιωνε στη φυλακή, οι Φιλισταίοι διοργάνωσαν μια μεγάλη θυσία στο θεό τους τον Δαγών, στον οποίο απέδωσαν το ότι κατόρθωσαν να συλλάβουν τον Σαμψών. Μεγάλα πλήθη, μεταξύ των οποίων και όλοι οι άρχοντες του άξονά τους, συγκεντρώθηκαν στον οίκο που χρησιμοποιούνταν για τη λατρεία του Δαγών. Πάνω στην ταράτσα και μόνο βρίσκονταν 3.000 άντρες και γυναίκες. Όντας σε κατάσταση ευθυμίας, οι Φιλισταίοι έφεραν από τη φυλακή τον Σαμψών, τα μαλλιά του οποίου είχαν στο μεταξύ μεγαλώσει πολύ, για να τους διασκεδάσει. Όταν έφτασε εκεί, ο Σαμψών ζήτησε από το αγόρι που τον οδηγούσε να τον αφήσει να ψηλαφήσει τους στύλους που στήριζαν το οικοδόμημα. Κατόπιν προσευχήθηκε στον Ιεχωβά: «Θυμήσου με, σε παρακαλώ, και ενίσχυσέ με, σε παρακαλώ, μόνο αυτή τη φορά, αληθινέ Θεέ, και ας εκδικηθώ τους Φιλισταίους με εκδίκηση για το ένα από τα δυο μου μάτια». (Κρ 16:22-28) Ίσως προσευχήθηκε να πάρει εκδίκηση μόνο για το ένα από τα μάτια του επειδή αναγνώριζε ότι η απώλειά τους οφειλόταν κατά μέρος στη δική του αποτυχία. Ή ίσως αισθανόταν ότι θα ήταν αδύνατον να πάρει πλήρη εκδίκηση ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά.
Ο Σαμψών στηρίχτηκε στους δύο κεντρικούς στύλους και «κάμφθηκε με δύναμη», προκαλώντας την κατάρρευση του οίκου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το θάνατό του, αλλά και το θάνατο περισσότερων Φιλισταίων από όσους είχε σκοτώσει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι συγγενείς του τον έθαψαν «ανάμεσα στη Ζορά και στην Εσθαόλ, στον τάφο του Μανωέ του πατέρα του». Έτσι λοιπόν, ο Σαμψών πέθανε πιστός στον Ιεχωβά, έχοντας κρίνει τον Ισραήλ επί 20 χρόνια. Επομένως, το όνομά του δικαιολογημένα εμφανίζεται μεταξύ ανθρώπων οι οποίοι, διαμέσου πίστης, καταστάθηκαν δυνατοί.—Κρ 15:20· 16:29-31· Εβρ 11:32-34.
-
-
ΣαναβαλλάτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΑΒΑΛΛΑΤ
(Σαναβαλλάτ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σιν [ο θεός της σελήνης] Έχει Κάνει Καλά»].
Ορωνίτης (που σημαίνει κάτοικος της Βαιθ-ορών ή της Ορωναΐμ) ο οποίος εναντιώθηκε στις προσπάθειες του Νεεμία για την επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ. (Νε 2:10) Πιστεύεται ότι είναι ο Σαναβαλλάτ που μνημονεύεται σε έναν πάπυρο ο οποίος βρέθηκε στην Ελεφαντίνη της Αιγύπτου και ο οποίος παρουσιάζει κάποιον με αυτό το όνομα ως κυβερνήτη της Σαμάρειας και πατέρα του Δελαΐα και του Σελεμία.
Ο Σαναβαλλάτ μαζί με τον Τωβία και τον Γεσέμ χλεύαζαν τους Ιουδαίους και τους κατηγορούσαν ότι στασίαζαν εναντίον του βασιλιά της Περσίας. (Νε 2:19· 4:1) Καθώς το έργο της επισκευής προχωρούσε, αυτός και άλλοι εναντιούμενοι συνωμότησαν να πολεμήσουν εναντίον της Ιερουσαλήμ. Αλλά οι όποιες προσπάθειές τους απέβησαν άκαρπες, επειδή οι Ιουδαίοι στηρίχτηκαν στον Ιεχωβά και τοποθέτησαν φρουρά. (Νε 4:7-9) Αφού κλείστηκαν τα ανοίγματα στο τείχος της Ιερουσαλήμ, ο Σαναβαλλάτ και άλλοι προσπάθησαν επανειλημμένα να παρασύρουν τον Νεεμία ώστε να απομακρυνθεί από την πόλη. Όταν απέτυχε και αυτό, τότε εκείνος και ο Τωβίας μίσθωσαν έναν Ιουδαίο για να φοβίσει τον Νεεμία και να τον κάνει να κρυφτεί στο ναό, κάτι που θα ήταν εσφαλμένο. Δεν τα κατάφεραν όμως.—Νε 6:1-14.
Αργότερα, όταν ο Νεεμίας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ έπειτα από μια περίοδο απουσίας, διαπίστωσε ότι ένας εγγονός του Αρχιερέα Ελιασίβ είχε γίνει γαμπρός του Σαναβαλλάτ. Ως εκ τούτου, ο Νεεμίας έδιωξε τον εγγονό του Ελιασίβ.—Νε 13:6, 7, 28.
-
-
ΣανδάλιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΔΑΛΙ
Επίπεδη σόλα από δέρμα, ξύλο ή άλλο ινώδες υλικό, συγκρατούμενη στο πόδι με λουριά—συνήθως δερμάτινα—που περνούσαν ανάμεσα από το πρώτο και το δεύτερο δάχτυλο, γύρω από τη φτέρνα και από το πάνω μέρος του ποδιού. Σε μερικές περιπτώσεις τα λουριά μπορεί να ανέβαιναν και γύρω από τον αστράγαλο.
Τα αιγυπτιακά σανδάλια είχαν συνήθως ανασηκωμένη την μπροστινή άκρη. Μερικά ασσυριακά σανδάλια αποτελούνταν μόνο από μια υποδοχή για τη φτέρνα και τα πλάγια του ποδιού, που στερεωνόταν πάνω στο πόδι με λουριά, χωρίς σόλα για το μπροστινό μέρος του ποδιού. Οι Ρωμαίοι φορούσαν σανδάλια και λέγεται επίσης ότι φορούσαν παπούτσια παρόμοια με τα σημερινά. Οι αριστοκράτες και οι βασιλικές οικογένειες των Ασσυρίων, των Ρωμαίων και άλλων φορούσαν πιο περίτεχνα σανδάλια ή παπούτσια που έμοιαζαν με μπότες. Μερικοί Βεδουίνοι της περιοχής γύρω από το Όρος Σινά φορούν σανδάλια φτιαγμένα από ένα είδος θαλάσσιας αγελάδας (ζώο που μοιάζει με φώκια). Ο Ιεχωβά λέει μεταφορικά ότι έβαλε στην Ιερουσαλήμ υποδήματα από «δέρμα φώκιας» (εβρ., τάχας).—Ιεζ 16:10.
Οι ιερείς στον Ισραήλ υπηρετούσαν, όπως λέγεται, στη σκηνή της μαρτυρίας και στο ναό ξυπόλητοι. (Παράβαλε Εξ 3:5· Ιη 5:15· Πρ 7:33.) Αλλά το να κυκλοφορεί κάποιος έξω ξυπόλητος ήταν σημείο λύπης ή ταπείνωσης.—2Σα 15:30· Ησ 20:2-5· αντιπαράβαλε την εντολή που δόθηκε στον Ιεζεκιήλ (24:17, 23).
Στα μακρινά ταξίδια συνήθιζαν να έχουν μαζί τους ένα επιπλέον ζευγάρι σανδάλια, σε περίπτωση που φθείρονταν οι σόλες ή έσπαζαν τα λουριά. Όταν ο Ιησούς έστειλε τους αποστόλους, καθώς και 70 μαθητές, τους έδωσε την εντολή να μην πάρουν δύο ζευγάρια σανδάλια αλλά να βασιστούν στη φιλοξενία αυτών που θα δέχονταν τα καλά νέα.—Ματ 10:5, 9, 10· Μαρ 6:7-9· Λου 10:1, 4.
Μεταφορική Χρήση. Υπό το Νόμο, η χήρα έβγαζε το σανδάλι κάποιου που αρνούνταν να κάνει ανδραδελφικό γάμο μαζί της, και αυτός αποκαλούνταν ονειδιστικά «Ο οίκος εκείνου που του έβγαλαν το σανδάλι». (Δευ 25:9, 10) Η μεταβίβαση της περιουσίας ή του δικαιώματος της εξαγοράς συμβολιζόταν από το να δώσει κανείς το σανδάλι του σε έναν άλλον.—Ρθ 4:7-10· βλέπε ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ.
Με τη φράση «στον Εδώμ θα ρίξω το σανδάλι μου» (Ψλ 60:8· 108:9), ο Ιεχωβά μπορεί να εννοούσε ότι ο Εδώμ θα καθυποτασσόταν. Η φράση αυτή μπορεί να παρέπεμπε στη συνήθεια που υπήρχε να δείχνει κανείς ότι έπαιρνε στην κατοχή του ένα κομμάτι γης πετώντας εκεί το σανδάλι του. Ή μπορεί να υποδήλωνε περιφρόνηση για τον Εδώμ, εφόσον στο ίδιο εδάφιο ο Μωάβ αποκαλείται «η λεκάνη μου για το πλύσιμο». Στη Μέση Ανατολή σήμερα, το πέταγμα του σανδαλιού είναι χειρονομία περιφρόνησης.
Ο Δαβίδ παρήγγειλε στον Σολομώντα να τιμωρήσει τον Ιωάβ, ο οποίος είχε “βάλει αίμα πολέμου . . . μέσα στα σανδάλια του” σε καιρό ειρήνης—μεταφορική δήλωση για την ενοχή αίματος που βάραινε τον Ιωάβ επειδή είχε σκοτώσει τους στρατηγούς Αβενήρ και Αμασά. (1Βα 2:5, 6) Αυτό, καθώς και το γεγονός ότι όποιος έβαζε τα σανδάλια του ετοιμαζόταν να κάνει κάτι μακριά από το σπίτι του (ή από όπου έμενε· παράβαλε Πρ 12:8), διασαφηνίζει τη νουθεσία του αποστόλου Παύλου προς τους Χριστιανούς να φορούν στα πόδια τους «τον εξοπλισμό των καλών νέων της ειρήνης».—Εφ 6:14, 15.
Το να λύσει κάποιος τα λουριά των σανδαλιών ενός άλλου ή να του βαστάζει τα σανδάλια θεωρούνταν πολύ ταπεινή εργασία την οποία έκαναν συνήθως οι δούλοι. Ο Ιωάννης το χρησιμοποίησε αυτό ως παρομοίωση για να δείξει την κατωτερότητά του σε σχέση με τον Χριστό.—Ματ 3:11· Μαρ 1:7.
-
-
ΣανσαννάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΣΑΝΝΑ
(Σανσαννά) [πιθανώς, Μίσχος Χουρμάδων].
Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής που ανήκε στη φυλή του Ιούδα. (Ιη 15:21, 31) Ταυτίζεται με το Χίρμπετ ες-Σαμσανίγιατ (Χορβάτ Σανσανά), περίπου 12 χλμ. ΒΒΑ της Βηρ-σαβεέ. Μια σύγκριση του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:31 με τους παράλληλους καταλόγους των πόλεων που υπάρχουν στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:5 και 1 Χρονικών 4:31 υποδηλώνει ότι ίσως ταυτίζεται με την Ασάρ-σουσά (ή Ασάρ-σουσίμ).—Βλέπε ΑΣΑΡ-ΣΟΥΣΑ.
-
-
ΣάνχεδρινΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΧΕΔΡΙΝ
Βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ.
-
-
ΣαούλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΟΥΛ
(Σαούλ) [Αυτός που Έχει Ζητηθεί [από τον Θεό]· Αυτός για τον Οποίο Έχει Ερωτηθεί [ο Θεός]].
1. Βενιαμίτης απόγονος του Ιεϊήλ (ο οποίος αποκαλείται πιθανότατα και Αβιήλ) μέσω του Νηρ και του Κεις (1Χρ 8:29-33· 9:35-39· βλέπε ΑΒΙΗΛ Αρ. 1), ο πρώτος θεϊκά επιλεγμένος βασιλιάς του Ισραήλ. (1Σα 9:15, 16· 10:1) Ο Σαούλ καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Ήταν ωραίος στην εμφάνιση, ψηλότερος κατά ένα κεφάλι από όλους τους άλλους άντρες του έθνους του, και διέθετε μεγάλη σωματική δύναμη και σβελτάδα. (1Σα 9:1, 2· 2Σα 1:23) Η σύζυγός του ονομαζόταν Αχινοάμ. Ο Σαούλ απέκτησε τουλάχιστον εφτά γιους, τον Ιωνάθαν, τον Ισβί, τον Μαλχί-σουά, τον Αβιναδάβ, τον Ις-βοσθέ (Εσβάαλ), τον Αρμονί και τον Μεφιβοσθέ, καθώς και δύο κόρες, τη Μεράβ και τη Μιχάλ. Ο Αβενήρ, που προφανώς ήταν θείος του Βασιλιά Σαούλ (βλέπε ΑΒΕΝΗΡ), ήταν αρχηγός του ισραηλιτικού στρατού.—1Σα 14:49, 50· 2Σα 2:8· 21:8· 1Χρ 8:33.
Ως νεαρός άντρας, ο Σαούλ έζησε σε ταραχώδεις καιρούς της ισραηλιτικής ιστορίας. Εξαιτίας της καταδυνάστευσης των Φιλισταίων, το έθνος ήταν πλέον ανυπεράσπιστο από στρατιωτική άποψη (1Σα 9:16· 13:19, 20), ενώ και οι Αμμωνίτες με βασιλιά τον Νάας εκδήλωναν απειλητικές διαθέσεις. (1Σα 12:12) Μολονότι ο Σαμουήλ είχε κρίνει πιστά τον Ισραήλ, οι γιοι του διέστρεφαν την κρίση. (1Σα 8:1-3) Βλέποντας τα πράγματα από ανθρώπινη σκοπιά με αποτέλεσμα να τους διαφεύγει το γεγονός ότι ο Ιεχωβά ήταν ικανός να προστατέψει το λαό του, οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ πήγαν στον Σαμουήλ και του ζήτησαν να διορίσει κάποιον βασιλιά για αυτούς.—1Σα 8:4, 5.
Χρίεται Βασιλιάς. Κατόπιν τούτου, ο Ιεχωβά κατηύθυνε τα ζητήματα έτσι ώστε να δημιουργήσει την κατάλληλη ευκαιρία για να χριστεί ο Σαούλ βασιλιάς. Μαζί με τον υπηρέτη του, ο Σαούλ έψαχνε τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του που είχαν χαθεί. Η έρευνα απέβη άκαρπη, και έτσι αποφάσισε να γυρίσει πίσω. Αλλά ο υπηρέτης του πρότεινε να ζητήσουν τη βοήθεια του “ανθρώπου του Θεού” για τον οποίο είχε ακούσει ότι βρισκόταν σε μια κοντινή πόλη. Αυτό οδήγησε στη συνάντηση του Σαούλ με τον Σαμουήλ. (1Σα 9:3-19) Στην πρώτη του συνομιλία με τον Σαμουήλ, ο Σαούλ εκδήλωσε μετριοφροσύνη. (1Σα 9:20, 21) Αφού ο Σαμουήλ συνέφαγε με τον Σαούλ σε ένα γεύμα θυσίας, συνέχισε τη συνομιλία μαζί του. Το επόμενο πρωί ο Σαμουήλ έχρισε τον Σαούλ βασιλιά. Για να επιβεβαιώσει το γεγονός ότι ο Θεός ήταν μαζί με τον Σαούλ, ο Σαμουήλ τού έδωσε τρία προφητικά σημεία, τα οποία εκπληρώθηκαν όλα εκείνη την ημέρα.—1Σα 9:22–10:16.
Αργότερα, στη Μισπά, όταν επιλέχθηκε με κλήρο ως βασιλιάς (1Σα 10:20, 21, JB, NE, ΛΧ, ΜΠΚ), ο Σαούλ ντράπηκε και κρύφτηκε ανάμεσα στις αποσκευές. Αφού τον βρήκαν, τον παρουσίασαν ως το βασιλιά, και ο λαός φώναξε επευφημώντας: «Είθε να ζει ο βασιλιάς!» Με τη συνοδεία γενναίων αντρών, ο Σαούλ επέστρεψε στη Γαβαά. Αν και κάποιοι άχρηστοι άντρες μίλησαν υποτιμητικά για αυτόν και τον καταφρόνησαν, ο Σαούλ δεν είπε τίποτα.—1Σα 10:17-27.
Οι Πρώτες Νίκες. Έναν περίπου μήνα αργότερα (σύμφωνα με την απόδοση που έχει η Μετάφραση των Εβδομήκοντα και ο Ρόλος της Νεκράς Θαλάσσης 4QSama στο εδ. 1Σα 11:1), ο Αμμωνίτης Βασιλιάς Νάας απαίτησε την παράδοση της Ιαβείς που βρισκόταν στη Γαλαάδ. (Βλέπε ΝΑΑΣ Αρ. 1.) Όταν οι αγγελιοφόροι ανέφεραν το γεγονός στον Σαούλ, το πνεύμα του Θεού άρχισε να επενεργεί σε αυτόν. Μέσα σε λίγο χρόνο, συγκέντρωσε ένα στράτευμα 330.000 αντρών και τους οδήγησε στη νίκη. Αυτό ενίσχυσε τη θέση του Σαούλ ως βασιλιά, και μάλιστα ο λαός ζήτησε να θανατωθούν όσοι τον είχαν κακολογήσει. Αλλά ο Σαούλ, αναγνωρίζοντας ότι αυτή τη νίκη τούς την είχε χαρίσει ο Ιεχωβά, δεν συναίνεσε σε αυτό. Κατόπιν τούτου, στα Γάλγαλα επικυρώθηκε εκ νέου η βασιλεία του Σαούλ.—1Σα 11:1-15.
Στη συνέχεια, ο Σαούλ έκανε ενέργειες για να τερματίσει την καταδυνάστευση του Ισραήλ από τους Φιλισταίους. Διάλεξε 3.000 Ισραηλίτες και έθεσε τους 2.000 υπό τις διαταγές του, ενώ τους υπόλοιπους τους έθεσε υπό τις διαταγές του γιου του, του Ιωνάθαν. Ακολουθώντας, προφανώς, εντολές του πατέρα του, «ο Ιωνάθαν πάταξε τη φρουρά των Φιλισταίων η οποία ήταν στη Γααβά». Για αντίποινα, οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν μια μεγάλη δύναμη και στρατοπέδευσαν στη Μιχμάς.—1Σα 13:3, 5.
Αμαρτάνει με Αυθάδεια. Στο μεταξύ ο Σαούλ είχε αποσυρθεί από τη Μιχμάς και είχε στρατοπεδεύσει στα Γάλγαλα, στην Κοιλάδα του Ιορδάνη. Εκεί περίμενε τον Σαμουήλ εφτά ημέρες. Αλλά ο Σαμουήλ δεν ήρθε στον προσδιορισμένο χρόνο. Ο Σαούλ, φοβούμενος αφενός ότι ο εχθρός θα εφορμούσε πριν προλάβει ο ίδιος να εξασφαλίσει τη βοήθεια του Ιεχωβά, και αφετέρου ότι οποιαδήποτε επιπρόσθετη καθυστέρηση θα είχε ως αποτέλεσμα να χάσει το στράτευμά του, “πίεσε τον εαυτό του” για να προσφέρει το ολοκαύτωμα. Όταν έφτασε ο Σαμουήλ, καταδίκασε την “ανόητη ενέργεια” του Σαούλ επειδή ήταν αμαρτωλή. Προφανώς, το αμάρτημα του Σαούλ συνίστατο στο ότι προέβη με αυθάδεια στην προσφορά της θυσίας και δεν υπάκουσε στην εντολή του Ιεχωβά, η οποία είχε δοθεί μέσω του εκπροσώπου του, του Σαμουήλ, και σύμφωνα με την οποία έπρεπε να περιμένει τον Σαμουήλ για να προσφέρει εκείνος τη θυσία. (Παράβαλε 1Σα 10:8.) Ως συνέπεια αυτής της ενέργειας, η βασιλεία του Σαούλ δεν επρόκειτο να διαρκέσει.—1Σα 13:1-14.
Ενώ η εκστρατεία κατά των Φιλισταίων βρισκόταν σε εξέλιξη, ο Σαούλ εξήγγειλε κατάρα για οποιονδήποτε θα έτρωγε κάτι προτού εκτελεστεί εκδίκηση εναντίον του εχθρού. Αυτός ο επιπόλαιος όρκος είχε δυσμενείς συνέπειες. Οι Ισραηλίτες κουράστηκαν, και μολονότι θριάμβευσαν επί των Φιλισταίων, η νίκη τους δεν ήταν τόσο μεγαλειώδης όσο θα μπορούσε να είναι. Πεινασμένοι καθώς ήταν, δεν περίμεναν να στραγγίσει το αίμα από τα ζώα που έσφαξαν αργότερα, παραβιάζοντας έτσι το νόμο του Θεού σχετικά με την ιερότητα του αίματος. Ο Ιωνάθαν, ο οποίος δεν είχε ακούσει τον όρκο του πατέρα του, έφαγε λίγο μέλι. Γι’ αυτό, ο Σαούλ απήγγειλε εναντίον του τη θανατική ποινή. Αλλά ο λαός απολύτρωσε τον Ιωνάθαν, επειδή η συμβολή του στη νίκη του Ισραήλ υπήρξε καθοριστική.—1Σα 14:1-45.
Απορρίπτεται από τον Θεό. Σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ, υπήρχαν συνεχώς μάχες με τους Φιλισταίους και άλλους λαούς, όπως ήταν οι Μωαβίτες, οι Αμμωνίτες, οι Εδωμίτες και οι Αμαληκίτες. (1Σα 14:47, 48, 52) Στον πόλεμο εναντίον των Αμαληκιτών, ο Σαούλ παρέβηκε την εντολή του Ιεχωβά και άφησε ζωντανά τα καλύτερα ζώα από τα ποίμνια και τα βόδια τους, καθώς και το βασιλιά τους τον Αγάγ. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν είχε υπακούσει στη φωνή του Ιεχωβά, ο Σαούλ αποποιήθηκε την ενοχή του, μεταθέτοντας την ευθύνη στο λαό. Μόνο αφού ο Σαμουήλ τόνισε τη σοβαρότητα της αμαρτίας και είπε ότι, εξαιτίας της, ο Ιεχωβά τον απέρριπτε ως βασιλιά, αναγνώρισε ο Σαούλ ότι το σφάλμα του οφειλόταν στο ότι φοβήθηκε το λαό. Αφού ο Σαούλ παρακάλεσε τον Σαμουήλ να τον τιμήσει μπροστά στους πρεσβυτέρους και μπροστά στον Ισραήλ συνοδεύοντάς τον, ο Σαμουήλ εμφανίστηκε μαζί του ενώπιόν τους. Κατόπιν ο ίδιος ο Σαμουήλ θανάτωσε τον Αγάγ. Έπειτα από αυτό, ο Σαμουήλ έφυγε από τον Σαούλ και δεν είχε πια καθόλου επαφές μαζί του.—1Σα 15:1-35.
Αφού συνέβη αυτό και αφού χρίστηκε ο Δαβίδ ως μελλοντικός βασιλιάς του Ισραήλ, το πνεύμα του Ιεχωβά έφυγε από τον Σαούλ. Έκτοτε, «ένα κακό πνεύμα από τον Ιεχωβά τον τρομοκρατούσε». Εφόσον είχε αποσύρει το πνεύμα του από τον Σαούλ, ο Ιεχωβά έδωσε τη δυνατότητα σε ένα κακό πνεύμα να τον καταλάβει, στερώντας από τον Σαούλ την ειρήνη διάνοιας και διεγείροντας με εσφαλμένο τρόπο τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τη φαντασία του. Το γεγονός ότι ο Σαούλ δεν υπάκουσε στον Ιεχωβά υποδήλωνε μια κακή τάση διάνοιας και καρδιάς, από την οποία τάση το πνεύμα του Θεού δεν προστάτευε τον Σαούλ ούτε του έδινε τη δύναμη να αντιστέκεται σε αυτήν. Ωστόσο, εφόσον ο Ιεχωβά είχε επιτρέψει στο «κακό πνεύμα» να αντικαταστήσει το δικό του πνεύμα και να τρομοκρατεί τον Σαούλ, αυτό μπορούσε να χαρακτηριστεί «κακό πνεύμα από τον Ιεχωβά», και ως εκ τούτου οι υπηρέτες του Σαούλ το αποκαλούσαν «κακό πνεύμα του Θεού». Με την υπόδειξη ενός υπηρέτη του, ο Σαούλ ζήτησε τον Δαβίδ ως μουσικό στην αυλή του για να τον ηρεμεί όταν θα ταραζόταν από το «κακό πνεύμα».—1Σα 16:14-23· 17:15.
Οι Σχέσεις του με τον Δαβίδ. Μετέπειτα οι Φιλισταίοι απείλησαν την ασφάλεια του Ισραήλ. Ενώ αυτοί ήταν στρατοπεδευμένοι στη μια μεριά της Κοιλάδας Ηλά και οι δυνάμεις του Βασιλιά Σαούλ ήταν στρατοπεδευμένες στην απέναντι μεριά, ο Γολιάθ έβγαινε από το στρατόπεδο των Φιλισταίων πρωί και βράδυ επί 40 ημέρες και προκαλούσε τον Ισραήλ να στείλει κάποιον άντρα για να μονομαχήσει μαζί του. Ο Βασιλιάς Σαούλ υποσχέθηκε ότι θα έκανε πλούσιο όποιον Ισραηλίτη πάτασσε τον Γολιάθ και ότι θα τον έκανε γαμπρό του. Επιπρόσθετα, τον οίκο του πατέρα του νικητή θα τον καθιστούσε «ελεύθερο», πιθανότατα από πληρωμή φόρων και από υποχρεωτική υπηρεσία. (Παράβαλε 1Σα 8:11-17.) Όταν έφτασε ο Δαβίδ στο πεδίο της μάχης φέρνοντας προμήθειες για τους αδελφούς του και κάποιες μερίδες για το χιλίαρχο (πιθανώς το διοικητή του σώματος στο οποίο υπηρετούσαν οι αδελφοί του Δαβίδ), οι ερωτήσεις που έκανε έδειξαν προφανώς ότι ήταν πρόθυμος να δεχτεί ο ίδιος την πρόκληση. Ως αποτέλεσμα, οδηγήθηκε στον Σαούλ και στη συνέχεια νίκησε τον Γολιάθ.—1Σα 17:1-58.
Αρχίζει να εχθρεύεται τον Δαβίδ. Κατόπιν τούτου, ο Σαούλ τοποθέτησε τον Δαβίδ επικεφαλής των πολεμιστών. Αυτό με τον καιρό κατέληξε στο να εγκωμιάζεται ο Δαβίδ με τραγούδια περισσότερο και από τον ίδιο το βασιλιά. Το αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει ο Σαούλ να βλέπει τον Δαβίδ με καχυποψία και φθονερό μίσος. Κάποια φορά, ενώ ο Δαβίδ έπαιζε άρπα, ο Σαούλ άρχισε να “συμπεριφέρεται σαν προφήτης”. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Σαούλ άρχισε να λέει προφητείες, αλλά προφανώς εκδήλωσε ασυνήθιστη συναισθηματική έξαψη και σωματική υπερένταση, όπως ένας προφήτης λίγο πριν αρχίσει να προφητεύει ή την ώρα που προφήτευε. Ευρισκόμενος σε αυτή την ασυνήθιστη κατάσταση υπερέντασης, ο Σαούλ έριξε δύο φορές το δόρυ του εναντίον του Δαβίδ. Αφού απέτυχε στις προσπάθειές του να καρφώσει τον Δαβίδ στον τοίχο, αργότερα συμφώνησε να δώσει ως σύζυγο στον Δαβίδ την κόρη του τη Μιχάλ αν εκείνος του παρουσίαζε εκατό ακροβυστίες Φιλισταίων. Η πρόθεση του Σαούλ πίσω από αυτή την πρόταση ήταν να πεθάνει ο Δαβίδ στα χέρια των Φιλισταίων. Το δόλιο αυτό σχέδιο απέτυχε, καθώς ο Δαβίδ παρουσίασε, όχι 100, αλλά 200 ακροβυστίες για να γίνει γαμπρός του Σαούλ. Έτσι λοιπόν, ο φόβος και το μίσος του βασιλιά για τον Δαβίδ εντάθηκαν. Στο γιο του τον Ιωνάθαν και σε όλους τους υπηρέτες του ο Σαούλ είπε ότι ήθελε τον Δαβίδ νεκρό. Με τη μεσολάβηση του Ιωνάθαν, ο Σαούλ υποσχέθηκε να μη σκοτώσει τον Δαβίδ. Παρ’ όλα αυτά, ο Δαβίδ αναγκάστηκε να τραπεί σε φυγή για να γλιτώσει τη ζωή του, επειδή ο Σαούλ τού έριξε ένα δόρυ και τρίτη φορά. Μάλιστα ο Σαούλ έβαλε και αγγελιοφόρους να παρακολουθήσουν το σπίτι του Δαβίδ και διέταξε να τον θανατώσουν το πρωί.—1Σα 18:1–19:11.
Εκείνη τη νύχτα ο Δαβίδ κατάφερε να διαφύγει από ένα παράθυρο του σπιτιού του και έσπευσε στη Ραμά, όπου κατοικούσε ο Σαμουήλ. Έπειτα, μαζί με τον Σαμουήλ πήγαν και έμειναν στη Ναϊώθ. Όταν αυτό αναφέρθηκε στον Σαούλ, εκείνος έστειλε αγγελιοφόρους να πιάσουν τον Δαβίδ. Μόλις όμως έφτασαν εκεί, «άρχισαν να συμπεριφέρονται σαν προφήτες». Από ό,τι φαίνεται, το πνεύμα του Θεού επενέργησε σε αυτούς με τέτοιον τρόπο ώστε ξέχασαν εντελώς το σκοπό της αποστολής τους. Όταν συνέβη το ίδιο και σε δύο άλλες ομάδες απεσταλμένων του, πήγε στη Ραμά ο ίδιος ο Σαούλ. Και αυτός περιήλθε παρόμοια υπό τον έλεγχο του πνεύματος του Θεού, και μάλιστα για παρατεταμένο διάστημα, κάτι που προφανώς έδωσε στον Δαβίδ αρκετό χρόνο για να διαφύγει.—1Σα 19:12–20:1· βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ (Τρόποι Διορισμού και Μέσα Θεϊκής Έμπνευσης).
Ο Δαβίδ φείδεται της ζωής του Σαούλ επειδή αυτός είναι ο χρισμένος του Θεού. Έπειτα από αυτές τις ανεπιτυχείς απόπειρες εναντίον της ζωής του Δαβίδ, ο Ιωνάθαν μίλησε για δεύτερη φορά υπέρ του Δαβίδ. Αλλά ο Σαούλ οργίστηκε τόσο πολύ ώστε έριξε ένα δόρυ εναντίον του ίδιου του γιου του. (1Σα 20:1-33) Από τότε και έπειτα, ο Σαούλ άρχισε να καταδιώκει αμείλικτα τον Δαβίδ. Μαθαίνοντας ότι ο Αρχιερέας Αχιμέλεχ είχε βοηθήσει τον Δαβίδ, ο Σαούλ πρόσταξε να εκτελεστεί τόσο αυτός όσο και οι συνιερείς του. (1Σα 22:6-19) Αργότερα σχεδίασε να επιτεθεί στην Κεϊλά, μια πόλη του Ιούδα, επειδή έμενε σε αυτήν ο Δαβίδ, αλλά εγκατέλειψε το σχέδιό του όταν ο Δαβίδ διέφυγε από εκεί. Ο Σαούλ συνέχισε την καταδίωξη, κυνηγώντας τον σε ερημικές περιοχές. Ωστόσο, μια επιδρομή των Φιλισταίων διέκοψε προσωρινά την καταδίωξή του και έδωσε στον Δαβίδ την ευκαιρία να αναζητήσει καταφύγιο στην έρημο της Εν-γαδί. Μετέπειτα, σε δύο περιπτώσεις ο Σαούλ βρέθηκε σε θέση η οποία επέτρεπε στον Δαβίδ να τον σκοτώσει, αλλά εκείνος αρνήθηκε να απλώσει το χέρι του εναντίον του χρισμένου του Ιεχωβά. Τη δεύτερη φορά, όταν ο Σαούλ έμαθε για αυτή την ενέργεια του Δαβίδ, έφτασε μέχρι του σημείου να του υποσχεθεί ότι δεν θα του έκανε κακό. Αλλά τα λόγια του αυτά δεν ήταν ειλικρινή, διότι δεν εγκατέλειψε την καταδίωξη παρά μόνο όταν έμαθε ότι ο Δαβίδ είχε καταφύγει στη φιλισταϊκή πόλη Γαθ.—1Σα 23:10–24:22· 26:1–27:1, 4.
Ο Σαούλ στρέφεται στον πνευματισμό. Ένα ή δύο χρόνια αργότερα (1Σα 29:3), οι Φιλισταίοι επιτέθηκαν εναντίον του Σαούλ. Χωρίς το πνεύμα και την καθοδήγηση του Ιεχωβά, και παραδομένος σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση, ο Σαούλ στράφηκε στον πνευματισμό, μια παράβαση άξια θανάτου. (Λευ 20:6) Μεταμφιεσμένος, πήγε στην Εν-δωρ για να δει μια πνευματιστική μεσάζουσα και της ζήτησε να του ανεβάσει τον νεκρό Σαμουήλ. Όταν εκείνη του περιέγραψε τη μορφή που έβλεπε, ο Σαούλ συμπέρανε ότι ήταν ο Σαμουήλ. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι προηγουμένως ο Ιεχωβά δεν είχε απαντήσει στις ερωτήσεις του Σαούλ, οπότε είναι προφανές ότι ούτε και τώρα του απάντησε, και μάλιστα μέσω μιας συνήθειας την οποία ο νόμος Του καταδίκαζε, ορίζοντας για αυτήν την ποινή του θανάτου. (Λευ 20:27) Επομένως, αυτά που είπε η γυναίκα πρέπει να είχαν δαιμονική προέλευση. Το μήνυμα δεν έδωσε παρηγοριά στον Σαούλ, αλλά τον γέμισε φόβο.—1Σα 28:4-25· βλέπε ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ.
Ο θάνατος του Σαούλ. Στη σύγκρουση που επακολούθησε με τους Φιλισταίους, ο Σαούλ τραυματίστηκε σοβαρά στο Όρος Γελβουέ και τρεις από τους γιους του σκοτώθηκαν. Επειδή ο οπλοφόρος του αρνήθηκε να τον θανατώσει, ο Σαούλ έπεσε πάνω στο ίδιο του το σπαθί. (1Σα 31:1-7) Περίπου τρεις ημέρες αργότερα, ήρθε στον Δαβίδ ένας νεαρός Αμαληκίτης κομπάζοντας ότι είχε θανατώσει τον τραυματισμένο βασιλιά. Αυτό ήταν προφανώς ψέμα με το οποίο αποσκοπούσε να κερδίσει την εύνοια του Δαβίδ. Ο Δαβίδ, όμως, διέταξε να εκτελεστεί ο άντρας αυτός βάσει του ισχυρισμού του, επειδή ο Σαούλ ήταν ο χρισμένος του Ιεχωβά.—2Σα 1:1-15.
Στο μεταξύ, οι Φιλισταίοι είχαν κρεμάσει τα πτώματα του Σαούλ και των τριών γιων του στο τείχος της Βαιθ-σαν. Ωστόσο, κάποιοι θαρραλέοι άντρες από την Ιαβείς-γαλαάδ πήραν πίσω τα πτώματα, τα έκαψαν και κατόπιν έθαψαν τα κόκαλα.—1Σα 31:8-13.
Χρόνια αργότερα, στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, η ενοχή αίματος που βάρυνε τον Σαούλ και τον οίκο του απέναντι στους Γαβαωνίτες απαλείφθηκε με τη θανάτωση εφτά απογόνων του.—2Σα 21:1-9.
2. Βλέπε ΣΑΥΛΟΣ.
-
-
ΣαπφείραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΠΦΕΙΡΑ
(Σαπφείρα) [αραμαϊκής προέλευσης· σημαίνει «Όμορφη»].
Σύζυγος του Ανανία. Συνέργησε με το σύζυγό της σε ένα δόλιο σχέδιο που κατέληξε στο θάνατό τους. Πούλησαν ένα κτήμα τους και υποκρίθηκαν ότι έφεραν στους αποστόλους ολόκληρο το ποσό που πήραν, όπως έκαναν άλλοι Χριστιανοί στην Ιερουσαλήμ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που ανέκυψε μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.
Η αμαρτία του Ανανία και της Σαπφείρας ήταν, όχι ότι δεν έδωσαν όλο το αντίτιμο του κτήματος που πούλησαν, αλλά ότι ισχυρίστηκαν ψευδώς πως το έδωσαν, προφανώς για να λάβουν έπαινο από τους ανθρώπους παρά για να τιμήσουν τον Θεό και να κάνουν καλό στην εκκλησία του. Ο Πέτρος, υπό την επενέργεια του αγίου πνεύματος, εξέθεσε την απάτη τους λέγοντας: «Ανανία, γιατί σου έδωσε ο Σατανάς την τόλμη να φερθείς απατηλά στο άγιο πνεύμα και να κατακρατήσεις μυστικά κάποιο ποσό από το αντίτιμο του αγρού; Δεν παρέμενε δικό σου όσο παρέμενε σε εσένα, και δεν συνέχιζε να είναι κάτω από τον έλεγχό σου αφού πουλήθηκε; Γιατί έβαλες σκοπό μέσα στην καρδιά σου να κάνεις μια πράξη όπως αυτή; Φέρθηκες απατηλά, όχι σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό». Όταν άκουσε τα λόγια του Πέτρου, ο Ανανίας έπεσε κάτω και εξέπνευσε.
Περίπου τρεις ώρες μετά μπήκε μέσα η Σαπφείρα και επανέλαβε το ίδιο ψέμα. Τότε ο Πέτρος τη ρώτησε: «Γιατί συμφωνήσατε να θέσετε σε δοκιμή το πνεύμα του Ιεχωβά;» Έτσι λοιπόν, και η Σαπφείρα έπεσε κάτω και εξέπνευσε. Αυτό το περιστατικό χρησίμευσε για τη διαπαιδαγώγηση της εκκλησίας, εμπνέοντας μεγάλο φόβο σε αυτήν και, αναμφίβολα, μεγάλο σεβασμό και εκτίμηση για το γεγονός ότι ο Ιεχωβά κατοικούσε πράγματι στην εκκλησία μέσω του πνεύματός του.—Πρ 4:34, 35· 5:1-11· 1Κο 3:16, 17· Εφ 2:22· παράβαλε 1Τι 1:20.
-
-
ΣαράρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΑΡ
(Σαράρ).
Αραρίτης, πατέρας του Αχιάμ, ενός πολεμιστή του Δαβίδ. (2Σα 23:33) Καλείται Σαχάρ στο εδάφιο 1 Χρονικών 11:35.
-
-
ΣαρασάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΑΣΑΡ
(Σαρασάρ).
1. Γιος του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ. Ο Σαρασάρ και ο αδελφός του ο Αδραμμέλεχ, κάποια στιγμή μετά την ήττα που υπέστη ο πατέρας τους από τον Ιεχωβά, τον σκότωσαν με σπαθί την ώρα που αυτός προσκυνούσε τον ειδωλολατρικό θεό του, και κατόπιν διέφυγαν στη γη Αραράτ. (2Βα 19:7, 35-37· Ησ 37:38) Ο αδελφός τους ο Εσάρ-αδδών, διάδοχος του Σενναχειρείμ, ισχυρίζεται σε μια επιγραφή ότι καταδίωξε τους δολοφόνους του πατέρα του.—Βλέπε ΕΣΑΡ-ΑΔΔΩΝ.
2. Ο πρώτος από τους δύο κατονομαζόμενους εκπροσώπους της Βαιθήλ στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο οι οποίοι, περίπου δύο χρόνια πριν από την αποπεράτωση της ανοικοδόμησης του ναού, στάλθηκαν να «απαλύνουν το πρόσωπο του Ιεχωβά» και να ρωτήσουν αν ήταν κατάλληλο να νηστεύουν.—Ζαχ 7:1-3· Εσδ 6:15.
-
-
ΣαράφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΑΦ
(Σαράφ) [από μια ρίζα που σημαίνει «καίω»].
Απόγονος του Σηλά από τη φυλή του Ιούδα ο οποίος πήρε Μωαβίτισσα σύζυγο (ή συζύγους). (JB, ΜΝΚ) Σύμφωνα με εναλλακτικές αποδόσεις, ο Σαράφ πιθανόν να κυβέρνησε στον (ή για τον) Μωάβ.—1Χρ 4:21, 22, AS, KJ, Ro, RS, ΒΑΜ, ΛΧ.
-
-
ΣαργώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΓΩΝ
(Σαργών) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Βασιλιάς Είναι Νόμιμος»].
Ο διάδοχος του Σαλμανασάρ Ε΄ στο θρόνο της Ασσυρίας. Οι ιστορικοί τον προσδιορίζουν ως Σαργών Β΄. Σαργών Α΄ ονομάζουν έναν προγενέστερο βασιλιά, όχι της Ασσυρίας, αλλά της Βαβυλώνας.
Ο Σαργών κατονομάζεται μόνο μία φορά στο Βιβλικό υπόμνημα. (Ησ 20:1) Στις αρχές του 19ου αιώνα οι κριτικοί συχνά αψηφούσαν τη Βιβλική αναφορά στο πρόσωπό του θεωρώντας ότι δεν είχε ιστορική αξία. Ωστόσο, από το 1843 και μετά, αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στο φως τα ερείπια του ανακτόρου του στη Χορσαμπάντ και τις επιγραφές των βασιλικών χρονικών του.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 955, 960.
Στα χρονικά του ο Σαργών ισχυρίστηκε: «Πολιόρκησα και κατέκτησα τη Σαμάρεια (Σα-με-ρι-να)». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζέιμς Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 284) Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτό ήταν απλώς ένας κομπαστικός ισχυρισμός από μέρους του Σαργών ή εκείνων που επιζητούσαν να τον δοξάσουν, αποδίδοντας στο νέο μονάρχη τα κατορθώματα του προκατόχου του. Κάποιο βαβυλωνιακό χρονικό, που ίσως είναι πιο ουδέτερο, λέει για τον Σαλμανασάρ Ε΄: «Έσπειρε τον όλεθρο στη Σαμάρεια». (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά [Assyrian and Babylonian Chronicles], του Α. Κ. Γκρέισον, 1975, σ. 73) Η Αγία Γραφή, στα εδάφια 2 Βασιλέων 18:9, 10, αναφέρει απλώς ότι ο Σαλμανασάρ “πολιόρκησε” τη Σαμάρεια και ότι «την κατέλαβαν». Παράβαλε 2 Βασιλέων 17:1-6, όπου αναφέρεται ότι ο Σαλμανασάρ ο βασιλιάς της Ασσυρίας επέβαλε φόρο υποτελείας στον Ωσιέ, το βασιλιά της Σαμάρειας, και ότι αργότερα ο «βασιλιάς της Ασσυρίας κατέλαβε τη Σαμάρεια».
Οι επιγραφές που αναφέρονται στον Σαργών αποτελούν παράδειγμα του πόσο ανόητο είναι να έχει κανείς μεγάλη εμπιστοσύνη στις αρχαίες μη Βιβλικές πηγές, θεωρώντας τες μάλιστα ισότιμες με το Βιβλικό υπόμνημα. Μετά την άνοδο του Σαργών στο θρόνο, οι Βαβυλώνιοι, υπό τον Μερωδάχ-βαλαδάν, στασίασαν με την υποστήριξη του Ελάμ. Ο Σαργών τούς πολέμησε στην Ντερ αλλά προφανώς δεν κατάφερε να καταπνίξει την επανάσταση. Οι επιγραφές του Σαργών τον παρουσιάζουν να ισχυρίζεται ότι επικράτησε ολοκληρωτικά στη μάχη, ενώ το Βαβυλωνιακό Χρονικό δηλώνει ότι οι Ελαμίτες νίκησαν τους Ασσυρίους και κάποιο κείμενο του Μερωδάχ-βαλαδάν κομπάζει ότι αυτός “νίκησε τις ασσυριακές στρατιές και συνέτριψε τα όπλα τους”. Το βιβλίο Η Μεσοποταμία ([La Mésopotamie] Παρίσι, 1995, σ. 358) του Ζ. Ρου παρατηρεί: «Μια διασκεδαστική λεπτομέρεια: Η επιγραφή του Μερωδάχ-βαλαδάν βρέθηκε στη Νιμρούντ όπου την είχε μεταφέρει ο Σαργών από την Ουρούκ . . . , έχοντας τοποθετήσει εκεί αντ’ αυτής έναν πήλινο κύλινδρο ο οποίος παρουσίαζε τη δική του, εντελώς διαφορετική φυσικά, εκδοχή του γεγονότος. Αυτό δείχνει ότι η πολιτική προπαγάνδα και οι μέθοδοι του “ψυχρού πολέμου” δεν είναι αποκλειστικότητα της εποχής μας».
Ο Σαργών αντιμετώπισε με μεγαλύτερη επιτυχία έναν συνασπισμό των βασιλιάδων της Αιμάθ και της Δαμασκού καθώς και άλλων συμμάχων τους, τους οποίους νίκησε σε μια μάχη στην Καρκάρ, στον ποταμό Ορόντη. Τα εδάφια 2 Βασιλέων 17:24, 30 συγκαταλέγουν και ανθρώπους από την Αιμάθ μεταξύ εκείνων τους οποίους εγκατέστησε «ο βασιλιάς της Ασσυρίας» στις πόλεις της Σαμάρειας αντί των εξόριστων Ισραηλιτών.
Σύμφωνα με τα αρχεία του, ο Σαργών στο πέμπτο έτος της βασιλείας του επιτέθηκε εναντίον της Χαρκεμίς, μιας πόλης σημαντικής από εμπορική και στρατιωτική άποψη στον άνω Ευφράτη, την οποία και κατέλαβε. Ακολούθησε η καθιερωμένη ασσυριακή τακτική εκτόπισης του πληθυσμού της πόλης και αντικατάστασής του από ξένους. Στην προειδοποίηση που έδωσε ο Ησαΐας σχετικά με την ασσυριακή απειλή (Ησ 10:5-11), η Χαρκεμίς, μαζί με την Αιμάθ και άλλες πόλεις, αναφέρεται ως παράδειγμα της συντριπτικής ισχύος της Ασσυρίας. Αργότερα, ο Σαργών αναφέρει ότι εποίκισε τη Σαμάρεια με αραβικές φυλές.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 285, 286.
Ασσυριακά αρχεία αναφέρουν ότι ο βασιλιάς της Αζώτου, ο Αζουρί, συμμετείχε σε μια συνωμοσία για την αποτίναξη του ασσυριακού ζυγού και ότι ο Σαργών τον καθαίρεσε και στη θέση του έβαλε το μικρότερο αδελφό του Αζουρί. Ακολούθησε μια ακόμη εξέγερση, και ο Σαργών επιτέθηκε εναντίον της Φιλιστίας και “πολιόρκησε και κατέκτησε τις πόλεις Άζωτο, Γαθ . . . (και) Αζντουντίμμου”. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 286) Προφανώς αυτό είναι το περιστατικό που μνημονεύει το Βιβλικό υπόμνημα στο εδάφιο Ησαΐας 20:1 κατονομάζοντας άμεσα τον Σαργών.
Κατόπιν, ο Σαργών ανάγκασε τον Μερωδάχ-βαλαδάν να εγκαταλείψει τη Βαβυλώνα και κατέκτησε την πόλη. Ο Σαργών κατονομάζεται σε μια επιγραφή ως βασιλιάς της Βαβυλώνας επί πέντε χρόνια.
Η επεκτατική διακυβέρνηση του Σαργών οδήγησε την Ασσυριακή Αυτοκρατορία σε νέο αποκορύφωμα ισχύος και ανέδειξε την τελευταία μεγάλη ασσυριακή δυναστεία. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, ο Σαργών βασίλεψε 17 χρόνια. Εφόσον υποτίθεται ότι η βασιλεία του άρχισε όταν έπεσε η Σαμάρεια, το έκτο έτος του Εζεκία (2Βα 18:10), ή λίγο αργότερα, και εφόσον ο γιος του και διάδοχός του στο θρόνο, ο Σενναχειρείμ, εισέβαλε στον Ιούδα το 14ο έτος του Εζεκία (2Βα 18:13), ο Σαργών θα μπορούσε να είναι 17 χρόνια βασιλιάς μόνο αν ο Σενναχειρείμ ήταν συμβασιλιάς όταν επιτέθηκε στον Ιούδα. Εξίσου πιθανή φαίνεται η εκδοχή να έχουν κάνει λάθος στον αριθμό οι ιστορικοί. Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορούν να βασίζονται στους καταλόγους των επωνύμων για να τεκμηριώσουν αυτές τις βασιλείες, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ. Σε εκείνο το λήμμα εξετάζεται επίσης η αναξιοπιστία των Ασσύριων γραμματέων εν γένει και η συνήθεια που είχαν να «προσαρμόζουν» τις διάφορες εκδόσεις των χρονικών έτσι ώστε να ικανοποιείται ο εγωισμός του εκάστοτε ηγεμόνα.
Στη διάρκεια της βασιλείας του ο Σαργών οικοδόμησε μια καινούρια πρωτεύουσα περίπου 20 χλμ. ΒΑ της Νινευή κοντά στο σημερινό χωριό Χορσαμπάντ. Σε μια παρθένα περιοχή ανήγειρε την πόλη Ντουρ Σαρουκίν (που θα μπορούσε να αποδοθεί «Σαργωνούπολη») και έχτισε ένα ανάκτορο 200 δωματίων σε ένα υπερυψωμένο βάθρο ύψους 7,5 μ. και έκτασης σχεδόν 100 στρ. Κολοσσιαίοι ανθρωπόμορφοι φτερωτοί ταύροι φρουρούσαν την είσοδο του ανακτόρου—ένα ζευγάρι ταύρων μάλιστα είχε ύψος περίπου 5 μ. Οι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες και ανάγλυφα που απεικόνιζαν τις εκστρατείες του και τα κατορθώματά του, η δε συνολική επιφάνεια των τοίχων που καλύπτονταν από αυτά τα ανάγλυφα ισοδυναμούσε με απόσταση 2,5 περίπου χλμ. Σε μια από τις επιγραφές του ο Σαργών αναφέρει: «Σε εμένα, τον Σαργών, που κατοικώ σε αυτό το ανάκτορο, είθε [ο θεός Ασσούρ] να ορίσει ως πεπρωμένο μακροζωία, σωματική υγεία, χαρά στην καρδιά, λαμπρή ψυχή». (Η Μεσοποταμία, σ. 362) Ωστόσο, τα αρχεία δείχνουν ότι περίπου έναν χρόνο μετά την εγκαινίαση του ανακτόρου του, ο Σαργών σκοτώθηκε—αμφίβολο πώς. Τη θέση του πήρε ο Σενναχειρείμ ο γιος του.
[Εικόνα στη σελίδα 889]
Το Πρίσμα της Νιμρούντ, το οποίο περιέχει καυχησιολογίες για κατακτήσεις του Σαργών. Μερικές από αυτές τις κατακτήσεις, όμως, μπορεί κάλλιστα να έγιναν από τον προκάτοχό του
-
-
ΣάρδειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΔΕΙΣ
(Σάρδεις).
Η αρχαία πρωτεύουσα της Λυδίας (στη δυτική Μικρά Ασία) και κέντρο λατρείας μιας ασιατικής θεάς που συνδέεται είτε με την Αρτέμιδα είτε με την Κυβέλη. Βρισκόταν Ν του ποταμού Γκεντίζ (πρώην Έρμος), περίπου 50 χλμ. Ν των Θυατείρων (το σημερινό Ακχισάρ) και περίπου 75 χλμ. Α της Σμύρνης. Η ακρόπολη των Σάρδεων ήταν πάνω σε έναν σχεδόν απρόσιτο, απόκρημνο βράχο. Παρότι μια οροσειρά περιόριζε την επικοινωνία με περιοχές που βρίσκονταν νοτιότερα, οι Σάρδεις είχαν τον έλεγχο της εμπορικής οδού που συνέδεε Α και Δ. Οι εμπορικές της δραστηριότητες και οι βιοτεχνίες της, τα κατ’ εξοχήν εύφορα εδάφη της γύρω περιοχής και η παραγωγή μάλλινων υφασμάτων και χαλιών συνέβαλαν πολύ στο να γίνουν οι Σάρδεις πλούσια και σπουδαία πόλη. Κάποτε, ο πληθυσμός των Σάρδεων πιθανόν να έφτανε περίπου τους 50.000 κατοίκους.
Τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Κύρος ο Μέγας νίκησε τον τελευταίο βασιλιά της Λυδίας, τον Κροίσο, και έκτοτε, για περισσότερα από 200 χρόνια, οι Σάρδεις ήταν η πρωτεύουσα του δυτικού τμήματος της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το 334 Π.Κ.Χ., η πόλη παραδόθηκε χωρίς αντίσταση στον Μέγα Αλέξανδρο. Αργότερα περιήλθε υπό την εξουσία της Περγάμου και κατόπιν της Ρώμης. Ένας μεγάλος σεισμός σχεδόν ισοπέδωσε τις Σάρδεις το 17 Κ.Χ., αλλά η πόλη ανοικοδομήθηκε χάρη στη γενναιόδωρη βοήθεια της Ρώμης.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος υποδηλώνει ότι τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ. υπήρχε μια μεγάλη Ιουδαϊκή κοινότητα στις Σάρδεις. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΔ΄, 259 [x, 24]) Κατά τα τέλη του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η Χριστιανική εκκλησία που είχε ιδρυθεί στις Σάρδεις χρειαζόταν να “ξυπνήσει” πνευματικά. Ωστόσο, υπήρχαν και άτομα συνταυτισμένα με αυτή την εκκλησία που δεν είχαν “μολύνει τα εξωτερικά τους ενδύματα”.—Απ 3:1-6.
Στην αρχαία τοποθεσία των Σάρδεων υπάρχουν αξιόλογα ερείπια αρχαίων μνημείων, περιλαμβανομένου ενός ναού της Εφέσιας Αρτέμιδος (ή Κυβέλης), ενός ρωμαϊκού θεάτρου και ενός σταδίου, καθώς και μιας αρχαίας συναγωγής.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 946.
-
-
ΣάρδιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΔΙΟ
Ημιδιαφανής, καστανοκόκκινη ποικιλία του ορυκτού χαλκηδόνιος που χρησιμοποιείται ως πετράδι. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, πήρε το όνομά του από την πόλη Σάρδεις στη Λυδία, όπου καταγράφεται η πρώτη του παρουσία. Ωστόσο, έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι η ονομασία προήλθε από την περσική λέξη σέρεντ, που σημαίνει «κιτρινοκόκκινος», και ήρθε μαζί με την πέτρα από την Περσία, τον τόπο προέλευσής της. Το σάρδιο ονομάζεται επίσης «σάρδης», «σάρδινος λίθος» και «σαρδόνιο». Η ομορφιά του, η σκληρότητά του, η ευκολία με την οποία χαράζεται και το γεγονός ότι επιδέχεται μεγάλη στίλβωση το έκαναν πολύ δημοφιλές ανάμεσα στους τεχνίτες. Οι Εβραίοι πιθανώς προμηθεύονταν πέτρες σαρδίου από την Αραβική Χερσόνησο.
Το σάρδιο είναι αυτό που εννοείται στο εδάφιο Αποκάλυψη 4:3, όπου Εκείνος που κάθεται στον ουράνιο μεγαλειώδη θρόνο του «είναι στην εμφάνιση όμοιος με . . . πολύτιμη κοκκινόχρωμη πέτρα [σαρδίῳ, Κείμενο]». “Η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ”, λέγεται ότι έχει τείχος με θεμέλια «στολισμένα με κάθε είδους πολύτιμη πέτρα», από τα οποία το έκτο είναι σάρδιο.—Απ 21:2, 19, 20.
-
-
ΣαρδόνυχαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΔΟΝΥΧΑΣ
Διακοσμητικός λίθος που είναι ποικιλία του αχάτη, ενός είδους χαλκηδόνιου. Πρόκειται για όνυχα που αποτελείται από δύο ή περισσότερες στοιβάδες γαλακτόχρωμου χαλκηδόνιου και διαφανούς κόκκινου σαρδίου. Ωστόσο, η στοιβάδα που δημιουργεί την αντίθεση είναι μερικές φορές χρυσή ή καφέ. Η κόκκινη στοιβάδα, καθώς διακρίνεται μέσα από τη λευκή, θύμιζε πολύ στους αρχαίους Έλληνες το χρώμα του νυχιού, και πιθανότατα γι’ αυτό έδωσαν στην πέτρα την ονομασία ὄνυξ. Σαρδόνυχας υπάρχει σε διάφορα μέρη, μεταξύ των οποίων στην Παλαιστίνη και στην Αραβία.
Αυτή η πέτρα αναφέρεται μόνο μία φορά στην Αγία Γραφή, στα εδάφια Αποκάλυψη 21:2, 19, 20, όπου λέγεται ότι η πέμπτη θεμέλια πέτρα “της άγιας πόλης, της Νέας Ιερουσαλήμ”, είναι πέτρα σαρδόνυχα.
-
-
ΣαρεπτάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΕΠΤΑ
(Σαρεπτά) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «εξαγνίζω»].
Φοινικική πόλη «της Σιδώνας», ή προφανώς εξαρτώμενη από τη Σιδώνα, την εποχή του Ηλία. Στα Σαρεπτά, ο προφήτης φιλοξενήθηκε σε μια φτωχή χήρα, της οποίας το αλεύρι και το λάδι ανανεώνονταν θαυματουργικά κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης πείνας και της οποίας το γιο ήγειρε στη συνέχεια από το θάνατο ο Ηλίας με τη δύναμη του Θεού. (1Βα 17:8-24· Λου 4:25, 26) Αργότερα αποτέλεσε το άκρο μιας πρώην χαναανιτικής περιοχής η οποία, όπως είχε προλεχθεί, θα περιερχόταν στην κατοχή των εξόριστων Ισραηλιτών. (Αβδ 20) Το όνομά της διασώζεται στο τοπωνύμιο Σαραφάντ, περίπου 13 χλμ. ΝΝΔ της Σιδώνας, αν και η αρχαία τοποθεσία ίσως βρισκόταν λίγο πιο μακριά στα παράλια της Μεσογείου.
-
-
ΣάρκαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΚΑ
Οι λέξεις μπασάρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και σάρξ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται πρωτίστως στα μαλακά μέρη του φυσικού σώματος των ανθρώπων, των ζώων, των πουλιών ή των ψαριών. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρονται στα μέρη που αποτελούνται κυρίως από μυς και λίπος. Η Αγία Γραφή επισημαίνει ότι η σάρκα των διαφόρων ειδών των ζωντανών οργανισμών ποικίλλει. (1Κο 15:39) Οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι αυτό αληθεύει. Έχουν παρατηρήσει μεγάλες διαφορές στη χημική σύνθεση και στην κυτταρική δομή της σάρκας των ανθρώπων, των ζώων, των πουλιών και των ψαριών.
Στον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό, οφείλεται η ύπαρξη κάθε σάρκας και η ζωή της. Εκείνος χαρακτηρίζεται στην Αγία Γραφή ως «ο Ιεχωβά, ο Θεός του πνεύματος [περιλαμβανομένης της δύναμης της ζωής] κάθε είδους σάρκας». (Αρ 27:16· παράβαλε Γε 6:17.) Ο ίδιος δηλώνει ότι η ψυχή (ζωή) του σαρκικού πλάσματος είναι στο αίμα. (Λευ 17:11-14) Αρχικά, δόθηκαν στον άνθρωπο για τη διατροφή του τα χορταρικά και οι καρποί, όχι η σάρκα των ζώων. Ύστερα όμως από τον Κατακλυσμό, ο Θεός πρόσθεσε το κρέας, προστάζοντας, ωστόσο, ότι «κρέας με την ψυχή του—το αίμα του—δεν πρέπει να φάτε».—Γε 9:3, 4.
Ο κανιβαλισμός, δηλαδή η βρώση ανθρώπινης σάρκας, τον οποίο φυσιολογικά αποστρέφεται ο ανθρώπινος νους, ήταν ειδεχθής για τον Θεό και τον αρχαίο λαό του τον Ισραήλ, με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη. (Δευ 28:53-57· 2Βα 6:28-30) Ούτε μπορούσαν αυτοί να φάνε το κρέας ζώου που είχε κατασπαραχτεί από θηρίο ή είχε ψοφήσει. Αυτά τα ζώα ήταν απεχθή, εκτός του ότι το αίμα τους δεν είχε στραγγιστεί κατάλληλα.—Εξ 22:31· Λευ 17:15, 16· Δευ 14:21.
Ο Θεός καθόρισε ότι ο λαός του, προτού φάει το κρέας κάποιου ζώου, έπρεπε να χύνει το αίμα του στη γη και να το σκεπάζει με χώμα, προσέχοντας να μη φάει το αίμα, επί ποινή θανάτου. (Δευ 12:23-25· Λευ 7:27) Το κυβερνών σώμα της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας επανέλαβε αυτή την απαγόρευση, αποκλείοντας τη βρώση πνιχτών ή ζώων από τα οποία δεν είχε στραγγιστεί το αίμα. Επιπρόσθετα απαγόρευσε τη βρώση κρέατος στα πλαίσια μιας προσφοράς συμμετοχής προς τα είδωλα, συνήθεια που ήταν κοινή μεταξύ των ειδωλολατρών εκείνη την εποχή. (Πρ 15:19, 20, 28, 29) Η βρώση κρέατος από τους Χριστιανούς είναι κατάλληλη, αλλά ο απόστολος Παύλος επισήμανε πως το κρέας δεν είναι απολύτως απαραίτητο για τον άνθρωπο ως τροφή όταν είπε ότι, αν το να φάει ο ίδιος κρέας αποτελούσε αιτία προσκόμματος για άλλους Χριστιανούς, δεν επρόκειτο “ποτέ να ξαναφάει κρέας”.—Ρω 14:21· 1Κο 8:13.
Το σάρκινο σώμα που δόθηκε στον άνθρωπο έπρεπε να θεωρείται ιερό και απαραβίαστο και να μην υποβάλλεται εκούσια σε κακομεταχείριση ή ακρωτηριασμό, είτε από το ίδιο το άτομο είτε από κάποιον άλλον.—Λευ 19:28· Δευ 14:1· Εξ 21:12-27.
Συγγένεια. Η λέξη «σάρκα» υποδηλώνει επίσης συγγένεια. Η Εύα είχε τη στενότερη δυνατή συγγένεια με τον Αδάμ, εφόσον ήταν, όπως είπε ο ίδιος, “οστό από τα οστά του και σάρκα από τη σάρκα του”. (Γε 2:23· βλέπε επίσης Γε 29:14· 37:27· 2Σα 5:1.) Η στενή σχέση του άντρα και της συζύγου του δηλώνεται με έμφαση: «Θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24· Ματ 19:5, 6) Ο Παύλος χαρακτηρίζει τον Ιησού άτομο «που προήλθε από το σπέρμα του Δαβίδ κατά σάρκα».—Ρω 1:3· παράβαλε 9:3.
Το Άτομο, η Ανθρωπότητα, η Σαρκική Δημιουργία. Προέκταση της ιδέας ότι η σάρκα απαρτίζει τα ορατά, απτά μέρη του σώματος είναι η χρήση της λέξης «σάρκα» γενικά για ολόκληρο το σώμα. (Λευ 17:14· 1Βα 21:27· 2Βα 4:34) Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται επίσης για το άτομο αυτό καθαυτό ως άνθρωπο από σάρκα. (Ρω 7:18· Κολ 2:1, 5) Όλη η ανθρωπότητα, ιδιαίτερα από την άποψη του Θεού που είναι Πνεύμα, περιγράφεται ως «σάρκα» (Γε 6:12· Ησ 66:16· Λου 3:6), ενώ σε μερικές περιπτώσεις αυτή η λέξη περιλαμβάνει και τη ζωική κτίση. (Γε 7:16, 21) Η Αγία Γραφή αντιπαραβάλλει συχνά τη σάρκα με τον Θεό που είναι Πνεύμα, τονίζοντας ιδιαίτερα τη σχετική ασημαντότητα του ανθρώπου. (Γε 6:3· 2Χρ 32:8· Ψλ 56:4) Εντούτοις, ο Ιεχωβά, από την ανώτερη θέση στην οποία βρίσκεται, αναγνωρίζει και επομένως λαβαίνει υπόψη του αυτό το γεγονός πολιτευόμενος με την ανθρωπότητα με ανυπέρβλητη στοργική καλοσύνη και ελεήμονα μακροθυμία.—Ψλ 78:39· παράβαλε Ψλ 103:13-15· 1Πε 1:24, 25.
Η λέξη «σάρκα» μπορεί επίσης να αναφέρεται σε ένα μέρος του σώματος, ιδιαίτερα στο αντρικό γεννητικό όργανο. Το εδάφιο Λευιτικό 15:2 λέει: «Σε περίπτωση που κάποιος άντρας έχει εκκρίσεις από το γεννητικό του όργανο [κατά κυριολεξία, «τη σάρκα του»], οι εκκρίσεις του είναι ακάθαρτες».—Παράβαλε Γε 17:11· Εξ 28:42· Εφ 2:11· Κολ 2:13.
Πνευματικά Σώματα. Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι «αν υπάρχει φυσικό σώμα, υπάρχει και πνευματικό». (1Κο 15:44) Αυτό επιβεβαιώνεται από τον απόστολο Πέτρο, όταν λέει σε άτομα με σαρκική, ανθρώπινη φύση, καλεσμένα να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό, ότι θα γίνουν συμμέτοχοι σε «θεϊκή φύση», δηλαδή σε πνευματική ζωή στους αόρατους ουρανούς. (2Πε 1:4) Αυτό προϋποθέτει αλλαγή οργανισμού, διότι «σάρκα και αίμα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού, ούτε η φθορά κληρονομεί την αφθαρσία».—1Κο 15:50-54.
Το Σάρκινο Σώμα του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς, ο οποίος ήταν «ο Λόγος» του Θεού, «από τον ουρανό», απεκδύθηκε την πνευματική φύση και «έγινε σάρκα». (Ιωα 1:1· 1Κο 15:47· Φλπ 2:5-8· Ιωα 1:14· 1Τι 3:16) Εφόσον γεννήθηκε ως άνθρωπος, δεν ήταν πνεύμα και δεν προσέλαβε απλώς σάρκινο σώμα, όπως είχαν κάνει κάποιοι άγγελοι στο παρελθόν (Γε 18:1-3· 19:1· Ιη 5:13-15), γεγονός που επιβεβαιώνεται από τον απόστολο Ιωάννη, ο οποίος λέει πως είναι αντίχριστος όποιος αρνείται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε «με σάρκα». (1Ιω 4:2, 3) Για να προμηθεύσει το λύτρο για την ανθρωπότητα και έτσι να βοηθήσει όσους επρόκειτο να είναι σύντροφοί του στην ουράνια κλήση, ο Λόγος έγινε σάρκα, με το να γεννηθεί εξ ολοκλήρου ως άνθρωπος, όχι ως ενσάρκωση. Η Αγία Γραφή μάς λέει το εξής: «Εφόσον τα “μικρά παιδιά” συμμετέχουν σε αίμα και σάρκα, και αυτός παρόμοια έγινε μέτοχος στα ίδια πράγματα». (Εβρ 2:14-16) Η προσωρινή παραμονή του στη γη περιγράφηκε ως οι «ημέρες της σάρκας του». (Εβρ 5:7) «Το ψωμί που θα δώσω εγώ είναι η σάρκα μου για χάρη της ζωής του κόσμου», είπε ο Ιησούς. Στη συνέχεια δήλωσε ότι όσοι έλπιζαν να παραμείνουν σε ενότητα με αυτόν έπρεπε “να φάνε τη σάρκα του και να πιουν το αίμα του”. Μη κατανοώντας την πνευματική, συμβολική σημασία των λόγων του, μερικοί νόμισαν ότι μιλούσε για κανιβαλισμό και συνταράχτηκαν.—Ιωα 6:50-60.
Στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού, μολονότι εκείνος ήξερε ότι θα θανατωνόταν ως λυτρωτική θυσία, η σάρκα του “κατοικούσε με ελπίδα”. Αυτό συνέβαινε επειδή γνώριζε ότι ο Πατέρας του επρόκειτο να τον αναστήσει, ότι η θυσία του θα εξυπηρετούσε με επιτυχία το σκοπό του λύτρου και ότι η σάρκα του δεν θα έβλεπε φθορά. (Πρ 2:26, 31) Ο Ιεχωβά Θεός προφανώς εξαφάνισε το σάρκινο σώμα του Ιησού με το δικό του τρόπο (πιθανώς αποσυνθέτοντάς το στα άτομα από τα οποία αποτελούνταν). (Λου 24:2, 3, 22, 23· Ιωα 20:2) Ο Ιησούς δεν πήρε πίσω το σάρκινο σώμα του ακυρώνοντας έτσι το λύτρο για το οποίο αυτό δόθηκε. Ο απόστολος Πέτρος πιστοποιεί ότι ο Χριστός πήγε στον ουρανό, το βασίλειο των πνευμάτων, όχι της σάρκας, εφόσον «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Πριν από την ανάληψή του στον ουρανό, ο Χριστός, ως κραταιό, αθάνατο πνευματικό πρόσωπο, υλοποιούνταν προσλαμβάνοντας διάφορα σάρκινα σώματα ανάλογα με την περίσταση, ώστε να παρέχει στους μαθητές του ορατή, απτή απόδειξη της ανάστασής του.—Ιωα 20:13-17, 25-27· 21:1, 4· Λου 24:15, 16.
Στην επιστολή του Παύλου προς τους Εβραίους, η κουρτίνα που υπήρχε στο αγιαστήριο μπροστά από τα Άγια των Αγίων, τα οποία αντιπροσώπευαν τον ίδιο τον ουρανό, εξηγείται ότι ήταν συμβολική, ότι αντιπροσώπευε τη σάρκα του Ιησού, διότι προτού αυτός θυσιάσει το σάρκινο σώμα του, η οδός για ζωή στον ουρανό δεν ήταν ανοιχτή.—Εβρ 9:24· 10:19, 20.
Ο Άνθρωπος στην Ατέλειά Του. Η λέξη «σάρκα» χρησιμοποιείται πολλές φορές στην Αγία Γραφή για να συμβολίσει τον άνθρωπο στην ατελή του κατάσταση, ο οποίος “συλλαμβάνεται στην αμαρτία” ως απόγονος του στασιαστικού Αδάμ. (Ψλ 51:5· Ρω 5:12· Εφ 2:3) Στους ανθρώπους οι οποίοι προσπαθούν να υπηρετούν τον Θεό, “το πνεύμα [η υποκινούσα δύναμη που πηγάζει από τη συμβολική καρδιά] είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα αδύναμη”. (Ματ 26:41) Μέσα σε αυτούς τους υπηρέτες του Θεού διεξάγεται μια διαρκής σύγκρουση. Το άγιο πνεύμα του Θεού είναι δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης, αλλά η αμαρτωλή σάρκα μάχεται συνεχώς εναντίον της επιρροής του πνεύματος και ασκεί πίεση ώστε να εξωθήσει το άτομο να εκτελέσει τα έργα της σάρκας. (Ρω 7:18-20· Γα 5:17) Τα έργα της αμαρτωλής σάρκας αντιπαραβάλλονται με τον καρπό του πνεύματος, στα εδάφια Γαλάτες 5:19-23.
Ο απόστολος Παύλος μάς λέει επίσης ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή στον Ισραήλ ήταν «αδύναμος μέσω της σάρκας», της ατελούς σάρκας όσων ήταν υπό το Νόμο. Ο Νόμος υπό τον οποίο υπηρετούσε το Ααρωνικό ιερατείο ήταν πνευματικός, από τον Θεό, αλλά μέσω αυτού, σαρκικά άτομα “πουλημένα κάτω από την αμαρτία” καταδικάζονταν αντί να ανακηρύσσονται δίκαια. (Ρω 8:3· 7:14· Εβρ 7:28) Οι αρχιερείς της σαρκικής γραμμής του Ααρών, τους οποίους όριζε ο Νόμος, δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν επαρκή θυσία για αμαρτία.—Εβρ 7:11-14, 23· 10:1-4.
Όταν ο απόστολος Παύλος λέει ότι η “σάρκα . . . δεν υποτάσσεται στο νόμο του Θεού, μάλιστα ούτε και μπορεί”, δεν εννοεί ότι η ίδια η σάρκα είναι κατ’ ανάγκην διεφθαρμένη. Ο ίδιος μας λέει ότι ο Ιησούς Χριστός, μολονότι συμμετείχε σε αίμα και σάρκα και έγινε «όμοιος με τους “αδελφούς” του», ήταν «άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς» και “δοκιμάστηκε από όλες τις απόψεις όπως εμείς, αλλά χωρίς αμαρτία”. (Ρω 8:7· Εβρ 2:14, 17· 4:15· 7:26) Ο Ιεχωβά απέδειξε ότι η ανθρώπινη σάρκα μπορεί να είναι αναμάρτητη. «Ο Θεός, στέλνοντας τον ίδιο του τον Γιο κατά την ομοιότητα της αμαρτωλής σάρκας και σχετικά με την αμαρτία, καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα». (Ρω 8:3) Τελικά, μέσω της προμήθειας της θυσίας του Χριστού, όλοι όσοι ασκούν πίστη θα τελειοποιηθούν, και τότε το ανθρώπινο γένος θα τηρεί τέλεια τους δίκαιους νόμους του Θεού.—Απ 21:4.
Ένας από τους πειρασμούς που επηρέασε την Εύα ώστε να αμαρτήσει ήταν «η επιθυμία της σάρκας». Ο Διάβολος χρησιμοποίησε την ίδια επιθυμία εναντίον του Χριστού αλλά απέτυχε. (1Ιω 2:16· Γε 3:6· Λου 4:1-4) Οι ακόλουθοι του Ιησού, επιτρέποντας στο πνεύμα του Θεού να επενεργεί ελεύθερα στη ζωή τους και μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Ιεχωβά, νικούν την αμαρτωλή σάρκα.—Γα 5:16, 22-26· Ρω 8:1-4.
Μάχη Όχι με Άτομα από Σάρκα. Δεν είναι η σαρκική λογίκευση αλλά το πνεύμα του Ιεχωβά εκείνο που αποκαλύπτει τους σκοπούς του Θεού στους ανθρώπους πίστης και τους καθοδηγεί. (Ματ 16:17· 1Κο 2:9, 14· Εφ 3:5) Κατ’ αναλογία, οι Χριστιανοί δεν διεξάγουν το Χριστιανικό τους πόλεμο «σύμφωνα με [τη] σάρκα» και δεν μάχονται με άτομα από σάρκα και αίμα, ούτε χρησιμοποιούν σαρκικά όπλα εναντίον κανενός. Η μάχη τους είναι ενάντια σε «πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». (2Κο 10:3, 4· Εφ 6:12) Εμπιστεύονται, όχι σε “βραχίονα σάρκας”, αλλά στον Ιεχωβά το Πνεύμα. (Ιερ 17:5· 2Κο 3:17) Αγωνίζονται, με τη βοήθεια του Θεού, να καθαρίσουν τον εαυτό τους από «κάθε μόλυσμα σάρκας και πνεύματος», και ο Θεός τούς βλέπει και τους κρίνει, όχι σύμφωνα με αυτό που είναι στη σάρκα, όπως κάνουν πολλές φορές οι άνθρωποι, αλλά σύμφωνα με αυτό που είναι πνευματικά.—1Κο 4:3-5· 2Κο 5:16, 17· 7:1· 1Πε 4:6· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ· ΠΝΕΥΜΑ· ΨΥΧΗ.
-
-
Σάρρα, ΣαραΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΡΑ
(Σάρρα) [Αρχόντισσα], ΣΑΡΑΪ (Σαραΐ) [πιθανώς, Φιλόνικη].
Ετεροθαλής αδελφή και σύζυγος του Αβραάμ, μητέρα του Ισαάκ. (Γε 11:29· 20:12· Ησ 51:2) Το αρχικό της όνομα ήταν Σαραΐ. (Γε 17:15) Ήταν δέκα χρόνια νεότερη από τον Αβραάμ (Γε 17:17) και τον παντρεύτηκε ενόσω ζούσαν στη χαλδαϊκή πόλη Ουρ. (Γε 11:28, 29) Ήταν στείρα μέχρις ότου οι αναπαραγωγικές της δυνάμεις αναζωογονήθηκαν θαυματουργικά, αφού είχε ήδη πάψει να έχει εμμηνόρροια.—Γε 18:11· Ρω 4:19· Εβρ 11:11.
Η Σάρρα πιθανόν να είχε περάσει τα 60 όταν έφυγε από την Ουρ μαζί με τον Αβραάμ και εγκαταστάθηκαν στη Χαρράν. Σε ηλικία 65 ετών συνόδευσε το σύζυγό της από τη Χαρράν στη γη Χαναάν. (Γε 12:4, 5) Εκεί έμειναν για ένα διάστημα στη Συχέμ και στην ορεινή περιοχή Α της Βαιθήλ, καθώς και σε διάφορες άλλες τοποθεσίες, ώσπου η πείνα τούς ανάγκασε να πάνε στην Αίγυπτο.—Γε 12:6-10.
Αν και προχωρημένης ηλικίας, η Σάρρα είχε πολύ όμορφη εμφάνιση. Γι’ αυτό, παλιότερα ο Αβραάμ τής είχε ζητήσει να τον παρουσιάζει ως αδελφό της στη διάρκεια των ταξιδιών τους, όποτε ήταν αυτό αναγκαίο, για να μην τον σκοτώσουν και την πάρουν. (Γε 20:13) Στην Αίγυπτο, αυτό είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην κατοικία του Φαραώ κατόπιν εισήγησης των αρχόντων του. Αλλά με θεϊκή παρέμβαση ο Φαραώ αποτράπηκε από το να την ατιμάσει. Έστειλε, λοιπόν, τη Σάρρα πίσω στον Αβραάμ, ζητώντας τους να εγκαταλείψουν τη χώρα. Παράλληλα διευθέτησε να φύγει με ασφάλεια ο Αβραάμ μαζί με τα υπάρχοντά του.—Γε 12:11-20.
Είναι αξιοσημείωτο ότι σε έναν αρχαίο πάπυρο αναφέρεται πως κάποιος Φαραώ έστειλε ένοπλους άντρες να αρπάξουν μια όμορφη γυναίκα και να σκοτώσουν το σύζυγό της. Επομένως, ο φόβος του Αβραάμ ότι μπορεί να τον σκότωναν για τη Σάρρα δεν ήταν αβάσιμος. Αντί να ριψοκινδυνεύσει τη ζωή του προσπαθώντας ανεπιτυχώς να σώσει την τιμή της συζύγου του σε μια ξένη χώρα, ο Αβραάμ ακολούθησε την ασφαλέστερη, όπως πίστευε, οδό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Αβραάμ ήταν ο ιδιοκτήτης της συζύγου του. Η Σάρρα χαιρόταν να υπηρετεί τον Ιεχωβά και τον Αβραάμ με αυτόν τον τρόπο. Οι Γραφές σε καμιά περίπτωση δεν κατακρίνουν τον Αβραάμ για αυτή του την ενέργεια.
Δέκα χρόνια αφότου πρωτοήρθαν στη Χαναάν, η 75χρονη Σάρρα ζήτησε από τον Αβραάμ να έχει σχέσεις με την Αιγύπτια υπηρέτριά της την Άγαρ, ώστε να αποκτήσει παιδιά μέσω αυτής. (Γε 16:1-3) Από τις δυσκολίες που προέκυψαν έγινε σαφές ότι δεν ήταν αυτός ο τρόπος με τον οποίο θα εκπλήρωνε ο Ιεχωβά την υπόσχεση που είχε δώσει παλιότερα στον Αβραάμ αναφορικά με το «σπέρμα». (Γε 15:1-16) Όταν η Άγαρ κατάλαβε ότι ήταν έγκυος, άρχισε να καταφρονεί την κυρία της. Η Σάρρα παραπονέθηκε για αυτό, και τότε ο Αβραάμ έδωσε στη σύζυγό του απόλυτη εξουσία να τη μεταχειριστεί όπως εκείνη ήθελε, δεδομένου ότι ήταν δική της υπηρέτρια. Η Άγαρ, ταπεινωμένη από τη Σάρρα, έφυγε μακριά από την κυρία της, αλλά ξαναγύρισε υπακούοντας στη θεϊκή κατεύθυνση, και στη συνέχεια γέννησε τον Ισμαήλ.—Γε 16:4-16.
Περίπου 13 χρόνια μετά τη γέννηση του Ισμαήλ, όταν δόθηκε στον Αβραάμ η θεϊκή εντολή να κάνει περιτομή σε όλους τους άρρενες του σπιτικού του, του ειπώθηκε επίσης να μην αποκαλεί πλέον τη σύζυγό του «Σαραΐ» αλλά «Σάρρα», δηλαδή «Αρχόντισσα». Σχετικά με τη Σάρρα, ο Θεός είπε: «Εγώ θα την ευλογήσω και θα σου δώσω επίσης έναν γιο από αυτήν· ναι, θα την ευλογήσω και θα γίνει έθνη· βασιλιάδες λαών θα βγουν από αυτήν». (Γε 17:9-27) Προτού περάσει πολύς καιρός, στη Μαμβρή, ένας από τους τρεις αγγελικούς επισκέπτες επιβεβαίωσε το γεγονός ότι η Σάρρα θα γεννούσε γιο. Η Σάρρα το άκουσε αυτό και «γέλασε μέσα της, λέγοντας: “Τώρα που έχω πια φθαρεί, θα έχω άραγε ευχαρίστηση, τη στιγμή που και ο κύριός μου είναι γέρος;”» Όταν επιπλήχθηκε για το γεγονός ότι γέλασε, από φόβο αρνήθηκε ότι έκανε κάτι τέτοιο. (Γε 18:1-15· Ρω 9:9) Εφόσον η Σάρρα μνημονεύεται στο εδάφιο Εβραίους 11:11 ως παράδειγμα πίστης, προφανώς το γέλιο της δεν ήταν έκφραση πλήρους δυσπιστίας αλλά έδειχνε απλώς ότι η σκέψη πως θα αποκτούσε γιο στα γηρατειά της προφανώς της φαινόταν κάπως αστεία. Το ότι η Σάρρα (μέσα της) αναγνώριζε τον Αβραάμ ως κύριό της είναι ενδεικτικό της υπακοής και της υποταγής που έδειχνε στη συζυγική κεφαλή της, γι’ αυτό και η Γραφή τη συστήνει ως παράδειγμα για τις Χριστιανές συζύγους.—1Πε 3:5, 6.
Η Σάρρα και ο σύζυγός της εγκαταστάθηκαν στα Γέραρα. Όπως και στο παρελθόν, ο Αβραάμ παρουσίασε τη σύζυγό του σαν αδελφή του. Τότε ο βασιλιάς των Γεράρων, ο Αβιμέλεχ, πήρε τη Σάρρα. Και πάλι, ο Ιεχωβά παρενέβη και τη γλίτωσε από την ατίμωση. Όταν ο Αβιμέλεχ έστειλε τη Σάρρα πίσω στον Αβραάμ, του έδωσε ζώα καθώς και υπηρέτες και υπηρέτριες, πιθανώς ως αποζημίωση για το γεγονός ότι του στέρησε προσωρινά τη σύζυγό του. Επιπρόσθετα, έδωσε στον Αβραάμ χίλια κομμάτια ασήμι (περ. $2.200). Αυτά τα κομμάτια ασήμι αποτελούσαν απόδειξη για το ότι η ηθική της Σάρρας ήταν υπεράνω κάθε αμφισβήτησης.—Γε 20.
Σε ηλικία 90 ετών η Σάρρα είχε τη χαρά να γεννήσει τον Ισαάκ. Τότε αναφώνησε: «Ο Θεός ετοίμασε γέλιο για εμένα· όποιος το ακούσει θα γελάσει μαζί μου». Αυτό το γέλιο προφανώς θα υποκινούνταν από ευχαρίστηση και κατάπληξη για τη γέννηση αυτού του παιδιού. Η Σάρρα θήλασε το γιο της περίπου πέντε χρόνια. Όταν τελικά ο Ισαάκ απογαλακτίστηκε, ο Αβραάμ παρέθεσε ένα μεγάλο συμπόσιο. Σε εκείνη την περίπτωση η Σάρρα παρατήρησε ότι ο γιος της Άγαρ ο Ισμαήλ, ο οποίος τότε ήταν περίπου 19 χρονών, «περιγελούσε» τον Ισαάκ, δηλαδή έπαιζε μαζί του χλευαστικά. Προφανώς από φόβο για το μέλλον του γιου της του Ισαάκ, η Σάρρα ζήτησε από τον Αβραάμ να αποπέμψει την Άγαρ και τον Ισμαήλ. Ο Αβραάμ το έκανε αυτό αφού πρώτα έλαβε θεϊκή έγκριση για αυτή του την ενέργεια.—Γε 21:1-14.
Περίπου 32 χρόνια αργότερα η Σάρρα πέθανε σε ηλικία 127 χρονών, και ο Αβραάμ την έθαψε «στη σπηλιά του αγρού Μαχπελάχ».—Γε 23:1, 19, 20.
Χαρακτήρας ενός Συμβολικού Δράματος. Στην επιστολή του προς τους Γαλάτες, ο απόστολος Παύλος έδειξε ότι η σύζυγος του Αβραάμ, η Σάρρα, εξεικόνιζε την «άνω Ιερουσαλήμ», τη μητέρα των χρισμένων με το πνεύμα Χριστιανών, του πνευματικού “σπέρματος” του Αβραάμ. Όπως και η Σάρρα, «η άνω Ιερουσαλήμ», η συμβολική γυναίκα του Θεού, δεν περιήλθε ποτέ σε δουλεία και ως εκ τούτου τα παιδιά της είναι και αυτά ελεύθερα. Για να γίνει κάποιος ελεύθερο παιδί της «άνω Ιερουσαλήμ» και να έχει την «ελευθερία της», πρέπει να απελευθερωθεί από τα δεσμά της αμαρτίας μέσω του Γιου του Θεού. (Γα 4:22-31· 5:1, υποσ.) Όπως είπε ο Χριστός Ιησούς στους φυσικούς απογόνους του Αβραάμ: «Αληθινά, αληθινά σας λέω: Όποιος πράττει την αμαρτία είναι δούλος της αμαρτίας. Επιπλέον, ο δούλος δεν παραμένει για πάντα στο σπιτικό· ο γιος παραμένει για πάντα. Άρα, αν ο Γιος σάς ελευθερώσει, θα είστε πραγματικά ελεύθεροι».—Ιωα 8:34-36· βλέπε ΑΓΑΡ· ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΓΥΝΑΙΚΑ.
-
-
ΣαρσεχίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΣΕΧΙΜ
(Σαρσεχίμ) [πιθανώς, Αρχηγός των Δούλων].
Βαβυλώνιος άρχοντας, ένας από τους πρώτους που μπήκαν στην Ιερουσαλήμ αφού ο στρατός άνοιξε ρήγμα στα τείχη το καλοκαίρι του 607 Π.Κ.Χ. (Ιερ 39:2, 3) Δεν διευκρινίζεται ποια ήταν η θέση του και τα καθήκοντά του, αν και η λέξη «Σαρσεχίμ» μπορεί να ήταν τίτλος, η σημασία του οποίου ενδεχομένως αποκαλύπτει τη φύση της εργασίας του.
-
-
ΣαρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΩΝ
(Σαρών).
1. Η παραθαλάσσια πεδιάδα που εκτείνεται ανάμεσα στην Πεδιάδα της Δωρ (Ν του Καρμήλου) και στην Πεδιάδα της Φιλιστίας. Από το βόρειο όριό του, το οποίο σχηματίζει ο ποταμός Κροκοδείλων (Ναχρ εζ-Ζέρκα), ο Σαρών εκτείνεται νότια σε μήκος 60 χλμ. περίπου προς την περιοχή της Ιόππης, ενώ το πλάτος του κυμαίνεται από 16 χλμ. περίπου ως 19 χλμ. Μεγάλο μέρος της ακτής καταλαμβάνεται από αμμόλοφους. Την περιοχή αυτή διέσχιζαν μεγάλες οδοί, γεγονός που της προσέδιδε μεγάλη στρατιωτική και εμπορική σπουδαιότητα κατά τους αρχαίους χρόνους.
Ο Σαρών φημιζόταν για το εύφορο έδαφός του (παράβαλε Ησ 35:2), δεδομένου ότι ήταν μια περιοχή με άφθονα νερά την οποία διέρρεαν αρκετά ρεύματα. Πρόβατα και βόδια έβοσκαν εκεί. (1Χρ 27:29· παράβαλε Ησ 65:10.) Μεγάλα δάση από βελανιδιές καταλάμβαναν κάποτε το βόρειο τμήμα του Σαρών, ενώ το νότιο τμήμα, όπως και σήμερα, πιθανότατα καλλιεργούνταν περισσότερο. Φαίνεται ότι μεγάλο μέρος αυτής της περιοχής ερημώθηκε στη διάρκεια της ασσυριακής εισβολής τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ.—Ησ 33:9.
Στο Άσμα Ασμάτων η Σουλαμίτισσα παρουσιάζεται να λέει ότι δεν ήταν τίποτα άλλο «παρά ένα σαφράνι στην παράκτια πεδιάδα», εννοώντας προφανώς ένα απλό, κοινό λουλούδι από τα πολλά που φύτρωναν στον Σαρών.—Ασμ 2:1.
2. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Χρονικών 5:16, η φυλή του Γαδ κατοικούσε στη «Γαλαάδ, στη Βασάν και στις εξαρτώμενες κωμοπόλεις της και σε όλα τα βοσκοτόπια του Σαρών». Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι αυτό σημαίνει πως οι Γαδίτες έβοσκαν τα ποίμνιά τους στις παράκτιες πεδιάδες του Σαρών. Ωστόσο, ο Γαδ πήρε κάποια έκταση Α του Ιορδάνη, και τόσο η Γαλαάδ όσο και η Βασάν βρίσκονται σε εκείνη την πλευρά. Ως εκ τούτου, πολλοί συμπεραίνουν ότι και στα εδάφη του Γαδ υπήρχε μια περιοχή που ονομαζόταν Σαρών.
-
-
ΣαρωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΩΝΙΤΗΣ
(Σαρωνίτης) [Του (Από τον) Σαρών].
Ο καταγόμενος από την Πεδιάδα του Σαρών. Ο Σιτραΐ, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τα βόδια του Δαβίδ στον Σαρών, αποκαλούνταν Σαρωνίτης.—1Χρ 27:29, 31.
-
-
ΣασαβασσάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΣΑΒΑΣΣΑΡ
(Σασαβασσάρ).
Ο εντεταλμένος του Βασιλιά Κύρου στη θέση του επικεφαλής των πρώτων εξορίστων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα. Ως επικεφαλής των Ιουδαίων κατά την επιστροφή τους, ο Σασαβασσάρ έφερε μαζί του τα χρυσά και ασημένια σκεύη που είχε πάρει ο Ναβουχοδονόσορ ως λάφυρα από το ναό. Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ, έθεσε τα θεμέλια του δεύτερου ναού.—Εσδ 1:7-11· 5:14-16.
Οι γνώμες διίστανται ως προς το αν ο Σασαβασσάρ ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Κυβερνήτη Ζοροβάβελ ή αν ήταν άλλο πρόσωπο. Μερικοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για τον Σενασσάρ, το γιο του Βασιλιά Ιωαχίν ο οποίος μνημονεύεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 3:18, δεδομένης της ομοιότητας που παρουσιάζουν τα δύο ονόματα, καθώς και του τίτλου “πρίγκιπας του Ιούδα” που αποδίδουν μερικές μεταφράσεις στον Σασαβασσάρ, στο εδάφιο Έσδρας 1:8. (AS, RS) Ωστόσο, αυτή η θεωρία είναι πολύ αμφισβητήσιμη διότι η ομοιότητα των ονομάτων δεν είναι μεγάλη και διότι ο Ζοροβάβελ, που ήταν εγγονός του Ιωαχίν, δικαιούνταν εξίσου τον τίτλο “πρίγκιπας [“αρχηγός”, ΜΝΚ] του Ιούδα” όσο και ένας γόνος της πρώτης γενιάς.
Μερικοί σύγχρονοι λόγιοι, προσπαθώντας να διαχωρίσουν τον Σασαβασσάρ από τον Ζοροβάβελ, υποστηρίζουν ότι αρχικά μεν ο Κύρος διόρισε κυβερνήτη τον Σασαβασσάρ αλλά αργότερα, στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου, ο Ζοροβάβελ διαδέχθηκε τον Σασαβασσάρ, με αποτέλεσμα να αποδίδεται η οικοδόμηση του ναού στον Ζοροβάβελ.
Όπως φαίνεται, πιθανότερη είναι η εκδοχή να αποτελεί ο Σασαβασσάρ το ίδιο πρόσωπο με τον Ζοροβάβελ, και έτσι συνδέει τα δύο ονόματα η πλειονότητα των λογίων και των εγχειριδίων μελέτης. Προσέξτε αυτά τα σημεία σύγκρισης: Γενικά, ό,τι αποδίδεται στον Σασαβασσάρ στις δύο περικοπές όπου αυτός αναφέρεται ονομαστικά αλλού ουσιαστικά αποδίδεται στον Ζοροβάβελ. Και οι δύο καλούνται με τον τίτλο του «κυβερνήτη». (Εσδ 1:11· 2:1, 2· 5:2, 14, 16· Αγγ 1:1, 14· 2:2, 21· Ζαχ 4:9) Ο Ζοροβάβελ αναγνωρίζεται ως αρχηγός των επαναπατριζόμενων εξορίστων, ενώ το όνομα «Σασαβασσάρ» δεν αναφέρεται καν στον εν λόγω κατάλογο.—Εσδ 2:2· 3:1, 2.
Το όνομα Σασαβασσάρ φαίνεται πως ήταν ένα επίσημο ή βαβυλωνιακό όνομα που δόθηκε στον Ζοροβάβελ, όπως τα επίσημα ονόματα που είχαν δοθεί στον Δανιήλ και σε άλλους αξιωματούχους της αυλής. (Δα 1:7) Το όνομα «Σασαβασσάρ» είναι κατ’ εξοχήν χαλδαϊκό, περισσότερο από το όνομα «Ζοροβάβελ». Στα εδάφια Έσδρας 5:14-16 παρατίθεται μια επίσημη επιστολή ενώ στο 1ο κεφάλαιο του Έσδρα μόλις έχει παρατεθεί το επίσημο διάταγμα του Κύρου, κάτι που ίσως οδήγησε στη χρήση ενός τέτοιου πιθανώς επίσημου ονόματος σε αυτές τις περικοπές.
-
-
ΣασαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΣΑΪ
(Σασαΐ).
Ένας από τους γιους του Βιννουί στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο οι οποίοι πήραν αλλοεθνείς συζύγους αλλά ανταποκρίθηκαν στην παρότρυνση του Έσδρα και τις εξαπέστειλαν.—Εσδ 10:10, 11, 38, 40, 44.
-
-
ΣατανάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΤΑΝΑΣ
[Ανθιστάμενος].
Σε πολλά σημεία των Εβραϊκών Γραφών, η λέξη σατάν εμφανίζεται χωρίς το οριστικό άρθρο. Χρησιμοποιούμενη με αυτόν τον τρόπο, εφαρμόζεται την πρώτη φορά που εμφανίζεται στον άγγελο που στάθηκε στο δρόμο για να αντισταθεί στον Βαλαάμ, ο οποίος είχε ξεκινήσει ένα ταξίδι με σκοπό να καταραστεί τους Ισραηλίτες. (Αρ 22:22, 32) Σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται σε διάφορα άτομα που αντιστέκονταν σε άλλους. (1Σα 29:4· 2Σα 19:21, 22· 1Βα 5:4· 11:14, 23, 25) Αλλά με το οριστικό άρθρο χα αναφέρεται πάντα στον Σατανά τον Διάβολο, τον πρώτιστο Αντίδικο του Θεού. (Ιωβ 1:6, υποσ.· 2:1-7· Ζαχ 3:1, 2) Στο πρωτότυπο κείμενο των Ελληνικών Γραφών η λέξη σατανᾷς εφαρμόζεται στον Σατανά τον Διάβολο σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις όπου εμφανίζεται και συνήθως συνοδεύεται από το οριστικό άρθρο ὁ.
Προέλευση. Οι Γραφές υποδεικνύουν ότι το πλάσμα που είναι γνωστό ως Σατανάς δεν είχε ανέκαθεν αυτό το όνομα. Απεναντίας, αυτό το περιγραφικό όνομα του δόθηκε επειδή ακολούθησε μια πορεία εναντίωσης και αντίστασης στον Θεό. Το όνομα που είχε προηγουμένως δεν αναφέρεται. Ο Θεός είναι ο μόνος Δημιουργός, και «οι ενέργειές του είναι τέλειες», χωρίς αδικία. (Δευ 32:4) Συνεπώς, αυτός που έγινε Σατανάς ήταν, όταν δημιουργήθηκε, ένα τέλειο, δίκαιο πλάσμα του Θεού. Είναι πνευματικό πρόσωπο, εφόσον εμφανιζόταν στον ουρανό ενώπιον του Θεού. (Ιωβ κεφ. 1, 2· Απ 12:9) Ο Ιησούς Χριστός είπε για αυτόν: «Εκείνος ήταν ανθρωποκτόνος τότε που άρχισε, και δεν έμεινε σταθερός στην αλήθεια, επειδή δεν υπάρχει αλήθεια σε αυτόν». (Ιωα 8:44· 1Ιω 3:8) Ο Ιησούς δείχνει εδώ ότι κάποτε ο Σατανάς ήταν στην αλήθεια, αλλά την εγκατέλειψε. Αρχίζοντας από την πρώτη απροκάλυπτη ενέργειά του, την απομάκρυνση του Αδάμ και της Εύας από τον Θεό, ήταν ανθρωποκτόνος, γιατί με αυτήν προκάλεσε το θάνατο του Αδάμ και της Εύας, πράγμα που έφερε κατόπιν την αμαρτία και το θάνατο στους απογόνους τους. (Ρω 5:12) Σε όλες τις Γραφές οι ιδιότητες και οι ενέργειες που του αποδίδονται θα μπορούσαν να αποδοθούν μόνο σε ένα πρόσωπο, όχι σε μια αφηρημένη έννοια του κακού. Είναι σαφές ότι οι Ιουδαίοι, καθώς και ο Ιησούς και οι μαθητές του, γνώριζαν ότι ο Σατανάς είναι υπαρκτό πρόσωπο.
Επομένως, από μια δίκαιη, τέλεια αρχή, αυτό το πνευματικό πρόσωπο παρέκκλινε στην αμαρτία και στην εξαχρείωση. Η διαδικασία που οδήγησε σε αυτό περιγράφεται από τον Ιάκωβο ως εξής: «Ο καθένας δοκιμάζεται με το να ελκύεται και να δελεάζεται από την ίδια του την επιθυμία. Έπειτα η επιθυμία, αφού συλλάβει, γεννάει την αμαρτία· και η αμαρτία, αφού επιτελεστεί, γεννάει το θάνατο». (Ιακ 1:14, 15) Η πορεία την οποία ακολούθησε ο Σατανάς φαίνεται ότι παραλληλίζεται, από μερικές απόψεις, με την πορεία του βασιλιά της Τύρου όπως περιγράφεται στα εδάφια Ιεζεκιήλ 28:11-19.—Βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ (Ο πρώτος αμαρτωλός και ο βασιλιάς της Τύρου).
Η Γραφική αφήγηση, λοιπόν, καθιστά σαφές ότι ο Σατανάς ήταν αυτός που μίλησε μέσω του φιδιού και παραπλάνησε την Εύα ώστε να παρακούσει την εντολή του Θεού. Στη συνέχεια, η Εύα παρέσυρε τον Αδάμ ώστε να ακολουθήσει και αυτός την ίδια στασιαστική πορεία. (Γε 3:1-7· 2Κο 11:3) Ως αποτέλεσμα της χρησιμοποίησης του φιδιού από μέρους του Σατανά, αυτός αποκαλείται στην Αγία Γραφή «Φίδι», τίτλος που κατέληξε να σημαίνει «απατεώνας». Ο ίδιος έγινε επίσης «ο Πειραστής» (Ματ 4:3), καθώς και ψεύτης, «ο πατέρας του ψέματος».—Ιωα 8:44· Απ 12:9.
Εγείρεται Ζήτημα Κυριαρχίας. Όταν ο Σατανάς πλησίασε την Εύα (χρησιμοποιώντας τη μιλιά του φιδιού), στην ουσία αμφισβήτησε το κατά πόσον ήταν δικαιωματική και δίκαιη η κυριαρχία του Ιεχωβά. Υπαινίχθηκε ότι ο Θεός κατακρατούσε κάτι από τη γυναίκα χωρίς να έχει το δικαίωμα, και επίσης παρουσίασε τον Θεό ως ψεύτη όσον αφορά τη δήλωσή του ότι, αν εκείνη έτρωγε τον απαγορευμένο καρπό, θα πέθαινε. Επιπλέον, ο Σατανάς την έκανε να πιστέψει ότι θα ήταν ελεύθερη και ανεξάρτητη από τον Θεό, ότι θα γινόταν σαν τον Θεό. Με αυτούς τους χειρισμούς, το πονηρό αυτό πνευματικό πλάσμα εξύψωσε τον εαυτό του πάνω από τον Θεό στα μάτια της Εύας, και έτσι ο Σατανάς έγινε ο θεός της, αν και τότε η Εύα δεν γνώριζε προφανώς την ταυτότητα εκείνου που την παροδηγούσε. Με αυτή του την ενέργεια έθεσε τον άντρα και τη γυναίκα υπό την ηγεσία και τον έλεγχό του, καθιστώντας τον εαυτό του ανταγωνιστή θεό ενάντια στον Ιεχωβά.—Γε 3:1-7.
Η Αγία Γραφή, αφαιρώντας προς στιγμήν το πέπλο που καλύπτει τις ουράνιες υποθέσεις, αποκαλύπτει ότι αργότερα ο Σατανάς εμφανίστηκε ως ανταγωνιστής θεός ενώπιον του Ιεχωβά στον ουρανό, προκαλώντας τον Ιεχωβά κατά πρόσωπο και λέγοντας ότι θα μπορούσε να στρέψει τον υπηρέτη του Θεού τον Ιώβ, και κατ’ επέκταση κάθε υπηρέτη του Θεού, μακριά από Αυτόν. Στην πραγματικότητα, κατηγόρησε τον Θεό ότι είχε ενεργήσει με αδικία δίνοντας στον Ιώβ τα πάντα, καθώς και πλήρη προστασία, και έτσι εκείνος—ο Σατανάς—δεν μπορούσε να δοκιμάσει τον Ιώβ και να δείξει τι είχε πράγματι στην καρδιά του, η οποία καρδιά, όπως υπαινίχθηκε ο Σατανάς, ήταν κακή. Άφησε να εννοηθεί ότι ο Ιώβ υπηρετούσε τον Θεό πρωτίστως χάριν ιδιοτελών συμφερόντων. Ο Σατανάς κατέστησε σαφές αυτό το σημείο του επιχειρήματός του όταν είπε: «Δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του. Άπλωσε, όμως, τώρα το χέρι σου, παρακαλώ, και άγγιξε τα κόκαλά του και τη σάρκα του και δες αν δεν σε καταραστεί κατά πρόσωπο».—Ιωβ 1:6-12· 2:1-7· βλέπε ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ.
Σε αυτή την ειδική περίπτωση, ο Ιεχωβά επέτρεψε στον Σατανά να επιφέρει συμφορά στον Ιώβ χωρίς Εκείνος να παρέμβει όταν ο Σατανάς προκάλεσε μια επιδρομή από Σαβαίους ληστές, καθώς και την καταστροφή των ποιμνίων και των ποιμένων μέσω αυτού που ο αγγελιοφόρος του Ιώβ αποκάλεσε «φωτιά του Θεού» από τους ουρανούς (το αν αυτό ήταν κεραυνός ή φωτιά άλλου είδους δεν αναφέρεται). Ο Σατανάς προκάλεσε επίσης μια επιδρομή από τρεις ομάδες Χαλδαίων, καθώς και μια ανεμοθύελλα. Αυτά προξένησαν το θάνατο όλων των παιδιών του Ιώβ και αφάνισαν την περιουσία του. Τελικά, ο Σατανάς έπληξε τον ίδιο τον Ιώβ με μια σιχαμερή αρρώστια.—Ιωβ 1:13-19· 2:7, 8.
Όλα αυτά αποκαλύπτουν τη δύναμη και την ισχύ του πνευματικού πλάσματος που λέγεται Σατανάς, καθώς και τη θηριώδη, δολοφονική διάθεσή του.
Αξίζει να επισημάνουμε, ωστόσο, ότι ο Σατανάς αναγνώρισε την ανικανότητά του έναντι της ρητής εντολής του Θεού, εφόσον δεν προκάλεσε τη δύναμη και την εξουσία του Θεού όταν ο Θεός τού απαγόρευσε να αφαιρέσει τη ζωή του Ιώβ.—Ιωβ 2:6.
Συνεχιζόμενη Εναντίωση στον Θεό. Προκαλώντας τον Θεό και κατηγορώντας τους υπηρέτες του Θεού για έλλειψη ακεραιότητας, ο Σατανάς επαλήθευσε τον τίτλο του ως «Διαβόλου», που σημαίνει «Συκοφάντης», έναν τίτλο που του άξιζε επειδή συκοφάντησε τον Ιεχωβά Θεό στον κήπο της Εδέμ.
Ενώνονται μαζί του και άλλοι πονηροί δαίμονες. Πριν από τον Κατακλυσμό της εποχής του Νώε, φαίνεται ότι κάποιοι άλλοι άγγελοι του Θεού άφησαν την κατοικία που τους άρμοζε στους ουρανούς, καθώς και τις θέσεις στις οποίες είχαν διοριστεί εκεί. Υλοποιήθηκαν προσλαμβάνοντας ανθρώπινα σώματα, ήρθαν να κατοικήσουν στη γη, παντρεύτηκαν γυναίκες και απέκτησαν απογόνους που ονομάστηκαν Νεφιλείμ. (Γε 6:1-4· 1Πε 3:19, 20· 2Πε 2:4· Ιου 6· βλέπε ΓΙΟΣ [ΓΙΟΙ] ΤΟΥ ΘΕΟΥ· ΝΕΦΙΛΕΙΜ.) Αυτοί οι άγγελοι, εφόσον είχαν αφήσει την υπηρεσία του Θεού, περιήλθαν υπό τον έλεγχο του Σατανά. Γι’ αυτό αποκαλείται ο Σατανάς “ο άρχοντας των δαιμόνων”. Σε μια περίπτωση, όταν ο Ιησούς εξέβαλε δαίμονες από κάποιον άνθρωπο, οι Φαρισαίοι τον κατηγόρησαν ότι το έκανε αυτό με τη δύναμη «του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμόνων». Το ότι εννοούσαν τον Σατανά φαίνεται από την απάντηση του Ιησού: «Αν ο Σατανάς εκβάλλει τον Σατανά, έχει διαιρεθεί εναντίον του εαυτού του».—Ματ 12:22-27.
Ο απόστολος Παύλος συνδέει τον Σατανά με τις «πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους», τις οποίες αποκαλεί «κοσμοκράτορες αυτού του σκοταδιού». (Εφ 6:11, 12) Ως άρχουσα δύναμη στο αόρατο βασίλειο που περιβάλλει τη γη, ο Σατανάς είναι “ο άρχοντας της εξουσίας του αέρα”. (Εφ 2:2) Στην Αποκάλυψη εμφανίζεται ως εκείνος που «παροδηγεί ολόκληρη την κατοικημένη γη». (Απ 12:9) Ο απόστολος Ιωάννης είπε ότι «ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται στην εξουσία του πονηρού». (1Ιω 5:19) Ο Σατανάς, λοιπόν, είναι «ο άρχοντας αυτού του κόσμου». (Ιωα 12:31) Γι’ αυτό και ο Ιάκωβος έγραψε ότι «η φιλία με τον κόσμο είναι έχθρα με τον Θεό».—Ιακ 4:4.
Πολεμάει για να Εξολοθρεύσει το «Σπέρμα». Ο Σατανάς έκανε από νωρίς προσπάθειες να εμποδίσει την εκπλήρωση της υπόσχεσης περί του “σπέρματος” που θα ερχόταν μέσω του Αβραάμ. (Γε 12:7) Προφανώς, προσπάθησε να φέρει έτσι τα πράγματα ώστε να μιανθεί η Σάρρα και να είναι ακατάλληλη να γεννήσει το σπέρμα, αλλά ο Θεός την προστάτεψε. (Γε 20:1-18) Έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να εξολοθρεύσει εκείνους που εξέλεξε ο Θεός ως σπέρμα του Αβραάμ, το έθνος του Ισραήλ, παρασύροντάς τους στην αμαρτία και φέρνοντας εναντίον τους άλλα έθνη, όπως δείχνει από την αρχή μέχρι το τέλος της η Βιβλική ιστορία. Οι φιλόδοξες προσπάθειες του Σατανά στον πόλεμό του εναντίον του Θεού έφτασαν σε αποκορύφωμα—με επιτυχία, όπως νόμισε ο Σατανάς—όταν ο βασιλιάς της Τρίτης Παγκόσμιας Δύναμης της Βιβλικής ιστορίας, της Βαβυλώνας, κατέλαβε την Ιερουσαλήμ, κατέλυσε τη διακυβέρνηση του Βασιλιά Σεδεκία από τη γραμμή του Δαβίδ και κατέστρεψε το ναό του Ιεχωβά, ερημώνοντας την Ιερουσαλήμ και τον Ιούδα.—Ιεζ 21:25-27.
Ως όργανο του Σατανά, η άρχουσα δυναστεία της Βαβυλώνας, της οποίας ηγήθηκε αρχικά ο Ναβουχοδονόσορ, κράτησε τον Ισραήλ σε εξορία 68 χρόνια, μέχρι την ανατροπή της Βαβυλώνας. Η Βαβυλώνα δεν είχε την πρόθεση να απελευθερώσει ποτέ τους αιχμαλώτους της, και έτσι αντανακλούσε τις κομπαστικές, φιλόδοξες προσπάθειες του ίδιου του Σατανά ως ανταγωνιστή θεού ενάντια στον Παγκόσμιο Κυρίαρχο Ιεχωβά. Οι Βαβυλώνιοι βασιλιάδες, που λάτρευαν τον ειδωλολατρικό τους θεό τον Μαρντούκ, τη θεά Ιστάρ και σωρεία άλλων θεών, ήταν στην πραγματικότητα λάτρεις των δαιμόνων και, εφόσον αποτελούσαν μέρος του κόσμου ο οποίος είναι αποξενωμένος από τον Ιεχωβά, βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του Σατανά.—Ψλ 96:5· 1Κο 10:20· Εφ 2:12· Κολ 1:21.
Ο Σατανάς ενέπνευσε στο βασιλιά της Βαβυλώνας τη φιλοδοξία να έχει υπό την απόλυτη κυριαρχία του ολόκληρη τη γη, ακόμη και το «θρόνο του Ιεχωβά» (1Χρ 29:23) και «τα άστρα του Θεού», τους βασιλιάδες από τη γραμμή του Δαβίδ που ήταν ενθρονισμένοι στο Όρος Μοριά (κατ’ επέκταση, στη Σιών). Αυτός ο “βασιλιάς”, δηλαδή η δυναστεία της Βαβυλώνας, “υψώθηκε” μέσα στην καρδιά του και φαινόταν στα μάτια του και στα μάτια των θαυμαστών του “λαμπερός, γιος της αυγής”. (Ορισμένες μεταφράσεις έχουν διατηρήσει τον όρο «Εωσφόρος» της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα. Ωστόσο, εδώ πρόκειται απλώς για τη μετάφραση της εβραϊκής λέξης χαιλέλ, «λαμπερός». Η λέξη χαιλέλ δεν είναι όνομα ή τίτλος, αλλά όρος που περιγράφει την κομπαστική στάση της βαβυλωνιακής δυναστείας των βασιλιάδων από τη γραμμή του Ναβουχοδονόσορα.) (Ησ 14:4-21) Εφόσον η Βαβυλώνα ήταν όργανο του Σατανά, ο “βασιλιάς” της αντανακλούσε τη φιλόδοξη επιθυμία του ίδιου του Σατανά. Για άλλη μια φορά, ο Ιεχωβά χάρισε τη σωτηρία στο λαό του αποκαθιστώντας τους στη γη τους, ώσπου να έρθει το πραγματικό Σπέρμα της υπόσχεσης.—Εσδ 1:1-6.
Οι προσπάθειες που έκανε για να προσκόψει ο Ιησούς. Ο Σατανάς, ο οποίος αναμφίβολα αναγνώρισε την ταυτότητα του Ιησού ως Γιου του Θεού και εκείνου που, σύμφωνα με την προφητεία, θα τον έπληττε στο κεφάλι (Γε 3:15), έκανε ό,τι μπορούσε για να τον εξολοθρεύσει. Όταν, όμως, ο άγγελος Γαβριήλ ανήγγειλε στη Μαρία ότι εκείνη επρόκειτο να συλλάβει τον Ιησού, της είπε: «Άγιο πνεύμα θα έρθει πάνω σου, και δύναμη του Υψίστου θα σε επισκιάσει. Γι’ αυτόν το λόγο, επίσης, αυτό που γεννιέται θα αποκληθεί άγιο, Γιος του Θεού». (Λου 1:35) Ο Ιεχωβά διαφύλαξε τον Γιο του. Οι προσπάθειες που έγιναν για να εξολοθρευτεί ο Ιησούς όταν ήταν νήπιο απέτυχαν. (Ματ 2:1-15) Ο Θεός συνέχισε να προστατεύει τον Ιησού στα νεανικά του χρόνια. Μετά το βάφτισμα του Ιησού, ο Σατανάς τον πλησίασε στην έρημο βάζοντάς τον σε τρεις διαφορετικούς, ισχυρούς πειρασμούς και δοκιμάζοντάς τον πλήρως όσον αφορά την αφοσίωσή του στον Ιεχωβά. Σε μια από τις προσπάθειές του, ο Σατανάς έδειξε στον Ιησού όλα τα βασίλεια του κόσμου, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι ήταν δικά του. Ο Ιησούς δεν αντέκρουσε αυτόν τον ισχυρισμό. Εντούτοις, αρνήθηκε να διανοηθεί έστω και για μια στιγμή να γίνει βασιλιάς ακολουθώντας κάποια «συντομότερη οδό», ούτε σκέφτηκε έστω και στιγμιαία να κάνει κάτι απλώς και μόνο για να ικανοποιήσει τον εαυτό του. Η άμεση απάντησή του στον Σατανά ήταν: «Φύγε, Σατανά! Διότι είναι γραμμένο: “Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία”». Τότε, «ο Διάβολος . . . αποχώρησε από αυτόν μέχρι κάποιον άλλον κατάλληλο καιρό». (Ματ 4:1-11· Λου 4:13) Αυτό καταδεικνύει πόσο αληθινά είναι τα λόγια που έγραψε αργότερα ο Ιάκωβος: «Εναντιωθείτε στον Διάβολο, και θα φύγει από εσάς».—Ιακ 4:7.
Ο Ιησούς ήταν πάντοτε άγρυπνος ως προς τον κίνδυνο των μηχανορραφιών του Σατανά και ως προς το γεγονός ότι ο Σατανάς ήθελε να πετύχει την εξολόθρευσή του κάνοντάς τον να φιλοξενήσει κάποια σκέψη αντίθετη προς το θέλημα του Ιεχωβά. Αυτό καταδείχτηκε όταν σε μια περίπτωση ο Πέτρος, αν και είχε καλές προθέσεις, στην πραγματικότητα έθεσε ενώπιον του Ιησού έναν πειρασμό. Ο Ιησούς είχε μιλήσει για τα παθήματα και το θάνατο που επρόκειτο να υποστεί. «Τότε ο Πέτρος τον πήρε παράμερα και άρχισε να τον επιπλήττει, λέγοντας: “Να είσαι καλός με τον εαυτό σου, Κύριε· δεν πρόκειται να σε βρει τέτοιο τέλος”. Αλλά αυτός, γυρίζοντας την πλάτη του, είπε στον Πέτρο: “Πήγαινε πίσω μου, Σατανά! Μου είσαι σκάνδαλο, επειδή σκέφτεσαι, όχι τις σκέψεις του Θεού, αλλά των ανθρώπων”».—Ματ 16:21-23.
Σε όλη τη διάρκεια της διακονίας του ο Ιησούς βρισκόταν σε κίνδυνο. Ο Σατανάς χρησιμοποίησε ως όργανά του ανθρώπους για να του εναντιωθεί, με στόχο είτε να τον κάνει να προσκόψει είτε να τον θανατώσει. Κάποτε οι άνθρωποι ετοιμάστηκαν να αρπάξουν τον Ιησού για να τον κάνουν βασιλιά. Αυτός, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να συμφωνήσει με κάτι τέτοιο—θα δεχόταν να γίνει βασιλιάς μόνο όταν και όπως το ήθελε ο Θεός. (Ιωα 6:15) Κάποια άλλη φορά οι κάτοικοι της πόλης όπου μεγάλωσε επιχείρησαν να τον θανατώσουν. (Λου 4:22-30) Συνεχώς τον παρενοχλούσαν άτομα που χρησιμοποιούσε ο Σατανάς για να προσπαθήσουν να τον παγιδέψουν. (Ματ 22:15) Παρ’ όλες τις προσπάθειές του, όμως, ο Σατανάς απέτυχε να κάνει τον Ιησού να αμαρτήσει έστω και με την παραμικρή σκέψη ή πράξη. Ο Σατανάς αποδείχτηκε ψεύτης από κάθε άποψη και απέτυχε στην πρόκληση που έθεσε σχετικά με την κυριαρχία του Θεού και την ακεραιότητα των υπηρετών του Θεού. Όπως είπε ο Ιησούς λίγο προτού πεθάνει: «Τώρα γίνεται κρίση αυτού του κόσμου· τώρα ο άρχοντας αυτού του κόσμου θα ριχτεί έξω»—σε πλήρη ανυποληψία. (Ιωα 12:31) Ο Σατανάς είχε στη λαβή του ολόκληρη την ανθρωπότητα μέσω της αμαρτίας. Αλλά ο Ιησούς, γνωρίζοντας ότι ο Σατανάς επρόκειτο σύντομα να προκαλέσει το θάνατό του, μπορούσε να πει αφού είχε γιορτάσει το τελευταίο του Πάσχα με τους μαθητές του: «Έρχεται ο άρχοντας του κόσμου. Και δεν έχει καμιά επιρροή πάνω μου».—Ιωα 14:30.
Λίγες ώρες αργότερα ο Σατανάς κατάφερε να θανατώσει τον Ιησού, θέτοντας πρώτα υπό τον έλεγχό του έναν από τους αποστόλους του Ιησού και στη συνέχεια χρησιμοποιώντας τους Ιουδαίους ηγέτες και τη Ρωμαϊκή Παγκόσμια Δύναμη για να εκτελεστεί ο Ιησούς με επώδυνο και επονείδιστο τρόπο. (Λου 22:3· Ιωα 13:26, 27· κεφ. 18, 19) Στην προκειμένη περίπτωση ο Σατανάς ενήργησε ως “εκείνος που έχει τα μέσα να προξενεί το θάνατο, δηλαδή ο Διάβολος”. (Εβρ 2:14· Λου 22:53) Παρά ταύτα, απέτυχε να προωθήσει το σκοπό του. Το μόνο που κατάφερε ήταν να εκπληρώσει, παρά τη θέλησή του, την προφητεία που έλεγε ότι ο Ιησούς έπρεπε να πεθάνει ως θυσία. Το γεγονός ότι ο Ιησούς πέθανε άμεμπτος προμήθευσε το λυτρωτικό αντίτιμο για την ανθρωπότητα, και με το θάνατό του (και την επακόλουθη ανάστασή του από τον Θεό) ο Ιησούς μπορούσε τώρα να βοηθήσει την αμαρτωλή ανθρωπότητα να ξεφύγει από τη λαβή του Σατανά, επειδή, όπως είναι γραμμένο, ο Ιησούς έγινε αίμα και σάρκα «ώστε μέσω του θανάτου του να εκμηδενίσει εκείνον που έχει τα μέσα να προξενεί το θάνατο, δηλαδή τον Διάβολο· και να απελευθερώσει όλους εκείνους οι οποίοι από το φόβο του θανάτου ήταν υποκείμενοι σε δουλεία σε όλη τους τη ζωή».—Εβρ 2:14, 15.
Συνεχίζει να πολεμάει τους Χριστιανούς. Μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο Σατανάς συνέχισε να πολεμάει με δριμύτητα τους ακολούθους του Χριστού. Τα όσα αναγράφονται στο βιβλίο των Πράξεων και στις επιστολές των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών παρέχουν πολυάριθμες αποδείξεις για αυτό. Ο Παύλος είπε ότι του «δόθηκε ένα αγκάθι στη σάρκα, ένας άγγελος του Σατανά, για να [τον] χαστουκίζει συνεχώς». (2Κο 12:7) Και όπως έκανε στην περίπτωση της Εύας, ο Σατανάς απέκρυπτε την πραγματική του φύση και τους σκοπούς του με το να «μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός», ενώ είχε και όργανα, διακόνους που επίσης «μετασχηματίζονται σε διακόνους δικαιοσύνης». (2Κο 11:14, 15) Τέτοια όργανα ήταν οι ψευδαπόστολοι που πολεμούσαν τον Παύλο (2Κο 11:13) και κάποιοι στη Σμύρνη “που έλεγαν ότι οι ίδιοι ήταν Ιουδαίοι, και εντούτοις δεν ήταν, αλλά ήταν συναγωγή του Σατανά”. (Απ 2:9) Ο Σατανάς δεν έπαψε ποτέ να κατηγορεί «ημέρα και νύχτα» τους Χριστιανούς, αμφισβητώντας την ακεραιότητά τους όπως έκανε και με τον Ιώβ. (Απ 12:10· Λου 22:31) Αλλά οι Χριστιανοί έχουν «βοηθό που είναι μαζί με τον Πατέρα, τον Ιησού Χριστό, που είναι δίκαιος» και εμφανίζεται μπροστά στο πρόσωπο του Θεού για χάρη τους.—1Ιω 2:1.
Ρίξιμο στην Άβυσσο και Τελική Καταστροφή. Τον καιρό που ο Σατανάς υποκίνησε την Εύα και έπειτα τον Αδάμ να στασιάσουν εναντίον του Θεού, ο Θεός είπε στο φίδι (απευθυνόμενος βέβαια στον Σατανά, εφόσον ένα ζώο δεν θα μπορούσε να καταλάβει τα ζητήματα που περιλαμβάνονταν): «Χώμα θα τρως όλες τις ημέρες της ζωής σου. Και εγώ θα βάλω έχθρα ανάμεσα σε εσένα και στη γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της. Εκείνος θα σε πλήξει στο κεφάλι και εσύ θα τον πλήξεις στη φτέρνα». (Γε 3:14, 15) Ο Θεός γνωστοποίησε στην προκειμένη περίπτωση ότι ο Σατανάς, έχοντας εκβληθεί από την άγια οργάνωση του Θεού, δεν θα είχε ζωογόνα ελπίδα αλλά θα “έτρωγε χώμα”, σαν να λέγαμε, ώσπου να πεθάνει. Τελικά, το «σπέρμα» θα τον έπληττε στο κεφάλι, κάτι που υποδήλωνε θανάσιμο τραύμα. Όταν ο Χριστός ήταν στη γη, οι δαίμονες τον προσδιόρισαν ως Εκείνον που θα τους έριχνε στην «άβυσσο»—προφανώς μια κατάσταση περιορισμού η οποία στην παράλληλη αφήγηση αναφέρεται ως “βασανισμός”.—Ματ 8:29· Λου 8:30, 31· βλέπε ΒΑΣΑΝΙΖΩ, ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ.
Στο βιβλίο της Αποκάλυψης βρίσκουμε την περιγραφή των τελευταίων ημερών του Σατανά καθώς και του τέλους του. Η Αποκάλυψη αναφέρει πως, όταν ο Χριστός λαβαίνει βασιλική εξουσία, ο Σατανάς ρίχνεται από τον ουρανό κάτω στη γη και δεν έχει πια πρόσβαση στους ουρανούς, όπως είχε στις ημέρες του Ιώβ και επί αιώνες έπειτα. (Απ 12:7-12) Μετά την ήττα του αυτή, έχει μόνο «μικρό χρονικό διάστημα», στη διάρκεια του οποίου διεξάγει πόλεμο με «τους υπόλοιπους από το σπέρμα της [γυναίκας], οι οποίοι τηρούν τις εντολές του Θεού και έχουν το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού». Επειδή προσπαθεί να καταβροχθίσει τους υπόλοιπους από το σπέρμα της γυναίκας, αποκαλείται «ο δράκοντας»—αυτός που καταπίνει ή συντρίβει. (Απ 12:16, 17· παράβαλε Ιερ 51:34, όπου ο Ιερεμίας μιλάει για λογαριασμό της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα, λέγοντας: «Ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, . . . με κατάπιε σαν μεγάλο φίδι [ή “δράκοντας”, υποσ.]».) Σε μια προηγούμενη περιγραφή του πολέμου που διεξάγει εναντίον της γυναίκας και των προσπαθειών που καταβάλλει για να καταβροχθίσει το γιο της, παρουσιάζεται ως “μεγάλος πυρόχρωμος δράκοντας”.—Απ 12:3.
Το 20ό κεφάλαιο της Αποκάλυψης περιγράφει το δέσιμο του Σατανά και το ρίξιμό του στην άβυσσο για χίλια χρόνια από το χέρι ενός μεγάλου αγγέλου—αναμφίβολα του Ιησού Χριστού, ο οποίος έχει το κλειδί της αβύσσου και είναι το «σπέρμα» που θα πλήξει το κεφάλι του Σατανά.—Παράβαλε Απ 1:18· βλέπε ΑΒΥΣΣΟΣ.
Η τελική απόπειρα του Σατανά καταλήγει σε οριστική ήττα. Η προφητεία λέει ότι πρέπει να λυθεί για «λίγο καιρό» μόλις τελειώσει η Χιλιετής Βασιλεία του Χριστού και ότι θα ηγηθεί ενός στασιαστικού όχλου σε μια ακόμη επίθεση εναντίον της κυριαρχίας του Θεού, αλλά θα ριχτεί (μαζί με τους δαίμονές του) στη λίμνη της φωτιάς και του θειαφιού, στην αιώνια καταστροφή.—Απ 20:1-3, 7-10· παράβαλε Ματ 25:41· βλέπε ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ.
Τι σημαίνει η “παράδοση στον Σατανά για την καταστροφή της σάρκας”;
Δίνοντας οδηγίες στην εκκλησία της Κορίνθου για τις ενέργειες που έπρεπε να γίνουν στην περίπτωση ενός μέλους της εκκλησίας που με πονηρία είχε διαπράξει αιμομειξία με τη σύζυγο του πατέρα του, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Να παραδώσετε αυτόν τον άνθρωπο στον Σατανά για την καταστροφή της σάρκας». (1Κο 5:5) Σύμφωνα με αυτή την εντολή, έπρεπε να αποβάλουν αυτόν τον άνθρωπο από την εκκλησία κόβοντας κάθε επικοινωνία μαζί του. (1Κο 5:13) Παραδίδοντάς τον στον Σατανά θα τον έθεταν εκτός της εκκλησίας και εντός του κόσμου του οποίου θεός και άρχοντας είναι ο Σατανάς. Σαν «λίγο προζύμι» σε «όλο το ζυμάρι», αυτός ο αιμομείκτης ήταν η “σάρκα”, δηλαδή το σαρκικό στοιχείο μέσα στην εκκλησία. Απομακρύνοντάς τον, η εκκλησία η οποία είχε πνευματικό φρόνημα θα κατέστρεφε “τη σάρκα” που υπήρχε ανάμεσά της. (1Κο 5:6, 7) Παρόμοια, ο Παύλος παρέδωσε τον Υμέναιο και τον Αλέξανδρο στον Σατανά, επειδή είχαν παραμερίσει την πίστη και την αγαθή συνείδηση και είχαν ναυαγήσει σχετικά με την πίστη τους.—1Τι 1:20.
Αργότερα, ο αιμομείκτης στην Κόρινθο μετανόησε προφανώς για την αδικοπραγία του και καθαρίστηκε, γεγονός που παρακίνησε τον απόστολο Παύλο να συστήσει στην εκκλησία να τον δεχτεί και πάλι. Προτρέποντάς τους να δώσουν συγχώρηση, ανέφερε ως έναν από τους λόγους το εξής: «Ώστε να μην εξαπατηθούμε από τον Σατανά, γιατί δεν έχουμε άγνοια για τα σχέδιά του». (2Κο 2:11) Αρχικά, ο Σατανάς είχε οδηγήσει την εκκλησία σε άσχημη κατάσταση για την οποία έπρεπε να τους ελέγξει ο απόστολος επειδή ήταν πολύ ανεκτικοί—στην πραγματικότητα, άφηναν τον πονηρό άνθρωπο να συνεχίζει την πορεία του χωρίς να νοιάζονται για το όνειδος που επέσυρε αυτή, “φουσκώνοντας από υπερηφάνεια” καθώς επέτρεπαν κάτι τέτοιο. (1Κο 5:2) Από την άλλη πλευρά, όμως, αν πήγαιναν τώρα στο άλλο άκρο και αρνούνταν να συγχωρήσουν το μετανοημένο άνθρωπο, ο Σατανάς θα τους εξαπατούσε από μια άλλη άποψη, δηλαδή θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί το ότι γίνονταν σκληροί και ανελεήμονες. Μέσω του Λόγου του Θεού, οι Χριστιανοί διαφωτίζονται ώστε να συνειδητοποιούν την ύπαρξη του Σατανά, τη δύναμή του, τα σχέδιά του και τους σκοπούς του, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο δρα, και έτσι είναι σε θέση να πολεμούν αυτόν τον πνευματικό εχθρό με τα πνευματικά όπλα που προμηθεύει ο Θεός.—Εφ 6:13-17.
-
-
ΣατράπηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΤΡΑΠΗΣ
Αντιβασιλιάς ή κυβερνήτης επαρχίας, στις αυτοκρατορίες της Βαβυλώνας και της Περσίας, διορισμένος από το βασιλιά ως ο ανώτατος άρχοντας μιας διοικητικής περιφέρειας. Ο Δανιήλ έκανε λόγο για τους σατράπες που υπηρετούσαν υπό τον Ναβουχοδονόσορα στη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. (Δα 3:1-3) Μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας από τους Μήδους και τους Πέρσες, ο Δαρείος ο Μήδος εγκατέστησε 120 σατράπες οι οποίοι θα ήταν υπεύθυνοι για ολόκληρο το βασίλειό του. (Δα 6:1) Ο Έσδρας είχε δοσοληψίες με σατράπες την εποχή του Βασιλιά Αρταξέρξη της Περσίας. (Εσδ 8:36) Στις ημέρες της Εσθήρ και του Μαροδοχαίου, οι σατράπες επέβλεπαν 127 διοικητικές περιφέρειες υπό τον Πέρση Βασιλιά Ασσουήρη. (Εσθ 1:1) Ως επίσημοι εκπρόσωποι του βασιλιά, ήταν υπόλογοι σε αυτόν και είχαν αρκετά ελεύθερη πρόσβαση ενώπιόν του. Συνεπώς, είχαν σημαντική επιρροή και δύναμη ως ηγέτες στον κοινωνικό και στον πολιτικό τομέα. Συγκέντρωναν τους φόρους και έστελναν στη βασιλική αυλή τον καθορισμένο φόρο υποτελείας.
Ο Δανιήλ, ως ένας από τους τρεις ανώτερους αξιωματούχους του Δαρείου που επέβλεπαν τους 120 σατράπες, ξεχώριζε περισσότερο από όλους τους, σε τέτοιον βαθμό ώστε ο βασιλιάς σκόπευε να τον εξυψώσει πάνω από όλο το βασίλειο. Υποκινούμενοι από ζήλια, οι αξιωματούχοι και οι σατράπες συνωμότησαν προκειμένου να ριχτεί ο Δανιήλ στο λάκκο των λιονταριών. Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει πόσοι από τους σατράπες εμφανίστηκαν ενώπιον του βασιλιά για να καταγγείλουν τον Δανιήλ. Αλλά ο Ιεχωβά απέδειξε ότι ήταν με τον Δανιήλ, στέλνοντας τον άγγελό του να κλείσει τα στόματα των λιονταριών. Τότε ο Δαρείος διέταξε να ριχτούν αυτοί οι αξιωματούχοι που συκοφάντησαν τον Δανιήλ στο λάκκο των λιονταριών, μαζί με τις συζύγους τους και τους γιους τους, όπου και θανατώθηκαν από τα λιοντάρια.—Δα 6:1-24.
Το βιβλίο Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας λέει για το σύστημα των σατραπειών υπό τον Κύρο τον Πέρση: «Διοικητής κάθε σατραπείας ήταν ο σατράπης, τίτλος που σημαίνει “προστάτης του βασιλείου”. Ως διάδοχος ενός πρώην βασιλιά και κυβερνήτης μιας τεράστιας περιοχής, στην ουσία ήταν και ο ίδιος ένας μονάρχης, περιστοιχισμένος από μια μικρογραφία αυλής. Δεν ήταν επιφορτισμένος μόνο με την πολιτική διοίκηση αλλά και με την αρχηγία των στρατευμάτων της σατραπείας. Όταν το αξίωμα έγινε κληρονομικό, οι σατράπες άρχισαν να μετατρέπονται σε απειλή που δεν ήταν δυνατόν να αγνοήσει η κεντρική εξουσία. Για να εξουδετερωθεί αυτή η απειλή καθιερώθηκαν ορισμένα μέτρα ανάσχεσης· ο γραμματέας του σατράπη, ο ανώτατος επί των οικονομικών αξιωματούχος και ο διοικητής της φρουράς που στάθμευε στην ακρόπολη κάθε σατραπικής πρωτεύουσας τέθηκαν απευθείας κάτω από τις διαταγές του Μεγάλου Βασιλιά, στον οποίο υπέβαλλαν τακτικά αναφορές. Ακόμα πιο αποτελεσματικό έλεγχο στους σατράπες ασκούσαν τα αποκαλούμενα “μάτια” ή “αφτιά” του βασιλιά ή “βασιλικοί αγγελιαφόροι”, δηλαδή υπάλληλοι που πραγματοποιούσαν σχολαστικές επιθεωρήσεις στις επαρχίες σε ετήσια βάση».—Του Ά. Τ. Όλμστεντ, 2002, Εκδόσεις «Οδυσσέας», σ. 120, 121.
-
-
Σαυή, ΚοιλάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΗ, ΚΟΙΛΑΔΑ
(Σαυή).
Η «Κοιλάδα του Βασιλιά», όπου ο Αβραάμ, μετά τη νίκη του επί του Χοδολλογομόρ και των συμμάχων του, δέχτηκε την επίσκεψη του βασιλιά των Σοδόμων και έλαβε την ευλογία του Μελχισεδέκ, βασιλιά της Σαλήμ. (Γε 14:17-24) Αιώνες αργότερα, ο Αβεσσαλώμ ανήγειρε ένα μνημείο για τον εαυτό του στην «Κοιλάδα του Βασιλιά», προφανώς στο ίδιο μέρος και πιθανότατα κοντά στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 18:18) Ο Ιώσηπος ανέφερε ότι το Μνημείο του Αβεσσαλώμ είχε στηθεί «σε απόσταση δύο σταδίων [370 μ.] από τα Ιεροσόλυμα». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ζ΄, 243 [x, 3]) Ωστόσο, η ακριβής θέση της Κοιλάδας Σαυή δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί τώρα.
-
-
Σαυή-κιριαθαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΗ-ΚΙΡΙΑΘΑΪΜ
(Σαυή-κιριαθαΐμ) [Εξομαλυσμένος Τόπος της Κιριαθαΐμ].
Τοποθεσία όπου ο Χοδολλογομόρ νίκησε τους Εμίμ. (Γε 14:5) Προφανώς ήταν η πεδιάδα που βρισκόταν κοντά ή γύρω από την πόλη της Κιριαθαΐμ, Α του Ιορδάνη, η οποία αργότερα χτίστηκε ή ανοικοδομήθηκε από τους Ρουβηνίτες. (Αρ 32:37· Ιη 13:15, 19) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων γεωγράφων, η Κιριαθαΐμ τοποθετείται κοντά στο Κουράιγιατ, περίπου 10 χλμ. ΔΒΔ της Διβών.
-
-
ΣαύλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΛΟΣ
(Σαύλος) [ελλ. μορφή του εβρ. Σαούλ, που σημαίνει «Αυτός που Έχει Ζητηθεί [από τον Θεό]· Αυτός για τον Οποίο Έχει Ερωτηθεί [ο Θεός]»].
Βενιαμίτης από την Ταρσό, πόλη της Μικράς Ασίας—γνωστός και ως Σαούλ—ο οποίος δίωκε τους ακολούθους του Χριστού αλλά αργότερα έγινε απόστολος του Ιησού Χριστού. (Πρ 9:1, 4, 17· 11:25· 21:39· Φλπ 3:5) Σε όλες τις επιστολές του χρησιμοποιεί το λατινικής προέλευσης όνομά του «Παύλος».—Βλέπε ΠΑΥΛΟΣ.
-
-
ΣαύραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΡΑ
[εβρ., τσαβ].
Οι σαύρες είναι τετράποδα ερπετά, γενικά μικρού μεγέθους, με μακριές ουρές και φολιδωτό δέρμα. Τα άκρα της σαύρας εξέχουν αρκετά από τα πλευρά της ώστε να μπορεί να ακουμπάει την κοιλιά της στο έδαφος χωρίς να διπλώνει από κάτω τα πόδια της. Στην Παλαιστίνη ζουν περισσότερα από 40 είδη σαύρας. Μπορούν να βρεθούν στα δέντρα, στις ζεστές σχισμές των βράχων, καθώς επίσης στους τοίχους και στα ταβάνια των σπιτιών. Η σαύρα συγκαταλέγεται μεταξύ των ακάθαρτων «πολυπληθών πλασμάτων» του εδαφίου Λευιτικό 11:29. Υπάρχει η άποψη ότι η εβραϊκή της ονομασία παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «προσκολλώμαι στο έδαφος». Το Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης ([Hebrew and English Lexicon of the Old Testament] 1980, σ. 839) των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς υποδεικνύει ως μετάφραση την απόδοση «σαύρα». Προφανώς ο εβραϊκός όρος τσαβ περιλαμβάνει τουλάχιστον την οικογένεια Αγαμίδες των σαυροειδών, διότι ο αντίστοιχος αραβικός όρος νταμπ αναφέρεται στην αιγυπτιακή ακανθόουρη σαύρα (Uromastix aegyptius), το μεγαλύτερο από τα είδη της οικογένειας των Αγαμιδών που υπάρχουν στο Ισραήλ.—Βλέπε ΣΑΜΙΑΜΙΔΙ· ΣΑΥΡΑ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ· ΧΑΜΑΙΛΕΟΝΤΑΣ.
Τα λεξικά υποστηρίζουν γενικά ότι και η εβραϊκή λέξη κόαχ αναφέρεται σε κάποιο είδος σαύρας. Εφόσον η ονομασία αυτή σημαίνει βασικά «δύναμη» ή «ισχύς», ίσως προσδιορίζει τον βάρανο της ερήμου (βάρανος ο φαιός [Varanus griseus]), μια δυνατή, μεγάλη σαύρα, η οποία κατοικεί σε άγονες, αμμώδεις ερήμους. Στην Παλαιστίνη αυτή η σαύρα φτάνει σε μήκος περίπου τα 1,2 μ. Τρέφεται με θνησιμαία και περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τις “ακάθαρτες” τροφές.—Λευ 11:29, 30.
Ένα άλλο πλάσμα από εκείνα που θεωρούνταν ακάθαρτα ως τροφή για τους Ισραηλίτες προσδιορίζεται με την εβραϊκή λέξη χόμετ στο εδάφιο Λευιτικό 11:30. Ορισμένες μεταφράσεις (RS· ΜΝΚ) την αποδίδουν «σαύρα της άμμου». Η σαύρα της άμμου πιθανόν να είναι ο σκίγκος.
-
-
Σαύρα της ΆμμουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΡΑ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ
[εβρ., χόμετ].
Επικρατεί κάποια αβεβαιότητα γύρω από το ακάθαρτο “πολυπληθές πλάσμα” που προσδιορίζεται από τον εβραϊκό όρο χόμετ. (Λευ 11:30, 31) Οι αποδόσεις της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και της λατινικής Βουλγάτας υποδεικνύουν κάποιο είδος σαύρας. Ο εν λόγω όρος έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: «σαύρα της άμμου» (AS, JP, RS, ΜΝΚ), «χαμαιλέοντας» (AT, ΛΧ, ΜΠΚ) και «σαλιγκάρι» (KJ). Πιθανόν να είναι ο σκίγκος.
-
-
ΣαφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦ
Ένας από τους τέσσερις γιγαντόσωμους Ρεφαΐμ που πολέμησαν στο πλευρό των Φιλισταίων εναντίον του Ισραήλ, αλλά θανατώθηκαν από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Τον Σαφ, ή αλλιώς Σιφφαΐ, τον σκότωσε ο Σιββεχαΐ.—2Σα 21:18, 22· 1Χρ 20:4.
-
-
ΣαφάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΑΜ
(Σαφάμ).
Ο δεύτερος επικεφαλής της φυλής του Γαδ στη Βασάν, λίγο πριν αρχίσει να βασιλεύει ο Ιεροβοάμ Β΄, τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ.—1Χρ 5:11, 12, 17.
-
-
ΣαφάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΑΝ
(Σαφάν) [Ύρακας των Βράχων].
Γιος του Αζαλία και βασιλικός γραμματέας. Το 642 Π.Κ.Χ., ο Βασιλιάς Ιωσίας έστειλε τον Σαφάν και άλλους δύο αξιωματούχους στον Αρχιερέα Χελκία με οδηγίες για την επισκευή του ναού. Τότε ο Χελκίας παρέδωσε στον Σαφάν «το βιβλίο του νόμου», το οποίο πιθανόν να ήταν και το πρωτότυπο, που είχε βρεθεί πρόσφατα στο ναό. Μόλις ο Σαφάν διάβασε ένα απόσπασμα του Νόμου στον Ιωσία, ο Ιωσίας έστειλε μια αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τον Σαφάν, το γιο του τον Αχικάμ, καθώς και άλλους, να ρωτήσει ποιος ήταν ο σκοπός του Ιεχωβά για τον Ιούδα. Εκείνοι πήγαν στην προφήτισσα Όλδα και στη συνέχεια μετέφεραν στο βασιλιά την προφητεία του Ιεχωβά ότι θα ερχόταν καταστροφή, αλλά όχι κατά τη βασιλεία του Ιωσία.—2Βα 22:3-20· 2Χρ 34:8-28.
Οι γιοι του Σαφάν Αχικάμ (Ιερ 26:24), Ελασά (Ιερ 29:1-3) και Γεμαρίας (Ιερ 36:10-12, 25) φαίνεται ότι ήταν και αυτοί υποστηρικτές της αληθινής λατρείας—όχι όμως και ο γιος του ο Ιααζανίας. (Ιεζ 8:10, 11) Ο εγγονός του Σαφάν ο Γεδαλίας ήταν ο θεοφοβούμενος άντρας που διορίστηκε κυβερνήτης μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ.—2Βα 25:22· Ιερ 39:14.
-
-
ΣαφάτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΑΤ
(Σαφάτ) [συντετμημένη μορφή του Σεφατίας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Κρίνει»].
1. Κάποιος αρχηγός ο οποίος εκπροσώπησε τη φυλή του Συμεών ως ένας από τους κατασκόπους που έμειναν 40 ημέρες στην Υποσχεμένη Γη. Γιος του Χορί.—Αρ 13:2, 5, 25· βλέπε ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΙ.
2. Ένας από τους βοσκούς βοδιών του Βασιλιά Δαβίδ, γιος του Αδλαΐ. Ο Σαφάτ φρόντιζε τα κοπάδια που βρίσκονταν στις κοιλάδες.—1Χρ 27:29.
3. Πατέρας του προφήτη Ελισαιέ.—1Βα 19:16, 19· 2Βα 3:11· 6:31.
4. Απόγονος του Γαδ ο οποίος ζούσε στη Βασάν.—1Χρ 5:11, 12.
5. Ένας από τους απογόνους του Βασιλιά Δαβίδ ο οποίος έζησε μετά την εξορία.—1Χρ 3:22.
-
-
Σαφέρ, ΌροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΕΡ, ΟΡΟΣ
(Σαφέρ).
Βουνό στη Χερσόνησο του Σινά στο οποίο στρατοπέδευσε ο Ισραήλ.—Αρ 33:23, 24.
-
-
ΣαφίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΙΡ
(Σαφίρ) [Κομψή· Στιλβωμένη· Ευάρεστη].
Τοποθεσία, προφανώς στον Ιούδα, οι κάτοικοι της οποίας περιλήφθηκαν στην προφητεία του Μιχαία για την κρίση που επρόκειτο να επέλθει στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ. (Μιχ 1:11) Σε αυτό το τμήμα της προφητείας, ο Μιχαίας κάνει συχνά λογοπαίγνια με τα τοπωνύμια που χρησιμοποιεί. (Βλέπε ΒΑΙΘ-ΕΖΗΛ.) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων η Σαφίρ ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Κάουμ, περίπου 15 χλμ. Δ της Χεβρών.
-
-
ΣαφράνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΡΑΝΙ
[εβρ., καρκόμ].
Η εβραϊκή λέξη, που εμφανίζεται μόνο στο Άσμα Ασμάτων (4:14), ταυτίζεται συνήθως με τον κρόκο από τον οποίο βγαίνει το σαφράνι (κρόκος ο εδώδιμος [Crocus sativus]), ένα βολβώδες φυτό που ανθίζει το φθινόπωρο, έχει ποώδη φύλλα και μοβ λουλούδια, μοιάζει δε πολύ με τον κοινό κρόκο που ανθίζει την άνοιξη. Για να παραχθούν μόλις 28 γρ. σαφράνι—μια σκούρα πορτοκαλί ουσία που αποτελείται από τους αποξηραμένους στύλους των υπέρων και τα αποξηραμένα στίγματα των λουλουδιών—χρειάζονται περίπου 4.000 άνθη. Όταν ανοίγουν τα λουλούδια, ή λίγο αργότερα, τα στίγματα και το πάνω μέρος των στύλων συλλέγονται και αποξηραίνονται. Το σαφράνι χρησιμεύει στο χρωματισμό και στην καρύκευση τροφών, ενώ στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν περισσότερο από ό,τι τώρα ως κίτρινη βαφή υφασμάτων. Χρησιμοποιούνταν επίσης στην ιατρική και ως άρωμα.
Ο εβραϊκός όρος χαβατσέλεθ, ο οποίος αποδίδεται με διάφορους τρόπους: «κρόκος», «κρίνο», «ρόδο» και «σαφράνι» (παράβαλε AT, KJ, Le, Yg, ΜΝΚ), κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται σε ένα βολβώδες φυτό. (Ασμ 2:1, υποσ· Ησ 35:1, υποσ.) Σύμφωνα με τον Γεσένιο, λεξικογράφο της εβραϊκής, ο όρος χαβατσέλεθ πιθανότατα εμπεριέχει μια ρίζα που σημαίνει «βολβός», ενώ ο ίδιος πίστευε ότι η απόδοση «κολχικό» είναι το ακριβέστερο αντίστοιχο της λέξης της πρωτότυπης γλώσσας. (Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], μετάφραση [στην αγγλική] Έ. Ρόμπινσον, 1836, σ. 317) Ένα λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ συσχετίζει τη λέξη χαβατσέλεθ με κάποιον ακκαδικό όρο που σημαίνει «βλαστός» και την ορίζει ως «ασφόδελο», ένα φυτό της οικογένειας Λιλιίδες.—Εβραϊκό και Αραμαϊκό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης (Hebräisches und Aramäisches Lexikon zum Alten Testament), Λέιντεν, 1967, σ. 275.
-
-
ΣαφώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΩΝ
(Σαφών) [από μια ρίζα που σημαίνει «παρακολουθώ»].
Πόλη που παραχωρήθηκε στον Γαδ. (Ιη 13:24, 27) Μερικοί υποστηρίζουν ότι ταυτίζεται με το Τελλ ες-Σαϊντίγιε, περίπου 10 χλμ. ΒΒΔ της Σοκχώθ. Το όνομα «Σαφών» εμφανίζεται επίσης σε μερικές μεταφράσεις στο εδάφιο Κριτές 12:1 αντί της λέξης «βόρεια».—JB, NE, RS· βλέπε επίσης ΛΧ.
-
-
ΣαχάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΧΑΡ
(Σαχάρ) [Μισθός].
1. Αραρίτης, πατέρας του Αχιάμ, ενός πολεμιστή του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 35) Ο Σαχάρ αποκαλείται Σαράρ στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 23:33.
2. Ο τέταρτος γιος του Ωβήδ-εδώμ και ένας από τους πυλωρούς τον καιρό που ήταν βασιλιάς ο Δαβίδ.—1Χρ 26:1, 4.
-
-
ΣαχαραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΧΑΡΑΪΜ
(Σαχαραΐμ) [[Γεννημένος την] Αυγή].
Βενιαμίτης που έζησε στον Μωάβ για ένα διάστημα και απέκτησε πολλούς γιους από τις τρεις κατονομαζόμενες συζύγους του. Μερικοί από τους γιους του έγιναν κεφαλές οικογενειών.—1Χρ 8:8-11.
-
-
ΣβάρναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΒΑΡΝΑ
Βλέπε ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ.
-
-
ΣεάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΛ
(Σεάλ).
Ένα από τα μέλη της οικογένειας του Βανί τα οποία παρακίνησε ο Έσδρας να αποπέμψουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:10, 11, 29, 44.
-
-
ΣεαρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΡΙΑΣ
(Σεαρίας).
Απόγονος του Σαούλ και του Ιωνάθαν και ένας από τους έξι γιους του Αζήλ.—1Χρ 8:33-38· 9:44.
-
-
Σεάρ-ιασούβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΡ-ΙΑΣΟΥΒ
(Σεάρ-ιασούβ) [Ένα Υπόλοιπο θα Επιστρέψει· Οι Εναπομείναντες θα Επιστρέψουν].
Ο πρώτος γιος του Ησαΐα. Ο Σεάρ-ιασούβ συνόδευσε τον Ησαΐα όταν εκείνος μετέφερε ένα προφητικό άγγελμα στον Βασιλιά Άχαζ, τον καιρό που εισέβαλε στον Ιούδα ο Βασιλιάς Φεκά του Ισραήλ. (Ησ 7:1, 3) Ο Ησαΐας και οι γιοι του επρόκειτο να χρησιμεύσουν ως σημεία και θαύματα από τον Ιεχωβά στον Ισραήλ. Γι’ αυτό, το όνομα του Σεάρ-ιασούβ προέλεγε ότι “ένα υπόλοιπο θα επέστρεφε” από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Ησ 8:18· 10:21.
-
-
ΣεάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΧ
(σεάχ).
Μέτρο στερεών το οποίο, σύμφωνα με ραβινικές πηγές, ισοδυναμεί με το ένα τρίτο του εφά. (Γε 18:6· 1Σα 25:18· 1Βα 18:32· 2Βα 7:1, 16, 18) Εφόσον, βάσει αρχαιολογικών στοιχείων για τη χωρητικότητα του αντίστοιχου με το εφά μέτρου υγρών, δηλαδή του βαθ (παράβαλε Ιεζ 45:11), το εφά υπολογίζεται στα 22 λίτρα, το σεάχ πρέπει να ισοδυναμούσε με 7,33 λίτρα.
-
-
ΣεβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑ
(Σεβά).
1. Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος του Ρααμά, γιου του Χους.—Γε 10:7· 1Χρ 1:9.
2. Γιος του Ιοκτάν από τη γραμμή του Σημ (Γε 10:21-30· 1Χρ 1:17-23), προγεννήτορας μιας από τις 13 αραβικές φυλές. Είναι πιθανό ότι οι «Σαβαίοι» οι οποίοι έκαναν την επιδρομή που αναφέρεται στα εδάφια Ιώβ 1:14, 15 ήταν μέλη αυτής της νομαδικής φυλής.
3. Ένας από τους δύο γιους του Ιοξάν, του γιου του Αβραάμ μέσω της Χετούρας. (Γε 25:1-3· 1Χρ 1:32) Ενόσω ο Αβραάμ ήταν ζωντανός ακόμη, έστειλε τα παιδιά που είχε αποκτήσει με τη Χετούρα «προς τα ανατολικά, στη γη της Ανατολής». (Γε 25:6) Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο εν λόγω Σεβά εγκαταστάθηκε κάπου στην Αραβία.
4. Γιος του Βιχρί του Βενιαμίτη ο οποίος έχασε τη ζωή του σε μια εξέγερση κατά του Δαβίδ. (2Σα 20:1, 2) Όταν ο Δαβίδ επέστρεφε στην Ιερουσαλήμ μετά την ανταρσία του Αβεσσαλώμ, ο Σεβά, «ένας άχρηστος άνθρωπος», διέκρινε τη δυσαρέσκεια των δέκα φυλών για τους άντρες του Ιούδα, της φυλής του Δαβίδ. (2Σα 19:40-43) Ο Σεβά υποδαύλισε τη φωτιά της πικρίας λέγοντας ότι οι άλλες φυλές δεν είχαν «μερίδα στον Δαβίδ» και παροτρύνοντας: «Ο καθένας στους θεούς του». Οι άντρες του Ιούδα προσκολλήθηκαν στο βασιλιά, αλλά «όλοι οι άντρες του Ισραήλ» εγκατέλειψαν τον Δαβίδ και ακολούθησαν τον Σεβά. Ένα από τα κίνητρα για αυτή την ανταρσία ίσως ήταν το να ανακτήσει η φυλή του Βενιαμίν κάποια από την εξοχότητα που είχε όταν ήταν βασιλιάς ο Σαούλ.
Ο Δαβίδ είπε στο στρατηγό του τον Αμασά να συγκεντρώσει τους άντρες του Ιούδα για μάχη μέσα σε τρεις ημέρες προκειμένου να καταστείλουν την εξέγερση του Σεβά. Ο Αμασά δεν παρουσιάστηκε εγκαίρως, και ο βασιλιάς έστειλε τον Αβισαί να καταδιώξει τον Σεβά ο οποίος είχε τραπεί σε φυγή (παρότι φαίνεται ότι στη διάρκεια της καταδίωξης ανέλαβε την ηγεσία ο αδελφός του Αβισαί ο Ιωάβ). Ο Σεβά και οι συγγενείς του που τον υποστήριζαν έφυγαν προς το Β στην Αβέλ-βαιθ-μααχά, μια οχυρωμένη πόλη του Νεφθαλί. Οι διώκτες τους πολιόρκησαν την πόλη και άρχισαν να υποσκάπτουν το τείχος. Τότε μια σοφή γυναίκα από την πόλη μίλησε με τον Ιωάβ, ζητώντας ειρήνη. Ο Ιωάβ απάντησε ότι ο στρατός θα αποσυρόταν αν η πόλη παρέδιδε τον στασιαστή Σεβά. Όταν το άκουσε αυτό ο λαός της πόλης, έκοψε το κεφάλι του Σεβά και το έριξε από το τείχος της πόλης στον Ιωάβ.—2Σα 20:1-8, 13-22.
5. Γαδίτης κάτοικος της Βασάν και απόγονος του Αβιχαίλ.—1Χρ 5:11, 13, 14.
6. Ένα πλούσιο βασίλειο το οποίο κατά πάσα πιθανότητα βρισκόταν στη νοτιοδυτική Αραβία. Ήταν γνωστό ιδιαίτερα για το χρυσάφι, τα αρώματα και το λιβάνι του. (1Βα 10:1, 2· Ησ 60:6· Ιερ 6:20· Ιεζ 27:22) Η καταγωγή του λαού της Σεβά, των Σαβαίων, όπως αναφέρονται συχνά σε μη Βιβλικές πηγές, δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα. Υπήρχαν δύο άντρες με το όνομα Σεβά στη γραμμή του Σημ (ΣΕΒΑ Αρ. 2 και 3) οι οποίοι εγκαταστάθηκαν προφανώς στην Αραβία. Εντούτοις, ορισμένοι σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν ότι οι κάτοικοι αυτού του βασιλείου ήταν Σημίτες από τη γραμμή του Ιοκτάν, απόγονοι του Σημ μέσω του Έβερ. (Γε 10:26-28) Το όνομα του ίδιου του Σεβά και τα ονόματα μερικών αδελφών του συνδέονται με τοποθεσίες της νότιας Αραβίας.—Βλέπε ΑΒΙΛΑ Αρ. 4· ΑΣΑΡΜΑΒΕΘ.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, το βασίλειο της Σεβά βρισκόταν στη σημερινή Δημοκρατία της Υεμένης. Πρωτεύουσά του φαίνεται ότι ήταν η Μαρίμπ, περίπου 100 χλμ. Α της Σανά.
Προτού οι εξελίξεις στη ναυσιπλοΐα καταστήσουν την πλοήγηση στην Ερυθρά Θάλασσα λιγότερο επικίνδυνη, το εμπόριο από τη νότια Αραβία, ίσως δε και από την ανατολική Αφρική και την Ινδία, γινόταν ως επί το πλείστον με καραβάνια από καμήλες που διέσχιζαν την Αραβία. Η Σεβά έλεγχε τις οδούς των καραβανιών και έγινε ξακουστή για τους εμπόρους της που μετέφεραν λιβάνι, σμύρνα, χρυσάφι, πολύτιμες πέτρες και ελεφαντόδοντο. Η Αγία Γραφή υποδεικνύει ότι αυτοί οι έμποροι έφταναν μέχρι και την Τύρο. (Ιεζ 27:2, 22-24· Ψλ 72:15· Ησ 60:6) Μια πήλινη σφραγίδα που ανακαλύφτηκε στη Βαιθήλ αποτελεί απτή επιβεβαίωση του εμπορίου που διεξαγόταν ανάμεσα στην Παλαιστίνη και στη νότια Αραβία. Τα όσα έφεραν στο φως οι ανασκαφές στη Μαρίμπ υποδηλώνουν ότι οι Σαβαίοι ήταν σχετικά ειρηνικός λαός με εμπορικό πνεύμα. Στην πρωτεύουσά τους υπήρχε ένας τεράστιος ναός του θεού της σελήνης.
Η Βασίλισσα της Σεβά. Κάποια στιγμή αφότου ο Σολομών είχε ολοκληρώσει πολλά οικοδομικά έργα, τον επισκέφτηκε «η βασίλισσα της Σεβά», η οποία είχε ακούσει «όσα αναφέρονταν για τον Σολομώντα σε σχέση με το όνομα του Ιεχωβά». Αυτή η βασίλισσα, που δεν κατονομάζεται στην Αγία Γραφή, πήγε στην Ιερουσαλήμ με «μια πολύ εντυπωσιακή ακολουθία, με καμήλες που μετέφεραν βάλσαμο και πάρα πολύ χρυσάφι και πολύτιμες πέτρες». (1Βα 10:1, 2) Το μεταφορικό της μέσο και το είδος των δώρων που έφερε υποδεικνύουν ότι προερχόταν από το βασίλειο της Σεβά στη νοτιοδυτική Αραβία. Το ίδιο υποδηλώνεται επίσης από το σχόλιο του Ιησού ο οποίος είπε για αυτήν ότι ήταν «η βασίλισσα του νότου» και ότι «ήρθε από τα πέρατα της γης». (Ματ 12:42) Από την άποψη των κατοίκων της Ιερουσαλήμ, αυτή είχε έρθει πράγματι από ένα μακρινό μέρος του τότε γνωστού κόσμου. (Ψλ 72:10· Ιωλ 3:8) Η Μαρίμπ απέχει περίπου 1.900 χλμ. από την Εσιών-γεβέρ, η οποία βρίσκεται στη βόρεια ακτή της Ερυθράς Θάλασσας.
Ο Ιησούς είπε ότι η βασίλισσα της Σεβά ήρθε «να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα». (Λου 11:31) Εντυπωσιάστηκε από όσα είπε ο Σολομών, από όσα διαπίστωσε η ίδια σχετικά με την ευημερία του βασιλείου του και από το σοφό τρόπο με τον οποίο είχε οργανώσει ο Σολομών το υπηρετικό προσωπικό του. Αποκάλεσε ευτυχισμένους τους υπηρέτες του βασιλιά επειδή μπορούσαν να ακούν τη σοφία του και ευλόγησε τον Ιεχωβά διότι τον είχε ανεβάσει στο θρόνο. (1Βα 10:2-9· 2Χρ 9:1-9) Η βασίλισσα έδωσε στον Σολομώντα 120 τάλαντα χρυσάφι (με σημερινές τιμές, $46.242.000) καθώς και βάλσαμο και πολύτιμες πέτρες. Ο Σολομών τής έδωσε δώρα που προφανώς υπερέβαιναν σε αξία τους θησαυρούς που είχε φέρει εκείνη, και κατόπιν αυτή επέστρεψε στη γη της.—2Χρ 9:12, AT, Mo.
Ο Χριστός δήλωσε ότι αυτή η γυναίκα θα εγειρόταν στην κρίση και θα καταδίκαζε τους άντρες της γενιάς του πρώτου αιώνα. (Ματ 12:42· Λου 11:31) Εκείνη είχε κάνει ένα επίπονο ταξίδι για να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα, αλλά οι άπιστοι Ιουδαίοι, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι ήταν υπηρέτες του Ιεχωβά, είχαν μπροστά τους στο πρόσωπο του Ιησού κάτι που ήταν περισσότερο από τον Σολομώντα, και όμως δεν έδιναν προσοχή σε αυτόν.
-
-
ΣεβανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑΝΙΑΣ
(Σεβανίας).
1. Ιερέας, σαλπιγκτής στην πομπή που συνόδευσε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ τον καιρό του Δαβίδ.—1Χρ 15:3, 24.
2. Ιερατικός πατρικός οίκος, ο οποίος στις ημέρες του διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού, του Ιεχωακείμ, εκπροσωπούνταν από τον Ιωσήφ. (Νε 12:12, 14) Σε έναν ως επί το πλείστον όμοιο κατάλογο ιερέων που επέστρεψαν με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ., εμφανίζεται το όνομα Σεχανίας αντί του ονόματος Σεβανίας. (Νε 12:1-7) Την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας, ένα μέλος αυτής της οικογένειας ή κάποιος ομώνυμος ιερέας επικύρωσε την εθνική διαθήκη που συνάφθηκε τότε.—Νε 10:1, 4, 8.
3. Ένας από τους Λευίτες (ή ο εκπρόσωπος μιας ομώνυμης Λευιτικής οικογένειας), σύγχρονος του Έσδρα και του Νεεμία, οι οποίοι πρότρεψαν τους Ιουδαίους να κάνουν μια προσευχή εξομολόγησης, κατόπιν της οποίας εισηγήθηκαν και σφράγισαν μια διαθήκη πιστότητας.—Νε 9:4, 5, 38· 10:1, 9, 10.
4. Ένας ακόμη Λευίτης ο οποίος επικύρωσε την εν λόγω αξιόπιστη συμφωνία, είτε με το δικό του όνομα είτε με το όνομα ενός προπάτορά του.—Νε 9:38· 10:9, 12.
-
-
ΣεβασμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑΣΜΟΣ
Η απόδοση ιδιαίτερης προσοχής ή τιμής σε κάποιο άτομο που κρίνεται ότι την αξίζει· η αναγνώριση και η οφειλόμενη εκτίμηση για κάποιο πράγμα ή, κυρίως, για κάποιο πρόσωπο, για τις ιδιότητες, τα επιτεύγματα, το αξίωμα, τη θέση ή την εξουσία του. Εκδηλώνω σεβασμό σημαίνει «τιμώ». Διάφορες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών μεταδίδουν την έννοια της απόδοσης τιμής, σεβασμού ή υγιούς φόβου.—Βλέπε ΤΙΜΗ· ΦΟΒΟΣ.
Προς τον Ιεχωβά και τους Εκπροσώπους Του. Επειδή ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Δημιουργός, αξίζει να λαβαίνει την ύψιστη τιμή από όλα τα νοήμονα πλάσματά του. (Απ 4:11) Τέτοιου είδους τιμή απαιτεί από τον καθένα πιστή υπακοή σε αυτόν, υπακοή που βασίζεται στην αγάπη για αυτόν και στην εκτίμηση για όσα έχει κάνει για λογαριασμό του. (Μαλ 1:6· 1Ιω 5:3) Μεταξύ άλλων προϋποθέτει επίσης να χρησιμοποιεί κάποιος τα πολύτιμα πράγματά του για την αληθινή λατρεία.—Παρ 3:9.
Όποιος οικειοποιείται ό,τι ανήκει στον Δημιουργό δείχνει έλλειψη σεβασμού για τα ιερά πράγματα. Αυτό έκαναν ο Οφνεί και ο Φινεές, οι γιοι του Αρχιερέα Ηλεί. Άρπαζαν το καλύτερο από κάθε προσφορά που γινόταν για τον Ιεχωβά. Όσο για τον Ηλεί, μη παίρνοντας αυστηρά μέτρα εναντίον των γιων του για αυτό το ζήτημα, τους τίμησε περισσότερο από ό,τι τον Ιεχωβά.—1Σα 2:12-17, 27-29.
Ενώ η τιμή που αποδίδουν οι άνθρωποι στον Ιεχωβά Θεό εκδηλώνεται μέσω πιστής υπακοής σε αυτόν και μέσω προώθησης των συμφερόντων της λατρείας του, ο Θεός τιμάει τους ανθρώπους ευλογώντας τους και ανταμείβοντάς τους. (1Σα 2:30) Παραδείγματος χάρη, ο Βασιλιάς Δαβίδ, ο οποίος υπηρετούσε τον Ιεχωβά πιστά και επιθυμούσε να χτίσει έναν ναό για να στεγάσει την ιερή κιβωτό της διαθήκης, τιμήθηκε, ή αλλιώς ανταμείφθηκε, με μια διαθήκη για βασιλεία.—2Σα 7:1-16· 1Χρ 17:1-14.
Ως εκπρόσωποι του Ιεχωβά, οι προφήτες—και ιδιαίτερα ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός—ήταν άξιοι σεβασμού. Αντί, όμως, να εισπράττουν σεβασμό από τους Ισραηλίτες, υφίσταντο φραστική και σωματική κακομεταχείριση, ακόμη και μέχρι θανάτου. Η ασέβεια του Ισραήλ προς τους εκπροσώπους του Ιεχωβά έφτασε στο αποκορύφωμά της όταν σκότωσαν τον Γιο Του. Γι’ αυτόν το λόγο, ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε τα ρωμαϊκά στρατεύματα για να εκτελέσει την εκδίκησή του εναντίον της άπιστης Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.—Ματ 21:33-44· Μαρ 12:1-9· Λου 20:9-16· παράβαλε Ιωα 5:23.
Στη Χριστιανική εκκλησία. Εκείνοι στους οποίους ανατέθηκαν ειδικές ευθύνες διδασκαλίας στη Χριστιανική εκκλησία άξιζαν την υποστήριξη και τη συνεργασία των ομοπίστων τους. (Εβρ 13:7, 17) Ήταν «άξιοι διπλής τιμής», πράγμα που περιλάμβανε και προαιρετική υλική βοήθεια για τη σκληρή εργασία τους προς όφελος της εκκλησίας.—1Τι 5:17, 18· βλέπε ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ.
Εντούτοις, όλοι οι Χριστιανοί δικαιούνταν να λαβαίνουν τιμή από τους ομοπίστους τους. Ο απόστολος Παύλος συμβούλεψε: «Στην απόδοση αμοιβαίας τιμής, να παίρνετε την πρωτοβουλία». (Ρω 12:10) Εφόσον κάθε Χριστιανός γνωρίζει τις αδυναμίες και τα ελαττώματά του καλύτερα από ό,τι οι ομόπιστοί του, είναι απολύτως σωστό να βάζει τους άλλους πάνω από τον εαυτό του, τιμώντας τους, δηλαδή θεωρώντας τους εξαιρετικά πολύτιμους, για το πιστό τους έργο. (Φλπ 2:1-4) Οι άπορες χήρες που άξιζαν βοήθεια τιμούνταν λαβαίνοντας υλική υποστήριξη από την εκκλησία.—1Τι 5:3, 9, 10.
Μεταξύ των μελών της οικογένειας. Η σύζυγος οφείλει δικαίως να εκδηλώνει υγιή φόβο, ή αλλιώς βαθύ σεβασμό, για το σύζυγό της εφόσον αυτός είναι η κεφαλή της οικογένειας. (Εφ 5:33) Κάτι τέτοιο εναρμονίζεται με τη θέση ηγεσίας που έλαβε ο άντρας στη διευθέτηση του Θεού. Δεν δημιουργήθηκε πρώτα η γυναίκα, αλλά ο άντρας, και αυτός είναι «εικόνα και δόξα του Θεού». (1Κο 11:7-9· 1Τι 2:11-13) Η Σάρρα αποτέλεσε σπουδαίο παράδειγμα γυναίκας που έτρεφε βαθύ σεβασμό για το σύζυγό της. Ο σεβασμός της ήταν εγκάρδιος, διότι αποκαλούσε το σύζυγό της «κύριο», όχι απλώς εις επήκοον άλλων, αλλά και «μέσα της».—1Πε 3:1, 2, 5, 6· παράβαλε Γε 18:12.
Από την άλλη πλευρά, στους συζύγους δίνεται η νουθεσία: «Με όμοιο τρόπο να κατοικείτε μαζί [με τις συζύγους σας] σύμφωνα με τη γνώση, αποδίδοντας τιμή σε αυτές ως πιο αδύναμο σκεύος, το γυναικείο, εφόσον και εσείς είστε κληρονόμοι της παρ’ αξία εύνοιας της ζωής μαζί τους». (1Πε 3:7) Επομένως, οι χρισμένοι με το πνεύμα Χριστιανοί σύζυγοι έπρεπε να έχουν υπόψη ότι οι γυναίκες τους είχαν ίση υπόσταση με αυτούς ως συγκληρονόμοι με τον Χριστό (παράβαλε Ρω 8:17· Γα 3:28) και ότι όφειλαν να τις μεταχειρίζονται με αξιότιμο τρόπο αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι έχουν λιγότερη δύναμη από τους άντρες.
Αναφορικά με τα παιδιά τους, οι γονείς ενεργούν ως εκπρόσωποι του Θεού και είναι εξουσιοδοτημένοι να τα εκπαιδεύουν, να τα διαπαιδαγωγούν και να τα καθοδηγούν. Επομένως, δικαιούνται να εισπράττουν τιμή, δηλαδή σεβασμό. (Εξ 20:12· Εφ 6:1-3· Εβρ 12:9) Αυτό δεν περιορίζεται στην υπακοή ενός παιδιού και στην εκδήλωση μεγάλης εκτίμησης για τους γονείς του. Σημαίνει επίσης πως, αν παραστεί ανάγκη, το παιδί θα τους φροντίσει στοργικά στα γηρατειά τους. (Παράβαλε Ματ 15:4-6.) Στη Χριστιανική εκκλησία, όποιος δεν προμήθευε για έναν ηλικιωμένο και άπορο γονέα θεωρούνταν χειρότερος από έναν άπιστο. (1Τι 5:8) Όπως επισήμανε ο απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο, η εκκλησία δεν έπρεπε να επωμίζεται τη φροντίδα των χηρών που είχαν παιδιά ή εγγόνια τα οποία μπορούσαν να παράσχουν υλική βοήθεια.—1Τι 5:4.
Προς Άρχοντες και Άλλους. Τιμή, ή σεβασμός, πρέπει να εκδηλώνεται επίσης προς τους ανθρώπους που κατέχουν υψηλές κυβερνητικές θέσεις. Ο Χριστιανός δείχνει τέτοιον σεβασμό, όχι για να κερδίσει ευνοϊκή μεταχείριση, αλλά επειδή αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Σε προσωπικό επίπεδο, αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να είναι διεφθαρμένοι. (Παράβαλε Λου 18:2-6· Πρ 24:24-27.) Ωστόσο, τους αποδίδεται σεβασμός από εκτίμηση για τη θέση ευθύνης που αντιπροσωπεύει το αξίωμά τους. (Ρω 13:1, 2, 7· 1Πε 2:13, 14) Παρόμοια, οι δούλοι έπρεπε να θεωρούν τους ιδιοκτήτες τους άξιους για πλήρη τιμή, κάνοντας την εργασία που τους είχε ανατεθεί και μη δίνοντας αφορμή να ονειδίζεται το όνομα του Θεού.—1Τι 6:1.
Όταν οι άλλοι ζητούσαν από τον Χριστιανό να δώσει λόγο για την ελπίδα του, εκείνος έπρεπε να το κάνει αυτό «με πραότητα και βαθύ σεβασμό [μετὰ πραΰτητος καὶ φόβου, Κείμενο]». Μολονότι οι ερωτήσεις μπορεί να διατυπώνονταν με προσβλητικό τρόπο, ο Χριστιανός έπρεπε να εκθέτει τους λόγους του με ηρεμία και ευγένεια και να μην απαντάει εξοργισμένος, θυμωμένος ή αγανακτισμένος. Παρότι δεν θα πτοούνταν από το φόβο του ανθρώπου, έπρεπε να εκδηλώνει βαθύ σεβασμό, ή αλλιώς υγιή φόβο, σαν να βρισκόταν ενώπιον του Ιεχωβά Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού. (1Πε 3:14, 15) Από αυτή την άποψη, θα μπορούσε να έχει ως παράδειγμα τους αγγέλους, οι οποίοι, αν και μεγαλύτεροι σε ισχύ και δύναμη, δεν εκφέρουν κατηγορίες με υβριστικά λόγια.—2Πε 2:11.
-
-
ΣεβάτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑΤ
(Σεβάτ).
Το μεταιχμαλωσιακό όνομα του 11ου Ιουδαϊκού σεληνιακού μήνα στο θρησκευτικό ημερολόγιο αλλά 5ου στο πολιτικό ημερολόγιο. (Ζαχ 1:7· Δευ 1:3· 1Χρ 27:14) Αντιστοιχεί με ένα μέρος του Ιανουαρίου και ένα μέρος του Φεβρουαρίου. Η σημασία του ονόματος είναι αβέβαιη.
Αν και αυτός ο μήνας, στα μέσα του χειμώνα, έρχεται λίγο μετά το αποκορύφωμα των δυνατών βροχοπτώσεων, στη διάρκειά του εξακολουθούν να πέφτουν πολλές βροχές. Η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται γύρω στους 7°C στην Ιερουσαλήμ, ενώ κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου είναι περίπου δέκα βαθμούς υψηλότερη. Τα άσπρα και ροζ άνθη της αμυγδαλιάς είναι τα πρώτα που φωτίζουν το χειμερινό τοπίο και προαναγγέλλουν τον ερχομό της άνοιξης.
Στο Γραφικό υπόμνημα δεν μνημονεύεται η τήρηση κάποιας γιορταστικής περιόδου το μήνα Σεβάτ.
-
-
ΣεβέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΕΡ
(Σεβέρ) [πιθανώς, Σπάσιμο· Κάταγμα· Συντριβή].
Γιος του Χάλεβ από τη Μααχά την παλλακίδα του. Ανήκε στη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:48.
-
-
Σεβνά(χ)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΝΑ(Χ)
(Σεβνά[χ]) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Σεβανίας].
Αξιωματούχος του Βασιλιά Εζεκία. Κάποτε ο Σεβνά ήταν “οικονόμος . . . υπεύθυνος για το σπιτικό”, πιθανότατα του Εζεκία—μια θέση κύρους. Ο Ιεχωβά, όμως, κατηύθυνε τον Ησαΐα να κατακρίνει τον Σεβνά προφητεύοντας ότι “θα απομακρυνόταν από τη θέση του”, προφανώς λόγω της υπερηφάνειας και της ματαιοδοξίας που είχε επιδείξει ανεγείροντας ένα εντυπωσιακό μαυσωλείο για τον εαυτό του. Ο χιτώνας του, το περίζωμά του και η εξουσία του, μαζί με «το κλειδί του οίκου του Δαβίδ», δόθηκαν στον “υπηρέτη του Θεού, τον Ελιακείμ”.—Ησ 22:15-24.
Ωστόσο, ο Σεβνά δεν έχασε όλα του τα προνόμια, δεδομένου ότι το 732 Π.Κ.Χ., όταν ο Σενναχειρείμ απείλησε την Ιερουσαλήμ και οικονόμος ήταν πια ο Ελιακείμ, ο Σεβνά ήταν ο βασιλικός γραμματέας που στάλθηκε μαζί με τον Ελιακείμ και τον υπομνηματογράφο να μιλήσει στον Ραβσάκη. Με σκισμένα τα ρούχα τους, αυτοί ανέφεραν στον Εζεκία τα όσα ειπώθηκαν, και στη συνέχεια στάλθηκαν στον Ησαΐα να ρωτήσουν τον Ιεχωβά σχετικά με αυτό το θέμα.—2Βα 18:18–19:7· Ησ 36:3–37:7.
-
-
ΣεβουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΟΥΗΛ
(Σεβουήλ) [Επέστρεψε στον Θεό· Αιχμάλωτος του Θεού].
Οι δύο άντρες που ονομάζονται Σεβουήλ μνημονεύονται και ως Σουβαήλ.
1. Λευίτης, γιος ή απόγονος του Γηρσώμ, γιου του Μωυσή. (1Χρ 23:15, 16) Ο πατρικός οίκος του Σεβουήλ (Σουβαήλ) εγγράφηκε όταν ο Δαβίδ αναδιοργάνωσε τις Λευιτικές υπηρεσίες (1Χρ 24:20, 30β, 31), του ανατέθηκαν δε καθήκοντα που περιλάμβαναν την επιμέλεια των αποθηκών.—1Χρ 26:24.
2. Ένας από τους γιους του Αιμάν και έμπειρος μουσικός ο οποίος κληρώθηκε επικεφαλής της 13ης υποδιαίρεσης των μουσικών που υπηρετούσαν στο αγιαστήριο.—1Χρ 25:4, 6, 9, 20.
-
-
ΣεγούβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΓΟΥΒ
(Σεγούβ) [Υψωμένος· Προστατευμένος].
1. Γιος του Εσρών και πατέρας του Ιαείρ από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:21, 22.
2. Ο νεότερος γιος του Χιήλ του Βαιθηλίτη. Σε εκπλήρωση της κατάρας του Ιησού του Ναυή, ο Σεγούβ έχασε τη ζωή του όταν ο πατέρας του ανοικοδόμησε την Ιεριχώ στη διάρκεια της βασιλείας του Αχαάβ.—Ιη 6:26· 1Βα 16:34.
-
-
ΣεδεκίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΔΕΚΙΑΣ
(Σεδεκίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Δικαιοσύνη].
1. «Γιος του Χεναανά». Ψευδοπροφήτης που διαβεβαίωσε τον Βασιλιά Αχαάβ ότι η προσπάθεια που έκανε να αποσπάσει τη Ραμώθ-γαλαάδ από τους Συρίους θα στεφόταν με επιτυχία. Ο Σεδεκίας «έφτιαξε σιδερένια κέρατα» για να δείξει παραστατικά ότι ο Αχαάβ θα απωθούσε τους Συρίους μέχρι να τους εξοντώσει. Στη συνέχεια, όταν ο αληθινός προφήτης του Ιεχωβά, ο Μιχαΐας, προείπε συμφορά για τον Αχαάβ, ο Σεδεκίας χτύπησε τον Μιχαΐα στο μάγουλο.—1Βα 22:11, 23, 24· 2Χρ 18:10, 22, 23.
2. Άρχοντας της εποχής του Βασιλιά Ιωακείμ.—Ιερ 36:12.
3. “Γιος του Μαασία”. Ένας μοιχός, ψευδολόγος προφήτης μεταξύ των εξορίστων στη Βαβυλώνα. Ο προφήτης του Ιεχωβά ο Ιερεμίας προείπε ότι ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ θα έψηνε τον Σεδεκία και το συνεργάτη του τον Αχαάβ στη φωτιά.—Ιερ 29:21-23.
4. Γιος του Ιωσία από τη σύζυγό του την Αμουτάλ, ο τελευταίος βασιλιάς του Ιούδα που κυβέρνησε στην Ιερουσαλήμ. Όταν ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, τον κατέστησε υποτελή βασιλιά, τον μετονόμασε από Ματτανία σε Σεδεκία. Στα 11 χρόνια της βασιλείας του, ο Σεδεκίας «έπραξε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά».—2Βα 24:17-19· 2Χρ 36:10-12· Ιερ 37:1· 52:1, 2.
Στο εδάφιο 1 Χρονικών 3:15 ο Σεδεκίας αναφέρεται ως ο «τρίτος» γιος του Ιωσία. Αν και στην πραγματικότητα ήταν ο τέταρτος κατά σειρά γέννησης (παράβαλε 2Βα 23:30, 31· 24:18· Ιερ 22:11), ο λόγος για τον οποίο ίσως αναφέρεται εδώ πριν από τον αμφιθαλή αδελφό του τον Σαλλούμ (Ιωάχαζ) είναι ότι βασίλεψε πολύ περισσότερο.
Όταν ο πατέρας του ο Βασιλιάς Ιωσίας τραυματίστηκε θανάσιμα στην προσπάθειά του να αναχαιτίσει τις αιγυπτιακές δυνάμεις υπό τον Φαραώ Νεχαώ στη Μεγιδδώ (περ. 629 Π.Κ.Χ.), ο Σεδεκίας ήταν περίπου εννιά χρονών, ή περίπου τρία χρόνια μεγαλύτερος από τον ανιψιό του τον Ιωαχίν. Τότε ο λαός κατέστησε βασιλιά τον αμφιθαλή αδελφό του Σεδεκία, τον 23χρονο Ιωάχαζ. Η βασιλεία του Ιωάχαζ δεν κράτησε παρά τρεις μήνες, επειδή ο Φαραώ Νεχαώ τον απομάκρυνε από το βασιλικό αξίωμα αντικαθιστώντας τον με τον Ελιακείμ (ο οποίος μετονομάστηκε σε Ιωακείμ), τον 25χρονο ετεροθαλή αδελφό του Ιωάχαζ και του Σεδεκία. Μετά το θάνατο του πατέρα του, του Ιωακείμ, άρχισε να βασιλεύει ο Ιωαχίν. Φαίνεται ότι εκείνο το διάστημα τα βαβυλωνιακά στρατεύματα υπό τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα πολιορκούσαν την Ιερουσαλήμ. Έπειτα από τρεις μήνες και δέκα ημέρες διακυβέρνησης, ο Ιωαχίν παραδόθηκε στο βασιλιά της Βαβυλώνας (617 Π.Κ.Χ.).—2Βα 23:29–24:12· 2Χρ 35:20–36:10.
Τα Πρώτα Χρόνια της Διακυβέρνησής Του. Ακολούθως, ο Ναβουχοδονόσορ τοποθέτησε τον Σεδεκία στο θρόνο της Ιερουσαλήμ και τον έβαλε να ορκιστεί στο όνομα του Ιεχωβά. Αυτός ο όρκος υποχρέωνε τον Σεδεκία να είναι όσιος ως υποτελής βασιλιάς.—2Χρ 36:10, 11· Ιεζ 17:12-14· παράβαλε 2Χρ 36:13.
Προφανώς στις αρχές της βασιλείας του Σεδεκία έφτασαν αγγελιοφόροι από τον Εδώμ, τον Μωάβ, τον Αμμών, την Τύρο και τη Σιδώνα, ίσως με την πρόθεση να πείσουν τον Σεδεκία να συμμετάσχει μαζί τους σε έναν συνασπισμό εναντίον του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. (Ιερ 27:1-3· η αναφορά στον Ιωακείμ, στο εδάφιο 1, μπορεί να οφείλεται σε λάθος αντιγραφή του ονόματος «Σεδεκίας»· βλέπε ΜΝΚ, υποσ.) Οι Γραφές δεν αποκαλύπτουν τι ακριβώς επιτέλεσαν οι αγγελιοφόροι. Η αποστολή τους ίσως να μην πέτυχε, δεδομένου ότι ο Ιερεμίας παρότρυνε τον Σεδεκία και τους υπηκόους του να παραμείνουν σε υποταγή στο βασιλιά της Βαβυλώνας και επίσης έδωσε ζυγούς στους αγγελιοφόρους ως σύμβολο του γεγονότος ότι τα έθνη από τα οποία προέρχονταν θα έπρεπε να υποταχθούν και αυτά στον Ναβουχοδονόσορα.—Ιερ 27:2-22.
Επίσης, στις αρχές της βασιλείας του ο Σεδεκίας (για κάποιον λόγο που δεν διευκρινίζεται στην Αγία Γραφή) έστειλε τον Ελασά και τον Γεμαρία στη Βαβυλώνα. Αν το περιστατικό αναφέρεται με χρονολογική σειρά, θα έλαβε χώρα το τέταρτο έτος της βασιλείας του Σεδεκία.—Ιερ 28:1, 16, 17· 29:1-3.
Ο Σεδεκίας πήγε προσωπικά στη Βαβυλώνα το τέταρτο έτος της βασιλείας του. Πιθανότατα αυτό το έκανε για να παραδώσει το φόρο υποτελείας και με αυτόν τον τρόπο να διαβεβαιώσει τον Ναβουχοδονόσορα ότι παρέμενε όσιος ως υποτελής βασιλιάς. Σε εκείνη την περίπτωση, ο Σεδεκίας συνοδευόταν από το φροντιστή του στρατού του τον Σεραΐα, στον οποίο ο προφήτης Ιερεμίας είχε εμπιστευτεί έναν ρόλο που περιείχε την κρίση του Ιεχωβά εναντίον της Βαβυλώνας.—Ιερ 51:59-64.
Περίπου έναν χρόνο αργότερα, ο Ιεζεκιήλ άρχισε να υπηρετεί ως προφήτης μεταξύ των Ιουδαίων εξορίστων στη Βαβυλωνία. (Ιεζ 1:1-3· παράβαλε 2Βα 24:12, 17.) Τον έκτο μήνα του έκτου έτους του Βασιλιά Σεδεκία (612 Π.Κ.Χ.), ο Ιεζεκιήλ είδε ένα όραμα το οποίο αποκάλυπτε τις ειδωλολατρικές συνήθειες, περιλαμβανομένης και της λατρείας του θεού Ταμμούζ και του ήλιου, οι οποίες λάβαιναν χώρα στην Ιερουσαλήμ.—Ιεζ 8:1-17.
Στασιάζει Εναντίον του Ναβουχοδονόσορα. Περίπου τρία χρόνια αργότερα (γύρω στο 609 Π.Κ.Χ.), αντίθετα με το λόγο που είχε εξαγγείλει ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία και με τον όρκο που ο ίδιος ο βασιλιάς είχε πάρει στο όνομα του Ιεχωβά, ο Σεδεκίας στασίασε εναντίον του Ναβουχοδονόσορα και έστειλε αγγελιοφόρους στην Αίγυπτο ζητώντας στρατιωτική βοήθεια. (2Βα 24:20· 2Χρ 36:13· Ιερ 52:3· Ιεζ 17:15) Αυτό έφερε τα βαβυλωνιακά στρατεύματα υπό τον Ναβουχοδονόσορα εναντίον της Ιερουσαλήμ. Η πολιορκία της πόλης άρχισε «το ένατο έτος, το δέκατο μήνα, τη δέκατη ημέρα του μήνα».—Ιεζ 24:1-6.
Ενδεχομένως στην αρχή αυτής της πολιορκίας, ο Σεδεκίας έστειλε «τον Πασχώρ, το γιο του Μαλχία, και τον Σοφονία, το γιο του Μαασία, τον ιερέα», στον Ιερεμία να ρωτήσουν τον Ιεχωβά αν ο Ναβουχοδονόσορ θα αποσυρόταν από την Ιερουσαλήμ. Ο λόγος που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία ήταν ότι η πόλη και οι κάτοικοί της θα υφίσταντο συμφορά στα χέρια των Βαβυλωνίων. (Ιερ 21:1-10) Φαίνεται ότι κατόπιν αυτού ο Ιερεμίας, υπό θεϊκή κατεύθυνση, πήγε ο ίδιος προσωπικά στον Σεδεκία για να τον ενημερώσει ότι η Ιερουσαλήμ θα καταστρεφόταν και ότι ο βασιλιάς θα οδηγούνταν στη Βαβυλώνα όπου θα πέθαινε ειρηνικά.—Ιερ 34:1-7.
Στην πολιορκημένη Ιερουσαλήμ, ο Σεδεκίας και οι άρχοντές του έκριναν σκόπιμο να κάνουν κάτι ώστε να συμμορφωθούν με το νόμο του Ιεχωβά και να κερδίσουν την εύνοιά Του. Παρότι δεν ήταν το Ιωβηλαίο έτος, σύναψαν διαθήκη απελευθέρωσης όσων Εβραίων βρίσκονταν υπό δουλεία. Αργότερα παρέβηκαν αυτή τη διαθήκη υποδουλώνοντας όσους είχαν απελευθερώσει. (Ιερ 34:8-22) Αυτό φαίνεται να έλαβε χώρα όταν μια στρατιωτική δύναμη από την Αίγυπτο ήρθε να υπερασπίσει την Ιερουσαλήμ, κάνοντας τους Βαβυλωνίους να άρουν προσωρινά την πολιορκία προκειμένου να αντιμετωπίσουν την αιγυπτιακή απειλή. (Ιερ 37:5) Πιστεύοντας προφανώς ότι οι Βαβυλώνιοι θα νικιούνταν και ότι δεν θα ήταν σε θέση να ξαναρχίσουν την πολιορκία, εκείνοι που είχαν απελευθερώσει τους υπόδουλους Εβραίους θεώρησαν ότι ο κίνδυνος είχε παρέλθει και γι’ αυτό τους υποδούλωσαν και πάλι.
Κατά τη διάρκεια αυτής της γενικότερης περιόδου ο Σεδεκίας έστειλε «τον Ιεουχάλ, το γιο του Σελεμία, και τον Σοφονία, το γιο του Μαασία, τον ιερέα, στον Ιερεμία» με το αίτημα να προσευχηθεί ο προφήτης στον Ιεχωβά για χάρη του λαού, προφανώς για να μην επέλθει η προειπωμένη καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Αλλά η απάντηση του Ιεχωβά, την οποία μετέφερε ο Ιερεμίας, έδειξε ότι η θεϊκή κρίση παρέμενε αμετάβλητη. Οι Χαλδαίοι θα επέστρεφαν και θα κατέστρεφαν την Ιερουσαλήμ.—Ιερ 37:3-10.
Αργότερα, όταν ο Ιερεμίας αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ιερουσαλήμ για να πάει στη γη του Βενιαμίν, τον συνέλαβαν στην Πύλη του Βενιαμίν και τον κατηγόρησαν ψευδώς ότι ήθελε να προσχωρήσει στους Χαλδαίους. Αν και ο Ιερεμίας αρνήθηκε την κατηγορία, ο Ιρεΐας, ο αξιωματούχος που είχε την επίβλεψη στην πύλη, δεν τον άκουσε αλλά οδήγησε τον προφήτη στους άρχοντες. Η κατάληξη ήταν να φυλακιστεί ο Ιερεμίας στο σπίτι του Ιεχωνάθαν. Αφού είχε περάσει αρκετός καιρός και η Ιερουσαλήμ προφανώς βρισκόταν και πάλι υπό πολιορκία από τους Βαβυλωνίους, ο Σεδεκίας ζήτησε να του φέρουν τον Ιερεμία. Απαντώντας στις ερωτήσεις του βασιλιά, ο Ιερεμίας είπε στον Σεδεκία ότι θα δινόταν στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας. Όταν ο Ιερεμίας παρακάλεσε να μην τον ξαναπάνε στο σπίτι του Ιεχωνάθαν, ο Σεδεκίας ικανοποίησε το αίτημά του και τον έθεσε υπό κράτηση στην Αυλή της Φρουράς.—Ιερ 37:11-21· 32:1-5.
Ενδεικτικό τού ότι ο Σεδεκίας ήταν πολύ αδύναμος ηγεμόνας είναι το γεγονός πως, όταν αργότερα οι άρχοντες ζήτησαν να θανατωθεί ο Ιερεμίας επειδή δήθεν εξασθένιζε το ηθικό του πολιορκημένου λαού, ο Σεδεκίας είπε: «Ορίστε! Στα χέρια σας είναι. Διότι σε τίποτα απολύτως δεν μπορεί να υπερισχύσει ο βασιλιάς εναντίον σας». Ωστόσο, έπειτα ο Σεδεκίας ικανοποίησε το αίτημα του Αβδέ-μέλεχ που ήθελε να σώσει τον Ιερεμία και υπέδειξε στον Αβδέ-μέλεχ να πάρει μαζί του 30 άντρες για να τον βοηθήσουν. Αργότερα, ο Σεδεκίας είχε και πάλι κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Ιερεμία. Διαβεβαίωσε τον προφήτη ότι ούτε θα τον σκότωνε ούτε θα τον παρέδιδε στα χέρια εκείνων που ζητούσαν το θάνατό του. Αλλά ο Σεδεκίας φοβόταν αντίποινα από τους Ιουδαίους που είχαν προσχωρήσει στους Χαλδαίους, και γι’ αυτό δεν άκουσε τη θεόπνευστη συμβουλή του Ιερεμία να παραδοθεί στους άρχοντες της Βαβυλώνας. Μια ακόμη απόδειξη του φόβου του βασιλιά αποτελεί το γεγονός ότι ζήτησε από τον Ιερεμία να μην αποκαλύψει το αντικείμενο της κατ’ ιδίαν συζήτησής τους στους καχύποπτους άρχοντες.—Ιερ 38:1-28.
Πτώση της Ιερουσαλήμ. Τελικά (το 607 Π.Κ.Χ.), «το ενδέκατο έτος του Σεδεκία, τον τέταρτο μήνα, την ένατη ημέρα του μήνα», ανοίχτηκε ρήγμα στο τείχος της Ιερουσαλήμ. Ο Σεδεκίας και οι πολεμιστές του τράπηκαν σε φυγή μέσα στη νύχτα, αλλά στις έρημες πεδιάδες της Ιεριχώς τον πρόφτασαν και τον οδήγησαν στον Ναβουχοδονόσορα στη Ριβλά. Οι γιοι του Σεδεκία σφαγιάστηκαν μπροστά στα μάτια του. Δεδομένου ότι ο Σεδεκίας δεν ήταν παρά 32 περίπου χρονών εκείνη την εποχή, τα αγόρια δεν πρέπει να ήταν πολύ μεγάλα. Όσο για τον ίδιο τον Σεδεκία, αφού παρέστη μάρτυρας του θανάτου των γιων του, τον τύφλωσαν, τον έδεσαν με χάλκινα δεσμά και τον οδήγησαν στη Βαβυλώνα όπου και πέθανε στη φυλακή.—2Βα 25:2-7· Ιερ 39:2-7· 44:30· 52:6-11· παράβαλε Ιερ 24:8-10· Ιεζ 12:11-16· 21:25-27.
5. Γιος του Ιεχονία (Ιωαχίν), αλλά προφανώς όχι ένας από τους εφτά που απέκτησε ενώ ήταν αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα.—1Χρ 3:16-18.
6. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, μεταξύ εκείνων οι οποίοι επικύρωσαν με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» που συντάχθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 8.
-
-
ΣεδράχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΔΡΑΧ
(Σεδράχ).
Το βαβυλωνιακό όνομα ενός Ιουδαίου εξορίστου ο οποίος προάχθηκε σε υψηλή θέση στην κυβέρνηση της Βαβυλώνας. Ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδενεγώ—οι τρεις σύντροφοι του Δανιήλ—μνημονεύονται πάντοτε μαζί, ο δε Σεδράχ αναφέρεται πάντοτε πρώτος, ίσως επειδή τα αντίστοιχα εβραϊκά ονόματά τους—Ανανίας, Μισαήλ και Αζαρίας—εμφανίζονται πάντοτε με αλφαβητική σειρά, σύμφωνα με το εβραϊκό αλφάβητο. Τα βαβυλωνιακά ονόματα τους δόθηκαν αφού οδηγήθηκαν στη Βαβυλώνα. Εκεί υποβλήθηκαν σε εκπαίδευση, εφόσον παρατηρήθηκε ότι ήταν άψογοι, εμφανίσιμοι και ευφυείς νέοι. Όταν ολοκληρώθηκαν οι τριετείς σπουδές τους, διαπιστώθηκε ότι ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδενεγώ ήταν δέκα φορές καλύτεροι από τους σοφούς της Βαβυλώνας. Ασφαλώς είχαν την ευλογία του Ιεχωβά, η οποία με τη σειρά της αναμφίβολα οφειλόταν εν μέρει στη σταθερότητα που επέδειξαν αρνούμενοι να μολυνθούν από τα βαβυλωνιακά εκλεκτά φαγητά. (Δα 1:3-20) Ο επόμενος διορισμός τους που αναφέρεται ήταν η διαχείριση της διοικητικής περιφέρειας της Βαβυλώνας. (Δα 2:49) Προσωρινά έχασαν την εύνοια του βασιλιά όταν αρνήθηκαν να προσκυνήσουν τη μεγάλη εικόνα που είχε φτιάξει, αλλά όταν ο Ιεχωβά τούς έβγαλε από το πύρινο καμίνι σώους και αβλαβείς, αποκαταστάθηκαν στην προηγούμενη θέση τους.—Δα 3.
-
-
ΣεεράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΕΡΑ
(Σεερά) [από μια ρίζα που σημαίνει «απομένω»].
Κόρη του Εφραΐμ ή του γιου του Εφραΐμ, του Βεριά. Αναφέρεται ότι έχτισε ή ίδρυσε την κάτω και την άνω Βαιθ-ορών καθώς και την Ουζέν-σεερά, αν και αυτό μπορεί να το έκαναν απόγονοί της.—1Χρ 7:22-24.
-
-
ΣεθάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΘΑΡ
(Σεθάρ).
Ένας από τους εφτά άρχοντες της Περσίας και της Μηδίας τους οποίους συμβουλεύτηκε ο Βασιλιάς Ασσουήρης όταν η Βασίλισσα Αστίν αρνήθηκε να τον υπακούσει.—Εσθ 1:13-15.
-
-
Σεθάρ-βοζεναΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΘΑΡ-ΒΟΖΕΝΑΪ
(Σεθάρ-βοζεναΐ).
Αξιωματούχος, πιθανώς γραμματέας, συνεργάτης του Ταθεναΐ, του Πέρση κυβερνήτη της περιοχής «πέρα από τον Ποταμό» στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου Α΄ (Υστάσπη). (Εσδ 5:3, 6· 6:6, 13) Ο Σεθάρ-βοζεναΐ μαζί με τον Ταθεναΐ και άλλους ήρθαν στην Ιερουσαλήμ για να εκφράσουν τις αντιρρήσεις τους για την ανοικοδόμηση του ναού από τους Ιουδαίους, ένα έργο που είχε απαγορεύσει ο Αρταξέρξης. Ωστόσο, οι Ιουδαίοι συνέχισαν να εργάζονται παρά τις διαμαρτυρίες, ενώ παράλληλα ετοιμάστηκε και μια αναφορά για τον Δαρείο. Ο Ταθεναΐ και ο Σεθάρ-βοζεναΐ με τους συνεργάτες του έγραψαν στο βασιλιά για τα όσα λάβαιναν χώρα στην Ιερουσαλήμ, αναφέροντας ότι οι οικοδόμοι του ναού επικαλούνταν μια διαταγή που είχε εκδώσει ο Βασιλιάς Κύρος η οποία τους έδινε την άδεια, και ζήτησαν τη διερεύνηση του ζητήματος. Η απάντηση του Δαρείου αναγνώριζε το αμετάβλητο διάταγμα του Κύρου, και όχι μόνο πρόσταζε τον Σεθάρ-βοζεναΐ και τους συντρόφους του να “μείνουν μακριά” από την Ιερουσαλήμ αλλά απαιτούσε επίσης, με αυστηρή ποινή, να προσφέρουν υλική υποστήριξη στους Ιουδαίους από το βασιλικό θησαυροφυλάκιο, ώστε να συνεχίσουν την ανοικοδόμηση και τις υπηρεσίες στο ναό. Ο Σεθάρ-βοζεναΐ και οι συνεργάτες του έκαναν όπως διατάχθηκαν.—Εσδ 4:23–6:13.
-
-
ΣεθούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΘΟΥΡ
(Σεθούρ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κρύβω· καλύπτω»].
Ασηρίτης αρχηγός, ο οποίος μαζί με τους εκπροσώπους των άλλων φυλών διορίστηκε να κατασκοπεύσει τη Χαναάν. Γιος του Μιχαήλ.—Αρ 13:2, 3, 13.
-
-
ΣεισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΙΣΜΟΣ
Ξαφνική δόνηση ή κλονισμός της επιφάνειας της γης που οφείλεται σε ενδογενείς δυνάμεις. Το εβραϊκό ουσιαστικό ρά‛ας δεν αναφέρεται μόνο στο «σεισμό» (1Βα 19:11· Αμ 1:1), αλλά επίσης στο “τράνταγμα” που προκαλείται από το βάδισμα κάποιου στρατού (Ησ 9:5, υποσ.), στο «κροτάλισμα» των πολεμικών αρμάτων ή στον «ήχο» του ακόντιου (Ιερ 47:3· Ιωβ 41:29), καθώς και στο «ποδοβολητό» των αλόγων (Ιωβ 39:24). Η λέξη σεισμός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει ότι κάτι κλονίζεται, κουνιέται πέρα δώθε ή τρέμει.—Ματ 27:54· παράβαλε Ματ 27:51· 28:4· Απ 6:13.
Δονήσεις και τραντάγματα της γης συνέβαιναν σε όλη τη Βιβλική ιστορία, μερικές φορές ως αποτέλεσμα φυσικών γεωλογικών δυνάμεων (Ζαχ 14:5) και άλλοτε ως άμεσες ενέργειες του Θεού για απόδοση κρίσης ή για σκοπούς σχετικούς με τους υπηρέτες του. Η γεωλογία της περιοχής αιτιολογεί τη σεισμική δραστηριότητα που γνώρισε στο παρελθόν το Ισραήλ, δραστηριότητα η οποία δεν έχει ακόμη τερματιστεί.
Η περιοχή του ναού στην Ιερουσαλήμ βρίσκεται πάνω σε μια λωρίδα γης εσωτερικά αδύναμη από δομική άποψη. Το Τέμενος ελ-Άκσα, που έχει χτιστεί στην περιοχή του ναού (όχι ο Τρούλος του Βράχου, ο οποίος είναι τόπος προσκυνήματος), έχει υποστεί επανειλημμένα ζημιές από σεισμούς.
Ένας φοβερός σεισμός, συνοδευόμενος προφανώς από ηφαιστειακή δράση, αποτέλεσε για την εγκαινίαση της διαθήκης του Νόμου στο Σινά ένα κατάλληλο σκηνικό που ενέπνεε δέος. (Εξ 19:18· Ψλ 68:8) Αυτή η εκδήλωση δύναμης οφειλόταν άμεσα στον Ιεχωβά, διότι εκείνος μιλούσε από το βουνό μέσω ενός αγγέλου.—Εξ 19:19· Γα 3:19· Εβρ 12:18-21.
Μερικές φορές η φοβερή δύναμη των σεισμών αποτελούσε απόδειξη της κρίσης που απένεμε ο Ιεχωβά για παραβάσεις του νόμου του. (Να 1:3-6) Ένας σεισμός υπήρξε η εκτελεστική μέθοδος που χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά εναντίον των στασιαστών Δαθάν, Αβιρών και του σπιτικού του Κορέ, καθώς η γη άνοιξε το στόμα της και τους κατάπιε, με αποτέλεσμα να κατεβούν αυτοί ζωντανοί στον Σιεόλ. (Αρ 16:27, 32, 33) Ο Ηλίας αισθάνθηκε τη γη να σείεται προτού ο Ιεχωβά τού μιλήσει για να διορθώσει την άποψή του και να τον στείλει πίσω προκειμένου να εκτελέσει περαιτέρω διορισμούς υπηρεσίας. (1Βα 19:11-18) Κάποιοι σεισμοί αποτέλεσαν θαυματουργική βοήθεια προς το λαό του Ιεχωβά, όπως συνέβη στην περίπτωση που ο Ιωνάθαν και ο οπλοφόρος του επιτέθηκαν με θάρρος σε μια προφυλακή των Φιλισταίων. Ο Ιεχωβά ενίσχυσε την πίστη τους σε αυτόν προκαλώντας έναν σεισμό ο οποίος επέφερε σύγχυση σε όλο το στρατόπεδο των Φιλισταίων, ώστε αυτοί σκότωσαν ο ένας τον άλλον και κατατροπώθηκαν πλήρως.—1Σα 14:6, 10, 12, 15, 16, 20, 23.
Την ημέρα του θανάτου του Ιησού, γύρω στις τρεις η ώρα το απόγευμα, έλαβε χώρα ένας σεισμός που έσκισε βράχους, με αποτέλεσμα να ανοίξουν τα μνημεία και να πεταχτούν νεκρά σώματα από τους τάφους τους. Η κουρτίνα του αγιαστηρίου στο ναό που είχε ανοικοδομήσει ο Ηρώδης σκίστηκε στα δύο, από πάνω ως κάτω. Πρωτύτερα είχε πέσει σκοτάδι στη γη. Μερικοί πιστεύουν ότι περιλαμβανόταν ηφαιστειακή δράση, διότι πολλές φορές τα ηφαίστεια βγάζουν καπνό και σκόνη που κάνουν τον ουρανό μαύρο. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ουσιαστικές αποδείξεις για οποιαδήποτε ηφαιστειακή δράση σε σχέση με αυτόν το σεισμό. (Ματ 27:45, 51-54· Λου 23:44, 45) Ένας άλλος σεισμός συνέβη την ημέρα της ανάστασης του Ιησού, όταν ένας άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό και κύλησε την πέτρα που βρισκόταν μπροστά από το μνήμα του. (Ματ 28:1, 2) Οι προσευχές και οι ύμνοι αίνου που ανέπεμπαν ο απόστολος Παύλος και ο σύντροφός του ο Σίλας, ενόσω βρίσκονταν φυλακισμένοι στους Φιλίππους, βρήκαν απάντηση μέσω ενός μεγάλου σεισμού ο οποίος άνοιξε τις πόρτες της φυλακής και έλυσε τα δεσμά των φυλακισμένων. Αυτό οδήγησε στη μεταστροφή του δεσμοφύλακα και του σπιτικού του.—Πρ 16:25-34.
Ο Ιησούς προείπε ότι η ύπαρξη πολλών και δυνατών σεισμών θα αποτελούσε ένα χαρακτηριστικό του σημείου της παρουσίας του. (Ματ 24:3, 7, 8· Λου 21:11) Από το 1914 Κ.Χ. οι σεισμοί έχουν αυξηθεί, πράγμα που επέφερε μεγάλη οδύνη. Με βάση στοιχεία που πάρθηκαν από το Εθνικό Γεωφυσικό Κέντρο στο Μπόλντερ του Κολοράντο και συμπληρώθηκαν από διάφορα έγκυρα συγγράμματα, καταρτίστηκε το 1984 ένας πίνακας ο οποίος ανέφερε αποκλειστικά τους σεισμούς που είχαν ένταση 7,5 ή και περισσότερους βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ, αυτούς που προκάλεσαν υλικές ζημιές τουλάχιστον πέντε εκατομμυρίων δολαρίων (ΗΠΑ) και εκείνους που ευθύνονταν για το θάνατο 100 ή περισσότερων ανθρώπων. Υπολογίστηκε ότι είχαν γίνει 856 τέτοιοι σεισμοί στα 2.000 χρόνια πριν από το 1914. Ο ίδιος πίνακας έδειξε ότι σε 69 μόλις χρόνια μετά το 1914 έγιναν 605 τέτοιοι σεισμοί. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν την έκταση των συμφορών που προκλήθηκαν από τους σεισμούς σε αυτή την περίοδο της ιστορίας.
Μεταφορικές και Συμβολικές Χρήσεις. Οι σεισμοί χρησιμοποιούνται πολλές φορές μεταφορικά στις Γραφές για να περιγραφεί ο κλονισμός και η ανατροπή εθνών και βασιλείων. Η αρχαία Βαβυλώνα εμπιστευόταν σε ψεύτικους θεούς όπως ο Νεβώ και ο Μαρντούκ οι οποίοι, στη φαντασία των ανθρώπων, πληρούσαν τους ουρανούς τους. Βασιζόταν επίσης σε μεγάλο βαθμό στην κραταιότητα της ισχυρής στρατιωτικής της δύναμης, αλλά ο Θεός εξήγγειλε εναντίον της Βαβυλώνας τα εξής: «Θα κάνω να ταραχτεί ο ουρανός, και η γη θα σειστεί από τη θέση της στη διάρκεια της σφοδρής οργής του Ιεχωβά των στρατευμάτων». (Ησ 13:13) Η Βαβυλώνα πρέπει να συγκλονίστηκε βαθιά όταν η αυτοκρατορία της έπεσε και η επικράτειά της έπαψε να ανήκει σε αυτήν ως την τρίτη παγκόσμια δύναμη, δεδομένου ότι η ίδια έγινε απλώς μια επαρχία της Περσικής Αυτοκρατορίας.—Δα 5:30, 31.
Αλλού, ο Δαβίδ περιγράφει τον Ιεχωβά να μάχεται για χάρη του μέσω ενός σεισμού. (2Σα 22:8· Ψλ 18:7) Ο Ιεχωβά λέει ότι θα σείσει τους ουρανούς και τη γη, τη θάλασσα και την ξηρά, ότι θα σείσει όλα τα έθνη για λογαριασμό του λαού του, ώστε να έρθουν τα επιθυμητά πράγματα όλων των εθνών και να γεμίσει τον οίκο του με δόξα.—Αγγ 2:6, 7.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί ως παράδειγμα το φοβερό θέαμα στο Σινά, παραβάλλοντάς το με μια μεγαλύτερη και φοβερότερη περίσταση—τη σύναξη της Χριστιανικής εκκλησίας των πρωτοτόκων ενώπιον του Θεού και του Γιου του ως Μεσίτη στο ουράνιο Όρος Σιών. Εξετάζοντας περαιτέρω το παράδειγμα του σεισμού που έλαβε χώρα στο Σινά, κάνει μια συμβολική εφαρμογή, παροτρύνοντας τους Χριστιανούς να συνεχίσουν να υπηρετούν με θάρρος και πίστη, αντιλαμβανόμενοι ότι η Βασιλεία και όσοι προσκολλώνται σε αυτήν θα καταφέρουν να παραμείνουν σταθεροί ενόσω όλα τα άλλα πράγματα των συμβολικών ουρανών και της συμβολικής γης θα κλονίζονται και θα κατασυντρίβονται.—Εβρ 12:18-29.
Ο μεγαλύτερος σεισμός από όλους, ο οποίος είναι ακόμη μελλοντικός, είναι συμβολικός και περιγράφεται σε συνάρτηση με την έβδομη από τις συμβολικές εφτά τελικές πληγές της Αποκάλυψης. Παρουσιάζεται να ερειπώνει, όχι μία ή δύο πόλεις—όπως έχει συμβεί με μερικούς από τους καταστροφικότερους σεισμούς—αλλά τις «πόλεις των εθνών». Η αφήγηση του Ιωάννη σχετικά με αυτή την κοσμοϊστορική καταστροφή λέει: «Έγινε μεγάλος σεισμός τέτοιος που δεν είχε γίνει από τότε που υπήρξαν άνθρωποι στη γη, τόσο εκτεταμένος σεισμός, τόσο μεγάλος. Και η μεγάλη πόλη [η Βαβυλώνα η Μεγάλη] χωρίστηκε σε τρία μέρη, και οι πόλεις των εθνών έπεσαν».—Απ 16:18, 19.
-
-
ΣείστροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΙΣΤΡΟ
Η εβραϊκή λέξη μενα‛αν‛ίμ (σείστρα) εμφανίζεται μόνο μία φορά στη Γραφή και φαίνεται ότι παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «πάλλομαι» ή «σείομαι». (2Σα 6:5) Εφόσον το σείστρο παίζεται με αυτόν το χαρακτηριστικό τρόπο, όπως παίζεται η κουδουνίστρα, πολλοί λεξικογράφοι και ιστορικοί της μουσικής υποστηρίζουν αυτή την απόδοση, την οποία έχουν υιοθετήσει και αρκετοί μεταφραστές της Αγίας Γραφής.—Ro· Vg· ΜΝΚ· ΒΑΜ.
Το σείστρο αποτελούνταν γενικά από ένα μικρό, ωοειδές μεταλλικό πλαίσιο στο οποίο ήταν προσαρμοσμένη μια λαβή. Το μήκος ολόκληρου του οργάνου κυμαινόταν περίπου από 20 ως 46 εκ., όπως φαίνεται από σωζόμενα αρχαία δείγματα, καθώς επίσης από παραστάσεις σε αιγυπτιακά και άλλα μνημεία. Το πλαίσιο συγκρατούσε χαλαρά λίγες μεταλλικές εγκάρσιες ράβδους οι οποίες, όταν κάποιος έσειε το όργανο, παρήγαν δυνατά κουδουνίσματα. Οι οριζόντιες ράβδοι μπορεί να είχαν διαφορετικά μήκη ώστε να παράγουν ποικίλους τόνους. Ένας άλλος τύπος σείστρου έφερε κρίκους στις ράβδους, οι οποίοι κουδούνιζαν όταν κάποιος κουνούσε το όργανο. Μολονότι η μοναδική αναφορά αυτής της λέξης στην Αγία Γραφή εμφανίζεται στην περιγραφή μιας μεγάλης γιορτής, οι παραδοσιακές Ιουδαϊκές πηγές δηλώνουν ότι το σείστρο παιζόταν και σε θλιβερές περιστάσεις επίσης.
-
-
ΣεΐχηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΪΧΗΣ
Τίτλος που δινόταν συνήθως στους Εδωμίτες και στους Χορίτες φυλάρχους, τους γιους του Ησαύ και τους γιους του Σηείρ του Χορίτη. (Εξ 15:15) Στην εβραϊκή ο προσδιορισμός είναι ’αλούφ, λέξη που σημαίνει «αρχηγός», «χιλίαρχος». (Βλέπε Γε 36:15, υποσ.) Αυτός ο προσδιορισμός των αρχαίων Εδωμιτών και Χοριτών αντιστοιχεί με τον τίτλο «σεΐχης» ο οποίος χρησιμοποιείται για τους φυλάρχους μεταξύ των σημερινών Βεδουίνων. Αντί για τη λέξη «σεΐχης», ορισμένες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής χρησιμοποιούν τίτλους όπως «επικεφαλής», «αρχηγός» και «ηγεμόνας».
Κατονομάζονται εφτά σεΐχηδες των Χοριτών, και όλοι ανεξαιρέτως χαρακτηρίζονται ως «γιοι του Σηείρ». (Γε 36:20, 21, 29, 30) Οι σεΐχηδες του Εδώμ ήταν προφανώς 14: εφτά εγγονοί από τον πρωτότοκο του Ησαύ τον Ελιφάς, το γιο της συζύγου του της Αδά, τέσσερις εγγονοί από το γιο του τον Ραγουήλ, το γιο της συζύγου του της Βασεμάθ, και τρεις γιοι του από τη σύζυγό του την Οολιβαμά. (Γε 36:15-19) Υπάρχει, ωστόσο, κάποια αβεβαιότητα για το αν πρέπει να συνυπολογίζεται ο σεΐχης Κορέ, ο οποίος αναφέρεται μεταξύ των γιων του Ελιφάς. Αν η αναφορά στον σεΐχη Κορέ οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή, όπως πιστεύουν μερικοί, αυτό σημαίνει ότι οι σεΐχηδες του Εδώμ ήταν μόνο δεκατρείς. (Γε 36:16, υποσ.) Οι φυλετικές ομάδες που προήλθαν από τους σεΐχηδες έφεραν αντίστοιχα τα ονόματα εκείνων.
Στα εδάφια Γένεση 36:40-43 και 1 Χρονικών 1:51-54 δίνεται ένας διαφορετικός κατάλογος των «σεΐχηδων του Ησαύ [Εδώμ]». Ίσως πρόκειται για σεΐχηδες μεταγενέστερους από όσους κατονομάζονται προηγουμένως. Εντούτοις, ορισμένοι σχολιαστές πιστεύουν ότι δεν πρόκειται για ονόματα ατόμων, αλλά για τα ονόματα των πόλεων ή των περιοχών που ήταν τα κέντρα των διαφόρων σεϊχάτων. Υιοθετώντας αυτή την άποψη, η μετάφραση της Ιουδαϊκής Εκδοτικής Εταιρίας λέει: «ο αρχηγός της Θιμνά, ο αρχηγός της Αλβά», και ούτω καθεξής.
-
-
ΣεκούνδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΚΟΥΝΔΟΣ
(Σεκούνδος) [από το λατ. Secundus· σημαίνει «Δεύτερος»].
Ένας Χριστιανός από τη Θεσσαλονίκη ο οποίος συνόδευσε τον Παύλο περνώντας μαζί του από τη Μακεδονία στη Μικρά Ασία, στο σκέλος της επιστροφής του τρίτου ιεραποστολικού ταξιδιού του αποστόλου, πιθανότατα την άνοιξη του 56 Κ.Χ. Μέχρι πού συνόδευσε ο Σεκούνδος τον Παύλο δεν αναφέρεται.—Πρ 20:3-5.
-
-
ΣελάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΑ
(Σελά) [Απόκρημνος Βράχος].
1. Τοποθεσία στο σύνορο της περιοχής των Αμορραίων μετά την κατάκτηση της Υποσχεμένης Γης από τους Ισραηλίτες. (Κρ 1:36) Η τοποθεσία αυτή είναι άγνωστη σήμερα. Μερικοί ταυτίζουν αυτή τη Σελά με τη Σελά του Εδώμ (2Βα 14:7), αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η περιοχή των Αμορραίων εκτεινόταν ποτέ τόσο Ν, εισχωρώντας στην επικράτεια των Εδωμιτών.
2. Σπουδαία εδωμιτική πόλη την οποία κατέλαβε ο Βασιλιάς Αμαζίας του Ιούδα και τη μετονόμασε σε Ιοκθεήλ. (2Βα 14:7) Η Σελά μπορεί να είναι η ανώνυμη «οχυρωμένη πόλη» του εδαφίου Ψαλμός 108:10.
Μερικοί ταυτίζουν αυτή την πόλη με το Ουμ ελ-Μπιάρα, ένα βραχώδες οχυρό σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΒΒΑ από τη βόρεια άκρη του Κόλπου της Άκαμπα. Η συγκεκριμένη θέση βρίσκεται στη δυτική γωνία της πεδιάδας στην οποία χτίστηκε μεταγενέστερα η ναβαταϊκή πόλη Πέτρα. Αυτή η πεδιάδα, που είναι προσβάσιμη μέσα από ένα στενό, ελικοειδές φαράγγι και περιβάλλεται από ορεινούς όγκους με απόκρημνες, ψαμμιτικές πλαγιές, είναι καλά προστατευμένη. Τα εντυπωσιακά ερείπια της Πέτρας—ναοί, τάφοι και κατοικίες που έχουν λαξευτεί στο βράχο—δεν αποτελούσαν μέρος της αρχαίας εδωμιτικής πόλης Σελά. Πρόσφατα, διάφοροι μελετητές έχουν υποστηρίξει ότι η Σελά ταυτίζεται με την τοποθεσία ες-Σέλα, περίπου 4 χλμ. ΒΒΔ της Βοσόρρας.
3. Τόπος που αναφέρεται σε μια εξαγγελία εναντίον του Μωάβ. (Ησ 15:1· 16:1) Δεν είναι βέβαιο αν πρόκειται για την ίδια τοποθεσία με τον Αρ. 2 ή για κάποια άλλη.
-
-
ΣέλαχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΑΧ
(Σέλαχ).
Μεταγραφή εβραϊκής έκφρασης η οποία υπάρχει συχνά στους Ψαλμούς και εμφανίζεται επίσης στο 3ο κεφάλαιο του βιβλίου του Αββακούμ. Αν και θεωρείται γενικά τεχνικός όρος της μουσικής ή της απαγγελίας, η ακριβής σημασία του είναι άγνωστη. Μερικοί πιστεύουν ότι σημαίνει «παύση, καθυστέρηση του ρυθμού» είτε της υμνωδίας για να ακολουθήσει ένα μουσικό ιντερλούδιο είτε και της υμνωδίας και της ενόργανης μουσικής μαζί για σιωπηλό στοχασμό. Και στις δύο περιπτώσεις η παύση χρησιμοποιούνταν αναμφισβήτητα για να καταστήσει βαθύτερη την εντύπωση που είχε προκαλέσει το γεγονός ή το συναίσθημα που μόλις είχε περιγραφεί, για να δώσει το περιθώριο στον ακροατή να εμπεδώσει την πλήρη σημασία του τελευταίου στίχου. Η απόδοση της λέξης Σέλαχ στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα είναι διάψαλμα, λέξη που αντιστοιχεί στην έκφραση «μουσικό ιντερλούδιο». Το Σέλαχ εμφανίζεται πάντα στο τέλος μιας πρότασης και γενικά στο τέλος μιας στροφής, ενώ σε όλες τις περιπτώσεις περιλαμβάνεται σε ύμνους που περιέχουν κάποιο είδος μουσικής οδηγίας ή έκφρασης. Στο εδάφιο Ψαλμός 9:16 συνοδεύεται από την έκφραση «Ιγαϊών», και σε εκείνη την περίπτωση ορισμένοι θεωρούν ότι συνδέεται με τη μουσική της άρπας.
-
-
ΣελέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΕΚ
(Σελέκ).
Αμμωνίτης πολεμιστής που συντάχθηκε με “τους κραταιούς άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων” του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 39· 2Σα 23:37.
-
-
ΣελεμίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΕΜΙΑΣ
(Σελεμίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Ανταπόδοση· ή, Θυσία Συμμετοχής του Ιεχωβά].
1. Λευίτης πυλωρός ο οποίος κληρώθηκε να υπηρετεί Α του αγιαστηρίου στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ.—1Χρ 26:14· βλέπε ΜΕΣΕΛΕΜΙΑΣ.
2. Παππούς του Ιουδί, του αξιωματούχου του Ιωακείμ, και γιος του Χουσί.—Ιερ 36:14.
3. Πατέρας του Ιεουχάλ (Ιουχάλ), αγγελιοφόρου του Σεδεκία.—Ιερ 37:3· 38:1.
4. Πατέρας του Ιρεΐα, του αξιωματούχου που ήταν υπεύθυνος για την Πύλη του Βενιαμίν στην Ιερουσαλήμ. Γιος του Ανανία.—Ιερ 37:13.
5. Ένας από τους αγγελιοφόρους του Βασιλιά Ιωακείμ τους οποίους έστειλε να φέρουν τον Ιερεμία και τον Βαρούχ ενώπιόν του. Γιος του Αβδεήλ.—Ιερ 36:26.
6, 7. Δύο άντρες που συγκαταλέγονται στους γιους ή απογόνους του Βιννουί, οι οποίοι το 468 Π.Κ.Χ., όταν επέστρεψε ο Έσδρας στην Ιερουσαλήμ, εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους.—Εσδ 10:38, 39, 41, 44.
8. Πατέρας του Ανανία ο οποίος βοήθησε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:30.
9. Ιερέας, ένας από εκείνους στους οποίους ο Νεεμίας, κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ, ανέθεσε τις αποθήκες και τη διανομή των δεκάτων στους δικαιούχους.—Νε 13:6, 7, 12, 13.
-
-
ΣελεύκειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΕΥΚΕΙΑ
(Σελεύκεια).
Οχυρωμένη μεσογειακή πόλη που αποτελούσε επίνειο της Αντιόχειας της Συρίας και βρισκόταν περίπου 20 χλμ. ΝΔ αυτής της πόλης. Οι δύο τοποθεσίες συνδέονταν οδικώς, και ο πλωτός ποταμός Ορόντης που έρρεε δίπλα στην Αντιόχεια εξέβαλλε στη Μεσόγειο Θάλασσα λίγο νοτιότερα της Σελεύκειας. Συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα, ο Παύλος απέπλευσε από τη Σελεύκεια στην αρχή του πρώτου ιεραποστολικού του ταξιδιού, γύρω στο 47 Κ.Χ. (Πρ 13:4) Αν και η Σελεύκεια δεν αναφέρεται έκτοτε στην αφήγηση των Πράξεων, πιθανώς περιλαμβανόταν σε γεγονότα που εξιστορούνται εκεί. (Πρ 14:26· 15:30-41) Για να ξεχωρίζει από άλλες τοποθεσίες με παρόμοιο όνομα στην αρχαία Μέση Ανατολή ονομάζεται μερικές φορές Σελεύκεια η Πιερία. Βρισκόταν λίγο βορειότερα της σημερινής Σουεϊντιγέ, ή Σαμαντάγ, στην Τουρκία. Οι αποθέσεις λάσπης από τον Ορόντη έχουν μετατρέψει το λιμάνι της αρχαίας Σελεύκειας σε έλος.
-
-
ΣελήνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΗΝΗ
“Ο μικρότερος φωτοδότης για να εξουσιάζει τη νύχτα”, τον οποίο προμήθευσε ο Θεός ως μέσο για να μπορεί να σημειώνει κανείς «προσδιορισμένους καιρούς». (Γε 1:16· Ψλ 104:19· Ιερ 31:35· 1Κο 15:41) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «σελήνη» (γιαρέαχ) συγγενεύει στενά με την εβραϊκή λέξη γέραχ, που σημαίνει «σεληνιακός μήνας». Εφόσον ο σεληνιακός μήνας άρχιζε πάντοτε με την εμφάνιση της νέας σελήνης (εβρ., χόδες), ο όρος «νέα σελήνη» κατέληξε να σημαίνει και «μήνας». (Γε 7:11· Εξ 12:2· Ησ 66:23) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη σελήνη, ενώ η λέξη μήν ενέχει την ιδέα μιας σεληνιακής περιόδου.—Λου 1:24· Γα 4:10· επίσης Κολ 2:16, όπου εμφανίζεται η λέξη νεομηνία (νέα σελήνη).
Η λέξη λεβανάχ, που σημαίνει «λευκή», εμφανίζεται τρεις φορές στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο και περιγράφει ποιητικά τη λευκή λάμψη της πανσελήνου που είναι ιδιαίτερα έντονη στις Βιβλικές χώρες. (Ασμ 6:10· Ησ 24:23· 30:26) Η δε λέξη κέσε’ (ή κέσεχ), που σημαίνει «πανσέληνος», εμφανίζεται δύο φορές.—Ψλ 81:3· Παρ 7:20, RS, ΛΧ.
Εφόσον, κατά μέσο όρο, το διάστημα από νέα σελήνη σε νέα σελήνη διαρκεί περίπου 29 ημέρες, 12 ώρες και 44 λεπτά, οι αρχαίοι σεληνιακοί μήνες είχαν είτε 29 είτε 30 ημέρες. Αρχικά, αυτό μπορεί να καθοριζόταν με την απλή παρατήρηση της εμφάνισης της νέας ημισελήνου, αλλά στην εποχή του Δαβίδ έχουμε στοιχεία ότι αυτό υπολογιζόταν εκ των προτέρων. (1Σα 20:5, 18, 24-29) Ωστόσο, στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο το Μισνά (Ρος Χασανά 1:3–2:7) δηλώνει ότι το Ιουδαϊκό Σάνχεδριν συνεδρίαζε νωρίς το πρωί της 30ής ημέρας εφτά μηνών του έτους για να καθορίσει το πότε άρχιζε η νέα σελήνη. Τοποθετούνταν φρουροί σε στρατηγικά υψώματα γύρω από την Ιερουσαλήμ οι οποίοι ειδοποιούσαν αμέσως το Ιουδαϊκό δικαστήριο όταν έβλεπαν τη νέα σελήνη. Μόλις συγκέντρωνε επαρκή μαρτυρία, το δικαστήριο ανάγγελλε: “Καθαγιάστηκε”, κηρύσσοντας έτσι επίσημα την έναρξη του νέου μήνα. Αν η ορατότητα ήταν περιορισμένη λόγω νεφώσεων ή ομίχλης, τότε όριζαν ότι ο προηγούμενος μήνας είχε 30 ημέρες, και ο νέος μήνας άρχιζε την επομένη της σύγκλησης του δικαστηρίου. Λέγεται επίσης ότι η είδηση μεταδιδόταν περαιτέρω με συνθηματική φωτιά που άναβαν στο Όρος των Ελαιών, κάτι το οποίο στη συνέχεια επαναλαμβανόταν σε άλλα υψώματα όλης της χώρας. Προφανώς, αυτή η μέθοδος αντικαταστάθηκε αργότερα με την αποστολή αγγελιοφόρων οι οποίοι μετέφεραν την είδηση.
Τον τέταρτο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, καθιερώθηκε ένα σταθερό ή συνεχές ημερολόγιο έτσι ώστε οι Ιουδαϊκοί μήνες απέκτησαν καθορισμένο αριθμό ημερών, εκτός από τον Εσβάν και τον Χισλέβ, καθώς και το μήνα Αδάρ, οι οποίοι εξακολουθούν να έχουν είτε 29 είτε 30 ημέρες ανάλογα με ορισμένους υπολογισμούς.
Τήρηση της Νέας Σελήνης. Για τους Ιουδαίους, κάθε νέα σελήνη έδινε το έναυσμα για να ηχήσουν οι σάλπιγγες και να προσφερθούν θυσίες σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου. (Αρ 10:10· 2Χρ 2:4· Ψλ 81:3· παράβαλε Ησ 1:13, 14.) Οι επιβαλλόμενες θυσίες ήταν μάλιστα ακόμη μεγαλύτερες από εκείνες που προσφέρονταν φυσιολογικά τα κανονικά Σάββατα. (Αρ 28:9-15) Μολονότι δεν αναφέρεται συγκεκριμένα ότι η νέα σελήνη ήταν ημέρα ανάπαυσης, το εδάφιο Αμώς 8:5 υποδηλώνει παύση των εργασιών. Προφανώς ήταν καιρός συμποσίων (1Σα 20:5), καθώς επίσης ευκαιρία για σύναξη και εκπαίδευση από το νόμο του Θεού.—Ιεζ 46:1-3· 2Βα 4:22, 23· Ησ 66:23.
Η έβδομη νέα σελήνη κάθε έτους (που αντιστοιχούσε στην πρώτη ημέρα του μήνα Εθανίμ, ή αλλιώς Τισρί) ήταν σαββατιαία, και η διαθήκη του Νόμου όριζε ότι ήταν καιρός πλήρους ανάπαυσης. (Λευ 23:24, 25· Αρ 29:1-6) Ήταν «ημέρα σαλπίσματος», αλλά με μεγαλύτερη έννοια από ό,τι στις άλλες περιπτώσεις της νέας σελήνης. Προανάγγελλε την Ημέρα της Εξιλέωσης, η οποία γιορταζόταν τη δέκατη ημέρα εκείνου του μήνα.—Λευ 23:27, 28· Αρ 29:1, 7-11.
Λατρεία της Σελήνης. Μολονότι οι Ισραηλίτες καθοδηγούνταν από τη σελήνη ως προς το χρονικό προσδιορισμό των μηνών και των εορταστικών τους περιόδων, δεν έπρεπε να τη λατρεύουν όπως έκαναν κατά κόρον τα γύρω έθνη. Ο Σιν, ο θεός της σελήνης, ήταν ο πολιούχος της Ουρ, της πρωτεύουσας του Σουμέρ, της τοποθεσίας από την οποία ο Αβραάμ και η οικογένειά του έφυγαν για την Υποσχεμένη Γη. Αν και οι κάτοικοι της Ουρ ήταν πολυθεϊστές, ο Σιν, ο θεός της σελήνης—μια αρσενική θεότητα—ήταν ο ύψιστος θεός στον οποίο ήταν πρωτίστως αφιερωμένος ο ναός και οι βωμοί τους. Ο Αβραάμ και η συνοδεία του ταξίδεψαν από την Ουρ στη Χαρράν, ένα άλλο μεγάλο κέντρο λατρείας της σελήνης. Ο πατέρας του Αβραάμ, ο Θάρα, ο οποίος πέθανε στη Χαρράν, φαίνεται ότι ασκούσε αυτού του είδους την ειδωλολατρία. (Γε 11:31, 32) Όπως και να έχει, αυτές οι περιστάσεις προσθέτουν βαρύτητα στην προειδοποίηση που έδωσε ο Ιησούς του Ναυή προς τον Ισραήλ μετά την είσοδό τους στην Υποσχεμένη Γη, όπως αναγράφεται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 24:2, 14: «Αυτό είπε ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Στην άλλη πλευρά του Ποταμού [Ευφράτη] κατοικούσαν οι προπάτορές σας πριν από πολύ καιρό—ο Θάρα, ο πατέρας του Αβραάμ και πατέρας του Ναχώρ—και υπηρετούσαν άλλους θεούς”. Και τώρα να φοβάστε τον Ιεχωβά και να τον υπηρετείτε με άψογο τρόπο και με αλήθεια· και αφαιρέστε τους θεούς που υπηρετούσαν οι προπάτορές σας στην άλλη πλευρά του Ποταμού και στην Αίγυπτο, και να υπηρετείτε τον Ιεχωβά».
Και ο Ιώβ επίσης ζούσε ανάμεσα σε λάτρεις της σελήνης και απέρριψε με πιστότητα τη συνήθεια που είχαν εκείνοι να στέλνουν φιλιά με το χέρι στη σελήνη. (Ιωβ 31:26-28) Οι γειτονικοί Μαδιανίτες χρησιμοποιούσαν φεγγαρόσχημα στολίδια, τοποθετώντας τα ακόμη και στις καμήλες τους. (Κρ 8:21, 26) Στην Αίγυπτο, όπου κατοίκησε τόσο ο Αβραάμ όσο και ο λαός του Ισραήλ μεταγενέστερα, η λατρεία της σελήνης κατείχε σημαντική θέση και ασκούνταν προς τιμήν του θεού της σελήνης, του Θωθ, ο οποίος ήταν ο θεός των μετρήσεων για τους Αιγυπτίους. Κάθε πανσέληνο οι Αιγύπτιοι θυσίαζαν σε αυτόν ένα γουρούνι. Στην Ελλάδα ο θεός αυτός κατέληξε να λατρεύεται με τον τίτλο Ερμής Τρισμέγιστος. Μάλιστα η λατρεία της σελήνης εκτεινόταν μέχρι το Δυτικό Ημισφαίριο, όπου αρχαίοι ναοί ζιγκουράτ αφιερωμένοι στη σελήνη έχουν ανακαλυφτεί στο Μεξικό και στην Κεντρική Αμερική. Στην αγγλική γλώσσα, η Δευτέρα (Monday) ανάγει το όνομά της στην αγγλοσαξονική λατρεία της σελήνης. Monday σήμαινε αρχικά «ημέρα της σελήνης» (moon-day).
Οι λάτρεις της σελήνης τής απέδιδαν δυνάμεις γονιμότητας και απέβλεπαν σε αυτήν για την αύξηση της σοδειάς τους, ακόμη δε και για τον πολλαπλασιασμό των ζώων τους. Στη Χαναάν, όπου εγκαταστάθηκαν τελικά οι Ισραηλίτες, οι χαναανιτικές φυλές λάτρευαν τη σελήνη με ανήθικες ιεροτελεστίες και τελετουργίες. Εκεί η σελήνη λατρευόταν μερικές φορές συμβολιζόμενη από τη θεά Αστορέθ (Αστάρτη). Η Αστορέθ θεωρούνταν η θηλυκή σύντροφος του άρρενα θεού Βάαλ, η δε λατρεία αυτών των δύο παγίδεψε επανειλημμένα τους Ισραηλίτες κατά την περίοδο των Κριτών. (Κρ 2:13· 10:6) Οι αλλοεθνείς σύζυγοι του Βασιλιά Σολομώντα εισήγαγαν τη μιασματική λατρεία της σελήνης στον Ιούδα. Όσοι ήταν ιερείς σε θεούς αλλοεθνών κατηύθυναν το λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ να υψώνει καπνό θυσίας στον ήλιο, στη σελήνη και στα άστρα, μια συνήθεια που συνεχίστηκε μέχρι την εποχή του Βασιλιά Ιωσία. (1Βα 11:3-5, 33· 2Βα 23:5, 13, 14) Όταν η Ιεζάβελ, η κόρη του ειδωλολάτρη βασιλιά Εθβάαλ που κυβερνούσε τους Σιδωνίους, παντρεύτηκε τον Βασιλιά Αχαάβ του Ισραήλ, έφερε επίσης μαζί της τη λατρεία του Βάαλ, προφανώς δε και τη λατρεία της θεάς της σελήνης, της Αστορέθ. (1Βα 16:31) Οι Ισραηλίτες ήρθαν και πάλι σε επαφή με τη λατρεία της σελήνης κατά την εξορία τους στη Βαβυλώνα, όπου η νέα σελήνη θεωρούνταν από τους Βαβυλώνιους αστρολόγους ευνοϊκός καιρός για την κατάρτιση προβλέψεων ως προς το μέλλον.—Ησ 47:12, 13.
Ο Λόγος του Θεού θα έπρεπε να είχε αποτελέσει για τους Ισραηλίτες προστασία από τη λατρεία της σελήνης. Καταδείκνυε ότι η σελήνη είναι απλώς ένας φωτοδότης και ένα βολικό μέσο προσδιορισμού του χρόνου, κάτι που στερείται προσωπικότητας. (Γε 1:14-18) Όταν πλησίαζαν στη Χαναάν, ο Ιεχωβά έδωσε συγκεκριμένη προειδοποίηση στο έθνος του Ισραήλ να μη λατρεύει ουράνια δημιουργήματα σαν να επρόκειτο για παραστάσεις του εαυτού Του. Όποιος ασκούσε τέτοια λατρεία έπρεπε να λιθοβολείται μέχρι θανάτου. (Δευ 4:15-19· 17:2-5) Μέσω του Ιερεμία, του προφήτη του, ο Θεός διακήρυξε μεταγενέστερα ότι τα κόκαλα των νεκρών ειδωλολατρών κατοίκων της Ιερουσαλήμ, μεταξύ των οποίων ήταν βασιλιάδες, ιερείς και προφήτες, θα αφαιρούνταν από τους τάφους τους και θα γίνονταν σαν «κοπριά πάνω στο πρόσωπο της γης».—Ιερ 8:1, 2.
Μερικοί έχουν προσπαθήσει να εντοπίσουν στο εδάφιο Δευτερονόμιο 33:14 στοιχεία ειδωλολατρικής επίδρασης ή δεισιδαιμονικής στάσης ως προς τη σελήνη. Στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, όπως και στη Μετάφραση του Βάμβα, το εδάφιο αυτό κάνει λόγο για “τα πολύτιμα δώρα που προέρχονται από τη σελήνη”. Ωστόσο, όπως δείχνουν πιο σύγχρονες μεταφράσεις, η έννοια της εβραϊκής λέξης που εδώ αποδίδεται «σελήνη» (γεραχίμ) είναι στην πραγματικότητα «μήνες» ή «σεληνιακοί μήνες» και αναφέρεται βασικά στις μηνιαίες περιόδους κατά τις οποίες ωριμάζουν οι καρποί.
Παρόμοια, ορισμένοι έχουν θεωρήσει πως το εδάφιο Ψαλμός 121:6 υποδηλώνει πίστη στην αντίληψη ότι η έκθεση στο σεληνόφως προκαλεί ασθένειες. Εντούτοις, από την ανάγνωση ολόκληρου του ψαλμού γίνεται φανερό ότι αυτή η υπόθεση είναι αβάσιμη, εφόσον στην πραγματικότητα ο ψαλμός διαβεβαιώνει με ποιητικό τρόπο πως ο Θεός παρέχει προστασία από τη συμφορά σε οποιεσδήποτε συνθήκες και ανά πάσα στιγμή—είτε στη διάρκεια της ηλιόλουστης ημέρας είτε στη διάρκεια της σεληνόφωτης νύχτας.
Άλλοι πάλι στρέφουν την προσοχή στο ρήμα σεληνιάζομαι που χρησιμοποιεί το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο στα εδάφια Ματθαίος 4:24 και Ματθαίος 17:15 και το οποίο σημαίνει κατά κυριολεξία «προσβάλλομαι από τη σελήνη». Σε σύγχρονες μεταφράσεις αυτός ο όρος αποδίδεται με τη λέξη «επιληπτικός». Το γεγονός ότι ο Ματθαίος μεταχειρίστηκε αυτόν το συνήθη όρο της Κοινής Ελληνικής για τους επιληπτικούς σε αυτές τις δύο περιπτώσεις σημαίνει, όχι ότι απέδιδε αυτή την ασθένεια στη σελήνη ούτε ότι η Αγία Γραφή διδάσκει κάτι τέτοιο, αλλά απλώς ότι χρησιμοποίησε τη λέξη η οποία, για τους ελληνόφωνους εκείνης της εποχής, ήταν προφανώς ο ισχύων χαρακτηρισμός των επιληπτικών. Παρόμοια, οι αγγλόφωνοι Χριστιανοί σήμερα εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το όνομα Monday για τη δεύτερη ημέρα της εβδομάδας, μολονότι δεν θεωρούν αυτή την ημέρα ιερή, αφιερωμένη στη σελήνη.
Τον Πρώτο Αιώνα της Κοινής Χρονολογίας. Στις ημέρες του Χριστού Ιησού και των αποστόλων, οι Ιουδαίοι δεν λάτρευαν τη σελήνη. Φυσικά, τηρούσαν τις νέες σελήνες σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου. Η νέα σελήνη του κάθε μήνα τηρείται ακόμη από τους Ορθόδοξους Ιουδαίους ως μικρότερη ημέρα εξιλέωσης για όσες αμαρτίες διαπράχθηκαν το μήνα που μόλις τελείωσε.
Η 14η Νισάν, όταν η σελήνη κόντευε να γεμίσει, σηματοδοτούσε τον εορτασμό του Πάσχα και ήταν επίσης η ημέρα κατά την οποία ο Ιησούς θέσπισε το Αναμνηστικό δείπνο, ή αλλιώς το Δείπνο του Κυρίου, που γίνεται προς ανάμνηση του θανάτου του.—Ματ 26:2, 20, 26-30· 1Κο 11:20-26.
Παρά τον τερματισμό της διαθήκης του Νόμου, μερικοί Ιουδαίοι Χριστιανοί, όπως και άλλοι, ενέμεναν στη συνήθεια του εορτασμού της νέας σελήνης καθώς και του Σαββάτου, και γι’ αυτό χρειάστηκαν τη διορθωτική συμβουλή του Παύλου η οποία αναγράφεται στα εδάφια Κολοσσαείς 2:16, 17 και Γαλάτες 4:9-11.
-
-
ΣελομίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΜΙ
(Σελομί) [από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη»].
Ασηρίτης, ο γιος του οποίου ήταν αρχηγός και διορίστηκε να βοηθήσει στη διαμοίραση της Υποσχεμένης Γης στις φυλές του Ισραήλ.—Αρ 34:17, 18, 27.
-
-
ΣελομίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΜΙΘ
(Σελομίθ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη»].
1. Κόρη του Διβρεί από τη φυλή του Δαν. Ο γιος που απέκτησε με έναν Αιγύπτιο θανατώθηκε στην έρημο επειδή εξύβρισε το όνομα του Ιεχωβά.—Λευ 24:10-14, 23.
2. Κααθίτης Λευίτης από την οικογένεια του Ισαάρ, ονομαζόμενος και Σελομώθ.—1Χρ 23:12, 18· 24:22.
3. Λευίτης απόγονος του Ελιέζερ, γιου του Μωυσή, ονομαζόμενος και Σελομώθ.—1Χρ 26:25-28.
4. Γιος του Βασιλιά Ροβοάμ του Ιούδα από την ευνοούμενη σύζυγό του τη Μααχά και αδελφός του Βασιλιά Αβιά.—2Χρ 11:20-23· 12:16.
5. Κόρη του Κυβερνήτη Ζοροβάβελ.—1Χρ 3:19.
6. Γιος του Ιωσηφία και κεφαλή του πατρικού οίκου του Βανί. Ο Σελομίθ ήρθε στην Ιερουσαλήμ με τον Έσδρα συνοδευόμενος από 160 άρρενες.—Εσδ 8:1, 10.
-
-
ΣελομώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΜΩΘ
(Σελομώθ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη»].
1. Κεφαλή ενός πατρικού οίκου μεταξύ των απογόνων του Γηρσών, γιου του Λευί.—1Χρ 23:6, 7, 9.
2. Κααθίτης Λευίτης από την οικογένεια του Ισαάρ, γνωστός και ως Σελομίθ.—1Χρ 23:12, 18· 24:22.
3. Λευίτης απόγονος του Μωυσή μέσω του Ελιέζερ του γιου του. Ο Δαβίδ κατέστησε τον Σελομώθ και τους αδελφούς του υπεύθυνους για τους θησαυρούς των καθαγιασμένων πραγμάτων, στα οποία περιλαμβάνονταν και τα καθαγιασμένα λάφυρα από τους πολέμους των Ισραηλιτών. (1Χρ 26:25-28) Ονομαζόταν και Σελομίθ.
-
-
ΣελουμιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΥΜΙΗΛ
(Σελουμιήλ) [Ειρήνη του Θεού].
Συμεωνίτης αρχηγός. Ο Σελουμιήλ βοήθησε στην απογραφή του έθνους η οποία έγινε έναν χρόνο περίπου μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο. Ήταν αρχηγός του στρατεύματος του Συμεών και έφερε την προσφορά του όταν εγκαινιάστηκε το θυσιαστήριο της σκηνής της μαρτυρίας.—Αρ 1:4, 6· 2:12· 7:36-41· 10:19.
-
-
ΣελσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΣΑ
(Σελσά).
Τοποθεσία στον Βενιαμίν. Ως σημείο επιβεβαίωσης του ότι θα γινόταν ηγέτης του Ισραήλ, ο Σαούλ επρόκειτο να συναντήσει δύο άντρες «κοντά στο μνήμα της Ραχήλ στην περιοχή του Βενιαμίν, στη Σελσά» και να λάβει από αυτούς ένα μήνυμα για τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του που είχαν χαθεί. (1Σα 10:1, 2, 7) Στην απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, αντί της ονομασίας «Σελσά» εμφανίζεται η φράση ἁλλομένους μεγάλα («οι οποίοι θα πηδούν πολύ»), παρότι στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο υπάρχει η λέξη Σελσά. Η Ραχήλ θάφτηκε σε κάποιο άγνωστο σημείο “στο δρόμο από τη Βαιθήλ προς τη Βηθλεέμ” (Γε 35:16-20), και η θέση της Σελσά παραμένει απροσδιόριστη.
-
-
ΣεμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑ
(Σεμά).
[1-4: Μελωδικός Ήχος]
1. Γιος του Χεβρών και πατέρας του Ραάμ στη γραμμή των απογόνων του Ιούδα μέσω του Χάλεβ.—1Χρ 2:42-44.
2. Απόγονος του Ρουβήν.—1Χρ 5:3, 8.
3. Κεφαλή ενός οίκου της φυλής του Βενιαμίν που εγκαταστάθηκε στην Αιαλών και ένας από αυτούς που εκδίωξαν τους κατοίκους της Γαθ. (1Χρ 8:12, 13) Κατά πάσα πιθανότητα είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Σιμεΐ του εδαφίου 1 Χρονικών 8:21, ο οποίος παρουσιάζεται εκεί ως πατέρας εννιά γιων.—1Χρ 8:19-21.
4. Ένας από τους έξι που στέκονταν στα δεξιά του Έσδρα ενόσω εκείνος διάβαζε το Νόμο στο συγκεντρωμένο λαό. Πιθανότατα ιερέας.—Νε 8:4.
5. Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα (Ιη 15:21, 26), ενδεχομένως η ίδια με τη Σαβεέ, μια παρεμβαλλόμενη πόλη του Συμεών. (Ιη 19:1, 2) Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ήταν η ίδια πόλη με την Ιησουά και την ταυτίζουν με το Τελλ ες-Σάουε (Τελ Γεσουά), περίπου 15 χλμ. ΑΒΑ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
ΣεμαάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΑ
(Σεμαά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ακούω»].
Βενιαμίτης από τη Γαβαά, του οποίου οι δύο γιοι, ο Αχιέζερ και ο Ιεχωάς, εγκατέλειψαν τον Σαούλ και προσχώρησαν στον Δαβίδ στη Σικλάγ.—1Χρ 12:1-3.
-
-
ΣεμαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΪΑΣ
(Σεμαΐας) [σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
1. Συμεωνίτης, ένας μακρινός απόγονος του οποίου συμμετείχε σε μια εκστρατεία που έγινε τον καιρό του Εζεκία με σκοπό την κατάληψη βοσκότοπων από τους Χαναναίους.—1Χρ 4:24, 37-41.
2. Γιος του Ιωήλ από τη φυλή του Ρουβήν.—1Χρ 5:3, 4.
3. Αρχηγός του Λευιτικού οίκου του Ελιζαφάν. Ο Σεμαΐας και 200 αδελφοί του, αφού αγίασαν τον εαυτό τους, συμμετείχαν στην πομπή που έφερε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:4, 8, 11-16.
4. Γραμματέας των Λευιτών ο οποίος κατέγραψε τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που οργανώθηκαν με βάση τις οδηγίες του Δαβίδ. Ήταν γιος του Νεθανήλ.—1Χρ 24:6.
5. Πρωτότοκος γιος του Ωβήδ-εδώμ, Λευίτης. Ο Σεμαΐας και οι γιοι του καταγράφηκαν όλοι ως πυλωροί με διορισμό τις αποθήκες του αγιαστηρίου.—1Χρ 26:1, 4, 6, 7, 12, 13, 15.
6. Προφήτης του Ιεχωβά στη διάρκεια της βασιλείας του Ροβοάμ, γιου του Σολομώντα. Μετά την εξέγερση των δέκα βόρειων φυλών το 997 Π.Κ.Χ., ο Σεμαΐας εξήγγειλε τα λόγια του Ιεχωβά τα οποία απαγόρευαν στον Ροβοάμ να επιχειρήσει να τις ανακαταλάβει. (1Βα 12:21-24· 2Χρ 11:1-4) Το πέμπτο έτος (993 Π.Κ.Χ.) του Ροβοάμ, ο Αιγύπτιος Βασιλιάς Σισάκ εισέβαλε στον Ιούδα και ο Σεμαΐας πληροφόρησε τον Ροβοάμ και τους άρχοντές του ότι ο Ιεχωβά τούς είχε εγκαταλείψει επειδή Τον είχαν εγκαταλείψει αυτοί. Ωστόσο, ο Ροβοάμ και οι άρχοντές του ταπείνωσαν τον εαυτό τους, γι’ αυτό και ο Ιεχωβά μετρίασε τις καταστροφικές συνέπειες της εισβολής. (2Χρ 12:1-12) Ο Σεμαΐας, επίσης, συνέταξε ένα από τα αρχεία της βασιλείας του Ροβοάμ.—2Χρ 12:15.
7. Ένας από τους Λευίτες τους οποίους έστειλε ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ το τρίτο έτος της βασιλείας του (934 Π.Κ.Χ.) να διδάξουν το Νόμο στις πόλεις του Ιούδα.—2Χρ 17:7-9.
8. Λευίτης, απόγονος του Ιεδουθούν, τον οποίο διόρισε ο Εζεκίας κατά το πρώτο έτος της διακυβέρνησής του (745 Π.Κ.Χ.) να βοηθήσει στον καθαρισμό του ναού. Ο Σεμαΐας και οι υπόλοιποι Λευίτες κατέβασαν τα ακάθαρτα αντικείμενα στην Κοιλάδα Κιδρόν. (2Χρ 29:12, 14-16) Πιθανώς είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 9.
9. Ένας από τους Λευίτες που διένεμαν τα δέκατα και τις άλλες συνεισφορές στις πόλεις των ιερέων κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία. (2Χρ 31:6, 12, 14, 15) Πιθανώς είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 8.
10. Ένας από τους Λευίτες αρχηγούς που συνεισέφεραν ζώα με γενναιοδωρία για να προσφερθούν ως θυσία στο μεγάλο εορτασμό του Πάσχα που τέλεσε ο Ιωσίας.—2Χρ 35:1, 9.
11. Πατέρας του Ουριγία, ενός προφήτη συγχρόνου του Ιερεμία, από την Κιριάθ-ιαρίμ.—Ιερ 26:20.
12. Πατέρας του Δελαΐα, ενός Ιουδαίου άρχοντα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ.—Ιερ 36:12.
13. Ψευδοπροφήτης από την πόλη Νεχελάμ, πολέμιος του Ιερεμία. Πάρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα μαζί με τον Ιωαχίν το 617 Π.Κ.Χ. Από εκεί έγραψε μια επιστολή στον ιερέα Σοφονία και στους άλλους ιερείς στην Ιερουσαλήμ, κατακρίνοντας τον Ιερεμία για το ότι προέλεγε μια μακρά περίοδο εξορίας και για το ότι παρότρυνε τους εξορίστους να εγκατασταθούν στη Βαβυλωνία. Ο Σεμαΐας ισχυρίστηκε πως έπρεπε να βάλουν τον Ιερεμία σε ξύλινα δεσμά. Ωστόσο, ο Ιεχωβά προφήτευσε ότι, επειδή ο Σεμαΐας επιχείρησε να κάνει τους Ιουδαίους να εμπιστευτούν στο ψεύδος και επειδή αυτά που είπε ήταν απροκάλυπτη ανταρσία, ούτε αυτός ούτε οι απόγονοί του θα ήταν ανάμεσα στους εξορίστους που θα επαναπατρίζονταν.—Ιερ 29:24-32.
14. Ιερέας, και πιθανώς ιδρυτής μιας ιερατικής οικογένειας, ο οποίος επέστρεψε με τον Ζοροβάβελ στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. Κατά την επόμενη γενιά, επικεφαλής του πατρικού οίκου του Σεμαΐα ήταν ο Ιεχωνάθαν. (Νε 12:1, 6, 7, 12, 18) Ο εκπρόσωπός τους, ή κάποιος άλλος συνονόματος ιερέας, επικύρωσε την εθνική διαθήκη που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 10:1, 8.
15. Λευίτης, απόγονος του Ιεδουθούν, ένας γιος ή απόγονος του οποίου ονόματι Αβδιού έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά την εξορία.—1Χρ 9:16, 34.
16. Λευίτης, από τους απογόνους του Μεραρί, που και αυτός έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. Γιος του Ασσούβ.—1Χρ 9:14, 34· Νε 11:15.
17. Ένας από τους αρχηγούς των γιων του Αδωνικάμ οι οποίοι συνόδευσαν τον Έσδρα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ. Ενδεχομένως είναι ένας από εκείνους τους οποίους έστειλε ο Έσδρας να ζητήσουν διακόνους για το αγιαστήριο, με αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν μερικοί Λευίτες και Νεθινίμ για το ταξίδι.—Εσδ 8:1, 13, 16-20.
18. Ένας από τους ιερείς τους οποίους παρακίνησε ο Έσδρας όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ να εξαποστείλουν τις αλλοεθνείς συζύγους που είχαν πάρει. Γιος του Χαρίμ.—Εσδ 10:10, 11, 21, 44.
19. Γιος κάποιου άλλου Χαρίμ, ο οποίος ήταν ένας από τους Ισραηλίτες που επίσης είχαν πάρει αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν.—Εσδ 10:25, 31, 44.
20. Ένας από εκείνους που βοήθησαν στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ, γιος του Σεχανία και πυλωρός—πιθανότατα, λοιπόν, Λευίτης.—Νε 3:29.
21. Ο ψευδοπροφήτης τον οποίο μίσθωσαν ο Τωβίας και ο Σαναβαλλάτ για να πει στον Νεεμία ότι δήθεν απειλούνταν η ζωή του, προσπαθώντας έτσι να φοβίσει τον Νεεμία και να τον κάνει να αμαρτήσει με το να κρυφτεί στο ναό, ενώ δεν ήταν ιερέας. Γιος του Δελαΐα.—Νε 6:10-13.
22. Κάποιος που έλαβε μέρος στην πομπή της εγκαινίασης την οποία διευθέτησε ο Νεεμίας μετά την ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 12:31-34.
23. Ιερέας από την οικογένεια του Ασάφ, κάποιος απόγονος του οποίου συμμετείχε στην ίδια πομπή προφανώς ως σαλπιγκτής.—Νε 12:31, 35.
24. Ιερέας, μουσικός στην ίδια πομπή, προφανώς συγγενής του Αρ. 23.—Νε 12:31, 36.
25. Ιερέας ο οποίος προφανώς σάλπιζε όταν, στα πλαίσια της εγκαινίασης του τείχους, οι δύο χορωδίες ευχαριστήριων ύμνων συναντήθηκαν στον οίκο του Ιεχωβά.—Νε 12:40-42.
26. Μακρινός απόγονος του Δαβίδ. (1Χρ 3:9, 10, 22) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η φράση «και οι γιοι του Σεμαΐα» στη μέση του εδαφίου 22 (μετά την οποία παρατίθενται μόνο πέντε ονόματα) πρέπει να παραλειφθεί ως προϊόν λανθασμένης αντιγραφής, ώστε να αποδοθούν στον Σεχανία έξι γιοι. Ωστόσο, άλλοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι ο Σεμαΐας και οι πέντε γιοι του λογίζονται ως οι έξι απόγονοι του Σεχανία.
-
-
ΣεμαραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΡΑΪΜ
(Σεμαραΐμ).
1. Άγνωστη πόλη των Βενιαμιτών η οποία μνημονεύεται μαζί με τη Βαιθήλ. (Ιη 18:21, 22) Πιθανολογείται ότι βρισκόταν ΒΑ της Βαιθήλ.
2. Ύψωμα στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ. Από αυτό το βουνό μίλησε ο Βασιλιάς Αβιά του Ιούδα, καταδεικνύοντας ότι ο Ιεροβοάμ και οι δέκα φυλές του Ισραήλ είχαν απορρίψει τη διαθήκη για μια βασιλεία που είχε συνάψει ο Ιεχωβά με τον Δαβίδ. Προφανώς, η Βαιθήλ βρισκόταν στην ίδια περιοχή. (2Χρ 13:4, 19) Το Όρος Σεμαραΐμ ενδεχομένως πήρε το όνομά του από την ομώνυμη πόλη των Βενιαμιτών, αλλά η ακριβής θέση αυτού του βουνού παραμένει άγνωστη.
-
-
ΣεμαρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΡΙΑΣ
(Σεμαρίας) [σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Φυλάξει»].
1. Ένας από τους αμφοτεροδέξιους Βενιαμίτες πολεμιστές που συντάχθηκαν με τον Δαβίδ ενόσω αυτός ήταν φυγάς στη Σικλάγ.—1Χρ 12:1, 2, 5.
2. Γιος του Βασιλιά Ροβοάμ, και επομένως δισέγγονος του Δαβίδ.—2Χρ 11:18, 19.
3. Ένας από τους γιους του Χαρίμ οι οποίοι απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους όταν ο Έσδρας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ.—Εσδ 10:31, 32, 44.
4. Ένας από τους γιους του Βιννουί οι οποίοι είχαν και αυτοί πάρει αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν.—Εσδ 10:38, 41, 44.
-
-
ΣεμεβέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΒΕΡ
(Σεμεβέρ).
Ο βασιλιάς της Ζεβωγίμ τον οποίο νίκησαν ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του στην Κοιλάδα Σιδδίμ.—Γε 14:1-11.
-
-
ΣεμεείνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΕΙΝ
(Σεμεείν).
Απόγονος του Δαβίδ και πρόγονος της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού.—Λου 3:26.
-
-
ΣεμέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΡ
(Σεμέρ) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «φυλάω»].
1. Απόγονος του Ασήρ, πιθανώς δισέγγονός του. Τέσσερις γιοι του Σεμέρ κατονομάζονται. (1Χρ 7:30, 34) Το όνομα Σεμέρ γράφεται Σωμήρ στο εδάφιο 1 Χρονικών 7:32.
2. Μεραρίτης Λευίτης, πρόγονος του Εθάν.—1Χρ 6:44-47.
3. Ο ιδιοκτήτης του λόφου της Σαμάρειας. Ενδεχομένως πρόκειται για φυλή και όχι για μεμονωμένο άτομο, δεδομένου ότι η λέξη «Σαμάρεια» σημαίνει «Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στο Γένος Σεμέρ». Ο Βασιλιάς Αμρί του Ισραήλ αγόρασε αυτό το βουνό δίνοντας δύο τάλαντα ασήμι ($13.212) και άρχισε να βασιλεύει από εκεί γύρω στο 945 Π.Κ.Χ.—1Βα 16:23, 24.
-
-
ΣεμεώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΩΝ
(Σεμεών) [από μια ρίζα που σημαίνει «ακούω»].
Ένας από τους οχτώ γιους του Χαρίμ τους οποίους παρακίνησε ο Έσδρας να αποπέμψουν τις ειδωλολάτρισσες συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:10, 11, 31, 32, 44.
-
-
ΣεμινίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΙΝΙΘ
(Σεμινίθ).
Αν και αυτός ο μουσικός όρος σημαίνει κατά κυριολεξία «το όγδοο», η ακριβής σημασία του είναι αβέβαιη. Μπορεί να αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη χαμηλότερη έκταση μουσικών φθόγγων, ή τρόπο, και, αν με αυτόν τον όρο συνδέονταν τυχόν μουσικά όργανα, πιθανότατα θα επρόκειτο για όργανα με τα οποία έπαιζαν τους χαμηλούς τόνους της μουσικής κλίμακας.
Στο εδάφιο 1 Χρονικών 15:21 γίνεται λόγος για άρπες «κουρδισμένες σε Σεμινίθ [«ενδεχόμενη αναφορά στο όγδοο κλειδί ή σε μια χαμηλότερη οκτάβα», ΜΝΚ υποσ.· «πιθανότατα η πιο χαμηλή οκτάβα», Da υποσ. z]». Σε αρμονία με αυτό, οι επιγραφές των Ψαλμών 6 και 12 (οι οποίοι έχουν μελαγχολικό περιεχόμενο) λένε: «Προς τον διευθύνοντα (τα έγχορδα) στη χαμηλότερη οκτάβα [σεμινίθ]», πράγμα που μπορεί να υποδηλώνει ότι αυτοί οι ύμνοι θα συνοδεύονταν από μουσική σε χαμηλότερη έκταση φθόγγων και θα ψάλλονταν ανάλογα.—Βλέπε ΑΛΑΜΩΘ.
-
-
ΣεμιραμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΙΡΑΜΩΘ
(Σεμιραμώθ).
1. Λευίτης μουσικός ο οποίος συνόδευσε την κιβωτό της διαθήκης από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ ως την Ιερουσαλήμ και ακολούθως τοποθετήθηκε να παίζει μουσική μπροστά από τη σκηνή όπου βρισκόταν η κιβωτός.—1Χρ 15:17, 18, 20, 25· 16:1, 4, 5.
2. Ένας από τους Λευίτες τους οποίους έστειλε ο Ιωσαφάτ να διδάξουν το Νόμο στο λαό το 934 Π.Κ.Χ.—2Χρ 17:7-9.
-
-
ΣεμιώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΙΩΝ
(Σεμιών)
Πατέρας τεσσάρων γιων, μέλος της φυλής του Ιούδα.—1Χρ 4:20.
-
-
ΣεμνότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΝΟΤΗΤΑ
Κοσμιότητα ή προσωπική αγνότητα. Στην Αγία Γραφή, με τον όρο «σεμνότητα» αποδίδεται η λέξη αἰδώς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. (1Τι 2:9) Αυτή η λέξη, χρησιμοποιούμενη με ηθική έννοια, μεταδίδει την ιδέα της ευλάβειας, του δέους, του σεβασμού για τα αισθήματα ή τη γνώμη των άλλων ή για τη συνείδηση του ίδιου του ατόμου, και έτσι εκφράζει ντροπή, αυτοσεβασμό, συναίσθηση της τιμής, αξιοπρέπεια και μετριοπάθεια. (Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 1, σ. 65) Συγκρίνοντας τη λέξη αἰδώς με τη συνηθέστερη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «ντροπή» (αἰσχύνη· Φλπ 3:19· Απ 3:18), ο λεξικογράφος Ρίτσαρντ Τρεντς αναφέρει ότι η λέξη αἰδώς είναι «η ευγενέστερη από τις δύο, και υποδηλώνει το ευγενέστερο κίνητρο: εμπερικλείει μια έμφυτη ηθική αποστροφή προς τη διάπραξη κάποιας ανέντιμης πράξης, ηθική αποστροφή η οποία υπάρχει ελάχιστα ή καθόλου στη [λέξη αἰσχύνη]». Ο ίδιος δηλώνει ότι «[η αἰδώς] θα συγκρατούσε πάντοτε έναν καλό άνθρωπο από το να κάνει μια ποταπή πράξη, ενώ [η αἰσχύνη] ίσως συγκρατούσε κάποιες φορές έναν κακό άνθρωπο». (Συνώνυμα της Καινής Διαθήκης [Synonyms of the New Testament], Λονδίνο, 1961, σ. 64, 65) Επομένως, στη συγκράτηση που υπονοεί η λέξη αἰδώς, περιλαμβάνεται ιδιαίτερα η συνείδηση.
Σε Σχέση με το Ντύσιμο και Άλλα Αποκτήματα. Δίνοντας στον επίσκοπο Τιμόθεο την οδηγία να φροντίζει να τηρείται κατάλληλη διαγωγή μέσα στην εκκλησία, ο Παύλος είπε: «Θέλω οι γυναίκες να στολίζονται με εύτακτη ενδυμασία, με σεμνότητα και σωφροσύνη, όχι με πλεξίματα των μαλλιών και χρυσάφι ή μαργαριτάρια ή πολύ ακριβά ρούχα, αλλά όπως αρμόζει σε γυναίκες που ισχυρίζονται ότι έχουν ευλάβεια για τον Θεό, δηλαδή μέσω καλών έργων». (1Τι 2:9, 10) Εδώ ο απόστολος δεν αποδοκιμάζει την περιποιημένη και καλή, ελκυστική εμφάνιση, διότι ο ίδιος συνιστά την «εύτακτη ενδυμασία». Ωστόσο, δείχνει την ακαταλληλότητα της ματαιοδοξίας και της επιδεικτικότητας στο ντύσιμο, με την οποία στρέφει κάποιος την προσοχή στον εαυτό του ή στα μέσα διαβίωσής του. Περιλαμβάνεται επίσης η σεμνότητα σε σχέση με το σεβασμό για τα αισθήματα των άλλων, τον αυτοσεβασμό και τη συναίσθηση της τιμής. Η ενδυμασία του Χριστιανού δεν πρέπει να προσβάλλει την ευπρέπεια και τις ηθικές ευαισθησίες της εκκλησίας, κάνοντας κάποιους να σκανδαλιστούν. Αυτή η συμβουλή όσον αφορά το ντύσιμο διασαφηνίζει περαιτέρω τη στάση του Ιεχωβά απέναντι στο πώς πρέπει να βλέπει και να χρησιμοποιεί ο Χριστιανός και τα άλλα υλικά αποκτήματα που ίσως έχει.—Βλέπε ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ.
-
-
ΣεμουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΟΥΗΛ
(Σεμουήλ) [Όνομα του Θεού].
Το ίδιο εβραϊκό όνομα μεταφράζεται και «Σαμουήλ».
1. Κεφαλή προπατορικού οίκου. Γιος ή απόγονος του Θωλά, γιου του Ισσάχαρ.—1Χρ 7:1, 2.
2. Εκπρόσωπος της φυλής του Συμεών στην ομάδα που διορίστηκε να μοιράσει την Υποσχεμένη Γη στις φυλές. Γιος του Αμμιούδ.—Αρ 34:17, 18, 20.
-
-
ΣεναάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΑ
(Σεναά).
Πάνω από 3.000 «γιοι της Σεναά» επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 2, 35· Νε 7:38) Το όνομα Σεναά ενδεχομένως ταυτίζεται με το όνομα Ασσεναά, ο εβραϊκός τύπος του οποίου περιλαμβάνει το εβραϊκό οριστικό άρθρο χα(ς).—Νε 3:3.
Πολλά από τα ονόματα που απαριθμούνται στο 2ο κεφάλαιο του Έσδρα και στο 7ο κεφάλαιο του Νεεμία είναι προφανώς τοποθεσίες και όχι πρόσωπα, και γι’ αυτό ορισμένοι πιστεύουν ότι η Σεναά ήταν μια τοποθεσία λίγο βορειότερα της Ιεριχώς, όπου ο Ευσέβιος και ο Ιερώνυμος αναφέρουν ότι υπήρχε ένας πύργος που ονομαζόταν «Μαγδάλσενα». (Περί των τοπικών ονομάτων, 154, 16, 17) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων η Σεναά ταυτίζεται με το Χίρμπετ αλ Μπεϊγιουντάτ (Χορβάτ ελ-Μπέιντατ), περίπου 11 χλμ. ΒΒΑ της Ιεριχώς.
-
-
ΣεναάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΑΒ
(Σεναάβ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σιν [ο θεός της σελήνης] Είναι ο Πατέρας Του»].
Βασιλιάς της Αδμά. Ο ένας από τους πέντε μονάρχες της περιοχής Ν της Νεκράς Θαλάσσης οι οποίοι, θέλοντας να πάψουν να είναι υποτελείς στον Χοδολλογομόρ, στασίασαν ανεπιτυχώς εναντίον του.—Γε 14:1-10.
-
-
ΣεναάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΑΡ
(Σεναάρ).
Το αρχικό όνομα της περιοχής που βρίσκεται ανάμεσα στους ποταμούς Τίγρη και Ευφράτη και που αργότερα ονομάστηκε Βαβυλωνία. Ήταν το μέρος όπου άρχισε να βασιλεύει ο Νεβρώδ επί της Βαβέλ, της Ερέχ, της Ακκάδ και της Καλνέ, και όπου διακόπηκε η οικοδόμηση του πύργου-ναού της Βαβέλ. (Γε 10:9, 10· 11:2-8) Αργότερα, ο βασιλιάς της Σεναάρ, ο Αμραφέλ, ήταν ένας από τους συνασπισμένους βασιλιάδες που αιχμαλώτισαν τον ανιψιό του Αβραάμ, τον Λωτ. (Γε 14:1, 9, 12) Στις ημέρες του Ιησού του Ναυή η περιοχή διατηρούσε την αρχική ονομασία της. (Ιη 7:21) Την αναφέρουν οι προφήτες Ησαΐας, Δανιήλ και Ζαχαρίας.—Ησ 11:11· Δα 1:2· Ζαχ 5:11· βλέπε ΒΑΒΕΛ· ΒΑΒΥΛΩΝΑ Αρ. 2.
-
-
ΣενάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΝ
(Σενάν).
Κωμόπολη στην περιοχή Σεφηλά του Ιούδα. (Ιη 15:33, 37) Πολλοί λόγιοι θεωρούν ότι πιθανότατα είναι η Σαανάν του εδαφίου Μιχαίας 1:11, και κατά την τρέχουσα άποψή τους η κωμόπολη αυτή ταυτίζεται με το Άρακ ελ-Χάρμπα, περίπου 6 χλμ. ΒΔ της Λαχείς.
-
-
ΣενασσάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΣΣΑΡ
(Σενασσάρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Σιν [ο θεός της σελήνης], Προστάτευε!»].
Ο τέταρτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιωαχίν (Ιεχονία) ο οποίος γεννήθηκε ενόσω ο πατέρας του ήταν εξόριστος στη Βαβυλώνα.—1Χρ 3:17, 18· βλέπε ΣΑΣΑΒΑΣΣΑΡ.
-
-
ΣενέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΕ
(Σενέ).
«Ένας απόκρημνος βράχος σαν δόντι» απέναντι από τη Γααβά, στα Ν ενός άλλου απόκρημνου βράχου ο οποίος ονομαζόταν Βοσές. Και οι δύο αυτοί βράχοι βρίσκονταν ανάμεσα στις πόλεις Μιχμάς και Γααβά και μνημονεύονται στην αφήγηση της επίθεσης του Ιωνάθαν εναντίον των Φιλισταίων. (1Σα 14:4, 5, 13) Η θέση αυτών των βράχων δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί με βεβαιότητα τώρα πια, αλλά γενικά πιστεύεται ότι αποτελούσαν μέρος των σχεδόν κατακόρυφων γκρεμών κατά μήκος του Ουάντι Σουέινιτ (Νάχαλ Μιχμάς) το οποίο εκτείνεται μεταξύ της Μιχμάς και της Γααβά.—Βλέπε ΒΟΣΕΣ.
-
-
ΣενίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΙΡ
(Σενίρ).
Το αμορραϊκό όνομα του Όρους Αερμών. (Δευ 3:9) Δεδομένου ότι το εδάφιο 1 Χρονικών 5:23 κάνει λόγο για το «Σενίρ και το Όρος Αερμών», το όνομα Σενίρ μπορεί να χρησιμοποιούνταν επίσης για κάποιο τμήμα του ορεινού όγκου του Αερμών ή του Αντιλιβάνου. Το Σενίρ ήταν πηγή ξύλων αρκεύθου (Ιεζ 27:5) και καταφύγιο λιονταριών και λεοπαρδάλεων. (Ασμ 4:8) Μια ασσυριακή επιγραφή περιγράφει το Σενίρ (Σα-νι-ρου) ως «ένα βουνό απέναντι από τον Λίβανο».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 280· βλέπε ΑΕΡΜΩΝ.
-
-
ΣενναχειρείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΝΑΧΕΙΡΕΙΜ
(Σενναχειρείμ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σιν [ο θεός της σελήνης] Έχει Αποκαταστήσει τους Αδελφούς σε Εμένα»].
Γιος του Σαργών Β΄ και βασιλιάς της Ασσυρίας. Κληρονόμησε από τον πατέρα του μια πανίσχυρη αυτοκρατορία αλλά αναγκάστηκε να περάσει το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας του καταπνίγοντας εξεγέρσεις, ειδικά σε σχέση με την πόλη της Βαβυλώνας.
Φαίνεται ότι ο Σενναχειρείμ, στη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του, υπηρετούσε ως κυβερνήτης ή στρατηγός στο βόρειο τμήμα της Ασσυρίας. Μετά την άνοδό του στο θρόνο, δεν αντιμετώπισε πολλά προβλήματα σε αυτή την περιοχή, ενώ οι δυσκολίες που συνάντησε προέρχονταν κυρίως από τα Ν και τα Δ. Ο Χαλδαίος Μερωδάχ-βαλαδάν (Ησ 39:1) εγκατέλειψε το Ελάμ όπου είχε αναγκαστεί να καταφύγει εξαιτίας του Σαργών, του πατέρα του Σενναχειρείμ, και κατόπιν αυτοανακηρύχτηκε βασιλιάς της Βαβυλώνας. Ο Σενναχειρείμ βάδισε εναντίον του Μερωδάχ-βαλαδάν και των Ελαμιτών συμμάχων του και τους νίκησε στην Κις. Ωστόσο, ο Μερωδάχ-βαλαδάν διέφυγε και συνέχισε να κρύβεται άλλα τρία χρόνια. Ο Σενναχειρείμ εισέβαλε στη Βαβυλώνα και ενθρόνισε ως αντιβασιλιά τον Μπελ-ιμπνί. Ακολούθως πραγματοποιήθηκαν και άλλες εκστρατείες που σκοπό είχαν να τιμωρήσουν και να κρατήσουν σε υποταγή τους λαούς των χωρών στις λοφώδεις περιοχές που περιέβαλλαν την Ασσυρία.
Κατόπιν, στην «τρίτη εκστρατεία» του, όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος, ο Σενναχειρείμ κινήθηκε εναντίον του «Χάττι»—ονομασία που εκείνη την εποχή προφανώς αναφερόταν στη Φοινίκη και στην Παλαιστίνη. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 287) Η περιοχή αυτή βρισκόταν σε κατάσταση γενικής εξέγερσης εναντίον του ασσυριακού ζυγού. Ανάμεσα σε εκείνους που είχαν απορρίψει την ασσυριακή κυριαρχία ήταν και ο Βασιλιάς Εζεκίας του Ιούδα (2Βα 18:7), αν και δεν υπάρχουν στοιχεία που να μαρτυρούν ότι είχε συνασπιστεί με τα άλλα εξεγερμένα βασίλεια.
Το 14ο έτος του Εζεκία (732 Π.Κ.Χ.), οι δυνάμεις του Σενναχειρείμ κινήθηκαν δυτικά, κατέλαβαν τη Σιδώνα, την Αχζίβ, την Ακό και άλλες πόλεις στα φοινικικά παράλια και στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς το Ν. Κατόπιν αυτού, τρομοκρατημένα βασίλεια, περιλαμβανομένου του Μωάβ, του Εδώμ και της Αζώτου, αναφέρεται ότι έστειλαν φόρο υποτελείας σε έκφραση της υποταγής τους. Η απείθαρχη Ασκαλών καταλήφθηκε διά της βίας μαζί με τις γειτονικές πόλεις Ιόππη και Βαιθ-δαγών. Μια ασσυριακή επιγραφή κατηγορεί το λαό και τους ευγενείς της φιλισταϊκής πόλης Ακκαρών ότι παρέδωσαν το βασιλιά τους τον Παδί στον Εζεκία, ο οποίος, σύμφωνα με τον Σενναχειρείμ, τον «φυλάκισε παράνομα». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 287· παράβαλε 2Βα 18:8.) Για τους κατοίκους της Ακκαρών αναφέρεται ότι παρακάλεσαν την Αίγυπτο και την Αιθιοπία να τους βοηθήσουν να αποκρούσουν ή να εμποδίσουν την ασσυριακή επίθεση.
Το Βιβλικό υπόμνημα υποδεικνύει ότι, περίπου σε εκείνη τη φάση, ο Σενναχειρείμ επιτέθηκε στον Ιούδα πολιορκώντας και καταλαμβάνοντας πολλές από τις οχυρωμένες πόλεις και κωμοπόλεις του. Τότε ο Εζεκίας έστειλε μήνυμα στον Ασσύριο στη Λαχείς προσφερόμενος να πληρώσει ό,τι φόρο θα του επέβαλλε ο Σενναχειρείμ. (2Βα 18:13, 14) Η κατάληψη της Λαχείς από τον Σενναχειρείμ παρουσιάζεται σε ένα ανάγλυφο διάζωμα τοίχου το οποίο τον παρουσιάζει καθισμένο σε έναν θρόνο μπροστά από την ηττημένη πόλη να δέχεται τα λάφυρα που του φέρνουν από εκεί, ενώ μερικοί από τους αιχμαλώτους υποβάλλονται σε βασανιστήρια.
Η Βιβλική αφήγηση δεν κάνει καμιά νύξη για το αν ο Βασιλιάς Παδί, σε περίπτωση που ήταν όντως αιχμάλωτος του Εζεκία, απελευθερώθηκε τότε, αλλά δείχνει ότι ο Εζεκίας πλήρωσε το φόρο υποτελείας που του ζήτησε ο Σενναχειρείμ: 300 τάλαντα ασήμι (περ. $1.982.000) και 30 τάλαντα χρυσάφι (περ. $11.560.000). (2Βα 18:14-16) Στη συνέχεια, όμως, ο Σενναχειρείμ έστειλε στο βασιλιά και στο λαό της Ιερουσαλήμ μια αντιπροσωπεία τριών αξιωματούχων οι οποίοι τους ζήτησαν να συνθηκολογήσουν μαζί του και, τελικά, να αποδεχτούν τη συνακόλουθη εξορία. Το μήνυμα των Ασσυρίων εξέφραζε περιφρόνηση ιδιαίτερα για την πεποίθηση που έθετε ο Εζεκίας στον Ιεχωβά. Μέσω του εκπροσώπου του, ο Σενναχειρείμ καυχιόταν ότι ο Ιεχωβά θα αποδεικνυόταν τόσο ανίσχυρος όσο και οι θεοί των χωρών που είχαν ήδη υποχωρήσει εμπρός στην ισχύ των Ασσυρίων.—2Βα 18:17-35.
Η αντιπροσωπεία των Ασσυρίων επέστρεψε στον Σενναχειρείμ ο οποίος τότε πολεμούσε εναντίον της Λιβνά, διότι είχε ακουστεί “για τον Τιρχάκα, το βασιλιά της Αιθιοπίας, ότι είχε βγει να τον πολεμήσει”. (2Βα 19:8, 9) Οι επιγραφές του Σενναχειρείμ μιλούν για μια μάχη στην Ελθεκέχ (περ. 15 χλμ. ΒΒΔ της Ακκαρών), στην οποία, όπως εκείνος ισχυρίζεται, νίκησε τον αιγυπτιακό στρατό και τις δυνάμεις «του βασιλιά της Αιθιοπίας». Στη συνέχεια, περιγράφει την κατάκτηση της Ακκαρών και την αποκατάσταση του ελεύθερου πλέον Παδί στο θρόνο της.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 287, 288.
Ο Ιεχωβά Νικάει το Στρατό του Σενναχειρείμ. Όσον αφορά την Ιερουσαλήμ, παρ’ όλο που ο Σενναχειρείμ έστειλε μια απειλητική επιστολή προειδοποιώντας τον Εζεκία ότι παρέμενε αποφασισμένος να πάρει την πρωτεύουσα του Ιούδα (Ησ 37:9-20), το υπόμνημα δείχνει ότι οι Ασσύριοι δεν “τόξευσαν βέλος εκεί . . . ούτε ανήγειραν πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της”. Ο Ιεχωβά, τον οποίο είχε χλευάσει ο Σενναχειρείμ, εξαπέστειλε έναν άγγελο ο οποίος μέσα σε μία νύχτα πάταξε «εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες στο στρατόπεδο των Ασσυρίων» και έστειλε πίσω τον Σενναχειρείμ «με ντροπιασμένο πρόσωπο στη γη του».—Ησ 37:33-37· 2Χρ 32:21.
Οι επιγραφές του Σενναχειρείμ δεν κάνουν λόγο για την πανωλεθρία που υπέστησαν οι δυνάμεις του. Αλλά, όπως σχολιάζει ο καθηγητής Τζακ Φίνεγκαν: «Δεδομένης της γενικής τάσης καυχησιολογίας που διαπνέει τις επιγραφές των Ασσύριων βασιλιάδων, . . . δεν θα αναμέναμε να καταγράψει ο Σενναχειρείμ μια τέτοια ήττα». (Φως από το Αρχαίο Παρελθόν [Light From the Ancient Past], 1959, σ. 213) Ωστόσο, είναι αξιοπρόσεκτη η εκδοχή που δίνει ο Σενναχειρείμ για αυτό το περιστατικό στο αποκαλούμενο Πρίσμα του Σενναχειρείμ, το οποίο φυλάσσεται στο Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Ο Σενναχειρείμ λέει εν μέρει: «Όσο για τον Εζεκία τον Ιουδαίο, ο οποίος δεν υποτάχθηκε στο ζυγό μου, 46 από τις ισχυρές του πόλεις, τα περιτειχισμένα φρούρια και τα αναρίθμητα μικρά χωριά που βρίσκονταν στα περίχωρά τους τα πολιόρκησα και (τα) κατέλαβα, χρησιμοποιώντας καλοπατημένες (χωμάτινες) ράμπες και πολιορκητικούς κριούς που (έτσι) μεταφέρθηκαν κοντά (στα τείχη) (σε συνδυασμό με) επίθεση πεζικού, (χρησιμοποιώντας) σήραγγες, ρήγματα, καθώς και άλλα υπονομευτικά έργα. Πήρα (από εκεί) 200.150 ανθρώπους, νέους και ηλικιωμένους, άντρες και γυναίκες, άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια, καμήλες, αναρίθμητα μεγάλα και μικρά βοοειδή, και (τα) θεώρησα λάφυρα. Αυτόν [τον Εζεκία] τον φυλάκισα στην Ιερουσαλήμ, στη βασιλική του κατοικία, όπως ένα πουλί μέσα στο κλουβί. . . . Τις πόλεις του, τις οποίες είχα λεηλατήσει, τις αφαίρεσα από τη χώρα του και τις έδωσα στον Μιτιντί, βασιλιά της Αζώτου, στον Παδί, βασιλιά της Ακκαρών, και στον Σιλιβέλ, βασιλιά της Γάζας. . . . Ο ίδιος ο Εζεκίας . . . μου έστειλε αργότερα στη Νινευή, τη βασιλική μου πόλη, μαζί με 30 τάλαντα χρυσό, 800 τάλαντα ασήμι, πολύτιμους λίθους, αντιμόνιο, μεγάλα κομμάτια κόκκινους λίθους, κλίνες με (ενθετική διακόσμηση από) ελεφαντόδοντο, καρέκλες-νιμεντού με (ενθετική διακόσμηση από) ελεφαντόδοντο, δέρματα ελεφάντων, έβενο, ξύλο πύξου (και) κάθε είδους πολύτιμους θησαυρούς, τις (ίδιες του τις) κόρες, τις παλλακίδες και τους μουσικούς, άντρες και γυναίκες. Για να παραδώσει το φόρο υποτελείας και να υποκλιθεί ως δούλος, έστειλε τον (προσωπικό) αγγελιοφόρο του».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 288.
Στην κομπαστική αυτή εκδοχή ο αριθμός των ταλάντων ασημιού που δόθηκαν έχει διογκωθεί από 300 σε 800, και αναμφίβολα αυτό ισχύει και με άλλες λεπτομέρειες γύρω από το φόρο που καταβλήθηκε. Από άλλες απόψεις, όμως, αυτή η εκδοχή επιβεβαιώνει με αξιοσημείωτο τρόπο το Βιβλικό υπόμνημα και δείχνει πως ο Σενναχειρείμ δεν ισχυρίστηκε ότι κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Πρέπει να σημειώσουμε, ωστόσο, ότι ο Σενναχειρείμ τοποθετεί την καταβολή του φόρου υποτελείας από τον Εζεκία μετά την απειλή των Ασσυρίων για πολιορκία της Ιερουσαλήμ, ενώ η Βιβλική αφήγηση δείχνει ότι ο φόρος καταβλήθηκε πριν. Ως προς το ποια είναι η πιθανή αιτία αυτής της αντιστροφής, προσέξτε την επισήμανση που κάνει το Νέο Στερεότυπο Λεξικό της Αγίας Γραφής, των Φανκ και Γουάγκναλς (Funk and Wagnalls New Standard Bible Dictionary, 1936, σ. 829): «Το τέλος αυτής της εκστρατείας του Σενναχειρείμ περιβάλλεται από ασάφεια. Το τι έκανε μετά την κατάληψη της Ακκαρών . . . παραμένει μυστήριο. Στα χρονικά του, ο Σενναχειρείμ τοποθετεί σε αυτό το σημείο την τιμωρία του Εζεκία, την επιδρομή του στη γη του Ιούδα και την επιβολή της κυριαρχίας του στην περιοχή και στις πόλεις του Ιούδα. Αυτή η σειρά των γεγονότων φαντάζει σαν ένα παραπέτασμα που αποσκοπεί στο να κρύψει κάτι το οποίο εκείνος δεν θέλει να πει». Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι ο Σενναχειρείμ γύρισε εσπευσμένα στη Νινευή μετά τη θεόσταλτη πανωλεθρία που βρήκε τις στρατιές του, γι’ αυτό και η διαστρεβλωμένη αφήγηση του Σενναχειρείμ αναφέρει, όπως τον εξυπηρετεί, ότι ο Εζεκίας κατέβαλε το φόρο υποτελείας μέσω ενός ειδικού απεσταλμένου στη Νινευή. Είναι ασφαλώς σημαντικό το ότι οι αρχαίες επιγραφές και τα αρχεία δεν μνημονεύουν άλλη εκστρατεία του Σενναχειρείμ στην Παλαιστίνη, παρότι οι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι η βασιλεία του συνεχίστηκε άλλα 20 χρόνια.
Ο Ιουδαίος ιστορικός του πρώτου αιώνα Κ.Χ. Ιώσηπος ισχυρίζεται ότι παραθέτει τα λόγια του Βαβυλώνιου Βηρωσσού (ο οποίος πιστεύεται ότι έζησε τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ.) περιγράφοντας το γεγονός ως εξής: «Όταν ο Σεναχείριμος επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ από τον πόλεμο που έκανε με την Αίγυπτο, βρήκε τη δύναμη που είχε αφήσει εκεί με διοικητή τον Ραψάκη να κινδυνεύει από μια πληγή, διότι ο Θεός είχε ρίξει λοιμώδη νόσο στο στράτευμά του, και την πρώτη νύχτα της πολιορκίας χάθηκαν εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες άντρες μαζί με τους διοικητές τους και τους ταξίαρχους». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 21 [i, 5]) Μερικοί σχολιαστές προσπαθούν να εξηγήσουν την καταστροφή μέσα από μια αφήγηση που έγραψε ο Ηρόδοτος (Β΄, 141) τον πέμπτο αιώνα
-