-
ΝόμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
που παρατηρείται στη φύση». Ο Ιεχωβά, ως Δημιουργός όλων όσων υπάρχουν στον ουρανό και στη γη (Πρ 4:24· Απ 4:11), έχει θεσπίσει νόμους που διέπουν όλα τα δημιουργήματα. Το εδάφιο Ιώβ 38:10 μιλάει για μια «διάταξη» η οποία ισχύει για τη θάλασσα, το εδάφιο Ιώβ 38:12 για “διαταγές προς το πρωί”· τα δε εδάφια Ιώβ 38:31-33 στρέφουν την προσοχή στους αστερισμούς και στα «νομοθετήματα των ουρανών». Το ίδιο κεφάλαιο δείχνει ότι ο Θεός είναι Εκείνος που ελέγχει το φως, το χιόνι, το χαλάζι, τα σύννεφα, τη βροχή, τη δροσιά και την αστραπή. Στη συνέχεια, στα κεφάλαια 39 ως 41 του βιβλίου του Ιώβ, περιγράφεται η φροντίδα του Θεού για το ζωικό βασίλειο, ενώ η γέννηση, ο κύκλος της ζωής και οι συνήθειες των ζώων αποδίδονται σε διατάξεις τις οποίες έθεσε ο Θεός, και όχι σε κάποια εξελικτική «προσαρμογή». Μάλιστα κατά τη δημιουργία των διαφόρων μορφών ζωής, ο Θεός ενσωμάτωσε το νόμο σύμφωνα με τον οποίο κάθε είδος θα αναπαραγόταν «κατά το είδος του», καθιστώντας έτσι την εξέλιξη αδύνατη. (Γε 1:11, 12, 21, 24, 25) Ο άνθρωπος επίσης γέννησε γιους «κατά την ομοίωσή του, κατά την εικόνα του». (Γε 5:3) Τα εδάφια Ψαλμός 139:13-16, όπου περιγράφεται η εμβρυϊκή ανάπτυξη του παιδιού στη μήτρα, αναφέρουν ότι τα μέρη του εμβρύου είναι καταγραμμένα «στο βιβλίο» του Ιεχωβά προτού έρθει σε ύπαρξη οποιοδήποτε από αυτά. Το εδάφιο Ιώβ 26:7 λέει για τον Ιεχωβά ότι «κρεμάει τη γη στο τίποτα». Σήμερα, οι επιστήμονες αποδίδουν τη θέση της γης στο διάστημα πρωτίστως στην αλληλεπίδραση του νόμου της βαρύτητας και του νόμου της φυγόκεντρης δύναμης.
Νόμος στον Αδάμ. Στον κήπο της Εδέμ, ο Θεός έδωσε εντολές στον Αδάμ και στην Εύα όσον αφορά τα καθήκοντά τους (1) να γεμίσουν τη γη, (2) να την καθυποτάξουν και (3) να έχουν σε υποταγή όλα τα άλλα ζωντανά πλάσματα της γης, της θάλασσας και του αέρα. (Γε 1:28) Τους δόθηκαν νόμοι για τη διατροφή τους, με τους οποίους τους παραχωρούνταν ως τροφή η βλάστηση που κάνει σπόρο και οι καρποί. (Γε 1:29· 2:16) Ωστόσο, ο Αδάμ έλαβε μια εντολή που του απαγόρευε να φάει από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού (Γε 2:17), και η ίδια εντολή μεταβιβάστηκε στην Εύα. (Γε 3:2, 3) Για τον Αδάμ αναφέρεται ότι υπέπεσε σε παράβαση και παράπτωμα, επειδή παρέβηκε έναν ρητό νόμο.—Ρω 5:14, 17· 4:15.
Νόμοι στον Νώε· Πατριαρχικός Νόμος. Στον Νώε δόθηκαν εντολές αναφορικά με την κατασκευή της κιβωτού και τη σωτηρία της οικογένειάς του. (Γε 6:22) Μετά τον Κατακλυσμό, του δόθηκαν νόμοι που επέτρεψαν την προσθήκη κρέατος στο διαιτολόγιο του ανθρώπου, διακήρυξαν την ιερότητα της ζωής και κατά συνέπεια του αίματος—στο οποίο βρίσκεται η ζωή—απαγόρευσαν τη βρώση αίματος, καταδίκασαν το φόνο και θέσπισαν τη θανατική ποινή για αυτό το έγκλημα.—Γε 9:3-6.
Ο πατριάρχης ήταν κεφαλή της οικογένειας και άρχοντας. Ο Ιεχωβά χαρακτηρίζεται ως ο μεγάλος Πατριάρχης, “ο Πατέρας, στον οποίο κάθε οικογένεια στον ουρανό και στη γη οφείλει το όνομά της”. (Εφ 3:14, 15) Ο Νώε, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ είναι εξέχοντα παραδείγματα πατριαρχών. Ο Ιεχωβά πολιτεύτηκε με ιδιαίτερο τρόπο μαζί τους. Ο Αβραάμ έλαβε την εντολή να περιτέμνει όλα τα αρσενικά του σπιτικού του, ως σημείο της διαθήκης που είχε συνάψει ο Θεός μαζί του. (Γε 17:11, 12) Αυτός τήρησε «τις εντολές», «τα νομοθετήματα» και «τους νόμους» του Ιεχωβά. Γνώριζε τον τρόπο με τον οποίο ο Ιεχωβά εκτελούσε δικαιοσύνη και κρίση και όρισε να τηρούνται αυτές οι διατάξεις στο σπιτικό του.—Γε 26:4, 5· 18:19.
Οι νόμοι που κατηύθυναν τους πατριάρχες ήταν επίσης γενικά αποδεκτοί και αντικατοπτρίζονταν εν μέρει στους νόμους των εθνών εκείνης της εποχής, τα οποία είχαν όλα προέλθει από τους τρεις γιους του πατριάρχη Νώε. Για παράδειγμα, ο Φαραώ της Αιγύπτου γνώριζε ότι ήταν κακό να πάρει τη σύζυγο ενός άλλου άντρα (Γε 12:14-20), όπως το γνώριζαν και οι βασιλιάδες των Φιλισταίων, στην περίπτωση της Σάρρας και της Ρεβέκκας.—Γε 20:2-6· 26:7-11.
Στις ημέρες του Μωυσή, οι Ισραηλίτες ήταν υπόδουλοι στην Αίγυπτο. Είχαν πάει οικειοθελώς στην Αίγυπτο ενόσω ζούσε ο Ιακώβ, αλλά υποδουλώθηκαν μετά το θάνατο του γιου του, του πρωθυπουργού Ιωσήφ. Άρα, στην πραγματικότητα, πουλήθηκαν ως δούλοι χωρίς αντίτιμο. Ο Ιεχωβά, σε αρμονία με τον πατριαρχικό νόμο περί απολύτρωσης και περί προτεραιότητας του πρωτότοκου γιου, είπε στον Φαραώ διά στόματος του Μωυσή και του Ααρών: «Ο Ισραήλ είναι ο γιος μου, ο πρωτότοκός μου. Και σου λέω: Εξαπόστειλε το γιο μου για να με υπηρετήσει. Αλλά αν αρνηθείς να τον εξαποστείλεις, εγώ θα θανατώσω το γιο σου, τον πρωτότοκό σου». (Εξ 4:22, 23) Δεν χρειαζόταν απολυτρωτικό αντίτιμο για αυτή την απελευθέρωση, ούτε δόθηκε τέτοιο αντίτιμο στην Αίγυπτο. Επιπλέον, όταν οι Ισραηλίτες εγκατέλειψαν τους υποδουλωτές τους, τους Αιγυπτίους, «ο Ιεχωβά έκανε να βρει ο λαός εύνοια στα μάτια των Αιγυπτίων, ώστε εκείνοι τους έδωσαν ό,τι τους ζήτησαν· και αυτοί απογύμνωσαν τους Αιγυπτίους». (Εξ 3:21· 12:36) Είχαν μπει στη χώρα με την έγκριση του Φαραώ, όχι ως αιχμάλωτοι πολέμου που θα γίνονταν δούλοι, αλλά ως ελεύθερος λαός. Η υποδούλωσή τους ήταν άδικη, γι’ αυτό και ο Ιεχωβά προφανώς φρόντιζε τώρα να αμειφθούν για τη σκληρή τους εργασία.
Η οικογένεια θεωρούνταν υπεύθυνη για τις νομικές παραβάσεις που διέπρατταν τα μέλη της. Η πατριαρχική κεφαλή ήταν ο υπεύθυνος εκπρόσωπος. Αυτός έφερε την ευθύνη για όποια αδικήματα διέπραττε η οικογένειά του και όφειλε να τιμωρεί τα μέλη που είχαν αδικοπραγήσει.—Γε 31:30-32.
Γάμος και πρωτοτόκια. Οι γονείς διευθετούσαν το γάμο των γιων τους και των θυγατέρων τους. (Γε 24:1-4) Η καταβολή νυφικού τιμήματος ήταν κάτι το σύνηθες. (Γε 34:11, 12) Μεταξύ των λάτρεων του Ιεχωβά, η επιγαμία με ειδωλολάτρες συνιστούσε ανυπακοή και έβλαπτε τα συμφέροντα της οικογένειας.—Γε 26:34, 35· 27:46· 28:1, 6-9.
Τα πρωτοτόκια προορίζονταν για τον πρωτότοκο, του ανήκαν κληρονομικά. Περιλάμβαναν διπλό μερίδιο από την περιουσία. Ωστόσο, η κεφαλή της οικογένειας, ο πατέρας, μπορούσε να τα μεταβιβάσει σε άλλον. (Γε 48:22· 1Χρ 5:1) Ο μεγαλύτερος γιος γινόταν κανονικά η πατριαρχική κεφαλή όταν πέθαινε ο πατέρας. Όταν παντρεύονταν οι γιοι, μπορούσαν να κάνουν δικό τους σπιτικό ανεξάρτητο από την ηγεσία του πατέρα και μπορούσαν να γίνουν και οι ίδιοι πατριάρχες.
Ηθική. Η πορνεία ήταν επαίσχυντη και αξιόποινη, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις αρραβωνιασμένων ή παντρεμένων ατόμων (μοιχεία). (Γε 38:24-26· 34:7) Όταν πέθαινε ένας άντρας χωρίς να αφήσει γιο, εφαρμοζόταν ο ανδραδελφικός γάμος. Ο αδελφός αυτού του άντρα είχε τότε την ευθύνη να πάρει τη χήρα ως σύζυγό του, και ο πρωτότοκος που θα προέκυπτε από την ένωσή τους θα κληρονομούσε την περιουσία του νεκρού και θα συνέχιζε το όνομά του.—Δευ 25:5, 6· Γε 38:6-26.
Περιουσία. Σε γενικές γραμμές, φαίνεται ότι τα άτομα δεν είχαν ιδιωτική περιουσία, εκτός από μερικά προσωπικά αποκτήματα. Όλα τα κοπάδια, τα αγαθά του σπιτικού και ο εξοπλισμός του ανήκαν από κοινού στην οικογένεια.—Γε 31:14-16.
Με βάση σχετικά ιστορικά στοιχεία, ορισμένοι λόγιοι πιστεύουν ότι, όταν επρόκειτο να μεταβιβαστεί γη, την παρουσίαζαν στον αγοραστή από ένα πανοραμικό σημείο και του προσδιόριζαν τα ακριβή όριά της. Όταν ο αγοραστής έλεγε: «Βλέπω», δήλωνε ότι την αποδεχόταν νομικά. Όταν ο Ιεχωβά υποσχέθηκε στον Αβραάμ ότι θα λάβαινε τη γη Χαναάν, του είπε αρχικά να κοιτάξει και προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ο Αβραάμ δεν είπε: «Βλέπω», ίσως επειδή ο Θεός είπε ότι θα έδινε την Υποσχεμένη Γη στο σπέρμα του Αβραάμ, αργότερα. (Γε 13:14, 15) Ο Μωυσής, ως ο νομικός εκπρόσωπος του Ισραήλ, κλήθηκε να “δει” τη γη, πράγμα που—αν η παραπάνω άποψη είναι σωστή—υποδήλωνε νομική μεταβίβαση της γης στους Ισραηλίτες, οι οποίοι θα την έπαιρναν στην κατοχή τους υπό την ηγεσία του Ιησού του Ναυή. (Δευ 3:27, 28· 34:4· εξετάστε επίσης την προσφορά του Σατανά στον Ιησού στο εδ. Ματ 4:8.) Μια άλλη ενέργεια που φαίνεται πως είχε παρόμοια νομική χροιά ήταν το να διασχίζει κανείς μια έκταση γης ή να εισέρχεται σε αυτήν με σκοπό να την πάρει στην κατοχή του. (Γε 13:17· 28:13) Σε μερικά αρχαία έγγραφα αναγραφόταν για κάθε αγοραπωλησία κτηματικής περιουσίας ο αριθμός των δέντρων που υπήρχαν σε μια έκταση γης.—Παράβαλε Γε 23:17, 18.
Φύλαξη. Όταν ένα άτομο υποσχόταν να “φυλάξει” ένα πρόσωπο, ένα ζώο ή ένα αντικείμενο, αναλάμβανε νομική ευθύνη. (Γε 30:31) Ο Ρουβήν, ως ο πρωτότοκος γιος του Ιακώβ, ήταν υπεύθυνος στην περίπτωση της εξαφάνισης του Ιωσήφ. (Γε 37:21, 22, 29, 30) Ο φύλακας όφειλε να φροντίσει επαρκώς ό,τι είχε υπό την ευθύνη του. Έπρεπε να αποκαταστήσει τα ζώα που είχαν κλαπεί, όχι, όμως, και εκείνα που είχαν ψοφήσει ή είχαν χαθεί εξαιτίας καταστάσεων που ήταν πέρα από τον έλεγχό του, όπως για παράδειγμα εξαιτίας επιδρομής από ένοπλους ζωοκλέφτες. Αν ένα ζώο φονευόταν από κάποιο θηρίο, ο φύλακας θα έπρεπε να προσκομίσει απόδειξη από το κατασπαραγμένο ζώο, προκειμένου να απαλλαχτεί από την ευθύνη.—Γε 37:12-30, 32, 33· Εξ 22:10-13.
Δουλεία. Οι δούλοι μπορεί να αγοράζονταν ή να γεννιούνταν δούλοι. (Γε 17:12, 27) Μπορούσαν να απολαμβάνουν πολύ τιμητική θέση στο πατριαρχικό σπιτικό, όπως συνέβαινε στην περίπτωση του Ελιέζερ, του υπηρέτη του Αβραάμ.—Γε 15:2· 24:1-4.
Ο Νόμος του Θεού στον Ισραήλ—Ο Νόμος του Μωυσή. Ο Ιεχωβά έδωσε στον Ισραήλ το Νόμο μέσω του Μωυσή ως μεσίτη στην έρημο του Σινά το 1513 Π.Κ.Χ. Κατά την επίσημη θέσπιση του Νόμου στο Όρος Χωρήβ, έλαβε χώρα μια φοβερή επίδειξη της δύναμης του Ιεχωβά. (Εξ 19:16-19· 20:18-21· Εβρ 12:18-21, 25, 26) Η διαθήκη επικυρώθηκε με το αίμα ταύρων και τράγων. Ο λαός πρόσφερε θυσίες συμμετοχής και, αφού άκουσαν την ανάγνωση του βιβλίου της διαθήκης, συμφώνησαν να υπακούν σε όλα όσα είχε πει ο Ιεχωβά. Πολλοί από τους προγενέστερους πατριαρχικούς νόμους είχαν ενσωματωθεί στο Νόμο που δόθηκε μέσω του Μωυσή.—Εξ 24:3-8· Εβρ 9:15-21· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ.
Τα πρώτα πέντε βιβλία της Αγίας Γραφής (από τη Γένεση μέχρι το Δευτερονόμιο) αποκαλούνται συχνά «ο Νόμος». Μερικές φορές αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για ολόκληρες τις θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές. Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι ολόκληρες οι Εβραϊκές Γραφές αποτελούνταν από τρία τμήματα: “το νόμο του Μωυσή”, “τους Προφήτες” και “τους Ψαλμούς”. (Λου 24:44) Οι εντολές που δόθηκαν μέσω των προφητών ήταν δεσμευτικές για τον Ισραήλ.
Στο Νόμο ο Ιεχωβά αναγνωριζόταν ως ο απόλυτος Κυρίαρχος και ως Βασιλιάς με έναν ειδικό τρόπο. Εφόσον ο Ιεχωβά ήταν και ο Θεός και ο Βασιλιάς του Ισραήλ, η ανυπακοή στο Νόμο αποτελούσε τόσο θρησκευτικό αδίκημα όσο και εσχάτη προδοσία, ως αδίκημα εναντίον του Αρχηγού του Κράτους, στη συγκεκριμένη περίπτωση εναντίον του Βασιλιά Ιεχωβά. Ο Δαβίδ, ο Σολομών και οι διάδοχοί τους στο θρόνο του Ιούδα αναφέρεται ότι κάθονταν στο «θρόνο του Ιεχωβά». (1Χρ 29:23) Οι ανθρώπινοι βασιλιάδες και οι άρχοντες του Ισραήλ δεσμεύονταν από το Νόμο, και όταν γίνονταν δεσποτικοί καθίσταντο παραβάτες του νόμου, υπόλογοι στον Θεό. (1Σα 15:22, 23) Η βασιλεία ήταν ξεχωριστή από το ιερατείο, πράγμα που εξισορροπούσε τις δύο εξουσίες και απέτρεπε την τυραννία. Θύμιζε διαρκώς στους Ισραηλίτες ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Θεός τους και ο πραγματικός Βασιλιάς τους. Η σχέση του κάθε ατόμου με τον Θεό και το συνάνθρωπό του καθοριζόταν από το Νόμο, και κάθε άτομο μπορούσε να πλησιάσει τον Θεό μέσω της ιερατικής διευθέτησης.
Ο Νόμος έδινε στους Ισραηλίτες την ευκαιρία να γίνουν «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:5, 6) Οι απαιτήσεις του Νόμου για αποκλειστική αφοσίωση στον Ιεχωβά, η απόλυτη απαγόρευση κάθε μορφής συγκρητισμού και οι κανονισμοί του αναφορικά με τη θρησκευτική καθαρότητα και τη διατροφή αποτελούσαν έναν «μεσότοιχο» που κρατούσε το έθνος αξιοσημείωτα αποχωρισμένο από τα άλλα έθνη. (Εφ 2:14) Δύσκολα μπορούσε να μπει ένας Ιουδαίος στη σκηνή ή στο σπίτι ενός Εθνικού ή να φάει μαζί με Εθνικούς χωρίς να γίνει θρησκευτικά ακάθαρτος. Μάλιστα, όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, υπήρχε η άποψη ότι ακόμη και το να μπει κάποιος Ιουδαίος σε σπίτι ή σε οικοδόμημα Εθνικών τον καθιστούσε ακάθαρτο. (Ιωα 18:28· Πρ 10:28) Η ιερότητα της ζωής καθώς και η αξιοπρέπεια και η τιμή της οικογένειας, του γάμου και του ατόμου προστατεύονταν. Μερικά επιπρόσθετα αποτελέσματα τα οποία θα μπορούσαν να αποδοθούν στο θρησκευτικό αποχωρισμό που επιτύγχανε η διαθήκη του Νόμου ήταν τα οφέλη για την υγεία και η προστασία από αρρώστιες κοινές στα έθνη που περιέβαλλαν τους Ισραηλίτες. Οι νόμοι για την ηθική καθαρότητα, τη σωματική υγιεινή και τη διατροφή είχαν αναμφίβολα ευεργετικό αποτέλεσμα όταν τηρούνταν.
Ωστόσο, ο πραγματικός σκοπός του Νόμου ήταν, όπως ανέφερε ο απόστολος Παύλος, «να κάνει φανερές τις παραβάσεις, μέχρι να έρθει το σπέρμα». Ο Νόμος ήταν «παιδαγωγός . . . που οδήγησε στον Χριστό». Υποδείκνυε τον Χριστό ως τον απώτερο στόχο του («Ο Χριστός είναι το τέλος του Νόμου»). Αποκάλυπτε ότι όλοι οι άνθρωποι, περιλαμβανομένων των Ιουδαίων, είναι υπό την αμαρτία, και ότι δεν μπορεί να αποκτήσει κανείς ζωή μέσω «έργων νόμου». (Γα 3:19-24· Ρω 3:20· 10:4) Ήταν «πνευματικός», προερχόταν από τον Θεό και ήταν «άγιος». (Ρω 7:12, 14) Στο εδάφιο Εφεσίους 2:15 αποκαλείται “ο Νόμος των εντολών που αποτελούνταν από διατάγματα”. Ήταν πρότυπο τελειότητας και χαρακτήριζε εκείνον που μπορούσε να τον τηρήσει ως τέλειο, άξιο για ζωή. (Λευ 18:5· Γα 3:12) Εφόσον οι ατελείς άνθρωποι δεν μπορούσαν να τον τηρήσουν, ο Νόμος κατέδειξε ότι «όλοι έχουν αμαρτήσει και υστερούν ως προς τη δόξα του Θεού». (Ρω 3:23) Μόνο ο Ιησούς Χριστός τον τήρησε άψογα.—Ιωα 8:46· Εβρ 7:26.
Ο Νόμος υπήρξε, επίσης, «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων», και τα πράγματα που σχετίζονταν με αυτόν ήταν «συμβολικές απεικονίσεις». Λόγω αυτού ο Ιησούς και οι απόστολοι τον επικαλούνταν συχνά για να εξηγήσουν ουράνια πράγματα, καθώς και ζητήματα που αφορούσαν τις Χριστιανικές διδασκαλίες και τη Χριστιανική διαγωγή. Επομένως, ο Νόμος αποτελεί βασικό και απαραίτητο τομέα μελέτης για τους Χριστιανούς.—Εβρ 10:1· 9:23.
Ο Ιησούς είπε ότι ολόκληρος ο Νόμος κρεμόταν στις εξής δύο εντολές: την αγάπη για τον Θεό και την αγάπη για τον πλησίον. (Ματ 22:35-40) Είναι ενδιαφέρον ότι στο βιβλίο του Δευτερονομίου (όπου ο Νόμος τροποποιήθηκε κάπως για να ανταποκρίνεται στις καινούριες περιστάσεις των Ισραηλιτών όταν θα εγκαθίσταντο στην Υποσχεμένη Γη) οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται με διάφορους τύπους του «αγαπώ» εμφανίζονται 20 και πλέον φορές.
Ο Δεκάλογος (Εξ 34:28), δηλαδή οι Δέκα Εντολές, ήταν το βασικό μέρος του Νόμου αλλά συνδυαζόταν με άλλους 600 περίπου νόμους, που όλοι τους είχαν την ίδια ισχύ και ήταν το ίδιο δεσμευτικοί για τους Ισραηλίτες. (Ιακ 2:10) Οι πρώτες τέσσερις από τις Δέκα Εντολές καθόριζαν τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό· η πέμπτη, τη σχέση με τον Θεό και τους γονείς· και οι τελευταίες πέντε, τη σχέση με το συνάνθρωπο. Αυτές οι τελευταίες πέντε δόθηκαν προφανώς κατά σειρά σοβαρότητας της βλάβης που υφίστατο ο συνάνθρωπος: φόνος, μοιχεία, κλοπή, ψευδομαρτυρία και πλεονεξία ή ιδιοτελής επιθυμία. Η δέκατη εντολή καθιστά το Νόμο μοναδικό σε σύγκριση με τους νόμους όλων των άλλων εθνών εφόσον απαγορεύει την ιδιοτελή επιθυμία, ήταν δε μια εντολή που στην πραγματικότητα μπορούσε να επιβάλει μόνο ο Θεός. Ουσιαστικά έφτανε στη ρίζα της παραβίασης όλων των υπόλοιπων εντολών.—Εξ 20:2-17· Δευ 5:6-21· παράβαλε Εφ 5:5· Κολ 3:5· Ιακ 1:14, 15· 1Ιω 2:15-17.
Ο Νόμος περιείχε πληθώρα αρχών και κατευθυντήριων νομοθετημάτων. Οι κριτές είχαν το περιθώριο να ερευνούν και να εξετάζουν τα κίνητρα και τη στάση των παραβατών, καθώς και τις περιστάσεις υπό τις οποίες έγινε η παράβαση. Αν ο παραβάτης είχε ενεργήσει εσκεμμένα, αν έδειχνε έλλειψη σεβασμού ή ήταν αμετανόητος, του επιβαλλόταν η πλήρης ποινή. (Αρ 15:30, 31) Σε άλλες περιπτώσεις θα μπορούσε να επιβληθεί ελαφρότερη ποινή. Για παράδειγμα, ενώ ο δολοφόνος έπρεπε οπωσδήποτε να θανατώνεται, ο ακούσιος ανθρωποκτόνος ήταν δυνατόν να λάβει έλεος. (Αρ 35:15, 16) Ο ιδιοκτήτης ενός ταύρου ο οποίος συνήθιζε να κερατίζει ανθρώπους και ο οποίος σκότωσε κάποιον άνθρωπο θα μπορούσε να πεθάνει· ή, οι κριτές θα μπορούσαν να επιβάλουν κάποιο λύτρο. (Εξ 21:29-32) Η διαφορά ανάμεσα σε κάποιον εκούσιο κλέφτη και σε κάποιον παραβάτη που ομολογούσε εθελούσια εξηγεί προφανώς το λόγο για τις διαφορετικές ποινές που καθορίζονται στα εδάφια Έξοδος 22:7 και Λευιτικό 6:1-7.
Ο Νόμος της Συνείδησης. Σύμφωνα με τη Γραφή, η ύπαρξή του οφείλεται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν “το νόμο γραμμένο στις καρδιές τους”. Εκείνοι που δεν υπόκεινται σε κάποιον νόμο προερχόμενο άμεσα από τον Θεό, όπως ήταν ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή, δείχνουν ότι είναι «νόμος για τον εαυτό τους», διότι οι συνειδήσεις τους τούς κάνουν να “κατηγορούνται ή και να δικαιολογούνται” μεταξύ των δικών τους σκέψεων. (Ρω 2:14, 15) Πολλοί δίκαιοι νόμοι σε ειδωλολατρικές κοινωνίες αντικατοπτρίζουν την ύπαρξη αυτής της συνείδησης, η οποία τέθηκε αρχικά στον προπάτορά τους τον Αδάμ και μεταβιβάστηκε μέσω του Νώε.—Βλέπε ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.
Στο εδάφιο 1 Κορινθίους 8:7, ο απόστολος Παύλος λέει ότι η έλλειψη ακριβούς Χριστιανικής γνώσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδύναμη συνείδηση. Η συνείδηση είναι δυνατόν να αποτελεί καλό ή κακό οδηγό, ανάλογα με τη γνώση και την εκπαίδευση του ατόμου. (1Τι 1:5· Εβρ 5:14) Η συνείδηση κάποιου μπορεί να μολυνθεί και έτσι να τον παροδηγεί. (Τιτ 1:15) Μερικοί, αντιστεκόμενοι διαρκώς στη συνείδησή τους, την κάνουν σαν αναίσθητο ουλώδη ιστό, με συνέπεια να μην αποτελεί πια αυτή ασφαλή οδηγό για να την ακολουθούν.—1Τι 4:1, 2.
“Ο Νόμος του Χριστού”. Ο Παύλος έγραψε: «Να βαστάζετε ο ένας τα βάρη του άλλου, και έτσι εκπληρώστε το νόμο του Χριστού». (Γα 6:2) Αν και η διαθήκη του Νόμου τερματίστηκε την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. («εφόσον η ιεροσύνη υφίσταται αλλαγή, αναγκαστικά γίνεται αλλαγή και του νόμου»· Εβρ 7:12), οι Χριστιανοί τίθενται «κάτω από νόμο ως προς τον Χριστό». (1Κο 9:21) Αυτός ο νόμος αποκαλείται “ο τέλειος νόμος της ελευθερίας”, “ο νόμος ενός ελεύθερου λαού”, “ο νόμος της πίστης”. (Ιακ 1:25· 2:12· Ρω 3:27) Έναν τέτοιον καινούριο νόμο είχε προείπει ο Θεός μέσω του προφήτη Ιερεμία όταν μίλησε για μια νέα διαθήκη και είπε ότι θα έγραφε το νόμο του στις καρδιές του λαού του.—Ιερ 31:31-34· Εβρ 8:6-13.
Όπως ο Μωυσής ήταν ο μεσίτης της διαθήκης του Νόμου, έτσι και ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσίτης της νέας διαθήκης. Ο Μωυσής έγραψε το Νόμο με τη μορφή κώδικα, αλλά ο Ιησούς δεν κατέγραψε προσωπικά κανέναν νόμο. Ο Ιησούς μιλούσε και έβαζε το νόμο του στη διάνοια και στην καρδιά των μαθητών του. Ούτε οι μαθητές του κατέγραψαν νόμους με τη μορφή κώδικα για τους Χριστιανούς, ταξινομώντας τους σε κατηγορίες και υποενότητες. Μολαταύτα, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές είναι γεμάτες νόμους, εντολές και διατάγματα που οι Χριστιανοί δεσμεύονται να τηρούν.—Απ 14:12· 1Ιω 5:2, 3· 4:21· 3:22-24· 2Ιω 4-6· Ιωα 13:34, 35· 14:15· 15:14.
Ο Ιησούς έδωσε στους μαθητές του την οδηγία να κηρύξουν τα “καλά νέα της βασιλείας”. Η εντολή του βρίσκεται στα εδάφια Ματθαίος 10:1-42· Λουκάς 9:1-6· 10:1-12. Στα εδάφια Ματθαίος 28:18-20 αναφέρεται μια καινούρια εντολή που δόθηκε στους μαθητές του Ιησού, δηλαδή να πάνε, όχι μόνο στους Ιουδαίους, αλλά σε όλα τα έθνη, για να κάνουν μαθητές και να τους βαφτίζουν με ένα καινούριο βάφτισμα, “στο όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντάς τους να τηρούν όλα όσα τους είχε παραγγείλει”. Συνεπώς, κατόπιν θεϊκής εξουσιοδότησης ο Ιησούς δίδαξε και έδωσε εντολές ενόσω βρισκόταν στη γη (Πρ 1:1, 2), καθώς και μετά την ανάληψή του. (Πρ 9:5, 6· Απ 1:1-3) Ολόκληρο το βιβλίο της Αποκάλυψης περιλαμβάνει προφητείες, εντολές, νουθεσίες και οδηγίες για τη Χριστιανική εκκλησία.
Ο “νόμος του Χριστού” καλύπτει ολόκληρη την πορεία και το φάσμα της ζωής και του έργου του Χριστιανού. Με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, ο Χριστιανός μπορεί να ακολουθήσει τις εντολές ώστε να κριθεί ευνοϊκά με βάση τον εν λόγω νόμο, διότι αυτός είναι «ο νόμος εκείνου του πνεύματος που δίνει ζωή σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού».—Ρω 8:2, 4.
“Ο Νόμος του Θεού”. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι ο αγώνας του Χριστιανού επηρεάζεται από δύο παράγοντες: αφενός από το «νόμο του Θεού», ή “το νόμο εκείνου του πνεύματος που δίνει ζωή”, και αφετέρου από «το νόμο της αμαρτίας», ή «το νόμο της αμαρτίας και του θανάτου». Ο Παύλος περιγράφει αυτή τη σύγκρουση, λέγοντας ότι η ξεπεσμένη σάρκα που έχει μολυνθεί από την αμαρτία είναι υποδουλωμένη στο «νόμο της αμαρτίας». «Το φρόνημα της σάρκας σημαίνει θάνατο», αλλά «ο Θεός, στέλνοντας τον ίδιο του τον Γιο κατά την ομοιότητα της αμαρτωλής σάρκας και σχετικά με την αμαρτία, καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα». Με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, ο Χριστιανός μπορεί να κερδίσει τον αγώνα—ασκώντας πίστη στον Χριστό, θανατώνοντας τις πράξεις του σώματος και ζώντας σύμφωνα με την κατεύθυνση του πνεύματος—και μπορεί να αποκτήσει ζωή.—Ρω 7:21–8:13.
Ο Νόμος της Αμαρτίας και του Θανάτου. Ο απόστολος Παύλος υποστηρίζει ότι, λόγω της αμαρτίας του πατέρα της ανθρωπότητας, του Αδάμ, «ο θάνατος βασίλεψε» από τον Αδάμ μέχρι τον καιρό του Μωυσή (όταν δόθηκε ο Νόμος) και ότι ο Νόμος έκανε φανερές τις παραβάσεις, καθιστώντας τους ανθρώπους ένοχους αμαρτίας. (Ρω 5:12-14· Γα 3:19) Αυτή η βασιλεία, ή αλλιώς ο νόμος της αμαρτίας, που δρα στην ατελή σάρκα ασκεί δύναμη πάνω της, κάνοντάς την να τείνει προς την παραβίαση του νόμου του Θεού. (Ρω 7:23· Γε 8:21) Η αμαρτία προκαλεί θάνατο. (Ρω 6:23· 1Κο 15:56) Ο νόμος του Μωυσή δεν μπορούσε να υπερνικήσει τη βασιλεία της αμαρτίας και του θανάτου, αλλά η ελευθερία και η νίκη έρχονται μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού διά του Ιησού Χριστού.—Ρω 5:20, 21· 6:14· 7:8, 9, 24, 25.
“Ο Νόμος της Πίστης”. Ο “νόμος της πίστης” αντιπαραβάλλεται με το νόμο «των έργων». Ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιτύχει τη δικαιοσύνη μέσω των δικών του έργων ή των έργων του Μωσαϊκού Νόμου, σαν να ήταν δυνατόν να κερδίσει τη δικαιοσύνη ως πληρωμή για τα έργα του, αλλά η δικαιοσύνη έρχεται μέσω πίστης στον Ιησού Χριστό. (Ρω 3:27, 28· 4:4, 5· 9:30-32) Ο Ιάκωβος, ωστόσο, λέει ότι αυτού του είδους η πίστη θα συνοδεύεται από έργα που απορρέουν από την πίστη του ατόμου και συμβαδίζουν με αυτήν.—Ιακ 2:17-26.
Ο Νόμος του Συζύγου. Η παντρεμένη γυναίκα δεσμεύεται από «το νόμο του συζύγου της». (Ρω 7:2· 1Κο 7:39) Η αρχή της συζυγικής ηγεσίας ισχύει σε ολόκληρη την οργάνωση του Θεού και εφαρμόζεται μεταξύ των λάτρεων του Θεού, καθώς και μεταξύ πολλών άλλων λαών. Ο Θεός κατέχει τη θέση του συζύγου ως προς τη «γυναίκα» του, την «άνω Ιερουσαλήμ». (Γα 4:26, 31· Απ 12:1, 4-6, 13-17) Το Ιουδαϊκό έθνος ήταν η σύζυγος του Ιεχωβά και εκείνος ήταν ο σύζυγος.—Ησ 54:5, 6· Ιερ 31:32.
Υπό τον πατριαρχικό νόμο ο σύζυγος ήταν η αδιαφιλονίκητη κεφαλή της οικογένειας, ενώ η σύζυγος έπρεπε να υποτάσσεται, παρότι μπορούσε να κάνει εισηγήσεις που υπόκειντο στην έγκριση του συζύγου της. (Γε 21:8-14) Η Σάρρα αποκαλούσε τον Αβραάμ «κύριο». (Γε 18:12· 1Πε 3:5, 6) Η γυναίκα φορούσε κάλυμμα στο κεφάλι της ως ένδειξη υποταγής στη συζυγική της κεφαλή.—Γε 24:65· 1Κο 11:5.
Υπό το Νόμο που δόθηκε στον Ισραήλ, η σύζυγος έπρεπε να υποτάσσεται. Ο σύζυγός της μπορούσε να επιτρέψει ή να ακυρώσει τις ευχές που έκανε εκείνη. (Αρ 30:6-16) Η ίδια δεν κληρονομούσε, αλλά συνόδευε την εδαφική κληρονομιά και, σε περίπτωση που η κληρονομιά εξαγοραζόταν από κάποιον συγγενή, περιλαμβανόταν και εκείνη. (Ρθ 4:5, 9-11) Δεν μπορούσε να διαζευχθεί τον άντρα της, αλλά ο άντρας είχε το δικαίωμα να διαζευχθεί τη γυναίκα του.—Δευ 24:1-4.
Στη Χριστιανική διευθέτηση, η γυναίκα απαιτείται να αναγνωρίζει τη θέση του άντρα και να μην τη σφετερίζεται. Ο απόστολος Παύλος λέει ότι η παντρεμένη γυναίκα βρίσκεται υπό το νόμο του συζύγου της όσο αυτός είναι ζωντανός, αλλά διευκρινίζει ότι απαλλάσσεται όταν αυτός πεθάνει, οπότε δεν γίνεται μοιχαλίδα αν παντρευτεί ξανά.—Ρω 7:2, 3· 1Κο 7:39.
“Ο Βασιλικός Νόμος”. Ο “βασιλικός νόμος” κατέχει ορθά μεταξύ των άλλων νόμων που διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις την υπεροχή και τη βαρύνουσα θέση ενός βασιλιά μεταξύ των ανθρώπων. (Ιακ 2:8) Η ουσία της διαθήκης του Νόμου ήταν η αγάπη. Μάλιστα, η εντολή «πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» (ο βασιλικός νόμος) ήταν η δεύτερη από τις εντολές στις οποίες κρεμόταν όλος ο Νόμος και οι Προφήτες. (Ματ 22:37-40) Οι Χριστιανοί, αν και δεν βρίσκονται υπό τη διαθήκη του Νόμου, υπόκεινται στο νόμο του Βασιλιά Ιεχωβά και του Γιου του, του Βασιλιά Ιησού Χριστού, σε σχέση με τη νέα διαθήκη.
-
-
ΝομοφύλακαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΟΜΟΦΥΛΑΚΑΣ
Υπό το κυβερνητικό σύστημα της Βαβυλώνας, οι νομοφύλακες ήταν δημόσιοι λειτουργοί στις διοικητικές περιφέρειες οι οποίοι διέθεταν νομικές γνώσεις και είχαν περιορισμένη δικαστική εξουσία. Ήταν μεταξύ των αξιωματούχων που συγκεντρώθηκαν για να προσκυνήσουν τη χρυσή εικόνα του Ναβουχοδονόσορα.—Δα 3:2, 3.
-
-
Νότος, ΝότιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΟΤΟΣ, ΝΟΤΙΑ
Βλέπε ΝΕΓΚΕΜΠ.
-
-
ΝουνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΟΥΝ
[נ· τελικό, ן].
Το 14ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Είναι ένα από τα πέντε εβραϊκά γράμματα που παίρνουν διαφορετικό σχήμα όταν χρησιμοποιούνται ως το τελικό γράμμα μιας λέξης. Στο εβραϊκό κείμενο, είναι το αρχικό γράμμα καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:105-112.—Βλέπε ΕΒΡΑΪΚΗ.
-
-
ΝουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΟΥΣ
Βλέπε ΔΙΑΝΟΙΑ, ΝΟΥΣ.
-
-
ΝοφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΟΦΑ
(Νοφά).
Σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, πρόκειται προφανώς για τοποθεσία στον Μωάβ. (Αρ 21:29, 30) Σήμερα αυτή η τοποθεσία είναι άγνωστη.
-
-
ΝτάλεθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΤΑΛΕΘ
[ד] (ντάλεθ).
Το τέταρτο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Η μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στα γράμματα ντάλεθ [ד] και ραις [ר] αφήνει περιθώρια για λάθη κατά την αντιγραφή. Σε αυτό μπορεί να οφείλονται κάποιες διαφορετικές αποδόσεις, όπως για παράδειγμα το ότι στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:7 εμφανίζεται η λέξη «Ροδανίμ», ενώ στο εδάφιο Γένεση 10:4 η λέξη «Δοδανίμ».
Στο εβραϊκό κείμενο, αυτό το τέταρτο γράμμα χρησιμοποιείται ως το αρχικό γράμμα της εναρκτήριας λέξης καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:25-32.—Βλέπε ΕΒΡΑΪΚΗ.
-
-
ΝτέφιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΤΕΦΙ
Κρουστό μουσικό όργανο που χρησιμοποιείται από τους πατριαρχικούς χρόνους. Η εβραϊκή λέξη τοφ έχει μεταφραστεί επίσης ως «ταμπουρίνο», «ταμπούρλο» και «τύμπανο». (Γε 31:27, Kx, Da, AS, ΒΑΜ, ΛΧ) Όλες αυτές οι αποδόσεις περιγράφουν βασικά το ίδιο όργανο—ένα μικρό χειροτύμπανο αποτελούμενο από ένα ξύλινο ή μεταλλικό πλαίσιο, πιθανώς με διάμετρο περίπου 25 εκ., το οποίο είχε τη μία ή και τις δύο πλευρές του σκεπασμένες με μια τεντωμένη μεμβράνη (δέρμα ζώου). Εφόσον αυτό το όργανο χρησιμοποιούνταν σε εορταστικές εκδηλώσεις, ορισμένα είδη του μπορεί να είχαν προσαρμοσμένα στο πλάι κομμάτια μετάλλου, ίσως κρόταλα, και ενδεχομένως παίζονταν όπως το σημερινό ντέφι. Άλλα είδη ίσως έμοιαζαν περισσότερο με το ταμ ταμ και χρησιμοποιούνταν όπως αυτό, δηλαδή κρούονταν και με τα δύο χέρια.
Μολονότι το ντέφι δεν αναφέρεται σε συνάρτηση με τη λατρεία στο ναό, χρησιμοποιούνταν από άντρες και γυναίκες για την απόδοση αίνου στον Ιεχωβά, καθώς και σε άλλες χαρμόσυνες περιστάσεις, όπως οι γιορτές και οι γάμοι. (1Σα 10:5· 2Σα 6:5· Ψλ 150:4· Ησ 5:12) Ιδίως οι γυναίκες συνόδευαν το τραγούδι και το χορό τους με ντέφια. (Εξ 15:20· Κρ 11:34· 1Σα 18:6) Το ντέφι συσχετίστηκε, επίσης, με τη χαρά που θα ένιωθε ο Ισραήλ όταν θα έφτανε ο καιρός της αποκατάστασής του.—Ιερ 31:4.
-
-
ΝτιβάνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΤΙΒΑΝΙ
Βλέπε ΚΡΕΒΑΤΙ.
-
-
ΝύμφαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΜΦΑ
(Νύμφα) [Νύφη].
Κάποια Χριστιανή που ζούσε μέσα ή κοντά στη Λαοδίκεια ή στις Κολοσσές, στο σπίτι της οποίας συναθροιζόταν κάποια εκκλησία και στην οποία έστειλε χαιρετισμούς ο Παύλος.—Κολ 4:15.
-
-
ΝύφηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΦΗ
Η σύζυγος του γιου. Ο όρος καλλάχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου καθώς και η αντίστοιχη λέξη νύμφη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνουν σε ορισμένες περιπτώσεις και τη γυναίκα που μόλις παντρεύτηκε ή πρόκειται να παντρευτεί.—Ασμ 4:8-12· Ησ 61:10· Ιερ 7:34· Ιωα 3:29· Απ 18:23· 21:2, 9· 22:17.
Εφόσον στους πατριαρχικούς χρόνους ο ίδιος ο πατέρας διευθετούσε συνήθως το γάμο του γιου του, η νύφη του ήταν ως επί το πλείστον δική του επιλογή. (Γε 24) Η νύφη γινόταν δεκτή με χαρά στο σπιτικό του, και όταν το σπιτικό μετακινούνταν, εκείνη το ακολουθούσε. (Γε 11:31) Ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε σε έναν άντρα να έχει σχέσεις με τη νύφη του επί ποινή θανάτου.—Λευ 18:15· 20:12· Ιεζ 22:11.
Η διάθεση και η στάση της εκάστοτε νύφης απέναντι στα πεθερικά της διέφερε σε μεγάλο βαθμό. Η Ρουθ, λόγου χάρη, αποδείχτηκε απόλυτα όσια και αφοσιωμένη σύντροφος της πεθεράς της τής Ναομί, περισσότερο από ό,τι η Ορφά, λέγοντας: «Ο λαός σου θα είναι λαός μου, και ο Θεός σου, Θεός μου. Όπου πεθάνεις εσύ θα πεθάνω και εγώ». (Ρθ 1:6-17, 22· 4:14, 15) Οι Χετταίες σύζυγοι του Ησαύ έφερναν μεγάλη ψυχική αναστάτωση στα πεθερικά τους, τον Ισαάκ και τη Ρεβέκκα. (Γε 26:34· 27:46) Ο Χριστός Ιησούς προείπε ότι το άγγελμα της Βασιλείας θα χώριζε νύφες από πεθερές.—Λου 12:53.
-
-
Νυφικό ΤίμημαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΦΙΚΟ ΤΙΜΗΜΑ
Βλέπε ΓΑΜΟΣ.
-
-
ΝύχταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΧΤΑ
Η περίοδος του σκοταδιού από τη δύση ως την ανατολή του ήλιου προσδιορίστηκε από τον Ιεχωβά Θεό ως «Νύχτα». (Γε 1:5, 14) Μεταξύ της δύσης του ήλιου και του πραγματικού σκοταδιού μεσολαβεί το σούρουπο, ένα σύντομο διάστημα κατά το οποίο αρχίζουν να φαίνονται τα άστρα. Οι Εβραίοι το αποκαλούσαν νέσεφ, και προφανώς είναι το διάστημα που εννοείται από την έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια» του εδαφίου Έξοδος 12:6. (Παρ 7:9) Παρόμοια, όταν τελειώνει το σκοτάδι της νύχτας, έρχεται το χάραμα, που οδηγεί στην αυγή, το οποίο δηλωνόταν με την ίδια εβραϊκή λέξη. Έτσι λοιπόν, ο συγγραφέας του εδαφίου Ψαλμός 119:147 λέει: «Σηκώθηκα νωρίς τα χαράματα».
Εβραϊκή Διαίρεση. Οι Εβραίοι διαιρούσαν τη νύχτα σε φυλακές. «Όταν σε θυμάμαι πάνω στην κλίνη μου, κατά τις νυχτερινές φυλακές κάνω στοχασμούς για εσένα». (Ψλ 63:6) Εφόσον το εδάφιο Κριτές 7:19 κάνει λόγο για τη «μεσαία νυχτερινή φυλακή», έπεται ότι αρχικά πρέπει να υπήρχαν τρεις φυλακές. Φαίνεται ότι κάθε φυλακή κάλυπτε το ένα τρίτο του χρόνου μεταξύ δύσης και ανατολής, δηλαδή διαρκούσε περίπου τέσσερις ώρες, ανάλογα με την εποχή του έτους. Συνεπώς, η πρώτη φυλακή πρέπει να ήταν περίπου από τις 6:00 μ.μ. ως τις 10:00 μ.μ. «Η μεσαία νυχτερινή φυλακή» πρέπει να άρχιζε περίπου στις 10:00 μ.μ. και να τελείωνε περίπου στις 2:00 π.μ. Αυτό το διάστημα προσφερόταν για την αιφνιδιαστική επίθεση του Γεδεών στο στρατόπεδο των Μαδιανιτών. Η τρίτη φυλακή ονομαζόταν “πρωινή φυλακή” και διαρκούσε περίπου από τις 2:00 π.μ. ως την ανατολή. Στη διάρκεια αυτής της πρωινής φυλακής ήταν που προκάλεσε ο Ιεχωβά φοβερές δυσκολίες στα καταδιωκτικά στρατεύματα των Αιγυπτίων, καθώς αυτοί επιχειρούσαν να διασχίσουν την Ερυθρά Θάλασσα.—Εξ 14:24-28· βλέπε επίσης 1Σα 11:11.
Ρωμαϊκή Διαίρεση. Την περίοδο της ρωμαϊκής επικυριαρχίας—αν όχι νωρίτερα—οι Ιουδαίοι υιοθέτησαν το ελληνορωμαϊκό σύστημα των τεσσάρων νυχτερινών φυλακών. Ο Ιησούς αναφερόταν προφανώς σε αυτές τις τέσσερις υποδιαιρέσεις όταν είπε: «Συνεπώς, να είστε σε εγρήγορση, γιατί δεν γνωρίζετε πότε έρχεται ο κύριος του σπιτιού, είτε προς το τέλος της ημέρας είτε τα μεσάνυχτα είτε όταν λαλεί ο πετεινός είτε νωρίς το πρωί». (Μαρ 13:35) Η φυλακή «προς το τέλος της ημέρας» διαρκούσε από τη δύση ως τις 9:00 μ.μ. περίπου. Η δεύτερη φυλακή, η επονομαζόμενη «μεσάνυχτα», άρχιζε περίπου στις 9:00 μ.μ. και τελείωνε τα μεσάνυχτα. (Λου 12:38) Το διάστημα που χαρακτηριζόταν ως “λάλημα του πετεινού” ήταν από τα μεσάνυχτα ως τις 3:00 π.μ. περίπου. Πιθανότατα τότε ακούστηκαν τα λαλήματα του πετεινού που αναφέρονται στο εδάφιο Μάρκος 14:30. (Βλέπε ΛΑΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΤΕΙΝΟΥ.) Τέλος, από τις 3:00 π.μ. ως την ανατολή ήταν η τέταρτη φυλακή, η φυλακή που ονομαζόταν «νωρίς το πρωί».—Ματ 14:25· Μαρ 6:48.
Σε μια περίπτωση γίνεται λόγος για συγκεκριμένη ώρα του 12ωρου της νύχτας. Το εδάφιο Πράξεις 23:23 μας λέει ότι την «τρίτη ώρα», δηλαδή περίπου στις 9:00 μ.μ., ο στρατιωτικός διοικητής διέταξε τα στρατεύματα να μεταφέρουν τον Παύλο από την Ιερουσαλήμ στην Καισάρεια.
Ενώ για τους Ιουδαίους η καινούρια ημέρα άρχιζε με τη δύση, σύμφωνα με το ρωμαϊκό έθιμο το καθορισμένο σημείο τέλους και αρχής της ημέρας ήταν τα μεσάνυχτα. Με αυτόν τον τρόπο απέφευγαν το πρόβλημα που δημιουργείται λόγω του ότι η ημέρα μεγαλώνει ή μικραίνει ανάλογα με τις εποχές (πράγμα που συμβαίνει όταν ο υπολογισμός της ημέρας αρχίζει με τη δύση) και μπορούσαν να διαιρούν την ημέρα σε δύο ίσες 12ωρες περιόδους όλες τις εποχές του έτους. Αυτό το σύστημα ακολουθείται σήμερα στα περισσότερα κράτη.
Μεταφορική Χρήση. Η λέξη «νύχτα» χρησιμοποιείται ενίοτε με μεταφορική ή συμβολική σημασία στην Αγία Γραφή. Στο εδάφιο Ιωάννης 9:4 ο Ιησούς είπε ότι «έρχεται νύχτα, οπότε κανείς δεν μπορεί να εργάζεται». Ο Ιησούς εδώ αναφερόταν στον καιρό κατά τον οποίο θα τον καταδίκαζαν, θα τον κρεμούσαν στο ξύλο και θα πέθαινε, οπότε δεν θα ήταν σε θέση να επιδίδεται στα έργα του πατέρα του.—Βλέπε Εκ 9:10· Ιωβ 10:21, 22.
Στα εδάφια Ρωμαίους 13:11, 12 «η νύχτα» αναφέρεται σαφώς σε κάποια περίοδο σκοταδιού που προκαλεί ο Αντίδικος του Θεού, η οποία πρόκειται να φερθεί σε τέλος από τον Χριστό Ιησού και τη βασιλεία του. (Βλέπε Εφ 6:12, 13· Κολ 1:13, 14.) Στα εδάφια 1 Θεσσαλονικείς 5:1-11 οι υπηρέτες του Θεού που έχουν διαφωτιστεί από την αλήθεια του αντιδιαστέλλονται με τους μη διαφωτισμένους ανθρώπους του κόσμου. Ο τρόπος της ζωής τους μαρτυρεί ότι είναι “γιοι φωτός και γιοι ημέρας. Δεν ανήκουν ούτε στη νύχτα ούτε στο σκοτάδι”. (Βλέπε Ιωα 8:12· 12:36, 46· 1Πε 2:9· 2Κο 6:14.) Παρόμοια χρήση της λέξης συναντάμε και στο εδάφιο Μιχαίας 3:6, όπου ο προφήτης λέει σε όσους απορρίπτουν την αληθινή θεϊκή καθοδηγία: «Γι’ αυτό θα έχετε νύχτα, και δεν θα υπάρχει όραμα· και σκοτάδι θα έχετε, για να μην ασκείτε μαντεία. Και ο ήλιος σίγουρα θα δύσει πάνω στους προφήτες και η ημέρα θα σκοτεινιάσει πάνω τους».—Παράβαλε Ιωα 3:19-21.
Η νύχτα χρησιμοποιείται επίσης για να συμβολίσει γενικά έναν καιρό δεινών, εφόσον μέσα στη σκοτεινή και ζοφερή νύχτα περιφέρονται τα θηρία, εξαπολύουν οι στρατοί αιφνιδιαστικές επιθέσεις, τρυπώνουν οι κλέφτες και διαπράττονται άλλες κακές πράξεις. (Ψλ 91:5, 6· 104:20, 21· Ησ 21:4, 8, 9· Δα 5:25-31· Αβδ 5) Με αυτές ακριβώς τις διαφορετικές μεταφορικές σημασίες πρέπει να κατανοήσουμε τα εδάφια Αποκάλυψη 21:2, 25 και 22:5, όπου μας παρέχεται η διαβεβαίωση ότι στη «Νέα Ιερουσαλήμ» «νύχτα δεν θα υπάρχει πια».
-
-
ΝυχτερίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΧΤΕΡΙΔΑ
[εβρ., ‛αταλλέφ].
Ιπτάμενο θηλαστικό που, αν εξαιρέσουμε τα μεγάλα φτερά του από μεμβρανώδες δέρμα, μοιάζει με ποντικό. Οι Γραφές κατατάσσουν τη νυχτερίδα στα ακάθαρτα ιπτάμενα πλάσματα που δεν έπρεπε να τρώνε οι Ισραηλίτες. (Λευ 11:19· Δευ 14:18) Περίπου 20 είδη νυχτερίδων (Χειρόπτερα) υπάρχουν στο Ισραήλ σήμερα.
Τις ώρες της ημέρας οι νυχτερίδες συνήθως κουρνιάζουν με το κεφάλι προς τα κάτω σε σκοτεινές σπηλιές ή σε έρημα κτίρια, ενώ όταν πέσει το σκοτάδι βγαίνουν να κυνηγήσουν για την τροφή τους τις ώρες της νύχτας. Όταν κουρνιάζουν πάρα πολλές νυχτερίδες σε ένα μέρος, επικρατεί μια αποκρουστική μυρωδιά ποντικού. Σε μερικές σπηλιές η κοπριά των νυχτερίδων έχει συσσωρευτεί σε στρώματα αρκετά μεγάλου πάχους, αποτελώντας πολύτιμη πηγή λιπάσματος. Αναμφίβολα, ο λόγος για τον οποίο ο προφήτης Ησαΐας αναφέρει ότι οι χρυσοί και ασημένιοι θεοί θα πετάγονταν στις νυχτερίδες είναι η συνήθεια που έχει η νυχτερίδα να κουρνιάζει σε σκοτεινά μέρη. Το μόνο που αξίζουν όλα αυτά τα είδωλα είναι ένα μέρος σκοταδιού και ακαθαρσίας, και όχι τις θέσεις τιμής και εξοχότητας τις οποίες τους αποδίδουν οι εξαπατημένοι λάτρεις τους.—Ησ 2:20.
-
-
Νυχτερινή ΦυλακήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΦΥΛΑΚΗ
Βλέπε ΝΥΧΤΑ.
-
-
ΝυχτοπάτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΥΧΤΟΠΑΤΗΣ
[εβρ., λιλίθ].
Πλάσμα που εμφανίζεται στην περιγραφή της ολοκληρωτικής ερήμωσης του Εδώμ, καθώς και των όντων τα οποία θα κατοικούσαν στα ερείπιά του. (Ησ 34:14) Η εν λόγω εβραϊκή λέξη έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: «κουκουβάγια» (KJ), «νυχτερινό τέρας» (AS), «νυχτοπάτης» (NE, ΜΝΚ) και «νυχτερινός θηλυκός δαίμονας» (RS). Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ προτιμάει να μεταγράψει απλώς την ονομασία χρησιμοποιώντας τη λέξη «Λιλίθ». (Επίσης: «θήλυς δαίμων Λιλίθ», ΛΧ· «Λιλίθ», ΜΠΚ.)
Πολλοί λόγιοι προσπαθούν να δείξουν ότι αυτός ο εβραϊκός όρος αποτελεί δάνειο από την αρχαία σουμεριακή και την αρχαία ακκαδική γλώσσα και ότι παράγεται από το όνομα ενός μυθικού θηλυκού δαίμονα του αέρα (Λίλιτου). Ο καθηγητής Τζ. Ρ. Ντράιβερ, ωστόσο, θεωρεί ότι η εβραϊκή λέξη (λιλίθ) παράγεται από μια ρίζα που υποδηλώνει «κάθε είδους σπειροειδή κίνηση ή σπειροειδές αντικείμενο»—όπως η εβραϊκή λέξη λάγιλ (ή λάιλαχ), που σημαίνει «νύχτα», υποδηλώνει ότι κάτι «τυλίγεται γύρω από τη γη ή την περιβάλλει». Αυτή η ετυμολογία της λέξης λιλίθ, υποστηρίζει ο καθηγητής, είναι πολύ πιθανό να παραπέμπει στον νυχτοπάτη, ο οποίος αφενός είναι νυκτόβιο πουλί, αφετέρου ξεχωρίζει για τις σπείρες και τις καμπύλες που διαγράφει καθώς πετάει ταχύτατα, καταδιώκοντας νυχτοπεταλούδες, σκαραβαίους και άλλα έντομα τα οποία πετούν τη νύχτα. Ο Ντράιβερ παραθέτει τα λόγια του φυσιοδίφη Τρίστραμ, σύμφωνα με τον οποίο ο νυχτοπάτης «δραστηριοποιείται έντονα το σούρουπο, καθώς κυνηγάει την τροφή του με μεγάλη ταχύτητα και με περίπλοκες στροφές».—Τριμηνιαίο Περιοδικό για την Εξερεύνηση της Παλαιστίνης (Palestine Exploration Quarterly), Λονδίνο, 1959, σ. 55, 56.
Ο νυχτοπάτης έχει μήκος σχεδόν 30 εκ. και άνοιγμα φτερών 50 εκ. ή και μεγαλύτερο. Το φτέρωμά του μοιάζει με του γκιώνη—είναι μαλακό και έχει όμορφα γκρίζα και καστανά στίγματα. Χάρη στα μαλακά πούπουλα που έχει στις φτερούγες του, μπορεί να πετάει αθόρυβα. Προφανώς λόγω του μεγάλου στόματός του, ονομάζεται και αιγοθήλης, καθώς, σύμφωνα με έναν αρχαίο μύθο, αυτό το πουλί θηλάζει το γάλα των κατσικιών.
Όσο για την πιθανότητα να βρίσκεται ένα τέτοιο πουλί στην άνυδρη περιοχή του Εδώμ, ορισμένες ποικιλίες του είναι γνωστό ότι κατοικούν σε ερημότοπους. Ο αιγυπτιακός νυχτοπάτης (αιγοθήλης ο αιγυπτιακός [Caprimulgus aegyptius]) ζει σχεδόν αποκλειστικά στην έρημο, όπου κατοικεί σε συστάδες από ακακίες και σε αλμυρίκια, και αναζητάει την τροφή του την ώρα του λυκόφωτος. Μια άλλη ποικιλία, το είδος Caprimulgus nubicus, συναντάται στις παρυφές της ερήμου ανάμεσα στην Ιεριχώ και στην Ερυθρά Θάλασσα, άρα σε περιοχές σαν του Εδώμ.
-
-
Νω, Νω-άμμωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩ, ΝΩ-ΑΜΜΩΝ
(Νω-άμμων) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Πόλη του Άμμωνος [θεού των Αιγυπτίων]»].
Σημαίνουσα πόλη και παλιά πρωτεύουσα της Αιγύπτου, η οποία ήταν χτισμένη και στις δύο όχθες του Άνω Νείλου, περίπου 530 χλμ. Ν του Καΐρου. Στους αρχαίους Έλληνες ήταν γνωστή με το όνομα Θήβες, όνομα που χρησιμοποιείται συνήθως και σήμερα.
Στο παρελθόν ορισμένοι λόγιοι έχουν υποστηρίξει ότι η εβραϊκή λέξη «Νω» είναι λανθασμένη απόδοση του αιγυπτιακού ονόματος. (Ιερ 46:25) Ωστόσο, ο καθηγητής Τ. Ο. Λάμντεν επισημαίνει ότι «πρόσφατες έρευνες στο αιγυπτιακό-κοπτικό φωνολογικό σύστημα υποδεικνύουν ότι η εβραϊκή απόδοση μπορεί κάλλιστα να είναι σωστή και να αντανακλά παλαιότερη αιγυπτιακή προφορά . . . Το πρόβλημα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο επειδή οι αιγυπτιολόγοι δεν είναι βέβαιοι για το ποια ακριβώς σύμφωνα αποτελούσαν την αιγυπτιακή λέξη».—Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible), επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 4, σ. 615, 616.
Σε αρχαία αιγυπτιακά κείμενα η πόλη αποκαλείται «Πόλη του Άμμωνος». Αυτό συμβαίνει επειδή αποτέλεσε το κατ’ εξοχήν κέντρο λατρείας του θεού Άμμωνος, ο οποίος από δευτερεύουσα θεότητα ανήλθε στη θέση του κυριότερου θεού του έθνους, ταυτιζόμενος από τους αρχαίους Έλληνες με τον Δία. (Βλέπε ΑΜΜΩΝ [Άμμων].) Εδώ οι φαραώ έχτισαν τεράστια μνημεία και ναούς, τα οποία κάλυπταν μια εκτεταμένη περιοχή στην ανατολική όχθη του Νείλου (στο Καρνάκ και στο Λούξορ), ενώ στη δυτική όχθη υπήρχαν άλλοι λαμπροί ναοί και μια τεράστια νεκρόπολη. Ο ναός του Άμμωνος στο Καρνάκ θεωρείται το μεγαλύτερο υπόστυλο οικοδόμημα που χτίστηκε ποτέ. Ορισμένοι από τους κολοσσιαίους κίονές του έχουν διάμετρο γύρω στα 3,5 μ.
Γίνεται Πρωτεύουσα της Αιγύπτου. Οι Θήβες άκμασαν κυρίως κατά την περίοδο που ονομάζεται «Νέο Βασίλειο ή Νέα Αυτοκρατορία: Δυναστείες 18-20», οπότε και έγιναν πρωτεύουσα της χώρας. Η μεγάλη απόσταση της πόλης από τη θάλασσα και από τη λωρίδα γης που οδηγούσε στην Ασία τής παρείχε καλή προστασία από αυτή την κατεύθυνση. Ίσως εξαιτίας της μεγάλης αποδυνάμωσης και της ανυποληψίας της κυβέρνησης της Κάτω Αιγύπτου μετά την Έξοδο των Ισραηλιτών, ο βασιλικός οίκος της Άνω Αιγύπτου εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και κυριάρχησε. Ούτως ή άλλως, τα στοιχεία πιστοποιούν ότι σε αυτή την περίοδο υπήρξε σημαντική αναδιοργάνωση.
Κέντρο του ιερατείου. Ακόμη και όταν η έδρα της διοίκησης μεταφέρθηκε σε άλλα μέρη, η Νω-άμμων (Θήβες) εξακολούθησε να είναι πλούσια και σημαίνουσα πόλη, το κέντρο του ισχυρού ιερατείου του Άμμωνος, του οποίου ο μέγας ιερέας ήταν δεύτερος μετά τον ίδιο τον Φαραώ σε εξουσία και πλούτο. Αλλά τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., ο ασσυριακός επεκτατισμός έπληξε την Αίγυπτο στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Ασσύριου Βασιλιά Εσάρ-αδδών. Ο Ασσουρμπανιπάλ, γιος και διάδοχός του, ξανάρχισε τις κατακτήσεις, φτάνοντας ως τις Θήβες και λεηλατώντας την πόλη ολοκληρωτικά. Προφανώς σε αυτή την ερήμωση αναφερόταν ο προφήτης Ναούμ όταν προειδοποιούσε τη Νινευή, την πρωτεύουσα της Ασσυρίας, για μια καταστροφή παρόμοιου μεγέθους. (Να 3:7-10) Τα αμυντικά μέσα της Νω-άμμων, τα οποία εκτείνονταν πέρα από το δρόμο που ερχόταν από την Παλαιστίνη καθώς και κατά μήκος του Νείλου, αποδείχτηκαν ανεπαρκή, και τα πλούτη της από τις εμπορικές συναλλαγές και τους ναούς έγιναν το έπαθλο των Ασσύριων λεηλατητών.
Ερειπώνεται. Εντούτοις, ως τα τέλη του έβδομου ή τις αρχές του έκτου αιώνα, η Νω-άμμων είχε ανακτήσει μέρος του γοήτρου της. Ο Ιερεμίας και ο Ιεζεκιήλ προείπαν την κρίση που θα επέφερε ο Ιεχωβά Θεός στον κυριότερο θεό της Αιγύπτου, τον Άμμωνα της Νω, καθώς επίσης στον Φαραώ και σε όλους τους αιγυπτιακούς θεούς, κρίση η οποία θα ερχόταν από το χέρι του Βαβυλώνιου Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. (Ιερ 46:25, 26· Ιεζ 30:10, 14, 15) Ο Πέρσης ηγεμόνας Καμβύσης κατέφερε άλλο ένα ισχυρό πλήγμα στη Νω-άμμων το 525 Π.Κ.Χ., και η πόλη ακολούθησε σταθερή πορεία παρακμής, ώσπου τελικά καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ρωμαίους υπό τον Γάιο Κορνήλιο Γάλλο επειδή πήρε μέρος σε μια επανάσταση εναντίον της ρωμαϊκής κυριαρχίας (30/29 Π.Κ.Χ.). Σήμερα υπάρχουν μόνο κάποια μικρά χωριά γύρω από τους τεράστιους ερειπωμένους ναούς των ανίσχυρων θεών της Νω.
-
-
ΝωάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΑ
(Νωά).
Μια από τις πέντε κόρες του Σαλπαάδ, από τη φυλή του Μανασσή. Επειδή ο Σαλπαάδ πέθανε χωρίς να έχει αποκτήσει γιους, ο Ιεχωβά όρισε να λάβουν οι κόρες του ως κληρονομιά τη φυλετική ιδιοκτησία του πατέρα τους. Αυτό καθιέρωσε ένα νομικό προηγούμενο. Αργότερα καθιερώθηκε επίσης ότι οι κόρες που κληρονομούσαν έπρεπε να γίνονται σύζυγοι αντρών από τη δική τους φυλή, ώστε να κρατούν την κληρονομιά και να μη μεταβιβάζεται αυτή από φυλή σε φυλή.—Αρ 26:28-33· 27:1-11· 36:6-12· Ιη 17:3, 4.
-
-
ΝωαδίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΑΔΙΑ
(Νωαδία) [Ο Γιαχ Έχει Συναντήσει Κατόπιν Συμφωνίας].
Προφήτισσα η οποία, το 455 Π.Κ.Χ., μνημονεύτηκε ονομαστικά ως ένα από τα άτομα που προσπάθησαν να σταματήσουν την ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ εκφοβίζοντας τον Νεεμία.—Νε 6:14.
-
-
ΝωαδίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΑΔΙΑΣ
(Νωαδίας) [Ο Γιαχ Έχει Συναντήσει Κατόπιν Συμφωνίας].
Γιος του Βιννουί, Λευίτης, ο οποίος την τέταρτη ημέρα μετά την άφιξη του Έσδρα στην Ιερουσαλήμ, το 468 Π.Κ.Χ., βοήθησε στην απογραφή του ασημιού, του χρυσού και των σκευών για το ναό.—Εσδ 8:32, 33.
-
-
ΝωβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΒ
Πόλη η οποία βρισκόταν προφανώς στην περιοχή του Βενιαμίν, κοντά στην Ιερουσαλήμ. Αν και υπάρχουν κάποια ερωτήματα ως προς την ακριβή θέση της Νωβ, τα εδάφια Νεεμίας 11:31, 32 και Ησαΐας 10:28-32 υποδηλώνουν ότι βρισκόταν κοντά στην Αναθώθ, πιθανώς κοντά σε έναν λόφο από όπου μπορούσε κάποιος να δει την Ιερουσαλήμ. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με μια τοποθεσία στο Ρας ελ Μούσραφ (Όρος Σκοπός), περίπου 1,5 χλμ. ΒΑ του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ. Αν ισχύει αυτό, τότε η Νωβ βρισκόταν λίγο βορειότερα του Όρους των Ελαιών.
Όταν ο Δαβίδ έφυγε για να γλιτώσει από τον Σαούλ, πήγε στον Αρχιερέα Αχιμέλεχ ο οποίος βρισκόταν στη Νωβ, «την πόλη των ιερέων», και πήρε από τον Αχιμέλεχ μερικά ψωμιά της πρόθεσης για να φάνε οι άντρες του, καθώς και το σπαθί του Γολιάθ το οποίο φυλασσόταν εκεί. Η σκηνή της μαρτυρίας πιθανώς είχε μεταφερθεί στη Νωβ όταν η Σηλώ υπέστη τη δυσμενή κρίση του Θεού. (Παράβαλε 1Σα 14:3· Ψλ 78:60· Ιερ 7:12-14.) Αργότερα, ο Σαούλ κατηγόρησε τον Αχιμέλεχ για συνωμοσία επειδή πρόσφερε βοήθεια στον Δαβίδ. Κατόπιν εντολής του Σαούλ, ο Δωήκ ο Εδωμίτης θανάτωσε τον αρχιερέα και άλλους 84 ιερείς. Έπειτα ο Δωήκ κατέσφαξε τους άντρες, τις γυναίκες, τα παιδιά και τα ζώα της Νωβ. Μόνο ο Αβιάθαρ, ο γιος του Αχιμέλεχ, διέφυγε.—1Σα 21:1-9· 22:6-23.
Η Νωβ ήταν μια από τις τοποθεσίες που μνημονεύονται σε σχέση με την προέλαση των Ασσυρίων προς την Ιερουσαλήμ. (Ησ 10:24, 32) Οι Βενιαμίτες εγκαταστάθηκαν και πάλι σε αυτήν όταν επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:31, 32.
-
-
ΝωγάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΓΑ
(Νωγά) [από μια ρίζα που σημαίνει «λάμπω»].
Γιος του Βασιλιά Δαβίδ, ο οποίος γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 3:5-7· 14:3-6.
-
-
ΝώεΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΕ
(Νώε) [πιθανότατα, Ανάπαυση· Παρηγοριά].
Γιος του Λάμεχ και δέκατος στη σειρά από τον Αδάμ μέσω του Σηθ. Γεννήθηκε το 2970 Π.Κ.Χ., 126 χρόνια μετά το θάνατο του Αδάμ. Όταν ο πατέρας του ο Λάμεχ έδωσε στον Νώε αυτό το όνομα, είπε: «Αυτός θα μας φέρει παρηγοριά όσον αφορά την εργασία μας και τον πόνο των χεριών μας που έχουμε εξαιτίας της γης, την οποία καταράστηκε ο Ιεχωβά».—Γε 5:28-31.
Άψογος Ανάμεσα στους Συγχρόνους Του. Ο κόσμος στον οποίο ζούσε ο Νώε είχε εξαχρειωθεί. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, άγγελοι οι οποίοι είχαν αφήσει την αρχική τους θέση και την κατοικία που τους άρμοζε παντρεύτηκαν γυναίκες και απέκτησαν απογόνους, “άντρες φημισμένους”, προκαλώντας έξαρση της βίας που γέμιζε τη γη (Γε 6:1-4· Ιου 6), ώσπου «κάθε τάση των σκέψεων της καρδιάς του [ανθρώπου] ήταν μόνο κακή όλο τον καιρό» και η γη κατέληξε να είναι «κατεστραμμένη, επειδή κάθε σάρκα είχε καταστρέψει την οδό της πάνω στη γη». (Γε 6:5, 11, 12) Αλλά ο Νώε απέφυγε αυτή τη διαφθορά και περιγράφεται στο Λόγο του Θεού ως «δίκαιος άνθρωπος. Αποδείχτηκε άψογος ανάμεσα στους συγχρόνους του. Ο Νώε περπάτησε με τον αληθινό Θεό». (Γε 6:8, 9) Ο Νώε μπορούσε να χαρακτηριστεί «άψογος» επειδή, ανόμοια με εκείνον τον ασεβή κόσμο, ανταποκρινόταν πλήρως σε ό,τι απαιτούσε ο Θεός από αυτόν.—Παράβαλε Γε 6:22· βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ.
Ο Ιεχωβά Αποφασίζει να Καταστρέψει Εκείνον τον Κόσμο. Ο Ιεχωβά καθόρισε πόσο ακόμη χρόνο θα συνέχιζε να υπάρχει εκείνος ο ασεβής κόσμος, λέγοντας: «Το πνεύμα μου δεν θα ενεργεί προς τον άνθρωπο επ’ άπειρον καθόσον αυτός είναι επίσης σάρκα. Οι ημέρες του, λοιπόν, θα φτάσουν τα εκατόν είκοσι χρόνια». (Γε 6:3) Αυτά τα λόγια ήταν μια εξαγγελία θεϊκής κρίσης. Ύστερα από 20 περίπου χρόνια γεννήθηκε (το 2470 Π.Κ.Χ.) ο πρώτος γιος του Νώε (κατά πάσα πιθανότητα ο Ιάφεθ), και το υπόμνημα δείχνει ότι άλλος ένας γιος, ο Σημ, γεννήθηκε δύο χρόνια αργότερα. Ο χρόνος γέννησης του Χαμ δεν δηλώνεται, αλλά αυτοί οι τρεις γιοι ήταν ενήλικοι και παντρεμένοι όταν ο Νώε έλαβε τις θεϊκές οδηγίες για να κατασκευάσει μια κιβωτό. Συνεπώς, είναι πιθανό να απέμεναν τότε 40 ή 50 μόνο χρόνια μέχρι τον Κατακλυσμό. (Γε 6:13-18) Εκείνον τον καιρό, έπειτα από τη διαθήκη που θέσπισε μαζί του ο Ιεχωβά (Γε 6:18) και με τη βοήθεια της οικογένειάς του, ο Νώε άρχισε να εργάζεται ως κατασκευαστής της κιβωτού και “κήρυκας δικαιοσύνης”, προειδοποιώντας εκείνη την πονηρή γενιά για την επικείμενη καταστροφή.—2Πε 2:5.
Διαφύλαξη Μέσα από τον Κατακλυσμό. Οι άνθρωποι δεν πίστευαν ότι ο Θεός θα αναλάμβανε δράση για να καταστρέψει έναν κόσμο πονηρίας. Άρα λοιπόν, η ισχυρή πίστη του Νώε ήταν ο λόγος για τον οποίο, με απόλυτη υπακοή, αυτός «ενήργησε σύμφωνα με όλα όσα τον είχε διατάξει ο Θεός. Ενήργησε έτσι ακριβώς». (Γε 6:22) Αυτή η ακλόνητη πίστη του στον Ιεχωβά ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Χριστιανός συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους τον συμπεριέλαβε στο «τόσο μεγάλο σύννεφο μαρτύρων» και έγραψε: «Μέσω πίστης ο Νώε, αφού πρώτα του δόθηκε θεϊκή προειδοποίηση για πράγματα που δεν τα έβλεπε ακόμη, έδειξε θεοσεβή φόβο και κατασκεύασε μια κιβωτό για τη σωτηρία του σπιτικού του· και διαμέσου αυτής της πίστης καταδίκασε τον κόσμο και έγινε κληρονόμος της δικαιοσύνης που είναι σύμφωνη με την πίστη».—Εβρ 11:7· 12:1.
Εφτά ημέρες προτού αρχίσουν να πέφτουν τα νερά του κατακλυσμού, ο Ιεχωβά έδωσε στον Νώε την οδηγία να συγκεντρώσει τα ζώα στην κιβωτό. Την έβδομη ημέρα εκείνης της εβδομάδας, «μπήκε . . . ο Νώε και οι γιοι του και η σύζυγός του και οι σύζυγοι των γιων του μαζί του μέσα στην κιβωτό, πριν αρχίσουν τα νερά του κατακλυσμού. . . . Έπειτα από αυτό, ο Ιεχωβά έκλεισε την πόρτα πίσω του». Την ίδια εκείνη ημέρα «ήρθε ο κατακλυσμός και τους κατέστρεψε όλους».—Γε 7:1-16· Λου 17:27.
Με τους επιβάτες της κιβωτού διαφυλάχτηκε το νήμα της ζωής των ανθρώπων και των ζώων. Εκτός αυτού, επέζησε η αληθινή λατρεία, και μέσω του Νώε και της οικογένειάς του ο Θεός διατήρησε την ιστορία της δημιουργίας, καθώς και ένα σύστημα μέτρησης του χρόνου που έφτανε μέχρι και τη δημιουργία του ανθρώπου, όπως επίσης διατήρησε την αρχική γλώσσα (η οποία αργότερα ονομάστηκε εβραϊκή). Ο Νώε κρατούσε ακριβές ημερολόγιο των σημαντικών γεγονότων κατά την παραμονή του στην κιβωτό.—Γε 7:11, 12, 24· 8:2-6, 10, 12-14.
Μετακατακλυσμιαία Ευλογία και Διαθήκη του Ουράνιου Τόξου. Έπειτα από έναν περίπου χρόνο μέσα στην κιβωτό, ο Νώε και η οικογένειά του βγήκαν έξω στη φρεσκοπλυμένη γη. Η κιβωτός είχε καθήσει στα βουνά της οροσειράς του Αραράτ. Από εκτίμηση για τη στοργική καλοσύνη, το έλεος και το προστατευτικό χέρι του Ιεχωβά, ο Νώε κατασκεύασε ένα θυσιαστήριο και πρόσφερε «μερικά από όλα τα καθαρά ζώα και από όλα τα καθαρά πετούμενα πλάσματα» ως θυσία στον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά ευαρεστήθηκε και αποκάλυψε στον Νώε ότι η γη δεν θα ήταν πια καταραμένη ούτε θα έπληττε ο Θεός το καθετί όπως είχε κάνει. Θα υπήρχε πάντα «η σπορά και ο θερισμός, και το κρύο και η ζέστη, και το καλοκαίρι και ο χειμώνας, και η ημέρα και η νύχτα».—Γε 8:18-22.
Ο Ιεχωβά ευλόγησε τους επιζώντες από τον Κατακλυσμό, δίνοντάς τους την εντολή: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη». Κατόπιν εξήγγειλε νέα διατάγματα για την ευημερία τους: (1) Τους επέτρεψε φιλάγαθα να προσθέσουν το κρέας των ζώων στη διατροφή τους· (2) αλλά εφόσον η ψυχή είναι στο αίμα, το αίμα δεν έπρεπε να τρώγεται· (3) θεσπίστηκε η θανατική ποινή την οποία θα επέβαλλαν οι αρμόδιες εξουσίες. Αυτοί οι νόμοι επρόκειτο να είναι δεσμευτικοί για όλους τους ανθρώπους, εφόσον όλοι θα ήταν παιδιά των τριών γιων του Νώε.—Γε 1:28· 9:1-7· 10:32.
Αφού εξήγγειλε αυτά τα διατάγματα, ο Ιεχωβά είπε: «Και εγώ, δείτε! εγώ θεσπίζω τη διαθήκη μου με εσάς και με τους απογόνους σας έπειτα από εσάς, και με κάθε ζωντανή ψυχή που είναι μαζί σας, από τα πτηνά, από τα κατοικίδια ζώα και από όλα τα ζωντανά πλάσματα της γης που είναι μαζί σας . . . Ναι, θεσπίζω τη διαθήκη μου με εσάς: Δεν θα εκκοπεί πια κάθε σάρκα από νερά κατακλυσμού και δεν θα γίνει πια κατακλυσμός για να καταστρέψει τη γη». Το ουράνιο τόξο αποτελεί μέχρι σήμερα «σημείο», δηλαδή υπενθύμιση, αυτής της διαθήκης.—Γε 9:8-17· Ησ 54:9.
Η Μέθη του Νώε. Ο Νώε έζησε άλλα 350 χρόνια μετά τον Κατακλυσμό. Η αφήγηση αναφέρει με ειλικρίνεια και εντιμότητα: «Ο Νώε, λοιπόν, άρχισε να εργάζεται ως γεωργός και φύτεψε ένα αμπέλι. Και ήπιε από το κρασί και μέθυσε, και γι’ αυτό γυμνώθηκε μέσα στη σκηνή του». (Γε 9:20, 21) Αυτό δεν εννοεί ότι ο Νώε ήταν καθ’ έξιν μέθυσος. Η Αγία Γραφή αναφέρει αυτό το περιστατικό για να σκιαγραφήσει το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα το επακόλουθο επεισόδιο—ένα γεγονός που άσκησε βαθιά επίδραση στην παγκόσμια ιστορία. Πριν από τον Κατακλυσμό, ο Νώε δεν είχε τη συνήθεια να “πίνει” όπως εκείνη η πονηρή κοινωνία, τα μέλη της οποίας αναμφίβολα έπιναν ακατάσχετα και μεθούσαν στα ξέφρενα γλέντια τους. Αυτά τα πράγματα έκαναν τις αισθήσεις τους νωθρές και οπωσδήποτε συντέλεσαν στο να αγνοήσουν εκείνοι οι άνθρωποι την προειδοποίηση του Θεού, μη δίνοντας προσοχή «μέχρι που ήρθε ο κατακλυσμός και τους σάρωσε όλους».—Ματ 24:38, 39· Λου 17:27.
Ενόσω ο Νώε κοιμόταν στη σκηνή του, ο Χαμ, και μαζί του ίσως και ο γιος του ο Χαναάν, εκδήλωσε με κάποιον τρόπο έλλειψη σεβασμού για τον Νώε. Η αφήγηση λέει: «Τελικά ο Νώε ξύπνησε από το κρασί του και έμαθε τι του είχε κάνει ο νεότερος γιος του». Γενικά θεωρείται ότι το πρόσωπο που περιγράφεται εδώ ως «νεότερος γιος» του Νώε είναι ο Χαμ. Ωστόσο, στην Αγία Γραφή αυτή η έκφραση αναφέρεται μερικές φορές σε εγγονό, ο οποίος σε αυτή την περίπτωση ήταν ο Χαναάν. Όπως και να είχαν τα πράγματα, ο πατέρας του Χαναάν, ο Χαμ, το είπε στους δύο αδελφούς του αντί να σκεπάσει ο ίδιος τον Νώε, όπως έκαναν εκείνοι. Όταν ο Νώε πληροφορήθηκε το περιστατικό, καταράστηκε τον Χαναάν και ευλόγησε τον Θεό του Σημ, τον Ιεχωβά.—Γε 9:20-27.
Ο Στασιασμός του Νεβρώδ. Ο Νώε ήταν ο πρώτος πατριάρχης της μετακατακλυσμιαίας κοινωνίας. (Γε 10:1-32) Εντούτοις, στη διάρκεια της ζωής του η ψεύτικη θρησκεία αναβίωσε και πάλι μεταξύ εκείνων που είχαν ηγέτη τους τον Νεβρώδ, όπως φαίνεται από τη στασιαστική απόπειρα που έκαναν να χτίσουν «έναν πύργο με την κορυφή του στους ουρανούς» μη τυχόν και διασκορπιστούν «σε όλη την επιφάνεια της γης». Αυτό ερχόταν σε άμεση αντίθεση με την εντολή που είχε δώσει ο Θεός να “γεμίσουν τη γη” και επίσης συνιστούσε στασιασμό εναντίον της θέσης την οποία είχε ο Νώε ως προφήτης του Θεού. Ο Νώε πέθανε δύο περίπου χρόνια πριν από τη γέννηση του Αβραάμ. Επομένως, πρόφτασε να δει την κρίση του Ιεχωβά πάνω στους οικοδόμους του Πύργου της Βαβέλ και το διασκορπισμό εκείνων των στασιαστών στην επιφάνεια της γης. Ο Νώε και ο Σημ δεν έλαβαν μέρος στην οικοδόμηση του πύργου και, συνεπώς, δεν θα επηρεάστηκαν από τη σύγχυση των γλωσσών, αλλά θα συνέχισαν να μιλούν την αρχική γλώσσα του ανθρώπου, την οποία έδωσε ο Θεός στον Αδάμ.—Γε 9:1, 28, 29· 11:1-9.
Προφητικό Πρότυπο. Οι προφήτες Ησαΐας, Ιεζεκιήλ και Ιησούς Χριστός, καθώς και οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος, μίλησαν όλοι τους για αυτόν τον υπηρέτη του Θεού, τον Νώε. Ο Ιησούς και ο Πέτρος έδειξαν ότι οι ημέρες του Νώε αποτελούσαν προφητικό πρότυπο “της παρουσίας του Γιου του ανθρώπου” και μιας μελλοντικής “ημέρας κρίσης και καταστροφής των ασεβών ανθρώπων”. Ο Ιεχωβά, διαφυλάττοντας τον Νώε και την οικογένειά του όταν κατέστρεψε εκείνον τον πονηρό κόσμο, έθετε «για ασεβή άτομα ένα παράδειγμα μελλοντικών πραγμάτων».—2Πε 3:5-7· 2:5, 6· Ησ 54:9· Ιεζ 14:14, 20· Ματ 24:37-39· Εβρ 11:7· 1Πε 3:20, 21.
-
-
ΝωχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΝΩΧΑ
(Νωχά) [από μια ρίζα που σημαίνει «αναπαύομαι· κάθομαι»].
Ο τέταρτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Βενιαμίν. (1Χρ 8:1, 2) Δεδομένου ότι το όνομά του δεν περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων που αναγράφονται στο 46ο κεφάλαιο της Γένεσης, το πιθανότερο είναι να γεννήθηκε έπειτα από τη μετάβαση της οικογένειας στην Αίγυπτο. Ορισμένοι υποθέτουν ότι «Νωχά» ήταν ένα άλλο όνομα του Σεφουφάμ ή ότι ο Νωχά ήταν απόγονός του.—Αρ 26:39.
-
-
Ξέφρενο ΓλέντιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΕΦΡΕΝΟ ΓΛΕΝΤΙ
Η λέξη κῶμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία αποδίδεται «ξέφρενο γλέντι», εμφανίζεται τρεις φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, πάντοτε με κακή ή αρνητική έννοια. Το Ελληνοαγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Greek-English Lexicon of the New Testament), του Τζόζεφ Θάγιερ, επισημαίνει ότι στην αρχαία ελληνική γραμματεία η λέξη αυτή αναφερόταν σε «μια νυχτερινή και θορυβώδη πομπή μισομεθυσμένων και εύθυμων γλεντοκόπων οι οποίοι μετά το δείπνο παρελαύνουν στους δρόμους με πυρσούς και με συνοδεία μουσικής προς τιμήν του Βάκχου ή άλλου θεού [ή κάποιου που αναδείχτηκε νικητής σε αγώνες], τραγουδώντας και παίζοντας μπροστά από τα σπίτια των φίλων τους—αντρών και γυναικών». (1889, σ. 367) Τέτοια ακόλαστη και άσωτη διαγωγή, με πομπές στους δρόμους παρόμοιες με τις σύγχρονες καρναβαλικές εκδηλώσεις που γίνονται σε ορισμένες χώρες, ήταν κάτι το συνηθισμένο στις ελληνικές πόλεις τον καιρό των αποστόλων. Ως εκ τούτου, οι προειδοποιητικές συμβουλές σχετικά με αυτό το θέμα ήταν κατάλληλες και ωφέλιμες για τους αληθινούς λάτρεις.
Τα ξέφρενα γλέντια οπωσδήποτε δεν αρμόζουν σε Χριστιανούς και καταδικάζονται από το Λόγο του Θεού. Μερικοί από εκείνους στους οποίους έγραψε ο Πέτρος την επιστολή του κατοικούσαν στις επαρχίες της Μικράς Ασίας, όπου κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο (1Πε 1:1), και προτού γίνουν Χριστιανοί είχαν «πορευτεί σε πράξεις έκλυτης διαγωγής, σαρκικούς πόθους, υπερβολές στο κρασί, ξέφρενα γλέντια, συναγωνισμούς στο ποτό και παράνομες ειδωλολατρίες». Όταν, όμως, έγιναν Χριστιανοί τα σταμάτησαν όλα αυτά. (1Πε 4:3, 4) Τα ξέφρενα γλέντια, λόγω του χυδαίου αισθησιασμού και της ακολασίας που τα χαρακτήριζαν, αποτελούσαν “έργο του σκοταδιού” στο οποίο δεν έπρεπε να περπατούν οι Χριστιανοί.—Ρω 13:12-14.
Η Αγία Γραφή δεν αποκλείει τη χαρά και τη διασκέδαση. Ο άνθρωπος παροτρύνεται να χαίρεται σε σχέση με τον Δημιουργό του, ο σύζυγος να χαίρεται σε σχέση με τη σύζυγό του, ο εργάτης το έργο των χεριών του και ο γεωργός τους καρπούς του μόχθου του. (Ψλ 32:11· Παρ 5:18· Εκ 3:22· Δευ 26:10, 11) Το φαγητό και το ποτό μπορεί να συνοδεύουν και να συμπληρώνουν τη χαρά (Εκ 9:7· Ψλ 104:15), αλλά πρέπει να επικρατεί μετριοπάθεια. (Παρ 23:20· 1Τι 3:2, 11· 1Κο 10:31) Η διασκέδαση που φτάνει μέχρι το σημείο της μέθης, συνδυαζόμενη με σκηνές ακαταστασίας και αισθησιασμού, συνιστά ξέφρενο γλέντι. Ο Παύλος συγκαταρίθμησε τα ξέφρενα γλέντια με τα «έργα της σάρκας», και εκείνοι που πράττουν αυτά τα έργα «δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού».—Γα 5:19-21.
-
-
ΞίδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΙΔΙ
Ξινό υγρό που παραγόταν στους αρχαίους χρόνους από τη ζύμωση του κρασιού ή άλλων οινοπνευματωδών ποτών. Οι Ναζηραίοι απαγορευόταν να πίνουν «ξίδι από κρασί ή ξίδι από μεθυστικό ποτό», πράγμα που αφήνει να εννοηθεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις το ξίδι (πιθανότατα αραιωμένο) καταναλωνόταν ως ποτό. (Αρ 6:2, 3) Οι θεριστές βουτούσαν το ψωμί τους στο ξίδι, θεωρώντας το ίσως αναζωογονητικό άρτυμα μέσα στον καύσωνα της ημέρας.—Ρθ 2:14.
Το οξικό οξύ που περιέχει το ξίδι αφήνει ξινή γεύση στο στόμα και προκαλεί μούδιασμα στα δόντια. (Παρ 10:26) Η περιεκτικότητά του σε οξύ γίνεται φανερή από την έντονη αφρώδη αντίδραση που προκύπτει όταν το ξίδι αναμειγνύεται με το ασθενούς αλκαλικότητας ανθρακικό νάτριο, αντίδραση που προφανώς υπονοείται στο εδάφιο Παροιμίες 25:20.
Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, οι Ρωμαίοι στρατιώτες έπιναν ένα αραιό, ξινό κρασί γνωστό στη λατινική ως acetum (ξίδι) ή ως posca, όταν το αραίωναν με νερό. Αυτό ήταν προφανώς το ποτό που πρόσφεραν στον Ιησού Χριστό όταν βρισκόταν στο ξύλο του βασανισμού. Ο Ιησούς αρνήθηκε να πιει ξινό κρασί αναμειγμένο με ναρκωτική σμύρνα (ή χολή), το οποίο του πρόσφεραν για να μετριάσουν τους πόνους του. (Μαρ 15:23· Ματ 27:34· παράβαλε Ψλ 69:21.) Ωστόσο, λίγο πριν εκπνεύσει, δέχτηκε να πιει σκέτο ξινό κρασί από ένα σφουγγάρι που του έβαλαν στο στόμα.—Ιωα 19:28-30· Λου 23:36, 37.
-
-
ΞινολάπαθοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΙΝΟΛΑΠΑΘΟ
Φυτό της οικογένειας Πολυγονίδες, το οποίο έχει ξινή γεύση λόγω της παρουσίας οξαλικού οξέος στα χυμώδη φύλλα και στα στελέχη του. Τα παράρριζα φύλλα του ξινολάπαθου (λάπαθο η οξαλίς [Rumex acetosella]) φύονται κατά ομάδες. Τα κάπως ωοειδή φύλλα του, που είναι βελοειδή στη βάση τους, έχουν μήκος περίπου 10 εκ. Οι ανθικοί βλαστοί μπορεί να φτάσουν σε ύψος τα 60 εκ. ή περισσότερο. Στην αρχαιότητα, οι Ισραηλίτες αναμείγνυαν ξινολάπαθο με τη ζωοτροφή των βοοειδών και των γαϊδουριών τους.—Ησ 30:24.
-
-
ΞιφίδιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΙΦΙΔΙΟ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΞιφοφόροιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΙΦΟΦΟΡΟΙ
Οι «ξιφοφόροι» ήταν μέλη μιας φανατικής πολιτικής Ιουδαϊκής φατρίας του πρώτου αιώνα Κ.Χ. η οποία επιδιδόταν σε οργανωμένες πολιτικές δολοφονίες. Όταν οι Ιουδαίοι δημιούργησαν οχλοκρατία εναντίον του Παύλου στην Ιερουσαλήμ κατά την τελευταία επίσκεψή του εκεί, ο στρατιωτικός διοικητής Κλαύδιος Λυσίας είχε την υποψία ότι ο απόστολος ήταν ο Αιγύπτιος που είχε υποκινήσει προηγουμένως στασιασμό και είχε οδηγήσει τους 4.000 «ξιφοφόρους» στην έρημο.—Πρ 21:30-38· 23:26, 27.
Η έκφραση του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που μεταφράζεται «ξιφοφόρους» είναι ἄνδρας τῶν σικαρίων. Η λέξη σικάριοι προέρχεται από τη λατινική sicarii, η οποία με τη σειρά της παράγεται από τη λέξη sica (ξιφίδιο).
Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο, ειδικά στη διάρκεια των γιορτών, οι «ξιφοφόροι», ή αλλιώς Σικάριοι, έχοντας ξιφίδια κρυμμένα κάτω από τα ενδύματά τους, ανακατεύονταν με τα πλήθη στην Ιερουσαλήμ και μαχαίρωναν τους εχθρούς τους μέρα μεσημέρι. Μετά, για να αποφύγουν τις υποψίες, εξέφραζαν και αυτοί μαζί με τους άλλους αγανάκτηση για τις δολοφονίες. Ο Ιώσηπος υποδηλώνει επιπλέον ότι οι Σικάριοι πρωτοστάτησαν στην εξέγερση κατά της Ρώμης. Το 66 Κ.Χ., μια ομάδα Σικαρίων υπό τις διαταγές του Ελεάζαρ, γιου του Ιαείρου, αιχμαλώτισε και κατέσφαξε τη ρωμαϊκή φρουρά στη Μασάδα. Αυτή η ομάδα φανατικών πατριωτών εξακολούθησε να αψηφά τη Ρώμη μέχρι το 73 Κ.Χ., οπότε τα οχυρώματα της Μασάδας υπέστησαν ρήγματα. Οι Ρωμαίοι, ωστόσο, δεν χρειάστηκε να επιτεθούν στο ίδιο το φρούριο. Οι Σικάριοι, προκειμένου να μην αιχμαλωτιστούν, είχαν πραγματοποιήσει μια συστηματική σφαγή στην οποία υποβλήθηκαν εθελούσια 960 άντρες, γυναίκες και παιδιά. Επέζησαν μόνο δύο γυναίκες και πέντε παιδιά που είχαν κρυφτεί σε μια σπηλιά.
-
-
Ξύλινα ΔεσμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΥΛΙΝΑ ΔΕΣΜΑ
Αρχαίο όργανο για τον περιορισμό των κινήσεων και την επιβολή τιμωρίας, αποτελούμενο από ένα ξύλινο πλαίσιο στο οποίο κλείδωναν τα πόδια του θύματος ενώ ήταν καθισμένο (2Χρ 16:10· Ιερ 20:2, 3) και συνήθως εκτεθειμένο σε δημόσια θέα και διαπόμπευση. Τα ξύλινα δεσμά των Ρωμαίων είχαν αρκετές τρύπες έτσι ώστε, αν αυτό ήταν επιθυμητό, να τοποθετούνται τα πόδια πολύ ανοιχτά, επιτείνοντας το βασανιστήριο. Τα ξύλινα δεσμά που προορίζονταν για τα πόδια ονομάζονται στην εβραϊκή σαδ (Ιωβ 13:27· 33:11), και εφόσον είναι ξύλινα, ορίζονται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο με τη λέξη ξύλον. Όταν φυλακίστηκαν στους Φιλίππους, ο Παύλος και ο Σίλας ήταν περιορισμένοι με ξύλινα δεσμά που έκλειναν τα πόδια τους.—Πρ 16:24.
Σε άλλα σημεία των Εβραϊκών Γραφών υπάρχει η λέξη μαχπέχεθ που αποδίδεται και αυτή «ξύλινα δεσμά». Εφόσον εμπεριείχε την ιδέα της συστροφής, φαίνεται ότι το άτομο που τοποθετούνταν σε τέτοια δεσμά αναγκαζόταν να έχει το σώμα του λυγισμένο ή στρεβλωμένο. Αυτό το όργανο ίσως έκλεινε τα πόδια, τα χέρια και το λαιμό ή ενδεχομένως να μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μαζί με άλλα μέσα για να κλείνει το λαιμό και τους βραχίονες. Τα ξύλινα δεσμά και ο κλοιός ίσως συνδυάζονταν ώστε να κλείνουν τόσο τα πόδια όσο και το λαιμό και τους βραχίονες. (Ιερ 29:26, NE, ΜΝΚ) Ο Νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ δεν καθόριζε τη χρήση οποιουδήποτε από αυτά τα όργανα ούτε προέβλεπε την ύπαρξη φυλακών.
-
-
Ξύλο ΒασανισμούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΥΛΟ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΥ
Όργανο όπως αυτό πάνω στο οποίο κρεμάστηκε και θανατώθηκε ο Ιησούς Χριστός. (Ματ 27:32-40· Μαρ 15:21-30· Λου 23:26· Ιωα 19:17-19, 25) Στην κλασική αρχαία ελληνική η λέξη σταυρός, που αποδίδεται «ξύλο βασανισμού» στη Μετάφραση Νέου Κόσμου, υποδηλώνει πρωτίστως ένα όρθιο ξύλο, ή πάσσαλο, και κανένα στοιχείο δεν δείχνει ότι οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών χρησιμοποίησαν αυτή τη λέξη για να προσδιορίσουν ένα ξύλο με οριζόντιο δοκάρι.—Βλέπε ΚΡΕΜΑΣΜΑ ΣΤΟ ΞΥΛΟ· Int, σ. 1149-1151· Οι Χριστιανικές Γραφές—Απόδοση από τη Μετάφραση Νέου Κόσμου, παράρτημα, σ. 417-419.
Το βιβλίο Ο Μη Χριστιανικός Σταυρός (The Non-Christian Cross), του Τζον Ντέναμ Πάρσονς, δηλώνει: «Δεν υπάρχει ούτε μία πρόταση σε κάποιο από τα διάφορα συγγράμματα που αποτελούν την Καινή Διαθήκη η οποία, στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, να αποδεικνύει έστω και έμμεσα ότι ο σταυρός που χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση του Ιησού ήταν διαφορετικός από το συνηθισμένο σταυρό, πόσο μάλλον ότι αποτελούνταν, όχι από ένα κομμάτι ξύλο, αλλά από δύο, καρφωμένα μεταξύ τους στο σχήμα του σημερινού σταυρού. . . . Είναι σαφώς παραπλανητικό από μέρους των δασκάλων μας το ότι αποδίδουν τη λέξη σταυρός με την έννοια των δύο διασταυρούμενων ξύλων όταν μεταφράζουν τα ελληνικά χειρόγραφα της Εκκλησίας στη μητρική μας γλώσσα, καθώς και το ότι υποστηρίζουν αυτή τους την ενέργεια με το να ορίζουν στα λεξικά μας τη λέξη σταυρός με την εν λόγω έννοια χωρίς να εξηγούν προσεκτικά ότι σε καμιά περίπτωση δεν ήταν αυτή η πρωταρχική έννοια της λέξης στις ημέρες των Αποστόλων, ότι δεν απέκτησε αυτή την πρωταρχική σημασία παρά μόνο πολύ αργότερα και ότι, αν τελικά την απέκτησε, αυτό συνέβη απλώς και μόνο επειδή, παρά την απουσία επιβεβαιωτικών αποδεικτικών στοιχείων, θεωρήθηκε για τον έναν ή τον άλλον λόγο ότι ο συγκεκριμένος σταυρός πάνω στον οποίο εκτελέστηκε ο Ιησούς είχε εκείνο το συγκεκριμένο σχήμα».—Λονδίνο, 1896, σ. 23, 24.
Γιατί Έπρεπε να Πεθάνει ο Ιησούς σε Ξύλο. Όταν ο Ιεχωβά Θεός έδωσε το νόμο του στους Ισραηλίτες, εκείνοι ανέλαβαν την υποχρέωση να ζουν σύμφωνα με τους όρους εκείνου του νόμου. (Εξ 24:3) Ωστόσο, ως απόγονοι του αμαρτωλού Αδάμ, δεν μπορούσαν να το κάνουν αυτό τέλεια. Γι’ αυτό, περιήλθαν υπό την κατάρα του Νόμου. Για να απομακρύνει αυτή την ειδική κατάρα από εκείνους, ο Ιησούς έπρεπε να κρεμαστεί σε ξύλο όπως ένας καταραμένος εγκληματίας. Σχετικά με αυτό, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Όλοι εκείνοι που βασίζονται σε έργα νόμου είναι κάτω από κατάρα· διότι είναι γραμμένο: “Καταραμένος είναι όποιος δεν εμμένει σε όλα όσα είναι γραμμένα στο ρόλο του Νόμου για να τα εκτελεί”. . . . Ο Χριστός, μέσω εξαγοράς, μας απελευθέρωσε από την κατάρα του Νόμου με το να γίνει κατάρα αντί για εμάς, επειδή είναι γραμμένο: “Καταραμένος είναι κάθε κρεμασμένος πάνω σε ξύλο”».—Γα 3:10-13.
Μεταφορική Χρήση. Μερικές φορές ο όρος «ξύλο βασανισμού» συμβολίζει τα παθήματα, την καταισχύνη ή τα βάσανα που υφίσταται κάποιος επειδή είναι ακόλουθος του Ιησού Χριστού. Όπως είπε ο Ιησούς: «Όποιος δεν δέχεται το ξύλο του βασανισμού του και δεν ακολουθεί πίσω μου δεν είναι άξιός μου». (Ματ 10:38· 16:24· Μαρ 8:34· Λου 9:23· 14:27) Ο όρος «ξύλο βασανισμού» χρησιμοποιείται επίσης με τέτοιον τρόπο ώστε να συμβολίζει το θάνατο του Ιησού πάνω στο ξύλο, ο οποίος κατέστησε δυνατή την απολύτρωση από την αμαρτία και τη συμφιλίωση με τον Θεό.—1Κο 1:17, 18.
Ο θάνατος του Ιησού πάνω στο ξύλο του βασανισμού αποτέλεσε τη βάση για την κατάργηση του Νόμου, ο οποίος χώριζε τους Ιουδαίους από τους μη Ιουδαίους. Συνεπώς, αποδεχόμενοι τη συμφιλίωση που κατέστη δυνατή με το θάνατο του Ιησού, τόσο οι Ιουδαίοι όσο και οι μη Ιουδαίοι μπορούσαν να γίνουν «ένα σώμα προς τον Θεό διαμέσου του ξύλου του βασανισμού». (Εφ 2:11-16· Κολ 1:20· 2:13, 14) Αυτό ήταν σκάνδαλο για πολλούς Ιουδαίους οι οποίοι επέμεναν ότι η περιτομή και η προσκόλληση στο Μωσαϊκό Νόμο ήταν ουσιώδεις για να αποκτήσει κάποιος την εύνοια του Θεού. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Αδελφοί, αν εξακολουθώ να κηρύττω την περιτομή, γιατί εξακολουθώ να διώκομαι; Τότε το σκάνδαλο του ξύλου του βασανισμού έχει καταργηθεί». (Γα 5:11) «Όλοι εκείνοι που θέλουν να κάνουν καλή εντύπωση σε ό,τι αφορά τη σάρκα, αυτοί είναι που προσπαθούν να σας αναγκάσουν να περιτέμνεστε, απλώς και μόνο για να μη διώκονται για το ξύλο βασανισμού του Χριστού, του Ιησού. Ποτέ να μη συμβεί να καυχηθώ, παρά μόνο για το ξύλο βασανισμού του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου ο κόσμος έχει κρεμαστεί στο ξύλο σε ό,τι αφορά εμένα και εγώ σε ό,τι αφορά τον κόσμο». (Γα 6:12, 14) Επειδή ο Παύλος ομολογούσε το θάνατο του Ιησού πάνω στο ξύλο του βασανισμού ως τη μοναδική βάση για σωτηρία, διωκόταν από τους Ιουδαίους. Ως συνέπεια αυτής της ομολογίας, για εκείνον ο κόσμος ήταν σαν κάτι κρεμασμένο στο ξύλο, καταδικασμένο ή νεκρό, ενώ παράλληλα ο κόσμος θεωρούσε τον απόστολο μισητό, σαν εγκληματία κρεμασμένο σε ξύλο.
Κάποια άτομα που εγκολπώθηκαν τη Χριστιανοσύνη αλλά αργότερα ακολούθησαν ανήθικη πορεία ζωής έγιναν «εχθροί του ξύλου βασανισμού του Χριστού». (Φλπ 3:18, 19) Οι πράξεις τους έδειχναν καθαρά ότι δεν εκτίμησαν τα οφέλη που προκύπτουν από το θάνατο του Ιησού στο ξύλο του βασανισμού. “Ποδοπάτησαν τον Γιο του Θεού” και “θεώρησαν συνηθισμένης αξίας το αίμα της διαθήκης, με το οποίο αγιάστηκαν”.—Εβρ 10:29.
-
-
ΞυλοδαρμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΥΛΟΔΑΡΜΟΣ
Ο Μωσαϊκός Νόμος προέβλεπε την τιμωρία με ξυλοδαρμό. Γι’ αυτόν το σκοπό χρησιμοποιούσαν βέργα ή ραβδί. Οι κριτές καθόριζαν τον αριθμό των χτυπημάτων που θα δίνονταν ανάλογα με το παράπτωμα που είχε διαπραχθεί, λαβαίνοντας επίσης υπόψη το κίνητρο, τις περιστάσεις και ούτω καθεξής. Η στάση του σώματος ήταν καθορισμένη: «Ο κριτής θα τον βάλει να πέσει μπρούμυτα και να του δοθούν ενώπιόν του όσα χτυπήματα αναλογούν στην πονηρή του πράξη». Η τιμωρία περιοριζόταν στα 40 χτυπήματα. (Δευ 25:2, 3) Ο λόγος για αυτό το όριο ήταν ότι, αν το άτομο δεχόταν περισσότερα χτυπήματα, θα καταισχυνόταν στα μάτια των συμπατριωτών του. Πρόκειται για ένα από τα παραδείγματα που δείχνουν ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή δεν επέτρεπε την απάνθρωπη ή ακραία τιμωρία. Η τιμωρία αποσκοπούσε σε σωφρονισμό και δεν αποτελούσε έκφραση εκδικητικότητας και εμπάθειας όπως οι τιμωρίες τις οποίες επέβαλλαν άλλα έθνη. Αυτός που εκτελούσε τον ξυλοδαρμό τιμωρούνταν αν ξεπερνούσε το νόμιμο αριθμό χτυπημάτων. Γι’ αυτό, οι Ιουδαίοι περιόριζαν τα χτυπήματα σε 39, ώστε να μην υπερβούν κατά λάθος το όριο και παραβιάσουν το νόμο.—2Κο 11:24.
Ο Εβραίος δουλοκτήτης επιτρεπόταν να χτυπήσει το δούλο του ή τη δούλη του με ραβδί αν αυτό το άτομο ήταν ανυπάκουο ή στασιαστικό. Αν όμως ο δούλος πέθαινε στη διάρκεια του ξυλοδαρμού, ο δουλοκτήτης έπρεπε να τιμωρηθεί. Ωστόσο, αν ο δούλος ζούσε μια δυο ημέρες ακόμη, αυτό θα αποτελούσε ένδειξη ότι ο ιδιοκτήτης του δεν είχε σκοπό να τον σκοτώσει. Ο ιδιοκτήτης είχε το δικαίωμα να επιβάλει σωφρονιστική τιμωρία, επειδή ο δούλος ήταν «δικά του χρήματα». Θα ήταν πολύ απίθανο να θέλει κάποιος να καταστρέψει τελείως τη δική του πολύτιμη περιουσία και να υποστεί ζημία. Επίσης, αν ο δούλος πέθαινε μετά την παρέλευση μιας ή περισσότερων ημερών, ίσως να μην ήταν βέβαιο αν ο θάνατός του οφειλόταν στον ξυλοδαρμό ή σε κάτι άλλο. Έτσι λοιπόν, αν ο δούλος παρέμενε ζωντανός μια δυο ημέρες ακόμη, ο κύριός του δεν τιμωρούνταν.—Εξ 21:20, 21.
Αν ένας άντρας κατηγορούσε τη σύζυγό του ότι ισχυρίστηκε ψευδώς πως ήταν παρθένα όταν παντρεύτηκαν, και η κατηγορία του αποδεικνυόταν ψεύτικη, οι πρεσβύτεροι της πόλης, ως κριτές, θα τον διαπαιδαγωγούσαν, καθώς επίσης θα του επέβαλλαν πρόστιμο επειδή είχε βγάλει κακό όνομα σε μια παρθένα του Ισραήλ. Η διαπαιδαγώγηση ίσως συνίστατο στο να του δοθεί ορισμένος αριθμός χτυπημάτων.—Δευ 22:13-19.
Οι Γραφές δίνουν επανειλημμένα έμφαση στην αξία που έχουν τα χτυπήματα ως μέσο διαπαιδαγώγησης. Το γεγονός ότι η διαπαιδαγώγηση μπορεί να ασκήσει πολύ βαθιά επίδραση, ωφελώντας το άτομο που τη λαβαίνει, φαίνεται στο εδάφιο Παροιμίες 20:30, το οποίο λέει: «Τα μωλωπισμένα τραύματα καθαρίζουν το κακό, και τα χτυπήματα τα έγκατα της κοιλιάς». Το άτομο που διαπαιδαγωγείται με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι ενήργησε ασύνετα και θα πρέπει να αλλάξει. (Παρ 10:13· 19:29) Ένα πραγματικά σοφό άτομο μπορεί να διορθωθεί με λόγια, χωρίς να χρειαστεί να του δοθούν χτυπήματα.
Εφόσον όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται «με σφάλμα» και συλλαμβάνονται «στην αμαρτία» (Ψλ 51:5), οι Γραφές υποστηρίζουν ότι η γονική ράβδος της εξουσίας πρέπει να είναι αυστηρή, και μερικές φορές να λαβαίνει τη μορφή της κατά γράμμα ράβδου. (Παρ 22:15) Με αυτόν τον τρόπο το παιδί μπορεί να σωθεί από τη δυσμένεια και το θάνατο.—Παρ 23:13, 14.
Φαίνεται πως οι Ιουδαίοι δεν συνέχισαν να μεταχειρίζονται αποκλειστικά το ραβδί, αλλά μεταγενέστερα χρησιμοποιούσαν και το μαστίγιο. (Εβρ 11:36) Η μαστίγωση είναι πιο σκληρή τιμωρία από το ραβδισμό και, ενώ αποτελούσε νόμιμη τιμωρία όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, δεν βασιζόταν στο Νόμο. (Ματ 10:17· 23:34) Το Μισνά, το οποίο θεωρείται εξέλιξη της προφορικής παράδοσης, περιγράφει τη διαδικασία της μαστίγωσης ως εξής:
«Δένουν τα δύο χέρια του εκατέρωθεν σε έναν στύλο, και ο διάκονος της συναγωγής πιάνει τα ενδύματά του—αν σκιστούν, ας σκιστούν, αν γίνουν κομμάτια, ας γίνουν—και γυμνώνει το στήθος του. Πίσω του τοποθετείται μια πέτρα, πάνω στην οποία στέκεται ο διάκονος της συναγωγής βαστώντας ένα λουρί από δέρμα μοσχαριού, διπλωμένο και ξαναδιπλωμένο, πάνω στο οποίο [είναι στερεωμένα άλλα] δύο λουριά που υψώνονται και πέφτουν.
»Η λαβή του λουριού έχει το μήκος και το πλάτος μιας παλάμης, ενώ η άκρη του πρέπει να φτάνει στον ομφαλό του. Του δίνει το ένα τρίτο από τα χτυπήματα στο μπροστινό μέρος του σώματος και τα δύο τρίτα στο πίσω. Και δεν μπορεί να τον χτυπήσει όρθιο ή καθιστό παρά μόνο σκυμμένο, διότι είναι γραμμένο: Ο κριτής θέλει προστάξει να ρίψωσιν αυτόν κάτω. Και αυτός που χτυπάει χρησιμοποιεί το ένα του χέρι και όλη του τη δύναμη.
» . . . Αν πεθάνει στα χέρια του, ο μαστιγωτής δεν είναι ένοχος. Αλλά αν του έδωσε ένα παραπάνω χτύπημα και πέθανε, πρέπει να διαφύγει πηγαίνοντας εξορία εξαιτίας του».
«Πόσα χτυπήματα δίνουν σε έναν άνθρωπο; Σαράντα παρά ένα, διότι είναι γραμμένο: Μέχρι τον αριθμό σαράντα· [δηλαδή] έναν αριθμό πριν το σαράντα».—Μακότ 3:12–14, 10· μετάφραση (στην αγγλική) Χ. Ντάνμπι.
Ο Γεδεών εφάρμοσε μια ασυνήθιστη μορφή μαστίγωσης στους 77 άρχοντες και πρεσβυτέρους της Σοκχώθ οι οποίοι αρνήθηκαν να δώσουν προμήθειες στους άντρες του όταν αυτός καταδίωκε τους βασιλιάδες του Μαδιάμ. Προφανώς έφτιαξε μαστίγια από τα αγκάθια και τις βάτους της ερήμου για να τους “αλωνίσει”. Η αφήγηση αναφέρει ότι τους έδωσε «ένα μάθημα».—Κρ 8:7, 14, 16.
Άλλα έθνη χρησιμοποιούσαν πιο σκληρή μορφή ξυλοδαρμού και δεν περιορίζονταν στα 40 χτυπήματα. Όταν οι Ισραηλίτες ήταν στην Αίγυπτο, ξυλοκοπούνταν από τους Αιγύπτιους επιστάτες τους, χωρίς αμφιβολία με μεγάλη σκληρότητα.—Εξ 5:14, 16· 2:11, 12.
Οι Ρωμαίοι εφάρμοζαν το ραβδισμό, αφού πρώτα έσκιζαν τα εξωτερικά ενδύματα του ατόμου. (Πρ 16:22, 23) Η λέξη ῥαβδίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου στο εδάφιο Πράξεις 16:22 είναι συγγενική με τη λέξη ῥάβδος. (Παράβαλε 1Κο 4:21, Κείμενο.) Και οι δύο αυτές λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι συγγενικές με τη λέξη ῥαβδοῦχος των εδαφίων Πράξεις 16:35, 38, που σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που φέρει ράβδο».
Οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν επίσης το μαστίγιο. Τέντωναν το θύμα, προφανώς δένοντας τα χέρια του με λουριά πάνω σε έναν στύλο. (Πρ 22:25, 29) Ο αριθμός των χτυπημάτων που δίνονταν εξαρτόταν αποκλειστικά από το διοικητή. Η τιμωρία της μαστίγωσης επιβαλλόταν συνήθως πριν από το κρέμασμα στο ξύλο. Η αφήγηση αναφέρει ότι, αφού ο Πιλάτος ενέδωσε στις επίμονες κραυγές των Ιουδαίων που ζητούσαν να κρεμαστεί ο Ιησούς στο ξύλο και τους απελευθέρωσε τον Βαραββά, «τότε λοιπόν, ο Πιλάτος πήρε τον Ιησού και τον μαστίγωσε». (Ιωα 19:1· Ματ 20:19) Μερικές φορές, οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν το μαστίγωμα για να “εξετάσουν” τα θύματά τους με σκοπό να αποσπάσουν ομολογίες ή καταθέσεις. (Πρ 22:24, 25) Δύο ρήματα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδονται «μαστιγώνω» είναι τα ρήματα μαστιγόω (Ματ 10:17) και μαστίζω (Πρ 22:25). Και τα δύο είναι συγγενικά με το ουσιαστικό μάστιξ που μπορεί να σημαίνει «μαστίγωμα» με την κυριολεκτική έννοια (Πρ 22:24· Εβρ 11:36) και «οδυνηρή ασθένεια (αρρώστια)» μεταφορικά. (Μαρ 3:10· 5:34) Ωστόσο, η μαστίγωση ενός Ρωμαίου πολίτη ήταν παράνομη. Οι νόμοι Lex Valeria και Lex Porcia, οι οποίοι θεσπίστηκαν σε κάποιες χρονολογίες μεταξύ του 509 και του 195 Π.Κ.Χ., εξαιρούσαν τους Ρωμαίους πολίτες από τη μαστίγωση. Ο νόμος Lex Valeria προέβλεπε αυτή την εξαίρεση όταν ο πολίτης προσέφευγε στη συνέλευση του λαού, ενώ ο νόμος Lex Porcia χωρίς την ύπαρξη προσφυγής.
Το πιο φρικτό όργανο μαστίγωσης ήταν γνωστό ως flagellum. Αποτελούνταν από μια λαβή στην οποία ήταν στερεωμένα πολλά σχοινιά ή δερμάτινα λουριά. Από τα λουριά αυτά κρέμονταν πριονωτά κομμάτια από κόκαλο ή μέταλλο έτσι ώστε το χτύπημα να είναι πιο επώδυνο και δραστικό. Το ουσιαστικό φραγέλλιον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου («μαστίγιο»· Ιωα 2:15) προήλθε από τη λατινική λέξη flagellum. Το συγγενικό ρήμα φραγελλόω σημαίνει «μαστιγώνω».—Ματ 27:26· Μαρ 15:15.
Ο Ιησούς είπε στους μαθητές του ότι, εξαιτίας του ονόματός του, θα τους έδερναν στις συναγωγές. (Μαρ 13:9) Αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε πάμπολλες φορές. Μερικούς αποστόλους τους συνέλαβαν και τους έφεραν ενώπιον του Ιουδαϊκού Σάνχεδριν, όπου τους έδειραν όταν εκείνοι αρνήθηκαν να σταματήσουν να κηρύττουν. (Πρ 5:40) Ο Σαούλ, ο οποίος έγινε μετέπειτα ο απόστολος Παύλος, ήταν σφοδρός διώκτης των Χριστιανών πριν από τη μεταστροφή του, καθώς τους φυλάκιζε και τους έδερνε στη μια συναγωγή μετά την άλλη. (Πρ 22:19) Το ρήμα δέρω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που χρησιμοποιείται σε αυτές τις αφηγήσεις είναι συγγενικό με το ουσιαστικό δέρμα (Εβρ 11:37) και βασικά σημαίνει «γδέρνω».—Παράβαλε Λου 12:47, Κείμενο.
Στην πόλη των Φιλίππων, ο Παύλος ραβδίστηκε, αλλά έστρεψε αυτό το περιστατικό εναντίον των διωκτών του, χρησιμοποιώντας αυτή την ευκαιρία για να υπερασπίσει και να εδραιώσει νομικά τα καλά νέα τα οποία κήρυττε. Τον είχαν δείρει δημόσια και τον είχαν ρίξει στη φυλακή, αλλά όταν οι διοικητές έμαθαν ότι ήταν Ρωμαίος πολίτης, φοβήθηκαν πολύ, όχι μόνο διότι είχαν δείρει έναν Ρωμαίο πολίτη, αλλά και διότι το είχαν κάνει αυτό προτού εκείνος περάσει από δίκη και καταδικαστεί. Επίσης, σε αυτή την περίπτωση, ο Παύλος και ο Σίλας είχαν διασυρθεί δημόσια ως κακοποιοί. Όταν, λοιπόν, οι διοικητές διέταξαν το δεσμοφύλακα να ελευθερώσει τον Παύλο και τον Σίλα, ο Παύλος απάντησε: «Μας έδειραν δημόσια χωρίς να έχουμε καταδικαστεί, ανθρώπους Ρωμαίους, και μας έριξαν στη φυλακή· και τώρα μας βγάζουν έξω κρυφά; Όχι βέβαια! Αυτοί οι ίδιοι να έρθουν και να μας βγάλουν έξω». Οι ίδιοι οι διοικητές έπρεπε να παραδεχτούν το σφάλμα τους. «Οι ραβδούχοι, λοιπόν, ανέφεραν αυτά τα λόγια στους διοικητές της πόλης. Αυτούς τους έπιασε φόβος όταν άκουσαν ότι οι άνθρωποι ήταν Ρωμαίοι. Γι’ αυτό, ήρθαν και τους ικέτευσαν και, αφού τους έβγαλαν έξω, τους ζήτησαν να φύγουν από την πόλη». (Πρ 16:22-40) Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το κήρυγμα των καλών νέων δικαιώθηκε ως έργο που δεν παραβίαζε το νόμο, διότι οι ίδιοι οι διοικητές, με αυτή τους την πράξη, γνωστοποίησαν δημόσια ότι ο Παύλος και ο Σίλας δεν είχαν διαπράξει κανένα αδίκημα. Ο Παύλος ενήργησε έτσι επειδή επιθυμούσε να επιτύχει τη «νομική εδραίωση των καλών νέων».—Φλπ 1:7.
Μεταφορική Χρήση. Ο Βασιλιάς Ροβοάμ σύγκρινε τον τρόπο διακυβέρνησης που σκόπευε να ακολουθήσει ο ίδιος με τη διακυβέρνηση του πατέρα του, του Σολομώντα, αντιπαραβάλλοντας μεταφορικά τη σοβαρότερη τιμωρία που επιφέρει ο βούρδουλας του βασανισμού με αυτήν που επιφέρουν τα μαστίγια. (Στην εβραϊκή, η λέξη που αποδίδεται «βούρδουλες βασανισμού» [‛ακραμπίμ] σημαίνει κατά κυριολεξία «σκορπιοί», και προφανώς επρόκειτο για ένα είδος μαστιγίου με κόμπους ή αγκαθωτές άκρες σαν το κεντρί του σκορπιού, ή ίσως με κλαδάκια που είχαν κόμπους ή αγκάθια.)—1Βα 12:11-14, υποσ.
Όταν ο Ιεχωβά έκανε διαθήκη με τον Δαβίδ για μια βασιλεία, του είπε ότι ο θρόνος θα εδραιωνόταν στη δική του γραμμή, αλλά αν η δυναστεία του ή κάποιος από τη γενεαλογική του γραμμή ενεργούσε εσφαλμένα, ο Ιεχωβά θα “τον έλεγχε με ραβδί ανθρώπων και με χτυπήματα γιων του Αδάμ”. (2Σα 7:14· Ψλ 89:32) Αυτό πράγματι έλαβε χώρα όταν ο Ιεχωβά επέτρεψε σε Εθνικούς βασιλιάδες να νικήσουν τους βασιλιάδες του Ιούδα, και ιδιαίτερα όταν ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, απομάκρυνε τον Σεδεκία από το θρόνο στην Ιερουσαλήμ.—Ιερ 52:1-11.
Ο Ιεχωβά είπε ότι τα έθνη τα οποία οι Ισραηλίτες δεν εκδίωξαν θα γίνονταν “μαστίγιο πάνω στα πλευρά τους”. (Ιη 23:13) Τα εδάφια Ησαΐας 10:24-26 δείχνουν ότι, ενώ ο Ασσύριος χρησιμοποιούσε το ραβδί για να χτυπάει τη Σιών άδικα, ο Ιεχωβά θα κράδαινε «μαστίγιο» εναντίον του Ασσυρίου. Όταν ο Ιεχωβά έστελνε πληγή, ασθένεια ή συμφορά ως τιμωρία, αυτή χαρακτηριζόταν ως μάστιγα. (Αρ 16:43-50· 25:8, 9· Ψλ 106:29, 30) Η διαπαιδαγώγηση από τον Ιεχωβά παρομοιάζεται με μαστίγωμα.—Εβρ 12:6.
Ο Ησαΐας προφήτευσε ότι ο Μεσσίας θα επιφορτιζόταν τις αρρώστιες και τους πόνους όσων θα ασκούσαν πίστη σε αυτόν, λέγοντας: «Λόγω των πληγών του γιατρευτήκαμε». (Ησ 53:3-5) Ο Πέτρος εφαρμόζει αυτή την προφητεία στον Ιησού Χριστό ως εξής: «Αυτός βάσταξε τις αμαρτίες μας στο σώμα του πάνω στο ξύλο, ώστε να εγκαταλείψουμε τις αμαρτίες και να ζήσουμε για τη δικαιοσύνη. Και “με τις πληγές του γιατρευτήκατε”».—1Πε 2:24.
-
-
ΞυλουργόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΥΛΟΥΡΓΟΣ
Τεχνίτης στην επεξεργασία του ξύλου. Η λέξη χαράς του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου χρησιμοποιείται γενικά για τους τεχνίτες που κατεργάζονταν ποικίλα υλικά, παραδείγματος χάρη για τους ξυλουργούς, τους λιθογλύφους ή τους χτίστες. (2Βα 12:11· 2Χρ 24:12· Εξ 28:11· 1Χρ 14:1) Η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η λέξη τέκτων, αποδίδεται «ξυλουργός» στα εδάφια Ματθαίος 13:55 και Μάρκος 6:3.
Ο Νώε και οι τρεις γιοι του είχαν να κάνουν πολλή ξυλουργική εργασία κατά την κατασκευή της τεράστιας κιβωτού σύμφωνα με το υπόδειγμα που είχε δώσει ο Ιεχωβά.—Γε 6:14-16.
Στον Ισραήλ χρησιμοποιούσαν τους ξυλουργούς στην οικοδόμηση των σπιτιών και, μεταγενέστερα, στην οικοδόμηση κτιρίων όπως οι συναγωγές. Αν και αυτές οι κατασκευές αποτελούνταν κυρίως από πέτρα ή χώμα, χρησιμοποιούνταν και κάποια ποσότητα ξύλου, για παράδειγμα στα δοκάρια και στις πόρτες. Στους Βιβλικούς χρόνους ο ξυλουργός κατασκεύαζε μεταξύ άλλων και έπιπλα, όπως τραπέζια, σκαμνιά και πάγκους. Πολλά εργαλεία όπως τα αλέτρια και οι αλωνιστικές σβάρνες ήταν εν μέρει ή εξ ολοκλήρου ξύλινα. (2Σα 24:22) Για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας και του εξοπλισμού της, ο Βεσελεήλ και ο Οολιάβ έλαβαν συγκεκριμένη κατεύθυνση από τον Ιεχωβά Θεό. Το πνεύμα του ενέτεινε τις ικανότητες που είχαν ήδη ώστε να εκτελέσουν άριστη δουλειά τόσο στην κατεργασία του ξύλου όσο και στην επεξεργασία άλλων υλικών. (Εξ 31:2-11) Για την οικοδόμηση της κατοικίας του Δαβίδ φέρθηκαν επιδέξιοι ξυλουργοί από την Τύρο. (2Σα 5:11) Ο Ζοροβάβελ χρησιμοποίησε ξυλουργούς στην οικοδόμηση του δεύτερου ναού στην Ιερουσαλήμ.—Εσδ 3:7.
Ο Ιησούς δεν αποκαλούνταν μόνο «γιος του ξυλουργού» (Ματ 13:55), αλλά και «ξυλουργός». (Μαρ 6:3) Εφόσον ο Εβραίος πατέρας δίδασκε συνήθως την τέχνη του στο γιο του, ο Ιησούς αναμφίβολα έμαθε την ξυλουργική από το θετό του πατέρα, τον Ιωσήφ.
-
-
ΞυράφιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΞΥΡΑΦΙ
Κοφτερό όργανο με το οποίο αφαιρούνται οι τρίχες. Οι δύο εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «ξυράφι» προέρχονται από μια ρίζα η οποία σημαίνει «γυμνώνω». (Ησ 3:17) Δείγματα αυτού του οργάνου που βρέθηκαν στην Αίγυπτο είναι φτιαγμένα από μπρούντζο. Αυτά τα ευρήματα εναρμονίζονται με τη Βιβλική αφήγηση, σύμφωνα με την οποία τα ξυράφια χρησιμοποιούνταν εκεί από αρχαιοτάτων χρόνων.—Γε 41:14.
Αν και οι άντρες στον Ισραήλ ήταν γενειοφόροι και τα μαλλιά τους είχαν κάποιο μήκος, φαίνεται ότι χρησιμοποιούσαν το ξυράφι για να κόβουν τις άκρες. Στο εδάφιο Πράξεις 18:18 γίνεται επίσης λόγος για μαλλιά “ξυρισμένα” (KJ, ΒΑΜ) ή “κομμένα κοντά” (ΜΝΚ). (Βλέπε επίσης 2Σα 19:24· Ιεζ 44:20.) Οι Λευίτες ξύρισαν όλη τη σάρκα τους με ξυράφι στα πλαίσια της καθιέρωσής τους για την υπηρεσία στη σκηνή της συνάντησης στην έρημο. (Αρ 8:7) Όταν κάποιος έκανε ευχή Ναζηραίου δεν έπρεπε να βάλει ξυράφι στο κεφάλι του μέχρις ότου ολοκληρωθεί η περίοδος της ευχής του. (Αρ 6:5, 18· Κρ 13:5· 16:17· Πρ 21:23, 24) Η μητέρα του Σαμουήλ, ο οποίος ήταν Λευίτης, τον αφιέρωσε πριν από τη γέννησή του στην υπηρεσία της σκηνής της συνάντησης. Ξυράφι δεν επρόκειτο να ανεβεί ποτέ στις τρίχες του κεφαλιού του.—1Σα 1:11.
Ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Ιούδα ότι θα χρησιμοποιούσε τον Ασσύριο ως «ξυράφι» για να «ξυρίσει το κεφάλι και τις τρίχες των ποδιών» και για να «αφανίσει ακόμη και τη γενειάδα», εκφράσεις που προφανώς συμβόλιζαν ότι μεγάλο μέρος της γης του Ιούδα θα ερημωνόταν και ότι ο αιχμαλωτισμένος πληθυσμός θα οδηγούνταν μακριά.—Ησ 7:20.
Το γεγονός ότι τα σπαθιά μπορούσαν να γίνουν κοφτερά σαν ξυράφι καταδεικνύεται από το ότι ο Θεός έδωσε στον Ιεζεκιήλ την εντολή να χρησιμοποιήσει ένα σπαθί σαν το ξυράφι του κουρέα για να κόψει τα μαλλιά και τη γενειάδα του, και μετά να χτυπήσει το ένα τρίτο των τριχών με το σπαθί, ενέργεια που συμβόλιζε ότι ένα τμήμα του πληθυσμού της Ιερουσαλήμ θα θανατωνόταν από σπαθί. (Ιεζ 5:1, 2, 12) Αυτό αποκαλύπτει επίσης ότι το επάγγελμα του κουρέα είναι πολύ παλιό.
Επειδή η δόλια γλώσσα μπορεί να κάνει μεγάλη ζημιά σαν κάτι που κόβει, παρομοιάζεται με ξυράφι.—Ψλ 52:2.
-
-
ΟβάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΒΑΒ
(Οβάβ) [πιθανώς, Πολυαγαπημένος].
Κουνιάδος του Μωυσή, γιος του Ραγουήλ (Ιοθόρ) και Μαδιανίτης, από τη φυλή των Κεναίων. (Αρ 10:29· Εξ 3:1· Κρ 1:16) Όταν έφτασε ο καιρός να μετακινηθούν οι Ισραηλίτες από την περιοχή του Όρους Σινά προς την Υποσχεμένη Γη, ο Μωυσής ζήτησε από τον Οβάβ να τους συνοδεύσει ώστε να είναι «τα μάτια», δηλαδή ο ανιχνευτής, του έθνους λόγω της εξοικείωσής του με εκείνον τον τόπο. Μολονότι στην αρχή ο Οβάβ αρνήθηκε, φαίνεται ότι τελικά συνόδευσε τους Ισραηλίτες, εφόσον οι απόγονοί του, οι Κεναίοι, κατοίκησαν στην έρημο του Ιούδα Ν της Αράδ και, όπως αναφέρεται, εξακολουθούσαν να ζουν σε εκείνη την περιοχή την εποχή του Σαούλ και του Δαβίδ.—Αρ 10:29-32· Κρ 1:16· 1Σα 15:6· 27:10· 30:26, 29.
Ωστόσο, το Μασοριτικό κείμενο, στο εδάφιο Κριτές 4:11, παρουσιάζει τον Οβάβ ως πεθερό του Μωυσή. (Mo, AT, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΦΙΛ) Έτσι λοιπόν, το ίδιο όνομα Οβάβ μπορεί να προσδιορίζει δύο διαφορετικά πρόσωπα, τόσο τον πεθερό όσο και τον κουνιάδο του Μωυσή. Το ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να θεωρείται απίθανο αποδεικνύεται από το γεγονός ότι για τον πεθερό του Μωυσή χρησιμοποιούνται περισσότερα από ένα ονόματα.—Παράβαλε Εξ 2:16-22· 3:1.
Από την άλλη πλευρά, αν το όνομα Οβάβ αναφέρεται μόνο στο γιο του Ραγουήλ—δηλαδή μόνο στον κουνιάδο του Μωυσή—τότε ο προσδιορισμός του Οβάβ ως πεθερού του Μωυσή πρέπει να σημαίνει ότι ο Οβάβ θεωρούνταν εκπρόσωπος του πατέρα του, του Ραγουήλ, ο οποίος στην προκειμένη περίπτωση πιθανόν να ήταν πια νεκρός.—Βλέπε ΙΟΘΟΡ· ΚΕΝΑΙΟΣ.
-
-
ΟβάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΒΑΛ
(Οβάλ).
Ο 8ος από τους 13 γιους του Ιοκτάν στη σειρά με την οποία κατονομάζονται, ο καθένας από τους οποίους ίδρυσε μία από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. Ήταν απόγονος του Σημ. Το πού ακριβώς εγκαταστάθηκε η φυλή του Οβάλ δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα, αλλά συναφή ονόματα εμφανίζονται στην περιοχή της Υεμένης, στη νοτιοδυτική Αραβία.—Γε 10:21, 25-30· 1Χρ 1:20, 22.
-
-
ΟβίλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΒΙΛ
(Οβίλ).
Ισμαηλίτης που φρόντιζε τις καμήλες του Δαβίδ.—1Χρ 27:30.
-
-
ΟγλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΓΛΑ
(Ογλά).
Η τρίτη από τις πέντε κόρες του Σαλπαάδ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται. Εφόσον ο πατέρας της δεν είχε γιους, η κληρονομιά του μοιράστηκε στις πέντε κόρες του με τον όρο ότι θα παντρεύονταν μέσα στη φυλή τους—τη φυλή του Μανασσή—«ώστε να παραμείνει η κληρονομιά τους στη φυλή της οικογένειας του πατέρα τους» και να μη “μεταβιβαστεί από τη μία φυλή στην άλλη”.—Αρ 36:1-12· 26:33· 27:1-11· Ιη 17:3, 4.
-
-
ΟδίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΔΙΑΣ
(Οδίας) [Αξιοπρέπεια Είναι ο Γιαχ].
1. Ο σύζυγος της αδελφής κάποιου Ναχάμ. Το όνομα εμφανίζεται στη γενεαλογία του Ιούδα.—1Χρ 4:1, 19.
2. Λευίτης που βοήθησε τον Έσδρα να εξηγήσει το νόμο του Ιεχωβά στην εκκλησία του Ισραήλ η οποία είχε συναχθεί απέναντι από την Πύλη των Υδάτων, στην πλατεία της Ιερουσαλήμ, και προφανώς ένας από εκείνους που κάλεσαν τους γιους του Ισραήλ να ευλογήσουν τον Ιεχωβά και το ένδοξο όνομά Του και κατόπιν ανασκόπησαν την πολιτεία του Θεού με το λαό Του. (Νε 8:1, 5, 7· 9:5) Αυτός ο Οδίας ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο είτε με τον Αρ. 3 είτε με τον Αρ. 4.
3, 4. Το όνομα δύο Λευιτών των οποίων κάποιοι απόγονοι, αν όχι οι ίδιοι, επικύρωσαν με σφραγίδα το σύμφωνο ομολογίας το οποίο συνάφθηκε την εποχή που ο Νεεμίας ήταν κυβερνήτης. Αν το σφράγισαν οι ίδιοι προσωπικά, τότε κάποιος από αυτούς θα μπορούσε να είναι το πρόσωπο Αρ. 2.—Νε 9:38· 10:1, 9, 10, 13.
5. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε το σύμφωνο ομολογίας στις ημέρες του Νεεμία.—Νε 10:1, 14, 18.
-
-
ΟδολλάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΔΟΛΛΑΜ
(Οδολλάμ).
Πόλη του Ιούδα στη Σεφηλά, μια εύφορη περιοχή με χαμηλό υψόμετρο, περίπου στο μέσο της απόστασης μεταξύ της Βηθλεέμ και της Λαχείς. (Ιη 15:35) Ταυτίζεται με το Τελλ ες-Σέιχ Μαδκούρ (Χορβάτ Αντουλάμ), περίπου 26 χλμ. ΔΝΔ της Ιερουσαλήμ. Η αρχική ονομασία φαίνεται πως διασώζεται στο όνομα της κοντινής τοποθεσίας Ιντ ελ-Μα (Μίγιε) όπου υπάρχουν κάποια ερείπια. Η τοποθεσία της Οδολλάμ δεσπόζει στο Ουάντι ες-Σουρ, καθώς και στη δίοδο που συνδέει αυτό το τμήμα της Σεφηλά με την ενδοχώρα του Ιούδα, γεγονός που της προσδίδει στρατηγική σημασία. Πρωτίστως είναι γνωστή για τη «σπηλιά της Οδολλάμ», όπου κατέφυγε ο Δαβίδ ενόσω κρυβόταν από τον Βασιλιά Σαούλ. Σε αυτή την περιοχή υπάρχουν αρκετές ασβεστολιθικές σπηλιές.—2Σα 23:13.
Προφανώς η Οδολλάμ ήταν αρχαία πόλη. Μνημονεύεται πρώτη φορά στην Αγία Γραφή σε συσχετισμό με τον Ειρά «τον Οδολλαμίτη», ο οποίος υπήρξε φίλος του Ιούδα πριν από τη μετάβαση της οικογένειας του Ιακώβ στην Αίγυπτο. (Γε 38:1, 2, 12, 20) Την εποχή της εισβολής του Ιησού του Ναυή, περίπου τρεις αιώνες αργότερα, η Οδολλάμ ήταν ένα από τα 31 μικρά βασίλεια τα οποία κατατρόπωσε αυτός. (Ιη 11:1-15· 12:15) Έπειτα, η Οδολλάμ παραχωρήθηκε στον Ιούδα μαζί με άλλες πόλεις της Σεφηλά.—Ιη 15:33-35.
Την περίοδο που ο Δαβίδ κρυβόταν από τον Βασιλιά Σαούλ, έσπευσε να φύγει από τον Φιλισταίο βασιλιά Αγχούς της Γαθ και ανέβηκε στην Οδολλάμ, σε μια σπηλιά, όπου με τον καιρό συντάχθηκαν μαζί του περίπου 400 άντρες. (1Σα 22:1-5) Ο Δαβίδ ενδεχομένως γνώριζε αυτή την περιοχή, που βρισκόταν γύρω στα 19 χλμ. ΔΝΔ της Βηθλεέμ, από την εποχή που ήταν βοσκός. Ο σχετικά απρόσιτος χαρακτήρας της περιοχής φαίνεται ότι την καθιστούσε κατάλληλη για οχυρό του Δαβίδ. Αργότερα, στη διάρκεια της βασιλείας του, ο Δαβίδ τη χρησιμοποίησε ως κέντρο επιχειρήσεων στους πολέμους κατά των Φιλισταίων. Από εκείνο το σημείο έκαναν οι τρεις πολεμιστές την εξόρμησή τους στη Βηθλεέμ για να πάρουν από μια στέρνα νερό, το οποίο αρνήθηκε να πιει ο Δαβίδ με το σκεπτικό ότι αντιπροσώπευε το αίμα τους που είχαν θέσει σε κίνδυνο για να πάρουν το νερό.—1Χρ 11:15-19· 12:16· 2Σα 5:17, 18.
Η Οδολλάμ περιλαμβανόταν σε μια «αλυσίδα» 15 οχυρών πόλεων τις οποίες ενίσχυσε ο Ροβοάμ του Ιούδα. (2Χρ 11:5-12) Αυτή η «αλυσίδα», η οποία αποσκοπούσε στο να παρέχει προστασία από τα Δ και τα Ν, καταλήφθηκε από τα στρατεύματα του Σενναχειρείμ στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Εζεκία (732 Π.Κ.Χ.). (2Βα 18:13) Η Οδολλάμ μνημονεύεται στις ημέρες του Νεεμία ως μια από τις πόλεις όπου εγκαταστάθηκαν ξανά οι επαναπατρισμένοι Ιουδαίοι οι οποίοι επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:30.
-
-
Οδός, ΗΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΔΟΣ, Η
Αυτή η έκφραση μπορεί να εννοεί έναν δρόμο, μια ατραπό ή ένα μονοπάτι· έναν τρόπο ενέργειας ή συμπεριφοράς· μια συνηθισμένη πορεία, τρόπο ή μέθοδο. Στις Γραφές χρησιμοποιείται συχνά αναφερόμενη σε μια πορεία διαγωγής και ενέργειας η οποία είτε επιδοκιμάζεται είτε αποδοκιμάζεται από τον Ιεχωβά Θεό. (Κρ 2:22· 2Βα 21:22· Ψλ 27:11· 32:8· 86:11· Ησ 30:21· Ιερ 7:23· 10:23· 21:8) Από τότε που ήρθε ο Ιησούς Χριστός, η καλή σχέση ενός ατόμου με τον Θεό και η δυνατότητα να τον πλησιάζει με προσευχή και να γίνεται αποδεκτός εξαρτώνται από το αν αυτός δέχεται τον Ιησού Χριστό. Όπως δήλωσε ο Γιος του Θεού: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. Κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα παρά μόνο μέσω εμού». (Ιωα 14:6· Εβρ 10:19-22) Για εκείνους που είχαν γίνει ακόλουθοι του Ιησού Χριστού λεγόταν ότι ανήκαν «στην Οδό», δηλαδή προσκολλούνταν σε μια οδό ή έναν τρόπο ζωής που επικεντρωνόταν γύρω από την πίστη στον Ιησού Χριστό, ακολουθώντας το παράδειγμά του.—Πρ 9:2· 19:9, 23· 22:4· 24:22.
-
-
ΟζάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΑ
(Οζά) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Οζίας, που σημαίνει «Ισχύς μου Είναι ο Ιεχωβά»].
1. Κάποιος Βενιαμίτης.—1Χρ 8:1, 7.
2. Όνομα που συνδεόταν με κάποιον κήπο. Οι βασιλιάδες Μανασσής και Αμών του Ιούδα θάφτηκαν στον κήπο του Οζά και όχι στους συνηθισμένους βασιλικούς τάφους. (2Βα 21:18, 23, 26) Δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες ούτε για το όνομα Οζά ούτε για τον κήπο. Εφόσον θάφτηκαν κάποια άτομα εκεί, δεν θα μπορούσε ο κήπος να βρίσκεται στην περιοχή του ναού, και δεδομένου ότι το βασιλικό ανάκτορο ήταν δίπλα στο ναό, η “κατοικία” του Μανασσή που βρισκόταν μέσα στον κήπο του Οζά ενδέχεται να ήταν θερινή κατοικία.
3. Κεφαλή κάποιας οικογένειας Νεθινίμ, μερικοί από τους οποίους επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 49· Νε 7:51.
-
-
ΟζίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΙ
(Οζί) [συντετμημένη μορφή του Οζίας].
1. Γιος ή απόγονος του Θωλά, από τη φυλή του Ισσάχαρ. Ο Οζί και αρκετοί απόγονοί του έγιναν κεφαλές πατρογονικών οίκων.—1Χρ 7:1-3.
2. Απόγονος του Βενιαμίν μέσω του Βελά. Ο Οζί ήταν κεφαλή πατριάς.—1Χρ 7:6, 7.
3. Απόγονος του Ααρών μέσω του Ελεάζαρ στην αρχιερατική γραμμή και πιθανώς δισέγγονος του Φινεές. Ήταν προπάτορας του Βιβλικού συγγραφέα Έσδρα.—1Χρ 6:3-6, 51· Εσδ 7:1-5.
4. Βενιαμίτης του οποίου κάποιος γιος ή απόγονος έζησε στη μεταιχμαλωσιακή Ιερουσαλήμ.—1Χρ 9:3, 7-9.
5. Επιβλέπων για τους Λευίτες στην Ιερουσαλήμ κάποια εποχή μετά την εξορία. Ήταν απόγονος του Ασάφ.—Νε 11:22.
6. Κεφαλή του ιερατικού πατρικού οίκου του Ιεδαΐα την εποχή του Ιεχωακείμ, διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού. (Νε 12:1, 12, 19) Πιθανώς ταυτίζεται με το πρόσωπο Αρ. 7.
7. Ιερέας που στάθηκε μαζί με τον Νεεμία στο ναό για την εγκαινίαση του ανοικοδομημένου τείχους της Ιερουσαλήμ. (Νε 12:27, 40-42) Ίσως το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 6.
-
-
ΟζιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΙΑ
(Οζιά) [συντετμημένη μορφή του Οζίας].
Κραταιός άντρας των δυνάμεων του Δαβίδ. Ο Οζιά ήταν Αστεραθίτης, δηλαδή πιθανότατα καταγόταν από την πόλη Ασταρώθ Α του Ιορδάνη.—1Χρ 11:26, 44· Ιη 9:10.
-
-
ΟζίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΙΑΣ
(Οζίας) [Ισχύς μου Είναι ο Ιεχωβά].
1. Κααθίτης Λευίτης, «γιος» του Ουριήλ.—1Χρ 6:22-24.
2. Κάποιος του οποίου ο γιος, ο Ιωνάθαν, ήταν αξιωματούχος του Βασιλιά Δαβίδ.—1Χρ 27:25.
3. Βασιλιάς του Ιούδα, ονομαζόμενος και Αζαρίας. Ο Οζίας ήταν γιος του Αμαζία από τη σύζυγό του την Ιεχολία, του αποδίδεται δε βασιλεία 52 ετών (829-778 Π.Κ.Χ.). Το ίδιο διάστημα, στο θρόνο του βόρειου βασιλείου ανέβηκαν διαδοχικά ο Ιεροβοάμ Β΄, ο Ζαχαρίας, ο Σαλλούμ, ο Μεναήμ, ο Φεκαΐας και ο Φεκά. (2Βα 15:1, 2, 8, 10, 13, 14, 17, 23, 25, 27· 2Χρ 26:3) Οι προφήτες Ησαΐας (1:1· 6:1), Ωσηέ (1:1), Αμώς (1:1), πιθανόν δε και ο Ιωήλ, υπήρξαν σύγχρονοι του Οζία. Κατά τη διακυβέρνηση αυτού του βασιλιά έγινε ένας ασυνήθιστα μεγάλος σεισμός.—Ζαχ 14:5.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, ο 16χρονος Οζίας καταστάθηκε βασιλιάς από το λαό του Ιούδα. (2Βα 14:21· 2Χρ 26:1) Ωστόσο, σύμφωνα με το εδάφιο 2 Βασιλέων 15:1, ο Οζίας έγινε βασιλιάς το 27ο έτος του Βασιλιά Ιεροβοάμ Β΄ του Ισραήλ. Επειδή κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι η διακυβέρνηση του Οζία άρχισε περίπου 12 χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του, το εδάφιο αυτό πρέπει να εννοεί ότι «έγινε βασιλιάς» με κάποια ειδική έννοια. Μπορεί να σημαίνει ότι το 27ο έτος του Βασιλιά Ιεροβοάμ, έλαβε τέλος η υποταγή του δίφυλου βασιλείου του Ιούδα στο βόρειο βασίλειο, υποταγή που ίσως είχε ξεκινήσει όταν ο Βασιλιάς Ιωάς του Ισραήλ νίκησε τον πατέρα του Οζία, τον Αμαζία. (2Χρ 25:22-24) Άρα, ο Οζίας μπορεί να έγινε βασιλιάς δεύτερη φορά, με την έννοια ότι ελευθερώθηκε από την επικυριαρχία του Βασιλιά Ιεροβοάμ Β΄ του Ισραήλ.
Ο Οζίας έπραξε «το ευθές στα μάτια του Ιεχωβά». Αυτό οφειλόταν κατά πολύ στο ότι ακολουθούσε την καλή διδασκαλία κάποιου Ζαχαρία (όχι του μεταγενέστερου ομώνυμου προφήτη). Οι υπήκοοί του, όμως, συνέχισαν να προσφέρουν ανάρμοστες θυσίες στους υψηλούς τόπους.—2Βα 15:3, 4· 2Χρ 26:4, 5.
Ο Οζίας απέκτησε φήμη από τα στρατιωτικά του επιτεύγματα, τα οποία πραγματοποίησε με τη βοήθεια του Ιεχωβά. Επανέφερε στο βασίλειο του Ιούδα την Ελάθ (Ελώθ)—μια πόλη στο μυχό του Κόλπου της Άκαμπα—και την ανοικοδόμησε. Πολέμησε με επιτυχία εναντίον των Φιλισταίων, ανοίγοντας ρήγμα στα τείχη της Γαθ, της Ιαβνή και της Αζώτου, και έπειτα έχτισε πόλεις στην περιοχή της Αζώτου. Κέρδισε νίκες εναντίον των Αράβων και των Μεουνίμ και κατέστησε τους Αμμωνίτες υποτελείς στον Ιούδα. Οι ισχυρές, άρτια εξοπλισμένες στρατιωτικές δυνάμεις του ανήλθαν στους 307.500 άντρες, οι οποίοι βρίσκονταν υπό τον έλεγχο 2.600 κεφαλών των πατρικών οίκων. Επιπλέον ενίσχυσε τα οχυρωματικά έργα της Ιερουσαλήμ και έφτιαξε εκεί πολεμικές μηχανές.—2Βα 14:22· 2Χρ 26:2, 6-9, 11-15.
Αυτός ο βασιλιάς ενδιαφερόταν επίσης έντονα για τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Λάξευσε πολλές στέρνες προκειμένου να έχουν τα ζωντανά άφθονο απόθεμα νερού και έχτισε πύργους στην έρημο, πιθανότατα για να προστατέψει από τους ληστές τα κοπάδια των βοδιών και των προβάτων που έβοσκαν. Γεωργικές και αμπελουργικές εργασίες εκτελούνταν υπό την κατεύθυνσή του στα βουνά και στον Κάρμηλο.—2Χρ 26:10.
Φαίνεται ότι οι λαμπρές επιτυχίες του Οζία τον έκαναν υπεροπτικό μέχρι του σημείου να εισβάλει στα Άγια του ναού για να κάψει θυμίαμα. Ο Αρχιερέας Αζαρίας, συνοδευόμενος από 80 υφιερείς, ακολούθησε ευθύς το βασιλιά στο ναό και τον επέκρινε για αυτή την αθέμιτη πράξη, προτρέποντάς τον να φύγει από το αγιαστήριο. Ενώ ο Οζίας κρατούσε στο χέρι του το θυμιατήρι για το κάψιμο του θυμιάματος και ήταν οργισμένος εναντίον των ιερέων, πατάχθηκε θαυματουργικά με λέπρα στο μέτωπό του, και οι ιερείς, αναστατωμένοι, τον απομάκρυναν από το ναό. Ως ακάθαρτος λεπρός, ο Οζίας αποκλείστηκε από την προσφορά οποιασδήποτε λατρείας στο αγιαστήριο και δεν μπορούσε πλέον να εκτελεί τα βασιλικά καθήκοντα. Γι’ αυτό, ενόσω εκείνος παρέμενε σε κάποια κατοικία μέχρι την ημέρα του θανάτου του, τις κρατικές υποθέσεις τις διαχειριζόταν ο γιος του ο Ιωθάμ.—2Χρ 26:16-21.
Σχετικά με το θάνατο και την ταφή του, το εδάφιο 2 Χρονικών 26:23 αναφέρει: «Τελικά ο Οζίας πλάγιασε με τους προπάτορές του· και τον έθαψαν με τους προπάτορές του, αλλά στον αγρό ταφής που ανήκε στους βασιλιάδες, γιατί είπαν: “Είναι λεπρός”». Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι, εξαιτίας της λέπρας του, ο Οζίας θάφτηκε στο έδαφος ενός αγρού που συνδεόταν με το βασιλικό κοιμητήριο αντί να τοποθετηθεί σε μνήμα λαξευμένο στο βράχο.
Σε μια πλάκα από ασβεστόλιθο, που βρέθηκε στην Ιερουσαλήμ και θεωρείται ότι χρονολογείται από τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., υπάρχει η εξής επιγραφή: «Εδώ φέρθηκαν τα κόκαλα του Οζία, βασιλιά του Ιούδα. Να μην ανοιχτεί».—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 960.
4. Λευίτης ιερέας από “τους γιους του Χαρίμ” (1Χρ 24:8· Εσδ 2:36, 39), ένας από εκείνους που απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους ενεργώντας σε αρμονία με την προτροπή του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 21, 44.
5. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές. Ο «γιος» του ο Αθαΐας κατονομάζεται μεταξύ των κατοίκων της Ιερουσαλήμ στην εποχή του Νεεμία.—Νε 11:4.
-
-
ΟζιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΙΗΛ
(Οζιήλ) [Ο Θεός Είναι Ισχύς].
1. Ο τελευταίος από τους τέσσερις γιους του Καάθ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται, εγγονός του Λευί και θείος του Μωυσή και του Ααρών. Οι τρεις γιοι του Οζιήλ, ο Μισαήλ, ο Ελ(ι)ζαφάν και ο Σιθρί, έγιναν κεφαλές πατριών στον Λευί.—Εξ 6:16, 18, 20, 22· Λευ 10:4· Αρ 3:19, 30· 1Χρ 6:2, 18· 23:12· βλέπε ΟΖΙΗΛΙΤΕΣ.
2. Κεφαλή οικογένειας στη φυλή του Βενιαμίν, γιος ή απόγονος του Βελά.—1Χρ 7:6, 7.
3. Λευίτης μουσικός από την οικογένεια του Αιμάν, ο οποίος διορίστηκε επικεφαλής της 11ης από τις υποδιαιρέσεις των μουσικών που οργάνωσε ο Δαβίδ. Ονομάζεται και Αζαρήλ.—1Χρ 25:1, 4, 18.
4. Λευίτης απόγονος του Ιεδουθούν που βοήθησε στην αποκομιδή των ακάθαρτων αντικειμένων τα οποία απομακρύνθηκαν από το ναό στην αρχή της βασιλείας του Εζεκία.—2Χρ 29:12, 14, 16.
5. Ένας από τους τέσσερις Συμεωνίτες γιους του Ιεσεί που οδήγησαν 500 άντρες στο Όρος Σηείρ για να εξαλείψουν τους εναπομείναντες Αμαληκίτες και να κατοικήσουν αυτοί εκεί. Ήταν σύγχρονος του Εζεκία.—1Χρ 4:41-43.
6. Χρυσοχόος που βοήθησε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ υπό την κατεύθυνση του Νεεμία. Ήταν γιος του Αρχαΐα.—Νε 3:8.
-
-
ΟζιηλίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΙΗΛΙΤΕΣ
(Οζιηλίτες) [Του (Από τον) Οζιήλ].
Λευίτες απόγονοι του Οζιήλ, του τέταρτου γιου του Καάθ. (Αρ 3:19, 27) Αυτοί στρατοπέδευαν Ν της σκηνής της μαρτυρίας, και ένας από τους Οζιηλίτες, ο Ελ(ι)ζαφάν, ήταν αρχηγός όλων των Κααθιτών. (Αρ 3:29, 30) Εκατόν δώδεκα Οζιηλίτες υπό τον Αμμιναδάβ συνόδευσαν την κιβωτό της διαθήκης όταν ο Δαβίδ διευθέτησε να τη μεταφέρουν στην Ιερουσαλήμ. (1Χρ 15:3, 4, 10) Οι Οζιηλίτες περιλήφθηκαν επίσης στην οργάνωση των υπηρεσιών του ναού που έκανε ο Δαβίδ.—1Χρ 23:6, 20· 24:24· 26:23, 24.
-
-
ΟζνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΝΙ
(Οζνί) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Αζανίας].
Γιος του Γαδ και ιδρυτής της πατριάς των Οζνιτών οι οποίοι καταμετρήθηκαν στη δεύτερη απογραφή του Ισραήλ που έλαβε χώρα στην έρημο. (Αρ 26:15, 16) Ο Οζνί αποκαλείται Εσβών στον πρώτο κατάλογο των γιων του Γαδ, μερικά από τα ονόματα των οποίων γράφονται κάπως διαφορετικά στο βιβλίο των Αριθμών.—Γε 46:16.
-
-
ΟζνίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΖΝΙΤΕΣ
(Οζνίτες) [Του (Από τον) Οζνί].
Οικογένεια από τη φυλή του Γαδ την οποία ίδρυσε ο Οζνί.—Αρ 26:15, 16.
-
-
ΟήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΗΛ
(Οήλ) [Σκηνή].
Γιος του Κυβερνήτη Ζοροβάβελ και απόγονος του Δαβίδ.—1Χρ 3:19, 20.
-
-
Οίκημα όπου Έδεναν τα Πρόβατα οι ΠοιμένεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΚΗΜΑ ΟΠΟΥ ΕΔΕΝΑΝ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ
Τοποθεσία στο δρόμο που συνέδεε την Ιεζραέλ με τη Σαμάρεια όπου, δίπλα σε μια στέρνα, ο Ιηού βρήκε και έσφαξε τους αδελφούς του Βασιλιά Οχοζία του Ιούδα. (2Βα 10:12-14) Το όνομα αυτό προφανώς υποδηλώνει ένα οίκημα όπου έδεναν τα πρόβατα για να διευκολύνεται η κουρά. Μερικές μεταφράσεις αποδίδουν τον όρο μπαιθ-‛έκεδ «οίκημα συνάντησης», υπονοώντας κάποιο πανδοχείο που ήταν σημείο συνάντησης “των ποιμένων” (χαρο‛ΐμ). Άλλες απλώς μεταγράφουν την εβραϊκή ονομασία, θεωρώντας ότι πρόκειται για το όνομα μιας κωμόπολης. Γενικά ταυτίζεται με το Μπέιτ Καντ (Μπετ Καντ) περίπου 6 χλμ. ΑΒΑ της σημερινής Τζενίν. Υπάρχουν αρκετές στέρνες σε αυτή την περιοχή.
-
-
Οίκημα του Δάσους του ΛιβάνουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΚΗΜΑ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΟΥ ΛΙΒΑΝΟΥ
Τμήμα του συγκροτήματος των κυβερνητικών κτιρίων που ανήγειρε ο Βασιλιάς Σολομών κατά το 13χρονο οικοδομικό του πρόγραμμα μετά την ολοκλήρωση του ναού στην Ιερουσαλήμ (1027-1014 Π.Κ.Χ.). Το οικοδόμημα αυτό χρησιμοποιούνταν προφανώς για την αποθήκευση και την έκθεση πολύτιμων όπλων και σκευών. Το εν λόγω κτίριο, που βρισκόταν Ν του ναού, ονομάστηκε έτσι είτε επειδή είχε κατασκευαστεί από κέδρους του Λιβάνου είτε επειδή οι πολλοί και μεγάλοι κέδρινοι στύλοι του θύμιζαν κάποιο από τα δάση εκείνα.
Το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου είχε 100 πήχεις (44 μ.) μήκος, 50 πήχεις (22 μ.) πλάτος και 30 πήχεις (13 μ.) ύψος. Φαίνεται ότι είχε πέτρινους τοίχους (1Βα 7:9), με κέδρινα δοκάρια των οποίων οι άκρες έμπαιναν σε αυτούς και τα οποία στηρίζονταν επιπρόσθετα σε τέσσερις σειρές στύλων («τέσσερις» στο εβραϊκό κείμενο, «τρεις» στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα). Πάνω από τους στύλους, υπήρχαν προφανώς δωμάτια επενδυμένα με κέδρο. Ορισμένες προτεινόμενες αναπαραστάσεις του οικήματος παρουσιάζουν τρία επίπεδα δωματίων πάνω από τους στύλους, τα οποία βλέπουν προς μια αστέγαστη αυλή στο μέσο του κτιρίου. Τα δωμάτια λέγεται ότι είχαν «άνοιγμα για φωτισμό . . . απέναντι σε άλλο άνοιγμα για φωτισμό, σε τρία επίπεδα». Αυτό φαίνεται να σημαίνει ότι τα δωμάτια είχαν ανοίγματα ή μεγάλα παράθυρα που έβλεπαν προς την αυλή και βρίσκονταν ακριβώς απέναντι από τα παράθυρα των δωματίων στην άλλη πλευρά της αυλής. Ή ίσως σημαίνει ότι σε κάθε δωμάτιο υπήρχε ένα παράθυρο που έβλεπε προς την αυλή και ένα άλλο που έβλεπε προς την εξωτερική πλευρά. Οι είσοδοι (πιθανώς οι πόρτες των δωματίων και ίσως αυτές που οδηγούσαν από το ένα στο άλλο) «είχαν τετραγωνισμένα πλαίσια». Άρα, δεν ήταν αψιδωτές ή θολωτές. Τα παράθυρα είχαν παρόμοιο σχήμα.—1Βα 7:2-5.
Κάποιο πρόβλημα δημιουργείται σχετικά με το πόσες ήταν οι σειρές των στύλων, όπως αναφέρθηκε πρωτύτερα. Το εβραϊκό κείμενο λέει ότι υπήρχαν τέσσερις σειρές και μετά μιλάει για 45 στύλους, ενώ στη συνέχεια λέει: «Ήταν δεκαπέντε σε κάθε σειρά». (1Βα 7:2, 3) Μερικοί θεωρούν ότι το κείμενο εδώ αναφέρεται στα δωμάτια τα οποία υπήρχαν σε τρία επίπεδα—15 δωμάτια σε κάθε σειρά—και ότι οι στύλοι που ήταν τοποθετημένοι στις τέσσερις σειρές μπορεί να ήταν περισσότεροι. Άλλοι προτιμούν την απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα που κάνει λόγο για «τρεις» σειρές στύλων. Ορισμένες μεταφράσεις αλλάζουν την απόδοση του κειμένου έτσι ώστε ο αριθμός «σαράντα πέντε» να αναφέρεται στα δοκάρια αντί στους στύλους.—Βλέπε NE, NAB, AT, AS, ΛΧ.
Όταν ο Σολομών ολοκλήρωσε το οίκημα, τοποθέτησε σε αυτό 200 μεγάλες ασπίδες από κράμα χρυσού, καθεμιά από τις οποίες ήταν επικαλυμμένη με 600 σίκλους χρυσάφι (αξίας περ. $77.000), και 300 μικρές ασπίδες από κράμα χρυσού, καθεμιά από τις οποίες ήταν επενδυμένη με τρεις μνες χρυσάφι (αξίας περ. $19.300). Αυτό σημαίνει ότι η αξία του χρυσού που υπήρχε πάνω στις μεγάλες ασπίδες και στις μικρές ξεπερνούσε τα 21 εκατομμύρια δολάρια. Επιπλέον, στο οίκημα χρησιμοποιούνταν απροσδιόριστος αριθμός χρυσών σκευών. (1Βα 10:16, 17, 21· 2Χρ 9:15, 16, 20) Αυτές τις χρυσές ασπίδες τις πήρε από το οίκημα ο Σισάκ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, κατά τη βασιλεία του Ροβοάμ, γιου του Σολομώντα. Ο Ροβοάμ τις αντικατέστησε με χάλκινες ασπίδες, τις οποίες και παρέδωσε στα χέρια των αρχηγών των δρομέων που ήταν φρουροί στην είσοδο της κατοικίας του βασιλιά.—1Βα 14:25-28· 2Χρ 12:9-11.
Το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου ονομάζεται επίσης «το οπλοστάσιο του οικήματος του δάσους» στο εδάφιο Ησαΐας 22:8.
-
-
ΟικογένειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Ο εβραϊκός όρος μισπαχάχ (οικογένεια), εκτός του ότι αναφέρεται στο σπιτικό, σημαίνει επίσης, κατ’ επέκταση, τη φυλή, το λαό ή το έθνος. Η λέξη πατριά του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου έχει επίσης ευρεία έννοια. Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο πρωτουργός του θεσμού της οικογένειας. Είναι ο Πατέρας της ουράνιας οικογένειάς του και εκείνος στον οποίο “οφείλουν το όνομά τους όλες οι οικογένειες στη γη”. (Εφ 3:14, 15) Αυτό συμβαίνει επειδή ο Ιεχωβά ήταν ο θεμελιωτής της πρώτης ανθρώπινης οικογένειας, έχοντας ως σκοπό του να γεμίσει η γη μέσω αυτής. Επιπρόσθετα, επέτρεψε στον Αδάμ, αν και αμαρτωλό, να δημιουργήσει οικογένεια και να αποκτήσει παιδιά «κατά την ομοίωσή του, κατά την εικόνα του». (Γε 5:3) Έκτοτε ο Ιεχωβά έχει καταστήσει σαφές στην Αγία Γραφή ότι προσδίδει μεγάλη σπουδαιότητα στη θεόδοτη δύναμη της αναπαραγωγής, το μέσο με το οποίο ένας άνθρωπος μπορεί να διατηρήσει το όνομά του και την οικογενειακή του γραμμή στη γη.—Γε 38:8-10· Δευ 25:5, 6, 11, 12.
Δομή και Διαφύλαξη της Οικογένειας. Η βασική μονάδα της αρχαίας εβραϊκής κοινωνίας ήταν η οικογένεια. Η οικογένεια ήταν μια μικρή κυβέρνηση: ο πατέρας ως κεφαλή ήταν υπόλογος στον Θεό και η μητέρα επέβλεπε υπό τη δική του εποπτεία τα παιδιά στο σπιτικό. Η οικογένεια αποτελούσε μικρογραφία της μεγάλης οικογένειας του Θεού. Ο Θεός παριστάνεται στην Αγία Γραφή ως σύζυγος, η δε «άνω Ιερουσαλήμ» ως η μητέρα των παιδιών του.—Γα 4:26· παράβαλε Ησ 54:5.
Η οικογένεια των πατριαρχικών χρόνων μπορεί να παραβληθεί από μερικές απόψεις με τα σημερινά σωματεία. Κάποια πράγματα αποτελούσαν προσωπική ιδιοκτησία των μελών της οικογένειας. Ως επί το πλείστον, όμως, η περιουσία ήταν κοινή, και ο πατέρας είχε τη διαχείρισή της. Αν κάποιο μέλος της οικογένειας διέπραττε ένα αδίκημα, τότε αυτό θεωρούνταν αδίκημα εναντίον της ίδιας της οικογένειας, ιδιαίτερα δε εκείνου που ήταν κεφαλή της. Έφερνε όνειδος σε αυτόν, και αυτός ήταν υπεύθυνος, ως ο κριτής του σπιτικού, να κάνει τις απαραίτητες ενέργειες για το ζήτημα.—Γε 31:32, 34· Λευ 21:9· Δευ 22:21· Ιη 7:16-25.
Η μονογαμία ήταν το αρχικό πρότυπο που έθεσε ο Ιεχωβά για την οικογένεια. Μολονότι αργότερα εφαρμόστηκε η πολυγαμία, αυτή ανέκαθεν αντίκειτο στο αρχικό υπόδειγμα που είχε θέσει ο Θεός. Ωστόσο, Εκείνος την ανέχτηκε ώσπου έφτασε ο ορισμένος του καιρός να αποκαταστήσει το αρχικό πρότυπο που είχε θέσει, πράγμα που έκανε στη Χριστιανική εκκλησία. (1Τι 3:2· Ρω 7:2, 3) Υπό τη διαθήκη του Νόμου αναγνώριζε την ύπαρξη της πολυγαμίας και τη ρύθμιζε με αποτέλεσμα να παραμένει η οικογενειακή μονάδα ανέπαφη και λειτουργική. Αλλά ο ίδιος ο Ιεχωβά είπε: «Γι’ αυτό, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του και θα γίνουν μία σάρκα». Ο Γιος του επίσης παρέθεσε αυτά τα λόγια και συνέχισε λέγοντας: «Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μία σάρκα. Άρα λοιπόν, αυτό που ο Θεός συνέζευξε, άνθρωπος να μην το χωρίζει». (Γε 2:24· Ματ 19:4-6) Η αφήγηση δείχνει ότι ο Αδάμ είχε μόνο μία σύζυγο, η οποία έγινε «η μητέρα όλων όσων είναι ζωντανοί». (Γε 3:20) Οι τρεις γιοι του Νώε, που ξεκίνησαν την πληθυσμιακή αποκατάσταση της γης μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό, ήταν όλοι γιοι του ίδιου πατέρα και της ίδιας μητέρας, και κάθε γιος επέζησε από τον Κατακλυσμό έχοντας μόνο μία σύζυγο.—Γε 8:18· 9:1· 1Πε 3:20.
Υπό τη Διαθήκη του Νόμου. Όταν ο Θεός έδωσε τις Δέκα Εντολές στον Ισραήλ, έστρεψε την προσοχή του στην ακεραιότητα της οικογενειακής μονάδας. «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου» είναι η πέμπτη εντολή, η πρώτη εντολή με υπόσχεση. (Δευ 5:16· Εφ 6:2) Όταν ένα παιδί στασίαζε εναντίον των γονέων του ήταν σαν να στασίαζε εναντίον της κυβερνητικής διευθέτησης που είχε θεσπίσει ο Θεός, καθώς και εναντίον του ίδιου του Θεού. Αν χτυπούσε ή καταριόταν τον πατέρα ή τη μητέρα του, ή αν αποδεικνυόταν αδιόρθωτα απείθαρχο, έπρεπε να θανατωθεί. (Εξ 21:15, 17· Λευ 20:9· Δευ 21:18-21) Τα παιδιά έπρεπε να έχουν κατάλληλο φόβο για τους γονείς τους, και ένα παιδί που συμπεριφερόταν στον πατέρα ή στη μητέρα του περιφρονητικά ήταν καταραμένο.—Λευ 19:3· Δευ 27:16.
Η έβδομη εντολή, «Δεν πρέπει να μοιχεύσεις», καθιστούσε παράνομη οποιαδήποτε σεξουαλική ένωση ενός έγγαμου ατόμου με κάποιο άτομο εκτός του γαμήλιου δεσμού. (Εξ 20:14) Όλα τα παιδιά έπρεπε να γεννιούνται στα πλαίσια της διευθέτησης της οικογένειας. Ο νόθος γιος δεν αναγνωριζόταν, ούτε επιτρεπόταν στους απογόνους του να γίνουν μέλη της εκκλησίας του Ισραήλ ακόμη και μέχρι τη δέκατη γενιά.—Δευ 23:2.
Ενώ η έβδομη εντολή, απαγορεύοντας τη μοιχεία, αποσκοπούσε στην περιφρούρηση της οικογενειακής μονάδας, η δέκατη εντολή, η οποία απαγόρευε τις εσφαλμένες επιθυμίες, προστάτευε περαιτέρω την ακεραιότητα της οικογένειας κάποιου, καθώς επίσης το σπίτι και την οικογένεια του άλλου ατόμου. Τα πιο συνήθη χαρακτηριστικά της οικογενειακής ζωής, δηλαδή το σπίτι, η σύζυγος, οι υπηρέτες, τα ζώα και άλλα περιουσιακά στοιχεία, προστατεύονταν από αυτή την εντολή.—Εξ 20:17.
Υπό το Νόμο τηρούνταν σχολαστικά γενεαλογικό αρχείο. Η ακεραιότητα της οικογένειας τονιζόταν ακόμη περισσότερο από το ζήτημα της κληρονομιάς της πατρογονικής γης. Οι γενεαλογίες έπαιζαν ιδιαίτερα σπουδαίο ρόλο στην οικογενειακή γραμμή του Ιούδα και, μεταγενέστερα, στη γραμμή του Δαβίδ, απογόνου του Ιούδα. Λόγω της υπόσχεσης ότι ο Μεσσίας ο Βασιλιάς θα ερχόταν από αυτές τις οικογένειες, τα αρχεία όπου ήταν καταγραμμένες οι συγγένειες φυλάσσονταν με ζήλο. Και μολονότι ο Νόμος δεν κατάργησε την πολυγαμία, η ακεραιότητα της οικογένειας προστατευόταν και η γενεαλογία της παρέμενε ανέπαφη μέσω των αυστηρών νόμων που ρύθμιζαν την πολυγαμία. Με κανέναν τρόπο δεν ήταν ανεκτή νομικά η χαλαρότητα ή η σεξουαλική ελευθεριότητα. Οι γιοι που γεννιούνταν μέσα στα πλαίσια της πολυγαμίας ή του θεσμού της παλλακείας ήταν νόμιμοι, καθ’ όλα γιοι του πατέρα.—Βλέπε ΠΑΛΛΑΚΙΔΑ.
Ο Νόμος απαγόρευε συγκεκριμένα την επιγαμία με τα εφτά χαναανιτικά έθνη που έπρεπε να εκδιωχθούν από τη γη. (Δευ 7:1-4) Επειδή δεν τήρησε αυτή την εντολή, το έθνος του Ισραήλ παγιδεύτηκε στη λατρεία ψεύτικων θεών και τελικά οδηγήθηκε σε αιχμαλωσία από τους εχθρούς του. Ο Σολομών αποτελεί τρανό παράδειγμα ατόμου που αμάρτησε από αυτή την άποψη. (Νε 13:26) Ο Έσδρας και ο Νεεμίας προέβησαν σε δραστικές μεταρρυθμίσεις μεταξύ των επαναπατρισμένων Ισραηλιτών οι οποίοι μόλυναν τις οικογένειές τους και τον ίδιο τον Ισραήλ εξαιτίας των γάμων που είχαν συνάψει με αλλοεθνείς συζύγους.—Εσδ 9:1, 2· 10:11· Νε 13:23-27.
Όταν ο Θεός έστειλε τον μονογενή του Γιο στη γη, διευθέτησε να γεννηθεί αυτός μέσα σε μια ανθρώπινη οικογένεια. Φρόντισε ώστε ο Γιος του να έχει έναν θεοφοβούμενο θετό πατέρα και μια στοργική μητέρα. Ως παιδί, ο Ιησούς ήταν υποταγμένος στην εξουσία των γονέων του, τους σεβόταν και υπάκουε σε αυτούς. (Λου 2:40, 51) Ακόμη και την ώρα που πέθαινε στο ξύλο του βασανισμού, εκδήλωσε σεβασμό και στοργικό ενδιαφέρον για τη μητέρα του—η οποία προφανώς ήταν τότε χήρα—λέγοντάς της: «Γυναίκα, να ο γιος σου!» και λέγοντας στο μαθητή τον οποίο ο ίδιος αγαπούσε: «Να η μητέρα σου!», υποδεικνύοντας έτσι σαφώς σε αυτόν το μαθητή να αναλάβει τη φροντίδα της παίρνοντάς την στο σπίτι του.—Ιωα 19:26, 27.
Πώς καταδεικνύει η Αγία Γραφή τη σπουδαιότητα της οικογένειας μέσα στη Χριστιανική εκκλησία;
Μέσα στη Χριστιανική εκκλησία η οικογένεια αναγνωρίζεται ως η βασική μονάδα της Χριστιανικής κοινωνίας. Μεγάλο τμήμα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών είναι αφιερωμένο σε οδηγίες για τις οικογενειακές σχέσεις. Και πάλι ο άντρας έχει την τιμή να είναι η κεφαλή της οικογένειας, η δε σύζυγος υποτάσσεται στο σύζυγό της και διαχειρίζεται το σπιτικό υπό τη δική του γενική εποπτεία. (1Κο 11:3· 1Τι 2:11-15· 5:14) Παρομοιάζοντας τον Ιησού με το σύζυγο και την οικογενειακή κεφαλή της εκκλησιαστικής “συζύγου” του, ο Παύλος νουθετεί τους συζύγους να ασκούν την ηγεσία με αγάπη, και συμβουλεύει τις συζύγους να σέβονται τους συζύγους τους και να υποτάσσονται σε αυτούς. (Εφ 5:21-33) Στα παιδιά δίνεται η εντολή να υπακούν στους γονείς τους, ενώ στους πατέρες ειδικά ανατίθεται η ευθύνη να ανατρέφουν τα παιδιά με τη διαπαιδαγώγηση και τη νουθεσία του Ιεχωβά.—Εφ 6:1-4.
Ο άντρας που χρησιμοποιείται ως επίσκοπος στη Χριστιανική εκκλησία, αν είναι παντρεμένος, πρέπει να δείχνει ότι έχει υψηλά πρότυπα ως κεφαλή της οικογένειάς του, να προΐσταται κατάλληλα σε αυτήν και να έχει σε υποταγή τα παιδιά του τα οποία δεν θα πρέπει να είναι ανυπότακτα ή να κατηγορούνται για ασωτία, διότι, όπως ρωτάει ο Παύλος: «Πράγματι, αν κάποιος δεν γνωρίζει πώς να προΐσταται στο σπιτικό του, πώς θα φροντίσει για την εκκλησία του Θεού;», δεδομένου ότι η εκκλησία μοιάζει με οικογένεια. (1Τι 3:2-5· Τιτ 1:6) Οι γυναίκες προτρέπονται να αγαπούν τους συζύγους και τα παιδιά τους, να είναι εργατικές στο σπίτι και να υποτάσσονται στους συζύγους τους.—Τιτ 2:4, 5.
Ο Ιησούς προείπε ότι η εναντίωση στην αλήθεια του Θεού θα δίχαζε οικογένειες. (Ματ 10:32-37· Λου 12:51-53) Αλλά ο απόστολος Παύλος έδωσε ισχυρή νουθεσία στα πιστά άτομα να μη διαλύουν τη γαμήλια σχέση, επικαλούμενος την ευημερία του συντρόφου που δεν είναι στην πίστη, καθώς και των παιδιών. Τόνισε τη μεγάλη αξία της οικογενειακής σχέσης, επισημαίνοντας ότι ο Θεός θεωρεί τα μικρά παιδιά άγια, παρότι ο μη ομόπιστος σύντροφος δεν έχει καθαριστεί από τις αμαρτίες του μέσω πίστης στον Χριστό. Μάλιστα το άτομο που δεν είναι στην πίστη ίσως πράττει μερικά από τα πράγματα τα οποία αναφέρει ο Παύλος ότι έπρατταν ορισμένοι Χριστιανοί προτού δεχτούν τα καλά νέα για τον Χριστό. (1Κο 7:10-16· 6:9-11) Ο απόστολος περιφρουρεί επίσης την ενότητα της Χριστιανικής οικογένειας δίνοντας οδηγίες στους συζύγους και στις συζύγους για την απόδοση της γαμήλιας οφειλής.—1Κο 7:3-5.
Η σχέση εντός του οικογενειακού κύκλου αποδείχτηκε ευλογία για πολλούς όσον αφορά τη Χριστιανοσύνη, «διότι πού ξέρεις, γυναίκα, αν δεν σώσεις το σύζυγό σου; Ή πού ξέρεις, άντρα, αν δεν σώσεις τη σύζυγό σου;» (1Κο 7:16) Αυτό γίνεται επίσης φανερό από τα περιεχόμενα των χαιρετισμών του αποστόλου Παύλου προς αρκετά σπιτικά. Ορισμένα πιστά άτομα είχαν το προνόμιο να χρησιμοποιούν την οικογενειακή τους κατοικία ως τόπο συναθροίσεων για την εκκλησία. (Ρω 16:1-15) Ο Χριστιανός ιεραπόστολος Φίλιππος ήταν οικογενειάρχης και είχε τέσσερις πιστές Χριστιανές κόρες. Είχε την ευλογία να φιλοξενήσει τον απόστολο Παύλο και τους συνεργάτες του για κάποιο διάστημα στο σπίτι του στην Καισάρεια. (Πρ 21:8-10) Η ίδια η Χριστιανική εκκλησία αποκαλείται «σπιτικό του Θεού». Το κυριότερο μέλος και κεφαλή της είναι ο Ιησούς Χριστός, και το εν λόγω «σπιτικό» αναγνωρίζει αυτόν ως το Σπέρμα μέσω του οποίου θα φέρουν ευλογία στον εαυτό τους όλες οι οικογένειες της γης.—1Τι 3:15· Εφ 2:19· Κολ 1:17, 18· Γε 22:18· 28:14.
Οι θεόπνευστες Γραφές προείπαν ότι ο θεσμός της οικογένειας θα δεχόταν σφοδρή επίθεση η οποία θα είχε ως συνέπεια την κατάρρευση των ηθών και της ανθρώπινης κοινωνίας έξω από τη Χριστιανική εκκλησία. Μεταξύ των διδασκαλιών που θα ενέπνεαν οι δαίμονες σε «μεταγενέστερες χρονικές περιόδους», ο Παύλος συγκαταλέγει τη διδασκαλία εκείνων «που απαγορεύουν το γάμο». Προλέγει ότι «στις τελευταίες ημέρες» η ανυπακοή στους γονείς, η ανοσιότητα και η έλλειψη “στοργής” θα ήταν σε έξαρση ακόμη και ανάμεσα σε εκείνους οι οποίοι θα “είχαν μορφή θεοσεβούς αφοσίωσης”. Προειδοποιεί τους Χριστιανούς να φεύγουν μακριά από τέτοια άτομα.—1Τι 4:1-3· 2Τι 3:1-5.
Η Βαβυλώνα η Μεγάλη, η εχθρά της “γυναίκας” του Θεού (Γε 3:15· Γα 4:27) και της “νύφης” του Χριστού (Απ 21:9), είναι μια μεγάλη “πορνική” οργάνωση η οποία πορνεύει με τους βασιλιάδες της γης. Ο χαρακτηρισμός της ως “μητέρας των πορνών και των αηδιαστικών πραγμάτων της γης” υποδηλώνει ότι οι «κόρες» της είναι πόρνες και ότι υποκινεί μεγάλη αδιαφορία για τους θεσμούς και τις εντολές του Ιεχωβά Θεού, περιλαμβανομένων των απαιτήσεών του που συμβάλλουν στην ακεραιότητα της οικογένειας. (Απ 17:1-6) Έχει επιχειρήσει να παρασύρει και άλλους στην πορνεία και έχει καταφέρει να γεννήσει πολλές “πορνικές” κόρες, στην προσπάθειά της να εμποδίσει τον Χριστό να έχει μια καθαρή «νύφη». Παρ’ όλα αυτά, η «νύφη» εκείνου αποδεικνύεται νικήτρια, καθαρή, δίκαιη και άξια να συγκαταλέγεται στην «οικογένεια» του Ιεχωβά ως «γυναίκα» του Ιησού Χριστού, προς ευλογία και χαρά όλου του σύμπαντος.—2Κο 11:2, 3· Απ 19:2, 6-8· βλέπε ΓΑΜΟΣ και άλλες οικογενειακές σχέσεις ονομαστικά.
-
-
Οικοδόμος, ΟικοδόμησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΚΟΔΟΜΟΣ, ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «οικοδομώ», «χτίζω» ή «κατασκευάζω» είναι μπανάχ. Από αυτήν προέρχονται οι λέξεις μπινγιάν («οικοδόμημα»· Ιεζ 41:12), μιβνέχ («κατασκευή»· Ιεζ 40:2) και ταβνίθ («υπόδειγμα» [Εξ 25:40]· «παράσταση» [Δευ 4:16]· «αρχιτεκτονικό σχέδιο» [1Χρ 28:11]). Το αντίστοιχο κοινό ρήμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι οἰκοδομέω, το δε συγγενικό ουσιαστικό, οἰκοδομή.—Ματ 16:18· 1Κο 3:9.
Ο Ιεχωβά Θεός ως ο Δημιουργός των πάντων είναι ο εξοχότερος Οικοδόμος. (Εβρ 3:4· Ιωβ 38:4-6) Ο Λόγος, που έγινε ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός, ήταν ο Δεξιοτέχνης Εργάτης τον οποίο χρησιμοποίησε Εκείνος για να δημιουργήσει τα πάντα. (Ιωα 1:1-3· Κολ 1:13-16· Παρ 8:30) Ο άνθρωπος δεν μπορεί να δημιουργήσει, αλλά πρέπει να οικοδομεί με ήδη υπάρχοντα υλικά. Η ικανότητα που έχει να σχεδιάζει, να κατασκευάζει εργαλεία και κάθε είδους αντικείμενα, καθώς και να οικοδομεί, του εμφυτεύθηκε κατά τη δημιουργία του και έγινε φανερή από νωρίς στην ανθρώπινη ιστορία.—Γε 1:26· 4:20-22.
Ο Κάιν, ο πρώτος γιος του Αδάμ και της Εύας, υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που κατονομάζεται στην Αγία Γραφή ως οικοδόμος πόλης, στην οποία μάλιστα έδωσε το όνομα του γιου του, του Ενώχ. (Γε 4:17) Ο Νώε κατασκεύασε μια κιβωτό, της οποίας το σχέδιο έλαβε από τον Ιεχωβά. (Γε 6:13, 14) Ο Νεβρώδ, «κραταιός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά», έχτισε αρκετές πόλεις, συγκεκριμένα, τη Βαβέλ, την Ερέχ, την Ακκάδ, την Καλνέ, καθώς επίσης τη Νινευή, τη Ρεχωβώθ-Ιρ, τη Χαλάχ και τη Ρεσέν.—Γε 10:9-12.
Όταν οι Ισραηλίτες ήταν υπόδουλοι στην Αίγυπτο, οικοδόμησαν πόλεις ως τόπους αποθήκευσης για τον Φαραώ, συγκεκριμένα, την Πιθώμ και τη Ρααμσής. (Εξ 1:11) Όταν οδηγήθηκαν από τον Ιεχωβά στην Υποσχεμένη Γη, βρήκαν εκεί πόλεις τις οποίες είχαν χτίσει οι Χαναναίοι κάτοικοι. Οι Ισραηλίτες κατέλαβαν και χρησιμοποίησαν πολλές από αυτές τις πόλεις με τα σπίτια τους.—Δευ 6:10, 11.
Στην έρημο ο Μωυσής επέβλεψε την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας και όλων των σκευών της, της οποίας το υπόδειγμα προμήθευσε ο Θεός. (Εξ 25:9) Στην ετοιμασία και κατασκευή της σκηνής πρωτοστάτησαν ο Βεσελεήλ και ο Οολιάβ, των οποίων τις ικανότητες ενέτεινε το άγιο πνεύμα του Θεού ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι ακριβώς όπως είχε προστάξει ο Θεός τον Μωυσή.—Εξ 25:40· 35:30–36:1.
Αφού ο Δαβίδ πήρε την Ιερουσαλήμ από τους Ιεβουσαίους, έκανε πολλά οικοδομικά έργα εκεί, περιλαμβανομένης μιας κατοικίας για τον εαυτό του. (2Σα 5:9-11) Ο γιος του, ο Σολομών, υπήρξε ξακουστός στον τομέα της οικοδόμησης, και ο ναός του Ιεχωβά ήταν το εξοχότερο έργο του. Τα αρχιτεκτονικά σχέδια για αυτόν το ναό είχαν δοθεί στον Δαβίδ μέσω θεϊκής έμπνευσης. (1Χρ 28:11, 12) Ο Δαβίδ είχε συγκεντρώσει πολλά από τα υλικά για την οικοδόμηση του ναού, χρυσάφι, ασήμι, χαλκό, σίδερο, ξύλα, πέτρες και πολύτιμους λίθους, τα οποία είχε συνεισφέρει ο λαός, καθώς και ο ίδιος από δικούς του πόρους. (1Χρ 22:14-16· 29:2-8) Ο Χιράμ, βασιλιάς της Τύρου, έκανε για τον Σολομώντα ό,τι είχε κάνει και για τον Δαβίδ προμηθεύοντας υλικά, ιδίως ξύλα κέδρου και αρκεύθου, και πολλούς εργάτες. (1Βα 5:7-10, 18· 2Χρ 2:3) Ο Βασιλιάς Χιράμ έστειλε επίσης κάποιον ονόματι Χιράμ (Χιράμ-αβί), γιο ενός Τύριου και μιας Ισραηλίτισσας, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα επιδέξιος στην κατεργασία υλικών όπως το χρυσάφι, το ασήμι, ο χαλκός, το σίδερο, οι πέτρες, τα ξύλα και τα υφάσματα.—1Βα 7:13, 14· 2Χρ 2:13, 14.
Ο Σολομών πραγματοποίησε και άλλα εκτεταμένα οικοδομικά έργα, όπως μια κατοικία για τον εαυτό του, καθώς επίσης το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου, τα Προπύλαια των Στύλων και τα Προπύλαια του Θρόνου. Η οικοδόμηση του ναού και άλλων κυβερνητικών κτιρίων διήρκεσε 20 χρόνια. (1Βα 6:1· 7:1, 2, 6, 7· 9:10) Στη συνέχεια, ο Σολομών ξεκίνησε ένα πανεθνικό οικοδομικό πρόγραμμα, στο οποίο περιέλαβε τη Γεζέρ και την Κάτω Βαιθ-ορών, τη Βααλάθ και τη Θάμαρ στην έρημο, καθώς επίσης πόλεις αποθήκευσης, πόλεις αρμάτων και πόλεις για τους ιππείς. (1Βα 9:17-19) Οι ανασκαφές στην Παλαιστίνη, ιδιαίτερα στην Ασώρ, στη Μεγιδδώ και στη Γεζέρ, έχουν φέρει στο φως πύλες και οχυρώσεις πόλεων που οι αρχαιολόγοι αποδίδουν σε αυτόν.
Ο γιος του Σολομώντα, ο Ροβοάμ, διακρίθηκε μεταξύ των βασιλιάδων του Ισραήλ και του Ιούδα όσον αφορά το οικοδομικό έργο. Στα έργα του περιλαμβάνεται η ανοικοδόμηση της Βηθλεέμ, της Ητάμ, της Θεκωέ, της Βαιθ-σουρ, της Σωχώ, της Οδολλάμ, της Γαθ, της Μαρησάχ, της Ζιφ, της Αδωραΐμ, της Λαχείς, της Αζηκά, της Ζορά, της Αιαλών και της Χεβρών. Επιπλέον ο Ροβοάμ ενίσχυσε και ανεφοδίασε τα οχυρώματα. (2Χρ 11:5-11) Άλλοι οι οποίοι έκαναν οικοδομικά έργα ήταν ο Βασιλιάς Βαασά του Ισραήλ, που «άρχισε να χτίζει τη Ραμά», ο Βασιλιάς Ασά του Ιούδα, που έκανε οικοδομικά έργα στη Γααβά του Βενιαμίν και στη Μισπά, ο Χιήλ ο Βαιθηλίτης, που έχασε δύο γιους όταν ανοικοδόμησε την ερειπωμένη Ιεριχώ—τον Αβιρών, τον πρωτότοκό του, όταν έθεσε το θεμέλιό της και τον Σεγούβ, το νεότερο γιο του, όταν έστησε τις πόρτες—όπως είχε προφητεύσει ο Ιησούς του Ναυή (1Βα 15:17, 22· 16:34· Ιη 6:26), και ο Βασιλιάς Αχαάβ του Ισραήλ, που οικοδόμησε μια κατοικία από ελεφαντόδοντο, καθώς και αρκετές πόλεις (1Βα 22:39).
Ο Βασιλιάς Οζίας του Ιούδα πραγματοποίησε εκτεταμένα οικοδομικά έργα. (2Χρ 26:9, 10) Ο Οζίας αποδείχτηκε στρατιωτική ιδιοφυΐα οχυρώνοντας την Ιερουσαλήμ με «πολεμικές μηχανές, εφευρέσεις μηχανικών». (2Χρ 26:15) Ανάγλυφα που παρουσιάζουν την επίθεση του Σενναχειρείμ στη Λαχείς απεικονίζουν ειδικούς τύπους οχυρωμάτων στους πύργους, τα οποία οι αρχαιολόγοι αποδίδουν στον Οζία.
Ο Ιωθάμ έκανε πολλά οικοδομικά έργα. (2Χρ 27:3, 4) Επίσης, ο Εζεκίας πραγματοποίησε αξιοσημείωτα οχυρωματικά έργα στην Ιερουσαλήμ, στα πλαίσια των οποίων έσκαψε μια σήραγγα νερού, ξεκινώντας από την πηγή Γιών, για να φέρει νερό στην πόλη. (2Χρ 32:2-5, 30) Αυτή τη σήραγγα μπορούν να τη δουν και σήμερα όσοι επισκέπτονται την Ιερουσαλήμ.
Μετά την εξορία, ο Ζοροβάβελ ταξίδεψε από τη Βαβυλώνα μαζί με περίπου 50.000 άντρες και άρχισε να ανοικοδομεί το ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ. Ο ναός αυτός ολοκληρώθηκε στις 6 Μαρτίου του 515 Π.Κ.Χ. Αργότερα, το 455 Π.Κ.Χ., ο Νεεμίας ήρθε από τα Σούσα για να ανοικοδομήσει το τείχος της πόλης.—Εσδ 2:1, 2, 64, 65· 6:15· Νε 6:1· 7:1.
Ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας είναι γνωστός κυρίως για τους στρατιωτικούς του άθλους. Ωστόσο, ασχολήθηκε σε μεγάλο βαθμό και με την οικοδόμηση. Στη Βαβυλώνα έχτισε πολλούς ναούς για τους ψεύτικους θεούς. Διακρίθηκε επίσης ως κατασκευαστής δημοσίων έργων. Οι επιγραφές του κάνουν μνεία, όχι για τα στρατιωτικά του κατορθώματα, αλλά για τα οικοδομικά του έργα, στα οποία περιλαμβάνονταν ναοί, ανάκτορα, δρόμοι, αναχώματα και τείχη. Ο Ναβουχοδονόσορ μετέτρεψε τη Βαβυλώνα σε πόλη-θαύμα του αρχαίου κόσμου, ενώ σε ολόκληρη τη Βαβυλωνία δεν υπήρχε οικοδόμημα συγκρίσιμο με τους φημισμένους Κρεμαστούς Κήπους τους οποίους κατασκεύασε ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ για τη σύζυγό του που νοσταλγούσε την πατρίδα της τη Μηδία. Οι κήποι αυτοί συγκαταλέγονται στα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου.
Ο Βασιλιάς Ηρώδης ο Μέγας ανοικοδόμησε το δεύτερο ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ. Εξαιτίας της δυσπιστίας των Ιουδαίων, αναγκάστηκε να φέρει πρώτα τα υλικά και κατόπιν να κατεδαφίζει τμηματικά το δεύτερο ναό, ενώ κατασκεύαζε τον νέο. Λόγω της καχυποψίας και της αντιπάθειάς τους για τον Ηρώδη, οι Ιουδαίοι δεν θεωρούν αυτόν το ναό ως τρίτο, παρότι άλλοι συνήθως τον χαρακτηρίζουν έτσι. Το 30 Κ.Χ. η ανακατασκευή στην περιοχή του ναού είχε διαρκέσει ήδη 46 χρόνια (Ιωα 2:20) και συνεχίστηκε για πολλά ακόμη. Ο Ηρώδης έχτισε επίσης μια πόλη με τεχνητό λιμάνι, την Καισάρεια, ανοικοδόμησε δε τη Σαμάρεια και πραγματοποίησε και άλλα τεράστια οικοδομικά έργα στην Παλαιστίνη και αλλού.
Ο Ιησούς, όταν ήταν στη γη, ασχολούνταν με την οικοδομική, αφού αναφέρεται ως «ξυλουργός».—Μαρ 6:3.
Στους Βιβλικούς χρόνους τα υλικά που χρησιμοποιούσαν στα οικοδομικά και στα κατασκευαστικά έργα ήταν το χώμα, το ξύλο διαφόρων ειδών, η πέτρα, οι πολύτιμοι λίθοι, τα μέταλλα, τα υφάσματα, ο σοβάς, το κονίαμα και η άσφαλτος. Χρησιμοποιούσαν επίσης επίχρισμα από ασβέστη, καθώς και χρώματα για τη διακόσμηση του ξύλου και βαφές για τα υφάσματα. Ενίοτε οι πλίθοι βάφονταν ή εφυαλώνονταν.—Βλέπε ΠΛΙΘΟΣ.
Στη Γραφή μνημονεύονται αρκετά οικοδομικά εργαλεία και σύνεργα, όπως το τσεκούρι (Δευ 19:5), το σφυρί (Κρ 4:21), η σφύρα, το αμόνι, τα καρφιά (Ησ 41:7), το πριόνι (Ησ 10:15), το λιθοπρίονο (1Βα 7:9), το μετρικό σχοινί (Ζαχ 1:16· 2:1), το μετρικό καλάμι (Ιεζ 40:3· Απ 21:15), η στάθμη (Αμ 7:7, 8· Ζαχ 4:9, 10), το αλφάδι (2Βα 21:13· Ησ 28:17), η σμίλη, ο διαβήτης (Ησ 44:13), ο γαμψός κοπτήρας (Ησ 44:12· Ιερ 10:3), το καλέμι (Εξ 20:25) και η ζυγαριά (Ησ 40:12).
Μεταφορική Χρήση. Η Χριστιανική εκκλησία θεωρείται οίκος ή ναός οικοδομημένος πάνω στο θεμέλιο των αποστόλων και προφητών, με τον Χριστό Ιησού ως θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα. Αποκαλείται «οικοδόμημα του Θεού», «τόπος για να κατοικεί ο Θεός μέσω πνεύματος». (1Κο 3:9· Εφ 2:20-22) Ο Ιησούς εφάρμοσε την εκπλήρωση του εδαφίου Ψαλμός 118:22 στον εαυτό του, εφόσον ήταν «η πέτρα» την οποία απέρριψαν οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες και οι ακόλουθοί τους, ως «οικοδόμοι». (Ματ 21:42· Λου 20:17· Πρ 4:11· 1Πε 2:7) Τα επιμέρους μέλη της εκκλησίας χαρακτηρίζονται ως «ζωντανές πέτρες». (1Πε 2:5) Η δοξασμένη εκκλησία, γνωστή επίσης ως νύφη του Ιησού Χριστού, απεικονίζεται ως πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ.—Απ 21:2, 9-21.
Ο Ιησούς παρομοίασε τους ακροατές του με δύο ειδών οικοδόμους, εκ των οποίων ο ένας έχτισε την προσωπικότητά του και τον τρόπο ζωής του πάνω στο βράχο της υπακοής στον Χριστό, με αποτέλεσμα να αντέξει τις θύελλες της εναντίωσης και της θλίψης. Ο άλλος, επειδή έχτισε στην άμμο, δεν κατάφερε να σταθεί όταν αντιμετώπισε πιέσεις. (Ματ 7:24-27) Η οικοδόμηση Χριστιανικής προσωπικότητας στους άλλους εξετάζεται επίσης από τον απόστολο Παύλο, ο οποίος υπήρξε «προϊστάμενος ενός έργου». (1Κο 3:10-15) Κάποτε ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους: «Γκρεμίστε αυτόν το ναό, και σε τρεις ημέρες θα τον ανεγείρω». (Ιωα 2:19) Οι Ιουδαίοι νόμιζαν ότι μιλούσε για το ναό του Ηρώδη και το χρησιμοποίησαν αυτό εναντίον του στη δίκη του. Συγκεκριμένα οι μάρτυρες κατηγορίας είπαν: «Τον ακούσαμε να λέει: “Θα γκρεμίσω αυτόν το ναό, που φτιάχτηκε από χέρια, και σε τρεις ημέρες θα χτίσω άλλον, που δεν θα είναι φτιαγμένος από χέρια”». (Μαρ 14:58) Ο Ιησούς μιλούσε μεταφορικά, αναφερόμενος στο «ναό του σώματός του». Θανατώθηκε, αλλά την τρίτη ημέρα εγέρθηκε και πάλι. (Ιωα 2:21· Ματ 16:21· Λου 24:7, 21, 46) Τον ανέστησε ο Πατέρας του, ο Ιεχωβά Θεός, με άλλο σώμα, όχι σώμα φτιαγμένο από χέρια όπως ο ναός της Ιερουσαλήμ, αλλά σώμα πνευματικό, το οποίο είχε κατασκευαστεί από τον Πατέρα του. (Πρ 2:24· 1Πε 3:18) Αυτή δεν είναι η μόνη περίπτωση στην οποία το σώμα κάποιου παραβάλλεται με κατασκευή διότι σχετικά με τη δημιουργία της Εύας ειπώθηκε: «Και ο Ιεχωβά Θεός κατασκεύασε από το πλευρό που είχε πάρει από τον άνθρωπο μια γυναίκα».—Γε 2:22.
Ο Ιησούς Χριστός προείπε ότι στις «τελευταίες ημέρες» οι άνθρωποι θα ήταν απασχολημένοι με την οικοδόμηση και με τις άλλες δραστηριότητες της ζωής, χωρίς να αντιλαμβάνονται το πραγματικό νόημα των καιρών, όπως ήταν και στις ημέρες του Λωτ, και ότι η καταστροφή θα τους συλλάμβανε εξ απροόπτου, ενόσω θα ασχολούνταν με αυτές τις δραστηριότητες.—Λου 17:28-30· βλέπε ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ· ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
-
-
ΟικονόμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ
Αυτός που έχει τεθεί υπεύθυνος για το σπιτικό ή την περιουσία κάποιου άλλου. Η εβραϊκή λέξη σοχέν αποδίδεται “οικονόμος”. (Ησ 22:15) Η λέξη μοσέλ, που σημαίνει “αυτός που διαχειρίζεται”, προσδιορίζει και αυτή έναν οικονόμο. (Γε 24:2, υποσ.) Η λέξη οἰκονόμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί επίσης να αποδοθεί «διαχειριστής οίκου».—Λου 12:42, υποσ.
Ο οικονόμος μπορεί να ήταν είτε ελεύθερος πολίτης είτε έμπιστος δούλος. Ο “άδικος οικονόμος” στον οποίο αναφέρθηκε ο Ιησούς σε μια από τις παραβολές του φαίνεται να παρουσιάζεται ως ελεύθερος. (Λου 16:1, 2, 4) Οι βασιλιάδες, και πολλοί άλλοι πλούσιοι ή διακεκριμένοι άνθρωποι, είχαν οικονόμο, ο δε βαθμός εξουσίας που παραχωρούνταν σε αυτούς τους οικονόμους διέφερε κατά περίπτωση. Η λέξη ἐπίτροπος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου έχει παρόμοια σημασία, εφόσον ο οικονόμος είχε συνήθως την επίβλεψη του σπιτιού καθώς και των άλλων υπηρετών και της περιουσίας, ενίοτε δε και των επιχειρηματικών υποθέσεων.—Γα 4:1-3· Λου 16:1-3.
Ο Αβραάμ είχε αναθέσει σε έναν πιστό υπηρέτη, τον Ελιέζερ από τη Δαμασκό, την επιστασία της μεγάλης περιουσίας του, η οποία αποτελούνταν από πάρα πολλά κοπάδια και, για κάποιο διάστημα, από πολλούς δούλους, μολονότι ο Αβραάμ δεν είχε στην κατοχή του γη εκτός από έναν τόπο ταφής. (Γε 13:2· 14:14· 15:2· 23:17-20· Πρ 7:4, 5) Ο Ιωσήφ, ως δούλος στην Αίγυπτο, έγινε επιστάτης του σπιτικού του Πετεφρή. (Γε 39:1-4, 8, 9) Αργότερα, απέκτησε και αυτός οικονόμο. (Γε 44:4) Ο Βασιλιάς Ηλά του Ισραήλ είχε κάποιον υπεύθυνο για το σπιτικό του στη Θερσά. Την ίδια συνήθεια είχαν πιθανότατα και άλλοι αρχαίοι βασιλιάδες. (1Βα 16:9) Ο Σεβνά ήταν οικονόμος του βασιλικού οίκου στις ημέρες του Βασιλιά Εζεκία του Ιούδα, αλλά ήταν άπιστος και αντικαταστάθηκε από τον Ελιακείμ, το γιο του Χελκία.—Ησ 22:15, 20, 21.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές μαθαίνουμε ότι ο Ηρώδης Αντίπας είχε έναν επίτροπο για το σπιτικό του. Η σύζυγος αυτού του ανθρώπου διακονούσε τον Ιησού από τα υπάρχοντά της. (Λου 8:3) Ο Ιησούς, σε μια παραβολή, αναφέρθηκε στον επίτροπο των εργατών στο αμπέλι, ο οποίος τους πλήρωσε στο τέλος της ημέρας.—Ματ 20:8.
Οι ευθύνες και τα διαχειριστικά καθήκοντα του οικονόμου περιγράφουν κατάλληλα τη διακονία που έχει εμπιστευτεί στον Χριστιανό ο Ιεχωβά Θεός. Ο Ιησούς στην προφητεία του για τις τελευταίες ημέρες περιγράφει “τον πιστό και φρόνιμο δούλο”, ο οποίος υπηρετεί επίσης ως οικονόμος του, διαχειριστής του οίκου της πίστης, να δίνει την πνευματική “τροφή στον κατάλληλο καιρό”. (Ματ 24:45· Λου 12:42-44) Οι επίσκοποι στη Χριστιανική εκκλησία είναι “οικονόμοι”, και η πιστότητα αποτελεί για αυτούς αυστηρή απαίτηση. (Τιτ 1:7· 1Κο 4:1, 2) Ο Παύλος, ως απόστολος, και ειδικά ως απόστολος των εθνών, είχε εμπιστευμένη σε αυτόν μια ειδική υπηρεσία οικονόμου. (1Κο 9:17· Εφ 3:1, 2) Ο Πέτρος επισημαίνει σε όλους τους Χριστιανούς—επισκόπους και μη—ότι είναι οικονόμοι της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, η οποία εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους, και δείχνει ότι ο καθένας έχει ένα πεδίο δράσης, ή αλλιώς μια θέση, στη διευθέτηση του Θεού όπου μπορεί να εκτελεί πιστή υπηρεσία οικονόμου.—1Πε 4:10.
-
-
ΟίκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΚΟΣ
Βλέπε ΣΠΙΤΙ, ΟΙΚΟΣ.
-
-
ΟινοχόοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΝΟΧΟΟΣ
Αξιωματούχος της βασιλικής αυλής που σέρβιρε κρασί ή άλλα ποτά στο βασιλιά. (Γε 40:1, 2, 11· Νε 1:11· 2:1) Στα καθήκοντα του αρχιοινοχόου περιλαμβανόταν ενίοτε το να ελέγχει το κρασί δοκιμάζοντάς το προτού το προσφέρει στο βασιλιά. Αυτό γινόταν επειδή υπήρχε πάντοτε το ενδεχόμενο να κάνει κάποιος απόπειρα κατά της ζωής του βασιλιά δηλητηριάζοντας το κρασί του.
Για να αναλάβει κάποιος αυτό το αξίωμα απαιτούνταν προπάντων να είναι απολύτως αξιόπιστος, εφόσον διακυβευόταν η ζωή του βασιλιά. Η θέση του οινοχόου ήταν από τις πλέον τιμητικές στην αυλή. Ο αρχιοινοχόος παρευρισκόταν πολλές φορές στις βασιλικές διασκέψεις και συζητήσεις. Εφόσον συνδεόταν στενά με το βασιλιά και συνήθως έχαιρε της εμπιστοσύνης του, ασκούσε συχνά σημαντική επιρροή στο μονάρχη. Ο οινοχόος του Φαραώ ήταν εκείνος που συνέστησε τον Ιωσήφ. (Γε 41:9-13) Ο Βασιλιάς Αρταξέρξης της Περσίας είχε σε μεγάλη εκτίμηση τον οινοχόο του, τον Νεεμία. (Νε 2:6-8) Όταν ο Νεεμίας ταξίδεψε στην Ιερουσαλήμ, ο Αρταξέρξης τού έδωσε στρατιωτική συνοδεία.—Νε 2:9.
Το γεγονός ότι οι οινοχόοι εμφανίζονται πολλές φορές σε αρχαίες απεικονίσεις υποδηλώνει τη σπουδαιότητα της θέσης τους. Η βασίλισσα της Σεβά εντυπωσιάστηκε πολύ από «τους υπηρέτες που είχε [ο Σολομών] για τα ποτά και τη φορεσιά τους».—2Χρ 9:4.
-
-
ΟιωνόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΙΩΝΟΣ
Οτιδήποτε θεωρείται ότι παρέχει κάποια ένδειξη για το μέλλον· κατάσταση ή συμβάν που εκλαμβάνεται ως προμήνυμα για κάτι καλό ή κακό. (Γε 30:27· Αρ 24:1) Η αναζήτηση οιωνών, ως μορφή μαντείας, απαγορευόταν ρητά από το νόμο που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ. (Λευ 19:26· Δευ 18:10) Αλλά υπήρξαν αποστάτες σαν τον Βασιλιά Μανασσή του Ιούδα που αναζητούσαν οιωνούς. (2Βα 17:17· 21:6) Εφόσον αυτή η συνήθεια καταδικάζεται στις Γραφές, προφανώς αυτό που είπε ο πιστός Ιωσήφ, ότι δηλαδή χρησιμοποιούσε το ασημένιο ποτήρι του για να διαβάζει οιωνούς, δεν ήταν παρά μέρος ενός τεχνάσματος. (Γε 44:5, 15) Λέγοντας κάτι τέτοιο, ο Ιωσήφ παρουσίαζε τον εαυτό του, όχι ως κάποιον που πίστευε στον Ιεχωβά, αλλά ως το διαχειριστή μιας χώρας όπου επικρατούσε η ψεύτικη λατρεία. Με αυτόν τον τρόπο δεν άφησε καμιά υπόνοια για την ύπαρξη κοινών σημείων με τους αδελφούς του και τους απέκρυψε την αληθινή του ταυτότητα.—Βλέπε ΜΑΝΤΕΙΑ.
-
-
ΟκνηρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΚΝΗΡΙΑ
Βλέπε ΤΕΜΠΕΛΙΑ.
-
-
ΌλδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΛΔΑ
(Όλδα) [θηλυκός τύπος του Χελέδ, που σημαίνει «Διάρκεια Ζωής· Σύστημα Πραγμάτων»· ή, πιθανώς, «Τυφλοπόντικας»].
Σύζυγος του Σαλλούμ και προφήτισσα που κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ ενόσω βασίλευε στον Ιούδα ο πιστός Βασιλιάς Ιωσίας.
Όταν ο Ιωσίας άκουσε να διαβάζεται «το βιβλίο του νόμου», το οποίο είχε βρει ο Χελκίας ο αρχιερέας κατά τις εργασίες επισκευής του ναού, έστειλε μια αντιπροσωπεία να ρωτήσει τον Ιεχωβά. Η αντιπροσωπεία πήγε στην Όλδα και εκείνη τους μετέφερε το λόγο του Ιεχωβά, δείχνοντας ότι όλες οι συμφορές τις οποίες συνεπαγόταν η ανυπακοή, όπως ήταν καταγραμμένες σε αυτό το «βιβλίο», θα έπλητταν το αποστατικό έθνος. Η Όλδα πρόσθεσε ότι ο Ιωσίας, επειδή είχε ταπεινώσει τον εαυτό του ενώπιον του Ιεχωβά, δεν θα υποχρεωνόταν να δει τη συμφορά, αλλά επρόκειτο να συναχθεί στους προπάτορές του και να μεταφερθεί στο νεκροταφείο του με ειρήνη.—2Βα 22:8-20· 2Χρ 34:14-28.
Ορισμένοι θεωρούν την προφητεία της Όλδας εσφαλμένη, δεδομένου ότι ο Ιωσίας σκοτώθηκε σε μια άσκοπη μάχη. (2Βα 23:28-30) Ωστόσο, η «ειρήνη» με την οποία επρόκειτο να συναχθεί ο Ιωσίας στο νεκροταφείο του προφανώς αντιδιαστέλλεται με «τη συμφορά» που επρόκειτο να έρθει πάνω στον Ιούδα. (2Βα 22:20· 2Χρ 34:28) Ο Ιωσίας πέθανε πριν από αυτή τη συμφορά η οποία επήλθε κατά τα έτη 609-607 Π.Κ.Χ., τότε που οι Βαβυλώνιοι πολιόρκησαν και κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ. Εκτός αυτού, το γεγονός ότι η έκφραση “συνάχθηκε στους προπάτορές του” δεν αποκλείει κατ’ ανάγκην το βίαιο θάνατο στη διάρκεια πολέμου φαίνεται από το ότι η ανάλογη έκφραση “πλάγιασε με τους προπάτορές του” χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει τόσο το θάνατο κατά τη μάχη όσο και το θάνατο που οφείλεται σε φυσικά αίτια.—Παράβαλε Δευ 31:16· 1Βα 2:10· 22:34, 40.
-
-
ΟλοκαύτωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ
Βλέπε ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ.
-
-
ΟλυμπάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΛΥΜΠΑΣ
(Ολυμπάς).
Κάποιος Χριστιανός στη Ρώμη, στον οποίο ο απόστολος Παύλος έστειλε χαιρετισμούς.—Ρω 16:15.
-
-
ΟμιλίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΜΙΛΙΑ
Βλέπε ΚΑΚΟΛΟΓΙΑ· ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ ΛΟΓΙΑ.
-
-
ΟμίχληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΜΙΧΛΗ
Μεγάλη μάζα σταγονιδίων νερού που αιωρούνται στον αέρα και μοιάζουν με πολύ ψιλή βροχή. Όταν ο θερμός, υγρός αέρας ανεβαίνει από τη γη και ψύχεται ως ένα σημείο που ονομάζεται σημείο δρόσου, η υγρασία συμπυκνώνεται επειδή ο κρύος αέρας δεν μπορεί να συγκρατήσει τόσο νερό όσο ο θερμός. Αν αυτό συμβεί κοντά στο έδαφος, το φαινόμενο ονομάζεται ομίχλη. Αν λάβει χώρα ψηλότερα στον ουρανό, τότε σχηματίζεται αυτό που αποκαλείται σύννεφο. (Ψλ 135:7· Παρ 25:14· Ιερ 10:13· 51:16) Η υγρασία που συμπυκνώνεται πάνω σε κρύα αντικείμενα, όπως το έδαφος ή η βλάστηση (συνήθως τη νύχτα), λέγεται δροσιά.—Εξ 16:13, 14· Κρ 6:36-40· βλέπε ΔΡΟΣΙΑ.
Η ποιητική περιγραφή αυτών των γεωφυσικών διαδικασιών στην Αγία Γραφή συμφωνεί με τα επιστημονικά ευρήματα. Ο Ελιού λέει ότι ο Ιεχωβά, η Πηγή κάθε θερμότητας και ενέργειας, ανασύρει πρώτα την υγρασία από τη γη και κατόπιν την αφήνει να σταλάζει σιγά σιγά και να επιστρέφει στη γη με τη μορφή βροχής και ομίχλης (εβρ., ’εδ), σαν να διυλίζεται.—Ιωβ 36:27, 28.
Η μόνη άλλη περίπτωση στην οποία εμφανίζεται η εβραϊκή λέξη ’εδ (αχνός) είναι στην αφήγηση της Γένεσης για τις συνθήκες που επικρατούσαν στη γη κάποια περίοδο κατά τη διάρκεια των δημιουργικών “ημερών”. «Ο Ιεχωβά Θεός δεν είχε φέρει βροχή πάνω στη γη . . . Αλλά αχνός ανέβαινε από τη γη [στην οποία περιλαμβάνονται τα ποτάμια, οι λίμνες και οι θάλασσες] και πότιζε ολόκληρη την επιφάνεια της γης». (Γε 2:5, 6) Ωστόσο, οι μεταφραστές κάποιων αρχαίων μεταφράσεων (Ο΄, Vg, Sy) θεώρησαν ότι εδώ δεν γίνεται αναφορά σε αχνό, αλλά σε κάποια πηγή, υπονοώντας ότι το πότισμα γινόταν μέσω ενός υπόγειου ρεύματος γλυκού νερού.
Μεταφορική Χρήση. Στην Πάφο της Κύπρου, ο Βαρ-Ιησούς (Ελύμας), μάγος και ψευδοπροφήτης, εναντιώθηκε στον Παύλο ενώ ο απόστολος μιλούσε στον ανθύπατο Σέργιο Παύλο. Ο Παύλος τού είπε ότι το χέρι του Ιεχωβά ήταν πάνω του και ότι θα ήταν τυφλός για κάποιο χρονικό διάστημα. «Ευθύς έπεσε πάνω του πυκνή ομίχλη και σκοτάδι». Προφανώς η όρασή του έγινε ομιχλώδης, θολή, και γρήγορα τον κύκλωσε βαθύ σκοτάδι. Περιγράφοντας το περιστατικό, ο γιατρός Λουκάς χρησιμοποίησε τον ιατρικό όρο ἀχλύς (πυκνή ομίχλη).—Πρ 13:4-11.
Ο απόστολος Πέτρος, προειδοποιώντας ότι θα διείσδυαν αθόρυβα στη Χριστιανική εκκλησία ψευδοδιδάσκαλοι και επίδοξοι διαφθορείς, λέει: «Αυτοί είναι πηγές χωρίς νερό και ομίχλες που σπρώχνονται από βίαιη θύελλα, και για αυτούς έχει φυλαχτεί η ζοφερότητα του σκοταδιού». Οι ταξιδιώτες στη Μέση Ανατολή ήξεραν πόσο απογοητευτικό είναι να πλησιάζει κανείς σε μια πηγή ή σε ένα πηγάδι ελπίζοντας να πάρει αναζωογονητικό νερό, και να το βρίσκει ξερό. Στην Παλαιστίνη, τον Αύγουστο, εμφανίζονται περιστασιακά από τη Δ ορισμένα σύννεφα που ονομάζονται θυσανοστρώματα και δεν φέρνουν βροχή. Ο γεωργός που έλπιζε ότι αυτά τα λεπτά, ομιχλώδη σύννεφα θα έδιναν νερό για τις καλλιέργειές του απογοητευόταν οικτρά. Το ίδιο συμβαίνει και με αυτούς τους ψευδοδιδασκάλους, αυτούς τους ανήθικους ανθρώπους, όπως λέει στη συνέχεια ο Πέτρος: «Διότι λένε παραφουσκωμένες εκφράσεις που δεν ωφελούν, και με τις επιθυμίες της σάρκας και με έκλυτα ήθη δελεάζουν εκείνους που μόλις και ξεφεύγουν από ανθρώπους οι οποίοι ζουν μέσα στην πλάνη. Ενώ τους υπόσχονται ελευθερία, οι ίδιοι είναι δούλοι της διαφθοράς».—2Πε 2:1, 17-19.
Στους Χριστιανούς δίνεται η υπενθύμιση να λαβαίνουν υπόψη τον Ιεχωβά σε όλα τους τα σχέδια, να μην κομπάζουν για αυτά που θα κάνουν, αλλά να θυμούνται ότι η ζωή σε αυτό το σύστημα πραγμάτων είναι εφήμερη και αβέβαιη και ότι οι ίδιοι είναι σαν ομίχλη που εξαφανίζεται γρήγορα.—Ιακ 4:14· βλέπε ΣΥΝΝΕΦΟ.
-
-
ΌνειδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΝΕΙΔΟΣ
Μομφή, καταισχύνη ή περιφρόνηση—είτε δικαιολογημένη είτε όχι. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται το ουσιαστικό ὀνειδισμός (και ὄνειδος), ενώ στο εβραϊκό, το ουσιαστικό χερπάχ.—Παράβαλε Γε 30:23· Ψλ 69:9· Λου 1:25· Ρω 15:3.
Οι αιτίες για όνειδος μπορεί, φυσικά, να ποίκιλλαν ανάλογα με τις περιστάσεις. Αν ένας Ισραηλίτης ήταν απερίτμητος στην περίοδο της διαθήκης του Νόμου, αυτό αποτελούσε αιτία για όνειδος. (Παράβαλε Κρ 14:3.) Γι’ αυτό, όταν, μετά το πέρασμα του Ιορδάνη, περιτμήθηκαν τελικά όλοι οι άρρενες που είχαν γεννηθεί κατά την οδοιπορία στην έρημο, ο Ιεχωβά δήλωσε: «Σήμερα κύλησα το όνειδος της Αιγύπτου από πάνω σας». (Ιη 5:2-9) Εφόσον, όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία, οι Αιγύπτιοι εφάρμοζαν την περιτομή, η δήλωση αυτή ίσως σημαίνει ότι δεν θα μπορούσαν πλέον να ονειδίζουν τον Ισραήλ για το ότι πάρα πολλοί από τους δικούς του άρρενες ήταν απερίτμητοι. (Ιερ 9:25, 26· βλέπε ΠΕΡΙΤΟΜΗ.) Εξάλλου, η περιτομή ήταν «σημείο της διαθήκης» μεταξύ του Ιεχωβά και του σπέρματος του Αβραάμ. (Γε 17:9-11) Τώρα, με την περιτομή της νέας γενιάς η οποία είχε μεγαλώσει στην έρημο (η προηγούμενη είχε πεθάνει εκεί), η περιτομή μπορεί να δήλωνε επαναβεβαίωση της σχέσης διαθήκης που είχαν με τον Θεό. Εφόσον τα 40 χρόνια της περιπλάνησης είχαν τελειώσει, ο Θεός τούς έδειχνε επίσης την εύνοιά του. Τους είχε εισαγάγει στην Υποσχεμένη Γη και τώρα θα τους έδινε τη δυνατότητα να την κατακτήσουν. Επομένως, οποιοσδήποτε προηγούμενος αιγυπτιακός εμπαιγμός, ή αλλιώς όνειδος, εξαιτίας αυτού που οι Αιγύπτιοι μπορεί να εκλάμβαναν ως ανικανότητα από μέρους του Ιεχωβά να οδηγήσει τον Ισραήλ σε δική του γη αποδεικνυόταν τώρα κενός. Οι Χριστιανοί υπό τη νέα διαθήκη, είτε Ιουδαίοι είτε Εθνικοί, δεν έπρεπε να υφίστανται όνειδος αν δεν είχαν περιτμηθεί.—Ρω 2:25-29· 3:28-30· 4:9-12· 1Κο 7:18, 19.
Για τις Εβραίες, η συνεχιζόμενη αγαμία ή χηρεία (Ησ 4:1· 54:4), καθώς επίσης η στειρότητα (Γε 30:23· Λου 1:25), θεωρούνταν όνειδος. Η υπόσχεση του Θεού σχετικά με το σπέρμα του Αβραάμ και το ότι αυτό θα γινόταν σαν «τους κόκκους της άμμου στην ακρογιαλιά» αναμφίβολα συνέτεινε σε αυτό το συναίσθημα. (Γε 22:15-18· παράβαλε 24:59, 60.) Αντίθετα, ο απόστολος Παύλος συνέστησε την αγαμία τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες όταν το κίνητρο είναι η απόδοση υπηρεσίας στον Θεό με αμέριστη προσοχή, και είπε ότι η χήρα «είναι πιο ευτυχισμένη αν παραμείνει όπως είναι, κατά τη γνώμη μου».—1Κο 7:25-28, 32-40· παράβαλε Ματ 19:10-12.
Ωστόσο, παραβάσεις όπως η ειδωλολατρία, η μοιχεία, η κλοπή και άλλες μορφές ανηθικότητας αποτελούσαν ανέκαθεν αιτίες για όνειδος, όπως και κάθε ανοσιότητα προς τον Θεό.—2Σα 13:13· Παρ 6:32, 33· Ρω 1:18-32· 2:17-24.
Όσοι επιζητούν την επιδοκιμασία του Θεού δεν μπορούν να δυσφημούν τους άλλους. Σχετικά με αυτόν που θα φιλοξενούνταν στη σκηνή του Θεού, ο ψαλμωδός διακήρυξε: «Στο συνάνθρωπό του δεν έχει κάνει τίποτα κακό, και με ονειδισμό ενάντια σε στενό του γνώριμο δεν έχει ασχοληθεί», δηλαδή δεν διαδίδει δυσφημιστικές πληροφορίες για το στενό του γνώριμο. (Ψλ 15:1, 3) Όποιος διαπράττει απάτη σε βάρος του ασήμαντου ή τον χλευάζει ονειδίζει στην ουσία τον Θεό (Παρ 14:31· 17:5), όπως κάνουν εκείνοι που επιφέρουν όνειδος στους υπηρέτες του Θεού. (Ψλ 74:18-23) Τελικά τέτοιος ονειδισμός φέρνει συμφορά σε όσους επιδίδονται σε αυτόν.—Σοφ 2:8-10.
Ο Ιεχωβά Κατασιωπά τον Ονειδισμό του Λαού Του. Όταν οι Ισραηλίτες επιδίδονταν στην ψεύτικη λατρεία ή σε άδικες πράξεις, ονείδιζαν τον Ιεχωβά Θεό, επειδή δημιουργούσαν την εντύπωση ότι η λατρεία του δεν ήταν καλύτερη από αυτήν των γύρω εθνών. (Ησ 65:7) Για την απιστία τους ο Θεός επέτρεψε να τους βρει συμφορά, κάνοντάς τους αντικείμενο ονειδισμού μεταξύ των εθνών. (Ιεζ 5:14, 15) Επειδή τα άλλα έθνη δεν αντιλήφθηκαν ότι αυτή η κρίση ήταν από τον Θεό, την απέδωσαν σε ανικανότητα από μέρους του να σώσει τον Ισραήλ, με αποτέλεσμα να επισωρευτεί και άλλο όνειδος στον Ιεχωβά. Γι’ αυτό, αποκαθιστώντας τους Ισραηλίτες με βάση τη μετάνοιά τους, ο Ιεχωβά απάλλαξε το όνομά του από αυτό το όνειδος.—Ιεζ 36:15, 20, 21, 30-36.
Όποτε προκύπτουν καταστάσεις που δημιουργούν την εντύπωση ότι ο Θεός έχει ξεχάσει το λαό του, οι άλλοι συμπεραίνουν ότι εκείνος δεν τους προστατεύει ούτε τους ευλογεί, και επισωρεύουν όνειδος σε αυτούς. (Ψλ 31:9-11· 42:10· 74:10, 11· 79:4, 5· 102:8, 9· Ιωλ 2:17-19) Τελικά, όμως, ο Ιεχωβά προβαίνει σε σωτήριες πράξεις, κατασιωπώντας τους ονειδιστές.—Νε 1:3· 2:17· 4:4· 6:16.
Ονειδισμός για Χάρη του Χριστού. Επίσης, καθώς οι υπηρέτες του Ιεχωβά επιτελούν το διορισμό τους, ονειδίζονται από εκείνους στους οποίους αποστέλλονται. Αυτή ήταν η εμπειρία του Ιερεμία (Ιερ 6:10· 15:15-18· 20:8), του Χριστού Ιησού (Ματ 27:44· Μαρ 15:32· Ρω 15:3) και των ακολούθων του (Εβρ 10:33). Όποιος ονειδίζεται για χάρη του Χριστού έχει λόγο να χαίρεται, επειδή η συνεχιζόμενη πιστότητά του κάτω από τέτοιον ονειδισμό οδηγεί σε μεγάλη ανταμοιβή στους ουρανούς (Ματ 5:11· Λου 6:22, 23) και αποδεικνύει ότι το άτομο έχει το πνεύμα του Θεού. (1Πε 4:14) Επομένως, ο ονειδισμός δεν πρέπει να προκαλεί φόβο. Σε αυτούς που γνωρίζουν τη δικαιοσύνη, ο Ιεχωβά είπε: «Μη φοβάστε τον ονειδισμό θνητών ανθρώπων, και από τους υβριστικούς τους λόγους μην τρομοκρατείστε».—Ησ 51:7.
Ο Ιησούς, μολονότι γνώριζε το μεγάλο ονειδισμό που επρόκειτο να έρθει πάνω του, προθυμοποιήθηκε να κάνει το θέλημα του Πατέρα του μέχρι του σημείου να υποστεί επαίσχυντο θάνατο στο ξύλο του βασανισμού. (Ησ 53:3-7· Ιωα 10:17, 18· Εβρ 12:2· 13:12, 13) Για να κάνει το καλό στους άλλους, δεν επιδίωκε να ευαρεστεί τον εαυτό του αλλά ήταν διατεθειμένος να δεχτεί ονειδισμούς από άτομα που, με τα λόγια και τα έργα τους, ονείδιζαν τον Ιεχωβά Θεό. Ο απόστολος Παύλος το επισήμανε αυτό όταν τόνισε ποια είναι η σωστή στάση απέναντι στους πνευματικά αδύναμους: «Εμείς, όμως, που είμαστε ισχυροί οφείλουμε να βαστάζουμε τις αδυναμίες εκείνων που δεν είναι ισχυροί, και να μην ευαρεστούμε τον εαυτό μας. Ο καθένας μας ας ευαρεστεί τον πλησίον του σε ό,τι είναι καλό για την εποικοδόμησή του. Διότι ακόμη και ο Χριστός δεν ευαρέστησε τον εαυτό του· αλλά όπως είναι γραμμένο: “Οι ονειδισμοί εκείνων που σε ονείδιζαν έχουν πέσει πάνω μου”». (Ρω 15:1-3) Στο προηγούμενο κεφάλαιο (Ρω 14), ο Παύλος είχε αναφερθεί στις αδυναμίες μερικών Χριστιανών οι οποίοι είχαν συνειδησιακούς ενδοιασμούς σχετικά με ορισμένες τροφές ή την τήρηση μιας ορισμένης ημέρας και είχε καταδείξει την ανάγκη που υπάρχει να μη γίνεται κάποιος αιτία για πρόσκομμα σε αυτά τα άτομα, αλλά να τα εποικοδομεί. Αυτό πιθανότατα σήμαινε ότι οι ισχυροί σε κατανόηση, πίστη και συνείδηση έπρεπε να περιορίζουν την άσκηση των δικαιωμάτων τους, πράγμα που μπορεί να τους ήταν κάπως δυσάρεστο. Εντούτοις, έπρεπε να “βαστάζουν” (το ρήμα βαστάζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που χρησιμοποιείται εδώ, έχει τόσο την κυριολεκτική έννοια «μεταφέρω» όσο και την έννοια «ανέχομαι ή υποφέρω» [παράβαλε Πρ 3:2· Απ 2:2]) όποια βάρη και αν τους δημιουργούσαν αυτές οι αδυναμίες, μιμούμενοι τον Χριστό. (Παράβαλε Ματ 17:17-20· επίσης την έκφραση του Μωυσή στα εδ. Αρ 11:10-15.) Επίσης, δεν έπρεπε απλώς να επιδιώκουν την απόκτηση της εύνοιας, των ευλογιών και των ανταμοιβών του Θεού για τον εαυτό τους, παραμερίζοντας αυτούς τους πνευματικά αδύναμους σαν εμπόδιο ή επιτρέποντας να γίνονται αυτοί βορά του Αντιδίκου επειδή εκείνοι, οι ισχυροί, δεν τους έδωσαν προσοχή και βοήθεια.—Παράβαλε 1Κο 9:19-23· 10:23-33.
Να Μην Προκαλείται Ονειδισμός Λόγω Αδικοπραγίας. Ο Χριστιανός, ενώ αναμένει ότι θα υποστεί ονειδισμό για χάρη της δικαιοσύνης, δεν πρέπει ποτέ να «υποφέρει ως φονιάς ή κλέφτης ή κακοποιός ή ως άτομο που ανακατεύεται στις υποθέσεις των άλλων». (1Πε 4:15, 16) Ένας επίσκοπος στη Χριστιανική εκκλησία πρέπει, μεταξύ άλλων προσόντων, “να έχει καλή μαρτυρία από τους ανθρώπους έξω, ώστε να μην πέσει σε ονειδισμό”. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα ατιμάζεται η εν λόγω θέση ούτε θα κακολογούνται οι αληθινοί Χριστιανοί εξαιτίας της διαγωγής ενός από τα επιφανή μέλη της εκκλησίας.—1Τι 3:7.
-
-
ΌνειροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΝΕΙΡΟ
Οι σκέψεις ή οι νοερές εικόνες που εμφανίζονται σε κάποιον όταν κοιμάται. Οι Γραφές κάνουν λόγο για όνειρα από τον Θεό (Αρ 12:6), για φυσικά όνειρα (Ιωβ 20:8) και για ψεύτικα όνειρα (Ιερ 29:8, 9), όπως αυτά που περιλαμβάνουν μαντεία.—Ζαχ 10:2.
Όνειρα από τον Θεό. Όνειρα από τον Θεό έλαβαν διάφοροι υπηρέτες του Ιεχωβά, αλλά και άτομα που δεν πίστευαν σε αυτόν. (1Βα 3:5· Κρ 7:13, 14) Μερικά όνειρα περιείχαν προειδοποιήσεις ώστε να προστατευτούν οι υπηρέτες του Ιεχωβά, ενώ άλλα τους παρείχαν κατεύθυνση. Για παράδειγμα, ο Θεός προειδοποίησε σε όνειρο τον Αβιμέλεχ, το βασιλιά των Γεράρων, να μην αγγίξει τη Σάρρα, και έτσι αυτή παρέμεινε αμόλυντη. (Γε 20) Συμμορφούμενοι με μια «θεϊκή προειδοποίηση σε όνειρο», οι αστρολόγοι που επισκέφτηκαν τον Ιησού δεν επέστρεψαν στον Ηρώδη, ο οποίος είχε δολοφονικές προθέσεις. (Ματ 2:11, 12) Ανταποκρινόμενος στην αγγελική κατεύθυνση που του δόθηκε σε όνειρα, ο Ιωσήφ πήρε τη Μαρία ως σύζυγό του, και επίσης έφυγε μαζί της καθώς και με τον Ιησού στην Αίγυπτο. Μεταγενέστερα όνειρα από τον Θεό οδήγησαν τον Ιωσήφ να επιστρέψει από την Αίγυπτο μαζί τους και να εγκατασταθούν στη Ναζαρέτ για να εκπληρωθεί η προφητεία: «Θα αποκληθεί Ναζωραίος».—Ματ 1:18-25· 2:13-15, 19-23.
Ορισμένα όνειρα από τον Θεό παρείχαν στους υπηρέτες του διαβεβαίωση για τη θεϊκή εύνοια ή τους βοηθούσαν να κατανοήσουν πώς τους στήριζε ο Ιεχωβά. Όταν ο Θεός επρόκειτο να συνάψει διαθήκη με τον Άβραμ (Αβραάμ), έπεσε βαθύς ύπνος και μεγάλο σκοτάδι σε αυτόν τον πατριάρχη, και τότε ο Ιεχωβά τού μίλησε προφανώς σε όνειρο. (Γε 15:12-16) Στη Λουζ (Βαιθήλ) ο Θεός έκανε τον Ιακώβ να ονειρευτεί μια σκάλα η οποία έφτανε από τη γη μέχρι τον ουρανό, πράγμα που υποδήλωνε επικοινωνία με τον ουρανό. Σε αυτή τη σκάλα ανέβαιναν και κατέβαιναν άγγελοι, ενώ από πάνω της στεκόταν αντιπροσωπευτικά ο Ιεχωβά Θεός, ο οποίος και ευλόγησε τον Ιακώβ. (Γε 28:10-19· παράβαλε Ιωα 1:51.) Μέσω ονείρου επίσης, ο Θεός έδειξε ύστερα από χρόνια στον Ιακώβ ότι τον επιδοκίμαζε και τον κατηύθυνε με έναν άγγελο να επιστρέψει στην πατρίδα του.—Γε 31:11-13.
Ο γιος του Ιακώβ, ο Ιωσήφ, είδε στη νεαρή του ηλικία κάποια όνειρα που έδειχναν ότι είχε τη θεϊκή εύνοια και ήταν επίσης προφητικά. Σε ένα από αυτά, ο ίδιος και οι αδελφοί του έδεναν δεμάτια στον αγρό. Το δεμάτι του Ιωσήφ στάθηκε όρθιο, ενώ τα δεμάτια των αδελφών του έκαναν κύκλο και το προσκύνησαν. Σε ένα άλλο όνειρο, ο ήλιος, η σελήνη και 11 άστρα τον προσκύνησαν. (Γε 37:5-11) Και τα δύο αυτά όνειρα εκπληρώθηκαν όταν ο Ιακώβ και το σπιτικό του μετακόμισαν στην Αίγυπτο στη διάρκεια μιας μεγάλης πείνας. Για να εξασφαλίσουν τρόφιμα, εξαρτόνταν όλοι από τον Ιωσήφ, που ήταν τότε ο διαχειριστής τροφίμων της Αιγύπτου.—Γε 42:1-3, 5-9.
Προφητικά ήταν και μερικά όνειρα από τον Θεό τα οποία είδαν άτομα που δεν τον λάτρευαν. Στην Αίγυπτο, ενόσω ο Ιωσήφ ήταν στη φυλακή μαζί με τον αρχιοινοχόο και τον αρχιαρτοποιό του Φαραώ, αυτοί είδαν όνειρα τα οποία ο Ιωσήφ, σύμφωνα με την ικανότητα που του έδωσε ο Θεός, ερμήνευσε ως εξής: σε τρεις ημέρες ο αρχιοινοχόος επρόκειτο να αποκατασταθεί στη θέση του, ενώ ο αρχιαρτοποιός θα εκτελούνταν. Έτσι και έγινε έπειτα από τρεις ημέρες, στα γενέθλια του Φαραώ. Αργότερα, χάρη σε αυτά τα όνειρα, αναφέρθηκε στον Φαραώ ότι ο Ιωσήφ ήταν άνθρωπος που είχε το πνεύμα του Θεού.—Γε 40.
Η προειδοποίηση και το προφητικό στοιχείο συνδυάστηκαν σε δύο όνειρα που είδε ο Φαραώ των ημερών του Ιωσήφ μέσα σε μία νύχτα. Στο πρώτο, είδε εφτά παχύσαρκες αγελάδες να καταβροχθίζονται από εφτά ισχνές, λεπτόσαρκες αγελάδες. Στο δεύτερο όνειρο του Φαραώ, ανέβηκαν από ένα στέλεχος εφτά μεστά και καλά στάχυα, τα οποία όμως τα κατάπιαν εφτά ζαρωμένα, αδύνατα και ανεμοκαμένα στάχυα. Ο Ιωσήφ, αποδίδοντας την ερμηνεία στον Θεό, εξήγησε ορθά ότι και τα δύο όνειρα υποδήλωναν εφτά χρόνια αφθονίας τα οποία θα ακολουθούνταν από εφτά χρόνια πείνας. (Γε 41) Ήταν η κατεύθυνση που έδωσε ο Θεός για να σωθούν πολλοί από τη λιμοκτονία και ειδικότερα για να διατηρηθούν στη ζωή οι απόγονοι του Αβραάμ, ώστε να εκπληρωθούν οι υποσχέσεις του προς αυτόν.—Γε 45:5-8.
Ο Βαβυλώνιος Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ έλαβε επίσης δύο προφητικά όνειρα από τον Θεό. Στο ένα είδε μια μεταλλική εικόνα που είχε κεφάλι από χρυσάφι, στήθος και βραχίονες από ασήμι, κοιλιά και μηρούς από χαλκό, κνήμες από σίδερο και πόδια από σίδερο και πηλό. Μια πέτρα που κόπηκε χωρίς την ενέργεια χεριών χτύπησε και συνέτριψε τα πόδια της εικόνας και κατόπιν κονιορτοποίησε το υπόλοιπο τμήμα της. Ο Δανιήλ προσδιόρισε τον Ναβουχοδονόσορα ως «το κεφάλι το χρυσό» και εξήγησε ότι μια σειρά από ανθρώπινες βασιλείες θα διαδεχόταν τη βασιλεία της Βαβυλώνας. Τελικά, ο ίδιος ο Θεός θα εγκαθίδρυε μια Βασιλεία η οποία «ποτέ δεν θα καταστραφεί».—Δα 2:29-45.
Σε ένα άλλο όνειρο από τον Θεό, ο Ναβουχοδονόσορ είδε ένα μεγάλο δέντρο το οποίο κόπηκε, το δε εναπομείναν στέλεχος των ριζών του παρέμεινε δεμένο με «δεσμά σιδερένια και χάλκινα» ώσπου πέρασαν από πάνω του «εφτά καιροί». Σε αρμονία με την εξήγηση του Δανιήλ, ο καυχησιολόγος Ναβουχοδονόσορ (που συμβολιζόταν από το δέντρο το οποίο κόπηκε) παραφρόνησε και παρέμεινε σε αυτή την κατάσταση ώσπου πέρασαν εφτά καιροί, δηλαδή εφτά χρόνια. Κατόπιν, αναγνώρισε την κυριαρχία του Θεού και, μετά την αποκατάσταση της διανοητικής του υγείας, εδραιώθηκε και πάλι στη βασιλεία του.—Δα 4· βλέπε ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ.
Ο ίδιος ο Δανιήλ έλαβε ένα όνειρο από τον Ιεχωβά στο οποίο είδε τέσσερα πελώρια θηρία να ανεβαίνουν από τη θάλασσα. Αυτά τα πλάσματα συμβόλιζαν ανθρώπινες κυβερνήσεις. (Δα 7:1, 3, 17· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.) Ο Δανιήλ είδε επίσης τον Παλαιό των Ημερών, από τον οποίο «κάποιος που ήταν σαν γιος ανθρώπου» έλαβε διαρκή «εξουσία διακυβέρνησης και αξιοπρέπεια και βασιλεία».—Δα 7:13, 14.
Ο Ιωήλ προείπε ότι η έκχυση του πνεύματος του Θεού θα ακολουθούνταν από εκδηλώσεις όπως η εξαγγελία προφητειών και τα θεόπνευστα όνειρα. (Ιωλ 2:28) Την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 Κ.Χ., περίπου 120 μαθητές του Ιησού Χριστού έλαβαν το άγιο πνεύμα και άρχισαν να μιλούν σε διάφορες γλώσσες «για τα μεγαλεία του Θεού». (Πρ 2:1-18) Αργότερα, και άλλοι πιστοί, περιλαμβανομένου του πρώην διώκτη Σαύλου (Παύλου), έλαβαν το άγιο πνεύμα και θαυματουργικά χαρίσματα. (Πρ 8:17-19· 9:17· 10:44-46) Ενόσω βρισκόταν στην Τρωάδα, ο Παύλος είδε ένα νυχτερινό όραμα ή όνειρο το οποίο του υπέδειξε πού έπρεπε να κηρύξουν «τα καλά νέα» αυτός και οι σύντροφοί του. (Πρ 16:9, 10) Αναμφίβολα, και άλλοι μαθητές επίσης είδαν όνειρα υπό την επενέργεια του πνεύματος του Θεού, σε εκπλήρωση των λόγων της προφητείας του Ιωήλ.
Όταν ο Ιησούς Χριστός δικαζόταν ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου, η σύζυγος αυτού του Ρωμαίου κυβερνήτη τού έστειλε το εξής μήνυμα αναφορικά με τον Ιησού: «Μην έχεις καμιά σχέση με εκείνον το δίκαιο άντρα, γιατί πολύ υπέφερα σήμερα σε όνειρο εξαιτίας του». (Ματ 27:19) Το όνειρο, το οποίο είχε προφανώς θεϊκή προέλευση, θα έπρεπε να είχε προειδοποιήσει τον Πιλάτο ότι η υπόθεση του Χριστού ήταν υψίστης σπουδαιότητας.
Φυσικά Όνειρα. Φυσικά όνειρα μπορεί να δημιουργηθούν από συγκεκριμένες σκέψεις ή συναισθήματα, εντυπώσεις ή καθημερινές δραστηριότητες (από την ανησυχία κάποιου, τη σωματική του κατάσταση, τις ασχολίες του, και ούτω καθεξής). (Εκ 5:3) Αυτά τα όνειρα δεν έχουν μεγάλη σημασία. (Ψλ 73:20) Ο πεινασμένος μπορεί να ονειρεύεται ότι τρώει και ο διψασμένος ότι πίνει, αλλά ξυπνούν ανικανοποίητοι. Ανάλογη διάψευση ελπίδων επιφυλασσόταν για όλα τα έθνη “που διεξήγαν πόλεμο εναντίον του Όρους Σιών”.—Ησ 29:7, 8.
Σχετικά με τις αντιλήψεις των ειδωλολατρών για τα όνειρα, αναφέρονται τα εξής: «Οι Βαβυλώνιοι είχαν τόση εμπιστοσύνη στα όνειρα ώστε την παραμονή της λήψης σημαντικών αποφάσεων κοιμούνταν σε ναούς, ελπίζοντας να τους δοθούν συμβουλές. Οι Έλληνες που επιθυμούσαν να λάβουν οδηγίες σε θέματα υγείας κοιμούνταν στα ιερά του Ασκληπιού, οι δε Ρωμαίοι στους ναούς του Σεράπιδος. Οι Αιγύπτιοι συνέταξαν λεπτομερείς ονειροκρίτες». (Λεξικό της Αγίας Γραφής, του Χάρπερ [Harper’s Bible Dictionary], επιμέλεια Μ. και Τζ. Λ. Μίλερ, 1961, σ. 141) Ωστόσο, οι πιστοί Εβραίοι και οι πρώτοι Χριστιανοί δεν είχαν τέτοιες συνήθειες. Οι Γραφές προειδοποιούν να μην αναζητάει κανείς οιωνούς, είτε στα φυσικά όνειρα είτε σε διάφορα περιστατικά.—Δευ 18:10-12· βλέπε ΜΑΝΤΕΙΑ.
Ψεύτικα Όνειρα. Τα ψεύτικα όνειρα καταδικάζονται στην Αγία Γραφή. Σύμφωνα με το Νόμο, όποιος έβλεπε ψεύτικα όνειρα και παρακινούσε άλλους σε διάπραξη ειδωλολατρίας έπρεπε να θανατώνεται. (Δευ 13:1-5) Ο Θεός μπορεί να μιλούσε κατά καιρούς στους αληθινούς προφήτες του μέσω ονείρων (Αρ 12:6), αλλά ήταν εναντίον «των προφητών με τα ψεύτικα όνειρα» οι οποίοι απομάκρυναν το λαό του από την αληθινή λατρεία. (Ιερ 23:25-32· 27:9, 10) Οι μάντεις χαρακτηρίστηκαν ως άτομα που έλεγαν «όνειρα χωρίς αξία».—Ζαχ 10:2.
Η Αγία Γραφή μιλάει μεταφορικά για τα όνειρα όταν περιγράφει τους ασεβείς που μόλυναν τη σάρκα και είχαν διεισδύσει στη Χριστιανική εκκλησία. Ο Ιούδας προειδοποίησε τους ομοπίστους του για αυτά τα άτομα τα οποία “εντρυφούσαν σε όνειρα”, καθώς προφανώς ονειρεύονταν (φαντάζονταν) ότι μπορούσαν να παραβιάζουν το Λόγο του Θεού και να μολύνουν τη σάρκα μέσα στην εκκλησία ατιμωρητί. Αυτό ήταν λάθος, επειδή αναπόφευκτα θα λάβαιναν δυσμενή κρίση από τον Υπέρτατο Κριτή, τον Ιεχωβά.—Ιου 8· 1Κο 6:9, 10, 18-20.
-
-
ΟνήσιμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΝΗΣΙΜΟΣ
(Ονήσιμος) [Επικερδής].
Δραπέτης δούλος τον οποίο ο Παύλος βοήθησε να γίνει Χριστιανός. Ο Ονήσιμος ήταν υπηρέτης του Φιλήμονα, ενός Χριστιανού στις Κολοσσές, αλλά είχε δραπετεύσει από τις Κολοσσές στη Ρώμη. Ενδέχεται μάλιστα να λήστεψε πρώτα τον κύριό του για να μπορέσει να κάνει το ταξίδι. (Κολ 4:9· Φλμ 18) Είναι πολύ πιθανό να είχε συναντήσει τον Παύλο ή τουλάχιστον να είχε ακούσει για αυτόν μέσω του Φιλήμονα, διότι, αν και δεν γίνεται ιδιαίτερη μνεία κάποιας επίσκεψης του Παύλου στις Κολοσσές κατά τα ιεραποστολικά ταξίδια, εντούτοις ο Παύλος είχε περιοδεύσει την ευρύτερη περιοχή και γνώριζε τον Φιλήμονα. (Πρ 18:22, 23· Φλμ 5, 19, 22) Όπως και να έχουν τα πράγματα, με κάποιον τρόπο που δεν προσδιορίζεται, ο Ονήσιμος συνδέθηκε με τον Παύλο στη Ρώμη και σύντομα έγινε Χριστιανός. (Φλμ 10) Ενώ προηγουμένως ήταν άχρηστος στον Φιλήμονα ως δούλος, τώρα ο Ονήσιμος, όλως αντιθέτως, είχε γίνει χρησιμότατος στον Παύλο ως διάκονος, ένας “πιστός και αγαπητός αδελφός” τον οποίο εκείνος αποκαλεί «τα ίδια μου τα αισθήματα τρυφερής στοργής».—Κολ 4:9· Φλμ 11, 12.
Εντούτοις, ο Ονήσιμος εξακολουθούσε να είναι ένας δραπέτης δούλος, και το κοινωνικό καθεστώς των ημερών εκείνων υποχρέωνε τον Παύλο να τον στείλει πίσω στον ιδιοκτήτη του, μολονότι ήταν απρόθυμος να κάνει κάτι τέτοιο εφόσον εκείνος είχε γίνει ένας πολύ καλός σύντροφος. Ο απόστολος, όμως, δεν μπορούσε να επιβάλει στον Ονήσιμο να επιστρέψει—το αν θα επέστρεφε, όπως και έγινε, εξαρτόταν από την προθυμία του ίδιου του Ονήσιμου. Όταν έστειλε τον Ονήσιμο στον προορισμό του, ο Παύλος διευθέτησε να τον συνοδεύσει ο Τυχικός και να μεταφέρουν οι δυο τους μια επιστολή και μια έκθεση στις Κολοσσές. (Κολ 4:7-9) Επιπρόσθετα, ο Παύλος παρέδωσε στον Ονήσιμο την επιστολή του προς τον Φιλήμονα, αν και η φυλάκισή του πλησίαζε προς το τέλος της και ο Παύλος ανέμενε να απελευθερωθεί—μάλιστα προσδοκούσε να επισκεφτεί τον Φιλήμονα προσωπικά. (Φλμ 22) Αυτή η δεύτερη επιστολή μπορεί να χαρακτηριστεί επαναπροσδιοριστική και συστατική για τον Ονήσιμο. Σε αυτήν ο Παύλος διαβεβαίωσε τον Φιλήμονα για την καλή Χριστιανική διακονία και τη νέα προσωπικότητα του Ονήσιμου, και σε αυτήν επίσης έκανε την έκκληση να μοιάζει η επανασύνδεση των δύο αντρών περισσότερο με εκείνη δύο Χριστιανών παρά ενός δούλου με τον κύριό του. Ο Παύλος ζήτησε να κρατηθεί χρεωμένο στον ίδιο οποιοδήποτε χρέος δεν είχε ξεπληρώσει ο Ονήσιμος στον Φιλήμονα. (Φλμ 12-22) Παρεμπιπτόντως, στην επιστολή προς τους Κολοσσαείς την οποία μετέφεραν ο Ονήσιμος και ο Τυχικός, ο Παύλος ασχολήθηκε με τις Χριστιανικές αρχές που ρύθμιζαν τη σχέση δούλου και κυρίου.—Κολ 3:22–4:1.
-
-
ΟνησίφοροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΣ
(Ονησίφορος) [Κερδοφόρος].
Ένας Χριστιανός τον οποίο μνημονεύει ο Παύλος στη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο. (2Τι 4:19) Αντίθετα με κάποιους άλλους στην περιφέρεια της Ασίας οι οποίοι απομακρύνθηκαν από τον Παύλο, ο Ονησίφορος παρέμεινε όσιος υποστηρικτής και, όταν ήταν στη Ρώμη, έψαξε με επιμέλεια να βρει τον Παύλο, παρότι αυτό ήταν επικίνδυνο για τον ίδιο. Δεν ντράπηκε για τα δεσμά φυλάκισης του Παύλου, αλλά πρόσφερε στον απόστολο χρήσιμη υπηρεσία, όπως είχε κάνει και στην Έφεσο. Ο Παύλος εκτίμησε αυτή την οσιότητα πάρα πολύ και προσευχήθηκε να λάβουν το έλεος του Ιεχωβά ο Ονησίφορος και το σπιτικό του.—2Τι 1:15-18.
Το γεγονός ότι ο Παύλος έστειλε χαιρετισμούς στο σπιτικό του Ονησιφόρου και όχι στον ίδιο τον Ονησίφορο (2Τι 4:19) δεν υποδεικνύει κατ’ ανάγκην ότι εκείνος δεν ζούσε πια, μολονότι υπάρχει και αυτή η πιθανότητα. Μπορεί απλώς να μη βρισκόταν τότε κοντά στην οικογένειά του ή μπορεί και να συμπεριλαμβάνεται στο γενικό χαιρετισμό που στάλθηκε στο σπιτικό του—σπιτικό πιστών ατόμων.
-
-
ΌνομαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΝΟΜΑ
Λέξη ή φράση που αποτελεί χαρακτηριστικό προσδιορισμό προσώπου, τόπου, ζώου, φυτού ή άλλου αντικειμένου. Η λέξη «όνομα» μπορεί να δηλώνει την υπόληψη ενός ατόμου ή το άτομο αυτό καθαυτό.
«Κάθε οικογένεια στον ουρανό και στη γη οφείλει το όνομά της» στον Ιεχωβά Θεό. (Εφ 3:14, 15) Αυτός έφερε σε ύπαρξη την πρώτη ανθρώπινη οικογένεια και επέτρεψε στον Αδάμ και στην Εύα να αποκτήσουν παιδιά. Επομένως, κάθε γένος στη γη οφείλει το όνομά του σε αυτόν. Αυτός είναι επίσης ο Πατέρας της ουράνιας οικογένειάς του. Και ακριβώς όπως καλεί όλα τα αναρίθμητα άστρα με το όνομά τους (Ψλ 147:4), έτσι αναμφίβολα έδωσε ονόματα και στους αγγέλους.—Κρ 13:18.
Ενδιαφέρον παράδειγμα για το πώς ονομάστηκε κάτι εντελώς νέο αποτελεί το θαυματουργικά χορηγούμενο μάννα. Όταν οι Ισραηλίτες το πρωτοείδαν, είπαν έκπληκτοι: «Τι είναι αυτό;» (μαν χου’;) (Εξ 16:15) Προφανώς γι’ αυτό και το ονόμασαν «μάννα», που κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει «Τι είναι αυτό;»—Εξ 16:31.
Οι απόψεις των λογίων διαφέρουν όσον αφορά την προέλευση ορισμένων ονομάτων, τις ρίζες τους και τη σημασία τους. Για αυτούς τους λόγους, οι έννοιες που δίνονται για τα Βιβλικά ονόματα διαφέρουν από το ένα εγκυκλοπαιδικό έργο στο άλλο. Σε αυτό το σύγγραμμα, η ύψιστη αυθεντία για τον καθορισμό της σημασίας των ονομάτων είναι η ίδια η Αγία Γραφή. Ένα παράδειγμα είναι η σημασία του ονόματος Βαβέλ. Στο εδάφιο Γένεση 11:9, ο Μωυσής έγραψε: «Γι’ αυτό, το όνομά της κλήθηκε Βαβέλ· επειδή εκεί ο Ιεχωβά είχε συγχύσει τη γλώσσα όλης της γης». Ο Μωυσής συνδέει εδώ το όνομα «Βαβέλ» με τη ρίζα μπαλάλ (συγχέω), υποδεικνύοντας έτσι ότι «Βαβέλ» σημαίνει «Σύγχυση».
Τα Βιβλικά ονόματα αποτελούνται κατά περίπτωση από απλά στοιχεία, φράσεις ή προτάσεις. Όσα είναι πολυσύλλαβα έχουν συνήθως συντετμημένες μορφές. Για τα ονόματα που η Αγία Γραφή δεν δηλώνει συγκεκριμένα την προέλευσή τους, έγινε προσπάθεια να καθοριστεί η ρίζα ή τα συνθετικά τους με τη χρήση έγκυρων σύγχρονων λεξικών. Το λεξικό που χρησιμοποιήθηκε για να καθοριστούν οι ρίζες των εβραϊκών και των αραμαϊκών ονομάτων έχει τον τίτλο Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958). Χρησιμοποιήθηκε επίσης η εν μέρει ολοκληρωμένη αναθεώρησή του. Για τα ελληνικά ονόματα, το κυριότερο βοήθημα υπήρξε η ένατη έκδοση του Ελληνοαγγλικού Λεξικού ([A Greek-English Lexicon] των Χ. Τζ. Λίντελ και Ρ. Σκοτ, αναθεώρηση Χ. Σ. Τζόουνς, Οξφόρδη, 1968). Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκαν οι αποδόσεις της Μετάφρασης Νέου Κόσμου για να προσδοθούν σημασίες στις ρίζες αυτές. Για παράδειγμα, το όνομα Ελνάθαν αποτελείται από τις ρίζες ’Ελ (Θεός) και ναθάν (δίνω), άρα σημαίνει «Ο Θεός Έχει Δώσει».—Παράβαλε Γε 28:4, όπου η λέξη ναθάν αποδίδεται με το ρήμα «δίνω».
Ονόματα Ζώων και Φυτών. Ο Ιεχωβά Θεός έδωσε στον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, το προνόμιο να ονομάσει τα κατώτερα πλάσματα. (Γε 2:19) Τα ονόματα που τους έδωσε εκείνος ήταν αναμφισβήτητα περιγραφικά. Αυτό υποδηλώνεται από τα εβραϊκά ονόματα ορισμένων ζώων, ακόμη δε και φυτών. Μια εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «γαϊδούρι» (χαμώρ) προέρχεται προφανώς από κάποια ρίζα που σημαίνει «κοκκινίζω» και παραπέμπει στο σύνηθες χρώμα του ζώου. Η εβραϊκή ονομασία του τρυγονιού (τωρ ή τορ) φαίνεται ότι αποτελεί λέξη ηχομιμητική της λυπητερής κραυγής «τουρ-ρ-ρ τουρ-ρ-ρ» που βγάζει αυτό το πουλί. Η φράση «αυτό που ξυπνάει» προσδιορίζει την αμυγδαλιά, προφανώς επειδή η αμυγδαλιά είναι ένα από τα πρώτα δέντρα που βγάζουν λουλούδια.
Τοπωνύμια και Τοπογραφικά Χαρακτηριστικά. Μερικές φορές κάποιος έδινε σε έναν τόπο το δικό του όνομα ή το όνομα του παιδιού του ή το όνομα ενός προγόνου του. Ο δολοφόνος Κάιν έχτισε μια πόλη και της έδωσε το όνομα του γιου του, του Ενώχ. (Γε 4:17) Ο Νοβά έδωσε στην κατακτημένη πόλη Κενάθ το δικό του όνομα. (Αρ 32:42) Οι Δανίτες, αφού κατέλαβαν τη Λεσέμ, την ονόμασαν Δαν—κατά το όνομα του προπάτορά τους.—Ιη 19:47· βλέπε επίσης Δευ 3:14.
Όπως τα θυσιαστήρια (Εξ 17:14-16), τα πηγάδια (Γε 26:19-22) και οι πηγές (Κρ 15:19) έπαιρναν πολλές φορές το όνομά τους με αφορμή γεγονότα που είχαν συμβεί εκεί, το ίδιο συνέβαινε και με διάφορους τόπους. Σχετικά παραδείγματα είναι τα ονόματα Βαβέλ (Γε 11:9), Ιεχωβά-ιρέ (Γε 22:13, 14), Βηρ-σαβεέ (Γε 26:28-33), Βαιθήλ (Γε 28:10-19), Γαλεέδ (Γε 31:44-47), Σοκχώθ (Γε 33:17), Αβέλ-μισραΐμ (Γε 50:11), Μασσάχ, Μεριβά (Εξ 17:7), Ταβερά (Αρ 11:3), Κιβρώθ-αττααβά (Αρ 11:34), Ορμά (Αρ 21:3), Γάλγαλα (Ιη 5:9), Κοιλάδα Αχώρ (Ιη 7:26) και Βάαλ-φερασίμ (2Σα 5:20).
Σε κάποιες περιπτώσεις τα γεωφυσικά χαρακτηριστικά αποτέλεσαν τη βάση για τα ονόματα τοποθεσιών, βουνών και ποταμών. Οι πόλεις Γααβά και Γαβαά (και τα δύο σημαίνουν «Λόφος») αναμφίβολα ονομάστηκαν έτσι επειδή ήταν χτισμένες πάνω σε λόφους. Ο Λίβανος (λέξη που σημαίνει «Λευκό [Βουνό]») ίσως πήρε το όνομά του από το ανοιχτό χρώμα των ασβεστολιθικών απόκρημνων βράχων και κορυφών του ή από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του έτους οι ανώτερες πλαγιές του καλύπτονται από χιόνι. Επειδή οι κωμοπόλεις και οι πόλεις βρίσκονταν κοντά σε πηγάδια, πηγές και υδάτινα ρεύματα, το όνομα που έπαιρναν είχε πολλές φορές ως πρόθημα τη λέξη «εν» (πηγή), «βηρ» (πηγάδι) ή «αβέλ» (υδάτινο ρεύμα).
Άλλα ονόματα παράγονταν από χαρακτηριστικά όπως το μέγεθος, τα επαγγέλματα και τα προϊόντα. Σχετικά παραδείγματα είναι τα ονόματα Βηθλεέμ (που σημαίνει «Οίκος Ψωμιού»), Βηθσαϊδά (Οίκος του Κυνηγού (ή, του Ψαρά)), Γαθ (Πατητήρι) και Βοσόρ (Απρόσιτος Τόπος).
Επίσης, κάποιες τοποθεσίες είχαν ονόματα ζώων και φυτών, πολλά δε από αυτά τα ονόματα εμφανίζονται με σύνθετη μορφή. Μερικές τέτοιες τοποθεσίες ήταν η Αιαλών (όνομα που σημαίνει «Τόπος του Ελαφιού»), η Εν-γαδί (Πηγή του Μικρού Κατσικιού), η Εν-εγλαΐμ (Πηγή των Δύο Μοσχαριών), η Ακραββίμ (Σκορπιοί), η Βάαλ-θάμαρ (Ιδιοκτήτης [Κύριος] του Φοινικόδεντρου) και η Εν-θαπφουά (Πηγή της Μηλιάς).
Οι λέξεις «βαιθ» (που σημαίνει «οίκος»), «βάαλ» (ιδιοκτήτης· κύριος) και «κιριάθ» (πόλη) σχημάτιζαν συχνά το αρχικό τμήμα σύνθετων ονομάτων.
Ονόματα Προσώπων. Στις αρχές της Βιβλικής ιστορίας, τα ονόματα δίνονταν στα παιδιά κατά τη γέννησή τους. Μεταγενέστερα, όμως, τα αγόρια των Εβραίων έπαιρναν το όνομά τους κατά την περιτομή την όγδοη ημέρα. (Λου 1:59· 2:21) Συνήθως το όνομα στο βρέφος το έδινε είτε ο πατέρας είτε η μητέρα. (Γε 4:25· 5:29· 16:15· 19:37, 38· 29:32) Αξιοσημείωτη εξαίρεση, ωστόσο, αποτέλεσε ο γιος που γέννησε στον Βοόζ η Ρουθ. Οι γειτόνισσες της πεθεράς της Ρουθ, της Ναομί, ονόμασαν το αγόρι Ωβήδ (που σημαίνει «Υπηρέτης· Κάποιος που Υπηρετεί»). (Ρθ 4:13-17) Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις στις οποίες οι γονείς έλαβαν θεϊκή κατεύθυνση σχετικά με το όνομα που έπρεπε να δώσουν στο παιδί τους. Μεταξύ αυτών που έλαβαν το όνομά τους με αυτόν τον τρόπο ήταν ο Ισμαήλ (Ο Θεός Ακούει) (Γε 16:11), ο Ισαάκ (Γέλιο) (Γε 17:19), ο Σολομών (από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη») (1Χρ 22:9) και ο Ιωάννης (ελληνική απόδοση του Ιεχωανάν, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Ιεχωβά Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος») (Λου 1:13).
Ιδίως τα ονόματα που δίνονταν υπό θεϊκή κατεύθυνση είχαν συνήθως προφητική σημασία. Το όνομα του γιου του Ησαΐα, του Μαχέρ-σαλάλ-χας-βαζ (που σημαίνει «Βιαστείτε, Λάφυρα! Έσπευσε για τη Λεηλασία· ή, Πηγαίνοντας Βιαστικά προς τα Λάφυρα, Έσπευσε για τη Λεηλασία»), έδειχνε ότι ο βασιλιάς της Ασσυρίας θα καθυπέτασσε τη Δαμασκό και τη Σαμάρεια. (Ησ 8:3, 4) Το όνομα του γιου του Ωσηέ, του Ιεζραέλ (Ο Θεός θα Σπείρει), υποδείκνυε μελλοντική απόδοση λογαριασμού από μέρους του οίκου του Ιηού. (Ωσ 1:4) Τα ονόματα των δύο άλλων παιδιών που γέννησε η σύζυγος του Ωσηέ, Λο-ρουχαμά (Μη Ελεημένη) και Λο-αμμί (Όχι Λαός Μου), έδειχναν ότι ο Ιεχωβά είχε απορρίψει τον Ισραήλ. (Ωσ 1:6-10) Στην περίπτωση του Γιου του Θεού, το όνομα Ιησούς (Ο Ιεχωβά Είναι Σωτηρία) ήταν προφητικό του ρόλου που θα έπαιζε εκείνος ως διορισμένος από τον Ιεχωβά Σωτήρας, ή αλλιώς ως μέσο σωτηρίας.—Ματ 1:21· Λου 2:30.
Το όνομα που δινόταν σε ένα παιδί απηχούσε συχνά τις περιστάσεις της γέννησής του ή τα αισθήματα του πατέρα ή της μητέρας. (Γε 29:32–30:13, 17-20, 22-24· 35:18· 41:51, 52· Εξ 2:22· 1Σα 1:20· 4:20-22) Η Εύα ονόμασε τον πρωτότοκό της Κάιν (που σημαίνει «Κάτι που Ήρθε σε Ύπαρξη»), διότι, όπως είπε: «Έφερα σε ύπαρξη έναν άνθρωπο με τη βοήθεια του Ιεχωβά». (Γε 4:1) Η ίδια, θεωρώντας το γιο που γέννησε μετά τη δολοφονία του Άβελ αντικαταστάτη εκείνου, τον ονόμασε Σηθ (Ορισμένος· Τοποθετημένος). (Γε 4:25) Ο Ισαάκ έδωσε στο νεότερο δίδυμο γιο του το όνομα Ιακώβ (Αυτός που Πιάνει τη Φτέρνα· Αυτός που Υποσκελίζει) διότι κατά τη γέννηση αυτό το αγόρι κρατιόταν από τη φτέρνα του Ησαύ, του αδελφού του.—Γε 25:26· παράβαλε την περίπτωση του Φαρές στα εδ. Γε 38:28, 29.
Ορισμένες φορές η όψη ενός βρέφους κατά τη γέννησή του αποτελούσε την αφορμή για το όνομά του. Ο πρωτότοκος γιος του Ισαάκ ονομάστηκε Ησαύ (που σημαίνει «Δασύτριχος») επειδή ήταν ασυνήθιστα δασύτριχος κατά τη γέννησή του.—Γε 25:25.
Τα ονόματα που δίνονταν στα παιδιά συνδυάζονταν πολλές φορές με τη λέξη Ελ (που σημαίνει «Θεός») ή με μια σύντμηση του θεϊκού ονόματος Ιεχωβά. Τέτοια ονόματα μπορεί να εξέφραζαν την ελπίδα των γονέων, να αντανακλούσαν την ευγνωμοσύνη τους για το ότι ευλογήθηκαν με απογόνους ή να έδειχναν εκτίμηση για τον Θεό. Σχετικά παραδείγματα είναι τα ονόματα Ιεδεΐας (πιθανώς, Είθε να Ευφρανθεί ο Ιεχωβά), Ελνάθαν (Ο Θεός Έχει Δώσει), Ιεβερεχίας (Ο Ιεχωβά Ευλογεί), Ιωνάθαν (Ο Ιεχωβά Έχει Δώσει), Ιεχωζαβάδ (πιθανότατα, Ο Ιεχωβά Έχει Προικίσει), Ελδάδ (πιθανώς, Ο Θεός Έχει Αγαπήσει), Αβδιήλ (Υπηρέτης του Θεού), Δανιήλ (Κριτής μου Είναι ο Θεός), Ιωσεδέκ (πιθανότατα, Ο Ιεχωβά Κηρύττει Δίκαιο) και Φελατίας (Ο Ιεχωβά Έχει Προμηθεύσει Διαφυγή).
Οι λέξεις «αβ» (που σημαίνει «πατέρας»), «αχ» (αδελφός), «αμ» (λαός), «μπαθ» (κόρη· ελληνική απόδοση «βηθ») και «μπεν» (γιος· ελληνική απόδοση «βεν») ήταν συνθετικά ονομάτων όπως τα ονόματα Αβιδά (Ο Πατέρας (με) Έχει Γνωρίσει), Αβιά (Πατέρας μου Είναι ο Ιεχωβά), Αχιέζερ (Ο Αδελφός μου Είναι Βοηθός), Αμμιούδ (Ο Λαός μου Είναι Αξιοπρέπεια), Αμμιναδάβ (Ο Λαός μου Είναι Πρόθυμος (Ευγενής· Γενναιόδωρος)), Βηθ-σαβεέ (Κόρη της Αφθονίας· πιθανώς, Κόρη [Γεννημένη] την Έβδομη [Ημέρα]) και Βεν-χανάν (Γιος Εκείνου που Δείχνει Εύνοια (Χάρη)· Γιος του Φιλεύσπλαχνου). Οι λέξεις «μέλεχ» (βασιλιάς), «αδών» (κύριος) και «βάαλ» (ιδιοκτήτης· κύριος) συνδυάζονταν επίσης με άλλες λέξεις για να σχηματίσουν σύνθετα ονόματα όπως Αβιμέλεχ (Ο Πατέρας μου Είναι Βασιλιάς), Αδωνίας (Ο Ιεχωβά Είναι Κύριος) και Βάαλ-θάμαρ (Ιδιοκτήτης (Κύριος) του Φοινικόδεντρου).
Οι ονομασίες ζώων και φυτών αποτελούσαν άλλη μια πηγή ονομάτων για τους ανθρώπους. Μερικά από αυτά τα ονόματα είναι Δεββώρα (που σημαίνει «Μέλισσα»), Δορκάς ή Ταβιθά (Γαζέλα), Ιωνάς (Περιστέρι), Ραχήλ (Προβατίνα), Σαφάν (Ύρακας των Βράχων) και Θάμαρ (Φοινικόδεντρο).
Όπως υποδηλώνεται από την επανάληψη ορισμένων ονομάτων στους γενεαλογικούς καταλόγους, έγινε προφανώς συνήθεια να δίνουν στα παιδιά το όνομα κάποιου συγγενή. (Βλέπε 1Χρ 6:9-14, 34-36.) Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο συγγενείς και γνωστοί αντιτέθηκαν στην επιθυμία της Ελισάβετ να ονομάσει το νεογέννητο γιο της Ιωάννη.—Λου 1:57-61· βλέπε ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ (Επανάληψη ονομάτων).
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. δεν ήταν ασυνήθιστο για τους Ιουδαίους, ειδικά για όσους ζούσαν εκτός Ισραήλ ή σε πόλεις με μεικτό πληθυσμό Ιουδαίων και Εθνικών, να έχουν εβραϊκό ή αραμαϊκό όνομα παράλληλα με ένα λατινικό ή ελληνικό. Ίσως γι’ αυτό η Δορκάς αποκαλούνταν επίσης Ταβιθά και ο απόστολος Παύλος ονομαζόταν επίσης Σαύλος.
Σε κάποιες περιπτώσεις τα ονόματα θεωρήθηκαν αντανάκλαση της προσωπικότητας του ατόμου ή των χαρακτηριστικών του τάσεων. Ο Ησαύ είπε για τον αδελφό του: «Δεν είναι αυτός ο λόγος που το όνομά του καλείται Ιακώβ [Αυτός που Πιάνει τη Φτέρνα· Αυτός που Υποσκελίζει], εφόσον επρόκειτο να με υποσκελίσει αυτές τις δύο φορές; Τα πρωτοτόκιά μου τα πήρε ήδη, και ορίστε! αυτή τη φορά πήρε την ευλογία μου!» (Γε 27:36) Η Αβιγαία έκανε το εξής σχόλιο αναφορικά με το σύζυγό της: «Όπως είναι το όνομά του έτσι είναι και αυτός. Νάβαλ [Ασύνετος] είναι το όνομά του και έλλειψη σύνεσης τον διακρίνει». (1Σα 25:25) Μη θεωρώντας πλέον το όνομά της κατάλληλο λόγω των συμφορών που την είχαν βρει, η Ναομί είπε: «Μη με φωνάζετε Ναομί [Η Τερπνότητά Μου]. Να με φωνάζετε Μαρά [Πικραμένη], γιατί ο Παντοδύναμος με πίκρανε πολύ».—Ρθ 1:20.
Μετονομασίες ή νέα ονόματα. Μερικές φορές και για συγκεκριμένο σκοπό, το όνομα κάποιου άλλαζε ή του δινόταν ένα επιπρόσθετο όνομα. Η Ραχήλ, ενώ πέθαινε, ονόμασε το νεογέννητο γιο της Βεν-ονί (που σημαίνει «Γιος του Πένθους Μου»), αλλά ο θλιμμένος σύζυγός της, ο Ιακώβ, επέλεξε να τον ονομάσει Βενιαμίν (Γιος του Δεξιού Χεριού). (Γε 35:16-18) Ο Ιεχωβά μετονόμασε τον Άβραμ σε Αβραάμ (Πατέρας Πλήθους) και τη Σαραΐ (πιθανώς, Φιλόνικη) σε Σάρρα (Αρχόντισσα), δίνοντάς τους νέα ονόματα που ήταν και τα δύο προφητικά. (Γε 17:5, 6, 15, 16) Λόγω της εμμονής που εκδήλωσε ο Ιακώβ παλεύοντας με έναν άγγελο, του ειπώθηκε: «Το όνομά σου δεν θα καλείται πια Ιακώβ αλλά Ισραήλ [Εκείνος που Αναμετριέται (Εμμένει στην Αναμέτρησή Του) με τον Θεό· ή, Ο Θεός Αναμετριέται], γιατί αναμετρήθηκες με τον Θεό και τους ανθρώπους και στο τέλος υπερίσχυσες». (Γε 32:28) Αυτή η μετονομασία αποτελούσε εχέγγυο της ευλογίας του Θεού και επιβεβαιώθηκε αργότερα. (Γε 35:10) Προφανώς, λοιπόν, όταν οι Γραφές μιλούν προφητικά για «νέο όνομα», αναφέρονται σε όνομα που θα αντιπροσωπεύει κατάλληλα τον κάτοχό του.—Ησ 62:2· 65:15· Απ 3:12.
Ενίοτε δίνονταν νέα ονόματα σε άτομα που ανέρχονταν σε υψηλές κυβερνητικές θέσεις ή σε εκείνους στους οποίους παραχωρούνταν ειδικά προνόμια. Εφόσον τέτοια ονόματα δίνονταν από ανωτέρους, η μετονομασία μπορεί επίσης να δήλωνε ότι ο κάτοχος του νέου ονόματος υπόκειτο σε εκείνον που του το έδινε. Αφού ο Ιωσήφ έγινε ο διαχειριστής τροφίμων της Αιγύπτου, αποκαλούνταν Ζαφνάθ-πανεάχ. (Γε 41:44, 45) Όταν ο Φαραώ Νεχαώ κατέστησε τον Ελιακείμ υποτελή βασιλιά του Ιούδα, τον μετονόμασε σε Ιωακείμ. (2Βα 23:34) Παρόμοια, ο Ναβουχοδονόσορ, κάνοντας τον Ματτανία υποτελή του, τον μετονόμασε σε Σεδεκία. (2Βα 24:17) Ο Δανιήλ και οι τρεις Εβραίοι σύντροφοί του, ο Ανανίας, ο Μισαήλ και ο Αζαρίας, έλαβαν βαβυλωνιακά ονόματα αφότου επιλέχθηκαν για ειδική εκπαίδευση στη Βαβυλώνα.—Δα 1:3-7.
Κάποιο μεταγενέστερο γεγονός στη ζωή ενός ατόμου αποτελούσε μερικές φορές την αφορμή για να του δοθεί νέο όνομα. Ο Ησαύ, για παράδειγμα, πήρε το όνομα Εδώμ (που σημαίνει «Κόκκινος») από τις κόκκινες βρασμένες φακές για τις οποίες πούλησε τα πρωτοτόκιά του.—Γε 25:30-34.
Ονόματα Αγγέλων. Η Γραφή αναφέρει τα προσωπικά ονόματα μόνο δύο αγγέλων, του Γαβριήλ (που σημαίνει «Ο Ακμαίος του Θεού») και του Μιχαήλ (Ποιος Είναι Όμοιος με τον Θεό;). Οι άγγελοι δεν αποκάλυψαν κάποιες φορές το όνομά τους στα άτομα στα οποία εμφανίστηκαν, ίσως για να μην τους αποδοθεί ακατάλληλη τιμή ή ευλάβεια.—Γε 32:29· Κρ 13:17, 18.
Τι περιλαμβάνεται στο να γνωρίζουμε το όνομα του Θεού;
Η υλική δημιουργία πιστοποιεί την ύπαρξη του Θεού, αλλά δεν αποκαλύπτει το όνομά του. (Ψλ 19:1· Ρω 1:20) Το να γνωρίζει ένα άτομο το όνομα του Θεού σημαίνει περισσότερα από το να το γνωρίζει απλώς ως λέξη. (2Χρ 6:33) Στην πραγματικότητα σημαίνει να γνωρίζει το Πρόσωπο—τους σκοπούς, τις ενέργειες και τις ιδιότητές του όπως αποκαλύπτονται στο Λόγο του. (Παράβαλε 1Βα 8:41-43· 9:3, 7· Νε 9:10.) Αυτό καταδεικνύεται από την περίπτωση του Μωυσή, ανθρώπου τον οποίο ο Ιεχωβά “γνώριζε ονομαστικά”, δηλαδή στενά. (Εξ 33:12) Ο Μωυσής είχε το προνόμιο να δει μια φανέρωση της δόξας του Ιεχωβά και να ακούσει να “διακηρύττεται το όνομα του Ιεχωβά”. (Εξ 34:5) Εκείνη η διακήρυξη δεν ήταν απλώς μια επανάληψη του ονόματος Ιεχωβά, αλλά μια δήλωση αναφορικά με τις ιδιότητες και τις ενέργειες του Θεού. «Ιεχωβά, Ιεχωβά, Θεός ελεήμων και φιλεύσπλαχνος, που είναι μακρόθυμος και αφθονεί σε στοργική καλοσύνη και αλήθεια, που διατηρεί στοργική καλοσύνη για χιλιάδες, που συγχωρεί σφάλμα και παράβαση και αμαρτία, αλλά δεν πρόκειται να δώσει απαλλαγή από την τιμωρία, ο οποίος επιφέρει τιμωρία για το σφάλμα των πατέρων στους γιους και στους εγγονούς, στην τρίτη γενιά και στην τέταρτη γενιά». (Εξ 34:6, 7) Παρόμοια, ο ύμνος του Μωυσή, που περιέχει τα λόγια «διότι θα διακηρύξω το όνομα του Ιεχωβά», εξιστορεί την πολιτεία του Θεού με τον Ισραήλ και περιγράφει την προσωπικότητά του.—Δευ 32:3-44.
Όταν ο Ιησούς Χριστός βρισκόταν στη γη, “φανέρωσε το όνομα του Πατέρα του” στους μαθητές του. (Ιωα 17:6, 26) Μολονότι οι μαθητές γνώριζαν ήδη αυτό το όνομα και ήταν εξοικειωμένοι με τις ενέργειες του Θεού όπως έχουν καταγραφεί στις Εβραϊκές Γραφές, γνώρισαν τον Ιεχωβά με πολύ καλύτερο και πιο μεγαλειώδη τρόπο μέσω Εκείνου ο οποίος βρίσκεται «στον κόλπο του Πατέρα». (Ιωα 1:18) Ο Χριστός Ιησούς εκπροσωπούσε τέλεια τον Πατέρα, κάνοντας τα έργα του Πατέρα του και μιλώντας, όχι από προσωπική του επινόηση, αλλά λέγοντας τα λόγια του Πατέρα του. (Ιωα 10:37, 38· 12:50· 14:10, 11, 24) Να γιατί μπορούσε να πει: «Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει και τον Πατέρα».—Ιωα 14:9.
Αυτό δείχνει καθαρά ότι οι μόνοι που γνωρίζουν αληθινά το όνομα του Θεού είναι οι υπάκουοι υπηρέτες του. (Παράβαλε 1Ιω 4:8· 5:2, 3.) Άρα, η διαβεβαίωση του Ιεχωβά στο εδάφιο Ψαλμός 91:14 εφαρμόζεται σε αυτά τα άτομα: «Θα τον προστατέψω επειδή γνώρισε το όνομά μου». Το όνομα αυτό καθαυτό δεν είναι μαγικό φυλαχτό, αλλά Εκείνος τον οποίο προσδιορίζει μπορεί να προστατέψει το λαό του, που του είναι αφοσιωμένος. Συνεπώς, το όνομα του Θεού εκπροσωπεί τον ίδιο. Γι’ αυτό η παροιμία λέει: «Το όνομα του Ιεχωβά είναι ισχυρός πύργος. Μέσα σε αυτόν σπεύδει ο δίκαιος και λαβαίνει προστασία». (Παρ 18:10) Αυτό κάνουν όσοι ρίχνουν στον Ιεχωβά το βάρος που σηκώνουν. (Ψλ 55:22) Παρόμοια, όταν κάποιος αγαπάει (Ψλ 5:11), εξυμνεί (Ψλ 7:17), επικαλείται αυτό το όνομα (Γε 12:8), του αποδίδει ευχαριστίες (1Χρ 16:35), ορκίζεται σε αυτό (Δευ 6:13), το θυμάται (Ψλ 119:55), το φοβάται (Ψλ 61:5), το αναζητάει (Ψλ 83:16), εμπιστεύεται σε αυτό (Ψλ 33:21), το εξυψώνει (Ψλ 34:3) και ελπίζει σε αυτό (Ψλ 52:9), κάνει αυτά τα πράγματα για τον ίδιο τον Ιεχωβά. Όταν κάποιος εξυβρίζει το όνομα του Θεού βλασφημεί τον Θεό.—Λευ 24:11, 15, 16.
Ο Ιεχωβά είναι ζηλότυπος για το όνομά του, μη ανεχόμενος ανταγωνισμό ή απιστία σε ζητήματα λατρείας. (Εξ 34:14· Ιεζ 5:13) Οι Ισραηλίτες είχαν την εντολή να μην αναφέρουν καν τα ονόματα άλλων θεών. (Εξ 23:13) Δεδομένου ότι στις Γραφές εμφανίζονται τα ονόματα κάποιων ψεύτικων θεών, προφανώς αυτό που εννοείται εδώ είναι ότι δεν έπρεπε να αναφέρουν τα ονόματα ψεύτικων θεών λατρευτικά.
Το ότι ο Ισραήλ, ως λαός που έφερε το όνομα του Θεού, απέτυχε να ζήσει σύμφωνα με τις δίκαιες εντολές του αποτέλεσε βεβήλωση ή μόλυνση του ονόματος του Θεού. (Ιεζ 43:8· Αμ 2:7) Εφόσον η απιστία των Ισραηλιτών επέφερε την τιμωρία τους από τον Θεό, αυτό έδωσε επίσης την ευκαιρία σε άλλα έθνη να μιλούν χωρίς σεβασμό για το όνομά του. (Παράβαλε Ψλ 74:10, 18· Ησ 52:5.) Καθώς αυτά τα έθνη δεν αναγνώρισαν ότι η τιμωρία προερχόταν από τον Ιεχωβά, θεώρησαν εσφαλμένα ότι οι συμφορές βρήκαν τον Ισραήλ επειδή ο Ιεχωβά ήταν ανίκανος να προστατέψει το λαό του. Προκειμένου να απαλλάξει το όνομά του από αυτό το όνειδος, ο Ιεχωβά ενήργησε για χάρη του ονόματός του και αποκατέστησε ένα υπόλοιπο των Ισραηλιτών στη γη τους.—Ιεζ 36:22-24.
Φανερώνοντας τον εαυτό του με ξεχωριστούς τρόπους, ο Ιεχωβά έκανε να θυμούνται το όνομά του. Στα μέρη στα οποία συνέβη αυτό, ανεγέρθηκαν θυσιαστήρια.—Εξ 20:24· παράβαλε 2Σα 24:16-18· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ.
Το Όνομα του Γιου του Θεού. Λόγω του ότι ο Ιησούς Χριστός παρέμεινε πιστός μέχρι θανάτου, ανταμείφθηκε από τον Πατέρα του, λαβαίνοντας ανώτερη θέση και «το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα». (Φλπ 2:5-11) Όλοι όσοι επιθυμούν ζωή πρέπει να αναγνωρίσουν τι εκπροσωπεί αυτό το όνομα (Πρ 4:12), όπως τη θέση που κατέχει ο Ιησούς ως Κριτής (Ιωα 5:22), Βασιλιάς (Απ 19:16), Αρχιερέας (Εβρ 6:20), Λυτρωτής (Ματ 20:28) και Πρώτιστος Παράγοντας σωτηρίας.—Εβρ 2:10· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ.
Επίσης, ο Χριστός Ιησούς ως «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων» πρόκειται να ηγηθεί των ουράνιων στρατιών για να πολεμήσει με δικαιοσύνη. Ως εκτελεστής της εκδίκησης του Θεού, θα επιδείξει δυνάμεις και ιδιότητες τελείως άγνωστες σε όσους πολεμούν εναντίον του. Εύλογα, λοιπόν, «έχει όνομα γραμμένο το οποίο κανείς δεν γνωρίζει παρά μόνο ο ίδιος».—Απ 19:11-16.
Διάφορες Χρήσεις της Λέξης «Όνομα». Κάποιο συγκεκριμένο όνομα μπορεί να “κληθεί πάνω” σε άτομο, πόλη ή κτίριο. Όταν ο Ιακώβ υιοθέτησε τους γιους του Ιωσήφ, δήλωσε: «Ας κληθεί το όνομά μου πάνω τους και το όνομα των πατέρων μου, του Αβραάμ και του Ισαάκ». (Γε 48:16· βλέπε επίσης Ησ 4:1· 44:5.) Το ότι το όνομα του Ιεχωβά καλούνταν πάνω στους Ισραηλίτες υποδήλωνε ότι αυτοί ήταν λαός του. (Δευ 28:10· 2Χρ 7:14· Ησ 43:7· 63:19· Δα 9:19) Ο Ιεχωβά έθεσε επίσης το όνομά του στην Ιερουσαλήμ και στο ναό, ορίζοντας έτσι ότι αυτά θα ήταν το ενδεδειγμένο κέντρο της λατρείας του. (2Βα 21:4, 7) Ο Ιωάβ επέλεξε να μην ολοκληρώσει την κατάληψη της Ραββά για να μην κληθεί το όνομά του πάνω της, δηλαδή για να μην αποδοθεί σε αυτόν η κατάληψή της.—2Σα 12:28.
Όταν κάποιος πέθαινε χωρίς να αφήσει άρρενες απογόνους, το όνομά του, τρόπον τινά, “αφαιρούνταν”. (Αρ 27:4· 2Σα 18:18) Γι’ αυτό, ο θεσμός του ανδραδελφικού γάμου τον οποίο προέβλεπε ο Μωσαϊκός Νόμος αποτελούσε μέσο για να διατηρηθεί το όνομα του νεκρού. (Δευ 25:5, 6) Από την άλλη πλευρά, η καταστροφή ενός έθνους, ενός λαού ή μιας οικογένειας σήμαινε την εξάλειψη του ονόματός τους.—Δευ 7:24· 9:14· Ιη 7:9· 1Σα 24:21· Ψλ 9:5.
Το να μιλάει ή να ενεργεί κανείς «στο όνομα» ενός άλλου δήλωνε ότι ήταν εκπρόσωπός του. (Εξ 5:23· Δευ 10:8· 18:5, 7, 19-22· 1Σα 17:45· Εσθ 3:12· 8:8, 10) Παρόμοια, δεχόμενος κάποιον στο όνομα ενός άλλου θα έδειχνε ότι αναγνώριζε εκείνο το άτομο. Επομένως, το να “δεχτεί κάποιος προφήτη στο όνομα προφήτη” θα σήμαινε ότι τον δεχόταν επειδή ήταν προφήτης. (Ματ 10:41, KJ, ΒΑΜ, ΜΝΚ) Και το να βαφτίζει «στο όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος» θα σήμαινε ότι βάφτιζε αναγνωρίζοντας τον Πατέρα, τον Γιο και το άγιο πνεύμα.—Ματ 28:19.
Υπόληψη ή Φήμη. Η λέξη «όνομα» χρησιμοποιείται πολλές φορές στη Γραφή για να δηλώσει την υπόληψη ή τη φήμη. (1Χρ 14:17, υποσ.) Το να βγάλει κανείς κακό όνομα σε κάποιον σήμαινε ότι διατύπωνε ψεύτικη κατηγορία εναντίον του, αμαυρώνοντας την υπόληψή του. (Δευ 22:19) Το να “απορριφθεί ως πονηρό” το όνομα κάποιου σήμαινε ότι αυτός έχανε την υπόληψή του. (Λου 6:22) Οι άνθρωποι άρχισαν μετά τον Κατακλυσμό να χτίζουν έναν πύργο και μια πόλη προκειμένου να κάνουν «ξακουστό όνομα» για τον εαυτό τους, περιφρονώντας τον Ιεχωβά. (Γε 11:3, 4) Από την άλλη πλευρά, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε να μεγαλύνει το όνομα του Άβραμ αν εκείνος έφευγε από τη χώρα του και τους συγγενείς του και πήγαινε σε άλλον τόπο. (Γε 12:1, 2) Απόδειξη της εκπλήρωσης εκείνης της υπόσχεσης αποτελεί το γεγονός ότι μέχρι σήμερα λίγα ονόματα των αρχαίων καιρών έχουν μεγαλυνθεί τόσο πολύ όσο του Αβραάμ, ιδιαίτερα ως παραδείγματα εξαιρετικής πίστης. Εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι είναι κληρονόμοι της Αβραμιαίας ευλογίας λόγω σαρκικής καταγωγής. Παρόμοια, ο Ιεχωβά μεγάλυνε το όνομα του Δαβίδ ευλογώντας τον και χαρίζοντάς του νίκες επί των εχθρών του Ισραήλ.—1Σα 18:30· 2Σα 7:9.
Όταν κάποιος γεννιέται, δεν έχει δημιουργήσει καμιά υπόληψη, και το όνομά του είναι απλώς μια ετικέτα. Να γιατί το εδάφιο Εκκλησιαστής 7:1 λέει: «Το όνομα είναι καλύτερο από το καλό λάδι και η ημέρα του θανάτου από την ημέρα της γέννησης». Το «όνομα» ενός ανθρώπου αποκτάει πραγματική σημασία, όχι κατά τη γέννησή του, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, με την έννοια ότι καταλήγει να τον προσδιορίζει είτε ως δίκαιο είτε ως πονηρό. (Παρ 22:1) Χάρη στην πιστότητα που εκδήλωσε ο Ιησούς μέχρι θανάτου, το όνομά του έγινε το μοναδικό όνομα που «έχει δοθεί μεταξύ των ανθρώπων, μέσω του οποίου πρέπει να σωθούμε», και αυτός «έχει κληρονομήσει ένα όνομα εξοχότερο» από των αγγέλων. (Πρ 4:12· Εβρ 1:3, 4) Αντίθετα, ο Σολομών, για τον οποίο εκφράστηκε η ελπίδα ότι το όνομά του θα γινόταν “λαμπρότερο” από του Δαβίδ, πέθανε με όνομα ατόμου που είχε παρεκκλίνει από την αληθινή λατρεία. (1Βα 1:47· 11:6, 9-11) «Το όνομα των πονηρών θα σαπίσει», δηλαδή θα γίνει αποκρουστική δυσωδία. (Παρ 10:7) Γι’ αυτόν το λόγο, το καλό όνομα «είναι προτιμότερο από τα άφθονα πλούτη».—Παρ 22:1.
Ονόματα Γραμμένα στο «Βιβλίο της Ζωής». Φαίνεται ότι ο Ιεχωβά Θεός γράφει, με μεταφορική έννοια, ονόματα στο βιβλίο της ζωής «από τη θεμελίωση του κόσμου». (Απ 17:8) Εφόσον ο Χριστός Ιησούς ανέφερε ότι ο Άβελ έζησε κατά «τη θεμελίωση του κόσμου», έπεται ότι με την έκφραση αυτή εννοείται ο κόσμος της λυτρώσιμης ανθρωπότητας, ο οποίος ήρθε σε ύπαρξη αφού ο Αδάμ και η Εύα απέκτησαν παιδιά. (Λου 11:48-51) Το όνομα του Άβελ είναι προφανώς το πρώτο που έχει καταγραφεί σε αυτόν το συμβολικό ρόλο.
Τα ονόματα, ωστόσο, που εμφανίζονται στο ρόλο της ζωής δεν είναι ονόματα ατόμων τα οποία έχουν προκαθοριστεί να αποκτήσουν την επιδοκιμασία του Θεού και ζωή. Αυτό καταδεικνύεται από το ότι οι Γραφές μιλούν για “εξάλειψη” ονομάτων από «το βιβλίο της ζωής». Άρα λοιπόν, φαίνεται πως το όνομα κάποιου γράφεται στο «βιβλίο της ζωής» μόνο όταν αυτός γίνεται υπηρέτης του Ιεχωβά, και διατηρείται σε αυτό το βιβλίο μόνο αν παραμείνει πιστός.—Απ 3:5· 17:8· παράβαλε Εξ 32:32, 33· Λου 10:20· Φλπ 4:3· βλέπε επίσης ΖΩΗ.
Ονόματα Καταχωρισμένα στο Ρόλο του Αρνιού. Παρόμοια, τα ονόματα όσων λατρεύουν το συμβολικό θηρίο δεν έχουν καταχωριστεί στο ρόλο του Αρνιού. (Απ 13:8) Αυτό το θηρίο έχει λάβει την εξουσία, τη δύναμη και το θρόνο του από το δράκοντα, τον Σατανά τον Διάβολο. Άρα, όσοι λατρεύουν το θηρίο είναι μέρος του “σπέρματος του φιδιού”. (Απ 13:2· παράβαλε Ιωα 8:44· Απ 12:9.) Ακόμη και προτού ο Αδάμ και η Εύα αποκτήσουν παιδιά, ο Ιεχωβά Θεός έδειξε ότι θα υπήρχε έχθρα ανάμεσα στο “σπέρμα της γυναίκας” και στο “σπέρμα του φιδιού”. (Γε 3:15) Συνεπώς, από τη θεμελίωση του κόσμου είχε ήδη καθοριστεί ότι στο ρόλο του Αρνιού δεν θα γραφόταν το όνομα κανενός λάτρη του θηρίου. Μόνο άτομα ιερά από την άποψη του Θεού θα είχαν αυτό το προνόμιο.—Απ 21:27.
Δεδομένου ότι αυτός ο ρόλος ανήκει στο Αρνί, τα αναγραφόμενα ονόματα πρέπει λογικά να είναι τα ονόματα των ατόμων που του έχουν δοθεί από τον Θεό. (Απ 13:8· Ιωα 17:9, 24) Επομένως, είναι αξιοσημείωτο ότι το βιβλίο της Αποκάλυψης, την επόμενη φορά που μνημονεύει το Αρνί, το παρουσιάζει να στέκεται στο Όρος Σιών μαζί με 144.000 άτομα αγορασμένα ανάμεσα από την ανθρωπότητα.—Απ 14:1-5.
-
-
ΌνυχαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΝΥΧΑΣ
1. Ημιπολύτιμο πετράδι, μια σκληρή ποικιλία του αχάτη. Ο όρος εφαρμόζεται και σε μια ταινιωτή μορφή χαλκηδόνιου. Ο όνυχας έχει λευκές στοιβάδες που εναλλάσσονται με μαύρες, καφέ, κόκκινες, γκρίζες ή πράσινες. Το αχνό χρώμα που προκύπτει από το συνδυασμό των κόκκινων και των λευκών στοιβάδων, καθώς οι κόκκινες στοιβάδες διακρίνονται μέσα από τις ημιδιαφανείς λευκές στοιβάδες αυτής της πέτρας, φαίνεται ότι θύμιζε στους αρχαίους Έλληνες το νύχι, εξού και η ονομασία ὄνυξ. Από την αρχαιότητα, ο όνυχας ήταν περιζήτητος για στολίδια, δαχτυλίδια και χάντρες. Οι ποικιλόχρωμες στοιβάδες τον έκαναν ιδιαίτερα δημοφιλή για την κατασκευή καμεών (κοσμημάτων με ανάγλυφα σκαλίσματα).
Η «γη Αβιλά» ήταν σπουδαία πηγή όνυχα στους πρώιμους Βιβλικούς χρόνους. (Γε 2:11, 12) Πέτρες όνυχα συγκαταλέγονταν στα πολύτιμα πράγματα που δόθηκαν ως συνεισφορά για την κατασκευή αντικειμένων σχετικών με τη σκηνή της μαρτυρίας του Ισραήλ. (Εξ 25:1-3, 7) «Τα ονόματα των γιων του Ισραήλ . . . κατά τη σειρά της γέννησής τους» ήταν σκαλισμένα πάνω σε δύο πέτρες όνυχα (έξι ονόματα σε κάθε πέτρα) οι οποίες ήταν τοποθετημένες πάνω στα κομμάτια του εφόδ του αρχιερέα που ξεκινούσαν από τους ώμους, «ως πέτρες ενθύμησης για τους γιους του Ισραήλ». Μια άλλη πέτρα όνυχα είχε σκαλισμένο πάνω της το όνομα μιας από τις 12 φυλές του Ισραήλ και ήταν τοποθετημένη στο κέντρο της τέταρτης σειράς λίθων στο «περιστήθιο της κρίσης» του αρχιερέα.—Εξ 28:9-12, 15-21· 35:5, 9, 27· 39:6-14.
Μεταγενέστερα, ο ίδιος ο Δαβίδ ετοίμασε πολλά πολύτιμα πράγματα, μεταξύ των οποίων και πέτρες όνυχα, για την οικοδόμηση του μελλοντικού ναού στην Ιερουσαλήμ. (1Χρ 29:2) Ο όνυχας ήταν επίσης μια από τις πολύτιμες πέτρες που χρησίμευαν ως μεταφορικό «περικάλυμμα» για «το βασιλιά της Τύρου» στη θρηνωδία που κατέγραψε ο Ιεζεκιήλ. (Ιεζ 28:12, 13) Αναγνωρίζοντας την αξία της σοφίας, ο Ιώβ δήλωσε ότι με «σπάνιο όνυχα» και με άλλα πολύτιμα πράγματα δεν μπορεί κάποιος να αγοράσει την ανεκτίμητη, θεϊκή σοφία.—Ιωβ 28:12, 16.
2. Συστατικό του θυμιάματος που προοριζόταν αποκλειστικά για χρήση στο αγιαστήριο. (Εξ 30:34-37) Μερικοί πιστεύουν ότι ο όνυχας πιθανόν να προερχόταν από το επίπωμα ορισμένων οστρακοειδών. Ωστόσο, εφόσον αυτό το συστατικό χρησιμοποιούνταν για ιερό σκοπό, άλλοι θεωρούν ότι ήταν φυτικό προϊόν και όχι κάτι που προερχόταν από ένα ακάθαρτο ζώο.
-
-
ΟολάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΟΛΑ
(Οολά) [Η Δική της Σκηνή [Λατρείας]].
Το 23ο κεφάλαιο του Ιεζεκιήλ παρουσιάζει τη Σαμάρεια (που αντιπροσωπεύει το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ) ως την πόρνη Οολά, τη μεγαλύτερη αδελφή της Οολιβά, που αντιπροσωπεύει την Ιερουσαλήμ (το βασίλειο του Ιούδα). Το όνομα Οολά, η σημασία του οποίου είναι «Η Δική της Σκηνή [Λατρείας]», μπορεί να παραπέμπει στο γεγονός ότι το δεκάφυλο βασίλειο καθιέρωσε τα δικά του κέντρα λατρείας. Η πνευματική πορνεία της άρχισε στην Αίγυπτο και συνεχίστηκε στην Υποσχεμένη Γη. Σε μεταγενέστερες εποχές αυτή η πορνεία περιλάμβανε την επιδίωξη της εύνοιας των Ασσυρίων και την υιοθέτηση εξαχρειωτικών ειδωλολατρικών συνηθειών, μεταξύ των οποίων ήταν και οι θυσίες παιδιών. Λόγω της απιστίας της απέναντί του, ο Ιεχωβά παρέδωσε την Οολά (το βόρειο βασίλειο) στα χέρια των Ασσυρίων, των εραστών της.
-
-
ΟολιάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΟΛΙΑΒ
(Οολιάβ) [Η Σκηνή του Πατέρα· πιθανώς, Ο Πατέρας Είναι η Σκηνή Μου [δηλαδή προστασία]].
Ο κυριότερος βοηθός του Βεσελεήλ στην κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας. Ήταν από τη φυλή του Δαν, γιος του Αχισαμάχ. Ο Οολιάβ ήταν «τεχνίτης και κεντητής και υφαντής που εργαζόταν με την μπλε κλωστή και το μαλλί το βαμμένο πορφυροκόκκινο και με κόκκινη κλωστή και εκλεκτό λινάρι».—Εξ 31:6· 35:34· 36:1, 2· 38:23.
-
-
ΟολιβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΟΛΙΒΑ
(Οολιβά) [Η Δική μου Σκηνή [Λατρείας] Είναι σε Αυτήν].
Στο 23ο κεφάλαιο του Ιεζεκιήλ, η απιστία της Ιερουσαλήμ προς τον Ιεχωβά παρουσιάζεται με μια αλληγορία, την ιστορία της πόρνης Οολιβά. Η σημασία του ονόματος Οολιβά φαίνεται να παραπέμπει στο γεγονός ότι η σκηνή, δηλαδή το αγιαστήριο, του Ιεχωβά ήταν στην περιοχή της. (Παράβαλε ΟΟΛΑ.) Ωστόσο, αντί να δείξει εκτίμηση για αυτό και να παραδειγματιστεί από την τιμωρία που υπέστη η αδελφή της η Οολά (Σαμάρεια) λόγω απιστίας, η Οολιβά, όχι μόνο συνέχισε το υπόμνημα της μοιχείας που είχε ξεκινήσει στην Αίγυπτο, αλλά συμπεριφέρθηκε ακόμη χειρότερα από την αδελφή της. Άσκησε ειδωλολατρία σε μεγάλη κλίμακα και συνδέθηκε πολιτικά με τους Ασσυρίους και τους Βαβυλωνίους. Γι’ αυτό, προειπώθηκε ότι οι πρώην εραστές της, οι Βαβυλώνιοι, θα έρχονταν εναντίον της και θα την καθιστούσαν «κάτι το τρομακτικό».
-
-
ΟολιβαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΟΛΙΒΑΜΑ
(Οολιβαμά) [Σκηνή του Υψηλού Τόπου].
1. Χαναναία σύζυγος του Ησαύ. Του γέννησε τρεις γιους—τον Ιεούς, τον Ιαλάμ και τον Κορέ—οι οποίοι έγιναν όλοι τους σεΐχηδες του Εδώμ. Η Οολιβαμά ήταν κόρη του Ανά και εγγονή του Ευαίου Σεβεγών.—Γε 36:2, 5-8, 14, 18, 25· βλέπε ΑΝΑ.
2. Ο προσδιορισμός ενός Εδωμίτη σεΐχη. Ορισμένοι λόγιοι πιστεύουν ότι αυτά τα παρατιθέμενα ονόματα είναι τοπωνύμια και θεωρούν πως η σωστή απόδοση θα ήταν «ο σεΐχης της Οολιβαμά», και ούτω καθεξής.—Γε 36:40, 41· 1Χρ 1:51, 52.
-
-
Όπλα, ΠανοπλίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ
Τα επιμέρους όπλα και ο γενικός οπλισμός μνημονεύονται συχνά στην Αγία Γραφή, αλλά δεν παρέχονται εκτενείς λεπτομέρειες για την κατασκευή και τη χρήση τους.
Ενώ ειδικά οι Εβραϊκές Γραφές αναφέρονται επανειλημμένα στη χρήση κατά γράμμα όπλων όπως το σπαθί, το δόρυ, η ασπίδα και άλλα, τονίζουν επίσης με συνέπεια πόσο αναγκαίο αλλά και επωφελές είναι το να εμπιστεύεται κανείς στον Ιεχωβά. (Γε 15:1· Ψλ 76:1-3· 115:9-11· 119:114· 144:2) Η εμπιστοσύνη σε Αυτόν ήταν φανερή στα λόγια του Δαβίδ προς τον Γολιάθ: «Εσύ έρχεσαι σε εμένα με σπαθί και με δόρυ και με ακόντιο· εγώ όμως έρχομαι σε εσένα με το όνομα του Ιεχωβά των στρατευμάτων, του Θεού των στρατευμάτων του Ισραήλ, που εσύ ενέπαιξες. Την ημέρα αυτή ο Ιεχωβά θα σε παραδώσει στο χέρι μου . . . Και όλη αυτή η σύναξη θα γνωρίσει ότι ούτε με σπαθί ούτε με δόρυ σώζει ο Ιεχωβά, επειδή του Ιεχωβά είναι η μάχη». (1Σα 17:45-47) Η εξάρτηση από το πνεύμα του Ιεχωβά και όχι από τη στρατιωτική δύναμη παρουσιάζεται ως απαραίτητη και αποτελεσματική. (Ζαχ 4:6) Επίσης, πιστοποιώντας την αγάπη του για τη συμβολική του σύζυγο, τη Σιών, ο Ιεχωβά έδωσε την εξής διαβεβαίωση: «Οποιοδήποτε όπλο κατασκευαστεί εναντίον σου δεν θα έχει επιτυχία . . . Αυτή είναι η κληρονομική ιδιοκτησία των υπηρετών του Ιεχωβά».—Ησ 54:17.
Η εβραϊκή λέξη κελί μπορεί να σημαίνει «όπλο», αλλά μπορεί επίσης να αναφέρεται σε ένα «αντικείμενο», «σκεύος» ή “σύνεργο”. (Κρ 9:54· Λευ 13:49· Ιεζ 4:9· Αρ 35:16· Εκ 9:18· Λευ 6:28) Στον πληθυντικό αριθμό μπορεί να αναφέρεται στον «οπλισμό», όπως επίσης σε «αποσκευές», «αγαθά» και «υπάρχοντα». (1Σα 31:9· 10:22· 17:22· Γε 31:37· 45:20) Μια άλλη εβραϊκή λέξη που σημαίνει «όπλα» (νέσεκ) προέρχεται από τη ρίζα νασάκ, που σημαίνει «είμαι οπλισμένος». (1Βα 10:25· 1Χρ 12:2· 2Χρ 17:17) Στις Ελληνικές Γραφές, η λέξη ὅπλον είναι συγγενική της λέξης πανοπλία, που σημαίνει «όλος ο οπλισμός· η πλήρης αμυντική περιβολή».—Ιωα 18:3· Λου 11:22· Εφ 6:11.
Επιθετικά Όπλα. Σπαθί και ξιφίδιο. Η εβραϊκή λέξη χέρεβ αποδίδεται συνήθως «σπαθί», αλλά μπορεί επίσης να αποδοθεί “ξιφίδιο”, «καλέμι» και “μαχαίρι”. (Γε 3:24· 1Βα 18:28· Εξ 20:25· Ιη 5:2) Στις Εβραϊκές Γραφές το σπαθί είναι το συχνότερα αναφερόμενο επιθετικό αλλά και αμυντικό όπλο. Είχε λαβή και μεταλλική λεπίδα, η οποία μπορούσε να είναι ορειχάλκινη, χάλκινη, σιδερένια ή ατσάλινη. Τα σπαθιά τα χρησιμοποιούσαν για να κόβουν (1Σα 17:51· 1Βα 3:24, 25) και να τρυπούν. (1Σα 31:4) Μερικά σπαθιά ήταν κοντά, ενώ άλλα μακριά, με μονή ή διπλή κόψη. Οι αρχαιολόγοι διακρίνουν τα ξιφίδια από τα σπαθιά με βάση το μήκος, και το σημείο διαφοροποίησης είναι περίπου τα 40 εκ.
Γενικά το σπαθί το κρεμούσαν από τη ζώνη στην αριστερή πλευρά του σώματος (1Σα 25:13) και το έβαζαν, όπως και το ξιφίδιο, μέσα σε δερμάτινη θήκη. Το εδάφιο 2 Σαμουήλ 20:8 αφήνει περιθώρια για την πιθανότητα να μετακίνησε εσκεμμένα ο Ιωάβ το σπαθί του, έτσι ώστε αυτό να πέσει από τη θήκη του, και κατόπιν να το κράτησε απλώς στο χέρι του αντί να το βάλει ξανά μέσα στη θήκη. Ο ανυποψίαστος Αμασά ίσως νόμισε ότι το σπαθί είχε πέσει τυχαία, και δεν έδωσε σημασία. Αυτό αποδείχτηκε μοιραίο.
Η λέξη μάχαιρα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι αυτή που χρησιμοποιείται συνήθως στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αναφερόμενη στο σπαθί (Ματ 26:47), υπάρχει όμως και η λέξη ῥομφαία, που υποδηλώνει ένα «μακρύ σπαθί». (Απ 6:8) Το ότι οι μαθητές είχαν μαζί τους δύο σπαθιά τη νύχτα της προδοσίας του Ιησού δεν ήταν κάτι πρωτοφανές για εκείνη την εποχή (Λου 22:38), και μαρτυρείται ειδικά για τους Γαλιλαίους ότι δεν ήταν ασυνήθιστο να οπλοφορούν. (Βλέπε Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, του Φ. Ιώσηπου, Γ΄, 42 [iii, 2].) Τα λόγια του Ιησού στο εδάφιο Λουκάς 22:36: «Αυτός που δεν έχει σπαθί ας πουλήσει το εξωτερικό του ένδυμα και ας αγοράσει» δεν υποδείκνυαν ότι οι μαθητές του επρόκειτο να αρχίσουν να ζουν ριψοκίνδυνα. Απεναντίας, ο Ιησούς επιθυμούσε να έχουν μαζί τους οι ακόλουθοί του εκείνη τη νύχτα ένα σπαθί για να δείξει καθαρά ότι, αν και θα αντιμετώπιζαν καταστάσεις που θα μπορούσαν εύκολα να προκαλέσουν ένοπλη αντίσταση, εκείνος δεν είχε την πρόθεση να καταφύγει στο σπαθί, αλλά θα παραδιδόταν οικειοθελώς, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Έτσι λοιπόν, όταν ο Πέτρος όντως αντέδρασε και προσπάθησε να προβάλει ένοπλη αντίσταση, κόβοντας το αφτί του Μάλχου, ο Ιησούς τον διέταξε: «Επίστρεψε το σπαθί σου στη θέση του, γιατί όλοι εκείνοι που παίρνουν σπαθί θα αφανιστούν από σπαθί». (Ματ 26:52· Ιωα 18:10, 11) Ασφαλώς, το σπαθί του Πέτρου και το άλλο που ήταν διαθέσιμο δεν θα ωφελούσαν και πολύ απέναντι σε μια τόσο μεγάλη ομάδα οπλισμένων αντρών, και αν προσπαθούσαν να τα χρησιμοποιήσουν, θα είχαν αναμφίβολα “αφανιστεί από σπαθί”. (Ματ 26:47) Το σπουδαιότερο είναι ότι μια τέτοια απόπειρα απελευθέρωσης του Ιησού θα αποτύγχανε, εφόσον θα ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το σκοπό του Ιεχωβά Θεού. (Ματ 26:53, 54) Με αυτά τα δεδομένα, αργότερα την ίδια ημέρα ο Ιησούς μπορούσε να δηλώσει καθαρά στον Πιλάτο: «Αν η βασιλεία μου ήταν μέρος αυτού του κόσμου, οι υπηρέτες μου θα είχαν αγωνιστεί για να μην παραδοθώ στους Ιουδαίους. Τώρα όμως, η βασιλεία μου δεν έχει αυτή την προέλευση».—Ιωα 18:36.
Δόρυ, κοντάρι και ακόντιο. Όπλα με τα οποία χτυπούσαν είτε από κοντά είτε από απόσταση και τα οποία αποτελούνταν από στέλεχος εφοδιασμένο με αιχμηρό άκρο ή κεφαλή. (1Σα 18:11· Κρ 5:8· Ιη 8:18· Ιωβ 41:26) Ποικίλα είδη τους χρησιμοποιούνταν από όλα τα έθνη της αρχαιότητας. Αυτά τα όπλα προσδιορίζονται από διάφορες εβραϊκές λέξεις, αλλά ο ακριβής διαχωρισμός μεταξύ τους είναι κάπως ασαφής.
Στις Εβραϊκές Γραφές το δόρυ (εβρ., χανίθ) ήταν προφανώς το μεγαλύτερο από αυτά τα τρία όπλα, αποτελούνταν δε από ένα μακρύ ξύλινο στέλεχος το οποίο κατέληγε συνήθως σε μια αιχμηρή πέτρινη ή μεταλλική κεφαλή. Ήταν δεύτερο σε σπουδαιότητα μετά το σπαθί. Ο γίγαντας Γολιάθ έφερε ένα δόρυ που η αιχμή του ζύγιζε “εξακόσιους σίκλους σίδερο” (6,8 κιλά) και είχε ένα ξύλινο στέλεχος «σαν το αντί εκείνων που δουλεύουν στον αργαλειό». (1Σα 17:7) Μερικά δόρατα είχαν στην πίσω άκρη ένα οξύ μεταλλικό πέλμα με το οποίο μπορούσε να καρφώνεται το δόρυ στο έδαφος. Επομένως, ο πολεμιστής είχε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά και αυτή την άκρη, εκτός από την αιχμή του δόρατος. (2Σα 2:19-23) Ένα δόρυ μπηγμένο στη γη υποδείκνυε πιθανώς το προσωρινό κατάλυμα ενός βασιλιά.—1Σα 26:7.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές το δόρυ (λόγχη, Κείμενο) αναφέρεται στο εδάφιο Ιωάννης 19:34, σύμφωνα με το οποίο, αφού πέθανε ο Ιησούς Χριστός, «ένας από τους στρατιώτες έμπηξε στην πλευρά του ένα δόρυ». Μιας και ο στρατιώτης ήταν Ρωμαίος, πιθανότατα χρησιμοποίησε το ρωμαϊκό pilum. Ένα τέτοιο όπλο είχε μήκος περίπου 1,8 μ. και σιδερένια κεφαλή που έφερε άγκιστρα και έφτανε μέχρι τη μέση του ξύλινου στελέχους.
Το κοντάρι (εβρ., ρόμαχ), όπλο με μακρύ στέλεχος και αιχμηρό άκρο, χρησιμοποιούνταν για διατρύπηση. (Αρ 25:7, 8) Ήταν συνηθισμένο όπλο των Εβραίων.
Το ακόντιο (εβρ., κιδών) είχε αιχμηρή μεταλλική κεφαλή και συνήθως το έριχναν από μακριά. Ήταν προφανώς μικρότερο και ελαφρύτερο από το κοινό δόρυ, γι’ αυτό και μπορούσαν να το κρατούν με απλωμένο το βραχίονα. (Ιη 8:18-26) Το ακόντιο το κουβαλούσαν συνήθως στην πλάτη, όχι στο χέρι.
Τόξο, βέλος και σαΐτα. Από την αρχαιότητα το τόξο (εβρ. κείμενο, κέσεθ· ελλ. κείμενο, τόξον) χρησιμοποιούνταν στο κυνήγι και στον πόλεμο. (Γε 21:20· 27:3· 48:22· Απ 6:2) Ήταν καθιερωμένο όπλο μεταξύ των Ισραηλιτών (2Χρ 26:14, 15), εκείνων που πολεμούσαν για την Αίγυπτο (Ιερ 46:8, 9), των Ασσυρίων (Ησ 37:33) και των Μηδοπερσών.—Ιερ 50:14· 51:11· βλέπε επίσης ΤΟΞΟΤΗΣ.
Το «χάλκινο τόξο» που αναφέρεται πρέπει να εννοηθεί πιθανότατα ως ξύλινο τόξο επικαλυμμένο με χαλκό. (2Σα 22:35) Η έκφραση «λυγίζω το τόξο» (κατά κυριολεξία, «πατώ το τόξο») αναφέρεται στο πέρασμα της χορδής στο τόξο. (Ψλ 7:12· 37:14· Ιερ 50:14, 29) Αυτό μπορούσε να το κάνει κάποιος πατώντας σταθερά με το πόδι στη μέση του τόξου. Ή μπορούσε να συγκρατεί με το πόδι στο έδαφος τη μια άκρη του τόξου, στην οποία είχε περάσει τη χορδή, ενώ παράλληλα λύγιζε την άλλη άκρη για να περάσει σε αυτήν το ελεύθερο άκρο της χορδής.
Τα βέλη (εβρ. κείμενο, χετς· ελλ. κείμενο, βέλος [από τη ρίζα βάλλω, που σημαίνει «ρίχνω»]) φτιάχνονταν από καλάμια ή ελαφρύ ξύλο, και στις βάσεις τους έβαζαν συνήθως φτερά. Οι αιχμές των βελών φτιάχνονταν αρχικά από πυρόλιθο ή από κόκαλο και μεταγενέστερα από μέταλλο. Μερικές φορές έφτιαχναν τα βέλη ακιδωτά, τα βύθιζαν σε δηλητήριο (Ιωβ 6:4) ή τα κάλυπταν με κάποιο εύφλεκτο υλικό. (Ψλ 7:13) Όταν επρόκειτο για εμπρηστικό βέλος, τοποθετούσαν μέσα σε τρύπες που υπήρχαν στην άκρη της μεταλλικής αιχμής του στουπί μουσκεμένο σε λάδι, το οποίο και άναβαν όταν χρησιμοποιούσαν το βέλος. Σε μια δερμάτινη θήκη ή φαρέτρα τοποθετούσαν συνήθως 30 βέλη. Ασσυριακά ανάγλυφα δείχνουν ότι οι φαρέτρες που μεταφέρονταν πάνω στα άρματα περιείχαν 50 βέλη.—Παράβαλε Ησ 22:6.
Η σαΐτα (εβρ., μασσά‛) ήταν προφανώς ένα κοντό αιχμηρό βλήμα παρόμοιο με το βέλος. (Ιωβ 41:26) Η εβραϊκή λέξη σέλαχ, που αποδίδεται «βέλος», προέρχεται από τη ρίζα σαλάχ που σημαίνει «στέλνω (έξω)· απλώνω». (Ιωβ 20:25· Γε 8:8, 9· Εξ 9:15) Η εβραϊκή λέξη ζικκίμ υποδηλώνει «πύρινα βέλη» και είναι συγγενική της λέξης ζικώθ, που σημαίνει «σπίθες».—Παρ 26:18· Ησ 50:11.
Οι Ρωμαίοι έφτιαχναν σαΐτες από κοίλα καλάμια, στην κάτω πλευρά των οποίων, κάτω από την αιχμή, υπήρχε μια σιδερένια υποδοχή που μπορούσε να γεμίσει με καιόμενη νάφθα. Κατόπιν έριχναν τη σαΐτα από χαλαρό τόξο, εφόσον η εκτόξευσή της από τεντωμένο τόξο θα είχε ως αποτέλεσμα να σβήσει η φωτιά. Αν κάποιος προσπαθούσε να σβήσει ένα τέτοιο καταστροφικό βέλος με νερό, απλώς θα δυνάμωνε τη φλόγα, ενώ ο μόνος τρόπος για να το σβήσει ήταν να το σκεπάσει με χώμα. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε τη λέξη βέλος όταν έγραψε για «τα πυρωμένα βέλη» που μπορεί κάποιος να σβήσει με τη μεγάλη ασπίδα της πίστης.—Εφ 6:16.
Σφεντόνα. Από τους αρχαίους χρόνους, η σφεντόνα (εβρ., κέλα‛) υπήρξε όπλο των βοσκών (1Σα 17:40) και των πολεμιστών. (2Χρ 26:14) Ήταν ένας δερμάτινος ιμάντας ή μια λωρίδα υφασμένη από τένοντες ζώων, βούρλα ή τρίχες. «Το κοίλωμα της σφεντόνας», ένα φαρδύτερο τμήμα στο κέντρο, συγκρατούσε το βλήμα. (1Σα 25:29) Το ένα άκρο της σφεντόνας μπορούσαν να το έχουν δεμένο στο χέρι ή στον καρπό, ενώ το άλλο το κρατούσαν στο χέρι και το ελευθέρωναν καθώς περιέστρεφαν τη σφεντόνα. Στριφογύριζαν τη γεμάτη σφεντόνα πάνω από το κεφάλι, ίσως αρκετές φορές, και μετά άφηναν ξαφνικά ελεύθερο το ένα άκρο της εκσφενδονίζοντας το βλήμα με μεγάλη δύναμη και ταχύτητα. Οι ομαλές, στρογγυλές πέτρες θεωρούνταν ιδιαίτερα κατάλληλες για τις σφεντόνες, αν και χρησιμοποιούνταν και άλλα βλήματα. (1Σα 17:40) Οι σφενδονιστές αποτελούσαν μόνιμο τμήμα των στρατευμάτων του Ιούδα (2Χρ 26:14) και του Ισραήλ.—2Βα 3:25.
Πολεμικό ρόπαλο, πολεμικό ραβδί και πολεμικός πέλεκυς. Το «πολεμικό ρόπαλο» ήταν προφανώς ένα βαρύ ρόπαλο που έφερε μερικές φορές μεταλλικές ακίδες. (Παρ 25:18) Το “πολεμικό ραβδί” ήταν μια ξύλινη ράβδος, ίσως με μεταλλική αιχμή, που χρησιμοποιούνταν ως όπλο. (Ιεζ 39:9) Ο πολεμικός πέλεκυς ήταν ένα όπλο που είχε συνήθως σχετικά κοντή λαβή, ξύλινη ή μεταλλική, και κεφαλή, πέτρινη ή μεταλλική, με κοφτερή λεπίδα. Έμμεση αναφορά στον πολεμικό πέλεκυ γίνεται με μεταφορική γλώσσα στο εδάφιο Ψαλμός 35:3, όπου ο Δαβίδ παρακαλεί τον Ιεχωβά: «Δράξε δόρυ και διπλό πέλεκυ για να αντιμετωπίσεις εκείνους που με καταδιώκουν».
Αμυντικά Όπλα και Πανοπλία. Για να προστατέψει το σώμα του από τα επιθετικά όπλα του εχθρού, ο στρατιώτης χρησιμοποιούσε διαφόρων ειδών ασπίδες και εξαρτήματα αμυντικού οπλισμού.
Ασπίδα. Φαρδύ κομμάτι του αμυντικού οπλισμού που χρησιμοποιούσαν όλα τα αρχαία έθνη. Η ασπίδα ήταν εφοδιασμένη με εσωτερική λαβή, και στη διάρκεια της μάχης ο πολεμιστής την κρατούσε—συνήθως στον αριστερό βραχίονα ή στο αριστερό χέρι—ενώ κατά τη διάρκεια της πορείας μπορεί να την κρεμούσε από ένα λουρί στον ώμο. Το εδάφιο Ησαΐας 22:6 αφήνει να εννοηθεί ότι μερικές ασπίδες μπορεί να διέθεταν κάλυμμα το οποίο αφαιρούνταν την ώρα της μάχης. Σε καιρό ειρήνης, οι ασπίδες πολλές φορές φυλάσσονταν σε οπλοστάσια.—Ασμ 4:4.
Οι ασπίδες που χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα ήταν συχνά ξύλινες με δερμάτινη επικάλυψη και μπορούσαν να καούν. (Ιεζ 39:9) Ενώ οι ξύλινες και οι δερμάτινες ασπίδες χρησιμοποιούνταν ευρέως, φαίνεται ότι οι μεταλλικές ήταν λιγότερο διαδεδομένες και χρησιμοποιούνταν κυρίως από ηγέτες, βασιλικούς φρουρούς ή ίσως για εθιμοτυπικούς σκοπούς. (2Σα 8:7· 1Βα 14:27, 28) Τις άλειβαν με λάδι για να τις κάνουν ευλύγιστες και αδιάβροχες, για να προστατέψουν το μέταλλο από τη σκουριά ή για να τις κάνουν λείες και γλιστερές. (2Σα 1:21) Οι δερμάτινες ασπίδες κοσμούνταν συχνά στο κέντρο τους με έναν βαρύ, μεταλλικό ομφαλό (ένα εξόγκωμα ή ένα πλατυκέφαλο καρφί), που παρείχε επιπρόσθετη προστασία.—Ιωβ 15:26.
Τη «μεγάλη ασπίδα» (εβρ., τσιννάχ) την κρατούσαν οι βαριά οπλισμένοι πεζικάριοι (2Χρ 14:8) και μερικές φορές ένας ασπιδοφόρος άντρας. (1Σα 17:7, 41) Ήταν είτε ωοειδής είτε ορθογώνια σαν πόρτα. Προφανώς, μια παρόμοια «μεγάλη ασπίδα» προσδιορίζεται και στο εδάφιο Εφεσίους 6:16 από τη λέξη θυρεός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (παράγωγο της λέξης θύρα). Η τσιννάχ ήταν τόσο μεγάλη ώστε σκέπαζε ολόκληρο το σώμα. (Ψλ 5:12) Ενίοτε χρησιμοποιούνταν για το σχηματισμό συμπαγών γραμμών μάχης, από τις οποίες προεξείχαν τα κοντάρια. Η μεγάλη ασπίδα μνημονεύεται μερικές φορές μαζί με το κοντάρι ή το δόρυ εν είδει αναφοράς στα όπλα γενικά.—1Χρ 12:8, 34· 2Χρ 11:12.
Τη μικρότερη «ασπίδα» (εβρ., μαγέν) την κρατούσαν συνήθως οι τοξότες, και σχετίζεται συχνά με ελαφρά όπλα όπως το τόξο. Για παράδειγμα, τέτοιες ασπίδες κρατούσαν οι Βενιαμινίτες τοξότες της στρατιωτικής δύναμης του Βασιλιά Ασά του Ιούδα. (2Χρ 14:8) Η μικρότερη ασπίδα ήταν συνήθως στρογγυλή και πιο διαδεδομένη από τη μεγάλη, καθώς πιθανότατα χρησιμοποιούνταν κυρίως στη μάχη εκ του συστάδην. Το ότι οι ασπίδες που προσδιορίζονται από τις εβραϊκές λέξεις τσιννάχ και μαγέν διέφεραν σημαντικά ως προς το μέγεθος φαίνεται να υποδηλώνεται από τις χρυσές ασπίδες που έφτιαξε ο Σολομών, καθώς το χρυσάφι με το οποίο ήταν επικαλυμμένη η μεγάλη ασπίδα ήταν τετραπλάσιο από αυτό της μικρής. (1Βα 10:16, 17· 2Χρ 9:15, 16) Όπως η τσιννάχ, έτσι και η μαγέν φαίνεται ότι αποτελούσε εν μέρει ένα είδος αναφοράς στα όπλα του πολέμου γενικότερα.—2Χρ 14:8· 17:17· 32:5.
Η εβραϊκή λέξη σέλετ, που αποδίδεται “στρογγυλή ασπίδα”, εμφανίζεται εφτά φορές στις Εβραϊκές Γραφές και προφανώς προσδιορίζει μια ασπίδα παρόμοια με την πιο διαδεδομένη μαγέν, αφού χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με αυτήν στο εδάφιο Άσμα Ασμάτων 4:4.
Περικεφαλαία. Στρατιωτικό κάλυμμα του κεφαλιού, σχεδιασμένο να προστατεύει τον πολεμιστή στη διάρκεια της μάχης, και ουσιώδες εξάρτημα της πανοπλίας. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «περικεφαλαία» είναι κωβά‛, ενώ η αντίστοιχη λέξη περικεφαλαία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «γύρω από το κεφάλι».—1Σα 17:5, 38· Εφ 6:17.
Αρχικά, οι περικεφαλαίες των Ισραηλιτών ήταν πιθανότατα δερμάτινες. Αργότερα καλύπτονταν με χαλκό ή σίδηρο και φοριούνταν πάνω από μάλλινους, τσόχινους ή δερμάτινους σκούφους. Χάλκινες περικεφαλαίες χρησιμοποιούνταν στον Ισραήλ ήδη από τις ημέρες του Βασιλιά Σαούλ. (1Σα 17:38) Ενώ αρχικά οι περικεφαλαίες μπορεί να προορίζονταν αποκλειστικά για τους βασιλιάδες και για άλλους ηγέτες, αργότερα χρησιμοποιήθηκαν ευρέως, ο δε Οζίας εξόπλισε με αυτές ολόκληρο το στρατό του.—2Χρ 26:14.
Οι Φιλισταίοι είχαν μεταλλικές περικεφαλαίες. Ο Γολιάθ φορούσε χάλκινη. (1Σα 17:5) Ο Ιεζεκιήλ ανέφερε τις περικεφαλαίες μιλώντας για τους Πέρσες, τους Αιθίοπες και άλλους.—Ιεζ 27:10· 38:5.
Φολιδωτός θώρακας. Προστατευτικός θώρακας που φορούσαν στη διάρκεια της μάχης. Ο φολιδωτός θώρακας (εβρ., σιργιών ή σιργιάν) αποτελούνταν από έναν υφασμάτινο ή δερμάτινο μανδύα που είχε στερεωμένα στην επιφάνειά του εκατοντάδες εφαπτόμενα κομματάκια μετάλλου (περίπου σαν λέπια ψαριού). Πολλές φορές κάλυπτε το στήθος, την πλάτη και τους ώμους, ενώ άλλοτε έφτανε μέχρι τα γόνατα ή και τους αστραγάλους.—1Σα 17:5.
Ο φολιδωτός θώρακας των Εβραίων ήταν συχνά δερμάτινος και καλυμμένος με μεταλλικά πλακίδια. Κατά συνέπεια, αυτός που τον φορούσε ήταν προστατευμένος σε μεγάλο βαθμό, αλλά παρ’ όλα αυτά τρωτός στα σημεία όπου συνδέονταν μεταξύ τους τα πλακίδια ή στα σημεία όπου ο φολιδωτός θώρακας ενωνόταν με άλλα εξαρτήματα της πανοπλίας. Ως εκ τούτου, ο Βασιλιάς Αχαάβ τραυματίστηκε θανάσιμα από έναν τοξότη ο οποίος «χτύπησε το βασιλιά του Ισραήλ ανάμεσα στα άλλα εξαρτήματα της πανοπλίας και στο φολιδωτό θώρακα».—1Βα 22:34-37.
Ζώνη. Η στρατιωτική ζώνη των αρχαίων καιρών ήταν δερμάτινη και τη φορούσαν γύρω από τη μέση ή τους γοφούς. Το φάρδος της κυμαινόταν από 5 ως 15 εκ. και συχνά έφερε πάνω της διάσπαρτα σιδερένια, ασημένια ή χρυσά πλακίδια. Ο πολεμιστής κρεμούσε το σπαθί του από τη ζώνη, και μερικές φορές αυτή στηριζόταν σε ένα λουρί περασμένο στον ώμο. (1Σα 18:4· 2Σα 20:8) Ενώ μια χαλαρωμένη ζώνη υποδήλωνε ανάπαυση (1Βα 20:11), η περίζωση της οσφύος ή των γοφών έδειχνε ετοιμότητα για δράση ή μάχη.—Εξ 12:11· 1Βα 18:46· 1Πε 1:13, υποσ.
Περικνημίδες. Εξάρτημα της πανοπλίας αποτελούμενο από λεπτές, μεταλλικές πλάκες που κάλυπταν το πόδι από τον αστράγαλο μέχρι το γόνατο. Η μόνη Βιβλική αναφορά στις περικνημίδες εμφανίζεται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 17:6, σύμφωνα με το οποίο ο γιγαντόσωμος Φιλισταίος πολεμιστής Γολιάθ από τη Γαθ είχε «χάλκινες περικνημίδες [εβρ., μιτσχάθ] στα πόδια του». Ίσως και οι Ισραηλίτες να χρησιμοποιούσαν περικνημίδες σε κάποιον βαθμό.
Πνευματική Πανοπλία. Μολονότι οι αληθινοί Χριστιανοί δεν παίρνουν μέρος σε σαρκικούς πολέμους, συμμετέχουν σε μάχη και παρομοιάζονται με στρατιώτες. (Φλπ 2:25· 2Τι 2:3· Φλμ 2) Ο Χριστιανός διεξάγει πάλη «ενάντια στις κυβερνήσεις [όχι αυτές που αποτελούνται από ανθρώπους με αίμα και σάρκα], ενάντια στις εξουσίες, ενάντια στους κοσμοκράτορες αυτού του σκοταδιού, ενάντια στις πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». (Εφ 6:12) Εφόσον τα υλικά όπλα και οι πανοπλίες θα ήταν άχρηστα σε μια μάχη με υπερανθρώπινα πνεύματα, οι Χριστιανοί πρέπει να “πάρουν ολόκληρη την πανοπλία του Θεού”.—Εφ 6:13.
Ο Παύλος συμβουλεύει τους Χριστιανούς να έχουν «την οσφύ [τους] περιζωσμένη με αλήθεια». (Εφ 6:14) Όπως ακριβώς η ζώνη μπορεί να στηρίξει και να προστατέψει την οσφύ, έτσι και η αδιάσπαστη προσκόλληση στη θεϊκή αλήθεια μπορεί να ενισχύσει την αποφασιστικότητα ενός Χριστιανού προκειμένου να παραμείνει σταθερός παρά τις δοκιμασίες.
Κατόπιν, ο Χριστιανός πρέπει να φορέσει «το θώρακα της δικαιοσύνης». (Εφ 6:14) Ο κατά γράμμα θώρακας προστάτευε τα ζωτικά όργανα, ειδικά την καρδιά. Η ανάγκη που υπάρχει να λειτουργεί η δικαιοσύνη ως προστατευτικός θώρακας για τη συμβολική καρδιά είναι ιδιαίτερα φανερή εξαιτίας της αμαρτωλής τάσης της καρδιάς.—Γε 8:21· Ιερ 17:9.
Μέρος της πνευματικής πανοπλίας αποτελεί το να φοράει κανείς στα πόδια «τον εξοπλισμό των καλών νέων της ειρήνης». (Εφ 6:15) Η λέξη ἑτοιμασία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που μεταφράζεται “εξοπλισμός”, σημαίνει βασικά «ετοιμότητα». (Βλέπε ΕΜΖ· ΜΠΚ.) Το να είναι ο Χριστιανός πάντοτε εξοπλισμένος και έτοιμος να κάνει γνωστά τα “καλά νέα” στους άλλους, και μάλιστα παρά τις δυσκολίες, μπορεί να τον βοηθήσει να υπομείνει πιστά.
Ένα σπουδαίο εξάρτημα της πνευματικής πανοπλίας είναι η «μεγάλη ασπίδα της πίστης». Όπως η μεγάλη ασπίδα καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του σώματος, έτσι και η πίστη στον Ιεχωβά Θεό και στην ικανότητα που έχει να εκπληρώνει τις υποσχέσεις του θα δώσει στον Χριστιανό τη δυνατότητα να “σβήσει όλα τα πυρωμένα βέλη του πονηρού”. (Εφ 6:16· παράβαλε Ψλ 91:4.) Η πίστη θα βοηθήσει τον Χριστιανό να αποκρούσει επιθέσεις από πονηρά πνεύματα, να αντισταθεί σε πειρασμούς για τη διάπραξη ανηθικότητας, να απορρίψει υλιστικές επιθυμίες και να μην υποκύψει στο φόβο, στην αμφιβολία ή στην υπερβολική λύπη.—Γε 39:7-12· Εβρ 11:15· 13:6· Ιακ 1:6· 1Θε 4:13.
Όπως μια περικεφαλαία προστατεύει το κεφάλι του στρατιώτη, έτσι και η «περικεφαλαία της σωτηρίας» περιφρουρεί τις διανοητικές δυνάμεις του Χριστιανού από τις ασεβείς επιρροές. (Εφ 6:17) Το να φοράει κανείς «ως περικεφαλαία την ελπίδα της σωτηρίας» σημαίνει να έχει «το βλέμμα του προσηλωμένο στην απόδοση της ανταμοιβής», όπως ο Μωυσής.—1Θε 5:8· Εβρ 11:26.
“Το σπαθί του πνεύματος, δηλαδή ο λόγος του Θεού”, είναι απαραίτητο για να αποκρούει ο Χριστιανός τις ψεύτικες διδασκαλίες και τις παραδόσεις των ανθρώπων, καθώς επίσης για να διδάσκει την αλήθεια και να “ανατρέπει ισχυρά οχυρωμένα πράγματα”.—Εφ 6:17· 2Κο 10:4, 5.
[Εικόνα στη σελίδα 515]
Ρωμαίος λεγεωνάριος με ασπίδα
-
-
ΟπλοφόροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΠΛΟΦΟΡΟΣ
Στρατιωτικός υπηρέτης που μετέφερε τα όπλα ενός βασιλιά ή άλλου ηγέτη, έστεκε δίπλα του σε στιγμές κινδύνου και εκτελούσε τις εντολές του. Η λέξη «οπλοφόρος» αποτελεί απόδοση της εβραϊκής έκφρασης νοσέ’ κελίμ, που σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που μεταφέρει τα όπλα». (1Σα 14:6· παράβαλε 1Σα 14:1.) Οι εχθροί τους οποίους τραυμάτιζε ένας εξέχων πολεμιστής μπορεί να δέχονταν το τελειωτικό θανατηφόρο πλήγμα από τον οπλοφόρο του. (1Σα 14:13) Αυτοί οι υπηρέτες επιλέγονταν ανάμεσα από γενναίους στρατιώτες, και μερικοί ήταν προφανώς πολύ αφοσιωμένοι στους διοικητές τους.—1Σα 14:6, 7· 31:5.
Ο θανάσιμα τραυματισμένος Αβιμέλεχ ζήτησε από τον υπηρέτη που βάσταζε τα όπλα του να τον θανατώσει για να μην πουν: «Γυναίκα τον σκότωσε». (Κρ 9:52-54) Ο Δαβίδ υπηρέτησε κάποτε ως οπλοφόρος του Βασιλιά Σαούλ (1Σα 16:21), ενώ ένας μεταγενέστερος οπλοφόρος, που αρνήθηκε να θανατώσει τον ετοιμοθάνατο Σαούλ, τον ακολούθησε στην αυτοκτονία. (1Σα 31:3-6) Οπλοφόροι υπηρετούσαν επίσης τον Ιωνάθαν και τον Ιωάβ (1Σα 14:6-14· 2Σα 18:15· 23:37· 1Χρ 11:39), καθώς επίσης μεγάλους πολεμιστές διαφόρων αρχαίων εθνών, όπως τον Φιλισταίο γίγαντα Γολιάθ.—1Σα 17:7, 41.
-
-
ΟπτασίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΠΤΑΣΙΑ
Η λέξη φάντασμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εμφανίζεται μόνο στις δύο αφηγήσεις όπου αναφέρεται ότι ο Ιησούς περπάτησε πάνω στα νερά της Θάλασσας της Γαλιλαίας για να πάει κοντά στους μαθητές του που ήταν σε ένα πλοιάριο. (Ματ 14:26· Μαρ 6:49) Σύμφωνα με το υπόμνημα, οι φοβισμένοι μαθητές είπαν: «Είναι οπτασία!» Η λέξη φάντασμα έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους, όπως: «πνεύμα» (KJ), «ψευδαίσθηση» (La) και «οπτασία» (Da, ED, Dy, Kx, MR, ΜΝΚ) ή έχει μεταφερθεί αυτούσια (ΒΑΜ, ΚΔΤΚ, ΜΠΚ, ΤΚΔ).
Η οπτασία είναι οφθαλμαπάτη, κάτι το ανύπαρκτο αλλά προς στιγμήν πιστευτό λόγω εξημμένης φαντασίας ή άλλης αιτίας. Διαβεβαιώνοντας τους μαθητές ότι δεν επρόκειτο για κάτι τέτοιο και ότι ήταν πραγματικός, ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι· μη φοβάστε».—Ματ 14:27· Μαρ 6:50.
Επομένως, η κατάσταση διέφερε τότε από την περίπτωση στην οποία ο αναστημένος Ιησούς εμφανίστηκε ξαφνικά ανάμεσα στους μαθητές του, κάνοντάς τους να νομίζουν ότι έβλεπαν «πνεύμα». (Λου 24:36, 37· βλέπε επίσης Κείμενο.) Σε αυτή την περίπτωση, είναι προφανές ότι τα λόγια του Ιησού δεν αποσκοπούσαν στο να τους πείσουν ότι ήταν απλώς πραγματικός, αλλά στο να τους διαβεβαιώσουν ότι εμφανιζόταν μπροστά τους με σάρκα, ως άνθρωπος και όχι ως πνεύμα. Γι’ αυτό, τους είπε: «Ψηλαφήστε με και δείτε, επειδή ένα πνεύμα δεν έχει σάρκα και κόκαλα, όπως βλέπετε ότι έχω εγώ». (Λου 24:38-43· παράβαλε Γε 18:1-8· 19:1-3.) Επομένως, δεν είχαν λόγο να φοβούνται, όπως φοβήθηκε ο Δανιήλ ως αποτέλεσμα μιας συνταρακτικής αγγελικής εμφάνισης εντελώς διαφορετικού είδους. (Παράβαλε Δα 10:4-9.) Επίσης, αυτή η περίπτωση διέφερε πολύ από την περίπτωση του Σαύλου από την Ταρσό, ο οποίος αργότερα τυφλώθηκε όταν εμφανίστηκε μπροστά του ο Ιησούς στο δρόμο για τη Δαμασκό.—Πρ 9:1-9· 26:12-14· βλέπε ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ· ΟΡΑΜΑ.
-
-
ΌραμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΑΜΑ
Θέαμα ή σκηνή που παρουσιαζόταν στη διάνοια ενός ατόμου την ημέρα ή τη νύχτα, ως επί το πλείστον όχι με τα συνηθισμένα μέσα, και μερικές φορές ενώ ο αποδέκτης βρισκόταν σε έκσταση ή ονειρευόταν. (Πρ 10:3· Γε 46:2) Το όριο ανάμεσα στα οράματα και στα όνειρα που περιγράφονται στην Αγία Γραφή είναι συχνά δυσδιάκριτο, και ενίοτε αυτά τα δύο συνδυάζονται.
Όταν κάποιος λάβαινε ένα όραμα από τον Θεό καθώς ήταν ξύπνιος, φαίνεται πως αυτό εντυπωνόταν στη διάνοιά του ενόσω αυτός είχε συνειδητότητα. Αργότερα, ο αποδέκτης μπορούσε να ανακαλέσει το όραμα στη μνήμη του και να το αφηγηθεί ή να το καταγράψει με δικά του λόγια. Ορισμένα άτομα, όπως ο Δανιήλ και ο Ναβουχοδονόσορ, είδαν επίσης νυχτερινά οράματα, ή αλλιώς “οράματα της νύχτας”. Αυτά φαίνεται πως εντυπώνονταν στη διάνοια ενόσω αυτή δεν είχε συνειδητότητα, καθώς ο αποδέκτης κοιμόταν.
Έκσταση. Προφανώς, κατά καιρούς το πνεύμα του Θεού υπερτύπωνε στη διάνοια κάποιου μια εικόνα του σκοπού του Θεού ή ένα όραμα ενόσω το άτομο βρισκόταν σε έκσταση, δηλαδή σε βαθιά συγκέντρωση ή σε κατάσταση παρόμοια με ύπνο. Η λέξη ἔκστασις του πρωτότυπου κειμένου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, η οποία κατά κυριολεξία σημαίνει «απομάκρυνση» ή «εκτόπιση», μεταδίδει μεταφορικά την ιδέα ότι η διάνοια βγαίνει από τη φυσιολογική της κατάσταση. Το άτομο που βρίσκεται σε έκσταση δεν αντιλαμβάνεται το πραγματικό του περιβάλλον και σε αυτή την κατάσταση μπορεί να δει εύκολα κάποιο όραμα.—Πρ 22:17, 18.
Διαβεβαιώσεις για τη Θεϊκή Εύνοια. Ορισμένα οράματα από τον Θεό αποκάλυψαν σε υπηρέτες του Ιεχωβά πώς αυτός πολιτευόταν μαζί τους και τους διαβεβαίωσαν για τη θεϊκή εύνοια. Ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε στον Άβραμ (Αβραάμ) σε όραμα, και αυτός ο πατριάρχης έλαβε την εξής διαβεβαίωση: «Μη φοβάσαι, Άβραμ. Εγώ είμαι ασπίδα για εσένα. Η ανταμοιβή σου θα είναι πολύ μεγάλη». (Γε 15:1) Κατόπιν, ο Ιεχωβά έκανε διαθήκη με τον Αβραάμ. (Γε 15:2-21) Μερικά χρόνια αργότερα, ο Θεός μίλησε στον Ιακώβ σε οράματα της νύχτας, λέγοντάς του να μη φοβηθεί να κατεβεί στην Αίγυπτο, επειδή θα τον καθιστούσε εκεί μεγάλο έθνος και τελικά θα τον ανέβαζε από εκείνη τη γη.—Γε 46:1-4· παράβαλε 2Σα 7:1-17· 1Χρ 17:1-15.
Κατεύθυνση για την Εξυπηρέτηση του Θεϊκού Σκοπού. Μερικά οράματα από τον Θεό έδιναν στους αποδέκτες κατεύθυνση για την εκτέλεση του θελήματος του Ιεχωβά. Μετά την εμφάνιση του ενδοξασμένου Ιησού Χριστού στον Σαύλο από την Ταρσό, ο Σαύλος, αν και προσωρινά τυφλωμένος, είδε κάποιο όραμα στο οποίο ένας άντρας ονόματι Ανανίας έθετε πάνω του τα χέρια του για να ξαναβρεί την όρασή του. Επίσης μέσω οράματος, ο Ανανίας οδηγήθηκε σε εκείνο ακριβώς το σπίτι στη Δαμασκό όπου βρισκόταν ο Σαύλος.—Πρ 9:1-19.
Στην Καισάρεια, το 36 Κ.Χ., ο ευλαβής Εθνικός Κορνήλιος έλαβε κάποιο όραμα στο οποίο ένας άγγελος του είπε να καλέσει τον Σίμωνα Πέτρο από την Ιόππη. (Πρ 10:1-8) Στην Ιόππη, ο Πέτρος ήρθε σε έκσταση και είδε σε όραμα να κατεβαίνει από τον ουρανό ένα σκεύος που περιείχε διάφορα ακάθαρτα πλάσματα. Με αυτόν τον τρόπο ο απόστολος διδάχτηκε ότι δεν έπρεπε να θεωρεί μολυσμένα αυτά που είχε καθαρίσει ο Θεός. Το γεγονός αυτό προετοίμασε τον Πέτρο ώστε να εγκαινιάσει το έργο κηρύγματος των καλών νέων στους απερίτμητους Εθνικούς.—Πρ 10:9-23· 11:5-12.
Θεϊκή κατεύθυνση για το έργο κηρύγματος δόθηκε επίσης στον Παύλο μέσω οραμάτων. Στην Τρωάδα, κατά τη δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία του, ο απόστολος είδε τη νύχτα σε όραμα έναν Μακεδόνα ο οποίος τον ικέτευε: «Πέρασε στη Μακεδονία και βοήθησέ μας». (Πρ 16:8-12) Αργότερα, ως αποτέλεσμα ενός καθησυχαστικού νυχτερινού οράματος στο οποίο του μίλησε ο Κύριος, ο απόστολος παρέμεινε στην Κόρινθο έναν χρόνο και έξι μήνες, διδάσκοντας το Λόγο του Θεού.—Πρ 18:8-11.
Προφητείες. Μερικά οράματα από τον Θεό ήταν προφητικά ή δόθηκαν προκειμένου να μπορέσει ο αποδέκτης να ερμηνεύσει προφητείες που είχαν μεταδοθεί μέσω οραμάτων και ονείρων. Ο προφήτης Δανιήλ «είχε κατανόηση σχετικά με κάθε είδους οράματα και όνειρα». (Δα 1:17) Σε «νυχτερινό όραμα» αποκάλυψε ο Θεός στον Δανιήλ το περιεχόμενο και τη σημασία του ονείρου του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα σχετικά με μια τεράστια εικόνα η οποία εξεικόνιζε τις παγκόσμιες δυνάμεις.—Δα 2:19, 28· παράβαλε Δα 4:5, 10, 13, 20-22.
Σε προφητικό όνειρο και σε “οράματα στη διάρκεια της νύχτας”, ο Δανιήλ είδε τέσσερα πελώρια θηρία να βγαίνουν από τη θάλασσα, πράγμα που υποδήλωνε ότι τέσσερις «βασιλιάδες» θα σηκώνονταν από τη γη. (Δα 7:1-3, 17) Ο προφήτης είχε επίσης το προνόμιο να δει σε όραμα “κάποιον που ήταν σαν γιος ανθρώπου” να λαβαίνει εξουσία διακυβέρνησης, αξιοπρέπεια και βασιλεία από τον Παλαιό των Ημερών.—Δα 7:13, 14.
Οράματα από τον Θεό έλαβαν επίσης συγγραφείς της Αγίας Γραφής όπως ο Ησαΐας (1:1· 6:1-13), ο Αμώς (7:1-9, 12· 8:1, 2) και ο Ιεζεκιήλ (1:1). Η θεόπνευστη προφητική διακήρυξη του Αβδιού εναντίον του Εδώμ αρχίζει με τα λόγια: «Το όραμα του Αβδιού». (Αβδ 1) “Το όραμα του Ναούμ” περιέχει μια εξαγγελία εναντίον της Νινευή.—Να 1:1.
Το βιβλίο της Αποκάλυψης περιλαμβάνει μια σειρά από οράματα που είδε ο ηλικιωμένος απόστολος Ιωάννης. Το όνομα του βιβλίου, ᾿Αποκάλυψις, δηλαδή «Ξεσκέπασμα» ή «Φανέρωση», είναι εύστοχο επειδή η Αποκάλυψη όντως ξεσκεπάζει διάφορα ζητήματα, φανερώνοντας πολλά γεγονότα του απώτερου μέλλοντος, τα οποία θα συνέβαιναν σε πολύ μεταγενέστερο χρόνο από τη συγγραφή της.—Απ 1:1, υποσ.
Ψεύτικα Οράματα. Πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ., οι ψευδοπροφήτες εκείνης της πόλης έλεγαν «το όραμα της δικής τους καρδιάς», δεδομένου ότι τα αγγέλματά τους δεν προέρχονταν από τον Ιεχωβά. (Ιερ 23:16) Εφόσον δεν είχαν λάβει οράματα από τον Ιεχωβά, ό,τι οραματίζονταν ήταν άχρηστο. (Θρ 2:9, 14) Επειδή έλεγαν αναλήθειες και “οραματίζονταν ψέματα”, ο Ιεχωβά ήταν εναντίον τους.—Ιεζ 13.
Προειπώθηκε ότι Μερικοί θα Έβλεπαν Οράματα. Σε αντίθεση με τα ψεύτικα οράματα, και εκτός από τα θεόδοτα οράματα που εξετάστηκαν ήδη, ο Ιωήλ προείπε υπό θεϊκή έμπνευση ότι με την επενέργεια του πνεύματος του Θεού οι νεαροί θα “έβλεπαν οράματα”. (Ιωλ 2:28) Ο Πέτρος έδειξε ότι η προφητεία αυτή είχε μια εκπλήρωση την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., όταν χορηγήθηκε άγιο πνεύμα στους ακολούθους του Ιησού Χριστού και εκείνοι άρχισαν να εξαγγέλλουν θαυματουργικά σε πολλές γλώσσες «τα μεγαλεία του Θεού».—Πρ 2:1-4, 11, 15-17.
-
-
ΟραματιστήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΑΜΑΤΙΣΤΗΣ
Άτομο που λάβαινε ή ισχυριζόταν ότι λάβαινε οράματα από τον Θεό σχετικά με αποκρυμμένα ή μελλοντικά ζητήματα. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «οραματιστής» είναι η λέξη χοζέχ, από το ρήμα χαζάχ, το οποίο σημαίνει «βλέπω· οραματίζομαι». Το ρήμα χαζάχ και τα παράγωγά του χρησιμοποιούνται σε σχέση με τον οραματισμό.—Αρ 24:4· Ησ 1:1· 21:2· 22:1· Ιεζ 13:7· Δα 8:1· βλέπε ΒΛΕΠΩΝ.
Μερικοί οραματιστές ήταν ψευδείς, και ο Θεός αντιτασσόταν σε αυτούς. (Ησ 29:10· Μιχ 3:7) Άλλοι στάλθηκαν από τον Ιεχωβά και μίλησαν στο όνομά του. (2Βα 17:13· 2Χρ 33:18) Ο προσδιορισμός «οραματιστής» εφαρμόζεται σε αρκετά άτομα, συγκεκριμένα στον Αιμάν, στον Ιδδώ, στον Ανανί, στον Γαδ, στον Ασάφ, στον Ιεδουθούν και στον Αμώς. (1Χρ 25:5· 2Χρ 12:15· 19:2· 29:25, 30· 35:15· Αμ 7:12) Ορισμένοι, όπως ο Γαδ και ο Ιδδώ, κατέγραψαν τα οράματά τους ή έγραψαν άλλες αφηγήσεις. (1Χρ 29:29· 2Χρ 9:29· 33:19) Δεν ήταν όλοι οι προφήτες του Ιεχωβά οραματιστές. Ωστόσο, ο Γαδ αποκαλούνταν και “προφήτης” και “οραματιστής του Δαβίδ”, προφανώς επειδή μερικά τουλάχιστον από τα αγγέλματα που έλαβε από τον Θεό μεταδόθηκαν μέσω οραμάτων τα οποία περιείχαν θεϊκές κατευθύνσεις ή συμβουλές για τον Βασιλιά Δαβίδ.—2Σα 24:11· 1Χρ 21:9.
-
-
ΌργανοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΓΑΝΟ
Βλέπε ΕΓΧΟΡΔΟ.
-
-
ΟργήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΓΗ
Βλέπε ΘΥΜΟΣ.
-
-
ΟργιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΓΙΑ
(Οργιά).
Μονάδα για τη μέτρηση του βάθους του νερού. Η οργιά ορίζεται γενικά στους τέσσερις πήχεις (περ. 1,8 μ.) και αντιστοιχεί κατά προσέγγιση με την απόσταση ανάμεσα στις άκρες των δαχτύλων των δύο χεριών ενός ανθρώπου που έχει τους βραχίονές του σε έκταση. Εύλογα, η λέξη ὀργυιά του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «εκτείνω· απλώνω».—Πρ 27:28, υποσ.
-
-
ΌργωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΓΩΜΑ
Τα συμπεράσματα για το τι είδους αλέτρια χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι γεωργοί στους Βιβλικούς χρόνους βασίζονται σε αρχαίες απεικονίσεις τέτοιων εργαλείων, τα οποία ήταν σε χρήση στις γειτονικές χώρες, καθώς και σε αλέτρια που είχαν τα πρόσφατα χρόνια ορισμένοι Άραβες γεωργοί. Μερικά αλέτρια αποτελούνταν από ένα απλό αιχμηρό ξύλο, πιθανώς με μεταλλική άκρη, το οποίο συνδεόταν με ένα στέλεχος (το σταβάρι) και συρόταν από ένα ή περισσότερα ζώα. Με τη χρήση ενός τέτοιου εργαλείου, το όργωμα πρέπει μόνο να τεμάχιζε το χώμα επιφανειακά χωρίς να το αναστρέφει. Φυσικά, εφόσον δεν έχουμε στη διάθεσή μας άμεσα αποδεικτικά στοιχεία, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα να χρησιμοποιούνταν στον Ισραήλ πιο δυνατά αλέτρια.
Επειδή ο καυτός καλοκαιρινός ήλιος σκληραίνει το έδαφος, δεν όργωναν αν δεν μαλάκωνε πρώτα το χώμα από τις βροχές του φθινοπώρου ή του χειμώνα. Τότε γινόταν το όργωμα και η σπορά. Την εποχή του οργώματος, οι ψυχρότερες ημέρες, ο άστατος καιρός ή τα απειλητικά σύννεφα δεν απέτρεπαν έναν θαρραλέο άντρα από το να εργαστεί, αλλά ένας τεμπέλης γεωργός ίσως χρησιμοποιούσε τέτοιες περιστάσεις ως δικαιολογία για να αποφύγει την εργασία. Οι γείτονές του δεν θα είχαν λόγο να τον συμπονούν όταν δεν θα είχε να θερίσει τίποτα επειδή είχε τεμπελιάσει τον καιρό του οργώματος. (Παρ 20:4· Εκ 11:4) Ωστόσο, ακόμη και σε καιρό οργώματος, οι Ισραηλίτες γεωργοί έπρεπε να τηρούν το Σάββατο.—Εξ 34:21.
Ταύρος και γαϊδούρι δεν έπρεπε να ζευχθούν στο ίδιο αλέτρι, προφανώς επειδή η δύναμη και ο ρυθμός τους είναι άνισα. (Δευ 22:10) Συνήθως το αλέτρι συρόταν από ένα ζευγάρι βόδια. (Λου 14:19· Ιωβ 1:14) Αρκετοί άντρες, ο καθένας τους με ένα ζευγάρι βόδια, μπορεί να όργωναν μαζί παράλληλες σειρές, ο ένας πίσω από τον άλλον. Στην περίπτωση του Ελισαιέ, όπως αυτή καταγράφεται στο εδάφιο 1 Βασιλέων 19:19, εκείνος ήταν ο 12ος και τελευταίος, γι’ αυτό και μπορούσε να σταματήσει χωρίς να παρεμποδίζει κάποιους άλλους πίσω του. Ο Ελισαιέ έφυγε από τον αγρό και χρησιμοποίησε τα ξύλινα σύνεργα με τα οποία όργωνε ως καυσόξυλα για να θυσιάσει τους ταύρους. (1Βα 19:21) Στο σύγγραμμα Η Γη και το Βιβλίο ([The Land and the Book] αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 121), ο Γ. Μ. Τόμσον αναφέρει ότι ένας άντρας μπορούσε εύκολα να σπείρει όση έκταση είχε οργώσει μια ομάδα από ζευγολάτες.
Παραβολική Χρήση. Η γνωστή εργασία του οργώματος χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές ως βάση για κάποια παραβολή. Όταν οι Φιλισταίοι έπεισαν τη σύζυγο του Σαμψών να του αποσπάσει την απάντηση στο αίνιγμά του, ο Σαμψών είπε ότι αυτοί είχαν “οργώσει με τη νεαρή αγελάδα του”, δηλαδή είχαν χρησιμοποιήσει για δική τους υπηρεσία κάποιο άτομο που θα έπρεπε να υπηρετεί εκείνον. (Κρ 14:15-18) Ένας απόκρημνος βράχος δεν προσφέρεται για όργωμα και, όπως δείχνει ο Αμώς, ήταν εξίσου παράλογο από μέρους των ηγετών του Ισραήλ να διαφθείρουν την κρίση και να πράττουν την αδικία και εντούτοις να αναμένουν όφελος από μια τέτοια πορεία. (Αμ 6:12, 13) Στο εδάφιο Ωσηέ 10:11, το όργωμα (πολύ σκληρότερη εργασία για μια δαμαλίδα από ό,τι το αλώνισμα) χρησιμοποιείται προφανώς για να συμβολίσει την κοπιαστική ή δουλική εργασία στην οποία επρόκειτο να υποβληθεί ο αποστατικός Ιούδας, πιθανώς από αλλοεθνείς δυνάστες. Αυτό που έπρεπε να κάνουν ο Ιούδας και ο Ισραήλ, σύμφωνα με τα εδάφια Ιερεμίας 4:3, 4 και Ωσηέ 10:12, 13, ήταν να αλλάξουν τρόπο ζωής, προετοιμάζοντας, μαλακώνοντας και καθαρίζοντας τις καρδιές τους (παράβαλε Λου 8:5-15), σαν να τις όργωναν και να απομάκρυναν από αυτές τα αγκάθια, ώστε, αντί να μοχθούν και να κοπιάζουν μάταια κάνοντας εσφαλμένες ενέργειες που αποφέρουν μόνο κακή συγκομιδή, να θερίσουν απεναντίας θεϊκές ευλογίες.
Οι μέθοδοι που ακολουθεί ο γεωργός όταν οργώνει, σβαρνίζει, σπέρνει και αλωνίζει—εργασίες που κάνει με καθορισμένη σειρά, έχοντας υπόψη του έναν συγκεκριμένο σκοπό και ασκώντας καλή κρίση—χρησιμοποιούνται στα εδάφια Ησαΐας 28:23-29 για να παρουσιαστούν παραβολικά οι οδοί του Ιεχωβά, ο οποίος είναι «θαυμαστός σε βουλή, έχει μεγαλουργήσει σε αποτελεσματικές ενέργειες». Όπως ακριβώς το όργωμα και το σβάρνισμα έχουν όρια, όντας απλώς προπαρασκευαστικά στάδια προκειμένου να γίνει η σπορά, έτσι και ο Ιεχωβά δεν διαπαιδαγωγεί ούτε τιμωρεί το λαό του για πάντα, αλλά παρέχει διαπαιδαγώγηση πρωτίστως για να τον απαλύνει και να τον κάνει δεκτικό στη συμβουλή και στην καθοδήγησή του, οι οποίες φέρνουν ευλογίες. (Παράβαλε Εβρ 12:4-11.) Όπως ακριβώς η σκληρότητα του εδάφους καθορίζει το βαθμό ή την ένταση με την οποία γίνεται το όργωμα, έτσι και το είδος του κόκκου καθορίζει τη δύναμη και το βάρος των εργαλείων που χρησιμοποιούνται για να γίνει το αλώνισμα και να φύγει το άχυρο. Τα γεγονότα αυτά αναφέρονται παραβολικά για να παρουσιάσουν τη σοφία που εκδηλώνει ο Θεός καθώς καθαρίζει το λαό του και αποβάλλει καθετί το ανεπιθύμητο, ποικίλλοντας τον τρόπο με τον οποίο τον μεταχειρίζεται ανάλογα με τις υπάρχουσες ανάγκες και περιστάσεις.—Παράβαλε Ησ 21:10· 1:25.
Η πόλη που είχε «οργωθεί σαν αγρός» ήταν πόλη τελείως κατεστραμμένη και ερημωμένη. (Ιερ 26:18· Μιχ 3:12) Όταν ο Ισραήλ μιλάει για εκείνους που είχαν “οργώσει πάνω στην πλάτη του, μακραίνοντας τα αυλάκια τους”, περιγράφει προφανώς τα δεινά που υπέστη υπό την κυριαρχία των πολλών εχθρών του, οι οποίοι τον ποδοπατούσαν και τον κακομεταχειρίζονταν αδυσώπητα και βάναυσα, ενώ εκείνος έβαζε τη ράχη του «σαν γη . . . για εκείνους που περνούσαν». (Ψλ 129:1-3· Ησ 51:23· παράβαλε Ψλ 66:12.) Στην προφητεία αποκατάστασης των εδαφίων Αμώς 9:13-15, η ευλογία του Ιεχωβά παρουσιάζεται να κάνει το έδαφος τόσο παραγωγικό ώστε ο θερισμός βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη αν και έχει έρθει ο καιρός να γίνει το όργωμα για την επόμενη περίοδο.—Παράβαλε Λευ 26:5.
Όπως ο Ιησούς είχε πει ότι οι μαθητές του έπρεπε να δέχονται τροφή, ποτό και κατάλυμα από εκείνους τους οποίους υπηρετούσαν, εφόσον «ο εργάτης είναι άξιος του μισθού του», έτσι και ο απόστολος Παύλος υπερασπίστηκε το δικαίωμα που έχουν όσοι κοπιάζουν στη Χριστιανική διακονία να δέχονται υλική υποστήριξη από άλλους, όμοια με τον άνθρωπο ο οποίος οργώνει έχοντας τη θεμιτή ελπίδα να είναι μέτοχος του θερισμού στον οποίο συνέβαλε ο κόπος του. Ωστόσο, ο Παύλος σε προσωπική βάση και αυτοβούλως προτίμησε να μην επωφεληθεί από το δικαίωμα που είχε να απέχει από κοσμική εργασία, ώστε να προσφέρει «τα καλά νέα δωρεάν» σε εκείνους τους οποίους διακονούσε.—Λου 10:7· 1Κο 9:3-10, 15, 17, 18.
Ο Ιησούς Χριστός αναφέρθηκε στην εργασία του οργώματος για να τονίσει τη σπουδαιότητα του να είναι κανείς ολόκαρδα αφοσιωμένος μαθητής. Όταν κάποιος εξέφρασε την επιθυμία του να γίνει μαθητής, αλλά έθεσε ως όρο να του επιτραπεί πρώτα να αποχαιρετήσει το σπιτικό του, ο Ιησούς απάντησε: «Κανείς που έχει βάλει το χέρι του στο αλέτρι και κοιτάζει τα πράγματα που βρίσκονται πίσω δεν είναι κατάλληλος για τη βασιλεία του Θεού». (Λου 9:61, 62) Αν ένας ζευγάς άφηνε κάτι να αποσπάσει την προσοχή του από την εργασία που είχε να κάνει, θα έφτιαχνε στραβά αυλάκια. Παρόμοια, το άτομο που καλείται να είναι Χριστιανός μαθητής, αλλά επιτρέπει στον εαυτό του να παρεκκλίνει από την εκτέλεση των καθηκόντων που έχει ως υπηρέτης, θα γινόταν ακατάλληλο για τη Βασιλεία του Θεού. Όπως έδειξε ο Γιος του Θεού με το προσωπικό του παράδειγμα, ακόμη και οι στενότεροι οικογενειακοί δεσμοί είναι υποδεέστεροι σε σχέση με την πιστότητα στην επιτέλεση του θεϊκού θελήματος.—Μαρ 3:31-35· 10:29, 30.
-
-
ΟρένΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΕΝ
(Ορέν).
Γιος του Ιεραμεήλ από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:25.
-
-
ΌριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΙΟ
Η εβραϊκή λέξη γκεβούλ σημαίνει «όριο». Μπορεί επίσης να σημαίνει την περιοχή ή την έκταση γης την οποία περικλείει ένα σύνορο ή όριο. Γι’ αυτό, το εδάφιο Ιησούς του Ναυή 13:23 δηλώνει: «Και όριο [εβρ., γκεβούλ] των γιων του Ρουβήν έγινε ο Ιορδάνης· και αυτή η περιοχή [ουγεβούλ] ήταν η κληρονομιά».
Όρια που Τέθηκαν από τον Ιεχωβά. Πριν από τον παγγήινο Κατακλυσμό, ο Θεός είχε εκδιώξει το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι από τον κήπο της Εδέμ, υποχρεώνοντάς τους να ζήσουν έξω από αυτόν (Γε 3:23, 24), είχε εκτοπίσει τον Κάιν από τη συγκεκριμένη «γη» από την οποία “κραύγαζε” το αίμα του Άβελ (Γε 4:10, 11), και μεταγενέστερα είχε θέσει ένα όριο “εκατόν είκοσι χρόνων” (Γε 6:3) στη διάρκεια των οποίων η προκατακλυσμιαία ανθρωπότητα μπορούσε να συνεχίσει να κατοικεί στη γη προτού καταστραφεί η συντριπτική πλειονότητά της. (Γε 6:13) Ο ίδιος όρισε ότι οι επιζώντες από τον Κατακλυσμό έπρεπε να “γεμίσουν τη γη”, όταν δε οι άνθρωποι επιχείρησαν να μην εξαπλωθούν στη γη, ο Θεός ανέτρεψε αυτή την προσπάθεια και τους ανάγκασε να εκτελέσουν το διάταγμά του.—Γε 9:1, 19· 11:1-9.
Αιώνες αργότερα, ο Θεός υποσχέθηκε στον Αβραάμ και στο σπέρμα του κάποια γη με σαφώς καθορισμένα όρια. (Γε 15:18-21· Εξ 23:31) Ο Θεός επέτρεψε στους Χαναναίους που κατοικούσαν εκεί να συνεχίσουν να διαμένουν σε αυτή την Υποσχεμένη Γη για μια προειπωμένη περίοδο άλλων “τετρακοσίων χρόνων”, έπειτα από την οποία θα διέταζε την εκδίωξή τους όταν «το σφάλμα των Αμορραίων» θα είχε ολοκληρωθεί. (Γε 15:13-16) Από την άλλη μεριά, ο Ιεχωβά Θεός όρισε επίσης ότι οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε να παραβιάσουν τα όρια των εθνών Εδώμ, Μωάβ και Αμμών, εθνών των οποίων οι αρχαίοι πρόγονοι ήταν συγγενείς με τους προπάτορες των Ισραηλιτών. (Δευ 2:4, 5, 18, 19) Τα λόγια του ύμνου του Μωυσή στο εδάφιο Δευτερονόμιο 32:8 πρέπει να κατανοηθούν στο φως αυτών των δεδομένων. Το εδάφιο λέει: «Όταν ο Ύψιστος έδωσε στα έθνη κληρονομιά, όταν χώρισε τους γιους του Αδάμ τον έναν από τον άλλον, στερέωσε το όριο των λαών με τον αριθμό των γιων του Ισραήλ υπόψη».
Με βάση το κυριαρχικό δικαίωμα του Ιεχωβά να καθορίζει τέτοια όρια, ο Κριτής Ιεφθάε υπερασπίστηκε μεταγενέστερα το δικαίωμα που είχε ο Ισραήλ να κατοικεί στη θεόδοτη γη του. (Κρ 11:12-15, 23-27) Ωστόσο, επειδή ο Ισραήλ δεν προσκολλήθηκε με αφοσίωση στα προστάγματα του Θεού, ο Ιεχωβά επέτρεψε σε μερικούς από τους εχθρικούς λαούς να παραμείνουν μέσα στα σύνορα του Ισραήλ (Αρ 33:55· Κρ 2:20-23), και ο Ισραήλ δεν απέκτησε την κυριαρχία ολόκληρης της περιοχής που περικλειόταν από τα υποσχεμένα όρια παρά μόνο στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, περίπου τέσσερις αιώνες μετά την είσοδο του έθνους στη Χαναάν.—2Σα 8:1-15.
Τελικά, σύμφωνα με προγενέστερη προειδοποιητική εξαγγελία του, ο Ιεχωβά επέτρεψε στα ειδωλολατρικά έθνη να καταπατήσουν τα όρια της Υποσχεμένης Γης και να οδηγήσουν τον Ισραήλ σε εξορία, τιμωρώντας αυτόν τον αποστατικό λαό. (Δευ 28:36, 37, 49-53· Ιερ 25:8-11) Μέσω του Ησαΐα, του Ιερεμία, του Ιεζεκιήλ και του Δανιήλ, των προφητών του, ο Θεός προείπε την άνοδο και την πτώση των παγκόσμιων δυνάμεων από τη Βαβυλώνα και εφεξής, καθώς και τη σειρά της εμφάνισής τους. (Ησ 13:1–14:4· 44:28–45:5· Ιερ 25:12-29· Ιεζ 21:18-27· Δα κεφ. 2, 7, 8 και 11:1–12:4) Μολονότι ο Ιεχωβά ανέχτηκε την ύπαρξη των πολιτικών εθνών και την κυριαρχία της γης από αυτά για έναν “προσδιορισμένο καιρό”, προείπε επίσης την τελική τους καταστροφή και την εξάλειψη των ορίων της πολιτικής τους επικράτειας, κάτι που θα πραγματοποιηθεί από τη Βασιλεία του Μεσσία.—Δα 2:44· παράβαλε Απ 11:17, 18· 19:11-16.
«Τα Καθορισμένα Όρια» της Κατοικίας των Ανθρώπων. Ο Παύλος είπε στο ακροατήριό του στην Αθήνα ότι ο Θεός «όρισε τους προσδιορισμένους καιρούς και τα καθορισμένα όρια [ὁροθεσίας, Κείμενο· κατά κυριολεξία, «τοποθετήσεις ορίων»] της κατοικίας των ανθρώπων». (Πρ 17:26) Παρόμοια σκέψη εκφράζεται στο εδάφιο Ψαλμός 74:17 αναφορικά με τον Δημιουργό: «Εσύ έθεσες όλα τα όρια της γης· το καλοκαίρι και το χειμώνα—εσύ τα έκανες». Στον Ύψιστο οφείλεται η ύπαρξη φυσικών ορίων όπως είναι οι ποταμοί, οι λίμνες, οι θάλασσες και τα βουνά, τα οποία καθορίζουν το πού ζουν οι άνθρωποι.—Παράβαλε Ιερ 5:22.
Τα Όρια των Φυλών του Ισραήλ. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 744) Την εποχή της κατάκτησης της Υποσχεμένης Γης από τον Ισραήλ, είχε επιτραπεί στις φυλές του Ρουβήν, του Γαδ και στη μισή φυλή του Μανασσή να λάβουν κληρονομιά γης «από την πλευρά του Ιορδάνη που είναι προς την ανατολή». (Αρ 32:1-5, 19, 33-42· 34:14, 15· Ιη 13:8-13, 15-32) Έπειτα από έξι χρόνια πολέμου για την καθυπόταξη των Χαναναίων, ήρθε ο καιρός να καθοριστούν τα φυλετικά όρια Δ του Ιορδάνη για τις άλλες εννιά φυλές και την υπόλοιπη μισή φυλή του Μανασσή. Ο Ιησούς του Ναυή, ο Ελεάζαρ ο ιερέας και ένας αρχηγός από κάθε φυλή διορίστηκαν από τον Ιεχωβά να υπηρετούν ως επιτροπή που θα επέβλεπε τη διανομή της γης. (Αρ 34:13-29· Ιη 14:1) Η διαδικασία που ακολούθησαν βρισκόταν σε αρμονία με την προγενέστερη προσταγή του Θεού στον Μωυσή: «Ανάλογα με το πόσο πολλά είναι [τα μέλη] πρέπει να αυξήσεις την κληρονομιά κάποιου, και ανάλογα με το πόσο λίγα είναι πρέπει να μειώσεις την κληρονομιά κάποιου. Η κληρονομιά του καθενός πρέπει να δοθεί ανάλογα με όσους από αυτόν έχουν απογραφεί. Αλλά η γη πρέπει να διαμοιραστεί με κλήρο».—Αρ 26:52-56· 33:53, 54.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η διανομή της γης μεταξύ των φυλών ρυθμιζόταν με βάση δύο παράγοντες: το αποτέλεσμα της κλήρωσης και το μέγεθος της φυλής. Ο κλήρος ίσως καθόριζε μόνο κατά προσέγγιση τη θέση της εδαφικής κληρονομιάς κάθε φυλής, υποδεικνύοντας έτσι για την κληρονομιά κάποιο τμήμα της γης στο Β, στο Ν, στην Α ή στη Δ, κατά μήκος της παράκτιας πεδιάδας ή στην ορεινή περιοχή. Το αποτέλεσμα της κλήρωσης ήταν από τον Ιεχωβά και έτσι απέτρεπε τις αντιζηλίες ή τις διαμάχες ανάμεσα στις φυλές. (Παρ 16:33) Επίσης, με αυτό το μέσο ο Θεός κατηύθυνε τα πράγματα έτσι ώστε η θέση κάθε φυλής να ανταποκρίνεται στη θεόπνευστη προφητεία που εξήγγειλε ο πατριάρχης Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του, όπως αυτή είναι καταγραμμένη στα εδάφια Γένεση 49:1-33.
Αφού καθοριζόταν η γεωγραφική θέση της φυλής μέσω της κλήρωσης, ήταν απαραίτητο να καθοριστεί στη συνέχεια η έκταση της περιοχής της με βάση το δεύτερο παράγοντα: το μέγεθός της συγκριτικά με το μέγεθος των άλλων φυλών. «Πρέπει να μοιραστείτε με κλήρο τη γη ως ιδιοκτησία, σύμφωνα με τις οικογένειές σας. Στον πολυπληθή πρέπει να αυξήσετε την κληρονομιά του και στον ολιγάριθμο πρέπει να μειώσετε την κληρονομιά του. Ο τόπος που θα του πέσει με κλήρο, αυτός θα γίνει δικός του». (Αρ 33:54) Το αποτέλεσμα της κλήρωσης ως προς τη βασική γεωγραφική τοποθεσία ίσχυε, αλλά μπορούσαν να γίνουν τροποποιήσεις στο μέγεθος της κληρονομιάς. Παραδείγματος χάρη, όταν η περιοχή του Ιούδα αποδείχτηκε πολύ μεγάλη, η έκτασή της μειώθηκε με την παραχώρηση τμημάτων της στη φυλή του Συμεών.—Ιη 19:9.
Η αύξηση ή η μείωση της κληρονομιάς φαίνεται ότι δεν γινόταν μόνο με βάση την έκταση της γης, διότι η φυλή του Δαν, αν και δεύτερη σε πληθυσμό, έλαβε ένα από τα μικρότερα μερίδια ως προς τις πραγματικές διαστάσεις. Μπορεί να συνυπολογίζονταν και άλλοι παράγοντες, όπως ο αριθμός των πόλεων, τα χαρακτηριστικά της περιοχής και η ποιότητα του εδάφους.—Παράβαλε Ιη 17:14-18.
Αφού αποφασίστηκαν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα όρια των φυλετικών υποδιαιρέσεων, στη συνέχεια μπορούσε να καθοριστεί η ιδιοκτησία κάθε οικογένειας, και αυτό φαίνεται ότι έγινε, όχι με κλήρο, αλλά με την κατεύθυνση της διορισμένης επιτροπής η οποία αποτελούνταν από τον Ελεάζαρ, τον Ιησού του Ναυή και τους αρχηγούς. (Ιη 17:3, 4) Γι’ αυτό, το εδάφιο Δευτερονόμιο 19:14 δηλώνει ότι, «αφού οι πρόγονοι θα έχουν θέσει τα όρια στην κληρονομιά σου», αυτά δεν πρέπει να μετακινηθούν προς τα πίσω.—Βλέπε ΟΡΟΘΕΣΙΟ.
Η αφήγηση της διαμοίρασης της περιοχής Δ του Ιορδάνη δείχνει ότι πρώτα βγήκαν οι κλήροι για τον Ιούδα (Ιη 15:1-63), τον Ιωσήφ (Εφραΐμ) (Ιη 16:1-10) και τη μισή φυλή του Μανασσή που θα κατοικούσε Δ του Ιορδάνη (Ιη 17:1-13), και καταχωρίστηκαν τα όρια και οι πόλεις τους. Έπειτα από αυτό, φαίνεται ότι διακόπηκε η διαμοίραση της γης, εφόσον το στρατόπεδο του Ισραήλ παρουσιάζεται να έχει μετακινηθεί από τα Γάλγαλα στη Σηλώ. (Ιη 14:6· 18:1) Η διάρκεια αυτού του μεσοδιαστήματος δεν δηλώνεται, αλλά τελικά ο Ιησούς του Ναυή επιτίμησε τις άλλες εφτά φυλές για την αναβλητικότητα που έδειχναν ως προς τον εποικισμό της υπόλοιπης γης. (Ιη 18:2, 3) Έχουν προταθεί διάφορες εξηγήσεις γύρω από το γιατί οι εφτά φυλές εκδήλωσαν αυτή τη στάση. Μερικοί σχολιαστές κάνουν τη σκέψη ότι τα άφθονα λάφυρα που πάρθηκαν κατά την κατάκτηση και το γεγονός ότι δεν φαινόταν να υπάρχει άμεσος κίνδυνος επίθεσης από τους Χαναναίους μπορεί να έκαναν αυτές τις φυλές να αισθάνονται πως δεν ήταν ιδιαίτερα επείγον το να πάρουν στην κατοχή τους τα υπόλοιπα εδάφη. Η απροθυμία για εξουδετέρωση των τοπικών εχθρικών θυλάκων που πρόβαλλαν ισχυρή αντίσταση μπορεί να συνέτεινε σε αυτή τη βραδύτητα. (Ιη 13:1-7) Επίσης, οι γνώσεις τους για αυτό το τμήμα της Υποσχεμένης Γης μπορεί να ήταν σημαντικά λιγότερες από ό,τι για τα τμήματα που είχαν ήδη διαμοιραστεί.
Για να επιταχύνει τη διαδικασία, ο Ιησούς του Ναυή έστειλε μια αντιπροσωπεία 21 αντρών—3 από καθεμιά από τις 7 φυλές—για να “χαρτογραφήσουν τη γη κατά εφτά μερίδια”, και αφού οι άντρες «τη χαρτογράφησαν σύμφωνα με τις πόλεις», ο Ιησούς του Ναυή τράβηξε κλήρο για αυτούς προκειμένου να έχει την απόφαση του Ιεχωβά. (Ιη 18:4-10) Οι επιμέρους κληρονομιές που διαμοιράστηκαν αναφέρονται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 18:11–19:49.
Στην ιερατική φυλή του Λευί δεν δόθηκε ως μερίδιο κάποια συγκεκριμένη περιοχή, αλλά τους χορηγήθηκαν 48 διασκορπισμένες πόλεις και βοσκοτόπια μέσα στα όρια των άλλων φυλών.—Ιη 13:14, 33· 21:1-42.
Άλλα Όρια. Με τη διαθήκη του Νόμου ο Θεός “ξεχώρισε τον Ισραήλ” ως τον εκλεκτό λαό του επί 1.545 χρόνια (Λευ 20:26), αλλά με το θυσιαστικό θάνατο του Γιου του κατέστρεψε το συμβολικό «μεσότοιχο» που χώριζε τους Εθνικούς από τους Ιουδαίους, καταργώντας το Νόμο των εντολών. Στα εδάφια Εφεσίους 2:12-16, ο Παύλος αναφέρθηκε έμμεσα στο φραγμό—τον τοίχο (σορέγκ)—που υπήρχε στην περιοχή του ναού. Επί ποινή θανάτου, απαγορευόταν στους Εθνικούς να περάσουν αυτό το όριο, και έτσι ο τοίχος αποτέλεσε για τον απόστολο κατάλληλη εικόνα του διαχωρισμού που δημιούργησε η διαθήκη του Νόμου.
Υπό τη νέα διαθήκη της οποίας Μεσίτης είναι ο Χριστός Ιησούς, έλαβε χώρα μια πνευματική οριοθέτηση, πολύ πιο εντυπωσιακή από τον προσδιορισμό οποιουδήποτε γεωγραφικού ορίου, με την οποία ξεχωρίστηκε το πνευματικό έθνος της Χριστιανικής εκκλησίας από τον υπόλοιπο κόσμο του ανθρωπίνου γένους. (Ιωα 17:6, 14-19· 1Πε 2:9-11) Ο Ιεχωβά είχε προφητεύσει προ πολλού ότι θα έχτιζε τη Σιών με πολύτιμα πετράδια και θα έφτιαχνε όλα τα όριά της από «ελκυστικές πέτρες», και ο Ιησούς παρέθεσε από αυτή την προφητεία εφαρμόζοντας το επόμενο εδάφιο σε εκείνους που γίνονταν μαθητές του. (Ησ 54:12, 13· Ιωα 6:45· παράβαλε Απ 21:9-11, 18-21.) Αυτά τα πνευματικά όρια πρέπει να διατηρούνται απαραβίαστα, διότι ο Θεός προειδοποιεί ότι όσοι τα καταπατούν θα καταστραφούν.—Παράβαλε Ησ 54:14, 15· 60:18 με 1Κο 3:16, 17.
Αντιστρόφως, από όσους αποτελούν αυτό το πνευματικό έθνος απαιτείται να παραμένουν μέσα στα πλαίσιά του, αναγνωρίζοντας τους δηλωμένους ηθικούς περιορισμούς (1Κο 5:9-13· 6:9, 10· 1Θε 4:3-6) και τα πνευματικά όρια που τους ξεχωρίζουν από την ψεύτικη λατρεία και τα κοσμικά συστήματα (2Κο 6:14-18· Ιακ 4:4· Απ 18:4), καθώς επίσης τις διατάξεις που διέπουν τις σωστές σχέσεις ανάμεσα στους Χριστιανούς και «στις ανώτερες εξουσίες» των εκάστοτε κυβερνήσεων (Ρω 13:1, 5· 1Πε 2:13-16· Πρ 4:19, 20· 5:29), ανάμεσα στο σύζυγο και στη σύζυγο (1Κο 7:39· 1Πε 3:1, 7) και πολλές άλλες πτυχές της ζωής.
Ο Παύλος δείχνει επίσης ότι υπήρχαν όρια που καθόριζαν τον τομέα που είχε ανατεθεί για διακονική δραστηριότητα.—2Κο 10:13-16.
-
-
ΌρκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΚΟΣ
Δήλωση στην οποία προβαίνει κάποιος για να διαβεβαιώσει ότι τα λεγόμενά του είναι αληθινά ή ότι θα κάνει ή δεν θα κάνει κάτι. Συχνά περιλαμβάνει επίκληση κάποιου ανωτέρου, ιδίως του Θεού.
Στις Εβραϊκές Γραφές χρησιμοποιούνταν δύο λέξεις για να υποδηλώσουν αυτό που εμείς εννοούμε ως όρκο. Η λέξη σεβου‛άχ σημαίνει «όρκος ή ένορκη δήλωση». (Γε 24:8· Λευ 5:4) Το συγγενικό εβραϊκό ρήμα σαβά‛, το οποίο σημαίνει «ορκίζομαι», προέρχεται από την ίδια ρίζα με την εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «εφτά». Επομένως, ο όρος «ορκίζομαι» σήμαινε αρχικά «τίθεμαι υπό την επιρροή 7 πραγμάτων». (Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament], επιμέλεια Γκ. Φρίντριχ, 1954, Τόμ. 5, σ. 460) Ο Αβραάμ και ο Αβιμέλεχ ορκίστηκαν με βάση εφτά θηλυκά αρνιά όταν σύναψαν τη διαθήκη στο πηγάδι της Βηρ-σαβεέ, όνομα που σημαίνει «Πηγάδι του Όρκου· ή, Πηγάδι των Εφτά». (Γε 21:27-32· βλέπε επίσης Γε 26:28-33.) Η λέξη σεβου‛άχ αναφέρεται στην ένορκη δήλωση ενός ατόμου που βεβαιώνει ότι θα κάνει ή δεν θα κάνει κάτι. Η ίδια η λέξη δεν υπονοεί ότι ο ορκιζόμενος θα είναι καταραμένος αν δεν εκπληρώσει τον όρκο. Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται για τον όρκο, ή αλλιώς την ένορκη δήλωση, που έκανε στον Αβραάμ ο Ιεχωβά, ο οποίος δεν αφήνει ποτέ ανεκπλήρωτο το λόγο του και είναι απρόσβλητος από κάθε κατάρα.—Γε 26:3.
Η άλλη εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται είναι η λέξη ’αλάχ, η οποία σημαίνει «όρκος, κατάρα». (Γε 24:41, υποσ.) Μπορεί επίσης να μεταφραστεί ως «όρκος υποχρέωσης». (Γε 26:28) Ένα λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 49) ορίζει αυτή τη λέξη ως «κατάρα (απειλή συμφοράς σε περίπτωση παραβίασης) που επιβάλλει κάποιος στον εαυτό του ή του επιβάλλεται από άλλους». Στους αρχαίους εβραϊκούς χρόνους, το να κάνει κάποιος όρκο θεωρούνταν βαρυσήμαντο ζήτημα. Ο όρκος έπρεπε να τηρείται, ακόμη και αν αποδεικνυόταν επιζήμιος για τον ορκιζόμενο. (Ψλ 15:4· Ματ 5:33) Ένα άτομο θεωρούνταν ένοχο ενώπιον του Ιεχωβά αν μιλούσε αστόχαστα σε μια ένορκη δήλωση. (Λευ 5:4) Η αθέτηση όρκου είχε σοβαρότατες συνέπειες, καθώς επέσυρε την τιμωρία του Θεού. Ανάμεσα στα αρχαιότερα έθνη, και ιδιαίτερα μεταξύ των Εβραίων, ο όρκος ήταν κατά μία έννοια θρησκευτική πράξη, η οποία περιλάμβανε τον Θεό. Όταν οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη ’αλάχ, αυτή καθιστούσε κατ’ επέκταση τον Θεό συμμέτοχο στον όρκο και δήλωνε ότι οι ίδιοι ήταν πρόθυμοι να υποστούν όποια κρίση ευαρεστούνταν εκείνος να επιφέρει σε περίπτωση παραβίασης του όρκου. Η λέξη αυτή δεν χρησιμοποιείται ποτέ από τον Θεό για τους δικούς του όρκους.
Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιεί τις αντίστοιχες λέξεις ὅρκος και ὀμνύω (ορκίζομαι), οι οποίες εμφανίζονται και οι δύο στο εδάφιο Ιακώβου 5:12. Το ρήμα ὁρκίζω σημαίνει “θέτω υπό όρκο” ή «διατάζω επίσημα». (Μαρ 5:7· Πρ 19:13) Άλλες λέξεις του πρωτότυπου κειμένου που είναι συγγενικές με τη λέξη ὅρκος σημαίνουν «ορκωμοσία» (Εβρ 7:20), «θέτω κάτω από ιερή υποχρέωση ή όρκο» (1Θε 5:27), «επίορκος ή παραβάτης όρκου» (1Τι 1:10) και «ορκίζομαι χωρίς να εκτελέσω ή κάνω ψευδή όρκο» (Ματ 5:33). Η λέξη ἀναθεματίζω του πρωτότυπου κειμένου αποδίδεται “δεσμεύω με κατάρα” στα εδάφια Πράξεις 23:12, 14 και 21.
Εκφράσεις που Χρησιμοποιούνταν Κατά την Ορκωμοσία. Συνήθως ο όρκος γινόταν μέσω επίκλησης του Θεού ή στο όνομα του Θεού. (Γε 14:22· 31:53· Δευ 6:13· Κρ 21:7· Ιερ 12:16) Ο Ιεχωβά ορκιζόταν στον εαυτό του ή στη δική του ζωή. (Γε 22:16· Ιεζ 17:16· Σοφ 2:9) Ενίοτε οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν εκφράσεις επίσημης φύσης, όπως: «Έτσι να κάνει ο Ιεχωβά σε εμένα [ή εσένα] και έτσι να προσθέσει σε αυτό, αν . . . » δεν τηρήσω (ή δεν τηρήσεις) τον όρκο. (Ρθ 1:17· 1Σα 3:17· 2Σα 19:13) Αυτή η διαβεβαίωση γινόταν ακόμη πιο εμφατική αν το άτομο που ορκιζόταν δήλωνε και το όνομά του.—1Σα 20:13· 25:22· 2Σα 3:9.
Οι ειδωλολάτρες επικαλούνταν παρόμοια τους δικούς τους ψεύτικους θεούς. Η Ιεζάβελ, που λάτρευε τον Βάαλ, δεν επικαλούνταν τον Ιεχωβά αλλά διάφορους “θεούς” (’ελοχίμ, με ρήμα στον πληθυντικό αριθμό), όπως και ο Βεν-αδάδ Β΄, ο βασιλιάς της Συρίας. (1Βα 19:2· 20:10) Στην πραγματικότητα, επειδή τέτοιες εκφράσεις ήταν διαδεδομένες παντού, η ειδωλολατρία κατέληξε να περιγράφεται στην Αγία Γραφή ως “το να ορκίζεται κανείς σε κάποιον ψεύτικο θεό” ή σε αυτό που “δεν ήταν Θεός”.—Ιη 23:7· Ιερ 5:7· 12:16· Αμ 8:14.
Σε μερικές πολύ σοβαρές περιπτώσεις ή όταν περιλαμβάνονταν έντονα συναισθήματα στην επίσημη διακήρυξη, κατονομάζονταν συγκεκριμένα οι κατάρες ή οι τιμωρίες που θα συνόδευαν ενδεχόμενη παραβίαση του όρκου. (Αρ 5:19-23· Ψλ 7:4, 5· 137:5, 6) Ο Ιώβ, υποστηρίζοντας την ευθύτητά του, ανασκοπεί τη ζωή του και δηλώνει διατεθειμένος να υποστεί τις πιο τρομερές τιμωρίες αν διαπιστωθεί ότι παρέβηκε τους νόμους του Ιεχωβά περί οσιότητας, δικαιοσύνης και ηθικής.—Ιωβ 31.
Στη δίκη που διεξαγόταν εξαιτίας της ζήλιας ενός συζύγου, όταν η σύζυγος απαντούσε «Αμήν! Αμήν!» κατά την ανάγνωση του όρκου και της κατάρας από τον ιερέα, στην ουσία ορκιζόταν για την αθωότητά της.—Αρ 5:21, 22.
Η διαβεβαίωση που ισοδυναμούσε ουσιαστικά με όρκο δινόταν συχνά, όχι μόνο στο όνομα του Ιεχωβά, αλλά και στη ζωή του βασιλιά ή ενός ανωτέρου. (1Σα 25:26· 2Σα 15:21· 2Βα 2:2) Η έκφραση «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά» ήταν μια συνηθισμένη ρήση που προσέδιδε βαρύτητα στα λόγια κάποιου ο οποίος διακήρυττε την αποφασιστικότητά του ή την αλήθεια των λεγομένων του. (Κρ 8:19· 1Σα 14:39, 45· 19:6· 20:3, 21· 25:26, 34) Μια λιγότερο δυνατή έκφραση που μπορεί μεν να μην αποσκοπούσε στο να εκληφθεί ως όρκος αλλά φανέρωνε πολύ σοβαρή πρόθεση και επίσης δινόταν προς διαβεβαίωση του ατόμου που άκουγε, ήταν ο όρκος στη ζωή του εν λόγω ατόμου, όπως μπορεί να φανεί στα λόγια της Άννας προς τον Ηλεί (1Σα 1:26) και του Ουρία προς τον Βασιλιά Δαβίδ.—2Σα 11:11· επίσης 1Σα 17:55.
Τύποι ή Ενέργειες που Ακολουθούνταν. Η πιο διαδεδομένη χειρονομία ορκωμοσίας φαίνεται ότι ήταν το να σηκώσει κάποιος το δεξί του χέρι προς τον ουρανό. Ο ίδιος ο Ιεχωβά αναφέρεται ότι ορκίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, με συμβολική έννοια. (Γε 14:22· Εξ 6:8· Δευ 32:40· Ησ 62:8· Ιεζ 20:5) Ένας άγγελος σε κάποιο από τα οράματα του Δανιήλ ύψωσε και τα δυο του χέρια στον ουρανό διατυπώνοντας έναν όρκο. (Δα 12:7) Σχετικά με αυτούς που ορκίζονται ψευδώς, λέγεται ότι «το δεξί χέρι [τους] είναι δεξί χέρι ψεύδους».—Ψλ 144:8.
Ένα άτομο που ζητούσε από κάποιο άλλο να ορκιστεί μπορεί να του έλεγε να βάλει το χέρι του κάτω από το μηρό ή το γοφό του. Όταν ο Αβραάμ έστειλε τον οικονόμο του να πάρει σύζυγο για τον Ισαάκ, του είπε: «Βάλε το χέρι σου, σε παρακαλώ, κάτω από το μηρό μου», και αφού ο οικονόμος έκανε αυτή την ενέργεια, ορκίστηκε ότι θα έπαιρνε μια κοπέλα από τους συγγενείς του Αβραάμ. (Γε 24:2-4, 9) Κατά τον ίδιο τρόπο ο Ιακώβ έβαλε τον Ιωσήφ να ορκιστεί ότι δεν θα τον έθαβε στην Αίγυπτο. (Γε 47:29-31) Όσον αφορά το νόημα αυτής της συνήθειας, βλέπε ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.
Συχνά ο όρκος συνδεόταν με τη σύναψη διαθήκης. Μια συνηθισμένη έκφραση σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν η εξής: «Ο Θεός είναι μάρτυρας ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα». (Γε 31:44, 50, 53) Μια τέτοια έκφραση χρησιμοποιούνταν επίσης για να προσδώσει κύρος στον ισχυρισμό ότι κάτι συνέβη πράγματι ή ότι ήταν αληθινό. Ο Μωυσής επικαλείται τους ουρανούς και τη γη ως μάρτυρες καθώς ανασκοπεί τη σχέση του Ισραήλ με τον Ιεχωβά βάσει της ένορκης διαθήκης η οποία είχε συναφθεί μαζί του. (Δευ 4:26) Πολλές φορές κάποιο άτομο ή άτομα, ένα έγγραφο, ένας στύλος ή ένα θυσιαστήριο αποτελούσαν μάρτυρες και υπενθυμίσεις κάποιου όρκου ή διαθήκης.—Γε 31:45-52· Δευ 31:26· Ιη 22:26-28· 24:22, 24-27· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ.
Υπό το Νόμο. Ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες ο Μωσαϊκός Νόμος απαιτούσε όρκους από διάφορα άτομα ήταν: από μια σύζυγο σε δίκη ζήλιας (Αρ 5:21, 22), από έναν φύλακα όταν χάνονταν τα υπάρχοντα που είχαν ανατεθεί στη φροντίδα του (Εξ 22:10, 11), από τους πρεσβυτέρους μιας πόλης σε περίπτωση ανεξιχνίαστου φόνου (Δευ 21:1-9). Υπήρχε πρόνοια για εθελοντικούς όρκους αποχής. (Αρ 30:3, 4, 10, 11) Μερικές φορές κάποιο άτομο που είχε εξουσία όρκιζε τους υπηρέτες του Θεού, και τότε εκείνοι έλεγαν την αλήθεια. Παρόμοια, ένας Χριστιανός που έχει τεθεί κάτω από όρκο δεν θα πει ψέματα αλλά θα φανερώσει όλη την αλήθεια, όπως του ζητείται, ή μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει αν διακυβεύονται τα δίκαια συμφέροντα του Θεού ή των συγχριστιανών του, οπότε θα πρέπει να είναι έτοιμος να υποστεί οποιαδήποτε συνέπεια προκύπτει από την άρνησή του να καταθέσει.—1Βα 22:15-18· Ματ 26:63, 64· 27:11-14.
Οι ευχές λογίζονταν στον Ισραήλ ισοδύναμες με τους όρκους, ιερές και δεσμευτικές έστω και αν αποδεικνύονταν επιζήμιες για αυτόν που είχε ευχηθεί. Θεωρούσαν ότι ο Θεός παρατηρούσε αν εκπληρώνονταν οι ευχές και επέφερε τιμωρία σε περίπτωση αθέτησής τους. (Αρ 30:2· Δευ 23:21-23· Κρ 11:30, 31, 35, 36, 39· Εκ 5:4-6) Οι ευχές των παντρεμένων και των ανύπαντρων γυναικών υπόκειντο σε επικύρωση ή ακύρωση από το σύζυγο ή τον πατέρα τους, αλλά οι χήρες και οι διαζευγμένες δεσμεύονταν οι ίδιες από τις ευχές τους.—Αρ 30:3-15.
Ο Ιησούς Χριστός, στην Επί του Όρους Ομιλία του, διόρθωσε τους Ιουδαίους επειδή έκαναν όρκους αψήφιστα, επιπόλαια και αλόγιστα. Είχαν αποκτήσει τη συνήθεια να ορκίζονται στον ουρανό, στη γη, στην Ιερουσαλήμ, ακόμη και στο ίδιο τους το κεφάλι. Αλλά εφόσον ο ουρανός ήταν «ο θρόνος του Θεού», η γη «το υποπόδιό» του, η Ιερουσαλήμ η βασιλική του πόλη και το κεφάλι (ή η ζωή) κάποιου εξαρτόταν από τον Θεό, τέτοιοι όρκοι ήταν σαν να γίνονταν στο όνομα του Θεού. Δεν ήταν κάτι το οποίο μπορούσαν να παίρνουν στα ελαφρά. Γι’ αυτό, ο Ιησούς είπε: «Αλλά το Ναι το οποίο λέτε ας σημαίνει Ναι, το Όχι σας, Όχι· διότι οτιδήποτε τα υπερβαίνει αυτά είναι από τον πονηρό».—Ματ 5:33-37.
Με αυτά τα λόγια ο Ιησούς Χριστός δεν απαγόρευε τη χρήση κάθε όρκου, εφόσον και ο ίδιος βρισκόταν υπό το Νόμο του Μωυσή, ο οποίος απαιτούσε όρκους υπό ορισμένες περιστάσεις. Στην πραγματικότητα, όταν ο Ιησούς δικαζόταν, ο αρχιερέας τον όρκισε και εκείνος δεν αντιτάχθηκε, αλλά έδωσε μια απάντηση. (Ματ 26:63, 64) Απεναντίας, ο Ιησούς έδειχνε ότι δεν έπρεπε να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Άπαξ και δοθεί ένας λόγος, η τήρησή του πρέπει να θεωρείται ιερό καθήκον και πρέπει να εκπληρώνεται ακριβώς όπως ένας όρκος—επομένως, ο καθένας πρέπει να εννοεί ειλικρινά αυτό που λέει. Ο Ιησούς έριξε περισσότερο φως στο τι εννοούσε όταν εξέθεσε την υποκρισία των γραμματέων και των Φαρισαίων λέγοντάς τους: «Αλίμονο σε εσάς, τυφλοί οδηγοί, οι οποίοι λέτε: “Αν ορκιστεί κανείς στο ναό, αυτό δεν είναι τίποτα· αλλά αν ορκιστεί κανείς στο χρυσάφι του ναού, έχει αναλάβει υποχρέωση”. Ανόητοι και τυφλοί! Ποιο είναι πράγματι μεγαλύτερο: το χρυσάφι ή ο ναός ο οποίος έχει αγιάσει το χρυσάφι;» Και συνέχισε λέγοντας: «Όποιος ορκίζεται στον ουρανό ορκίζεται στο θρόνο του Θεού και σε εκείνον που κάθεται πάνω σε αυτόν».—Ματ 23:16-22.
Αυτοί οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, μέσω των εσφαλμένων συλλογισμών και της υπερβολικής λεπτολογίας τους, όπως τονίζει εδώ ο Ιησούς, δικαιολογούσαν τον εαυτό τους για την αθέτηση ορισμένων όρκων, αλλά ο Ιησούς κατέδειξε ότι αυτοί οι όρκοι τους ήταν ανέντιμοι ενώπιον του Θεού και στην πραγματικότητα επέφεραν όνειδος στο όνομά του (διότι οι Ιουδαίοι ήταν λαός αφιερωμένος στον Ιεχωβά). Ο Ιεχωβά δηλώνει ρητά ότι μισεί τον ψεύτικο όρκο.—Ζαχ 8:17.
Ο Ιάκωβος επιβεβαιώνει τα λόγια του Ιησού. (Ιακ 5:12) Αλλά αυτές οι δηλώσεις του Ιησού και του Ιακώβου οι οποίες καταδικάζουν τέτοιου είδους αλόγιστες συνήθειες δεν εμποδίζουν τον Χριστιανό να ορκιστεί όταν είναι απαραίτητο προκειμένου να διαβεβαιώσει τους άλλους για τη σοβαρότητα των προθέσεών του ή για την αλήθεια των λεγομένων του. Λόγου χάρη, όπως έδειξε ο Ιησούς με το παράδειγμά του ενώπιον του Ιουδαίου αρχιερέα, ο Χριστιανός δεν θα είχε αντίρρηση να ορκιστεί σε ένα δικαστήριο, διότι πρόκειται να πει την αλήθεια είτε τεθεί υπό όρκο είτε όχι. (Ματ 26:63, 64) Ακόμη και η απόφαση που παίρνει ο Χριστιανός να υπηρετεί τον Θεό είναι όρκος στον Ιεχωβά, ο οποίος όρκος εισάγει τον Χριστιανό σε μια ιερή σχέση. Ο Ιησούς κατέταξε τους όρκους και τις ευχές στην ίδια κατηγορία.—Ματ 5:33.
Επιπλέον, για να ενισχύσει ο απόστολος Παύλος τη μαρτυρία του ενώπιον των αναγνωστών του, χρησιμοποιεί διατύπωση που ισοδυναμεί με όρκο στα εδάφια 2 Κορινθίους 1:23 και Γαλάτες 1:20. Αναφέρεται επίσης στον όρκο ως καθιερωμένο και κατάλληλο μέσο για να δοθεί τέλος σε μια αντιλογία και εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι ο Θεός, «όταν σκόπευε να καταδείξει περισσότερο στους κληρονόμους της υπόσχεσης το αμετάβλητο της βουλής του, επενέβη με όρκο», ορκιζόμενος στον εαυτό του, επειδή δεν μπορούσε να ορκιστεί σε κανέναν μεγαλύτερο. Αυτό προσέδωσε στην υπόσχεσή Του νομική εγγύηση και παρείχε διπλή διαβεβαίωση μέσω «δύο αμετάβλητων πραγμάτων σε σχέση με τα οποία είναι αδύνατον να πει ψέματα ο Θεός», δηλαδή του λόγου της υπόσχεσής Του και του όρκου Του. (Εβρ 6:13-18) Επιπρόσθετα, ο Παύλος επισημαίνει ότι ο Χριστός έγινε Αρχιερέας με όρκο του Ιεχωβά και έχει δοθεί ως εγγύηση μιας καλύτερης διαθήκης. (Εβρ 7:21, 22) Στις Γραφές αναφέρεται πάνω από 50 φορές ότι ο Ιεχωβά ορκίζεται.
Τη νύχτα της σύλληψης του Ιησού, ο απόστολος Πέτρος αρνήθηκε τρεις φορές ότι γνώριζε τον Ιησού, εκστομίζοντας τελικά κατάρες και όρκους. Διαβάζουμε σχετικά με την τρίτη άρνηση: «Τότε [ο Πέτρος] άρχισε να καταριέται και να ορκίζεται: “Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο [τον Ιησού]!”» (Ματ 26:74) Ο Πέτρος προσπαθούσε έντρομος να πείσει τους γύρω του ότι οι αρνήσεις του ήταν αληθινές. Παίρνοντας όρκο για αυτό, ήταν σαν να διαβεβαίωνε με έμφαση ότι έλεγε την αλήθεια και ότι ήταν διατεθειμένος να τον βρει συμφορά αν έλεγε ψέματα.—Βλέπε επίσης ΚΑΤΑΡΑ.
-
-
ΟρμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΜΑ
(Ορμά) [Αφιέρωση στην Καταστροφή].
Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα. (1Χρ 4:30) Ωστόσο, η ονομασία αυτή ενδέχεται να χρησιμοποιείται για δύο τοποθεσίες, η δεύτερη από τις οποίες ίσως ήταν ένα μέρος ή μια περιοχή.
Όταν οι 12 Ισραηλίτες κατάσκοποι επέστρεψαν στην Κάδης (Αρ 13:26), οι Ισραηλίτες στην αρχή αρνήθηκαν να επιχειρήσουν εισβολή στη Χαναάν. Έπειτα, όταν ο Ιεχωβά καταδίκασε τη στασιαστική στάση τους και την απιστία τους, αποφάσισαν να επιχειρήσουν την εισβολή, αντίθετα με τις οδηγίες του. «Σηκώθηκαν νωρίς το πρωί» για να ανεβούν στον τόπο που είχε αναφέρει ο Ιεχωβά. Το υπόμνημα λέει ότι προσπάθησαν να «ανεβούν στην κορυφή του βουνού». (Αρ 14:40) Ωστόσο, η δήλωσή τους ότι θα ανέβαιναν «στον τόπο που ανέφερε ο Ιεχωβά» ενδεχομένως υποδηλώνει “την ορεινή περιοχή των Αμορραίων”, για την οποία μίλησε ο Μωυσής κάνοντας μια αναδρομή στα γεγονότα, και όχι ένα συγκεκριμένο βουνό. (Δευ 1:19-21, 41-43) Το υπόμνημα, αν και δεν δείχνει πόσο μακριά πήγαν ούτε αναφέρει συγκεκριμένα αν οι εξιστορούμενες ενέργειες έλαβαν χώρα μέσα σε μια ημέρα ή όχι, παρ’ όλα αυτά φαίνεται να αναφέρεται σε γεγονότα τα οποία συνέβησαν σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα.
Όπως και αν είχαν τα πράγματα, το υπόμνημα δείχνει ότι ήρθαν αντιμέτωποι με τους Αμαληκίτες και τους Χαναναίους (στο εδάφιο Δευ 1:44 χαρακτηρίζονται «Αμορραίοι», ονομασία που χρησιμοποιούνταν για το λαό της Χαναάν γενικά· παράβαλε Γε 48:22· Ιη 24:15), οι οποίοι νίκησαν τους Ισραηλίτες διασκορπίζοντάς τους «ως την Ορμά». (Αρ 14:45) Η αφήγηση στο εδάφιο Δευτερονόμιο 1:44 αναφέρει ότι τους διασκόρπισαν «στο Σηείρ μέχρι την Ορμά». Το Σηείρ ήταν η εδαφική περιοχή των Εδωμιτών, η επικράτεια των οποίων τότε φαίνεται ότι εκτεινόταν Δ του Ουάντι Άραμπα και εισερχόταν στην περιοχή της Νεγκέμπ. (Παράβαλε Αρ 20:14, 16· Ιη 11:17.) Έπειτα από αυτή την ήττα, οι Ισραηλίτες επέστρεψαν στην Κάδης.—Δευ 1:45, 46.
Όταν οι περιπλανήσεις τους τερματίστηκαν, οι Ισραηλίτες προχώρησαν ξανά προς τη Χαναάν και δέχτηκαν την επίθεση του Χαναναίου βασιλιά της Αράδ. (Βλέπε ΑΡΑΔ Αρ. 2.) Και πάλι δεν γνωρίζουμε πόσο Ν προέλασε ο βασιλιάς της Αράδ προτού εμπλακεί σε μάχη με τους Ισραηλίτες, αλλά εκείνοι, έπειτα από ευχή στον Ιεχωβά, νίκησαν αυτόν το βασιλιά και “αφιέρωσαν τις πόλεις του στην καταστροφή”, εξού και στη συνέχεια κάλεσαν τον τόπο «Ορμά». (Αρ 21:1-3· βλέπε ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΠΡΑΓΜΑ.) Αν και ο Μωυσής είχε ήδη χρησιμοποιήσει αυτή την ονομασία στην προγενέστερη αφήγηση αναφορικά με τη νίκη των Χαναναίων επί του Ισραήλ, είναι πολύ πιθανό ότι το έκανε αυτό εκ προοιμίου με την πρόθεση να αναφερθεί σε αυτήν παρακάτω στην αφήγηση για να δείξει την προέλευσή της. (Αρ 14:45) Ωστόσο, οι Ισραηλίτες δεν εγκαταστάθηκαν τότε στην περιοχή, αλλά πορεύτηκαν γύρω από τον Εδώμ και έστριψαν Β, μπαίνοντας τελικά στη Χαναάν αφού διέσχισαν τον Ιορδάνη Β της Νεκράς Θαλάσσης.—Αρ 21:4· 22:1.
Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 12:14 «ο βασιλιάς της Ορμά» κατονομάζεται μαζί με το βασιλιά της Αράδ μεταξύ των 31 βασιλιάδων τους οποίους νίκησε ο Ιησούς του Ναυή. Αυτό φαίνεται απίθανο να αναφέρεται στη νίκη που είχαν επιτύχει νωρίτερα, ενόσω ο Μωυσής ζούσε ακόμη και ο Ιησούς του Ναυή υπηρετούσε ως στρατιωτικός διοικητής, εφόσον αυτές οι νίκες υποδηλώνεται ότι κερδήθηκαν αφού ο Ισραήλ διέσχισε τον Ιορδάνη και μπήκε στη Χαναάν. (Ιη 12:7, 8) Παρότι αυτή η νίκη του Ιησού του Ναυή δεν μνημονεύεται συγκεκριμένα, ίσως περιλαμβάνεται στη δήλωση που υπάρχει στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 10:40-42. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει πως, όταν ο Ισραήλ αναχώρησε από εκείνη την περιοχή προκειμένου να πορευτεί γύρω από τη γη του Εδώμ, οι Χαναναίοι επανεγκαταστάθηκαν εκεί. Αν και το υπόμνημα δείχνει ότι ο Ιησούς του Ναυή νίκησε το βασιλιά της Ορμά, δεν δηλώνει ότι οι Ισραηλίτες κατέλαβαν τότε την πόλη Ορμά.—Παράβαλε την περίπτωση της Γεζέρ στα εδάφια Ιη 12:12· Κρ 1:29.
Η πόλη περιλήφθηκε στον κατάλογο των πόλεων που βρίσκονταν «στην άκρη της φυλής των γιων του Ιούδα προς το όριο του Εδώμ στα νότια». (Ιη 15:21, 30) Ωστόσο, παραχωρήθηκε στη φυλή του Συμεών ως “παρεμβαλλόμενη” πόλη μέσα στην περιοχή του Ιούδα. (Ιη 19:1, 2, 4· παράβαλε 16:9.) Εφόσον το υπόμνημα δείχνει μόνο ότι ο Ιησούς του Ναυή νίκησε το βασιλιά της Ορμά (χωρίς να αναφέρει και κατάκτηση της πόλης), οι φυλές του Ιούδα και του Συμεών συνδύασαν μετέπειτα τις δυνάμεις τους «και πάταξαν τους Χαναναίους που κατοικούσαν στη Σεφάθ και την αφιέρωσαν στην καταστροφή. Γι’ αυτό, το όνομα της πόλης κλήθηκε Ορμά». (Κρ 1:17) Η αναφορά στη μετονομασία της πόλης εδώ μπορεί απλώς να αποτελεί επιβεβαίωση ή επανάληψη του ονόματος που της είχε δοθεί νωρίτερα. Μερικοί θεωρούν ότι παλιότερα, στα χρόνια του Μωυσή, το όνομα Ορμά περιλάμβανε ολόκληρη την περιφέρεια ή την περιοχή εκείνη και όχι μόνο την πόλη Σεφάθ. Αυτό θα σήμαινε ότι ολόκληρη η περιοχή είχε κατασταθεί ανάθεμα, δηλαδή ήταν αφιερωμένη στην καταστροφή, άσχετα από το πότε θα πραγματοποιούνταν τελικά αυτή η καταστροφή.—Παράβαλε Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), των Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς, 1973, Τόμ. 2, Ιησούς του Ναυή, Κριτές, Ρουθ, σ. 256· βλέπε ΣΕΦΑΘ.
Η θέση της Ορμά δεν έχει εξακριβωθεί. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές, αλλά εφόσον οι προτεινόμενες τοποθεσίες βρίσκονται όλες σε απόσταση 60 χλμ. και πλέον Β της Κάδης-βαρνή, από όπου ξεκίνησαν αρχικά οι Ισραηλίτες «νωρίς το πρωί» (Αρ 14:40), και εφόσον η Ορμά αναφέρεται ως το σημείο προς το οποίο διασκορπίστηκαν μετά την ήττα τους, προφανώς οπισθοχωρώντας άτακτα προς την Κάδης, αυτές οι τοποθεσίες που βρίσκονται τόσο Β δεν φαίνεται να ταιριάζουν με το Βιβλικό υπόμνημα.
Παρότι την εποχή του Δαβίδ η Ορμά εξακολουθούσε να είναι πόλη των Συμεωνιτών, ήταν ένα από τα μέρη που επισκέφτηκε εκείνος ενόσω ήταν εξόριστος και φυγάς, καθώς και μια από τις πόλεις στις οποίες αργότερα έστειλε δώρα.—1Σα 30:26-31· 1Χρ 4:24, 28-31.
-
-
Ορνά(ν)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΝΑ(Ν)
(Ορνά[ν]).
Ο Ιεβουσαίος ιδιοκτήτης του αλωνιού που αγόρασε ο Βασιλιάς Δαβίδ για να χτίσει ένα θυσιαστήριο για τον Ιεχωβά. Αυτό έγινε κατόπιν θεϊκής υπόδειξης για να τερματιστεί η μάστιγα την οποία προκάλεσε η απαρίθμηση του λαού από μέρους του Δαβίδ.—2Σα 24:16-25· 1Χρ 21:15-28.
Ο Ορνά πρόσφερε το μέρος μαζί με τα βόδια και τα ξύλινα σύνεργα για τη θυσία προφανώς χωρίς χρέωση, αλλά ο Δαβίδ επέμεινε να πληρώσει. Το υπόμνημα στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 24:24 δείχνει ότι ο Δαβίδ αγόρασε το αλώνι και τα βόδια αντί 50 σίκλων ασήμι ($110). Ωστόσο, η αφήγηση στο εδάφιο 1 Χρονικών 21:25 αναφέρει ότι ο Δαβίδ πλήρωσε 600 σίκλους χρυσάφι (περ. $77.000) για το μέρος αυτό. Ο συγγραφέας του Δεύτερου Σαμουήλ εξετάζει την αγορά μόνο σε σχέση με την τοποθεσία του θυσιαστηρίου και τα εφόδια για τη θυσία που έγινε τότε, οπότε φαίνεται ότι η τιμή αγοράς που αναφέρει περιορίζεται σε αυτά τα πράγματα. Από την άλλη μεριά, ο συγγραφέας του Πρώτου Χρονικών εξετάζει το ζήτημα σε σχέση με το ναό που χτίστηκε αργότερα σε εκείνη την τοποθεσία και συνδέει την αγορά με αυτή την οικοδόμηση. (1Χρ 22:1-6· 2Χρ 3:1) Εφόσον η συνολική έκταση που καταλάμβανε ο ναός ήταν πολύ μεγάλη, φαίνεται ότι το ποσό των 600 σίκλων χρυσού αναφέρεται στην αγορά αυτής της μεγάλης έκτασης και όχι του μικρού κομματιού που χρειαζόταν για το θυσιαστήριο το οποίο έχτισε αρχικά ο Δαβίδ.
Μια φυσική κατωφέρεια από πέτρα εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα κάτω από το Μουσουλμανικό Τρούλο του Βράχου, ο οποίος καταλαμβάνει ένα μέρος της αρχικής τοποθεσίας του ναού, και αυτή η πέτρινη επιφάνεια ενδέχεται να είναι το αρχαίο αλώνι του Ορνά.
Στο υπόμνημα των Χρονικών ο Ορνά καλείται Ορνάν.—1Χρ 21:18-28· 2Χρ 3:1.
-
-
ΟροθέσιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΟΘΕΣΙΟ
Όταν οι Ισραηλίτες κατέλαβαν τη Χαναάν, σε κάθε οικογένεια δόθηκε ένα κομμάτι γης, και αυτή η ιδιοκτησία προσδιορίστηκε με ορόσημα, ή αλλιώς οροθέσια. Η Αγία Γραφή δεν τα περιγράφει, αλλά ίσως ήταν στύλοι, πέτρες ή ακόμη και αυλάκια στο έδαφος. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «οροθέσιο» (γκεβούλ) αποδίδεται επίσης «όριο» και «περιοχή». (Γε 10:19· 47:21) Τουλάχιστον ορισμένα οροθέσια στην Παλαιστίνη έφεραν επιγραφές που προσδιόριζαν την ταυτότητα του ιδιοκτήτη. Περίτεχνες επιγραφές εμφανίζονται σε ορόσημα, ή οροθετικές πέτρες, στην Αίγυπτο και στη Μεσοποταμία. Παραδείγματος χάρη, στη Νιπούρ ανακαλύφτηκε μια τέτοια ενεπίγραφη πέτρα του Ναβουχοδονόσορα Α΄.
Ο νόμος του Ιεχωβά απαγόρευε τη μετακίνηση των οροθεσίων προς τα πίσω. (Δευ 19:14· βλέπε επίσης Παρ 22:28.) Μάλιστα ήταν καταραμένος όποιος μετακινούσε «το οροθέσιο του συνανθρώπου του προς τα πίσω». (Δευ 27:17) Εφόσον γενικά οι ιδιοκτήτες γης εξαρτόνταν από τη σοδειά που απέφεραν τα χωράφια τους, το να μετακινήσει κανείς ένα οροθέσιο προς τα πίσω σήμαινε ότι στερούσε από κάποιον άλλον ένα μέρος των μέσων συντήρησής του. Μια τέτοια ενέργεια ισοδυναμούσε με κλοπή και έτσι θεωρούνταν στην αρχαιότητα. (Ιωβ 24:2) Ωστόσο, υπήρχαν ασυνείδητοι άνθρωποι που ήταν ένοχοι τέτοιων παραβάσεων, οι δε άρχοντες του Ιούδα στις ημέρες του Ωσηέ παρομοιάστηκαν με εκείνους που μετακινούσαν ένα όριο προς τα πίσω.—Ωσ 5:10.
Ο Ιεχωβά εκδηλώνει στοχαστικό ενδιαφέρον για τις χήρες και τα ορφανά από πατέρα. Γι’ αυτό, λέγεται ότι θα κατεδαφίσει το σπίτι εκείνων που αυτοεξυψώνονται, «αλλά θα στερεώσει το οροθέσιο της χήρας». (Παρ 15:25) Εκτός αυτού, τα εδάφια Παροιμίες 23:10, 11 δηλώνουν: «Μη μετακινείς προς τα πίσω το αρχαίο όριο και μην μπαίνεις στον αγρό των αγοριών που είναι ορφανά από πατέρα. Διότι ο Λυτρωτής τους είναι ισχυρός· αυτός θα υπερασπίσει την υπόθεσή τους εναντίον σου».
[Εικόνα στη σελίδα 527]
Οροθετική πέτρα από τα Σούσα που φέρει τα σύμβολα βαβυλωνιακών θεών
-
-
ΌροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΟΣ
Βλέπε ΒΟΥΝΟ.
-
-
Όρος της ΚαταστροφήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ
Βλέπε ΕΛΑΙΩΝ, ΟΡΟΣ.
-
-
ΟρτύκιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΤΥΚΙ
[εβρ., σελάβ].
Μικρό, παχουλό πουλί μήκους περίπου 18 εκ., το οποίο περνάει τον περισσότερο καιρό του στο έδαφος. Το κρέας του είναι καταλληλότατο για τροφή, και λέγεται ότι μέχρι το 1920 η Αίγυπτος εξήγε περίπου τρία εκατομμύρια ορτύκια το χρόνο στις αγορές του εξωτερικού, μολονότι αυτές οι εξαγωγές έχουν μειωθεί έκτοτε.
Τα πουλιά που περιγράφονται στην Αγία Γραφή είναι μάλλον τα κοινά μεταναστευτικά ορτύκια (όρτυξ η κοινή [Coturnix coturnix]), τα οποία εγκαταλείπουν το εσωτερικό της Αφρικής την άνοιξη και κινούνται προς το Β, φτάνουν στην Αίγυπτο περίπου τον Μάρτιο, έπειτα περνούν από την Αραβία και την Παλαιστίνη και επιστρέφουν όταν πλησιάσει ο χειμώνας. Ταξιδεύουν κατά μεγάλα σμήνη, μεταναστεύοντας σταδιακά και πετώντας συνήθως στη διάρκεια της νύχτας. Χάρη στις φτερούγες τους, πετούν ταχύτατα, αλλά όχι για πολύ μεγάλες αποστάσεις. Επειδή το σώμα τους είναι βαρύ σε σχέση με τη δύναμη που έχουν οι φτερούγες τους, μερικές φορές φτάνουν στον προορισμό τους εξαντλημένα. Γι’ αυτό, τα ορτύκια πετούν με ούριο άνεμο και συνήθως σε σχετικά χαμηλό υψόμετρο. Ο συνταγματάρχης Ρίτσαρντ Μαϊνερτσχάγκεν αφηγείται ότι στο Πορτ Σάιντ της Αιγύπτου οι ντόπιοι μερικές φορές χρησιμοποιούν απόχες για πεταλούδες προκειμένου να πιάσουν ορτύκια την αυγή, όταν αυτά πετούν χαμηλά στους δρόμους.—Πουλιά της Αραβίας (Birds of Arabia), Εδιμβούργο, 1954, σ. 569.
Η πρώτη μνεία των ορτυκιών στη Βιβλική αφήγηση (Εξ 16:13) σχετίζεται με γεγονότα που συνέβησαν την άνοιξη (Εξ 16:1), οπότε τα πουλιά πρέπει να πετούσαν προς το Β. Οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στην έρημο Σιν, στη Χερσόνησο του Σινά, και παραπονιούνταν για τα τρόφιμά τους. Απαντώντας, ο Ιεχωβά διαβεβαίωσε τον Μωυσή ότι «ανάμεσα στα δύο βράδια» θα έτρωγαν κρέας και το πρωί θα χόρταιναν με ψωμί. (Εξ 16:12) Εκείνο το βράδυ «άρχισαν να ανεβαίνουν τα ορτύκια και να καλύπτουν το στρατόπεδο», ενώ το πρωί εμφανίστηκε το μάννα στη γη. (Εξ 16:13-15· Ψλ 105:40) Πάλι, προφανώς την άνοιξη (Αρ 10:11, 33), περίπου έναν χρόνο αργότερα, οι γογγυσμοί των Ισραηλιτών για το ότι έτρωγαν μόνο μάννα έκαναν τον Ιεχωβά να προείπει ότι θα έτρωγαν κρέας «μέχρι έναν μήνα ημερών» ωσότου θα το αηδίαζαν. (Αρ 11:4, 18-23) Ο Θεός σήκωσε τότε έναν άνεμο, πιθανώς ανατολικό ή νοτιοανατολικό, ο οποίος άρχισε να φέρνει ορτύκια από τη θάλασσα και να «τα ρίχνει πάνω από το στρατόπεδο»—ήταν δε άφθονα «σαν τους κόκκους της άμμου» και κάλυπταν μια εκτεταμένη περιοχή αρκετών χιλιομέτρων γύρω από την περίμετρο του στρατοπέδου.—Αρ 11:31· Ψλ 78:25-28.
Η φράση «δύο περίπου πήχεις [περ. 1 μ.] πάνω από την επιφάνεια της γης» έχει εξηγηθεί με διάφορους τρόπους. (Αρ 11:31) Ορισμένοι θεωρούν ότι τα ορτύκια πράγματι έπεσαν στο έδαφος και σε μερικά σημεία σχημάτισαν τόσο ψηλούς σωρούς. Σύμφωνα με άλλους—οι οποίοι αντιτείνουν ότι, αν συνέβαινε αυτό, αναμφίβολα πολλά από τα ορτύκια θα ψοφούσαν και συνεπώς θα γίνονταν ακατάλληλα για να τα φάνε οι Ισραηλίτες—αυτή η περικοπή σημαίνει ότι τα ορτύκια πετούσαν σε αυτό το χαμηλό ύψος πάνω από το έδαφος και επομένως ήταν πολύ εύκολο για τους Ισραηλίτες να τα ρίχνουν κάτω και να τα πιάνουν. Εκφράζοντας παρόμοια άποψη, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει σε σύγχρονη απόδοση: «ολόγυρα από το στρατόπεδο, περίπου δύο πήχεις από τη γη». Επίσης, η λατινική Βουλγάτα αναφέρει: «ολόγυρα από το στρατόπεδο, και πετούσαν στον αέρα σε ύψος δύο πήχεων από τη γη».
Επί μιάμιση ημέρα οι Ισραηλίτες μάζευαν τα ορτύκια: «αυτός που μάζεψε τα λιγότερα μάζεψε δέκα χομόρ [2.200 λίτρα]». (Αρ 11:32) Αν λάβουμε υπόψη ότι υπήρχαν «εξακόσιες χιλιάδες άντρες πεζοί», όπως ανέφερε ο Μωυσής (Αρ 11:21), τα ορτύκια που μάζεψαν πρέπει να ήταν πολλά εκατομμύρια. Άρα δεν επρόκειτο απλώς για κάποια ποσότητα ορτυκιών που πιάστηκαν ως αποτέλεσμα της φυσιολογικής τους μετανάστευσης, αλλά απεναντίας για δυναμική εκδήλωση της θεϊκής δύναμης. Οι άπληστοι Ισραηλίτες μάζεψαν τόσο πολλά ώστε δεν μπορούσαν να τα φάνε αμέσως και γι’ αυτό «τα άπλωναν σε μεγάλη έκταση ολόγυρα στο στρατόπεδο». (Αρ 11:32) Αυτό ίσως το έκαναν για να στεγνώσει το κρέας των ορτυκιών που είχαν σφάξει, προκειμένου να διατηρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα και να τα φάνε αργότερα. Αυτή η ενέργεια έμοιαζε με τη συνήθεια που είχαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, όπως την περιγράφει ο Ηρόδοτος (Β΄, 77), να απλώνουν ψάρια στον ήλιο.
-
-
Θεοί των ΕθνώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΘΕΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
Ο ΝΟΜΟΣ τον οποίο έδωσε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ απαγόρευε την κατασκευή εικόνων ή ομοιωμάτων για λατρεία. Ο αληθινός Θεός είναι Πνεύμα, και η κατασκευή οποιασδήποτε εικόνας με σκοπό την αναπαράστασή Του είναι παντελώς ανάρμοστη. Σε αντιδιαστολή με αυτό, έχουν ανασκαφεί πολλά ομοιώματα θεών τους οποίους λάτρευαν άλλα αρχαία έθνη. Αυτοί δεν ήταν τίποτα περισσότερο από “κατασκευάσματα ανθρώπινων χεριών, ξύλο και πέτρα”. (Δευ 4:28) Ήταν «άχρηστοι θεοί», όπως λέει η Αγία Γραφή, οι οποίοι δεν είχαν ούτε μάτια για να δουν ούτε αφτιά για να ακούσουν τους λάτρεις τους. (1Χρ 16:26· Ψλ 115:4-8) Σήμερα δεν είναι παρά μουσειακά εκθέματα. Ωστόσο, αποκαλύπτουν πολλά γύρω από την προέλευση των θρησκευτικών δοξασιών που είναι διαδεδομένες σήμερα.
[Εικόνα στη σελίδα 529]
Οι θρησκευτικές τριάδες ξεκίνησαν στη Βαβυλώνα. Αυτή η πέτρινη πλάκα απεικονίζει ένα ιερό του βαβυλωνιακού θεού του ήλιου, του Σαμάς, και τα σύμβολα μιας τέτοιας τριάδας: τη σελήνη (για τον θεό Σιν), τον ήλιο (για τον Σαμάς) και ένα άστρο (για την Ιστάρ)
[Εικόνα στη σελίδα 529]
Ο Ασσούρ, ο κυριότερος θεός των Ασσυρίων, απεικονίζεται σε αυτή την αρχαία σφραγίδα με τρία κεφάλια (πάνω από τα φτερά)
[Εικόνα στη σελίδα 529]
Οι Αιγύπτιοι λάτρευαν τριάδες όπως αυτές. Επάνω: Ώρος, Όσιρις και Ίσις. Δεξιά: Ίσις, Ώρος, Νέφθυς
[Εικόνα στη σελίδα 529]
Όπως συμβαίνει με τη βρεφοκρατούσα «Παναγία» του Χριστιανικού κόσμου, έτσι και στην Αίγυπτο έδειχναν ευλάβεια προς την απεικόνιση μητέρας-γιου (η Ίσις με το βρέφος Ώρο)
[Εικόνες στη σελίδα 530]
Πολύ πριν από την εμφάνιση της Χριστιανοσύνης, ο αιγυπτιακός σταυρός με λαβή ή ανχ (crux ansata) θεωρούνταν ιερός
[Εικόνες στη σελίδα 530]
Το φίδι ήταν σημαντικό στοιχείο της λατρείας. Μια αιγυπτιακή απεικόνιση (άκρη αριστερά) παρουσιάζει δύο φίδια τα οποία κρατάει χιαστί ο θεός στα αριστερά, ένα τεράστιο φίδι το οποίο κυριαρχεί στην εικόνα και μια οφιοκέφαλη θεά προς τα δεξιά. Στο αρχαίο ελληνικό άγαλμα του Ασκληπιού (αριστερά) επίσης υπάρχει ένα φίδι. Είναι ενδιαφέρον ότι σύμφωνα με την Αγία Γραφή ο Σατανάς χρησιμοποίησε ένα φίδι ως φερέφωνό του (Γε 3:1-15· Απ 12:9)
[Εικόνες στη σελίδα 530]
Οι δέκα πληγές εναντίον της Αιγύπτου εξέθεσαν την ανικανότητα των ειδωλολατρικών θεών της. Η πρώτη πληγή, που μετέτρεψε τον Νείλο σε αίμα, κατήσχυνε τον Χαπί (επάνω αριστερά, το θεό του Νείλου). Η θεά Χεκτ, της οποίας ιερό ζώο ήταν ο βάτραχος (επάνω κέντρο), στάθηκε ανίκανη να βοηθήσει τους Αιγυπτίους όταν εξαιτίας της δεύτερης πληγής η χώρα καλύφτηκε με βατράχους. Ο θάνατος των πρωτοτόκων στη δέκατη πληγή αποδείχτηκε το πλέον συντριπτικό χτύπημα, δεδομένου ότι ο γιος του Φαραώ θεωρούνταν γιος του Άμμωνος-Ρα, ο οποίος απεικονιζόταν ως κριάρι (επάνω δεξιά)
-
-
ΤύροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΤΥΡΟΣ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ της Τύρου αποτελεί εντυπωσιακό παράδειγμα εκπλήρωσης Βιβλικών προφητειών. Αρχικά έπεσε η ηπειρωτική πόλη. Έπειτα καταστράφηκε η νησιωτική πόλη. Και τα δύο αυτά γεγονότα είχαν προλεχθεί.
Στις ημέρες του Δαβίδ και του Σολομώντα, οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Τύρου ήταν φιλικές. (1Χρ 14:1· 1Βα 9:10, 11) Οι Τύριοι, όμως, ήταν λάτρεις του Μελκάρτ και της Αστάρτης. Η Τύρος επιδιδόταν στο εμπόριο. Λόγω της ευημερίας της, έγινε υπερήφανη. Άρχισε να περιφρονεί τον Ιεχωβά, και οι προφήτες του Ιεχωβά προείπαν καταστροφή για την Τύρο.
Ο Ναβουχοδονόσορ Β΄ πολιόρκησε την πόλη. Από στρατιωτικής πλευράς η συνέχιση της πολυετούς αυτής πολιορκίας ίσως φαινόταν μάταιη. Αλλά ο Ναβουχοδονόσορ επέμεινε ώσπου η Τύρος έπεσε έπειτα από 13 χρόνια, σε εκπλήρωση της Βιβλικής προφητείας που τον είχε κατονομάσει ως κατακτητή της.—Ιεζ 26:7-12.
Αργότερα, ο Ζαχαρίας προείπε νέα ερήμωση για την Τύρο, αυτή τη φορά όμως η ερήμωση αφορούσε τη νησιωτική πόλη. Προκειμένου να την προσεγγίσει, ο Μέγας Αλέξανδρος “έξυσε” τα ερείπια της ηπειρωτικής πόλης για να κατασκευάσει μια δίοδο. Έφτιαξε τεράστιους πολιορκητικούς πύργους. Παρότι τα τείχη της Τύρου είχαν ύψος 46 μ., η προφητεία εκπληρώθηκε.—Ζαχ 9:3, 4· Ιεζ 26:4, 12.
[Χάρτης στη σελίδα 531]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Τωρινή Ακτογραμμή
ΤΥΡΟΣ
Δίοδος
Ξηρά
[Εικόνα στη σελίδα 531]
Αεροφωτογραφία της Τύρου όπου φαίνεται η περιοχή γύρω από τη δίοδο, η οποία τώρα έχει υποστεί εκτεταμένες προσχώσεις
[Εικόνα στη σελίδα 532]
Κέδροι του Λιβάνου. Ο Χιράμ, ο βασιλιάς της Τύρου, προμήθευσε ξύλα κέδρου για την οικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ
[Εικόνα στη σελίδα 532]
Τύπος εμπορικού πλοίου—σε ομοίωμα—που προφανώς χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Τύρο
[Εικόνα στη σελίδα 532]
Ο Μελκάρτ, ένας από τους θεούς της αρχαίας Τύρου, όπως απεικονίζεται σε νόμισμα
[Εικόνα στη σελίδα 532]
Εμπορεύματα της αρχαίας Τύρου: ελεφαντόδοντο, λάδι, πολύτιμα μέταλλα, ξύλα και πορφυροκόκκινα υφάσματα
-
-
Ρωμαϊκή ΑυτοκρατορίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ
Η ΡΩΜΗ απεικονίστηκε στη Βιβλική προφητεία ως θηρίο «φοβερό και τρομερό και ασυνήθιστα ισχυρό», με δόντια από σίδερο. (Δα 7:7) Σε αυτή την αυτοκρατορία επέτρεψε ο Ιεχωβά να καταστρέψει την Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.
Η Ρώμη ανεχόταν σχεδόν οποιουδήποτε είδους θρησκεία, με την προϋπόθεση ότι οι πιστοί της θα συμμετείχαν επίσης στη λατρεία του αυτοκράτορα. Η λατρεία του αυτοκράτορα θεωρούνταν σημαντικός παράγοντας για την ενότητα της αυτοκρατορίας. Όσοι, λοιπόν, αρνούνταν να συμμετάσχουν σε αυτήν χαρακτηρίζονταν εχθροί του κράτους. Οι Χριστιανοί δεν έπαιρναν μέρος σε αυτή τη λατρεία. Γι’ αυτό, μολονότι ήταν έντιμοι πολίτες, γίνονταν συχνά στόχος άγριου διωγμού. Μεταξύ εκείνων που υποκίνησαν τέτοιου είδους διωγμούς ήταν οι αυτοκράτορες Νέρων, Δομιτιανός, Μάρκος Αυρήλιος και Διοκλητιανός. Όταν δε ο Πόντιος Πιλάτος, ένας Ρωμαίος κυβερνήτης της Ιουδαίας, δέχτηκε πιέσεις από θρησκευτικούς ηγέτες των Ιουδαίων, διέταξε μάλιστα την εκτέλεση του Ιησού Χριστού, κάτι που αποτελούσε πράξη πολιτικής σκοπιμότητας.
[Πλαίσιο στη σελίδα 533]
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Ρώμη: Η δυτική πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας· μετά το 395 Κ.Χ., η αυτοκρατορία διαιρέθηκε και υπήρχαν δύο αυτοκράτορες, ένας στη Ρώμη και ένας στην Κωνσταντινούπολη· η Ανατολική Αυτοκρατορία επέζησε της Δυτικής σχεδόν κατά χίλια χρόνια
Κωνσταντινούπολη: Ο Κωνσταντίνος μετέφερε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, το οποίο μετονόμασε για να τιμήσει τον εαυτό του
[Χάρτης στη σελίδα 533]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Ατλαντικός Ωκεανός
ΒΡΕΤΑΝΙΑ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΑ
ΙΣΠΑΝΙΑ
ΙΤΑΛΙΑ
Ρώμη
ΕΛΛΑΔΑ
Κωνσταντινούπολη
Έφεσος
Αντιόχεια
Ποταμός Τίγρης
Ποταμός Ευφράτης
Μαύρη Θάλασσα
Κασπία Θάλασσα
Ιερουσαλήμ
Μεσόγειος Θάλασσα
ΑΙΓΥΠΤΟΣ
Αλεξάνδρεια
Κυρήνη
Καρχηδόνα
ΑΦΡΙΚΗ
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Αύγουστος Καίσαρας. Ο Ιησούς γεννήθηκε κατά τη διακυβέρνησή του
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Τιβέριος Καίσαρας, όπως απεικονίζεται σε νόμισμα. Η εκτέλεση του Ιησού έλαβε χώρα κατά τη διακυβέρνηση του Τιβέριου
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Κλαύδιος Καίσαρας, που εκτόπισε τους Ιουδαίους από τη Ρώμη
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Καίσαρας Νέρων, ενώπιον του οποίου δικάστηκε ο απόστολος Παύλος
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Βεσπασιανός. Στη διάρκεια της διακυβέρνησής του καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ και ο ναός της
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Τίτος, γιος του Βεσπασιανού, όπως εμφανίζεται σε ρωμαϊκό νόμισμα. Εννιά χρόνια αφότου κατέστρεψε την Ιερουσαλήμ, έγινε αυτοκράτορας
[Εικόνα στη σελίδα 534]
Ο Δομιτιανός. Ο επίσημος διωγμός των Χριστιανών κορυφώθηκε κατά τη διακυβέρνησή του, προφανώς με αποτέλεσμα να εξοριστεί ο απόστολος Ιωάννης
[Εικόνα στη σελίδα 535]
Ερείπια ρωμαϊκού υδραγωγείου στην Καισάρεια. Αυτή η πόλη, που διέθετε λιμάνι και χτίστηκε από τον Ηρώδη τον Μέγα, αποτελούσε επίσημη κατοικία των Ρωμαίων αυτοκρατορικών επιτρόπων που κυβερνούσαν την Ιουδαία
[Εικόνα στη σελίδα 535]
Αυτές οι στήλες στην τοποθεσία της αρχαίας Σαμάρειας μαρτυρούν τη ρωμαϊκή επιρροή στην περιοχή
[Εικόνα στη σελίδα 535]
Απεικόνιση του Φρουρίου Αντωνία. Αυτό το φρούριο βρισκόταν στη βορειοδυτική γωνία της αυλής του ναού στην Ιερουσαλήμ και οι Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν για να αστυνομεύουν την περιοχή του ναού
[Εικόνα στη σελίδα 535]
Μακέτα του ιππόδρομου που έχτισε στην Ιερουσαλήμ προφανώς ο Ηρώδης ο Μέγας. Σύμφωνα με τα ρωμαϊκά πρότυπα, εδώ διεξάγονταν αρματοδρομίες και διάφοροι κατάδικοι υποχρεώνονταν να παλέψουν με θηρία
[Εικόνα στη σελίδα 536]
Η Αψίδα του Τίτου στη Ρώμη αποτελεί μνημείο της νίκης της Ρώμης επί της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. Ένα ανάγλυφο απεικονίζει Ρωμαίους στρατιώτες να μεταφέρουν ιερά σκεύη από το ναό
[Εικόνα στη σελίδα 536]
Τα ερείπια του Κολοσσαίου στη Ρώμη θυμίζουν την κτηνώδη ψυχαγωγία που ήταν δημοφιλής στην αρχαία Ρώμη
[Εικόνα στη σελίδα 536]
Βωμός αφιερωμένος στη λατρεία του Καίσαρα. Επειδή οι Χριστιανοί αρνούνταν να κάψουν θυμίαμα για τον αυτοκράτορα, γίνονταν στόχος άγριου διωγμού
-
-
Τα Πρώτα Χρόνια της Ανθρώπινης Ζωής του ΙησούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
ΤΟ Βιβλικό υπόμνημα των πρώτων χρόνων της ζωής του Ιησού είναι σύντομο αλλά συγκεκριμένο. Δεν αναφέρει φανταστικές αφηγήσεις αλλά ιστορικά γεγονότα. Περιλαμβάνει μέρη που μπορεί κανείς να επισκεφτεί ακόμη και τώρα—τη Βηθλεέμ, την Αίγυπτο, τη Ναζαρέτ και την Ιερουσαλήμ. Η Βιβλική χρονολόγηση και εξήγηση των γεγονότων περιλαμβάνει εξέχοντα πρόσωπα όπως ο Καίσαρας Αύγουστος, ο Κυβερνήτης Κυρήνιος, ο Βασιλιάς Ηρώδης ο Μέγας και ο Αρχέλαος—πρόσωπα γνωστά από ιστορικές πηγές.
[Εικόνα στη σελίδα 537]
Επάνω: Πρόσφατη άποψη της Βηθλεέμ, όπου γεννήθηκε ο Ιησούς. Κάτω: Ζωγραφικός πίνακας που απεικονίζει τις συνθήκες της γέννησής του
[Εικόνα στη σελίδα 538]
Μακέτα του ανακτόρου του Ηρώδη του Μεγάλου, που τώρα εκτίθεται στην Ιερουσαλήμ. Ο Βασιλιάς Ηρώδης ήταν αυτός που προσπάθησε να θανατώσει τον Ιησού όταν εκείνος ήταν μικρό παιδί
[Εικόνα στη σελίδα 538]
Μπρούντζινο νόμισμα που έκοψε ο Ηρώδης ο Μέγας και το οποίο φέρει το όνομά του
[Εικόνα στη σελίδα 538]
Μπρούντζινο νόμισμα του Αρχέλαου. Όταν ο Ιωσήφ άκουσε ότι ο Αρχέλαος κυβερνούσε στην Ιουδαία, εγκατέστησε την οικογένειά του βόρεια, στη Ναζαρέτ, έξω από την επικράτεια του Αρχέλαου
[Εικόνα στη σελίδα 538]
Αναπαράσταση της περιοχής του ναού όπως πιθανώς υφίστατο αυτή στην Ιερουσαλήμ του πρώτου αιώνα
[Εικόνα στη σελίδα 538]
Σε ηλικία 12 ετών, ο Ιησούς βρέθηκε στο ναό της Ιερουσαλήμ ανάμεσα στους δασκάλους, ακούγοντάς τους και υποβάλλοντάς τους ερωτήσεις
[Εικόνες στη σελίδα 539]
Το Εν Νασίρα (Ναζεράτ) στη Γαλιλαία, κατά πάσα πιθανότητα η τοποθεσία της αρχαίας Ναζαρέτ όπου μεγάλωσε ο Ιησούς
[Εικόνες στη σελίδα 539]
Ως νεαρός στη Ναζαρέτ, ο Ιησούς ασχολήθηκε με την ξυλουργική υπό την επίβλεψη του θετού πατέρα του
-
-
Η Επίγεια Διακονία του ΙησούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΕΠΙΓΕΙΑ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ του Ιησού Χριστού έχει επηρεάσει βαθύτατα τη ζωή ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Ο Ιησούς δεν επέτρεψε να αποσπαστεί η προσοχή του από τον αντικειμενικό του σκοπό. Όπως είπε ο ίδιος: «Πρέπει να διακηρύξω τα καλά νέα της βασιλείας του Θεού, επειδή για αυτό στάλθηκα».—Λου 4:43.
Όπως φαίνεται από τους συνοδευτικούς χάρτες, ο Ιησούς κάλυψε μεγάλη περιοχή—κυρίως με τα πόδια. Ταξίδευε τακτικά στην Ιερουσαλήμ κατά τη διάρκεια της διακονίας του, στα πλαίσια διαφόρων Ιουδαϊκών γιορτών. Στους χάρτες μας απεικονίζονται τα ταξίδια του που αναφέρονται συγκεκριμένα στα Ευαγγέλια. Με αφετηρία την Ιερουσαλήμ κάλυπτε τις περιοχές της Ιουδαίας. Τον περισσότερο καιρό του όμως τον πέρασε στη Γαλιλαία, δίνοντας σε όλη αυτή την επαρχία εντατική μαρτυρία. Η διακονία του τον έφερε επίσης κοντά σε ανθρώπους που κατοικούσαν στα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας, στις περιοχές της Δεκάπολης και στην Περαία. Έδωσε πλήρη μαρτυρία για την αλήθεια, αφήνοντας ένα έξοχο παράδειγμα για τους ακολούθους του.—Ιωα 18:37· Πρ 1:8· Ματ 28:19, 20.
[Πίνακας στη σελίδα 540]
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ Και Σχετικά Εδάφια
Βηθανία
Ιωα 11:1, 38-44· 12:1-9· Λου 24:50, 51
Βηθσαϊδά
Λου 9:10-17· Μαρ 8:22-26· Ιωα 1:44
Βηθφαγή
Γάδαρα
Δεκάπολη
Εμμαούς
Έρημος
Εφραΐμ
Ιεριχώ
Ιερουσαλήμ
Ιωα 2:13–3:21· 5:1-47· 7:14–10:39· Ματ 21:6–26:5· 26:14–28:15
Καισάρεια του Φιλίππου
Κανά
Καπερναούμ
Λου 4:31-41· Μαρ 2:1-12· Ματ 8:5-13· 17:24–18:35
Ναζαρέτ
Ναΐν
Π. Ιορδάνης
Σιδώνα
Συχάρ
Τύρος
Χοραζίν
[Χάρτης στη σελίδα 540]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Δρόμοι
Μεσόγειος Θάλασσα
Σιδώνα
Τύρος
ΑΒΙΛΗΝΗ
Δαμασκός
Όρ. Αερμών
Καισάρεια του Φιλίππου
ΦΟΙΝΙΚΗ
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
ΙΤΟΥΡΑΙΑ
Βηθσαϊδά
Χοραζίν
Καπερναούμ
Μαγαδάν
Τιβεριάδα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Κανά
Ναζαρέτ
Ναΐν
Δωρ
Καισάρεια
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Αριμαθαία
Ιόππη
Ποταμός Ιορδάνης
Συχάρ
Πηγή του Ιακώβ
Εφραΐμ
Ιεριχώ
Βηθφαγή
Βηθανία
Ιερουσαλήμ
Εμμαούς
ΙΟΥΔΑΙΑ
Γάζα
Βηρ-σαβεέ
ΙΔΟΥΜΑΙΑ
Βηθλεέμ
Έρημος της Ιουδαίας
Αλμυρή Θάλασσα
ΤΡΑΧΩΝΙΤΙΔΑ
Δίον
Καναθά
Γέρασα
ΔΕΚΑΠΟΛΗ
Γάδαρα
Πέλλα
Φιλαδέλφεια
ΠΕΡΑΙΑ
ΑΡΑΒΙΑ
[Χάρτες στη σελίδα 541]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χρονικές Περίοδοι που Καλύπτονται από τους Χάρτες
1: Από το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ. ως το Πάσχα του 30 Κ.Χ.
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Καπερναούμ
Κανά
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Ιερουσαλήμ
Ποταμός Ιορδάνης
ΙΟΥΔΑΙΑ
Έρημος
Αλμυρή Θάλασσα
ΠΕΡΑΙΑ
[Χάρτης]
2: Μετά το Πάσχα του 30 Κ.Χ. ως το Πάσχα του 31 Κ.Χ.
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Καπερναούμ
Κανά
Ναζαρέτ
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Αινών
Συχάρ
Ιερουσαλήμ
Ποταμός Ιορδάνης
ΙΟΥΔΑΙΑ
Αλμυρή Θάλασσα
ΠΕΡΑΙΑ
[Χάρτης]
3: Μετά το Πάσχα του 31 Κ.Χ. ως και μετά το Πάσχα του 32 Κ.Χ.
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Βηθσαϊδά
Καπερναούμ
Ναζαρέτ
Ναΐν
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Ιερουσαλήμ
Ποταμός Ιορδάνης
ΙΟΥΔΑΙΑ
Αλμυρή Θάλασσα
ΠΕΡΑΙΑ
ΓΑΔΑΡΑ
[Χάρτης]
4: Μετά το Πάσχα του 32 Κ.Χ. ως τη Γιορτή της Αφιέρωσης του 32 Κ.Χ.
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Σιδώνα
Όρ. Αερμών
Τύρος
Καισάρεια του Φιλίππου
Καπερναούμ
Βηθσαϊδά
Μαγαδάν
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Ιερουσαλήμ
Βηθανία
Ποταμός Ιορδάνης
ΙΟΥΔΑΙΑ
Αλμυρή Θάλασσα
ΠΕΡΑΙΑ
[Χάρτης]
5: Μετά τη Γιορτή της Αφιέρωσης του 32 Κ.Χ. ως τις 14 Νισάν του 33 Κ.Χ.
ΓΑΛΙΛΑΙΑ
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
Εφραΐμ
Ιεριχώ
Ιερουσαλήμ
Βηθανία
Ποταμός Ιορδάνης
ΙΟΥΔΑΙΑ
Αλμυρή Θάλασσα
ΠΕΡΑΙΑ
-
-
Η Ιερουσαλήμ του Πρώτου ΑιώναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΑΙΩΝΑ
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ Ιερουσαλήμ διαφέρει πολύ από την πόλη του πρώτου αιώνα. Εντούτοις, με βάση τις αρχαιολογικές έρευνες, έχει γίνει εφικτή η κατά προσέγγιση αναπαράσταση μερικών από τα σπουδαιότερα τμήματα της πόλης. Αυτό μπορεί να βοηθήσει όσους μελετούν τη Γραφή να οραματιστούν τα γεγονότα που έλαβαν χώρα εκεί σε σχέση με τη διακονία του Ιησού και των αποστόλων του.
Όποτε ο Ιησούς πήγαινε στην Ιερουσαλήμ για τις γιορτές, δίδασκε στην περιοχή του ναού όπου συγκεντρώνονταν τα πλήθη. (Ιωα 7:14, 28· 18:20) Μετά το θάνατο και την ανάστασή του, οι μαθητές του “γέμισαν την Ιερουσαλήμ με τη διδασκαλία τους”. (Πρ 5:28) Από την Ιερουσαλήμ, η μαρτυρία τους τελικά εξαπλώθηκε ως «το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης».—Πρ 1:8.
Η δράση του Ιησού και των μαθητών του έθεσε το έθνος ενώπιον ενός σπουδαίου ζητήματος: Θα δέχονταν εκείνον που είχε στείλει ο Ιεχωβά ως Μεσσία; Θα αναγνώριζαν ότι είχαν ανάγκη τη Βασιλεία του Θεού; Μολονότι μερικοί έθεσαν πίστη στον Ιησού, οι περισσότεροι δεν ανταποκρίθηκαν. Οι πράξεις απιστίας του έθνους κορυφώθηκαν με το κρέμασμα του Ιησού στο ξύλο, το οποίο έλαβε χώρα στην Ιερουσαλήμ με την υποστήριξη του λαού. Ως αποτέλεσμα, η πόλη καταστράφηκε το 70 Κ.Χ., όπως ακριβώς είχε προείπει ο Ιησούς.—Λου 19:41-44.
[Πίνακας στη σελίδα 542]
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ Και Σχετικά Εδάφια
Αυλή των Εθνικών (;)
Στοά του Σολομώντα
Ιωα 10:22-39· Πρ 3:11–4:3· 5:12
Σορέγκ
Εφ 2:14, υποσ.
Φρούριο Αντωνία
Πρ 21:34–22:29· 23:10, 11, 16-30
Ανάκτορο του Κυβερνήτη
Αίθουσα του Σάνχεδριν
Λου 22:66-71· Πρ 4:5-22· 5:27-41· 6:12–7:57· 22:30–23:10
Δεξαμενή Βηθζαθά
Δεξαμενή του Σιλωάμ
Κοιλάδα του Εννόμ
[Χάρτης στη σελίδα 542]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Αυτό το εξωτερικό βόρειο τείχος άρχισε να χτίζεται από τον Ηρώδη Αγρίππα Α΄ που κυβέρνησε περ. 41-44 Κ.Χ.
Δεξαμενή Βηθζαθά
ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ
Φρούριο Αντωνία
Ναός
Σορέγκ
Αυλή των Εθνικών
Στοά του Σολομώντα
Βασιλική Στοά
Αίθουσα του Σάνχεδριν (;)
Ανάκτορο του Κυβερνήτη
ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ
Υδραγωγείο
Κοιλάδα των Τυροποιών
Δεξαμενή του Σιλωάμ
Πηγή Γιών
Κ.Χ. Κιδρόν
Κοιλάδα του Εννόμ (Γέεννα)
[Διάγραμμα στη σελίδα 543]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Σχεδιαστική αναπαράσταση της περιοχής του ναού όπως ήταν τον πρώτο αιώνα Κ.Χ.
Άγια
Άγια των Αγίων
Χυτή Θάλασσα
Θυσιαστήριο του Ολοκαυτώματος
Αυλή των Ιερέων
Αυλή των Γυναικών
Αυλή του Ισραήλ
Φραγμός (Σορέγκ)
Αυλή των Εθνικών
Βασιλική Στοά
Στοά του Σολομώντα
[Εικόνα στη σελίδα 543]
Πιθανή άποψη της Ιερουσαλήμ του πρώτου αιώνα. Εδώ ο Ιησούς κήρυττε με τόλμη στα πλήθη των εορταζόντων
[Εικόνα στη σελίδα 544]
Οι Φαρισαίοι πλήρωσαν ανθρώπους για να παγιδέψουν τον Ιησού στο ζήτημα της καταβολής φόρων στη Ρώμη
[Εικόνα στη σελίδα 544]
Δηνάριο με την εικόνα του Τιβέριου Καίσαρα
-
-
ΟρφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΦΑ
(Ορφά).
Η Μωαβίτισσα σύζυγος του Χελαιών και νύφη της Ναομί, όπως η Ρουθ. (Παράβαλε Ρθ 1:3-5 με 4:10.) Αφού πέθαναν οι σύζυγοι και των τριών, αυτές οι άτεκνες χήρες—η Ναομί, η Ορφά και η Ρουθ—άρχισαν το ταξίδι της επιστροφής από τον Μωάβ στη Βηθλεέμ. Σε κάποιο σημείο, η Ναομί παρότρυνε τις δύο νύφες της να γυρίσουν η καθεμιά στο σπίτι της μητέρας της και να παντρευτούν στον Μωάβ, αλλά και οι δύο έλεγαν στη Ναομί: «Όχι! Μαζί σου θα επιστρέψουμε στο λαό σου». Η Ορφά είχε συμπεριφερθεί με καλοσύνη στην πεθερά της, για την οποία φαίνεται ότι ένιωθε αξιοσημείωτη στοργή. (Ρθ 1:8-10) Η επιθυμία της να συνεχίσει το ταξίδι με τη Ναομί μπορεί να οφειλόταν εν μέρει στο γεγονός ότι είχε ζήσει καλά ως μέλος μιας ισραηλιτικής οικογένειας. Αλλά τώρα η Ναομί τόνισε ότι, αν αυτές οι δύο Μωαβίτισσες χήρες πήγαιναν μαζί της, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να παραμείνουν χήρες στον Ιούδα, εφόσον η Ναομί είχε ελάχιστες ελπίδες να ξαναπαντρευτεί και να γεννήσει γιους, και ακόμη και αν συνέβαινε αυτό, ήταν βέβαιη ότι η Ορφά και η Ρουθ δεν θα ήταν διατεθειμένες να περιμένουν ώσπου να μεγαλώσουν οι γιοι και να συνάψουν ανδραδελφικούς γάμους με αυτές τις Μωαβίτισσες χήρες. Η στοργή και η εκτίμηση που ένιωθε η Ορφά δεν επαρκούσαν ώστε να την κάνουν να συνεχίσει ενόψει μιας τέτοιας προοπτικής και, αφού έκλαψε πολύ, αποχαιρέτησε τη Ναομί και τη Ρουθ και επέστρεψε «στο λαό της και στους θεούς της».—Ρθ 1:3-15.
-
-
ΟρφανόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΦΑΝΟΣ
Βλέπε ΑΓΟΡΙ ΟΡΦΑΝΟ ΑΠΟ ΠΑΤΕΡΑ.
-
-
ΌρχειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΧΕΙΣ
Αντρικοί γεννητικοί αδένες. Ο νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ απέκλειε από το ιερατείο όποιον άντρα είχε σπασμένους τους όρχεις του—ένα από τα διάφορα σωματικά ελαττώματα που καθιστούσαν κάποιον ακατάλληλο για το συγκεκριμένο αξίωμα. (Λευ 21:17-21, 23) Αυτό το υψηλό πρότυπο για το ιερατείο εναρμονιζόταν με την αγιότητα του αξιώματος των ιερέων ως εκπροσώπων της αγιότητας του Ιεχωβά ενώπιον του Ισραήλ. Παρόμοια, συνάδει με το γεγονός ότι το ιερατείο του Ισραήλ συμβόλιζε το ουράνιο ιερατείο του Χριστού και της εκκλησίας των υφιερέων του, όπου δεν υπάρχει ψεγάδι. (Εβρ 7:26· Εφ 5:27· Απ 14:1, 5· 20:6) Επιπλέον, ο Θεός ήθελε ιερείς ικανούς να αποκτήσουν παιδιά τα οποία θα τους διαδέχονταν. Ο Νόμος προέβλεπε, ωστόσο, ότι ένα άτομο με αυτό το ελάττωμα μπορούσε να τρώει από τα άγια πράγματα που προσφέρονταν για τη συντήρηση του ιερατείου.—Λευ 21:21, 22.
Για παρόμοιους λόγους, όποιο ζώο είχε τους όρχεις του συνθλιμμένους, τσακισμένους, κομμένους ή αποκολλημένους δεν μπορούσε να προσφερθεί ως θυσία. (Λευ 22:24· παράβαλε Μαλ 1:6-8· 1Πε 1:19.) Ως εκ τούτου, οι Ισραηλίτες δεν ευνούχιζαν τα ζώα τους, εφόσον ο Νόμος απαιτούσε να φέρνονται στο αγιαστήριο όλα τα κατοικίδια ζώα που σφάζονταν για τροφή ώστε να θανατώνονται εκεί και να τρώγονται ως προσφορά συμμετοχής. Ο ίδιος νόμος ίσχυε στην Υποσχεμένη Γη για εκείνους που ζούσαν κοντά στην Ιερουσαλήμ.—Λευ 17:3-5· Δευ 12:20-25.
Επιπλέον ο Νόμος έλεγε: «Κανείς που έχει ευνουχιστεί με σύνθλιψη των όρχεων ή που έχει κομμένο το αντρικό του μέλος δεν επιτρέπεται να μπει στην εκκλησία του Ιεχωβά». (Δευ 23:1) Τέτοιου είδους “ευνουχισμός” δεν αναφερόταν σε εγγενή ελαττώματα ή σε κάποιο ατύχημα. (Παράβαλε Λευ 21:17-21· Δευ 25:11, 12.) Προφανώς, λοιπόν, είχε να κάνει με εκούσιο ευνουχισμό για ανήθικους σκοπούς, όπως η ομοφυλοφιλία. Ένα τέτοιο άτομο έπρεπε να το κρατούν μακριά από την εκκλησία και να μην του επιτρέπουν να συναναστρέφεται μαζί της, ώστε να διαφυλαχτεί η αγνότητά της.
Ο Νόμος έδινε έμφαση στο σεβασμό τον οποίο τρέφει ο Ιεχωβά για το δικαίωμα που έχει ο άντρας να αποκτήσει παιδιά από τη σύζυγό του και για τις αναπαραγωγικές δυνάμεις τις οποίες έχει θέσει Εκείνος στον άντρα και στη γυναίκα. Ο ανδραδελφικός γάμος εξασφάλιζε τη διατήρηση της οικογενειακής γραμμής, του ονόματος και της κληρονομιάς ενός άντρα. (Δευ 25:5-10) Αμέσως μετά την αναφορά σε αυτή τη διευθέτηση, ο Νόμος έλεγε ότι, αν δύο άντρες πάλευαν μεταξύ τους και η σύζυγος του ενός άρπαζε τον άλλον από τα απόκρυφα μέρη του για να βοηθήσει το σύζυγό της (πράξη που μπορούσε να καταστρέψει τις αναπαραγωγικές δυνάμεις εκείνου του άντρα), έπρεπε να της κόψουν το χέρι. (Δευ 25:11, 12) Στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, δεν εφαρμοζόταν ο νόμος της ανταπόδοσης των ίσων. (Δευ 19:21) Ο Θεός δεν απαιτούσε να καταστραφούν τα δικά της αναπαραγωγικά όργανα ή του συζύγου της. Με αυτόν τον τρόπο, ο γάμος μπορούσε να είναι καρποφόρος, και η οικογενειακή γραμμή του συζύγου της να συνεχιστεί μέσω του γάμου.
Όσο για τη Χριστιανική εκκλησία, άτομα που έχουν ευνουχιστεί μπορούν να γίνουν μέλη της, διότι ο Νόμος έχει τεθεί κατά μέρος με βάση τη θυσία του Χριστού. (Κολ 2:13, 14) Εντούτοις, οι προαναφερθέντες νόμοι δείχνουν παραστατικά το σεβασμό που τρέφει ο Θεός για τα αναπαραγωγικά όργανα και υποδηλώνουν με έμφαση ότι μια επέμβαση που θα κατέστρεφε τις αναπαραγωγικές δυνάμεις ενός ανθρώπου απλώς επειδή εκείνος δεν εκτιμάει αυτό το δώρο του Θεού θα ήταν εσφαλμένη.
Γεννητικό Όργανο. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «σάρκα» (μπασάρ) χρησιμοποιείται στις Γραφές, στα εδάφια Λευιτικό 15:2, 3, αναφερόμενη στο αντρικό γεννητικό όργανο, το πέος, ως ξεχωριστό από τους όρχεις.—Βλέπε ΚΑΘΑΡΟΣ, ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ· παράβαλε Ησ 57:8, υποσ.
Το αντρικό γεννητικό όργανο αποτελούσε για τους ειδωλολάτρες αντικείμενο της λατρείας του σεξ στην αρχαιότητα, όπως συμβαίνει και σήμερα σε μερικές χώρες. Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 8:17 (ΜΝΚ, υποσ.) ίσως γίνεται αναφορά σε τέτοιου είδους λατρεία η οποία μόλυνε τους αποστάτες Ισραηλίτες στις ημέρες του Ιεζεκιήλ.
-
-
ΟρωναΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΩΝΑΪΜ
(Ορωναΐμ) [πιθανώς, Δύο Τρύπες [δηλαδή σπηλιές]].
Μια από τις τοποθεσίες του Μωάβ εναντίον των οποίων απευθύνθηκε η κρίση του Ιεχωβά. (Ησ 15:1, 5· Ιερ 48:1, 3, 5, 34) Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Ωστόσο, με βάση την πιθανή σημασία αυτού του τοπωνυμίου, η τρέχουσα άποψη που έχουν υιοθετήσει μερικοί είναι ότι πρόκειται για το ελ-Ιράκ (που σημαίνει «Σπηλιά»), το οποίο βρίσκεται περίπου 490 μ. χαμηλότερα από το επίπεδο του οροπεδίου του Μωάβ και περίπου 18 χλμ. Α του νότιου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης. Η Ορωναΐμ ενδέχεται να είναι η ίδια τοποθεσία με την «Αουρονέν», την οποία αναφέρει η Μωαβιτική Λίθος λέγοντας ότι την κατέλαβε ο Μησά, ο βασιλιάς του Μωάβ, έπειτα από μάχη.
-
-
ΟρωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΡΩΝΙΤΗΣ
(Ορωνίτης) [Της (Από τη) Βαιθ-ορών ή Της (Από την) Ορωναΐμ].
Επωνυμία που εφαρμόζεται στον Σαναβαλλάτ, έναν από τους άντρες που εναντιώνονταν στο έργο του Νεεμία. (Νε 2:10, 19) Ορισμένοι λόγιοι πιστεύουν ότι ο Σαναβαλλάτ μπορεί να καταγόταν από τη μωαβιτική πόλη Ορωναΐμ (Ησ 15:5· Ιερ 48:3) και, προς υποστήριξη της εκδοχής τους, επισημαίνουν ότι αυτός αναφέρεται μαζί με τον Τωβία τον Αμμωνίτη και τον Γησέμ τον Άραβα. Αλλά η άποψη που υποστηρίζεται γενικά είναι ότι ο χαρακτηρισμός «Ορωνίτης» σημαίνει πιθανότατα αυτόν που κατάγεται από τη Βαιθ-ορών ή που κατοικεί σε αυτήν. Τόσο η Άνω όσο και η Κάτω Βαιθ-ορών βρίσκονταν σε περιοχή που αρχικά είχε εκχωρηθεί στον Εφραΐμ.—Ιη 16:1, 3, 5.
-
-
ΟσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΣΑ
(Οσά).
1. Μεραρίτης πυλωρός της σκηνής στην οποία τοποθέτησε ο Δαβίδ την κιβωτό της διαθήκης. (1Χρ 16:1, 37, 38) Ο ίδιος και οι γιοι του αποτέλεσαν μια υποδιαίρεση πυλωρών οι οποίοι είχαν διοριστεί να υπηρετούν στην Πύλη Σαλεχέθ Δ του αγιαστηρίου.—1Χρ 26:10-19.
2. Πόλη στην περιοχή του Ασήρ, προφανώς κοντά στην Τύρο, για την οποία δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες.—Ιη 19:24, 29, 30.
-
-
ΟσιότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΣΙΟΤΗΤΑ
Στις Εβραϊκές Γραφές, το επίθετο χασίδ χρησιμοποιείται με την έννοια «όσιος» ή «αυτός που εκδηλώνει στοργική καλοσύνη». (Ψλ 18:25, υποσ.) Το ουσιαστικό χάσεδ παραπέμπει στην καλοσύνη αλλά εμπεριέχει πολύ περισσότερα πράγματα από το τρυφερό ενδιαφέρον ή την καλοσύνη που πηγάζει από αγάπη, αν και περιλαμβάνει τέτοια χαρακτηριστικά. Περιγράφει την καλοσύνη η οποία προσκολλάται με αγάπη σε κάτι ωσότου πραγματοποιηθεί ο σκοπός της σχετικά με αυτό. Τέτοιου είδους καλοσύνη εκφράζει ο Θεός προς τους υπηρέτες του και εκείνοι προς αυτόν. Επομένως, εμπίπτει στη σφαίρα της οσιότητας—μιας δίκαιης, αφοσιωμένης, άγιας οσιότητας—και αποδίδεται κατά περίπτωση «στοργική καλοσύνη» και «όσια αγάπη».—Γε 20:13· 21:23· βλέπε ΚΑΛΟΣΥΝΗ.
Στις Ελληνικές Γραφές, το ουσιαστικό ὁσιότης και το επίθετο ὅσιος μεταδίδουν την ιδέα της αγιότητας, της δικαιοσύνης, της ευλάβειας, της ευσέβειας και της προσεκτικής εκτέλεσης όλων των καθηκόντων απέναντι στον Θεό. Περιλαμβάνεται η έννοια της σωστής σχέσης με τον Θεό.
Φαίνεται ότι δεν υπάρχουν ελληνικές λέξεις που να μεταδίδουν ακριβώς την πλήρη έννοια των λέξεων του εβραϊκού κειμένου, αλλά ο όρος «οσιότητα», ο οποίος περιλαμβάνει την ιδέα της αφοσίωσης και της πιστότητας, όταν χρησιμοποιείται σε σχέση με τον Θεό και την υπηρεσία του, αποδίδει το νόημα κατά προσέγγιση. Ο καλύτερος τρόπος για να καθορίσει κανείς την πλήρη σημασία των εν λόγω Βιβλικών όρων είναι να εξετάσει το πώς χρησιμοποιούνται στην Αγία Γραφή.
Η Οσιότητα του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά Θεός, ο Αγιότατος, ο οποίος είναι αφοσιωμένος στη δικαιοσύνη και εκδηλώνει αδιάρρηκτη στοργική καλοσύνη προς όσους τον υπηρετούν, πολιτεύεται με δικαιοσύνη και αλήθεια ακόμη και με τους εχθρούς του και είναι απόλυτα αξιόπιστος. Για αυτόν λέγονται τα εξής: «Μεγάλα και θαυμαστά είναι τα έργα σου, Ιεχωβά Θεέ, Παντοδύναμε. Δίκαιες και αληθινές είναι οι οδοί σου, Βασιλιά της αιωνιότητας. Ποιος δεν θα σε φοβηθεί, Ιεχωβά, και δεν θα δοξάσει το όνομά σου, επειδή εσύ είσαι ο μόνος όσιος;» (Απ 15:3, 4) Επειδή η οσιότητα του Ιεχωβά στη δικαιοσύνη και στην κρίση, καθώς και η αγάπη του για το λαό του, τον ωθεί να προβεί στις απαραίτητες δικαστικές ενέργειες, κάποιος άγγελος υποκινήθηκε να πει: «Δίκαιος είσαι εσύ, Εκείνος που είναι και που ήταν, ο Όσιος, διότι πήρες αυτές τις αποφάσεις».—Απ 16:5· παράβαλε Ψλ 145:17.
Ο Ιεχωβά είναι όσιος στις διαθήκες του. (Δευ 7:9) Λόγω της διαθήκης του με το φίλο του τον Αβραάμ, εκδήλωσε επί αιώνες μακροθυμία και έλεος προς το έθνος του Ισραήλ. (2Βα 13:23) Μέσω του Ιερεμία, του προφήτη του, απηύθυνε στον Ισραήλ την έκκληση: «“Επίστρεψε, ανυπότακτε Ισραήλ”, λέει ο Ιεχωβά. “Δεν θα κάνω να πέσει θυμωμένα πάνω σας το πρόσωπό μου, γιατί είμαι όσιος”». (Ιερ 3:12) Εκείνοι που είναι όσιοι σε αυτόν μπορούν να βασίζονται πάνω του πλήρως. Ο Δαβίδ, προσευχόμενος, ζήτησε τη βοήθεια του Θεού και είπε: «Με τον όσιο, θα ενεργείς με οσιότητα· με τον άψογο και κραταιό, θα φέρεσαι άψογα». (2Σα 22:26) Απευθυνόμενος στο λαό, ο Δαβίδ τούς ζήτησε να απομακρυνθούν από το κακό και να κάνουν το καλό, «διότι», είπε, «ο Ιεχωβά αγαπάει τη δικαιοσύνη και δεν θα εγκαταλείψει τους οσίους του. Στον αιώνα θα διαφυλαχτούν».—Ψλ 37:27, 28.
Αυτοί που είναι όσιοι στον Ιεχωβά μπορούν να βασίζονται στο ότι εκείνος θα είναι κοντά τους και θα τους βοηθάει μέχρι το τέλος της πιστής τους πορείας, και μπορούν να αισθάνονται απόλυτα ασφαλείς γνωρίζοντας ότι θα τους θυμηθεί όποια κατάσταση και αν προκύψει. Εκείνος φυλάει την οδό τους. (Παρ 2:8) Φυλάει τη ζωή ή την ψυχή τους.—Ψλ 97:10.
Ο Ιησούς Χριστός. Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη ενισχυόταν πολύ γνωρίζοντας πως ο Θεός είχε φροντίσει να προειπωθεί για αυτόν ότι, εφόσον ήταν ο πρώτιστος «όσιος» του Θεού, η ψυχή του δεν θα αφηνόταν στον Σιεόλ. (Ψλ 16:10) Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., ο απόστολος Πέτρος εφάρμοσε αυτή την προφητεία στον Ιησού, λέγοντας: «[Ο Δαβίδ] είδε εκ των προτέρων και μίλησε σχετικά με την ανάσταση του Χριστού, για το ότι ούτε εγκαταλείφθηκε αυτός στον Άδη ούτε είδε η σάρκα του φθορά. Αυτόν τον Ιησού ανέστησε ο Θεός, γεγονός για το οποίο όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες». (Πρ 2:25-28, 31, 32· παράβαλε Πρ 13:32-37.) Η Ελληνική Διαθήκη του Ερμηνευτή (The Expositor’s Greek Testament), σχολιάζοντας το εδάφιο Πράξεις 2:27, λέει ότι η λέξη χασίδ του εβραϊκού κειμένου (που χρησιμοποιείται στο εδ. Ψλ 16:10) «δηλώνει κάποιον ο οποίος δεν είναι μόνο θεοσεβής και ευλαβής, αλλά είναι και το αντικείμενο της στοργικής καλοσύνης του Ιεχωβά».—Επιμέλεια Γ. Ρ. Νίκολ, 1967, Τόμ. 2.
Η Οσιότητα Αποτελεί Απαίτηση του Θεού. Ο Ιεχωβά απαιτεί οσιότητα από τους υπηρέτες του, οι οποίοι πρέπει να τον μιμούνται. (Εφ 5:1) Ο απόστολος Παύλος λέει στους Χριστιανούς ότι πρέπει να “ντυθούν τη νέα προσωπικότητα που δημιουργήθηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού με αληθινή δικαιοσύνη και οσιότητα”. (Εφ 4:24) Συστήνοντας να αναπέμπονται προσευχές στην εκκλησία, λέει: «Θέλω, λοιπόν, σε κάθε τόπο οι άντρες να συνεχίζουν να προσεύχονται, σηκώνοντας όσια χέρια, χωρίς οργή και αντιλογίες». (1Τι 2:8) Η οσιότητα είναι ιδιότητα που πρέπει απαραιτήτως να διαθέτει κάποιος άντρας προκειμένου να έχει τα προσόντα να διοριστεί και να υπηρετεί ως επίσκοπος στην εκκλησία του Θεού.—Τιτ 1:8.
-
-
ΟστάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΣΤΑ
Βλέπε ΚΟΚΑΛΑ, ΟΣΤΑ.
-
-
ΟσφύςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΣΦΥΣ
Η κοιλιακή χώρα και η περιοχή γύρω από τους γοφούς. Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί δύο εβραϊκές λέξεις, τόσο τη λέξη χαλατσάγιμ (οσφύς) όσο και τη λέξη μοθνάγιμ (γοφοί), για να προσδιορίσει αυτή την περιοχή. (Ησ 5:27· 2Βα 4:29) Η λέξη ὀσφύς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εφαρμόζεται και αυτή με τη συνήθη έννοια στην περίπτωση κατά την οποία λέγεται ότι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής φορούσε γύρω από την οσφύ του μια δερμάτινη ζώνη.—Ματ 3:4.
Το τμήμα του σώματος που προσδιορίζεται από τη λέξη «οσφύς» περιέχει τα αναπαραγωγικά όργανα, γι’ αυτό και λέγεται ότι τα παιδιά “βγαίνουν από την οσφύ”. (Γε 35:11· 1Βα 8:19· Πρ 2:30) Ο Παύλος χρησιμοποιεί αυτό το γεγονός όταν καταδεικνύει ότι η ιεροσύνη του Ιησού σύμφωνα με τον τρόπο του Μελχισεδέκ είναι ανώτερη από του Ααρών, εφόσον ο Λευί, ο προπάτορας του Ααρών, ήταν στην οσφύ του Αβραάμ, και με αυτή την έννοια πλήρωσε δέκατα στον Μελχισεδέκ. (Εβρ 7:5-10· Γε 14:18-20) Ο Παύλος, επίσης, πρόβαλε ένα παρόμοιο επιχείρημα στο εδάφιο Ρωμαίους 7:9, λέγοντας: «Κάποτε εγώ [ο Παύλος ο Ιουδαίος, στην οσφύ των προπατόρων του προτού δοθεί ο Νόμος] ήμουν ζωντανός χωρίς νόμο· αλλά όταν ήρθε η εντολή, η αμαρτία επανήλθε στη ζωή, εγώ όμως πέθανα».
Το να “περιζώσει κάποιος την οσφύ” του σήμαινε να μαζέψει τις άκρες του χιτώνα του και να τις βάλει κάτω από το ζωνάρι ώστε να είναι ευκολότερη η σωματική δραστηριότητα. Αυτή η φράση κατέληξε να χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει προετοιμασία για έντονη διανοητική ή πνευματική δράση, ενώ μερικές φορές μετέδιδε την ιδέα της ενίσχυσης.—Λου 12:35· παράβαλε 1Πε 1:13: «Περιζώστε τη διάνοιά σας για δραστηριότητα [᾿Αναζωσάμενοι τὰς ὀσφύας τῆς διανοίας ὑμῶν, Κείμενο]».
Στο εδάφιο Εφεσίους 6:14, λέγεται στους Χριστιανούς να έχουν “την οσφύ τους περιζωσμένη με αλήθεια”, δηλαδή ενισχυμένη από την αλήθεια του Λόγου του Θεού η οποία αποτελεί ουσιαστικό στήριγμα, όπως ένα σφιχτό περίζωμα της κατά γράμμα οσφύος την προστατεύει από ενδεχόμενη ζημιά λόγω υπερβολικής πίεσης.
Ο Ιεχωβά προείπε τον πόνο και τη στενοχώρια της Ιερουσαλήμ χρησιμοποιώντας το σχήμα λόγου “κάθε ακμαίος άντρας με τα χέρια του στην οσφύ του σαν θηλυκό που γεννάει”.—Ιερ 30:6.
Η εβραϊκή λέξη κέσελ (οσφύς) εμφανίζεται αρκετές φορές στα εδάφια Λευιτικό 3:4-15, αναφερόμενη σε θυσίες συμμετοχής. Χρησιμοποιείται επίσης στα εδάφια Ιώβ 15:27 και Ψαλμός 38:7.
-
-
ΟυζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΖ
1. Γιος του Αράμ και δισέγγονος του Νώε μέσω του Σημ.—Γε 10:22, 23· 1Χρ 1:17.
2. Πρωτότοκος γιος του Ναχώρ και της Μελχά, ανιψιός του Αβραάμ.—Γε 22:20, 21.
3. Γιος του Δησάν και απόγονος του Σηείρ του Χορίτη.—Γε 36:20, 21, 28.
4. Η πατρίδα του Ιώβ. (Ιωβ 1:1) Οικιστής της ήταν ο Ουζ, αλλά δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα αν ο εν λόγω Ουζ ήταν γιος του Αράμ ή γιος του Ναχώρ. (Γε 10:22, 23· 22:20, 21) Η ακριβής θέση της είναι άγνωστη. Η γη του Ουζ φαίνεται πως βρισκόταν κοντά στον Εδώμ, κάτι που αφήνει το περιθώριο να επέκτειναν αργότερα οι Εδωμίτες την επικράτειά τους μέχρι τη γη του Ουζ ή να εγκαταστάθηκαν εκεί κάποιοι μεταγενέστεροι Εδωμίτες, όπως υποδηλώνεται στο εδάφιο Θρήνοι 4:21. Ο Ιερεμίας έλαβε το διορισμό να δώσει το ποτήρι του θυμού του Θεού σε «όλους τους βασιλιάδες της γης του Ουζ», και στα άμεσα συμφραζόμενα μνημονεύεται η Φιλιστία, ο Εδώμ, ο Μωάβ και ο Αμμών. (Ιερ 25:15, 17, 20, 21) Η πατρίδα του Ιώβ ήταν ευάλωτη στις επιθέσεις των Σαβαίων (από τα Ν) και των Χαλδαίων (από τα Α). (Ιωβ 1:15, 17) Όλα αυτά τα στοιχεία υποδεικνύουν μια τοποθεσία Α της Υποσχεμένης Γης και κοντά στον Εδώμ, κάπου στη βόρεια Αραβία.
-
-
ΟυζάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΖΑ
(Ουζά) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Οζίας, που σημαίνει «Ισχύς μου Είναι ο Ιεχωβά»].
1. Μεραρίτης Λευίτης.—1Χρ 6:29.
2. Γιος του Αβιναδάβ, αναμφίβολα Λευίτης. Ο Ουζά και ο αδελφός του ο Αχιώ οδηγούσαν την άμαξα πάνω στην οποία βρισκόταν η κιβωτός της διαθήκης, όταν ο Δαβίδ θέλησε να τη μεταφέρει από το σπίτι τους στην Ιερουσαλήμ. Όταν οι ταύροι που έσερναν την άμαξα παραλίγο να προκαλέσουν ανατροπή, ο Ουζά άπλωσε το χέρι του και έπιασε την Κιβωτό για να την κρατήσει στη θέση της, κάτι για το οποίο ο Ιεχωβά τον πάταξε επί τόπου. Ο Δαβίδ ονόμασε εκείνο το μέρος Φαρές-ουζά, επειδή εκεί ο Ιεχωβά ξέσπασε «εναντίον του Ουζά φέρνοντας ρήξη».—2Σα 6:3-8· 1Χρ 13:7-11.
Παρά τις όποιες καλές προθέσεις που μπορεί να είχε ο Ουζά θέλοντας να μην αφήσει την Κιβωτό να πέσει, η ενέργειά του κρίθηκε ως “ανευλαβής πράξη”. (2Σα 6:7) Αυτό συνέβη επειδή επρόκειτο για εκούσια ανυπακοή. Ο Ιεχωβά είχε προστάξει να μην αγγίξουν επ’ ουδενί την Κιβωτό άτομα που δεν ήταν εξουσιοδοτημένα. Αυτή η προειδοποίηση ήταν ευρέως γνωστή και επέσυρε την ποινή του θανάτου για τους παραβάτες. (Αρ 4:15, 19, 20) Αν είχαν μεταφέρει την Κιβωτό τα εξουσιοδοτημένα άτομα—οι Κααθίτες Λευίτες—με τα κοντάρια στους ώμους τους, σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού, ο θυμός του Θεού δεν θα είχε εξαφθεί.—Εξ 25:13, 14· Αρ 7:9.
-
-
ΟυζαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΖΑΪ
(Ουζαΐ) [συντετμημένη μορφή του Αζανίας].
Κάποιος του οποίου ο γιος, ο Φαλάλ, βοήθησε τον Νεεμία στην ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:25.
-
-
ΟυζάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΖΑΛ
(Ουζάλ).
1. Ο έκτος από τους 13 γιους του Ιοκτάν στη σειρά με την οποία κατονομάζονται, καθώς και η φυλή που προήλθε από αυτόν. (Γε 10:26-29· 1Χρ 1:21) Σύμφωνα με την αραβική παράδοση, η Σανά (η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Υεμένης) ονομαζόταν στην αρχαιότητα Αζάλ και σχετιζόταν με τον Ουζάλ.
2. Τοποθεσία που αναφέρεται στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:19 συσχετιζόμενη με τους τόπους οι οποίοι είχαν εμπορικές συναλλαγές με την Τύρο. Πιθανολογείται ότι ταυτίζεται με την περιοχή Ιζάλα στη βορειοανατολική Συρία, κοντά στον άνω Τίγρη.
-
-
Ουζέν-σεεράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΖΕΝ-ΣΕΕΡΑ
(Ουζέν-σεερά) [πιθανώς, Αφτί της Σεερά].
Πόλη την οποία έχτισε η Σεερά, μια Εφραϊμίτισσα. Δεν προσδιορίζεται με ποια έννοια «έχτισε» την πόλη—ίσως με την έννοια ότι συνέβαλε με κάποιον σημαντικό τρόπο στην πρόοδο και στην ανάπτυξη αυτής της πόλης καθώς και των άλλων τοποθεσιών που κατονομάζονται. (1Χρ 7:22-24) Η ακριβής θέση της Ουζέν-σεερά δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, ορισμένοι γεωγράφοι την ταυτίζουν με την Μπέιτ Σίρα, περίπου 4 χλμ. Δ της προτεινόμενης τοποθεσίας για την Κάτω Βαιθ-ορών και γύρω στα 21 χλμ. ΒΔ της Ιερουσαλήμ.
-
-
ΟυήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΗΛ
(Ουήλ).
Ένας από τους γιους του Βανί που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους ανταποκρινόμενοι στη συμβουλή του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 34, 44.
-
-
ΟυθαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΘΑΪ
(Ουθαΐ).
1. Κάτοικος της μεταιχμαλωσιακής Ιερουσαλήμ, απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές.—1Χρ 9:3, 4.
2. Κεφαλή ενός πατρικού οίκου μεταξύ των γιων του Βιγβαΐ που ήρθαν με τον Έσδρα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 8:1, 14.
-
-
ΟύκαλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΚΑΛ
(Ούκαλ).
Κάποιος στον οποίο είπε ο Αγούρ τα λόγια που βρίσκονται στο 30ό κεφάλαιο των Παροιμιών. Ο Ούκαλ ίσως ήταν γιος ή μαθητής του Αγούρ, αλλά τίποτα δεν είναι γνωστό με ακρίβεια για το άτομό του.—Παρ 30:1.
-
-
ΟυλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΛ
Γιος του Αράμ. (Γε 10:23) Ωστόσο, στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:17, ο Ουλ φαίνεται να κατονομάζεται ως γιος του Σημ. Στο Αλεξανδρινό Χειρόγραφο και στο εβραϊκό χειρόγραφο Κένικοτ 175, το εδάφιο 1 Χρονικών 1:17 έχει την ίδια απόδοση με το εδάφιο Γένεση 10:23, παρεμβάλλοντας τη φράση «και οι γιοι του Αράμ» προτού αναφέρει τα ονόματα των Ουζ, Ουλ, Γεθέρ και Μας. Άρα λοιπόν, η παράλειψη των λέξεων «και οι γιοι του Αράμ» από το εδάφιο 1 Χρονικών 1:17 στο Μασοριτικό κείμενο ίσως οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή. Αλλά αυτό δεν είναι απόλυτο. Στις Γραφές, η λέξη «γιοι» μπορεί να περιλαμβάνει επίσης εγγονούς ή ακόμη και μεταγενέστερους απογόνους. (Για μια περίπτωση που θα μπορούσε να θεωρηθεί ανάλογη, βλέπε εδ. 1Χρ 1:4, όπου ο Σημ, ο Χαμ και ο Ιάφεθ δεν παρουσιάζονται ως γιοι του Νώε, ίσως επειδή η σχέση τους με τον Νώε ήταν τόσο γνωστή ώστε ο αρχικός συγγραφέας δεν θεώρησε απαραίτητο να προσδιορίσει την ταυτότητά τους.)
Η ακριβής περιοχή στην οποία εγκαταστάθηκαν οι απόγονοι του Ουλ δεν είναι γνωστή. Ο Ιώσηπος προσδιορίζει τον Ουλ (Ότρο) ως τον ιδρυτή της Αρμενίας. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Α΄, 145 [vi, 4]) Άλλοι έχουν υποδείξει περιοχές στη Μεσοποταμία και αλλού. Πολλοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για την περιοχή της Χούλα κοντά στη Βιβλική τοποθεσία των νερών της Μερώμ, η οποία βρισκόταν Β της Θάλασσας της Γαλιλαίας, δεδομένου ότι το όνομα Ουλ φαίνεται να διασώζεται στην ονομασία «Χούλα», καθώς και στην «Ουλάθα», μια περιοχή την οποία μνημονεύει ο Ιώσηπος.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 360 (x, 3).
-
-
ΟυλαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΛΑΪ
(Ουλαΐ).
«Υδάτινο ρεύμα» το οποίο έρρεε είτε μέσα από την πόλη των Σούσων στο Ελάμ είτε κοντά σε αυτήν. Ενόσω βρισκόταν κοντά στον Ουλαΐ, ο Δανιήλ έλαβε το όραμα με το κριάρι και τον τράγο. Δεν μπορεί να εξακριβωθεί αν ο προφήτης πήγε όντως εκεί από τη Βαβυλώνα ή αν μεταφέρθηκε σε αυτή την τοποθεσία νοερά μέσω του οράματος. (Δα 8:1-3, 6, 16) Έχουν διατυπωθεί πολύ διαφορετικές εικασίες σχετικά με τον Ουλαΐ, και ο προσδιορισμός της θέσης του είναι δύσκολος επειδή ο ρους των ποταμών της περιοχής φαίνεται πως έχει αλλάξει κάπως στο διάβα των αιώνων. Μια άποψη είναι ότι ο Ουλαΐ είναι ο ποταμός Καρχέχ. Κατά μία άλλη άποψη, ήταν ένα τεχνητό κανάλι στα Β ή στα ΒΑ των Σούσων το οποίο συνέδεε τον Καρχέχ με έναν άλλον ποταμό.
-
-
ΟυλάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΛΑΜ
(Ουλάμ).
1. Πατέρας του Βεδάν, από τη φυλή του Μανασσή.—1Χρ 7:14, 16, 17.
2. Μακρινός απόγονος του Σαούλ, από τη φυλή του Βενιαμίν, του οποίου οι γιοι ήταν διακεκριμένοι τοξότες. Οι απόγονοι του Ουλάμ, “γιοι και εγγονοί”, ήταν περίπου 150 όταν ζούσε ο συγγραφέας του Πρώτου Χρονικών.—1Χρ 8:33, 39, 40.
-
-
ΟυλλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΛΛΑ
(Ουλλά).
Ασηρίτης του οποίου οι τρεις γιοι ήταν κεφαλές πατριών και γενναίοι πολεμιστές.—1Χρ 7:39, 40.
-
-
ΟυμμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΜΜΑ
(Ουμμά).
Πόλη, η θέση της οποίας δεν έχει εξακριβωθεί, στο όριο της περιοχής του Ασήρ. (Ιη 19:29-31) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι ο τύπος «Ουμμά» προέκυψε από μεταβολή στα γράμματα του ονόματος «Ακό» (δεδομένου ότι αυτό το όνομα εμφανίζεται στο συγκεκριμένο σημείο σε κάποια χειρόγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, καθώς και στον κατάλογο που υπάρχει στο εδάφιο Κρ 1:31), αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο.
-
-
ΟυππίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΠΠΙΜ
(Ουππίμ).
Γιος ή απόγονος του Βενιαμίν ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο εκείνων που ήρθαν στην Αίγυπτο με το σπιτικό του Ιακώβ το 1728 Π.Κ.Χ. ή γεννήθηκαν εκεί ενόσω ζούσε ο Ιακώβ. (Γε 46:8, 21) Άλλα αποσπάσματα αφήνουν να εννοηθεί ότι πρόκειται για εγγονό ή δισέγγονο μέσω του Βελά και του Ιρί. (1Χρ 7:6, 7, 12· στα εδάφια 8:1-5 προφανώς αποκαλείται Χουράμ.) Τα χρονικά περιθώρια καθιστούν σχεδόν απίθανο να είχε ο Βενιαμίν εγγονούς όταν μπήκε στην Αίγυπτο. Ωστόσο, μπορούμε να θεωρήσουμε πως αυτό που εννοεί το εδάφιο Γένεση 46:8 είναι ότι όλες αυτές οι ψυχές είχαν γεννηθεί ενόσω ο Ιακώβ ήταν ακόμη εν ζωή κάτω στην Αίγυπτο, όχι ότι κατ’ ανάγκην είχαν γεννηθεί προτού αυτός και το σπιτικό του πάνε εκεί. (Βλέπε ΒΕΝΙΑΜΙΝ Αρ. 1.) Η οικογένεια που ίδρυσε ο Ουππίμ (ο οποίος ονομάζεται επίσης Ουφάμ), οι λεγόμενοι Ουφαμίτες, απαριθμείται ως μέρος της φυλής του Βενιαμίν στη δεύτερη απογραφή των Ισραηλιτών που έλαβε χώρα στην έρημο. (Αρ 26:1-4, 38, 39) Ο Ουππίμ αναφέρεται επίσης στα εδάφια 1 Χρονικών 7:14, 15 σε συνδυασμό με τον Μανασσή, αλλά ο συσχετισμός είναι ασαφής.
-
-
ΟυρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡ
1. [Φως]. “Πατέρας” του Ελιφάλ, ενός από τους κραταιούς άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 35) Ο Ουρ φαίνεται ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αασβαΐ.—2Σα 23:34.
2. Η «Ουρ των Χαλδαίων», η πόλη της Μεσοποταμίας όπου γεννήθηκε ο αδελφός του Άβραμ (Αβραάμ), ο Αρράν (πιθανώς δε και ο ίδιος ο Αβραάμ). (Γε 11:28· Πρ 7:2, 4) Ο Ιεχωβά εμφανίστηκε στον Αβραάμ και του έδωσε την οδηγία να φύγει από την Ουρ. Η Αγία Γραφή, αποδίδοντας τη μετακίνηση στον Θάρα επειδή αυτός ήταν η κεφαλή της οικογένειας, λέει ότι ο Θάρα πήρε το γιο του τον Αβραάμ, τη νύφη του τη Σάρρα και τον εγγονό του τον Λωτ και έφυγαν από την Ουρ για τη Χαρράν.—Γε 11:31· 12:1· Νε 9:7.
Συνήθως η Ουρ ταυτίζεται με το Μουκαγιάρ, το οποίο βρίσκεται Δ της σημερινής κοίτης του Ευφράτη, περίπου 240 χλμ. ΝΑ της Βαβυλώνας. Σε εκείνη την περιοχή υπάρχουν ερείπια που καλύπτουν έκταση περίπου 910 επί 730 μ. Η Ουρ ήταν κάποτε κέντρο λατρείας του Νάνα (ή Σιν), του θεού της σελήνης, το πιο εντυπωσιακό δε μνημείο σε εκείνη την τοποθεσία εξακολουθεί να είναι ένας πύργος-ναός, ή αλλιώς ζιγκουράτ, με διαστάσεις περίπου 61 μ. μήκος, 46 μ. πλάτος και 21 μ. ύψος.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 322.
Μολονότι σήμερα ο ποταμός Ευφράτης ρέει γύρω στα 16 χλμ. Α της τοποθεσίας της Ουρ, τα στοιχεία μαρτυρούν ότι στην αρχαιότητα ο Ευφράτης έρρεε ακριβώς Δ της πόλης. Ο ιστορικός και γεωγράφος Ανρί Γκομπέρ, στο βιβλίο του Αβραάμ, ο Φίλος του Θεού (Abraham l’ ami de Dieu), δήλωσε: «Την εποχή του Άβραμ οι τρεις μεγάλοι ποταμοί (ο [Καρούν], ο Τίγρης και ο Ευφράτης) χύνονταν στα νερά του Περσικού Κόλπου από τρία διαφορετικά στόμια. Αξίζει να επισημάνουμε εδώ τη θέση της πόλης Ουρ . . . στην αριστερή [ανατολική] όχθη του Ευφράτη. Κατά συνέπεια, η εβραϊκή φυλή του Άβραμ, η οποία προερχόταν από την πόλη-κράτος της Ουρ, μπορούσε να ονομαστεί απολύτως ορθά “ο λαός που ήρθε πέρα από τον ποταμό”».—1964, σ. 21.
Επιπλέον, μια αναθεωρημένη και πιο ενημερωμένη έκδοση του συγγράμματος του Σερ Λέναρντ Γούλεϊ Ανασκαφές στην Ουρ (Excavations at Ur) δείχνει ότι ο Ευφράτης βρισκόταν σίγουρα Δ της Ουρ. Μιλώντας για το αμυντικό σύστημα της Ουρ, το σύγγραμμα αναφέρει: «Αυτή η βαριά οχύρωση ενισχυόταν ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι ο ποταμός Ευφράτης (όπως μπορεί να φανεί από τη βυθισμένη γραμμή της παλιάς κοίτης του) έβρεχε τη βάση του δυτικού περιτειχίσματος, ενώ πενήντα γιάρδες [45 μ.] από τη βάση του ανατολικού περιτειχίσματος είχε ανοιχτεί ένα πλατύ κανάλι το οποίο ξεκινούσε από τον ποταμό ελάχιστα πιο πάνω από το βόρειο άκρο της πόλης, με αποτέλεσμα να ζώνεται η Ουρ με τάφρο από τρεις πλευρές». (Η Ουρ “των Χαλδαίων” [Ur ‘of the Chaldees’], του Π. Ρ. Σ. Μούρεϊ, 1982, σ. 138) Μπορεί, λοιπόν, να λεχθεί κατάλληλα ότι ο Ιεχωβά πήρε τον Αβραάμ «από την άλλη πλευρά του Ποταμού», δηλαδή του Ευφράτη.—Ιη 24:3.
Οι αρχαιολόγοι που έκαναν ανασκαφές σε βασιλικούς τάφους της Ουρ βρήκαν πολλά κτερίσματα από χρυσάφι, ασήμι, λαζουρίτη (λάπις λάζουλι) και άλλα πολύτιμα υλικά, καθώς και ενδείξεις ότι οι αρχαίοι Σουμέριοι βασιλιάδες και βασίλισσες της πόλης ενταφιάζονταν μαζί με την ακολουθία των υπηρετών και υπηρετριών τους.
Τα ερείπια κάποιων κτισμάτων—που φαίνονται να είναι ιδιωτικά σπίτια—τα οποία ανασκάφηκαν στην Ουρ (και κατά την άποψη ορισμένων ανάγονται στην περίοδο μεταξύ του 20ού και του 16ου αιώνα Π.Κ.Χ.) δείχνουν ότι τα σπίτια ήταν πλινθόκτιστα, σοβατισμένα και ασβεστωμένα και είχαν 13 με 14 δωμάτια διατεταγμένα γύρω από μια πλακόστρωτη αυλή. Μεταξύ των πήλινων πινακίδων που βρέθηκαν στην περιοχή υπάρχουν μερικές που χρησιμοποιούνταν για την εκμάθηση της σφηνοειδούς γραφής. Άλλες πινακίδες υποδεικνύουν ότι εκεί οι μαθητές είχαν πίνακες πολλαπλασιασμού και διαίρεσης και υπολόγιζαν τετραγωνικές και κυβικές ρίζες. Πολλές πινακίδες είναι εμπορικά έγγραφα.
Συνεπώς, από τις ανασκαφές στην Ουρ καθίσταται σαφές ότι ο Αβραάμ έκανε σημαντικές υλικές θυσίες όταν έφυγε από εκείνη την πόλη. Έχοντας, όμως, πίστη ο πατριάρχης αυτός «περίμενε την πόλη που έχει πραγματικά θεμέλια, της οποίας οικοδόμος και κατασκευαστής είναι ο Θεός».—Εβρ 11:8-10.
-
-
ΟυραΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΑΪ
(Ουραΐ).
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ ο οποίος καταγόταν από τις κοιλάδες των χειμάρρων του Γαάς. (1Χρ 11:26, 32) Ονομάζεται Ιδδαΐ στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 23:30.
-
-
Ουράνιο ΤόξοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ
Ημικυκλικό τόξο, ή αλλιώς αψίδα, που παρουσιάζει φάσμα χρωμάτων, ένα ορατό σημείο της διαθήκης που έκανε ο Ιεχωβά υποσχόμενος ότι “δεν επρόκειτο πια να εκκοπεί κάθε σάρκα από νερά κατακλυσμού και δεν επρόκειτο να γίνει πια κατακλυσμός για να καταστρέψει τη γη”. (Γε 9:11-16) Δεν υπάρχει ξεχωριστή εβραϊκή λέξη για το ουράνιο τόξο, γι’ αυτό και στην Αγία Γραφή χρησιμοποιείται η λέξη που κανονικά αποδίδεται «τόξο».—Ιεζ 1:28.
Περίπλοκες θεωρίες και μαθηματικοί τύποι χρησιμοποιούνται για να εξηγηθεί ο σχηματισμός του ουράνιου τόξου. Βασικά, φαίνεται ότι τη στιγμή που το λευκό φως μπαίνει σε μια σταγόνα βροχής διαθλάται και αναλύεται σε διαφορετικά χρώματα, καθώς η σταγόνα λειτουργεί ως μικροσκοπικό πρίσμα. Κάθε χρώμα προσπίπτει στην εσωτερική επιφάνεια της σταγόνας και ανακλάται υπό διαφορετική και καθορισμένη γωνία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο παρατηρητής βλέπει ένα τόξο που αποτελείται και από τα εφτά χρώματα της ίριδας (από το εσωτερικό της αψίδας προς τα έξω: ιώδες, βαθύ μπλε, ανοιχτό μπλε, πράσινο, κίτρινο, πορτοκαλί και κόκκινο), μολονότι αυτά μπορεί να αναμειγνύονται έτσι ώστε να ξεχωρίζουν μόνο τέσσερα ή πέντε. Μερικές φορές σχηματίζεται ένα μεγαλύτερο και λιγότερο ευδιάκριτο «δευτερεύον» τόξο με τα χρώματα ανεστραμμένα. Οι επιστήμονες μελετούν ακόμη το ουράνιο τόξο. Ο Καρλ Μπ. Μπόγιερ παρατηρεί: «Μέσα σε μια σταγόνα βροχής η αλληλεπίδραση της ενέργειας του φωτός με την ύλη είναι τόσο στενή ώστε οδηγούμαστε κατευθείαν στην κβαντομηχανική και στη θεωρία της σχετικότητας. . . . Αν και γνωρίζουμε αρκετά πράγματα για το πώς σχηματίζεται το ουράνιο τόξο, λίγα είναι αυτά που έχουμε μάθει για το πώς γίνεται αντιληπτό».—Το Ουράνιο Τόξο, από το Μύθο στα Μαθηματικά (The Rainbow, From Myth to Mathematics), 1959, σ. 320, 321.
Η πρώτη Βιβλική αναφορά σε ουράνιο τόξο βρίσκεται στην αφήγηση της διαθήκης που έκανε ο Θεός με τον Νώε και τους απογόνους του όταν οι επιζώντες από τον Κατακλυσμό βγήκαν από την κιβωτό. (Γε 9:8-17· Ησ 54:9, 10) Αυτό το υπέροχο θέαμα θα ήταν από μόνο του καθησυχαστικό για τον Νώε και την οικογένειά του και θα αποτελούσε σημείο ειρήνης για αυτούς.
Πολλές απόψεις έχουν διατυπωθεί ως προς το αν αυτή ήταν η πρώτη φορά που οι άνθρωποι έβλεπαν ουράνιο τόξο. Μερικοί σχολιαστές έχουν ισχυριστεί πως είχαν εμφανιστεί ουράνια τόξα και προηγουμένως και πως το γεγονός ότι ο Θεός “έδωσε” τότε το ουράνιο τόξο σημαίνει στην πραγματικότητα ότι “προσέδωσε” μια ιδιαίτερη έννοια ή σημασία σε ένα προϋπάρχον φαινόμενο. Πολλοί από τους υποστηρικτές αυτής της άποψης πιστεύουν ότι ο Κατακλυσμός ήταν μόνο τοπικός ή ότι δεν άλλαξε ουσιαστικά την ατμόσφαιρα.
Εντούτοις, αυτή είναι η πρώτη μνεία ουράνιου τόξου, αν είχε δε εμφανιστεί πρωτύτερα ουράνιο τόξο, τότε δεν θα είχε πραγματική βαρύτητα το γεγονός ότι ο Θεός το κατέστησε εξέχον σημείο της διαθήκης του. Θα ήταν κάτι το συνηθισμένο, όχι ένα καταφανές ορόσημο μιας αλλαγής, μιας καινούριας εξέλιξης.
Η Αγία Γραφή δεν περιγράφει το βαθμό διαύγειας της ατμόσφαιρας ακριβώς πριν από τον Κατακλυσμό. Προφανώς όμως οι ατμοσφαιρικές συνθήκες ήταν τέτοιες ώστε, μέχρι την αλλαγή που επήλθε όταν «οι πύλες των υδάτων των ουρανών ανοίχτηκαν» (Γε 7:11), κανένας άλλος πριν από τον Νώε και την οικογένειά του δεν είχε δει ουράνιο τόξο. Ακόμη και σήμερα, οι ατμοσφαιρικές συνθήκες επηρεάζουν το αν μπορεί να εμφανιστεί ουράνιο τόξο ή όχι.
Η δόξα, η ομορφιά και η γαλήνια φύση ενός ουράνιου τόξου που εμφανίζεται μετά την καταιγίδα χρησιμοποιούνται σε Βιβλικές περιγραφές του Θεού και του θρόνου του. Στο όραμα που είχε ο Ιεζεκιήλ για τον Θεό, ο προφήτης είδε «κάτι σαν τη θέα του τόξου το οποίο εμφανίζεται σε ένα πυκνό σύννεφο την ημέρα της δυνατής βροχής». Αυτό τόνιζε “τη δόξα του Ιεχωβά”. (Ιεζ 1:28) Παρόμοια, ο Ιωάννης είδε το θρόνο της δόξας του Ιεχωβά, και “ολόγυρα από το θρόνο υπήρχε ένα ουράνιο τόξο όμοιο με σμαράγδι στην εμφάνιση”. Το καταπραϋντικό σμαραγδοπράσινο χρώμα του ουράνιου τόξου θα είχε υποβάλει στον Ιωάννη μια αίσθηση ηρεμίας και γαλήνης, και πολύ εύλογα μάλιστα, εφόσον ο Ιεχωβά είναι ο κύριος κάθε κατάστασης, ένας ένδοξος Άρχοντας. (Απ 4:3) Ο Ιωάννης είδε επίσης έναν άγγελο με “ουράνιο τόξο πάνω στο κεφάλι του” (Απ 10:1), κάτι που μπορεί να υποδηλώνει ότι ήταν ειδικός εκπρόσωπος “του Θεού της ειρήνης”.—Φλπ 4:9.
-
-
ΟυρανίσκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΑΝΙΣΚΟΣ
Βλέπε ΣΤΟΜΑ.
-
-
ΟυρανόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΑΝΟΣ
Η εβραϊκή λέξη σαμάγιμ (πάντοτε στον πληθυντικό), η οποία αποδίδεται «ουρανός(-οί)», φαίνεται ότι σημαίνει βασικά κάτι το υψηλό ή εξυψωμένο. (Ψλ 103:11· Παρ 25:3· Ησ 55:9) Η ετυμολογία της λέξης οὐρανός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι αβέβαιη.
Φυσικοί Ουρανοί. Οι λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών περιλαμβάνουν στις έννοιές τους όλο το φάσμα των φυσικών ουρανών. Συνήθως τα συμφραζόμενα παρέχουν επαρκείς πληροφορίες για να καθοριστεί ποια περιοχή των φυσικών ουρανών εννοείται.
Οι ουρανοί της γήινης ατμόσφαιρας. Η λέξη «ουρανός(-οί)» μπορεί να εφαρμόζεται σε όλο το εύρος της γήινης ατμόσφαιρας στην οποία σχηματίζεται η δροσιά και η πάχνη (Γε 27:28· Ιωβ 38:29), πετούν τα πουλιά (Δευ 4:17· Παρ 30:19· Ματ 6:26), φυσούν οι άνεμοι (Ψλ 78:26), λάμπει η αστραπή (Λου 17:24), καθώς επίσης αιωρούνται τα σύννεφα και ρίχνουν τη βροχή, το χιόνι ή τους χαλαζόλιθούς τους (Ιη 10:11· 1Βα 18:45· Ησ 55:10· Πρ 14:17). Μερικές φορές εννοούνται οι αιθέρες, δηλαδή ο εμφανής ή ορατός ουράνιος θόλος πάνω από τη γη.—Ματ 16:1-3· Πρ 1:10, 11.
Αυτή η ατμοσφαιρική περιοχή αντιστοιχεί γενικά στο «εκπέτασμα [εβρ., ρακία‛]» το οποίο σχηματίστηκε κατά τη δεύτερη δημιουργική περίοδο και περιγράφεται στα εδάφια Γένεση 1:6-8. Είναι φανερό ότι τα εδάφια Γένεση 2:4· Έξοδος 20:11· 31:17 αναφέρονται σε αυτόν τον “ουρανό” όταν μιλούν για τη δημιουργία «των ουρανών και της γης».—Βλέπε ΕΚΠΕΤΑΣΜΑ.
Όταν σχηματίστηκε το εκπέτασμα της ατμόσφαιρας, τα νερά στην επιφάνεια της γης διαχωρίστηκαν από τα άλλα νερά πάνω από το εκπέτασμα. Έτσι εξηγείται η έκφραση που χρησιμοποιείται αναφορικά με τον παγγήινο Κατακλυσμό των ημερών του Νώε, ότι «όλες οι πηγές των απέραντων υδάτινων βαθών σκίστηκαν και οι πύλες των υδάτων των ουρανών ανοίχτηκαν». (Γε 7:11· παράβαλε Παρ 8:27, 28.) Στον Κατακλυσμό, τα νερά που αιωρούνταν πάνω από το εκπέτασμα προφανώς κατέβηκαν σαν να διοχετεύτηκαν μέσω κάποιων αγωγών, καθώς και με τη μορφή βροχόπτωσης. Όταν αυτός ο τεράστιος υδροταμιευτήρας άδειασε, αυτές «οι πύλες των υδάτων των ουρανών» στην ουσία «κλείστηκαν».—Γε 8:2.
Το έξω διάστημα. Εκτός από τη γήινη ατμόσφαιρα, οι φυσικοί «ουρανοί» καταλαμβάνουν και το χώρο του έξω διαστήματος όπου βρίσκονται τα αστρικά σώματα, «όλο το στράτευμα των ουρανών»—ο ήλιος, η σελήνη, τα άστρα και οι αστερισμοί. (Δευ 4:19· Ησ 13:10· 1Κο 15:40, 41· Εβρ 11:12) Το πρώτο εδάφιο της Αγίας Γραφής περιγράφει πώς δημιουργήθηκαν οι έναστροι ουρανοί προτού διαμορφωθεί η γη έτσι ώστε να μπορεί να κατοικηθεί από ανθρώπους. (Γε 1:1) Αυτοί οι ουρανοί φανερώνουν τη δόξα του Θεού, όπως άλλωστε και το εκπέτασμα της ατμόσφαιρας, εφόσον είναι έργο «των δαχτύλων» του Θεού. (Ψλ 8:3· 19:1-6) Τα προσδιορισμένα από τον Θεό «νομοθετήματα των ουρανών» διέπουν όλα αυτά τα ουράνια σώματα. Οι αστρονόμοι, παρά τα σύγχρονα μηχανήματα και την προχωρημένη γνώση τους γύρω από τα μαθηματικά, δεν μπορούν ακόμη να κατανοήσουν πλήρως αυτά τα νομοθετήματα. (Ιωβ 38:33· Ιερ 33:25) Ωστόσο, τα ευρήματά τους επιβεβαιώνουν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να μετρήσει αυτούς τους ουρανούς ούτε να αριθμήσει τα αστρικά σώματα. (Ιερ 31:37· 33:22· βλέπε ΑΣΤΡΟ.) Ο Θεός, όμως, τα αριθμεί και τα κατονομάζει.—Ψλ 147:4· Ησ 40:26.
Το «μεσουράνημα» και οι «άκρες των ουρανών». Ο όρος «μεσουράνημα» εφαρμόζεται στην περιοχή του εκπετάσματος της γήινης ατμόσφαιρας όπου πετούν τα πουλιά, όπως ο αετός. (Απ 8:13· 14:6· 19:17· Δευ 4:11 [εβρ., «καρδιά των ουρανών»]) Κάπως παρόμοια είναι η έκφραση «μεταξύ γης και ουρανού». (1Χρ 21:16· 2Σα 18:9) Εκείνοι που επιτίθενται στη Βαβυλώνα προελαύνουν από «την άκρη των ουρανών», πράγμα που σημαίνει προφανώς ότι έρχονται εναντίον της από το μακρινό ορίζοντα (το σημείο όπου φαίνεται να συναντώνται η γη και ο ουρανός και όπου φαίνεται να ανατέλλει και να δύει ο ήλιος). (Ησ 13:5· παράβαλε Ψλ 19:4-6.) Ανάλογα, η έκφραση «από τις τέσσερις άκρες των ουρανών» αναφέρεται, όπως φαίνεται, στις τέσσερις κατευθύνσεις της πυξίδας, υποδηλώνοντας έτσι ότι καλύπτονται και τα τέσσερα τεταρτημόρια της γης. (Ιερ 49:36· παράβαλε Δα 8:8· 11:4· Ματ 24:31· Μαρ 13:27.) Όπως οι ουρανοί περιβάλλουν τη γη από όλες τις πλευρές, έτσι και η ικανότητα που έχει ο Ιεχωβά να βλέπει τα πάντα «κάτω από ολόκληρο τον ουρανό» περιλαμβάνει όλη την υδρόγειο.—Ιωβ 28:24.
Οι συννεφιασμένοι ουρανοί. Ένας άλλος όρος, η εβραϊκή λέξη σάχακ, χρησιμοποιείται επίσης αναφερόμενη στους “ουρανούς” ή στα σύννεφά τους. (Δευ 33:26· Παρ 3:20· Ησ 45:8) Η ρίζα αυτής της λέξης παραπέμπει σε κάτι που έχει τριφτεί πάρα πολύ ή έχει κονιορτοποιηθεί, όπως το «λεπτό στρώμα σκόνης» (σάχακ) του εδαφίου Ησαΐας 40:15. Αυτή η έννοια είναι σαφώς κατάλληλη, δεδομένου ότι τα σύννεφα σχηματίζονται όταν ο θερμός αέρας, καθώς ανεβαίνει από τη γη, ψύχεται ως ένα σημείο που ονομάζεται σημείο δρόσου, και οι υδρατμοί μέσα σε αυτόν συμπυκνώνονται σχηματίζοντας μικροσκοπικά σταγονίδια που μερικές φορές ονομάζονται σκόνη νερού. (Παράβαλε Ιωβ 36:27, 28· βλέπε ΣΥΝΝΕΦΟ.) Κάτι άλλο που κάνει αυτή την έννοια κατάλληλη είναι το γεγονός ότι το οπτικό αποτέλεσμα του γαλάζιου ουράνιου θόλου οφείλεται στη διάχυση των ηλιακών ακτίνων από μόρια αερίων και άλλα σωματίδια (μεταξύ των οποίων και μόρια σκόνης) τα οποία συνθέτουν την ατμόσφαιρα. Ο Θεός, σχηματίζοντας αυτή την ατμόσφαιρα, στην ουσία “σφυρηλάτησε τους αιθέρες για να είναι συμπαγείς σαν χυτός καθρέφτης”, θέτοντας σαφή όρια στον ατμοσφαιρικό γαλάζιο θόλο πάνω από τον άνθρωπο.—Ιωβ 37:18.
«Οι ουρανοί των ουρανών». Η έκφραση «οι ουρανοί των ουρανών» θεωρείται ότι αναφέρεται στους υψηλότερους ουρανούς και περιλαμβάνει την πλήρη έκταση των φυσικών ουρανών, όσο αχανείς και αν είναι, εφόσον οι ουρανοί εκτείνονται πέρα από τη γη προς πάσα κατεύθυνση.—Δευ 10:14· Νε 9:6.
Ο Σολομών, ο κατασκευαστής του ναού στην Ιερουσαλήμ, δήλωσε ότι «οι ουρανοί, ναι, ο ουρανός των ουρανών», δεν μπορούν να χωρέσουν τον Θεό. (1Βα 8:27) Ως ο Δημιουργός των ουρανών, ο Ιεχωβά κατέχει θέση πολύ ανώτερη από τη θέση όλων αυτών, και «μόνο το δικό του όνομα είναι άφταστα υψηλό. Η αξιοπρέπειά του είναι υπεράνω της γης και του ουρανού». (Ψλ 148:13) Ο Ιεχωβά μετράει τους φυσικούς ουρανούς τόσο εύκολα όσο θα μετρούσε ένας άνθρωπος κάποιο αντικείμενο τεντώνοντας τα δάχτυλά του ώστε αυτό να βρεθεί ανάμεσα στις άκρες του αντίχειρα και του μικρού του δαχτύλου. (Ησ 40:12) Η δήλωση του Σολομώντα δεν σημαίνει ότι ο Θεός δεν έχει καθορισμένο τόπο κατοικίας. Ούτε σημαίνει ότι είναι πανταχού παρών με την έννοια ότι βρίσκεται κυριολεκτικά παντού και στα πάντα. Αυτό φαίνεται από το ότι ο Σολομών είπε επίσης για τον Ιεχωβά πως ακούει “από τους ουρανούς, το σταθερό τόπο της κατοίκησής του”, δηλαδή τους ουρανούς του πνευματικού βασιλείου.—1Βα 8:30, 39.
Επομένως, με τη φυσική έννοια, η λέξη «ουρανοί» έχει ευρεία σημασία. Ενώ μπορεί να σημαίνει τα απώτατα σημεία του διαστημικού χώρου, μπορεί επίσης να αναφέρεται σε κάτι που είναι απλώς υψηλό σε ασυνήθιστο βαθμό. Παραδείγματος χάρη, όσοι βρίσκονται σε πλοία που κλυδωνίζονται από τη θύελλα λέγεται ότι «ανεβαίνουν μέχρι τους ουρανούς, κατεβαίνουν μέχρι τους βυθούς». (Ψλ 107:26) Παρόμοια, και οι οικοδόμοι του Πύργου της Βαβέλ σκόπευαν να χτίσουν ένα κτίριο που θα είχε «την κορυφή του στους ουρανούς», έναν «ουρανοξύστη», τρόπος του λέγειν. (Γε 11:4· παράβαλε Ιερ 51:53.) Και η προφητεία στο εδάφιο Αμώς 9:2 λέει ότι κάποιοι “ανεβαίνουν στους ουρανούς” προσπαθώντας μάταια να ξεφύγουν από τις κρίσεις του Ιεχωβά, πράγμα που σημαίνει προφανώς ότι θα επιχειρούσαν να διαφύγουν στις ορεινές περιοχές που έχουν μεγάλο υψόμετρο.
Πνευματικοί Ουρανοί. Οι ίδιες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών που χρησιμοποιούνται για τους φυσικούς ουρανούς εφαρμόζονται επίσης στους πνευματικούς ουρανούς. Όπως είδαμε, ο Ιεχωβά Θεός δεν κατοικεί στους φυσικούς ουρανούς, εφόσον είναι Πνεύμα. Ωστόσο, επειδή είναι ο «Υψηλός και Εξέχων» ο οποίος κατοικεί «στα ύψη» (Ησ 57:15), η βασική έννοια της “υψηλότητας” ή της “μεγαλοπρέπειας” που υπάρχει στην εβραϊκή λέξη την καθιστά κατάλληλη για να περιγράψει “τη μεγαλοπρεπή κατοικία της αγιότητας και της ωραιότητας” του Θεού. (Ησ 63:15· Ψλ 33:13, 14· 115:3) Ως ο Δημιουργός των φυσικών ουρανών (Γε 14:19· Ψλ 33:6), ο Ιεχωβά είναι και ο Ιδιοκτήτης τους. (Ψλ 115:15, 16) Ό,τι ευαρεστείται να κάνει σε αυτούς το κάνει, όπως για παράδειγμα διάφορες θαυματουργικές πράξεις.—Ψλ 135:6.
Συνεπώς, σε πολλά εδάφια η λέξη «ουρανοί» σημαίνει τον ίδιο τον Θεό και την κυρίαρχη θέση του. Ο θρόνος του είναι στους ουρανούς, δηλαδή στο πνευματικό βασίλειο το οποίο έχει επίσης υπό τη διακυβέρνησή του. (Ψλ 103:19-21· 2Χρ 20:6· Ματ 23:22· Πρ 7:49) Από την ύψιστη ή απώτατη θέση του, ο Ιεχωβά, στην ουσία, “κοιτάει κάτω” προς τους φυσικούς ουρανούς και τη γη (Ψλ 14:2· 102:19· 113:6), και από αυτή την υψηλή θέση επίσης μιλάει, απαντάει σε αιτήματα και αποδίδει κρίση. (1Βα 8:49· Ψλ 2:4-6· 76:8· Ματ 3:17) Γι’ αυτό, διαβάζουμε ότι ο Εζεκίας και ο Ησαΐας, όταν αντιμετώπισαν μια μεγάλη απειλή, «προσεύχονταν . . . και κραύγαζαν για βοήθεια προς τους ουρανούς». (2Χρ 32:20· παράβαλε 2Χρ 30:27.) Και ο Ιησούς, επίσης, χρησιμοποίησε τους ουρανούς εννοώντας τον Θεό όταν ρώτησε τους θρησκευτικούς ηγέτες αν το βάφτισμα του Ιωάννη προερχόταν «από τον ουρανό ή από ανθρώπους». (Ματ 21:25· παράβαλε Ιωα 3:27.) Ο άσωτος γιος ομολόγησε ότι είχε αμαρτήσει «εναντίον του ουρανού» όπως και εναντίον του πατέρα του. (Λου 15:18, 21) Επομένως, η φράση «η βασιλεία των ουρανών» δεν σημαίνει απλώς ότι αυτή έχει τη βάση της στους πνευματικούς ουρανούς και κυβερνάει από εκεί, αλλά επίσης ότι είναι «η βασιλεία του Θεού».—Δα 2:44· Ματ 4:17· 21:43· 2Τι 4:18.
Επίσης, λόγω της ουράνιας θέσης του Θεού, άνθρωποι και άγγελοι ύψωναν τα χέρια τους ή το πρόσωπό τους προς τους ουρανούς όταν του ζητούσαν να ενεργήσει (Εξ 9:22, 23· 10:21, 22), όταν έπαιρναν όρκο (Δα 12:7) και όταν προσεύχονταν (1Βα 8:22, 23· Θρ 3:41· Ματ 14:19· Ιωα 17:1). Στο εδάφιο Δευτερονόμιο 32:40 ο Ιεχωβά λέει ότι ο ίδιος “σηκώνει το χέρι του στον ουρανό για να ορκιστεί”. Σε αρμονία με το εδάφιο Εβραίους 6:13, αυτό σημαίνει προφανώς ότι ο Ιεχωβά ορκίζεται στον εαυτό του.—Παράβαλε Ησ 45:23.
Αγγελική κατοικία. Οι πνευματικοί ουρανοί είναι επίσης η “κατοικία που αρμόζει” στους πνευματικούς γιους του Θεού. (Ιου 6· Γε 28:12, 13· Ματ 18:10· 24:36) Η έκφραση «στράτευμα των ουρανών», που εφαρμόζεται συνήθως στην αστρική δημιουργία, μερικές φορές προσδιορίζει αυτούς τους αγγελικούς γιους του Θεού. (1Βα 22:19· παράβαλε Ψλ 103:20, 21· Δα 7:10· Λου 2:13· Απ 19:14.) Παρόμοια και «οι ουρανοί» προσωποποιούνται συμβολίζοντας τους αγγέλους, την «εκκλησία των αγίων».—Ψλ 89:5-7· παράβαλε Λου 15:7, 10· Απ 12:12.
Συμβολίζουν την Εξουσία για Διακυβέρνηση. Είδαμε ότι με τη λέξη «ουρανοί» μπορεί να εννοείται ο Ιεχωβά Θεός στην κυρίαρχη θέση του. Γι’ αυτό, όταν ο Δανιήλ είπε στον Ναβουχοδονόσορα ότι η εμπειρία που επρόκειτο να έχει αυτός ο Βαβυλώνιος αυτοκράτορας θα τον έκανε να “γνωρίσει ότι οι ουρανοί κυβερνούν”, αυτό ισοδυναμούσε με το ότι θα γνώριζε «ότι ο ΄Υψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων».—Δα 4:25, 26.
Ωστόσο, εκτός από την αναφορά της στον Υπέρτατο Κυρίαρχο, η λέξη «ουρανοί» μπορεί να αναφέρεται επίσης και σε άλλες άρχουσες δυνάμεις που είναι εξυψωμένες πάνω από τους υποτελείς σε αυτές λαούς. Η ίδια η δυναστεία Βαβυλώνιων βασιλιάδων που εκπροσωπούσε ο Ναβουχοδονόσορ περιγράφεται στο εδάφιο Ησαΐας 14:12 ως όμοια με άστρο, ως ο «λαμπερός, ο γιος της αυγής». Όταν κατέκτησε την Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ., εκείνη η βαβυλωνιακή δυναστεία ύψωσε το θρόνο της «πάνω από τα άστρα του Θεού», αυτά δε τα «άστρα» αναφέρονται προφανώς στη Δαβιδική γραμμή των βασιλιάδων του Ιούδα (όπως άλλωστε και ο Κληρονόμος του Δαβιδικού θρόνου, ο Χριστός Ιησούς, αποκαλείται «το λαμπρό πρωινό άστρο» στο εδ. Απ 22:16· παράβαλε Αρ 24:17). Ανατρέποντας το θεϊκά εξουσιοδοτημένο Δαβιδικό θρόνο, η βαβυλωνιακή δυναστεία στην ουσία εξύψωσε τον εαυτό της ως τον ουρανό. (Ησ 14:13, 14) Αυτό το επιβλητικό μεγαλείο και η τεράστια επικράτεια εξεικονίστηκαν επίσης στο όνειρο του Ναβουχοδονόσορα από ένα συμβολικό δέντρο του οποίου το ύψος “έφτασε ως τους ουρανούς”.—Δα 4:20-22.
Νέοι ουρανοί και νέα γη. Η συσχέτιση της λέξης «ουρανοί» με μια άρχουσα εξουσία συντελεί στο να γίνει κατανοητή η σημασία της έκφρασης «νέοι ουρανοί και νέα γη» που υπάρχει στα εδάφια Ησαΐας 65:17· 66:22 και παρατίθεται από τον απόστολο Πέτρο στο εδάφιο 2 Πέτρου 3:13. Παρατηρώντας αυτόν το συσχετισμό, η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1891, Τόμ. 4, σ. 122) κάνει το εξής σχόλιο: «Στο εδ. Ησ. 65:17, ο νέος ουρανός και η νέα γη υποδηλώνουν νέα κυβέρνηση, νέα βασιλεία, νέο λαό».
Όπως ακριβώς η λέξη «γη» μπορεί να αναφέρεται σε μια κοινωνία ανθρώπων (Ψλ 96:1· βλέπε ΓΗ), έτσι και η λέξη «ουρανοί» μπορεί να συμβολίζει την ανώτερη άρχουσα εξουσία ή κυβέρνηση μιας τέτοιας «γης». Η προφητεία που παρουσιάζει την υπόσχεση για «νέους ουρανούς και νέα γη», η οποία δόθηκε μέσω του Ησαΐα, αφορούσε αρχικά την αποκατάσταση του Ισραήλ από τη βαβυλωνιακή εξορία. Όταν οι Ισραηλίτες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, εισήλθαν σε ένα νέο σύστημα πραγμάτων. Ο Θεός χρησιμοποίησε με εξέχοντα τρόπο τον Κύρο τον Μέγα για να φέρει αυτή την αποκατάσταση. Πίσω στην Ιερουσαλήμ, ο Ζοροβάβελ (ένας απόγονος του Δαβίδ) υπηρετούσε ως κυβερνήτης και ο Ιησούς ως αρχιερέας. Σε αρμονία με το σκοπό του Ιεχωβά, αυτή η νέα κυβερνητική διευθέτηση, ή αλλιώς «νέοι ουρανοί», κατηύθυνε και επέβλεπε τον υποτελή λαό. (2Χρ 36:23· Αγγ 1:1, 14) Με αυτόν τον τρόπο, όπως προέλεγε το 18ο εδάφιο του 65ου κεφαλαίου του Ησαΐα, η Ιερουσαλήμ έγινε “αιτία για χαρά και ο λαός της αιτία για αγαλλίαση”.
Η παράθεση του Πέτρου, ωστόσο, δείχνει ότι έπρεπε να αναμένεται μια μελλοντική εκπλήρωση, με βάση την υπόσχεση του Θεού. (2Πε 3:13) Εφόσον η υπόσχεση του Θεού σε αυτή την περίπτωση σχετίζεται με την παρουσία του Χριστού Ιησού, όπως φαίνεται στο εδάφιο 4, “οι νέοι ουρανοί και η νέα γη” πρέπει να σχετίζονται με τη Μεσσιανική Βασιλεία του Θεού και την εξουσία που ασκεί αυτή σε πρόθυμους υπηκόους. Με την ανάσταση και την ανάληψή του στα δεξιά του Θεού, ο Χριστός Ιησούς έγινε «υψηλότερος από τους ουρανούς» (Εβρ 7:26), εφόσον τοποθετήθηκε «πολύ πιο πάνω από κάθε κυβέρνηση και εξουσία και δύναμη και κυριότητα . . . , όχι μόνο σε αυτό το σύστημα πραγμάτων, αλλά και στο ερχόμενο».—Εφ 1:19-21· Ματ 28:18.
Οι Χριστιανοί ακόλουθοι του Ιησού, ως «μέτοχοι της ουράνιας κλήσης» (Εβρ 3:1), διορίζονται από τον Θεό να είναι «κληρονόμοι» σε ενότητα με τον Χριστό, μέσω του οποίου ο Θεός είχε σκοπό «να ξανασυγκεντρώσει όλα τα πράγματα». «Τα πράγματα που είναι στους ουρανούς», δηλαδή όσοι καλούνται σε ουράνια ζωή, είναι λοιπόν οι πρώτοι που συγκεντρώνονται σε ενότητα με τον Θεό μέσω του Χριστού. (Εφ 1:8-11) Η κληρονομιά τους είναι «φυλαγμένη στους ουρανούς». (1Πε 1:3, 4· Κολ 1:5· παράβαλε Ιωα 14:2, 3.) Αυτοί «έχουν καταγραφεί» και έχουν την «υπηκοότητά» τους στους ουρανούς. (Εβρ 12:20-23· Φλπ 3:20) Απαρτίζουν τη «Νέα Ιερουσαλήμ» η οποία στο όραμα του Ιωάννη φάνηκε «να κατεβαίνει από τον ουρανό, από τον Θεό». (Απ 21:2, 9, 10· παράβαλε Εφ 5:24-27.) Εφόσον στην αρχή δηλώνεται ότι αυτό το όραμα αφορά “έναν νέο ουρανό και μια νέα γη” (Απ 21:1), εξυπακούεται ότι και τα δύο αυτά αντιπροσωπεύονται από όσα περιγράφονται στη συνέχεια. Επομένως ο “νέος ουρανός” πρέπει να αντιστοιχεί στον Χριστό μαζί με τη «νύφη» του, τη «Νέα Ιερουσαλήμ», η δε «νέα γη» εντοπίζεται στους “λαούς των ανθρώπων” που είναι υπήκοοι εκείνων και λαβαίνουν τις ευλογίες της διακυβέρνησής τους, όπως παρουσιάζεται στα εδάφια 3 και 4.
Ο τρίτος ουρανός. Στα εδάφια 2 Κορινθίους 12:2-4, ο απόστολος Παύλος μιλάει για κάποιον που «αρπάχθηκε . . . στον τρίτο ουρανό» και «στον παράδεισο». Εφόσον οι Γραφές δεν αναφέρουν κανένα άλλο άτομο που να είχε μια τέτοια εμπειρία, φαίνεται πιθανό ότι επρόκειτο για εμπειρία του ίδιου του αποστόλου. Μολονότι μερικοί έχουν επιχειρήσει να συσχετίσουν τη μνεία του Παύλου για τον τρίτο ουρανό με την αρχαία ραβινική άποψη ότι υπήρχαν διάφορα ουράνια επίπεδα—μάλιστα συνολικά «εφτά ουρανοί»—αυτή η άποψη δεν υποστηρίζεται από τις Γραφές. Όπως είδαμε, δεν αναφέρεται συγκεκριμένα για τους ουρανούς ότι διαιρούνται σε διαβαθμίσεις ή επίπεδα, αλλά απεναντίας πρέπει να βασιζόμαστε στα συμφραζόμενα για να καθορίσουμε αν εννοούνται οι ουρανοί που βρίσκονται μέσα στα όρια του ατμοσφαιρικού εκπετάσματος της γης, οι ουρανοί του έξω διαστήματος, οι πνευματικοί ουρανοί ή κάτι άλλο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η μνεία του “τρίτου ουρανού” πιθανώς υποδηλώνει την υπέρτατη μορφή διακυβέρνησης της Μεσσιανικής Βασιλείας. Προσέξτε πώς διάφορες λέξεις και εκφράσεις επαναλαμβάνονται τρεις φορές στα εδάφια Ησαΐας 6:3· Ιεζεκιήλ 21:27· Ιωάννης 21:15-17 και Αποκάλυψη 4:8, προφανώς για να δοθεί έμφαση.
Ο προηγούμενος ουρανός και η προηγούμενη γη παρέρχονται. Το όραμα του Ιωάννη αναφέρει ότι «ο προηγούμενος ουρανός και η προηγούμενη γη» παρέρχονται. (Απ 21:1· παράβαλε 20:11.) Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, οι επίγειες κυβερνήσεις και οι λαοί τους παρουσιάζονται να είναι υποτελείς στη σατανική διακυβέρνηση. (Ματ 4:8, 9· Ιωα 12:31· 2Κο 4:3, 4· Απ 12:9· 16:13, 14) Ο απόστολος Παύλος αναφέρθηκε «στις πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους», με τις κυβερνήσεις, τις εξουσίες και τους κοσμοκράτορές τους. (Εφ 6:12) Άρα, το ότι «ο προηγούμενος ουρανός» παρέρχεται υποδηλώνει ότι τερματίζονται οι πολιτικές κυβερνήσεις που επηρεάζονται από τον Σατανά και τους δαίμονές του. Αυτό εναρμονίζεται με όσα αναγράφονται στα εδάφια 2 Πέτρου 3:7-12 σχετικά με την καταστροφή σαν από φωτιά των “ουρανών που υπάρχουν τώρα”. Παρόμοια, τα εδάφια Αποκάλυψη 19:17-21 περιγράφουν την εξάλειψη ενός παγγήινου πολιτικού συστήματος και των υποστηρικτών του, λέγοντας ότι το συμβολικό θηρίο “ρίχνεται στην πύρινη λίμνη που καίει με θειάφι”. (Παράβαλε Απ 13:1, 2.) Όσο για τον ίδιο τον Διάβολο, τα εδάφια Αποκάλυψη 20:1-3 δείχνουν ότι ρίχνεται «στην άβυσσο» για χίλια χρόνια και μετά “λύνεται για λίγο καιρό”.
Υποβιβασμός Αυτού που Είναι Εξυψωμένο. Επειδή οι ουρανοί εξεικονίζουν αυτό που είναι υψηλό, ο υποβιβασμός των πραγμάτων που είναι εξυψωμένα εξεικονίζεται μερικές φορές από την ανατροπή ή το “σείσιμο” ή την “ταραχή” των ουρανών. Λέγεται ότι ο Ιεχωβά «έριξε από τον ουρανό στη γη την ωραιότητα του Ισραήλ» την εποχή της ερήμωσής του. Αυτή η ωραιότητα περιλάμβανε το βασίλειο του Ισραήλ, καθώς επίσης τους άρχοντες και την εξουσία τους, καταβροχθίστηκε δε σαν από φωτιά. (Θρ 2:1-3) Αλλά η δύναμη που κατέκτησε τον Ισραήλ, η Βαβυλώνα, υπέστη μεταγενέστερα την ταραχή του δικού της “ουρανού” και το σείσιμο της “γης” της, όταν την ανέτρεψαν οι Μηδοπέρσες, οι δε ουράνιοι θεοί της αποδείχτηκαν ψεύτικοι και ανίκανοι να αποτρέψουν την απώλεια της εξουσίας που ασκούσε αυτή πάνω στη γη.—Ησ 13:1, 10-13.
Παρόμοια, προφητεύτηκε ότι η τοποθεσία του Εδώμ που φαινόταν να είναι ψηλά στους ουρανούς δεν θα τον έσωζε από την καταστροφή και ότι το σπαθί της κρίσης του Ιεχωβά θα “διαποτιζόταν” στα ύψη του, ή αλλιώς «στους ουρανούς» του, χωρίς να υπάρχει βοήθεια για αυτόν από οποιαδήποτε ουράνια, δηλαδή εξυψωμένη, πηγή. (Ησ 34:4-7· παράβαλε Αβδ 1-4, 8.) Όσοι κομπάζουν με μεγάλα λόγια, μιλώντας πονηρά με επηρμένο ύφος σαν να θέλουν να “βάλουν στους ουρανούς το στόμα τους”, είναι βέβαιο ότι θα καταστραφούν. (Ψλ 73:8, 9, 18· παράβαλε Απ 13:5, 6.) Η πόλη της Καπερναούμ μπορούσε να αισθάνεται εξαιρετικά ευνοημένη λόγω της προσοχής που της δείχτηκε από τον Ιησού και λόγω της διακονίας του. Ωστόσο, εφόσον αυτή δεν ανταποκρίθηκε στα δυναμικά έργα του, ο Ιησούς ρώτησε: «Μήπως θα εξυψωθείς στον ουρανό;» Και προείπε το αντίθετο: «Στον Άδη θα κατεβείς».—Ματ 11:23.
Συσκότιση των Ουρανών. Η συσκότιση των ουρανών ή των αστρικών σωμάτων χρησιμοποιείται συχνά για να συμβολίσει την απομάκρυνση των καλών, ευνοϊκών συνθηκών και την αντικατάστασή τους από δυσοίωνες, ζοφερές προοπτικές και συνθήκες, όπως όταν τα μαύρα σύννεφα κρύβουν κάθε φως ημέρα και νύχτα. (Παράβαλε Ησ 50:2, 3, 10.) Αυτή η χρήση των φυσικών ουρανών σε σχέση με τη ανθρώπινη θεώρηση των πραγμάτων μοιάζει κάπως με την παλιά αραβική έκφραση: «Ο ουρανός του έπεσε στη γη», που σημαίνει ότι η ανωτερότητα ή η ευημερία κάποιου μειώνεται πολύ. Ενίοτε, φυσικά, εκφράζοντας θεϊκή οργή, ο Θεός χρησιμοποίησε ουράνια φαινόμενα, μερικά από τα οποία προκάλεσαν κατά γράμμα συσκότιση των ουρανών.—Εξ 10:21-23· Ιη 10:12-14· Λου 23:44, 45.
Μια τέτοια ημέρα σκοταδιού ήρθε στον Ιούδα σε εκπλήρωση της κρίσης που ανήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ιωήλ του προφήτη του, και έφτασε στο αποκορύφωμά της με την ερήμωση του Ιούδα από τη Βαβυλώνα. (Ιωλ 2:1, 2, 10, 30, 31· παράβαλε Ιερ 4:23, 28.) Κάθε ελπίδα για βοήθεια από ουράνια πηγή φαινόταν να έχει εκλείψει, και όπως προειπώθηκε στα εδάφια Δευτερονόμιο 28:65-67, αυτοί ήταν “τρομαγμένοι νύχτα και ημέρα”, χωρίς ανακούφιση ή ελπίδα από ηλιόλουστη ημέρα ή σεληνόφωτη νύχτα. Ωστόσο, μέσω του ίδιου προφήτη, του Ιωήλ, ο Ιεχωβά προειδοποίησε τους εχθρούς του Ιούδα ότι θα περιέρχονταν στην ίδια κατάσταση όταν θα εκτελούσε κρίση εναντίον τους. (Ιωλ 3:12-16) Ο Ιεζεκιήλ και ο Ησαΐας χρησιμοποίησαν την ίδια αυτή μεταφορική εικόνα προλέγοντας την κρίση του Θεού εναντίον της Αιγύπτου και της Βαβυλώνας αντίστοιχα.—Ιεζ 32:7, 8, 12· Ησ 13:1, 10, 11.
Ο απόστολος Πέτρος παρέθεσε την προφητεία του Ιωήλ την ημέρα της Πεντηκοστής όταν πρότρεψε ένα πλήθος ακροατών να “σωθούν από αυτή τη στρεβλή γενιά”. (Πρ 2:1, 16-21, 40) Όσοι από εκείνη τη γενιά δεν έδωσαν προσοχή έζησαν έναν καιρό μεγάλου σκοταδιού όταν, σε λιγότερο από 40 χρόνια, οι Ρωμαίοι πολιόρκησαν και τελικά κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ. Πριν από την Πεντηκοστή, όμως, ο Ιησούς είχε πει μια παρόμοια προφητεία και είχε δείξει ότι αυτή θα εκπληρωνόταν τον καιρό της παρουσίας του.—Ματ 24:29-31· Λου 21:25-27· παράβαλε Απ 6:12-17.
Μονιμότητα των Φυσικών Ουρανών. Ο Ελιφάς ο Θεμανίτης είπε σχετικά με τον Θεό: «Δες! Τους αγίους του δεν εμπιστεύεται, και οι ίδιοι οι ουρανοί δεν είναι καθαροί στα μάτια του». Ωστόσο, ο Ιεχωβά είπε στον Ελιφάς ότι αυτός και οι δύο σύντροφοί του δεν είχαν “πει την αλήθεια σχετικά με εκείνον, όπως ο υπηρέτης του ο Ιώβ”. (Ιωβ 15:1, 15· 42:7) Αντίθετα, το εδάφιο Έξοδος 24:10 παρουσιάζει τους ουρανούς ως σύμβολο καθαρότητας. Επομένως, στην Αγία Γραφή δεν αναφέρεται κανένας λόγος για τον οποίο να καταστρέψει ο Θεός τους φυσικούς ουρανούς.
Το ότι οι φυσικοί ουρανοί είναι μόνιμοι αποδεικνύεται από το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται σε παρομοιώσεις σχετικές με πράγματα που είναι αιώνια, όπως οι ειρηνικοί, δίκαιοι καρποί της Δαβιδικής βασιλείας την οποία κληρονομεί ο Γιος του Θεού. (Ψλ 72:5-7· Λου 1:32, 33) Συνεπώς, κάποιες περικοπές όπως τα εδάφια Ψαλμός 102:25, 26 που λένε ότι οι ουρανοί «θα αφανιστούν» και ότι “θα αντικατασταθούν σαν φθαρμένο ένδυμα” δεν πρέπει να εκλαμβάνονται κυριολεκτικά.
Στο εδάφιο Λουκάς 21:33, ο Ιησούς λέει: «Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, αλλά τα λόγια μου δεν πρόκειται να παρέλθουν». Άλλα εδάφια δείχνουν ότι «ο ουρανός και η γη» θα παραμείνουν για πάντα. (Γε 9:16· Ψλ 104:5· Εκ 1:4) Άρα, «ο ουρανός και η γη» εδώ μπορεί κάλλιστα να είναι συμβολικά, όπως είναι «ο προηγούμενος ουρανός και η προηγούμενη γη» στο εδάφιο Αποκάλυψη 21:1· παράβαλε Ματθαίος 24:35.
Τα εδάφια Ψαλμός 102:25-27 τονίζουν ότι ο Θεός είναι αιώνιος και άφθαρτος, ενώ τα φυσικά δημιουργήματά του, οι ουρανοί και η γη, είναι φθαρτά, δηλαδή θα μπορούσαν να καταστραφούν—αν αυτό ήταν σκοπός του Θεού. Αντίθετα με την αιώνια ύπαρξη του Θεού, η μονιμότητα οποιουδήποτε τμήματος της φυσικής του δημιουργίας δεν είναι αυτόνομη. Όπως φαίνεται από την περίπτωση της γης, η φυσική δημιουργία πρέπει να ανανεώνεται συνεχώς προκειμένου να συνεχίσει να υπάρχει ή να διατηρηθεί. Το ότι οι φυσικοί ουρανοί εξαρτώνται από το θέλημα και τη στηρικτική δύναμη του Θεού καταδεικνύεται στον 148ο Ψαλμό όπου, αφού γίνεται λόγος για τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα, καθώς και για άλλα τμήματα της δημιουργίας του Θεού, το εδάφιο 6 δηλώνει ότι ο Θεός «φροντίζει να στέκονται για πάντα, στον αιώνα. Έδωσε διάταξη η οποία δεν θα παρέλθει».
Τα λόγια των εδαφίων Ψαλμός 102:25, 26 εφαρμόζονται στον Ιεχωβά Θεό, αλλά ο απόστολος Παύλος τα παραθέτει αναφερόμενος στον Ιησού Χριστό. Αυτό συμβαίνει επειδή ο μονογενής Γιος του Θεού ήταν ο Παράγοντας που χρησιμοποίησε προσωπικά ο Θεός για τη δημιουργία του φυσικού σύμπαντος. Ο Παύλος αντιδιαστέλλει τη μονιμότητα του Γιου με τη μονιμότητα της φυσικής δημιουργίας, την οποία ο Θεός, αν ήθελε, θα μπορούσε να “τυλίξει σαν μανδύα” και να την απομακρύνει.—Εβρ 1:1, 2, 8, 10-12· παράβαλε 1Πε 2:3, υποσ.
Διάφορες Ποιητικές και Μεταφορικές Εκφράσεις. Επειδή οι φυσικοί ουρανοί παίζουν ζωτικό ρόλο στη διατήρηση και στην ευημερία της ζωής στη γη—με το φως του ήλιου, τη βροχή, τη δροσιά, τους αναζωογονητικούς ανέμους και άλλα οφέλη από την ατμόσφαιρα—χαρακτηρίζονται ποιητικά ως η “καλή αποθήκη” του Ιεχωβά. (Δευ 28:11, 12· 33:13, 14) Ο Ιεχωβά ανοίγει τις «πόρτες» του ουρανού για να ευλογήσει τους υπηρέτες του, όπως όταν έκανε να πέσει στο έδαφος το μάννα, «τα σιτηρά του ουρανού». (Ψλ 78:23, 24· Ιωα 6:31) Τα σύννεφα είναι σαν «στάμνες» στα ανώγεια αυτής της αποθήκης, η δε βροχή πέφτει σαν μέσα από «υδροφράκτες», καθώς ορισμένοι παράγοντες, όπως τα βουνά ή ακόμη και η θαυματουργική παρέμβαση του Θεού, προκαλούν συμπύκνωση του νερού και επακόλουθη βροχόπτωση σε συγκεκριμένες περιοχές.—Ιωβ 38:37· Ιερ 10:12, 13· 1Βα 18:41-45.
Από την άλλη πλευρά, ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε μεταφορική γλώσσα για να προειδοποιήσει τον Ισραήλ ότι, εξαιτίας της ανυπακοής τους και της συνεπαγόμενης άρσης της ευλογίας του Θεού, οι ουρανοί πάνω από το κεφάλι τους θα αποκτούσαν όψη τόσο σκληρή και μη πορώδη όσο ο σίδηρος και θα είχαν χαλκόχρωμη μεταλλική λάμψη, με την ατμόσφαιρα να είναι γεμάτη σκόνη, χωρίς να προμηνύει βροχή. Επιπλέον, η γη θα γινόταν σίδερο και στον τόπο τους θα έβρεχε σκόνη και χώμα. Αναμφίβολα, υπό τέτοιες συνθήκες ανομβρίας, οι “κλειστοί”, ανέφελοι ουρανοί θα γίνονταν κοκκινωποί, χαλκόχρωμοι, επειδή τα επιπλέον σωματίδια σκόνης στην ατμόσφαιρα τείνουν να διαχέουν το γαλάζιο φως μέχρι του σημείου να επικρατούν τα ερυθρά κύματα, όπως ακριβώς ο ήλιος που δύει φαίνεται κόκκινος λόγω του μεγαλύτερου βάθους ή πάχους της ατμόσφαιρας που έχουν να διασχίσουν οι ακτίνες του.—Λευ 26:19· Δευ 11:16, 17· 28:23, 24· 1Βα 8:35, 36.
Αυτό μας βοηθάει να καταλάβουμε την εικόνα που παρουσιάζεται στα εδάφια Ωσηέ 2:21-23. Αφού έχει προείπει τα καταστροφικά αποτελέσματα της απιστίας του Ισραήλ, ο Ιεχωβά μιλάει τώρα για τον καιρό της αποκατάστασής τους και τις επακόλουθες ευλογίες. Εκείνη την ημέρα, λέει, «θα αποκριθώ στους ουρανούς και εκείνοι θα αποκριθούν στη γη· η δε γη θα αποκριθεί στα σιτηρά και στο γλυκό κρασί και στο λάδι· και εκείνα θα αποκριθούν στον Ιεζραέλ». Τα λόγια αυτά αντικατοπτρίζουν προφανώς το αίτημα που απευθύνει ο Ισραήλ για την ευλογία του Ιεχωβά μέσω της αλυσίδας των εδώ κατονομαζόμενων δημιουργημάτων του. Γι’ αυτόν το λόγο, τα συγκεκριμένα δημιουργήματα παρουσιάζονται προσωποποιημένα, και επομένως σαν να είναι σε θέση να απευθύνουν κάποιο αίτημα. Ο Ισραήλ ζητάει σιτηρά, κρασί και λάδι. Με τη σειρά τους, αυτά τα προϊόντα αναζητούν τη φυτική τροφή τους και το νερό από τη γη. Η γη, για να καλύψει την ανάγκη τους, χρειάζεται (ή, μεταφορικά, κάνει έκκληση για) ήλιο, βροχή και δροσιά από τους ουρανούς. Και οι ουρανοί (μέχρι τώρα “κλειστοί” λόγω της άρσης της ευλογίας του Θεού) μπορούν να ανταποκριθούν μόνο αν ο Θεός δεχτεί το αίτημα και αποκαταστήσει την εύνοιά του στο έθνος, θέτοντας έτσι τον παραγωγικό κύκλο σε κίνηση. Η προφητεία παρέχει τη διαβεβαίωση ότι ο Θεός θα το κάνει αυτό.
Στα εδάφια 2 Σαμουήλ 22:8-15, ο Δαβίδ φαίνεται να χρησιμοποιεί την εικόνα μιας φοβερής θύελλας για να παρουσιάσει συμβολικά το αποτέλεσμα της επέμβασης του Θεού για χάρη του, μέσω της οποίας τον απελευθέρωσε από τους εχθρούς του. Η μανία αυτής της συμβολικής θύελλας ταράζει το θεμέλιο των ουρανών, οι οποίοι “κάμπτονται” με μαύρα, χαμηλά σύννεφα. Παράβαλε με τις συνθήκες της κατά γράμμα θύελλας που περιγράφονται στα εδάφια Έξοδος 19:16-18, καθώς επίσης με τις ποιητικές εκφράσεις στα εδάφια Ησαΐας 64:1, 2.
Για τον Ιεχωβά, «τον Πατέρα των ουράνιων φώτων» (Ιακ 1:17), λέγεται συχνά ότι έχει “εκτείνει τους ουρανούς” όπως θα εξέτεινε κάποιος ένα ύφασμα σκηνής. (Ψλ 104:1, 2· Ησ 45:12) Οι ουρανοί—τόσο το εκπέτασμα της ατμόσφαιρας την ημέρα όσο και οι έναστροι ουρανοί τη νύχτα—φαίνονται σαν τεράστιο θολωτό σκέπαστρο από την οπτική γωνία των ανθρώπων στη γη. Στο εδάφιο Ησαΐας 40:22 η παρομοίωση Τον παρουσιάζει να εκτείνει «αραχνοΰφαντο ύφασμα» και όχι ύφασμα σκηνής, που είναι τραχύτερο. Η έκφραση αυτή αποδίδει παραστατικά τη λεπτότητα και την πλούσια διακόσμηση ενός τέτοιου ουράνιου σκέπαστρου. Σε μια ξάστερη νύχτα, τα χιλιάδες άστρα σχηματίζουν πράγματι έναν δαντελωτό ιστό που εκτείνεται πάνω από το μαύρο βελούδινο φόντο του διαστήματος. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ακόμη και ο τεράστιος γαλαξίας που είναι γνωστός ως η Γαλακτική Οδός, στον οποίο βρίσκεται το ηλιακό μας σύστημα, φαίνεται από τη γη σαν να είναι αχνός, αραχνοΰφαντος.
Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι για τον καθορισμό της σημασίας αυτών των μεταφορικών εκφράσεων πρέπει πάντα να λαβαίνονται υπόψη τα συμφραζόμενα. Παραδείγματος χάρη, όταν ο Μωυσής επικαλέστηκε «τους ουρανούς και τη γη» ως μάρτυρες στα όσα διακήρυξε προς τον Ισραήλ, είναι φανερό ότι δεν εννοούσε την άψυχη δημιουργία, αλλά τους νοήμονες κατοίκους των ουρανών και της γης. (Δευ 4:25, 26· 30:19· παράβαλε Εφ 1:9, 10· Φλπ 2:9, 10· Απ 13:6.) Το ίδιο ισχύει επίσης αναφορικά με τη χαρά των ουρανών και της γης για την πτώση της Βαβυλώνας, στο εδάφιο Ιερεμίας 51:48. (Παράβαλε Απ 18:5· 19:1-3.) Παρόμοια, οι πνευματικοί ουρανοί πρέπει να είναι αυτοί που “σταλάζουν δικαιοσύνη”, όπως λέγεται στο εδάφιο Ησαΐας 45:8. Σε άλλες περιπτώσεις εννοούνται οι κατά γράμμα ουρανοί, οι οποίοι όμως παρουσιάζονται μεταφορικά να χαίρονται ή να φωνάζουν δυνατά. Όταν ο Ιεχωβά έρχεται να κρίνει τη γη, όπως περιγράφεται στα εδάφια Ψαλμός 96:11-13, οι ουρανοί, μαζί με τη γη, τη θάλασσα και την ύπαιθρο, παίρνουν χαρούμενη όψη. (Παράβαλε Ησ 44:23.) Οι φυσικοί ουρανοί επίσης αινούν τον Δημιουργό τους, όπως ένα καλοσχεδιασμένο προϊόν φέρνει αίνο στον τεχνίτη που το κατασκεύασε. Στην ουσία, μιλούν για τη δύναμη, τη σοφία και τη μεγαλοπρέπεια του Ιεχωβά.—Ψλ 19:1-4· 69:34.
Ανάληψη στον Ουρανό. Στα εδάφια 2 Βασιλέων 2:11, 12, ο προφήτης Ηλίας παρουσιάζεται να “ανεβαίνει στους ουρανούς μέσα στην ανεμοθύελλα”. Οι ουρανοί που εννοούνται εδώ είναι οι ατμοσφαιρικοί ουρανοί στους οποίους λαβαίνουν χώρα οι ανεμοθύελλες, όχι οι πνευματικοί ουρανοί της παρουσίας του Θεού. Ο Ηλίας δεν πέθανε τη στιγμή εκείνης της ανάληψης, αλλά εξακολουθούσε να ζει αρκετά χρόνια μετά την ουράνια μεταφορά του και την απομάκρυνσή του από το διάδοχό του τον Ελισαιέ. Ούτε ανέβηκε στους πνευματικούς ουρανούς όταν πέθανε, εφόσον ο Ιησούς, όταν ήταν στη γη, δήλωσε καθαρά ότι «κανείς δεν έχει ανεβεί στον ουρανό». (Ιωα 3:13· βλέπε ΗΛΙΑΣ Αρ. 1 [Τον Διαδέχεται ο Ελισαιέ].) Παρόμοια, την Πεντηκοστή ο Πέτρος είπε αναφορικά με τον Δαβίδ ότι «δεν ανέβηκε στους ουρανούς». (Πρ 2:34) Στην πραγματικότητα, τίποτα στις Γραφές δεν δείχνει ότι υπήρχε ουράνια ελπίδα για τους υπηρέτες του Θεού πριν από την έλευση του Χριστού Ιησού. Αυτή η ελπίδα εμφανίζεται πρώτη φορά στα λόγια του Ιησού προς τους μαθητές του (Ματ 19:21, 23-28· Λου 12:32· Ιωα 14:2, 3), οι οποίοι την κατανόησαν πλήρως μόνο μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.—Πρ 1:6-8· 2:1-4, 29-36· Ρω 8:16, 17.
Όταν ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό, ένα σύννεφο τον άρπαξε και τον έκρυψε από τα μάτια των μαθητών. Καθώς αυτοί ατένιζαν τον ουρανό, εμφανίστηκαν άγγελοι και είπαν: «Άντρες Γαλιλαίοι, γιατί στέκεστε και κοιτάζετε στον ουρανό; Αυτός ο Ιησούς που αναλήφθηκε από εσάς στον ουρανό θα έρθει έτσι, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο τον είδατε να πηγαίνει στον ουρανό». (Πρ 1:9-11) Στην ουσία, οι άγγελοι είπαν στους μαθητές ότι ήταν άσκοπο να ατενίζουν τον ουρανό, περιμένοντας ότι εκείνος θα εμφανιζόταν εκεί μπροστά τους, διότι το σύννεφο τον είχε αρπάξει προς τα πάνω και είχε γίνει αόρατος. Θα επέστρεφε, όμως, με παρόμοιο τρόπο, αόρατα, απαρατήρητος από τα φυσικά μάτια.
Οι Γραφές δείχνουν ότι ο Χριστός Ιησούς ήταν ο πρώτος που αναλήφθηκε από τη γη στους ουρανούς της παρουσίας του Θεού. (1Κο 15:20· Εβρ 9:24) Με την ανάληψή του αυτή και την παρουσίαση της λυτρωτικής θυσίας του εκεί, “άνοιξε το δρόμο” για αυτούς που θα ακολουθούσαν—τα γεννημένα από το πνεύμα μέλη της εκκλησίας του. (Ιωα 14:2, 3· Εβρ 6:19, 20· 10:19, 20) Όταν αυτοί ανασταίνονται, πρέπει να φορέσουν «την εικόνα του ουράνιου», του Χριστού Ιησού, για να ανεβούν στους πνευματικούς ουρανούς, δεδομένου ότι «σάρκα και αίμα» δεν μπορούν να κληρονομήσουν αυτή την ουράνια Βασιλεία.—1Κο 15:42-50.
Πώς μπορούν άτομα στους «ουράνιους τόπους» να είναι ακόμη στη γη;
Στην επιστολή του προς τους Εφεσίους, ο απόστολος Παύλος μιλάει για Χριστιανούς που ζούσαν τότε στη γη σαν να απολάμβαναν ήδη μια ουράνια θέση, σαν να είχαν εγερθεί και “να κάθονταν μαζί στους ουράνιους τόπους σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού”. (Εφ 1:3· 2:6) Τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι ο Θεός θεωρεί έτσι τους χρισμένους Χριστιανούς επειδή τους έχει “διορίσει κληρονόμους” μαζί με τον Γιο του στην ουράνια κληρονομιά. Ενόσω βρίσκονται ακόμη στη γη, αυτοί έχουν εξυψωθεί λόγω αυτού του διορισμού. (Εφ 1:11, 18-20· 2:4-7, 22) Αυτά τα σημεία ρίχνουν επίσης φως στο συμβολικό όραμα του εδαφίου Αποκάλυψη 11:12. Παρόμοια, παρέχουν ένα κλειδί για την κατανόηση της προφητικής εικόνας των εδαφίων Δανιήλ 8:9-12, όπου αυτό που προηγουμένως παρουσιάστηκε ως σύμβολο μιας πολιτικής δύναμης λέγεται ότι «εξακολούθησε να μεγαλώνει φτάνοντας μέχρι το στράτευμα των ουρανών», κάνοντας ακόμη και ένα μέρος από αυτό το στράτευμα και μερικά από τα άστρα να πέσουν στη γη. Στο εδάφιο Δανιήλ 12:3 λέγεται ότι οι υπηρέτες του Θεού που θα βρίσκονται στη γη τον προειπωμένο καιρό του τέλους θα λάμπουν «σαν τα άστρα στον αιώνα». Προσέξτε, επίσης, τη συμβολική χρήση των άστρων στο βιβλίο της Αποκάλυψης, κεφάλαια 1 ως 3, όπου τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι τέτοια «άστρα» αναφέρονται σε άτομα που, όπως είναι προφανές, ζουν στη γη και υφίστανται επίγειες εμπειρίες και πειρασμούς, «άστρα» τα οποία είναι υπεύθυνα για τις εκκλησίες που βρίσκονται στη φροντίδα τους.—Απ 1:20· 2:1, 8, 12, 18· 3:1, 7, 14.
Η οδός για την ουράνια ζωή. Η οδός για την ουράνια ζωή περιλαμβάνει περισσότερα πράγματα από το να έχει απλώς κάποιος πίστη στη λυτρωτική θυσία του Χριστού και να κάνει έργα πίστης υπακούοντας στις εντολές του Θεού. Τα θεόπνευστα συγγράμματα των αποστόλων και των μαθητών δείχνουν ότι πρέπει επίσης να κληθεί και να εκλεγεί κάποιος από τον Θεό μέσω του Γιου του. (2Τι 1:9, 10· Ματ 22:14· 1Πε 2:9) Αυτή η πρόσκληση περιλαμβάνει κάποια βήματα, δηλαδή ενέργειες, που γίνονται για να αποκτήσει ένα τέτοιο άτομο τα προσόντα για την ουράνια κληρονομιά. Πολλά από αυτά τα βήματα γίνονται από τον Θεό, ενώ άλλα από αυτόν που καλείται. Ανάμεσα σε αυτά τα βήματα, δηλαδή τις ενέργειες, είναι το ότι ο Χριστιανός που καλείται ανακηρύσσεται δίκαιος (Ρω 3:23, 24, 28· 8:33, 34), “γεννιέται” ως πνευματικός γιος (Ιωα 1:12, 13· 3:3-6· Ιακ 1:18), βαφτίζεται στο θάνατο του Χριστού (Ρω 6:3, 4· Φλπ 3:8-11), χρίεται (2Κο 1:21· 1Ιω 2:20, 27) και αγιάζεται (Ιωα 17:17). Αυτός που καλείται πρέπει να παραμείνει ακέραιος μέχρι το θάνατό του (2Τι 2:11-13· Απ 2:10), και αφού αποδειχτεί πιστός στην κλήση και στην εκλογή του (Απ 17:14), τελικά ανασταίνεται σε πνευματική ζωή.—Ιωα 6:39, 40· Ρω 6:5· 1Κο 15:42-49· βλέπε ΑΓΙΑΣΜΟΣ· ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ· ΑΝΑΣΤΑΣΗ· ΧΡΙΣΜΑ, ΧΡΙΣΜΕΝΟΣ.
-
-
ΟυρβανόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΒΑΝΟΣ
(Ουρβανός) [από το λατ. Urbanus· σημαίνει «Εκλεπτυσμένος· Κομψός»].
Κάποιος Χριστιανός της Ρώμης στον οποίο στέλνει χαιρετισμούς ο Παύλος με την επιστολή του. (Ρω 16:9) Το όνομα εμφανίζεται συχνά σε επιγραφές του σπιτικού του Καίσαρα, αλλά το υπόμνημα δεν διευκρινίζει κατά πόσον ο συγκεκριμένος Ουρβανός ήταν υπηρέτης του αυτοκράτορα.
-
-
ΟυρίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΙ
(Ουρί) [από μια ρίζα που σημαίνει «φως»].
1. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές, του Εσρών, του Χάλεβ και του Χουρ. Ο Βεσελεήλ, ο γιος του Ουρί, ήταν φημισμένος τεχνίτης ο οποίος εργάστηκε στη σκηνή της μαρτυρίας.—Εξ 31:2· 35:30· 38:22· 1Χρ 2:4, 5, 9, 18-20· 2Χρ 1:5.
2. Πατέρας του Γεβέρ, ενός από τους διαχειριστές τροφής του Σολομώντα.—1Βα 4:7, 19.
3. Ένας από τους τρεις Λευίτες πυλωρούς που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους λόγω της συμβουλής του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 24, 44.
-
-
ΟυρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΙΑΣ
(Ουρίας) [Φως μου Είναι ο Ιεχωβά].
1. Ο Χετταίος σύζυγος της Βηθ-σαβεέ. Ο Ουρίας ήταν ένας από τους αλλοεθνείς πολεμιστές του Δαβίδ. (2Σα 23:39· 1Χρ 11:41) Τα λόγια του, η διαγωγή του, το γεγονός ότι ήταν παντρεμένος με Ιουδαία, καθώς και το ότι κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ κοντά στο ανάκτορο του βασιλιά αφήνουν να εννοηθεί ότι είχε ενστερνιστεί τη λατρεία του Ιεχωβά Θεού ως περιτμημένος προσήλυτος.—2Σα 11:3, 6-11.
Ενώ ο Ουρίας συμμετείχε στη μάχη εναντίον του Αμμών στη Ραββά, ο Δαβίδ διέπραξε μοιχεία με τη Βηθ-σαβεέ, τη σύζυγο του Ουρία, κάτι που εκείνος δεν έμαθε ποτέ. Στη συνέχεια ο Δαβίδ έστειλε και τον έφεραν στην Ιερουσαλήμ, οπότε ο βασιλιάς ρώτησε τον Ουρία πώς εξελισσόταν ο πόλεμος και τον έστειλε να πάει στο σπίτι του ώστε να φανεί ότι το παιδί της συζύγου του ήταν δικό του, δηλαδή του Ουρία. Εντούτοις, ο Ουρίας αρνήθηκε να πάει επειδή ο στρατός ήταν έξω στο πεδίο της μάχης. (Δευ 23:9-11· παράβαλε 1Σα 21:5.) Ακόμη και όταν ο Δαβίδ τον μέθυσε, εκείνος αρνήθηκε να κοιμηθεί στο σπίτι του. (2Σα 11:1-13) Τότε το έγκλημα του Δαβίδ εναντίον του Ουρία έγινε διπλό, διότι τον έστειλε πίσω στον πόλεμο δίνοντας οδηγίες στον Ιωάβ να μεθοδεύσει το θάνατο του Ουρία στη μάχη.—2Σα 11:14-26.
2. Ιερέας που παρέστη μάρτυρας όταν ο Ησαΐας έγραψε το όνομα του γιου του Μαχέρ-σαλάλ-χας-βαζ πάνω σε μια πλάκα. (Ησ 8:1, 2) Σε άλλο σημείο το όνομά του γράφεται Ουριγίας αντί Ουρίας.—2Βα 16:10· βλέπε ΟΥΡΙΓΙΑΣ Αρ. 1.
3. Πιθανώς κάποιος ιερέας ο οποίος στεκόταν στα δεξιά του Έσδρα ενώ εκείνος διάβαζε το Νόμο στους επαναπατρισμένους εξορίστους που είχαν συναχθεί στην Πύλη των Υδάτων, στην Ιερουσαλήμ.—Νε 8:1-4.
-
-
ΟυριγίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΙΓΙΑΣ
(Ουριγίας) [Φως μου Είναι ο Ιεχωβά].
1. Ιερέας την εποχή που βασίλευε στον Ιούδα ο Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.). Όταν ο Άχαζ πήγε στη Δαμασκό για να προσφέρει φόρο υποτελείας στον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, έστειλε στον Ουριγία το σχέδιο και το υπόδειγμα του μεγάλου θυσιαστηρίου που είδε εκεί και του είπε να χτίσει ένα παρόμοιο, δίνοντάς του αργότερα την εντολή να χρησιμοποιεί αυτό αντί για το θυσιαστήριο του Ιεχωβά. Ο Ουριγίας συμμορφώθηκε. (2Βα 16:8-16) Ο Ουριγίας (Ουρίας) παρέστη επίσης μάρτυρας όταν ο Ησαΐας έγραψε κάτι. (Ησ 8:1, 2) Κρίνοντας από το σπουδαίο ρόλο που έπαιξε και από την απουσία άλλου προσώπου που να έφερε τότε τον τίτλο του αρχιερέα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ήταν ο αρχιερέας, μολονότι κάτι τέτοιο δεν αναφέρεται ρητά.
2. Προφήτης του Ιεχωβά και γιος του Σεμαΐα από την Κιριάθ-ιαρίμ. Στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ, ο Ουριγίας προφήτευσε εναντίον του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, όπως και ο Ιερεμίας. Ωστόσο, όταν έμαθε ότι ο Ιωακείμ ζητούσε το θάνατό του, κατέφυγε στην Αίγυπτο, από όπου, όμως, τον έφεραν πίσω και τον θανάτωσαν, ενώ το σώμα του το έριξαν σε ένα κοινό νεκροταφείο.—Ιερ 26:20-23.
3. Γιος του Ακκώς, ιερέας, του οποίου ο γιος, ο Μερημώθ, ήταν ένας από τους ιερείς στη φροντίδα των οποίων εμπιστεύτηκε ο Έσδρας το χρυσάφι, το ασήμι και τα σκεύη του ναού που μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Μερημώθ, ο γιος του Ουριγία, συνέβαλε αργότερα στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Εσδ 8:33· Νε 3:4, 21.
-
-
ΟυριήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΙΗΛ
(Ουριήλ) [Ο Θεός Είναι Φως].
1. Λευίτης απόγονος του Καάθ, γιος του Ταχάθ.—1Χρ 6:22, 24.
2. Αρχηγός των Κααθιτών όταν ο Δαβίδ διευθέτησε τη μεταφορά της κιβωτού της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:5, 11, 12, 15.
3. Πατέρας της Μιχαΐας (Μααχά), της συζύγου του Βασιλιά Ροβοάμ και μητέρας του Αβιά. (2Χρ 13:1, 2· 11:21) Η Μααχά ήταν εγγονή του Αβεσσαλώμ. Εφόσον οι τρεις γιοι του Αβεσσαλώμ φαίνεται ότι πέθαναν νέοι και άτεκνοι (2Σα 14:27· 18:18), η Μιχαΐα πρέπει να ήταν παιδί της κόρης του Αβεσσαλώμ, της Θάμαρ, και του Ουριήλ, ο οποίος επομένως δεν ήταν γιος του Αβεσσαλώμ, αλλά γαμπρός του.
-
-
Ουρίμ και ΘουμμίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΡΙΜ ΚΑΙ ΘΟΥΜΜΙΜ
Αντικείμενα που χρησιμοποιούνταν για την εξακρίβωση του θεϊκού θελήματος όταν ήταν απαραίτητη μια απάντηση από τον Ιεχωβά σε ζητήματα εθνικής σημασίας.
Όπως είναι καταγραμμένο στο εδάφιο Λευιτικό 8:8, ο Μωυσής, αφού έθεσε το περιστήθιο πάνω στον Ααρών, έβαλε μέσα σε αυτό το Ουρίμ και το Θουμμίμ. Αν και η εβραϊκή πρόθεση η οποία μεταφράζεται εδώ «μέσα» μπορεί να αποδοθεί «πάνω», η ίδια λέξη χρησιμοποιείται στο εδάφιο Έξοδος 25:16, σύμφωνα με το οποίο οι δύο πέτρινες πλάκες τοποθετήθηκαν μέσα στην κιβωτό της διαθήκης. (Εξ 31:18) Μερικοί εικάζουν ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ ήταν οι 12 πέτρες που είχαν στερεωθεί στο περιστήθιο. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει δεδομένου ότι, κατά την τελετή της εγκαινίασης του ιερατείου, τοποθετήθηκε πάνω στον Ααρών το περιστήθιο πλήρες, με τις 12 πέτρες ραμμένες πάνω του, και κατόπιν τοποθετήθηκε μέσα σε αυτό το Ουρίμ και το Θουμμίμ. Επίσης, μια παραβολή των εδαφίων Έξοδος 28:9, 12, 30 αντικρούει τη θεωρία ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ ήταν οι δύο πέτρες όνυχα που βρίσκονταν στο εφόδ του αρχιερέα, πάνω στα κομμάτια που ξεκινούσαν από τους ώμους. (Εξ 28:9-14) Επρόκειτο προφανώς για ξεχωριστά αντικείμενα.
Η Χρήση Τους. Είναι αξιοσημείωτο ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ έπρεπε να βρίσκονται πάνω από την καρδιά του Ααρών όταν αυτός ερχόταν «ενώπιον του Ιεχωβά»—αναμφίβολα όποτε στεκόταν στα Άγια, μπροστά στην κουρτίνα που οδηγούσε στα Άγια των Αγίων, για να ρωτήσει τον Ιεχωβά. Η θέση τους, «πάνω από την καρδιά του Ααρών», φαίνεται να υποδηλώνει ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ ήταν τοποθετημένα μέσα στην πτυχή, ή αλλιώς στο θύλακα, που σχηματιζόταν από το δίπλωμα του περιστήθιου. Τα αντικείμενα αυτά ήταν για «τις κρίσεις των γιων του Ισραήλ» και τα χρησιμοποιούσαν όταν χρειάζονταν απάντηση από τον Ιεχωβά σε κάποιο ζήτημα σημαντικό για τους ηγέτες του έθνους, και συνεπώς για το ίδιο το έθνος. Ο Ιεχωβά, ο Νομοθέτης του Ισραήλ, απαντούσε στον αρχιερέα υποδεικνύοντας τη σωστή πορεία ενέργειας για οποιοδήποτε ζήτημα.—Εξ 28:30.
Ο Δαβίδ ζήτησε από τον Αβιάθαρ να χρησιμοποιήσει το Ουρίμ και το Θουμμίμ όταν εκείνος, έχοντας γλιτώσει από τη σφαγή των ιερέων της Νωβ στην οποία πέθανε ο πατέρας του, πήγε στον Δαβίδ με το εφόδ. Προφανώς αυτό ήταν το εφόδ του αρχιερέα.—1Σα 22:19, 20· 23:6-15.
Ίσως Ήταν Κλήροι. Από τις αναφερόμενες στις Γραφές περιπτώσεις κατά τις οποίες ζητήθηκε η συμβουλή του Ιεχωβά μέσω του Ουρίμ και του Θουμμίμ, φαίνεται ότι η ερώτηση διατυπωνόταν έτσι ώστε να μπορεί να απαντηθεί με ένα «ναι» ή με ένα «όχι» ή τουλάχιστον να μπορεί να δοθεί μια λακωνική και άμεση απάντηση. Σε μία περίπτωση (1Σα 28:6) αναφέρεται μόνο το Ουρίμ, ενώ προφανώς υπονοείται και το Θουμμίμ.
Αρκετοί σχολιαστές της Αγίας Γραφής πιστεύουν ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ ήταν κλήροι. Αποκαλούνται «οι ιεροί κλήροι» στο εδάφιο Έξοδος 28:30, σύμφωνα με τη μετάφραση του Τζέιμς Μόφατ. Μερικοί υποθέτουν ότι επρόκειτο για τρεις κλήρους, στον έναν από τους οποίους ήταν χαραγμένη η λέξη «ναι», στον άλλον η λέξη «όχι», ενώ ο τρίτος ήταν κενός. Τραβώντας τους κλήρους, έπαιρναν την απάντηση στην ερώτηση που είχαν θέσει, εκτός αν τραβούσαν τον κενό, οπότε δεν έβγαινε καμιά απάντηση. Άλλοι θεωρούν ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ μπορεί να ήταν δύο επίπεδες πέτρες, λευκές από τη μια πλευρά και μαύρες από την άλλη. Όταν τις έριχναν κάτω και έπεφταν και οι δύο με τη λευκή πλευρά προς τα πάνω, αυτό σήμαινε «ναι», όταν έπεφταν με τη μαύρη σήμαινε «όχι», ενώ όταν έπεφταν η μία από τη λευκή και η άλλη από τη μαύρη πλευρά, αυτό σήμαινε ότι δεν υπήρχε απάντηση. Κάποτε, όταν ο Σαούλ είχε ρωτήσει μέσω του ιερέα αν έπρεπε να επαναλάβει μια επίθεση εναντίον των Φιλισταίων, δεν πήρε καμιά απάντηση. Υποπτευόμενος ότι κάποιος από τους άντρες του είχε αμαρτήσει, έκανε την εξής ικεσία: «Θεέ του Ισραήλ, δώσε Θουμμίμ!» Από τους παρόντες, πιάστηκαν ο Σαούλ και ο Ιωνάθαν. Στη συνέχεια έριξαν κλήρο μεταξύ αυτών των δύο. Στην εν λόγω αφήγηση, η έκκληση «Δώσε Θουμμίμ» φαίνεται να αναφέρεται σε κάτι ξεχωριστό από το ρίξιμο του κλήρου, αν και μπορεί να υποδηλώνεται ότι αυτά τα δύο συνδέονταν κάπως.—1Σα 14:36-42.
Αποτελούσαν Σύνδεσμο Μεταξύ της Βασιλείας και του Ιερατείου. Το Ααρωνικό ιερατείο μνημονεύεται στα εδάφια Δευτερονόμιο 33:8-10, τα οποία λένε: «Το Θουμμίμ σου και το Ουρίμ σου ανήκουν στον άντρα που είναι όσιος σε εσένα». Η δήλωση ότι αυτά ανήκουν “στον άντρα που είναι όσιος στον Ιεχωβά” ίσως αποτελεί έμμεση αναφορά στην οσιότητα της φυλής του Λευί (από την οποία προήλθε το Ααρωνικό ιερατείο) η οποία έγινε φανερή όταν συνέβη το περιστατικό με το χρυσό μοσχάρι.—Εξ 32:25-29.
Ο Ιεχωβά προμήθευσε με σοφία το Ουρίμ και το Θουμμίμ και τα έθεσε στα χέρια του αρχιερέα. Με αυτόν τον τρόπο ο βασιλιάς εξαρτόταν σε σημαντικό βαθμό από το ιερατείο και δεν συγκεντρωνόταν υπερβολικά μεγάλη εξουσία στα χέρια του. Η συνεργασία μεταξύ του θρόνου και του ιερατείου καταστάθηκε απαραίτητη. (Αρ 27:18-21) Ο Ιεχωβά έκανε γνωστό το θέλημά του στον Ισραήλ μέσω του γραπτού του Λόγου, καθώς επίσης μέσω προφητών και ονείρων. Φαίνεται, όμως, ότι οι προφήτες και τα όνειρα χρησιμοποιούνταν σε ειδικές περιπτώσεις, ενώ ο αρχιερέας με το Ουρίμ και το Θουμμίμ βρισκόταν πάντα ανάμεσα στο λαό.
Τερματίστηκε η Χρήση τους το 607 Π.Κ.Χ. Σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση, η χρήση του Ουρίμ και του Θουμμίμ τερματίστηκε όταν η Ιερουσαλήμ ερημώθηκε και ο ναός της καταστράφηκε το 607 Π.Κ.Χ. από τα βαβυλωνιακά στρατεύματα υπό τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Σοτά 48β) Αυτή η άποψη υποστηρίζεται από τα όσα διαβάζουμε για αυτά τα αντικείμενα στα βιβλία του Έσδρα και του Νεεμία. Εκεί, ειπώθηκε σε κάποιους, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι είχαν ιερατική καταγωγή αλλά δεν κατάφεραν να βρουν τα ονόματά τους στα δημόσια αρχεία, ότι δεν μπορούσαν να τρώνε από τα αγιότατα πράγματα που χορηγούνταν στο ιερατείο μέχρι να εγερθεί ιερέας με Ουρίμ και Θουμμίμ. Αλλά δεν γίνεται πουθενά λόγος για χρήση τους εκείνη την εποχή, και έκτοτε η Αγία Γραφή δεν αναφέρει καθόλου αυτά τα ιερά αντικείμενα.—Εσδ 2:61-63· Νε 7:63-65.
Ο Μεγαλύτερος Αρχιερέας Συμβουλεύεται τον Ιεχωβά. Ο Ιησούς Χριστός χαρακτηρίζεται στην επιστολή του Παύλου προς τους Εβραίους ως ο μεγάλος Βασιλιάς-Ιερέας σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ. (Εβρ 6:19, 20· 7:1-3) Στο πρόσωπό του συνδυάζονται η βασιλεία και η ιεροσύνη. Το ιερατικό του έργο προσκιάστηκε από το έργο του αρχιερέα στον αρχαίο Ισραήλ. (Εβρ 8:3-5· 9:6-12) Όλη η κρίση του ανθρωπίνου γένους έχει παραδοθεί στα χέρια του, εφόσον είναι Αρχιερέας. (Ιωα 5:22) Παρ’ όλα αυτά, όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς διακήρυξε: «Αυτά που σας λέω δεν τα λέω από δική μου επινόηση· αλλά ο Πατέρας που παραμένει σε ενότητα με εμένα κάνει τα έργα του» (Ιωα 14:10) και «Δεν κάνω τίποτα με δική μου πρωτοβουλία· αλλά όπως με δίδαξε ο Πατέρας λέω αυτά τα πράγματα». (Ιωα 8:28) Επίσης, είπε: «Αν εγώ κρίνω, η κρίση μου είναι αληθινή, επειδή δεν είμαι μόνος, αλλά ο Πατέρας που με έστειλε είναι μαζί μου». (Ιωα 8:16) Οπωσδήποτε, στην εξυψωμένη ουράνια θέση του, καθώς είναι τελειοποιημένος ως Αρχιερέας για πάντα, συνεχίζει την ίδια πορεία υποταγής στον Πατέρα του, αποβλέποντας σε εκείνον για καθοδηγία στην κρίση.—Εβρ 7:28· παράβαλε 1Κο 11:3· 15:27, 28.
-
-
ΟυφφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΥΦΦΑ
(Ουφφά) [Σκέπη].
Επικεφαλής της 13ης από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που οργάνωσε ο Δαβίδ.—1Χρ 24:1-3, 7, 13.
-
-
ΟφείρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΦΕΙΡ
(Οφείρ).
1. Απόγονος του Σημ μέσω του Αρφαξάδ, του Σηλά, του Έβερ και του Ιοκτάν, ο 11ος από τους 13 γιους του Ιοκτάν. (Γε 10:22-29· 1Χρ 1:17-23) Ο Οφείρ πιθανώς γεννήθηκε 200 περίπου χρόνια πριν από τον Αβραάμ, ο οποίος υπήρξε απόγονος του Φάλεκ, θείου του Οφείρ από τη συγγένεια του πατέρα του. (Γε 10:25· 11:18-26) Όπως οι αδελφοί του, έτσι και ο Οφείρ φαίνεται ότι έγινε κεφαλή μιας από τις σημιτικές φυλές οι οποίες συγκαταλέχθηκαν μεταξύ των απογόνων του Νώε «σύμφωνα με τις οικογένειές τους, σύμφωνα με τις γλώσσες τους, στις χώρες τους, σύμφωνα με τα έθνη τους». (Γε 10:31, 32) Βλέπε Αρ. 2 για πιθανές τοποθεσίες της γης του Οφείρ στην οποία τελικά εγκαταστάθηκε αυτή η φυλή.
2. Τόπος φημισμένος για την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων χρυσού άριστης ποιότητας. Ήδη από την εποχή του Ιώβ (περ. 1600 Π.Κ.Χ.) το «πολύτιμο μετάλλευμα στο χώμα» και το «καθαρό χρυσάφι» μνημονεύονταν παράλληλα με το «χρυσάφι του Οφείρ». (Ιωβ 22:24· 28:15, 16) Το εδάφιο Ψαλμός 45:9 περιγράφει τη βασιλική σύζυγο στολισμένη με πολύτιμο χρυσάφι του Οφείρ, ενώ στα εδάφια Ησαΐας 13:11, 12, στην εξαγγελία εναντίον της Βαβυλώνας, το γεγονός ότι το χρυσάφι του Οφείρ ήταν σχετικά σπάνιο χρησιμοποιείται για να συμβολίσει το πόσο θα σπάνιζαν οι τυραννικοί άνθρωποι στη Βαβυλώνα μετά την πτώση της.
Ο Δαβίδ δώρισε 3.000 τάλαντα χρυσάφι του Οφείρ για την οικοδόμηση του ναού, χρυσάφι του οποίου η αξία αποτιμάται σε $1.156.050.000. (1Χρ 29:1, 2, 4) Αργότερα, ο εμπορικός στόλος του γιου του Δαβίδ, του Σολομώντα, έφερνε τακτικά από το Οφείρ 420 τάλαντα χρυσάφι. (1Βα 9:26-28) Η παράλληλη αφήγηση στο εδάφιο 2 Χρονικών 8:18 μιλάει για 450 τάλαντα. Ορισμένοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι αυτή η διαφοροποίηση έλαβε χώρα τότε που τα γράμματα του αλφαβήτου χρησιμοποιούνταν για να συμβολίσουν και αριθμούς—ότι κάποιος αρχαίος αντιγραφέας μπορεί να εξέλαβε εσφαλμένα το εβραϊκό γράμμα νουν (נ), που αριθμητικά ισοδυναμεί με το 50, ως το γράμμα καφ (כ), που αντιπροσωπεύει το 20, ή το αντίστροφο. Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι όλοι οι αριθμοί στις Εβραϊκές Γραφές παρατίθεντο ολογράφως και δεν παριστάνονταν με γράμματα. Επομένως, μια πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι και οι δύο αριθμοί είναι σωστοί και ότι το εισαγόμενο ακαθάριστο ποσό ήταν 450 τάλαντα, από τα οποία τα 420 ήταν καθαρό κέρδος.
Το 1946, οι Βιβλικές αφηγήσεις σχετικά με εισαγωγές χρυσού από το Οφείρ επιβεβαιώθηκαν με την ανακάλυψη ενός θραύσματος αγγείου ΒΑ της περιοχής Τελ Αβίβ-Γιάφο. Πάνω στο θραύσμα υπήρχε μια επιγραφή που έλεγε: «Χρυσάφι του Οφείρ για την μπετ χορόν, τριάντα σίκλοι».—Εφημερίδα Μελετών της Εγγύς Ανατολής (Journal of Near Eastern Studies), 1951, Τόμ. 10, σ. 265, 266.
Εκτός του ότι ήταν τόπος στον οποίο εξορύσσονταν τεράστιες ποσότητες χρυσού, η γη του Οφείρ ήταν επίσης ο τόπος από τον οποίο προέρχονταν τα δέντρα «αλγούμ» καθώς και διάφορες πολύτιμες πέτρες που εισήγε ο Σολομών. (1Βα 10:11· 2Χρ 9:10) Ωστόσο, όταν έπειτα από εκατό χρόνια ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ επιχείρησε μια αποστολή σε εκείνη τη γη, το αποτέλεσμα υπήρξε καταστροφικό, διότι τα «πλοία της Θαρσείς» που είχε στη διάθεσή του ναυάγησαν στην Εσιών-γεβέρ, στο μυχό του Κόλπου της Άκαμπα.—1Βα 22:48· βλέπε ΘΑΡΣΕΙΣ Αρ. 4.
Τοποθεσία. Η ακριβής τοποθεσία του Οφείρ δεν μπορεί να καθοριστεί σήμερα με βεβαιότητα. Από τις διάφορες εκδοχές που προβάλλονται, τρεις είναι οι επικρατέστερες: η Ινδία, η Αραβία και η βορειοανατολική Αφρική. Σε όλα αυτά τα μέρη θα μπορούσε να έχει πρόσβαση ένας στόλος που είχε ως βάση την Εσιών-γεβέρ, στο μυχό του ανατολικού βραχίονα της Ερυθράς Θάλασσας. Όσον αφορά την Ινδία, εκεί μπορούσαν να βρεθούν όλα τα αγαθά που έφερναν τα πλοία του Σολομώντα και του Χιράμ. Ο Ιώσηπος, ο Ιερώνυμος και η Μετάφραση των Εβδομήκοντα θα μπορούσαν επίσης να παρατεθούν ως πηγές που υποστηρίζουν κατά κάποιον τρόπο ότι το Οφείρ βρισκόταν στην Ινδία. Από την άλλη πλευρά, όσοι ισχυρίζονται ότι το Οφείρ βρισκόταν στη βορειοανατολική Αφρική κοντά στη Σομαλία, στο κάτω άκρο της Ερυθράς Θάλασσας, επισημαίνουν ότι, σε σύγκριση με την Ινδία, η περιοχή αυτή θα ήταν μια κατά πολύ πλησιέστερη πηγή προμήθειας όλων αυτών των εισαγόμενων ειδών.
Ωστόσο, η πλάστιγγα φαίνεται να κλίνει προς την άποψη ότι το Οφείρ ήταν μια περιοχή της νοτιοδυτικής Αραβίας κοντά στην Υεμένη. Τα στοιχεία που παρατίθενται υπέρ αυτής της εκδοχής βασίζονται στην προϋπόθεση ότι οι απόγονοι του Οφείρ, γιου του Ιοκτάν, εγκαταστάθηκαν στην Αραβική Χερσόνησο μαζί με άλλες αδελφές φυλές, όπως ήταν οι απόγονοι του Σεβά και του Αβιλά. (Γε 10:28, 29) Η αφήγηση σχετικά με την επίσκεψη της βασίλισσας της Σεβά (πιθανώς από τη νότια Αραβία) τοποθετείται ανάμεσα στις δύο αναφορές για το εμπόριο του Σολομώντα με το Οφείρ.—1Βα 9:26–10:11.
-
-
ΟφήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΦΗΛ
(Οφήλ) [Ύψωμα [λοφίσκος, προεξοχή, πρήξιμο, εξόγκωμα]].
Η εβραϊκή λέξη ‛Όφελ εφαρμόζεται με δύο τρόπους. Τις περισσότερες φορές εφαρμόζεται με τοπογραφική έννοια σε έναν ευδιάκριτο λόφο ή φυσική προεξοχή. Ένας τύπος αυτής της λέξης εφαρμόζεται επίσης στο πρήξιμο ή στη διόγκωση φλεβών του σώματος, μια κατάσταση γνωστή ως αιμορροΐδες.—Δευ 28:27· 1Σα 5:6, 9, 12· 6:4, 5.
Στην Ιερουσαλήμ ή στα περίχωρά της υπήρχε ένας συγκεκριμένος λόφος ή ύψωμα που ονομαζόταν χα ‛Όφελ, ή αλλιώς Οφήλ. Οι Γραφικές αναφορές σε συνδυασμό με τα σχόλια του Ιώσηπου τοποθετούν το Οφήλ στη νοτιοανατολική γωνία του Όρους Μοριά. (2Χρ 27:3· 33:14· Νε 3:26, 27· 11:21) Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ο Ιώσηπος προσδιόρισε τη θέση του Οφήλ στο σημείο όπου το ανατολικό τείχος «κατέληγε στην ανατολική στοά του ναού». (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 145 [iv, 2]) Το Οφήλ φαίνεται ότι ήταν ένα κομμάτι γης που προεξείχε προς τα ανατολικά από τη νοτιοανατολική γωνία του λόφου όπου βρισκόταν ο ναός της Ιερουσαλήμ.
Το τείχος και η υπερυψωμένη θέση του Οφήλ πάνω από την Κοιλάδα Κιδρόν το καθιστούσαν ισχυρή αμυντική θέση. Εντούτοις, ο Ησαΐας προφήτευσε ότι «το Οφήλ»—προφανώς αυτό της Ιερουσαλήμ—θα γινόταν “γυμνός αγρός”.—Ησ 32:14· παράβαλε την αναφορά στον πύργο και στο «ύψωμα» (‛Όφελ) στο εδ. Μιχ 4:8.
Οι μελετητές πιστεύουν ότι η λέξη ‛Όφελ στο εδάφιο 2 Βασιλέων 5:24 αναφέρεται σε κάποιον ευδιάκριτο λόφο ή οχυρωμένο τόπο κοντά στη Σαμάρεια στον οποίο ο Γιεζί, ο υπηρέτης του Ελισαιέ, μετέφερε τα πλούτη που πήρε από τον Νεεμάν. Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι η εν λόγω λέξη εφαρμοζόταν και σε άλλα υψώματα εκτός από αυτό της Ιερουσαλήμ.
-
-
ΟφνείΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΦΝΕΙ
(Οφνεί) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Γυρίνος»].
Ένας από τους γιους του Αρχιερέα Ηλεί. Ο Οφνεί και ο αδελφός του ο Φινεές ήταν «άχρηστοι άνθρωποι», ένοχοι βέβηλης συμπεριφοράς και χονδροειδούς ανηθικότητας. (1Σα 1:3· 2:12-17, 22-25) Εξαιτίας της απιστίας που εκδήλωσε ο Οφνεί ενόσω υπηρετούσε ως ιερέας στο αγιαστήριο του Ιεχωβά, ο Ιεχωβά τον έκρινε άξιο θανάτου. Πράγματι, αυτός πέθανε όταν η ιερή Κιβωτός πιάστηκε από τους Φιλισταίους.—1Σα 2:34· 4:4, 11, 17· βλέπε ΦΙΝΕΕΣ Αρ. 2.
-
-
ΟφνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΦΝΙ
(Οφνί).
Πόλη του Βενιαμίν (Ιη 18:21, 24) η οποία συνδέεται συνήθως με τη Γοφνά που μνημονεύει ο Ιώσηπος (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Γ΄, 55 [iii, 5]) και θεωρείται ότι είναι η σημερινή Τζίφνα. Η τοποθεσία αυτή βρίσκεται περίπου 5 χλμ. ΒΒΔ της Βαιθήλ και επομένως Β, όπως φαίνεται, της περιοχής του Βενιαμίν. (Ιη 18:11-13) Για να είναι σωστή αυτή η ταύτιση πρέπει να υποτεθεί είτε ότι η Οφνί ήταν παρεμβαλλόμενη πόλη των Βενιαμιτών στον Εφραΐμ είτε ότι κοντά στη Βαιθήλ το όριο του Βενιαμίν εκτεινόταν προς Β έτσι ώστε να περιλαμβάνει και αυτή την τοποθεσία όπου εικάζεται ότι βρισκόταν η Οφνί.
-
-
ΟφράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΦΡΑ
(Οφρά).
1. [Νεαρό [Αρσενικό Ελάφι]]. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Μεονοθαΐ.—1Χρ 4:1, 14.
[2, 3: πιθανώς, Τόπος Χώματος]
2. Πόλη του Βενιαμίν. (Ιη 18:21, 23) Μπορούμε να συμπεράνουμε πού περίπου βρισκόταν από το υπόμνημα των συγκρούσεων ανάμεσα στον Ισραήλ και στους Φιλισταίους κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ. Από το στρατόπεδό τους στη Μιχμάς, ομάδες Φιλισταίων λεηλατητών έκαναν εξορμήσεις προς τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις. Η μία ομάδα στρεφόταν προς το δρόμο της Οφρά. Μια άλλη κατευθυνόταν δυτικά, προς το δρόμο της Βαιθ-ορών, ενώ μια τρίτη ακολουθούσε ανατολική πορεία, προς «το δρόμο που οδηγούσε στο όριο το οποίο βλέπει προς την κοιλάδα Ζεβωίμ». Εφόσον τουλάχιστον ένα μέρος του ισραηλιτικού στρατεύματος ήταν στρατοπεδευμένο στη Γααβά, στα Ν της Μιχμάς, η ομάδα των Φιλισταίων που έπαιρνε το δρόμο της Οφρά προφανώς κατευθυνόταν βόρεια. Επομένως, η Οφρά εντοπίζεται Β της Μιχμάς.—1Σα 13:16-18.
Οι λόγιοι ταυτίζουν συχνά την Οφρά με την πόλη που ονομάζεται Εφραΐμ (2Σα 13:23· Ιωα 11:54) και Εφραΐν (2Χρ 13:19), και η οποία πιστεύεται ότι αντιστοιχεί στο ετ-Τάιγιμπα (περ. 6 χλμ. ΑΒΑ της Βαιθήλ).
3. Η ιδιαίτερη πατρίδα του Γεδεών και ο τόπος όπου ο άγγελος του Ιεχωβά τού ανέθεσε την αποστολή να σώσει τον Ισραήλ από την παλάμη του Μαδιάμ. (Κρ 6:11-32) Μετά τη νίκη του επί των δυνάμεων του εχθρού, ο Γεδεών έφτιαξε ένα εφόδ από τα λάφυρα που συνεισέφεραν όλοι και το εξέθεσε στην Οφρά. Έπειτα, αυτό το εφόδ έγινε αντικείμενο ειδωλολατρικής προσκύνησης. (Κρ 8:24-27) Αργότερα, μετά το θάνατο του Γεδεών και την ταφή του στην Οφρά, ο φιλόδοξος γιος του ο Αβιμέλεχ «σκότωσε τους αδελφούς του . . . εβδομήντα άντρες, πάνω σε μια πέτρα· απέμεινε, όμως, ο Ιωθάμ, ο νεότερος». (Κρ 8:32· 9:5) Εκτός από τον Αβιμέλεχ, ο Γεδεών είχε άλλους 70 γιους. (Κρ 8:30, 31) Επομένως, εφόσον ο Ιωθάμ γλίτωσε από τη σφαγή, ο Αβιμέλεχ προφανώς σκότωσε μόνο 69 γιους στην Οφρά. Τα όσα είπε αργότερα ο Ιωθάμ αναφορικά με αυτό το περιστατικό φαίνεται απλώς να επισημαίνουν την πρόθεση του Αβιμέλεχ να σκοτώσει και τους 70 γιους. (Κρ 9:18) Ωστόσο, όπως παρατηρεί εύστοχα ένα εβραϊκό σχολιολόγιο: «Παρ’ όλα αυτά είναι σωστό να αναφερόμαστε στο στρογγυλό αριθμό των “εβδομήντα” σφαγμένων».—Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο (Soncino Books of the Bible), επιμέλεια Α. Κοέν, Λονδίνο, 1950 (Ιησούς του Ναυή και Κριτές, σ. 234).
Η εν λόγω Οφρά βρισκόταν προφανώς Δ του Ιορδάνη. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το ελ-Αφούλε (Αφούλα), περίπου 45 χλμ. Β της Συχέμ.
-
-
ΟχάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΧΑΔ
(Οχάδ).
Ο τρίτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Συμεών. (Γε 46:10· Εξ 6:15) Το όνομά του δεν εμφανίζεται μεταξύ των ιδρυτών οικογενειών στον κατάλογο μιας μεταγενέστερης απογραφής.—Αρ 26:12-14.
-
-
ΟχιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΧΙΑ
[εβρ. κείμενο, ’εφ‛έχ· τσιφ‛ονί· ελλ. κείμενο, ἔχιδνα].
Δηλητηριώδες φίδι που διαθέτει πολύ εξειδικευμένα ιοβόλα δόντια τα οποία αναδιπλώνονται οριζόντια στον ουρανίσκο όταν δεν χρησιμοποιούνται. Το δηλητήριο της οχιάς ποικίλλει ανάλογα με το είδος της, στη δε Παλαιστίνη υπάρχουν αρκετά είδη. Ένα από τα πιο επικίνδυνα είναι μια οχιά της άμμου (έχιδνα η αμμοδύτης [Vipera ammodytes]) στην περιοχή της Κοιλάδας του Ιορδάνη. Ένα άλλο είδος είναι η οχιά της Παλαιστίνης (Vipera palaestina). Ο εβραϊκός όρος ’εφ‛έχ συνδέεται συνήθως με την αραβική λέξη ’αφ‛άν, η οποία αναφέρεται στην οχιά των ασιατικών ερήμων, ένα δηλητηριώδες φίδι που συναντάται στις αμμώδεις πεδιάδες της Ιεριχώς.
Η δραστικότητα του δηλητηρίου της οχιάς υποδηλώνεται στο εδάφιο Ιώβ 20:16, όπου ο Σωφάρ αναφέρεται στην ικανότητα που έχει η «γλώσσα [της] οχιάς» να σκοτώνει. Ευρισκόμενος στη Μάλτα ως ναυαγός, ο απόστολος Παύλος μάζευε ένα δεμάτι κλαδιά, και την ώρα που το έβαζε πάνω στη φωτιά, βγήκε μια οχιά και πιάστηκε πάνω στο χέρι του. Ωστόσο, «εκείνος τίναξε από πάνω του το δηλητηριώδες πλάσμα και το έριξε στη φωτιά και δεν έπαθε κακό», μολονότι οι παριστάμενοι περίμεναν να πρηστεί από τη φλεγμονή ή να πεθάνει ξαφνικά.—Πρ 28:3-6.
Αλληγορική Χρήση. Το επικίνδυνο δάγκωμα της οχιάς χρησιμοποιείται αλληγορικά στο εδάφιο Παροιμίες 23:32, όπου ο σοφός άντρας περιγράφει τις συνέπειες της υπερβολικής κατανάλωσης κρασιού, λέγοντας: «Δαγκώνει σαν φίδι και εκκρίνει δηλητήριο σαν οχιά [εβρ., ουχετσιφ‛ονί]». Περιγράφοντας την πονηρία την οποία είχε καταλήξει να πράττει ο λαός του Θεού, ο Ισραήλ, ο προφήτης Ησαΐας έγραψε: «Τα αβγά δηλητηριώδους φιδιού εκκόλαψαν . . . Όποιος έτρωγε από τα αβγά τους πέθαινε, και από το αβγό που έσπαζε εκκολαπτόταν οχιά». (Ησ 59:5) Τα περισσότερα φίδια γεννούν αβγά, και μολονότι οι οχιές στην πλειονότητά τους δεν είναι ωοτόκες, ορισμένα είδη τους είναι.
Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής αποκάλεσε τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους «γεννήματα οχιάς». (Ματ 3:7· Λου 3:7) Και ο Ιησούς Χριστός αποκάλεσε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους «γεννήματα οχιάς» λόγω της πονηρίας τους και της θανατηφόρας πνευματικής βλάβης που μπορούσαν να προκαλέσουν σε ανυποψίαστους ανθρώπους.—Ματ 12:34· 23:33.
-
-
Οχιά, ΚερασφόραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΧΙΑ, ΚΕΡΑΣΦΟΡΑ
[εβρ., ‛αχσούβ· σεφιφόν].
Μια από τις δηλητηριώδεις οχιές της Παλαιστίνης, η οποία ξεχωρίζει από ένα μικρό κωνικό κέρατο που φέρει πάνω από κάθε μάτι. Ο Ρέιμοντ Ντίτμαρς αναφέρει ότι η κερασφόρα οχιά (κεράστης ο κερασφόρος [Cerastes cornutus]) ζει στη βόρεια Αφρική, από την Αλγερία ως την Αίγυπτο, καθώς επίσης στην Αραβία και στη νότια Παλαιστίνη.
Επειδή το δηλητήριο της κερασφόρας οχιάς είναι δυνατό (αν και συνήθως όχι θανατηφόρο για τους ανθρώπους), ο Δαβίδ λέει εύστοχα ότι οι βίαιοι άνθρωποι ακόνισαν τη γλώσσα τους «σαν του φιδιού· το δηλητήριο της κερασφόρας οχιάς είναι κάτω από τα χείλη τους».—Ψλ 140:3· βλέπε ΑΣΠΙΔΑ, 2.
Η κερασφόρα οχιά φτάνει σε μέγιστο μήκος τα 80 εκ. περίπου και, επειδή το χρώμα της είναι ανοιχτό, παρόμοιο με της άμμου, μπορεί να κρύβεται μέσα σε αυτήν ενεδρεύοντας για τη λεία της. Το μη εξασκημένο μάτι δυσκολεύεται πάρα πολύ να εντοπίσει μια κερασφόρα οχιά που παραμονεύει. Στο βιβλίο του Ερπετά του Κόσμου ([Reptiles of the World] 1953, σ. 234, 235), ο Ρέιμοντ Ντίτμαρς περιγράφει μερικές κερασφόρες οχιές που είδε σε αιχμαλωσία: «Όπως όλες οι οχιές της ερήμου, έτσι και αυτές προσπαθούσαν συνεχώς να ρίξουν πάνω στη ράχη τους άμμο για να κρυφτούν. Αν το κλουβί διέθετε αρκετές ίντσες ψιλής άμμου, το μόνο που φαινόταν από τα φίδια στη διάρκεια της ημέρας ήταν η κορυφή των κεφαλιών τους. Καθώς το ερπετό ρίχνει πάνω του άμμο, κάνει το σώμα του τόσο επίπεδο ώστε η κάτω άκρη του λειτουργεί σαν φτυάρι, ενώ στη συνέχεια, με μια σειρά αξιοσημείωτων κυματώσεων που διατρέχουν εκατέρωθεν το σώμα του σε όλο του το μήκος, το φίδι βυθίζεται στην άμμο ή τη συσσωρεύει πάνω στη ράχη του».
Μεταφορική Χρήση. Η κερασφόρα οχιά, η οποία είναι πολύ άγρυπνη και χτυπάει ταχύτατα, είναι γνωστό ότι επιτίθεται σε άλογα. Γι’ αυτό, ο παραλληλισμός της φυλής του Δαν με «κερασφόρο φίδι» στο εδάφιο Γένεση 49:17 είναι πολύ εύστοχος. Εκεί ο Ιακώβ παρομοίασε τον Δαν με φίδι, κερασφόρο φίδι, «το οποίο δαγκώνει τις φτέρνες του αλόγου ώστε ο αναβάτης του πέφτει προς τα πίσω». Η φράση αυτή δεν είχε σκοπό να υποβιβάσει τον Δαν, σαν να επρόκειτο για απαίσιο φίδι κρυμμένο στο χορτάρι, που δεν άξιζε τίποτα άλλο παρά να το πατήσουν με τη φτέρνα. Απεναντίας, με την ιδιότητα του φιδιού, ο Δαν θα εξυπηρετούσε έναν μεγάλο εθνικό σκοπό. Ενεδρεύοντας σαν την κερασφόρα οχιά, θα μπορούσε στην ουσία να δαγκώσει τις φτέρνες του αλόγου στο οποίο θα επέβαινε ένας πολεμιστής του εχθρού, κάνοντας το άλογο να σηκωθεί στα δυο του πόδια και να ρίξει τον αναβάτη προς τα πίσω. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αν και μικρός, ο Δαν μπορούσε να αποδειχτεί εξίσου επικίνδυνος με μια κερασφόρα οχιά για όσους δημιουργούσαν προβλήματα στον Ισραήλ.
-
-
ΟχοζάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΧΟΖΑΘ
(Οχοζάθ) [Ιδιοκτησία].
Ο “έμπιστος φίλος” που συνόδευσε τον Αβιμέλεχ, τον Φιλισταίο βασιλιά των Γεράρων, σε μια επίσκεψη που έκανε εκείνος στον Ισαάκ, στη Βηρ-σαβεέ. (Γε 26:23, 26) Αυτή είναι η πρώτη περίπτωση που η Αγία Γραφή αναφέρεται σε έναν «έμπιστο φίλο», δηλαδή ένα αξιόπιστο άτομο που ανήκει στο στενό κύκλο κάποιου και είναι σύμβουλός του ή εξουσιοδοτείται να ενεργεί ως εκπρόσωπός του.—Βλέπε ΦΙΛΟΣ (Φίλος του Βασιλιά).
-
-
ΟχοζίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΧΟΖΙΑΣ
(Οχοζίας) [Έχει Κρατήσει ο Ιεχωβά].
Το όνομα δύο βασιλιάδων, ενός του Ισραήλ και ενός του Ιούδα.
1. Γιος του Αχαάβ και της Ιεζάβελ και βασιλιάς του Ισραήλ επί δύο χρόνια. Ανέλαβε τη βασιλεία περίπου το 919 Π.Κ.Χ. Ακολούθησε τους ειδωλολάτρες γονείς του στη λατρεία του Βάαλ. (1Βα 22:51-53) Όταν πέθανε ο πατέρας του Οχοζία, ο Μωάβ άδραξε την ευκαιρία και ξεκίνησε ανταρσία για να απαλλαχτεί από το βαρύ φόρο υποτελείας που πλήρωνε—100.000 αρνιά και άλλα τόσα αρσενικά πρόβατα μαζί με το μαλλί τους. (2Βα 1:1· 3:4, 5) Την ανταρσία αυτή περιγράφει ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ στην επιγραφή της Μωαβιτικής Λίθου. Πιθανώς λόγω του ατυχήματος που είχε στη συνέχεια ο Οχοζίας και του πρόωρου θανάτου του, δεν προσπάθησε να καθυποτάξει τους Μωαβίτες.
Ο Οχοζίας σύναψε ναυτική συμμαχία με τον Ιωσαφάτ του Ιούδα η οποία προέβλεπε τη συνεργασία τους σε ένα ναυπηγικό εγχείρημα στην Εσιών-γεβέρ, στον Κόλπο της Άκαμπα. Ο Θεός αποδοκίμασε το σχέδιο εξαιτίας της πονηρίας του Οχοζία, και τα πλοία ναυάγησαν. (2Χρ 20:35-37) Τα εδάφια 1 Βασιλέων 22:48, 49 δείχνουν ότι ο Οχοζίας ζήτησε την άδεια του Ιωσαφάτ για να επανδρωθούν τα πλοία και με ναυτικούς από τον Ισραήλ εκτός από τους ναυτικούς του Ιούδα, αλλά ο Ιωσαφάτ αρνήθηκε. Αν αυτό το αίτημα έγινε προτού ναυαγήσουν τα πλοία, η άρνηση του Ιωσαφάτ πιθανόν να υποδηλώνει απλώς ότι ο Ιωσαφάτ δεν εμπιστευόταν τον Οχοζία και ήταν επιφυλακτικός, φοβούμενος τυχόν επεκτατικές βλέψεις του βόρειου βασιλείου. Αν το αίτημα έγινε μετά τη συντριβή του στόλου, ίσως ο Οχοζίας υπαινισσόταν ότι οι άντρες του Ιωσαφάτ στερούνταν ικανοτήτων και ότι ήταν υπεύθυνοι για το ναυάγιο των πλοίων, γι’ αυτό και πρότεινε να επισκευάσουν τα πλοία και να τα ξαναστείλουν, επανδρωμένα αυτή τη φορά και με ναύτες από τον Ισραήλ. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ιωσαφάτ ίσως αρνήθηκε αναγνωρίζοντας τη φανερή αποδοκιμασία του Θεού για το σχέδιο αυτό.
Ένα ατύχημα που έπαθε ο βασιλιάς στο σπίτι του—έπεσε από κάποιο δικτυωτό (το οποίο πιθανώς κάλυπτε έναν φωταγωγό) του ανωγείου του—τον άφησε κατάκοιτο και σοβαρά άρρωστο. (2Βα 1:2) Ο Οχοζίας, σαν να μην υπήρχε πια ο αληθινός Θεός, έστειλε αγγελιοφόρους στον θεό των Φιλισταίων Βάαλ-ζεβούλ για να ρωτήσει τι προοπτικές ανάρρωσης είχε. Ο προφήτης Ηλίας τούς σταμάτησε στο δρόμο, και οι αγγελιοφόροι γύρισαν πίσω και μετέφεραν στο βασιλιά το μήνυμα ότι το κρεβάτι όπου κειτόταν άρρωστος θα γινόταν και το νεκροκρέβατό του. Αντί να ταπεινωθεί, ο Οχοζίας έστειλε 50 άντρες με τον πεντηκόνταρχό τους να του φέρουν τον Ηλία. Τόσο αυτό το απόσπασμα όσο και ένα δεύτερο, όταν ανακοίνωσαν στον Ηλία τη διαταγή του βασιλιά να “κατεβεί” από το βουνό όπου καθόταν, εξολοθρεύτηκαν με φωτιά. Ένα τρίτο απόσπασμα που έστειλε ο πείσμων βασιλιάς γλίτωσε μόνο και μόνο επειδή ο αρχηγός του ικέτευσε με σεβασμό τον Ηλία “να σταθεί πολύτιμη στα μάτια” του η ζωή η δική του και των αντρών του. Τότε ο Ηλίας κατέβηκε και επέδωσε το άγγελμα θανάτου στον Οχοζία κατά πρόσωπο. Ο Οχοζίας τελικά πέθανε και, επειδή δεν είχε γιο, τον διαδέχθηκε ο αδελφός του ο Ιωράμ.—2Βα 1:2-17.
2. Γιος του Ιωράμ και της Γοθολίας, για τον οποίο αναφέρεται ότι διατέλεσε βασιλιάς του Ιούδα επί έναν χρόνο (περ. 906 Π.Κ.Χ.). Στη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του εισέβαλαν στον Ιούδα οι Φιλισταίοι και οι Άραβες και αιχμαλώτισαν όλους τους γιους του Ιωράμ εκτός από τον νεότερο, τον Ιωάχαζ (Οχοζία). (2Χρ 21:16, 17· 22:1) Ήταν νεαρός, 22 ετών, όταν ανέβηκε στο θρόνο, και η δεσποτική μητέρα του η Γοθολία, κόρη του Αχαάβ και της Ιεζάβελ, τον επηρέασε προς την πονηρία. (2Βα 8:25-27· 2Χρ 22:2-4) Συνόδευσε τον Βασιλιά Ιωράμ του Ισραήλ (θείο του από τη συγγένεια της μητέρας του) σε μια μάχη εναντίον της Συρίας στη Ραμώθ-γαλαάδ, στην οποία ο Ιωράμ τραυματίστηκε. Αργότερα, ο Οχοζίας επισκέφτηκε τον Ιωράμ ενόσω αυτός ανέρρωνε στην Ιεζραέλ.—2Βα 8:28, 29· 9:15· 2Χρ 22:5, 6.
Αν συνδυάσουμε τις δύο αφηγήσεις (2Βα 9:21-28· 2Χρ 22:7-9), προκύπτει ότι προφανώς συνέβησαν τα εξής: Ο Ιηού, πλησιάζοντας στην Ιεζραέλ, συνάντησε τον Ιωράμ και τον Οχοζία. Ο Ιηού πάταξε τον Ιωράμ, αλλά ο Οχοζίας διέφυγε. Σε εκείνη τη φάση, ο Ιηού δεν καταδίωξε τον Οχοζία αλλά συνέχισε ως την Ιεζραέλ για να ολοκληρώσει το εκτελεστικό έργο που είχε να επιτελέσει εκεί. Στο μεταξύ ο Οχοζίας, ο οποίος είχε τραπεί σε φυγή, προσπάθησε να ξαναγυρίσει στην Ιερουσαλήμ, αλλά κατάφερε να φτάσει μόνο μέχρι τη Σαμάρεια, όπου προσπάθησε να κρυφτεί. Οι άντρες του Ιηού οι οποίοι καταδίωκαν τον Οχοζία τον ανακάλυψαν στη Σαμάρεια, τον συνέλαβαν και τον έφεραν στον Ιηού, ο οποίος βρισκόταν κοντά στην πόλη Ιβλεάμ, όχι μακριά από την Ιεζραέλ. Όταν ο Ιηού είδε τον Οχοζία, διέταξε τους άντρες του να τον σκοτώσουν στο άρμα του. Εκείνοι τον χτύπησαν και τον τραυμάτισαν καθ’ οδόν προς τη Γουρ, κοντά στην Ιβλεάμ, αλλά τον άφησαν να διαφύγει, και αυτός κατέφυγε στη Μεγιδδώ όπου πέθανε από τα τραύματά του. Έπειτα τον πήραν στην Ιερουσαλήμ και τον έθαψαν εκεί. Οι αφηγήσεις για το θάνατό του δεν αντιφάσκουν μεταξύ τους αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη.
Το εδάφιο 2 Χρονικών 22:7 τονίζει ότι ο θάνατος του Οχοζία προήλθε «από τον Θεό», άρα λοιπόν ο Ιηού, θανατώνοντας αυτόν τον άντρα που είχε συμπράξει με τον καταδικασμένο οίκο του Αχαάβ, ενήργησε ως εκτελεστής εντεταλμένος από τον Θεό. Ο Οχοζίας αναφέρεται και ως «Αζαρίας» στο εδάφιο 2 Χρονικών 22:6 (παρότι σε αυτό το σημείο 15 εβραϊκά χειρόγραφα λένε «Οχοζίας») και ως «Ιωάχαζ» στα εδάφια 2 Χρονικών 21:17· 25:23 (όπου έχουμε μια περίπτωση μετάθεσης του θεϊκού ονόματος, ώστε αυτό να αποτελεί πρόθημα της λέξης αντί για επίθημα).
-
-
Οχυρωματικά ΈργαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «οχύρωμα» δηλώνει βασικά έναν αδιαπέραστο, απρόσιτο τόπο. (Παράβαλε Ζαχ 11:2, υποσ.) Η οχύρωση μιας κωμόπολης ήταν δαπανηρή και δύσκολη υπόθεση και απαιτούσε επαρκή στρατιωτική δύναμη για την άμυνά της, γι’ αυτό και δεν ήταν όλες οι κωμοπόλεις οχυρωμένες. Οι μεγαλύτερες πόλεις ήταν συνήθως περιτειχισμένες, ενώ οι μικρότερες κωμοπόλεις στα περίχωρα, γνωστές και ως εξαρτώμενες κωμοπόλεις, ήταν ατείχιστες. (Ιη 15:45, 47· 17:11) Οι κάτοικοι αυτών των κωμοπόλεων μπορούσαν να καταφύγουν στην περιτειχισμένη πόλη σε περίπτωση εχθρικής εισβολής. Επομένως, οι οχυρωμένες πόλεις αποτελούσαν καταφύγιο για τους περίοικους. Οι πόλεις οχυρώνονταν επίσης όταν βρίσκονταν σε στρατηγική θέση για να προστατέψουν οδικές αρτηρίες, πηγές νερού, δρόμους που οδηγούσαν σε βάσεις ανεφοδιασμού, καθώς και γραμμές επικοινωνίας.
Τα οχυρωματικά έργα σε πολλές πόλεις της Υποσχεμένης Γης ήταν τόσο ισχυρά και ψηλά ώστε οι άπιστοι κατάσκοποι που στάλθηκαν από τον Μωυσή για να κατασκοπεύσουν τη Χαναάν ανέφεραν ότι «οι οχυρωμένες πόλεις είναι πολύ μεγάλες» και «οχυρωμένες ως τους ουρανούς». Λόγω της απιστίας τους θεωρούσαν αυτές τις πόλεις απόρθητες.—Αρ 13:28· Δευ 1:28.
Οι πόλεις στις Βιβλικές χώρες καταλάμβαναν συνήθως έκταση λίγων μόνο τετραγωνικών χιλιομέτρων. Μερικές, όμως, ήταν αρκετά μεγαλύτερες. Οι πρωτεύουσες της Αιγύπτου, της Ασσυρίας, της Βαβυλωνίας και της Περσίας, όπως επίσης η Ρώμη, ήταν εξαιρετικά μεγάλες. Η Βαβυλώνα ήταν μία από τις καλύτερα οχυρωμένες πόλεις των Βιβλικών χρόνων. Όχι μόνο διέθετε ασυνήθιστα ισχυρά τείχη, αλλά ήταν επίσης χτισμένη στις όχθες ενός ποταμού ο οποίος αποτελούσε θαυμάσια αμυντική τάφρο καθώς και πηγή νερού. Η Βαβυλώνα νόμιζε ότι μπορούσε να κρατήσει τους αιχμαλώτους της για πάντα. (Ησ 14:16, 17) Εντούτοις, η πόλη κατακτήθηκε μέσα σε μία νύχτα χάρη στη στρατηγική του Κύρου του Πέρση, ο οποίος εξέτρεψε το ρου του Ευφράτη έτσι ώστε οι δυνάμεις του μπήκαν στην πόλη από τις πύλες των τειχών που υπήρχαν στις προβλήτες.—Δα 5:30.
Κάθε οχυρωμένη πόλη έπρεπε να διαθέτει τρία βασικά στοιχεία: (1) τείχη που να λειτουργούν ως φραγμός για τον εχθρό, (2) όπλα ώστε να μπορούν οι αμυνόμενοι να αντεπιτίθενται και να απωθούν τους επιτιθέμενους και (3) επαρκές απόθεμα νερού. Τρόφιμα μπορούσαν να αποθηκευτούν σε περιόδους ειρήνης, αλλά για να μπορέσει μια πόλη να αντέξει πολιορκία οποιασδήποτε διάρκειας, έπρεπε να υπάρχει μόνιμη, προσβάσιμη πηγή νερού.
Τάφροι και Προχώματα. Μερικές πόλεις περιβάλλονταν από τάφρους γεμάτες νερό, ιδίως αν ήταν παραποτάμιες ή παραλίμνιες. Αξιοσημείωτο παράδειγμα υπήρξε η Βαβυλώνα, η οποία ήταν χτισμένη στις όχθες του Ευφράτη, όπως και η Νω-άμμων (οι Θήβες), η οποία βρισκόταν δίπλα στα κανάλια του Νείλου. (Να 3:8) Όπου δεν υπήρχαν κοντινοί υδάτινοι όγκοι, κατασκευάζονταν συνήθως ξερές τάφροι. Η Ιερουσαλήμ ανοικοδομήθηκε με τάφρο.—Δα 9:25.
Δίπλα από την τάφρο υψωνόταν «πρόχωμα» κατασκευασμένο από χώμα προερχόμενο από τη διάνοιξη της τάφρου. (2Σα 20:15) Αυτό το πρόχωμα είχε μερικές φορές επιφάνεια καλυμμένη με πέτρες και σχημάτιζε πρανές, οδηγώντας στο τείχος που ήταν χτισμένο στην κορυφή του προχώματος. Η τάφρος που ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι στα δυτικά οχυρώματα της πόλης Ασώρ είχε 80 μ. πλάτος στο χείλος, 40 μ. πλάτος στον πυθμένα και περίπου 15 μ. βάθος. Το πρόχωμα που υψωνόταν πάνω από την τάφρο είχε άλλα 15 μ. ύψος. Αυτό σημαίνει ότι η κορυφή του έφτανε σχεδόν τα 30 μ. ύψος, υπολογίζοντας από τον πυθμένα της τάφρου. Στην κορυφή του προχώματος υπήρχε το τείχος της πόλης.—Παράβαλε Ψλ 122:7.
Φυσικά, ήταν πολύ δύσκολο να ανεβεί κανείς σε αυτό το πρόχωμα, ιδιαίτερα με τους πολιορκητικούς κριούς, γι’ αυτό και οι επιτιθέμενοι κατασκεύαζαν μια ράμπα, ή αλλιώς «πολιορκητικό πρόχωμα», πάνω στην οποία έσπρωχναν τους κριούς. (2Σα 20:15· βλέπε ΠΟΛΙΟΡΚΗΤΙΚΟΣ ΚΡΙΟΣ.) Η τάφρος ήταν τόσο πλατιά ώστε οι τοξεύσεις του επιτιθέμενου στρατού απέβαιναν σε μεγάλο βαθμό άκαρπες, ενώ οι βολές από τον πυθμένα της τάφρου ήταν ανώφελες. Εξάλλου, αυτοί που έφτιαχναν τις ράμπες για τους πολιορκητικούς τους κριούς βάλλονταν συνεχώς από τα τείχη της πόλης, δεχόμενοι βροχή από βέλη, πέτρες και μερικές φορές αναμμένα δαδιά. Φυσικά, δεν είχαν όλες οι πόλεις τάφρους ή επικλινή προχώματα, ενώ μερικές βάσιζαν την άμυνά τους αποκλειστικά σε κατακόρυφα τείχη.
Τα Τείχη. Μετά την τάφρο και το πρόχωμα, το επόμενο χαρακτηριστικό της άμυνας μιας πόλης ήταν το τείχος. Μερικά τείχη και πύργοι διέθεταν οχυρωμένες θέσεις για στρατιώτες, χώρους αποθήκευσης και σκάλες που οδηγούσαν στην κορυφή. Το τείχος ήταν φτιαγμένο με μεγάλες πέτρες, πλίθους και χώμα. Μερικές πέτρες ήταν τεράστιες. Τα παλιότερα τείχη κατασκευάζονταν ως επί το πλείστον με πέτρες χωρίς κονίαμα. Μεταγενέστερα, έβαζαν συνήθως κονίαμα ανάμεσα στις πέτρες το οποίο έφτιαχναν πατώντας πηλό με τα πόδια και αναμειγνύοντάς τον με νερό, όπως στην πλινθοποιία. Διαφορετικά θα δημιουργούνταν ρωγμές στο κονίαμα, πράγμα που θα αποδυνάμωνε το αμυντικό τείχος.—Παράβαλε Ιεζ 13:9-16· Να 3:14.
Το σύστημα των τειχών περιλάμβανε συνήθως ένα ψηλότερο εσωτερικό τείχος και ένα χαμηλότερο εξωτερικό. Μερικές φορές κατασκεύαζαν ανάμεσα σε αυτά τα τείχη μια ξερή τάφρο. Κατά μήκος του εξωτερικού τείχους υπήρχαν στρογγυλά ή τετράγωνα προπύργια. Αυτά διέθεταν επάλξεις ώστε να μπορούν οι τοξότες να βάλλουν από τις πολεμίστρες και συγχρόνως να προστατεύονται κάπως από τα εχθρικά βέλη και τις πέτρες των σφενδονιστών. Τα προπύργια προεξείχαν από το τείχος ώστε να μπορούν οι τοξότες, όχι μόνο να ελέγχουν το πεδίο μπροστά τους, αλλά και να πλευροκοπούν τις εχθρικές δυνάμεις που ίσως προσπαθούσαν να αναρριχηθούν ή να ανοίξουν ρήγμα στο τείχος.
Το εσωτερικό τείχος ήταν ογκωδέστερο και πλατύτερο. Αφότου εφευρέθηκαν οι βαρείς πολιορκητικοί κριοί, ιδιαίτερα του είδους που χρησιμοποιούσαν οι Ασσύριοι, άρχισαν να χτίζονται πολύ ισχυρότερα και πλατύτερα τείχη για να αντέχουν τις μεγάλες φθορές που προξενούσε αυτό το όργανο. Ένα πέτρινο τείχος στο Τελλ εν-Νάσμπε (Μισπά;) διαπιστώθηκε ότι είχε κατά μέσο όρο 4 μ. πλάτος, υπολογίζεται δε ότι ήταν 12 μ. ψηλό. Στην κορυφή του έφερε επάλξεις, όπως όλα σχεδόν τα τείχη των πόλεων.
Πύργοι και Πύλες. Πύργοι χτίζονταν στα εσωτερικά τείχη (εκτός από τα προπύργια ή τους πύργους των εξωτερικών τειχών). Ήταν ψηλότεροι από το τείχος και εξείχαν από αυτό μέχρι και 3 μ. σε ορισμένες περιπτώσεις. Διέθεταν επάλξεις στην κορυφή και μερικές φορές ανοίγματα κάτω από αυτές, για την εξυπηρέτηση των τοξοτών και των πετροβόλων. Το γεγονός ότι οι πύργοι εξείχαν από το τείχος και η απόσταση μεταξύ τους δεν ξεπερνούσε ποτέ τις δύο βολές τόξου, αλλά βρίσκονταν συνήθως πολύ πλησιέστερα, έδινε τη δυνατότητα στους αμυνόμενους να ελέγχουν όλη την περιοχή κατά μήκος του τείχους. Επίσης, στην κορυφή του πύργου υπήρχε ένας εξώστης με ανοίγματα στο πάτωμα ώστε να ρίχνουν κατευθείαν βέλη, πέτρες και αναμμένα δαδιά στους εισβολείς που βρίσκονταν από κάτω. Αυτοί οι πύργοι αναφέρονται πολλές φορές στις Γραφές. (Νε 3:1· Ιερ 31:38· Ζαχ 14:10) Οι πύργοι λειτουργούσαν επίσης ως φυλάκια για τους φρουρούς, οι οποίοι μπορούσαν να διακρίνουν τον εχθρό από απόσταση.—Ησ 21:8, 9.
Συνήθως το φρούριο χτιζόταν στο ψηλότερο σημείο της πόλης. Είχε οχυρωμένο πύργο και δικά του τείχη, λιγότερο ογκώδη από τα τείχη που περιέβαλλαν την πόλη. Το φρούριο ήταν το τελευταίο καταφύγιο και σημείο αντίστασης. Όταν οι στρατιώτες του εχθρού άνοιγαν ρήγμα στα τείχη της πόλης, αναγκάζονταν να διεξάγουν οδομαχίες για να φτάσουν στον πύργο. Τέτοιος ήταν ο πύργος στη Θεβές, στον οποίο επιτέθηκε ο Αβιμέλεχ μετά την κατάκτηση της πόλης και όπου μια γυναίκα τού έσπασε το κρανίο ρίχνοντας στο κεφάλι του την πάνω πέτρα ενός μύλου.—Κρ 9:50-54.
Εκτός από αυτούς τους πύργους των πόλεων, χτίζονταν και άλλοι πύργοι (εβρ., μιγντάλ· πληθυντικός, μιγνταλίμ) σε απομονωμένα μέρη. Λειτουργούσαν ως «αστυνομικά τμήματα» για να προστατεύουν πηγάδια ή άλλες πηγές νερού, οδικές αρτηρίες, σύνορα, γραμμές επικοινωνίας ή γραμμές ανεφοδιασμού. Ο Βασιλιάς Οζίας του Ιούδα διακρίθηκε για τους πύργους που έχτισε στην Ιερουσαλήμ καθώς και στην έρημο, οι οποίοι προφανώς είχαν σκοπό να προστατεύουν τις δεξαμενές που κατασκεύασε για να ποτίζει τα ζωντανά του. (2Χρ 26:9, 10) Αρκετοί τέτοιοι πύργοι βρέθηκαν στη Νεγκέμπ.
Το πιο ευάλωτο τμήμα μιας πόλης από αμυντική άποψη ήταν οι πύλες της, γι’ αυτό και η άμυνα των τειχών εστιαζόταν περισσότερο στα σημεία αυτά. Κατασκευάζονταν μόνο όσες πύλες ήταν αναγκαίες για τις μετακινήσεις των κατοίκων μέσα και έξω από την πόλη σε καιρό ειρήνης. Οι πύλες φτιάχνονταν από ξύλο ή ξύλο και μέταλλο, ενώ μερικές φορές επικαλύπτονταν από μέταλλο για να είναι πυρίμαχες. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές φέρνουν πολλές φορές στο φως απανθρακωμένες πύλες, πράγμα που δείχνει ότι πυρπολήθηκαν για να καούν και να πέσουν.—Βλέπε ΠΥΛΗ.
Μερικοί από τους βασιλιάδες του Ιούδα που διακρίθηκαν για τα οχυρωματικά τους έργα ήταν ο Σολομών, ο οποίος έχτισε «οχυρωμένες πόλεις με τείχη, πόρτες και αμπάρες», ο Ασά, ο οποίος ανήγειρε πόλεις με «τείχη γύρω τους και πύργους, διπλές πόρτες και αμπάρες», καθώς επίσης ο Οζίας, ο οποίος έχτισε «πύργους στην έρημο» και έφτιαξε «πολεμικές μηχανές» στην Ιερουσαλήμ.—2Χρ 8:3-5· 14:2, 6, 7· 26:9-15.
Οχυρωματικά Έργα του Στρατού των Πολιορκητών. Ενίοτε ο στρατός των πολιορκητών έκανε δικά του οχυρωματικά έργα γύρω από το στρατόπεδό του. Αυτό προστάτευε το στρατόπεδο από τις εξορμήσεις των πολιορκημένων ή από επιθέσεις εξωτερικών συμμάχων της πόλης. Τα οχυρωμένα στρατόπεδα ήταν συνήθως στρογγυλά ή ωοειδή και περιβάλλονταν από τείχος, το οποίο είχε συνήθως επάλξεις και πύργους με επάλξεις. Για να φτιάξουν αυτά τα οχυρωματικά έργα έκοβαν τα δέντρα, μερικές φορές σε ακτίνα χιλιομέτρων γύρω από την πόλη. Ο νόμος του Ιεχωβά απαγόρευε στους Ισραηλίτες να κόβουν καρποφόρα δέντρα γι’ αυτόν το σκοπό.—Δευ 20:19, 20.
Οχυρώματα με Αιχμηρούς Πασσάλους. Όταν ο Ιησούς Χριστός προείπε την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, έδειξε ότι οι εχθροί της επρόκειτο να οικοδομήσουν γύρω της «οχύρωμα με αιχμηρούς πασσάλους», ή αλλιώς φράχτη από πασσάλους. (Λου 19:43) Ο ιστορικός Ιώσηπος επιβεβαιώνει την ακριβή εκπλήρωση αυτής της προφητείας. Ο Τίτος υποστήριζε ότι έπρεπε να οικοδομηθεί ένα οχύρωμα που θα εμπόδιζε τους Ιουδαίους να εγκαταλείψουν την πόλη, ώστε να αναγκαστούν να παραδοθούν ή έστω, αν αυτό δεν πραγματοποιούνταν, θα διευκόλυνε την κατάληψη της πόλης λόγω της επακόλουθης πείνας. Τα επιχειρήματά του επικράτησαν, και ο στρατός οργανώθηκε για να εκτελέσει το σχέδιο. Οι λεγεώνες και οι μικρότερες μονάδες του στρατού συναγωνίζονταν μεταξύ τους για την αποπεράτωση του έργου. Καθένας από τους άντρες υποκινούνταν από την επιθυμία να ευχαριστήσει τους ανωτέρους του. Προκειμένου να εξασφαλιστούν υλικά για την κατασκευή αυτού του οχυρώματος, η ύπαιθρος γύρω από την Ιερουσαλήμ αποψιλώθηκε σε ακτίνα περίπου 16 χλμ. Είναι καταπληκτικό το ότι αυτό το οχύρωμα μήκους 7 και πλέον χλμ. ολοκληρώθηκε, σύμφωνα με τον Ιώσηπο, μέσα σε τρεις μόνο ημέρες, ενώ για ένα τέτοιο εγχείρημα θα χρειάζονταν κανονικά αρκετοί μήνες. Έξω από το τείχος του οχυρώματος οικοδομήθηκαν 13 φυλάκια, με συνολική περίμετρο περίπου 2 χλμ.—Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 491-511, 523 (xii, 1, 2, 4).
Αρχαιολογικές Ανακαλύψεις. Συνεχίζοντας τις οικοδομικές δραστηριότητες του πατέρα του, του Δαβίδ, ο Βασιλιάς Σολομών διακρίθηκε για τα οικοδομικά του έργα. Εκτός του ότι έχτισε το μεγαλοπρεπή ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, ενίσχυσε επίσης τα τείχη της Ιερουσαλήμ και έκανε εκτεταμένα οχυρωματικά έργα στην Ασώρ, στη Μεγιδδώ και στη Γεζέρ. Για τις ανασκαφές αυτών των οχυρωματικών έργων, οι αρχαιολόγοι καθοδηγήθηκαν από τη δήλωση της Αγίας Γραφής στο εδάφιο 1 Βασιλέων 9:15: «Και αυτός είναι ο απολογισμός των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία, τους οποίους στρατολόγησε ο Βασιλιάς Σολομών για να χτίσει τον οίκο του Ιεχωβά και τη δική του κατοικία και το Ύψωμα και το τείχος της Ιερουσαλήμ και την Ασώρ και τη Μεγιδδώ και τη Γεζέρ». Διαπίστωσαν ότι οι πύλες αυτών των τριών τελευταίων πόλεων χτίστηκαν όλες με βάση ένα και μοναδικό σχέδιο, έτσι ώστε η καθεμιά είχε 17 μ. πλάτος, ενώ η είσοδος περιβαλλόταν εκατέρωθεν από τετράγωνους πύργους και οδηγούσε σε προθάλαμο μήκους 20 μ., με τρία δωμάτια σε κάθε πλευρά. Οι πύλες αυτές έμοιαζαν κάπως με τις πύλες του ναού που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ.—Ιεζ 40:5-16.
Ακριβώς πάνω από τα τείχη που έχτισε ο Σολομών στη Μεγιδδώ και στην Ασώρ οικοδομήθηκαν άλλα τείχη, πιθανόν από τον Αχαάβ. Αυτά ήταν πιο συμπαγή και πιο ενισχυμένα, αναμφίβολα επειδή εκείνη τη μεταγενέστερη περίοδο οι Ασσύριοι χρησιμοποιούσαν βαρείς πολιορκητικούς κριούς.
Η Μεγιδδώ προμηθευόταν νερό από ένα πηγάδι που υπήρχε μέσα σε μια φυσική σπηλιά, στους δυτικούς πρόποδες του υψώματος πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη η πόλη. Για να έρχεται το νερό μέσα στην πόλη, έσκαψαν ένα κάθετο φρεάτιο βάθους 30 μ., εκ των οποίων τα 22 μ. ανοίχτηκαν μέσα σε συμπαγή βράχο. Έτσι έφτασαν στο επίπεδο του πηγαδιού. Από αυτό το επίπεδο άνοιξαν οριζόντια σήραγγα μήκους 67 μ. με ελαφριά κλίση μέχρι το πηγάδι. Η ελαφριά κατωφέρεια από το πηγάδι προς τον πυθμένα του φρεατίου επέτρεπε στο νερό να ρέει μέσα στην πόλη χάρη στη βαρύτητα. Το πηγάδι ήταν εξωτερικά σφραγισμένο με χοντρό τοίχο.
Ακόμη μεγαλύτερη μηχανική επιδεξιότητα απαιτήθηκε όταν ο Εζεκίας ανέκοψε την πορεία του νερού που έρρεε από τη Γιών και έσκαψε αγωγό περίπου 533 μ. για να φέρει το νερό μέσα στην Ιερουσαλήμ, καθιστώντας την πόλη ικανή να αντέξει σε μακρόχρονη πολιορκία.—2Χρ 32:30.
Συνήθως μέσα στην πόλη κατασκευάζονταν στέρνες—δημόσιες και ιδιωτικές—για να τροφοδοτούν την πόλη με νερό σε καιρούς πολιορκίας. Στο μνημείο (τώρα βρίσκεται στο Λούβρο) που ανήγειρε στη Διβών του Μωάβ ο Μησά, ο βασιλιάς του Μωάβ, βρίσκουμε την επιγραφή: «Εγώ επίσης έχτισα τις πύλες της και έχτισα τους πύργους της και έχτισα την κατοικία του βασιλιά, και κατασκεύασα και τις δύο δεξαμενές της μέσα στην πόλη. Και δεν υπήρχε στέρνα μέσα στην πόλη, ούτε καν στην ακρόπολη, γι’ αυτό είπα σε όλο το λαό: “Ας φτιάξει ο καθένας σας μια στέρνα για τον εαυτό του στο σπίτι του”».
Συμβολικές Χρήσεις. Εφόσον οι πύργοι στην έρημο ήταν τα ασφαλέστερα καταφύγια σε ακτίνα χιλιομέτρων, αντιλαμβανόμαστε πόσο εύστοχη είναι η δήλωση του εδαφίου Παροιμίες 18:10: «Το όνομα του Ιεχωβά είναι ισχυρός πύργος. Μέσα σε αυτόν σπεύδει ο δίκαιος και λαβαίνει προστασία». Σημαντικές είναι και οι εκφράσεις στον 48ο Ψαλμό: «Στα πυργόσπιτα της [Σιών] ο Θεός έχει γίνει γνωστός ως ασφαλές ύψωμα. Βαδίστε γύρω από τη Σιών και περιδιαβείτε την· μετρήστε τους πύργους της. Προσηλώστε την καρδιά σας στο πρόχωμά της. Περιεργαστείτε τα πυργόσπιτά της, ώστε να τα διηγείστε αυτά στη μελλοντική γενιά». (Παράβαλε Εβρ 12:22.) Τα λόγια αυτά είχαν ιδιαίτερη σημασία για τους Ιουδαίους που, σηκώνοντας τα μάτια τους, ατένιζαν το σπουδαίο οχυρό της Ιερουσαλήμ, η οποία βρισκόταν σε μεγαλύτερο υψόμετρο από σχεδόν κάθε άλλη σημαντική πρωτεύουσα στην ανθρώπινη ιστορία, με τα ισχυρά αμυντικά της τείχη. Μέσω του προφήτη Ζαχαρία, ο Ιεχωβά αποκαλεί τον εαυτό του «τείχος φωτιάς ολόγυρα» από την Ιερουσαλήμ. Αυτό δίνει στο λαό του την ενθαρρυντική διαβεβαίωση ότι, ενώ τα πέτρινα τείχη μπορούν να κατεδαφιστούν, ο ίδιος ο Ιεχωβά είναι ο πραγματικός υπερασπιστής των υπηρετών του.—Ψλ 48:3, 11-13· Ζαχ 2:4, 5.
-
-
ΠαγίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΓΙΔΑ
Μέσο ή μηχανισμός για τη σύλληψη ζώου. Συνήθως περιλαμβάνει θηλιά ή ελατήριο που όταν ενεργοποιηθεί αρπάζει, αιχμαλωτίζει ή θανατώνει το ζώο. Κατά κανόνα, η παγίδα είναι κρυμμένη, συγκαλυμμένη ή καμουφλαρισμένη με κάποιον τρόπο, προκειμένου να εξαπατά το θύμα. Συχνά χρησιμοποιείται δόλωμα. Διάφορες εβραϊκές λέξεις αποδίδονται κατά περίπτωση “παγίδα”, “θηλιά” και “δίχτυ”. (Ψλ 141:9, 10) Μολονότι η Αγία Γραφή δεν περιγράφει λεπτομερώς τι είδους παγίδες και θηλιές χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα για να συλλαμβάνονται ζώα, περικοπές όπως τα εδάφια Ιώβ 18:8-10· Ψαλμός 10:9· 140:5 και Ιερεμίας 18:22 παρέχουν μια γενική ιδέα του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούνταν κάποιες από αυτές. Για πληροφορίες αναφορικά με την κατασκευή και τη χρήση τους, βλέπε ΚΥΝΗΓΙ ΚΑΙ ΨΑΡΕΜΑ· ΚΥΝΗΓΟΣ ΠΟΥΛΙΩΝ.
Μεταφορική ή Παραβολική Χρήση. Εφόσον οι παγίδες και οι θηλιές αιχμαλωτίζουν, βλάπτουν ή θανατώνουν τα ζώα που συλλαμβάνουν, μπορούν να εξεικονίζουν αιτίες απώλειας της ελευθερίας ή συμφοράς, ολέθρου και θανάτου. Παραδείγματος χάρη, όταν ο Μωυσής εξήγγειλε την έλευση μιας σφοδρής πληγής ακρίδων στην Αίγυπτο, οι υπηρέτες του Φαραώ ρώτησαν: «Ως πότε θα μας γίνεται αυτός ο άνθρωπος παγίδα;» (Εξ 10:7) Όλες οι προηγούμενες πληγές είχαν επέλθει κατόπιν εξαγγελίας του Μωυσή, επομένως αυτός είχε γίνει παγίδα, δηλαδή αιτία συμφοράς ή ολέθρου, για τους Αιγυπτίους. Για να μην πέσουν οι Ισραηλίτες στην παγίδα της ειδωλολατρίας, ο Ιεχωβά τούς προειδοποίησε επανειλημμένα να μην επιτρέψουν στους Χαναναίους να παραμείνουν στην Υποσχεμένη Γη. (Εξ 23:32, 33· 34:12· Δευ 7:16, 25· Ιη 23:13) Η ειδωλολατρία αποτελούσε παγίδα, μια ύπουλη αιτία συμφοράς για τους Ισραηλίτες, διότι κατέληγε σε απώλεια της εύνοιας και της προστασίας του Ιεχωβά και είχε ως αποτέλεσμα να καταδυναστεύονται και να υποδουλώνονται από τους εχθρούς τους. Ήταν επίσης απατηλή, εφόσον τους δελέαζε με το πρόσχημα ότι έφερνε οφέλη και απολαύσεις. (Κρ 2:2, 3, 11-16· 8:27) Παρόμοια, ο Βασιλιάς Σαούλ χρησιμοποίησε την κόρη του τη Μιχάλ σε ένα δόλιο σχέδιο, λέγοντας: «Θα του τη δώσω [του Δαβίδ] για να του γίνει παγίδα». (1Σα 18:21) Ο Σαούλ έλπιζε ενδόμυχα ότι ο Δαβίδ θα έχανε τη ζωή του στο ριψοκίνδυνο εγχείρημα που απαιτούνταν να κάνει προκειμένου να εξασφαλίσει εκατό ακροβυστίες Φιλισταίων και να τις δώσει στο βασιλιά αντί για «γαμήλιο τίμημα».—1Σα 18:25.
Άλλο χαρακτηριστικό των παγίδων για το οποίο γίνεται νύξη με μεταφορικούς όρους είναι η ταχύτητα με την οποία λειτουργούν, καθώς καταλαμβάνουν το θύμα εξ απροόπτου. Η πτώση της Βαβυλώνας στους Μήδους και στους Πέρσες, λόγου χάρη, επήλθε τόσο αιφνιδιαστικά και απρόσμενα ώστε ήταν σαν να την είχε πιάσει ο Ιεχωβά σε παγίδα ή θηλιά.—Ιερ 50:24· παράβαλε Λου 21:34, 35.
Ο καθένας πρέπει να εξετάζει με μεγάλη προσοχή και περίσκεψη το τι ευχή κάνει ή τι εγγυάται να πράξει, για να μη βρεθεί παγιδευμένος σε μια κατάσταση από την οποία ίσως είναι δύσκολο ή ουσιαστικά αδύνατο να απεμπλακεί. (Παρ 6:1-3· 20:25) Η συντροφιά με θυμώδη άνθρωπο μπορεί να κάνει κάποιον όμοιό του. Αυτό αποτελεί παγίδα, διότι οδηγεί σε φιλονικίες, καταστροφικές συνέπειες και αμαρτία. (Παρ 22:24, 25· παράβαλε 1Κο 15:33.) Από την άλλη πλευρά, ο φόβος του Θεού και ο αγώνας για προσκόλληση στην οδό Του βοηθούν τον σοφό να μη δελεαστεί να αδικοπραγήσει (παραδείγματος χάρη, να μπλεχτεί με πόρνες), πράγμα που θα μπορούσε να γίνει θανατηφόρα παγίδα.—Παρ 13:14· 14:27· παράβαλε 5:3-8· 7:21-23.
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. μερικοί Χριστιανοί ελκύστηκαν από τη σαγήνη του πλούτου και έπεσαν σε παγίδα που επέφερε πνευματική καταστροφή. (1Τι 6:9, 10) Άλλοι αναφέρεται ότι έπεσαν στην «παγίδα του Διαβόλου». Αυτό προφανώς σημαίνει ότι παροδηγήθηκαν και παρέκκλιναν από την αλήθεια, με αποτέλεσμα να γίνουν θύματα του Αντιδίκου. Ο Τιμόθεος έλαβε την παρότρυνση να διδάσκει αυτούς τους ανθρώπους με πραότητα ώστε να συνέλθουν και να μετανοήσουν, για να ελευθερωθούν από την παγίδα του Διαβόλου.—2Τι 2:23-26· παράβαλε 1Τι 1:3, 4· Τιτ 3:9.
Αν και το να προσπαθούν οι μηχανορράφοι να παγιδέψουν κάποιον αθώο είναι κάτι συνηθισμένο, ο Ιεχωβά μπορεί να αντιστρέψει τα πράγματα και να «βρέξει πάνω στους πονηρούς παγίδες, φωτιά και θειάφι». (Ψλ 11:6) Μπορεί να τους παγιδέψει, αποκόπτοντας κάθε μέσο διαφυγής, και κατόπιν να εκτελέσει κρίση εναντίον τους.—Παράβαλε 1Θε 5:1-3.
-
-
ΠάγοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΓΟΣ
Νερό στη στερεή του κατάσταση, που σχηματίζεται μέσω ψύξης. Τόσο ο Ελιού όσο και ο Ιεχωβά Θεός επέστησαν την προσοχή του Ιώβ στο θαύμα του πάγου, ο δε Παντοδύναμος είπε: «Από τίνος την κοιλιά βγαίνει ο πάγος . . . ; Τα νερά κρύβονται σαν κάτω από πέτρα και η επιφάνεια των υδάτινων βαθών γίνεται συμπαγής». (Ιωβ 36:1· 37:10· 38:1, 29, 30) Ο σχηματισμός του πάγου, όπως αναφέρεται εδώ, είναι εφικτός μόνο εξαιτίας μιας πολύ ασυνήθιστης ιδιότητας του νερού. Καθώς το νερό στις λίμνες και στις θάλασσες ψύχεται, γίνεται βαρύτερο. Το ελαφρύτερο, θερμότερο νερό εκτοπίζεται από το βαρύτερο νερό και ανεβαίνει στην επιφάνεια. Αλλά όταν όλο το νερό φτάσει περίπου στη θερμοκρασία των 4°C, αυτή η διαδικασία αντιστρέφεται. Το νερό γίνεται ελαφρύτερο καθώς πλησιάζει στο σημείο πήξης και παραμένει ως στρώμα πάνω από το θερμότερο νερό που βρίσκεται από κάτω. Στη συνέχεια, αυτό το πάνω στρώμα μετατρέπεται σε πάγο, “γίνεται συμπαγές”. Καθώς ο πάγος είναι ελαφρύτερος από το νερό, κρατάει τα νερά που βρίσκονται κάτω από αυτόν “κρυμμένα σαν κάτω από πέτρα”, προστατεύοντας με αυτόν τον τρόπο την υδρόβια ζωή. Αν δεν υπήρχε αυτό το φαινόμενο, μεγάλο μέρος του νερού στις λίμνες, ακόμη δε και οι ωκεανοί, θα μετατρεπόταν με τον καιρό σε στερεό πάγο, πράγμα που θα καθιστούσε τη γη αφιλόξενη για τη ζωή.
Ο ψαλμωδός λέει ότι ο Ιεχωβά «ρίχνει τον πάγο του σαν μπουκιές». Αυτό προφανώς αναφέρεται στο χαλάζι ή στο χιονόνερο.—Ψλ 147:17· βλέπε ΧΑΛΑΖΙ.
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «πάγος» (κέραχ) χρησιμοποιείται επίσης για να υποδηλώσει τη θερμοκρασία πήξης ή ακόμη χαμηλότερη θερμοκρασία, καθώς και την «παγωνιά».—Ιερ 36:30.
-
-
ΠαγώνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΓΩΝΙ
[εβρ., τουκκιγίμ (πληθυντικός)].
Μεγάλο πουλί (ταώς ο κολοβός [Pavo muticus] και ταώς ο λοφιοφόρος [Pavo cristatus]) που ανήκει στην οικογένεια Φασιανίδες και έχει περίπου το μέγεθος της γαλοπούλας. Η εν λόγω εβραϊκή λέξη αναφέρεται στο αρσενικό παγώνι, το οποίο έχει έντονα χρώματα και ξεχωρίζει κυρίως από τη μεγαλοπρεπή ουρά του με τα ιριδίζοντα πράσινα και χρυσαφιά φτερά που είναι διάστικτα από μεγάλα μπλε οφθαλμοειδή στίγματα. Το αρσενικό παγώνι μπορεί να ανοίγει κατά βούληση την ουρά του, σχηματίζοντας μια εντυπωσιακή ημικυκλική βεντάλια που τα δύο της άκρα αγγίζουν το έδαφος. Κουνάει την ανοιγμένη ουρά του παράγοντας ένα θρόισμα και κάνοντας τα φτερά να λαμπυρίζουν με τις ιριδίζουσες αποχρώσεις τους. Ο λαιμός και το στήθος του έχουν επίσης όμορφο μεταλλικό μπλε-πράσινο χρώμα. Λόγω της επιβλητικής ομορφιάς του, ήταν περιζήτητο από την αρχαιότητα.
Στην εποχή του Βασιλιά Σολομώντα, ο στόλος του που αποτελούνταν από πλοία της Θαρσείς ταξίδευε μια φορά κάθε τρία χρόνια φέρνοντας φορτία από «χρυσάφι και ασήμι, ελεφαντόδοντο και πιθήκους και παγώνια». (1Βα 10:22) Μολονότι ορισμένα από τα πλοία του Σολομώντα ταξίδευαν στο Οφείρ (πιθανότατα στην περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας· 1Βα 9:26-28), το εδάφιο 2 Χρονικών 9:21 μιλάει για πλοία που «πήγαιναν στη Θαρσείς» (μάλλον στην Ισπανία) και μετέφεραν τα προαναφερθέντα αγαθά, περιλαμβανομένων και των παγωνιών. Δεν είναι βέβαιο, λοιπόν, από ποιο μέρος ή ποια περιοχή εισάγονταν τα παγώνια. Πιστεύεται ότι αυτά τα όμορφα πουλιά είναι ιθαγενή της νοτιοανατολικής Ασίας, αφθονούν δε στην Ινδία και στη Σρι Λάνκα. Μερικοί πιστεύουν ότι η εβραϊκή τους ονομασία (τουκκιγίμ) συνδέεται με τη λέξη τοκέι της αρχαίας τάμιλ, που σημαίνει παγώνι. Ο στόλος του Σολομώντα μπορεί να προμηθευόταν τα παγώνια όταν τα πλοία έκαναν το συνηθισμένο τους δρομολόγιο και σταματούσαν σε κάποιο κέντρο εμπορίου το οποίο είχε επαφές με την Ινδία. Είναι δε ενδιαφέρουσα και μια δήλωση που γίνεται στο έργο Το Ζωικό Βασίλειο (The Animal Kingdom), του Φρέντρικ Ντρίμερ: «Επί αιώνες, οι επιστήμονες πίστευαν ότι δεν υπήρχαν παγώνια στην Αφρική—ήταν γνωστό ότι ενδημούσαν στις Ανατολικές Ινδίες και στη νοτιοανατολική Ασία. Αυτή η άποψη που είχαν οι φυσιοδίφες καταρρίφθηκε το 1936 όταν ανακαλύφτηκε το παγώνι του Κονγκό [Afropavo congensis], στο Βελγικό Κονγκό».—1954, Τόμ. 2, σελ. 988.
Μερικοί προτιμούν να συσχετίζουν την εβραϊκή λέξη τουκκιγίμ με την αιγυπτιακή λέξη κι, η οποία προσδιορίζει ένα είδος πιθήκου.
-
-
ΠαδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΔΑΝ
(Παδάν) [πιθανώς, Πεδιάδα].
Η συντετμημένη μορφή του τοπωνυμίου «Παδάν-αράμ». (Γε 35:9· 48:7) Προφανώς πρόκειται για την ίδια τοποθεσία με «το πεδίο της Συρίας [Αράμ]». (Γε 28:6, 7· Ωσ 12:12) Η Παδάν ήταν μια περιοχή γύρω από την πόλη Χαρράν, στη βόρεια Μεσοποταμία. (Γε 28:7, 10· 29:4) Μολονότι μερικοί θεωρούν ότι η Παδάν ταυτίζεται με την Αράμ-ναχαραΐμ, φαίνεται πιο πιθανό ότι η Παδάν ήταν ένα τμήμα της Αράμ-ναχαραΐμ. (Γε 24:10, υποσ.· 25:20, υποσ.) Αυτό μπορεί να εξαχθεί από το γεγονός ότι η Αράμ-ναχαραΐμ περιλάμβανε βουνά, κάτι που δεν θα μπορούσε να ισχύει για την Παδάν, αν η σημασία του ονόματός της εκλαμβάνεται ορθά ως «πεδιάδα».—Αρ 23:7, υποσ.· Δευ 23:4, υποσ.
Ο πατριάρχης Αβραάμ κατοίκησε προσωρινά στη Χαρράν, στην περιοχή της Παδάν. (Γε 12:4· 28:7, 10) Μεταγενέστερα, ο γιος του ο Ισαάκ και έπειτα ο εγγονός του ο Ιακώβ πήραν τις συζύγους τους από τους απογόνους των συγγενών του Αβραάμ που κατοικούσαν σε εκείνη την περιοχή. (Γε 22:20-23· 25:20· 28:6) Ο ίδιος ο Ιακώβ έζησε 20 χρόνια στην Παδάν, υπηρετώντας τον πεθερό του τον Λάβαν. (Γε 31:17, 18, 36, 41) Ενόσω ζούσε εκεί, έγινε πατέρας της Δείνας και 11 γιων. (Γε 29:20–30:24) Ο 12ος γιος του, ο Βενιαμίν, γεννήθηκε στη Χαναάν.—Γε 35:16-18, 22-26· 46:15· 48:7.
-
-
Παδάν-αράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΔΑΝ-ΑΡΑΜ
Βλέπε ΠΑΔΑΝ.
-
-
ΠαθρουσίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΘΡΟΥΣΙΜ
(Παθρουσίμ) [Της (Από την) Παθρώς].
Ο πέμπτος από τους απογόνους του Μισραΐμ, γιου του Χαμ, στη σειρά με την οποία κατονομάζονται. (Γε 10:6, 13, 14· 1Χρ 1:11, 12) Πρόκειται προφανώς για τον πληθυντικό αριθμό της λέξης Παθρώς. (Ιεζ 29:14) Αυτό υποδηλώνει ότι η φυλή Παθρουσίμ εγκαταστάθηκε ή κυριάρχησε στην Άνω Αίγυπτο.
-
-
ΠαθρώςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΘΡΩΣ
(Παθρώς).
Η Παθρώς συσχετίζεται κατά κανόνα με την Αίγυπτο (εβρ., Μιτσράγιμ). (Ιεζ 30:13, 14) Οι περισσότεροι λόγιοι συνδέουν το όνομα Παθρώς με μια αιγυπτιακή έκφραση που σημαίνει «Γη του Νότου» και αναφέρεται προφανώς στην Άνω Αίγυπτο. Με το χαρακτηρισμό Άνω Αίγυπτος προσδιορίζεται γενικά το τμήμα της Κοιλάδας του Νείλου που αρχίζει από ένα σημείο λίγο νοτιότερα της Μέμφιδος και ανέρχεται (προς το Ν) μέχρι τη Συήνη (το σημερινό Ασουάν), στον πρώτο καταρράκτη του Νείλου. Το εδάφιο Ησαΐας 11:11, το οποίο προλέγει την επιστροφή των Ισραηλιτών εξορίστων από “την Αίγυπτο (Μισραΐμ), την Παθρώς και τον Χους”, φαίνεται να ενισχύει την άποψη ότι η Παθρώς βρισκόταν κάπου στην Άνω Αίγυπτο, συνορεύοντας προς Ν με τον Χους (την Αιθιοπία). Μια ασσυριακή επιγραφή του Βασιλιά Εσάρ-αδδών κάνει έναν παρόμοιο συσχετισμό, μνημονεύοντας μαζί τις περιοχές «Αίγυπτος (Μουσούρ), Πατουρισί και Νουβία [Κουσού, ή αλλιώς Χους]».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 290.
Το εδάφιο Ιεζεκιήλ 29:14 αποκαλεί την Παθρώς «γη της καταγωγής τους [των Αιγυπτίων]». Η παραδοσιακή αιγυπτιακή άποψη, όπως παρατίθεται από τον Ηρόδοτο (Β΄, 4, 15, 99), προφανώς υποστηρίζει κάτι τέτοιο, εφόσον εμφανίζει την Άνω Αίγυπτο, και ιδιαίτερα την περιοχή των Θηβών, ως την έδρα του πρώτου αιγυπτιακού βασιλείου υπό έναν βασιλιά ο οποίος, κατά τον Ηρόδοτο, αποκαλείται Μήνης (Μιν), όνομα που δεν υπάρχει σε αιγυπτιακά αρχεία. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (πρώτος αιώνας Π.Κ.Χ.) καταγράφει μια παρόμοια άποψη. (Βιβλιοθήκη Ιστορική, Α΄, 45, 1) Η αιγυπτιακή παράδοση, όπως την αναφέρουν αυτοί οι ιστορικοί, μπορεί να αποτελεί μακρινό απόηχο της ιστορικής πραγματικότητας που παρουσιάζεται στην Αγία Γραφή σχετικά με τον Μισραΐμ (του οποίου το όνομα κατέληξε να υποδηλώνει την Αίγυπτο) και τους απογόνους του, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Παθρουσίμ.—Γε 10:13, 14.
Μετά την ερήμωση του Ιούδα από τον Ναβουχοδονόσορα, ένα υπόλοιπο Ιουδαίων κατέφυγε στην Αίγυπτο. Μεταξύ των τόπων όπου αναφέρεται ότι κατοίκησαν είναι η Μιγδώλ, η Ταχπανές, η Νοφ (όλες πόλεις της Κάτω Αιγύπτου) και η «γη Παθρώς». (Ιερ 44:1) Εδώ επιδόθηκαν σε ειδωλολατρία, με αποτέλεσμα να τους καταδικάσει ο Ιεχωβά για αυτό και να τους προειδοποιήσει ότι ο Ναβουχοδονόσορ επρόκειτο να κατακτήσει την Αίγυπτο. (Ιερ 44:15, 26-30) Πάπυροι του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ. δείχνουν ότι υπήρχε μια Ιουδαϊκή αποικία στο νότιο άκρο της αρχαίας Αιγύπτου, στην Ελεφαντίνη, κοντά στη Συήνη.
-
-
ΠαιδαγωγόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
Ο παιδαγωγός των Βιβλικών χρόνων δεν ήταν συνήθως ο δάσκαλος, αλλά εκείνος που συνόδευε το παιδί προς και από το σχολείο, ενδεχομένως δε και σε άλλες δραστηριότητες, και παρέδιδε το παιδί στον εκπαιδευτή του. Αυτό γινόταν από την παιδική ηλικία μέχρι την εφηβεία ίσως, ή και για μεγαλύτερο διάστημα. Ο παιδαγωγός έπρεπε να προφυλάσσει το παιδί από σωματική ή ηθική βλάβη. Ωστόσο, μεταξύ των καθηκόντων του ήταν και η διαπαιδαγώγηση, ίσως ακόμη και η εκπαίδευση του παιδιού σε θέματα συμπεριφοράς. Η διαπαιδαγώγηση από μέρους των παιδαγωγών, είτε αυτοί ήταν δούλοι είτε μισθωτοί, ήταν ενίοτε αυστηρή.
Γι’ αυτό και τα εδάφια Γαλάτες 3:24, 25 τονίζουν ότι «ο Νόμος έγινε ο παιδαγωγός μας [κατά κυριολεξία, «οδηγός των παιδιών»] που οδήγησε στον Χριστό, για να ανακηρυχτούμε δίκαιοι λόγω πίστης. Αλλά τώρα που έχει έρθει η πίστη, δεν είμαστε πια κάτω από παιδαγωγό». Ο Νόμος ήταν αυστηρός. Έκανε φανερό το γεγονός ότι οι Ιουδαίοι ήταν παραβάτες και τους καταδίκαζε. (Γα 3:10, 11, 19) Στην ουσία, παρέδωσε τους Ιουδαίους, αφού τους διαπαιδαγώγησε κατάλληλα, στον Εκπαιδευτή τους, τον Ιησού Χριστό. Ο απόστολος Παύλος λέει: «Προτού έρθει η πίστη, εμείς φρουρούμασταν κάτω από νόμο, έχοντας τεθεί μαζί υπό κράτηση, αποβλέποντας στην πίστη που έμελλε να αποκαλυφτεί».—Γα 3:23.
Ο απόστολος Παύλος είπε στους Κορινθίους: «Διότι αν και μπορεί να έχετε δέκα χιλιάδες παιδαγωγούς όσον αφορά τον Χριστό, σίγουρα δεν έχετε πολλούς πατέρες· διότι όσον αφορά τον Χριστό Ιησού εγώ έγινα ο πατέρας σας μέσω των καλών νέων». (1Κο 4:14, 15) Ο Παύλος ήταν ο πρώτος που έφερε το άγγελμα της ζωής στην Κόρινθο, οπότε ήταν σαν πατέρας για την τοπική εκκλησία των Χριστιανών πιστών. Αν και άλλοι μπορεί να φρόντισαν στη συνέχεια τους πιστούς, σαν παιδαγωγοί στους οποίους έχουν ανατεθεί κάποια παιδιά, αυτό δεν άλλαξε τη σχέση του Παύλου με τους Κορινθίους. Οι «παιδαγωγοί», όπως ο Απολλώς, μπορεί να είχαν γνήσιο ενδιαφέρον για την εκκλησία, αλλά ο Παύλος είχε έναν επιπρόσθετο λόγο να ενδιαφέρεται εφόσον είχε μοχθήσει ως ο πνευματικός γεννήτοράς τους.—Παράβαλε Γα 4:11, 19, 20· βλέπε ΔΑΣΚΑΛΟΣ, ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ· ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.
-
-
ΠαιδείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΙΔΕΙΑ
Βλέπε ΔΙΑΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΗ.
-
-
ΠαιδίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΙΔΙ
Διάφοροι εβραϊκοί και ελληνικοί όροι που μεταδίδουν ποικίλες πληροφοριακές λεπτομέρειες χρησιμοποιούνται αναφερόμενοι στους ανθρώπινους απογόνους. Ο κοινός εβραϊκός όρος που αποδίδεται «παιδί» είναι γέλεδ. (Γε 21:8) Ο συγγενικός όρος γιαλντάχ αναφέρεται σε «κορίτσι» ή σε «κοπέλα». (Ιωλ 3:3· Γε 34:4· Ζαχ 8:5) Και οι δύο λέξεις προέρχονται από τη ρίζα γιαλάδ, που σημαίνει «γεννώ». Δύο άλλες εβραϊκές λέξεις που χρησιμοποιούνται για τα παιδιά (‛ωλέλ και ‛ωλάλ) προέρχονται από τη ρίζα ‛ουλ, που σημαίνει «θηλάζω». (1Σα 22:19· Ιερ 6:11· Γε 33:13) Ο συνήθης εβραϊκός όρος που αποδίδεται «αγόρι» ή «νεαρός» είναι νά‛αρ. (Γε 19:4· Κρ 8:20) Ωστόσο, αυτός ο όρος χρησιμοποιείται επίσης αναφορικά με βρέφη, όπως στην περίπτωση του Μωυσή όταν ήταν τριών μηνών. (Εξ 2:6· παράβαλε 2Σα 12:16.) Η βασική έννοια της εβραϊκής λέξης ταφ (παιδάκια· μικρά) είναι περπατώ «με ανάλαφρα βήματα». (Γε 43:8· 45:19· Ησ 3:16) Μεταξύ των όρων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι οι λέξεις τέκνον (παιδί), τεκνίον (παιδάκι), παιδίον (παιδάκι) και ἄρσην (αρσενικό παιδί). (Ματ 10:21· Ιωα 13:33· Ματ 2:8· Απ 12:13) Άλλοι όροι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι οι λέξεις νήπιος (1Κο 13:11) και βρέφος. (Λου 1:41) Σε μερικές περιπτώσεις, οι λέξεις της εβραϊκής και της ελληνικής που σημαίνουν «γιος» αποδίδονται “παιδί”.—Γε 3:16· Λου 20:34· βλέπε ΓΙΟΣ.
Ο Δημιουργός, ο Ιεχωβά, διευθέτησε να πολλαπλασιάζεται η ανθρώπινη φυλή με τη γέννηση παιδιών που, με τη σειρά τους, θα ενηλικιώνονταν και αργότερα θα γίνονταν και τα ίδια γονείς. Η εντολή που δόθηκε σχετικά με την αναπαραγωγή αναφέρεται στο εδάφιο Γένεση 1:28. Η επιθυμία των ανθρώπων να αποκτήσουν παιδιά είναι φυσιολογική. Τους αρχαίους Ισραηλίτες τούς απασχολούσε ιδιαίτερα η τεκνοποίηση λόγω της υπόσχεσης που είχε δώσει ο Θεός ότι θα τους έκανε ισχυρό έθνος και λόγω του ότι από αυτούς θα ερχόταν το σπέρμα του Αβραάμ μέσω του οποίου θα έφερναν ευλογία στον εαυτό τους όλες οι οικογένειες της γης. (Γε 28:14) Η απόκτηση πολλών παιδιών θεωρούνταν ευλογία από τον Θεό. (Ψλ 127:3-5· 128:3-6) Η στειρότητα θεωρούνταν όνειδος.—Γε 30:23.
Στους Βιβλικούς χρόνους η γέννηση ενός αγοριού ήταν συνήθως πιο χαρωπή περίσταση από τη γέννηση ενός κοριτσιού, αν και μέσα στον οικογενειακό κύκλο οι γονείς αγαπούσαν τα κορίτσια εξίσου με τα αγόρια. Η προτίμηση για τα αγόρια οφειλόταν στο ότι το αγόρι εξασφάλιζε τη συνέχιση της γραμμής και του ονόματος της οικογένειας, καθώς και τη διατήρηση της οικογενειακής περιουσίας. Η προτεραιότητα του αγοριού υποδηλώνεται επίσης από το γεγονός ότι η περίοδος του καθαρισμού σύμφωνα με το Νόμο ήταν διπλάσια όταν γεννιούνταν κορίτσια. (Λευ 12:2-5) Ο πρωτότοκος γιος ανήκε στον Ιεχωβά και έπρεπε να απολυτρώνεται με μια προσφορά.—Εξ 13:12, 13· Αρ 18:15.
Στην αρχαιότητα, μόλις γεννιόταν ένα βρέφος, πρώτα το έπλεναν με νερό και έπειτα το έτριβαν με αλάτι. (Ιεζ 16:4) Αυτό το έκαναν για να γίνει το δέρμα στεγνό, σφιχτό και ελαστικό. Τύλιγαν το βρέφος σφιχτά με σπάργανα. (Ιωβ 38:9· Λου 2:12) Η μητέρα το θήλαζε δυόμισι με τρία χρόνια ή και περισσότερο. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις—όπως όταν η μητέρα πέθαινε ή δεν είχε γάλα—προσλάμβαναν τροφούς.
Στα αρχαιότερα χρόνια τα παιδιά έπαιρναν το όνομά τους κατά τη γέννησή τους, είτε από τον πατέρα (Γε 5:29· 16:15· 21:3· 35:18) είτε από τη μητέρα (Γε 4:25· 29:32· 1Σα 1:20), αλλά σε μεταγενέστερους χρόνους στον Ισραήλ τα αγόρια έπαιρναν το όνομά τους κατά την περιτομή, η οποία λάβαινε χώρα την όγδοη ημέρα. (Λου 1:59· 2:21) Μερικές φορές το όνομα του αγοριού ήταν το ίδιο με του πατέρα του, αλλά συνήθως παρέπεμπε σε περιστατικά που είχαν συμβεί πριν ή κατά τη διάρκεια της γέννησής του ή ήταν σχετικό με το όνομα του Ιεχωβά. Με την πάροδο του χρόνου, ορισμένα ονόματα έγιναν απλώς παραδοσιακά και έχασαν την αρχική σημασία τους.
Οι μητέρες χρησιμοποιούσαν διάφορες μεθόδους για να μεταφέρουν τα μικρά παιδιά τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις κουβαλούσαν το παιδί στην πλάτη ή το έβαζαν στον ώμο. Ο Ιεχωβά μέσω του Ησαΐα αναφέρθηκε έμμεσα στις μητέρες που κρατούσαν τα παιδιά τους αγκαλιά, τα σήκωναν στους ώμους τους ή τα βαστούσαν στο πλευρό, πάνω από το γοφό. (Ησ 49:22· 66:12) Επίσης, τα λόγια του Μωυσή υποδηλώνουν ότι βαστούσαν τα παιδιά στην αγκαλιά.—Αρ 11:12.
Τα αγόρια τα φρόντιζε κυρίως η μητέρα μέχρι την ηλικία των πέντε ετών περίπου. Φυσικά, ο πατέρας είχε την κύρια ευθύνη να διδάσκει στο παιδί τις Γραφές από τη βρεφική του ηλικία, και η μητέρα βοηθούσε. (Δευ 6:7· Παρ 1:8· Εφ 6:4· 2Τι 3:15) Καθώς τα παιδιά μεγάλωναν, ο πατέρας τούς παρείχε πρακτική εκπαίδευση γύρω από τη γεωργία, την κτηνοτροφία ή κάποια τέχνη όπως η ξυλουργική. Τόσο ο Ιωσήφ όσο και ο Δαβίδ ήταν βοσκοί στη νεότητά τους.—Γε 37:2· 1Σα 16:11.
Τα κορίτσια βρίσκονταν υπό την άμεση εποπτεία της μητέρας, ενώ υπόκειντο φυσικά στη δικαιοδοσία του πατέρα. Όσο ζούσαν στο σπίτι διδάσκονταν τις οικιακές τέχνες που θα τους φαίνονταν χρήσιμες όταν θα ενηλικιώνονταν. Η Ραχήλ ήταν βοσκοπούλα. (Γε 29:6-9) Οι κοπέλες δούλευαν στους αγρούς κατά το θερισμό (Ρθ 2:5-9), και η Σουλαμίτισσα λέει ότι οι αδελφοί της την είχαν βάλει φύλακα στα αμπέλια.—Ασμ 1:6.
Τα μικρά παιδιά στον Ισραήλ γνώριζαν τη χαρά της ξεκούρασης και της διασκέδασης, παίζοντας μερικές φορές στην αγορά, μιμούμενα πράγματα που είχαν δει να κάνουν οι μεγάλοι.—Ματ 11:16, 17· Ζαχ 8:5.
Αλλά οι καλά εκπαιδευμένοι Ισραηλίτες νέοι θυμούνταν τον Δημιουργό τους στις ημέρες της νεαρής τους ηλικίας, και μάλιστα ορισμένοι τον υπηρετούσαν ως διάκονοι. Ο Σαμουήλ χρησιμοποιήθηκε από παιδί για τη διακονία του Ιεχωβά στη σκηνή της μαρτυρίας. (1Σα 2:11) Τον Ιησού τον απασχολούσε πολύ η υπηρεσία του Πατέρα του όταν ήταν μόλις 12 χρονών και μάθαινε όλα όσα μπορούσε μιλώντας στους δασκάλους στο ναό. (Λου 2:41-49) Μια μικρή Εβραία, η οποία είχε ανεπιφύλακτη πίστη στον Ιεχωβά και στον προφήτη του τον Ελισαιέ, ήταν εκείνη που κατηύθυνε τον Νεεμάν στον Ελισαιέ για να θεραπευτεί από τη λέπρα. (2Βα 5:2, 3) Στα εδάφια Ψαλμός 148:12, 13 τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια λαβαίνουν την εντολή να αινούν τον Ιεχωβά. Χάρη στη Γραφική τους εκπαίδευση, τα αγόρια κραύγασαν όταν είδαν τον Ιησού στο ναό, λέγοντας: «Σώσε, σε ικετεύουμε, τον Γιο του Δαβίδ!» και ο Ιησούς τα επαίνεσε.—Ματ 21:15, 16.
Οι γονείς ήταν υπεύθυνοι για την εκπαίδευση και την ανατροφή των παιδιών τους, και έπρεπε να είναι οι ίδιοι δάσκαλοι και καθοδηγητές τους, τόσο με τα λόγια όσο και με το παράδειγμα. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα περιλάμβανε τα εξής: (1) Διδασκόταν ο φόβος του Ιεχωβά. (Ψλ 34:11· Παρ 9:10) (2) Το παιδί νουθετούνταν να τιμάει τον πατέρα και τη μητέρα του. (Εξ 20:12· Λευ 19:3· Δευ 27:16) (3) Ενσταλαζόταν με επιμέλεια στις εύπλαστες διάνοιες των μικρών παιδιών η διαπαιδαγώγηση ή η διδασκαλία του Νόμου, των εντολών και των διδαχών του, καθώς επίσης η εκπαίδευση γύρω από τις ενέργειες και τις αποκαλυμμένες αλήθειες του Ιεχωβά. (Δευ 4:5, 9· 6:7-21· Ψλ 78:5) (4) Δινόταν έμφαση στο σεβασμό για τα ηλικιωμένα άτομα. (Λευ 19:32) (5) Αποτυπωνόταν ανεξίτηλα η σπουδαιότητα της υπακοής στη διάνοια του παιδιού. (Παρ 4:1· 19:20· 23:22-25) (6) Δινόταν έμφαση στην πρακτική εκπαίδευση για τη ζωή του ενηλίκου, όπως το να διδάσκονται τα κορίτσια τις οικιακές εργασίες και το να μαθαίνουν τα αγόρια την τέχνη του πατέρα τους ή κάποια άλλη τέχνη. (7) Γίνονταν μαθήματα ανάγνωσης και γραφής.
Μετά τη βαβυλωνιακή εξορία, στις περισσότερες πόλεις υπήρχαν συναγωγές, και σε μεταγενέστερους καιρούς τα αγόρια εκπαιδεύονταν εκεί από δασκάλους. Επιπρόσθετα, τα παιδιά λάβαιναν θρησκευτική εκπαίδευση όταν οι γονείς τους τα έπαιρναν μαζί τους στις συνάξεις που είχαν ως σκοπό τη λατρεία και τον αίνο του Ιεχωβά. (Δευ 31:12, 13· Νε 12:43) Οι γονείς του Ιησού τον είχαν πάρει στην Ιερουσαλήμ για το Πάσχα. Στο ταξίδι της επιστροφής τον έχασαν, και τον βρήκαν στο ναό «να κάθεται ανάμεσα στους δασκάλους και να τους ακούει και να τους ρωτάει».—Λου 2:41-50· βλέπε ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.
Αν σε κάποια περίπτωση ένας γιος γινόταν τελείως στασιαστικός και ανεπίδεκτος διόρθωσης, παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις και την αναγκαία διαπαιδαγώγηση, λαμβανόταν ένα ακόμη πιο σκληρό μέτρο. Ο γιος φερνόταν ενώπιον των πρεσβυτέρων της πόλης, και αφού οι γονείς του κατέθεταν ότι ήταν αδιόρθωτος παραβάτης, θανατωνόταν με λιθοβολισμό. Αυτή η διευθέτηση αφορούσε προφανώς έναν γιο κάποιας ηλικίας, μεγαλύτερο από ένα μικρό παιδί όπως το εννοούμε συνήθως, διότι οι Γραφές περιγράφουν αυτό το άτομο ως “λαίμαργο και μέθυσο”. (Δευ 21:18-21) Όποιος χτυπούσε τον πατέρα ή τη μητέρα του, ή καταριόταν τους γονείς του, θανατωνόταν. Ο λόγος για τον οποίο υπήρχαν τόσο αυστηρά μέτρα ήταν ότι το έθνος έπρεπε να εξαφανίσει το κακό από ανάμεσά του και “όλος ο Ισραήλ έπρεπε να ακούσει και να φοβηθεί”. Συνεπώς, οποιαδήποτε τάση προς τη νεανική εγκληματικότητα ή την έλλειψη σεβασμού για τη γονική εξουσία εμφανιζόταν στο έθνος θα επιβραδυνόταν σημαντικά από την τιμωρία που επιβαλλόταν σε τέτοιους παραβάτες.—Εξ 21:15, 17· Ματ 15:4· Μαρ 7:10.
Μεγάλη έλλειψη σεβασμού προς το διορισμένο προφήτη του Θεού τον Ελισαιέ εκδήλωσε μια ομάδα μικρών αγοριών που τον περιγελούσαν, φωνάζοντας: «Ανέβαινε, φαλακρέ! Ανέβαινε, φαλακρέ!» Ήθελαν είτε να συνεχίσει ο Ελισαιέ, ο οποίος φορούσε το γνωστό ένδυμα του Ηλία, το δρόμο του ανεβαίνοντας στη Βαιθήλ είτε να αποχωρήσει από τη γη όπως υποτίθεται ότι είχε κάνει ο Ηλίας. (2Βα 2:11) Δεν τον ήθελαν εκεί γύρω. Τελικά ο Ελισαιέ στράφηκε και τα καταράστηκε στο όνομα του Ιεχωβά. «Τότε βγήκαν δύο αρκούδες από το δάσος και κατασπάραξαν σαράντα δύο από αυτά τα παιδιά».—2Βα 2:23, 24.
Ο Ιησούς προφήτευσε ότι παιδιά θα ξεσηκώνονταν εναντίον των γονέων τους και γονείς εναντίον των παιδιών τους λόγω της στάσης που θα έπαιρναν αυτά τα άτομα ως ακόλουθοί του. (Ματ 10:21· Μαρ 13:12) Ο απόστολος Παύλος προείπε ότι ανάμεσα στα μεγαλύτερα προβλήματα που θα χαρακτήριζαν τις «τελευταίες ημέρες» θα ήταν η ανυπακοή των παιδιών προς τους γονείς και η έλλειψη στοργής.—2Τι 3:1-3.
Παραθέτοντας τα προσόντα για τους επισκόπους και τους διακονικούς υπηρέτες στη Χριστιανική εκκλησία, ο απόστολος Παύλος καθόρισε ότι οι άντρες που θα επιλέγονταν για αυτές τις θέσεις έπρεπε να έχουν «παιδιά πιστά που δεν ήταν κάτω από κατηγορία για ασωτία ούτε ανυπότακτα» και τα οποία έπρεπε να είναι σε υποταγή με κάθε σοβαρότητα, διότι, όπως λέει ο Παύλος: «Πράγματι, αν κάποιος δεν γνωρίζει πώς να προΐσταται στο σπιτικό του, πώς θα φροντίσει για την εκκλησία του Θεού;»—Τιτ 1:6· 1Τι 3:4, 5, 12.
Γονική Εξουσία. Η εξουσία των γονέων, ιδίως του πατέρα μέσα στην οικογένεια, ήταν αρκετά ευρεία. Όσο ο πατέρας ζούσε και ήταν σε θέση να διευθύνει το σπιτικό, οι γιοι υποτάσσονταν σε αυτόν. Ωστόσο, αν ένας γιος δημιουργούσε τελικά ανεξάρτητο σπιτικό, γινόταν κεφαλή του δικού του σπιτικού. Ο πατέρας μπορούσε να πουλήσει τα παιδιά σε προσωρινή δουλεία προκειμένου να ξεπληρώσει τυχόν χρέη. (Εξ 21:7· 2Βα 4:1· Ματ 18:25) Η εξουσία του πατέρα πάνω στην κόρη ήταν τέτοια ώστε αυτός μπορούσε να ακυρώσει μια ευχή που είχε κάνει εκείνη. Εντούτοις, δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει την εξουσία του για να απαγορεύσει στην κόρη του να λατρεύει τον Ιεχωβά ή να την εμποδίσει να υπακούει στις εντολές του Ιεχωβά, επειδή ο ίδιος, ως μέλος του έθνους του Ισραήλ, ήταν αφιερωμένος στον Θεό και υπόκειτο πλήρως στο Νόμο του Θεού. (Αρ 30:3-5, 16) Η γονική εξουσία γινόταν επίσης φανερή στο θέμα του γάμου, εφόσον οι γονείς επέλεγαν συζύγους για τους γιους τους ή έκαναν διευθετήσεις για το γάμο. (Γε 21:21· Εξ 21:8-11· Κρ 14:1-3) Μια χήρα ή μια διαζευγμένη γυναίκα μπορούσε να επιστρέψει στο σπίτι του πατέρα της και να υποτάσσεται πάλι σε αυτόν.—Γε 38:11.
Τα κληρονομικά δικαιώματα μεταβιβάζονταν μέσω του πατέρα. Όταν γεννιούνταν δίδυμα, πρόσεχαν πάρα πολύ να ξεχωρίσουν το παιδί που ερχόταν πρώτο στον κόσμο (Γε 38:28), εφόσον ο πρωτότοκος γιος έπαιρνε δύο μερίδια από την κληρονομιά του πατέρα του, ενώ ο άλλος γιος μόνο ένα. (Δευ 21:17· Γε 25:1-6) Συνήθως ο μεγαλύτερος γιος αναλάμβανε την ευθύνη να συντηρεί τα θήλεα μέλη της οικογένειας μετά το θάνατο του πατέρα του. Ο γιος που γεννιόταν από ανδραδελφικό γάμο ανατρεφόταν ως γιος του νεκρού άντρα και κληρονομούσε την περιουσία του.—Δευ 25:6· Ρθ 4:10, 17.
Μεταφορικές Χρήσεις. Οι λέξεις «παιδί» και «παιδιά», όπως χρησιμοποιούνται στη Γραφή, έχουν αρκετά μεγάλο εννοιολογικό εύρος. Οι απόγονοι του Ισραήλ αναφέρονται ως «κατά σάρκα παιδιά», και ο Ησαΐας τούς αποκαλεί «παιδιά παράβασης» λόγω των στασιαστικών οδών τους εναντίον του Ιεχωβά. (Ρω 9:8· Ησ 57:4) Στις ημέρες των αποστόλων, οι πονηροί χαρακτηρίζονταν «καταραμένα παιδιά» και «παιδιά του Διαβόλου». (2Πε 2:14· 1Ιω 3:10) Αντίθετα, όσοι ασκούν πίστη στον Χριστό και γεννιούνται από το πνεύμα ονομάζονται «παιδιά του Θεού». (Ιωα 1:12· Ρω 8:16) Οι μαθητές συχνά αποκαλούνται παιδιά.—Ιωα 13:33· Εβρ 2:13.
Τα άτομα που θα έχουν το προνόμιο να λάβουν ανάσταση από τους νεκρούς ονομάζονται «παιδιά της ανάστασης» (Λου 20:36), επίσης δε οι συγκληρονόμοι με τον Χριστό είναι «τα παιδιά . . . μέσω της υπόσχεσης» (Ρω 9:8) ή παιδιά «της ελεύθερης γυναίκας» (Γα 4:31). Όλοι όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν ζωή στη Βασιλεία των ουρανών πρέπει να εκδηλώνουν ταπεινοφροσύνη, δεκτικότητα και εμπιστοσύνη, ιδιότητες που χαρακτηρίζουν τα παιδιά. (Ματ 18:2-4) Οι άντρες και οι γυναίκες που αγωνίζονται να υπακούν στον Θεό φανερώνοντας το φως της αλήθειας με τη ζωή τους περιγράφονται ως «υπάκουα παιδιά» και ως «παιδιά φωτός».—1Πε 1:14· Εφ 5:8.
Ο Παύλος συμβούλεψε την εκκλησία της Κορίνθου, όπως θα συμβούλευε κάποια παιδιά, να “πλατυνθεί” σε στοργή. Προηγουμένως τους είχε παροτρύνει να μη γίνονται παιδιά όσον αφορά τις δυνάμεις κατανόησης.—2Κο 6:13· 1Κο 14:20.
-
-
ΠαιχνίδιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ιστορίας, οι άνθρωποι εκδήλωσαν ενδιαφέρον για τη διασκέδαση και την ψυχαγωγία. Ο Ιουβάλ, ο οποίος ανήκε στην έβδομη γενιά μετά τον Αδάμ, αναφέρεται ότι υπήρξε «ο πρώτος από όλους εκείνους που χειρίζονται την άρπα και τη φλογέρα». (Γε 4:21) Με την πάροδο του χρόνου, τουλάχιστον έπειτα από τον Κατακλυσμό, ήρθαν σε ύπαρξη και τα παιχνίδια.
Αίγυπτος και Μεσοποταμία. Σε απομακρυσμένες μεταξύ τους τοποθεσίες της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης και της Μεσοποταμίας οι αρχαιολόγοι έχουν ανακαλύψει διαφόρων ειδών άβακες, ζάρια και κομμάτια από επιτραπέζια παιχνίδια, μερικά από τα οποία χρονολογούνται πριν από την εποχή του Αβραάμ. Ένα ανάγλυφο από την πύλη κάποιου αιγυπτιακού ναού απεικονίζει τον Ραμσή Γ΄ να παίζει ένα παιχνίδι παρόμοιο με ντάμα με μια από τις παλλακίδες του. Στα περισσότερα παιχνίδια χρησιμοποιούσαν ζάρια ή ξυλάκια για να καθορίζουν τις κινήσεις.
Διάφορες αιγυπτιακές παραστάσεις, εκτός του ότι απεικονίζουν ανθρώπους να χορεύουν και να παίζουν μουσικά όργανα, δείχνουν μικρές Αιγύπτιες να παίζουν με πολλές μπάλες ταυτόχρονα. Άλλα νεανικά παιχνίδια, όπως ένα είδος διελκυστίνδας, ήταν ομαδικά. Οι βόλοι ήταν επίσης δημοφιλείς.
Ισραήλ. Η Αγία Γραφή δεν κάνει άμεση αναφορά στα παιχνίδια που τυχόν έπαιζαν οι Εβραίοι, αλλά έχουμε διάσπαρτες ενδείξεις ότι υπήρχαν και άλλα είδη αναψυχής εκτός από τη μουσική, το τραγούδι, το χορό και την κουβέντα. Το εδάφιο Ζαχαρίας 8:5 μιλάει για παιδιά που παίζουν στις πλατείες, ενώ τα εδάφια Ιώβ 21:11, 12 κάνουν λόγο για αγόρια που τραγουδούν και χορεύουν. Στην εποχή του Ιησού, τα παιδιά έπαιζαν αναπαριστώντας χαρωπά και θλιβερά γεγονότα. (Ματ 11:16, 17) Ανασκαφές στην Παλαιστίνη έχουν φέρει στο φως παιδικά παιχνίδια όπως κουδουνίστρες, σφυρίχτρες και μινιατούρες αγγείων και αρμάτων. Το εδάφιο Ιώβ 41:5 ίσως αφήνει να εννοηθεί ότι εξημέρωναν πουλιά. Πιθανόν να ασκούνταν στη σκοποβολή με βέλη, όπως επίσης με σφεντόνες.—1Σα 20:20-22, 35-40· Κρ 20:16.
Τα αινίγματα και τα παιχνίδια ερωτήσεων ήταν δημοφιλή στον Ισραήλ, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά από το αίνιγμα που έβαλε ο Σαμψών στους Φιλισταίους.—Κρ 14:12-14· βλέπε ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ.
[Εικόνα στη σελίδα 573]
Άβακας από την Ουρ
-
-
Παλαιός των ΗμερώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΛΑΙΟΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ
Μετάφραση της αραμαϊκής έκφρασης ‛αττίκ γιωμίν που υποδηλώνει «κάποιον ο οποίος είναι προχωρημένης ηλικίας, πλήρης ημερών». Αυτός ο τίτλος του Ιεχωβά εμφανίζεται μόνο στα εδάφια Δανιήλ 7:9, 13 και 22, και εναλλάσσεται με τον τίτλο «Υπέρτατος». (Δα 7:18, 22, 25, 27) Το σκηνικό εκτυλίσσεται σε μια αίθουσα δικαστηρίου όπου ο Παλαιός των Ημερών κάθεται για να κρίνει τις παγκόσμιες δυνάμεις οι οποίες περιγράφονται συμβολικά ως πελώρια θηρία. Η διακυβέρνηση της γης που τους έχει παραχωρηθεί για κάποιο διάστημα “αφαιρείται”, και “η εξουσία διακυβέρνησης και η αξιοπρέπεια και η βασιλεία” δίνονται σε κάποιον που είναι «σαν γιος ανθρώπου», στον οποίο όλοι οι λαοί λαβαίνουν την εντολή να υπακούν.—Δα 7:10-14.
Ο τίτλος «Παλαιός των Ημερών» αντιδιαστέλλει εύστοχα τον αιώνιο Θεό με τις διαδοχικές παγκόσμιες δυνάμεις οι οποίες ανέρχονται και πέφτουν, και παρουσιάζει τον Ιεχωβά στο ρόλο του μεγαλοπρεπούς και αξιοσέβαστου Κριτή όλων.—Ψλ 90:2· 75:7.
-
-
ΠαλαιστίνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ
Η γη που βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της Μεσογείου και κατοικούνταν κάποτε από το αρχαίο έθνος του Ισραήλ. Η ελληνική λέξη Παλαιστίνη, που αντιστοιχεί στη λατινική Palaestina, προέρχεται από την εβραϊκή Πελέσεθ. Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξη Πελέσεθ (που μεταφράζεται «Φιλιστία») εμφανίζεται μόνο σε σχέση με την περιορισμένη παράκτια ζώνη που κατοικούνταν από τους Φιλισταίους. (Εξ 15:14· Ψλ 60:8· 83:7· 87:4· 108:9· Ησ 14:29, 31· Ιωλ 3:4) Ωστόσο, ο Ηρόδοτος, τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., και αργότερα άλλοι συγγραφείς (ο Φίλων, ο Οβίδιος, ο Πλίνιος, ο Ιώσηπος και ο Ιερώνυμος) χρησιμοποίησαν την ελληνική και τη λατινική λέξη για να προσδιορίσουν όλη εκείνη την περιοχή που ήταν γνωστή παλιότερα ως η «γη Χαναάν» ή η «γη του Ισραήλ». (Αρ 34:2· 1Σα 13:19) Επειδή ο Ιεχωβά είχε υποσχεθεί αυτή τη γη στον Αβραάμ και στους απογόνους του (Γε 15:18· Δευ 9:27, 28), αποκαλούνταν εύστοχα και Υποσχεμένη Γη ή Γη της Υπόσχεσης. (Εβρ 11:9) Από το Μεσαίωνα και μετά, αποκαλείται συχνά Άγιοι Τόποι.
Κατά μία έννοια η Παλαιστίνη είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις ηπείρους της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Αυτό την τοποθετούσε στο κέντρο ενός κύκλου, στου οποίου την περιφέρεια βρίσκονταν οι αρχαίες παγκόσμιες δυνάμεις της Αιγύπτου, της Ασσυρίας, της Βαβυλώνας, της Περσίας, της Ελλάδας και της Ρώμης. (Ιεζ 5:5) Καθώς περιβαλλόταν από μεγάλες ερήμους στα Α και στα Ν, και από τη Μεγάλη Θάλασσα, δηλαδή τη Μεσόγειο, στα Δ, η Παλαιστίνη έπαιζε το ρόλο της χερσαίας γέφυρας ανάμεσα στους ποταμούς Νείλο και Ευφράτη—γέφυρα από την οποία περνούσαν τα καραβάνια που διέσχιζαν τις εμπορικές οδούς του κόσμου. Επίσης, δεδομένης της θέσης της στην αποκαλούμενη Εύφορη Ημισέληνο, και αυτή καθαυτή η Παλαιστίνη παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όντας ένας εξαιρετικά ευχάριστος τόπος, προικισμένος με τους δικούς του φυσικούς πόρους και τα δικά του ξεχωριστά χαρακτηριστικά.
Ο όρος «Παλαιστίνη», όπως χρησιμοποιείται σήμερα, αναφέρεται σε μια γενική περιοχή. Δεν υποδηλώνει ακριβή όρια. Στο Ν μπορούμε να χαράξουμε μια νοητή γραμμή από το νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης μέχρι τη νοτιοανατολική γωνία της Μεσογείου, και στο Β μια άλλη γραμμή από τις νότιες πλαγιές του Όρους Αερμών ως ένα σημείο κοντά στην πόλη της Τύρου. Αυτή η περιοχή, από το Β μέχρι το Ν, «από τη Δαν μέχρι τη Βηρ-σαβεέ» (1Σα 3:20· 2Σα 3:10), είχε μήκος περίπου 240 χλμ. Από τη Μεσόγειο Θάλασσα στα Δ, η Παλαιστίνη εκτεινόταν μέχρι την Αραβική Έρημο στα Α. Συνολικά, η περιοχή αυτή ισοδυναμούσε με 25.500 τ. χλμ. περίπου—έκταση μικρότερη από το Βέλγιο αλλά λίγο μεγαλύτερη από την Πελοπόννησο.
Γεωγραφικά Χαρακτηριστικά. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 333) Για μια διεξοδική εξέταση της γεωγραφίας της Παλαιστίνης, μπορούμε να χωρίσουμε την περιοχή αυτή σε τέσσερις, σχετικά παράλληλες, ζώνες που εκτείνονται από Β προς Ν.
Η πρώτη ήταν μια λωρίδα εύφορης πεδιάδας κατά μήκος της ακτής, μιας ακτής η οποία ως επί το πλείστον είχε ελάχιστα φυσικά λιμάνια. Την παράκτια αυτή πεδιάδα χώριζε στα δύο το ακρωτήριο στο οποίο κατέληγε η επιβλητική οροσειρά του Καρμήλου, η οποία σχεδόν εισχωρούσε στη θάλασσα. Το βόρειο τμήμα ήταν γνωστό ως Πεδιάδα του Ασήρ ή Φοινίκη. Το νότιο τμήμα εκτεινόταν δίπλα σε παραθαλάσσιους αμμόλοφους, αποτελούνταν δε από την Πεδιάδα του Σαρών και από την Πεδιάδα της Φιλιστίας, η οποία πλαταίνει προς το Ν.
Η δεύτερη γεωγραφική ζώνη, πλάι στις παραθαλάσσιες πεδιάδες, περιλάμβανε τις κυριότερες οροσειρές που εκτείνονταν προς το Β και προς το Ν σαν ραχοκοκαλιά της χώρας. Στο Β υπήρχαν τα βουνά του Νεφθαλί τα οποία αποκαλούνταν επίσης Λόφοι της Γαλιλαίας. Αυτά αποτελούσαν προέκταση των οροσειρών του Λιβάνου που ήταν ξακουστές για τα κέδρινα δάση τους και για το επιβλητικό Όρος Αερμών το οποίο υψωνόταν στα 2.814 μ. Το ύψος των βόρειων βουνών της Παλαιστίνης κυμαινόταν από 1.208 μ. για το Χαρ Μερόν στην Άνω Γαλιλαία μέχρι 562 μ. για το Όρος Θαβώρ, το οποίο έγινε πασίγνωστο στις ημέρες του Βαράκ. (Κρ 4:12) Κάτω από το Όρος Θαβώρ εκτεινόταν μια σχετικά πλατιά κεντρική πεδιάδα που έτεμνε εγκάρσια τη χώρα με κατεύθυνση από τα Δ προς τα Α, χωρίζοντας τα βόρεια βουνά από αυτά που βρίσκονταν στα Ν. Αυτή η κοιλάδα, όπου έλαβαν χώρα πολλές αποφασιστικές μάχες, αποτελούνταν από δύο τμήματα: το ανατολικό, που ονομαζόταν «κοιλάδα της Ιεζραέλ», και το δυτικό, το «λεκανοπέδιο της Μεγιδδώ».—Ιη 17:16· 2Χρ 35:22.
Στα Δ και στα Β της κοιλάδας της Μεγιδδώ, η οποία ήταν η λεκάνη απορροής του Κισών, βρισκόταν η οροσειρά του Καρμήλου η οποία εκτεινόταν νοτιοανατολικά της ακτής και ενωνόταν με τα βουνά του Εφραΐμ, ή αλλιώς της Σαμάρειας, όπου βρίσκονταν τα ιστορικά όρη Γαριζίν και Εβάλ—το δεύτερο είχε ύψος πάνω από 900 μ. (Δευ 11:29) Το τμήμα της οροσειράς που συνέχιζε προς τα Ν ήταν γνωστό ως η «ορεινή περιοχή του Ιούδα», επειδή παρ’ όλο που το υψόμετρο εκεί κυμαινόταν από 600 μ. μέχρι και πάνω από 1.000 μ., η περιοχή αυτή αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από οροπέδια, στρογγυλεμένους λόφους και ομαλές πλαγιές. (2Χρ 27:4· Λου 1:39) Σε αυτήν εδώ την περιοχή βρίσκονταν πόλεις όπως η Ιερουσαλήμ, η Βηθλεέμ και η Χεβρών.
Βαθμιαία, τα βουνά του Ιούδα στο Ν ενσωματώνονταν στη Νεγκέμπ—το όνομα της οποίας πιστεύεται ότι προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «ξεραίνομαι»—μια περιοχή που εκτεινόταν μέχρι την κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου και αποτελούσε το νότιο τμήμα της Παλαιστίνης. Στο βόρειο άκρο της Νεγκέμπ βρισκόταν μια πόλη-όαση, η πόλη της Βηρ-σαβεέ. Στο νότιο άκρο βρισκόταν η Κάδης-βαρνή.—Γε 12:9· 20:1· 22:19.
Καθώς πλησιάζει κανείς στα βουνά του Ιούδα από τα Δ, φτάνει στη λοφώδη περιοχή με το όνομα Σεφηλά, της οποίας οι πολυάριθμες, μικρές κοιλάδες που εκτείνονται από τα Δ προς τα Α οδηγούν από τις παράκτιες πεδιάδες στα υψίπεδα. (Ιη 9:1) Ως επί το πλείστον, αυτοί οι λόφοι προσφέρονταν για τη βόσκηση ποιμνίων και βοοειδών, καθώς οι πηγές που υπήρχαν στις κοιλάδες παρείχαν το απαιτούμενο νερό.
Το τρίτο χαρακτηριστικό της γεωγραφίας της Παλαιστίνης ήταν η μεγάλη Ρηξιγενής Κοιλάδα, αποκαλούμενη ενίοτε Αραβά (Δευ 11:30), η οποία διχοτομεί τη χώρα κατά μήκος από πάνω μέχρι κάτω. Αυτό το βαθύ χάσμα άρχιζε από τη Συρία στο Β και έφτανε προς Ν μέχρι τον Κόλπο της Άκαμπα στην Ερυθρά Θάλασσα. Κάτι που έκανε ακόμη πιο θεαματικό το κεντρικό αυτό βύθισμα της χώρας ήταν οι εκατέρωθεν παράλληλες οροσειρές και απόκρημνες πλαγιές.
Ακολουθώντας αυτό το ταφροειδές βύθισμα από Β προς Ν, κατεβαίνει κανείς γρήγορα από τους πρόποδες του Όρους Αερμών στη Λεκάνη Χούλα, όπου οι πηγές του Ιορδάνη σχημάτιζαν κάποτε μια μικρή λίμνη. Από εκεί, μέσα σε 16 χλμ. περίπου, ο Ιορδάνης πέφτει απότομα κατά 270 μ. και πλέον φτάνοντας στο επίπεδο της Θάλασσας της Γαλιλαίας η οποία βρίσκεται περίπου 210 μ. χαμηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας. Αυτό το μεγάλο ρήγμα στο φλοιό της γης, από τη Γαλιλαία ως τη Νεκρά Θάλασσα, είναι η καθαυτό Κοιλάδα του Ιορδάνη, την οποία οι Άραβες αποκαλούν Γορ, που σημαίνει «βύθισμα». Πρόκειται για μια «χαράδρα», το πλάτος της οποίας φτάνει τα 19 χλμ. σε μερικά σημεία. Ο ίδιος ο Ιορδάνης βρίσκεται περίπου 45 μ. χαμηλότερα από τον πυθμένα αυτής της κοιλάδας, και καθώς κατεβαίνει ελικοειδώς με μικρή ταχύτητα προς τη Νεκρά Θάλασσα, πέφτει άλλα 180 μ. περίπου. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 334) Αυτό σημαίνει ότι η στάθμη της Νεκράς Θαλάσσης βρίσκεται περίπου 400 μ. χαμηλότερα από την επιφάνεια της Μεσογείου—είναι το χαμηλότερο σημείο στην επιφάνεια της γης.
Η προέκταση της Ρηξιγενούς Κοιλάδας νότια της Νεκράς Θαλάσσης επί άλλα 160 χλμ. μέχρι τον Κόλπο της Άκαμπα ήταν γενικότερα γνωστή ως η καθαυτό Αραβά. (Δευ 2:8) Στο μέσο αυτής της απόστασης έφτανε στο ψηλότερο σημείο της, περίπου 200 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Η τέταρτη γεωγραφική ζώνη της Παλαιστίνης αποτελούνταν από λόφους και υψίπεδα στα Α της μεγάλης τάφρου του Ιορδάνη. (Δευ 2:36, 37· 3:8-10) Στα Β αυτή η καλλιεργήσιμη γη εκτεινόταν προς τα Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας σε πλάτος πιθανώς 100 χλμ., ενώ στα Ν το πλάτος της ήταν μόνο 40 χλμ. περίπου, και έπειτα γινόταν έρημος, άνυδρες στέπες που τελικά χάνονταν μέσα στην Αραβική Έρημο. Το πιο πλατύ, βόρειο τμήμα αυτής της λοφώδους ανατολικής ζώνης, πάνω από τη Ραμώθ-γαλαάδ, ονομαζόταν γη της Βασάν και είχε κατά μέσο όρο υψόμετρο περίπου 600 μ. Στα Ν της Βασάν η περιοχή της Γαλαάδ, που είχε σχήμα θόλου, έφτανε σε ύψος τα 1.000 μ. Η Γαλαάδ συνόρευε στο Ν με το υψίπεδο Β της κοιλάδας του χειμάρρου Αρνών, στο οποίο βρισκόταν το Όρος Νεβώ, ύψους 800 μ. και πλέον. Αυτή η περιοχή, που βρισκόταν κάποτε υπό την κατοχή των Αμμωνιτών, συνόρευε με τη σειρά της, στα Ν της κοιλάδας του χειμάρρου Αρνών, με τη γη του Μωάβ.—Ιη 13:24, 25· Κρ 11:12-28.
Γεωγραφικά Ονόματα. Τα αρχαία εβραϊκά ονόματα πολλών πόλεων, βουνών και κοιλάδων έχουν χαθεί, εν μέρει λόγω του ότι η Παλαιστίνη βρισκόταν υπό αραβική κατοχή για μεγάλο διάστημα από το 638 Κ.Χ. και μετά. Παρ’ όλα αυτά, εφόσον από τις ζωντανές γλώσσες η αραβική είναι αυτή που έχει τη στενότερη συγγένεια με την εβραϊκή, σε μερικές περιπτώσεις είναι εφικτό να εντοπίσουμε με αρκετή ακρίβεια ορισμένες αρχαίες τοποθεσίες και μέρη όπου έλαβαν χώρα σημαντικά γεγονότα.
Μερικοί κοινοί αραβικοί και εβραϊκοί γεωγραφικοί όροι που βοηθούν στο συσχετισμό κάποιων τόπων με Βιβλικές τοποθεσίες παρουσιάζονται στην επόμενη σελίδα.
Κλιματολογικές Συνθήκες. Το κλίμα της Παλαιστίνης παρουσιάζει τόση ποικιλία όση και η τοπογραφία της. Μέσα σε 160 χλμ. περίπου, από τη Νεκρά Θάλασσα μέχρι το Όρος Αερμών, οι ακραίες υψομετρικές διαφορές δημιουργούν κλιματολογικές συνθήκες αντίστοιχες με αυτές που παρουσιάζονται αλλού σε γεωγραφικό πλάτος χιλιάδων χιλιομέτρων ανάμεσα στις τροπικές περιοχές και στην Αρκτική. Το Όρος Αερμών καλύπτεται συνήθως από χιόνια το μεγαλύτερο μέρος του έτους, ενώ χαμηλά, κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, το θερμόμετρο αγγίζει μερικές φορές τους 50°C. Η θαλασσινή αύρα από τη Μεσόγειο μετριάζει τη θερμοκρασία κατά μήκος της κεντρικής οροσειράς. Ως αποτέλεσμα, η θερμοκρασία στην Ιερουσαλήμ σπάνια υπερβαίνει τους 32°C, ενώ ελάχιστες φορές σημειώνεται παγετός. Η μέση θερμοκρασία της τον Ιανουάριο είναι γύρω στους 10°C. Οι χιονοπτώσεις σε αυτό το μέρος της χώρας δεν είναι κάτι το συνηθισμένο.—Παράβαλε 2Σα 23:20.
Οι βροχοπτώσεις σε αυτή τη χώρα των αντιθέσεων παρουσιάζουν επίσης μεγάλη διαφοροποίηση. Κατά μήκος της ακτής το ετήσιο ύψος των κατακρημνισμάτων είναι γύρω στα 38 εκ., αλλά σε μεγαλύτερο υψόμετρο, όπως στο Όρος Κάρμηλος, στην κεντρική οροσειρά και στα υψίπεδα Α του Ιορδάνη, είναι ως και διπλάσιο. Αντίθετα, συνθήκες ερήμου επικρατούν στη Νεγκέμπ, στην κάτω Κοιλάδα του Ιορδάνη και στην περιοχή της Νεκράς Θαλάσσης, όπου το ύψος της βροχόπτωσης είναι 5 με 10 εκ. ετησίως. Οι περισσότερες βροχές πέφτουν κατά τους χειμερινούς μήνες Δεκέμβριο, Ιανουάριο και Φεβρουάριο. Μόνο το 6 με 7 τοις εκατό των βροχοπτώσεων αντιστοιχεί στους καλοκαιρινούς μήνες, από τον Ιούνιο μέχρι τον Οκτώβριο. Η απαλή “πρώιμη”, δηλαδή φθινοπωρινή, βροχή του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου επιτρέπει το όργωμα του εδάφους (το οποίο έχει σκληρύνει από τον καλοκαιρινό καύσωνα) στα πλαίσια της προετοιμασίας για τη σπορά των χειμερινών σιτηρών. Η «όψιμη», δηλαδή η ανοιξιάτικη, βροχή πέφτει τον Μάρτιο και τον Απρίλιο.—Δευ 11:14· Ιωλ 2:23· Ζαχ 10:1· Ιακ 5:7.
Ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα της Παλαιστίνης είναι η άφθονη δροσιά, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες της ανομβρίας, επειδή χωρίς αυτή την πλούσια δροσιά πολλά από τα αμπέλια και τα λιβάδια θα αντιμετώπιζαν μεγάλο πρόβλημα. (Αγγ 1:10· Ζαχ 8:12) Οι υγροί άνεμοι που ανεβαίνουν από τη Μεσόγειο και κατεβαίνουν από το Όρος Αερμών είναι η πηγή μεγάλου μέρους αυτής της δροσιάς στην Παλαιστίνη. (Ψλ 133:3) Σε ορισμένες περιοχές η δροσιά τη νύχτα είναι τόσο πλούσια ώστε η υγρασία που ανακτούν τα φυτά είναι αρκετή για να αναπληρώσουν τις απώλειες που είχαν τις ζεστές ώρες της ημέρας. (Παράβαλε Ιωβ 29:19.) Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δροσιά στη Νεγκέμπ και στα υψίπεδα της Γαλαάδ όπου η βροχόπτωση είναι ελάχιστη.—Βλέπε ΔΡΟΣΙΑ.
Χλωρίδα και Πανίδα. Η εντυπωσιακή ποικιλία των δέντρων, των θάμνων και των φυτών που υπάρχουν σε αυτή τη μικρή περιοχή της γης προκαλεί έκπληξη στους βοτανολόγους, ένας από τους οποίους εκτιμάει ότι υπάρχουν περίπου 2.600 ποικιλίες φυτών εκεί. Οι εναλλαγές στο υψόμετρο, στο κλίμα και στο έδαφος δικαιολογούν σε κάποιον βαθμό αυτή την ποικιλία στη χλωρίδα, δεδομένου ότι μερικά φυτά ευδοκιμούν στις ψυχρές, αλπικές περιοχές, άλλα στην καυτή έρημο και μερικά άλλα στις προσχωσιγενείς πεδιάδες ή στα βραχώδη υψίπεδα—καθένα από αυτά ανθίζοντας και κάνοντας σπόρο στην εποχή του. Σε σχετικά μικρή απόσταση μεταξύ τους μπορεί να συναντήσει κανείς φοίνικες που ευδοκιμούν στη ζέστη και δρύες και πεύκα που ευδοκιμούν στο κρύο, ιτιές κατά μήκος των ποταμών και αλμυρίκια στην έρημο. Αυτή η γη είναι επίσης ξακουστή για τα αμπέλια, τους ελαιώνες και τους συκεώνες της, καθώς και για τα χωράφια της όπου καλλιεργείται σιτάρι, κριθάρι και κεχρί. Επίσης, στα καλλιεργούμενα προϊόντα συγκαταλέγονται τα μπιζέλια, τα φασόλια, οι φακές, οι μελιτζάνες, τα κρεμμύδια και τα αγγούρια, καθώς και το βαμβάκι και το λινάρι. Σήμερα, οι επισκέπτες συχνά απογοητεύονται, εκτός αν είναι άνοιξη, οπότε η ύπαιθρος είναι ολάνθιστη και τα λουλούδια δημιουργούν ένα εντυπωσιακό θέαμα. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους, οι βραχώδεις λοφοπλαγιές είναι γυμνές και άγριες. Κάποτε, ωστόσο, μερικά μέρη αυτής της γης ήταν πιο δασώδη από ό,τι σήμερα, με οργιώδη βλάστηση, «σαν τον κήπο του Ιεχωβά», ένας πραγματικός βοτανικός κήπος “όπου έρρεε το γάλα και το μέλι”, ένας φιλόξενος και ελκυστικός τόπος.—Γε 13:10· Εξ 3:8· Αρ 13:23, 24· Δευ 8:7-9.
Στο παρελθόν, τα ζώα, τα πουλιά και τα ψάρια αφθονούσαν στην όμοια με πάρκο Παλαιστίνη πολύ περισσότερο από ό,τι σήμερα. Τώρα δεν υπάρχουν πλέον λιοντάρια, αρκούδες, άγριοι ταύροι και ιπποπόταμοι, αλλά υπάρχουν άλλα άγρια ζώα όπως λύκοι, αγριόχοιροι, αγριόγατες, τσακάλια, λαγοί και αλεπούδες. Τα κατοικίδια ζώα είναι κάτι το κοινό—υπάρχουν πρόβατα, κατσίκια, αγελάδες, άλογα, γαϊδούρια και καμήλες. Υπολογίζεται ότι στο Ισραήλ υπάρχουν σήμερα περίπου 85 διαφορετικά είδη θηλαστικών, 350 είδη πουλιών και 75 είδη ερπετών.
Πλουτοπαραγωγικές Πηγές του Εδάφους. Εκτός από το ότι η Παλαιστίνη ήταν μια καλοποτιζόμενη γη, ικανή να παράγει αφθονία τροφίμων, τα βουνά της επίσης περιείχαν χρήσιμα μεταλλεύματα σιδήρου και χαλκού. (Δευ 8:9) Χρειαζόταν να εισάγουν χρυσάφι, ασήμι, κασσίτερο και μόλυβδο, αλλά υπήρχαν μεγάλες αποθέσεις άλατος, ενώ στην Κοιλάδα του Ιορδάνη υπήρχαν και στρώματα πηλού που χρησιμοποιούνταν στην πλινθοποιία, στην κεραμική και στη μεταλλοτεχνία. (1Βα 7:46) Γινόταν επίσης εξόρυξη ασβεστόλιθου εξαιρετικής ποιότητας για τις οικοδομικές εργασίες, και υπήρχαν επιφανειακά κοιτάσματα σκουρόχρωμου βασάλτη που θεωρούνταν πολύτιμος για τη σκληρότητά του και τη λεπτόκοκκη υφή του.
[Πίνακας στη σελίδα 577]
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΙ ΟΡΟΙ
Αραβική
Εβραϊκή
Ελληνική
—
γιαμ
θάλασσα
—
γκάι, γκε
κοιλάδα
—
γκιβά(τ) [γκιβότ, πληθ.]
λόφος
γορ
—
βύθισμα
—
έμεκ
βαθιά πεδιάδα
έιν
εν [ενότ, πληθ.]
πηγή
κάλαα(τ)
—
φρούριο
κάρια(τ)
κιριά(τ)
κωμόπολη
καρν
κέρεν
κορυφή (κυριολ., κέρατο)
κασρ
—
κάστρο, ανάκτορο
καφρ
κεφάρ
χωριό
—
μααλέ
ανήφορος
—
μαγιάν
πηγή
μάζντελ
μιγκντάλ
πύργος
—
μιφράτς
όρμος, κόλπος
μούγαρ
μεαράχ (μεαράτ)
σπηλιά
μπέιτ
μπετ
οίκος, σπίτι
μπικά [μπεκάα, πληθ.]
μπικά(τ)
λεκανοπέδιο
μπιρ
μπεέρ
πηγάδι
μπίρκε(τ)
μπερεχά(τ)
δεξαμενή
μπουρτζ
—
πύργος
νακμπ
—
ορεινό μονοπάτι
ναχρ
—
ποταμός
νέμπι
—
προφήτης
νταρμπ
—
οδός, δρόμος
ντέμπε(τ)
—
αμμώδες ύψωμα
ντιρ
—
μονή, μοναστήρι
ουάντι
νάχαλ
κοιλάδα χειμάρρου
ράμε
ραμά(τ)
οροπέδιο
ρας
ρος
βουνοκορφή· ακρωτήριο
ρουτζμ
ρόγκεμ
σωρός από πέτρες, τύμβος
σατ
—
ακτή ή όχθη· ποταμός
τάλαα(τ)
—
ύψωμα
τελλ [τουλούλ, πληθ.]
τελ
γήλοφος
τζέμπελ
χαρ
βουνό
χίρμπε(τ)
χορβά(τ)
ερείπια
[Διάγραμμα στη σελίδα 575]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΕΓΚΑΡΣΙΑ ΤΟΜΗ της ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ
Επιφάνεια της Θάλασσας
Μεγάλη Θάλασσα
Παράκτια Πεδιάδα
Σεφηλά
Όρη του Ιούδα
Όρη της Σαμάρειας
Όρη του Λιβάνου
Κοιλάδα του Ιορδάνη
Υψίπεδο
Όρ. Αερμών
Επιφάνεια της Θάλασσας
Αλμυρή Θάλασσα
Επιφάνεια της Αλμυρής Θάλασσας
-
-
ΠαλάμηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΛΑΜΗ
Μονάδα μέτρησης μήκους που αντιστοιχεί κατά προσέγγιση με το πλάτος της παλάμης στη βάση των δαχτύλων. Η παλάμη υπολογίζεται σε 7,4 εκατοστά. Τέσσερα δάχτυλα ισοδυναμούσαν με μία παλάμη, και έξι παλάμες ισοδυναμούσαν με έναν πήχη. (Εξ 25:25· 37:12· 1Βα 7:26· 2Χρ 4:5· Ιεζ 40:5, 43· 43:13) Σύμφωνα με το εδάφιο Ψαλμός 39:5, ο Δαβίδ είπε: «Κατέστησες τις ημέρες μου λιγοστές». Ωστόσο, η λέξη «λιγοστές» αποδίδει τη λέξη «παλάμες» που υπάρχει στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο. (ΜΝΚ, υποσ.) Ο Χριστός Ιησούς χρησιμοποίησε με παρόμοιο τρόπο τη λέξη «πήχης»: «Ποιος από εσάς, ανησυχώντας, μπορεί να προσθέσει έναν πήχη στο μήκος της ζωής του;»—Ματ 6:27.
-
-
ΠαλλακίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΛΛΑΚΙΔΑ
Μεταξύ των Εβραίων, η παλλακίδα έπαιζε ρόλο δευτερεύουσας συζύγου και ορισμένες φορές αποκαλούνταν σύζυγος. Φαίνεται ότι οι παλλακίδες ήταν δούλες οι οποίες ανήκαν σε μία από τις ακόλουθες τρεις κατηγορίες: (1) Εβραία που την είχε πουλήσει ο πατέρας της (Εξ 21:7-9), (2) αλλοεθνής δούλη που είχε αγοραστεί ή (3) αλλοεθνής που είχε αιχμαλωτιστεί στον πόλεμο (Δευ 21:10-14). Μερικές παλλακίδες ήταν δούλες ή υπηρέτριες της ελεύθερης συζύγου, όπως συνέβη στην περίπτωση της Σάρρας, της Λείας και της Ραχήλ.—Γε 16:3, 4· 30:3-13· Κρ 8:31· 9:18.
Ο θεσμός της παλλακείας προϋπήρχε της διαθήκης του Νόμου, αναγνωριζόταν δε και ρυθμιζόταν από το Νόμο, ο οποίος προστάτευε τα δικαιώματα τόσο των κανονικών συζύγων όσο και των παλλακίδων. (Εξ 21:7-11· Δευ 21:14-17) Οι παλλακίδες δεν απολάμβαναν στο σπιτικό όλα τα δικαιώματα της κανονικής συζύγου, και ένας άντρας μπορεί να είχε πολλές συζύγους και παλλακίδες. (1Βα 11:3· 2Χρ 11:21) Όταν η σύζυγος ήταν στείρα, μερικές φορές έδινε την υπηρέτριά της στο σύζυγο ως παλλακίδα, και στη συνέχεια το παιδί που γεννιόταν από την παλλακίδα θεωρούνταν παιδί της ελεύθερης συζύγου, της κυρίας της. (Γε 16:2· 30:3) Οι γιοι των παλλακίδων ήταν νόμιμοι και μπορούσαν να λάβουν κληρονομιά.—Γε 49:16-21· παράβαλε Γε 30:3-12.
Εφόσον, σύμφωνα με ένα έθιμο της Ανατολής, οι σύζυγοι και οι παλλακίδες ενός βασιλιά περιέρχονταν μόνο στο νόμιμο διάδοχό του, ο Αβεσσαλώμ, ο οποίος εκδήλωσε παντελή έλλειψη σεβασμού προς τον Δαβίδ, αποπειράθηκε να ενισχύσει τις προσπάθειες που έκανε για να λάβει τη βασιλεία έχοντας σχέσεις με τις δέκα παλλακίδες του πατέρα του, του Δαβίδ. (2Σα 16:21, 22) Όταν ενθρονίστηκε ο Βασιλιάς Σολομών, ο Αδωνίας, ένας μεγαλύτερος αδελφός του Σολομώντα ο οποίος είχε κάνει ήδη μια απόπειρα να πάρει τη βασιλεία, πλησίασε τη μητέρα του Σολομώντα, τη Βηθ-σαβεέ, και της είπε: «Εσύ ξέρεις καλά ότι η βασιλεία θα γινόταν δική μου», παρακαλώντας την στη συνέχεια να ζητήσει από τον Σολομώντα την Αβισάγ τη Σουναμίτισσα, η οποία φαίνεται ότι θεωρούνταν σύζυγος ή παλλακίδα του Δαβίδ. Ο Σολομών απάντησε θυμωμένα: «Ζήτησε για αυτόν και τη βασιλεία», και κατόπιν διέταξε να θανατωθεί ο Αδωνίας, δείχνοντας ότι εξέλαβε το αίτημα του Αδωνία ως απόπειρα σφετερισμού της βασιλείας.—1Βα 1:5-7· 2:13-25.
Ο Θεός δεν θεώρησε μεν κατάλληλο να αποκαταστήσει πριν από την εμφάνιση του Ιησού Χριστού το αρχικό πρότυπο της μονογαμίας, όπως το είχε θεσπίσει στον κήπο της Εδέμ, προστάτευε όμως την παλλακίδα μέσω της νομοθεσίας. Ο θεσμός της παλλακείας συνέβαλε λογικά σε ταχύτερη αύξηση του πληθυσμού στον Ισραήλ.—Ματ 19:5, 6· 1Κο 7:2· 1Τι 3:2· βλέπε ΓΑΜΟΣ (Πολυγαμία).
Μεταφορική Χρήση. Ο απόστολος Παύλος παρομοιάζει τον Ιεχωβά με το σύζυγο μιας ελεύθερης συζύγου, της «άνω Ιερουσαλήμ», που είναι «μητέρα» των γεννημένων από το πνεύμα Χριστιανών, όπως ο Αβραάμ ήταν σύζυγος της Σάρρας. Παραβάλλει τη σχέση του Ιεχωβά με το έθνος του Ισραήλ, όπως αυτό αντιπροσωπευόταν από την πρωτεύουσά του την Ιερουσαλήμ, με τη σχέση ενός συζύγου και μιας παλλακίδας. Μέσω της διαθήκης του Νόμου ο Ιεχωβά ήταν “παντρεμένος” με την Ιερουσαλήμ η οποία ήταν μια «υπηρέτρια», μια “παλλακίδα”, έχοντας μαζί της σχέση ανάλογη με αυτήν που είχε ο Αβραάμ με τη δούλη και παλλακίδα Άγαρ.—Γα 4:22-29· παράβαλε Ησ 54:1-6.
-
-
ΠαμφυλίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
(Παμφυλία).
Μικρή ρωμαϊκή επαρχία στη νότια ακτή της Μικράς Ασίας την οποία επισκέφτηκε ο Παύλος στην πρώτη ιεραποστολική περιοδεία του. Παρότι το μέγεθος της επαρχίας ίσως μεταβαλλόταν στο διάβα των ετών, η κοινή άποψη για την Παμφυλία είναι ότι επρόκειτο για μια λωρίδα γης που εκτεινόταν παράλληλα προς την ακτογραμμή, με μήκος περίπου 120 χλμ. και πλάτος μέχρι 50 χλμ. Συνόρευε με την επαρχία της Λυκίας στα Δ, τη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας στα Β και το Βασίλειο του Αντίοχου στα Α. Στα παράλια, το κλίμα της Παμφυλίας ήταν ζεστό και τροπικό, και γινόταν ηπιότερο όσο ανέβαινε κανείς ψηλότερα στα όρη του Ταύρου.
Οι κάτοικοι πιστεύεται ότι ήταν κράμα μιας φυλής ιθαγενών και Ελλήνων, και μάλιστα μερικοί θεωρούν ότι το όνομα Παμφυλία σημαίνει «εκ πασών των φυλών». (Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 3, σ. 419) Προφανώς στην περιοχή αυτή ζούσαν Ιουδαίοι ή προσήλυτοι, γιατί την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ κάποιοι από την Παμφυλία και άκουγαν έκπληκτοι τους μαθητές να μιλούν στη “δική τους γλώσσα”.—Πρ 2:6, 10.
Αρκετές σημαντικές πόλεις της ήταν παραθαλάσσιες ή βρίσκονταν κοντά στη θάλασσα, όπως η Αττάλεια που αποτελούσε και λιμάνι, η Πέργη στον ποταμό Κέστρο (Ακσού) και η Σίδη, όπου πουλούσαν τα λάφυρά τους οι πειρατές των παράκτιων περιοχών και όπου υπήρχε σκλαβοπάζαρο. Από την Πάφο της Κύπρου, ο Παύλος, ο Βαρνάβας και ο Ιωάννης Μάρκος έπλευσαν ΒΔ διασχίζοντας το πέλαγος «και έφτασαν στην Πέργη της Παμφυλίας». Δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα αν αποβιβάστηκαν στην Αττάλεια και διένυσαν διά ξηράς τα λίγα χιλιόμετρα μέχρι την Πέργη ή αν πήγαν κατευθείαν με το πλοίο στην Πέργη. Αναφέρεται ότι κατά τους αρχαίους χρόνους ο Κέστρος ήταν πλωτός τουλάχιστον μέχρι την Πέργη. Σε εκείνο το σημείο του ταξιδιού, ο Ιωάννης Μάρκος αποχωρίστηκε από τους υπόλοιπους και επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, αλλά ο Παύλος και ο Βαρνάβας πήγαν Β, μέσα από τα βουνά, στην Αντιόχεια της Πισιδίας (στην επαρχία της Γαλατίας). (Πρ 13:13, 14· 15:38· 27:5) Αυτή η οδός ήταν διαβόητη για τους κακοποιούς που υπήρχαν εκεί. (Παράβαλε 2Κο 11:26.) Στο ταξίδι της επιστροφής, οι δύο Χριστιανοί διέσχισαν την Παμφυλία και έφτασαν στην Πέργη όπου και κήρυξαν. Έπειτα πήγαν στο λιμάνι της Αττάλειας και από εκεί απέπλευσαν για την Αντιόχεια της Συρίας.—Πρ 14:24-26.
Στο πέρασμα των ετών η Παμφυλία βρέθηκε υπό την εξουσία της Λυδίας, της Περσίας, της Μακεδονίας και της Ρώμης. Υπό τους Ρωμαίους αποτελούσε κατά καιρούς μια ενιαία επαρχία με την Κιλικία (στα Α), έπειτα με τη Γαλατία και τελικά με τη Λυκία.—Πρ 13:13· 16:6· 27:5.
-
-
ΠανδοχείοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ
Η λέξη πανδοχεῖον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «χώρος που δέχεται τους πάντες» και αναφέρεται στο χώρο όπου μπορούσαν να καταλύσουν οι ταξιδιώτες και τα ζώα τους. Τα αρχαία πανδοχεία στη Μέση Ανατολή μπορεί να έμοιαζαν με τα πανδοχεία που χτίστηκαν εκεί τα πιο πρόσφατα χρόνια. Αυτά αποτελούνται συνήθως από μια περιτοιχισμένη τετράγωνη αυλή που έχει μόνο μία είσοδο. Κατά μήκος του περιτοιχίσματος, σε ένα υπερυψωμένο επίπεδο, υπάρχουν μη επιπλωμένα δωμάτια για τους ταξιδιώτες και τα πράγματά τους, στα οποία μπαίνει κανείς από την εσωτερική αυλή. Τα ζώα τα αφήνουν στη μεγάλη αυλή, στη μέση της οποίας υπάρχει πολλές φορές ένα πηγάδι. Οι πανδοχείς των αρχαίων καιρών παρείχαν στους ταξιδιώτες μερικές αναγκαίες προμήθειες και περιποιούνταν άτομα τα οποία τους είχαν αναθέσει να φροντίζουν, αμειβόμενοι για τις υπηρεσίες τους.—Λου 10:33-35.
-
-
ΠανίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΝΙ
Βλέπε ΥΦΑΣΜΑ.
-
-
ΠανοπλίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΝΟΠΛΙΑ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΠαντοδύναμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟΣ
Η λέξη «Παντοδύναμος» είναι μετάφραση της λέξης Σανταΐ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και της λέξης Παντοκράτωρ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Και οι δύο λέξεις προφανώς μεταδίδουν την ιδέα της δύναμης ή της ισχύος.
Η Εβραϊκή Λέξη. Στο εβραϊκό κείμενο η λέξη Σανταΐ χρησιμοποιείται εφτά φορές μαζί με τη λέξη ’Ελ (Θεός), σχηματίζοντας τον τίτλο «ο Θεός ο Παντοδύναμος». (Γε 17:1· 28:3· 35:11· 43:14· 48:3· Εξ 6:3· Ιεζ 10:5) Στις υπόλοιπες 41 περιπτώσεις υπάρχει μόνη της και μεταφράζεται «ο Παντοδύναμος». Παρόμοια με τις λέξεις ’Αδονάι (Υπέρτατος Κύριος) και ’Ελοχίμ (Θεός), η λέξη Σανταΐ βρίσκεται στον πληθυντικό αριθμό για να υποδηλώσει εξοχότητα.—Γε 49:25· Αρ 24:4· Ψλ 68:14.
Η ακριβής ετυμολογία της λέξης Σανταΐ είναι αμφιλεγόμενη. Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα χρησιμοποίησαν διάφορες ελληνικές λέξεις για να την αποδώσουν, αλλά στο βιβλίο του Ιώβ μετέφρασαν 16 φορές το Σανταΐ ως Παντοκράτωρ. Σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποίησαν τη λέξη ἱκανός (Ρθ 1:20, 21· Ιωβ 21:15· 31:2· 40:2), απόδοση που υιοθέτησαν και μεταγενέστεροι Έλληνες μεταφραστές, όπως ο Ακύλας και ο Σύμμαχος, μεταφράζοντας έτσι τη λέξη Σανταΐ ως ο «Ικανός».
Η άποψη μερικών σύγχρονων κριτικών διατυπώνεται σε σχόλιο επί του εδαφίου Γένεση 17:1 στην Καθολική μετάφραση Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ (υποσ. β), το οποίο αναφέρει: «Η συνήθης απόδοση “Παντοδύναμος Θεός” είναι ανακριβής. Η πιθανότερη έννοια είναι “Θεός των Βουνών”». Ωστόσο, αυτή η ακραία άποψη βασίζεται σε μια υποθετική συσχέτιση της λέξης Σανταΐ με τον ακκαδικό όρο σαντού (βουνό). Το Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ ([Unger’s Bible Dictionary] 1965, σ. 1000) σχολιάζει: «Αυτή η άποψη, όμως, δεν είναι αποδεκτή. Η πιο σωστή εκδοχή είναι ότι η λέξη Σανταΐ προέρχεται από τη ρίζα σαντάντ [σαδάδ], που σημαίνει, όπως και στην αραβική, “είμαι δυνατός ή ισχυρός”».—Βλέπε επίσης Το Αναλυτικό Εβραϊκό και Χαλδαϊκό Λεξικό (The Analytical Hebrew and Chaldee Lexicon), του Μπέντζαμιν Ντέιβιντσον, σ. 702.
Η λέξη σαδάδ στο κείμενο της Αγίας Γραφής συνήθως υποδηλώνει βίαιη δύναμη, όπως αυτή που μεταχειρίζεται κάποιος για να λεηλατήσει. (Παράβαλε Ψλ 17:9· Παρ 11:3.) Το εδάφιο Ησαΐας 13:6 αναφέρει: «Θρηνήστε γοερά, γιατί η ημέρα του Ιεχωβά πλησιάζει! Ως λεηλασία [κεσόδ] από τον Παντοδύναμο [μισΣανταΐ] θα έρθει». Παρότι στις Γραφές αυτή η ρίζα ενέχει κατά βάση το στοιχείο της βίαιης δράσης, μερικοί λόγιοι επισημαίνουν ότι η αρχική της σημασία ή η κύρια έννοιά της ήταν απλώς «είμαι δυνατός» ή «ενεργώ με δύναμη». Η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια ([The Jewish Encyclopedia] 1976, Τόμ. 9, σ. 162) δηλώνει: «Είναι όμως πιθανό ότι αρχικά η λέξη ενείχε την έννοια της “επικρατούσας” ή “υπερισχύουσας δύναμης”, έννοια που πιθανώς παραμένει και στο θεϊκό [τίτλο]».
Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε τον τίτλο «ο Θεός ο Παντοδύναμος» (’Ελ Σανταΐ) όταν έδωσε στον Αβραάμ την υπόσχεση αναφορικά με τη γέννηση του Ισαάκ, μια υπόσχεση που προϋπέθετε από μέρους του Αβραάμ μεγάλη πίστη στο ότι ο Θεός είχε τη δύναμη να την πραγματοποιήσει. Ο τίτλος αυτός χρησιμοποιήθηκε αργότερα σε περιπτώσεις όπου αναφέρεται ότι ο Θεός θα ευλογούσε τον Ισαάκ και τον Ιακώβ ως κληρονόμους της Αβραμιαίας διαθήκης.—Γε 17:1· 28:3· 35:11· 48:3.
Σε αρμονία με αυτό, ο Ιεχωβά μπορούσε να πει αργότερα στον Μωυσή: «Εμφανιζόμουν στον Αβραάμ, στον Ισαάκ και στον Ιακώβ ως Θεός Παντοδύναμος [μπε’Ελ Σανταΐ], αλλά ως προς το όνομά μου Ιεχωβά δεν έκανα τον εαυτό μου γνωστό σε αυτούς». (Εξ 6:3) Αυτό δεν μπορεί να σημαίνει ότι το όνομα Ιεχωβά ήταν άγνωστο σε αυτούς τους πατριάρχες, δεδομένου ότι το χρησιμοποιούσαν συχνά τόσο οι ίδιοι όσο και άλλοι πριν από αυτούς. (Γε 4:1, 26· 14:22· 27:27· 28:16) Στην πραγματικότητα, στο βιβλίο της Γένεσης το οποίο αφηγείται τη ζωή των πατριαρχών, η λέξη «Παντοδύναμος» υπάρχει μόνο 6 φορές, ενώ το προσωπικό όνομα Ιεχωβά είναι γραμμένο στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο 172 φορές. Ενώ αυτοί οι πατριάρχες, όμως, είχαν φτάσει στο σημείο να εκτιμήσουν από προσωπική πείρα το γεγονός ότι ο Θεός είχε το δικαίωμα και τα προσόντα να φέρει τον τίτλο «Παντοδύναμος Θεός», δεν είχαν την ευκαιρία να εκτιμήσουν την πλήρη έννοια και τις προεκτάσεις του προσωπικού του ονόματος, Ιεχωβά. Σχετικά με αυτό, Το Εικονογραφημένο Λεξικό της Βίβλου ([The Illustrated Bible Dictionary] Τόμ. 1, σ. 572) σχολιάζει: «Η παλαιότερη αποκάλυψη, στους Πατριάρχες, αφορούσε υποσχέσεις που ανάγονταν στο απώτερο μέλλον και προϋπέθετε ότι αυτοί θα έπρεπε να είναι βέβαιοι πως Εκείνος, ο Γιαχβέ, θα ήταν ένας Θεός (’ελ) ικανός (μια πιθανή έννοια του σανταΐ) να τις εκπληρώσει. Η αποκάλυψη στη βάτο ήταν μεγαλύτερη και πιο προσωπική, καθώς η δύναμη του Θεού και παράλληλα η άμεση και συνεχής παρουσία του κοντά τους εμπερικλείονταν στο οικείο όνομα Γιαχβέ».—Επιμέλεια Τζ. Ντ. Ντάγκλας, 1980.
Η δύναμη υποδηλώνει ισχύ ή ενέργεια για την εκτέλεση και την πραγματοποίηση κάποιου σκοπού, καθώς και για την υπερνίκηση εμποδίων ή εναντίωσης, και η παντοδυναμία του Ιεχωβά καταδεικνύει την ακαταμάχητη ισχύ που διαθέτει αυτός για την πραγματοποίηση του σκοπού του. Ενίοτε ο θεϊκός τίτλος «ο Παντοδύναμος» συνδέεται με βίαιη δράση, όπως στο εδάφιο Ψαλμός 68:14, όπου αναφέρεται ότι εκείνος “διασκορπίζει τους βασιλιάδες”, επίσης στο εδάφιο Ιωήλ 1:15, το οποίο περιγράφει τη «λεηλασία [σοδ] από τον Παντοδύναμο [μιΣανταΐ]» που θα λάβει χώρα την «ημέρα του Ιεχωβά», και στο εδάφιο Ησαΐας 13:6, το οποίο παρατέθηκε παραπάνω. Ο τίτλος παρέχει επίσης τη διαβεβαίωση ότι Εκείνος έχει την ικανότητα να ευλογεί (Γε 49:25) και αποτελεί εγγύηση ασφάλειας για όσους εμπιστεύονται σε Αυτόν: «Όποιος κατοικεί στο μυστικό τόπο του Υψίστου θα εξασφαλίσει διαμονή κάτω από τη σκιά του Παντοδυνάμου».—Ψλ 91:1.
Στο βιβλίο του Ιώβ, η λέξη Σανταΐ υπάρχει 31 φορές και χρησιμοποιείται από όλα τα πρόσωπα της υπόθεσης που παρουσιάζεται. Εκεί παρουσιάζεται η δύναμη που έχει ο Ιεχωβά να τιμωρεί ή να καταφέρει πλήγματα (Ιωβ 6:4· 27:13-23), έτσι ώστε εκείνοι που λένε: «Τι είναι ο Παντοδύναμος για να τον υπηρετούμε και τι μας ωφελεί που ήρθαμε σε επαφή μαζί του;», και οι οποίοι βασίζονται κατά συνέπεια στη δική τους δύναμη, μπορούν να αναμένουν ότι θα πιουν από «την οργή του Παντοδυνάμου». (Ιωβ 21:15, 16, 20) Επομένως, ο Παντοδύναμος αξίζει το δέος, ακόμη και το φόβο, εφόσον το θέλημά του δεν μπορεί να αγνοηθεί ούτε ο νόμος του να παραβιαστεί ατιμωρητί (Ιωβ 6:14· 23:15, 16· 31:1-3), αν και η εκδήλωση της δύναμής του δεν γίνεται αμέσως φανερή. (Ιωβ 24:1-3, 24· παράβαλε Εξ 9:14-16· Εκ 8:11-13.) Παρ’ όλα αυτά, η δύναμή του και η κραταιότητά του χρησιμοποιούνται πάντοτε με τρόπο που συμβαδίζει απόλυτα με την κρίση και τη δικαιοσύνη, ποτέ ανεξέλεγκτα, ασύδοτα, σπασμωδικά ή ανεύθυνα. (Ιωβ 34:10, 12· 35:13· 37:23, 24) Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι δεν μπορούν δικαιολογημένα να διαμάχονται μαζί του ή να τον επικρίνουν. (Ιωβ 40:2-5) Όσοι ασκούν δικαιοσύνη μπορούν να τον πλησιάζουν με πεποίθηση και να απολαμβάνουν προσωπική σχέση μαζί του. (Ιωβ 13:3· 29:4, 5· 31:35-37) Ως ο Δημιουργός, αυτός είναι η Πηγή της ζωής και της σοφίας.—Ιωβ 32:8· 33:4.
Στην προφητεία του εδαφίου Ησαΐας 9:6 η οποία αναφέρεται στον Μεσσία, ο τίτλος «Κραταιός Θεός» εφαρμόζεται στον υποσχεμένο Άρχοντα Ειρήνης. Εντούτοις αυτή η έκφραση αποτελεί απόδοση της εβραϊκής φράσης ’Ελ Γκιμπώρ, και όχι ’Ελ Σανταΐ, όπως στα παραπάνω εδάφια.
Η Λέξη του Πρωτότυπου Ελληνικού Κειμένου. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η λέξη Παντοκράτωρ εμφανίζεται δέκα φορές, από τις οποίες οι εννιά βρίσκονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Η λέξη σημαίνει κατά βάση «Παντοδύναμος» ή «Πανίσχυρος». Η χρήση της λέξης στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ενισχύει την άποψη ότι ο εβραϊκός όρος Σανταΐ σημαίνει «Παντοδύναμος», διότι αλλιώς δεν θα υπήρχε αντίστοιχος όρος για τη λέξη Παντοκράτωρ στις Εβραϊκές Γραφές.
Στο εδάφιο 2 Κορινθίους 6:18 ο Παύλος παραθέτει από τις Εβραϊκές Γραφές, προτρέποντας τους Χριστιανούς να αποφεύγουν την ψεύτικη λατρεία και τη χρήση άψυχων, ανίσχυρων ειδώλων, προκειμένου να έχουν τα προσόντα να είναι παιδιά του “Παντοδυνάμου [Παντοκράτωρ, Κείμενο]”. Λαβαίνοντας υπόψη τα εδάφια που παραθέτει ο απόστολος, είναι προφανές ότι εδώ ο τίτλος εφαρμόζεται στον Ιεχωβά Θεό.
Παρόμοια, σε ολόκληρο το βιβλίο της Αποκάλυψης ο τίτλος Παντοκράτωρ εφαρμόζεται στον Δημιουργό και Βασιλιά της Αιωνιότητας, τον Ιεχωβά, όπως για παράδειγμα στον “ύμνο του Μωυσή, του δούλου του Θεού, και στον ύμνο του Αρνιού [του Ιησού Χριστού]”, ο οποίος χαιρετίζει τον Ιεχωβά Θεό ως εκείνον που αξίζει τη λατρεία και το φόβο όλων των εθνών. (Απ 15:3· παράβαλε Απ 21:22.) Το ότι ο τίτλος εφαρμόζεται στον Ιεχωβά Θεό φαίνεται στο εδάφιο Αποκάλυψη 19:6 από τη χρήση της έκφρασης Αλληλούια (Αινείτε τον Γιαχ!). Επιπλέον, η έκφραση «Εκείνος που είναι και που ήταν και που έρχεται» (Απ 1:8· 4:8) υποδεικνύει σαφώς τον Θεό της αιωνιότητας (Ψλ 90:2), ο οποίος, όχι μόνο «ήταν» ο Παντοδύναμος κατά την αρχαιότητα, αλλά και παραμένει ο Παντοδύναμος, και «έρχεται» υπό αυτή του την ιδιότητα, εκδηλώνοντας την παντοδυναμία του. Και σε αυτή την περίπτωση υποδηλώνεται βίαιη δράση, η οποία λαβαίνει χώρα αφού πάρει “τη μεγάλη του δύναμη” για να κυβερνήσει ως βασιλιάς, καθώς εκφράζει την οργή του κατά των εναντιούμενων εθνών στον «πόλεμο της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου». (Απ 11:17, 18· 16:14) Ο Γιος του, ο Χριστός Ιησούς, «Ο Λόγος του Θεού», παρουσιάζεται ως εκφραστής αυτής της «οργής του Θεού του Παντοδύναμου» εναντίον των εθνών από τη θέση που κατέχει ως βασιλιάς χρισμένος από τον Θεό. (Απ 19:13-16) Ωστόσο, τέτοιες δυναμικές εκφράσεις των δικαστικών αποφάσεων του Θεού παραμένουν σε πλήρη αρμονία με τους κανόνες του περί αλήθειας και δικαιοσύνης.—Απ 16:5-7· βλέπε ΘΕΟΣ.
-
-
ΠαππούδεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΠΠΟΥΔΕΣ
Οι γονείς του πατέρα και/ή της μητέρας κάποιου. Η λέξη «παππούδες», όπως επίσης οι λέξεις «παππούς» και «γιαγιά», εμφανίζεται σπάνια σε μεταφράσεις της Αγίας Γραφής. Η λέξη «γιαγιά» στα εδάφια 1 Βασιλέων 15:10, 13 αποτελεί μετάφραση της λέξης που σημαίνει επίσης «μητέρα», και ορθά αποδίδεται έτσι, εφόσον η Μααχά ήταν γιαγιά του Ασά, όχι μητέρα του. (1Βα 15:1, 2, 8) Φαίνεται ότι, στη διάρκεια της βασιλείας του Ασά, η Μααχά εξακολούθησε να κατέχει τη θέση της βασιλομήτορος ώσπου απομακρύνθηκε εξαιτίας της ειδωλολατρίας της. (1Βα 15:13) Αντίστοιχα, σε μερικές περιπτώσεις η λέξη «πατέρας» υποδήλωνε έναν παππού ή προπάτορα. (Γε 28:13· 2Σα 9:7) Αντί της λέξης «παππούς» χρησιμοποιείται επίσης η έκφραση “ο πατέρας της μητέρας”.—Γε 28:2· Κρ 9:1.
Τα «παιδιά ή εγγόνια», λέει ο απόστολος Παύλος, πρέπει «να αποδίδουν την οφειλόμενη ανταμοιβή στους γονείς τους και στους παππούδες [προγόνοις, Κείμενο] τους». (1Τι 5:4) Στο εδάφιο 2 Τιμόθεο 1:3 η ίδια λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (προγόνων) αποδίδεται «προπάτορες». Η γιαγιά (μάμμη, Κείμενο) του Τιμόθεου, η Λωίδα, επαινείται για την «ανυπόκριτη πίστη» της, και η ίδια προφανώς συνέβαλε στην καλλιέργεια της πίστης του Τιμόθεου και στην πνευματική του ανάπτυξη.—2Τι 1:5· 3:14, 15.
-
-
ΠάπυροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΠΥΡΟΣ
[εβρ., γκόμε’].
Μεγάλο υδρόβιο φυτό που ανήκει στην οικογένεια Κυπερίδες. Έχει αιχμηρό τριγωνικό στέλεχος, ή αλλιώς βλαστό, που φύεται σε ρηχά νερά φτάνοντας σε ύψος τα 2 ως 6 μ. και σχηματίζει στην κορυφή έναν θύσανο ή χαίτη από λεπτά και στενά φύλλα. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 544) Από το φυτό αυτό κατασκευάζονταν διάφορα αντικείμενα, καθώς και ένα είδος γραφικής ύλης.
Ο πάπυρος (κύπερος ο πάπυρος [Cyperus papyrus]) ευδοκιμεί σε ρηχά, στάσιμα νερά—στα έλη—και στις όχθες βραδυκίνητων ποταμών, όπως ο κάτω Νείλος, όπου κάποτε αφθονούσε, ενώ τώρα έχει σχεδόν εκλείψει. Ο Βιλδάδ ρώτησε τον Ιώβ: «Ψηλώνει ο πάπυρος αν δεν είναι σε ελώδη τόπο;»—Ιωβ 8:11· Ησ 35:7.
Επειδή τα στελέχη του παπύρου επιπλέουν στο νερό, η μητέρα του Μωυσή, θέλοντας να αποτρέψει το θάνατό του όταν αυτός ήταν βρέφος, τον έβαλε μέσα σε «ένα κιβώτιο από πάπυρο» αλειμμένο με άσφαλτο και πίσσα, το οποίο και άφησε να παρασύρει ο Νείλος Ποταμός. (Εξ 2:3) Από πάπυρο κατασκευάζονταν επίσης μεγάλα σκάφη, κατάλληλα για μακρινά ταξίδια. (Ησ 18:2) Για να κατασκευαστούν αυτά τα σκάφη μπορεί να χρησιμοποιούνταν δεμάτια από στελέχη παπύρων δεμένα μεταξύ τους. Τα σκάφη ήταν στενά στις άκρες, αλλά τα ζυγά είχαν αρκετό πλάτος ώστε να μπορούν να στέκονται πάνω σε αυτά οι επιβάτες. Το 1970, ο Θορ Χάιερνταλ και μια ομάδα συντρόφων του διένυσαν χιλιάδες μίλια στον Ατλαντικό με ένα τέτοιο σκάφος.
Χρησιμοποιούνταν ως Γραφική Ύλη. Όταν οι Αιγύπτιοι επεξεργάζονταν τον πάπυρο για να τον μετατρέψουν σε γραφική ύλη, ακολουθούσαν μια αρκετά απλή τεχνική. Κατά τη συλλογή των στελεχών, το καλύτερο τμήμα θεωρούνταν αυτό που είχε παχιά εντεριώνη (ψίχα), δηλαδή αυτό που αναπτυσσόταν κάτω από την επιφάνεια του νερού, επειδή απέδιδε την πλατύτερη και λευκότερη πρώτη ύλη. Αφαιρούσαν τον εξωτερικό φλοιό και έκοβαν τους εναπομείναντες πυρήνες εντεριώνης σε βολικά κομμάτια μήκους 40 ως 45 εκ. Μετά τεμάχιζαν την κυτταρική εντεριώνη σε πλατιές, αλλά πολύ λεπτές, λωρίδες. Στη συνέχεια, τοποθετούσαν τις λωρίδες κάθετα πάνω σε λεία επιφάνεια έτσι ώστε να επικαλύπτουν λίγο η μία την άλλη. Πάνω στις κάθετες αυτές λωρίδες τοποθετούσαν οριζόντια μια άλλη στρώση λωρίδων. Με κόπανους χτυπούσαν τις στρώσεις μέχρι να σχηματίσουν ένα ενιαίο φύλλο. Κατόπιν, αφού πρώτα άφηναν τα φύλλα να στεγνώσουν στον ήλιο, τα έκοβαν στο επιθυμητό μέγεθος. Τέλος, τα λείαιναν και τα γυάλιζαν με ελαφρόπετρα, όστρακα ή ελεφαντόδοντο. Με αυτή την τεχνική παραγόταν ένα είδος γραφικής ύλης αρκετά ανθεκτικό, εύκαμπτο, σχεδόν λευκό, καθώς επίσης διαθέσιμο σε πολλά μεγέθη και ποιότητες. Συνήθως έγραφαν στην πλευρά που είχε τις οριζόντιες λωρίδες, αν και μερικές φορές χρησιμοποιούσαν και την πίσω πλευρά για να ολοκληρώσουν τα γραφόμενά τους. Τα σημεία όπου ενώνονταν οι λωρίδες καθοδηγούσαν το χέρι του γραφέα, καθώς αυτός χρησιμοποιούσε καλαμένια πένα και υγρό γραφής φτιαγμένο από κόμμι, αιθάλη και νερό.
Αυτά τα φύλλα παπύρου μπορούσαν να κολληθούν στις άκρες τους και να ενωθούν ώστε να σχηματιστεί ρόλος, ο οποίος συνήθως αποτελούνταν από 20 φύλλα. Ή μπορούσαν να διπλωθούν ώστε να δημιουργηθούν σελίδες και να σχηματιστεί ο κώδικας, ο οποίος έμοιαζε με βιβλίο και έγινε δημοφιλής μεταξύ των πρώτων Χριστιανών. Ο μέσος ρόλος είχε μήκος περίπου 4 ως 6 μ., μολονότι έχει διασωθεί ένας ρόλος μήκους 40,5 μ. Η αρχαία ελληνική λέξη βίβλος προσδιόριζε αρχικά τη μαλακή εντεριώνη του εν λόγω φυτού, δηλαδή του παπύρου, αλλά αργότερα χρησιμοποιήθηκε με τη σημασία του βιβλίου. (Ματ 1:1· Μαρ 12:26) Η λέξη βιβλίον, υποκοριστικό της λέξης βίβλος, σήμαινε κατά κυριολεξία «βιβλιαράκι». (2Τι 4:13, Κείμενο) Μια φοινικική πόλη ονομάστηκε Βύβλος από τότε που έγινε σημαντικό κέντρο επεξεργασίας παπύρου.
Οι ρόλοι από πάπυρο χρησιμοποιούνταν ευρέως μέχρι τις αρχές του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., οπότε και άρχισε να τους υποσκελίζει ο κώδικας από πάπυρο. Μεταγενέστερα, τον τέταρτο αιώνα, η δημοτικότητα του παπύρου άρχισε να φθίνει και τον αντικατέστησε σε μεγάλο βαθμό ένα ανθεκτικότερο είδος γραφικής ύλης, η περγαμηνή vellum.
Ως γραφική ύλη, ο πάπυρος παρουσίαζε ένα σοβαρό μειονέκτημα—δεν ήταν πολύ ανθεκτικός. Η υγρασία τον έφθειρε, ενώ όταν αποθηκευόταν σε υπερβολικά ξηρό περιβάλλον γινόταν πολύ εύθρυπτος. Μέχρι το 18ο αιώνα Κ.Χ., επικρατούσε η αντίληψη ότι όλα τα αρχαία χειρόγραφα σε πάπυρο είχαν χαθεί. Ωστόσο, στα τέλη του 19ου αιώνα, ήρθαν στο φως αρκετοί πολύτιμοι Βιβλικοί πάπυροι. Σχετικές ανακαλύψεις έχουν γίνει κυρίως στην Αίγυπτο και στην περιοχή γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα, μέρη τα οποία διαθέτουν το ιδανικό ξηρό κλίμα που είναι απαραίτητο για τη διατήρηση των παπύρων. Ορισμένοι από τους Βιβλικούς παπύρους που βρέθηκαν σε αυτές τις τοποθεσίες χρονολογούνται ακόμη και από το δεύτερο ή τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ.
Πολλά από αυτά τα ανακαλυφθέντα χειρόγραφα σε πάπυρο προσδιορίζονται με την ονομασία «πάπυρος» ή «πάπυροι», όπως ο Πάπυρος Νας, του πρώτου ή δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ., ο Πάπυρος Ράιλαντς iii. 458 (δεύτερος αιώνας Π.Κ.Χ.) και ο Πάπυρος Τσέστερ Μπίτι Αρ. 1 (του τρίτου αιώνα Κ.Χ.).
-
-
ΠαράβασηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΒΑΣΗ
Βλέπε ΑΜΑΡΤΙΑ.
-
-
ΠαραβολέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ
Η λέξη παραβολή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (κατά κυριολεξία, «τοποθέτηση δίπλα ή μαζί») έχει ευρύ εννοιολογικό φάσμα που μπορεί να περιλαμβάνει την έννοια της σύγκρισης, της αναλογίας και, σε πολλές περιπτώσεις, της παροιμίας. Ωστόσο, η λέξη παραβολή καλύπτει περισσότερα πράγματα από μια απλή παροιμία, η οποία διατυπώνει κάποια αλήθεια με εκφραστική και συνήθως μεταφορική γλώσσα. Επίσης, η λέξη παραβολή εμπεριέχει περισσότερα από μια σύντομη, συχνά φανταστική, ιστορία από την οποία εξάγεται κάποια ηθική ή πνευματική αλήθεια.
Το ότι οι Γραφές χρησιμοποιούν τη λέξη παραβολή με ευρεία έννοια φαίνεται από τα εδάφια Ματθαίος 13:34, 35, όπου ο Ματθαίος επισημαίνει ότι είχε προειπωθεί για τον Ιησού Χριστό πως θα μιλούσε με «παραβολές». Το εδάφιο Ψαλμός 78:2, από το οποίο παρέθεσε εδώ ο Ματθαίος, κάνει λόγο για «παροιμιώδεις φράσεις» (εβρ., μασάλ), αλλά για αυτόν τον όρο ο Ευαγγελιστής χρησιμοποίησε την ελληνική λέξη παραβολή. Όπως υποδηλώνει η κυριολεκτική έννοια της ελληνικής λέξης, η παραβολή αποτελούσε μέσο διδασκαλίας ή μετάδοσης μιας ιδέας, μέθοδο με την οποία εξηγούνταν κάτι “τοποθετούμενο δίπλα” σε κάτι παρόμοιο.—Παράβαλε Μαρ 4:30.
Άλλο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιείται η λέξη παραβολή βρίσκουμε στα εδάφια Εβραίους 9:9 και 11:19. Στο πρώτο από αυτά η σκηνή της μαρτυρίας, την οποία χρησιμοποιούσε ο Ισραήλ στην έρημο, αποκαλείται από τον απόστολο Παύλο «παραβολή [«τύπος», KJ, ΒΑΜ· «συμβολική», AT, RS, ΔΕΛ] για τον προσδιορισμένο καιρό». Στο δεύτερο εδάφιο ο απόστολος αναφέρει ότι ο Αβραάμ έλαβε ξανά τον Ισαάκ από τους νεκρούς «με παραβολικό τρόπο» (ἐν παραβολῇ, Κείμενο· «συμβολικά μιλώντας», JB, RS, ΕΜΖ). Επίσης, η φράση: «Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου» χαρακτηρίζεται και αυτή «παραβολή».—Λου 4:23.
Ένας άλλος συναφής όρος είναι η λέξη «αλληγορία», δηλαδή η εκτενής μεταφορά στην οποία μια αλληλουχία ενεργειών συμβολίζει άλλες ενέργειες, ενώ οι χαρακτήρες αποτελούν συνήθως εξεικονιστικούς τύπους ή προσωποποιήσεις. Ο Παύλος χρησιμοποιεί τύπο του ρήματος ἀλληγορέω στο εδάφιο Γαλάτες 4:24 σχετικά με τον Αβραάμ, τη Σάρρα και την Άγαρ, που μεταφράζεται «είναι κατά αλληγορίαν» (ΒΑΜ), «έχουν αλληγορική σημασία» (ΔΕΛ) και «αποτελούν συμβολικό δράμα» (ΜΝΚ).
Ο απόστολος Ιωάννης επίσης χρησιμοποίησε έναν διαφορετικό όρο (παροιμία) που μπορεί να σημαίνει «παραβολή». (Ιωα 10:6· 16:25, 29) Ο όρος αυτός μεταφράζεται με διάφορους τρόπους: «σχήμα λόγου», «μεταφορική γλώσσα», «παροιμία», «παρομοίωση» και «παραβολή» (AT, KJ, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΦΙΛ). Ο Πέτρος χρησιμοποίησε τον ίδιο όρο μιλώντας για το σκύλο που επιστρέφει στον εμετό του και το γουρούνι που επιστρέφει στο κύλισμα μέσα στο βούρκο.—2Πε 2:22.
Αποτελεσματικότητα. Ως ισχυρή μέθοδος διδασκαλίας, οι παραβολές είναι αποτελεσματικές με πέντε τουλάχιστον τρόπους: (1) Αιχμαλωτίζουν και κρατούν την προσοχή, καθώς λίγα πράγματα κεντρίζουν το ενδιαφέρον όσο μια εμπειρία ή μια ιστορία. Ποιος δεν ξέρει τις παραβολές του άσωτου γιου και του χαμένου προβάτου; (2) Διεγείρουν την ικανότητα σκέψης. Μια από τις καλύτερες διανοητικές ασκήσεις είναι να αναζητάει κανείς τη σημασία μιας σύγκρισης, να προσπαθεί να αντιληφθεί τις γενικές αλήθειες που παρουσιάζονται μέσα από αυτήν. (3) Διεγείρουν συναισθήματα και, μέσω της συνήθως εμφανούς πρακτικής εφαρμογής που έχουν οι αλήθειες στον ακροατή, αγγίζουν τη συνείδηση και την καρδιά. (4) Βοηθούν τη μνήμη, διότι αργότερα μπορεί κανείς να ανασυνθέσει την ιστορία και να βρει την εφαρμογή της. (5) Διαφυλάττουν την αλήθεια, εφόσον έχουν πάντα εφαρμογή και είναι κατανοητές σε κάθε εποχή. Αυτό συμβαίνει επειδή ασχολούνται με τη ζωή και τη φύση, ενώ οι λέξεις μπορεί να αλλάζουν νόημα. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο οι Γραφικές αλήθειες παραμένουν σαφέστατες και σήμερα, όπως ακριβώς ήταν όταν ειπώθηκαν ή γράφτηκαν.
Σκοποί. Ο πρώτιστος σκοπός όλων των παραβολών είναι, σύμφωνα με ό,τι προαναφέρθηκε, να διδάξουν. Αλλά οι παραβολές της Αγίας Γραφής εξυπηρετούν και άλλους σκοπούς:
(1) Το γεγονός ότι κάποιος πρέπει μερικές φορές να εμβαθύνει για να αντιληφθεί το πλήρες, βαθύ νόημά τους που αγγίζει την καρδιά τείνει να απωθεί όσους δεν αγαπούν τον Θεό αλλά έχουν απλώς επιφανειακό ενδιαφέρον και επομένως δεν επιθυμούν την αλήθεια με την καρδιά τους. (Ματ 13:13-15) Ο Θεός δεν συγκεντρώνει τέτοια άτομα. Οι παραβολές υποκινούσαν τους ταπεινούς να ζητούν περαιτέρω εξηγήσεις, ενώ οι υπερήφανοι αρνούνταν να κάνουν κάτι τέτοιο. Ο Ιησούς έλεγε: «Αυτός που έχει αφτιά ας ακούει», και μολονότι οι περισσότεροι από τα πλήθη που τον άκουγαν έφευγαν, οι μαθητές έρχονταν και ζητούσαν να μάθουν την εξήγηση.—Ματ 13:9, 36.
(2) Οι παραβολές κρύβουν τις αλήθειες από όσους θα μπορούσαν να τις χρησιμοποιήσουν με εσφαλμένο τρόπο και θα ήθελαν να παγιδέψουν τους υπηρέτες του Θεού. Ο Ιησούς απάντησε στην παραπλανητική ερώτηση των Φαρισαίων με την παραβολή για το νόμισμα του φόρου καταλήγοντας: «Αποδώστε, λοιπόν, αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό». Αφέθηκε στους εχθρούς του Ιησού να κάνουν μόνοι τους εφαρμογή της παραβολής, αλλά οι μαθητές του κατανόησαν πλήρως την αρχή της ουδετερότητας που εκτέθηκε με αυτήν.—Ματ 22:15-21.
(3) Επειδή επαφίεται στον ακροατή να εφαρμόσει τις αρχές της παραβολής στον εαυτό του, αυτή μπορεί να του μεταδώσει σαφές μήνυμα προειδοποίησης και επίπληξης, ενώ συγχρόνως του αφαιρεί κάθε βάση για να αντικρούσει τον ομιλητή. Με άλλα λόγια, ο καθένας μπορούσε να καταλάβει αν κάτι από τα λεγόμενα εφαρμοζόταν στον ίδιο. Όταν οι Φαρισαίοι επέκριναν τον Ιησού επειδή έτρωγε με εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλούς, εκείνος απάντησε: «Δεν χρειάζονται γιατρό οι υγιείς αλλά οι άρρωστοι. Πηγαίνετε, λοιπόν, και μάθετε τι σημαίνει: “Έλεος θέλω και όχι θυσία”. Διότι ήρθα να καλέσω, όχι δίκαιους ανθρώπους, αλλά αμαρτωλούς».—Ματ 9:11-13.
(4) Ακόμη και όταν αποσκοπούν στο να διορθώσουν τον ακροατή, οι παραβολές μπορούν να υπερπηδήσουν τυχόν προκατάληψη από μέρους του, μη αφήνοντάς την να συσκοτίσει τη διάνοιά του, και έτσι να έχουν περισσότερη απήχηση από όση θα είχε μια απλή δήλωση. Αυτό συνέβη όταν ο Βασιλιάς Δαβίδ έτεινε ευήκοο αφτί καθώς τον έλεγχε ο Νάθαν για την αμαρτία του σε σχέση με τη Βηθ-σαβεέ και τον Ουρία. (2Σα 12:1-14) Συνέβη επίσης όταν χρησιμοποιήθηκε μια παραβολή για να κάνει τον πονηρό Βασιλιά Αχαάβ να σταθμίσει εν αγνοία του τις αρχές που περιλαμβάνονταν στην ανυπακοή που εκδήλωσε ο ίδιος χαρίζοντας τη ζωή στον Βασιλιά Βεν-αδάδ της Συρίας, έναν εχθρό του Θεού, και να εκφέρει κρίση που ήταν καταδικαστική για τον εαυτό του.—1Βα 20:34, 38-43.
(5) Οι παραβολές μπορούν να υποκινήσουν σε δράση προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, κάνοντας τους ακροατές να δείξουν «τον πραγματικό τους εαυτό», δηλαδή να φανερώσουν αν είναι γνήσιοι υπηρέτες του Θεού ή όχι. Όταν ο Ιησούς είπε: «Αυτός που τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου έχει αιώνια ζωή», «πολλοί από τους μαθητές του γύρισαν στα πράγματα που βρίσκονταν πίσω και δεν περπατούσαν πια μαζί του». Με αυτόν τον τρόπο ο Ιησούς «ξεχώρισε την ήρα από το σιτάρι», απομακρύνοντας όσους δεν πίστευαν με την καρδιά τους.—Ιωα 6:54, 60-66.
Κατάλληλη Άποψη και Προσέγγιση. Οι παραβολές της Αγίας Γραφής είναι πολυδιάστατες. Διατυπώνουν αρχές, τις διευκρινίζουν και πολλές φορές έχουν προφητική σημασία και εφαρμογή. Επιπλέον, μερικές είχαν κάποια προφητική σημασία για την εποχή στην οποία ειπώθηκαν ή λίγο αργότερα, ενώ μερικές επρόκειτο να έχουν επιπρόσθετη εκπλήρωση στο απώτερο μέλλον.
Οι γενικές παρανοήσεις που μπορεί να εμποδίσουν την κατανόηση των παραβολών της Αγίας Γραφής είναι δύο. Η μία είναι το να νομίζει κανείς ότι όλες οι παραβολές είναι απλώς καλές ιστορίες, παραδείγματα ή μαθήματα. Λόγου χάρη, μερικοί θεωρούν ότι η παραβολή του άσωτου γιου είναι απλώς ένα ωραίο διήγημα, ενώ η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου, παράδειγμα μεταθανάτιας αμοιβής και τιμωρίας.
Σχετικά με αυτό, ας σημειωθεί επίσης ότι οι παραβολές, μολονότι αντλούνταν από τη ζωή και τη φύση, δεν ήταν κατ’ ανάγκην πραγματικά περιστατικά. Παρότι μερικές αρχίζουν με τις λέξεις: «Κάποτε», «Ένας άνθρωπος είχε», «Ήταν ένας άνθρωπος», «Κάποιος άνθρωπος ήταν» ή παρόμοιες εκφράσεις, οι παραβολές επινοούνταν από τον ομιλητή υπό την επενέργεια του πνεύματος του Θεού και ήταν αυτό που λέει το όνομά τους—παραβολές. (Κρ 9:8· Ματ 21:28, 33· Λου 16:1, 19) Για τον Ιησού Χριστό ειπώθηκε: «Όλα αυτά τα είπε ο Ιησούς στα πλήθη με παραβολές. Και χωρίς παραβολή δεν τους μιλούσε».—Ματ 13:34· Μαρ 4:33, 34.
Ένα δεύτερο εμπόδιο στην κατανόηση είναι η σχολαστική εφαρμογή της παραβολής, το να προσπαθεί κανείς να αποδώσει συμβολική σημασία σε κάθε λεπτομέρεια της αφήγησης των κατά γράμμα γεγονότων κάνοντας αυθαίρετη εφαρμογή ή ερμηνεία.
Η ορθή προσέγγιση προϋποθέτει το να διαβάσει κανείς πρώτα τα συμφραζόμενα και να εξακριβώσει τα πλαίσια στα οποία ειπώθηκε η παραβολή, διερωτώμενος: Ποιες ήταν οι δεδομένες συνθήκες και περιστάσεις; Για παράδειγμα, όταν οι άρχοντες και ο λαός του Ισραήλ αποκαλούνται αντίστοιχα «ηγεμόνες των Σοδόμων» και “λαός των Γομόρρων”, το μυαλό μας πηγαίνει σε έναν λαό που ήταν ένοχος χονδροειδούς αμαρτίας εναντίον του Ιεχωβά. (Ησ 1:10· Γε 13:13· 19:13, 24) Όταν ο ψαλμωδός προσεύχεται στον Ιεχωβά να κάνει στους εχθρούς του Θεού και του λαού Του «όπως στον Μαδιάμ», μας έρχεται στο νου η πανωλεθρία που υπέστησαν εκείνοι οι δυνάστες του λαού του Θεού, από τους οποίους θανατώθηκαν περισσότεροι από 120.000.—Ψλ 83:2, 3, 9-11· Κρ 8:10-12.
Επίσης, είναι συνήθως διαφωτιστικό το να γνωρίζει κάποιος το Νόμο, τα έθιμα και τις συνήθειες, καθώς και το γλωσσικό ιδίωμα της εποχής. Για παράδειγμα, η γνώση του Νόμου μάς βοηθάει να καταλάβουμε την παραβολή για το συρόμενο δίχτυ. (Ματ 13:47-50) Το γεγονός ότι στην Παλαιστίνη πλήρωναν εκείνη την εποχή φόρο για τα καρποφόρα δέντρα ενώ έκοβαν όσα ήταν μη παραγωγικά μάς βοηθάει να καταλάβουμε γιατί έκανε ο Ιησούς μια άκαρπη συκιά να ξεραθεί ώστε να τη χρησιμοποιήσει παραβολικά.—Ματ 21:18-22.
Τέλος, δεν πρέπει να δίνεται αυθαίρετη ερμηνεία στα συστατικά στοιχεία μιας παραβολής, ερμηνεία που βασίζεται σε προσωπικές απόψεις ή στη φιλοσοφία. Για τους Χριστιανούς διατυπώνεται ο κανόνας: «Τα πράγματα του Θεού κανείς δεν τα έχει γνωρίσει εκτός από το πνεύμα του Θεού. Εμείς λάβαμε, όχι το πνεύμα του κόσμου, αλλά το πνεύμα που είναι από τον Θεό, ώστε να γνωρίσουμε τα πράγματα που μας έχουν δοθεί με καλοσύνη από τον Θεό. Για αυτά τα πράγματα μιλάμε επίσης με λόγια, όχι διδαγμένα από ανθρώπινη σοφία, αλλά διδαγμένα από το πνεύμα, καθώς συνδυάζουμε πνευματικά ζητήματα με πνευματικά λόγια».—1Κο 2:11-13.
Μία εφαρμογή αυτού του κανόνα μπορεί να καταδειχτεί σε σχέση με την προφητική παραβολή του 6ου κεφαλαίου της Αποκάλυψης. Σε αυτήν αναφέρονται τέσσερα άλογα, από τα οποία το πρώτο είναι λευκό. (Απ 6:2) Τι συμβολίζει αυτό το άλογο; Μπορούμε να στραφούμε σε άλλα τμήματα της Αγίας Γραφής καθώς και στα συμφραζόμενα για να αντιληφθούμε τη σημασία του. Το εδάφιο Παροιμίες 21:31 λέει: «Το άλογο ετοιμάζεται για την ημέρα της μάχης». Το λευκό χρησιμοποιείται συνήθως ως σύμβολο της δικαιοσύνης. Ο θρόνος στον οποίο κάθεται ο Θεός για να αποδώσει κρίση είναι λευκός, τα δε στρατεύματα στον ουρανό ιππεύουν λευκά άλογα και είναι ντυμένα με λευκό, καθαρό, εκλεκτό λινό ύφασμα. (Απ 20:11· 19:14· παράβαλε Απ 6:11· 19:8.) Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το λευκό άλογο συμβολίζει το δίκαιο πόλεμο.
Ο ιππέας του μαύρου αλόγου έχει μια ζυγαριά στην οποία ζυγίζονται τρόφιμα. (Απ 6:5, 6) Στην προκειμένη περίπτωση προφανώς εξεικονίζεται η πείνα, δεδομένου ότι στην προφητεία που εξήγγειλε ο Ιεζεκιήλ για την πείνα, του ειπώθηκε: «Το φαγητό σου το οποίο θα τρως θα είναι με το ζύγι . . . και θα τρώνε ψωμί με το ζύγι και με έντονη ανησυχία, και το νερό με μέτρο και με φρίκη θα το πίνουν». (Ιεζ 4:10, 16) Πολλές φορές, καταλαβαίνοντας κάποιος τη Βιβλική συμβολική χρήση διαφόρων πραγμάτων, παραδείγματος χάρη των ζώων που αναφέρονται σε παραβολές, μπορεί να λάβει βοήθεια και πνευματικό φως.—Βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Αρκετές παραβολές γίνονται κατανοητές χάρη στην εξήγηση που δίνει η ίδια η Αγία Γραφή, εξήγηση την οποία ακολουθεί συνήθως η εξιστόρηση των γεγονότων που τις εκπλήρωσαν. Ενδεικτικά θα μπορούσαν να αναφερθούν οι εξής δύο: το ότι ο Ιεζεκιήλ έσκαψε μια τρύπα στον τοίχο και βγήκε έξω με το πρόσωπό του καλυμμένο (Ιεζ 12:1-16· 2Βα 25:1-7, 11· Ιερ 52:1-15), καθώς επίσης το ότι ο Αβραάμ επιχείρησε να θυσιάσει τον Ισαάκ αλλά τον έλαβε πίσω με παρέμβαση του Θεού (οι συγκεκριμένες παραβολές ήταν επίσης πραγματικά περιστατικά που συνέβησαν υπό τύπον συμβολικού δράματος). (Γε 22:9-13· Εβρ 11:19) Άλλες παραβολές, ιδιαίτερα πολλές από αυτές που είπε ο Ιησούς Χριστός, εξηγούνται στη συνέχεια από τον ίδιο τον Ιησού. Σε πολλές περιπτώσεις, η κατανόηση των Βιβλικών παραβολών υποβοηθείται από σύγχρονα γεγονότα που τις εκπληρώνουν.
Στις Εβραϊκές Γραφές. Οι Εβραίοι προφήτες και Βιβλικοί συγγραφείς, υποκινούμενοι από το πνεύμα του Ιεχωβά, κατέγραψαν αναρίθμητες εύστοχες παραβολές. Παραβολική γλώσσα εμφανίζεται στη Γένεση, στην υπόσχεση που έδωσε ο Ιεχωβά ότι θα πολλαπλασίαζε το σπέρμα του Αβραάμ «σαν τα άστρα των ουρανών και σαν τους κόκκους της άμμου στην ακρογιαλιά». (Γε 22:15-18) Για να τονίσει τη θλιβερή κατάσταση στην οποία είχε φέρει η αμαρτία το λαό του στον Ιούδα, ο Ιεχωβά υποκίνησε τον Ησαΐα να την παραβάλει με σιχαμερή σωματική ασθένεια, λέγοντας: «Ολόκληρο το κεφάλι είναι άρρωστο και ολόκληρη η καρδιά είναι άτονη. . . . Τραύματα και μώλωπες και ανοιχτές πληγές—δεν έχουν πιεστεί ούτε επιδεθεί, ούτε έχουν απαλυνθεί με λάδι». (Ησ 1:4-6) Στον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα, ο Ιεχωβά μετέδωσε προφητικά αγγέλματα με τα οράματα μιας τεράστιας εικόνας και ενός πανύψηλου δέντρου, ενώ ο Δανιήλ είδε κάποιες κυβερνήσεις της γης να απεικονίζονται ως θηρία.—Δα κεφ. 2, 4, 7.
Πολλές φορές οι προφήτες χρησιμοποιούσαν μια λέξη ή μια έκφραση μιλώντας για ένα πρόσωπο ή μια ομάδα με σκοπό να προσδώσουν μεταφορικά τα χαρακτηριστικά αυτής της έκφρασης στο συγκεκριμένο πρόσωπο ή στη συγκεκριμένη ομάδα. Για παράδειγμα, ο Ιεχωβά περιγράφεται ως «ο Βράχος του Ισραήλ», ως «απόκρημνος βράχος» και ως «οχυρό», κάτι που μεταδίδει την ιδέα ότι ο Θεός αποτελεί σταθερή πηγή ασφάλειας. (2Σα 23:3· Ψλ 18:2) Ο Ιούδας αναφέρεται ως «σκύμνος λιονταριού». (Γε 49:9) Οι Ασσύριοι περιγράφονται ως «το ραβδί» για το θυμό του Θεού.—Ησ 10:5.
Σε πολλές περιπτώσεις οι προφήτες αναπαριστούσαν το άγγελμα που είχαν διοριστεί να μεταδώσουν, ενισχύοντας έτσι τον αντίκτυπο του προφορικού λόγου. Ο Ιερεμίας προείπε συμφορά για την Ιερουσαλήμ και τόνισε τα λεγόμενά του συντρίβοντας μια φιάλη μπροστά στα μάτια των συγκεντρωμένων πρεσβυτέρων του λαού και των ιερέων. Προείπε υποδούλωση στη Βαβυλώνα και παρουσίασε το άγγελμά του ζωντανά στέλνοντας δεσμά και ζυγούς σε διάφορους βασιλιάδες. (Ιερ κεφ. 19, 27) Ο Ησαΐας περπάτησε γυμνός και ξυπόλητος για να τονίσει στους Ισραηλίτες ότι έτσι θα οδηγούνταν στην εξορία οι Αιγύπτιοι και οι Αιθίοπες, στους οποίους απέβλεπαν για βοήθεια. (Ησ 20) Ο Ιεζεκιήλ χάραξε μια εικόνα της Ιερουσαλήμ σε έναν πλίθο, έχτισε πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της, έβαλε ένα σιδερένιο ταψί ανάμεσα στον εαυτό του και στην απεικόνιση που έφτιαξε και ξάπλωσε πάνω στο πλευρό του με το πρόσωπο προς αυτήν, για να καταδείξει την επερχόμενη πολιορκία της Ιερουσαλήμ.—Ιεζ 4.
Μερικές φορές λεγόταν κάποια ιστορία για να τονιστεί το σημείο που έπρεπε να μεταδοθεί. Ο Ιωθάμ το έκανε αυτό για να δείξει στους κτηματίες της Συχέμ ότι είχαν ενεργήσει ανόητα επιλέγοντας για βασιλιά τους έναν τόσο απαίσιο άνθρωπο όπως ο Αβιμέλεχ. (Κρ 9:7-20) Στο βιβλίο του Ιεζεκιήλ υφαίνεται μια ιστορία για δύο αετούς και ένα κλήμα, προκειμένου να δειχτεί παραβολικά η πορεία του Ιούδα σε σχέση με τη Βαβυλώνα και την Αίγυπτο. (Ιεζ 17) Παρόμοια, ο Ιεζεκιήλ χρησιμοποίησε δύο αδελφές, την Οολά και την Οολιβά, που εκπορνεύτηκαν, για να δείξει παραβολικά την πορεία της Σαμάρειας (του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ) και της Ιερουσαλήμ (του Ιούδα).—Ιεζ 23.
Οι παραβολές που αναφέρθηκαν εδώ είναι λίγες μόνο από τις πολλές παραβολές των Εβραϊκών Γραφών. Όλοι σχεδόν οι Βιβλικοί συγγραφείς και προφήτες χρησιμοποίησαν παραβολές. Κάποιες μεταδόθηκαν σε αυτούς απευθείας από τον ίδιο τον Θεό ως οράματα, κάποιες προφορικά και κάποιες άλλες μέσω απτών πραγματικοτήτων, όπως για παράδειγμα η σκηνή της μαρτυρίας, η οποία αποκαλείται «παραβολή».—Εβρ 9:9.
Στις Ελληνικές Γραφές. Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές είναι και αυτές γεμάτες από παραστατικές παραβολές. Σχετικά με τον Ιησού Χριστό ειπώθηκε: «Ποτέ δεν έχει μιλήσει έτσι άλλος άνθρωπος». Από όλους τους ανθρώπους που έζησαν ποτέ στη γη, εκείνος διέθετε τα μεγαλύτερα αποθέματα γνώσης για να αντλήσει τα θέματά του από αυτά. (Ιωα 7:46) Μέσω αυτού πλάστηκαν τα πάντα από τον Θεό. (Ιωα 1:1-3· Κολ 1:15-17) Ήταν πολύ καλά εξοικειωμένος με ολόκληρη τη δημιουργία. Εύλογα, λοιπόν, οι παραλληλισμοί του ήταν απόλυτα εύστοχοι, ο δε τρόπος με τον οποίο παρουσίαζε τα ανθρώπινα συναισθήματα μαρτυρούσε βαθιά κατανόηση. Ήταν σαν το σοφό άντρα της αρχαιότητας που είπε: «Και εκτός από το ότι ο συναθροιστής είχε γίνει σοφός, δίδασκε συνεχώς το λαό γνώση και στοχαζόταν και έκανε επισταμένη έρευνα, προκειμένου να βάλει σε τάξη πολλές παροιμίες. Ο συναθροιστής ζήτησε να βρει ευχάριστα λόγια, καθώς και να γράψει ορθά λόγια αλήθειας».—Εκ 12:9, 10.
Ο Ιησούς προσδιόρισε ορθά τους μαθητές του ως «το αλάτι της γης» και το «φως του κόσμου». (Ματ 5:13, 14) Τους παρακίνησε να “παρατηρήσουν προσεκτικά τα πουλιά του ουρανού” και να “πάρουν ένα μάθημα από τα κρίνα του αγρού”. (Ματ 6:26-30) Παρομοίασε τον εαυτό του με ποιμένα που ήταν πρόθυμος να πεθάνει για τα πρόβατά του. (Ιωα 10:11-15) Απευθυνόμενος στην Ιερουσαλήμ είπε: «Πόσες φορές θέλησα να συγκεντρώσω τα παιδιά σου, όπως συγκεντρώνει η κότα τα κλωσόπουλά της κάτω από τις φτερούγες της! Αλλά εσείς δεν το θελήσατε». (Ματ 23:37) Αποκάλεσε τους υποκριτικούς θρησκευτικούς ηγέτες “τυφλούς οδηγούς, που διυλίζουν το κουνούπι αλλά καταπίνουν την καμήλα!” (Ματ 23:24) Και αναφορικά με κάποιον που σκανδαλίζει τους άλλους, διακήρυξε: «Θα ήταν καλύτερο για αυτόν αν τοποθετούνταν γύρω από το λαιμό του μια μυλόπετρα και αυτός ριχνόταν στη θάλασσα».—Λου 17:1, 2.
Μολονότι κάποιες παραβολές που χρησιμοποίησε ο Ιησούς ήταν σύντομες, περιεκτικές εκφράσεις, ανάλογες με τις παροιμίες των Εβραϊκών Γραφών, οι υπόλοιπες ήταν συνήθως μεγαλύτερες και πολλές φορές είχαν μήκος και χαρακτήρα ιστορίας. Ο Ιησούς αντλούσε γενικά τις παραβολές του από την περιβάλλουσα δημιουργία, από οικείες συνήθειες της καθημερινής ζωής, από τυχαία συμβάντα ή πιθανές καταστάσεις, καθώς και από επίκαιρα γεγονότα που οι ακροατές του γνώριζαν καλά.
Μερικές από τις εξέχουσες παραβολές του Ιησού. Στην ύλη που ακολουθεί θα βρείτε χρήσιμες πληροφορίες γύρω από το πλαίσιο και τα συμφραζόμενα 30 παραβολών που χρησιμοποίησε ο Ιησούς Χριστός στην επίγεια διακονία του και τις οποίες κατέγραψαν οι Ευαγγελιστές:
(1) Οι δύο χρεώστες (Λου 7:41-43). Ο σκοπός της παραβολής για τους δύο χρεώστες, ο ένας από τους οποίους χρωστούσε δεκαπλάσια από τον άλλον, και η εφαρμογή της παραβολής βρίσκονται στα συμφραζόμενα, στα εδάφια Λουκάς 7:36-40, 44-50.
Αφορμή για την παραβολή υπήρξε η στάση του Σίμωνα, που φιλοξενούσε τον Ιησού, απέναντι στη γυναίκα η οποία μπήκε και άλειψε τα πόδια του Ιησού με αρωματικό λάδι. Η παρουσία ενός απρόσκλητου ατόμου δεν θεωρούνταν ασυνήθιστη, διότι φαίνεται πως σε μερικές περιπτώσεις απρόσκλητα άτομα μπορούσαν να μπουν στο δωμάτιο κατά τη διάρκεια ενός γεύματος και να καθήσουν δίπλα στον τοίχο, συνομιλώντας από εκεί με όσους πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι, στο κέντρο του δωματίου. Ο Ιησούς έκανε κατάλληλη εφαρμογή της κατάστασης των δύο χρεωστών, επισημαίνοντας ότι ο Σίμων δεν του είχε δώσει νερό για τα πόδια του, δεν τον είχε χαιρετήσει με φιλί και δεν είχε αλείψει το κεφάλι του με λάδι—πράξεις αβροφροσύνης που γίνονταν συνήθως προς έναν επισκέπτη. Αλλά η γυναίκα που είχε πολλές αμαρτίες έδειξε μεγαλύτερη αγάπη και φιλοξενία στον Ιησού, μολονότι δεν τον φιλοξενούσε εκείνη. Κατόπιν ο Ιησούς τής είπε: «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες».
(2) Ο σπορέας (Ματ 13:3-8· Μαρ 4:3-8· Λου 8:5-8). Στην ίδια την παραβολή δεν βρίσκουμε στοιχεία για την ερμηνεία της, αλλά η εξήγηση δίνεται με σαφήνεια στα εδάφια Ματθαίος 13:18-23, Μάρκος 4:14-20 και Λουκάς 8:11-15. Η προσοχή επικεντρώνεται στις συνθήκες που επηρεάζουν το έδαφος, δηλαδή την καρδιά, και στις επιρροές που μπορούν να εμποδίσουν την ανάπτυξη του σπόρου, δηλαδή του λόγου της Βασιλείας.
Υπήρχαν διάφοροι τρόποι σποράς εκείνες τις ημέρες. Ένας κοινός τρόπος ήταν να έχει ο σπορέας ένα σακί με σπόρους κρεμασμένο διαγωνίως από τον ώμο και στηριγμένο στη μέση του. Άλλοι σχημάτιζαν μια πτύχωση στο εξωτερικό τους ένδυμα και έβαζαν το σπόρο εκεί. Τον σκόρπιζαν με το χέρι στα πεταχτά καθώς προχωρούσαν και τον κάλυπταν όσο το δυνατόν συντομότερα, προτού προλάβουν να τον αρπάξουν οι κουρούνες και τα κοράκια. Όταν όμως ο ζευγάς άφηνε ανόργωτα μονοπάτια ανάμεσα στα χωράφια ή αν κάποιοι σπόροι έπεφταν σε σκληρό έδαφος δίπλα στο δρόμο, τα πουλιά έτρωγαν το σπόρο που έπεφτε εκεί. Οι “βραχώδεις τόποι” δεν ήταν απλώς σημεία όπου υπήρχαν βράχοι διάσπαρτοι στο έδαφος, αλλά όπως λέει το εδάφιο Λουκάς 8:6, ο σπόρος έπεσε πάνω «στο βράχο», δηλαδή σε κρυμμένο στρώμα βράχου, στην επιφάνεια του οποίου υπήρχε ελάχιστο χώμα. Τα φυτά από αυτούς τους σπόρους ξεραίνονταν γρήγορα από τον ήλιο. Το έδαφος στο οποίο ήταν τα αγκάθια είχε προφανώς οργωθεί, αλλά δεν είχε καθαριστεί από τα ζιζάνια, με αποτέλεσμα αυτά να μεγαλώσουν και να πνίξουν τους νεοφύτευτους σπόρους. Η αναφερόμενη απόδοση των παραγωγικών σπόρων—εκατό, εξήντα και τριάντα φορές περισσότερο—είναι μέσα σε πολύ λογικά πλαίσια. Η σπορά και οι διάφοροι τύποι εδάφους ήταν πράγματα γνωστά στους ακροατές του Ιησού.
(3) Τα ζιζάνια ανάμεσα στο σιτάρι (Ματ 13:24-30). Η εξήγηση δίνεται από τον Ιησού και είναι καταγραμμένη στα εδάφια Ματθαίος 13:36-43, όπου «το σιτάρι», δηλαδή «οι γιοι της βασιλείας», αντιπαραβάλλεται με «τα ζιζάνια», “τους γιους του πονηρού”.
Το να πάει κανείς σε σιταγρό και να σπείρει από πάνω ζιζάνια είναι πράξη εχθρότητας γνωστή στη Μέση Ανατολή. Τα αναφερόμενα «ζιζάνια» θεωρείται συνήθως ότι είναι η δηλητηριώδης ήρα (αίρα η μεθυστική [Lolium temulentum]), οι δηλητηριώδεις ιδιότητες της οποίας πιστεύεται γενικά ότι οφείλονται σε έναν μύκητα που αναπτύσσεται μέσα στους σπόρους της. Η ήρα μοιάζει πολύ με το σιτάρι μέχρι να ωριμάσει, αλλά κατόπιν αναγνωρίζεται εύκολα. Αν φαγωθεί, μπορεί να προξενήσει ιλίγγους και, υπό ορισμένες συνθήκες, ακόμη και θάνατο. Εφόσον οι ρίζες αυτών των ζιζανίων μπλέκονται εύκολα με τις ρίζες του σιταριού, το να ξεριζώσει κανείς τα ζιζάνια πριν από το θερισμό, ακόμη και αν μπορούσε να τα αναγνωρίσει, θα οδηγούσε σε απώλεια σιταριού.
(4) Ο κόκκος σιναπιού (Ματ 13:31, 32· Μαρ 4:30-32· Λου 13:18, 19). Δηλώνεται ότι το θέμα είναι «η βασιλεία των ουρανών». Όπως φαίνεται από άλλα εδάφια, αυτό μπορεί να αναφέρεται σε κάποιο χαρακτηριστικό που σχετίζεται με τη Βασιλεία. Σε αυτή την περίπτωση, η παραβολή τονίζει δύο πράγματα: πρώτον, την εκπληκτική αύξηση του αγγέλματος της Βασιλείας και, δεύτερον, την προστασία που παρέχεται σε όσους δέχονται το άγγελμά της.
Ο κόκκος σιναπιού είναι μικροσκοπικός και έτσι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να προσδιορίσει κάτι εξαιρετικά μικρό. (Λου 17:6) Μερικά φυτά σιναπιού, στην πλήρη τους ανάπτυξη, φτάνουν σε ύψος τα 3 ως 4,5 μ. και έχουν γερά κλαδιά, έτσι ώστε το φυτό γίνεται ουσιαστικά «δέντρο», όπως είπε ο Ιησούς. Με ανάλογο τρόπο, η Χριστιανική εκκλησία είχε μια πολύ μικρή αρχή την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. Αλλά στη διάρκεια του πρώτου αιώνα αυξήθηκε ραγδαία, και στη σύγχρονη εποχή τα κλαδιά του «δέντρου» του σιναπιού έχουν επεκταθεί πέρα από κάθε προσδοκία.—Ησ 60:22.
(5) Το προζύμι (Ματ 13:33). Και πάλι, το θέμα είναι «η βασιλεία των ουρανών». Τα «τρία μεγάλα μέτρα» είναι τρία σάτα, σύμφωνα με το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, δηλαδή τρία σεάχ, που συνολικά ισοδυναμούν με 22 περίπου λίτρα αλεύρι. Το προζύμι ήταν συγκριτικά λίγο, αλλά επηρέασε τα πάντα γύρω του. Ποια πτυχή της Βασιλείας καταδεικνύεται σε αυτή την παραβολή; Όπως συμβαίνει με το προζύμι, η πνευματική αύξηση που σχετίζεται με τη Βασιλεία είναι συχνά αθέατη στα ανθρώπινα μάτια, αλλά είναι συνεχής, και είναι εκτεταμένη. Σαν το προζύμι που μπαίνει σε μια μεγάλη ποσότητα αλεύρι, το έργο κηρύγματος της Βασιλείας που προκαλεί την πνευματική αύξηση έχει επεκταθεί μέχρι του σημείου να κηρύττεται τώρα η Βασιλεία «ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης».—Πρ 1:8.
(6) Ο κρυμμένος θησαυρός (Ματ 13:44). Ειπώθηκε από τον Ιησού, όχι στα πλήθη, αλλά στους μαθητές του. (Ματ 13:36) Όπως αναφέρεται στο εδάφιο, το θέμα είναι «η βασιλεία των ουρανών», η οποία φέρνει χαρά σε όποιον τη βρίσκει, απαιτείται δε να κάνει αλλαγές και προσαρμογές στη ζωή του και να επιζητεί πρώτα τη Βασιλεία, εγκαταλείποντας τα πάντα για χάρη της.
(7) Ο έμπορος που έψαχνε μαργαριτάρια (Ματ 13:45, 46). Ειπώθηκε από τον Ιησού στους μαθητές του. Ο Ιησούς παρομοιάζει τη Βασιλεία των ουρανών με καλό μαργαριτάρι που έχει τόσο μεγάλη αξία ώστε κάποιος πουλάει όλα τα υπάρχοντά του για να το αποκτήσει.
Τα μαργαριτάρια είναι πολύτιμα πετράδια που βρίσκονται μέσα στα όστρακα στρειδιών και ορισμένων άλλων μαλακίων. Δεν είναι όμως όλα τα μαργαριτάρια «καλά». Κάποια μπορεί να μην έχουν φωτεινό λευκό χρώμα, αλλά να είναι κίτρινα ή να έχουν σκούρα απόχρωση ή μπορεί να μην είναι λεία. Για τους αρχαίους στη Μέση Ανατολή, το μαργαριτάρι είχε μεγάλη αξία και έφερνε ευχαρίστηση στον ιδιοκτήτη του. Σε αυτή την παραβολή ο έμπορος έψαχνε μαργαριτάρια. Είχε την απαιτούμενη διάκριση για να εκτιμήσει την υπέρτερη αξία αυτού του συγκεκριμένου μαργαριταριού και ήταν διατεθειμένος να μπει στον κόπο να κάνει όλες τις απαραίτητες διευθετήσεις και να αποχωριστεί οτιδήποτε άλλο προκειμένου να το αποκτήσει.—Παράβαλε Λου 14:33· Φλπ 3:8.
(8) Το συρόμενο δίχτυ (Ματ 13:47-50). Με αυτή την παραβολή ο Ιησούς περιγράφει το διαχωρισμό, δηλαδή την επιλεκτική απομάκρυνση, όσων είναι ακατάλληλοι για τη Βασιλεία των ουρανών. Το εδάφιο 49 υποδεικνύει την «τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων» ως τον καιρό κατά τον οποίο αποκορυφώνεται η εκπλήρωση της παραβολής.
Το συρόμενο δίχτυ αποτελείται από σχοινιά ή νήματα λιναριού και είναι σχεδιασμένο να σύρεται κατά μήκος του πυθμένα μιας υδάτινης μάζας. Με αυτό το δίχτυ πιάνονται ψάρια όλων των ειδών. Η παραβολή ήταν πολύ κατάλληλη για τους μαθητές του Ιησού, μερικοί από τους οποίους ήταν ψαράδες. Αυτοί ήξεραν καλά ότι μερικά ψάρια ήταν ακατάλληλα και έπρεπε να τα πετούν επειδή δεν είχαν πτερύγια και λέπια, και ως εκ τούτου ήταν ακάθαρτα και δεν μπορούσαν να φαγωθούν, σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 11:9-12· Δευ 14:9, 10.
(9) Ο ανελεήμων δούλος (Ματ 18:23-35). Η αφορμή που υποκίνησε τον Ιησού να πει αυτή την παραβολή αναφέρεται στα εδάφια Ματθαίος 18:21, 22, η δε εφαρμογή γίνεται στο εδάφιο 35. Η παραβολή τονίζει πόσο μικρά είναι τα χρέη των συνανθρώπων μας προς εμάς σε σύγκριση με το δικό μας χρέος προς τον Θεό. Εντυπώνει σε εμάς τους αμαρτωλούς ανθρώπους, στους οποίους ο Θεός συγχωρεί τόσο μεγάλο χρέος μέσω της θυσίας του Χριστού, το πόσο αναγκαίο είναι να συγχωρούμε τις σχετικά ασήμαντες αμαρτίες που διαπράττουν εναντίον μας οι συνάνθρωποί μας.
Ένα δηνάριο ισοδυναμούσε με ένα ημερομίσθιο, άρα τα 100 δηνάρια—το μικρότερο χρέος—ισοδυναμούσαν περίπου με το ένα τρίτο του ετήσιου μισθού. Τα δέκα χιλιάδες ασημένια τάλαντα—το μεγαλύτερο χρέος—ισοδυναμούσαν με 60 εκατομμύρια δηνάρια, δηλαδή με μισθούς τους οποίους για να συγκεντρώσει κάποιος θα χρειαζόταν χιλιάδες ζωές. Ενδεικτικό του αστρονομικού ποσού που χρωστούσε ο δούλος στο βασιλιά είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον Ιώσηπο, οι επαρχίες της Ιουδαίας, της Ιδουμαίας και της Σαμάρειας, καθώς και μερικές πόλεις, πλήρωναν όλες μαζί στις ημέρες του φόρους που ανέρχονταν στα 600 τάλαντα το χρόνο, ενώ η Γαλιλαία και η Περαία πλήρωναν 200. Ο ίδιος ο Ιησούς (στο εδάφιο 35) αναφέρει την αρχή που εκφράζει η παραβολή: «Με όμοιο τρόπο θα σας φερθεί και ο ουράνιος Πατέρας μου αν δεν συγχωρήσετε ο καθένας τον αδελφό του από την καρδιά σας».
(10) Ο καλός Σαμαρείτης (Λου 10:30-37). Το πλαίσιο στο οποίο ειπώθηκε η παραβολή, όπως αναφέρεται στα εδάφια Λουκάς 10:25-29, δείχνει ότι αυτή δόθηκε ως απάντηση στην ερώτηση: «Ποιος είναι, όμως, ο πλησίον μου;» Το σωστό συμπέρασμα που πρέπει να εξαχθεί από την παραβολή φαίνεται στα εδάφια 36 και 37.
Ο δρόμος που οδηγούσε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ περνούσε μέσα από άγρια και ερημική περιοχή στην οποία γίνονταν συχνά ληστείες. Η κατάσταση ήταν τόσο άσχημη ώστε μεταγενέστερα εγκαταστάθηκε εκεί φρουρά για την προστασία των ταξιδιωτών. Τον πρώτο αιώνα, η Ιεριχώ βρισκόταν περίπου 21 χλμ. ΑΒΑ της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς, προκειμένου να δείξει ποιος είναι ο «πλησίον» προς τον οποίο έπρεπε να εκδηλώνεται αγάπη κατ’ εντολήν του Νόμου, περιέγραψε τις αντιδράσεις ενός ιερέα και ενός Λευίτη προς κάποιον άνθρωπο που είχε πέσει θύμα ληστείας και είχε εγκαταλειφθεί μισοπεθαμένος. Οι ιερείς ήταν διορισμένοι να προσφέρουν θυσίες στο ναό της Ιερουσαλήμ, οι δε Λευίτες τούς βοηθούσαν. Οι Σαμαρείτες δέχονταν το Νόμο όπως εκτίθεται στην Πεντάτευχο, αλλά οι Ιουδαίοι δεν τους θεωρούσαν «πλησίον», μάλιστα δεν είχαν καν δοσοληψίες μαζί τους. (Ιωα 4:9) Τους έβλεπαν με μεγάλη περιφρόνηση (Ιωα 8:48), και υπήρχαν Ιουδαίοι που τους καταριούνταν δημόσια στις συναγωγές τους και προσεύχονταν καθημερινά στον Θεό να μη λάβουν οι Σαμαρείτες αιώνια ζωή. Το λάδι και το κρασί, τα οποία έβαλε ο Σαμαρείτης στις πληγές του τραυματισμένου ανθρώπου, χρησιμοποιούνταν συχνά για θεραπευτικούς σκοπούς. Τα δύο δηνάρια που άφησε ο Σαμαρείτης στον πανδοχέα για τη φροντίδα του ανθρώπου ισοδυναμούσαν περίπου με δύο ημερομίσθια.—Ματ 20:2.
(11) Ο επίμονος φίλος (Λου 11:5-8). Η παραβολή αποτελούσε μέρος της απάντησης του Ιησού στο αίτημα των μαθητών του για οδηγίες σχετικά με το πώς να προσεύχονται. (Λου 11:1-4) Όπως δείχνουν τα εδάφια 9 και 10, το δίδαγμα που πρέπει να αντλήσουμε από αυτήν είναι, όχι ότι ο Θεός ενοχλείται με τα αιτήματά μας, αλλά ότι αναμένει από εμάς να εξακολουθήσουμε να ζητάμε.
Η φιλοξενία αποτελεί καθήκον στο οποίο οι κάτοικοι της Μέσης Ανατολής αρέσκονται να διαπρέπουν. Ακόμη και αν ο επισκέπτης έφτανε απρόσμενα τα μεσάνυχτα, ίσως λόγω της αβεβαιότητας που χαρακτήριζε τότε τα ταξίδια, ο οικοδεσπότης αισθανόταν υποχρεωμένος να του προσφέρει τροφή. Εφόσον συχνά είναι δύσκολο να υπολογίσει κανείς ακριβώς πόσο ψωμί θα χρειαστεί να ψήσει για το σπιτικό του, μερικές φορές οι άνθρωποι δανείζονταν από τους γείτονες. Στην προκειμένη περίπτωση, ο γείτονας είχε πέσει για ύπνο. Δεδομένου ότι μερικά σπίτια, ιδίως των φτωχών, μπορεί να αποτελούνταν από ένα μόνο μεγάλο δωμάτιο, το να σηκωθεί κανείς σήμαινε ότι θα ενοχλούσε όλη την οικογένεια, γι’ αυτό και ο γείτονας ήταν απρόθυμος να ικανοποιήσει αυτό το αίτημα.
(12) Ο παράλογος πλούσιος (Λου 12:16-21). Η παραβολή αποτελούσε μέρος της απάντησης του Ιησού σε κάποιον ο οποίος τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει σε ένα ζήτημα κληρονομιάς. Όπως φαίνεται στο εδάφιο 15, το σημείο που τονίζεται είναι ότι «ακόμη και όταν έχει κανείς αφθονία, η ζωή του δεν είναι αποτέλεσμα των υπαρχόντων του». Παραβάλετέ το αυτό με ό,τι είπε κατόπιν ο Ιησούς στους μαθητές του, αρχίζοντας από το εδάφιο 22.
Ο Νόμος απαιτούσε να κληρονομήσει ο μεγαλύτερος γιος δύο μερίδια από όλα όσα ανήκαν στον πατέρα του. (Δευ 21:17) Προφανώς η αντιδικία προέκυψε επειδή αυτός ο νόμος δεν είχε γίνει σεβαστός, εξού και η προειδοποίηση σχετικά με την πλεονεξία.
(13) Η άκαρπη συκιά (Λου 13:6-9). Ειπώθηκε στα τέλη του 32 Κ.Χ., τρία ολόκληρα χρόνια μετά το βάφτισμα του Ιησού. Μόλις είχε γίνει γνωστό ότι ο Πιλάτος είχε σκοτώσει κάποιους Γαλιλαίους. Ο Ιησούς είχε αναφερθεί επίσης στην περίπτωση του θανάτου 18 ανθρώπων πάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος του Σιλωάμ και είχε πει στο λαό ότι, αν δεν μετανοούσαν, θα καταστρέφονταν όλοι. (Λου 13:1-5) Κατόπιν είπε αυτή την παραβολή.
Ήταν συνηθισμένο να φυτεύουν ανά διαστήματα στα αμπέλια συκιές και ελαιόδεντρα, ώστε να έχουν κάποιο εισόδημα ακόμη και αν για τα αμπέλια δεν ήταν καλή η χρονιά. Τα καινούρια δέντρα που αναπτύσσονται από μοσχεύματα συνήθως παράγουν έστω και λίγα σύκα μέσα σε δύο ή τρία χρόνια. Ο παραλληλισμός μεταξύ των τριών χρόνων που αναφέρονται στην παραβολή και των τριών χρόνων διακονίας του Ιησού που είχαν περάσει ως τότε ήταν ολοφάνερα σημαντικός. Ως φορολογητέο είδος, η άκαρπη συκιά αποτελούσε βάρος και επομένως άξιζε να καταστραφεί.
(14) Το μεγάλο δείπνο (Λου 14:16-24). Τα εδάφια 1-15 θέτουν το πλαίσιο: η παραβολή ειπώθηκε στη διάρκεια ενός γεύματος σε κάποιον από τους άλλους φιλοξενουμένους ο οποίος είπε: «Ευτυχισμένος θα είναι όποιος φάει ψωμί στη βασιλεία του Θεού».
Υπήρχε η συνήθεια να ειδοποιεί ο οικοδεσπότης τους καλεσμένους του όταν το γεύμα ήταν έτοιμο. Εκείνοι που ζήτησαν να απαλλαχτούν από τη δέσμευση να παρευρεθούν σε αυτό το μεγάλο δείπνο προτίμησαν να ασχοληθούν με άλλες επιδιώξεις που κανονικά θα φαίνονταν αρκετά λογικές. Ωστόσο, οι απαντήσεις τους έδειξαν ότι στην ουσία δεν επιθυμούσαν να παρευρεθούν ούτε είχαν το δέοντα σεβασμό για τον οικοδεσπότη. Οι περισσότεροι από αυτούς που προσκλήθηκαν αργότερα—οι φτωχοί, οι ανάπηροι, οι κουτσοί, οι τυφλοί και οι άλλοι που τελικά φέρθηκαν στο γεύμα—ήταν άτομα τα οποία ο κόσμος γενικά θεωρούσε ανάξια.—Παράβαλε εδ. 13.
(15) Το ένα χαμένο πρόβατο (Λου 15:3-7). Τα εδάφια Λουκάς 15:1, 2 δείχνουν ότι αφορμή για την παραβολή στάθηκε το ότι οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς μουρμούριζαν επειδή ο Ιησούς καλοδεχόταν αμαρτωλούς και εισπράκτορες φόρων. Στα εδάφια Ματθαίος 18:12-14 αναφέρεται μια παρόμοια παραβολή που ειπώθηκε σε διαφορετική περίπτωση.
Οι εισπράκτορες φόρων, ιδιαίτερα όσοι ήταν Ιουδαίοι, μισούνταν επειδή είχαν ως επάγγελμά τους τη συλλογή φόρων για τους μισητούς Ρωμαίους. Οι άλλοι τους περιφρονούσαν. Η παραβολή του Ιησού σχετικά με το ένα χαμένο πρόβατο περιέγραφε μια κατάσταση από την καθημερινή ζωή που οι ακροατές του μπορούσαν να αντιληφθούν εύκολα. Το χαμένο πρόβατο είναι αβοήθητο—ο ποιμένας είναι αυτός που ψάχνει να το βρει. Η χαρά στον ουρανό για τον αμαρτωλό που μετανοεί παρουσιάζει διαμετρική αντίθεση με τα μουρμουρητά των γραμματέων και των Φαρισαίων σχετικά με το ενδιαφέρον που έδειχνε ο Ιησούς για τέτοια άτομα.
(16) Η χαμένη δραχμή (Λου 15:8-10). Το πλαίσιο τίθεται στα εδάφια Λουκάς 15:1, 2, αυτή δε η παραβολή αναφέρεται αμέσως μετά την παραβολή για το ένα χαμένο πρόβατο. Το εδάφιο 10 επισημαίνει την εφαρμογή.
Η αξία της δραχμής ήταν 65 σεντς, όσο ήταν σχεδόν ένα ημερομίσθιο. Ωστόσο, το συγκεκριμένο νόμισμα που είχε χαθεί μπορεί να είχε ιδιαίτερη αξία ως μέρος μιας δεκάδας νομισμάτων, τα οποία ίσως αποτελούσαν οικογενειακό κειμήλιο ή τμήμα ενός πολύτιμου περιδέραιου. Ήταν απαραίτητο να ανάψει κανείς λυχνάρι για να ψάξει, επειδή, ακόμη και αν το σπίτι είχε κάποιον φεγγίτη, αυτός ήταν συνήθως πολύ μικρός. Επίσης, το σκούπισμα διευκόλυνε το ψάξιμο, επειδή γενικά το πάτωμα ήταν σκέτο χώμα.
(17) Ο άσωτος γιος (Λου 15:11-32). Οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς μουρμούριζαν επειδή ο Ιησούς καλοδεχόταν εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλούς και έτρωγε μαζί τους. Ο Ιησούς απάντησε λέγοντας τις παραβολές του ενός χαμένου προβάτου και του χαμένου νομίσματος, και στη συνέχεια αυτή την παραβολή.
Η κληρονομιά του νεότερου γιου ήταν η μισή από αυτήν του μεγαλύτερου αδελφού, σύμφωνα με τον Ιουδαϊκό νόμο. (Δευ 21:17) Όπως ο νεότερος γιος πήγε σε μακρινή χώρα, έτσι και οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι οι εισπράκτορες φόρων τούς είχαν εγκαταλείψει για να προσφέρουν υπηρεσία στη Ρώμη. Το να αναγκαστεί ένας Ιουδαίος να βόσκει γουρούνια ήταν εξευτελιστικό, εφόσον αυτά τα ζώα ήταν ακάθαρτα σύμφωνα με το Νόμο. (Λευ 11:7) Κατά την επιστροφή του στο σπίτι, ο νεότερος γιος ζήτησε να γίνει δεκτός, όχι ως γιος, αλλά ως μισθωτός. Ο μισθωτός δεν ανήκε καν στο προσωπικό του αγροκτήματος, όπως οι δούλοι, αλλά ήταν ένας εξωτερικός εργάτης τον οποίο συχνά προσλάμβαναν μόνο για μία ημέρα. (Ματ 20:1, 2, 8) Ο πατέρας ζήτησε μια στολή, την καλύτερη, για το νεότερο γιο. Αυτό δεν ήταν ένα απλό ρούχο, αλλά ήταν κατά πάσα πιθανότητα ένα ολοκέντητο ένδυμα σαν αυτό που πρόσφεραν σε κάποιον τιμώμενο επισκέπτη. Το δαχτυλίδι και τα σανδάλια υποδήλωναν πιθανώς ότι αυτός που τα φορούσε είχε αξιοπρέπεια και ήταν ελεύθερος.
(18) Ο άδικος οικονόμος (Λου 16:1-8). Το δίδαγμα της παραβολής αναφέρεται στα εδάφια 9-13. Ο οικονόμος επαινείται, όχι για την αδικία του, αλλά για την πρακτική του σοφία.
Στον οικονόμο είχε ανατεθεί η φροντίδα των υποθέσεων του κυρίου του, του είχε δοθεί θέση μεγάλης εμπιστοσύνης. (Γε 24:2· 39:4) Στην παραβολή του Ιησού, το ότι ο οικονόμος απολύθηκε σήμαινε ότι τον έδιωχναν από το σπίτι, άρα δεν είχε τα μέσα να συντηρηθεί. Μειώνοντας τις οφειλές των χρεωστών του κυρίου του δεν κέρδισε χρήματα αλλά κέρδισε φίλους που μπορεί να του έδειχναν εύνοια στο μέλλον. Εκατό βαθ λάδι ισοδυναμούσαν με 2.200 λίτρα, ενώ 100 κορ σιτάρι ανέρχονταν σε 22.000 λίτρα.
(19) Ο πλούσιος και ο Λάζαρος (Λου 16:19-31). Το πλαίσιο της παραβολής, στα εδάφια Λουκάς 16:14, 15, δείχνει ότι οι φιλάργυροι Φαρισαίοι άκουγαν και περιγελούσαν. Αλλά ο Ιησούς τούς είπε: «Εσείς είστε που ανακηρύσσετε τον εαυτό σας δίκαιο ενώπιον των ανθρώπων, αλλά ο Θεός γνωρίζει τις καρδιές σας· επειδή ό,τι είναι εξυψωμένο μεταξύ των ανθρώπων είναι αηδιαστικό ενώπιον του Θεού».
“Η πορφύρα και το λινό” με τα οποία στολιζόταν ο πλούσιος συγκρίνονταν μόνο με την ενδυμασία των αρχόντων, των ευγενών και των ιερέων. (Εσθ 8:15· Γε 41:42· Εξ 28:4, 5) Ήταν πολύ ακριβά. Ο Άδης, όπου λέγεται ότι πήγε ο πλούσιος, είναι ο κοινός τάφος των νεκρών ανθρώπων. Το ότι από αυτή την παραβολή δεν πρέπει να συμπεράνουμε πως ο Άδης είναι ένας πύρινος τόπος αποσαφηνίζεται στο εδάφιο Αποκάλυψη 20:14, όπου λέγεται ότι ο θάνατος και ο Άδης ρίχνονται «στη λίμνη της φωτιάς». Επομένως, ο θάνατος του πλουσίου και η παρουσία του στον Άδη πρέπει να έχουν μεταφορική σημασία, δεδομένου ότι και αλλού στις Γραφές γίνεται λόγος για μεταφορικό θάνατο. (Λου 9:60· Κολ 2:13· 1Τι 5:6) Έτσι λοιπόν, τα πύρινα βάσανα τα υφίστατο ο πλούσιος ενώ ήταν μεταφορικά νεκρός αλλά στην πραγματικότητα ήταν ζωντανός ως άνθρωπος. Η φωτιά χρησιμοποιείται στο Λόγο του Θεού για να περιγράψει τα φλογερά αγγέλματα κρίσης του Θεού (Ιερ 5:14· 23:29), το δε έργο που κάνουν οι προφήτες του Θεού διακηρύττοντας τις κρίσεις του λέγεται ότι “βασανίζει” όσους εναντιώνονται στον Θεό και στους υπηρέτες του.—Απ 11:7, 10.
Το όνομα Λάζαρος αποτελεί εξελληνισμένο τύπο του εβραϊκού ονόματος Ελεάζαρ, το οποίο σημαίνει «Ο Θεός Έχει Βοηθήσει». Οι σκύλοι που έγλειφαν τα έλκη του Λαζάρου ήταν προφανώς αδέσποτοι σκύλοι που τρέφονταν με θνησιμαία και θεωρούνταν ακάθαρτοι. Το ότι ο Λάζαρος βρισκόταν στον κόλπο του Αβραάμ δείχνει ότι ήταν σε θέση εύνοιας (παράβαλε Ιωα 1:18), αυτό δε το σχήμα λόγου προήλθε από τη συνήθεια που είχαν να πλαγιάζουν στα γεύματα με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορεί κάποιος να γείρει στον κόλπο ενός φίλου.—Ιωα 13:23-25.
(20) Άχρηστοι δούλοι (Λου 17:7-10). Το εδάφιο 10 δείχνει το δίδαγμα της παραβολής.
Οι δούλοι που εργάζονταν στους αγρούς του κυρίου τους σέρβιραν συνήθως και το δείπνο του. Όχι μόνο ήταν απολύτως φυσιολογικό να περιμένουν μέχρι να φάει ο κύριός τους προτού φάνε οι ίδιοι, αλλά συχνά φιλονικούσαν για το ποιος θα είχε την τιμή να τον υπηρετήσει. Αυτό δεν θεωρούνταν επιπλέον βάρος, αλλά κάτι που ο κύριός τους δικαιούνταν.
(21) Η χήρα και ο δικαστής (Λου 18:1-8). Όπως αναφέρεται στο εδάφιο 1, η παραβολή ειπώθηκε για να δείξει ότι χρειάζεται κανείς “να προσεύχεται πάντοτε και να μην παραιτείται”. Τα εδάφια 7 και 8 δείχνουν επίσης την εφαρμογή. Η παραβολή αυτή, η οποία τόνιζε την προσευχή, ήταν ιδιαίτερα κατάλληλη λαβαίνοντας υπόψη τα όσα αναφέρονται στο προηγούμενο κεφάλαιο, εδάφια 20 ως 37.
Προφανώς ο δικαστής αυτός δεν συνδεόταν με κάποιο Ιουδαϊκό δικαστήριο. Τον πρώτο αιώνα υπήρχαν τέσσερα Ιουδαϊκά δικαστήρια: (1) το δικαστήριο του χωριού, που αποτελούνταν από τρεις άντρες, (2) ένα δικαστήριο που αποτελούνταν από εφτά πρεσβυτέρους του χωριού, (3) τα κατώτερα δικαστήρια στην Ιερουσαλήμ που αποτελούνταν από 23 άτομα το καθένα—μάλιστα τέτοια δικαστήρια υπήρχαν και σε άλλες μεγάλες πόλεις σε όλη την Παλαιστίνη—και (4) το ανώτερο δικαστήριο, το Μεγάλο Σάνχεδριν, που αποτελούνταν από 71 μέλη, έδρευε στην Ιερουσαλήμ και είχε εξουσία σε όλο το έθνος. (Βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ.) Ωστόσο, ο δικαστής της παραβολής δεν ταιριάζει να ενταχθεί στο Ιουδαϊκό δικαστικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο ένα δικαστήριο έπρεπε να αποτελείται τουλάχιστον από τρία μέλη. Άρα λοιπόν, πρέπει να ήταν ένας από τους δικαστές που διόριζαν οι Ρωμαίοι. Δηλώνεται ξεκάθαρα ότι δεν φοβόταν τον Θεό ούτε είχε αναστολές ανησυχώντας για την αντίδραση της κοινής γνώμης. Η παραβολή δεν λέει ότι ο Θεός είναι σαν τον άδικο δικαστή. Τουναντίον αντιδιαστέλλει τον Θεό με το δικαστή. Αν εκείνος ο δικαστής έκανε τελικά αυτό που έπρεπε, πόσο μάλλον ο Θεός! Η επιμονή της χήρας υποκίνησε τον άδικο δικαστή να αναλάβει δράση. Παρόμοια, οι υπηρέτες του Θεού πρέπει να εμμένουν στην προσευχή. Ο Θεός, ο οποίος είναι δίκαιος, θα απαντήσει στην προσευχή τους κάνοντας να αποδοθεί δικαιοσύνη.
(22) Ο αυτοδικαιούμενος Φαρισαίος και ο μετανοημένος εισπράκτορας φόρων (Λου 18:9-14). Το πλαίσιο και ο αντικειμενικός σκοπός της παραβολής εξηγούνται στα εδάφια 9 και 14 αντίστοιχα.
Εκείνοι που πήγαιναν στο ναό για να προσευχηθούν δεν έμπαιναν στα Άγια ή στα Άγια των Αγίων, αλλά είχαν δικαίωμα εισόδου στις γύρω αυλές. Αυτοί οι άνθρωποι, όντας Ιουδαίοι, στέκονταν κατά πάσα πιθανότητα στην εξωτερική αυλή, την Αυλή των Γυναικών, όπως λεγόταν. Οι Φαρισαίοι ήταν υπερήφανοι, αυτοδικαιώνονταν και περιφρονούσαν τους άλλους ανθρώπους. (Ιωα 7:47, 49) Νήστευαν δύο φορές την εβδομάδα, μολονότι αυτό δεν απαιτούνταν από το Μωσαϊκό Νόμο. Αναφέρεται ότι, για να γίνεται η ευλάβειά τους αντιληπτή, διάλεγαν για τη νηστεία τους τις ημέρες που λειτουργούσε η αγορά, οπότε βρίσκονταν πολλοί άνθρωποι στην πόλη και επίσης λάβαιναν χώρα ειδικές λειτουργίες στις συναγωγές και συνεδρίαζε το τοπικό Σάνχεδριν. (Ματ 6:16· παράβαλε 10:17, υποσ.) Οι Ιουδαίοι εισπράκτορες φόρων μπορούσαν να πηγαίνουν στο ναό, αλλά ήταν μισητοί λόγω της υπηρεσίας που πρόσφεραν στη Ρώμη.
(23) Οι εργάτες που πληρώθηκαν ένα δηνάριο (Ματ 20:1-16). Η παραβολή αποτελεί μέρος της απάντησης του Ιησού στην ερώτηση του Πέτρου την οποία διαβάζουμε στο εδάφιο Ματθαίος 19:27: «Δες! Εμείς αφήσαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε· τι θα γίνει, λοιπόν, με εμάς;» Υπόψη επίσης Ματθαίος 19:30 και 20:16.
Ο τρύγος είναι εποχή κατά την οποία οι ιδιοκτήτες των αμπελιών έχουν να φροντίσουν για πάρα πολλά. Μερικοί εργάτες προσλαμβάνονται για ολόκληρη την περίοδο του τρύγου, ενώ άλλοι ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν. Η καταβολή του μισθού στο τέλος της ημέρας ήταν σε αρμονία με το Μωσαϊκό Νόμο και απαραίτητη για τους φτωχούς εργαζόμενους. (Λευ 19:13· Δευ 24:14, 15) Το δηνάριο, το οποίο λάβαιναν ως ημερομίσθιο, ήταν ένα ασημένιο ρωμαϊκό νόμισμα. Η σημερινή αξία του θα ήταν 74 σεντς. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., η ημέρα, από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου, διαιρούνταν από τους Ιουδαίους σε 12 ίσα μέρη. Αυτό σημαίνει ότι η 3η ώρα θα ήταν περίπου από τις 8:00 ως τις 9:00 π.μ., η 6η ώρα, περίπου από τις 11:00 ως τις 12 το μεσημέρι, η 9η ώρα, περίπου από τις 2:00 ως τις 3:00 μ.μ., και η 11η ώρα, περίπου από τις 4:00 ως τις 5:00 μ.μ.
(24) Οι μνες (Λου 19:11-27). Η παραβολή αυτή ειπώθηκε καθώς ο Ιησούς ανέβαινε στην Ιερουσαλήμ για τελευταία φορά, το 33 Κ.Χ. (Λου 19:1, 28) Δόθηκε επειδή, όπως αναφέρεται στο εδάφιο 11, «νόμιζαν ότι η βασιλεία του Θεού επρόκειτο να εμφανιστεί ευθύς αμέσως».
Στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν συνηθισμένο να ταξιδεύει στη Ρώμη ένα άτομο ευγενούς καταγωγής προσπαθώντας να εξασφαλίσει βασιλική εξουσία. Ο Αρχέλαος, ο γιος του Ηρώδη του Μεγάλου, το είχε κάνει αυτό, αλλά οι Ιουδαίοι έστειλαν 50 εκπροσώπους στην αυλή του Αυγούστου για να τον κατηγορήσουν και, αν ήταν δυνατόν, να ματαιώσουν την προσπάθειά του. Η ασημένια μνα που δόθηκε αρχικά σε κάθε δούλο θα είχε σήμερα αξία $65,40 αλλά τότε ισοδυναμούσε με 88 ημερομίσθια.
(25) Τα δύο παιδιά (Ματ 21:28-31). Αυτή η παραβολή, η οποία ειπώθηκε στο ναό της Ιερουσαλήμ, αποτελούσε μέρος της απάντησης του Ιησού στις ερωτήσεις που διαβάζουμε στο εδάφιο 23: «Με ποια εξουσία κάνεις αυτά τα πράγματα; Και ποιος σου έδωσε αυτή την εξουσία;» Αφού ο Ιησούς χειρίστηκε τις ερωτήσεις των θρησκευτικών ηγετών, χρησιμοποίησε μερικές παραβολές για να τους δείξει τι είδους άτομα ήταν πραγματικά.
Ο Ιησούς υποδεικνύει την εφαρμογή της παραβολής του στα εδάφια 31 και 32. Δείχνει ότι οι πρωθιερείς και οι σημαίνοντες πρεσβύτεροι στους οποίους μιλούσε μπορούσαν να παραβληθούν με το δεύτερο παιδί, καθώς πρέσβευαν ότι υπηρετούσαν τον Θεό αλλά στην πραγματικότητα δεν το έκαναν. Από την άλλη πλευρά, οι εισπράκτορες φόρων και οι πόρνες που πίστεψαν στον Ιωάννη τον Βαφτιστή ήταν σαν το πρώτο παιδί: στην αρχή αρνήθηκαν με αγένεια να υπηρετήσουν τον Θεό αλλά αργότερα μεταμελήθηκαν και άλλαξαν πορεία.
(26) Οι καλλιεργητές που έγιναν δολοφόνοι (Ματ 21:33-44· Μαρ 12:1-11· Λου 20:9-18). Ειπώθηκε στο ναό της Ιερουσαλήμ, μόλις τρεις ημέρες προτού θανατωθεί ο Ιησούς, ο Γιος του Θεού. Και αυτή επίσης η παραβολή αποτελούσε απάντηση στην ερώτηση σχετικά με την πηγή της εξουσίας του Ιησού. (Μαρ 11:27-33) Αμέσως μετά την παραβολή, όπως αναφέρουν τα Ευαγγέλια, οι θρησκευτικοί ηγέτες κατάλαβαν ότι μιλούσε για αυτούς.—Ματ 21:45· Μαρ 12:12· Λου 20:19.
Η περίφραξη γύρω από το αμπέλι μπορεί να ήταν από πέτρες (Παρ 24:30, 31) ή θάμνους. (Ησ 5:5) Το πατητήρι του κρασιού ήταν συνήθως σκαμμένο στο βράχο και αποτελούνταν από δύο επίπεδα, έτσι ώστε ο μούστος έρρεε από το πάνω επίπεδο στο κάτω. Ο πύργος ήταν το παρατηρητήριο του φύλακα, ο οποίος έπρεπε να προσέχει να μην μπουν κλέφτες και ζώα. Σε μερικές περιπτώσεις, οι μισθωτοί καλλιεργητές λάβαιναν μέρος των καρπών. Άλλοτε, οι καλλιεργητές πλήρωναν το ενοίκιο σε χρήματα ή συμφωνούσαν να δίνουν στον ιδιοκτήτη μια ορισμένη ποσότητα από την παραγωγή, πράγμα που προφανώς συνέβαινε στην περίπτωση της παραβολής. Δολοφονώντας το γιο, τον κληρονόμο, ίσως νόμιζαν ότι θα μπορούσαν να οικειοποιηθούν το αμπέλι, εφόσον εκείνος που το φύτεψε βρισκόταν εκτός χώρας. Στα εδάφια Ησαΐας 5:1-7 «το αμπέλι του Ιεχωβά» λέγεται ότι είναι «ο οίκος του Ισραήλ». Όπως δείχνουν οι Ευαγγελιστές, ο Ιησούς παρέθεσε τα εδάφια Ψαλμός 118:22, 23 ως υποβοηθητική πληροφορία για την κατανόηση της παραβολής.
(27) Το γαμήλιο συμπόσιο για το γιο του βασιλιά (Ματ 22:1-14). Όπως υποδεικνύει το εδάφιο 1, αυτή η παραβολή αποτελεί συνέχεια της συζήτησης που προηγείται και μέρος της απάντησης του Ιησού στην ερώτηση σχετικά με την εξουσία με την οποία διεξήγε το έργο του. (Ματ 21:23-27) Για την εφαρμογή, υπόψη εδάφια 2 και 14.
Μερικούς μήνες νωρίτερα, ο Ιησούς είχε χρησιμοποιήσει μια παρόμοια παραβολή σχετικά με ένα μεγάλο δείπνο στο οποίο είχαν προσκληθεί πολλοί. Οι καλεσμένοι ασχολήθηκαν τότε με άλλα ζητήματα και δεν σεβάστηκαν αυτόν που θα τους φιλοξενούσε. (Λου 14:16-24) Αυτή τη φορά, τρεις μόλις ημέρες πριν από το θάνατό του, ο Ιησούς δεν λέει μόνο ότι οι καλεσμένοι ήταν απρόθυμοι να έρθουν αλλά ότι κάποιοι από αυτούς εκδήλωσαν και δολοφονικό πνεύμα. Ο φόνος των εκπροσώπων του βασιλιά ισοδυναμούσε με στασιασμό, γι’ αυτό και τα στρατεύματα του βασιλιά θανάτωσαν τους φονιάδες και έκαψαν την πόλη τους. Ο γάμος ήταν βασιλικός, και ίσως ο βασιλικός οικοδεσπότης να είχε δώσει στους καλεσμένους του ειδικό ένδυμα για την περίσταση. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε το γεγονός ότι ένας καλεσμένος δεν φορούσε ένδυμα γάμου σήμαινε ότι είχε περιφρονήσει το ένδυμα που παρείχε ο βασιλιάς όταν αυτό του προσφέρθηκε.
(28) Οι δέκα παρθένες (Ματ 25:1-13). Αυτή η παραβολή σχετικά με τη «βασιλεία των ουρανών» αποτελεί μέρος της απάντησης του Ιησού στην ερώτηση των μαθητών του που διαβάζουμε στο εδάφιο Ματθαίος 24:3. Ο σκοπός της παραβολής δηλώνεται ξεκάθαρα στο εδάφιο Ματθαίος 25:13.
Εκείνες τις ημέρες σπουδαίο στοιχείο της γαμήλιας τελετής ήταν η επίσημη μεταφορά της νύφης από το πατρικό της στο σπίτι του γαμπρού ή του πατέρα του. Ο γαμπρός, ντυμένος με τα καλύτερα ρούχα του, έφευγε από το σπίτι του το βράδυ για να πάει στο πατρικό της νύφης, συνοδευόμενος από τους φίλους του. Από εκεί, με τη συνοδεία μουσικών και τραγουδιστών, συνήθως δε και κάποιων που κρατούσαν λυχνάρια, η πομπή προχωρούσε προς το σπίτι του γαμπρού. Όσοι βρίσκονταν στο δρόμο από τον οποίο περνούσε η πομπή την παρακολουθούσαν με μεγάλο ενδιαφέρον. Μερικοί ενώνονταν με την πομπή, ιδίως κοπέλες που κρατούσαν λυχνάρια. (Ιερ 7:34· 16:9· Ησ 62:5) Η πομπή μπορεί να καθυστερούσε και να περνούσε πολύ η ώρα, καθώς δεν υπήρχε ιδιαίτερη βιασύνη, γι’ αυτό και ορισμένοι που περίμεναν καθ’ οδόν πιθανόν να νύσταζαν και να τους έπαιρνε ο ύπνος. Τα τραγούδια και οι χαρούμενες φωνές ακούγονταν από μακριά, και εκείνοι που τα άκουγαν φώναζαν: «Να ο γαμπρός!» Στη συνέχεια, από τη στιγμή που ο γαμπρός και η ακολουθία του έμπαιναν στο σπίτι και έκλειναν την πόρτα, δεν μπορούσαν να μπουν τυχόν αργοπορημένοι καλεσμένοι. Τα λυχνάρια που κρατούσαν στην πομπή έκαιγαν λάδι και χρειάζονταν συχνά ανεφοδιασμό.
(29) Τα τάλαντα (Ματ 25:14-30). Αυτή η παραβολή σχετικά με έναν άνθρωπο που επρόκειτο να ταξιδέψει σε ξένη χώρα ειπώθηκε από τον Ιησού σε τέσσερις μαθητές του τρεις μόλις ημέρες πριν από το θάνατό του, λίγο μετά τον οποίο επρόκειτο να αναληφθεί στον ουρανό. Και αυτή επίσης αποτελεί μέρος της απάντησης του Ιησού στην ερώτηση που διαβάζουμε στο εδάφιο Ματθαίος 24:3.—Μαρ 13:3, 4.
Ανόμοια με την παραβολή των μνων, στην οποία κάθε δούλος έλαβε μόνο μία μνα, εδώ τα τάλαντα δίνονται «στον καθένα σύμφωνα με την ικανότητά του». (Λου 19:11-27) Το ασημένιο τάλαντο, που προφανώς εννοείται εδώ, άξιζε όσα χρήματα μπορούσε να κερδίσει εκείνη την εποχή ένας εργαζόμενος σε 14 χρόνια. Όλοι οι δούλοι έπρεπε να ενδιαφέρονται για την περιουσία του κυρίου τους, επομένως όφειλαν να εμπορευτούν με φιλοπονία και με σοφία τα αγαθά που τους είχε εμπιστευτεί ο κύριός τους. Το ελάχιστο που θα έπρεπε να κάνουν θα ήταν να καταθέσουν τα χρήματα στους τραπεζίτες, έτσι ώστε, ακόμη και αν δεν ήθελαν να αυξήσουν οι ίδιοι τα αγαθά του κυρίου τους, τα χρήματα δεν θα έμεναν εντελώς αχρησιμοποίητα αλλά θα κέρδιζαν τόκο. Ωστόσο ο πονηρός και οκνηρός δούλος έκρυψε στο έδαφος το τάλαντο που του ανατέθηκε, εργαζόμενος στην ουσία εναντίον των συμφερόντων του κυρίου του.
(30) Τα πρόβατα και τα κατσίκια (Ματ 25:31-46). Όπως δηλώνεται στα εδάφια 31, 32, 41, 46, εδώ παρουσιάζεται παραβολικά ο χωρισμός και η κρίση των ανθρώπων των εθνών όταν έρθει ο Γιος του ανθρώπου με τη δόξα του. Αυτή η παραβολή αποτελεί μέρος της απάντησης του Ιησού στην ερώτηση των μαθητών του σχετικά με “το σημείο της παρουσίας του και της τελικής περιόδου του συστήματος πραγμάτων”.—Ματ 24:3.
Τα πρόβατα και τα κατσίκια βόσκουν συνήθως μαζί στη Μέση Ανατολή, και ο ποιμένας διακρίνει εύκολα τα μεν από τα δε όταν θέλει να τα χωρίσει. Ο Ιησούς δεν είχε σκοπό να υποτιμήσει τα κατσίκια με τη συγκεκριμένη παραβολή. (Στην ετήσια Ημέρα της Εξιλέωσης το αίμα ενός κατσικιού χρησιμοποιούνταν για να γίνει εξιλέωση για τις αμαρτίες του Ισραήλ.) Τα κατσίκια, λοιπόν, αντιπροσωπεύουν απλώς μια τάξη ανθρώπων, ενώ τα πρόβατα αντιπροσωπεύουν μια άλλη. Τα «δεξιά», όπου τοποθετούνται τα «πρόβατα», είναι θέση τιμής. (Πρ 2:33· Εφ 1:19, 20) Τα «αριστερά», όπου τοποθετούνται τα «κατσίκια», είναι θέση ατίμωσης. (Παράβαλε Εκ 10:2.) Προσέξτε ότι τα «πρόβατα», που τοποθετούνται στα δεξιά του ενθρονισμένου Γιου του ανθρώπου, παρουσιάζονται να είναι διαφορετικά από τους «αδελφούς» του Ιησού Χριστού, στους οποίους αυτά έκαναν πράξεις καλοσύνης.—Ματ 25:34-40· Εβρ 2:11, 12.
Το βιβλίο της Αποκάλυψης. Το βιβλίο της Αποκάλυψης ολοκληρώνει τις Άγιες Γραφές με μία από τις σημαντικότερες συλλογές παραβολών που υπάρχουν σε όλη τη Γραφή. Όπως δηλώνει ο ίδιος ο συγγραφέας, ο Ιωάννης, η Αποκάλυψη του παρουσιάστηκε «με σημεία». (Απ 1:1) Επομένως, μπορεί όντως να ειπωθεί ότι η χρήση κατάλληλων παραβολών αποτελεί εξέχον χαρακτηριστικό της Αγίας Γραφής από την αρχή ως το τέλος της.
Παραβολές των μαθητών του Χριστού. Οι Χριστιανοί συγγραφείς της Αγίας Γραφής δεν κατέγραψαν μόνο τις παραβολές που είπε ο Ιησούς Χριστός, αλλά έκαναν και οι ίδιοι καλή χρήση παραβολών. Στο βιβλίο των Πράξεων, ο Λουκάς καταγράφει τις ωραίες παραβολές που χρησιμοποίησε ο απόστολος Παύλος όταν μίλησε σε μη Ιουδαίους στην Αθήνα. Ο Παύλος αναφέρθηκε σε αντικείμενα αφοσίωσης με τα οποία εκείνοι ήταν εξοικειωμένοι καθώς και σε συγγράμματα δικών τους ποιητών. (Πρ 17:22-31) Όπως αποκαλύπτει μια ανάγνωση της επιστολής προς τους Εβραίους, ο ίδιος απόστολος (στον οποίο αποδίδεται γενικά η συγγραφή αυτής της επιστολής) χρησιμοποίησε εκτενώς παραβολές από την ιστορία της πολιτείας του Θεού με τον Ισραήλ. Απευθυνόμενος στους Κορινθίους, οι οποίοι γνώριζαν τον ελληνικό αθλητισμό, παρομοίασε τη Χριστιανική πορεία με αγώνα δρόμου. (1Κο 9:24-27) Ξεχωρίζει ιδιαίτερα η παραβολή του ελαιόδεντρου, με την οποία δίνεται προειδοποίηση για τον εφησυχασμό καθώς και νουθεσία στους Χριστιανούς να αποδίδουν ιερή υπηρεσία στον Θεό με τη δύναμη της λογικής τους.—Ρω 11:13-32· 12:1, 2.
Ο Ιάκωβος, ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, ενέταξε με ωραίο τρόπο μέσα στο σύγγραμμά του συνηθισμένες καταστάσεις της καθημερινής ζωής, αναφερόμενος σε έναν άνθρωπο που κοιτάζεται στον καθρέφτη, στο χαλινάρι του αλόγου, στο πηδάλιο του πλοίου, και ούτω καθεξής, για να εξάρει πνευματικές αλήθειες. (Ιακ 1:23, 24· 3:3, 4) Ο Πέτρος και ο Ιούδας άντλησαν πολλά περιστατικά από προγενέστερα θεόπνευστα συγγράμματα για να παρουσιάσουν παραβολικά το άγγελμα που το άγιο πνεύμα τούς υποκίνησε να μεταδώσουν. Όλες αυτές οι εξαιρετικές παραβολές, που γράφτηκαν υπό την κατεύθυνση του πνεύματος του Θεού, εξυπηρετούν το σκοπό τους, δηλαδή κάνουν το Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή, ζωντανό βιβλίο.
-
-
ΠαράδεισοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
Όμορφο πάρκο ή κήπος όμοιος με πάρκο. Η λέξη παράδεισος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εμφανίζεται τρεις φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. (Λου 23:43· 2Κο 12:4· Απ 2:7) Έλληνες συγγραφείς χρησιμοποίησαν αυτή τη λέξη από πολύ παλιά, με πρώτο τον Ξενοφώντα (περ. 431-352 Π.Κ.Χ.), ο δε Πολυδεύκης τής απέδωσε περσική προέλευση (παιρίντεζα). (Κύρου Παιδεία, Α΄, III, 14· Κύρου Ανάβασις, Α΄, II, 7· Ονομαστικόν, Θ΄, 13) Ορισμένοι λεξικογράφοι θεωρούν ότι η εβραϊκή λέξη παρντές (που βασικά σημαίνει «πάρκο») έχει την ίδια ετυμολογία. Αλλά εφόσον ο Σολομών (που έζησε τον 11ο αιώνα Π.Κ.Χ.) χρησιμοποίησε τη λέξη παρντές στα συγγράμματά του, ενώ τα υφιστάμενα περσικά συγγράμματα ανάγονται μόλις στον έκτο περίπου αιώνα Π.Κ.Χ., αυτή η ετυμολογία της εβραϊκής λέξης είναι μόνο υποθετική. (Εκ 2:5, υποσ.· Ασμ 4:13) Η λέξη παρντές χρησιμοποιείται άλλη μία φορά, στο εδάφιο Νεεμίας 2:8, όπου γίνεται λόγος για ένα δενδρόφυτο βασιλικό πάρκο του Πέρση Βασιλιά Αρταξέρξη του Μακρόχειρα, τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ.—Βλέπε ΠΑΡΚΟ.
Ωστόσο, και οι τρεις αυτές λέξεις (εβραϊκή παρντές, περσική παιρίντεζα και ελληνική παράδεισος) μεταδίδουν τη βασική ιδέα ενός όμορφου πάρκου ή κήπου όμοιου με πάρκο. Το πρώτο τέτοιο πάρκο ήταν αυτό που έφτιαξε ο Δημιουργός του ανθρώπου, ο Ιεχωβά Θεός, στην Εδέμ. (Γε 2:8, 9, 15) Στην εβραϊκή ονομάζεται γκαν, δηλαδή «κήπος», αλλά στο μέγεθος και στη σύσταση έμοιαζε προφανώς με πάρκο. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί εύστοχα τη λέξη παράδεισος αναφορικά με εκείνον τον κήπο. (Βλέπε ΕΔΕΜ Αρ. 1· ΚΗΠΟΣ [Ο Κήπος της Εδέμ].) Εξαιτίας της αμαρτίας, ο Αδάμ έχασε το δικαίωμα να ζει σε εκείνον τον παράδεισο καθώς και την ευκαιρία να αποκτήσει το δικαίωμα της αιώνιας ζωής, δικαίωμα που συμβόλιζε ο καρπός ενός θεϊκά προσδιορισμένου δέντρου στο κέντρο του κήπου. Ο κήπος της Εδέμ μπορεί να ήταν περικλεισμένος με κάποιον τρόπο, εφόσον χρειάστηκε να τοποθετηθούν αγγελικοί φρουροί μόνο στην ανατολική πλευρά του για να εμποδίζουν τους ανθρώπους να εισέλθουν.—Γε 3:22-24.
Ποιος είναι ο Παράδεισος που υποσχέθηκε ο Ιησούς στον κακοποιό ο οποίος πέθανε δίπλα του;
Η αφήγηση του Λουκά δείχνει ότι ένας κακοποιός, την ώρα που εκτελούνταν δίπλα στον Ιησού Χριστό, υπερασπίστηκε τον Ιησού και του ζήτησε να τον θυμηθεί όταν “θα ερχόταν στη βασιλεία του”. Η απάντηση του Ιησού ήταν: «Αληθινά σου λέω σήμερα, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο». (Λου 23:39-43) Η στίξη που χρησιμοποιείται στην απόδοση αυτών των λέξεων εξαρτάται φυσικά από το πώς καταλαβαίνει ο μεταφραστής τα λόγια του Ιησού, εφόσον στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο δεν υπήρχε στίξη. Η στίξη με τη σύγχρονη μορφή της διαδόθηκε μόλις τον ένατο περίπου αιώνα Κ.Χ. Μολονότι πολλές μεταφράσεις βάζουν ένα κόμμα πριν από τη λέξη «σήμερα», δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι ο κακοποιός πήγε στον Παράδεισο την ίδια εκείνη ημέρα, τίποτα στην υπόλοιπη Γραφή δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο. Ο ίδιος ο Ιησούς πέθανε και έμεινε στο μνήμα μέχρι την τρίτη ημέρα, οπότε και αναστήθηκε ως «οι πρώτοι καρποί» της ανάστασης. (Πρ 10:40· 1Κο 15:20· Κολ 1:18) Στον ουρανό ανέβηκε έπειτα από 40 ημέρες.—Ιωα 20:17· Πρ 1:1-3, 9.
Συνεπώς, τα στοιχεία δείχνουν πως, όταν ο Ιησούς χρησιμοποίησε τη λέξη «σήμερα», δεν είχε σκοπό να ορίσει τον καιρό κατά τον οποίο θα ήταν ο κακοποιός στον Παράδεισο, αλλά απεναντίας να επιστήσει την προσοχή στον καιρό κατά τον οποίο δινόταν η υπόσχεση και στη διάρκεια του οποίου ο κακοποιός είχε εκδηλώσει κάποιον βαθμό πίστης στον Ιησού. Εκείνη την ημέρα ο Ιησούς είχε απορριφθεί και καταδικαστεί από τους πλέον υψηλόβαθμους θρησκευτικούς ηγέτες του ίδιου του λαού του και στη συνέχεια του είχε επιβληθεί η θανατική ποινή από τη ρωμαϊκή εξουσία. Είχε γίνει αντικείμενο χλευασμού και γελοιοποίησης. Έτσι λοιπόν, ο κακοποιός δίπλα του είχε εκδηλώσει μια αξιοσημείωτη ιδιότητα καθώς και αξιέπαινη διάθεση καρδιάς κατά το ότι δεν συμπαρατάχθηκε με το πλήθος, αλλά αντίθετα πήρε το μέρος του Ιησού και εξέφρασε πεποίθηση στην ερχόμενη Βασιλεία του. Αναγνωρίζοντας ότι η έμφαση αποδίδεται ορθά στο χρόνο κατά τον οποίο δόθηκε η υπόσχεση και όχι στο χρόνο της εκπλήρωσής της, άλλες μεταφράσεις, όπως του Ρόδερχαμ και του Λάμσα στην αγγλική, του Ράινχαρτ και του Β. Μιχαέλις στη γερμανική, καθώς επίσης η Κουρετόνια συριακή του πέμπτου αιώνα Κ.Χ., απέδωσαν το εδάφιο με τρόπο παρόμοιο με την απόδοση της Μετάφρασης Νέου Κόσμου, η οποία παρατίθεται σε αυτό το λήμμα.
Όσο για τον προσδιορισμό του Παραδείσου για τον οποίο μίλησε ο Ιησούς, σαφώς αυτός δεν είναι ταυτόσημος με την ουράνια Βασιλεία του Χριστού. Νωρίτερα την ίδια ημέρα, η είσοδος σε αυτή την ουράνια Βασιλεία είχε προσφερθεί ως προοπτική για τους πιστούς μαθητές του Ιησού, αλλά με βάση το γεγονός ότι αυτοί είχαν “παραμείνει προσκολλημένοι σε εκείνον κατά τις δοκιμασίες του”, κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ ο κακοποιός, ο οποίος πέθανε στο ξύλο δίπλα στον Ιησού αποκλειστικά και μόνο για δικά του εγκλήματα. (Λου 22:28-30· 23:40, 41) Προφανώς, ο κακοποιός δεν είχε «αναγεννηθεί» από νερό και πνεύμα, πράγμα που ο Ιησούς έδειξε ότι αποτελούσε προϋπόθεση για την είσοδο στη Βασιλεία των ουρανών. (Ιωα 3:3-6) Ούτε ήταν ο κακοποιός ένας από τους “νικητές” για τους οποίους ο ενδοξασμένος Χριστός Ιησούς δήλωσε ότι θα ήταν μαζί του στον ουράνιο θρόνο του και οι οποίοι έχουν συμμετοχή «στην πρώτη ανάσταση».—Απ 3:11, 12, 21· 12:10, 11· 14:1-4· 20:4-6.
Ορισμένα συγγράμματα υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς αναφερόταν σε μια παραδεισιακή τοποθεσία στον Άδη ή Σιεόλ, ένα υποτιθέμενο διαμέρισμα ή υποδιαίρεση του Σιεόλ για όσους επιδοκιμάζει ο Θεός. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι Ιουδαίοι ραβίνοι εκείνης της εποχής δίδασκαν πως υπήρχε ένας τέτοιος παράδεισος για όσους είχαν πεθάνει και περίμεναν την ανάσταση. Σχετικά με τις διδασκαλίες των ραβίνων, το Λεξικό της Αγίας Γραφής (Dictionary of the Bible) του Χάστινγκς δηλώνει: «Η ραβινική θεολογία, όπως έχει φτάσει σε εμάς, έχει να επιδείξει φοβερή σύγχυση ιδεών γύρω από αυτά τα ζητήματα, ενώ είναι δύσκολο να καθοριστεί σε ποιες περιόδους πρέπει να ενταχθούν πολλές από αυτές τις ιδέες. . . . Αν δεχτούμε τη γραμματεία έτσι όπως είναι, φαίνεται ότι ορισμένοι θεωρούσαν πως ο Παράδεισος βρίσκεται στην ίδια τη γη, άλλοι ότι αποτελεί τμήμα του Σιεόλ, ενώ άλλοι ότι δεν βρίσκεται ούτε στη γη ούτε κάτω από τη γη, αλλά στον ουρανό . . . Υπάρχουν όμως κάποιες αμφιβολίες τουλάχιστον όσον αφορά μερικά από τα προηγούμενα. Αυτές τις ποικίλες αντιλήψεις τις βρίσκουμε όντως στο μεταγενέστερο Ιουδαϊσμό. Εμφανίζονται με τη μεγαλύτερη ακρίβεια και με τις περισσότερες λεπτομέρειες στο μεσαιωνικό καββαλιστικό Ιουδαϊσμό . . . Αλλά δεν είναι βέβαιο σε πόσο παλιά εποχή μπορούν να αναχθούν αυτά τα πράγματα. Τουλάχιστον η παλαιότερη Ιουδαϊκή θεολογία . . . φαίνεται να αφήνει μικρό ή κανένα περιθώριο για την ιδέα ενός ενδιάμεσου Παραδείσου. Αναφέρεται σε μια Γκεχιννόμ για τους πονηρούς και σε έναν Γκαν Έντεν, δηλαδή κήπο της Εδέμ, για τους δικαίους. Είναι αμφίβολο αν προχωρεί πέρα από αυτές τις αντιλήψεις μιλώντας για την ύπαρξη Παραδείσου στον Σιεόλ».—1905, Τόμ. 3, σ. 669, 670.
Ακόμη και αν οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες δίδασκαν κάτι τέτοιο, θα ήταν τελείως παράλογο να πιστέψουμε ότι ο Ιησούς προωθούσε μια τέτοια αντίληψη, δεδομένου ότι ο ίδιος είχε καταδικάσει τις μη Γραφικές θρησκευτικές παραδόσεις τους. (Ματ 15:3-9) Πιθανότατα ο παράδεισος με τον οποίο ήταν πραγματικά εξοικειωμένος ο Ιουδαίος κακοποιός στον οποίο μίλησε ο Ιησούς ήταν ο επίγειος Παράδεισος που περιγράφεται στο πρώτο βιβλίο των Εβραϊκών Γραφών, ο Παράδεισος της Εδέμ. Εφόσον έχουν έτσι τα πράγματα, η υπόσχεση του Ιησού υποδείκνυε λογικά την αποκατάσταση αυτών των επίγειων παραδεισιακών συνθηκών. Επομένως, η υπόσχεσή του προς τον κακοποιό παρέχει τη βεβαιωμένη ελπίδα ότι ένα τέτοιο άδικο άτομο θα αναστηθεί και θα έχει την ευκαιρία να αποκτήσει ζωή σε εκείνον τον αποκαταστημένο Παράδεισο.—Παράβαλε Πρ 24:15· Απ 20:12, 13· 21:1-5· Ματ 6:10.
Πνευματικός Παράδεισος. Σε πολλά από τα προφητικά βιβλία της Αγίας Γραφής, είναι καταγραμμένες θεϊκές υποσχέσεις σχετικά με την αποκατάσταση του Ισραήλ από τους τόπους της εξορίας του στην ερημωμένη του πατρίδα. Ο Θεός θα φρόντιζε να καλλιεργηθεί και να σπαρθεί αυτή η εγκαταλειμμένη γη, να αποφέρει πλούσιες σοδειές, καθώς και να γεμίσει από ανθρώπους και ζώα, ενώ οι πόλεις θα ανοικοδομούνταν και θα κατοικούνταν, και οι άνθρωποι θα έλεγαν: «Εκείνη η γη που ήταν ερημωμένη έχει γίνει σαν τον κήπο της Εδέμ». (Ιεζ 36:6-11, 29, 30, 33-35· παράβαλε Ησ 51:3· Ιερ 31:10-12· Ιεζ 34:25-27.) Ωστόσο, αυτές οι προφητείες δείχνουν επίσης ότι οι παραδεισιακές συνθήκες σχετίζονταν με τους ίδιους τους ανθρώπους, οι οποίοι, μέσω πιστότητας στον Θεό, μπορούσαν τώρα να “βλαστήσουν” και να αναπτυχθούν ως «δέντρα δικαιοσύνης», απολαμβάνοντας όμορφη πνευματική ευημερία σαν «καλοποτισμένος κήπος», καθώς θα κατακλύζονταν από τις πλούσιες ευλογίες του Θεού επειδή θα είχαν την εύνοιά του. (Ησ 58:11· 61:3, 11· Ιερ 31:12· 32:41· παράβαλε Ψλ 1:3· 72:3, 6-8, 16· 85:10-13· Ησ 44:3, 4.) Ο λαός του Ισραήλ ήταν το αμπέλι του Θεού το οποίο είχε φυτέψει ο ίδιος, αλλά η κακία τους και η αποστασία τους από την αληθινή λατρεία είχαν κάνει τον πνευματικό τους αγρό να “ξεραθεί” μεταφορικά, ακόμη και πριν από την κυριολεκτική ερήμωση της χώρας τους.—Παράβαλε Εξ 15:17· Ησ 5:1-8· Ιερ 2:21.
Είναι φανερό, ωστόσο, ότι οι προφητείες αποκατάστασης που κατέγραψαν οι Εβραίοι προφήτες περιλαμβάνουν στοιχεία που θα βρουν επίσης κατά γράμμα εκπλήρωση στον αποκαταστημένο επίγειο Παράδεισο. Για παράδειγμα, ορισμένα χαρακτηριστικά των εδαφίων Ησαΐας 35:1-7, όπως η θεραπεία των τυφλών και των κουτσών, δεν είχαν κυριολεκτική εκπλήρωση μετά την αποκατάσταση από την αρχαία Βαβυλώνα ούτε εκπληρώνονται με αυτόν τον τρόπο στον Χριστιανικό πνευματικό παράδεισο. Θα ήταν ασυνεπές από μέρους του Θεού να εμπνεύσει προφητείες όπως αυτές των εδαφίων Ησαΐας 11:6-9, Ιεζεκιήλ 34:25 και Ωσηέ 2:18, με την πρόθεση να έχουν μόνο μεταφορική ή πνευματική σημασία, χωρίς να βρουν αυτά τα πράγματα κατά γράμμα εκπλήρωση στη φυσική ζωή των υπηρετών του Θεού. Ο παράδεισος για τον οποίο μίλησε ο Παύλος στο εδάφιο 2 Κορινθίους 12:4 θα μπορούσε και αυτός να αναφέρεται στο μελλοντικό παράδεισο, τόσο τον κατά γράμμα όσο και τον πνευματικό, αυτών των προφητειών των Εβραϊκών Γραφών. Επίσης, πιθανώς να πρόκειται για όραμα “του παραδείσου του Θεού”, δηλαδή των ευλογητών συνθηκών στον ουρανό.—Απ 2:7.
Τροφή στον «Παράδεισο του Θεού». Το εδάφιο Αποκάλυψη 2:7 μιλάει για το «δέντρο της ζωής» «στον παράδεισο του Θεού» και λέει ότι από αυτό το δέντρο θα έχει το προνόμιο να φάει “αυτός που νικάει”. Εφόσον άλλες υποσχέσεις που δίνονται σε αυτό το τμήμα της Αποκάλυψης σε όσους νικούν συνδέονται σαφώς με το ότι εκείνοι αποκτούν ουράνια κληρονομιά (Απ 2:26-28· 3:12, 21), είναι φανερό ότι ο “παράδεισος του Θεού” σε αυτή την περίπτωση είναι ουράνιος. Εδώ η λέξη «δέντρο» αποτελεί απόδοση της λέξης ξύλον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία στον πληθυντικό αριθμό θα μπορούσε να αναφέρεται σε έναν δεντρόκηπο. Στον επίγειο Παράδεισο της Εδέμ, το να φάει ο άνθρωπος από το δέντρο της ζωής θα σήμαινε για αυτόν αιώνια ζωή. (Γε 3:22-24) Ακόμη και οι καρποί των άλλων δέντρων του κήπου θα συντηρούσαν τον άνθρωπο στη ζωή εφόσον θα παρέμενε υπάκουος. Άρα, η λήψη τροφής από «το δέντρο [ή δέντρα] της ζωής» «στον παράδεισο του Θεού» σχετίζεται προφανώς με τη θεϊκή προμήθεια για τη διατήρηση της ζωής που γίνεται για τους Χριστιανούς νικητές, άλλα δε εδάφια δείχνουν ότι αυτοί λαβαίνουν το βραβείο της αθανασίας και της αφθαρσίας μαζί με την ουράνια Κεφαλή τους, τον Κύριό τους τον Χριστό Ιησού.—1Κο 15:50-54· 1Πε 1:3, 4.
-
-
ΠαράδοσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Πληροφορίες, δόγματα ή συνήθειες που έχουν κληροδοτηθεί από τους γονείς στα παιδιά ή έχουν παγιωθεί ως τρόπος σκέψης ή ενέργειας. Η λέξη παράδοσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει, κατά κυριολεξία, «κάτι που δίνεται δίπλα» και επομένως «αυτό που μεταδίδεται προφορικά ή γραπτά». (1Κο 11:2) Η λέξη αυτή, έτσι όπως χρησιμοποιείται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, εφαρμόζεται τόσο στις παραδόσεις που αποτελούσαν κατάλληλες ή αποδεκτές πλευρές της αληθινής λατρείας όσο και σε αυτές που ήταν εσφαλμένες ή τηρούνταν ή αντιμετωπίζονταν με τρόπο που τις καθιστούσε επιβλαβείς και απαράδεκτες.
Με την πάροδο των αιώνων οι Ιουδαίοι απέκτησαν πολλές παραδόσεις. Μεταξύ αυτών ήταν διάφοροι τρόποι αμφίεσης καθώς και ο τρόπος τέλεσης κοινωνικών εκδηλώσεων, όπως οι γάμοι και οι κηδείες. (Ιωα 2:1, 2· 19:40) Επίσης, μερικές πτυχές της Ιουδαϊκής λατρείας τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. ήταν εθιμικές ή παραδοσιακές, λόγου χάρη η χρήση κρασιού στο πασχαλινό γεύμα και ο εορτασμός της επαναφιέρωσης του ναού. (Λου 22:14-18· Ιωα 10:22) Ο Ιησούς και οι απόστολοί του δεν ήταν αντίθετοι σε τέτοιες συνήθειες, αν και γνώριζαν ότι δεν συνιστούσαν απαιτήσεις του Νόμου. Όταν η συναγωγή έγινε κοινός τόπος της Ιουδαϊκής λατρείας, αποτέλεσε έθιμο ή παράδοση το να αποδίδεται εκεί λατρεία κάθε Σάββατο. Ο Λουκάς λέει ότι και ο Ιησούς πήγε στη συναγωγή, «όπως συνήθιζε».—Λου 4:16.
Αποδοκιμασμένες Παραδόσεις. Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες, ωστόσο, είχαν προσθέσει στο γραπτό Λόγο πολλές προφορικές παραδόσεις τις οποίες θεωρούσαν αναπόσπαστο μέρος της αληθινής λατρείας. Ο Παύλος (Σαύλος), ως Φαρισαίος πριν από τη μεταστροφή του στη Χριστιανοσύνη, επιδείκνυε ασυνήθιστο ζήλο στην τήρηση των παραδόσεων του Ιουδαϊσμού. Σε αυτές, φυσικά, περιλαμβάνονταν τόσο οι αποδεκτές όσο και οι κακές παραδόσεις. Ακολουθώντας, όμως, «εντολές ανθρώπων ως δόγματα», κατέληξε να γίνει διώκτης των Χριστιανών. (Ματ 15:9) Για παράδειγμα, οι Ιουδαίοι “δεν έτρωγαν αν δεν έπλεναν τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα, κρατώντας την παράδοση των παλαιοτέρων”. (Μαρ 7:3) Αυτό το έκαναν, όχι για λόγους υγιεινής, αλλά ως τελετουργία η οποία υποτίθεται ότι είχε θρησκευτική αξία. (Βλέπε ΠΛΥΣΙΜΟ ΧΕΡΙΩΝ.) Ο Χριστός έδειξε πως δεν είχαν βάση για να επικρίνουν τους μαθητές του με τη δικαιολογία ότι δεν ακολουθούσαν τη συγκεκριμένη καθώς και άλλες περιττές «εντολές ανθρώπων». (Ματ 15:1, 2, 7-11· Μαρ 7:4-8· Ησ 29:13) Επιπρόσθετα, με την παράδοσή τους σχετικά με το «κορβάν» (δώρο αφιερωμένο στον Θεό), οι θρησκευτικοί ηγέτες είχαν καταστήσει το Λόγο του Θεού άκυρο, παραβαίνοντας την εντολή του Θεού.—Εξ 20:12· 21:17· Ματ 15:3-6· Μαρ 7:9-15· βλέπε ΚΟΡΒΑΝ.
Ούτε ο Ιησούς ούτε οι μαθητές του παρέθεσαν ποτέ από την προφορική Ιουδαϊκή παράδοση για να υποστηρίξουν τις διδασκαλίες τους αλλά, απεναντίας, επικαλούνταν το γραπτό Λόγο του Θεού. (Ματ 4:4-10· Ρω 15:4· 2Τι 3:15-17) Άπαξ και ιδρύθηκε η Χριστιανική εκκλησία, η τήρηση των μη Γραφικών Ιουδαϊκών παραδόσεων συνιστούσε “άκαρπο είδος πατροπαράδοτης διαγωγής”, δηλαδή διαγωγής που οι Ιουδαίοι είχαν λάβει ως παράδοση από τους πατέρες τους. (1Πε 1:18) Από τη στιγμή που εκείνοι οι Ιουδαίοι γίνονταν Χριστιανοί, εγκατέλειπαν αυτές τις παραδόσεις. Όταν μερικοί ψευδοδιδάσκαλοι στις Κολοσσές προώθησαν αυτή τη μορφή λατρείας, ο Παύλος μίλησε προειδοποιητικά εναντίον «της φιλοσοφίας και της κενής απάτης σύμφωνα με την παράδοση των ανθρώπων». Προφανώς, αναφερόταν ειδικά στις παραδόσεις του Ιουδαϊσμού.—Κολ 2:8, 13-17.
Χριστιανικές Παραδόσεις. Αν θεωρηθούν παραδόσεις οι κατευθυντήριες γραμμές που μεταβιβάζονται προφορικά ή μέσω παραδείγματος, τότε οι πληροφορίες που έλαβε ο απόστολος Παύλος απευθείας από τον Ιησού μπορούσαν ορθά να μεταβιβαστούν στις Χριστιανικές εκκλησίες ως αποδεκτή Χριστιανική παράδοση. Αυτό ίσχυε, λόγου χάρη, σε σχέση με τον εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου. (1Κο 11:2, 23) Οι διδασκαλίες και το παράδειγμα των αποστόλων αποτελούσαν έγκυρη παράδοση. Έτσι λοιπόν, ο Παύλος, ο οποίος είχε μοχθήσει προσωπικά με τα χέρια του για να μην επιβαρύνει οικονομικά τους αδελφούς του (Πρ 18:3· 20:34· 1Κο 9:15· 1Θε 2:9), ήταν σε θέση να παροτρύνει τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς να “απομακρύνονται από κάθε αδελφό που περπατάει άτακτα και όχι σύμφωνα με την παράδοση” που είχαν λάβει. Σαφώς, όποιος δεν ήθελε να εργάζεται δεν ακολουθούσε το καλό παράδειγμα ή την παράδοση των αποστόλων.—2Θε 3:6-11.
Οι «παραδόσεις» που είναι απαραίτητες για καθαρή και αμόλυντη λατρεία του Θεού περιλήφθηκαν τελικά στις θεόπνευστες Γραφές. Ως εκ τούτου, οι παραδόσεις ή οι κανόνες που μεταδόθηκαν από τον Ιησού και τους αποστόλους και ήταν ουσιώδεις για να έχουμε ζωή δεν παρέμειναν σε προφορική μορφή ώστε να διαστρεβλωθούν με την πάροδο του χρόνου, αλλά καταγράφηκαν με ακρίβεια στην Αγία Γραφή προς όφελος των Χριστιανών που θα ζούσαν σε μεταγενέστερες περιόδους.—Ιωα 20:30, 31· Απ 22:18.
-
-
ΠαράθυροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΘΥΡΟ
Βλέπε ΣΠΙΤΙ, ΟΙΚΟΣ.
-
-
ΠαράλυσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΛΥΣΗ
Ελάττωση ή ολική απώλεια της μυϊκής δύναμης ή της αισθητικότητας σε ένα ή περισσότερα μέρη του σώματος. Οφείλεται σε βλάβη ή διαταραχή του νευρικού συστήματος ή σε μυϊκή ατροφία, με αποτέλεσμα είτε να εμποδίζεται η μετάδοση των νευρικών διεγέρσεων είτε να χάνουν οι μύες την ικανότητα να αντιδρούν σε αυτές. Η παράλυση έχει πολλά ονόματα και μορφές, ενώ μερικά είδη της μπορεί να αποβούν μοιραία. Ανάμεσα στα αίτιά της είναι κάποιες ασθένειες (όπως στην περίπτωση της διφθεριτικής παράλυσης), οι εγκεφαλικές αλλοιώσεις, οι βλάβες του νωτιαίου μυελού ή η πίεση που ασκεί κάποιος όγκος.
Μεταξύ των ατόμων που θεράπευσε θαυματουργικά ο Ιησούς Χριστός υπήρχαν και παράλυτοι. (Ματ 4:24) Όταν έφεραν στον Ιησού έναν άνθρωπο που έπασχε από παράλυση, ο Ιησούς τον θεράπευσε αφού πρώτα συγχώρησε τις αμαρτίες του. Στη συνέχεια, κατ’ εντολήν του Χριστού, ο πρώην παράλυτος πήρε το φορείο του και πήγε στο σπίτι του. (Ματ 9:2-8· Μαρ 2:3-12· Λου 5:18-26) Σε μια άλλη περίπτωση ο υπηρέτης ενός αξιωματικού ήταν κατάκοιτος με παράλυση και ετοιμοθάνατος, αλλά ο Ιησούς τον γιάτρεψε από μακριά. (Ματ 8:5-13· Λου 7:1-10) Αυτός ο δούλος “βασανιζόταν τρομερά” (Ματ 8:6), πράγμα που ίσως—αν και όχι απαραίτητα—δείχνει ότι υπέφερε από δυνατούς πόνους. Η παράλυση μπορεί να είναι όντως οδυνηρή, αν και συνήθως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Επώδυνες συσπάσεις σημειώνονται στη σπονδυλική στήλη και στα άκρα σε κάποιες περιπτώσεις τρομώδους παράλυσης (νόσος του Πάρκινσον), και φοβεροί πόνοι συνοδεύουν την επώδυνη παραπληγία, μια μορφή παράλυσης σχετική με ορισμένες περιπτώσεις καρκίνου του νωτιαίου μυελού.
Ο ευαγγελιστής Φίλιππος κήρυττε και εκτελούσε σημεία στην πόλη της Σαμάρειας, θεραπεύοντας πολλούς παράλυτους. (Πρ 8:5-8) Στη Λύδδα, ο παράλυτος Αινέας, «ο οποίος ήταν κατάκοιτος στο φορείο του επί οχτώ χρόνια», άκουσε τον Πέτρο να του λέει: «Αινέα, ο Ιησούς Χριστός σε γιατρεύει. Σήκω και στρώσε το κρεβάτι σου». Τότε «αυτός σηκώθηκε αμέσως».—Πρ 9:32-35.
-
-
ΠαραμάναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΜΑΝΑ
Βλέπε ΒΡΕΦΟΚΟΜΟΣ.
-
-
ΠαραμέλησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΜΕΛΗΣΗ
Βλέπε ΑΜΕΛΕΙΑ.
-
-
Παρ’ Αξία ΚαλοσύνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡ’ ΑΞΙΑ ΚΑΛΟΣΥΝΗ
Βλέπε ΚΑΛΟΣΥΝΗ.
-
-
ΠαράπτωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΠΤΩΜΑ
Βλέπε ΑΜΑΡΤΙΑ.
-
-
ΠαραφροσύνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΑΦΡΟΣΥΝΗ
Διανοητική και ψυχική διαταραχή, είτε φρενοβλάβεια είτε κατάσταση υπερβολικής μανίας ή μεγάλου παραλογισμού. Διάφορες εβραϊκές και ελληνικές λέξεις χρησιμοποιούνται στο πρωτότυπο κείμενο των Γραφών για να υποδηλώσουν τέτοιες διαταραχές της διάνοιας—μόνιμες ή προσωρινές. Μερικές από αυτές τις λέξεις φαίνεται ότι σχετίζονται με τις αλλόκοτες και ενίοτε δυνατές ή θλιβερές κραυγές που βγάζουν οι παράφρονες ή παράγονται από αυτές.
Παραφροσύνη προσέβαλε τον καυχησιολόγο Βαβυλώνιο Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. Σε εκπλήρωση ενός προφητικού ονείρου το οποίο εξήγησε ο Δανιήλ, αυτός ο μονάρχης πατάχθηκε με παραφροσύνη σε μια στιγμή καύχησης. Επί εφτά χρόνια ήταν τρελός, «και χόρτο άρχισε να τρώει όπως οι ταύροι». (Δα 4:33) Έχοντας χάσει τα λογικά του, ο Ναβουχοδονόσορ μπορεί να φανταζόταν ότι ήταν ζώο, ίσως ταύρος. Σχετικά με τη διανοητική του διαταραχή, ένα γαλλικό ιατρικό λεξικό λέει: «ΛΥΚΑΝΘΡΩΠΙΑ . . . από τις λέξεις λύκος και άνθρωπος. Αυτή η ονομασία δόθηκε στην ασθένεια των ατόμων τα οποία πιστεύουν ότι έχουν μεταβληθεί σε κάποιο ζώο και τα οποία μιμούνται τους ήχους ή τις κραυγές, τη μορφή ή τη συμπεριφορά του συγκεκριμένου ζώου. Αυτά τα άτομα συνήθως φαντάζονται ότι έχουν μεταμορφωθεί σε λύκο, σε σκύλο ή σε γάτα· μερικές φορές και σε ταύρο, όπως στην περίπτωση του Ναβουχοδονόσορα». (Λεξικό Ιατρικών Επιστημών, από μια Εταιρία Γιατρών και Χειρουργών [Dictionnaire des sciences médicales, par une société de médecins et de chirurgiens], Παρίσι, 1818, Τόμ. 29, σ. 246) Στο τέλος των εφτά ετών, ο Ιεχωβά αποκατέστησε την κατανόηση του Ναβουχοδονόσορα.—Δα 4:34-37.
Παραφροσύνη και Δαιμονισμός. Μολονότι δεν είναι δαιμονισμένοι όλοι οι παράφρονες ή οι τρελοί, είναι λογικό να αναμένεται ότι τα δαιμονισμένα άτομα θα παρουσιάζουν ανισόρροπη διανοητική και ψυχική κατάσταση. Στη χώρα των Γερασηνών, ο Ιησούς συνάντησε έναν παράφρονα που ήταν δαιμονισμένος. Αυτός σύχναζε στα μνήματα, και μολονότι τον είχαν δέσει πολλές φορές με ποδόδεσμα και αλυσίδες, «έσπαζε τις αλυσίδες και συνέτριβε τα ποδόδεσμα· και κανείς δεν είχε τη δύναμη να τον δαμάσει». Επιπλέον, «συνεχώς, νύχτα και ημέρα, κραύγαζε στα μνήματα και στα βουνά και κατακοβόταν με πέτρες». Όταν ο Ιησούς εξέβαλε τους δαίμονες, ο άνθρωπος ήρθε «στα λογικά του». (Μαρ 5:1-17· Λου 8:26-39) Ωστόσο, οι Χριστιανοί παραμένουν ασφαλείς από τη δαιμονοληψία που προκαλεί παραφροσύνη αν ντυθούν και συνεχίσουν να φορούν «ολόκληρη την πανοπλία του Θεού».—Εφ 6:10-17.
Προσποιητή Παραφροσύνη. Σε κάποια περίπτωση, όταν τον είχε θέσει εκτός νόμου ο Βασιλιάς Σαούλ, ο Δαβίδ αναζήτησε καταφύγιο κοντά στον Αγχούς, το βασιλιά της Γαθ. Μόλις οι Φιλισταίοι ανακάλυψαν ποιος ήταν, είπαν στον Αγχούς ότι ο Δαβίδ αποτελούσε κίνδυνο για την ασφάλειά τους, και ο Δαβίδ φοβήθηκε. Γι’ αυτό, συγκάλυψε τη διανοητική του υγεία παριστάνοντας τον παράφρονα. «Τραβούσε γραμμές στις πόρτες της πύλης και άφηνε το σάλιο του να τρέχει πάνω στη γενειάδα του». Επειδή ο Αγχούς νόμισε ότι ο Δαβίδ ήταν τρελός, του χάρισε τη ζωή, θεωρώντας τον ακίνδυνο φρενοβλαβή. Αργότερα, ο Δαβίδ έγραψε υπό θεϊκή έμπνευση τον 34ο Ψαλμό, με τον οποίο ευχαριστούσε τον Ιεχωβά επειδή ευλόγησε αυτό το τέχνασμα και τον διέσωσε.—1Σα 21:10–22:1.
Η Παραφροσύνη της Εναντίωσης Προς τον Ιεχωβά. Ο προφήτης Βαλαάμ θέλησε ανόητα να προφητεύσει εναντίον του Ισραήλ για να λάβει χρήματα από τον Βασιλιά Βαλάκ των Μωαβιτών, αλλά ο Ιεχωβά ανέτρεψε και ματαίωσε τις προσπάθειές του. Ο απόστολος Πέτρος έγραψε για τον Βαλαάμ ότι «ένα άφωνο υποζύγιο, μιλώντας με φωνή ανθρώπου, παρεμπόδισε την παράφρονη πορεία του προφήτη». Για να περιγράψει την παραφροσύνη του Βαλαάμ, ο απόστολος χρησιμοποίησε στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο τη λέξη παραφρονία, η οποία ενέχει την ιδέα τού «να είναι κανείς εκτός λογικής».—2Πε 2:15, 16· Αρ 22:26-31.
Σχετικά με τους ψευδοπροφήτες του Ισραήλ, ο προφήτης Ωσηέ έγραψε: «Ο προφήτης θα είναι ανόητος· ο άντρας των εμπνευσμένων εκφράσεων θα παραφρονήσει εξαιτίας της αφθονίας του σφάλματός σου· και η εχθρότητα θα είναι άφθονη». (Ωσ 9:7) Ο Ιεχωβά φέρνει παραφροσύνη στους εναντίους του και σε εκείνους που απορρίπτουν τη σοφία του, προσδιορίζοντας τον εαυτό του ως “Εκείνον που κάνει τους μάντεις να ενεργούν σαν να έχουν τρελαθεί”, φροντίζοντας δηλαδή να αποδεικνύονται εσφαλμένες οι προβλέψεις τους. (Ησ 44:24, 25) Ο Ιώβ είπε αναφορικά με τους κοσμικούς κριτές ότι ο Ιεχωβά «κάνει τους κριτές να τρελαθούν».—Ιωβ 12:17.
Ο Παύλος παρέβαλε τους ανθρώπους που αντιστέκονταν στην αλήθεια και προσπαθούσαν να διαφθείρουν τη Χριστιανική εκκλησία με τον Ιαννή και τον Ιαμβρή, οι οποίοι αντιστάθηκαν στον Μωυσή, και έδωσε την εξής διαβεβαίωση: «Δεν θα κάνουν περαιτέρω πρόοδο, γιατί η παραφροσύνη τους θα γίνει ολοφάνερη σε όλους, όπως έγινε και η παραφροσύνη εκείνων των δύο αντρών».—2Τι 3:8, 9.
Παραφροσύνη από την Καταδυνάστευση και τη Σύγχυση. Μια από τις οικτρές συνέπειες που θα υφίσταντο οι Ισραηλίτες εξαιτίας της ανυπακοής τους στον Ιεχωβά ήταν ότι θα πατάσσονταν με παραφροσύνη. Ως αποτέλεσμα των καταδυναστευτικών μέτρων που θα εφάρμοζαν οι κατακτητές τους, αυτοί θα παραφρονούσαν και θα αντιδρούσαν παράλογα λόγω της απόγνωσής τους. (Δευ 28:28-34) Πράγματι, ο Βασιλιάς Σολομών δήλωσε ότι «η καταδυνάστευση μπορεί να κάνει τον σοφό να ενεργεί παράλογα».—Εκ 7:7.
Ο Βαβυλώνιος Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ παρομοιάστηκε προφητικά με το “ποτήρι που περιείχε το κρασί της οργής του Ιεχωβά”. Τα έθνη θα αναγκάζονταν να πιουν αυτό το ποτήρι, και αυτό θα τους έκανε να “παραπαίουν και να φέρονται σαν να έχουν τρελαθεί εξαιτίας του σπαθιού που θα έστελνε ανάμεσά τους” ο Ιεχωβά. (Ιερ 25:15, 16) Μεταγενέστερα, θα επερχόταν παραφροσύνη στην ίδια τη Βαβυλώνα, καθώς οι ειδωλολάτρες της θα έβλεπαν φρικτά οράματα, “και εξαιτίας των τρομακτικών τους οραμάτων θα ενεργούσαν σαν να ήταν τρελοί”. (Ιερ 50:35-38) Και αυτή επίσης θα αναγκαζόταν να πιει το ποτήρι της οργής του Ιεχωβά.—Ιερ 51:6-8.
Υπερβολική Μανία. Ο όρος «παραφροσύνη», όπως χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή, μπορεί επίσης να υποδηλώνει την υπερβολική μανία. Κάποιο σάββατο ο Ιησούς θεράπευσε έναν άνθρωπο του οποίου το δεξί χέρι ήταν ξεραμένο. Τότε, οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι που παρακολουθούσαν τη σκηνή «γέμισαν παραφροσύνη και άρχισαν να συζητούν μεταξύ τους τι να κάνουν στον Ιησού». (Λου 6:6-11) Για να περιγράψει την ψυχική τους κατάσταση, ο Λουκάς χρησιμοποίησε στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο τη λέξη ἄνοια, που κατά κυριολεξία σημαίνει «έλλειψη νου» (η λέξη «παράνοια» είναι σχετική με αυτόν τον όρο). Ο Παύλος είχε προφανώς κατά νου μια κατάσταση υπερβολικής μανίας ή σφοδρής οργής όταν παραδέχτηκε πως, ενόσω δίωκε τους Χριστιανούς, ήταν «υπερβολικά μανιασμένος εναντίον τους».—Πρ 26:11.
Αντιδιαστέλλεται με τη Σοφία. Στο βιβλίο του Εκκλησιαστή, ο συναθροιστής αποκαλύπτει ότι έδωσε την καρδιά του «στο να γνωρίσει τη σοφία και στο να γνωρίσει την παραφροσύνη». (Εκ 1:17) Η έρευνά του δεν περιορίστηκε στην εξέταση της σοφίας, αλλά συμπεριέλαβε και το αντίθετό της, όπως αυτό εκδηλώνεται από τους ανθρώπους. (Εκ 7:25) Στο εδάφιο Εκκλησιαστής 2:12, ο Σολομών αποκαλύπτει και πάλι ότι ζύγισε τη σοφία, την παραφροσύνη και την ανοησία. Με αυτόν τον τρόπο μπορούσε να καθορίσει πόσο διέφεραν αυτές ως προς την αξία. Λέγοντας: «Είπα στο γέλιο: “Παραλογισμός!”», παραδέχτηκε ότι η άμετρη ευθυμία ήταν παραφροσύνη διότι, συγκρινόμενη με τη σοφία, ήταν ανόητη και δεν έφερνε πραγματική ευτυχία.—Εκ 2:2.
Αναφερόμενος στη διανοητική κατάσταση του άφρονα, ο Σολομών είπε: «Η αρχή των λόγων του στόματός του είναι ανοησία, και το τέλος όσων λέει το στόμα του είναι παραφροσύνη που φέρνει συμφορά». (Εκ 10:13) Η ανοησία είναι πιθανό να πάρει τη μορφή εξαπάτησης, η οποία μερικές φορές μπορεί να είναι τόσο επιβλαβής για το θύμα της ώστε αυτός που εξαπατά παρομοιάζεται με παράφρονα οπλισμένο με θανατηφόρα όπλα.—Παρ 26:18, 19.
Μερικοί δεν ενστερνίζονται την ελπίδα της ανάστασης των νεκρών, θεωρώντας ότι με το θάνατο τελειώνουν τα πάντα για όλους. Φανερώνοντας τη μη ισορροπημένη άποψή τους, επιζητούν μόνο να ικανοποιήσουν τις σαρκικές τάσεις τους και δεν δείχνουν κανένα ενδιαφέρον για την εκτέλεση του θελήματος του Θεού. Ο Σολομών έστρεψε την προσοχή του και σε αυτούς, λέγοντας: «Επειδή η κατάληξη όλων είναι μία, η καρδιά των γιων των ανθρώπων είναι γεμάτη κακία· και έχουν παραφροσύνη μέσα στην καρδιά τους ενόσω ζουν, και έπειτα—στους νεκρούς!»—Εκ 9:3.
Μεταφορική Χρήση. Η εξουσία του αποστόλου Παύλου και η αποστολική του ιδιότητα αμφισβητούνταν από ορισμένους στην Κόρινθο, τους οποίους εκείνος χαρακτήρισε σαρκαστικά «υπερέξοχους αποστόλους». (2Κο 11:5) Για να λογικέψει τα μέλη της εκκλησίας της Κορίνθου, ο Παύλος “καυχήθηκε” για τα διαπιστευτήριά του, τις ευλογίες του και τις εμπειρίες που είχε στην υπηρεσία του Ιεχωβά, τεκμηριώνοντας τον ισχυρισμό του. Αυτή η καύχηση ήταν αντίθετη με το συνηθισμένο τρόπο ομιλίας ενός Χριστιανού, αλλά ο Παύλος ήταν αναγκασμένος να καυχηθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση. Γι’ αυτό είπε για τον εαυτό του ότι μιλούσε σαν να “είχε χάσει τα λογικά του” και ανέφερε για τους λεγόμενους υπερέξοχους αποστόλους: «Διάκονοι του Χριστού είναι; Απαντώ σαν παράφρονας, εγώ είμαι με πιο εξέχοντα τρόπο».—2Κο 11:21-27.
-
-
Παρεμβαλλόμενες ΠόλειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΟΜΕΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Πόλεις συγκεκριμένου λαού ή φυλής που περικλείονται μέσα στην εδαφική περιοχή άλλης φυλής. Στη σύγχρονη εποχή, ένα παράδειγμα τέτοιας παρεμβαλλόμενης περιοχής ήταν το Δυτικό Βερολίνο, το οποίο περιβαλλόταν από την επικράτεια της Ανατολικής Γερμανίας. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η έκταση που έχει παραχωρηθεί στα Ηνωμένα Έθνη, η οποία περικλείεται από την Πόλη της Νέας Υόρκης. Τμήμα της αρχαίας Ιερουσαλήμ παρέμεινε επί τέσσερις αιώνες παρεμβαλλόμενη περιοχή των Ιεβουσαίων μέσα στην επικράτεια του Ισραήλ, ώσπου τελικά το κατέλαβε ο Δαβίδ.—Ιη 15:63· Κρ 1:21· 19:11, 12· 2Σα 5:6-9.
Σύμφωνα με τη διαμοίραση της Υποσχεμένης Γης στις 12 φυλές, μερικές πόλεις που βρίσκονταν μέσα στη γενική επικράτεια μιας φυλής ανήκαν σε άλλη φυλή. Όπως αναφέρει το εδάφιο Ιησούς του Ναυή 16:9, «οι γιοι του Εφραΐμ είχαν πόλεις που παρεμβάλλονταν [ή αλλιώς, ήταν «χωρισμένες»· «απομονωμένες»] μέσα στην κληρονομιά των γιων του Μανασσή» (ΜΝΚ, υποσ.), δηλαδή «πόλεις που είχαν ξεχωριστεί για τους Εφραϊμίτες μέσα στην κληρονομιά των γιων του Μανασσή». (JB, ΜΠΚ· βλέπε επίσης Ιη 17:8, 9.) Μερικοί από τους γιους του Μανασσή κατοικούσαν σε πόλεις μέσα στα όρια του Ισσάχαρ και του Ασήρ.—Ιη 17:11· 1Χρ 7:29.
Η κληρονομιά του Συμεών αποτελούνταν από πόλεις που βρίσκονταν μέσα στην περιοχή του Ιούδα, επειδή το μερίδιο του Ιούδα «αποδείχτηκε πολύ μεγάλο για αυτούς». (Ιη 19:1-9· ΧΑΡΤΕΣ, Τόμ. 1, σ. 744, 947) Οι 48 πόλεις που ήταν στη δικαιοδοσία των Λευιτών, περιλαμβανομένων και των 6 πόλεων καταφυγίου, ήταν όλες παρεμβαλλόμενες μέσα στις περιοχές άλλων φυλών. (Ιη 21:3-41) Με αυτόν τον τρόπο εκπληρώθηκε η προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του για τον Συμεών και τον Λευί, ότι δηλαδή “θα είχαν μερίδα στον Ιακώβ, αλλά θα ήταν διασκορπισμένοι στον Ισραήλ”.—Γε 49:7.
-
-
ΠαρθέναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΘΕΝΑ
Η εβραϊκή λέξη μπεθουλάχ υποδηλώνει μια γυναίκα που δεν έχει ενωθεί ποτέ με άντρα στα πλαίσια του γάμου και δεν είχε ποτέ σεξουαλικές σχέσεις. (Γε 24:16· Δευ 32:25· Κρ 21:12· 1Βα 1:2· Εσθ 2:2, 3, 17· Θρ 1:18· 2:21) Ωστόσο, η λέξη παρθένος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να εφαρμόζεται τόσο σε άγαμους άντρες όσο και σε άγαμες γυναίκες.—Ματ 25:1-12· Λου 1:27· Πρ 21:9· 1Κο 7:25, 36-38.
Σύμφωνα με το Νόμο, ο άντρας που αποπλανούσε μια παρθένα η οποία δεν ήταν αρραβωνιασμένη έπρεπε να δώσει στον πατέρα της 50 σίκλους ασήμι ($110) και να την παντρευτεί (αν το επέτρεπε ο πατέρας της), ενώ δεν είχε το δικαίωμα να τη διαζευχθεί «όλες τις ημέρες του». (Εξ 22:16, 17· Δευ 22:28, 29) Αλλά μια αρραβωνιασμένη παρθένα, εφόσον θεωρούνταν ότι ανήκε ήδη σε κάποιον σύζυγο, έπρεπε να λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου αν δεν φώναζε σε περίπτωση που δεχόταν σεξουαλική επίθεση. Το ότι δεν είχε φωνάξει θα υποδήλωνε συναίνεση και αυτό θα την καθιστούσε μοιχαλίδα. (Δευ 22:23, 24· παράβαλε Ματ 1:18, 19.) Το γεγονός ότι μια αρραβωνιασμένη παρθένα θεωρούνταν “ιδιοκτησία” κάποιου συζύγου εξηγεί επίσης γιατί το εδάφιο Ιωήλ 1:8 αναφέρει ότι «μια παρθένα» θρηνεί για «τον ιδιοκτήτη της νεότητάς της».
Εφόσον όσοι διατηρούν την παρθενία τους απολαμβάνουν μεγαλύτερη ελευθερία στην υπηρεσία του Κυρίου, ο απόστολος Παύλος συνέστησε την αγαμία ως την καλύτερη πορεία για τους Χριστιανούς που έχουν εγκράτεια. (1Κο 7:25-35) Εντούτοις, αναφερόμενος σε όσους δεν έχουν εγκράτεια, παρατήρησε: «Αν κανείς νομίζει ότι συμπεριφέρεται ακατάλληλα προς την παρθενία του, αν αυτή έχει περάσει την ακμή της νεότητας, και έτσι πρέπει να γίνει, ας κάνει ό,τι θέλει· δεν αμαρτάνει. Ας παντρεύονται».—1Κο 7:36.
Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «παρθενία» στα εδάφια 1 Κορινθίους 7:36-38 είναι η λέξη παρθένος. Γι’ αυτό, έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι ο Παύλος μιλούσε για το καθήκον ενός πατέρα ή ενός κηδεμόνα προς την κόρη του η οποία είχε φτάσει σε ηλικία γάμου. Έτσι λοιπόν, Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ λέει: «Αν υπάρχει οποιοσδήποτε που νομίζει ότι δεν θα ήταν δίκαιο για την κόρη του να την αφήσει να περάσει την ηλικία του γάμου χωρίς να παντρευτεί και ότι πρέπει να κάνει κάτι για αυτό, είναι ελεύθερος να πράξει όπως επιθυμεί: δεν αμαρτάνει αν γίνει γάμος». (Βλέπε επίσης ΛΧ, ΚΛΚ, ΤΚΔ.) Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, αυτό το εδάφιο μιλάει για τον άντρα που αποφασίζει να παντρευτεί την κοπέλα με την οποία είναι αρραβωνιασμένος. Η Αμερικανική Μετάφραση λέει: «Αν ένας άντρας νομίζει ότι δεν ενεργεί σωστά απέναντι στην κοπέλα με την οποία είναι αρραβωνιασμένος, αν τα πάθη του είναι πολύ σφοδρά, και έτσι πρέπει να γίνει, ας κάνει όπως επιθυμεί· δεν είναι αμαρτία· ας παντρευτούν».—Βλέπε επίσης ΜΠΚ.
Τα συμφραζόμενα, ωστόσο, υποδεικνύουν ότι εδώ δεν εννοείται κάποια παρθένα, αλλά αυτή καθαυτή η παρθενία ενός ατόμου. Κάποιος σχολιαστής το έθεσε ως εξής: «Νομίζω ότι εδώ ο απόστολος συνεχίζει την προηγούμενη επιχειρηματολογία του και συμβουλεύει τα άγαμα άτομα, που είναι αυτεξούσια, τι να κάνουν· η παρθένος του άντρα σημαίνει την παρθενία του». (Το Σχολιολόγιο Ολόκληρης της Αγίας Γραφής, του Μάθιου Χένρι [Matthew Henry’s Commentary on the Whole Bible], 1976, Τόμ. 3, σ. 1036) Εφόσον η έννοια της λέξης παρθένος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να εφαρμόζεται και σε άγαμους άντρες, η απόδοση «παρθενία», την οποία χρησιμοποιούν οι μεταφράσεις του Τζ. Μπ. Ρόδερχαμ και του Τζ. Ν. Ντάρμπι, καθώς επίσης η Μετάφραση Νέου Κόσμου, είναι κατάλληλη και, όπως φαίνεται, είναι αυτή που ταιριάζει περισσότερο με τα συμφραζόμενα.
Πνευματική Παρθενία. Όπως ο αρχιερέας στον Ισραήλ μπορούσε να πάρει μόνο κάποια παρθένα ως σύζυγό του (Λευ 21:10, 13, 14· παράβαλε Ιεζ 44:22), έτσι και ο μεγάλος Αρχιερέας, ο Ιησούς Χριστός, πρέπει να έχει μόνο κάποια «παρθένα» ως πνευματική «νύφη» του στον ουρανό. (Απ 21:9· Εβρ 7:26· παράβαλε Εφ 5:25-30.) Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος ανησυχούσε πολύ για την αγνότητα της εκκλησίας της Κορίνθου, εφόσον ήθελε να την παρουσιάσει «ως αγνή παρθένα στον Χριστό». (2Κο 11:2-6) Η νύφη του Χριστού αποτελείται από 144.000 χρισμένους με το πνεύμα ανθρώπους που διατηρούν ο καθένας ατομικά την “παρθενία” τους παραμένοντας ξεχωρισμένοι από τον κόσμο και κρατώντας τον εαυτό τους ηθικά και δογματικά αγνό.—Απ 14:1, 4· παράβαλε 1Κο 5:9-13· 6:15-20· Ιακ 4:4· 2Ιω 8-11.
Μεσσιανική Προφητεία. Μολονότι η εβραϊκή λέξη μπεθουλάχ σημαίνει «παρθένα», στο εδάφιο Ησαΐας 7:14 εμφανίζεται μια άλλη λέξη (‛αλμάχ): «Δείτε! Η κοπέλα [χα‛αλμάχ] θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει γιο και θα καλέσει το όνομά του Εμμανουήλ». Η λέξη ‛αλμάχ σημαίνει «κοπέλα» και μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για κάποια που δεν είναι παρθένα είτε για κάποια που είναι. Χρησιμοποιείται για την «κοπέλα» Ρεβέκκα πριν από το γάμο της, όταν αυτή αποκαλούνταν επίσης «παρθένα» (μπεθουλάχ). (Γε 24:16, 43) Υπό θεϊκή έμπνευση, ο Ματθαίος χρησιμοποίησε τη λέξη παρθένος στο ελληνικό κείμενο για να δείξει ότι το εδάφιο Ησαΐας 7:14 είχε την τελική του εκπλήρωση σε συνάρτηση με την παρθενική γέννηση του Ιησού, του Μεσσία. Τόσο ο Ματθαίος όσο και ο Λουκάς δηλώνουν ξεκάθαρα ότι η μητέρα του Ιησού, η Μαρία, ήταν τότε παρθένα και έμεινε έγκυος μέσω της επενέργειας του αγίου πνεύματος του Θεού.—Ματ 1:18-25· Λου 1:26-35.
Πόλεις, Τόποι και Λαοί. Πολλές φορές η λέξη «παρθένα» χρησιμοποιείται αναφορικά με πόλεις, τόπους ή λαούς. Γίνεται λόγος για την «παρθένα» ή την «παρθένα κόρη» του «λαού μου» (Ιερ 14:17), όπως επίσης του Ισραήλ (Ιερ 31:4, 21· Αμ 5:2), του Ιούδα (Θρ 1:15), της Σιών (2Βα 19:21· Θρ 2:13), της Αιγύπτου (Ιερ 46:11), της Βαβυλώνας (Ησ 47:1) και της Σιδώνας (Ησ 23:12). Η έννοια αυτής της μεταφορικής χρήσης φαίνεται να είναι ότι οι διάφοροι λαοί ή τοποθεσίες που αναφέρονται έτσι είτε δεν είχαν καταληφθεί και λεηλατηθεί από ξένους κατακτητές είτε απολάμβαναν κάποτε ανεξαρτησία όπως μια παρθένα.
-
-
ΠάρθοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΘΟΙ
(Πάρθοι) [Της Παρθίας (Από την Παρθία)].
Οι Ιουδαίοι και οι προσήλυτοι από την Παρθία είναι οι πρώτοι που αναφέρονται μεταξύ των επισκεπτών οι οποίοι παρευρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ κατά τη Γιορτή της Πεντηκοστής το 33 Κ.Χ. Το άγιο πνεύμα του Θεού το οποίο εκχύθηκε στην ομάδα των 120 περίπου Χριστιανών μαθητών έδωσε τη δυνατότητα στους μαθητές να διακηρύξουν τα καλά νέα στη γλώσσα ή στη διάλεκτο αυτών των Πάρθων, μερικοί από τους οποίους χωρίς αμφιβολία ανταποκρίθηκαν ευνοϊκά, έγιναν Χριστιανοί και πιθανώς μετέδωσαν το άγγελμα και στο δικό τους λαό όταν επέστρεψαν στην Παρθία. (Πρ 1:15· 2:1, 4-12, 37-47) Οι φυσικοί Ιουδαίοι που ήταν από την Παρθία ανήκαν στους Ιουδαίους της Διασποράς, ενώ οι «προσήλυτοι» (Πρ 2:10) ήταν μη Ιουδαίοι οι οποίοι είχαν μεταστραφεί στον Ιουδαϊσμό.
Κοιτίδα της Παρθικής Αυτοκρατορίας ήταν η περιοχή ΝΑ της Κασπίας Θάλασσας, αλλά με τον καιρό η αυτοκρατορία έφτασε στο σημείο να εκτείνεται από τον Ευφράτη μέχρι την Ινδία. Οι Πάρθοι ήταν υποτελείς στους Πέρσες από την εποχή του Βασιλιά Κύρου. Αργότερα, όταν περιήλθαν υπό την ελληνική κυριαρχία, στασίασαν κατά των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και κατάφεραν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους επί αρκετούς αιώνες, παραμένοντας ανεξάρτητοι ακόμη και από τη Ρώμη. Κατείχαν την Ιουδαία κάποια χρόνια, προτού τη χάσουν από τους Ρωμαίους. Τον πρώτο αιώνα, οι Πάρθοι εξακολουθούσαν να είναι ανεξάρτητο έθνος και παρά το ότι θρησκεία τους ήταν η κρατούσα περσική θρησκεία, έδειχναν ανοχή για τη θρησκεία των Ιουδαίων και άλλων.
-
-
ΠάρκοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΚΟ
Η λέξη παρντές εμφανίζεται μόνο τρεις φορές στις Εβραϊκές Γραφές και ορισμένοι θεωρούν ότι παράγεται από την περσική λέξη παιρίντεζα. (Ωστόσο, βλέπε ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.) Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1894, Τόμ. 7, σ. 652), ο Ξενοφών χρησιμοποίησε την περσική λέξη για να εννοήσει «ένα μεγάλο κομμάτι γης, περικλεισμένο με γερό φράχτη ή τοίχο, γεμάτο δέντρα, θάμνους, φυτά και κηπευτικά, μέσα στο οποίο υπήρχαν εκλεκτά ζώα, περιορισμένα με διάφορους τρόπους ή ελεύθερα, ανάλογα με το αν ήταν άγρια ή ήμερα». Ο εξελληνισμένος τύπος της λέξης (παράδεισος) χρησιμοποιήθηκε από τους μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες γίνεται λόγος για τον κήπο της Εδέμ.
Ανάμεσα στα άλλα μεγάλα έργα του, ο Σολομών έφτιαξε «κήπους και πάρκα [«δεντρόκηπους», KJ, ΚΛΠ· εβρ., φαρντεσίμ]» όπου φύτεψε καρποφόρα δέντρα κάθε είδους. (Εκ 2:5) Χρησιμοποιεί την ίδια λέξη στο «πιο έξοχο άσμα» του, όταν βάζει τον αγαπημένο ποιμένα της Σουλαμίτισσας κόρης να περιγράφει το δέρμα της ως “παράδεισο από ρόδια, με τους εκλεκτότερους καρπούς”. (Ασμ 1:1· 4:12, 13) Στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, τα εδάφια Νεεμίας 2:7, 8 δείχνουν ότι ο Πέρσης βασιλιάς είχε τοποθετήσει τον Ασάφ «φύλακα του πάρκου του βασιλιά» και ότι έπρεπε να ζητηθεί άδεια για να κοπούν δέντρα από αυτό το πάρκο για το έργο ανοικοδόμησης στην Ιερουσαλήμ.—Βλέπε ΔΑΣΟΣ· ΚΗΠΟΣ.
-
-
ΠαρμενάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΜΕΝΑΣ
(Παρμενάς).
Ένας από τους εφτά άντρες τους οποίους η εκκλησία συνέστησε στους αποστόλους και εκείνοι τους διόρισαν να εξασφαλίζουν τη δίκαιη καθημερινή διανομή τροφής στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ, μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.—Πρ 6:1-6.
-
-
ΠάροικοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΟΙΚΟΣ
Το εβραϊκό ουσιαστικό γκερ αναφέρεται γενικά σε οποιονδήποτε παροικεί σε ξένη χώρα και έχει περιορισμένα πολιτικά δικαιώματα. Ο πάροικος μπορεί να έχει ή να μην έχει θρησκευτικούς δεσμούς με τους αυτόχθονες της χώρας στην οποία διαμένει. Ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ και οι απόγονοί τους αποκαλούνταν «πάροικοι» προτού τους παραχωρηθεί η ιδιοκτησία της Υποσχεμένης Γης.—Γε 15:13· 17:8· Δευ 23:7.
Όταν η Γραφή αναφέρεται σε κάποιο άτομο μη ισραηλιτικής καταγωγής σε συσχετισμό με την ισραηλιτική κοινοπολιτεία, ο όρος «πάροικος» δηλώνει μερικές φορές κάποιον που είχε γίνει προσήλυτος ή λάτρης του Ιεχωβά με πλήρη έννοια. Ενίοτε αναφέρεται σε κάποιον μέτοικο στη γη της Παλαιστίνης ο οποίος ήταν πρόθυμος να ζει ανάμεσα στους Ισραηλίτες και να υπακούει στους θεμελιώδεις νόμους του τόπου, αλλά δεν δεχόταν πλήρως τη λατρεία του Ιεχωβά. Τα συμφραζόμενα καθορίζουν ποια κατηγορία αφορά ο όρος.
Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα η λέξη γκερ αποδίδεται προσήλυτος 70 και πλέον φορές. Μερικοί προβάλλουν την άποψη ότι ο πάροικος προσκολλούνταν συνήθως σε κάποιο σπιτικό Εβραίων για προστασία και ότι ήταν κατά έναν τρόπο υπεξούσιος, χωρίς όμως να είναι δούλος. Αυτό συνάγεται από την έκφραση «ο πάροικός σου».—Δευ 5:14· παράβαλε Δευ 1:16· επίσης Λευ 22:10, όπου χρησιμοποιείται η λέξη τωσάβ, που σημαίνει «μέτοικος».
Όταν διαβιβάστηκε η διαθήκη του Νόμου στο Όρος Σινά, συμπεριλήφθηκαν σε αυτήν ειδικές νομοθετικές διατάξεις που ρύθμιζαν με πολύ στοργικό πνεύμα τις σχέσεις του πάροικου με τον φυσικό Ισραηλίτη. Ο πάροικος, όντας σε μειονεκτική θέση λόγω του ότι δεν είχε γεννηθεί Ισραηλίτης, τύγχανε ειδικής μέριμνας και προστασίας υπό τη διαθήκη του Νόμου, η οποία περιείχε πολλές διατάξεις υπέρ των αδύναμων και των ευάλωτων. Ο Ιεχωβά έστρεψε επανειλημμένα την προσοχή του Ισραήλ στο γεγονός ότι ήξεραν τι δεινά υφίστατο ένας πάροικος σε ξένη γη, και επομένως θα έπρεπε να εκδηλώνουν στους πάροικους ανάμεσά τους το γενναιόδωρο και προστατευτικό πνεύμα που δεν είχε δειχτεί σε αυτούς. (Εξ 22:21· 23:9· Δευ 10:18) Κατά βάση, τον πάροικο, και ιδιαίτερα τον προσήλυτο, έπρεπε να τον μεταχειρίζονται σαν αδελφό.—Λευ 19:33, 34.
Μολονότι οι όροι της διαθήκης του Νόμου επέτρεπαν σε άτομα κάθε εθνικής προέλευσης να γίνουν μέλη της εκκλησίας του Ισραήλ με το να δεχτούν την αληθινή λατρεία του Ιεχωβά και να περιτμηθούν, υπήρχαν εξαιρέσεις και περιορισμοί. Οι Αιγύπτιοι και οι Εδωμίτες δεν μπορούσαν να εισέλθουν στην εκκλησία μέχρι την τρίτη γενιά, δηλαδή την τρίτη γενιά που ζούσε στη γη του Ισραήλ. (Δευ 23:7, 8) Οι νόθοι γιοι και οι απόγονοί τους απαγορευόταν να εισέλθουν στην εκκλησία «μέχρι τη δέκατη γενιά». (Δευ 23:2) Για τους Αμμωνίτες και τους Μωαβίτες η απαγόρευση ίσχυε «μέχρι τη δέκατη γενιά . . . στον αιώνα . . . Στον αιώνα δεν πρέπει να εργαστείς για την ειρήνη τους και την ευημερία τους, όλες τις ημέρες σου». (Δευ 23:3-6) Όλοι αυτοί οι περιορισμοί ίσχυαν για τους άρρενες των συγκεκριμένων εθνών. Επίσης, κανένας άρρενας με ακρωτηριασμένα γεννητικά όργανα δεν μπορούσε να γίνει ποτέ μέλος της εκκλησίας.—Δευ 23:1.
Ο πάροικος που είχε γίνει περιτμημένος λάτρης δεσμευόταν από τον ίδιο νόμο που δέσμευε και τους Ισραηλίτες, δηλαδή έπρεπε να υπακούει σε όλους τους όρους της διαθήκης του Νόμου. (Λευ 24:22) Μερικά παραδείγματα είναι τα εξής: Απαιτούνταν να τηρεί το Σάββατο (Εξ 20:10· 23:12) και να γιορτάζει το Πάσχα (Αρ 9:14· Εξ 12:48, 49), τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων (Εξ 12:19), τη Γιορτή των Εβδομάδων (Δευ 16:10, 11), τη Γιορτή των Σκηνών (Δευ 16:13, 14) και την Ημέρα της Εξιλέωσης (Λευ 16:29, 30). Μπορούσε να προσφέρει θυσίες (Αρ 15:14), και αυτό έπρεπε να το κάνει με τον ίδιο τρόπο που προβλεπόταν και για τον φυσικό Ισραηλίτη. (Αρ 15:15, 16) Οι προσφορές του έπρεπε να μην έχουν κανένα ψεγάδι (Λευ 22:18-20), έπρεπε δε να τις φέρνει στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης, ακριβώς όπως και ο φυσικός Ισραηλίτης. (Λευ 17:8, 9) Δεν μπορούσε να επιδίδεται σε καμιά μορφή ψεύτικης λατρείας. (Λευ 20:2· Ιεζ 14:7) Απαιτούνταν να στραγγίζει το αίμα του θηράματος που σκότωνε στο κυνήγι και, αν το έτρωγε χωρίς να στραγγίσει το αίμα, επρόκειτο να «εκκοπεί». (Λευ 17:10-14) Μπορούσε να λάβει συγχώρηση μαζί με τον φυσικό Ισραήλ για κοινοτική ευθύνη που οφειλόταν σε αμαρτίες. (Αρ 15:26, 29) Ήταν υποχρεωμένος να τηρεί τις διαδικασίες καθαρισμού, όπως για παράδειγμα αν είχε κατασταθεί ακάθαρτος μέσω επαφής με πτώμα ανθρώπου. (Αρ 19:10, 11) Ο πάροικος στον οποίο μπορούσε να δοθεί το σώμα ενός ζώου που είχε ψοφήσει ήταν προφανώς άτομο το οποίο δεν είχε γίνει λάτρης του Ιεχωβά εξ ολοκλήρου.—Δευ 14:21.
Από νομικής πλευράς, ήταν εγγυημένο για τον πάροικο ότι θα τύγχανε αμερόληπτης κρίσης σε δικαστικές υποθέσεις που συμπεριλάμβαναν κάποιον φυσικό Ισραηλίτη. (Δευ 1:16, 17) Δεν έπρεπε να διαπραχθεί απάτη σε βάρος του ούτε να διαστραφεί η κρίση εναντίον του. (Δευ 24:14, 17) Όσοι αδικούσαν τους πάροικους ήταν καταραμένοι. (Δευ 27:19) Οι πόλεις καταφυγίου για τον ακούσιο ανθρωποκτόνο ήταν ανοιχτές τόσο στον πάροικο και στον μέτοικο όσο και στον φυσικό Ισραηλίτη.—Αρ 35:15· Ιη 20:9.
Εφόσον οι πάροικοι δεν είχαν κληρονομιά γης, μπορεί να ήταν έμποροι ή μισθωτοί εργάτες. Ορισμένοι ήταν δούλοι. (Λευ 25:44-46) Δεν ήταν απίθανο να πλουτίσουν. (Λευ 25:47· Δευ 28:43) Γενικά, όμως, ο Νόμος τούς κατέτασσε στους φτωχούς και περιείχε διάφορες διατάξεις για την προστασία και τη συντήρησή τους. Ο πάροικος μπορούσε να έχει μερίδιο από τα δέκατα που προσφέρονταν κάθε τρία χρόνια. (Δευ 14:28, 29· 26:12) Έπρεπε δε να του αφήνουν τα απομεινάρια της συγκομιδής από τον αγρό και το αμπέλι. (Λευ 19:9, 10· 23:22· Δευ 24:19-21) Μπορούσε να επωφεληθεί από ό,τι βλάσταινε στη διάρκεια των σαββατιαίων ετών. (Λευ 25:6) Ως μισθωτός εργάτης προστατευόταν εξίσου με τον αυτόχθονα Ισραηλίτη. Σε περίπτωση που ένας φτωχός Ισραηλίτης πουλούσε τον εαυτό του σε κάποιον πλούσιο πάροικο, έπρεπε να τύχει καλής μεταχείρισης, σαν να ήταν μισθωτός εργάτης, και μπορούσε ανά πάσα στιγμή να εξαγοράσει ο ίδιος τον εαυτό του ή να τον εξαγοράσει κάποιος συγγενής ή, το αργότερο, να απελευθερωθεί στο έβδομο έτος της υπηρεσίας του ή στο Ιωβηλαίο.—Λευ 25:39-54· Εξ 21:2· Δευ 15:12.
Στη διάρκεια της περιόδου των βασιλιάδων, οι πάροικοι εξακολουθούσαν να έχουν καλές σχέσεις με τους Ισραηλίτες. Τον καιρό της οικοδόμησης του ναού στην Ιερουσαλήμ, χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδόμοι. (1Χρ 22:2· 2Χρ 2:17, 18) Όταν ο Βασιλιάς Ασά έκανε ενέργειες για την αποκατάσταση της αληθινής λατρείας στον Ιούδα, πάροικοι από όλη την Υποσχεμένη Γη συνάχθηκαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με φυσικούς Ισραηλίτες για να εισέλθουν από κοινού σε ειδική διαθήκη ώστε να αναζητούν τον Ιεχωβά με όλη τους την καρδιά και την ψυχή. (2Χρ 15:8-14) Ο Βασιλιάς Εζεκίας, αφού καθάρισε το ναό, κήρυξε την τέλεση του εορτασμού του Πάσχα στην Ιερουσαλήμ το δεύτερο μήνα, έστειλε δε πρόσκληση σε όλο τον Ισραήλ, και πολλοί πάροικοι ανταποκρίθηκαν.—2Χρ 30:25.
Μετά την αποκατάσταση του υπολοίπου των Ισραηλιτών από τη βαβυλωνιακή εξορία, οι πάροικοι, οι οποίοι αποτελούνταν από ομάδες όπως οι Νεθινίμ (που σημαίνει «Δοσμένοι»), οι δούλοι, οι επαγγελματίες τραγουδιστές και τραγουδίστριες και οι γιοι των υπηρετών του Σολομώντα, εμφανίζονται και πάλι να συνδέονται με τους Ισραηλίτες όσον αφορά την αληθινή λατρεία στο ναό. Στους Νεθινίμ περιλαμβάνονταν οι Γαβαωνίτες, τους οποίους είχε διορίσει ο Ιησούς του Ναυή να αποδίδουν μόνιμα υπηρεσία στο ναό. (Εσδ 7:7, 24· 8:17-20· Ιη 9:22-27) Μέχρι και την τελευταία φορά που μνημονεύονται, οι εν λόγω πάροικοι ήταν άρρηκτα προσκολλημένοι στην αληθινή λατρεία του Ιεχωβά, υπηρετώντας με το υπόλοιπο των πιστών φυσικών Ισραηλιτών που είχε επιστρέψει από τη Βαβυλώνα. (Νε 11:3, 21) Στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, οι προφήτες του Ιεχωβά επανέλαβαν τις αρχές της διαθήκης του Νόμου που περιφρουρούσαν τα δικαιώματα του πάροικου.—Ζαχ 7:10· Μαλ 3:5.
Ο προφήτης Ιεζεκιήλ προείπε ότι κάποτε ο πάροικος θα λάβαινε κληρονομιά στη γη σαν αυτόχθων μεταξύ των γιων του Ισραήλ. (Ιεζ 47:21-23) Μετά τον ερχομό του Ιησού Χριστού, τα καλά νέα της Βασιλείας κηρύχτηκαν σε Ιουδαίους και σε προσήλυτους, και αυτοί μπορούσαν να γίνουν ισότιμα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας. Κατόπιν, στην εποχή του Κορνήλιου (36 Κ.Χ.), ένας απερίτμητος Εθνικός και το σπιτικό του έγιναν αποδεκτοί από τον Ιεχωβά, λαβαίνοντας χαρίσματα του πνεύματος. (Πρ 10) Έκτοτε οι απερίτμητοι Εθνικοί, αφού δέχονταν τον Χριστό, γίνονταν μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας, «όπου δεν υπάρχει Έλληνας ή Ιουδαίος, περιτομή ή μη περιτομή, ξένος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά ο Χριστός είναι τα πάντα και σε όλους». (Κολ 3:11· Γα 3:28) Τα εδάφια Αποκάλυψη 7:2-8 δείχνουν ότι ο πνευματικός Ισραήλ αποτελείται από 12 φυλές των 12.000 μελών η καθεμιά. Κατόπιν τα εδάφια 9 ως 17 μιλούν για ένα μεγάλο πλήθος, το οποίο κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να αριθμήσει—άτομα από όλα τα έθνη, τις φυλές, τους λαούς και τις γλώσσες τα οποία χαιρετίζουν τον ενθρονισμένο Βασιλιά και το Αρνί του και γίνονται αποδέκτες της εύνοιας και της προστασίας του Θεού.
Μέτοικος. Ο μέτοικος ήταν άτομο εγκατεστημένο σε ξένη χώρα. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «μέτοικος» (τωσάβ) προέρχεται από τη ρίζα γιασάβ, που σημαίνει “κατοικώ”. (Γε 20:15) Προφανώς, μερικοί από τους μέτοικους στον Ισραήλ έγιναν προσήλυτοι. Κάποιοι άλλοι ήταν πρόθυμοι να κατοικούν με τους Ισραηλίτες και να υπακούν στους θεμελιώδεις νόμους του τόπου, αλλά δεν γίνονταν λάτρεις του Ιεχωβά όπως οι περιτμημένοι προσήλυτοι. Ο μέτοικος διέφερε από τον αλλοεθνή, που ως επί το πλείστον ήταν προσωρινός επισκέπτης και απολάμβανε απλώς τη συνήθη φιλοξενία της Ανατολής.
Ο μέτοικος που ήταν απερίτμητος κάτοικος του τόπου δεν έτρωγε από το Πάσχα ή από οτιδήποτε άγιο. (Εξ 12:45· Λευ 22:10) Είχε διάφορα οφέλη όπως οι πάροικοι και οι φτωχοί στη διάρκεια του σαββατιαίου και του Ιωβηλαίου έτους, καθώς του δινόταν η δυνατότητα να έχει μερίδιο από τα προϊόντα της γης. (Λευ 25:6, 12) Ο ίδιος ή οι απόγονοί του ήταν δυνατόν να αγοραστούν από τους Ισραηλίτες ως δούλοι και να μεταβιβάζονται ως μόνιμη κληρονομιά χωρίς να ισχύει για αυτούς το δικαίωμα εξαγοράς ή να επωφελούνται από την απελευθέρωση του Ιωβηλαίου. (Λευ 25:45, 46) Από την άλλη μεριά, ένας Ισραηλίτης μπορούσε να πουλήσει τον εαυτό του ως δούλο σε έναν μέτοικο ή σε μέλη της οικογένειας του μέτοικου, διατηρώντας ανά πάσα στιγμή το δικαίωμα της εξαγοράς, καθώς και το δικαίωμα της απελευθέρωσης στο έβδομο έτος της δουλείας του ή στο Ιωβηλαίο.—Λευ 25:47-54· Εξ 21:2· Δευ 15:12.
Παρότι μόνο οι φυσικοί Ισραηλίτες είχαν κληρονομική ιδιοκτησία στη γη, ο Ιεχωβά ήταν ο πραγματικός ιδιοκτήτης και μπορούσε να τους θέσει εντός ή εκτός εκείνης της γης, ανάλογα με το σκοπό του. Αναφορικά με την πώληση γης, είπε: «Η γη, λοιπόν, δεν πρέπει να πουλιέται για πάντα, επειδή η γη είναι δική μου. Διότι εσείς είστε πάροικοι και μέτοικοι από τη δική μου άποψη».—Λευ 25:23.
Ξένος. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «ξένος» (ζαρ) προέρχεται προφανώς από τη ρίζα ζουρ, που σημαίνει «απομακρύνομαι· γίνομαι ξένος» (Ψλ 78:30· 69:8), οπότε η βασική της έννοια είναι «αυτός που ξεμακραίνει ή αποσύρεται».—Θεολογικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης (Theologisches Wörterbuch zum Alten Testament), επιμέλεια Γκ. Μπότερβεκ και Χ. Ρίνγκρεν, 1977, Τόμ. 2, στ. 557, 558.
Η έννοια του «ξένου» υπεισερχόταν σε ζητήματα που σχετίζονταν με την Ααρωνική οικογένεια και τη φυλή του Λευί, και εφαρμοζόταν τόσο στον φυσικό Ισραηλίτη όσο και στον πάροικο, καθώς και σε όλους τους άλλους. Τα ιερατικά καθήκοντα ήταν, σύμφωνα με το Νόμο, αρμοδιότητα της οικογένειας του Ααρών (Εξ 28:1-3), ενώ τα άλλα ζητήματα του ναού είχαν ανατεθεί στη φυλή του Λευί γενικά. (Αρ 1:49, 50, 53) Όλοι οι άλλοι, περιλαμβανομένων των φυσικών Ισραηλιτών από τις 12 μη Λευιτικές φυλές, παρομοιάζονταν με ξένους σε σχέση με τη φυλή του Λευί, όσον αφορά ορισμένα ζητήματα. (Εξ 29:33, ΜΝΚ, υποσ., «“μη Ααρωνίτης”, δηλαδή κάποιος που δεν ανήκει στην οικογένεια του Ααρών»· περιθωριακή σημείωση στην KJ, «κάθε μη Λευίτης»· Αρ 3:38, ΜΝΚ, υποσ., «δηλαδή μη Λευίτης»· JB, ΛΧ, «λαϊκός». Βλέπε επίσης Λευ 22:10· Αρ 3:10.) Σύμφωνα με τα συμφραζόμενα, η λέξη «ξένος» στην Πεντάτευχο αναφέρεται ως επί το πλείστον σε οποιονδήποτε δεν ανήκε στην οικογένεια του Ααρών ή στη φυλή του Λευί, επειδή τα ιερατικά ή τα διακονικά προνόμια και καθήκοντα δεν είχαν ανατεθεί σε αυτόν.
Ο ξένος (μη Ααρωνίτης) δεν μπορούσε να φάει από τη θυσία της καθιέρωσης (Εξ 29:33), να χριστεί με το λάδι του αγίου χρίσματος (Εξ 30:33) ή να φάει οτιδήποτε άγιο (Λευ 22:10). Ένας μη Ααρωνίτης ξένος δεν μπορούσε να ασκήσει ιερατικά καθήκοντα. (Αρ 3:10· 16:40· 18:7) Κανένας ξένος μη Λευίτης, ακόμη και όσοι ανήκαν σε οποιαδήποτε από τις υπόλοιπες 12 φυλές, δεν μπορούσε να πάει κοντά στη σκηνή της μαρτυρίας για να τη στήσει ή για οποιονδήποτε άλλον σκοπό πέραν του να προσφέρει θυσίες ή να πλησιάσει τους ιερείς στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης. (Λευ 4:24, 27-29) Η κόρη ενός ιερέα η οποία είχε παντρευτεί μη Ααρωνίτη ξένο δεν μπορούσε να τρώει από τη συνεισφορά των αγίων πραγμάτων, κάτι που δεν μπορούσε να κάνει ούτε ο «ξένος» σύζυγός της.—Λευ 22:12, 13.
Η λέξη «ξένος» εφαρμοζόταν επίσης σε εκείνους που παρέκκλιναν από τα όσα ήταν σε αρμονία με το Νόμο και ως εκ τούτου αποξενώνονταν από τον Ιεχωβά. Παραδείγματος χάρη, η πόρνη αναφέρεται ως «ξένη γυναίκα». (Παρ 2:16· 5:17· 7:5) Τόσο οι λάτρεις ψεύτικων θεών όσο και οι ίδιες οι θεότητες αποκαλούνται “ξένοι”.—Ιερ 2:25· 3:13.
Στις Εβραϊκές Γραφές, ξένοι χαρακτηρίζονται επίσης κάποιοι με την έννοια ότι ήταν άγνωστοι ή αλλοεθνείς.—1Βα 3:18· Ιωβ 19:15.
Οι Χριστιανικές αρχές αναφορικά με τους ξένους. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η φιλοξενία, δηλαδή η αγάπη για τους ξένους, τονίζεται εμφατικά ως ιδιότητα που πρέπει να εκδηλώνουν οι Χριστιανοί. Ο απόστολος Παύλος λέει: «Μην ξεχνάτε τη φιλοξενία, γιατί μέσω αυτής μερικοί, χωρίς να το ξέρουν, φιλοξένησαν αγγέλους». (Εβρ 13:2) Ο Ιησούς έδειξε ότι υπολογίζει τη φιλοξενία που προσφέρεται στους αδελφούς του, παρότι αυτοί μπορεί να είναι ξένοι ή άγνωστοι τη δεδομένη στιγμή, ως φιλοξενία που προσφέρεται στον ίδιο. (Ματ 25:34-46) Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε επαινετικά λόγια στον Γάιο για τα καλά έργα που έκανε για διάφορους άγνωστους σε εκείνον Χριστιανούς, οι οποίοι αποστέλλονταν στην εκκλησία του για να την επισκεφτούν, και καταδικάζει τον Διοτρεφή ο οποίος δεν τους έδειχνε σεβασμό.—3Ιω 5-10· 1Τι 5:10.
Οι Χριστιανοί χαρακτηρίζονται “ξένοι” και “προσωρινοί κάτοικοι” με την έννοια ότι δεν αποτελούν μέρος αυτού του κόσμου. (Ιωα 15:19· 1Πε 1:1) Είναι ξένοι κατά το ότι δεν συμμορφώνονται με τις συνήθειες του κόσμου που είναι εχθρικός προς τον Θεό. (1Πε 2:11) Εκείνοι που προέρχονταν από τα έθνη και ήταν άλλοτε «ξένοι ως προς τις διαθήκες της υπόσχεσης», χωρίς ελπίδα και «χωρίς Θεό στον κόσμο», μέσω του Χριστού, δεν ήταν πλέον «ξένοι και πάροικοι», αλλά «συμπολίτες των αγίων και μέλη του σπιτικού του Θεού». (Εφ 2:11, 12, 19) Τα «άλλα πρόβατα», τα οποία ο Ιησούς είπε ότι θα συγκέντρωνε στο «ένα ποίμνιο», διαχωρίζουν παρόμοια τη θέση τους από τον κόσμο, έχοντας την εύνοια του Θεού και ελπίδα για ζωή.—Ιωα 10:16· Ματ 25:33, 34, 46· παράβαλε Απ 7:9-17.
Όποιος προσπαθεί να συγκεντρώσει θρησκευτικούς οπαδούς γύρω του αποκαλείται από τον Χριστό «κλέφτης» και “ξένος”, άτομο επικίνδυνο για τα “πρόβατα” του Χριστού, και θεωρείται ψεύτικος ποιμένας. Τα αληθινά «πρόβατα» του Ιησού δεν θα αναγνωρίσουν τη φωνή ενός ψεύτικου ποιμένα, ακριβώς όπως οι πιστοί Ισραηλίτες έμεναν αποχωρισμένοι από τον αλλοεθνή που ακολουθούσε ξένους θεούς.—Ιωα 10:1, 5· βλέπε ΑΛΛΟΕΘΝΗΣ.
-
-
Παροιμίες (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ (ΒΙΒΛΙΟ)
Βιβλίο που αποτελεί συγκέντρωση παροιμιών ή σοφών ρητών από άλλες συλλογές. Το ίδιο το βιβλίο δηλώνει τον αντικειμενικό σκοπό του: «Για να γνωρίσει ο άνθρωπος σοφία και διαπαιδαγώγηση, να διακρίνει τα λόγια της κατανόησης, να πάρει τη διαπαιδαγώγηση που παρέχει ενόραση, δικαιοσύνη και κρίση και ευθύτητα, να δοθεί στους άπειρους οξυδέρκεια, στον νέο γνώση και ικανότητα σκέψης». (Παρ 1:2-4) «Ο σκοπός είναι να περπατάς στην οδό των αγαθών και να τηρείς τους δρόμους των δικαίων».—2:20.
Οι εισαγωγές τριών τμημάτων του βιβλίου αποδίδουν στον Σολομώντα τις παροιμίες που περιέχουν αυτά τα τμήματα. (Παρ 1:1· 10:1· 25:1) Αυτό συμφωνεί με το γεγονός ότι ο Σολομών «μπορούσε να πει τρεις χιλιάδες παροιμίες». (1Βα 4:32) Αναμφίβολα πολλές παροιμίες αυτών των τμημάτων, αν όχι όλες, καταγράφηκαν κατά τη βασιλεία του Σολομώντα. Αναφερόμενος στον εαυτό του, ο Σολομών δήλωσε: «Ο συναθροιστής είχε γίνει σοφός, δίδασκε συνεχώς το λαό γνώση και στοχαζόταν και έκανε επισταμένη έρευνα, προκειμένου να βάλει σε τάξη πολλές παροιμίες. Ο συναθροιστής ζήτησε να βρει ευχάριστα λόγια, καθώς και να γράψει ορθά λόγια αλήθειας».—Εκ 12:9, 10.
Παρ’ όλα αυτά, έχουν προβληθεί διάφορα επιχειρήματα εναντίον της άποψης ότι οι περισσότερες παροιμίες πρέπει να αποδοθούν στον Σολομώντα. Έχει διατυπωθεί η θεωρία ότι ορισμένες παροιμίες (Παρ 16:14· 19:12· 20:2· 25:3) είναι υποτιμητικές για τους μονάρχες και επομένως δεν μπορεί να ανάγονται στην εποχή του Σολομώντα. Ωστόσο, κατόπιν προσεκτικότερης εξέτασης, διαπιστώνεται ότι αυτές οι παροιμίες δεν είναι υποτιμητικές, αλλά απεναντίας εξυψώνουν τους βασιλιάδες, δείχνοντας ότι πρέπει να τους αποδίδεται ο οφειλόμενος φόβος λόγω της εξουσίας τους. (Παράβαλε 24:21.) Όσοι ισχυρίζονται ότι ένας πολύγαμος όπως ο Σολομών δεν θα είχε μιλήσει για τις σχέσεις των συζύγων με τρόπο που να υποδεικνύει τη μονογαμία (5:15-19· 18:22· 19:13, 14) παραβλέπουν το γεγονός ότι ο Νόμος δεν προωθούσε την πολυγαμία, αλλά απλώς την ανεχόταν και τη ρύθμιζε. Άλλωστε, οι Ιουδαίοι μπορεί κάλλιστα να εφάρμοζαν γενικά τη μονογαμία. Παρόμοια, αυτοί οι επικριτές ξεχνούν ότι οι Παροιμίες είναι θεόπνευστες και δεν εκφράζουν απλώς τις απόψεις του Σολομώντα. Μολαταύτα, ο Σολομών, μέσα από προσωπικές του παρατηρήσεις και βιώματα, μπορεί κάλλιστα να εκτίμησε πόσο σοφό είναι το αρχικό πρότυπο που έθεσε ο Θεός για το γάμο, δηλαδή η μονογαμία.—Παράβαλε Εκ 2:8· 7:27-29.
Οι παροιμίες που δεν αποδίδονται στον Σολομώντα προήλθαν από τα λόγια άλλων σοφών αντρών και μιας γυναίκας. (Παρ 22:17· 30:1· 31:1· βλέπε ΑΓΟΥΡ· ΛΕΜΟΥΗΛ.) Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς πήραν την τελική τους μορφή όλες αυτές οι παροιμίες. Η τελευταία χρονική ένδειξη που εμφανίζεται στο ίδιο το βιβλίο είναι μια αναφορά στη βασιλεία του Εζεκία. (25:1) Επομένως, έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι οι παροιμίες είχαν ήδη συγκεντρωθεί σε ένα βιβλίο πριν από το θάνατο αυτού του ηγεμόνα, περίπου το 717 Π.Κ.Χ. Η επανάληψη ορισμένων παροιμιών υποδηλώνει ότι το βιβλίο αποτελεί συγκέντρωση διαφόρων ξεχωριστών συλλογών.—Παράβαλε 10:1 και 15:20· 10:2 και 11:4· 14:20 και 19:4· 16:2 και 21:2.
Ύφος και Διάταξη. Το βιβλίο των Παροιμιών είναι γραμμένο σε εβραϊκό ποιητικό ύφος, το οποίο συνίσταται στο ρυθμό της σκέψης και χρησιμοποιεί παραλληλισμούς των οποίων οι ιδέες είναι είτε παρόμοιες (Παρ 11:25· 16:18· 18:15) είτε αντίθετες. (10:7, 30· 12:25· 13:25· 15:8) Το πρώτο του τμήμα (1:1–9:18) αποτελείται από σύντομες ομιλίες, τις οποίες απευθύνει ένας πατέρας στο γιο ή στους γιους του. Το τμήμα αυτό χρησιμεύει ως εισαγωγή για τις σύντομες, μεστές σε νόημα σκέψεις που περιέχουν τα υπόλοιπα τμήματα του βιβλίου. Τα τελευταία 22 εδάφια του βιβλίου είναι γραμμένα σε μορφή αλφαβητικής ακροστιχίδας, ενός τύπου σύνθεσης που χρησιμοποίησε και ο Δαβίδ για ορισμένους από τους ψαλμούς του.—Ψλ 9, 10, 25, 34, 37, 145.
Θεόπνευστες. Οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών πιστοποιούν ότι το βιβλίο των Παροιμιών αποτελεί μέρος του εμπνευσμένου Λόγου του Θεού. Ο απόστολος Πέτρος (1Πε 4:18· 2Πε 2:22· Παρ 11:31 [Ο΄]· 26:11) και ο μαθητής Ιάκωβος (Ιακ 4:6· Παρ 3:34, Ο΄) αναφέρθηκαν σε αυτό το βιβλίο, όπως έκανε και ο απόστολος Παύλος όταν έγραψε στους Κορινθίους (2Κο 8:21· Παρ 3:4, Ο΄), στους Ρωμαίους (Ρω 12:16, 20· Παρ 3:7· 25:21, 22) και στους Εβραίους (Εβρ 12:5, 6· Παρ 3:11, 12). Επιπρόσθετα, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές μπορεί να βρει κανείς πολυάριθμες παράλληλες σκέψεις.—Παράβαλε Παρ 3:7 με Ρω 12:16· Παρ 3:12 με Απ 3:19· Παρ 24:21 με 1Πε 2:17· Παρ 25:6, 7 με Λου 14:7-11.
Το να Γνωρίζουμε τον Ιεχωβά Είναι η Οδός της Ζωής. Το βιβλίο των Παροιμιών αναφέρεται πολύ στη γνώση σε συνάρτηση με τη διάκριση, τη σοφία, την κατανόηση και την ικανότητα σκέψης. Επομένως, η γνώση που επιδιώκει να μεταδώσει και να προωθήσει αυτό το βιβλίο είναι κάτι περισσότερο από απλή εγκεφαλική γνώση, από παράθεση γεγονότων ή πληροφοριών. Οι Παροιμίες τονίζουν ότι κάθε αληθινή γνώση έχει ως αφετηρία το πόσο εκτιμάει κάποιος τη σχέση του με τον Ιεχωβά. Μάλιστα στο κεφάλαιο 1 και εδάφιο 7, το θέμα του βιβλίου δηλώνεται ως εξής: «Ο φόβος του Ιεχωβά είναι η αρχή της γνώσης».
Φυσικά, η πιο σημαντική γνώση που μπορεί να αποκτήσει κάποιος είναι σχετικά με τον ίδιο τον Θεό. «Κατανόηση είναι η γνώση για τον Αγιότατο», λέει το εδάφιο Παροιμίες 9:10. Αυτού του είδους η γνώση προχωρεί πέρα από το να γνωρίζει κάποιος απλώς ότι ο Θεός υπάρχει και ότι είναι ο Δημιουργός, ακόμη και πέρα από το να γνωρίζει πολλά γεγονότα σχετικά με την πολιτεία του. Η «γνώση» του Θεού υποδηλώνει βαθιά εκτίμηση για τις έξοχες ιδιότητές του και το μεγάλο όνομά του, καθώς επίσης στενή σχέση μαζί του.
Ο Ιησούς Χριστός είπε σε Ιουδαίους που είχαν γνώση σχετικά με τον Θεό: «Κανείς δεν γνωρίζει πλήρως τον Γιο, εκτός από τον Πατέρα, ούτε γνωρίζει κανείς πλήρως τον Πατέρα, εκτός από τον Γιο και εκείνον στον οποίο ο Γιος θέλει να τον αποκαλύψει». (Ματ 11:27) Η γνώση των ιδιοτήτων του Ιεχωβά βαθαίνει τον υγιή φόβο που αισθάνεται κάποιος για τον Θεό και τον βοηθάει να συνειδητοποιήσει ότι ο Ιεχωβά αξίζει κάθε λατρεία και υπηρεσία και ότι το να τον γνωρίζει και να τον υπακούει είναι η οδός της ζωής. «Ο φόβος του Ιεχωβά είναι πηγάδι ζωής· απομακρύνει από τις παγίδες του θανάτου» και «Ο φόβος του Ιεχωβά οδηγεί στη ζωή».—Παρ 14:27· 19:23.
Ιεχωβά ο Δημιουργός. Ο Ιεχωβά, με την απαράμιλλη σοφία του, είναι ο Δημιουργός των πάντων και Εκείνος που θέσπισε τους νόμους οι οποίοι διέπουν τα πάντα, γι’ αυτό και αξίζει τη λατρεία όλων των πλασμάτων. (Παρ 3:19, 20) Αυτός έφτιαξε το αφτί που ακούει και το μάτι που βλέπει, τόσο με κυριολεκτική όσο και με ηθική έννοια. Συνεπώς, πρέπει να αποβλέπει κανείς σε Αυτόν προκειμένου να βλέπει και να ακούει με αληθινή κατανόηση. Επίσης, πρέπει να συνειδητοποιεί ότι είναι υπόλογος σε Αυτόν που βλέπει και ακούει τα πάντα.—20:12.
Δικαιοσύνη. Το βιβλίο εξυψώνει τον Ιεχωβά ως το επίκεντρο όλων των πραγμάτων και Αυτόν από τον οποίο προέρχονται όλες οι δίκαιες αρχές. Για παράδειγμα: «Ο δείκτης και η ζυγαριά που είναι δίκαια ανήκουν στον Ιεχωβά· όλα τα πέτρινα ζύγια του σάκου είναι έργο του». (Παρ 16:11) Ως Νομοθέτης, θέλει να διέπονται όλες οι συναλλαγές από εντιμότητα και δικαιοσύνη. (11:1· 20:10) Όταν κάποιος φοβάται τον Θεό, μαθαίνει να αγαπάει ό,τι αγαπάει Εκείνος και να μισεί ό,τι μισεί Εκείνος και έτσι να κάνει την οδό της ζωής του ευθεία, διότι «ο φόβος του Ιεχωβά σημαίνει να μισεί κανείς το κακό». (8:13) Οι Παροιμίες αποκαλύπτουν ότι ο Ιεχωβά μισεί ιδιαίτερα τα επηρμένα μάτια, την ψεύτικη γλώσσα, τα χέρια που χύνουν αθώο αίμα, την καρδιά που μηχανεύεται βλαβερά σχέδια, τα πόδια που βιάζονται να τρέξουν στο κακό, τον ψευδομάρτυρα που ξεστομίζει ψέματα και οποιονδήποτε σπέρνει φιλονικίες ανάμεσα σε αδελφούς. (6:16-19· 12:22· 16:5) Όποιος μισεί αληθινά αυτά τα πράγματα βαδίζει σταθερά στην οδό της ζωής.
Επίσης, το βιβλίο των Παροιμιών φωτίζει την οδό των δικαίων δείχνοντας τι επιδοκιμάζει ο Ιεχωβά. «Εκείνοι που είναι άμεμπτοι στην οδό τους του φέρνουν ευχαρίστηση», όπως συμβαίνει και με τις προσευχές τους. (Παρ 11:20· 15:8, 29) «Ο αγαθός αποκτάει την επιδοκιμασία του Ιεχωβά». (12:2) «Εκείνον που επιδιώκει δικαιοσύνη τον αγαπάει».—15:9.
Κρίση και κατεύθυνση. Αυτός που γνωρίζει τον Ιεχωβά συνειδητοποιεί μέσω γνώσης και πείρας ότι, όπως λέει το εδάφιο Παροιμίες 21:30, «δεν υπάρχει σοφία ούτε διάκριση ούτε συμβουλή ενάντια στον Ιεχωβά». Γι’ αυτό, μολονότι μπορεί να ακούει για άλλα σχέδια ή να τα έχει στην καρδιά του, το συνετό άτομο κατευθύνει την οδό της ζωής του σε αρμονία με τη βουλή του Ιεχωβά, γνωρίζοντας πως κάθε αντίθετη συμβουλή, όσο λογική ή πειστική και αν φαίνεται, δεν μπορεί να σταθεί ενάντια στο λόγο του Ιεχωβά.—Παρ 19:21· παράβαλε Ιη 23:14· Ματ 5:18.
Ο Βασιλιάς Σολομών είπε υπό θεϊκή έμπνευση: «Να εμπιστεύεσαι στον Ιεχωβά με όλη σου την καρδιά . . . Σε όλες σου τις οδούς αυτόν να λαβαίνεις υπόψη, και αυτός θα κάνει ευθείς τους δρόμους σου». (Παρ 3:5, 6) Η καρδιά του ανθρώπου επιλέγει την οδό που επιθυμεί να ακολουθήσει, αλλά ακόμη και όταν αυτός επιλέγει τη σωστή οδό, πρέπει να αποβλέπει στον Ιεχωβά για να κατευθύνει τα βήματά του προκειμένου να επιτύχει.—16:3, 9· 20:24· Ιερ 10:23.
Αφού κάποιος επιλέξει το δρόμο της ζωής, πρέπει να αναγνωρίσει ότι ο Ιεχωβά ενδιαφέρεται ζωηρά για αυτόν. Οι Παροιμίες μάς υπενθυμίζουν ότι τα μάτια του Ιεχωβά «είναι σε κάθε τόπο, παρατηρώντας κακούς και αγαθούς». (Παρ 15:3) «Διότι οι οδοί του ανθρώπου είναι ενώπιον του Ιεχωβά, και αυτός εξετάζει όλα τα μονοπάτια του». (5:21) Ο Ιεχωβά δεν εξετάζει μόνο αυτό που φαίνεται πως είναι κάποιος εξωτερικά, αλλά εξετάζει και την καρδιά του. (17:3) «Ο Ιεχωβά κάνει εκτίμηση των καρδιών» (21:2) και ζυγίζει την πραγματική αξία των σκέψεων, των κινήτρων και των ενδόμυχων επιθυμιών του ατόμου.
Οι κρίσεις του Ιεχωβά αποδεικνύεται ότι είναι απόλυτα και από κάθε άποψη δίκαιες και προς όφελος όσων επιζητούν την ευθύτητα. Στον ορισμένο καιρό ο Θεός θα καθαρίσει τη γη από τους πονηρούς, ο δε θάνατός τους θα είναι το τίμημα για την ελευθερία των δικαίων. Σε αρμονία με αυτό, η παροιμία δηλώνει: «Ο πονηρός είναι λύτρο για τον δίκαιο· και αυτός που φέρεται δόλια παίρνει τη θέση εκείνων που είναι ευθείς». (Παρ 21:18) Σε αυτούς τους πονηρούς συγκαταλέγονται οι υπερήφανοι, που είναι απεχθείς στον Ιεχωβά. «Δεν θα υπάρξει απαλλαγή από την τιμωρία» για αυτούς. (16:5) «Το σπίτι εκείνων που αυτοεξυψώνονται θα το κατεδαφίσει ο Ιεχωβά». (15:25) Εκείνους που ληστεύουν τους ασήμαντους «θα τους ληστέψει αφαιρώντας τους την ψυχή».—22:22, 23.
Παρατηρώντας αυτούς τους τρόπους με τους οποίους πολιτεύεται ο Ιεχωβά, το άτομο που σκέφτεται σωστά κάνει τις οδούς του ευθείες. (Παράβαλε Παρ 4:26.) Διακρίνει ότι το να ενδίδει κανείς στην προσωποληψία λόγω δωροδοκίας (17:23) ή λόγω της επιρροής κάποιας προσωπικότητας (18:5) τον κάνει να διαστρέφει την κρίση. “Κηρύσσοντας τον πονηρό δίκαιο και τον δίκαιο πονηρό” θα γινόταν απεχθής στα μάτια του Ιεχωβά. (17:15) Επίσης, μαθαίνει να μην έχει προκατάληψη, αλλά να ακούει πλήρως και τις δύο πλευρές ενός ζητήματος προτού εκφέρει κρίση.—18:13.
Ασφάλεια με ευτυχία. Σε όποιον διαφυλάττει την πρακτική σοφία και την ικανότητα σκέψης που λαβαίνει από τον Ιεχωβά, το βιβλίο των Παροιμιών λέει: «Ο Ιεχωβά θα είναι η πεποίθησή σου, και θα φυλάξει το πόδι σου από το να παγιδευτεί». (Παρ 3:21, 26· 10:29· 14:26) Αν κάποιος φοβάται τον Ιεχωβά, «τότε θα υπάρχει μέλλον». (23:17, 18) Επιπλέον, δεν υπάρχει μόνο ελπίδα για το μέλλον, αλλά επίσης ευτυχία και ασφάλεια στο παρόν. (3:25, 26) «Όταν ο Ιεχωβά ευαρεστείται στις οδούς ενός ανθρώπου, κάνει ακόμη και τους εχθρούς του να έχουν ειρήνη μαζί του». (16:7) Ο Θεός δεν θα αφήσει τον δίκαιο να πεινάσει. (10:3) Αν κάποιος τιμάει τον Θεό με τα πολύτιμα πράγματα που έχει στην κατοχή του, “οι αποθήκες των προμηθειών του θα γεμίσουν από αφθονία”. (3:9, 10) Ο Θεός προσθέτει ημέρες στη ζωή ενός τέτοιου ανθρώπου.—10:27.
Όποιος “βρίσκει καταφύγιο” στο όνομα του Ιεχωβά (κατανοώντας και αποδεχόμενος όλα όσα αντιπροσωπεύει αυτό το όνομα) θα διαπιστώσει ότι αυτό είναι σαν ισχυρός πύργος, ένα μέρος όπου, στους αρχαίους καιρούς, οι άνθρωποι έσπευδαν για προστασία από τον εχθρό.—Παρ 18:10· 29:25.
Η εκδήλωση ταπεινοφροσύνης ενώπιον του Ιεχωβά φέρνει “πλούτο και δόξα και ζωή”. (Παρ 22:4) Αυτός επιθυμεί έλεος και αλήθεια, πράγματα πιο πολύτιμα από τη θυσία. Εκείνοι που απομακρύνονται από το κακό, που φοβούνται τον Ιεχωβά και τον υπηρετούν με αυτόν τον τρόπο δεν θα υποστούν τη δυσμενή του κρίση. (Παρ 16:6· παράβαλε 1Σα 15:22.) Γνωρίζοντας τις οδούς του Ιεχωβά, μπορεί κανείς να ακολουθήσει «ολόκληρη την πορεία αυτού που είναι καλό».—Παρ 2:9.
Στόχος η Καρδιά. Για να επιτελέσει το σκοπό του, το βιβλίο των Παροιμιών έχει ως στόχο την καρδιά. Περισσότερες από 75 φορές παρουσιάζει την καρδιά να λαβαίνει γνώση, κατανόηση, σοφία και διάκριση, να είναι υπεύθυνη για λόγια και πράξεις ή να επηρεάζεται από περιστάσεις και καταστάσεις. Η καρδιά πρέπει να προσκολλάται στη διάκριση (Παρ 2:2) και να τηρεί δίκαιες εντολές (3:1), οι οποίες πρέπει να γράφονται «πάνω στην πλάκα της καρδιάς». (3:3) «Περισσότερο από όλα» πρέπει να προφυλάσσεται η καρδιά. (4:23) Με όλη του την καρδιά πρέπει να εμπιστεύεται κανείς στον Ιεχωβά.—3:5· βλέπε ΚΑΡΔΙΑ.
Διαπαιδαγώγηση και καρδιά. Οι Παροιμίες δίνουν μεγάλη αξία στις διάφορες μορφές διαπαιδαγώγησης. (Παρ 3:11, 12) Το βιβλίο λέει: «Όποιος αδιαφορεί για τη διαπαιδαγώγηση απορρίπτει την ίδια του την ψυχή, αλλά αυτός που ακούει τον έλεγχο αποκτάει καρδιά». (15:32) Έτσι λοιπόν, ο έλεγχος φτάνει στην καρδιά και τη διορθώνει, βοηθώντας το άτομο να αποκτήσει φρόνηση ή διάκριση. «Οι ανόητοι πεθαίνουν επειδή στερούνται καρδιάς [λόγω έλλειψης διάκρισης]». (10:21) Επειδή η εκπαίδευση των παιδιών πρέπει να αγγίζει την καρδιά τους, μας λέγεται: «Η ανοησία είναι συνδεδεμένη με την καρδιά του αγοριού· το ραβδί της διαπαιδαγώγησης θα την απομακρύνει από αυτό».—22:15.
Το Πνεύμα και η Ψυχή. Οι Παροιμίες δεν αποτελούν βιβλίο με δηλώσεις ανθρώπινης απλώς σοφίας, ένα βιβλίο για το πώς να ευαρεστεί κανείς ή να επηρεάζει ανθρώπους. Απεναντίας, οι Παροιμίες προχωρούν σε βάθος, διεισδύοντας στην καρδιά, η οποία επηρεάζει τη σκέψη και τα κίνητρα, στο πνεύμα, δηλαδή τη διανοητική τάση, και στην ψυχή, η οποία απαρτίζεται από κάθε ίνα της υπόστασης και της προσωπικότητας του ατόμου. (Εβρ 4:12) Μολονότι κάποιος μπορεί να νομίζει ότι έχει δίκιο ή να αυτοδικαιώνεται για τις πράξεις του εφόσον «όλες οι οδοί του ανθρώπου φαίνονται αγνές στα δικά του μάτια», το εδάφιο Παροιμίες 16:2 μας υπενθυμίζει ότι «ο Ιεχωβά κάνει εκτίμηση των πνευμάτων», άρα γνωρίζει ποια είναι η προδιάθεση του ατόμου. Ο κόσμος δίνει μεγάλη αξία στην κραταιότητα ή στην εξουσία, αλλά «ο μακρόθυμος είναι καλύτερος από τον κραταιό, και αυτός που ελέγχει το πνεύμα του από εκείνον που καταλαμβάνει πόλη».—Παρ 16:32.
Η απόκτηση της γνώσης και της σοφίας αυτού του θεόδοτου βιβλίου θα βοηθήσει πολύ κάποιον να βρει ευτυχία στην παρούσα ζωή και θα τον βάλει στην οδό που οδηγεί στην αιώνια ζωή. Εφόσον «αυτός που αποκτάει καρδιά αγαπάει την ψυχή του», οι θεόπνευστες συμβουλές και η διαπαιδαγώγηση που περιέχονται στο εν λόγω βιβλίο θα του προσθέσουν «μακρότητα ημερών και χρόνια ζωής» και «θα αποδειχτούν ζωή για την ψυχή» του αν τις ακολουθήσει. (Παρ 19:8· 3:2, 13-18, 21-26) «Ο Ιεχωβά δεν θα φέρει πείνα στην ψυχή του δικαίου». (10:3) «Αυτός που τηρεί την εντολή διατηρεί την ψυχή του», μας νουθετεί ο Σολομών.—19:16.
Σχέσεις με τους Άλλους. Οι Παροιμίες περιγράφουν τον αληθινό υπηρέτη του Θεού ως κάποιον ο οποίος χρησιμοποιεί τη γλώσσα του για καλό (Παρ 10:20, 21, 31, 32), δεν λέει ψέματα ούτε και πληγώνει τους άλλους με αστόχαστα λόγια. (12:6, 8, 17-19· 18:6-8, 21) Αν τον προκαλέσουν, απομακρύνει την οργή των εναντίων του απαντώντας με πραότητα. (15:1· 25:15) Δεν του αρέσουν οι διενέξεις ή οι καβγάδες, και ασκεί εγκράτεια ώστε να μην ξεσπάει με θυμό, γνωρίζοντας ότι θα μπορούσε να διαπράξει ανεπανόρθωτη ανοησία. (Παρ 14:17, 29· 15:18· παράβαλε Κολ 3:8.) Μάλιστα δεν κάνει συντροφιά με όσους είναι θυμώδεις και οργίλοι, επειδή γνωρίζει ότι θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε παγίδα.—Παρ 22:24, 25· παράβαλε 13:20· 14:7· 1Κο 15:33.
Αποδώστε καλό, όχι κακό. Οι θεόπνευστες Παροιμίες προτρέπουν τον καθένα να παίρνει την πρωτοβουλία να κάνει το καλό στους άλλους. Δεν πρέπει μόνο να ενεργεί με καλοσύνη προς εκείνους που “κατοικούν μαζί του με ασφάλεια”, οι οποίοι δεν του έχουν κάνει κακό (Παρ 3:27-30), αλλά προτρέπεται επίσης να ανταποδίδει καλό αντί κακού. (25:21, 22) Πρέπει να προσέχει πολύ την καρδιά του ώστε να μη νιώθει μέσα του χαρά με τη συμφορά κάποιου τον οποίο καταφρονεί ή κάποιου ο οποίος τον μισεί.—17:5· 24:17, 18.
Κουτσομπολιό και συκοφαντία. Πολύς λόγος γίνεται στο βιβλίο των Παροιμιών για τα προβλήματα, τη λύπη και τη βλάβη που προκαλεί το κουτσομπολιό, καθώς επίσης για το πόσο σοβαρή ενοχή βαρύνει αυτόν που σπερμολογεί. Η “εκλεκτή μπουκιά” του συκοφάντη «καταπίνεται λαίμαργα» από τον ακροατή του και δεν αντιμετωπίζεται ελαφρά αλλά δημιουργεί αναλλοίωτη εντύπωση, κατεβαίνοντας «στα έγκατα της κοιλιάς». Επομένως, προξενεί προβλήματα, και ο ομιλών δεν μπορεί να “πλύνει τα χέρια του” από την ενοχή. Μολονότι ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να δίνει την εντύπωση ότι είναι ευχάριστος και να συγκαλύπτει την αληθινή κατάσταση της καρδιάς του, ο Θεός θα φροντίσει να «αποκαλυφτεί μέσα στην εκκλησία» το μίσος και η κακία που έχει πραγματικά μέσα του. Θα πέσει στο λάκκο που έσκαψε για κάποιον άλλον.—Παρ 26:22-28.
Οικογενειακές σχέσεις. Στις Παροιμίες τονίζεται αυστηρά η γαμήλια πιστότητα. Πρέπει να βρίσκει κανείς ευχαρίστηση στη “σύζυγο της νεότητάς του” και να μην αναζητάει ικανοποίηση αλλού. (Παρ 5:15-23) Η μοιχεία θα επιφέρει καταστροφή και θάνατο σε όσους τη διαπράττουν. (5:3-14· 6:23-35) Η καλή σύζυγος είναι «στεφάνι» και ευλογία για το σύζυγό της. Αν, όμως, μια σύζυγος ενεργεί επαίσχυντα, είναι «σήψη στα κόκαλα» του συζύγου της. (12:4) Είναι δε μαρτύριο για έναν άντρα ακόμη και το να ζει με φιλόνικη σύζυγο. (25:24· 19:13· 21:19· 27:15, 16) Μολονότι εξωτερικά μπορεί να είναι ωραία και γοητευτική, μοιάζει με «χρυσό σκουλαρίκι της μύτης το οποίο βρίσκεται στο ρύγχος γουρουνιού». (11:22· 31:30) Μια ανόητη γυναίκα στην ουσία κατεδαφίζει το ίδιο της το σπίτι. (14:1) Η εξαιρετική αξία της καλής συζύγου—η φιλοπονία της, η αξιοπιστία της, η από μέρους της διαχείριση του σπιτικού με πιστότητα και υποταγή στο σύζυγό της—περιγράφεται πλήρως στο 31ο κεφάλαιο των Παροιμιών.
Οι γονείς θεωρούνται απόλυτα υπεύθυνοι για τα παιδιά τους, και δίνεται έμφαση στην αναγκαιότητα της διαπαιδαγώγησης. (Παρ 19:18· 22:6, 15· 23:13, 14· 29:15, 17) Η ευθύνη του πατέρα τονίζεται ιδιαίτερα, αλλά το παιδί πρέπει να σέβεται και τον πατέρα του και τη μητέρα του αν θέλει να λάβει ζωή από τον Ιεχωβά.—19:26· 20:20· 23:22· 30:17.
Φροντίδα για τα ζώα. Οι Παροιμίες ασχολούνται ακόμη και με το ενδιαφέρον για τα κατοικίδια ζώα. «Ο δίκαιος φροντίζει για την ψυχή του κατοικίδιου ζώου του». (Παρ 12:10) «Πρέπει να γνωρίζεις με βεβαιότητα ποια είναι η εμφάνιση του ποιμνίου σου».—27:23.
Κυβερνητική σταθερότητα και πιστότητα. Οι Παροιμίες διατυπώνουν αρχές για την καλή διακυβέρνηση. Όσοι κατέχουν υψηλές θέσεις, όπως οι βασιλιάδες, πρέπει να διερευνούν τα ζητήματα (Παρ 25:2), να εκδηλώνουν στοργική καλοσύνη και αλήθεια (20:28) και να συμπεριφέρονται δίκαια προς τους υπηκόους τους (29:4· 31:9), περιλαμβανομένων και των ασήμαντων (29:14). Δεν μπορούν να έχουν πονηρούς συμβούλους αν θέλουν να εδραιωθεί η διακυβέρνησή τους με δικαιοσύνη. (25:4, 5) Ο ηγέτης πρέπει να διαθέτει διάκριση και να μισεί το άδικο κέρδος.—28:16.
Ενώ η «δικαιοσύνη εξυψώνει ένα έθνος» (Παρ 14:34), η παράβαση οδηγεί σε κυβερνητική αστάθεια. (28:2) Η επανάσταση επίσης επιφέρει μεγάλη αστάθεια και αποδοκιμάζεται στα εδάφια Παροιμίες 24:21, 22: «Γιε μου, να φοβάσαι τον Ιεχωβά και το βασιλιά. Με εκείνους που θέλουν να έρθει αλλαγή μην έχεις ανάμειξη. Διότι η συμφορά τους θα συμβεί τόσο ξαφνικά ώστε ποιος θα αντιληφθεί την εξάλειψη εκείνων που θέλουν να έρθει αλλαγή;»
Χρήσιμες για Παροχή Συμβουλών. Εφόσον οι Παροιμίες καλύπτουν ευρύ φάσμα των ανθρώπινων επιδιώξεων, μπορούν να προμηθεύσουν τη βάση για την παροχή πολλών πρακτικών συμβουλών και νουθεσιών, όπως συνέβη και με τους συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. «Η καρδιά του δικαίου στοχάζεται για να απαντήσει». (Παρ 15:28) Εντούτοις, δεν είναι σοφό να δίνονται συμβουλές στους χλευαστές. «Αυτός που διορθώνει το χλευαστή επισύρει ατίμωση στον εαυτό του, και αυτός που δίνει έλεγχο στον πονηρό—στίγμα στον εαυτό του. Μην ελέγχεις το χλευαστή για να μη σε μισήσει. Δίνε έλεγχο στον σοφό και θα σε αγαπήσει». (Παρ 9:7, 8· 15:12· παράβαλε Ματ 7:6.) Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι χλευαστές, γι’ αυτό και όσοι είναι σε θέση να συμβουλεύουν άλλους πρέπει να το κάνουν αυτό, όπως τονίζεται από τα εξής λόγια: «Τα χείλη του δικαίου βόσκουν πολλούς».—Παρ 10:21.
[Πλαίσιο στη σελίδα 605]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
Βιβλίο αποτελούμενο από τμήματα σε μορφή ομιλιών καθώς και συλλογών με σοφά λόγια που αφορούν πρακτικά ζητήματα της ζωής
Μολονότι οι Παροιμίες αποδίδονται κυρίως στον Βασιλιά Σολομώντα, η συλλογή τους ολοκληρώθηκε αργότερα, κατά τη βασιλεία του Εζεκία
Η υπερέχουσα αξία της σοφίας
Η σοφία, μαζί με την κατανόηση, είναι το πρώτιστο (4:5-8· 16:16)
Αναγκαίες ενέργειες για την απόκτηση σοφίας (2:1-9· 13:20)
Οφέλη που προέρχονται από τη σοφία, όπως ασφάλεια, προστασία, τιμή και ευτυχέστερη, μεγαλύτερης διάρκειας ζωή (2:10-21· 3:13-26, 35· 9:10-12· 24:3-6, 13, 14)
Η προσωποποιημένη σοφία εργάστηκε μαζί με τον Ιεχωβά (8:22-31)
Οι ολέθριες συνέπειες που αντιμετωπίζει κάποιος όταν δεν ενεργεί σοφά (1:24-32· 2:22· 6:12-15)
Η κατάλληλη στάση προς τον Ιεχωβά
Να εμπιστεύεσαι στον Ιεχωβά (3:5, 6· 16:20· 18:10· 29:25)
Να τον φοβάσαι και να απορρίπτεις την κακία (3:7· 10:27· 14:26, 27· 16:6· 19:23)
Να τον τιμάς, υποστηρίζοντας την αληθινή λατρεία (3:9, 10)
Να δέχεσαι τη διαπαιδαγώγησή του ως έκφραση αγάπης (3:11, 12)
Να δείχνεις εκτίμηση για το λόγο του (3:1-4· 30:5, 6)
Να εξακριβώνεις τι μισεί ο Ιεχωβά και να ενεργείς σε αρμονία με αυτή τη γνώση (6:16-19· 11:20· 12:22· 16:5· 17:15· 28:9)
Αν ευαρεστούμε τον Ιεχωβά, εκείνος θα μας φροντίζει, θα μας προστατεύει και θα ακούει τις προσευχές μας (10:3, 9, 30· 15:29· 16:3)
Θαυμάσιες συμβουλές για την οικογενειακή ζωή
Η άξια σύζυγος είναι ευλογία από τον Ιεχωβά (12:4· 14:1· 18:22· 31:10-31)
Οι γονείς πρέπει να παρέχουν στα παιδιά τους εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση (13:1, 24· 22:6, 15· 23:13, 14· 29:15, 17)
Τα παιδιά πρέπει να σέβονται βαθιά τους γονείς τους (1:8, 9· 4:1-4· 6:20-22· 10:1· 23:22-26· 30:17)
Η αγάπη και η ειρήνη είναι πολύ επιθυμητές στο σπίτι (15:16, 17· 17:1· 19:13· 21:9, 19)
Να αντιστέκεσαι στην ανηθικότητα, αποφεύγοντας έτσι πολύ πόνο και παθήματα (5:3-23· 6:23-35· 7:4-27· 9:13-18)
Χαρακτηριστικά που πρέπει να καλλιεργούνται και αυτά που πρέπει να αποφεύγονται
Να καλλιεργείς στοχαστικό ενδιαφέρον για τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους (3:27, 28· 14:21, 31· 19:17· 21:13· 28:27)
Να είσαι γενναιόδωρος, να αποφεύγεις την απληστία (11:24-26)
Να καλλιεργείς την επιμέλεια και να μην είσαι τεμπέλης (6:6-11· 10:26· 13:4· 20:4· 24:30-34· 26:13-16)
Η μετριοφροσύνη και η ταπεινοφροσύνη φέρνουν τιμή· η αυθάδεια και η υπερηφάνεια οδηγούν στην ταπείνωση (11:2· 16:18, 19· 25:6, 7· 29:23)
Να ασκείς εγκράτεια όσον αφορά το θυμό (14:29· 16:32· 25:28· 29:11)
Να αποφεύγεις την κακεντρέχεια ή την εκδικητικότητα (20:22· 24:17, 18, 28, 29· 25:21, 22)
Να πράττεις δικαιοσύνη στο καθετί (10:2· 11:18, 19· 14:32· 21:3, 21)
Πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την καθημερινή ζωή
Να ανταποκρίνεσαι κατάλληλα στη διαπαιδαγώγηση, στον έλεγχο, στη συμβουλή (13:18· 15:10· 19:20· 27:5, 6)
Να είσαι αληθινός φίλος (17:17· 18:24· 19:4· 27:9, 10)
Να ασκείς διάκριση όσον αφορά την αποδοχή φιλοξενίας (23:1-3, 6-8· 25:17)
Ο υλισμός είναι μάταιος (11:28· 23:4, 5· 28:20, 22)
Η σκληρή εργασία φέρνει ευλογίες (12:11· 28:19)
Να καλλιεργείς εντιμότητα στις επαγγελματικές συναλλαγές (11:1· 16:11· 20:10, 23)
Πρόσεξε να μη γίνεσαι εγγυητής για άλλους, ιδιαίτερα για ξένους (6:1-5· 11:15· 22:26, 27)
Να απορρίπτεις την επιβλαβή ομιλία· να βεβαιώνεσαι ότι η ομιλία σου είναι εποικοδομητική (10:18-21, 31, 32· 11:13· 12:17-19· 15:1, 2, 4, 28· 16:24· 18:8)
Η κολακεία είναι δόλια (28:23· 29:5)
Να αποφεύγεις τους καβγάδες (3:30· 17:14· 20:3· 26:17)
Να απορρίπτεις τις κακές συναναστροφές (1:10-19· 4:14-19· 22:24, 25)
Μάθε να συμπεριφέρεσαι σοφά προς τους χλευαστές και τους ανόητους (9:7, 8· 19:25· 22:10· 26:4, 5)
Να αποφεύγεις τις παγίδες του δυνατού ποτού (20:1· 23:29-35· 31:4-7)
Μη φθονείς τους πονηρούς (3:31-34· 23:17, 18· 24:19, 20)
-
-
Παροιμιώδης ΦράσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΟΙΜΙΩΔΗΣ ΦΡΑΣΗ
Η εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «παροιμιώδης φράση» ή «παροιμιώδη λόγια» (μασάλ) θεωρείται γενικά ότι παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «συγκρίνομαι» ή «είμαι όμοιος» (Ψλ 49:12), και πράγματι πολλές παροιμιώδεις φράσεις περιέχουν παρομοιώσεις ή συγκρίσεις. Μερικοί λόγιοι συσχετίζουν τον όρο «παροιμιώδης φράση» με το εβραϊκό ρήμα που σημαίνει «κυβερνώ», επομένως η παροιμιώδης φράση θα μπορούσε ορισμένες φορές να εκληφθεί ως δήλωση άρχοντα, ρήση που έχει βαρύτητα ή είναι ενδεικτική ανώτερης ευφυΐας. Συνεπές με αυτή την άποψη είναι το γεγονός ότι ο Βασιλιάς Σολομών, ο οποίος ήταν γνωστός για τη σοφία του, μπορούσε να πει 3.000 παροιμίες και κατέγραψε πολλές από αυτές τις παροιμιώδεις φράσεις.—1Βα 4:32.
Μεταξύ των Ισραηλιτών υπήρχαν δημοφιλείς ή συχνές εκφράσεις που είχαν πλούσιο νόημα επειδή σχετίζονταν με ιδιάζουσες περιστάσεις. Σε γενικές γραμμές, αυτές οι παροιμιώδεις φράσεις διατυπώνονταν με συμπυκνωμένο λόγο. (1Σα 10:12) Ωστόσο, δεν εξέφραζαν όλες ανεξαιρέτως σωστές απόψεις, και ο Ιεχωβά διαφώνησε συγκεκριμένα με κάποιες από αυτές.—Ιεζ 12:22, 23· 18:2, 3.
Μερικές τέτοιες ρήσεις αποτέλεσαν κοινές εκφράσεις εμπαιγμού ή περιφρόνησης για ορισμένους ανθρώπους. (Αββ 2:6) Σε αυτές τις περιπτώσεις, ακόμη και το αντικείμενο του χλευασμού, είτε έμψυχο είτε άψυχο, αποκαλούνταν «παροιμιώδης φράση». Να γιατί προειδοποιήθηκαν οι Ισραηλίτες ότι, αν δεν άκουγαν τον Ιεχωβά και δεν υπάκουαν στις εντολές του, τόσο οι ίδιοι όσο και ο ναός τους θα γίνονταν παροιμιώδης φράση ανάμεσα στα έθνη. (Δευ 28:15, 37· 1Βα 9:7· 2Χρ 7:20) Η στάση των άλλων προς ένα έθνος που γινόταν παροιμιώδης φράση υποδηλώνεται κατάλληλα στη Γραφή από τις συνοδευτικές εκφράσεις, οι οποίες δείχνουν ότι ο Ισραήλ θα γινόταν όνειδος, αντικείμενο χλευασμού, κοροϊδίας, ταπείνωσης και εμπαιγμών. (Ψλ 44:13-15· Ιερ 24:9) Όσοι γίνονταν παροιμιώδης φράση καταντούσαν να είναι το αντικείμενο των τραγουδιών εκείνων που έπιναν μεθυστικό ποτό και άτομα που οι άλλοι τους έφτυναν στο πρόσωπο. (Ψλ 69:11, 12· Ιωβ 17:6) Είναι σαφές ότι όποιος γινόταν παροιμιώδης φράση έπεφτε πολύ χαμηλά.
Δεν διατυπώνονταν όλες οι παροιμιώδεις φράσεις με μία ή δύο σύντομες, μεστές σε νόημα προτάσεις. Στο 14ο κεφάλαιο του Ησαΐα αναγράφεται μια εκτενέστερη παροιμιώδης φράση, η οποία δείχνει παραστατικά και με εύστοχες συγκρίσεις τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε η υπερηφάνεια του βασιλιά της Βαβυλώνας. Με δηκτικό σαρκασμό χλευάζει αυτόν που πίστευε ότι είναι «ο λαμπερός, ο γιος της αυγής».
Όταν η παρομοίωση ή η σύγκριση που περιλαμβανόταν σε μια παροιμιώδη φράση ήταν αρχικά κάπως δυσνόητη ή περίπλοκη, η φράση αυτή μπορούσε επίσης να ονομαστεί αίνιγμα. (Ψλ 78:2) Αυτό ίσχυε για τα παροιμιώδη λόγια που είπε ο Ιεζεκιήλ υπό θεϊκή έμπνευση στον Ισραήλ, παρομοιάζοντας την πορεία του έθνους ως προς τη Βαβυλώνα και την Αίγυπτο με κλήμα φυτεμένο από έναν αετό το οποίο αργότερα στράφηκε πεινασμένα σε άλλον αετό.—Ιεζ 17:2-18.
Μερικά παροιμιώδη λόγια, όπως του Ιώβ, διατυπώθηκαν σε ποιητικό ύφος. (Ιωβ 27:1· 29:1) Οι σκέψεις που εξέφρασε ο Ιώβ υπό θεϊκή έμπνευση δεν καταγράφηκαν με το συμπυκνωμένο λόγο που χαρακτηρίζει τις περισσότερες παροιμίες, αλλά παρουσιάστηκαν υπό μορφή πολύ διδακτικών ποιημάτων γεμάτων μεταφορές.
Ο Θεός έκανε επίσης τον Βαλαάμ να πει μια σειρά από παροιμιώδη λόγια που καταγράφηκαν και αυτά ως ποιήματα. (Αρ 23:7, 18· 24:3, 15, 20, 21, 23) Αντί να εκφράσει περιφρόνηση για τον Ισραήλ σε αυτά τα παροιμιώδη λόγια, ο Βαλαάμ “τούς ευλόγησε στο έπακρο”, αν και προφήτευσε «αλίμονο» για άλλους λαούς. (Αρ 23:11) Το παροιμιώδες στοιχείο εδώ δεν έγκειται στο ότι οι άνθρωποι επαναλάμβαναν συχνά τα όσα είπε ο Βαλαάμ ούτε στο ότι οι δηλώσεις του ήταν συμπυκνωμένες εκφράσεις σοφίας. Απεναντίας, τα λόγια του χαρακτηρίζονται παροιμιώδη επειδή έχουν δύναμη και πλούσιο νόημα και επειδή αυτός χρησιμοποίησε ποικιλία παρομοιώσεων ή συγκρίσεων σε κάποιες από τις δηλώσεις του.
-
-
ΠαρουσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Η λέξη παρουσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι σύνθετη, αποτελούμενη από την πρόθεση παρά (δίπλα· παραπλεύρως) και το ουσιαστικό οὐσία (ύπαρξη· παράγωγο του ρήματος εἰμί, που σημαίνει «είμαι· υπάρχω»). Συνεπώς, η λέξη παρουσία σημαίνει κατά κυριολεξία «το να είναι κάποιος δίπλα», δηλαδή να παρευρίσκεται, να είναι παρών. Χρησιμοποιείται 24 φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, συχνά αναφερόμενη στην παρουσία του Χριστού σε συνάρτηση με τη Μεσσιανική του Βασιλεία.—Ματ 24:3· βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 5Β· Οι Χριστιανικές Γραφές—Απόδοση από τη Μετάφραση Νέου Κόσμου, παράρτημα, σ. 416, 417.
Πολλές μεταφράσεις δεν χρησιμοποιούν παντού την ίδια απόδοση για τη λέξη παρουσία. Παρότι σε μερικά εδάφια τη διατηρούν αυτούσια, συχνότερα την αποδίδουν «έλευση», εξού και η έκφραση «δεύτερη έλευση» που χρησιμοποιείται αναφορικά με τον Χριστό Ιησού. (Βλέπε και λατινική Βουλγάτα, όπου η λέξη παρουσία του εδ. Ματ 24:3 αποδίδεται με τη λέξη adventus [«έλευση» ή «ερχομός»].) Αν και η παρουσία του Ιησού υποδηλώνει εκ των πραγμάτων την άφιξή του στο μέρος όπου είναι παρών, η μετάφραση της λέξης παρουσία ως «έλευση» δίνει όλη την έμφαση στην άφιξη και επισκιάζει τη συνακόλουθη παρουσία που έπεται της άφιξης. Οι λεξικογράφοι, μολονότι θεωρούν αποδεκτή και τη λέξη «άφιξη» ως απόδοση της εν λόγω λέξης, γενικά αναγνωρίζουν ότι η κύρια έννοια που μεταδίδει η λέξη είναι αυτή της παρουσίας ενός ατόμου.
Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 1, σ. 208, 209), αναφέρει: «Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ . . . υποδηλώνει και άφιξη αλλά και επακόλουθη παρουσία. Για παράδειγμα, σε μια επιστολή γραμμένη σε πάπυρο [στην ελληνική] κάποια κυρία αναφέρει πόσο αναγκαία ήταν η παρουσία της κάπου, προκειμένου να φροντίσει για ζητήματα που αφορούσαν την περιουσία της εκεί. . . . Όταν χρησιμοποιείται για την επιστροφή του Χριστού κατά την Αρπαγή της Εκκλησίας, σημαίνει, όχι απλώς τη στιγμιαία έλευσή Του για τους αγίους Του, αλλά την παρουσία Του κοντά τους από εκείνη τη στιγμή μέχρι την αποκάλυψη και φανέρωσή Του στον κόσμο». Το Μέγα Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης, του Δημητράκου (Τόμ. 11, σ. 5567), δείχνει ότι η λέξη παρουσία χρησιμοποιείται ενίοτε σε μη Βιβλικά συγγράμματα «επί επισκέψεως βασιλέων ή άλλων επισήμων προσώπων».
Ασφαλώς, τα μη Βιβλικά ελληνικά συγγράμματα είναι κατατοπιστικά ως προς την έννοια αυτής της λέξης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Εντούτοις, ακόμη πιο καθοριστικό είναι το πώς χρησιμοποιείται η λέξη στην ίδια την Αγία Γραφή. Παραδείγματος χάρη, στο εδάφιο Φιλιππησίους 2:12 ο Παύλος λέει για τους Φιλιππήσιους Χριστιανούς: «Έχετε υπακούσει πάντοτε, όχι μόνο στη διάρκεια της παρουσίας μου, αλλά τώρα πολύ πιο πρόθυμα στη διάρκεια της απουσίας μου». Παρόμοια, στα εδάφια 2 Κορινθίους 10:10, 11, αφού ο Παύλος αναφέρεται σε εκείνους που λένε πως «οι επιστολές του είναι βαρυσήμαντες και δυνατές, αλλά η προσωπική του παρουσία είναι αδύναμη και ο λόγος του αξιοκαταφρόνητος», προσθέτει: «Ένας τέτοιος άνθρωπος ας λάβει αυτό υπόψη του, ότι όπως είμαστε με τα λόγια μας στις επιστολές όταν είμαστε απόντες, τέτοιοι θα είμαστε και στην πράξη όταν θα είμαστε παρόντες». (Παράβαλε επίσης Φλπ 1:24-27.) Έτσι λοιπόν, η αντίθεση αφορά την παρουσία και την απουσία, όχι την άφιξη (ή έλευση) και την αναχώρηση.
Με αυτά υπόψη, η Εμφατική Βίβλος του Τζ. Μπ. Ρόδερχαμ δηλώνει στο παράρτημά της (σ. 271) ότι σε εκείνη την έκδοση χρησιμοποιείται με συνέπεια παντού η λέξη παρουσία, ενώ η λέξη έλευση, ως αντίστοιχο αυτής της λέξης, έχει απορριφθεί. Και συνεχίζει: «Η έννοια της “παρουσίας” [καταδεικνύεται] τόσο ξεκάθαρα μέσα από την αντίθεση με τη λέξη “απουσία” . . . ώστε εγείρεται εύλογα το ερώτημα:—Γιατί να μην αποδίδεται πάντοτε έτσι;»
Το ότι η παρουσία του Ιησού δεν είναι απλώς στιγμιαία έλευση η οποία ακολουθείται από γρήγορη αναχώρηση, αλλά απεναντίας καλύπτει περίοδο χρόνου, υποδεικνύεται επίσης από τα λόγια του ίδιου στα εδάφια Ματθαίος 24:37-39 και Λουκάς 17:26-30. Εκεί «οι ημέρες του Νώε» παραλληλίζονται με την «παρουσία του Γιου του ανθρώπου» («ημέρες του Γιου του ανθρώπου», στην αφήγηση του Λουκά). Επομένως, ο Ιησούς δεν περιορίζει τον παραλληλισμό μόνο στην έλευση του Κατακλυσμού ως του τελικού αποκορυφώματος των ημερών του Νώε, παρότι δείχνει ότι η δική του «παρουσία», ή αλλιώς οι «ημέρες» του, θα έχει παρόμοιο αποκορύφωμα. Εφόσον οι «ημέρες του Νώε» στην πραγματικότητα κάλυπταν μια περίοδο ετών, έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε πως η προειπωμένη «παρουσία [ή οι «ημέρες»] του Γιου του ανθρώπου» θα κάλυπτε παρόμοια μια περίοδο μερικών ετών και θα αποκορυφωνόταν με την καταστροφή όσων δεν θα έδιναν προσοχή στην ευκαιρία που θα τους παρουσιαζόταν να επιζητήσουν την απελευθέρωση.
Η Φύση της «Παρουσίας» του Χριστού. Η παρουσία κάποιου μπορεί ασφαλώς να είναι ορατή, και σε έξι περιπτώσεις όπου εμφανίζεται αυτή η λέξη αναφέρεται στην ορατή παρουσία κάποιου ανθρώπου, όπως του Στεφανά, του Φορτουνάτου, του Αχαϊκού, του Τίτου και του Παύλου. (1Κο 16:17· 2Κο 7:6, 7· 10:10· Φλπ 1:26· 2:12) Το ότι η παρουσία κάποιου μπορεί επίσης να είναι αόρατη υπονοείται από τη δήλωση του Παύλου πως ήταν «παρών κατά το πνεύμα», αν και απών κατά το σώμα. (1Κο 5:3) Παρόμοια, ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος, ο οποίος έγραψε στην ελληνική, αναφέρεται στην παρουσία του Θεού στο Όρος Σινά, η οποία ήταν αόρατη και έγινε φανερή από τις βροντές και τις αστραπές.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 80 (ν, 2).
Το ότι η ιδέα της αόρατης παρουσίας έχει Γραφική βάση προκύπτει επίσης από τα όσα είπε ο Ιεχωβά Θεός στον Μωυσή σχετικά με την κιβωτό της διαθήκης που βρισκόταν στα Άγια των Αγίων της σκηνής της μαρτυρίας: «Και θα παρουσιάζομαι εκεί σε εσένα και θα μιλώ μαζί σου πάνω από το κάλυμμα». (Εξ 25:22) Η παρουσία του Θεού δεν ήταν ορατή, εφόσον οι Γραφές λένε ξεκάθαρα ότι «κανένας άνθρωπος δεν έχει δει ποτέ τον Θεό»—ούτε ο Μωυσής ούτε ο αρχιερέας που έμπαινε στα Άγια των Αγίων. (Ιωα 1:18· Εξ 33:20) Όταν ο Βασιλιάς Σολομών εγκαινίασε το ναό στην Ιερουσαλήμ, το σύννεφο της “δόξας του Ιεχωβά” γέμισε τον οίκο. Ο Σολομών είπε για τον Ιεχωβά ότι “θα κατοικούσε στο ναό”. Εντούτοις, ο ίδιος ο Σολομών δήλωσε: «Αλλά θα κατοικήσει πράγματι ο Θεός στη γη; Ορίστε! Οι ουρανοί, ναι, ο ουρανός των ουρανών, δεν μπορούν να σε χωρέσουν· πόσο λιγότερο, λοιπόν, αυτός ο οίκος που έχτισα!» Ωστόσο, τα μάτια του Θεού θα ήταν συνεχώς ανοιγμένα προς εκείνον τον οίκο, τις δε προσευχές που θα γίνονταν εκεί θα τις άκουγε «στον τόπο της κατοίκησής [του], στους ουρανούς».—1Βα 8:10-13, 27-30· παράβαλε Πρ 7:45-50.
Αυτές οι περικοπές καταδεικνύουν ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να “είναι παρών” στη γη με πνευματικό (και συνεπώς, αόρατο) τρόπο ενώ εξακολουθεί να παραμένει στον ουρανό. Σε μερικές περιπτώσεις η παρουσία του μπορεί να έλαβε χώρα μέσω κάποιου αγγελικού εκπροσώπου ο οποίος ενεργούσε και μιλούσε εκ μέρους του Θεού, λέγοντας μάλιστα: «Εγώ είμαι ο Θεός του πατέρα σου», όπως έκανε ο άγγελος που μίλησε στον Μωυσή από τη φλεγόμενη βάτο. (Εξ 3:2-8· παράβαλε Εξ 23:20· 32:34.) Παρόμοια, ο Ιεχωβά είπε στον Μωυσή ότι “ερχόταν” σε αυτόν στο Όρος Σινά και ότι θα “κατέβαινε” εκεί (Εξ 19:9, 11, 18, 20), αλλά τα αποστολικά συγγράμματα δείχνουν πως στην πραγματικότητα ο Θεός ήταν παρών εκεί μέσω των αγγέλων του και μέσω αυτών παρέδωσε στον Μωυσή τη διαθήκη του.—Γα 3:19· Εβρ 2:2· βλέπε ΠΡΟΣΩΠΟ.
Εφόσον στον αναστημένο Γιο του Ιεχωβά, τον Ιησού Χριστό, έχει παραχωρηθεί «όλη η εξουσία στον ουρανό και στη γη», και εφόσον αυτός είναι «η ακριβής απεικόνιση της ίδιας . . . της οντότητας» του Θεού, έπεται ότι και ο Ιησούς επίσης πρέπει να έχει τη δυνατότητα να είναι αόρατα παρών με παρόμοιο τρόπο. (Ματ 28:18· Εβρ 1:2, 3) Σε σχέση με αυτό μπορούμε να επισημάνουμε πως, ακόμη και όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός ήταν σε θέση να θεραπεύσει διάφορα άτομα από μακριά, σαν να ήταν προσωπικά παρών εκεί.—Ματ 8:5-13· Ιωα 4:46-53.
Είναι επίσης σαφές ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει θέσει αγγέλους υπό τις διαταγές του δοξασμένου Γιου του. (1Πε 3:22) Διάφορα εδάφια που συνδέονται με την παρουσία του Ιησού τον περιγράφουν συχνά είτε να “συνοδεύεται” από αγγελικές στρατιές είτε να τις “αποστέλλει”. (Ματ 13:37-41, 47-49· 16:27· 24:31· Μαρ 8:38· 2Θε 1:7) Αυτό όμως δεν σημαίνει πως η προειπωμένη παρουσία του με βασιλική εξουσία και δόξα συνίσταται αποκλειστικά και μόνο στη χρήση αγγέλων ως αγγελιοφόρων ή εκπροσώπων σε επίγειες αποστολές, διότι κάτι τέτοιο γινόταν και τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. αναφορικά με τους αποστόλους και άλλους. (Πρ 5:19· 8:26· 10:3, 7, 22· 12:7-11, 23· 27:23) Οι παραβολές του Ιησού σε συνδυασμό με άλλα εδάφια δείχνουν ότι η παρουσία του μοιάζει με αυτήν ενός κυρίου που επιστρέφει στο σπιτικό του και με την παρουσία κάποιου που γίνεται βασιλιάς και επιστρέφει για να αναλάβει τον έλεγχο της επικράτειάς του, καθώς και ότι η παρουσία του Ιησού σημαίνει προσωπική επιθεώρηση και κρίση, ακολουθούμενη από την ενεργή έκφραση ή εκτέλεση αυτής της κρίσης και την ανταμοιβή όσων βρέθηκαν επιδοκιμασμένοι. (Ματ 24:43-51· 25:14-45· Λου 19:11-27· παράβαλε Ματ 19:28, 29.) Εφόσον η βασιλεία του Ιησού περιλαμβάνει ολόκληρη τη γη, η παρουσία του είναι παγγήινη (παράβαλε Ματ 24:23-27, 30), τα δε θεόπνευστα λόγια του Παύλου στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:24-28 και οι αναφορές που κάνει η Αποκάλυψη στη βασιλεία του Χριστού (5:8-10· 7:17· 19:11-16· 20:1-6· 21:1-4, 9, 10, 22-27) αφήνουν να εννοηθεί ότι η παρουσία του Χριστού είναι ο καιρός κατά τον οποίο αυτός θα στρέψει την αμέριστη προσοχή του σε ολόκληρη τη γη και στον πληθυσμό της, χρησιμοποιώντας την πλήρη ισχύ της βασιλικής του εξουσίας ώστε να εκπληρώσει το θέλημα του Πατέρα του για τη γη και τους κατοίκους της.—Παράβαλε Ματ 6:9, 10.
Μερικοί, με έρεισμα κάποια εδάφια όπου αναφέρεται για τον Ιησού ότι θα τον δουν «να έρχεται μέσα σε σύννεφα με μεγάλη δύναμη και δόξα» (Μαρ 13:26· Απ 1:7), συμπεραίνουν ότι η παρουσία του πρέπει να είναι ορατή. Εντούτοις, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΣΥΝΝΕΦΟ (Αλληγορική Χρήση), η χρήση σύννεφων στα πλαίσια άλλων θεϊκών φανερώσεων υποδηλώνει κάτι το αόρατο και όχι κάτι ορατό. Παρόμοια, μπορεί κάποιος να «βλέπει» με την έννοια της συμβολικής όρασης, δηλαδή των όσων αντιλαμβάνεται με τη διάνοια και την καρδιά. (Ησ 44:18· Ιερ 5:21· Ιεζ 12:2, 3· Ματ 13:13-16· Εφ 1:17, 18) Το να αρνείται κανείς κάτι τέτοιο είναι σαν να αρνείται πως το αντίθετο της όρασης, δηλαδή η τυφλότητα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί με συμβολική ή πνευματική έννοια αντί της κυριολεκτικής. Ο Ιησούς, όμως, χρησιμοποίησε σαφώς τόσο την όραση όσο και την τυφλότητα με τέτοια συμβολική ή πνευματική έννοια. (Ιωα 9:39-41· Απ 3:14-18· παράβαλε επίσης 2Κο 4:4· 2Πε 1:9.) Ο Ιώβ, στον οποίο μίλησε ο Ιεχωβά «μέσα από την ανεμοθύελλα» (που πιθανότατα συνοδευόταν από σύννεφα), είπε κατόπιν: «Από λόγια άλλων έχω ακούσει για εσένα, αλλά τώρα σε βλέπουν τα ίδια μου τα μάτια». (Ιωβ 38:1· 42:5) Και εδώ επίσης πρέπει να εννοούνται τα όσα αντιλαμβανόταν ο Ιώβ με τη διάνοια και την καρδιά του και όχι με τα κατά γράμμα μάτια του, δεδομένης της σαφούς Γραφικής διδασκαλίας ότι «κανένας άνθρωπος δεν έχει δει ποτέ τον Θεό».—Ιωα 1:18· 5:37· 6:46· 1Ιω 4:12.
Στοιχεία που αντικρούουν την άποψη ότι η παρουσία του Ιησού θα ήταν ορατή (με την έννοια της εμφάνισης του Ιησού με σωματική μορφή αντιληπτή στα ανθρώπινα μάτια) υπάρχουν στη δήλωση του ίδιου του Ιησού πως με το θάνατό του θα θυσίαζε τη σάρκα του για χάρη της ζωής του κόσμου (Ιωα 6:51) και στη δήλωση του αποστόλου Παύλου για τον αναστημένο Ιησού ότι «κατοικεί σε απρόσιτο φως, [όπου] κανείς από τους ανθρώπους δεν [τον] έχει δει ούτε μπορεί να [τον] δει». (1Τι 6:14-16) Γι’ αυτό και ο Ιησούς μπορούσε να πει στους μαθητές του: «Λίγο ακόμη και ο κόσμος δεν θα με βλέπει πια». Είναι αλήθεια ότι οι μαθητές του θα τον έβλεπαν, όχι μόνο επειδή θα εμφανιζόταν σε αυτούς μετά την ανάστασή του, αλλά και επειδή στον κατάλληλο καιρό αυτοί θα ανασταίνονταν για να τον συναντήσουν στους ουρανούς και “να βλέπουν τη δόξα την οποία του είχε δώσει ο Πατέρας του”. (Ιωα 14:19· 17:24) Αλλά ο κόσμος γενικά δεν θα τον έβλεπε επειδή ο Ιησούς, αφότου αναστήθηκε ως πνευματικό πλάσμα (1Πε 3:18), περιόρισε τις εμφανίσεις του μόνο μεταξύ των μαθητών του. Επίσης, την ανάληψή του στον ουρανό την είδαν μόνο εκείνοι, όχι ο κόσμος, και οι άγγελοι που ήταν παρόντες διαβεβαίωσαν τους μαθητές ότι η επάνοδος του Ιησού θα γινόταν με «τον ίδιο τρόπο» (όχι «μορφή»)—άρα όχι σε δημόσια θέα—και θα τη διέκριναν μόνο οι πιστοί ακόλουθοί του.—Πρ 1:1-11.
Η κακή κατάσταση της καρδιάς, σε συνδυασμό με τις εσφαλμένες προσδοκίες για την παρουσία του Χριστού, αναμφίβολα συμβάλλει στη στάση των χλευαστών. Είχε προειπωθεί ότι «στις τελευταίες ημέρες» κάποιοι θα ενέπαιζαν, λέγοντας: «Πού είναι αυτή η υποσχεμένη παρουσία του; Διότι από την ημέρα που οι προπάτορές μας κοιμήθηκαν τον ύπνο του θανάτου, τα πάντα παραμένουν ακριβώς όπως ήταν από την αρχή της δημιουργίας».—2Πε 3:2-4· παράβαλε 1:16.
Σαφώς, οι άνθρωποι θα αντιληφθούν τι θα λάβει χώρα κατά «την αποκάλυψη» του Ιησού Χριστού «με τους δυνατούς αγγέλους του μέσα σε φλόγες φωτιάς, καθώς αυτός φέρνει εκδίκηση πάνω σε εκείνους οι οποίοι δεν γνωρίζουν τον Θεό και σε εκείνους οι οποίοι δεν υπακούν στα καλά νέα σχετικά με τον Κύριό μας Ιησού». (2Θε 1:7-9) Αυτό, όμως, εξακολουθεί να επιτρέπει την ύπαρξη μιας αόρατης παρουσίας την οποία δεν αντιλαμβάνονται παρά μόνο οι πιστοί, πριν από την εν λόγω αποκάλυψη. Ας θυμηθούμε ότι ο Ιησούς, όταν παραλληλίζει την παρουσία του με τις «ημέρες του Νώε», δηλώνει πως την εποχή του Νώε οι άνθρωποι «δεν έδωσαν προσοχή» μέχρι που ήρθε πάνω τους η υδάτινη καταστροφή, και ότι «έτσι θα είναι η παρουσία του Γιου του ανθρώπου».—Ματ 24:37-39.
Γεγονότα που χαρακτηρίζουν την παρουσία του. Ο Ιησούς είχε υποσχεθεί ότι θα ήταν με τους ακολούθους του στις συναθροίσεις τους (Ματ 18:20), και επίσης τους διαβεβαίωσε πως θα ήταν “μαζί τους” στο έργο μαθήτευσης «όλες τις ημέρες μέχρι την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων». (Ματ 28:19, 20) Η παρουσία του εδαφίου Ματθαίος 24:3 και άλλων συναφών εδαφίων πρέπει βεβαίως να σημαίνει κάτι πέρα από αυτό. Αφορά σαφώς μια ειδική παρουσία η οποία περιλαμβάνει και επηρεάζει όλους τους κατοίκους της γης και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έκφραση της πλήρους εξουσίας του Ιησού ως Βασιλιά χρισμένου από τον Θεό.
Κάποια από τα γεγονότα που χαρακτηρίζουν την παρουσία του Ιησού με βασιλική εξουσία είναι τα εξής: Η ανάσταση των ακολούθων του που έχουν πεθάνει και οι οποίοι είναι συγκληρονόμοι με αυτόν στην ουράνια Βασιλεία (1Κο 15:23· Ρω 8:17)· το ότι ο Ιησούς συγκεντρώνει και συνενώνει με τον εαυτό του άλλους ακολούθους του που ζουν στον καιρό της παρουσίας του (Ματ 24:31· 2Θε 2:1)· το ότι “εκμηδενίζει” τον αποστατικό “άνθρωπο της ανομίας”, κάτι που πραγματοποιείται «με τη φανέρωση [ἐπιφανείᾳ, Κείμενο] της παρουσίας» του (2Θε 2:3-8· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ)· η καταστροφή όλων όσων δεν δίνουν προσοχή στην ευκαιρία για απελευθέρωση (Ματ 24:37-39) και, οπωσδήποτε, η εγκαθίδρυση της Χιλιετούς Βασιλείας του (Απ 20:1-6). Βλέπε επίσης το λήμμα ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ για πληροφορίες ως προς το πώς οι παρατηρητές του εν λόγω οράματος, στο οποίο ο Χριστός εμφανίστηκε με τη δόξα της Βασιλείας, μπόρεσαν να γνωστοποιήσουν σε άλλους «τη δύναμη και παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».—2Πε 1:16-18.
Οι συνθήκες που συνοδεύουν την παρουσία του. Το βιβλίο της Αποκάλυψης παρουσιάζει με συμβολικές εκφράσεις πολλές πληροφορίες γύρω από την παρουσία, τη φανέρωση και την αποκάλυψη του Χριστού. Η συμβολική εικόνα του εστεμμένου ιππέα του λευκού αλόγου, η οποία περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψη 6:1, 2, αντιστοιχεί με εκείνη του ιππέα των εδαφίων Αποκάλυψη 19:11-16, ο οποίος είναι «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων», ο Χριστός Ιησούς. Το 6ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης δείχνει πως, όταν ο Χριστός προελαύνει έφιππος ως νικηφόρος Βασιλιάς, δεν απομακρύνει αμέσως την πονηρία από τη γη, αλλά αντίθετα η προέλασή του συνοδεύεται από πόλεμο που αφαιρεί «την ειρήνη από τη γη», καθώς και από ανεπάρκεια τροφίμων και θανατηφόρα πληγή. (Απ 6:3-8) Αυτή η περικοπή, με τη σειρά της, έχει όμοια στοιχεία με την προφητεία του Χριστού που είναι καταγραμμένη στο 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου, στο 13ο κεφάλαιο του Μάρκου και στο 21ο κεφάλαιο του Λουκά. Επομένως, φαίνεται ότι η προφητεία του Ιησού που περιέχεται στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, η οποία αφορά σαφώς την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της (το 70 Κ.Χ.), εφαρμόζεται επίσης στον καιρό της παρουσίας του Χριστού, δίνοντάς μας έτσι ένα «σημείο» που μας επιτρέπει να καθορίσουμε πότε είναι παρών ο Ιησούς και κυβερνάει από τον ουρανό ως Μεσσιανικός Βασιλιάς.—Ματ 24:3, 32, 33· Λου 21:29-31.
Άλλα εδάφια που αναφέρονται στην παρουσία του Χριστού ενθαρρύνουν γενικά την εκδήλωση πιστότητας και υπομονής μέχρι να έρθει αυτός ο καιρός και για όσο διάστημα θα διαρκέσει.—1Θε 2:19· 3:12, 13· 5:23· Ιακ 5:7, 8· 1Ιω 2:28.
Η Παρουσία της Ημέρας του Ιεχωβά. Στη δεύτερη επιστολή του, ο Πέτρος προτρέπει τους αδελφούς του να “προσμένουν και να έχουν διαρκώς στο νου την παρουσία της ημέρας του Ιεχωβά”, δείχνοντάς το αυτό με τον τρόπο της ζωής τους. (2Πε 3:11, 12) Πρέπει να φροντίζουν να έχουν διαρκώς στο νου τους την ημέρα της κρίσης του Ιεχωβά, αντιλαμβανόμενοι ότι αυτή πλησιάζει. Εκείνη την «ημέρα του Ιεχωβά», οι κυβερνητικοί «ουρανοί» αυτού του πονηρού κόσμου θα καταστραφούν σαν από φωτιά και τα «στοιχεία» του θα χάσουν τη συνοχή τους και θα λιώσουν εξαιτίας της έντονης θερμότητας. Το παρόν σύστημα που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Σατανά θα τερματιστεί.
Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός ενεργεί μέσω του Γιου του και διορισμένου του Βασιλιά, του Χριστού Ιησού (Ιωα 3:35· παράβαλε 1Κο 15:23, 24), έπεται ότι υπάρχει σχέση μεταξύ αυτής της υποσχεμένης «παρουσίας» του Ιεχωβά και της «παρουσίας» του Χριστού Ιησού. Λογικά, εκείνοι που χλευάζουν την εξαγγελία για τη μία θα χλευάζουν και την εξαγγελία για την άλλη. Και σε αυτή την περίπτωση, η στάση των ανθρώπων πριν από τον Κατακλυσμό χρησιμοποιείται ως αντίστοιχο παράδειγμα.—2Πε 3:5-7· παράβαλε Ματ 24:37-39.
Η Παρουσία του Ανόμου. Στα εδάφια 2 Θεσσαλονικείς 2:9-12, ο απόστολος Παύλος περιγράφει την «παρουσία του ανόμου» λέγοντας ότι είναι «σύμφωνα με τον τρόπο ενέργειας του Σατανά, με κάθε δυναμικό έργο καθώς και με ψεύτικα σημεία και θαυμαστά προμηνύματα και με κάθε άδικη απάτη». Και αυτή η περικοπή καταδεικνύει ότι η λέξη παρουσία σημαίνει κάτι περισσότερο από στιγμιαία έλευση, ή άφιξη, διότι απαιτείται κάποια χρονική περίοδος για να λάβουν χώρα όλα αυτά τα έργα, τα σημεία, τα θαυμαστά προμηνύματα και η εν λόγω απάτη.
-
-
Παροχή ΒοήθειαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ
Πρόκειται για την υλική βοήθεια προς εκείνους οι οποίοι, λόγω γηρατειών, συνθηκών πείνας ή άλλων αντιξοοτήτων, στερούνται τα αναγκαία για τη ζωή.
Η προθυμία για υποβοήθηση όσων έχουν ανάγκη αποτελούσε ανέκαθεν χαρακτηριστικό γνώρισμα των πιστών υπηρετών του Θεού. (Ιωβ 29:16· 31:19-22· Ιακ 1:27) Τον πρώτο αιώνα η εκκλησία της Ιερουσαλήμ διευθέτησε να διανέμεται τροφή στις άπορες Χριστιανές χήρες, και αργότερα εφτά άντρες με τα κατάλληλα προσόντα διορίστηκαν να φροντίζουν να μην παραβλέπονται στην καθημερινή διανομή οι χήρες που άξιζαν αυτή τη βοήθεια. (Πρ 6:1-6) Έπειτα από χρόνια, ο απόστολος Παύλος, στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο, επισήμανε ότι η παροχή βοήθειας από την εκκλησία προς τις χήρες έπρεπε να περιορίζεται σε όσες ήταν άνω των 60 ετών. Οι χήρες αυτές θα έπρεπε να έχουν υπόμνημα καλών έργων όσον αφορά την προώθηση της Χριστιανοσύνης. (1Τι 5:9, 10) Ωστόσο, την ευθύνη της φροντίδας των ηλικιωμένων γονέων και παππούδων την είχαν πρωτίστως τα παιδιά και τα εγγόνια τους, όχι η εκκλησία. Όπως έγραψε ο Παύλος: «Αν κάποια χήρα έχει παιδιά ή εγγόνια, ας μαθαίνουν αυτά πρώτα να ασκούν θεοσεβή αφοσίωση μέσα στο ίδιο τους το σπιτικό και να αποδίδουν την οφειλόμενη ανταμοιβή στους γονείς τους και στους παππούδες τους, γιατί αυτό είναι ευπρόσδεκτο ενώπιον του Θεού».—1Τι 5:4, 16.
Σε κάποιες περιπτώσεις οι Χριστιανικές εκκλησίες παρείχαν από κοινού βοήθεια στους αδελφούς τους σε άλλα μέρη. Παραδείγματος χάρη, όταν ο προφήτης Άγαβος προείπε ότι θα γινόταν μεγάλη πείνα, οι μαθητές στην εκκλησία της Αντιόχειας της Συρίας «αποφάσισαν, ο καθένας τους σύμφωνα με ό,τι μπορούσε να διαθέσει, να στείλουν βοήθεια ως διακονία στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία». (Πρ 11:28, 29) Άλλες οργανωμένες διευθετήσεις για παροχή βοήθειας στους άπορους αδελφούς της Ιουδαίας υπήρξαν επίσης εντελώς προαιρετικές.—Ρω 15:25-27· 1Κο 16:1-3· 2Κο 9:5, 7.
-
-
ΠάσσαλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΣΣΑΛΟΣ
Βλέπε ΞΥΛΟ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΥ.
-
-
ΠάσχαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΣΧΑ
Το Πάσχα (εβρ., πέσαχ) θεσπίστηκε το βράδυ που προηγήθηκε της Εξόδου από την Αίγυπτο. Το πρώτο Πάσχα γιορτάστηκε περίπου την ημέρα της πανσελήνου, τη 14η Αβίβ (που αργότερα ονομάστηκε Νισάν), το έτος 1513 Π.Κ.Χ. Έκτοτε, έπρεπε να γιορτάζεται κάθε χρόνο. (Εξ 12:17-20, 24-27) Ο Αβίβ (Νισάν) πέφτει μέσα στους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο του Γρηγοριανού ημερολογίου. Μετά το Πάσχα ακολουθούσαν οι εφτά ημέρες της Γιορτής των Άζυμων Άρτων, από τις 15 ως τις 21 Νισάν. Το Πάσχα γιορταζόταν σε ανάμνηση της απελευθέρωσης των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο και της “προσπέρασης” των πρωτοτόκων τους όταν ο Ιεχωβά θανάτωσε τα πρωτότοκα της Αιγύπτου. Εποχιακά, συνέπιπτε με την έναρξη του θερισμού του κριθαριού.—Εξ 12:14, 24-47· Λευ 23:10.
Το Πάσχα ήταν αναμνηστική γιορτή. Γι’ αυτόν το λόγο, η Γραφική εντολή έλεγε: «Και όταν οι γιοι σας σάς λένε: “Τι σημαίνει για εσάς αυτή η υπηρεσία;” τότε θα λέτε: “Είναι η θυσία του πάσχα για τον Ιεχωβά, ο οποίος προσπέρασε τα σπίτια των γιων του Ισραήλ στην Αίγυπτο όταν έπληξε τους Αιγυπτίους, αλλά απελευθέρωσε τα σπίτια μας”».—Εξ 12:26, 27.
Εφόσον οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι η ημέρα άρχιζε έπειτα από τη δύση του ήλιου και τελείωνε την επόμενη ημέρα με τη δύση του ήλιου, η 14η Νισάν άρχιζε έπειτα από τη δύση του ήλιου. Άρα, το Πάσχα γιορταζόταν το βράδυ μετά την ολοκλήρωση της 13ης Νισάν. Εφόσον η Γραφή δηλώνει ρητά ότι ο Χριστός είναι η θυσία του Πάσχα (1Κο 5:7) και ότι έφαγε το πασχαλινό γεύμα το βράδυ που προηγήθηκε της θανάτωσής του, πρέπει να πέθανε στις 14 Νισάν, όχι στις 15, ώστε να εκπληρωθεί με ακρίβεια η χρονική πλευρά του εξεικονιστικού τύπου, ή αλλιώς της σκιάς, που παρείχε ο Νόμος.—Εβρ 10:1.
Νόμοι που Αφορούσαν τον Εορτασμό Του. Κάθε σπιτικό έπρεπε να επιλέξει ένα υγιές, μονοετές αρσενικό πρόβατο ή κατσίκι. Αυτό το έφεραν μέσα στο σπίτι τη 10η ημέρα του μήνα Αβίβ και το κράτησαν μέχρι τη 14η, οπότε το έσφαξαν και τίναξαν το αίμα του με μια δέσμη από ύσσωπο στους παραστάτες και στο ανώφλι της πόρτας της κατοικίας μέσα στην οποία θα το έτρωγαν (όχι στο κατώφλι όπου το αίμα θα πατιόταν).
Γενικά, το αρνί (ή το κατσίκι) το έσφαζαν και το έγδερναν, καθάριζαν τα εντόσθιά του και τα έβαζαν ξανά στη θέση τους, ενώ στη συνέχεια το έψηναν ολόκληρο πολύ καλά, χωρίς να σπάσουν κανένα κόκαλο. (2Χρ 35:11· Αρ 9:12) Αν το σπιτικό ήταν πολύ μικρό και δεν μπορούσε να καταναλώσει ολόκληρο το ζώο, τότε το μοιραζόταν με κάποιο γειτονικό σπιτικό και το έτρωγαν την ίδια νύχτα. Οτιδήποτε περίσσευε έπρεπε να καεί πριν από το πρωί. (Εξ 12:10· 34:25) Το έτρωγαν μαζί με άζυμους άρτους, «το ψωμί της ταλαιπωρίας», και με πικρά χόρτα, διότι η ζωή τους ήταν πικρή όταν βρίσκονταν στη δουλεία.—Εξ 1:14· 12:1-11, 29, 34· Δευ 16:3.
Τι σημαίνει η έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια»;
Οι Ισραηλίτες υπολόγιζαν την ημέρα τους από τη μία δύση του ήλιου ως την άλλη. Επομένως, η ημέρα του Πάσχα άρχιζε με τη δύση του ήλιου στο τέλος της 13ης ημέρας του Αβίβ (Νισάν). Το ζώο έπρεπε να σφαχτεί «ανάμεσα στα δύο βράδια». (Εξ 12:6) Οι γνώμες διίστανται ως προς την ακριβή ώρα που εννοούνταν με αυτή την έκφραση. Σύμφωνα με ορισμένους λογίους, καθώς και με τους Καραΐτες Ιουδαίους και τους Σαμαρείτες, αυτή είναι η ώρα ανάμεσα στη δύση του ήλιου και στο βαθύ λυκόφως. Από την άλλη πλευρά, οι Φαρισαίοι και οι Ραβινιστές θεωρούσαν ότι το πρώτο βράδυ ήταν όταν ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, ενώ το δεύτερο η πραγματική δύση. Λόγω αυτής της τελευταίας άποψης, οι ραβίνοι πιστεύουν ότι το αρνί σφαζόταν προς το τέλος της 14ης ημέρας, όχι στην αρχή της, και επομένως ότι το πασχαλινό γεύμα τρωγόταν στην πραγματικότητα τη 15η Νισάν.
Σχετικά με αυτό, οι καθηγητές Κάιλ και Ντέλιτς λένε: «Από πάρα πολύ παλιά έχουν επικρατήσει διαφορετικές απόψεις μεταξύ των Ιουδαίων όσον αφορά την ακριβή ώρα που εννοείται. Ο Άμπεν Έζρα συμφωνεί με τους Καραΐτες και τους Σαμαρείτες θεωρώντας ότι το πρώτο βράδυ είναι η ώρα που ο ήλιος βυθίζεται κάτω από τον ορίζοντα και το δεύτερο η ώρα που έχει πέσει απόλυτο σκοτάδι. Σε αυτή την περίπτωση, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 6:00 μέχρι τις 7:20. . . . Σύμφωνα με τη ραβινική άποψη, η ώρα που ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, δηλ. από τις 3:00 ως τις 5:00, ήταν το πρώτο βράδυ, ενώ η δύση το δεύτερο. Άρα, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 3:00 ως τις 6:00. Σύγχρονοι ερμηνευτές έχουν αποφανθεί πολύ σωστά υπέρ της άποψης του Άμπεν Έζρα και του εθίμου που υιοθέτησαν οι Καραΐτες και οι Σαμαρείτες».—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 1, Το Δεύτερο Βιβλίο του Μωυσή, σ. 12· βλέπε ΗΜΕΡΑ.
Από τα προαναφερθέντα, και ιδίως με βάση διάφορες περικοπές όπως τα εδάφια Έξοδος 12:17, 18, Λευιτικό 23:5-7 και Δευτερονόμιο 16:6, 7, το βάρος των αποδεικτικών στοιχείων κλίνει υπέρ του ότι η έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια» εφαρμόζεται στο διάστημα ανάμεσα στη δύση του ήλιου και στο σκοτάδι. Αυτό σημαίνει ότι έτρωγαν το πασχαλινό γεύμα πολύ μετά τη δύση του ήλιου στις 14 Νισάν, διότι χρειάζονταν υπολογίσιμο χρόνο για να σφάξουν, να γδάρουν και να καλοψήσουν το ζώο. Το εδάφιο Δευτερονόμιο 16:6 παραγγέλλει: «Πρέπει να θυσιάσεις το πάσχα το βράδυ, μόλις δύσει ο ήλιος». Ο Ιησούς και οι απόστολοί του έφαγαν το πασχαλινό γεύμα «αφού βράδιασε». (Μαρ 14:17· Ματ 26:20) Ο Ιούδας βγήκε έξω αμέσως μετά τον εορτασμό του Πάσχα, «και ήταν νύχτα». (Ιωα 13:30) Ενόσω ο Ιησούς γιόρταζε το Πάσχα με τους 12 αποστόλους του, πρέπει να έγινε αρκετή συζήτηση, και επίσης ο Ιησούς πρέπει να χρειάστηκε κάποιον χρόνο για να πλύνει τα πόδια των αποστόλων. (Ιωα 13:2-5) Συνεπώς, η θέσπιση του Δείπνου του Κυρίου οπωσδήποτε έλαβε χώρα αρκετά αργά εκείνο το βράδυ.—Βλέπε ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
Κατά τον εορτασμό του Πάσχα στην Αίγυπτο, η κεφαλή της οικογένειας ήταν υπεύθυνη για το σφάξιμο του αρνιού (ή του κατσικιού) σε κάθε σπιτικό, και όλοι έπρεπε να μείνουν μέσα στο σπίτι για να μη θανατωθούν από τον άγγελο. Οι συμμετέχοντες έφαγαν όρθιοι, με τους γοφούς τους περιζωσμένους, με το μπαστούνι στο χέρι και με τα σανδάλια φορεμένα ώστε να είναι έτοιμοι για μακρύ ταξίδι πάνω σε τραχύ έδαφος (ενώ τις καθημερινές εργασίες τις έκαναν συνήθως ξυπόλητοι). Τα μεσάνυχτα όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων θανατώθηκαν, αλλά ο άγγελος προσπέρασε τα σπίτια στα οποία βρισκόταν το αίμα. (Εξ 12:11, 23) Κανένα σπιτικό των Αιγυπτίων στο οποίο υπήρχε πρωτότοκο αρσενικό δεν έμεινε ανέπαφο, από την κατοικία του ίδιου του Φαραώ ως το πρωτότοκο του φυλακισμένου. Δεν θανατώθηκε ο άντρας που ήταν η κεφαλή του σπιτιού, ακόμη και αν ήταν πρωτότοκος, αλλά κάθε αρσενικό πρωτότοκο του σπιτικού το οποίο υπόκειτο στην κεφαλή, καθώς και τα αρσενικά πρωτότοκα των ζώων.—Εξ 12:29, 30· βλέπε ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ.
Οι Δέκα Πληγές που επήλθαν στην Αίγυπτο αποδείχτηκαν όλες τους εκφράσεις κρίσης εναντίον των θεών της, ιδιαίτερα όμως η δέκατη, ο θάνατος των πρωτοτόκων. (Εξ 12:12) Εφόσον το κριάρι (αρσενικό πρόβατο) ήταν το ιερό ζώο του θεού Ρα, το αίμα του πασχαλινού αρνιού πάνω στους παραστάτες αποτελούσε βλασφημία για τους Αιγυπτίους. Ιερός ήταν και ο ταύρος, γι’ αυτό και η εξολόθρευση των πρωτοτόκων των ταύρων συνιστούσε πλήγμα για τον θεό Όσιρι. Ο ίδιος ο Φαραώ λατρευόταν ως γιος του Ρα. Έτσι λοιπόν, ο θάνατος του πρωτότοκου γιου του Φαραώ κατέδειξε την αδυναμία τόσο του Ρα όσο και του Φαραώ.
Στην Έρημο και στην Υποσχεμένη Γη. Γίνεται λόγος μόνο για έναν εορτασμό του Πάσχα στην έρημο. (Αρ 9:1-14) Η τήρηση του Πάσχα κατά την οδοιπορία στην έρημο πιθανόν να ήταν περιορισμένη για δύο λόγους: (1) Οι αρχικές οδηγίες του Ιεχωβά ήταν ότι το Πάσχα θα έπρεπε να τηρείται όταν θα έφταναν στην Υποσχεμένη Γη. (Εξ 12:25· 13:5) (2) Όσοι γεννήθηκαν στην έρημο δεν είχαν περιτμηθεί (Ιη 5:5), ενώ όλοι οι άρρενες που συμμετείχαν στο Πάσχα έπρεπε να είναι περιτμημένοι.—Εξ 12:45-49.
Καταγραμμένοι Εορτασμοί του Πάσχα. Στις Εβραϊκές Γραφές γίνεται άμεση μνεία για το Πάσχα (1) στην Αίγυπτο (Εξ 12), (2) στην έρημο του Σινά, στις 14 Νισάν του 1512 Π.Κ.Χ. (Αρ 9), (3) όταν έφτασαν στην Υποσχεμένη Γη, στα Γάλγαλα και αφού περιτμήθηκαν οι άρρενες, το 1473 Π.Κ.Χ. (Ιη 5), (4) όταν ο Εζεκίας αποκατέστησε την αληθινή λατρεία (2Χρ 30), (5) την εποχή του Ιωσία (2Χρ 35) και (6) αυτό που γιόρτασε ο Ισραήλ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία (Εσδ 6). (Επίσης, στο εδ. 2Χρ 35:18 γίνεται λόγος για εορτασμούς του Πάσχα στην εποχή του Σαμουήλ και στις ημέρες των βασιλιάδων.) Αφότου οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στη γη τους, το Πάσχα γιορταζόταν “στον τόπο που εξέλεξε ο Ιεχωβά ώστε να κάνει να κατοικήσει το όνομά του”, και όχι σε κάθε σπιτικό ή στις διάφορες πόλεις. Τελικά, εκλέχθηκε η Ιερουσαλήμ ως αυτός ο τόπος.—Δευ 16:1-8.
Προσθήκες. Αφότου ο Ισραήλ εγκαταστάθηκε στην Υποσχεμένη Γη, έγιναν ορισμένες αλλαγές και προέκυψαν διάφορες προσθήκες στον εορτασμό του Πάσχα. Δεν έτρωγαν πλέον το γεύμα όρθιοι ούτε εξοπλισμένοι για ταξίδι, διότι βρίσκονταν ήδη στη γη που τους είχε δώσει ο Θεός. Τον πρώτο αιώνα οι εορταστές είχαν το έθιμο να τρώνε το γεύμα ξαπλωμένοι στο αριστερό πλευρό, στηρίζοντας το κεφάλι τους στο αριστερό χέρι. Έτσι εξηγείται πώς ένας από τους μαθητές του Ιησού “ήταν πλαγιασμένος μπροστά στον κόλπο του Ιησού”. (Ιωα 13:23) Κατά τον εορτασμό του Πάσχα στην Αίγυπτο δεν χρησιμοποιήθηκε κρασί ούτε έδωσε ο Ιεχωβά ανάλογη εντολή. Αυτή η συνήθεια εισάχθηκε μεταγενέστερα. Ο Ιησούς δεν κατέκρινε τη χρήση κρασιού στο γεύμα—τουναντίον, ήπιε κρασί με τους αποστόλους του και κατόπιν τους πρόσφερε ένα ποτήρι για να πιουν από αυτό καθώς θέσπιζε το Δείπνο του Κυρίου, την Ανάμνηση.—Λου 22:15-18, 20.
Σύμφωνα με πηγές της Ιουδαϊκής παράδοσης, χρησιμοποιούσαν κόκκινο κρασί και περιέφεραν από χέρι σε χέρι τέσσερα ποτήρια, μολονότι στο σερβίρισμα μπορεί να υπήρχαν περισσότερα. Στη διάρκεια του γεύματος έψαλλαν τους Ψαλμούς 113 ως 118, ολοκληρώνοντας την υμνολογία με τον Ψαλμό 118. Ο Ιησούς και οι απόστολοί του ίσως έψαλαν έναν από αυτούς τους ψαλμούς κατά την ολοκλήρωση του Δείπνου του Κυρίου.—Ματ 26:30.
Έθιμα της Περιόδου του Πάσχα. Μεγάλες προετοιμασίες γίνονταν στην Ιερουσαλήμ όταν πλησίαζε η γιορτή, καθώς ο Νόμος απαιτούσε να τηρεί το Πάσχα κάθε άρρενας Ισραηλίτης και κάθε άρρενας από τους περιτμημένους πάροικους. (Αρ 9:9-14) Αυτό σημαίνει ότι τεράστια πλήθη ταξίδευαν στην πόλη μερικές ημέρες νωρίτερα. Έρχονταν πριν από το Πάσχα για να καθαριστούν τελετουργικά. (Ιωα 11:55) Λέγεται ότι στέλνονταν εργάτες περίπου έναν μήνα νωρίτερα προκειμένου να ετοιμάσουν τις γέφυρες και να επισκευάσουν τους δρόμους για την εξυπηρέτηση των προσκυνητών. Εφόσον η επαφή με νεκρό σώμα καθιστούσε κάποιον ακάθαρτο, λαβαίνονταν ειδικά προληπτικά μέτρα για την προστασία των ταξιδιωτών. Καθώς υπήρχε η συνήθεια να θάβονται οι νεκροί στην ύπαιθρο, αν πέθαιναν εκεί, οι τάφοι ασβεστώνονταν έναν μήνα νωρίτερα για να είναι ευδιάκριτοι. (Ο Ναός [The Temple], του Άλφρεντ Έντερσχαϊμ, 1874, σ. 184, 185) Αυτή η πληροφορία ρίχνει φως στα λόγια που είπε ο Ιησούς στους γραμματείς και στους Φαρισαίους, ότι έμοιαζαν με «ασβεστωμένους τάφους».—Ματ 23:27.
Όσοι έρχονταν στην Ιερουσαλήμ για τον εορτασμό του Πάσχα κατέλυαν σε σπίτια. Στα σπίτια της Ανατολής, όλα τα δωμάτια μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για διανυκτέρευση, ενώ ήταν δυνατόν να μείνουν στο ίδιο δωμάτιο αρκετά άτομα. Επίσης, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η επίπεδη στέγη του σπιτιού. Επιπρόσθετα, πολλοί από τους εορταστές έβρισκαν κατάλυμα έξω από τα τείχη της πόλης, ιδιαίτερα στη Βηθφαγή και στη Βηθανία, δύο χωριά στις πλαγιές του Όρους των Ελαιών.—Μαρ 11:1· 14:3.
Ζητήματα Σχετικά με τη Χρονική Αλληλουχία. Το ζήτημα του μολυσμού αποτέλεσε την αφορμή για την εξής δήλωση: “Οι ίδιοι δεν μπήκαν στο ανάκτορο του κυβερνήτη, για να μη μολυνθούν αλλά να μπορέσουν να φάνε το πάσχα”. (Ιωα 18:28) Εκείνοι οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι θα μολύνονταν αν εισέρχονταν σε κατοικία Εθνικού. (Πρ 10:28) Αυτή η δήλωση έγινε, όμως, «νωρίς το πρωί», επομένως αφού είχε λάβει χώρα το πασχαλινό γεύμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι, εκείνη πλέον την εποχή, ολόκληρη αυτή η περίοδος—τόσο η ημέρα του Πάσχα όσο και η ακόλουθη Γιορτή των Άζυμων Άρτων—αποκαλούνταν ενίοτε «Πάσχα». Έχοντας υπόψη αυτό το γεγονός, ο Άλφρεντ Έντερσχαϊμ δίνει την παρακάτω εξήγηση: Μια εθελοντική ειρηνική προσφορά γινόταν το Πάσχα και μια άλλη, υποχρεωτική, την επομένη, στις 15 Νισάν, την πρώτη ημέρα της Γιορτής των Άζυμων Άρτων. Αυτή τη δεύτερη προσφορά φοβούνταν οι Ιουδαίοι ότι δεν θα μπορούσαν να φάνε αν μολύνονταν στη δικαστική αίθουσα του Πιλάτου.—Ο Ναός, 1874, σ. 186, 187.
«Η πρώτη ημέρα των άζυμων άρτων». Προκύπτει επίσης ένα ζήτημα σε σχέση με τη δήλωση στο εδάφιο Ματθαίος 26:17: «Την πρώτη ημέρα των άζυμων άρτων πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού, λέγοντας: “Πού θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το πάσχα;”»
Η φράση «την πρώτη ημέρα» θα μπορούσε εν προκειμένω να αποδοθεί «την προηγουμένη». Αναφορικά με τη χρήση της λέξης πρώτη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, μια υποσημείωση στο εδάφιο Ματθαίος 26:17 στη Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει: «Ή, “Την προηγουμένη”. Αυτή η απόδοση της λέξης πρῶτος ακολουθούμενης από λέξη σε γενική πτώση συμφωνεί με την έννοια και την απόδοση μιας παρόμοιας σύνταξης στα εδ. Ιωα 1:15, 30, δηλαδή “υπήρχε πριν από εμένα [πρῶτός μου ἦν]”». Σύμφωνα με το Μεγάλο Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης (των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, τόμ. 3, σ. 774), το “πρώτος συχνάκις τίθεται αντί του προσδοκώμενου πρότερος”. Εκείνη την εποχή, η ημέρα του Πάσχα είχε καταλήξει να θεωρείται γενικά ως η πρώτη ημέρα της Γιορτής των Άζυμων Άρτων. Έτσι λοιπόν, το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, σε αρμονία με το Ιουδαϊκό έθιμο, αφήνει το περιθώριο να έγινε η εν λόγω ερώτηση στον Ιησού την προηγουμένη του Πάσχα.
«Προετοιμασία». Στο εδάφιο Ιωάννης 19:14, ο απόστολος Ιωάννης, καθώς περιγράφει το τελικό μέρος της δίκης του Ιησού ενώπιον του Πιλάτου, λέει: «Ήταν δε προετοιμασία του πάσχα· ήταν περίπου η έκτη ώρα [της ημέρας, ανάμεσα στις 11:00 π.μ. και στις 12 το μεσημέρι]». Αυτό, φυσικά, τοποθετείται μετά το πασχαλινό γεύμα, το οποίο είχαν φάει την προηγούμενη νύχτα. Παρόμοιες εκφράσεις βρίσκονται στα εδάφια 31 και 42. Εδώ, η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που μεταφράζεται «προετοιμασία» είναι η λέξη παρασκευή. Αυτή η λέξη φαίνεται ότι προσδιορίζει, όχι την προηγουμένη της 14ης Νισάν, αλλά την προηγουμένη του εβδομαδιαίου Σαββάτου, το οποίο, σε αυτή την περίπτωση, ήταν “μεγάλο”, δηλαδή δεν ήταν Σάββατο μόνο επειδή ήταν η 15η Νισάν, η πρώτη ημέρα της καθαυτό Γιορτής των Άζυμων Άρτων, αλλά επειδή ήταν και εβδομαδιαίο Σάββατο. Αυτό είναι εύλογο, εφόσον, όπως ειπώθηκε ήδη, η λέξη «Πάσχα» χρησιμοποιούνταν μερικές φορές αναφερόμενη σε ολόκληρη τη γιορτή.—Ιωα 19:31· βλέπε ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ.
Προφητική Σημασία. Ο απόστολος Παύλος, παροτρύνοντας τους Χριστιανούς να διάγουν καθαρή ζωή, αποδίδει εξεικονιστική σημασία στο Πάσχα, λέγοντας: «Διότι πράγματι ο Χριστός, το πάσχα μας, έχει θυσιαστεί». (1Κο 5:7) Εδώ παρομοιάζει τον Χριστό Ιησού με το αρνί του Πάσχα. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής είπε, δείχνοντας τον Ιησού: «Να το Αρνί του Θεού το οποίο αφαιρεί την αμαρτία του κόσμου!» (Ιωα 1:29) Ο Ιωάννης ίσως είχε κατά νου το αρνί του Πάσχα ή μπορεί να σκεφτόταν το αρσενικό πρόβατο που πρόσφερε ο Αβραάμ αντί για το γιο του, τον Ισαάκ, ή το αρσενικό αρνί που προσφερόταν στο θυσιαστήριο του Θεού στην Ιερουσαλήμ καθημερινά, πρωί και βράδυ.—Γε 22:13· Εξ 29:38-42.
Ορισμένα χαρακτηριστικά του εορτασμού του Πάσχα εκπληρώθηκαν από τον Ιησού. Μια εκπλήρωση έγκειται στο γεγονός ότι το αίμα που υπήρχε στα σπίτια, στην Αίγυπτο, διέσωσε τα πρωτότοκα από το χέρι του εξολοθρευτή αγγέλου. Ο Παύλος χαρακτηρίζει τους χρισμένους Χριστιανούς ως την εκκλησία των πρωτοτόκων (Εβρ 12:23) και τον Χριστό ως τον απελευθερωτή τους μέσω του αίματός του. (1Θε 1:10· Εφ 1:7) Δεν έπρεπε να σπάζουν κανένα κόκαλο από το αρνί του Πάσχα. Είχε προφητευτεί ότι δεν θα έσπαζε κανένα από τα κόκαλα του Ιησού, και αυτό εκπληρώθηκε κατά το θάνατό του. (Ψλ 34:20· Ιωα 19:36) Επομένως, το Πάσχα που γιόρταζαν οι Ιουδαίοι επί αιώνες ήταν ένα από εκείνα τα πράγματα μέσω των οποίων ο Νόμος παρείχε σκιά των μελλοντικών πραγμάτων και έστρεφε την προσοχή στον Ιησού Χριστό, «το Αρνί του Θεού».—Εβρ 10:1· Ιωα 1:29.
-
-
ΠασχώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΣΧΩΡ
(Πασχώρ).
1. Πατέρας κάποιου Γεδαλία, ενός από τους άρχοντες του Ιούδα που έριξαν τον Ιερεμία σε μια στέρνα.—Ιερ 38:1, 4, 6.
2. Άρχοντας, μέλος της αντιπροσωπείας που έστειλε ο Βασιλιάς Σεδεκίας στον Ιερεμία για να πληροφορηθεί το μέλλον της Ιερουσαλήμ. (Ιερ 21:1, 2) Ο Πασχώρ ζήτησε μαζί με άλλους από το βασιλιά να θανατωθεί ο Ιερεμίας. (Ιερ 38:1, 4, 6) Σε αυτά τα δύο αποσπάσματα ο Πασχώρ αποκαλείται «γιος του Μαλχία». Η οικογένεια των ιερέων που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία είχε στη γενεαλογία της έναν παρόμοιο κρίκο, “τον Πασχώρ, γιο του Μαλχία”. (1Χρ 9:12· Νε 11:12) Αν ο άρχοντας Πασχώρ ήταν όντως ιερέας, ίσως είναι αυτός από τον οποίο πήραν το όνομά τους «οι γιοι του Πασχώρ» (Αρ. 4).
3. Ιερέας, «ο γιος [ή απόγονος] του Ιμμήρ, . . . ο αρχιεπίτροπος στον οίκο του Ιεχωβά». Ο Πασχώρ, εκδηλώνοντας την αντίθεσή του στις προφητείες του Ιερεμία, τον χτύπησε και τον έβαλε στα ξύλινα δεσμά, από όπου τον ελευθέρωσε την επόμενη ημέρα. Ως αποτέλεσμα, ο Ιεχωβά προείπε, μέσω του Ιερεμία, ότι ο Πασχώρ θα εξοριζόταν και θα πέθαινε στη Βαβυλώνα, γι’ αυτό και τον μετονόμασε από Πασχώρ σε “Τρόμο από παντού” (εβρ., Μαγώρ μισσαβίβ) (Ιερ 20:1-6), μια έκφραση που εμφανίζεται αρκετές φορές στο βιβλίο του Ιερεμία.—Ιερ 6:25· 20:3, 10· 46:5· 49:29.
4. «Οι γιοι του Πασχώρ» ήταν ένας πατρικός οίκος ιερέων. Το 537 Π.Κ.Χ., 1.247 μέλη αυτού του οίκου επέστρεψαν από την εξορία μαζί με τον ιερέα Ιησού. (Εσδ 2:1, 2, 36, 38· Νε 7:41) Έξι από αυτούς παντρεύτηκαν αλλοεθνείς γυναίκες αλλά τις εξαπέστειλαν μετά την άφιξη του Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 10:22, 44· βλέπε Αρ. 2.
5. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος την εποχή του Κυβερνήτη Νεεμία υποστήριξε τη διαθήκη που προέβλεπε ότι δεν έπρεπε να λαμβάνονται αλλοεθνείς σύζυγοι.—Νε 9:38· 10:1, 3, 8.
-
-
ΠάταραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΑΡΑ
(Πάταρα).
Το λιμάνι της Λυκίας όπου, πιθανότατα το 56 Κ.Χ., ο απόστολος Παύλος και οι σύντροφοί του μετεπιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο το οποίο πήγαινε στη Φοινίκη. (Πρ 21:1, 2) Τα Πάταρα ταυτίζονται σήμερα με τα αρχαία μνημεία που υπάρχουν στο χωριό Γκελεμίς, στην ορεινή νοτιοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας, και βρίσκονται περίπου 10 χλμ. Α των εκβολών του ποταμού Ξάνθου (Κοντζά). Αποτελούσαν ενδιάμεσο σταθμό για τα πλοία που έρχονταν από την Ιταλία, την Αίγυπτο, τη Συρία και άλλα μέρη και ήταν το κυριότερο λιμάνι για τις πόλεις που βρίσκονταν κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Ξάνθου.
Στο εδάφιο Πράξεις 21:1 ορισμένα αρχαία χειρόγραφα προσθέτουν τη φράση και Μύρα μετά τα Πάταρα. Αν αυτή η προσθήκη είναι σωστή, τότε το πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε ο Παύλος φεύγοντας από τη Μίλητο είτε πέρασε από τα Πάταρα είτε σταμάτησε εκεί, ενώ η μετεπιβίβαση σε άλλο πλοίο έλαβε χώρα στα Μύρα και όχι στα Πάταρα.
-
-
ΠατέραςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΕΡΑΣ
Η εβραϊκή λέξη ’αβ, η οποία μεταφράζεται «πατέρας», είναι ηχομιμητική, παρμένη από τους πρώτους και απλούστερους ήχους που προφέρουν τα χείλη του βρέφους. Τόσο ο όρος ’αβ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου όσο και η αντίστοιχη λέξη πατήρ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιούνται με διάφορες έννοιες: για το γεννήτορα κάποιου ατόμου (Παρ 23:22· Ζαχ 13:3· Λου 1:67), την κεφαλή ενός σπιτικού ή μιας πατρογονικής οικογένειας (Γε 24:40· Εξ 6:14), τον πρόγονο (Γε 28:13· Ιωα 8:53), τον ιδρυτή ενός έθνους (Ματ 3:9), τον ιδρυτή μιας τάξης ή επαγγέλματος (Γε 4:20, 21), τον προστάτη (Ιωβ 29:16· Ψλ 68:5), την πηγή κάποιου πράγματος (Ιωβ 38:28) και ως προσφώνηση σεβασμού (2Βα 5:13· Πρ 7:2).
Ο Ιεχωβά Θεός ως Δημιουργός αποκαλείται Πατέρας. (Ησ 64:8· παράβαλε Πρ 17:28, 29.) Είναι επίσης ο Πατέρας των γεννημένων από το πνεύμα Χριστιανών, ο δε αραμαϊκός όρος ’Αββά’ χρησιμοποιείται ως έκφραση σεβασμού και στενής υιικής σχέσης. (Ρω 8:15· βλέπε ΑΒΒΑ.) Όλοι όσοι εκφράζουν πίστη ελπίζοντας να αποκτήσουν αιώνια ζωή μπορούν να απευθύνονται στον Θεό αποκαλώντας τον Πατέρα. (Ματ 6:9) Ο Ιησούς Χριστός, ο Μεσσίας, εφόσον είναι ο Πρώτιστος Παράγοντας ζωής τον οποίο χρησιμοποιεί ο Θεός, ονομάστηκε προφητικά Αιώνιος Πατέρας. (Ησ 9:6) Επίσης, όποιος έχει μιμητές και οπαδούς, ή άτομα που εκδηλώνουν τις δικές του ιδιότητες, θεωρείται πατέρας τους. (Ματ 5:44, 45· Ρω 4:11, 12) Με αυτή την έννοια λέγεται ότι ο Διάβολος είναι πατέρας.—Ιωα 8:44· παράβαλε Γε 3:15.
Ο Ιησούς απαγόρευσε το να χρησιμοποιείται για ανθρώπους ο όρος «πατέρας» ως τυπικός ή θρησκευτικός τίτλος. (Ματ 23:9) Επειδή ο Παύλος είχε μεταδώσει τα καλά νέα σε ορισμένους Χριστιανούς και τους είχε θρέψει πνευματικά, ήταν σαν πατέρας για αυτούς, αλλά σε κανένα εδάφιο δεν χρησιμοποιείται για αυτόν ο όρος «πατέρας» ως θρησκευτικός τίτλος. (1Κο 4:14, 15) Ο Παύλος παρομοίασε τον εαυτό του τόσο με πατέρα όσο και με μητέρα σε σχέση με τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς. (1Θε 2:7, 11) Μολονότι στα εδάφια Λουκάς 16:24, 30 γίνεται αναφορά στον «πατέρα Αβραάμ», αυτός ο χαρακτηρισμός έχει βασικά την έννοια της σαρκικής καταγωγής.
Εξουσία και Ευθύνες του Πατέρα. Όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή, ο πατέρας ήταν η κεφαλή του σπιτικού, ο φύλακας, ο προστάτης, αυτός που έπαιρνε τις τελικές αποφάσεις και ο κριτής της οικογενειακής ομάδας. (1Κο 11:3· Γε 31:32) Μεταξύ των πατριαρχών, καθώς επίσης στον Ισραήλ πριν από την επιλογή του Λευιτικού ιερατείου, ο πατέρας ήταν αυτός που εκπροσωπούσε την οικογένειά του στη λατρεία ως ιερέας. (Γε 12:8· Ιωβ 1:5· Εξ 19:22) Ο πατέρας εξουσίαζε το σπιτικό του μέχρι το θάνατό του. Αν ο γιος παντρευόταν και δημιουργούσε ανεξάρτητο σπιτικό, τότε γινόταν κεφαλή εκείνου του σπιτικού, μολονότι εξακολουθούσε να εκδηλώνει τον απαιτούμενο σεβασμό προς τον πατέρα. Όταν μια κόρη παντρευόταν, είχε ως κεφαλή της το σύζυγό της. (Αρ 30:3-8) Στους Βιβλικούς χρόνους ο πατέρας συνήθως κανόνιζε το γάμο των παιδιών του. Αν περιερχόταν σε δεινή οικονομική θέση, μπορούσε να πουλήσει την κόρη του ως δούλη, υπό κάποιους περιοριστικούς όρους που αποσκοπούσαν στην προστασία της.—Εξ 21:7.
Πατρική Φροντίδα για τα Μέλη της Οικογένειας. Ως εκπρόσωπος του Θεού, ο πατέρας έχει την ευθύνη να φροντίζει να διδάσκονται οι αρχές του Θεού στο σπιτικό του. (Γε 18:19· Εφ 6:4· Δευ 6:6, 7) Τα καθήκοντά του στον τομέα της διδασκαλίας και της διαπαιδαγώγησης περιλαμβάνουν επίσης προσωπικές οδηγίες και εντολές, στην εκτέλεση των οποίων βοηθάει η μητέρα. (Παρ 1:8· 6:20) Ο θεοφοβούμενος πατέρας έχει μεγάλη αγάπη για τα παιδιά του και τα νουθετεί και τα παρηγορεί με πολλή τρυφερότητα. (1Θε 2:11· Ωσ 11:3) Για να περπατούν στο σωστό δρόμο, τα διαπαιδαγωγεί, τα διορθώνει και τα ελέγχει. (Εβρ 12:9· Παρ 3:12) Βρίσκει ευχαρίστηση στους γιους του και χαίρεται ιδιαίτερα όταν αυτοί εκδηλώνουν σοφία. (Παρ 10:1) Από την άλλη πλευρά, λυπάται βαθιά και δυσφορεί όταν τα παιδιά του ακολουθούν πορεία αφροσύνης. (Παρ 17:21, 25) Πρέπει να είναι συμπονετικός και ελεήμων. (Μαλ 3:17· Ψλ 103:13) Πρέπει να λαβαίνει υπόψη του τις ανάγκες και τα αιτήματά τους. (Ματ 7:9-11) Οι πολλές περιγραφές της αγάπης και της φροντίδας του Θεού για το λαό του θέτουν ένα υπόδειγμα για τους ανθρώπινους πατέρες.
Γενεαλογική Χρήση του Πατρώνυμου. Η καταγωγή ενός άντρα προσδιοριζόταν συνήθως μέσω του πατέρα, όχι μέσω της μητέρας. Γι’ αυτό, μολονότι, όπως φαίνεται, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι ο Λουκάς παρουσιάζει τη γενεαλογία του Ιησού μέσω της μητέρας του (μια εξαίρεση στο γενικό κανόνα), ο ίδιος δεν αναφέρει πουθενά τη Μαρία. Προφανώς αναφέρει το σύζυγό της τον Ιωσήφ ως γιο του Ηλί, ο οποίος κατά τα φαινόμενα ήταν ο πατέρας της Μαρίας. Αυτό δεν ήταν καθόλου άτοπο, διότι ο Ιωσήφ ήταν γαμπρός του Ηλί.—Βλέπε ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Εφόσον δεν υπήρχαν επώνυμα, για να ξεχωρίσουν κάποιον συνήθως αναφέρονταν σε αυτόν ως το γιο του «Τάδε». Παραδείγματος χάρη, ο Ισαάκ αποκαλούνταν “ο γιος του Αβραάμ”. (Γε 25:19) Πολλά εβραϊκά ονόματα περιλάμβαναν το εβραϊκό πρόθημα μπεν ή το αραμαϊκό πρόθημα μπαρ, τα οποία σημαίνουν «γιος» και αποδίδονται στην ελληνική ως βεν και βαρ αντίστοιχα, ακολουθούμενο από το πατρώνυμο εν είδει επονομασίας, όπως «Βεν Ωρ» (1Βα 4:8, ΛΧ· «ο γιος του Χουρ», ΜΝΚ) και «Σίμων Βαρ-ιωνάς» ή “Σίμων γιος του Ιωνά”.—Ματ 16:17.
-
-
ΠατητήριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΗΤΗΡΙ
Κατασκευή η οποία χρησιμοποιείται για την άσκηση πίεσης σε ορισμένους καρπούς με σκοπό την εκχύμωσή τους. Εφόσον το μάζεμα των ελιών γινόταν μετά τον τρύγο, συνήθως χρησιμοποιούνταν τα ίδια πατητήρια για την εξαγωγή τόσο του μούστου όσο και του ελαιόλαδου, μολονότι για τις ελιές χρησιμοποιούνταν επίσης και ένας τύπος πιεστηρίου με στύλους.
Τα κοινά πατητήρια αποτελούνταν συνήθως από δύο αβαθή κοιλώματα όμοια με νιπτήρες, λαξευμένα σε φυσικό ασβεστόλιθο, το ένα από τα οποία βρισκόταν πιο ψηλά σε σχέση με το άλλο και συνδεόταν με αυτό μέσω ενός μικρού αγωγού. (Αρ 18:27, 30· 2Βα 6:27) Τα σταφύλια ή οι ελιές πατιούνταν ή συνθλίβονταν στην πάνω λεκάνη (γκαθ, Νε 13:15), και οι χυμοί λόγω της βαρύτητας έρρεαν στη χαμηλότερη λεκάνη του πατητηριού (γέκεβ, Κρ 7:25· Παρ 3:10· Ιωλ 2:24· Αγγ 2:16). Στο εδάφιο Ιωήλ 3:13 εμφανίζονται και οι δύο λέξεις: «Ελάτε, κατεβείτε, γιατί γέμισε το πατητήρι [γκαθ]. Οι λεκάνες στα πατητήρια [χαγεκαβίμ, πληθυντικός της λέξης γέκεβ] ξεχειλίζουν». Προφανώς η λέξη γέκεβ χρησιμοποιούνταν επίσης αναφορικά με πατητήρια αποτελούμενα από μία λεκάνη, στα οποία γινόταν τόσο το πάτημα των σταφυλιών όσο και η συλλογή του μούστου. (Ιωβ 24:11· Ησ 5:2· 16:10· Ιερ 48:33) Οι πυθμένες αυτών των πατητηριών ήταν πιο επικλινείς από του συνηθισμένου τύπου με τις δύο λεκάνες ώστε να διευκολύνεται η συλλογή του μούστου στη χαμηλότερη πλευρά. Για το πατητήρι που ήταν μακρόστενο, σαν σκάφη, το εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη πουράχ. (Ησ 63:3· Αγγ 2:16) Και οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αναφέρουν το πατητήρι (ληνός, Ματ 21:33) καθώς και το «άνοιγμα για το πατητήρι» (ὑπολήνιον, Μαρ 12:1).
Ανακαλύφτηκε ένα πατητήρι αυτού του είδους, το οποίο είχε τετράγωνη πάνω λεκάνη, με μήκος πλευράς 2,4 μ. και βάθος 38 εκ. Η μικρότερη λεκάνη, που βρισκόταν περίπου 0,6 μ. πιο χαμηλά και όπου έρρεε ο μούστος, ήταν επίσης τετράγωνη, με μήκος πλευράς 1,2 μ. και βάθος 0,9 μ. Σε τέτοιο πατητήρι αλώνιζε ο Γεδεών το σιτάρι του.—Κρ 6:11.
Η σύνθλιψη των καρπών σε αυτά τα πατητήρια γινόταν συνήθως με γυμνά πόδια ή με βαριές πέτρες. Δύο ως εφτά ή και περισσότεροι πατητές εργάζονταν ομαδικά στο πατητήρι. Γι’ αυτό, ήταν αξιοσημείωτο το ότι ο Ησαΐας είπε πως ο Μεγάλος Πατητής, ο Ιεχωβά, θα πατήσει το πατητήρι του κρασιού μόνος του. (Ησ 63:3) Πάνω από τα κεφάλια των πατητών υπήρχε ένα δοκάρι με κρεμασμένα σχοινιά από τα οποία κρατιούνταν για να στηρίζονται. «Το αίμα των σταφυλιών» πιτσίλιζε και λέρωνε τα ενδύματά τους. (Γε 49:11· Ησ 63:2) Μολονότι το πάτημα των σταφυλιών συνεπαγόταν πολλή και σκληρή εργασία, αυτή η περίοδος ήταν συνήθως καιρός χαράς. Οι χαρούμενες φωνές και τα τραγούδια βοηθούσαν τους πατητές να κρατούν το ρυθμό. (Κρ 9:27· Ιερ 25:30· 48:33) Η έκφραση «για Γιττίθ» (απόδοση ὑπέρ τῶν ληνῶν στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στη λατινική Βουλγάτα) η οποία εμφανίζεται στην επιγραφή τριών Ψαλμών (8, 81, 84) ίσως υποδηλώνει ότι επρόκειτο για τραγούδια του τρύγου.
Μεταφορική Χρήση. Σε αρκετές Γραφικές περικοπές αναφέρεται το πατητήρι με μεταφορική έννοια. (Ησ 63:2, 3· Θρ 1:15) Την ημέρα του Ιεχωβά, κατά την οποία πλήθη είναι συναγμένα στην κοιλάδα της απόφασης, δίνεται η εντολή: «Βάλτε με ορμή δρεπάνι, γιατί ωρίμασε ο θερισμός. Ελάτε, κατεβείτε, γιατί γέμισε το πατητήρι. Οι λεκάνες στα πατητήρια ξεχειλίζουν· διότι έγινε άφθονη η κακία τους». (Ιωλ 3:13, 14) Παρόμοια, ο Ιωάννης είδε σε όραμα ότι «το κλήμα της γης» ρίχτηκε «στο μεγάλο πατητήρι του θυμού του Θεού» και εκεί πατήθηκε ώσπου «βγήκε αίμα από το πατητήρι που έφτασε μέχρι τα χαλινάρια των αλόγων». Αυτός ο οποίος αποκαλείται «Πιστός και Αληθινός», «Ο Λόγος του Θεού», είναι εκείνος που πατάει αυτό το πατητήρι του «θυμού της οργής του Θεού του Παντοδύναμου».—Απ 14:19, 20· 19:11-16.
-
-
ΠάτμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΜΟΣ
(Πάτμος).
Νησί όπου είχε εξοριστεί ο απόστολος Ιωάννης “επειδή μιλούσε για τον Θεό και έδινε μαρτυρία για τον Ιησού”. (Απ 1:9) Ενόσω βρισκόταν εκεί, ο Ιωάννης έλαβε την Αποκάλυψη. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, ο Ιωάννης, ο οποίος καταδικάστηκε από τον Δομιτιανό να ζει στην Πάτμο, αφέθηκε ελεύθερος μετά το θάνατο αυτού του ηγεμόνα (96 Κ.Χ.).—Οι Προ της Συνόδου της Νίκαιας Πατέρες (The Ante-Nicene Fathers), Τόμ. 8, σ. 562, «Έργα του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου».
Η Πάτμος—στο Ικάριο Πέλαγος (μέρος του Αιγαίου) περίπου 55 χλμ. Δ της Μικράς Ασίας—βρισκόταν περίπου 60 χλμ. ΔΝΔ της Μιλήτου, ενώ καθεμιά από τις εφτά εκκλησίες που τυγχάνουν ειδικής μνείας στο 2ο και στο 3ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης βρισκόταν σε απόσταση μικρότερη των 240 χλμ. από αυτήν. Πρόκειται για ένα μικρό ηφαιστειακό νησί που διαθέτει εξαιρετικά ακανόνιστη ακτογραμμή και είναι σε μεγάλο βαθμό άγονο και βραχώδες. Σήμερα, όμως, καλλιεργούνται εκεί σιτάρι, ελιές και σταφύλια. Προφανώς εξαιτίας της απομόνωσης που τη χαρακτήριζε, η Πάτμος, όπως και άλλα νησιά του Αιγαίου, χρησιμοποιούνταν ως νησί για καταδίκους.
-
-
Πατρικός ΟίκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΡΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ
Βλέπε ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ.
-
-
ΠατρόβαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΡΟΒΑΣ
(Πατρόβας).
Κάποιος Χριστιανός της εκκλησίας της Ρώμης στον οποίο στέλνει χαιρετισμούς ο Παύλος στην επιστολή του.—Ρω 16:14.
-
-
ΠαύλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΥΛΟΣ
(Παύλος) [από το λατ. Paulus· σημαίνει «Μικρός»].
Ισραηλίτης από τη φυλή του Βενιαμίν και απόστολος του Ιησού Χριστού. (Εφ 1:1· Φλπ 3:5) Παρότι ίσως είχε από παιδί δύο ονόματα, τόσο το εβραϊκό Σαούλ (Σαύλος) όσο και το ρωμαϊκό Παύλος (Πρ 9:17· 2Πε 3:15), ο απόστολος αυτός πιθανώς διάλεξε να αποκαλείται με το ρωμαϊκό όνομα λαβαίνοντας υπόψη την αποστολή που είχε να διακηρύττει τα καλά νέα στους μη Ιουδαίους.—Πρ 9:15· Γα 2:7, 8.
Ο Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό, μια σημαντική πόλη της Κιλικίας. (Πρ 21:39· 22:3) Οι γονείς του ήταν Εβραίοι και προφανώς οπαδοί της φαρισαϊκής παράταξης του Ιουδαϊσμού. (Πρ 23:6· Φλπ 3:5) Γεννήθηκε Ρωμαίος πολίτης (Πρ 22:28)—η ρωμαϊκή υπηκοότητα είχε ίσως δοθεί στον πατέρα του λόγω κάποιων υπηρεσιών που είχε προσφέρει. Ο Παύλος έμαθε την τέχνη του σκηνοποιού μάλλον από τον πατέρα του. (Πρ 18:3) Στην Ιερουσαλήμ, όμως, έλαβε εκπαίδευση από τον πολυμαθή Φαρισαίο Γαμαλιήλ, και από αυτό συμπεραίνουμε ότι προερχόταν από επιφανή οικογένεια. (Πρ 22:3· 5:34) Ήξερε καλά τουλάχιστον δύο γλώσσες, την ελληνική και την εβραϊκή. (Πρ 21:37-40) Τον καιρό που ταξίδευε ως ιεραπόστολος δεν ήταν παντρεμένος. (1Κο 7:8) Εκείνη γενικά την περίοδο, αν όχι και νωρίτερα, είχε μια αδελφή και έναν ανιψιό που κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ.—Πρ 23:16-22.
Ο απόστολος Παύλος είχε το προνόμιο να γράψει περισσότερα βιβλία, συγκεκριμένα επιστολές, των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών από οποιονδήποτε άλλον. Έλαβε υπερφυσικά οράματα (2Κο 12:1-5) και, μέσω του αγίου πνεύματος, μπορούσε να μιλάει αρκετές ξένες γλώσσες.—1Κο 14:18.
Διωγμός, Μεταστροφή, Αρχική Περίοδος της Διακονίας Του. Το Βιβλικό υπόμνημα παρουσιάζει πρώτη φορά τον Σαύλο, δηλαδή τον Παύλο, ως το “νεαρό άντρα” στα πόδια του οποίου άφησαν τα εξωτερικά τους ενδύματα οι ψευδομάρτυρες που λιθοβόλησαν τον Στέφανο, το μαθητή του Χριστού. (Πρ 6:13· 7:58) Ο Παύλος επιδοκίμασε το φόνο του Στεφάνου και, εξαιτίας παροδηγημένου ζήλου για την παράδοση, άρχισε μια εκστρατεία άγριου διωγμού εναντίον των ακολούθων του Χριστού. Όταν επρόκειτο να εκτελεστούν, ψήφιζε εναντίον τους. Όταν δικάζονταν στις συναγωγές, προσπαθούσε να τους εξαναγκάσει να αποκηρύξουν την πίστη τους. Επέκτεινε δε το διωγμό και σε άλλες πόλεις εκτός της Ιερουσαλήμ, εξασφαλίζοντας μάλιστα γραπτή έγκριση από τον αρχιερέα να ψάξει για μαθητές του Χριστού βορειότερα, ως και στη Δαμασκό της Συρίας, και να τους φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ, πιθανότατα για να δικαστούν από το Σάνχεδριν.—Πρ 8:1, 3· 9:1, 2· 26:10, 11· Γα 1:13, 14.
Καθώς ο Παύλος πλησίαζε στη Δαμασκό, ο Χριστός Ιησούς τού αποκαλύφτηκε μέσα σε αστραποβόλο φως και του ανέθεσε την αποστολή να είναι υπηρέτης και μάρτυρας των όσων είχε δει αλλά και όσων έμελλε να δει. Παρότι εκείνοι που συνόδευαν τον Παύλο έπεσαν και αυτοί στο έδαφος εξαιτίας της φανέρωσης αυτής και άκουσαν μια φωνή, μόνο ο Παύλος κατάλαβε τι έλεγε η φωνή και τυφλώθηκε, οπότε χρειάστηκε να τον οδηγήσουν από το χέρι για να φτάσουν στη Δαμασκό. (Πρ 9:3-8· 22:6-11· 26:12-18) Επί τρεις ημέρες ούτε έτρωγε ούτε έπινε. Κατόπιν, ενώ προσευχόταν στο σπίτι κάποιου Ιούδα στη Δαμασκό, είδε σε όραμα τον Ανανία, έναν μαθητή του Χριστού, να μπαίνει μέσα και να του αποκαθιστά την όραση. Όταν το όραμα πραγματοποιήθηκε, ο Παύλος βαφτίστηκε, έλαβε άγιο πνεύμα, έφαγε και πήρε δύναμη.—Πρ 9:9-19.
Το υπόμνημα των εδαφίων Πράξεις 9:20-25 αναφέρει ότι ο Παύλος έμεινε λίγο καιρό με τους μαθητές στη Δαμασκό και «αμέσως» άρχισε να κηρύττει στις συναγωγές εκεί. Περιγράφει τη δράση του στο έργο κηρύγματος μέχρι τη στιγμή που αναγκάστηκε να φύγει από τη Δαμασκό εξαιτίας μιας πλεκτάνης εναντίον της ζωής του. Από την άλλη μεριά, στην επιστολή του Παύλου προς τους Γαλάτες αναφέρεται ότι μετά τη μεταστροφή του έφυγε στην Αραβία και κατόπιν επέστρεψε στη Δαμασκό. (Γα 1:15-17) Το πότε ακριβώς έγινε το ταξίδι στην Αραβία δεν είναι δυνατόν να τοποθετηθεί με ακρίβεια μέσα στη σειρά αυτών των γεγονότων.
Ο Παύλος μπορεί να πήγε στην Αραβία αμέσως μετά τη μεταστροφή του προκειμένου να στοχαστεί γύρω από το θέλημα του Θεού για αυτόν. Εν τοιαύτη περιπτώσει, η λέξη «αμέσως» που χρησιμοποιεί ο Λουκάς θα σήμαινε ότι ο Παύλος άρχισε να κηρύττει αμέσως μόλις επέστρεψε στη Δαμασκό και συνδέθηκε με τους μαθητές εκεί. Ωστόσο, στο εδάφιο Γαλάτες 1:17 ο Παύλος προφανώς τονίζει το γεγονός ότι δεν ανέβηκε αμέσως στην Ιερουσαλήμ, ότι το μόνο μέρος έξω από τη Δαμασκό στο οποίο πήγε εκείνον τον πρώτο καιρό ήταν η Αραβία. Έτσι λοιπόν, το ταξίδι στην Αραβία δεν είναι απαραίτητο να έλαβε οπωσδήποτε χώρα αμέσως μετά τη μεταστροφή του. Ο Παύλος ενδέχεται να έμεινε στην αρχή μερικές ημέρες στη Δαμασκό και πολύ σύντομα να προέβη σε δημόσια αποκήρυξη της προηγούμενης διωκτικής πορείας του, δηλώνοντας στις συναγωγές την πίστη του στον Χριστό. Κατόπιν μπορεί να ταξίδεψε στην Αραβία (άγνωστο για ποιο λόγο) και, μόλις επέστρεψε, να συνέχισε με μεγαλύτερη δύναμη το κήρυγμα στη Δαμασκό, σε σημείο που οι διώκτες του προσπάθησαν να τον θανατώσουν. Οι δύο αφηγήσεις αλληλοσυμπληρώνονται μάλλον παρά αντιφάσκουν μεταξύ τους, και το μόνο πρόβλημα είναι η ακριβής σειρά των γεγονότων, η οποία απλούστατα δεν διευκρινίζεται.
Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ (ενδεχομένως το 36 Κ.Χ.· τα τρία χρόνια που αναφέρονται στο εδάφιο Γαλάτες 1:18 πιθανώς ισοδυναμούν με μέρη τριών χρόνων), ο Παύλος διαπίστωσε πως οι αδελφοί εκεί δεν πίστευαν ότι ήταν μαθητής. Ωστόσο, ο Βαρνάβας «πρόστρεξε σε βοήθειά του και τον οδήγησε στους αποστόλους», προφανώς στον Πέτρο και στον «Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου». (Ο Ιάκωβος, παρ’ όλο που δεν ήταν από τους 12, μπορούσε να αποκαλείται απόστολος επειδή ήταν απόστολος της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ.) Ο Παύλος έμεινε 15 ημέρες με τον Κηφά (Πέτρο). Όσο ήταν στην Ιερουσαλήμ, ο Παύλος μιλούσε με τόλμη στο όνομα του Ιησού. Όταν οι αδελφοί έμαθαν ότι γι’ αυτόν το λόγο οι ελληνόφωνοι Ιουδαίοι έκαναν απόπειρες να τον σκοτώσουν, «τον κατέβασαν στην Καισάρεια και τον έστειλαν στην Ταρσό».—Πρ 9:26-30· Γα 1:18-21.
Φαίνεται ότι ο Παύλος (γύρω στο 41 Κ.Χ.) είχε το προνόμιο να δει ένα υπερφυσικό όραμα, το οποίο ήταν τόσο ζωντανό ώστε δεν γνώριζε αν, όταν αρπάχθηκε «στον τρίτο ουρανό», ήταν με το σώμα ή έξω από το σώμα. “Ο τρίτος ουρανός” φαίνεται πως αναφέρεται στην υπέρτατη μορφή διακυβέρνησης της Μεσσιανικής Βασιλείας.—2Κο 12:1-4.
Αργότερα, ο Βαρνάβας έφερε από την Ταρσό τον Σαύλο για να βοηθήσει στο έργο που γινόταν ανάμεσα στους ελληνόφωνους της Αντιόχειας. Γύρω στο 46 Κ.Χ., έπειτα από έναν χρόνο έργου στην Αντιόχεια, η εκκλησία έστειλε τον Παύλο και τον Βαρνάβα στην Ιερουσαλήμ με μια διακονία βοήθειας για τους αδελφούς εκεί. (Πρ 11:22-30) Συνοδευόμενοι από τον Ιωάννη Μάρκο επέστρεψαν στην Αντιόχεια. (Πρ 12:25) Έπειτα, το άγιο πνεύμα κατηύθυνε να ξεχωριστούν ο Παύλος και ο Βαρνάβας για ένα ειδικό έργο.—Πρ 13:1, 2.
Πρώτο Ιεραποστολικό Ταξίδι. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 747) Ακολουθώντας την κατεύθυνση του πνεύματος, ο Παύλος, συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα και τον Ιωάννη Μάρκο, τον οποίο είχαν ως υπηρέτη τους, άρχισε το πρώτο ιεραποστολικό του ταξίδι (περ. 47-48 Κ.Χ.). Από τη Σελεύκεια, το λιμάνι της Αντιόχειας, απέπλευσαν για την Κύπρο. Στις συναγωγές της Σαλαμίνας, στα ανατολικά παράλια της Κύπρου, «άρχισαν να διαγγέλλουν το λόγο του Θεού». Αφού διέσχισαν το νησί έφτασαν στην Πάφο, στα δυτικά παράλια. Εκεί ο Ελύμας, ένας μάγος, προσπάθησε να εναντιωθεί στην επίδοση μαρτυρίας προς τον ανθύπατο Σέργιο Παύλο. Ο Παύλος τότε επέφερε στον Ελύμα προσωρινή τύφλωση. Έκπληκτος από αυτό που συνέβη, ο Σέργιος Παύλος έγινε πιστός.—Πρ 13:4-12.
Από την Πάφο, ο Παύλος και οι σύντροφοί του απέπλευσαν για τη Μικρά Ασία. Μόλις έφτασαν στην Πέργη, στη ρωμαϊκή επαρχία της Παμφυλίας, ο Ιωάννης Μάρκος τούς εγκατέλειψε και επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. Αλλά ο Παύλος και ο Βαρνάβας κατευθύνθηκαν Β προς την Αντιόχεια της Πισιδίας. Παρά το μεγάλο ενδιαφέρον που έδειξαν οι άνθρωποι εκεί, τελικά με την υποκίνηση των Ιουδαίων τούς πέταξαν έξω από την πόλη. (Πρ 13:13-50) Απτόητοι, ταξίδεψαν ΝΑ προς το Ικόνιο, όπου και πάλι οι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν τα πλήθη εναντίον τους. Όταν πληροφορήθηκαν ότι θα γινόταν απόπειρα να τους λιθοβολήσουν, ο Παύλος και ο Βαρνάβας κατέφυγαν στα Λύστρα, στην περιοχή της Λυκαονίας. Αφού ο Παύλος θεράπευσε έναν εκ γενετής κουτσό, οι κάτοικοι των Λύστρων φαντάστηκαν ότι ο Παύλος και ο Βαρνάβας ήταν ενσαρκωμένοι θεοί. Αργότερα, όμως, Ιουδαίοι από το Ικόνιο και την Αντιόχεια της Πισιδίας έστρεψαν τα πλήθη εναντίον του Παύλου με αποτέλεσμα να τον λιθοβολήσουν και να σύρουν το σώμα του έξω από την πόλη, νομίζοντας ότι ήταν νεκρός. Ωστόσο, όταν τον περικύκλωσαν οι συγχριστιανοί του, σηκώθηκε και μπήκε στα Λύστρα. Την επόμενη ημέρα αυτός και ο Βαρνάβας έφυγαν για τη Δέρβη. Αφού έκαναν αρκετούς μαθητές εκεί, επέστρεψαν στα Λύστρα, στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια (της Πισιδίας), ενισχύοντας και ενθαρρύνοντας τους αδελφούς και διορίζοντας πρεσβυτέρους για να υπηρετούν στις εκκλησίες που είχαν ιδρυθεί σε εκείνα τα μέρη. Αργότερα, κήρυξαν στην Πέργη και μετά απέπλευσαν από το λιμάνι της Αττάλειας για την Αντιόχεια της Συρίας.—Πρ 13:51–14:28.
Το Ζήτημα της Περιτομής. Ορισμένοι από την Ιουδαία ήρθαν στην Αντιόχεια (γύρω στο 49 Κ.Χ.), ισχυριζόμενοι ότι οι μη Ιουδαίοι έπρεπε να περιτέμνονται σε συμμόρφωση με το Μωσαϊκό Νόμο για να μπορέσουν να σωθούν. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας αντιτάχθηκαν σε αυτό. Ωστόσο, ο Παύλος, αν και ήταν απόστολος, δεν ανέλαβε να τακτοποιήσει το ζήτημα μόνος του στηριζόμενος στην εξουσία που είχε. Αντίθετα, συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα, τον Τίτο και άλλους, πήγε στην Ιερουσαλήμ για να θέσει το ζήτημα ενώπιον των αποστόλων και των πρεσβυτέρων της εκκλησίας εκεί. Τότε αποφασίστηκε ότι δεν απαιτούνταν να περιτέμνονται οι Εθνικοί πιστοί, αλλά θα έπρεπε να μένουν μακριά από την ειδωλολατρία, τη βρώση και την πόση αίματος, καθώς και τη σεξουαλική ανηθικότητα. Οι αδελφοί της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, εκτός από το ότι έγραψαν μια επιστολή που κοινοποιούσε αυτή την απόφαση, έστειλαν παράλληλα τον Ιούδα και τον Σίλα ως εκπροσώπους τους για να διασαφηνίσουν το ζήτημα στην Αντιόχεια. Επίσης, σε μια συζήτηση με τον Πέτρο (Κηφά), τον Ιωάννη και τον μαθητή Ιάκωβο, συμφωνήθηκε ότι ο Παύλος και ο Βαρνάβας θα έπρεπε να συνεχίσουν να κηρύττουν στους απερίτμητους Εθνικούς.—Πρ 15:1-29· Γα 2:1-10.
Λίγο καιρό αργότερα, πήγε και ο ίδιος ο Πέτρος στην Αντιόχεια της Συρίας και άρχισε να συναναστρέφεται με τους Εθνικούς Χριστιανούς. Όταν, όμως, έφτασαν από την Ιερουσαλήμ κάποιοι Ιουδαίοι, αυτός, ενδίδοντας προφανώς στο φόβο των ανθρώπων, αποχωρίστηκε από τους μη Ιουδαίους, ενεργώντας έτσι ενάντια στην κατεύθυνση του πνεύματος σύμφωνα με την οποία οι σαρκικές διακρίσεις δεν ισχύουν για τον Θεό. Ακόμη και ο Βαρνάβας παρασύρθηκε. Όταν το διέκρινε αυτό ο Παύλος, επέκρινε δημόσια τον Πέτρο με τόλμη, δεδομένου ότι η συμπεριφορά του ήταν επιζήμια για την πρόοδο της Χριστιανοσύνης.—Γα 2:11-14.
Δεύτερο Ιεραποστολικό Ταξίδι. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 747) Αργότερα, ο Παύλος και ο Βαρνάβας σκέφτηκαν να επισκεφτούν τους αδελφούς στις πόλεις όπου είχαν κηρύξει κατά τη διάρκεια του πρώτου ιεραποστολικού τους ταξιδιού. Μια διαφωνία γύρω από το αν θα έπαιρναν μαζί τον Ιωάννη Μάρκο, ο οποίος την πρώτη φορά τούς είχε εγκαταλείψει, κατέληξε σε ρήξη ανάμεσα στον Παύλο και στον Βαρνάβα. Ο Παύλος, λοιπόν, διάλεξε τον Σίλα (Σιλουανό) και ταξίδεψε διαμέσου της Συρίας προς τη Μικρά Ασία (περ. 49-52 Κ.Χ.). Προφανώς στα Λύστρα, ο Παύλος διευθέτησε να πάρει μαζί του τον νεαρό Τιμόθεο τον οποίο και υπέβαλε σε περιτομή. (Πρ 15:36–16:3) Παρ’ όλο που η περιτομή δεν ήταν απαίτηση για τους Χριστιανούς, αν ο Τιμόθεος, ο οποίος ήταν κατά το ήμισυ Ιουδαίος, παρέμενε απερίτμητος, αναμφίβολα αυτό θα προδιέθετε αρνητικά τους Ιουδαίους απέναντι στο κήρυγμα του Παύλου. Απομακρύνοντας, λοιπόν, αυτό το πιθανό εμπόδιο, ο Παύλος ενεργούσε σύμφωνα με τα όσα έγραψε αργότερα στους Κορινθίους: «Στους Ιουδαίους έγινα ως Ιουδαίος».—1Κο 9:20.
Μια νύχτα στην Τρωάδα, στο Αιγαίο Πέλαγος, ο Παύλος είδε σε όραμα έναν Μακεδόνα ο οποίος τον ικέτευε: «Πέρασε στη Μακεδονία και βοήθησέ μας». Συμπεραίνοντας ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού, ο Παύλος και οι σύντροφοί του στο ιεραποστολικό έργο, συνοδευόμενοι από τον γιατρό Λουκά, απέπλευσαν για τη Μακεδονία περνώντας έτσι στην Ευρώπη. Στους Φιλίππους, τη σημαντικότερη πόλη της Μακεδονίας εκείνη την εποχή, η Λυδία και το σπιτικό της έγιναν πιστοί. Όταν ο Παύλος έκανε ένα κορίτσι να χάσει τις μαντικές του δυνάμεις εκβάλλοντας από αυτήν έναν δαίμονα, φυλακίστηκε τόσο ο ίδιος όσο και ο Σίλας. Ένας σεισμός, όμως, τους απελευθέρωσε, και ο δεσμοφύλακας και το σπιτικό του έγιναν Χριστιανοί. Ο Παύλος, επικαλούμενος τη ρωμαϊκή υπηκοότητά του, ανάγκασε με την επιμονή του τους διοικητές της πόλης να πάνε οι ίδιοι και να βγάλουν τον απόστολο και τον Σίλα από τη φυλακή. Αφού ενθάρρυναν τους αδελφούς, ο Παύλος και οι σύντροφοί του ταξίδεψαν μέσω της Αμφίπολης και της Απολλωνίας ως τη Θεσσαλονίκη. Μια εκκλησία πιστών δημιουργήθηκε εκεί. Αλλά ζηλόφθονοι Ιουδαίοι υποκίνησαν οχλαγωγία εναντίον του Παύλου. Γι’ αυτόν το λόγο, οι αδελφοί έστειλαν αυτόν και τον Σίλα στη Βέροια. Πολλοί έγιναν πιστοί και εκεί, αλλά επειδή οι Ιουδαίοι της Θεσσαλονίκης δημιούργησαν φασαρίες, ο Παύλος αναγκάστηκε να φύγει.—Πρ 16:8–17:14.
Οι αδελφοί συνόδευσαν τον απόστολο ως την Αθήνα. Εκεί κήρυξε στην αγορά, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στον Άρειο Πάγο. Η απολογία του υποκίνησε τον Διονύσιο, έναν από τους δικαστές του δικαστηρίου που συνεδρίαζε εκεί, καθώς και άλλους να ασπαστούν τη Χριστιανοσύνη. (Πρ 17:15-34) Στη συνέχεια ο Παύλος πήγε στην Κόρινθο όπου έμεινε με ένα ζευγάρι Ιουδαίων, τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, και έκανε μαζί τους εργασία μερικής απασχόλησης ως σκηνοποιός. Από εκεί ο Παύλος έγραψε, όπως φαίνεται, τις δύο επιστολές του προς τους Θεσσαλονικείς. Αφού δίδαξε στην Κόρινθο επί ενάμιση χρόνο και ίδρυσε μια εκκλησία, οι Ιουδαίοι τον κατηγόρησαν ενώπιον του Γαλλίωνα. Ο Γαλλίων, όμως, απέρριψε την υπόθεση. (Πρ 18:1-17) Αργότερα ο Παύλος απέπλευσε για την Καισάρεια με ενδιάμεσο σταθμό την Έφεσο, όπου και κήρυξε. Από την Καισάρεια, ο απόστολος «ανέβηκε και χαιρέτησε την εκκλησία»—αναμφίβολα εδώ εννοείται η εκκλησία της Ιερουσαλήμ—και έπειτα πήγε στην Αντιόχεια της Συρίας. (Πρ 18:18-22) Πιθανώς νωρίτερα, ενόσω ήταν στην Κόρινθο, ή ίσως τώρα που βρισκόταν στην Αντιόχεια της Συρίας, έγραψε την επιστολή του προς τους Γαλάτες.
Τρίτο Ιεραποστολικό Ταξίδι. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 747) Στο τρίτο ιεραποστολικό του ταξίδι (περ. 52-56 Κ.Χ.), ο Παύλος επισκέφτηκε και πάλι την Έφεσο και κοπίασε εκεί περίπου τρία χρόνια. Από την Έφεσο έγραψε την πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους, και, όπως φαίνεται, έστειλε τον Τίτο να βοηθήσει τους Χριστιανούς εκεί. Έπειτα από μια οχλαγωγία που υποκίνησε εναντίον του ο αργυροχόος Δημήτριος, ο Παύλος έφυγε από την Έφεσο με προορισμό τη Μακεδονία. Όταν πληροφορήθηκε από τον Τίτο τα νέα της Κορίνθου, έγραψε από τη Μακεδονία τη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους. Προτού φύγει από την Ευρώπη μεταφέροντας συνεισφορές των αδελφών από τη Μακεδονία και την Αχαΐα για τους άπορους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ, και πιθανότατα ενόσω ήταν στην Κόρινθο, έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους.—Πρ 19:1–20:4· Ρω 15:25, 26· 2Κο 2:12, 13· 7:5-7.
Καθ’ οδόν προς την Ιερουσαλήμ, ο Παύλος έκανε κάποια ομιλία στην Τρωάδα και ανέστησε τον Εύτυχο ο οποίος σκοτώθηκε από ατύχημα. Επίσης σταμάτησε στη Μίλητο, όπου συναντήθηκε με τους επισκόπους της εκκλησίας της Εφέσου, έκανε μια αναδρομή στη διακονία που ο ίδιος είχε επιτελέσει στην περιφέρεια της Ασίας και τους ενθάρρυνε να μιμούνται το παράδειγμά του.—Πρ 20:6-38.
Σύλληψη. Καθώς ο Παύλος συνέχιζε το ταξίδι του, Χριστιανοί προφήτες καθ’ οδόν προείπαν ότι τον περίμεναν δεσμά στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 21:4-14· παράβαλε 20:22, 23.) Οι προφητείες τους επαληθεύτηκαν. Ενόσω ο Παύλος βρισκόταν στο ναό για να καθαριστεί τελετουργικά, Ιουδαίοι από την Ασία υποκίνησαν οχλοκρατική επίθεση εναντίον του, αλλά οι Ρωμαίοι στρατιώτες γλίτωσαν τον απόστολο. (Πρ 21:26-33) Ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια προς το στρατώνα, ο Παύλος πήρε την άδεια να μιλήσει στους Ιουδαίους. Μόλις μίλησε για την αποστολή που είχε να κηρύξει στους Εθνικούς, ξανάρχισαν οι βιαιότητες. (Πρ 21:34–22:22) Μέσα στο στρατώνα, «τέντωσαν» τον Παύλο για να τον μαστιγώσουν, θέλοντας να εξακριβώσουν ποιο ήταν το αδίκημά του. Ο απόστολος το απέτρεψε αυτό επικαλούμενος τη ρωμαϊκή υπηκοότητά του. Την επομένη, η υπόθεσή του φέρθηκε ενώπιον του Σάνχεδριν. Ο Παύλος, αντιλαμβανόμενος προφανώς ότι η ακροαματική διαδικασία δεν θα ήταν αντικειμενική, προσπάθησε να προξενήσει διαίρεση ανάμεσα στους Φαρισαίους και στους Σαδδουκαίους δηλώνοντας ότι το ζήτημα για το οποίο δικαζόταν ήταν ουσιαστικά η ανάσταση. Εφόσον πίστευε στην ανάσταση και ήταν «γιος Φαρισαίων», ο Παύλος δήλωσε ότι ήταν Φαρισαίος, και με αυτόν τον τρόπο κατάφερε να στρέψει τους Σαδδουκαίους, που δεν πίστευαν στην ανάσταση, εναντίον των Φαρισαίων και αντίστροφα.—Πρ 22:23–23:10.
Λόγω μιας συνωμοσίας εναντίον του φυλακισμένου Παύλου, κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά του από την Ιερουσαλήμ στην Καισάρεια. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Αρχιερέας Ανανίας, μερικοί πρεσβύτεροι των Ιουδαίων και ο ρήτορας Τέρτυλλος ήρθαν στην Καισάρεια για να παρουσιάσουν ενώπιον του Κυβερνήτη Φήλικα την υπόθεσή τους εναντίον του Παύλου, κατηγορώντας τον για υποκίνηση στασιασμού και απόπειρα βεβήλωσης του ναού. Ο απόστολος έδειξε ότι δεν είχαν στοιχεία για να στηρίξουν τις κατηγορίες τους εναντίον του. Αλλά ο Φήλιξ, αποβλέποντας σε δωροδοκία, άφησε τον Παύλο δέσμιο επί δύο χρόνια. Όταν ο Φήλιξ αντικαταστάθηκε από τον Φήστο, οι Ιουδαίοι υπέβαλαν εκ νέου τις κατηγορίες τους. Η υπόθεση φέρθηκε και πάλι σε ακροαματική διαδικασία στην Καισάρεια, και ο Παύλος, για να αποτρέψει τυχόν μετάθεση της δίκης στην Ιερουσαλήμ, επικαλέστηκε τον Καίσαρα. Αργότερα, αφού εξέθεσε την υπόθεσή του ενώπιον του Βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα Β΄, ο Παύλος στάλθηκε μαζί με μερικούς άλλους κρατουμένους στη Ρώμη γύρω στο 58 Κ.Χ.—Πρ 23:12–27:1.
Πρώτη και Δεύτερη Φυλάκιση στη Ρώμη. Καθ’ οδόν, ο Παύλος και όσοι ήταν μαζί του ναυάγησαν στη Μάλτα. Αφού πέρασαν το χειμώνα στη Μάλτα, τελικά έφτασαν στη Ρώμη. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 750) Εκεί επιτράπηκε στον Παύλο να μείνει σε δικό του νοικιασμένο σπίτι, αλλά υπό στρατιωτική φρούρηση. Λίγο καιρό μετά την άφιξή του διευθέτησε να έχει συνάντηση με τους προύχοντες των Ιουδαίων. Από αυτούς, όμως, μόνο μερικοί πίστεψαν. Ο απόστολος συνέχισε άλλα δύο χρόνια να κηρύττει σε όλους όσους τον επισκέπτονταν, από το 59 περίπου μέχρι το 61 Κ.Χ. (Πρ 27:2–28:31) Τότε έγραψε και τις επιστολές του προς τους Εφεσίους (4:1· 6:20), τους Φιλιππησίους (1:7, 12-14), τους Κολοσσαείς (4:18), τον Φιλήμονα (εδ. 9), προφανώς δε και προς τους Εβραίους. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 750) Από ό,τι φαίνεται, ο Καίσαρας Νέρων αθώωσε τον Παύλο και τον αποφυλάκισε. Ο Παύλος προφανώς ξανάρχισε την ιεραποστολική του δράση μαζί με τον Τιμόθεο και τον Τίτο. Αφού άφησε τον Τιμόθεο στην Έφεσο και τον Τίτο στην Κρήτη, ο Παύλος, πιθανότατα από τη Μακεδονία, τους έγραψε επιστολές σχετικά με τα καθήκοντά τους. (1Τι 1:3· Τιτ 1:5) Δεν είναι γνωστό αν επέκτεινε τη δράση του μέχρι την Ισπανία πριν από την τελική του φυλάκιση στη Ρώμη. (Ρω 15:24) Στη διάρκεια αυτής της φυλάκισης (περ. 65 Κ.Χ.), ο Παύλος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο, στην οποία άφηνε να εννοηθεί ότι ο θάνατός του επίκειτο. (2Τι 4:6-8) Πιθανότατα υπέστη μαρτυρικό θάνατο στα χέρια του Νέρωνα λίγο αργότερα.
Ένα Αξιομίμητο Παράδειγμα. Λόγω της πιστότητας με την οποία μιμούνταν το παράδειγμα του Χριστού, ο απόστολος Παύλος ήταν σε θέση να λέει: «Να γίνεστε μιμητές μου». (1Κο 4:16· 11:1· Φλπ 3:17) Ο Παύλος ήταν άγρυπνος να ακολουθεί την κατεύθυνση του πνεύματος του Θεού. (Πρ 13:2-5· 16:9, 10) Δεν εμπορευόταν το Λόγο του Θεού, αλλά μιλούσε από ειλικρίνεια. (2Κο 2:17) Αν και ήταν μορφωμένος, δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει τους άλλους με τα λόγια του (1Κο 2:1-5) ούτε επιδίωκε να ευαρεστεί ανθρώπους. (Γα 1:10) Δεν επέμενε να κάνει ό,τι είχε δικαίωμα να κάνει, αλλά προσαρμοζόταν ανάλογα με τους ανθρώπους στους οποίους κήρυττε, φροντίζοντας να μην κάνει άλλους να προσκόψουν.—1Κο 9:19-26· 2Κο 6:3.
Σε όλη την πορεία της διακονίας του, ο Παύλος αγωνίστηκε με ζήλο, ταξιδεύοντας χιλιάδες χιλιόμετρα σε στεριά και θάλασσα και ιδρύοντας πολλές εκκλησίες στην Ευρώπη και στη Μικρά Ασία. Δεν χρειαζόταν, λοιπόν, συστατικές επιστολές γραμμένες με μελάνι, αλλά ήταν σε θέση να παρουσιάσει ζωντανές επιστολές, άτομα που είχαν γίνει πιστοί μέσω των δικών του προσπαθειών. (2Κο 3:1-3) Παρ’ όλα αυτά, αναγνώριζε ταπεινά ότι ήταν δούλος (Φλπ 1:1) και είχε υποχρέωση να διακηρύττει τα καλά νέα. (1Κο 9:16) Ουδέποτε έδωσε δόξα στον εαυτό του, αλλά έστρεφε όλη την τιμή στον Θεό ως Εκείνον στον οποίο οφειλόταν η αύξηση (1Κο 3:5-9) και ως Εκείνον ο οποίος του είχε δώσει επαρκή προσόντα για τη διακονία. (2Κο 3:5, 6) Ο απόστολος προσέδιδε μεγάλη σπουδαιότητα στη διακονία του, δοξάζοντάς την και αναγνωρίζοντας ότι αυτή αποτελούσε έκφραση του ελέους τόσο του Θεού όσο και του Γιου Του. (Ρω 11:13· 2Κο 4:1· 1Τι 1:12, 13) Στον Τιμόθεο έγραψε: «Για αυτό μου δείχτηκε έλεος, ώστε χρησιμοποιώντας εμένα ως την κυριότερη περίπτωση να καταδείξει ο Χριστός Ιησούς όλη του τη μακροθυμία, ως ένα δείγμα εκείνων που πρόκειται να εναποθέσουν την πίστη τους σε αυτόν για αιώνια ζωή».—1Τι 1:16.
Επειδή προηγουμένως ο Παύλος ήταν διώκτης των Χριστιανών, δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο να αποκαλείται απόστολος και αναγνώριζε ότι ήταν απόστολος χάρη στην παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού και μόνο. Ανησυχώντας μη τυχόν αποδειχτεί μάταιη η παρ’ αξία καλοσύνη που του δείχτηκε, ο Παύλος κοπίασε περισσότερο από τους άλλους αποστόλους. Αντιλαμβανόταν, όμως, ότι μόνο με την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού μπορούσε να συνεχίζει τη διακονία του. (1Κο 15:9, 10) «Για όλα τα πράγματα», είπε ο Παύλος, «έχω τη δύναμη χάρη σε αυτόν που μου δίνει δύναμη». (Φλπ 4:13) Υπέμεινε πολλά αλλά δεν παραπονιόταν. Συγκρίνοντας τις εμπειρίες του με τις εμπειρίες άλλων, έγραψε (περ. 55 Κ.Χ.): «Σε κόπους περισσότερο, σε φυλακές περισσότερο, σε χτυπήματα μέχρις υπερβολής, κοντά στο θάνατο συχνά. Από Ιουδαίους πέντε φορές έλαβα σαράντα παρά ένα χτυπήματα, τρεις φορές ραβδίστηκα, μία φορά λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα, ένα μερόνυχτο έχω περάσει στα βαθιά· σε ταξίδια συχνά, σε κινδύνους από ποταμούς, κινδύνους από ληστές, κινδύνους από το ίδιο μου το γένος, κινδύνους από τα έθνη, κινδύνους στην πόλη, κινδύνους στην ερημιά, κινδύνους στη θάλασσα, κινδύνους μεταξύ ψευδαδέλφων, σε κόπο και μόχθο, σε νύχτες αγρύπνιας συχνά, σε πείνα και δίψα, σε αποχή από τροφή πολλές φορές, σε κρύο και γύμνια. Εκτός από αυτά τα εξωτερικής φύσης πράγματα, υπάρχει και εκείνο που ορμάει πάνω μου καθημερινά, η ανησυχία για όλες τις εκκλησίες». (2Κο 11:23-28· 6:4-10· 7:5) Εκτός από όλα αυτά και ακόμη περισσότερα κατά τα επόμενα χρόνια, ο Παύλος είχε να αντιμετωπίσει και «ένα αγκάθι στη σάρκα» (2Κο 12:7), πιθανώς μια πάθηση των ματιών ή κάποια άλλη αρρώστια.—Παράβαλε Πρ 23:1-5· Γα 4:15· 6:11.
Όντας ατελής, ο Παύλος βίωνε μια συνεχή σύγκρουση ανάμεσα στη διάνοιά του και στην αμαρτωλή σάρκα. (Ρω 7:21-24) Αλλά δεν παραιτήθηκε. Ο ίδιος είπε: «Γρονθοκοπώ το σώμα μου και το οδηγώ ως δούλο, μήπως, αφού κηρύξω σε άλλους, γίνω εγώ ο ίδιος αποδοκιμασμένος κατά κάποιον τρόπο». (1Κο 9:27) Ο Παύλος κρατούσε πάντοτε προ οφθαλμών το ένδοξο βραβείο της αθάνατης ζωής στους ουρανούς. Θεωρούσε όλα τα παθήματα μηδαμινά σε σύγκριση με τη δόξα που θα λάβαινε ως ανταμοιβή για την πιστότητά του. (Ρω 8:18· Φλπ 3:6-14) Έτσι λοιπόν, προφανώς όχι πολύ πριν από το θάνατό του, ο Παύλος ήταν σε θέση να γράψει: «Έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα, έχω τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα, έχω τηρήσει την πίστη. Από τώρα και στο εξής μου επιφυλάσσεται το στεφάνι της δικαιοσύνης».—2Τι 4:7, 8.
Ως θεόπνευστος απόστολος, ο Παύλος είχε την εξουσία να διατάζει και να δίνει εντολές, και το έκανε αυτό (1Κο 14:37· 16:1· Κολ 4:10· 1Θε 4:2, 11· παράβαλε 1Τι 4:11), αλλά προτιμούσε να κάνει έκκληση στους αδελφούς με βάση την αγάπη, ικετεύοντάς τους μέσω «της συμπόνιας του Θεού» και μέσω «της πραότητας και της καλοσύνης του Χριστού». (Ρω 12:1· 2Κο 6:11-13· 8:8· 10:1· Φλμ 8, 9) Ήταν γλυκύς και τους έδειχνε τρυφερή στοργή, προτρέποντάς τους και παρηγορώντας τους σαν πατέρας. (1Θε 2:7, 8, 11, 12) Αν και δικαιούνταν υλική υποστήριξη από τους αδελφούς, επέλεξε να εργάζεται με τα χέρια του για να μην αποτελεί δαπανηρή επιβάρυνση. (Πρ 20:33-35· 1Κο 9:18· 1Θε 2:6, 9) Ως αποτέλεσμα, υπήρχε στενός δεσμός αδελφικής στοργής ανάμεσα στον Παύλο και σε εκείνους τους οποίους διακονούσε. Οι επίσκοποι της εκκλησίας της Εφέσου πόνεσαν πολύ και έκλαψαν όταν έμαθαν ότι ίσως να μην ξανάβλεπαν πια το πρόσωπό του. (Πρ 20:37, 38) Ο Παύλος ενδιαφερόταν πάρα πολύ για την πνευματική ευημερία των συγχριστιανών του και ήθελε να κάνει ό,τι μπορούσε για να τους βοηθήσει να καταστήσουν βέβαιη την ουράνια κλήση τους. (Ρω 1:11· 15:15, 16· Κολ 2:1, 2) Συνεχώς τους θυμόταν στις προσευχές του (Ρω 1:8, 9· 2Κο 13:7· Εφ 3:14-19· Φλπ 1:3-5, 9-11· Κολ 1:3, 9-12· 1Θε 1:2, 3· 2Θε 1:3) και ζητούσε να προσεύχονται και εκείνοι για αυτόν. (Ρω 15:30-32· 2Κο 1:11) Αντλούσε ενθάρρυνση από την πίστη των συγχριστιανών του. (Ρω 1:12) Από την άλλη μεριά, ο Παύλος υποστήριζε σταθερά αυτό που ήταν σωστό, μη διστάζοντας να διορθώσει ακόμη και έναν συναπόστολό του όταν αυτό ήταν απαραίτητο για την πρόοδο των καλών νέων.—1Κο 5:1-13· Γα 2:11-14.
Ήταν ο Παύλος ένας από τους 12 αποστόλους;
Ο Παύλος, αν και διέθετε ισχυρή πεποίθηση και ισχυρές αποδείξεις για το ότι είχε την αποστολική ιδιότητα, ποτέ δεν συμπεριέλαβε τον εαυτό του ανάμεσα στους «δώδεκα». Πριν από την Πεντηκοστή, οι συναγμένοι Χριστιανοί, εφαρμόζοντας τη Γραφικά θεμελιωμένη προτροπή του Πέτρου, αναζήτησαν αντικαταστάτη για τον άπιστο Ιούδα τον Ισκαριώτη. Δύο μαθητές επιλέχθηκαν ως υποψήφιοι, πιθανώς με ψήφο των αρρένων μελών της σύναξης (δεδομένου ότι ο Πέτρος χρησιμοποίησε την προσφώνηση «Άντρες αδελφοί»· Πρ 1:16). Κατόπιν προσευχήθηκαν στον Ιεχωβά Θεό (παράβαλε Πρ 1:24 με 1Σα 16:7· Πρ 15:7, 8) να ορίσει Εκείνος ποιον από τους δύο είχε εκλέξει για να αντικαταστήσει τον άπιστο απόστολο. Μετά την προσευχή τους, έριξαν κλήρο και «ο κλήρος έπεσε στον Ματθία».—Πρ 1:15-26· παράβαλε Παρ 16:33.
Δεν έχουμε λόγο να αμφιβάλλουμε ότι ο Ματθίας ήταν αυτός που εξέλεξε ο ίδιος ο Θεός. Είναι αλήθεια ότι ο Παύλος, αφότου μεταστράφηκε, ξεχώρισε ιδιαίτερα και κοπίασε περισσότερο από όλους τους άλλους αποστόλους. (1Κο 15:9, 10) Ωστόσο, δεν υπάρχει τίποτα που να δείχνει ότι ο Παύλος είχε προκαθοριστεί προσωπικά να λάβει την αποστολική ιδιότητα και ότι ο Θεός στην ουσία δεν είχε ενεργήσει σύμφωνα με την προσευχή των συναγμένων Χριστιανών αλλά είχε αφήσει κενή τη θέση που έχασε ο Ιούδας μέχρι τη μεταστροφή του Παύλου, καθιστώντας έτσι το διορισμό του Ματθία απλώς μια αυθαίρετη ενέργεια των συναγμένων Χριστιανών. Αντιθέτως, υπάρχουν βάσιμες αποδείξεις ότι ο διορισμός του Ματθία ως αντικαταστάτη προήλθε από τον Θεό.
Την Πεντηκοστή, η έκχυση του αγίου πνεύματος έδωσε στους αποστόλους μοναδικές δυνάμεις. Αυτοί είναι οι μόνοι που αναφέρεται ότι μπορούσαν να θέτουν τα χέρια τους πάνω σε νεοβαφτισμένα άτομα και να τους μεταδίδουν θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος. (Βλέπε ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ [Θαυματουργικές δυνάμεις].) Αν ο Ματθίας δεν είχε όντως εκλεγεί από τον Θεό, η ανεπάρκειά του ως προς αυτό θα ήταν φανερή σε όλους. Το υπόμνημα δείχνει ότι δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Ο Λουκάς, ο συγγραφέας των Πράξεων, ήταν σύντροφος και συνοδός του Παύλου σε κάποια ταξίδια του και σε διάφορες αποστολές, οπότε το βιβλίο των Πράξεων αναμφίβολα αντικατοπτρίζει και απηχεί τις απόψεις του ίδιου του Παύλου. Αυτό το βιβλίο αναφέρει ότι «οι δώδεκα» διόρισαν τους εφτά άντρες που θα χειρίζονταν το πρόβλημα της διανομής τροφίμων. Το γεγονός έλαβε χώρα μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., αλλά πριν από τη μεταστροφή του Παύλου. Έτσι λοιπόν, ο Ματθίας αναγνωρίζεται εδώ ως ένας από τους «δώδεκα», και αυτός μαζί με τους άλλους αποστόλους έθεσε τα χέρια του πάνω στους εφτά επιλεγμένους άντρες.—Πρ 6:1-6.
Τίνος το όνομα, λοιπόν, εμφανίζεται ανάμεσα στα ονόματα που υπάρχουν πάνω στις «δώδεκα θεμέλιες πέτρες» της Νέας Ιερουσαλήμ στο όραμα του Ιωάννη—το όνομα του Ματθία ή του Παύλου; (Απ 21:2, 14) Κατά μία συλλογιστική, ο Παύλος θα φαινόταν να είναι ο πιθανότερος. Συνεισέφερε πάρα πολλά στη Χριστιανική εκκλησία μέσω της διακονίας του και ιδιαίτερα μέσω της συγγραφής ενός μεγάλου τμήματος των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (του αποδίδονται 14 επιστολές). Από αυτή την άποψη ο Παύλος «επισκίασε» τον Ματθία, για τον οποίο, μετά το 1ο κεφάλαιο των Πράξεων, δεν ξαναγίνεται συγκεκριμένη μνεία.
Αλλά μια βαθύτερη εξέταση του ζητήματος αποκαλύπτει ότι ο Παύλος «επισκίασε» και πολλούς από τους αρχικούς 12 αποστόλους, μερικοί από τους οποίους σπάνια αναφέρονται πέραν των περιπτώσεων όπου κατονομάζονται όλοι οι απόστολοι. Όταν μεταστράφηκε ο Παύλος, η Χριστιανική εκκλησία—ο πνευματικός Ισραήλ—είχε ήδη ιδρυθεί, ή θεμελιωθεί, και αυξανόταν επί έναν χρόνο ίσως ή και περισσότερο. Επίσης, η πρώτη κανονική επιστολή του Παύλου γράφτηκε προφανώς γύρω στο 50 Κ.Χ. (βλέπε ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ [ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ]), δηλαδή 17 ολόκληρα χρόνια μετά την ίδρυση του νέου έθνους του πνευματικού Ισραήλ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. Αυτά τα γεγονότα, λοιπόν, σε συνδυασμό με τις αποδείξεις που παρουσιάστηκαν παραπάνω σε αυτό το λήμμα, διευκρινίζουν το ζήτημα. Επομένως, φαίνεται λογικό ότι η αρχική εκλογή του Ματθία από τον Θεό ως εκείνου που θα αντικαθιστούσε τον Ιούδα μεταξύ «των δώδεκα αποστόλων του Αρνιού» παρέμεινε σταθερή και ανεπηρέαστη από το γεγονός ότι αργότερα ο Παύλος έλαβε την αποστολική ιδιότητα.
Τι σκοπό, λοιπόν, εξυπηρετούσε η αποστολική ιδιότητα του Παύλου; Ο ίδιος ο Ιησούς δήλωσε ότι αυτή εξυπηρετούσε έναν συγκεκριμένο σκοπό—όχι την αντικατάσταση του Ιούδα, αλλά την υπηρεσία του Παύλου ως “αποστόλου [απεσταλμένου] στα έθνη” (Πρ 9:4-6, 15)—ο δε Παύλος αναγνώριζε ότι αυτός ήταν ο σκοπός της αποστολικής του ιδιότητας. (Γα 1:15, 16· 2:7, 8· Ρω 1:5· 1Τι 2:7) Άρα λοιπόν, η αποστολική του ιδιότητα δεν ήταν απαραίτητη ώστε να χρησιμεύσει ως θεμέλιο κατά την ίδρυση του πνευματικού Ισραήλ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.
-
-
ΠάφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΦΟΣ
(Πάφος).
Πόλη στη δυτική ακτή της Κύπρου. Εκεί ο Παύλος, αφού είχε διασχίσει το νησί μαζί με τον Βαρνάβα και τον Ιωάννη Μάρκο, συνάντησε τον μάγο Βαρ-Ιησού (Ελύμα), ο οποίος τους εναντιώθηκε καθώς κήρυτταν στον ανθύπατο Σέργιο Παύλο. Εξαιτίας αυτού ο Παύλος τού επέφερε θαυματουργικά προσωρινή τύφλωση. Ο Σέργιος Παύλος ο οποίος παρέστη μάρτυρας αυτής της ενέργειας μεταστράφηκε στη Χριστιανοσύνη.—Πρ 13:6-13.
Δύο κυπριακές πόλεις έφεραν το όνομα Πάφος: η «Παλαίπαφος» και η «Νέα Πάφος». Η Νέα Πάφος, η πόλη που αναφέρεται στην αφήγηση των Πράξεων, ήταν πρωτεύουσα της συγκλητικής επαρχίας της Κύπρου όταν ο Παύλος επισκέφτηκε το νησί στη διάρκεια της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του. Τα ερείπια που υπάρχουν στο αρχαίο λιμάνι της Πάφου, περίπου 15 χλμ. ΒΔ της Παλαιπάφου (Κούκλια), πιστεύεται ότι αντιστοιχούν σε αυτή την πόλη. Το φυσικό λιμάνι που υπάρχει εκεί, το οποίο χρησίμευε ως ναυτική βάση στη διάρκεια των ελληνορωμαϊκών χρόνων, ήταν αναμφίβολα το σημείο από όπου ο Παύλος και οι σύντροφοί του απέπλευσαν ΒΒΔ προς την Πέργη της Μικράς Ασίας. Σήμερα σώζονται κάποιοι μόλοι του αρχαίου λιμανιού της Πάφου, καθώς επίσης ερείπια διαφόρων δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων και τμήματα του τείχους της πόλης.
Ο Βαρνάβας και ο Μάρκος χωρίς αμφιβολία επισκέφτηκαν ξανά το μέρος αυτό γύρω στο 49 Κ.Χ.—Πρ 15:36-39.
-
-
ΠάχνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΧΝΗ
Ασημόλευκη απόθεση βελονών πάγου που σχηματίζονται με άμεση συμπύκνωση των υδρατμών σε θερμοκρασίες παγετού. Οι παγοκρύσταλλοι είναι επιμήκεις και έχουν σχήμα βελόνας. Συνήθως έχουν κάθετη κατεύθυνση προς τα αντικείμενα πάνω στα οποία εμφανίζονται, συσσωρεύονται δε κυρίως στις άκρες τους. Η ατμοσφαιρική υγρασία παγώνει χωρίς να περάσει από την υγρή κατάσταση και συμπυκνώνεται πάνω σε δέντρα, φυτά και άλλα αντικείμενα, συνήθως τη νύχτα. Πολλές φορές εμφανίζεται στα παράθυρα.
Ο Ιεχωβά κάνει λόγο στον Ιώβ για «την πάχνη του ουρανού», αναμφίβολα επειδή αυτή σχηματίζεται από την ατμόσφαιρα μέσω συμπύκνωσης. (Ιωβ 38:29) Ο ψαλμωδός λέει για τον Ιεχωβά: «Σκορπίζει την πάχνη σαν στάχτη». (Ψλ 147:16) Ο Ιεχωβά παράγει την πάχνη τόσο εύκολα όσο κάποιος άνθρωπος σκορπίζει στάχτη με το χέρι του. Αυτή σκεπάζει τα δέντρα, το χορτάρι και τα σπίτια με ένα λεπτό στρώμα σαν να είχε σκορπιστεί πάνω τους στάχτη από το αόρατο χέρι του Ιεχωβά.
Το μάννα που προμήθευε ο Ιεχωβά στους Ισραηλίτες τα 40 χρόνια της περιπλάνησής τους στην έρημο περιγράφεται ως εξής στο εδάφιο Έξοδος 16:14: «Το στρώμα της δροσιάς εξατμίστηκε, και πάνω στην επιφάνεια της ερήμου υπήρχε κάτι λεπτό που έμοιαζε με νιφάδες, λεπτό σαν πάχνη πάνω στη γη».
-
-
ΠαχνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΧΝΙ
Βλέπε ΦΑΤΝΗ, ΠΑΧΝΙ.
-
-
ΠάχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΧΟΣ
Οι ελληνικές λέξεις «πάχος» και «παχύς» χρησιμοποιούνται ως αποδόσεις αρκετών εβραϊκών λέξεων οι οποίες περιγράφουν το πάχος ως ουσία, καθώς και αυτό που είναι εύσαρκο και ευτραφές. Αυτές οι εβραϊκές λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν επίσης με μεταφορική έννοια για να υποδηλώσουν αυτό που είναι πλούσιο ή εύφορο (όπως στην ελληνική έκφραση «παχύ χώμα») ή για να μεταδώσουν την ιδέα της αναισθησίας ή της νωθρότητας της διάνοιας και της καρδιάς.
Η λέξη χέλεβ χρησιμοποιείται συνήθως για το «πάχος» ζώων (Λευ 3:3) ή ανθρώπων (Κρ 3:22). Το «πάχος των νεφρών», δηλαδή το σκληρό πάχος γύρω από τα νεφρά ή την οσφύ, στα ολοκαυτώματα ορίζεται επίσης από μια άλλη λέξη, τη λέξη πέδερ. (Λευ 1:8, 12· 8:20) Η λέξη χέλεβ εμφανίζεται πρώτη φορά στο εδάφιο Γένεση 4:4 σε σχέση με τη θυσία που πρόσφερε ο Άβελ στον Ιεχωβά, η οποία αποτελούνταν από «τα κομμάτια του πάχους» μερικών πρωτοτόκων του ποιμνίου του. Από εκεί και έπειτα, τις περισσότερες φορές η λέξη χέλεβ σχετίζεται απλώς με τις θυσίες. Χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά για το καλύτερο ή πλουσιότερο μέρος οποιουδήποτε πράγματος. Λόγου χάρη, στο εδάφιο Γένεση 45:18, ο Φαραώ λέει στον Ιωσήφ ότι η οικογένειά του είναι ευπρόσδεκτη να φάει «το παχύ μέρος αυτής της γης». Ανάλογα, επίσης, το εδάφιο Αριθμοί 18:12 λέει: «Όλη την ποσότητα του καλύτερου [χέλεβ] λαδιού και όλη την ποσότητα του καλύτερου [χέλεβ] καινούριου κρασιού και των σιτηρών . . . την έδωσα σε εσένα».—Βλέπε Ψλ 81:16· 147:14.
Ο Νόμος Σχετικά με το Πάχος. Στο τρίτο κεφάλαιο του Λευιτικού, ο Ιεχωβά έδωσε στους Ισραηλίτες οδηγίες σχετικά με τη χρήση του πάχους στις θυσίες συμμετοχής. Όταν πρόσφεραν βόδια ή κατσίκια, έπρεπε να κάνουν το πάχος που υπήρχε γύρω από την οσφύ και τα έντερα και το πάχος που υπήρχε πάνω στα νεφρά, καθώς επίσης την παχιά απόφυση πάνω στο συκώτι, να βγάλουν καπνό πάνω στο θυσιαστήριο. Όταν πρόσφεραν πρόβατα, έπρεπε να προσφέρουν και ολόκληρη την παχιά ουρά. (Τα πρόβατα της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Αραβίας και της Αιγύπτου έχουν παχιές ουρές οι οποίες πολλές φορές ζυγίζουν 5 κιλά ή περισσότερο.) Ο Νόμος έλεγε συγκεκριμένα: «Όλο το πάχος ανήκει στον Ιεχωβά . . . Δεν πρέπει να τρώτε κανένα απολύτως πάχος και κανένα απολύτως αίμα».—Λευ 3:3-17.
Το πάχος καιγόταν σε δυνατή φωτιά και καταναλωνόταν εντελώς πάνω στο θυσιαστήριο. Οποιοδήποτε πάχος προσφερόταν στο θυσιαστήριο δεν έπρεπε να μείνει μέχρι το επόμενο πρωί. Πιθανόν να χαλούσε και να γινόταν αηδιαστικό, κάτι πολύ ακατάλληλο για οποιοδήποτε τμήμα των ιερών προσφορών.—Εξ 23:18.
Δεν δεσμεύει τους Χριστιανούς. Μετά τον Κατακλυσμό, όταν επιτράπηκε στον Νώε και στην οικογένειά του να προσθέσουν κρέας στη διατροφή τους, δεν λέχθηκε τίποτα σχετικά με το πάχος. (Γε 9:3, 4) Ωστόσο, η βρώση αίματος απαγορεύτηκε. Αυτό συνέβη 850 και πλέον χρόνια προτού γίνει με τον Ισραήλ η διαθήκη του Νόμου, η οποία απαγόρευε τη βρώση τόσο του αίματος όσο και του πάχους. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. το κυβερνών σώμα της Χριστιανικής εκκλησίας επιβεβαίωσε ότι η απαγόρευση σχετικά με το αίμα παρέμενε σε ισχύ για τους Χριστιανούς. (Πρ 15:20, 28, 29) Όπως, όμως, συνέβη με τον Νώε και την οικογένειά του, δεν λέχθηκε τίποτα σχετικά με τη βρώση του πάχους από τους Χριστιανούς. Επομένως, ο νόμος εναντίον της βρώσης του πάχους δόθηκε μόνο στο έθνος του Ισραήλ.
Για ποιο λόγο δόθηκε ο νόμος. Υπό τη διαθήκη του Νόμου, τόσο το αίμα όσο και το πάχος θεωρούνταν ότι ανήκαν αποκλειστικά στον Ιεχωβά. Το αίμα περιέχει τη ζωή, την οποία μπορεί να δώσει μόνο ο Ιεχωβά. Επομένως, ανήκει σε αυτόν. (Λευ 17:11, 14) Το πάχος θεωρούνταν το πλουσιότερο μέρος της σάρκας του ζώου. Η προσφορά του πάχους του ζώου γινόταν προφανώς σε αναγνώριση του γεγονότος ότι τα καλύτερα μέρη ανήκουν στον Ιεχωβά, ο οποίος προμηθεύει άφθονα, και καταδείκνυε την επιθυμία του λάτρη να προσφέρει το καλύτερο στον Θεό. Επειδή συμβόλιζε το ότι οι Ισραηλίτες αφιέρωναν ό,τι καλύτερο είχαν στον Ιεχωβά, λεγόταν ότι το πάχος έβγαζε καπνό πάνω στο θυσιαστήριο ως «τροφή» και «κατευναστική οσμή» για αυτόν. (Λευ 3:11, 16) Επομένως, το να φάει κανείς πάχος αποτελούσε παράνομη οικειοποίηση αυτού που ήταν αγιασμένο για τον Θεό, καταπάτηση των δικαιωμάτων του Ιεχωβά. Η βρώση πάχους επέσυρε την ποινή του θανάτου. Εντούτοις, ανόμοια με το αίμα, το πάχος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για άλλους σκοπούς, τουλάχιστον στην περίπτωση ενός ζώου που ψοφούσε ή θανατωνόταν από άλλο ζώο.—Λευ 7:23-25.
Το εύρος της εφαρμογής του νόμου. Λόγω αυτού του τελευταίου εδαφίου, πολλοί σχολιαστές έχουν προσπαθήσει να περιορίσουν την απαγόρευση του εδαφίου Λευιτικό 3:17 μόνο στο πάχος των ζώων που ήταν αποδεκτά για την προσφορά θυσιών, όπως τα βοοειδή, τα πρόβατα και τα κατσίκια. Οι ραβινικές Ιουδαϊκές διδασκαλίες διίστανται σε αυτό το θέμα. Ωστόσο, η προσταγή σχετικά με το πάχος στο εδάφιο Λευιτικό 3:17 συνδέεται με την προσταγή σχετικά με τη βρώση αίματος, έναν νόμο που περιλάμβανε σαφώς το αίμα όλων των ζώων. (Παράβαλε Λευ 17:13· Δευ 12:15, 16.) Άρα, είναι πιο συνεπές να θεωρηθεί ότι και ο νόμος για το πάχος περιλάμβανε το πάχος όλων των ζώων, μεταξύ των οποίων και αυτών που σκότωναν οι Ισραηλίτες για κοινή χρήση.
Η άποψη ότι η απαγόρευση αφορούσε κάθε είδους πάχος δεν αντικρούεται από το εδάφιο Δευτερονόμιο 32:14, το οποίο λέει ότι ο Ιεχωβά έδινε στον Ισραήλ να φάει «το πάχος των κριαριών». Πρόκειται για μεταφορική έκφραση η οποία εννοεί τα καλύτερα ζώα του ποιμνίου ή, όπως την αποδίδει Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ, «την πλούσια τροφή των λιβαδιών». (Βλέπε επίσης Da υποσ. και Kx.) Αυτή η ποιητική έννοια υποδηλώνεται από τα επόμενα τμήματα του ίδιου εδαφίου που αναφέρονται στο «πάχος των νεφρών του σιταριού» και στο «αίμα των σταφυλιών». Ανάλογα, και όσον αφορά το εδάφιο Νεεμίας 8:10, όπου δίνεται στο λαό η προσταγή: «Πηγαίνετε, φάτε παχιά κομμάτια», δεν πρέπει να συμπεράνουμε ότι αυτοί κατανάλωσαν στην κυριολεξία αυτούσιο πάχος. Η έκφραση «παχιά κομμάτια» αναφέρεται σε πλούσιες μερίδες, πράγματα όχι ισχνά ή στεγνά, αλλά λαχταριστά, όπως νόστιμες τροφές παρασκευασμένες με φυτικά έλαια. Ως εκ τούτου, η μετάφραση του Νοξ λέει εδώ: «Χορτάστε πλούσιο κρέας», η δε μετάφραση του Μόφατ λέει: «Φάτε τα εκλεκτά κομμάτια».—Βλέπε επίσης ΜΠΚ.
Αυτή η περιοριστική διάταξη του Μωσαϊκού Νόμου δεν εμπόδιζε την εκτροφή ή την πάχυνση προβάτων ή βοοειδών για τροφή. Διαβάζουμε για το «θρεμμένο μοσχάρι» που σφάχτηκε για τον άσωτο γιο. (Λου 15:23) Στην τροφή του Σολομώντα περιλαμβάνονταν «θρεμμένοι κούκοι» και βόδια. (1Βα 4:23) Η εβραϊκή έκφραση ‛εγελ-μαρμπέκ, που μεταφράζεται «θρεμμένο μοσχάρι», εμφανίζεται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 28:24. Οι λέξεις μέαχ και μερί’ αναφέρονται σε ένα “καλοθρεμμένο ζώο”. (Ησ 5:17· Ιεζ 39:18) Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η “πάχυνση” αποσκοπούσε στη δημιουργία λίπους ή στρώσεων πάχους. Απεναντίας, η έννοια είναι και πάλι ότι τα ζώα γίνονταν εύσαρκα, όχι ισχνά.—Παράβαλε Γε 41:18, 19.
Άλλες Εβραϊκές Λέξεις. Μεταξύ των εβραϊκών λέξεων που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν οτιδήποτε παχύ είναι και όσες παράγονται από τη ρίζα σαμέν. Μολονότι αυτή η ρίζα σημαίνει «παχαίνω» (Δευ 32:15· Ιερ 5:28), μεταδίδει επίσης την ιδέα ότι κάποιος είναι «ρωμαλέος». Το ρήμα σαμέν εμφανίζεται στο εδάφιο Ησαΐας 6:10, όπου η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου λέει «κάνε την καρδιά αυτού του λαού παχιά», δηλαδή απαθή και νωθρή, σαν να περικλείονταν οι καρδιές τους από πάχος. Το εδάφιο Κριτές 3:29 λέει ότι ορισμένοι Μωαβίτες ήταν «όλοι τους ρωμαλέοι [σαμέν, κατά κυριολεξία, «παχείς»] και όλοι τους γενναίοι άντρες». Η συγγενική λέξη σέμεν μεταφράζεται συνήθως «λάδι».
Πίσω από το ρήμα ντασέν, το οποίο χρησιμοποιείται και αυτό με την κυριολεκτική έννοια του «παχαίνω», μπορεί να βρίσκεται η ιδέα της “ευδοκίμησης”. Αν συμβαίνει αυτό, τότε το ρήμα ντασέν (και η συγγενική λέξη ντέσεν) υποδηλώνει ευημερία, ευφορία ή αφθονία. Ο Ιεχωβά είπε στον Ισραήλ ότι θα τους έφερνε σε μια γη «στην οποία ρέει το γάλα και το μέλι, και θα φάνε και θα χορτάσουν και θα παχύνουν [βεδασέν]». (Δευ 31:20) Μας λέγεται ότι όποιοι είναι γενναιόδωροι, επιμελείς και βασίζονται στον Ιεχωβά “θα παχυνθούν”, δηλαδή θα ευημερούν πολύ. (Παρ 11:25· 13:4· 28:25) Στο εδάφιο Παροιμίες 15:30 λέγεται ότι τα καλά νέα “παχαίνουν τα κόκαλα”, δηλαδή τα γεμίζουν μυελό—με άλλα λόγια, ζωογονείται όλο το σώμα. Το ουσιαστικό ντέσεν αντανακλά επίσης την ιδέα της μεγάλης ποσότητας, όπως στο εδάφιο Ψαλμός 36:8, όπου λέγεται ότι οι γιοι των ανθρώπων «πίνουν από το πάχος [μιντέσεν· «αφθονία», RS]» του οίκου του Θεού.—Παράβαλε Ιερ 31:14.
Το ουσιαστικό ντέσεν αποδίδεται επίσης «στάχτες» από πολλούς μεταφραστές, όπως για παράδειγμα όταν γίνεται αναφορά στα απορρίμματα από το θυσιαστήριο στη σκηνή της μαρτυρίας. (Λευ 1:16· 4:12· 6:10, 11, KJ, JB, ΒΑΜ, ΛΧ) Ωστόσο, κατά τη γνώμη άλλων λογίων, η λέξη «στάχτες» δεν αποδίδει πλήρως τη ρίζα της πρωτότυπης γλώσσας. Γι’ αυτό, προτιμούν εκφράσεις όπως «στάχτες από τα λίπη» (Ro, ΜΠΚ) ή «λιπώδεις στάχτες» (ΜΝΚ), με το σκεπτικό ότι αυτός ο όρος υποδηλώνει πως το καυτό λίπος από τις θυσίες διαπότιζε τα καμένα καυσόξυλα που υπήρχαν από κάτω.
Η ιδέα ότι κάποιος είναι καλοθρεμμένος και υγιής μεταδίδεται από τη λέξη μπαρί’. Αυτή η λέξη μεταφράζεται με τα επίθετα “παχουλός” (Ιεζ 34:3, 20) και “υγιεινός” (Αββ 1:16), μολονότι μπορεί επίσης να αποδοθεί «παχύς» αναφερόμενη σε ανθρώπους, βοοειδή και σιτηρά.—Γε 41:2, 7· Κρ 3:17.
-
-
Πε’Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕ’
[פ· τελικό, ף].
Το 17ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Είναι ένα από τα πέντε εβραϊκά γράμματα που παίρνουν διαφορετικό σχήμα όταν χρησιμοποιούνται ως το τελικό γράμμα μιας λέξης. Το όνομα αυτού του γράμματος σημαίνει «στόμα».
Ο εβραϊκός ήχος αντιστοιχεί στο ελληνικό «π», όταν έχει στο μέσο του την τελεία (τραχυντικό νταγαίς). Χωρίς αυτήν, όμως, προφέρεται «φ». Με αυτό το γράμμα αρχίζει στο εβραϊκό κείμενο καθένα από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:129-136.—Βλέπε ΕΒΡΑΪΚΗ.
-
-
ΠεδιάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΔΙΑΔΑ
Σχετικά επίπεδη περιοχή, σε αντιδιαστολή με το λοφώδες ή ορεινό τοπίο. Οι Εβραϊκές Γραφές χρησιμοποιούν με μεγάλη σαφήνεια διάφορες λέξεις για να προσδιορίσουν ή να περιγράψουν ποικίλους τύπους εδάφους.
Η εβραϊκή λέξη ‛αραβάχ χρησιμοποιείται τόσο ως ονομασία μιας συγκεκριμένης περιοχής όσο και ως λέξη που περιγράφει έναν ιδιαίτερο τύπο εδάφους. (Βλέπε ΑΡΑΒΑ.) Όταν χρησιμοποιείται χωρίς το οριστικό άρθρο, η λέξη ‛αραβάχ υποδηλώνει μια έρημη πεδιάδα ή στέπα, όπως ήταν οι πεδιάδες του Μωάβ και της Ιεριχώς. (Αρ 22:1· 35:1· Ιη 5:10· 13:32· Ιερ 52:8) Μολονότι μπορεί να υπάρχουν κάποιοι ποταμοί που να παρέχουν λίγο νερό στην περιοχή, η λέξη ‛αραβάχ τονίζει γενικά την ιδέα ότι η πεδιάδα είναι άγονη. Άρα, θα αποτελούσε μεγάλη αλλαγή το να γίνει η εύφορη, αρδευόμενη Πεδιάδα του Σαρών σαν την έρημη πεδιάδα (Ησ 33:9) ή το να έρθουν χείμαρροι νερού στην έρημη πεδιάδα.—Ησ 35:1, 6· 51:3.
Η λέξη μπικ‛άχ προσδιόριζε μια πλατιά πεδιάδα περιτριγυρισμένη από βουνά. Προέρχεται από ένα ρήμα που σημαίνει «σκίζω» ή «χωρίζω στα δύο» και μπορεί να αποδοθεί με ακρίβεια «λεκανοπέδιο». Ακόμη και σήμερα το πλατύ λεκανοπέδιο ανάμεσα στις οροσειρές του Αντιλιβάνου και του Λιβάνου είναι γνωστό ως Μπεκάα. (Ιη 11:17) Πολλές φορές στις Γραφές η λέξη μπικ‛άχ, δηλαδή «λεκανοπέδιο», αντιδιαστέλλεται είτε με τα βουνά και τους λόφους (Δευ 8:7· 11:11· Ψλ 104:8· Ησ 41:18) είτε με το κακοτράχαλο ή ανώμαλο έδαφος. (Ησ 40:4) Η συγγενική αραμαϊκή λέξη που εμφανίζεται στο εδάφιο Δανιήλ 3:1 μεταφράζεται συχνά απλώς «πεδιάδα» και αναφέρεται στον τόπο όπου έστησε ο Ναβουχοδονόσορ τη χρυσή εικόνα.
Η επιμήκης βαθιά πεδιάδα, ή αλλιώς κοιλάδα, προσδιοριζόταν από την εβραϊκή λέξη ‛έμεκ. Η λέξη υποδηλώνει «ένα επίμηκες, πλατύ άνοιγμα ανάμεσα σε παράλληλες λοφοσειρές, λιγότερο εκτεταμένο από αυτό του προηγούμενου όρου [μπικ‛άχ], . . . μεταδίδει δε [η λέξη ‛έμεκ] την ιδέα του χαμηλού υψόμετρου και του εύρους παρά την ιδέα του κρημνού ή του περιορισμένου χώρου». (Εγκυκλοπαίδεια [Cyclopædia], των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, 1881, Τόμ. 10, σ. 703) Αυτή η εβραϊκή λέξη εφαρμόζεται σε πολλές διαφορετικές τοποθεσίες, όπως η «κοιλάδα Αχώρ», η «κοιλάδα της Αιαλών» και η «κοιλάδα των Ρεφαΐμ».—Ιη 7:24· 10:12· 1Χρ 11:15.
-
-
ΠεθαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΘΑΪΑΣ
(Πεθαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Ανοίξει [τη Μήτρα]].
1. Ο πατρικός οίκος που επιλέχθηκε για τη 19η από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που υπηρετούσαν εκ περιτροπής, όπως τις οργάνωσε ο Δαβίδ.—1Χρ 24:5-7, 16.
2. Ένας από τους Λευίτες τους οποίους ο Έσδρας παρακίνησε να αποπέμψουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους. (Εσδ 10:23, 44) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 3.
3. Ένας από τους Λευίτες που πρότειναν στους επαναπατρισμένους εξορίστους την «αξιόπιστη συμφωνία» στην οποία ανασκόπησαν την ιστορία της πολιτείας του Θεού με το έθνος τους, ομολόγησαν την αμαρτία τους και συμφώνησαν να αναζωογονήσουν την αληθινή λατρεία. (Νε 9:5-38) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 2.
4. Κάποιος που ήταν μεσάζων μεταξύ των επαναπατρισμένων εξορίστων και του Πέρση βασιλιά στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο. Γιος του Μεσηζαβήλ και απόγονος του Ζερά από τη φυλή του Ιούδα.—Νε 11:24.
-
-
ΠεθερόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΘΕΡΟΣ
Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη χαμ προσδιορίζει τον πατέρα του συζύγου (Γε 38:13, 25· 1Σα 4:19, 21), ενώ ο τύπος χαμώθ, για το θηλυκό γένος, αναφέρεται στη μητέρα του συζύγου (την πεθερά της συζύγου).—Ρθ 1:14· Μιχ 7:6.
Το εβραϊκό ρήμα χαθάν έχει τις έννοιες «συμπεθερεύω· γίνομαι γαμπρός κάποιου· συνάπτω συμφωνία γάμου». (Δευ 7:3· 1Σα 18:20-27· 1Βα 3:1· 2Χρ 18:1) Ο πεθερός από την πλευρά της νύφης—ο πατέρας της συζύγου—προσδιορίζεται από το αρσενικό γένος μιας μετοχής του ρήματος χαθάν. Στο θηλυκό της γένος, αυτή η μετοχή αναφέρεται στην πεθερά.—Δευ 27:23.
Εφόσον ένα αρραβωνιασμένο ζευγάρι θεωρούνταν δεσμευμένο μολονότι δεν είχε παντρευτεί ακόμη, η γυναίκα χαρακτηριζόταν σύζυγος του άντρα. (Κρ 14:20) Συνεπώς, ο άντρας αποκαλούνταν «γαμπρός» (το χρησιμοποιούμενο ουσιαστικό ήταν παράγωγο του ρήματος χαθάν) άσχετα με το αν ο γάμος είχε τελεστεί (Κρ 19:5· 1Σα 22:14· Νε 6:18· 13:28) ή ήταν απλώς προγραμματισμένος να γίνει, όπως στην περίπτωση των «γαμπρών» του Λωτ. (Γε 19:12, 14· παράβαλε Κρ 15:6.) Οι κόρες του Λωτ ήταν απλώς μνηστευμένες, διαφορετικά το πιθανότερο είναι ότι θα βρίσκονταν μαζί με τους συζύγους τους και δεν θα έμεναν στο σπίτι του πατέρα τους. Το ότι οι δύο άντρες ήταν μέλλοντες γαμπροί (αρραβωνιασμένοι με τις κόρες του Λωτ αλλά όχι ακόμη παντρεμένοι με αυτές) υποδηλώνεται από το εβραϊκό κείμενο, το οποίο αφήνει περιθώρια για την απόδοση: “Οι γαμπροί του [Λωτ] που θα έπαιρναν [ή αλλιώς σκόπευαν να πάρουν] τις κόρες του”.—Γε 19:14, Ro· ΜΝΚ· ΒΑΜ· παράβαλε JB· Mo· RS· ΜΠΚ.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο αντίστοιχος όρος είναι πενθερός (Ιωα 18:13), και για το θηλυκό γένος, πενθερά.—Ματ 8:14· 10:35· Μαρ 1:30· Λου 4:38· 12:53· βλέπε ΝΥΦΗ.
-
-
ΠείναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΙΝΑ
Επιτακτική ανάγκη για τροφή· λιμός, μεγάλη έλλειψη τροφίμων· επίσης, έλλειψη ακρόασης των λόγων του Ιεχωβά, δηλαδή πνευματική πείνα. (Αμ 8:11) Η πείνα είναι μια από τις πληγές που θα έρθουν πάνω στη συμβολική Βαβυλώνα τη Μεγάλη.—Απ 18:8.
Αιτίες και Συνέπειες της Πείνας. Μερικές από τις συνηθισμένες αιτίες της πείνας στους Βιβλικούς χρόνους ήταν η ξηρασία, οι καταστροφικές χαλαζοθύελλες (Εξ 9:23-25), τα βλαβερά έντομα, το ανεμόκαμα, η μυκητίαση των καλλιεργειών, καθώς και ο πόλεμος. (Αμ 4:7-10· Αγγ 2:17) Οι ακρίδες, που μερικές φορές εμφανίζονταν κατά τεράστιες ορδές, ήταν ιδιαίτερα καταστροφικές για τις καλλιέργειες. (Εξ 10:15) Ενίοτε το πρόβλημα δεν ήταν η ανομβρία, αλλά η άκαιρη βροχή, όπως κατά το θερισμό του σιταριού ή του κριθαριού.—Παράβαλε Λευ 26:4· 1Σα 12:17, 18.
Η προσωρινή πείνα αποτελεί φυσιολογικό αίσθημα, αλλά η παρατεταμένη, όπως αυτή που προκαλείται σε περίπτωση λιμού, είναι πολύ επιβλαβής για τη διανοητική και τη σωματική υγεία. Επέρχεται χαρακτηριστικός λήθαργος, νέκρωση των συναισθημάτων και αποχαύνωση. Η διάνοια κυριαρχείται από την επιθυμία για τροφή. (Παράβαλε Εξ 16:3.) Οι ηθικές αναστολές καταρρέουν. (Παράβαλε Ησ 8:21.) Η ασιτία μπορεί να προκαλέσει αποκτήνωση και να οδηγήσει σε κλοπή, φόνο, ακόμη και κανιβαλισμό. Ο λιμός ακολουθείται συνήθως από αρρώστιες και επιδημίες λόγω της εξασθένησης των λιμοκτονούντων.—Παράβαλε Δευ 32:24.
Πείνες στην Αρχαιότητα. Η πρώτη ιστορικά καταγραμμένη πείνα είναι εκείνη που ανάγκασε τον Άβραμ (Αβραάμ) να φύγει από τη Χαναάν και να παροικήσει στην Αίγυπτο. (Γε 12:10) Στις ημέρες του Ισαάκ έγινε άλλη μια πείνα, αλλά ο Ιεχωβά τού είπε να μην πάει στην Αίγυπτο. (Γε 26:1, 2) Είναι προφανές ότι η εφταετής πείνα που έπληξε την Αίγυπτο ενόσω ο Ιωσήφ ήταν πρωθυπουργός και διαχειριστής τροφίμων ξεπέρασε κατά πολύ τα σύνορα της χώρας, διότι «άνθρωποι από όλη τη γη έρχονταν στην Αίγυπτο να αγοράσουν τρόφιμα από τον Ιωσήφ».—Γε 41:54-57.
Μολονότι οι αιγυπτιακές επιγραφές αποφεύγουν επισταμένα κάθε μνεία για την παραμονή του Ισραήλ στην Αίγυπτο, διάφορα αρχαία αιγυπτιακά κείμενα μιλούν για περιόδους πείνας λόγω ανεπαρκούς ανόδου της στάθμης του Νείλου Ποταμού. Κάποιο κείμενο αναφέρεται σε μια εφταετή περίοδο κατά την οποία η στάθμη του Νείλου δεν ανέβαινε αρκετά, καθώς και στην επακόλουθη πείνα. Σύμφωνα με την αφήγηση, όταν επήλθε ανακούφιση από την πείνα, παραχωρήθηκαν στο ιερατείο ορισμένα τμήματα γης. Μολονότι εγείρεται το ερώτημα αν το κείμενο αυτό αποτελεί «μεταγενέστερο πλαστογράφημα των ιερέων, οι οποίοι ήθελαν να δικαιολογήσουν την αξίωσή τους για εδαφικά προνόμια», τουλάχιστον διακρίνουμε τον απόηχο μιας παράδοσης για εφταετή περίοδο ανέχειας.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 31.
Προτού οι Ισραηλίτες μπουν στην Υποσχεμένη Γη, ο Ιεχωβά, μέσω του Μωυσή, τους διαβεβαίωσε ότι θα είχαν άφθονη τροφή αν συνέχιζαν να Τον υπηρετούν με πιστότητα. (Δευ 28:11, 12) Ωστόσο, αν ο Ισραήλ αποδεικνυόταν άπιστος, μια από τις φοβερές συνέπειες που θα υφίστατο θα ήταν και η πείνα. (Δευ 28:23, 38-42) Η πείνα στις ημέρες των Κριτών ώθησε το σύζυγο της Ναομί, τον Ελιμέλεχ από τη Βηθλεέμ, να κατοικήσει ως πάροικος στον Μωάβ μαζί με την οικογένειά του. (Ρθ 1:1, 2) Ο Ιεχωβά επέφερε τρία χρόνια πείνας στη γη του Ισραήλ την εποχή του Δαβίδ λόγω της ενοχής αίματος που βάραινε τον οίκο του Σαούλ σε σχέση με τους Γαβαωνίτες. (2Σα 21:1-6) Ξηρασία τριάμισι ετών, που προκάλεσε μεγάλη πείνα, έπληξε τον άπιστο Ισραήλ ως απάντηση στην προσευχή του Ηλία. (Ιακ 5:17· 1Βα 17) Στις ημέρες του Ελισαιέ, εκτός από περιστασιακές περιόδους πείνας, προκλήθηκε πείνα και λόγω της πολιορκίας της Σαμάρειας από τους Συρίους, στη διάρκεια της οποίας αναφέρθηκε μία περίπτωση κανιβαλισμού.—2Βα 4:38· 8:1· 6:24-29.
Μολονότι οι προφήτες του Θεού προειδοποιούσαν ότι η αποστασία θα έφερνε θάνατο από πείνα, επιδημία και σπαθί, οι άπιστοι κάτοικοι του Ιούδα προτιμούσαν να ακούν τους ψευδοπροφήτες τους, οι οποίοι τους διαβεβαίωναν ότι δεν θα ερχόταν τέτοια συμφορά. (Ιερ 14:11-18· Ιεζ 5:12-17) Εντούτοις, τα λόγια των προφητών του Θεού αποδείχτηκαν αληθινά. Τόσο μεγάλη ήταν η πείνα στην Ιερουσαλήμ κατά την πολιορκία της από τους Βαβυλωνίους (609-607 Π.Κ.Χ.) ώστε κάποιες γυναίκες έβρασαν και έφαγαν τα ίδια τους τα παιδιά.—Θρ 4:1-10· 5:10· 2Βα 25:1-3· Ιερ 52:4-6· παράβαλε Δευ 28:51-53.
Μέσω του προφήτη Ιωήλ, ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Ισραήλ ότι θα υφίσταντο μια τρομερή πληγή εντόμων η οποία θα ερήμωνε τη γη και θα προκαλούσε μεγάλη πείνα πριν από την έλευση της “ημέρας του Ιεχωβά”.—Ιωλ 1.
Αιώνες αργότερα, ο Ιησούς προείπε ότι οι πείνες θα συγκαταλέγονταν στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τελικής περιόδου «του συστήματος πραγμάτων». (Ματ 24:3, 7· παράβαλε Απ 6:5, 6.) Όπως προαναγγέλθηκε από τον Άγαβο, έναν Χριστιανό προφήτη, έγινε όντως μεγάλη πείνα τον καιρό του Αυτοκράτορα Κλαύδιου (41-54 Κ.Χ.). (Πρ 11:28) Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 42 Κ.Χ., σφοδρή πείνα είχε πλήξει την Αίγυπτο, όπου κατοικούσαν πολλοί Ιουδαίοι. Τέλος, επήλθε «μεγάλη ανάγκη» στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ όταν τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον στρατηγό Τίτο πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ και τελικά την κατέστρεψαν το 70 Κ.Χ. (Λου 21:23) Ο Ιώσηπος αφηγείται τις τρομερές συνθήκες λιμοκτονίας που επικρατούσαν στην πόλη, όπου ο λαός αναγκάστηκε να τρώει δέρματα, κοτσάνια και ξερά χόρτα, ενώ σε μία περίπτωση, κάποια μητέρα έψησε και έφαγε τον ίδιο της το γιο. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, ΣΤ΄, 193-213 [iii, 3, 4]) Ωστόσο, όταν ο Ιησούς προείπε τέτοιες πείνες, έδειξε ότι είχε κατά νου, όχι μόνο γεγονότα που θα προηγούνταν της καταστροφής της Ιερουσαλήμ, αλλά επίσης το τι επρόκειτο να συμβεί όταν θα ερχόταν ο καιρός να επιστρέψει ο Γιος του ανθρώπου με τη δόξα της Βασιλείας του.—Λου 21:11, 27, 31· παράβαλε Απ 6:5, 6.
Απαλλαγή από την Πείνα. Ο Χριστός Ιησούς διαβεβαιώνει ότι ο Θεός θα απαντήσει στην προσευχή των πιστών υπηρετών του για το καθημερινό τους ψωμί και ότι εκείνοι που θέτουν τη Βασιλεία του Θεού στην πρώτη θέση θα τύχουν φροντίδας. (Ματ 6:11, 33· παράβαλε Ψλ 33:19· 37:19, 25.) Εντούτοις, ο Ιησούς έδειξε ότι, λόγω εναντίωσης και διωγμού, οι υπηρέτες του μπορεί να υπέφεραν ενίοτε από πείνα. (Ματ 25:35, 37, 40) Μάλιστα ο απόστολος Παύλος είπε ότι υπέφερε πολλές φορές τόσο από πείνα όσο και από δίψα ενόσω επιτελούσε τη διακονία υπό δύσκολες συνθήκες. (1Κο 4:11-13· 2Κο 11:27· Φλπ 4:12) Εξέφρασε, όμως, την πεποίθηση ότι η φυσική πείνα δεν μπορούσε σε καμιά περίπτωση να χωρίσει τους πιστούς υπηρέτες του Θεού από την ενισχυτική δύναμη της αγάπης Του.—Ρω 8:35, 38, 39· αντιπαράβαλε Λου 6:25.
Όσοι αισθάνονται κατάλληλη πείνα και δίψα για τη δικαιοσύνη και την αλήθεια θα είναι πάντοτε χορτάτοι από πνευματική άποψη. (Ματ 5:6· Ιωα 6:35) Σε αυτούς περιλαμβάνονται και τα μέλη του “μεγάλου πλήθους” που έχουν την ελπίδα να επιζήσουν από «τη μεγάλη θλίψη» και για τα οποία είναι γραμμένο ότι «δεν θα πεινάσουν πια ούτε θα διψάσουν πια». (Απ 7:9, 13-17) Υπό τη διακυβέρνηση δε της Βασιλείας του Θεού, θα υπάρχει παράλληλα και αφθονία τροφής έτσι ώστε να ικανοποιείται η φυσική πείνα όλης της ανθρωπότητας.—Ψλ 72:16· Ησ 25:6.
-
-
ΠείσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΙΣΜΑ
Οι λέξεις της πρωτότυπης γλώσσας οι οποίες μεταδίδουν την ιδέα του πείσματος αναφέρονται βασικά στη σκληρότητα ή στη δύναμη, ιδιαίτερα με κακή έννοια. Το πείσμα περιλαμβάνει συνήθως εσκεμμένη άρνηση για συμμόρφωση με το θέλημα ή τις εντολές του Θεού. (Ψλ 78:8· 81:12· Ησ 1:23· 65:2· Ιερ 3:17· 5:23· 7:23-26· 11:8· 18:12· Ωσ 4:16· Πρ 7:51) Στις Γραφές τονίζεται επανειλημμένα ότι όσοι εμμένουν σε πείσμονα πορεία πλήττονται από συμφορά. (Δευ 29:19, 20· Νε 9:29, 30· Παρ 28:14· Ησ 30:1· Ιερ 6:28-30· 9:13-16· 13:10· 16:12, 13· Δα 5:20· Ωσ 9:15· Ζαχ 7:12· Ρω 2:5) Για παράδειγμα, ο νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ όριζε ότι ο πεισματάρης και στασιαστικός γιος έπρεπε να θανατώνεται με λιθοβολισμό.—Δευ 21:18, 20.
Ο Ιεχωβά Θεός, στην πολιτεία του με το ανθρώπινο γένος, άσκησε υπομονή επιτρέποντας σε άτομα και έθνη άξια θανάτου να συνεχίσουν να υπάρχουν. (Γε 15:16· 2Πε 3:9) Ενώ μερικοί ανταποκρίθηκαν ευνοϊκά ενεργώντας έτσι ώστε να ελεηθούν (Ιη 2:8-14· 6:22, 23· 9:3-15), άλλοι σκληρύνθηκαν ακόμη περισσότερο εναντίον του Ιεχωβά και του λαού του. (Δευ 2:30-33· Ιη 11:19, 20) Επειδή ο Ιεχωβά δεν εμποδίζει τους ανθρώπους να πεισμώσουν, λέγεται ότι τους “αφήνει να γίνουν ισχυρογνώμονες” ή ότι “κάνει τις καρδιές τους σκληρές”. Όταν τελικά εκτελεί εκδίκηση ενάντια στους πεισματάρηδες, καταδεικνύεται η μεγάλη δύναμή του και διακηρύττεται το όνομά του.—Παράβαλε Εξ 4:21· Ιωα 12:40· Ρω 9:14-18.
Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος ενέργειας του Θεού σε σχέση με τον Φαραώ ο οποίος αρνούνταν να αφήσει τους Ισραηλίτες να φύγουν από την Αίγυπτο. Ο Ιεχωβά επέφερε στη γη της Αιγύπτου δέκα ερημωτικές πληγές. Κάθε φορά που ο Φαραώ σκλήραινε την καρδιά του μόλις τελείωνε η πληγή, ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε αυτή την ευκαιρία για να καταδείξει τη μεγάλη δύναμή του ακόμη περισσότερο με άλλα θαύματα. (Εξ 7:3-5, 14–11:10) Ως εκ τούτου, μερικοί Αιγύπτιοι συνειδητοποίησαν ότι ο Ιεχωβά είναι Θεός στον οποίο πρέπει κανείς να υπακούει. Για παράδειγμα, όταν εξαγγέλθηκε η έβδομη πληγή, ακόμη και μερικοί από τους υπηρέτες του Φαραώ φρόντισαν να είναι προστατευμένοι οι δούλοι και τα ζωντανά τους προτού αρχίσει η καταστροφική χαλαζοθύελλα. (Εξ 9:20, 21) Όταν τελικά ο Φαραώ, αφού ελευθέρωσε τους Ισραηλίτες, έκανε και πάλι την καρδιά του ισχυρογνώμονα και συγκέντρωσε τις δυνάμεις του για να τους εκδικηθεί (Εξ 14:8, 9· 15:9), ο Ιεχωβά κατέστρεψε αυτόν και το στρατό του στην Ερυθρά Θάλασσα. (Εξ 14:27, 28· Ψλ 136:15) Χρόνια αργότερα, το όνομα του Θεού διακηρυσσόταν ανάμεσα στα έθνη καθώς αυτά μιλούσαν για ό,τι είχε κάνει ο Ιεχωβά στους Αιγυπτίους λόγω του πείσματός τους.—Εξ 18:10, 11· Ιη 2:10, 11· 9:9· 1Σα 6:6.
Εφόσον ο Ιεχωβά προειδοποιεί για την κρίση που επιφέρει ενάντια στους πεισματάρηδες, η εκτέλεση αυτής της κρίσης δεν μπορεί να αποδοθεί σε άλλα αίτια ή σε διαφορετική πηγή. Μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Ιεχωβά είπε στους ισχυρογνώμονες Ισραηλίτες: «Επειδή γνωρίζω ότι είσαι σκληρός και ότι ο τράχηλός σου είναι σιδερένιος τένοντας και το μέτωπό σου χάλκινο, γι’ αυτό σου τα έλεγα από εκείνον τον καιρό. Πριν μπορέσει να γίνει αυτό, σε έκανα να το ακούσεις, για να μην πεις: “Το είδωλό μου τα έκανε αυτά, και η γλυπτή μου εικόνα και η χυτή μου εικόνα τα διέταξαν”».—Ησ 48:4, 5· παράβαλε Ιερ 44:16-23.
-
-
ΠελαργόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΑΡΓΟΣ
[εβρ., χασιδάχ].
Η ονομασία αυτού του πουλιού είναι το θηλυκό γένος της εβραϊκής λέξης η οποία αποδίδεται «όσιος· αυτός που εκδηλώνει στοργική καλοσύνη». (Παράβαλε 1Σα 2:9· Ψλ 18:25, υποσ.) Αυτή η περιγραφή ταιριάζει πολύ στον πελαργό, ο οποίος φημίζεται για την τρυφερότητα με την οποία φροντίζει τα μικρά του και για την πιστότητά του στον ισόβιο σύντροφό του.
Ο πελαργός είναι μεγάλο καλοβατικό πουλί που μοιάζει με την ίβιδα και τον ερωδιό. Ο λευκοπελαργός (πελαργός ο κοινός [Ciconia ciconia]) έχει λευκό φτέρωμα με μόνη εξαίρεση τα ερετικά φτερά του, που είναι γυαλιστερά μαύρα. Ο ενήλικος πελαργός μπορεί να έχει ύψος μέχρι και 1,2 μ., ενώ το μήκος του σώματός του είναι σχεδόν 1,2 μ. και το εντυπωσιακό άνοιγμα των φτερών του μπορεί να φτάνει και τα 2 μ. Ο πελαργός βυθίζει μέσα στη λάσπη το μακρύ, κόκκινο ράμφος του, που είναι πλατύ στη βάση και αιχμηρό στην άκρη, για να βρει βατράχους, ψάρια ή μικρά ερπετά. Εκτός από μικρά υδρόβια πλάσματα, τρέφεται και με ακρίδες, μπορεί δε να καταφύγει και σε θνησιμαία και απορρίμματα. Ο πελαργός περιλαμβανόταν στον κατάλογο με τα ακάθαρτα πλάσματα τα οποία, σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου, απαγορευόταν να τρώνε οι Ισραηλίτες.—Λευ 11:19· Δευ 14:18.
Επιτιμώντας τον αποστατικό λαό του Ιούδα, ο οποίος δεν διέκρινε τον καιρό της κρίσης του Ιεχωβά, ο προφήτης Ιερεμίας έστρεψε την προσοχή τους στον πελαργό και σε άλλα πουλιά που “γνωρίζουν καλά τους προσδιορισμένους καιρούς τους”. (Ιερ 8:7) Ο πελαργός μεταναστεύει τακτικά διαμέσου της Παλαιστίνης και της Συρίας από τη χειμερινή του κατοικία στην Αφρική, εμφανιζόμενος κατά μεγάλα σμήνη τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Από τα δύο είδη πελαργών που μπορούν να βρεθούν στο Ισραήλ, τον λευκοπελαργό και τον μαυροπελαργό (πελαργός ο μέλας [Ciconia nigra]), το πρώτο παραμένει μόνο περιστασιακά για να αναπαραχθεί σε αυτή την περιοχή, και συνήθως φτιάχνει τη φωλιά του σε δέντρα αλλά και σε οικοδομήματα. Ο μαυροπελαργός, που ονομάζεται έτσι επειδή το κεφάλι, ο λαιμός και η ράχη του έχουν μαύρο χρώμα, είναι πιο συνηθισμένος στις κοιλάδες της Χούλα και της Μπετ Σεάν, και αναζητάει δέντρα—όταν υπάρχουν—για να φτιάξει τη φωλιά του. Ο ψαλμωδός αναφέρει ότι οι πελαργοί φτιάχνουν φωλιές στις ψηλές αρκεύθους.—Ψλ 104:17.
Αντιδιαστέλλοντας τη στρουθοκάμηλο, που δεν πετάει, με τον πελαργό που πετάει ψηλά, ο Ιεχωβά ρώτησε τον Ιώβ: «Μήπως φτεροκοπάει χαρούμενα η στρουθοκάμηλος; Ή μήπως έχει τα φτερά και το φτέρωμα του πελαργού;» (Ιωβ 39:13) Οι φτερούγες του πελαργού έχουν μεγάλο πλάτος και ισχύ—τα δευτερεύοντα και τα τριτεύοντα φτερά έχουν σχεδόν το ίδιο μήκος με τα πρωτεύοντα, πράγμα που προσδίδει στη φτερούγα τεράστια επιφάνεια και δίνει στον πελαργό τη δυνατότητα να πετάει ψηλά και για παρατεταμένα διαστήματα. Ο πελαργός που αερολισθαίνει με τις ισχυρές του φτερούγες, έχοντας το λαιμό του προτεταμένο και τα μακριά του πόδια τεντωμένα προς τα πίσω, αποτελεί επιβλητικό θέαμα. Οι δύο γυναίκες που εμφανίζονται στο όραμα του Ζαχαρία (Ζαχ 5:6-11) να μεταφέρουν ένα εφά το οποίο περιέχει μια γυναίκα ονόματι «Πονηρία» λέγεται ότι είναι εφοδιασμένες με «φτερούγες σαν τις φτερούγες του πελαργού». Η φράση «άνεμος ήταν στις φτερούγες τους» (εδ. 9) ταιριάζει, επίσης, με τον ορμητικό ήχο που παράγει ο αέρας όταν περνάει μέσα από τα φτερά του πελαργού. Την ώρα της πτήσης, τα πρωτεύοντα ερετικά φτερά εκτείνονται σαν δάχτυλα δημιουργώντας σχισμές στο άκρο της φτερούγας, πράγμα που κάνει εφικτό τον έλεγχο της ροής του αέρα πάνω από τη φτερούγα και βελτιώνει την ανυψωτική της δύναμη.
-
-
ΠελεκάνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ
[εβρ., κα’άθ].
Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και της λατινικής Βουλγάτας απέδωσαν την εβραϊκή λέξη κα’άθ “πελεκάνος”. Αυτό το πουλί περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τα πουλιά που ορίζονταν ως “ακάθαρτα” σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 11:13, 18· Δευ 14:11, 12, 17.
Ο πελεκάνος είναι ένα από τα μεγαλύτερα ιπτάμενα πουλιά, με μήκος που ξεπερνάει το 1,5 μ. και με εντυπωσιακό άνοιγμα φτερών που φτάνει τα 2,5 μ. ή περισσότερο. Το κιτρινωπό ράμφος του είναι μακρύ και αγκιστροειδές, και ο μεγάλος διασταλτός σάκος που βρίσκεται κάτω από αυτό σπανίως διακρίνεται όταν είναι άδειος. Μολονότι οι πελεκάνοι είναι δυσκίνητοι στο έδαφος, η πτήση τους χαρακτηρίζεται από μεγάλη αντοχή και χάρη, και είναι γνωστές οι περιπτώσεις πελεκάνων των οποίων οι φωλιές απείχαν μέχρι και 100 χλμ. από τα μέρη όπου ψάρευαν. Είναι εξαιρετικά επιδέξιοι στο ψάρεμα, και τα πόδια τους, που διαθέτουν νηκτική μεμβράνη, τους δίνουν τη δυνατότητα να ελίσσονται ταχύτατα μέσα στο νερό.
Όταν ο πελεκάνος χορτάσει από τροφή, συνήθως πετάει μακριά, σε ένα μοναχικό μέρος, όπου παίρνει μια μελαγχολική στάση, με το κεφάλι του βυθισμένο στους ώμους, και μένει εντελώς ακίνητος, ώστε από κάποια απόσταση μπορεί να νομίσει κανείς ότι πρόκειται για άσπρη πέτρα. Μένει σε αυτή τη στάση επί ώρες κάθε φορά, πράγμα που τον καθιστά κατάλληλο σύμβολο της μελαγχολικής απραξίας στην οποία αναφέρεται ο ψαλμωδός όταν περιγράφει παραστατικά τη βαθιά λύπη του: «Μοιάζω με τον πελεκάνο της ερημιάς». (Ψλ 102:6) Εδώ η λέξη “ερημιά” δεν υπονοεί κατ’ ανάγκην την έρημο, αλλά απλώς μια περιοχή που βρίσκεται μακριά από τις ανθρώπινες κατοικίες, ίσως κάποιο έλος. Στη διάρκεια ορισμένων εποχών, στα έλη του βόρειου τμήματος της Κοιλάδας του Ιορδάνη συναντώνται πελεκάνοι ακόμη και σήμερα. Στο Ισραήλ υπάρχουν τρεις ποικιλίες πελεκάνων. Η πιο κοινή είναι ο ροδοπελεκάνος (πελεκάνος ο ονοκρόταλος [Pelecanus onocrotalus]), ενώ ο αργυροπελεκάνος (πελεκάνος ο ουλόθριξ [Pelecanus crispus]) και ο πελεκάνος με τη ροζ ράχη (πελεκάνος ο πυρρόχρους [Pelecanus rufescens]) συναντώνται σπανιότερα.
Ο πελεκάνος προτιμάει ιδιαίτερα τα ακαλλιέργητα μέρη, όπου δεν ενοχλείται από τον άνθρωπο. Εκεί φωλιάζει, εκκολάπτει τα μικρά του και αποσύρεται μετά το ψάρεμα. Επειδή αγαπάει τα μοναχικά, έρημα μέρη, αυτό το πουλί χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή ως σύμβολο της πλήρους ερήμωσης. Αναφερόμενος συμβολικά στην επικείμενη ερήμωση του Εδώμ, ο Ησαΐας προείπε ότι ο πελεκάνος θα γινόταν κάτοχος αυτής της γης. (Ησ 34:11) Ο Σοφονίας προφήτευσε ότι πελεκάνοι θα κατοικούσαν ανάμεσα στα κιονόκρανα της Νινευή, πράγμα που υποδήλωνε ολοκληρωτική καταστροφή και απουσία ανθρώπων.—Σοφ 2:13, 14.
-
-
ΠέλεκυςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΕΚΥΣ
Βλέπε ΤΣΕΚΟΥΡΙ, ΠΕΛΕΚΥΣ.
-
-
Πελώριο ΔέντροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΩΡΙΟ ΔΕΝΤΡΟ
-
-
ΠέναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΑ
Όργανο που χρησιμοποιείται για γραφή με μελάνι ή παρόμοιο υγρό. Όταν οι αρχαίοι έγραφαν σε πηλό, κερί ή μαλακό μέταλλο, χρησιμοποιούσαν τη γραφίδα (βλέπε ΓΡΑΦΙΔΑ), αλλά όταν έγραφαν σε περγαμηνή ή πάπυρο, χρησιμοποιούσαν πένα και μελάνι. (3Ιω 13· 2Ιω 12) Η λέξη κάλαμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία μεταφράζεται «πένα», αναφέρεται στο φυτό καλάμι και μπορεί να αποδοθεί κατά κυριολεξία «γραφικό καλάμι». Μεταξύ των αρχαίων Αιγυπτίων, η καλαμένια πένα διέθετε ευθύ άκρο σε σχήμα σμίλης, το οποίο ήταν κομμένο ή ξεφτισμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να λειτουργεί σαν πινέλο. Για να επιτύχουν την ξήρανση και τη σκλήρυνση των καλαμιών, πιθανόν να τα άφηναν κάτω από σωρούς κοπριάς επί αρκετούς μήνες, τακτική που εφαρμοζόταν και στα πρόσφατα χρόνια. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν καλαμένια πένα με σκισμένη αιχμή, σαν την αιχμή που είχαν οι μεταγενέστερες πένες φτερού, ακόμη και οι σύγχρονες πένες.
-
-
ΠένθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΘΟΣ
Το πένθος στους λαούς της Ανατολής συνοδευόταν συνήθως από έντονη εξωτερίκευση της λύπης, κάτι που αντανακλάται στις Βιβλικές αφηγήσεις σχετικά με περιόδους πένθους. Ένα ολόκληρο βιβλίο της Γραφής, οι Θρήνοι, αποτελεί έκφραση πένθους για την κατάληξη της Ιερουσαλήμ.
Αιτίες Πένθους. Οι άνθρωποι πενθούσαν για να εκδηλώσουν μετάνοια (Νε 9:1, 2· Ιων 3:5-9) ή εξαιτίας επαπειλούμενης συμφοράς (Εσθ 4:3· Ιερ 6:26· Αμ 5:16, 17) ή κάποιας υφιστάμενης ολέθριας κατάστασης (Ιωλ 1:5-14). Η κοινότερη αιτία πένθους ήταν, βεβαίως, ο θάνατος. Ο θάνατος ενός μέλους της άμεσης οικογένειας έδινε το έναυσμα για περίοδο πένθους (Γε 23:2· 27:41· 37:33-35), ενώ ο θάνατος του γονέα ή του μοναχογιού περιγράφεται ως κατάσταση που προκαλούσε βαθύτατη λύπη. (Ψλ 35:14· Αμ 8:10· Ζαχ 12:10) Ο θάνατος ενός εθνικού ηγέτη σηματοδοτούσε περιόδους πένθους διάρκειας 7 ως 30 ημερών. (Αρ 20:29· Δευ 34:8· 1Σα 31:8, 12, 13) Οι Αιγύπτιοι έκλαιγαν για το θάνατο του πατέρα του Ιωσήφ, του Ιακώβ, 70 ημέρες, ενώ ακολούθησε επιπρόσθετη 7ήμερη περίοδος τελετών πένθους στη Χαναάν.—Γε 50:3-11.
Εκδηλώσεις Λύπης. Οι άνθρωποι εκδήλωναν το πένθος τους με φωνές και κλάματα, καθώς επίσης με παραμόρφωση της εμφάνισης, με νηστείες ή άλλου είδους αποχή από τις φυσιολογικές δραστηριότητες. Εκτός του ότι έκλαιγαν, μπορεί επίσης να θρηνούσαν ή να έβγαζαν δυνατές και πικρές κραυγές (2Σα 1:11, 12· Εσθ 4:1), να χτυπούσαν το στήθος τους (Ησ 32:11, 12· Να 2:7· Λου 8:52), πολλές φορές να έσκιζαν τα ενδύματά τους (Κρ 11:35· 2Βα 22:11, 19), να έριχναν χώμα ή στάχτες πάνω στο κεφάλι τους και να φορούσαν σάκο (2Σα 13:19· 2Βα 6:30· Ιωβ 2:11, 12), να έβγαζαν τα σανδάλια τους και να κάλυπταν το κεφάλι ή το πρόσωπό τους (2Σα 15:30· 19:4), να ξερίζωναν ή να έκοβαν τα μαλλιά τους και να ξύριζαν τη γενειάδα τους (Ιωβ 1:20· Εσδ 9:3· Ιερ 41:5), ενώ ορισμένοι, ακολουθώντας ειδωλολατρικά έθιμα, έκαναν τομές στο σώμα τους (Ιερ 16:6· 47:5). Παράλληλα με τη νηστεία, μπορεί κάποιος να μην αλειβόταν με λάδι ή να μην έπλενε τα ενδύματά του (2Σα 14:2· 19:24· Δα 10:2, 3), και μερικές φορές μπορεί να καθόταν στο έδαφος ή μέσα σε στάχτες.—2Σα 13:31· Ιωβ 2:8· Ησ 3:26.
Ενίοτε συνέθεταν μελαγχολικές ελεγείες ως πένθιμα τραγούδια. (2Σα 1:17-27· 3:33, 34· 2Χρ 35:25) Ένα συγκεκριμένο είδος τραγουδιού ήταν το σιγκαγιών, εβραϊκός όρος που εμφανίζεται στην επιγραφή του 7ου Ψαλμού, ενώ ένας συγγενικός τύπος του συναντάται στο εδάφιο Αββακούμ 3:1. Επρόκειτο για σύνθεση υπό τη μορφή θρηνωδίας, η δε λέξη φαίνεται να υποδηλώνει ένα άκρως αισθαντικό τραγούδι με γρήγορες εναλλαγές ρυθμού. Ας σημειωθεί ότι και στις δύο αυτές αναφορές (Ψλ 7· Αββ 3:2-19) συνυπάρχουν το στοιχείο του κινδύνου, έντονες εκκλήσεις ή συναισθηματικά ξεσπάσματα και ακολούθως η χαρά σε σχέση με τον Ιεχωβά.
Μερικές φορές, προσλαμβάνονταν στις κηδείες επαγγελματίες θρηνωδοί, ενώ μουσικοί έπαιζαν πένθιμους σκοπούς. (Ιερ 9:17, 18· Ματ 9:23) Τα μικρά παιδιά που έπαιζαν στις αγορές τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού μιμούνταν αυτά τα άτομα. (Ματ 11:16, 17) Η φλογέρα ή ο αυλός ήταν το όργανο που προτιμούσαν για τις θρηνωδίες.—Ιερ 48:36· Ματ 9:23· βλέπε το σύγγραμμα του Ιώσηπου Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Γ΄, 437 (ix, 5).
Ύστερα από την ταφή, οι γυναίκες είχαν τη συνήθεια να επισκέπτονται τον τάφο για να κλάψουν και να πενθήσουν. (Ιωα 11:31) Φαίνεται ότι κατά την περίοδο του πένθους παρέθεταν επικήδειο γεύμα, το οποίο ενίοτε ίσως έπαιρνε τη μορφή ειδικού συμποσίου.—Ωσ 9:4· Ιερ 16:5, 7.
Απαγορεύσεις Όσον Αφορά το Πένθος. Σε κάποιες περιπτώσεις ο λαός του Θεού, είτε σε συλλογική είτε σε ατομική βάση, έλαβε την οδηγία να μην πενθήσει για το θάνατο ορισμένων ατόμων, λόγου χάρη κάποιων που είχαν καταδικαστεί για αδικοπραγία. (Λευ 10:1, 2, 6) Ο προφήτης Ιεζεκιήλ διατάχθηκε να αποφύγει οποιαδήποτε σημεία πένθους για την εκλιπούσα σύζυγό του, προμηνύοντας έτσι ότι οι Ισραηλίτες που ήταν μαζί του στη Βαβυλώνα θα έμεναν τόσο κατάπληκτοι ώστε δεν θα πενθούσαν για τη θεϊκή εκτέλεση κρίσης εναντίον της Ιερουσαλήμ λόγω της απιστίας της. (Ιεζ 24:15-24) Ο Ιερεμίας έλαβε και αυτός κάπως παρόμοιες οδηγίες.—Ιερ 16:5-13.
Ορισμένα έθιμα πένθους ήταν απαγορευμένα υπό το Μωσαϊκό Νόμο, όπως η δημιουργία τομών στη σάρκα ή η πρόκληση “φαλακρότητας στα μέτωπα” (Λευ 19:28· Δευ 14:1) και η εσφαλμένη χρήση των δεκάτων σε σχέση με τους νεκρούς. (Δευ 26:12-14) Οι ιερείς μπορούσαν να πενθήσουν φανερά για ορισμένα μέλη της άμεσης οικογένειάς τους, πράγμα που όμως δεν επιτρεπόταν να κάνει ο αρχιερέας.—Λευ 21:1-6, 10-12.
Καιρός για Πένθος. Τα εδάφια Εκκλησιαστής 3:1, 4 δηλώνουν ότι υπάρχει «καιρός να κλαίει κανείς και καιρός να γελάει· καιρός να θρηνεί και καιρός να χοροπηδάει». Δεδομένης της θνήσκουσας κατάστασης όλης της ανθρωπότητας, αναφέρεται ότι η καρδιά των σοφών βρίσκεται «σε σπίτι πένθους» και όχι σε σπίτι συμποσίου. (Εκ 7:2, 4· παράβαλε Παρ 14:13.) Επομένως, ο σοφός αξιοποιεί την ευκαιρία που του δίνεται για να εκδηλώσει συμπόνια και να προσφέρει παρηγοριά και δεν αγνοεί μια τέτοια περίσταση προτιμώντας να αναζητάει απολαύσεις. Αυτό τον βοηθάει να θυμάται ότι και ο ίδιος είναι θνητός, καθώς επίσης να διατηρεί την κατάλληλη διάθεση καρδιάς απέναντι στον Δημιουργό του.
Στις Γραφές παρουσιάζονται καταστάσεις που δικαιολογημένα προκαλούν πένθος. Εκτός από το θάνατο αγαπημένων προσώπων (Γε 42:38· 44:31), οι απεχθείς και ατιμωτικές για τον Θεό συνήθειες της ψεύτικης θρησκείας αποτελούν αιτία για στεναγμούς και βογκητά (Ιεζ 9:4· παράβαλε 1Κο 5:2), είναι δε κατάλληλο να εκδηλώνει κανείς λύπη για τα σφάλματά του. (Ψλ 38:4, 6-10) Ο Ιεχωβά παροτρύνει όσους έχουν απομακρυνθεί από αυτόν: «Επιστρέψτε σε εμένα με όλη σας την καρδιά και με νηστεία και με κλάμα και με θρήνο. Και σκίστε την καρδιά σας και όχι τα ενδύματά σας». (Ιωλ 2:12, 13· παράβαλε Ιακ 4:8, 9.) Και αλλού επίσης δίνεται έμφαση, όχι στις εξωτερικές εκδηλώσεις θλίψης ή πένθους, αλλά στα εσωτερικά σκιρτήματα και στον πόνο της καρδιάς, που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γνήσιας λύπης.—Ψλ 31:9, 10· Παρ 14:10· 15:13· Μαρ 14:72· Ιωα 16:6.
Ακόμη και ο Ιεχωβά λέει ότι νιώθει «λύπη στην καρδιά του». (Γε 6:6· παράβαλε Ησ 63:9.) Το άγιο πνεύμα του Θεού επίσης μπορεί να “λυπηθεί”. (Εφ 4:30) Εφόσον αυτό το πνεύμα επενεργεί στους υπηρέτες του Θεού ώστε να παράγουν καρπούς δικαιοσύνης (Γα 5:22-24), όσοι δεν εκτιμούν αυτή τη θεϊκή προμήθεια, όσοι αντιστέκονται στην επενέργεια του πνεύματος και όσοι πηγαίνουν αντίθετα προς την καθοδήγησή του στην πραγματικότητα το “λυπούν”.—Παράβαλε Ησ 63:10· 1Θε 5:19.
Ισορροπημένη Άποψη για το Πένθος. Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να πενθούν εξωτερικεύοντας έντονα τα συναισθήματά τους, και μάλιστα με θορυβώδη τρόπο. (Μαρ 5:38, 39) Μολονότι ο Ιησούς “στέναξε μέσα του” και έκλαψε σε αρκετές περιπτώσεις (Ιωα 11:33-35, 38· Λου 19:41· Μαρ 14:33, 34· Εβρ 5:7), πουθενά δεν αναφέρεται ότι εξωτερίκευσε τα συναισθήματά του με τους προαναφερθέντες κραυγαλέους τρόπους. (Παράβαλε Λου 23:27, 28.) Και οι μαθητές του εξωτερίκευαν τη λύπη και το πένθος τους. (Ματ 9:15· Ιωα 16:20-22· Πρ 8:2· 9:39· 20:37, 38· Φλπ 2:27) Ο Παύλος είπε ότι είχε «μεγάλη λύπη και ακατάπαυστο πόνο στην καρδιά» του για τους συγγενείς του κατά σάρκα που δεν είχαν γίνει πιστοί. (Ρω 9:2, 3) Φοβόταν ότι ίσως αναγκαζόταν να πενθήσει για κάποια μέλη της εκκλησίας της Κορίνθου που είχαν αμαρτήσει και δεν είχαν μετανοήσει ακόμη (2Κο 12:21), ανέφερε δε «κλαίγοντας» όσους είχαν παρεκκλίνει ώστε να περπατούν «ως εχθροί του ξύλου βασανισμού του Χριστού». (Φλπ 3:17-19) Έχοντας βαθιά και εγκάρδια ανησυχία για τη Χριστιανική εκκλησία (2Κο 2:1-4), ήταν στην κατάλληλη θέση να επισημαίνει σε άλλους την ανάγκη που υπήρχε να εκδηλώνουν κατανόηση και συμπόνια, “να κλαίνε με όσους κλαίνε”.—Ρω 12:15.
Ωστόσο, επειδή το πένθος και η λύπη οδηγούν σε εξάντληση (Ψλ 6:6, 7· Λου 22:45· Πρ 21:13· 2Κο 2:6, 7), η θλίψη των Χριστιανών εμφανίζεται πάντοτε να είναι μετριασμένη, ισορροπημένη, ακόμη δε και να επισκιάζεται από την ελπίδα και την ενισχυτική χαρά. (Ματ 5:4· 1Κο 7:29, 30· 2Κο 6:10· παράβαλε Νε 8:9-12.) Ακόμη και ο Βασιλιάς Δαβίδ, στη δική του εποχή, επέδειξε αναφορικά με το πένθος ισορροπημένη, λογική στάση, βασισμένη σε αρχές, και έτσι ενόσω το παιδί που συνελήφθη μέσω της μοιχικής σχέσης του με τη Βηθ-σαβεέ ήταν άρρωστο, εκείνος νήστευε και ξάπλωνε καταγής, εκζητώντας τον αληθινό Θεό για χάρη του παιδιού. Μόλις, όμως, πληροφορήθηκε το θάνατο του παιδιού, σηκώθηκε, πλύθηκε, αλείφτηκε με λάδι, άλλαξε ρούχα, προσευχήθηκε στον Ιεχωβά και ύστερα ζήτησε τροφή και άρχισε να τρώει. Εξηγώντας τις ενέργειές του στους έκπληκτους υπηρέτες του, δήλωσε: «Τώρα που πέθανε, γιατί να νηστεύω; Μήπως μπορώ να το ξαναφέρω πίσω; Εγώ θα πάω σε αυτό, αλλά αυτό δεν θα επιστρέψει σε εμένα». (2Σα 12:16, 19-23) Μεταγενέστερα, ωστόσο, χρειάστηκε να του μιλήσει ο Ιωάβ χωρίς περιστροφές για να τον βοηθήσει να ξεφύγει από την κατάσταση της βαθιάς λύπης στην οποία είχε περιέλθει λόγω του θανάτου του γιου του, του Αβεσσαλώμ.—2Σα 18:33· 19:1-8.
Μολονότι “όλη η δημιουργία στενάζει”, τα παθήματα του Χριστιανού είναι υποδεέστερα σε σχέση με την ένδοξη ελπίδα που βρίσκεται μπροστά του (Ρω 8:18-22· 1Πε 1:3-7), η δε υπόσχεση της ανάστασης του δίνει τη δύναμη να μη “λυπάται όπως και οι υπόλοιποι οι οποίοι δεν έχουν ελπίδα”.—1Θε 4:13, 14.
Το πένθος και η νηστεία χωρίς υπακοή στο λόγο του Ιεχωβά δεν αποφέρουν κανένα όφελος. (Ζαχ 7:2-7) Εντούτοις, «η λύπη με θεοσεβή τρόπο οδηγεί σε μετάνοια προς σωτηρία». Τέτοιου είδους λύπη προκύπτει όταν κάποιος θεωρεί την αδικοπραγία αμαρτία εναντίον του Θεού. Αυτή η λύπη τον υποκινεί να εκζητήσει τη συγχώρηση του Θεού και να μεταστραφεί από την εσφαλμένη πορεία του. «Η λύπη όμως του κόσμου παράγει θάνατο». Μολονότι κάποιος μπορεί να λυπάται για το ότι φανερώθηκε το σφάλμα του και ο ίδιος ζημιώθηκε, δεν επιθυμεί να λάβει τη συγχώρηση του Θεού. (2Κο 7:10, 11) Για παράδειγμα, τα δάκρυα που έχυσε ιδιοτελώς ο Ησαύ ελπίζοντας να επανακτήσει τα χαμένα του πρωτοτόκια δεν επηρέασαν τον Ισαάκ ή τον Θεό.—Εβρ 12:16, 17.
Μεταφορική και Προφητική Χρήση. Μεταφορικά, ακόμη και η γη παρουσιάζεται να πενθεί εξαιτίας της ερήμωσης που προκαλείται από στρατεύματα εισβολέων ή από κάποια πληγή. (Ιερ 4:27, 28· Ιωλ 1:10-12· αντιπαράβαλε Ψλ 96:11-13.) Όντας ερημωμένη, η γη θα γέμιζε ζιζάνια και θα παρουσίαζε παραμελημένη και αφρόντιστη όψη, όπως κάποιος που δεν έχει περιποιηθεί το πρόσωπο, τα μαλλιά ή τα ρούχα του ενόσω πενθεί. Παρόμοια, η γη που ερημώθηκε επειδή οι καλλιέργειές της καταστράφηκαν από κάποια πληγή αποτελεί πένθιμο θέαμα.
«Το σημείο του Γιου του ανθρώπου» και η αποκάλυψη του Χριστού θα κάνουν όλες τις φυλές της γης να «χτυπούν τον εαυτό τους θρηνώντας», ή αλλιώς «από λύπη». (Ματ 24:30· Απ 1:7) Προλέγεται ότι στη συμβολική “Βαβυλώνα τη Μεγάλη” θα έρθουν πληγές—θάνατος, πένθος και πείνα—«σε μία ημέρα», πράγμα που θα κάνει όσους ωφελούνταν από αυτήν να κλαίνε και να πενθούν. (Απ 18:2, 7-11, 17-19) Απεναντίας, η Νέα Ιερουσαλήμ φέρνει στη γη συνθήκες υπό τις οποίες τα δάκρυα, ο θάνατος, το πένθος, η κραυγή και ο πόνος παρέρχονται για πάντα.—Απ 21:2-4.
-
-
ΠεντάτευχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΣ
Αυτή η λέξη (που σημαίνει «πέντε ρόλοι» ή «πενταπλός τόμος») προσδιορίζει τα πρώτα πέντε βιβλία της Αγίας Γραφής—τη Γένεση, την Έξοδο, το Λευιτικό, τους Αριθμούς και το Δευτερονόμιο.
Περιεχόμενα. Η Πεντάτευχος αποτελεί σπουδαιότατο τμήμα του γραπτού Λόγου του Θεού και παρέχει στερεό θεμέλιο πάνω στο οποίο βασίζονται πολλά από όσα ακολουθούν. Το πρώτο της βιβλίο, η Γένεση, μας δίνει τη θεόπνευστη αφήγηση της δημιουργίας και επίσης ακολουθεί την ιστορία του ανθρώπου από την Εδέμ ως το θάνατο του Ιωσήφ περιλαμβάνοντας μεγάλο μέρος της πατριαρχικής εποχής («στην αρχή» ως το 1657 Π.Κ.Χ.). Το δεύτερο βιβλίο, η Έξοδος, αρχίζει με το θάνατο του Ιωσήφ και μιλάει για τη γέννηση του Μωυσή σε περίοδο υποδούλωσης, για την απελευθέρωση του λαού του Θεού από τη δουλεία στην Αίγυπτο και για την εγκαινίαση της διαθήκης του Νόμου στο Σινά. Περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με την κατασκευή του κεντρικού οικοδομήματος για λατρεία, δηλαδή της σκηνής της μαρτυρίας στην έρημο (ιστορικά γεγονότα από το 1657 ως το 1512 Π.Κ.Χ.). Το Λευιτικό, το τρίτο βιβλίο, το οποίο καλύπτει περίοδο μόνο ενός μηνός περίπου (1512 Π.Κ.Χ.), παρέχει ανεκτίμητες πληροφορίες αναφορικά με το Λευιτικό ιερατείο, τη χειροτόνηση και τα καθήκοντά του, καθώς επίσης νόμους και κανονισμούς που ρύθμιζαν την υποχρεωτική υποστήριξη της λατρείας του Ιεχωβά από μέρους της εκκλησίας. Το τέταρτο βιβλίο, οι Αριθμοί—όπως υποδηλώνεται και από το όνομά του—αναφέρεται στις απογραφές που έλαβαν χώρα γύρω στην έναρξη και στη λήξη της οδοιπορίας στην έρημο. Μας δίνει επίσης πολλές λεπτομέρειες σχετικά με τη 40χρονη περιπλάνηση (μέχρι το 1473 Π.Κ.Χ.) και περιλαμβάνει πολλούς νόμους που εντάσσονται στο πλαίσιο της εθνικής διαθήκης. Το τελευταίο βιβλίο, το Δευτερονόμιο, καλύπτει περίοδο περίπου δύο μηνών (1473 Π.Κ.Χ.). Εξηγεί τμήματα της διαθήκης του Νόμου και παρέχει πολλές διατάξεις απαραίτητες για τη νέα γενιά των Ισραηλιτών που βρίσκονταν στις Πεδιάδες του Μωάβ, έτοιμοι να εισβάλουν στην Υποσχεμένη Γη και να την καταλάβουν. Τα τελικά κεφάλαια μιλούν για το διορισμό του Ιησού του Ναυή ως ηγέτη και για το θάνατο του Μωυσή.
Συγγραφή. Δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο εδάφιο το οποίο να αναφέρει ότι ο Μωυσής έγραψε ολόκληρη την Πεντάτευχο, αλλά υπάρχουν σαφείς δηλώσεις διάσπαρτες σε όλο το κείμενο που το φανερώνουν αυτό. (Εξ 17:14· 24:4· 34:27· Αρ 33:2· Δευ 31:9, 19, 22, 24-26) Υπάρχουν επίσης πολλά τμήματα όπου τα λόγια αποδίδονται άμεσα στον Μωυσή, από την πρώτη καταγραμμένη συνομιλία του (Εξ 2:13, 14) μέχρι την τελική ευλογία που έδωσε στο λαό (Δευ 33:1-29), καθώς επίσης μερικές από τις μακροσκελείς ομιλίες του (Δευ 1:1· 5:1· 27:1· 29:2· 31:1) και τους αξιοσημείωτους ύμνους του. (Εξ 15:1-19· Δευ 31:30–32:43) Τα εναρκτήρια εδάφια σε 20 από τα 27 κεφάλαια του Λευιτικού αναφέρουν ότι τα όσα ακολουθούν είναι λόγια που είπε ο Ιεχωβά στον Μωυσή ώστε εκείνος, με τη σειρά του, να τα μεταφέρει στο λαό. Το ίδιο αληθεύει για περισσότερες από 50 περιπτώσεις στο βιβλίο των Αριθμών. Συνεπώς, με εξαίρεση τα τελικά εδάφια του Δευτερονομίου, τα στοιχεία από την ίδια την Πεντάτευχο δείχνουν ότι η συγγραφή της αποδίδεται δικαίως στον Μωυσή.
Πολλές άλλες Γραφικές περικοπές πιστοποιούν ότι η Πεντάτευχος γράφτηκε από τον Μωυσή. (Ιη 1:7· Κρ 3:4· 2Βα 18:6· Μαλ 4:4) Άτομα όπως ο Δαβίδ (1Βα 2:1-3), ο Δανιήλ (9:11), ο Έσδρας (6:18), ο Νεεμίας (8:1), ο Ιησούς (Μαρ 12:26· Λου 16:29· Ιωα 7:19), ο Λουκάς (24:27) και ο Ιωάννης (1:17) αναφέρονται στην Πεντάτευχο ως έργο του Μωυσή. Ακόμη πιο άμεσα, ο Ιησούς αναγνώρισε ότι ο Μωυσής ήταν ο συγγραφέας (Μαρ 10:3-5· Ιωα 5:46, 47), πράγμα που έκαναν και οι Σαδδουκαίοι.—Μαρ 12:18, 19.
-
-
ΠεντηκοστήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
Ονομασία που χρησιμοποιείται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές για τη Γιορτή του Θερισμού (Εξ 23:16) ή αλλιώς τη Γιορτή των Εβδομάδων (Εξ 34:22), η οποία ονομάζεται επίσης «ημέρα των πρώτων ώριμων καρπών». (Αρ 28:26) Οδηγίες για αυτή τη γιορτή παρατίθενται στα εδάφια Λευιτικό 23:15-21· Αριθμοί 28:26-31· Δευτερονόμιο 16:9-12. Έπρεπε να τηρείται την 50ή ημέρα (εξού και το όνομα «Πεντηκοστή») μετά τις 16 Νισάν, ημέρα κατά την οποία προσφερόταν το δεμάτι του κριθαριού. (Λευ 23:15, 16) Στο Ιουδαϊκό ημερολόγιο πέφτει στις 6 Σιβάν. Λάβαινε χώρα μετά το θερισμό του κριθαριού και την έναρξη του θερισμού του σιταριού, το οποίο ωρίμαζε ύστερα από το κριθάρι.—Εξ 9:31, 32.
Οι Ισραηλίτες δεν επιτρεπόταν να αρχίσουν το θερισμό προτού προσφερθούν στον Ιεχωβά οι πρώτοι καρποί του κριθαριού στις 16 Νισάν. Γι’ αυτό, στα εδάφια Δευτερονόμιο 16:9, 10 δίνονται οι εξής οδηγίες: «Από τότε που θα μπει το δρεπάνι για πρώτη φορά στα αθέριστα σιτηρά θα αρχίσεις να μετράς εφτά εβδομάδες. Κατόπιν πρέπει να γιορτάσεις τη γιορτή των εβδομάδων για τον Ιεχωβά τον Θεό σου». Στη γιορτή απαιτούνταν να παρευρίσκεται κάθε άρρενας, και σχετικά με αυτήν δηλώνεται επίσης: «Πρέπει να χαρείς ενώπιον του Ιεχωβά του Θεού σου, εσύ και ο γιος σου και η κόρη σου και ο δούλος σου και η δούλη σου και ο Λευίτης που βρίσκεται μέσα από τις πύλες σου και ο πάροικος και το αγόρι που είναι ορφανό από πατέρα και η χήρα, που βρίσκονται ανάμεσά σου, στον τόπο που θα εκλέξει ο Ιεχωβά ο Θεός σου ώστε να κάνει να κατοικήσει το όνομά του εκεί». (Δευ 16:11) Το Πάσχα γιορταζόταν σε στενό οικογενειακό κύκλο. Η Γιορτή του Θερισμού, ή αλλιώς Πεντηκοστή, απαιτούσε πιο ανοιχτή και φιλόξενη ατμόσφαιρα, και από αυτή την άποψη έμοιαζε με τη Γιορτή των Σκηνών.
Οι πρώτοι καρποί του θερισμού του σιταριού έπρεπε να τύχουν διαφορετικής μεταχείρισης από τους πρώτους καρπούς του κριθαριού. Με δύο δέκατα του εφά λεπτό σιτάλευρο (4,4 λίτρα) και προζύμι έπρεπε να φτιάξουν και να ψήσουν δύο ψωμιά. Αυτά έπρεπε να είναι “από τις κατοικίες τους”, πράγμα που σημαίνει ότι έπρεπε να είναι ψωμιά σαν αυτά που έφτιαχναν για καθημερινή χρήση στο σπίτι και όχι αποκλειστικά για άγιους σκοπούς. (Λευ 23:17) Τα ψωμιά συνοδεύονταν από ολοκαυτώματα και από μια προσφορά για αμαρτία, καθώς και από δύο αρσενικά αρνιά ως προσφορά συμμετοχής. Ο ιερέας κινούσε τα ψωμιά και τα αρνιά ενώπιον του Ιεχωβά βάζοντας τα χέρια του κάτω από τα ψωμιά και από τα κομμάτια των αρνιών και κινώντας τα εμπρός πίσω, πράγμα που υποδήλωνε ότι τα παρουσίαζε ενώπιον του Ιεχωβά. Αφού προσφέρονταν τα ψωμιά και τα αρνιά, ανήκαν πλέον στον ιερέα ο οποίος τα έτρωγε ως προσφορά συμμετοχής.—Λευ 23:18-20.
Τα εδάφια Αριθμοί 28:27-30 παρουσιάζουν μια μικρή διαφορά στην περιγραφή των άλλων προσφορών (εκτός της προσφοράς συμμετοχής). Αντί για εφτά αρνιά, έναν νεαρό ταύρο, δύο κριάρια και ένα κατσικάκι, όπως λένε τα εδάφια Λευιτικό 23:18, 19, αναφέρουν ότι απαιτούνταν εφτά αρνιά, δύο νεαροί ταύροι, ένα κριάρι και ένα κατσικάκι. Μερικοί Ιουδαίοι σχολιαστές λένε ότι η περικοπή στο Λευιτικό αναφέρεται στη θυσία που έπρεπε να συνοδεύει την κινητή προσφορά των ψωμιών, ενώ η περικοπή στους Αριθμούς αναφέρεται στη θυσία που είχε προσδιοριστεί κανονικά για τη γιορτή, άρα προσφέρονταν και οι δύο. Υποστηρίζοντας αυτή τη θέση, ο Ιώσηπος, στην περιγραφή που δίνει για τις θυσίες την ημέρα της Πεντηκοστής, αναφέρει πρώτα τα δύο αρνιά της προσφοράς συμμετοχής και κατόπιν συνδυάζει τις υπόλοιπες προσφορές, απαριθμώντας τρία μοσχάρια, δύο κριάρια (αντί για τρία—προφανώς πρόκειται για λάθος κάποιου αντιγραφέα), 14 αρνιά και δύο κατσικάκια. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 253 [x, 6]) Η ημέρα αυτή ήταν άγια συνέλευση, ημέρα σαββάτου.—Λευ 23:21· Αρ 28:26.
Η Γιορτή της Πεντηκοστής λάβαινε χώρα στο τέλος του θερισμού του κριθαριού και αποτελούσε χαρωπή περίσταση, όπως υποδηλώνεται από την προσφορά συμμετοχής την οποία έφερνε η εκκλησία και έδινε στον ιερέα. Αυτή η προσφορά υποδήλωνε επίσης ειρηνική σχέση με τον Ιεχωβά. Ταυτόχρονα, η προσφορά για αμαρτία υπενθύμιζε στους Ισραηλίτες τις αμαρτίες τους και αποτελούσε αίτημα προς τον Θεό για συγχώρηση και καθαρισμό. Ο αυξημένος αριθμός ολοκαυτωμάτων εξέφραζε στην πράξη την ευγνωμοσύνη τους για τη γενναιοδωρία Του και συμβόλιζε την ολόκαρδη προσκόλλησή τους στη σχέση διαθήκης που είχαν με τον Θεό.
Όχι μόνο ήταν ιδιαίτερα κατάλληλο να προσφέρουν οι Ισραηλίτες ευχαριστίες στον Ιεχωβά αυτή την ημέρα, αλλά δεν έπρεπε να ξεχνούν και τους φτωχούς αδελφούς τους. Αφού έδωσε οδηγίες για τη γιορτή, ο Ιεχωβά πρόσταξε: «Και όταν θερίζετε το θερισμό της γης σας, δεν πρέπει να τελειώνεις τις άκρες του αγρού σου όταν θερίζεις, και τα απομεινάρια του θερισμού σου δεν πρέπει να τα μαζεύεις. Πρέπει να τα αφήνεις για τον ταλαιπωρημένο και τον πάροικο. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σας». (Λευ 23:22) Επομένως, οι φτωχοί είχαν πραγματικό έρεισμα για να ευχαριστούν τον Κύριο και για να χαίρονται τη γιορτή μαζί με όλους τους άλλους. Στη διάρκεια αυτής της γιορτής γίνονταν επίσης πολλές προσωπικές προσφορές με πρώτους καρπούς από το θερισμό.
Σύμφωνα με ραβινικές πηγές, μετά την εξορία ήταν έθιμο να ανεβαίνουν οι εορταστές στην Ιερουσαλήμ την παραμονή της γιορτής και να κάνουν εκεί όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες για την τήρησή της. Το βράδυ, τα σαλπίσματα ανάγγελλαν ότι η ημέρα της γιορτής πλησίαζε. (Αρ 10:10) Το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος καθαριζόταν και οι πύλες του ναού άνοιγαν αμέσως μετά τα μεσάνυχτα για να μπουν οι ιερείς αλλά και όσοι έφερναν στην αυλή ζώα που θα θυσιάζονταν ως ολοκαυτώματα και ως προσφορές ευχαριστιών, προκειμένου να τα εξετάσουν οι ιερείς. Ο Άλφρεντ Έντερσχαϊμ σχολιάζει: «Πριν από την πρωινή θυσία, όλα τα ζώα τα οποία σκόπευε να φέρει ο λαός στη γιορτή ως ολοκαυτώματα και ως ειρηνικές προσφορές έπρεπε να εξεταστούν από το ιερατείο που βρισκόταν εν υπηρεσία. Εφόσον ο αριθμός τους ήταν μεγάλος, εκείνες τις ώρες πρέπει να υπήρχε φόρτος εργασίας, μέχρις ότου η αναγγελία ότι το πρωινό φέγγος απλωνόταν πάνω από τη Χεβρών τερμάτιζε όλες αυτές τις προετοιμασίες και δινόταν το σύνθημα για την τακτική πρωινή θυσία».—Ο Ναός (The Temple), 1874, σ. 228.
Μετά την προσφορά της τακτικής, καθημερινής πρωινής θυσίας, φέρνονταν οι εορταστικές θυσίες τις οποίες περιγράφουν τα εδάφια Αριθμοί 28:26-30. Κατόπιν παρουσιαζόταν η αποκλειστική προσφορά της Πεντηκοστής—τα ψωμιά της κινητής προσφοράς μαζί με τις συνοδευτικές τους θυσίες. (Λευ 23:18-20) Αφού κινούσαν τα ψωμιά, το ένα από αυτά το έπαιρνε ο αρχιερέας, ενώ το δεύτερο το μοιράζονταν όλοι οι εν υπηρεσία ιερείς.
Συμβολική Σημασία της Γιορτής. Την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 Κ.Χ. εκχύθηκε από τον Ιησού Χριστό το άγιο πνεύμα στην ομάδα των περίπου 120 μαθητών που βρίσκονταν στο ανώγειο στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 1:13-15) Ο Ιησούς είχε αναστηθεί στις 16 Νισάν, την ημέρα κατά την οποία ο αρχιερέας πρόσφερε το δεμάτι του κριθαριού. Με μεταφορική έννοια, ο Ιησούς ήταν χωρίς προζύμι, το οποίο συμβολίζει την αμαρτία. (Εβρ 7:26) Την Πεντηκοστή, ως ο μεγάλος Αρχιερέας, ο Ιησούς ήταν σε θέση να παρουσιάσει στον Πατέρα του, τον Ιεχωβά, και άλλους πνευματικούς γιους, τους πιστούς ακολούθους του, οι οποίοι είχαν παρθεί από την αμαρτωλή ανθρωπότητα και είχαν δεχτεί τη θυσία του. Το ότι ο Θεός επιδοκίμασε τόσο την ανθρώπινη θυσία του ίδιου του Ιησού όσο και την από μέρους του παρουσίαση των μαθητών του (μολονότι αυτοί ήταν γεννημένοι στην αμαρτία) για να είναι πνευματικοί γιοι του Θεού έγινε φανερό από την έκχυση του πνεύματός του πάνω τους. Το γεγονός ότι κατά την Πεντηκοστή πρόσφεραν στον Ιεχωβά δύο ψωμιά από σιτάρι που μόλις είχε ωριμάσει υποδηλώνει ότι στην εκπλήρωση δεν θα περιλαμβανόταν μόνο ένα πρόσωπο. Μπορεί επίσης να υποδεικνύει ότι εκείνοι που θα γίνονταν γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Ιησού Χριστού θα λαμβάνονταν από δύο ομάδες στη γη: Πρώτα από τους φυσικούς περιτμημένους Ιουδαίους και αργότερα από όλα τα άλλα έθνη του κόσμου, τους Εθνικούς.—Παράβαλε Εφ 2:13-18.
Οι Ιουδαίοι θεωρούν κατά παράδοση ότι η Πεντηκοστή αντιστοιχεί στον καιρό κατά τον οποίο δόθηκε ο Νόμος στο Σινά, όταν ο Ισραήλ ξεχωρίστηκε ως λαός. Οι Ισραηλίτες συγκεντρώθηκαν στο Σινά και έλαβαν το Νόμο στις αρχές του τρίτου μήνα (Σιβάν). (Εξ 19:1) Όπως ο Μωυσής ως μεσίτης χρησιμοποιήθηκε για να εισαγάγει τον Ισραήλ στη διαθήκη του Νόμου, έτσι και ο Ιησούς Χριστός ως Μεσίτης του πνευματικού Ισραήλ εισήγαγε εκείνο το νέο έθνος στη νέα διαθήκη. Ο απόστολος Παύλος παραβάλλει αυτά τα δύο γεγονότα, λέγοντας ότι οι Χριστιανοί είναι συγκεντρωμένοι σε μια πολύ μεγαλύτερη σύναξη, σε «ένα Όρος Σιών και μια πόλη του ζωντανού Θεού, την ουράνια Ιερουσαλήμ», υπό τις διευθετήσεις της νέας διαθήκης.—Εβρ 12:18-24· παράβαλε Απ 14:1-5.
Ο Ιησούς είχε αναγγείλει τη νέα διαθήκη στους μαθητές του το βράδυ του τελευταίου του Πάσχα και, ακριβώς πριν από την ανάληψή του, τους είχε παραγγείλει να περιμένουν στην Ιερουσαλήμ για το υποσχεμένο άγιο πνεύμα. Τώρα, όπως εξήγησε ο απόστολος Πέτρος, «επειδή . . . εξυψώθηκε στα δεξιά του Θεού και έλαβε το υποσχεμένο άγιο πνεύμα από τον Πατέρα, εξέχυσε αυτό που εσείς βλέπετε και ακούτε». (Λου 22:20· Πρ 2:33) Η παρουσία του πνεύματος του Θεού ήταν έκδηλη από το ότι περίπου 120 μαθητές μιλούσαν θαυματουργικά διάφορες γλώσσες. Με αυτόν τον τρόπο, τα πλήθη των Ιουδαίων και των προσηλύτων από όλα τα μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μπορούσαν να ακούσουν και να καταλάβουν «τα μεγαλεία του Θεού». (Πρ 2:7-11) Τότε κηρύχτηκε για πρώτη φορά, μέσω του Πέτρου, βάφτισμα στο όνομα του Πατέρα, του Γιου και του αγίου πνεύματος, όπως είχε παραγγείλει ο Ιησούς στο εδάφιο Ματθαίος 28:19. (Πρ 2:21, 36, 38, 39) Έχοντας μπει στους ουρανούς με την αξία της θυσίας του, ο Ιησούς ήταν σε θέση να εισαγάγει τους ακολούθους του στη νέα διαθήκη.—Εβρ 9:15-26.
Αυτοί οι ακόλουθοι, λοιπόν, μαζί με τους 3.000 που προστέθηκαν εκείνη την ημέρα (Πρ 2:41) και άλλους αργότερα, δεν ήταν για τον Θεό η απαρχή των πρώτων καρπών, διότι αυτή η απαρχή ήταν ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος αναστήθηκε στις 16 Νισάν του 33 Κ.Χ. (1Κο 15:23), την ημέρα που ο αρχιερέας κινούσε το δεμάτι του κριθαριού. Τουναντίον, αυτοί ήταν σαν τους πρώτους καρπούς του σιταριού, μιας δεύτερης σοδειάς, «μερικοί πρώτοι καρποί» για τον Θεό. (Ιακ 1:18) Οι ίδιοι έγιναν πλέον το νέο έθνος του Θεού, «εκλεγμένο [του] γένος, βασιλικό ιερατείο, άγιο έθνος, λαός για ειδική ιδιοκτησία».—1Πε 2:9.
-
-
ΠεργαμηνήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΓΑΜΗΝΗ
Δέρματα προβάτων, κατσικιών ή μοσχαριών που υφίσταντο κατεργασία ώστε να χρησιμοποιηθούν ως γραφική ύλη. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν το δέρμα ως γραφική ύλη επί μακρόν. Ο Ρόλος της Νεκράς Θαλάσσης ο οποίος περιέχει το βιβλίο του Ησαΐα και αντιγράφηκε προς το τέλος του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. είναι από δέρμα. Ο αιγυπτιακός πάπυρος αποτέλεσε την ευρύτερα χρησιμοποιούμενη γραφική ύλη, αλλά, σύμφωνα με τον Πλίνιο, όταν ο ηγεμόνας της Αιγύπτου απαγόρευσε την εξαγωγή του γύρω στο 190 Π.Κ.Χ., επινοήθηκε η χρήση της περγαμηνής μεμβράνης στην Πέργαμο (στην οποία οφείλει την ονομασία της η «περγαμηνή»). Αυτό μπορεί να σημαίνει απλώς ότι διαδόθηκε εκτενέστερα μια ήδη υπάρχουσα μέθοδος κατεργασίας δερμάτων, χάρη στην οποία μπορούσε κανείς να γράψει και στις δύο πλευρές του δέρματος. Οι ρόλοι περγαμηνής ήταν πολύ πιο ανθεκτικοί από τους φτηνότερους ρόλους παπύρου.
Στο εδάφιο 2 Τιμόθεο 4:13 ο απόστολος Παύλος ζήτησε από τον Τιμόθεο να φέρει «τους ρόλους, ιδιαίτερα τις περγαμηνές». (Ro· ΜΝΚ· ΚΔΒ, υποσ.) Ο Παύλος δεν διευκρινίζει τι περιείχαν τα αντικείμενα που ζήτησε, αλλά πιθανότατα ήθελε κάποια τμήματα των Εβραϊκών Γραφών ώστε να μπορεί να τα μελετάει ενόσω ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη. Η φράση «ιδιαίτερα τις περγαμηνές» ίσως υποδηλώνει ότι ζητούσε τόσο ρόλους παπύρου όσο και ρόλους περγαμηνής.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν συχνά ξύλινες, κηρωμένες πινακίδες για να γράφουν πρόχειρα. Τελικά, όμως, χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτόν το σκοπό φύλλα δέρματος ή περγαμηνής. Η λατινική λέξη membranae (δέρματα) προσδιόριζε τέτοιου είδους τετράδια από περγαμηνή. Στο εδάφιο που παρατέθηκε παραπάνω, ο Παύλος χρησιμοποίησε την αντίστοιχη ελληνική λέξη όταν ζήτησε «τους ρόλους, ιδιαίτερα τις περγαμηνές [μεμβράνας, Κείμενο]». Γι’ αυτό, μερικοί σχολιαστές έχουν υποστηρίξει ότι ο Παύλος ζητούσε ρόλους των Εβραϊκών Γραφών, καθώς και κάποιου είδους σημειώσεις ή επιστολές. Ως εκ τούτου, ο Μόφατ αποδίδει το απόσπασμα: «Τα βιβλία μου, και ιδιαίτερα τα χαρτιά μου», ενώ Η Νέα Αγγλική Βίβλος λέει: «Τα βιβλία, προπαντός τα τετράδιά μου». Ωστόσο, παραμένει ανεξακρίβωτο αν «οι περγαμηνές» είχαν τη μορφή τετραδίων ή χαρτιών ή ήταν ρόλοι περγαμηνών (La· Kx).
Περγαμηνή Vellum. Οι περγαμηνές φτιάχνονταν συνήθως από δέρμα προβάτου, κατσικιού ή μοσχαριού. Τον τρίτο και τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., άρχισε να γίνεται διάκριση ανάμεσα στις περγαμηνές με τραχύτερη υφή και σε αυτές με λεπτότερη, και ενώ το τραχύτερο είδος εξακολούθησε να αποκαλείται περγαμηνή, το λεπτότερο είδος έγινε γνωστό ως περγαμηνή vellum. Για να κατασκευάσουν αυτή την περγαμηνή, χρησιμοποιούσαν απαλά δέρματα από μοσχάρια ή κατσικάκια ή από θνησιγενή μοσχάρια ή αρνιά. Την έφτιαχναν ξύνοντας τα πλυμένα δέρματα για να φύγουν οι τρίχες, τεντώνοντας τα δέρματα πάνω σε πλαίσια, πλένοντας και ξύνοντάς τα ξανά για να εξομαλύνουν την επιφάνειά τους, πασπαλίζοντάς τα με κιμωλία και τρίβοντάς τα με ελαφρόπετρα. Με αυτή τη διαδικασία παραγόταν μια λεπτή, λεία, υπόλευκη γραφική ύλη η οποία κατέληξε να χρησιμοποιείται ευρέως για τα σημαντικά βιβλία ώσπου εφευρέθηκε η τυπογραφία, για την οποία το χαρτί ήταν καλύτερο και φτηνότερο υλικό. Σπουδαία Βιβλικά χειρόγραφα, όπως το Σιναϊτικό και το Βατικανό Αρ. 1209, του τέταρτου αιώνα, καθώς και το Αλεξανδρινό, του πέμπτου αιώνα, είναι γραμμένα σε περγαμηνή vellum.
-
-
ΠέργαμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΓΑΜΟΣ
(Πέργαμος) [Φρούριο· Ακρόπολη].
Πόλη της Μυσίας στο βορειοδυτικό τμήμα της Ασιατικής Τουρκίας (Μικρά Ασία) όπου βρισκόταν μία από τις εφτά εκκλησίες στις οποίες ο απόστολος Ιωάννης απηύθυνε τις επιστολές που έχουν καταγραφεί στην Αποκάλυψη. (Απ 1:11· 2:12-17) Η πόλη βρισκόταν περίπου 80 χλμ. Β της Σμύρνης και περίπου 25 χλμ. μακριά από τα παράλια του Αιγαίου Πελάγους. Κοντά στην τοποθεσία της αρχαίας Περγάμου βρίσκεται η σημερινή Μπέργκαμα. Η Πέργαμος ήταν αρχικά φρούριο σε έναν απόκρημνο, απομονωμένο λόφο ανάμεσα σε δύο ποτάμια. Με τον καιρό, η πόλη απλώθηκε στην κοιλάδα που βρισκόταν από κάτω και ο λόφος έγινε ακρόπολη.
Ιστορία. Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς τον τόπο καταγωγής των Περγαμηνών, αλλά μερικά στοιχεία υποδεικνύουν την Αχαΐα στην Ελλάδα. Το 420 Π.Κ.Χ. η πόλη ήδη έκοβε νομίσματα, ενώ τον επόμενο αιώνα ο Ξενοφών κάνει μνεία της πόλης. Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η πόλη περιήλθε στην επικράτεια του Λυσίμαχου. Ο στρατηγός του Λυσίμαχου Φιλέταιρος ανέλαβε την εξουσία της πόλης και της γύρω περιοχής, εγκαθιδρύοντας έτσι τη βασιλεία των Ατταλιδών, υπό τους οποίους η Πέργαμος έγινε πλούσια και σπουδαία πόλη. Ο Βασιλιάς Άτταλος Α΄ (241-197 Π.Κ.Χ.) τάχθηκε με τους Ρωμαίους εναντίον των Μακεδόνων. Ο διάδοχός του ο Ευμένης Β΄ ανήγειρε μια τεράστια βιβλιοθήκη που συναγωνιζόταν τη φημισμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Υπάρχει η άποψη ότι εκείνη την εποχή επινοήθηκε στην πόλη η περγαμηνή (pergamena charta). Επίσης, εκείνη την περίοδο το βασίλειο της Περγάμου είχε υπό την κυριαρχία του το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Μικράς Ασίας. Το 133 Π.Κ.Χ. ο Άτταλος Γ΄, στην επιθανάτια κλίνη του, κληροδότησε με διαθήκη την Πέργαμο στη Ρώμη, οπότε η πόλη έγινε η πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας της Ασίας. (Βλέπε ΑΣΙΑ.) Ακόμη και όταν έπαψε να είναι πρωτεύουσα, η Πέργαμος συνέχισε να κατέχει πολύ σπουδαία θέση ως επίσημο διοικητικό κέντρο.
Η Θρησκεία της Περγάμου. Η ειδωλολατρική θρησκεία κατείχε εξέχουσα θέση στην Πέργαμο. Φαίνεται ότι Χαλδαίοι Μάγοι (αστρολόγοι) εγκατέλειψαν τη Βαβυλώνα και εγκαταστάθηκαν στην Πέργαμο, όπου ίδρυσαν την κεντρική σχολή τους. Ο Ευμένης Β΄ έχτισε έναν τεράστιο μαρμάρινο βωμό στον θεό Δία για να γιορτάσει τη νίκη του επί των Γαλατών. Τα ερείπια αυτού του βωμού έχουν ανασκαφεί και δείχνουν ότι ήταν διακοσμημένος με ένα πελώριο ανάγλυφο που απεικόνιζε θεούς να μάχονται με γίγαντες. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 945) Ασθενείς από όλα τα μέρη της Ασίας συνέρρεαν στην Πέργαμο λόγω του ναού που υπήρχε εκεί για τον Ασκληπιό, το θεό της ίασης και της ιατρικής.
Μια ιδιαίτερα αξιοσημείωτη πτυχή της θρησκείας στην Πέργαμο ήταν η λατρεία των πολιτικών αρχόντων. Η πόλη έχτισε έναν μεγαλοπρεπή ναό για τη λατρεία του Καίσαρα Αυγούστου. Ήταν, λοιπόν, η πρώτη πόλη που είχε ναό αφιερωμένο στη λατρεία του αυτοκράτορα. Επί των ημερών των αυτοκρατόρων Τραϊανού και Σεβήρου, ανεγέρθηκαν εκεί άλλοι δύο τέτοιοι ναοί, γι’ αυτό και Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Encyclopædia Britannica) αποκαλεί την Πέργαμο «το κύριο κέντρο της λατρείας του αυτοκράτορα κατά την αρχική φάση της αυτοκρατορίας». (1959, Τόμ. 17, σ. 507) Αυτή η λατρεία του Ρωμαίου αυτοκράτορα αναμφίβολα εξυπηρέτησε από πολιτική άποψη προκειμένου να συνενώσει όλες τις ποικίλες κατακτημένες χώρες της αυτοκρατορίας υπό έναν κοινό θεό. Κάθε χώρα θα μπορούσε να λατρεύει τους τοπικούς ή τους εθνικούς θεούς της, αλλά όλες τους θα έπρεπε να λατρεύουν και τον αυτοκράτορα.
«Εκεί που Είναι ο Θρόνος του Σατανά». Στην επιστολή του αποστόλου Ιωάννη προς την εκκλησία της Περγάμου, ο Ιωάννης ανέφερε ότι η πόλη βρισκόταν «εκεί που κατοικεί ο Σατανάς» και ότι, ως εκ τούτου, οι Χριστιανοί ζούσαν «εκεί που είναι ο θρόνος του Σατανά». (Απ 2:13) «Η φράση παραπέμπει στο συνονθύλευμα των ειδωλολατρικών θρησκειών, . . . αλλά η κύρια νύξη αφορά πιθανότατα τη λατρεία του αυτοκράτορα. Εκεί, υπό τον Δομιτιανό, η λατρεία του θεϊκού αυτοκράτορα είχε γίνει η λυδία λίθος της οσιότητας των πολιτών». (Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής [New Bible Dictionary], επιμέλεια Τζ. Ντάγκλας, 1985, σ. 912) Εφόσον ο μαρτυρικός θάνατος του Αντίπα αναφέρεται στο ίδιο εδάφιο στο οποίο γίνεται λόγος για το “θρόνο του Σατανά”, ο Αντίπας ενδέχεται να θανατώθηκε επειδή αρνήθηκε να λατρέψει τον Καίσαρα.
Πιθανώς ένας επιπρόσθετος παράγοντας για την κατανόηση της φράσης «εκεί που είναι ο θρόνος του Σατανά» ήταν η εξέχουσα λατρεία του Δία, ή αλλιώς Γιούπιτερ, του κυριότερου θεού ανάμεσα σε όλους τους ειδωλολατρικούς θεούς και θεές. Ο μύθος έλεγε ότι από το λόφο όπου ήταν χτισμένη η Πέργαμος ορισμένοι θεοί είχαν παραστεί μάρτυρες της γέννησης του Δία, και ο πελώριος βωμός που στήθηκε μεταγενέστερα πάνω στην ακρόπολη θεωρείται ένα από τα θαύματα εκείνης της εποχής. Οι λάτρεις του Δία μπορούσαν να λατρεύουν και άλλους θεούς αλλά έπρεπε να τους θεωρούν υποδεέστερους. Οι Χριστιανοί στην Πέργαμο, όμως, επαινέθηκαν επειδή διατήρησαν σταθερή την αποκλειστική αφοσίωσή τους στον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, και δεν αρνήθηκαν την πίστη παρότι κατοικούσαν “εκεί που ήταν ο θρόνος του Σατανά”.
“Η Διδασκαλία του Βαλαάμ”. Ωστόσο, στην εκκλησία υπήρχε η υπονομευτική επιρροή εκείνων που “κρατούσαν γερά τη διδασκαλία του Βαλαάμ”. (Απ 2:14) Αυτή η έκφραση φέρνει στο νου τον προφήτη Βαλαάμ από τη Μεσοποταμία, ο οποίος, έπειτα από τις αποτυχημένες απόπειρές του να καταραστεί τον Ισραήλ, πρότεινε να χρησιμοποιήσουν ειδωλολάτρισσες προκειμένου να παρασύρουν τους Ισραηλίτες στη λάγνα λατρεία ψεύτικων θεών. Ως αποτέλεσμα της σεξουαλικής ανηθικότητας και της ειδωλολατρίας στην οποία περιέπεσαν, πέθαναν 24.000 Ισραηλίτες. (Αρ 25:1-18· 1Κο 10:8· βλέπε ΒΑΛΑΑΜ.) Προφανώς μερικοί στην εκκλησία της Περγάμου, εκείνοι που “κρατούσαν γερά τη διδασκαλία του Βαλαάμ”, ανέχονταν την πορνεία.—Ιου 4, 11· 2Πε 2:14, 15.
Επίσης, μερικοί στην εκκλησία είχαν επηρεαστεί από τη διδασκαλία «της αίρεσης του Νικολάου» και παροτρύνθηκαν να μετανοήσουν για αυτή τους την πορεία.—Απ 2:15, 16.
-
-
ΠέργηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΓΗ
(Πέργη).
Σπουδαία πόλη στη ρωμαϊκή επαρχία της Παμφυλίας. Τα ερείπια της αρχαίας Πέργης πιστεύεται ότι βρίσκονται κοντά στο σημερινό χωριό Μουρτάνα, σε απόσταση περίπου 13 χλμ. από τη νότια ακτή της Μικράς Ασίας και περίπου 8 χλμ. Δ του ποταμού Κέστρου (Ακσού). Φαίνεται ότι στην αρχαιότητα, σύμφωνα με τον γεωγράφο Στράβωνα, αυτό το ποτάμι ήταν πλωτό προς το Β μέχρι την Πέργη. (Γεωγραφικά, ΙΔ΄, IV, 2) Ωστόσο, η κοντινή Αττάλεια, στην ακτή της Παμφυλίας, φαίνεται ότι αποτελούσε το επίνειο της Πέργης και τελικά την υποσκέλισε σε σπουδαιότητα.—Παράβαλε Πρ 14:24-26.
Αυτή την πόλη την επισκέφτηκε ο απόστολος Παύλος με τους συνεργάτες του στην αρχή του πρώτου ιεραποστολικού του ταξιδιού. (Πρ 13:13) Προς το τέλος του ταξιδιού αυτού «ανήγγειλαν το λόγο στην Πέργη», αλλά δεν είναι γνωστό αν δέχτηκε κάποιος από τους κατοίκους της τη Χριστιανοσύνη.—Πρ 14:24, 25.
-
-
ΠέρδικαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΔΙΚΑ
[εβρ., κορέ’].
Ορνιθόμορφο, γεροδεμένο πουλί, μικρότερο από το φασιανό, ικανό να τρέχει και να ξεφεύγει με μεγάλη ταχύτητα, το οποίο σπάνια πετάει και, όταν πετάει, κουράζεται γρήγορα. Δύο είδη πέρδικας που υπάρχουν στην Παλαιστίνη είναι η αμμοπέρδικα (Ammoperdix heyi) και η πετροπέρδικα (αλεκτορίς η ελληνική [Alectoris graeca]). Η αμμοπέρδικα συναντάται στις ερήμους και σε βραχώδεις πλαγιές, ενώ η πετροπέρδικα συναντάται κυρίως σε λοφώδεις περιοχές όπου η βλάστηση είναι αραιή.
Η εβραϊκή ονομασία αυτού του πουλιού σημαίνει «αυτός που καλεί». Μολονότι η πέρδικα παράγει πράγματι ένα ηχηρό κάλεσμα, μερικοί πιστεύουν ότι η εβραϊκή της ονομασία αποτελεί μίμηση του όμοιου με τρίξιμο ήχου, «κρρρικ», τον οποίο βγάζει όταν τρομάζει και αναγκάζεται να πετάξει.
Η πέρδικα έχει νόστιμο κρέας, και ο άνθρωπος την κυνηγούσε για τροφή από την αρχαιότητα—οι κυνηγοί συνήθιζαν να πετούν ραβδιά για να τη ρίξουν κάτω αφού πρώτα την τρόμαζαν ώστε να πετάξει από την κρυψώνα της. Το γεγονός ότι η πέρδικα τρέχει για να γλιτώσει καταφεύγοντας πίσω από βράχια και άλλα εμπόδια και προσπαθεί να κρυφτεί σε σχισμές βράχων ή σε παρόμοιες κρυψώνες υποκίνησε τον Δαβίδ, που μετακινούνταν από κρυψώνα σε κρυψώνα προσπαθώντας να ξεφύγει από την ανήλεη καταδίωξη του Βασιλιά Σαούλ, να παρομοιάσει κατάλληλα τον εαυτό του με «πέρδικα πάνω στα βουνά».—1Σα 26:20· παράβαλε Θρ 3:52.
Το εδάφιο Ιερεμίας 17:11, το οποίο παρομοιάζει τον άνθρωπο που συσσωρεύει χωρίς δικαιοσύνη πλούτη με «την πέρδικα που μάζεψε [ή, πιθανώς, επώασε] ό,τι δεν γέννησε», έχει γίνει αντικείμενο πολλής συζήτησης. Μολονότι ορισμένοι αρχαίοι συγγραφείς ανέφεραν ότι η πέρδικα παίρνει αβγά από φωλιές άλλων θηλυκών πουλιών και τα επωάζει, οι σύγχρονοι φυσιοδίφες δηλώνουν ότι κανένα από τα πουλιά που κατατάσσονται στις πέρδικες δεν έχει αυτή τη συνήθεια. Ωστόσο το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (Lexicon in Veteris Testamenti Libros) αναφέρει ότι ο Εβραίος ζωολόγος Ισραέλ Ααρώνι (1882-1946), συγγραφέας έργων σχετικών με την πανίδα της Παλαιστίνης, βρήκε «στην ίδια φωλιά 2 ομάδες των 11 αβγών η καθεμιά, προερχόμενες από 2 διαφορετικές θηλυκές [πέρδικες]». (Των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 851) Η Εγκυκλοπαίδεια Τζουντάικα ([Encyclopaedia Judaica] 1973, Τόμ. 13, στ. 156), λοιπόν, δηλώνει: «Ενίοτε δύο θηλυκές γεννούν αβγά στην ίδια φωλιά, και σε αυτή την περίπτωση η μία κερδίζει την υπεροχή και διώχνει την άλλη. Εντούτοις, το μικρό της σώμα δεν μπορεί να κρατήσει ζεστά τόσο πολλά αβγά, και γι’ αυτό τελικά τα έμβρυα πεθαίνουν. Σε αυτό αναφερόταν η παροιμία [του εδαφίου Ιερεμίας 17:11] όταν μιλούσε για κάποιον που αρπάζει τα αποκτήματα κάποιου άλλου χωρίς να απολαμβάνει τελικά κανένα όφελος».
Η Μετάφραση του Βάμβα αποδίδει το εδάφιο Ιερεμίας 17:11 ως εξής: «Καθώς η πέρδιξ η επωάζουσα και μη νεοσσεύουσα, ούτως ο αποκτών πλούτη αδίκως θέλει αφήσει αυτά εις το ήμισυ των ημερών αυτού και εις τα έσχατα αυτού θέλει είσθαι άφρων». (Βλέπε επίσης KJ.) Υποστηρίζοντας αυτή την εναλλακτική ερμηνεία, ο Τζον Σόγιερ κάνει τον εξής συλλογισμό: «Τονίζεται ότι η φωλιά της πέρδικας είναι εξαιρετικά τρωτή, εφόσον εκτίθεται στις επιδρομές πολλών αρπακτικών, όπως είναι τρωτός ο άφρων που θέτει την εμπιστοσύνη του στο ποταπό κέρδος». Στη συνέχεια εξηγεί ότι η ισχύς της παροιμίας του εδαφίου Ιερεμίας 17:11 «δεν βασίζεται στο δόλο της πέρδικας που επωάζει, αλλά στο ότι είναι τρωτή, πράγμα που παραβάλλεται με την ψευδαίσθηση ασφάλειας του άφρονα, ο οποίος νομίζει ότι μπορεί να μείνει ατιμώρητος για την εγκληματική του απληστία . . . έχοντας άγνοια των επερχόμενων κινδύνων και όντας ανυπεράσπιστος όταν έρχεται η συμφορά».—Παλαιά Διαθήκη (Vetus Testamentum), Λέιντεν, 1978, σ. 324, 328, 329.
-
-
ΠεριδέραιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ
Διακοσμητική αλυσίδα ή κολιέ από χάντρες, χρυσάφι, ασήμι, κοράλλια, πετράδια και άλλα συναφή που φοριέται γύρω από το λαιμό. Κατά την αρχαιότητα, περιδέραια φορούσαν οι γυναίκες (Ασμ 1:10· 4:9· παράβαλε Ιεζ 16:11) αλλά και οι άντρες, ιδιαίτερα οι υψηλά ιστάμενοι. (Γε 41:41, 42· Δα 5:7, 16, 17, 29) Οι Μαδιανίτες της εποχής του Γεδεών κοσμούσαν το λαιμό των καμήλων τους με περιδέραια, από τα οποία προφανώς κρέμονταν φεγγαρόσχημα στολίδια. (Κρ 8:21, 26) Αλυσίδες που έμοιαζαν με περιδέραια χρησιμοποιούνταν ενίοτε και ως διάκοσμος, όπως για παράδειγμα στους στύλους Ιαχίν και Βοόζ στο ναό.—2Χρ 3:15-17.
Σχετικά με τους καυχησιολόγους, πονηρούς ανθρώπους αναφέρεται ότι «η υπεροψία έγινε περιδέραιό τους». (Ψλ 73:3, 6) Από την άλλη πλευρά, η διαπαιδαγώγηση του πατέρα και ο νόμος της μητέρας είναι σαν εξαίρετο περιδέραιο στο λαιμό του γιου.—Παρ 1:8, 9.
-
-
Περίζωμα ΣτήθουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΖΩΜΑ ΣΤΗΘΟΥΣ
Ζωνάρι που φορούσε η νύφη την ημέρα του γάμου της. Υποδήλωνε ότι τώρα πια ήταν παντρεμένη. Ο Ιεχωβά ως «σύζυγος» του Ισραήλ καταδεικνύει την αμαρτία και την ακραία περιφρόνηση του Ισραήλ προς το πρόσωπό του με τα εξής λόγια: «Μπορεί η παρθένα να ξεχάσει τα στολίδια της, η νύφη τα περιζώματα του στήθους της; Και όμως, ο δικός μου λαός—με ξέχασαν ημέρες αναρίθμητες». Για τον Ισραήλ ο Θεός του θα έπρεπε να είναι το πολυτιμότερο στολίδι του, αλλά εκείνοι τον είχαν εγκαταλείψει για χάρη άλλων θεών.—Ιερ 2:32· Ησ 3:20· παράβαλε Ησ 49:18.
-
-
ΠερικεφαλαίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΚΕΦΑΛΑΙΑ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΠεριστέριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ
[εβρ. κείμενο, γιωνάχ, γκωζάλ (νεαρό περιστέρι ή μικρό [δηλαδή νεοσσός])· ελλ. κείμενο, περιστερά].
Το περιστέρι είναι το ένα από τα πρώτα δύο πουλιά που κατονομάζονται στη Γραφή—ο Νώε έστειλε έξω ένα περιστέρι τρεις φορές μετά τον Κατακλυσμό για να διαπιστώσει κατά πόσον είχαν υποχωρήσει τα νερά. (Γε 8:8-12) Η εβραϊκή ονομασία γιωνάχ πιστεύεται ότι παράγεται από τη λέξη ’ανάχ που σημαίνει «πενθώ», και προφανώς αποτελεί μίμηση του πένθιμου γρουξίματος του περιστεριού. (Ησ 38:14· 59:11, 12· Ιεζ 7:16· Να 2:7) Η φράση «νεαρό περιστέρι (ή νεαρά περιστέρια)» (ΜΝΚ, KJ, RS· βλέπε επίσης ΒΑΜ) αντιστοιχεί στην εβραϊκή κυριολεκτική φράση «γιος (ή γιοι) (του) περιστεριού».—Λευ 1:14· 5:7.
Ποικιλίες και Περιγραφή. Τα περιστέρια κατατάσσονται στην οικογένεια Περιστερίδες, υπάρχουν δε αποδημητικές και επιδημητικές ποικιλίες, μικρόσωμα και πιο μεγαλόσωμα πουλιά, καθώς επίσης άγρια και ήμερα. Οι πιο κοινές ποικιλίες περιστεριών που βρίσκονται στο Ισραήλ είναι το αγριοπερίστερο (περιστερά η πελιδνή [Columba livia]), η φάσσα (περιστερά η λευκόλαιμος [Columba palumbus]· ονομάζεται και δασοπερίστερο) και το φασσοπερίστερο (περιστερά η οινάς [Columba oenas]). Οι φάσσες συναντώνται κυρίως στα δάση της Γαλαάδ και του Καρμήλου. Το φασσοπερίστερο εγκαθίσταται ιδίως γύρω από την Ιεριχώ και στην ανατολική πλευρά του Ιορδάνη, ενώ το αγριοπερίστερο αναπαράγεται στα παράλια, κατά μήκος των φαραγγιών της Κοιλάδας του Ιορδάνη και στα δυτικά υψίπεδα. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του περιστεριού είναι το παχουλό σώμα με το προτεταμένο στέρνο, ο χαριτωμένος λαιμός, το μικρό και στρογγυλό κεφάλι με το σχετικά λεπτό ράμφος και τα κοντά πόδια. Τα πούπουλά του είναι πολύ πυκνά, πράγμα που κάνει την εξωτερική τους επιφάνεια να φαίνεται λεία. Τα περιστέρια έχουν συνήθως γκριζογάλανο χρώμα, ενώ μερικά φέρουν ιριδίζουσες ανταύγειες σε ορισμένα σημεία του φτερώματός τους, οι οποίες τους προσδίδουν μεταλλική απόχρωση όταν πέφτουν πάνω τους οι χρυσαφιές ακτίνες του ήλιου. Ίσως αυτό είναι το χαρακτηριστικό για το οποίο γίνεται νύξη στο εδάφιο Ψαλμός 68:13, μολονότι ορισμένοι πιστεύουν ότι η φράση που αναφέρεται εκεί—«οι φτερούγες ενός περιστεριού που θα είναι καλυμμένες με ασήμι και τα φτερά του με κιτρινοπράσινο χρυσάφι»—υποδηλώνει κάποιο πολυποίκιλτο έργο τέχνης το οποίο έχει παρθεί ως λάφυρο.
Το παρουσιαστικό και ο χαρακτήρας του περιστεριού φανερώνουν ηπιότητα και πραότητα, γι’ αυτό και δικαιολογημένα έχει περιγραφεί ως “το πρόβατο του κόσμου των πουλιών”. Έτσι λοιπόν, το όνομα Ιωνάς (Γιωνάχ) ήταν και εξακολουθεί να είναι δημοφιλές για τα αγόρια των Ιουδαίων. (Ιων 1:1) Τα περιστέρια φημίζονται για την αφοσίωσή τους στο σύντροφό τους και για την αγάπη τους, στη διάρκεια δε της ερωτοτροπίας ενώνουν τα κεφάλια τους και το ένα βάζει το ράμφος του μέσα στο ράμφος του άλλου, πράγμα που μοιάζει πολύ με ερωτικό φιλί. Η φράση «περιστέρα μου» ήταν, λοιπόν, μια κατάλληλη στοργική προσφώνηση την οποία χρησιμοποίησε ο αγαπημένος ποιμένας της Σουλαμίτισσας κόρης. (Ασμ 5:2) Τα μάτια της κόρης παρομοιάστηκαν με τα τρυφερά και μειλίχια μάτια του περιστεριού (Ασμ 1:15· 4:1), ενώ εκείνη παρομοίασε τα μάτια του ποιμένα με γκριζογάλανα περιστέρια που λούζονται σε λιμνούλες από γάλα, προφανώς περιγράφοντας με αυτή την ωραία παρομοίωση τη σκούρα ίριδα η οποία περιβάλλεται από το λαμπερό άσπρο του ματιού. (Ασμ 5:12) Τα περιστέρια χαίρονται να λούζονται, και γι’ αυτό προτιμούν να φωλιάζουν κοντά σε κάποια πηγή νερού.
Το περιστέρι, που είναι δειλό και τρέμει όταν φοβηθεί (Ωσ 11:11), στην άγρια κατάστασή του φωλιάζει συνήθως σε κοιλάδες (Ιεζ 7:16), ενώ συγκεκριμένα η ποικιλία που ονομάζεται αγριοπερίστερο φτιάχνει φωλιά σε προεξοχές και κοιλώματα που βρίσκονται σε γκρεμούς και σε βραχώδεις χαράδρες. (Ασμ 2:14· Ιερ 48:28) Τα ήμερα περιστέρια επιστρέφουν πετώντας στους περιστερώνες που έχουν κατασκευαστεί για αυτά και, όταν πρόκειται για μεγάλο σμήνος, μοιάζουν με κινούμενο σύννεφο λόγω του λευκού κάτω μέρους των φτερών τους. (Ησ 60:8) Ανασκαφές στο Ισραήλ έχουν φέρει στο φως περιστερώνες, μερικοί από τους οποίους είχαν αξιόλογο μέγεθος.
Το περιστέρι χαρακτηρίζεται από μεγάλη αντοχή και γρηγοράδα όταν πετάει, ενώ μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα που ξεπερνάει τα 80 χλμ./ώ. Επειδή διαθέτει το ένστικτο της επιστροφής στη φωλιά, έχει χρησιμοποιηθεί από πολύ παλιά για τη μεταφορά μηνυμάτων. Σε αντίθεση με τους ανθρώπινους πλοηγούς, οι οποίοι χρειάζονται χρονόμετρα και εξάντες για να καθορίζουν τη θέση τους, τα περιστέρια που επιστρέφουν στη φωλιά τους βρίσκουν σχεδόν αμέσως την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να πετάξουν—διαισθανόμενα το μαγνητικό πεδίο της γης και με βάση τη θέση του ήλιου—ακόμη και αν αφεθούν ελεύθερα σε άγνωστη περιοχή εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο τους. Αυτόματα υπολογίζουν την κίνηση του ήλιου στον ουρανό, και έτσι καθορίζουν σωστά τη γωνία πτήσης τους.
Το περιστέρι μπορεί να διανύει μεγάλες αποστάσεις αναζητώντας τροφή και είναι αρκετά ταχύ ώστε να ξεφεύγει από τους περισσότερους εχθρούς του. (Ψλ 55:6-8) Ωστόσο, τα περιστέρια εμπιστεύονται πολύ τους ανθρώπους και παγιδεύονται εύκολα με δίχτυ. Γι’ αυτό, ο αποστάτης Εφραΐμ, που με ανοησία εμπιστεύτηκε πρώτα στην Αίγυπτο και κατόπιν στην Ασσυρία, παρομοιάστηκε με «αφελές περιστέρι» που επρόκειτο να πιαστεί σε δίχτυ. (Ωσ 7:11, 12) Ο Ιησούς, προειδοποιώντας τους μαθητές του για τους όμοιους με λύκους εναντιουμένους, τους συμβούλεψε να είναι, όχι μόνο «αθώοι σαν τα περιστέρια», αλλά και «προσεκτικοί σαν τα φίδια».—Ματ 10:16.
Όταν ο Ιησούς βαφτίστηκε και χρίστηκε με το άγιο πνεύμα του Θεού, αυτό το άγιο πνεύμα παρουσιάστηκε «με σωματική μορφή σαν περιστέρι», και η ορατή κάθοδός του πάνω στον Ιησού ίσως ήταν παρόμοια με το καθοδικό φτεροκόπημα του περιστεριού που πλησιάζει στο κλαδί. (Λου 3:22· Ματ 3:16· Μαρ 1:10· Ιωα 1:32-34) Το περιστέρι ήταν κατάλληλο σύμβολο λόγω της χαρακτηριστικής του αθωότητας.—Ματ 10:16.
Τα περιστέρια, εξίσου κοινά με τα κοτόπουλα σε πολλά μέρη της γης, διαφέρουν από τα κατοικίδια πτηνά, όχι μόνο λόγω της πτητικής τους ικανότητας, αλλά επίσης λόγω της κατασκευής τους και του γεγονότος ότι είναι μονογαμικά. Αντίθετα με τον πετεινό, το πιστό αρσενικό περιστέρι βοηθάει το θηλυκό στο χτίσιμο της φωλιάς και στην επώαση των αβγών. Τα περιστέρια διαφέρουν από όλα τα άλλα πουλιά λόγω του μοναδικού τρόπου με τον οποίο ταΐζουν τα μικρά τους με το «γάλα του περιστεριού», μια πηχτή ουσία που παράγεται στον πρόλοβο των γονέων. Οι νεοσσοί του περιστεριού, που ονομάζονται πιτσούνια, αποτελούν συνηθισμένη τροφή σε πολλές χώρες.
Χρήση στις Θυσίες. Τα περιστέρια ήταν αποδεκτά για να χρησιμοποιούνται σε ολοκαυτώματα. (Λευ 1:14) Εκείνοι που δεν μπορούσαν να διαθέσουν αρκετά για ένα θηλυκό αρνί ή κατσικάκι μπορούσαν να φέρουν ένα ζευγάρι περιστέρια ως προσφορά για ενοχή. (Λευ 5:5-7) Ένα περιστέρι (ή ένα τρυγόνι), ως προσφορά για αμαρτία, έπρεπε να συνοδεύει την προσφορά ενός νεαρού κριαριού στις τελετουργίες καθαρισμού μιας γυναίκας μετά τον τοκετό, εκτός αν αυτή δεν είχε τη δυνατότητα να προσφέρει το κριάρι, οπότε ήταν αποδεκτά «δύο νεαρά περιστέρια» (Λευ 12:6-8) (όπως συνέβη στον καθαρισμό της Μαρίας μετά τη γέννηση του Ιησού· Λου 2:22-24). Επίσης, ένα ζευγάρι περιστέρια ή τρυγόνια έπρεπε να περιλαμβάνεται στις προσφορές καθαρισμού ενός ατόμου που είχε αναρρώσει από εκκρίσεις. (Λευ 15:13, 14, 28, 29) Επίσης, τα περιστέρια ήταν αποδεκτά σε σχέση με τον καθαρισμό ενός Ναζηραίου ο οποίος είχε μολυνθεί.—Αρ 6:10.
Μολονότι πολλές οικογένειες Ισραηλιτών αναμφίβολα είχαν δικά τους περιστέρια, η φράση: «Τώρα, αν δεν έχει τα μέσα για δύο τρυγόνια ή για δύο νεαρά περιστέρια» προφανώς υποδηλώνει ότι συχνά τα αγόραζαν για να τα χρησιμοποιήσουν σε θυσίες. (Λευ 5:11) Κάτι τέτοιο διαφαίνεται από το γεγονός ότι τα περιστέρια συγκαταλέγονταν στα εμπορεύματα που πουλούσαν διάφορα άτομα στο ναό της Ιερουσαλήμ, αν και η λέξη περιστεραί του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ίσως εννοεί εδώ τα «τρυγόνια» ή τα «νεαρά περιστέρια» τα οποία μνημόνευε ο Μωσαϊκός Νόμος.—Μαρ 11:15· Ιωα 2:14-16.
Η εβραϊκή λέξη γκωζάλ, η οποία χρησιμοποιείται στην αφήγηση σχετικά με την προσφορά που έκανε ο Αβραάμ όταν «ο Ιεχωβά σύναψε με τον Άβραμ μια διαθήκη», θεωρείται ότι αναφέρεται σε «ένα νεαρό περιστέρι». (Γε 15:9, 18) Αυτό συμβαίνει διότι το περιστέρι συσχετίζεται πάντα με το τρυγόνι στις θυσίες τις οποίες όριζε ο Νόμος που δόθηκε αργότερα στον Ισραήλ. Η ίδια εβραϊκή λέξη αποδίδεται «μικρά» στο εδάφιο Δευτερονόμιο 32:11. Αναμφίβολα το περιστέρι αποτέλεσε μέρος της θυσίας που έκανε παλιότερα ο Νώε, εφόσον εκείνη η θυσία συμπεριέλαβε «μερικά . . . από όλα τα καθαρά πετούμενα πλάσματα».—Γε 8:20.
Η διάταξη του Νόμου που παρείχε τη δυνατότητα χρήσης είτε νεαρών περιστεριών είτε τρυγονιών ήταν μια υποβοηθητική διευθέτηση για τους Ισραηλίτες, εφόσον τα περισσότερα τρυγόνια μετανάστευαν από τη γη του Ισραήλ τους χειμερινούς μήνες, ενώ τα επιδημητικά περιστέρια ήταν διαθέσιμα όλο το χρόνο.—Βλέπε ΤΡΥΓΟΝΙ.
Βλέπε επίσης ΚΟΠΡΑΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΩΝ.
-
-
ΠεριστήθιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΣΤΗΘΙΟ
Ο ιερός κεντητός θύλακας τον οποίο φορούσε ο αρχιερέας του Ισραήλ πάνω από την καρδιά του όποτε έμπαινε στα Άγια. Το περιστήθιο (εβρ., χόσεν) έπρεπε να αποτελεί «ενθύμημα» και αποκαλούνταν προφανώς «το περιστήθιο της κρίσης» επειδή περιείχε το Ουρίμ και το Θουμμίμ μέσω των οποίων αποκαλύπτονταν οι κρίσεις του Ιεχωβά.—Εξ 28:15, 29, 30.
Όπως και το εφόδ, το περιστήθιο ήταν φτιαγμένο από τα εκλεκτότερα υλικά: χρυσάφι, μπλε κλωστή, μαλλί βαμμένο πορφυροκόκκινο, κόκκινη κλωστή και εκλεκτό στριμμένο λινάρι. (Εξ 28:15) Με τα ίδια υλικά κατασκευάστηκαν και τα δέκα υφάσματα της σκηνής της μαρτυρίας, τα οποία ήταν κεντημένα με χερουβείμ, η κουρτίνα που χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων και το προπέτασμα για την είσοδο της σκηνής. Τα απαιτούμενα υλικά, τα οποία συνεισέφεραν εθελοντικά οι Ισραηλίτες, πήραν την τελική τους μορφή είτε άμεσα από τον Βεσελεήλ και τον Οολιάβ είτε υπό την καθοδήγησή τους.—Εξ 26:1, 31, 36· 31:2-6· 35:21-29.
Όπως φαίνεται, το ύφασμα για το περιστήθιο είχε μήκος έναν πήχη και πλάτος μία σπιθαμή, ώστε να είναι τετράγωνο όταν δίπλωνε, σχηματίζοντας έτσι έναν θύλακα μέσα στον οποίο ίσως τοποθετούνταν το Ουρίμ και το Θουμμίμ. Το μπροστινό μέρος του περιστήθιου ήταν διακοσμημένο με 12 πολύτιμες πέτρες, ένθετες σε χρυσές υποδοχές και διατεταγμένες ανά τρεις σε τέσσερις σειρές. Σε κάθε πέτρα ήταν σκαλισμένο το όνομα μιας από τις φυλές του Ισραήλ. (Εξ 28:15-21, 28· 39:8-14· Λευ 8:8) Τα πετράδια σε κάθε σειρά μπορεί να ήταν διατεταγμένα όπως κατονομάζονται, από δεξιά προς τα αριστερά (κατά τον τρόπο ανάγνωσης της εβραϊκής). Δεν μπορεί να ειπωθεί με καμιά βεβαιότητα ποια πολύτιμη πέτρα αντιστοιχούσε σε κάθε φυλή.—Βλέπε τις πολύτιμες πέτρες στα αντίστοιχα λήμματά τους.
Το περιστήθιο ήταν στερεωμένο στο εφόδ ως εξής: Δύο στριφτές αλυσίδες από καθαρό χρυσάφι συνδέονταν με δύο χρυσούς κρίκους στις δύο γωνίες του πάνω μέρους του περιστήθιου. Αυτές οι αλυσίδες στερεώνονταν κατόπιν στα δύο χρυσά πλαίσια τα οποία βρίσκονταν στην κορυφή των κομματιών του εφόδ που ξεκινούσαν από τους ώμους. Δύο άλλοι χρυσοί κρίκοι ήταν τοποθετημένοι στις δύο άκρες του κάτω χείλους του περιστήθιου, από τη μέσα πλευρά που ήταν προς το εφόδ. Αυτοί οι κρίκοι συνδέονταν με μπλε κορδόνι με τους δύο χρυσούς κρίκους οι οποίοι βρίσκονταν ακριβώς πάνω από το ζωνάρι του εφόδ, στη βάση των κομματιών του εφόδ που ξεκινούσαν από τους ώμους.—Εξ 28:22-28· 39:15-21.
-
-
ΠερισφύριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΣΦΥΡΙΟ
Οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «αλυσιδάκια για τους αστραγάλους» (’ετσ‛αδάχ· Αρ 31:50) και «αλυσίδες βηματισμού» (τσε‛αδάχ· Ησ 3:20) προέρχονται και οι δύο από τη ρίζα τσα‛άδ, η οποία σημαίνει «κάνω βήματα· οδεύω». (Ιερ 10:5· Παρ 7:8) Η εβραϊκή λέξη ‛έχες (περισφύριο) προέρχεται από τη ρίζα ‛αχάς, η οποία σημαίνει «κάνω κουδουνιστό ήχο» ή «κουνώ τα περισφύρια». (Ησ 3:16 [υποσ.], 18) Στην αρχαία Μέση Ανατολή συνήθιζαν να φορούν περισφύρια, δηλαδή βραχιόλια ή διακοσμητικούς κρίκους για τους αστραγάλους. Αυτά φτιάχνονταν από υλικά όπως ο μπρούντζος, ο χρυσός, το ασήμι, το σίδερο, το γυαλί και το ελεφαντόδοντο. Σε αιγυπτιακά μνημεία απεικονίζονται άτομα και των δύο φύλων να φορούν τέτοια κοσμήματα, ενώ στην Αίγυπτο τα αλυσιδάκια για τους αστραγάλους συνδυάζονταν συχνά με το αντίστοιχο βραχιόλι.
Τα βαριά περισφύρια πιθανόν να έκαναν έναν μεταλλικό ήχο καθώς χτυπούσαν μεταξύ τους όταν περπατούσε το άτομο που τα φορούσε. Ωστόσο, μερικές φορές τοποθετούνταν πετραδάκια μέσα σε κούφια περισφύρια προκειμένου να παράγουν ήχο. Σε πιο πρόσφατες εποχές έχουν θεαθεί περιστασιακά κοπέλες στην Αραβία να φορούν τέτοια περισφύρια με κουδουνάκια. Ακόμη, προσαρτούσαν ενίοτε αλυσιδάκια στα περισφύρια των γυναικών, ενώνοντας έτσι τα περισφύρια μεταξύ τους. Αυτά τα αλυσιδάκια κουδούνιζαν με το περπάτημα, και φυσικά τόσο τα αλυσιδάκια όσο και τα ίδια τα περισφύρια προσέλκυαν την προσοχή. Επίσης, τα αλυσιδάκια αυτά, ή αλλιώς αλυσίδες βηματισμού, περιόριζαν ή μίκραιναν το βήμα της γυναίκας κάνοντάς την να περπατάει ανάλαφρα, χαριτωμένα, με επιτηδευμένα λικνιστό και θηλυκό βάδισμα.—Ησ 3:16.
Τα «αλυσιδάκια για τους αστραγάλους» ήταν ανάμεσα στα κοσμήματα που πήραν οι Ισραηλίτες από τους Μαδιανίτες ως λάφυρα πολέμου και τα οποία συνεισέφεραν ως «προσφορά για τον Ιεχωβά». (Αρ 31:50, 51) Οι υπεροπτικές «κόρες της Σιών» σε μεταγενέστερους χρόνους περιγράφονται ως γυναίκες που «περπατούν με ανάλαφρα βήματα και με τα πόδια κάνουν κουδουνιστό ήχο», ή αλλιώς, «στα πόδια τους κουνούν τα περισφύρια». Μέσω του Ησαΐα, ο Ιεχωβά τις προειδοποίησε ότι θα αφαιρούσε τα διακοσμητικά τους αντικείμενα και «την ομορφιά των περισφύριων», καθώς επίσης τις «αλυσίδες βηματισμού» τους. (Ησ 3:16, 18, 20) Η κατάκτηση του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ. επηρέασε ασφαλώς αρνητικά τη ζωή εκείνων των γυναικών, οι οποίες έχασαν τόσο τα πολλά τους κοσμήματα όσο και την ελευθερία τους.—Βλέπε ΣΤΟΛΙΔΙΑ.
-
-
ΠεριτείχισμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΤΕΙΧΙΣΜΑ
Βλέπε ΠΡΟΧΩΜΑ.
-
-
ΠεριτομήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΤΟΜΗ
Η αφαίρεση της ακροποσθίας, ή αλλιώς ακροβυστίας, από το αντρικό μόριο. Το ρήμα μουλ (περιτέμνω) του εβραϊκού κειμένου χρησιμοποιείται με κυριολεκτική και μεταφορική σημασία. Το ουσιαστικό περιτομή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «εκτομή ολόγυρα». (Ιωα 7:22) Η έκφραση «μη περιτομή» αποδίδει τη λέξη ἀκροβυστία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία χρησιμοποιήθηκε στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα ως απόδοση της αντίστοιχης εβραϊκής λέξης.—Ρω 2:25· Γε 17:11, Ο΄.
Ο Ιεχωβά Θεός κατέστησε την περιτομή υποχρεωτική για τον Αβραάμ το 1919 Π.Κ.Χ., έναν χρόνο πριν από τη γέννηση του Ισαάκ, λέγοντας: «Αυτή είναι η διαθήκη μου που θα τηρείτε εσείς . . . Κάθε αρσενικό σας πρέπει να περιτέμνεται». Η εντολή αυτή περιλάμβανε κάθε αρσενικό στο σπιτικό του Αβραάμ, τόσο τους απογόνους του όσο και τους εξαρτώμενους από αυτόν. Ως αποτέλεσμα, ο Αβραάμ, ο 13χρονος γιος του ο Ισμαήλ, καθώς και όλοι οι δούλοι του έλαβαν πάνω τους αυτό το «σημείο της διαθήκης». Οι καινούριοι δούλοι έπρεπε επίσης να περιτέμνονται. Έκτοτε, κάθε αρσενικό του σπιτικού, δούλος ή ελεύθερος, έπρεπε να περιτέμνεται την όγδοη ημέρα μετά τη γέννησή του. Η μη συμμόρφωση με αυτή τη θεϊκή απαίτηση τιμωρούνταν με θάνατο.—Γε 17:1, 9-14, 23-27.
Η περιτομή εφαρμοζόταν στην Αίγυπτο, όπως απεικονίζεται σε τοιχογραφίες και παρατηρείται σε μούμιες, αλλά δεν είναι βέβαιο πότε πρωτοεμφανίστηκε σε αυτή τη χώρα και πόσο διαδεδομένη ήταν. Μερικοί λένε ότι ο Ιωσήφ ως διαχειριστής τροφίμων εισήγαγε την περιτομή στην Αίγυπτο. Άλλοι ισχυρίζονται ότι ο Αβραάμ απλώς δανείστηκε αυτή τη συνήθεια από τους Αιγυπτίους, επικαλούμενοι τον Ηρόδοτο. Απαντώντας σε αυτούς τους τελευταίους ισχυρισμούς, ο Γ. Μ. Τόμσον λέει: «Όσον αφορά τη μαρτυρία του Ηρόδοτου, ο οποίος πήγε στην Αίγυπτο δεκαπέντε αιώνες αργότερα, και ο οποίος, παρά τη μεγάλη σπουδή και έρευνά του, γράφει συχνά πολλές ανοησίες, αρνούμαι κατηγορηματικά να τη θεωρήσω ισότιμη με τη μαρτυρία του Μωυσή. Ο μεγάλος θεμελιωτής της Ιουδαϊκής κοινοπολιτείας—ο μεγαλύτερος νομοθέτης στα χρονικά της ιστορίας—ο οποίος υπήρξε γέννημα θρέμμα της Αιγύπτου, παραθέτει τα γεγονότα που έχουν σχέση με την καθιέρωση της περιτομής ανάμεσα στο λαό του. Ένας απλός ταξιδιώτης και ιστορικός—ξένος και Έλληνας—εμφανίζεται πολύ αργότερα και κάνει κάποιες δηλώσεις οι οποίες είναι εν μέρει σωστές και εν μέρει εσφαλμένες, όπως δείχνει ο Ιώσηπος στην απάντησή του προς τον Απίωνα. Κατόπιν, είκοσι και πλέον αιώνες μετά τον Ηρόδοτο, διάφοροι σκεπτικιστές συγγραφείς ανασύρουν τις ατελείς δηλώσεις του και, παραποιώντας τες και μεγαλοποιώντας τες, προσπαθούν να αποδείξουν ότι ο Αβραάμ δεν έλαβε την περιτομή από τον Θεό (όπως λέει ξεκάθαρα ο Μωυσής), αλλά από τους Αιγυπτίους! Με τέτοια όπλα όμως δεν καταπολεμάται η αλήθεια των λόγων του Μωυσή».—Η Γη και το Βιβλίο (The Land and the Book), αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 593.
Δεν εφάρμοζαν μόνο οι Αιγύπτιοι την περιτομή, αλλά και οι Μωαβίτες, οι Αμμωνίτες και οι Εδωμίτες. (Ιερ 9:25, 26) Αργότερα, οι Σαμαρείτες, οι οποίοι συμμορφώνονταν με τις απαιτήσεις που εκτίθενται στην Πεντάτευχο, περιτέμνονταν επίσης. Απεναντίας, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Έλληνες και, ιδίως, οι Φιλισταίοι δεν εφάρμοζαν την περιτομή. Μάλιστα οι τελευταίοι, και όχι οι Χαναναίοι γενικά, αποκαλούνται υποτιμητικά «οι απερίτμητοι», από μια μάχη δε με αυτούς λήφθηκαν ως τρόπαια ακροβυστίες.—Κρ 14:3· 15:18· 1Σα 14:6· 17:26· 18:25-27· 2Σα 1:20· 1Χρ 10:4.
Οι απόγονοι του Αβραάμ μέσω του Ισαάκ και του Ιακώβ τήρησαν πιστά τη διαθήκη της περιτομής. «Ο Αβραάμ έκανε περιτομή στον Ισαάκ το γιο του, όταν αυτός έγινε οχτώ ημερών, ακριβώς όπως τον είχε διατάξει ο Θεός». (Γε 21:4· Πρ 7:8· Ρω 4:9-12) Οι δισέγγονοι του Αβραάμ είπαν στον Συχέμ και στους συμπολίτες του: «Μας είναι αδύνατον . . . να δώσουμε την αδελφή μας [τη Δείνα] σε άντρα που έχει ακροβυστία . . . Μόνο με αυτόν τον όρο μπορούμε να συμφωνήσουμε μαζί σας: να γίνετε σαν εμάς, με το να περιτμηθεί κάθε αρσενικό σας». (Γε 34:13-24) Προφανώς επειδή ο Μωυσής αμέλησε να περιτμήσει το γιο του, προκάλεσε την οργή του Θεού ώσπου η σύζυγός του, η Σεπφώρα, το έκανε αντί για αυτόν.—Εξ 4:24-26· βλέπε ΣΕΠΦΩΡΑ.
Η Περιτομή υπό το Νόμο. Η περιτομή καταστάθηκε υποχρεωτική απαίτηση του Μωσαϊκού Νόμου. «Την όγδοη ημέρα [μετά τη γέννηση ενός αρσενικού] θα περιτμηθεί η σάρκα της ακροβυστίας του». (Λευ 12:2, 3) Η πράξη αυτή ήταν τόσο σημαντική ώστε, ακόμη και αν η όγδοη ημέρα συνέπιπτε με το πολυσέβαστο Σάββατο, η περιτομή έπρεπε να πραγματοποιηθεί. (Ιωα 7:22, 23) Στους γονείς οι οποίοι υπόκειντο σε αυτόν το Νόμο και εφάρμοσαν πιστά τη διάταξη της περιτομής στα παιδιά τους την όγδοη ημέρα περιλαμβάνονται οι γονείς του Ιωάννη του Βαφτιστή, του Ιησού και του Παύλου. (Λου 1:59· 2:21· Φλπ 3:4, 5) Επίσης, ο Νόμος απαιτούσε να περιτέμνονται οι αλλοεθνείς προτού τους επιτραπεί να φάνε το πάσχα.—Εξ 12:43-48.
Γιατί καθόριζε ο Νόμος ότι η περιτομή έπρεπε να γίνεται την όγδοη ημέρα;
Ο Ιεχωβά δεν έδωσε κάποια εξήγηση, ούτε ήταν απαραίτητο να δώσει. Οι οδοί του είναι πάντα σωστές, οι λόγοι για τις ενέργειές του, οι καλύτεροι. (2Σα 22:31) Ωστόσο, τα πρόσφατα χρόνια ο άνθρωπος έμαθε κάποιους λόγους για τους οποίους από σωματική άποψη η όγδοη ημέρα ήταν κατάλληλη για την περιτομή. Οι φυσιολογικές ποσότητες του αιμοπηκτικού στοιχείου που ονομάζεται βιταμίνη Κ δεν εμφανίζονται στο αίμα μέχρι την πέμπτη ως την έβδομη ημέρα μετά τη γέννηση. Ένας άλλος πηκτικός παράγοντας, γνωστός ως προθρομβίνη, υπάρχει σε ποσότητες μόνο γύρω στο 30 τοις εκατό του φυσιολογικού την τρίτη ημέρα, αλλά την όγδοη ημέρα έχει τις υψηλότερες τιμές από κάθε άλλη ημέρα της ζωής του παιδιού—μέχρι και 110 τοις εκατό του φυσιολογικού. Η συμμόρφωση, λοιπόν, με τις οδηγίες του Ιεχωβά αποσοβούσε τον κίνδυνο αιμορραγίας. Όπως παρατηρεί ο Δρ Σ. Ι. Μακ Μίλεν: «Με βάση τις τιμές της βιταμίνης Κ και της προθρομβίνης, εξάγεται ότι η τέλεια ημέρα για την περιτομή είναι η όγδοη ημέρα . . . [η] ημέρα την οποία επέλεξε ο Δημιουργός της βιταμίνης Κ».—Καμιά από Αυτές τις Ασθένειες (None of These Diseases), 1986, σ. 21.
Η περιτομή γινόταν συνήθως, αν και όχι πάντα, από την κεφαλή του σπιτιού. Μεταγενέστερα χρησιμοποιούνταν κάποιος διορισμένος και εκπαιδευμένος για αυτή την επέμβαση. Τον πρώτο αιώνα φαίνεται ότι είχε επικρατήσει η συνήθεια να δίνουν όνομα στο αγόρι όταν του έκαναν περιτομή.—Λου 1:59, 60· 2:21.
Κατά τη 40χρονη περιπλάνηση στην έρημο, τα αρσενικά βρέφη δεν περιτέμνονταν. Έτσι λοιπόν, μετά το πέρασμα του Ιορδάνη, ο Ιησούς του Ναυή διέταξε να περιτμηθούν όλοι αυτοί οι άρρενες με μαχαίρια από πυρόλιθο στα Γάλγαλα, και ο Ιεχωβά τούς προστάτεψε ωσότου ανέρρωσαν.—Ιη 5:2-9· βλέπε ΟΝΕΙΔΟΣ.
Μετά την Εξορία. Δύο αιώνες μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα, η ελληνική επιρροή άρχισε να κυριαρχεί στη Μέση Ανατολή και πολλοί λαοί σταμάτησαν να περιτέμνονται. Αλλά όταν ο βασιλιάς της Συρίας Αντίοχος Δ΄ (ο Επιφανής) απαγόρευσε την περιτομή, διαπίστωσε ότι οι Ιουδαίες μητέρες ήταν διατεθειμένες να πεθάνουν παρά να στερήσουν από τους γιους τους το «σημείο της διαθήκης». (Γε 17:11) Χρόνια αργότερα ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αδριανός ήρθε αντιμέτωπος με την ίδια κατάσταση όταν απαγόρευσε στους Ιουδαίους να περιτέμνουν τα αγόρια τους. Εντούτοις, μερικοί Ιουδαίοι αθλητές που επιθυμούσαν να συμμετέχουν σε ελληνιστικούς αγώνες (στους οποίους οι δρομείς έτρεχαν γυμνοί) προσπαθούσαν να γίνουν “απερίτμητοι” μέσω μιας επέμβασης που επιχειρούσε να αποκαταστήσει κάποια απομίμηση της ακροβυστίας ώστε να μη γίνονται στόχος περιφρόνησης και χλευασμού. Ο Παύλος μπορεί να είχε υπόψη του αυτή τη συνήθεια όταν συμβούλεψε τους Χριστιανούς: «Κλήθηκε κανείς ενώ ήταν περιτμημένος; Ας μη γίνεται απερίτμητος». (1Κο 7:18) Το ρήμα ἐπισπάομαι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, το οποίο εδώ αποδίδεται «γίνομαι απερίτμητος», σημαίνει κατά κυριολεξία «τραβώ πάνω», πράγμα που αναφέρεται προφανώς στο τράβηγμα της ακροποσθίας προς τα εμπρός ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι το άτομο ήταν απερίτμητο.
Δεν Αποτελεί Απαίτηση για τους Χριστιανούς. Όταν ο Ιεχωβά κατέδειξε ότι δεχόταν τους Εθνικούς στη Χριστιανική εκκλησία, και εφόσον πολλοί από τα έθνη ανταποκρίνονταν στο κήρυγμα των καλών νέων, το κυβερνών σώμα στην Ιερουσαλήμ έπρεπε να λάβει μια απόφαση σχετικά με το ερώτημα: Χρειάζεται να περιτέμνονται στη σάρκα οι Εθνικοί Χριστιανοί; Η κατάληξη του ζητήματος ήταν: Τα «αναγκαία» τόσο για τους Εθνικούς όσο και για τους Ιουδαίους δεν περιλάμβαναν την περιτομή.—Πρ 15:6-29.
Ο Παύλος έκανε περιτομή στον Τιμόθεο λίγο μετά την έκδοση αυτού του διατάγματος, όχι για λόγους πίστης, αλλά για να μην προκαλέσει την προκατάληψη των Ιουδαίων στους οποίους επρόκειτο να κηρύξουν. (Πρ 16:1-3· 1Κο 9:20) Ο απόστολος ασχολήθηκε με αυτό το θέμα σε αρκετές επιστολές. (Ρω 2:25-29· Γα 2:11-14· 5:2-6· 6:12-15· Κολ 2:11· 3:11) «Εμείς είμαστε αυτοί με την πραγματική περιτομή [της καρδιάς], που αποδίδουμε ιερή υπηρεσία με το πνεύμα του Θεού», έγραψε ο Παύλος στους Εθνικούς Χριστιανούς των Φιλίππων. (Φλπ 3:3) Στους δε Κορινθίους έγραψε: «Η περιτομή δεν σημαίνει τίποτα και η μη περιτομή δεν σημαίνει τίποτα, αλλά η τήρηση των εντολών του Θεού έχει σημασία».—1Κο 7:19.
Μεταφορική Χρήση. Η λέξη «περιτομή» χρησιμοποιείται μεταφορικά με αρκετούς τρόπους. Για παράδειγμα, όταν φύτευαν ένα δέντρο στην Υποσχεμένη Γη, έλεγαν ότι “παρέμενε απερίτμητο” τρία χρόνια. Ο καρπός του θεωρούνταν ότι είναι η «ακροβυστία» του και δεν έπρεπε να φαγωθεί. (Λευ 19:23) Ο Μωυσής είπε στον Ιεχωβά: «Δες! Εγώ είμαι απερίτμητος στα χείλη, και πώς είναι δυνατόν να με ακούσει ο Φαραώ;» (Εξ 6:12, 30) Μεταφορικά η λέξη «απερίτμητοι» περιγράφει με αποκρουστική περιφρόνηση όσους άξιζαν να ταφούν μόνο σε κοινό τόπο μαζί με θανατωμένους του χειρίστου είδους.—Ιεζ 32:18-32.
Η περιτομή της καρδιάς αποτελούσε θεϊκή απαίτηση ακόμη και για τους Ισραηλίτες που ήταν ήδη περιτμημένοι στη σάρκα. Ο Μωυσής είπε στον Ισραήλ: «Πρέπει να περιτμήσετε την ακροβυστία της καρδιάς σας και να μη σκληρύνετε πια τον τράχηλό σας». «Ο Ιεχωβά ο Θεός σου θα περιτμήσει την καρδιά σου και την καρδιά των απογόνων σου, ώστε να αγαπάς τον Ιεχωβά τον Θεό σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή για χάρη της ζωής σου». (Δευ 10:16· 30:6) Ο Ιερεμίας υπενθύμισε το ίδιο πράγμα σε εκείνο το αχαλίνωτο έθνος των ημερών του. (Ιερ 4:4) “Περιτομή της καρδιάς” σημαίνει το να αποβάλει κανείς από τις σκέψεις, τα αισθήματα ή τα κίνητρά του οτιδήποτε είναι δυσάρεστο και ακάθαρτο στα μάτια του Ιεχωβά και κάνει την καρδιά μη δεκτική. Παρόμοια, τα αφτιά που δεν είναι ευαίσθητα ή δεκτικά χαρακτηρίζονται “απερίτμητα”.—Ιερ 6:10· Πρ 7:51.
-
-
ΠεριφέρειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
Η λέξη «περιφέρεια» υποδηλώνει μια εδαφική έκταση υπό τη δικαιοδοσία κάποιας αρχής, την περιοχή γύρω από μια πόλη ή κάποια περιοχή μέσα σε συγκεκριμένα όρια.
Όταν ο Νεεμίας οργάνωσε την ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ, ανέθεσε διάφορα τμήματά του στους αρχηγούς, ή αλλιώς “άρχοντες”, και στους κατοίκους ορισμένων “περιφερειών”. Αυτές οι περιφέρειες είχαν πάρει το όνομα της κυριότερης πόλης τους, και κάποιες (της Ιερουσαλήμ, της Βαιθ-σουρ, της Κεϊλά) ήταν διπλές. (Νε 3:9, 12, 14-18) Επρόκειτο προφανώς για υποδιαιρέσεις της περσικής “διοικητικής περιφέρειας”, ή αλλιώς “επαρχίας”, του Ιούδα. (Νε 1:3· KJ, ΒΑΜ, ΛΧ) Η εβραϊκή λέξη η οποία προσδιορίζει αυτές τις περιφέρειες (πέλεχ) λέγεται ότι παράγεται από την ακκαδική λέξη πίλκου, πράγμα που ίσως υποδηλώνει ότι οι περιφέρειες καθιερώθηκαν από τους Βαβυλωνίους μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ.—Βλέπε ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ.
Η εβραϊκή λέξη κικκάρ μεταδίδει την ιδέα ενός στρογγυλού πράγματος. Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ένα «στρογγυλό» ψωμί (Εξ 29:23), ένα μολύβδινο «κυκλικό καπάκι» (Ζαχ 5:7), ένα «τάλαντο» χρυσάφι ή ασήμι (Εξ 25:39· 1Βα 20:39) και μια σχεδόν κυκλική «περιφέρεια» ή «λεκάνη».—Γε 13:10, υποσ.· Νε 12:28.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η λέξη ὅριον (πάντα στον πληθυντικό) υποδηλώνει κατά κυριολεξία τα «όρια» ή τα «σύνορα» μιας γεωγραφικής περιοχής, αλλά μπορεί να υποδηλώνει και αυτό που εμπερικλείεται, δηλαδή μια «περιφέρεια» ή «περιοχή». (Πρ 13:50· Ματ 19:1· 2:16· 15:22) Η λέξη μερίς, η οποία χρησιμοποιείται αναφορικά με την “περιφέρεια” της Μακεδονίας στο εδάφιο Πράξεις 16:12, σημαίνει κατά κυριολεξία «μερίδιο· μέρος».—Παράβαλε Πρ 8:21.
-
-
Περιφέρεια του ΙορδάνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ
Η περίπου κυκλική λεκάνη, ή ελλειψοειδής περιοχή, μέσα στην οποία ρέει ο Ιορδάνης Ποταμός. Περιλαμβάνει το κάτω τμήμα της Κοιλάδας του Ιορδάνη, όπως μπορεί να φανεί από τη μνεία της “Περιφέρειας του Ιορδάνη” σε σχέση με τη χύτευση χάλκινων αντικειμένων στα χυτήρια του Σολομώντα ανάμεσα στη Σοκχώθ και στη Ζαρετάν. (1Βα 7:46· 2Χρ 4:17· παράβαλε 2Σα 18:23.) Ωστόσο, “η Περιφέρεια” φαίνεται επίσης ότι εκτείνεται μέχρι κάτω, στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης, όπου βρίσκονταν προφανώς οι «πόλεις της Περιφέρειας». (Γε 13:10-12) Έτσι λοιπόν, όχι μόνο συμπεριλάμβανε το λεκανοπέδιο της Ιεριχώς, αλλά και έφτανε μέχρι τη Σηγώρ, την πόλη όπου κατέφυγαν ο Λωτ και οι κόρες του.—Γε 19:17-25· Δευ 34:3.
Οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης υποδεικνύουν ότι ένα μεγάλο κομμάτι ξηράς κάτω από τη στενή λωρίδα γης που ονομάζεται Λισάν έχει καλυφτεί από τα νερά της Νεκράς Θαλάσσης. Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι οι «πόλεις της Περιφέρειας» βρίσκονται καταποντισμένες εκεί. Κάποτε επρόκειτο για περιοχή «με άφθονα νερά», σαν «τον κήπο του Ιεχωβά». (Γε 13:10) Αυτό δεν ίσχυε μόνο για την περιοχή Β της Νεκράς Θαλάσσης, όπου σήμερα εξακολουθούν να είναι πολύ εύφορες μόνο οι Πεδιάδες του Μωάβ και η όαση της Ιεριχώς, αλλά και για το νότιο τμήμα της Περιφέρειας. Ακόμη και σήμερα η πεδιάδα που βρίσκεται παραπλεύρως της Λισάν περιγράφεται ως «εκτεταμένη όαση», και εκεί ευδοκιμούν το κριθάρι, το σιτάρι, οι χουρμαδιές και τα αμπέλια. Το δέλτα του ποταμού Ζαρέδ, ο οποίος εκβάλλει στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης, χαρακτηρίζεται και αυτό ως «πλούσια όαση».
-
-
Περσία, ΠέρσεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΣΙΑ, ΠΕΡΣΕΣ
Χώρα και λαός που αναφέρονται συχνά μαζί με τους Μήδους, τόσο στην Αγία Γραφή όσο και στην ιστορία. Οι Μήδοι και οι Πέρσες προφανώς ήταν συγγενικοί λαοί οι οποίοι ανήκαν σε αρχαίες άριες (ινδοϊρανικές) φυλές, πράγμα που σημαίνει ότι οι Πέρσες ήταν απόγονοι του Ιάφεθ, ίσως μέσω του Μαδαΐ, του κοινού προγόνου των Μήδων. (Γε 10:2) Σε μια επιγραφή, ο Δαρείος ο Μέγας αυτοπροσδιορίζεται ως «Πέρσης, γιος Πέρση, Άριος, από Άρια γενιά».—Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας, του Ά. Όλμστεντ, 2002, Εκδόσεις «Οδυσσέας», σ. 210.
Ασσυριακές επιγραφές οι οποίες συσχετίζονται με την εποχή του Σαλμανασάρ Γ΄ (προφανώς συγχρόνου του Ιηού του Ισραήλ) κάνουν λόγο για μια εισβολή στη Μηδία και για την απόσπαση φόρου υποτελείας από τους βασιλιάδες της «Παρσουά», μιας περιοχής που βρισκόταν προφανώς Δ της λίμνης Ουρμίας και συνόρευε με την Ασσυρία. Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι «Παρσουά» ήταν τότε το όνομα της χώρας των Περσών, αν και κάποιοι άλλοι το συσχετίζουν με τους Πάρθους. Πάντως, σε μεταγενέστερες επιγραφές οι Πέρσες εμφανίζονται εγκατεστημένοι αρκετά νοτιότερα, στην «Πάρσα», ΝΑ του Ελάμ, στην επαρχία Φαρς του σημερινού Ιράν. Το Ανσάν, μια επαρχία ή πόλη στα σύνορα του Ελάμ, και εντός της επικράτειας του Ελάμ σε κάποια εποχή, βρισκόταν και αυτό υπό περσική κυριαρχία.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι κατά την αρχική περίοδο της ιστορίας τους οι Πέρσες κατείχαν μόνο το νοτιοδυτικό τμήμα του εκτεταμένου ιρανικού υψιπέδου και συνόρευαν με το Ελάμ και τη Μηδία ΒΔ, την Παρθία στο Β, την Καρμανία στην Α και τον Περσικό Κόλπο Ν και ΝΔ. Με εξαίρεση τα παράλια του Περσικού Κόλπου, όπου το κλίμα είναι ζεστό και υγρό, το μεγαλύτερο μέρος της χώρας αποτελούνταν από το νότιο τμήμα της βραχώδους οροσειράς του Ζάγρου, την οποία διέκοπταν μεγάλες, εξαιρετικά εύφορες κοιλάδες με κατάφυτες πλαγιές. Το κλίμα στις κοιλάδες είναι εύκρατο, αλλά στις ψηλότερες περιοχές του υψιπέδου, κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών, τα άνυδρα, ανεμοδαρμένα εδάφη είναι εκτεθειμένα σε δριμύ κρύο. Όπως οι Μήδοι, έτσι και οι Πέρσες φαίνεται ότι ασχολούνταν πολύ με την κτηνοτροφία, καθώς και με τις απαραίτητες γεωργικές εργασίες, ενώ ο Πέρσης Βασιλιάς Δαρείος ο Μέγας περιέγραψε με καμάρι την πατρίδα του ως «όμορφη χώρα με πολλά άλογα και πολυάριθμους άντρες».—Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Encyclopædia Britannica), 1959, Τόμ. 17, σ. 603.
Αν και αρχικά οι Πέρσες ζούσαν κάπως ασκητική και συνήθως νομαδική ζωή, επέδειξαν μεγάλη αγάπη για τη χλιδή και τις πολυτέλειες κατά την περίοδο της αυτοκρατορίας. (Παράβαλε Εσθ 1:3-7· επίσης, βλέπε το είδος των ρούχων που δόθηκαν στον Μαροδοχαίο, 8:15.) Γλυπτά στην Περσέπολη απεικονίζουν τους Πέρσες ντυμένους με κυματιστούς χιτώνες ως τον αστράγαλο, περίζωμα στη μέση και παπούτσια που έδεναν χαμηλά. Αντίθετα, οι Μήδοι απεικονίζονται με στενά, μακρυμάνικα πανωφόρια που έφταναν ως το γόνατο περίπου. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 328) Τόσο οι Πέρσες όσο και οι Μήδοι προφανώς φορούσαν παντελόνια, και μάλιστα οι Πέρσες στρατιώτες εικονίζονται να φορούν παντελόνια και χιτώνια με μανίκι πάνω από τις σιδηρένδυτες πανοπλίες τους. Ήταν έμπειροι ιππείς, το δε ιππικό έπαιζε σημαντικό ρόλο στην πολεμική στρατηγική τους.
Η περσική γλώσσα κατατάσσεται στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και περιέχει στοιχεία που μαρτυρούν ότι συνδέεται με τη σανσκριτική της Ινδίας. Σε κάποια φάση της ιστορίας τους οι Πέρσες άρχισαν να χρησιμοποιούν σφηνοειδή γραφή, η οποία όμως περιλάμβανε πολύ λιγότερα σύμβολα από τα εκατοντάδες σύμβολα της βαβυλωνιακής και της ασσυριακής σφηνοειδούς γραφής. Παρότι μερικές επιγραφές από την περίοδο διακυβέρνησης της Περσικής Αυτοκρατορίας είναι γραμμένες στην αρχαία περσική και μεταφρασμένες στην ακκαδική και σε μια γλώσσα αποκαλούμενη γενικώς «ελαμιτική» ή «σουσιανική», τα επίσημα έγγραφα που χρησιμοποιούνταν στη διοίκηση των αυτοκρατορικών επαρχιών γράφονταν κατά κύριο λόγο στην αραμαϊκή η οποία χρησιμοποιούνταν ως διεθνής γλώσσα.—Εσδ 4:7.
Ανάδυση της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 327) Όπως οι Μήδοι, έτσι και οι Πέρσες φαίνεται ότι κυβερνιούνταν από διάφορες οικογένειες ευγενών. Από μια τέτοια οικογένεια προήλθε η δυναστεία των Αχαιμενιδών βασιλιάδων, η βασιλική γραμμή στην οποία ανήκε ο ιδρυτής της Περσικής Αυτοκρατορίας, ο Κύρος ο Μέγας. Ο Κύρος, του οποίου ο πατέρας, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, ήταν από την Περσία και η μητέρα από τη Μηδία, συνένωσε τους Πέρσες υπό την ηγεσία του. (Ηρόδοτος, Α΄, 107, 108· Κύρου Παιδεία, Α΄, 2, 1) Μέχρι τότε οι Μήδοι κυριαρχούσαν επί των Περσών, αλλά ο Κύρος πέτυχε γρήγορη νίκη επί του Μήδου Βασιλιά Αστυάγη και κατέλαβε την πρωτεύουσά του, τα Εκβάτανα (550 Π.Κ.Χ.). (Παράβαλε Δα 8:3, 20.) Έτσι λοιπόν, η Μηδική Αυτοκρατορία περιήλθε υπό τον έλεγχο των Περσών.
Παρότι οι Μήδοι παρέμειναν υποτελείς των Περσών όλη την υπόλοιπη περίοδο της δυναστείας των Αχαιμενιδών, δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς το δυαδικό χαρακτήρα της αυτοκρατορίας που προέκυψε. Ως εκ τούτου, το βιβλίο Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας (σ. 90) αναφέρει: «Η στενή συγγένεια μεταξύ Περσών και Μήδων δεν ξεχάστηκε ποτέ. Τα λεηλατημένα Εκβάτανα θα παρέμεναν αγαπημένος τόπος διαμονής των περσών βασιλέων. Στην περσική αυτοκρατορία οι Μήδοι απολάμβαναν τα ίδια προνόμια με τους Πέρσες· τοποθετούνταν σε υψηλά αξιώματα και επιλέγονταν ως διοικητές των περσικών στρατευμάτων. Οι ξένοι συχνά ανέφεραν μαζί τους δύο λαούς, “Μήδους και Πέρσες”, χωρίς να τους ξεχωρίζουν ενώ όταν χρησιμοποιούσαν μία μόνο λέξη, συνήθως προτιμούσαν τον όρο “Μήδοι”».
Υπό τον Κύρο, η Μηδοπερσική Αυτοκρατορία επεκτάθηκε περαιτέρω προς τη Δ, φτάνοντας μέχρι το Αιγαίο Πέλαγος μετά τη νίκη των Περσών επί του Κροίσου, του βασιλιά της Λυδίας, και την καθυπόταξη ορισμένων ελληνικών πόλεων στα παράλια. Ωστόσο, η σημαντικότερη κατάκτηση του Κύρου σημειώθηκε το 539 Π.Κ.Χ., όταν ως επικεφαλής μιας συνδυασμένης δύναμης Μήδων, Περσών και Ελαμιτών κατέλαβε την κραταιά Βαβυλώνα, σε εκπλήρωση των Βιβλικών προφητειών. (Ησ 21:2, 9· 44:26–45:7· Δα 5:28) Με την πτώση της Βαβυλώνας τερματίστηκε μια μακρά περίοδος σημιτικής κυριαρχίας, η οποία εκτοπίστηκε από την πρώτη κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη άριας (ιαφεθιτικής) καταγωγής. Επίσης, η γη του Ιούδα (καθώς και η Συρία και η Φοινίκη) προσαρτήθηκε στη μηδοπερσική επικράτεια. Με διάταγμα του Κύρου, το 537 Π.Κ.Χ. επιτράπηκε στους εξόριστους Ιουδαίους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, η οποία κειτόταν έρημη ακριβώς 70 χρόνια.—2Χρ 36:20-23· βλέπε ΚΥΡΟΣ.
Οι περσικές πρωτεύουσες. Σε αρμονία με το δυαδικό χαρακτήρα της αυτοκρατορίας, ένας Μήδος ονόματι Δαρείος έγινε ο κυβερνήτης του ηττημένου χαλδαϊκού βασιλείου, αν και είναι πιθανό ότι δεν ήταν ανεξάρτητος από την επικυριαρχία του Κύρου. (Δα 5:31· 9:1· βλέπε ΔΑΡΕΙΟΣ Αρ. 1.) Η Βαβυλώνα παρέμεινε βασιλική πόλη της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας, καθώς και κέντρο των θρησκευτικών και εμπορικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, γενικά φαίνεται ότι τα καλοκαίρια εκεί ήταν πιο ζεστά από όσο ήταν διατεθειμένοι να ανεχτούν οι Πέρσες αυτοκράτορες, γι’ αυτό και η Βαβυλώνα σπάνια αποτελούσε κάτι περισσότερο από χειμερινή κατοικία για αυτούς. Σύμφωνα με αρχαιολογικά στοιχεία, λίγο μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας ο Κύρος επέστρεψε στα Εκβάτανα (το σημερινό Χαμαντάν), τα οποία βρίσκονταν 1.900 μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, στους πρόποδες του όρους Αλβάντ, όπου οι χειμώνες που συνοδεύονται από σφοδρές χιονοπτώσεις και τσουχτερό κρύο εξισορροπούνται από ευχάριστα καλοκαίρια. Εκεί, στα Εκβάτανα, ανακαλύφτηκε αρκετά χρόνια μετά την έκδοσή του το υπόμνημα του Κύρου για την ανοικοδόμηση του ναού της Ιερουσαλήμ. (Εσδ 6:2-5) Η παλαιότερη περσική πρωτεύουσα ήταν οι Πασαργάδες, περίπου 650 χλμ. ΝΑ από τα Εκβάτανα, αλλά στο ίδιο περίπου υψόμετρο. Κοντά στις Πασαργάδες, οι Πέρσες αυτοκράτορες Δαρείος, Ξέρξης και Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας έχτισαν αργότερα την Περσέπολη, μια βασιλική πόλη στην οποία κατασκεύασαν μεγάλο δίκτυο υπόγειων αγωγών, προφανώς για να έχουν παροχή φρέσκου νερού. Μια άλλη πρωτεύουσα ήταν τα Σούσα κοντά στον ποταμό Χοάσπη (Καρχέχ), στο αρχαίο Ελάμ, τα οποία βρίσκονταν σε κεντρικό, στρατηγικό σημείο ανάμεσα στη Βαβυλώνα, στα Εκβάτανα και στην Περσέπολη. Εκεί ο Δαρείος ο Μέγας οικοδόμησε ένα μεγαλοπρεπές ανάκτορο το οποίο γενικά χρησίμευε ως χειμερινή κατοικία, διότι όπως και στη Βαβυλώνα έτσι και στα Σούσα η ζέστη το καλοκαίρι ήταν αφόρητη. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, τα Σούσα γίνονταν ολοένα και περισσότερο το πραγματικό διοικητικό κέντρο της αυτοκρατορίας.—Βλέπε ΕΚΒΑΤΑΝΑ· ΣΟΥΣΑ.
Θρησκεία και Νόμοι. Οι Πέρσες ηγεμόνες, παρότι ήταν ικανοί να επιδεικνύουν την ίδια σκληρότητα που επιδείκνυαν οι Σημίτες βασιλιάδες της Ασσυρίας και της Βαβυλωνίας, φαίνεται ότι τουλάχιστον στην αρχή προσπαθούσαν να εκδηλώνουν ως έναν βαθμό δικαιοσύνη και νομιμότητα στις σχέσεις τους με τους κατακτημένους λαούς. Η θρησκεία τους φαίνεται πως εμπεριείχε την έννοια της ηθικής σε κάποιον βαθμό. Μετά τον κύριο θεό τους τον Αχούρα Μάζντα, εξέχουσα θεότητα ήταν και ο Μίθρας, γνωστός όχι μόνο ως θεός του πολέμου αλλά και ως ο θεός των συμβολαίων, τα μάτια και τα αφτιά του οποίου ήταν πάντοτε άγρυπνα να εντοπίσουν όποιον θα παραβίαζε κάποια συμφωνία. (Βλέπε ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ.) Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Α΄, 136, 138) έγραψε σχετικά με τους Πέρσες: «Εκπαιδεύουν τα αγόρια τους από την ηλικία των πέντε μέχρι την ηλικία των είκοσι ετών και τα διδάσκουν τρία πράγματα μόνο: να ιππεύουν, να τοξεύουν και να λένε την αλήθεια. . . . Θεωρούν το ψέμα το αισχρότερο πράγμα». Παρότι η ιστορία των Περσών ηγεμόνων αποκαλύπτει ότι αυτοί δεν ήταν υπεράνω της υποκρισίας και των ραδιουργιών, ωστόσο διακρίνουμε κάποια στοιχειώδη προσκόλληση σε ένα είδος φυλετικού δόγματος περί “τήρησης του λόγου” τους, μια προσκόλληση η οποία και αντανακλάται στην εμμονή τους για το απαραβίαστο “του νόμου των Μήδων και των Περσών”. (Δα 6:8, 15· Εσθ 1:19· 8:8) Κατά συνέπεια, όταν ανακαλύφτηκε το διάταγμα του Κύρου, 18 περίπου χρόνια μετά τη χρονολογία έκδοσής του, ο Βασιλιάς Δαρείος αναγνώρισε ότι το έργο οικοδόμησης του ναού από τους Ιουδαίους ήταν νόμιμο και έδωσε εντολή να υπάρξει πλήρης συνεργασία μαζί τους.—Εσδ 6:1-12.
Η οργάνωση της Περσικής Αυτοκρατορίας αποκαλύπτει αξιοσημείωτες διοικητικές ικανότητες. Εκτός από το ιδιαίτερο συμβούλιο του βασιλιά—το επιτελείο των συμβούλων του, το οποίο αποτελούνταν από «εφτά άρχοντες της Περσίας και της Μηδίας» (Εσθ 1:14· Εσδ 7:14)—υπήρχαν σατράπες διορισμένοι σε μεγάλες περιοχές ή χώρες όπως η Μηδία, το Ελάμ, η Παρθία, η Βαβυλωνία, η Ασσυρία, η Αραβία, η Αρμενία, η Καππαδοκία, η Λυδία, η Ιωνία και, καθώς η αυτοκρατορία επεκτεινόταν, η Αίγυπτος, η Αιθιοπία και η Λιβύη. Στους σατράπες αυτούς είχε παραχωρηθεί μερική αυτονομία όσον αφορά τη διοίκηση της σατραπείας, η οποία συμπεριλάμβανε το χειρισμό δικαστικών και οικονομικών υποθέσεων στην επικράτειά τους. (Βλέπε ΣΑΤΡΑΠΗΣ.) Στη σατραπεία φαίνεται ότι υπήρχαν κατώτεροι κυβερνήτες διοικητικών περιφερειών (στις ημέρες του Βασιλιά Ασσουήρη αυτές ήταν 127), και στις διοικητικές περιφέρειες υπήρχαν άρχοντες από τους λαούς που συνέθεταν τον πληθυσμό της περιφέρειας. (Εσδ 8:36· Εσθ 3:12· 8:9) Πιθανώς για να αντισταθμιστεί το μειονέκτημα ότι η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας βρισκόταν σε ακραίο σχετικά σημείο της αχανούς επικράτειάς της, αναπτύχθηκε ένα γρήγορο σύστημα επικοινωνίας μέσω ενός βασιλικού ταχυδρομείου με αγγελιοφόρους που ίππευαν ταχυδρομικά άλογα—σύστημα το οποίο συνέδεε το θρόνο με όλες τις διοικητικές περιφέρειες. (Εσθ 8:10, 14) Επίσης γινόταν συντήρηση του βασιλικού οδικού δικτύου, μία από τις οδούς του οποίου εκτεινόταν από τα Σούσα μέχρι τις Σάρδεις στη Μικρά Ασία.
Από το Θάνατο του Κύρου ως το Θάνατο του Δαρείου. Η βασιλεία του Κύρου του Μεγάλου τερματίστηκε το 530 Π.Κ.Χ., όταν ο Κύρος πέθανε σε μια πολεμική εκστρατεία. Ο γιος του ο Καμβύσης τον διαδέχθηκε στο θρόνο και κατάφερε να κατακτήσει την Αίγυπτο. Αν και η Αγία Γραφή δεν τον κατονομάζει ως Καμβύση, αυτός είναι προφανώς ο “Ασσουήρης” στον οποίο κατηγόρησαν ψευδώς τους Ιουδαίους οι ενάντιοι του έργου του ναού, όπως αναφέρεται στο εδάφιο Έσδρας 4:6.
Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες τερματίστηκε η βασιλεία του Καμβύση είναι συγκεχυμένες. Σύμφωνα με μια αφήγηση, την οποία παρουσιάζει ο Δαρείος ο Μέγας στην Επιγραφή της Μπεχιστούν και την οποία παραθέτει ο Ηρόδοτος και άλλοι με κάποιες παραλλαγές, ο Καμβύσης έβαλε να σκοτώσουν μυστικά τον αδελφό του τον Βαρδίγια (τον οποίο ο Ηρόδοτος ονομάζει Σμέρδι). Αργότερα, ενώ ο Καμβύσης απουσίαζε στην Αίγυπτο, ένας μάγος ονόματι Γαυμάτης (Σμέρδις και αυτός κατά τον Ηρόδοτο), παριστάνοντας τον Βαρδίγια (Σμέρδι), σφετερίστηκε το θρόνο και κατάφερε να γίνει δεκτός ως βασιλιάς. Κατά την επιστροφή από την Αίγυπτο, ο Καμβύσης πέθανε και ο σφετεριστής εδραιώθηκε στο θρόνο. (Ηρόδοτος, Γ΄, 61-67) Η άλλη εκδοχή την οποία υποστηρίζουν μερικοί ιστορικοί είναι ότι ο Βαρδίγιας δεν είχε σκοτωθεί και ότι αυτός, όχι κάποιος απατεώνας, σφετερίστηκε το θρόνο κατά την απουσία του Καμβύση.
Όπως και αν έχουν τα πράγματα, η βασιλεία του Καμβύση τερματίστηκε το 522 Π.Κ.Χ., ενώ η επόμενη περίοδος βασιλείας διήρκεσε εφτά μήνες και τερματίστηκε και αυτή το 522 Π.Κ.Χ. με τη δολοφονία του σφετεριστή (είτε αυτός ήταν ο Βαρδίγιας είτε ο Γαυμάτης ο ψευδο-Σμέρδις). Ωστόσο, στη διάρκεια αυτής της σύντομης διακυβέρνησης, προφανώς έγινε και δεύτερη καταγγελία στο θρόνο της Περσίας εναντίον των Ιουδαίων—ο τότε βασιλιάς αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως «Αρταξέρξης» (πρόκειται πιθανώς για επωνυμία του ανάσσοντος βασιλιά ή για τίτλο)—και αυτή τη φορά οι κατηγορίες πέτυχαν την έκδοση ενός βασιλικού διατάγματος που απαγόρευε να συνεχιστούν οι οικοδομικές εργασίες στο ναό. (Εσδ 4:7-23) Το έργο του ναού, λοιπόν, περιέπεσε σε αδράνεια «μέχρι το δεύτερο έτος της βασιλείας του Δαρείου, του βασιλιά της Περσίας».—Εσδ 4:24.
Ο Δαρείος Α΄ (ο αποκαλούμενος Δαρείος Υστάσπης ή Δαρείος ο Μέγας) προφανώς σχεδίασε ή υποκίνησε τη δολοφονία εκείνου που βρισκόταν τότε στον περσικό θρόνο και κατέλαβε ο ίδιος το θρόνο. Κατά τη διακυβέρνησή του οι εργασίες στο ναό της Ιερουσαλήμ ξανάρχισαν με βασιλική έγκριση, και ο ναός αποπερατώθηκε το έκτο έτος της βασιλείας του (αρχές του 515 Π.Κ.Χ.). (Εσδ 6:1-15) Η βασιλεία του χαρακτηρίστηκε από εξάπλωση της αυτοκρατορίας. Ο Δαρείος επέκτεινε την κυριαρχία της Περσίας Α ως την Ινδία και Δ ως τη Θράκη και τη Μακεδονία.
Τουλάχιστον εκείνη την εποχή οι Πέρσες ηγεμόνες είχαν πια εκπληρώσει τους προφητικούς συμβολισμούς των εδαφίων Δανιήλ 7:5 και 8:4 όπου η Μηδοπερσική Αυτοκρατορία, η οποία συμβολίζεται από μια αρκούδα και ένα κριάρι, παρουσιάζεται να καταλαμβάνει εδάφη προς τρεις κύριες κατευθύνσεις, προς το Β, τη Δ και το Ν. Ωστόσο, σε μια εκστρατεία του Δαρείου εναντίον της Ελλάδας, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν στον Μαραθώνα το 490 Π.Κ.Χ. Ο Δαρείος πέθανε το 486 Π.Κ.Χ.—Βλέπε ΔΑΡΕΙΟΣ Αρ. 2.
Η Βασιλεία του Ξέρξη και του Αρταξέρξη. Ο Ξέρξης, ο γιος του Δαρείου, είναι προφανώς ο Βασιλιάς Ασσουήρης του βιβλίου της Εσθήρ. Οι ενέργειές του ταιριάζουν επίσης με την περιγραφή του τέταρτου Πέρση βασιλιά, ο οποίος θα “εξήγειρε τα πάντα εναντίον του βασιλείου της Ελλάδας”. (Δα 11:2) Προσπαθώντας να εκδικηθεί για την ήττα των Περσών στον Μαραθώνα, ο Ξέρξης επιτέθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα με μια τεράστια στρατιωτική δύναμη το 480 Π.Κ.Χ. Έπειτα από μια επώδυνη νίκη στις Θερμοπύλες και την καταστροφή της Αθήνας, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν στη Σαλαμίνα και αργότερα στις Πλαταιές, πράγμα που έκανε τον Ξέρξη να επιστρέψει στην Περσία.
Η βασιλεία του Ξέρξη χαρακτηρίζεται από ορισμένες διοικητικές μεταρρυθμίσεις και από την ολοκλήρωση μεγάλου μέρους του οικοδομικού έργου που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του στην Περσέπολη. (Παράβαλε Εσθ 10:1, 2.) Οι αφηγήσεις των αρχαίων Ελλήνων γύρω από την τελική περίοδο της βασιλείας του Ξέρξη κάνουν λόγο για προβλήματα στο γάμο του, για αναστάτωση στο χαρέμι του και για κάποιους αυλικούς του οι οποίοι υποτίθεται ότι τον κηδεμόνευαν. Αυτές οι αφηγήσεις πιθανόν να αντικατοπτρίζουν, αν και πολύ συγκεχυμένα και διαστρεβλωμένα, μερικά από τα βασικά γεγονότα του βιβλίου της Εσθήρ, όπως μεταξύ άλλων την αποπομπή της Βασίλισσας Αστίν και την αντικατάστασή της από την Εσθήρ, καθώς και την άνοδο του Μαροδοχαίου σε μια θέση με μεγάλη εξουσία στο βασίλειο. (Εσθ 2:17· 10:3) Σύμφωνα με ιστορικές πηγές ο Ξέρξης δολοφονήθηκε από έναν αυλικό του.
Ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας, ο διάδοχος του Ξέρξη, είναι γνωστός για το ότι έδωσε άδεια στον Έσδρα να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ παίρνοντας μαζί του μια μεγάλη συνεισφορά για την υποστήριξη του ναού εκεί. Αυτό έλαβε χώρα το έβδομο έτος του Αρταξέρξη (468 Π.Κ.Χ.). (Εσδ 7:1-26· 8:24-36) Το 20ό έτος του Αρταξέρξη (455 Π.Κ.Χ.), δόθηκε άδεια στον Νεεμία να πάει στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσει την πόλη. (Νε 1:3· 2:1, 5-8) Αργότερα, ο Νεεμίας επέστρεψε για κάποιο διάστημα στην αυλή του Αρταξέρξη, το 32ο έτος του βασιλιά (443 Π.Κ.Χ.).—Νε 13:6.
Υπάρχει κάποια ασυμφωνία στα ιστορικά κείμενα αναφορικά με τη βασιλεία του Ξέρξη και του Αρταξέρξη. Διάφορα εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα τοποθετούν το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη στο 465 Π.Κ.Χ. Σύμφωνα με ορισμένα έγγραφα η βασιλεία του πατέρα του, του Ξέρξη, συνεχίστηκε μέχρι και το 21ο έτος. Η βασιλεία του Ξέρξη υπολογίζεται συνήθως από το 486 Π.Κ.Χ., το έτος κατά το οποίο πέθανε ο πατέρας του, ο Δαρείος. Το πρώτο βασιλικό του έτος θεωρείται ότι ξεκίνησε το 485 Π.Κ.Χ., ενώ το 21ο έτος του και το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη τοποθετούνται συχνά στο 465 Π.Κ.Χ. Όσο για τον Αρταξέρξη, οι λόγιοι συνήθως λένε ότι το τελευταίο έτος της βασιλείας του άρχισε το 424 Π.Κ.Χ. Μερικά έγγραφα παρουσιάζουν αυτό το έτος ως το 41ο έτος της βασιλείας του Αρταξέρξη. Αν αυτό ήταν σωστό, τότε θα σήμαινε ότι το έτος ανάρρησής του ήταν το 465 Π.Κ.Χ. και ότι το πρώτο βασιλικό του έτος άρχισε το 464 Π.Κ.Χ.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία από τα οποία υπολογίζουμε ότι το τελευταίο έτος του Ξέρξη και το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη ήταν το 475 Π.Κ.Χ. Τα στοιχεία αυτά συνιστούν ένα τρίπτυχο από ελληνικές, περσικές και βαβυλωνιακές πηγές.
Στοιχεία από ελληνικές πηγές. Ένα γεγονός της αρχαίας ελληνικής ιστορίας μπορεί να μας βοηθήσει να προσδιορίσουμε πότε άρχισε η βασιλεία του Αρταξέρξη. Ο Θεμιστοκλής, πολιτικός και ήρωας πολέμου, έπεσε στη δυσμένεια των συμπατριωτών του και κατέφυγε στην Περσία όπου θα ήταν ασφαλής. Τότε, σύμφωνα με τον ιστορικό Θουκυδίδη (Α΄, 137, 3) ο οποίος φημίζεται για την ακρίβειά του, ο Θεμιστοκλής «έστειλε μια επιστολή προς τον Βασιλιά Αρταξέρξη, το γιο του Ξέρξη, ο οποίος είχε ανέλθει πρόσφατα στο θρόνο». Το σύγγραμμα Πλουτάρχου Βίοι (Θεμιστοκλής, 27, 1) μας πληροφορεί πως «ο Θουκυδίδης και ο Χάρων ο Λαμψακηνός αναφέρουν ότι ο Ξέρξης είχε πεθάνει και ότι ο Θεμιστοκλής παρουσιάστηκε στο γιο του», τον Αρταξέρξη. Ο Χάρων ήταν Πέρσης υπήκοος ο οποίος βρισκόταν εν ζωή κατά τη μετάβαση της εξουσίας από τον Ξέρξη στον Αρταξέρξη. Από τις μαρτυρίες του Θουκυδίδη και του Χάρωνα του Λαμψακηνού βλέπουμε πως, όταν ο Θεμιστοκλής έφτασε στην Περσία, ο Αρταξέρξης είχε αρχίσει πρόσφατα να βασιλεύει.
Μπορούμε να προσδιορίσουμε το χρόνο κατά τον οποίο άρχισε να βασιλεύει ο Αρταξέρξης υπολογίζοντας από το θάνατο του Θεμιστοκλή προς τα πίσω. Δεν δίνουν όλα τα εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα την ίδια χρονολογία για το θάνατο του Θεμιστοκλή. Ωστόσο, ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης (Βιβλιοθήκη Ιστορική, ΙΑ΄, 54, 1· ΙΑ΄, 58, 3) αναφέρει το θάνατό του σε συσχετισμό με κάποια άλλα γεγονότα που συνέβησαν «όταν ο Πραξίεργος ήταν άρχων στην Αθήνα». Ο Πραξίεργος ήταν «άρχων» στην Αθήνα το 471/470 Π.Κ.Χ. (Ελληνική και Ρωμαϊκή Χρονολόγηση [Greek and Roman Chronology], του Άλαν Ε. Σάμιουελ, Μόναχο, 1972, σ. 206) Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Θεμιστοκλής, μετά την άφιξή του στην Περσία, διέθεσε έναν χρόνο για την εκμάθηση της γλώσσας προετοιμαζόμενος να παρουσιαστεί ενώπιον του Αρταξέρξη. Στη συνέχεια ο βασιλιάς τού παραχώρησε την άδεια να εγκατασταθεί στην Περσία με μεγάλες τιμές. Αν ο Θεμιστοκλής πέθανε το 471/470 Π.Κ.Χ., τότε πρέπει να εγκαταστάθηκε στην Περσία το αργότερο μέχρι το 472 Π.Κ.Χ. και να έφτασε εκεί έναν χρόνο νωρίτερα, το 473 Π.Κ.Χ. Εκείνη την εποχή, ο Αρταξέρξης «είχε ανέλθει πρόσφατα στο θρόνο».
Όσον αφορά το χρόνο κατά τον οποίο πέθανε ο Ξέρξης και ενθρονίστηκε ο Αρταξέρξης, ο Μ. ντε Κουτοργκά έγραψε: «Έχουμε διαπιστώσει ότι, σύμφωνα με τη χρονολόγηση του Θουκυδίδη, ο Ξέρξης πέθανε γύρω στα τέλη του 475 Π.Κ.Χ. και ότι, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, ο Θεμιστοκλής έφτασε στη Μικρά Ασία λίγο μετά την ενθρόνιση του Αρταξέρξη του Μακρόχειρα».—Υπομνήματα Διαφόρων Ειδημόνων προς την Ακαδημία Επιγραφών και Λογοτεχνίας του Αυτοκρατορικού Ινστιτούτου της Γαλλίας (Mémoires présentés par divers savants à l’Académie des Inscriptions et Belles-Lettres de l’Institut Impérial de France), σειρά Α΄, Τόμ. 6, μέρος δεύτερο, Παρίσι, 1864, σ. 147.
Ο Ε. Λεβέσκ παραθέτει ένα επιπρόσθετο στοιχείο υπέρ αυτού, επισημαίνοντας: «Επομένως, σύμφωνα με το Πασχάλιον Χρονικόν, ο θάνατος του Ξέρξη πρέπει να τοποθετηθεί στο 475 Π.Κ.Χ., έπειτα από έντεκα χρόνια διακυβέρνησης. Ο ιστορικός Ιουστίνος (III, 1) επιβεβαιώνει αυτό το χρονικό καθώς και τις δηλώσεις του Θουκυδίδη. Κατά τον Ιουστίνο, τον καιρό που δολοφονήθηκε ο Ξέρξης, ο γιος του ο Αρταξέρξης δεν ήταν παρά παιδί, πούερ [αγόρι], πράγμα που ισχύει αν ο Ξέρξης πέθανε το 475. Ο Αρταξέρξης ήταν τότε 16 χρονών, ενώ το 465 θα ήταν είκοσι έξι χρονών—ηλικία που δεν θα δικαιολογούσε πλέον την έκφραση του Ιουστίνου. Σύμφωνα με αυτή τη χρονολόγηση, εφόσον ο Αρταξέρξης άρχισε να βασιλεύει το 475, το 20ό έτος της βασιλείας του είναι το 455 και όχι το 445, όπως υποστηρίζεται ευρύτατα».—Απολογητική Επιθεώρηση (Revue apologétique), Παρίσι, Τόμ. 68, 1939, σ. 94.
Αν ο Δαρείος πέθανε το 486 Π.Κ.Χ. και ο Ξέρξης πέθανε το 475 Π.Κ.Χ., πώς εξηγείται το γεγονός ότι μερικά αρχαία κείμενα αποδίδουν στον Ξέρξη 21 έτη βασιλείας; Είναι ευρέως γνωστό ότι ένας βασιλιάς θα μπορούσε να κυβερνάει μαζί με το γιο του στα πλαίσια μιας δυαδικής βασιλείας, ή αλλιώς συμβασιλείας. Αν αυτό ίσχυε στην περίπτωση του Δαρείου και του Ξέρξη, οι ιστορικοί θα μπορούσαν να υπολογίζουν τα έτη βασιλείας του Ξέρξη είτε από την αρχή της συμβασιλείας του με τον πατέρα του είτε από το θάνατο του πατέρα του. Αν ο Ξέρξης κυβέρνησε 10 χρόνια με τον πατέρα του και 11 χρόνια μόνος του, κάποιες πηγές θα μπορούσαν να του αποδίδουν 21 χρόνια βασιλείας ενώ άλλες 11 χρόνια.
Υπάρχουν βάσιμα στοιχεία που μαρτυρούν ότι ο Ξέρξης ήταν συμβασιλιάς με τον πατέρα του τον Δαρείο. Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Ζ΄, 3) αναφέρει: «Ο Δαρείος έκρινε δίκαιο το αίτημά του [του Ξέρξη, για τη βασιλεία] και τον ανακήρυξε βασιλιά. Αλλά κατά τη γνώμη μου ο Ξέρξης θα γινόταν βασιλιάς ακόμη και χωρίς αυτή τη συμβουλή». Αυτό υποδηλώνει ότι ο Ξέρξης έγινε βασιλιάς στη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του, του Δαρείου.
Στοιχεία από περσικές πηγές. Το ότι ο Ξέρξης και ο Δαρείος ήταν συμβασιλείς φαίνεται ιδιαίτερα σε κάποια περσικά ανάγλυφα που έχουν ανακαλυφτεί. Στην Περσέπολη βρέθηκαν αρκετά πρόστυπα ανάγλυφα που απεικονίζουν τον Ξέρξη όρθιο πίσω από το θρόνο του πατέρα του, με ενδυμασία ίδια με αυτήν του πατέρα του και με το κεφάλι του στο ίδιο ύψος με το κεφάλι του πατέρα του. Αυτό είναι ασυνήθιστο, εφόσον κανονικά το κεφάλι του βασιλιά εικονιζόταν ψηλότερα από τα κεφάλια όλων των άλλων. Στο σύγγραμμα Μια Νέα Επιγραφή του Ξέρξη από την Περσέπολη ([A New Inscription of Xerxes From Persepolis] του Ερνστ Ε. Χέρτσφελντ, 1932), επισημαίνεται ότι επιγραφές αλλά και οικοδομήματα που ανακαλύφτηκαν στην Περσέπολη υποδηλώνουν πως ο Ξέρξης ήταν συμβασιλιάς με τον πατέρα του τον Δαρείο. Στη σελίδα 8 του έργου του, ο Χέρτσφελντ έγραψε: «Το ιδιόμορφο ύφος των επιγραφών του Ξέρξη στην Περσέπολη, οι περισσότερες από τις οποίες δεν κάνουν διάκριση ανάμεσα στις δραστηριότητες του ίδιου και σε αυτές του πατέρα του, και η εξίσου ιδιόμορφη συνάφεια των οικοδομημάτων τους, τα οποία είναι αδύνατον να αποδώσουμε είτε στον Δαρείο προσωπικά είτε στον Ξέρξη, ανέκαθεν υποδήλωναν κάποια μορφή συμβασιλείας με τον Ξέρξη. Επιπλέον, δύο γλυπτά στην Περσέπολη δείχνουν παραστατικά αυτή τη σχέση». Αναφορικά με ένα από αυτά τα γλυπτά, ο Χέρτσφελντ επισήμανε: «Ο Δαρείος απεικονίζεται με όλα τα βασιλικά διακριτικά, ενθρονισμένος σε ένα ψηλό ανάκλιντρο με βάθρο, το οποίο υποβαστάζεται από εκπροσώπους των διαφόρων εθνών της αυτοκρατορίας του. Πίσω του στο ανάγλυφο, στην πραγματικότητα δεξιά του, στέκεται ο Ξέρξης φορώντας τα ίδια βασιλικά διακριτικά και έχοντας το αριστερό του χέρι ακουμπισμένο στην ψηλή ράχη του θρόνου. Αυτή είναι μια χειρονομία που εκφράζει καθαρά κάτι περισσότερο από απλή διαδοχή—δηλώνει συμβασιλεία».
Όσο για το πότε φιλοτεχνήθηκαν τα ανάγλυφα που παρουσιάζουν με αυτόν τον τρόπο τον Δαρείο και τον Ξέρξη, η Αν Φάρκας δηλώνει στο έργο Γλυπτική των Αχαιμενιδών ([Achaemenid Sculpture] Κωνσταντινούπολη, 1974, σ. 53) ότι «τα ανάγλυφα πιθανόν να τοποθετήθηκαν στο Θησαυροφυλάκιο κάποια στιγμή κατά την οικοδόμηση της πρώτης προσθήκης, 494/493-492/491 π.Χ. Τότε ήταν οπωσδήποτε ο καταλληλότερος καιρός για να μεταφέρουν τέτοιες ογκώδεις πέτρες. Ανεξάρτητα, όμως, από το πότε τα μετέφεραν στο Θησαυροφυλάκιο, αυτά τα γλυπτά ενδεχομένως φιλοτεχνήθηκαν τη δεκαετία του 490».
Στοιχεία από βαβυλωνιακές πηγές. Στοιχεία που μαρτυρούν ότι ο Ξέρξης άρχισε να συμβασιλεύει με τον πατέρα του τη δεκαετία του 490 Π.Κ.Χ. έχουν βρεθεί στη Βαβυλώνα. Ανασκαφές που έγιναν εκεί έχουν φέρει στο φως ένα ανάκτορο που προοριζόταν για τον Ξέρξη και το οποίο ολοκληρώθηκε το 496 Π.Κ.Χ. Σχετικά με αυτό, ο Ά. Τ. Όλμστεντ έγραψε στο έργο Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας (σ. 338): «Στις 23 Οκτωβρίου 498 πληροφορούμαστε πως βρίσκονταν εν εξελίξει οι εργασίες για την ολοκλήρωση της κατοικίας του “Βασιλικού Υιού” [δηλαδή του γιου του Δαρείου, του Ξέρξη] στη Βαβυλώνα· δεν υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για το παλάτι του Δαρείου στον κεντρικό τομέα της πόλης, που περιγράψαμε ήδη. Δύο χρόνια αργότερα [το 496 Π.Κ.Χ.], σε ένα οικονομικό έγγραφο από την πόλη Βορσίππα συναντάμε μια αναφορά στο ολοκληρωμένο πλέον “νέο παλάτι”».
Δύο ασυνήθιστες πήλινες πινακίδες ίσως αποτελούν επιπρόσθετη μαρτυρία υπέρ της συμβασιλείας του Ξέρξη με τον Δαρείο. Η μία περιέχει ένα εμπορικό κείμενο σχετικά με το μίσθωμα κάποιου κτιρίου κατά το έτος ανάρρησης του Ξέρξη. Η πινακίδα φέρει ως χρονολογία της τον πρώτο μήνα του έτους, το μήνα Νισάν. (Κατάλογος των Πινακίδων της Ύστερης Βαβυλωνιακής Εποχής στη Βοδληιανή Βιβλιοθήκη της Οξφόρδης [A Catalogue of the Late Babylonian Tablets in the Bodleian Library, Oxford], του Ρ. Κάμπελ Τόμπσον, Λονδίνο, 1927, σ. 13, πινακίδα Α. 124) Μια άλλη πινακίδα φέρει τη χρονολογία «μήνας Αβ(;), έτος ανάρρησης του Ξέρξη». Αξίζει να σημειωθεί ότι η δεύτερη αυτή πινακίδα δεν αποδίδει στον Ξέρξη τον τίτλο «βασιλιάς της Βαβυλώνας, βασιλιάς των χωρών», όπως συνηθιζόταν τότε.—Νεοβαβυλωνιακά Νομικά και Διοικητικά Έγγραφα μεταφρασμένα και σχολιασμένα (Neubabylonische Rechts- und Verwaltungsurkunden übersetzt und erläutert), των Μ. Σαν Νικολό και Α. Ούνγκναντ, Λειψία, 1934, Τόμ. 1, μέρος 4ο, σ. 544, πινακίδα Αρ. 634, VAT 4397.
Αυτές οι δύο πινακίδες γεννούν ερωτηματικά. Κανονικά, το έτος ανάρρησης ενός βασιλιά αρχίζει μετά το θάνατο του προκατόχου του. Ωστόσο, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ο προκάτοχος του Ξέρξη (ο Δαρείος) έζησε μέχρι τον έβδομο μήνα του τελευταίου έτους του, ενώ αυτά τα δύο έγγραφα από το έτος ανάρρησης του Ξέρξη έχουν ημερομηνία πριν από τον έβδομο μήνα (το ένα είναι από τον πρώτο μήνα, το άλλο από τον πέμπτο). Συνεπώς, αυτά τα έγγραφα δεν αναφέρονται σε περίοδο ανάρρησης του Ξέρξη μεταγενέστερη του θανάτου του πατέρα του, αλλά υποδεικνύουν ένα έτος ανάρρησης στη διάρκεια της συμβασιλείας του με τον Δαρείο. Αν αυτό το έτος ανάρρησης ήταν το 496 Π.Κ.Χ., όταν είχε αποπερατωθεί στη Βαβυλώνα το ανάκτορο που προοριζόταν για τον Ξέρξη, το πρώτο έτος της συμβασιλείας του άρχισε τον επόμενο Νισάν, το 495 Π.Κ.Χ., και το 21ο και τελευταίο έτος του άρχισε το 475 Π.Κ.Χ. Σε αυτή την περίπτωση, η βασιλεία του Ξέρξη περιλάμβανε 10 χρόνια συγκυβέρνησης με τον Δαρείο (από το 496 ως το 486 Π.Κ.Χ.) και 11 χρόνια ανεξάρτητης βασιλείας (από το 486 ως το 475 Π.Κ.Χ.).
Από την άλλη μεριά, υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των ιστορικών ότι το πρώτο βασιλικό έτος του Δαρείου Β΄ άρχισε την άνοιξη του 423 Π.Κ.Χ. Μια βαβυλωνιακή πινακίδα μαρτυρεί ότι κατά το έτος της ανάρρησής του ο Δαρείος Β΄ βρισκόταν ήδη στο θρόνο την 4η ημέρα του 11ου μήνα, δηλαδή στις 13 Φεβρουαρίου του 423 Π.Κ.Χ. (Βαβυλωνιακή Χρονολόγηση, 626 π.Χ.–75 μ.Χ. [Babylonian Chronology, 626 B.C.–A.D. 75], των Ρ. Πάρκερ και Γ. Χ. Ντάμπερσταϊν, 1971, σ. 18) Ωστόσο, δύο πινακίδες δείχνουν ότι η διακυβέρνηση του Αρταξέρξη συνεχίστηκε και μετά την 4η ημέρα του 11ου μήνα του 41ου έτους του. Η μία φέρει ως ημερομηνία τη 17η ημέρα του 11ου μήνα του 41ου έτους του (σ. 18), ενώ η άλλη το 12ο μήνα του 41ου έτους του. (Παλαιά Διαθήκη και Σημιτικές Σπουδές [Old Testament and Semitic Studies], επιμέλεια Χάρπερ, Μπράουν και Μουρ, 1908, Τόμ. 1, σ. 304, πινακίδα Αρ. 12, CBM, 5505) Επομένως, ο Αρταξέρξης δεν αντικαταστάθηκε κατά τη διάρκεια του 41ου βασιλικού του έτους αλλά βασίλεψε ολόκληρο το έτος. Αυτό μαρτυρεί ότι ο Αρταξέρξης πρέπει να κυβέρνησε περισσότερο από 41 χρόνια, άρα δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι το πρώτο βασιλικό του έτος άρχισε το 464 Π.Κ.Χ.
Στοιχεία για το ότι ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας κυβέρνησε πέραν του 41ου έτους του υπάρχουν σε ένα εμπορικό έγγραφο από τη Βορσίππα το οποίο φέρει ως χρονολογία το 50ό έτος του Αρταξέρξη. (Κατάλογος των Βαβυλωνιακών Πινακίδων του Βρετανικού Μουσείου [Catalogue of the Babylonian Tablets in the British Museum], Τόμ. 7: Πινακίδες από τη Σιπάρ 2, των Ε. Λίτι και Α. Κ. Γκρέισον, 1987, σ. 153· πινακίδα Β. Μ. 65494) Μία από τις πινακίδες που συνδέουν το τέλος της βασιλείας του Αρταξέρξη με την αρχή της βασιλείας του Δαρείου Β΄ φέρει την ακόλουθη ημερομηνία: «51ο έτος, έτος ανάρρησης, 12ος μήνας, 20ή ημέρα, Δαρείος, βασιλιάς των χωρών». (Η Αποστολή του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας στη Βαβυλώνα, Σειρά Α: Κείμενα Σφηνοειδούς Γραφής [The Babylonian Expedition of the University of Pennsylvania, Series A: Cuneiform Texts], Τόμ. 8, Μέρος 1ο, του Άλμπερτ Τ. Κλέι, 1908, σ. 34, 83, και Ένθετο 57, Πινακίδα Αρ. 127, CBM 12803) Εφόσον το πρώτο βασιλικό έτος του Δαρείου Β΄ ήταν το 423 Π.Κ.Χ., αυτό σημαίνει ότι το 51ο έτος του Αρταξέρξη ήταν το 424 Π.Κ.Χ. και το πρώτο βασιλικό του έτος το 474 Π.Κ.Χ.
Επομένως, μαρτυρίες από ελληνικές, περσικές και βαβυλωνιακές πηγές συμφωνούν ότι το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη ήταν το 475 Π.Κ.Χ. και το πρώτο βασιλικό του έτος ήταν το 474 Π.Κ.Χ. Αυτό συνεπάγεται ότι το 20ό έτος του Αρταξέρξη, το έτος κατά το οποίο άρχισαν οι 70 εβδομάδες του εδαφίου Δανιήλ 9:24, ήταν το 455 Π.Κ.Χ. Αν, με βάση το εδάφιο Δανιήλ 9:25, υπολογίσουμε 69 εβδομάδες ετών (483 χρόνια) από το 455 Π.Κ.Χ., φτάνουμε στο μνημειώδες έτος της έλευσης του Μεσσία του Ηγέτη.
Το διάστημα από το 455 Π.Κ.Χ. ως το 1 Κ.Χ. είναι 455 πλήρη έτη. Προσθέτοντας σε αυτόν τον αριθμό τα 28 χρόνια που απομένουν (για να συμπληρώσουμε τα 483 χρόνια) φτάνουμε στο 29 Κ.Χ., ακριβώς το έτος κατά το οποίο ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ βαφτίστηκε στο νερό, χρίστηκε με άγιο πνεύμα και άρχισε τη δημόσια διακονία του ως Μεσσίας, δηλαδή Χριστός.—Λου 3:1, 2, 21, 22.
Μέχρι την Πτώση και τη Διαίρεση της Αυτοκρατορίας. Αναφορικά με τους διαδόχους του Αρταξέρξη του Μακρόχειρα στο θρόνο της Περσίας, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης δίνει την ακόλουθη πληροφορία: «Στην Ασία, ο Βασιλιάς Ξέρξης πέθανε έχοντας βασιλέψει ένα έτος ή, όπως αναφέρουν μερικοί, δύο μήνες, και ο αδελφός του ο Σογδιανός τον διαδέχθηκε στο θρόνο και βασίλεψε εφτά μήνες. Αυτός δολοφονήθηκε από τον Δαρείο ο οποίος βασίλεψε δεκαεννιά χρόνια». (Βιβλιοθήκη Ιστορική, ΙΒ΄, 71, 1) Το αρχικό όνομα του εν λόγω Δαρείου (ο οποίος είναι γνωστός ως Δαρείος Β΄) ήταν Ώχος, αλλά όταν έγινε βασιλιάς έλαβε το όνομα Δαρείος. Αυτός φαίνεται ότι είναι ο «Δαρείος» του εδαφίου Νεεμίας 12:22.
Τον Δαρείο Β΄ διαδέχθηκε ο Αρταξέρξης Β΄ (ο αποκαλούμενος Μνήμων), κατά τη βασιλεία του οποίου επαναστάτησε η Αίγυπτος και εκτραχύνθηκαν οι σχέσεις με την Ελλάδα. Τη βασιλεία του (η οποία χρονολογείται από το 404 μέχρι το 359 Π.Κ.Χ.) ακολούθησε η βασιλεία του γιου του, Αρταξέρξη Γ΄ (αποκαλούμενου και Ώχου), στον οποίο αποδίδονται περίπου 21 χρόνια διακυβέρνησης (358-338 Π.Κ.Χ.). Για αυτόν λέγεται ότι ήταν ο πιο αιμοδιψής από όλους τους Πέρσες ηγεμόνες. Το μεγαλύτερο κατόρθωμά του ήταν η επανάκτηση της Αιγύπτου. Σύμφωνα με την ιστορία, ακολούθησε η διετής βασιλεία του Άρση και η πενταετής βασιλεία του Δαρείου Γ΄ (Κοδομανού), στη διάρκεια της οποίας δολοφονήθηκε ο Φίλιππος της Μακεδονίας (336 Π.Κ.Χ.) και τον διαδέχθηκε ο γιος του ο Αλέξανδρος. Το 334 Π.Κ.Χ. ο Αλέξανδρος ξεκίνησε την επίθεσή του εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας, νικώντας τις περσικές δυνάμεις πρώτα στον Γρανικό, στη βορειοδυτική γωνία της Μικράς Ασίας, και κατόπιν στην Ισσό στο άλλο άκρο της Μικράς Ασίας (333 Π.Κ.Χ.). Τελικά, μετά την κατάκτηση της Φοινίκης και της Αιγύπτου από τους Έλληνες, συντρίφτηκε και η τελευταία αντίσταση των Περσών στα Γαυγάμηλα το 331 Π.Κ.Χ., και η Περσική Αυτοκρατορία έφτασε στο τέλος της.
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου και την επακόλουθη διαίρεση της αυτοκρατορίας, ο Σέλευκος ο Νικάτωρ ανέλαβε τον έλεγχο του μεγαλύτερου τμήματος των ασιατικών κτήσεων, επίκεντρο του οποίου αποτελούσε η Περσία. Έτσι άρχισε η δυναστεία των Σελευκιδών βασιλιάδων η οποία συνεχίστηκε μέχρι το 64 Π.Κ.Χ. Με τον Σέλευκο τον Νικάτορα φαίνεται ότι αρχίζει να πρωτοεμφανίζεται ένα προφητικό σύμβολο της προφητείας του Δανιήλ, ο “βασιλιάς του βορρά”, ο οποίος εναντιώνεται στη γραμμή των Πτολεμαίων βασιλιάδων της Αιγύπτου που φαίνεται ότι εκπληρώνουν αρχικά το ρόλο του συμβολικού «βασιλιά του νότου».—Δα 11:4-6.
Οι Σελευκίδες βασιλιάδες περιορίστηκαν στο δυτικό τμήμα της επικράτειάς τους εξαιτίας των εισβολών των Πάρθων, οι οποίοι κατέκτησαν την καθαυτό Περσία στη διάρκεια του τρίτου και του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. Ηττήθηκαν από τους Σασσανίδες τον τρίτο αιώνα Κ.Χ., και η διακυβέρνηση των Σασσανιδών συνεχίστηκε μέχρις ότου τους υπέταξαν οι Άραβες τον έβδομο αιώνα.
Στην προφητεία του Ιεζεκιήλ (27:10), οι Πέρσες συγκαταλέγονται μεταξύ των πολεμιστών που υπηρετούσαν στη στρατιωτική δύναμη της εύπορης Τύρου και οι οποίοι συνέβαλαν στη λαμπρότητά της. Η Περσία περιλαμβάνεται επίσης στα έθνη που συναποτελούν τις ορδές τις οποίες κατευθύνει ο συμβολικός «Γωγ της γης του Μαγώγ» εναντίον του λαού με τον οποίο έχει συνάψει διαθήκη ο Ιεχωβά.—Ιεζ 38:2, 4, 5, 8, 9.
[Εικόνα στη σελίδα 646]
Ανθρωπόμορφοι ταύροι κοντά στην είσοδο της Περσέπολης
-
-
ΠερσίςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΣΙΣ
(Περσίς) [Γυναίκα από την Περσία].
Μια αγαπητή Χριστιανή στη Ρώμη στην οποία ο Παύλος στέλνει χαιρετισμούς και την επαινεί για τα πολλά Χριστιανικά της έργα.—Ρω 16:12.
-
-
ΠετεινόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
[ελλ. κείμενο, ἀλέκτωρ].
Ο κόκορας, το αρσενικό της κότας. Επειδή η κότα (όρνις η κατοικίδιος [Gallus domesticus]) είναι ως είδος ένα ευρέως διαδεδομένο κατοικίδιο πτηνό, η καμαρωτή φιγούρα του πετεινού αποτελεί γενικά οικείο θέαμα. Έχει ζωηρόχρωμο φτέρωμα, ουρά με μακριά πούπουλα που σχηματίζουν καμάρα και κόκκινο, κυματοειδές, σαρκώδες λειρί πάνω στο κεφάλι, καθώς και δύο παρόμοιες αποφύσεις οι οποίες κρέμονται κάτω από το ράμφος και το λαιμό του.
Ο πετεινός δεν αναφέρεται στις Εβραϊκές Γραφές, στις δε Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές εμφανίζεται μόνο σε σχέση με το λάλημά του. (Βλέπε ΛΑΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΤΕΙΝΟΥ.) Οι πιο συχνές αναφορές σχετίζονται με την περίπτωση στην οποία ο Ιησούς προφήτευσε ότι ο Πέτρος θα τον αρνούνταν τρεις φορές, πράγμα που εκπληρώθηκε τη νύχτα πριν από το θάνατο του Ιησού και το αναφέρουν και οι τέσσερις Ευαγγελιστές.—Ματ 26:34, 74, 75· Μαρ 14:30, 72· Λου 22:34, 60, 61· Ιωα 13:38· 18:27.
Μολονότι το Ιουδαϊκό Μισνά (Μπαβά Καμά 7:7) περιλαμβάνει μια διάταξη που απαγορεύει στους Ιουδαίους να έχουν κατοικίδια πτηνά επειδή είναι πιθανό να τους μολύνουν τελετουργικά, ραβινικές πηγές δείχνουν ότι οι Ιουδαίοι είχαν τέτοιου είδους πτηνά, ακριβώς όπως και οι Ρωμαίοι. Μια σφραγίδα από όνυχα που φέρει τη μορφή ενός πετεινού βρέθηκε κοντά στη Μισπά και έχει την επιγραφή «του Ιααζανία, υπηρέτη του βασιλιά». Αν αυτός ο Ιααζανίας (Ιεζανίας), όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, είναι εκείνος που αναφέρεται στα εδάφια 2 Βασιλέων 25:23 και Ιερεμίας 40:8, αυτό δείχνει ότι στον Ισραήλ εκτρέφονταν πετεινοί από τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. Η μορφή ενός πετεινού βρέθηκε και σε θραύσμα χύτρας, σε ανασκαφές στην αρχαία Γαβαών.
Ο Ιησούς χρησιμοποίησε στις παραβολές του τόσο την κότα, με τα κλωσόπουλά της, όσο και το αβγό, πράγμα που υποδηλώνει ότι το κατοικίδιο αυτό πτηνό ήταν πολύ γνωστό στους ακροατές του.—Ματ 23:37· Λου 11:12· 13:34· βλέπε ΚΟΤΑ.
-
-
ΠετεφρήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΕΦΡΗΣ
(Πετεφρής) [αιγυπτιακής προέλευσης· άλλος τύπος του Ποτιφερά].
Αιγύπτιος αυλικός και αρχηγός της σωματοφυλακής του Φαραώ. Υπήρξε κύριος του Ιωσήφ για κάποιο διάστημα και, όπως φαίνεται, ήταν πλούσιος άνθρωπος. (Γε 37:36· 39:4) Ο Πετεφρής αγόρασε τον Ιωσήφ από τους περιοδεύοντες Μαδιανίτες εμπόρους και, παρατηρώντας πόσο καλός υπηρέτης ήταν, τελικά τον διόρισε επιστάτη όλου του σπιτικού και του αγρού του, τα οποία ο Ιεχωβά ευλόγησε χάρη στον Ιωσήφ.—Γε 37:36· 39:1-6.
Η σύζυγος του Πετεφρή δεν ήταν τόσο πιστή σε αυτόν όσο ο υπηρέτης του ο Ιωσήφ. Αυτή επανειλημμένα επιδίωξε να δελεάσει τον Ιωσήφ και, κάποια ημέρα που δεν βρίσκονταν άλλοι γύρω, «τον άρπαξε από το ένδυμά του», όμως ο Ιωσήφ αρνήθηκε και πάλι και βγήκε έξω τρέχοντας. Όταν γύρισε σπίτι ο Πετεφρής, άκουσε μόνο τον καταιγισμό των ψεύτικων κατηγοριών που εξαπέλυε η απογοητευμένη σύζυγός του. Θυμωμένος, ο Πετεφρής έριξε τον Ιωσήφ στη φυλακή.—Γε 39:7-20.
Αυτή η φυλακή φαίνεται ότι συνδεόταν με το σπίτι του Πετεφρή ή, τουλάχιστον, ότι βρισκόταν στη δική του δικαιοδοσία ως «αρχηγού της σωματοφυλακής». Γι’ αυτό, το υπόμνημα αναφέρει ότι ο αρχιοινοχόος και ο αρχιαρτοποιός του Φαραώ ρίχτηκαν στο ίδιο δεσμωτήριο, «στο δεσμωτήριο του σπιτιού του αρχηγού της σωματοφυλακής», «στο δεσμωτήριο του σπιτιού του κυρίου του [Ιωσήφ]». (Γε 39:1· 40:1-7) Ωστόσο, φαίνεται απίθανο να ήταν ο Πετεφρής το ίδιο πρόσωπο με “τον ανώτατο αξιωματικό της φυλακής” ο οποίος «παρέδωσε στα χέρια του Ιωσήφ όλους τους φυλακισμένους που βρίσκονταν στη φυλακή». (Γε 39:21-23) Αυτός ο αξιωματικός ήταν προφανώς υφιστάμενος του Πετεφρή.
Ο τίτλος «αυλικός» που προσδίδεται στον Πετεφρή αποδίδει την εβραϊκή λέξη σαρίς, «ευνούχος», η οποία στην ευρύτερη έννοιά της σήμαινε έναν θαλαμηπόλο, αυλικό ή έμπιστο αξιωματούχο του θρόνου. Ο “αυλικός [σαρίς] που είχε εξουσία πάνω στους άντρες τους πολεμιστές” όταν έπεσε η Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. ήταν αναμφίβολα ένας ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος, όχι ένα ευνουχισμένο άτομο με ελλιπή ανδρισμό. (2Βα 25:19) Έτσι και ο Πετεφρής ήταν στρατιωτικός, αρχηγός της σωματοφυλακής, καθώς και έγγαμος άντρας—στοιχεία που δείχνουν ότι δεν ήταν ευνούχος με την πιο συνηθισμένη έννοια.
-
-
Πετούμενα ΠλάσματαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΟΥΜΕΝΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ
Βλέπε ΠΟΥΛΙΑ.
-
-
ΠέτραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΑ
Υλικό που χρησιμοποιούνταν ευρέως στην οικοδομική. Η ανθεκτική φύση του έχει βοηθήσει πολύ τους αρχαιολόγους να αποκτήσουν κάποιες γνώσεις για το παρελθόν. Οι Αιγύπτιοι, οι Ασσύριοι και άλλα έθνη ανήγειραν ναούς, ανάκτορα, μνημεία και άλλα οικοδομήματα χρησιμοποιώντας πέτρα. Σε πολλά από αυτά υπάρχουν αναπαραστάσεις και επιγραφές που αφηγούνται γεγονότα, περιγράφουν νίκες και απεικονίζουν έθιμα, και όλα αυτά φωτίζουν την ιστορία των συγκεκριμένων εθνών καθώς και την καθημερινή ζωή τους. Οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν πολύ την πέτρα σε οικοδομήματα (Λευ 14:40, 41), τείχη και τοίχους (Νε 4:3· Παρ 24:31), θυσιαστήρια (Εξ 20:25), μυλόπετρες (Κρ 9:53), σκεύη νερού (Ιωα 2:6), ζύγια (Παρ 16:11), για να σκεπάζουν πηγάδια, σπηλιές και μνήματα (Γε 29:8· Ιη 10:18· Ιωα 11:38), καθώς και για πολλούς άλλους σκοπούς. Ωστόσο, οι Εβραίοι δεν ανήγειραν μνημεία με πρόστυπες ανάγλυφες παραστάσεις, όπως έκαναν τα ειδωλολατρικά έθνη, και γι’ αυτό δεν γνωρίζουμε πολλά για την εμφάνισή τους, το πώς ακριβώς ντύνονταν, και ούτω καθεξής. Αλλά το υπόμνημα της Αγίας Γραφής παρέχει πολύ περισσότερες πληροφορίες για τους Ισραηλίτες, τον τρόπο ζωής τους και την προσωπικότητά τους από ό,τι αποκαλύπτουν τα πέτρινα ερείπια οποιωνδήποτε άλλων εθνών.
Η κοπή λίθων ήταν εξαιρετικά αναπτυγμένη τέχνη. (2Σα 5:11· 1Βα 5:18) Οι πέτρες για το ναό του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ κόβονταν στο λατομείο με τέτοιον τρόπο ώστε να έχουν καλή συναρμογή μεταξύ τους κατά την τοποθέτησή τους στο ναό χωρίς να χρειάζονται περαιτέρω διαμόρφωση.—1Βα 6:7.
Μεταφορική Χρήση. Οι χρισμένοι Χριστιανοί στη γη παρομοιάζονται με ναό του οποίου «θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα» είναι ο Ιησούς Χριστός. (Βλέπε ΑΚΡΟΓΩΝΙΑΙΑ ΠΕΤΡΑ.) Πάνω σε αυτή τη «θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα», οι γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού “ως ζωντανές πέτρες οικοδομούνται και γίνονται πνευματικός οίκος”. Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες, ως «οικοδόμοι» του έθνους, απέρριψαν τον Ιησού ως την «κορυφαία ακρογωνιαία πέτρα», προσκόπτοντας σε αυτή την πέτρα επειδή ήταν ανυπάκουοι στο Λόγο του Θεού.—Εφ 2:19-22· 1Πε 2:4-8· Ματ 21:42· Μαρ 12:10· Λου 20:17· Ρω 9:32, 33.
Η Βασιλεία του Θεού παρομοιάζεται με πέτρα που «κόπηκε χωρίς την ενέργεια χεριών», μια πέτρα που θα βάλει τέλος στις βασιλείες τις οποίες συμβολίζουν τα διάφορα τμήματα της εικόνας. Η ίδια αυτή Βασιλεία θα παραμένει «στους αιώνες».—Δα 2:34, 44, 45.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 2:17, ο δοξασμένος Χριστός Ιησούς υπόσχεται σχετικά με όποιον Χριστιανό βγαίνει νικητής: «Θα του δώσω ένα λευκό βότσαλο [«πέτρα», KJ· ΚΔΤΚ], και πάνω στο βότσαλο ένα νέο όνομα γραμμένο το οποίο κανείς δεν γνωρίζει εκτός από εκείνον που το λαβαίνει». Η λέξη «βότσαλο» εδώ αποδίδει τη λέξη ψῆφον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη όταν εξιστορεί το πώς δίωκε στο παρελθόν τους Χριστιανούς, λέγοντας: «Έριξα την ψήφο μου [ψῆφον· κατά κυριολεξία, βότσαλο (για ψηφοφορία)] εναντίον τους». (Πρ 26:10) Τα βότσαλα χρησιμοποιούνταν στα δικαστήρια για την έκδοση απόφασης ή τη γνωμοδότηση σχετικά με την αθωότητα ή την ενοχή κάποιου. Τα λευκά βότσαλα δήλωναν αθώωση, απαλλαγή, ενώ τα μαύρα δήλωναν ενοχή, καταδίκη. Επομένως, το λευκό βότσαλο που δίνεται στο νικητή φαίνεται να σημαίνει ότι ο Ιησούς τον κρίνει αθώο, αγνό και καθαρό, και ότι αυτός έχει την επιδοκιμασία του Χριστού ως μαθητής.
Βλέπε ΒΡΑΧΟΣ· ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ.
-
-
ΠετράδιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΑΔΙΑ
Βλέπε ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ.
-
-
ΠέτροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΟΣ
(Πέτρος) [Κομμάτι Βράχου].
Αυτός ο απόστολος του Ιησού Χριστού κατονομάζεται με πέντε διαφορετικούς τρόπους στις Γραφές: με το εβραϊκό όνομα «Συμεών», τον εξελληνισμένο τύπο «Σίμων» (από μια ρίζα της εβρ. που σημαίνει «ακούω»), το όνομα «Πέτρος» (ένα ελλ. όνομα που μόνο αυτός φέρει στις Γραφές), το σημιτικό αντίστοιχό του «Κηφάς» (που ενδεχομένως είναι συγγενικό της εβρ. λέξης κεφίμ [βράχοι] η οποία χρησιμοποιείται στα εδ. Ιωβ 30:6· Ιερ 4:29) και το συνδυασμό «Σίμων Πέτρος».—Πρ 15:14· Ματ 10:2· 16:16· Ιωα 1:42.
Ο Πέτρος ήταν γιος του Ιωάννη, ή αλλιώς Ιωνά. (Ματ 16:17· Ιωα 1:42) Αρχικά εμφανίζεται ως κάτοικος της Βηθσαϊδά (Ιωα 1:44), ενώ αργότερα ως κάτοικος της Καπερναούμ (Λου 4:31, 38)—και οι δύο αυτές τοποθεσίες βρίσκονταν στη βόρεια όχθη της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Ο Πέτρος και ο αδελφός του ο Ανδρέας ασχολούνταν με την αλιεία, προφανώς σε συνεργασία με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους γιους του Ζεβεδαίου, «οι οποίοι ήταν συνέταιροι με τον Σίμωνα». (Λου 5:7, 10· Ματ 4:18-22· Μαρ 1:16-21) Ο Πέτρος, λοιπόν, δεν εργαζόταν ανεξάρτητα ως ψαράς αλλά ανήκε σε μια αρκετά μεγάλη επιχείρηση. Αν και οι Ιουδαίοι ηγέτες θεωρούσαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη “ανθρώπους αγράμματους και συνηθισμένους”, αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν αναλφάβητοι ή αμόρφωτοι. Σχετικά με τη λέξη ἀγράμματος που χρησιμοποιείται για αυτούς, το Λεξικό της Αγίας Γραφής του Χάστινγκς ([Dictionary of the Bible] 1905, Τόμ. 3, σ. 757) λέει ότι για έναν Ιουδαίο η λέξη αυτή «σήμαινε κάποιον που δεν είχε κάνει Ραβινικές σπουδές για τη μελέτη των Γραφών».—Παράβαλε Ιωα 7:14, 15· Πρ 4:13.
Ο Πέτρος παρουσιάζεται ως έγγαμος, και τουλάχιστον σε μεταγενέστερα χρόνια, φαίνεται ότι η σύζυγός του τον συνόδευε στις αποστολές του (ή σε κάποιες από αυτές), όπως και οι σύζυγοι άλλων αποστόλων. (1Κο 9:5) Η πεθερά του έμενε στο σπίτι του, το οποίο ο Πέτρος είχε από κοινού μαζί με τον αδελφό του τον Ανδρέα.—Μαρ 1:29-31.
Διακονία με τον Ιησού. Ο Πέτρος ήταν ένας από τους πρώτους μαθητές του Ιησού, τον έφερε δε στον Ιησού ο Ανδρέας, που ήταν μαθητής του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Ιωα 1:35-42) Σε εκείνη την περίπτωση ο Ιησούς τού έδωσε το όνομα Κηφάς (Πέτρος) (Ιωα 1:42· Μαρ 3:16), πιθανότατα ένα όνομα προφητικό. Ο Ιησούς, που ήταν σε θέση να διακρίνει ότι ο Ναθαναήλ ήταν ένας άνθρωπος «στον οποίο δεν υπάρχει δόλος», μπορούσε επίσης να διακρίνει την ιδιοσυγκρασία του Πέτρου. Ο Πέτρος στάθηκε όντως πραγματικός βράχος, ειδικά μετά το θάνατο του Ιησού και την ανάστασή του, αποτελώντας ενισχυτική επιρροή για τους συγχριστιανούς του.—Ιωα 1:47, 48· 2:25· Λου 22:32.
Λίγο καιρό αργότερα, εκεί στη Γαλιλαία, ο Ιησούς κάλεσε τον Πέτρο, τον αδελφό του τον Ανδρέα και τους συνεταίρους τους Ιάκωβο και Ιωάννη να τον ακολουθήσουν και να γίνουν «ψαράδες ανθρώπων». (Ιωα 1:35-42· Ματ 4:18-22· Μαρ 1:16-18) Ο Ιησούς είχε διαλέξει το πλοιάριο του Πέτρου για να μιλήσει από αυτό στο πλήθος που βρισκόταν στην όχθη. Έπειτα ο Ιησούς τούς βοήθησε θαυματουργικά να πιάσουν μια τόσο μεγάλη ψαριά ώστε ο Πέτρος, αν και δύσπιστος στην αρχή, παρακινήθηκε να πέσει φοβισμένος στα πόδια του Ιησού. Χωρίς δισταγμό αυτός και οι τρεις συνέταιροί του εγκατέλειψαν την επιχείρησή τους για να ακολουθήσουν τον Ιησού. (Λου 5:1-11) Έπειτα από έναν περίπου χρόνο κατά τον οποίο ο Πέτρος ήταν μαθητής, συμπεριλήφθηκε στους 12 που εκλέχθηκαν να είναι «απόστολοι», δηλαδή “απεσταλμένοι”.—Μαρ 3:13-19.
Ο Ιησούς διάλεξε αρκετές φορές τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη ανάμεσα από τους αποστόλους για να τον συνοδεύσουν σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις, όπως στη σκηνή της μεταμόρφωσης (Ματ 17:1, 2· Μαρ 9:2· Λου 9:28, 29), στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Μαρ 5:22-24, 35-42) και στην προσωπική δοκιμασία που πέρασε στον κήπο της Γεθσημανή (Ματ 26:36-46· Μαρ 14:32-42). Αυτοί οι τρεις μαζί με τον Ανδρέα ήταν συγκεκριμένα εκείνοι που ρώτησαν τον Ιησού σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, τη μελλοντική παρουσία του Ιησού και την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων. (Μαρ 13:1-3· Ματ 24:3) Παρ’ όλο που στις περιπτώσεις όπου κατονομάζονται όλοι οι απόστολοι ο Πέτρος εμφανίζεται μαζί με τον αδελφό του τον Ανδρέα, στις αφηγήσεις εμφανίζεται συχνότερα μαζί με τον Ιωάννη, τόσο πριν όσο και μετά το θάνατο του Ιησού και την ανάστασή του. (Λου 22:8· Ιωα 13:24· 20:2· 21:7· Πρ 3:1· 8:14· παράβαλε Πρ 1:13· Γα 2:9.) Το αν αυτό οφειλόταν σε φιλία και αμοιβαία συμπάθεια ή αν τους είχε διορίσει ο Ιησούς να είναι συνεργάτες (παράβαλε Μαρ 6:7) δεν αναφέρεται.
Στα Ευαγγέλια είναι καταγραμμένες περισσότερες δηλώσεις του Πέτρου από ό,τι οποιουδήποτε άλλου από τους υπόλοιπους 11. Επρόκειτο σαφώς για έναν δυναμικό χαρακτήρα—δεν ήταν άτολμος ούτε διστακτικός. Οπωσδήποτε, αυτό τον έκανε να μιλάει πρώτος ή να εκφράζεται όταν οι άλλοι σιωπούσαν. Έκανε ερωτήσεις που υποκίνησαν τον Ιησού να εξηγήσει και να αναλύσει παραβολές. (Ματ 15:15· 18:21· 19:27-29· Λου 12:41· Ιωα 13:36-38· παράβαλε Μαρ 11:21-25.) Μερικές φορές μιλούσε αυθόρμητα, ακόμη δε και παρορμητικά. Ήταν αυτός που ένιωσε ότι έπρεπε να πει κάτι όταν είδε το όραμα της μεταμόρφωσης. (Μαρ 9:1-6· Λου 9:33) Με το κάπως αμήχανο σχόλιο που έκανε για το πόσο καλό ήταν που βρίσκονταν εκεί και με την πρότασή του να στήσει τρεις σκηνές, προφανώς ήθελε να πει ότι το όραμα (στο οποίο ο Μωυσής και ο Ηλίας είχαν αρχίσει ήδη να χωρίζονται από τον Ιησού) δεν έπρεπε να τελειώσει αλλά να συνεχιστεί. Τη νύχτα του τελευταίου Πάσχα, ο Πέτρος αρχικά αντέδρασε έντονα όταν ο Ιησούς πήγε να του πλύνει τα πόδια, αλλά όταν στη συνέχεια επιπλήχθηκε για αυτό, ήθελε να του πλύνει ο Ιησούς και το κεφάλι και τα χέρια. (Ιωα 13:5-10) Μπορούμε να διακρίνουμε, ωστόσο, ότι τα λόγια του Πέτρου προέρχονταν κατά βάση από ενεργό ενδιαφέρον και σκέψη, σε συνδυασμό με έντονα αισθήματα. Το γεγονός ότι περιλήφθηκαν στο Βιβλικό υπόμνημα αποδεικνύει ότι έχουν αξία, παρότι μερικές φορές αποκαλύπτουν κάποιες ανθρώπινες αδυναμίες του ατόμου που τα είπε.
Έτσι λοιπόν, όταν πολλοί μαθητές σκανδαλίστηκαν με τη διδασκαλία του Ιησού και τον εγκατέλειψαν, ο Πέτρος μίλησε για λογαριασμό όλων των αποστόλων και δήλωσε ότι ήταν αποφασισμένοι να παραμείνουν με τον Κύριό τους, Εκείνον που έχει “λόγια αιώνιας ζωής . . . τον Άγιο του Θεού”. (Ιωα 6:66-69) Όταν ο Ιησούς ρώτησε τους αποστόλους τι έλεγαν οι άνθρωποι για το ποιος ήταν, και οι απόστολοι γενικά έδωσαν μια απάντηση, ο Πέτρος ήταν και πάλι αυτός που εξέφρασε τη σταθερή πεποίθηση: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Γιος του ζωντανού Θεού», γι’ αυτό και ο Ιησούς τον χαρακτήρισε ευλογημένο, ή αλλιώς “ευτυχισμένο”.—Ματ 16:13-17.
Εφόσον ο Πέτρος αναλάμβανε τη μεγαλύτερη πρωτοβουλία στο λόγο, ως επακόλουθο, δεχόταν συχνότερα διόρθωση, έλεγχο ή επίπληξη. Αν και το κίνητρό του ήταν η συμπόνια, έκανε το σφάλμα να τολμήσει να πάρει παράμερα τον Ιησού και στην ουσία να τον επιπλήξει για το ότι προείπε τα μελλοντικά παθήματα και το θάνατο που θα υφίστατο ως Μεσσίας. Ο Ιησούς γύρισε την πλάτη του στον Πέτρο και τον αποκάλεσε εναντιούμενο, ή Σατανά, επειδή αντιπαρέθετε την ανθρώπινη λογίκευση στις σκέψεις του Θεού που αναφέρονταν στις προφητείες. (Ματ 16:21-23) Μπορούμε να σημειώσουμε, ωστόσο, ότι ο Ιησούς “κοίταξε τους άλλους μαθητές” όταν το έκανε αυτό, δείχνοντας πιθανότατα ότι γνώριζε πως ο Πέτρος εξέφραζε και τα συναισθήματα των υπολοίπων. (Μαρ 8:32, 33) Όταν ο Πέτρος βιάστηκε να μιλήσει για λογαριασμό του Ιησού σχετικά με την πληρωμή ενός συγκεκριμένου φόρου, ο Ιησούς τον βοήθησε με καλοσύνη να καταλάβει ότι χρειαζόταν να σκέφτεται πιο προσεκτικά προτού μιλήσει. (Ματ 17:24-27) Ο Πέτρος έδωσε δείγματα υπερβολικής αυτοπεποίθησης, καθώς και ενός αισθήματος ανωτερότητας απέναντι στους άλλους 11, όταν δήλωσε ότι, ακόμη και αν εκείνοι σκανδαλίζονταν σε σχέση με τον Ιησού, αυτός ποτέ δεν θα σκανδαλιζόταν και θα ήταν πρόθυμος να πάει στη φυλακή ή ακόμη και να πεθάνει μαζί με τον Ιησού. Η αλήθεια είναι ότι και όλοι οι άλλοι προέβησαν σε τέτοιες δηλώσεις, αλλά ο Πέτρος το έκανε αυτό πρώτος και «ασυγκράτητα». Ο Ιησούς τότε προείπε ότι ο Πέτρος θα αρνούνταν τρεις φορές τον Κύριό του.—Ματ 26:31-35· Μαρ 14:30, 31· Λου 22:33, 34.
Ο Πέτρος δεν έλεγε μόνο λόγια αλλά έκανε και έργα, δεδομένου ότι επιδείκνυε πρωτοβουλία και θάρρος αλλά και μεγάλη αφοσίωση στον Κύριό του. Όταν κάποια φορά ο Ιησούς βγήκε πριν από την αυγή ψάχνοντας έναν ερημικό τόπο για να προσευχηθεί, ο Σίμων δεν άργησε να βγει και αυτός συνοδευόμενος από μερικούς άλλους για να “τον αναζητήσουν”. (Μαρ 1:35-37) Επίσης, ο Πέτρος ήταν αυτός που ζήτησε από τον Ιησού να του δώσει εντολή να περπατήσει πάνω στα μανιασμένα νερά για να πάει κοντά του, και μάλιστα περπάτησε κάποια απόσταση προτού ενδώσει στην αμφιβολία και αρχίσει να βουλιάζει.—Ματ 14:25-32.
Στον κήπο της Γεθσημανή, την τελευταία νύχτα της επίγειας ζωής του Ιησού, ο Πέτρος, μαζί με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, είχε το προνόμιο να συνοδεύσει τον Ιησού στην τοποθεσία όπου εκείνος άρχισε να προσεύχεται με θέρμη. Ο Πέτρος, όπως και οι άλλοι απόστολοι, αποκοιμήθηκε από την κούραση και τη θλίψη. Αναμφίβολα επειδή ο Πέτρος είχε εκφράσει τόσο ασυγκράτητα την αποφασιστικότητά του να μείνει στο πλευρό του Ιησού, ο Ιησούς απευθύνθηκε ιδιαίτερα σε αυτόν όταν είπε: «Δεν μπορούσατε ούτε μία ώρα να είστε σε εγρήγορση μαζί μου;» (Ματ 26:36-45· Λου 22:39-46) Ο Πέτρος δεν ενέμεινε στην προσευχή και υπέστη τις συνέπειες.
Όταν οι μαθητές είδαν τον όχλο που επρόκειτο να πάρει τον Ιησού, ρώτησαν αν έπρεπε να αντισταθούν, αλλά ο Πέτρος δεν περίμενε την απάντηση—ανέλαβε δράση κόβοντας το αφτί κάποιου με το σπαθί (αν και αυτός ο ψαράς πιθανότατα είχε την πρόθεση να προκαλέσει μεγαλύτερη βλάβη), οπότε ο Ιησούς τον επέπληξε. (Ματ 26:51, 52· Λου 22:49-51· Ιωα 18:10, 11) Μολονότι ο Πέτρος εγκατέλειψε τον Ιησού, όπως οι άλλοι μαθητές, μετά ακολούθησε «από αρκετή απόσταση» τον όχλο που τον είχε συλλάβει, παλεύοντας προφανώς από τη μια με το φόβο για τη ζωή του και από την άλλη με τη μεγάλη του ανησυχία για το τι θα γινόταν με τον Ιησού.—Ματ 26:57, 58.
Με τη βοήθεια ενός άλλου μαθητή που προφανώς τον ακολούθησε ή και τον συνόδευσε στην κατοικία του αρχιερέα, ο Πέτρος μπήκε μέχρι μέσα στην αυλή. (Ιωα 18:15, 16) Δεν κάθησε ήσυχα και διακριτικά σε κάποια σκοτεινή γωνιά αλλά πήγε να ζεσταθεί κοντά στη φωτιά. Στο φως της φωτιάς οι άλλοι τον αναγνώρισαν ως σύντροφο του Ιησού, και η προφορά του, που ήταν προφορά Γαλιλαίου, ενίσχυσε τις υποψίες τους. Όταν τον κατηγόρησαν, ο Πέτρος αρνήθηκε τρεις φορές ακόμη και ότι γνώριζε τον Ιησού, και τελικά, στο αποκορύφωμα της άρνησής του, άρχισε να καταριέται. Κάπου μέσα στην πόλη λάλησε ένας πετεινός δεύτερη φορά, και ο Ιησούς “στράφηκε και κοίταξε τον Πέτρο”. Τότε ο Πέτρος βγήκε έξω, κατέρρευσε και έκλαψε πικρά. (Ματ 26:69-75· Μαρ 14:66-72· Λου 22:54-62· Ιωα 18:17, 18· βλέπε ΛΑΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΤΕΙΝΟΥ· ΟΡΚΟΣ.) Ωστόσο, η δέηση που έκανε ο Ιησούς νωρίτερα για χάρη του Πέτρου απαντήθηκε, και η πίστη του Πέτρου δεν εξαντλήθηκε ολοκληρωτικά.—Λου 22:31, 32.
Μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο άγγελος είπε στις γυναίκες που πήγαν στον τάφο να δώσουν ένα μήνυμα στους «μαθητές του και στον Πέτρο». (Μαρ 16:1-7· Ματ 28:1-10) Η Μαρία η Μαγδαληνή έδωσε το μήνυμα στον Πέτρο και στον Ιωάννη οι οποίοι έφυγαν τρέχοντας για τον τάφο—ο Ιωάννης μάλιστα πέρασε στο δρόμο τον Πέτρο. Αν και ο Ιωάννης σταμάτησε μπροστά στον τάφο και απλώς κοίταξε μέσα, ο Πέτρος μπήκε κατευθείαν, και τότε ακολούθησε και ο Ιωάννης. (Ιωα 20:1-8) Λίγο προτού εμφανιστεί σε όλους μαζί τους μαθητές, ο Ιησούς εμφανίστηκε στον Πέτρο. Αυτό, σε συνδυασμό με το ότι ο άγγελος είχε μνημονεύσει συγκεκριμένα τον Πέτρο, θα πρέπει να διαβεβαίωσε τον μετανοημένο Πέτρο ότι η τριπλή άρνησή του δεν τον απέκλεισε διαπαντός από την επικοινωνία του με τον Κύριο.—Λου 24:34· 1Κο 15:5.
Προτού φανερωθεί ο Ιησούς στους μαθητές στη Θάλασσα της Γαλιλαίας (Τιβεριάδα), ο υπερδραστήριος Πέτρος δήλωσε ότι θα πήγαινε για ψάρεμα, και οι άλλοι τον ακολούθησαν. Αργότερα, όταν ο Ιωάννης αντιλήφθηκε ότι ο Ιησούς ήταν στην ακρογιαλιά, ο Πέτρος αυθόρμητα βούτηξε και κολύμπησε ως τη στεριά, αφήνοντας τους άλλους να φέρουν το πλοιάριο, και μετά, όταν ο Ιησούς ζήτησε ψάρια, ο Πέτρος ανταποκρίθηκε τραβώντας το δίχτυ στη στεριά. (Ιωα 21:1-13) Σε αυτή την περίπτωση ήταν που ο Ιησούς ρώτησε τρεις φορές τον Πέτρο (ο οποίος είχε αρνηθεί τον Κύριό του τρεις φορές) αν τον αγαπούσε, και του ανέθεσε την αποστολή να “ποιμαίνει τα πρόβατά του”. Ο Ιησούς προείπε επίσης τον τρόπο με τον οποίο θα πέθαινε ο Πέτρος, πράγμα που έκανε τον Πέτρο, μόλις είδε τον απόστολο Ιωάννη, να ρωτήσει: «Κύριε, αυτός τι θα κάνει;» Ο Ιησούς διόρθωσε άλλη μια φορά την άποψη του Πέτρου, τονίζοντας ότι έπρεπε να “είναι ακόλουθός του” χωρίς να τον ενδιαφέρει τι μπορεί να κάνουν οι άλλοι.—Ιωα 21:15-22.
Μετέπειτα Διακονία. Έχοντας “επιστρέψει” από την πτώση του στην παγίδα του φόβου, η οποία κατά κύριο λόγο οφειλόταν στην υπερβολική αυτοπεποίθησή του (παράβαλε Παρ 29:25), ο Πέτρος έπρεπε τώρα να “ενισχύσει τους αδελφούς του”, εφαρμόζοντας έτσι την προτροπή του Χριστού (Λου 22:32), και να κάνει ποιμαντικό έργο ανάμεσα στα πρόβατά Του. (Ιωα 21:15-17) Σε αρμονία με αυτό, βλέπουμε τον Πέτρο να αναλαμβάνει εξέχοντα ρόλο στη δράση των μαθητών μετά την ανάληψη του Ιησού στον ουρανό. Πριν από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., ο Πέτρος έθεσε το ζήτημα της αντικατάστασης του άπιστου Ιούδα, παρουσιάζοντας Γραφικές αποδείξεις που συνηγορούσαν υπέρ αυτής της ενέργειας. Η σύναξη εφάρμοσε την εισήγησή του. (Πρ 1:15-26) Κατόπιν, την Πεντηκοστή, υπό την καθοδήγηση του αγίου πνεύματος, ο Πέτρος ενήργησε ως εκπρόσωπος των αποστόλων και χρησιμοποίησε το πρώτο από τα «κλειδιά» που του έδωσε ο Ιησούς, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για να γίνουν οι Ιουδαίοι μέλη της Βασιλείας.—Πρ 2:1-41· βλέπε ΚΛΕΙΔΙ.
Ο εξέχων ρόλος του μέσα στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία δεν τελείωσε την Πεντηκοστή. Αυτός και ο Ιωάννης είναι οι μόνοι από τους αρχικούς αποστόλους που κατονομάζονται από τότε και έπειτα στο βιβλίο των Πράξεων, με εξαίρεση τη σύντομη αναφορά στην εκτέλεση του “Ιακώβου, του αδελφού του Ιωάννη”, ο οποίος ήταν το άλλο μέλος της ομάδας των τριών αποστόλων που είχε στενότερη συναναστροφή με τον Ιησού. (Πρ 12:2) Ο Πέτρος φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα γνωστός για τα θαύματα που εκτελούσε. (Πρ 3:1-26· 5:12-16· παράβαλε Γα 2:8.) Με τη βοήθεια του αγίου πνεύματος, μίλησε θαρραλέα στους Ιουδαίους άρχοντες που είχαν συλλάβει αυτόν και τον Ιωάννη (Πρ 4:1-21), και σε μια δεύτερη περίπτωση εκπροσώπησε όλους τους αποστόλους ενώπιον του Σάνχεδριν, δηλώνοντας σταθερά ότι ήταν αποφασισμένοι να “υπακούν στον Θεό ως άρχοντα” μάλλον παρά σε ανθρώπους που εναντιώνονταν στο θέλημα του Θεού. (Πρ 5:17-31) Ο Πέτρος θα πρέπει να ένιωθε ιδιαίτερα ικανοποιημένος που μπόρεσε να εκδηλώσει τέτοια αλλαγή στη στάση του από εκείνη τη νύχτα κατά την οποία αρνήθηκε τον Ιησού και που μπόρεσε επίσης να υπομείνει τον ξυλοδαρμό που τους επέβαλαν οι άρχοντες. (Πρ 5:40-42) Προτού συλληφθεί για δεύτερη φορά, ο Πέτρος εξέθεσε υπό θεϊκή έμπνευση την υποκρισία του Ανανία και της Σαπφείρας και εξήγγειλε την κρίση του Θεού εναντίον τους.—Πρ 5:1-11.
Λίγο καιρό μετά το μαρτυρικό θάνατο του Στεφάνου, όταν ο Φίλιππος (ο ευαγγελιστής) βοήθησε και βάφτισε αρκετούς πιστούς στη Σαμάρεια, ο Πέτρος και ο Ιωάννης ταξίδεψαν ως εκεί για να μπορέσουν αυτοί οι πιστοί να λάβουν το άγιο πνεύμα. Εκεί ο Πέτρος χρησιμοποίησε το δεύτερο “κλειδί της βασιλείας”. Στη συνέχεια, επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, οι δύο απόστολοι “διακήρυξαν τα καλά νέα” σε πολλά χωριά των Σαμαρειτών. (Πρ 8:5-25) Προφανώς, ο Πέτρος έφυγε και πάλι σε μια αποστολή, στη διάρκεια της οποίας θεράπευσε στη Λύδδα τον Αινέα, ο οποίος ήταν οχτώ χρόνια παράλυτος, και ανέστησε τη Δορκάδα, μια γυναίκα από την Ιόππη. (Πρ 9:32-43) Από την Ιόππη, ο Πέτρος καθοδηγήθηκε να χρησιμοποιήσει το τρίτο “κλειδί της βασιλείας”, ταξιδεύοντας στην Καισάρεια για να κηρύξει στον Κορνήλιο καθώς και στους συγγενείς του και στους φίλους του, με αποτέλεσμα να γίνουν αυτοί οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί πιστοί που έλαβαν το άγιο πνεύμα ως κληρονόμοι της Βασιλείας. Όταν επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, ο Πέτρος χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την αντίδραση ορισμένων που διαφώνησαν με αυτή την ενέργεια, αλλά τους καθησύχασε παρουσιάζοντας αποδείξεις ότι είχε ενεργήσει κατόπιν ουράνιας κατεύθυνσης.—Πρ 10:1–11:18· παράβαλε Ματ 16:19.
Πιθανώς γύρω στο ίδιο έτος (36 Κ.Χ.), ο Παύλος έκανε την πρώτη του επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ ως άτομο που είχε μεταστραφεί στη Χριστιανοσύνη και απόστολος. Πήγε να “επισκεφτεί τον Κηφά [Πέτρο]” και έμεινε μαζί του 15 ημέρες, κατά τις οποίες είδε και τον Ιάκωβο (τον ετεροθαλή αδελφό του Ιησού), αλλά κανέναν άλλον από τους αρχικούς αποστόλους.—Γα 1:18, 19· βλέπε ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Απόστολοι Εκκλησιών).
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, το 44 Κ.Χ. ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ εκτέλεσε τον απόστολο Ιάκωβο και, όταν είδε ότι αυτό ευχαρίστησε τους Ιουδαίους ηγέτες, συνέλαβε και τον Πέτρο. (Πρ 12:1-4) Η εκκλησία έκανε “εντατικά προσευχή” για τον Πέτρο και ο άγγελος του Ιεχωβά τον απελευθέρωσε από τη φυλακή (και από σχεδόν βέβαιο θάνατο). Αφού εξιστόρησε τη θαυματουργική απελευθέρωσή του σε όσους βρίσκονταν στο σπίτι του Ιωάννη Μάρκου, ο Πέτρος τούς ζήτησε να αναφέρουν τα γεγονότα στον «Ιάκωβο και στους αδελφούς», και έπειτα «ταξίδεψε σε άλλον τόπο».—Πρ 12:5-17· παράβαλε Ιωα 7:1· 11:53, 54.
Αργότερα εμφανίζεται στην αφήγηση των Πράξεων παρευρισκόμενος στη σύναξη των “αποστόλων και των πρεσβυτέρων” στην Ιερουσαλήμ η οποία εξέταζε το ζήτημα της περιτομής των Εθνικών που μεταστρέφονταν στη Χριστιανοσύνη, και η οποία έλαβε χώρα πιθανώς το έτος 49 Κ.Χ. Έπειτα από αρκετή αντιλογία, ο Πέτρος σηκώθηκε και έδωσε μαρτυρία για την πολιτεία του Θεού με τους Εθνικούς πιστούς. Το γεγονός ότι «ολόκληρο το πλήθος σώπασε» αποδεικνύει πόσο ισχυρή ήταν η επιχειρηματολογία του και, πιθανώς, με πόσο σεβασμό επίσης τον αντιμετώπιζαν. Ο Πέτρος, όπως ο Παύλος και ο Βαρνάβας που μίλησαν κατόπιν, στην ουσία κατέθεσε ως μάρτυρας ενώπιον της σύναξης. (Πρ 15:1-29) Αναφερόμενος προφανώς σε αυτό το γεγονός, ο Παύλος χαρακτήρισε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη «εξέχοντες άντρες», «οι οποίοι φαίνονταν ότι είναι στύλοι» στην εκκλησία.—Γα 2:1, 2, 6-9.
Από το όλο υπόμνημα είναι φανερό ότι ο Πέτρος, αν και ήταν σαφώς πολύ επιφανής και αξιοσέβαστος, δεν είχε τα πρωτεία έναντι των υπόλοιπων αποστόλων με την έννοια ότι—ή με βάση το ότι—είχε διοριστεί σε ανώτερο αξίωμα ή θέση. Ως εκ τούτου, όταν το έργο του Φιλίππου στη Σαμάρεια καρποφόρησε, η αφήγηση αναφέρει ότι οι απόστολοι, ενεργώντας προφανώς σαν ένα σώμα, “απέστειλαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη” στη Σαμάρεια. (Πρ 8:14) Ο Πέτρος δεν έμενε μόνιμα στην Ιερουσαλήμ, σαν να ήταν η παρουσία του ζωτικής σημασίας για την κατάλληλη διακυβέρνηση της Χριστιανικής εκκλησίας. (Πρ 8:25· 9:32· 12:17· βλέπε επίσης ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ· ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ.) Υπηρετούσε δραστήρια στην Αντιόχεια της Συρίας το ίδιο διάστημα που ήταν εκεί ο Παύλος, και σε κάποια περίπτωση ο Παύλος έκρινε απαραίτητο να ελέγξει τον Πέτρο (Κηφά) «πρόσωπο με πρόσωπο . . . μπροστά σε όλους», επειδή ο Πέτρος ντρεπόταν να τρώει με Εθνικούς Χριστιανούς και να έχει άλλες παρόμοιες επαφές μαζί τους, λόγω της παρουσίας ορισμένων Ιουδαίων Χριστιανών που είχαν έρθει από τον Ιάκωβο, από την Ιερουσαλήμ.—Γα 2:11-14.
Περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τη θέση του Πέτρου στη Χριστιανική εκκλησία υπάρχουν στο λήμμα ΒΡΑΧΟΣ. Η άποψη ότι ο Πέτρος βρισκόταν στη Ρώμη και ότι ήταν κεφαλή τής εκεί εκκλησίας δεν στηρίζεται παρά σε αμφίβολες παραδόσεις και δεν εναρμονίζεται με τις Γραφικές ενδείξεις. Σχετικά με αυτό, καθώς και με τη διαμονή του Πέτρου στη Βαβυλώνα και τη συγγραφή των δύο επιστολών του από εκεί, βλέπε ΠΕΤΡΟΥ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ).
-
-
Πέτρου (Επιστολές)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΟΥ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ)
Δύο θεόπνευστες επιστολές των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, γραμμένες από τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος συστήνεται ως ο συγγραφέας στην εισαγωγή της καθεμιάς. (1Πε 1:1· 2Πε 1:1· παράβαλε 2Πε 3:1.) Επιπρόσθετες εσωτερικές αποδείξεις πιστοποιούν με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι ο Πέτρος ήταν ο συγγραφέας. Ο ίδιος αναφέρει ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της μεταμόρφωσης του Ιησού Χριστού, προνόμιο που είχαν αποκλειστικά ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. (2Πε 1:16-18· Ματ 17:1-9) Επίσης, όπως γίνεται φανερό από τα εδάφια Ιωάννης 21:18, 19, μόνο ο Πέτρος θα μπορούσε να πει: «Η απέκδυση της σκηνής μου θα γίνει σύντομα, όπως μου υποδήλωσε και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός». (2Πε 1:14) Η διαφορά στο ύφος των δύο επιστολών μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι ο Πέτρος χρησιμοποίησε τον Σιλουανό (Σίλα) για να γράψει την πρώτη επιστολή, αλλά, προφανώς, όχι και τη δεύτερη. (1Πε 5:12) Και οι δύο ήταν καθολικές επιστολές, που όπως φαίνεται απευθύνονταν τόσο στους Ιουδαίους όσο και στους μη Ιουδαίους Χριστιανούς. Η πρώτη επιστολή απευθύνεται συγκεκριμένα σε όσους ήταν στον Πόντο, στη Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και στη Βιθυνία—περιοχές της Μικράς Ασίας.—1Πε 1:1· 2:10· 2Πε 1:1· 3:1· παράβαλε Πρ 2:5, 9, 10.
Οι επιστολές του Πέτρου βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με άλλα βιβλία της Αγίας Γραφής, εξαίροντας την ορθή διαγωγή και τις ανταμοιβές της, και παραθέτοντας από αυτά ως τον αυθεντικό Λόγο του Θεού. Περιέχουν παραθέσεις από τη Γένεση (18:12· 1Πε 3:6), την Έξοδο (19:5, 6· 1Πε 2:9), το Λευιτικό (11:44· 1Πε 1:16), τους Ψαλμούς (34:12-16· 118:22· 1Πε 3:10-12· 2:7), τις Παροιμίες (11:31 [Ο΄]· 26:11· 1Πε 4:18· 2Πε 2:22) και τον Ησαΐα (8:14· 28:16· 40:6-8· 53:5· 1Πε 2:8· 2:6· 1:24, 25· 2:24). Καταδεικνύεται ότι οι Γραφικές προφητείες είναι προϊόν του πνεύματος του Θεού. (2Πε 1:20, 21· παράβαλε 2Τι 3:16.) Επαναλαμβάνεται η υπόσχεση του Θεού για νέους ουρανούς και νέα γη. (2Πε 3:13· Ησ 65:17· 66:22· Απ 21:1) Οι παράλληλες περικοπές ανάμεσα στη δεύτερη επιστολή του Πέτρου (2:4-18· 3:3) και στην επιστολή του Ιούδα (5-13, 17, 18) δείχνουν προφανώς ότι ο μαθητής Ιούδας αποδεχόταν τη δεύτερη επιστολή του Πέτρου ως θεόπνευστη. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι ο Πέτρος συγκατατάσσει τις επιστολές του αποστόλου Παύλου στις «υπόλοιπες Γραφές».—2Πε 3:15, 16.
Χρόνος Συγγραφής. Από τον τόνο των επιστολών συνάγεται πως η συγγραφή τους έλαβε χώρα προτού ξεσπάσει ο διωγμός του Νέρωνα το 64 Κ.Χ. Το γεγονός ότι ο Μάρκος ήταν μαζί με τον Πέτρο φαίνεται να τοποθετεί το χρόνο συγγραφής της πρώτης επιστολής ανάμεσα στο 62 και στο 64 Κ.Χ. (1Πε 5:13) Νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της πρώτης φυλάκισης του αποστόλου Παύλου στη Ρώμη (περ. 59-61 Κ.Χ.), ο Μάρκος ήταν εκεί, και όταν ο Παύλος φυλακίστηκε για δεύτερη φορά στη Ρώμη (περ. 65 Κ.Χ.), ζήτησε να έρθουν κοντά του ο Τιμόθεος και ο Μάρκος. (Κολ 4:10· 2Τι 4:11) Πιθανώς, ο Πέτρος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του λίγο καιρό μετά την πρώτη, δηλαδή γύρω στο 64 Κ.Χ.
Γράφτηκαν από τη Βαβυλώνα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου του Πέτρου, την πρώτη του επιστολή την έγραψε όταν βρισκόταν στη Βαβυλώνα. (1Πε 5:13) Ενδέχεται να έγραψε από εκεί και τη δεύτερη επιστολή του. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν σαφώς ότι το όνομα «Βαβυλώνα» αναφέρεται στην πόλη του Ευφράτη και όχι στη Ρώμη, όπως έχουν ισχυριστεί μερικοί. Εφόσον “τα καλά νέα για τους περιτμημένους” ήταν εμπιστευμένα στον Πέτρο, είναι αναμενόμενο ότι αυτός θα υπηρετούσε σε κάποιο κέντρο του Ιουδαϊσμού, όπως η Βαβυλώνα. (Γα 2:7-9) Στην αρχαία πόλη της Βαβυλώνας και στα περίχωρά της κατοικούσαν πολλοί Ιουδαίοι. Η Εγκυκλοπαίδεια Τζουντάικα ([Encyclopaedia Judaica] Ιερουσαλήμ, 1971, Τόμ. 15, στ. 755), πραγματευόμενη την εκπόνηση του Βαβυλωνιακού Ταλμούδ, αναφέρεται στις «μεγάλες Ιουδαϊκές ακαδημίες της Βαβυλώνας» οι οποίες υφίσταντο κατά τα χρόνια της Κοινής Χρονολογίας. Εφόσον ο Πέτρος έγραψε στους «προσωρινούς κατοίκους τους διασκορπισμένους [σε πραγματικές τοποθεσίες, παραδείγματος χάρη] στον Πόντο, στη Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και στη Βιθυνία» (1Πε 1:1), έπεται λογικά ότι και η «Βαβυλώνα», όπου γράφτηκε η επιστολή, ήταν η πραγματική τοποθεσία που φέρει αυτό το όνομα. Η Αγία Γραφή δεν περιέχει καμιά ένδειξη για το ότι με τη λέξη «Βαβυλώνα» εννοείται ειδικά η Ρώμη ούτε αναφέρει ότι ο Πέτρος βρέθηκε ποτέ στη Ρώμη.
Ο πρώτος που ισχυρίστηκε ότι ο Πέτρος υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Ρώμη ήταν ο Διονύσιος, επίσκοπος της Κορίνθου το δεύτερο ήμισυ του δεύτερου αιώνα. Νωρίτερα, ο Κλήμης της Ρώμης, αν και μνημονεύει μαζί τον Παύλο και τον Πέτρο, τονίζει ότι μόνο ο απόστολος Παύλος κήρυξε και στην Ανατολή και στη Δύση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Πέτρος ουδέποτε πήγε στη Δύση. Εφόσον, όπως φαίνεται, ο άγριος διωγμός των Χριστιανών από τη ρωμαϊκή κυβέρνηση (υπό τον Νέρωνα) δεν είχε αρχίσει ακόμη, ο Πέτρος δεν είχε κανέναν λόγο να συγκαλύψει την ταυτότητα της Ρώμης χρησιμοποιώντας άλλο όνομα. Όταν ο Παύλος έγραψε στους Ρωμαίους, στέλνοντας χαιρετισμούς σε πολλούς στη Ρώμη ονομαστικά, παρέλειψε τον Πέτρο. Αν ο Πέτρος ήταν εξέχων επίσκοπος εκεί, θα ήταν απίθανο να τον παραλείψει. Επίσης, το όνομα του Πέτρου δεν συμπεριλαμβάνεται στα ονόματα εκείνων που στέλνουν χαιρετισμούς μέσω των επιστολών τις οποίες έγραψε ο Παύλος από τη Ρώμη—Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, 2 Τιμόθεο, Φιλήμονα, Εβραίους.
Πρώτη Επιστολή του Πέτρου. Οι Χριστιανοί στους οποίους απηύθυνε ο απόστολος Πέτρος την πρώτη του επιστολή αντιμετώπιζαν σοβαρές δοκιμασίες. (1Πε 1:6) Επιπρόσθετα, “το τέλος όλων των πραγμάτων” είχε πλησιάσει—προφανώς το τέλος του Ιουδαϊκού συστήματος πραγμάτων που είχε προείπει ο Ιησούς. (Παράβαλε Μαρ 13:1-4· 1Θε 2:14-16· Εβρ 9:26.) Επομένως, ήταν καιρός να “αγρυπνούν σε σχέση με τις προσευχές”. (1Πε 4:7· παράβαλε Ματ 26:40-45.) Χρειάζονταν επίσης ενθάρρυνση για να υπομείνουν πιστά—αυτήν ακριβώς την ενθάρρυνση που τους έδωσε ο απόστολος Πέτρος.
Επανειλημμένα, ο Πέτρος υπενθύμισε στους συγχριστιανούς του τις ευλογίες που απολάμβαναν. Χάρη στο έλεος του Θεού, τους είχε δοθεί μια νέα γέννηση σε μια ζωντανή ελπίδα, για την οποία μπορούσαν να ευφραίνονται. (1Πε 1:3-9) Είχαν αγοραστεί με το πολύτιμο αίμα του Χριστού. (1Πε 1:18, 19) Μέσω της διευθέτησης του βαφτίσματος, είχαν αποκτήσει αγαθή συνείδηση την οποία θα εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν αν ζούσαν σε αρμονία με τα όσα συμβόλιζε το βάφτισμά τους στο νερό. (1Πε 3:21–4:6) Ως ζωντανές πέτρες, οικοδομούνταν πάνω στον Χριστό Ιησού για να γίνουν πνευματικός οίκος ή ναός. Ήταν «εκλεγμένο γένος, βασιλικό ιερατείο, άγιο έθνος, λαός για ειδική ιδιοκτησία».—1Πε 2:4-10.
Ο Πέτρος κατέδειξε ότι οι Χριστιανοί, λαμβανομένων υπόψη των όσων είχε κάνει ο Θεός και ο Γιος του για χάρη τους, είχαν βάσιμους λόγους να υπομένουν παθήματα και να διακρατούν καλή διαγωγή. Έπρεπε να αναμένουν ότι θα υφίσταντο παθήματα, διότι «ακόμη και ο Χριστός πέθανε μία φορά για πάντα σχετικά με αμαρτίες, ένας δίκαιος για αδίκους». (1Πε 3:17, 18) Αυτή καθαυτή η συμμετοχή στα παθήματα του Χριστού ήταν πηγή χαράς, καθώς το αποτέλεσμα θα ήταν αγαλλίαση κατά την αποκάλυψη της δόξας του Χριστού. Αν κάποιος ονειδιζόταν για το όνομα του Χριστού, αυτό αποτελούσε απόδειξη ότι είχε το πνεύμα του Θεού. (1Πε 4:12-14) Το αποτέλεσμα των ίδιων των δοκιμασιών ήταν πίστη δοκιμασμένης ποιότητας, η οποία ήταν απαραίτητη για τη σωτηρία. (1Πε 1:6-9) Επιπλέον, υπομένοντας πιστά, θα συνέχιζαν να γεύονται το ενδιαφέρον του Θεού. Αυτός θα τους έκανε σταθερούς και ισχυρούς.—1Πε 5:6-10.
Ωστόσο, όπως τόνισε ο Πέτρος, οι Χριστιανοί δεν θα έπρεπε να υποφέρουν ποτέ ως παραβάτες του νόμου. (1Πε 4:15-19) Θα έπρεπε να έχουν υποδειγματική διαγωγή, με την οποία θα κατασίγαζαν τα λόγια της άγνοιας εναντίον τους. (1Πε 2:12, 15, 16) Αυτό περιλάμβανε κάθε πτυχή της ζωής του Χριστιανού—τη σχέση του με τις κυβερνητικές εξουσίες, με τον κύριό του, με τα μέλη της οικογένειάς του και με τους Χριστιανούς αδελφούς του. (1Πε 2:13–3:9) Σήμαινε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιεί τα όργανα της ομιλίας με κατάλληλο τρόπο, διακρατώντας αγαθή συνείδηση (1Πε 3:10-22) και παραμένοντας αλώβητος από τις μολυσματικές συνήθειες των εθνών. (1Πε 4:1-3) Μέσα στην εκκλησία, οι πρεσβύτεροι που υπηρετούσαν ως ποιμένες δεν έπρεπε να καταδυναστεύουν τα πρόβατα, αλλά να επιτελούν το έργο τους με τη θέλησή τους και πρόθυμα. Οι νεότεροι έπρεπε να υποτάσσονται στους γεροντότερους. (1Πε 5:1-5) Όλοι οι Χριστιανοί έπρεπε να είναι φιλόξενοι, να επιδιώκουν να εποικοδομούν ο ένας τον άλλον, να έχουν έντονη αγάπη ο ένας για τον άλλον και να είναι περιζωσμένοι με ταπεινοφροσύνη.—1Πε 4:7-11· 5:5.
Δεύτερη Επιστολή του Πέτρου. Ο σκοπός για τον οποίο έγραψε ο Πέτρος τη δεύτερη επιστολή του ήταν να βοηθήσει τους Χριστιανούς να καταστήσουν βέβαιη την κλήση και την εκλογή τους, καθώς επίσης να μην παρασυρθούν από ψευδοδιδασκάλους και ασεβείς ανθρώπους μέσα στην ίδια την εκκλησία. (2Πε 1:10, 11· 3:14-18) Οι Χριστιανοί παροτρύνονται να έχουν πίστη, αρετή, γνώση, εγκράτεια, υπομονή, θεοσεβή αφοσίωση, αδελφική στοργή και αγάπη (2Πε 1:5-11), και νουθετούνται να δίνουν προσοχή στο θεόπνευστο «προφητικό λόγο». (2Πε 1:16-21) Στην επιστολή αναφέρονται παραδείγματα κρίσεων που εκτέλεσε ο Ιεχωβά στο παρελθόν εναντίον ασεβών ανθρώπων προκειμένου να καταδειχτεί ότι όσοι εγκαταλείπουν το δρόμο της δικαιοσύνης δεν θα ξεφύγουν από την οργή του Θεού. (2Πε 2:1-22) Παρά τα όσα μπορεί να λένε οι εμπαίκτες στις «τελευταίες ημέρες», η έλευση της ημέρας του Ιεχωβά—ημέρα κατά την οποία θα εκτελεστούν οι ασεβείς—είναι τόσο αναμφισβήτητη όσο και η τιμωρία που υπέστη ο κόσμος των ημερών του Νώε. Επίσης, η υπόσχεση του Θεού για νέους ουρανούς και νέα γη είναι βέβαιη και πρέπει να μας παρακινεί να καταβάλλουμε επιμελείς προσπάθειες προκειμένου να βρεθούμε άψογοι από την άποψη του Θεού.—2Πε 3:1-18.
[Πλαίσιο στη σελίδα 658]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Επιστολή που παροτρύνει τους Χριστιανούς να αγρυπνούν και να υπομένουν πιστά παρά τις δοκιμασίες
Γράφτηκε στη Βαβυλώνα από τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος χρησιμοποίησε ως γραμματέα τον Σιλουανό, περίπου το 62-64 Κ.Χ.
Οι Χριστιανοί πρέπει να ενεργούν με τρόπο αντάξιο της υπέροχης ελπίδας τους
Στους «εκλεγμένους» έχει δοθεί μια ζωντανή ελπίδα, μια άφθαρτη κληρονομιά στον ουρανό (1:1-5)
Έχουν πίστη στον Ιησού Χριστό για τη σωτηρία των ψυχών τους—κάτι για το οποίο εκδήλωσαν έντονο ενδιαφέρον οι προφήτες της αρχαιότητας, ακόμη και οι άγγελοι (1:8-12)
Ως εκ τούτου, πρέπει να περιζώσουν τη διάνοιά τους για δραστηριότητα· πρέπει να απορρίψουν τις προηγούμενες επιθυμίες τους, να είναι άγιοι και να συμπεριφέρονται με θεοσεβή φόβο και αδελφική αγάπη (1:13-25)
Πρέπει να αναπτύξουν λαχτάρα για το «γάλα του λόγου» ώστε να αυξηθούν προς σωτηρία (2:1-3)
Αποτελούν πνευματικό οίκο, άγιο ιερατείο, οικοδομημένο πάνω στο θεμέλιο του Χριστού· ως εκ τούτου, πρέπει να προσφέρουν πνευματικές θυσίες ευπρόσδεκτες στον Θεό (2:4-8)
Ως λαός για ειδική ιδιοκτησία, διακηρύττουν εκτεταμένα τις αρετές του Θεού τους και συμπεριφέρονται με τρόπο που τον τιμάει (2:9-12)
Οι σχέσεις με τους συνανθρώπους πρέπει να βασίζονται σε θεϊκές αρχές
Να είστε υποτακτικοί στους ανθρώπινους άρχοντες· να αγαπάτε τους αδελφούς· να φοβάστε τον Θεό (2:13-17)
Οι οικιακοί υπηρέτες πρέπει να υποτάσσονται στους κυρίους τους ακόμη και αν εκείνοι είναι παράλογοι· ο Ιησούς έθεσε καλό παράδειγμα υπομονετικής εγκαρτέρησης στο κακό (2:18-25)
Οι γυναίκες πρέπει να υποτάσσονται στους συζύγους τους· αν ο σύζυγος δεν είναι ομόπιστος, η καλή διαγωγή της γυναίκας μπορεί να τον κερδίσει (3:1-6)
Οι άντρες πρέπει να αποδίδουν τιμή στις συζύγους τους «ως πιο αδύναμο σκεύος» (3:7)
Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν κατανόηση για τους άλλους, μη ανταποδίδοντας κακό αντί κακού, αλλά επιδιώκοντας ειρήνη (3:8-12)
Το τέλος όλων των πραγμάτων έχει πλησιάσει, γι’ αυτό και οι Χριστιανοί πρέπει να είναι σώφρονες και να αγρυπνούν σε σχέση με τις προσευχές, πρέπει να έχουν έντονη αγάπη ο ένας για τον άλλον και να χρησιμοποιούν τα χαρίσματά τους για να τιμούν τον Θεό (4:7-11)
Οι πρεσβύτεροι πρέπει να είναι πρόθυμοι να ποιμαίνουν το ποίμνιο του Θεού· οι νεαροί πρέπει να υποτάσσονται στους γεροντότερους· όλοι πρέπει να εκδηλώνουν ταπεινοφροσύνη (5:1-5)
Η πιστή εγκαρτέρηση στα παθήματα αποφέρει ευλογίες
Οι Χριστιανοί μπορούν να ευφραίνονται ακόμη και όταν αντιμετωπίζουν οδυνηρές δοκιμασίες, εφόσον θα γίνει φανερή η ποιότητα της πίστης τους (1:6, 7)
Δεν πρέπει να υποφέρουν λόγω αδικοπραγίας· αν υποφέρουν για χάρη της δικαιοσύνης, πρέπει να δοξάζουν τον Θεό και να μην ντρέπονται· αυτός είναι καιρός κρίσης (3:13-17· 4:15-19)
Ο Χριστός υπέφερε και πέθανε ως σάρκα για να μας οδηγήσει στον Θεό· ως εκ τούτου, δεν ζούμε πλέον σύμφωνα με σαρκικές επιθυμίες—ακόμη και αν οι σαρκικοί άνθρωποι μας κακομεταχειρίζονται επειδή είμαστε διαφορετικοί (3:18–4:6)
Αν ένας Χριστιανός υπομένει τις δοκιμασίες πιστά, θα συμμετάσχει στη μεγάλη αγαλλίαση κατά την αποκάλυψη του Ιησού, αλλά επίσης θα είναι βέβαιος ότι έχει το πνεύμα του Θεού τώρα (4:12-14)
Ο καθένας ας ταπεινωθεί κάτω από το χέρι του Θεού και ας ρίξει τις ανησυχίες του πάνω Του· ας ταχθεί εναντίον του Σατανά, με την πεποίθηση ότι ο ίδιος ο Θεός θα κάνει ισχυρούς τους υπηρέτες Του (5:6-10)
[Πλαίσιο στη σελίδα 659]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Επιστολή που παροτρύνει τους Χριστιανούς να αγωνίζονται και να προσκολλώνται στον προφητικό λόγο· περιέχει δυναμικές προειδοποιήσεις σχετικά με την αποστασία
Γράφτηκε πιθανώς από τη Βαβυλώνα γύρω στο 64 Κ.Χ.
Οι Χριστιανοί πρέπει να αγωνίζονται και να εμπιστεύονται στον προφητικό λόγο
Ο Θεός έχει χαρίσει όλα τα πράγματα που αφορούν τη ζωή και τη θεοσεβή αφοσίωση· οι Χριστιανοί πρέπει να ανταποκριθούν αγωνιζόμενοι να αναπτύξουν πίστη, αρετή, γνώση, εγκράτεια, υπομονή, θεοσεβή αφοσίωση, αδελφική στοργή και αγάπη—ιδιότητες που θα τους κάνουν δραστήριους και καρποφόρους (1:1-15)
Οι Χριστιανοί πρέπει να δίνουν προσοχή στο θεόπνευστο προφητικό λόγο· όταν ο Πέτρος είδε τον Ιησού να μεταμορφώνεται και άκουσε τον Θεό να μιλάει πάνω στο βουνό, ο προφητικός λόγος έγινε βεβαιότερος (1:16-21)
Να φυλάγεστε από τους ψευδοδιδασκάλους και από άλλα διεφθαρμένα άτομα· η ημέρα του Ιεχωβά έρχεται
Ψευδοδιδάσκαλοι θα παρεισφρήσουν στην εκκλησία, εισάγοντας καταστροφικές αιρέσεις (2:1-3)
Είναι βέβαιο ότι ο Ιεχωβά θα κρίνει αυτούς τους αποστάτες, ακριβώς όπως έκρινε τους ανυπάκουους αγγέλους, τον ασεβή κόσμο των ημερών του Νώε και τις πόλεις των Σοδόμων και των Γομόρρων (2:4-10)
Τέτοιου είδους ψευδοδιδάσκαλοι καταφρονούν την εξουσία, κηλιδώνουν το καλό όνομα των Χριστιανών με υπερβολές και ανηθικότητα, δελεάζουν τους αδύναμους και υπόσχονται ελευθερία ενώ οι ίδιοι είναι δούλοι της διαφθοράς (2:10-19)
Αυτοί είναι σε χειρότερη κατάσταση τώρα από ό,τι ήταν όταν δεν γνώριζαν για τον Ιησού Χριστό (2:20-22)
Να προσέχετε τους εμπαίκτες στις τελευταίες ημέρες οι οποίοι θα χλευάζουν το άγγελμα για την υποσχεμένη παρουσία του Ιησού· αυτοί ξεχνούν ότι ο Θεός που σκοπεύει να καταστρέψει αυτό το σύστημα πραγμάτων έχει ήδη καταστρέψει τον προκατακλυσμιαίο κόσμο (3:1-7)
Μην εκλαμβάνετε εσφαλμένα την υπομονή του Θεού ως αργοπορία—ο Θεός είναι υπομονετικός επειδή θέλει να μετανοήσουν οι άνθρωποι· εντούτοις, αυτό το σύστημα πραγμάτων εξάπαντος θα καταστραφεί στην ημέρα του Ιεχωβά και εξάπαντος θα αντικατασταθεί από δίκαιους νέους ουρανούς και δίκαιη νέα γη (3:8-13)
Οι Χριστιανοί πρέπει να κάνουν το καλύτερο που μπορούν για να είναι «ακηλίδωτοι και άψογοι και με ειρήνη»· τότε δεν θα παροδηγηθούν από ψευδοδιδασκάλους, αλλά θα αυξάνουν σε παρ’ αξία καλοσύνη και γνώση του Χριστού (3:14-18)
-
-
ΠετροχελίδονοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΟΧΕΛΙΔΟΝΟ
[εβρ., σις].
Ένα από τα ταχύτερα ιπτάμενα πουλιά, που συνήθως επιτυγχάνει ταχύτητες μεγαλύτερες των 100 χλμ./ώ. και έχει την ικανότητα να επιταχύνει ξαφνικά φτάνοντας ή ξεπερνώντας ίσως και τα 200 χλμ./ώ. Χτυπάει με μεγάλη ένταση και φαινομενικά ακούραστα τις μακριές, λεπτές, δρεπανοειδείς φτερούγες του καθώς εφορμά και επιτίθεται στα έντομα, τα οποία καταβροχθίζει εν πτήσει. Από τις τέσσερις ποικιλίες πετροχελίδονου που συναντώνται στο Ισραήλ, το πετροχελίδονο των Άλπεων (κύψελος ο άλπειος [Apus melba]) είναι το μεγαλύτερο και ξεχωρίζει από το λευκό κάτω μέρος του. Είναι το πρώτο από τα αποδημητικά πετροχελίδονα που εμφανίζονται στην Παλαιστίνη μόλις μπαίνει η άνοιξη, ενώ λίγο αργότερα ακολουθούν τεράστια σμήνη κοινών πετροχελίδονων (κύψελος ο άπους [Apus apus]). Χτίζουν τις φωλιές τους σε σκοτεινά μέρη, συνήθως κάτω από το γείσο κάποιας σκεπής, και μερικές φορές μέσα σε κουφάλες δέντρων ή στις πλευρές των βράχων. Τις κατασκευάζουν με χόρτα και πούπουλα τα οποία μετατρέπουν σε συμπαγή μάζα με το κολλώδες σάλιο που παράγουν οι ειδικοί αδένες τους. Είναι φανερό ότι, λόγω του σχεδιασμού των ποδιών του, το πετροχελίδονο δεν μπορεί να περπατάει ή να κάθεται πάνω σε κλαδιά. Γι’ αυτό, συλλαμβάνει όλη την τροφή του και μαζεύει όλα τα υλικά για τη φωλιά του εν πτήσει, μάλιστα πίνει και νερό πετώντας ξυστά πάνω από την υδάτινη επιφάνεια. Για να αναπαυτεί, στηρίζεται σε κάθετες επιφάνειες. Η φωνή του πετροχελίδονου έχει κάπως λυπητερή, μελαγχολική χροιά.
Το ότι η εβραϊκή λέξη σις προσδιορίζει το πετροχελίδονο φαίνεται από το γεγονός ότι αυτό το πουλί έχει την ίδια ονομασία και στην αραβική γλώσσα. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι αυτή η ονομασία υποδηλώνει έναν ορμητικό ήχο, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι αποδίδει τη διαπεραστική κραυγή, σι-σι-σι, που βγάζει το πετροχελίδονο.
Όταν ο Εζεκίας ανέρρωσε από την ασθένειά του, είπε στα πλαίσια μιας στοχαστικής ποιητικής σύνθεσης ότι “τερέτιζε σαν το πετροχελίδονο”—προφανώς με μελαγχολικό ύφος. Επίσης, ο προφήτης Ιερεμίας χρησιμοποίησε το αποδημητικό πετροχελίδονο ως παράδειγμα όταν επέπληξε το λαό του Ιούδα επειδή δεν διέκριναν τον καιρό της κρίσης του Θεού.—Ησ 38:14· Ιερ 8:7.
-
-
ΠηγάδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΑΔΙ
Η εβραϊκή λέξη μπε’έρ, η οποία μεταφράζεται «πηγάδι», υποδηλώνει συνήθως έναν λάκκο ή μια τρύπα που έχει ανοιχτεί στο έδαφος για να αντληθεί νερό από ένα φυσικό απόθεμα. Η λέξη μπε’έρ εμφανίζεται (με τη μορφή Βηρ-) σε διάφορα τοπωνύμια, όπως Βηρ-λαχαΐ-ροΐ (Γε 16:14), Βηρ-σαβεέ (Γε 21:14), Βηρ (Αρ 21:16-18) και Βηρ-αιλίμ (Ησ 15:8). Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να σημαίνει «λάκκος» (Γε 14:10), ενώ στα εδάφια Ψαλμός 55:23 (“λάκκος”) και 69:15 («πηγάδι») φαίνεται ότι υποδηλώνει τον τάφο. Χρησιμοποιείται μεταφορικά αναφερόμενη σε μια σύζυγο ή μια αγαπημένη γυναίκα. (Παρ 5:15· Ασμ 4:15) Και στο εδάφιο Παροιμίες 23:27, όπου η αλλοεθνής γυναίκα παρομοιάζεται με στενό πηγάδι, μπορεί να υπονοείται ότι το να βγάλει κανείς νερό από ένα τέτοιο πηγάδι παρουσιάζει συχνά δυσκολίες, επειδή οι πήλινες στάμνες σπάζουν εύκολα προσκρούοντας στα τοιχώματά του.—Βλέπε ΠΗΓΗ.
Σε χώρες με μεγάλη περίοδο ξηρασίας, ιδιαίτερα στις ερημικές περιοχές, τα πηγάδια είχαν από πολύ παλιά μεγάλη σπουδαιότητα. Στην αρχαιότητα, η μη εξουσιοδοτημένη χρήση των πηγαδιών φαίνεται ότι θεωρούνταν καταπάτηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. (Αρ 20:17, 19· 21:22) Η λειψυδρία και η κοπιαστική εργασία που απαιτούνταν για το σκάψιμο των πηγαδιών τα καθιστούσαν πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που δημιουργούνταν βίαιες διαμάχες και έριδες για την κατοχή τους. Γι’ αυτόν το λόγο ο πατριάρχης Αβραάμ, σε κάποια περίπτωση, κατοχύρωσε επίσημα το γεγονός ότι ήταν ο ιδιοκτήτης ενός πηγαδιού στη Βηρ-σαβεέ. (Γε 21:25-31· 26:20, 21) Μετά το θάνατό του, όμως, οι Φιλισταίοι αψήφησαν τα δικαιώματα του γιου και κληρονόμου του, του Ισαάκ, και έφραξαν αυτά ακριβώς τα πηγάδια που είχαν σκάψει οι υπηρέτες του Αβραάμ.—Γε 26:15, 18.
Τα πηγάδια περιβάλλονταν συχνά από τοιχία και ήταν σκεπασμένα με μια μεγάλη πέτρα, ασφαλώς για να μην μπαίνει μέσα χώμα και για να μην πέφτουν σε αυτά ζώα και άνθρωποι. (Γε 29:2, 3· Εξ 2:15, 16) Κοντά σε μερικά πηγάδια υπήρχαν ποτίστρες ή αυλάκια για το πότισμα κατοικίδιων ζώων. (Γε 24:20· Εξ 2:16-19) Σε όλους τους λόφους της Παλαιστίνης έσκαβαν πηγάδια στον ασβεστόλιθο, και πολλές φορές λάξευαν στο βράχο σκαλοπάτια που οδηγούσαν κάτω στο νερό. Σε μερικά πηγάδια, αυτός που ήθελε να βγάλει νερό κατέβαινε και απλώς βουτούσε ένα σκεύος κατευθείαν μέσα στο νερό. Ωστόσο, από τις πολύ βαθιές πηγές συνήθως ανέβαζαν το νερό με δερμάτινο δοχείο (Αρ 24:7) ή με πήλινη στάμνα (Γε 24:16) δεμένη με σχοινί.—Βλέπε ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ.
-
-
ΠήγανοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΑΝΟ
[ελλ. κείμενο, πήγανον].
Η κοινή ποικιλία πήγανου (ρυτή η βαρύοσμος [Ruta graveolens]) είναι ένας πολυετής μικρός θάμνος με δυνατή οσμή, ο οποίος έχει τριχωτούς βλαστούς και φτάνει σε ύψος περίπου το 1 μ. Έχει γκριζοπράσινα φύλλα και κίτρινες ταξιανθίες. Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, το πήγανο μπορεί να καλλιεργούνταν στην Παλαιστίνη για ιατρική χρήση και ως καρύκευμα.
Αυτό το φυτό μνημονεύεται μόνο στο εδάφιο Λουκάς 11:42 σε συσχετισμό με τη σχολαστική απόδοση των δεκάτων από τους Φαρισαίους. Αντί για «πήγανο», η παράλληλη αφήγηση του εδαφίου Ματθαίος 23:23 έχει τη λέξη «άνηθο», την οποία αναφέρει και ένα χειρόγραφο του τρίτου αιώνα (P45) στο εδάφιο Λουκάς 11:42.
-
-
ΠηγήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΗ
Γενικά η λέξη αυτή αναφέρεται σε μια φυσική έξοδο νερού (Εξ 15:27), σε αντίθεση με τα πηγάδια και τις στέρνες τα οποία ήταν συνήθως αποτέλεσμα εκσκαφής. (Γε 26:15) Επίσης χρησιμοποιείται αναφορικά με την προέλευση και άλλων πραγμάτων εκτός από το νερό. Δύο εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «πηγή» είναι η λέξη ‛άγιν (κατά κυριολεξία, «μάτι») και η συγγενική λέξη μα‛γιάν. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η αντίστοιχη λέξη πηγή. Εφόσον οι πηγές κατά καιρούς καθαρίζονταν και εκβαθύνονταν, αυτό ίσως εξηγεί γιατί οι λέξεις «πηγή» και «πηγάδι» εναλλάσσονται μερικές φορές για την ίδια παροχή νερού.—Γε 16:7, 14· 24:11, 13· Ιωα 4:6, 12· βλέπε ΠΗΓΑΔΙ· ΣΤΕΡΝΑ.
Ο Μωυσής περιέγραψε την Υποσχεμένη Γη στους Ισραηλίτες ως γη με «πηγές και υδάτινα βάθη που ξεχύνονται στο λεκανοπέδιο και στην ορεινή περιοχή». (Δευ 8:7) Οι πηγές αφθονούν στην Παλαιστίνη, καθώς κατά μέσο όρο υπάρχουν έξι ή εφτά πηγές για κάθε 100 τ. χλμ. περίπου. Επειδή τα βουνά του Ιούδα και του Εφραΐμ αποτελούνται κυρίως από πορώδεις βράχους, τα νερά των χειμωνιάτικων βροχών εισχωρούν με ευκολία σε μεγάλο βάθος. Τελικά, φτάνουν σε ένα αδιάβροχο στρώμα του υπεδάφους, ρέουν κατά μήκος του και στη συνέχεια επανεμφανίζονται ως πηγές στη δυτική πλευρά της Κοιλάδας του Ιορδάνη και στη δυτική όχθη της Νεκράς Θαλάσσης, ενώ ένα μέρος τους εισρέει και μέσα στη Νεκρά Θάλασσα υπογείως. Πολλές από τις πηγές που εκβάλλουν κατευθείαν μέσα στη Νεκρά Θάλασσα και στον κατώτερο ρου του Ιορδάνη είναι θερμές. Δυτικά της οροσειράς τα νερά ξεπροβάλλουν ως πηγές στην ανατολική πλευρά της επιμήκους παράκτιας πεδιάδας, μολονότι κάποιο μέρος των νερών καταλήγει υπογείως στη Μεσόγειο. Μερικές πηγές, όπως αυτές που περιβάλλουν την Ιερουσαλήμ και τη Χεβρών, αναβλύζουν ακόμη και στις κορυφές των βουνών της Παλαιστίνης ή κοντά σε αυτές. Οι πολυάριθμες πηγές που δημιουργούνται από το χιόνι το οποίο λιώνει στην οροσειρά του Λιβάνου και στο Όρος Αερμών τροφοδοτούν με νερό τον Λιτάνι, τον Ιορδάνη και τους ποταμούς της Δαμασκού.
Η σπουδαιότητα των πηγών γίνεται φανερή από τα πολλά τοπωνύμια που άρχιζαν με το συνθετικό «Εν», το οποίο σημαίνει «πηγή». (Ιη 15:62· 17:11· 1Βα 1:9· βλέπε ΑΕΙΝ.) Οι κωμοπόλεις και τα χωριά χτίζονταν συχνά κοντά σε πηγές, εφόσον οι περισσότεροι «ποταμοί» της Παλαιστίνης είναι στην πραγματικότητα χείμαρροι που ξεραίνονται τους καλοκαιρινούς μήνες. Για λόγους άμυνας, οι πόλεις χτίζονταν γενικά σε υψώματα, και ως εκ τούτου οι πηγές ήταν πολλές φορές έξω από τα τείχη των πόλεων, σε χαμηλότερες κοιλάδες. Αυτό το γεγονός καθιστούσε την προστασία του αποθέματος νερού ζωτικής σημασίας. Κατασκευάζονταν αγωγοί που μετέφεραν το νερό από την πηγή του κατευθείαν μέσα στην πόλη. Ο Βασιλιάς Εζεκίας έφτιαξε έναν τέτοιον αγωγό για να φέρει τα νερά της Γιών στην Πόλη του Δαβίδ. (2Βα 20:20· 2Χρ 32:30) Σε άλλες περιπτώσεις, μυστικές διαβάσεις ή σήραγγες οδηγούσαν στην πηγή, εξασφαλίζοντας άφθονη προμήθεια νερού στους κατοίκους της πόλης ακόμη και σε περίπτωση πολιορκίας. Όταν έγινε η εισβολή των Ασσυρίων στον Ιούδα, ο Εζεκίας έφραξε τις πηγές έξω από την Ιερουσαλήμ για να μην έχουν νερό οι εισβολείς.—2Χρ 32:2-4· βλέπε ΕΖΕΚΙΑΣ Αρ. 1 (Οικοδομικά Έργα και Επιτεύγματα Μηχανικής)· ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιεχωβά εδραίωσε «τις πηγές των υδάτινων βαθών». (Παρ 8:28· Γε 7:11) Ο ίδιος προσδιορίζεται επίσης ως η Πηγή της ζωής, η Πηγή του ζωντανού νερού και η Πηγή του Ισραήλ. (Ψλ 36:9· Ιερ 2:13· Ψλ 68:26) Ο Γιος του ο Ιησούς Χριστός δίνει νερό που γίνεται μέσα στον αποδέκτη «πηγή νερού που θα αναβλύζει για να μεταδίδει αιώνια ζωή». (Ιωα 4:14) Ο Ιωήλ προείπε προφητικά ότι, αφού τα έθνη πατηθούν σαν σε πατητήρι στην Κοιλάδα του Ιωσαφάτ, θα αναβλύσει από τον οίκο του Ιεχωβά μια αναζωογονητική πηγή.—Ιωλ 3:12, 13, 18.
Τονίζοντας πόσο σπουδαία είναι η σωστή χρήση της γλώσσας, ο Ιάκωβος ρωτάει τους Χριστιανούς, οι οποίοι θα πρέπει να προσφέρουν το νερό της ζωής: «Μήπως μια πηγή κάνει το γλυκό και το πικρό να αναβλύζουν από το ίδιο άνοιγμα;»—Ιακ 3:11.
Ο Ιησούς σταμάτησε την «πηγή του αίματος» μιας γυναίκας που υπέφερε από ροή αίματος επί 12 χρόνια, γιατρεύοντάς την. (Μαρ 5:25-29) Η λέξη «πηγή» χρησιμοποιείται επίσης για να υποδηλώσει μια πηγή σεξουαλικής ικανοποίησης.—Παρ 5:18.
Για πληροφορίες σχετικά με την Πύλη της Πηγής, βλέπε ΠΥΛΗ.
-
-
Πηγή του ΙακώβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ
Το «πηγάδι» ή η «πηγή» όπου ο Ιησούς Χριστός, ενώ ξεκουραζόταν, συνομίλησε με μια Σαμαρείτισσα. (Ιωα 4:5-30) Πιστεύεται ότι πρόκειται για το Μπιρ Γιακούμπ (Μπεέρ Γιαακόβ), το οποίο βρίσκεται περίπου 2,5 χλμ. ΝΑ της σημερινής Ναμπλούς, όχι μακριά από το Τελλ Μπαλάτα—την τοποθεσία της Συχέμ. Η πηγή του Ιακώβ είναι ένα βαθύ πηγάδι, η στάθμη νερού του οποίου δεν ανεβαίνει ποτέ μέχρι την επιφάνεια. Μετρήσεις που έγιναν το 19ο αιώνα δείχνουν ότι το βάθος του πηγαδιού είναι περίπου 23 μ. Το πλάτος του είναι περίπου 2,5 μ., αν και στενεύει στην κορυφή. Επειδή το πηγάδι είναι συνήθως ξερό από τα τέλη Μαΐου περίπου μέχρι τις φθινοπωρινές βροχές, μερικοί προβάλλουν την άποψη ότι τα νερά του είναι προϊόν βροχών και κατείσδυσης. Άλλοι, όμως, πιστεύουν ότι το πηγάδι τροφοδοτείται παράλληλα από πηγές, γι’ αυτό και μπορούσε να ονομάζεται επίσης πηγή.
Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει άμεσα ότι ο Ιακώβ ήταν αυτός που έσκαψε το πηγάδι. Ωστόσο, δείχνει ότι ο Ιακώβ είχε στην ιδιοκτησία του κάποια γη σε αυτή την περιοχή. (Γε 33:18-20· Ιη 24:32· Ιωα 4:5) Επίσης, η Σαμαρείτισσα είπε στον Ιησού ότι ο «Ιακώβ . . . μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα κοπάδια του». (Ιωα 4:12) Επομένως, ο Ιακώβ πιθανότατα έσκαψε ο ίδιος το πηγάδι ή έβαλε άλλους να το σκάψουν για λογαριασμό του, ίσως για να έχει αρκετό νερό το μεγάλο σπιτικό του και τα κοπάδια του, ώστε να αποτραπούν τα προβλήματα με τους γείτονές του οι οποίοι αναμφίβολα είχαν ήδη στην κατοχή τους τα άλλα αποθέματα νερού στην περιοχή. Ή ίσως να χρειαζόταν κάποιο καλύτερο και πιο σταθερό απόθεμα νερού όταν τα άλλα πηγάδια στην περιοχή στέρευαν.
-
-
Πηγή του Μεγάλου ΦιδιούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΦΙΔΙΟΥ
Η εβραϊκή έκφραση μεταδίδει την ιδέα μιας πηγής ή ενός πηγαδιού κάποιου χερσαίου ή θαλάσσιου τέρατος, και μεταφράζεται με διάφορους τρόπους: «πηγάδι του δράκοντα» (KJ, Le, ΒΑΜ, ΛΧ), «Πηγάδι του Φιδιού» (AT), «πηγή του φιδιού» (Ro), «Πηγή του Μεγάλου Φιδιού» (ΜΝΚ). Ωστόσο, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει πηγή τῶν συκῶν.
Αυτή η πηγή νερού βρισκόταν στη διαδρομή που ακολούθησε ο Νεεμίας την πρώτη φορά κατά την οποία επιθεώρησε τα γκρεμισμένα τείχη της Ιερουσαλήμ. (Νε 2:12, 13) Εφόσον αυτό το όνομα δεν εμφανίζεται ξανά στις Γραφές, η εν λόγω πηγή ή πηγάδι—αν αναφέρεται αλλού—πρέπει να μνημονεύεται με διαφορετική ονομασία. Συνήθως υποστηρίζεται ότι η εναλλακτική ονομασία ήταν Εν-ρογήλ. Αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να ισχύει, διότι αν και η Εν-ρογήλ βρίσκεται αρκετά πιο χαμηλά στην Κοιλάδα Κιδρόν, η αφήγηση λέει απλώς ότι ο Νεεμίας πέρασε «μπροστά από την Πηγή», πράγμα που θα μπορούσε να σημαίνει ότι πέρασε από τη γωνία του τείχους η οποία ήταν αντίκρυ στην Εν-ρογήλ, από όπου μπορούσε να δει την πηγή ενώ ταυτόχρονα βρισκόταν αρκετά μακριά της.—Βλέπε ΕΝ-ΡΟΓΗΛ.
-
-
ΠηδάλιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΔΑΛΙΟ
Βασικό εξάρτημα του συστήματος διεύθυνσης ενός πλοίου. Τα πηδάλια των αρχαίων ιστιοφόρων ποίκιλλαν σε τύπο και αριθμό. Μερικά ιστιοφόρα είχαν ένα μόνο κουπί πηδαλιουχίας. Συνήθως, όμως, τα ελληνικά και τα ρωμαϊκά πλοία είχαν δύο κωπήρη πηδάλια στην πρύμνη, καθένα από τα οποία μπορούσαν πιθανότατα να το χειρίζονται ανεξάρτητα από το άλλο μέσω ενός σκαρμού (ενός ανοίγματος στην κουπαστή του πλοίου). Όταν το σκάφος αγκυροβολούσε, κρατούσαν τα πηδάλια έξω από το νερό δένοντάς τα με σχοινιά ή με ιμάντες.
Με «πηδάλια» («κωπήρη πηδάλια», NE) διηύθυναν το πλοίο στο οποίο επέβαινε ο Παύλος ταξιδεύοντας προς τη Ρώμη και το οποίο ναυάγησε στη Μάλτα. Έκοψαν τις άγκυρες, και προτού σηκώσουν το πανί της πλώρης, έλυσαν τα σχοινιά, ελευθερώνοντας τα πηδάλια ώστε να μπορέσουν οι ναύτες να κατευθύνουν το πλοίο προς την ακρογιαλιά.—Πρ 27:40.
Ο Ιάκωβος (3:4, 5) δείχνει την τεράστια δύναμη που έχει η γλώσσα να ελέγχει την κατεύθυνση που ακολουθεί ολόκληρο το σώμα κάποιου, παραβάλλοντάς την με το συγκριτικά μικρό πηδάλιο ενός μεγάλου πλοίου.
-
-
Πήλινο ΘραύσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΛΙΝΟ ΘΡΑΥΣΜΑ
Κομμάτι σπασμένου κεραμικού σκεύους. Η εβραϊκή λέξη χέρες, μολονότι μερικές φορές προσδιορίζει ένα πήλινο σκεύος ή μια πήλινη φιάλη που δεν έχει σπάσει (Αρ 5:17· Ιερ 19:1), ίσως είναι συγγενική μιας αραβικής λέξης που σημαίνει «ξύνω» ή «γρατζουνάω», οπότε μπορεί να υποδηλώνει κάτι τραχύ, όπως ένα πήλινο θραύσμα. Όταν ο Σατανάς πάταξε τον Ιώβ με «μεγάλα κακοήθη σπυριά» από την κορυφή του κεφαλιού του μέχρι τα πέλματα των ποδιών του, εκείνος «πήρε ένα κομμάτι από πήλινο αγγείο για να ξύνεται». (Ιωβ 2:7, 8) Επίσης, σχετικά με τον Λευιάθαν αναφέρεται: «Σαν αιχμηρά κομμάτια από πήλινο αγγείο είναι τα κάτω μέρη του».—Ιωβ 41:1, 30.
Οι αρχαίοι Έλληνες περιέγραφαν με τη λέξη ὄστρακον (την οποία χρησιμοποιεί η Μετάφραση των Εβδομήκοντα στο εδάφιο Ιώβ 2:8) τα θραύσματα των αγγείων πάνω στα οποία κατέγραφαν την ψήφο τους.
Αρχαιολογικές Ανακαλύψεις. Τα πήλινα θραύσματα είναι τα πολυπληθέστερα αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών σε αρχαίες τοποθεσίες. Στο παρελθόν μπορεί να χρησιμοποιούνταν, μεταξύ άλλων, για να μαζεύει κανείς τη στάχτη ή για να παίρνει νερό. (Ησ 30:14) Ωστόσο, χρησίμευαν ιδιαίτερα ως φτηνή γραφική ύλη στην Αίγυπτο, στη Μεσοποταμία και σε άλλα μέρη της αρχαίας Μέσης Ανατολής. Λόγου χάρη, θραύσματα αγγείων χρησιμοποιήθηκαν για τις πασίγνωστες Επιστολές της Λαχείς, οι οποίες περιέχουν επανειλημμένα το θεϊκό όνομα Ιεχωβά με τη μορφή του Τετραγράμματου (ΓΧΒΧ). Στην Αίγυπτο, οι αρχαιολόγοι έχουν βρει πολυάριθμα κομμάτια ασβεστόλιθου και θραύσματα αγγείων με ιχνογραφήματα και επιγραφές γραμμένες με μελάνι (συνήθως σε ρέουσα ιερογλυφική γραφή), τα οποία πολλοί τοποθετούν κατά προσέγγιση μεταξύ του 16ου και του 11ου αιώνα Π.Κ.Χ., πράγμα που σημαίνει ότι μερικά ίσως ανάγονται στις ημέρες του Μωυσή και της δουλείας των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο. Ορισμένα από αυτά τα ενεπίγραφα θραύσματα περιέχουν ιστορίες, ποιήματα, ύμνους και τα παρόμοια, πιθανότατα δε κάποια από αυτά τα κείμενα γράφτηκαν ως σχολικά μαθήματα. Όπως φαίνεται, τα θραύσματα των αγγείων χρησίμευαν γενικότερα ως γραφική ύλη—όπως τα σημειωματάρια και άλλα φύλλα χαρτιού σήμερα—για να καταγράφονται λογαριασμοί, πωλήσεις, γαμήλια συμβόλαια, μηνύσεις και πολλά άλλα.
Εξήντα και πλέον όστρακα που έφεραν επιγραφές με μελάνι σε παλαιοεβραϊκή γραφή ανακαλύφτηκαν στα ερείπια του βασιλικού ανακτόρου στη Σαμάρεια. Φαίνεται ότι πρόκειται για αρχεία της παραγωγής των αμπελιών, και πολλά ίσως χρονολογούνται από την εποχή του Ιεροβοάμ Β΄. Περιέχουν τοπωνύμια και προσωπικά ονόματα, μερικά δε από τα τελευταία περιλαμβάνουν ως συνθετικό τους τα ονόματα Βάαλ, Ελ και Ιεχωβά.
Τα ελληνικά όστρακα που βρέθηκαν στην Αίγυπτο περιλαμβάνουν διαφόρων ειδών έγγραφα, κυρίως αποδείξεις είσπραξης φόρων. Τα όστρακα αυτά βοηθούν αρκετά στην κατανόηση της ελληνικής που μιλούσε εκεί ο κοινός λαός κατά την πτολεμαϊκή, τη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή εποχή, γι’ αυτό και έχουν κάποια αξία για τις μελέτες της Κοινής Ελληνικής την οποία χρησιμοποίησαν οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Είκοσι ελληνικά όστρακα που βρέθηκαν στην Άνω Αίγυπτο φέρουν εγχάρακτα αποσπάσματα των τεσσάρων Ευαγγελίων και χρονολογούνται πιθανότατα από τον έβδομο αιώνα Κ.Χ.
Χρήση σε Παραβολές. Τα πήλινα θραύσματα χρησιμοποιούνται επίσης με μεταφορική χροιά στις Γραφές. Ο Δαβίδ, όντας στενοχωρημένος και περικυκλωμένος από εχθρούς, είπε σε έναν ψαλμό αναφερόμενο προφητικά στα παθήματα του Μεσσία: «Η δύναμή μου ξεράθηκε σαν κομμάτι από πήλινο αγγείο». (Ψλ 22:11-15) Τα πήλινα αντικείμενα ξεραίνονταν πολύ με το ψήσιμο, και όταν ένα τέτοιο σκεύος γινόταν κομμάτια, φαινόταν πόσο εύθρυπτο ήταν.
Προφανώς, οι μέθοδοι σμάλτωσης ήταν διαδεδομένες στις ημέρες του Βασιλιά Σολομώντα, διότι το εδάφιο Παροιμίες 26:23 αναφέρει: «Σαν ασημένιο σμάλτο που επικαλύπτει ένα κομμάτι από πήλινο αγγείο είναι χείλη ένθερμα με κακή καρδιά». Όπως το «ασημένιο σμάλτο» κρύβει το πήλινο αγγείο που καλύπτει, έτσι και τα «ένθερμα χείλη» μπορούν να αποκρύψουν την «κακή καρδιά» όταν η φιλία είναι μόνο προσποιητή.
Ο Ιεχωβά προειδοποίησε την Οολιβά (Ιερουσαλήμ) ότι θα γέμιζε από μέθη και λύπη, πίνοντας το ποτήρι που είχε πιει η αδελφή της, η Οολά (Σαμάρεια). Ο Ιούδας θα έπινε ολόκληρο αυτό το συμβολικό ποτήρι, καθώς οι κρίσεις του Θεού θα εκτελούνταν πλήρως πάνω του. Έτσι λοιπόν, μέσω του Ιεζεκιήλ, ο Θεός είπε: «Θα το πιεις και θα το στραγγίσεις, και τα σπασμένα πήλινα κομμάτια του θα τα μασήσεις».—Ιεζ 23:4, 32-34.
Το ότι είναι άκρως ανόητο να διατυπώνει ο άνθρωπος παράπονα εναντίον του Θεού και να βρίσκει λάθη στο θεϊκό τρόπο ενέργειας καταδεικνύεται με τα λόγια: «Αλίμονο σε εκείνον που έρχεται σε διαμάχη με τον Πλάστη του, όπως ένα πήλινο θραύσμα με τα άλλα πήλινα θραύσματα της γης! Θα πει ο πηλός σε αυτόν που τον πλάθει: “Τι φτιάχνεις;” Και το επίτευγμά σου θα πει: “Αυτός δεν έχει χέρια”;»—Ησ 45:9, 13.
-
-
ΠηλόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΛΟΣ
Λεπτόκοκκο, φυσικό υλικό της γης, μαλακό και εύπλαστο όταν είναι υγρό, αλλά σκληρό όταν είναι ξερό, ειδικά αν έχει ξεραθεί στη φωτιά. Αποτελείται κυρίως από ένυδρο πυριτικό αργίλιο. Η εβραϊκή λέξη χόμερ υποδηλώνει τον “πηλό” του αγγειοπλάστη (Ησ 41:25), τον “πηλό” κάτω από τη σφραγίδα (Ιωβ 38:14), τον “πηλό” των δρόμων (Ησ 10:6), το «κονίαμα» ανάμεσα στους πλίθους (Γε 11:3) και, μεταφορικά, τον άνθρωπο ως «πηλό» στα χέρια του Πλάστη του, του Ιεχωβά Θεού (Ησ 45:9· παράβαλε Ιωβ 10:9). Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η λέξη πηλός του πρωτότυπου κειμένου αναφέρεται στον «πηλό» του αγγειοπλάστη (Ρω 9:21) και στο νωπό «πηλό» με τον οποίο ο Ιησούς θεράπευσε έναν τυφλό (Ιωα 9:6, 11, 14, 15· βλέπε επίσης ΤΥΦΛΩΣΗ), ενώ η λέξη κεραμικός προσδιορίζει τα «πήλινα» σκεύη που φτιάχνει ο αγγειοπλάστης.—Απ 2:27.
Στους κάμπους του Ισραήλ υπάρχει άφθονος πηλός, ο οποίος στους Βιβλικούς χρόνους χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή αγγείων και πλίθων. (Ιερ 18:4, 6· Εξ 1:14· Να 3:14· βλέπε ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ.) Επειδή ο πηλός επιδέχεται αποτύπωση όταν είναι νωπός την οποία και διατηρεί αναλλοίωτη όταν ξεραθεί, χρησίμευε στην κατασκευή πήλινων πινακίδων και στη σφράγιση εγγράφων και επιστολών. Με πηλό σφραγίζονταν τα αγγεία του κρασιού, ενώ σε πήλινα σκεύη διαφυλάττονταν διάφορα πολύτιμα έγγραφα, όπως το συμβόλαιο του κτήματος του Ιερεμία. (Ιερ 32:14) Η διατήρηση των Ρόλων της Νεκράς Θαλάσσης οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις πήλινες στάμνες μέσα στις οποίες βρέθηκαν αυτοί.
Νύξη στη γαιώδη σύσταση του πηλού γίνεται σε εκφράσεις όπως «ο πηλός των δρόμων», “ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από πηλό” ή ο άνθρωπος “κατεβαίνει στον πηλό”. (Ιωβ 10:9· 30:19· 33:6· Ησ 10:6) Μια άλλη μεταφορική έννοια, συναφής με την έκφραση ότι ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από πηλό, είναι το ότι ο Ιεχωβά είναι ο Αγγειοπλάστης. (Ησ 29:16· 45:9· 64:8· Ρω 9:21) Ο πηλός, ακόμη και όταν σκληραίνει με το ψήσιμο, δεν είναι δυνατό υλικό, και ένα μείγμα σίδερου και πηλού είναι άχρηστο. (Δα 2:33-35, 41-43, 45) Ο πηλός προσφέρει λίγη ή καθόλου προστασία. (Ιωβ 4:19· 13:12· Ησ 41:25) Όντας κοινότατο αγαθό, έχει μηδαμινή εμπορική αξία.—Ιωβ 27:16.
-
-
ΠήχηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΧΗΣ
Μονάδα μέτρησης μήκους που αντιστοιχεί χονδρικά στην απόσταση από τον αγκώνα μέχρι την άκρη του μεσαίου δαχτύλου. (Δευ 3:11) Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν κατά κανόνα τον πήχη που αντιστοιχεί στα 44,5 εκ. περίπου, και οι υπολογισμοί σε αυτό το σύγγραμμα γίνονται με βάση αυτόν τον πήχη. Η Επιγραφή του Σιλωάμ, για παράδειγμα, αναφέρει ότι το μήκος της σήραγγας νερού που κατασκεύασε ο Βασιλιάς Εζεκίας ήταν 1.200 πήχεις. Σύμφωνα με σύγχρονες μετρήσεις, αυτή η σήραγγα έχει μήκος 533 μέτρα. Έτσι λοιπόν, υπολογίζοντας με βάση αυτούς τους αριθμούς, καταλήγουμε σε έναν πήχη 44,4 εκατοστών. Επίσης, πολλά κτίρια και κλειστοί χώροι που ανασκάφηκαν στην Παλαιστίνη μπορούν να μετρηθούν με ακέραια πολλαπλάσια αυτής της μονάδας, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι ο πήχης ήταν γύρω στα 44,5 εκ.
Προφανώς οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν και έναν μεγαλύτερο πήχη, ο οποίος ήταν κατά μία παλάμη (7,4 εκ.) μακρύτερος από τον «κοινό» πήχη. Αυτός ο μεγαλύτερος πήχης, μήκους περίπου 51,8 εκ., χρησιμοποιήθηκε στις μετρήσεις του ναού που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ. (Ιεζ 40:5) Πιθανόν να υπήρχε και μικρός πήχης, του οποίου το μήκος υπολογιζόταν σε 38 εκ. περίπου, μετρώντας από τον αγκώνα μέχρι τις αρθρώσεις των δαχτύλων της κλειστής παλάμης.—Κρ 3:16, υποσ.
-
-
ΠιαϊρώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΑΪΡΩΘ
(Πιαϊρώθ).
Η τελευταία τοποθεσία όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες προτού διασχίσουν την Ερυθρά Θάλασσα. (Αρ 33:7, 8) Αφού στρατοπέδευσαν «στην Εθάμ, στις παρυφές της ερήμου» (Εξ 13:20), ο Μωυσής έλαβε από τον Ιεχωβά Θεό την οδηγία να «γυρίσουν πίσω και να στρατοπεδεύσουν μπροστά στην Πιαϊρώθ, ανάμεσα στη Μιγδώλ και στη θάλασσα, απέναντι από τη Βάαλ-σεφών». (Εξ 14:1, 2) Αν γνωρίζαμε σήμερα πού βρισκόταν η Μιγδώλ και η Βάαλ-σεφών, δεν θα ήταν δύσκολο να προσδιορίσουμε τη θέση της Πιαϊρώθ. Ωστόσο, δεν το γνωρίζουμε αυτό, και οι απόπειρες που έχουν γίνει να συνδεθούν αυτά τα τοπωνύμια, καθώς και η ονομασία της Πιαϊρώθ, με ορισμένες τοποθεσίες κατά μήκος του αρχαίου ανατολικού συνόρου της Αιγύπτου είναι ποικίλες και αδιέξοδες. Γι’ αυτόν το λόγο, ορισμένα άλλα γεωγραφικά στοιχεία που περιέχει η ίδια η αφήγηση φαίνεται να είναι αυτά που παρέχουν την καλύτερη βάση για να πάρουμε κάποια ιδέα τού πού βρισκόταν η Πιαϊρώθ.
Η Πιαϊρώθ βρισκόταν κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα, σε ένα σημείο όπου η μόνη οδός διαφυγής από τις προελαύνουσες αιγυπτιακές δυνάμεις περνούσε μέσα από την ίδια τη θάλασσα. Σε εκείνο το σημείο η θάλασσα πρέπει να είχε αρκετό βάθος, ώστε να είναι δυνατόν να “χωριστούν στα δύο” τα νερά, δημιουργώντας ένα πέρασμα στη «μέση της θάλασσας», και να σχηματίσουν «τείχος» και στις δύο πλευρές. (Εξ 14:16, 21, 22) Καμιά τοποθεσία Β του Κόλπου του Σουέζ δεν θα μπορούσε να πληροί επαρκώς αυτές τις προϋποθέσεις. Είναι αλήθεια ότι πολλοί σύγχρονοι λόγιοι υποστηρίζουν τη θεωρία ότι η διάβαση έγινε στην περιοχή των ρηχών Πικρών Λιμνών, η οποία αρχίζει περίπου 25 χλμ. Β του Σουέζ. Ωστόσο, αυτή η άποψη συνδυάζεται είτε με άρνηση του θαυματουργικού χαρακτήρα της διάβασης (προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι διάβηκαν απλώς ένα έλος ή βάλτο) είτε με την αντίληψη ότι στην αρχαιότητα το βόρειο άκρο της Ερυθράς Θάλασσας έφτανε μέχρι πάνω, στην περιοχή των Πικρών Λιμνών, και ότι τα νερά εκεί είχαν πολύ μεγαλύτερο βάθος τότε, ενώ τα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι έχουν σημειωθεί ελάχιστες μεταβολές στο επίπεδο του νερού από τότε.
Γι’ αυτόν το λόγο, η εκδοχή που είχαν προωθήσει παλαιότεροι λόγιοι (του 19ου αιώνα) φαίνεται ότι εξακολουθεί να είναι αυτή που ταιριάζει καλύτερα με τα στοιχεία της Βιβλικής ιστορίας. Η Πιαϊρώθ βρίσκεται προφανώς στη στενή πεδιάδα που εκτείνεται στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του Τζέμπελ Άτακα, περίπου 20 χλμ. ΝΔ του Σουέζ. Θεωρείται ότι η διάβαση ξεκίνησε από το ακρωτήριο Ρας Άτακα και συνεχίστηκε διαμέσου του πυθμένα της θάλασσας ως τα περίχωρα της όασης Αγιούν Μούσα στην απέναντι ακτή. Ο πυθμένας σε αυτό το σημείο βαθαίνει σταδιακά και από τις δύο όχθες επειδή υπάρχουν αμμώδη αβαθή που εκτείνονται σε απόσταση 3 χλμ. από την κάθε πλευρά. Το μέγιστο βάθος νερού κοντά στο μέσο αυτής της διαδρομής είναι περίπου 15 μ. Η απόσταση ανάμεσα στις δύο όχθες είναι περίπου 10 χλμ., απόσταση που άφηνε επαρκή χώρο για να διασχίσουν τον πυθμένα οι πιθανόν τρία εκατομμύρια Ισραηλίτες, και συγχρόνως να περάσουν από τη θαυματουργική διάβαση και οι στρατιωτικές δυνάμεις του Φαραώ, στην προσπάθειά τους να προφτάσουν το πλήθος των Ισραηλιτών.—Βλέπε ΕΞΟΔΟΣ (Η Πορεία της Εξόδου).
Αυτή η άποψη συμπίπτει γενικά με την παράδοση που αναφέρει ο Ιώσηπος—Ιουδαίος ιστορικός του πρώτου αιώνα Κ.Χ.—ότι οι Ισραηλίτες, προτού περάσουν απέναντι, ήταν “αποκλεισμένοι ανάμεσα σε απρόσιτους γκρεμούς και στη θάλασσα”. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Β΄, 324 [xv, 3]) Επίσης, το γεγονός ότι το έθνος των Ισραηλιτών “γύρισε πίσω”, πηγαίνοντας από την Εθάμ στην τοποθεσία που περιγράφεται πιο πάνω, εναρμονίζεται καλά με την πρόβλεψη του Ιεχωβά ότι ο Φαραώ θα έλεγε για αυτούς: «Περιπλανιούνται στον τόπο σε κατάσταση σύγχυσης. Η έρημος τους έχει περικλείσει». (Εξ 14:3) Αυτό δεν θα μπορούσε να ισχύει για τοποθεσίες Β του Σουέζ. Η θέση της Πιαϊρώθ κοντά στο Τζέμπελ Άτακα αφήνει επίσης το περιθώριο για μια γρήγορη προέλαση των δυνάμεων του Φαραώ εναντίον των Ισραηλιτών που προσπαθούσαν να διαφύγουν, μέσω μιας πολυσύχναστης οδού από τη Μέμφιδα (που πιθανώς ήταν η πρωτεύουσα της Αιγύπτου εκείνη την εποχή) ως τη Χερσόνησο του Σινά.—Εξ 14:4-9.
Παρ’ όλο που αυτή η θέση της Πιαϊρώθ εναρμονίζεται με τα γεωγραφικά στοιχεία πρέπει να θεωρείται υποθετική μόνο, εξαρτώμενη από τυχόν μελλοντική επιβεβαίωση.
-
-
ΠιβεσέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΒΕΣΕΘ
(Πιβεσέθ) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Οίκος της [θεάς] Βαστίτ»].
Πόλη που αναφέρεται μαζί με την Ων (Ηλιούπολη) στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 30:17, σε μια προφητεία εναντίον της Αιγύπτου. Η απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα ταυτίζει την Πιβεσέθ με μια αρχαία πόλη της περιοχής του Δέλτα που ονομαζόταν Βούβαστις, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο Τελλ Μπάστα, περίπου 70 χλμ. ΒΒΑ του Καΐρου, κοντά στη σημερινή πόλη Ζαγκαζίγκ. Το όνομα της αρχαίας πόλης, όπως εμφανίζεται σε αιγυπτιακές επιγραφές, παρουσιάζει σαφή ομοιότητα με την εβραϊκή ονομασία Πιβεσέθ.
Η Πιβεσέθ, ή αλλιώς Βούβαστις, ήταν το κέντρο λατρείας της θεάς Βαστίτ ή Βαστ, μιας αιλουρόμορφης θεάς που συχνά παριστάνεται με κεφάλι γάτας. Η ύπαρξη ενός μεγάλου νεκροταφείου για γάτες κοντά στην πόλη πιστοποιεί την εξέχουσα θέση που κατείχε η λατρεία της εκεί. Κάθε χρόνο γινόταν προς τιμήν της Βαστίτ μια γιορτή η οποία προσέλκυε χιλιάδες προσκυνητές από όλα τα μέρη της χώρας.
Μολονότι η Πιβεσέθ ήταν η πρωτεύουσα του 18ου νομού της Κάτω Αιγύπτου, έφτασε στο απόγειο της πολιτικής της ακμής την εποχή των Λίβυων ηγεμόνων της Αιγύπτου η οποία άρχισε με τον Φαραώ Σισάκ, σύγχρονο του Σολομώντα και του Ροβοάμ. (1Βα 11:40· 14:25, 26) Η Πιβεσέθ ήταν βασιλική πόλη του Σισάκ. Η προφητεία του Ιεζεκιήλ αναφέρεται στην κατάκτηση της Αιγύπτου από τη Βαβυλώνα, κατά την οποία η Πιβεσέθ επρόκειτο να καταληφθεί. Αργότερα οι Πέρσες κατέστρεψαν την πόλη, και σήμερα απομένουν μόνο τα ερείπια της αρχαίας τοποθεσίας.
-
-
ΠίθηκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΘΗΚΟΣ
[εβρ., κωφ].
Οι πίθηκοι που εισήγαγε ο Βασιλιάς Σολομών ίσως ανήκαν σε ένα είδος μαϊμούδων με μακριά ουρά το οποίο, σύμφωνα με αρχαίους συγγραφείς, ήταν ιθαγενές της Αιθιοπίας. (1Βα 10:22· 2Χρ 9:21) Το ότι η εβραϊκή λέξη κωφ μπορεί να συγγενεύει με τη σανσκριτική λέξη κάπι, καθώς και το ότι τα παγώνια θεωρούνται ιθαγενή της νοτιοανατολικής Ασίας, έχει οδηγήσει κάποιους στο συμπέρασμα πως οι πίθηκοι μεταφέρονταν με το στόλο του Σολομώντα από την Ινδία ή τη Σρι Λάνκα. Εντούτοις, αυτά τα εισαγόμενα είδη δεν ήταν απαραίτητο να έρχονται απευθείας από τη χώρα προέλευσής τους ούτε από την ίδια περιοχή, αν λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με τις ενδείξεις, υπήρχαν εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Ινδίας και Αφρικής ακόμη και πριν από την εποχή του Σολομώντα.—Βλέπε ΘΑΡΣΕΙΣ Αρ. 4· ΠΑΓΩΝΙ.
-
-
ΠιθώμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΘΩΜ
(Πιθώμ) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Οίκος [Ναός] του Ατούμ»].
Η μία από τις δύο πόλεις αποθήκευσης που οικοδόμησαν οι υποδουλωμένοι Ισραηλίτες στην Αίγυπτο. Η άλλη ήταν η Ρααμσής. (Εξ 1:11) Η τοποθεσία της Πιθώμ δεν έχει προσδιοριστεί επακριβώς. Οι αρχαιολόγοι καταλήγουν σε κάποια συμπεράσματα επηρεασμένοι προφανώς από την επικρατούσα άποψη ότι ο Φαραώ της καταδυνάστευσης των Ισραηλιτών ήταν ο Ραμσής Β΄, άποψη η οποία δεν έχει στερεά θεμέλια.—Βλέπε ΡΑΑΜΣΗΣ, ΡΑΜΕΣΣΗΣ.
-
-
Πικρά ΧόρταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΚΡΑ ΧΟΡΤΑ
[εβρ., μερορίμ].
Μαζί με το ψητό αρνί και το άζυμο ψωμί, οι Ισραηλίτες έπρεπε να φάνε πικρά χόρτα τη νύχτα του Πάσχα (Εξ 12:8), και αυτή η διευθέτηση συνέχισε να ισχύει σε όλους τους μετέπειτα εορτασμούς του Πάσχα. (Αρ 9:11) Τίποτα το συγκεκριμένο δεν λέγεται για το είδος ή τα είδη των πικρών χόρτων. Προφανώς, ο σκοπός που εξυπηρετούσαν αυτά τα πικρά χόρτα ήταν να υπενθυμίζουν στους Ισραηλίτες την πικρή εμπειρία των δεσμών της Αιγύπτου.
Ο ίδιος εβραϊκός όρος (μερορίμ) εμφανίζεται στο εδάφιο Θρήνοι 3:15 και συνήθως αποδίδεται «πικρία» ή «πίκρες», μολονότι μερικοί διατείνονται ότι η ορθή μετάφραση θα ήταν «πικρά χόρτα» ώστε να υπάρχει αντιστοιχία με την αψιθιά που αναφέρεται στο ίδιο εδάφιο.
-
-
ΠιλάτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΛΑΤΟΣ
(Πιλάτος).
Ρωμαίος κυβερνήτης της Ιουδαίας στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού. (Λου 3:1) Αφότου ο Αρχέλαος, ο γιος του Ηρώδη του Μεγάλου, καθαιρέθηκε από εθνάρχης της Ιουδαίας, ο αυτοκράτορας διόριζε επάρχους για τη διακυβέρνηση της επαρχίας, και ο Πιλάτος ήταν προφανώς ο πέμπτος από αυτούς. Ο Τιβέριος τον διόρισε το 26 Κ.Χ., και η διακυβέρνησή του διήρκεσε δέκα χρόνια.
Λίγα πράγματα είναι γνωστά γύρω από το πρόσωπο του Πόντιου Πιλάτου. Η μοναδική περίοδος της ζωής του για την οποία υπάρχουν ιστορικά στοιχεία είναι το διάστημα κατά το οποίο διατέλεσε κυβερνήτης της Ιουδαίας. Η μόνη γνωστή επιγραφή που φέρει το όνομά του βρέθηκε το 1961 στην Καισάρεια. Αυτή αναφέρει επίσης το “Tiberieum”, ένα κτίριο που αφιέρωσε ο Πιλάτος προς τιμήν του Τιβέριου.
Ως εκπρόσωπος του αυτοκράτορα, ο κυβερνήτης ασκούσε απόλυτο έλεγχο στην επαρχία. Είχε την εξουσία να επιβάλλει τη θανατική ποινή, και σύμφωνα με την άποψη όσων υποστηρίζουν ότι το Σάνχεδριν μπορούσε να απαγγείλει θανατική ποινή, αυτό το Ιουδαϊκό δικαστήριο έπρεπε να εξασφαλίσει την επικύρωση από τον κυβερνήτη ώστε να ισχύει μια τέτοια καταδίκη. (Παράβαλε Ματ 26:65, 66· Ιωα 18:31.) Εφόσον η επίσημη κατοικία του Ρωμαίου άρχοντα βρισκόταν στην Καισάρεια (παράβαλε Πρ 23:23, 24), το κύριο σώμα του ρωμαϊκού στρατεύματος στάθμευε εκεί, ενώ μια μικρότερη δύναμη ήταν τοποθετημένη στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με το έθιμο, όμως, ο κυβερνήτης διέμενε στην Ιερουσαλήμ κατά τις εορταστικές περιόδους (όπως το Πάσχα) και έφερνε μαζί του στρατιωτικές ενισχύσεις. Η σύζυγος του Πιλάτου ήταν μαζί του στην Ιουδαία (Ματ 27:19), και αυτό συνέβαινε λόγω μιας προγενέστερης αλλαγής στην κυβερνητική πολιτική της Ρώμης όσον αφορά τους κυβερνήτες που βρίσκονταν σε επικίνδυνους διορισμούς.
Η θητεία του Πιλάτου στο αξίωμά του δεν υπήρξε ειρηνική. Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο, ο Πιλάτος ξεκίνησε άσχημα τις σχέσεις του με τους Ιουδαίους υπηκόους του. Έστειλε νύχτα στην Ιερουσαλήμ Ρωμαίους στρατιώτες που μετέφεραν λάβαρα με παραστάσεις του αυτοκράτορα. Αυτή η κίνηση προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια. Μια αντιπροσωπεία Ιουδαίων πήγε στην Καισάρεια με σκοπό να διαμαρτυρηθεί για τα λάβαρα και να ζητήσει την απομάκρυνσή τους. Έπειτα από πέντε ημέρες διαπραγματεύσεων, ο Πιλάτος προσπάθησε να εκφοβίσει όσους πρόβαλλαν αυτό το αίτημα απειλώντας τους με εκτέλεση από τους στρατιώτες του, αλλά η αποφασιστικότητα με την οποία εκείνοι αρνήθηκαν να υποχωρήσουν τον ανάγκασε να ικανοποιήσει το αίτημά τους.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 55-59 (iii, 1).
Ο Φίλων, ένας Ιουδαίος συγγραφέας του πρώτου αιώνα Κ.Χ. από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, περιγράφει μια κάπως παρόμοια ενέργεια του Πιλάτου η οποία προκάλεσε διαμαρτυρίες. Αυτή τη φορά επρόκειτο για κάποιες χρυσές ασπίδες που έφεραν τα ονόματα του Πιλάτου και του Τιβέριου, τις οποίες τοποθέτησε ο Πιλάτος στα διαμερίσματά του στην Ιερουσαλήμ. Οι Ιουδαίοι προσέφυγαν στον αυτοκράτορα στη Ρώμη, και ο Πιλάτος διατάχθηκε να μεταφέρει τις ασπίδες στην Καισάρεια.—Πρεσβεία προς Γάιον, XXXVIII, 299-305.
Ο Ιώσηπος αναφέρει άλλη μια αναταραχή. Για την κατασκευή ενός υδραγωγείου που θα έφερνε νερό στην Ιερουσαλήμ από απόσταση περίπου 40 χλμ., ο Πιλάτος χρησιμοποίησε χρήματα από το θησαυροφυλάκιο του ναού της Ιερουσαλήμ. Μεγάλα πλήθη διαμαρτυρήθηκαν για αυτή την ενέργεια όταν ο Πιλάτος επισκέφτηκε την πόλη. Ο Πιλάτος έβαλε μεταμφιεσμένους στρατιώτες να αναμειχθούν με το πλήθος και, όταν τους δόθηκε το σύνθημα, αυτοί επιτέθηκαν στον κόσμο, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό ορισμένων Ιουδαίων και το θάνατο άλλων. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 60-62 [iii, 2]· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 175-177 [ix, 4]) Όπως φαίνεται, το έργο ολοκληρώθηκε. Έχει διατυπωθεί πολλές φορές η άποψη ότι η συγκεκριμένη σύγκρουση είναι η περίπτωση κατά την οποία ο Πιλάτος “ανέμειξε το αίμα των Γαλιλαίων με τις θυσίες τους”, όπως αναγράφεται στο εδάφιο Λουκάς 13:1. Από αυτή την έκφραση φαίνεται ότι εκείνοι οι Γαλιλαίοι σφαγιάστηκαν μέσα στην περιοχή του ναού. Δεν υπάρχει τρόπος να καθορίσουμε κατά πόσον αυτό το περιστατικό σχετίζεται με εκείνο που περιγράφει ο Ιώσηπος ή πρόκειται για ξεχωριστή περίπτωση. Εντούτοις, εφόσον οι Γαλιλαίοι ήταν υπήκοοι του Ηρώδη Αντίπα, του περιφερειακού διοικητή της Γαλιλαίας, αυτή η σφαγή μπορεί, αν μη τι άλλο, να συντέλεσε στην έχθρα που υπήρχε μεταξύ του Πιλάτου και του Ηρώδη μέχρι την εποχή της δίκης του Ιησού.—Λου 23:6-12.
Η Δίκη του Ιησού. Την αυγή της 14ης Νισάν του 33 Κ.Χ. οι Ιουδαίοι ηγέτες έφεραν στον Πιλάτο τον Ιησού. Επειδή εκείνοι δεν έμπαιναν στο χώρο του ανακτόρου του Εθνικού άρχοντα, βγήκε ο Πιλάτος έξω σε αυτούς και τους ρώτησε ποια ήταν η κατηγορία εναντίον του Ιησού. Σύμφωνα με τις κατηγορίες τους, ο Ιησούς ήταν υπονομευτής, υποστήριζε τη μη πληρωμή των φόρων και έλεγε ότι ήταν βασιλιάς, ανταγωνιζόμενος έτσι τον Καίσαρα. Όταν τους ειπώθηκε να πάρουν τον Ιησού και να τον δικάσουν μόνοι τους, οι κατήγοροί του απάντησαν ότι δεν ήταν νόμιμο να σκοτώσουν αυτοί κανέναν. Τότε ο Πιλάτος πήρε τον Ιησού μέσα στο ανάκτορο και τον ανέκρινε σχετικά με τις κατηγορίες. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 741) Επιστρέφοντας στους κατηγόρους, ο Πιλάτος ανακοίνωσε ότι δεν έβρισκε κανένα σφάλμα στον κατηγορούμενο. Οι κατηγορίες συνεχίστηκαν και, όταν ο Πιλάτος έμαθε ότι ο Ιησούς ήταν από τη Γαλιλαία, τον έστειλε στον Ηρώδη Αντίπα. Ο Ηρώδης, δυσαρεστημένος επειδή ο Ιησούς αρνήθηκε να εκτελέσει κάποιο σημείο, τον υπέβαλε σε κακομεταχείριση και χλευασμό και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο.
Οι Ιουδαίοι ηγέτες και ο λαός συγκεντρώθηκαν και πάλι, και ο Πιλάτος κατέβαλε νέες προσπάθειες για να μην καταδικάσει έναν αθώο σε θάνατο, ρωτώντας το πλήθος αν ήθελαν να απελευθερωθεί ο Ιησούς σύμφωνα με το έθιμο που υπήρχε να ελευθερώνεται ένας φυλακισμένος σε κάθε γιορτή του Πάσχα. Αντίθετα, το πλήθος, παρακινούμενο από τους θρησκευτικούς του ηγέτες, κραύγασε να απελευθερωθεί ο Βαραββάς—ένας ληστής, δολοφόνος και στασιαστής. Οι επανειλημμένες προσπάθειες που έκανε ο Πιλάτος για να ελευθερώσει τον κατηγορούμενο είχαν ως μοναδικό αποτέλεσμα να δυναμώσουν οι φωνές οι οποίες ζητούσαν να κρεμαστεί ο Ιησούς στο ξύλο. Φοβούμενος ότι θα ξεσπούσε οχλαγωγία και επιζητώντας να κατευνάσει το πλήθος, ο Πιλάτος ενέδωσε στις επιθυμίες τους, πλένοντας τα χέρια του με νερό σαν να τα καθάριζε από την ενοχή αίματος. Κάποια στιγμή πριν από αυτό, η σύζυγος του Πιλάτου τον είχε πληροφορήσει για το ανησυχητικό όνειρό της σχετικά «με εκείνον το δίκαιο άντρα».—Ματ 27:19.
Στη συνέχεια ο Πιλάτος έβαλε να μαστιγώσουν τον Ιησού. Επίσης οι στρατιώτες τοποθέτησαν στο κεφάλι του ένα αγκάθινο στεφάνι και τον έντυσαν με βασιλική στολή. Και πάλι ο Πιλάτος εμφανίστηκε ενώπιον του πλήθους, επανέλαβε την κατηγορηματική του δήλωση ότι δεν είχε βρει καμιά ενοχή στον Ιησού και έφερε τον Ιησού έξω, ενώπιόν τους, με τη στολή του και το αγκάθινο στεφάνι. Όταν ο Πιλάτος φώναξε: «Να ο άνθρωπος!» οι ηγέτες του λαού επανέλαβαν την αξίωσή τους να κρεμαστεί στο ξύλο, αποκαλύπτοντας τώρα για πρώτη φορά την κατηγορία τους περί βλασφημίας. Ακούγοντάς τους να αναφέρουν ότι ο Ιησούς έκανε τον εαυτό του γιο του Θεού, ο Πιλάτος ανησύχησε ακόμη περισσότερο και πήρε τον Ιησού μέσα για περαιτέρω ανάκριση. Οι τελευταίες προσπάθειες που κατέβαλε για να τον απελευθερώσει έκαναν τους Ιουδαίους εναντιουμένους να προειδοποιήσουν τον Πιλάτο πως κινδύνευε να κατηγορηθεί ότι στρεφόταν εναντίον του Καίσαρα. Ακούγοντας αυτή την απειλή, ο Πιλάτος έφερε έξω τον Ιησού και κάθησε στη δικαστική έδρα. Όταν ο Πιλάτος φώναξε: «Να ο βασιλιάς σας!» αυτοί απλώς ξανάρχισαν να κραυγάζουν ζητώντας να κρεμαστεί εκείνος στο ξύλο και διακήρυξαν: «Δεν έχουμε βασιλιά εκτός από τον Καίσαρα». Τότε ο Πιλάτος τούς παρέδωσε τον Ιησού για να κρεμαστεί στο ξύλο.—Ματ 27:1-31· Μαρ 15:1-15· Λου 23:1-25· Ιωα 18:28-40· 19:1-16.
Ιουδαίοι συγγραφείς, όπως ο Φίλων, περιγράφουν τον Πιλάτο ως άκαμπτο, πείσμονα άνθρωπο. (Πρεσβεία προς Γάιον, XXXVIII, 301) Ωστόσο, οι πράξεις των ίδιων των Ιουδαίων μπορεί να ευθύνονταν σε μεγάλο βαθμό για τα σκληρά μέτρα που είχε πάρει εναντίον τους ο κυβερνήτης. Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι αφηγήσεις των Ευαγγελίων μάς παρέχουν επακριβή ενόραση όσον αφορά την ιδιοσυγκρασία αυτού του ανθρώπου. Ο τρόπος με τον οποίο προσέγγιζε τα πράγματα ήταν χαρακτηριστικός για έναν Ρωμαίο άρχοντα, ο δε λόγος του κοφτός και απερίφραστος. Ενώ εξωτερικά επιδείκνυε τη σκεπτικιστική στάση ενός κυνικού ατόμου, όπως στην περίπτωση που είπε: «Τι είναι αλήθεια;», εντούτοις εκδήλωσε φόβο, πιθανώς δεισιδαιμονικό φόβο, ακούγοντας ότι είχε να κάνει με κάποιον που ισχυριζόταν ότι ήταν γιος του Θεού. Αν και είναι φανερό ότι δεν ήταν υποχωρητικός χαρακτήρας, επέδειξε την έλλειψη ακεραιότητας που διακρίνει τους πολιτικούς. Ανησυχούσε πρωτίστως για τη θέση του, για το τι θα έλεγαν οι ανώτεροί του αν άκουγαν ότι συνέβησαν και άλλες ταραχές στην επαρχία του, και φοβόταν μήπως δώσει την εντύπωση ότι ήταν υπερβολικά ανεκτικός με εκείνους που κατηγορούνταν για στασιασμό. Ο Πιλάτος κατάλαβε ότι ο Ιησούς ήταν αθώος και ότι το κίνητρο των κατηγόρων του ήταν ο φθόνος. Παρ’ όλα αυτά, ενέδωσε στο πλήθος και τους παρέδωσε για σφαγή ένα αθώο θύμα αντί να διακινδυνεύσει κάποιο πλήγμα στην πολιτική του σταδιοδρομία.
Ως μέρος των “ανώτερων εξουσιών”, ο Πιλάτος ασκούσε εξουσία με την ανοχή του Θεού. (Ρω 13:1) Έφερε την ευθύνη της απόφασής του—ευθύνη που δεν μπορούσε να ξεπλύνει το νερό. Το όνειρο της συζύγου του είχε προφανώς θεϊκή προέλευση, όπως είχαν και ο σεισμός, το ασυνήθιστο σκοτάδι και το σκίσιμο της κουρτίνας που συνέβησαν εκείνη την ημέρα. (Ματ 27:19, 45, 51-54· Λου 23:44, 45) Το όνειρό της θα έπρεπε να είχε προειδοποιήσει τον Πιλάτο ότι δεν επρόκειτο για συνηθισμένη δίκη ούτε για συνηθισμένο κατηγορούμενο. Ωστόσο, όπως είπε ο Ιησούς, εκείνος που τον είχε παραδώσει στον Πιλάτο “είχε τη μεγαλύτερη ενοχή αμαρτίας”. (Ιωα 19:10, 11) Ο Ιούδας, ο οποίος πρωταρχικά πρόδωσε τον Ιησού, χαρακτηρίστηκε “γιος της καταστροφής”. (Ιωα 17:12) Όσοι Φαρισαίοι ήταν ένοχοι συνέργειας στην πλεκτάνη εναντίον της ζωής του Ιησού περιγράφηκαν ως “υποψήφιοι για τη Γέεννα”. (Ματ 23:15, 33· παράβαλε Ιωα 8:37-44.) Ιδιαίτερα ο αρχιερέας, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Σάνχεδριν, ήταν υπεύθυνος ενώπιον του Θεού για το ότι παρέδωσε τον Γιο του Θεού σε αυτόν τον Εθνικό άρχοντα για να καταδικαστεί σε θάνατο. (Ματ 26:63-66) Η ενοχή του Πιλάτου δεν ήταν ίση με τη δική τους, αλλά η πράξη του ήταν άκρως αξιόμεμπτη.
Η αντιπάθεια του Πιλάτου για τους υποκινητές αυτού του εγκλήματος φάνηκε προφανώς από την επιγραφή που είπε να βάλουν πάνω από τον κρεμασμένο Ιησού, η οποία τον προσδιόριζε ως “τον Βασιλιά των Ιουδαίων”, καθώς και από τον απότομο τρόπο με τον οποίο αρνήθηκε να την αλλάξει, λέγοντας: «Ό,τι έγραψα έγραψα». (Ιωα 19:19-22) Όταν ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία ζήτησε το νεκρό σώμα, ο Πιλάτος, αφού πρώτα επέδειξε επιμέλεια χαρακτηριστική Ρωμαίου αξιωματούχου με το να βεβαιωθεί ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός, ικανοποίησε το αίτημα. (Μαρ 15:43-45) Στην ανησυχία που εξέφρασαν οι πρωθιερείς και οι Φαρισαίοι ότι το σώμα θα μπορούσε να κλαπεί, εκείνος απάντησε κοφτά: «Έχετε φρουρά. Πηγαίνετε, ασφαλίστε τον όπως ξέρετε».—Ματ 27:62-65.
Καθαίρεση και Θάνατος. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι μεταγενέστερα η καθαίρεση του Πιλάτου ήταν αποτέλεσμα των καταγγελιών που έκαναν οι Σαμαρείτες στον αμέσως ανώτερο του Πιλάτου τον Βιτέλλιο, κυβερνήτη της Συρίας. Η καταγγελία αφορούσε το ότι ο Πιλάτος είχε διατάξει τη σφαγή ορισμένων Σαμαρειτών οι οποίοι, παρασυρμένοι από κάποιον απατεώνα, συγκεντρώθηκαν στο Όρος Γαριζίν ελπίζοντας να ανακαλύψουν ιερούς θησαυρούς που υποτίθεται ότι είχε κρύψει εκεί ο Μωυσής. Ο Βιτέλλιος διέταξε τον Πιλάτο να πάει στη Ρώμη και να εμφανιστεί ενώπιον του Τιβέριου, και τοποθέτησε στη θέση του τον Μάρκελλο. Ο Τιβέριος πέθανε το 37 Κ.Χ. ενόσω ο Πιλάτος ταξίδευε ακόμη για τη Ρώμη. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 85-87 [iv, 1]· ΙΗ΄, 88, 89 [iv, 2]) Η ιστορία δεν παρέχει αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με τα τελικά αποτελέσματα της δίκης του. Ο ιστορικός Ευσέβιος, που έζησε στα τέλη του τρίτου και στις αρχές του τέταρτου αιώνα, ισχυρίζεται ότι ο Πιλάτος υποχρεώθηκε να αυτοκτονήσει στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Γάιου (Καλιγούλα), διαδόχου του Τιβέριου.—Η Εκκλησιαστική Ιστορία, 2, 7, 1.
[Εικόνα στη σελίδα 665]
Επιγραφή που ανακαλύφτηκε στην Καισάρεια το 1961 και κατονομάζει τον Πόντιο Πιλάτο
-
-
Πιραθών, ΠιραθωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΡΑΘΩΝ
(Πιραθών), ΠΙΡΑΘΩΝΙΤΗΣ (Πιραθωνίτης) [Της (Από την) Πιραθών].
Η Πιραθών ήταν κωμόπολη του Εφραΐμ «στο βουνό του Αμαληκίτη». Προφανώς όποιος κατοικούσε στην Πιραθών ήταν γνωστός ως «Πιραθωνίτης», όπως ο Χιλέλ και αργότερα ο Βεναΐας, ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ο γιος του Χιλέλ, ο Κριτής Αβδών, θάφτηκε εκεί. (Κρ 12:13, 15· 2Σα 23:8, 30· 1Χρ 11:31· 27:14) Η Φαράτα, η οποία βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Δ της πιθανολογούμενης θέσης της Συχέμ, ταυτίζεται κατά μία πιθανή εκδοχή με την Πιραθών.
-
-
ΠιράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΡΑΜ
(Πιράμ) [Ζέβρα].
Ο Αμορραίος βασιλιάς της Ιαρμούθ την εποχή που ο Ισραήλ μπήκε στην Υποσχεμένη Γη. Ο Πιράμ συμμάχησε με τέσσερις άλλους Αμορραίους βασιλιάδες συνωμοτώντας εναντίον των Γαβαωνιτών, οι οποίοι είχαν κάνει ειρήνη με τον Ιησού του Ναυή. Στη μάχη που ακολούθησε, ο Πιράμ και οι άλλοι βασιλιάδες κατέφυγαν σε μια σπηλιά στη Μακκηδά, την οποία οι Ισραηλίτες σφράγισαν μέχρι να τελειώσει η σύρραξη. Στη συνέχεια, ο Πιράμ και οι άλλοι θανατώθηκαν, κρεμάστηκαν πάνω σε ξύλα μέχρι το βράδυ και θάφτηκαν στην ίδια σπηλιά.—Ιη 10:1-27.
-
-
ΠισιδίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΙΔΙΑ
(Πισιδία).
Περιοχή στην ενδοχώρα της νότιας Μικράς Ασίας. Επρόκειτο για ορεινή περιοχή που καταλάμβανε το δυτικό τμήμα της οροσειράς του Ταύρου και βρισκόταν Β της Παμφυλίας και Ν της Γαλατικής Φρυγίας, με την Καρία και τη Λυκία στα Δ και τη Λυκαονία στα Α. Η περιοχή πιστεύεται ότι είχε μήκος περίπου 190 χλμ. από τα Α στα Δ και πλάτος περίπου 80 χλμ. Είχε πολλά ψηλά βουνά που τα διέκοπταν κοιλάδες και ορεινοί ποταμοί. Είχε επίσης δάση και λιβάδια.
Ο λαός της Πισιδίας ήταν άγριος και πολεμοχαρής, και οι διάφορες φυλές του σχημάτιζαν ομάδες ληστών. Αυτοί οι ορεσίβιοι ήταν δύσκολο να τεθούν υπό έλεγχο, ενώ η επίδραση του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού πάνω τους ήταν πολύ βραδεία. Οι Ρωμαίοι ανέθεσαν στον Γαλάτη Βασιλιά Αμύντα το έργο της καθυπόταξής τους, αλλά αυτός πέθανε προτού το επιτελέσει. Η Πισιδία ενσωματώθηκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας το 25 Π.Κ.Χ., και το 6 Π.Κ.Χ. τοποθετήθηκαν φρουρές σε αποικίες εκείνης της περιοχής προκειμένου να επιτηρούν το λαό. Αυτές οι αποικίες διοικούνταν από την Αντιόχεια, μια πόλη κοντά στα σύνορα Πισιδίας και Φρυγίας. (Βλέπε ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ Αρ. 2.) Το 74 Κ.Χ., το νότιο τμήμα της Πισιδίας συνενώθηκε με την Παμφυλία και τη Λυκία σε μια ρωμαϊκή επαρχία. Η βόρεια περιοχή παρέμεινε μέρος της επαρχίας της Γαλατίας μέχρις ότου περιλήφθηκε, μετά την εποχή των αποστόλων, σε μια νέα επαρχία που ονομαζόταν Πισιδία.
Ο απόστολος Παύλος πέρασε από την Πισιδία στη διάρκεια της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του, ταξιδεύοντας από τα παράλια της Παμφυλίας μέχρι την Αντιόχεια της Πισιδίας διαμέσου των βουνών. (Πρ 13:13, 14) Επίσης, πέρασε από την Πισιδία στο ταξίδι της επιστροφής. (Πρ 14:21, 24) Οι κακοποιοί και οι ορμητικοί ορεινοί ποταμοί αυτής της περιοχής θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι ο λόγος για τη δήλωση του Παύλου ότι είχε αντιμετωπίσει «κινδύνους από ποταμούς, κινδύνους από ληστές».—2Κο 11:26.
-
-
ΠίσσαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΣΑ
Η κολλώδης, υγρή μορφή της ασφάλτου, ένα σκουρόχρωμο μείγμα υδρογονανθράκων. (Βλέπε ΑΣΦΑΛΤΟΣ.) Η λέξη «πίσσα» αποτελεί μετάφραση της εβραϊκής λέξης ζέφεθ.
Η ορυκτή πίσσα είναι εξαιρετικά εύφλεκτη και, αν δεν τροφοδοτείται επαρκώς με αέρα, αναδίδει μεγάλες ποσότητες καπνού όταν καίγεται. Το γέμισμα των χειμάρρων του Εδώμ με πίσσα και η μετατροπή της γης του σε «καιόμενη πίσσα», με καπνό που θα ανέβαινε στον αιώνα, συνθέτουν μια επιτυχημένη εικόνα ολοσχερούς καταστροφής. (Ησ 34:9, 10) Αυτή η περιγραφή συμβάλλει επίσης στον προσδιορισμό της εν λόγω ουσίας, διότι ο Εδώμ βρισκόταν κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, στις όχθες της οποίας ξεβράζεται μερικές φορές άσφαλτος ακόμη και σήμερα, προερχόμενη προφανώς από υποθαλάσσια πλέον ιζήματα.
Σύμφωνα με το εδάφιο Έξοδος 2:3, το κιβώτιο από πάπυρο όπου έκρυψαν τον Μωυσή ήταν αλειμμένο και «με άσφαλτο και [με] πίσσα». Ο Ιουδαίος σχολιαστής Ρασί πιθανολογούσε ότι αυτό σήμαινε με άσφαλτο από μέσα και με πίσσα από έξω. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, θα μπορούσε να σημαίνει ένα μείγμα από δύο μέρη της ίδιας βασικής ουσίας τα οποία έχουν όμως διαφορετική πυκνότητα. Λόγου χάρη, στο σύγγραμμα Η Γη και το Βιβλίο (The Land and the Book), ο Γ. Μ. Τόμσον πιθανολογεί ότι το εδάφιο Έξοδος 2:3 «αποκαλύπτει τη διαδικασία με την οποία παρασκεύαζαν την άσφαλτο. Το ορυκτό, όπως βρίσκεται σε αυτή τη χώρα, λιώνει αρκετά εύκολα από μόνο του. Στη συνέχεια, όμως, όταν κρυώσει, είναι εύθρυπτο σαν το γυαλί. Πρέπει να αναμειχθεί με πίσσα ενόσω λιώνει, οπότε σχηματίζει ένα σκληρό, υαλώδες κερί, τελείως αδιαπέραστο από το νερό». (Αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 200) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί τη σύνθετη λέξη ἀσφαλτόπισσα, εννοώντας ένα μείγμα ασφάλτου και πίσσας. Σε κάποια μέρη της Μέσης Ανατολής, η ορυκτή πίσσα χρησιμοποιούνταν ακόμη και πρόσφατα ως επίχρισμα σε ορισμένα σκάφη.
-
-
ΠίστηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΤΗ
Η λέξη πίστις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μεταδίδει πρωτίστως την ιδέα της βεβαιότητας, της εμπιστοσύνης και της σταθερής πεποίθησης. Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, μπορεί επίσης να θεωρηθεί ότι σημαίνει «πιστότητα».—1Θε 3:7· Τιτ 2:10.
Οι Γραφές μάς λένε: «Πίστη είναι η βεβαιωμένη προσδοκία πραγμάτων για τα οποία ελπίζει κανείς, η φανερή απόδειξη πραγματικοτήτων, τις οποίες όμως δεν βλέπουμε». (Εβρ 11:1) Η φράση «βεβαιωμένη προσδοκία» αποτελεί απόδοση της λέξης ὑπόστασις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Αυτή η λέξη εμφανίζεται συνήθως σε αρχαία επαγγελματικά έγγραφα από πάπυρο. Υποδηλώνει κάτι που αποτελεί τη βάση μιας ορατής κατάστασης και εγγυάται τη μελλοντική κατοχή ενός πράγματος. Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, οι Μούλτον και Μίλιγκαν προτείνουν την απόδοση: «Πίστη είναι ο τίτλος ιδιοκτησίας πραγμάτων για τα οποία ελπίζει κανείς». (Το Λεξιλόγιο της Ελληνικής Διαθήκης [Vocabulary of the Greek Testament], 1963, σ. 660) Η λέξη ἔλεγχος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «φανερή απόδειξη», υποδηλώνει την παρουσίαση αποδείξεων οι οποίες πιστοποιούν κάτι—ιδιαίτερα κάτι που αντιβαίνει στη φαινομενική εικόνα των πραγμάτων. Επομένως, αυτές οι αποδείξεις αποσαφηνίζουν ό,τι δεν ήταν πριν ευδιάκριτο, ανατρέποντας τη φαινομενική εικόνα των πραγμάτων. «Η φανερή απόδειξη», ή αλλιώς απόδειξη που δημιουργεί πεποίθηση, είναι τόσο αδιαμφισβήτητη ή ισχυρή ώστε ορίζεται ως πίστη.
Η πίστη, λοιπόν, είναι η βάση που στηρίζει την ελπίδα και η απόδειξη που δημιουργεί πεποίθηση όσον αφορά αόρατες πραγματικότητες. Το σύνολο των αληθειών που μετέδωσαν ο Ιησούς Χριστός και οι θεόπνευστοι μαθητές του συνιστά την αληθινή Χριστιανική «πίστη». (Ιωα 18:37· Γα 1:7-9· Πρ 6:7· 1Τι 5:8) Η Χριστιανική πίστη βασίζεται σε ολόκληρο το Λόγο του Θεού, περιλαμβανομένων των Εβραϊκών Γραφών, στις οποίες ο Ιησούς και οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών παρέπεμπαν συχνά για να στηρίξουν τις δηλώσεις τους.
Η πίστη βασίζεται σε αδιάσειστες αποδείξεις. Τα ορατά δημιουργικά έργα πιστοποιούν την ύπαρξη ενός αόρατου Δημιουργού. (Ρω 1:20) Τα πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά τη διακονία και την επίγεια ζωή του Ιησού Χριστού τον προσδιορίζουν ως τον Γιο του Θεού. (Ματ 27:54· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ.) Το υπόμνημα του Θεού όσον αφορά τη φροντίδα του για τα επίγεια πλάσματά του αποτελεί στερεή βάση για να πιστεύουμε ότι θα φροντίσει οπωσδήποτε τους υπηρέτες του, το δε υπόμνημά του ως Εκείνου που δίνει και αποκαθιστά τη ζωή αποδεικνύει περίτρανα ότι η ελπίδα της ανάστασης είναι βάσιμη. (Ματ 6:26, 30, 33· Πρ 17:31· 1Κο 15:3-8, 20, 21) Επιπρόσθετα, η αξιοπιστία του Λόγου του Θεού και η ακριβής εκπλήρωση των προφητειών που περιέχει ενσταλάζουν εμπιστοσύνη στην πραγματοποίηση όλων των υποσχέσεών Του. (Ιη 23:14) Άρα, με αυτούς τους πολλούς τρόπους, “η πίστη έρχεται ως επακόλουθο αυτού που ακούει κανείς”.—Ρω 10:17· παράβαλε Ιωα 4:7-30, 39-42· Πρ 14:8-10.
Επομένως, η πίστη δεν είναι ευπιστία. Κάποιος ο οποίος ίσως χλευάζει την πίστη συνήθως έχει ο ίδιος πίστη σε δοκιμασμένους και έμπιστους φίλους. Ο επιστήμονας έχει πίστη στις αρχές του κλάδου της επιστήμης του. Βασίζει καινούρια πειράματα σε παλιότερες ανακαλύψεις και αναζητάει νέες ανακαλύψεις με βάση τα όσα έχουν επαληθευτεί. Παρόμοια, ο γεωργός προετοιμάζει το χώμα του και σπέρνει το σπόρο, αναμένοντας, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, ότι ο σπόρος θα βλαστήσει και ότι τα φυτά θα αναπτυχθούν καθώς θα λαβαίνουν την υγρασία και το φως που χρειάζονται. Συνεπώς, η πίστη στη σταθερότητα των φυσικών νόμων που διέπουν το σύμπαν αποτελεί στην ουσία θεμέλιο των ανθρώπινων σχεδίων και δραστηριοτήτων. Αυτή τη σταθερότητα υπαινίχθηκε ο σοφός συγγραφέας του βιβλίου Εκκλησιαστής: «Ο ήλιος ανέτειλε και ο ήλιος έδυσε, και έρχεται ασθμαίνοντας στον τόπο του όπου πρόκειται να ανατείλει. Ο άνεμος πηγαίνει προς το νότο και στρέφεται προς το βορρά διαγράφοντας κύκλο. Γύρω γύρω κινείται διαγράφοντας συνεχώς κύκλους, και επιστρέφει στους κύκλους του ο άνεμος. Όλοι οι χείμαρροι χύνονται στη θάλασσα, όμως η θάλασσα δεν γεμίζει. Στον τόπο όπου χύνονται οι χείμαρροι, εκεί επιστρέφουν για να εκχυθούν».—Εκ 1:5-7.
Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη ’αμάν και άλλες λέξεις που συγγενεύουν στενά με αυτήν μεταδίδουν την έννοια της αξιοπιστίας, της πιστότητας, της σταθερότητας, της εδραίωσης και της μακρόχρονης διάρκειας. (Εξ 17:12· Δευ 28:59· 1Σα 2:35· 2Σα 7:16· Ψλ 37:3) Ένα συγγενικό ουσιαστικό (’εμέθ) δηλώνει συνήθως την «αλήθεια», αλλά και την «πιστότητα» ή την «αξιοπιστία». (2Χρ 15:3, υποσ.· 2Σα 15:20· παράβαλε Νε 7:2, υποσ.) Ο γνωστός όρος «Αμήν» (εβρ., ’αμέν) προέρχεται και αυτός από τη λέξη ’αμάν.—Βλέπε ΑΜΗΝ.
Αρχαία Παραδείγματα Πίστης. Κάθε άτομο που περιλαμβάνεται στο «τόσο μεγάλο σύννεφο μαρτύρων» το οποίο αναφέρει ο Παύλος (Εβρ 12:1) είχε στερεή βάση για πίστη. Λόγου χάρη, είναι βέβαιο ότι ο Άβελ γνώριζε την υπόσχεση του Θεού σχετικά με ένα «σπέρμα» που θα έπληττε το «φίδι» στο κεφάλι. Έβλεπε επίσης απτές αποδείξεις για το ότι εκπληρωνόταν η ποινή που είχε απαγγείλει ο Ιεχωβά στους γονείς του στην Εδέμ. Έξω από την Εδέμ, ο Αδάμ και η οικογένειά του έτρωγαν ψωμί με τον ιδρώτα του προσώπου τους επειδή η γη ήταν καταραμένη και, ως εκ τούτου, παρήγε αγκάθια και τριβόλια. Πιθανότατα ο Άβελ παρατηρούσε ότι η λαχτάρα της Εύας ήταν για το σύζυγό της και ότι ο Αδάμ εξουσίαζε τη σύζυγό του. Αναμφίβολα η μητέρα του μιλούσε για τον πόνο που συνόδευε τις εγκυμοσύνες της. Επιπρόσθετα, η είσοδος του κήπου της Εδέμ φυλασσόταν από χερουβείμ και τη φλογερή λεπίδα ενός σπαθιού. (Γε 3:14-19, 24) Όλα αυτά αποτελούσαν «φανερή απόδειξη», από την οποία ο Άβελ αντλούσε τη διαβεβαίωση ότι η απελευθέρωση θα ερχόταν μέσω του “σπέρματος της υπόσχεσης”. Επομένως, υποκινούμενος από πίστη, «πρόσφερε στον Θεό μια θυσία» η οποία αποδείχτηκε μεγαλύτερης αξίας από τη θυσία του Κάιν.—Εβρ 11:1, 4.
Ο Αβραάμ είχε ακλόνητη βάση για πίστη στην ανάσταση, εφόσον ο ίδιος και η Σάρρα είχαν βιώσει τη θαυματουργική αποκατάσταση των αναπαραγωγικών τους δυνάμεων—κάτι ανάλογο, κατά μία έννοια, με ανάσταση—γεγονός που έκανε εφικτή τη συνέχιση της οικογενειακής γραμμής του Αβραάμ μέσω της Σάρρας. Χάρη σε αυτό το θαύμα γεννήθηκε ο Ισαάκ. Όταν ειπώθηκε στον Αβραάμ να προσφέρει τον Ισαάκ, εκείνος είχε πίστη ότι ο Θεός θα ανέσταινε το γιο του. Βάσιζε αυτή την πίστη στην υπόσχεση του Θεού: «Μέσω του Ισαάκ θα είναι αυτό που θα αποκληθεί σπέρμα σου».—Γε 21:12· Εβρ 11:11, 12, 17-19.
Αποδείξεις για γνήσια πεποίθηση υπήρχαν επίσης και στην περίπτωση εκείνων που πήγαιναν ή μεταφέρονταν στον Ιησού για να γιατρευτούν. Ακόμη και αν οι ίδιοι δεν ήταν αυτόπτες μάρτυρες των δυναμικών έργων του Ιησού, τουλάχιστον είχαν ακούσει για αυτά. Έπειτα, βασιζόμενοι σε ό,τι είχαν δει ή ακούσει, συμπέραιναν ότι ο Ιησούς μπορούσε να γιατρέψει και αυτούς. Επιπλέον, ήταν εξοικειωμένοι με το Λόγο του Θεού και έτσι γνώριζαν τα θαύματα που είχαν εκτελέσει οι προφήτες στο παρελθόν. Όταν άκουγαν τον Ιησού, μερικοί συμπέραιναν ότι ήταν «Ο Προφήτης», ενώ άλλοι ότι ήταν «ο Χριστός». Ως εκ τούτου, πολύ σωστά έλεγε μερικές φορές ο Ιησούς σε εκείνους που γιατρεύονταν: «Η πίστη σου σε έκανε καλά». Αν αυτά τα άτομα δεν είχαν ασκήσει πίστη στον Ιησού, δεν θα τον είχαν καν πλησιάσει, και επομένως δεν θα είχαν γιατρευτεί.—Ιωα 7:40, 41· Ματ 9:22· Λου 17:19.
Παρόμοια, η μεγάλη πίστη του αξιωματικού ο οποίος ικέτευσε τον Ιησού για λογαριασμό του υπηρέτη του στηριζόταν σε αποδείξεις, με βάση τις οποίες αυτός συμπέρανε ότι αρκούσε να “πει έναν λόγο” ο Ιησούς για να γιατρευτεί ο υπηρέτης του. (Ματ 8:5-10, 13) Ωστόσο, παρατηρούμε ότι ο Ιησούς γιάτρευε όλους όσους έρχονταν σε αυτόν και δεν απαιτούσε περισσότερη ή λιγότερη πίστη ανάλογα με την ασθένειά τους ούτε αποτύγχανε να γιατρέψει κάποιους από αυτούς με τη δικαιολογία ότι η πίστη τους δεν ήταν αρκετά ισχυρή. Ο Ιησούς εκτελούσε αυτές τις θεραπείες ως μαρτυρία, για να εδραιώσει την πίστη. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου εκδηλώθηκε μεγάλη απιστία, επέλεξε να μην εκτελέσει πολλά δυναμικά έργα, όχι λόγω δικής του ανικανότητας, αλλά επειδή οι άνθρωποι αρνήθηκαν να ακούσουν και ήταν ανάξιοι.—Ματ 13:58.
Η Χριστιανική Πίστη. Για να είναι κάποιος ευπρόσδεκτος στον Θεό, είναι πλέον απαραίτητο να ασκεί πίστη στον Ιησού Χριστό, πράγμα που καθιστά εφικτή τη δίκαιη υπόσταση ενώπιον του Θεού. (Γα 2:16) Όσοι δεν έχουν τέτοια πίστη απορρίπτονται από τον Ιεχωβά.—Ιωα 3:36· παράβαλε Εβρ 11:6.
Η πίστη δεν είναι κάτι που το έχουν όλοι, διότι είναι καρπός του πνεύματος του Θεού. (2Θε 3:2· Γα 5:22) Η πίστη δε του Χριστιανού δεν είναι στάσιμη, αλλά μεγαλώνει. (2Θε 1:3) Επομένως, το αίτημα των μαθητών του Ιησού: «Δώσε μας περισσότερη πίστη» ήταν πολύ κατάλληλο, και εκείνος όντως τους προμήθευσε το θεμέλιο για αυξημένη πίστη. Τους παρείχε περισσότερες αποδείξεις και μεγαλύτερη κατανόηση για να βασίσουν σε αυτά την πίστη τους.—Λου 17:5.
Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η πορεία ζωής του Χριστιανού διέπεται από την πίστη, η οποία τον καθιστά ικανό να υπερπηδά εμπόδια όμοια με βουνά που θα μπορούσαν να παρακωλύσουν την υπηρεσία του προς τον Θεό. (2Κο 5:7· Ματ 21:21, 22) Επιπλέον, πρέπει να υπάρχουν έργα σε αρμονία με την πίστη τα οποία να την κάνουν φανερή, αλλά δεν απαιτούνται έργα του Μωσαϊκού Νόμου. (Ιακ 2:21-26· Ρω 3:20) Οι δοκιμασίες μπορούν να ενισχύσουν την πίστη. Η πίστη λειτουργεί ως προστατευτική ασπίδα στον πνευματικό πόλεμο που διεξάγει ο Χριστιανός, βοηθώντας τον να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον Διάβολο και να νικήσει τον κόσμο.—1Πε 1:6, 7· Εφ 6:16· 1Πε 5:9· 1Ιω 5:4.
Η πίστη, όμως, δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη, επειδή η απιστία είναι η «αμαρτία που μας μπλέκει εύκολα». Για να διατηρεί κάποιος σταθερή πίστη χρειάζεται να αγωνίζεται σκληρά για αυτήν, να αντιστέκεται σε όποιους θα μπορούσαν να τον βυθίσουν στην ανηθικότητα, να μάχεται τα έργα της σάρκας, να αποφεύγει την παγίδα του υλισμού, να απορρίπτει τις φιλοσοφίες και τις παραδόσεις των ανθρώπων που είναι καταστροφικές για την πίστη και, προπαντός, να προσηλώνει το βλέμμα του «στον Πρώτιστο Παράγοντα και Τελειοποιητή της πίστης μας, τον Ιησού».—Εβρ 12:1, 2· Ιου 3, 4· Γα 5:19-21· 1Τι 6:9, 10· Κολ 2:8.
-
-
Πιστός και Φρόνιμος ΔούλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΦΡΟΝΙΜΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Όταν ο Ιησούς Χριστός απάντησε στο ερώτημα των αποστόλων σχετικά με τη μελλοντική παρουσία του και την τελική περίοδο του υπάρχοντος συστήματος πραγμάτων, ανέφερε και μια παραβολή σχετικά με κάποιον “πιστό και φρόνιμο δούλο”. Ο κύριος του πιστού δούλου τον διόρισε υπεύθυνο στο υπηρετικό του προσωπικό, δηλαδή στους υπηρέτες του σπιτικού του, για να τους προμηθεύει την τροφή τους. Αν ο δούλος αποδεικνυόταν επιδοκιμασμένος όταν θα ερχόταν ο κύριός του (προφανώς από κάποιο ταξίδι), θα ανταμειβόταν με το να διοριστεί υπεύθυνος σε όλα τα υπάρχοντα του κυρίου.—Ματ 24:3, 45-51.
Στην παράλληλη παραβολή των εδαφίων Λουκάς 12:42-48, ο δούλος αποκαλείται οικονόμος, δηλαδή διαχειριστής οίκου, κάποιος που έχει διοριστεί να επιβλέπει τους υπηρέτες, μολονότι είναι υπηρέτης και ο ίδιος. Στην αρχαιότητα, αυτή τη θέση κατείχε συνήθως ένας πιστός δούλος. (Παράβαλε Γε 24:2· επίσης η περίπτωση του Ιωσήφ στα εδ. Γε 39:1-6.) Στην παραβολή του Ιησού, αρχικά ο οικονόμος διορίζεται μόνο να επιβλέπει και να διανέμει έγκαιρα τα τρόφιμα στο σώμα των υπηρετών του κυρίου, ενώ αργότερα, επειδή έχει χειριστεί πιστά και φρόνιμα αυτή τη διακονία, ο διορισμός του διευρύνεται ώστε να περιλάβει την επίβλεψη όλων των υπαρχόντων του κυρίου. Όσον αφορά το ποιος είναι ο «κύριος», ο Ιησούς είχε δείξει ήδη ότι ο ίδιος κατείχε τέτοια θέση ως προς τους μαθητές του, και εκείνοι τον αποκαλούσαν ενίοτε με αυτόν τον τίτλο. (Ματ 10:24, 25· 18:21· 24:42· Ιωα 13:6, 13) Παραμένει, λοιπόν, το ερώτημα ποιον αντιπροσωπεύει ο συμβολισμός του πιστού και φρόνιμου δούλου, ή αλλιώς οικονόμου, και τι σημαίνει η διανομή τροφής στο υπηρετικό προσωπικό.
Η λέξη «δούλος» είναι στον ενικό αριθμό. Αυτό, ωστόσο, δεν απαιτεί κατ’ ανάγκην να προεικονίζει ο «δούλος» μόνο ένα συγκεκριμένο άτομο το οποίο θα είχε αυτό το προνόμιο. Οι Γραφές περιέχουν παραδείγματα στα οποία ένα ουσιαστικό ενικού αριθμού εφαρμόζεται σε κάποιο σύνολο ατόμων, όπως όταν ο Ιεχωβά απευθύνθηκε στο σύνολο του ισραηλιτικού έθνους λέγοντάς τους: «Εσείς είστε μάρτυρές μου [πληθυντικός], . . . ο υπηρέτης μου [ενικός] τον οποίο εξέλεξα». (Ησ 43:10) Ο «αντίχριστος» καταδεικνύεται ότι είναι ένα σύνολο ατόμων που αποτελείται από μεμονωμένους αντίχριστους. (1Ιω 2:18· 2Ιω 7) Παρόμοια, ο «δούλος» είναι μια σύνθετη ομάδα. Θα διοριζόταν στον καιρό του τέλους ως αγωγός για να δίνει πνευματική “τροφή στον κατάλληλο καιρό”. (Ματ 24:3, 45· Λου 12:42) Τον πρώτο αιώνα, ο Ιησούς έθεσε το πρότυπο για το πώς επρόκειτο να διανέμεται η πνευματική τροφή στη Χριστιανική εκκλησία. Ακριβώς όπως εκείνος είχε μοιράσει κατά γράμμα τροφή στα πλήθη μέσω των χεριών λίγων μαθητών, έτσι και η πνευματική τροφή θα δινόταν μέσω των χεριών λίγων. (Ματ 14:19· Μαρ 6:41· Λου 9:16) Ο Ιησούς εκπαίδευσε τους αποστόλους για το ρόλο που θα είχαν μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. ως αγωγός μέσω του οποίου θα γινόταν η διανομή της πνευματικής τροφής. Αργότερα ενώθηκαν με τους αποστόλους και άλλοι πρεσβύτεροι, και όλοι μαζί υπηρετούσαν ως κυβερνών σώμα με σκοπό να τακτοποιούν διάφορα ζητήματα και να κατευθύνουν το έργο κηρύγματος και διδασκαλίας των καλών νέων της Βασιλείας. (Πρ 2:42· 8:14· 15:1, 2, 6-29) Μετά το θάνατο των αποστόλων, επικράτησε μια μεγάλη αποστασία. Αλλά στον καιρό του τέλους, ο Ιησούς, σύμφωνα με το πρότυπο που έθεσε τον πρώτο αιώνα να τρέφει τους πολλούς μέσω των χεριών των λίγων, διάλεξε μια μικρή ομάδα χρισμένων με το πνεύμα αντρών για να υπηρετούν ως «ο πιστός και φρόνιμος δούλος», να προετοιμάζουν και να διανέμουν την πνευματική τροφή στη διάρκεια της παρουσίας του.
Το υπηρετικό προσωπικό είναι όλοι όσοι ανήκουν στη Χριστιανική εκκλησία, τόσο οι χρισμένοι όσο και τα «άλλα πρόβατα», οι οποίοι τρέφονται με την πνευματική τροφή. (Ιωα 10:16) Σε αυτό περιλαμβάνονται και τα μεμονωμένα μέλη που απαρτίζουν τον “πιστό και φρόνιμο δούλο”, εφόσον και αυτά επίσης είναι αποδέκτες της τροφής που διανέμεται. Σε όσους απαρτίζουν τον πιστό δούλο θα ανατεθούν διευρυμένες ευθύνες αν βρεθούν πιστοί κατά τον υποσχεμένο ερχομό του κυρίου. Όταν λάβουν την ουράνια ανταμοιβή τους και γίνουν συγκυβερνήτες του Χριστού, εκείνος θα τους διορίσει υπεύθυνους σε «όλα τα υπάρχοντά του». Μαζί με τους υπόλοιπους από τους 144.000, θα συμμετέχουν στην τεράστια ουράνια εξουσία του Χριστού.—Ματ 24:46, 47· Λου 12:43, 44.
.
-
-
ΠίταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΤΑ
Οι Εβραίοι και άλλοι αρχαίοι λαοί της Ανατολής έδιναν πολλές φορές στο ψωμί που έφτιαχναν το σχήμα επίπεδου δίσκου, και δεν ήταν ασυνήθιστο να ονομάζουν αυτού του είδους το ψωμί «πίτα». Ωστόσο, οι πίτες είχαν διάφορα σχήματα. Για παράδειγμα, οι «κουλούρες» (εβρ., χαλλώθ), ή αλλιώς δακτυλιοειδείς πίτες, χρησιμοποιήθηκαν κατά την καθιέρωση του ιερατείου του Ισραήλ (Εξ 29:2, 23), η δε Θάμαρ ετοίμασε «πίτες που είχαν σχήμα καρδιάς». (Εβρ., λεβιβώθ· 2Σα 13:8, υποσ.· βλέπε ΨΩΜΙ.) Ο Αβραάμ είπε στη Σάρρα να φτιάξει «στρογγυλές πίτες» (εβρ., ‛ουγώθ) για να φάνε οι υλοποιημένοι άγγελοι που τον επισκέφτηκαν.—Γε 18:6· βλέπε επίσης Αρ 11:8· 1Βα 19:6· Ιεζ 4:12.
Μέσω του προφήτη Ωσηέ, ο Ιεχωβά είπε: «Ο Εφραΐμ έχει γίνει στρογγυλή πίτα που δεν τη γύρισαν από την άλλη πλευρά». (Ωσ 7:8) Ο Εφραΐμ (Ισραήλ) είχε αναμειχθεί με παγανιστικούς λαούς, υιοθετώντας τους τρόπους τους και επιδιώκοντας επίσης συμμαχίες με ειδωλολατρικά έθνη, και έτσι ήταν σαν πίτα που δεν την είχαν γυρίσει. Δεν ήταν ασυνήθιστο να ψήνουν αυτές τις πίτες στη χόβολη ή πάνω σε πυρωμένες πέτρες. Αν δεν τις γύριζαν, μπορεί να ψήνονταν ή και να καίγονταν από τη μία πλευρά, αλλά να έμεναν τελείως άψητες από την άλλη.
Κατά τον εορτασμό του Πάσχα στον Ισραήλ έπρεπε να τρώνε «άζυμους άρτους» (άζυμες πίτες· εβρ., ματσώθ), συνδεδεμένη δε με αυτόν τον εορτασμό ήταν η «γιορτή των άζυμων άρτων». (Εξ 12:8, 15, 17-20· 13:3-7· 23:15· 34:18· Δευ 16:3, 8, 16) Μεταξύ των προσφορών που έπρεπε να φέρνει ο Ισραήλ στον Ιεχωβά Θεό ήταν και άζυμες κουλούρες, ή αλλιώς δακτυλιοειδείς πίτες, μουσκεμένες με λάδι ή άζυμα λάγανα αλειμμένα με λάδι. (Λευ 2:4-7, 11, 12) Στο νόμο για τη θυσία συμμετοχής που έπρεπε να προσφέρεται στον Ιεχωβά, γινόταν επίσης πρόβλεψη να προσφέρονται κουλούρες ένζυμου ψωμιού.—Λευ 7:13.
Όταν η κιβωτός της διαθήκης μεταφέρθηκε στην Ιερουσαλήμ, ο Δαβίδ «μοίρασε σε όλο το λαό, σε ολόκληρο το πλήθος του Ισραήλ, άντρες και γυναίκες, στον καθένα από μια κουλούρα [εβρ., χαλλάθ] ψωμί και μια χουρμαδόπιτα [εβρ., ’εσπάρ] και μια σταφιδόπιτα [εβρ., ’ασισάχ]· και μετά έφυγε όλος ο λαός, ο καθένας για το σπίτι του». (2Σα 6:19) Η σταφιδόπιτα φτιαχνόταν από συμπιεσμένες σταφίδες. Πιθανόν, όμως, τουλάχιστον μερικές σταφιδόπιτες να φτιάχνονταν στην αρχαιότητα από σταφίδες και αλεύρι.
Στις ημέρες του Ιερεμία ο λαός του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ επιδιδόταν στην ψεύτικη λατρεία, και οι γυναίκες τους “ζύμωναν ζυμάρι για να κάνουν πίτες για θυσία στη «βασίλισσα των ουρανών»”. (Ιερ 7:18) Η ψεύτικη αυτή θεότητα και οι «πίτες [που προσφέρονταν σε αυτήν] ως θυσία» (εβρ., καββανίμ) αναφέρονται επίσης στο εδάφιο Ιερεμίας 44:19. Από ποια ακριβώς υλικά φτιάχνονταν αυτές οι πίτες δεν είναι βέβαιο, αλλά προφανώς τις τοποθετούσαν στο θυσιαστήριο ως προσφορά.—Βλέπε ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ.
Άλλου είδους πίτες που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι οι “συκόπιτες” (εβρ., ντεβελίμ [1Σα 30:12· Ησ 38:21]), η “γλυκιά πίτα” (εβρ., λασάδ· Αρ 11:8), οι «λεπτές πίτες» (εβρ., τσαππιχίθ· Εξ 16:31), το “στρογγυλό ψωμί” (εβρ., τσελούλ· Κρ 7:13) και οι «πασπαλισμένες πίτες» (εβρ., νικκουδίμ· 1Βα 14:3). Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται ο πληθυντικός αριθμός του ουδέτερου γένους της λέξης ἄζυμος για να γίνει αναφορά στους «άζυμους άρτους» και στη «γιορτή των άζυμων άρτων».—1Κο 5:8· Μαρ 14:1.
-
-
ΠλάτανοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΑΤΑΝΟΣ
[εβρ., ‛ερμών].
Επιβλητικό δέντρο το οποίο φτάνει σε ύψος περίπου τα 20 μ., έχει δε πολύ απλωτά κλαδιά και πλατιά, βαθυπράσινα φύλλα που μοιάζουν με του αμπελιού και κάνουν εξαιρετικό ίσκιο. Η περίμετρος του κορμού φτάνει πολλές φορές τα 3 ως 4 μ. Ο εξωτερικός φλοιός του πλάτανου (πλάτανος η ανατολική [Platanus orientalis]) ξεφλουδίζει κάθε χρόνο κατά λωρίδες ή τμήματα, αφήνοντας εκτεθειμένο το λείο, υπόλευκο εσωτερικό φλοιό που βρίσκεται από κάτω.
Η ονομασία αυτού του δέντρου στην εβραϊκή πιθανώς προέρχεται από το ρήμα ‛αράχ, που σημαίνει «απογυμνώνω· ξεσκεπάζω». (Σοφ 2:14· Ησ 22:6) Στα εδάφια Γένεση 30:37, 38, λέγεται ότι ο Ιακώβ έβαζε βέργες από πλάτανο, μαζί με βέργες από άλλα δέντρα, μπροστά στα ποίμνια του Λάβαν στη Χαρράν της Συρίας. Με το να τις ξεφλουδίσει, «έκανε να φανεί το άσπρο από τις βέργες», απογυμνώνοντας αυτά τα σημεία.
Ο πλάτανος ήταν συγκρίσιμος, αλλά όχι πραγματικά εφάμιλλος, με το μεγαλοπρεπή κέδρο του Λιβάνου, τον οποίο ο Ιεζεκιήλ χρησιμοποίησε ως σύμβολο του Φαραώ και όλου του πλήθους του.—Ιεζ 31:8.
Οι πλάτανοι συναντώνται δίπλα σε ποταμούς και ρυάκια σε όλη τη Συρία και στην περιοχή της αρχαίας Ασσυρίας, καθώς επίσης, σε μικρότερο βαθμό, στην Παλαιστίνη και στον Λίβανο.
-
-
ΠλεονεξίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΕΟΝΕΞΙΑ
Βλέπε ΑΠΛΗΣΤΙΑ.
-
-
ΠλευρόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΕΥΡΟ
Στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν 24 από αυτά τα επιμήκη, λεπτά, κυρτά κόκαλα που περικλείουν τη θωρακική κοιλότητα. Διατεταγμένα σε 12 ζεύγη, σχηματίζουν έναν κλωβό που προστατεύει την καρδιά και τους πνεύμονες. Στο μυελό των πλευρικών οστών παράγεται αίμα.
Όταν ο Θεός δημιούργησε τη γυναίκα, δεν την έφτιαξε μεμονωμένα και ξέχωρα από τον άντρα πλάθοντάς την από το χώμα της γης, όπως είχε κάνει όταν δημιούργησε τον Αδάμ. Ο Θεός πήρε ένα πλευρό του Αδάμ και από αυτό κατασκεύασε για τον Αδάμ ένα τέλειο αντίστοιχο, τη γυναίκα Εύα. (Γε 2:21, 22) Ωστόσο, ο Αδάμ παρέμεινε τέλειος άνθρωπος, ενωμένος τώρα ως “οστό από οστό και σάρκα από σάρκα” με τη σύζυγό του. (Γε 2:23· Δευ 32:4) Επιπρόσθετα, αυτό το γεγονός δεν έβλαψε τα αναπαραγωγικά κύτταρα του Αδάμ ώστε να επηρεαστεί η σκελετική δομή των πλευρών στα παιδιά του, αγόρια ή κορίτσια. Οι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, έχουν 24 πλευρά.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ένα πλευρό που έχει αφαιρεθεί αναπτύσσεται και πάλι και αυτοαντικαθίσταται, αν διατηρηθεί το περιόστεο (η μεμβράνη του συνδετικού ιστού που καλύπτει το κόκαλο). Το υπόμνημα δεν αναφέρει αν ο Ιεχωβά Θεός ακολούθησε αυτή τη διαδικασία ή όχι, αλλά, ως Δημιουργός του ανθρώπου, ο Θεός οπωσδήποτε γνώριζε αυτή την ασυνήθιστη ιδιότητα των πλευρικών οστών.
Η λέξη «πλευρό» εμφανίζεται και πάλι στην Αγία Γραφή στην αφήγηση του Δανιήλ σχετικά με ένα όραμα που του έδωσε ο Θεός κατά τη βασιλεία του Βαλτάσαρ, βασιλιά της Βαβυλώνας. Στο όραμα αυτό παρουσιάστηκε ένα πρώτο θηρίο που συμβόλιζε τη δυναστική γραμμή των ηγεμόνων της Βαβυλώνας, και στη συνέχεια ένα θηρίο σαν αρκούδα, το οποίο εξεικόνιζε τον επόμενο “βασιλιά”, ή αλλιώς την επόμενη γραμμή παγκόσμιων ηγεμόνων, δηλαδή τους ηγεμόνες της Μηδοπερσίας. Το αρκτοειδές θηρίο είχε στο στόμα του τρία πλευρά. Τα πλευρά αυτά μπορεί να υποδηλώνουν ότι ο “βασιλιάς” που συμβολίζεται από την αρκούδα στράφηκε προς τρεις κατευθύνσεις για να κάνει κατακτήσεις, όπως συνέβη με τη Μηδοπερσία. Εφόσον ο αριθμός τρία χρησιμοποιείται στις Γραφές για να υποδηλώσει ένταση ή έμφαση, τα τρία πλευρά μπορεί επίσης να τονίζουν την απληστία για εδαφικές κατακτήσεις η οποία χαρακτήριζε αυτή τη συμβολική αρκούδα.—Δα 7:5, 17· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
-
-
Πληγή, ΠλήγμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΗΓΗ, ΠΛΗΓΜΑ
Οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «πληγή» ή «μάστιγα» σημαίνουν κατά κυριολεξία «άγγιγμα», «πάταξη», «πλήγμα», «ήττα» και «θάνατος». Ο Ιεχωβά Θεός επέφερε πλήγματα ως τιμωρία για το στασιαστικό γογγυσμό (Αρ 16:41-50), για την άρνηση συμμόρφωσης με το θέλημά του (Ζαχ 14:12, 15, 18), για τη βέβηλη χρήση ενός ιερού πράγματος (1Σα 5:1–6:4), για το ότι κάποιοι άγγιξαν τους χρισμένους του (Γε 12:17· Ψλ 105:15) και για την απιστία ή τις παραβιάσεις του νόμου του (Λευ 26:21· Αρ 14:36, 37· 31:16· Δευ 28:59-61· 1Χρ 21:17, 22· 2Χρ 21:12-15). Αυτά τα πλήγματα μπορούσαν να επέλθουν με αγγελικά ή με ανθρώπινα μέσα. (2Σα 24:17· Ιερ 19:1-8· 25:8, 9· 49:17· 50:13, 14) Για να απομακρυνθούν οι θεόσταλτες πληγές απαιτούνταν μεσολαβητικές προσευχές από υπηρέτες του Ιεχωβά ή ειλικρινείς προσευχές από όσους μετανοούσαν.—Γε 20:17, 18· 1Βα 8:37, 38· 2Χρ 6:28, 29.
Μια πληγή μπορούσε επίσης να προκύψει ως φυσική συνέπεια της αμαρτίας κάποιου. (Παρ 6:32, 33) Μπορεί να επρόκειτο για μια πάθηση, όπως η «πληγή λέπρας» (Λευ 13:2), ή για κάποια αντιξοότητα που οφειλόταν στον καιρό και στην περίσταση.—Ψλ 38:11· 73:5, 14.
Οι πληγές που έφερε ο Ιεχωβά στην Αίγυπτο τον καιρό του Μωυσή αποτέλεσαν εκδηλώσεις της μεγάλης του δύναμης και έκαναν το όνομά του να διακηρυχτεί ανάμεσα στα έθνη. (Εξ 9:14, 16) Οι συνέπειές τους ήταν αντικείμενο συζήτησης άλλων λαών επί πολλές γενιές αργότερα. (Ιη 2:9-11· 9:9· 1Σα 4:8· 6:6) Επίσης, αυτές οι πληγές απέδειξαν ότι οι θεοί της Αιγύπτου ήταν ανίσχυροι.—Εξ 12:12· Αρ 33:4· βλέπε ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ (Οι Δέκα Πληγές)· ΜΩΥΣΗΣ (Μπροστά στον Φαραώ της Αιγύπτου).
Οι πληγές (πληγαί, Κείμενο, κατά κυριολεξία, «πλήγματα ή χτυπήματα») που αναφέρονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης είναι προφανώς εκδηλώσεις του θυμού του Θεού και υποδηλώνουν συμβολικά το αποτέλεσμα ή τη συνέπεια των δικαστικών του αποφάσεων.—Απ 9:18, 20· 11:6· 15:1, 6, 8· 16:9, 21· 18:4, 8· 21:9· 22:18.
-
-
Πλησίον, ΓείτοναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΗΣΙΟΝ, ΓΕΙΤΟΝΑΣ
Άτομο που ζει κοντά, είτε φίλος είτε εχθρός· ή, από πνευματική άποψη, όποιος εκδηλώνει στους άλλους την αγάπη και την καλοσύνη που παραγγέλλουν οι Γραφές, έστω και αν ζει μακριά ή δεν είναι συγγενής ή στενός φίλος. Η εβραϊκή λέξη σαχέν αποδίδεται «γείτονας· γειτονικός» και έχει ως σημείο αναφοράς τη γεωγραφική θέση, είτε πόλεων είτε ατόμων, περιλαμβάνει δε φίλους και εχθρούς.—Ιερ 49:18· Ρθ 4:17· Ψλ 79:4, 12.
Άλλοι συναφείς εβραϊκοί όροι με ελαφρώς διαφορετική χροιά μάς δίνουν μια ευρύτερη εικόνα των σχέσεων που εκτίθενται στις Εβραϊκές Γραφές. Η λέξη ρέα‛ σημαίνει «συνάνθρωπος, σύντροφος, πλησίον, φίλος» και μπορεί να υποδηλώνει στενή σχέση, αλλά γενικά σημαίνει το συνάνθρωπο ή το συμπατριώτη κάποιου, είτε αυτός είναι στενός φίλος είτε μένει κοντά είτε όχι. Στις περισσότερες περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιείται στις Γραφές εφαρμόζεται σε έναν ομοεθνή, εντός της κοινοπολιτείας του Ισραήλ, ή σε κάποιον που κατοικούσε στον Ισραήλ. (Εξ 20:16· 22:11· Δευ 4:42· Παρ 11:9) Η λέξη ‛αμίθ αποδίδεται «πλησίον» και εννοεί συνήθως το άτομο με το οποίο έχει κανείς μερικές δοσοληψίες. (Λευ 6:2· 19:15, 17· 25:14, 15) Η λέξη καρώβ, που σημαίνει «κοντά, σύντομα, συγγενής», χρησιμοποιείται για τόπο, χρόνο ή πρόσωπα. Μπορεί να υποδηλώνει στενότερη σχέση από ό,τι η λέξη «πλησίον» και, ως εκ τούτου, αποδίδεται «στενός γνώριμος». (Εξ 32:27· Ιη 9:16· Ψλ 15:3· 38:11· Ιεζ 23:5) Δεν υπάρχει μία και μόνη ελληνική λέξη που να εκφράζει πλήρως όλες αυτές τις νοηματικές αποχρώσεις.
Παρόμοια με το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο, στο πρωτότυπο κείμενο των Ελληνικών Γραφών υπάρχουν τρεις λέξεις με ελαφρώς διαφορετική χροιά οι οποίες αποδίδονται «γείτονας» ή «πλησίον»: η λέξη γείτων, «αυτός που ζει στην ίδια γη» (Λου 14:12· Ιωα 9:8)· η λέξη περίοικος, «ο πέριξ κατοικών», που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό (πληθυντικού αριθμού) στο εδάφιο Λουκάς 1:58· τέλος, η λέξη πλησίον, «κοντά», που χρησιμοποιείται με το άρθρο ὁ, εννοώντας κατά κυριολεξία «ο κοντινός». (Ρω 13:10· Εφ 4:25) Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), λέει για τις εν λόγω λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου: «[Αυτές οι λέξεις] καλύπτουν ευρύ εννοιολογικό φάσμα. Στην ύπαιθρο της Παλαιστίνης δεν υπήρχαν διεσπαρμένες αγροικίες. Οι πληθυσμοί ήταν συγκεντρωμένοι σε χωριά, και από εκεί πηγαινοέρχονταν στη σκληρή εργασία τους. Επομένως, η διευρυμένη αυτή γειτνίαση επηρέαζε κάθε πτυχή της οικογενειακής ζωής. Γι’ αυτό, οι όροι που δήλωναν το γείτονα ή τον πλησίον ήταν πολύ περιεκτικοί. Αυτό διαφαίνεται από τα κύρια χαρακτηριστικά των προνομίων και των καθηκόντων που περιλαμβάνονταν στη γειτνίαση, όπως αυτά εκτίθενται στις Γραφές: (α) η αρωγή, π.χ., . . . Λουκ. 10:36· (β) η οικειότητα, π.χ., Λουκ. 15:6, 9 . . . Εβρ. 8:11· (γ) η ειλικρίνεια και η ιερότητα αυτής της σχέσης, π.χ., . . . Ρωμ. 13:10· 15:2· Εφεσ. 4:25· Ιακ. 4:12».—1981, Τόμ. 3, σ. 107.
Κακοί Γείτονες. Ωστόσο, ορισμένοι από όσους ζουν κοντά μπορεί να είναι κακοί γείτονες, όπως ήταν τα γειτονικά έθνη γύρω από τον Ισραήλ. Όταν καταστράφηκε ο ναός της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ., εκείνα τα έθνη, για παράδειγμα ο Εδώμ, χάρηκαν και μάλιστα παρέδωσαν φυγάδες Ιουδαίους στους εχθρούς τους. (Ψλ 137:7· Αβδ 8-14· Μιχ 4:11) Ο ψαλμωδός υποκινήθηκε να γράψει: «Γίναμε όνειδος στους γείτονές μας [πληθυντικός της λέξης σαχέν], χλευασμός και κοροϊδία στους γύρω μας», και προσευχήθηκε: «Ανταπόδωσε στους γείτονές μας [πληθυντικός της λέξης σαχέν] εφταπλάσια μέσα στον κόρφο τους τον ονειδισμό τους με τον οποίο σε ονείδισαν». Επειδή ο Ιεχωβά «κατοικούσε» ανάμεσα στον Ισραήλ, χαρακτήρισε τα έθνη που εναντιώνονταν στο λαό του ως “όλους τους κακούς γείτονές του, που άγγιζαν την κληρονομική ιδιοκτησία την οποία είχε δώσει στην κατοχή του λαού του τού Ισραήλ”.—Ψλ 79:4, 12· Ιερ 12:14· παράβαλε Ψλ 68:16.
Η Αγάπη για τον Πλησίον Αποτελεί Εντολή. Η Αγία Γραφή, από την αρχή ως το τέλος, διδάσκει την αγάπη, την καλοσύνη, τη γενναιοδωρία και την αρωγή προς τον πλησίον, ανεξάρτητα από το αν ο πλησίον είναι γείτονας, σύντροφος, συνάνθρωπος, στενός γνώριμος ή φίλος. Ο Νόμος έδινε την εξής εντολή: «Με δικαιοσύνη πρέπει να κρίνεις τον πλησίον σου [τύπος της λέξης ‛αμίθ]. . . . Δεν πρέπει να μισείς τον αδελφό σου μέσα στην καρδιά σου. Πρέπει εξάπαντος να ελέγξεις τον πλησίον σου, ώστε να μη βαστάξεις αμαρτία μαζί με αυτόν . . . και πρέπει να αγαπάς το συνάνθρωπό σου [τύπος της λέξης ρέα‛] όπως τον εαυτό σου». (Λευ 19:15-18) (Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα η λέξη ρέα‛ μεταφράζεται εδώ με τη φράση ὁ πλησίον.) Ο Δαβίδ επαινεί τον άνθρωπο που «δεν έχει συκοφαντήσει με τη γλώσσα του. Στο συνάνθρωπό του [τύπος της λέξης ρέα‛] δεν έχει κάνει τίποτα κακό, και με ονειδισμό ενάντια σε στενό του γνώριμο [τύπος της λέξης καρώβ] δεν έχει ασχοληθεί». (Ψλ 15:3) Νουθετούμαστε επανειλημμένα να μην κάνουμε κακό στο συνάνθρωπό μας (ρέα‛), ούτε και να τον καταφρονούμε ή να επιθυμούμε οτιδήποτε ανήκει σε εκείνον.—Εξ 20:16· Δευ 5:21· 27:24· Παρ 14:21.
Ο απόστολος Παύλος είπε: «Αυτός που αγαπάει το συνάνθρωπό του έχει εκπληρώσει το νόμο». Έπειτα παραθέτει μερικές από τις εντολές του Νόμου, καταλήγοντας: «Και οποιαδήποτε άλλη εντολή υπάρχει, συνοψίζεται σε αυτόν το λόγο, δηλαδή στο “Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου”. Η αγάπη δεν εργάζεται το κακό στον πλησίον· άρα η αγάπη αποτελεί εκπλήρωση του νόμου». (Ρω 13:8-10· παράβαλε Γα 5:14.) Ο Ιάκωβος αποκαλεί «βασιλικό νόμο» την εντολή σύμφωνα με την οποία πρέπει να αγαπάει κάποιος τον πλησίον του όπως τον εαυτό του.—Ιακ 2:8.
Η δεύτερη σε σπουδαιότητα εντολή. Απαντώντας σε έναν Ιουδαίο που ρώτησε: «Τι αγαθό πρέπει να κάνω για να αποκτήσω αιώνια ζωή;» και ο οποίος ήθελε να μάθει ποιες εντολές έπρεπε να ακολουθεί, ο Ιησούς κατονόμασε πέντε από τις Δέκα Εντολές και πρόσθεσε αυτήν που αναφέρεται στο εδάφιο Λευιτικό 19:18, λέγοντας: «Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». (Ματ 19:16-19) Επίσης, κατέταξε αυτή την εντολή ως τη δεύτερη σε σπουδαιότητα στο Νόμο—μία από τις δύο στις οποίες κρεμόταν όλος ο Νόμος και οι Προφήτες.—Ματ 22:35-40· Μαρ 12:28-31· Λου 10:25-28.
Ποιος είναι ο πλησίον μου; Ο Ιησούς έκανε επίσης βαθύτερη την κατανόηση των ακροατών του ως προς τη σημασία της λέξης πλησίον όταν ένας άλλος άνθρωπος, επιζητώντας να αποδειχτεί δίκαιος, ρώτησε: «Ποιος είναι, όμως, ο πλησίον μου;» Ο Ιησούς, στην παραβολή του για τον ελεήμονα Σαμαρείτη, τόνισε ότι, έστω και αν κάποιος ζει μακριά ή δεν είναι συγγενής ή στενός φίλος, μπορεί να είναι πραγματικός πλησίον αν εκδηλώνει στον άλλον την αγάπη και την καλοσύνη που προστάζουν οι Γραφές.—Λου 10:29-37.
Στην Κοινοπολιτεία του Ισραήλ. Στο εδάφιο Εβραίους 8:11 εμφανίζεται στα περισσότερα πρωτότυπα ελληνικά κείμενα η λέξη πολίτης στην αιτιατική πτώση, ενώ μερικά μεταγενέστερα χειρόγραφα έχουν τη λέξη πλησίον. Εδώ, ο Παύλος παραθέτει από την προφητεία αποκατάστασης που αναφέρεται στο εδάφιο Ιερεμίας 31:34, η οποία απευθύνθηκε σε όσους ανήκαν στην κοινοπολιτεία του Ισραήλ: «“Και δεν θα διδάσκουν πια ο καθένας το σύντροφό του [τύπος της λέξης ρέα‛] και ο καθένας τον αδελφό του, λέγοντας: «Γνωρίστε τον Ιεχωβά!» γιατί όλοι τους θα με γνωρίζουν, από τον μικρότερό τους ως και τον μεγαλύτερό τους”, λέει ο Ιεχωβά». Ο Παύλος το εφαρμόζει αυτό στο πνευματικό «άγιο έθνος», τον «Ισραήλ του Θεού», λέγοντας: «Και δεν πρόκειται να διδάσκουν ο καθένας το συμπολίτη του και ο καθένας τον αδελφό του . . . ». Σε αυτή την περίπτωση, η χροιά των πρωτότυπων γλωσσών μεταφέρεται καλύτερα με τις λέξεις σύντροφος (για τη λέξη ρέα‛) και συμπολίτης, παρά με τη λέξη πλησίον.—1Πε 2:9· Γα 6:16.
Συμβουλή από τις Παροιμίες. Μολονότι κάποιος πρέπει να βοηθάει και να αγαπάει τον πλησίον του, εντούτοις πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε να μην προσπαθεί να γίνει ο πιο στενός γνώριμος του πλησίον του ή του συνανθρώπου του—να μην επιβάλλεται στον πλησίον του ή να μην τον εκμεταλλεύεται. Η παροιμία διατυπώνει αυτή τη σκέψη ως εξής: «Βάζε σπάνια το πόδι σου στο σπίτι του συνανθρώπου σου [τύπος της λέξης ρέα‛], για να μη σε βαρεθεί και σε μισήσει».—Παρ 25:17.
Εντούτοις, οι Παροιμίες συμβουλεύουν να έχει κάποιος πίστη και εμπιστοσύνη σε έναν φίλο και να στρέφεται σε αυτόν σε περίπτωση ανάγκης: «Μην εγκαταλείπεις το φίλο σου ούτε το φίλο του πατέρα σου, και μην μπεις στο σπίτι του αδελφού σου την ημέρα της συμφοράς σου. Είναι καλύτερος ο γείτονας [σαχέν] που βρίσκεται κοντά παρά ο αδελφός που βρίσκεται μακριά». (Παρ 27:10) Εδώ ο συγγραφέας φαίνεται να λέει ότι ένας στενός οικογενειακός φίλος είναι πολύτιμος, και πρέπει να προστρέχει κανείς σε αυτόν για βοήθεια μάλλον παρά σε κάποιον τόσο κοντινό συγγενή όσο είναι ένας αδελφός, αν αυτός βρίσκεται μακριά, επειδή ο αδελφός μπορεί να μην είναι τόσο διαθέσιμος ή τουλάχιστον σε τόσο πλεονεκτική θέση να προσφέρει βοήθεια όσο ο οικογενειακός φίλος.
-
-
ΠλίθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΙΘΟΣ
Γενικά, δομική μονάδα φτιαγμένη από σκληρυμένη λάσπη ή πηλό. Ο πλίθος (εβρ., λεβενάχ) χρησιμοποιείται ευρύτατα στις Βιβλικές χώρες από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι οικοδόμοι της αρχαίας Βαβυλώνας δεν βρήκαν πέτρες κοντά στην τοποθεσία που επέλεξαν για την πόλη τους, γι’ αυτό και χρησιμοποίησαν πλίθους αντί για πέτρες, ενώ η άσφαλτος τους χρησίμευσε ως κονίαμα. Προφανώς, επρόκειτο για πλίθους ψημένους στο καμίνι, με άλλα λόγια, σκληρυμένους «στη φωτιά». (Γε 11:3) Στην αρχαία Αίγυπτο, οι υποδουλωμένοι Ισραηλίτες εργάζονταν στην κατασκευή πλίθων. Η θέση τους έγινε δυσκολότερη όταν υποχρεώθηκαν να μαζεύουν μόνοι τους το άχυρο, και παρ’ όλα αυτά να παράγουν τον ίδιο αριθμό πλίθων. (Εξ 5:7-19) Στην Υποσχεμένη Γη, οι Ισραηλίτες εξακολούθησαν να χρησιμοποιούν πλίθους στην οικοδόμηση, μολονότι φαίνεται ότι προτιμούσαν την πέτρα. (Ησ 9:10) Αν και οι οικοδομικές πέτρες καλής ποιότητας αφθονούν στους λόφους της Παλαιστίνης, σε μερικές περιοχές υπάρχουν λίγες μόνο. Γι’ αυτό στους κάμπους, σε πόλεις όπως η Ιεριχώ και η Εσιών-γεβέρ, χρησιμοποιούσαν πλίθους όχι μόνο για τα τείχη των πόλεων, αλλά και για τις κατοικίες. Στη σύγχρονη εποχή, σε ορισμένα μέρη της Συρίας και της Παλαιστίνης, έχουν χτιστεί σπίτια στα οποία εκτός από πελεκημένη πέτρα χρησιμοποιήθηκαν και πλίθοι ξεραμένοι στον ήλιο—με την πελεκημένη πέτρα κατασκευάστηκαν οι τοίχοι που είναι πιο εκτεθειμένοι στις χειμερινές καταιγίδες.
Κατά την κατασκευή των πλίθων, αφού αφαιρούσαν τις ξένες ουσίες από τη λάσπη ή τον πηλό, συνήθως αναμείγνυαν το εν λόγω υλικό με ψιλοκομμένο άχυρο ή άλλες φυτικές ύλες. Αυτό επιβεβαιώνεται από την εξής δήλωση στους Παπύρους Αναστάση, από την αρχαία Αίγυπτο: «Δεν υπήρχε κανείς να πλάσει πλίθους, και δεν υπήρχε άχυρο στα περίχωρα». (Αίγυπτος και Αιγυπτιακός Βίος στην Αρχαιότητα [Aegypten und Aegyptisches Leben im Altertum], του Ά. Έρμαν, 1885, Τόμ. 1, σ. 171) Παρότι έχουν βρεθεί στην Αίγυπτο πλίθοι φτιαγμένοι χωρίς άχυρο, πρόκειται προφανώς για εξαίρεση η οποία δεν παρέχει ισχυρή βάση για να συμπεράνει κανείς ότι οι Ισραηλίτες κατέφυγαν στην κατασκευή τέτοιων πλίθων όταν τους υποχρέωσαν να προμηθεύονται το άχυρο μόνοι τους. Πειράματα στα πρόσφατα χρόνια δείχνουν ότι με την προσθήκη άχυρου ο πηλός δουλεύεται ευκολότερα και τριπλασιάζεται η ανθεκτικότητα των παραγόμενων πλίθων.
Το μείγμα λάσπης ή πηλού με άχυρο το ύγραιναν με νερό, το πατούσαν με τα πόδια και ύστερα το έπλαθαν με τα χέρια ή το συμπίεζαν μέσα στο τετράπλευρο ξύλινο «καλούπι των πλίθων». (Εβρ., μαλμπέν· Να 3:14) Ίσως πασπάλιζαν τις πλευρές του καλουπιού με στεγνό χώμα έτσι ώστε να βγαίνει εύκολα το περιεχόμενο. Πολλές φορές, ενόσω ο πλίθος ήταν ακόμη υγρός, αποτύπωναν πάνω του το έμβλημα του ανάσσοντος μονάρχη. Κατόπιν άφηναν τους πλίθους να στεγνώσουν στον ήλιο (ωμόπλινθοι) ή τους έψηναν στο καμίνι (οπτόπλινθοι).
Στη Βαβυλωνία, χρησιμοποιούσαν συνήθως οπτόπλινθους. Τέτοιου είδους πλίθους τοποθετούσαν γενικά στα τείχη των πόλεων, αλλά και στους τοίχους και στα δάπεδα των ανακτόρων. Μερικές φορές, χρησιμοποιούσαν ωμόπλινθους στο εσωτερικό των κτιρίων ή τους τοποθετούσαν μαζί με οπτόπλινθους σε εναλλασσόμενες στρώσεις πάχους ενός μέτρου ή περισσότερο. Στην Αίγυπτο, στην Ασσυρία και στην Παλαιστίνη, φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν κυρίως οι ωμόπλινθοι. Οι οπτόπλινθοι υπερέχουν σε ποιότητα από τους ωμόπλινθους, οι οποίοι τείνουν να διαλύονται όταν εκτίθενται σε πλημμύρες και να συστέλλονται από την έντονη ζέστη του καλοκαιρινού ήλιου. Ωστόσο, κάποιοι ωμόπλινθοι έχουν αποδειχτεί πολύ ανθεκτικοί, όπως εκείνοι στην Εσιών-γεβέρ, οι οποίοι διατηρούνται επί αιώνες.—Βλέπε ΚΑΜΙΝΙ.
Η εκτεταμένη χρήση ωμόπλινθων εξηγεί γιατί οι θέσεις ορισμένων αρχαίων πόλεων παρέμειναν άγνωστες επί αιώνες. Οι θρυμματισμένοι πλίθοι πόλεων του παρελθόντος σχημάτισαν γήλοφους που έμοιαζαν πολύ με το έδαφος της γύρω περιοχής. Στην Παλαιστίνη και στη Συρία τέτοιοι γήλοφοι κρύβουν συχνά τα ερείπια αρκετών πόλεων.
Οι πλίθοι ποίκιλλαν σημαντικά ως προς το μέγεθος και το σχήμα. Στην Αίγυπτο ήταν συνηθισμένο το ορθογώνιο σχήμα, ενώ στην κατασκευή των αψίδων χρησιμοποιούνταν σφηνοειδείς πλίθοι. Οι αιγυπτιακοί πλίθοι είχαν κατά προσέγγιση 36 ως 51 εκ. μήκος, 15 ως 23 εκ. πλάτος και 10 ως 18 εκ. πάχος. Στη Βαβυλωνία, έχουν βρεθεί τετράγωνοι, επιμήκεις, τριγωνικοί και σφηνοειδείς πλίθοι. Εντούτοις, οι πλίθοι των μεταγενέστερων περιόδων, όπως της εποχής του Ναβουχοδονόσορα, ήταν συνήθως τετράγωνοι, με πλευρά περίπου 30 εκ.
Την εποχή του Ησαΐα, λέγεται ότι ο Ισραήλ “ύψωνε καπνό θυσίας πάνω στους πλίθους”. Εδώ η λέξη “πλίθοι” ίσως αναφέρεται στο πλακόστρωτο του τόπου όπου πρόσφεραν τις θυσίες ή στους πλίθους με τους οποίους ήταν στρωμένες οι ταράτσες των σπιτιών.—Ησ 65:3.
-
-
ΠλοίοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΟΙΟ
Σχετικά μεγάλο ποντοπόρο σκάφος. Η Αγία Γραφή γενικά αναφέρεται μόνο παρεμπιπτόντως στα πλοία, στη ναυτιλία και στα εξαρτήματα των πλοίων, αλλά παρ’ όλα αυτά δίνει μερικά στοιχεία για τα πλοία στους Βιβλικούς χρόνους. Άλλες περιγραφές αρχαίων πλοίων αντλούμε από τα ιστορικά χρονικά διαφόρων εθνών ή από απεικονίσεις εμπορικών πλοίων, ναυμαχιών, και ούτω καθεξής.
Αιγυπτιακά. Καλάμια από πάπυρο, πλεγμένα και δεμένα μεταξύ τους, ήταν τα υλικά ναυπήγησης των αιγυπτιακών πλοίων που υπήρχαν σε ευρεία ποικιλία τύπων και μεγεθών—από μικρές βάρκες ποταμοπλοΐας που μετέφεραν μόλις έναν ή λίγους κυνηγούς ή ψαράδες, και με τις οποίες μπορούσε κανείς να κωπηλατήσει γρήγορα κατά μήκος του Νείλου, μέχρι μεγάλα ιστιοφόρα με ανασηκωμένη πλώρη τα οποία ήταν αρκετά ανθεκτικά ώστε να πλέουν στο ανοιχτό πέλαγος. Οι Αιθίοπες και οι Βαβυλώνιοι χρησιμοποιούσαν και αυτοί καλαμένια σκάφη. Η Βαβυλώνα επίσης διέθετε μεγάλο στόλο από γαλέρες.
Ένα ανάγλυφο στο Μεντινέτ Χαμπού απεικονίζει αιγυπτιακά ιστιοφόρα με μονό κατάρτι, στην κορυφή του οποίου υπήρχε μια φωλιά κορακιού. Τα σκάφη αυτά κινούνταν και με κουπιά, ενώ στην πρύμνη είχαν ένα μεγάλο κουπί πηδαλιουχίας. Η πλώρη ήταν διαμορφωμένη σε σχήμα κεφαλής λέαινας που είχε στο στόμα της το σώμα ενός Ασιάτη.
Μεγάλα πλοία με ορθογώνια πανιά και περισσότερα από 20 κουπιά, που πιθανώς είχαν καρίνα στο κέντρο, διέπλεαν τη Μεσόγειο. Το γεγονός ότι τον καιρό του Μωυσή υπήρχαν ήδη πλοία που διέσχιζαν τις θάλασσες καταδεικνύεται από την προειδοποίηση του Ιεχωβά προς τους Ισραηλίτες, στις Πεδιάδες του Μωάβ, ότι αν δεν υπάκουαν θα μεταφέρονταν «πίσω στην Αίγυπτο με πλοία», για να πουληθούν εκεί στο σκλαβοπάζαρο.—Δευ 28:68.
Φοινικικά. Ο προφήτης Ιεζεκιήλ (27:3-7), παριστάνοντας την πόλη της Τύρου σαν ένα όμορφο πλοίο, έδωσε λεπτομέρειες οι οποίες προφανώς συνιστούν την περιγραφή φοινικικού πλοίου. Το πλοίο αυτό είχε σανίδες από ανθεκτική άρκευθο, μονό κατάρτι από κέδρο του Λιβάνου και κουπιά από «πελώρια δέντρα» της Βασάν, πιθανώς βελανιδιές. Η πλώρη, μάλλον ψηλή και καμπυλωτή, ήταν φτιαγμένη από κυπαρισσόξυλο και διακοσμημένη με ένθετο ελεφαντόδοντο. Το πανί ήταν από χρωματιστό αιγυπτιακό λινό, και το σκέπαστρο του καταστρώματος (ίσως κάποιο σκίαστρο για το κατάστρωμα) ήταν από βαμμένο μαλλί. Οι αρμοί του πλοίου ήταν καλαφατισμένοι. (Ιεζ 27:27) Οι Φοίνικες ήταν δεινοί ναυτικοί, οι οποίοι διεξήγαν ευρείας κλίμακας εμπόριο στην περιοχή της Μεσογείου, φτάνοντας ακόμη και μέχρι τη Θαρσείς (πιθανώς την Ισπανία). Μερικοί πιστεύουν ότι με την πάροδο του χρόνου ο όρος «πλοία της Θαρσείς» κατέληξε να σημαίνει τον τύπο πλοίου που χρησιμοποιούσαν οι Φοίνικες όταν έκαναν εμπόριο με εκείνο το απομακρυσμένο μέρος, δηλαδή ένα αξιόπλοο σκάφος, ικανό για μεγάλα ταξίδια. (1Βα 22:48· Ψλ 48:7· Ησ 2:16· Ιεζ 27:25) Ο Ιωνάς ενδέχεται να έφυγε με πλοίο τέτοιου τύπου. Το πλοίο αυτό διέθετε κατάστρωμα, αφήνοντας έτσι χώρο στο αμπάρι για τα εμπορεύματα και τους επιβάτες.—Ιων 1:3, 5.
Κάποιο από τα γλυπτά του Σενναχειρείμ απεικονίζει ένα φοινικικό πλοίο με κατάστρωμα που διέθετε υπερκατασκευή, καθώς και με διπλή σειρά κουπιών, πανί και παραπέτασμα το οποίο περιέβαλλε το πάνω κατάστρωμα και από το οποίο κρέμονταν ασπίδες. Η πλώρη αυτού του πολεμικού πλοίου ήταν μακριά και αιχμηρή.
Εβραϊκά Πλοία. Όταν ο Δαν είχε πλέον εγκατασταθεί στην Υποσχεμένη Γη, αναφέρθηκε ότι για κάποιο διάστημα έμενε σε πλοία (Κρ 5:17), δήλωση με την οποία ενδεχομένως εννοούνταν η περιοχή που του είχε παραχωρηθεί στα παράλια της Φιλιστίας. (Ιη 19:40, 41, 46) Η περιοχή του Ασήρ ήταν παράκτια και περιλάμβανε τις πόλεις της Τύρου και της Σιδώνας (αν και δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Ασήρ κατέλαβε ποτέ αυτές τις πόλεις). Οι φυλές του Μανασσή, του Εφραΐμ και του Ιούδα κατείχαν εδάφη κατά μήκος της ακτής της Μεσογείου, οπότε ήταν και αυτές αρκετά εξοικειωμένες με τα πλοία. (Ιη 15:1, 4· 16:8· 17:7, 10) Ο Μανασσής, ο Ισσάχαρ και ο Νεφθαλί είχαν επίσης εδάφη δίπλα ή κοντά στη Θάλασσα της Γαλιλαίας.
Παρ’ όλο που, από ό,τι φαίνεται, ο Ισραήλ χρησιμοποιούσε πλοία από τους αρχαίους χρόνους, ο Σολομών ήταν προφανώς ο πρώτος ηγεμόνας του Ισραήλ ο οποίος έδωσε έμφαση στην εμπορική ναυτιλία. Με τη βοήθεια του Χιράμ, κατασκεύασε έναν στόλο από φορτηγά πλοία τα οποία απέπλεαν από την Εσιών-γεβέρ με προορισμό το Οφείρ. (1Βα 9:26-28· 10:22· 2Χρ 8:17, 18· 9:21) Αυτά τα σκάφη ήταν επανδρωμένα με μεικτά πληρώματα Ισραηλιτών και έμπειρων ναυτικών από την Τύρο. Κάθε τρία χρόνια τα πλοία επέστρεφαν μεταφέροντας φορτία από χρυσάφι, ασήμι, ελεφαντόδοντο, πιθήκους και παγώνια.—1Βα 9:27· 10:22.
Μεταγενέστερα, ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ του Ιούδα συνεταιρίστηκε με τον πονηρό Βασιλιά Οχοζία του Ισραήλ για τη ναυπήγηση πλοίων στην Εσιών-γεβέρ που θα τα έστελναν στο Οφείρ για χρυσάφι. Ο Ιεχωβά, όμως, τον προειδοποίησε ότι αποδοκίμαζε αυτή τη συμμαχία. Ως αποτέλεσμα, τα πλοία ναυάγησαν στην Εσιών-γεβέρ, και ο Ιωσαφάτ προφανώς απέρριψε το αίτημα του Οχοζία να επαναλάβουν το εγχείρημα.—1Βα 22:48, 49· 2Χρ 20:36, 37.
Στη Διάρκεια του Πρώτου Αιώνα Κ.Χ. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., πολυάριθμα εμπορικά πλοία διαφόρων τύπων έπλεαν στα νερά της Μεσογείου. Μερικά από αυτά τα σκάφη παρέπλεαν τις ακτές, όπως ήταν το πλοίο από το Αδραμύττιο με το οποίο απέπλευσε από την Καισάρεια ο Παύλος, ως κρατούμενος, με προορισμό τα Μύρα. (Πρ 21:1-6· 27:2-5) Ωστόσο, το εμπορικό πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε ο Παύλος στα Μύρα ήταν ένα μεγάλο σιταγωγό, με πλήρωμα και επιβάτες που αριθμούσαν συνολικά 276 άτομα. (Πρ 27:37, 38) Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι κάποτε ταξίδεψε με πλοίο που μετέφερε 600 άτομα.—Βίος, 15 (3).
Ο Παύλος είχε ταξιδέψει πολλές φορές με πλοίο. Είχε ναυαγήσει ήδη τρεις φορές προτού κάνει το παραπάνω ταξίδι. (2Κο 11:25) Το πλοίο στο οποίο επέβαινε αυτή τη φορά ήταν ιστιοφόρο με μαΐστρα και πανί στην πλώρη, και με δύο μεγάλα κωπήρη πηδάλια στην πρύμνη με τα οποία διηύθυναν το σκάφος. Αυτού του είδους τα πλοία έφεραν συνήθως ως ακρόπρωρο παραστάσεις θεοτήτων. (Το πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε έπειτα ο Παύλος είχε για ακρόπρωρο τους «Διόσκουρους».) (Πρ 28:11) Το πλοίο ρυμουλκούσε μια μικρή λέμβο, μια βάρκα, με την οποία έβγαιναν στην ακρογιαλιά όταν αγκυροβολούσαν κοντά στην ακτή. Σε περίπτωση θύελλας, ανέβαζαν τη βάρκα στο σκάφος για να μη βουλιάξει ή συντριφτεί. Σε αυτό το ταξίδι του Παύλου, η θύελλα ήταν τόσο σφοδρή ώστε ανάγκασε τους ναύτες να ζώσουν από κάτω το πλοίο (προφανώς περνώντας σχοινιά ή αλυσίδες κάτω από το κύτος, από τη μια μεριά ως την άλλη, για να μη διαλυθεί το πλοίο), να κατεβάσουν τα άρμενα (προφανώς τον εξαρτισμό), να ρίξουν το φορτίο του σιταριού στη θάλασσα, να πετάξουν τα ξάρτια και να λύσουν τα σχοινιά που συγκρατούσαν τα πηδάλια (για να μην υποστούν βλάβη).—Πρ 27:6-19, 40.
Η Θάλασσα της Γαλιλαίας. Τα Ευαγγέλια κάνουν συχνά λόγο για πλοιάρια στη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Από ό,τι φαίνεται, αυτά χρησιμοποιούνταν κυρίως για ψάρεμα με δίχτυα (Ματ 4:18-22· Λου 5:2· Ιωα 21:2-6), παρότι το ψάρεμα γινόταν και με αγκίστρια. (Ματ 17:27) Ο Ιησούς χρησιμοποίησε σε μερικές περιπτώσεις πλοιάρια για να κηρύξει σε πλήθη που βρίσκονταν σε κάποια κοντινή ακρογιαλιά, κάτι που ήταν αρκετά βολικό (Ματ 13:2· Λου 5:3), και τόσο αυτός όσο και οι απόστολοί του τα χρησιμοποιούσαν συχνά ως μεταφορικό μέσο. (Ματ 9:1· 15:39· Μαρ 5:21) Αυτού του είδους τα πλοιάρια κινούνταν με κουπιά ή με ένα μικρό ιστίο. (Μαρ 6:48· Λου 8:22) Μολονότι η Αγία Γραφή δεν περιγράφει πώς ήταν αυτά τα αλιευτικά πλοιάρια, μερικά ήταν αρκετά μεγάλα ώστε να χωρούν 13 και πλέον άτομα.—Μαρ 8:10· Ιωα 21:2, 3· βλέπε ΓΑΛΕΡΑ· ΝΑΥΤΙΚΟΣ.
Άγκυρες. Από όσα γνωρίζουμε, οι πρώτες άγκυρες ήταν πέτρινες και ποντίζονταν από την πλώρη του πλοίου. Αργότερα, στη Μεσόγειο, χρησιμοποιούσαν ξύλινες άγκυρες με τη μορφή άγκιστρου, που έφεραν βάρος από πέτρα ή μέταλλο. Μερικές είχαν μολύβδινους βραχίονες. Ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα που ανακαλύφτηκε κοντά στην Κυρήνη ζυγίζει περίπου 545 κιλά. Με τον καιρό άρχισαν να χρησιμοποιούνται εξ ολοκλήρου μεταλλικές άγκυρες, μερικές εκ των οποίων είχαν τη γνώριμη μορφή και άλλες διπλούς όνυχες. Οι ναύτες του πλοίου στο οποίο επέβαινε ο Παύλος έριξαν τέσσερις άγκυρες από την πρύμνη του καραβιού (τακτική που ακολουθούσαν μερικές φορές όταν έπεφταν σε ανεμοθύελλα). (Πρ 27:29, 30, 40) Για τον υπολογισμό του βάθους του νερού χρησιμοποιούσαν τη βολίδα.—Πρ 27:28.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τον όρο «άγκυρα» συμβολικά όταν απευθύνεται στους Χριστιανούς πνευματικούς αδελφούς του, αποκαλώντας την ελπίδα που τέθηκε ενώπιόν τους «άγκυρα για την ψυχή».—Εβρ 6:19· παράβαλε Εφ 4:13, 14· Ιακ 1:6-8.
-
-
ΠλούτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΟΥΤΟΣ
Αφθονία υλικών αποκτημάτων· επίσης, πνευματικές ιδιότητες, προνόμια υπηρεσίας και θεϊκή επιδοκιμασία.
Από την αρχή ως το τέλος, οι Γραφές δίνουν έμφαση, όχι στην κατοχή υλικού πλούτου, αλλά στην καλή υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, υπόσταση την οποία διατηρεί κάποιος συνεχίζοντας να εκτελεί το θεϊκό θέλημα με πίστη. Ο Χριστός Ιησούς παρότρυνε τους ανθρώπους να είναι “πλούσιοι ως προς τον Θεό” (Λου 12:21) και να συσσωρεύουν «θησαυρούς στον ουρανό». (Ματ 6:20· Λου 12:33) Το υπόμνημα των καλών έργων κάποιου θα ήταν σαν πλούτος που κατατίθεται ενώπιον του Δημιουργού στους ουρανούς και εξασφαλίζει διαρκείς ευλογίες για το εν λόγω άτομο. Οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού που χρίστηκαν με το πνεύμα μπορούσαν να αποβλέπουν στον “ένδοξο πλούτο” της ουράνιας κληρονομιάς (Εφ 1:18), ενώ κατά τη διάρκεια της παροίκησής τους στη γη θα ήταν πλούσιοι, δηλαδή θα αφθονούσαν, σε πίστη, αγάπη, αγαθότητα και άλλες θεοειδείς ιδιότητες.—Παράβαλε Γα 5:22, 23· Ιακ 2:5· 1Πε 2:11, 12· 2Πε 1:5-8.
Οι Πλούσιοι Πατριάρχες. Πιστοί υπηρέτες του Ιεχωβά Θεού όπως οι πατριάρχες Αβραάμ και Ιώβ δεν είχαν λάβει την αποστολή να βοηθούν άτομα εκτός του σπιτικού τους να ενστερνιστούν την αληθινή λατρεία. Γι’ αυτό, φαίνεται ότι δαπανούσαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους φροντίζοντας για τις υλικές και τις πνευματικές ανάγκες του σπιτικού τους. Ο Ιεχωβά ευλογούσε τις επιμελείς προσπάθειες αυτών των υπηρετών του, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν πολλά ζωντανά, πολλούς υπηρέτες και άφθονο χρυσάφι και ασήμι.—Γε 12:16· 13:2· 14:14· 30:43· 32:10· Ιωβ 1:2, 3· 42:10-12.
Αν και πλούσιοι, αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν υλιστές. Καταλάβαιναν ότι η υλική τους ευημερία οφειλόταν στο ότι τους ευλογούσε ο Ιεχωβά, και δεν επιδίωκαν άπληστα τον πλούτο. Ο Αβραάμ, αφού νίκησε τέσσερις συνασπισμένους βασιλιάδες και ανέκτησε όλα τα αγαθά που είχαν αρπάξει αυτοί από τα Σόδομα, θα μπορούσε να είχε αυξήσει κατά πολύ τα πλούτη του. Εντούτοις, απέρριψε την προσφορά που του έκανε ο βασιλιάς των Σοδόμων να πάρει τα ανακτημένα αγαθά, λέγοντας: «Σηκώνω το χέρι μου για να ορκιστώ στον Ιεχωβά τον Ύψιστο Θεό, Αυτόν που έκανε τον ουρανό και τη γη, ότι, από κλωστή μέχρι λουρί σανδαλιού, όχι, δεν θα πάρω τίποτα από οτιδήποτε είναι δικό σου, για να μην πεις: “Εγώ ήμουν που έκανα πλούσιο τον Άβραμ”. Τίποτα για εμένα!» (Γε 14:22-24) Όταν ο Ιώβ έχασε όλα του τα ζωντανά και όλα του τα παιδιά, αναφώνησε: «Ο Ιεχωβά έδωσε και ο Ιεχωβά αφαίρεσε. Ας συνεχίσει να είναι ευλογημένο το όνομα του Ιεχωβά».—Ιωβ 1:21.
Ο Αβραάμ, ο Ιώβ και άλλοι έδειξαν ότι ήταν άτομα αξιόπιστα όσον αφορά τα πλούτη. Ήταν εργατικοί και χρησιμοποιούσαν τα υλικά τους αποκτήματα κατάλληλα. Ο Ιώβ, για παράδειγμα, ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους. (Ιωβ 29:12-16) Εφόσον οι υπηρέτες του εκδήλωναν τέτοια σωστή στάση, ο Ιεχωβά Θεός είχε βάσιμους λόγους να τους προστατεύει από ιδιοτελείς και άπληστους ανθρώπους που ήθελαν να τους εξαπατήσουν.—Γε 31:5-12· Ιωβ 1:10· Ψλ 105:14.
Αν ο Ισραήλ Παρέμενε Υπάκουος, θα Ευημερούσε. Όπως συνέβαινε με τους πιστούς πατριάρχες, έτσι και η υλική ευημερία των Ισραηλιτών εξαρτόταν από το αν θα διατηρούσαν κατάλληλη σχέση με τον Ιεχωβά Θεό. Ο Μωυσής τούς παρήγγειλε αυστηρά να θυμούνται ότι ο Ιεχωβά ο Θεός τους ήταν Αυτός που τους έδινε τη δύναμη να δημιουργούν πλούτο. (Δευ 8:18) Ναι, ο Ιεχωβά ήταν Αυτός που έδωσε κληρονομιά γης σε εκείνο το έθνος, το οποίο βρισκόταν σε σχέση διαθήκης μαζί του. (Αρ 34:2-12) Ήταν επίσης σε θέση να φροντίζει να λαβαίνουν τις βροχές στον καιρό τους και να μην υφίστανται απώλειες λόγω αποτυχημένης σοδειάς ή εισβολής εχθρικών δυνάμεων.—Λευ 26:4-7.
Ο Θεός είχε σκοπό να είναι ο Ισραήλ—αν παρέμενε υπάκουος—ένα έθνος που ευημερούσε. Ο Μωυσής είπε: «Ο Ιεχωβά θα σου ανοίξει την καλή του αποθήκη, τους ουρανούς, για να δώσει στη γη σου τη βροχή στον καιρό της και για να ευλογήσει κάθε έργο των χεριών σου· και θα δανείζεις σε πολλά έθνη, ενώ εσύ δεν θα δανείζεσαι. Και ο Ιεχωβά θα σε βάλει στο κεφάλι και όχι στην ουρά· και θα βρίσκεσαι μόνο στην κορυφή, και δεν θα βρίσκεσαι κάτω, επειδή υπακούς στις εντολές του Ιεχωβά του Θεού σου». (Δευ 28:12, 13) Η ευμάρεια του έθνους θα έφερνε τιμή στον Ιεχωβά και θα αποδείκνυε περίτρανα στα γύρω έθνη ότι Αυτός “έδινε πλούτη” (1Σα 2:7) στο λαό του και ότι ο Νόμος που τους είχε προμηθεύσει εξασφάλιζε καλύτερα από οτιδήποτε άλλο την ευημερία όλων όσων περιλαμβάνονταν.
Το ότι η ευημερία του Ισραήλ υποκίνησε και άλλους λαούς να δοξάσουν τον Ιεχωβά φαίνεται παραστατικά από την περίπτωση του Βασιλιά Σολομώντα. Στην αρχή της βασιλείας του, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να ζητήσει ό,τι ήθελε από τον Ιεχωβά, αυτός δεν ζήτησε μεγάλα πλούτη, αλλά απεναντίας σοφία και γνώση για να κρίνει το έθνος. Ο Ιεχωβά ικανοποίησε το αίτημα του Σολομώντα και επίσης του έδωσε «υλική ευημερία και πλούτη και τιμή». (2Χρ 1:7-12· 9:22-27) Ως αποτέλεσμα, οι αναφορές για τη σοφία και τον πλούτο του συνδέθηκαν με το όνομα του Ιεχωβά. Για παράδειγμα, έχοντας ακούσει για τον Σολομώντα σε σχέση με τον Ιεχωβά, η βασίλισσα της Σεβά ήρθε από μακρινή γη για να διαπιστώσει αν οι αναφορές για τη σοφία και την ευημερία του ευσταθούσαν. (1Βα 10:1, 2) Τα όσα είδε την υποκίνησαν να αναγνωρίσει την αγάπη του Ιεχωβά για τον Ισραήλ και να πει: «Αληθινός αποδείχτηκε ο λόγος που άκουσα στη γη μου για τα όσα αφορούν εσένα και για τη σοφία σου. Και εγώ δεν πίστευα αυτά τα λόγια ώσπου ήρθα για να δουν τα ίδια μου τα μάτια· και βλέπω ότι δεν μου είχαν πει ούτε τα μισά. Έχεις υπερβεί σε σοφία και ευημερία τις φήμες που άκουσα. Ευτυχισμένοι είναι οι άντρες σου· ευτυχισμένοι είναι αυτοί οι υπηρέτες σου που στέκονται ενώπιόν σου διαρκώς και ακούν τη σοφία σου! Είθε ο Ιεχωβά ο Θεός σου να είναι ευλογημένος, αυτός ο οποίος βρήκε ευχαρίστηση σε εσένα, ώστε σε έβαλε στο θρόνο του Ισραήλ· επειδή ο Ιεχωβά αγαπάει τον Ισραήλ στον αιώνα, γι’ αυτό και σε διόρισε βασιλιά για να παρέχεις δικαστικές αποφάσεις και δικαιοσύνη».—1Βα 10:6-9.
Ως έθνος που ευημερούσε, οι Ισραηλίτες είχαν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν την τροφή και το ποτό (1Βα 4:20· Εκ 5:18, 19), ο δε πλούτος τους τούς προστάτευε από τα προβλήματα της φτώχειας. (Παρ 10:15· Εκ 7:12) Ωστόσο, αν και το να απολαμβάνουν ευημερία χάρη στη σκληρή τους εργασία ήταν σε αρμονία με το σκοπό του Ιεχωβά (παράβαλε Παρ 6:6-11· 20:13· 24:33, 34), εκείνος φρόντισε επίσης να λάβουν προειδοποίηση για τον κίνδυνο που υπήρχε να ξεχάσουν πως ο ίδιος ήταν η Πηγή της ευμάρειάς τους και να αρχίσουν να εμπιστεύονται στον πλούτο τους. (Δευ 8:7-17· Ψλ 49:6-9· Παρ 11:4· 18:10, 11· Ιερ 9:23, 24) Τους έγινε η υπενθύμιση ότι τα πλούτη ήταν εφήμερα (Παρ 23:4, 5), ότι δεν μπορούσαν να δοθούν στον Θεό ως λύτρο ώστε να απελευθερωθεί κάποιος από το θάνατο (Ψλ 49:6, 7) και ότι δεν είχαν αξία για τους νεκρούς (Ψλ 49:16, 17· Εκ 5:15). Τους υποδείχτηκε ότι το να αποδίδει κανείς υπερβολική σπουδαιότητα στα πλούτη μπορούσε να οδηγήσει σε απάτες και στη δυσμένεια του Ιεχωβά. (Παρ 28:20· παράβαλε Ιερ 5:26-28· 17:9-11.) Τους δόθηκε επίσης η παρότρυνση να “τιμούν τον Ιεχωβά με τα πολύτιμα πράγματά τους”.—Παρ 3:9.
Ασφαλώς, η ευημερία του έθνους δεν σήμαινε ότι κάθε άτομο ήταν πλούσιο ή ότι όσοι είχαν λίγα υφίσταντο κατ’ ανάγκην τη θεϊκή αποδοκιμασία. Απρόβλεπτες περιστάσεις ίσως έκαναν μερικούς να περιέλθουν σε φτώχεια. (Εκ 9:11, 12) Ο θάνατος μπορεί να άφηνε πίσω ορφανά και χήρες. Τα ατυχήματα και οι αρρώστιες θα μπορούσαν, προσωρινά ή μόνιμα, να στερήσουν από κάποιον τη δυνατότητα να εργάζεται όσο ήταν απαραίτητο. Ως εκ τούτου, οι Ισραηλίτες παροτρύνονταν να χρησιμοποιούν γενναιόδωρα τον πλούτο τους βοηθώντας τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους ανάμεσά τους.—Λευ 25:35· Δευ 15:7, 8· Ψλ 112:5, 9· Παρ 19:17· βλέπε ΔΩΡΑ ΕΛΕΟΥΣ· ΦΤΩΧΟΣ.
Ο Πλούτος Μεταξύ των Ακολούθων του Χριστού Ιησού. Ανόμοια με τους πατριάρχες και το έθνος του Ισραήλ, οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού είχαν την αποστολή να “κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη”. (Ματ 28:19, 20) Η εκπλήρωση αυτής της αποστολής απαιτούσε χρόνο και κόπο που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα σε κοσμικές επιδιώξεις. Επομένως, το άτομο που συνέχιζε να προσκολλάται στον πλούτο του, αντί να ελαφρύνει τον εαυτό του επαρκώς ώστε να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί το χρόνο του και τους πόρους του για να εκπληρώσει αυτή την αποστολή, δεν μπορούσε να είναι μαθητής του Ιησού, με την προοπτική να αποκτήσει ζωή στους ουρανούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Γιος του Θεού είπε: «Πόσο δύσκολο θα είναι να μπουν στη βασιλεία του Θεού εκείνοι που έχουν χρήματα! Ευκολότερο μάλιστα είναι να περάσει καμήλα μέσα από την τρύπα μιας βελόνας ραψίματος παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». (Λου 18:24, 25) Αφορμή για αυτά τα λόγια στάθηκε η αντίδραση ενός πλούσιου νεαρού άρχοντα όταν ο Ιησούς τού είπε: «Πούλησε όλα όσα έχεις και μοίρασέ τα σε φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και έλα να γίνεις ακόλουθός μου». (Λου 18:22, 23) Αυτός ο πλούσιος νεαρός άρχοντας είχε την υποχρέωση να βοηθάει τους άπορους ομοεθνείς του. (Παρ 14:21· 28:27· Ησ 58:6, 7· Ιεζ 18:7-9) Ωστόσο, η απροθυμία του να αποχωριστεί τα υλικά του αποκτήματα—χρησιμοποιώντας τα για να βοηθήσει άλλους—και να είναι αφοσιωμένος ακόλουθος του Ιησού Χριστού τού απέκλεισε την είσοδο στη Βασιλεία των ουρανών.
Εντούτοις, οι ακόλουθοι του Χριστού δεν έπρεπε να αφήσουν τον εαυτό τους να περιέλθει σε φτώχεια και κατόπιν να εξαρτώνται από άλλους για τη συντήρησή τους. Τουναντίον, έπρεπε να εργάζονται σκληρά ώστε να είναι σε θέση να φροντίζουν για τις οικογένειές τους και επίσης να έχουν “να δίνουν σε εκείνον που έχει ανάγκη”. (Εφ 4:28· 1Θε 4:10-12· 2Θε 3:10-12· 1Τι 5:8) Έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι έχοντας διατροφή, ενδύματα και στέγη, και να μην αγωνίζονται να πλουτίσουν. Όποιοι έκαναν τις υλιστικές επιδιώξεις πρώτο τους μέλημα κινδύνευαν να εμπλακούν σε ανέντιμες πράξεις και να χάσουν την πίστη τους λόγω του ότι παραμελούσαν τα πνευματικά πράγματα. Αυτό συνέβη όντως σε μερικούς, όπως δείχνουν τα λόγια του Παύλου προς τον Τιμόθεο: «Εκείνοι που είναι αποφασισμένοι να πλουτίσουν πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και πολλές ανόητες και βλαβερές επιθυμίες, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους σε καταστροφή και απώλεια. Διότι η φιλαργυρία είναι ρίζα κάθε είδους κακών πραγμάτων, και επιδιώκοντάς την μερικοί έχουν παροδηγηθεί από την πίστη και έχουν μαχαιρώσει παντού τον εαυτό τους με πολλούς πόνους».—1Τι 6:9, 10.
Φυσικά, αυτό που είπε ο Ιησούς στον πλούσιο νεαρό άρχοντα δεν σημαίνει ότι ο Χριστιανός δεν μπορεί να έχει υλικό πλούτο. Για παράδειγμα, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. κάποιοι εύποροι Χριστιανοί ήταν συνταυτισμένοι με την εκκλησία της Εφέσου. Ο απόστολος Παύλος δεν έδωσε εντολή στον Τιμόθεο να συμβουλέψει συγκεκριμένα εκείνους τους πλούσιους αδελφούς να αποστερηθούν όλα τα υλικά πράγματα, αλλά έγραψε: «Να παραγγέλλεις σε εκείνους που είναι πλούσιοι στο παρόν σύστημα πραγμάτων να μην είναι υψηλόφρονες, και να στηρίζουν την ελπίδα τους, όχι σε αβέβαιο πλούτο, αλλά στον Θεό, ο οποίος χορηγεί τα πάντα πλουσιοπάροχα για την απόλαυσή μας· να εργάζονται ό,τι είναι αγαθό, να είναι πλούσιοι σε καλά έργα, να είναι γενναιόδωροι, πρόθυμοι να δίνουν, θησαυρίζοντας για τον εαυτό τους με ασφάλεια ένα καλό θεμέλιο για το μέλλον, ώστε να κρατήσουν γερά την πραγματική ζωή». (1Τι 6:17-19) Έτσι λοιπόν, αυτοί οι εύποροι Χριστιανοί έπρεπε να προσέχουν τη στάση τους, κρατώντας τον πλούτο στην κατάλληλη θέση και χρησιμοποιώντας τον γενναιόδωρα για να βοηθούν άλλους.
Μαμωνάς. Η λέξη μαμωνᾶς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου θεωρείται γενικά ότι υποδηλώνει τα χρήματα ή τον πλούτο. (Ματ 6:24· Λου 16:9, 11, 13· παράβαλε AS, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΚΔΤΚ.) Δεν υπάρχει κάτι που να αποδεικνύει ότι αυτή η έκφραση ήταν ποτέ το όνομα κάποιας θεότητας. Ο Ιησούς τη χρησιμοποίησε όταν έδειξε ότι δεν μπορεί ένα άτομο να είναι δούλος του Θεού αν κύριός του είναι ο Πλούτος. (Ματ 6:24) Έδωσε την εξής παρότρυνση στους ακροατές του: «Κάντε φίλους για τον εαυτό σας μέσω του άδικου πλούτου ώστε, όταν αυτός χαθεί, να σας δεχτούν στις αιώνιες κατοικίες». (Λου 16:9) Εφόσον η κατοχή υλικού πλούτου ή η επιθυμία για αυτόν μπορεί να οδηγήσει σε άνομες πράξεις, ίσως γι’ αυτό προσδιορίστηκε ως “άδικος πλούτος”, σε αντίθεση με τον πνευματικό πλούτο. Επιπλέον, τα υλικά πλούτη, ιδιαίτερα τα χρήματα, στην πραγματικότητα ανήκουν και υπόκεινται στον “Καίσαρα”, ο οποίος εκδίδει χρήματα και ορίζει μια συγκεκριμένη αξία για αυτά. Τέτοιος πλούτος είναι εφήμερος και μπορεί να χαθεί εξαιτίας οικονομικών συγκυριών ή άλλων καταστάσεων. Επομένως, το άτομο που έχει τέτοιον πλούτο δεν πρέπει να θέτει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν ούτε να τον χρησιμοποιεί όπως τον χρησιμοποιεί κατά κανόνα ο κόσμος για ιδιοτελείς σκοπούς, παραδείγματος χάρη για τη συσσώρευση ακόμη μεγαλύτερου πλούτου. (1Κο 7:31) Αντίθετα, πρέπει να είναι άγρυπνος ώστε να προσπαθεί επιμελώς να κάνει φίλους του τους κατόχους των αιώνιων κατοικιών.
Οι κάτοχοι “των αιώνιων κατοικιών” είναι ο Ιεχωβά Θεός και ο Γιος του ο Χριστός Ιησούς. (Παράβαλε Ιωα 6:37-40, 44.) Όποιοι δεν χρησιμοποιούν τον “άδικο πλούτο” τους κατάλληλα (όπως για να βοηθούν τους απόρους και να προωθούν τα “καλά νέα”· Γα 2:10· Φλπ 4:15), δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι φίλοι του Θεού και του Γιου του, του Χριστού Ιησού. Η απιστία τους όσον αφορά τη χρήση του άδικου πλούτου θα έδειχνε ότι είναι ακατάλληλοι για να τους ανατεθεί πνευματικός πλούτος. (Λου 16:10-12) Τέτοια άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι καλοί οικονόμοι της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, μοιράζοντας πνευματικό πλούτο σε άλλους.—1Πε 4:10, 11.
-
-
Πλύσιμο ΠοδιώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΥΣΙΜΟ ΠΟΔΙΩΝ
Πράξη υποδοχής και φιλοξενίας που συνήθως προηγούνταν του γεύματος στο εν γένει θερμό κλίμα της αρχαίας Μέσης Ανατολής, όπου οι άνθρωποι φορούσαν κατά κανόνα ανοιχτά σανδάλια, περπατούσαν σε ξερό έδαφος και οδοιπορούσαν σε σκονισμένους δρόμους. Στο μέσο σπίτι του κοινού λαού, ο οικοδεσπότης έφερνε τα απαραίτητα σκεύη και το νερό, και οι επισκέπτες έπλεναν μόνοι τους τα πόδια τους. (Κρ 19:21) Ένας πλουσιότερος οικοδεσπότης έβαζε συνήθως κάποιον δούλο του να κάνει το πλύσιμο των ποδιών, κάτι που θεωρούνταν ταπεινή εργασία. Η Αβιγαία έδειξε ότι ήταν πρόθυμη να συμμορφωθεί με την επιθυμία του Δαβίδ να γίνει σύζυγός του, λέγοντας: «Να η δούλη σου! Ας είναι υπηρέτρια για να πλένει τα πόδια των υπηρετών του κυρίου μου». (1Σα 25:40-42) Το να πλύνει ο ίδιος ο οικοδεσπότης ή η οικοδέσποινα τα πόδια των επισκεπτών αποτελούσε ιδιαίτερη εκδήλωση ταπεινοφροσύνης και στοργικού ενδιαφέροντος προς τους φιλοξενουμένους.
Το πλύσιμο των ποδιών δεν ήταν μόνο χειρονομία φιλοξενίας από έναν οικοδεσπότη προς τον φιλοξενούμενό του, αλλά και κάτι που συνήθιζαν να κάνουν προτού πέσουν στο κρεβάτι. (Ασμ 5:3) Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι ότι οι Λευίτες ιερείς απαιτούνταν να πλένουν τα πόδια και τα χέρια τους προτού μπουν στη σκηνή της μαρτυρίας ή προτού υπηρετήσουν στο θυσιαστήριο.—Εξ 30:17-21· 40:30-32.
Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, ο οικοδεσπότης μπορεί να πρόσφερε στον φιλοξενούμενό του νερό για πλύσιμο των ποδιών του, να τον φιλούσε και να άλειβε το κεφάλι του με λάδι. Ο Σίμων ο Φαρισαίος παραμέλησε αυτές τις τρεις εκδηλώσεις φιλοξενίας ενόσω είχε στο σπίτι του τον Ιησού. Γι’ αυτό, όταν μια αμαρτωλή γυναίκα κλαίγοντας έβρεξε με τα δάκρυά της τα πόδια του Ιησού, τα σκούπισε με τα μαλλιά της, τα φίλησε και μετά τα άλειψε με αρωματικό λάδι, ο Χριστός επισήμανε την αμέλεια του Σίμωνα και έπειτα είπε στη γυναίκα: «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες».—Λου 7:36-50.
Ο Ιησούς Χριστός έπλυνε τα πόδια των αποστόλων του την τελευταία νύχτα της επίγειας ζωής του, στις 14 Νισάν του 33 Κ.Χ., με σκοπό να τους διδάξει κάτι και “να θέσει το υπόδειγμα”, και όχι για να καθιερώσει μια τελετή. (Ιωα 13:1-16) Είχαν υπάρξει αντιλογίες μεταξύ των αποστόλων σχετικά με το ποιος ήταν ο μεγαλύτερος. Ακόμη και αργότερα το ίδιο βράδυ, αφού εκείνος τους είχε ήδη πλύνει τα πόδια, αυτοί λογομάχησαν έντονα και πάλι για το ποιος φαινόταν να είναι ο μεγαλύτερος. (Λου 22:24-27) Αλλά δεν θα ξεχνούσαν εύκολα αυτό που είχε κάνει ο Ιησούς. Εκείνη τη νύχτα ο Ιησούς και οι απόστολοι χρησιμοποιούσαν απλώς ένα δωμάτιο, δεν ήταν φιλοξενούμενοι κάποιου. Άρα, δεν υπήρχαν διαθέσιμοι υπηρέτες για να τους πλύνουν τα πόδια, κάτι που αναμφίβολα θα συνέβαινε αν ήταν φιλοξενούμενοι. Κανένας από τους αποστόλους δεν πήρε την πρωτοβουλία να εκτελέσει αυτή την ταπεινή υπηρεσία για τους άλλους. Ωστόσο, σε κάποια κατάλληλη στιγμή στη διάρκεια του γεύματος, ο Ιησούς σηκώθηκε, έβαλε στην άκρη τα εξωτερικά του ενδύματα, περιζώστηκε με μια πετσέτα, έβαλε νερό σε μια λεκάνη και τους έπλυνε τα πόδια. Με αυτόν τον τρόπο έδειξε ότι, ενεργώντας ταπεινά, ο καθένας πρέπει να είναι υπηρέτης των άλλων και να τους δείχνει αγάπη με πρακτικούς τρόπους, εξυπηρετώντας τους. Οι Χριστιανές οικοδέσποινες το έκαναν αυτό, όπως αποδεικνύεται από το ότι ο απόστολος Παύλος συμπεριέλαβε τη φιλόξενη πράξη του πλυσίματος των ποδιών στα καλά έργα που έκαναν οι Χριστιανές χήρες. (1Τι 5:9, 10) Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν αναφέρουν το επίσημο πλύσιμο των ποδιών ως απαραίτητη Χριστιανική τελετή. Ωστόσο, το παράδειγμα που έθεσε ο Ιησούς Χριστός με αυτή την πράξη υπενθυμίζει στους Χριστιανούς ότι πρέπει να υπηρετούν τους αδελφούς τους με αγάπη, κάνοντας για αυτούς ακόμη και μικρά πράγματα, καθώς και ταπεινές εργασίες.—Ιωα 13:34, 35· βλέπε ΛΟΥΤΡΟ, ΛΟΥΣΙΜΟ.
-
-
Πλύσιμο ΧεριώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΥΣΙΜΟ ΧΕΡΙΩΝ
Στα αρχαία χρόνια, αντί να βουτούν τα χέρια μέσα σε κάποιο δοχείο γεμάτο νερό, τα έπλεναν συνήθως με νερό που χυνόταν πάνω σε αυτά. Κατόπιν, το βρώμικο νερό έτρεχε μέσα στο δοχείο ή στη λεκάνη που είχαν τοποθετήσει κάτω από τα χέρια τους.—Παράβαλε 2Βα 3:11.
Ο Νόμος όριζε ότι οι ιερείς έπρεπε να πλένουν τα χέρια και τα πόδια τους στη χάλκινη λεκάνη που βρισκόταν ανάμεσα στο αγιαστήριο και στο θυσιαστήριο προτού διακονήσουν στο θυσιαστήριο ή μπουν στη σκηνή της συνάντησης. (Εξ 30:18-21) Ο Νόμος δήλωνε επίσης ότι, σε περίπτωση που βρισκόταν κάποιος σκοτωμένος και ήταν αδύνατον να εξακριβωθεί η ταυτότητα του δολοφόνου, οι πρεσβύτεροι της πόλης η οποία βρισκόταν πλησιέστερα στον σκοτωμένο έπρεπε να οδηγήσουν μια νεαρή αγελάδα, με την οποία δεν είχε γίνει καμιά εργασία και η οποία δεν είχε σύρει ζυγό, στην κοιλάδα ενός χειμάρρου όπου έτρεχε νερό και εκεί να σπάσουν τον τράχηλό της. Στη συνέχεια, οι πρεσβύτεροι έπρεπε να πλύνουν τα χέρια τους πάνω από τη νεαρή αγελάδα, δηλώνοντας την αθωότητά τους όσον αφορά το φόνο. (Δευ 21:1-8) Επίσης, σύμφωνα με το Νόμο, ένα άτομο θεωρούνταν ακάθαρτο αν το άγγιζε κάποιος που είχε εκκρίσεις και δεν είχε ξεπλύνει τα χέρια του.—Λευ 15:11.
Ο Δαβίδ επιθυμούσε να έχει καθαρά χέρια από ηθική άποψη ώστε να μπορεί να προσφέρει λατρεία ενώπιον του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά. (Ψλ 26:6) Από την άλλη πλευρά, ο Πιλάτος προσπάθησε μάταια να απαλλαχτεί από την ενοχή αίματος σε σχέση με το θάνατο του Ιησού πλένοντας τα χέρια του ενώπιον του λαού. Με αυτόν, όμως, τον τρόπο δεν μπορούσε να αποποιηθεί πραγματικά την ευθύνη για το θάνατο του Ιησού, αφού ο ίδιος, και όχι ο ωρυόμενος όχλος, είχε την εξουσία να εκφέρει κρίση.—Ματ 27:24.
Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι του πρώτου αιώνα Κ.Χ. έδιναν μεγάλη σημασία στο πλύσιμο των χεριών και ήρθαν σε αντιπαράθεση με τον Ιησού Χριστό λέγοντας ότι οι μαθητές του παρέβαιναν την παράδοση των παλαιοτέρων με το να μην πλένουν τα χέρια τους όταν επρόκειτο να γευματίσουν. Εδώ δεν εννοείται το συνηθισμένο πλύσιμο των χεριών για λόγους υγιεινής, αλλά μια εθιμοτυπική τελετουργία. «Οι Φαρισαίοι και όλοι οι Ιουδαίοι δεν τρώνε αν δεν πλύνουν τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα». (Μαρ 7:2-5· Ματ 15:2) Το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (Σοτά 4β) εξισώνει όποιον τρώει με άπλυτα χέρια με εκείνον που έχει σχέσεις με πόρνη και δηλώνει ότι όποιος παίρνει στα ελαφρά το πλύσιμο των χεριών θα «ξεριζωθεί από τον κόσμο».—Βλέπε ΛΟΥΤΡΟ, ΛΟΥΣΙΜΟ.
-
-
ΠνεύμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΝΕΥΜΑ
Η λέξη πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από το ρήμα πνέω, που σημαίνει «αναπνέω» ή «φυσώ», η δε εβραϊκή λέξη ρούαχ (πνεύμα) πιστεύεται ότι προέρχεται από μια ρίζα με την ίδια σημασία. Έτσι λοιπόν, οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα βασικά σημαίνουν «πνοή», αλλά διαθέτουν και άλλες επιπρόσθετες σημασίες πέρα από τη βασική. (Παράβαλε Αββ 2:19· Απ 13:15.) Είναι δυνατόν να σημαίνουν επίσης τον άνεμο, τη ζωτική δύναμη στα ζωντανά πλάσματα, το πνεύμα κάποιου, τα πνευματικά πρόσωπα, περιλαμβανομένου του Θεού και των αγγελικών πλασμάτων του, και τέλος την ενεργό δύναμη του Θεού, δηλαδή το άγιο πνεύμα. (Παράβαλε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 877-879· Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 924-926· Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament], επιμέλεια Γκ. Φρίντριχ, 1959, Τόμ. 6, σ. 330-450.) Όλες αυτές οι έννοιες έχουν κάτι κοινό: Αναφέρονται σε κάτι αόρατο στα ανθρώπινα μάτια το οποίο μαρτυρεί την ύπαρξη μιας δύναμης εν κινήσει. Μια τέτοια αόρατη δύναμη είναι σε θέση να παράγει ορατά αποτελέσματα.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη, η λέξη νεσαμάχ (Γε 2:7), σημαίνει επίσης «πνοή», αλλά έχει πιο περιορισμένο σημασιολογικό εύρος από τη λέξη ρούαχ. Η λέξη πνοή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου φαίνεται πως έχει ανάλογη, περιορισμένη έννοια (Πρ 17:25) και χρησιμοποιήθηκε από τους μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα για την απόδοση της λέξης νεσαμάχ.
Άνεμος. Ας ασχοληθούμε πρώτα με την έννοια που ίσως είναι ευκολότερο να συλλάβουμε. Τα συμφραζόμενα σε πολλές περιπτώσεις δείχνουν ότι η λέξη ρούαχ σημαίνει «άνεμος», όπως όταν γίνεται λόγος για τον “ανατολικό άνεμο” (Εξ 10:13) και τους «τέσσερις ανέμους». (Ζαχ 2:6) Το γεγονός ότι αναφέρονται στα συμφραζόμενα πράγματα όπως τα σύννεφα, η θύελλα, άχυρα που τα παίρνει ο αέρας ή παρεμφερή πράγματα συχνά καθιστά προφανή αυτή την έννοια. (Αρ 11:31· 1Βα 18:45· 19:11· Ιωβ 21:18) Εφόσον οι τέσσερις άνεμοι χρησιμοποιούνται με την έννοια των τεσσάρων κατευθύνσεων—ανατολή, δύση, βορράς και νότος—σε κάποιες περιπτώσεις η λέξη ρούαχ είναι δυνατόν να αποδίδεται “κατεύθυνση” ή «πλευρά».—1Χρ 9:24· Ιερ 49:36· 52:23· Ιεζ 42:16-20.
Τα εδάφια Ιώβ 41:15, 16 λένε για τις φολίδες του Λευιάθαν, οι οποίες είναι απόλυτα συναρμοσμένες μεταξύ τους, ότι «ούτε ο αέρας [βερούαχ] δεν μπορεί να περάσει ανάμεσά τους». Και σε αυτή την περίπτωση η λέξη ρούαχ αναφέρεται σε αέρα εν κινήσει, όχι απλώς σε αέρα που βρίσκεται σε ήρεμη ή αδρανή κατάσταση. Άρα, υπάρχει το στοιχείο της αόρατης ενεργού δύναμης, κάτι που αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό της εβραϊκής λέξης ρούαχ.
Προφανώς η μόνη περίπτωση στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές όπου η λέξη πνεῦμα χρησιμοποιείται με την έννοια του ανέμου είναι το εδάφιο Ιωάννης 3:8.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ελέγξει τον άνεμο, να τον καθοδηγήσει, να τον κατευθύνει, να τον αναχαιτίσει ή να τον κατακτήσει. Λόγω αυτού, ο «άνεμος [ρούαχ]» συχνά αντιπροσωπεύει κάτι το ανεξέλεγκτο ή το ανέφικτο για τον άνθρωπο—κάτι άπιαστο, φευγαλέο, μάταιο, που δεν μπορεί να ωφελήσει ουσιαστικά. (Παράβαλε Ιωβ 6:26· 7:7· 8:2· 16:3· Παρ 11:29· 27:15, 16· 30:4· Εκ 1:14, 17· 2:11· Ησ 26:18· 41:29.) Για μια διεξοδική εξέταση αυτής της πτυχής του θέματος, βλέπε ΑΝΕΜΟΣ.
Πνευματικά Πρόσωπα. Ο Θεός είναι αόρατος στα ανθρώπινα μάτια (Εξ 33:20· Ιωα 1:18· 1Τι 1:17), είναι ζωντανός και η δύναμη που ασκεί σε ολόκληρο το σύμπαν είναι ανυπέρβλητη. (2Κο 3:3· Ησ 40:25-31) Ο Χριστός Ιησούς δηλώνει: «Ο Θεός είναι Πνεύμα». Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Ο δε Ιεχωβά είναι το Πνεύμα». (Ιωα 4:24· 2Κο 3:17, 18) Ο ναός που οικοδομήθηκε πάνω στον Χριστό, με τον Χριστό ως θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα, είναι «τόπος για να κατοικεί ο Θεός μέσω πνεύματος».—Εφ 2:22.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Θεός είναι μια απρόσωπη, ασώματη δύναμη όπως ο άνεμος. Οι Γραφές βεβαιώνουν σαφώς ότι αποτελεί προσωπικότητα. Επιπλέον κατοικεί σε ορισμένο τόπο, γι’ αυτό και ο Χριστός μπορούσε εύλογα να πει ότι “πηγαίνει στον Πατέρα του”, προκειμένου “να εμφανιστεί μπροστά στο πρόσωπο του Θεού για εμάς”.—Ιωα 16:28· Εβρ 9:24· παράβαλε 1Βα 8:43· Ψλ 11:4· 113:5, 6· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ (Το Πρόσωπο που Προσδιορίζεται από το Όνομα).
Η έκφραση «το πνεύμα μου» (ρουχί), την οποία χρησιμοποιεί ο Θεός στο εδάφιο Γένεση 6:3, ενδεχομένως σημαίνει «Εγώ, το Πνεύμα», όπως αντίστοιχα η έκφραση «η ψυχή μου» (ναφσί) την οποία χρησιμοποιεί έχει την έννοια «Εγώ, το άτομο» ή «το άτομό μου». (Ησ 1:14· βλέπε ΨΥΧΗ [Με Ποια Έννοια Έχει ο Θεός Ψυχή].) Με αυτόν τον τρόπο αντιπαραβάλλει την ουράνια πνευματική θέση του με τη θέση του γήινου, σαρκικού ανθρώπου.
Ο Γιος του Θεού. Ο «μονογενής γιος» του Θεού, ο Λόγος, ήταν πνευματικό πρόσωπο όπως ο Πατέρας του και συνεπώς «υπήρχε με μορφή Θεού» (Φλπ 2:5-8), αλλά αργότερα «έγινε σάρκα» και κατοίκησε ανάμεσα στους ανθρώπους ως ο άνθρωπος Ιησούς. (Ιωα 1:1, 14) Τερματίζοντας την επίγεια πορεία του, «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Ο Πατέρας του τον ανέστησε, έκανε δεκτό το αίτημα που του υπέβαλε ο Γιος του να δοξαστεί δίπλα στον Πατέρα του με τη δόξα που είχε στην προανθρώπινη κατάστασή του (Ιωα 17:4, 5) και τον κατέστησε «πνεύμα που δίνει ζωή». (1Κο 15:45) Έτσι λοιπόν, ο Γιος έγινε και πάλι αόρατος στα ανθρώπινα μάτια, κατοικώντας «σε απρόσιτο φως . . . [όπου] κανείς από τους ανθρώπους δεν [τον] έχει δει ούτε μπορεί να [τον] δει».—1Τι 6:14-16.
Άλλα πνευματικά πλάσματα. Σε αρκετά εδάφια οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα αναφέρονται σε αγγέλους. (1Βα 22:21, 22· Ιεζ 3:12, 14· 8:3· 11:1, 24· 43:5· Πρ 23:8, 9· 1Πε 3:19, 20) Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η πλειονότητα αυτών των περιπτώσεων αφορά πονηρά πνευματικά πλάσματα, δαίμονες.—Ματ 8:16· 10:1· 12:43-45· Μαρ 1:23-27· 3:11, 12, 30.
Το εδάφιο Ψαλμός 104:4 δηλώνει ότι ο Θεός κάνει “τους αγγέλους του πνεύματα, τους διακόνους του φωτιά που κατατρώει”. Μερικές μεταφράσεις έχουν την απόδοση: «Κάνεις τους ανέμους αγγελιοφόρους σου, και υπηρέτες σου τις φλόγες της φωτιάς» ή κάτι παρόμοιο. (ΜΠΚ, υποσ.· ΛΧ, RS, JP, AT, JB) Μια τέτοια απόδοση του εβραϊκού κειμένου δεν είναι απαράδεκτη (παράβαλε Ψλ 148:8), αλλά η παράθεση αυτού του εδαφίου από τον απόστολο Παύλο (Εβρ 1:7) συμφωνεί με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και εναρμονίζεται με την απόδοση που αναφέρεται πρώτη. (Στο πρωτότυπο κείμενο του εδαφίου Εβραίους 1:7 το οριστικό άρθρο χρησιμοποιείται πριν από τη λέξη «αγγέλους» [τούς ἀγγέλους], και όχι πριν από τη λέξη «πνεύματα», πράγμα που σημαίνει ότι το αντικείμενο της συζήτησης είναι οι άγγελοι.) Το βιβλίο Παρατηρήσεις του Μπαρνς για την Καινή Διαθήκη ([Barnes’ Notes on the New Testament] 1974) λέει: «Εννοείται ότι [ο Παύλος], ο οποίος είχε διδαχτεί την εβραϊκή γλώσσα, θα ήταν σε καλύτερη θέση από εμάς να γνωρίζει τη σωστή δομή της πρότασης [του εδαφίου Ψαλμός 104:4]. Εξάλλου, είναι βέβαιο από ηθική άποψη ότι στην επιχειρηματολογία του θα χρησιμοποιούσε το εν λόγω εδάφιο σύμφωνα με την κοινή κατανόηση που θα είχαν για αυτό εκείνοι προς τους οποίους έγραφε—οι οποίοι ήταν εξοικειωμένοι με την εβραϊκή γλώσσα και γραμματεία».—Παράβαλε Εβρ 1:14.
Οι άγγελοι του Θεού, παρότι έχουν την ικανότητα να υλοποιούνται προσλαμβάνοντας ανθρώπινη μορφή και να εμφανίζονται σε ανθρώπους, δεν είναι εκ φύσεως υλικοί ή σάρκινοι, οπότε είναι αόρατοι. Είναι ενεργά ζωντανοί, ικανοί να ασκούν μεγάλη δύναμη, γι’ αυτό και οι όροι ρούαχ και πνεῦμα τούς περιγράφουν κατάλληλα.
Το εδάφιο Εφεσίους 6:12 αναφέρει ότι οι Χριστιανοί διεξάγουν πάλη, «όχι ενάντια σε αίμα και σάρκα, αλλά ενάντια στις κυβερνήσεις, ενάντια στις εξουσίες, ενάντια στους κοσμοκράτορες αυτού του σκοταδιού, ενάντια στις πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». Στο πρωτότυπο κείμενο, το τελευταίο μέρος του εδαφίου λέει κατά γράμμα: Πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Οι περισσότερες σύγχρονες μεταφράσεις αναγνωρίζουν ότι εδώ δεν έχουμε απλώς μια αναφορά σε κάτι αφηρημένο, στην «πνευματική πονηρία» (KJ), αλλά στην πονηρία την οποία εκδηλώνουν πνευματικά πρόσωπα. Γι’ αυτό και συναντάμε αποδόσεις όπως: «στις πνευματικές δυνάμεις του κακού στα ύψη» (AT), «στις πνευματικές στρατιές της πονηρίας στους ουράνιους τόπους» (RS), «στο πνευματικό στράτευμα του κακού στους ουρανούς» (JB), «στις υπερανθρώπινες δυνάμεις του κακού στους ουρανούς» (NE)· βλέπε επίσης ΚΔΒ.
Η Ενεργός Δύναμη του Θεού—Το Άγιο Πνεύμα. Οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων όπου χρησιμοποιούνται, συνδέονται με το πνεύμα του Θεού, την ενεργό Του δύναμη, το άγιο πνεύμα Του.
Δεν είναι πρόσωπο. Η διδασκαλία ότι το άγιο πνεύμα είναι πρόσωπο και μέρος του «Τριαδικού Θεού» έγινε επίσημο εκκλησιαστικό δόγμα μόλις τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ. Οι πρώτοι εκκλησιαστικοί «πατέρες» δεν δίδασκαν κάτι τέτοιο. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας του δεύτερου αιώνα Κ.Χ. δίδαξε ότι το άγιο πνεύμα είναι “επενέργεια του Θεού ή τρόπος με τον οποίο δρα ο Θεός”. Αντίστοιχα, ο Ιππόλυτος δεν θεωρούσε το άγιο πνεύμα προσωπικότητα. Οι ίδιες οι Γραφές υποστηρίζουν ομόφωνα ότι το άγιο πνεύμα του Θεού δεν είναι πρόσωπο, αλλά η ενεργός δύναμη του Θεού, μέσω της οποίας Αυτός εκπληρώνει το σκοπό Του και εκτελεί το θέλημά Του.
Ας σημειωθεί πρώτα από όλα ότι τα λόγια «εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις είναι εν» (ΒΑΜ), τα οποία υπάρχουν σε παλιότερες μεταφράσεις στο εδάφιο 1 Ιωάννη 5:7, είναι στην πραγματικότητα νόθα προσθήκη στο πρωτότυπο κείμενο. Μια υποσημείωση στη Βίβλο της Ιερουσαλήμ—μια Καθολική μετάφραση—αναφέρει ότι αυτά τα λόγια δεν υπάρχουν «σε κανένα από τα παλαιότερα ελληνικά χειρόγραφα, σε καμία από τις παλαιότερες μεταφράσεις και σε κανένα από τα καλύτερα χειρόγραφα της ίδιας της Βουλγάτας». Το Σχολιολόγιο του Κειμένου της Ελληνικής Καινής Διαθήκης ([A Textual Commentary on the Greek New Testament] 1975, σ. 716-718), του Μπρους Μέτζερ, αναπλάθει με λεπτομέρειες το ιστορικό αυτού του νόθου χωρίου. Δηλώνει ότι το χωρίο απαντάται για πρώτη φορά σε μια πραγματεία του τέταρτου αιώνα με τίτλο Βιβλίον Απολογητικόν (Liber Apologeticus) και πρωτοεμφανίζεται σε χειρόγραφα των Γραφών της Παλαιάς Λατινικής καθώς και σε χειρόγραφα της Βουλγάτας από τον έκτο αιώνα και μετά. Στο σύνολό τους, οι σύγχρονες μεταφράσεις, Καθολικές και Προτεσταντικές, δεν περιλαμβάνουν αυτά τα λόγια στο κύριο σώμα του κειμένου, επειδή αναγνωρίζουν ότι είναι νόθα.—RS, NE, NAB, ΚΔΒ.
Η προσωποποίησή του δεν αποδεικνύει ότι είναι πρόσωπο. Είναι αλήθεια ότι ο Ιησούς περιέγραψε το άγιο πνεύμα ως «βοηθό» που “διδάσκει”, “δίνει μαρτυρία”, “δίνει αποδείξεις”, “οδηγεί”, “μιλάει”, “ακούει” και “λαβαίνει”. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως φαίνεται από το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, ο Ιησούς χρησιμοποιεί μερικές φορές αντωνυμίες αρσενικού γένους όταν αναφέρεται σε αυτόν το «βοηθό» (παράκλητον, Κείμενο). (Παράβαλε Ιωα 14:16, 17, 26· 15:26· 16:7-15.) Ωστόσο, δεν είναι ασυνήθιστο στις Γραφές να προσωποποιείται κάτι που στην πραγματικότητα δεν είναι πρόσωπο. Η σοφία προσωποποιείται στο βιβλίο των Παροιμιών (1:20-33· 8:1-36), και στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιούνται για αυτήν αντωνυμικοί τύποι θηλυκού γένους. Η σοφία προσωποποιείται επίσης στα εδάφια Ματθαίος 11:19 και Λουκάς 7:35, όπου της αποδίδονται «έργα» και «παιδιά». Ο απόστολος Παύλος προσωποποίησε την αμαρτία και το θάνατο, καθώς και την παρ’ αξία καλοσύνη, ως “βασιλιάδες”. (Ρω 5:14, 17, 21· 6:12) Λέει για την αμαρτία ότι “λαβαίνει αφορμή”, “απεργάζεται πλεονεξία”, “παραπλανά” και “θανατώνει”. (Ρω 7:8-11) Ωστόσο, είναι προφανές ότι ο Παύλος δεν εννοούσε πως η αμαρτία είναι στην πραγματικότητα πρόσωπο.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα λόγια του Ιησού για το άγιο πνεύμα τα οποία κατέγραψε ο Ιωάννης—τα όσα αναφέρει ο Ιωάννης θα πρέπει να εξεταστούν με βάση τα συμφραζόμενα. Ο Ιησούς προσωποποίησε το άγιο πνεύμα όταν το χαρακτήρισε «βοηθό» (παράκλητον, Κείμενο), χρησιμοποιώντας ουσιαστικό αρσενικού γένους. Εύλογα, λοιπόν, στην αφήγηση του Ιωάννη, τα λόγια του Ιησού σχετικά με το ρόλο που θα είχε αυτό το πνεύμα ως «βοηθός» περιλαμβάνουν αντωνυμίες αρσενικού γένους. Από την άλλη πλευρά, στα ίδια συμφραζόμενα, όταν υπάρχει η λέξη πνεῦμα, ο Ιωάννης χρησιμοποιεί αντωνυμία ουδέτερου γένους για να αναφερθεί στο άγιο πνεύμα, εφόσον η λέξη πνεῦμα είναι ουδέτερου γένους. Επομένως, το γεγονός ότι ο Ιωάννης χρησιμοποιεί αντωνυμία αρσενικού γένους σε συνάρτηση με τη λέξη παράκλητος αποτελεί παράδειγμα συμμόρφωσης με τους γραμματικούς κανόνες, όχι έκφραση δόγματος.—Ιωα 14:16, 17· 16:7, 8.
Δεν προσδιορίζεται ως πρόσωπο. Εφόσον ο ίδιος ο Θεός είναι Πνεύμα και είναι άγιος, και εφόσον όλοι οι πιστοί αγγελικοί γιοι του είναι πνεύματα και είναι άγιοι, είναι προφανές ότι αν το «άγιο πνεύμα» ήταν πρόσωπο, θα έπρεπε λογικά να υπάρχει στις Γραφές κάποιος τρόπος για να διαχωρίζεται αυτό το πνευματικό πρόσωπο από όλα τα άλλα “άγια πνεύματα” και να προσδιορίζεται η ταυτότητά του. Θα περίμενε δε κανείς τουλάχιστον να συνοδεύεται από το οριστικό άρθρο σε όλες τις περιπτώσεις που δεν αποκαλείται “άγιο πνεύμα του Θεού” ή δεν προσδιορίζεται από κάποια ανάλογη έκφραση. Αυτό θα το έκανε τουλάχιστον να ξεχωρίζει ως ΤΟ Άγιο Πνεύμα. Αντ’ αυτού, όμως, σε πολυάριθμες περιπτώσεις η έκφραση «άγιο πνεύμα» εμφανίζεται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χωρίς το άρθρο, κάτι που υποδηλώνει ότι το άγιο πνεύμα δεν αποτελεί προσωπικότητα.—Παράβαλε Πρ 6:3, 5· 7:55· 8:15, 17, 19· 9:17· 11:24· 13:9, 52· 19:2· Ρω 9:1· 14:17· 15:13, 16· 1Κο 12:3· Εβρ 2:4· 6:4· 2Πε 1:21· Ιου 20. Βλέπε επίσης Κείμενο.
Πώς βαφτίζεται κάποιος στο «όνομά» του. Στο εδάφιο Ματθαίος 28:19 γίνεται αναφορά στο «όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος». Η λέξη «όνομα» μπορεί να σημαίνει κάτι διαφορετικό από το προσωπικό όνομα κάποιου. Όταν λέμε «εν ονόματι του νόμου» ή «εν ονόματι της θρησκείας», δεν έχουμε υπόψη μας κάποιο τέτοιο πρόσωπο. Με τη λέξη «όνομα» σε αυτές τις εκφράσεις εννοούμε “τα όσα αντιπροσωπεύει ο νόμος ή την εξουσία του νόμου” και “τα όσα αντιπροσωπεύει ή επιτάσσει η θρησκεία”. Η λέξη ὄνομα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί επίσης να έχει αυτή την έννοια. Έτσι λοιπόν, ενώ μερικές μεταφράσεις (ΒΑΜ, KJ, AS) ακολουθούν το πρωτότυπο κείμενο του εδαφίου Ματθαίος 10:41 κατά γράμμα, λέγοντας: «Ο δεχόμενος προφήτην εις όνομα προφήτου μισθόν προφήτου θέλει λάβει, και ο δεχόμενος δίκαιον εις όνομα δικαίου, μισθόν δικαίου θέλει λάβει», κάποιες πιο σύγχρονες μεταφράσεις λένε: «Όποιος δέχεται προφήτη, γιατί είναι προφήτης» και «όποιος δέχεται δίκαιο, γιατί είναι δίκαιος» ή κάτι παρεμφερές. (RS, JB, ΜΝΚ, ΚΔΒ, ΚΔΤΚ, ΔΕΛ) Το σύγγραμμα Λεκτικές Εικόνες της Καινής Διαθήκης ([Word Pictures in the New Testament] 1930, Τόμ. 1, σ. 245), του Ρόμπερτσον, λέει σχετικά με το εδάφιο Ματθαίος 28:19: «Η έννοια της λέξης ὄνομα που χρησιμοποιείται εδώ είναι κοινή στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στους παπύρους, και εκφράζει δύναμη ή εξουσία». Επομένως, το βάφτισμα στο “όνομα του αγίου πνεύματος” υποδηλώνει αναγνώριση του γεγονότος ότι αυτό το πνεύμα πηγάζει από τον Θεό και δρα σύμφωνα με το θεϊκό θέλημα.
Άλλες αποδείξεις της απρόσωπης φύσης του. Κάτι ακόμη που καταρρίπτει την αντίληψη ότι το άγιο πνεύμα αποτελεί προσωπικότητα είναι το ότι χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλα απρόσωπα στοιχεία, όπως το νερό και η φωτιά. (Ματ 3:11· Μαρ 1:8) Επίσης, αναφέρεται για τους Χριστιανούς ότι βαφτίζονται «σε άγιο πνεύμα». (Πρ 1:5· 11:16) Παροτρύνονται δε να “γεμίζουν με πνεύμα” αντί με κρασί. (Εφ 5:18) Με παρόμοιο τρόπο, γίνεται επίσης λόγος για άτομα “γεμάτα” από πνεύμα και από ιδιότητες όπως η σοφία και η πίστη (Πρ 6:3, 5· 11:24) ή η χαρά (Πρ 13:52). Μάλιστα στο εδάφιο 2 Κορινθίους 6:6 το άγιο πνεύμα παρεμβάλλεται ανάμεσα σε αρκετές τέτοιες ιδιότητες. Θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να χρησιμοποιηθούν τέτοιες εκφράσεις αν το άγιο πνεύμα ήταν θεϊκό πρόσωπο. Όσο για το ότι το πνεύμα “δίνει μαρτυρία” (Πρ 5:32· 20:23), ας σημειωθεί ότι το ίδιο λέγεται αναφορικά με το νερό και το αίμα στα εδάφια 1 Ιωάννη 5:6-8. Μολονότι μερικά εδάφια λένε ότι το πνεύμα «μαρτυρεί», “μιλάει” ή «έχει πει» πράγματα, άλλα εδάφια καθιστούν σαφές ότι μιλούσε μέσω ατόμων, μη έχοντας δική του προσωπική φωνή. (Παράβαλε Εβρ 3:7· 10:15-17· Ψλ 95:7· Ιερ 31:33, 34· Πρ 19:2-6· 21:4· 28:25.) Το πνεύμα, λοιπόν, θα μπορούσε να παραβληθεί με τα ραδιοκύματα, τα οποία μπορούν να μεταδώσουν ένα μήνυμα από κάποιο άτομο που μιλάει σε μικρόφωνο και να κάνουν τη φωνή του να ακουστεί σε άτομα που βρίσκονται σε μακρινή απόσταση, σαν να μιλούν τα ίδια τα ραδιοκύματα «αναγγέλλοντας» το μήνυμα από το ηχείο του ραδιοφώνου. Ο Θεός, μέσω του πνεύματός του, μεταδίδει τα μηνύματά του και γνωστοποιεί το θέλημά του στις διάνοιες και στις καρδιές των υπηρετών του στη γη, οι οποίοι, με τη σειρά τους, μπορούν να μεταφέρουν αυτό το μήνυμα και σε άλλους.
Δεν είναι απλώς «δύναμη». Επομένως, οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα, όταν χρησιμοποιούνται για το άγιο πνεύμα του Θεού, αναφέρονται στην αόρατη ενεργό δύναμη του Θεού, μέσω της οποίας εκείνος εκπληρώνει το θεϊκό σκοπό του και το θέλημά του. Πρόκειται για κάτι το «άγιο» διότι προέρχεται από Αυτόν, όχι από επίγεια πηγή, και δεν υπάρχει σε αυτό ίχνος διαφθοράς, επειδή είναι «το πνεύμα της αγιότητας». (Ρω 1:4) Δεν είναι απλώς η «δύναμη» του Ιεχωβά, επειδή αυτή η λέξη αποδίδει ορθότερα άλλες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών (εβρ., κόαχ· ελλ., δύναμις). Οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα χρησιμοποιούνται σε συνάρτηση, ακόμη δε και εκ παραλλήλου, με αυτές τις λέξεις που σημαίνουν «δύναμη», πράγμα που δείχνει ότι μεταξύ τους υπάρχει μεν εγγενής σχέση αλλά και σαφής διάκριση. (Μιχ 3:8· Ζαχ 4:6· Λου 1:17, 35· Πρ 10:38) Ο όρος «ενεργός δύναμη» δεν αναφέρεται στην ικανότητα ή στη δυνατότητα που έχει κάποιος ή κάτι να δρα ή να κάνει πράγματα, και η οποία μπορεί να υπάρχει σε λανθάνουσα, αδρανή ή ανενεργό κατάσταση. Η «ενεργός δύναμη» περιγράφει πιο συγκεκριμένα την ενέργεια που διοχετεύεται και ασκείται σε πρόσωπα ή πράγματα, και μπορεί να οριστεί ως «ο επιδρών παράγοντας που παράγει ή τείνει να παράγει κίνηση ή μεταβολή της κίνησης». Η «δύναμη» μπορεί να παρομοιαστεί με την ενέργεια που είναι αποθηκευμένη σε μια μπαταρία, ενώ η «ενεργός δύναμη» θα μπορούσε να παραβληθεί με το ηλεκτρικό ρεύμα που ρέει από αυτή την μπαταρία. Ο όρος «ενεργός δύναμη», λοιπόν, αντανακλά ακριβέστερα την έννοια των λέξεων του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που χρησιμοποιούνται για το πνεύμα του Θεού, πράγμα που επιβεβαιώνεται από την εξέταση των Γραφών.
Πώς Χρησιμοποιήθηκε στη Δημιουργία. Ο Ιεχωβά Θεός επιτέλεσε τη δημιουργία του υλικού σύμπαντος μέσω του πνεύματός του ή της ενεργού του δύναμης. Αναφορικά με τον πλανήτη Γη κατά τα αρχικά στάδια της διαμόρφωσής του, το Γραφικό υπόμνημα δηλώνει ότι «η ενεργός δύναμη του Θεού [ή αλλιώς «πνεύμα» (ρούαχ)] περιφερόταν πάνω από την επιφάνεια των νερών». (Γε 1:2) Το εδάφιο Ψαλμός 33:6 αναφέρει: «Με το λόγο του Ιεχωβά έγιναν οι ουρανοί, και με το πνεύμα του στόματός του όλο το στράτευμά τους». Σαν ισχυρή πνοή, το πνεύμα του Θεού μπορεί να αποστέλλεται κάπου για να ασκήσει δύναμη, αν και δεν υπάρχει φυσική επαφή με το αντικείμενο επί του οποίου επενεργεί. (Παράβαλε Εξ 15:8, 10.) Όπως ένας ανθρώπινος τεχνίτης χρησιμοποιεί τη δύναμη που έχει στα χέρια του και στα δάχτυλά του για να κατασκευάσει διάφορα πράγματα, έτσι και ο Θεός χρησιμοποιεί το πνεύμα του. Γι’ αυτό και το άγιο πνεύμα χαρακτηρίζεται επίσης “χέρι” ή “δάχτυλο” του Θεού.—Παράβαλε Ψλ 8:3· 19:1· Ματ 12:28 με Λου 11:20.
Η σύγχρονη επιστήμη περιγράφει την ύλη ως οργανωμένη ενέργεια, ως δέσμες ενέργειας, και αναγνωρίζει ότι «η ύλη μπορεί να μετατραπεί σε ενέργεια και η ενέργεια σε ύλη». (Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου [The World Book Encyclopedia], 1987, Τόμ. 13, σ. 246) Η απεραντοσύνη του σύμπαντος, όσο μπορεί μέχρι στιγμής να την αντιληφθεί ο άνθρωπος με τα τηλεσκόπιά του, μας δίνει μια απειροελάχιστη εικόνα της ανεξάντλητης πηγής ενέργειας που διαθέτει ο Ιεχωβά Θεός. Όπως έγραψε ο προφήτης: «Ποιος υπολόγισε τις διαστάσεις του πνεύματος του Ιεχωβά;»—Ησ 40:12, 13, 25, 26.
Πηγή της έμψυχης ζωής και των αναπαραγωγικών δυνάμεων. Όχι μόνο η άψυχη, αλλά και όλη η έμψυχη δημιουργία οφείλει την ύπαρξή της και τη ζωή της στη λειτουργία του πνεύματος του Ιεχωβά, με την επενέργεια του οποίου ήρθαν σε ύπαρξη τα πρώτα ζωντανά πλάσματα, από τα οποία έχουν έρθει σε ύπαρξη όλα τα πλάσματα που ζουν σήμερα. (Παράβαλε Ιωβ 33:4· βλέπε υπότιτλο «Πνοή· Πνοή Ζωής· Δύναμη της Ζωής» σε αυτό το λήμμα.) Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε το άγιο πνεύμα του για να αναζωογονήσει τις αναπαραγωγικές δυνάμεις του Αβραάμ και της Σάρρας, γι’ αυτό και λέγεται δικαιολογημένα για τον Ισαάκ ότι «γεννήθηκε με τον τρόπο του πνεύματος». (Γα 4:28, 29) Μέσω του πνεύματός του επίσης, ο Θεός μετέφερε τη ζωή του Γιου του από τον ουρανό στη γη, κάνοντας τη μήτρα της Ιουδαίας παρθένας Μαρίας να συλλάβει.—Ματ 1:18, 20· Λου 1:35.
Το Πνεύμα Χρησιμοποιείται προς Όφελος των Υπηρετών του Θεού. Μια κύρια λειτουργία του πνεύματος του Θεού περιλαμβάνει την ικανότητα που έχει αυτό να πληροφορεί, να διαφωτίζει, να αποκαλύπτει. Γι’ αυτό και ο Δαβίδ εύλογα προσευχήθηκε: «Δίδαξέ με να κάνω το θέλημά σου, γιατί εσύ είσαι ο Θεός μου. Το πνεύμα σου είναι αγαθό· ας με οδηγήσει στη γη της ευθύτητας». (Ψλ 143:10) Πολύ νωρίτερα, ο Ιωσήφ είχε ερμηνεύσει τα προφητικά όνειρα του Φαραώ χάρη στη βοήθεια του Θεού που του έδωσε αυτή την ικανότητα. Ο Αιγύπτιος ηγεμόνας αναγνώρισε ότι το πνεύμα του Θεού επενεργούσε σε αυτόν. (Γε 41:16, 25-39) Αυτή η διαφωτιστική δύναμη του πνεύματος είναι ιδιαίτερα εμφανής στις προφητείες. Οι προφητείες, όπως δείχνει ο απόστολος Πέτρος, δεν προήλθαν από ανθρώπινη ερμηνεία των καταστάσεων και των γεγονότων. Δεν ήταν προϊόν κάποιας έμφυτης ικανότητας των προφητών να εξηγούν το νόημα και τη σημασία αυτών των καταστάσεων ή να προλέγουν τη μορφή των επερχόμενων γεγονότων. Αντίθετα, αυτοί οι άνθρωποι «κατευθύνονταν από άγιο πνεύμα»—φέρονταν, υποκινούνταν και καθοδηγούνταν από την ενεργό δύναμη του Θεού. (2Πε 1:20, 21· 2Σα 23:2· Ζαχ 7:12· Λου 1:67· 2:25-35· Πρ 1:16· 28:25· βλέπε ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ· ΠΡΟΦΗΤΗΣ.) Αντίστοιχα, επίσης, όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη, δηλαδή γράφτηκε υπό την έμπνευση του Θεού ή, κατά κυριολεξία, «με την πνοή του Θεού». (2Τι 3:16) Το πνεύμα επενεργούσε με διάφορους τρόπους καθώς επικοινωνούσε με αυτούς τους άντρες και τους καθοδηγούσε, εμπνέοντάς τους σε μερικές περιπτώσεις οράματα ή όνειρα (Ιεζ 37:1· Ιωλ 2:28, 29· Απ 4:1, 2· 17:3· 21:10), αλλά σε όλες αυτές τις περιπτώσεις επενεργούσε στη διάνοιά τους και στην καρδιά τους υποκινώντας τους και καθοδηγώντας τους σε αρμονία με το σκοπό του Θεού.—Δα 7:1· Πρ 16:9, 10· Απ 1:10, 11· βλέπε ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΙΑ.
Επομένως, το πνεύμα του Θεού δεν οδηγεί μόνο σε αποκάλυψη και κατανόηση του θελήματος του Θεού, αλλά επίσης οπλίζει με δύναμη τους υπηρέτες Του προκειμένου να επιτελούν πράγματα που εναρμονίζονται με αυτό το θέλημα. Αυτό το πνεύμα δρα ως υποκινούσα δύναμη που τους παρακινεί και τους ωθεί, παρόμοια με αυτό που αναφέρει ο Μάρκος για τον Ιησού, ότι δηλαδή το πνεύμα τον «ώθησε» να πάει στην έρημο μετά το βάφτισμά του. (Μαρ 1:12· παράβαλε Λου 4:1.) Μπορεί να είναι σαν «φωτιά» μέσα τους, κάνοντάς τους να “φλέγονται” από αυτή τη δύναμη (1Θε 5:19· Πρ 18:25· Ρω 12:11), με την έννοια ότι εντείνεται μέσα τους η επιθυμία ή η πίεση να επιτελέσουν κάποιο συγκεκριμένο έργο. (Παράβαλε Ιωβ 32:8, 18-20· 2Τι 1:6, 7.) Γίνονται αποδέκτες “της επίδρασης του πνεύματος” ή της “δύναμης μέσω του πνεύματός του”. (Λου 2:27· Εφ 3:16· παράβαλε Μιχ 3:8.) Ωστόσο, δεν πρόκειται απλώς για κάποια ασυνείδητη, τυφλή παρόρμηση, επειδή παράλληλα επηρεάζεται η διάνοια και η καρδιά τους, οι οποίες ως αποτέλεσμα συνεργάζονται συνειδητά με την ενεργό δύναμη που τους δόθηκε. Εύλογα, λοιπόν, ο απόστολος Παύλος είπε για εκείνους που είχαν λάβει το χάρισμα της προφητείας στη Χριστιανική εκκλησία ότι «τα χαρίσματα του πνεύματος των προφητών πρέπει να βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των προφητών», ώστε να διατηρείται η ευταξία.—1Κο 14:31-33.
Ποικιλία ενεργειών. Όπως ακριβώς το ηλεκτρικό ρεύμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να επιτελέσει μια τεράστια ποικιλία λειτουργιών, έτσι και το πνεύμα του Θεού χρησιμοποιείται για να εξουσιοδοτήσει και να ικανώσει άτομα προκειμένου να εκτελέσουν ευρεία ποικιλία πραγμάτων. (Ησ 48:16· 61:1-3) Ο Παύλος έγραψε σχετικά με τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος που υπήρχαν στις ημέρες του: «Υπάρχουν ποικιλίες χαρισμάτων, αλλά το πνεύμα είναι το ίδιο· και υπάρχουν ποικιλίες διακονιών, εντούτοις ο Κύριος είναι ο ίδιος· και υπάρχουν ποικιλίες ενεργειών, εντούτοις ο Θεός είναι ο ίδιος, ο οποίος εκτελεί όλες τις ενέργειες σε όλους τους ανθρώπους. Η φανέρωση όμως του πνεύματος δίνεται στον καθένα για ωφέλιμο σκοπό».—1Κο 12:4-7.
Το πνεύμα έχει τη δύναμη ή την ικανότητα να βοηθάει άτομα να αποκτήσουν τα απαιτούμενα προσόντα ή ικανότητες για μια ορισμένη εργασία ή θέση. Μολονότι ο Βεσελεήλ και ο Οολιάβ μπορεί να είχαν ήδη τεχνικές γνώσεις προτού αναλάβουν το διορισμό να φτιάξουν τον εξοπλισμό της σκηνής της μαρτυρίας και τα ιερατικά ενδύματα, το πνεύμα του Θεού “τούς γέμισε με σοφία, κατανόηση και γνώση”, ώστε το έργο να γίνει όπως είχε σχεδιαστεί. Το πνεύμα αύξησε τις όποιες φυσικές ικανότητες και γνώσεις ήδη κατείχαν και τους κατέστησε ικανούς να διδάξουν και άλλους. (Εξ 31:1-11· 35:30-35) Τα αρχιτεκτονικά σχέδια για το ναό που οικοδομήθηκε μετέπειτα δόθηκαν στον Δαβίδ μέσω θεϊκής έμπνευσης, δηλαδή μέσω της επενέργειας του πνεύματος του Θεού, κάτι που κατέστησε τον Δαβίδ ικανό να κάνει μεγάλη προετοιμασία για αυτό το έργο.—1Χρ 28:12.
Το πνεύμα του Θεού επενεργούσε πάνω στον Μωυσή και μέσω αυτού, καθώς ο Μωυσής προφήτευε και έκανε θαυματουργικές πράξεις, ενώ παράλληλα οδηγούσε το έθνος και εκτελούσε χρέη κριτή για χάρη του, προσκιάζοντας έτσι το μελλοντικό ρόλο του Χριστού Ιησού. (Ησ 63:11-13· Πρ 3:20-23) Ωστόσο, ο Μωυσής, ως ατελής άνθρωπος, ένιωσε ότι το φορτίο της ευθύνης ήταν βαρύ, και ο Θεός “πήρε ένα μέρος από το πνεύμα που ήταν πάνω του και το έβαλε πάνω σε 70 πρεσβυτέρους”, για να μπορέσουν να τον βοηθήσουν να σηκώσει το φορτίο. (Αρ 11:11-17, 24-30) Το πνεύμα άρχισε επίσης να επενεργεί στον Δαβίδ αφότου τον έχρισε ο Σαμουήλ, καθοδηγώντας τον και προετοιμάζοντάς τον για τη μελλοντική βασιλεία του.—1Σα 16:13.
Ο Ιησούς του Ναυή γέμισε «πνεύμα σοφίας» ως ο διάδοχος του Μωυσή. Αλλά το πνεύμα δεν του έδωσε την ικανότητα να προφητεύει και να εκτελεί θαυματουργικά έργα στο βαθμό στον οποίο είχε δώσει αυτή την ικανότητα στον Μωυσή. (Δευ 34:9-12) Ωστόσο, τον κατέστησε ικανό να οδηγήσει τον Ισραήλ στην εκστρατεία με την οποία επιτεύχθηκε η κατάκτηση της Χαναάν. Παρόμοια, το πνεύμα του Ιεχωβά «περικάλυψε» άλλους άντρες, “ωθώντας” τους ως μαχητές υπέρ του λαού του Θεού—όπως συνέβη με τον Γοθονιήλ, τον Γεδεών, τον Ιεφθάε και τον Σαμψών.—Κρ 3:9, 10· 6:34· 11:29· 13:24, 25· 14:5, 6, 19· 15:14.
Το πνεύμα του Θεού όπλισε κάποιους άντρες με τη δύναμη να αναγγείλουν το μήνυμα της αλήθειας με τόλμη και θάρρος ενώπιον των εναντιουμένων και με κίνδυνο της ζωής τους.—Μιχ 3:8.
Το γεγονός ότι ο Θεός “εκχέει” το πνεύμα του πάνω στο λαό του αποτελεί απόδειξη της εύνοιάς του και καταλήγει σε ευλογίες και σε ευημερία για αυτούς.—Ιεζ 39:29· Ησ 44:3, 4.
Κρίνει και εκτελεί κρίση. Μέσω του πνεύματός του ο Θεός κρίνει ανθρώπους και έθνη. Εκτελεί επίσης τις δικαστικές του αποφάσεις, τιμωρώντας ή καταστρέφοντας. (Ησ 30:27, 28· 59:18, 19) Σε αυτές τις περιπτώσεις, η λέξη ρούαχ μπορεί να αποδοθεί ορθά «φύσημα», λόγου χάρη όταν ο Ιεχωβά λέει ότι θα κάνει «να ξεσπάσει φύσημα [ρούαχ] ανεμοθύελλας» μέσα στην οργή του. (Ιεζ 13:11, 13· παράβαλε Ησ 25:4· 27:8.) Το πνεύμα του Θεού μπορεί να φτάσει παντού, ενεργώντας υπέρ ή κατά εκείνων που γίνονται αντικείμενο της προσοχής του.—Ψλ 139:7-12.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 1:4 αναφέρεται ότι «τα εφτά πνεύματα» του Θεού στέκονται ενώπιον του θρόνου του. Στη συνέχεια δίνονται εφτά αγγέλματα, καθένα από τα οποία ολοκληρώνεται με τη νουθεσία να “ακούμε τι λέει το πνεύμα στις εκκλησίες”. (Απ 2:7, 11, 17, 29· 3:6, 13, 22) Τα αγγέλματα αυτά περιέχουν εξαγγελίες κρίσης που ασκούν διερευνητική επίδραση στην καρδιά, καθώς και υποσχέσεις για ανταμοιβή της πιστότητας. Ο Γιος του Θεού παρουσιάζεται να έχει αυτά «τα εφτά πνεύματα του Θεού» (Απ 3:1), τα οποία και περιγράφονται ως «εφτά λυχνάρια με φωτιά» (Απ 4:5) και επίσης ως τα εφτά μάτια του σφαγμένου αρνιού, «τα οποία μάτια σημαίνουν τα εφτά πνεύματα του Θεού που έχουν αποσταλεί σε ολόκληρη τη γη». (Απ 5:6) Εφόσον ο αριθμός εφτά χρησιμοποιείται ως σύμβολο πληρότητας σε άλλα προφητικά κείμενα (βλέπε ΑΡΙΘΜΟΣ), φαίνεται ότι αυτά τα εφτά πνεύματα συμβολίζουν την πλήρη έκταση της ενεργού ικανότητας που διαθέτει ο ενδοξασμένος Ιησούς Χριστός, το Αρνί του Θεού, να παρατηρεί, να διακρίνει ή να εντοπίζει, και η οποία τον καθιστά ικανό να επιθεωρεί ολόκληρη τη γη.
Ο Λόγος του Θεού είναι το «σπαθί» του πνεύματος (Εφ 6:17), δεδομένου ότι φανερώνει το πραγματικό ποιόν κάποιου, εκθέτει κρυφές ιδιότητες ή διαθέσεις της καρδιάς και κάνει το άτομο είτε να μαλακώσει την καρδιά του και να συμμορφωθεί με το θέλημα του Θεού, το οποίο εκφράζεται μέσω αυτού του Λόγου, είτε να σκληρύνει την καρδιά του στασιάζοντας. (Παράβαλε Εβρ 4:11-13· Ησ 6:9, 10· 66:2, 5.) Ο Λόγος του Θεού, λοιπόν, παίζει δυναμικό ρόλο στην πρόρρηση κάποιας δυσμενούς κρίσης, και, εφόσον ο λόγος ή το άγγελμα του Θεού πρέπει να εκπληρωθεί, η εκπλήρωση αυτού του λόγου πυροδοτεί μια ενέργεια που μοιάζει με φωτιά σε άχυρα και με σφύρα που συντρίβει το βράχο. (Ιερ 23:28, 29) Ο Χριστός Ιησούς, ως ο κύριος Εκπρόσωπος του Θεού, ως «Ο Λόγος του Θεού», εξαγγέλλει τα θεϊκά αγγέλματα κρίσης και έχει την εξουσία να διατάζει την εκτέλεση αυτών των κρίσεων σε βάρος εκείνων που έχουν κριθεί. Αυτό είναι, αναμφίβολα, το νόημα της έκφρασης ότι θα εξοντώσει τους εχθρούς του Θεού «με το πνεύμα [την ενεργό δύναμη] του στόματός του».—Παράβαλε 2Θε 2:8· Ησ 11:3, 4· Απ 19:13-16, 21.
Το πνεύμα του Θεού ενεργεί ως «βοηθός» για την εκκλησία. Όταν ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό, ζήτησε από τον Πατέρα του, όπως είχε υποσχεθεί, το άγιο πνεύμα, δηλαδή την ενεργό δύναμη του Θεού, και του δόθηκε η εξουσία να χρησιμοποιεί αυτό το πνεύμα. Την ημέρα της Πεντηκοστής το «εξέχυσε» στους πιστούς μαθητές του, και έκτοτε συνέχισε να το εκχέει σε όσους στρέφονταν προς τον Θεό μέσω του Γιου του. (Ιωα 14:16, 17, 26· 15:26· 16:7· Πρ 1:4, 5· 2:1-4, 14-18, 32, 33, 38) Όπως είχαν βαφτιστεί στο νερό, τώρα “βαφτίστηκαν όλοι σε ένα σώμα” μέσω εκείνου του ενός πνεύματος σαν να βυθίστηκαν μέσα σε αυτό—κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει όταν ένα κομμάτι σίδερο «βυθίζεται» μέσα σε κάποιο μαγνητικό πεδίο και ακολούθως εμποτίζεται με μαγνητική ισχύ. (1Κο 12:12, 13· παράβαλε Μαρ 1:8· Πρ 1:5.) Αν και το πνεύμα του Θεού επενεργούσε στους μαθητές και προηγουμένως, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι ήταν σε θέση να εκβάλλουν δαίμονες (παράβαλε Ματ 12:28· Μαρ 3:14, 15), τώρα επενεργούσε πάνω τους εντονότερα, πληρέστερα και με νέους τρόπους τους οποίους μέχρι τότε δεν είχαν βιώσει.—Παράβαλε Ιωα 7:39.
Ως ο Μεσσιανικός Βασιλιάς, ο Χριστός Ιησούς έχει «το πνεύμα της σοφίας και της κατανόησης, το πνεύμα της συμβουλής και της κραταιότητας, το πνεύμα της γνώσης και του φόβου του Ιεχωβά». (Ησ 11:1, 2· 42:1-4· Ματ 12:18-21) Αυτή η δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης είναι έκδηλη στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε ο Ιησούς την ενεργό δύναμη, δηλαδή το πνεύμα, του Θεού για να κατευθύνει τη Χριστιανική εκκλησία πάνω στη γη, καθώς αυτός έχει διοριστεί από τον Θεό να είναι η Κεφαλή, ο Ιδιοκτήτης και ο Κύριος της εκκλησίας. (Κολ 1:18· Ιου 4) Ως «βοηθός», το πνεύμα τούς έδωσε αυξημένη πλέον κατανόηση του θελήματος και του σκοπού του Θεού, και τους αποκάλυψε τον προφητικό του Λόγο. (1Κο 2:10-16· Κολ 1:9, 10· Εβρ 9:8-10) Τους όπλισε με δύναμη έτσι ώστε να υπηρετούν ως μάρτυρες σε ολόκληρη τη γη. (Λου 24:49· Πρ 1:8· Εφ 3:5, 6) Τους έδωσε θαυματουργικά «χαρίσματα του πνεύματος», τα οποία τους κατέστησαν ικανούς να μιλούν ξένες γλώσσες, να προφητεύουν, να θεραπεύουν και να φέρνουν σε πέρας άλλες δραστηριότητες οι οποίες αφενός θα τους διευκόλυναν στη διακήρυξη των καλών νέων και αφετέρου θα αποτελούσαν απόδειξη του ότι είχαν θεϊκή αποστολή και υποστήριξη.—Ρω 15:18, 19· 1Κο 12:4-11· 14:1, 2, 12-16· παράβαλε Ησ 59:21· βλέπε ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ (Χαρίσματα του Πνεύματος).
Ως ο Επίσκοπος της εκκλησίας, ο Ιησούς χρησιμοποίησε το πνεύμα για τη διακυβέρνηση της εκκλησίας—παρέχοντας καθοδήγηση για την επιλογή αντρών που θα υπηρετούσαν σε ειδικές αποστολές, καθώς και στην επίβλεψη, στη διδασκαλία και στη «διόρθωση» της εκκλησίας. (Πρ 13:2-4· 20:28· Εφ 4:11, 12) Εκείνος τους υποκινούσε αλλά και τους περιόριζε, υποδεικνύοντάς τους πού έπρεπε να συγκεντρώσουν τις προσπάθειες της διακονίας τους (Πρ 16:6-10· 20:22), και επίσης τους καθιστούσε αποτελεσματικούς στη συγγραφή “επιστολών του Χριστού, χαραγμένων με το πνεύμα του Θεού σε σάρκινες πλάκες, σε ανθρώπινες καρδιές”. (2Κο 3:2, 3· 1Θε 1:5) Σύμφωνα με την υπόσχεση που τους είχε δοθεί, το πνεύμα αναζωογονούσε τη μνήμη τους, τόνωνε τις διανοητικές τους δυνάμεις και τους όπλιζε με τόλμη, έτσι ώστε να δίνουν μαρτυρία ακόμη και ενώπιον αρχόντων.—Παράβαλε Ματ 10:18-20· Ιωα 14:26· Πρ 4:5-8, 13, 31· 6:8-10.
Ως «ζωντανές πέτρες», αυτοί σχημάτισαν έναν πνευματικό ναό με θεμέλιο τον Χριστό, μέσω του οποίου ναού θα προσφέρονταν «πνευματικές θυσίες» (1Πε 2:4-6· Ρω 15:15, 16) και θα ψάλλονταν πνευματικοί ύμνοι (Εφ 5:18, 19), και στον οποίο θα κατοικούσε ο Θεός μέσω πνεύματος. (1Κο 3:16· 6:19, 20· Εφ 2:20-22· παράβαλε Αγγ 2:5.) Το πνεύμα του Θεού είναι ενοποιητική δύναμη με τεράστια ισχύ, και, εφόσον αυτοί οι Χριστιανοί θα επέτρεπαν στο πνεύμα να ρέει ελεύθερα ανάμεσά τους, αυτό θα τους ένωνε ειρηνικά με τον Θεό, τον Γιο του και μεταξύ τους, με δεσμούς αγάπης και αφοσίωσης. (Εφ 4:3-6· 1Ιω 3:23, 24· 4:12, 13· παράβαλε 1Χρ 12:18.) Το δώρο του πνεύματος δεν τους έδωσε τα προσόντα για δραστηριότητες τεχνικής φύσης, όπως είχε κάνει με τον Βεσελεήλ και άλλους οι οποίοι έφτιαξαν υλικές κατασκευές και εξοπλισμό, αλλά τους εξάρτισε για τα πνευματικά έργα της διδασκαλίας, της καθοδήγησης, της ποίμανσης και της νουθεσίας. Ο πνευματικός ναός τον οποίο σχημάτισαν επρόκειτο να στολιστεί με τους όμορφους καρπούς του πνεύματος του Θεού, και αυτοί οι καρποί “αγάπης, χαράς, ειρήνης, μακροθυμίας, καλοσύνης, αγαθότητας, πίστης”, καθώς και άλλες παρόμοιες ιδιότητες, αποδείκνυαν περίτρανα ότι το πνεύμα του Θεού δρούσε μέσα τους και ανάμεσά τους. (Γα 5:22, 23· παράβαλε Λου 10:21· Ρω 14:17.) Αυτός ήταν ο βασικός και κύριος παράγοντας που προήγε την ευταξία και την αποτελεσματική καθοδήγηση στις τάξεις τους. (Γα 5:24-26· 6:1· Πρ 6:1-7· παράβαλε Ιεζ 36:26, 27.) Εκείνοι υποτάχθηκαν στο “νόμο του πνεύματος”, στην αποτελεσματική αυτή δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης και επενεργεί προκειμένου να αποτρέπει τις πράξεις της εγγενώς αμαρτωλής σάρκας. (Ρω 8:2· Γα 5:16-21· Ιου 19-21) Η πεποίθησή τους βασιζόταν στο γεγονός ότι το πνεύμα του Θεού επενεργούσε πάνω τους, όχι σε σαρκικές ικανότητες ή στην προέλευσή τους.—1Κο 2:1-5· Εφ 3:14-17· Φλπ 3:1-8.
Όταν ανέκυπταν διάφορα ζητήματα, το άγιο πνεύμα ήταν βοηθός τους, καθώς τους οδηγούσε στη λήψη απόφασης, όπως συνέβη με το ζήτημα της περιτομής, για το οποίο αποφάσισε το σώμα, ή η σύνοδος, των αποστόλων και των πρεσβυτέρων της Ιερουσαλήμ. Ο Πέτρος είπε ότι το πνεύμα είχε χορηγηθεί σε απερίτμητους ανθρώπους από τα έθνη. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας αφηγήθηκαν πώς επενεργούσε το πνεύμα καθώς εκτελούσαν τη διακονία τους ανάμεσα σε τέτοια άτομα. Και τέλος, ο Ιάκωβος, τον οποίο δίχως άλλο βοήθησε το άγιο πνεύμα να θυμηθεί κάποια πράγματα από τις Γραφές, έστρεψε την προσοχή στη θεόπνευστη προφητεία του Αμώς που προέλεγε ότι άνθρωποι από τα έθνη θα καλούνταν με το όνομα του Θεού. Έτσι λοιπόν, το άγιο πνεύμα του Θεού ωθούσε ενιαία προς μία κατεύθυνση, κάτι που αναγνώρισε αυτό το σώμα, ή η σύνοδος, γι’ αυτό και στην επιστολή που έγραψαν για να κοινοποιήσουν την απόφασή τους ανέφεραν τα εξής: «Διότι το άγιο πνεύμα και εμείς θεωρήσαμε καλό να μη σας προσθέσουμε παραπάνω βάρος, εκτός από αυτά τα αναγκαία».—Πρ 15:1-29.
Χρίει, γεννάει, δίνει “πνευματική ζωή”. Όπως ο Θεός έχρισε τον Ιησού με το άγιο πνεύμα του όταν εκείνος βαφτίστηκε (Μαρ 1:10· Λου 3:22· 4:18· Πρ 10:38), αντίστοιχα έχρισε και τους μαθητές του Ιησού. Η χρίση με το πνεύμα αποτελούσε για αυτούς «εγγύηση» της ουράνιας κληρονομιάς στην οποία είχαν τώρα κληθεί (2Κο 1:21, 22· 5:1, 5· Εφ 1:13, 14), και τους έδινε μαρτυρία ότι είχαν «γεννηθεί», ή φερθεί σε ύπαρξη, από τον Θεό για να είναι γιοι του με την υπόσχεση να λάβουν πνευματική ζωή στους ουρανούς. (Ιωα 3:5-8· Ρω 8:14-17, 23· Τιτ 3:5· Εβρ 6:4, 5) Είχαν καθαριστεί, αγιαστεί και ανακηρυχτεί δίκαιοι «στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και με το πνεύμα του Θεού μας», μέσω του οποίου πνεύματος ο Ιησούς είχε αποκτήσει τα προσόντα που απαιτούνταν για να παράσχει τη λυτρωτική θυσία και να γίνει ο αρχιερέας του Θεού.—1Κο 6:11· 2Θε 2:13· Εβρ 9:14· 1Πε 1:1, 2.
Λόγω αυτής της ουράνιας κλήσης και κληρονομιάς, οι χρισμένοι με το πνεύμα ακόλουθοι του Ιησού είχαν πνευματική ζωή, παρότι συνέχιζαν να ζουν ως ατελή, σάρκινα πλάσματα. Σε αυτό αναφέρεται προφανώς ο απόστολος Παύλος όταν αντιπαραβάλλει τους επίγειους πατέρες με τον Ιεχωβά Θεό, τον «Πατέρα της πνευματικής μας ζωής [πατρί τῶν πνευμάτων, Κείμενο]». (Εβρ 12:9· παράβαλε εδάφιο 23.) Ως συγκληρονόμοι του Χριστού οι οποίοι πρόκειται να αναστηθούν από τους νεκρούς με πνευματικό σώμα «φορώντας» την ουράνια εικόνα του, οφείλουν να ζουν πάνω στη γη ως «ένα πνεύμα» σε ενότητα με εκείνον ως την Κεφαλή τους, μη αφήνοντας τις επιθυμίες ή τις ανήθικες τάσεις της σάρκας τους να γίνουν η κυρίαρχη δύναμη πάνω τους, πράγμα το οποίο θα μπορούσε ίσως να καταλήξει ακόμη και στο να γίνουν «μία σάρκα» με μια πόρνη.—1Κο 6:15-18· 15:44-49· Ρω 8:5-17.
Απόκτηση και διατήρηση του πνεύματος του Θεού. Το άγιο πνεύμα είναι «δωρεά» του Θεού, την οποία εκείνος χορηγεί ευχαρίστως σε όσους την επιδιώκουν και τη ζητούν με ειλικρίνεια. (Πρ 2:38· Λου 11:9-13) Σε σχέση με αυτό, ο κυριότερος παράγοντας είναι το να έχει κάποιος σωστή καρδιά (Πρ 15:8), αλλά η γνώση και η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Θεού είναι επίσης ουσιώδεις παράγοντες. (Παράβαλε Πρ 5:32· 19:2-6.) Άπαξ και ένας Χριστιανός λάβει το πνεύμα του Θεού, δεν θα πρέπει να το “λυπεί” αδιαφορώντας για αυτό (Εφ 4:30· παράβαλε Ησ 63:10), με το να ακολουθεί μια πορεία αντίθετη με την καθοδηγία του, με το να προσηλώνει την καρδιά σε στόχους διαφορετικούς από εκείνους στους οποίους αυτό κατευθύνει και ωθεί ή με το να απορρίπτει τον εμπνευσμένο Λόγο του Θεού και τις συμβουλές του, καθώς και την εφαρμογή αυτών των συμβουλών στον εαυτό του. (Πρ 7:51-53· 1Θε 4:8· παράβαλε Ησ 30:1, 2.) Αν κάποιος υποκρίνεται, μπορεί να “φερθεί απατηλά” σε αυτό το άγιο πνεύμα μέσω του οποίου ο Χριστός καθοδηγεί την εκκλησία, και όσοι “θέτουν σε δοκιμή” τη δύναμη του πνεύματος κατ’ αυτόν τον τρόπο ακολουθούν καταστροφική πορεία. (Πρ 5:1-11· αντιπαράβαλε Ρω 9:1.) Η εσκεμμένη εναντίωση και ο στασιασμός κατά της έκδηλης φανέρωσης του πνεύματος του Θεού μπορεί να σημαίνουν βλασφημία εναντίον αυτού του πνεύματος—αμαρτία που είναι ασυγχώρητη.—Ματ 12:31, 32· Μαρ 3:29, 30· παράβαλε Εβρ 10:26-31.
Πνοή· Πνοή Ζωής· Δύναμη της Ζωής. Η αφήγηση της δημιουργίας του ανθρώπου δηλώνει ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από το χώμα της γης και κατόπιν «φύσηξε [τύπος της λέξης ναφάχ] στα ρουθούνια του την πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] της ζωής, και ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή [νέφες]». (Γε 2:7· βλέπε ΨΥΧΗ.) Η λέξη νέφες μπορεί να μεταφραστεί κατά κυριολεξία «κάτι που αναπνέει», δηλαδή «πλάσμα που αναπνέει», είτε πρόκειται για άνθρωπο είτε για ζώο. Η λέξη νεσαμάχ στην πραγματικότητα χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει «αυτό [ή το πλάσμα] που αναπνέει, ή έχει πνοή», και υπό αυτή την έννοια χρησιμοποιείται στην ουσία ως συνώνυμο της λέξης νέφες που σημαίνει «ψυχή». (Παράβαλε Δευ 20:16· Ιη 10:39, 40· 11:11· 1Βα 15:29.) Στο εδάφιο Γένεση 2:7 το υπόμνημα χρησιμοποιεί τη λέξη νεσαμάχ για να περιγράψει πώς ο Θεός έκανε το σώμα του Αδάμ να έχει ζωή, με αποτέλεσμα να γίνει ο άνθρωπος «ζωντανή ψυχή». Άλλα εδάφια, ωστόσο, δείχνουν ότι σε αυτό περιλαμβανόταν κάτι περισσότερο από την απλή αναπνοή, δηλαδή την απλή εισαγωγή αέρα στους πνεύμονες και την αποβολή του από αυτούς. Για παράδειγμα, το εδάφιο Γένεση 7:22, περιγράφοντας την καταστροφή των ανθρώπων και των ζώων έξω από την κιβωτό κατά τον Κατακλυσμό, αναφέρει: «Καθετί στο οποίο η πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] της δύναμης [ή του «πνεύματος» (ρούαχ)] της ζωής ήταν ενεργός στα ρουθούνια του, δηλαδή ό,τι υπήρχε στην ξηρά, πέθανε». Συνεπώς, η λέξη νεσαμάχ, «πνοή», σχετίζεται ή συνδέεται άμεσα με τη λέξη ρούαχ που περιγράφει εδώ το πνεύμα, δηλαδή τη δύναμη της ζωής, η οποία είναι ενεργός σε όλα τα ζωντανά πλάσματα—τόσο στις ψυχές των ανθρώπων όσο και στις ψυχές των ζώων.
Το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Τόμ. 6, σ. 334) δηλώνει: «Η αναπνοή ή πνοή γίνεται φανερή μόνο με την κίνηση [για παράδειγμα, με την κίνηση του στήθους ή τη διαστολή των ρουθουνιών] και αποτελεί επίσης σημάδι, προϋπόθεση και παράγοντα της ζωής, η οποία φαίνεται να είναι ιδιαίτερα συνδεδεμένη με την αναπνοή». Έτσι λοιπόν, η νεσαμάχ, δηλαδή η «πνοή», είναι αφενός προϊόν του ρούαχ, δηλαδή της δύναμης της ζωής, και αφετέρου κύριο μέσο συντήρησης της εν λόγω δύναμης της ζωής στα ζωντανά πλάσματα. Είναι γνωστό από επιστημονικές μελέτες, για παράδειγμα, ότι στο καθένα από τα εκατό τρισεκατομμύρια κύτταρα του σώματος υπάρχει ζωή και ότι, ενώ πεθαίνουν κάθε λεπτό δισεκατομμύρια κύτταρα, συνεχίζεται διαρκώς η αναπαραγωγή νέων ζωντανών κυττάρων. Η δύναμη της ζωής, η οποία είναι ενεργός σε όλα τα ζωντανά κύτταρα, εξαρτάται από το οξυγόνο που εισάγεται στο σώμα με την αναπνοή, το οποίο μεταφέρεται σε όλα τα κύτταρα μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Χωρίς οξυγόνο κάποια κύτταρα αρχίζουν να πεθαίνουν έπειτα από μερικά λεπτά και άλλα έπειτα από μεγαλύτερο διάστημα. Μολονότι κάποιος μπορεί να μείνει μερικά λεπτά χωρίς αναπνοή και παρ’ όλα αυτά να επιζήσει, χωρίς τη δύναμη της ζωής στα κύτταρά του πεθαίνει και ανθρωπίνως δεν έχει καμιά προοπτική ανάνηψης. Οι θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές, οι οποίες προέρχονται από τον Σχεδιαστή και Δημιουργό του ανθρώπου, προφανώς χρησιμοποιούν τη λέξη ρούαχ για να υποδηλώσουν αυτή τη ζωτική δύναμη, που αποτελεί αυτό καθαυτό το στοιχείο της ζωής, και τη λέξη νεσαμάχ για να δηλώσουν την αναπνοή ή πνοή που τη συντηρεί.
Επειδή η πνοή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή, οι λέξεις νεσαμάχ και ρούαχ χρησιμοποιούνται με σαφώς παράλληλη έννοια σε διάφορα εδάφια. Ο Ιώβ δήλωσε αποφασισμένος να αποφύγει την αδικία λέγοντας: «Ενόσω η πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] μου είναι ακόμη ολόκληρη μέσα μου και το πνεύμα [βερούαχ] του Θεού είναι στα ρουθούνια μου». (Ιωβ 27:3-5) Ο Ελιού είπε: «Αν [ο Θεός] μαζέψει κοντά του το πνεύμα [τύπος της λέξης ρούαχ] και την πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] εκείνου, κάθε σάρκα θα εκπνεύσει μαζί και ο χωματένιος άνθρωπος θα επιστρέψει στο χώμα». (Ιωβ 34:14, 15) Ομοίως, το εδάφιο Ψαλμός 104:29 λέει σχετικά με τα επίγεια πλάσματα, ανθρώπους και ζώα: «Αν αφαιρέσεις [Θεέ] το πνεύμα τους, εκπνέουν, και στο χώμα τους επιστρέφουν». Στο εδάφιο Ησαΐας 42:5 ο Ιεχωβά περιγράφεται ως «Εκείνος που απλώνει τη γη και τα προϊόντα της, Εκείνος που δίνει πνοή στο λαό ο οποίος βρίσκεται σε αυτήν, και πνεύμα σε όσους περπατούν σε αυτήν». Η αναπνοή ή πνοή (νεσαμάχ) συντηρεί την ύπαρξή τους. Το πνεύμα (ρούαχ) ενεργοποιεί, αποτελεί τη δύναμη της ζωής, η οποία καθιστά τον άνθρωπο έμψυχο πλάσμα, ικανό να κινείται, να περπατάει και να είναι ενεργά ζωντανός (παράβαλε Πρ 17:28)—όχι σαν τα άζωα, άπνοα, άψυχα είδωλα ανθρώπινης κατασκευής.—Ψλ 135:15, 17· Ιερ 10:14· 51:17· Αββ 2:19.
Αν και οι λέξεις νεσαμάχ (πνοή) και ρούαχ (πνεύμα· ενεργός δύναμη· δύναμη της ζωής) χρησιμοποιούνται μερικές φορές με παράλληλη έννοια, δεν είναι ταυτόσημες. Όντως, το «πνεύμα», ή ρούαχ, χρησιμοποιείται σε κάποιες περιπτώσεις σαν να ήταν αυτή καθαυτή η αναπνοή ή πνοή (νεσαμάχ), αλλά αυτό φαίνεται να συμβαίνει απλώς και μόνο επειδή η αναπνοή είναι η κυριότερη ορατή απόδειξη που πιστοποιεί ότι η δύναμη της ζωής υπάρχει στο σώμα κάποιου.—Ιωβ 9:18· 19:17· 27:3.
Έτσι λοιπόν, στα εδάφια Ιεζεκιήλ 37:1-10 όπου παρουσιάζεται το συμβολικό όραμα της κοιλάδας με τα ξερά κόκαλα, τα κόκαλα πλησίασαν το ένα στο άλλο, καλύφτηκαν με τένοντες, σάρκα και δέρμα, αλλά «πνοή [βερούαχ] . . . δεν υπήρχε μέσα τους». Στον Ιεζεκιήλ ειπώθηκε να προφητεύσει προς «τον άνεμο [χαρούαχ]», λέγοντας: «Από τους τέσσερις ανέμους [τύπος της λέξης ρούαχ] έλα, άνεμε, και φύσηξε πάνω σε αυτούς τους σκοτωμένους ανθρώπους, ώστε να έρθουν στη ζωή». Η αναφορά στους τέσσερις ανέμους δείχνει ότι η κατάλληλη απόδοση της λέξης ρούαχ σε αυτή την περίπτωση είναι «άνεμος». Ωστόσο, όταν αυτός ο «άνεμος», ο οποίος είναι απλώς αέρας εν κινήσει, εισήλθε στα ρουθούνια των νεκρών ανθρώπων του οράματος, έγινε «πνοή» η οποία είναι επίσης αέρας εν κινήσει. Επομένως, η απόδοση της λέξης ρούαχ ως «πνοή» σε αυτό το σημείο της αφήγησης (εδ. 10) είναι καταλληλότερη από τις αποδόσεις «πνεύμα» ή «δύναμη της ζωής». Εξάλλου, ο Ιεζεκιήλ θα ήταν σε θέση να δει τα σώματα να αρχίζουν να αναπνέουν, παρ’ όλο που δεν μπορούσε να δει τη δύναμη της ζωής, ή το πνεύμα, που τα ενεργοποιούσε. Όπως δείχνουν τα εδάφια 11-14, αυτό το όραμα συμβόλιζε μια πνευματική (όχι φυσική) αναζωογόνηση του λαού του Ισραήλ, οι οποίοι για κάποιο διάστημα ήταν σε πνευματικά νεκρή κατάσταση λόγω της βαβυλωνιακής εξορίας. Εφόσον ήταν ήδη ζωντανοί από φυσική άποψη και ανέπνεαν, είναι λογικό να αποδοθεί η λέξη ρούαχ «πνεύμα» στο εδάφιο 14, όπου ο Θεός δηλώνει ότι θα βάλει το «πνεύμα» του μέσα στο λαό του, ώστε να ζωοποιηθούν με πνευματική έννοια.
Ένα παρόμοιο συμβολικό όραμα δίνεται στο 11ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης. Εκεί παρουσιάζεται η εικόνα “δύο μαρτύρων”, οι οποίοι θανατώθηκαν και τα πτώματά τους έμειναν στο δρόμο επί τρεισήμισι ημέρες. Κατόπιν «πνεύμα (βλέπε επίσης Κείμενο) [ή πνοή] ζωής από τον Θεό μπήκε μέσα τους, και στάθηκαν στα πόδια τους». (Απ 11:1-11) Και αυτό το όραμα χρησιμοποιεί ένα φυσικό γεγονός για να παραστήσει μια πνευματική αναζωογόνηση. Επίσης, δείχνει ότι η λέξη πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, όπως και η λέξη ρούαχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, είναι δυνατόν να αντιπροσωπεύει τη ζωογόνα δύναμη από τον Θεό η οποία ζωοποιεί την ανθρώπινη ψυχή, δηλαδή το άτομο. Όπως δηλώνει το εδάφιο Ιακώβου 2:26: «Το σώμα χωρίς πνεύμα είναι νεκρό».
Συνεπώς, όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο στην Εδέμ και φύσηξε στα ρουθούνια του «την πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] της ζωής», είναι προφανές ότι δεν γέμισε απλώς τους πνεύμονες του ανθρώπου με αέρα, αλλά επιπλέον φρόντισε ώστε η δύναμη της ζωής, ή πνεύμα (ρούαχ), να ζωοποιήσει όλα τα κύτταρα του σώματος του Αδάμ.—Γε 2:7· παράβαλε Ψλ 104:30· Πρ 17:25.
Αυτή η δύναμη της ζωής μεταβιβάζεται από τους γονείς στα παιδιά μέσω της σύλληψης. Εφόσον ο Ιεχωβά ήταν η αρχική Πηγή αυτής της δύναμης της ζωής για τον άνθρωπο και ο Δημιουργός της αναπαραγωγικής διαδικασίας, η ζωή κάποιου μπορεί εύλογα να αποδίδεται σε Εκείνον, μολονότι αυτός δεν τη λαβαίνει άμεσα, αλλά έμμεσα, από τους γονείς του.—Παράβαλε Ιωβ 10:9-12· Ψλ 139:13-16· Εκ 11:5.
Η δύναμη της ζωής, δηλαδή το πνεύμα, είναι κάτι το απρόσωπο. Όπως έχουμε επισημάνει, οι Γραφές αναφέρουν ότι το ρούαχ, δηλαδή η δύναμη της ζωής, υπάρχει όχι μόνο στους ανθρώπους αλλά και στα ζώα. (Γε 6:17· 7:15, 22) Τα εδάφια Εκκλησιαστής 3:18-22 δείχνουν ότι ο άνθρωπος πεθαίνει με τον ίδιο τρόπο όπως και τα ζώα, επειδή «όλα έχουν ένα και το αυτό πνεύμα [βερούαχ], ώστε δεν υπάρχει ανωτερότητα του ανθρώπου σε σχέση με το ζώο», δηλαδή αναφορικά με τη δύναμη της ζωής που είναι κοινή στον άνθρωπο και στο ζώο. Με βάση αυτό, είναι σαφές ότι το «πνεύμα», δηλαδή η δύναμη της ζωής (ρούαχ), όταν χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια, είναι απρόσωπο. Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να το συγκρίνουμε με μια άλλη αόρατη δύναμη, τον ηλεκτρισμό, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να θέσει σε λειτουργία διάφορες συσκευές—σόμπες για την παραγωγή θερμότητας, ανεμιστήρες για τη δημιουργία αέρα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές για την επίλυση προβλημάτων, τηλεοράσεις για την παραγωγή εικόνας, φωνής και άλλων ήχων—αλλά δεν προσλαμβάνει ποτέ κάποιο από τα χαρακτηριστικά των συσκευών μέσα στις οποίες δρα ή είναι ενεργός.
Γι’ αυτό και τα εδάφια Ψαλμός 146:3, 4 λένε πως όταν «το πνεύμα [τύπος της λέξης ρούαχ] του [ανθρώπου] βγαίνει, αυτός επιστρέφει στη γη του· εκείνη την ημέρα οι σκέψεις του αφανίζονται». Το πνεύμα, δηλαδή η δύναμη της ζωής, που ήταν ενεργό στα κύτταρα του σώματος του ανθρώπου δεν διατηρεί κανένα από τα χαρακτηριστικά εκείνων των κυττάρων, όπως είναι για παράδειγμα τα εγκεφαλικά κύτταρα και ο ρόλος που παίζουν στη διαδικασία της σκέψης. Αν το πνεύμα, δηλαδή η δύναμη της ζωής (ρούαχ· πνεῦμα), δεν ήταν απρόσωπο, αυτό θα σήμαινε ότι τα παιδιά των γυναικών τα οποία ανέστησαν οι προφήτες Ηλίας και Ελισαιέ βρίσκονταν σε κατάσταση συνειδητότητας κάπου, ενόσω ήταν νεκρά. Το ίδιο θα ίσχυε και για τον Λάζαρο, ο οποίος αναστήθηκε περίπου τέσσερις ημέρες μετά το θάνατό του. (1Βα 17:17-23· 2Βα 4:32-37· Ιωα 11:38-44) Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, είναι λογικό ότι αυτά τα άτομα θα θυμούνταν εκείνη τη φάση συνειδητότητας που είχαν βιώσει και θα την περιέγραφαν όταν αναστήθηκαν, θα μιλούσαν για αυτήν. Δεν υπάρχει τίποτα που να υποδηλώνει ότι κάποιος από αυτούς έκανε κάτι τέτοιο. Επομένως, η προσωπικότητα του κάθε νεκρού δεν διαιωνίζεται στη δύναμη της ζωής, δηλαδή στο πνεύμα, η οποία παύει να ενεργεί στα κύτταρα του σώματος του νεκρού.
Το εδάφιο Εκκλησιαστής 12:7 δηλώνει ότι στο θάνατο το σώμα του ατόμου επιστρέφει στο χώμα, «και το πνεύμα επιστρέφει στον αληθινό Θεό ο οποίος το έδωσε». Αυτό καθαυτό το άτομο δεν υπήρχε ποτέ στον ουρανό μαζί με τον Θεό. Άρα αυτό που «επιστρέφει» στον Θεό είναι η ζωτική δύναμη, η οποία έδωσε τη δυνατότητα στο άτομο να ζήσει.
Με δεδομένη την απρόσωπη φύση της δύναμης της ζωής, δηλαδή του πνεύματος, η οποία βρίσκεται στον άνθρωπο (όπως και στη ζωική δημιουργία), είναι προφανές ότι η δήλωση του Δαβίδ στο εδάφιο Ψαλμός 31:5, την οποία παρέθεσε ο Ιησούς την ώρα του θανάτου του (Λου 23:46), «Στα χέρια σου εμπιστεύομαι το πνεύμα μου», είχε την έννοια της επίκλησης στον Θεό να περιφρουρήσει ή να φροντίσει τη δύναμη της ζωής του. (Παράβαλε Πρ 7:59.) Αυτό δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκην μια πραγματική και κυριολεκτική μεταβίβαση κάποιας δύναμης από αυτόν τον πλανήτη στην ουράνια παρουσία του Θεού. Όπως ακριβώς λέγεται ότι ο Θεός “μύριζε” το ευωδιαστό άρωμα από τις θυσίες των ζώων (Γε 8:20, 21), ενώ αυτό το άρωμα παρέμενε βέβαια στην ατμόσφαιρα της γης, με τον ίδιο τρόπο, ο Θεός μπορούσε να «μαζέψει», ή να δεχτεί ως κάτι εμπιστευμένο σε αυτόν, το πνεύμα ή τη δύναμη της ζωής με συμβολική έννοια, δηλαδή χωρίς κάποια κατά γράμμα μεταβίβαση ζωτικής δύναμης από τη γη. (Ιωβ 34:14· Λου 23:46) Συνεπώς, το ότι κάποιος εμπιστεύεται το πνεύμα του στον Θεό προφανώς σημαίνει ότι εναποθέτει την ελπίδα του στον Θεό για να αποκαταστήσει Εκείνος μελλοντικά σε αυτό το άτομο τη δύναμη της ζωής μέσω της ανάστασης.—Παράβαλε Αρ 16:22· 27:16· Ιωβ 12:10· Ψλ 104:29, 30.
Υποκινούσα Διανοητική Τάση. Τόσο η λέξη ρούαχ όσο και η λέξη πνεῦμα χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν τη δύναμη η οποία υποκινεί κάποιο άτομο είτε να εκδηλώνει μια συγκεκριμένη στάση, διάθεση ή συναίσθημα είτε να προβαίνει σε συγκεκριμένη ενέργεια ή να ακολουθεί ορισμένη πορεία. Αν και η δύναμη που επενεργεί μέσα στο άτομο είναι αόρατη αυτή καθαυτή, εντούτοις παράγει ορατά αποτελέσματα. Αυτός ο τρόπος χρήσης της λέξης ρούαχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και της λέξης πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, οι οποίες συνδέονται κατά βάση με την πνοή ή με τον αέρα που βρίσκεται εν κινήσει, παρουσιάζει αξιοσημείωτα παράλληλα με ορισμένες εκφράσεις της σύγχρονης ελληνικής. Έτσι λοιπόν, λέμε για κάποιον ότι «έχει πάρει αέρα» ή ότι «έχει έναν αέρα σιγουριάς» ή ότι «έχει άσχημο πνεύμα». Λέμε ότι «κόβουμε τον αέρα κάποιου» με την έννοια ότι τον αποθαρρύνουμε. Αναφερόμενοι σε μια ομάδα ανθρώπων και στην κυρίαρχη δύναμη που τους υποκινεί, ίσως λέμε ότι «μπαίνουμε στο πνεύμα της ομάδας» ή ίσως περιγράφουμε το πνεύμα που την επηρεάζει ως «εχθρικό πνεύμα». Μεταφορικά μπορεί να κάνουμε λόγο για «ατμόσφαιρα δυσαρέσκειας» ή για «ανέμους αλλαγής και επανάστασης που πνέουν μέσα σε ένα έθνος». Με όλες αυτές τις εκφράσεις αναφερόμαστε στην αόρατη υποκινούσα δύναμη που επενεργεί στα άτομα, ωθώντας τα να μιλούν και να ενεργούν με συγκεκριμένο τρόπο.
Παρόμοια, διαβάζουμε για την «πίκρα στο πνεύμα» του Ισαάκ και της Ρεβέκκας, ως επακόλουθο του γάμου του Ησαύ με Χετταίες (Γε 26:34, 35), καθώς και για τη λύπη πνεύματος που είχε καταλάβει τον Αχαάβ, κόβοντάς του την όρεξη για φαγητό. (1Βα 21:5) Το «πνεύμα της ζήλιας» μπορούσε να υποκινήσει κάποιον άντρα να βλέπει τη σύζυγό του με καχυποψία, ακόμη δε και να την κατηγορήσει για μοιχεία.—Αρ 5:14, 30.
Η βασική έννοια της δύναμης η οποία υποκινεί και σπρώχνει ή ωθεί κάποιον σε ορισμένες πράξεις και λόγια διαφαίνεται επίσης στο χαρακτηρισμό του Ιησού του Ναυή ως «άντρα στον οποίο υπάρχει πνεύμα» (Αρ 27:18), καθώς και στην αναφορά στον Χάλεβ ως κάποιον που επέδειξε «διαφορετικό πνεύμα» από αυτό των περισσότερων Ισραηλιτών, οι οποίοι αποθαρρύνθηκαν εξαιτίας της κακής αναφοράς των δέκα κατασκόπων. (Αρ 14:24) Ο Ηλίας ένιωθε μέσα του μια έντονη ώθηση, μια δύναμη που τον υποκινούσε, καθώς υπηρετούσε με ζήλο τον Θεό, ο δε Ελισαιέ, ως ο διάδοχός του, ζήτησε δύο μέρη από το πνεύμα του Ηλία. (2Βα 2:9, 15) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής έδειξε ότι υποκινούνταν και αυτός από την ίδια σφοδρή ώθηση και τον ίδιο σθεναρό ζήλο που ένιωθε ο Ηλίας, γι’ αυτό και ασκούσε δυναμική επίδραση στους ακροατές του. Εύλογα, λοιπόν, είχε ειπωθεί σχετικά με αυτόν ότι θα εξερχόταν «με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία». (Λου 1:17) Σε αντίθεση, ο πλούτος και η σοφία του Σολομώντα είχαν τέτοια καταλυτική και συγκλονιστική επίδραση στη βασίλισσα της Σεβά, ώστε «δεν έμεινε πια πνοή [ρούαχ] μέσα της». (1Βα 10:4, 5) Με αυτή την ίδια θεμελιώδη έννοια, το πνεύμα κάποιου μπορεί να “υποκινηθεί” ή να “διεγερθεί” (1Χρ 5:26· Εσδ 1:1, 5· Αγγ 1:14· παράβαλε Εκ 10:4), να “ταραχτεί” ή να “παροξυνθεί” (Γε 41:8· Δα 2:1, 3· Πρ 17:16), να “ηρεμήσει” (Κρ 8:3), να είναι “στενοχωρημένο”, να “σβήνει” (Ιωβ 7:11· Ψλ 142:2, 3· παράβαλε Ιωα 11:33· 13:21), να «αναζωογονηθεί» ή να νιώσει «ανακούφιση» (Γε 45:27, 28· Ησ 57:15, 16· 1Κο 16:17, 18· 2Κο 7:13· παράβαλε 2Κο 2:13).
Η καρδιά και το πνεύμα. Η καρδιά συνδέεται συχνά με το πνεύμα, γεγονός που μαρτυρεί μια σαφή σχέση μεταξύ τους. Εφόσον η εικόνα που δίνεται για τη συμβολική καρδιά είναι ότι η καρδιά μπορεί να σκέφτεται και να υποκινεί, ενώ παράλληλα συνδέεται στενά με τα συναισθήματα και τις αρέσκειες κάποιου (βλέπε ΚΑΡΔΙΑ), αναμφίβολα αυτή έχει μείζονα συμβολή στην ανάπτυξη του πνεύματος (της κυρίαρχης διανοητικής τάσης) που εκδηλώνει κάποιος. Το εδάφιο Έξοδος 35:21 παραλληλίζει την καρδιά και το πνεύμα λέγοντας ότι «ο καθένας που τον ωθούσε η καρδιά του, . . . ο καθένας που τον παρακινούσε το πνεύμα του» συνεισέφερε για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας. Αντίστροφα, όταν οι Χαναναίοι έμαθαν για τα δυναμικά έργα που είχε επιτελέσει ο Ιεχωβά για χάρη του Ισραήλ, “οι καρδιές τους άρχισαν να λιώνουν και δεν ανέβηκε πνοή [ρούαχ] σε κανέναν τους”, δηλαδή δεν είχαν την παρόρμηση να αναλάβουν δράση εναντίον των ισραηλιτικών δυνάμεων. (Ιη 2:11· 5:1· παράβαλε Ιεζ 21:7.) Υπάρχει επίσης η έκφραση “πόνος της καρδιάς και συντριβή του πνεύματος” (Ησ 65:14) ή παρόμοιες εκφράσεις. (Παράβαλε Ψλ 34:18· 143:4, 7· Παρ 15:13.) Προφανώς λόγω της ισχυρής επίδρασης την οποία ασκεί η δύναμη που ενεργοποιεί το νου, ο Παύλος νουθετεί: «Πρέπει να ανανεώνεστε στη δύναμη που ενεργοποιεί [ἀνανεοῦσθαι δὲ τῷ πνεύματι, Κείμενο] το νου σας, και πρέπει να ντυθείτε τη νέα προσωπικότητα που δημιουργήθηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού με αληθινή δικαιοσύνη και οσιότητα».—Εφ 4:23, 24.
Το να ελέγχει κάποιος το πνεύμα του τονίζεται ιδιαίτερα, ως κάτι απόλυτα αναγκαίο. «Σαν πόλη διανοιγμένη από ρήγματα, χωρίς τείχος, έτσι είναι ο άνθρωπος που δεν συγκρατεί το πνεύμα του». (Παρ 25:28) Όταν κάποιος προκαλείται, μπορεί να ενεργήσει όπως ο άφρονας, ο οποίος ανυπόμονα «αφήνει να εκδηλωθεί όλο του το πνεύμα», ενώ ο σοφός «το διατηρεί ήρεμο ως το τέλος». (Παρ 29:11· παράβαλε 14:29, 30.) Ο Μωυσής, σε κάποια περίπτωση που οι Ισραηλίτες «πίκραναν το πνεύμα του», επέτρεψε στον εαυτό του να εξαφθεί υπερβολικά και «μίλησε απερίσκεπτα με τα χείλη του», με αποτέλεσμα να βλάψει τον εαυτό του. (Ψλ 106:32, 33) Άρα, «ο μακρόθυμος είναι καλύτερος από τον κραταιό, και αυτός που ελέγχει το πνεύμα του από εκείνον που καταλαμβάνει πόλη». (Παρ 16:32) Η ταπεινοφροσύνη είναι ουσιώδης για να το καταφέρνει κανείς αυτό (Παρ 16:18, 19· Εκ 7:8, 9), και όποιος «έχει ταπεινό πνεύμα θα απολαύσει δόξα». (Παρ 29:23) Η γνώση και η διάκριση κάνουν κάποιον να είναι «ψύχραιμος στο πνεύμα» και να κρατάει τη γλώσσα του υπό έλεγχο. (Παρ 17:27· 15:4) Ο Ιεχωβά «κάνει εκτίμηση των πνευμάτων» και κρίνει όσους δεν “φυλάγονται όσον αφορά το πνεύμα τους”.—Παρ 16:2· Μαλ 2:14-16.
Το πνεύμα που εκδηλώνει ένα σύνολο ανθρώπων. Όπως ένα άτομο μπορεί να εκδηλώνει ένα ορισμένο πνεύμα, έτσι και μια ομάδα ή ένα σύνολο ανθρώπων μπορεί να εκδηλώνει ένα ορισμένο πνεύμα, μια κυρίαρχη διανοητική τάση. (Γα 6:18· 1Θε 5:23) Η Χριστιανική εκκλησία έπρεπε να είναι ενωμένη στο πνεύμα, αντανακλώντας το πνεύμα της Κεφαλής της, του Χριστού Ιησού.—2Κο 11:4· Φλπ 1:27· παράβαλε 2Κο 12:18· Φλπ 2:19-21.
Ο Παύλος αναφέρεται στο «πνεύμα του κόσμου» σε αντιδιαστολή με το πνεύμα του Θεού. (1Κο 2:12) Όντας υπό τον έλεγχο του Αντιδίκου του Θεού (1Ιω 5:19), ο κόσμος εκδηλώνει ένα πνεύμα ικανοποίησης των επιθυμιών της ξεπεσμένης σάρκας, ένα πνεύμα ιδιοτέλειας, το οποίο δημιουργεί έχθρα με τον Θεό. (Εφ 2:1-3· Ιακ 4:5) Όπως συνέβαινε και στον άπιστο λαό του Ισραήλ, τα ακάθαρτα κίνητρα του κόσμου προωθούν την πορνεία, σωματική και πνευματική, και την ειδωλολατρία.—Ωσ 4:12, 13· 5:4· Ζαχ 13:2· παράβαλε 2Κο 7:1.
-
-
ΠνευματισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ
Η πεποίθηση ή η δοξασία ότι τα πνεύματα των νεκρών ανθρώπων, καθώς εξακολουθούν να ζουν μετά το θάνατο του υλικού σώματος, μπορούν να επικοινωνούν με τους ζωντανούς και ότι όντως επικοινωνούν, ιδίως μέσω ενός ατόμου (ενός μεσάζοντα, ή αλλιώς μέντιουμ) που είναι ιδιαίτερα επιδεκτικό στην επιρροή τους. Και η Αγία Γραφή και η ιστορία αποκαλύπτουν ότι ο πνευματισμός υπήρχε από αρχαιοτάτων χρόνων. Η θρησκεία της Αιγύπτου ήταν εμποτισμένη με αυτόν. (Ησ 19:3) Πνευματιστική ήταν και η θρησκεία της Βαβυλώνας (μιας πόλης που ήταν επίσης το κύριο θρησκευτικό κέντρο της Ασσυρίας).—Ησ 47:12, 13.
Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «πνευματισμός» είναι φαρμακία. Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 4, σ. 51, 52), λέει για αυτή τη λέξη: «Πρωταρχικά σήμαινε χρήση φαρμάκων, γιατρικών, μαγικών ρήσεων· κατόπιν, δηλητηρίαση· κατόπιν, μαγγανεία, Γαλ. 5:20, RV, τη “μαγγανεία” (AV, “μαγεία”) που αναφερόταν ως ένα από “τα έργα της σάρκας”. Βλέπε επίσης Αποκ. 9:21· 18:23. Στην Εβδ[ομήκοντα], Εξ. 7:11, 22· 8:7, 18· Ησ. 47:9, 12. Στη μαγγανεία, η χρήση φαρμάκων, απλών και ισχυρών, συνοδευόταν γενικά από επωδές και εκκλήσεις σε απόκρυφες δυνάμεις, καθώς και από την προμήθεια διαφόρων φυλαχτών, περίαπτων, κτλ., με υποτιθέμενο σκοπό να προφυλαχτεί ο αιτών ή ο ασθενής από την προσοχή και τη δύναμη των δαιμόνων, αλλά στην ουσία ο σκοπός ήταν να εντυπωσιαστεί από τις μυστηριώδεις ικανότητες και δυνάμεις του μαγγανευτή».
Η Πηγή Του. Ένα κύριο χαρακτηριστικό του πνευματισμού είναι η υποτιθέμενη επικοινωνία με τους νεκρούς. Εφόσον οι νεκροί «δεν γνωρίζουν τίποτα απολύτως», η επικοινωνία με τους νεκρούς είναι στην πραγματικότητα αδύνατη. (Εκ 9:5) Ο νόμος που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ απαγόρευε σε οποιονδήποτε να ζητάει πληροφορίες από τους νεκρούς και θεωρούσε την άσκηση πνευματισμού αδίκημα που επέσυρε το θάνατο. (Λευ 19:31· 20:6, 27· Δευ 18:9-12· παράβαλε Ησ 8:19.) Και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δηλώνεται ότι όσοι ασκούν πνευματισμό «δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού». (Γα 5:20, 21· Απ 21:8) Συνάγεται, λοιπόν, λογικά ότι οποιαδήποτε υποτιθέμενη επικοινωνία με νεκρούς, αν δεν πρόκειται για εσκεμμένο ψέμα από μέρους εκείνου που αξιώνει κάτι τέτοιο, προέρχεται οπωσδήποτε από κακή πηγή, μια πηγή που εναντιώνεται στον Ιεχωβά Θεό.
Η Αγία Γραφή δείχνει καθαρά ότι αυτή η κακή πηγή είναι τα πονηρά πνεύματα, οι δαίμονες. (Βλέπε ΔΑΙΜΟΝΑΣ· ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΟΣ.) Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί «κάποια υπηρέτρια» στην πόλη των Φιλίππων. Αυτή παρείχε στους κυρίους της πολύ κέρδος ασκώντας «τη μαντική τέχνη», ένα από τα πράγματα που συνδέονται με τον πνευματισμό. (Δευ 18:11) Η αφήγηση λέει σαφέστατα ότι η πηγή της μαντείας της δεν ήταν ο Θεός, αλλά “ένας δαίμονας μαντείας”, ένα πονηρό πνεύμα. Συνεπώς, όταν ο απόστολος Παύλος εξέβαλε το πονηρό πνεύμα, αυτό το κορίτσι έχασε τις μαντικές δυνάμεις. (Πρ 16:16-19) Σχετικά με τη λέξη πύθωνα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που εδώ αποδίδεται «δαίμονα μαντείας», Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Τόμ. 1, σ. 328), λέει: «Πύθων στην ελληνική μυθολογία ήταν το όνομα ενός φιδιού, ή δράκοντα, που κατοικούσε στην Πυθώ, στους πρόποδες του όρους Παρνασσός, φύλαγε το μαντείο των Δελφών και φονεύτηκε από τον Απόλλωνα. Ακολούθως το όνομα μεταφέρθηκε στον ίδιο τον Απόλλωνα. Αργότερα η λέξη εφαρμόστηκε σε μάντεις, τους οποίους, όπως πιστευόταν, ενέπνεε ο Απόλλων. Εφόσον οι δαίμονες είναι οι υποκινητές της ειδωλολατρίας, 1 Κορ. 10:20, η νεαρή του εδαφίου Πράξ. 16:16 κατεχόταν από έναν δαίμονα που προωθούσε τη λατρεία του Απόλλωνα—επομένως αυτή είχε “πνεύμα μαντείας”».
Στον Ισραήλ. Μολονότι ο Θεός είχε θεσπίσει αυστηρούς νόμους εναντίον του πνευματισμού, κατά καιρούς εμφανίζονταν πνευματιστικοί μεσάζοντες στη γη του Ισραήλ. Προφανώς αυτοί ήταν αλλοεθνείς που είχαν έρθει στη χώρα ή κάποιοι από εκείνους τους οποίους είχαν αφήσει ζωντανούς οι Ισραηλίτες. Ο Βασιλιάς Σαούλ τους απομάκρυνε από τη χώρα στη διάρκεια της βασιλείας του, αλλά φαίνεται πως, προς το τέλος της διακυβέρνησής του, ορισμένοι πνευματιστικοί μεσάζοντες άρχισαν ξανά τη δράση τους. Ο Σαούλ κατέδειξε πόσο πολύ είχε απομακρυνθεί από τον Θεό όταν πήγε να συμβουλευτεί εκείνη “τη γυναίκα στην Εν-δωρ που ήταν επιτήδεια στην πνευματιστική μεσολάβηση”.—1Σα 28:3, 7-10.
Η επίσκεψη του Βασιλιά Σαούλ σε πνευματιστική μεσάζουσα. Όταν ο Σαούλ πήγε στη γυναίκα που ασκούσε πνευματιστική μεσολάβηση, το πνεύμα του Ιεχωβά είχε προ πολλού απομακρυνθεί από αυτόν. Στην πραγματικότητα, ο Θεός δεν απαντούσε στις ερωτήσεις του ούτε μέσω ονείρων ούτε μέσω του Ουρίμ (που το χρησιμοποιούσε ο αρχιερέας) ούτε μέσω των προφητών. (1Σα 28:6) Ο Θεός δεν ήθελε πια να έχει σχέσεις μαζί του, ο δε Σαμουήλ, ο προφήτης του Θεού, δεν είχε δει τον Σαούλ επί πολύ καιρό, προτού ακόμη χριστεί βασιλιάς ο Δαβίδ. Θα ήταν παράλογο, λοιπόν, να σκεφτούμε ότι ο Σαμουήλ, ακόμη και αν ήταν ζωντανός, θα ερχόταν τώρα να συμβουλέψει τον Σαούλ. Και ασφαλώς ο Θεός δεν θα έβαζε τον Σαμουήλ, τον οποίο δεν είχε στείλει στον Σαούλ πριν από το θάνατό του, να επιστρέψει από τους νεκρούς για να μιλήσει στον Σαούλ.—1Σα 15:35.
Το ότι ο Ιεχωβά δεν ήταν δυνατόν να επιδοκιμάσει την ενέργεια του Σαούλ ή να συνεργαστεί με αυτήν φαίνεται από τη μεταγενέστερη δήλωσή του μέσω του Ησαΐα: «Και αν σας πουν: “Απευθυνθείτε στους πνευματιστικούς μεσάζοντες ή σε εκείνους που έχουν πνεύμα πρόγνωσης, οι οποίοι τερετίζουν και μουρμουρίζουν”, στον Θεό του δεν πρέπει να απευθύνεται κάθε λαός; Πρέπει να απευθύνονται στους νεκρούς για χάρη των ζωντανών; Στο νόμο και στην πιστοποίηση!»—Ησ 8:19, 20.
Άρα λοιπόν, όταν η αφήγηση λέει: «Όταν η γυναίκα είδε τον “Σαμουήλ”, άρχισε να φωνάζει με όλη τη δύναμη της φωνής της», προφανώς εξιστορεί το γεγονός όπως το είδε εκείνη, η οποία εξαπατήθηκε από το πνεύμα που υποδύθηκε τον Σαμουήλ. (1Σα 28:12) Όσο για τον ίδιο τον Σαούλ, ίσχυε η αρχή που διατυπώθηκε από τον απόστολο Παύλο: «Καθώς δεν επιδοκίμασαν το να έχουν ακριβή γνώση για τον Θεό, ο Θεός τούς παρέδωσε σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση, για να κάνουν τα πράγματα που δεν αρμόζουν . . . Μολονότι αυτοί γνωρίζουν πάρα πολύ καλά το δίκαιο διάταγμα του Θεού, ότι εκείνοι που πράττουν τέτοια πράγματα είναι άξιοι θανάτου, όχι μόνο κάνουν αυτά τα πράγματα αλλά και συναινούν με εκείνους που τα πράττουν».—Ρω 1:28-32.
Το Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης ([Commentary on the Old Testament] 1973, Τόμ. 2, Πρώτο Σαμουήλ, σ. 265) των Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς αναφέρεται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, εδάφιο 1 Χρονικών 10:13, όπου προστίθενται τα λόγια και ἀπεκρίνατο αὐτῷ Σαμουήλ ὁ προφήτης. Το Σχολιολόγιο υποστηρίζει την άποψη την οποία απηχούν αυτά τα μη θεόπνευστα λόγια στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, αλλά προσθέτει: «Εντούτοις οι πατέρες, οι μεταρρυθμιστές και οι παλαιότεροι Χριστιανοί θεολόγοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θεωρούν ότι δεν υπήρξε πραγματική εμφάνιση του Σαμουήλ, αλλά μόνο πλασματική. Σύμφωνα με την εξήγηση που έδωσε ο Εφραίμ ο Σύρος, στα μάτια του Σαούλ παρουσιάστηκε μια φαινομενική εικόνα του Σαμουήλ μέσω δαιμονικών τεχνών. Ο Λούθηρος και ο Καλβίνος υιοθέτησαν την ίδια άποψη, οι δε πρώτοι Προτεστάντες θεολόγοι τούς μιμήθηκαν εκλαμβάνοντας το φαινόμενο ως διαβολική οπτασία και μόνο—ένα φάντασμα, ή διαβολική οπτασία με τη μορφή του Σαμουήλ—τη δε αναγγελία του Σαμουήλ ως διαβολική αποκάλυψη και μόνο, η οποία αποκάλυψη έγινε υπό θεϊκή ανοχή και στην οποία η αλήθεια είναι συγκεχυμένη με το ψέμα».
Σε μια υποσημείωση (Πρώτο Σαμουήλ, σ. 265, 266), αυτό το Σχολιολόγιο αναφέρει: «Ο Λούθηρος, λοιπόν, λέει . . . “Η έγερση του Σαμουήλ με τη μεσολάβηση μιας μάντισσας ή μάγισσας, στο 1 Σαμ. 28:11, 12, ασφαλώς δεν ήταν παρά οπτασία από τον διάβολο· όχι μόνο επειδή οι Γραφές δηλώνουν ότι την πραγματοποίησε μια γυναίκα που ήταν γεμάτη διαβόλους (διότι ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι οι ψυχές των πιστών, οι οποίες βρίσκονται στα χέρια του Θεού, . . . υπόκειντο στην εξουσία του διαβόλου, καθώς και απλών ανθρώπων;), αλλά και επειδή προφανέστατα ήταν σε αντίθεση με την εντολή του Θεού το ότι ο Σαούλ και η γυναίκα ζήτησαν πληροφορίες από τον νεκρό. Το Άγιο Πνεύμα δεν μπορεί να κάνει τίποτα ενάντια σε αυτήν ούτε μπορεί να βοηθήσει όσους ενεργούν σε αντίθεση με αυτήν”. Και ο Καλβίνος επίσης θεωρεί το φαινόμενο απλή οπτασία . . . : “Είναι βέβαιο”, λέει, “ότι δεν επρόκειτο πράγματι για τον Σαμουήλ, γιατί ο Θεός δεν θα επέτρεπε ποτέ στους προφήτες Του να υποταχθούν σε μια τέτοια διαβολική επίκληση. Διότι εδώ έχουμε μια μάγισσα που καλεί τον νεκρό από τον τάφο. Μήπως φαντάζεται κανείς ότι ο Θεός ήθελε να υποστεί ο προφήτης Του τέτοιον εξευτελισμό, λες και έχει ο διάβολος εξουσία πάνω στα σώματα και στις ψυχές των αγίων οι οποίοι βρίσκονται στη φροντίδα Εκείνου; Οι ψυχές των αγίων μάς λέγεται ότι αναπαύονται . . . στον Θεό, αναμένοντας την ευτυχή ανάστασή τους. Εξάλλου, μήπως πρέπει να πιστέψουμε ότι ο Σαμουήλ πήρε μαζί του στον τάφο το μανδύα του; Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι ευνόητο ότι το φαινόμενο δεν ήταν παρά οπτασία, και ότι οι αισθήσεις της ίδιας της γυναίκας εξαπατήθηκαν τόσο πολύ ώστε νόμισε ότι είδε τον Σαμουήλ, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν εκείνος”. Οι παλαιότεροι ορθόδοξοι θεολόγοι αμφισβητούσαν και αυτοί, με βάση τους ίδιους λόγους, το κατά πόσον ήταν πραγματική η εμφάνιση του αποθανόντος Σαμουήλ».
Η Εξουσία του Ιησού Πάνω στους Δαίμονες. Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, απέδειξε ότι ήταν ο Μεσσίας, ο Χρισμένος του Θεού, εκβάλλοντας τους δαίμονες από δαιμονισμένα άτομα. Αυτό το έκανε χωρίς ειδικές τελετουργίες, πνευματιστικές συγκεντρώσεις ή οποιαδήποτε μορφή μαγείας. Απλούστατα πρόσταζε τους δαίμονες να βγουν, και αυτοί υπάκουαν στη φωνή του. Αν και απρόθυμα, οι δαίμονες αναγκάζονταν να αναγνωρίσουν την εξουσία του (Ματ 8:29-34· Μαρ 5:7-13· Λου 8:28-33), όπως και ο Σατανάς αναγνώρισε την εξουσία του Ιεχωβά όταν ο Ιεχωβά τού επέτρεψε να πλήξει τον Ιώβ για να τον δοκιμάσει αλλά πρόσταξε τον Σατανά να μην τον σκοτώσει. (Ιωβ 2:6, 7) Επίσης, ο Ιησούς εκτελούσε αυτό το έργο αμισθί.—Ματ 8:16, 28-32· Μαρ 1:34· 3:11, 12· Λου 4:41.
Ανασκευάζει την ψευδή κατηγορία των Φαρισαίων. Ύστερα από μια τέτοια θεραπεία που έκανε ο Ιησούς, οι εχθροί του, οι Φαρισαίοι, πρόβαλαν την κατηγορία: «Αυτός ο άνθρωπος δεν εκβάλλει τους δαίμονες παρά μόνο μέσω του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμόνων». Αλλά η αφήγηση συνεχίζει: «Γνωρίζοντας τις σκέψεις τους, τους είπε: “Κάθε βασίλειο που διαιρείται εναντίον του εαυτού του ερημώνεται, και κάθε πόλη ή σπίτι που διαιρείται εναντίον του εαυτού του δεν θα σταθεί. Με τον ίδιο τρόπο, αν ο Σατανάς εκβάλλει τον Σατανά, έχει διαιρεθεί εναντίον του εαυτού του· πώς, λοιπόν, θα σταθεί το βασίλειό του; Εξάλλου, αν εγώ εκβάλλω τους δαίμονες μέσω του Βεελζεβούλ, οι γιοι σας μέσω τίνος τους εκβάλλουν; Να γιατί αυτοί θα είναι κριτές σας”».—Ματ 12:22-27.
Οι Φαρισαίοι ήταν αναγκασμένοι να παραδεχτούν ότι χρειαζόταν να έχει κανείς υπερανθρώπινη δύναμη για να εκβάλλει δαίμονες. Ήθελαν, όμως, να αποτρέψουν το λαό από το να πιστέψει στον Ιησού. Γι’ αυτό, απέδωσαν τη δύναμή του στον Διάβολο. Τότε ο Ιησούς επισήμανε τις συνέπειες του επιχειρήματός τους δείχνοντας το λογικό συμπέρασμα στο οποίο οδηγούσε αυτό. Απάντησε ότι, αν ο ίδιος ήταν υποχείριο του Διαβόλου και εξουδετέρωνε ό,τι είχε κάνει ο Σατανάς, τότε ο Σατανάς στην πραγματικότητα ενεργούσε εναντίον του εαυτού του (κάτι που δεν θα έκανε κανένας ανθρώπινος βασιλιάς) και επομένως σύντομα θα έπεφτε. Επιπλέον, έστρεψε την προσοχή στους “γιους” τους, δηλαδή στους μαθητές τους, που και αυτοί ισχυρίζονταν ότι εξέβαλλαν δαίμονες. Αν το επιχείρημα των Φαρισαίων ήταν αληθινό, ότι δηλαδή όποιος εξέβαλλε δαίμονες το έκανε αυτό με τη δύναμη του Σατανά, τότε και οι δικοί τους μαθητές ενεργούσαν υπό την επιρροή αυτής της δύναμης, πράγμα που οι Φαρισαίοι δεν ήθελαν βέβαια να παραδεχτούν. Συνεπώς, όπως είπε ο Ιησούς, οι «γιοι» τους ήταν κριτές που καταδίκαζαν και τους ίδιους και το επιχείρημά τους. Κατόπιν ο Ιησούς είπε: «Αλλά αν μέσω του πνεύματος του Θεού εγώ εκβάλλω τους δαίμονες, η βασιλεία του Θεού σάς έχει πράγματι καταφθάσει».—Ματ 12:28.
Ο Ιησούς συνέχισε την επιχειρηματολογία του λέγοντας ότι κανείς δεν θα μπορούσε να μπει στο σπίτι ενός ισχυρού άντρα (του Σατανά) και να αρπάξει τα αγαθά του αν δεν είχε τη δύναμη να δέσει τον ισχυρό άντρα. Η ψευδής κατηγορία των Φαρισαίων αποτέλεσε το έναυσμα για να δοθεί η προειδοποίηση σχετικά με την αμαρτία εναντίον του αγίου πνεύματος, εφόσον μέσω του πνεύματος του Θεού ο Ιησούς εξέβαλλε τους δαίμονες, και έτσι οι Φαρισαίοι, καταφερόμενοι εναντίον αυτού του έργου, δεν εξέφραζαν απλώς μίσος για τον Ιησού αλλά καταφέρονταν εναντίον της ολοφάνερης εκδήλωσης του αγίου πνεύματος του Θεού.—Ματ 12:29-32.
Αυτό που είπε ο Ιησούς Χριστός για την εκβολή δαιμόνων δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι σημαίνει πως οι «γιοι» των Φαρισαίων και όλοι οι άλλοι που ισχυρίζονταν ότι έβγαζαν δαίμονες ήταν οπωσδήποτε όργανα του Θεού. Ο Ιησούς ανέφερε ότι θα υπήρχαν διάφορα άτομα που θα ρωτούσαν: «Κύριε, Κύριε, δεν προφητεύσαμε στο όνομά σου, και δεν εκβάλαμε δαίμονες στο όνομά σου, και δεν εκτελέσαμε πολλά δυναμικά έργα στο όνομά σου;» Αλλά η απάντησή του σε αυτούς θα ήταν: «Ποτέ δεν σας γνώρισα! Φύγετε από εμένα, εργάτες της ανομίας». (Ματ 7:22, 23) Εφόσον δεν θα ήταν αληθινοί μαθητές του Ιησού Χριστού, αυτοί οι εργάτες της ανομίας θα ήταν παιδιά του Διαβόλου. (Παράβαλε Ιωα 8:44· 1Ιω 3:10.) Επομένως, οποιαδήποτε εκβολή δαιμόνων και αν ισχυρίζονταν ότι επιτελούσαν θα οφειλόταν, όχι στο ότι ήταν όργανα του Θεού, αλλά στο ότι ήταν υποχείρια του Διαβόλου. Χρησιμοποιώντας ανθρώπους ως εξορκιστές, που μάλιστα θα ενεργούσαν εν ονόματι του Ιησού (παράβαλε την προσπάθεια των εφτά γιων του Σκευά στα εδ. Πρ 19:13-16), ο Σατανάς δεν θα διαιρούνταν εναντίον του εαυτού του. Απεναντίας, με αυτό το φαινομενικά καλό έργο απαλλαγής από το δαιμονισμό, ο Σατανάς θα μετασχηματιζόταν σε «άγγελο φωτός», αυξάνοντας έτσι τη δύναμη και την επιρροή του πάνω στους εξαπατημένους ανθρώπους.—2Κο 11:14.
«Αυτός που δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας». Σε κάποια περίπτωση ο απόστολος Ιωάννης είπε στον Ιησού: «Δάσκαλε, είδαμε κάποιον να εκβάλλει δαίμονες χρησιμοποιώντας το όνομά σου και προσπαθήσαμε να τον εμποδίσουμε, επειδή δεν μας ακολουθούσε». Προφανώς αυτός ο άνθρωπος είχε επιτυχία στο να εκβάλλει δαίμονες, γιατί ο Ιησούς είπε: «Δεν υπάρχει κανείς που θα κάνει κάποιο δυναμικό έργο με βάση το όνομά μου και θα μπορέσει γρήγορα να με εξυβρίσει». Γι’ αυτό, ο Ιησούς διέταξε να μην προσπαθούν να τον εμποδίσουν, «διότι», όπως είπε, «αυτός που δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας». (Μαρ 9:38-40) Δεν ακολουθούσαν κυριολεκτικά τον Ιησού και τους αποστόλους του στη διακονία τους όλοι όσοι πίστευαν στον Ιησού. Εκείνον τον καιρό η διαθήκη του Νόμου ήταν σε ισχύ, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, και ο Θεός δεν είχε ακόμη εγκαινιάσει μέσω του Ιησού Χριστού τη νέα διαθήκη και το ξεκίνημα της Χριστιανικής εκκλησίας των καλεσμένων. Μόνο από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και μετά, αφού ο Ιησούς μέσω της θυσίας του επέφερε την κατάργηση του Νόμου, κατέστη απαραίτητο για όποιον υπηρετούσε στο όνομα του Χριστού να συνταυτιστεί με αυτή την εκκλησία, τα μέλη της οποίας βαφτίζονταν στον Χριστό. (Πρ 2:38-42, 47· Ρω 6:3) Μετέπειτα, αντί να πολιτεύεται ο Θεός με το σαρκικό έθνος του Ισραήλ όπως είχε κάνει ως τότε, αναγνώριζε τη Χριστιανική εκκλησία ως το «άγιο έθνος» του.—1Πε 2:9· 1Κο 12:13.
Έργο της Σάρκας. Μολονότι εκείνοι που ασκούν πνευματισμό μπορεί να νομίζουν ότι επιδίδονται σε “πνευματική ενασχόληση”, ο Λόγος του Θεού τον αποκαλεί, όχι έργο του πνεύματος ή μέρος του καρπού του, αλλά έργο της σάρκας. Παρατηρήστε με ποια απεχθή πράγματα συγκαταλέγεται αυτός: «πορνεία, ακαθαρσία, έκλυτη διαγωγή, ειδωλολατρία, άσκηση πνευματισμού [φαρμακία, Κείμενο], έχθρες, έριδα, ζήλια, ξεσπάσματα θυμού, φιλονικίες, διαιρέσεις, αιρέσεις, φθόνοι, μεθύσια, ξέφρενα γλέντια και παρόμοια πράγματα». Κάνει έκκληση στις επιθυμίες της αμαρτωλής σάρκας, όχι στα πράγματα του πνεύματος, και ο απόστολος Παύλος προειδοποιεί ότι «αυτοί που πράττουν τέτοια πράγματα δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού».—Γα 5:19-21.
Θα φέρει αιώνια καταστροφή σε όσους τον ασκούν. Αναφορικά με τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, η οποία πρόκειται να ριχτεί στη θάλασσα και να μην ξαναβρεθεί ποτέ, ένα από τα αμαρτήματα τα οποία της καταμαρτυρούνται αναφέρεται στην Αποκάλυψη: «Με τον πνευματισμό που ασκούσες παροδηγήθηκαν όλα τα έθνη». (Απ 18:23) Σχετικά με την αιώνια καταστροφή εκείνων που ασκούν πνευματισμό, η Αποκάλυψη λέει: «Όσο για τους δειλούς . . . και εκείνους που δεν έχουν πίστη και εκείνους που είναι αηδιαστικοί εξαιτίας της ακαθαρσίας τους και τους φονιάδες και τους πόρνους και εκείνους που ασκούν πνευματισμό [φαρμακοῖς, Κείμενο] και τους ειδωλολάτρες και όλους τους ψεύτες, η μερίδα τους θα είναι στη λίμνη που καίει με φωτιά και θειάφι. Αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος».—Απ 21:8.
Μαγική Τέχνη, μια Συναφής Ενασχόληση. Συναφής με τον πνευματισμό είναι η μαγική τέχνη. Στην Έφεσο πολλοί πίστεψαν στο κήρυγμα του Παύλου, και «αρκετοί . . . από εκείνους που ασκούσαν μαγικές τέχνες μάζεψαν τα βιβλία τους και τα έκαψαν ενώπιον όλων». (Πρ 19:19) Η φράση «μαγικές τέχνες» αποδίδει τη λέξη περίεργα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, κατά κυριολεξία «τα περί το έργον» και κατά συνέπεια πλεονάζοντα, δηλαδή αναφέρεται στις τέχνες εκείνων που εμπλέκονται σε απαγορευμένα πράγματα, με τη βοήθεια πονηρών πνευμάτων.—Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν, Τόμ. 1, σ. 261.
Προφητεία Εναντίον της Ιερουσαλήμ. Σε μια εξαγγελία που έκανε ο Ιεχωβά εναντίον της Ιερουσαλήμ εξαιτίας της απιστίας της, είπε: «Και θα πέσεις χαμηλά, ώστε θα μιλάς από το έδαφος, και σαν να έρχεται από το χώμα θα ακούγεται χαμηλά η λαλιά σου. Και σαν του πνευματιστικού μεσάζοντα θα είναι η φωνή σου από το έδαφος, και από το χώμα θα τερετίζει η λαλιά σου». (Ησ 29:4) Αυτή η δήλωση αναφερόταν στον καιρό κατά τον οποίο θα έρχονταν εχθροί εναντίον της Ιερουσαλήμ και θα την υποβίβαζαν πάρα πολύ σαν να τη συνέτριβαν μέχρις εδάφους. Επομένως, οποιαδήποτε λόγια θα έλεγαν οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ θα έρχονταν από χαμηλά, από την υποβιβασμένη θέση τους. Θα ήταν σαν να μιλούσε ένας πνευματιστικός μεσάζων με τέτοιον τρόπο ώστε να δίνει την εντύπωση ότι έβγαινε από το χώμα της γης ένας ήχος απαλός, υπόκωφος, χαμηλός, πνιχτός και εξασθενημένος. Ωστόσο, όπως δείχνουν τα εδάφια Ησαΐας 29:5-8, η Ιερουσαλήμ θα απελευθερωνόταν.
-
-
ΠνοήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΝΟΗ
Βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
-
-
ΠόδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΔΙ
Η λέξη ρέγελ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη πούς του πρωτότυπου ελληνικού αναφέρονται βασικά στο τελευταίο τμήμα των κάτω άκρων. Και οι δύο αυτές λέξεις χρησιμοποιούνται τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Δύο άλλες λέξεις, η λέξη σωκ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη σκέλος του πρωτότυπου ελληνικού, αναφέρονται στο άκρο ανθρώπου ή ζώου που χρησιμοποιείται για τη στήριξη του σώματος και το βάδισμα. Η εβραϊκή λέξη κερα‛άγιμ αναφέρεται στην κνήμη, και σε κάθε περίπτωση όπου εμφανίζεται αυτή η λέξη στη Γραφή, γίνεται λόγος για το μέλος ενός ζώου, συνήθως όσον αφορά ζώα τα οποία ετοίμαζαν για θυσία.—Λευ 1:9, 13· 4:11, 12· 8:21· 9:14.
Στα πλαίσια της καθιέρωσης του ιερατείου, το δεξί πόδι “του κριαριού της καθιέρωσης” αποτέλεσε μέρος της “κινητής προσφοράς”. (Λευ 8:22, 25-27) Σε ορισμένες θυσίες, το δεξί πίσω πόδι—προφανώς το εκλεκτό άνω τμήμα του—δινόταν και αυτό ως ιερή μερίδα στον εν υπηρεσία ιερέα. (Λευ 7:32-34· 10:12, 14, 15) Επίσης, στα εδάφια Αριθμοί 6:19 και Δευτερονόμιο 18:3 αναφέρεται ότι και το μπροστινό πόδι—ο “ώμος” ή η «ωμοπλάτη» (κατά κυριολεξία, «βραχίονας»)—αποτελούσε μερίδα για τους ιερείς. Στο εδάφιο Αμώς 3:12, ο προφήτης του Ιεχωβά χρησιμοποιεί την εικόνα ενός ποιμένα που αρπάζει δύο πόδια από το στόμα ενός λιονταριού (προφανώς για να απαλλάξει τον εαυτό του από την ευθύνη για την απώλεια ενός προβάτου από το ποίμνιό του). Εδώ ο προφήτης περιγράφει παραστατικά την καταστροφή που επρόκειτο να έρθει στη Σαμάρεια, ιδιαίτερα στους ηγέτες της. Πολύ λίγοι θα γλίτωναν από τους εχθρούς της Σαμάρειας, οι οποίοι θα τους κατασπάραζαν σαν λιοντάρια. Αυτή η εβραϊκή λέξη, κερα‛άγιμ, χρησιμοποιείται μία φορά σε σχέση με τα «σκέλη για άλματα» των φτερωτών πολυπληθών πλασμάτων, των μόνων τέτοιων πλασμάτων που ο Νόμος προσδιόριζε ως καθαρή τροφή.—Λευ 11:21.
Στην αρχαιότητα—όπως και σε πολλά μέρη της γης σήμερα—τα πόδια ήταν το κυριότερο μέσο μεταφοράς. Ορισμένοι από τον κοινό λαό περπατούσαν ξυπόλητοι, αλλά συνήθως οι άνθρωποι φορούσαν σανδάλια αποτελούμενα κυρίως από μια σόλα. (Βλέπε ΣΑΝΔΑΛΙ.) Όταν κάποιος έμπαινε σε ένα σπίτι, έβγαζε τα σανδάλια του. Ένα ζωτικό—στην ουσία υποχρεωτικό—σημάδι φιλοξενίας ήταν το πλύσιμο των ποδιών του φιλοξενούμενου. Την υπηρεσία αυτή την πρόσφερε είτε ο οικοδεσπότης είτε κάποιος υπηρέτης ή τουλάχιστον έφερναν νερό γι’ αυτόν το σκοπό.—Γε 18:4· 24:32· 1Σα 25:41· Λου 7:37, 38, 44.
Εφόσον όσοι πατούσαν σε άγιο έδαφος έβγαζαν τα σανδάλια τους, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ιερείς υπηρετούσαν ξυπόλητοι όταν εκτελούσαν τα καθήκοντά τους στη σκηνή της μαρτυρίας ή στο ναό. (Εξ 3:5· Ιη 5:15) Στις οδηγίες για την κατασκευή της ιερατικής ενδυμασίας δεν έγινε πρόβλεψη για σανδάλια.—Εξ κεφ. 28· βλέπε ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.
Ο Χριστός Πλένει τα Πόδια των Μαθητών. Ο Ιησούς Χριστός δίδαξε στους μαθητές του την ταπεινοφροσύνη και ότι θα έπρεπε να υπηρετούν ο ένας τον άλλον όταν εκείνος, ο Κύριός τους, έπλυνε τα πόδια τους. (Ιωα 13:5-14· παράβαλε 1Τι 5:9, 10.) Σε αυτή την περίπτωση ο Ιησούς είπε: «Αυτός που έχει λουστεί δεν έχει ανάγκη παρά να του πλύνουν τα πόδια, αλλά είναι ολόκληρος καθαρός», αναφερόμενος αναμφίβολα στο γεγονός ότι, έστω και αν κάποιος είχε λουστεί, τα πόδια του θα σκονίζονταν ακόμη και ύστερα από λίγο περπάτημα και θα χρειάζονταν συχνό πλύσιμο. Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι ιερείς και οι Λευίτες που εκτελούσαν χρέη φρουρού στο ναό, αφού έμπαιναν ολόκληροι στο νερό νωρίς το πρωί, δεν απαιτούνταν να λουστούν ξανά εκείνη την ημέρα, παρά μόνο να πλένουν τα χέρια τους και τα πόδια τους. (Βλέπε επίσης Εξ 30:19-21.) Όταν είπε: «Εσείς είστε καθαροί, αλλά όχι όλοι [εννοώντας τον Ιούδα]», ο Ιησούς προφανώς προσέδωσε σε όσα έκανε τότε μια επιπρόσθετη πνευματική σημασία. (Ιωα 13:10, 11) Στα εδάφια Εφεσίους 5:25, 26 λέγεται για τον Ιησού ότι καθάρισε τη Χριστιανική εκκλησία με «το λουτρό του νερού μέσω του λόγου» της αλήθειας. Όπως είναι επόμενο, οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού θα έπρεπε παρόμοια να εκδηλώνουν ταπεινό ενδιαφέρον, όχι μόνο για τις υλικές ανάγκες των αδελφών τους, αλλά ακόμη περισσότερο για τις πνευματικές. Με αυτόν τον τρόπο θα αλληλοβοηθούνταν ώστε να διατηρούνται καθαροί από τους καθημερινούς πειρασμούς και τις παγίδες που μπορεί να μολύνουν κάποιον Χριστιανό καθώς βαδίζει σε αυτόν τον κόσμο.—Εβρ 10:22· Γα 6:1· Εβρ 12:13· βλέπε ΠΛΥΣΙΜΟ ΠΟΔΙΩΝ.
“Περπάτημα”. Πολλές φορές οι λέξεις «πόδι» και «πόδια» χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν την τάση ενός ατόμου ή την πορεία που ακολουθεί—καλή ή κακή. (Ψλ 119:59, 101· Παρ 1:16· 4:26· 5:5· 19:2· Ρω 3:15) Το ρήμα «περπατώ» χρησιμοποιείται με παρόμοια έννοια, όπως στη δήλωση: «Ο Νώε περπάτησε με τον αληθινό Θεό», η οποία σημαίνει ότι η πορεία του εναρμονιζόταν με το θέλημα και τις εντολές του Θεού. (Γε 6:9· παράβαλε Εφ 2:1, 2.) Ο Θεός κατευθύνει τα πόδια των πιστών υπηρετών του στο σωστό δρόμο, με μεταφορική έννοια, και τους δείχνει ποια πορεία να ακολουθήσουν ώστε να μη σκοντάψουν και πέσουν πνευματικά ή να μην παγιδευτούν στο κακό, ενώ μερικές φορές μάλιστα τους φυλάει ώστε να μην τους πιάσει ο εχθρός. (1Σα 2:9· Ψλ 25:15· 119:105· 121:3· Λου 1:78, 79) Από την άλλη μεριά, θα κάνει τους πονηρούς να χάσουν το βηματισμό τους και να πέσουν νικημένοι. (Δευ 32:35· Ψλ 9:15) Ο Ιεχωβά προειδοποιεί να μη συμβαδίζει κανείς με τους κακούς και να μην ακολουθεί κακό δρόμο. (Παρ 1:10, 15· 4:27) Λέει ότι χρειάζεται να φυλάει κανείς τα πόδια του όταν πηγαίνει στον οίκο του Θεού. Θα πρέπει να πλησιάζει με ειλικρινή καρδιά για να ακούει και να μαθαίνει.—Εκ 5:1.
Άλλες Μεταφορικές Χρήσεις. Ο Ιεχωβά είπε προφητικά στη Βαβυλώνα: «Αφαίρεσε το κάτω μέρος του μακριού φορέματος. Ξεσκέπασε το πόδι. Πέρασε τους ποταμούς». (Ησ 47:1, 2) Αντί να είναι μια χαϊδεμένη βασίλισσα η οποία υπηρετείται από άλλους, έπρεπε με μεταφορική έννοια να ξεσκεπάσει τα πόδια της ως τους γοφούς και να διασχίσει ξυπόλητη, ως αιχμάλωτη, τους ποταμούς μέσα από τους οποίους θα την τραβούσαν οι κατακτητές της.
Επίσης, τα πόδια χρησιμοποιούνταν μεταφορικά για να συμβολίσουν την κραταιότητα ή την ανθρώπινη ταχύτητα και δύναμη. Στο εδάφιο Ψαλμός 147:10 διαβάζουμε: «[Ο Ιεχωβά] δεν βρίσκει ευχαρίστηση στην κραταιότητα του αλόγου ούτε ευαρεστείται στα πόδια του άντρα». Στο εδάφιο Παροιμίες 26:7 τα κουτσά πόδια αναφέρονται ως σύμβολο αχρηστίας ή ανικανότητας.
Άλλες μεταφορικές εκφράσεις είναι οι εξής: «τόπος ανάπαυσης για το πέλμα του ποδιού», με άλλα λόγια τόπος κατοικίας ή ιδιοκτησίας (Γε 8:9· Δευ 28:65), «μια πατημασιά», δηλαδή το μικρότερο κομμάτι γης που θα μπορούσε να έχει κάποιος (Πρ 7:5· Δευ 2:5· παράβαλε Ιη 1:3), “σηκώνω το πόδι”, ακολουθώντας ή αρχίζοντας μια πορεία ενέργειας (Γε 41:44), «βάζε σπάνια το πόδι σου στο σπίτι του συνανθρώπου σου», ώστε να μην κάνεις κατάχρηση της φιλοξενίας του (Παρ 25:17), “περπατώ ξυπόλητος”, εκφράζοντας ταπείνωση ή πένθος (πολλές φορές οι αιχμάλωτοι μεταφέρονταν ξυπόλητοι) (Ησ 20:2), “βάζω κάτι στα πόδια” ενός ατόμου, ως δώρο ή προσφορά (Πρ 5:1, 2), “πέφτω στα πόδια κάποιου”, προσκυνώντας τον (Μαρ 5:22), “βάζω κάτι κάτω από τα πόδια” κάποιου, υποτάσσοντάς το σε αυτόν (1Κο 15:27· Εβρ 2:8), “ποδοπατώ ή συντρίβω κάτω από τα πόδια”, κερδίζοντας τη νίκη (Μαλ 4:3· Ρω 16:20), “βάζω τα πόδια πάνω στον αυχένα ενός εχθρού”, συμβολίζοντας την καθυπόταξη ή την ήττα του (Ιη 10:24), “πλένω το πόδι στο αίμα”, εκτελώντας τους εχθρούς (Ψλ 68:22, 23), και “καλύπτω τα πόδια”, υπονοώντας τη φυσική ανάγκη (κατά κυριολεξία, “κρατώ τα πόδια κρυμμένα”· Κρ 3:24· 1Σα 24:3). Η φράση «βουτάει το πόδι του στο λάδι» χρησιμοποιήθηκε προφητικά προλέγοντας το παχυλό, ή αλλιώς πλούσιο, μερίδιο που θα είχε η φυλή του Ασήρ ανάμεσα στις άλλες φυλές του Ισραήλ. (Δευ 33:24) Η Ρουθ ξεσκέπασε τα πόδια του Βοόζ και πλάγιασε στα πόδια του για να τον ενημερώσει ότι έπρεπε να αναλάβει νομική δράση στο θέμα του ανδραδελφικού γάμου.—Ρθ 3:4, 7, 8.
«Ωραία» πόδια. Ο Ιεχωβά τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση για τα πόδια όσων διαγγέλλουν τα καλά νέα της Βασιλείας και τα αποκαλεί «ωραία». (Ησ 52:7· Ρω 10:15) Ο Χριστιανός πρέπει να φοράει στα πόδια του «τον εξοπλισμό των καλών νέων της ειρήνης» ώστε να είναι κατάλληλος φορέας των καλών νέων. (Εφ 6:15) Ο Ιησούς παρήγγειλε στους μαθητές του να τινάξουν τη σκόνη από τα πόδια τους όταν οι άνθρωποι σε ένα σπίτι ή μια πόλη αρνούνταν να τους δεχτούν ή να ακούσουν τα λόγια τους, δείχνοντας έτσι ότι άφηναν το μη δεκτικό σπίτι ή πόλη να υποστεί τις συνέπειες που θα έρχονταν από μια ανώτερη πηγή, από τον ουρανό.—Ματ 10:14.
“Κόψε το πόδι σου”. Ο Ιησούς επισήμανε ότι θα έπρεπε “να κόψει κανείς το πόδι του”, όχι κυριολεκτικά αλλά μεταφορικά, λέγοντας: «Αν, λοιπόν, το χέρι σου ή το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το και πέταξέ το μακριά σου». Αυτό που εννοούσε ήταν ότι, αντί να επιτρέψει κανείς σε ένα μέλος του σώματός του—όπως το χέρι ή το πόδι—να τον κάνει να διαπράξει ασυγχώρητη αμαρτία, θα έπρεπε να νεκρώσει αυτό το μέλος εντελώς, σαν να κοβόταν αυτό από το σώμα.—Ματ 18:8· Μαρ 9:45· παράβαλε Κολ 3:5.
Στο Χριστιανικό «σώμα». Παρομοιάζοντας τη Χριστιανική εκκλησία με ανθρώπινο σώμα, ο απόστολος Παύλος τονίζει την αλληλεξάρτηση των μελών της, λέγοντας: «Αν το πόδι πει: “Επειδή δεν είμαι χέρι, δεν είμαι μέρος του σώματος”, δεν σημαίνει ότι γι’ αυτόν το λόγο δεν είναι μέρος του σώματος».—1Κο 12:15.
Το Υποπόδιο του Θεού. Ο Ιεχωβά παρουσιάζει τον εαυτό του να κάθεται σε έναν ουράνιο θρόνο και να έχει τη γη ως υποπόδιό του για να δείξει τη θέση κυριαρχίας την οποία κατέχει. (Ησ 66:1) Λέει στη Σιών ότι θα προσδώσει ωραιότητα στον τόπο του αγιαστηρίου του, και προσθέτει: «Θα δοξάσω τον τόπο των ποδιών μου».—Ησ 60:13, 14.
Σπάσιμο των Ποδιών. Φαίνεται ότι ήταν έθιμο των Ρωμαίων να δίνουν τη χαριστική βολή σπάζοντας τα πόδια των εγκληματιών που είχαν καταδικαστεί να πεθάνουν στο ξύλο ώστε να συντομεύσουν τα βάσανά τους. Ύστερα από αίτημα των Ιουδαίων, οι στρατιώτες έσπασαν τα πόδια των αντρών που ήταν κρεμασμένοι σε ξύλα δίπλα στον Ιησού Χριστό, αλλά όταν διαπίστωσαν ότι ο Ιησούς ήταν ήδη νεκρός, δεν έσπασαν τα δικά του πόδια. Ως εκ τούτου, εκπληρώθηκε η προφητεία του εδαφίου Ψαλμός 34:20.—Ιωα 19:31-36· παράβαλε Εξ 12:46· Αρ 9:12.
-
-
ΠοδιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΔΙΑ
(Ποδιά).
Η λέξη σιμικίνθιον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει κάτι που ζώνει κάποιος γύρω από το μισό σώμα του, ημιζώνιο, στενό κάλυμμα. (Πρ 19:12) Φαίνεται ότι το έδεναν γύρω από τη μέση με σκοπό να καλύψουν ένα μέρος του σώματος για κάποιο μήκος από τη μέση και κάτω. Ποδιά μπορεί να φορούσαν διάφοροι εργαζόμενοι όπως ψαράδες, αγγειοπλάστες, νεροκουβαλητές, παντοπώλες, αρτοποιοί και ξυλουργοί για να προστατέψουν άλλα ενδύματα. Το εφόδ των ιερέων ήταν αρκετά διαφορετικό ένδυμα, καθώς έμοιαζε με ποδιά που κρεμόταν από τους ώμους και αποτελούνταν από κομμάτια μπρος και πίσω.—Εξ 28:6-8· βλέπε ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ.
Στο εδάφιο Λουκάς 17:8 το ρήμα περιζώννυμαι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μεταφράζεται “βάζω μια ποδιά”.—Παράβαλε Εφ 6:14.
-
-
ΠοδόδεσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΔΟΔΕΣΜΑ
Βλέπε ΔΕΣΜΟΣ, ΔΕΣΜΑ.
-
-
ΠοιμέναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΙΜΕΝΑΣ
Άτομο που εκτρέφει, βόσκει και φυλάει πρόβατα ή ποίμνια από γιδοπρόβατα. (Γε 30:35, 36· Ματ 25:32· βλέπε ΠΡΟΒΑΤΟ.) Το επάγγελμα του ποιμένα ανάγεται στην εποχή του γιου του Αδάμ, του Άβελ. (Γε 4:2) Παρότι σε άλλα μέρη οι ποιμένες έχαιραν εκτίμησης, στην αγροτική κοινωνία της Αιγύπτου θεωρούνταν αξιοκαταφρόνητοι.—Γε 46:34.
Συνήθως το ποίμνιο το φρόντιζαν ο ιδιοκτήτης, τα παιδιά του (γιοι και κόρες) ή κάποιος άλλος συγγενής. (Γε 29:9· 30:31· 1Σα 16:11) Μεταξύ των πλουσίων, όπως στην περίπτωση του Νάβαλ, μερικοί υπηρέτες εργάζονταν ως ποιμένες, και ίσως υπήρχε κάποιος αρχιποιμένας ή επικεφαλής των ποιμένων ο οποίος επόπτευε τους άλλους. (1Σα 21:7· 25:7, 14-17) Όταν ποίμαινε τα ζώα ο ίδιος ο ιδιοκτήτης ή μέλη της οικογένειάς του, το ποίμνιο συνήθως ευημερούσε. Αλλά ένας μισθωτός δεν έδειχνε πάντα το ίδιο προσωπικό ενδιαφέρον για το ποίμνιο, με αποτέλεσμα να υποφέρει αυτό μερικές φορές.—Ιωα 10:12, 13.
Ο εξοπλισμός του ποιμένα μπορεί να περιλάμβανε μια σκηνή (Ησ 38:12), ένα ένδυμα με το οποίο μπορούσε να τυλιχτεί (Ιερ 43:12), ένα ραβδί και μια σφεντόνα για άμυνα, ένα σακίδιο για τα τρόφιμα (1Σα 17:40· Ψλ 23:4) και ένα μεγάλο μπαστούνι καμπυλωτό στο πάνω μέρος, τη λεγόμενη γκλίτσα, που χρησιμοποιούσε για να οδηγεί το ποίμνιο (Λευ 27:32· Μιχ 7:14).
Οι νομάδες ποιμένες, όπως ο Αβραάμ, κατοικούσαν σε σκηνές και περιφέρονταν από τη μία τοποθεσία στην άλλη για να βρίσκουν βοσκή για τα ποίμνιά τους. (Γε 13:2, 3, 18) Ωστόσο, μερικές φορές ο ιδιοκτήτης των ζώων παρέμενε σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία, στο σπίτι του ή στον καταυλισμό που χρησιμοποιούσε ως βάση, ενώ οι υπηρέτες του ή κάποια μέλη της οικογένειας μετακινούνταν με το ποίμνιο.—Γε 37:12-17· 1Σα 25:2, 3, 7, 15, 16.
Γνωρίζουν πράγματι τα πρόβατα τη φωνή του δικού τους ποιμένα;
Μερικές φορές τα ποίμνια αρκετών ποιμένων συγκεντρώνονταν για διανυκτέρευση στην ίδια μάντρα, όπου υπήρχε και κάποιος θυρωρός για να τα προσέχει. Όταν οι ποιμένες έφταναν το πρωί, φώναζαν τα ποίμνιά τους, τα δε πρόβατα ανταποκρίνονταν στον ποιμένα τους και μόνο σε αυτόν. Ο ποιμένας προπορευόταν του ποιμνίου και το οδηγούσε στη βοσκή. (Ιωα 10:1-5) Ο Γ. Μ. Τόμσον, βασιζόμενος σε όσα παρατήρησε ο ίδιος στη Συρία και στην Παλαιστίνη το δέκατο ένατο αιώνα, έγραψε: «[Τα πρόβατα] είναι τόσο ήμερα και τόσο εκπαιδευμένα ώστε ακολουθούν το φύλακά τους με απόλυτη ευπείθεια. Εκείνος τα οδηγεί από τη μάντρα, ή από τις στάνες τους στα χωριά, οπουδήποτε επιθυμεί. Εφόσον υπάρχουν πολλά ποίμνια σε ένα τέτοιο μέρος, ο κάθε ποιμένας ακολουθεί διαφορετικό δρόμο, και είναι μέλημά του να βρει βοσκή για το ποίμνιο. Επομένως, είναι απαραίτητο να διδαχτούν τα πρόβατα να τον ακολουθούν, και όχι να παρεκκλίνουν μπαίνοντας στους απερίφρακτους σιταγρούς, οι οποίοι εκτείνονται τόσο δελεαστικά εκατέρωθεν του δρόμου. Όποιο ζώο παραστρατήσει με αυτόν τον τρόπο είναι βέβαιο ότι θα έχει προβλήματα. Ο ποιμένας φωνάζει δυνατά πότε πότε για να τους υπενθυμίσει την παρουσία του. Εκείνα γνωρίζουν τη φωνή του και τον ακολουθούν. Αλλά αν φωνάξει ένας ξένος, κοντοστέκονται, σηκώνουν το κεφάλι τους ανήσυχα και, αν αυτό επαναληφθεί, κάνουν μεταβολή και φεύγουν, επειδή δεν γνωρίζουν τη φωνή του ξένου. Δεν πρόκειται για το ευφάνταστο σκηνικό κάποιας παραβολής, αλλά για πραγματικό γεγονός. Εγώ ο ίδιος έκανα το πείραμα επανειλημμένα. Ο ποιμένας προπορεύεται, όχι μόνο για να δείχνει το δρόμο, αλλά για να βεβαιώνεται ότι είναι βατός και ασφαλής».—Η Γη και το Βιβλίο (The Land and the Book), αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 179.
Παρόμοια, ο Τζ. Λ. Πόρτερ, στο βιβλίο Οι Πόλεις των Γιγάντων της Βασάν και οι Άγιοι Τόποι της Συρίας (The Giant Cities of Bashan and Syria’s Holy Places), παρατηρεί: «Οι ποιμένες έβγαζαν τα ποίμνιά τους από τις πύλες της πόλης. Μπορούσε να τους δει κανείς ολοκάθαρα, και εμείς τους παρακολουθούσαμε και τους ακούγαμε με μεγάλο ενδιαφέρον. Χιλιάδες γιδοπρόβατα υπήρχαν εκεί, συγκεντρωμένα σε πυκνές, συγκεχυμένες μάζες. Οι ποιμένες στέκονταν μαζί ώσπου να βγουν όλα έξω. Κατόπιν χώριζαν, και ο κάθε ποιμένας ακολουθούσε διαφορετικό δρόμο, βγάζοντας καθώς προχωρούσε μια διαπεραστική, ιδιόμορφη κραυγή. Τα πρόβατα τους άκουγαν. Στην αρχή οι μάζες βρίσκονταν σε αναβρασμό, σαν να πάλλονταν από κάποια εσωτερική αιτία. Ύστερα, άρχιζαν να ξεχωρίζουν κάποιες αιχμές στην κατεύθυνση που είχαν πάρει οι ποιμένες. Αυτές γίνονταν όλο και μεγαλύτερες, ώσπου οι συγκεχυμένες μάζες διαλύονταν και σχηματίζονταν μακριά, ζωντανά ποτάμια πίσω από τους οδηγούς των ζώων».—1868, σ. 45.
Το βράδυ, ο ποιμένας έφερνε τα ζώα πίσω στη μάντρα, όπου στεκόταν στην πόρτα και τα μετρούσε, καθώς αυτά περνούσαν κάτω από την γκλίτσα του ή τα χέρια του.—Λευ 27:32· Ιερ 33:13· βλέπε ΜΑΝΤΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ.
Κοπιαστική Ζωή. Η ζωή του ποιμένα δεν ήταν εύκολη. Ήταν εκτεθειμένος στη ζέστη αλλά και στο κρύο, και περνούσε νύχτες αγρύπνιας. (Γε 31:40· Λου 2:8) Με κίνδυνο της ζωής του προστάτευε το ποίμνιο από αρπακτικά ζώα, όπως λιοντάρια, λύκους και αρκούδες, καθώς και από κλέφτες. (Γε 31:39· 1Σα 17:34-36· Ησ 31:4· Αμ 3:12· Ιωα 10:10-12) Ο ποιμένας έπρεπε να προσέχει το ποίμνιο ώστε να μη σκορπίσει (1Βα 22:17), να ψάχνει τα χαμένα πρόβατα (Λου 15:4), να βαστάζει στην αγκαλιά του τα αδύναμα ή κουρασμένα αρνιά (Ησ 40:11) και να φροντίζει τα άρρωστα και τραυματισμένα ζώα—επιδένοντας τα σπασμένα μέλη και αλείβοντας τα τραύματα με ελαιόλαδο. (Ψλ 23:5· Ιεζ 34:3, 4· Ζαχ 11:16) Έπρεπε να είναι προσεκτικός όταν ποίμαινε προβατίνες που θήλαζαν. (Γε 33:13) Κάθε ημέρα, συνήθως γύρω στο μεσημέρι, ο ποιμένας πότιζε το ποίμνιο. (Γε 29:3, 7, 8) Αν τα ζώα ποτίζονταν σε πηγάδια, οι ποιμένες έπρεπε να γεμίσουν τα αυλάκια που ήταν σκαμμένα στο έδαφος ή τις ποτίστρες. (Εξ 2:16-19· παράβαλε Γε 24:20.) Στα πηγάδια διαδραματίζονταν μερικές φορές δυσάρεστες συναντήσεις με άλλους ποιμένες.—Γε 26:20, 21.
Ο ποιμένας δικαιούνταν μερίδιο από την παραγωγή του ποιμνίου (1Κο 9:7), και συνήθως του πλήρωναν το μισθό του σε ζώα (Γε 30:28, 31-33· 31:41), μολονότι μερικές φορές τον πλήρωναν και με χρήματα. (Ζαχ 11:7, 12) Μπορεί να ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει αποζημίωση για τυχόν απώλειες (Γε 31:39), αλλά υπό τη διαθήκη του Νόμου δεν απαιτούνταν αποζημίωση για ζώο κατασπαραγμένο από θηρίο.—Εξ 22:13.
Ό,τι ειπώθηκε για τους ποιμένες ισχύει γενικά και για τους βοσκούς που δεν φύλαγαν γιδοπρόβατα αλλά βοοειδή, γαϊδούρια, καμήλες και γουρούνια.—Γε 12:16· 13:7, 8· Ματ 8:32, 33.
Μεταφορικοί και Αλληγορικοί. Ο Ιεχωβά είναι Ποιμένας που φροντίζει με αγάπη τα πρόβατά του, δηλαδή το λαό του. (Ψλ 23:1-6· 80:1· Ιερ 31:10· Ιεζ 34:11-16· 1Πε 2:25) Ο Γιος του, ο Ιησούς Χριστός, είναι “ο μεγάλος ποιμένας” (Εβρ 13:20) και «ο αρχιποιμένας», υπό την κατεύθυνση του οποίου οι επίσκοποι στις Χριστιανικές εκκλησίες ποιμαίνουν το ποίμνιο του Θεού με τη θέλησή τους, ανιδιοτελώς και πρόθυμα. (1Πε 5:2-4) Ο Ιησούς αναφέρθηκε στον εαυτό του ως “τον καλό ποιμένα”, αυτόν ο οποίος πράγματι σπλαχνίζεται τα «πρόβατα», κάτι που κατέδειξε παραδίδοντας την ψυχή του για χάρη τους. (Ιωα 10:11· βλέπε Ματ 9:36.) Αλλά όπως είχε προειπωθεί, η πάταξη “του καλού ποιμένα” επέφερε το διασκορπισμό του ποιμνίου.—Ζαχ 13:7· Ματ 26:31.
Στην Αγία Γραφή, η λέξη «ποιμένες» δηλώνει μερικές φορές τους άρχοντες και τους ηγέτες των Ισραηλιτών, τόσο τους πιστούς όσο και τους άπιστους. (Ησ 63:11· Ιερ 23:1-4· 50:6· Ιεζ 34:2-10· παράβαλε Αρ 27:16-18· Ψλ 78:70-72.) Παρόμοια, η λέξη «ποιμένες» εφαρμόζεται και σε ηγέτες άλλων εθνών. (Ιερ 25:34-36· 49:19· Να 3:18· παράβαλε Ησ 44:28.) Στο εδάφιο Ιερεμίας 6:3, «οι ποιμένες» φαίνεται να αντιπροσωπεύουν διοικητές στρατευμάτων εισβολής. Ποιμένες με τα ποίμνιά τους εμφανίζονται σε μια εικόνα αποκατάστασης (Ιερ 33:12), ενώ προειπώθηκε ότι η ερήμωση της Βαβυλώνας θα ήταν τόσο πλήρης ώστε “ούτε ποιμένας δεν θα έβαζε το ποίμνιό του να ξαπλώσει εκεί”.—Ησ 13:20.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 12:5, η “ποίμανση” των εθνών με σιδερένιο ραβδί σημαίνει την καταστροφή τους.—Παράβαλε Ψλ 2:9.
-
-
Ποιμενικό ΣακίδιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΙΜΕΝΙΚΟ ΣΑΚΙΔΙΟ
Βλέπε ΣΑΚΙΔΙΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ· ΣΑΚΟΣ, ΣΑΚΙ.
-
-
Πόλεις ΑποθήκευσηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΙΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
Πόλεις ειδικά σχεδιασμένες ως κυβερνητικά κέντρα αποθήκευσης. Αποθέματα προμηθειών όπως σιτηρά, καθώς και άλλα είδη, διατηρούνταν σε αποθήκες και σιταποθήκες που είχαν χτιστεί σε εκείνες τις τοποθεσίες.
Υπό την αιγυπτιακή καταδυνάστευση, οι Ισραηλίτες αναγκάστηκαν να οικοδομήσουν «πόλεις ως τόπους αποθήκευσης για τον Φαραώ, συγκεκριμένα, την Πιθώμ και τη Ρααμσής». (Εξ 1:11) Πόλεις αποθήκευσης οικοδόμησε και ο Σολομών. (1Βα 9:17-19· 2Χρ 8:4-6) Αργότερα, καθώς ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ ευημερούσε, «έχτισε οχυρώματα και πόλεις αποθήκευσης στον Ιούδα».—2Χρ 17:12· βλέπε ΑΠΟΘΗΚΗ.
-
-
Πόλεις ΑρμάτωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΜΑΤΩΝ
Πόλεις των αρχαίων καιρών που είχαν ξεχωριστεί ως τόποι στάθμευσης αρμάτων, ιδιαίτερα πολεμικών αρμάτων. (2Χρ 1:14· 9:25) Ο Σολομών είχε τέτοιες πόλεις.—1Βα 9:17-19· 10:26· 2Χρ 8:5, 6.
-
-
Πόλεις ΚαταφυγίουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ
Ο νόμος του Ιεχωβά για την ιερότητα του αίματος ήταν κατηγορηματικός. Η έκχυση ανθρώπινου αίματος μίαινε τη γη στην οποία ζούσαν οι γιοι του Ισραήλ και στης οποίας το μέσο κατοικούσε ο Ιεχωβά, εξιλέωση δε για αυτό το αίμα μπορούσε να γίνει μόνο με το αίμα εκείνου που το έχυσε. (Γε 9:5, 6· Αρ 35:33, 34) Έτσι λοιπόν, στην περίπτωση κάποιου δολοφόνου, λαμβανόταν εκδίκηση για το αίμα του θύματός του, και η νομική απαίτηση “ζωή αντί ζωής” ικανοποιούνταν όταν ο εκδικητής του αίματος θανάτωνε «εξάπαντος» το δολοφόνο. (Εξ 21:23· Αρ 35:21) Ωστόσο, τι θα συνέβαινε με τον ακούσιο ανθρωποκτόνο, κάποιον για παράδειγμα που σκότωσε τον αδελφό του όταν έφυγε κατά τύχη η κεφαλή του τσεκουριού, ενώ αυτός έκοβε ξύλα; (Δευ 19:4, 5) Για τα άτομα που περιέρχονταν σε τέτοια δυσχερή θέση ο Ιεχωβά προμήθευσε στοργικά έξι πόλεις καταφυγίου, όπου μπορούσε να βρει προστασία και άσυλο από τον εκδικητή του αίματος όποιος είχε χύσει αίμα ακούσια.—Αρ 35:6-32· Ιη 20:2-9.
Τοποθεσίες. Ο Μωυσής όρισε πριν από το θάνατό του τρεις τέτοιες πόλεις Α του Ιορδάνη. Η πρώτη, η Βοσόρ, βρισκόταν στα Ν, στο υψίπεδο της περιοχής που ανήκε στη φυλή του Ρουβήν, Α του βόρειου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης. Η δεύτερη, η Ραμώθ της Γαλαάδ, ανήκε στη φυλή του Γαδ και βρισκόταν περίπου στο μέσο του ανατολικού τμήματος των εδαφών που κατείχε ο Ισραήλ. Η τρίτη, η Γκολάν της Βασάν, βρισκόταν στα Β, στην περιοχή της φυλής του Μανασσή. (Δευ 4:43· Ιη 21:27, 36, 38) Όταν οι Ισραηλίτες πέρασαν στη δυτική πλευρά του Ιορδάνη, ο Ιησούς του Ναυή όρισε τρεις ακόμη πόλεις καταφυγίου: τη Χεβρών στα Ν, στην περιοχή του Ιούδα, τη Συχέμ στην κεντρική ορεινή περιοχή του Εφραΐμ και την Κέδες στα Β, στην περιοχή του Νεφθαλί, η οποία έγινε αργότερα γνωστή ως Γαλιλαία. (Ιη 21:13, 21, 32) Όλες αυτές οι πόλεις ήταν Λευιτικές και μάλιστα μία, η Χεβρών, ήταν ιερατική. Επιπλέον, εφόσον ορίστηκαν ως πόλεις καταφυγίου, χαρακτηρίστηκαν ιερές.—Ιη 20:7.
Νομική Διαδικασία. Με την άφιξή του στην πόλη του καταφυγίου, ο φυγάς όφειλε να εκθέσει την υπόθεσή του στους πρεσβυτέρους, στην πύλη της πόλης, και έπρεπε να τύχει φιλοξενίας. Για να αποφευχθεί τυχόν κατάχρηση αυτής της ειδικής μέριμνας από εκούσιους ανθρωποκτόνους, ο φυγάς έπρεπε, αφού εισερχόταν στην πόλη του καταφυγίου, να δικαστεί στις πύλες της πόλης στης οποίας τη δικαιοδοσία ανήκε ο τόπος του εγκλήματος, ώστε να αποδείξει την αθωότητά του. Αν αθωωνόταν, επέστρεφε στην πόλη του καταφυγίου. Ωστόσο, η ασφάλειά του ήταν εγγυημένη μόνο εφόσον παρέμενε στην πόλη για το υπόλοιπο της ζωής του ή μέχρι το θάνατο του αρχιερέα. Κανένα λύτρο δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό ώστε να αλλάξουν αυτοί οι όροι. (Αρ 35:22-29, 32· Ιη 20:4-6) Ακόμη και το ιερό θυσιαστήριο του Ιεχωβά δεν πρόσφερε προστασία στους δολοφόνους, όπως καταδεικνύει η περίπτωση του Ιωάβ.—Εξ 21:14· 1Βα 1:50· 2:28-34· βλέπε ΕΚΔΙΚΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ.
Πόσο διαφορετική ήταν, λοιπόν, η διευθέτηση του Ιεχωβά για την προστασία των ακούσιων ανθρωποκτόνων από το άσυλο που πρόσφεραν τα αρχαία ειδωλολατρικά έθνη καθώς και οι ναοί του Χριστιανικού κόσμου ανά τους αιώνες! Ενώ αυτά τα άσυλα παρείχαν καταφύγιο τόσο σε εγκληματίες όσο και σε αθώους, οι πόλεις του καταφυγίου στον Ισραήλ προστάτευαν αποκλειστικά τον ακούσιο ανθρωποκτόνο και μάλιστα μόνο υπό όρους, προάγοντας έτσι το σεβασμό για την ιερότητα της ζωής.
[Χάρτης στη σελίδα 700]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ
Μεγάλη Θάλασσα
Κέδες
Γκολάν
Συχέμ
Ραμώθ
Ποταμός Ιορδάνης
Βοσόρ
Χεβρών
Αλμυρή Θάλασσα
-
-
Πολεμικό ΡόπαλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΡΟΠΑΛΟ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΠόλεμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΜΟΣ
Κατάσταση εχθρότητας συνοδευόμενη από ενέργειες που αποσκοπούν στην καθυπόταξη ή στην καταστροφή των θεωρούμενων εχθρών. Αρκετές εβραϊκές λέξεις προσδιορίζουν τη διεξαγωγή πολέμου. Μία εξ αυτών, που προέρχεται από τη ρίζα καράβ, σημαίνει βασικά «πλησιάζω», δηλαδή για μάχη. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται το ουσιαστικό πόλεμος και το ρήμα στρατεύω το οποίο προέρχεται από το ουσιαστικό στρατός.
Η Αγία Γραφή λέει ότι ο Νεβρώδ «πήγε στην Ασσυρία», κάτι που συνιστούσε προφανώς επιδρομή στην περιοχή του Ασσούρ, του γιου του Σημ. Εκεί ο Νεβρώδ έχτισε πόλεις. (Γε 10:11) Στις ημέρες του Αβραάμ, ο Χοδολλογομόρ, ο βασιλιάς του Ελάμ, υπέταξε αρκετές πόλεις (οι οποίες βρίσκονταν προφανώς γύρω από το νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης), αναγκάζοντάς τες να τον υπηρετούν επί 12 χρόνια. Όταν αυτές στασίασαν, ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του πολέμησαν εναντίον τους, κατατροπώνοντας τις δυνάμεις των Σοδόμων και των Γομόρρων, αρπάζοντας τα υπάρχοντά τους και αιχμαλωτίζοντας τον ανιψιό του Αβραάμ, τον Λωτ, και το σπιτικό του. Τότε ο Αβραάμ συγκέντρωσε 318 εκπαιδευμένους υπηρέτες και, μαζί με τρεις άλλους που είχαν συνθήκη μαζί του, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ και ανέκτησε τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα. Ωστόσο, ο Αβραάμ δεν πήρε τίποτα από τα λάφυρα για τον εαυτό του. Αυτή είναι η πρώτη καταγραμμένη περίπτωση πολέμου που διεξήγαγε κάποιος υπηρέτης του Θεού. Ο συγκεκριμένος πόλεμος που έκανε ο Αβραάμ για να απελευθερώσει έναν άλλον υπηρέτη του Ιεχωβά είχε την επιδοκιμασία Εκείνου διότι, κατά την επιστροφή του, τον ευλόγησε ο Μελχισεδέκ, ιερέας του Υψίστου Θεού.—Γε 14:1-24.
Πόλεμοι Κατ’ Εντολήν του Θεού. Ο Ιεχωβά είναι «ανδρείος πολεμιστής», «ο Θεός των στρατευμάτων» και «κραταιός στη μάχη». (Εξ 15:3· 2Σα 5:10· Ψλ 24:8, 10· Ησ 42:13) Ως Δημιουργός και Υπέρτατος Κυρίαρχος του σύμπαντος δεν δικαιούται μόνο, αλλά και υποχρεούται από τη δικαιοσύνη να εκτελεί ή να εξουσιοδοτεί άλλους να εκτελούν τους ανόμους, να πολεμάει εναντίον όλων όσων αρνούνται πεισματικά να υπακούν στους δίκαιους νόμους του. Συνεπώς, ο Ιεχωβά ενήργησε δίκαια όταν εξάλειψε τους πονηρούς την εποχή του Κατακλυσμού, όταν κατέστρεψε τα Σόδομα και τα Γόμορρα και όταν εξολόθρευσε τις δυνάμεις του Φαραώ.—Γε 6:5-7, 13, 17· 19:24· Εξ 15:4, 5· παράβαλε 2Πε 2:5-10· Ιου 7.
Ο Ισραήλ χρησιμοποιείται ως εκτελεστής εντεταλμένος από τον Θεό. Ο Ιεχωβά ανέθεσε στους Ισραηλίτες να εκτελέσουν αυτό το ιερό καθήκον στην Υποσχεμένη Γη στην οποία τους έφερε. Πριν από την απελευθέρωση του Ισραήλ από την Αίγυπτο, το έθνος δεν είχε γνωρίσει τον πόλεμο. (Εξ 13:17) Ο Θεός, κατευθύνοντας νικηφόρα τον Ισραήλ ενάντια σε «εφτά έθνη πολυπληθέστερα και κραταιότερα» από εκείνους, μεγάλυνε το όνομά του ως “ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός των στρατευμάτων του Ισραήλ”. Αυτό απέδειξε ότι «ούτε με σπαθί ούτε με δόρυ σώζει ο Ιεχωβά, επειδή του Ιεχωβά είναι η μάχη». (Δευ 7:1· 1Σα 17:45, 47· παράβαλε 2Χρ 13:12.) Έδωσε επίσης την ευκαιρία στους Ισραηλίτες να εκδηλώσουν υπακοή στις εντολές του Θεού μέχρι του σημείου να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους σε πολέμους που γίνονταν κατ’ εντολήν του Θεού.—Δευ 20:1-4.
Όχι επεκτατισμός πέραν των θεόδοτων ορίων. Ωστόσο, ο Θεός διέταξε ρητά τον Ισραήλ να μην κάνει επεκτατικούς ή κατακτητικούς πολέμους πέρα από την περιοχή που τους είχε χορηγήσει και να μην πολεμήσουν με άλλα έθνη εκτός από εκείνα με τα οποία τους πρόσταξε ο ίδιος να πολεμήσουν. Δεν έπρεπε να εμπλακούν σε συγκρούσεις με τα έθνη του Εδώμ, του Μωάβ και του Αμμών. (Δευ 2:4, 5, 9, 19) Μεταγενέστερα, όμως, αυτά τα έθνη τούς επιτέθηκαν και εκείνοι αναγκάστηκαν να αμυνθούν πολεμώντας εναντίον τους. Σε αυτή την περίπτωση είχαν τη βοήθεια του Θεού.—Κρ 3:12-30· 11:32, 33· 1Σα 14:47.
Όταν, κατά την περίοδο των Κριτών, ο βασιλιάς του Αμμών προσπάθησε να δικαιολογήσει τις επιθετικές του κινήσεις εναντίον του Ισραήλ κατηγορώντας τον ψευδώς ότι είχε καταλάβει αμμωνιτικά εδάφη, ο Ιεφθάε τον αντέκρουσε κάνοντας αναδρομή στα ιστορικά γεγονότα. Κατόπιν ο Ιεφθάε πολέμησε εναντίον αυτών των επιτιθέμενων, βάσει της αρχής ότι “όποιον εκδιώκει από μπροστά μας ο Ιεχωβά, αυτόν θα εκδιώξουμε”. Ο Ιεφθάε δεν ήταν διατεθειμένος να παραδώσει ούτε σπιθαμή από τη θεόδοτη γη του Ισραήλ σε οποιονδήποτε εισβολέα.—Κρ 11:12-27· βλέπε ΙΕΦΘΑΕ.
Αγιασμένος πόλεμος. Στην αρχαιότητα υπήρχε το έθιμο να αγιάζονται οι πολεμικές δυνάμεις προτού μπουν στη μάχη. (Ιη 3:5· Ιερ 6:4· 51:27, 28) Στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, οι άντρες των δυνάμεων του Ισραήλ, μεταξύ των οποίων και οι μη Ιουδαίοι (για παράδειγμα, ο Ουρίας ο Χετταίος, που ήταν κατά πάσα πιθανότητα περιτμημένος προσήλυτος), έπρεπε να παραμένουν τελετουργικά καθαροί. Δεν μπορούσαν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις ούτε καν με τη σύζυγό τους ενόσω βρισκόταν σε εξέλιξη μια στρατιωτική εκστρατεία. Γι’ αυτό, το στρατό του Ισραήλ δεν τον ακολουθούσαν πόρνες. Επιπλέον, το ίδιο το στρατόπεδο έπρεπε να διατηρείται καθαρό από κάθε μόλυσμα.—Λευ 15:16, 18· Δευ 23:9-14· 2Σα 11:11, 13.
Όταν ήταν αναγκαίο να τιμωρηθεί ο άπιστος Ισραήλ, τα ξένα στρατεύματα που επέφεραν την καταστροφή θεωρούνταν “αγιασμένα”, με την έννοια ότι ο Ιεχωβά τα “ξεχώριζε” για την εκτέλεση των δίκαιων κρίσεών του. (Ιερ 22:6-9· Αββ 1:6) Παρόμοια, οι στρατιωτικές δυνάμεις (κυρίως των Μηδοπερσών) που κατέστρεψαν τη Βαβυλώνα αποκλήθηκαν από τον Ιεχωβά “οι αγιασμένοι μου”.—Ησ 13:1-3.
Σχετικά με τους ψευδοπροφήτες στον Ισραήλ λέγεται ότι, λόγω της απληστίας τους, “αγίαζαν πόλεμο” εναντίον όποιου δεν έβαζε κάτι στο στόμα τους. Αναμφίβολα, αυτοί ισχυρίζονταν με ευσεβοφάνεια ότι ο Θεός ενέκρινε τις καταπιεστικές τους πράξεις, όπως ήταν η συνέργεια στο διωγμό, ακόμη και στο θάνατο, αληθινών προφητών και υπηρετών του Θεού.—Μιχ 3:5· Ιερ 2:8· Θρ 4:13.
Στρατολόγηση. Κατ’ εντολήν του Ιεχωβά, οι ακμαίοι άρρενες στον Ισραήλ από 20 χρονών και πάνω καλούνταν σε στρατιωτική υπηρεσία. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, υπηρετούσαν ως την ηλικία των 50 ετών. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 288 [xii, 4]) Όποιοι φοβούνταν και είχαν άτολμη καρδιά απορρίπτονταν, επειδή οι πόλεμοι του Ισραήλ ήταν πόλεμοι του Ιεχωβά, και όσοι εκδήλωναν με το φόβο τους αδύναμη πίστη θα εξασθένιζαν το ηθικό του στρατεύματος. Απαλλάσσονταν οι άντρες που μόλις είχαν τελειώσει ένα καινούριο σπίτι, καθώς και όσοι είχαν φυτέψει αμπέλι και δεν είχαν χρησιμοποιήσει τον καρπό του. Αυτές οι απαλλαγές βασίζονταν στο δικαίωμα που είχε κάποιος να απολαύσει τον καρπό της εργασίας του. Οι νιόπαντροι απαλλάσσονταν για έναν χρόνο. Σε αυτό το διάστημα θα μπορούσαν να αποκτήσουν και να δουν κληρονόμο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Ιεχωβά φανέρωσε το ενδιαφέρον και τη στοχαστικότητά του για την οικογένεια. (Αρ 1:1-3, 44-46· Δευ 20:5-8· 24:5) Οι Λευίτες, που επιλαμβάνονταν της υπηρεσίας του αγιαστηρίου, απαλλάσσονταν, πράγμα που έδειχνε ότι ο Ιεχωβά θεωρούσε την πνευματική ευημερία του λαού σπουδαιότερη από τη στρατιωτική άμυνα.—Αρ 1:47-49· 2:32, 33.
Νόμοι για την επίθεση εναντίον πόλεων και την πολιορκία τους. Ο Ιεχωβά έδωσε οδηγίες στον Ισραήλ για την πολεμική τακτική που έπρεπε να ακολουθήσουν κατά την κατάκτηση της Χαναάν. Τα εφτά έθνη της Χαναάν, που κατονομάζονται στα εδάφια Δευτερονόμιο 7:1, 2, έπρεπε να τα αφανίσουν, μαζί με τα γυναικόπαιδα. Τις πόλεις τους έπρεπε να τις αφιερώσουν στην καταστροφή. (Δευ 20:15-17) Σύμφωνα με τα εδάφια Δευτερονόμιο 20:10-15, τις άλλες πόλεις έπρεπε πρώτα να τις προειδοποιήσουν και να τους προτείνουν όρους για σύναψη ειρήνης. Αν η πόλη παραδινόταν, οι κάτοικοι δεν θανατώνονταν αλλά υποβάλλονταν σε καταναγκαστική εργασία. Η ευκαιρία που είχαν οι κάτοικοι αυτών των πόλεων να παραδοθούν, σε συνδυασμό με τη διαβεβαίωση ότι δεν θα θανατώνονταν και ότι οι γυναίκες τους δεν θα βιάζονταν ούτε θα κακοποιούνταν, αποτελούσε για αυτούς κίνητρο ώστε να συνθηκολογήσουν με το στρατό του Ισραήλ και να αποφευχθεί πολλή αιματοχυσία. Αν η πόλη δεν παραδινόταν, θανατώνονταν όλοι οι άρρενες. Η θανάτωση των αντρών αποσοβούσε τον κίνδυνο μεταγενέστερου στασιασμού της πόλης. Οι «γυναίκες και τα μικρά παιδιά» δεν θανατώνονταν. Με τη λέξη «γυναίκες» εννοούνται εδώ αναμφίβολα οι παρθένες, όπως φαίνεται από τα εδάφια Δευτερονόμιο 21:10-14, όπου οι υποψήφιες νύφες που αιχμαλωτίζονταν κατά τον πόλεμο παρουσιάζονται να πενθούν για γονείς, όχι για συζύγους. Επίσης, νωρίτερα, όταν ο Ισραήλ νίκησε τον Μαδιάμ, αναφέρεται συγκεκριμένα ότι διασώθηκαν μόνο οι παρθένες. Αυτή η τακτική, να μένουν ζωντανές μόνο οι παρθένες, θα συνέβαλλε στην προστασία του Ισραήλ από την ψεύτικη λατρεία και οπωσδήποτε από σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες. (Αρ 31:7, 17, 18) (Όσον αφορά το γιατί το διάταγμα του Θεού εναντίον των χαναανιτικών εθνών ήταν δίκαιο, βλέπε ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ [Η Κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ].)
Δεν έπρεπε να κόβουν καρποφόρα δέντρα για να φτιάχνουν πολιορκητικά έργα. (Δευ 20:19, 20) Ενώ η μάχη μαινόταν, έκοβαν τους τένοντες των αλόγων του εχθρού για να τα αχρηστέψουν, μετά δε τη μάχη προφανώς τα σκότωναν.—Ιη 11:6.
Δεν Ήταν Ορθοί Όλοι οι Πόλεμοι του Ισραήλ. Το κατρακύλισμα του Ισραήλ στην απιστία έφερε και συγκρούσεις στις οποίες τα δύο μέρη απλώς πάλευαν για εξουσία. Σχετικά παραδείγματα είναι ο πόλεμος του Αβιμέλεχ εναντίον της Συχέμ και της Θεβές στην εποχή των Κριτών (Κρ 9:1-57), καθώς και ο πόλεμος του Αμρί εναντίον του Ζιμβρί και του Θιβνί, που οδήγησε στην επικράτησή του ως βασιλιά του δεκάφυλου βασιλείου. (1Βα 16:16-22) Επιπλέον, οι Ισραηλίτες, αντί να στηρίζονται στον Ιεχωβά για προστασία από τους εχθρούς τους, άρχισαν να εμπιστεύονται στη στρατιωτική ισχύ, στα άλογα και στα άρματα. Γι’ αυτό, στην εποχή του Ησαΐα, η γη του Ιούδα “ήταν γεμάτη άλογα, και τα άρματά τους ήταν ατέλειωτα”.—Ησ 2:1, 7.
Στρατηγικά Σχέδια και Μέθοδοι Πολέμου στην Αρχαιότητα. Ενίοτε στέλνονταν πριν από την επίθεση κατάσκοποι για να εξακριβώσουν τις επικρατούσες συνθήκες στον τόπο, αλλά όχι για να προκαλέσουν ταραχές, στασιασμό ή ανατρεπτικά μυστικά κινήματα. (Αρ 13:1, 2, 17-19· Ιη 2:1· Κρ 18:2· 1Σα 26:4) Υπήρχαν ειδικά σαλπίσματα για τη συγκέντρωση των δυνάμεων, για το πολεμικό κάλεσμα και για το σύνθημα ενωμένης δράσης. (Αρ 10:9· 2Χρ 13:12· παράβαλε Κρ 3:27· 6:34· 7:19, 20.) Περιστασιακά οι δυνάμεις χωρίζονταν έτσι ώστε να προχωρήσουν σε πλευροκόπηση ή σε ενέδρες και επιχειρήσεις παραπλάνησης. (Γε 14:15· Ιη 8:2-8· Κρ 7:16· 2Σα 5:23, 24· 2Χρ 13:13) Σε μία τουλάχιστον περίπτωση, με την κατεύθυνση του Ιεχωβά, τοποθετήθηκαν υμνωδοί που αινούσαν τον Θεό στην εμπροσθοφυλακή, μπροστά από τις ένοπλες δυνάμεις. Ο Θεός πολέμησε εκείνη την ημέρα για τον Ισραήλ, επιφέροντας σύγχυση στο εχθρικό στρατόπεδο, έτσι ώστε οι στρατιώτες του εχθρού αλληλοσκοτώθηκαν.—2Χρ 20:20-23.
Η μάχη γινόταν κυρίως εκ του συστάδην, σώμα με σώμα. Χρησιμοποιούνταν διάφορα όπλα—σπαθιά, δόρατα, ακόντια, βέλη, σφεντόνες και άλλα. Κατά την κατάκτηση της Υποσχεμένης Γης, ο Ισραήλ δεν βασίστηκε σε άλογα και άρματα, αλλά έθεσε την εμπιστοσύνη του στη σωτήρια δύναμη του Ιεχωβά. (Δευ 17:16· Ψλ 20:7· 33:17· Παρ 21:31) Μόνο σε μεταγενέστερες εποχές χρησιμοποίησαν τα στρατεύματα του Ισραήλ άλογα και άρματα, όπως έκαναν οι Αιγύπτιοι και άλλοι. (1Βα 4:26· 20:23-25· Εξ 14:6, 7· Δευ 11:4) Τα ξένα στρατεύματα διέθεταν ενίοτε πολεμικά άρματα με σιδερένια δρεπάνια που εξείχαν από τους άξονές τους.—Ιη 17:16· Κρ 4:3, 13.
Οι μέθοδοι του πολέμου άλλαξαν στο πέρασμα των αιώνων. Γενικά μιλώντας, ο Ισραήλ δεν επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη μέσων για επιθετικό πόλεμο, μολονότι δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στα οχυρωματικά έργα. Ο Βασιλιάς Οζίας του Ιούδα έγινε γνωστός για το ότι έφτιαξε «πολεμικές μηχανές, εφευρέσεις μηχανικών», αλλά αυτές εξυπηρετούσαν πρωτίστως την άμυνα της Ιερουσαλήμ. (2Χρ 26:14, 15) Ειδικά τα στρατεύματα των Ασσυρίων και των Βαβυλωνίων φημίζονταν για τα πολιορκητικά τείχη και τα πολιορκητικά προχώματα που χρησιμοποιούσαν προκειμένου να μπορούν να επιτίθενται στο ψηλότερο και ασθενέστερο τμήμα του τείχους μιας πόλης. Αυτά τα προχώματα ήταν ράμπες πάνω στις οποίες έφερναν πύργους με πολιορκητικούς κριούς, από αυτούς δε τους πύργους πολεμούσαν οι τοξότες και οι σφενδονιστές. Υπήρχαν και άλλες πολιορκητικές μηχανές, όπως γιγάντιοι καταπέλτες. (2Βα 19:32· Ιερ 32:24· Ιεζ 4:2· Λου 19:43) Ταυτόχρονα, οι υπερασπιστές της πόλης προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν την επίθεση με τοξότες, σφενδονιστές, καθώς επίσης με στρατιώτες που έριχναν αναμμένα δαδιά από τα τείχη, τους πύργους και από βαλλιστικές μηχανές εντός της πόλης. (2Σα 11:21, 24· 2Χρ 26:15· 32:5) Ένα από τα πρώτα πράγματα που επιχειρούνταν κατά την επίθεση σε περιτειχισμένες πόλεις ήταν η διακοπή της ύδρευσης, ενώ η πόλη που ετοιμαζόταν να αντιμετωπίσει πολιορκία έφραζε συνήθως τις γύρω πηγές νερού για να μην μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν οι επιτιθέμενοι.—2Χρ 32:2-4, 30.
Όταν κατατρόπωναν τον εχθρό, οι νικητές έφραζαν μερικές φορές τα πηγάδια και τις πηγές της περιοχής και σκόρπιζαν πέτρες στο έδαφος, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έσπερναν το έδαφος με αλάτι.—Κρ 9:45· 2Βα 3:24, 25· βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ· ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Ο Ιησούς Προλέγει Πόλεμο. Ο Ιησούς, ο άνθρωπος της ειρήνης, επισήμανε ότι «εκείνοι που παίρνουν σπαθί θα αφανιστούν από σπαθί». (Ματ 26:52) Δήλωσε στον Πιλάτο ότι, αν η Βασιλεία του ήταν από αυτόν τον κόσμο, οι υπηρέτες του θα είχαν αγωνιστεί για να μην παραδοθεί αυτός στους Ιουδαίους. (Ιωα 18:36) Ωστόσο, προείπε ότι, επειδή η Ιερουσαλήμ τον απέρριψε ως τον Μεσσία, επρόκειτο να υποστεί πολιορκία και ερήμωση, κατά την οποία τα «παιδιά» της (οι κάτοικοι) θα ρίχνονταν στο έδαφος.—Λου 19:41-44· 21:24.
Λίγο προτού πεθάνει, ο Ιησούς είπε κάποιες προφητείες που εφαρμόζονταν σε εκείνη τη γενιά καθώς και στον καιρό κατά τον οποίο θα άρχιζε η παρουσία του με βασιλική εξουσία: «Πρόκειται να ακούσετε πολέμους και ειδήσεις για πολέμους· κοιτάξτε να μην τρομοκρατηθείτε. Διότι αυτά πρέπει να γίνουν, αλλά δεν είναι ακόμη το τέλος. Διότι θα σηκωθεί έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας».—Ματ 24:6, 7· Μαρ 13:7, 8· Λου 21:9, 10.
Ο Χριστός Διεξάγει Πόλεμο ως «Βασιλιάς Βασιλιάδων». Η Αγία Γραφή αποκαλύπτει ότι ο αναστημένος Κύριος Ιησούς Χριστός, με “όλη την εξουσία στον ουρανό και στη γη” που του έχει δώσει ο Πατέρας του, θα διεξαγάγει πόλεμο ο οποίος θα καταστρέψει όλους τους εχθρούς του Θεού και θα εγκαθιδρύσει αιώνια ειρήνη, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του: «Άρχοντας Ειρήνης».—Ματ 28:18· 2Θε 1:7-10· Ησ 9:6.
Ο απόστολος Ιωάννης είδε σε όραμα γεγονότα που επρόκειτο να συμβούν μετά την ενθρόνιση του Χριστού στον ουρανό. Τα εδάφια Ψαλμός 2:7, 8 και 110:1, 2 είχαν προείπει ότι ο Γιος του Θεού θα καλούνταν να “ζητήσει από τον Ιεχωβά τα έθνη ως κληρονομιά του” και ότι ο Ιεχωβά θα ανταποκρινόταν στέλνοντάς τον να “κατακυριεύει ανάμεσα στους εχθρούς του”. (Εβρ 10:12, 13) Το όραμα του Ιωάννη περιγράφει έναν πόλεμο στον ουρανό, στον οποίο ο Μιχαήλ, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός (βλέπε ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1), οδήγησε τα ουράνια στρατεύματα σε πόλεμο εναντίον του Δράκοντα, του Σατανά του Διαβόλου, και ο οποίος πόλεμος τελείωσε με το ρίξιμο του Διαβόλου και των αγγέλων του στη γη. Αυτός ο πόλεμος ξέσπασε αμέσως μετά τη “γέννηση του αρσενικού παιδιού” που επρόκειτο να κυβερνήσει τα έθνη με σιδερένιο ραβδί. (Απ 12:7-9) Τότε μια δυνατή φωνή στον ουρανό ανήγγειλε: «Τώρα πραγματοποιήθηκε η σωτηρία και η δύναμη και η βασιλεία του Θεού μας και η εξουσία του Χριστού του». Αυτό έφερε ανακούφιση και χαρά στους αγγέλους, αλλά προμήνυε προβλήματα, μεταξύ των οποίων και πολέμους, για τη γη, όπως έλεγε στη συνέχεια η διακήρυξη: «Αλίμονο στη γη και στη θάλασσα, επειδή ο Διάβολος κατέβηκε σε εσάς, έχοντας μεγάλο θυμό, καθώς γνωρίζει ότι έχει μικρό χρονικό διάστημα».—Απ 12:10, 12.
Όταν ο Σατανάς ρίχτηκε στη γη, έθεσε ως κύριο στόχο του τους υπηρέτες του Θεού σε αυτήν, τους υπόλοιπους από το “σπέρμα της γυναίκας”, «οι οποίοι τηρούν τις εντολές του Θεού και έχουν το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού». Ο Σατανάς άρχισε πόλεμο εναντίον τους, που περιλάμβανε τόσο πνευματική μάχη όσο και κατά γράμμα διωγμό, ο οποίος μάλιστα κατέληξε στο θάνατο ορισμένων. (Απ 12:13, 17) Τα επόμενα κεφάλαια της Αποκάλυψης (13, 17-19) περιγράφουν τα υποχείρια και τα όργανα που χρησιμοποιεί ο Σατανάς εναντίον τους, καθώς και το νικηφόρο αποτέλεσμα για τους αγίους του Θεού υπό τον Ηγέτη τους, τον Ιησού Χριστό.
“Ο πόλεμος της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”. Το 19ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης δίνει μια εικόνα του μεγαλύτερου πολέμου ολόκληρης της ανθρώπινης ιστορίας, που ξεπερνάει οτιδήποτε έχουν ζήσει ποτέ οι άνθρωποι. Σε προηγούμενο σημείο του οράματος ο πόλεμος αυτός αποκαλείται “πόλεμος της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”. Εναντίον του Ιεχωβά και του Κυρίου Ιησού Χριστού—του Διοικητή των στρατευμάτων του Θεού, των ουράνιων στρατιών—παρατάσσονται το συμβολικό “θηρίο και οι βασιλιάδες της γης και τα στρατεύματά τους”, τους οποίους έχουν συγκεντρώσει στο πεδίο αυτού του πολέμου «εκφράσεις εμπνευσμένες από δαίμονες». (Απ 16:14· 19:19) Κανένας από τους επίγειους υπηρέτες του Θεού δεν παρουσιάζεται να λαβαίνει μέρος σε αυτή τη μάχη. Οι επίγειοι βασιλιάδες «θα πολεμήσουν με το Αρνί, αλλά το Αρνί θα τους νικήσει, επειδή είναι Κύριος κυρίων και Βασιλιάς βασιλιάδων». (Απ 17:14· 19:19-21· βλέπε ΑΡ-ΜΑΓΕΔΩΝ.) Ύστερα από αυτή τη μάχη, ο ίδιος ο Σατανάς ο Διάβολος θα δεθεί για χίλια χρόνια, «για να μην παροδηγήσει πια αυτός τα έθνη μέχρι να τελειώσουν τα χίλια χρόνια».—Απ 20:1-3.
Μετά το τέλος αυτού του πολέμου, η γη θα απολαύσει ειρήνη για χίλια χρόνια. Ο ψαλμός που διακηρύττει ότι “ο Ιεχωβά καταπαύει τους πολέμους ως την άκρη της γης· συντρίβει το τόξο και κομματιάζει το δόρυ· καίει τις άμαξες στη φωτιά” εκπληρώθηκε αρχικά όταν ο Θεός έφερε ειρήνη στη γη του Ισραήλ καταστρέφοντας τα πολεμικά όργανα του εχθρού. Όταν ο Χριστός νικήσει όσους προωθούν τον πόλεμο στον Αρμαγεδδώνα, η υδρόγειος θα απολαμβάνει πλήρη και ικανοποιητική ειρήνη από άκρη σε άκρη. (Ψλ 46:8-10) Αυτοί οι οποίοι θα ευνοηθούν με αιώνια ζωή θα είναι όσοι έχουν σφυρηλατήσει «τα σπαθιά τους σε υνιά και τα δόρατά τους σε δρεπάνια» και δεν “μαθαίνουν πια τον πόλεμο”. «Διότι το στόμα του Ιεχωβά των στρατευμάτων το είπε».—Ησ 2:4· Μιχ 4:3, 4.
Απαλείφεται παντοτινά η απειλή του πολέμου. Το όραμα της Αποκάλυψης δείχνει στη συνέχεια ότι στο τέλος των χιλίων χρόνων ο Σατανάς ο Διάβολος θα ελευθερωθεί από το δέσιμό του στην άβυσσο και θα δελεάσει ξανά πολλούς να ανεβούν και να πολεμήσουν εναντίον όσων παραμένουν όσιοι στον Θεό. Αλλά δεν θα συμβεί κακό, επειδή “θα πέσει φωτιά από τον ουρανό” και θα καταβροχθίσει αυτούς τους εχθρούς, απομακρύνοντας έτσι για πάντα κάθε απειλή πολέμου.—Απ 20:7-10.
Ο Πόλεμος του Χριστιανού. Αν και ο Χριστιανός δεν εμπλέκεται σε φυσικό πόλεμο ενάντια σε αίμα και σάρκα (Εφ 6:12), εμπλέκεται παρ’ όλα αυτά σε πόλεμο, σε πνευματική μάχη. Ο απόστολος Παύλος περιγράφει τον πόλεμο που διεξάγεται μέσα στον Χριστιανό ανάμεσα «στο νόμο της αμαρτίας» και «στο νόμο του Θεού», ή αλλιώς «στο νόμο της διάνοιας» (της Χριστιανικής διάνοιας που είναι εναρμονισμένη με τον Θεό).—Ρω 7:15-25.
Αυτός ο πόλεμος του Χριστιανού είναι βασανιστικός, απαιτείται δε να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να βγει νικητής. Αλλά μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα νικήσει χάρη στην παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού μέσω του Χριστού και χάρη στη βοήθεια του πνεύματος του Θεού. (Ρω 8:35-39) Ο Ιησούς είπε για αυτή τη μάχη: «Να κάνετε σθεναρό αγώνα για να μπείτε από τη στενή πόρτα» (Λου 13:24), και ο απόστολος Πέτρος συμβούλεψε: «Να απέχετε από σαρκικές επιθυμίες, οι οποίες είναι αυτές που συγκρούονται με την ψυχή [ή αλλιώς, «εκτελούν στρατιωτική υπηρεσία (στρατεύονται, Κείμενο) κατά της ψυχής»]».—1Πε 2:11· παράβαλε Ιακ 4:1, 2.
Ενάντια στα πονηρά πνεύματα. Εκτός από τον πόλεμο που πρέπει να διεξάγει ενάντια στο νόμο της αμαρτίας, ο Χριστιανός πρέπει να μάχεται και ενάντια στους δαίμονες, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τις τάσεις της σάρκας βάζοντάς τον σε πειρασμό να αμαρτήσει. (Εφ 6:12) Σε αυτόν τον πόλεμο, οι δαίμονες βάζουν επίσης αυτούς που έχουν υπό την επιρροή τους να δελεάζουν τους Χριστιανούς ή να τους εναντιώνονται και να τους διώκουν προσπαθώντας να τους κάνουν να διαρρήξουν την ακεραιότητά τους στον Θεό.—1Κο 7:5· 2Κο 2:11· 12:7· παράβαλε Λου 4:1-13.
Ενάντια στις ψεύτικες διδασκαλίες. Ο απόστολος Παύλος μίλησε και για έναν πόλεμο που διεξήγε ο ίδιος και οι σύντροφοί του καθώς εκπλήρωναν την αποστολή τους ως διορισμένοι να φροντίζουν τη Χριστιανική εκκλησία. (2Κο 10:3) Η εκκλησία της Κορίνθου είχε επηρεαστεί άσχημα από αυθάδεις άντρες, τους οποίους ο Παύλος αποκαλεί “ψευδαποστόλους” και οι οποίοι, δίνοντας ακατάλληλη προσοχή σε προσωπικότητες, είχαν προκαλέσει διαιρέσεις και αιρέσεις μέσα στην εκκλησία. (2Κο 11:13-15) Αυτοί έγιναν ουσιαστικά ακόλουθοι ανθρώπων όπως ο Απολλώς, ο Παύλος και ο Κηφάς. (1Κο 1:11, 12) Τα μέλη της εκκλησίας έχασαν την πνευματική θεώρηση των πραγμάτων, δηλαδή ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν απλώς εκπρόσωποι του Χριστού που υπηρετούσαν ενωμένα τον ίδιο σκοπό. Έγιναν σαρκικοί. (1Κο 3:1-9) Έβλεπαν τους άλλους μέσα στην εκκλησία “σύμφωνα με αυτό που ήταν στη σάρκα”—την εμφάνιση, τις φυσικές ικανότητες, την προσωπικότητά τους, και ούτω καθεξής—αντί να τους βλέπουν ως πνευματικούς ανθρώπους. Δεν αναγνώριζαν ότι στην εκκλησία επενεργούσε το πνεύμα του Θεού και ότι άνθρωποι σαν τον Παύλο, τον Πέτρο και τον Απολλώ έκαναν ό,τι έκαναν με το πνεύμα του Θεού, προς δόξα Του.
Γι’ αυτό, ο Παύλος αισθάνθηκε υποχρεωμένος να τους γράψει: «Παρακαλώ δε, όταν θα είμαι παρών, να μη χρησιμοποιήσω τόλμη με την πεποίθηση με την οποία υπολογίζω να πάρω τολμηρά μέτρα εναντίον μερικών που θεωρούν ότι περπατάμε σύμφωνα με αυτό που είμαστε στη σάρκα. Διότι, αν και περπατάμε με σάρκα, δεν διεξάγουμε πόλεμο σύμφωνα με αυτό που είμαστε στη σάρκα. Διότι τα όπλα του πολέμου μας δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά από τον Θεό για ανατροπή ισχυρά οχυρωμένων πραγμάτων. Διότι ανατρέπουμε διαλογισμούς και κάθε υψηλό πράγμα που υψώνεται εναντίον της γνώσης του Θεού· και αιχμαλωτίζουμε κάθε σκέψη για να την κάνουμε υπάκουη στον Χριστό».—2Κο 10:2-5.
Ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο, τον οποίο είχε αφήσει στην Έφεσο για να φροντίζει την τοπική εκκλησία: «Αυτή την εντολή εμπιστεύομαι σε εσένα, παιδί μου Τιμόθεε, σε αρμονία με τις προρρήσεις που οδηγούσαν κατευθείαν σε εσένα, ώστε σύμφωνα με αυτές να διεξάγεις τον καλό πόλεμο· διακρατώντας πίστη και αγαθή συνείδηση». (1Τι 1:18, 19) Ο Τιμόθεος δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο τις συγκρούσεις που οφείλονταν στην αμαρτωλή σάρκα και στην εναντίωση των εχθρών της αλήθειας, αλλά είχε και να πολεμήσει εναντίον της διείσδυσης ψεύτικων δογμάτων και ανθρώπων που θα ήθελαν να διαφθείρουν την εκκλησία. (1Τι 1:3-7· 4:6, 11-16) Οι ενέργειές του θα ενδυνάμωναν την εκκλησία ενάντια στην αποστασία η οποία, όπως ήξερε ο Παύλος, θα συντελούνταν μετά το θάνατο των αποστόλων. (2Τι 4:3-5) Συνεπώς, ο Τιμόθεος είχε να δώσει πραγματική μάχη.
Ο Παύλος ήταν σε θέση να πει στον Τιμόθεο: «Έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα, έχω τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα, έχω τηρήσει την πίστη». (2Τι 4:7) Ο Παύλος είχε διακρατήσει την πιστότητά του στον Ιεχωβά και στον Ιησού Χριστό μέσω ορθής διαγωγής και υπηρεσίας όταν αντιμετώπισε εναντίωση, παθήματα και διωγμό. (2Κο 11:23-28) Επίσης, είχε ανταποκριθεί στην ευθύνη που συνεπαγόταν η θέση του ως αποστόλου του Κυρίου Ιησού Χριστού, διεξάγοντας πόλεμο για να κρατηθεί η Χριστιανική εκκλησία καθαρή και ακηλίδωτη, ως αγνή παρθένα και ως «στύλος και στήριγμα της αλήθειας».—1Τι 3:15· 1Κο 4:1, 2· 2Κο 11:2, 29· παράβαλε 2Τι 2:3, 4.
Υλική υποστήριξη του Θεού προς τον Χριστιανό. Στον πόλεμο που διεξάγει ο Χριστιανός, ο Θεός τον βλέπει ως δικό Του στρατιώτη και επομένως του παρέχει τα αναγκαία υλικά πράγματα. Ο απόστολος Παύλος προβάλλει το εξής επιχείρημα σε σχέση με την εξουσία που έχει όποιος υπηρετεί ως διάκονος τους άλλους: «Ποιος υπηρετεί ποτέ ως στρατιώτης με δική του δαπάνη;»—1Κο 9:7.
Οι Χριστιανοί και οι Πόλεμοι των Εθνών. Οι Χριστιανοί διακρατούσαν ανέκαθεν αυστηρή ουδετερότητα ως προς τους σαρκικούς πολέμους μεταξύ εθνών, ομάδων ή φατριών κάθε είδους. (Ιωα 18:36· Εφ 6:12) Για παραδείγματα της στάσης των πρώτων Χριστιανών σε αυτό το θέμα, βλέπε ΣΤΡΑΤΟΣ (Οι Αποκαλούμενοι Πρώτοι Χριστιανοί).
Άλλες Χρήσεις. Στον ύμνο του Βαράκ και της Δεββώρας, μετά τη νίκη επί του στρατού του Ιαβίν, βασιλιά της Χαναάν, αναφέρεται ένα γεγονός που θέτει μια αρχή: «Αυτοί [ο Ισραήλ] διάλεξαν καινούριους θεούς. Τότε ήταν που ξέσπασε πόλεμος στις πύλες». (Κρ 5:8) Μόλις εγκατέλειψαν τον Ιεχωβά για χάρη της ψεύτικης λατρείας, άρχισαν τα προβλήματα, μάλιστα ο εχθρός βρισκόταν ακριβώς έξω από τις πύλες των πόλεών τους. Αυτό εναρμονίζεται με τη δήλωση του ψαλμωδού: «Αν ο Ιεχωβά δεν φυλάξει την πόλη, άδικα έμεινε άγρυπνος ο φύλακας».—Ψλ 127:1.
Στο εδάφιο Εκκλησιαστής 8:8, ο Σολομών έγραψε: «Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει εξουσία πάνω στο πνεύμα, ώστε να εμποδίσει το πνεύμα· . . . ούτε υπάρχει απαλλαγή κατά τον πόλεμο». Την ημέρα του θανάτου, ο ετοιμοθάνατος δεν μπορεί να εμποδίσει το πνεύμα, δηλαδή τη δύναμη της ζωής, να επιστρέψει στον Θεό, τον Δοτήρα και την Πηγή της, ώστε να ζήσει περισσότερο. Οι θνήσκοντες άνθρωποι δεν έχουν υπό τον έλεγχό τους την ημέρα του θανάτου ούτε μπορούν να την εμποδίσουν να φτάσει κάποτε για αυτούς. Δεν μπορούν, με οποιαδήποτε ανθρώπινη προσπάθεια, να απαλλαχτούν από τον πόλεμο που διεξάγει ο εχθρός Θάνατος εναντίον όλων των ανθρώπων, μηδενός εξαιρουμένου. Ο αμαρτωλός άνθρωπος δεν μπορεί να βάλει κάποιον άλλον αμαρτωλό να πεθάνει στη θέση του, παίρνοντας ο ίδιος άδεια από το θάνατο. (Ψλ 49:6-9) Μόνο με την παρ’ αξία καλοσύνη του Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού είναι εφικτή η ανακούφιση. «Όπως η αμαρτία βασίλεψε με το θάνατο, παρόμοια και η παρ’ αξία καλοσύνη να βασιλέψει μέσω δικαιοσύνης με προοπτική την αιώνια ζωή μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας».—Ρω 5:21.
-
-
ΠόληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΗ
Ενιαία, κατοικημένη περιοχή, μεγαλύτερη σε μέγεθος, πληθυσμό ή σπουδαιότητα από κωμόπολη ή χωριό. Η εβραϊκή λέξη ‛ιρ, που μεταφράζεται «πόλη», εμφανίζεται σχεδόν 1.100 φορές στις Γραφές. Μερικές φορές η λέξη κιργιάχ (πόλη) χρησιμοποιείται ως συνώνυμο ή σε παραλληλισμό—παραδείγματος χάρη: «Έπειτα από αυτό, θα αποκληθείς Πόλη [‛ιρ] Δικαιοσύνης, Πιστή Πόλη [κιργιάχ]» ή «Πώς έγινε και δεν εγκαταλείφθηκε η πόλη [‛ιρ] του αίνου, η πόλη [κιργιάθ] της αγαλλίασης;»—Ησ 1:26· Ιερ 49:25.
Οι «οικισμοί» (εβρ., χατσερίμ), οι «εξαρτώμενες κωμοπόλεις» (εβρ., μπανόθ) και τα «χωριά» (εβρ., κεφαρίμ), που επίσης αναφέρονται στις Εβραϊκές Γραφές, διαχωρίζονταν από τις «πόλεις» κατά το ότι δεν αποτελούσαν περιτειχισμένες κοινότητες αλλά συσχετίζονταν με την ύπαιθρο. (1Σα 6:18) Αν αυτές οι κοινότητες βρίσκονταν στα προάστια ή στα περίχωρα οχυρωμένης πόλης, χαρακτηρίζονταν «εξαρτώμενες κωμοπόλεις», κατά κυριολεξία «κόρες» της περιτειχισμένης πόλης. (Αρ 21:25· βλέπε ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΕΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΙΣ.) Ο Νόμος του Μωυσή επίσης έκανε νομική διάκριση ανάμεσα στις περιτειχισμένες πόλεις και στους ατείχιστους οικισμούς και χωριά. Αν κάποιος που ζούσε σε ατείχιστο οικισμό πουλούσε το σπίτι του, διατηρούσε για πάντα το δικαίωμα να το ξαναγοράσει, αλλά αν δεν ήταν σε θέση να το κάνει αυτό, το σπίτι τού επιστρεφόταν στη διάρκεια του Ιωβηλαίου έτους. Όταν, από την άλλη μεριά, πουλιόταν ένα σπίτι σε περιτειχισμένη πόλη, αυτός που το πουλούσε έπρεπε να το εξαγοράσει μέσα στο επόμενο έτος, διαφορετικά το ακίνητο έμενε οριστικά στον αγοραστή, εκτός αν επρόκειτο για Λευιτική πόλη. (Λευ 25:29-34) Ο ίδιος διαχωρισμός ακολουθείται και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, όπου η λέξη πόλις υποδηλώνει συνήθως περιτειχισμένη «πόλη» ενώ η λέξη κώμη αναφέρεται συνήθως σε ατείχιστο «χωριό». Στο εδάφιο Μάρκος 1:38 το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο περιέχει τη λέξη κωμόπολις η οποία αποτελείται από τις λέξεις κώμη και πόλις. Ο Ιωάννης αποκάλεσε τη Βηθλεέμ «το χωριό όπου ήταν ο Δαβίδ», και ο Λουκάς (γνωρίζοντας ότι ο Ροβοάμ είχε οχυρώσει αυτό το χωριό) τη χαρακτήρισε πόλη.—Ιωα 7:42· Λου 2:4· 2Χρ 11:5, 6.
Ο πρώτος που έχτισε ποτέ πόλη ήταν ο Κάιν, ο οποίος της έδωσε το όνομα του γιου του, του Ενώχ. (Γε 4:17) Αν υπήρξαν άλλες προκατακλυσμιαίες πόλεις, τα ονόματά τους χάθηκαν μαζί με τις ίδιες στον Κατακλυσμό το 2370 Π.Κ.Χ. Μετά τον Κατακλυσμό, οι πόλεις Βαβέλ, Ερέχ, Ακκάδ και Καλνέ στη γη Σεναάρ αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του βασιλείου του Νεβρώδ. Αργότερα, ο Νεβρώδ επέκτεινε το βασίλειό του χτίζοντας τη Νινευή, τη Ρεχωβώθ-Ιρ, τη Χαλάχ και τη Ρεσέν (οι οποίες περιγράφονται συλλογικά ως «η μεγάλη πόλη») προς τα Β, στην Πεδιάδα της Μεσοποταμίας. (Γε 10:10-12) Από την άλλη μεριά, οι πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ δεν έχτισαν πόλεις αλλά έζησαν ως πάροικοι σε σκηνές, ακόμη και όταν βρέθηκαν σε πόλεις και χωριά της Χαναάν και της Αιγύπτου. (Εβρ 11:9) Ωστόσο, πολύ αργότερα οι κατάσκοποι που μπήκαν στη Χαναάν ανέφεραν ότι υπήρχαν πολλές ισχυρά οχυρωμένες πόλεις σε εκείνη τη γη.—Αρ 13:28· Δευ 9:1.
Ο Σκοπός της Οικοδόμησής Τους. Οι άνθρωποι άρχισαν να χτίζουν πόλεις για διάφορους λόγους: για προστασία ή για βιοτεχνικούς, εμπορικούς και θρησκευτικούς σκοπούς. Κρίνοντας από τον αριθμό και το μέγεθος των ναών που έχουν ανασκάψει οι αρχαιολόγοι, η θρησκεία ήταν αναμφίβολα ένα από τα κύρια κίνητρα πίσω από την οικοδόμηση πολλών αρχαίων πόλεων. Η πόλη της Βαβέλ με το θρησκευτικό της πύργο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. «Εμπρός!» είπαν ο ένας στον άλλον οι οικοδόμοι της. «Ας χτίσουμε μια πόλη, καθώς και έναν πύργο με την κορυφή του στους ουρανούς, και ας κάνουμε ξακουστό όνομα για τον εαυτό μας, μη τυχόν και διασκορπιστούμε σε όλη την επιφάνεια της γης». (Γε 11:4-9) Ο κίνδυνος της υποδούλωσης σε πολεμοχαρείς κατακτητές ήταν άλλος ένας επιτακτικός λόγος που έκανε τους φοβισμένους ανθρώπους να συγκεντρωθούν σε πόλεις. Όλες αυτές τις πόλεις τις περιέκλειαν και τις περιτείχιζαν, ενώ σφράγιζαν τις πύλες τη νύχτα, καθώς και όταν υπήρχε κίνδυνος.—Ιη 2:5· 2Χρ 26:6.
Οι κάτοικοι των πόλεων ασχολούνταν συνήθως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, δραστηριότητες οι οποίες λάβαιναν χώρα έξω από τα τείχη της πόλης. Παρ’ όλα αυτά, ο μέσος γεωργός κατοικούσε στην πόλη παρά στο αγρόκτημά του. Άλλοι ήταν τεχνίτες. Οι πόλεις χρησίμευαν ως αποθηκευτικοί χώροι, κέντρα εμπορίου και αγορές για τη διανομή αγαθών. Πόλεις όπως η Τύρος, η Σιδώνα και η Ιόππη εξελίχθηκαν κατά κύριο λόγο σε κέντρα ναυτιλίας και ανταλλακτικού εμπορίου, εκεί όπου οι θαλάσσιες οδοί διασταυρώνονταν με τις χερσαίες οδούς των καραβανιών.—Ιεζ 27.
Πολλές πόλεις ξεκίνησαν ως απλά χωριά, εξελίχθηκαν σε κωμοπόλεις ή πόλεις και μερικές φορές έγιναν μεγάλες πόλεις-κράτη που έλεγχαν τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Αυτή η ανάπτυξη οδήγησε στη συγκέντρωση της εξουσίας—κυβερνητικής και δικαστικής—στα χέρια λίγων πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών, ενώ πολύ συχνά η ανώτερη εξουσία που ρύθμιζε τον αστικό τρόπο ζωής ανήκε σε μια ιεραρχία δεσποτικών ιερέων. Η αντίθεση, λοιπόν, ήταν έντονη όταν άρχισαν να εμφανίζονται στο παγκόσμιο προσκήνιο οι πόλεις των Ισραηλιτών, και αυτό επειδή η διακυβέρνησή τους ήταν στα χέρια θεοκρατικά διορισμένων διοικητών οι οποίοι είχαν το καθήκον να επιβάλλουν θεόδοτους συνταγματικούς νόμους. Ο Ιεχωβά ήταν ο Βασιλιάς, ο Νομοθέτης και ο Κριτής εκείνου του έθνους, και όταν οι ορατοί εκπρόσωποί του εκτελούσαν πιστά τα καθήκοντά τους, ο λαός χαιρόταν.—Ησ 33:22· Εσδ 7:25, 26· Παρ 29:2.
Επιλογή Τοποθεσίας. Η επιλογή της τοποθεσίας μιας πόλης εξαρτόταν από αρκετούς παράγοντες. Εφόσον η άμυνα ήταν γενικά ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, οι αρχαίες πόλεις χτίζονταν συνήθως σε υψώματα. Παρότι με αυτόν τον τρόπο οι πόλεις ήταν ορατές από παντού, ήταν δυσπρόσιτες. (Ματ 5:14) Οι παράκτιες και οι παρόχθιες πόλεις αποτελούσαν εξαίρεση. Εκτός από τους υπάρχοντες φυσικούς φραγμούς, συχνά έχτιζαν ογκώδη τείχη ή κάποιο συγκρότημα τειχών και πύργων, ενώ σε μερικές περιπτώσεις έφτιαχναν τάφρους γύρω από την πόλη. (2Βα 9:17· Νε 3:1–4:23· 6:1-15· Δα 9:25) Καθώς οι πόλεις μεγάλωναν, μερικές φορές ήταν απαραίτητο να γίνει επέκταση των τειχών ώστε να περικλείεται ευρύτερη περιοχή. Οι είσοδοι των τειχών ασφαλίζονταν με ισχυρές πύλες, ανθεκτικές σε παρατεταμένη πολιορκία. (Βλέπε ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ· ΠΥΛΗ· ΤΟΙΧΟΙ, ΤΕΙΧΗ.) Έξω και πέρα από τα τείχη βρίσκονταν οι αγροί, τα βοσκοτόπια και τα περίχωρα τα οποία ήταν συνήθως απροστάτευτα κατά τη διάρκεια επίθεσης.—Αρ 35:1-8· Ιη 21:41, 42.
Μια καλή παροχή νερού σε κοντινή απόσταση ήταν απολύτως ουσιώδης και δεν έπρεπε να παραβλέπεται κατά την επιλογή της τοποθεσίας μιας πόλης. Γι’ αυτόν το λόγο, το ιδεώδες ήταν να έχουν οι πόλεις πηγές ή πηγάδια μέσα από τα τείχη τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη στη Μεγιδδώ, στη Γαβαών και στην Ιερουσαλήμ, υπήρχαν υπόγειες σήραγγες νερού και αγωγοί, μέσω των οποίων το νερό μεταφερόταν από τις εξωτερικές πηγές στην εσωτερική πλευρά των τειχών. (2Σα 5:8· 2Βα 20:20· 2Χρ 32:30) Συχνά κατασκεύαζαν δεξαμενές και στέρνες προκειμένου να συλλέγουν και να αποταμιεύουν το νερό στη διάρκεια της περιόδου των βροχών για μελλοντική χρήση. Μερικές φορές το έδαφος ήταν διάτρητο από στέρνες, καθώς κάθε σπιτικό προσπαθούσε να έχει δικό του απόθεμα νερού.—2Χρ 26:10.
Εφόσον οι στόχοι και οι σκοποί που εξυπηρετούνταν με την οικοδόμηση των αρχαίων πόλεων ήταν κοινοί, υπήρχαν μεγάλες ομοιότητες στο σχεδιασμό και στη ρυμοτομία τους. Επιπλέον, οι αιώνες που μεσολάβησαν επέφεραν μικρές μόνο αλλαγές, οπότε ορισμένες πόλεις σήμερα είναι σχεδόν όπως ήταν πριν από δύο ή τρεις χιλιετίες. Μπαίνοντας από τις πύλες, βρισκόταν κανείς σε έναν μεγάλο ανοιχτό χώρο, την αγορά της πόλης, την πλατεία, όπου λάβαιναν χώρα κάθε είδους αγοραπωλησίες. Εκεί επίσης συντάσσονταν τα συμβόλαια και σφραγίζονταν ενώπιον μαρτύρων. (Γε 23:10-18· 2Βα 7:1· Να 2:4) Αυτή ήταν η αγορά όπου έφταναν και κατόπιν διαδίδονταν τα νέα (Νε 8:1, 3· Ιερ 17:19), όπου οι πρεσβύτεροι εκδίκαζαν υποθέσεις (Ρθ 4:1-10) και όπου μπορούσε να διανυκτερεύσει ο ταξιδιώτης αν τυχόν δεν του πρόσφερε κανείς φιλοξενία. (Κρ 19:15-21) Μερικές φορές η πόλη διέθετε και άλλα καταλύματα για τον επισκέπτη.—Ιη 2:1· Κρ 16:1· Λου 2:4-7· 10:35· βλέπε ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ.
Ορισμένες πόλεις χτίζονταν για να εξυπηρετήσουν ειδικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα η Πιθώμ και η Ρααμσής, που χτίστηκαν από τους υπόδουλους Ισραηλίτες ως τόποι αποθήκευσης για τον Φαραώ (Εξ 1:11), καθώς και οι πόλεις αποθήκευσης του Σολομώντα, οι πόλεις των αρμάτων και οι πόλεις για τους ιππείς του (1Βα 9:17-19), όπως επίσης οι πόλεις αποθήκευσης του Ιωσαφάτ. (2Χρ 17:12) Σαράντα οχτώ πόλεις είχαν ξεχωριστεί για τους Λευίτες—13 προορίζονταν για τους ιερείς και 6 ήταν πόλεις καταφυγίου για τον ακούσιο ανθρωποκτόνο.—Αρ 35:6-8· Ιη 21:19, 41, 42· βλέπε ΙΕΡΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ· ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΜΑΤΩΝ· ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ.
Το μέγεθος πολλών αρχαίων πόλεων μπορεί να υπολογιστεί με βάση ό,τι έχει απομείνει από τα τείχη τους, αλλά δεν μπορεί να γίνει κανένας θετικός υπολογισμός του πληθυσμού τους. Σχετικά με τη Νινευή, μας λέγεται ότι ήταν μεγαλούπολη: “Η Νινευή, η μεγάλη πόλη, στην οποία υπάρχουν περισσότεροι από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνθρωποι που δεν ξέρουν καθόλου τη διαφορά ανάμεσα στο δεξί τους χέρι και στο αριστερό”.—Ιων 4:11· 3:3.
Τα ονόματα των πόλεων που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είχαν συνήθως νόημα και σκοπό—πολλά ονόματα μαρτυρούσαν την τοποθεσία της πόλης, το χαρακτήρα της, την καταγωγή των κατοίκων, ακόμη και κάποιο προφητικό νόημα. (Γε 11:9· 21:31· Κρ 18:29) Μερικές φορές για να ξεχωρίσουν μια πόλη από κάποια ομώνυμή της, διευκρίνιζαν σε ποια φυλή ανήκε η συγκεκριμένη τοποθεσία, όπως στην περίπτωση της «Βηθλεέμ του Ιούδα», επειδή υπήρχε και η Βηθλεέμ του Ζαβουλών. (Κρ 17:7· Ιη 19:10, 15) Οι παρεμβαλλόμενες πόλεις ανήκαν σε φυλή της οποίας η περιοχή βρισκόταν μέσα στα όρια άλλης φυλής.—Ιη 16:9· βλέπε ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΟΜΕΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ.
Μεταφορική Χρήση. Στις Εβραϊκές Γραφές, οι πόλεις χρησιμοποιούνται μεταφορικά. (Παρ 21:22· Ιερ 1:18) Ο Ιησούς αναφέρθηκε σε πόλεις στις παραβολές του (Ματ 12:25· Λου 19:17, 19), και το ίδιο έκανε και ο Παύλος μιλώντας συμβολικά. (Εβρ 11:10, 16· 12:22· 13:14) Στην Αποκάλυψη οι πόλεις χρησιμοποιούνται με συμβολική έννοια για διάφορα πράγματα: “η άγια πόλη” που καταπατείται από τα έθνη (Απ 11:2), “η μεγάλη πόλη” η οποία αποκαλείται με πνευματική έννοια Σόδομα και Αίγυπτος (Απ 11:8), η «μεγάλη πόλη, Βαβυλώνα» (Απ 18:10-21· 17:18) και “η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ, που κατεβαίνει από τον ουρανό, από τον Θεό, και είναι ετοιμασμένη σαν νύφη στολισμένη για το σύζυγό της”.—Απ 21:2-27· 22:14, 19· 3:12.
Βλέπε επίσης ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ· ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.
-
-
Πόλη του ΔαβίδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
Το όνομα που δόθηκε στο «οχυρό της Σιών» όταν οι Ισραηλίτες το πήραν από τους Ιεβουσαίους. (2Σα 5:6-9) Αυτό το τμήμα θεωρείται ότι είναι το ύψωμα ή η ράχη που εκτείνεται Ν του Όρους Μοριά. Επομένως, βρισκόταν Ν της τοποθεσίας του ναού τον οποίο έχτισε αργότερα ο Σολομών. Σήμερα είναι ένα στενό νότιο υψίπεδο, σημαντικά χαμηλότερο από το Όρος Μοριά. Σε αυτή την περιοχή έγινε εκτεταμένη λατόμηση, ιδιαίτερα κατά τη διακυβέρνηση του Αυτοκράτορα Αδριανού και την οικοδόμηση της ρωμαϊκής πόλης Αιλία Καπιτωλίνα, γύρω στο 135 Κ.Χ. Άρα, είναι προφανές ότι στην αρχαιότητα αυτή η ράχη πλησίαζε περισσότερο σε ύψος το Όρος Μοριά, αλλά πάντως βρισκόταν χαμηλότερα από την τοποθεσία του ναού.—ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 1, σ. 747, και Τόμ. 2, σ. 947.
Η θέση αυτή προσφερόταν πολύ για «οχυρό», δεδομένου ότι την προστάτευαν βαθιές κοιλάδες από τρεις πλευρές: από τα Δ η Κοιλάδα των Τυροποιών και από τα Α η Κοιλάδα Κιδρόν, η οποία ενώνεται με την Κοιλάδα του Εννόμ στη νότια άκρη του υψώματος. (1Χρ 11:7) Η πόλη χρειαζόταν ουσιαστική προστασία μόνο από τα Β, και σε αυτό το σημείο η ράχη γινόταν ακόμη πιο στενή, καθιστώντας οποιαδήποτε επίθεση εξαιρετικά δύσκολη. Το βόρειο όριο αυτής της “Πόλης του Δαβίδ” δεν έχει καθοριστεί ακόμη με βεβαιότητα, αν και μερικοί λόγιοι πιθανολογούν ότι ήταν το προαναφερόμενο στενό μέρος. Με την πάροδο των αιώνων, οι κοιλάδες γέμισαν σε μεγάλο βαθμό από άχρηστα υλικά, με αποτέλεσμα να μη διακρίνεται τόσο καλά η στρατηγική και οχυρή θέση αυτής της τοποθεσίας. Η αρχαία Πόλη του Δαβίδ υπολογίζεται ότι καταλάμβανε συνολικά έκταση 40 ως 60 στρ.
Στην Κοιλάδα Κιδρόν, κοντά στους πρόποδες της ανατολικής πλευράς του υψώματος στο οποίο βρισκόταν το οχυρό, υπάρχει μια πηγή που λέγεται Γιών. (1Βα 1:33) Αρχαιολογικές ανασκαφές υποδεικνύουν ότι στην αρχαιότητα είχε λαξευτεί στο βράχο μια σήραγγα που συνδεόταν με ένα φρεάτιο, από όπου μπορούσε κανείς να φτάσει στην πηγή χωρίς να βγει από τα τείχη της πόλης. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ο Ιωάβ και οι άντρες του κατάφεραν να διεισδύσουν στο οχυρό και να το καταλάβουν ανεβαίνοντας μέσα από αυτό το φρεάτιο.—2Σα 5:8· 1Χρ 11:5, 6.
Το όνομα «Πόλη του Δαβίδ» προέκυψε από το γεγονός ότι ο Δαβίδ έφτιαξε εκεί τη βασιλική κατοικία του, αφού προηγουμένως είχε κυβερνήσει εφτάμισι χρόνια στη Χεβρών. Εδώ, με τη συμβολή του Χιράμ της Τύρου, χτίστηκε η “κέδρινη κατοικία” του Δαβίδ. (2Σα 5:5, 9, 11· 7:2) Ο Δαβίδ έβαλε να ανεβάσουν την κιβωτό της διαθήκης από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ στην Πόλη του Δαβίδ, ενώ η σύζυγός του η Μιχάλ παρακολουθούσε την πομπή να πλησιάζει από ένα παράθυρο της κατοικίας του Δαβίδ. (2Σα 6:10-16· 1Χρ 15:1, 29) Όταν ο βασιλιάς πέθανε, θάφτηκε στην πόλη, έθιμο που ακολουθήθηκε για πολλούς άλλους μονάρχες της Δαβιδικής γραμμής.—1Βα 2:10.
Από τη Βασιλεία του Σολομώντα και Έπειτα. Ο Σολομών μετέφερε την Κιβωτό στο ναό που μόλις είχε οικοδομηθεί πάνω στο υψίπεδο που υπήρχε Β της Πόλης του Δαβίδ, το οποίο ήταν πιο ευρύχωρο. Η έκφραση “ανέβασαν την κιβωτό από την Πόλη του Δαβίδ” δείχνει ότι η περιοχή του ναού βρισκόταν ψηλότερα, καθώς το Όρος Μοριά υπερείχε του νότιου υψώματος. (1Βα 8:1) Μετά το γάμο του με την κόρη του Φαραώ, ο Σολομών εγκατέστησε τη σύζυγό του στην Πόλη του Δαβίδ. (1Βα 3:1) Αλλά όταν ολοκληρώθηκε μια καινούρια κατοικία πιο κοντά στην περιοχή του ναού, πήρε τη σύζυγό του από την Πόλη του Δαβίδ επειδή αυτή θεωρούνταν άγια, εφόσον είχε παραμείνει εκεί η Κιβωτός. (1Βα 9:24· 2Χρ 8:11) Ο Σολομών έκανε περαιτέρω οικοδομικές εργασίες στην Πόλη του Δαβίδ, ο δε Εζεκίας έκανε εκεί επισκευές προετοιμαζόμενος για την επίθεση του Ασσύριου Σενναχειρείμ. (1Βα 11:27· 2Χρ 32:5) Επίσης, ο Εζεκίας εξέτρεψε τα νερά της πηγής Γιών, κατευθύνοντάς τα στη δυτική πλευρά της Πόλης του Δαβίδ, προφανώς μέσω της λαξευμένης στο βράχο σήραγγας η οποία έχει ανακαλυφτεί και συνδέει αυτή την πηγή με τη Δεξαμενή του Σιλωάμ στη νοτιοδυτική πλαγιά του υψώματος. (2Χρ 32:30) Ο γιος και διάδοχός του, ο Μανασσής, έχτισε ένα εξωτερικό τείχος κατά μήκος της ανατολικής πλαγιάς που βλέπει προς την Κοιλάδα Κιδρόν.—2Χρ 33:14.
Από τα παραπάνω εδάφια γίνεται σαφές ότι, αν και η Ιερουσαλήμ επεκτάθηκε με την πάροδο του χρόνου, η Πόλη του Δαβίδ παρέμεινε ξεχωριστός τομέας. Αυτό ίσχυε ακόμη και μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία, καθώς ορισμένα χαρακτηριστικά της πόλης αναφέρονται σε σχέση με τα συνεργεία που επισκεύαζαν τα τείχη της. (Νε 3:15, 16) «Τα Σκαλιά της Πόλης του Δαβίδ» προφανώς οδηγούσαν από τη νότια άκρη της πόλης προς τα κάτω. (Νε 12:37) Ανασκαφές που έχουν γίνει εδώ έχουν φέρει στο φως κάποια τέτοια σκαλιά, ενώ μια σειρά από σκαλοπάτια που έχουν λαξευτεί άτεχνα στο βράχο εξακολουθεί να οδηγεί από αυτό το σημείο του λόφου προς τα κάτω.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ο όρος «πόλη του Δαβίδ» εφαρμόζεται στη Βηθλεέμ, τη γενέτειρα του Δαβίδ και του Ιησού.—Λου 2:4, 11· Ιωα 7:42· βλέπε ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ.
-
-
Πολιορκητικός ΚριόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΙΟΡΚΗΤΙΚΟΣ ΚΡΙΟΣ
Πολεμικό όργανο το οποίο χρησιμοποιούσαν οι πολιορκητές για να διαρρήξουν τις πύλες και τα τείχη μιας πόλης ή ενός φρουρίου ή για να τα γκρεμίσουν. Στην απλούστερη μορφή του, ήταν ένα βαρύ ξύλινο δοκάρι το οποίο είχε στην άκρη του έναν σιδερένιο όγκο που έμοιαζε με κεφάλι κριού. Ίσως λόγω αυτού του γεγονότος ή ίσως επειδή όταν το χρησιμοποιούσαν η κίνησή του έμοιαζε με την κίνηση ενός ζώου που σπρώχνει με τα κέρατα, το συγκεκριμένο όργανο ορίζεται από την ίδια εβραϊκή λέξη (καρ) που σημαίνει «κριάρι».—Ιεζ 4:1, 2· 21:22.
Οι πολιορκητές έφτιαχναν ένα ανάχωμα, ή αλλιώς πολιορκητικό πρόχωμα, μπροστά στα τείχη της πόλης, που χρησίμευε ως ράμπα πάνω στην οποία μπορούσαν να φέρουν πολιορκητικούς κριούς και άλλες πολεμικές μηχανές. Ενίοτε ανέβαζαν πάνω στο πρόχωμα αυτό πύργους που είχαν το ίδιο ύψος με τα τείχη της πόλης, με αποτέλεσμα να βρίσκονται οι επιτιθέμενοι στο ίδιο επίπεδο με τους αμυνόμενους. Οι αμυνόμενοι στρατιώτες προσπαθούσαν να εξουδετερώσουν τους πολιορκητικούς κριούς ρίχνοντας πάνω τους αναμμένα δαδιά ή αρπάζοντάς τους με αλυσίδες ή γάντζους.
[Εικόνα στη σελίδα 709]
Ασσυριακός πολιορκητικός κριός και κινητός πύργος επίθεσης
-
-
Πολίτης, ΥπηκοότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΙΤΗΣ, ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ
Πολίτης είναι ο αυτόχθων ή πολιτογραφημένος κάτοικος πόλης ή κράτους ο οποίος έχει δικαιώματα και προνόμια που στερούνται οι άλλοι, και αναλαμβάνει από την πλευρά του τις συνεπαγόμενες ευθύνες που ορίζουν οι εξουσίες οι οποίες του έχουν χορηγήσει την υπηκοότητα. Στην Αγία Γραφή οι όροι «πολίτης» και «υπηκοότητα» εμφανίζονται μόνο στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο οι λέξεις πολίτης, πολιτεία (τα δικαιώματα ή η ιδιότητα του πολίτη· το κράτος), πολίτευμα (η ιδιότητα ή ο βίος του πολίτη), συνπολίτης (συμπολίτης) και πολιτεύομαι (συμπεριφέρομαι ως πολίτης) είναι όλες συγγενικές της λέξης πόλις.
Μολονότι οι όροι «πολίτης» και «υπηκοότητα» δεν εμφανίζονται στις Εβραϊκές Γραφές, η έννοια του πολίτη και του μη πολίτη ενυπάρχει σε όρους όπως ο «αυτόχθων» και ο «πάροικος». (Λευ 24:22) Υπό τη διευθέτηση του Μωσαϊκού Νόμου, η εκκλησία αποτελούσε στην ουσία την κοινοπολιτεία στην οποία μπορούσαν να γίνουν δεκτοί οι ξένοι, με ορισμένους περιορισμούς, ώστε να απολαμβάνουν πολλά οφέλη κοινά στους φυσικούς Ισραηλίτες. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι η πολιτογράφηση γινόταν όταν ο άρρενας πάροικος έκανε περιτομή, πράγμα που του έδινε την ευκαιρία να αποκτήσει πλήρως τα μεγαλύτερα προνόμια στη λατρεία του Ιεχωβά, μάλιστα μέχρι του σημείου να συμμετέχει στον ετήσιο εορτασμό του Πάσχα.—Εξ 12:43-49· Αρ 9:14· βλέπε ΑΛΛΟΕΘΝΗΣ· ΠΑΡΟΙΚΟΣ.
Ρωμαϊκή Υπηκοότητα. Η ρωμαϊκή υπηκοότητα εξασφάλιζε σε κάποιον ειδικά δικαιώματα και ασυλίες που αναγνωρίζονταν και γίνονταν σεβαστά σε όλη την αυτοκρατορία. Για παράδειγμα, ήταν παράνομο να βασανίσουν ή να μαστιγώσουν έναν Ρωμαίο πολίτη για να του αποσπάσουν ομολογία, επειδή αυτές οι μορφές τιμωρίας θεωρούνταν πολύ ταπεινωτικές και κατάλληλες μόνο για δούλους. Στην Ιερουσαλήμ, Ρωμαίοι στρατιώτες έσωσαν τον Παύλο από έναν όχλο Ιουδαίων. Στην αρχή ο Παύλος δεν αποκάλυψε ότι ήταν Ρωμαίος πολίτης, αλλά όταν επρόκειτο να μαστιγωθεί, είπε σε έναν αξιωματικό που στεκόταν εκεί: «Είναι νόμιμο να μαστιγώνετε άνθρωπο που είναι Ρωμαίος και δεν έχει καταδικαστεί;» Η αφήγηση συνεχίζει: «Όταν ο αξιωματικός το άκουσε αυτό, πήγε στο στρατιωτικό διοικητή και έδωσε αναφορά, λέγοντας: “Τι σκοπεύεις να κάνεις; Αυτός ο άνθρωπος είναι Ρωμαίος”». Όταν αυτό επαληθεύτηκε, αμέσως «οι άντρες που επρόκειτο να τον εξετάσουν με βασανιστήρια αποσύρθηκαν από αυτόν· και ο στρατιωτικός διοικητής φοβήθηκε όταν εξακρίβωσε ότι ήταν Ρωμαίος και αυτός τον είχε δέσει».—Πρ 21:27-39· 22:25-29· βλέπε επίσης Πρ 16:37-40.
Ένα άλλο πλεονέκτημα και προνόμιο που είχε ο κάτοχος της ρωμαϊκής υπηκοότητας ήταν το δικαίωμα να προσφύγει στον αυτοκράτορα της Ρώμης εφεσιβάλλοντας την απόφαση ενός επάρχου. Σε περίπτωση αδικήματος που επέσυρε το θάνατο, ο Ρωμαίος πολίτης είχε το δικαίωμα να σταλεί στη Ρώμη για να δικαστεί ενώπιον του ίδιου του αυτοκράτορα. Γι’ αυτό και ο Παύλος έκανε την εξής δήλωση υπερασπιζόμενος την υπόθεσή του ενώπιον του Φήστου: «Στέκομαι ενώπιον της δικαστικής έδρας του Καίσαρα, εκεί που πρέπει να δικάζομαι. . . . κανείς δεν μπορεί να με παραδώσει [στους Ιουδαίους] ως χάρη. Τον Καίσαρα επικαλούμαι!» (Πρ 25:10-12) Άπαξ και γινόταν χρήση του δικαιώματος προσφυγής στη Ρώμη, η προσφυγή αυτή δεν μπορούσε να ανακληθεί. Έτσι λοιπόν, αφού ο Βασιλιάς Αγρίππας Β΄ εξέτασε την υπόθεση του Παύλου, είπε στον Φήστο: «Αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσε να έχει αφεθεί ελεύθερος αν δεν είχε επικαλεστεί τον Καίσαρα».—Πρ 26:32.
Η ρωμαϊκή υπηκοότητα μπορούσε να αποκτηθεί με διάφορους τρόπους. Μερικές φορές οι αυτοκράτορες παραχωρούσαν αυτή την ιδιαίτερη εύνοια σε ολόκληρες πόλεις ή περιφέρειες, ή ακόμη και σε άτομα, για υπηρεσίες που είχαν προσφέρει. Ενίοτε ήταν επίσης δυνατόν να αγοράσει κάποιος κανονικά την υπηκοότητα έναντι χρηματικού ποσού, όπως ο στρατιωτικός διοικητής Κλαύδιος Λυσίας, ο οποίος είπε στον Παύλο: «Εγώ έδωσα μεγάλο χρηματικό ποσό για να αγοράσω αυτά τα δικαιώματα του πολίτη». Ωστόσο, ο Παύλος αντέτεινε σε αυτή του την απάντηση: «Εγώ, όμως, γεννήθηκα με αυτά».—Πρ 22:28.
Πνευματική Υπηκοότητα. Στις επιστολές του ο Παύλος αναφέρεται επίσης στην πνευματική υπηκοότητα. Περιγράφει τους απερίτμητους Εθνικούς οι οποίοι έγιναν πνευματικοί Ισραηλίτες ως άτομα που ήταν κάποτε χωρίς Χριστό, αποξενωμένα από τον Ισραήλ και ξένα ως προς τις διαθήκες, χωρίς ελπίδα, χωρίς Θεό, αλλά τα οποία είναι «τώρα σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού». «Σίγουρα, λοιπόν», συνεχίζει στο ίδιο πνεύμα, «δεν είστε πια ξένοι και πάροικοι, αλλά είστε συμπολίτες των αγίων». (Εφ 2:12, 13, 19) Αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία όταν ο Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς των Φιλίππων, μιας από τις πόλεις στις οποίες είχε χορηγηθεί η ρωμαϊκή υπηκοότητα, και στην οποία δέκα χρόνια νωρίτερα η δική του ρωμαϊκή υπηκοότητα είχε καταπατηθεί: «Όσο για εμάς, η υπηκοότητά μας υπάρχει στους ουρανούς». (Φλπ 3:20) Στην ίδια επιστολή του πρότρεψε τους ομοπίστους του να “συμπεριφέρονται με τρόπο αντάξιο προς τα καλά νέα”. Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «συμπεριφέρομαι» (πολιτεύομαι) σημαίνει κατά κυριολεξία «συμπεριφέρομαι ως πολίτης».—Φλπ 1:27.
-
-
ΠολυγαμίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΓΑΜΙΑ
Βλέπε ΓΑΜΟΣ.
-
-
Πολυπληθές ΠλάσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΠΛΗΘΕΣ ΠΛΑΣΜΑ
[εβρ., σέρετς].
Η ρίζα από την οποία προέρχεται αυτός ο όρος αποδίδεται «είμαι πολυπληθής», «αφθονώ», «πολλαπλασιάζομαι» ή «γεμίζω». (Λευ 11:46· Γε 8:17· Εξ 1:7· 8:3) Το ουσιαστικό φαίνεται ότι εφαρμόζεται σε μικρά πλάσματα που είναι πολυάριθμα. (Εξ 8:3· Ψλ 105:30· παράβαλε Εξ 1:7.) Η εβραϊκή ρίζα χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στο εδάφιο Γένεση 1:20, όπου αναφέρεται η αρχική εμφάνιση ζωντανών ψυχών την πέμπτη δημιουργική ημέρα, όταν τα νερά άρχισαν να “βγάζουν πλήθος” ζωντανών ψυχών. Ο Κατακλυσμός κατέστρεψε τα «πολυπληθή πλάσματα» της γης που βρίσκονταν έξω από την κιβωτό.—Γε 7:21.
Ο νόμος σχετικά με τα καθαρά και τα ακάθαρτα πλάσματα δείχνει ότι ο εν λόγω όρος μπορεί να εφαρμοστεί σε υδρόβια πλάσματα (Λευ 11:10), σε φτερωτά πλάσματα, μεταξύ των οποίων νυχτερίδες και έντομα (Λευ 11:19-23· Δευ 14:19), σε χερσαία πλάσματα, μεταξύ των οποίων τρωκτικά, σαύρες και χαμαιλέοντες (Λευ 11:29-31), καθώς και σε πλάσματα που κινούνται με την «κοιλιά» τους και σε πολύποδα πλάσματα (Λευ 11:41-44). Πολλά από αυτά, αλλά όχι όλα, ήταν «ακάθαρτα» για τροφή, σύμφωνα με το Νόμο.
-
-
Πολύς ΌχλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΣ ΟΧΛΟΣ
Βλέπε ΜΕΓΑΛΟ ΠΛΗΘΟΣ.
-
-
Πολύτιμες ΠέτρεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ
Πετράδια που κόβονται και στιλβώνονται για να χρησιμοποιηθούν στην κοσμηματοποιία ή στη διακόσμηση αντικειμένων. Τα κοσμήματα από πολύτιμο μέταλλο (κυρίως χρυσάφι ή ασήμι) μπορεί να φέρουν ένθετες πέτρες αυτού του είδους. Τέτοια πετράδια χρησιμοποιούσαν για τον καλλωπισμό τους τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες από την αρχαία Βιβλική εποχή. Σήμερα, πολύτιμες πέτρες με την αυστηρή έννοια του όρου θεωρούνται το διαμάντι, το ζαφείρι, το ρουμπίνι και το σμαράγδι, ενώ άλλες σπάνιες και ωραίες πέτρες θεωρούνται ημιπολύτιμες. Ωστόσο, η εβραϊκή έκφραση που αποδίδεται «πολύτιμη πέτρα» έχει ευρύτερη εφαρμογή, όπως φαίνεται από τα εδάφια Ιεζεκιήλ 28:12, 13. Αυτές οι πολύτιμες πέτρες διακρίνονται από άλλα ορυκτά κυρίως επειδή είναι σπάνιες, ωραίες και ανθεκτικές.
Η πρώτη Βιβλική αναφορά σε πολύτιμη πέτρα γίνεται στα εδάφια Γένεση 2:11, 12, όπου η Αβιλά προσδιορίζεται ως γη στην οποία υπήρχε καλό χρυσάφι, «βδέλλιο και η πέτρα του όνυχα».
Ένα από τα στοιχεία βάσει των οποίων υπολογιζόταν ο πλούτος ήταν οι πολύτιμες πέτρες. Βασιλιάδες όπως ο Σολομών και ο Εζεκίας διέθεταν προφανώς μεγάλες ποσότητες τέτοιων λίθων. (1Βα 10:11· 2Χρ 9:10· 32:27) Οι πολύτιμες πέτρες δίνονταν ως δώρα (1Βα 10:2, 10· 2Χρ 9:1, 9), μπορεί να αποτελούσαν μέρος της πολεμικής λείας (2Σα 12:29, 30· 1Χρ 20:2) και χρησιμοποιούνταν ως εμπορεύσιμο είδος, όπως για παράδειγμα μεταξύ των αρχαίων Τυρίων (Ιεζ 27:16, 22). Σε μια θεόπνευστη θρηνωδία σχετικά με «το βασιλιά της Τύρου», ο Ιεζεκιήλ δήλωσε: «Κάθε πολύτιμη πέτρα ήταν περικάλυμμά σου—ρουμπίνι, τοπάζι και ίασπης· χρυσόλιθος, όνυχας και νεφρίτης· ζαφείρι, καλλαΐτης και σμαράγδι· και από χρυσάφι ήταν η κατασκευή των πλαισίων σου και των υποδοχών σου σε εσένα». (Ιεζ 28:12, 13) Η συμβολική Βαβυλώνα η Μεγάλη παρουσιάζεται πλούσια στολισμένη με πολύτιμες πέτρες.—Απ 17:3-5· 18:11-17.
Μολονότι οι αρχαίοι στρογγύλευαν και στίλβωναν τις πολύτιμες πέτρες, γενικά δεν φαίνεται να τις έκοβαν έτσι ώστε να δημιουργήσουν έδρες, όπως κάνουν οι σύγχρονοι τεχνίτες. Οι Εβραίοι και οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τη σμύριδα (κορούνδιο) ή τη σμυριδόσκονη για να στιλβώνουν τις πολύτιμες πέτρες. Συνήθως αυτές τις πέτρες τις λάξευαν και τις σκάλιζαν. Κατά τα φαινόμενα, οι Εβραίοι ήξεραν να σκαλίζουν πολύτιμες πέτρες πολύ προτού βρεθούν υπόδουλοι στην Αίγυπτο, όπου το σκάλισμα των πολύτιμων λίθων θεωρούνταν επίσης τέχνη. Το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι του Ιούδα ήταν προφανώς σκαλισμένο. (Γε 38:18) Για περαιτέρω αναλύσεις γύρω από τα αρχαία κοσμήματα και στολίδια, βλέπε ΒΡΑΧΙΟΛΙ· ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ· ΚΡΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΥΤΗ· ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ· ΠΕΡΙΣΦΥΡΙΟ· ΠΟΡΠΗ· ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙ· ΣΤΟΛΙΔΙΑ· ΧΑΝΤΡΕΣ.
Χρήσεις Σχετικές με τη Λατρεία. Οι Ισραηλίτες στην έρημο είχαν το προνόμιο να συνεισφέρουν διάφορα πολύτιμα πράγματα για τη σκηνή της μαρτυρίας, καθώς και για το εφόδ και για το περιστήθιο του αρχιερέα, προσφέροντας αναμφίβολα αντικείμενα που τους είχαν δώσει οι Αιγύπτιοι όταν τους πίεζαν να φύγουν. (Εξ 12:35, 36) Σε αυτά περιλαμβάνονταν «πέτρες όνυχα και πέτρες ένθεσης για το εφόδ και για το περιστήθιο». (Εξ 25:1-7· 35:5, 9, 27) Το εφόδ του αρχιερέα είχε δύο πέτρες όνυχα στα κομμάτια που ξεκινούσαν από τους ώμους, και στην κάθε πέτρα ήταν χαραγμένα τα ονόματα των 6 από τις 12 φυλές του Ισραήλ. «Το περιστήθιο της κρίσης» ήταν διακοσμημένο με τέσσερις σειρές από πολύτιμες πέτρες, σχετικά με τις οποίες η αφήγηση λέει: «Σειρά από ρουμπίνι, τοπάζι και σμαράγδι ήταν η πρώτη σειρά. Και η δεύτερη σειρά ήταν καλλαΐτης, ζαφείρι και ίασπης. Και η τρίτη σειρά ήταν λίθος λέσεμ, αχάτης και αμέθυστος. Και η τέταρτη σειρά ήταν χρυσόλιθος και όνυχας και νεφρίτης. Ήταν στερεωμένες στις θέσεις τους με χρυσά πλαίσια». Σε καθεμιά από αυτές τις πέτρες ήταν χαραγμένο το όνομα μιας από τις 12 φυλές του Ισραήλ.—Εξ 39:6-14· 28:9-21· βλέπε ΠΕΡΙΣΤΗΘΙΟ.
Μολονότι ο Ιεχωβά δεν επέτρεψε στον Δαβίδ να χτίσει το ναό στην Ιερουσαλήμ (1Χρ 22:6-10), ο ηλικιωμένος βασιλιάς ετοίμασε με χαρά πολύτιμα υλικά για την κατασκευή του, μεταξύ των οποίων «πέτρες όνυχα και πέτρες για να στερεωθούν με σκληρό κονίαμα και ψηφίδες μωσαϊκού και κάθε πολύτιμη πέτρα και πέτρες αλάβαστρου σε μεγάλη ποσότητα». Ο ίδιος έκανε σημαντικότατες προσφορές υλικών, συνεισέφερε δε και ο λαός γενικά. (1Χρ 29:2-9) Όταν ο Σολομών έχτισε το ναό, «επικάλυψε τον οίκο με πολύτιμη πέτρα για ομορφιά», δηλαδή τον διακόσμησε με πολύτιμες πέτρες.—2Χρ 3:6.
Μεταφορική Χρήση. Ο απόστολος Παύλος, αφού προσδιόρισε τον Ιησού Χριστό ως το θεμέλιο πάνω στο οποίο πρέπει να χτίζουν οι Χριστιανοί, ανέφερε διαφόρων ειδών οικοδομικά υλικά σε σχέση με τη Χριστιανική διακονία. Έδειξε ότι στα εκλεκτά υλικά θα περιλαμβάνονταν μεταφορικές «πολύτιμες πέτρες», ικανές να αντέξουν τη δύναμη της «φωτιάς».—1Κο 3:10-15.
Οι πολύτιμες πέτρες χρησιμοποιούνται μερικές φορές στην Αγία Γραφή για να συμβολίσουν ιδιότητες ουράνιων ή πνευματικών πραγμάτων ή προσώπων. Οι ουρανοί ανοίχτηκαν στον Ιεζεκιήλ, και σε δύο οράματα αυτός είδε τέσσερα φτερωτά ζωντανά πλάσματα συνοδευόμενα από τέσσερις τροχούς, η θέα δε του κάθε τροχού ήταν όμοια με «τη λάμψη χρυσόλιθου», δηλαδή είχε κίτρινη ή πιθανόν πράσινη απόχρωση. (Ιεζ 1:1-6, 15, 16· 10:9) Μεταγενέστερα, ο Δανιήλ είδε έναν άγγελο, «κάποιον άντρα ντυμένο στα λινά», του οποίου “το σώμα ήταν σαν χρυσόλιθος”.—Δα 10:1, 4-6.
Επίσης ο Ιεζεκιήλ, σε όραμα της δόξας του Ιεχωβά, είδε “κάτι του οποίου η θέα ήταν σαν πέτρα ζαφειριού [με βαθυγάλαζο χρώμα], τη μορφή θρόνου”. (Ιεζ 1:25-28· 10:1) Η δόξα του ίδιου του Ιεχωβά Θεού παρομοιάζεται με την εκθαμβωτική ομορφιά των πετραδιών, διότι όταν ο απόστολος Ιωάννης είδε τον ουράνιο θρόνο του Θεού, είπε: «Αυτός που κάθεται είναι στην εμφάνιση όμοιος με πέτρα ίασπη και με πολύτιμη κοκκινόχρωμη πέτρα, και ολόγυρα από το θρόνο υπάρχει ένα ουράνιο τόξο όμοιο με σμαράγδι στην εμφάνιση».—Απ 4:1-3, 9-11.
“Η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ”, δηλαδή “η σύζυγος του Αρνιού”, παρουσιάζεται να ακτινοβολεί σαν «μια πολυτιμότατη πέτρα, σαν πέτρα ίασπη που λάμπει καθαρά σαν κρύσταλλο». Τα 12 θεμέλια του τείχους της «ήταν στολισμένα με κάθε είδους πολύτιμη πέτρα», μια διαφορετική πέτρα για κάθε θεμέλιο: ίασπης, ζαφείρι, χαλκηδόνιος, σμαράγδι, σαρδόνυχας, σάρδιο, χρυσόλιθος, βήρυλλος, τοπάζι, χρυσοπράσιο, υάκινθος και αμέθυστος. Οι 12 πύλες της πόλης ήταν 12 μαργαριτάρια.—Απ 21:2, 9-21· βλέπε ΚΟΡΑΛΛΙ και ξεχωριστά λήμματα για κάθε είδος πολύτιμης πέτρας.
-
-
ΠομπήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΜΠΗ
Βλέπε ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΠΟΜΠΗ.
-
-
ΠονηρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΗΡΙΑ
(Πονηρία).
Ό,τι δεν συμμορφώνεται με τα κριτήρια ηθικής αρτιότητας που έχει καθορίσει ο Θεός είναι πονηρό, κακό, φαύλο ή άχρηστο. Όπως η λέξη πονηρία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Ματ 22:18· Μαρ 7:22· Λου 11:39· Πρ 3:26· Ρω 1:29· 1Κο 5:8· Εφ 6:12), έτσι και το ρήμα ρασά‛ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και συγγενικές του λέξεις προσδιορίζουν επίσης κάτι πονηρό. (Γε 18:23· 2Σα 22:22· 2Χρ 20:35· Ιωβ 34:8· Ψλ 37:10· Ησ 26:10) Το επίθετο πονηρός δηλώνει συνήθως κάτι φαύλο από ηθική άποψη (Λου 6:45), μπορεί δε να εφαρμοστεί και σε κάτι που είναι κακό ή άχρηστο από φυσική άποψη, όπως όταν ο Ιησούς Χριστός μίλησε για «άχρηστους καρπούς». (Ματ 7:17, 18) Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να προσδιορίζει κάτι βλαβερό, και στο εδάφιο Αποκάλυψη 16:2, έχει αποδοθεί με τα επίθετα “επώδυνος” (AT, TEV, ΔΕΛ, ΚΔΒ) και “κακοήθης”.—NE, ΜΝΚ, ΜΠΚ.
Γιατί έχει επιτρέψει ο Θεός την πονηρία;
Ο Σατανάς ο Διάβολος, ο οποίος υποκίνησε τον πρώτο άντρα και την πρώτη γυναίκα, τον Αδάμ και την Εύα, να στασιάσουν κατά του Θεού, εναντιώνεται στο πρότυπο του Θεού περί δικαιοσύνης και αποκαλείται εύλογα «ο πονηρός». (Ματ 6:13· 13:19, 38· 1Ιω 2:13, 14· 5:19) Ο στασιασμός που ξεκίνησε ο Σατανάς έθεσε υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον είναι δικαιωματική και δίκαιη η κυριαρχία του Θεού, δηλαδή το κατά πόσον η εξουσία του Θεού επί των πλασμάτων του ασκείται δίκαια και με γνώμονα τα καλύτερα συμφέροντά τους. Το γεγονός ότι ο Αδάμ και η Εύα στασίασαν ήγειρε και άλλο ένα ζήτημα: Θα αποδεικνύονταν και όλα τα άλλα νοήμονα πλάσματα άπιστα και ανόσια στον Θεό όταν η υπακοή θα φαινόταν να μην αποφέρει υλικά οφέλη; Ο ισχυρισμός που πρόβαλε ο Σατανάς σχετικά με τον πιστό Ιώβ υπονοούσε ότι αυτό θα έκαναν. Ο Σατανάς είπε: «Δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του. Άπλωσε, όμως, τώρα το χέρι σου, παρακαλώ, και άγγιξε τα κόκαλά του και τη σάρκα του και δες αν δεν σε καταραστεί κατά πρόσωπο».—Ιωβ 2:4, 5· βλέπε ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ.
Για να τακτοποιηθούν τα ζητήματα που είχαν εγερθεί απαιτούνταν χρόνος. Έτσι λοιπόν, ο Ιεχωβά Θεός επέτρεψε στους πονηρούς να συνεχίσουν να ζουν, πράγμα που έδωσε και σε άλλους τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στο να αποδειχτεί ψευδής ο ισχυρισμός του Σατανά με το να υπηρετήσουν τον Θεό πιστά, υπό δυσμενείς και αντίξοες συνθήκες. Η ανοχή αυτή της πονηρίας από μέρους του Θεού έχει δώσει επίσης την ευκαιρία σε κάποια άτομα να εγκαταλείψουν την εσφαλμένη πορεία τους και να υποταχθούν πρόθυμα στους δίκαιους νόμους του. (Ησ 55:7· Ιεζ 33:11) Άρα, το ότι για κάποιο χρονικό διάστημα ο Θεός δεν προβαίνει στην καταστροφή των πονηρών συμβάλλει στη σωτηρία εκείνων που έχουν δίκαιη διάθεση, δίνοντάς τους χρόνο να αποδείξουν την αγάπη και την αφοσίωσή τους στον Ιεχωβά.—Ρω 9:17-26.
Επιπρόσθετα, ο Ιεχωβά Θεός χρησιμοποιεί τις περιστάσεις με τέτοιον τρόπο ώστε ακόμη και οι πονηροί να εξυπηρετούν εν αγνοία τους το σκοπό του. Παρότι εναντιώνονται στον Θεό, αυτός μπορεί να τους περιορίσει στο βαθμό στον οποίο χρειάζεται, ώστε οι υπηρέτες του να διακρατούν την ακεραιότητά τους, και μπορεί να κάνει τις πράξεις ακόμη και τέτοιων ανθρώπων να αναδεικνύουν τη δικαιοσύνη του. (Ρω 3:3-5, 23-26· 8:35-39· Ψλ 76:10) Αυτή τη σκέψη εκφράζει το εδάφιο Παροιμίες 16:4: «Τα πάντα ο Ιεχωβά τα έκανε για το σκοπό του, ναι, ακόμη και τον πονηρό για την κακή ημέρα».
Ενδεικτική περίπτωση αποτελεί ο Φαραώ στον οποίο ο Ιεχωβά γνωστοποίησε, μέσω του Μωυσή και του Ααρών, ότι έπρεπε να απελευθερώσει τους υπόδουλους Ισραηλίτες. Ο Θεός δεν έκανε αυτόν τον Αιγύπτιο ηγέτη πονηρό, αλλά του επέτρεψε να συνεχίσει να ζει, και παράλληλα δημιούργησε κάποιες καταστάσεις που έκαναν τον Φαραώ να εκδηλωθεί, δείχνοντας ότι είναι πονηρός και άξιος θανάτου. Ο σκοπός για τον οποίο το έκανε αυτό ο Ιεχωβά αποκαλύπτεται στο εδάφιο Έξοδος 9:16: «Γι’ αυτόν το λόγο σε κράτησα στη ζωή, για να σου δείξω τη δύναμή μου και για να κάνω το όνομά μου να διακηρυχτεί σε όλη τη γη».
Οι Δέκα Πληγές που επήλθαν στην Αίγυπτο, και οι οποίες αποκορυφώθηκαν με την καταστροφή του Φαραώ και των στρατιωτικών του δυνάμεων στην Ερυθρά Θάλασσα, αποτέλεσαν εντυπωσιακή επίδειξη της δύναμης του Ιεχωβά. (Εξ 7:14–12:30· Ψλ 78:43-51· 136:15) Χρόνια αργότερα, τα γύρω έθνη εξακολουθούσαν να μιλούν για αυτή την επίδειξη δύναμης, και έτσι το όνομα του Θεού διακηρυσσόταν σε όλη τη γη. (Ιη 2:10, 11· 1Σα 4:8) Αν ο Ιεχωβά είχε θανατώσει αμέσως τον Φαραώ, αυτή η μεγαλειώδης επίδειξη της δύναμης του Θεού που αποσκοπούσε στην ενδόξασή Του και στην απελευθέρωση του λαού Του δεν θα ήταν εφικτή.
Οι Γραφές διαβεβαιώνουν ότι κάποια ημέρα δεν θα υπάρχει πια πονηρία, και αυτό διότι όλοι όσοι εναντιώνονται στον Δημιουργό θα καταστραφούν όταν η από μέρους του ανοχή της πονηρίας θα έχει πλέον εξυπηρετήσει το σκοπό της.—2Πε 3:9-13· Απ 18:20-24· 19:11–20:3, 7-10.
-
-
Πόνοι ΤοκετούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΟΙ ΤΟΚΕΤΟΥ
Οι ωδίνες που συνοδεύουν τη γέννα. Ο Θεός δήλωσε στην πρώτη γυναίκα, την Εύα, όταν αυτή αμάρτησε, ποιες θα ήταν οι συνέπειες για την τεκνοποίηση. Αν είχε παραμείνει υπάκουη, η ευλογία του Θεού θα συνέχιζε να είναι πάνω της και η τεκνοποίηση θα της έφερνε μόνο χαρά, διότι «η ευλογία του Ιεχωβά πλουτίζει, και εκείνος δεν προσθέτει πόνο σε αυτήν». (Παρ 10:22) Τώρα όμως, κατά κανόνα, η ατελής λειτουργία του σώματος θα έφερνε πόνο. Γι’ αυτό και ο Θεός είπε (καθώς πολλές φορές τα πράγματα που επιτρέπει να συμβαίνουν λέγεται ότι γίνονται από τον ίδιο): «Θα αυξήσω πολύ τον πόνο της εγκυμοσύνης σου· με πόνους θα γεννάς παιδιά».—Γε 3:16.
Η εβραϊκή έκφραση σε αυτό το Γραφικό εδάφιο είναι κατά κυριολεξία «τον πόνο σου και την εγκυμοσύνη σου», και από ορισμένες μεταφράσεις αποδίδεται «τη λύπη σου και τη σύλληψή σου». (KJ· Yg) Αλλά εδώ χρησιμοποιείται το σχήμα λόγου ἕν διά δυοῖν, στο οποίο δύο λέξεις συνδέονται με το «και» μολονότι εννοείται ένα πράγμα. Διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν την έκφραση ανάλογα. (AT· Mo· RS· ΛΧ) Αυτό που λέγεται εδώ, λοιπόν, δεν είναι ότι η Εύα θα συλλάμβανε κατ’ ανάγκην περισσότερα παιδιά, αλλά ότι θα είχε περισσότερους πόνους.
Είναι αλήθεια ότι ο πόνος της εγκυμοσύνης και της τεκνοποίησης μπορεί να μετριαστεί με ιατρική αγωγή και μπορεί ακόμη και να προληφθεί μέχρις ενός βαθμού με φροντίδα και προπαρασκευαστικές μεθόδους. Αλλά, γενικά, ο τοκετός εξακολουθεί να είναι επώδυνη εμπειρία για το σώμα.—Γε 35:16-20· Ησ 26:17.
Συμβολική Χρήση. Παρά τους πόνους του τοκετού που συνδέονται με την τεκνοποίηση, η γέννηση ενός παιδιού συνοδεύεται από ευτυχία. Στην ιδιαίτερη συνομιλία που είχε ο Ιησούς Χριστός με τους αποστόλους του το βράδυ πριν από το θάνατό του, χρησιμοποίησε το γεγονός του τοκετού ως παράδειγμα. Τους εξήγησε ότι επρόκειτο να τους αφήσει και μετά είπε: «Αληθινά, αληθινά σας λέω: Εσείς θα κλάψετε και θα θρηνήσετε, αλλά ο κόσμος θα χαρεί· εσείς θα λυπηθείτε, αλλά η λύπη σας θα μετατραπεί σε χαρά. Η γυναίκα όταν γεννάει έχει λύπη, επειδή έχει έρθει η ώρα της· όταν, όμως, γεννήσει το παιδάκι, δεν θυμάται πια τη θλίψη λόγω της χαράς ότι γεννήθηκε ένας άνθρωπος στον κόσμο. Και εσείς, λοιπόν, τώρα μεν έχετε λύπη· αλλά θα σας δω ξανά και η καρδιά σας θα χαρεί, και τη χαρά σας κανείς δεν θα σας την αφαιρέσει».—Ιωα 16:20-22.
Αυτή η οδυνηρή περίοδος, που διήρκεσε μέρη τριών ημερών, ήρθε πράγματι και αυτοί αναμφίβολα έκλαψαν και “ταλαιπώρησαν την ψυχή τους” νηστεύοντας. (Λου 5:35· παράβαλε Ψλ 35:13.) Αλλά νωρίς το πρωί της τρίτης ημέρας, στις 16 Νισάν, και στη συνέχεια επί 40 ημέρες, ο αναστημένος Ιησούς παρουσιαζόταν σε ορισμένους από τους μαθητές. Φανταστείτε τη χαρά τους! Την ημέρα της Πεντηκοστής, την 50ή ημέρα από την ανάσταση του Ιησού, το άγιο πνεύμα του Θεού εκχύθηκε πάνω τους, και αυτοί έγιναν χαρωποί μάρτυρες της ανάστασής του, πρώτα στην Ιερουσαλήμ και αργότερα σε απομακρυσμένα μέρη της γης. (Πρ 1:3, 8) Κανείς δεν μπορούσε να τους αφαιρέσει τη χαρά τους.—Ιωα 16:22.
Ο ψαλμωδός περιέγραψε μια σύναξη βασιλιάδων οι οποίοι ατένιζαν τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια της Σιών, της άγιας πόλης του Θεού, με τους πύργους της και τα δυνατά της προχώματα, λέγοντας: «Αυτοί είδαν, γι’ αυτό και ένιωσαν κατάπληξη. Αναστατώθηκαν, τράπηκαν σε φυγή πανικόβλητοι. Τρόμος τούς έπιασε εκεί, πόνοι γέννας σαν της γυναίκας που γεννάει». (Ψλ 48:1-6) Προφανώς ο ψαλμός περιγράφει κάποιο πραγματικό περιστατικό κατά το οποίο οι βασιλιάδες των εχθρών πανικοβλήθηκαν ενώ σχεδίαζαν να επιτεθούν στην Ιερουσαλήμ.
Ο Ιερεμίας, προφητεύοντας ότι η ισχυρή Βαβυλώνα θα γνώριζε την ήττα, αναφέρθηκε σε έναν λαό από το βορρά, λέγοντας ότι η είδηση σχετικά με αυτόν θα έκανε το βασιλιά της Βαβυλώνας να νιώσει δυνατούς πόνους, σαν γυναίκα που γεννάει. Αυτό εκπληρώθηκε όταν ο Κύρος ήρθε εναντίον της Βαβυλώνας και ειδικά όταν εμφανίστηκε η μυστηριώδης γραφή στον τοίχο κατά το συμπόσιο του Βαβυλώνιου Βασιλιά Βαλτάσαρ. Ο προφήτης Δανιήλ εξήγησε στον Βαλτάσαρ ότι αυτή η γραφή προανάγγελλε την άμεση πτώση της Βαβυλώνας στους Μηδοπέρσες.—Ιερ 50:41-43· Δα 5:5, 6, 28.
Σχετικά με την έλευση της “ημέρας του Ιεχωβά”, ο απόστολος Παύλος εξήγησε ότι θα λάβει χώρα όταν θα ακούγεται η κραυγή «Ειρήνη και ασφάλεια!» Τότε «ξαφνική καταστροφή θα έρθει αμέσως πάνω τους όπως ο βασανιστικός πόνος σε μια έγκυο γυναίκα· και δεν πρόκειται να διαφύγουν». (1Θε 5:2, 3) Οι πόνοι του τοκετού έρχονται ξαφνικά, χωρίς να είναι γνωστή εκ των προτέρων η ακριβής ημέρα και ώρα. Αρχικά οι πόνοι εμφανίζονται περίπου κάθε 15 ως 20 λεπτά, και γίνονται συχνότεροι καθώς προχωρεί ο τοκετός. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο τοκετός έχει σχετικά σύντομη διάρκεια, ιδιαίτερα στη δεύτερη φάση του, αλλά από τη στιγμή που αρχίζουν οι πόνοι, η γυναίκα ξέρει ότι πλησιάζει η γέννα και ότι πρέπει να υποστεί αυτή την ταλαιπωρία. Δεν υπάρχει “διαφυγή”.
Στο όραμα του αποστόλου Ιωάννη, το οποίο περιγράφεται στην Αποκάλυψη, εκείνος είδε μια ουράνια γυναίκα να κραυγάζει «από τους πόνους της και από την αγωνία της να γεννήσει». Το παιδί που γεννήθηκε ήταν “γιος, αρσενικό, ο οποίος θα ποιμάνει όλα τα έθνη με σιδερένιο ραβδί”. Παρά τις προσπάθειες του δράκοντα να το καταβροχθίσει, «το παιδί της αρπάχθηκε προς τον Θεό και το θρόνο του». (Απ 12:1, 2, 4-6) Το γεγονός ότι αυτός ο γιος αρπάχθηκε από τον Θεό δείχνει ότι ο Θεός αναγνώρισε ότι το παιδί ήταν δικό του, ακριβώς όπως στους αρχαίους καιρούς συνήθιζαν να παρουσιάζουν το νεογέννητο στον πατέρα του για να το αναγνωρίσει ως δικό του. (Βλέπε ΓΕΝΝΗΣΗ.) Έπεται ότι η «γυναίκα» είναι η «σύζυγος» του Θεού, η «άνω Ιερουσαλήμ», η «μητέρα» του Χριστού και των πνευματικών αδελφών του.—Γα 4:26· Εβρ 2:11, 12, 17.
Φυσικά, η ουράνια «γυναίκα» του Θεού είναι τέλεια, και η γέννα γίνεται χωρίς κατά γράμμα πόνο. Επομένως, οι πόνοι του τοκετού δείχνουν συμβολικά ότι η «γυναίκα» θα καταλάβαινε πως η γέννα επρόκειτο να λάβει χώρα εντός ολίγου. Την περίμενε από στιγμή σε στιγμή.—Απ 12:2.
Ποιος μπορεί να είναι αυτός “ο γιος, το αρσενικό”; Αυτός επρόκειτο να «ποιμάνει όλα τα έθνη με σιδερένιο ραβδί». Κάτι τέτοιο προφητεύτηκε για τον Μεσσιανικό Βασιλιά του Θεού στα εδάφια Ψαλμός 2:6-9. Αλλά ο Ιωάννης είδε αυτό το όραμα πολύ καιρό μετά τη γέννηση του Χριστού στη γη, το θάνατό του και την ανάστασή του. Άρα, το όραμα φαίνεται ότι αναφέρεται στη γέννηση της Μεσσιανικής Βασιλείας την οποία θα αναλάμβανε ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, όταν εγέρθηκε από τους νεκρούς, «κάθησε στα δεξιά του Θεού, περιμένοντας από τότε και έπειτα μέχρι να τεθούν οι εχθροί του υποπόδιο για τα πόδια του».—Εβρ 10:12, 13· Ψλ 110:1· Απ 12:10.
Αυτό το γεγονός ήταν αναμενόμενο, και καθώς θα πλησίαζε ο καιρός, η αναμονή για αυτό στον ουρανό και στη γη θα μεγάλωνε, διότι οι εκπληρωμένες προφητείες θα αποτελούσαν βέβαιη ένδειξη για την εγγύτητά του. Το ίδιο θα συνέβαινε, όπως τόνισε ο απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς, με την έλευση της “ημέρας του Ιεχωβά”: «Όσο δε για τους χρόνους και τους καιρούς, αδελφοί, δεν έχετε ανάγκη να γράφεται τίποτα σε εσάς». «Εσείς, αδελφοί, δεν είστε στο σκοτάδι, ώστε εκείνη η ημέρα να σας αιφνιδιάσει όπως τους κλέφτες».—1Θε 5:1, 4.
-
-
ΠόνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΟΣ
Αίσθημα σωματικής δυσφορίας, είτε μέτριας είτε έντονης. Επίσης, οξεία ψυχική ή συναισθηματική στενοχώρια.
Η εξουθενωτική εργασία για την καλλιέργεια της γης που ήταν υπό κατάρα (Γε 3:17-19· 5:29), τα προσβλητικά λόγια (Παρ 15:1), η έλλειψη ανταπόκρισης των άλλων στο καλό (Ρω 9:2), οι ασθένειες και άλλες αντιξοότητες (Ιωβ 2:13· 16:6) έχουν προκαλέσει στους ανθρώπους ψυχικό, συναισθηματικό και σωματικό πόνο. Παρόμοια, διάφορες τρομακτικές ή φοβερές καταστάσεις, που εκτυλίχθηκαν είτε στην πραγματικότητα είτε σε κάποιο όραμα, έχουν προξενήσει πόνο.—Ψλ 55:3, 4· Ησ 21:1-3· Ιερ 4:19, 20· Ιεζ 30:4, 9· βλέπε επίσης ΠΟΝΟΙ ΤΟΚΕΤΟΥ.
“Όχι Πια Πόνος”. Αν και δυσάρεστο, το σωματικό αίσθημα του πόνου εξυπηρετεί έναν ωφέλιμο σκοπό, εφόσον προειδοποιεί το άτομο για τον κίνδυνο σωματικής κάκωσης και έτσι του δίνει τη δυνατότητα να λάβει μέτρα για να αποφύγει τυχόν σοβαρή βλάβη. Επομένως, η εκπλήρωση της υπόσχεσης του Θεού πως “ούτε πόνος δεν θα υπάρχει πια” (Απ 21:4) δεν θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα γίνουν αναίσθητοι στον πόνο ή ότι θα χάσουν την ικανότητα να τον νιώθουν. Απεναντίας, ο ψυχικός, συναισθηματικός και σωματικός πόνος που έχει προκληθεί από την αμαρτία και την ατέλεια (Ρω 8:21, 22) “δεν θα υπάρχει πια” με την έννοια ότι τα αίτιά του (όπως οι ασθένειες και ο θάνατος) θα εξαλειφθούν. Το ότι η σωματική τελειότητα δεν προϋποθέτει απόλυτη αναλγησία πιστοποιείται από το γεγονός ότι ακόμη και ο τέλειος άνθρωπος Ιησούς δοκίμασε σωματικό και συναισθηματικό πόνο αναφορικά με το θάνατό του και με την έλλειψη ανταπόκρισης από μέρους εκείνων που διακονούσε. (Ματ 26:37· Λου 19:41) Μάλιστα είχε προειπωθεί ότι θα ήταν «άνθρωπος προορισμένος για πόνους». (Ησ 53:3) Θεραπεύοντας τους «τυραννισμένους από διάφορες ασθένειες και βάσανα» (Ματ 4:24), ο Ιησούς επιφορτίστηκε τους πόνους άλλων.—Ησ 53:4.
Μεταφορική Χρήση. Συχνά οι Γραφές αναφέρονται στον πόνο με μεταφορική έννοια. Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, ο πόνος μπορεί να υποδηλώνει σκληρή εργασία (Παρ 5:10) ή υγιή φόβο και γεμάτο δέος σεβασμό για τον Ιεχωβά Θεό. (1Χρ 16:30· Ψλ 96:9· 114:7) Τα νερά, τα βουνά και η γη, όταν ταράζονται, λέγεται ότι νιώθουν πόνο. (Ψλ 77:16· 97:4· Ιερ 51:29· Αββ 3:10) Ο Ιεχωβά θεωρούσε ότι ο άπιστος Ιούδας είχε έναν αθεράπευτο πόνο, έναν πόνο θανάσιμο.—Ιερ 30:15.
Οι πόνοι, ή οι οδύνες, μπορούν επίσης να υποδηλώσουν μια βασανιστική κατάσταση. Σχετικά με τον Ιησού Χριστό, ο απόστολος Πέτρος δήλωσε: «Ο Θεός τον ανέστησε λύνοντας τις οδύνες του θανάτου, επειδή δεν ήταν δυνατόν να συνεχίσει να κρατείται από το θάνατο». (Πρ 2:24) Μολονότι οι νεκροί δεν συναισθάνονται τίποτα, ο θάνατος είναι μια πικρή και βασανιστική κατάσταση, τόσο με τον πόνο που συχνά προηγείται από αυτόν όσο και με την απώλεια κάθε δραστηριότητας και ελευθερίας που επιφέρει η παραλυτική λαβή του.—Παράβαλε Ψλ 116:3.
-
-
Πόντιος ΠιλάτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΤΙΟΣ ΠΙΛΑΤΟΣ
Βλέπε ΠΙΛΑΤΟΣ.
-
-
ΠόντοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΤΟΣ
(Πόντος) [Θάλασσα].
Περιοχή της βόρειας Μικράς Ασίας κατά μήκος του Εύξεινου Πόντου (Μαύρης Θάλασσας). Το όνομα στους προχριστιανικούς χρόνους προφανώς εφαρμοζόταν στο τμήμα εκείνο της βόρειας Μικράς Ασίας που βρεχόταν από τον Εύξεινο Πόντο, όπως λεγόταν μερικές φορές αυτή η θάλασσα. Ο Πόντος άρχιζε από τον κατώτερο ρου του ποταμού Άλυος στα Δ (κοντά στη Βιθυνία) και εκτεινόταν Α, κατά μήκος της ακτής, προς το νοτιοανατολικό άκρο της θάλασσας. Κατά μήκος των εύφορων ακτών το κλίμα είναι ζεστό το καλοκαίρι και ήπιο το χειμώνα. Η ενδοχώρα σχηματίζει τη βορειοανατολική γωνία του κεντρικού υψιπέδου, το οποίο διακόπτουν πολλές κοιλάδες ποταμών όπου καλλιεργούσαν σιτάρι. Οι βουνοπλαγιές ήταν δασοσκεπείς και παρήγαν ξυλεία για τη ναυπήγηση πλοίων. Κατά μήκος της ακτής ήταν αισθητή η επιρροή των ελληνικών αποικιών, αλλά ο λαός της ενδοχώρας είχε στενούς δεσμούς με την Αρμενία προς τα Α.
Η περιοχή διατέλεσε για ένα διάστημα υπό περσική επιρροή, και τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. ιδρύθηκε το ανεξάρτητο βασίλειο του Πόντου. Το βασίλειο κυβερνήθηκε από μια σειρά βασιλιάδων με το όνομα Μιθριδάτης και αναπτύχθηκαν στενοί δεσμοί με τη Ρώμη. Ωστόσο, ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Ευπάτωρ αμφισβήτησε τη ρωμαϊκή ισχύ και επέκτεινε πολύ το βασίλειό του. Έπειτα από αλλεπάλληλους πολέμους, οι Ρωμαίοι υπό τον Πομπήιο τον νίκησαν γύρω στο 66 Π.Κ.Χ. Μεγάλο μέρος του Πόντου ενώθηκε τότε με τη Βιθυνία προς τα Δ σχηματίζοντας μια ενιαία επαρχία που ονομάστηκε Βιθυνία και Πόντος. Ωστόσο, το ανατολικό τμήμα προστέθηκε στην επαρχία της Γαλατίας (Γαλατικός Πόντος). Αργότερα, μέρος αυτού του ανατολικού τμήματος δόθηκε στον Πολέμωνα (περ. 36 Π.Κ.Χ.) ως τμήμα του Βασιλείου του Πολέμωνα. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 373) Γι’ αυτό και τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. η ονομασία «Πόντος» αναφερόταν είτε σε ολόκληρη τη γεωγραφική περιοχή κατά μήκος της ακτής είτε στο τμήμα που ανήκε στην ενιαία επαρχία της Βιθυνίας και του Πόντου είτε ακόμη και στο ανατολικό τμήμα που είχε περιέλθει στη Γαλατία και στο Βασίλειο του Πολέμωνα.
Ο Ιουδαίος συγγραφέας του πρώτου αιώνα Φίλων ανέφερε ότι οι Ιουδαίοι είχαν εξαπλωθεί σε κάθε σημείο του Πόντου. Ιουδαίοι από τον Πόντο ήταν παρόντες στην Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. (Πρ 2:9) Κάποιοι από αυτούς τους Ιουδαίους του Πόντου που άκουσαν την ομιλία του Πέτρου ενδέχεται να έγιναν Χριστιανοί και να επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Περίπου 30 χρόνια αργότερα, ο Πέτρος απηύθυνε την πρώτη κανονική επιστολή του (περ. 62-64 Κ.Χ.) στους «προσωρινούς κατοίκους τους διασκορπισμένους στον Πόντο» και σε άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας. (1Πε 1:1) Εφόσον έκανε λόγο για «πρεσβυτέρους», ο ρόλος των οποίων ήταν να ποιμαίνουν το ποίμνιο, πιθανώς υπήρχαν Χριστιανικές εκκλησίες στον Πόντο. (1Πε 5:1, 2) Ο Ιουδαίος ονόματι Ακύλας που καταγόταν από τον Πόντο ταξίδεψε στη Ρώμη και μετά στην Κόρινθο, όπου συνάντησε τον απόστολο Παύλο.—Πρ 18:1, 2.
-
-
ΠόπλιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΠΛΙΟΣ
(Πόπλιος) [από το λατ. Publius· σημαίνει «Δημώδης»].
Πλούσιος κτηματίας, κάτοικος της Μάλτας, ο οποίος περιποιήθηκε με καλοσύνη τον Παύλο και όσους ήταν μαζί του επί τρεις ημέρες αφότου ναυάγησαν στο νησί. Ο Παύλος, από την πλευρά του, γιάτρεψε τον πατέρα του Πόπλιου ο οποίος έπασχε από πυρετό και δυσεντερία.—Πρ 28:7, 8.
Ο Πόπλιος ήταν «ο πρώτος του νησιού». Στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτός ο προσδιορισμός φαίνεται να υποδηλώνει έναν επίσημο τίτλο ανάλογο του κυβερνήτη, εννοώντας κατά πάσα πιθανότητα τον ανώτατο Ρωμαίο αξιωματούχο του νησιού.
-
-
Πόρκιος ΦήστοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΚΙΟΣ ΦΗΣΤΟΣ
Βλέπε ΦΗΣΤΟΣ.
-
-
ΠορνείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΝΕΙΑ
Αθέμιτες σεξουαλικές σχέσεις έξω από τα πλαίσια του Γραφικού γάμου. Το εβραϊκό ρήμα ζανάχ και οι συγγενικοί του τύποι μεταδίδουν την ιδέα της πορνείας με την έννοια είτε του αγοραίου έρωτα είτε των ανήθικων σεξουαλικών σχέσεων. (Γε 38:24· Εξ 34:16· Ωσ 1:2· Λευ 19:29) Η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι η λέξη πορνεία. Σχετικά με τις έννοιες της πορνείας, ο Μπ. Φ. Γουέστκοτ λέει τα εξής στο βιβλίο του Η Επιστολή του Αγίου Παύλου προς τους Εφεσίους ([Saint Paul’s Epistle to the Ephesians] 1906, σ. 76): «Πρόκειται για γενικό όρο που αναφέρεται σε όλες τις αθέμιτες σεξουαλικές σχέσεις, (1) τη μοιχεία: Ωσ. 2:2, 4 (Ο΄)· Ματθ. 5:32· 19:9· (2) τον παράνομο γάμο, 1 Κορ. 5:1· (3) τη συνουσία μεταξύ άγαμων ατόμων, όπως εδώ [Εφ 5:3]». Το Ελληνοαγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([Greek-English Lexicon of the New Testament] αναθεώρηση Φ. Γ. Γκίνγκριχ και Φ. Ντάνκερ, 1979, σ. 693), του Μπάουερ, ορίζει την πορνεία ως «ιεροδουλία, έλλειψη αγνότητας, συνουσία μεταξύ άγαμων ατόμων, κάθε είδους αθέμιτη σεξουαλική σχέση». Η πορνεία θεωρείται ότι περιλαμβάνει χονδροειδώς ανήθικη χρήση του γεννητικού οργάνου ή οργάνων τουλάχιστον ενός ανθρώπου και προϋποθέτει την ύπαρξη δύο ή περισσότερων μερών (περιλαμβανομένου ενός ακόμη συναινετικού ανθρώπου ή ενός ζώου), είτε του ιδίου είτε του αντίθετου φύλου. (Ιου 7) Η παράνομη πράξη ενός βιαστή αποτελεί πορνεία, αλλά, φυσικά, δεν καθιστά πόρνο και το άτομο που βιάζεται παρά τη θέλησή του.
Όταν ο Θεός τέλεσε τον πρώτο γάμο, είπε: «Γι’ αυτό, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του και θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24) Το πρότυπο που τέθηκε εδώ για τον άντρα και τη γυναίκα ήταν η μονογαμία, κάτι που απέκλειε τη σεξουαλική ελευθεριότητα. Επίσης, δεν υπήρχε πρόβλεψη για διαζύγιο και νέο γάμο με άλλον σύντροφο.—Βλέπε ΔΙΑΖΥΓΙΟ.
Στην πατριαρχική κοινωνία, οι πιστοί υπηρέτες του Θεού μισούσαν την πορνεία, είτε μεταξύ άγαμων ή αρραβωνιασμένων είτε μεταξύ έγγαμων ατόμων, και τη θεωρούσαν αμαρτία εναντίον του Θεού.—Γε 34:1, 2, 6, 7, 31· 38:24-26· 39:7-9.
Υπό το Νόμο. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, αν ένας άντρας διέπραττε πορνεία με μια κοπέλα η οποία δεν ήταν αρραβωνιασμένη, ήταν υποχρεωμένος να την παντρευτεί και να καταβάλει στον πατέρα της το αντίτιμο αγοράς για τις νύφες (50 σίκλους ασήμι· $110), δεν μπορούσε δε να τη διαζευχθεί όλες τις ημέρες της ζωής του. Ακόμη και αν ο πατέρας της αρνούνταν να του τη δώσει σε γάμο, αυτός έπρεπε να καταβάλει το αντίτιμο αγοράς στον πατέρα. (Εξ 22:16, 17· Δευ 22:28, 29) Ωστόσο, αν η κοπέλα ήταν αρραβωνιασμένη, ο άντρας έπρεπε να λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου. Αν η αρραβωνιασμένη κοπέλα είχε φωνάξει όταν δέχτηκε την επίθεση, δεν έπρεπε να τιμωρηθεί, αλλά αν δεν είχε φωνάξει (κάτι που υποδήλωνε συναίνεση), έπρεπε και εκείνη να θανατωθεί.—Δευ 22:23-27.
Η ιερότητα του γάμου υπογραμμιζόταν από το νόμο που τιμωρούσε με θάνατο μια κοπέλα αν αυτή παντρευόταν προσποιούμενη ότι ήταν παρθένα ενώ είχε διαπράξει πορνεία κρυφά. Αν ο σύζυγός της την κατηγορούσε ψευδώς για ένα τέτοιο αδίκημα, θεωρούνταν ότι επέσυρε μεγάλο όνειδος στο σπίτι του πατέρα της. Για αυτή τη συκοφαντική πράξη του, έπρεπε να “διαπαιδαγωγηθεί” από τους κριτές, ίσως με χτυπήματα, και να καταβάλει πρόστιμο 100 σίκλων ασημιού ($220), το οποίο ακολούθως έπρεπε να δοθεί στον πατέρα. (Δευ 22:13-21) Αν πόρνευε η κόρη ενός ιερέα, κατήσχυνε το ιερό του αξίωμα. Έπρεπε να θανατωθεί και στη συνέχεια να καεί ως κάτι το απεχθές. (Λευ 21:9· βλέπε επίσης Λευ 19:29.) Η πορνεία μεταξύ εγγάμων (μοιχεία) συνιστούσε παραβίαση της έβδομης εντολής και επέσυρε τη θανατική ποινή και για τα δύο μέρη.—Εξ 20:14· Δευ 5:18· 22:22.
Αν κάποιος άντρας διέπραττε πορνεία με μια υπηρέτρια η οποία είχε οριστεί για άλλον άντρα αλλά δεν είχε απολυτρωθεί ή ελευθερωθεί, έπρεπε μεν να υπάρξει τιμωρία, αλλά δεν έπρεπε να θανατωθούν. (Λευ 19:20-22) Προφανώς αυτό γινόταν επειδή η γυναίκα δεν είχε ακόμη αφεθεί ελεύθερη και δεν είχε τον πλήρη έλεγχο των πράξεών της, όπως μια αρραβωνιασμένη κοπέλα που είχε την ελευθερία της. Το απολυτρωτικό αντίτιμο δεν είχε καταβληθεί ακόμη, ή τουλάχιστον δεν είχε εξοφληθεί πλήρως, οπότε αυτή παρέμενε υπόδουλη στον κύριό της.
Όταν ο μισθωτός προφήτης Βαλαάμ δεν κατόρθωσε να φέρει κατάρα πάνω στον Ισραήλ μετερχόμενος μαντικά μέσα, βρήκε τρόπο να επισύρει εναντίον του Ισραήλ τη δυσαρέσκεια του Θεού κάνοντας έκκληση στην εσφαλμένη επιθυμία για σεξουαλικές σχέσεις. Χρησιμοποιώντας τις γυναίκες του Μωάβ, παρέσυρε τους Ισραηλίτες να επιδοθούν στη ρυπαρή, φαλλική λατρεία του Βάαλ του Φεγώρ, εξαιτίας της οποίας πέθαναν 24.000 γιοι του Ισραήλ.—Αρ 25:1-9· 1Κο 10:8 (πιθανότατα 1.000 επικεφαλής του λαού θανατώθηκαν και κρεμάστηκαν σε ξύλο [Αρ 25:4] και οι υπόλοιποι αφανίστηκαν είτε από σπαθί είτε από τη μάστιγα).
Απαγορεύεται για τους Χριστιανούς. Ο Ιησούς Χριστός αποκατέστησε το αρχικό πρότυπο της μονογαμίας που είχε θέσει ο Θεός (Ματ 5:32· 19:9) και έδειξε τον πονηρό χαρακτήρα της πορνείας συγκατατάσσοντάς την με το φόνο, την κλοπή, τους πονηρούς διαλογισμούς, την ψευδομαρτυρία και τη βλασφημία. Τόνισε ότι αυτά βγαίνουν μέσα από τον άνθρωπο, από την καρδιά του, και τον μολύνουν. (Ματ 15:19, 20· Μαρ 7:21-23) Μεταγενέστερα, το κυβερνών σώμα της Χριστιανικής εκκλησίας, το οποίο αποτελούνταν από τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους της Ιερουσαλήμ, έγραψε στους Χριστιανούς γύρω στο 49 Κ.Χ., προειδοποιώντας τους για την πορνεία και συγκαταριθμώντας την με την ειδωλολατρία και τη βρώση αίματος.—Πρ 15:20, 29· 21:25.
Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι η πορνεία συγκαταλέγεται στα έργα της σάρκας, τα οποία είναι το αντίθετο του καρπού του πνεύματος του Θεού, και προειδοποιεί ότι αν κάποιος επιδίδεται σε σαρκικά έργα δεν θα κληρονομήσει τη Βασιλεία. (Γα 5:19-21) Συμβουλεύει τον Χριστιανό να νεκρώσει το σώμα του «όσον αφορά την πορνεία». (Κολ 3:5) Μάλιστα, προειδοποιεί ότι η πορνεία δεν πρέπει να είναι ούτε καν θέμα συζήτησης μεταξύ των Χριστιανών, οι οποίοι πρέπει να είναι άγιοι. Παρόμοια, οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε να αναφέρουν τα ονόματα των ειδωλολατρικών θεών—όχι με την έννοια ότι δεν θα προειδοποιούσαν τα παιδιά τους σχετικά με αυτούς, αλλά με την έννοια ότι δεν θα τους ανέφεραν με εκτίμηση.—Εφ 5:3· Εξ 23:13.
Η πορνεία αποτελεί αδίκημα για το οποίο μπορεί να αποβληθεί (να αποκοπεί) κάποιος από τη Χριστιανική εκκλησία. (1Κο 5:9-13· Εβρ 12:15, 16) Ο απόστολος εξηγεί ότι ο Χριστιανός που διαπράττει πορνεία αμαρτάνει ενάντια στο ίδιο του το σώμα, χρησιμοποιώντας τα αναπαραγωγικά του μέλη για διεστραμμένο σκοπό. Ένα τέτοιο άτομο επηρεάζεται δυσμενώς από πνευματική άποψη σε μεγάλο βαθμό, μολύνει την εκκλησία του Θεού και εκθέτει τον εαυτό του στον κίνδυνο θανατηφόρων σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών. (1Κο 6:18, 19) Καταπατεί τα δικαιώματα των Χριστιανών αδελφών του (1Θε 4:3-7) (1) επιφέροντας ακαθαρσία και προσάπτοντας επαίσχυντη ανοησία και όνειδος στην εκκλησία (Εβρ 12:15, 16), (2) στερώντας από το άτομο με το οποίο διαπράττει πορνεία την καθαρή ηθική του υπόσταση και, αν αυτό το άτομο είναι άγαμο, τη δυνατότητα να είναι καθαρό όταν συνάψει γάμο, (3) στερώντας από τη δική του οικογένεια ένα καθαρό ηθικό υπόμνημα και (4) αδικώντας τους γονείς, το σύζυγο ή το μνηστήρα του ατόμου με το οποίο διαπράττει πορνεία. Δείχνει αδιαφορία όχι προς κάποιον άνθρωπο, του οποίου οι νόμοι μπορεί να κάνουν ανεκτή ή όχι την πορνεία, αλλά προς τον Θεό, ο οποίος θα επιβάλει τιμωρία για την αμαρτία του.—1Θε 4:8.
Συμβολική Χρήση. Ο Ιεχωβά Θεός χαρακτήρισε το έθνος του Ισραήλ, με το οποίο είχε συνάψει σχέση διαθήκης, ως τη “σύζυγό” του. (Ησ 54:5, 6) Όταν το έθνος έγινε άπιστο απέναντί του—αγνοώντας τον, στρεφόμενο για βοήθεια σε άλλα έθνη όπως η Αίγυπτος και η Ασσυρία και συνάπτοντας συμμαχίες μαζί τους—ο Ισραήλ ήταν σαν άπιστη σύζυγος, μοιχαλίδα, πόρνη, η οποία επιδιδόταν σε αχαλίνωτη πορνεία. (Ιεζ 16:15, 25-29) Παρόμοια, αν οι Χριστιανοί που έχουν σχέση αφιέρωσης με τον Θεό, ή που ισχυρίζονται ότι έχουν τέτοια σχέση, είναι άπιστοι συμμετέχοντας στην ψεύτικη λατρεία ή όντας φίλοι του κόσμου, τότε χαρακτηρίζονται μοιχαλίδες.—Ιακ 4:4.
Σχετικά με τη συμβολική έννοια της λέξης πορνεία σε μερικά εδάφια, ο Φ. Θορέλ (Ελληνικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [Lexicon Graecum Novi Testamenti], Παρίσι, 1961, στ. 1106) λέει: «Αποστασία από την αληθινή πίστη, είτε ολοκληρωτική είτε μερική, αποσκίρτηση από τον έναν αληθινό Θεό, τον Γιαχβέ, σε ξένους θεούς [4Βα 9:22· Ιερ 3:2, 9· Ωσ 6:10 κτλ.· διότι ο δεσμός του Θεού με το λαό του θεωρούνταν ένα είδος πνευματικού γάμου]: Απ 14:8· 17:2, 4· 18:3· 19:2».—Οι αγκύλες δικές του· το βιβλίο 4Βα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα αντιστοιχεί στο 2Βα του Μασοριτικού κειμένου.
Η Βαβυλώνα η Μεγάλη, που περιγράφεται στο Γραφικό βιβλίο της Αποκάλυψης ως πόρνη, συμβολίζει κάτι το θρησκευτικό. Οι διάφορες αιρέσεις της, «Χριστιανικές» και παγανιστικές, ισχυρίζονται ότι είναι οργανώσεις αληθινής λατρείας. Αλλά η ίδια έχει συμπράξει με τους άρχοντες αυτού του κόσμου χάριν δύναμης και υλικών απολαβών, και μαζί της «πόρνευσαν οι βασιλιάδες της γης». Η ακάθαρτη, ρυπαρή, πορνική πορεία της είναι απεχθής ενώπιον του Θεού και έχει προξενήσει μεγάλη αιματοχυσία και δυστυχία στη γη. (Απ 17:1-6· 18:3) Εξαιτίας της πορείας της θα υποστεί την κρίση που επιφυλάσσει ο Θεός για όσους πορνεύουν, δηλαδή καταστροφή.—Απ 17:16· 18:8, 9.
-
-
ΠόρνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΝΗ
Η λέξη αυτή προσδιορίζει ως επί το πλείστον τη γυναίκα που επιδίδεται σε σεξουαλικές σχέσεις εκτός του γαμήλιου δεσμού, ιδιαίτερα αν το κάνει αυτό κατά συνήθεια έναντι κάποιου είδους αμοιβής. Μάλιστα η λέξη πόρνη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από το ρήμα πέρνημι, που σημαίνει «πουλώ». (Απ 17:1) Η λέξη ζωνάχ (πόρνη) του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου προέρχεται από τη ρίζα ζανάχ, που σημαίνει «κάνω την πόρνη· έχω ανήθικες σχέσεις· διαπράττω πορνεία· πορνεύω».
Εξαρχής ο Θεός καταδίκασε την πορνεία. Ο ίδιος έθεσε στην Εδέμ το τέλειο γαμήλιο πρότυπο, στο γάμο του Αδάμ και της Εύας, λέγοντας: «Ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του και θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24) Μολονότι ο Θεός καταδίκασε την πορνεία, επέτρεψε να υφίσταται ο θεσμός της παλλακείας και η πολυγαμία, ακόμη και ανάμεσα στους υπηρέτες του, ώσπου έφτασε ο ορισμένος του καιρός να επαναφέρει το τέλειο γαμήλιο πρότυπο μέσω του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς παρέθεσε τα παραπάνω λόγια του Πατέρα του, ο δε απόστολος Παύλος επισήμανε ότι αυτός ο κανόνας ήταν δεσμευτικός για τη Χριστιανική εκκλησία. Έδειξε ότι ο Χριστιανός που παραβιάζει αυτόν τον κανόνα προσκολλάται σε πόρνη και γίνεται «ένα σώμα» μαζί της.—Ματ 19:4-9· 1Κο 6:16.
Η άποψη που είχαν για την πορνεία οι αρχαίοι υπηρέτες του Θεού καταδεικνύεται στην περίπτωση του Ιούδα, του δισέγγονου του Αβραάμ. Όταν αυτός ο πατριάρχης κατοικούσε ως πάροικος στη Χαναάν, όπου η πορνεία γινόταν ανεκτή, είχε σχέσεις με τη Θάμαρ, τη χήρα του Ηρ, του γιου του, η οποία είχε μεταμφιεστεί σε πόρνη. Όταν αποκαλύφτηκε ότι η Θάμαρ είχε μείνει έγκυος από αυτή την πράξη, ειπώθηκε στον Ιούδα: «Η Θάμαρ η νύφη σου έκανε την πόρνη, και ορίστε! είναι και έγκυος από την πορνεία της». Τότε ο Ιούδας διέταξε να την κάψουν (δηλαδή πρώτα να τη θανατώσουν και έπειτα να την κάψουν ως απεχθές άτομο) επειδή θεωρούνταν μνηστευμένη με το γιο του τον Σηλά. Μόλις όμως εξακρίβωσε πλήρως πώς είχαν τα πράγματα, δεν δικαιολογήθηκε για την πράξη του με την υποτιθέμενη πόρνη, αλλά είπε σχετικά με τη Θάμαρ: «Εκείνη είναι πιο δίκαιη από εμένα, επειδή δεν την έδωσα στον Σηλά το γιο μου». Δικαιολόγησε τη Θάμαρ για τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε προκειμένου να αποκτήσει απόγονο από εκείνον, εφόσον δεν την είχε δώσει στο γιο του τον Σηλά ώστε να συνάψει αυτός ανδραδελφικό γάμο μαζί της.—Γε 38:6-26.
Υπό το Νόμο. Ο νόμος που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ πρόσταζε: «Μη βεβηλώσεις την κόρη σου κάνοντάς την πόρνη, για να μην πορνεύσει ο τόπος και γεμίσει ο τόπος έκλυτα ήθη». (Λευ 19:29) Η μοιχεία απαγορευόταν από την έβδομη εντολή (Εξ 20:14· Δευ 5:18), η δε ποινή ήταν θάνατος και για τα δύο μέρη. (Λευ 20:10) Η κοπέλα που βρισκόταν ένοχη για το ότι είχε παντρευτεί προσποιούμενη ότι ήταν παρθένα έπρεπε να θανατωθεί. (Δευ 22:13-21) Η αρραβωνιασμένη κοπέλα που πόρνευε με άλλον άντρα θεωρούνταν το ίδιο όπως η μοιχαλίδα σύζυγος και θανατωνόταν. (Δευ 22:23, 24) Η άγαμη κοπέλα που πόρνευε έπρεπε να παντρευτεί τον άντρα που την είχε αποπλανήσει εκτός αν ο πατέρας αρνούνταν να επιτρέψει το γάμο.—Εξ 22:16, 17· Δευ 22:28, 29.
Για αυτούς και για άλλους λόγους, οι πόρνες στον Ισραήλ ήταν, αναμφίβολα με λίγες εξαιρέσεις, αλλοεθνείς γυναίκες. Οι Παροιμίες προειδοποιούν επανειλημμένα για την «ξένη γυναίκα» και την «αλλοεθνή» η οποία θα μπορούσε να δελεάσει έναν άντρα για να διαπράξει ανηθικότητα.—Παρ 2:16· 5:20· 7:5· 22:14· 23:27.
Ο Νόμος απαγόρευε σε έναν ιερέα να παντρευτεί πόρνη, και αν η κόρη ενός ιερέα πόρνευε, έπρεπε να θανατωθεί και κατόπιν να καεί στη φωτιά. (Λευ 21:7, 9, 14) Το «μίσθωμα πόρνης» δεν έπρεπε να γίνεται δεκτό ως συνεισφορά στο αγιαστήριο του Ιεχωβά, διότι οι πόρνες ήταν απεχθείς ενώπιον του Ιεχωβά.—Δευ 23:18.
Κάποια υπόθεση που αφορούσε δύο πόρνες, την οποία ο Σολομών χειρίστηκε με σοφία και κατανόηση, ήταν αυτή που ενίσχυσε πολύ την πίστη του λαού σε εκείνον ως τον επάξιο διάδοχο του Δαβίδ στο θρόνο του Ισραήλ. Πιθανότατα επρόκειτο για υπόθεση την οποία δεν μπόρεσαν να εκδικάσουν οι κριτές του κατώτερου δικαστηρίου, γι’ αυτό και την παρέπεμψαν στο βασιλιά. (Δευ 1:17· 17:8-11· 1Σα 8:20) Αυτές οι γυναίκες μπορεί να μην ήταν πόρνες με την έννοια ότι εκδίδονταν, αλλά να ήταν γυναίκες που είχαν πορνεύσει—είτε Ιουδαίες είτε, κατά πάσα πιθανότητα, αλλοεθνείς στην καταγωγή.—1Βα 3:16-28.
Ιεροδουλία. Η ιεροδουλία αποτελούσε εξέχον χαρακτηριστικό της ψεύτικης θρησκείας. Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Α΄, 199) αναφέρει ότι «το αισχρότερο έθιμο των Βαβυλωνίων είναι το εξής: Κάθε ντόπια γυναίκα οφείλει μία φορά στη ζωή της να καθήσει στο ναό της Αφροδίτης και να συνευρεθεί με κάποιον ξένο». Η ιεροδουλία συνδεόταν επίσης με τη λατρεία του Βάαλ, της Αστορέθ, καθώς και άλλων θεοτήτων που λατρεύονταν στη Χαναάν και αλλού.
Στοιχείο εκφυλισμένης λατρείας αποτελούσαν επίσης οι άντρες που εκδίδονταν στους ναούς ως ιερόδουλοι.—1Βα 14:23, 24· 15:12· 22:46.
“Ο Δρόμος Προς το Θάνατο”. Ο Βασιλιάς Σολομών, στο έβδομο κεφάλαιο των Παροιμιών, περιγράφει μια σκηνή που παρακολούθησε, καταδεικνύοντας τις μεθοδεύσεις της πόρνης και τις συνέπειες που υφίστανται όσοι παγιδεύονται από αυτήν. Μιλάει για κάποιον νεαρό που προχωρεί στο δρόμο κοντά στο σπίτι μιας πόρνης, ενώ πλησιάζει η νύχτα. Ο Σολομών λέει ότι ο νεαρός “στερείται καρδιάς”, δηλαδή δεν διαθέτει διάκριση ή φρόνηση. (Βλέπε ΚΑΡΔΙΑ.) Η γυναίκα, με άσεμνη αμφίεση πόρνης, παραμονεύει και τον πλησιάζει. Έχει μελιστάλακτα χείλη και μιλάει ωραία, αλλά στην πραγματικότητα η ιδιοσυγκρασία της είναι θορυβώδης και πεισματική. Έχει πανούργα καρδιά. Αυτή η πόρνη προσποιείται τη δίκαιη λέγοντας ότι την ίδια εκείνη ημέρα είχε κάνει θυσίες συμμετοχής (αφήνοντας να εννοηθεί πως θα υπήρχε τροφή προς κατανάλωση, εφόσον το άτομο που έκανε μια τέτοια προσφορά έπαιρνε κατά κανόνα τμήμα της θυσίας συμμετοχής για τον εαυτό του και την οικογένειά του).—Παρ 7:6-21.
Τώρα που ο νεαρός έχει δελεαστεί μέχρι αυτού του σημείου, όπως εξηγεί ο Σολομών, δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να αμαρτήσει μαζί της, απορρίπτοντας κάθε φρόνηση, προχωρώντας “σαν βόδι για σφάξιμο”, σαν κάποιον που είναι δεμένος με ποδόδεσμα και δεν μπορεί να αποφύγει την επικείμενη διαπαιδαγώγηση. «Ώσπου», λέει ο Σολομών, «ένα βέλος ανοίγει στα δύο το συκώτι του», δηλαδή δέχεται το μοιραίο πλήγμα, τόσο από πνευματική όσο και από σωματική άποψη, διότι όχι μόνο έχει εκθέσει το σώμα του σε θανατηφόρες, σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες (σε προχωρημένες περιπτώσεις σύφιλης, τα βακτήρια κατακλύζουν το συκώτι), αλλά και «δεν έχει καταλάβει ότι περιλαμβάνεται η ίδια του η ψυχή». Ολόκληρη η ύπαρξή του και η ζωή του επηρεάζονται καταλυτικά, και ο ίδιος έχει αμαρτήσει σοβαρά εναντίον του Θεού. Ο Σολομών ολοκληρώνει την αφήγησή του λέγοντας: «Το σπίτι της είναι δρόμοι που φέρνουν στον Σιεόλ, που κατεβαίνουν στα εσωτερικά δωμάτια του θανάτου».—Παρ 7:22, 23, 27· παράβαλε Παρ 2:16-19· 5:3-14.
«Καταστρέφει πολύτιμα πράγματα». Η παροιμία λέει: «Ο άνθρωπος που αγαπάει τη σοφία κάνει τον πατέρα του να χαίρεται, αλλά όποιος κάνει συντροφιά με πόρνες καταστρέφει πολύτιμα πράγματα». (Παρ 29:3) Κατ’ αρχάς, καταστρέφει τη σχέση του με τον Θεό—το πολυτιμότερο απόκτημα. Εκτός αυτού, επιφέρει όνειδος στην οικογένειά του και καταστρέφει τις οικογενειακές σχέσεις. Όπως προειδοποιεί μια άλλη παροιμία, ένας τέτοιος άνθρωπος “δίνει σε άλλους την αξιοπρέπειά του και τα χρόνια του σε κάτι αμείλικτο· ξένοι χορταίνουν με τη δύναμή του, και τα πράγματα που απέκτησε με πόνο καταλήγουν στο σπίτι του αλλοεθνή”.—Παρ 5:9, 10.
Γι’ αυτό, ο σοφός άντρας συμβουλεύει: «Μην επιθυμήσεις την ομορφιά της [αλλοεθνούς γυναίκας] μέσα στην καρδιά σου . . . , επειδή εξαιτίας γυναίκας πόρνης ξεπέφτει κανείς σε ένα καρβέλι ψωμί· εκείνη δε που είναι γυναίκα άλλου άντρα κυνηγάει κάποια πολύτιμη ψυχή». (Παρ 6:24-26) Αυτό ενδέχεται να σημαίνει ότι στον Ισραήλ, όποιος άντρας συναναστρεφόταν με πόρνη, κατασπαταλούσε την περιουσία του και περιερχόταν σε ένδεια (παράβαλε 1Σα 2:36· Λου 15:30), αλλά ο άντρας που μοίχευε με τη σύζυγο ενός άλλου έχανε την ψυχή του (υπό το Νόμο η ποινή για τη μοιχεία ήταν θάνατος). Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ολόκληρο αυτό το απόσπασμα μπορεί να αναφέρεται στη μοιχαλίδα σύζυγο ως πόρνη.
Τα τελευταία εδάφια του κεφαλαίου (Παρ 6:29-35) λένε: «[Όσο για εκείνον] που έχει σχέσεις με τη γυναίκα του συνανθρώπου του: όποιος την αγγίζει δεν θα μείνει ατιμώρητος. Τον κλέφτη δεν τον καταφρονούν, αν κλέβει για να χορτάσει την ψυχή του όταν πεινάει. Αν όμως πιαστεί, θα επανορθώσει δίνοντας εφταπλάσια· όλα τα πολύτιμα πράγματα του σπιτιού του θα δώσει. Όποιος μοιχεύει με γυναίκα στερείται καρδιάς· όποιος κάνει κάτι τέτοιο φέρνει καταστροφή στην ίδια του την ψυχή. Πληγή και ατίμωση θα βρει, και το όνειδός του δεν θα εξαλειφθεί. Διότι η οργή του ακμαίου άντρα είναι ζήλια, και δεν θα δείξει συμπόνια την ημέρα της εκδίκησης. Δεν θα λάβει υπόψη του κανένα λύτρο ούτε θα δείξει συγκατάβαση, όσο μεγάλο και αν κάνεις το δώρο».
Το νόημα των εδαφίων Παροιμίες 6:30-35 ίσως είναι ότι οι άνθρωποι δεν περιφρονούν τόσο πολύ τον κλέφτη που κλέβει για να ικανοποιήσει την πείνα του. Μέχρις ενός βαθμού κατανοούν την πράξη του. Αν τον πιάσουν, όμως, τον υποχρεώνουν να αποδώσει τα κλοπιμαία με “τόκο” (αυτό ίσχυε ιδιαίτερα υπό το Νόμο [Εξ 22:1, 3, 4]· η λέξη «εφταπλάσια» μπορεί να χρησιμοποιείται στην παροιμία για να υποδηλώσει ότι υποχρεώνεται να πληρώσει στο έπακρο το τίμημα που του επιβλήθηκε). Ο μοιχός, όμως, δεν μπορεί να κάνει τίποτα προκειμένου να επανορθώσει για την αμαρτία του. Το όνειδός του, που είναι μεγάλο, παραμένει, και με κανέναν τρόπο δεν μπορεί αυτός να λυτρώσει ή να εξαγοράσει τον εαυτό του ώστε να μην υποστεί την τιμωρία που του αξίζει.
Αν ένας Χριστιανός που είναι μέλος του πνευματικού σώματος του Χριστού έχει σχέσεις με πόρνη ή διαπράττει πορνεία, τότε παίρνει ένα μέλος του Χριστού και το κάνει μέλος πόρνης, εφόσον προσκολλάται σε αυτήν και γίνεται ένα σώμα μαζί της. Με αυτόν τον τρόπο αμαρτάνει ενάντια στο ίδιο του το σώμα, δεδομένου ότι αυτό είναι “μέλος του Χριστού”.—1Κο 6:15-18.
Για να Σωθούν Πρέπει να Εγκαταλείψουν Αυτή την Πορεία. Υπάρχει ελπίδα για άτομα που πορνεύουν αν εγκαταλείψουν αυτή την απεχθή πορεία και ασκήσουν πίστη στη λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού, διότι τα άτομα που συνεχίζουν να πράττουν τέτοια ανηθικότητα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη Βασιλεία. (Γα 5:19-21· Εφ 5:5) Γράφοντας στους Χριστιανούς της Κορίνθου, ο απόστολος Παύλος τούς υπενθύμισε ότι μερικοί από αυτούς ήταν πόρνοι και μοιχοί αλλά είχαν εγκαταλείψει αυτή την πορεία και είχαν καθαριστεί και ανακηρυχτεί δίκαιοι στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού. (1Κο 6:9-11) Πολλές πόρνες στον Ισραήλ αποδείχτηκε ότι είχαν καλύτερη καρδιά από τους θρησκευτικούς ηγέτες. Αυτές οι γυναίκες, τις οποίες περιφρονούσαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, δέχτηκαν ταπεινά το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαφτιστή, ο δε Ιησούς τις χρησιμοποίησε ως παράδειγμα απευθυνόμενος στους θρησκευτικούς ηγέτες και λέγοντας: «Αληθινά σας λέω ότι οι εισπράκτορες φόρων και οι πόρνες πηγαίνουν μπροστά από εσάς στη βασιλεία του Θεού».—Ματ 21:31, 32.
Ραάβ. Η Ραάβ, από την ειδωλολατρική πόλη Ιεριχώ, αποτελεί παράδειγμα πόρνης που εκδήλωσε πίστη στον Θεό και υπολογίστηκε δίκαιη. (Ιακ 2:25) Οι άντρες που είχε στείλει ο Ιησούς του Ναυή να κατασκοπεύσουν την Ιεριχώ κατέλυσαν στο σπίτι της Ραάβ. (Ιη 2:1) Δεν θα ήταν λογικό να συμπεράνει κανείς ότι το έκαναν αυτό για ανήθικους σκοπούς. Όσον αφορά το κίνητρο αυτών των αντρών, οι καθηγητές Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς, στο Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), δηλώνουν: «Μπαίνοντας στο σπίτι μιας τέτοιας γυναίκας δεν κινούσαν τόσο πολλές υποψίες. Επιπλέον, η θέση στην οποία βρισκόταν το σπίτι της—συνεχόμενο με το τείχος της πόλης ή πάνω σε αυτό—διευκόλυνε τη διαφυγή. Ο Κύριος, όμως, κατηύθυνε τα βήματα των κατασκόπων έτσι ώστε να βρουν σε αυτή την αμαρτωλή το πλέον ενδεδειγμένο άτομο για το σκοπό τους, ένα άτομο στην καρδιά του οποίου είχαν κάνει τόση εντύπωση οι ειδήσεις για τα θαύματα που είχε επιτελέσει ο ζωντανός Θεός υπέρ του Ισραήλ, ώστε όχι μόνο πληροφόρησε τους κατασκόπους για την απελπισία των Χαναναίων αλλά, θέτοντας την εμπιστοσύνη της με πίστη στη δύναμη του Θεού του Ισραήλ, απέκρυψε την παρουσία τους παρά τις όποιες ερωτήσεις των συμπατριωτών της, αν και η ίδια διέτρεχε μέγιστο κίνδυνο». (1973, Τόμ. 2, Ιησούς του Ναυή, σ. 34) Εφόσον ο Θεός είχε δηλώσει ότι ο Ισραήλ έπρεπε να εκδιώξει τους Χαναναίους λόγω των ανήθικων συνηθειών τους, και εφόσον επίσης ο Θεός ευλόγησε την κατάκτηση της Ιεριχώς και την ίδια τη Ραάβ, θα ήταν εντελώς παράλογο να συμπεράνει κανείς ότι οι κατάσκοποι διέπραξαν ανηθικότητα με τη Ραάβ ή ότι εκείνη παρέμεινε έκτοτε πόρνη. Χάρη στην πίστη της και στα έργα που έκανε σε αρμονία με αυτήν, η ζωή της διαφυλάχτηκε. Αργότερα σύναψε έντιμο γάμο με τον Σαλμών, από τη φυλή του Ιούδα, και έγινε πρόγονος του Ιησού Χριστού.—Λευ 18:24-30· Ιη κεφ. 2· 6:22-25· Ματ 1:1, 5.
Όσον αφορά το ότι ο Ιεφθάε ήταν γιος γυναίκας πόρνης (Κρ 11:1) και το ότι ο Σαμψών κατέλυσε στο σπίτι κάποιας πόρνης στη Γάζα (Κρ 16:1), βλέπε ΙΕΦΘΑΕ· ΣΑΜΨΩΝ.
Μεταφορική Χρήση. Το άτομο, το έθνος ή η εκκλησία ατόμων που, αν και αφιερωμένοι στον Θεό, συνάπτουν συμμαχίες με τον κόσμο ή στρέφονται στη λατρεία ψεύτικων θεών αποκαλούνται «πόρνες» στην Αγία Γραφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε το έθνος του Ισραήλ. Ο Ισραήλ παρασύρθηκε σε «ανήθικες σχέσεις» με θεούς αλλοεθνών, και όπως μια άπιστη σύζυγος αναζητούσε άλλους άντρες, έτσι και αυτός απέβλεπε σε ξένα έθνη για ασφάλεια και σωτηρία από τους εχθρούς του αντί να αποβλέπει στον “συζυγικό ιδιοκτήτη” του, τον Ιεχωβά Θεό. (Ησ 54:5, 6) Επιπλέον, η Ιερουσαλήμ εξαχρειώθηκε τόσο πολύ όσον αφορά την απιστία της ώστε προχώρησε πέρα από την πάγια τακτική των πορνών, όπως είπε υπό θεϊκή έμπνευση ο προφήτης Ιεζεκιήλ: «Σε όλες τις πόρνες συνηθίζουν να δίνουν δώρο, αλλά εσύ—εσύ έδωσες τα δώρα σου σε όλους τους φλογερούς εραστές σου, και τους δωροδοκείς για να έρχονται προς εσένα από παντού στις πορνικές σου πράξεις». (Ιεζ 16:33, 34) Τόσο το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ όσο και το δίφυλο βασίλειο του Ιούδα κατακρίθηκαν ως πόρνες με αυτόν το συμβολικό τρόπο.—Ιεζ 23:1-49.
Το πιο διαβόητο παράδειγμα πνευματικής πορνείας παρουσιάζεται συμβολικά στην Αποκάλυψη και αφορά μια πόρνη που ιππεύει ένα κατακόκκινο θηρίο και έχει στο μέτωπό της το όνομα «Βαβυλώνα η Μεγάλη, η μητέρα των πορνών και των αηδιαστικών πραγμάτων της γης». Μαζί της «πόρνευσαν οι βασιλιάδες της γης».—Απ 17:1-5· βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ.
-
-
ΠόρπηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΠΗ
Διακοσμητική μεταλλική αγκράφα με καρφίδα ή γλωσσίδιο μέσω των οποίων μπορεί να στερεωθεί στα ρούχα. Κατά την αρχαιότητα, πόρπες φορούσαν και οι άντρες και οι γυναίκες, Έλληνες και Ρωμαίοι. Η ρωμαϊκή πόρπη (fibula) αποτελούνταν σε κάποιες περιπτώσεις από ένα καμπυλωτό μεταλλικό εξάρτημα, στο ένα άκρο του οποίου υπήρχε άγκιστρο και στο άλλο καρφίδα, όπως είναι οι παραμάνες. Οι πόρπες, που δεν είχαν μόνο διακοσμητικό αλλά και χρηστικό ρόλο, χρησιμοποιούνταν για να ενώνουν τις δύο άκρες του πέπλου ή του μανδύα. Οι πόρπες της αρχαιότητας ήταν φτιαγμένες από μπρούντζο, σίδερο, χρυσάφι ή ασήμι. Η χρήση τους στην αρχαία Παλαιστίνη πιστοποιείται από αρχαιολογικά ευρήματα, όπως είναι οι τοξωτές πόρπες που έχουν ανακαλυφτεί στο Τελλ εν-Νάσμπε.
Όταν δόθηκε στους Ισραηλίτες το προνόμιο να συνεισφέρουν για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας, άντρες και γυναίκες έφεραν διάφορα στολίδια, μεταξύ των οποίων και «πόρπες» ή «αγκράφες». (Εξ 35:21, 22, υποσ.) Αυτές οι πόρπες ήταν προφανώς στολίδια εν είδει άγκιστρου, δεδομένου ότι η εβραϊκή λέξη (χαχ) που χρησιμοποιείται για αυτές αποδίδεται αλλού «άγκιστρο». (2Βα 19:28) Ωστόσο, οι Γραφές δεν περιγράφουν πώς ήταν αυτές οι πόρπες.—Βλέπε ΣΤΟΛΙΔΙΑ.
-
-
ΠόρταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΤΑ
Η «είσοδος» (εβρ., πέθαχ· Γε 19:11) δωματίου, σπιτιού ή άλλου κτίσματος η οποία αποτελείται από: (1) το «ανώφλι της πόρτας» (εβρ., μασκώφ· Εξ 12:7), ή αλλιώς υπέρθυρο, δηλαδή μια οριζόντια ξύλινη ή πέτρινη δοκό που ενώνει το πάνω μέρος του θυρώματος και σηκώνει το βάρος της τοιχοποιίας πάνω από την πόρτα, (2) τους δύο κατακόρυφους «παραστάτες» (εβρ., μεζουζόθ· Εξ 12:7, υποσ.), εκατέρωθεν της πόρτας, πάνω στους οποίους εδράζεται το υπέρθυρο, (3) αυτή καθαυτή την πόρτα (εβρ. κείμενο, ντέλεθ· ελλ. κείμενο, θύρα) και (4) το «κατώφλι» (εβρ., σαφ [Κρ 19:27]) που βρίσκεται κάτω από την πόρτα.
Οι Ισραηλίτες τίναξαν υπάκουα πάνω στο ανώφλι και στους παραστάτες των εισόδων των σπιτιών τους στην Αίγυπτο το αίμα της πασχαλινής θυσίας, ως σημείο για να προσπεράσει ο άγγελος του Θεού τα σπίτια αυτά και να μην αφανίσει το πρωτότοκό τους. (Εξ 12:7, 22, 23) Σύμφωνα με το Νόμο, αν κάποιος δούλος (ή δούλη) επιθυμούσε να παραμείνει μόνιμα στην υπηρεσία του κυρίου του, τότε ο κύριος έστηνε το δούλο στην πόρτα ή στον παραστάτη και του τρυπούσε το αφτί με ένα σουβλί. (Εξ 21:5, 6· Δευ 15:16, 17) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται παραστάτης (μεζουζάχ) κατέληξε να προσδιορίζει μια μικρή θήκη, το λεγόμενο μεζουζάχ. Η θήκη αυτή, την οποία οι Ορθόδοξοι Ιουδαίοι καρφώνουν στον παραστάτη της πόρτας τους, περιέχει μια περγαμηνή με τα λόγια των εδαφίων Δευτερονόμιο 6:4-9· 11:13-21.—Βλέπε ΜΕΖΟΥΖΑΧ.
Συνήθως, η πόρτα ήταν ξύλινη. Πολλές πόρτες στρέφονταν σε στρόφιγγες που ήταν στερεωμένες σε υποδοχές στο ανώφλι και στο κατώφλι. (Παρ 26:14) Αυτές οι στρόφιγγες ήταν συχνά ξύλινες, αλλά οι Αιγύπτιοι, σε κάποιες περιπτώσεις, τοποθετούσαν στο πάνω και στο κάτω άκρο της πόρτας μεταλλικούς μεντεσέδες με προεξοχές που στερεώνονταν σε υποδοχές, οπότε οι συγκεκριμένες πόρτες γύριζαν ανάλογα. Οι υποδοχές για τις πόρτες του ναού που ανήγειρε ο Σολομών ήταν από χρυσάφι.—1Βα 7:48, 50.
Οι πόρτες των συνηθισμένων σπιτιών ήταν μικρές και όχι περίτεχνες. Η είσοδος του ναού του Σολομώντα, όμως, αποτελούνταν από δύο δίφυλλες πόρτες φτιαγμένες από ξύλο αρκεύθου, ενώ οι δύο πόρτες που οδηγούσαν στα Άγια των Αγίων ήταν από ξύλο ελαιώδους δέντρου. Όλες διέθεταν λαξευτές παραστάσεις με χερουβείμ, φοίνικες και άνθη και ήταν επικαλυμμένες με χρυσάφι. (1Βα 6:31-35) Μεγάλες πόρτες που είχαν πτυσσόμενα μέρη ή φύλλα χρησιμοποιούνταν και αλλού. Για παράδειγμα, ο Ιεχωβά φρόντισε να ανοιχτούν για τον Βασιλιά Κύρο οι χάλκινες «δίφυλλες πόρτες» της Βαβυλώνας.—Ησ 45:1, 2.
Για το κατώφλι χρησιμοποιούσαν συνήθως ξύλο ή πέτρα. Εντούτοις, τα κατώφλια στον «οίκο του Ιεχωβά» που ανήγειρε ο Σολομών ήταν επικαλυμμένα με χρυσάφι.—2Χρ 3:1, 7.
Οι πόρτες των σπιτιών ή οι πύλες ασφαλίζονταν ενίοτε με αμπάρες ή οριζόντιες δοκούς από ξύλο ή σίδερο (Ησ 45:2· Δευ 3:5· 2Χρ 8:5· 14:7), οι οποίες ήταν συνήθως τοποθετημένες με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορούν να μπαίνουν μέσα σε υποδοχές στους παραστάτες της πύλης ή της πόρτας. Μερικές φορές, οι πύλες των πόλεων είχαν και αμπάρες και σύρτες. (Νε 3:3) Ο σύρτης μπορεί να ήταν ράβδος ή κοντάρι που έμπαινε σε υποδοχή στο κατώφλι από την εσωτερική πλευρά της πύλης. Κάποιες πύλες στις πόλεις είχαν κλειδαριές (Δευ 33:25), όπως είχαν και οι πόρτες των σπιτιών.—2Σα 13:17, 18· Λου 11:7· βλέπε ΚΛΕΙΔΑΡΙΑ· ΠΥΛΗ.
Τα μεταλλικά ρόπτρα ήταν γνωστά σε κάποιον βαθμό, αλλά η Αγία Γραφή δεν αναφέρει συγκεκριμένα αν τα χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι. Για να ειδοποιήσει κάποιος τους ενοίκους, έπρεπε να χτυπήσει την πόρτα του σπιτιού ή της εισόδου.—Ασμ 5:2· Πρ 12:13.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιησούς Χριστός μάς παρότρυνε να δείχνουμε επιμονή, λέγοντας: «Εξακολουθήστε να χτυπάτε και θα σας ανοιχτεί». (Ματ 7:7) Στο εδάφιο Αποκάλυψη 3:20, ο Χριστός δηλώνει ότι “στέκεται στην πόρτα και χτυπάει”, και διαβεβαιώνει ότι όποιος του ανοίξει την πόρτα και τον δεχτεί θα απολαύσει πνευματική συναναστροφή και οφέλη.
Σε περίπτωση που η Σουλαμίτισσα ήταν ασταθής ως προς την αγάπη και την αρετή, σαν πόρτα που στρέφεται στις στρόφιγγές της, οι αδελφοί της ήταν αποφασισμένοι να “τη σφαλίσουν με κέδρινη σανίδα”, αμπαρώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την «πόρτα» και εμποδίζοντάς την να ανοίξει σε οποιοδήποτε κακό άτομο.—Ασμ 8:8, 9.
Ο Λευιάθαν, με το διπλό σαγόνι του, παρουσιάζεται να έχει «πόρτες» στο πρόσωπό του. (Ιωβ 41:1, 13, 14) Ο συναθροιστής παρατήρησε ότι για τον ηλικιωμένο “οι πόρτες στο δρόμο έχουν κλείσει”, θέλοντας πιθανώς να δείξει ότι οι δύο πόρτες του στόματος δεν ανοίγουν πια τόσο πολύ, αν όχι καθόλου, για να εκφράσουν αυτό που βρίσκεται μέσα στο «σπίτι» του σώματος.—Εκ 12:1, 4.
Ο Ιησούς Χριστός είπε ότι πρέπει να κάνει κάποιος σθεναρό αγώνα για να σωθεί και “να μπει από τη στενή πόρτα”. (Λου 13:23, 24· Φλπ 3:13, 14· παράβαλε Ματ 7:13, 14.) Σε κάποια άλλη περίπτωση παρομοίασε τον εαυτό του με την πόρτα μιας συμβολικής μάντρας προβάτων, εφόσον εκείνος είναι το σωστό είδος ποιμένα που οδηγεί το δικό του «μικρό ποίμνιο» σε μια σχέση με τον Ιεχωβά βάσει της νέας διαθήκης η οποία σφραγίστηκε με το ίδιο το αίμα του Ιησού. (Λου 12:32· Ιωα 10:7-11) Το ότι ο Ιησούς παρομοιάζει τον εαυτό του με μια τέτοια πόρτα εναρμονίζεται με το γεγονός ότι μέσω αυτού, χάρη στη λυτρωτική θυσία του, τα προβατοειδή άτομα μπορούν να πλησιάσουν τον Θεό, να σωθούν και να αποκτήσουν ζωή.—Ιωα 14:6.
Ο Ιεχωβά ήταν εκείνος ο οποίος άνοιξε στα έθνη «την πόρτα για την πίστη». (Πρ 14:27) Ο Παύλος παρέμεινε στην Έφεσο για κάποιο διάστημα επειδή εκεί του είχε ανοιχτεί «μεγάλη πόρτα που οδηγεί σε δραστηριότητα» σε σχέση με τη διακήρυξη των καλών νέων.—1Κο 16:8, 9· Πρ 19:1-20· παράβαλε 2Κο 2:12, 13· Κολ 4:3, 4.
Ο Ιωάννης είδε σε όραμα «μια ανοιγμένη πόρτα στον ουρανό» η οποία του επέτρεψε να δει μελλοντικά πράγματα και να εισέλθει, όπως θα λέγαμε, στην παρουσία του Ιεχωβά.—Απ 4:1-3.
-
-
Πορφύρα, ΠορφυρόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΦΥΡΑ, ΠΟΡΦΥΡΟ
Βλέπε ΒΑΦΕΣ, ΒΑΦΙΚΗ· ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΠορφυρίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΦΥΡΙΤΗΣ
Είδος πέτρας η οποία έχει συνήθως βαθυκόκκινο, πορφυρό ή, μερικές φορές, πράσινο χρώμα και περιέχει κρυστάλλους αστρίου. Στις ημέρες του Βασιλιά Ασσουήρη, χρησιμοποιήθηκε μαζί με μάρμαρο και μαργαριτάρια για το στρώσιμο του δαπέδου του περσικού ανακτόρου στα Σούσα.—Εσθ 1:6.
-
-
ΠοταμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΑΜΟΣ
Η εβραϊκή λέξη ναχάρ αναφέρεται στον ποταμό, δηλαδή μια αρκετά μεγάλη υδάτινη μάζα που ρέει σχεδόν μονίμως σε μια φυσική κοίτη. Αντίθετα, ένα ουάντι, δηλαδή η κοίτη ενός χειμάρρου (εβρ., νάχαλ), είναι συχνά ξερό, αλλά μερικές φορές κατεβάζει ένα ορμητικό ρεύμα νερού. Μεταξύ των κυριότερων ποταμών που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι ο Χιδδέκελ (Τίγρης), ο Ευφράτης, ο Ιορδάνης, ο Αβανά και ο Φαρφάρ. (Γε 2:14· 2Βα 5:10, 12) Ο Νείλος, μολονότι δεν προσδιορίζεται με αυτό το όνομα, αναφέρεται ως γε’όρ (μερικές φορές ως γε’ώρ), λέξη που θεωρείται ότι υποδηλώνει επίσης ένα ρεύμα ή κανάλι (Ησ 33:21) ή μια υδροφόρα σήραγγα ή στοά. (Ιωβ 28:10) Τα συμφραζόμενα καταδεικνύουν πότε οι λέξεις γε’όρ ή γε’ώρ αναφέρονται στον Νείλο, γι’ αυτό και σε μεταφράσεις της Αγίας Γραφής εμφανίζεται το όνομα Νείλος.—Γε 41:17, 18.
“Ο ποταμός της Αιγύπτου” (Γε 15:18) ίσως ταυτίζεται με «την κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου».—Αρ 34:5· βλέπε ΣΙΧΩΡ.
Συχνά, ο Ευφράτης αποκαλείται απλώς “ο Ποταμός”. (Ιη 24:2, 3· Εσδ 8:36· Ησ 7:20· 27:12· Μιχ 7:12) Όντας ο μεγαλύτερος και σπουδαιότερος ποταμός της νοτιοδυτικής Ασίας, ο Ευφράτης ήταν “ο μεγάλος ποταμός” για τους Εβραίους. (Γε 15:18) Γι’ αυτό, όταν γινόταν λόγος για «τον Ποταμό», ήταν σαφές ποιος ποταμός εννοούνταν.
Με τη βοήθεια του Ιεχωβά, ο Βασιλιάς Δαβίδ κατάφερε να επεκτείνει τα όρια της Υποσχεμένης Γης μέχρι τον Ευφράτη. (1Χρ 18:3-8) Σχετικά με το γιο του τον Σολομώντα, ειπώθηκε: «Θα έχει υπηκόους από θάλασσα σε θάλασσα και από τον Ποταμό [Ευφράτη] ως τα πέρατα της γης». (Ψλ 72:8) Αυτά τα λόγια επαναλαμβάνονται στην προφητεία του Ζαχαρία και υποδεικνύουν την παγγήινη διακυβέρνηση του Μεσσία.—Ζαχ 9:9, 10· παράβαλε Δα 2:44· Ματ 21:4, 5.
Ο πρώτος ποταμός που αναφέρεται στην Αγία Γραφή είναι αυτός ο οποίος πήγαζε προφανώς από την Εδέμ και πότιζε τον κήπο που προμήθευσε ο Ιεχωβά ως κατοικία στον Αδάμ και στην Εύα. Αυτός ο ποταμός χωριζόταν σε τέσσερα παρακλάδια, τα οποία με τη σειρά τους σχημάτιζαν τους ποταμούς Φισών, Γιών, Χιδδέκελ και Ευφράτη. Οι περιοχές (Αβιλά, Χους και Ασσυρία) που αναφέρονται σε συνάρτηση με αυτούς τους τέσσερις ποταμούς υπήρχαν στη μετακατακλυσμιαία περίοδο. (Γε 2:10-14) Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο συγγραφέας της αφήγησης, ο Μωυσής, χρησιμοποίησε όρους που ήταν γνωστοί στις ημέρες του για να υποδείξει την τοποθεσία του κήπου της Εδέμ. Γι’ αυτόν το λόγο δεν μπορεί να είναι κανείς βέβαιος αν τα όσα λέγονται για το ρου του Φισών, του Γιών και του Χιδδέκελ αφορούν τη μετακατακλυσμιαία ή την προκατακλυσμιαία περίοδο. Αν η περιγραφή αναφέρεται στην εποχή πριν από τον Κατακλυσμό, ο ίδιος ο Κατακλυσμός μπορεί να συνέτεινε στην εκτροπή του ρου αυτών των ποταμών. Αν αναφέρεται στη μετακατακλυσμιαία περίοδο, άλλα φυσικά φαινόμενα, όπως σεισμοί, μπορεί έκτοτε να άλλαξαν το ρου των ποταμών, εμποδίζοντας τον προσδιορισμό κάποιων από αυτούς.
Μεταφορική Χρήση. Οι ποταμοί αναχαίτιζαν την προέλαση των εχθρικών δυνάμεων και έπαιζαν ζωτικό ρόλο στην άμυνα ορισμένων πόλεων, όπως της Βαβυλώνας. Ωστόσο, η Ιερουσαλήμ δεν είχε κάποιον ποταμό ως φυσικό αμυντικό μέσο. Εντούτοις, ο Ιεχωβά Θεός χαρακτηρίστηκε ως πηγή ενός ισχυρού ποταμού προστασίας για εκείνη την πόλη. Οι εχθροί που μπορεί να έρχονταν εναντίον της Ιερουσαλήμ σαν επιτιθέμενος στόλος από γαλέρες θα υφίσταντο καταστροφή.—Ησ 33:21, 22· βλέπε ΓΑΛΕΡΑ.
Η καταστροφική πλημμύρα ενός ποταμού χρησιμοποιείται για να συμβολίσει την εισβολή εχθρικών δυνάμεων.—Ησ 8:7.
Το νερό είναι απαραίτητο για τη ζωή, και ο Ιεχωβά αναφέρεται ως η Πηγή του ζωντανού νερού. (Ιερ 2:13) Αλλά οι αποστάτες Ισραηλίτες έστρεφαν την προσοχή τους στην Αίγυπτο και στην Ασσυρία. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά, μέσω του Ιερεμία του προφήτη του, είπε: «Γιατί να ενδιαφέρεσαι για την οδό της Αιγύπτου προκειμένου να πιεις τα νερά του Σιχώρ; Και γιατί να ενδιαφέρεσαι για την οδό της Ασσυρίας προκειμένου να πιεις τα νερά του Ποταμού; . . . Γνώρισε, λοιπόν, και δες πως το ότι εγκατέλειψες τον Ιεχωβά τον Θεό σου είναι κάτι κακό και πικρό». (Ιερ 2:18, 19) Προφανώς, και στα εδάφια Αποκάλυψη 8:10 και 16:4 εννοούνται τα νερά που απορρέουν από ανθρώπινες πηγές στα οποία αποβλέπουν διάφοροι για τη διατήρηση της ζωής τους.
Σχετικά με τον «ποταμό νερού ζωής» (Απ 22:1), βλέπε ΖΩΗ (Ποταμός Νερού Ζωής).
-
-
Ποταμός της ΑιγύπτουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Ο Ιεχωβά υποσχέθηκε ότι θα έδινε στο σπέρμα του Αβραάμ τη γη «από τον ποταμό της Αιγύπτου» μέχρι τον ποταμό Ευφράτη. (Γε 15:18) Οι σχολιαστές πιστεύουν γενικά ότι “ο ποταμός της Αιγύπτου” αναφέρεται στην «κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου», που ταυτίζεται τώρα με το Ουάντι ελ-Αρίς το οποίο ξεκινάει από τη Χερσόνησο του Σινά και εκβάλλει στη Μεσόγειο Θάλασσα περίπου 150 χλμ. Α του Πορτ Σάιντ. (Βλέπε ΑΙΓΥΠΤΟΥ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ.) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 13:5 ορισμένες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη φράση «ποταμό [σιχώρ] της Αιγύπτου» (La, AT, ΜΝΚ, ΛΧ), κάτι που επίσης μπορεί να αναφέρεται στο Ουάντι ελ-Αρίς. Ωστόσο, μια άλλη πιθανή εκδοχή είναι να αναφέρονται και τα δύο εδάφια σε μια διακλάδωση του Νείλου.—Βλέπε ΣΙΧΩΡ.
-
-
ΠοτήριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΗΡΙ
Βλέπε ΣΚΕΥΗ.
-
-
ΠοτίολοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΙΟΛΟΙ
(Ποτίολοι).
Σημαντικό λιμάνι του πρώτου αιώνα Κ.Χ. στα ΝΑ της Ρώμης. Ο Παύλος έφτασε στους Ποτιόλους όταν πήγαινε στη Ρώμη για να παρουσιαστεί ενώπιον του Καίσαρα, γύρω στο 59 Κ.Χ. (Πρ 28:13) Με τη βοήθεια ενός νότιου ανέμου, το πλοίο του έφτασε «τη δεύτερη ημέρα» στους Ποτιόλους από το Ρήγιο, ένα μέρος που βρίσκεται περίπου 320 χλμ. προς τα ΝΝΑ.
Οι Χριστιανοί αδελφοί στους Ποτιόλους ικέτευσαν τον Παύλο και εκείνους που τον συνόδευαν να περάσουν μια εβδομάδα μαζί τους. (Πρ 28:14) Αυτό αποτελεί ένδειξη του ότι ο Παύλος, αν και κρατούμενος, είχε κάποια ελευθερία. Νωρίτερα, ενόσω ήταν υπό κράτηση στην Καισάρεια και στη Σιδώνα, ο Παύλος είχε επωφεληθεί παρόμοια από την περιορισμένη ελευθερία του.—Πρ 24:23· 27:3.
Οι Ποτίολοι ταυτίζονται γενικά με το σημερινό Ποτσουόλι στον ομώνυμο κόλπο, περίπου 10 χλμ. ΔΝΔ της Νάπολης. Υπάρχουν ακόμη εκεί εκτεταμένα ερείπια ενός αρχαίου μόλου. Ο Ιώσηπος αναφέρει την τοποθεσία αυτή με το αρχαιότερο όνομά της, Δικαιάρχεια, και λέει ότι εκεί υπήρχε μια Ιουδαϊκή αποικία.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΖ΄, 328 (xii, 1).
-
-
ΠοτιφεράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΙΦΕΡΑ
(Ποτιφερά) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Αυτός τον Οποίο Έχει Δώσει ο Ρα»].
Ο πεθερός του Ιωσήφ, του οποίου η κόρη, η Ασενέθ, γέννησε τον Μανασσή και τον Εφραΐμ. (Γε 41:45, 50· 46:20) Ο Ποτιφερά ήταν ο ιερέας—πιθανώς του Ρα, του θεού του ήλιου—που ιερουργούσε στην Ων, η οποία ήταν κέντρο ηλιολατρίας στην Αίγυπτο. Στο Μουσείο του Καΐρου εκτίθεται μια επιτύμβια στήλη, εύρημα του 1935, η οποία περιέχει το όνομα «Πουτιφάρ».—Χρονικά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας της Αιγύπτου (Annales du service des antiquités de l’Égypte), Κάιρο, 1939, Τόμ. 39, σ. 273-276.
-
-
Ποτό, ΜεθυστικόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΟ, ΜΕΘΥΣΤΙΚΟ
Βλέπε ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΑ ΠΟΤΑ.
-
-
ΠουγκίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΓΚΙ
Σακούλι που χρησιμοποιούσαν άντρες και γυναίκες για να μεταφέρουν χρυσάφι, ασήμι, χαλκό, νομίσματα ή άλλα αντικείμενα. Μερικές φορές, οι γυναίκες κρατούσαν πουγκιά για αισθητικούς σκοπούς, σαν τσάντες, τα οποία είχαν πιθανώς οβάλ σχήμα. (Ησ 3:16, 22· 46:6· Ματ 10:9) Στην αρχαιότητα τα πουγκιά φτιάχνονταν από δέρμα, από πλεγμένα βούρλα ή βαμβακερό ύφασμα. Καθώς έμοιαζαν με σακούλια, έσφιγγαν και έκλειναν στο στόμιο με δερμάτινα λουριά ή άλλου είδους κορδόνια.—Βλέπε ΣΑΚΟΣ, ΣΑΚΙ.
Χρησιμοποιούνταν επίσης το «πουγκί της ζώνης» (ζώνη, Κείμενο· Ματ 10:9· Μαρ 6:8), το οποίο ίσως ήταν ένα είδος ζώνης για χρήματα. Τα χρήματα τα έβαζαν είτε σε έναν κενό χώρο που είχε αυτή η ζώνη είτε—σε περίπτωση που η ζώνη ήταν υφασμάτινη και την τύλιγαν γύρω από τη μέση—ανάμεσα στις διπλώσεις της.
Όταν ο Ιησούς έστειλε τους 70 μαθητές του στο έργο κηρύγματος—προφανώς στην Ιουδαία—τους είπε να μην πάρουν μαζί τους πουγκιά, δείχνοντας ότι ο Ιεχωβά Θεός θα προμήθευε για αυτούς μέσω των ομοεθνών τους, οι οποίοι είχαν το έθιμο της φιλοξενίας. (Λου 10:1, 4, 7) Λίγο πριν από το θάνατό του, όμως, ο Ιησούς συμβούλεψε τους αποστόλους να πάρουν πουγκιά, γνωρίζοντας ότι σύντομα οι μαθητές του θα διασκορπίζονταν και θα διώκονταν. Λόγω της επίσημης εναντίωσης, ακόμη και άτομα φιλικά διακείμενα προς το άγγελμά τους ίσως φοβούνταν να τους βοηθήσουν. Επίσης, σε λίγο καιρό θα μετέφεραν το άγγελμα της Βασιλείας στις χώρες των Εθνικών. Όλα αυτά θα απαιτούσαν από τους ακολούθους του Ιησού να είναι έτοιμοι να καλύπτουν μόνοι τους τις υλικές τους ανάγκες.—Λου 22:35, 36.
Τονίζοντας την υπερέχουσα αξία των πνευματικών πραγμάτων, ο Ιησούς παρότρυνε τους ακολούθους του να φτιάξουν για τον εαυτό τους άφθαρτα πουγκιά, αποκτώντας ουράνιο θησαυρό.—Λου 12:33.
-
-
ΠούδηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΔΗΣ
(Πούδης) [από το λατ. Pudens· σημαίνει «Σεμνός»].
Σύντροφος του Παύλου προς το τέλος της ζωής του αποστόλου. Έστειλε χαιρετισμούς στον Τιμόθεο.—2Τι 4:21.
-
-
ΠουλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΛ
1. Το όνομα που χρησιμοποιούν για έναν βασιλιά της Ασσυρίας τα εδάφια 2 Βασιλέων 15:19 και 1 Χρονικών 5:26. Στη διάρκεια της βασιλείας του Μεναήμ, βασιλιά του Ισραήλ, ο Πουλ εισέβαλε στην Παλαιστίνη και έλαβε φόρο υποτελείας από τον Μεναήμ. Επί πολύ καιρό η ταυτότητα του Πουλ παρέμενε ανεξακρίβωτη. Ωστόσο, τώρα οι περισσότεροι λόγιοι συμπεραίνουν ότι ο Πουλ και ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ της Ασσυρίας ήταν ένα και το αυτό πρόσωπο, δεδομένου ότι το όνομα Πούλου (Πουλ) αναγράφεται σε μια πινακίδα με ονόματα δυναστειών, γνωστή ως Κατάλογος Α΄ των Βασιλιάδων της Βαβυλώνας, ενώ στο αντίστοιχο σημείο του «Συγχρονιστικού Χρονικού» αναφέρεται το όνομα Τουκούλτι-απίλ-εσάρα (Θεγλάθ-φελασάρ). (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 272, 273) Πιθανολογείται ότι «Πουλ» ήταν το προσωπικό του όνομα ή το όνομα με το οποίο ήταν γνωστός στη Βαβυλώνα, ενώ Θεγλάθ-φελασάρ (Θελγάθ-φελνασάρ) ήταν το όνομα που πήρε όταν έγινε βασιλιάς της Ασσυρίας. Δεχόμενοι αυτή την εκδοχή, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το εδάφιο 1 Χρονικών 5:26 αναφέρεται σε ένα και το αυτό πρόσωπο όταν λέει: «Του Πουλ, του βασιλιά της Ασσυρίας, ναι, . . . του Θελγάθ-φελνασάρ, του βασιλιά της Ασσυρίας».—Βλέπε ΘΕΓΛΑΘ-ΦΕΛΑΣΑΡ (Γ΄).
2. Χώρα ή λαός που αναφέρεται μόνο στο εδάφιο Ησαΐας 66:19 μαζί με τη Θαρσείς (προφανώς τη νότια Ισπανία) και τον Λουδ (στη βόρεια Αφρική). Φαίνεται ότι και οι τρεις αυτές τοποθεσίες ήταν φημισμένες για τους επιδέξιους τοξότες τους. Δεν είναι γνωστό πού ακριβώς βρισκόταν ο Πουλ. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, στο εδάφιο Ησαΐας 66:19, αντί του ονόματος «Πουλ» λέει «Φουδ» ή «Φουθ», ο δε Φουθ (που ταυτίζεται με τους Λίβυους της Αφρικής) σε άλλα εδάφια αναφέρεται μαζί με τον Λουδ. (Ιεζ 27:10· Ιερ 46:9· βλέπε ΦΟΥΘ.) Ωστόσο, η απόδοση «Πουλ» του Μασοριτικού κειμένου υποστηρίζεται από το Ρόλο της Νεκράς Θαλάσσης που περιέχει το βιβλίο του Ησαΐα και από τη συριακή Πεσίτα. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι το όνομα «Πουλ» αντιπροσωπεύει το νησί Φίλες στον Νείλο.
-
-
ΠουλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΛΙΑ
Τα πουλιά είναι θερμόαιμα, φτερωτά σπονδυλωτά και επίσης ωοτόκα. Στην Αγία Γραφή υπάρχουν περίπου 300 αναφορές σε πουλιά και κατονομάζονται συγκεκριμένα περίπου 30 διαφορετικές ποικιλίες. Γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι πετούν, πολλές φορές προσπαθώντας να ξεφύγουν από τους εχθρούς τους (Ψλ 11:1· Παρ 26:2· 27:8· Ησ 31:5· Ωσ 9:11), ότι κουρνιάζουν σε δέντρα (Ψλ 104:12· Ματ 13:32), ότι φτιάχνουν φωλιές (Ψλ 84:3· Ιεζ 31:6), ότι χρησιμοποιούνταν στις θυσίες, κυρίως τα νεαρά περιστέρια και τα τρυγόνια (Λευ 1:14· 14:4-7, 49-53), ότι χρησιμοποιούνταν ως τροφή τόσο τα ίδια (Νε 5:18) όσο και τα αβγά τους (Ησ 10:14· Λου 11:11, 12) και ότι ο Θεός προμηθεύει και φροντίζει για αυτά (Ματ 6:26· 10:29· παράβαλε Δευ 22:6, 7).
Τα πουλιά ήταν από τις πρώτες ζωντανές ψυχές που εμφανίστηκαν στη γη, εφόσον ήρθαν σε ύπαρξη την πέμπτη δημιουργική «ημέρα» μαζί με τα θαλάσσια πλάσματα. (Γε 1:20-23) Από τους γενικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην Αγία Γραφή και εφαρμόζονται στα πουλιά, η συχνότερη εβραϊκή λέξη είναι η λέξη ‛ωφ, που σημαίνει κυρίως «πετούμενο πλάσμα» (Γε 1:20) και μπορεί να περιλαμβάνει, όχι μόνο τα πουλιά, αλλά και τα φτερωτά έντομα. (Παράβαλε Λευ 11:13, 21-23.) Επίσης, η εβραϊκή λέξη τσιππώρ εμφανίζεται σε πολλά εδάφια και είναι ένας ευρύς όρος που εφαρμόζεται στα πουλιά εν γένει. (Γε 7:14) Μια τρίτη εβραϊκή λέξη, ο όρος ‛άγιτ, εφαρμόζεται μόνο στα αρπακτικά πουλιά.
Στις Ελληνικές Γραφές βρίσκονται οι ακόλουθες λέξεις: ὄρνεον, που σημαίνει απλώς «πουλί» (Απ 18:2), πετεινόν και πτηνός, που σημαίνουν και οι δύο κατά κυριολεξία «ιπτάμενος». (Ρω 1:23· 1Κο 15:39) Στο εδάφιο Πράξεις 17:18, οι Αθηναίοι φιλόσοφοι αποκάλεσαν τον απόστολο Παύλο “φλύαρο”. Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου η οποία χρησιμοποιήθηκε εδώ (σπερμολόγος) εφαρμοζόταν στα πουλιά που συλλέγουν σπόρους, ενώ χρησιμοποιούνταν μεταφορικά για κάποιον που συλλέγει «ψίχουλα» διαφόρων πραγμάτων είτε ζητιανεύοντας είτε κλέβοντας ή—όπως στην εν λόγω περίπτωση—για κάποιον που επαναλαμβάνει «ψίχουλα» γνώσης, έναν αργόσχολο πολυλογά.
Η εμπεριστατωμένη μελέτη των πουλιών αποδεικνύει πειστικά αυτό που διδάσκει η Αγία Γραφή, δηλαδή ότι είναι δημιουργημένα από τον Θεό. Μολονότι τα πουλιά και τα ερπετά είναι και τα μεν και τα δε ωοτόκα, τα ερπετά είναι ψυχρόαιμα και συχνά νωθρά, ενώ τα πουλιά είναι θερμόαιμα και συγκαταλέγονται στα πιο δραστήρια πλάσματα όλης της γης. Επίσης, έχουν ασυνήθιστα ταχύ καρδιακό παλμό. Η εξελικτική άποψη που υποστηρίζει ότι οι φολίδες και τα μπροστινά άκρα των ερπετών εξελίχθηκαν τελικά σε φτερούγες με πούπουλα είναι και φαντασιώδης και αβάσιμη. Τα απολιθώματα των πουλιών στα οποία οι επιστήμονες δίνουν τις ονομασίες Αρχαιοπτέρυξ και Αρχαιόρνις, μολονότι δείχνουν ότι τα πουλιά αυτά είχαν δόντια και μακριά σπονδυλωτή ουρά, ταυτόχρονα δείχνουν ότι ήταν εντελώς καλυμμένα με πούπουλα, είχαν πόδια κατάλληλα για να κάθονται πάνω σε κλαδιά, καθώς και πλήρως αναπτυγμένες φτερούγες. Δεν υπάρχουν ενδιάμεσα δείγματα—με φολίδες εξελισσόμενες σε πούπουλα ή μπροστινά πόδια εξελισσόμενα σε φτερούγες—τα οποία να στηρίζουν έστω και στο ελάχιστο τη θεωρία της εξέλιξης. Όπως το εξέφρασε ο απόστολος Παύλος, τα πουλιά είναι από «σάρκα» διαφορετική σε σχέση με των άλλων πλασμάτων της γης.—1Κο 15:39.
Ο ψαλμωδός κάλεσε τα «φτερωτά πουλιά» να αινούν τον Ιεχωβά (Ψλ 148:1, 10), και τα πουλιά το κάνουν αυτό με την ίδια την κατασκευή τους και με τον περίπλοκο σχεδιασμό τους. Ένα και μόνο πουλί ενδέχεται να έχει από 1.000 ως 20.000 και πλέον πούπουλα. Ωστόσο, κάθε πούπουλο αποτελείται από έναν άξονα από τον οποίο εκφύονται εκατοντάδες μύστακες που σχηματίζουν ένα εσωτερικό πλέγμα, ενώ κάθε μύστακας περιλαμβάνει αρκετές εκατοντάδες μικρότερα μυστάκια και κάθε μυστάκιο έχει εκατοντάδες αγκιστροειδείς προεξοχές. Παραδείγματος χάρη, ένα και μόνο πούπουλο, μήκους περίπου 15 εκ., στη φτερούγα ενός περιστεριού υπολογίζεται ότι περιέχει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες μυστάκια και κυριολεκτικά εκατομμύρια αγκιστροειδείς προεξοχές. Οι αρχές της αεροδυναμικής με βάση τις οποίες έχουν σχεδιαστεί οι φτερούγες και το σώμα των πουλιών υπερτερούν σε περιπλοκότητα και αποτελεσματικότητα από εκείνες των σύγχρονων αεροσκαφών. Τα κούφια οστά των πουλιών συμβάλλουν στο μικρό τους βάρος, και γι’ αυτό ο σκελετός μιας φρεγάτας, ενός πουλιού με άνοιγμα φτερών 2 μ., μπορεί κατά προσέγγιση να ζυγίζει μόνο 110 γρ. Μάλιστα μερικά από τα οστά στις φτερούγες των μεγάλων πουλιών που αερολισθαίνουν έχουν στο κούφιο εσωτερικό τους στηρίγματα όμοια με αντηρίδες, σαν τις δοκούς στο εσωτερικό των φτερών του αεροπλάνου.
Τον καιρό του Κατακλυσμού, ο Νώε έβαλε στην κιβωτό ζευγάρια πουλιών «κατά τα είδη τους» με σκοπό να τα διασώσει. (Γε 6:7, 20· 7:3, 23) Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα πόσα διαφορετικά «είδη» πουλιών υπήρχαν τότε, εφόσον ορισμένα έχουν εξαφανιστεί ακόμη και πρόσφατα. Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι ο κατάλογος των πουλιών σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική κατάταξη που εμφανίζεται στη Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([The New Encyclopædia Britannica] 1985, Τόμ. 15, σ. 14-106) αναφέρει συνολικά μόνο 221 «οικογένειες» πουλιών, περιλαμβανομένων και μερικών που έχουν εξαφανιστεί τώρα ή είναι γνωστές μόνο σε μορφή απολιθωμάτων. Φυσικά, αυτές οι «οικογένειες» περιλαμβάνουν χιλιάδες ποικιλίες.—Βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ Αρ. 1.
Μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό, ο Νώε πρόσφερε ως θυσία «καθαρά πετούμενα πλάσματα» μαζί με ζώα. (Γε 8:18-20) Έκτοτε, ο Θεός επέτρεψε στον άνθρωπο να συμπεριλάβει πουλιά στη διατροφή του, με την προϋπόθεση ότι δεν θα έτρωγε το αίμα. (Γε 9:1-4· παράβαλε Λευ 7:26· 17:13.) Άρα, η “καθαρότητα” ορισμένων πουλιών εκείνη την εποχή φαίνεται πως σχετιζόταν με κάποια θεϊκή ένδειξη ότι ήταν αποδεκτά για θυσία. Η Βιβλική αφήγηση δείχνει ότι κανένα από τα πουλιά δεν είχε χαρακτηριστεί «ακάθαρτο» για βρώση μέχρις ότου δόθηκε ο Μωσαϊκός Νόμος. (Λευ 11:13-19, 46, 47· 20:25· Δευ 14:11-20) Οι παράγοντες που καθόριζαν ποια πουλιά χαρακτηρίζονταν τελετουργικά «ακάθαρτα» δεν αναφέρονται ξεκάθαρα στην Αγία Γραφή. Γι’ αυτό, μολονότι τα περισσότερα πουλιά που έφεραν αυτόν το χαρακτηρισμό ήταν αρπακτικά ή νεκροφάγα, αυτό δεν ίσχυε για όλα. (Βλέπε ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ.) Η εν λόγω απαγόρευση άρθηκε με τη θέσπιση της νέας διαθήκης, όπως αποκάλυψε ο Θεός στον Πέτρο μέσω οράματος.—Πρ 10:9-15.
Ο προσδιορισμός των πουλιών που κατονομάζονται συγκεκριμένα στην Αγία Γραφή αποτελεί δύσκολο πρόβλημα σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι λεξικογράφοι καθοδηγούνται γενικά από τη σημασία που έχει η ρίζα της κάθε ονομασίας, εφόσον συνήθως αυτή είναι περιγραφική, από ενδείξεις των συμφραζομένων σχετικά με τις συνήθειες και τη φυσική κατοικία του πουλιού, καθώς και από την παρατήρηση των πουλιών που γνωρίζουμε ότι μπορούν να βρεθούν στις Βιβλικές χώρες. Σε πολλές περιπτώσεις, οι λέξεις που προσδιορίζουν τα διάφορα πουλιά πιστεύεται ότι είναι ονοματοποιημένες, δηλαδή αποτελούν μίμηση του ήχου που παράγει το πουλί.
Η Παλαιστίνη, λόγω της ποικιλόμορφης τοπογραφίας της, που χαρακτηρίζεται από δροσερές βουνοκορφές μέχρι βαθιές κοιλάδες με αποπνικτική ζέστη και από άνυδρες ερήμους μέχρι παραθαλάσσιες πεδιάδες—όλα αυτά κοντά στη νοτιοανατολική γωνία της Μεσογείου—αποτελεί σημείο συγκέντρωσης μεγάλης ποικιλίας πουλιών. Το Όρος Αερμών, που βρίσκεται στο Β, σκεπάζεται από χιόνι τη μεγαλύτερη περίοδο του έτους, ενώ 200 χλμ. νότια, στην κάτω Κοιλάδα του Ιορδάνη και κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, επικρατεί θερμό και τροπικό κλίμα. Η καθεμιά από αυτές τις ζώνες φιλοξενεί πουλιά ενδημικά του ανάλογου περιβάλλοντος, είτε αλπικού είτε τροπικού, πράγμα που ισχύει και για τις εύκρατες ζώνες και τις ερήμους. (Ψλ 102:6· 104:16, 17) Επιπλέον, από την Παλαιστίνη περνάει μια από τις κύριες μεταναστευτικές οδούς που ακολουθούν κάθε χρόνο τα πουλιά (πελαργοί, τρυγόνια, ορτύκια, πετροχελίδονα, χελιδόνια, πυκνόνωτοι, κούκοι και άλλα) καθώς ταξιδεύουν την άνοιξη προς το Β από την Αφρική ή το φθινόπωρο προς το Ν από την Ευρώπη και την Ασία. (Ασμ 2:11, 12· Ιερ 8:7) Υπολογίζεται, λοιπόν, ότι κατά τη διάρκεια του έτους μπορούν να βρεθούν στην Παλαιστίνη περίπου 470 ποικιλίες πουλιών. Αν ληφθεί υπόψη η φθορά που υπέστησαν τα δάση και η βλάστηση της Παλαιστίνης στο πέρασμα των αιώνων, ο πληθυσμός των πουλιών στους Βιβλικούς χρόνους πιθανόν να ήταν ακόμη μεγαλύτερος.
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτος είναι ο μεγάλος αριθμός αρπακτικών πουλιών (εβρ., ‛άγιτ) που βρίσκονται στην Παλαιστίνη, στα οποία περιλαμβάνονται αετοί, γεράκια—γνήσια και μη—ικτίνοι και γύπες. Την εποχή του Αβραάμ, κάποια αρπακτικά πουλιά προσπάθησαν να κατεβούν πάνω σε ορισμένα ζώα και πουλιά που είχε θυσιάσει εκείνος, αναγκάζοντάς τον να τα διώχνει ωσότου άρχισε να δύει ο ήλιος. (Γε 15:9-12· παράβαλε 2Σα 21:10.) Για να βρουν τροφή αυτά τα πουλιά, βασίζονται στην οξεία όρασή τους, χάρη στην οποία βλέπουν μακριά, και όχι στη σχετικά ασθενή τους όσφρηση.
Το πασίγνωστο θέαμα ενός σμήνους νεκροφάγων πουλιών που μαζεύονται γύρω από κάποιο πτώμα αποτελούσε συχνά τη βάση μιας δυσοίωνης προειδοποίησης για τον εχθρό (1Σα 17:44, 46), και αποτέλεσε επανειλημμένα μέρος θεόπνευστων προφητικών προειδοποιήσεων προς το έθνος του Ισραήλ και τους άρχοντές του (Δευ 28:26· 1Βα 14:11· 21:24· Ιερ 7:33· 15:3), καθώς και προς διάφορα ξένα έθνη. (Ησ 18:1, 6· Ιεζ 29:5· 32:4) Γι’ αυτό, το πρόσωπο που χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να εκτελέσει κρίση συμβολίστηκε από ένα «αρπακτικό πουλί». (Ησ 46:11) Για να απεικονιστεί η ερήμωση μιας πόλης ή μιας χώρας, αναφερόταν ότι αυτή θα γινόταν κατοικία ορισμένων μοναχικών πουλιών (Ησ 13:19-21· παράβαλε Απ 18:2) ή ότι θα εξαφανίζονταν από αυτήν όλα τα πουλιά. (Ιερ 4:25-27· 9:10· 12:4· Ωσ 4:3· Σοφ 1:3) Η διακήρυξη μέσω της οποίας καλούνται όλα τα πουλιά να συγκεντρωθούν και να συμποσιάσουν τρώγοντας τα πτώματα του Γωγ του Μαγώγ και του πλήθους του (Ιεζ 39:1-4, 17-21) είναι παράλληλη εκείνης που έχει καταγραφεί στην Αποκάλυψη, σύμφωνα με την οποία τα πτώματα των εθνικών ηγετών και των στρατευμάτων τους γίνονται τροφή για «όλα τα πουλιά που πετούν στο μεσουράνημα» εξαιτίας του εκτελεστικού έργου του Χριστού Ιησού ως Βασιλιά.—Απ 19:11-21· αντιπαράβαλε αυτό με τα παρηγορητικά λόγια του Θεού προς το λαό του, στα εδάφια Ωσ 2:18-20.
Η λατρεία πουλιών ως παραστάσεων του αληθινού Θεού απαγορευόταν για το έθνος του Ισραήλ (Δευ 4:15-17), αλλά κατείχε εξέχουσα θέση στα ειδωλολατρικά έθνη και κυρίως στην Αίγυπτο. (Ρω 1:23) Εκατοντάδες ταριχευμένα πουλιά έχουν βρεθεί σε αιγυπτιακούς τάφους, ιδίως γεράκια, γύπες και ίβιδες—πουλιά που όλα θεωρούνταν ιερά από τους Αιγυπτίους. Η αιγυπτιακή ιερογλυφική γραφή περιλαμβάνει περίπου 22 διαφορετικά σύμβολα που απεικονίζουν πουλιά.
-
-
ΠουρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΡ
Μη εβραϊκή λέξη η οποία εμφανίζεται στα εδάφια Εσθήρ 3:7 και 9:24, 26 και σημαίνει «κλήρος» (εβρ., γκωράλ· βλέπε ΚΛΗΡΟΣ). Αυτός είναι ο ενικός αριθμός της λέξης, ενώ ο πληθυντικός είναι «Πουρίμ». (Εσθ 9:26, 28-32) Η λέξη «πουρ» συνδέεται με την ακκαδική λέξη πουρού, που σημαίνει «κλήρος». Από αυτήν πήρε το όνομά της η Ιουδαϊκή γιορτή Πουρίμ.—Βλέπε ΠΟΥΡΙΜ.
-
-
ΠουρίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΡΙΜ
(Πουρίμ).
Η γιορτή που τηρείται στις 14 και 15 του μήνα Αδάρ, του τελευταίου μήνα του Ιουδαϊκού έτους, ο οποίος αντιστοιχεί στο τελευταίο μέρος του Φεβρουαρίου και στο πρώτο του Μαρτίου. Ονομάζεται επίσης Γιορτή των Κλήρων. (Εσθ 9:21) Η ονομασία προέρχεται από μια ενέργεια του Αμάν ο οποίος έριξε πουρ (κλήρο) για να προσδιορίσει ποια ημέρα θα ήταν ευοίωνη ώστε να θέσει τότε σε εφαρμογή την πλεκτάνη για την εξόντωση των Ιουδαίων. Ως Αγαγίτης—πιθανόν Αμαληκίτης βασιλικής καταγωγής—και λάτρης ειδωλολατρικών θεοτήτων, κατέφυγε σε αυτό το «είδος μαντείας». (Εσθ 3:7, Le, υποσ.· βλέπε ΚΛΗΡΟΣ· ΜΑΝΤΕΙΑ· ΠΟΥΡ.) Το 12ο έτος του Βασιλιά Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄), στις 13 Νισάν, προφανώς την άνοιξη του 484 Π.Κ.Χ., καταρτίστηκε για όλες τις περσικές επαρχίες το επίσημο διάταγμα εξολόθρευσης των Ιουδαίων το οποίο είχε εγκρίνει ο βασιλιάς παρασυρμένος από τον Αμάν.
Επέτειος Απελευθέρωσης. Η γιορτή τηρείται σε ανάμνηση της απελευθέρωσης των Ιουδαίων από την εξολόθρευση που επρόκειτο να υποστούν μέσω της πλεκτάνης του Αμάν. Επομένως, είναι πολύ πιθανό ότι η ονομασία Πουρίμ δόθηκε από τους Ιουδαίους σκωπτικά. (Εσθ 9:24-26) Στο απόκρυφο βιβλίο των Μακκαβαίων η γιορτή αποκαλείται επίσης “Μαρδοχαϊκή ημέρα”, επειδή ο Μαροδοχαίος έπαιξε σπουδαίο ρόλο στα γεγονότα που έχουν σχέση με τη γιορτή. (Β΄ Μακκαβαίων 15:36) Χάρη στις προσπάθειες της Βασίλισσας Εσθήρ, η οποία διακινδύνευσε τη ζωή της και υπάκουσε στις οδηγίες του μεγαλύτερου εξαδέλφου της, του Μαροδοχαίου, οι Ιουδαίοι απελευθερώθηκαν. Η Εσθήρ νήστεψε τρεις ημέρες προτού ζητήσει ακρόαση από το βασιλιά για να τον προσκαλέσει σε συμπόσιο και κατόπιν σε δεύτερο συμπόσιο όπου θα παρουσίαζε το αίτημά της. (Εσθ 4:6–5:8) Το αίτημα εισακούστηκε, αλλά επειδή το αρχικό διάταγμα δεν μπορούσε να αλλάξει, δεδομένου ότι ο νόμος των Μήδων και των Περσών ήταν αναλλοίωτος (Δα 6:8), εκδόθηκε άλλο διάταγμα την 23η ημέρα του Σιβάν. Αυτό το έγγραφο χορηγούσε στους Ιουδαίους το δικαίωμα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και τους έδινε τη δυνατότητα να προετοιμαστούν. Γράφτηκε από τον Μαροδοχαίο και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες για τις διάφορες περιφέρειες της Περσικής Αυτοκρατορίας. Οι Ιουδαίοι πολέμησαν—με τη βοήθεια των αρχόντων, των σατραπών και των κυβερνητών—και αντέστρεψαν τους όρους σε βάρος αυτών που τους εχθρεύονταν. Στις 13 Αδάρ έλαβε χώρα μεγάλη σφαγή, όχι των Ιουδαίων, αλλά των εχθρών τους. Η σφαγή συνεχίστηκε στη βασιλική πόλη των Σούσων όλη τη 14η ημέρα. Τη 14η ημέρα του Αδάρ οι Ιουδαίοι στις διοικητικές περιφέρειες αναπαύτηκαν, και το ίδιο έκαναν τη 15η όσοι ζούσαν στα Σούσα, με συμπόσια και χαρές.—Εσθ 8:3–9:19.
Σε ανάμνηση αυτής της απελευθέρωσης, ο Μαροδοχαίος επέβαλε στους Ιουδαίους την υποχρέωση να γιορτάζουν τη 14η και τη 15η Αδάρ κάθε χρόνο “με συμπόσιο και χαρά και να στέλνουν μερίδες ο ένας στον άλλον και δώρα στους φτωχούς”. (Εσθ 9:20-22) Αργότερα, γράφτηκε και άλλη επιστολή με την οποία η Εσθήρ η βασίλισσα επικύρωνε τη διαταγή για αυτή τη γιορτή. Η γιορτή έπρεπε να τηρείται σε κάθε γενιά, σε κάθε οικογένεια, σε κάθε διοικητική περιφέρεια και σε κάθε πόλη τον προσδιορισμένο καιρό κάθε χρόνο.—Εσθ 9:28-31· βλέπε ΕΣΘΗΡ (ΒΙΒΛΙΟ).
Η γιορτή τηρείται από τους Εβραίους μέχρι σήμερα με κάθε λεπτομέρεια και πολλές προσθήκες. Μια από τις συμπληρωματικές διατάξεις της παράδοσης που εμφανίστηκαν με την πάροδο του χρόνου ήταν ο προσδιορισμός της 13ης ημέρας του Αδάρ ως ημέρας νηστείας, η οποία ονομάζεται Νηστεία της Εσθήρ. Στη διάρκεια αυτής της γιορτής δεν απαγορεύεται το εμπόριο ή η εργασία.
Ένα Ερώτημα για το Εδάφιο Ιωάννης 5:1. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν μνημονεύεται άμεσα η Γιορτή των Πουρίμ. Ορισμένοι έχουν ισχυριστεί ότι στο εδάφιο Ιωάννης 5:1 γίνεται λόγος για αυτήν: «Έπειτα από αυτά, ήταν μια γιορτή των Ιουδαίων, και ο Ιησούς ανέβηκε στην Ιερουσαλήμ». Ωστόσο, η συσχέτιση αυτού του εδαφίου με τη Γιορτή των Πουρίμ είναι ατεκμηρίωτη. Ορισμένα χειρόγραφα περιέχουν το οριστικό άρθρο, και η φράση γίνεται: «η γιορτή των Ιουδαίων». (Βλέπε ΜΝΚ, υποσ.) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι πρέπει να επρόκειτο για μία από τις τρεις επίσημες εποχιακές γιορτές οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 16:16, ιδιαίτερα αν παρατηρήσουμε ότι ο Ιησούς ανέβηκε στην Ιερουσαλήμ, πράγμα που δεν θα χρειαζόταν να κάνει για να τηρήσει τη Γιορτή των Πουρίμ. Τα Πουρίμ συνδέονταν περισσότερο με την τοπική συναγωγή και τον τόπο διαμονής του καθενός παρά με το ναό, εφόσον η γιορτή αυτή έπρεπε να τηρείται στην πόλη όπου έμενε κάποιος. Επίσης, είναι απίθανο να κάλυψε ο Ιησούς με τα πόδια όλη την απόσταση μέχρι την Ιερουσαλήμ και μετά να έφυγε ξανά για τη Γαλιλαία, ενώ μόλις έναν μήνα αργότερα ακολουθούσε το Πάσχα. Επιπλέον, αν δεχτούμε ότι το εδάφιο Ιωάννης 5:1 αναφέρεται στα Πουρίμ και το εδάφιο Ιωάννης 6:4 στο Πάσχα έναν μήνα αργότερα, τότε σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα θα έπρεπε να συμβούν πάρα πολλά γεγονότα, κάτι αδύνατον διότι θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τη διακονία του Ιησού στην Καπερναούμ, διάφορα ταξίδια στη Γαλιλαία, καθώς και την επιστροφή τόσο στην Καπερναούμ όσο και στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ. (Βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ [Πίνακας με τα Κύρια Γεγονότα της Επίγειας Ζωής του Ιησού].) Άρα, έχουμε λόγο να πιστεύουμε ότι η «γιορτή των Ιουδαίων» στο εδάφιο Ιωάννης 5:1 ήταν στην πραγματικότητα η γιορτή του Πάσχα το 31 Κ.Χ.—Βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Αποδείξεις για διακονία τριάμισι ετών).
Σκοπός. Μολονότι ορισμένοι σχολιαστές λένε ότι η Γιορτή των Πουρίμ, έτσι όπως τηρείται σήμερα από τους Εβραίους, έχει μάλλον κοσμικό παρά θρησκευτικό χαρακτήρα και μερικές φορές συνοδεύεται από υπερβολές, κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε ούτε όταν θεσπίστηκε ούτε κατά τον αρχικό της εορτασμό. Ο Μαροδοχαίος και η Εσθήρ ήταν και οι δύο υπηρέτες του αληθινού Θεού Ιεχωβά, η δε γιορτή καθιερώθηκε προς τιμήν Του. Εκείνη η απελευθέρωση των Ιουδαίων μπορεί να αποδοθεί στον Ιεχωβά Θεό, επειδή το θέμα προέκυψε λόγω της ακεραιότητας που διακρατούσε ο Μαροδοχαίος καθώς απέδιδε αποκλειστική λατρεία στον Ιεχωβά. Ο Αμάν ήταν κατά πάσα πιθανότητα Αμαληκίτης, του οποίου το έθνος ο Ιεχωβά είχε συγκεκριμένα καταραστεί και καταδικάσει σε καταστροφή. Ο Μαροδοχαίος σεβάστηκε το διάταγμα του Θεού και αρνήθηκε να προσκυνήσει τον Αμάν. (Εσθ 3:2, 5· Εξ 17:14-16) Επίσης, τα λόγια του Μαροδοχαίου στην Εσθήρ (Εσθ 4:14) υποδηλώνουν ότι αυτός απέβλεπε σε ανώτερη δύναμη για την απελευθέρωση των Ιουδαίων, η δε νηστεία που έκανε η Εσθήρ προτού παρουσιαστεί ενώπιον του βασιλιά με το αρχικό της αίτημα—μια πρόσκληση σε συμπόσιο—υποδηλώνει ότι επικαλέστηκε τον Θεό για βοήθεια.—Εσθ 4:16.
-
-
Πραιτωριανή ΦρουράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΙΤΩΡΙΑΝΗ ΦΡΟΥΡΑ
Ειδικό σώμα Ρωμαίων στρατιωτών το οποίο αρχικά οργάνωσε ο Αύγουστος ως σωματοφυλακή του αυτοκράτορα. Αποτελούνταν από εννιά κοόρτεις (αργότερα έγιναν δέκα) των 1.000 αντρών η καθεμιά. Όλα τα μέλη του ήταν Ιταλοί εθελοντές, η δε αμοιβή τους ήταν διπλάσια ή τριπλάσια από την αμοιβή ενός λεγεωνάριου. Ο Τιβέριος κράτησε αυτό το επίλεκτο σώμα συγκεντρωμένο στη Ρώμη χτίζοντας οχυρωμένους στρατώνες Β από τα τείχη της πόλης. Μολονότι κάποιες από τις κοόρτεις μπορεί να στέλνονταν σε ξένες χώρες, τρεις ήταν πάντοτε εγκατεστημένες στη Ρώμη και η μία από αυτές κατέλυε σε στρατώνες που επικοινωνούσαν με το ανάκτορο του αυτοκράτορα. Εφόσον η Πραιτωριανή Φρουρά ήταν βασικά το μοναδικό μόνιμο στρατιωτικό σώμα στην Ιταλία, κατέληξε να αποτελεί ισχυρή πολιτική δύναμη όσον αφορά την υποστήριξη ή την ανατροπή του αυτοκράτορα. Με τον καιρό, το μέγεθος και η σύσταση της Πραιτωριανής Φρουράς άλλαξαν, και γίνονταν δεκτοί σε αυτήν ακόμη και άντρες από τις επαρχίες. Τελικά τη διέλυσε ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος το 312 Κ.Χ.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο των Ευαγγελίων και των Πράξεων, ο λατινισμός πραιτώριον χρησιμοποιείται αναφορικά με ανάκτορο ή με κατοικία. Αρχικά, praetorium ονομαζόταν η σκηνή του στρατιωτικού διοικητή και με την πάροδο του χρόνου ο όρος κατέληξε να προσδιορίζει την κατοικία του επάρχου. Κατά συνέπεια, ο Πιλάτος ανέκρινε τον Ιησού στο praetorium (πραιτώριον), ή αλλιώς στο «ανάκτορο του κυβερνήτη». (Ιωα 18:28, 33· 19:9· βλέπε ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ.) Προφανώς εκεί εκδίδονταν δικαστικές αποφάσεις και στεγάζονταν οι στρατιώτες. (Ματ 27:27· Μαρ 15:16) Στην Καισάρεια, ο Παύλος “φρουρούνταν στο πραιτωριανό ανάκτορο του Ηρώδη”.—Πρ 23:35.
Με δεδομένη αυτή τη χρήση, μερικοί έχουν υποστηρίξει ότι η λέξη πραιτώριον στο εδάφιο Φιλιππησίους 1:13 εφαρμοζόταν στο ανάκτορο του Νέρωνα στον Παλατίνο Λόφο ή σε κάποια δικαστική αίθουσα στην οποία θα μπορούσε να εκδικαστεί η υπόθεση του Παύλου. Ωστόσο η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (Τόμ. 8, σ. 469) επισημαίνει: «Δεν επρόκειτο για το αυτοκρατορικό ανάκτορο, . . . διότι αυτό δεν ονομαζόταν ποτέ prætorium στη Ρώμη· ούτε επρόκειτο για δικαστική αίθουσα, διότι δεν υπήρχε τέτοιο κτίριο στη Ρώμη, και τα δικαστήρια ονομάστηκαν prætoria πολύ αργότερα». Όταν ο Παύλος φυλακίστηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη, του «επιτράπηκε . . . να μένει μόνος του με το στρατιώτη που τον φρουρούσε». (Πρ 28:16) Με αυτόν τον τρόπο, τα δεσμά του θα είχαν γίνει ευρέως γνωστά σε σχέση με τον Χριστό μεταξύ των στρατιωτών της Πραιτωριανής Φρουράς, ιδιαίτερα δε αν κάθε ημέρα υπήρχε διαφορετικός φρουρός. Κατά συνέπεια, πολλοί μεταφραστές θεωρούν ότι με τη λέξη πραιτώριον στο εδάφιο Φιλιππησίους 1:13 εννοείται η Πραιτωριανή Φρουρά και όχι κάποιο κτίριο ή δικαστικό σώμα.—RS, AS, ΜΝΚ, ΤΚΔ, ΛΧ.
Το Παραδεδεγμένο Κείμενο περιλαμβάνει στο εδάφιο Πράξεις 28:16 τη φράση: «ο εκατόνταρχος παρέδωκε τους δεσμίους εις τον στρατοπεδάρχην». (KJ, ΒΑΜ) Ορισμένοι έχουν προσδιορίσει αυτόν το στρατοπεδάρχη ως τον Σέξτο Αφράνιο Βούρο, τον ύπαρχο της Πραιτωριανής Φρουράς υπό τον Νέρωνα μέχρι το 62 Κ.Χ. Μάλιστα ο Ντάρμπι έχει την απόδοση: «ο εκατόνταρχος παρέδωσε τους φυλακισμένους στον ύπαρχο των πραιτωριανών». Ωστόσο, η μετάφραση του Ντάρμπι βάζει αυτό το τμήμα μέσα σε αγκύλες θεωρώντας το ως απόσπασμα σε σχέση με το οποίο υπάρχουν διαφορές στα χειρόγραφα. Άλλες σύγχρονες μεταφράσεις παραλείπουν εντελώς αυτή τη φράση επειδή δεν εμφανίζεται σε διάφορα αρχαία χειρόγραφα όπως το Σιναϊτικό, το Αλεξανδρινό και το Βατικανό Αρ. 1209.—RS, AT, JB, ΜΝΚ, ΚΔΒ, ΠΑΒ, ΛΘΖ.
[Εικόνα στη σελίδα 727]
Πραιτωριανός φρουρός
-
-
Πράξεις των ΑποστόλωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Με αυτόν τον τίτλο είναι γνωστό από το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. ένα από τα βιβλία της Αγίας Γραφής. Το βιβλίο αυτό καλύπτει κυρίως τη δράση του Πέτρου και του Παύλου, και όχι όλων των αποστόλων γενικά. Παράλληλα, μας παρέχει ένα απολύτως αξιόπιστο και περιεκτικό ιστορικό υπόμνημα για το εντυπωσιακό ξεκίνημα και τη ραγδαία εξέλιξη της Χριστιανικής οργάνωσης, πρώτα μεταξύ των Ιουδαίων και έπειτα μεταξύ των Σαμαρειτών και των Εθνικών.
Στο βιβλίο δεσπόζει το κυρίαρχο θέμα ολόκληρης της Αγίας Γραφής, η Βασιλεία του Ιεχωβά (Πρ 1:3· 8:12· 14:22· 19:8· 20:25· 28:31), ενώ μας υπενθυμίζεται συνεχώς το πώς έδωσαν οι απόστολοι «πλήρη μαρτυρία» σχετικά με τον Χριστό και αυτή τη Βασιλεία και έφεραν σε πέρας πλήρως τη διακονία τους. (2:40· 5:42· 8:25· 10:42· 20:21, 24· 23:11· 26:22· 28:23) Το βιβλίο παρέχει επίσης ένα εξαιρετικό ιστορικό υπόβαθρο με βάση το οποίο μπορεί κανείς να εξετάσει τις θεόπνευστες επιστολές των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.
Ο Συγγραφέας. Τα εισαγωγικά λόγια των Πράξεων αναφέρονται στο Ευαγγέλιο του Λουκά με την έκφραση “η πρώτη αφήγηση”. Εφόσον και οι δύο αφηγήσεις απευθύνονται στο ίδιο άτομο, τον Θεόφιλο, γνωρίζουμε ότι ο Λουκάς ήταν ο συγγραφέας των Πράξεων, παρ’ όλο που ο ίδιος δεν υπογράφει με το όνομά του. (Λου 1:3· Πρ 1:1) Και οι δύο αφηγήσεις έχουν παρόμοιο ύφος και φρασεολογία. Επίσης το Μουρατόρειο Απόσπασμα, που χρονολογείται από τα τέλη του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., αποδίδει στον Λουκά τη συγγραφή. Εκκλησιαστικά έργα του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., τα οποία έγραψαν ο Ειρηναίος της Λυών, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο Τερτυλλιανός της Καρχηδόνας, αναφέρουν τον Λουκά ως συγγραφέα όταν παραθέτουν από τις Πράξεις.
Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Το βιβλίο καλύπτει περίοδο περίπου 28 ετών, από την ανάληψη του Ιησού το 33 Κ.Χ. ως το τέλος του δεύτερου έτους της φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη, γύρω στο 61 Κ.Χ. Την περίοδο αυτή κυβέρνησαν διαδοχικά τέσσερις Ρωμαίοι αυτοκράτορες: ο Τιβέριος, ο Καλιγούλας, ο Κλαύδιος και ο Νέρων. Εφόσον το βιβλίο εξιστορεί γεγονότα που έλαβαν χώρα μέχρι και το δεύτερο έτος της φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη, δεν είναι δυνατόν να ολοκληρώθηκε νωρίτερα. Αν η αφήγηση είχε γραφτεί αργότερα, θα αναμέναμε λογικά από τον Λουκά περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον Παύλο. Αν είχε γραφτεί μετά το 64 Κ.Χ., θα γινόταν οπωσδήποτε λόγος για το βίαιο διωγμό που εξαπέλυσε τότε ο Νέρων. Και αν είχε γραφτεί μετά το 70 Κ.Χ., όπως ισχυρίζονται μερικοί, θα αναμέναμε να βρούμε κάποια μνεία για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
Ο συγγραφέας Λουκάς συνόδευσε για μεγάλο διάστημα τον Παύλο στα ταξίδια του, μεταξύ άλλων και στο επικίνδυνο ταξίδι προς τη Ρώμη, πράγμα που γίνεται φανερό από τη χρήση πρώτου πληθυντικού προσώπου στα εδάφια Πράξεις 16:10-17· 20:5-15· 21:1-18· 27:1-37· 28:1-16. Στις επιστολές που έγραψε ο Παύλος από τη Ρώμη, αναφέρει ότι ήταν και ο Λουκάς εκεί. (Κολ 4:14· Φλμ 24) Επομένως, η συγγραφή του βιβλίου των Πράξεων ολοκληρώθηκε στη Ρώμη.
Όπως επισημάνθηκε ήδη, ο ίδιος ο Λουκάς ήταν αυτόπτης μάρτυρας πολλών από τα συμβάντα που κατέγραψε, και στα ταξίδια του συνάντησε συγχριστιανούς του οι οποίοι είτε περιλαμβάνονταν σε ορισμένα γεγονότα που περιγράφονται είτε παρίσταντο σε αυτά. Για παράδειγμα, ο Ιωάννης Μάρκος ήταν σε θέση να του μιλήσει για τη θαυματουργική απελευθέρωση του Πέτρου από τη φυλακή (Πρ 12:12), ενώ τα γεγονότα που περιγράφονται στο 6ο και στο 8ο κεφάλαιο μπορεί να τα έμαθε από τον ιεραπόστολο Φίλιππο. Φυσικά και ο Παύλος, ως αυτόπτης μάρτυρας, ήταν σε θέση να δώσει πολλές λεπτομέρειες των γεγονότων που συνέβησαν όταν ο Λουκάς δεν ήταν μαζί του.
Αυθεντικότητα. Η ακρίβεια του βιβλίου των Πράξεων έχει επαληθευτεί στο διάβα των ετών από πολλές αρχαιολογικές ανακαλύψεις. Για παράδειγμα, το εδάφιο Πράξεις 13:7 λέει ότι ο Σέργιος Παύλος ήταν ο ανθύπατος της Κύπρου. Τώρα είναι γνωστό ότι λίγο προτού πάει ο Παύλος εκεί, η Κύπρος διοικούνταν από έναν αντιπραίτορα, ή αλλιώς λεγάτο, αλλά μια επιγραφή που βρέθηκε στην Κύπρο αποδεικνύει ότι το νησί περιήλθε όντως υπό την άμεση διοίκηση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, την οποία εκπροσωπούσε ένας έπαρχος, ο λεγόμενος ανθύπατος. Παρόμοια, στην Ελλάδα, κατά τη διακυβέρνηση του Αυγούστου Καίσαρα, η Αχαΐα ήταν επαρχία υπό την άμεση διοίκηση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, αλλά όταν ήταν αυτοκράτορας ο Τιβέριος, η Αχαΐα διοικούνταν άμεσα από τον ίδιο. Αργότερα, υπό τον Αυτοκράτορα Κλαύδιο, έγινε και πάλι συγκλητική επαρχία, σύμφωνα με τον Τάκιτο. Έχει ανακαλυφτεί ένα απόσπασμα από μια απαντητική επιστολή του Κλαύδιου προς τους κατοίκους των Δελφών, το οποίο αναφέρεται στην ανθυπατεία του Γαλλίωνα. Επομένως, το εδάφιο Πράξεις 18:12 λέει ορθά ότι ο Γαλλίων ήταν «ανθύπατος» όταν ο Παύλος βρισκόταν στην Κόρινθο, την πρωτεύουσα της Αχαΐας. (Βλέπε ΓΑΛΛΙΩΝ.) Επίσης, μια επιγραφή από κάποια αψίδα της Θεσσαλονίκης (σπαράγματα της οποίας φυλάσσονται στο Βρετανικό Μουσείο) δείχνει ότι το εδάφιο Πράξεις 17:8 ορθά κάνει λόγο για «άρχοντες της πόλης» (πολιτάρχας, Κείμενο), παρότι αυτός ο τίτλος δεν εμφανίζεται στα κλασικά συγγράμματα.
Μέχρι σήμερα ο Άρειος Πάγος, δηλαδή ο Λόφος του Άρη, στην Αθήνα, όπου κήρυξε ο Παύλος, επιβεβαιώνει σιωπηλά την αξιοπιστία των Πράξεων. (Πρ 17:19) Ιατρικοί όροι και εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στις Πράξεις συμφωνούν με τα γραφόμενα των Ελλήνων ιατρικών συγγραφέων εκείνης της εποχής. Τα ταξίδια στη Μέση Ανατολή τον πρώτο αιώνα γίνονταν ουσιαστικά με τους τρόπους που περιγράφονται στις Πράξεις: τα χερσαία γίνονταν με τα πόδια, με άλογα ή με ιππήλατα άρματα (23:24, 31, 32· 8:27-38), ενώ τα θαλάσσια γίνονταν με φορτηγά πλοία. (21:1-3· 27:1-5) Εκείνα τα αρχαία σκάφη δεν είχαν ένα μόνο πηδάλιο, αλλά διευθύνονταν από δύο μεγάλα κωπήρη πηδάλια, γι’ αυτό και είναι σωστό το ότι η λέξη πηδάλια χρησιμοποιείται στον πληθυντικό αριθμό. (27:40) Η περιγραφή του ταξιδιού που έκανε ο Παύλος ακτοπλοϊκώς προς τη Ρώμη (27:1-44) αναγνωρίζεται από τους σύγχρονους ναυτικούς που είναι γνώστες της περιοχής ως απολύτως έγκυρη και αξιόπιστη όσον αφορά τη διάρκεια του ταξιδιού, την απόσταση που διένυσαν και τους ενδιάμεσους σταθμούς.
Οι Πράξεις των Αποστόλων ήταν αναντίρρητα αποδεκτές ως θεόπνευστο και κανονικό σύγγραμμα των Γραφών από όσους κατάρτισαν τους καταλόγους των βιβλίων της Αγίας Γραφής μεταξύ του δεύτερου και του τέταρτου αιώνα Κ.Χ. Τμήματα του βιβλίου, μαζί με αποσπάσματα των τεσσάρων Ευαγγελίων, υπάρχουν στον πάπυρο Τσέστερ Μπίτι Αρ. 1 (P45), ένα χειρόγραφο του τρίτου αιώνα Κ.Χ. Το χειρόγραφο Μίσιγκαν Αρ. 1571 (P38), το οποίο χρονολογείται από τον τρίτο ή τον τέταρτο αιώνα, περιέχει τμήματα του 18ου και του 19ου κεφαλαίου, και ένα χειρόγραφο του τέταρτου αιώνα, γνωστό ως Aegyptus Αρ. 8683 (P8), περιέχει μέρη των κεφαλαίων 4 ως 6. Παραθέσεις από το βιβλίο των Πράξεων έκαναν ο Πολύκαρπος της Σμύρνης γύρω στο 115 Κ.Χ., ο Ιγνάτιος της Αντιόχειας γύρω στο 110 Κ.Χ. και ο Κλήμης της Ρώμης, πιθανώς ήδη από το 95 Κ.Χ. Ο Αθανάσιος, ο Ιερώνυμος και ο Αυγουστίνος του τέταρτου αιώνα, όλοι τους επιβεβαιώνουν τους προγενέστερους καταλόγους που συμπεριλάμβαναν τις Πράξεις.
[Πλαίσιο στη σελίδα 729]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΡΑΞΕΙΣ
Το ξεκίνημα της Χριστιανικής εκκλησίας και ένα υπόμνημα της δημόσιας μαρτυρίας που έδινε με ζήλο παρά τη σφοδρή εναντίωση
Καλυπτόμενος χρόνος: 33 ως περ. 61 Κ.Χ.
Ο Ιησούς, προτού αναληφθεί στον ουρανό, επιφορτίζει τους ακολούθους του με την αποστολή να δίνουν μαρτυρία για αυτόν ως τον Μεσσία του Ιεχωβά (1:1-26)
Οι μαθητές, αφού λαβαίνουν άγιο πνεύμα, δίνουν μαρτυρία με τόλμη σε πολλές γλώσσες (2:1–5:42)
Ιουδαίοι που έχουν έρθει από πολλές χώρες στην Ιερουσαλήμ λαβαίνουν μαρτυρία ο καθένας στη γλώσσα του· βαφτίζονται περίπου 3.000
Ο Πέτρος και ο Ιωάννης συλλαμβάνονται και οδηγούνται ενώπιον του Σάνχεδριν· δηλώνουν άφοβα ότι δεν θα σταματήσουν να δίνουν μαρτυρία
Γεμάτοι άγιο πνεύμα, όλοι οι μαθητές αναγγέλλουν το λόγο του Θεού με τόλμη· πλήθη γίνονται πιστοί
Οι απόστολοι συλλαμβάνονται· ένας άγγελος τους απελευθερώνει· όταν οδηγούνται ενώπιον του Σάνχεδριν, δηλώνουν: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους»
Ο διωγμός οδηγεί σε εξάπλωση της μαρτυρίας (6:1–9:43)
Ο Στέφανος συλλαμβάνεται, δίνει άφοβα μαρτυρία, υφίσταται μαρτυρικό θάνατο
Λόγω του διωγμού διασκορπίζονται όλοι εκτός από τους αποστόλους· δίνεται μαρτυρία στη Σαμάρεια· βαφτίζεται ο Αιθίοπας ευνούχος
Ο Ιησούς εμφανίζεται στον διώκτη Σαύλο· ο Σαύλος μεταστρέφεται, βαφτίζεται, αρχίζει να συμμετέχει με ζήλο στη διακονία
Υπό θεϊκή κατεύθυνση η μαρτυρία φτάνει στους απερίτμητους Εθνικούς (10:1–12:25)
Ο Πέτρος κηρύττει στον Κορνήλιο, στην οικογένειά του και στους φίλους του· αυτοί πιστεύουν, λαβαίνουν άγιο πνεύμα και βαφτίζονται
Η εξιστόρηση αυτού του γεγονότος από τον απόστολο Πέτρο δίνει την ώθηση για περαιτέρω επέκταση ανάμεσα στα έθνη
Οι ευαγγελιστικές περιοδείες του Παύλου (13:1–21:26)
Πρώτη περιοδεία: Κύπρος και Μικρά Ασία. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας δίνουν μαρτυρία με τόλμη, δημόσια και στις συναγωγές· εκδιώκονται από την Αντιόχεια· δέχονται οχλοκρατική επίθεση στο Ικόνιο· στα Λύστρα αρχικά τους αντιμετωπίζουν ως θεούς και μετά λιθοβολούν τον Παύλο
Το κυβερνών σώμα στην Ιερουσαλήμ αποφασίζει για το ζήτημα της περιτομής· ανατίθεται στον Παύλο και στον Βαρνάβα να ενημερώσουν τους αδελφούς ότι δεν απαιτείται περιτομή, αλλά ότι οι πιστοί πρέπει να απέχουν από πράγματα θυσιασμένα σε είδωλα, από αίμα και από πορνεία
Δεύτερη περιοδεία: Πίσω στη Μικρά Ασία και, μέσω αυτής, στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στους Φιλίππους φυλακίζονται, αλλά ο δεσμοφύλακας και η οικογένειά του βαφτίζονται· οι Ιουδαίοι υποκινούν ταραχές στη Θεσσαλονίκη και στη Βέροια· στην Αθήνα, ο Παύλος κηρύττει στη συναγωγή, στην αγορά και τέλος στον Άρειο Πάγο· 18μηνη διακονία στην Κόρινθο
Τρίτη περιοδεία: Μικρά Ασία και Ελλάδα. Καρποφόρα διακονία στην Έφεσο, κατόπιν πρόκληση σάλου από τους αργυροχόους· ο απόστολος Παύλος νουθετεί τους πρεσβυτέρους
Ο Παύλος συλλαμβάνεται, δίνει μαρτυρία σε αξιωματούχους, μεταφέρεται στη Ρώμη (21:27–28:31)
Αφού δέχεται οχλοκρατική επίθεση στην Ιερουσαλήμ, ο Παύλος εμφανίζεται ενώπιον του Σάνχεδριν
Ως κρατούμενος, ο Παύλος δίνει άφοβα μαρτυρία ενώπιον του Φήλικα, του Φήστου και του Βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα Β΄, καθώς και ενόσω ταξιδεύει με πλοίο για τη Ρώμη
Αν και φυλακισμένος στη Ρώμη, ο Παύλος συνεχίζει να βρίσκει τρόπους προκειμένου να κηρύττει για τον Χριστό και τη Βασιλεία
-
-
ΠραότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΟΤΗΤΑ
Μειλιχιότητα, απουσία υπεροψίας ή ματαιοδοξίας, η διανοητική διάθεση που καθιστά κάποιον ικανό να υφίσταται βλάβη εκδηλώνοντας υπομονή, χωρίς να εξάπτεται, να μνησικακεί ή να αντεκδικείται. Η πραότητα είναι συνυφασμένη με άλλες αρετές όπως η ταπεινοφροσύνη και η ηπιότητα, και σπανίως μνημονεύεται χωριστά από αυτές. (Βλέπε ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ.) Η λέξη ‛ανάβ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, που μεταφράζεται «πράος», προέρχεται από τη ρίζα ‛ανάχ, η οποία σημαίνει «ταλαιπωρώ, ταπεινώνω».
Όσον αφορά το επίθετο πραΰς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, το Λεξικό της Καινής Διαθήκης (A New Testament Wordbook), του Γουίλιαμ Μπάρκλεϊ, λέει: «Στην κλασική αρχαία ελληνική, αυτή είναι μια υπέροχη λέξη. Όταν αναφέρεται σε πράγματα, σημαίνει “ήπιος”. Παραδείγματος χάρη, χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα ήπιο αεράκι ή μια ήπια φωνή. Όταν αναφέρεται σε πρόσωπα, σημαίνει “μειλίχιος” ή “ευγενής”. . . . Στο επίθετο πραΰς ενυπάρχει η ηπιότητα, αλλά πίσω από την ηπιότητα κρύβεται χαλύβδινη δύναμη . . . Αυτή η ηπιότητα δεν είναι ταυτόσημη με τη μαλθακότητα, το συναισθηματισμό ή την παθητικότητα». (Λονδίνο, 1956, σ. 103, 104) Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), δηλώνει ότι το ουσιαστικό πραΰτης «δεν αφορά “μόνο την εξωτερική συμπεριφορά του ατόμου ούτε και τις σχέσεις με τους συνανθρώπους του, πολύ δε λιγότερο τη φυσική του τάση. Τουναντίον, πρόκειται για ευγένεια που είναι συνυφασμένη με την ψυχή του και εκδηλώνεται κατά πρώτο και κύριο λόγο προς τον Θεό. Είναι η πνευματική διάθεση στα πλαίσια της οποίας δεχόμαστε την πολιτεία Του προς εμάς ως καλή, γι’ αυτό και δεν την αμφισβητούμε ούτε της αντιτασσόμαστε. Συνδέεται στενά με τη λέξη ταπεινοφροσύνη και αναφέρεται αμέσως μετά από αυτήν”».—1981, Τόμ. 3, σ. 55, 56.
Το επίθετο πραΰς αποδίδεται με διάφορους τρόπους στις μεταφράσεις της Αγίας Γραφής, λόγου χάρη «πράος» και «ήπιος» (KJ, AS, NE, ΜΝΚ). Ωστόσο, όπως δηλώνεται στο σύγγραμμα του Μπάρκλεϊ, από το οποίο παραθέσαμε προηγουμένως, η λέξη πραΰς προχωρεί λίγο βαθύτερα από την ηπιότητα και, όταν χρησιμοποιείται για πρόσωπα, σημαίνει μειλίχιος, ευγενής.
Στην Αγία Γραφή, η πραότητα τονίζεται ως διανοητική στάση που εκδηλώνεται πρώτα από όλα προς τον Θεό, και κατόπιν προς τον πλησίον. Για παράδειγμα, είναι γραμμένο: «Οι πράοι θα αυξήσουν τη χαρά τους στον Ιεχωβά». (Ησ 29:19) Οι πράοι είναι ευδίδακτοι—ο Ιεχωβά «θα διδάξει στους πράους την οδό του» (Ψλ 25:9)—και πρόθυμοι να υπομείνουν τη διαπαιδαγώγηση από το χέρι του Θεού, έστω και αν προς στιγμήν αυτή φέρνει λύπη. (Εβρ 12:4-11) Η πραότητα υποκινεί τα άτομα να περιμένουν τον Ιεχωβά να διορθώσει τις αδικίες και τις βλάβες που υφίστανται αναίτια, αντί να εξάπτονται με θυμό. (Ψλ 37:8-11) Τέτοιου είδους άτομα δεν απογοητεύονται, διότι εκείνος τον οποίο έχει διορίσει ο Ιεχωβά, το «κλαδάκι από το υπόλειμμα του κορμού του Ιεσσαί», θα παρέχει έλεγχο με ευθύτητα «προς όφελος των πράων της γης».—Ησ 11:1-4.
Μολονότι ο Ιεχωβά δεν ανέχεται την αμαρτία και την κακία, έχει προμηθεύσει στοργικά πρόσβαση στον εαυτό του μέσω της λυτρωτικής θυσίας και των ιερατικών υπηρεσιών του Ιησού Χριστού. Επομένως, οι λάτρεις και υπηρέτες του Ιεχωβά μπορούν να εκζητούν το πρόσωπό του χωρίς νοσηρό φόβο και τρόμο. (Εβρ 4:16· 10:19-22· 1Ιω 4:17, 18) Ο Ιησούς εκπροσωπούσε τον Ιεχωβά Θεό τόσο τέλεια ώστε μπορούσε να πει: «Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει και τον Πατέρα». Επίσης είπε: «Ελάτε σε εμένα, όλοι εσείς που μοχθείτε και είστε καταφορτωμένοι, και εγώ θα σας αναζωογονήσω. Βάλτε το ζυγό μου πάνω σας και μάθετε από εμένα, διότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά, και θα βρείτε αναζωογόνηση για τις ψυχές σας. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός και το φορτίο μου είναι ελαφρύ». (Ιωα 14:9· Ματ 11:28-30) Έτσι και ο Ιεχωβά Θεός είναι απόλυτα προσιτός σε όσους τον αγαπούν και εμφυσά πραότητα, μεγάλη πεποίθηση και δύναμη σε όσους τον επικαλούνται.
Ο Μωυσής. Ο Μωυσής ήταν «πολύ πιο πράος από όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν πάνω στην επιφάνεια της γης», δεχόμενος κριτική χωρίς να δυσανασχετεί. (Αρ 12:3) Το σχόλιο αυτό σχετικά με την πραότητά του έγινε όταν η Μαριάμ και ο Ααρών γόγγυσαν εναντίον του. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για αδικαιολόγητο παράπονο εναντίον του Ιεχωβά, το οποίο εκείνος πρόσεξε γρήγορα και για το οποίο παρείχε έλεγχο.—Αρ 12:1-15.
Μερικοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η καταγραφή αυτής της αναφοράς σχετικά με τη δική του πραότητα συνιστά αδικαιολόγητο αυτοέπαινο από μέρους του Μωυσή. Άλλοι κριτικοί ισχυρίζονται ότι η συγκεκριμένη δήλωση προστέθηκε εκ των υστέρων από κάποιον τρίτο, ενώ ορισμένοι τη χρησιμοποιούν ως στοιχείο που υποδεικνύει ότι ο Μωυσής δεν έγραψε την Πεντάτευχο. Ωστόσο, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κουκ λέει σχετικά με αυτά τα λόγια: «Όταν τα δούμε υπό το πρίσμα τού ότι ειπώθηκαν από τον Μωυσή, όχι από δική του πρωτοβουλία, αλλά υπό την κατεύθυνση του Αγίου Πνεύματος το οποίο βρισκόταν πάνω του (πρβλ. 11:17), αποπνέουν μια “αντικειμενικότητα” που μαρτυρεί αμέσως τη γνησιότητα και τη θεοπνευστία τους. Αυτά τα λόγια, όπως επίσης τα χωρία στα οποία ο Μωυσής καταγράφει εξίσου απερίφραστα τα σφάλματά του (πρβλ. 20:12 και εξής· Εξ 4:24 και εξής· Δευ 1:37), φανερώνουν την εντιμότητα κάποιου ο οποίος έδωσε μαρτυρία σχετικά με τον εαυτό του, αλλά όχι υπέρ του εαυτού του (πρβλ. Κατά Ματθαίον 11:28, 29). Τα λόγια αυτά παρεμβάλλονται προκειμένου να εξηγηθεί γιατί ο Μωυσής δεν έκανε ενέργειες για να δικαιώσει τον εαυτό του, και επομένως γιατί παρενέβη τόσο άμεσα ο Κύριος».
Ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς εκδήλωσε πραότητα υπομένοντας αγόγγυστα κάθε είδους προσωπική βλάβη, επιτρέποντας μάλιστα να οδηγηθεί στη σφαγή σαν αρνί, χωρίς να ανοίξει το στόμα του για να διαμαρτυρηθεί. (Φλπ 2:5-8· Εβρ 12:2· Πρ 8:32-35· Ησ 53:7) Αυτός που υπήρξε μεγαλύτερος από τον Μωυσή συνέστησε επίσης τον εαυτό του στους άλλους ως πράο άτομο. (Ματ 11:28, 29) Όπως προειπώθηκε στο εδάφιο Ησαΐας 61:1, χρίστηκε με το πνεύμα του Ιεχωβά “για να πει καλά νέα στους πράους”. Αφού ο Ιησούς διάβασε αυτή την προφητεία στη συναγωγή της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ναζαρέτ, δήλωσε: «Σήμερα εκπληρώνεται αυτή η γραφή που μόλις ακούσατε». (Λου 4:16-21) Στέλνοντας, λοιπόν, ο Θεός τον αγαπητό του Γιο να διδάξει στους πράους τα σχετικά με τη σωτηρία, τους έδειξε πράγματι πολύ ειδική εύνοια.—Ψλ 149:4· Παρ 3:34.
Γνώρισμα Δύναμης. Η πραότητα του χαρακτήρα ή του πνεύματος δεν υποδηλώνει αδύναμο χαρακτήρα. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά». (Ματ 11:29· 2Κο 10:1) Εντούτοις, ο Ιησούς είχε την υποστήριξη της πλήρους δύναμης του Πατέρα του και προάσπιζε σταθερά το ορθό. Επέδειξε μεγάλη παρρησία και δυναμισμό όποτε αυτό ήταν αναγκαίο.—Ματ 23:13-39· παράβαλε 21:5.
Το πράο άτομο είναι πράο επειδή διαθέτει πίστη και συγκεκριμένη πηγή δύναμης. Δεν χάνει εύκολα την ισορροπία του ή τη φρόνησή του. Η έλλειψη πραότητας είναι αποτέλεσμα ανασφάλειας, απογοήτευσης, έλλειψης πίστης και ελπίδας, ακόμη και απόγνωσης. Το άτομο που δεν είναι πράο περιγράφεται από την ακόλουθη παροιμία: «Σαν πόλη διανοιγμένη από ρήγματα, χωρίς τείχος, έτσι είναι ο άνθρωπος που δεν συγκρατεί το πνεύμα του». (Παρ 25:28) Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι εκτεθειμένος και ευάλωτος στην εισβολή κάθε είδους ακατάλληλων σκέψεων, οι οποίες μπορεί να τον οδηγήσουν σε ακατάλληλες πράξεις.
Καρπός του Πνεύματος. Η πραότητα είναι καρπός του αγίου πνεύματος του Θεού, της ενεργού του δύναμης. (Γα 5:22, 23) Επομένως, Πηγή της πραότητας είναι ο Θεός, και για να έχει κάποιος γνήσια πραότητα πρέπει να ζητάει από Εκείνον το πνεύμα του και να καλλιεργεί αυτόν τον καρπό του πνεύματος. Άρα, η πραότητα δεν αποκτάται απλώς με τη δύναμη της θέλησης, αλλά πλησιάζοντας τον Θεό.
Η έλλειψη πραότητας έχει ως αποτέλεσμα ευερεθιστότητα, σκληρότητα, έλλειψη εγκράτειας και διαμάχες. Απεναντίας, ο Χριστιανός νουθετείται να διατηρεί την ενότητα και την ειρήνη με «ταπεινοφροσύνη και πραότητα».—Εφ 4:1-3.
Αν επιτραπεί στη ζήλια και στην έριδα να ριζώσουν και να μεγαλώσουν, θα προκύψουν κάθε είδους αναταραχές. Αντίθετα, η πραότητα αποτρέπει την ανάπτυξη τέτοιων συνθηκών ανάμεσα στους ακολούθους του Χριστού. Γι’ αυτό, ο Βιβλικός συγγραφέας Ιάκωβος παροτρύνει όσους είναι σοφοί και έχουν κατανόηση μέσα στην εκκλησία να εκδηλώνουν “καλή διαγωγή” επιδεικνύοντας «πραότητα που χαρακτηρίζει τη σοφία»—τη «σοφία που κατεβαίνει από πάνω».—Ιακ 3:13, 17.
Η λέξη «πραότητα» εμφανίζεται πολλές φορές στη Γραφή μαζί με τη λέξη «πνεύμα», παραδείγματος χάρη, «πραότητα πνεύματος» ή «πράο πνεύμα». Επομένως, η γνήσια πραότητα είναι κάτι περισσότερο από εξωτερική, παροδική ή περιστασιακή ιδιότητα. Αποτελεί μέρος της ιδιοσυστασίας του ατόμου. Ο απόστολος Πέτρος τονίζει αυτό το γεγονός όταν λέει: «Και ας μην είναι ο στολισμός σας το εξωτερικό πλέξιμο των μαλλιών και η τοποθέτηση χρυσών κοσμημάτων ή το ντύσιμο με εξωτερικά ενδύματα, αλλά ας είναι ο κρυφός άνθρωπος της καρδιάς με την άφθαρτη ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος, το οποίο έχει μεγάλη αξία στα μάτια του Θεού».—1Πε 3:3, 4.
Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Ντυθείτε . . . την πραότητα», δήλωση που, αν διαβαστεί επιπόλαια, μπορεί να θεωρηθεί ότι υποδηλώνει πως η πραότητα είναι κάτι σαν καλλωπιστικό λούστρο. Ωστόσο, στα ίδια συμφραζόμενα, ο απόστολος δίνει τη νουθεσία: «Ντυθείτε τη νέα προσωπικότητα, η οποία μέσω ακριβούς γνώσης γίνεται νέα σύμφωνα με την εικόνα Εκείνου που τη δημιούργησε». (Κολ 3:10, 12· Εφ 4:22-24) Αυτό δείχνει ότι η πραότητα είναι όντως γνώρισμα της προσωπικότητας, το οποίο κάποιος αποκτάει κυρίως ως καρπό του πνεύματος του Θεού μέσω της ακριβούς γνώσης και της εφαρμογής της, και όχι απλώς ως κληρονομικό χαρακτηριστικό.
Ουσιώδης για Όσους Βρίσκονται σε Θέσεις Επίβλεψης. Στην επιστολή που έστειλε ο Παύλος στον νεαρό Τιμόθεο δίνοντάς του οδηγίες για την κατάλληλη φροντίδα της εκκλησίας, του παρήγγειλε τα εξής όσον αφορά το χειρισμό δύσκολων ζητημάτων: «Ο δούλος, όμως, του Κυρίου δεν χρειάζεται να μάχεται, αλλά χρειάζεται να είναι ήπιος προς όλους, να έχει τα προσόντα να διδάσκει, να συγκρατεί τον εαυτό του όταν συμβαίνει κάτι κακό, να διδάσκει με πραότητα εκείνους που δεν έχουν ευνοϊκή διάθεση· μήπως ο Θεός τούς δώσει μετάνοια». (2Τι 2:24, 25) Εδώ διακρίνουμε μια ομοιότητα ανάμεσα στην πραότητα και στη μακροθυμία. Ο επίσκοπος καταλαβαίνει γιατί πρέπει να αντιμετωπίσει τη δυσκολία: ο Θεός την επέτρεψε, και εκείνος, ως επίσκοπος, πρέπει να τη χειριστεί με γνώμονα τα καλύτερα συμφέροντα του ατόμου ή των ατόμων που περιλαμβάνονται. Πρέπει να υπομείνει τη δυσκολία μέχρι να τακτοποιηθεί το ζήτημα, χωρίς να αναστατωθεί υπερβολικά.
Ο Τίτος, ένας άλλος επίσκοπος, που έμεινε στην Κρήτη, νουθετήθηκε παρόμοια να υπενθυμίζει στους Χριστιανούς αδελφούς του «να είναι λογικοί, δείχνοντας κάθε πραότητα προς όλους τους ανθρώπους». Για να εντυπώσει στον Τίτο την ανάγκη για πραότητα, ο Παύλος τονίζει την ανυπέρβλητη αγάπη και το έλεος του Θεού, όπως αυτά φανερώθηκαν μέσω του Γιου του και υπαγορεύουν να εγκαταλείψουμε τις παλιές οδούς της μοχθηρίας και του μίσους και να ακολουθήσουμε τη νέα οδό που οδηγεί στην αιώνια ζωή.—Τιτ 3:1-7.
Σε άλλη περίπτωση ο Παύλος απευθύνεται στους πνευματικά ώριμους μέσα στην εκκλησία, σκιαγραφώντας την ευθύνη που έχουν: «Ακόμη και αν ένας άνθρωπος κάνει κάποιο εσφαλμένο βήμα προτού το αντιληφθεί, εσείς που έχετε πνευματικά προσόντα να προσπαθείτε να διορθώσετε αυτόν τον άνθρωπο με πνεύμα πραότητας, προσέχοντας ο καθένας σας τον εαυτό του, μήπως και εσύ πειραστείς». (Γα 6:1) Πρέπει να θυμούνται πώς έχει πολιτευτεί με τους ίδιους ο Θεός. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να επιτιμούν αυστηρά τον άνθρωπο που έχει σφάλει, αλλά να προσπαθούν να τον διορθώσουν με πνεύμα πραότητας. Αυτό θα αποδειχτεί πολύ πιο αποτελεσματικό και ωφέλιμο για όλους όσους περιλαμβάνονται.
Η πραότητα έχει καλά αποτελέσματα όταν κάποιος καλείται να χειριστεί μια δύσκολη κατάσταση ή να αντιμετωπίσει ένα θυμωμένο άτομο, διότι εξομαλύνει τα πράγματα, ενώ αντίθετα η σκληρότητα επιδεινώνει την άσχημη κατάσταση. Η παροιμία λέει: «Η απάντηση που δίνεται με πραότητα απομακρύνει την οργή, αλλά ο λόγος που προξενεί πόνο διεγείρει θυμό». (Παρ 15:1) Η πραότητα μπορεί να έχει μεγάλη ισχύ. «Με υπομονή πείθεται ο διοικητής, και η γλώσσα που εκδηλώνει πραότητα μπορεί να σπάσει κόκαλα».—Παρ 25:15.
Ουσιώδης Όταν Κάποιος Διαπαιδαγωγείται. Ο Σολομών διατυπώνει μια άλλη θαυμάσια αρχή σχετικά με την πραότητα ή την ηρεμία. Αυτή αφορά την τάση που ίσως έχουμε να επαναστατούμε όταν δεχόμαστε διόρθωση ή τιμωρία από κάποιον που έχει εξουσία. Μπορεί να αγανακτήσουμε τόσο πολύ ώστε να πάψουμε να διακρατούμε την αρμόζουσα στάση υποταγής και να εγκαταλείψουμε βιαστικά τη θέση στην οποία έχουμε διοριστεί. Αλλά ο Σολομών προειδοποιεί: «Αν το πνεύμα ενός άρχοντα εγερθεί εναντίον σου, μην αφήσεις τη θέση σου, γιατί η ηρεμία μετριάζει μεγάλες αμαρτίες». (Εκ 10:4· παράβαλε Τιτ 3:2.) Τηρώντας κατάλληλη στάση ηρεμίας και πραότητας όταν διαπαιδαγωγούμαστε, όχι μόνο αποφεύγουμε να εξοργίσουμε περισσότερο αυτόν που κατέχει την εξουσία, αλλά μπορούμε επίσης να βελτιώσουμε την προσωπικότητά μας κρατώντας την ψυχραιμία μας, παραμένοντας στη θέση στην οποία έχουμε διοριστεί και εφαρμόζοντας τη διαπαιδαγώγηση.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν ο άρχοντας είναι ο Ιεχωβά Θεός και όταν η διαπαιδαγώγηση παρέχεται μέσω εκείνων που έχει διορίσει αυτός σε θέσεις εξουσίας. (Εβρ 12:7-11· 13:17) Η ίδια αρχή εφαρμόζεται επίσης στη σχέση μας με εκείνους στους οποίους ο Θεός επιτρέπει να ασκούν κοσμική κυβερνητική εξουσία. (Ρω 13:1-7) Ακόμη και αν ένας τέτοιος άρχοντας ζητήσει με σκληρότητα λόγο από τον Χριστιανό για την ελπίδα του, εκείνος, παρότι θέτει σταθερά πρώτη την υπακοή στον Θεό, πρέπει να απαντήσει «με πραότητα και βαθύ σεβασμό».—1Πε 3:15.
Αποφέρει Οφέλη. Η πρόσκληση του προφήτη Σοφονία εξακολουθεί να απευθύνεται προς τους πράους της γης: «Εκζητείτε τον Ιεχωβά, όλοι εσείς οι πράοι της γης, που έχετε εφαρμόσει τη δικαστική Του απόφαση. Εκζητείτε δικαιοσύνη, εκζητείτε πραότητα [ή, ταπεινότητα· ταπεινοφροσύνη]. Πιθανόν να καλυφτείτε την ημέρα του θυμού του Ιεχωβά». (Σοφ 2:3, υποσ.) Πέραν τούτου, δίνονται και άλλες θαυμάσιες υποσχέσεις σε αυτά τα άτομα. Παραδείγματος χάρη: “Οι πράοι θα γίνουν κάτοχοι της γης και θα βρίσκουν εξαιρετική ευχαρίστηση στην αφθονία της ειρήνης”. (Ψλ 37:11) Τόσο πνευματικά όσο και κυριολεκτικά, «οι πράοι θα φάνε και θα χορτάσουν».—Ψλ 22:26.
Έτσι λοιπόν, αντίθετα από τους πονηρούς που παροδηγούν τους πράους και επιδιώκουν να τους καταστρέψουν (Αμ 2:7· 8:4), ο Ιεχωβά ακούει τις εγκάρδιες επιθυμίες των πράων απαντώντας στις προσευχές τους. Η ελπίδα που εναποθέτουν στον Ιεχωβά δεν αποδεικνύεται μάταιη. (Ψλ 10:17· 9:18) Είναι αληθινή η παροιμία: «Καλύτερα να είναι κανείς ταπεινός στο πνεύμα μαζί με τους πράους παρά να μοιράζει λάφυρα μαζί με εκείνους που αυτοεξυψώνονται».—Παρ 16:19.
-
-
ΠράσινοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΣΙΝΟ
Βλέπε ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΠράσοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΣΟ
[εβρ., χατσίρ].
Μια από τις τροφές που επιθύμησαν στην έρημο το μεικτό πλήθος και οι Ισραηλίτες. (Αρ 11:4, 5) Η εβραϊκή λέξη χατσίρ, που αποδίδεται «πράσα» σε αυτό το εδάφιο, ίσως προέρχεται από την ίδια ρίζα με την πανομοιότυπη εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «χλωρό χορτάρι». (Ησ 40:7, 8) Αυτό το είδος τροφής αναφέρεται μαζί με τα κρεμμύδια και τα σκόρδα, συγκεκριμένες φυτικές τροφές πολύ όμοιες με τα πράσα, πράγμα που υποδηλώνει ότι εννοείται ένα ορισμένο λαχανικό, και όχι γενικά το χορτάρι. Επίσης, τα πράσα ήταν πολύ δημοφιλής τροφή στην Αίγυπτο από την αρχαιότητα και εξακολουθούν να αποτελούν εκεί συνηθισμένο φαγητό, όπως και στην Παλαιστίνη.
Το πράσο (άλλιο το πράσο [Allium porrum]) μοιάζει πολύ με το κρεμμύδι, αλλά διαφέρει επειδή έχει ηπιότερη γεύση, επίμηκες κυλινδρικό σχήμα και χυμώδη, λογχοειδή φύλλα με πλάτος γύρω στα 2,5 εκ. Ο ανθικός βλαστός, ο οποίος απολήγει σε μια μεγάλη, συμπαγή σφαιρική ταξιανθία, μπορεί να φτάσει σε ύψος περίπου τα 60 εκ. Οι βολβοί και τα φύλλα αυτού του διετούς φυτού μαγειρεύονται ως λαχανικά και χρησιμοποιούνται ως συμπλήρωμα σε διάφορα φαγητά. Τρώγονται επίσης ωμά.
-
-
ΠρεσβευτήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΕΣΒΕΥΤΗΣ
Σύμφωνα με τη Βιβλική χρήση της λέξης, ο επίσημος εκπρόσωπος τον οποίο έστελνε κάποιος άρχοντας σε ειδική περίσταση και για συγκεκριμένο σκοπό. Συνήθως υπηρετούσαν με αυτή την ιδιότητα γεροντότεροι, ώριμοι άντρες. Γι’ αυτό και οι λέξεις πρεσβεύω («ενεργώ ως πρεσβευτής» [Εφ 6:20]· «είμαι πρεσβευτής» [2Κο 5:20]) και πρεσβεία («σώμα πρεσβευτών» [Λου 14:32]) του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι και οι δύο συγγενικές με τη λέξη πρεσβύτερος, που σημαίνει «γεροντότερος· πρεσβύτερος».—1Τι 5:1· Απ 4:4.
Ο Ιησούς Χριστός ήρθε ως “απόστολος”, δηλαδή “απεσταλμένος”, του Ιεχωβά Θεού. Αυτός είναι που «έχει ρίξει φως στη ζωή και στην αφθαρσία μέσω των καλών νέων».—Εβρ 3:1· 2Τι 1:10.
Αφότου ο Χριστός αναστήθηκε στους ουρανούς και έπαψε πλέον να βρίσκεται ο ίδιος στη γη, οι πιστοί του ακόλουθοι διορίστηκαν να πάρουν τη θέση του, “αναπληρώνοντας τον Χριστό” ως πρεσβευτές του Θεού. Ο Παύλος αναφέρεται συγκεκριμένα στην ιδιότητα που κατείχε ως πρεσβευτής. (2Κο 5:18-20) Αυτός, όπως και όλοι οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, στάλθηκε σε έθνη και ανθρώπους αποξενωμένους από τον Ιεχωβά Θεό, τον Υπέρτατο Κυρίαρχο—ήταν πρεσβευτές σε έναν κόσμο που δεν βρισκόταν σε ειρήνη με τον Θεό. (Ιωα 14:30· 15:18, 19· Ιακ 4:4) Ως πρεσβευτής, ο Παύλος μετέφερε άγγελμα συμφιλίωσης με τον Θεό μέσω του Χριστού και γι’ αυτό χαρακτήρισε τον εαυτό του, ενόσω βρισκόταν στη φυλακή, “πρεσβευτή αλυσοδεμένο”. (Εφ 6:20) Το γεγονός ότι ήταν αλυσοδεμένος αποτελεί απόδειξη της εχθρικής στάσης που διακρατεί αυτός ο κόσμος προς τον Θεό, τον Χριστό και την κυβέρνηση της Μεσσιανικής Βασιλείας, διότι οι πρεσβευτές θεωρούνταν από αμνημονεύτων χρόνων πρόσωπα που έχουν ασυλία. Συνιστούσε ενέργεια μέγιστης εχθρότητας και βαρύτατη προσβολή από μέρους των εθνών το ότι δεν σεβάστηκαν τους πρεσβευτές που είχαν σταλεί ως εκπρόσωποι της Βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστό.
Καθώς εκπλήρωνε το ρόλο του ως πρεσβευτή, ο Παύλος σεβόταν τους νόμους της χώρας, αλλά παρέμενε αυστηρά ουδέτερος ως προς τις πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες του κόσμου. Αυτό εναρμονιζόταν με την αρχή ότι οι πρεσβευτές των κοσμικών κυβερνήσεων πρέπει να υπακούν στο νόμο αλλά απαλλάσσονται από υποταγή στη χώρα στην οποία έχουν σταλεί.
Όπως ο απόστολος Παύλος, έτσι και όλοι οι πιστοί, χρισμένοι, γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού, οι οποίοι έχουν ουράνια υπηκοότητα, είναι “πρεσβευτές που αναπληρώνουν τον Χριστό”.—2Κο 5:20· Φλπ 3:20.
Ο τρόπος με τον οποίο δέχεται κάποιος αυτούς τους πρεσβευτές του Θεού καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο θα πολιτευτεί μαζί του ο Θεός. Ο Ιησούς Χριστός εξέθεσε αυτή την αρχή στην παραβολή του για τον άνθρωπο που είχε ένα αμπέλι και έστειλε ως εκπροσώπους του αρχικά τους δούλους του και κατόπιν το γιο του. Οι καλλιεργητές του αμπελιού μεταχειρίστηκαν βάναυσα τους δούλους και σκότωσαν το γιο του ιδιοκτήτη. Γι’ αυτό, ο ιδιοκτήτης του αμπελιού έφερε καταστροφή στους εχθρικούς καλλιεργητές. (Ματ 21:33-41) Ο Ιησούς είπε μια ακόμη παραβολή για κάποιον βασιλιά του οποίου οι δούλοι φονεύτηκαν ενώ ενεργούσαν ως αγγελιοφόροι καλώντας ορισμένους ανθρώπους σε ένα γαμήλιο συμπόσιο. Όσοι μεταχειρίστηκαν τους εκπροσώπους του βασιλιά κατ’ αυτόν τον τρόπο θεωρήθηκαν εχθροί του. (Ματ 22:2-7) Ο Ιησούς δήλωσε ξεκάθαρα αυτή την αρχή όταν είπε: «Αυτός που δέχεται όποιον στείλω, δέχεται και εμένα. Και αυτός που δέχεται εμένα, δέχεται και εκείνον που με έστειλε».—Ιωα 13:20· βλέπε επίσης Ματ 23:34, 35· 25:34-46.
Ο Ιησούς, επίσης, χρησιμοποίησε το ειρηνευτικό έργο ενός πρεσβευτή για να καταδείξει την ανάγκη που υπάρχει να επιδιώξει ο καθένας μας ειρήνη με τον Ιεχωβά Θεό και να εγκαταλείψει τα πάντα για να ακολουθήσει τα ίχνη του Γιου του ώστε να αποκτήσει την εύνοια του Θεού και αιώνια ζωή. (Λου 14:31-33) Από την άλλη πλευρά, κατέδειξε πόσο ανόητο είναι να συνταυτίζεται κανείς με όσους στέλνουν πρεσβευτές για να μιλήσουν εναντίον εκείνου στον οποίο ο Θεός χορηγεί βασιλική εξουσία. (Λου 19:12-14, 27) Οι Γαβαωνίτες αποτελούν καλό παράδειγμα ατόμων που ανέλαβαν διακριτική, επιτυχή δράση για την επίτευξη ειρήνης.—Ιη 9:3-15, 22-27.
Απεσταλμένοι στην Προχριστιανική Εποχή. Στην προχριστιανική εποχή δεν υπήρχε επίσημο κυβερνητικό αξίωμα που να αντιστοιχεί ακριβώς σε αυτό του σύγχρονου πρεσβευτή. Δεν υπήρχε μόνιμα εγκατεστημένος αξιωματούχος ο οποίος εκπροσωπούσε επίσημα κάποια ξένη κυβέρνηση. Γι’ αυτό, οι όροι «αγγελιοφόρος» (εβρ., μαλ’άχ) και «απεσταλμένος» (εβρ., τσιρ) περιγράφουν ακριβέστερα τα καθήκοντα αυτών των ατόμων κατά τους Βιβλικούς χρόνους. Ωστόσο, η θέση τους και η ιδιότητά τους ήταν παρόμοιες με των πρεσβευτών από πολλές απόψεις, μερικές από τις οποίες θα εξεταστούν σε αυτό το λήμμα. Αυτού του είδους οι άνθρωποι ήταν επίσημοι εκπρόσωποι που μετέφεραν μηνύματα μεταξύ κυβερνήσεων και μεμονωμένων αρχόντων.
Ανόμοια με τους σύγχρονους πρεσβευτές, οι αρχαίοι απεσταλμένοι ή αγγελιοφόροι δεν κατοικούσαν σε ξένες πρωτεύουσες, αλλά αποστέλλονταν μόνο σε ειδικές περιστάσεις και για συγκεκριμένους σκοπούς. Συνήθως ήταν υψηλόβαθμα άτομα (2Βα 18:17, 18) και το αξίωμά τους έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Συνεπώς, όταν επισκέπτονταν άλλους άρχοντες, τους χορηγούνταν ασυλία.
Η μεταχείριση που είχαν οι αγγελιοφόροι, ή αλλιώς απεσταλμένοι, ενός άρχοντα θεωρούνταν ότι είχε ως αποδέκτη τον ίδιο τον άρχοντα και την κυβέρνησή του. Για παράδειγμα, όταν η Ραάβ έδειξε εύνοια στους αγγελιοφόρους που είχε στείλει ο Ιησούς του Ναυή ως κατασκόπους στην Ιεριχώ, ουσιαστικά ενήργησε έτσι επειδή αναγνώριζε ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Θεός και Βασιλιάς του Ισραήλ. Ο Ιεχωβά, μέσω του Ιησού του Ναυή, της έδειξε την ανάλογη εύνοια. (Ιη 6:17· Εβρ 11:31) Κατάφωρη παραβίαση του άγραφου διεθνούς πρωτοκόλλου σχετικά με το σεβασμό προς τους απεσταλμένους αποτέλεσε η πράξη του Ανούν, βασιλιά του Αμμών, προς τον οποίο ο Βασιλιάς Δαβίδ έστειλε μερικούς υπηρέτες σε ένδειξη φιλίας. Ο βασιλιάς του Αμμών άκουσε τους άρχοντές του, οι οποίοι κατηγόρησαν ψευδώς τους αγγελιοφόρους για κατασκοπεία, και τους ταπείνωσε δημόσια, καθιστώντας σαφές ότι δεν σεβόταν τον Δαβίδ και την κυβέρνησή του. Αυτή η επαίσχυντη πράξη οδήγησε σε πόλεμο.—2Σα 10:2–11:1· 12:26-31.
Στην αρχαιότητα, αντί να ανακαλούν έναν πρεσβευτή, όπως κάνουν τα σύγχρονα κράτη όταν διακόπτουν τις διπλωματικές τους σχέσεις, αντάλλασσαν αγγελιοφόρους, ή αλλιώς απεσταλμένους, ως εκπροσώπους σε περιόδους έντασης προσπαθώντας να αποκαταστήσουν τις ειρηνικές σχέσεις. Ο Ησαΐας μιλάει για τέτοιους “αγγελιοφόρους ειρήνης”. (Ησ 33:7) Ο Εζεκίας απηύθυνε έκκληση για ειρήνη στον Σενναχειρείμ, το βασιλιά της Ασσυρίας. Μολονότι ο Σενναχειρείμ απειλούσε τις οχυρωμένες πόλεις του Ιούδα, οι Ασσύριοι παραχώρησαν στους αγγελιοφόρους ελευθερία διέλευσης, επειδή ενεργούσαν ως απεσταλμένοι του Εζεκία. (2Βα 18:13-15) Άλλο σχετικό παράδειγμα βρίσκουμε στην αφήγηση για τον Ιεφθάε, έναν κριτή του Ισραήλ. Μέσω αγγελιοφόρων, αυτός έστειλε επιστολή στο βασιλιά των Αμμωνιτών διαμαρτυρόμενος για κάποια εσφαλμένη ενέργειά του και επιχειρώντας να επιλύσει μια διαμάχη γύρω από εδαφικές διεκδικήσεις. Αν ο Ιεφθάε είχε τη δυνατότητα, θα είχε τακτοποιήσει το ζήτημα μέσω των απεσταλμένων του, χωρίς πόλεμο. Αυτοί οι αγγελιοφόροι είχαν την άδεια να πηγαινοέρχονται ανάμεσα στα στρατεύματα ανεμπόδιστα.—Κρ 11:12-28· βλέπε ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ.
-
-
ΠρεσβύτεροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
Η λέξη ζακέν του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη πρεσβύτερος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου δεν χρησιμοποιούνται μόνο για άτομα προχωρημένης ηλικίας (Γε 18:11· Δευ 28:50· 1Σα 2:22· 1Τι 5:1, 2) ή για τον μεγαλύτερο σε ηλικία μεταξύ δύο ατόμων (Λου 15:25), αλλά εφαρμόζονται με ιδιαίτερο τρόπο και σε εκείνους που κατέχουν θέση εξουσίας και ευθύνης σε μια κοινότητα ή ένα έθνος. Η τελευταία έννοια είναι η κυριαρχούσα τόσο στις Εβραϊκές όσο και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές.
Από τους αρχαίους χρόνους, ο ηλικιωμένος άντρας κατά κανόνα έχαιρε εκτίμησης, όντας σεβαστός για την πείρα και τη γνώση του, καθώς και για τη σοφία και την ορθή κρίση που πιθανώς διέθετε ως φυσική συνέπεια. Σε πολλά έθνη οι άνθρωποι υποτάσσονταν στην κατεύθυνση των πρεσβυτέρων τους, οι οποίοι ήταν είτε τα ηλικιωμένα μέλη των πατριών είτε εκείνοι που ξεχώριζαν για τη γνώση και τη σοφία τους. Κατά συνέπεια, η έκφραση «πρεσβύτερος» είχε διπλή έννοια και προσδιόριζε είτε την ηλικία είτε τη θέση ή το αξίωμα. Οι αναφορές στους “πρεσβυτέρους [“αξιωματούχους”, JB, ΜΠΚ] της γης της Αιγύπτου” και “στους πρεσβυτέρους του Μωάβ και στους πρεσβυτέρους του Μαδιάμ” δεν εμπερικλείουν κάθε ηλικιωμένο άντρα αυτών των εθνών, αλλά εφαρμόζονται σε εκείνους που λειτουργούσαν ως συμβούλιο για να παρέχουν κατεύθυνση και καθοδηγία σε εθνικά θέματα, δηλαδή τους «άρχοντες [εβρ., σαρίμ· «αρχηγοί», AT, ΛΧ]» εκείνων των εθνών.—Γε 50:7· Αρ 22:4, 7, 8, 13-15· Ψλ 105:17, 21, 22.
Παρόμοια, οι εκφράσεις «πρεσβύτεροι του Ισραήλ», «πρεσβύτεροι της σύναξης», “πρεσβύτεροι του λαού μου”, “πρεσβύτεροι του τόπου” χρησιμοποιούνται με αυτή την επίσημη έννοια και δεν εφαρμόζονται σε κάθε ηλικιωμένο άντρα του έθνους του Ισραήλ. (Αρ 16:25· Λευ 4:15· 1Σα 15:30· 1Βα 20:7, 8) Στις σχετικά λίγες περιπτώσεις όπου η λέξη ζεκενίμ (πρεσβύτεροι) εμφανίζεται χωρίς προσδιορισμούς, τα συμφραζόμενα είναι εκείνα που υπαγορεύουν αν εννοούνται απλώς ηλικιωμένοι ή κάποιοι που κατείχαν επίσημη θέση ως κεφαλές.
Πρεσβύτεροι του Ισραήλ. Ήδη πριν από την Έξοδο, οι Ισραηλίτες είχαν τους «πρεσβυτέρους» τους, οι οποίοι έθεταν τα ζητήματα ενώπιον του λαού, μιλούσαν εκ μέρους του και έπαιρναν αποφάσεις. Όταν ο Μωυσής επέστρεψε στην Αίγυπτο, του δόθηκε η οδηγία να παρουσιάσει την αποστολή του σε αυτούς τους πρεσβυτέρους και εκείνοι, ή τουλάχιστον οι πιο σημαίνοντες από αυτούς, τον συνόδευσαν όταν εμφανίστηκε ενώπιον του Φαραώ.—Εξ 3:16, 18.
Όταν ο Μωυσής, ως εκπρόσωπος του Θεού, παρουσίασε τη διαθήκη του Νόμου στο έθνος, οι «πρεσβύτεροι» οι οποίοι είχαν θέση ευθύνης ήταν εκείνοι που εκπροσώπησαν το λαό στη σύναψη της διαθήκης με τον Ιεχωβά. (Εξ 19:3-8) Λίγο καιρό αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες παραπονέθηκαν για τις συνθήκες στην έρημο, ο Μωυσής, αισθανόμενος ότι το φορτίο της διοίκησης του έθνους ήταν πια πολύ μεγάλο για αυτόν, εξομολογήθηκε το πρόβλημα στον Ιεχωβά. Τότε ο Θεός τού έδωσε την εξής εντολή: «Συγκέντρωσε για εμένα εβδομήντα άντρες από τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, για τους οποίους ξέρεις ότι είναι πρεσβύτεροι του λαού και επόπτες του, . . . και θα πάρω ένα μέρος από το πνεύμα που είναι πάνω σου και θα το θέσω πάνω τους, και αυτοί θα σε βοηθούν να βαστάζεις το φορτίο». (Αρ 11:16, 17) Εκείνοι οι «πρεσβύτεροι» διορίστηκαν θεοκρατικά στην εν λόγω υπηρεσία. (Αρ 11:24, 25) Ο Ιεχωβά τούς χρησιμοποιούσε τώρα για να μοιράζονται την ευθύνη της ηγεσίας και της διοίκησης μαζί με τον Μωυσή.
Με τον καιρό, οι νομάδες Ισραηλίτες κατέλαβαν την Υποσχεμένη Γη και άρχισαν ξανά να διαμένουν σε μόνιμες κατοικίες σε χωριά και πόλεις, όπως ήταν ο τρόπος ζωής τους στην Αίγυπτο. Οι πρεσβύτεροι είχαν τώρα την ευθύνη για το λαό σε κοινοτικό επίπεδο. Ενεργούσαν ως σώμα επισκόπων στις αντίστοιχες κοινότητές τους, παρέχοντας κριτές και επόπτες για την απονομή δικαιοσύνης και για τη διατήρηση της ειρήνης, της ευταξίας και της πνευματικής υγείας.—Δευ 16:18-20· 25:7-9· Ιη 20:4· Ρθ 4:1-12.
Οι αναφορές σε «όλο τον Ισραήλ, τους πρεσβυτέρους του και τις κεφαλές του και τους κριτές του και τους επόπτες του» (Ιη 23:2· 24:1), «τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και όλες τις κεφαλές των φυλών, τους αρχηγούς των πατρικών οίκων» (2Χρ 5:2), δεν σημαίνουν ότι οι «κεφαλές», οι «κριτές», οι «επόπτες» και οι “αρχηγοί” ήταν ξεχωριστοί από τους «πρεσβυτέρους», αλλά απεναντίας υποδηλώνουν ότι αυτοί που χαρακτηρίζονταν με τέτοιους συγκεκριμένους προσδιορισμούς είχαν διακριτά αξιώματα εντός του σώματος των πρεσβυτέρων.—Παράβαλε 2Βα 19:2· Μαρ 15:1.
Εκείνοι που υπηρετούσαν ως «πρεσβύτεροι» σε εθνικό επίπεδο προσδιορίζονται με τις εκφράσεις «πρεσβύτεροι του Ισραήλ» (1Σα 4:3· 8:4), “πρεσβύτεροι του τόπου” (1Βα 20:7), «πρεσβύτεροι της σύναξης» (Κρ 21:16) ή, μετά τη διαίρεση του βασιλείου, “πρεσβύτεροι του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ”, όσον αφορά το νότιο βασίλειο.—2Βα 23:1.
Όπως πολλοί από τους βασιλιάδες και τους ιερείς του Ισραήλ, έτσι και οι «πρεσβύτεροι» ως σύνολο αποδείχτηκαν άπιστοι σε σχέση με την ευθύνη τους προς τον Θεό και το λαό. (1Βα 21:8-14· Ιεζ 7:26· 14:1-3) Επειδή έχασαν την υποστήριξη του Θεού, “παιδιά θα καθίσταντο άρχοντές τους” και ο “ανυπόληπτος θα μαινόταν εναντίον του αξιότιμου”. (Ησ 3:1-5) Επομένως, οι Εβραϊκές Γραφές τονίζουν ότι η ηλικία από μόνη της δεν επαρκεί, «τα γκρίζα μαλλιά είναι στεφάνι ωραιότητας» μόνο «όταν βρίσκονται στην οδό της δικαιοσύνης». (Παρ 16:31) «Δεν αποδεικνύονται σοφοί όσοι απλώς αφθονούν σε ημέρες ούτε κατανοούν την κρίση όσοι είναι απλώς ηλικιωμένοι», αλλά εκείνοι που, μαζί με την πείρα τους, καθοδηγούνται από το πνεύμα του Θεού και έχουν αποκτήσει κατανόηση του Λόγου του.—Ιωβ 32:8, 9· Ψλ 119:100· Παρ 3:5-7· Εκ 4:13.
Η παροχή κατεύθυνσης από το σώμα των «πρεσβυτέρων» συνεχίστηκε σε όλη την ιστορία του έθνους, ακόμη και κατά τη διάρκεια της βαβυλωνιακής εξορίας και μετά την αποκατάσταση στον Ιούδα. (Ιερ 29:1· Εσδ 6:7· 10:7, 8, 14) Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, υπήρχαν «πρεσβύτεροι» οι οποίοι δραστηριοποιούνταν σε δημόσιες υποθέσεις, τόσο σε κοινοτικό επίπεδο (Λου 7:3-5) όσο και σε εθνικό. «Η συνέλευση των πρεσβυτέρων» (πρεσβυτέριον, Κείμενο) στην Ιερουσαλήμ αποτελούσε κύρια πηγή εναντίωσης στον Ιησού και στους μαθητές του.—Λου 22:66· Πρ 22:5.
Πρεσβύτεροι στη Χριστιανική Εκκλησία. Λαβαίνοντας υπόψη τα παραπάνω, δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τις αναφορές στους «πρεσβυτέρους» της Χριστιανικής εκκλησίας. Όπως συνέβαινε στον σαρκικό Ισραήλ, έτσι και στον πνευματικό οι «πρεσβύτεροι» ήταν τα άτομα που είχαν την ευθύνη για την καθοδήγηση της εκκλησίας.
Την ημέρα της Πεντηκοστής, οι απόστολοι ενήργησαν ως σώμα, ο δε Πέτρος υπηρέτησε ως εκπρόσωπός τους με την επενέργεια του εκχυθέντος πνεύματος του Θεού. (Πρ 2:14, 37-42) Σαφώς, οι απόστολοι ήταν «πρεσβύτεροι» με την πνευματική έννοια λόγω της προηγούμενης και στενής συναναστροφής που είχαν με τον Ιησού και λόγω του ότι εκείνος τους είχε αναθέσει προσωπικά την αποστολή να διδάσκουν. (Ματ 28:18-20· Εφ 4:11, 12· παράβαλε Πρ 2:42.) Η στάση αυτών που γίνονταν πιστοί δείχνει ότι αναγνώριζαν πως οι απόστολοι είχαν κυβερνητική εξουσία στο νέο έθνος υπό τον Χριστό (Πρ 2:42· 4:32-37· 5:1-11), καθώς και εξουσία να κάνουν διορισμούς για υπηρεσία, είτε άμεσα ως σώμα είτε μέσω εκπροσώπων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον απόστολο Παύλο. (Πρ 6:1-6· 14:19-23) Όταν προέκυψε το ζήτημα της περιτομής, κάποιοι «πρεσβύτεροι» συγκεντρώθηκαν μαζί με τους αποστόλους για να εξετάσουν το θέμα. Η απόφασή τους γνωστοποιήθηκε στις απανταχού εκκλησίες και έγινε αποδεκτή ως έγκυρη. (Πρ 15:1-31· 16:1-5) Όπως, λοιπόν, μερικοί «πρεσβύτεροι» υπηρετούσαν τον Ισραήλ σε εθνική κλίμακα, είναι προφανές ότι αυτοί οι «πρεσβύτεροι» μαζί με τους αποστόλους συγκροτούσαν ένα κυβερνών σώμα για ολόκληρη τη Χριστιανική εκκλησία ανά τον κόσμο. Μεταγενέστερα, ο Παύλος πήγε στην Ιερουσαλήμ και συναντήθηκε με τον Ιάκωβο και “όλους τους πρεσβυτέρους”, εκθέτοντάς τους τα αποτελέσματα του έργου του και δεχόμενος τη συμβουλή τους για ορισμένα ζητήματα.—Πρ 21:15-26.
Σε μερικές περιπτώσεις, η λέξη πρεσβύτεροι του πρωτότυπου κειμένου χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή με τη λέξη “νεότεροι” ή παράλληλα με τη λέξη «γεροντότερες», χωρίς να υπάρχει ένδειξη ότι περιλαμβάνεται εκκλησιαστική ευθύνη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η λέξη αυτή αναφέρεται απλώς σε «γέροντες», άντρες ώριμης ηλικίας. (Πρ 2:17, 18· 1Τι 5:1, 2) Χρησιμοποιείται επίσης αναφορικά με «ανθρώπους της αρχαιότητας». (Εβρ 11:2) Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις όπου εμφανίζεται η λέξη πρεσβύτεροι στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, προσδιορίζει άτομα που είχαν την ευθύνη για την καθοδήγηση της εκκλησίας. Σε ορισμένες περικοπές, οι «πρεσβύτεροι» αποκαλούνται ἐπίσκοποι. Ο Παύλος χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη μιλώντας στους «πρεσβυτέρους» της μοναδικής εκκλησίας της Εφέσου και την εφάρμοσε σε πρεσβυτέρους στην επιστολή του προς τον Τίτο. (Πρ 20:17, 28· Τιτ 1:5, 7) Επομένως, και οι δύο λέξεις αναφέρονται στην ίδια θέση: η λέξη «πρεσβύτερος» υποδηλώνει τις ώριμες ιδιότητες του ατόμου που έχει αυτόν το διορισμό, ενώ η λέξη «επίσκοπος» τα καθήκοντα που συνεπάγεται ο διορισμός.
Σχετικά με τη λέξη πρεσβύτερος του πρωτότυπου κειμένου, ο Μανουέλ Γκέρα ι Γκόμεθ έκανε τα εξής σχόλια: «Η ακριβής έννοια της λέξης [πρεσβύτερος] στην πλειονότητα σχεδόν των ελληνιστικών κειμένων, τα οποία διασώζονται σήμερα, είναι αυτή του ώριμου άντρα. Η ωριμότητα όσον αφορά την κρίση και την παροχή ορθής κατεύθυνσης αποτελεί τη χαρακτηριστική χροιά της λέξης. . . . Άσχετα με το αν έχει εξειδικευμένη έννοια ή όχι, η λέξη [πρεσβύτερος], τόσο στον ελληνιστικό όσο και στον ισραηλιτικό κόσμο, δεν υποδηλώνει τον ανήμπορο ηλικιωμένο αλλά τον ώριμο άντρα, ο οποίος λόγω πείρας και σύνεσης έχει τα προσόντα να κυβερνάει την οικογένειά του ή το λαό του».—Επίσκοπος και Πρεσβύτερος (Episcopos y Presbyteros), Μπούργκος, Ισπανία, 1962, σ. 117, 257.
Είναι προφανές ότι η ηλικία, με την κατά γράμμα έννοια των ετών που έχει ζήσει κάποιος, ήταν ένας από τους παράγοντες οι οποίοι καθόριζαν αν είχε τα προσόντα να υπηρετεί ως «πρεσβύτερος» στον αρχαίο Ισραήλ. (1Βα 12:6-13) Παρόμοια, οι «πρεσβύτεροι», ή αλλιώς επίσκοποι, στη Χριστιανική εκκλησία δεν ήταν νεαρά άτομα, εφόσον, όπως λέει ο απόστολος Παύλος, είχαν συζύγους και παιδιά. (Τιτ 1:5, 6· 1Τι 3:2, 4, 5) Ωστόσο, η ηλικία δεν ήταν ο μοναδικός ή ο σημαντικότερος παράγοντας, όπως φαίνεται από τα άλλα προσόντα που παρατίθενται (1Τι 3:2-7· Τιτ 1:6-9), ούτε καθορίστηκε κάποιο συγκεκριμένο όριο ηλικίας. Ο Τιμόθεος, ο οποίος ασχολούνταν με το διορισμό «πρεσβυτέρων», θεωρούνταν προφανώς και ο ίδιος πρεσβύτερος, αν και ήταν σχετικά νέος.—1Τι 4:12.
Οι απαιτήσεις για τη θέση του «πρεσβυτέρου» στη Χριστιανική εκκλησία περιλάμβαναν υψηλό επίπεδο διαγωγής και πνευματικότητας. Η ικανότητα που είχε κάποιος να διδάσκει, να προτρέπει και να ελέγχει έπαιζε σημαντικό ρόλο προκειμένου να εγκριθεί ως «πρεσβύτερος». (1Τι 3:2· Τιτ 1:9) Ο Παύλος παρήγγειλε επίσημα στον Τιμόθεο να “κηρύξει το λόγο, να το κάνει αυτό με το αίσθημα του επείγοντος σε ευνοϊκό καιρό, σε δυσμενή καιρό, να ελέγξει, να επιτιμήσει, να προτρέψει, με κάθε μακροθυμία και τέχνη της διδασκαλίας”. (2Τι 4:2) Ως «ποιμένες», οι «πρεσβύτεροι» είναι υπεύθυνοι για την πνευματική διατροφή του ποιμνίου, καθώς επίσης για τη φροντίδα των πνευματικά ασθενών και την προστασία του ποιμνίου από στοιχεία όμοια με λύκους. (Πρ 20:28-35· Ιακ 5:14, 15· 1Πε 5:2-4) Επιπλέον, ο Παύλος, ο οποίος δίδασκε και ο ίδιος με ζήλο «δημόσια και από σπίτι σε σπίτι», υπενθύμισε στον Τιμόθεο την ευθύνη που είχε να “κάνει έργο ευαγγελιστή, να επιτελέσει τη διακονία του στο πλήρες”.—Πρ 20:20· 2Τι 4:5.
Κάθε Χριστιανική εκκλησία είχε ένα σώμα «πρεσβυτέρων» ή «επισκόπων», οι οποίοι αναφέρονται συχνά σε πληθυντικό αριθμό, όπως συνέβαινε στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ (Πρ 11:30· 15:4, 6· 21:18), της Εφέσου (Πρ 20:17, 28) και των Φιλίππων (Φλπ 1:1). «Το πρεσβυτέριο» αναφέρεται σε συνάρτηση με την “επίθεση των χεριών” στον Τιμόθεο. (1Τι 4:14) Οι «πρεσβύτεροι», ως επίσκοποι της εκκλησίας, “προΐσταντο” στους αδελφούς τους.—Ρω 12:8· 1Θε 5:12-15· 1Τι 3:4, 5· 5:17.
Ο Παύλος και ο Πέτρος, ως «πρεσβύτεροι» με αποστολική εξουσία, ασκούσαν κατά καιρούς επίβλεψη σε άλλους «πρεσβυτέρους» ορισμένων εκκλησιών (παράβαλε 1Κο 4:18-21· 5:1-5, 9-13· Φλπ 1:1· 2:12· 1Πε 1:1· 5:1-5), όπως έκαναν επίσης ο απόστολος Ιωάννης και οι μαθητές Ιάκωβος και Ιούδας—όλοι αυτοί έγραψαν επιστολές προς διάφορες εκκλησίες. Ο Παύλος διόρισε τον Τιμόθεο και τον Τίτο να τον εκπροσωπήσουν σε ορισμένα μέρη. (1Κο 4:17· Φλπ 2:19, 20· 1Τι 1:3, 4· 5:1-21· Τιτ 1:5) Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι άντρες είχαν να διαχειριστούν νεοσχηματισμένες εκκλησίες πιστών, η δε αποστολή του Τίτου ήταν να “διορθώσει τα πράγματα που παρουσίαζαν ελλείψεις” στις εκκλησίες της Κρήτης.
Σύμφωνα με το Βιβλικό υπόμνημα, ο Παύλος, ο Βαρνάβας, ο Τίτος και προφανώς ο Τιμόθεος συμμετείχαν στο διορισμό «πρεσβυτέρων» στις εκκλησίες. (Πρ 14:21-23· 1Τι 5:22· Τιτ 1:5) Πουθενά δεν αναφέρεται ότι οι εκκλησίες έκαναν τέτοιους διορισμούς ενεργώντας ανεξάρτητα. Σχετικά με την περίπτωση στην οποία ο Παύλος και ο Βαρνάβας επισκέφτηκαν ξανά τα Λύστρα, το Ικόνιο και την Αντιόχεια, το εδάφιο Πράξεις 14:23 δηλώνει ότι «διόρισαν [χειροτονήσαντες, Κείμενο] για αυτούς πρεσβυτέρους σε κάθε εκκλησία» («διώρισαν πρεσβυτέρους εις κάθε εκκλησίαν», ΚΔΤΚ· «τους διώρισαν πρεσβύτερους σε κάθε εκκλησία», ΛΘΖ). Όσον αφορά τη σημασία του ρήματος χειροτονέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, στο σύγγραμμα Πράξεις των Αποστόλων ([The Acts of the Apostles] 1970, σ. 286) του Φ. Φ. Μπρους γίνεται το ακόλουθο σχόλιο: «Αν και ετυμολογικά [το ρήμα χειροτονέω] σημαίνει “εκλέγω με ανάταση των χεριών”, κατέληξε να χρησιμοποιείται με την έννοια “ορίζω”, “διορίζω”: πρβλ. την ίδια λέξη με πρόθεση [πρό] στο 10:41». Το Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, τόμ. 4, σ. 625), αφού πρώτα δίνει τους κοινούς ορισμούς του χειροτονέω, λέει: «μεταγεν[έστερα] [γενικώς], διορίζω, . . . διορίζω εις αξίωμα εν τη Εκκλησία». Παρόμοια, το Ελληνικό και Αγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([Greek and English Lexicon to the New Testament] Λονδίνο, 1845, σ. 673) του Πάρκχερστ λέει: «Ακολουθούμενο από αιτιατική, διορίζω ή εγκαθιστώ σε αξίωμα, χωρίς όμως ψηφοφορία». Το αξίωμα στο οποίο διορίζονταν αυτοί οι Χριστιανοί άντρες ήταν το αξίωμα του «πρεσβυτέρου», χωρίς να τους ψηφίζουν οι άλλοι με ανάταση των χεριών.
Γράφοντας στον Τιμόθεο, ο Παύλος είπε: «Οι πρεσβύτεροι, που προΐστανται με καλό τρόπο, ας θεωρούνται άξιοι διπλής τιμής, ειδικά εκείνοι που εργάζονται σκληρά στην ομιλία και στη διδασκαλία». (1Τι 5:17) Λαβαίνοντας υπόψη το επόμενο εδάφιο (18) καθώς και το ότι προηγουμένως εξετάζεται το θέμα της απόδοσης τιμής στις χήρες με υλικό τρόπο (εδ. 3-16), συμπεραίνουμε ότι αυτή η “διπλή τιμή” περιλάμβανε προφανώς και υλική βοήθεια.
Ποιοι είναι οι «είκοσι τέσσερις πρεσβύτεροι» στους ουράνιους θρόνους;
Στο πρωτότυπο κείμενο του βιβλίου της Αποκάλυψης, η λέξη πρεσβύτεροι εμφανίζεται 12 φορές και εφαρμόζεται σε πνευματικά πλάσματα. Τα όσα τους περιβάλλουν, η ενδυμασία τους και οι ενέργειές τους παρέχουν μια ένδειξη ως προς την ταυτότητά τους.
Ο απόστολος Ιωάννης είχε ένα όραμα του θρόνου του Ιεχωβά στον ουρανό, περιστοιχισμένου από 24 υποδεέστερους θρόνους στους οποίους κάθονταν 24 πρεσβύτεροι ντυμένοι με λευκά εξωτερικά ενδύματα και έχοντας χρυσά στέμματα στα κεφάλια τους. (Απ 4:1-4) Καθώς το όραμα συνεχιζόταν, ο Ιωάννης είδε τους 24 πρεσβυτέρους, όχι μόνο να πέφτουν κάτω επανειλημμένα αποδίδοντας λατρεία ενώπιον του θρόνου του Ιεχωβά, αλλά και να συμμετέχουν σε διάφορα χαρακτηριστικά του οράματος καθώς αυτό εκτυλισσόταν. (Απ 4:9-11· 5:4-14· 7:9-17· 14:3· 19:4) Ιδιαίτερα επισημάνθηκε η συμμετοχή τους στην αναγγελία της Βασιλείας, σύμφωνα με την οποία ο Ιεχωβά είχε αναλάβει τη μεγάλη του δύναμη και είχε αρχίσει να βασιλεύει.—Απ 11:15-18.
Στον αρχαίο Ισραήλ, οι “πρεσβύτεροι του Ισραήλ” εκπροσωπούσαν ολόκληρο το έθνος και μιλούσαν εκ μέρους του. (Εξ 3:16· 19:7) Με τον ίδιο τρόπο, οι «πρεσβύτεροι» μπορούν να αντιπροσωπεύουν, ή να εκπροσωπούν, ολόκληρη την εκκλησία του πνευματικού Ισραήλ. Γι’ αυτό, οι 24 πρεσβύτεροι που κάθονται σε θρόνους γύρω από τον Θεό μπορεί κάλλιστα να αντιπροσωπεύουν ολόκληρο το σώμα των χρισμένων Χριστιανών οι οποίοι, αφού αποδεικνύονται πιστοί μέχρι θανάτου, λαβαίνουν την υποσχεμένη ανταμοιβή της ουράνιας ανάστασης και των θρόνων κοντά στο θρόνο του Ιεχωβά. (Απ 3:21) Ο αριθμός 24 είναι επίσης σημαντικός, επειδή αυτός ήταν ο αριθμός των υποδιαιρέσεων στις οποίες ο Βασιλιάς Δαβίδ είχε οργανώσει τους ιερείς για να υπηρετούν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Οι χρισμένοι Χριστιανοί πρόκειται να είναι «βασιλικό ιερατείο».—1Πε 2:9· 1Χρ 24:1-19· Λου 1:5-23, 57-66· Απ 20:6· βλέπε ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ.
-
-
Η Επαρχία της ΓαλιλαίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ
Η ΓΑΛΙΛΑΙΑ, η οποία βρίσκεται στη βόρεια Παλαιστίνη, ήταν κατά τους Βιβλικούς χρόνους μια ακμάζουσα και πυκνοκατοικημένη επαρχία. Μέχρι σήμερα, διαθέτει ελκυστικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά—τη βαθυγάλανη Θάλασσα της Γαλιλαίας, το απόκρημνο τοπίο στα βόρεια και τις εύφορες πεδιάδες της. (Εικόνα κάτω) Σε αυτή τη γραφική περιοχή, ο Ιησούς έζησε το μεγαλύτερο μέρος της επίγειας ζωής του, καθώς ανατράφηκε στη Ναζαρέτ, μια πόλη της Γαλιλαίας.—Ματ 2:21-23· Λου 2:51, 52.
Η γεωργία, η ποίμανση και η αλιεία ήταν διαδεδομένες μορφές απασχόλησης μεταξύ των Γαλιλαίων, και αυτό αντανακλάται σε πολλές παραβολές του Ιησού. Οι συνήθεις Γαλιλαίοι ήταν σκληρά εργαζόμενοι, φιλόπονοι άνθρωποι τους οποίους περιφρονούσαν οι Φαρισαίοι και οι πρωθιερείς στην Ιερουσαλήμ. Η χαρακτηριστική προφορά των Γαλιλαίων φανέρωνε αμέσως την ταυτότητά τους στους Ιουδαίους συμπατριώτες τους.—Ματ 26:73.
Η Γαλιλαία ήταν το σκηνικό όπου διαδραματίστηκαν μερικά από τα πιο αξιοσημείωτα γεγονότα στη διακονία του Ιησού. Σε μια βουνοπλαγιά κοντά στην Καπερναούμ, ο Ιησούς εκφώνησε τη φημισμένη Επί του Όρους Ομιλία του. (Ματ 5:1, 2) Στη Γαλιλαία, επίσης, θεράπευσε θαυματουργικά πολλά άτομα.—Μαρ 1:32-34· 6:53-56· Ιωα 4:46-54.
Πώς έγινε δεκτό το κήρυγμα και τα θαύματα του Ιησού στη Γαλιλαία; Όταν κήρυξε στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Ναζαρέτ, ο λαός αρχικά “θαύμασε για τα ελκυστικά λόγια που έβγαιναν από το στόμα του”. Όταν, όμως, ο Ιησούς τούς σύγκρινε με τους Ισραηλίτες των ημερών του Ηλία και του Ελισαιέ, εκείνοι προσπάθησαν να τον σκοτώσουν. (Λου 4:22-30) Ωστόσο, οι Γαλιλαίοι γενικά έδειξαν μεγάλη ανταπόκριση στη διακονία του Ιησού. Γι’ αυτό και οι πρώτοι μαθητές του προέρχονταν από τη Γαλιλαία, και όλοι οι απόστολοί του (με πιθανή εξαίρεση τον Ιούδα τον Ισκαριώτη) ήταν Γαλιλαίοι. (Ματ 4:18-22· Λου 6:12-16) Το πλήθος των 120 περίπου μαθητών που έλαβαν το άγιο πνεύμα την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. ήταν Γαλιλαίοι.—Πρ 1:15· 2:1-7.
[Χάρτης στη σελίδα 738]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Όριο Επαρχίας
Δρόμοι
Μεσόγειος Θάλασσα
Χοραζίν
Καπερναούμ
Βηθσαϊδά
Μαγαδάν
Τιβεριάδα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Κανά
Ναζαρέτ
Ναΐν
Χάρτης βασισμένος σε δορυφορική φωτογραφία της Γαλιλαίας
[Εικόνα στη σελίδα 738]
Ερείπια της Κανά. Εκεί ο Ιησούς μετέτρεψε το νερό σε εκλεκτό κρασί (Ιωα 2:1-11)
[Εικόνα στη σελίδα 738]
Η σημερινή όψη της Ναΐν. Ο Ιησούς έδωσε μεγάλη χαρά σε μια χήρα εκεί όταν ανέστησε το γιο της (Λου 7:11-17)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Ερείπια της Καπερναούμ στη βορειοδυτική ακτή της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Από αυτή την περιοχή ο Ιησούς επέλεξε κάποιους ψαράδες και έναν εισπράκτορα φόρων ως αποστόλους (Ματ 4:18-22· 9:9)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Η Τιβεριάδα, όπου είχε την έδρα του ο περιφερειακός διοικητής Ηρώδης Αντίπας και όπου προφανώς θανατώθηκε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής (Μαρ 6:21-28)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Ερείπια της Χοραζίν, μιας πόλης που επιτίμησε ο Ιησούς λόγω της αμετανόητης στάσης των κατοίκων της (Λου 10:13)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Η εύφορη πεδιάδα της Γεννησαρέτ, όπου ο Ιησούς εκτέλεσε πολλές θαυματουργικές θεραπείες (Ματ 14:34-36)
-
-
Γύρω από τη Θάλασσα της ΓαλιλαίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ
ΠΕΡΙΤΡΙΓΥΡΙΣΜΕΝΗ από λόφους στην ενδοχώρα της βόρειας Παλαιστίνης, βρίσκεται μια λίμνη γλυκού νερού που ονομάζεται Θάλασσα της Γαλιλαίας, Θάλασσα της Τιβεριάδας ή Λίμνη της Γεννησαρέτ. (Εικόνα κάτω) Σαν πετράδι σε μια βαθιά λεκάνη, η λίμνη βρίσκεται γύρω στα 210 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Έχει μήκος περίπου 21 χλμ. και πλάτος περίπου 12 χλμ. Τόσο στην ίδια τη λίμνη όσο και γύρω από αυτήν έλαβαν χώρα πολλά αξιοσημείωτα γεγονότα της διακονίας του Ιησού.
Σε αρκετές περιπτώσεις ο Ιησούς μίλησε από ένα πλοιάριο στα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί στην παραλία. (Μαρ 4:1, 2) Η Καπερναούμ, μια πόλη στη βόρεια ακτή, έγινε γνωστή ως η «δική του πόλη», παρότι τον περισσότερο καιρό ο Ιησούς ταξίδευε. (Ματ 9:1· Μαρ 2:1) Ο Ιησούς περπάτησε στα νερά αυτής της θάλασσας και εμφανίστηκε κάπου κοντά σε αυτήν μετά την ανάστασή του.—Ιωα 6:1, 16-21· 21:1, 4-19.
[Πίνακας στη σελίδα 740]
ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΗ Και Σχετικά Εδάφια
Βηθσαϊδά
Μαρ 8:22-26· Λου 9:10-17· 10:13
Γάδαρα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Ματ 14:24-34· Μαρ 4:35-41· Λου 5:1-11
Καπερναούμ
Λου 4:31-41· Ματ 9:1-13· 11:23
Μαγαδάν
Πεδιάδα της Γεννησαρέτ
Τιβεριάδα
Χοραζίν
[Χάρτης στη σελίδα 740]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χοραζίν
Βηθσαϊδά
Καπερναούμ
Πεδιάδα της Γεννησαρέτ
Μαγαδάν
Τιβεριάδα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Ποταμός Ιορδάνης
ΓΑΔΑΡΑ
Γάδαρα
-
-
Τα Γεγονότα που Προηγήθηκαν του Θανάτου του ΧριστούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΗΘΗΚΑΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ που προηγήθηκαν του θανάτου του Ιησού έλαβαν χώρα στην Ιερουσαλήμ και στα περίχωρά της. Εδώ παρουσιάστηκε ο Γιος του Θεού ενώπιον του έθνους ως Βασιλιάς του. Καθώς πλησίαζε στην πόλη, ένα πλήθος μαθητών κραύγαζε: «Ευλογημένος Αυτός που έρχεται ως ο Βασιλιάς στο όνομα του Ιεχωβά!» (Λου 19:37, 38) Αλλά οι θρησκευτικοί ηγέτες του έθνους τον απέρριψαν και τον κατηγόρησαν ψευδώς ότι υποκινούσε το λαό σε ανταρσία. Όταν ο Ρωμαίος κυβερνήτης, ο Πόντιος Πιλάτος, ρώτησε τον Ιησού χωρίς περιστροφές αν ήταν βασιλιάς, ο Ιησούς απάντησε: «Η βασιλεία μου δεν είναι μέρος αυτού του κόσμου». (Εικόνα κάτω) Όταν ο ίδιος ο Πιλάτος τον παρουσίασε στους Ιουδαίους λέγοντας: «Να ο βασιλιάς σας!» οι πρωθιερείς απάντησαν: «Δεν έχουμε βασιλιά εκτός από τον Καίσαρα».—Ιωα 18:33-38· 19:14, 15.
[Πίνακας στη σελίδα 742]
Πότε και Πού Έλαβαν Χώρα τα Γεγονότα
9 ΝΙΣΑΝ
Βηθανία
Προς την Ιερουσαλήμ
10 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ, ναός
11 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ, ναός
Όρος των Ελαιών, ανατολικά της Ιερουσαλήμ
12 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ
13 ΝΙΣΑΝ
Κοντά και μέσα στην Ιερουσαλήμ
14 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ
Κήπος της Γεθσημανή, ανατολικά της Ιερουσαλήμ
Ιερουσαλήμ, σπίτι του Καϊάφα
Ιερουσαλήμ, αίθουσα του Σάνχεδριν
Ιερουσαλήμ, ανάκτορο του κυβερνήτη
Γολγοθάς, έξω από την Ιερουσαλήμ
[Χάρτης στη σελίδα 742]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ και ΠΕΡΙΧΩΡΑ
Οι αριθμοί δείχνουν το σημερινό υψόμετρο
Γολγοθάς (;) 770
Γολγοθάς (;) 760
Κοιλάδα του Εννόμ 750
Δεξαμενή Βηθζαθά 740
Προς Ιεριχώ
Όρος των Ελαιών 780, 800, 770, 730
Κήπος της Γεθσημανή (;) 700
Προς Βηθανία
Κ.Χ. Κιδρόν 720, 740
Φρούριο Αντωνία
ΝΑΟΣ
Αίθουσα του Σάνχεδριν (;)
Ανάκτορο του Κυβερνήτη
Σπίτι του Καϊάφα (;)
Υδραγωγείο
Δεξαμενή του Σιλωάμ 620
Πηγή Γιών
[Εικόνες στη σελίδα 741]
Επάνω: Επιγραφή σε πέτρα με το όνομα του Πόντιου Πιλάτου, στη λατινική, η οποία ανακαλύφτηκε το 1961
[Εικόνα στη σελίδα 743]
9 Νισάν: Κατά την είσοδό του στην Ιερουσαλήμ, ο Χριστός χαιρετίστηκε ως Βασιλιάς
[Εικόνα στη σελίδα 743]
10 Νισάν: Πέταξε έξω από το ναό όσους τον χρησιμοποιούσαν για εμπόριο
[Εικόνα στη σελίδα 743]
11 Νισάν: Προείπε το τέλος του παλιού συστήματος και τον καιρό της παρουσίας του ως Βασιλιά με ουράνια δόξα
[Εικόνα στη σελίδα 743]
14 Νισάν: Προτού κρεμαστεί στο ξύλο, θέσπισε την Ανάμνηση του θανάτου του
-
-
Η Εξάπλωση της ΧριστιανοσύνηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗΣ
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, αποχαιρετώντας τους ακολούθους του προτού αναληφθεί στον ουρανό το 33 Κ.Χ., τους ανέθεσε την ακόλουθη αποστολή: «Θα είστε μάρτυρές μου τόσο στην Ιερουσαλήμ όσο και σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια και ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης». (Πρ 1:8) Αυτοί εκπλήρωσαν την αποστολή τους.
Δέκα ημέρες αργότερα, την Πεντηκοστή, άγιο πνεύμα εκχύθηκε πάνω σε περίπου 120 μαθητές που περίμεναν στην Ιερουσαλήμ, και τότε αυτοί άρχισαν να μιλούν «για τα μεγαλεία του Θεού». (Πρ 2:1-4, 11) Την ίδια ημέρα βαφτίστηκαν περίπου 3.000 άτομα. (Πρ 2:37-41) Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, οι μαθητές “γέμισαν την Ιερουσαλήμ με τη διδασκαλία τους”. (Πρ 5:27, 28, 40-42) Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; «Ο αριθμός των μαθητών πλήθαινε στην Ιερουσαλήμ πάρα πολύ».—Πρ 6:7.
Από την Ιερουσαλήμ, το έργο μαρτυρίας εξαπλώθηκε αλλού. Η εναντίωση που συνάντησαν οι μαθητές στο έργο μαρτυρίας τους στην Ιερουσαλήμ είχε ως αποτέλεσμα να διασκορπιστούν σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια. Και πάλι το αποτέλεσμα ήταν αύξηση.—Πρ 8:1, 4, 14-17.
Το 36 Κ.Χ., ο απόστολος Πέτρος έφερε τα καλά νέα στην Καισάρεια, όπου βαφτίστηκε ο Κορνήλιος και το σπιτικό του—οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί που μεταστράφηκαν στη Χριστιανοσύνη. (Πρ 10) Κατόπιν αυτού φαίνεται ότι άρχισε να επιδίδεται συστηματικά μαρτυρία στους μη Ιουδαίους στην Αντιόχεια της Συρίας. Ως αποτέλεσμα, «μεγάλος αριθμός ανθρώπων που έγιναν πιστοί στράφηκε στον Κύριο». (Πρ 11:20, 21) Έκτοτε το έργο μαρτυρίας επεκτάθηκε στα άλλα έθνη και έχει φτάσει κυριολεκτικά ως το «πιο απομακρυσμένο μέρος της γης».
[Χάρτης στη σελίδα 744]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Περιοχές Έντονης Δράσης
Ρώμη
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΑΧΑΪΑ
Μαύρη Θάλασσα
ΑΣΙΑ
ΒΙΘΥΝΙΑ
ΠΟΝΤΟΣ
ΓΑΛΑΤΙΑ
ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
ΣΥΡΙΑ
Ιερουσαλήμ
ΚΥΠΡΟΣ
ΚΡΗΤΗ
Βαβυλώνα
Περσικός Κόλπος
Περιοχές Όπου Έφτασαν τα Καλά Νέα τον Πρώτο Αιώνα
ΙΣΠΑΝΙΑ
ΙΤΑΛΙΑ
ΜΑΛΤΑ
Μεσόγειος Θάλασσα
ΙΛΛΥΡΙΚΟ
ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑ
ΜΗΔΙΑ
ΠΑΡΘΙΑ
Κασπία Θάλασσα
ΕΛΑΜ
ΑΡΑΒΙΑ
Κυρήνη
ΛΙΒΥΗ
ΑΙΓΥΠΤΟΣ
ΑΙΘΙΟΠΙΑ
Ερυθρά Θάλασσα
[Εικόνα στη σελίδα 745]
Μακέτα του ναού του πρώτου αιώνα· η Στοά του Σολομώντα φαίνεται στα ανατολικά. Οι απόστολοι ασχολούνταν εντατικά με τη διακονία σε αυτή την περιοχή (Πρ 3:11· 5:12)
[Εικόνα στη σελίδα 745]
Ερείπια της ρωμαϊκής περιόδου στη Σαμάρεια. Η περιφέρεια της Σαμάρειας ήταν η πρώτη περιοχή εκτός Ιουδαίας που δέχτηκε τα Χριστιανικά καλά νέα (Πρ 8:1-5)
[Εικόνα στη σελίδα 745]
Η παραθαλάσσια πόλη Ιόππη. Εδώ ο απόστολος Πέτρος έλαβε το όραμα που τον κατηύθυνε να κηρύξει σε απερίτμητους Εθνικούς (Πρ 10:9-29)
-
-
Η Διακονία του Αποστόλου ΠαύλουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
ΕΧΟΝΤΑΣ λάβει από τον Ιησού την εντολή να είναι απόστολος των εθνών, ο Παύλος εκτέλεσε με ζήλο το διορισμό του. (Ρω 11:13) Το πρώτο ιεραποστολικό του ταξίδι τον έφερε στην Κύπρο και μετά στη Μικρά Ασία. Εξαγριωμένοι όχλοι τον πέταξαν έξω από τις πόλεις τους, κάποια φορά μάλιστα τον λιθοβόλησαν και τον εγκατέλειψαν νομίζοντας ότι ήταν νεκρός. Αυτός, όμως, επέστρεψε για να ενισχύσει όσους είχαν γίνει μαθητές.
Στο δεύτερο ταξίδι του, έφτασε ως τη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα. Εδώ μπόρεσε να δώσει μαρτυρία στον Άρειο Πάγο, όπως εικονίζεται παρακάτω.
Στο τρίτο ταξίδι του, κήρυξε επί τρία σχεδόν χρόνια στην Έφεσο, ένα σταυροδρόμι του ρωμαϊκού κόσμου. Κατόπιν μετέβη στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα για να εποικοδομήσει τις τοπικές εκκλησίες.
Όταν το ρωμαϊκό κράτος τον φυλάκισε, ο Παύλος χρησιμοποίησε επωφελώς το χρόνο του για να γράψει θεόπνευστες επιστολές οι οποίες αποτελούν σήμερα μέρος της Αγίας Γραφής.
[Χάρτης στη σελίδα 747]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΠΡΩΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Πρώτο ταξίδι: Πρ 13:1–14:28
Πορεία του Παύλου
Δρόμοι
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
Ταρσός
Δέρβη
Λύστρα
Ικόνιο
ΓΑΛΑΤΙΑ
Αντιόχεια
ΠΙΣΙΔΙΑ
Πέργη
Αττάλεια
Αντιόχεια
Σελεύκεια
ΣΥΡΙΑ
ΚΥΠΡΟΣ
Σαλαμίνα
Πάφος
[Χάρτης στη σελίδα 747]
ΔΕΥΤΕΡΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Δεύτερο ταξίδι: Πρ 15:36–18:22
Πορεία του Παύλου
Δρόμοι
ΣΥΡΙΑ
Αντιόχεια
ΚΙΛΙΚΙΑ
Δέρβη
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΑ
Λύστρα
Ικόνιο
ΦΡΥΓΙΑ
ΑΣΙΑ
ΒΙΘΥΝΙΑ
ΜΥΣΙΑ
Τρωάς
Φίλιπποι
Αμφίπολη
Θεσσαλονίκη
Βέροια
Αθήνα
Κόρινθος
Έφεσος
Μεσόγειος Θάλασσα
ΚΡΗΤΗ
ΚΥΠΡΟΣ
Καισάρεια
Ιερουσαλήμ
[Χάρτης στη σελίδα 747]
ΤΡΙΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Τρίτο ταξίδι: Πρ 18:23–21:19
Πορεία του Παύλου
Δρόμοι
Αντιόχεια
ΓΑΛΑΤΙΑ
ΦΡΥΓΙΑ
Έφεσος
Τρωάς
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Φίλιπποι
ΑΧΑΪΑ
Άσσος
ΜΥΤΙΛΗΝΗ
ΧΙΟΣ
ΣΑΜΟΣ
Μίλητος
ΚΩΣ
Πάταρα
ΡΟΔΟΣ
Μεσόγειος Θάλασσα
ΚΡΗΤΗ
ΚΥΠΡΟΣ
Τύρος
Πτολεμαΐδα
Καισάρεια
Ιερουσαλήμ
[Χάρτης στη σελίδα 750]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗ ΡΩΜΗ
Προς τη Ρώμη ως κρατούμενος: Πρ 23:11–28:31
Πορεία του Παύλου
Καισάρεια
Σιδώνα
ΚΥΠΡΟΣ
ΚΙΛΙΚΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΑ
Μύρα
ΑΣΙΑ
Κνίδος
ΚΡΗΤΗ
ΚΑΥΔΑ
Μεσόγειος Θάλασσα
Σύρτη
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΙΤΑΛΙΑ
ΜΑΛΤΑ
ΣΙΚΕΛΙΑ
Συρακούσες
Ρήγιο
Ποτίολοι
Ρώμη
[Εικόνα στη σελίδα 748]
Η ονομαζόμενη Ευθεία οδός, στη Δαμασκό. Έπειτα από τη μεταστροφή του, ο τυφλωμένος Σαύλος οδηγήθηκε σε ένα σπίτι που βρισκόταν σε αυτή την οδό (Πρ 9:3-16)
[Εικόνα στη σελίδα 748]
Θέατρο στην Έφεσο, όπου λάτρεις της Αρτέμιδος (ένθετη φωτογραφία) προκάλεσαν οχλαγωγία διαμαρτυρόμενοι για τη διακονία του Παύλου (Πρ 19:29-41)
[Εικόνα στη σελίδα 748]
Ερείπια στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Εδώ ο Παύλος έδωσε αποτελεσματική μαρτυρία στη συναγωγή, αλλά κατόπιν ένας εξαγριωμένος όχλος τον πέταξε έξω από την πόλη (Πρ 13:14-50)
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Ερείπια μιας αρχαίας φυλακής στους Φιλίππους. Ο Παύλος ξυλοκοπήθηκε και φυλακίστηκε σε αυτή την πόλη, αλλά ο δεσμοφύλακας και το σπιτικό του έγιναν Χριστιανοί (Πρ 16:19-34)
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Το τείχος της αρχαίας Θεσσαλονίκης. Εδώ ο Παύλος διεξήγαγε με τους ανθρώπους λογικές συζητήσεις από τις Γραφές, αλλά κατόπιν ένας εξαγριωμένος όχλος προκάλεσε σάλο στην πόλη (Πρ 17:1-9)
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Ερείπια της αρχαίας Κορίνθου (κάτω), με φόντο τον Ακροκόρινθο. Ο Παύλος προσπάθησε να θωρακίσει τους Χριστιανούς που ζούσαν εκεί ενάντια στον ανήθικο τρόπο ζωής που τους περιέβαλλε
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Η Ακρόπολη της Αθήνας όπως είναι σήμερα (δεξιά). Σε πρώτο πλάνο, δεξιά, βρίσκεται ο Άρειος Πάγος, όπου μίλησε ο Παύλος
[Εικόνα στη σελίδα 750]
Ο Παύλος έμεινε υπό φρούρηση σε ένα σπίτι στη Ρώμη δύο χρόνια. Σε αυτή την περίοδο έγραψε πέντε θεόπνευστες επιστολές σε συγχριστιανούς του
-
-
Η Ιερουσαλήμ Καταστρέφεται από τους ΡωμαίουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ
ΛΙΓΟ πριν από το θάνατό του το 33 Κ.Χ., ο Ιησούς χαρακτήρισε την Ιερουσαλήμ ως «αυτή που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους απεσταλμένους σε αυτήν». Η πόλη ως σύνολο ακολούθησε το πρότυπο του παρελθόντος της και απέρριψε τον Γιο του Θεού.—Ματ 23:37.
Ο Ιησούς προείπε τι θα συνέβαινε: «Θα έρθουν πάνω σου ημέρες κατά τις οποίες οι εχθροί σου θα οικοδομήσουν γύρω σου οχύρωμα με αιχμηρούς πασσάλους». (Λου 19:41-44) Είπε επίσης: «Όταν δείτε την Ιερουσαλήμ περικυκλωμένη από στρατόπεδα, τότε . . . εκείνοι που είναι στην Ιουδαία ας αρχίσουν να φεύγουν στα βουνά».—Λου 21:20, 21.
Το 66 Κ.Χ., ύστερα από μια εξέγερση των Ιουδαίων, τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον Κέστιο Γάλλο κινήθηκαν εναντίον της Ιερουσαλήμ. Αλλά, όπως σημειώνει ο Ιώσηπος, ο Γάλλος «ανακάλεσε ξαφνικά το στρατό του, . . . και, διαψεύδοντας τις προσδοκίες, αναχώρησε από την πόλη». Αυτό έδωσε στους Χριστιανούς την ευκαιρία να φύγουν από την Ιερουσαλήμ, όπως και έκαναν. Λίγο αργότερα τα ρωμαϊκά στρατεύματα επέστρεψαν υπό τον Τίτο. Αυτή τη φορά έφτιαξαν ένα «οχύρωμα με αιχμηρούς πασσάλους», έναν περιμετρικό φράχτη μήκους 7,2 χλμ. Ύστερα από πολιορκία σχεδόν πέντε μηνών, η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς και ο ναός μεταβλήθηκε σε ερείπια. Τρία χρόνια αργότερα, το 73 Κ.Χ., τα ρωμαϊκά στρατεύματα κατέλαβαν το τελευταίο Ιουδαϊκό οχυρό, το φρούριο της Μασάδας, το οποίο βρισκόταν στην κορυφή ενός βουνού. (Βλέπε κάτω.)
Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ τονίζει πόσο σημαντικό είναι να δίνουμε προσοχή στις Βιβλικές προφητείες.
[Εικόνα στη σελίδα 751]
Ρωμαϊκά νομίσματα που απαθανατίζουν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.
[Εικόνα στη σελίδα 752]
Η κατάκτηση και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 Κ.Χ.
[Εικόνα στη σελίδα 752]
Η Αψίδα του Τίτου στη Ρώμη απεικονίζει Ρωμαίους στρατιώτες με λάφυρα από το ναό
-
-
ΠριόνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΙΟΝΙ
Κοπτικό εργαλείο με οδοντωτή λεπίδα και μία ή δύο λαβές. Τα πρώτα πριόνια δεν έκοβαν παλινδρομικά. Μερικά ήταν σχεδιασμένα έτσι ώστε να κόβουν κατά την ελκόμενη διαδρομή, ενώ άλλα κατά την ωθούμενη. Τα αιγυπτιακά πριόνια κατασκευάζονταν γενικά από μπρούντζο και τα δόντια τους ήταν συνήθως διευθετημένα προς την κατεύθυνση της λαβής. Ένα τέτοιο πριόνι έκοβε κατά την ελκόμενη διαδρομή. Η λεπίδα είτε προσαρμοζόταν στη λαβή είτε προσδενόταν σε αυτήν με λουριά. Οι Ασσύριοι χρησιμοποιούσαν πριόνια που είχαν δύο λαβές και σιδερένιες λεπίδες. Μεταξύ των Εβραίων, οι ξυλουργοί έκοβαν με πριόνια το ξύλο, οι δε χτίστες χρησιμοποιούσαν λιθοκοπτικά πριόνια.—Ησ 10:15· 1Βα 7:9.
Ο Δαβίδ έβαλε τους αιχμάλωτους Αμμωνίτες να κάνουν διάφορες εργασίες, όπως το να πριονίζουν πέτρες. (2Σα 12:29-31) Στα εργαλεία τους περιλαμβάνονταν τα «τσεκούρια», ή κατά κυριολεξία τα «λιθοπρίονα» σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο στο εδάφιο 1 Χρονικών 20:3. Σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται ότι στη λιθοκοπία χρησιμοποιούσαν πριόνια με χάλκινες λεπίδες και πέτρινα δόντια. Προφανώς, όμως, κάτω από την κόψη του πριονιού με τη χάλκινη ή μπρούντζινη λεπίδα τοποθετούσαν μερικές φορές ένα λειαντικό μέσο, παραδείγματος χάρη σμυριδόσκονη, για να διευκολύνεται η εργασία.
Ο διωγμός των πιστών μαρτύρων του Ιεχωβά της προχριστιανικής εποχής ήταν ενίοτε τόσο σφοδρός ώστε μερικοί θανατώθηκαν με “πριονισμό”. (Εβρ 11:37, 38) Σύμφωνα με την παράδοση, ο πονηρός Βασιλιάς Μανασσής θανάτωσε τον Ησαΐα με αυτόν τον εξαιρετικά επώδυνο τρόπο, αν και οι Γραφές δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό.
-
-
Πρίσκα, ΠρίσκιλλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΙΣΚΑ
(Πρίσκα) [Γριά]· ΠΡΙΣΚΙΛΛΑ (Πρίσκιλλα) [Γριούλα].
Η συντομότερη μορφή του ονόματος εμφανίζεται στα συγγράμματα του Παύλου, ενώ η μακρύτερη μορφή στο σύγγραμμα του Λουκά. Τέτοιου είδους παραλλαγές ήταν κοινές στα ρωμαϊκά ονόματα.
Η Πρίσκιλλα ήταν η σύζυγος του Ακύλα και αναφέρεται πάντοτε μαζί με αυτόν. Και οι δύο έκαναν καλά Χριστιανικά έργα και ήταν φιλόξενοι, όχι μόνο προς μεμονωμένα άτομα, αλλά και προς την εκκλησία επίσης, παραχωρώντας το σπίτι τους για τις συναθροίσεις της εκκλησίας τόσο στη Ρώμη όσο και στην Έφεσο.
Εξαιτίας του διατάγματος του Αυτοκράτορα Κλαύδιου, ο Ακύλας και η σύζυγός του έφυγαν από τη Ρώμη και πήγαν στην Κόρινθο γύρω στο 50 Κ.Χ. Λίγο καιρό μετά την άφιξή τους εκεί, ο Παύλος άρχισε να συνεργάζεται μαζί τους στη σκηνοποιία. (Πρ 18:2, 3) Ταξίδεψαν με τον Παύλο στην Έφεσο, παρέμειναν εκεί για κάποιο διάστημα και βοήθησαν τον εύγλωττο Απολλώ “εκθέτοντας πιο ορθά την οδό του Θεού” σε αυτόν. (Πρ 18:18, 19, 24-28· 1Κο 16:19) Αφού επέστρεψαν στη Ρώμη για λίγο καιρό (Ρω 16:3-5), αργότερα γύρισαν στην Έφεσο. (2Τι 4:19· 1Τι 1:3) Η προσωπική τους γνωριμία με τον Παύλο διήρκεσε περίπου από το 50 Κ.Χ. ως το θάνατό του, γύρω στα 15 χρόνια αργότερα. Στο διάστημα αυτής της συναναστροφής “διακινδύνευσαν τον τράχηλό τους” για την ψυχή του αποστόλου.—Ρω 16:3, 4· βλέπε ΑΚΥΛΑΣ.
-
-
ΠρόβατοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΒΑΤΟ
Ένα από τα βασικότερα ζώα της ποιμενικής ζωής. (Γε 24:35· 26:14) Τα πρόβατα είναι μηρυκαστικά, δηλαδή αναμασούν την τροφή. Όπως και σήμερα, η κύρια ποικιλία στην αρχαία Παλαιστίνη ίσως ήταν το πλατύουρο πρόβατο, που ξεχωρίζει από τη μεγάλη, παχιά ουρά του, η οποία συνήθως ζυγίζει περίπου 5 κιλά ή και περισσότερο. (Παράβαλε Εξ 29:22· Λευ 3:9.) Γενικά, τα πρόβατα ήταν λευκά (Ασμ 6:6), μολονότι υπήρχαν επίσης σκούρα καφετιά και ποικιλόχρωμα. (Γε 30:32) Στις ποιμενικές κοινωνίες, οι πλούσιοι, όπως ο Ιώβ, είχαν χιλιάδες πρόβατα. (Ιωβ 1:3, 16· 42:12) Πιθανότατα, οι Ισραηλίτες διατηρούσαν μερικά αρνιά ως αγαπημένα κατοικίδια ζώα.—2Σα 12:3· Ιερ 11:19.
Χωρίς ποιμένα, τα ήμερα πρόβατα νιώθουν αβοήθητα και φοβισμένα. Χάνονται και διασκορπίζονται, και βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος των εχθρών τους. (Αρ 27:16, 17· Ιερ 23:4· Ιεζ 34:5, 6, 8· Μιχ 5:8) Τα πρόβατα αποδέχονται την καθοδήγηση και ακολουθούν πιστά τον ποιμένα τους. Μπορούν να μάθουν να αναγνωρίζουν τη φωνή του και να ανταποκρίνονται μόνο σε αυτόν. (Ιωα 10:2-5) Αυτό το δείχνει παραστατικά ένα απόσπασμα από το σύγγραμμα Έρευνες στην Ελλάδα και στο Λεβάντε ([Researches in Greece and the Levant] Λονδίνο, 1831, σ. 321, 322), του Τζ. Χάρτλι:
«Αφού μου επέστησαν την προσοχή χθες το βράδυ στα λόγια του εδαφίου Ιωάννης 10:3 . . . , ρώτησα τον υπηρέτη μου αν συνηθιζόταν στην Ελλάδα να δίνουν ονόματα στα πρόβατα. Εκείνος με πληροφόρησε ότι πράγματι συνέβαινε αυτό, και ότι τα πρόβατα υπάκουαν στον ποιμένα όταν τα καλούσε με το όνομά τους. Σήμερα το πρωί μού δόθηκε η ευκαιρία να επαληθεύσω αυτή την πληροφορία. Καθώς περνούσαμε δίπλα από ένα κοπάδι πρόβατα, έθεσα στον ποιμένα το ίδιο ερώτημα που είχα κάνει και στον υπηρέτη μου, και εκείνος μου έδωσε την ίδια απάντηση. Τότε τον παρακάλεσα να φωνάξει ένα από τα πρόβατά του. Εκείνος το φώναξε, και αμέσως το πρόβατο άφησε τη βοσκή του και τα υπόλοιπα ζώα και έτρεξε στο χέρι του ποιμένα δείχνοντας ευχαριστημένο και υπακούοντας με τόση προθυμία όση δεν είχα παρατηρήσει ξανά σε κανένα άλλο ζώο. Αληθεύει επίσης ότι τα πρόβατα σε αυτή τη χώρα “δεν θα ακολουθήσουν ξένο, αλλά θα φύγουν από αυτόν” . . . Ο ποιμένας μού είπε ότι πολλά από τα πρόβατά του εξακολουθούσαν να είναι άγρια και δεν είχαν μάθει ακόμη το όνομά τους, αλλά καθώς θα τα δίδασκε, θα το μάθαιναν όλα».—Βλέπε ΠΟΙΜΕΝΑΣ.
Στην αρχαιότητα, περιοχές κατάλληλες για την εκτροφή προβάτων ήταν μεταξύ άλλων η Νεγκέμπ (1Σα 15:7, 9), η Χαρράν (Γε 29:2-4), η γη Μαδιάμ (Εξ 2:16), η ορεινή περιοχή του Ιούδα, όπου βρισκόταν η πόλη Κάρμηλος (1Σα 25:2), η γη του Ουζ (Ιωβ 1:1, 3), καθώς επίσης η Βασάν και η Γαλαάδ (Δευ 32:14· Μιχ 7:14).
Τα πρόβατα παρείχαν στους Εβραίους και σε άλλους λαούς πολυάριθμα προϊόντα. Από τα κέρατα των κριαριών έφτιαχναν δοχεία και κέρατα που έβγαζαν ήχο. (Ιη 6:4-6, 8, 13· 1Σα 16:1) Ενίοτε τα δέρματα των προβάτων χρησίμευαν ως ενδύματα (Εβρ 11:37), και δέρματα κριαριών που είχαν βαφτεί κόκκινα χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας. (Εξ 26:14) Το μαλλί των προβάτων προμήθευε το νήμα για το ύφασμα από το οποίο κατά πάσα πιθανότητα ήταν φτιαγμένα τα περισσότερα ρούχα. (Ιωβ 31:20· Παρ 27:26) Τα πρόβατα αποτελούσαν σημαντικό εμπορεύσιμο είδος (Ιεζ 27:21), μάλιστα χρησιμοποιούνταν και για την πληρωμή φόρου υποτελείας. (2Βα 3:4· 2Χρ 17:11) Τόσο το γάλα όσο και το κρέας των προβάτων ήταν είδη διατροφής. (Δευ 14:4· 32:14· 2Σα 17:29· Ησ 7:21, 22) Το πρόβειο και το αρνίσιο κρέας αποτελούσαν τακτική τροφή βασιλιάδων, κυβερνητών και άλλων.—1Σα 8:17· 1Βα 4:22, 23· Νε 5:18· Αμ 6:4.
Το κρέας το έβραζαν ή το έψηναν. Για το Πάσχα, έψηναν ένα μονοετές κριάρι ή ένα αρσενικό κατσίκι ολόκληρο, αφού πρώτα αφαιρούσαν το δέρμα του και καθάριζαν τα σπλάχνα του. (Εξ 12:5, 9) Όταν επρόκειτο να βράσουν ένα πρόβατο, το έγδερναν πρώτα και κατόπιν το διαμέλιζαν. Μερικές φορές έσπαζαν τα κόκαλα για να βγάλουν το μυελό. Τόσο το κρέας όσο και τα κόκαλα τα έβραζαν σε ένα μεγάλο σκεύος. (Ιεζ 24:3-6, 10· Μιχ 3:1-3) Αφού έβραζε το κρέας, το έβγαζαν από τη χύτρα και σέρβιραν ξεχωριστά το ζωμό. (Παράβαλε Κρ 6:19.) Το σερβίρισμα αρνιού σε έναν επισκέπτη ήταν ένδειξη φιλοξενίας.—2Σα 12:4.
Τον καιρό της κουράς των προβάτων τον περίμεναν με ανυπομονησία, εφόσον έμοιαζε πολύ με το θερισμό. Ήταν ένα γεγονός που συνοδευόταν από συμπόσια και χαρές.—1Σα 25:2, 11, 36· 2Σα 13:23, 24, 28.
Ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε να τρώνε το πάχος των προβάτων (Λευ 7:23-25), καθώς και να σφάζουν ένα πρόβατο μαζί με το μικρό του την ίδια ημέρα. (Λευ 22:28) Περιλάμβανε επίσης διατάξεις που αφορούσαν το χειρισμό ζητημάτων σχετικά με τα πρόβατα που ξεστράτιζαν, καθώς και με την απώλεια, το σοβαρό τραυματισμό ή την κλοπή προβάτων. (Εξ 22:1, 4, 9-13· Δευ 22:1, 2) Η υπακοή του Ισραήλ στους νόμους του Θεού καθόριζε το αν τα ποίμνια και τα βόδια τους θα ήταν ευλογημένα ή καταραμένα.—Δευ 7:12, 13· 28:2, 4, 15, 18, 31, 51.
Από αρχαιοτάτων χρόνων, τα πρόβατα προσφέρονταν ως θυσία. (Γε 4:2, 4· 22:7, 8, 13· Ιωβ 42:8) Υπό το Νόμο, όλα τα πρωτότοκα αρσενικά αρνιά έπρεπε να θυσιάζονται, αφού πρώτα γίνονταν τουλάχιστον οχτώ ημερών. Για να απολυτρωθεί ένα πρωτότοκο αρσενικό γαϊδούρι, έπρεπε να προσφερθεί ένα πρόβατο. (Εξ 34:19, 20· Λευ 22:27) Τα κριάρια προσφέρονταν ως προσφορές για ενοχή (Λευ 5:15, 16, 18· 6:6), ως ολοκαυτώματα (Λευ 9:3· 16:3· 23:12) και ως θυσίες συμμετοχής (Λευ 9:4). Επίσης, ένα κριάρι χρησιμοποιήθηκε ως προσφορά καθιέρωσης για το Ααρωνικό ιερατείο. (Εξ 29:22· Λευ 8:22-28) Καθημερινά, προσφέρονταν ως μόνιμη προσφορά ολοκαυτώματος δύο μονοετή κριάρια. (Εξ 29:38-42) Στην αρχή κάθε μήνα, καθώς και επ’ ευκαιρία των ετήσιων γιορτών, εκτός από τη μόνιμη προσφορά ολοκαυτώματος, θυσιάζονταν κριάρια και αρσενικά αρνιά. (Αρ 28:11, 17-19, 26, 27· 29:1-38) Το κριάρι κατείχε τόσο εξέχουσα θέση στις προσφορές που έκανε ο Ισραήλ ώστε ο προφήτης Σαμουήλ ανέφερε «το πάχος των κριαριών» παράλληλα με τη «θυσία». (1Σα 15:22) Εντούτοις, μερικές φορές μπορούσαν να προσφερθούν ως θυσίες συμμετοχής (Λευ 3:6), ως προσφορές για αμαρτία (Λευ 4:32· Αρ 6:14) και ως προσφορές για ενοχή (Λευ 5:6) θηλυκά αρνιά.
Προφητική και Μεταφορική Χρήση. Στις Γραφές, τα “πρόβατα” συχνά υποδηλώνουν τον ανυπεράσπιστο, αθώο και ενίοτε υφιστάμενο κακομεταχείριση λαό του Ιεχωβά. (2Σα 24:17· Ψλ 44:11, 22· 95:7· 119:176· Ματ 10:6, 16· Ιωα 21:16, 17· Ρω 8:36) Υπό άπιστους ποιμένες, δηλαδή ηγέτες, οι Ισραηλίτες—τα πρόβατα του Θεού—υπέφεραν πάρα πολύ. Μέσω του Ιεζεκιήλ του προφήτη του, ο Ιεχωβά παρουσιάζει μια εξαιρετικά οικτρή εικόνα παραμέλησης: «Το ποίμνιο δεν το βόσκετε. Τα άρρωστα δεν τα ενισχύσατε και το ασθενές δεν το γιατρέψατε και αυτό που είχε σπασμένα κόκαλα δεν το επιδέσατε και το διεσπαρμένο δεν το φέρατε πίσω και το χαμένο δεν το αναζητήσατε, αλλά με σκληρότητα τα είχατε σε υποταγή, ναι, με τυραννία. Και σιγά σιγά διασκορπίστηκαν επειδή δεν υπήρχε ποιμένας, και έτσι έγιναν τροφή για κάθε θηρίο του αγρού». (Ιεζ 34:3-5) Αντιθέτως, τα πρόβατα του Ιησού, τόσο το «μικρό ποίμνιο» όσο και τα «άλλα πρόβατα», που ακολουθούν την ηγεσία του, τυγχάνουν καλής φροντίδας. (Λου 12:32· Ιωα 10:4, 14, 16· Απ 7:16, 17) Ο Ιησούς παρέβαλε με πρόβατα εκείνους που κάνουν το καλό στους πιο μικρούς από τους αδελφούς του, ενώ παρομοίασε με κατσίκια εκείνους που αρνούνται να το κάνουν αυτό.—Ματ 25:31-45.
Μερικές φορές τα «κριάρια» συμβολίζουν άτομα, ιδίως τους καταδυναστευτικούς ηγέτες κάποιου έθνους οι οποίοι προορίζονται για καταστροφή. (Ιερ 51:40· Ιεζ 39:18) Στα εδάφια Ιεζεκιήλ 34:17-22, τα κριάρια, οι τράγοι και τα παχουλά πρόβατα αντιπροσωπεύουν τους άπιστους ηγέτες του Ισραήλ που σφετερίζονταν το καλύτερο για τον εαυτό τους και κατόπιν μόλυναν ό,τι απέμενε για τα αδύνατα και άρρωστα πρόβατα, δηλαδή για το λαό τον οποίο καταδυνάστευαν, εκμεταλλεύονταν και απωθούσαν.
Ο Ιησούς Χριστός περιγράφτηκε προφητικά ως πρόβατο που φέρνεται στη σφαγή και ως προβατίνα που μένει άφωνη μπροστά στους κουρευτές της. (Ησ 53:7· Πρ 8:32, 35· παράβαλε 1Πε 2:23.) Λόγω του θυσιαστικού ρόλου του Ιησού, ο Ιωάννης ο Βαφτιστής τον προσδιόρισε ως «το Αρνί του Θεού το οποίο αφαιρεί την αμαρτία του κόσμου», και στο βιβλίο της Αποκάλυψης ο Γιος του Θεού αποκαλείται επανειλημμένα «το Αρνί».—Ιωα 1:29· Απ 5:6· 6:16· 7:14, 17· 14:1· 17:14· 19:7.
Η Μηδοπερσική Παγκόσμια Δύναμη συμβολίστηκε από ένα κριάρι με δύο κέρατα διαφορετικού ύψους. Το ψηλότερο κέρατο προφανώς υποδήλωνε ότι οι Πέρσες βασιλιάδες θα υπερίσχυαν. (Δα 8:3-7, 20) Στο εδάφιο Αποκάλυψη 13:11, το θηρίο που ανεβαίνει από τη γη παριστάνεται να έχει δύο κέρατα όμοια με αρνιού, πράγμα που υποδηλώνει ότι είναι δήθεν αβλαβές. Παρόμοια, ο Ιησούς περιέγραψε τους ψευδοπροφήτες ως λύκους που έχουν ένδυμα προβάτου, και γι’ αυτό είναι επικίνδυνοι, αν και φαίνονται άκακοι.—Ματ 7:15.
Το περιστατικό κατά το οποίο το Όρος Σινά έτρεμε όταν ο Ιεχωβά έδινε το Νόμο στον Ισραήλ (Εξ 19:18) φαίνεται ότι είναι αυτό που υπονοείται από τη μεταφορική εικόνα των “βουνών που αναπηδούν σαν κριάρια”.—Ψλ 114:4-6· παράβαλε Ψλ 29:5, 6· 68:8.
Άγριο Πρόβατο. Η εβραϊκή λέξη τε’ώ έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: «άγριος ταύρος» (KJ), «αντιλόπη» (AS, ΛΧ) και «γαζέλα» (Ro). Ωστόσο, το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] Λέιντεν, 1958, σ. 1016), των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, προτείνει ως πιθανή την απόδοση «άγριο πρόβατο», και έτσι μεταφράζεται η λέξη στα εδάφια Δευτερονόμιο 14:5 και Ησαΐας 51:20.
Τα άγρια πρόβατα ξεχωρίζουν από τα ήμερα από το εξωτερικό στρώμα του τριχώματός τους, που αποτελείται από σκληρές τρίχες αντί για μαλλί. Η ποικιλία άγριου προβάτου που είναι τώρα η πλησιέστερη γεωγραφικά στην Παλαιστίνη είναι το μουφλόν της Αρμενίας (Ovis orientalis), το οποίο ζει στις οροσειρές της Μικράς Ασίας και του ανατολικού Ιράν. Το κριάρι αυτής της ποικιλίας έχει ύψος μικρότερο των 90 εκ. στους ώμους.
Για πληροφορίες σχετικά με την Πύλη των Προβάτων, βλέπε ΠΥΛΗ.
Βλέπε επίσης ΜΑΝΤΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ· ΟΙΚΗΜΑ ΟΠΟΥ ΕΔΕΝΑΝ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ.
-
-
Πρόγνωση, ΠροορισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΓΝΩΣΗ, ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
Πρόγνωση σημαίνει γνώση ενός πράγματος προτού αυτό συμβεί ή έρθει σε ύπαρξη. Στην Αγία Γραφή η πρόγνωση σχετίζεται κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, με τον Ιεχωβά Θεό τον Δημιουργό, καθώς και με τους σκοπούς του. Προορισμός σημαίνει το να ορίζεται, να θεσπίζεται ή να αποφασίζεται κάτι εκ των προτέρων, ή μπορεί να αναφέρεται στην ιδιότητα ή στην κατάσταση αυτού που έχει προοριστεί.
Οι Λέξεις στις Πρωτότυπες Γλώσσες. Οι λέξεις που γενικά αποδίδονται «προγνωρίζω», «πρόγνωση» και «προορίζω» βρίσκονται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, αν και οι ίδιες βασικές έννοιες εκφράζονται και στις Εβραϊκές Γραφές.
Η λέξη πρόγνωσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποτελείται από τα συνθετικά πρό και γνῶσις. (Πρ 2:23· 1Πε 1:2) Το συγγενικό ρήμα προγινώσκω χρησιμοποιείται σε δύο περιπτώσεις αναφορικά με ανθρώπους: στη δήλωση του Παύλου ότι ορισμένοι Ιουδαίοι τον «ήξεραν και προηγουμένως» (τον γνώριζαν από πριν) και όταν ο Πέτρος αναφέρθηκε στη «γνώση εκ των προτέρων» που είχαν εκείνοι στους οποίους απευθύνεται η δεύτερη επιστολή του. (Πρ 26:4, 5· 2Πε 3:17) Στη δεύτερη αυτή περίπτωση είναι προφανές ότι η εν λόγω πρόγνωση δεν ήταν απεριόριστη, δηλαδή δεν σήμαινε ότι οι Χριστιανοί εκείνοι γνώριζαν όλες τις λεπτομέρειες για το χρόνο, τον τόπο και τις περιστάσεις σχετικά με τα μελλοντικά γεγονότα και τις συνθήκες που είχε αναφέρει ο Πέτρος. Αυτό που όντως διέθεταν ήταν μια γενική εικόνα για το τι θα έπρεπε να αναμένουν, την οποία είχαν διαμορφώσει ως αποτέλεσμα της θεοπνευστίας του Πέτρου και άλλων που συνέβαλαν στη συγγραφή της Αγίας Γραφής.
Το ρήμα προορίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποτελείται από τα συνθετικά πρό και ὁρίζω (σημειώνω ή θέτω όρια). Η σημασία του ρήματος ὁρίζω φαίνεται παραστατικά από τη δήλωση του Ιησού Χριστού ότι εκείνος, ως ο «Γιος του ανθρώπου», “προχωρούσε σύμφωνα με αυτό που είχε προσδιοριστεί [ὡρισμένον, Κείμενο]”. Ο Παύλος είπε ότι ο Θεός «όρισε [ὁρίσας, Κείμενο] τους προσδιορισμένους καιρούς και τα καθορισμένα όρια της κατοικίας των ανθρώπων». (Λου 22:22· Πρ 17:26) Το ίδιο ρήμα χρησιμοποιείται και για πράγματα που αποφασίζουν οι άνθρωποι, όπως όταν οι μαθητές «αποφάσισαν [ὥρισαν, Κείμενο]» να στείλουν βοήθεια στους άπορους αδελφούς τους. (Πρ 11:29) Εντούτοις, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, οι συγκεκριμένες αναφορές στον προορισμό σχετίζονται μόνο με τον Θεό.
Ποιοι Παράγοντες Πρέπει να Αναγνωριστούν. Για να κατανοηθεί το ζήτημα της πρόγνωσης και του προορισμού σε συνάρτηση με τον Θεό, είναι αναγκαίο να αναγνωριστούν ορισμένοι παράγοντες.
Πρώτον, η ικανότητα που έχει ο Θεός να προγνωρίζει και να προορίζει δηλώνεται σαφώς στην Αγία Γραφή. Ο ίδιος ο Ιεχωβά προβάλλει ως απόδειξη της Θειότητάς του αυτή την ικανότητα τού να προγνωρίζει και να προορίζει ενέργειες σωτηρίας και απελευθέρωσης αλλά και πράξεις κρίσης και τιμωρίας, και κατόπιν να πραγματοποιεί τις ενέργειες αυτές. Ο εκλεκτός του λαός είναι μάρτυρας τέτοιων γεγονότων. (Ησ 44:6-9· 48:3-8) Αυτή η θεϊκή πρόγνωση και ο προορισμός αποτελούν τη βάση για κάθε αληθινή προφητεία. (Ησ 42:9· Ιερ 50:45· Αμ 3:7, 8) Ο Θεός προκαλεί τα έθνη που εναντιώνονται στο λαό του να προσκομίσουν αποδείξεις για τη θειότητα την οποία ισχυρίζονται ότι διαθέτουν οι κραταιοί τους και τα είδωλα που έχουν για θεούς τους, καλώντας τους να το κάνουν αυτό με το να προείπουν παρόμοιες πράξεις σωτηρίας ή κρίσης και κατόπιν να τις πραγματοποιήσουν. Η ανικανότητά τους ως προς αυτό καταδεικνύει ότι τα είδωλά τους δεν είναι παρά «άνεμος και κάτι μη πραγματικό».—Ησ 41:1-10, 21-29· 43:9-15· 45:20, 21.
Ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι τα νοήμονα πλάσματα του Θεού είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες. Οι Γραφές δείχνουν ότι ο Θεός παραχωρεί στα πλάσματα αυτά το προνόμιο και την ευθύνη της ελευθερίας επιλογής, του να λειτουργούν ως ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες (Δευ 30:19, 20· Ιη 24:15), και έτσι καθίστανται υπόλογοι για τις πράξεις τους. (Γε 2:16, 17· 3:11-19· Ρω 14:10-12· Εβρ 4:13) Επομένως, δεν είναι απλές μηχανές ή ρομπότ. Ο άνθρωπος δεν θα είχε δημιουργηθεί πραγματικά κατά την «εικόνα του Θεού» αν δεν ήταν ελεύθερος ηθικός παράγοντας. (Γε 1:26, 27· βλέπε ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.) Λογικά, δεν πρέπει να υπάρχει αντίφαση μεταξύ της πρόγνωσης του Θεού (καθώς και του προορισμού από εκείνον) και του γεγονότος ότι τα νοήμονα πλάσματά του είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες.
Ένα τρίτο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη, και το οποίο κάποιες φορές παραβλέπεται, αφορά τους ηθικούς κανόνες του Θεού και τις ιδιότητές του, στις οποίες περιλαμβάνονται η δικαιοσύνη, η εντιμότητα, η αμεροληψία, η αγάπη, το έλεος και η καλοσύνη του. Οποιαδήποτε, λοιπόν, κατανόηση του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιεί ο Θεός τις δυνάμεις πρόγνωσης και προορισμού θα πρέπει να εναρμονίζεται με όλους αυτούς τους παράγοντες, και όχι μόνο με μερικούς από αυτούς. Σαφώς, οτιδήποτε προγνωρίζει ο Θεός πρέπει αναπόφευκτα να εκπληρωθεί, γι’ αυτό και ο Θεός μπορεί να καλεί «πράγματα που δεν υπάρχουν σαν να υπήρχαν».—Ρω 4:17.
Γνωρίζει ο Θεός εκ των προτέρων όλα όσα θα κάνουν οι άνθρωποι;
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: Ασκεί ο Θεός την πρόγνωσή του απεριόριστα, ανεξάντλητα; Μήπως προβλέπει και προγνωρίζει όλες τις μελλοντικές πράξεις όλων των πλασμάτων του, είτε αυτά είναι πνεύματα είτε άνθρωποι; Και μήπως προορίζει τις πράξεις αυτές ή ακόμη και προκαθορίζει την τελική κατάληξη όλων των πλασμάτων του, και μάλιστα προτού καν έρθουν αυτά σε ύπαρξη;
Από την άλλη πλευρά, μήπως η άσκηση της πρόγνωσης του Θεού είναι επιλεκτική και διακριτική, ώστε να προβλέπει και να προγνωρίζει μόνο ό,τι επιλέγει, ενώ όσα δεν επιλέγει, ούτε να τα προβλέπει ούτε και να τα προγνωρίζει; Και μήπως, αντί να αποφασίζει ο Θεός ποια θα είναι η αιώνια κατάληξη των πλασμάτων του προτού έρθουν αυτά σε ύπαρξη, περιμένει πρώτα να κρίνει την πορεία της ζωής τους και τη στάση που επιδεικνύουν υπό δοκιμή; Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά πρέπει απαραιτήτως να προέρχονται από τις ίδιες τις Γραφές και από τις πληροφορίες που παρέχουν αυτές σχετικά με τις ενέργειες του Θεού και την πολιτεία του με τα πλάσματά του, στις οποίες πληροφορίες περιλαμβάνονται και όσα αποκάλυψε ο Γιος του, ο Χριστός Ιησούς.—1Κο 2:16.
Η θεωρία περί προκαθορισμού. Η θεωρία ότι ο Θεός ασκεί την πρόγνωσή του απεριόριστα και ότι όντως προορίζει την πορεία και την τελική κατάληξη όλων των ατόμων είναι γνωστή ως προκαθορισμός. Οι υπέρμαχοι της θεωρίας αυτής προβάλλουν το επιχείρημα ότι η Θειότητα και η τελειότητα του Θεού απαιτούν από εκείνον να είναι παντογνώστης, όχι μονάχα για το παρελθόν και για το παρόν, αλλά και για το μέλλον. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, θα φανέρωνε ατέλεια από μέρους του το να μην προγνωρίζει όλα τα ζητήματα ως την παραμικρή τους λεπτομέρεια. Ως απόδειξη του ότι ο Θεός προορίζει τα πλάσματά του προτού αυτά γεννηθούν καν, παρουσιάζονται κάποια παραδείγματα όπως των δίδυμων γιων του Ισαάκ, του Ησαύ και του Ιακώβ (Ρω 9:10-13), ενώ περικοπές όπως τα εδάφια Εφεσίους 1:4, 5 παρατίθενται ως απόδειξη του ότι ο Θεός προγνώρισε και προόρισε το μέλλον όλων των πλασμάτων του προτού καν αρχίσει η δημιουργία.
Για να είναι σωστή η θεωρία αυτή, θα πρέπει βεβαίως να εναρμονίζεται με όλους τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν, περιλαμβανομένου και του τρόπου με τον οποίο παρουσιάζονται στη Γραφή οι ιδιότητες, οι κανόνες και οι σκοποί του Θεού, καθώς και του δίκαιου τρόπου με τον οποίο πολιτεύεται με τα πλάσματά του. (Απ 15:3, 4) Είναι, λοιπόν, κατάλληλο να εξετάσουμε τι συνεπάγεται μια τέτοια θεωρία περί προκαθορισμού.
Η αντίληψη αυτή θα σήμαινε ότι, προτού ο Θεός δημιουργήσει τους αγγέλους ή το χωματένιο άνθρωπο, άσκησε τις δυνάμεις πρόγνωσης που διέθετε και προείδε και προγνώρισε όλες τις συνέπειες της εν λόγω δημιουργίας, περιλαμβανομένου του στασιασμού ενός από τους πνευματικούς του γιους, του επακόλουθου στασιασμού του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού στην Εδέμ (Γε 3:1-6· Ιωα 8:44), καθώς και όλων των κακών αποτελεσμάτων αυτού του στασιασμού ως τη σημερινή εποχή και πέρα από αυτήν. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε αναγκαστικά ότι όλη η πονηρία που έχει καταγραφεί στην ιστορία (το έγκλημα και η ανηθικότητα, η καταπίεση και τα συνεπαγόμενα δεινά, το ψέμα και η υποκρισία, η ψεύτικη λατρεία και η ειδωλολατρία) υπήρξε κάποτε, πριν από την έναρξη της δημιουργίας, μόνο στο νου του Θεού, στα πλαίσια της λεπτομερέστατης πρόγνωσής του για το μέλλον.
Αν ο Δημιουργός της ανθρωπότητας είχε όντως ασκήσει τη δύναμή του για να προγνωρίσει όλα όσα κατέγραψε η ιστορία από τη δημιουργία του ανθρώπου και έπειτα, τότε όλη η πονηρία που επακολούθησε δρομολογήθηκε σκόπιμα από τον Θεό όταν εκείνος είπε τα λόγια: «Ας κάνουμε άνθρωπο». (Γε 1:26) Τα στοιχεία αυτά θέτουν υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον είναι λογική και συνεπής η αντίληψη περί προκαθορισμού, ιδιαίτερα εφόσον ο μαθητής Ιάκωβος δείχνει ότι η ακαταστασία και άλλα απαίσια πράγματα δεν πηγάζουν από την ουράνια παρουσία του Θεού, αλλά η πηγή τους είναι «επίγεια, ζωώδης, δαιμονική».—Ιακ 3:14-18.
Απεριόριστη η άσκηση της πρόγνωσης; Το επιχείρημα ότι, αν ο Θεός δεν προγνώριζε λεπτομερώς τα πάντα για τα μελλοντικά γεγονότα και τις περιστάσεις, αυτό θα φανέρωνε ατέλεια από μέρους του είναι στην πραγματικότητα μια αυθαίρετη άποψη περί τελειότητας. Ο σωστός ορισμός της τελειότητας δεν προϋποθέτει μια τόσο απόλυτη και γενικευμένη έννοια, δεδομένου ότι η τελειότητα οποιουδήποτε πράγματος εξαρτάται στην ουσία από το αν αυτό ανταποκρίνεται πλήρως στα κριτήρια αρτιότητας τα οποία έχει θέσει εκείνος που είναι αρμόδιος να κρίνει την αξία του. (Βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ.) Σε τελική ανάλυση, το θέλημα του ίδιου του Θεού και η δική του ευαρέσκεια είναι οι παράγοντες που καθορίζουν αν κάτι είναι τέλειο, όχι οι ανθρώπινες απόψεις ή αντιλήψεις.—Δευ 32:4· 2Σα 22:31· Ησ 46:10.
Για παράδειγμα, η παντοδυναμία του Θεού είναι αδιαμφισβήτητα τέλεια και έχει απεριόριστες δυνατότητες. (1Χρ 29:11, 12· Ιωβ 36:22· 37:23) Ωστόσο, το ότι ο Θεός είναι τέλειος ως προς την ισχύ δεν απαιτεί από εκείνον να κάνει χρήση της δύναμής του στην πλήρη έκταση της παντοδυναμίας του σε κάποια ή σε όλες τις περιπτώσεις. Είναι σαφές ότι δεν έχει ενεργήσει έτσι, ειδάλλως δεν θα είχαν καταστραφεί μόνο ορισμένες αρχαίες πόλεις και μερικά έθνη, αλλά η γη και τα πάντα σε αυτήν θα είχαν προ πολλού εξαλειφθεί λόγω των κρίσεων που εκτέλεσε ο Θεός, οι οποίες συνοδεύονταν από κραταιές εκφράσεις αποδοκιμασίας και οργής, όπως στον καιρό του Κατακλυσμού και σε άλλες περιπτώσεις. (Γε 6:5-8· 19:23-25, 29· παράβαλε Εξ 9:13-16· Ιερ 30:23, 24.) Άρα λοιπόν, η άσκηση της κραταιότητας του Θεού δεν αποτελεί απλώς εξαπόλυση απεριόριστης δύναμης αλλά καθοδηγείται διαρκώς από το σκοπό του, ενώ, όπου αξίζει, μετριάζεται από το έλεός του.—Νε 9:31· Ψλ 78:38, 39· Ιερ 30:11· Θρ 3:22· Ιεζ 20:17.
Παρόμοια, αν σε κάποιες περιπτώσεις ο Θεός επιλέγει να ασκήσει την απεριόριστη ικανότητά του για πρόγνωση με επιλεκτικό τρόπο και στο βαθμό που ικανοποιεί εκείνον, τότε ασφαλώς κανένας άνθρωπος ή άγγελος δεν δικαιούται να πει: «Τι κάνεις;» (Ιωβ 9:12· Ησ 45:9· Δα 4:35) Συνεπώς, δεν είναι θέμα ικανότητας, τι μπορεί ο Θεός να προβλέψει, να προγνωρίσει και να προορίσει, διότι «για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά». (Ματ 19:26) Το θέμα είναι τι θεωρεί κατάλληλο να προβλέψει, να προγνωρίσει και να προορίσει, εφόσον «ό,τι ευχαριστούνταν να κάνει, το έκανε».—Ψλ 115:3.
Επιλεκτική άσκηση της πρόγνωσης. Η εναλλακτική εκδοχή ως προς τη θεωρία περί προκαθορισμού, δηλαδή η επιλεκτική ή διακριτική άσκηση των δυνάμεων πρόγνωσης του Θεού, θα έπρεπε να εναρμονίζεται με τους δίκαιους κανόνες του και να είναι συνεπής με ό,τι αυτός αποκαλύπτει για τον εαυτό του στο Λόγο του. Σε αντίθεση με τη θεωρία περί προκαθορισμού, αρκετές περικοπές δείχνουν ότι ο Θεός εξέταζε την εκάστοτε κατάσταση και αποφάσιζε βάσει αυτής της εξέτασης.
Έτσι λοιπόν, στα εδάφια Γένεση 11:5-8, βλέπουμε τον Θεό να στρέφει την προσοχή του στη γη, να επιθεωρεί την κατάσταση στη Βαβέλ και τότε να αποφασίζει τι είδους δράση θα αναλάβει για να σταματήσει το ανευλαβές πρόγραμμα οικοδόμησης που λάβαινε χώρα εκεί. Όταν η πονηρία είχε προσλάβει μεγάλες διαστάσεις στα Σόδομα και στα Γόμορρα, ο Ιεχωβά ενημέρωσε τον Αβραάμ για την απόφαση που πήρε να ερευνήσει (μέσω των αγγέλων του) προκειμένου, όπως είπε, «να δω αν ενεργούν εξ ολοκλήρου σύμφωνα με την κραυγή που έφτασε σε εμένα σχετικά με αυτό· και αν όχι, θα το μάθω». (Γε 18:20-22· 19:1) Ο Θεός ανέφερε ότι “γνωρίστηκε με τον Αβραάμ”, και όταν εκείνος έφτασε στο σημείο να αποπειραθεί να θυσιάσει τον Ισαάκ, ο Ιεχωβά είπε: «Γιατί τώρα ξέρω ότι είσαι θεοφοβούμενος επειδή δεν αρνήθηκες να δώσεις το γιο σου, το μοναδικό παιδί σου, σε εμένα».—Γε 18:19· 22:11, 12· παράβαλε Νε 9:7, 8· Γα 4:9.
Επιλεκτική πρόγνωση σημαίνει ότι ο Θεός θα μπορούσε να επιλέξει να μην προγνωρίζει αδιακρίτως όλες τις μελλοντικές πράξεις των πλασμάτων του. Αυτό θα σήμαινε ότι ο Θεός θα μπορούσε με κάθε ειλικρίνεια να θέσει ενώπιον του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού την προοπτική της αιώνιας ζωής σε μια γη απαλλαγμένη από την πονηρία, αντί να είναι όλη η ιστορία, από τη δημιουργία και έπειτα, απλώς και μόνο μια αναπαραγωγή των όσων είχαν ήδη προϊδωθεί και προοριστεί. Επομένως, οι οδηγίες που έδωσε ο Θεός στα πρώτα ανθρώπινα παιδιά του να ενεργήσουν ως τέλειοι και αναμάρτητοι εντεταλμένοι του για να γεμίσουν τη γη με τους απογόνους τους και να την κάνουν παράδεισο, καθώς επίσης για να ασκούν έλεγχο στη ζωική κτίση, μπορούσαν να εννοηθούν ως χορήγηση ενός πραγματικά στοργικού προνομίου και έκφραση της γνήσιας επιθυμίας του για αυτούς—όχι ως απλή ανάθεση μιας αποστολής η οποία, όσο εξαρτόταν από αυτούς, ήταν καταδικασμένη εκ προοιμίου σε αποτυχία. Επίσης, η δοκιμή που διευθέτησε ο Θεός μέσω “του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού” και το γεγονός ότι δημιούργησε «το δέντρο της ζωής» στον κήπο της Εδέμ δεν ήταν άσκοπες ή κυνικές ενέργειες, πράγμα που θα συνέβαινε αν εκείνος προγνώριζε ότι το ανθρώπινο ζευγάρι θα αμάρτανε και ποτέ δεν θα μπορούσε να γευτεί τον καρπό “του δέντρου της ζωής”.—Γε 1:28· 2:7-9, 15-17· 3:22-24.
Όταν προσφέρεται σε κάποιον κάτι πολύ επιθυμητό υπό όρους στους οποίους είναι γνωστό εκ των προτέρων ότι αδυνατεί να ανταποκριθεί, αυτό είναι κατά γενική ομολογία υποκριτικό αλλά και άστοργο. Η προοπτική της αιώνιας ζωής παρουσιάζεται στο Λόγο του Θεού ως στόχος για όλους τους ανθρώπους—ένας στόχος εφικτός. Αφού ο Ιησούς παρότρυνε τους ακροατές του “να εξακολουθούν να ζητούν” καλά πράγματα από τον Θεό, τους επισήμανε ότι στο παιδί που ζητάει ψωμί ή ψάρι ο πατέρας του δεν δίνει πέτρα ή φίδι. Για να τους δείξει πώς θεωρεί ο Πατέρας του τη διάψευση των θεμιτών προσδοκιών ενός ατόμου, ο Ιησούς τότε είπε: «Άρα λοιπόν, αν εσείς, μολονότι είστε πονηροί, ξέρετε να δίνετε καλά δώρα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει καλά πράγματα σε εκείνους που ζητούν από αυτόν!»—Ματ 7:7-11.
Κατά συνέπεια, όταν ο Θεός προσφέρει σε όλους τους ανθρώπους προσκλήσεις και ευκαιρίες για οφέλη και αιώνιες ευλογίες, το κάνει αυτό καλόπιστα. (Ματ 21:22· Ιακ 1:5, 6) Αυτός μπορεί με κάθε ειλικρίνεια να παροτρύνει τους ανθρώπους “να επιστρέψουν από τις παραβάσεις τους και να εξακολουθήσουν να ζουν”, όπως έκανε με το λαό του Ισραήλ. (Ιεζ 18:23, 30-32· παράβαλε Ιερ 29:11, 12.) Λογικά, δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό αν προγνώριζε ότι ήταν καθορισμένο για τον καθένα τους ατομικά να πεθάνει στην πονηρία του. (Παράβαλε Πρ 17:30, 31· 1Τι 2:3, 4.) Όπως δήλωσε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ: «Ούτε είπα στο σπέρμα του Ιακώβ: “Εκζητήστε με μάταια”. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά, αυτός που λέει ό,τι είναι δίκαιο, που εκφέρει ό,τι είναι ευθές. . . . Στραφείτε σε εμένα και σωθείτε, όλοι εσείς που βρίσκεστε στα πέρατα της γης».—Ησ 45:19-22.
Με ανάλογο πνεύμα, ο απόστολος Πέτρος γράφει: «Ο Ιεχωβά δεν αργοπορεί όσον αφορά την υπόσχεσή του [για την ερχόμενη ημέρα της απόδοσης λογαριασμού], όπως μερικοί θεωρούν την αργοπορία, αλλά είναι υπομονετικός μαζί σας επειδή δεν θέλει να καταστραφεί κανείς αλλά όλοι να φτάσουν σε μετάνοια». (2Πε 3:9) Αν ο Θεός είχε ήδη προγνωρίσει και προορίσει πριν από ολόκληρες χιλιετίες ποια ακριβώς άτομα θα λάβαιναν αιώνια σωτηρία και ποια θα λάβαιναν αιώνια καταστροφή, θα μπορούσαμε εύλογα να αναρωτηθούμε τι νόημα θα είχε αυτή η “υπομονή” του Θεού και κατά πόσον θα ήταν ειλικρινής η επιθυμία του “να φτάσουν όλοι σε μετάνοια”. Ο θεόπνευστος απόστολος Ιωάννης έγραψε ότι «ο Θεός είναι αγάπη», και ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι η αγάπη «ελπίζει τα πάντα». (1Ιω 4:8· 1Κο 13:4, 7) Σε αρμονία με αυτή την εξαίρετη θεϊκή ιδιότητα, ο Θεός είναι ειλικρινά προσιτός και καλοσυνάτος προς όλους, εφόσον επιθυμεί τη σωτηρία τους, μέχρις ότου εκείνοι αποδειχτούν ανάξιοι, πέραν πάσης ελπίδας. (Παράβαλε 2Πε 3:9· Εβρ 6:4-12.) Γι’ αυτό και αναφέρεται ο απόστολος Παύλος στην «ιδιότητα της καλοσύνης του Θεού [που] προσπαθεί να σε οδηγήσει σε μετάνοια».—Ρω 2:4-6.
Τέλος, αν μέσω της πρόγνωσης του Θεού κάποιοι, ίσως εκατομμύρια άνθρωποι, είχαν αποκλειστεί αμετάκλητα από την ευκαιρία να λάβουν τα οφέλη της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού Ιησού ακόμη και πριν γεννηθούν, με αποτέλεσμα να μην μπορούν ποτέ τους να αποδειχτούν άξιοι, δεν θα ήταν αληθινή η δήλωση ότι το λύτρο δόθηκε για όλους τους ανθρώπους. (2Κο 5:14, 15· 1Τι 2:5, 6· Εβρ 2:9) Σαφώς, η απροσωποληψία του Θεού δεν είναι απλώς σχήμα λόγου. «Σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται [τον Θεό] και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν». (Πρ 10:34, 35· Δευ 10:17· Ρω 2:11) Σε όλους τους ανθρώπους προσφέρεται ουσιαστικά και με ειλικρίνεια η δυνατότητα να επιλέξουν «να εκζητούν τον Θεό, μήπως και ψηλαφήσουν για αυτόν και τον βρουν, αν και αυτός δεν είναι μακριά από τον καθένα μας». (Πρ 17:26, 27) Επομένως, δεν είναι μάταιη η ελπίδα ούτε ανούσια η υπόσχεση που περικλείει η θεϊκή παραίνεση στο τέλος του βιβλίου της Αποκάλυψης: «Όποιος ακούει ας πει: “Έλα!” Και όποιος διψάει ας έρθει· και όποιος θέλει ας πάρει νερό ζωής δωρεάν».—Απ 22:17.
Τι Προγνωρίστηκε και Προορίστηκε. Σε όλο το Γραφικό υπόμνημα, η άσκηση της πρόγνωσης και του προορισμού από μέρους του Θεού συνδέεται απαρέγκλιτα με τους δικούς του σκοπούς και το δικό του θέλημα. «Σκοπεύω» σημαίνει θέτω κάτι ενώπιόν μου ως σκοπό ή στόχο προς επίτευξη. (Η λέξη πρόθεσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «σκοπός», σημαίνει κατά κυριολεξία «τοποθέτηση [ενός πράγματος] προ [κάποιου άλλου]».) Εφόσον οι σκοποί του Θεού επιτελούνται οπωσδήποτε, αυτός μπορεί να προγνωρίζει το αποτέλεσμα, την τελική πραγματοποίησή τους, και μπορεί να προορίσει τόσο τους ίδιους τους σκοπούς όσο και τα βήματα που ίσως κρίνει κατάλληλο να ακολουθήσει για να τους επιτελέσει. (Ησ 14:24-27) Έτσι λοιπόν, αναφέρεται ότι ο Ιεχωβά “διαμορφώνει” ή “πλάθει” (από την εβραϊκή λέξη γιατσάρ, συγγενική της λέξης που σημαίνει “αγγειοπλάστης” [Ιερ 18:4]) το σκοπό του ως προς μελλοντικά γεγονότα ή ενέργειες. (2Βα 19:25· Ησ 46:11· παράβαλε Ησ 45:9-13, 18.) Ως ο Μεγάλος Αγγειοπλάστης, ο Θεός «ενεργεί όλα τα πράγματα σύμφωνα με τη βούληση του θελήματός του», σε αρμονία με το σκοπό του (Εφ 1:11), και «κάνει όλα τα έργα του να συνεργάζονται» για το καλό όσων τον αγαπούν. (Ρω 8:28) Συγκεκριμένα, λοιπόν, σε σχέση με τους δικούς του προορισμένους σκοπούς, ο Θεός «από την αρχή λέει το τέλος, και εκ των προτέρων τα πράγματα που δεν έχουν γίνει».—Ησ 46:9-13.
Όταν ο Θεός δημιούργησε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, εκείνοι ήταν τέλειοι, και ο Θεός μπορούσε να κοιτάξει το αποτέλεσμα όλου του δημιουργικού έργου του και να αποφανθεί ότι ήταν «πολύ καλό». (Γε 1:26, 31· Δευ 32:4) Αντί να ασχολείται καχύποπτα με το ποιες θα ήταν οι μελλοντικές ενέργειες του ανθρώπινου ζευγαριού, η αφήγηση αναφέρει ότι «άρχισε να αναπαύεται». (Γε 2:2) Μπορούσε να το κάνει αυτό επειδή, χάρη στην παντοδυναμία του και στην υπέρτατη σοφία του, καμιά μελλοντική ενέργεια, περίσταση ή απρόβλεπτη κατάσταση δεν θα μπορούσε να αποτελέσει ανυπέρβλητο εμπόδιο ή ανεπίλυτο πρόβλημα ώστε να αναχαιτίσει την πραγματοποίηση του κυρίαρχου σκοπού του. (2Χρ 20:6· Ησ 14:27· Δα 4:35) Επομένως, δεν υπάρχει καμιά Γραφική βάση για το επιχείρημα που προβάλλει η θεωρία του προκαθορισμού, ότι δηλαδή αν ο Θεός απέφευγε να ασκήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο τις προγνωστικές του δυνάμεις, οι σκοποί του θα κινδύνευαν, καθώς θα ήταν «διαρκώς επιρρεπείς στην αποτυχία λόγω έλλειψης προορατικότητας, ο ίδιος πρέπει δε να διορθώνει συνεχώς το σύστημά του, καθώς αυτό εκτροχιάζεται από τις απρόβλεπτες ενέργειες των ηθικών παραγόντων». Ούτε και θα έδινε αυτή η επιλεκτική άσκηση προορατικότητας τη δυνατότητα στα πλάσματά του να «ακυρώνουν τα μέτρα [του Θεού], να τον αναγκάζουν να αλλάζει διαρκώς γνώμη, να του προκαλούν εκνευρισμό και να του δημιουργούν σύγχυση», όπως ισχυρίζονται οι οπαδοί του προκαθορισμού. (Εγκυκλοπαίδεια [Cyclopædia] των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, 1894, Τόμ. 8, σ. 556) Εφόσον ακόμη και οι επίγειοι υπηρέτες του Θεού δεν χρειάζεται στην ουσία να “ανησυχούν για την αυριανή ημέρα”, έπεται ότι ο Δημιουργός τους, για τον οποίο τα ισχυρά έθνη είναι «σαν σταγόνα από κουβά», ούτε είχε ούτε έχει τέτοιες ανησυχίες.—Ματ 6:34· Ησ 40:15.
Αναφορικά με τάξεις ατόμων. Παρουσιάζονται επίσης κάποιες περιπτώσεις στις οποίες ο Θεός προγνώριζε την πορεία που θα ακολουθούσαν ορισμένες ομάδες, έθνη ή η πλειονότητα των ανθρώπων, και ως εκ τούτου προείπε τη βασική πορεία των μελλοντικών τους ενεργειών και προόρισε την αντίστοιχη δράση που θα αναλάμβανε ο ίδιος αναφορικά με αυτές. Ωστόσο, τέτοια πρόγνωση ή προορισμός δεν αποστερεί από τα μεμονωμένα άτομα που βρίσκονται μέσα σε αυτές τις συλλογικές ομάδες ή υποδιαιρέσεις ανθρώπων την άσκηση της ελεύθερης επιλογής ως προς τη συγκεκριμένη πορεία που θα ακολουθήσουν. Αυτό φαίνεται από τα παρακάτω παραδείγματα:
Πριν από τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε, ο Ιεχωβά ανήγγειλε ότι σκόπευε να επιφέρει αυτή την καταστροφή, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους άνθρωποι και ζώα. Εντούτοις, η Γραφική αφήγηση δείχνει ότι η απόφαση αυτή πάρθηκε από τον Θεό ως επακόλουθο των συνθηκών που είχαν αναπτυχθεί και απαιτούσαν τέτοια δράση, συνθήκες όπως η βία και άλλα είδη κακίας. Επιπρόσθετα, ο Θεός, που έχει τη δυνατότητα να “γνωρίζει την καρδιά των γιων των ανθρώπων”, έκανε έρευνα και διαπίστωσε ότι «κάθε τάση των σκέψεων της καρδιάς [των ανθρώπων] ήταν μόνο κακή όλο τον καιρό». (2Χρ 6:30· Γε 6:5) Μεμονωμένα άτομα όμως—ο Νώε και η οικογένειά του—απέκτησαν την εύνοια του Θεού και διέφυγαν την καταστροφή.—Γε 6:7, 8· 7:1.
Παρόμοια, αν και ο Θεός έδωσε στο έθνος του Ισραήλ την ευκαιρία να γίνει «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος» τηρώντας τη διαθήκη του, εντούτοις κάπου 40 χρόνια μετά, τότε που το έθνος βρισκόταν στα σύνορα της Υποσχεμένης Γης, ο Ιεχωβά προείπε ότι αυτοί θα αθετούσαν τη διαθήκη του και εκείνος θα τους εγκατέλειπε ως έθνος. Η πρόγνωση αυτή, όμως, δεν στερούνταν προγενέστερης βάσης, καθώς είχε ήδη αποκαλυφτεί η απείθεια και ο στασιασμός του έθνους συνολικά. Ως εκ τούτου, ο Θεός είπε: «Γιατί γνωρίζω καλά την τάση που αναπτύσσουν σήμερα, προτού τους φέρω στη γη για την οποία ορκίστηκα». (Εξ 19:6· Δευ 31:16-18, 21· Ψλ 81:10-13) Το ότι μια τέτοια έκδηλη τάση θα οδηγούσε σε αυξανόμενη πονηρία ήταν κάτι που θα μπορούσε να προγνωρίζει ο Θεός χωρίς αυτό να τον καθιστά υπεύθυνο για την ύπαρξη τέτοιων συνθηκών, όπως ακριβώς το ότι κάποιος γνωρίζει εκ των προτέρων πως ένα κτίριο που χτίστηκε με υλικά κατώτερης ποιότητας και κακοτεχνίες θα καταρρεύσει δεν τον καθιστά υπεύθυνο για την κατάρρευση. Ο θεϊκός κανόνας ορίζει πως “ό,τι σπέρνεται αυτό και θερίζεται”. (Γα 6:7-9· Παράβαλε Ωσ 10:12, 13.) Διάφοροι προφήτες επέδωσαν προφητικές προειδοποιήσεις για προορισμένες εκφράσεις κρίσης εκ μέρους του Θεού, οι οποίες βασίζονταν όλες σε ήδη υπάρχουσες συνθήκες και διαθέσεις της καρδιάς. (Ψλ 7:8, 9· Παρ 11:19· Ιερ 11:20) Και πάλι όμως, μεμονωμένα άτομα θα μπορούσαν να ανταποκριθούν—και όντως ανταποκρίθηκαν—στη συμβουλή, στον έλεγχο και στις προειδοποιήσεις του Θεού, με αποτέλεσμα να φανούν αντάξιοι της εύνοιάς του.—Ιερ 21:8, 9· Ιεζ 33:1-20.
Ο Γιος του Θεού, που επίσης μπορούσε να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων (Ματ 9:4· Μαρ 2:8· Ιωα 2:24, 25), ήταν προικισμένος από τον Θεό με δυνάμεις πρόγνωσης και προείπε μελλοντικές συνθήκες, γεγονότα και εκφράσεις θεϊκής κρίσης. Προείπε ότι η κρίση της Γέεννας επιφυλασσόταν για τους γραμματείς και τους Φαρισαίους ως τάξη (Ματ 23:15, 33), αλλά δεν είπε ότι εξαιτίας αυτού κάθε Φαρισαίος ή γραμματέας προσωπικά ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένος να καταστραφεί, όπως καταδεικνύεται από την περίπτωση του αποστόλου Παύλου. (Πρ 26:4, 5) Ο Ιησούς πρόβλεψε συμφορές για την αμετανόητη Ιερουσαλήμ και για άλλες πόλεις, αλλά με αυτό δεν υπονοούσε ότι ο Πατέρας του είχε προορίσει πως κάθε άτομο σε αυτές τις πόλεις θα υφίστατο συμφορά. (Ματ 11:20-23· Λου 19:41-44· 21:20, 21) Προγνώριζε επίσης πού θα οδηγούσαν οι τάσεις των ανθρώπων και οι διαθέσεις της καρδιάς τους και προείπε τις συνθήκες που θα είχαν αναπτυχθεί μεταξύ των ανθρώπων κατά την “τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων”, καθώς και πώς θα εξελισσόταν η επιτέλεση των σκοπών του Θεού. (Ματ 24:3, 7-14, 21, 22) Παρόμοια, και οι απόστολοι του Ιησού εξήγγειλαν προφητείες που φανέρωναν την πρόγνωση του Θεού σχετικά με διάφορες τάξεις, όπως τον “αντίχριστο” (1Ιω 2:18, 19· 2Ιω 7), καθώς και το τέλος που έχει προοριστεί για τις τάξεις αυτές.—2Θε 2:3-12· 2Πε 2:1-3· Ιου 4.
Αναφορικά με μεμονωμένα άτομα. Εκτός από την πρόγνωση που αφορά τάξεις, υπάρχουν και μεμονωμένα άτομα που περιλαμβάνονται συγκεκριμένα στις θεϊκές προβλέψεις. Μεταξύ αυτών είναι ο Ησαύ και ο Ιακώβ (που έχουν ήδη αναφερθεί), ο Φαραώ της Εξόδου, ο Σαμψών, ο Σολομών, ο Ιωσίας, ο Ιερεμίας, ο Κύρος, ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης και ο ίδιος ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς.
Στις περιπτώσεις του Σαμψών, του Ιερεμία και του Ιωάννη του Βαφτιστή, ο Ιεχωβά άσκησε πρόγνωση πριν από τη γέννησή τους. Εντούτοις, η πρόγνωση αυτή δεν καθόριζε ποια θα ήταν η τελική τους κατάληξη. Απεναντίας, με βάση αυτή την πρόγνωση, ο Ιεχωβά προόρισε ότι ο Σαμψών θα ζούσε σύμφωνα με την ευχή των Ναζηραίων και θα έδινε το έναυσμα για την απελευθέρωση των Ισραηλιτών από τους Φιλισταίους, ότι ο Ιερεμίας θα υπηρετούσε ως προφήτης και ότι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής θα έκανε προπαρασκευαστικό έργο ως πρόδρομος του Μεσσία. (Κρ 13:3-5· Ιερ 1:5· Λου 1:13-17) Παρότι και οι τρεις ευνοήθηκαν εξαιρετικά με τέτοια προνόμια, αυτό δεν αποτελούσε εγγύηση ότι θα λάβαιναν αιώνια σωτηρία, ούτε καν ότι θα παρέμεναν πιστοί ως το θάνατό τους (μολονότι όλοι τους παρέμειναν). Για παράδειγμα, ο Ιεχωβά προείπε ότι κάποιος από τους πολλούς γιους του Δαβίδ θα ονομαζόταν Σολομών και προόρισε ότι ο Σολομών θα χρησιμοποιούνταν για να χτίσει το ναό. (2Σα 7:12, 13· 1Βα 6:12· 1Χρ 22:6-19) Εντούτοις, αν και ευνοήθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο και μάλιστα έλαβε το προνόμιο της συγγραφής ορισμένων βιβλίων της Αγίας Γραφής, ο Σολομών αποστάτησε στα μετέπειτα χρόνια της ζωής του.—1Βα 11:4, 9-11.
Παρόμοια, στην περίπτωση του Ησαύ και του Ιακώβ, η πρόγνωση του Θεού δεν παγίωσε την αιώνια κατάληξή τους, αλλά μάλλον κατέδειξε, ή αλλιώς προόρισε, ποια από τις εθνότητες που θα κατάγονταν από τους δύο γιους θα αποκτούσε κυρίαρχη θέση έναντι της άλλης. (Γε 25:23-26) Η προϊδωμένη αυτή κυριαρχία υποδείκνυε επίσης ότι ο Ιακώβ θα αποκτούσε το δικαίωμα του πρωτοτόκου, ένα δικαίωμα που συνοδευόταν από το προνόμιο της συμμετοχής στη γενεαλογική γραμμή μέσω της οποίας θα ερχόταν το «σπέρμα» του Αβραάμ. (Γε 27:29· 28:13, 14) Με τον τρόπο αυτόν, ο Ιεχωβά Θεός κατέστησε σαφές πως, όταν επιλέγει άτομα για συγκεκριμένους σκοπούς, δεν δεσμεύεται από τα συνήθη έθιμα ή τις συνήθεις διαδικασίες συμμορφούμενος με τις προσδοκίες των ανθρώπων. Ούτε χορηγούνται τα θεόδοτα προνόμια αποκλειστικά βάσει έργων, πράγμα που θα μπορούσε να κάνει κάποιον να πιστεύει ότι “κέρδισε το δικαίωμα” να λάβει τέτοια προνόμια και ότι “του οφείλονται”. Ο απόστολος Παύλος τόνισε το σημείο αυτό δείχνοντας γιατί ο Θεός, μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του, μπορούσε να χορηγήσει στους Εθνικούς προνόμια που κάποτε φαινόταν ότι επιφυλάσσονταν μόνο για το λαό του Ισραήλ.—Ρω 9:1-6, 10-13, 30-32.
Τα λόγια που παραθέτει ο Παύλος αναφορικά με την “αγάπη του Ιεχωβά για τον Ιακώβ [Ισραήλ] και το μίσος του για τον Ησαύ [Εδώμ]” προέρχονται από τα εδάφια Μαλαχίας 1:2, 3, που γράφτηκαν πολύ μετά την εποχή του Ιακώβ και του Ησαύ. Η Αγία Γραφή, λοιπόν, δεν λέει κατ’ ανάγκην ότι ο Ιεχωβά είχε αυτή την άποψη για τα δίδυμα προτού γεννηθούν. Το ότι μεγάλο μέρος της γενικής προδιάθεσης και της ιδιοσυγκρασίας του παιδιού καθορίζεται τη στιγμή της σύλληψης από τους γενετικούς παράγοντες που μεταβιβάζει ο κάθε γονέας είναι επιστημονικά εξακριβωμένο γεγονός. Είναι αυτονόητο ότι ο Θεός μπορεί να διακρίνει τέτοιους παράγοντες. Ο Δαβίδ λέει για τον Ιεχωβά ότι βλέπει τον άνθρωπο ακόμη και “όταν είναι έμβρυο”. (Ψλ 139:14-16· βλέπε επίσης Εκ 11:5.) Δεν μπορούμε να πούμε σε ποιο βαθμό αυτή η θεϊκή ενόραση επηρέασε αυτό που προόρισε ο Ιεχωβά για τα δύο παιδιά, αλλά ούτως ή άλλως η επιλογή του Ιακώβ αντί του Ησαύ δεν καταδίκαζε από μόνη της στην καταστροφή τον Ησαύ ή τους απογόνους του, τους Εδωμίτες. Ακόμη και από τους επικατάρατους Χαναναίους υπήρξαν μεμονωμένα άτομα που απέκτησαν το προνόμιο της συναναστροφής με το λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Θεός και απόλαυσαν ευλογίες. (Γε 9:25-27· Ιη 9:27· βλέπε ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ Αρ. 2.) Παρά ταύτα, η «αλλαγή γνώμης» που ζήτησε ένθερμα ο Ησαύ, με δάκρυα, δεν ήταν παρά μια ανεπιτυχής προσπάθεια να αλλάξει την απόφαση που είχε πάρει ο Ισαάκ ο πατέρας του, σύμφωνα με την οποία η ειδική ευλογία του πρωτοτόκου θα παρέμενε αποκλειστικά στον Ιακώβ. Άρα, η ενέργεια αυτή δεν υποδήλωνε ότι ο Ησαύ είχε μετανοήσει ενώπιον του Θεού για την υλιστική του στάση.—Γε 27:32-34· Εβρ 12:16, 17.
Η προφητεία του Ιεχωβά αναφορικά με τον Ιωσία όριζε ότι θα ονομαζόταν έτσι κάποιος απόγονος του Δαβίδ, ενώ προέλεγε και τη δράση του κατά της ψεύτικης λατρείας στην πόλη Βαιθήλ. (1Βα 13:1, 2) Τρεις αιώνες και πλέον αργότερα, ένας βασιλιάς με το όνομα αυτό εκπλήρωσε την προφητεία. (2Βα 22:1· 23:15, 16) Από την άλλη μεριά όμως, ο Ιωσίας «δεν άκουσε τα λόγια του Νεχώ τα οποία ήταν από το στόμα του Θεού», με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. (2Χρ 35:20-24) Συνεπώς, αν και ο Θεός τον προγνώρισε και τον προόρισε να κάνει ένα συγκεκριμένο έργο, ο Ιωσίας παρέμενε ελεύθερος ηθικός παράγοντας με δυνατότητα επιλογής, είτε να υπακούσει στη νουθεσία είτε να την αγνοήσει.
Παρόμοια, ο Ιεχωβά προείπε περίπου δύο αιώνες εκ των προτέρων ότι θα χρησιμοποιούσε κάποιον κατακτητή ονόματι Κύρο για να απελευθερώσει τους Ιουδαίους από τη Βαβυλώνα. (Ησ 44:26-28· 45:1-6) Δεν αναφέρεται όμως στην Αγία Γραφή ότι ο Πέρσης στον οποίο δόθηκε τελικά το όνομα αυτό σε εκπλήρωση της θεϊκής προφητείας έγινε αληθινός λάτρης του Ιεχωβά, και η ιστορία δείχνει ότι συνέχισε να λατρεύει ψεύτικους θεούς.
Έτσι λοιπόν, αυτές οι περιπτώσεις πρόγνωσης πριν από τη γέννηση του ατόμου δεν συγκρούονται με τις αποκαλυμμένες ιδιότητες και τους δηλωμένους κανόνες του Θεού. Ούτε και υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι ο Θεός εξανάγκασε τα εν λόγω άτομα να ενεργήσουν ενάντια στην προσωπική τους βούληση. Όσο δε για τις περιπτώσεις του Φαραώ, του Ιούδα του Ισκαριώτη και του ίδιου του Γιου του Θεού, δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι η πρόγνωση του Ιεχωβά ασκήθηκε προτού τα άτομα αυτά έρθουν σε ύπαρξη. Σε καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις αντικατοπτρίζονται κάποιες αρχές που έχουν ιδιαίτερη επίδραση σε ό,τι προγνωρίζει και προορίζει ο Θεός.
Μια τέτοια αρχή είναι ότι ο Θεός θέτει μεμονωμένα άτομα σε δοκιμή προκαλώντας ή επιτρέποντας κάποιες καταστάσεις ή γεγονότα, ή κάνοντας τα άτομα αυτά να ακούσουν τα θεόπνευστα αγγέλματά του, με αποτέλεσμα να έχουν αυτά την υποχρέωση να ασκήσουν την ελεύθερη επιλογή τους παίρνοντας αποφάσεις, και έτσι να φανερώσουν τη συγκεκριμένη διάθεση της καρδιάς τους, την οποία ο Ιεχωβά διαβάζει. (Παρ 15:11· 1Πε 1:6, 7· Εβρ 4:12, 13) Ανάλογα με την ανταπόκριση των ατόμων, ο Θεός μπορεί επίσης να τα διαπλάσει μέσα στα πλαίσια της πορείας που έχουν επιλέξει με τη δική τους βούληση. (1Χρ 28:9· Ψλ 33:13-15· 139:1-4, 23, 24) Επομένως, «η καρδιά του χωματένιου ανθρώπου» πρώτα κλίνει προς κάποια οδό και κατόπιν κατευθύνει ο Ιεχωβά τα βήματα του ανθρώπου αυτού. (Παρ 16:9· Ψλ 51:10) Κάτω από δοκιμή, η κατάσταση της καρδιάς του ατόμου μπορεί να παγιωθεί, είτε να σκληρυνθεί στην αδικία και στο στασιασμό είτε να εμμείνει σταθερά στην ακλόνητη αφοσίωση προς τον Ιεχωβά Θεό και την εκτέλεση του θελήματός του. (Ιωβ 2:3-10· Ιερ 18:11, 12· Ρω 2:4-11· Εβρ 3:7-10, 12-15) Αφού φτάσει κάποιος αυτοβούλως σε ένα τέτοιο σημείο, το τελικό αποτέλεσμα της πορείας του μπορεί πλέον να προγνωριστεί και να προειπωθεί, χωρίς καμιά αδικία και χωρίς καμιά παραβίαση της ελευθερίας που διαθέτει ο άνθρωπος ως ηθικός παράγοντας.—Παράβαλε Ιωβ 34:10-12.
Η περίπτωση του πιστού Αβραάμ, που έχει ήδη σχολιαστεί, αντικατοπτρίζει τις αρχές αυτές. Σε αντιδιαστολή με αυτήν είναι η περίπτωση του Φαραώ της Εξόδου, ο οποίος εκδήλωσε μη δεκτική στάση. Ο Ιεχωβά προγνώριζε ότι ο Φαραώ δεν θα έδινε στους Ισραηλίτες την άδεια να φύγουν, «παρά μόνο με ισχυρό χέρι» (Εξ 3:19, 20), και έτσι προόρισε την πληγή που κατέληξε στο θάνατο των πρωτοτόκων. (Εξ 4:22, 23) Τα σχόλια που κάνει ο απόστολος Παύλος για την πολιτεία του Θεού με τον Φαραώ παρερμηνεύονται συχνά και εκλαμβάνονται ως ένδειξη ότι ο Θεός σκληραίνει αυθαίρετα την καρδιά μεμονωμένων ατόμων ανάλογα με τον προορισμένο του σκοπό, χωρίς να λαβαίνει υπόψη του την προηγούμενη τάση του ατόμου, ή αλλιώς τη διάθεση της καρδιάς του. (Ρω 9:14-18) Σύμφωνα, λοιπόν, με πολλές μεταφράσεις, ο Θεός είπε στον Μωυσή ότι θα “σκλήραινε την καρδιά του [Φαραώ]”. (Εξ 4:21· παράβαλε Εξ 9:12· 10:1, 27.) Ορισμένες μεταφράσεις, όμως, αποδίδουν το εβραϊκό κείμενο λέγοντας ότι ο Ιεχωβά “άφησε την καρδιά του [Φαραώ] να αποθρασυνθεί” (Ro) ή ότι “άφησε την καρδιά του [Φαραώ] να σκληρυνθεί” (ΚΛΠ) ή ότι “άφησε την καρδιά του [Φαραώ] να γίνει ισχυρογνώμων”. (ΜΝΚ) Σε υποστήριξη αυτής της απόδοσης, το παράρτημα της μετάφρασης του Ρόδερχαμ δείχνει ότι στην εβραϊκή γλώσσα η αφορμή ή η άδεια για κάποιο γεγονός παρουσιάζεται συχνά σαν να είναι το αίτιο του γεγονότος, και ότι «ακόμη και οι ρητές εντολές ενίοτε υπονοούν απλώς χορήγηση άδειας». Για παράδειγμα, ενώ στο εδάφιο Έξοδος 1:17 το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο λέει κατά κυριολεξία ότι οι μαίες «έκαναν τα αρσενικά παιδιά να ζήσουν», στην πραγματικότητα αυτές απλώς επέτρεψαν στα παιδιά να ζήσουν, καθώς δεν τα θανάτωσαν. Αφού παραθέτει τους λογίους της εβραϊκής γλώσσας Μ. Μ. Κάλις, Χ. Φ. Γ. Γεσένιο και Μπ. Ντέιβις προς υποστήριξη των όσων λέει, ο Ρόδερχαμ αναφέρει ότι το νόημα του εβραϊκού κειμένου στα εδάφια που περιλαμβάνουν τον Φαραώ είναι ότι «ο Θεός επέτρεψε στον Φαραώ να σκληρύνει την καρδιά του—τον ανέχτηκε—του έδωσε την ευκαιρία, την αφορμή, να βγάλει όλη την πονηρία που είχε μέσα του. Αυτό είναι όλο».—Η Εμφατική Βίβλος, παράρτημα, σ. 919· παράβαλε Ησ 10:5-7.
Την κατανόηση αυτή επιβεβαιώνει η Γραφική αφήγηση, η οποία δείχνει σαφώς ότι ο ίδιος ο Φαραώ «σκλήρυνε την καρδιά του». (Εξ 8:15, 32, KJ, ΒΑΜ· «έκανε την καρδιά του να μην ανταποκρίνεται», ΜΝΚ) Με αυτόν τον τρόπο, άσκησε τη δική του βούληση και ακολούθησε τη δική του πεισματική τάση, τα αποτελέσματα της οποίας ο Ιεχωβά προείδε και προφήτευσε επακριβώς. Οι επανειλημμένες ευκαιρίες που του πρόσφερε ο Ιεχωβά τον υποχρέωναν να λαβαίνει αποφάσεις, και στη διαδικασία αυτή ο Φαραώ σκλήρυνε τη στάση του. (Παράβαλε Εκ 8:11, 12.) Όπως φανερώνει ο απόστολος Παύλος παραθέτοντας το εδάφιο Έξοδος 9:16, ο Ιεχωβά επέτρεψε να πάρει το ζήτημα την τροπή που τελικά πήρε, με την ολοκλήρωση των δέκα πληγών, ώστε να καταδειχτεί η δική του δύναμη και να κάνει το όνομά του να γνωστοποιηθεί σε ολόκληρη τη γη.—Ρω 9:17, 18.
Μήπως ο Θεός προκαθόρισε την προδοσία του Ιησού από τον Ιούδα ώστε να εκπληρωθεί η προφητεία;
Η προδοτική πορεία του Ιούδα του Ισκαριώτη εκπλήρωσε τη θεϊκή προφητεία και κατέδειξε την ικανότητα πρόγνωσης του Ιεχωβά καθώς και του Γιου του. (Ψλ 41:9· 55:12, 13· 109:8· Πρ 1:16-20) Δεν μπορεί να λεχθεί, όμως, ότι ο Θεός προόρισε ή προκαθόρισε τον Ιούδα συγκεκριμένα για να ακολουθήσει μια τέτοια πορεία. Στις προφητείες είχε προλεχθεί ότι θα πρόδιδε τον Ιησού κάποιος πολύ γνωστός του, αλλά δεν καθοριζόταν συγκεκριμένα ποιος από εκείνους που είχαν τέτοια σχέση με τον Ιησού θα το έκανε αυτό. Και πάλι, οι αρχές της Γραφής αποκλείουν την πιθανότητα να είχε προορίσει ο Θεός τις ενέργειες του Ιούδα. Ο θεϊκός κανόνας που αναφέρει ο απόστολος Παύλος είναι: «Ποτέ μη θέτεις τα χέρια σου βιαστικά πάνω σε κανέναν· ούτε να γίνεσαι συμμέτοχος στις αμαρτίες άλλων· να διατηρείς τον εαυτό σου αγνό». (1Τι 5:22· παράβαλε 3:6.) Δείχνοντας πόσο ενδιαφερόταν να είναι σοφή και σωστή η επιλογή των 12 αποστόλων του, ο Ιησούς πέρασε τη νύχτα προσευχόμενος στον Πατέρα του προτού γνωστοποιήσει την απόφασή του. (Λου 6:12-16) Αν ο Ιούδας ήταν ήδη προορισμένος από τον Θεό να γίνει προδότης, αυτό θα σήμαινε ότι ο Θεός ήταν ασυνεπής με την κατεύθυνση και την καθοδήγησή του, ενώ σύμφωνα με τον παραπάνω κανόνα θα γινόταν και συμμέτοχος στις αμαρτίες που διέπραξε ο Ιούδας.
Επομένως, φαίνεται ότι τον καιρό που ο Ιούδας επιλέχθηκε ως απόστολος η καρδιά του δεν παρουσίαζε σαφή ένδειξη προδοτικής διάθεσης. Αυτός επέτρεψε να «φυτρώσει δηλητηριώδης ρίζα» και να τον μολύνει, με αποτέλεσμα να παρεκκλίνει και να αποδεχτεί, αντί για την κατεύθυνση του Θεού, τη χειραγώγηση του Διαβόλου σε μια πορεία κλοπής και δολιότητας. (Εβρ 12:14, 15· Ιωα 13:2· Πρ 1:24, 25· Ιακ 1:14, 15· βλέπε ΙΟΥΔΑΣ Αρ. 13.) Όταν πια η παρέκκλισή του έφτασε σε ένα ορισμένο σημείο, μπόρεσε και ο Ιησούς να διαβάσει την καρδιά του Ιούδα και να προείπει την προδοσία του.—Ιωα 13:10, 11.
Είναι αλήθεια ότι στο εδάφιο Ιωάννης 6:64, σε μια περίπτωση όπου μερικοί μαθητές πρόσκοψαν εξαιτίας κάποιων διδασκαλιών του Ιησού, διαβάζουμε ότι «από την αρχή γνώριζε ο Ιησούς ποιοι ήταν εκείνοι που δεν πίστευαν και ποιος ήταν εκείνος που θα τον πρόδιδε». Μολονότι η λέξη ἀρχή του πρωτότυπου κειμένου χρησιμοποιείται στο εδάφιο 2 Πέτρου 3:4 για την έναρξη της δημιουργίας, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και για άλλους καιρούς. (Λου 1:2· Ιωα 15:27) Παραδείγματος χάρη, όταν ο απόστολος Πέτρος έκανε λόγο για το άγιο πνεύμα που ήρθε πάνω στους Εθνικούς «όπως ήρθε και πάνω σε εμάς στην αρχή», δεν αναφερόταν προφανώς στην αρχή της πορείας του ως μαθητή ή ως αποστόλου, αλλά σε ένα σημαντικό σημείο της διακονίας του, την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., την «αρχή» της έκχυσης του αγίου πνεύματος για ορισμένο σκοπό. (Πρ 11:15· 2:1-4) Συνεπώς, είναι ενδιαφέρον να επισημάνουμε το σχόλιο που γίνεται για το εδάφιο Ιωάννης 6:64 στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών ([Commentary on the Holy Scriptures] σ. 227) του Λάνγκε: «Η λέξη “αρχή” . . . δεν εννοεί με μεταφυσική έννοια την αρχή των πάντων . . . ούτε την αρχή της γνωριμίας Του [του Ιησού] με τον καθένα . . . ούτε τότε που άρχισε να συγκεντρώνει τους μαθητές γύρω Του ούτε και την αρχή της Μεσσιανικής Του διακονίας, . . . αλλά τα πρώτα κρύφια σπέρματα απιστίας [που έκαναν μερικούς μαθητές να προσκόψουν]. Με αυτή την έννοια γνώριζε τον προδότη Του από την αρχή».—Μετάφραση (στην αγγλική) και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976· παράβαλε 1Ιω 3:8, 11, 12.
Προορισμός του Μεσσία. Ο Ιεχωβά Θεός προγνώριζε και προείπε τα παθήματα του Μεσσία, το θάνατο που θα υφίστατο και την επακόλουθη ανάστασή του. (Πρ 2:22, 23, 30, 31· 3:18· 1Πε 1:10, 11) Η πραγματοποίηση των όσων είχαν προσδιοριστεί με την άσκηση τέτοιου είδους πρόγνωσης από τον Θεό εξαρτόταν εν μέρει από την επενέργεια της δύναμης του ίδιου του Θεού και εν μέρει από τις πράξεις διαφόρων ανθρώπων. (Πρ 4:27, 28) Αυτοί οι άνθρωποι, όμως, επέτρεψαν εκούσια στον εαυτό τους να εξαπατηθεί από τον Αντίδικο του Θεού, τον Σατανά τον Διάβολο. (Ιωα 8:42-44· Πρ 7:51-54) Επομένως, όπως ακριβώς οι Χριστιανοί στις ημέρες του Παύλου “δεν είχαν άγνοια για τα σχέδια [του Σατανά]”, ο Θεός προείδε τις πονηρές προθέσεις και τις μεθόδους που θα επινοούσε ο Διάβολος κατά του Ιησού Χριστού, του Χρισμένου του Θεού. (2Κο 2:11) Προφανώς, η δύναμη του Θεού μπορούσε επίσης να ανατρέψει ή ακόμη και να εμποδίσει οποιεσδήποτε επιθέσεις ή απόπειρες κατά του Μεσσία δεν εναρμονίζονταν με τον τρόπο ή το χρόνο που είχε προφητευτεί.—Παράβαλε Ματ 16:21· Λου 4:28-30· 9:51· Ιωα 7:1, 6-8· 8:59.
Η δήλωση του αποστόλου Πέτρου ότι ο Χριστός, ως το Αρνί του Θεού το οποίο θυσιάστηκε, «προγνωρίστηκε πριν από τη θεμελίωση [καταβολῆς, Κείμενο] του κόσμου» θεωρείται από τους υπέρμαχους του προκαθορισμού ότι σημαίνει πως ο Θεός άσκησε την πρόγνωση αυτή προτού δημιουργηθεί η ανθρωπότητα. (1Πε 1:19, 20) Η λέξη καταβολή του πρωτότυπου κειμένου που μεταφράζεται «θεμελίωση» σημαίνει κατά κυριολεξία «το καταγής ρίξιμο» και μπορεί να αναφέρεται στη “σύλληψη σπέρματος”, όπως στο εδάφιο Εβραίους 11:11. Ενώ υπήρξε «θεμελίωση» ενός κόσμου της ανθρωπότητας όταν ο Θεός έπλασε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, όπως φανερώνεται στα εδάφια Εβραίους 4:3, 4, στη συνέχεια εκείνο το ζευγάρι έχασαν τη θέση που απολάμβαναν ως παιδιά του Θεού. (Γε 3:22-24· Ρω 5:12) Παρ’ όλα αυτά, μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, τους επιτράπηκε η σύλληψη σπέρματος και η απόκτηση απογόνων, για τον έναν από τους οποίους, τον Άβελ, η Αγία Γραφή δείχνει συγκεκριμένα ότι έλαβε την εύνοια του Θεού και απέκτησε την προοπτική της απολύτρωσης και της σωτηρίας. (Γε 4:1, 2· Εβρ 11:4) Είναι αξιοσημείωτο ότι στα εδάφια Λουκάς 11:49-51 ο Ιησούς αναφέρεται στο «αίμα όλων των προφητών που χύθηκε από τη θεμελίωση του κόσμου» και το παραλληλίζει αυτό με τα λόγια «από το αίμα του Άβελ ως το αίμα του Ζαχαρία». Άρα λοιπόν, ο Ιησούς συνδέει τον Άβελ με τη «θεμελίωση του κόσμου».
Ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός, επρόκειτο να είναι το υποσχεμένο Σπέρμα μέσω του οποίου θα ευλογούνταν όλα τα δίκαια άτομα από κάθε οικογένεια της γης. (Γα 3:8, 14) Η πρώτη αναφορά σε αυτό το «σπέρμα» έγινε αφού είχε ήδη ξεκινήσει ο στασιασμός στην Εδέμ αλλά προτού γεννηθεί ο Άβελ. (Γε 3:15) Αυτό συνέβη κάπου 4.000 χρόνια προτού γίνει η αποκάλυψη “του ιερού μυστικού” με το σαφή προσδιορισμό της ταυτότητας εκείνου του Μεσσιανικού “σπέρματος”. Επομένως, αυτό το μυστικό πράγματι «κρατήθηκε σε σιωπή επί μακρόχρονους καιρούς».—Ρω 16:25-27· Εφ 1:8-10· 3:4-11.
Στον ορισμένο του καιρό, ο Ιεχωβά Θεός ανέθεσε στον ίδιο τον πρωτότοκο Γιο του να εκπληρώσει τον προφητευμένο ρόλο του “σπέρματος” και να γίνει ο Μεσσίας. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να φανερώνει ότι αυτός ο Γιος είχε «προκαθοριστεί» να αναλάβει έναν τέτοιον ρόλο προτού καν δημιουργηθεί ο ίδιος ή προτού ξεσπάσει ο στασιασμός στην Εδέμ. Παρόμοια, και η τελική επιλογή του από τον Θεό με την οποία του ανατέθηκε η εκπλήρωση των προφητειών δεν έγινε χωρίς προγενέστερη βάση. Η περίοδος στενής συναναστροφής ανάμεσα στον Θεό και στον Γιο του προτού ο Γιος σταλεί στη γη είχε αναμφίβολα ως αποτέλεσμα να «γνωρίζει» ο Ιεχωβά τον Γιο του τόσο καλά ώστε να είναι βέβαιος ότι θα εκπλήρωνε πιστά τις προφητικές υποσχέσεις και εξεικονίσεις.—Παράβαλε Ρω 15:5· Φλπ 2:5-8· Ματ 11:27· Ιωα 10:14, 15· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Δοκιμάστηκε και Τελειοποιήθηκε).
Προορισμός των “καλεσμένων και εκλεγμένων”. Υπάρχουν τέλος και κάποιες περικοπές της Γραφής που ασχολούνται με τους Χριστιανούς οι οποίοι είναι “καλεσμένοι”, ή αλλιώς “εκλεγμένοι”. (Ιου 1· Ματ 24:24) Αυτοί περιγράφονται ως “εκλεγμένοι σύμφωνα με την πρόγνωση του Θεού” (1Πε 1:1, 2), “εκλεγμένοι πριν από τη θεμελίωση του κόσμου”, “προορισμένοι για υιοθεσία από τον Θεό” (Εφ 1:3-5, 11), “διαλεγμένοι από την αρχή για σωτηρία και καλεσμένοι για αυτόν τον προορισμό” (2Θε 2:13, 14). Η κατανόηση των εδαφίων αυτών εξαρτάται από το αν αναφέρονται στον προορισμό μεμονωμένων ατόμων ή αν περιγράφουν τον προορισμό μιας τάξης ατόμων, δηλαδή της Χριστιανικής εκκλησίας, που αποτελεί το «ένα σώμα» (1Κο 10:17) εκείνων που θα είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό Ιησού στην ουράνια Βασιλεία του.—Εφ 1:22, 23· 2:19-22· Εβρ 3:1, 5, 6.
Αν τα λόγια αυτά εφαρμόζονται σε συγκεκριμένα άτομα που είναι προορισμένα για αιώνια σωτηρία, αυτό συνεπάγεται ότι τα εν λόγω άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποδειχτούν άπιστα ή να αποτύχουν ως προς την κλήση τους, διότι η πρόγνωση του Θεού για αυτούς δεν θα ήταν δυνατόν να αποδειχτεί ανακριβής και ο προορισμός τους από εκείνον όσον αφορά κάποια συγκεκριμένη κατάληξη δεν θα μπορούσε ποτέ να αποτύχει ή να ματαιωθεί. Και όμως, οι ίδιοι απόστολοι που έγραψαν υπό θεϊκή έμπνευση τα προαναφερθέντα λόγια φανέρωσαν ότι μερικοί από εκείνους που είχαν “αγοραστεί” και “αγιαστεί” με το αίμα της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού, και που “είχαν γευτεί την ουράνια δωρεά και είχαν γίνει μέτοχοι αγίου πνεύματος και είχαν γευτεί δυνάμεις του ερχόμενου συστήματος πραγμάτων”, θα έπεφταν χωρίς πιθανότητα μετάνοιας και θα επέφεραν καταστροφή στον εαυτό τους. (2Πε 2:1, 2, 20-22· Εβρ 6:4-6· 10:26-29) Οι απόστολοι παρότρυναν ομόφωνα εκείνους στους οποίους έγραφαν τις επιστολές τους: «Να κάνετε . . . το καλύτερο που μπορείτε για να καταστήσετε βέβαιη για τον εαυτό σας την κλήση και την εκλογή σας· διότι αν κάνετε συνεχώς αυτά τα πράγματα, δεν πρόκειται να αποτύχετε ποτέ», και επίσης: «Εξακολουθήστε να απεργάζεστε τη σωτηρία σας με φόβο και τρόμο». (2Πε 1:10, 11· Φλπ 2:12-16) Ο Παύλος, που ήταν “καλεσμένος για να είναι απόστολος του Ιησού Χριστού” (1Κο 1:1), δεν θεωρούσε προφανώς ότι είχε προκαθοριστεί ατομικά για αιώνια σωτηρία, δεδομένου ότι μιλάει για τις έντονες προσπάθειες που κατέβαλλε ώστε να φτάσει στο «στόχο για το βραβείο της άνω κλήσης του Θεού» (Φλπ 3:8-15), καθώς και για την ανησυχία που ένιωθε μη τυχόν και “γίνει αποδοκιμασμένος κατά κάποιον τρόπο”.—1Κο 9:27.
Παρόμοια, «το στεφάνι της ζωής» προσφέρεται σε αυτούς με την προϋπόθεση ότι θα παραμείνουν πιστοί υπό δοκιμασία μέχρι θανάτου. (Απ 2:10, 23· Ιακ 1:12) Τα στεφάνια που θα έχουν ως βασιλιάδες μαζί με τον Γιο του Θεού είναι δυνατόν να χαθούν. (Απ 3:11) Ο απόστολος Παύλος εξέφρασε την πεποίθηση ότι του “επιφυλασσόταν το στεφάνι της δικαιοσύνης”, αλλά το είπε αυτό όταν ήταν πλέον βέβαιος ότι πλησίαζε στο τέλος της πορείας του, έχοντας «τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα».—2Τι 4:6-8.
Από την άλλη μεριά, αν θεωρηθεί ότι οι προαναφερόμενες περικοπές εφαρμόζονται σε μια τάξη, στη Χριστιανική εκκλησία, δηλαδή στο «άγιο έθνος» των καλεσμένων συνολικά (1Πε 2:9), τότε αυτές θα σήμαιναν ότι ο Θεός προγνώρισε και προόρισε πως θα ερχόταν σε ύπαρξη μια τέτοια τάξη (αλλά όχι τα συγκεκριμένα άτομα που την αποτελούν). Τα εδάφια αυτά θα σήμαιναν επίσης ότι εκείνος προδιέγραψε, ή αλλιώς προόρισε, το υπόδειγμα σύμφωνα με το οποίο θα έπρεπε να “διαμορφωθούν” όλοι όσοι θα καλούνταν στον κατάλληλο καιρό να γίνουν μέλη της τάξης, και όλα αυτά σε αρμονία με το σκοπό του. (Ρω 8:28-30· Εφ 1:3-12· 2Τι 1:9, 10) Ο ίδιος προόρισε επίσης τα έργα που θα αναμενόταν να εκτελούν αυτοί, καθώς και το ότι θα δοκιμάζονταν εξαιτίας των παθημάτων τα οποία θα τους επέφερε ο κόσμος.—Εφ 2:10· 1Θε 3:3, 4.
Όσο για τις περικοπές οι οποίες αναφέρονται σε “ονόματα που γράφονται στο βιβλίο της ζωής”, βλέπε ΟΝΟΜΑ.
Μοιρολατρία και Προκαθορισμός. Οι ειδωλολατρικοί λαοί της αρχαιότητας, περιλαμβανομένων των Ελλήνων και των Ρωμαίων, πίστευαν συνήθως ότι η μοίρα του κάθε ατόμου, και ιδιαίτερα το μήκος της ζωής του, είχε προαποφασιστεί από τους θεούς. Στην ελληνική μυθολογία, τον έλεγχο του πεπρωμένου των ανθρώπων είχαν τρεις θεές: η Κλωθώ, που έκλωθε το νήμα της ζωής, η Λάχεσις («αυτή που μοιράζει τους λαχνούς»), η οποία καθόριζε το μήκος της ζωής, και η Άτροπος («αμετάβλητη, άκαμπτη»), που έκοβε το νήμα της ζωής μόλις τελείωνε ο καθορισμένος χρόνος. Μια παρόμοια τριάδα υπήρχε και στις ρωμαϊκές θεότητες.
Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο (πρώτος αιώνας Κ.Χ.), οι Φαρισαίοι προσπάθησαν να εναρμονίσουν την έννοια της μοίρας με την πίστη τους στον Θεό και με την αντίληψη ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 162, 163 [viii, 14]· Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 13, 14 [i, 3]) Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Θρησκευτικής Γνώσης των Σαφ-Χέρτσογκ (The New Schaff-Herzog Encyclopedia of Religious Knowledge) αναφέρει: «Προ του Αυγουστίνου [που έζησε τον τέταρτο και τον πέμπτο αιώνα Κ.Χ.], δεν είχε διαμορφωθεί ουσιαστικά στη Χριστιανοσύνη κάποια θεωρία περί προκαθορισμού». Οι προ του Αυγουστίνου αποκαλούμενοι «Πατέρες της Εκκλησίας», όπως ο Ιουστίνος, ο Ωριγένης και ο Ειρηναίος, «δεν γνωρίζουν τίποτα περί απόλυτου προκαθορισμού. Διδάσκουν την ελευθερία βούλησης». (Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας και της Ηθικής [Encyclopædia of Religion and Ethics], του Χάστινγκς, 1919, Τόμ. 10, σ. 231) Όπως αναφέρεται, για να αντικρούσουν τον Γνωστικισμό αυτοί εξέφραζαν συνεχώς την πίστη τους στην αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος ηθικός παράγοντας, θεωρώντας αυτή την ελευθερία «το διακριτικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης προσωπικότητας, τη βάση της ηθικής ευθύνης, το θείο δώρο δυνάμει του οποίου ο άνθρωπος θα μπορούσε να επιλέξει ό,τι είναι θεάρεστο», και επίσης μιλούσαν για «την αυτονομία του ανθρώπου και τη βουλή του Θεού που δεν πειθαναγκάζει».—Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Θρησκευτικής Γνώσης των Σαφ-Χέρτσογκ, επιμέλεια Σ. Τζάκσον, 1957, Τόμ. 9, σ. 192, 193.
-
-
Προγνώστης ΓεγονότωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΓΝΩΣΤΗΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Κάποιος που ισχυρίζεται ότι έχει την ικανότητα να προλέγει τι θα συμβεί στο μέλλον. Η Αγία Γραφή χαρακτηρίζει ως τέτοια άτομα τους μάγους ιερείς, τους πνευματιστές μάντεις, τους αστρολόγους και άλλους. (Βλέπε ΜΑΝΤΕΙΑ· ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ.) Η εβραϊκή λέξη γιντε‛ονί, που αποδίδεται «επαγγελματίας προγνώστης γεγονότων», προέρχεται από τη ρίζα γιαδά‛ (γνωρίζω) και υπονοεί γνώση κρυμμένη από τον κοινό άνθρωπο. Συνήθως εμφανίζεται σε συνδυασμό με τη λέξη ’ωβ, που σημαίνει «πνευματιστικός μεσάζων». (Δευ 18:11) Ορισμένα άτομα κατείχαν απόκρυφες δυνάμεις μέσω επαφής με τους δαίμονες, τους πονηρούς αγγέλους οι οποίοι είναι εχθροί του Θεού υπό τον Σατανά τον Διάβολο, τον άρχοντα των δαιμόνων. (Λου 11:14-20) Στους αρχαίους χρόνους, αυτοί οι προγνώστες χρησιμοποιούσαν διάφορες μεθόδους για να λαβαίνουν τα μηνύματα που τους εξασφάλιζαν την πρόγνωση: παρατηρούσαν τα άστρα (Ησ 47:13), εξέταζαν το συκώτι και άλλα εντόσθια από θυσιασμένα ζώα (Ιεζ 21:21), ερμήνευαν οιωνούς (2Βα 21:6), συμβουλεύονταν τα λεγόμενα πνεύματα των νεκρών, και ούτω καθεξής.—Δευ 18:11.
Η ζωή των Αιγυπτίων, όπως και των Βαβυλωνίων, ρυθμιζόταν σε μεγάλο βαθμό από προγνώστες του μέλλοντος. (Ησ 19:3) Απεναντίας, οι αληθινοί υπηρέτες του Θεού δεν απέβλεπαν ποτέ σε τέτοια άτομα για πληροφορίες. Όταν δόθηκε ο Νόμος στους Ισραηλίτες λίγο μετά την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά της Αιγύπτου, τους απαγορεύτηκε ρητά να συμβουλεύονται «επαγγελματίες προγνώστες γεγονότων». (Λευ 19:31) Αν κάποιος είχε «ανήθικες σχέσεις» με αυτούς, το αποτέλεσμα θα ήταν να εκκοπεί (με θάνατο) ανάμεσα από το λαό του Θεού. Μάλιστα, αναφορικά με όποιον ασκούσε αυτή την τέχνη, ο νόμος έλεγε στη συνέχεια: «Όσο για τον άντρα ή τη γυναίκα στους οποίους θα βρεθεί πνεύμα μεσάζοντα ή πνεύμα πρόγνωσης, αυτοί πρέπει εξάπαντος να θανατωθούν». (Λευ 20:6, 27) Σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, όταν ο Ισραήλ ετοιμαζόταν να εισέλθει στην Υποσχεμένη Γη και να εκδιώξει τους κατοίκους της, έλαβε την υπενθύμιση: «Δεν πρέπει να μάθεις να ενεργείς σύμφωνα με τα απεχθή πράγματα εκείνων των εθνών. Δεν πρέπει να βρεθεί σε εσένα . . . κάποιος που συμβουλεύεται πνευματιστικό μεσάζοντα ούτε κάποιος επαγγελματίας προγνώστης γεγονότων ούτε κάποιος που ζητάει πληροφορίες από τους νεκρούς».—Δευ 18:9-11.
Πάνω από 350 χρόνια αργότερα, ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ, ο Σαούλ, απομάκρυνε όλους τους προγνώστες γεγονότων από τη χώρα, αλλά πριν από το θάνατό του είχε φύγει τόσο μακριά από τον Ιεχωβά ώστε αναζήτησε προσωπικά “κάποια γυναίκα στην Εν-δωρ, επιτήδεια στην πνευματιστική μεσολάβηση”, για να προείπει το μέλλον του. Στην αρχή αυτή φοβόταν να ασκήσει την τέχνη της, αλλά επειδή ο Σαούλ επέμενε να του “ανεβάσει τον Σαμουήλ”, εμπνεύστηκε ένα όραμα. Περιέγραψε τη μορφή που είδε ως “έναν γέρο άνθρωπο ντυμένο με αμάνικο πανωφόρι”. Ο Σαούλ πείστηκε ότι επρόκειτο για τον προφήτη Σαμουήλ. (1Σα 28:3, 7-19) Αλλά δεν θα μπορούσε να είναι όντως ο Σαμουήλ, γιατί εκείνος ήταν νεκρός και οι νεκροί «δεν γνωρίζουν τίποτα απολύτως». (Εκ 9:5) Ενόσω ο Σαμουήλ ήταν ζωντανός, δεν θα είχε ασφαλώς καμιά σχέση με πνευματιστικό μεσάζοντα, και ο Ιεχωβά Θεός καθώς και οι άγιοι άγγελοί του δεν θα συνεργάζονταν με ένα τέτοιο άτομο. Ο ίδιος ο Θεός είπε στο λαό του: «Αν σας πουν: “Απευθυνθείτε στους πνευματιστικούς μεσάζοντες ή σε εκείνους που έχουν πνεύμα πρόγνωσης, οι οποίοι τερετίζουν και μουρμουρίζουν”, στον Θεό του δεν πρέπει να απευθύνεται κάθε λαός; Πρέπει να απευθύνονται στους νεκρούς για χάρη των ζωντανών; Στο νόμο και στην πιστοποίηση!» Ο Ιεχωβά συνεχίζει κατόπιν: «Ασφαλώς θα εξακολουθήσουν να λένε πράγματα που συμφωνούν με αυτή τη δήλωση η οποία δεν θα έχει το φως της αυγής».—Ησ 8:19, 20.
Σχεδόν 400 χρόνια μετά τη βασιλεία του Σαούλ, ο Βασιλιάς Μανασσής του Ιούδα «έπραξε σε μεγάλο βαθμό το κακό στα μάτια του Ιεχωβά για να τον προσβάλει», όπως το να συμβουλεύεται επαγγελματίες προγνώστες γεγονότων, οι οποίοι ευημερούσαν υπό τη διακυβέρνησή του. (2Βα 21:6· 2Χρ 33:6) Όλους αυτούς χρειάστηκε να τους εξαλείψει από τη χώρα ο εγγονός του Μανασσή, ο δίκαιος Βασιλιάς Ιωσίας.—2Βα 23:24.
Η μόνη αναφορά δαιμονικής πρόγνωσης του μέλλοντος στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές είναι η περίπτωση κατά την οποία ο απόστολος Παύλος απελευθέρωσε στην πόλη των Φιλίππων «κάποια υπηρέτρια που είχε ένα πνεύμα, έναν δαίμονα μαντείας». Αυτή παρείχε στους κυρίους της πολύ κέρδος «ασκώντας τη μαντική τέχνη». Αποδεικνύοντας ότι αυτή η ενασχόληση είναι αληθινά δαιμονική και διαμετρικά αντίθετη προς τον Θεό, οι κύριοι του κοριτσιού από το οποίο εκβλήθηκε ο δαίμονας προξένησαν στον Παύλο πολλά προβλήματα εκεί στους Φιλίππους, οδηγώντας τον μαζί με το σύντροφό του τον Σίλα μπροστά στους διοικητές, οι οποίοι έδωσαν εντολή να τους ραβδίσουν και κατόπιν τους έριξαν στη φυλακή.—Πρ 16:12, 16-24.
-
-
ΠροδότηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΔΟΤΗΣ
Αυτός που προδίδει την εμπιστοσύνη κάποιου, αθετεί το καθήκον του ή ενεργεί προδοτικά εναντίον της χώρας του ή του ηγέτη του. Ο πλέον διαβόητος προδότης που αναφέρεται στην Αγία Γραφή ήταν “ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος έγινε προδότης”. (Λου 6:16) Το ουσιαστικό προδότης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (παράγωγο του ρήματος προδίδω το οποίο σήμαινε, όπως και σήμερα, αποκαλύπτω· εγκαταλείπω· καταδίδω) περιγράφει εύστοχα τον Ιούδα, διότι μετά την επιλογή του ως αποστόλου έγινε άπληστος, διέπραττε κλοπή (Ιωα 12:6) και τελικά πρόδωσε τον Ιησού στους πρωθιερείς για σχετικά μικρό χρηματικό ποσό. (Ματ 26:14-16, 25, 48, 49) Δεν εγκατέλειψε απλώς προσωρινά τον Χριστό τρεπόμενος σε φυγή από μια κατάσταση που φαινόταν επικίνδυνη (Μαρ 14:50), αλλά πρόδωσε εσκεμμένα τον Ιησού σε εκείνους που επιζητούσαν το θάνατό του.
Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες χαρακτηρίστηκαν δικαίως «προδότες και φονιάδες», επειδή μίσθωσαν τον προδότη Ιούδα, παρέδωσαν προσωπικά τον συμπατριώτη τους Χριστό στους Ρωμαίους και κατόπιν, παραβιάζοντας κατάφωρα τη δικαιοσύνη, αντιτάχθηκαν στην αθωωτική απόφαση για τον Ιησού και απαίτησαν το θάνατό του.—Ιωα 18:28–19:16· Πρ 3:13-15· 7:52.
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα προδότη που έχει καταγραφεί στην Αγία Γραφή ήταν ο Αχιτόφελ. Αυτός, αν και είχε διατελέσει έμπιστος σύμβουλος του Βασιλιά Δαβίδ, συμμετείχε στην εξέγερση του Αβεσσαλώμ. (2Σα 15:12, 31· 16:20-23· παράβαλε Ψλ 55:20, 21.) Ο Θεός φρόντισε να πέσει στο κενό η εισήγηση του προδότη συμβούλου, γεγονός που οδήγησε τον Αχιτόφελ στην αυτοκτονία. (2Σα 17:23) Προφανώς ο Δαβίδ βίωσε και άλλα τέτοια περιστατικά με άτομα που στράφηκαν εναντίον του. Αρκετές σύγχρονες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής αποδίδουν τον πληθυντικό αριθμό της μετοχής του εβραϊκού ρήματος μπαγάδ (που σημαίνει «φέρομαι δόλια») με τη λέξη «προδότες» στο εδάφιο Ψαλμός 59:5: «Μη δείξεις εύνοια σε επιβλαβείς προδότες». (JB, NE, Mo, ΜΝΚ, ΜΠΚ [59:6]) Η επιγραφή του ψαλμού δείχνει ότι το εδάφιο αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία ο Σαούλ έστειλε άντρες να παρακολουθούν το σπίτι του Δαβίδ με σκοπό να τον σκοτώσουν. (1Σα 19:11-18) Έτσι λοιπόν, οι «προδότες» για τους οποίους γίνεται λόγος στο εδάφιο Ψαλμός 59:5 ενδέχεται να ήταν σύντροφοι του Δαβίδ που τον είχαν εγκαταλείψει ή ήταν διατεθειμένοι να τον προδώσουν εκείνη τη δύσκολη στιγμή. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, εφόσον με τα προηγούμενα λόγια απευθύνεται έκκληση στον Θεό να στρέψει την προσοχή του σε «όλα τα έθνη», η λέξη «προδότες» ίσως παραπέμπει σε όλους όσους εναντιώνονταν στο θέλημα του Θεού, είτε εντός είτε εκτός του Ισραήλ.
Η προφητεία των εδαφίων 2 Τιμόθεο 3:1-5 σχετικά με τις συνθήκες που θα επικρατούσαν «στις τελευταίες ημέρες» δείχνει ότι θα υπήρχαν πολλοί προδότες. Στους Χριστιανούς δόθηκε η συμβουλή να “φεύγουν μακριά” από αυτούς, όπως αρμόζει σε άτομα που αγωνίζονται να είναι όσια και έντιμα σε όλα.—1Θε 2:10· Εβρ 13:18.
-
-
ΠρόδρομοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Άτομο που προπορεύεται ώστε να προετοιμάσει το έδαφος για την έλευση ενός άλλου. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει ανίχνευση και κατασκοπεία, προλείανση της οδού, εξαγγελία και γνωστοποίηση της επικείμενης έλευσης κάποιου ή υπόδειξη της οδού σε άλλους ώστε να την ακολουθήσουν. Ο πρόδρομος είναι συνήθως, αλλά όχι πάντα, υποδεέστερος από αυτόν που ακολουθεί.
Στην Ανατολή υπήρχε το έθιμο να προηγούνται του βασιλικού άρματος δρομείς για να προετοιμάζουν και να αναγγέλλουν την έλευση του βασιλιά και γενικότερα για να τον βοηθούν. (1Σα 8:11) Ο Αβεσσαλώμ και ο Αδωνίας, μιμούμενοι αυτή τη βασιλική μεγαλοπρέπεια και για να προσδώσουν γόητρο και φαινομενικό κύρος στην ανταρσία που έκανε ο καθένας τους, τοποθέτησαν 50 δρομείς μπροστά από το προσωπικό τους άρμα.—2Σα 15:1· 1Βα 1:5· βλέπε ΔΡΟΜΕΙΣ.
Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής ήταν στην πραγματικότητα ο πρόδρομος του Χριστού, σε εκπλήρωση των εδαφίων Ησαΐας 40:3 και Μαλαχίας 3:1 και 4:5, 6: «Κάποιος φωνάζει στην έρημο: “Καθαρίστε την οδό του Ιεχωβά! Κάντε ευθύ το μεγάλο δρόμο”». «Εγώ στέλνω τον αγγελιοφόρο μου, και αυτός θα καθαρίσει την οδό μπροστά από εμένα». Επομένως, η εκ των προτέρων εξαγγελία του Ιωάννη υποκίνησε το λαό να προσδοκά, να αναζητάει και να περιμένει τον Ιησού, ώστε στη συνέχεια να τον ακούσουν, να τον τιμήσουν και να τον ακολουθήσουν. (Ματ 3:1-12· 11:7, 10, 14· Μαρ 9:11-13· Λου 1:13-17, 76· Ιωα 1:35-37) Παρόμοια, στάλθηκαν πριν από τον Ιησού αγγελιοφόροι οι οποίοι πήγαν σε ένα χωριό Σαμαρειτών «για να κάνουν προετοιμασία για αυτόν».—Λου 9:52.
Ωστόσο, στη μοναδική Γραφική περικοπή όπου χρησιμοποιείται η λέξη «πρόδρομος» γίνεται λόγος για τον ίδιο τον Ιησού. (Εβρ 6:19, 20) Ο Ιησούς δεν υπήρξε πρόδρομος με την έννοια ότι ήταν κατώτερος από όσους ακολούθησαν ύστερα από αυτόν, αλλά ήταν ο πρώτος που εισήλθε σε ουράνια δόξα, διανοίγοντας και προετοιμάζοντας την οδό για την ουράνια εκκλησία των πιστών ακολούθων του. (Ιωα 14:2, 3) Ως αποτέλεσμα, αυτοί πλησιάζουν με τόλμη τον Θεό μέσω της οδού που εγκαινίασε ο Πρόδρομός τους.—Εβρ 10:19-22.
-
-
ΠροετοιμασίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Η ονομασία της προηγουμένης του εβδομαδιαίου Σαββάτου, κατά την οποία οι Ιουδαίοι προετοιμάζονταν για το Σάββατο.
Όταν ο Ιεχωβά άρχισε να προμηθεύει το μάννα στην έρημο, παρήγγειλε να συγκεντρώνουν διπλάσια ποσότητα την έκτη ημέρα, εφόσον δεν θα μάζευαν μάννα το Σάββατο, δηλαδή την έβδομη ημέρα. Έτσι λοιπόν, προετοιμαζόμενοι για το εβδομαδιαίο Σάββατο, οι Ισραηλίτες μάζευαν και έψηναν ή έβραζαν επιπλέον μάννα. (Εξ 16:5, 22-27) Με την πάροδο του χρόνου, «η ημέρα πριν από το σάββατο» κατέληξε να ονομάζεται «Προετοιμασία», όπως εξήγησε ο Μάρκος. (Μαρ 15:42) Η Ιουδαϊκή ημέρα της Προετοιμασίας τελείωνε με τη δύση του ήλιου την ημέρα που ονομάζεται σήμερα Παρασκευή, οπότε και άρχιζε το Σάββατο, εφόσον η εβραϊκή ημέρα διαρκούσε από το ένα βράδυ μέχρι το άλλο βράδυ.
Κατά την Προετοιμασία προετοίμαζαν το φαγητό της επομένης—του Σαββάτου—και ολοκλήρωναν κάθε άλλη επείγουσα εργασία που δεν μπορούσε να αναβληθεί για μετά το Σάββατο. (Εξ 20:10) Ο Νόμος όριζε ότι το σώμα κάποιου εκτελεσμένου και κρεμασμένου πάνω σε ξύλο “δεν έπρεπε να μείνει όλη τη νύχτα πάνω στο ξύλο”. (Δευ 21:22, 23· παράβαλε Ιη 8:29· 10:26, 27.) Εφόσον ο Ιησούς και εκείνοι που κρεμάστηκαν μαζί του βρίσκονταν πάνω στο ξύλο το απόγευμα της Προετοιμασίας, ήταν επιτακτικό για τους Ιουδαίους να επισπευστεί ο θάνατός τους, αν χρειαζόταν, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα να θαφτούν πριν από τη δύση. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα εφόσον η ημέρα που επρόκειτο να αρχίσει σύντομα με τη δύση του ήλιου ήταν κανονικό Σάββατο (η έβδομη ημέρα της εβδομάδας), καθώς επίσης Σάββατο λόγω του ότι ήταν η 15η Νισάν (Λευ 23:5-7), επομένως “μεγάλο” Σάββατο. (Ιωα 19:31, 42· Μαρ 15:42, 43· Λου 23:54) Ο Ιώσηπος παρέθεσε ένα διάταγμα του Καίσαρα Αυγούστου που έλεγε ότι οι Ιουδαίοι δεν ήταν νομικά υποχρεωμένοι να προσέρχονται στο δικαστήριο «το Σάββατο ή την ημέρα της προετοιμασίας για αυτό (Παραμονή Σαββάτου) μετά την ένατη ώρα», πράγμα που δείχνει ότι άρχιζαν να προετοιμάζονται για το Σάββατο από την ένατη ώρα της Παρασκευής.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΣΤ΄, 163 (vi, 2).
Σχετικά με το πρωί κατά το οποίο ο Ιησούς δικάστηκε και προσάχθηκε ενώπιον του Πιλάτου, τις πρωινές ώρες της 14ης Νισάν (η ημέρα του Πάσχα είχε αρχίσει από το προηγούμενο βράδυ), το εδάφιο Ιωάννης 19:14 λέει: «Ήταν δε προετοιμασία του πάσχα». (KJ, Da, ΜΝΚ) Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι αυτό σημαίνει «προετοιμασία για το πάσχα», ορισμένες δε μεταφράσεις αποδίδουν το εδάφιο έτσι. (AT, We, CC) Αυτό, όμως, δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν είχαν γιορτάσει ακόμη το Πάσχα, ενώ οι αφηγήσεις των Ευαγγελίων δείχνουν καθαρά ότι ο Ιησούς και οι απόστολοι το είχαν γιορτάσει την προηγούμενη νύχτα. (Λου 22:15· Ματ 26:18-20· Μαρ 14:14-17) Ο Χριστός εκπλήρωνε στην εντέλεια τις διατάξεις του Νόμου, περιλαμβανομένης και της απαίτησης για τήρηση του Πάσχα στις 14 Νισάν. (Εξ 12:6· Λευ 23:5· βλέπε ΠΑΣΧΑ.) Η ημέρα της δίκης και του θανάτου του Ιησού μπορούσε να θεωρηθεί «προετοιμασία του πάσχα» με την έννοια ότι αποτελούσε την προετοιμασία για την εφταήμερη Γιορτή των Άζυμων Άρτων που άρχιζε την επομένη. Λόγω της εγγύτητας των δύο γιορτών ημερολογιακά, ολόκληρη αυτή η περίοδος αποκαλούνταν συχνά «Πάσχα». Η δε επομένη της 14ης Νισάν ήταν πάντοτε Σάββατο, και μάλιστα το 33 Κ.Χ. η 15η Νισάν έπεσε στο κανονικό Σάββατο, πράγμα που κατέστησε την ημέρα εκείνη “μεγάλο” ή διπλό Σάββατο.
-
-
ΠροζύμιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΖΥΜΙ
Ουσία που προστίθεται στο ζυμάρι για να προκαλέσει ζύμωση, ιδιαίτερα ένα κομμάτι όξινου φυράματος που διατηρείται μία ημέρα ή περισσότερο για την παρασκευή προϊόντων αρτοποιίας. Αυτό το είδος διογκωτικού προσδιορίζεται από τη λέξη σε’όρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου (Εξ 12:15) και από τη λέξη ζύμη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Λου 13:21). Το προζύμι προκαλεί γρήγορα ζύμωση στα καινούρια μείγματα όπου προστίθεται. Καθετί ένζυμο προσδιορίζεται από την εβραϊκή λέξη χαμέτς.—Λευ 2:11.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έφτιαχναν τόσο ένζυμο όσο και άζυμο ψωμί. Ένα από τα διογκωτικά που μπορεί να χρησιμοποιούσαν ήταν η φυσική μαγιά που προερχόταν από ασκοσπόρια ορισμένων ζυμομυκήτων. Ανασκαφές στην Αίγυπτο έχουν φέρει στο φως πορώδες ψωμί που περιείχε νεκρά κύτταρα μαγιάς. Λέγεται επίσης ότι οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν νάτρο (ανθρακικό νάτριο) στην αρτοποιία. Το ανθρακικό νάτριο δεν προκαλούσε ζύμωση, όπως το προζύμι, αλλά δημιουργούσε φυσαλίδες αερίων που έκαναν το ψωμί να φουσκώνει. Φαίνεται ότι στην Αίγυπτο η κύρια μέθοδος αρτοποιίας συνίστατο στο να κρατούν λίγο ζυμάρι από την ποσότητα που θα έψηναν, να το αφήνουν να υποστεί ζύμωση και να χρησιμοποιούν το παραγόμενο προζύμι για να κάνουν ένζυμη την καινούρια φουρνιά. Ακόμη και σήμερα, αφού τελειώσει το ζύμωμα, ορισμένοι φυλάνε ένα κομμάτι ζυμάρι σε ζεστό μέρος. Ύστερα από 36 ως 48 ώρες, αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να κάνει ένζυμο όλο το καινούριο ζυμάρι.
Οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν προζύμι όταν έφτιαχναν ένζυμο ψωμί. Γενικά, το ζυμάρι που είχαν κρατήσει από το προηγούμενο ψήσιμο το διέλυαν στο νερό, μέσα στη σκάφη για το ζύμωμα, προτού προσθέσουν το αλεύρι ή το έβαζαν στο αλεύρι και κατόπιν ζύμωναν όλο το μείγμα. Μολονότι δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις, πιθανολογείται ότι χρησιμοποιούσαν ως μαγιά και την τρυγία.
Στο Νόμο του Θεού Προς τον Ισραήλ. Καμιά προσφορά σιτηρών που έκαναν οι Ισραηλίτες με φωτιά στον Ιεχωβά δεν έπρεπε να φτιάχνεται «ένζυμη». (Λευ 2:11) Ωστόσο, προζύμι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στις ευχαριστήριες προσφορές συμμετοχής, τις οποίες έκανε κάποιος οικειοθελώς, εκδηλώνοντας πνεύμα ευγνωμοσύνης για τις πολλές ευλογίες του Ιεχωβά. Το γεύμα αυτό έπρεπε να χαρακτηρίζεται από ευθυμία, δεδομένου ότι έτρωγαν ένζυμο ψωμί σε χαρούμενες περιστάσεις. Εκτός από το κρέας (δηλαδή το ζώο) και τις άζυμες κουλούρες που πρόσφερε ο Ισραηλίτης, έφερνε και κουλούρες ένζυμου ψωμιού που δεν τοποθετούνταν στο θυσιαστήριο, αλλά καταναλώνονταν από τον ίδιο και τον ιερέα που βρισκόταν εν υπηρεσία.—Λευ 7:11-15.
Κατά την παρουσίαση των πρώτων καρπών από το θερισμό του σιταριού, την ημέρα της Πεντηκοστής, ο αρχιερέας κινούσε πέρα δώθε ενώπιον του Ιεχωβά δύο ένζυμα σταρένια ψωμιά. (Λευ 23:15-21) Αξίζει να σημειωθεί ότι την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. τα πρώτα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας, δηλαδή οι μαθητές του Ιησού Χριστού που πάρθηκαν ανάμεσα από τους Ιουδαίους, χρίστηκαν με άγιο πνεύμα. Ο Ιησούς Χριστός, ως ο μεγάλος Αρχιερέας του Ιεχωβά, ήταν σε θέση να παρουσιάσει ενώπιον του Θεού τους πρώτους γεννημένους από το πνεύμα αδελφούς του, οι οποίοι πάρθηκαν από την αμαρτωλή ανθρωπότητα. (Πρ 2:1-4, 41) Περίπου τρία χρόνια και τέσσερις μήνες αργότερα, χρίστηκαν με άγιο πνεύμα οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί που μεταστράφηκαν στη Χριστιανοσύνη—ο Κορνήλιος και το σπιτικό του—και με αυτόν τον τρόπο έγινε η παρουσίασή τους ενώπιον του Θεού. Και αυτοί επίσης προέρχονταν από το αμαρτωλό ανθρώπινο γένος.—Πρ 10:24, 44-48· Ρω 5:12.
Η Γιορτή των Άζυμων Άρτων τελούνταν επί εφτά ημέρες μετά την ημέρα του Πάσχα, δηλαδή στις 15-21 Αβίβ, ή αλλιώς Νισάν. Εκείνες τις ημέρες τίποτα το ένζυμο, αλλά ούτε και προζύμι αυτό καθαυτό, δεν έπρεπε καν να βρεθεί στα σπίτια των Ισραηλιτών ή να «φανεί» κοντά τους μέσα στα όρια της περιοχής τους. (Εξ 12:14-20· 13:6, 7· 23:15· Δευ 16:4) Αυτό τους υπενθύμιζε την εσπευσμένη απελευθέρωσή τους από την Αίγυπτο με το χέρι του Ιεχωβά, όταν δεν είχαν χρόνο να περιμένουν μέχρι να υποστεί ζύμωση το ζυμάρι τους, αλλά το μετέφεραν βιαστικά μαζί με τις σκάφες που είχαν για το ζύμωμα. (Εξ 12:34) Όποιος έτρωγε κάτι ένζυμο αυτό το διάστημα έπρεπε να «εκκοπεί από τη σύναξη του Ισραήλ».—Εξ 12:19.
Συμβολική Σημασία. Συχνά, το «προζύμι» χρησιμοποιείται στη Γραφή για να δηλώσει την αμαρτία ή τη φθορά. Ο Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητές του: «Να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων» και «Να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων, το οποίο είναι η υποκρισία». Στην αρχή οι μαθητές δεν κατάλαβαν ότι ο Ιησούς χρησιμοποίησε έναν συμβολισμό, αλλά τελικά διέκριναν ότι τους προειδοποίησε να φυλάγονται από τα ψεύτικα δόγματα και τις υποκριτικές συνήθειες, «τη διδασκαλία των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων», η οποία ήταν φθοροποιά. (Ματ 16:6, 11, 12· Λου 12:1) Σε μια από τις προειδοποιήσεις του αναφέρθηκε επίσης στον Ηρώδη (περιλαμβάνοντας προφανώς και τους οπαδούς της παράταξής του), λέγοντας: «Να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά, να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και το προζύμι του Ηρώδη». (Μαρ 8:15) Ο Ιησούς κατέκρινε με τόλμη τους Φαρισαίους ως υποκριτές που τους απασχολούσε η εξωτερική εμφάνιση. (Ματ 23:25-28) Επισήμανε τις εσφαλμένες δογματικές απόψεις των Σαδδουκαίων και εξέθεσε την υποκρισία και την πολιτική δολιότητα των οπαδών της παράταξης του Ηρώδη.—Ματ 22:15-21· Μαρ 3:6.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε τον ίδιο συμβολισμό όταν έδωσε εντολή στη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου να αποβάλει από ανάμεσά τους ένα ανήθικο άτομο, λέγοντας: «Δεν γνωρίζετε ότι λίγο προζύμι προκαλεί ζύμωση σε όλο το ζυμάρι; Πετάξτε το παλιό προζύμι για να είστε νέο ζυμάρι, καθώς είστε χωρίς ζύμωση. Διότι πράγματι ο Χριστός, το πάσχα μας, έχει θυσιαστεί». Κατόπιν διευκρίνισε τι εννοούσε με τον όρο «προζύμι»: «Συνεπώς, ας τηρούμε τη γιορτή, όχι με παλιό προζύμι ούτε με προζύμι κακίας και πονηρίας, αλλά με άζυμους άρτους ειλικρίνειας και αλήθειας». (1Κο 5:6-8) Εδώ ο Παύλος χρησιμοποίησε ως βάση για το συλλογισμό του την εξεικονιστική σημασία της Ιουδαϊκής Γιορτής των Άζυμων Άρτων, η οποία ακολουθούσε αμέσως μετά τον εορτασμό του Πάσχα. Όπως ελάχιστο ξινό προζύμι καθιστά έπειτα από λίγο όλο το ζυμάρι ένζυμο, έτσι και η εκκλησία ως σώμα θα γινόταν ακάθαρτη ενώπιον του Ιεχωβά αν δεν απομάκρυναν τη φθοροποιά επιρροή του ανήθικου ατόμου. Έπρεπε να αναλάβουν δράση και να πετάξουν το «προζύμι» από ανάμεσά τους, όπως οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να έχουν προζύμι στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια εκείνης της γιορτής.
Το προζύμι ήταν συνδεδεμένο με τη φθορά ακόμη και στη διάνοια άλλων αρχαίων λαών εκτός από τους Εβραίους. Για παράδειγμα, ο βιογράφος Πλούταρχος είπε για το προζύμι: «Και είναι από μόνο του προϊόν φθοράς και φθείρει επίσης το ζυμάρι με το οποίο αναμειγνύεται».—Ηθικά, «Αίτια Ρωμαϊκά», 289 F.
Ο Ιεχωβά είπε ειρωνικά στον παραβάτη Ισραήλ των ημερών του Αμώς: «Κάντε κάτι ένζυμο να βγάλει καπνό ευχαριστήριας θυσίας, και διαλαλήστε τις εθελοντικές προσφορές». (Αμ 4:5) Ο Θεός εννοούσε ότι όλη η λατρεία τους στη Βαιθήλ και στα Γάλγαλα συνιστούσε παράβαση εναντίον του, επομένως μπορούσαν κάλλιστα να προσφέρουν στο θυσιαστήριο και ένζυμο ψωμί εκτός από άζυμο. Ούτως ή άλλως, όλα θα ήταν μάταια εφόσον διέπρατταν ειδωλολατρία.
-
-
Προμετωπίδια ΚορδέλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΜΕΤΩΠΙΔΙΑ ΚΟΡΔΕΛΑ
Κορδέλα που φοριέται στο μέτωπο.
Μολονότι στους Ισραηλίτες ειπώθηκε ότι έπρεπε “να δέσουν το νόμο του Θεού ως σημείο πάνω στο χέρι τους” και να τον έχουν ως “προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους”, αυτό προφανώς δεν σήμαινε ότι έπρεπε κατά κυριολεξία να έχουν πάνω τους Γραφικές περικοπές. (Δευ 6:6-8· 11:18) Είναι αλήθεια ότι τους δόθηκε η εντολή να έχουν κατά γράμμα κρόσσια στα ενδύματά τους ως υπενθύμιση των εντολών του Θεού. (Αρ 15:38-40) Ωστόσο, το γεγονός ότι το «σημείο» και η «προμετωπίδια κορδέλα» επρόκειτο να είναι συμβολικά γίνεται αντιληπτό από τις οδηγίες που τους έδωσε ο Θεός σχετικά με τον αναμνηστικό εορτασμό της απελευθέρωσης που τους χάρισε. Αυτός ο αναμνηστικός εορτασμός έπρεπε επίσης να είναι “σημείο πάνω στο χέρι τους και ενθύμημα ανάμεσα στα μάτια τους”, καθώς και “προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους”.—Εξ 13:9, 14-16.
Με ποια έννοια έπρεπε να έχουν οι Ισραηλίτες το νόμο του Θεού ως προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους;
Φαίνεται πως ο Ιεχωβά εννοούσε ότι έπρεπε να έχουν ξεκάθαρα προ οφθαλμών το Νόμο και να τον ακολουθούν πολύ προσεκτικά σαν να ήταν γραμμένος σε μια πλάκα ανάμεσα στα μάτια τους και σαν να ήταν σημείο πάνω στα χέρια τους, έτσι ώστε να τον έχουν πάντοτε μπροστά τους, οπουδήποτε κοίταζαν και οτιδήποτε έκαναν. Ωστόσο, μετά την επιστροφή τους από τη Βαβυλώνα, οι Ιουδαίοι ανέπτυξαν τυπολατρική θρησκεία βασισμένη σε παραδόσεις ανθρώπων (Ματ 15:3, 9), στα πλαίσια της οποίας προσέδωσαν σε αυτόν το νόμο κυριολεκτική εφαρμογή. Χρησιμοποιούσαν λωρίδες περγαμηνής στις οποίες ήταν γραμμένα τέσσερα Βιβλικά χωρία—τα εδάφια Έξοδος 13:1-10, 11-16· Δευτερονόμιο 6:4-9· 11:13-21. Τουλάχιστον μεταγενέστερα, τύλιγαν τις περγαμηνές και τις έβαζαν σε μικρές θήκες από δέρμα μοσχαριού, τις οποίες στερέωναν στο μέτωπο και στον αριστερό βραχίονα. Οι άρρενες Ιουδαίοι φορούσαν αυτές τις θήκες κατά την πρωινή προσευχή, με εξαίρεση τις ημέρες των γιορτών και το Σάββατο.
Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε την υποκρισία των γραμματέων και των Φαρισαίων οι οποίοι, προκειμένου να εντυπωσιάσουν τους άλλους με τη δικαιοσύνη τους, πλάταιναν τις θήκες με τις Γραφικές περικοπές τις οποίες φορούσαν ως φυλαχτά. (Ματ 23:2, 5) Η λέξη φυλακτήριον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία προσδιορίζει μια τέτοια θήκη με Γραφικές περικοπές, σημαίνει πρωτίστως προφυλακή, οχυρό ή φυλαχτό. Επομένως, φορούσαν αυτές τις θήκες ως φυλαχτά, περίαπτα ή μέσα προστασίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με τη συμβουλή της Αγίας Γραφής, εκείνο που πρέπει να φυλάξει κανείς δεν είναι η όμορφη ή ευλαβής εξωτερική εμφάνιση αλλά η καρδιά. (Ματ 23:27, 28· Παρ 4:23) Η Γραφή τονίζει ότι αυτό που ωφελεί πολύ τον άνθρωπο δεν είναι το να έχει πάνω στο σώμα του Γραφικές περικοπές, αλλά το να διαφυλάττει την πρακτική σοφία και την ικανότητα σκέψης, καθώς και το να αποκτήσει κατανόηση.—Παρ 3:21, 22· 4:7-9.
[Εικόνα στη σελίδα 770]
Φυλακτήριο που φορούσαν στο βραχίονα Ιουδαίοι, εφαρμόζοντας το νόμο του Ιεχωβά τυπολατρικά
-
-
ΠροπύλαιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ
Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξη ’αιλάμ (ή ’ουλάμ), η οποία αποδίδεται «προπύλαια», δεν αναφέρεται σε κάποιο αρχιτεκτονικό στοιχείο ιδιωτικών κατοικιών. Είναι δύσκολο να εξακριβωθεί αν τα ισραηλιτικά σπίτια διέθεταν κάποιο είδος πρόδομου. Ωστόσο, τα ερείπια κάποιων σπιτιών στη Μεγιδδώ υποδηλώνουν ότι οι κατοικίες ήταν χτισμένες γύρω από μια αυλή και ότι «ένα ισόγειο δωμάτιο χρησίμευε ως προθάλαμος». (Ο Βιβλικός Αρχαιολόγος [The Biblical Archaeologist], Μάιος 1968, σ. 46, 48) Στη Γραφή η λέξη ’αιλάμ χρησιμοποιείται για δύο από τα δημόσια κτίρια που έχτισε ο Σολομών, για την πρόσοψη του ναού του Σολομώντα και για ορισμένα μέρη των πυλών και του ναού που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ.
Τα Προπύλαια των Στύλων. Ένα από τα κυβερνητικά κτίρια που κατασκεύασε ο Σολομών στην περιοχή του ναού λίγο μετά την αποπεράτωση του ναού ήταν τα Προπύλαια των Στύλων. (1Βα 7:1, 6) Εφόσον η μνεία για τα Προπύλαια των Στύλων γίνεται ανάμεσα στα σχόλια για το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου και για τα Προπύλαια του Θρόνου, είναι πολύ πιθανό ότι τα Προπύλαια των Στύλων βρίσκονταν Ν του ναού, ανάμεσα σε αυτά τα δύο κυβερνητικά κτίρια. Έτσι λοιπόν, όποιος ερχόταν από τα Ν ίσως περνούσε μέσα ή γύρω από το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου και κατόπιν, διασχίζοντας τα Προπύλαια των Στύλων, έφτανε στα Προπύλαια του Θρόνου.
Το κτίριο είχε μήκος 50 πήχεις (22,3 μ.) και πλάτος 30 πήχεις (13,4 μ.). Το ίδιο του το όνομα υποδεικνύει ότι αποτελούνταν από εντυπωσιακές κιονοστοιχίες. Το εδάφιο 1 Βασιλέων 7:6 αναφέρει και άλλα προπύλαια, μπροστά από αυτά, με στύλους και στέγασμα. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι κατ’ αρχάς εισερχόταν κανείς σε κάποια προπύλαια τα οποία διέθεταν προεξέχον υπόστυλο στέγασμα. Κατόπιν τα προπύλαια αυτά κατέληγαν στα καθαυτό Προπύλαια των Στύλων. Αν οι αναφερόμενες διαστάσεις αφορούν μόνο τα Προπύλαια των Στύλων, τότε το μέγεθος του στεγασμένου τμήματος δεν είναι γνωστό.
Το κτίριο αυτό μπορεί να χρησίμευε ως επιβλητική είσοδος στα Προπύλαια του Θρόνου, αλλά και ως χώρος όπου ο βασιλιάς χειριζόταν τις συνηθισμένες υποθέσεις του βασιλείου και δεχόταν κάποιους επισκέπτες.
Τα Προπύλαια του Θρόνου. Ένα άλλο κτίριο που ανήγειρε ο Σολομών μετά την αποπεράτωση του ναού ήταν τα Προπύλαια του Θρόνου. (1Βα 7:1, 7) «Τα προπύλαια της κρίσης» για τα οποία γίνεται λόγος στο κείμενο φαίνεται ότι είναι ταυτόσημα με «τα Προπύλαια του Θρόνου». Προφανώς, λοιπόν, ο Σολομών είχε τοποθετήσει τον περίτεχνο χρυσελεφάντινο θρόνο του στα «Προπύλαια του Θρόνου» όπου και έκρινε.—1Βα 10:18-20.
Η πλήρης περιγραφή του κτιρίου αυτού έχει ως εξής: «Έφτιαξε τα προπύλαια της κρίσης· και τα επένδυσαν εσωτερικά με ξύλο κέδρου από το πάτωμα ως τα δοκάρια της οροφής». (1Βα 7:7) Στην πραγματικότητα, το Μασοριτικό κείμενο λέει «από πάτωμα σε πάτωμα», γεγονός που οδηγεί μερικούς στο συμπέρασμα ότι η κέδρινη επένδυση έφτανε από το πάτωμα του κτιρίου αυτού ως το πάτωμα των Προπυλαίων των Στύλων που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο. Ωστόσο, η συριακή Πεσίτα λέει «από το πάτωμα ως το ταβάνι», και η λατινική Βουλγάτα «από το πάτωμα ως την κορυφή». Γι’ αυτό, ορισμένοι μεταφραστές πιστεύουν ότι ο κέδρος ήταν ένα είδος εκλεκτής επένδυσης που κάλυπτε το πάτωμα των Προπυλαίων μέχρι τα δοκάρια της οροφής ή το ταβάνι. (RS, JB, Ro, ΜΝΚ, ΛΧ) Μολονότι δεν είναι γνωστές άλλες αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το κτίριο δεν διέθετε ανοιχτές κιονοστοιχίες σε μία ή περισσότερες πλευρές του, όπως ίσως συνέβαινε με το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου και τα Προπύλαια των Στύλων.
Εφόσον τα Προπύλαια του Θρόνου αναφέρονται αμέσως μετά τα Προπύλαια των Στύλων, πιθανώς αυτό το τελευταίο κτίριο χρησίμευε ως μεγαλοπρεπής είσοδος στα Προπύλαια του Θρόνου. Καθώς ερχόταν κανείς από τα Ν, ίσως έπρεπε να διασχίσει τα Προπύλαια των Στύλων για να μπει στα προπύλαια της κρίσης.
Ο Ναός του Σολομώντα. Ενώ τα κύρια μέρη του ναού ήταν τα Άγια και τα Άγια των Αγίων, μπροστά από τα Άγια (προς τα Α) υπήρχε ένα πελώριο κτίσμα προπυλαίων που χρησίμευε ως είσοδος του ναού. Τα προπύλαια αυτά είχαν μήκος 20 πήχεις (8,9 μ., κατά πλάτος του ναού) και βάθος 10 πήχεις (4,5 μ.). (1Βα 6:3) Το ύψος τους ήταν 120 πήχεις (53,4 μ.). Το εδάφιο 2 Χρονικών 3:4 αναφέρει το ύψος των προπυλαίων σε συνάρτηση με άλλες διαστάσεις του οίκου, οι οποίες είναι γενικά αποδεκτές και εναρμονίζονται με εκείνες που δίνονται στο βιβλίο Πρώτο Βασιλέων. (Παράβαλε 2Χρ 3:3, 4 με 1Βα 6:2, 3, 17, 20.) Έτσι λοιπόν, τα προπύλαια θα φαίνονταν σαν ψηλός, προφανώς ορθογώνιος, πύργος που ορθωνόταν πολύ ψηλότερα από το υπόλοιπο οικοδόμημα του ναού. Μπροστά από τα προπύλαια ορθώνονταν δύο ογκώδεις χάλκινοι κίονες που έφεραν τα ονόματα Ιαχίν και Βοόζ. (1Βα 7:15-22· 2Χρ 3:15-17) Τα προπύλαια διέθεταν επίσης πόρτες (ο Βασιλιάς Άχαζ τις είχε κλείσει, αλλά αργότερα ο γιος του ο Εζεκίας τις άνοιξε και τις επισκεύασε). (2Χρ 28:24· 29:3, 7) Τα ψηλά αυτά προπύλαια του ναού πρέπει να παρουσίαζαν ένα εξαιρετικά εντυπωσιακό θέαμα, ιδίως το πρωί, όταν ο ήλιος που ανέβαινε από την Α έριχνε τις ακτίνες του κατευθείαν πάνω τους.
Ο Ναός που Είδε σε Όραμα ο Ιεζεκιήλ. Πολυάριθμα είναι τα προπύλαια που αναφέρονται στο όραμα που είδε ο Ιεζεκιήλ για το αγιαστήριο ενός ναού. Το κτίριο του ναού αυτό καθαυτό διέθετε προπύλαια στην πρόσοψη (προς τα Α), όπως και ο ναός του Σολομώντα. Ωστόσο, τα προπύλαια αυτά είχαν μήκος 20 πήχεις (10,4 μ.) και πλάτος 11 πήχεις (5,7 μ.), ενώ το ύψος τους δεν αναφέρεται. (Οι διαστάσεις αυτές έχουν υπολογιστεί με βάση το μεγάλο πήχη που αντιστοιχούσε σε 51,8 εκ. περίπου· βλέπε Ιεζ 40:5, υποσ.) Τα προπύλαια αυτά είχαν υποστυλώματα, τόσο ενδιάμεσα όσο και πλευρικά, και ένα ξύλινο στέγασμα, πιθανόν κοντά στην κορυφή. (Ιεζ 40:48, 49· 41:25, 26) Καθεμιά από τις τρεις περίτεχνες εξωτερικές πύλες (οι οποίες παρείχαν πρόσβαση από τα Α, τα Ν και τα Β) περιλάμβανε ένα κτίσμα προπυλαίων με παράθυρα, των οποίων τα πλαίσια στένευαν διαδοχικά. Φαίνεται ότι αφού ανέβαινε κανείς τα σκαλοπάτια και έμπαινε στην πύλη, περνούσε τα δωμάτια των φυλάκων—τρία από κάθε πλευρά—και έπειτα, διαβαίνοντας ένα κατώφλι, εισερχόταν στα προπύλαια για να καταλήξει στην εξωτερική αυλή. (Ιεζ 40:6-17) Αλλά και η καθεμιά από τις τρεις εσωτερικές πύλες είχε προπύλαια, πιθανώς στο σημείο όπου έμπαινε κανείς στην πύλη, ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια. Στα προπύλαια της πύλης που παρείχε πρόσβαση από τα Β υπήρχαν τέσσερα τραπέζια για τη σφαγή του ολοκαυτώματος.—Ιεζ 40:35-42.
-
-
Πρόσβαση στον ΘεόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
Στις αρχαίες βασιλικές αυλές της Ανατολής, η πρόσβαση στην παρουσία του μονάρχη ήταν εφικτή μόνο εφόσον τηρούνταν οι καθιερωμένοι κανονισμοί και κατόπιν σχετικής άδειας του μονάρχη. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων ένας μεσάζων αναλάμβανε να παρουσιάσει εκείνους που επιθυμούσαν ακρόαση από τον ηγεμόνα και να εγγυηθεί για τη γνησιότητα των διαπιστευτηρίων τους. Το να μπει κανείς απρόσκλητος στην εσωτερική αυλή του Πέρση Βασιλιά Ασσουήρη σήμαινε θάνατο, όμως η Βασίλισσα Εσθήρ, όταν διακινδύνευσε τη ζωή της για να εξασφαλίσει πρόσβαση στην παρουσία του βασιλιά, έγινε δεκτή με ευμένεια. (Εσθ 4:11, 16· 5:1-3) Οι ενέργειες και τα λόγια των αδελφών του Ιωσήφ δείχνουν παραστατικά πόσο προσεκτικοί ήταν να μην προσβάλουν τη βασιλική παρουσία, δεδομένου ότι ο Ιούδας είπε στον Ιωσήφ: «Είσαι το ίδιο με τον Φαραώ». (Γε 42:6· 43:15-26· 44:14, 18) Συνεπώς, η εξασφάλιση πρόσβασης ενώπιον ενός επίγειου ηγεμόνα, ο οποίος δεν ήταν παρά ατελής άνθρωπος, ήταν συνήθως κάτι πολύ δύσκολο και αποτελούσε σπάνιο προνόμιο.
Η Ιερότητα της Παρουσίας του Θεού. Παρότι ο Παύλος δήλωσε στην Αθήνα ότι ο Θεός «δεν είναι μακριά από τον καθένα μας» (Πρ 17:27), και μολονότι ολόκληρος ο Λόγος Του, η Αγία Γραφή, δείχνει ότι η πρόσβαση σε Αυτόν είναι εφικτή, όποιος Τον πλησιάζει πρέπει παράλληλα να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες απαιτήσεις και να έχει τη θεϊκή άδεια ή επιδοκιμασία Του. Το όραμα του Δανιήλ για το μεγαλοπρεπές ουράνιο δικαστήριο του “Παλαιού των Ημερών”, στον οποίο “απέκτησε πρόσβαση ο γιος του ανθρώπου” καθώς «τον έφεραν μπροστά σε Εκείνον», δείχνει παραστατικά την αξιοπρέπεια, το σεβασμό και την τάξη που συνδέονται με την παρουσία του Υπέρτατου Κυρίαρχου του σύμπαντος. (Δα 7:9, 10, 13, 14· παράβαλε Ιερ 30:21.) Η αφήγηση στα εδάφια Ιώβ 1:6 και 2:1 υποδηλώνει ότι και οι αγγελικοί γιοι του Θεού επίσης προσκαλούνται στην άμεση παρουσία του σε καθορισμένες περιστάσεις, η δε εμφάνιση του Σατανά ανάμεσά τους πρέπει λογικά να έγινε μόνο με άδεια από τον Υπέρτατο.
Ο άνθρωπος, ο οποίος έχει πλαστεί κατά την εικόνα και την ομοίωση του Δημιουργού του όντας προικισμένος ως έναν βαθμό με τις θεϊκές ιδιότητες και έχοντας την ευθύνη της φροντίδας για τον πλανήτη Γη και για τη ζωική του κτίση, χρειαζόταν να βρίσκεται σε επικοινωνία με τον Θεό και Πατέρα του. (Γε 1:26, 27) Η επικοινωνία αυτή περιγράφεται στα εδάφια Γένεση 1:28-30· 2:16, 17.
Ως τέλεια πλάσματα, και άρα χωρίς σύμπλεγμα ενοχής ή συναίσθηση αμαρτίας, ο Αδάμ και η Εύα μπορούσαν αρχικά να πλησιάζουν τον Θεό και να συζητούν μαζί Του δίχως να νιώθουν την ανάγκη για κάποιον μεσολαβητή ανάμεσα στους ίδιους και στον Δημιουργό τους—σαν παιδιά που πλησιάζουν τον πατέρα τους. (Γε 1:31· 2:25) Το αμάρτημα και ο στασιασμός τους τούς στέρησαν αυτή τη σχέση, επισύροντας τη θανατική καταδίκη. (Γε 3:16-24) Το αν επιχείρησαν αργότερα να πλησιάσουν τον Θεό δεν αναφέρεται.
Μέσω Πίστης, Δίκαιων Έργων και Θυσιών. Η αφήγηση σχετικά με την προσπάθεια που έκαναν ο Κάιν και ο Άβελ να πλησιάσουν τον Θεό μέσω προσφορών δείχνει ότι η πίστη και τα δίκαια έργα αποτελούσαν προϋποθέσεις για την απόκτηση πρόσβασης στον Θεό. Ως εκ τούτου, ο Κάιν αποκλείστηκε από τη θεϊκή αποδοχή, την οποία θα είχε μόνο αν “στρεφόταν στο να κάνει το καλό”. (Γε 4:5-9· 1Ιω 3:12· Εβρ 11:4) Μεταγενέστερα, η αρχή που έγινε την εποχή του Ενώς «να επικαλούνται το όνομα του Ιεχωβά» δεν φαίνεται να ήταν ειλικρινής (Γε 4:26), δεδομένου ότι ο επόμενος άνθρωπος πίστης που μνημονεύεται μετά τον Άβελ δεν είναι ο Ενώς αλλά ο Ενώχ, ο οποίος «περπατούσε με τον αληθινό Θεό», πράγμα που δείχνει ότι η προσέγγισή του ήταν αποδεκτή. (Γε 5:24· Εβρ 11:5) Ωστόσο, η προφητεία του Ενώχ, η οποία είναι καταγραμμένη στα εδάφια Ιούδα 14, 15, δείχνει ότι στις ημέρες του αφθονούσε η ασέβεια προς τον Θεό.—Βλέπε ΕΝΩΣ.
Η δίκαιη και άμεμπτη πορεία του Νώε μεταξύ των συγχρόνων του τού εξασφάλισε πρόσβαση στον Θεό και επιβίωση. (Γε 6:9-19) Μετά τον Κατακλυσμό ο Νώε πλησίασε τον Θεό μέσω μιας θυσίας, όπως είχε κάνει και ο Άβελ, και έτσι ευλογήθηκε και ενημερώθηκε για περαιτέρω απαιτήσεις που θα έφερναν τη θεϊκή επιδοκιμασία, καθώς και για τη διαθήκη που σύναψε ο Θεός με κάθε σάρκα εγγυώμενος ότι δεν επρόκειτο να ξανασυμβεί στο μέλλον παγγήινος κατακλυσμός. (Γε 8:20, 21· 9:1-11) Η έκφραση «ο Ιεχωβά, ο Θεός του Σημ», προφανώς δείχνει ότι αυτός ο γιος είχε αποκτήσει θέση μεγαλύτερης εύνοιας ενώπιον του Θεού από ό,τι οι δύο αδελφοί του.—Γε 9:26, 27.
Η ιεροσύνη του Μελχισεδέκ. Αν και ο Νώε εκτέλεσε ιερατική υπηρεσία στο θυσιαστήριο για λογαριασμό της οικογένειάς του, δεν αναφέρεται ότι υπήρχε, μέχρι την εποχή του Μελχισεδέκ, κάποιος «ιερέας» που να μεσολαβεί υπέρ των ανθρώπων προκειμένου να πλησιάζουν τον Θεό. Η ιεροσύνη του Μελχισεδέκ αναγνωρίστηκε από τον Αβραάμ, ο οποίος «του έδωσε ένα δέκατο από το καθετί». (Γε 14:18-20) Ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται ως προφητικός τύπος του Χριστού Ιησού στα εδάφια Εβραίους 7:1-3, 15-17, 25.
Πώς πλησίαζαν τον Θεό άλλοι πατριάρχες. Η σχέση που είχε ο Αβραάμ με τον Θεό τού παρείχε τις προϋποθέσεις να αποκληθεί “φίλος του Θεού” (Ησ 41:8· 2Χρ 20:7· Ιακ 2:23), η δε πίστη του και η υπακοή του, σε συνδυασμό με το ότι πλησίαζε σεβάσμια τον Θεό μέσω θυσιαστηρίων και προσφορών, εξαίρονται ως η βάση για αυτή τη φιλία. (Γε 18:18, 19· 26:3-6· Εβρ 11:8-10, 17-19) Ο Αβραάμ εισήλθε σε σχέση διαθήκης με τον Θεό. (Γε 12:1-3, 7· 15:1, 5-21· 17:1-8) Η περιτομή δόθηκε ως σημείο αυτού του γεγονότος και για κάποιο διάστημα ήταν απαίτηση για τη θεϊκή αποδοχή. (Γε 17:9-14· Ρω 4:11) Η θέση του Αβραάμ τού παρείχε τις προϋποθέσεις να κάνει δεήσεις ακόμη και για λογαριασμό άλλων (Γε 20:7), ωστόσο ο βαθύς σεβασμός του ενώπιον της παρουσίας του Ιεχωβά ή του εκπροσώπου του είναι πάντοτε έκδηλος. (Γε 17:3· 18:23-33) Ο Ιώβ, μακρινός συγγενής του Αβραάμ, υπηρετούσε ως ιερέας για την οικογένειά του, προσφέροντας ολοκαυτώματα για αυτούς (Ιωβ 1:5), και μάλιστα έκανε δέηση για λογαριασμό των τριών “φίλων” του και «ο Ιεχωβά δέχτηκε το πρόσωπο του Ιώβ».—Ιωβ 42:7-9.
Ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, κληρονόμοι της υπόσχεσης που δόθηκε στον Αβραάμ, πλησίαζαν τον Θεό επικαλούμενοι «το όνομα του Ιεχωβά» με πίστη, αλλά και χτίζοντας θυσιαστήρια και παρουσιάζοντας προσφορές.—Εβρ 11:9, 20, 21· Γε 26:25· 31:54· 33:20.
Ο Μωυσής έλαβε από τον άγγελο του Θεού την οδηγία να μην πλησιάσει την καιόμενη βάτο και διατάχθηκε να βγάλει τα σανδάλια του, διότι στεκόταν σε «άγιο έδαφος». (Εξ 3:5) Ως ο διορισμένος εκπρόσωπος του Θεού στο έθνος του Ισραήλ, ο Μωυσής είχε με μοναδικό τρόπο πρόσβαση στην παρουσία του Ιεχωβά ενόσω ζούσε, καθώς ο Ιεχωβά τού μιλούσε «στόμα με στόμα». (Αρ 12:6-13· Εξ 24:1, 2, 12-18· 34:30-35) Όπως ο Μελχισεδέκ, έτσι και ο Μωυσής υπήρξε προφητικός τύπος του Χριστού Ιησού.—Δευ 18:15· Πρ 3:20-23.
Τονίζεται η σπουδαιότητα της επιδοκιμασμένης πρόσβασης. Ο Ιεχωβά, προτού δώσει τη διαθήκη του Νόμου, ζήτησε από ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ να αγιάσουν επί τρεις ημέρες τον εαυτό τους, πλένοντας τα ενδύματά τους. Τοποθετήθηκαν όρια για την πρόσβαση και κανένας, ούτε άνθρωπος ούτε ζώο, δεν έπρεπε να αγγίξει το Όρος Σινά, επί ποινή θανάτου. (Εξ 19:10-15) Τότε ο Μωυσής «έφερε το λαό έξω από το στρατόπεδο για να συναντήσουν τον αληθινό Θεό» και τους έβαλε να σταθούν στους πρόποδες του βουνού. Κατόπιν, ανέβηκε στο βουνό για να λάβει τους όρους της διαθήκης μέσα σε βροντές και αστραπές, καπνό και φωτιά, καθώς και σαλπίσματα. (Εξ 19:16-20) Ο Μωυσής διατάχθηκε να μην αφήσει “τους ιερείς και το λαό να παραβιάσουν τα όρια για να ανεβούν προς τον Ιεχωβά, ώστε αυτός να μην ξεσπάσει πάνω τους”. (Εξ 19:21-25) «Οι ιερείς» για τους οποίους γίνεται λόγος εδώ ήταν πιθανώς ένας εξέχων άντρας από κάθε οικογένεια του Ισραήλ, και με αυτή τους την ιδιότητα “πλησίαζαν τον Ιεχωβά”, όπως ο Ιώβ, για λογαριασμό της οικογένειάς τους.
Υπό τη Διαθήκη του Νόμου. Με βάση τη διαθήκη του Νόμου τέθηκε σε ισχύ μια διευθέτηση η οποία παρείχε πρόσβαση στον Θεό σε ατομικό και εθνικό επίπεδο μέσω ενός διορισμένου ιερατείου και με νομικά θεσπισμένες θυσίες, σε συνάρτηση με την ιερή σκηνή της μαρτυρίας και αργότερα με το ναό. Οι γιοι του Λευίτη Ααρών υπηρετούσαν ως ιερείς για λογαριασμό του λαού. Για τους άλλους, ακόμη και για τους Λευίτες που δεν ανήκαν στη γραμμή του Ααρών, η κατάληξη θα ήταν θάνατος αν τολμούσαν να πλησιάσουν στο θυσιαστήριο ή στα ιερά σκεύη για να προσφέρουν τέτοια υπηρεσία. (Λευ 2:8· Αρ 3:10· 16:40· 17:12, 13· 18:2-4, 7) Οι ιερείς έπρεπε να ανταποκρίνονται σε αυστηρές απαιτήσεις, όσον αφορά τόσο τη σωματική όσο και την τελετουργική καθαρότητα, και να έχουν αποδεκτή αμφίεση όταν πλησίαζαν στο θυσιαστήριο ή στον «άγιο τόπο». (Εξ 28:40-43· 30:18-21· 40:32· Λευ 22:2, 3) Οποιαδήποτε ασέβεια ή παραβίαση των θεϊκών οδηγιών για την πρόσβαση στον Κυρίαρχο Θεό επέσυρε την ποινή του θανάτου, όπως στην περίπτωση δύο γιων του ίδιου του Ααρών. (Λευ 10:1-3, 8-11· 16:1) Από ολόκληρο το έθνος, μόνο ο Ααρών και όσοι τον διαδέχθηκαν ως αρχιερείς μπορούσαν να εισέλθουν στα Άγια των Αγίων ενώπιον της κιβωτού της διαθήκης, η οποία συνδεόταν με την παρουσία του Ιεχωβά. Ακόμη και στον αρχιερέα, όμως, η είσοδος επιτρεπόταν μόνο μία ημέρα του έτους, την Ημέρα της Εξιλέωσης. (Λευ 16:2, 17) Σε αυτή την προνομιούχα θέση ο Ααρών προεικόνιζε τον Χριστό Ιησού ως Αρχιερέα του Θεού.—Εβρ 8:1-6· 9:6, 7, 24.
Κατά την αφιέρωση του ναού στην Ιερουσαλήμ, ο Βασιλιάς Σολομών πλησίασε τον Ιεχωβά για λογαριασμό του έθνους. Προσευχήθηκε να είναι τα μάτια του Ιεχωβά ανοιγμένα ημέρα και νύχτα προς τον οίκο όπου είχε θέσει το όνομά Του και να εισακούει Αυτός τις παρακλήσεις του βασιλιά, του έθνους, καθώς και των αλλοεθνών που θα συνταυτίζονταν με τον Ισραήλ—οποιουδήποτε θα “προσευχόταν προς αυτόν τον οίκο”. Επομένως, όλοι μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στον Ιεχωβά, από το βασιλιά ως τον πιο ασήμαντο στο έθνος.—2Χρ 6:19-42.
Στον Ισραήλ, όταν επρόκειτο για ζητήματα που επηρέαζαν ολόκληρο το έθνος, η πρόσβαση στον Θεό γινόταν μέσω του βασιλιά ή κάποιου ιερέα ή προφήτη. Το Ουρίμ και το Θουμμίμ του αρχιερέα χρησιμοποιούνταν σε ορισμένες περιπτώσεις για να εξακριβωθεί η θεϊκή κατεύθυνση. (1Σα 8:21, 22· 14:36-41· 1Βα 18:36-45· Ιερ 42:1-3) Η παραβίαση του νόμου του Ιεχωβά αναφορικά με τον ορθό τρόπο προσέγγισης επέσυρε τιμωρία, όπως στην περίπτωση του Οζία (2Χρ 26:16-20), και μπορούσε να καταλήξει σε πλήρη διακοπή της επικοινωνίας με τον Θεό, όπως στην περίπτωση του Σαούλ. (1Σα 28:6· 1Χρ 10:13) Το ότι ο Ιεχωβά δεν επέτρεπε καμιά επιπολαιότητα αναφορικά με την Κυρίαρχη Παρουσία του και με τα αντικείμενα που σχετίζονταν με αυτήν καταδεικνύεται από την περίπτωση του Ουζά, του γιου του Αβιναδάβ, ο οποίος έπιασε την κιβωτό της διαθήκης για να την κρατήσει στη θέση της, με αποτέλεσμα “να ανάψει ο θυμός του Ιεχωβά εναντίον του Ουζά και να τον πατάξει ο αληθινός Θεός εκεί για αυτή την ανευλαβή πράξη”.—2Σα 6:3-7.
Οι τελετουργίες και οι θυσίες δεν επαρκούσαν. Παρότι έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η λατρεία του Ιεχωβά εξελίχθηκε από λατρεία τελετουργιών και θυσιών σε λατρεία ηθικών απαιτήσεων, τα στοιχεία πιστοποιούν εντελώς το αντίθετο. Οι τελετουργίες και οι θυσίες από μόνες τους ουδέποτε επαρκούσαν, αλλά αποτελούσαν απλώς ενδεικτική νομική βάση για την πρόσβαση στον Θεό. (Εβρ 9:9, 10) Σε τελική ανάλυση, ο ίδιος ο Ιεχωβά αποφάσιζε ποιον θα δεχτεί. Γι’ αυτό, το εδάφιο Ψαλμός 65:4 δηλώνει: «Ευτυχισμένος είναι εκείνος τον οποίο εκλέγεις και φέρνεις κοντά για να κατοικεί στις αυλές σου». Η πίστη, η δικαιοσύνη, η ευθυκρισία, η απουσία ενοχής αίματος, η φιλαλήθεια και η υπακοή στο ρητό θέλημα του Θεού τονίζονταν συνεχώς ως τα διαπιστευτήρια που απαιτούνταν για να έχει κάποιος πρόσβαση στον Θεό, ώστε στο βουνό του Ιεχωβά να ανεβαίνει, όχι απλώς όποιος φέρνει δώρα στον Παγκόσμιο Κυρίαρχο, αλλά «όποιος είναι αθώος στα χέρια και καθαρός στην καρδιά». (Ψλ 15:1-4· 24:3-6· 50:7-23· 119:169-171· Παρ 3:32· 21:3· Ωσ 6:6· Μιχ 6:6-8) Όταν αυτές οι ιδιότητες έλειπαν, οι θυσίες, η νηστεία, ακόμη και οι προσευχές γίνονταν απεχθείς και άνευ αξίας στα μάτια του Θεού. (Ησ 1:11-17· 58:1-9· 29:13· Παρ 15:8) Όταν κάποιος υπέπιπτε σε αδικοπραγία, έπρεπε πρώτα να εκδηλώσει συντετριμμένο πνεύμα και καταθλιμμένη καρδιά προτού του επιτραπεί η πρόσβαση. (Ψλ 51:16, 17) Το ιερατικό αξίωμα δεν εξασφάλιζε ευμενή αποδοχή από τον Θεό αν οι ιερείς περιφρονούσαν το όνομά του και πρόσφεραν μη αποδεκτές θυσίες.—Μαλ 1:6-9.
Η πρόσβαση στον Θεό περιγράφεται επίσης σαν την παρουσία κάποιου ενώπιον δικαστηρίου και την προσέλευσή του ενώπιον του δικαστή για κρίση. (Εξ 22:8· Αρ 5:16· Ιωβ 31:35-37· Ησ 50:8) Στα εδάφια Ησαΐας 41:1, 21, 22 ο Ιεχωβά καλεί τις εθνότητες να πλησιάσουν, παρουσιάζοντας τη διαφιλονικούμενη υπόθεσή τους και τα επιχειρήματά τους, για να κριθούν από αυτόν.
Βάση για Πρόσβαση υπό τη Νέα Διαθήκη. Η διευθέτηση της διαθήκης του Νόμου, που περιλάμβανε θυσίες ζώων ως εξεικονιστική νομική βάση, έστρεφε την προσοχή σε μια ανώτερη βάση για την απόκτηση πρόσβασης στον Θεό. (Εβρ 9:8-10· 10:1) Αυτή επιτεύχθηκε με τη νέα διαθήκη, μέσω της οποίας όλοι “θα γνώριζαν τον Ιεχωβά, από τον μικρότερο ως και τον μεγαλύτερό τους”. (Ιερ 31:31-34· Εβρ 7:19· 8:10-13) Ως ο μοναδικός Μεσίτης εκείνης της νέας διαθήκης, ο Χριστός Ιησούς έγινε «η οδός». Ο ίδιος είπε: «Κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα παρά μόνο μέσω εμού». (Ιωα 14:6, 13, 14) Ο φραγμός που χώριζε τους Ιουδαίους από τους απερίτμητους Εθνικούς, οι οποίοι δεν συμπεριλαμβάνονταν στην εθνική διαθήκη του Θεού με τον Ισραήλ, αφαιρέθηκε μέσω του θανάτου του Χριστού, ώστε «διαμέσου αυτού εμείς, και οι δύο λαοί, [να] έχουμε την πρόσβαση στον Πατέρα μέσω ενός πνεύματος». (Εφ 2:11-19· Πρ 10:35) Η πίστη στον Θεό ως “μισθαποδότη σε εκείνους που τον αναζητούν ένθερμα” και στο λύτρο αποτελεί προϋπόθεση για ειρηνική πρόσβαση στον Θεό και ευνοϊκή αποδοχή από αυτόν μέσω του Ιησού Χριστού. (Εβρ 11:6· 1Πε 3:18) Εκείνοι που Τον πλησιάζουν μέσω του Χριστού Ιησού ως Αρχιερέα και Μεσολαβητή τους γνωρίζουν ότι ο Χριστός «είναι πάντοτε ζωντανός για να συνηγορεί υπέρ εκείνων» (Εβρ 7:25), και έχοντας πεποίθηση μπορούν να πλησιάζουν «με παρρησία το θρόνο της παρ’ αξία καλοσύνης». (Εβρ 4:14-16· Εφ 3:12) Δεν πλησιάζουν φοβούμενοι μήπως καταδικαστούν. (Ρω 8:33, 34) Εντούτοις, διακατέχονται από θεοσεβή φόβο και δέος όπως επιβάλλεται για αυτή την πρόσβαση στον Θεό, «τον Κριτή όλων».—Εβρ 12:18-24, 28, 29.
Η προσέγγιση του Θεού από μέρους του Χριστιανού περιλαμβάνει θυσίες και προσφορές πνευματικής φύσης. (1Πε 2:4, 5· Εβρ 13:15· Ρω 12:1) Οι υλικοί ναοί και τα χρυσά, ασημένια και πέτρινα ομοιώματα αποδεικνύονται ανώφελα για την προσέγγιση του αληθινού Θεού. (Πρ 7:47-50· 17:24-29· παράβαλε Εφ 2:20-22.) Οι φίλοι του κόσμου είναι εχθροί του Θεού. Αυτός εναντιώνεται στους υπερηφάνους, αλλά οι ταπεινοί που έχουν “καθαρά χέρια” και “αγνή καρδιά” μπορούν να “πλησιάσουν τον Θεό, και αυτός θα πλησιάσει εκείνους”.—Ιακ 4:4-8.
Οι χρισμένοι Χριστιανοί οι οποίοι έχουν κληθεί σε ουράνια ελπίδα έχουν «οδό που οδηγεί στον άγιο τόπο μέσω του αίματος του Ιησού» και, επειδή γνωρίζουν καλά τον «μεγάλο ιερέα [τον] υπεύθυνο για τον οίκο του Θεού», μπορούν να “πλησιάζουν με αληθινή καρδιά έχοντας την πλήρη βεβαιότητα της πίστης”.—Εβρ 10:19-22.
Σχετικά δε με τη σπουδαιότητα του να πλησιάζει κανείς τον Θεό με εμπιστοσύνη, ο ψαλμωδός συνοψίζει εύστοχα το ζήτημα λέγοντας: «Διότι όσοι παραμένουν μακριά σου θα αφανιστούν. Θα κατασιωπήσεις όποιον σε εγκαταλείπει ανήθικα. Όσο για εμένα, όμως, το να πλησιάζω τον Θεό είναι καλό για εμένα. Τον Υπέρτατο Κύριο Ιεχωβά έχω κάνει καταφύγιό μου, για να διακηρύττω όλα τα έργα σου».—Ψλ 73:27, 28· βλέπε ΠΡΟΣΕΥΧΗ.
-
-
Προσδιορισμένοι Καιροί των ΕθνώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
Αφού αναφέρθηκε στην καταστροφή που επρόκειτο να επέλθει στην πόλη της Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς δήλωσε: «Και η Ιερουσαλήμ θα καταπατείται από τα έθνη, μέχρι να συμπληρωθούν οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών [«καιροί των Εθνικών», KJ, RS· βλέπε επίσης ΚΔΤΚ]». (Λου 21:24) Η περίοδος που υποδηλώνεται από την έκφραση «προσδιορισμένοι καιροί των εθνών [καιροὶ ἐθνῶν, Κείμενο]» έχει πυροδοτήσει αρκετές συζητήσεις όσον αφορά την έννοιά της και το τι συνεπάγεται.
Έννοια της Φράσης «Προσδιορισμένοι Καιροί». Η φράση «προσδιορισμένοι καιροί» αποδίδει τη λέξη καιροί του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία, σύμφωνα με Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 4, σ. 138), «υποδήλωνε συγκεκριμένη ή καθορισμένη περίοδο, μια εποχή, ενίοτε έναν εύκαιρο ή ευνοϊκό χρόνο». Το Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 2, σ. 571), και το Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, του Ι. Σταματάκου (1972, σ. 484), δείχνουν ότι η λέξη καιρός αναφέρεται επίσης στην ακριβή ή κρίσιμη περίοδο χρόνου. Ως εκ τούτου, η λέξη καιρός χρησιμοποιείται όσον αφορά την «εποχή» του θερισμού, την «εποχή» των καρπών και την «εποχή» των σύκων (Ματ 13:30· 21:34· Μαρ 11:13), τον «κατάλληλο καιρό» για τη χορήγηση τροφής (Ματ 24:45· Λου 12:42), “τον προσδιορισμένο καιρό” για την έναρξη της διακονίας του Ιησού και την περίοδο ευκαιριών που αυτή εισήγαγε (Μαρ 1:15· Ματ 16:3· Λου 12:56· 19:44), καθώς και “τον προσδιορισμένο καιρό” του θανάτου του. (Ματ 26:18) Οι δαίμονες τους οποίους ήταν έτοιμος να εκβάλει ο Ιησούς από ορισμένους ανθρώπους κραύγασαν προς εκείνον: «Ήρθες εδώ για να μας βασανίσεις πριν από τον προσδιορισμένο καιρό;» (Ματ 8:29) Επίσης, κάποια στιγμή έγινε απόλυτα σαφές για τους Χριστιανούς ποια ήταν η υγιής διδασκαλία και η σωστή διαγωγή. Επομένως, είχε έρθει ο “καιρός” να ξυπνήσουν.—Ρω 13:11-14.
Η λέξη καιρός χρησιμοποιείται επίσης όσον αφορά μελλοντικές περιστάσεις ή χρονικά σημεία στα πλαίσια της διευθέτησης ή του χρονοδιαγράμματος του Θεού, ιδίως σε σχέση με την παρουσία του Χριστού και τη Βασιλεία του. (Πρ 3:19) Οι “χρόνοι ή οι καιροί”, δηλαδή οι περίοδοι κατά τις οποίες θα λάβαινε χώρα το θέλημα του Ιεχωβά όσον αφορά κάποια ζητήματα, ενδιέφεραν πραγματικά τους λάτρεις του (Πρ 1:7), οι οποίοι τους κατανοούσαν καθώς αυτοί αποκαλύπτονταν σταδιακά. (1Θε 5:1) Ως εκ τούτου, ο απόστολος Παύλος κάνει λόγο για «το ιερό μυστικό» το οποίο αποκαλύφτηκε από τον Θεό «για μια διαχείριση στο πλήρωμα των προσδιορισμένων καιρών [καιρῶν, Κείμενο], δηλαδή να ξανασυγκεντρώσει όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη». (Εφ 1:9, 10) Έχοντας υπόψη την έννοια της λέξης καιρός όπως αυτή χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο κείμενο της Αγίας Γραφής, μπορούμε εύλογα να θεωρήσουμε πως η έκφραση «προσδιορισμένοι καιροί των εθνών» αναφέρεται, όχι σε κάτι το ασαφές ή ακαθόριστο, αλλά μάλλον σε «μια συγκεκριμένη ή καθορισμένη περίοδο», ένα ακριβές ή κρίσιμο χρονικό διάστημα, με συγκεκριμένη αρχή και συγκεκριμένο τέλος.
«Τα Έθνη» και «η Ιερουσαλήμ». Το νόημα της δήλωσης του Ιησού είναι αναπόφευκτα συνυφασμένο με την αναφορά του στην “καταπάτηση της Ιερουσαλήμ”, η οποία θα συνεχιζόταν, όπως δήλωσε ο ίδιος, ωσότου συμπληρώνονταν «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών». Η λέξη ἔθνη, που αποδίδεται και “Εθνικοί”, χρησιμοποιούνταν από τους Βιβλικούς συγγραφείς εννοώντας συγκεκριμένα τα μη Ιουδαϊκά έθνη. Υπό αυτό το πρίσμα ορισμένοι θεωρούν πως η προφητεία εφαρμόζεται στην περίοδο χρόνου κατά την οποία η γεωγραφική τοποθεσία της αρχαίας Ιερουσαλήμ θα βρισκόταν υπό την κυριαρχία και τον έλεγχο Εθνικών.
Μολονότι είναι προφανές ότι η περιγραφή του Ιησού για την επερχόμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ αναφέρεται στην κατά γράμμα πόλη—η οποία καταστροφή επήλθε τελικά το 70 Κ.Χ. όταν οι Ρωμαίοι ισοπέδωσαν την Ιερουσαλήμ—η δήλωση για “τους προσδιορισμένους καιρούς των εθνών” μεταφέρει την προφητεία πολύ πιο πέρα από αυτή την εποχή, όπως έχουν επισημάνει πολλοί σχολιαστές. Λόγου χάρη, το ευρέως γνωστό Σχολιολόγιο (Commentary) του Φ. Τσ. Κουκ λέει για το εδάφιο Λουκάς 21:24: «Μας βοηθάει να διαχωρίσουμε το αυστηρά εσχατολογικό μέρος [δηλαδή το μέρος που σχετίζεται με τις τελευταίες ημέρες] της μεγάλης προφητείας από το μέρος που εφαρμόζεται δεόντως στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ». Επομένως, είναι ουσιώδες να καθοριστεί ποιο νόημα προσδίδουν οι θεόπνευστες Γραφές στην «Ιερουσαλήμ», ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών» σχετίζονται μόνο με την κατά γράμμα πόλη της Ιερουσαλήμ ή με κάτι επιπρόσθετο και μεγαλύτερο.
Η Ιερουσαλήμ ήταν η πρωτεύουσα του έθνους του Ισραήλ, οι δε βασιλιάδες αυτού του έθνους, οι οποίοι προέρχονταν από τη γραμμή του Δαβίδ, θεωρούνταν ότι “κάθονταν στο θρόνο του Ιεχωβά”. (1Χρ 29:23) Με αυτή της την ιδιότητα, η Ιερουσαλήμ αντιπροσώπευε την έδρα της θεϊκά εγκαθιδρυμένης κυβέρνησης ή τυπικής βασιλείας του Θεού, όπως αυτή λειτουργούσε μέσω του οίκου του Δαβίδ. Με το Όρος Σιών εντός των ορίων της, η Ιερουσαλήμ ήταν «η πόλη του Μεγάλου Βασιλιά». (Ψλ 48:1, 2) Άρα, αυτή η πόλη έφτασε να υποδηλώνει τη βασιλεία της δυναστείας του Βασιλιά Δαβίδ, ακριβώς όπως η Ουάσινγκτον, το Λονδίνο, το Παρίσι και η Μόσχα αντιπροσωπεύουν τις κυβερνήσεις των αντίστοιχων σημερινών κρατών και αναφέρονται στις ειδήσεις με αυτή την έννοια. Αφότου καταπατήθηκε η Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους, με αποτέλεσμα να εξοριστεί ο βασιλιάς της και να μείνει η γη ερημωμένη, κανένα μέλος της Δαβιδικής δυναστείας δεν κυβέρνησε ξανά από την επίγεια Ιερουσαλήμ. Αλλά οι Γραφές δείχνουν ότι ο Ιησούς, ο Μεσσίας, ο οποίος γεννήθηκε στη γραμμή του Δαβίδ, επρόκειτο να κυβερνήσει από το ουράνιο Όρος Σιών, από την ουράνια Ιερουσαλήμ.—Ψλ 2:6, 7· Εβρ 5:5· Απ 14:1, 3.
Έναρξη της “καταπάτησης”. Η “καταπάτηση” εκείνης της βασιλείας, την οποία ασκούσε η δυναστεία των Δαβιδικών ηγεμόνων, δεν ξεκίνησε με την ερήμωση που επέφεραν οι Ρωμαίοι στην Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. Η αρχή έγινε αιώνες νωρίτερα με την ανατροπή αυτής της δυναστείας από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ., όταν ο Ναβουχοδονόσορ κατέστρεψε την πόλη της Ιερουσαλήμ και αιχμαλώτισε τον εκθρονισμένο βασιλιά Σεδεκία, η δε γη εγκαταλείφθηκε έρημη. (2Βα 25:1-26· βλέπε ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ.) Τα γεγονότα αυτά συμφωνούσαν με τα προφητικά λόγια που απευθύνθηκαν στον Σεδεκία, όπως αναφέρεται στα εδάφια Ιεζεκιήλ 21:25-27: «Βγάλε το τουρμπάνι και αφαίρεσε το στέμμα. Αυτό δεν θα είναι το ίδιο. . . . Ερείπιο, ερείπιο, ερείπιο θα το κάνω. Και αυτό δεν πρόκειται να ανήκει σε κανέναν, ώσπου να έρθει εκείνος που έχει το νόμιμο δικαίωμα, και θα το δώσω σε αυτόν». Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αποδεικνύεται ότι εκείνος που έχει «το νόμιμο δικαίωμα» για το Δαβιδικό στέμμα που έχασε ο Σεδεκίας είναι ο Χριστός Ιησούς, για τον οποίο ο άγγελος που ανήγγειλε τη μελλοντική γέννησή του είπε: «Ο Ιεχωβά Θεός θα του δώσει το θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του, και αυτός θα βασιλεύει στον οίκο του Ιακώβ για πάντα, και δεν θα υπάρξει τέλος στη βασιλεία του».—Λου 1:32, 33.
Με την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ., οι δυνάμεις των Εθνικών εξουσίαζαν πλέον όλη τη γη. Η Δαβιδική δυναστεία και η διακυβέρνησή της διακόπηκαν, γι’ αυτό και η Ιερουσαλήμ, δηλαδή ό,τι αντιπροσώπευε αυτή, θα συνέχιζε να «καταπατείται» για όσον καιρό η βασιλεία του Θεού, όπως λειτουργούσε διαμέσου του οίκου του Δαβίδ, θα παρέμενε υποβιβασμένη και ανενεργή υπό τις δυνάμεις των Εθνικών. Επισημαίνοντας αυτή τη συσχέτιση με τη διακυβέρνηση, το Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ ([Unger’s Bible Dictionary] 1965, σ. 398) σχολιάζει: «Κατά συνέπεια, οι Εθνικοί—“τα έθνη”—οδεύουν προς το τέλος της διαχείρισης που ασκούν ως κυβερνήτες της γης. Η λήξη αυτής της περιόδου θα αποτελέσει το τέλος “των καιρών των Εθνικών” (Λουκ. 21:24· Δαν. 2:36-44)».—Παράβαλε Ιεζ 17:12-21· επίσης την περιγραφή της πτώσης της Μηδοπερσίας στα εδ. Δα 8:7, 20.
Σχέση με τις Προφητείες του Δανιήλ. Τουλάχιστον δύο φορές σε αυτή την προφητεία που ασχολείται με τον καιρό του τέλους, ο Ιησούς αναφέρθηκε στα περιεχόμενα του βιβλίου του προφήτη Δανιήλ. (Παράβαλε Ματ 24:15, 21 με Δα 11:31· 12:1.) Στο βιβλίο του Δανιήλ βρίσκουμε μια απεικόνιση της κυριαρχίας που ασκούν στη γη οι δυνάμεις των Εθνικών κατά τους “προσδιορισμένους καιρούς” τους. Το δεύτερο κεφάλαιο του Δανιήλ περιέχει το προφητικό όραμα (που έλαβε ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ) της τεράστιας εικόνας η οποία, σύμφωνα με τη θεόπνευστη ερμηνεία του Δανιήλ, αντιπροσώπευε την πορεία των Εθνικών παγκόσμιων δυνάμεων που θα τερματιζόταν με την καταστροφή τους από τη Βασιλεία την οποία θα εγκαθίδρυε «ο Θεός του ουρανού» και η οποία θα κυβερνούσε κατόπιν όλη τη γη. (Δα 2:31-45) Αξιοσημείωτο είναι πως η εικόνα ξεκινάει με τη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία, την πρώτη παγκόσμια δύναμη που “καταπάτησε την Ιερουσαλήμ” ανατρέποντας τη Δαβιδική δυναστεία και αφήνοντας κενό το «θρόνο του Ιεχωβά» στην Ιερουσαλήμ. Και αυτό επίσης επιβεβαιώνει την έναρξη “των προσδιορισμένων καιρών των εθνών” κατά το έτος της καταστροφής της Ιερουσαλήμ, το 607 Π.Κ.Χ.
Το όραμα με το δέντρο στο 4ο κεφάλαιο του Δανιήλ. Πάλι στο βιβλίο του Δανιήλ βρίσκουμε ένα ακριβές παράλληλο του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποίησε ο Ιησούς τη λέξη «καιροί» όσον αφορά «τα έθνη», ή αλλιώς τις δυνάμεις των Εθνικών. Και πάλι ο Ναβουχοδονόσορ, αυτός που εκθρόνισε τον απόγονο του Δαβίδ τον Σεδεκία, λαβαίνει ένα ακόμη όραμα το οποίο, όπως ερμήνευσε ο Δανιήλ, σχετίζεται με τη θεϊκά ανατεθειμένη βασιλεία. Το συμβολικό όραμα περιλάμβανε ένα πελώριο δέντρο, το οποίο ένας άγγελος από τους ουρανούς διέταξε να κοπεί. Στη συνέχεια το στέλεχος των ριζών του αλυσοδέθηκε με σιδερένια και χάλκινα δεσμά και θα έπρεπε να παραμείνει σε αυτή την κατάσταση μέσα στο χορτάρι της γης μέχρι να περάσουν «εφτά καιροί» από πάνω του. «Η καρδιά του ας αλλάξει από ανθρώπινη και ας του δοθεί καρδιά ζώου, και εφτά καιροί ας περάσουν από πάνω του . . . προκειμένου να γνωρίσουν αυτοί που ζουν ότι ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων και ότι σε όποιον θέλει τη δίνει και εγκαθιστά σε αυτήν ακόμη και τον πιο ασήμαντο των ανθρώπων».—Δα 4:10-17· βλέπε 4:16, υποσ.
Συσχετισμός με “τους προσδιορισμένους καιρούς των εθνών”. Αδιαμφισβήτητα, το όραμα είχε μια εκπλήρωση στον ίδιο τον Ναβουχοδονόσορα. (Βλέπε Δα 4:31-35.) Ως εκ τούτου, ορισμένοι θεωρούν πως έχει άμεση προφητική εφαρμογή μόνο σε αυτόν και εκλαμβάνουν το όραμα απλώς ως αντανάκλαση της αιώνιας αλήθειας που αφορά την “ανωτερότητα του Θεού σε σχέση με όλες τις άλλες εξουσίες—ανθρώπινες ή δήθεν θεϊκές”. Αυτοί αναγνωρίζουν μεν ότι η συγκεκριμένη αλήθεια ή αρχή δεν ισχύει μόνο για την περίπτωση του Ναβουχοδονόσορα, αλλά δεν θεωρούν ότι συσχετίζεται με συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή συγκεκριμένο θεϊκό χρονοδιάγραμμα. Εντούτοις, η εξέταση ολόκληρου του βιβλίου του Δανιήλ φανερώνει πως παντού στα οράματα και στις προφητείες του δεσπόζει το στοιχείο του χρόνου, οι δε παγκόσμιες δυνάμεις και τα γεγονότα που περιγράφονται σε καθένα από αυτά τα οράματα, αντί να παρουσιάζονται μεμονωμένα ή να συμβαίνουν τυχαία, με το στοιχείο του χρόνου να πλανάται αόριστα, παρουσιάζονται μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο ή ακολουθούν μια χρονική συνέχεια. (Παράβαλε Δα 2:36-45· 7:3-12, 17-26· 8:3-14, 20-25· 9:2, 24-27· 11:2-45· 12:7-13.) Επιπρόσθετα, το βιβλίο αυτό εξαίρει επανειλημμένα το τελικό συμπέρασμα που συνιστά το θέμα των προφητειών του: την εγκαθίδρυση μιας παγκόσμιας και αιώνιας Βασιλείας του Θεού, εκφραζόμενης μέσω της διακυβέρνησης του “γιου του ανθρώπου”. (Δα 2:35, 44, 45· 4:17, 25, 32· 7:9-14, 18, 22, 27· 12:1) Το βιβλίο ξεχωρίζει επίσης στις Εβραϊκές Γραφές λόγω των αναφορών του στον «καιρό του τέλους».—Δα 8:19· 11:35, 40· 12:4, 9.
Με βάση τα παραπάνω, δεν φαίνεται λογικό να συμπεράνουμε ότι το όραμα του συμβολικού “δέντρου” και η αναφορά στους “εφτά καιρούς” δεν έχουν καμιά επιπλέον εφαρμογή πέρα από τα εφτά χρόνια της παραφροσύνης ενός Βαβυλώνιου ηγεμόνα και της επακόλουθης ανάνηψης και επιστροφής του στην εξουσία, ιδιαίτερα μάλιστα υπό το φως της προφητικής αναφοράς στους “προσδιορισμένους καιρούς των εθνών” που έκανε ο ίδιος ο Ιησούς. Ο καιρός κατά τον οποίο δόθηκε το όραμα, δηλαδή ένα ιστορικό σημείο καμπής κατά το οποίο ο Θεός, ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, είχε επιτρέψει να ανατραπεί η βασιλεία που ο ίδιος είχε εγκαθιδρύσει στο λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη, καθώς επίσης το πρόσωπο στο οποίο αποκαλύφτηκε το όραμα, δηλαδή ο ίδιος εκείνος κυβερνήτης που χρησίμευσε ως θεϊκό όργανο σε αυτή την ανατροπή και ο οποίος έγινε ακολούθως ο αποδέκτης της παγκόσμιας κυριαρχίας με θεϊκή άδεια, χωρίς να παρακωλύεται από κάποια αντιπροσωπευτική βασιλεία του Ιεχωβά Θεού, και τέλος ολόκληρο το θέμα του οράματος: «Προκειμένου να γνωρίσουν αυτοί που ζουν ότι ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων και ότι σε όποιον θέλει τη δίνει και εγκαθιστά σε αυτήν ακόμη και τον πιο ασήμαντο των ανθρώπων» (Δα 4:17), όλα αυτά παρέχουν βάσιμο λόγο για να πιστεύουμε ότι το εκτενές αυτό όραμα και η ερμηνεία του περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Δανιήλ επειδή αποκαλύπτουν τη διάρκεια “των προσδιορισμένων καιρών των εθνών” και τον καιρό της εγκαθίδρυσης της Βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστό του.
Ο συμβολισμός του δέντρου και η κυριαρχία του Θεού. Οι συμβολισμοί που χρησιμοποιούνται σε αυτό το προφητικό όραμα δεν είναι διόλου μοναδικοί. Και αλλού έχουν χρησιμοποιηθεί δέντρα για να εξεικονίσουν άρχουσες δυνάμεις, περιλαμβανομένης και της τυπικής βασιλείας του Θεού στην Ιερουσαλήμ. (Παράβαλε Κρ 9:6-15· Ιεζ 17:1-24· 31:2-18.) Το υπόλειμμα ενός κορμού που βλαστάνει εκ νέου και το «κλαδάκι», ή ο «βλαστός», εμφανίζονται αρκετές φορές ως σύμβολα που αντιπροσωπεύουν την εκ νέου ανάληψη της εξουσίας από ένα συγκεκριμένο γένος ή δυναστεία, ιδιαίτερα στις Μεσσιανικές προφητείες. (Ησ 10:33–11:10· 53:2-7· Ιερ 23:5· Ιεζ 17:22-24· Ζαχ 6:12, 13· παράβαλε Ιωβ 14:7-9.) Ο Ιησούς μίλησε για τον εαυτό του ως “τη ρίζα και τον απόγονο του Δαβίδ”.—Απ 5:5· 22:16.
Είναι ολοφάνερο πως το κεντρικό σημείο του οράματος είναι η άσκηση της ακατανίκητης κυριαρχίας του Ιεχωβά Θεού στη «βασιλεία των ανθρώπων», και αυτό αποτελεί τον οδηγό για την πλήρη κατανόηση του οράματος. Το δέντρο καταδεικνύεται ότι έχει μια εφαρμογή στον Ναβουχοδονόσορα, ο οποίος στο συγκεκριμένο σημείο της ιστορίας ήταν η κεφαλή της κυρίαρχης Παγκόσμιας Δύναμης, της Βαβυλώνας. Ωστόσο, πριν κατακτήσει ο Ναβουχοδονόσορ την Ιερουσαλήμ, η τυπική βασιλεία του Θεού που κυβερνούσε από αυτή την πόλη ήταν το όργανο μέσω του οποίου ο Ιεχωβά εξέφραζε τη δικαιωματική του κυριαρχία στη γη. Επομένως, αυτή αποτελούσε έναν θεϊκό φραγμό ή εμπόδιο για τον Ναβουχοδονόσορα στην επίτευξη του στόχου του για παγκόσμια κυριαρχία. Επιτρέποντας την ανατροπή της τυπικής εκείνης βασιλείας στην Ιερουσαλήμ, ο Ιεχωβά επέτρεψε να εκκοπεί η ορατή έκφραση της κυριαρχίας που ασκούσε ο ίδιος μέσω των βασιλιάδων της Δαβιδικής δυναστείας. Η έκφραση της παγκόσμιας κυριαρχίας και η άσκησή της στη «βασιλεία των ανθρώπων», χωρίς να εμποδίζονται από οποιαδήποτε αντιπροσωπευτική βασιλεία του Θεού, πέρασαν πλέον στα χέρια των Εθνικών. (Θρ 1:5· 2:2, 16, 17) Υπό το φως αυτών των γεγονότων, «το δέντρο» φαίνεται ότι, εκτός από τον Ναβουχοδονόσορα, αντιπροσωπεύει και κάτι μεγαλύτερο: την παγκόσμια κυριαρχία όπως αυτή ασκείται σύμφωνα με τη διευθέτηση του Θεού.
Ανάκτηση της παγκόσμιας κυριαρχίας. Ωστόσο, ο Θεός ξεκαθαρίζει σε αυτό το σημείο πως δεν έχει παραδώσει για πάντα την παγκόσμια κυριαρχία στις δυνάμεις των Εθνικών. Το όραμα φανερώνει πως η αυτοσυγκράτηση από μέρους του Θεού (όπως εξεικονίζεται από τα σιδερένια και τα χάλκινα δεσμά γύρω από το υπόλειμμα του κορμού του δέντρου) επρόκειτο να συνεχιστεί μέχρι «να περάσουν εφτά καιροί από πάνω του». (Δα 4:16, 23, 25) Κατόπιν, εφόσον «ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων», ο Θεός θα έδινε την παγκόσμια κυριαρχία «σε όποιον θέλει». (Δα 4:17) Το ίδιο το προφητικό βιβλίο του Δανιήλ δείχνει ποιος θα ήταν αυτός—ο «γιος ανθρώπου» στον οποίο δίνεται «εξουσία διακυβέρνησης και αξιοπρέπεια και βασιλεία, ώστε όλοι οι λαοί, οι εθνότητες και οι γλώσσες να υπηρετούν αυτόν». (Δα 7:13, 14) Η προφητεία του ίδιου του Ιησού, στην οποία μνημονεύονται «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών», υποδεικνύει σαφώς την άσκηση τέτοιας παγκόσμιας κυριαρχίας από μέρους του Χριστού Ιησού ως εκλεγμένου Βασιλιά του Θεού, κληρονόμου στο θρόνο της Δαβιδικής δυναστείας. (Ματ 24:30, 31· Λου 21:27-31, 36) Επομένως, το συμβολικό υπόλειμμα του κορμού, που αντιπροσώπευε το ότι ο Θεός διακρατεί το υπέρτατο δικαίωμα της άσκησης παγκόσμιας κυριαρχίας στη «βασιλεία των ανθρώπων», επρόκειτο να βλαστήσει εκ νέου στη Βασιλεία του Γιου του.—Ψλ 89:27, 35-37.
Εφτά Συμβολικοί Καιροί. Στην εκπλήρωση του οράματος που βίωσε προσωπικά ο Ναβουχοδονόσορ, «οι εφτά καιροί» ήταν προφανώς εφτά χρόνια, στη διάρκεια των οποίων παραφρόνησε παρουσιάζοντας συμπτώματα παρόμοια με της λυκανθρωπίας και εγκαταλείποντας το θρόνο του για να τρώει χορτάρι όπως ένα θηρίο του αγρού. (Δα 4:31-36) Είναι αξιοσημείωτο ότι η Γραφή περιγράφει την άσκηση της παγκόσμιας κυριαρχίας από τις δυνάμεις των Εθνικών μιλώντας με αλληγορική γλώσσα για θηρία που εναντιώνονται στον άγιο λαό του Θεού και στον «Άρχοντα των αρχόντων» του. (Παράβαλε Δα 7:2-8, 12, 17-26· 8:3-12, 20-25· Απ 11:7· 13:1-11· 17:7-14.) Όσον αφορά τη χρήση της λέξης «καιροί» (από την αραμαϊκή λέξη ‛ιντάν) στην προφητεία του Δανιήλ, οι λεξικογράφοι δείχνουν ότι εδώ σημαίνει «έτη». (Βλέπε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 1106· Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 1105· Λεξικό Αραμαϊκής Γλώσσας της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon Linguae Aramaicae Veteris Testamenti], επιμέλεια Ε. Βογκτ, Ρώμη, 1971, σ. 124.) Η διάρκεια ενός έτους όπως χρησιμοποιείται εδώ υποδεικνύεται ότι είναι 360 ημέρες, εφόσον τρεισήμισι καιροί ισοδυναμούν με «χίλιες διακόσιες εξήντα ημέρες» στα εδάφια Αποκάλυψη 12:6, 14. (Παράβαλε επίσης Απ 11:2, 3.) Σε αρμονία με αυτόν τον υπολογισμό, «εφτά καιροί» αντιστοιχούν σε 2.520 ημέρες. Το ότι ένας συγκεκριμένος αριθμός ημερών μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην Αγία Γραφή για να εξεικονίσει προφητικά έναν αντίστοιχο αριθμό ετών γίνεται φανερό αν διαβάσουμε τις αφηγήσεις των εδαφίων Αριθμοί 14:34 και Ιεζεκιήλ 4:6. Μόνο αν εφαρμόσουμε τον τύπο που δηλώνεται εκεί, «μία ημέρα για ένα έτος», στους “εφτά καιρούς” αυτής της προφητείας μπορεί το όραμα που βρίσκεται στο 4ο κεφάλαιο του Δανιήλ να έχει ουσιαστική εκπλήρωση πέρα από την εποχή του εκλιπόντος πλέον Ναβουχοδονόσορα, όπως μας δίνουν λόγο να αναμένουμε οι αποδείξεις που παρουσιάστηκαν μέχρι τώρα. Αυτοί, λοιπόν, οι καιροί αντιπροσωπεύουν 2.520 χρόνια.
Αποτελεί αξιομνημόνευτο ιστορικό γεγονός το ότι, με βάση τα σημεία και τις αποδείξεις που παρουσιάστηκαν παραπάνω, το τεύχος του Μαρτίου 1880 του περιοδικού Η Σκοπιά (στην αγγλική) επισήμανε το έτος 1914 ως το έτος κατά το οποίο θα έληγαν «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών» (και κατά το οποίο θα τερματιζόταν η εξουσία που είχε παραχωρηθεί στους Εθνικούς κυβερνήτες). Αυτό συνέβη περίπου 34 χρόνια πριν από την έλευση εκείνου του έτους και των βαρυσήμαντων γεγονότων που σηματοδότησε. Στο κυριακάτικο περιοδικό της εφημερίδας Ο Κόσμος (The World), μιας από τις πλέον έγκριτες εφημερίδες της Νέας Υόρκης εκείνη την εποχή, το οποίο κυκλοφόρησε στις 30 Αυγούστου 1914, υπήρχε ένα κύριο άρθρο που σχολίασε τα ακόλουθα για το εν λόγω ζήτημα: «Το τρομακτικό ξέσπασμα του πολέμου στην Ευρώπη έχει εκπληρώσει μια εκπληκτική προφητεία. Στα περασμένα 25 χρόνια, οι “Διεθνείς Σπουδαστές της Γραφής” . . . , μέσω κηρύκων και μέσω του τύπου, διακήρυτταν στον κόσμο ότι η Ημέρα του Θυμού που προφητεύεται στην Αγία Γραφή θα άρχιζε το 1914».
Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα από το έτος 1914 Κ.Χ. και μετά αποτελούν ιστορία πασίγνωστη σε όλους, αρχής γενομένης από την έκρηξη του μεγάλου πολέμου, του πρώτου παγκόσμιου πολέμου στην ιστορία της ανθρωπότητας και του πρώτου που διεξάχθηκε, όχι μόνο για την κυριαρχία της Ευρώπης ή της Αφρικής ή της Ασίας, αλλά για την κυριαρχία του κόσμου.—Λου 21:7-24, 29-33· Απ 11:15-18· βλέπε ΠΑΡΟΥΣΙΑ· ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ.
-
-
ΠροσευχήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Λατρευτικός λόγος απευθυνόμενος στον αληθινό Θεό ή σε ψεύτικους θεούς. Το να μιλάει κάποιος απλώς στον Θεό δεν συνιστά κατ’ ανάγκην προσευχή, όπως φαίνεται από την κρίση που εξαγγέλθηκε στην Εδέμ, καθώς και από την περίπτωση του Κάιν. (Γε 3:8-13· 4:9-14) Η προσευχή περιλαμβάνει αφοσίωση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, καθώς και αίσθημα εξάρτησης από εκείνον στον οποίο απευθύνεται. Οι διάφορες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που συνδέονται με την προσευχή μεταδίδουν έννοιες όπως ρωτώ, υποβάλλω αίτημα, ικετεύω, δέομαι, παρακαλώ, εκλιπαρώ για εύνοια, εκζητώ, ζητώ να μάθω, καθώς και αινώ, ευχαριστώ και ευλογώ.
Αιτήματα και ικεσίες μπορεί, φυσικά, να απευθύνονται και σε ανθρώπους, και σε μερικές περιπτώσεις οι λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών χρησιμοποιούνται με αυτόν τον τρόπο (Γε 44:18· 50:17· Πρ 25:11), αλλά η λέξη «προσευχή», η οποία χρησιμοποιείται με θρησκευτική έννοια, δεν εφαρμόζεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Ένα άτομο μπορεί να “ικετεύσει” ή να “εκλιπαρήσει” κάποιον άνθρωπο για κάτι, αλλά αυτό δεν θα σήμαινε ότι τον θεωρεί Θεό του. Για παράδειγμα, δεν θα του υπέβαλλε τα αιτήματά του σιωπηρά ή όταν αυτός δεν θα ήταν ορατά παρών, όπως κάνει κάποιος προσευχόμενος στον Θεό.
“Αυτός που Ακούει Προσευχή”. Ολόκληρο το Βιβλικό υπόμνημα πιστοποιεί ότι ο Ιεχωβά είναι Εκείνος στον οποίο πρέπει να απευθύνονται οι προσευχές (Ψλ 5:1, 2· Ματ 6:9), ότι είναι “Αυτός που ακούει προσευχή” (Ψλ 65:2· 66:19) και ότι έχει τη δύναμη να ενεργεί υπέρ των δεόμενων προς αυτόν. (Μαρ 11:24· Εφ 3:20) Η προσευχή σε ψεύτικους θεούς και στα ειδωλολατρικά τους ομοιώματα καταδεικνύεται ότι είναι ανοησία, διότι τα είδωλα είναι ανίκανα να ακούσουν ή να ενεργήσουν, οι δε θεοί τους οποίους αντιπροσωπεύουν είναι ανάξιοι να συγκριθούν με τον αληθινό Θεό. (Κρ 10:11-16· Ψλ 115:4, 6· Ησ 45:20· 46:1, 2, 6, 7) Η αναμέτρηση ανάμεσα στον Βάαλ και στον Ιεχωβά στο Όρος Κάρμηλος, η οποία αποσκοπούσε στο να καταδειχτεί ποιος ήταν ο αληθινός Θεός, κατέστησε φανερό πόσο ανόητο είναι να προσεύχεται κανείς σε ψεύτικες θεότητες.—1Βα 18:21-39· παράβαλε Κρ 6:28-32.
Αν και ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η προσευχή μπορεί κατάλληλα να απευθύνεται και σε άλλους, όπως στον Γιο του Θεού, τα στοιχεία υποστηρίζουν κατηγορηματικά το αντίθετο. Είναι αλήθεια ότι σε σπάνιες περιπτώσεις κάποια λόγια απευθύνθηκαν στον Ιησού Χριστό, στον ουρανό. Ο Στέφανος, τη στιγμή που πέθαινε, επικαλέστηκε τον Ιησού, λέγοντας: «Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου». (Πρ 7:59) Εντούτοις, τα συμφραζόμενα αποκαλύπτουν ότι οι συνθήκες δικαιολογούσαν αυτή την ασυνήθιστη έκφραση. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Στέφανος είχε δει σε όραμα «τον Ιησού να στέκεται στα δεξιά του Θεού», και αντιδρώντας, προφανώς, σαν να ήταν μπροστά στον Ιησού, αισθάνθηκε ότι μπορούσε να απευθύνει αυτή την έκκληση σε εκείνον τον οποίο αναγνώριζε ως την κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας. (Πρ 7:55, 56· Κολ 1:18) Παρόμοια, ο απόστολος Ιωάννης, στον επίλογο της Αποκάλυψης, γράφει: «Αμήν! Έλα, Κύριε Ιησού». (Απ 22:20) Ωστόσο, και πάλι τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι ο Ιωάννης είχε ακούσει σε όραμα (Απ 1:10· 4:1, 2) τον Ιησού να μιλάει για τη μελλοντική του έλευση, και έτσι εξέφρασε με τα παραπάνω λόγια την επιθυμία του να λάβει χώρα αυτή η έλευση. (Απ 22:16, 20) Και οι δύο περιπτώσεις, τόσο του Στεφάνου όσο και του Ιωάννη, διαφέρουν ελάχιστα από τη συζήτηση που είχε ο Ιωάννης με ένα ουράνιο πρόσωπο σε αυτό το όραμα της Αποκάλυψης. (Απ 7:13, 14· παράβαλε Πρ 22:6-22.) Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι οι Χριστιανοί μαθητές εκφράζονταν έτσι υπό άλλες περιστάσεις απευθυνόμενοι στον Ιησού μετά την ανάληψή του στον ουρανό. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος γράφει: «Στο καθετί με προσευχή και δέηση μαζί με ευχαριστία ας γνωστοποιούνται τα αιτήματά σας στον Θεό».—Φλπ 4:6.
Το λήμμα ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ εξετάζει τη θέση του Χριστού Ιησού ως εκείνου μέσω του οποίου απευθύνεται η προσευχή. Μέσω του αίματος του Ιησού, το οποίο προσφέρθηκε στον Θεό ως θυσία, «έχουμε τόλμη για την οδό που οδηγεί στον άγιο τόπο», δηλαδή τόλμη για να πλησιάζουμε στην παρουσία του Θεού με προσευχή, «με αληθινή καρδιά έχοντας την πλήρη βεβαιότητα της πίστης». (Εβρ 10:19-22) Συνεπώς, ο Ιησούς Χριστός είναι η μία και μοναδική «οδός» συμφιλίωσης με τον Θεό και πρόσβασης σε Αυτόν μέσω προσευχής.—Ιωα 14:6· 15:16· 16:23, 24· 1Κο 1:2· Εφ 2:18· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Η Ζωτική του Θέση στο Σκοπό του Θεού).
Ποιους Εισακούει ο Θεός. «Κάθε σάρκα» μπορεί να πλησιάσει “Εκείνον που Ακούει προσευχή”, τον Ιεχωβά Θεό. (Ψλ 65:2· Πρ 15:17) Ακόμη και ενόσω ο Ισραήλ ήταν «η ατομική ιδιοκτησία» του Θεού—ο λαός με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Θεός—οι αλλοεθνείς μπορούσαν να πλησιάζουν τον Ιεχωβά μέσω προσευχής, αναγνωρίζοντας τον Ισραήλ ως το διορισμένο όργανο του Θεού και το ναό στην Ιερουσαλήμ ως τον τόπο που είχε εκλέξει Εκείνος για να προσφέρονται θυσίες. (Δευ 9:29· 2Χρ 6:32, 33· παράβαλε Ησ 19:22.) Αργότερα, με το θάνατο του Χριστού, η διάκριση μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών καταργήθηκε διαπαντός. (Εφ 2:11-16) Στο σπίτι του Ιταλού Κορνήλιου, ο Πέτρος αναγνώρισε ότι «ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν». (Πρ 10:34, 35) Επομένως, ο καθοριστικός παράγοντας είναι η καρδιά του κάθε ατόμου, καθώς και το τι τον υποκινεί η καρδιά του να κάνει. (Ψλ 119:145· Θρ 3:41) Εκείνοι που τηρούν τις εντολές του Θεού και κάνουν «αυτά που είναι αρεστά στα μάτια του» έχουν τη διαβεβαίωση ότι και τα «αφτιά» του είναι ανοιχτά για αυτούς.—1Ιω 3:22· Ψλ 10:17· Παρ 15:8· 1Πε 3:12.
Αντίθετα, εκείνοι που αψηφούν το Λόγο του Θεού και το νόμο του, χύνοντας αίμα και κάνοντας άλλες πονηρές πράξεις, δεν εισακούονται από τον Θεό. Οι προσευχές τους Του είναι “απεχθείς”. (Παρ 15:29· 28:9· Ησ 1:15· Μιχ 3:4) Ακόμη και η προσευχή τέτοιων ανθρώπων μπορεί να “γίνει αμαρτία”. (Ψλ 109:3-7) Ο Βασιλιάς Σαούλ, με την αυθάδη, στασιαστική πορεία του, έχασε την εύνοια του Θεού, και «μολονότι ο Σαούλ ρωτούσε τον Ιεχωβά, ο Ιεχωβά δεν του απαντούσε, ούτε μέσω ονείρων ούτε μέσω του Ουρίμ ούτε μέσω των προφητών». (1Σα 28:6) Ο Ιησούς είπε ότι οι υποκριτές που επιδίωκαν με τις προσευχές τους να προσελκύσουν την προσοχή στην ευσέβειά τους λάβαιναν «την ανταμοιβή τους στο πλήρες»—από τους ανθρώπους, όχι, όμως, από τον Θεό. (Ματ 6:5) Οι ευσεβοφανείς Φαρισαίοι έκαναν μεγάλες προσευχές και καυχιούνταν για την ανώτερη ηθική τους, αλλά ο Θεός τούς καταδίκασε λόγω της υποκριτικής πορείας τους. (Μαρ 12:40· Λου 18:10-14) Παρότι τον πλησίαζαν με το στόμα, οι καρδιές τους απείχαν πολύ από τον Θεό και από το Λόγο της αλήθειας του.—Ματ 15:3-9· παράβαλε Ησ 58:1-9.
Το άτομο που προσεύχεται πρέπει να έχει πίστη στον Θεό και στο ότι Αυτός είναι «μισθαποδότης σε εκείνους που τον αναζητούν ένθερμα» (Εβρ 11:6), πλησιάζοντάς τον με «την πλήρη βεβαιότητα της πίστης». (Εβρ 10:22, 38, 39) Το να αναγνωρίζει κάποιος την αμαρτωλή του κατάσταση είναι ουσιώδες και, όταν έχει διαπράξει σοβαρά αμαρτήματα, πρέπει να «απαλύνει το πρόσωπο του Ιεχωβά» (1Σα 13:12· Δα 9:13), απαλύνοντας πρώτα τη δική του καρδιά μέσω ειλικρινούς μετάνοιας, ταπεινοφροσύνης και συντριβής. (2Χρ 34:26-28· Ψλ 51:16, 17· 119:58) Ο Θεός μπορεί τότε να δεχτεί να ακούσει την ικεσία του ατόμου, να το συγχωρήσει και να το εισακούσει (2Βα 13:4· 2Χρ 7:13, 14· 33:10-13· Ιακ 4:8-10), οπότε το άτομο αυτό δεν θα νιώθει πλέον ότι ο Θεός “αποκλείει με πυκνό σύννεφο την πρόσβαση προς Αυτόν, ώστε να μην περνάει η προσευχή”. (Θρ 3:40-44) Παρότι ο Θεός μπορεί να μην παύει να ακούει ένα άτομο εντελώς, οι προσευχές του είναι δυνατόν να «παρεμποδίζονται» αν δεν ακολουθεί τις συμβουλές του Θεού. (1Πε 3:7) Εκείνοι που ζητούν συγχώρηση πρέπει να είναι συγχωρητικοί απέναντι στους άλλους.—Ματ 6:14, 15· Μαρ 11:25· Λου 11:4.
Για ποια ζητήματα είναι κατάλληλο να προσευχόμαστε;
Οι προσευχές περιλαμβάνουν κατά βάση εξομολόγηση (2Χρ 30:22), ικεσίες ή αιτήματα (Εβρ 5:7), εκφράσεις αίνου και ευχαριστιών (Ψλ 34:1· 92:1), καθώς και ευχές (1Σα 1:11· Εκ 5:2-6). Η προσευχή που έδωσε ο Ιησούς στους μαθητές του ήταν προφανώς ένα υπόδειγμα, ένα πρότυπο, διότι μεταγενέστερες προσευχές τόσο του ίδιου του Ιησού όσο και των μαθητών του δεν ήταν άκαμπτα προσκολλημένες στις συγκεκριμένες λέξεις της υποδειγματικής προσευχής του. (Ματ 6:9-13) Τα αρχικά λόγια αυτής της προσευχής επικεντρώνονται στο πρωτεύον ζήτημα, τον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά, όνομα το οποίο άρχισε να βεβηλώνεται με το στασιασμό στην Εδέμ, καθώς και στην πραγματοποίηση του θεϊκού θελήματος μέσω της υποσχεμένης Βασιλείας, μιας κυβέρνησης επικεφαλής της οποίας βρίσκεται το προφητευμένο Σπέρμα, ο Μεσσίας. (Γε 3:15· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ [Η Δικαίωση της Κυριαρχίας του και ο Αγιασμός του Ονόματός Του].) Μια τέτοια προσευχή προϋποθέτει ότι ο προσευχόμενος τάσσεται κατηγορηματικά με το μέρος του Θεού στο ζήτημα που περιλαμβάνει την κυριαρχία του Ιεχωβά.
Η παραβολή του Ιησού στα εδάφια Λουκάς 19:11-27 δείχνει τι σημαίνει ο “ερχομός της Βασιλείας”—ότι έρχεται για να εκτελέσει κρίση και να καταστρέψει όλους τους εναντιουμένους, αλλά επίσης για να φέρει ανακούφιση σε όσους ελπίζουν σε αυτήν και να τους ανταμείψει. (Παράβαλε Απ 16:14-16· 19:11-21.) Συνεπώς, η έκφραση «ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό, έτσι και πάνω στη γη» αναφέρεται πρωταρχικά, όχι στην εκτέλεση του θελήματος του Θεού από τους ανθρώπους, αλλά απεναντίας στις ενέργειες που κάνει ο ίδιος ο Θεός για να εκπληρώσει το θέλημά του σχετικά με τη γη και τους κατοίκους της, φανερώνοντας τη δύναμη που έχει να πραγματοποιεί το ρητό σκοπό του. Φυσικά, ο προσευχόμενος εκφράζει επίσης με αυτόν τον τρόπο τη δική του προτίμηση για αυτό το θέλημα και την υποταγή του σε αυτό. (Ματ 6:10· παράβαλε Ματ 26:39.) Τα αιτήματα για το καθημερινό ψωμί, για συγχώρηση, για προστασία από τον πειρασμό και για απελευθέρωση από τον πονηρό συνδέονται όλα με την επιθυμία του δεόμενου να εξακολουθήσει να έχει την εύνοια του Θεού στη ζωή του, επιθυμία την οποία εκφράζει και για όλους τους ομοπίστους του, όχι μόνο για τον εαυτό του.—Παράβαλε Κολ 4:12.
Αυτά τα ζητήματα που αναφέρονται στην υποδειγματική προσευχή έχουν θεμελιώδη σημασία για όλους τους ανθρώπους πίστης και εκφράζουν ανάγκες κοινές σε όλους. Από την άλλη πλευρά, η Γραφική αφήγηση δείχνει ότι υπάρχουν πολλά άλλα ζητήματα τα οποία μπορεί να επηρεάζουν διάφορα άτομα σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ή τα οποία είναι απόρροια ειδικών περιστάσεων ή συνθηκών και αποτελούν επίσης κατάλληλα θέματα για προσευχή. Αν και δεν μνημονεύονται συγκεκριμένα στην υποδειγματική προσευχή του Ιησού, συνδέονται ωστόσο με τα ζητήματα που παρουσιάζονται εκεί. Επομένως, οι προσωπικές προσευχές μπορούν να περιλαμβάνουν ουσιαστικά κάθε πτυχή της ζωής.—Ιωα 16:23, 24· Φλπ 4:6· 1Πε 5:7.
Για παράδειγμα, ενώ όλοι επιζητούν ορθά αυξημένη γνώση, κατανόηση και σοφία (Ψλ 119:33, 34· Ιακ 1:5), μερικοί μπορεί να χρειάζονται αυτές τις ιδιότητες με ιδιαίτερους τρόπους. Μπορεί να ζητούν από τον Θεό καθοδήγηση σε ζητήματα δικαστικών αποφάσεων, όπως έκανε ο Μωυσής (Εξ 18:19, 26· παράβαλε Αρ 9:6-9· 27:1-11· Δευ 17:8-13), ή σε σχέση με το διορισμό ατόμων σε θέσεις ειδικής ευθύνης ανάμεσα στο λαό του Θεού. (Αρ 27:15-18· Λου 6:12, 13· Πρ 1:24, 25· 6:5, 6) Ίσως επιζητούν δύναμη και σοφία προκειμένου να φέρουν σε πέρας ορισμένους διορισμούς ή να αντεπεξέλθουν σε ιδιαίτερες δοκιμασίες ή κινδύνους. (Γε 32:9-12· Λου 3:21· Ματ 26:36-44) Οι λόγοι που έχουν για να ευλογούν και να ευχαριστούν τον Θεό μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με τις προσωπικές τους εμπειρίες.—1Κο 7:7· 12:6, 7· 1Θε 5:18.
Στα εδάφια 1 Τιμόθεο 2:1, 2 ο απόστολος Παύλος αναφέρεται σε προσευχές «σχετικά με κάθε είδους ανθρώπους, σχετικά με βασιλιάδες και όλους εκείνους που είναι σε υψηλές θέσεις». Ο Ιησούς, την τελευταία νύχτα που πέρασε με τους μαθητές του είπε, προσευχόμενος, ότι δεν παρακαλούσε για τον κόσμο, αλλά για αυτούς που του είχε δώσει ο Θεός, καθώς και ότι αυτοί δεν ήταν μέρος του κόσμου, αλλά μισούνταν από τον κόσμο. (Ιωα 17:9, 14) Φαίνεται, επομένως, ότι οι Χριστιανικές προσευχές για κοσμικούς αξιωματούχους έχουν όρια. Τα επόμενα λόγια του αποστόλου Παύλου υποδεικνύουν ότι απώτερος σκοπός αυτών των προσευχών είναι το καλό του λαού του Θεού, «για να ζούμε εμείς μια ήρεμη και ήσυχη ζωή με πλήρη θεοσεβή αφοσίωση και σοβαρότητα». (1Τι 2:2) Παλιότερα παραδείγματα το δείχνουν αυτό παραστατικά: Ο Νεεμίας προσευχήθηκε να τον κάνει ο Θεός «να βρει ευσπλαχνία» ενώπιον του Βασιλιά Αρταξέρξη (Νε 1:11· παράβαλε Γε 43:14), και ο Ιεχωβά έδωσε εντολή στους Ισραηλίτες “να επιζητούν την ειρήνη της πόλης [της Βαβυλώνας]” στην οποία θα εξορίζονταν, προσευχόμενοι για αυτήν, διότι “στην ειρήνη της θα υπήρχε ειρήνη και για αυτούς”. (Ιερ 29:7) Παρόμοια, οι Χριστιανοί προσευχήθηκαν σχετικά με τις απειλές που δέχονταν από τους άρχοντες στις ημέρες τους (Πρ 4:23-30), και αναμφίβολα στις προσευχές τους υπέρ του φυλακισμένου Πέτρου περιλάμβαναν και τους αξιωματούχους που είχαν εξουσία να τον απελευθερώσουν. (Πρ 12:5) Σε αρμονία με τη συμβουλή του Χριστού, προσεύχονταν για τους διώκτες τους.—Ματ 5:44· παράβαλε Πρ 26:28, 29· Ρω 10:1-3.
Απόδοση ευχαριστιών για τις προμήθειες του Θεού, όπως η τροφή, γινόταν από την αρχαιότητα. (Δευ 8:10-18· υπόψη επίσης Ματ 14:19· Πρ 27:35· 1Κο 10:30, 31.) Ωστόσο, η εκτίμηση για την αγαθότητα του Θεού πρέπει να δείχνεται για το «καθετί», όχι μόνο για τις υλικές ευλογίες.—1Θε 5:17, 18· Εφ 5:19, 20.
Σε τελική ανάλυση, η γνώση του θελήματος του Θεού είναι αυτή που καθορίζει το περιεχόμενο των προσευχών κάποιου, διότι ο δεόμενος πρέπει να συνειδητοποιεί ότι το αίτημά του πρέπει να ευαρεστεί τον Θεό για να γίνει δεκτό. Εφόσον γνωρίζει ότι οι πονηροί και εκείνοι που αψηφούν το Λόγο του Θεού δεν έχουν την εύνοιά Του, προφανώς δεν μπορεί να ζητήσει κάτι που αντίκειται στη δικαιοσύνη και στο αποκαλυμμένο θέλημα του Θεού, συμπεριλαμβανομένων των διδασκαλιών του Γιου του Θεού και των θεόπνευστων μαθητών του. (Ιωα 15:7, 16) Συνεπώς, φράσεις όπως «οτιδήποτε ζητήσετε» (Ιωα 16:23) δεν πρέπει να εξετάζονται δίχως να λαβαίνονται υπόψη τα συμφραζόμενα. Με τη λέξη «οτιδήποτε» σαφώς δεν εννοούνται πράγματα που το άτομο γνωρίζει, ή έχει λόγους να πιστεύει, ότι δυσαρεστούν τον Θεό. Ο Ιωάννης δηλώνει: «Αυτή είναι η πεποίθηση την οποία έχουμε προς αυτόν, πως ό,τι και αν είναι αυτό που ζητάμε σύμφωνα με το θέλημά του αυτός μας ακούει». (1Ιω 5:14· παράβαλε Ιακ 4:15.) Ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αν δύο από εσάς στη γη συμφωνήσουν σχετικά με οτιδήποτε σπουδαίο το οποίο θα ζητήσουν, θα γίνει για αυτούς, χάρη στον Πατέρα μου που είναι στον ουρανό». (Ματ 18:19) Ενώ είναι κατάλληλο να προσευχόμαστε για υλικά πράγματα όπως η τροφή, δεν ισχύει το ίδιο για υλιστικές επιθυμίες και φιλοδοξίες, όπως δείχνουν τα εδάφια Ματθαίος 6:19-34 και 1 Ιωάννη 2:15-17. Ούτε είναι σωστό να προσεύχεται κάποιος για εκείνους τους οποίους καταδικάζει ο Θεός.—Ιερ 7:16· 11:14.
Τα εδάφια Ρωμαίους 8:26, 27 δείχνουν ότι, υπό ορισμένες συνθήκες, ο Χριστιανός δεν θα γνωρίζει για ποιο ακριβώς πράγμα να προσευχηθεί. Παρ’ όλα αυτά, όμως, οι “αλάλητοι στεναγμοί” του γίνονται κατανοητοί από τον Θεό. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι αυτό επιτυγχάνεται μέσω του πνεύματος του Θεού, δηλαδή της ενεργού δύναμής του. Ας μην ξεχνάμε ότι μέσω του πνεύματός του ενέπνευσε ο Θεός τις Γραφές. (2Τι 3:16, 17· 2Πε 1:21) Αυτές συμπεριέλαβαν προφητείες και συμβάντα που προεικόνιζαν τις καταστάσεις που θα βίωναν οι υπηρέτες του σε μεταγενέστερες περιόδους και έδειχναν με ποιον τρόπο θα καθοδηγούσε ο Θεός τους υπηρέτες του και θα τους πρόσφερε την αναγκαία βοήθεια. (Ρω 15:4· 1Πε 1:6-12) Ο Χριστιανός ίσως δεν αντιλαμβάνεται, παρά μόνο αφού λάβει την αναγκαία βοήθεια, ότι αυτό για το οποίο θα μπορούσε να είχε προσευχηθεί (αλλά δεν ήξερε πώς) υπήρχε ήδη στις θεόπνευστες Γραφές.—Παράβαλε 1Κο 2:9, 10.
Η Απάντηση στις Προσευχές. Αν και στην αρχαιότητα ο Θεός είχε, ως έναν βαθμό, αμφίδρομη επικοινωνία με ορισμένα άτομα, η επικοινωνία αυτή δεν ήταν κάτι το κοινό, διότι ως επί το πλείστον γινόταν μόνο με ειδικούς εκπροσώπους του, όπως ήταν ο Αβραάμ και ο Μωυσής. (Γε 15:1-5· Εξ 3:11-15· παράβαλε Εξ 20:19.) Ακόμη και τότε, με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες μιλούσε προς ή σχετικά με τον Γιο Του ενόσω αυτός βρισκόταν στη γη, τα λόγια του Θεού προφανώς διαβιβάζονταν μέσω αγγέλων. (Παράβαλε Εξ 3:2, 4· Γα 3:19.) Η μετάδοση αγγελμάτων προσωπικά από υλοποιημένους αγγέλους ήταν επίσης κάτι το ασυνήθιστο, όπως φαίνεται από την αναστάτωση που γενικά καταλάμβανε τους αποδέκτες αυτών των αγγελμάτων. (Κρ 6:22· Λου 1:11, 12, 26-30) Συνεπώς, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η απάντηση στις προσευχές δινόταν μέσω προφητών ή μέσω της ικανοποίησης ή της απόρριψης του αιτήματος. Πολλές φορές, η απάντηση του Ιεχωβά στις προσευχές φαινόταν ολοκάθαρα, όπως όταν απελευθέρωνε τους υπηρέτες του από τους εχθρούς τους (2Χρ 20:1-12, 21-24) ή όταν κάλυπτε τις υλικές τους ανάγκες σε καιρούς μεγάλης ανέχειας. (Εξ 15:22-25) Αναμφίβολα, όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις οι απαντήσεις δεν ήταν τόσο ευδιάκριτες, καθώς σχετίζονταν με τη χορήγηση ηθικού σθένους και διαφώτισης, τα οποία καθιστούσαν το άτομο ικανό να εμμείνει στη δίκαιη πορεία και να επιτελέσει το θεόδοτο έργο του. (2Τι 4:17) Ειδικά για τον Χριστιανό η απάντηση στις προσευχές αφορούσε ζητήματα κυρίως πνευματικά—όχι τόσο θεαματικά όσο μερικές δυναμικές πράξεις του Θεού σε προγενέστερες εποχές, αλλά εξίσου ουσιώδη.—Ματ 9:36-38· Κολ 1:9· Εβρ 13:18· Ιακ 5:13.
Η αποδεκτή προσευχή πρέπει να απευθύνεται στο κατάλληλο πρόσωπο, τον Ιεχωβά Θεό· να αφορά κατάλληλα ζητήματα, αυτά που βρίσκονται σε αρμονία με τους ρητούς σκοπούς του Θεού· να γίνεται με τον κατάλληλο τρόπο, μέσω της οδού που έχει ορίσει ο Θεός, του Χριστού Ιησού, καθώς και με το κατάλληλο κίνητρο και με καθαρή καρδιά. (Παράβαλε Ιακ 4:3-6.) Εκτός όλων αυτών, είναι αναγκαία και η επιμονή. Ο Ιησούς είπε “να εξακολουθήσουμε να ζητάμε, να ψάχνουμε και να χτυπάμε”, να μην παραιτούμαστε. (Λου 11:5-10· 18:1-7) Έθεσε δε το ερώτημα αν, όταν θα “ερχόταν” μελλοντικά, θα έβρισκε στη γη πίστη στη δύναμη της προσευχής. (Λου 18:8) Η φαινομενική καθυστέρηση από μέρους του Θεού στην απάντηση μερικών προσευχών δεν οφείλεται σε ανικανότητα ή απροθυμία, όπως διασαφηνίζουν οι Γραφές. (Ματ 7:9-11· Ιακ 1:5, 17) Σε μερικές περιπτώσεις η απάντηση πρέπει να περιμένει το “χρονοδιάγραμμα” του Θεού. (Λου 18:7· 1Πε 5:6· 2Πε 3:9· Απ 6:9-11) Πρωτίστως, όμως, είναι προφανές ότι ο Θεός επιτρέπει σε όσους του ζητούν κάτι να δείξουν πόσο τους απασχολεί το αίτημά τους, πόσο έντονη είναι η επιθυμία τους και πόσο γνήσιο είναι το κίνητρό τους. (Ψλ 55:17· 88:1, 13· Ρω 1:9-11) Ενίοτε αυτοί πρέπει να μοιάζουν με τον Ιακώβ, ο οποίος πάλεψε πολλή ώρα για να εξασφαλίσει μια ευλογία.—Γε 32:24-26.
Παρόμοια, αν και ο Ιεχωβά Θεός δεν είναι δυνατόν να εξαναγκαστεί να αναλάβει δράση υπό την πίεση των αριθμών, προφανώς λαβαίνει υπόψη το μέγεθος του ενδιαφέροντος που εκδηλώνουν οι υπηρέτες του ως σύνολο, αναλαμβάνοντας δράση όταν εκείνοι εκδηλώνουν συλλογικά βαθύ και κοινό ενδιαφέρον. (Παράβαλε Εξ 2:23-25.) Όπου υπάρχει αδιαφορία, έστω και σε κάποιον βαθμό, ο Θεός μπορεί να μην αναλάβει δράση. Κατά την ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ, ένα έργο που για κάποιο διάστημα δεν είχε επαρκή υποστήριξη (Εσδ 4:4-7, 23, 24· Αγγ 1:2-12), υπήρξαν διακοπές και καθυστερήσεις, ενώ αργότερα, κατά την ανοικοδόμηση των τειχών της πόλης από τον Νεεμία, το έργο ολοκληρώθηκε σε 52 μόλις ημέρες όταν επιτελέστηκε με προσευχή και επαρκή υποστήριξη. (Νε 2:17-20· 4:4-23· 6:15) Ο Παύλος, γράφοντας προς την εκκλησία της Κορίνθου, αναφέρει ότι ο Θεός τον απελευθέρωσε από τον κίνδυνο του θανάτου και δηλώνει: «Μπορείτε και εσείς να βοηθάτε με τη δέησή σας για εμάς, ώστε να γίνουν για χάρη μας ευχαριστήριες προσευχές από πολλούς για αυτό που μας έχει δοθεί με καλοσύνη λόγω πολλών προσώπων που κάνουν προσευχές». (2Κο 1:8-11· παράβαλε Φλπ 1:12-20.) Η ισχύς της μεσολαβητικής προσευχής, είτε από ένα άτομο είτε από μια ομάδα ατόμων, τονίζεται συχνά. Αναφορικά με το να “προσευχόμαστε ο ένας για τον άλλον” ο Ιάκωβος είπε: «Η δέηση του δίκαιου ανθρώπου, όταν βρίσκεται σε δράση, έχει πολλή δύναμη».—Ιακ 5:14-20· παράβαλε Γε 20:7, 17· 2Θε 3:1, 2· Εβρ 13:18, 19.
Αξιοσημείωτη είναι επίσης η συχνή μνεία για προσευχές όπου ένα άτομο εκθέτει την άποψή του για κάποιο ζήτημα ενώπιον του Ιεχωβά, του Υπέρτατου Κυρίαρχου. Το άτομο αυτό παρουσιάζει τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι το αίτημά του είναι σωστό, αποδείξεις ότι έχει ορθό και ανιδιοτελές κίνητρο, καθώς και λογικά επιχειρήματα για να δείξει ότι συντρέχουν και άλλοι παράγοντες υπέρτεροι των προσωπικών του συμφερόντων ή μελημάτων, όπως η τιμή του ίδιου του ονόματος του Θεού ή η ευημερία του λαού του ή ακόμη το πώς θα επηρεαστούν άλλοι από το αν θα αναλάβει δράση ο Θεός ή όχι. Μπορεί να απευθύνονται εκκλήσεις στη δικαιοσύνη του Θεού, στη στοργική του καλοσύνη και στο γεγονός ότι είναι Θεός ελέους. (Παράβαλε Γε 18:22-33· 19:18-20· Εξ 32:11-14· 2Βα 20:1-5· Εσδ 8:21-23.) Ο Χριστός Ιησούς επίσης «συνηγορεί» για τους πιστούς ακολούθους του.—Ρω 8:33, 34.
Ολόκληρο το βιβλίο των Ψαλμών αποτελείται από προσευχές και ύμνους αίνου προς τον Θεό, το δε περιεχόμενό του δείχνει πώς πρέπει να είναι οι προσευχές. Πολλές είναι οι αξιοσημείωτες προσευχές. Ανάμεσά τους η προσευχή του Ιακώβ (Γε 32:9-12), του Μωυσή (Δευ 9:25-29), του Ιώβ (Ιωβ 1:21), της Άννας (1Σα 2:1-10), του Δαβίδ (2Σα 7:18-29· 1Χρ 29:10-19), του Σολομώντα (1Βα 3:6-9· 8:22-61), του Ασά (2Χρ 14:11), του Ιωσαφάτ (2Χρ 20:5-12), του Ηλία (1Βα 18:36, 37), του Ιωνά (Ιων 2:1-9), του Εζεκία (2Βα 19:15-19), του Ιερεμία (Ιερ 20:7-12· το βιβλίο των Θρήνων), του Δανιήλ (Δα 9:3-21), του Έσδρα (Εσδ 9:6-15), του Νεεμία (Νε 1:4-11), ορισμένων Λευιτών (Νε 9:5-38), του Αββακούμ (Αββ 3:1-19), του Ιησού (Ιωα 17:1-26· Μαρ 14:36) και των μαθητών του (Πρ 4:24-30).—Βλέπε ΘΥΜΙΑΜΑ (Σημασία)· ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.
-
-
ΠροσήλυτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΗΛΥΤΟΣ
Άτομο που μεταστράφηκε στον Ιουδαϊσμό, κάνοντας περιτομή—αν επρόκειτο για άντρα. (Ματ 23:15) Η λέξη προσήλυτος χρησιμοποιείται τόσο στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα όσο και στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.
Επί 19 και πλέον αιώνες, ο Ιεχωβά πολιτευόταν με έναν ιδιαίτερο, επίλεκτο λαό, την οικογένεια του Αβραάμ και το σπέρμα του, κυρίως το έθνος του Ισραήλ. Ωστόσο, όποιος μη Εβραίος ή μη Ισραηλίτης επιθυμούσε να υπηρετεί τον Ιεχωβά σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αληθινής λατρείας είχε τη δυνατότητα να το κάνει αυτό. Έπρεπε, όμως, να μεταστραφεί στην αληθινή θρησκεία, δηλαδή να γίνει προσήλυτος. Ο Μωσαϊκός Νόμος περιλάμβανε ιδιαίτερες διατάξεις για τα άτομα μη ισραηλιτικής καταγωγής που ζούσαν στον Ισραήλ. Ο «πάροικος» μπορούσε να γίνει λάτρης του Ιεχωβά με πλήρη έννοια, με το να περιτμηθεί—αν επρόκειτο για άντρα—δηλώνοντας έτσι ότι δεχόταν την αληθινή λατρεία. (Εξ 12:48, 49) Ο προσήλυτος είχε την ευθύνη να υπακούει σε όλο το Νόμο, και οι φυσικοί Ιουδαίοι έπρεπε να τον μεταχειρίζονται ως αδελφό. (Λευ 19:33, 34· 24:22· Γα 5:3· βλέπε ΠΑΡΟΙΚΟΣ.) Η εβραϊκή λέξη γκερ, η οποία αποδίδεται «πάροικος» («ξένος», KJ), δεν υποδηλώνει πάντα κάποιον που έχει μεταστραφεί θρησκευτικά (Γε 15:13· Εξ 2:22· Ιερ 14:8), αλλά σε 70 και πλέον περιπτώσεις στις οποίες οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα πιθανόν πίστευαν ότι έχει αυτή την έννοια, την απέδωσαν με τη λέξη προσήλυτος.
Σε όλη την ισραηλιτική ιστορία, μη Ιουδαίοι γίνονταν προσήλυτοι, λέγοντας ουσιαστικά για τους Ιουδαίους αυτό που είπε στη Ναομί η Μωαβίτισσα Ρουθ: «Ο λαός σου θα είναι λαός μου, και ο Θεός σου, Θεός μου». (Ρθ 1:16· Ιη 6:25· Ματ 1:5) Η προσευχή του Σολομώντα κατά την εγκαινίαση του ναού αντανακλούσε το ανοιχτό και γενναιόδωρο πνεύμα του Θεού προς τα άτομα πολλών εθνών που θα ήθελαν να Τον υπηρετούν ως προσήλυτοι. (1Βα 8:41-43) Μεταξύ των κατονομαζόμενων μη Ιουδαίων που προφανώς έγιναν προσήλυτοι ήταν ο Δωήκ ο Εδωμίτης (1Σα 21:7), ο Ουρίας ο Χετταίος (2Σα 11:3, 11) και ο Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοπας (Ιερ 38:7-13). Όταν οι Ιουδαίοι, στην εποχή του Μαροδοχαίου, έλαβαν την άδεια να σταθούν και να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, «πολλοί από τους λαούς του τόπου δήλωναν ότι είναι Ιουδαίοι». (Εσθ 8:17) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αναφέρει: Καί πολλοί τῶν ἐθνῶν περιετέμοντο καί ἰουδάιζον ή, όπως το θέτει Η Αγία Γραφή, Μετάφραση από τα Πρωτότυπα Κείμενα: «Και πολλοί από τους άλλους λαούς έκαναν περιτομή και γίνονταν Ιουδαίοι».
Προσηλυτιστική Δράση. Ως αποτέλεσμα της βαβυλωνιακής εξορίας, ο Ιουδαϊσμός εξαπλώθηκε. Οι Ιουδαίοι της Διασποράς ήρθαν σε επαφή με ειδωλολάτρες από πολλά έθνη. Η ίδρυση συναγωγών και το γεγονός ότι οι Εβραϊκές Γραφές ήταν διαθέσιμες στην ελληνική γλώσσα διευκόλυναν άτομα σε ολόκληρο το ρωμαϊκό κόσμο να μάθουν για την Ιουδαϊκή θρησκεία. Αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Οράτιος και ο Σενέκας πιστοποιούν ότι πολλοί άνθρωποι σε διάφορες χώρες προσκολλήθηκαν στους Ιουδαίους και έγιναν προσήλυτοι. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι οι Ιουδαίοι στην Αντιόχεια της Συρίας «προσέλκυαν συνεχώς στις θρησκευτικές τους τελετές πλήθη Ελλήνων, και σε κάποιον βαθμό τούς είχαν ενσωματώσει». (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ζ΄, 45 [iii, 3]) Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) τονίζει ότι «οι Ιουδαίοι στη Ρώμη επέδειξαν τόσο επιθετικό πνεύμα προσηλυτισμού ώστε κατηγορήθηκαν ότι προσπαθούσαν να μολύνουν τους Ρωμαίους με τη θρησκεία τους, και το 139 π.Χ. η κυβέρνηση έδιωξε από την πόλη τους μεγαλύτερους προπαγανδιστές». (Επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 3, σ. 925) Φυσικά, αυτή η κατηγορία μπορεί να ήταν αβάσιμη ή υπερβολική, πιθανώς δε να είχε πολιτικά κίνητρα ή να οφειλόταν σε φυλετική ή θρησκευτική προκατάληψη. Εντούτοις, ο ίδιος ο Ιησούς είπε για τους υποκριτικούς γραμματείς και Φαρισαίους: «Διασχίζετε θάλασσα και στεριά για να κάνετε έναν προσήλυτο, και όταν αυτός γίνει προσήλυτος, τον κάνετε υποψήφιο για τη Γέεννα δύο φορές περισσότερο από τον εαυτό σας».—Ματ 23:15.
Περιπτώσεις βίαιου προσηλυτισμού. Δεν κερδήθηκαν όλοι οι προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό με ειρηνικά μέσα. Ο ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει πως, όταν ο Ιωάννης Υρκανός Α΄ κατέκτησε τους Ιδουμαίους, περίπου το 125 Π.Κ.Χ., τους είπε ότι θα μπορούσαν να παραμείνουν στη χώρα τους μόνο αν περιτέμνονταν, εξαναγκάζοντάς τους έτσι να γίνουν προσήλυτοι. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 257, 258 [ix, 1]) Ο Αριστόβουλος, ο γιος του Ιωάννη Υρκανού, έκανε το ίδιο με τους Ιτουραίους. (ΙΓ΄, 318 [xi, 3]) Αργότερα, οι Ιουδαίοι υπό τον Αλέξανδρο Ιανναίο ισοπέδωσαν την Πέλλα επειδή οι κάτοικοί της αρνήθηκαν να γίνουν προσήλυτοι. (ΙΓ΄, 397 [xv, 4]) Χωρίς αμφιβολία, πίσω από τέτοιες πράξεις κρύβονταν πολιτικές επιδιώξεις και όχι ο ιεραποστολικός ζήλος.
Προσήλυτοι που Έγιναν Χριστιανοί. Το υπόμνημα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών δείχνει ότι μερικοί από τους περιτμημένους προσήλυτους στον Ιουδαϊσμό ήταν ειλικρινείς σχετικά με τη λατρεία τους προς τον Ιεχωβά. Το πολυεθνές πλήθος που άκουσε τον Πέτρο την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. και ασπάστηκε τη Χριστιανοσύνη αποτελούνταν “τόσο από Ιουδαίους όσο και από προσήλυτους”. (Πρ 2:10) Οι αλλοδαποί προσήλυτοι είχαν ταξιδέψει ως την Ιερουσαλήμ υπακούοντας στο νόμο του Ιεχωβά. Παρόμοια, ο Αιθίοπας ευνούχος τον οποίο βάφτισε ο Φίλιππος είχε μεταβεί στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρει λατρεία και διάβαζε το Λόγο του Θεού καθώς επέστρεφε στον τόπο του. (Πρ 8:27-38) Ο άνθρωπος αυτός πρέπει να ήταν ευνούχος με την έννοια του «αυλικού», διότι αν ήταν ευνουχισμένος δεν θα μπορούσε να είχε γίνει προσήλυτος. (Δευ 23:1· βλέπε ΑΙΘΙΟΠΙΑ, ΑΙΘΙΟΠΕΣ.) Στις πρώτες ημέρες της Χριστιανικής εκκλησίας ανατέθηκαν στον «Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια», ειδικά καθήκοντα σε σχέση με τη διανομή της τροφής, επειδή ήταν άντρας “γεμάτος πνεύμα και σοφία”.—Πρ 6:2-6.
Τα καλά νέα διαδίδονται μεταξύ των Εθνικών. Μέχρι το 36 Κ.Χ. το Χριστιανικό άγγελμα απευθυνόταν αποκλειστικά στους Ιουδαίους, στους Εθνικούς που είχαν γίνει περιτμημένοι προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό και στους Σαμαρείτες. Για τον Ιταλό Κορνήλιο λέγεται ότι ήταν «ευλαβής και φοβόταν τον Θεό . . . έκανε πολλά δώρα ελέους στο λαό και ανέπεμπε συνεχώς δεήσεις στον Θεό». Δεν ήταν, όμως, προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό, εφόσον ήταν απερίτμητος Εθνικός. (Πρ 10:1, 2· παράβαλε Λου 7:2-10.) Άπαξ και άνοιξε η πόρτα για τους Εθνικούς, το Χριστιανικό ιεραποστολικό έργο επεκτάθηκε ενεργά. Μολαταύτα, συνήθως ο Παύλος κήρυττε πρώτα στους Ιουδαίους και στους προσήλυτους, στις πόλεις στις οποίες ταξίδευε. Είχε μεγάλη αγάπη για τους Ιουδαίους αδελφούς του, καθώς και την επιθυμία να σωθούν. (Ρω 9:3· 10:1) Επιπλέον, ήταν λογικό να προσεγγίζονται πρώτα οι Ιουδαίοι και οι προσήλυτοι, καθότι γνώριζαν τον Ιεχωβά και τους νόμους του και αναζητούσαν τον Μεσσία. Το υπόβαθρό τους επέτρεπε σε όσους από αυτούς είχαν καλή καρδιά να αναγνωρίσουν στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού την εκπλήρωση των ελπίδων τους. Μπορούσαν να σχηματίσουν ισχυρό πυρήνα για τις εκκλησίες και στη συνέχεια να διδάξουν τους Εθνικούς, οι οποίοι δεν γνώριζαν τίποτα για τον Ιεχωβά και το Λόγο του.
Η λέξη «νεοπροσήλυτος», «νεοκατήχητος» (ΒΑΜ), αποτελεί απόδοση του όρου νεόφυτος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, ο οποίος σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που φυτεύτηκε πρόσφατα» ή «αυτός που βλάστησε πρόσφατα». (1Τι 3:6) Σε έναν τέτοιον άντρα δεν έπρεπε να ανατίθενται διακονικά καθήκοντα στην εκκλησία για να μη «φουσκώσει από υπερηφάνεια και πέσει στην κρίση η οποία έχει απαγγελθεί εναντίον του Διαβόλου».
-
-
ΠροσκύνησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ
Υπόκλιση, γονάτισμα, βαθιά κάμψη του σώματος ή άλλη κίνηση που δηλώνει υποταγή· ή απλώς απόδοση σεβασμού. (Βλέπε ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.) Σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται κατάλληλα για την απόδοση των λέξεων χισταχαβάχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και προσκυνέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου.
Το ρήμα χισταχαβάχ σημαίνει βασικά «υποκλίνομαι· σκύβω». (Γε 47:31· Ησ 60:14) Τέτοιου είδους υπόκλιση μπορεί να αποτελούσε πράξη απόδοσης σεβασμού ή τιμής σε έναν άλλον άνθρωπο, όπως κάποιον βασιλιά (1Σα 24:8· 2Σα 24:20· Ψλ 45:11), τον αρχιερέα (1Σα 2:36), κάποιον προφήτη (2Βα 2:15) ή άλλο πρόσωπο σε θέση εξουσίας (Γε 37:9, 10· 42:6· Ρθ 2:8-10), έναν μεγαλύτερο συγγενή (Γε 33:1-6· 48:11, 12· Εξ 18:7· 1Βα 2:19) ή ακόμη και σε ξένους ως πράξη φιλοφρόνησης (Γε 19:1, 2). Ο Αβραάμ προσκύνησε τους Χαναναίους γιους του Χετ από τους οποίους ήθελε να αγοράσει έναν τόπο ταφής. (Γε 23:7) Η ευλογία του Ισαάκ προς τον Ιακώβ προέβλεπε ότι θα τον προσκυνούσαν οι εθνότητες και οι ίδιοι οι “αδελφοί” του. (Γε 27:29· παράβαλε 49:8.) Όποτε κάποιοι επιχειρούσαν να προσκυνήσουν το γιο του Δαβίδ τον Αβεσσαλώμ, εκείνος, θέλοντας προφανώς να προωθήσει τις πολιτικές του φιλοδοξίες, τους έπιανε και τους φιλούσε προσποιούμενος ότι εξίσωνε τον εαυτό του με εκείνους. (2Σα 15:5, 6) Ο Μαροδοχαίος αρνούνταν να προσπέσει στον Αμάν, όχι επειδή θεωρούσε εσφαλμένη την ίδια την πράξη, αλλά αναμφίβολα επειδή αυτός ο ανώτερος αξιωματούχος της Περσίας ήταν καταραμένος ως Αμαληκίτης στην καταγωγή.—Εσθ 3:1-6.
Από τα παραπάνω παραδείγματα γίνεται σαφές ότι ο εν λόγω εβραϊκός όρος από μόνος του δεν έχει κατ’ ανάγκην θρησκευτική χροιά ούτε υποδηλώνει οπωσδήποτε λατρεία. Μολαταύτα, σε πάμπολλες περιπτώσεις χρησιμοποιείται αναφορικά με τη λατρεία είτε του αληθινού Θεού (Εξ 24:1· Ψλ 95:6· Ησ 27:13· 66:23) είτε ψεύτικων θεών. (Δευ 4:19· 8:19· 11:16) Κάποιοι ίσως προσκυνούσαν όταν προσεύχονταν στον Θεό (Εξ 34:8· Ιωβ 1:20, 21) και πολλές φορές πρόσπεφταν όταν λάβαιναν κάποια αποκάλυψη από Αυτόν ή κάποια έκφραση ή απόδειξη της εύνοιάς Του, δείχνοντας έτσι την ευγνωμοσύνη, την ευλάβεια και την ταπεινή υποταγή τους στο θέλημά Του.—Γε 24:23-26, 50-52· Εξ 4:31· 12:27, 28· 2Χρ 7:3· 20:14-19· παράβαλε 1Κο 14:25· Απ 19:1-4.
Η προσκύνηση ανθρώπων ως πράξη απόδοσης σεβασμού ήταν αποδεκτή, αλλά η προσκύνηση οποιουδήποτε άλλου ως θεού πέραν του Ιεχωβά απαγορευόταν από Αυτόν. (Εξ 23:24· 34:14) Παρόμοια, η λατρευτική προσκύνηση θρησκευτικών εικόνων ή οποιουδήποτε δημιουργήματος καταδικαζόταν ρητά. (Εξ 20:4, 5· Λευ 26:1· Δευ 4:15-19· Ησ 2:8, 9, 20, 21) Συνεπώς, στις Εβραϊκές Γραφές, όταν ορισμένοι υπηρέτες του Ιεχωβά πρόσπεσαν σε αγγέλους, το έκαναν απλώς για να δείξουν ότι τους αναγνώριζαν ως εκπροσώπους του Θεού και όχι για να τους προσκυνήσουν ως θεούς.—Ιη 5:13-15· Γε 18:1-3.
Η Προσκύνηση στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Το ρήμα προσκυνέω του ελληνικού κειμένου παρουσιάζει μεγάλη αντιστοιχία με το ρήμα χισταχαβάχ του εβραϊκού, καθώς μεταδίδει την ιδέα τόσο της προσκύνησης πλασμάτων όσο και της λατρείας του Θεού ή κάποιας θεότητας. Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται η προσκύνηση ίσως δεν είναι τόσο εμφανής στο ρήμα προσκυνέω όσο στο ρήμα χισταχαβάχ, δεδομένου ότι ο εβραϊκός όρος μεταδίδει παραστατικά την εικόνα της υπόκλισης ή της βαθιάς κάμψης του σώματος. Οι λόγιοι θεωρούν ότι η λέξη του ελληνικού κειμένου παράγεται από το ρήμα κυνέω, που σημαίνει «φιλώ». Η χρήση αυτής της λέξης στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (όπως και στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, μια μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών) δείχνει ότι τα άτομα στις πράξεις των οποίων εφαρμόζεται η λέξη πρόσπεσαν ή υποκλίθηκαν βαθιά.—Ματ 2:11· 18:26· 28:9.
Όπως συμβαίνει με τον εβραϊκό όρο, έτσι και εδώ πρέπει να λαβαίνονται υπόψη τα συμφραζόμενα προκειμένου να προσδιοριστεί αν το ρήμα προσκυνέω αναφέρεται απλώς σε εκδήλωση μεγάλου σεβασμού ή σε έκφραση θρησκευτικής λατρείας. Όποτε υπάρχει άμεση αναφορά στον Θεό (Ιωα 4:20-24· 1Κο 14:25· Απ 4:10) ή σε ψεύτικους θεούς και στα είδωλά τους (Πρ 7:43· Απ 9:20), είναι προφανές ότι η πράξη αυτή υπερβαίνει τα όρια της αποδεκτής ή εθιμοτυπικής προσκύνησης ανθρώπων και υπεισέρχεται στο πεδίο της λατρείας. Παρόμοια, όποτε δεν δηλώνεται το αντικείμενο της προσκύνησης, εννοείται ότι αυτή απευθύνεται στον Θεό. (Ιωα 12:20· Πρ 8:27· 24:11· Εβρ 11:21· Απ 11:1) Από την άλλη πλευρά, η ενέργεια εκείνων «από τη συναγωγή του Σατανά» που αναγκάζονται «να έρθουν και να προσκυνήσουν» μπροστά στα πόδια των Χριστιανών σαφώς δεν αποτελεί λατρεία.—Απ 3:9.
Σε μια παραβολή του Ιησού, στο εδάφιο Ματθαίος 18:26, γίνεται λόγος για την προσκύνηση ανθρώπινου βασιλιά. Είναι προφανές ότι τέτοιου είδους ήταν η προσκύνηση την οποία απέδωσαν οι αστρολόγοι στον Ιησού όταν ήταν παιδί, ως αυτόν που «γεννήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων», η προσκύνηση στην οποία υποκρίθηκε ότι ήθελε να προβεί ο Ηρώδης και η προσκύνηση την οποία απέδωσαν χλευαστικά στον Ιησού οι στρατιώτες προτού τον κρεμάσουν στο ξύλο. Αυτοί σαφώς δεν πίστευαν ότι ο Ιησούς ήταν ο Θεός ή κάποια θεότητα. (Ματ 2:2, 8· Μαρ 15:19) Μολονότι μερικοί μεταφραστές χρησιμοποιούν την απόδοση «λατρεύω» στις περισσότερες περιπτώσεις όπου η λέξη προσκυνέω περιγράφει τις ενέργειες διαφόρων ατόμων προς τον Ιησού, οι αποδείξεις δεν δικαιολογούν την ανεπιφύλακτη αποδοχή αυτής της απόδοσης. Τουναντίον, οι περιστάσεις που αποτέλεσαν την αφορμή για να προσκυνήσουν τέτοια άτομα τον Ιησού μοιάζουν πολύ με εκείνες που έκαναν κάποιους άλλους να προσκυνήσουν τους αρχαίους προφήτες και βασιλιάδες. (Παράβαλε Ματ 8:2· 9:18· 15:25· 20:20 με 1Σα 25:23, 24· 2Σα 14:4-7· 1Βα 1:16· 2Βα 4:36, 37.) Οι ίδιες οι εκφράσεις των εν λόγω ατόμων αποκαλύπτουν συχνά ότι, αν και αναγνώριζαν σαφώς τον Ιησού ως τον εκπρόσωπο του Θεού, τον προσκύνησαν, όχι ως τον Θεό ή κάποια θεότητα, αλλά ως “τον Γιο του Θεού”, τον προειπωμένο «Γιο του ανθρώπου», τον Μεσσία που διέθετε θεϊκή εξουσία. Σε πολλές περιπτώσεις εξέφρασαν με την προσκύνησή τους ευγνωμοσύνη για κάποια θεϊκή αποκάλυψη ή ένδειξη εύνοιας, ανάλογα με ό,τι συνέβαινε παλιότερα.—Ματ 14:32, 33· 28:5-10, 16-18· Λου 24:50-52· Ιωα 9:35, 38.
Αν και διάφοροι αρχαίοι προφήτες, καθώς και άγγελοι, είχαν δεχτεί προσκύνηση, ο Πέτρος εμπόδισε τον Κορνήλιο να τον προσκυνήσει, ο δε άγγελος (ή οι άγγελοι) του οράματος του Ιωάννη εμπόδισε τον Ιωάννη δύο φορές να κάνει το ίδιο, αποκαλώντας τον εαυτό του “σύνδουλο” και καταλήγοντας με την προτροπή: «Τον Θεό λάτρεψε [τῷ Θεῷ προσκύνησον, Κείμενο]». (Πρ 10:25, 26· Απ 19:10· 22:8, 9) Είναι προφανές ότι η έλευση του Χριστού εισήγαγε νέες σχέσεις που τροποποίησαν τους κανόνες συμπεριφοράς μεταξύ των υπηρετών του Θεού. Αυτός δίδαξε τους μαθητές του ότι «ένας είναι ο δάσκαλός σας, ενώ όλοι εσείς είστε αδελφοί . . . Ηγέτης σας είναι ένας, ο Χριστός» (Ματ 23:8-12), διότι στο δικό του πρόσωπο εκπληρώθηκαν οι προφητικοί χαρακτήρες και εξεικονιστικοί τύποι, όπως είπε ο άγγελος στον Ιωάννη: «Εκείνο που εμπνέει την προφητεία είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού». (Απ 19:10) Ο Ιησούς ήταν ο Κύριος του Δαβίδ, ο μεγαλύτερος από τον Σολομώντα, ο προφήτης που ήταν μεγαλύτερος από τον Μωυσή. (Λου 20:41-43· Ματ 12:42· Πρ 3:19-24) Ορθά, λοιπόν, αρνήθηκε ο Πέτρος να αφήσει τον Κορνήλιο να τον εξυψώσει περισσότερο από όσο έπρεπε.
Παρόμοια και ο Ιωάννης, λόγω του ότι είχε ανακηρυχτεί δίκαιος, ή αλλιώς είχε δικαιωθεί, από τον Θεό ως χρισμένος Χριστιανός, καλεσμένος να είναι ουράνιος γιος του Θεού και μέλος της Βασιλείας, είχε διαφορετική σχέση με τον άγγελο (ή τους αγγέλους) της Αποκάλυψης από εκείνη που είχαν οι Ισραηλίτες με τους αγγέλους οι οποίοι εμφανίστηκαν σε αυτούς στο παρελθόν. Ο άγγελος (ή οι άγγελοι) προφανώς αναγνώρισε αυτή την αλλαγή στις σχέσεις όταν απέρριψε την προσκύνηση του Ιωάννη.—Παράβαλε 1Κο 6:3· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ.
Η προσκύνηση που αποδίδεται στον δοξασμένο Ιησού Χριστό. Από την άλλη πλευρά, ο Χριστός Ιησούς έχει εξυψωθεί από τον Πατέρα του σε θέση που είναι δεύτερη μόνο σε σχέση με τη θέση του Θεού, ώστε «στο όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος, και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Θεού του Πατέρα». (Φλπ 2:9-11· παράβαλε Δα 7:13, 14, 27.) Το εδάφιο Εβραίους 1:6 επίσης δείχνει ότι ακόμη και οι άγγελοι προσκυνούν τον αναστημένο Ιησού Χριστό. Διάφορες μεταφράσεις αποδίδουν το ρήμα προσκυνέω αυτού του εδαφίου ως «λατρεύω», ενώ μερικές το αποδίδουν με εκφράσεις όπως «υποκλίνομαι» (AT· Yg) και «αποδίδω τιμή» (NE). Άσχετα με το ποια απόδοση χρησιμοποιείται, η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι παντού η ίδια και η κατανόηση για το τι αποδίδουν οι άγγελοι στον Χριστό πρέπει να συμφωνεί με τις υπόλοιπες Γραφές. Ο ίδιος ο Ιησούς δήλωσε κατηγορηματικά στον Σατανά: «Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις [προσκυνήσεις, Κείμενο] και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία». (Ματ 4:8-10· Λου 4:7, 8) Παρόμοια, ειπώθηκε στον Ιωάννη από τον άγγελο (ή τους αγγέλους) “να λατρέψει τον Θεό” (Απ 19:10· 22:9), και αυτή η εντολή δόθηκε μετά την ανάσταση και την εξύψωση του Ιησού, πράγμα που δείχνει ότι δεν είχε αλλάξει τίποτα ως προς αυτό το θέμα. Είναι αλήθεια ότι ο 97ος Ψαλμός, από τον οποίο προφανώς παραθέτει ο απόστολος Παύλος στο εδάφιο Εβραίους 1:6, αναφέρει τον Ιεχωβά Θεό ως το αντικείμενο της “προσκύνησης”, και παρ’ όλα αυτά το συγκεκριμένο εδάφιο εφαρμόστηκε στον Χριστό Ιησού. (Ψλ 97:1, 7) Ωστόσο, ο απόστολος είχε δείξει πρωτύτερα ότι ο αναστημένος Χριστός είναι «η αντανάκλαση της δόξας του [Θεού] και η ακριβής απεικόνιση της ίδιας του της οντότητας». (Εβρ 1:1-3) Επομένως, αν αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως «λατρεία» απευθύνεται φαινομενικά στον Γιο από τους αγγέλους, στην πραγματικότητα απευθύνεται μέσω αυτού στον Ιεχωβά Θεό, τον Υπέρτατο Κυρίαρχο, «Εκείνον που έκανε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και τις πηγές των νερών». (Απ 14:7· 4:10, 11· 7:11, 12· 11:16, 17· παράβαλε 1Χρ 29:20· Απ 5:13, 14· 21:22.) Από την άλλη πλευρά, οι αποδόσεις «υποκλίνομαι» και «αποδίδω τιμή» (αντί του «λατρεύω») δεν είναι καθόλου άστοχες ως προς την πρωτότυπη γλώσσα—είτε την εβραϊκή του εδαφίου Ψαλμός 97:7 είτε την ελληνική του εδαφίου Εβραίους 1:6—διότι μεταδίδουν τη βασική έννοια τόσο της λέξης χισταχαβάχ όσο και της λέξης προσκυνέω.
-
-
ΠροσφορέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ
Από τους αρχαίους χρόνους, οι άνθρωποι έφερναν προσφορές στον Θεό. Στην πρώτη καταγραμμένη περίπτωση, ο μεγαλύτερος γιος του Αδάμ, ο Κάιν, πρόσφερε μερικούς καρπούς της γης, και ο νεότερος γιος του Αδάμ, ο Άβελ, τα πρωτότοκα του ποιμνίου του. Προφανώς, η στάση και τα κίνητρα των δύο αδελφών διέφεραν, διότι ο Θεός επιδοκίμασε την προσφορά του Άβελ, ενώ είδε με δυσμένεια την προσφορά του Κάιν. (Μεταγενέστερα, η διαθήκη του Νόμου προέβλεπε τόσο την προσφορά ζώων όσο και σιτηρών.) Ο Άβελ πρέπει να πίστευε στην υπόσχεση του Θεού για απελευθέρωση μέσω του υποσχεμένου Σπέρματος και ενδεχομένως αντιλαμβανόταν ότι έπρεπε να χυθεί αίμα, ότι κάποιος έπρεπε να “πληγεί στη φτέρνα”, ώστε να μπορεί να εξυψωθεί το ανθρώπινο γένος στην τελειότητα την οποία είχαν χάσει ο Αδάμ και η Εύα. (Γε 3:15) Αναγνωρίζοντας ότι ο ίδιος ήταν αμαρτωλός, παρουσίασε, υποκινούμενος από πίστη, μια προσφορά που απαιτούσε έκχυση αίματος, προσκιάζοντας έτσι επακριβώς την πραγματική θυσία για αμαρτίες, τον Ιησού Χριστό.—Γε 4:1-4· Εβρ 11:4.
Στην Πατριαρχική Κοινωνία. Ο πατριάρχης Νώε, όταν βγήκε από την κιβωτό, πρόσφερε ευχαριστήρια θυσία στον Ιεχωβά η οποία ήταν «κατευναστική» (καταπραϋντική, γαληνευτική). Στη συνέχεια ο Ιεχωβά θέσπισε τη διαθήκη του “ουράνιου τόξου” με τον Νώε και τους απογόνους του. (Γε 8:18-22· 9:8-16) Μεταγενέστερα, διαβάζουμε για τις προσφορές που έφερναν οι πιστοί πατριάρχες στον Ιεχωβά. (Γε 31:54· 46:1) Ο Ιώβ, ως κεφαλή της οικογένειάς του, εκτελούσε χρέη ιερέα για τα μέλη της, θυσιάζοντας ολοκαυτώματα στον Θεό υπέρ αυτών. (Ιωβ 1:5) Η πιο αξιοσημείωτη και σημαντική από τις αρχαίες θυσίες ήταν η απόπειρα που έκανε ο Αβραάμ να προσφέρει τον Ισαάκ, σύμφωνα με την εντολή του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά, αφού είδε την πίστη και την υπακοή του Αβραάμ, προμήθευσε με καλοσύνη ένα κριάρι ως υποκατάστατο. Αυτή η πράξη του Αβραάμ προσκίαζε το γεγονός ότι ο Ιεχωβά θα πρόσφερε τον δικό του μονογενή Γιο, τον Ιησού Χριστό.—Γε 22:1-14· Εβρ 11:17-19.
Υπό το Νόμο. Όλες οι θυσίες που υπαγορεύονταν από τη διαθήκη του Νόμου υποδείκνυαν τον Ιησού Χριστό και τη θυσία του ή τα οφέλη που απορρέουν από εκείνη τη θυσία. (Εβρ 8:3-5· 9:9· 10:5-10) Όπως ο Ιησούς Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος, έτσι και όλα τα ζώα που προσφέρονταν ως θυσία έπρεπε να είναι υγιή, αψεγάδιαστα. (Λευ 1:3, 10· 3:1) Τόσο ο Ισραηλίτης όσο και ο πάροικος που ήταν λάτρης του Ιεχωβά είχαν την υποχρέωση να φέρνουν τις διάφορες προσφορές.—Αρ 15:26, 29.
Ολοκαυτώματα. Τα ολοκαυτώματα έπρεπε να προσφέρονται ολόκληρα στον Θεό. Ο λάτρης δεν κρατούσε κανένα μέρος του ζώου. (Παράβαλε Κρ 11:30, 31, 39, 40.) Με τα ολοκαυτώματα γινόταν έκκληση στον Ιεχωβά να δεχτεί, ή αλλιώς να δείξει ότι δεχόταν, την προσφορά για αμαρτία που ενίοτε τα συνόδευε. Ως «ολοκαύτωμα», ο Ιησούς Χριστός έδωσε τον εαυτό του πλήρως, ολοκληρωτικά.
Περιπτώσεις στις οποίες πρόσφεραν ολοκαυτώματα, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Τακτικές προσφορές: Κάθε πρωί και βράδυ (Εξ 29:38-42· Λευ 6:8-13· Αρ 28:3-8)· κάθε Σάββατο (Αρ 28:9, 10)· την πρώτη ημέρα του μήνα (Αρ 10:10)· το Πάσχα και τις εφτά ημέρες της Γιορτής των Άζυμων Άρτων (Λευ 23:6-8· Αρ 28:16-19, 24)· την Ημέρα της Εξιλέωσης (Λευ 16:3, 5, 29, 30· Αρ 29:7-11)· την Πεντηκοστή (Λευ 23:16-18· Αρ 28:26-31)· κάθε ημέρα της Γιορτής των Σκηνών.—Αρ 29:12-39.
(2) Άλλες περιπτώσεις: Κατά τον καθαγιασμό του ιερατείου (Λευ 8:18-21· βλέπε ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ)· κατά την καθιέρωση των Λευιτών (Αρ 8:6, 11, 12)· στα πλαίσια της σύναψης διαθηκών (Εξ 24:5· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ)· μαζί με προσφορές συμμετοχής, καθώς και μαζί με ορισμένες προσφορές για ενοχή και αμαρτία (Λευ 5:6, 7, 10· 16:3, 5)· κατά την εκπλήρωση ευχών (Αρ 15:3, 8)· στα πλαίσια διαφόρων καθαρισμών (Λευ 12:6-8· 14:2, 30, 31· 15:13-15, 30).
(3) Τα ζώα που προσφέρονταν και η σχετική διαδικασία: Ταύρος, κριάρι, τράγος, τρυγόνι ή νεαρό περιστέρι. (Λευ 1:3, 5, 10, 14) Αν επρόκειτο για ζώο, αυτός που έφερνε την προσφορά έθετε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του ζώου (αναγνωρίζοντας ότι η προσφορά γινόταν από αυτόν και για λογαριασμό του, δηλαδή υπέρ του ιδίου). (Λευ 1:4) Κατόπιν έσφαζαν το ζώο και ράντιζαν ολόγυρα το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος με το αίμα του (Λευ 1:5, 11), επίσης το έγδερναν και το τεμάχιζαν στα μέλη του, έπλεναν τα έντερα (δεν έκαιγαν τα εντόσθια στο θυσιαστήριο) και τα πόδια του, και τοποθετούσαν πάνω στο θυσιαστήριο το κεφάλι και τα άλλα μέρη του σώματος (ο εν υπηρεσία ιερέας έπαιρνε το δέρμα· Λευ 7:8). (Λευ 1:6-9, 12, 13) Αν επρόκειτο για πτηνό, αφαιρούσαν τον πρόλοβο μαζί με τα φτερά, ενώ το κεφάλι και το σώμα τα έκαιγαν στο θυσιαστήριο. (Λευ 1:14-17)
Προσφορές συμμετοχής (ή προσφορές ειρήνης) Οι προσφορές συμμετοχής που ήταν ευπρόσδεκτες στον Ιεχωβά δήλωναν ειρήνη μαζί του. Ο λάτρης και το σπιτικό του έτρωγαν από αυτές (στην αυλή της σκηνής της μαρτυρίας· σύμφωνα με την παράδοση, υπήρχαν στέγαστρα ολόγυρα, μέσα από την εσωτερική πλευρά της κουρτίνας που περιέβαλλε την αυλή· στο ναό υπήρχαν τραπεζαρίες). Ο εν υπηρεσία ιερέας έπαιρνε μία μερίδα, και άλλη μία οι υπόλοιποι ιερείς που εκτελούσαν εκείνη την ώρα τα καθήκοντά τους. Ο Ιεχωβά λάβαινε, στην ουσία, τον ευάρεστο καπνό από το πάχος που καιγόταν. Το αίμα, που αντιπροσώπευε τη ζωή, το πρόσφεραν στον Θεό ως κάτι που του ανήκε. Έτσι λοιπόν, οι ιερείς, οι λάτρεις και ο Ιεχωβά μετείχαν από κοινού θα λέγαμε στο γεύμα, γεγονός που υποδήλωνε ειρηνικές σχέσεις. Όποιος έτρωγε ενώ ήταν ακάθαρτος (λόγω οποιασδήποτε ακαθαρσίας που μνημονευόταν στο Νόμο) ή έτρωγε από το κρέας αφού είχε παρέλθει ο καθορισμένος χρόνος διατήρησής του (οπότε αυτό θα άρχιζε να αποσυντίθεται εξαιτίας του θερμού κλίματος) επρόκειτο να εκκοπεί από το λαό του. Μόλυνε ή βεβήλωνε το γεύμα, επειδή είτε ήταν ακάθαρτος ο ίδιος είτε έτρωγε κάτι βρώμικο ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, δείχνοντας έλλειψη σεβασμού για τα ιερά πράγματα.—Λευ 7:16-21· 19:5-8.
Το Δείπνο του Κυρίου (το Αναμνηστικό Δείπνο) είναι γεύμα συμμετοχής. (1Κο 10:16) Όσοι είναι στη «νέα διαθήκη που έχει ως βάση το αίμα» του Ιησού συμμετέχουν από κοινού με πίστη, λαβαίνοντας από τα εμβλήματα που αντιπροσωπεύουν το σώμα και το αίμα του Ιησού. Συμμετέχουν επίσης με τον Ιεχωβά ως τον Εμπνευστή της διευθέτησης. Επιζητούν την επιδοκιμασία του Ιεχωβά και έχουν ειρήνη, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τον Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού. Σε αρμονία με την απαίτηση περί καθαρότητας για όσους λάβαιναν μέρος σε κάποιο γεύμα συμμετοχής, ο Παύλος προειδοποιεί ότι ο Χριστιανός πρέπει να κάνει αυτοεξέταση πριν από το Αναμνηστικό γεύμα. Το να αντιμετωπίζει κανείς με ελαφρότητα ή περιφρόνηση την περίσταση ή τα εμβλήματα του κρασιού και του άζυμου ψωμιού θα συνιστούσε βεβήλωση των ιερών πραγμάτων, κάτι που θα επέσυρε δικαίως δυσμενή κρίση.—1Κο 11:25, 27-29· βλέπε ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
Στην ευχαριστήρια προσφορά, που ήταν προσφορά συμμετοχής προς αίνο του Θεού για τις προμήθειές του και τις εκδηλώσεις της στοργικής του καλοσύνης, έτρωγαν κρέας καθώς επίσης ένζυμο και άζυμο ψωμί. Ο λάτρης, επομένως, γιόρταζε την περίσταση τρώγοντας, θα λέγαμε, «καθημερινή τροφή». (Ωστόσο, ποτέ δεν έβαζαν πάνω στο θυσιαστήριο ένζυμο ψωμί ως προσφορά προς τον Θεό.) Επίσης, σε αυτή την έκφραση ευχαριστιών και αίνου προς τον Θεό, το κρέας έπρεπε να καταναλωθεί εκείνη την ημέρα, όχι την επόμενη. (Σε άλλες προσφορές συμμετοχής, το κρέας μπορούσε να καταναλωθεί τη δεύτερη ημέρα.) (Λευ 7:11-15) Αυτό μας θυμίζει την προσευχή που δίδαξε ο Ιησούς Χριστός στους ακολούθους του: «Δώσε μας σήμερα το ψωμί μας για αυτή την ημέρα».—Ματ 6:11.
Περιπτώσεις στις οποίες έκαναν προσφορές συμμετοχής, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Περιπτώσεις: Στα πλαίσια της σύναψης διαθηκών (Εξ 24:5)· σε γιορταστικές περιόδους και στην αρχή του κάθε μήνα (Αρ 10:10· Εξ 12:2-14· Λευ 23:15-19· Αρ 29:39), καθώς και σε άλλες περιπτώσεις.
(2) Σκοπός: Η απόκτηση της επιδοκιμασίας του Θεού· ικεσία ή δέηση στον Θεό σε καιρό συμφοράς. (Λευ 19:5· Κρ 20:26· 21:4· 1Σα 13:9· 2Σα 24:25)
(3) Ζώα που χρησιμοποιούνταν, και η σχετική διαδικασία: Αρσενικά ή θηλυκά βοοειδή, πρόβατα, κατσίκια (όχι πουλιά, εφόσον δεν θεωρούνταν επαρκή για να αποτελέσουν γεύμα θυσίας). (Λευ 3:1, 6, 12) Αυτός που έφερνε την προσφορά έθετε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του ζώου, το οποίο και έσφαζαν στη συνέχεια. Ο ιερέας ράντιζε ολόγυρα το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος με το αίμα του ζώου. (Λευ 3:2, 8, 13) Το πάχος (περιλαμβανομένης και της παχιάς ουράς του προβάτου) τοποθετούνταν πάνω στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος. (Λευ 3:3-5, 9) Το στήθος το έδιναν στους ιερείς, ενώ το δεξί πόδι στον ιερέα που βρισκόταν σε υπηρεσία (Εξ 29:26, 28· Λευ 7:28-36).
(4) Τύποι: Απόδοση ευχαριστίας ή αίνου· ευχή (βλέπε Αρ 6:13, 14, 17)· εθελοντική προσφορά.
Προσφορές για αμαρτία. Όλες αυτές προσφέρονταν για κάποια ακούσια αμαρτία που είχε διαπραχθεί λόγω αδυναμίας της ατελούς σάρκας, και όχι «με υψωμένο χέρι», δηλαδή όχι απροκάλυπτα, υπερήφανα, σκόπιμα. (Αρ 15:30 [υποσ.], 31) Ανάλογα με τη θέση και τις περιστάσεις του ατόμου ή των ατόμων για την αμαρτία των οποίων γινόταν εξιλέωση, προσφέρονταν ως θυσία διάφορα ζώα, από ταύρο μέχρι περιστέρι. Ας σημειωθεί ότι όσοι περιλαμβάνονταν στις αμαρτίες με τις οποίες ασχολείται το 4ο κεφάλαιο του Λευιτικού ήταν άτομα που είχαν κάνει «κάποιο από τα πράγματα τα οποία ο Ιεχωβά διατάζει να μη γίνονται» με αποτέλεσμα να κατασταθούν ένοχοι. (Λευ 4:2, 13, 22, 27) Σχετικά με τις προσφορές για αμαρτία που γίνονταν την Ημέρα της Εξιλέωσης, βλέπε ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΞΙΛΕΩΣΗΣ.
Περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνταν προσφορές για αμαρτία, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Για αμαρτία του αρχιερέα που επέφερε ενοχή στο λαό (Λευ 4:3): Ο αρχιερέας έφερνε έναν ταύρο και έθετε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του ζώου. Έπειτα έσφαζε τον ταύρο, έφερνε το αίμα του στα Άγια και τίναζε λίγο από το αίμα μπροστά στην κουρτίνα. Ακολούθως, άλειβε με λίγο αίμα τα κέρατα του θυσιαστηρίου του θυμιάματος, και το υπόλοιπο το έχυνε στη βάση του θυσιαστηρίου του ολοκαυτώματος. Το πάχος (όπως και στις προσφορές συμμετοχής) το έκαιγαν πάνω στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος (Λευ 4:4-10), ενώ το κουφάρι (περιλαμβανομένου του δέρματος) το έκαιγαν σε έναν καθαρό τόπο έξω από την πόλη, εκεί όπου έριχναν τις στάχτες από το θυσιαστήριο. (Λευ 4:11, 12)
(2) Για αμαρτία ολόκληρης της σύναξης (αμαρτία που διαπράχθηκε από τη σύναξη και την οποία οι αρχηγοί δεν πληροφορήθηκαν παρά μόνο αργότερα) (Λευ 4:13): Η εκκλησία έφερνε έναν ταύρο και οι πρεσβύτεροι έθεταν τα χέρια τους πάνω στο κεφάλι του ταύρου, τον οποίο και έσφαζε κάποιος. Η υπόλοιπη διαδικασία ήταν ίδια με τη διαδικασία που ακολουθούνταν για την αμαρτία του αρχιερέα. (Λευ 4:14-21)
Τυχόν αμαρτία του αρχιερέα, την οποία διέπραξε ενόσω υπηρετούσε στο αξίωμά του και με την ιδιότητα του εκπροσώπου όλου του έθνους ενώπιον του Ιεχωβά, επέφερε ενοχή σε ολόκληρη τη σύναξη. Αυτή η αμαρτία θα μπορούσε να είναι ένα σφάλμα όπως λάθος στην κρίση, στην εφαρμογή του Νόμου ή στο χειρισμό ενός ζητήματος εθνικής σημασίας. Σε αυτή την περίπτωση, όπως και σε περίπτωση αμαρτίας ολόκληρης της σύναξης, απαιτούνταν η πολυτιμότερη από όλες τις θυσίες, δηλαδή ένας ταύρος.—Λευ 4:3, 13-15.
Στις προσφορές για αμαρτία που αφορούσαν άτομα, άφηναν το αίμα στο θυσιαστήριο. Ωστόσο, σε περιπτώσεις αμαρτίας του αρχιερέα και ολόκληρης της σύναξης, έφερναν το αίμα και στα Άγια, το πρώτο τμήμα του αγιαστηρίου, και το τίναζαν μπροστά στην κουρτίνα, από την άλλη πλευρά της οποίας “κατοικούσε” ο Ιεχωβά—πράγμα που συμβολιζόταν από ένα θαυματουργικό φως πάνω από την κιβωτό της διαθήκης στα Άγια των Αγίων. (Μόνο κατά τις προσφορές για αμαρτία που πραγματοποιούνταν σε τακτική βάση την Ημέρα της Εξιλέωσης έφερναν το αίμα στο δεύτερο τμήμα, τα Άγια των Αγίων· Λευ 16.) Κανένας ιερέας δεν μπορούσε να φάει οποιαδήποτε μερίδα από προσφορές των οποίων το αίμα είχε φερθεί στα Άγια.—Λευ 6:30.
(3) Αμαρτία αρχηγού: Η διαδικασία ήταν παρόμοια, με τη διαφορά ότι πρόσφεραν αρσενικό κατσίκι και δεν έφερναν στα Άγια το αίμα. Έβαζαν το αίμα πάνω στα κέρατα του θυσιαστηρίου του ολοκαυτώματος, έχυναν το υπόλοιπο στη βάση του και έκαναν το πάχος να βγάλει καπνό πάνω στο θυσιαστήριο. (Λευ 4:22-26) Στους ιερείς δινόταν προφανώς κάποια μερίδα από αυτό, όπως και από άλλες προσφορές για αμαρτία. (Λευ 6:24-26, 29) Τα σκεύη στα οποία έβραζε το κρέας έπρεπε να τα τρίβουν (ή να τα σπάζουν, αν ήταν πήλινα), ώστε να μη βεβηλώνεται τίποτα από αυτό που ήταν «αγιότατο», πράγμα που θα συνέβαινε αν έμενε κάτι από τη θυσία πάνω στο σκεύος και κατόπιν αυτό χρησιμοποιούνταν για συνηθισμένους σκοπούς. (Λευ 6:27, 28)
(4) Αμαρτία μεμονωμένου Ισραηλίτη: Πρόσφεραν θηλυκό κατσικάκι ή αρνί. Η διαδικασία ήταν ίδια με τη διαδικασία που ακολουθούνταν για την αμαρτία ενός αρχηγού. (Λευ 4:27-35)
Στις ακόλουθες περιπτώσεις οι αμαρτίες διαφέρουν από τις προαναφερόμενες κατά το ότι τα εμπλεκόμενα άτομα είχαν διαπράξει κάποιο λάθος και “δεν είχαν εκτελέσει όλες τις εντολές του Θεού”, δηλαδή είχαν διαπράξει κάποια αμαρτία παράλειψης.—Αρ 15:22.
(5) Για ολόκληρη τη σύναξη, πρόσφεραν ένα κατσικάκι (Αρ 15:22-26), ενώ για ένα άτομο, μια κατσίκα στον πρώτο της χρόνο. (Αρ 15:27-29)
Σε περιπτώσεις όπου οι ιερείς έπρεπε να φάνε μέρος της προσφοράς για αμαρτία, φαίνεται ότι με τη συμμετοχή τους ήταν σαν να “λογοδοτούσαν για το σφάλμα” εκείνων που έκαναν την προσφορά για αμαρτία, “προκειμένου να κάνουν εξιλέωση για αυτούς ενώπιον του Ιεχωβά”, με βάση το άγιο αξίωμά τους.—Λευ 10:16-18· 9:3, 15.
Προσφορές για ενοχή. Οι προσφορές για ενοχή γίνονταν και αυτές λόγω κάποιας αμαρτίας, διότι κάθε είδους ενοχή προϋποθέτει αμαρτία. Αφορούσαν συγκεκριμένες αμαρτίες που έφερναν ενοχή σε κάποιον και διέφεραν ελαφρώς από άλλες προσφορές για αμαρτία κατά το ότι γίνονταν, όπως φαίνεται, για να ικανοποιήσουν ή να αποκαταστήσουν κάποιο δικαίωμα το οποίο είχε παραβιαστεί—είτε αυτό ήταν του Ιεχωβά είτε του αγίου έθνους του. Η προσφορά για ενοχή αποσκοπούσε στο να ικανοποιήσει τον Ιεχωβά, σε σχέση με το δικαίωμα που είχε παραβιαστεί, ή να αποκαταστήσει—με άλλα λόγια να επανακτήσει—προς όφελος του μετανοημένου παραβάτη κάποια δικαιώματα που όριζε η διαθήκη, καθώς και να τον ανακουφίσει από την τιμωρία για την αμαρτία του.—Παράβαλε Ησ 53:10.
Στις περιπτώσεις που καλύπτουν τα εδάφια Λευιτικό 5:1-6, 17-19, τα άτομα είχαν αμαρτήσει εν αγνοία τους ή ενεργώντας αστόχαστα ή απερίσκεπτα και, όταν αυτό φερνόταν στην προσοχή τους, επιθυμούσαν να επανορθώσουν. Αντίθετα, οι αμαρτίες με τις οποίες ασχολούνται τα εδάφια Λευιτικό 6:1-7 δεν είχαν μεν διαπραχθεί εν αγνοία των ατόμων ή από απερισκεψία, εντούτοις όμως ήταν αμαρτίες που οφείλονταν σε σαρκικές αδυναμίες και επιθυμίες και δεν είχαν διαπραχθεί ηθελημένα, αλαζονικά και σκόπιμα ως εκδήλωση στασιασμού εναντίον του Θεού. Το άτομο είχε τύψεις συνείδησης, γι’ αυτό και μετανοούσε από μόνο του, ομολογώντας την αμαρτία του και, αφού επανόρθωνε, επιζητούσε έλεος και συγχώρηση.—Ματ 5:23, 24.
Αυτοί οι νόμοι τονίζουν το γεγονός ότι, ενώ ο Νόμος ήταν αυστηρός για τον εκούσιο, αμετανόητο αμαρτωλό, υπήρχαν περιθώρια για να ληφθούν υπόψη τα κίνητρα, οι περιστάσεις και η στάση του ατόμου ώστε να εκδηλωθεί έλεος υπό το Νόμο, όπως ακριβώς συμβαίνει και στη Χριστιανική εκκλησία. (Παράβαλε Λευ 6:1-7· Εξ 21:29-31· Αρ 35:22-25· 2Κο 2:5-11· 7:8-12· 1Τι 1:2-16.) Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι κανένα από αυτά τα αδικήματα δεν μπορούσε να μείνει ατιμώρητο. Έπρεπε να δοθεί αποζημίωση στο άτομο που είχε υποστεί βλάβη και να γίνει μια προσφορά για ενοχή στον Ιεχωβά. Οι προσφορές για ενοχή, με κάποιες παραλλαγές, γίνονταν όπως και οι προσφορές για αμαρτία, και οι ιερείς έπαιρναν μερίδα από αυτές.—Λευ 7:1, 5-7.
Περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνταν προσφορές για ενοχή, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Όταν κάποιος ήταν μάρτυρας σε ένα ζήτημα και είχε παραλείψει να καταθέσει ή να το αναφέρει, αφού είχε ακούσει το δημόσιο όρκο· κάποιος που είχε γίνει ακάθαρτος εν αγνοία του, είτε από κάποιο πτώμα είτε από κάποιο άλλο ακάθαρτο άτομο· κάποιος που είχε ορκιστεί βιαστικά ή αστόχαστα να κάνει ή να μην κάνει κάτι (Λευ 5:1-4): Έπρεπε να ομολογήσει με ποιον τρόπο είχε αμαρτήσει. (Λευ 5:5) Οι προσφορές για ενοχή ποίκιλλαν ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του ατόμου. (Λευ 5:6-10) Αν επρόκειτο για προσφορά σιτηρών, δεν περιείχε καθόλου λάδι ή λιβάνι, διότι αποτελούσε προσφορά για αμαρτία, και ήταν υποχρεωτική προσφορά σιτηρών, όχι εθελοντική. Η εθελοντική προσφορά σιτηρών ήταν χαρωπή προσφορά από μέρους κάποιου ο οποίος είχε καλή υπόσταση ενώπιον του Θεού. (Λευ 5:11-13)
(2) Όταν κάποιος είχε αμαρτήσει ακούσια ενάντια σε άγια πράγματα του Ιεχωβά (για παράδειγμα, είχε οικειοποιηθεί εν αγνοία του σιτηρά που είχαν ξεχωριστεί ως δέκατο για το αγιαστήριο και τα είχε χρησιμοποιήσει για λογαριασμό του ή για το σπιτικό του [βεβηλώνοντας με αυτή τη συνηθισμένη χρήση το καθαγιασμένο πράγμα]) (Λευ 5:15α· παράβαλε Λευ 22:14-16): Έπρεπε να δώσει στο αγιαστήριο αποζημίωση προσαυξημένη κατά ένα πέμπτο. (Λευ 5:16) Ως προσφορά για ενοχή έπρεπε να φέρει ένα κριάρι. (Λευ 5:15)
(3) Όταν κάποιος είχε κάνει εν αγνοία του (πιθανότατα από αμέλεια) κάτι το οποίο ο Ιεχωβά είχε διατάξει να μη γίνεται: Έπρεπε να προσφέρει ένα κριάρι «σύμφωνα με την υπολογισμένη αξία». (Λευ 5:17-19)
(4) Όταν κάποιος είχε απατήσει τον πλησίον του παίρνοντας πολύτιμα αντικείμενα που του ήταν εμπιστευμένα, διαπράττοντας κλοπή ή απάτη, ή κρατώντας κάτι που είχε βρει και λέγοντας ψέματα σχετικά με αυτό (Λευ 6:2, 3· παράβαλε Εξ 22:7-13· προσέξτε ότι αυτό δεν περιλαμβάνει την ψευδομαρτυρία εναντίον του συνανθρώπου κάποιου, όπως συμβαίνει στο εδ. Δευ 5:20): Πρώτον, έπρεπε να ομολογήσει το λάθος. Κατόπιν, έπρεπε να προβεί σε πλήρη αποζημίωση του ατόμου που είχε βλάψει, προσαυξημένη κατά ένα πέμπτο. (Λευ 6:4, 5· Αρ 5:6, 7) Αν το άτομο σε βάρος του οποίου είχε διαπραχθεί το αδίκημα είχε πεθάνει, την αποζημίωση λάβαινε ο πιο κοντινός άρρενας συγγενής. Αν δεν υπήρχε κοντινός συγγενής, τότε τη λάβαινε ο ιερέας. (Αρ 5:8) Κατόπιν ο ένοχος έπρεπε να φέρει ένα κριάρι ως προσφορά για ενοχή.
Προσφορές σιτηρών. Οι προσφορές σιτηρών δίνονταν παράλληλα με τις προσφορές συμμετοχής, τα ολοκαυτώματα και τις προσφορές για αμαρτία, καθώς και ως πρώτοι καρποί. Ενίοτε προσφέρονταν ανεξάρτητα. (Εξ 29:40-42· Λευ 23:10-13, 15-18· Αρ 15:8, 9, 22-24· 28:9, 10, 20, 26-28· κεφ. 29) Σκοπός τους ήταν η αναγνώριση της γενναιοδωρίας με την οποία παρείχε ο Θεός ευλογίες και ευημερία. Συχνά συνοδεύονταν από λάδι και λιβάνι. Οι προσφορές σιτηρών μπορούσαν να είναι λεπτό αλεύρι, ψημένα σιτηρά ή, σε άλλη περίπτωση, κουλούρες ή λάγανα ψημένα στο φούρνο, σε ταψί ή σε βαθύ τηγάνι. Ένα μέρος της προσφοράς σιτηρών τοποθετούνταν στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος και ένα μέρος το έτρωγαν οι ιερείς, ενώ στις προσφορές συμμετοχής μετείχε και ο λάτρης. (Λευ 6:14-23· 7:11-13· Αρ 18:8-11) Καμιά προσφορά σιτηρών που έφερναν στο θυσιαστήριο δεν έπρεπε να περιέχει προζύμι ή «μέλι» (προφανώς σιρόπι σύκων ή χυμό φρούτων), το οποίο θα μπορούσε να υποστεί ζύμωση.—Λευ 2:1-16.
Σπονδές. Οι σπονδές συνόδευαν τις περισσότερες προσφορές, ειδικά μετά την εγκατάσταση των Ισραηλιτών στην Υποσχεμένη Γη. (Αρ 15:2, 5, 8-10) Συνίσταντο σε κρασί (“μεθυστικό ποτό”) που το έχυναν πάνω στο θυσιαστήριο. (Αρ 28:7, 14· παράβαλε Εξ 30:9· Αρ 15:10.) Ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς των Φιλίππων: «Αν χύνομαι σαν σπονδή πάνω στη θυσία και στη δημόσια υπηρεσία στις οποίες σας έχει οδηγήσει η πίστη, ευφραίνομαι». Εδώ χρησιμοποίησε μεταφορικά τη σπονδή, εκφράζοντας την προθυμία του να δαπανηθεί για χάρη των συγχριστιανών του. (Φλπ 2:17) Λίγο προτού πεθάνει, έγραψε στον Τιμόθεο: «Εγώ χύνομαι ήδη σαν σπονδή, και ο ορισμένος καιρός για την απελευθέρωσή μου επίκειται».—2Τι 4:6.
Κινητές προσφορές. Στις κινητές προσφορές ο ιερέας έβαζε προφανώς τα χέρια του κάτω από τα χέρια του λάτρη, ο οποίος κρατούσε την προσκομιζόμενη θυσία, και τα κινούσε πέρα δώθε. Σε άλλες περιπτώσεις ο ίδιος ο ιερέας κινούσε αυτό που προσφερόταν. (Λευ 23:11α) Φαίνεται ότι ο Μωυσής, ως μεσίτης της διαθήκης του Νόμου, το έκανε αυτό για τον Ααρών και τους γιους του κατά τον καθαγιασμό τους για την ιεροσύνη. (Λευ 8:28, 29) Αυτή η πράξη συμβόλιζε την παρουσίαση των θυσιαζόμενων πραγμάτων στον Ιεχωβά. Ορισμένες κινητές προσφορές προορίζονταν για τους ιερείς.—Εξ 29:27.
Η παρουσίαση ενός δεματιού (ή ενός μέτρου γομόρ) από τους πρώτους καρπούς του θερισμού του κριθαριού στις 16 Νισάν αποτελούσε κινητή προσφορά που γινόταν από τον αρχιερέα. Εκείνη ακριβώς την ημερομηνία του έτους 33 Κ.Χ. αναστήθηκε ο Ιησούς Χριστός ως «οι πρώτοι καρποί από εκείνους που έχουν κοιμηθεί τον ύπνο του θανάτου». (1Κο 15:20· Λευ 23:11β· Ιωα 20:1) Την ημέρα της Πεντηκοστής προσκομίζονταν ως κινητή προσφορά δύο ένζυμα ψωμιά από τους πρώτους καρπούς του σιταριού. (Λευ 23:15-17) Τη συγκεκριμένη αυτή ημέρα, ο Ιησούς, ως Αρχιερέας στους ουρανούς, παρουσίασε στον Ιεχωβά τους πρώτους από τους πνευματικούς αδελφούς του οι οποίοι απάρτιζαν τη Χριστιανική εκκλησία, και οι οποίοι είχαν παρθεί ανάμεσα από την αμαρτωλή ανθρωπότητα και είχαν χριστεί, ως αποτέλεσμα της έκχυσης του αγίου πνεύματος.—Πρ 2:1-4, 32, 33· παράβαλε Ιακ 1:18.
Ιερές μερίδες (υψούμενες προσφορές). Η εβραϊκή λέξη τερουμάχ μεταφράζεται σε κάποιες περιπτώσεις «ιερή μερίδα» όταν αναφέρεται στο μέρος της θυσίας το οποίο ύψωναν αφαιρώντας το από την υπόλοιπη θυσία ως μερίδα των ιερέων. (Εξ 29:27, 28· Λευ 7:14, 32· 10:14, 15) Συχνά αποδίδεται και «συνεισφορά» όταν αναφέρεται σε πράγματα που δίνονταν για το αγιαστήριο, τα οποία—εκτός από αυτά που προσφέρονταν στο θυσιαστήριο—προορίζονταν επίσης για τη συντήρηση των ιερέων.—Αρ 18:8-13, 19, 24, 26-29· 31:29· Δευ 12:6, 11.
-
-
ΠρόσωποΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΩΠΟ
Η λέξη πανέχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η αντίστοιχη λέξη πρόσωπον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιούνται με διάφορες έννοιες.
Πολλές φορές εννοείται το κατά γράμμα πρόσωπο, το μπροστινό μέρος του κεφαλιού. (Γε 50:1· Ματ 6:16, 17· Ιακ 1:23) Παρόμοια, μπορεί να εννοείται το μπροστινό μέρος οποιουδήποτε πράγματος. (Εξ 26:9· 2Σα 10:9· Ιεζ 2:9, 10, όπου η εβραϊκή λέξη που σημαίνει «πρόσωπο» μεταφράζεται «μπροστινό μέρος» ή «μπροστά».) Ή μπορεί να γίνεται αναφορά στην επιφάνεια (Ησ 14:21· Ιωβ 38:30· Πρ 17:26) ή στην εξωτερική εμφάνιση κάποιου πράγματος.—Λου 12:56· Ιακ 1:11.
Διανοητική Στάση ή Θέση. Οι εκφράσεις του προσώπου κάποιου αποτελούν σημαντική ένδειξη της διανοητικής του διάθεσης και των συναισθημάτων του. Συνεπώς, η λέξη «πρόσωπο» χρησιμοποιείται πολλές φορές για να περιγράψει τη διανοητική στάση του Θεού και των ανθρώπων υπό διάφορες συνθήκες ή για να υποδηλώσει τη θέση κάποιου από την οπτική γωνία του Θεού ή άλλων ανθρώπων. Ακολουθούν μερικές συχνές χρήσεις αυτής της λέξης:
Η φράση “εκζητώ το πρόσωπο” σήμαινε ζητώ ακρόαση από κάποιον, όπως από τον Θεό ή από έναν επίγειο κυβερνήτη, εκλιπαρώντας ευνοϊκή προσοχή ή βοήθεια. (Ψλ 24:6· 27:8, 9· 105:4· Παρ 29:26· Ωσ 5:15) Οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν τη φράση “υψώνω το πρόσωπο κάποιου” με την έννοια “δείχνω εκτίμηση για” αυτό το άτομο.—1Σα 25:35· βλέπε ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ.
Η φράση “απαλύνω το πρόσωπο κάποιου” υπονοεί ότι κατευνάζω το θυμό του ή κερδίζω την εύνοια και την καλή του θέληση.—Εξ 32:11· Ψλ 119:58.
Η φράση “κάνω το πρόσωπό μου να λάμψει” προς κάποιον άλλον εκφράζει εύνοια (Αρ 6:25· παράβαλε Ψλ 80:7), και η φράση “θέτω κάποιον ενώπιον του προσώπου μου” υποδηλώνει ευνοϊκή προσοχή.—Ψλ 41:12· παράβαλε Ψλ 140:13.
Η φράση «πρόσωπο με πρόσωπο» μπορεί να υποδηλώνει στενή συναναστροφή ή επικοινωνία. Παραδείγματος χάρη, ο Μωυσής είχε το προνόμιο να απολαύσει τέτοια στενή σχέση με τον Θεό και να χρησιμοποιηθεί από τον Θεό με τόσο δυναμικό τρόπο ώστε να χαρακτηριστεί προφήτης «τον οποίο ο Ιεχωβά γνώριζε πρόσωπο με πρόσωπο». (Δευ 34:10-12) Μολονότι λέγεται ότι ο Μωυσής είδε «την όψη του Ιεχωβά» και ότι ο Ιεχωβά τού μιλούσε «στόμα με στόμα», ωστόσο ποτέ δεν είδε το πρόσωπο του Ιεχωβά κυριολεκτικά. Απεναντίας, όπως δείχνουν τα συμφραζόμενα, βάση για αυτή την έκφραση αποτέλεσε το γεγονός ότι ο Θεός μιλούσε στον Μωυσή μέσω αγγελικών εκπροσώπων έχοντας μαζί του ανοιχτή, προφορική επικοινωνία (αντί με οράματα ή όνειρα). (Αρ 12:6-8· Εξ 33:20· Πρ 7:35, 38· Γα 3:19· παράβαλε Γε 32:24-30· Ωσ 12:3, 4.) Ο Μωυσής υπενθύμισε στον Ισραήλ ότι ο Θεός τούς μίλησε «πρόσωπο με πρόσωπο», εφόσον άκουσαν τη δυνατή φωνή στο Σινά, αν και κανείς τους δεν είδε πραγματικά τον Ιεχωβά.—Δευ 5:4· 4:11-15· Εβρ 12:19.
Αντίθετα, ο Ιησούς, στην προανθρώπινη ύπαρξή του, ήταν αυτοπροσώπως μαζί με τον Πατέρα, και επισήμανε ότι οι άγγελοι, οι πνευματικοί γιοι του Θεού, βλέπουν και αυτοί «το πρόσωπο» του Θεού, καθώς υπηρετούν στις ουράνιες αυλές του. (Ιωα 1:18· 8:57, 58· Ματ 18:10· παράβαλε Λου 1:19.) Επίσης, αυτοί που καλούνται να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό στους ουρανούς, στον ορισμένο καιρό, βλέπουν τον Ιεχωβά Θεό.—1Ιω 3:1-3.
Συγκρίνοντας την κατανόηση που είχε η πρώτη Χριστιανική εκκλησία για το σκοπό του Θεού με την πληρέστερη κατανόηση που επρόκειτο να αποκτήσουν όταν θα λάβαιναν την ουράνια αμοιβή τους, και όταν στη συνέχεια θα αντιλαμβάνονταν το θεϊκό σκοπό σε όλο του το φάσμα καθώς θα εκπληρώνονταν οι προφητείες, ο απόστολος Παύλος είπε: «Διότι προς το παρόν βλέπουμε μια θαμπή εικόνα μέσω μεταλλικού καθρέφτη, αλλά τότε θα βλέπουμε πρόσωπο με πρόσωπο».—1Κο 13:12· παράβαλε 2Κο 3:18· 4:6.
Το να λέει ή να κάνει ένα άτομο κάτι “κατά πρόσωπο κάποιου” υποδηλώνει αμεσότητα, ανοιχτή αντιπαράθεση (Δευ 7:10· Ιωβ 21:31) και, με αρνητική έννοια, μπορεί να υπονοεί θράσος και ασέβεια. (Ιωβ 1:11· Ησ 65:3) Συγγενική είναι η φράση “η επίπληξη του προσώπου”.—Ψλ 80:16.
Η φράση “προσηλώνω ή στρέφω το πρόσωπό μου” σημαίνει αποβλέπω σε κάποιον στόχο, σκοπό ή επιθυμία (Γε 31:21· 1Βα 2:15· 2Βα 12:17) και μεταδίδει την ιδέα της ισχυρής θέλησης και αποφασιστικότητας. (2Χρ 20:3· Δα 11:16-19· Λου 9:51-53) Ο Δανιήλ “προσήλωσε το πρόσωπό του στον Ιεχωβά” με την έννοια ότι Τον εκζήτησε ένθερμα, αποβλέποντας σε αυτόν για βοήθεια. (Δα 9:3· παράβαλε 2Κο 1:11.) Η ισχυρή αποφασιστικότητα αντανακλάται πολλές φορές στο πρόσωπο κάποιου όταν τα χείλη και το σαγόνι είναι σφιγμένα και το βλέμμα σταθερό. Ο Ησαΐας “έκανε το πρόσωπό του σαν πυρόλιθο”, αποφασισμένος να μην επιτρέψει στις προσπάθειες των εχθρών να τον απομακρύνουν από τη διακονία που του είχε ανατεθεί. (Ησ 50:7) Οι στασιαστικοί κάτοικοι του Ιούδα «έκαναν τα πρόσωπά τους σκληρότερα από βράχο», αρνούμενοι πεισματικά να δεχτούν διόρθωση. (Ιερ 5:3) Από την άλλη πλευρά, το ότι ο Ιεχωβά “προσηλώνει το πρόσωπό του εναντίον” όσων παραβιάζουν το δίκαιο νόμο του σημαίνει ότι τους απορρίπτει και τους καταδικάζει, με αποτέλεσμα τη συμφορά ή το θάνατο.—Λευ 17:10· 20:3-6· Ιερ 21:10· παράβαλε 1Πε 3:12.
Η φράση “κρύβω το πρόσωπο” έχει διάφορες έννοιες, ανάλογα με τις περιστάσεις. Όταν ο Ιεχωβά Θεός κρύβει το πρόσωπό του, αυτό υποδηλώνει συνήθως ότι αποσύρει την εύνοιά του ή την ενισχυτική του δύναμη. Αυτό μπορεί να αποτελεί συνέπεια της ανυπακοής του ατόμου ή της ομάδας που περιλαμβάνεται, όπως του έθνους του Ισραήλ. (Ιωβ 34:29· Ψλ 30:5-8· Ησ 54:8· 59:2) Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να υπονοεί ότι ο Ιεχωβά δεν αποκαλύπτει τον εαυτό του με κάποια ενέργεια ή απάντηση, περιμένοντας το δικό του ορισμένο καιρό. (Ψλ 13:1-3) Το αίτημα του Δαβίδ: «Κρύψε το πρόσωπό σου από τις αμαρτίες μου» αποτελούσε παράκληση προς τον Θεό να συγχωρήσει ή να παραβλέψει τις παραβάσεις του.—Ψλ 51:9· παράβαλε Ψλ 10:11.
Το ότι ένας άνθρωπος ή άγγελος κρύβει ή καλύπτει το πρόσωπό του μπορεί να εκφράζει ταπεινοφροσύνη ή ευλαβικό φόβο και σεβασμό. (Εξ 3:6· 1Βα 19:13· Ησ 6:2) Μπορεί επίσης να αποτελεί ένδειξη πένθους. (2Σα 19:4) Αντίθετα, ο Ελιφάς υπαινίχθηκε εσφαλμένα ότι η ευημερία του Ιώβ τον είχε κάνει αλαζόνα έτσι ώστε, στην ουσία, εκείνος “κάλυπτε το πρόσωπό του με την παχύτητά του”. (Ιωβ 15:27) Όπως συνέβη στην περίπτωση του Αμάν, όταν κάποιος άλλος κάλυπτε το πρόσωπο ενός ατόμου, η ενέργεια αυτή μπορεί να συμβόλιζε ντρόπιασμα και πιθανώς καταδίκη.—Εσθ 7:8· παράβαλε Ψλ 44:15· Ιερ 51:51.
Η φράση “αποστρέφω το πρόσωπο” μπορεί να εκφράζει προσβλητική αδιαφορία ή περιφρόνηση. (2Χρ 29:6· Ιερ 2:27· 32:33) Ο Θεός φανερώνει την απαξίωσή του για εκείνους που απορρίπτουν τη συμβουλή του δείχνοντάς τους «την πλάτη, και όχι το πρόσωπο», την ημέρα της συμφοράς τους.—Ιερ 18:17.
Το “φτύσιμο στο πρόσωπο” κάποιου ήταν μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική πράξη ονειδισμού ή ταπείνωσης.—Αρ 12:14· Δευ 25:9· Ησ 50:6· Ματ 26:67.
Το Ίδιο το Άτομο ή η Παρουσία Του. Εφόσον το πρόσωπο είναι το πιο χαρακτηριστικό τμήμα ενός ατόμου, αυτό που προσδιορίζει το άτομο περισσότερο από κάθε άλλο μέλος του σώματος και εκφράζει την προσωπικότητά του με τον καλύτερο τρόπο, μερικές φορές η λέξη «πρόσωπο» χρησιμοποιούνταν ως μετωνυμία για το ίδιο το άτομο. Βλέπε, για παράδειγμα, τα εδάφια 2 Σαμουήλ 7:9· 17:11 και Πράξεις 3:19, όπου οι εκφράσεις «μπροστά σου» (στη φράση «από μπροστά σου»), «εσύ προσωπικά» και «πρόσωπο» αποδίδουν την πρωτότυπη εβραϊκή λέξη που σημαίνει «πρόσωπο» και τη λέξη πρόσωπον του ελληνικού κειμένου. Σε άλλες περιπτώσεις, το πρόσωπο μπορεί να αναφέρεται στην παρουσία του ατόμου, όπως στο εδάφιο Πράξεις 3:13.
«Το ψωμί της πρόθεσης» στη σκηνή της μαρτυρίας αποκαλείται κυριολεκτικά «το ψωμί του προσώπου» στην εβραϊκή (Εξ 25:30), δηλαδή ήταν το ψωμί της παρουσίας του Ιεχωβά. Αυτή η έκφραση τόνιζε πόσο κοντά βρισκόταν εκείνος στο λαό, όπως καταδεικνυόταν συμβολικά μέσα στο αγιαστήριο.
Άλλες Χρήσεις και Λέξεις. Η λέξη πρόσωπον του ελληνικού κειμένου υποδηλώνει μερικές φορές την «εξωτερική εμφάνιση» που παρουσιάζει ένα άτομο, λόγω του πλούτου ή της φτώχειας του, της υψηλής ή χαμηλής του θέσης και παρόμοιων πραγμάτων.—Ματ 22:16· 2Κο 5:12· Γα 2:6.
Η εβραϊκή λέξη ’αφ (μύτη· ρουθούνια) αναφέρεται μερικές φορές στην περιοχή της μύτης και γι’ αυτό αποδίδεται «πρόσωπο», συνήθως όταν γίνεται λόγος για προσκύνηση. (Γε 3:19· 19:1· 48:12) Η εβραϊκή λέξη ‛άγιν (μάτι) χρησιμοποιείται στη δήλωση ότι ο Ιεχωβά εμφανίστηκε στο λαό του, μεταφορικά, «πρόσωπο με πρόσωπο».—Αρ 14:14, υποσ.
-
-
ΠροσωποληψίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ
Βλέπε ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ.
-
-
ΠροφητείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ
Θεόπνευστο άγγελμα· αποκάλυψη του θεϊκού θελήματος και σκοπού ή η εξαγγελία του. Προφητεία μπορεί να είναι μια θεόπνευστη ηθική διδασκαλία, μια έκφραση θεϊκής προσταγής ή κρίσης ή μια διακήρυξη ενός επικείμενου γεγονότος. Η πρόβλεψη, ή αλλιώς πρόρρηση, δεν είναι η βασική σκέψη που μεταδίδουν οι ρίζες των πρωτότυπων γλωσσών (εβρ. κείμενο, ναβά’, ελλ. κείμενο, προφητεύω), αποτελεί όμως εξέχον γνώρισμα των Βιβλικών προφητειών.—Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ.
Η σημασία των λέξεων στις πρωτότυπες γλώσσες φανερώνεται από τα ακόλουθα παραδείγματα: Όταν ειπώθηκε στον Ιεζεκιήλ μέσα σε όραμα να “προφητεύσει προς τον άνεμο”, εκείνος απλώς εξέφρασε την προσταγή του Θεού προς τον άνεμο. (Ιεζ 37:9, 10) Όταν μερικοί στη δίκη του Ιησού τον σκέπασαν, τον χαστούκισαν και κατόπιν είπαν: «Προφήτευσε σε εμάς, Χριστέ. Ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;», δεν ζητούσαν από τον Ιησού να κάνει κάποια πρόρρηση, αλλά να προσδιορίσει με θεϊκή αποκάλυψη αυτούς που τον είχαν χαστουκίσει. (Ματ 26:67, 68· Λου 22:63, 64) Η Σαμαρείτισσα στο πηγάδι αναγνώρισε τον Ιησού ως “προφήτη” επειδή εκείνος αποκάλυψε για το παρελθόν της πράγματα τα οποία δεν θα μπορούσε να γνωρίζει παρά μόνο με θεϊκή δύναμη. (Ιωα 4:17-19· παράβαλε Λου 7:39.) Συνεπώς, Γραφικές περικοπές όπως η Επί του Όρους Ομιλία του Ιησού και η κατάκριση που απηύθυνε αυτός εναντίον των γραμματέων και Φαρισαίων (Ματ 23:1-36) μπορούν επίσης να χαρακτηριστούν ορθά προφητείες, εφόσον επρόκειτο για θεόπνευστες “διακηρύξεις” του νου του Θεού σχετικά με ορισμένα ζητήματα, όπως ακριβώς ήταν και οι εξαγγελίες του Ησαΐα, του Ιερεμία και άλλων προγενέστερων προφητών.—Παράβαλε Ησ 65:13-16 και Λου 6:20-25.
Φυσικά, υπάρχουν πάμπολλες προρρήσεις, ή αλλιώς προβλέψεις, σε ολόκληρη την Αγία Γραφή, κάποιες δε από τις πρώτες που ειπώθηκαν βρίσκονται στα εδάφια Γένεση 3:14-19· 9:24-27· 27:27-40· 49:1-28· Δευτερονόμιο 18:15-19.
Η Πηγή όλων των αληθινών προφητειών είναι ο Ιεχωβά Θεός. Αυτός τις μεταδίδει μέσω του αγίου του πνεύματος ή, ενίοτε, μέσω ουράνιων αγγελιοφόρων που κατευθύνονται από το πνεύμα. (2Πε 1:20, 21· Εβρ 2:1, 2) Οι προφητείες των Εβραϊκών Γραφών ξεκινούν πολλές φορές με τη φράση: «Ακούστε το λόγο του Ιεχωβά» (Ησ 1:10· Ιερ 7:2), με τον όρο δε “ο λόγος” εννοείται συχνά ένα θεόπνευστο άγγελμα, δηλαδή μια προφητεία.—Ησ 44:26· Ιερ 21:1· Ιεζ 33:30-33· παράβαλε Ησ 24:3.
Με ποια έννοια ήταν “το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού εκείνο που ενέπνευσε την προφητεία”;
Στο όραμα του αποστόλου Ιωάννη, ένας άγγελος του είπε ότι «εκείνο που εμπνέει την προφητεία [τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας, Κείμενο] είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού». (Απ 19:10) Ο απόστολος Παύλος αποκαλεί τον Χριστό “το ιερό μυστικό του Θεού” και λέει ότι «σε αυτόν είναι προσεκτικά αποκρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης». (Κολ 2:2, 3) Ο λόγος για αυτό είναι ότι ο Ιεχωβά Θεός ανέθεσε στον Γιο του το βασικό ρόλο στην επεξεργασία του μεγαλειώδους σκοπού Του, ο οποίος είναι να αγιάσει το όνομά Του και να αποκαταστήσει τη γη και τους κατοίκους της στη θέση που αρμόζει σε αυτούς στη δική Του διευθέτηση των πραγμάτων, χρησιμοποιώντας ως μέσο “μια διαχείριση στο πλήρωμα των προσδιορισμένων καιρών, δηλαδή ξανασυγκεντρώνοντας όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη”. (Εφ 1:9, 10· παράβαλε 1Κο 15:24, 25.) Εφόσον η εκπλήρωση του μεγαλειώδους σκοπού του Θεού είναι καθ’ όλα συνυφασμένη με τον Ιησού (παράβαλε Κολ 1:19, 20), έπεται ότι όλες οι προφητείες, δηλαδή όλα τα θεόπνευστα αγγέλματα που διακήρυξαν οι υπηρέτες του Θεού, έστρεφαν την προσοχή στον Γιο του. Ως εκ τούτου, όπως δηλώνει το εδάφιο Αποκάλυψη 19:10, όλο το «πνεύμα» (η συνολική τάση, πρόθεση και επιδίωξη) της προφητείας ήταν το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού, εκείνον τον οποίο ο Ιεχωβά επρόκειτο να καταστήσει ως “την οδό, την αλήθεια και τη ζωή”. (Ιωα 14:6) Αυτό θα ίσχυε, όχι μόνο για τις προφητείες που προηγούνταν της επίγειας διακονίας του Ιησού, αλλά και για εκείνες που θα ακολουθούσαν.—Πρ 2:16-36.
Από το ξέσπασμα κιόλας του στασιασμού στην Εδέμ, ο Ιεχωβά Θεός ξεκίνησε αυτή τη «μαρτυρία για τον Ιησού» μέσω της προφητείας του σχετικά με το «σπέρμα», το οποίο τελικά θα “συνέτριβε το κεφάλι του φιδιού”, του Αντιδίκου του Θεού. (Γε 3:15) Η Αβραμιαία διαθήκη υπήρξε προφητική όσον αφορά εκείνο το Σπέρμα και όσον αφορά το ότι αυτό θα ευλογούσε όλες τις οικογένειες της γης και θα νικούσε τον Αντίδικο και το «σπέρμα» του. (Γε 22:16-18· παράβαλε Γα 3:16.) Προειπώθηκε ότι το υποσχεμένο Σπέρμα, ο αποκαλούμενος «Σηλώ» (που σημαίνει «Εκείνος του Οποίου Είναι· Εκείνος στον Οποίο Ανήκει»), θα ερχόταν από τη φυλή του Ιούδα. (Γε 49:10) Μέσω του έθνους του Ισραήλ, ο Ιεχωβά αποκάλυψε ότι ο σκοπός του ήταν να έχει «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:6· παράβαλε 1Πε 2:9, 10.) Οι θυσίες του Νόμου που δόθηκε στον Ισραήλ προσκίαζαν τη θυσία του Γιου του Θεού, το δε ιερατείο του εξεικονίζει το ουράνιο βασιλικό ιερατείο εκείνου (το οποίο αποτελείται από τον ίδιο και τους συνιερείς του) κατά τη Χιλιετή Βασιλεία του. (Εβρ 9:23, 24· 10:1· Απ 5:9, 10· 20:6) Επομένως, ο Νόμος έγινε “παιδαγωγός που οδήγησε στον Χριστό”.—Γα 3:23, 24.
Σχετικά με κάποια γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του έθνους του Ισραήλ, ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Αυτά συνέβαιναν σε εκείνους ως παραδείγματα [τυπικῶς, Κείμενο] και γράφτηκαν για προειδοποίηση δική μας [των ακολούθων του Χριστού Ιησού], στους οποίους έχουν φτάσει τα τέλη των συστημάτων πραγμάτων». (1Κο 10:11) Ο Δαβίδ, ο εξοχότερος βασιλιάς του έθνους, αποτέλεσε προφητικό σύμβολο του Γιου του Θεού, τη δε διαθήκη του Θεού με τον Δαβίδ για αιώνια βασιλεία την κληρονόμησε ο Ιησούς Χριστός. (Ησ 9:6, 7· Ιεζ 34:23, 24· Λου 1:32· Πρ 13:32-37· Απ 22:16) Οι διάφορες μάχες που έδωσαν πιστοί βασιλιάδες (συνήθως καθοδηγούμενοι και ενθαρρυνόμενοι από προφήτες του Θεού) προεικόνιζαν τον πόλεμο που θα διεξήγε ο Γιος του Θεού κατά των εχθρών της Βασιλείας του, και, επομένως, οι νίκες που τους χάρισε ο Θεός προεικόνιζαν τη νίκη του Χριστού επί όλων των δυνάμεων του Σατανά, η οποία θα φέρει απελευθέρωση στο λαό του Θεού.—Ψλ 110:1-5· Μιχ 5:2-6· Πρ 4:24-28· Απ 16:14, 16· 19:11-21.
Πολλές από τις προφητείες αυτής της περιόδου περιέγραψαν τη βασιλεία του Χρισμένου του Θεού (του Μεσσία, ή αλλιώς Χριστού) και τις ευλογίες της διακυβέρνησής του. Άλλες Μεσσιανικές προφητείες έστρεψαν την προσοχή στο διωγμό και στα παθήματα του Υπηρέτη του Θεού. (Παράβαλε Ησ 11:1-10· 53:1-12· Πρ 8:29-35.) Όπως δηλώνει ο απόστολος Πέτρος, οι ίδιοι οι αρχαίοι προφήτες «ερευνούσαν ποιον καιρό ή τι είδους καιρό υποδείκνυε το πνεύμα μέσα τους σχετικά με τον Χριστό [τον Μεσσία], όταν αυτό έδινε μαρτυρία προκαταβολικά για τα παθήματα που περίμεναν τον Χριστό και για τις δόξες που θα τα ακολουθούσαν». Τους αποκαλύφτηκε ότι αυτά τα πράγματα θα εκπληρώνονταν στο μέλλον, πέρα από το δικό τους καιρό.—1Πε 1:10-12· παράβαλε Δα 9:24-27· 12:1-10.
Εφόσον ο Χριστός Ιησούς είναι Εκείνος στον οποίο εκπληρώνονται όλες αυτές οι προφητείες, πράγμα που τις αποδεικνύει όλες αληθινές, καθίσταται φανερό το πώς “η αλήθεια έγινε πραγματικότητα μέσω του Ιησού Χριστού”. «Διότι όσες και αν είναι οι υποσχέσεις του Θεού, έχουν γίνει Ναι μέσω αυτού». (Ιωα 1:17· 2Κο 1:20· παράβαλε Λου 18:31· 24:25, 26, 44-46.) Εύλογα είπε ο Πέτρος για τον Ιησού ότι “όλοι οι προφήτες δίνουν μαρτυρία για αυτόν”.—Πρ 3:20-24· 10:43· παράβαλε 28:23.
Σκοπός και Χρόνος Εκπλήρωσης. Η προφητεία, είτε ήταν πρόρρηση είτε απλή θεόπνευστη οδηγία είτε έλεγχος, ωφελούσε τόσο εκείνους που την άκουγαν αρχικά όσο και εκείνους που θα έθεταν πίστη στις υποσχέσεις του Θεού σε κάθε μελλοντική περίοδο. Σε ό,τι αφορά τους αρχικούς αποδέκτες, οι προφητείες τούς διαβεβαίωναν ότι, παρά το πέρασμα ετών ή αιώνων, ο Θεός παρέμενε αμετακίνητος στο σκοπό του και σταθερός στους όρους και στις υποσχέσεις της διαθήκης του. (Παράβαλε Ψλ 77:5-9· Ησ 44:21· 49:14-16· Ιερ 50:5.) Η προφητεία του Δανιήλ, παραδείγματος χάρη, παρείχε πληροφορίες οι οποίες αποτέλεσαν ανεκτίμητο κρίκο ανάμεσα στην ολοκλήρωση της συγγραφής των Εβραϊκών ή προχριστιανικών Γραφών και στην έλευση του Μεσσία. Η πρόγνωσή της σχετικά με παγκόσμια γεγονότα, μεταξύ των οποίων η άνοδος και η πτώση των διαδοχικών παγκόσμιων δυνάμεων, παρείχε διαβεβαίωση στους Ιουδαίους που ζούσαν κατά τους αιώνες της περσικής, της ελληνικής και της ρωμαϊκής κυριαρχίας (καθώς και στους Χριστιανούς μετέπειτα) ότι δεν υπήρχαν κενά στην πρόβλεψη του Θεού, ότι οι δικοί τους καιροί είχαν όντως προβλεφθεί και ότι η εκπλήρωση του υπέρτατου σκοπού του Ιεχωβά εξακολουθούσε να είναι βέβαιη. Προστάτευε αυτούς τους πιστούς από το να θέσουν την πίστη και την ελπίδα τους σε τέτοια εφήμερα παγκόσμια καθεστώτα με παροδική δύναμη ελέγχου και τους έδινε την ικανότητα να κατευθύνουν την πορεία τους με σοφία.—Παράβαλε Δα 8:20-26· 11:1-20.
Το γεγονός ότι πολλές προφητείες είχαν ήδη εκπληρωθεί στην εποχή τους έπειθε τους ειλικρινείς ανθρώπους ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να πραγματοποιεί το σκοπό του παρά την όποια εναντίωση. Το ότι αυτός, και μόνο αυτός, μπορούσε να προείπει τέτοια γεγονότα και να τα κάνει να συμβούν αποδείκνυε ότι είναι ο μοναδικός πραγματικός Θεός. (Ησ 41:21-26· 46:9-11) Επίσης, αυτές οι προφητείες τούς έδιναν τη δυνατότητα να γνωρίσουν καλύτερα τον Θεό, κατανοώντας σαφέστερα το θέλημά του και τους ηθικούς κανόνες με βάση τους οποίους ενεργεί και κρίνει, ώστε να εναρμονίζουν τη ζωή τους ανάλογα.—Ησ 1:18-20· 55:8-11.
Μεγάλος αριθμός προφητειών εφαρμόστηκαν ή εκπληρώθηκαν αρχικά στους ανθρώπους της εποχής κατά την οποία διατυπώθηκαν, εφόσον πολλές προφητείες εξέφραζαν την κρίση του Θεού για τον σαρκικό Ισραήλ και τα γύρω έθνη και προέλεγαν την πτώση και την επακόλουθη αποκατάσταση του Ισραήλ και του Ιούδα. Εντούτοις, οι προφητείες αυτές δεν έχασαν την αξία τους για τις μεταγενέστερες γενιές, όπως για τη Χριστιανική εκκλησία, είτε στον πρώτο αιώνα Κ.Χ. είτε στις ημέρες μας. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Διότι όλα όσα γράφτηκαν παλιότερα γράφτηκαν για τη διδασκαλία μας, ώστε, μέσω της υπομονής μας και μέσω της παρηγοριάς από τις Γραφές, να έχουμε ελπίδα». (Ρω 15:4) Εφόσον ο Θεός είναι αμετάβλητος όσον αφορά τους ηθικούς κανόνες και το σκοπό του (Μαλ 3:6· Εβρ 6:17, 18), η πολιτεία του με τον Ισραήλ έδειξε πώς θα χειριστεί παρόμοιες καταστάσεις σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή. Επομένως, ο Ιησούς και οι μαθητές του δικαιολογημένα χρησιμοποίησαν προφητικές δηλώσεις, οι οποίες είχαν εφαρμοστεί αιώνες νωρίτερα, ως εφαρμόσιμες και στις δικές τους ημέρες. (Ματ 15:7, 8· Πρ 28:25-27) Άλλες προφητείες ήταν σαφώς προρρήσεις, καθώς μερικές συνδέονταν συγκεκριμένα και αποκλειστικά με την επίγεια διακονία του Ιησού και με τα επακόλουθα γεγονότα. (Ησ 53· Δα 9:24-27) Για όσους ζούσαν τον καιρό της εμφάνισης του Μεσσία, οι προφητείες παρείχαν τα μέσα για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του και για την εξακρίβωση της γνησιότητας της αποστολής και του αγγέλματός του.—Βλέπε ΜΕΣΣΙΑΣ.
Μετά την αναχώρηση του Ιησού από τη γη, οι Εβραϊκές Γραφές και οι προφητείες τους συμπλήρωναν τις διδασκαλίες του Ιησού ως προς τη διαμόρφωση του ζωτικού πλαισίου μέσα στο οποίο οι Χριστιανοί ακόλουθοί του μπορούσαν να βλέπουν τα μετέπειτα γεγονότα, να τα εντάσσουν σε αυτό και να μαθαίνουν το νόημα και τη σημασία τους. Αυτό προσέδιδε κύρος και ισχύ στο κήρυγμα και στη διδασκαλία τους, ενώ παράλληλα τους έδινε πεποίθηση και θάρρος καθώς αντιμετώπιζαν εναντίωση. (Πρ 2:14-36· 3:12-26· 4:7-12, 24-30· 7:48-50· 13:40, 41, 47) Στις παλιές θεόπνευστες αποκαλύψεις βρήκαν μεγάλο απόθεμα ηθικών οδηγιών για «διδασκαλία, για έλεγχο, για τακτοποίηση ζητημάτων, για διαπαιδαγώγηση στη δικαιοσύνη». (2Τι 3:16, 17· Ρω 9:6-33· 1Κο 9:8-10· 10:1-22) Ο Πέτρος, ο οποίος έλαβε επιβεβαίωση των προφητειών βλέποντας το όραμα της μεταμόρφωσης, είπε: «Έχουμε, λοιπόν, τον προφητικό λόγο βεβαιότερο· και κάνετε καλά που δίνετε προσοχή σε αυτόν όπως σε λυχνάρι που λάμπει σε σκοτεινό τόπο». (2Πε 1:16-19· Ματ 16:28–17:9) Άρα, οι προχριστιανικές προφητείες συμπλήρωναν τις οδηγίες του Ιησού και αποτελούσαν μέσο με το οποίο ο Θεός καθοδηγούσε τη Χριστιανική εκκλησία σε σπουδαίες αποφάσεις, όπως παραδείγματος χάρη στο ζήτημα των Εθνικών πιστών.—Πρ 15:12-21· Ρω 15:7-12.
Οι προφητείες έπαιζαν επίσης προειδοποιητικό ρόλο, υποδεικνύοντας πότε έπρεπε να αναληφθεί επειγόντως δράση. Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η προειδοποίηση του Ιησού για την επερχόμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την κατάσταση που θα υποδείκνυε στους ακολούθους του ότι ήταν καιρός να εγκαταλείψουν την πόλη και να καταφύγουν σε κάποιον ασφαλή τόπο. (Λου 19:41-44· 21:7-21) Παρόμοιες προφητικές προειδοποιήσεις αφορούν την παρουσία του Χριστού.—Παράβαλε Ματ 24:36-42.
Με την έκχυση του αγίου πνεύματος την Πεντηκοστή, χορηγήθηκαν στους Χριστιανούς θαυματουργικά χαρίσματα, όπως η προφητεία και η ομιλία σε γλώσσες τις οποίες δεν είχαν σπουδάσει. Σε μερικές περιπτώσεις (αλλά όχι κατ’ ανάγκην σε όλες) το χάρισμα της προφητείας παρήγαγε προρρήσεις, όπως του Άγαβου (Πρ 11:27, 28· 21:8-11), κάτι που έδωσε στη Χριστιανική εκκλησία ή σε μέλη της τη δυνατότητα να προετοιμαστούν για συγκεκριμένες κρίσιμες καταστάσεις ή δοκιμασίες. Οι κανονικές επιστολές των αποστόλων και των μαθητών περιέχουν και αυτές θεόπνευστες προβλέψεις του μέλλοντος. Προειδοποιούσαν για την επερχόμενη αποστασία, περιέγραφαν τη μορφή που θα έπαιρνε αυτή, προειδοποιούσαν για την κρίση του Θεού και τη μελλοντική εκτέλεσή της και αποκάλυπταν δογματικές αλήθειες που δεν ήταν πριν κατανοητές ή σαφείς, καθώς επίσης διευκρίνιζαν όσες είχαν γνωστοποιηθεί ήδη. (Πρ 20:29, 30· 1Κο 15:22-28, 51-57· 1Θε 4:15-18· 2Θε 2:3-12· 1Τι 4:1-3· 2Τι 3:1-13· 4:3, 4· παράβαλε Ιου 17-21.) Το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι γεμάτο προφητικές πληροφορίες, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να προειδοποιηθούν ώστε να μπορέσουν να διακρίνουν «τα σημεία των καιρών» (Ματ 16:3) και να αναλάβουν επειγόντως δράση.—Απ 1:1-3· 6:1-17· 12:7-17· 13:11-18· 17:1-12· 18:1-8.
Ωστόσο, στην πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους, ο Παύλος εξηγεί ότι τα θαυματουργικά χαρίσματα, μεταξύ των οποίων και οι θεόπνευστες προφητείες, επρόκειτο να καταργηθούν. (1Κο 13:2, 8-10) Τα στοιχεία δείχνουν ότι με το θάνατο των αποστόλων αυτά τα χαρίσματα έπαψαν να μεταδίδονται και έκτοτε παρήλθαν από τη Χριστιανική σκηνή, έχοντας εκπληρώσει το σκοπό τους. Φυσικά, μέχρι τότε ο Βιβλικός κανόνας είχε ολοκληρωθεί.
Οι παραβολές του Ιησού είχαν παρόμοια μορφή με μερικές από τις αλληγορικές εξαγγελίες των προγενέστερων προφητών. (Παράβαλε Ιεζ 17:1-18· 19:1-14· Ματ 7:24-27· 21:33-44.) Σχεδόν όλες είχαν κάποια εκπλήρωση εκείνον τον καιρό. Μερικές ουσιαστικά έθεταν ηθικές αρχές. (Ματ 18:21-35· Λου 18:9-14) Άλλες περιείχαν χρονικά χαρακτηριστικά τα οποία έφταναν ως την παρουσία του Ιησού και “την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων”.—Ματ 13:24-30, 36-43· 25:1-46.
Πολλαπλή εκπλήρωση. Η χρήση προφητειών από τον Ιησού και τους μαθητές του φανερώνει ότι μια προφητεία πρόρρησης πιθανόν να έχει περισσότερες από μία εκπληρώσεις. Παραδείγματος χάρη, ο Παύλος αναφέρθηκε στην προφητεία του Αββακούμ, η οποία είχε εκπληρωθεί αρχικά με την ερήμωση του Ιούδα από τη Βαβυλώνα, και την εφάρμοσε στις ημέρες του. (Αββ 1:5, 6· Πρ 13:40, 41) Ο Ιησούς έδειξε ότι η προφητεία του Δανιήλ σχετικά με «το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση» επρόκειτο να εκπληρωθεί στη γενιά που ήταν τότε εν ζωή. Εντούτοις, η προφητεία του Δανιήλ συνδέει επίσης «το αηδιαστικό πράγμα» που προκαλεί ερήμωση με τον «καιρό του τέλους». (Δα 9:27· 11:31-35· Ματ 24:15, 16) Τα Βιβλικά στοιχεία δείχνουν πως, όταν «σηκωθεί» ο Μιχαήλ, αυτό θα σημάνει ότι ο Ιησούς Χριστός αναλαμβάνει δράση ως βασιλιάς υπέρ των υπηρετών του Ιεχωβά. (Δα 12:1· βλέπε ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1.) Η προφητεία του ίδιου του Ιησού σχετικά με την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων περιλαμβάνει παρόμοια μια αναφορά στην έλευσή του με βασιλική εξουσία, πράγμα που δεν συνέβη τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. (Ματ 24:29, 30· Λου 21:25-32) Αυτό υποδεικνύει διπλή εκπλήρωση. Έτσι λοιπόν, σχετικά με το θέμα της διπλής εκπλήρωσης προφητειών, η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1894, Τόμ. 8, σ. 635) αναφέρει: «Αυτή η άποψη για την εκπλήρωση των προφητειών φαίνεται απαραίτητη προκειμένου να εξηγηθεί η πρόρρηση του Κυρίου μας στο Όρος, η οποία σχετίζεται τόσο με την πτώση της Ιερουσαλήμ όσο και με το τέλος του Χριστιανικού Αιώνα».
Μορφές Προφητείας. Εκτός από τις άμεσες δηλώσεις που μετέδιδε μέσω των προφητών του (οι οποίες ίσως συνοδεύονταν και από συμβολικές πράξεις [1Βα 11:29-31] ή εκφέρονταν αλληγορικά), ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε και άλλες μορφές προφητείας. Προφητικοί χαρακτήρες προεικόνιζαν τον Μεσσία, τον Χριστό Ιησού. Εκτός από τον Δαβίδ, που αναφέρθηκε ήδη, μεταξύ αυτών ήταν ο ιερέας-βασιλιάς Μελχισεδέκ (Εβρ 7:15-17), ο προφήτης Μωυσής (Πρ 3:20-22) και άλλοι. Ας σημειωθεί ότι, όσον αφορά τους προφητικούς χαρακτήρες, το άτομο δεν πρέπει να θεωρείται εξεικονιστικό ή προφητικό από κάθε άποψη. Παραδείγματος χάρη, οι τρεις ημέρες που πέρασε ο Ιωνάς στην κοιλιά του μεγάλου ψαριού προεικόνιζαν το διάστημα που θα έμενε ο Ιησούς στον Σιεόλ. Ωστόσο, η απροθυμία του Ιωνά να δεχτεί το διορισμό του όπως και άλλες πτυχές της ζωής του δεν προεικόνιζαν την πορεία του Γιου του Θεού. Ο Ιησούς χαρακτήρισε τον εαυτό του ως «κάτι που είναι περισσότερο από τον Σολομώντα», διότι η σοφία του Ιησού και η ειρήνη που διακρίνει τη διακυβέρνηση της Βασιλείας του είναι όμοιες με του Σολομώντα αλλά συγκριτικά υπέρτερες. Εντούτοις, ο Ιησούς δεν γίνεται παραβάτης από πνευματική άποψη, όπως έγινε ο Σολομών.—Ματ 12:39-42.
Ο Θεός χρησιμοποίησε επίσης προφητικά δράματα, δεδομένου ότι λεπτομέρειες από τη ζωή ατόμων και εθνών καταγράφηκαν ως υπόδειγμα μελλοντικών γεγονότων στην επεξεργασία του σκοπού του Ιεχωβά. Ο Παύλος μιλάει για ένα τέτοιο «συμβολικό δράμα» που περιλάμβανε τους δύο γιους του Αβραάμ από τη Σάρρα και από τη δούλη Άγαρ. Δείχνει ότι οι δύο γυναίκες «σημαίνουν» δύο σχέσεις διαθήκης. Οι ίδιες προσωπικά δεν εξεικόνιζαν αυτές τις διαθήκες. Ωστόσο, στο προφητικό δράμα οι γυναίκες εκείνες αντιστοιχούσαν σε συμβολικές γυναίκες οι οποίες γέννησαν παιδιά υπό τις εν λόγω διαθήκες. Έτσι λοιπόν, η Άγαρ αντιστοιχούσε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, η οποία δεν δέχτηκε τον Ελευθερωτή τον οποίο υποδείκνυε η διαθήκη του Νόμου, αλλά παρέμεινε προσκολλημένη σε εκείνον το Νόμο ακόμη και αφού τον τερμάτισε ο Θεός. Συνεπώς, η επίγεια Ιερουσαλήμ και τα παιδιά της ήταν υπόδουλοι στο Νόμο. Από την άλλη πλευρά, η Σάρρα, η ελεύθερη γυναίκα, αντιστοιχούσε στην «άνω Ιερουσαλήμ», την όμοια με σύζυγο ουράνια οργάνωση του Θεού, η οποία γεννάει γιους σύμφωνα με όσα προειπώθηκαν στην Αβραμιαία διαθήκη. (Γα 4:21-31· παράβαλε Ιωα 8:31-36.) Ο Κατακλυσμός των ημερών του Νώε και οι προϋπάρχουσες συνθήκες ήταν προφητικά πρότυπα των συνθηκών που θα επικρατούσαν κατά τη μελλοντική παρουσία του Χριστού και της κατάληξης που θα είχαν όσοι θα απέρριπταν την οδό του Θεού.—Ματ 24:36-39· παράβαλε 1Κο 10:1-11.
Προφητικά χρησιμοποιήθηκαν και τόποι, όπως η πόλη της Ιερουσαλήμ στο Όρος Σιών, η οποία ενίοτε εκπροσωπούσε μια ουράνια οργάνωση που είναι η «μητέρα» των χρισμένων με το πνεύμα Χριστιανών. (Γα 4:26) Η «Νέα Ιερουσαλήμ» συμβόλιζε την ουράνια «νύφη» του Χριστού, η οποία αποτελείται από μέλη της δοξασμένης Χριστιανικής εκκλησίας. (Απ 21:2, 9-14· παράβαλε Εφ 5:23-27, 32, 33· Απ 14:1-4.) Ωστόσο, η Ιερουσαλήμ, εξαιτίας της ευρείας απιστίας των κατοίκων της, μπορεί να χρησιμοποιείται και αρνητικά. (Γα 4:25· παράβαλε Ιεζ 16:1-3, 8-15· βλέπε ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ [Η Σημασία της Πόλης].) Άλλοι τόποι που καταφανώς χρησιμοποιήθηκαν με προφητική σημασία είναι τα Σόδομα, η Αίγυπτος, η Μεγιδδώ, η Βαβυλώνα και η Κοιλάδα του Εννόμ, ή αλλιώς Γέεννα.—Απ 11:8· 16:16· 18:2· Ματ 23:33.
Στην περίπτωση της σκηνής της μαρτυρίας βρίσκουμε ένα προφητικό υπόδειγμα, το οποίο περιλάμβανε αντικείμενα και διαδικασίες. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι ο εξοπλισμός της, τα όσα λάβαιναν χώρα σε αυτήν και οι θυσίες της αποτελούσαν υπόδειγμα ουράνιων πραγματικοτήτων, «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων».—Εβρ 8:5· 9:23, 24.
Δοκιμή των Προφητειών και της Ερμηνείας Τους. Λόγω της δράσης των ψευδοπροφητών, ο Ιωάννης προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να πιστεύει κάποιος κάθε «εμπνευσμένη έκφραση», πράγμα που είναι βασικά οι προφητείες. Αντίθετα, νουθέτησε τους Χριστιανούς να “δοκιμάζουν τις εμπνευσμένες εκφράσεις για να δουν αν προέρχονται από τον Θεό”. (1Ιω 4:1) Ο Ιωάννης αναφέρει μια διδασκαλία με την οποία μπορεί να καθοριστεί αν η εμπνευσμένη έκφραση έχει θεϊκή προέλευση, συγκεκριμένα τη διδασκαλία ότι ο Χριστός έχει έρθει με σάρκα. Ωστόσο, σαφώς δεν εννοούσε ότι αυτό ήταν το μοναδικό κριτήριο, αλλά προφανώς ανέφερε ένα παράδειγμα κάποιου ζητήματος το οποίο ενδεχομένως ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο εκείνον τον καιρό. (1Ιω 4:2, 3) Ένας ζωτικός παράγοντας είναι το αν η προφητεία εναρμονίζεται με τον αποκαλυμμένο λόγο και το θέλημα του Θεού (Δευ 13:1-5· 18:20-22), και αυτή η εναρμόνιση δεν μπορεί να είναι μερική αλλά πρέπει να είναι πλήρης προκειμένου να είναι ορθή η προφητεία ή η ερμηνεία της. (Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ [Διάκριση του Αληθινού από τον Ψεύτικο].) Στη Χριστιανική εκκλησία του πρώτου αιώνα είχε χορηγηθεί σε μερικούς το χάρισμα της “διάκρισης των εμπνευσμένων λόγων” (1Κο 12:10), πράγμα που καθιστούσε δυνατή την πιστοποίηση της αυθεντικότητας των προφητειών. Παρότι και αυτή η θαυματουργική ικανότητα εξέλιπε, είναι λογικό ότι ο Θεός θα εξακολουθούσε να κάνει διαθέσιμη μέσω της εκκλησίας την ορθή κατανόηση των προφητειών, ιδίως στον προειπωμένο «καιρό του τέλους», όχι θαυματουργικά, αλλά ως αποτέλεσμα επιμελούς έρευνας και μελέτης, όπως επίσης σύγκρισης των προφητειών με καταστάσεις και γεγονότα που θα λάβαιναν χώρα.—Παράβαλε Δα 12:4, 9, 10· Ματ 24:15, 16· 1Κο 2:12-14· 1Ιω 4:6· βλέπε ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
-
-
ΠροφήτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΦΗΤΗΣ
Άτομο μέσω του οποίου γνωστοποιείται το θέλημα και ο σκοπός του Θεού. (Λου 1:70· Πρ 3:18-21) Αν και η ετυμολογία της εβραϊκής λέξης που αποδίδεται «προφήτης» (ναβί’) είναι αβέβαιη, η χρήση αυτού του χαρακτηριστικού προσδιορισμού δείχνει ότι οι αληθινοί προφήτες δεν ήταν απλώς διαλαλητές αλλά εκπρόσωποι του Θεού, “άνθρωποι του Θεού” που μετέδιδαν θεόπνευστα αγγέλματα. (1Βα 12:22· 2Βα 4:9· 23:17) Στέκονταν στο «στενό περιβάλλον» του Θεού και εκείνος τους αποκάλυπτε «το εμπιστευτικό του ζήτημα».—Ιερ 23:18· Αμ 3:7· 1Βα 17:1· βλέπε ΒΛΕΠΩΝ.
Η λέξη προφήτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που μιλάει ενώπιον ή μπροστά σε [πρό και φημί]», άρα περιγράφει έναν διαγγελέα, κάποιον που γνωστοποιεί αγγέλματα τα οποία αποδίδονται σε θεϊκή πηγή. (Παράβαλε Τιτ 1:12.) Μολονότι η λέξη εμπεριέχει την ιδέα της πρόγνωσης του μέλλοντος, η θεμελιώδης έννοιά της δεν είναι η έννοια της πρόρρησης. (Παράβαλε Κρ 6:7-10.) Εντούτοις, το να ζει κανείς σε αρμονία με το θέλημα του Θεού προϋποθέτει το να γνωρίζει τους αποκαλυμμένους σκοπούς του Ιεχωβά για το μέλλον ώστε να ευθυγραμμίζει τις οδούς, τις επιθυμίες και τους στόχους του με το θεϊκό θέλημα. Συνεπώς, στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων, οι Βιβλικοί προφήτες μετέδιδαν όντως αγγέλματα που συνδέονταν, άμεσα ή έμμεσα, με το μέλλον.
Το Προφητικό Αξίωμα στις Εβραϊκές Γραφές. Ο πρώτος ανθρώπινος εκπρόσωπος του Θεού ήταν προφανώς ο Αδάμ, ο οποίος αρχικά μεταβίβασε τις οδηγίες του Θεού στη σύζυγό του την Εύα, και από αυτή την άποψη εκπλήρωσε το ρόλο του προφήτη. Οι οδηγίες εκείνες σχετίζονταν, όχι μόνο με το (δικό τους) παρόν, αλλά και με το μέλλον, σκιαγραφώντας το σκοπό του Θεού για τη γη και τους ανθρώπους, καθώς και την πορεία που πρέπει να ακολουθούν αυτοί για να απολαύσουν ένα ευλογημένο μέλλον. (Γε 1:26-30· 2:15-17, 23, 24· 3:1-3) Ο πρώτος πιστός ανθρώπινος προφήτης που μνημονεύεται ήταν ο Ενώχ, το δε άγγελμά του περιείχε όντως άμεση πρόρρηση. (Ιου 14, 15) Τόσο ο Λάμεχ όσο και ο γιος του ο Νώε εξήγγειλαν θεόπνευστες αποκαλύψεις του σκοπού και του θελήματος του Θεού.—Γε 5:28, 29· 9:24-27· 2Πε 2:5.
Η λέξη ναβί’ αυτή καθαυτή εφαρμόζεται για πρώτη φορά στον Αβραάμ. (Γε 20:7) Ο Αβραάμ δεν απέκτησε φήμη επειδή προέλεγε το μέλλον—τουλάχιστον δεν το έκανε αυτό δημόσια. Ο Θεός, όμως, του είχε δώσει ένα άγγελμα, μια προφητική υπόσχεση. Ο Αβραάμ πρέπει να ένιωσε αναστατωμένος και να παρακινήθηκε να μιλήσει για αυτό, κυρίως στην οικογένειά του, εξηγώντας γιατί έφευγε από την Ουρ και ποια ήταν η υπόσχεση του Θεού προς αυτόν. (Γε 12:1-3· 13:14-17· 22:15-18) Παρόμοια, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, οι κληρονόμοι της υπόσχεσης, ήταν «προφήτες» που είχαν στενή επικοινωνία με τον Θεό. (Ψλ 105:9-15) Επιπλέον, στις ευλογίες που έδωσαν στους γιους τους προείδαν κάποια γεγονότα. (Γε 27:27-29, 39, 40· 49:1-28) Εκτός από τον Ιώβ και τον Ελιού, οι οποίοι προφανώς χρησιμοποιήθηκαν από τον Θεό πριν από την Έξοδο για να αποκαλύψουν θεϊκές αλήθειες, όλοι οι αληθινοί προφήτες προέρχονταν μετέπειτα από τους απογόνους του Ιακώβ (τους Ισραηλίτες) ως και τον πρώτο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας.
Ο ρόλος του προφήτη γίνεται σαφέστερος με τον Μωυσή. Η θέση του προφήτη ως εκπροσώπου του Θεού τονίζεται από το γεγονός ότι ο Ιεχωβά διόρισε τον Ααρών να είναι «προφήτης» ή «στόμα» για τον Μωυσή, ενώ ο Μωυσής “ήταν Θεός για τον Ααρών”. (Εξ 4:16· 7:1, 2) Ο Μωυσής προείπε πολλά γεγονότα που εκπληρώθηκαν γρήγορα, όπως οι Δέκα Πληγές. Ωστόσο, υπηρέτησε με ακόμη εντυπωσιακότερο τρόπο ως προφήτης, δηλαδή εκπρόσωπος του Θεού, σε σχέση με την επίδοση της διαθήκης του Νόμου στο Σινά και με την εκπαίδευση του έθνους σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αν και η διαθήκη του Νόμου είχε τεράστια άμεση αξία για τους Ισραηλίτες ως ηθικός κώδικας και οδηγός, έστρεφε επίσης την προσοχή προς το μέλλον και τα “καλύτερα μελλοντικά πράγματα”. (Γα 3:23-25· Εβρ 8:6· 9:23, 24· 10:1) Η στενή, συχνά αμφίδρομη, επικοινωνία του Μωυσή με τον Θεό και η κατά πολύ αυξημένη κατανόηση του θελήματος και του σκοπού του Ιεχωβά, στη μετάδοση των οποίων χρησιμοποιήθηκε, κατέστησαν την προφητική του θέση ξεχωριστή. (Εξ 6:2-8· Δευ 34:10) Τα αδέλφια του, ο Ααρών και η Μαριάμ, πρόσφεραν επίσης προφητική υπηρεσία με την έννοια ότι μετέδωσαν θεϊκά αγγέλματα ή συμβουλές (αν και όχι κατ’ ανάγκην προρρήσεις), όπως έκαναν και 70 πρεσβύτεροι του έθνους.—Εξ 15:20· Αρ 11:25· 12:1-8.
Εκτός από τον ανώνυμο άντρα του εδαφίου Κριτές 6:8, το μόνο πρόσωπο για το οποίο το βιβλίο των Κριτών αναφέρει συγκεκριμένα ότι πρόσφερε προφητική υπηρεσία είναι η προφήτισσα Δεββώρα. (Κρ 4:4-7· 5:7) Ωστόσο, αυτή καθαυτή η απουσία του όρου ναβί’ δεν σημαίνει ότι δεν υπηρέτησαν και άλλοι με αυτή την ιδιότητα. Τον καιρό του Σαμουήλ «ο λόγος από τον Ιεχωβά είχε γίνει σπάνιος . . . · δεν υπήρχε όραμα που να διαδίδεται». Από την παιδική του ηλικία ο Σαμουήλ υπηρετούσε ως εκπρόσωπος του Θεού, και η εκπλήρωση των θεϊκών αγγελμάτων έκανε τους πάντες να παραδεχτούν ότι αυτός ήταν «αναγνωρισμένος για τη θέση του προφήτη του Ιεχωβά».—1Σα 3:1-14, 18-21.
Με την εγκαθίδρυση της μοναρχίας, εμφανίζεται μια σχεδόν αδιάκοπη γραμμή προφητών. (Παράβαλε Πρ 3:24.) Ο Γαδ άρχισε να προφητεύει πριν από το θάνατο του Σαμουήλ. (1Σα 22:5· 25:1) Τόσο δε αυτός όσο και ο προφήτης Νάθαν διαδραμάτισαν εξέχοντα ρόλο κατά τη βασιλεία του Δαβίδ. (2Σα 7:2-17· 12:7-15· 24:11-14, 18) Όπως και άλλοι προφήτες αργότερα, υπηρέτησαν και οι δυο τους ως βασιλικοί σύμβουλοι και ιστορικοί. (1Χρ 29:29· 2Χρ 9:29· 29:25· 12:15· 25:15, 16) Ο ίδιος ο Δαβίδ χρησιμοποιήθηκε για να μεταδώσει ορισμένες θεϊκές αποκαλύψεις και αποκαλείται «προφήτης» από τον απόστολο Πέτρο. (Πρ 2:25-31, 34) Την εποχή του διαιρεμένου βασιλείου έδρασαν πιστοί προφήτες τόσο στο βόρειο όσο και στο νότιο βασίλειο. Μερικοί χρησιμοποιήθηκαν για να προφητεύσουν προς τους ηγέτες και το λαό και των δύο βασιλείων. Μεταξύ των προφητών της αιχμαλωσιακής και της μεταιχμαλωσιακής περιόδου ήταν ο Δανιήλ, ο Αγγαίος, ο Ζαχαρίας και ο Μαλαχίας.
Οι προφήτες έπαιζαν ζωτικό ρόλο στη διατήρηση της αληθινής λατρείας. Η δράση τους λειτουργούσε ως ανασταλτικός παράγοντας για τους βασιλιάδες του Ισραήλ και του Ιούδα, καθώς έλεγχαν με τόλμη τους άρχοντες που έσφαλλαν (2Σα 12:1-12) και διακήρυτταν τις κρίσεις του Θεού εναντίον όσων έπρατταν την πονηρία. (1Βα 14:1-16· 16:1-7, 12) Όταν το ιερατείο παρέκκλινε και διαφθειρόταν, οι προφήτες ήταν το μέσο με το οποίο ο Ιεχωβά ενίσχυε την πίστη ενός δίκαιου υπολοίπου και υποδείκνυε το δρόμο της επιστροφής στη θεϊκή εύνοια για όσους είχαν παραστρατήσει. Όπως ο Μωυσής, έτσι και οι προφήτες ενεργούσαν σε πολλές περιπτώσεις ως μεσολαβητές, προσευχόμενοι στον Θεό για χάρη του βασιλιά και του λαού. (Δευ 9:18-29· 1Βα 13:6· 2Βα 19:1-4· παράβαλε Ιερ 7:16· 14:11, 12.) Ανέπτυσσαν ιδιαίτερη δράση σε περιόδους κρίσης ή μεγάλης ανάγκης. Έδιναν ελπίδα για το μέλλον, εφόσον κατά καιρούς τα αγγέλματά τους προέλεγαν τις ευλογίες της κυβέρνησης του Μεσσία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ωφελούσαν, όχι μόνο όσους ζούσαν τότε, αλλά και τις μετέπειτα γενιές μέχρι σήμερα. (1Πε 1:10-12) Κάνοντάς το αυτό, όμως, υπέμεναν μεγάλο ονειδισμό, εμπαιγμούς, ακόμη δε και σωματική κακομεταχείριση. (2Χρ 36:15, 16· Ιερ 7:25, 26· Εβρ 11:32-38) Εντούτοις, όσοι τους καλοδέχονταν ευλογούνταν με πνευματικά και άλλα οφέλη.—1Βα 17:8-24· 2Βα 4:8-37· παράβαλε Ματ 10:41.
Τρόποι Διορισμού και Μέσα Θεϊκής Έμπνευσης. Το αξίωμα του προφήτη δεν δινόταν με βάση τη γενεαλογική γραμμή. Ωστόσο, αρκετοί προφήτες ήταν Λευίτες, όπως ο Σαμουήλ, ο Ζαχαρίας που ήταν γιος του Ιωδαέ, ο Ιερεμίας και ο Ιεζεκιήλ, μερικοί δε απόγονοι προφητών έγιναν και αυτοί προφήτες. (1Βα 16:7· 2Χρ 16:7) Ούτε επρόκειτο για επάγγελμα που αποφάσιζε να ασκήσει κάποιος με δική του πρωτοβουλία. Οι προφήτες επιλέγονταν από τον Θεό και διορίζονταν μέσω του αγίου πνεύματος (Αρ 11:24-29· Ιεζ 1:1-3· Αμ 7:14, 15), μέσω του οποίου επίσης γνώριζαν τι να διακηρύξουν. (Πρ 28:25· 2Πε 1:21) Μερικοί έδειξαν μεγάλη απροθυμία στην αρχή. (Εξ 3:11· 4:10-17· Ιερ 1:4-10) Στην περίπτωση του Ελισαιέ, ο θεϊκός διορισμός ήρθε μέσω του προκατόχου του, του Ηλία, και συμβολίστηκε από το ότι ο Ηλίας έριξε το μανδύα του, δηλαδή το επίσημο ένδυμά του, πάνω στον Ελισαιέ.—1Βα 19:19-21.
Αν και οι προφήτες διορίζονταν από το πνεύμα του Ιεχωβά, δεν φαίνεται να μιλούσαν συνεχώς υπό θεϊκή έμπνευση. Απεναντίας, το πνεύμα του Θεού “ερχόταν πάνω τους” σε συγκεκριμένες στιγμές, αποκαλύπτοντας τα αγγέλματα που έπρεπε να ανακοινωθούν. (Ιεζ 11:4, 5· Μιχ 3:8) Αυτό είχε υποκινητική επίδραση πάνω τους, ωθώντας τους να μιλήσουν. (1Σα 10:10· Ιερ 20:9· Αμ 3:8) Όχι μόνο έκαναν ασυνήθιστα πράγματα, αλλά τόσο η έκφραση όσο και ο τρόπος τους αναμφίβολα αντανακλούσαν πραγματικά εξαιρετική ένταση και αίσθημα. Αυτό ίσως εξηγεί εν μέρει τι εννοείται όταν λέγεται ότι ορισμένοι “συμπεριφέρονταν σαν προφήτες”. (1Σα 10:6-11· 19:20-24· Ιερ 29:24-32· παράβαλε Πρ 2:4, 12-17· 6:15· 7:55.) Η απόλυτη συγκέντρωση στην αποστολή τους και η τόλμη που επιδείκνυαν με ζήλο καθώς την εκτελούσαν έκαναν ενδεχομένως τη συμπεριφορά τους να φαίνεται παράξενη, ακόμη και παράλογη, στους άλλους, όπως ακριβώς φάνηκε κάποιος προφήτης στους στρατιωτικούς αρχηγούς όταν χρίστηκε ο Ιηού. Μόλις, όμως, οι αρχηγοί αντιλήφθηκαν ότι ο άνθρωπος ήταν προφήτης, δέχτηκαν το άγγελμά του με πλήρη σοβαρότητα. (2Βα 9:1-13· παράβαλε Πρ 26:24, 25.) Όταν ο Σαούλ, ενώ καταδίωκε τον Δαβίδ, υποκινήθηκε να “συμπεριφερθεί σαν προφήτης”, έβγαλε τα ενδύματά του και κειτόταν «γυμνός όλη εκείνη την ημέρα και όλη εκείνη τη νύχτα», διάστημα κατά το οποίο ο Δαβίδ προφανώς διέφυγε. (1Σα 19:18–20:1) Αυτό δεν σημαίνει ότι οι προφήτες γυμνώνονταν συχνά, διότι το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει το αντίθετο. Στις άλλες δύο καταγραμμένες περιπτώσεις, ο προφήτης γυμνώθηκε σκόπιμα, για να συμβολίσει κάποια πτυχή της προφητείας του. (Ησ 20:2-4· Μιχ 1:8-11) Ο λόγος για τον οποίο γυμνώθηκε ο Σαούλ—είτε για να φανεί ότι ήταν ένας απλός άνθρωπος, απογυμνωμένος από τη βασιλική του περιβολή και ανίσχυρος μπροστά στη βασιλική εξουσία και στη δύναμη του Ιεχωβά, είτε για να επιτευχθεί κάποιος άλλος σκοπός—δεν δηλώνεται.
Ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε ποικίλες μεθόδους για να δίνει στους προφήτες θεϊκή έμπνευση: προφορική επικοινωνία μέσω αγγέλων (Εξ 3:2-4· παράβαλε Λου 1:11-17· Εβρ 1:1, 2· 2:1, 2), οράματα που εντύπωναν το άγγελμα του Θεού στη διάνοια ενόσω το άτομο είχε συνειδητότητα (Ησ 1:1· Αββ 1:1), όνειρα ή νυχτερινά οράματα που δίνονταν ενόσω ο προφήτης κοιμόταν (Δα 7:1) και αγγέλματα που μεταδίδονταν όταν το άτομο βρισκόταν σε έκσταση (Πρ 10:10, 11· 22:17-21). Η μουσική συνέβαλλε ενίοτε στη λήψη θεϊκών αγγελμάτων από τον προφήτη. (1Σα 10:5· 2Βα 3:15) Παρόμοια, η εξαγγελία του θεόπνευστου αγγέλματος πραγματοποιούνταν με διάφορους τρόπους. (Εβρ 1:1) Συνήθως ο προφήτης μετέδιδε το άγγελμα προφορικά, τόσο σε δημόσιους χώρους όσο και σε αραιοκατοικημένες περιοχές. (Ιερ 7:1, 2· 36:4-13· Ματ 3:3) Αλλά μπορούσε και να αναπαραστήσει το άγγελμα με σύμβολα ή συμβολικές πράξεις, όπως ο Ιεζεκιήλ που παρουσίασε την πολιορκία της Ιερουσαλήμ χρησιμοποιώντας έναν πλίθο ή ο Ωσηέ που παντρεύτηκε τη Γόμερ.—Ιεζ 4:1-3· Ωσ 1:2, 3· παράβαλε 1Βα 11:30-39· 2Βα 13:14-19· Ιερ 19:1, 10, 11· βλέπε ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΙΑ· ΟΝΕΙΡΟ· ΟΡΑΜΑ.
Διάκριση του Αληθινού από τον Ψεύτικο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως του Μωυσή, του Ηλία, του Ελισαιέ και του Ιησού, οι προφήτες του Θεού εκτελούσαν θαυματουργικά έργα τα οποία πιστοποιούσαν τη γνησιότητα του αγγέλματος και του αξιώματός τους. Δεν αναφέρεται, όμως, ότι εκτελούσαν όλοι τέτοια δυναμικά έργα. Οι τρεις προϋποθέσεις για τον καθορισμό των διαπιστευτηρίων ενός αληθινού προφήτη, όπως δόθηκαν μέσω του Μωυσή, ήταν οι εξής: Ο αληθινός προφήτης θα μιλούσε στο όνομα του Ιεχωβά. Όσα προέλεγε θα πραγματοποιούνταν. (Δευ 18:20-22) Τα προφητικά λόγια του θα προήγαν την αληθινή λατρεία επειδή θα βρίσκονταν σε αρμονία με τον αποκαλυμμένο λόγο και τις εντολές του Θεού. (Δευ 13:1-4) Η τελευταία αυτή απαίτηση ήταν πιθανότατα η πλέον ζωτική και καθοριστική, διότι κάποιος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομα του Θεού υποκριτικά και, από σύμπτωση, η πρόβλεψή του να εκπληρωθεί. Αλλά ο αληθινός προφήτης δεν ήταν αποκλειστικά, ή ακόμη και πρωτίστως, προγνώστης, όπως έχει καταδειχτεί. Αντίθετα, ήταν υπερασπιστής της δικαιοσύνης, το δε άγγελμά του αναφερόταν κυρίως στους ηθικούς κανόνες και στην εφαρμογή τους. Ο προφήτης εξέφραζε το νου του Θεού σχετικά με τα διάφορα ζητήματα. (Ησ 1:10-20· Μιχ 6:1-12) Συνεπώς, δεν χρειαζόταν να περάσουν ίσως χρόνια ή γενιές προκειμένου να καθοριστεί αν ήταν αληθινός ή όχι με βάση την εκπλήρωση μιας πρόρρησης. Αν το άγγελμά του ήταν αντίθετο με το αποκαλυμμένο θέλημα και τους κανόνες του Θεού, ήταν ψευδοπροφήτης. Επομένως, ο προφήτης που προέλεγε ειρήνη για τον Ισραήλ ή τον Ιούδα σε καιρό κατά τον οποίο ο λαός δεν υπάκουε στο Λόγο και στο Νόμο του Θεού ήταν κατ’ ανάγκην ψευδοπροφήτης.—Ιερ 6:13, 14· 14:11-16.
Η μεταγενέστερη προειδοποίηση του Ιησού σχετικά με τους ψευδοπροφήτες παραλληλίζεται με αυτήν του Μωυσή. Παρότι οι ψευδοπροφήτες θα χρησιμοποιούσαν το όνομά του και θα έδιναν «σημεία και θαυμαστά πράγματα για να παροδηγήσουν», οι καρποί τους θα αποδείκνυαν ότι αυτοί είναι «εργάτες της ανομίας».—Ματ 7:15-23· Μαρ 13:21-23· παράβαλε 2Πε 2:1-3· 1Ιω 4:1-3.
Ο αληθινός προφήτης ποτέ δεν προέλεγε κάτι απλώς και μόνο για να ικανοποιήσει την ανθρώπινη περιέργεια. Κάθε πρόρρηση συνδεόταν με το θέλημα, το σκοπό, τους κανόνες ή την κρίση του Θεού. (1Βα 11:29-39· Ησ 7:3-9) Πολλές φορές τα προλεγόμενα μελλοντικά γεγονότα αποτελούσαν συνέπειες των εκάστοτε συνθηκών. Όπως έσπερνε ο λαός, έτσι και θα θέριζε. Οι ψευδοπροφήτες αποκοίμιζαν το λαό και τους ηγέτες του με καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις ότι, παρά την άδικη πορεία τους, ο Θεός ήταν ακόμη μαζί τους για να τους προστατεύει και να τους χαρίζει ευημερία. (Ιερ 23:16-20· 28:1-14· Ιεζ 13:1-16· παράβαλε Λου 6:26.) Μιμούνταν τους αληθινούς προφήτες, μεταχειριζόμενοι συμβολική γλώσσα και προβαίνοντας σε συμβολικές πράξεις. (1Βα 22:11· Ιερ 28:10-14) Αν και ορισμένοι ήταν κοινοί απατεώνες, πολλοί ήταν προφανώς προφήτες που έγιναν παραβάτες ή αποστάτες. (Παράβαλε 1Βα 18:19· 22:5-7· Ησ 28:7· Ιερ 23:11-15.) Υπήρχαν και κάποιες γυναίκες που ήταν ψευδοπροφήτισσες. (Ιεζ 13:17-23· παράβαλε Απ 2:20.) Το «πνεύμα της ακαθαρσίας» αντικαθιστούσε το πνεύμα του Θεού. Όλοι αυτοί οι ψευδοπροφήτες έπρεπε να θανατωθούν.—Ζαχ 13:2, 3· Δευ 13:5.
Όσο για εκείνους που ανταποκρίνονταν στα θεϊκά κριτήρια, η εκπλήρωση ορισμένων «βραχυπρόθεσμων» προφητειών, μερικές από τις οποίες πραγματοποιούνταν μέσα σε μία ημέρα ή σε ένα έτος, παρείχε τη βάση για την πεποίθηση ότι και οι προφητείες τους που αναφέρονταν στο απώτερο μέλλον επρόκειτο επίσης να εκπληρωθούν.—1Βα 13:1-5· 14:12, 17· 2Βα 4:16, 17· 7:1, 2, 16-20.
«Γιοι των Προφητών». Όπως εξηγεί η Εβραϊκή Γραμματική του Γεσένιου ([Gesenius’ Hebrew Grammar] Οξφόρδη, 1952, σ. 418), η εβραϊκή λέξη μπεν (γιος τού) ή μπενέχ (γιοι τού/των) μπορεί να δηλώνει «το μέλος ή τα μέλη συντεχνίας ή συλλόγου (ή φυλής ή οποιασδήποτε συγκεκριμένης τάξης)». (Παράβαλε Νε 3:8, όπου ο προσδιορισμός «ένα μέλος των μυροποιών» είναι κατά κυριολεξία “γιος των μυροποιών”.) Ως εκ τούτου, η έκφραση «γιοι των προφητών» πιθανόν να προσδιορίζει μια σχολή για την εκπαίδευση όσων είχαν κληθεί σε αυτή την αποστολή ή απλώς έναν όμιλο προφητών που συνεργάζονταν μεταξύ τους. Αναφέρεται ότι τέτοιες προφητικές ομάδες υπήρχαν στη Βαιθήλ, στην Ιεριχώ και στα Γάλγαλα. (2Βα 2:3, 5· 4:38· παράβαλε 1Σα 10:5, 10.) Ο Σαμουήλ ηγούνταν μιας τέτοιας ομάδας στη Ραμά (1Σα 19:19, 20), και ο Ελισαιέ φαίνεται ότι κατείχε παρόμοια θέση στις ημέρες του. (2Βα 4:38· 6:1-3· παράβαλε 1Βα 18:13.) Το υπόμνημα αναφέρει ότι έφτιαξαν μόνοι τους την κατοικία τους και ότι χρησιμοποίησαν ένα δανεικό εργαλείο, πράγμα που ίσως υποδηλώνει ότι ζούσαν λιτά. Αν και συχνά μοιράζονταν από κοινού τα καταλύματα και την τροφή τους, μπορεί να λάβαιναν ατομικούς διορισμούς για την εκτέλεση προφητικών αποστολών.—1Βα 20:35-42· 2Βα 4:1, 2, 39· 6:1-7· 9:1, 2.
Προφήτες στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Η λέξη προφήτης του ελληνικού κειμένου αντιστοιχεί στη λέξη ναβί’ του εβραϊκού. Ο ιερέας Ζαχαρίας, πατέρας του Ιωάννη του Βαφτιστή, ενήργησε ως προφήτης αποκαλύπτοντας το σκοπό του Θεού σχετικά με το γιο του τον Ιωάννη, ο οποίος επρόκειτο να αποκληθεί «προφήτης του Υψίστου». (Λου 1:76) Η λιτή ζωή του Ιωάννη και το άγγελμά του θύμιζαν προγενέστερους Εβραίους προφήτες. Ο Ιωάννης ήταν ευρέως αποδεκτός ως προφήτης, ακόμη δε και ο Ηρώδης αισθανόταν κάποιες αναστολές εξαιτίας του. (Μαρ 1:4-6· Ματ 21:26· Μαρ 6:20) Ο Ιησούς είπε ότι ο Ιωάννης ήταν “πολύ περισσότερο από προφήτης”.—Ματ 11:7-10· παράβαλε Λου 1:16, 17· Ιωα 3:27-30.
Ο Ιησούς ο Μεσσίας ήταν «Ο Προφήτης», το από πολλού αναμενόμενο πρόσωπο που είχε προειπωθεί από τον Μωυσή. (Ιωα 1:19-21, 25-27· 6:14· 7:40· Δευ 18:18, 19· Πρ 3:19-26) Η ικανότητα που είχε να εκτελεί δυναμικά έργα και να διακρίνει τα ζητήματα με τρόπο πέραν του συνηθισμένου έκανε τους άλλους να τον αναγνωρίζουν ως προφήτη. (Λου 7:14-16· Ιωα 4:16-19· παράβαλε 2Βα 6:12.) Αυτός ανήκε στο «στενό περιβάλλον» του Θεού περισσότερο από κάθε άλλον. (Ιερ 23:18· Ιωα 1:18· 5:36· 8:42) Παρέθετε τακτικά από προγενέστερους προφήτες προς επιβεβαίωση της θεϊκής αποστολής και του θεϊκού αξιώματός του. (Ματ 12:39, 40· 21:42· Λου 4:18-21· 7:27· 24:25-27, 44· Ιωα 15:25) Προείπε το πώς θα προδιδόταν και θα πέθαινε ο ίδιος, ότι ως προφήτης θα πέθαινε στην Ιερουσαλήμ, “αυτήν που σκότωνε τους προφήτες”, ότι οι μαθητές του θα τον εγκατέλειπαν, ότι ο Πέτρος θα τον αρνούνταν τρεις φορές και ότι θα ανασταινόταν την τρίτη ημέρα—πολλές δε από τις προφητείες αυτές βασίζονταν σε προγενέστερες προφητείες των Εβραϊκών Γραφών. (Λου 13:33, 34· Ματ 20:17-19· 26:20-25, 31-34) Πέραν αυτού, προείπε την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της. (Λου 19:41-44· 21:5-24) Η ακριβής εκπλήρωση όλων αυτών κατά τη διάρκεια της ζωής των ακροατών του παρείχε στερεή βάση για πίστη και πεποίθηση όσον αφορά την εκπλήρωση των προφητειών του σχετικά με την παρουσία του.—Παράβαλε Ματ 24· Μαρ 13· Λου 21.
Την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. έλαβε χώρα η προειπωμένη έκχυση του πνεύματος του Θεού στους μαθητές στην Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα “να προφητεύουν και να βλέπουν οράματα”. Αυτό το έκαναν γνωστοποιώντας «τα μεγαλεία του Θεού» και αποκαλύπτοντας υπό θεϊκή έμπνευση τη γνώση σχετικά με τον Γιο του Θεού, καθώς και το τι σήμαινε αυτή για τους ακροατές τους. (Πρ 2:11-40) Και πάλι, πρέπει να θυμόμαστε ότι προφητεία δεν σημαίνει αποκλειστικά ή κατ’ ανάγκην πρόβλεψη του μέλλοντος. Ο απόστολος Παύλος δήλωσε ότι «αυτός που προφητεύει εποικοδομεί και ενθαρρύνει και παρηγορεί ανθρώπους με τα λόγια του», θεωρούσε δε την προφητεία κατάλληλο και ιδιαίτερα επιθυμητό στόχο για όλους τους Χριστιανούς. Ενώ η ομιλία σε ξένες γλώσσες αποτελούσε σημείο για τους απίστους, η προφητεία ήταν για τους πιστούς. Εντούτοις, ακόμη και ο άπιστος που παρακολουθούσε μια Χριστιανική συνάθροιση θα ωφελούνταν από την προφητεία, καθώς θα ελεγχόταν και θα εξεταζόταν προσεκτικά από αυτήν, με αποτέλεσμα “να γίνουν φανερά τα μυστικά της καρδιάς του”. (1Κο 14:1-6, 22-25) Και αυτό επίσης υποδεικνύει ότι η Χριστιανική προφητεία δεν συνίστατο κυρίως σε προρρήσεις, αλλά απεναντίας ασχολούνταν συχνά με πράγματα που σχετίζονταν με το παρόν, αν και σαφώς προερχόταν από πηγή πέραν των συνηθισμένων, εφόσον γινόταν υπό θεϊκή έμπνευση. Ο Παύλος έδωσε συμβουλές ως προς την ανάγκη για ευταξία και αυτοέλεγχο στις προφητείες που λέγονταν μέσα στην εκκλησία, ώστε να μαθαίνουν και να ενθαρρύνονται όλοι.—1Κο 14:29-33.
Ασφαλώς, υπήρχαν συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία είχαν επιλεχθεί ειδικά ή στα οποία είχε δοθεί το χάρισμα να υπηρετούν ως προφήτες. (1Κο 12:4-11, 27-29) Ο ίδιος ο Παύλος είχε το χάρισμα της προφητείας, αλλά είναι κυρίως γνωστός ως απόστολος. (Παράβαλε Πρ 20:22-25· 27:21-26, 31, 34· 1Κο 13:2· 14:6.) Εκείνοι που προσδιορίζονταν ειδικά ως προφήτες, όπως ο Άγαβος, ο Ιούδας και ο Σίλας, φαίνεται ότι ήταν εξέχοντες εκπρόσωποι της Χριστιανικής εκκλησίας, δεύτεροι μόνο μετά τους αποστόλους. (1Κο 12:28· Εφ 4:11) Όπως οι απόστολοι, έτσι και οι προφήτες δεν υπηρετούσαν μόνο τοπικά, αλλά επίσης ταξίδευαν σε διάφορα μέρη, εκφωνούσαν ομιλίες, καθώς επίσης προέλεγαν ορισμένα μελλοντικά γεγονότα. (Πρ 11:27, 28· 13:1· 15:22, 30-33· 21:10, 11) Όπως και κάποιες γυναίκες στο παρελθόν, μερικές Χριστιανές είχαν λάβει το χάρισμα της προφητείας, αν και υπόκειντο πάντοτε στην ηγεσία των αντρών της εκκλησίας.—Πρ 21:9· 1Κο 11:3-5.
-
-
ΠροφήτισσαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ
Γυναίκα που προφητεύει ή επιτελεί έργο προφήτη. Όπως δείχνουν τα λήμματα ΠΡΟΦΗΤΗΣ και ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ, το να προφητεύει κανείς σημαίνει βασικά να διακηρύττει υπό θεϊκή έμπνευση αγγέλματα από τον Θεό, να αποκαλύπτει το θεϊκό θέλημα. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει ή να μην περιλαμβάνει πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων. Όπως ακριβώς υπήρχαν αληθινοί προφήτες και ψευδοπροφήτες, έτσι και ορισμένες προφήτισσες χρησιμοποιήθηκαν από τον Ιεχωβά και υποκινήθηκαν από το πνεύμα του, ενώ άλλες ήταν ψευδοπροφήτισσες και αποδοκιμάστηκαν από Αυτόν.
Η Μαριάμ είναι η πρώτη γυναίκα που προσδιορίζεται ως προφήτισσα στην Αγία Γραφή. Προφανώς ο Θεός μετέδωσε κάποιο άγγελμα ή αγγέλματα μέσω αυτής, ίσως σε θεόπνευστη υμνωδία. (Εξ 15:20, 21) Γι’ αυτό, αναφέρεται ότι εκείνη και ο Ααρών είπαν στον Μωυσή: «Δεν χρησιμοποίησε και εμάς [ο Ιεχωβά] για να μιλήσει;» (Αρ 12:2) Ο ίδιος ο Ιεχωβά είπε, μέσω του προφήτη Μιχαία, ότι είχε στείλει «τον Μωυσή, τον Ααρών και τη Μαριάμ» μπροστά από τους Ισραηλίτες, όταν τους ανέβασε από την Αίγυπτο. (Μιχ 6:4) Παρότι η Μαριάμ είχε το προνόμιο να χρησιμοποιηθεί ως όργανο θεϊκής επικοινωνίας, η σχέση της με τον Θεό υπό αυτή την ιδιότητα ήταν κατώτερη σε σύγκριση με του αδελφού της, του Μωυσή. Όταν δεν κράτησε τη θέση που της άρμοζε, ο Θεός την τιμώρησε με αυστηρότητα.—Αρ 12:1-15.
Την περίοδο των Κριτών, η Δεββώρα αποτέλεσε πηγή πληροφοριών από τον Ιεχωβά, γνωστοποιώντας τις κρίσεις του σε συγκεκριμένα ζητήματα και μεταδίδοντας τις οδηγίες του, όπως τις εντολές του προς τον Βαράκ. (Κρ 4:4-7, 14-16) Συνεπώς, σε μια περίοδο εθνικής παρακμής και αποστασίας, υπηρέτησε μεταφορικά ως «μητέρα στον Ισραήλ». (Κρ 5:6-8) Η προφήτισσα Όλδα υπηρέτησε με παρόμοιο τρόπο, στις ημέρες του Βασιλιά Ιωσία, γνωστοποιώντας την κρίση του Θεού προς το έθνος και το βασιλιά του.—2Βα 22:14-20· 2Χρ 34:22-28.
Ο Ησαΐας αναφέρεται στη σύζυγό του ως “την προφήτισσα”. (Ησ 8:3) Αν και μερικοί σχολιαστές πιθανολογούν ότι αυτή χαρακτηρίζεται έτσι επειδή απλώς ήταν παντρεμένη με προφήτη, η εικασία τους δεν έχει Βιβλική υποστήριξη. Το πιθανότερο είναι ότι η σύζυγος του Ησαΐα είχε λάβει κάποιου είδους προφητικό διορισμό από τον Ιεχωβά, όπως είχε συμβεί και με προγενέστερες προφήτισσες.
Ο Νεεμίας μνημονεύει δυσμενώς την προφήτισσα Νωαδία, η οποία, μαζί με «τους υπόλοιπους προφήτες», προσπάθησε να εκφοβίσει τον Νεεμία και έτσι να παρεμποδίσει την ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ. (Νε 6:14) Μολονότι ενήργησε ενάντια στο θέλημα του Θεού, αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι η υπόστασή της ως προφήτισσας δεν ήταν έγκυρη πριν από αυτό το γεγονός.
Ο Ιεχωβά μίλησε στον Ιεζεκιήλ σχετικά με ορισμένες Ισραηλίτισσες οι οποίες “ενεργούσαν ως προφήτισσες από τη δική τους καρδιά”. Αυτό υπονοεί ότι οι εν λόγω προφήτισσες δεν είχαν θεϊκό διορισμό, αλλά αποτελούσαν απλώς απομιμήσεις, ήταν αυτόκλητες προφήτισσες. (Ιεζ 13:17-19) Με τις παγιδευτικές και απατηλές μεθόδους και την προπαγάνδα τους “κυνηγούσαν ψυχές”, καταδικάζοντας τους δικαίους και ανεχόμενες τους πονηρούς, αλλά ο Ιεχωβά θα ελευθέρωνε το λαό του από το χέρι τους.—Ιεζ 13:20-23.
Όταν γεννήθηκε ο Ιησούς, και ενόσω οι Ιουδαίοι ήταν ακόμη ο λαός της διαθήκης του Ιεχωβά, η ηλικιωμένη Άννα υπηρετούσε ως προφήτισσα. Η Άννα «δεν έλειπε ποτέ από το ναό, αποδίδοντας ιερή υπηρεσία νύχτα και ημέρα με νηστείες και δεήσεις». Μιλώντας «για το παιδί [τον Ιησού] σε όλους εκείνους που περίμεναν την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ», ενήργησε ως προφήτισσα με τη βασική έννοια του ότι “διακήρυξε” μια αποκάλυψη του θεϊκού σκοπού.—Λου 2:36-38.
Η προφητεία συγκαταλεγόταν στα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος τα οποία χορηγήθηκαν στη νεοσύστατη Χριστιανική εκκλησία. Ορισμένες Χριστιανές, όπως οι τέσσερις παρθένες κόρες του Φιλίππου, προφήτευαν με την ώθηση του αγίου πνεύματος του Θεού. (Πρ 21:9· 1Κο 12:4, 10) Αυτό συνέβη σε εκπλήρωση των εδαφίων Ιωήλ 2:28, 29, τα οποία προέλεγαν ότι «οι γιοι σας και οι κόρες σας θα προφητεύσουν». (Πρ 2:14-18) Ένα τέτοιο χάρισμα, όμως, δεν απάλλασσε μια γυναίκα από την υποταγή στην ηγεσία είτε του συζύγου της είτε των αντρών μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Ως σύμβολο της υποταγής της έπρεπε να φοράει κάλυμμα στο κεφάλι όταν προφήτευε (1Κο 11:3-6) και δεν έπρεπε να διδάσκει μέσα στην εκκλησία.—1Τι 2:11-15· 1Κο 14:31-35.
Μια γυναίκα όμοια με την Ιεζάβελ στην εκκλησία των Θυατείρων ισχυριζόταν ότι κατείχε προφητικές δυνάμεις, αλλά ακολουθούσε την ίδια πορεία που είχαν ακολουθήσει οι αρχαίες ψευδοπροφήτισσες και καταδικάστηκε από τον Χριστό Ιησού στο άγγελμά του προς τον Ιωάννη, στα εδάφια Αποκάλυψη 2:20-23. Δίδασκε, πράγμα ανάρμοστο, και παροδηγούσε τα μέλη της εκκλησίας ώστε να κάνουν εσφαλμένα πράγματα.
-
-
ΠρόχοροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΧΟΡΟΣ
(Πρόχορος) [πιθανώς παράγωγο του προχορεύω, που σημαίνει «πηγαίνω μπροστά (ή χορεύω πρώτος) σε χορό»].
Ένας από τους εφτά αναγνωρισμένους άντρες οι οποίοι ήταν γεμάτοι πνεύμα και σοφία και οι οποίοι διορίστηκαν να εξασφαλίζουν ίση μεταχείριση κατά την καθημερινή διανομή τροφής στη Χριστιανική εκκλησία της Ιερουσαλήμ τον πρώτο αιώνα.—Πρ 6:1-6.
-
-
ΠρόχωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΧΩΜΑ
Σωρός από χώμα ή πέτρες, ή ακόμη και τείχος, που ανεγείρεται ως περιμετρικό οχύρωμα.
Το πολιορκητικό πρόχωμα (εβρ., σολελάχ) ήταν σωρός από χώμα (ενίοτε και πέτρες) που ανήγειρε κάποιο στράτευμα για να σχηματίσει ράμπα πάνω στην οποία μπορούσε να φέρει πολιορκητικούς κριούς και άλλον πολιορκητικό εξοπλισμό εναντίον μιας οχυρωμένης πόλης. (2Σα 20:15) Ο Ασσύριος βασιλιάς Σενναχειρείμ ανήγειρε πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της Λαχείς. Οι ανασκαφές στη Λαχείς αποκαλύπτουν ότι αυτό το πρόχωμα αποτελούνταν κυρίως από πέτρες συνδεδεμένες με μεγάλη ποσότητα κονιάματος. Ωστόσο, ο Σενναχειρείμ δεν κατάφερε να ανεγείρει πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της Ιερουσαλήμ.—2Βα 19:32.
Πολιορκητικά προχώματα επρόκειτο να ανεγερθούν από τον Ναβουχοδονόσορα, το βασιλιά της Βαβυλώνας, εναντίον της Ιερουσαλήμ και εναντίον της Τύρου. (Ιερ 6:6· Ιεζ 21:22· 26:7, 8) Η πολιορκία της Ιερουσαλήμ παρουσιάστηκε προφητικά όταν δόθηκε στον Ιεζεκιήλ η οδηγία να χαράξει μια απεικόνιση της Ιερουσαλήμ σε έναν πλίθο και να χτίσει πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της.—Ιεζ 4:1, 2.
Το περιτείχισμα (εβρ., ματσώρ) των εδαφίων Ζαχαρίας 9:3, 4 αναφέρεται προφανώς στα ισχυρά οχυρώματα της Τύρου, που αποτελούνταν από ψηλά τείχη χτισμένα με ογκόλιθους. Η πόλη της Βαβυλώνας ήταν εξαιρετικά ισχυρή, δεδομένου ότι διέθετε εσωτερικό και εξωτερικό οχύρωμα, και τα δύο πλίθινα.—Βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Αρ. 1.
Σε μερικές περιπτώσεις το πρόχωμα (εβρ., χαιλ) που αποτελούσε τμήμα των οχυρώσεων μιας πόλης κατασκευαζόταν με χώμα προερχόμενο από τη διάνοιξη περιμετρικής τάφρου. Το πρόχωμα που ανεγέρθηκε από την τάφρο στην Ασώρ είχε ύψος περίπου 15 μ. Αυτό σημαίνει ότι η κορυφή του βρισκόταν σχεδόν 30 μ. πάνω από τον πυθμένα της τάφρου. Η πόλη της Ιερουσαλήμ είχε τα δικά της οχυρωματικά έργα, μεταξύ των οποίων και πρόχωμα.—Ψλ 122:7· 48:13· βλέπε ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Η θεϊκή βοήθεια ή «σωτηρία» μπορεί να αποτελέσει βέβαιη προστασία, παραβαλλόμενη με τείχη και πρόχωμα. Έτσι λοιπόν, μιλώντας προφανώς για την Ιερουσαλήμ, το εδάφιο Ησαΐας 26:1 λέει τι θα έκανε για αυτή την πόλη ο Ιεχωβά Θεός: «Τη σωτηρία βάζει αυτός ως τείχη και πρόχωμα».
-
-
Πρώτοι ΚαρποίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΡΠΟΙ
Οι απαρχές της συγκομιδής. Η εβραϊκή λέξη ρε’σίθ (από μια ρίζα που σημαίνει «κεφάλι») χρησιμοποιείται με την έννοια του πρώτου μέρους, του σημείου εκκίνησης ή της “αρχής” (Δευ 11:12· Γε 1:1· 10:10), του “καλύτερου” μέρους (Εξ 23:19, υποσ.) και των “πρώτων καρπών” (Λευ 2:12). Η φράση “πρώτοι ώριμοι καρποί” αποτελεί απόδοση της εβραϊκής λέξης μπικκουρίμ, η οποία χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε σχέση με τα σιτηρά και τους καρπούς. (Να 3:12) Η λέξη ἀπαρχή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «πρώτοι καρποί», είναι σύνθετη από τις λέξεις ἀπό και ἀρχή και μπορεί να αναφέρεται στους πρώτους καρπούς της συγκομιδής ή στο πρώτο και καλύτερο μέρος κάθε πράγματος.
Ο Ιεχωβά απαιτούσε από το έθνος του Ισραήλ να του προσφέρουν τους πρώτους καρπούς—είτε επρόκειτο για τα πρωτότοκα ανθρώπων και ζώων είτε για τους πρώτους καρπούς από την παραγωγή της γης. (Εξ 22:29, 30· 23:19· Παρ 3:9) Η αφιέρωση των πρώτων καρπών στον Ιεχωβά αποτελούσε ένδειξη εκτίμησης από μέρους των Ισραηλιτών για την ευλογία του Ιεχωβά, καθώς επίσης για τη γη τους και τη συγκομιδή που απέδιδε αυτή. Αποτελούσε έκφραση ευγνωμοσύνης στον Δότη “κάθε καλού δώρου”.—Δευ 8:6-10· Ιακ 1:17.
Ο Ιεχωβά διέταξε να του προσφέρει το έθνος, μέσω αντιπροσώπων, τους πρώτους καρπούς, ιδιαίτερα στη Γιορτή των Άζυμων Άρτων. Έπειτα, στις 16 Νισάν, στο αγιαστήριο, ο αρχιερέας κινούσε πέρα δώθε ενώπιον του Ιεχωβά μερικούς από τους πρώτους καρπούς από το θερισμό των σιτηρών—ένα δεμάτι κριθάρι—που ήταν η πρώτη σοδειά του έτους, με βάση το θρησκευτικό ημερολόγιο. (Λευ 23:5-12) Ξανά την Πεντηκοστή, 50 ημέρες μετά την κινητή προσφορά του κριθαριού, έφερναν ως κινητή προσφορά τους πρώτους καρπούς από το θερισμό του σιταριού με τη μορφή δύο ένζυμων ψωμιών από λεπτό αλεύρι.—Λευ 23:15-17· βλέπε ΓΙΟΡΤΗ.
Εκτός από αυτές τις προσφορές σιτηρών που έκανε ο αρχιερέας για λογαριασμό του έθνους, απαιτούνταν από τους Ισραηλίτες να φέρνουν τους πρώτους καρπούς όλων των προϊόντων τους ως προσφορές. Κάθε αρσενικό πρωτότοκο ανθρώπου και ζώου αγιαζόταν για τον Ιεχωβά είτε με το να προσφέρεται είτε με το να απολυτρώνεται. (Βλέπε ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ.) Από τους πρώτους καρπούς των αλεσμένων δημητριακών έφτιαχναν κουλούρες τις οποίες έπρεπε να προσφέρουν. (Αρ 15:20, 21) Οι Ισραηλίτες έβαζαν επίσης καρπούς της γης σε καλάθια και τους πήγαιναν στο αγιαστήριο (Δευ 26:1, 2), όπου απάγγελλαν ορισμένα λόγια τα οποία είναι καταγραμμένα στα εδάφια Δευτερονόμιο 26:3-10. Στην πραγματικότητα, τα λόγια αυτά αποτελούσαν σύνοψη της ιστορίας του έθνους από τότε που πήγαν στην Αίγυπτο ως τότε που απελευθερώθηκαν και οδηγήθηκαν στην Υποσχεμένη Γη.
Λέγεται ότι, σύμφωνα με κάποιο έθιμο που επικράτησε, κάθε τόπος έστελνε έναν εκπρόσωπο με τους πρώτους καρπούς που συνεισέφεραν οι κάτοικοι της περιοχής, ώστε να μην μπαίνουν όλοι στον κόπο να ανεβαίνουν στην Ιερουσαλήμ κάθε φορά που ωρίμαζαν οι πρώτοι καρποί. Ο Νόμος δεν όριζε την ποσότητα αυτών των πρώτων καρπών που έπρεπε να προσφέρουν. Προφανώς, αυτό επαφίετο στη γενναιοδωρία και στο πνεύμα εκτίμησης του δότη. Ωστόσο, έπρεπε να προσφέρεται ό,τι εκλεκτότερο, οι καλύτεροι πρώτοι καρποί.—Αρ 18:12· Εξ 23:19· 34:26.
Αν επρόκειτο για νεόφυτο δέντρο, τα πρώτα τρία χρόνια το θεωρούσαν ακάθαρτο, σαν απερίτμητο. Το τέταρτο έτος, όλος ο καρπός του γινόταν άγιος για τον Ιεχωβά. Κατόπιν, το πέμπτο έτος, ο ιδιοκτήτης μπορούσε να μαζέψει τους καρπούς του δέντρου για λογαριασμό του.—Λευ 19:23-25.
Τις συνεισφορές των πρώτων καρπών που έφερναν στον Ιεχωβά οι 12 μη Λευιτικές φυλές του Ισραήλ τις χρησιμοποιούσαν οι ιερείς και οι Λευίτες, επειδή δεν είχαν λάβει κληρονομιά στη γη. (Αρ 18:8-13) Η πιστή προσφορά των πρώτων καρπών έφερνε ευχαρίστηση στον Ιεχωβά και ευλογία σε όλους όσους περιλαμβάνονταν. (Ιεζ 44:30) Αν παρέλειπαν να φέρουν αυτούς τους καρπούς, ο Θεός θεωρούσε ότι του έκλεβαν κάτι που του όφειλαν, γεγονός το οποίο επέσυρε τη δυσαρέσκειά του. (Μαλ 3:8) Κατά περιόδους, στην ιστορία του Ισραήλ, αυτή η συνήθεια παραμελούνταν, και αποκαθίστατο ανά διαστήματα από κυβερνήτες που είχαν ζήλο για την αληθινή λατρεία. Ο Βασιλιάς Εζεκίας, στα πλαίσια του μεταρρυθμιστικού του έργου, τέλεσε τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων—παρατείνοντας μάλιστα τη διάρκειά της—και σε εκείνη την περίσταση ζήτησε από το λαό να εκπληρώσει το καθήκον του σε σχέση με τη συνεισφορά των πρώτων καρπών και των δεκάτων. Ο λαός ανταποκρίθηκε με χαρά φέρνοντας από τον τρίτο μέχρι τον έβδομο μήνα μεγάλες ποσότητες πρώτων καρπών από τα σιτηρά, το καινούριο κρασί, το λάδι, το μέλι και από όλα τα προϊόντα του αγρού. (2Χρ 30:21, 23· 31:4-7) Μετά την αποκατάσταση από τη Βαβυλώνα, ο λαός ορκίστηκε, υπό την καθοδήγηση του Νεεμία, ότι θα περπατούσαν σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά, πράγμα που σήμαινε μεταξύ άλλων ότι θα του έφερναν κάθε είδους πρώτους καρπούς.—Νε 10:29, 34-37· βλέπε ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ.
Μεταφορική και Συμβολική Χρήση. Ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε πνευματικά την ώρα του βαφτίσματός του και αναστήθηκε από τους νεκρούς σε ζωή ως πνεύμα στις 16 Νισάν του 33 Κ.Χ., την ημέρα του έτους κατά την οποία παρουσιάζονταν ενώπιον του Ιεχωβά στο αγιαστήριο οι πρώτοι καρποί από την πρώτη σοδειά των σιτηρών. Λόγω αυτού χαρακτηρίζεται ως «οι πρώτοι καρποί», καθώς είναι πράγματι η απαρχή των πρώτων καρπών για τον Θεό. (1Κο 15:20, 23· 1Πε 3:18) Οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, οι πνευματικοί του αδελφοί, είναι επίσης πρώτοι καρποί για τον Θεό, αλλά όχι οι κύριοι πρώτοι καρποί, δεδομένου ότι μοιάζουν με τη δεύτερη σοδειά των σιτηρών, το σιτάρι, το οποίο προσφερόταν στον Ιεχωβά την ημέρα της Πεντηκοστής. Αυτοί αριθμούν 144.000 και αναφέρεται ότι «αγοράστηκαν ανάμεσα από την ανθρωπότητα ως πρώτοι καρποί για τον Θεό και το Αρνί» και ότι είναι «μερικοί πρώτοι καρποί από τα πλάσματά του».—Απ 14:1-4· Ιακ 1:18.
Ο απόστολος Παύλος, επίσης, χαρακτηρίζει “πρώτους καρπούς” το πιστό υπόλοιπο των Ιουδαίων από το οποίο προήλθαν οι πρώτοι Χριστιανοί. (Ρω 11:16) Για τον Χριστιανό Επαίνετο αναφέρεται ότι ήταν «οι πρώτοι καρποί της Ασίας για τον Χριστό» (Ρω 16:5), και το σπιτικό του Στεφανά αποκαλείται «οι πρώτοι καρποί της Αχαΐας».—1Κο 16:15.
Εφόσον οι χρισμένοι Χριστιανοί έχουν γεννηθεί από το πνεύμα ως γιοι του Θεού με την ελπίδα να αναστηθούν σε αθάνατη ζωή στους ουρανούς, λέγεται για αυτούς ότι κατά τη διάρκεια της ζωής τους στη γη “έχουν τους πρώτους καρπούς, δηλαδή το πνεύμα, . . . ενώ περιμένουν με λαχτάρα την υιοθεσία, την απελευθέρωση από τα σώματά τους με λύτρο”. (Ρω 8:23, 24) Ο Παύλος λέει ότι αυτός και οι συγχριστιανοί του που ελπίζουν σε πνευματική ζωή έχουν «την εγγύηση αυτού που θα έρθει, δηλαδή το πνεύμα», σχετικά με το οποίο λέει επίσης ότι είναι “προκαταβολική εγγύηση της κληρονομιάς τους”.—2Κο 5:5· Εφ 1:13, 14.
-
-
ΠρωτοτόκιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΩΤΟΤΟΚΙΑ
Τα δικαιώματα που ανήκαν φυσιολογικά στον πρωτότοκο γιο ενός πατέρα. Τόσο η λέξη μπεχοράχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου όσο και η αντίστοιχη λέξη πρωτοτόκια του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχονται από τη λέξη «πρωτότοκος» στην κάθε γλώσσα.
Υπό το πατριαρχικό σύστημα, όταν πέθαινε ο πατέρας, κεφαλή της οικογένειας γινόταν ο μεγαλύτερος γιος, ο οποίος και είχε εξουσία πάνω στους άλλους όσο αυτοί παρέμεναν στο σπιτικό. Είχε την ευθύνη να φροντίζει τα μέλη του σπιτικού του πατέρα του. Έπαιρνε επίσης τη θέση του πατέρα ως εκπρόσωπος της οικογένειας ενώπιον του Ιεχωβά. Γενικά, ο πρωτότοκος λάβαινε την ιδιαίτερη ευλογία του πατέρα. (Γε 27:4, 36· 48:9, 17, 18) Επιπλέον δικαιούνταν δύο μερίδια από την περιουσία του πατέρα, δηλαδή έπαιρνε τα διπλάσια από ό,τι ο κάθε αδελφός του. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, ένας άντρας που είχε περισσότερες από μία συζύγους δεν μπορούσε να στερήσει τα πρωτοτόκια από το μεγαλύτερο γιο και να τα δώσει στο γιο της πιο αγαπημένης συζύγου.—Δευ 21:15-17.
Στην πατριαρχική εποχή ο πατέρας μπορούσε να εκχωρήσει τα πρωτοτόκια σε έναν άλλον γιο αν συνέτρεχε κάποιος λόγος, όπως στην περίπτωση του Ρουβήν, ο οποίος έχασε τα δικαιώματα που είχε ως πρωτότοκος εξαιτίας της πορνείας του με την παλλακίδα του πατέρα του. (1Χρ 5:1, 2) Ο πρωτότοκος μπορούσε να πουλήσει τα πρωτοτόκιά του σε έναν από τους αδελφούς του, όπως έκανε ο Ησαύ, ο οποίος καταφρόνησε τα πρωτοτόκιά του και τα πούλησε στον αδελφό του τον Ιακώβ με αντάλλαγμα ένα γεύμα. (Γε 25:30-34· 27:36· Εβρ 12:16) Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Ιακώβ χρησιμοποίησε τα πρωτοτόκια που αγόρασε προκειμένου να πάρει διπλό μερίδιο από την περιουσία του Ισαάκ (η οποία ήταν κινητή ή προσωπική περιουσία, δεδομένου ότι ο Ισαάκ δεν είχε δική του γη, εκτός από τον αγρό Μαχπελάχ, στον οποίο υπήρχε μια σπηλιά ως τόπος ταφής). Ο Ιακώβ ενδιαφερόταν να μεταβιβάσει στην οικογένειά του πνευματικά αγαθά, δηλαδή την υπόσχεση που δόθηκε στον Αβραάμ σχετικά με το σπέρμα.—Γε 28:3, 4, 12-15.
Όσον αφορά τους βασιλιάδες του Ισραήλ, τα πρωτοτόκια φαίνεται ότι περιλάμβαναν και το δικαίωμα διαδοχής στο θρόνο. (2Χρ 21:1-3) Ωστόσο, ο Ιεχωβά, ως ο πραγματικός Βασιλιάς και Θεός του Ισραήλ, παραμέριζε αυτό το δικαίωμα όταν κάτι τέτοιο εξυπηρετούσε τους σκοπούς του, όπως στην περίπτωση του Σολομώντα.—1Χρ 28:5.
Ο Ιησούς Χριστός, ως «ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας», πάντα πιστός στον Πατέρα του τον Ιεχωβά Θεό, έχει τα πρωτοτόκια μέσω των οποίων έχει διοριστεί “κληρονόμος όλων των πραγμάτων”.—Κολ 1:15· Εβρ 1:2· βλέπε ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ.
-
-
ΠρωτότοκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ
Ο πρωτότοκος είναι κατά κύριο λόγο ο μεγαλύτερος γιος ενός πατέρα (όχι ο πρωτότοκος της μητέρας), η απαρχή των αναπαραγωγικών δυνάμεων του πατέρα. (Δευ 21:17) Πρωτότοκο επίσης λέγεται το πρώτο αρσενικό γέννημα των ζώων.—Γε 4:4.
Από αρχαιοτάτων χρόνων, ο πρωτότοκος γιος κατείχε τιμημένη θέση στην οικογένεια και ήταν εκείνος που διαδεχόταν τον πατέρα ως κεφαλή του σπιτικού. Κληρονομούσε διπλό μερίδιο από την περιουσία του πατέρα. (Δευ 21:17) Σε κάποιο γεύμα, ο Ιωσήφ έβαλε τον Ρουβήν να καθήσει σύμφωνα με τα δικαιώματα που είχε ως πρωτότοκος. (Γε 43:33) Ωστόσο, η Αγία Γραφή δεν τιμάει πάντοτε τον πρωτότοκο κατονομάζοντας τους γιους με σειρά γέννησης. Πολλές φορές η πρώτη θέση δίνεται στον πιο εξέχοντα ή πιο πιστό από τους γιους και όχι στον πρωτότοκο.—Γε 6:10· 1Χρ 1:28· παράβαλε Γε 11:26, 32· 12:4· βλέπε ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ· ΠΡΩΤΟΤΟΚΙΑ.
Στα πρωτότοκα δόθηκε ιδιαίτερη σπουδαιότητα την εποχή που ο Ιεχωβά απελευθέρωσε το λαό του από τη δουλεία στην Αίγυπτο. Μεταξύ των Αιγυπτίων, τα πρωτότοκα ήταν αφιερωμένα ως ιερά στο θεό του ήλιου Άμμωνα-Ρα, τον υποτιθέμενο προστάτη όλων των πρωτοτόκων. Η δέκατη πληγή που επέφερε ο Ιεχωβά στους Αιγυπτίους κατήσχυνε αυτόν το θεό και απέδειξε ότι ήταν ανίκανος να προστατέψει τα πρωτότοκα. Οι Ισραηλίτες, υπακούοντας στις οδηγίες του Θεού να σφάξουν ένα αρνί και να τινάξουν το αίμα του στους παραστάτες και στο ανώφλι της πόρτας των σπιτιών τους, δεν έχασαν τα πρωτότοκά τους από θάνατο, ενώ όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων—τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων—θανατώθηκαν. (Εξ 12:21-23, 28, 29) Προφανώς, στις περισσότερες περιπτώσεις εννοείται ο πρωτότοκος γιος κάθε σπιτικού και όχι το άτομο που ήταν η κεφαλή του σπιτικού, μολονότι μπορεί να ήταν και αυτό πρωτότοκο. Ο ίδιος ο Φαραώ πιθανότατα ήταν πρωτότοκος και όμως δεν του αφαιρέθηκε η ζωή. Ωστόσο μπορεί να μην υπήρχε κατά γράμμα πρωτότοκος γιος σε κάθε σπιτικό της Αιγύπτου (μπορεί το αντρόγυνο να ήταν άτεκνο ή ο πρωτότοκος γιος να είχε ήδη πεθάνει), οπότε με βάση τη δήλωση του εδαφίου Έξοδος 12:30 ότι «δεν υπήρχε σπίτι χωρίς νεκρό», η εξολόθρευση μπορεί να περιλάμβανε το πρωτεύον μέλος του σπιτιού που κατείχε τη θέση του πρωτοτόκου.
Εφόσον οι πρωτότοκοι γιοι των Ισραηλιτών ήταν αυτοί που επρόκειτο να γίνουν οι κεφαλές των διαφόρων σπιτικών, εκπροσωπούσαν ολόκληρο το έθνος. Μάλιστα ο Ιεχωβά χαρακτήρισε όλο το έθνος “πρωτότοκό” του, καθόσον ήταν το πρωτότοκο έθνος
-