-
ΠαρουσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
άλλων συναφών εδαφίων πρέπει βεβαίως να σημαίνει κάτι πέρα από αυτό. Αφορά σαφώς μια ειδική παρουσία η οποία περιλαμβάνει και επηρεάζει όλους τους κατοίκους της γης και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έκφραση της πλήρους εξουσίας του Ιησού ως Βασιλιά χρισμένου από τον Θεό.
Κάποια από τα γεγονότα που χαρακτηρίζουν την παρουσία του Ιησού με βασιλική εξουσία είναι τα εξής: Η ανάσταση των ακολούθων του που έχουν πεθάνει και οι οποίοι είναι συγκληρονόμοι με αυτόν στην ουράνια Βασιλεία (1Κο 15:23· Ρω 8:17)· το ότι ο Ιησούς συγκεντρώνει και συνενώνει με τον εαυτό του άλλους ακολούθους του που ζουν στον καιρό της παρουσίας του (Ματ 24:31· 2Θε 2:1)· το ότι “εκμηδενίζει” τον αποστατικό “άνθρωπο της ανομίας”, κάτι που πραγματοποιείται «με τη φανέρωση [ἐπιφανείᾳ, Κείμενο] της παρουσίας» του (2Θε 2:3-8· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ)· η καταστροφή όλων όσων δεν δίνουν προσοχή στην ευκαιρία για απελευθέρωση (Ματ 24:37-39) και, οπωσδήποτε, η εγκαθίδρυση της Χιλιετούς Βασιλείας του (Απ 20:1-6). Βλέπε επίσης το λήμμα ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ για πληροφορίες ως προς το πώς οι παρατηρητές του εν λόγω οράματος, στο οποίο ο Χριστός εμφανίστηκε με τη δόξα της Βασιλείας, μπόρεσαν να γνωστοποιήσουν σε άλλους «τη δύναμη και παρουσία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».—2Πε 1:16-18.
Οι συνθήκες που συνοδεύουν την παρουσία του. Το βιβλίο της Αποκάλυψης παρουσιάζει με συμβολικές εκφράσεις πολλές πληροφορίες γύρω από την παρουσία, τη φανέρωση και την αποκάλυψη του Χριστού. Η συμβολική εικόνα του εστεμμένου ιππέα του λευκού αλόγου, η οποία περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψη 6:1, 2, αντιστοιχεί με εκείνη του ιππέα των εδαφίων Αποκάλυψη 19:11-16, ο οποίος είναι «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων», ο Χριστός Ιησούς. Το 6ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης δείχνει πως, όταν ο Χριστός προελαύνει έφιππος ως νικηφόρος Βασιλιάς, δεν απομακρύνει αμέσως την πονηρία από τη γη, αλλά αντίθετα η προέλασή του συνοδεύεται από πόλεμο που αφαιρεί «την ειρήνη από τη γη», καθώς και από ανεπάρκεια τροφίμων και θανατηφόρα πληγή. (Απ 6:3-8) Αυτή η περικοπή, με τη σειρά της, έχει όμοια στοιχεία με την προφητεία του Χριστού που είναι καταγραμμένη στο 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου, στο 13ο κεφάλαιο του Μάρκου και στο 21ο κεφάλαιο του Λουκά. Επομένως, φαίνεται ότι η προφητεία του Ιησού που περιέχεται στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, η οποία αφορά σαφώς την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της (το 70 Κ.Χ.), εφαρμόζεται επίσης στον καιρό της παρουσίας του Χριστού, δίνοντάς μας έτσι ένα «σημείο» που μας επιτρέπει να καθορίσουμε πότε είναι παρών ο Ιησούς και κυβερνάει από τον ουρανό ως Μεσσιανικός Βασιλιάς.—Ματ 24:3, 32, 33· Λου 21:29-31.
Άλλα εδάφια που αναφέρονται στην παρουσία του Χριστού ενθαρρύνουν γενικά την εκδήλωση πιστότητας και υπομονής μέχρι να έρθει αυτός ο καιρός και για όσο διάστημα θα διαρκέσει.—1Θε 2:19· 3:12, 13· 5:23· Ιακ 5:7, 8· 1Ιω 2:28.
Η Παρουσία της Ημέρας του Ιεχωβά. Στη δεύτερη επιστολή του, ο Πέτρος προτρέπει τους αδελφούς του να “προσμένουν και να έχουν διαρκώς στο νου την παρουσία της ημέρας του Ιεχωβά”, δείχνοντάς το αυτό με τον τρόπο της ζωής τους. (2Πε 3:11, 12) Πρέπει να φροντίζουν να έχουν διαρκώς στο νου τους την ημέρα της κρίσης του Ιεχωβά, αντιλαμβανόμενοι ότι αυτή πλησιάζει. Εκείνη την «ημέρα του Ιεχωβά», οι κυβερνητικοί «ουρανοί» αυτού του πονηρού κόσμου θα καταστραφούν σαν από φωτιά και τα «στοιχεία» του θα χάσουν τη συνοχή τους και θα λιώσουν εξαιτίας της έντονης θερμότητας. Το παρόν σύστημα που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Σατανά θα τερματιστεί.
Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός ενεργεί μέσω του Γιου του και διορισμένου του Βασιλιά, του Χριστού Ιησού (Ιωα 3:35· παράβαλε 1Κο 15:23, 24), έπεται ότι υπάρχει σχέση μεταξύ αυτής της υποσχεμένης «παρουσίας» του Ιεχωβά και της «παρουσίας» του Χριστού Ιησού. Λογικά, εκείνοι που χλευάζουν την εξαγγελία για τη μία θα χλευάζουν και την εξαγγελία για την άλλη. Και σε αυτή την περίπτωση, η στάση των ανθρώπων πριν από τον Κατακλυσμό χρησιμοποιείται ως αντίστοιχο παράδειγμα.—2Πε 3:5-7· παράβαλε Ματ 24:37-39.
Η Παρουσία του Ανόμου. Στα εδάφια 2 Θεσσαλονικείς 2:9-12, ο απόστολος Παύλος περιγράφει την «παρουσία του ανόμου» λέγοντας ότι είναι «σύμφωνα με τον τρόπο ενέργειας του Σατανά, με κάθε δυναμικό έργο καθώς και με ψεύτικα σημεία και θαυμαστά προμηνύματα και με κάθε άδικη απάτη». Και αυτή η περικοπή καταδεικνύει ότι η λέξη παρουσία σημαίνει κάτι περισσότερο από στιγμιαία έλευση, ή άφιξη, διότι απαιτείται κάποια χρονική περίοδος για να λάβουν χώρα όλα αυτά τα έργα, τα σημεία, τα θαυμαστά προμηνύματα και η εν λόγω απάτη.
-
-
Παροχή ΒοήθειαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΡΟΧΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ
Πρόκειται για την υλική βοήθεια προς εκείνους οι οποίοι, λόγω γηρατειών, συνθηκών πείνας ή άλλων αντιξοοτήτων, στερούνται τα αναγκαία για τη ζωή.
Η προθυμία για υποβοήθηση όσων έχουν ανάγκη αποτελούσε ανέκαθεν χαρακτηριστικό γνώρισμα των πιστών υπηρετών του Θεού. (Ιωβ 29:16· 31:19-22· Ιακ 1:27) Τον πρώτο αιώνα η εκκλησία της Ιερουσαλήμ διευθέτησε να διανέμεται τροφή στις άπορες Χριστιανές χήρες, και αργότερα εφτά άντρες με τα κατάλληλα προσόντα διορίστηκαν να φροντίζουν να μην παραβλέπονται στην καθημερινή διανομή οι χήρες που άξιζαν αυτή τη βοήθεια. (Πρ 6:1-6) Έπειτα από χρόνια, ο απόστολος Παύλος, στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο, επισήμανε ότι η παροχή βοήθειας από την εκκλησία προς τις χήρες έπρεπε να περιορίζεται σε όσες ήταν άνω των 60 ετών. Οι χήρες αυτές θα έπρεπε να έχουν υπόμνημα καλών έργων όσον αφορά την προώθηση της Χριστιανοσύνης. (1Τι 5:9, 10) Ωστόσο, την ευθύνη της φροντίδας των ηλικιωμένων γονέων και παππούδων την είχαν πρωτίστως τα παιδιά και τα εγγόνια τους, όχι η εκκλησία. Όπως έγραψε ο Παύλος: «Αν κάποια χήρα έχει παιδιά ή εγγόνια, ας μαθαίνουν αυτά πρώτα να ασκούν θεοσεβή αφοσίωση μέσα στο ίδιο τους το σπιτικό και να αποδίδουν την οφειλόμενη ανταμοιβή στους γονείς τους και στους παππούδες τους, γιατί αυτό είναι ευπρόσδεκτο ενώπιον του Θεού».—1Τι 5:4, 16.
Σε κάποιες περιπτώσεις οι Χριστιανικές εκκλησίες παρείχαν από κοινού βοήθεια στους αδελφούς τους σε άλλα μέρη. Παραδείγματος χάρη, όταν ο προφήτης Άγαβος προείπε ότι θα γινόταν μεγάλη πείνα, οι μαθητές στην εκκλησία της Αντιόχειας της Συρίας «αποφάσισαν, ο καθένας τους σύμφωνα με ό,τι μπορούσε να διαθέσει, να στείλουν βοήθεια ως διακονία στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία». (Πρ 11:28, 29) Άλλες οργανωμένες διευθετήσεις για παροχή βοήθειας στους άπορους αδελφούς της Ιουδαίας υπήρξαν επίσης εντελώς προαιρετικές.—Ρω 15:25-27· 1Κο 16:1-3· 2Κο 9:5, 7.
-
-
ΠάσσαλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΣΣΑΛΟΣ
Βλέπε ΞΥΛΟ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΥ.
-
-
ΠάσχαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΣΧΑ
Το Πάσχα (εβρ., πέσαχ) θεσπίστηκε το βράδυ που προηγήθηκε της Εξόδου από την Αίγυπτο. Το πρώτο Πάσχα γιορτάστηκε περίπου την ημέρα της πανσελήνου, τη 14η Αβίβ (που αργότερα ονομάστηκε Νισάν), το έτος 1513 Π.Κ.Χ. Έκτοτε, έπρεπε να γιορτάζεται κάθε χρόνο. (Εξ 12:17-20, 24-27) Ο Αβίβ (Νισάν) πέφτει μέσα στους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο του Γρηγοριανού ημερολογίου. Μετά το Πάσχα ακολουθούσαν οι εφτά ημέρες της Γιορτής των Άζυμων Άρτων, από τις 15 ως τις 21 Νισάν. Το Πάσχα γιορταζόταν σε ανάμνηση της απελευθέρωσης των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο και της “προσπέρασης” των πρωτοτόκων τους όταν ο Ιεχωβά θανάτωσε τα πρωτότοκα της Αιγύπτου. Εποχιακά, συνέπιπτε με την έναρξη του θερισμού του κριθαριού.—Εξ 12:14, 24-47· Λευ 23:10.
Το Πάσχα ήταν αναμνηστική γιορτή. Γι’ αυτόν το λόγο, η Γραφική εντολή έλεγε: «Και όταν οι γιοι σας σάς λένε: “Τι σημαίνει για εσάς αυτή η υπηρεσία;” τότε θα λέτε: “Είναι η θυσία του πάσχα για τον Ιεχωβά, ο οποίος προσπέρασε τα σπίτια των γιων του Ισραήλ στην Αίγυπτο όταν έπληξε τους Αιγυπτίους, αλλά απελευθέρωσε τα σπίτια μας”».—Εξ 12:26, 27.
Εφόσον οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι η ημέρα άρχιζε έπειτα από τη δύση του ήλιου και τελείωνε την επόμενη ημέρα με τη δύση του ήλιου, η 14η Νισάν άρχιζε έπειτα από τη δύση του ήλιου. Άρα, το Πάσχα γιορταζόταν το βράδυ μετά την ολοκλήρωση της 13ης Νισάν. Εφόσον η Γραφή δηλώνει ρητά ότι ο Χριστός είναι η θυσία του Πάσχα (1Κο 5:7) και ότι έφαγε το πασχαλινό γεύμα το βράδυ που προηγήθηκε της θανάτωσής του, πρέπει να πέθανε στις 14 Νισάν, όχι στις 15, ώστε να εκπληρωθεί με ακρίβεια η χρονική πλευρά του εξεικονιστικού τύπου, ή αλλιώς της σκιάς, που παρείχε ο Νόμος.—Εβρ 10:1.
Νόμοι που Αφορούσαν τον Εορτασμό Του. Κάθε σπιτικό έπρεπε να επιλέξει ένα υγιές, μονοετές αρσενικό πρόβατο ή κατσίκι. Αυτό το έφεραν μέσα στο σπίτι τη 10η ημέρα του μήνα Αβίβ και το κράτησαν μέχρι τη 14η, οπότε το έσφαξαν και τίναξαν το αίμα του με μια δέσμη από ύσσωπο στους παραστάτες και στο ανώφλι της πόρτας της κατοικίας μέσα στην οποία θα το έτρωγαν (όχι στο κατώφλι όπου το αίμα θα πατιόταν).
Γενικά, το αρνί (ή το κατσίκι) το έσφαζαν και το έγδερναν, καθάριζαν τα εντόσθιά του και τα έβαζαν ξανά στη θέση τους, ενώ στη συνέχεια το έψηναν ολόκληρο πολύ καλά, χωρίς να σπάσουν κανένα κόκαλο. (2Χρ 35:11· Αρ 9:12) Αν το σπιτικό ήταν πολύ μικρό και δεν μπορούσε να καταναλώσει ολόκληρο το ζώο, τότε το μοιραζόταν με κάποιο γειτονικό σπιτικό και το έτρωγαν την ίδια νύχτα. Οτιδήποτε περίσσευε έπρεπε να καεί πριν από το πρωί. (Εξ 12:10· 34:25) Το έτρωγαν μαζί με άζυμους άρτους, «το ψωμί της ταλαιπωρίας», και με πικρά χόρτα, διότι η ζωή τους ήταν πικρή όταν βρίσκονταν στη δουλεία.—Εξ 1:14· 12:1-11, 29, 34· Δευ 16:3.
Τι σημαίνει η έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια»;
Οι Ισραηλίτες υπολόγιζαν την ημέρα τους από τη μία δύση του ήλιου ως την άλλη. Επομένως, η ημέρα του Πάσχα άρχιζε με τη δύση του ήλιου στο τέλος της 13ης ημέρας του Αβίβ (Νισάν). Το ζώο έπρεπε να σφαχτεί «ανάμεσα στα δύο βράδια». (Εξ 12:6) Οι γνώμες διίστανται ως προς την ακριβή ώρα που εννοούνταν με αυτή την έκφραση. Σύμφωνα με ορισμένους λογίους, καθώς και με τους Καραΐτες Ιουδαίους και τους Σαμαρείτες, αυτή είναι η ώρα ανάμεσα στη δύση του ήλιου και στο βαθύ λυκόφως. Από την άλλη πλευρά, οι Φαρισαίοι και οι Ραβινιστές θεωρούσαν ότι το πρώτο βράδυ ήταν όταν ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, ενώ το δεύτερο η πραγματική δύση. Λόγω αυτής της τελευταίας άποψης, οι ραβίνοι πιστεύουν ότι το αρνί σφαζόταν προς το τέλος της 14ης ημέρας, όχι στην αρχή της, και επομένως ότι το πασχαλινό γεύμα τρωγόταν στην πραγματικότητα τη 15η Νισάν.
Σχετικά με αυτό, οι καθηγητές Κάιλ και Ντέλιτς λένε: «Από πάρα πολύ παλιά έχουν επικρατήσει διαφορετικές απόψεις μεταξύ των Ιουδαίων όσον αφορά την ακριβή ώρα που εννοείται. Ο Άμπεν Έζρα συμφωνεί με τους Καραΐτες και τους Σαμαρείτες θεωρώντας ότι το πρώτο βράδυ είναι η ώρα που ο ήλιος βυθίζεται κάτω από τον ορίζοντα και το δεύτερο η ώρα που έχει πέσει απόλυτο σκοτάδι. Σε αυτή την περίπτωση, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 6:00 μέχρι τις 7:20. . . . Σύμφωνα με τη ραβινική άποψη, η ώρα που ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, δηλ. από τις 3:00 ως τις 5:00, ήταν το πρώτο βράδυ, ενώ η δύση το δεύτερο. Άρα, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 3:00 ως τις 6:00. Σύγχρονοι ερμηνευτές έχουν αποφανθεί πολύ σωστά υπέρ της άποψης του Άμπεν Έζρα και του εθίμου που υιοθέτησαν οι Καραΐτες και οι Σαμαρείτες».—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 1, Το Δεύτερο Βιβλίο του Μωυσή, σ. 12· βλέπε ΗΜΕΡΑ.
Από τα προαναφερθέντα, και ιδίως με βάση διάφορες περικοπές όπως τα εδάφια Έξοδος 12:17, 18, Λευιτικό 23:5-7 και Δευτερονόμιο 16:6, 7, το βάρος των αποδεικτικών στοιχείων κλίνει υπέρ του ότι η έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια» εφαρμόζεται στο διάστημα ανάμεσα στη δύση του ήλιου και στο σκοτάδι. Αυτό σημαίνει ότι έτρωγαν το πασχαλινό γεύμα πολύ μετά τη δύση του ήλιου στις 14 Νισάν, διότι χρειάζονταν υπολογίσιμο χρόνο για να σφάξουν, να γδάρουν και να καλοψήσουν το ζώο. Το εδάφιο Δευτερονόμιο 16:6 παραγγέλλει: «Πρέπει να θυσιάσεις το πάσχα το βράδυ, μόλις δύσει ο ήλιος». Ο Ιησούς και οι απόστολοί του έφαγαν το πασχαλινό γεύμα «αφού βράδιασε». (Μαρ 14:17· Ματ 26:20) Ο Ιούδας βγήκε έξω αμέσως μετά τον εορτασμό του Πάσχα, «και ήταν νύχτα». (Ιωα 13:30) Ενόσω ο Ιησούς γιόρταζε το Πάσχα με τους 12 αποστόλους του, πρέπει να έγινε αρκετή συζήτηση, και επίσης ο Ιησούς πρέπει να χρειάστηκε κάποιον χρόνο για να πλύνει τα πόδια των αποστόλων. (Ιωα 13:2-5) Συνεπώς, η θέσπιση του Δείπνου του Κυρίου οπωσδήποτε έλαβε χώρα αρκετά αργά εκείνο το βράδυ.—Βλέπε ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
Κατά τον εορτασμό του Πάσχα στην Αίγυπτο, η κεφαλή της οικογένειας ήταν υπεύθυνη για το σφάξιμο του αρνιού (ή του κατσικιού) σε κάθε σπιτικό, και όλοι έπρεπε να μείνουν μέσα στο σπίτι για να μη θανατωθούν από τον άγγελο. Οι συμμετέχοντες έφαγαν όρθιοι, με τους γοφούς τους περιζωσμένους, με το μπαστούνι στο χέρι και με τα σανδάλια φορεμένα ώστε να είναι έτοιμοι για μακρύ ταξίδι πάνω σε τραχύ έδαφος (ενώ τις καθημερινές εργασίες τις έκαναν συνήθως ξυπόλητοι). Τα μεσάνυχτα όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων θανατώθηκαν, αλλά ο άγγελος προσπέρασε τα σπίτια στα οποία βρισκόταν το αίμα. (Εξ 12:11, 23) Κανένα σπιτικό των Αιγυπτίων στο οποίο υπήρχε πρωτότοκο αρσενικό δεν έμεινε ανέπαφο, από την κατοικία του ίδιου του Φαραώ ως το πρωτότοκο του φυλακισμένου. Δεν θανατώθηκε ο άντρας που ήταν η κεφαλή του σπιτιού, ακόμη και αν ήταν πρωτότοκος, αλλά κάθε αρσενικό πρωτότοκο του σπιτικού το οποίο υπόκειτο στην κεφαλή, καθώς και τα αρσενικά πρωτότοκα των ζώων.—Εξ 12:29, 30· βλέπε ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ.
Οι Δέκα Πληγές που επήλθαν στην Αίγυπτο αποδείχτηκαν όλες τους εκφράσεις κρίσης εναντίον των θεών της, ιδιαίτερα όμως η δέκατη, ο θάνατος των πρωτοτόκων. (Εξ 12:12) Εφόσον το κριάρι (αρσενικό πρόβατο) ήταν το ιερό ζώο του θεού Ρα, το αίμα του πασχαλινού αρνιού πάνω στους παραστάτες αποτελούσε βλασφημία για τους Αιγυπτίους. Ιερός ήταν και ο ταύρος, γι’ αυτό και η εξολόθρευση των πρωτοτόκων των ταύρων συνιστούσε πλήγμα για τον θεό Όσιρι. Ο ίδιος ο Φαραώ λατρευόταν ως γιος του Ρα. Έτσι λοιπόν, ο θάνατος του πρωτότοκου γιου του Φαραώ κατέδειξε την αδυναμία τόσο του Ρα όσο και του Φαραώ.
Στην Έρημο και στην Υποσχεμένη Γη. Γίνεται λόγος μόνο για έναν εορτασμό του Πάσχα στην έρημο. (Αρ 9:1-14) Η τήρηση του Πάσχα κατά την οδοιπορία στην έρημο πιθανόν να ήταν περιορισμένη για δύο λόγους: (1) Οι αρχικές οδηγίες του Ιεχωβά ήταν ότι το Πάσχα θα έπρεπε να τηρείται όταν θα έφταναν στην Υποσχεμένη Γη. (Εξ 12:25· 13:5) (2) Όσοι γεννήθηκαν στην έρημο δεν είχαν περιτμηθεί (Ιη 5:5), ενώ όλοι οι άρρενες που συμμετείχαν στο Πάσχα έπρεπε να είναι περιτμημένοι.—Εξ 12:45-49.
Καταγραμμένοι Εορτασμοί του Πάσχα. Στις Εβραϊκές Γραφές γίνεται άμεση μνεία για το Πάσχα (1) στην Αίγυπτο (Εξ 12), (2) στην έρημο του Σινά, στις 14 Νισάν του 1512 Π.Κ.Χ. (Αρ 9), (3) όταν έφτασαν στην Υποσχεμένη Γη, στα Γάλγαλα και αφού περιτμήθηκαν οι άρρενες, το 1473 Π.Κ.Χ. (Ιη 5), (4) όταν ο Εζεκίας αποκατέστησε την αληθινή λατρεία (2Χρ 30), (5) την εποχή του Ιωσία (2Χρ 35) και (6) αυτό που γιόρτασε ο Ισραήλ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία (Εσδ 6). (Επίσης, στο εδ. 2Χρ 35:18 γίνεται λόγος για εορτασμούς του Πάσχα στην εποχή του Σαμουήλ και στις ημέρες των βασιλιάδων.) Αφότου οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στη γη τους, το Πάσχα γιορταζόταν “στον τόπο που εξέλεξε ο Ιεχωβά ώστε να κάνει να κατοικήσει το όνομά του”, και όχι σε κάθε σπιτικό ή στις διάφορες πόλεις. Τελικά, εκλέχθηκε η Ιερουσαλήμ ως αυτός ο τόπος.—Δευ 16:1-8.
Προσθήκες. Αφότου ο Ισραήλ εγκαταστάθηκε στην Υποσχεμένη Γη, έγιναν ορισμένες αλλαγές και προέκυψαν διάφορες προσθήκες στον εορτασμό του Πάσχα. Δεν έτρωγαν πλέον το γεύμα όρθιοι ούτε εξοπλισμένοι για ταξίδι, διότι βρίσκονταν ήδη στη γη που τους είχε δώσει ο Θεός. Τον πρώτο αιώνα οι εορταστές είχαν το έθιμο να τρώνε το γεύμα ξαπλωμένοι στο αριστερό πλευρό, στηρίζοντας το κεφάλι τους στο αριστερό χέρι. Έτσι εξηγείται πώς ένας από τους μαθητές του Ιησού “ήταν πλαγιασμένος μπροστά στον κόλπο του Ιησού”. (Ιωα 13:23) Κατά τον εορτασμό του Πάσχα στην Αίγυπτο δεν χρησιμοποιήθηκε κρασί ούτε έδωσε ο Ιεχωβά ανάλογη εντολή. Αυτή η συνήθεια εισάχθηκε μεταγενέστερα. Ο Ιησούς δεν κατέκρινε τη χρήση κρασιού στο γεύμα—τουναντίον, ήπιε κρασί με τους αποστόλους του και κατόπιν τους πρόσφερε ένα ποτήρι για να πιουν από αυτό καθώς θέσπιζε το Δείπνο του Κυρίου, την Ανάμνηση.—Λου 22:15-18, 20.
Σύμφωνα με πηγές της Ιουδαϊκής παράδοσης, χρησιμοποιούσαν κόκκινο κρασί και περιέφεραν από χέρι σε χέρι τέσσερα ποτήρια, μολονότι στο σερβίρισμα μπορεί να υπήρχαν περισσότερα. Στη διάρκεια του γεύματος έψαλλαν τους Ψαλμούς 113 ως 118, ολοκληρώνοντας την υμνολογία με τον Ψαλμό 118. Ο Ιησούς και οι απόστολοί του ίσως έψαλαν έναν από αυτούς τους ψαλμούς κατά την ολοκλήρωση του Δείπνου του Κυρίου.—Ματ 26:30.
Έθιμα της Περιόδου του Πάσχα. Μεγάλες προετοιμασίες γίνονταν στην Ιερουσαλήμ όταν πλησίαζε η γιορτή, καθώς ο Νόμος απαιτούσε να τηρεί το Πάσχα κάθε άρρενας Ισραηλίτης και κάθε άρρενας από τους περιτμημένους πάροικους. (Αρ 9:9-14) Αυτό σημαίνει ότι τεράστια πλήθη ταξίδευαν στην πόλη μερικές ημέρες νωρίτερα. Έρχονταν πριν από το Πάσχα για να καθαριστούν τελετουργικά. (Ιωα 11:55) Λέγεται ότι στέλνονταν εργάτες περίπου έναν μήνα νωρίτερα προκειμένου να ετοιμάσουν τις γέφυρες και να επισκευάσουν τους δρόμους για την εξυπηρέτηση των προσκυνητών. Εφόσον η επαφή με νεκρό σώμα καθιστούσε κάποιον ακάθαρτο, λαβαίνονταν ειδικά προληπτικά μέτρα για την προστασία των ταξιδιωτών. Καθώς υπήρχε η συνήθεια να θάβονται οι νεκροί στην ύπαιθρο, αν πέθαιναν εκεί, οι τάφοι ασβεστώνονταν έναν μήνα νωρίτερα για να είναι ευδιάκριτοι. (Ο Ναός [The Temple], του Άλφρεντ Έντερσχαϊμ, 1874, σ. 184, 185) Αυτή η πληροφορία ρίχνει φως στα λόγια που είπε ο Ιησούς στους γραμματείς και στους Φαρισαίους, ότι έμοιαζαν με «ασβεστωμένους τάφους».—Ματ 23:27.
Όσοι έρχονταν στην Ιερουσαλήμ για τον εορτασμό του Πάσχα κατέλυαν σε σπίτια. Στα σπίτια της Ανατολής, όλα τα δωμάτια μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για διανυκτέρευση, ενώ ήταν δυνατόν να μείνουν στο ίδιο δωμάτιο αρκετά άτομα. Επίσης, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η επίπεδη στέγη του σπιτιού. Επιπρόσθετα, πολλοί από τους εορταστές έβρισκαν κατάλυμα έξω από τα τείχη της πόλης, ιδιαίτερα στη Βηθφαγή και στη Βηθανία, δύο χωριά στις πλαγιές του Όρους των Ελαιών.—Μαρ 11:1· 14:3.
Ζητήματα Σχετικά με τη Χρονική Αλληλουχία. Το ζήτημα του μολυσμού αποτέλεσε την αφορμή για την εξής δήλωση: “Οι ίδιοι δεν μπήκαν στο ανάκτορο του κυβερνήτη, για να μη μολυνθούν αλλά να μπορέσουν να φάνε το πάσχα”. (Ιωα 18:28) Εκείνοι οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι θα μολύνονταν αν εισέρχονταν σε κατοικία Εθνικού. (Πρ 10:28) Αυτή η δήλωση έγινε, όμως, «νωρίς το πρωί», επομένως αφού είχε λάβει χώρα το πασχαλινό γεύμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι, εκείνη πλέον την εποχή, ολόκληρη αυτή η περίοδος—τόσο η ημέρα του Πάσχα όσο και η ακόλουθη Γιορτή των Άζυμων Άρτων—αποκαλούνταν ενίοτε «Πάσχα». Έχοντας υπόψη αυτό το γεγονός, ο Άλφρεντ Έντερσχαϊμ δίνει την παρακάτω εξήγηση: Μια εθελοντική ειρηνική προσφορά γινόταν το Πάσχα και μια άλλη, υποχρεωτική, την επομένη, στις 15 Νισάν, την πρώτη ημέρα της Γιορτής των Άζυμων Άρτων. Αυτή τη δεύτερη προσφορά φοβούνταν οι Ιουδαίοι ότι δεν θα μπορούσαν να φάνε αν μολύνονταν στη δικαστική αίθουσα του Πιλάτου.—Ο Ναός, 1874, σ. 186, 187.
«Η πρώτη ημέρα των άζυμων άρτων». Προκύπτει επίσης ένα ζήτημα σε σχέση με τη δήλωση στο εδάφιο Ματθαίος 26:17: «Την πρώτη ημέρα των άζυμων άρτων πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού, λέγοντας: “Πού θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το πάσχα;”»
Η φράση «την πρώτη ημέρα» θα μπορούσε εν προκειμένω να αποδοθεί «την προηγουμένη». Αναφορικά με τη χρήση της λέξης πρώτη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, μια υποσημείωση στο εδάφιο Ματθαίος 26:17 στη Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει: «Ή, “Την προηγουμένη”. Αυτή η απόδοση της λέξης πρῶτος ακολουθούμενης από λέξη σε γενική πτώση συμφωνεί με την έννοια και την απόδοση μιας παρόμοιας σύνταξης στα εδ. Ιωα 1:15, 30, δηλαδή “υπήρχε πριν από εμένα [πρῶτός μου ἦν]”». Σύμφωνα με το Μεγάλο Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης (των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, τόμ. 3, σ. 774), το “πρώτος συχνάκις τίθεται αντί του προσδοκώμενου πρότερος”. Εκείνη την εποχή, η ημέρα του Πάσχα είχε καταλήξει να θεωρείται γενικά ως η πρώτη ημέρα της Γιορτής των Άζυμων Άρτων. Έτσι λοιπόν, το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, σε αρμονία με το Ιουδαϊκό έθιμο, αφήνει το περιθώριο να έγινε η εν λόγω ερώτηση στον Ιησού την προηγουμένη του Πάσχα.
«Προετοιμασία». Στο εδάφιο Ιωάννης 19:14, ο απόστολος Ιωάννης, καθώς περιγράφει το τελικό μέρος της δίκης του Ιησού ενώπιον του Πιλάτου, λέει: «Ήταν δε προετοιμασία του πάσχα· ήταν περίπου η έκτη ώρα [της ημέρας, ανάμεσα στις 11:00 π.μ. και στις 12 το μεσημέρι]». Αυτό, φυσικά, τοποθετείται μετά το πασχαλινό γεύμα, το οποίο είχαν φάει την προηγούμενη νύχτα. Παρόμοιες εκφράσεις βρίσκονται στα εδάφια 31 και 42. Εδώ, η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που μεταφράζεται «προετοιμασία» είναι η λέξη παρασκευή. Αυτή η λέξη φαίνεται ότι προσδιορίζει, όχι την προηγουμένη της 14ης Νισάν, αλλά την προηγουμένη του εβδομαδιαίου Σαββάτου, το οποίο, σε αυτή την περίπτωση, ήταν “μεγάλο”, δηλαδή δεν ήταν Σάββατο μόνο επειδή ήταν η 15η Νισάν, η πρώτη ημέρα της καθαυτό Γιορτής των Άζυμων Άρτων, αλλά επειδή ήταν και εβδομαδιαίο Σάββατο. Αυτό είναι εύλογο, εφόσον, όπως ειπώθηκε ήδη, η λέξη «Πάσχα» χρησιμοποιούνταν μερικές φορές αναφερόμενη σε ολόκληρη τη γιορτή.—Ιωα 19:31· βλέπε ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ.
Προφητική Σημασία. Ο απόστολος Παύλος, παροτρύνοντας τους Χριστιανούς να διάγουν καθαρή ζωή, αποδίδει εξεικονιστική σημασία στο Πάσχα, λέγοντας: «Διότι πράγματι ο Χριστός, το πάσχα μας, έχει θυσιαστεί». (1Κο 5:7) Εδώ παρομοιάζει τον Χριστό Ιησού με το αρνί του Πάσχα. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής είπε, δείχνοντας τον Ιησού: «Να το Αρνί του Θεού το οποίο αφαιρεί την αμαρτία του κόσμου!» (Ιωα 1:29) Ο Ιωάννης ίσως είχε κατά νου το αρνί του Πάσχα ή μπορεί να σκεφτόταν το αρσενικό πρόβατο που πρόσφερε ο Αβραάμ αντί για το γιο του, τον Ισαάκ, ή το αρσενικό αρνί που προσφερόταν στο θυσιαστήριο του Θεού στην Ιερουσαλήμ καθημερινά, πρωί και βράδυ.—Γε 22:13· Εξ 29:38-42.
Ορισμένα χαρακτηριστικά του εορτασμού του Πάσχα εκπληρώθηκαν από τον Ιησού. Μια εκπλήρωση έγκειται στο γεγονός ότι το αίμα που υπήρχε στα σπίτια, στην Αίγυπτο, διέσωσε τα πρωτότοκα από το χέρι του εξολοθρευτή αγγέλου. Ο Παύλος χαρακτηρίζει τους χρισμένους Χριστιανούς ως την εκκλησία των πρωτοτόκων (Εβρ 12:23) και τον Χριστό ως τον απελευθερωτή τους μέσω του αίματός του. (1Θε 1:10· Εφ 1:7) Δεν έπρεπε να σπάζουν κανένα κόκαλο από το αρνί του Πάσχα. Είχε προφητευτεί ότι δεν θα έσπαζε κανένα από τα κόκαλα του Ιησού, και αυτό εκπληρώθηκε κατά το θάνατό του. (Ψλ 34:20· Ιωα 19:36) Επομένως, το Πάσχα που γιόρταζαν οι Ιουδαίοι επί αιώνες ήταν ένα από εκείνα τα πράγματα μέσω των οποίων ο Νόμος παρείχε σκιά των μελλοντικών πραγμάτων και έστρεφε την προσοχή στον Ιησού Χριστό, «το Αρνί του Θεού».—Εβρ 10:1· Ιωα 1:29.
-
-
ΠασχώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΣΧΩΡ
(Πασχώρ).
1. Πατέρας κάποιου Γεδαλία, ενός από τους άρχοντες του Ιούδα που έριξαν τον Ιερεμία σε μια στέρνα.—Ιερ 38:1, 4, 6.
2. Άρχοντας, μέλος της αντιπροσωπείας που έστειλε ο Βασιλιάς Σεδεκίας στον Ιερεμία για να πληροφορηθεί το μέλλον της Ιερουσαλήμ. (Ιερ 21:1, 2) Ο Πασχώρ ζήτησε μαζί με άλλους από το βασιλιά να θανατωθεί ο Ιερεμίας. (Ιερ 38:1, 4, 6) Σε αυτά τα δύο αποσπάσματα ο Πασχώρ αποκαλείται «γιος του Μαλχία». Η οικογένεια των ιερέων που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία είχε στη γενεαλογία της έναν παρόμοιο κρίκο, “τον Πασχώρ, γιο του Μαλχία”. (1Χρ 9:12· Νε 11:12) Αν ο άρχοντας Πασχώρ ήταν όντως ιερέας, ίσως είναι αυτός από τον οποίο πήραν το όνομά τους «οι γιοι του Πασχώρ» (Αρ. 4).
3. Ιερέας, «ο γιος [ή απόγονος] του Ιμμήρ, . . . ο αρχιεπίτροπος στον οίκο του Ιεχωβά». Ο Πασχώρ, εκδηλώνοντας την αντίθεσή του στις προφητείες του Ιερεμία, τον χτύπησε και τον έβαλε στα ξύλινα δεσμά, από όπου τον ελευθέρωσε την επόμενη ημέρα. Ως αποτέλεσμα, ο Ιεχωβά προείπε, μέσω του Ιερεμία, ότι ο Πασχώρ θα εξοριζόταν και θα πέθαινε στη Βαβυλώνα, γι’ αυτό και τον μετονόμασε από Πασχώρ σε “Τρόμο από παντού” (εβρ., Μαγώρ μισσαβίβ) (Ιερ 20:1-6), μια έκφραση που εμφανίζεται αρκετές φορές στο βιβλίο του Ιερεμία.—Ιερ 6:25· 20:3, 10· 46:5· 49:29.
4. «Οι γιοι του Πασχώρ» ήταν ένας πατρικός οίκος ιερέων. Το 537 Π.Κ.Χ., 1.247 μέλη αυτού του οίκου επέστρεψαν από την εξορία μαζί με τον ιερέα Ιησού. (Εσδ 2:1, 2, 36, 38· Νε 7:41) Έξι από αυτούς παντρεύτηκαν αλλοεθνείς γυναίκες αλλά τις εξαπέστειλαν μετά την άφιξη του Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 10:22, 44· βλέπε Αρ. 2.
5. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος την εποχή του Κυβερνήτη Νεεμία υποστήριξε τη διαθήκη που προέβλεπε ότι δεν έπρεπε να λαμβάνονται αλλοεθνείς σύζυγοι.—Νε 9:38· 10:1, 3, 8.
-
-
ΠάταραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΑΡΑ
(Πάταρα).
Το λιμάνι της Λυκίας όπου, πιθανότατα το 56 Κ.Χ., ο απόστολος Παύλος και οι σύντροφοί του μετεπιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο το οποίο πήγαινε στη Φοινίκη. (Πρ 21:1, 2) Τα Πάταρα ταυτίζονται σήμερα με τα αρχαία μνημεία που υπάρχουν στο χωριό Γκελεμίς, στην ορεινή νοτιοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας, και βρίσκονται περίπου 10 χλμ. Α των εκβολών του ποταμού Ξάνθου (Κοντζά). Αποτελούσαν ενδιάμεσο σταθμό για τα πλοία που έρχονταν από την Ιταλία, την Αίγυπτο, τη Συρία και άλλα μέρη και ήταν το κυριότερο λιμάνι για τις πόλεις που βρίσκονταν κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Ξάνθου.
Στο εδάφιο Πράξεις 21:1 ορισμένα αρχαία χειρόγραφα προσθέτουν τη φράση και Μύρα μετά τα Πάταρα. Αν αυτή η προσθήκη είναι σωστή, τότε το πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε ο Παύλος φεύγοντας από τη Μίλητο είτε πέρασε από τα Πάταρα είτε σταμάτησε εκεί, ενώ η μετεπιβίβαση σε άλλο πλοίο έλαβε χώρα στα Μύρα και όχι στα Πάταρα.
-
-
ΠατέραςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΕΡΑΣ
Η εβραϊκή λέξη ’αβ, η οποία μεταφράζεται «πατέρας», είναι ηχομιμητική, παρμένη από τους πρώτους και απλούστερους ήχους που προφέρουν τα χείλη του βρέφους. Τόσο ο όρος ’αβ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου όσο και η αντίστοιχη λέξη πατήρ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιούνται με διάφορες έννοιες: για το γεννήτορα κάποιου ατόμου (Παρ 23:22· Ζαχ 13:3· Λου 1:67), την κεφαλή ενός σπιτικού ή μιας πατρογονικής οικογένειας (Γε 24:40· Εξ 6:14), τον πρόγονο (Γε 28:13· Ιωα 8:53), τον ιδρυτή ενός έθνους (Ματ 3:9), τον ιδρυτή μιας τάξης ή επαγγέλματος (Γε 4:20, 21), τον προστάτη (Ιωβ 29:16· Ψλ 68:5), την πηγή κάποιου πράγματος (Ιωβ 38:28) και ως προσφώνηση σεβασμού (2Βα 5:13· Πρ 7:2).
Ο Ιεχωβά Θεός ως Δημιουργός αποκαλείται Πατέρας. (Ησ 64:8· παράβαλε Πρ 17:28, 29.) Είναι επίσης ο Πατέρας των γεννημένων από το πνεύμα Χριστιανών, ο δε αραμαϊκός όρος ’Αββά’ χρησιμοποιείται ως έκφραση σεβασμού και στενής υιικής σχέσης. (Ρω 8:15· βλέπε ΑΒΒΑ.) Όλοι όσοι εκφράζουν πίστη ελπίζοντας να αποκτήσουν αιώνια ζωή μπορούν να απευθύνονται στον Θεό αποκαλώντας τον Πατέρα. (Ματ 6:9) Ο Ιησούς Χριστός, ο Μεσσίας, εφόσον είναι ο Πρώτιστος Παράγοντας ζωής τον οποίο χρησιμοποιεί ο Θεός, ονομάστηκε προφητικά Αιώνιος Πατέρας. (Ησ 9:6) Επίσης, όποιος έχει μιμητές και οπαδούς, ή άτομα που εκδηλώνουν τις δικές του ιδιότητες, θεωρείται πατέρας τους. (Ματ 5:44, 45· Ρω 4:11, 12) Με αυτή την έννοια λέγεται ότι ο Διάβολος είναι πατέρας.—Ιωα 8:44· παράβαλε Γε 3:15.
Ο Ιησούς απαγόρευσε το να χρησιμοποιείται για ανθρώπους ο όρος «πατέρας» ως τυπικός ή θρησκευτικός τίτλος. (Ματ 23:9) Επειδή ο Παύλος είχε μεταδώσει τα καλά νέα σε ορισμένους Χριστιανούς και τους είχε θρέψει πνευματικά, ήταν σαν πατέρας για αυτούς, αλλά σε κανένα εδάφιο δεν χρησιμοποιείται για αυτόν ο όρος «πατέρας» ως θρησκευτικός τίτλος. (1Κο 4:14, 15) Ο Παύλος παρομοίασε τον εαυτό του τόσο με πατέρα όσο και με μητέρα σε σχέση με τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς. (1Θε 2:7, 11) Μολονότι στα εδάφια Λουκάς 16:24, 30 γίνεται αναφορά στον «πατέρα Αβραάμ», αυτός ο χαρακτηρισμός έχει βασικά την έννοια της σαρκικής καταγωγής.
Εξουσία και Ευθύνες του Πατέρα. Όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή, ο πατέρας ήταν η κεφαλή του σπιτικού, ο φύλακας, ο προστάτης, αυτός που έπαιρνε τις τελικές αποφάσεις και ο κριτής της οικογενειακής ομάδας. (1Κο 11:3· Γε 31:32) Μεταξύ των πατριαρχών, καθώς επίσης στον Ισραήλ πριν από την επιλογή του Λευιτικού ιερατείου, ο πατέρας ήταν αυτός που εκπροσωπούσε την οικογένειά του στη λατρεία ως ιερέας. (Γε 12:8· Ιωβ 1:5· Εξ 19:22) Ο πατέρας εξουσίαζε το σπιτικό του μέχρι το θάνατό του. Αν ο γιος παντρευόταν και δημιουργούσε ανεξάρτητο σπιτικό, τότε γινόταν κεφαλή εκείνου του σπιτικού, μολονότι εξακολουθούσε να εκδηλώνει τον απαιτούμενο σεβασμό προς τον πατέρα. Όταν μια κόρη παντρευόταν, είχε ως κεφαλή της το σύζυγό της. (Αρ 30:3-8) Στους Βιβλικούς χρόνους ο πατέρας συνήθως κανόνιζε το γάμο των παιδιών του. Αν περιερχόταν σε δεινή οικονομική θέση, μπορούσε να πουλήσει την κόρη του ως δούλη, υπό κάποιους περιοριστικούς όρους που αποσκοπούσαν στην προστασία της.—Εξ 21:7.
Πατρική Φροντίδα για τα Μέλη της Οικογένειας. Ως εκπρόσωπος του Θεού, ο πατέρας έχει την ευθύνη να φροντίζει να διδάσκονται οι αρχές του Θεού στο σπιτικό του. (Γε 18:19· Εφ 6:4· Δευ 6:6, 7) Τα καθήκοντά του στον τομέα της διδασκαλίας και της διαπαιδαγώγησης περιλαμβάνουν επίσης προσωπικές οδηγίες και εντολές, στην εκτέλεση των οποίων βοηθάει η μητέρα. (Παρ 1:8· 6:20) Ο θεοφοβούμενος πατέρας έχει μεγάλη αγάπη για τα παιδιά του και τα νουθετεί και τα παρηγορεί με πολλή τρυφερότητα. (1Θε 2:11· Ωσ 11:3) Για να περπατούν στο σωστό δρόμο, τα διαπαιδαγωγεί, τα διορθώνει και τα ελέγχει. (Εβρ 12:9· Παρ 3:12) Βρίσκει ευχαρίστηση στους γιους του και χαίρεται ιδιαίτερα όταν αυτοί εκδηλώνουν σοφία. (Παρ 10:1) Από την άλλη πλευρά, λυπάται βαθιά και δυσφορεί όταν τα παιδιά του ακολουθούν πορεία αφροσύνης. (Παρ 17:21, 25) Πρέπει να είναι συμπονετικός και ελεήμων. (Μαλ 3:17· Ψλ 103:13) Πρέπει να λαβαίνει υπόψη του τις ανάγκες και τα αιτήματά τους. (Ματ 7:9-11) Οι πολλές περιγραφές της αγάπης και της φροντίδας του Θεού για το λαό του θέτουν ένα υπόδειγμα για τους ανθρώπινους πατέρες.
Γενεαλογική Χρήση του Πατρώνυμου. Η καταγωγή ενός άντρα προσδιοριζόταν συνήθως μέσω του πατέρα, όχι μέσω της μητέρας. Γι’ αυτό, μολονότι, όπως φαίνεται, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουμε ότι ο Λουκάς παρουσιάζει τη γενεαλογία του Ιησού μέσω της μητέρας του (μια εξαίρεση στο γενικό κανόνα), ο ίδιος δεν αναφέρει πουθενά τη Μαρία. Προφανώς αναφέρει το σύζυγό της τον Ιωσήφ ως γιο του Ηλί, ο οποίος κατά τα φαινόμενα ήταν ο πατέρας της Μαρίας. Αυτό δεν ήταν καθόλου άτοπο, διότι ο Ιωσήφ ήταν γαμπρός του Ηλί.—Βλέπε ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Εφόσον δεν υπήρχαν επώνυμα, για να ξεχωρίσουν κάποιον συνήθως αναφέρονταν σε αυτόν ως το γιο του «Τάδε». Παραδείγματος χάρη, ο Ισαάκ αποκαλούνταν “ο γιος του Αβραάμ”. (Γε 25:19) Πολλά εβραϊκά ονόματα περιλάμβαναν το εβραϊκό πρόθημα μπεν ή το αραμαϊκό πρόθημα μπαρ, τα οποία σημαίνουν «γιος» και αποδίδονται στην ελληνική ως βεν και βαρ αντίστοιχα, ακολουθούμενο από το πατρώνυμο εν είδει επονομασίας, όπως «Βεν Ωρ» (1Βα 4:8, ΛΧ· «ο γιος του Χουρ», ΜΝΚ) και «Σίμων Βαρ-ιωνάς» ή “Σίμων γιος του Ιωνά”.—Ματ 16:17.
-
-
ΠατητήριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΗΤΗΡΙ
Κατασκευή η οποία χρησιμοποιείται για την άσκηση πίεσης σε ορισμένους καρπούς με σκοπό την εκχύμωσή τους. Εφόσον το μάζεμα των ελιών γινόταν μετά τον τρύγο, συνήθως χρησιμοποιούνταν τα ίδια πατητήρια για την εξαγωγή τόσο του μούστου όσο και του ελαιόλαδου, μολονότι για τις ελιές χρησιμοποιούνταν επίσης και ένας τύπος πιεστηρίου με στύλους.
Τα κοινά πατητήρια αποτελούνταν συνήθως από δύο αβαθή κοιλώματα όμοια με νιπτήρες, λαξευμένα σε φυσικό ασβεστόλιθο, το ένα από τα οποία βρισκόταν πιο ψηλά σε σχέση με το άλλο και συνδεόταν με αυτό μέσω ενός μικρού αγωγού. (Αρ 18:27, 30· 2Βα 6:27) Τα σταφύλια ή οι ελιές πατιούνταν ή συνθλίβονταν στην πάνω λεκάνη (γκαθ, Νε 13:15), και οι χυμοί λόγω της βαρύτητας έρρεαν στη χαμηλότερη λεκάνη του πατητηριού (γέκεβ, Κρ 7:25· Παρ 3:10· Ιωλ 2:24· Αγγ 2:16). Στο εδάφιο Ιωήλ 3:13 εμφανίζονται και οι δύο λέξεις: «Ελάτε, κατεβείτε, γιατί γέμισε το πατητήρι [γκαθ]. Οι λεκάνες στα πατητήρια [χαγεκαβίμ, πληθυντικός της λέξης γέκεβ] ξεχειλίζουν». Προφανώς η λέξη γέκεβ χρησιμοποιούνταν επίσης αναφορικά με πατητήρια αποτελούμενα από μία λεκάνη, στα οποία γινόταν τόσο το πάτημα των σταφυλιών όσο και η συλλογή του μούστου. (Ιωβ 24:11· Ησ 5:2· 16:10· Ιερ 48:33) Οι πυθμένες αυτών των πατητηριών ήταν πιο επικλινείς από του συνηθισμένου τύπου με τις δύο λεκάνες ώστε να διευκολύνεται η συλλογή του μούστου στη χαμηλότερη πλευρά. Για το πατητήρι που ήταν μακρόστενο, σαν σκάφη, το εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη πουράχ. (Ησ 63:3· Αγγ 2:16) Και οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αναφέρουν το πατητήρι (ληνός, Ματ 21:33) καθώς και το «άνοιγμα για το πατητήρι» (ὑπολήνιον, Μαρ 12:1).
Ανακαλύφτηκε ένα πατητήρι αυτού του είδους, το οποίο είχε τετράγωνη πάνω λεκάνη, με μήκος πλευράς 2,4 μ. και βάθος 38 εκ. Η μικρότερη λεκάνη, που βρισκόταν περίπου 0,6 μ. πιο χαμηλά και όπου έρρεε ο μούστος, ήταν επίσης τετράγωνη, με μήκος πλευράς 1,2 μ. και βάθος 0,9 μ. Σε τέτοιο πατητήρι αλώνιζε ο Γεδεών το σιτάρι του.—Κρ 6:11.
Η σύνθλιψη των καρπών σε αυτά τα πατητήρια γινόταν συνήθως με γυμνά πόδια ή με βαριές πέτρες. Δύο ως εφτά ή και περισσότεροι πατητές εργάζονταν ομαδικά στο πατητήρι. Γι’ αυτό, ήταν αξιοσημείωτο το ότι ο Ησαΐας είπε πως ο Μεγάλος Πατητής, ο Ιεχωβά, θα πατήσει το πατητήρι του κρασιού μόνος του. (Ησ 63:3) Πάνω από τα κεφάλια των πατητών υπήρχε ένα δοκάρι με κρεμασμένα σχοινιά από τα οποία κρατιούνταν για να στηρίζονται. «Το αίμα των σταφυλιών» πιτσίλιζε και λέρωνε τα ενδύματά τους. (Γε 49:11· Ησ 63:2) Μολονότι το πάτημα των σταφυλιών συνεπαγόταν πολλή και σκληρή εργασία, αυτή η περίοδος ήταν συνήθως καιρός χαράς. Οι χαρούμενες φωνές και τα τραγούδια βοηθούσαν τους πατητές να κρατούν το ρυθμό. (Κρ 9:27· Ιερ 25:30· 48:33) Η έκφραση «για Γιττίθ» (απόδοση ὑπέρ τῶν ληνῶν στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στη λατινική Βουλγάτα) η οποία εμφανίζεται στην επιγραφή τριών Ψαλμών (8, 81, 84) ίσως υποδηλώνει ότι επρόκειτο για τραγούδια του τρύγου.
Μεταφορική Χρήση. Σε αρκετές Γραφικές περικοπές αναφέρεται το πατητήρι με μεταφορική έννοια. (Ησ 63:2, 3· Θρ 1:15) Την ημέρα του Ιεχωβά, κατά την οποία πλήθη είναι συναγμένα στην κοιλάδα της απόφασης, δίνεται η εντολή: «Βάλτε με ορμή δρεπάνι, γιατί ωρίμασε ο θερισμός. Ελάτε, κατεβείτε, γιατί γέμισε το πατητήρι. Οι λεκάνες στα πατητήρια ξεχειλίζουν· διότι έγινε άφθονη η κακία τους». (Ιωλ 3:13, 14) Παρόμοια, ο Ιωάννης είδε σε όραμα ότι «το κλήμα της γης» ρίχτηκε «στο μεγάλο πατητήρι του θυμού του Θεού» και εκεί πατήθηκε ώσπου «βγήκε αίμα από το πατητήρι που έφτασε μέχρι τα χαλινάρια των αλόγων». Αυτός ο οποίος αποκαλείται «Πιστός και Αληθινός», «Ο Λόγος του Θεού», είναι εκείνος που πατάει αυτό το πατητήρι του «θυμού της οργής του Θεού του Παντοδύναμου».—Απ 14:19, 20· 19:11-16.
-
-
ΠάτμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΜΟΣ
(Πάτμος).
Νησί όπου είχε εξοριστεί ο απόστολος Ιωάννης “επειδή μιλούσε για τον Θεό και έδινε μαρτυρία για τον Ιησού”. (Απ 1:9) Ενόσω βρισκόταν εκεί, ο Ιωάννης έλαβε την Αποκάλυψη. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, ο Ιωάννης, ο οποίος καταδικάστηκε από τον Δομιτιανό να ζει στην Πάτμο, αφέθηκε ελεύθερος μετά το θάνατο αυτού του ηγεμόνα (96 Κ.Χ.).—Οι Προ της Συνόδου της Νίκαιας Πατέρες (The Ante-Nicene Fathers), Τόμ. 8, σ. 562, «Έργα του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου».
Η Πάτμος—στο Ικάριο Πέλαγος (μέρος του Αιγαίου) περίπου 55 χλμ. Δ της Μικράς Ασίας—βρισκόταν περίπου 60 χλμ. ΔΝΔ της Μιλήτου, ενώ καθεμιά από τις εφτά εκκλησίες που τυγχάνουν ειδικής μνείας στο 2ο και στο 3ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης βρισκόταν σε απόσταση μικρότερη των 240 χλμ. από αυτήν. Πρόκειται για ένα μικρό ηφαιστειακό νησί που διαθέτει εξαιρετικά ακανόνιστη ακτογραμμή και είναι σε μεγάλο βαθμό άγονο και βραχώδες. Σήμερα, όμως, καλλιεργούνται εκεί σιτάρι, ελιές και σταφύλια. Προφανώς εξαιτίας της απομόνωσης που τη χαρακτήριζε, η Πάτμος, όπως και άλλα νησιά του Αιγαίου, χρησιμοποιούνταν ως νησί για καταδίκους.
-
-
Πατρικός ΟίκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΡΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ
Βλέπε ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ.
-
-
ΠατρόβαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΤΡΟΒΑΣ
(Πατρόβας).
Κάποιος Χριστιανός της εκκλησίας της Ρώμης στον οποίο στέλνει χαιρετισμούς ο Παύλος στην επιστολή του.—Ρω 16:14.
-
-
ΠαύλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΥΛΟΣ
(Παύλος) [από το λατ. Paulus· σημαίνει «Μικρός»].
Ισραηλίτης από τη φυλή του Βενιαμίν και απόστολος του Ιησού Χριστού. (Εφ 1:1· Φλπ 3:5) Παρότι ίσως είχε από παιδί δύο ονόματα, τόσο το εβραϊκό Σαούλ (Σαύλος) όσο και το ρωμαϊκό Παύλος (Πρ 9:17· 2Πε 3:15), ο απόστολος αυτός πιθανώς διάλεξε να αποκαλείται με το ρωμαϊκό όνομα λαβαίνοντας υπόψη την αποστολή που είχε να διακηρύττει τα καλά νέα στους μη Ιουδαίους.—Πρ 9:15· Γα 2:7, 8.
Ο Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό, μια σημαντική πόλη της Κιλικίας. (Πρ 21:39· 22:3) Οι γονείς του ήταν Εβραίοι και προφανώς οπαδοί της φαρισαϊκής παράταξης του Ιουδαϊσμού. (Πρ 23:6· Φλπ 3:5) Γεννήθηκε Ρωμαίος πολίτης (Πρ 22:28)—η ρωμαϊκή υπηκοότητα είχε ίσως δοθεί στον πατέρα του λόγω κάποιων υπηρεσιών που είχε προσφέρει. Ο Παύλος έμαθε την τέχνη του σκηνοποιού μάλλον από τον πατέρα του. (Πρ 18:3) Στην Ιερουσαλήμ, όμως, έλαβε εκπαίδευση από τον πολυμαθή Φαρισαίο Γαμαλιήλ, και από αυτό συμπεραίνουμε ότι προερχόταν από επιφανή οικογένεια. (Πρ 22:3· 5:34) Ήξερε καλά τουλάχιστον δύο γλώσσες, την ελληνική και την εβραϊκή. (Πρ 21:37-40) Τον καιρό που ταξίδευε ως ιεραπόστολος δεν ήταν παντρεμένος. (1Κο 7:8) Εκείνη γενικά την περίοδο, αν όχι και νωρίτερα, είχε μια αδελφή και έναν ανιψιό που κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ.—Πρ 23:16-22.
Ο απόστολος Παύλος είχε το προνόμιο να γράψει περισσότερα βιβλία, συγκεκριμένα επιστολές, των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών από οποιονδήποτε άλλον. Έλαβε υπερφυσικά οράματα (2Κο 12:1-5) και, μέσω του αγίου πνεύματος, μπορούσε να μιλάει αρκετές ξένες γλώσσες.—1Κο 14:18.
Διωγμός, Μεταστροφή, Αρχική Περίοδος της Διακονίας Του. Το Βιβλικό υπόμνημα παρουσιάζει πρώτη φορά τον Σαύλο, δηλαδή τον Παύλο, ως το “νεαρό άντρα” στα πόδια του οποίου άφησαν τα εξωτερικά τους ενδύματα οι ψευδομάρτυρες που λιθοβόλησαν τον Στέφανο, το μαθητή του Χριστού. (Πρ 6:13· 7:58) Ο Παύλος επιδοκίμασε το φόνο του Στεφάνου και, εξαιτίας παροδηγημένου ζήλου για την παράδοση, άρχισε μια εκστρατεία άγριου διωγμού εναντίον των ακολούθων του Χριστού. Όταν επρόκειτο να εκτελεστούν, ψήφιζε εναντίον τους. Όταν δικάζονταν στις συναγωγές, προσπαθούσε να τους εξαναγκάσει να αποκηρύξουν την πίστη τους. Επέκτεινε δε το διωγμό και σε άλλες πόλεις εκτός της Ιερουσαλήμ, εξασφαλίζοντας μάλιστα γραπτή έγκριση από τον αρχιερέα να ψάξει για μαθητές του Χριστού βορειότερα, ως και στη Δαμασκό της Συρίας, και να τους φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ, πιθανότατα για να δικαστούν από το Σάνχεδριν.—Πρ 8:1, 3· 9:1, 2· 26:10, 11· Γα 1:13, 14.
Καθώς ο Παύλος πλησίαζε στη Δαμασκό, ο Χριστός Ιησούς τού αποκαλύφτηκε μέσα σε αστραποβόλο φως και του ανέθεσε την αποστολή να είναι υπηρέτης και μάρτυρας των όσων είχε δει αλλά και όσων έμελλε να δει. Παρότι εκείνοι που συνόδευαν τον Παύλο έπεσαν και αυτοί στο έδαφος εξαιτίας της φανέρωσης αυτής και άκουσαν μια φωνή, μόνο ο Παύλος κατάλαβε τι έλεγε η φωνή και τυφλώθηκε, οπότε χρειάστηκε να τον οδηγήσουν από το χέρι για να φτάσουν στη Δαμασκό. (Πρ 9:3-8· 22:6-11· 26:12-18) Επί τρεις ημέρες ούτε έτρωγε ούτε έπινε. Κατόπιν, ενώ προσευχόταν στο σπίτι κάποιου Ιούδα στη Δαμασκό, είδε σε όραμα τον Ανανία, έναν μαθητή του Χριστού, να μπαίνει μέσα και να του αποκαθιστά την όραση. Όταν το όραμα πραγματοποιήθηκε, ο Παύλος βαφτίστηκε, έλαβε άγιο πνεύμα, έφαγε και πήρε δύναμη.—Πρ 9:9-19.
Το υπόμνημα των εδαφίων Πράξεις 9:20-25 αναφέρει ότι ο Παύλος έμεινε λίγο καιρό με τους μαθητές στη Δαμασκό και «αμέσως» άρχισε να κηρύττει στις συναγωγές εκεί. Περιγράφει τη δράση του στο έργο κηρύγματος μέχρι τη στιγμή που αναγκάστηκε να φύγει από τη Δαμασκό εξαιτίας μιας πλεκτάνης εναντίον της ζωής του. Από την άλλη μεριά, στην επιστολή του Παύλου προς τους Γαλάτες αναφέρεται ότι μετά τη μεταστροφή του έφυγε στην Αραβία και κατόπιν επέστρεψε στη Δαμασκό. (Γα 1:15-17) Το πότε ακριβώς έγινε το ταξίδι στην Αραβία δεν είναι δυνατόν να τοποθετηθεί με ακρίβεια μέσα στη σειρά αυτών των γεγονότων.
Ο Παύλος μπορεί να πήγε στην Αραβία αμέσως μετά τη μεταστροφή του προκειμένου να στοχαστεί γύρω από το θέλημα του Θεού για αυτόν. Εν τοιαύτη περιπτώσει, η λέξη «αμέσως» που χρησιμοποιεί ο Λουκάς θα σήμαινε ότι ο Παύλος άρχισε να κηρύττει αμέσως μόλις επέστρεψε στη Δαμασκό και συνδέθηκε με τους μαθητές εκεί. Ωστόσο, στο εδάφιο Γαλάτες 1:17 ο Παύλος προφανώς τονίζει το γεγονός ότι δεν ανέβηκε αμέσως στην Ιερουσαλήμ, ότι το μόνο μέρος έξω από τη Δαμασκό στο οποίο πήγε εκείνον τον πρώτο καιρό ήταν η Αραβία. Έτσι λοιπόν, το ταξίδι στην Αραβία δεν είναι απαραίτητο να έλαβε οπωσδήποτε χώρα αμέσως μετά τη μεταστροφή του. Ο Παύλος ενδέχεται να έμεινε στην αρχή μερικές ημέρες στη Δαμασκό και πολύ σύντομα να προέβη σε δημόσια αποκήρυξη της προηγούμενης διωκτικής πορείας του, δηλώνοντας στις συναγωγές την πίστη του στον Χριστό. Κατόπιν μπορεί να ταξίδεψε στην Αραβία (άγνωστο για ποιο λόγο) και, μόλις επέστρεψε, να συνέχισε με μεγαλύτερη δύναμη το κήρυγμα στη Δαμασκό, σε σημείο που οι διώκτες του προσπάθησαν να τον θανατώσουν. Οι δύο αφηγήσεις αλληλοσυμπληρώνονται μάλλον παρά αντιφάσκουν μεταξύ τους, και το μόνο πρόβλημα είναι η ακριβής σειρά των γεγονότων, η οποία απλούστατα δεν διευκρινίζεται.
Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ (ενδεχομένως το 36 Κ.Χ.· τα τρία χρόνια που αναφέρονται στο εδάφιο Γαλάτες 1:18 πιθανώς ισοδυναμούν με μέρη τριών χρόνων), ο Παύλος διαπίστωσε πως οι αδελφοί εκεί δεν πίστευαν ότι ήταν μαθητής. Ωστόσο, ο Βαρνάβας «πρόστρεξε σε βοήθειά του και τον οδήγησε στους αποστόλους», προφανώς στον Πέτρο και στον «Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου». (Ο Ιάκωβος, παρ’ όλο που δεν ήταν από τους 12, μπορούσε να αποκαλείται απόστολος επειδή ήταν απόστολος της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ.) Ο Παύλος έμεινε 15 ημέρες με τον Κηφά (Πέτρο). Όσο ήταν στην Ιερουσαλήμ, ο Παύλος μιλούσε με τόλμη στο όνομα του Ιησού. Όταν οι αδελφοί έμαθαν ότι γι’ αυτόν το λόγο οι ελληνόφωνοι Ιουδαίοι έκαναν απόπειρες να τον σκοτώσουν, «τον κατέβασαν στην Καισάρεια και τον έστειλαν στην Ταρσό».—Πρ 9:26-30· Γα 1:18-21.
Φαίνεται ότι ο Παύλος (γύρω στο 41 Κ.Χ.) είχε το προνόμιο να δει ένα υπερφυσικό όραμα, το οποίο ήταν τόσο ζωντανό ώστε δεν γνώριζε αν, όταν αρπάχθηκε «στον τρίτο ουρανό», ήταν με το σώμα ή έξω από το σώμα. “Ο τρίτος ουρανός” φαίνεται πως αναφέρεται στην υπέρτατη μορφή διακυβέρνησης της Μεσσιανικής Βασιλείας.—2Κο 12:1-4.
Αργότερα, ο Βαρνάβας έφερε από την Ταρσό τον Σαύλο για να βοηθήσει στο έργο που γινόταν ανάμεσα στους ελληνόφωνους της Αντιόχειας. Γύρω στο 46 Κ.Χ., έπειτα από έναν χρόνο έργου στην Αντιόχεια, η εκκλησία έστειλε τον Παύλο και τον Βαρνάβα στην Ιερουσαλήμ με μια διακονία βοήθειας για τους αδελφούς εκεί. (Πρ 11:22-30) Συνοδευόμενοι από τον Ιωάννη Μάρκο επέστρεψαν στην Αντιόχεια. (Πρ 12:25) Έπειτα, το άγιο πνεύμα κατηύθυνε να ξεχωριστούν ο Παύλος και ο Βαρνάβας για ένα ειδικό έργο.—Πρ 13:1, 2.
Πρώτο Ιεραποστολικό Ταξίδι. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 747) Ακολουθώντας την κατεύθυνση του πνεύματος, ο Παύλος, συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα και τον Ιωάννη Μάρκο, τον οποίο είχαν ως υπηρέτη τους, άρχισε το πρώτο ιεραποστολικό του ταξίδι (περ. 47-48 Κ.Χ.). Από τη Σελεύκεια, το λιμάνι της Αντιόχειας, απέπλευσαν για την Κύπρο. Στις συναγωγές της Σαλαμίνας, στα ανατολικά παράλια της Κύπρου, «άρχισαν να διαγγέλλουν το λόγο του Θεού». Αφού διέσχισαν το νησί έφτασαν στην Πάφο, στα δυτικά παράλια. Εκεί ο Ελύμας, ένας μάγος, προσπάθησε να εναντιωθεί στην επίδοση μαρτυρίας προς τον ανθύπατο Σέργιο Παύλο. Ο Παύλος τότε επέφερε στον Ελύμα προσωρινή τύφλωση. Έκπληκτος από αυτό που συνέβη, ο Σέργιος Παύλος έγινε πιστός.—Πρ 13:4-12.
Από την Πάφο, ο Παύλος και οι σύντροφοί του απέπλευσαν για τη Μικρά Ασία. Μόλις έφτασαν στην Πέργη, στη ρωμαϊκή επαρχία της Παμφυλίας, ο Ιωάννης Μάρκος τούς εγκατέλειψε και επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. Αλλά ο Παύλος και ο Βαρνάβας κατευθύνθηκαν Β προς την Αντιόχεια της Πισιδίας. Παρά το μεγάλο ενδιαφέρον που έδειξαν οι άνθρωποι εκεί, τελικά με την υποκίνηση των Ιουδαίων τούς πέταξαν έξω από την πόλη. (Πρ 13:13-50) Απτόητοι, ταξίδεψαν ΝΑ προς το Ικόνιο, όπου και πάλι οι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν τα πλήθη εναντίον τους. Όταν πληροφορήθηκαν ότι θα γινόταν απόπειρα να τους λιθοβολήσουν, ο Παύλος και ο Βαρνάβας κατέφυγαν στα Λύστρα, στην περιοχή της Λυκαονίας. Αφού ο Παύλος θεράπευσε έναν εκ γενετής κουτσό, οι κάτοικοι των Λύστρων φαντάστηκαν ότι ο Παύλος και ο Βαρνάβας ήταν ενσαρκωμένοι θεοί. Αργότερα, όμως, Ιουδαίοι από το Ικόνιο και την Αντιόχεια της Πισιδίας έστρεψαν τα πλήθη εναντίον του Παύλου με αποτέλεσμα να τον λιθοβολήσουν και να σύρουν το σώμα του έξω από την πόλη, νομίζοντας ότι ήταν νεκρός. Ωστόσο, όταν τον περικύκλωσαν οι συγχριστιανοί του, σηκώθηκε και μπήκε στα Λύστρα. Την επόμενη ημέρα αυτός και ο Βαρνάβας έφυγαν για τη Δέρβη. Αφού έκαναν αρκετούς μαθητές εκεί, επέστρεψαν στα Λύστρα, στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια (της Πισιδίας), ενισχύοντας και ενθαρρύνοντας τους αδελφούς και διορίζοντας πρεσβυτέρους για να υπηρετούν στις εκκλησίες που είχαν ιδρυθεί σε εκείνα τα μέρη. Αργότερα, κήρυξαν στην Πέργη και μετά απέπλευσαν από το λιμάνι της Αττάλειας για την Αντιόχεια της Συρίας.—Πρ 13:51–14:28.
Το Ζήτημα της Περιτομής. Ορισμένοι από την Ιουδαία ήρθαν στην Αντιόχεια (γύρω στο 49 Κ.Χ.), ισχυριζόμενοι ότι οι μη Ιουδαίοι έπρεπε να περιτέμνονται σε συμμόρφωση με το Μωσαϊκό Νόμο για να μπορέσουν να σωθούν. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας αντιτάχθηκαν σε αυτό. Ωστόσο, ο Παύλος, αν και ήταν απόστολος, δεν ανέλαβε να τακτοποιήσει το ζήτημα μόνος του στηριζόμενος στην εξουσία που είχε. Αντίθετα, συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα, τον Τίτο και άλλους, πήγε στην Ιερουσαλήμ για να θέσει το ζήτημα ενώπιον των αποστόλων και των πρεσβυτέρων της εκκλησίας εκεί. Τότε αποφασίστηκε ότι δεν απαιτούνταν να περιτέμνονται οι Εθνικοί πιστοί, αλλά θα έπρεπε να μένουν μακριά από την ειδωλολατρία, τη βρώση και την πόση αίματος, καθώς και τη σεξουαλική ανηθικότητα. Οι αδελφοί της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, εκτός από το ότι έγραψαν μια επιστολή που κοινοποιούσε αυτή την απόφαση, έστειλαν παράλληλα τον Ιούδα και τον Σίλα ως εκπροσώπους τους για να διασαφηνίσουν το ζήτημα στην Αντιόχεια. Επίσης, σε μια συζήτηση με τον Πέτρο (Κηφά), τον Ιωάννη και τον μαθητή Ιάκωβο, συμφωνήθηκε ότι ο Παύλος και ο Βαρνάβας θα έπρεπε να συνεχίσουν να κηρύττουν στους απερίτμητους Εθνικούς.—Πρ 15:1-29· Γα 2:1-10.
Λίγο καιρό αργότερα, πήγε και ο ίδιος ο Πέτρος στην Αντιόχεια της Συρίας και άρχισε να συναναστρέφεται με τους Εθνικούς Χριστιανούς. Όταν, όμως, έφτασαν από την Ιερουσαλήμ κάποιοι Ιουδαίοι, αυτός, ενδίδοντας προφανώς στο φόβο των ανθρώπων, αποχωρίστηκε από τους μη Ιουδαίους, ενεργώντας έτσι ενάντια στην κατεύθυνση του πνεύματος σύμφωνα με την οποία οι σαρκικές διακρίσεις δεν ισχύουν για τον Θεό. Ακόμη και ο Βαρνάβας παρασύρθηκε. Όταν το διέκρινε αυτό ο Παύλος, επέκρινε δημόσια τον Πέτρο με τόλμη, δεδομένου ότι η συμπεριφορά του ήταν επιζήμια για την πρόοδο της Χριστιανοσύνης.—Γα 2:11-14.
Δεύτερο Ιεραποστολικό Ταξίδι. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 747) Αργότερα, ο Παύλος και ο Βαρνάβας σκέφτηκαν να επισκεφτούν τους αδελφούς στις πόλεις όπου είχαν κηρύξει κατά τη διάρκεια του πρώτου ιεραποστολικού τους ταξιδιού. Μια διαφωνία γύρω από το αν θα έπαιρναν μαζί τον Ιωάννη Μάρκο, ο οποίος την πρώτη φορά τούς είχε εγκαταλείψει, κατέληξε σε ρήξη ανάμεσα στον Παύλο και στον Βαρνάβα. Ο Παύλος, λοιπόν, διάλεξε τον Σίλα (Σιλουανό) και ταξίδεψε διαμέσου της Συρίας προς τη Μικρά Ασία (περ. 49-52 Κ.Χ.). Προφανώς στα Λύστρα, ο Παύλος διευθέτησε να πάρει μαζί του τον νεαρό Τιμόθεο τον οποίο και υπέβαλε σε περιτομή. (Πρ 15:36–16:3) Παρ’ όλο που η περιτομή δεν ήταν απαίτηση για τους Χριστιανούς, αν ο Τιμόθεος, ο οποίος ήταν κατά το ήμισυ Ιουδαίος, παρέμενε απερίτμητος, αναμφίβολα αυτό θα προδιέθετε αρνητικά τους Ιουδαίους απέναντι στο κήρυγμα του Παύλου. Απομακρύνοντας, λοιπόν, αυτό το πιθανό εμπόδιο, ο Παύλος ενεργούσε σύμφωνα με τα όσα έγραψε αργότερα στους Κορινθίους: «Στους Ιουδαίους έγινα ως Ιουδαίος».—1Κο 9:20.
Μια νύχτα στην Τρωάδα, στο Αιγαίο Πέλαγος, ο Παύλος είδε σε όραμα έναν Μακεδόνα ο οποίος τον ικέτευε: «Πέρασε στη Μακεδονία και βοήθησέ μας». Συμπεραίνοντας ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού, ο Παύλος και οι σύντροφοί του στο ιεραποστολικό έργο, συνοδευόμενοι από τον γιατρό Λουκά, απέπλευσαν για τη Μακεδονία περνώντας έτσι στην Ευρώπη. Στους Φιλίππους, τη σημαντικότερη πόλη της Μακεδονίας εκείνη την εποχή, η Λυδία και το σπιτικό της έγιναν πιστοί. Όταν ο Παύλος έκανε ένα κορίτσι να χάσει τις μαντικές του δυνάμεις εκβάλλοντας από αυτήν έναν δαίμονα, φυλακίστηκε τόσο ο ίδιος όσο και ο Σίλας. Ένας σεισμός, όμως, τους απελευθέρωσε, και ο δεσμοφύλακας και το σπιτικό του έγιναν Χριστιανοί. Ο Παύλος, επικαλούμενος τη ρωμαϊκή υπηκοότητά του, ανάγκασε με την επιμονή του τους διοικητές της πόλης να πάνε οι ίδιοι και να βγάλουν τον απόστολο και τον Σίλα από τη φυλακή. Αφού ενθάρρυναν τους αδελφούς, ο Παύλος και οι σύντροφοί του ταξίδεψαν μέσω της Αμφίπολης και της Απολλωνίας ως τη Θεσσαλονίκη. Μια εκκλησία πιστών δημιουργήθηκε εκεί. Αλλά ζηλόφθονοι Ιουδαίοι υποκίνησαν οχλαγωγία εναντίον του Παύλου. Γι’ αυτόν το λόγο, οι αδελφοί έστειλαν αυτόν και τον Σίλα στη Βέροια. Πολλοί έγιναν πιστοί και εκεί, αλλά επειδή οι Ιουδαίοι της Θεσσαλονίκης δημιούργησαν φασαρίες, ο Παύλος αναγκάστηκε να φύγει.—Πρ 16:8–17:14.
Οι αδελφοί συνόδευσαν τον απόστολο ως την Αθήνα. Εκεί κήρυξε στην αγορά, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στον Άρειο Πάγο. Η απολογία του υποκίνησε τον Διονύσιο, έναν από τους δικαστές του δικαστηρίου που συνεδρίαζε εκεί, καθώς και άλλους να ασπαστούν τη Χριστιανοσύνη. (Πρ 17:15-34) Στη συνέχεια ο Παύλος πήγε στην Κόρινθο όπου έμεινε με ένα ζευγάρι Ιουδαίων, τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, και έκανε μαζί τους εργασία μερικής απασχόλησης ως σκηνοποιός. Από εκεί ο Παύλος έγραψε, όπως φαίνεται, τις δύο επιστολές του προς τους Θεσσαλονικείς. Αφού δίδαξε στην Κόρινθο επί ενάμιση χρόνο και ίδρυσε μια εκκλησία, οι Ιουδαίοι τον κατηγόρησαν ενώπιον του Γαλλίωνα. Ο Γαλλίων, όμως, απέρριψε την υπόθεση. (Πρ 18:1-17) Αργότερα ο Παύλος απέπλευσε για την Καισάρεια με ενδιάμεσο σταθμό την Έφεσο, όπου και κήρυξε. Από την Καισάρεια, ο απόστολος «ανέβηκε και χαιρέτησε την εκκλησία»—αναμφίβολα εδώ εννοείται η εκκλησία της Ιερουσαλήμ—και έπειτα πήγε στην Αντιόχεια της Συρίας. (Πρ 18:18-22) Πιθανώς νωρίτερα, ενόσω ήταν στην Κόρινθο, ή ίσως τώρα που βρισκόταν στην Αντιόχεια της Συρίας, έγραψε την επιστολή του προς τους Γαλάτες.
Τρίτο Ιεραποστολικό Ταξίδι. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 747) Στο τρίτο ιεραποστολικό του ταξίδι (περ. 52-56 Κ.Χ.), ο Παύλος επισκέφτηκε και πάλι την Έφεσο και κοπίασε εκεί περίπου τρία χρόνια. Από την Έφεσο έγραψε την πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους, και, όπως φαίνεται, έστειλε τον Τίτο να βοηθήσει τους Χριστιανούς εκεί. Έπειτα από μια οχλαγωγία που υποκίνησε εναντίον του ο αργυροχόος Δημήτριος, ο Παύλος έφυγε από την Έφεσο με προορισμό τη Μακεδονία. Όταν πληροφορήθηκε από τον Τίτο τα νέα της Κορίνθου, έγραψε από τη Μακεδονία τη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους. Προτού φύγει από την Ευρώπη μεταφέροντας συνεισφορές των αδελφών από τη Μακεδονία και την Αχαΐα για τους άπορους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ, και πιθανότατα ενόσω ήταν στην Κόρινθο, έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους.—Πρ 19:1–20:4· Ρω 15:25, 26· 2Κο 2:12, 13· 7:5-7.
Καθ’ οδόν προς την Ιερουσαλήμ, ο Παύλος έκανε κάποια ομιλία στην Τρωάδα και ανέστησε τον Εύτυχο ο οποίος σκοτώθηκε από ατύχημα. Επίσης σταμάτησε στη Μίλητο, όπου συναντήθηκε με τους επισκόπους της εκκλησίας της Εφέσου, έκανε μια αναδρομή στη διακονία που ο ίδιος είχε επιτελέσει στην περιφέρεια της Ασίας και τους ενθάρρυνε να μιμούνται το παράδειγμά του.—Πρ 20:6-38.
Σύλληψη. Καθώς ο Παύλος συνέχιζε το ταξίδι του, Χριστιανοί προφήτες καθ’ οδόν προείπαν ότι τον περίμεναν δεσμά στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 21:4-14· παράβαλε 20:22, 23.) Οι προφητείες τους επαληθεύτηκαν. Ενόσω ο Παύλος βρισκόταν στο ναό για να καθαριστεί τελετουργικά, Ιουδαίοι από την Ασία υποκίνησαν οχλοκρατική επίθεση εναντίον του, αλλά οι Ρωμαίοι στρατιώτες γλίτωσαν τον απόστολο. (Πρ 21:26-33) Ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια προς το στρατώνα, ο Παύλος πήρε την άδεια να μιλήσει στους Ιουδαίους. Μόλις μίλησε για την αποστολή που είχε να κηρύξει στους Εθνικούς, ξανάρχισαν οι βιαιότητες. (Πρ 21:34–22:22) Μέσα στο στρατώνα, «τέντωσαν» τον Παύλο για να τον μαστιγώσουν, θέλοντας να εξακριβώσουν ποιο ήταν το αδίκημά του. Ο απόστολος το απέτρεψε αυτό επικαλούμενος τη ρωμαϊκή υπηκοότητά του. Την επομένη, η υπόθεσή του φέρθηκε ενώπιον του Σάνχεδριν. Ο Παύλος, αντιλαμβανόμενος προφανώς ότι η ακροαματική διαδικασία δεν θα ήταν αντικειμενική, προσπάθησε να προξενήσει διαίρεση ανάμεσα στους Φαρισαίους και στους Σαδδουκαίους δηλώνοντας ότι το ζήτημα για το οποίο δικαζόταν ήταν ουσιαστικά η ανάσταση. Εφόσον πίστευε στην ανάσταση και ήταν «γιος Φαρισαίων», ο Παύλος δήλωσε ότι ήταν Φαρισαίος, και με αυτόν τον τρόπο κατάφερε να στρέψει τους Σαδδουκαίους, που δεν πίστευαν στην ανάσταση, εναντίον των Φαρισαίων και αντίστροφα.—Πρ 22:23–23:10.
Λόγω μιας συνωμοσίας εναντίον του φυλακισμένου Παύλου, κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά του από την Ιερουσαλήμ στην Καισάρεια. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Αρχιερέας Ανανίας, μερικοί πρεσβύτεροι των Ιουδαίων και ο ρήτορας Τέρτυλλος ήρθαν στην Καισάρεια για να παρουσιάσουν ενώπιον του Κυβερνήτη Φήλικα την υπόθεσή τους εναντίον του Παύλου, κατηγορώντας τον για υποκίνηση στασιασμού και απόπειρα βεβήλωσης του ναού. Ο απόστολος έδειξε ότι δεν είχαν στοιχεία για να στηρίξουν τις κατηγορίες τους εναντίον του. Αλλά ο Φήλιξ, αποβλέποντας σε δωροδοκία, άφησε τον Παύλο δέσμιο επί δύο χρόνια. Όταν ο Φήλιξ αντικαταστάθηκε από τον Φήστο, οι Ιουδαίοι υπέβαλαν εκ νέου τις κατηγορίες τους. Η υπόθεση φέρθηκε και πάλι σε ακροαματική διαδικασία στην Καισάρεια, και ο Παύλος, για να αποτρέψει τυχόν μετάθεση της δίκης στην Ιερουσαλήμ, επικαλέστηκε τον Καίσαρα. Αργότερα, αφού εξέθεσε την υπόθεσή του ενώπιον του Βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα Β΄, ο Παύλος στάλθηκε μαζί με μερικούς άλλους κρατουμένους στη Ρώμη γύρω στο 58 Κ.Χ.—Πρ 23:12–27:1.
Πρώτη και Δεύτερη Φυλάκιση στη Ρώμη. Καθ’ οδόν, ο Παύλος και όσοι ήταν μαζί του ναυάγησαν στη Μάλτα. Αφού πέρασαν το χειμώνα στη Μάλτα, τελικά έφτασαν στη Ρώμη. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 750) Εκεί επιτράπηκε στον Παύλο να μείνει σε δικό του νοικιασμένο σπίτι, αλλά υπό στρατιωτική φρούρηση. Λίγο καιρό μετά την άφιξή του διευθέτησε να έχει συνάντηση με τους προύχοντες των Ιουδαίων. Από αυτούς, όμως, μόνο μερικοί πίστεψαν. Ο απόστολος συνέχισε άλλα δύο χρόνια να κηρύττει σε όλους όσους τον επισκέπτονταν, από το 59 περίπου μέχρι το 61 Κ.Χ. (Πρ 27:2–28:31) Τότε έγραψε και τις επιστολές του προς τους Εφεσίους (4:1· 6:20), τους Φιλιππησίους (1:7, 12-14), τους Κολοσσαείς (4:18), τον Φιλήμονα (εδ. 9), προφανώς δε και προς τους Εβραίους. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 750) Από ό,τι φαίνεται, ο Καίσαρας Νέρων αθώωσε τον Παύλο και τον αποφυλάκισε. Ο Παύλος προφανώς ξανάρχισε την ιεραποστολική του δράση μαζί με τον Τιμόθεο και τον Τίτο. Αφού άφησε τον Τιμόθεο στην Έφεσο και τον Τίτο στην Κρήτη, ο Παύλος, πιθανότατα από τη Μακεδονία, τους έγραψε επιστολές σχετικά με τα καθήκοντά τους. (1Τι 1:3· Τιτ 1:5) Δεν είναι γνωστό αν επέκτεινε τη δράση του μέχρι την Ισπανία πριν από την τελική του φυλάκιση στη Ρώμη. (Ρω 15:24) Στη διάρκεια αυτής της φυλάκισης (περ. 65 Κ.Χ.), ο Παύλος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο, στην οποία άφηνε να εννοηθεί ότι ο θάνατός του επίκειτο. (2Τι 4:6-8) Πιθανότατα υπέστη μαρτυρικό θάνατο στα χέρια του Νέρωνα λίγο αργότερα.
Ένα Αξιομίμητο Παράδειγμα. Λόγω της πιστότητας με την οποία μιμούνταν το παράδειγμα του Χριστού, ο απόστολος Παύλος ήταν σε θέση να λέει: «Να γίνεστε μιμητές μου». (1Κο 4:16· 11:1· Φλπ 3:17) Ο Παύλος ήταν άγρυπνος να ακολουθεί την κατεύθυνση του πνεύματος του Θεού. (Πρ 13:2-5· 16:9, 10) Δεν εμπορευόταν το Λόγο του Θεού, αλλά μιλούσε από ειλικρίνεια. (2Κο 2:17) Αν και ήταν μορφωμένος, δεν προσπαθούσε να εντυπωσιάσει τους άλλους με τα λόγια του (1Κο 2:1-5) ούτε επιδίωκε να ευαρεστεί ανθρώπους. (Γα 1:10) Δεν επέμενε να κάνει ό,τι είχε δικαίωμα να κάνει, αλλά προσαρμοζόταν ανάλογα με τους ανθρώπους στους οποίους κήρυττε, φροντίζοντας να μην κάνει άλλους να προσκόψουν.—1Κο 9:19-26· 2Κο 6:3.
Σε όλη την πορεία της διακονίας του, ο Παύλος αγωνίστηκε με ζήλο, ταξιδεύοντας χιλιάδες χιλιόμετρα σε στεριά και θάλασσα και ιδρύοντας πολλές εκκλησίες στην Ευρώπη και στη Μικρά Ασία. Δεν χρειαζόταν, λοιπόν, συστατικές επιστολές γραμμένες με μελάνι, αλλά ήταν σε θέση να παρουσιάσει ζωντανές επιστολές, άτομα που είχαν γίνει πιστοί μέσω των δικών του προσπαθειών. (2Κο 3:1-3) Παρ’ όλα αυτά, αναγνώριζε ταπεινά ότι ήταν δούλος (Φλπ 1:1) και είχε υποχρέωση να διακηρύττει τα καλά νέα. (1Κο 9:16) Ουδέποτε έδωσε δόξα στον εαυτό του, αλλά έστρεφε όλη την τιμή στον Θεό ως Εκείνον στον οποίο οφειλόταν η αύξηση (1Κο 3:5-9) και ως Εκείνον ο οποίος του είχε δώσει επαρκή προσόντα για τη διακονία. (2Κο 3:5, 6) Ο απόστολος προσέδιδε μεγάλη σπουδαιότητα στη διακονία του, δοξάζοντάς την και αναγνωρίζοντας ότι αυτή αποτελούσε έκφραση του ελέους τόσο του Θεού όσο και του Γιου Του. (Ρω 11:13· 2Κο 4:1· 1Τι 1:12, 13) Στον Τιμόθεο έγραψε: «Για αυτό μου δείχτηκε έλεος, ώστε χρησιμοποιώντας εμένα ως την κυριότερη περίπτωση να καταδείξει ο Χριστός Ιησούς όλη του τη μακροθυμία, ως ένα δείγμα εκείνων που πρόκειται να εναποθέσουν την πίστη τους σε αυτόν για αιώνια ζωή».—1Τι 1:16.
Επειδή προηγουμένως ο Παύλος ήταν διώκτης των Χριστιανών, δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο να αποκαλείται απόστολος και αναγνώριζε ότι ήταν απόστολος χάρη στην παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού και μόνο. Ανησυχώντας μη τυχόν αποδειχτεί μάταιη η παρ’ αξία καλοσύνη που του δείχτηκε, ο Παύλος κοπίασε περισσότερο από τους άλλους αποστόλους. Αντιλαμβανόταν, όμως, ότι μόνο με την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού μπορούσε να συνεχίζει τη διακονία του. (1Κο 15:9, 10) «Για όλα τα πράγματα», είπε ο Παύλος, «έχω τη δύναμη χάρη σε αυτόν που μου δίνει δύναμη». (Φλπ 4:13) Υπέμεινε πολλά αλλά δεν παραπονιόταν. Συγκρίνοντας τις εμπειρίες του με τις εμπειρίες άλλων, έγραψε (περ. 55 Κ.Χ.): «Σε κόπους περισσότερο, σε φυλακές περισσότερο, σε χτυπήματα μέχρις υπερβολής, κοντά στο θάνατο συχνά. Από Ιουδαίους πέντε φορές έλαβα σαράντα παρά ένα χτυπήματα, τρεις φορές ραβδίστηκα, μία φορά λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα, ένα μερόνυχτο έχω περάσει στα βαθιά· σε ταξίδια συχνά, σε κινδύνους από ποταμούς, κινδύνους από ληστές, κινδύνους από το ίδιο μου το γένος, κινδύνους από τα έθνη, κινδύνους στην πόλη, κινδύνους στην ερημιά, κινδύνους στη θάλασσα, κινδύνους μεταξύ ψευδαδέλφων, σε κόπο και μόχθο, σε νύχτες αγρύπνιας συχνά, σε πείνα και δίψα, σε αποχή από τροφή πολλές φορές, σε κρύο και γύμνια. Εκτός από αυτά τα εξωτερικής φύσης πράγματα, υπάρχει και εκείνο που ορμάει πάνω μου καθημερινά, η ανησυχία για όλες τις εκκλησίες». (2Κο 11:23-28· 6:4-10· 7:5) Εκτός από όλα αυτά και ακόμη περισσότερα κατά τα επόμενα χρόνια, ο Παύλος είχε να αντιμετωπίσει και «ένα αγκάθι στη σάρκα» (2Κο 12:7), πιθανώς μια πάθηση των ματιών ή κάποια άλλη αρρώστια.—Παράβαλε Πρ 23:1-5· Γα 4:15· 6:11.
Όντας ατελής, ο Παύλος βίωνε μια συνεχή σύγκρουση ανάμεσα στη διάνοιά του και στην αμαρτωλή σάρκα. (Ρω 7:21-24) Αλλά δεν παραιτήθηκε. Ο ίδιος είπε: «Γρονθοκοπώ το σώμα μου και το οδηγώ ως δούλο, μήπως, αφού κηρύξω σε άλλους, γίνω εγώ ο ίδιος αποδοκιμασμένος κατά κάποιον τρόπο». (1Κο 9:27) Ο Παύλος κρατούσε πάντοτε προ οφθαλμών το ένδοξο βραβείο της αθάνατης ζωής στους ουρανούς. Θεωρούσε όλα τα παθήματα μηδαμινά σε σύγκριση με τη δόξα που θα λάβαινε ως ανταμοιβή για την πιστότητά του. (Ρω 8:18· Φλπ 3:6-14) Έτσι λοιπόν, προφανώς όχι πολύ πριν από το θάνατό του, ο Παύλος ήταν σε θέση να γράψει: «Έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα, έχω τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα, έχω τηρήσει την πίστη. Από τώρα και στο εξής μου επιφυλάσσεται το στεφάνι της δικαιοσύνης».—2Τι 4:7, 8.
Ως θεόπνευστος απόστολος, ο Παύλος είχε την εξουσία να διατάζει και να δίνει εντολές, και το έκανε αυτό (1Κο 14:37· 16:1· Κολ 4:10· 1Θε 4:2, 11· παράβαλε 1Τι 4:11), αλλά προτιμούσε να κάνει έκκληση στους αδελφούς με βάση την αγάπη, ικετεύοντάς τους μέσω «της συμπόνιας του Θεού» και μέσω «της πραότητας και της καλοσύνης του Χριστού». (Ρω 12:1· 2Κο 6:11-13· 8:8· 10:1· Φλμ 8, 9) Ήταν γλυκύς και τους έδειχνε τρυφερή στοργή, προτρέποντάς τους και παρηγορώντας τους σαν πατέρας. (1Θε 2:7, 8, 11, 12) Αν και δικαιούνταν υλική υποστήριξη από τους αδελφούς, επέλεξε να εργάζεται με τα χέρια του για να μην αποτελεί δαπανηρή επιβάρυνση. (Πρ 20:33-35· 1Κο 9:18· 1Θε 2:6, 9) Ως αποτέλεσμα, υπήρχε στενός δεσμός αδελφικής στοργής ανάμεσα στον Παύλο και σε εκείνους τους οποίους διακονούσε. Οι επίσκοποι της εκκλησίας της Εφέσου πόνεσαν πολύ και έκλαψαν όταν έμαθαν ότι ίσως να μην ξανάβλεπαν πια το πρόσωπό του. (Πρ 20:37, 38) Ο Παύλος ενδιαφερόταν πάρα πολύ για την πνευματική ευημερία των συγχριστιανών του και ήθελε να κάνει ό,τι μπορούσε για να τους βοηθήσει να καταστήσουν βέβαιη την ουράνια κλήση τους. (Ρω 1:11· 15:15, 16· Κολ 2:1, 2) Συνεχώς τους θυμόταν στις προσευχές του (Ρω 1:8, 9· 2Κο 13:7· Εφ 3:14-19· Φλπ 1:3-5, 9-11· Κολ 1:3, 9-12· 1Θε 1:2, 3· 2Θε 1:3) και ζητούσε να προσεύχονται και εκείνοι για αυτόν. (Ρω 15:30-32· 2Κο 1:11) Αντλούσε ενθάρρυνση από την πίστη των συγχριστιανών του. (Ρω 1:12) Από την άλλη μεριά, ο Παύλος υποστήριζε σταθερά αυτό που ήταν σωστό, μη διστάζοντας να διορθώσει ακόμη και έναν συναπόστολό του όταν αυτό ήταν απαραίτητο για την πρόοδο των καλών νέων.—1Κο 5:1-13· Γα 2:11-14.
Ήταν ο Παύλος ένας από τους 12 αποστόλους;
Ο Παύλος, αν και διέθετε ισχυρή πεποίθηση και ισχυρές αποδείξεις για το ότι είχε την αποστολική ιδιότητα, ποτέ δεν συμπεριέλαβε τον εαυτό του ανάμεσα στους «δώδεκα». Πριν από την Πεντηκοστή, οι συναγμένοι Χριστιανοί, εφαρμόζοντας τη Γραφικά θεμελιωμένη προτροπή του Πέτρου, αναζήτησαν αντικαταστάτη για τον άπιστο Ιούδα τον Ισκαριώτη. Δύο μαθητές επιλέχθηκαν ως υποψήφιοι, πιθανώς με ψήφο των αρρένων μελών της σύναξης (δεδομένου ότι ο Πέτρος χρησιμοποίησε την προσφώνηση «Άντρες αδελφοί»· Πρ 1:16). Κατόπιν προσευχήθηκαν στον Ιεχωβά Θεό (παράβαλε Πρ 1:24 με 1Σα 16:7· Πρ 15:7, 8) να ορίσει Εκείνος ποιον από τους δύο είχε εκλέξει για να αντικαταστήσει τον άπιστο απόστολο. Μετά την προσευχή τους, έριξαν κλήρο και «ο κλήρος έπεσε στον Ματθία».—Πρ 1:15-26· παράβαλε Παρ 16:33.
Δεν έχουμε λόγο να αμφιβάλλουμε ότι ο Ματθίας ήταν αυτός που εξέλεξε ο ίδιος ο Θεός. Είναι αλήθεια ότι ο Παύλος, αφότου μεταστράφηκε, ξεχώρισε ιδιαίτερα και κοπίασε περισσότερο από όλους τους άλλους αποστόλους. (1Κο 15:9, 10) Ωστόσο, δεν υπάρχει τίποτα που να δείχνει ότι ο Παύλος είχε προκαθοριστεί προσωπικά να λάβει την αποστολική ιδιότητα και ότι ο Θεός στην ουσία δεν είχε ενεργήσει σύμφωνα με την προσευχή των συναγμένων Χριστιανών αλλά είχε αφήσει κενή τη θέση που έχασε ο Ιούδας μέχρι τη μεταστροφή του Παύλου, καθιστώντας έτσι το διορισμό του Ματθία απλώς μια αυθαίρετη ενέργεια των συναγμένων Χριστιανών. Αντιθέτως, υπάρχουν βάσιμες αποδείξεις ότι ο διορισμός του Ματθία ως αντικαταστάτη προήλθε από τον Θεό.
Την Πεντηκοστή, η έκχυση του αγίου πνεύματος έδωσε στους αποστόλους μοναδικές δυνάμεις. Αυτοί είναι οι μόνοι που αναφέρεται ότι μπορούσαν να θέτουν τα χέρια τους πάνω σε νεοβαφτισμένα άτομα και να τους μεταδίδουν θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος. (Βλέπε ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ [Θαυματουργικές δυνάμεις].) Αν ο Ματθίας δεν είχε όντως εκλεγεί από τον Θεό, η ανεπάρκειά του ως προς αυτό θα ήταν φανερή σε όλους. Το υπόμνημα δείχνει ότι δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Ο Λουκάς, ο συγγραφέας των Πράξεων, ήταν σύντροφος και συνοδός του Παύλου σε κάποια ταξίδια του και σε διάφορες αποστολές, οπότε το βιβλίο των Πράξεων αναμφίβολα αντικατοπτρίζει και απηχεί τις απόψεις του ίδιου του Παύλου. Αυτό το βιβλίο αναφέρει ότι «οι δώδεκα» διόρισαν τους εφτά άντρες που θα χειρίζονταν το πρόβλημα της διανομής τροφίμων. Το γεγονός έλαβε χώρα μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., αλλά πριν από τη μεταστροφή του Παύλου. Έτσι λοιπόν, ο Ματθίας αναγνωρίζεται εδώ ως ένας από τους «δώδεκα», και αυτός μαζί με τους άλλους αποστόλους έθεσε τα χέρια του πάνω στους εφτά επιλεγμένους άντρες.—Πρ 6:1-6.
Τίνος το όνομα, λοιπόν, εμφανίζεται ανάμεσα στα ονόματα που υπάρχουν πάνω στις «δώδεκα θεμέλιες πέτρες» της Νέας Ιερουσαλήμ στο όραμα του Ιωάννη—το όνομα του Ματθία ή του Παύλου; (Απ 21:2, 14) Κατά μία συλλογιστική, ο Παύλος θα φαινόταν να είναι ο πιθανότερος. Συνεισέφερε πάρα πολλά στη Χριστιανική εκκλησία μέσω της διακονίας του και ιδιαίτερα μέσω της συγγραφής ενός μεγάλου τμήματος των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (του αποδίδονται 14 επιστολές). Από αυτή την άποψη ο Παύλος «επισκίασε» τον Ματθία, για τον οποίο, μετά το 1ο κεφάλαιο των Πράξεων, δεν ξαναγίνεται συγκεκριμένη μνεία.
Αλλά μια βαθύτερη εξέταση του ζητήματος αποκαλύπτει ότι ο Παύλος «επισκίασε» και πολλούς από τους αρχικούς 12 αποστόλους, μερικοί από τους οποίους σπάνια αναφέρονται πέραν των περιπτώσεων όπου κατονομάζονται όλοι οι απόστολοι. Όταν μεταστράφηκε ο Παύλος, η Χριστιανική εκκλησία—ο πνευματικός Ισραήλ—είχε ήδη ιδρυθεί, ή θεμελιωθεί, και αυξανόταν επί έναν χρόνο ίσως ή και περισσότερο. Επίσης, η πρώτη κανονική επιστολή του Παύλου γράφτηκε προφανώς γύρω στο 50 Κ.Χ. (βλέπε ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ [ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ]), δηλαδή 17 ολόκληρα χρόνια μετά την ίδρυση του νέου έθνους του πνευματικού Ισραήλ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. Αυτά τα γεγονότα, λοιπόν, σε συνδυασμό με τις αποδείξεις που παρουσιάστηκαν παραπάνω σε αυτό το λήμμα, διευκρινίζουν το ζήτημα. Επομένως, φαίνεται λογικό ότι η αρχική εκλογή του Ματθία από τον Θεό ως εκείνου που θα αντικαθιστούσε τον Ιούδα μεταξύ «των δώδεκα αποστόλων του Αρνιού» παρέμεινε σταθερή και ανεπηρέαστη από το γεγονός ότι αργότερα ο Παύλος έλαβε την αποστολική ιδιότητα.
Τι σκοπό, λοιπόν, εξυπηρετούσε η αποστολική ιδιότητα του Παύλου; Ο ίδιος ο Ιησούς δήλωσε ότι αυτή εξυπηρετούσε έναν συγκεκριμένο σκοπό—όχι την αντικατάσταση του Ιούδα, αλλά την υπηρεσία του Παύλου ως “αποστόλου [απεσταλμένου] στα έθνη” (Πρ 9:4-6, 15)—ο δε Παύλος αναγνώριζε ότι αυτός ήταν ο σκοπός της αποστολικής του ιδιότητας. (Γα 1:15, 16· 2:7, 8· Ρω 1:5· 1Τι 2:7) Άρα λοιπόν, η αποστολική του ιδιότητα δεν ήταν απαραίτητη ώστε να χρησιμεύσει ως θεμέλιο κατά την ίδρυση του πνευματικού Ισραήλ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.
-
-
ΠάφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΦΟΣ
(Πάφος).
Πόλη στη δυτική ακτή της Κύπρου. Εκεί ο Παύλος, αφού είχε διασχίσει το νησί μαζί με τον Βαρνάβα και τον Ιωάννη Μάρκο, συνάντησε τον μάγο Βαρ-Ιησού (Ελύμα), ο οποίος τους εναντιώθηκε καθώς κήρυτταν στον ανθύπατο Σέργιο Παύλο. Εξαιτίας αυτού ο Παύλος τού επέφερε θαυματουργικά προσωρινή τύφλωση. Ο Σέργιος Παύλος ο οποίος παρέστη μάρτυρας αυτής της ενέργειας μεταστράφηκε στη Χριστιανοσύνη.—Πρ 13:6-13.
Δύο κυπριακές πόλεις έφεραν το όνομα Πάφος: η «Παλαίπαφος» και η «Νέα Πάφος». Η Νέα Πάφος, η πόλη που αναφέρεται στην αφήγηση των Πράξεων, ήταν πρωτεύουσα της συγκλητικής επαρχίας της Κύπρου όταν ο Παύλος επισκέφτηκε το νησί στη διάρκεια της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του. Τα ερείπια που υπάρχουν στο αρχαίο λιμάνι της Πάφου, περίπου 15 χλμ. ΒΔ της Παλαιπάφου (Κούκλια), πιστεύεται ότι αντιστοιχούν σε αυτή την πόλη. Το φυσικό λιμάνι που υπάρχει εκεί, το οποίο χρησίμευε ως ναυτική βάση στη διάρκεια των ελληνορωμαϊκών χρόνων, ήταν αναμφίβολα το σημείο από όπου ο Παύλος και οι σύντροφοί του απέπλευσαν ΒΒΔ προς την Πέργη της Μικράς Ασίας. Σήμερα σώζονται κάποιοι μόλοι του αρχαίου λιμανιού της Πάφου, καθώς επίσης ερείπια διαφόρων δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων και τμήματα του τείχους της πόλης.
Ο Βαρνάβας και ο Μάρκος χωρίς αμφιβολία επισκέφτηκαν ξανά το μέρος αυτό γύρω στο 49 Κ.Χ.—Πρ 15:36-39.
-
-
ΠάχνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΧΝΗ
Ασημόλευκη απόθεση βελονών πάγου που σχηματίζονται με άμεση συμπύκνωση των υδρατμών σε θερμοκρασίες παγετού. Οι παγοκρύσταλλοι είναι επιμήκεις και έχουν σχήμα βελόνας. Συνήθως έχουν κάθετη κατεύθυνση προς τα αντικείμενα πάνω στα οποία εμφανίζονται, συσσωρεύονται δε κυρίως στις άκρες τους. Η ατμοσφαιρική υγρασία παγώνει χωρίς να περάσει από την υγρή κατάσταση και συμπυκνώνεται πάνω σε δέντρα, φυτά και άλλα αντικείμενα, συνήθως τη νύχτα. Πολλές φορές εμφανίζεται στα παράθυρα.
Ο Ιεχωβά κάνει λόγο στον Ιώβ για «την πάχνη του ουρανού», αναμφίβολα επειδή αυτή σχηματίζεται από την ατμόσφαιρα μέσω συμπύκνωσης. (Ιωβ 38:29) Ο ψαλμωδός λέει για τον Ιεχωβά: «Σκορπίζει την πάχνη σαν στάχτη». (Ψλ 147:16) Ο Ιεχωβά παράγει την πάχνη τόσο εύκολα όσο κάποιος άνθρωπος σκορπίζει στάχτη με το χέρι του. Αυτή σκεπάζει τα δέντρα, το χορτάρι και τα σπίτια με ένα λεπτό στρώμα σαν να είχε σκορπιστεί πάνω τους στάχτη από το αόρατο χέρι του Ιεχωβά.
Το μάννα που προμήθευε ο Ιεχωβά στους Ισραηλίτες τα 40 χρόνια της περιπλάνησής τους στην έρημο περιγράφεται ως εξής στο εδάφιο Έξοδος 16:14: «Το στρώμα της δροσιάς εξατμίστηκε, και πάνω στην επιφάνεια της ερήμου υπήρχε κάτι λεπτό που έμοιαζε με νιφάδες, λεπτό σαν πάχνη πάνω στη γη».
-
-
ΠαχνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΧΝΙ
Βλέπε ΦΑΤΝΗ, ΠΑΧΝΙ.
-
-
ΠάχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΑΧΟΣ
Οι ελληνικές λέξεις «πάχος» και «παχύς» χρησιμοποιούνται ως αποδόσεις αρκετών εβραϊκών λέξεων οι οποίες περιγράφουν το πάχος ως ουσία, καθώς και αυτό που είναι εύσαρκο και ευτραφές. Αυτές οι εβραϊκές λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν επίσης με μεταφορική έννοια για να υποδηλώσουν αυτό που είναι πλούσιο ή εύφορο (όπως στην ελληνική έκφραση «παχύ χώμα») ή για να μεταδώσουν την ιδέα της αναισθησίας ή της νωθρότητας της διάνοιας και της καρδιάς.
Η λέξη χέλεβ χρησιμοποιείται συνήθως για το «πάχος» ζώων (Λευ 3:3) ή ανθρώπων (Κρ 3:22). Το «πάχος των νεφρών», δηλαδή το σκληρό πάχος γύρω από τα νεφρά ή την οσφύ, στα ολοκαυτώματα ορίζεται επίσης από μια άλλη λέξη, τη λέξη πέδερ. (Λευ 1:8, 12· 8:20) Η λέξη χέλεβ εμφανίζεται πρώτη φορά στο εδάφιο Γένεση 4:4 σε σχέση με τη θυσία που πρόσφερε ο Άβελ στον Ιεχωβά, η οποία αποτελούνταν από «τα κομμάτια του πάχους» μερικών πρωτοτόκων του ποιμνίου του. Από εκεί και έπειτα, τις περισσότερες φορές η λέξη χέλεβ σχετίζεται απλώς με τις θυσίες. Χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά για το καλύτερο ή πλουσιότερο μέρος οποιουδήποτε πράγματος. Λόγου χάρη, στο εδάφιο Γένεση 45:18, ο Φαραώ λέει στον Ιωσήφ ότι η οικογένειά του είναι ευπρόσδεκτη να φάει «το παχύ μέρος αυτής της γης». Ανάλογα, επίσης, το εδάφιο Αριθμοί 18:12 λέει: «Όλη την ποσότητα του καλύτερου [χέλεβ] λαδιού και όλη την ποσότητα του καλύτερου [χέλεβ] καινούριου κρασιού και των σιτηρών . . . την έδωσα σε εσένα».—Βλέπε Ψλ 81:16· 147:14.
Ο Νόμος Σχετικά με το Πάχος. Στο τρίτο κεφάλαιο του Λευιτικού, ο Ιεχωβά έδωσε στους Ισραηλίτες οδηγίες σχετικά με τη χρήση του πάχους στις θυσίες συμμετοχής. Όταν πρόσφεραν βόδια ή κατσίκια, έπρεπε να κάνουν το πάχος που υπήρχε γύρω από την οσφύ και τα έντερα και το πάχος που υπήρχε πάνω στα νεφρά, καθώς επίσης την παχιά απόφυση πάνω στο συκώτι, να βγάλουν καπνό πάνω στο θυσιαστήριο. Όταν πρόσφεραν πρόβατα, έπρεπε να προσφέρουν και ολόκληρη την παχιά ουρά. (Τα πρόβατα της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Αραβίας και της Αιγύπτου έχουν παχιές ουρές οι οποίες πολλές φορές ζυγίζουν 5 κιλά ή περισσότερο.) Ο Νόμος έλεγε συγκεκριμένα: «Όλο το πάχος ανήκει στον Ιεχωβά . . . Δεν πρέπει να τρώτε κανένα απολύτως πάχος και κανένα απολύτως αίμα».—Λευ 3:3-17.
Το πάχος καιγόταν σε δυνατή φωτιά και καταναλωνόταν εντελώς πάνω στο θυσιαστήριο. Οποιοδήποτε πάχος προσφερόταν στο θυσιαστήριο δεν έπρεπε να μείνει μέχρι το επόμενο πρωί. Πιθανόν να χαλούσε και να γινόταν αηδιαστικό, κάτι πολύ ακατάλληλο για οποιοδήποτε τμήμα των ιερών προσφορών.—Εξ 23:18.
Δεν δεσμεύει τους Χριστιανούς. Μετά τον Κατακλυσμό, όταν επιτράπηκε στον Νώε και στην οικογένειά του να προσθέσουν κρέας στη διατροφή τους, δεν λέχθηκε τίποτα σχετικά με το πάχος. (Γε 9:3, 4) Ωστόσο, η βρώση αίματος απαγορεύτηκε. Αυτό συνέβη 850 και πλέον χρόνια προτού γίνει με τον Ισραήλ η διαθήκη του Νόμου, η οποία απαγόρευε τη βρώση τόσο του αίματος όσο και του πάχους. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. το κυβερνών σώμα της Χριστιανικής εκκλησίας επιβεβαίωσε ότι η απαγόρευση σχετικά με το αίμα παρέμενε σε ισχύ για τους Χριστιανούς. (Πρ 15:20, 28, 29) Όπως, όμως, συνέβη με τον Νώε και την οικογένειά του, δεν λέχθηκε τίποτα σχετικά με τη βρώση του πάχους από τους Χριστιανούς. Επομένως, ο νόμος εναντίον της βρώσης του πάχους δόθηκε μόνο στο έθνος του Ισραήλ.
Για ποιο λόγο δόθηκε ο νόμος. Υπό τη διαθήκη του Νόμου, τόσο το αίμα όσο και το πάχος θεωρούνταν ότι ανήκαν αποκλειστικά στον Ιεχωβά. Το αίμα περιέχει τη ζωή, την οποία μπορεί να δώσει μόνο ο Ιεχωβά. Επομένως, ανήκει σε αυτόν. (Λευ 17:11, 14) Το πάχος θεωρούνταν το πλουσιότερο μέρος της σάρκας του ζώου. Η προσφορά του πάχους του ζώου γινόταν προφανώς σε αναγνώριση του γεγονότος ότι τα καλύτερα μέρη ανήκουν στον Ιεχωβά, ο οποίος προμηθεύει άφθονα, και καταδείκνυε την επιθυμία του λάτρη να προσφέρει το καλύτερο στον Θεό. Επειδή συμβόλιζε το ότι οι Ισραηλίτες αφιέρωναν ό,τι καλύτερο είχαν στον Ιεχωβά, λεγόταν ότι το πάχος έβγαζε καπνό πάνω στο θυσιαστήριο ως «τροφή» και «κατευναστική οσμή» για αυτόν. (Λευ 3:11, 16) Επομένως, το να φάει κανείς πάχος αποτελούσε παράνομη οικειοποίηση αυτού που ήταν αγιασμένο για τον Θεό, καταπάτηση των δικαιωμάτων του Ιεχωβά. Η βρώση πάχους επέσυρε την ποινή του θανάτου. Εντούτοις, ανόμοια με το αίμα, το πάχος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για άλλους σκοπούς, τουλάχιστον στην περίπτωση ενός ζώου που ψοφούσε ή θανατωνόταν από άλλο ζώο.—Λευ 7:23-25.
Το εύρος της εφαρμογής του νόμου. Λόγω αυτού του τελευταίου εδαφίου, πολλοί σχολιαστές έχουν προσπαθήσει να περιορίσουν την απαγόρευση του εδαφίου Λευιτικό 3:17 μόνο στο πάχος των ζώων που ήταν αποδεκτά για την προσφορά θυσιών, όπως τα βοοειδή, τα πρόβατα και τα κατσίκια. Οι ραβινικές Ιουδαϊκές διδασκαλίες διίστανται σε αυτό το θέμα. Ωστόσο, η προσταγή σχετικά με το πάχος στο εδάφιο Λευιτικό 3:17 συνδέεται με την προσταγή σχετικά με τη βρώση αίματος, έναν νόμο που περιλάμβανε σαφώς το αίμα όλων των ζώων. (Παράβαλε Λευ 17:13· Δευ 12:15, 16.) Άρα, είναι πιο συνεπές να θεωρηθεί ότι και ο νόμος για το πάχος περιλάμβανε το πάχος όλων των ζώων, μεταξύ των οποίων και αυτών που σκότωναν οι Ισραηλίτες για κοινή χρήση.
Η άποψη ότι η απαγόρευση αφορούσε κάθε είδους πάχος δεν αντικρούεται από το εδάφιο Δευτερονόμιο 32:14, το οποίο λέει ότι ο Ιεχωβά έδινε στον Ισραήλ να φάει «το πάχος των κριαριών». Πρόκειται για μεταφορική έκφραση η οποία εννοεί τα καλύτερα ζώα του ποιμνίου ή, όπως την αποδίδει Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ, «την πλούσια τροφή των λιβαδιών». (Βλέπε επίσης Da υποσ. και Kx.) Αυτή η ποιητική έννοια υποδηλώνεται από τα επόμενα τμήματα του ίδιου εδαφίου που αναφέρονται στο «πάχος των νεφρών του σιταριού» και στο «αίμα των σταφυλιών». Ανάλογα, και όσον αφορά το εδάφιο Νεεμίας 8:10, όπου δίνεται στο λαό η προσταγή: «Πηγαίνετε, φάτε παχιά κομμάτια», δεν πρέπει να συμπεράνουμε ότι αυτοί κατανάλωσαν στην κυριολεξία αυτούσιο πάχος. Η έκφραση «παχιά κομμάτια» αναφέρεται σε πλούσιες μερίδες, πράγματα όχι ισχνά ή στεγνά, αλλά λαχταριστά, όπως νόστιμες τροφές παρασκευασμένες με φυτικά έλαια. Ως εκ τούτου, η μετάφραση του Νοξ λέει εδώ: «Χορτάστε πλούσιο κρέας», η δε μετάφραση του Μόφατ λέει: «Φάτε τα εκλεκτά κομμάτια».—Βλέπε επίσης ΜΠΚ.
Αυτή η περιοριστική διάταξη του Μωσαϊκού Νόμου δεν εμπόδιζε την εκτροφή ή την πάχυνση προβάτων ή βοοειδών για τροφή. Διαβάζουμε για το «θρεμμένο μοσχάρι» που σφάχτηκε για τον άσωτο γιο. (Λου 15:23) Στην τροφή του Σολομώντα περιλαμβάνονταν «θρεμμένοι κούκοι» και βόδια. (1Βα 4:23) Η εβραϊκή έκφραση ‛εγελ-μαρμπέκ, που μεταφράζεται «θρεμμένο μοσχάρι», εμφανίζεται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 28:24. Οι λέξεις μέαχ και μερί’ αναφέρονται σε ένα “καλοθρεμμένο ζώο”. (Ησ 5:17· Ιεζ 39:18) Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η “πάχυνση” αποσκοπούσε στη δημιουργία λίπους ή στρώσεων πάχους. Απεναντίας, η έννοια είναι και πάλι ότι τα ζώα γίνονταν εύσαρκα, όχι ισχνά.—Παράβαλε Γε 41:18, 19.
Άλλες Εβραϊκές Λέξεις. Μεταξύ των εβραϊκών λέξεων που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν οτιδήποτε παχύ είναι και όσες παράγονται από τη ρίζα σαμέν. Μολονότι αυτή η ρίζα σημαίνει «παχαίνω» (Δευ 32:15· Ιερ 5:28), μεταδίδει επίσης την ιδέα ότι κάποιος είναι «ρωμαλέος». Το ρήμα σαμέν εμφανίζεται στο εδάφιο Ησαΐας 6:10, όπου η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου λέει «κάνε την καρδιά αυτού του λαού παχιά», δηλαδή απαθή και νωθρή, σαν να περικλείονταν οι καρδιές τους από πάχος. Το εδάφιο Κριτές 3:29 λέει ότι ορισμένοι Μωαβίτες ήταν «όλοι τους ρωμαλέοι [σαμέν, κατά κυριολεξία, «παχείς»] και όλοι τους γενναίοι άντρες». Η συγγενική λέξη σέμεν μεταφράζεται συνήθως «λάδι».
Πίσω από το ρήμα ντασέν, το οποίο χρησιμοποιείται και αυτό με την κυριολεκτική έννοια του «παχαίνω», μπορεί να βρίσκεται η ιδέα της “ευδοκίμησης”. Αν συμβαίνει αυτό, τότε το ρήμα ντασέν (και η συγγενική λέξη ντέσεν) υποδηλώνει ευημερία, ευφορία ή αφθονία. Ο Ιεχωβά είπε στον Ισραήλ ότι θα τους έφερνε σε μια γη «στην οποία ρέει το γάλα και το μέλι, και θα φάνε και θα χορτάσουν και θα παχύνουν [βεδασέν]». (Δευ 31:20) Μας λέγεται ότι όποιοι είναι γενναιόδωροι, επιμελείς και βασίζονται στον Ιεχωβά “θα παχυνθούν”, δηλαδή θα ευημερούν πολύ. (Παρ 11:25· 13:4· 28:25) Στο εδάφιο Παροιμίες 15:30 λέγεται ότι τα καλά νέα “παχαίνουν τα κόκαλα”, δηλαδή τα γεμίζουν μυελό—με άλλα λόγια, ζωογονείται όλο το σώμα. Το ουσιαστικό ντέσεν αντανακλά επίσης την ιδέα της μεγάλης ποσότητας, όπως στο εδάφιο Ψαλμός 36:8, όπου λέγεται ότι οι γιοι των ανθρώπων «πίνουν από το πάχος [μιντέσεν· «αφθονία», RS]» του οίκου του Θεού.—Παράβαλε Ιερ 31:14.
Το ουσιαστικό ντέσεν αποδίδεται επίσης «στάχτες» από πολλούς μεταφραστές, όπως για παράδειγμα όταν γίνεται αναφορά στα απορρίμματα από το θυσιαστήριο στη σκηνή της μαρτυρίας. (Λευ 1:16· 4:12· 6:10, 11, KJ, JB, ΒΑΜ, ΛΧ) Ωστόσο, κατά τη γνώμη άλλων λογίων, η λέξη «στάχτες» δεν αποδίδει πλήρως τη ρίζα της πρωτότυπης γλώσσας. Γι’ αυτό, προτιμούν εκφράσεις όπως «στάχτες από τα λίπη» (Ro, ΜΠΚ) ή «λιπώδεις στάχτες» (ΜΝΚ), με το σκεπτικό ότι αυτός ο όρος υποδηλώνει πως το καυτό λίπος από τις θυσίες διαπότιζε τα καμένα καυσόξυλα που υπήρχαν από κάτω.
Η ιδέα ότι κάποιος είναι καλοθρεμμένος και υγιής μεταδίδεται από τη λέξη μπαρί’. Αυτή η λέξη μεταφράζεται με τα επίθετα “παχουλός” (Ιεζ 34:3, 20) και “υγιεινός” (Αββ 1:16), μολονότι μπορεί επίσης να αποδοθεί «παχύς» αναφερόμενη σε ανθρώπους, βοοειδή και σιτηρά.—Γε 41:2, 7· Κρ 3:17.
-
-
Πε’Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕ’
[פ· τελικό, ף].
Το 17ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Είναι ένα από τα πέντε εβραϊκά γράμματα που παίρνουν διαφορετικό σχήμα όταν χρησιμοποιούνται ως το τελικό γράμμα μιας λέξης. Το όνομα αυτού του γράμματος σημαίνει «στόμα».
Ο εβραϊκός ήχος αντιστοιχεί στο ελληνικό «π», όταν έχει στο μέσο του την τελεία (τραχυντικό νταγαίς). Χωρίς αυτήν, όμως, προφέρεται «φ». Με αυτό το γράμμα αρχίζει στο εβραϊκό κείμενο καθένα από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:129-136.—Βλέπε ΕΒΡΑΪΚΗ.
-
-
ΠεδιάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΔΙΑΔΑ
Σχετικά επίπεδη περιοχή, σε αντιδιαστολή με το λοφώδες ή ορεινό τοπίο. Οι Εβραϊκές Γραφές χρησιμοποιούν με μεγάλη σαφήνεια διάφορες λέξεις για να προσδιορίσουν ή να περιγράψουν ποικίλους τύπους εδάφους.
Η εβραϊκή λέξη ‛αραβάχ χρησιμοποιείται τόσο ως ονομασία μιας συγκεκριμένης περιοχής όσο και ως λέξη που περιγράφει έναν ιδιαίτερο τύπο εδάφους. (Βλέπε ΑΡΑΒΑ.) Όταν χρησιμοποιείται χωρίς το οριστικό άρθρο, η λέξη ‛αραβάχ υποδηλώνει μια έρημη πεδιάδα ή στέπα, όπως ήταν οι πεδιάδες του Μωάβ και της Ιεριχώς. (Αρ 22:1· 35:1· Ιη 5:10· 13:32· Ιερ 52:8) Μολονότι μπορεί να υπάρχουν κάποιοι ποταμοί που να παρέχουν λίγο νερό στην περιοχή, η λέξη ‛αραβάχ τονίζει γενικά την ιδέα ότι η πεδιάδα είναι άγονη. Άρα, θα αποτελούσε μεγάλη αλλαγή το να γίνει η εύφορη, αρδευόμενη Πεδιάδα του Σαρών σαν την έρημη πεδιάδα (Ησ 33:9) ή το να έρθουν χείμαρροι νερού στην έρημη πεδιάδα.—Ησ 35:1, 6· 51:3.
Η λέξη μπικ‛άχ προσδιόριζε μια πλατιά πεδιάδα περιτριγυρισμένη από βουνά. Προέρχεται από ένα ρήμα που σημαίνει «σκίζω» ή «χωρίζω στα δύο» και μπορεί να αποδοθεί με ακρίβεια «λεκανοπέδιο». Ακόμη και σήμερα το πλατύ λεκανοπέδιο ανάμεσα στις οροσειρές του Αντιλιβάνου και του Λιβάνου είναι γνωστό ως Μπεκάα. (Ιη 11:17) Πολλές φορές στις Γραφές η λέξη μπικ‛άχ, δηλαδή «λεκανοπέδιο», αντιδιαστέλλεται είτε με τα βουνά και τους λόφους (Δευ 8:7· 11:11· Ψλ 104:8· Ησ 41:18) είτε με το κακοτράχαλο ή ανώμαλο έδαφος. (Ησ 40:4) Η συγγενική αραμαϊκή λέξη που εμφανίζεται στο εδάφιο Δανιήλ 3:1 μεταφράζεται συχνά απλώς «πεδιάδα» και αναφέρεται στον τόπο όπου έστησε ο Ναβουχοδονόσορ τη χρυσή εικόνα.
Η επιμήκης βαθιά πεδιάδα, ή αλλιώς κοιλάδα, προσδιοριζόταν από την εβραϊκή λέξη ‛έμεκ. Η λέξη υποδηλώνει «ένα επίμηκες, πλατύ άνοιγμα ανάμεσα σε παράλληλες λοφοσειρές, λιγότερο εκτεταμένο από αυτό του προηγούμενου όρου [μπικ‛άχ], . . . μεταδίδει δε [η λέξη ‛έμεκ] την ιδέα του χαμηλού υψόμετρου και του εύρους παρά την ιδέα του κρημνού ή του περιορισμένου χώρου». (Εγκυκλοπαίδεια [Cyclopædia], των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, 1881, Τόμ. 10, σ. 703) Αυτή η εβραϊκή λέξη εφαρμόζεται σε πολλές διαφορετικές τοποθεσίες, όπως η «κοιλάδα Αχώρ», η «κοιλάδα της Αιαλών» και η «κοιλάδα των Ρεφαΐμ».—Ιη 7:24· 10:12· 1Χρ 11:15.
-
-
ΠεθαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΘΑΪΑΣ
(Πεθαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Ανοίξει [τη Μήτρα]].
1. Ο πατρικός οίκος που επιλέχθηκε για τη 19η από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που υπηρετούσαν εκ περιτροπής, όπως τις οργάνωσε ο Δαβίδ.—1Χρ 24:5-7, 16.
2. Ένας από τους Λευίτες τους οποίους ο Έσδρας παρακίνησε να αποπέμψουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους. (Εσδ 10:23, 44) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 3.
3. Ένας από τους Λευίτες που πρότειναν στους επαναπατρισμένους εξορίστους την «αξιόπιστη συμφωνία» στην οποία ανασκόπησαν την ιστορία της πολιτείας του Θεού με το έθνος τους, ομολόγησαν την αμαρτία τους και συμφώνησαν να αναζωογονήσουν την αληθινή λατρεία. (Νε 9:5-38) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 2.
4. Κάποιος που ήταν μεσάζων μεταξύ των επαναπατρισμένων εξορίστων και του Πέρση βασιλιά στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο. Γιος του Μεσηζαβήλ και απόγονος του Ζερά από τη φυλή του Ιούδα.—Νε 11:24.
-
-
ΠεθερόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΘΕΡΟΣ
Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη χαμ προσδιορίζει τον πατέρα του συζύγου (Γε 38:13, 25· 1Σα 4:19, 21), ενώ ο τύπος χαμώθ, για το θηλυκό γένος, αναφέρεται στη μητέρα του συζύγου (την πεθερά της συζύγου).—Ρθ 1:14· Μιχ 7:6.
Το εβραϊκό ρήμα χαθάν έχει τις έννοιες «συμπεθερεύω· γίνομαι γαμπρός κάποιου· συνάπτω συμφωνία γάμου». (Δευ 7:3· 1Σα 18:20-27· 1Βα 3:1· 2Χρ 18:1) Ο πεθερός από την πλευρά της νύφης—ο πατέρας της συζύγου—προσδιορίζεται από το αρσενικό γένος μιας μετοχής του ρήματος χαθάν. Στο θηλυκό της γένος, αυτή η μετοχή αναφέρεται στην πεθερά.—Δευ 27:23.
Εφόσον ένα αρραβωνιασμένο ζευγάρι θεωρούνταν δεσμευμένο μολονότι δεν είχε παντρευτεί ακόμη, η γυναίκα χαρακτηριζόταν σύζυγος του άντρα. (Κρ 14:20) Συνεπώς, ο άντρας αποκαλούνταν «γαμπρός» (το χρησιμοποιούμενο ουσιαστικό ήταν παράγωγο του ρήματος χαθάν) άσχετα με το αν ο γάμος είχε τελεστεί (Κρ 19:5· 1Σα 22:14· Νε 6:18· 13:28) ή ήταν απλώς προγραμματισμένος να γίνει, όπως στην περίπτωση των «γαμπρών» του Λωτ. (Γε 19:12, 14· παράβαλε Κρ 15:6.) Οι κόρες του Λωτ ήταν απλώς μνηστευμένες, διαφορετικά το πιθανότερο είναι ότι θα βρίσκονταν μαζί με τους συζύγους τους και δεν θα έμεναν στο σπίτι του πατέρα τους. Το ότι οι δύο άντρες ήταν μέλλοντες γαμπροί (αρραβωνιασμένοι με τις κόρες του Λωτ αλλά όχι ακόμη παντρεμένοι με αυτές) υποδηλώνεται από το εβραϊκό κείμενο, το οποίο αφήνει περιθώρια για την απόδοση: “Οι γαμπροί του [Λωτ] που θα έπαιρναν [ή αλλιώς σκόπευαν να πάρουν] τις κόρες του”.—Γε 19:14, Ro· ΜΝΚ· ΒΑΜ· παράβαλε JB· Mo· RS· ΜΠΚ.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο αντίστοιχος όρος είναι πενθερός (Ιωα 18:13), και για το θηλυκό γένος, πενθερά.—Ματ 8:14· 10:35· Μαρ 1:30· Λου 4:38· 12:53· βλέπε ΝΥΦΗ.
-
-
ΠείναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΙΝΑ
Επιτακτική ανάγκη για τροφή· λιμός, μεγάλη έλλειψη τροφίμων· επίσης, έλλειψη ακρόασης των λόγων του Ιεχωβά, δηλαδή πνευματική πείνα. (Αμ 8:11) Η πείνα είναι μια από τις πληγές που θα έρθουν πάνω στη συμβολική Βαβυλώνα τη Μεγάλη.—Απ 18:8.
Αιτίες και Συνέπειες της Πείνας. Μερικές από τις συνηθισμένες αιτίες της πείνας στους Βιβλικούς χρόνους ήταν η ξηρασία, οι καταστροφικές χαλαζοθύελλες (Εξ 9:23-25), τα βλαβερά έντομα, το ανεμόκαμα, η μυκητίαση των καλλιεργειών, καθώς και ο πόλεμος. (Αμ 4:7-10· Αγγ 2:17) Οι ακρίδες, που μερικές φορές εμφανίζονταν κατά τεράστιες ορδές, ήταν ιδιαίτερα καταστροφικές για τις καλλιέργειες. (Εξ 10:15) Ενίοτε το πρόβλημα δεν ήταν η ανομβρία, αλλά η άκαιρη βροχή, όπως κατά το θερισμό του σιταριού ή του κριθαριού.—Παράβαλε Λευ 26:4· 1Σα 12:17, 18.
Η προσωρινή πείνα αποτελεί φυσιολογικό αίσθημα, αλλά η παρατεταμένη, όπως αυτή που προκαλείται σε περίπτωση λιμού, είναι πολύ επιβλαβής για τη διανοητική και τη σωματική υγεία. Επέρχεται χαρακτηριστικός λήθαργος, νέκρωση των συναισθημάτων και αποχαύνωση. Η διάνοια κυριαρχείται από την επιθυμία για τροφή. (Παράβαλε Εξ 16:3.) Οι ηθικές αναστολές καταρρέουν. (Παράβαλε Ησ 8:21.) Η ασιτία μπορεί να προκαλέσει αποκτήνωση και να οδηγήσει σε κλοπή, φόνο, ακόμη και κανιβαλισμό. Ο λιμός ακολουθείται συνήθως από αρρώστιες και επιδημίες λόγω της εξασθένησης των λιμοκτονούντων.—Παράβαλε Δευ 32:24.
Πείνες στην Αρχαιότητα. Η πρώτη ιστορικά καταγραμμένη πείνα είναι εκείνη που ανάγκασε τον Άβραμ (Αβραάμ) να φύγει από τη Χαναάν και να παροικήσει στην Αίγυπτο. (Γε 12:10) Στις ημέρες του Ισαάκ έγινε άλλη μια πείνα, αλλά ο Ιεχωβά τού είπε να μην πάει στην Αίγυπτο. (Γε 26:1, 2) Είναι προφανές ότι η εφταετής πείνα που έπληξε την Αίγυπτο ενόσω ο Ιωσήφ ήταν πρωθυπουργός και διαχειριστής τροφίμων ξεπέρασε κατά πολύ τα σύνορα της χώρας, διότι «άνθρωποι από όλη τη γη έρχονταν στην Αίγυπτο να αγοράσουν τρόφιμα από τον Ιωσήφ».—Γε 41:54-57.
Μολονότι οι αιγυπτιακές επιγραφές αποφεύγουν επισταμένα κάθε μνεία για την παραμονή του Ισραήλ στην Αίγυπτο, διάφορα αρχαία αιγυπτιακά κείμενα μιλούν για περιόδους πείνας λόγω ανεπαρκούς ανόδου της στάθμης του Νείλου Ποταμού. Κάποιο κείμενο αναφέρεται σε μια εφταετή περίοδο κατά την οποία η στάθμη του Νείλου δεν ανέβαινε αρκετά, καθώς και στην επακόλουθη πείνα. Σύμφωνα με την αφήγηση, όταν επήλθε ανακούφιση από την πείνα, παραχωρήθηκαν στο ιερατείο ορισμένα τμήματα γης. Μολονότι εγείρεται το ερώτημα αν το κείμενο αυτό αποτελεί «μεταγενέστερο πλαστογράφημα των ιερέων, οι οποίοι ήθελαν να δικαιολογήσουν την αξίωσή τους για εδαφικά προνόμια», τουλάχιστον διακρίνουμε τον απόηχο μιας παράδοσης για εφταετή περίοδο ανέχειας.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 31.
Προτού οι Ισραηλίτες μπουν στην Υποσχεμένη Γη, ο Ιεχωβά, μέσω του Μωυσή, τους διαβεβαίωσε ότι θα είχαν άφθονη τροφή αν συνέχιζαν να Τον υπηρετούν με πιστότητα. (Δευ 28:11, 12) Ωστόσο, αν ο Ισραήλ αποδεικνυόταν άπιστος, μια από τις φοβερές συνέπειες που θα υφίστατο θα ήταν και η πείνα. (Δευ 28:23, 38-42) Η πείνα στις ημέρες των Κριτών ώθησε το σύζυγο της Ναομί, τον Ελιμέλεχ από τη Βηθλεέμ, να κατοικήσει ως πάροικος στον Μωάβ μαζί με την οικογένειά του. (Ρθ 1:1, 2) Ο Ιεχωβά επέφερε τρία χρόνια πείνας στη γη του Ισραήλ την εποχή του Δαβίδ λόγω της ενοχής αίματος που βάραινε τον οίκο του Σαούλ σε σχέση με τους Γαβαωνίτες. (2Σα 21:1-6) Ξηρασία τριάμισι ετών, που προκάλεσε μεγάλη πείνα, έπληξε τον άπιστο Ισραήλ ως απάντηση στην προσευχή του Ηλία. (Ιακ 5:17· 1Βα 17) Στις ημέρες του Ελισαιέ, εκτός από περιστασιακές περιόδους πείνας, προκλήθηκε πείνα και λόγω της πολιορκίας της Σαμάρειας από τους Συρίους, στη διάρκεια της οποίας αναφέρθηκε μία περίπτωση κανιβαλισμού.—2Βα 4:38· 8:1· 6:24-29.
Μολονότι οι προφήτες του Θεού προειδοποιούσαν ότι η αποστασία θα έφερνε θάνατο από πείνα, επιδημία και σπαθί, οι άπιστοι κάτοικοι του Ιούδα προτιμούσαν να ακούν τους ψευδοπροφήτες τους, οι οποίοι τους διαβεβαίωναν ότι δεν θα ερχόταν τέτοια συμφορά. (Ιερ 14:11-18· Ιεζ 5:12-17) Εντούτοις, τα λόγια των προφητών του Θεού αποδείχτηκαν αληθινά. Τόσο μεγάλη ήταν η πείνα στην Ιερουσαλήμ κατά την πολιορκία της από τους Βαβυλωνίους (609-607 Π.Κ.Χ.) ώστε κάποιες γυναίκες έβρασαν και έφαγαν τα ίδια τους τα παιδιά.—Θρ 4:1-10· 5:10· 2Βα 25:1-3· Ιερ 52:4-6· παράβαλε Δευ 28:51-53.
Μέσω του προφήτη Ιωήλ, ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Ισραήλ ότι θα υφίσταντο μια τρομερή πληγή εντόμων η οποία θα ερήμωνε τη γη και θα προκαλούσε μεγάλη πείνα πριν από την έλευση της “ημέρας του Ιεχωβά”.—Ιωλ 1.
Αιώνες αργότερα, ο Ιησούς προείπε ότι οι πείνες θα συγκαταλέγονταν στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τελικής περιόδου «του συστήματος πραγμάτων». (Ματ 24:3, 7· παράβαλε Απ 6:5, 6.) Όπως προαναγγέλθηκε από τον Άγαβο, έναν Χριστιανό προφήτη, έγινε όντως μεγάλη πείνα τον καιρό του Αυτοκράτορα Κλαύδιου (41-54 Κ.Χ.). (Πρ 11:28) Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 42 Κ.Χ., σφοδρή πείνα είχε πλήξει την Αίγυπτο, όπου κατοικούσαν πολλοί Ιουδαίοι. Τέλος, επήλθε «μεγάλη ανάγκη» στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ όταν τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον στρατηγό Τίτο πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ και τελικά την κατέστρεψαν το 70 Κ.Χ. (Λου 21:23) Ο Ιώσηπος αφηγείται τις τρομερές συνθήκες λιμοκτονίας που επικρατούσαν στην πόλη, όπου ο λαός αναγκάστηκε να τρώει δέρματα, κοτσάνια και ξερά χόρτα, ενώ σε μία περίπτωση, κάποια μητέρα έψησε και έφαγε τον ίδιο της το γιο. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, ΣΤ΄, 193-213 [iii, 3, 4]) Ωστόσο, όταν ο Ιησούς προείπε τέτοιες πείνες, έδειξε ότι είχε κατά νου, όχι μόνο γεγονότα που θα προηγούνταν της καταστροφής της Ιερουσαλήμ, αλλά επίσης το τι επρόκειτο να συμβεί όταν θα ερχόταν ο καιρός να επιστρέψει ο Γιος του ανθρώπου με τη δόξα της Βασιλείας του.—Λου 21:11, 27, 31· παράβαλε Απ 6:5, 6.
Απαλλαγή από την Πείνα. Ο Χριστός Ιησούς διαβεβαιώνει ότι ο Θεός θα απαντήσει στην προσευχή των πιστών υπηρετών του για το καθημερινό τους ψωμί και ότι εκείνοι που θέτουν τη Βασιλεία του Θεού στην πρώτη θέση θα τύχουν φροντίδας. (Ματ 6:11, 33· παράβαλε Ψλ 33:19· 37:19, 25.) Εντούτοις, ο Ιησούς έδειξε ότι, λόγω εναντίωσης και διωγμού, οι υπηρέτες του μπορεί να υπέφεραν ενίοτε από πείνα. (Ματ 25:35, 37, 40) Μάλιστα ο απόστολος Παύλος είπε ότι υπέφερε πολλές φορές τόσο από πείνα όσο και από δίψα ενόσω επιτελούσε τη διακονία υπό δύσκολες συνθήκες. (1Κο 4:11-13· 2Κο 11:27· Φλπ 4:12) Εξέφρασε, όμως, την πεποίθηση ότι η φυσική πείνα δεν μπορούσε σε καμιά περίπτωση να χωρίσει τους πιστούς υπηρέτες του Θεού από την ενισχυτική δύναμη της αγάπης Του.—Ρω 8:35, 38, 39· αντιπαράβαλε Λου 6:25.
Όσοι αισθάνονται κατάλληλη πείνα και δίψα για τη δικαιοσύνη και την αλήθεια θα είναι πάντοτε χορτάτοι από πνευματική άποψη. (Ματ 5:6· Ιωα 6:35) Σε αυτούς περιλαμβάνονται και τα μέλη του “μεγάλου πλήθους” που έχουν την ελπίδα να επιζήσουν από «τη μεγάλη θλίψη» και για τα οποία είναι γραμμένο ότι «δεν θα πεινάσουν πια ούτε θα διψάσουν πια». (Απ 7:9, 13-17) Υπό τη διακυβέρνηση δε της Βασιλείας του Θεού, θα υπάρχει παράλληλα και αφθονία τροφής έτσι ώστε να ικανοποιείται η φυσική πείνα όλης της ανθρωπότητας.—Ψλ 72:16· Ησ 25:6.
-
-
ΠείσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΙΣΜΑ
Οι λέξεις της πρωτότυπης γλώσσας οι οποίες μεταδίδουν την ιδέα του πείσματος αναφέρονται βασικά στη σκληρότητα ή στη δύναμη, ιδιαίτερα με κακή έννοια. Το πείσμα περιλαμβάνει συνήθως εσκεμμένη άρνηση για συμμόρφωση με το θέλημα ή τις εντολές του Θεού. (Ψλ 78:8· 81:12· Ησ 1:23· 65:2· Ιερ 3:17· 5:23· 7:23-26· 11:8· 18:12· Ωσ 4:16· Πρ 7:51) Στις Γραφές τονίζεται επανειλημμένα ότι όσοι εμμένουν σε πείσμονα πορεία πλήττονται από συμφορά. (Δευ 29:19, 20· Νε 9:29, 30· Παρ 28:14· Ησ 30:1· Ιερ 6:28-30· 9:13-16· 13:10· 16:12, 13· Δα 5:20· Ωσ 9:15· Ζαχ 7:12· Ρω 2:5) Για παράδειγμα, ο νόμος του Θεού προς τον Ισραήλ όριζε ότι ο πεισματάρης και στασιαστικός γιος έπρεπε να θανατώνεται με λιθοβολισμό.—Δευ 21:18, 20.
Ο Ιεχωβά Θεός, στην πολιτεία του με το ανθρώπινο γένος, άσκησε υπομονή επιτρέποντας σε άτομα και έθνη άξια θανάτου να συνεχίσουν να υπάρχουν. (Γε 15:16· 2Πε 3:9) Ενώ μερικοί ανταποκρίθηκαν ευνοϊκά ενεργώντας έτσι ώστε να ελεηθούν (Ιη 2:8-14· 6:22, 23· 9:3-15), άλλοι σκληρύνθηκαν ακόμη περισσότερο εναντίον του Ιεχωβά και του λαού του. (Δευ 2:30-33· Ιη 11:19, 20) Επειδή ο Ιεχωβά δεν εμποδίζει τους ανθρώπους να πεισμώσουν, λέγεται ότι τους “αφήνει να γίνουν ισχυρογνώμονες” ή ότι “κάνει τις καρδιές τους σκληρές”. Όταν τελικά εκτελεί εκδίκηση ενάντια στους πεισματάρηδες, καταδεικνύεται η μεγάλη δύναμή του και διακηρύττεται το όνομά του.—Παράβαλε Εξ 4:21· Ιωα 12:40· Ρω 9:14-18.
Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος ενέργειας του Θεού σε σχέση με τον Φαραώ ο οποίος αρνούνταν να αφήσει τους Ισραηλίτες να φύγουν από την Αίγυπτο. Ο Ιεχωβά επέφερε στη γη της Αιγύπτου δέκα ερημωτικές πληγές. Κάθε φορά που ο Φαραώ σκλήραινε την καρδιά του μόλις τελείωνε η πληγή, ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε αυτή την ευκαιρία για να καταδείξει τη μεγάλη δύναμή του ακόμη περισσότερο με άλλα θαύματα. (Εξ 7:3-5, 14–11:10) Ως εκ τούτου, μερικοί Αιγύπτιοι συνειδητοποίησαν ότι ο Ιεχωβά είναι Θεός στον οποίο πρέπει κανείς να υπακούει. Για παράδειγμα, όταν εξαγγέλθηκε η έβδομη πληγή, ακόμη και μερικοί από τους υπηρέτες του Φαραώ φρόντισαν να είναι προστατευμένοι οι δούλοι και τα ζωντανά τους προτού αρχίσει η καταστροφική χαλαζοθύελλα. (Εξ 9:20, 21) Όταν τελικά ο Φαραώ, αφού ελευθέρωσε τους Ισραηλίτες, έκανε και πάλι την καρδιά του ισχυρογνώμονα και συγκέντρωσε τις δυνάμεις του για να τους εκδικηθεί (Εξ 14:8, 9· 15:9), ο Ιεχωβά κατέστρεψε αυτόν και το στρατό του στην Ερυθρά Θάλασσα. (Εξ 14:27, 28· Ψλ 136:15) Χρόνια αργότερα, το όνομα του Θεού διακηρυσσόταν ανάμεσα στα έθνη καθώς αυτά μιλούσαν για ό,τι είχε κάνει ο Ιεχωβά στους Αιγυπτίους λόγω του πείσματός τους.—Εξ 18:10, 11· Ιη 2:10, 11· 9:9· 1Σα 6:6.
Εφόσον ο Ιεχωβά προειδοποιεί για την κρίση που επιφέρει ενάντια στους πεισματάρηδες, η εκτέλεση αυτής της κρίσης δεν μπορεί να αποδοθεί σε άλλα αίτια ή σε διαφορετική πηγή. Μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Ιεχωβά είπε στους ισχυρογνώμονες Ισραηλίτες: «Επειδή γνωρίζω ότι είσαι σκληρός και ότι ο τράχηλός σου είναι σιδερένιος τένοντας και το μέτωπό σου χάλκινο, γι’ αυτό σου τα έλεγα από εκείνον τον καιρό. Πριν μπορέσει να γίνει αυτό, σε έκανα να το ακούσεις, για να μην πεις: “Το είδωλό μου τα έκανε αυτά, και η γλυπτή μου εικόνα και η χυτή μου εικόνα τα διέταξαν”».—Ησ 48:4, 5· παράβαλε Ιερ 44:16-23.
-
-
ΠελαργόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΑΡΓΟΣ
[εβρ., χασιδάχ].
Η ονομασία αυτού του πουλιού είναι το θηλυκό γένος της εβραϊκής λέξης η οποία αποδίδεται «όσιος· αυτός που εκδηλώνει στοργική καλοσύνη». (Παράβαλε 1Σα 2:9· Ψλ 18:25, υποσ.) Αυτή η περιγραφή ταιριάζει πολύ στον πελαργό, ο οποίος φημίζεται για την τρυφερότητα με την οποία φροντίζει τα μικρά του και για την πιστότητά του στον ισόβιο σύντροφό του.
Ο πελαργός είναι μεγάλο καλοβατικό πουλί που μοιάζει με την ίβιδα και τον ερωδιό. Ο λευκοπελαργός (πελαργός ο κοινός [Ciconia ciconia]) έχει λευκό φτέρωμα με μόνη εξαίρεση τα ερετικά φτερά του, που είναι γυαλιστερά μαύρα. Ο ενήλικος πελαργός μπορεί να έχει ύψος μέχρι και 1,2 μ., ενώ το μήκος του σώματός του είναι σχεδόν 1,2 μ. και το εντυπωσιακό άνοιγμα των φτερών του μπορεί να φτάνει και τα 2 μ. Ο πελαργός βυθίζει μέσα στη λάσπη το μακρύ, κόκκινο ράμφος του, που είναι πλατύ στη βάση και αιχμηρό στην άκρη, για να βρει βατράχους, ψάρια ή μικρά ερπετά. Εκτός από μικρά υδρόβια πλάσματα, τρέφεται και με ακρίδες, μπορεί δε να καταφύγει και σε θνησιμαία και απορρίμματα. Ο πελαργός περιλαμβανόταν στον κατάλογο με τα ακάθαρτα πλάσματα τα οποία, σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου, απαγορευόταν να τρώνε οι Ισραηλίτες.—Λευ 11:19· Δευ 14:18.
Επιτιμώντας τον αποστατικό λαό του Ιούδα, ο οποίος δεν διέκρινε τον καιρό της κρίσης του Ιεχωβά, ο προφήτης Ιερεμίας έστρεψε την προσοχή τους στον πελαργό και σε άλλα πουλιά που “γνωρίζουν καλά τους προσδιορισμένους καιρούς τους”. (Ιερ 8:7) Ο πελαργός μεταναστεύει τακτικά διαμέσου της Παλαιστίνης και της Συρίας από τη χειμερινή του κατοικία στην Αφρική, εμφανιζόμενος κατά μεγάλα σμήνη τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Από τα δύο είδη πελαργών που μπορούν να βρεθούν στο Ισραήλ, τον λευκοπελαργό και τον μαυροπελαργό (πελαργός ο μέλας [Ciconia nigra]), το πρώτο παραμένει μόνο περιστασιακά για να αναπαραχθεί σε αυτή την περιοχή, και συνήθως φτιάχνει τη φωλιά του σε δέντρα αλλά και σε οικοδομήματα. Ο μαυροπελαργός, που ονομάζεται έτσι επειδή το κεφάλι, ο λαιμός και η ράχη του έχουν μαύρο χρώμα, είναι πιο συνηθισμένος στις κοιλάδες της Χούλα και της Μπετ Σεάν, και αναζητάει δέντρα—όταν υπάρχουν—για να φτιάξει τη φωλιά του. Ο ψαλμωδός αναφέρει ότι οι πελαργοί φτιάχνουν φωλιές στις ψηλές αρκεύθους.—Ψλ 104:17.
Αντιδιαστέλλοντας τη στρουθοκάμηλο, που δεν πετάει, με τον πελαργό που πετάει ψηλά, ο Ιεχωβά ρώτησε τον Ιώβ: «Μήπως φτεροκοπάει χαρούμενα η στρουθοκάμηλος; Ή μήπως έχει τα φτερά και το φτέρωμα του πελαργού;» (Ιωβ 39:13) Οι φτερούγες του πελαργού έχουν μεγάλο πλάτος και ισχύ—τα δευτερεύοντα και τα τριτεύοντα φτερά έχουν σχεδόν το ίδιο μήκος με τα πρωτεύοντα, πράγμα που προσδίδει στη φτερούγα τεράστια επιφάνεια και δίνει στον πελαργό τη δυνατότητα να πετάει ψηλά και για παρατεταμένα διαστήματα. Ο πελαργός που αερολισθαίνει με τις ισχυρές του φτερούγες, έχοντας το λαιμό του προτεταμένο και τα μακριά του πόδια τεντωμένα προς τα πίσω, αποτελεί επιβλητικό θέαμα. Οι δύο γυναίκες που εμφανίζονται στο όραμα του Ζαχαρία (Ζαχ 5:6-11) να μεταφέρουν ένα εφά το οποίο περιέχει μια γυναίκα ονόματι «Πονηρία» λέγεται ότι είναι εφοδιασμένες με «φτερούγες σαν τις φτερούγες του πελαργού». Η φράση «άνεμος ήταν στις φτερούγες τους» (εδ. 9) ταιριάζει, επίσης, με τον ορμητικό ήχο που παράγει ο αέρας όταν περνάει μέσα από τα φτερά του πελαργού. Την ώρα της πτήσης, τα πρωτεύοντα ερετικά φτερά εκτείνονται σαν δάχτυλα δημιουργώντας σχισμές στο άκρο της φτερούγας, πράγμα που κάνει εφικτό τον έλεγχο της ροής του αέρα πάνω από τη φτερούγα και βελτιώνει την ανυψωτική της δύναμη.
-
-
ΠελεκάνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ
[εβρ., κα’άθ].
Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και της λατινικής Βουλγάτας απέδωσαν την εβραϊκή λέξη κα’άθ “πελεκάνος”. Αυτό το πουλί περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τα πουλιά που ορίζονταν ως “ακάθαρτα” σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 11:13, 18· Δευ 14:11, 12, 17.
Ο πελεκάνος είναι ένα από τα μεγαλύτερα ιπτάμενα πουλιά, με μήκος που ξεπερνάει το 1,5 μ. και με εντυπωσιακό άνοιγμα φτερών που φτάνει τα 2,5 μ. ή περισσότερο. Το κιτρινωπό ράμφος του είναι μακρύ και αγκιστροειδές, και ο μεγάλος διασταλτός σάκος που βρίσκεται κάτω από αυτό σπανίως διακρίνεται όταν είναι άδειος. Μολονότι οι πελεκάνοι είναι δυσκίνητοι στο έδαφος, η πτήση τους χαρακτηρίζεται από μεγάλη αντοχή και χάρη, και είναι γνωστές οι περιπτώσεις πελεκάνων των οποίων οι φωλιές απείχαν μέχρι και 100 χλμ. από τα μέρη όπου ψάρευαν. Είναι εξαιρετικά επιδέξιοι στο ψάρεμα, και τα πόδια τους, που διαθέτουν νηκτική μεμβράνη, τους δίνουν τη δυνατότητα να ελίσσονται ταχύτατα μέσα στο νερό.
Όταν ο πελεκάνος χορτάσει από τροφή, συνήθως πετάει μακριά, σε ένα μοναχικό μέρος, όπου παίρνει μια μελαγχολική στάση, με το κεφάλι του βυθισμένο στους ώμους, και μένει εντελώς ακίνητος, ώστε από κάποια απόσταση μπορεί να νομίσει κανείς ότι πρόκειται για άσπρη πέτρα. Μένει σε αυτή τη στάση επί ώρες κάθε φορά, πράγμα που τον καθιστά κατάλληλο σύμβολο της μελαγχολικής απραξίας στην οποία αναφέρεται ο ψαλμωδός όταν περιγράφει παραστατικά τη βαθιά λύπη του: «Μοιάζω με τον πελεκάνο της ερημιάς». (Ψλ 102:6) Εδώ η λέξη “ερημιά” δεν υπονοεί κατ’ ανάγκην την έρημο, αλλά απλώς μια περιοχή που βρίσκεται μακριά από τις ανθρώπινες κατοικίες, ίσως κάποιο έλος. Στη διάρκεια ορισμένων εποχών, στα έλη του βόρειου τμήματος της Κοιλάδας του Ιορδάνη συναντώνται πελεκάνοι ακόμη και σήμερα. Στο Ισραήλ υπάρχουν τρεις ποικιλίες πελεκάνων. Η πιο κοινή είναι ο ροδοπελεκάνος (πελεκάνος ο ονοκρόταλος [Pelecanus onocrotalus]), ενώ ο αργυροπελεκάνος (πελεκάνος ο ουλόθριξ [Pelecanus crispus]) και ο πελεκάνος με τη ροζ ράχη (πελεκάνος ο πυρρόχρους [Pelecanus rufescens]) συναντώνται σπανιότερα.
Ο πελεκάνος προτιμάει ιδιαίτερα τα ακαλλιέργητα μέρη, όπου δεν ενοχλείται από τον άνθρωπο. Εκεί φωλιάζει, εκκολάπτει τα μικρά του και αποσύρεται μετά το ψάρεμα. Επειδή αγαπάει τα μοναχικά, έρημα μέρη, αυτό το πουλί χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή ως σύμβολο της πλήρους ερήμωσης. Αναφερόμενος συμβολικά στην επικείμενη ερήμωση του Εδώμ, ο Ησαΐας προείπε ότι ο πελεκάνος θα γινόταν κάτοχος αυτής της γης. (Ησ 34:11) Ο Σοφονίας προφήτευσε ότι πελεκάνοι θα κατοικούσαν ανάμεσα στα κιονόκρανα της Νινευή, πράγμα που υποδήλωνε ολοκληρωτική καταστροφή και απουσία ανθρώπων.—Σοφ 2:13, 14.
-
-
ΠέλεκυςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΕΚΥΣ
Βλέπε ΤΣΕΚΟΥΡΙ, ΠΕΛΕΚΥΣ.
-
-
Πελώριο ΔέντροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΛΩΡΙΟ ΔΕΝΤΡΟ
-
-
ΠέναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΑ
Όργανο που χρησιμοποιείται για γραφή με μελάνι ή παρόμοιο υγρό. Όταν οι αρχαίοι έγραφαν σε πηλό, κερί ή μαλακό μέταλλο, χρησιμοποιούσαν τη γραφίδα (βλέπε ΓΡΑΦΙΔΑ), αλλά όταν έγραφαν σε περγαμηνή ή πάπυρο, χρησιμοποιούσαν πένα και μελάνι. (3Ιω 13· 2Ιω 12) Η λέξη κάλαμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία μεταφράζεται «πένα», αναφέρεται στο φυτό καλάμι και μπορεί να αποδοθεί κατά κυριολεξία «γραφικό καλάμι». Μεταξύ των αρχαίων Αιγυπτίων, η καλαμένια πένα διέθετε ευθύ άκρο σε σχήμα σμίλης, το οποίο ήταν κομμένο ή ξεφτισμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να λειτουργεί σαν πινέλο. Για να επιτύχουν την ξήρανση και τη σκλήρυνση των καλαμιών, πιθανόν να τα άφηναν κάτω από σωρούς κοπριάς επί αρκετούς μήνες, τακτική που εφαρμοζόταν και στα πρόσφατα χρόνια. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν καλαμένια πένα με σκισμένη αιχμή, σαν την αιχμή που είχαν οι μεταγενέστερες πένες φτερού, ακόμη και οι σύγχρονες πένες.
-
-
ΠένθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΘΟΣ
Το πένθος στους λαούς της Ανατολής συνοδευόταν συνήθως από έντονη εξωτερίκευση της λύπης, κάτι που αντανακλάται στις Βιβλικές αφηγήσεις σχετικά με περιόδους πένθους. Ένα ολόκληρο βιβλίο της Γραφής, οι Θρήνοι, αποτελεί έκφραση πένθους για την κατάληξη της Ιερουσαλήμ.
Αιτίες Πένθους. Οι άνθρωποι πενθούσαν για να εκδηλώσουν μετάνοια (Νε 9:1, 2· Ιων 3:5-9) ή εξαιτίας επαπειλούμενης συμφοράς (Εσθ 4:3· Ιερ 6:26· Αμ 5:16, 17) ή κάποιας υφιστάμενης ολέθριας κατάστασης (Ιωλ 1:5-14). Η κοινότερη αιτία πένθους ήταν, βεβαίως, ο θάνατος. Ο θάνατος ενός μέλους της άμεσης οικογένειας έδινε το έναυσμα για περίοδο πένθους (Γε 23:2· 27:41· 37:33-35), ενώ ο θάνατος του γονέα ή του μοναχογιού περιγράφεται ως κατάσταση που προκαλούσε βαθύτατη λύπη. (Ψλ 35:14· Αμ 8:10· Ζαχ 12:10) Ο θάνατος ενός εθνικού ηγέτη σηματοδοτούσε περιόδους πένθους διάρκειας 7 ως 30 ημερών. (Αρ 20:29· Δευ 34:8· 1Σα 31:8, 12, 13) Οι Αιγύπτιοι έκλαιγαν για το θάνατο του πατέρα του Ιωσήφ, του Ιακώβ, 70 ημέρες, ενώ ακολούθησε επιπρόσθετη 7ήμερη περίοδος τελετών πένθους στη Χαναάν.—Γε 50:3-11.
Εκδηλώσεις Λύπης. Οι άνθρωποι εκδήλωναν το πένθος τους με φωνές και κλάματα, καθώς επίσης με παραμόρφωση της εμφάνισης, με νηστείες ή άλλου είδους αποχή από τις φυσιολογικές δραστηριότητες. Εκτός του ότι έκλαιγαν, μπορεί επίσης να θρηνούσαν ή να έβγαζαν δυνατές και πικρές κραυγές (2Σα 1:11, 12· Εσθ 4:1), να χτυπούσαν το στήθος τους (Ησ 32:11, 12· Να 2:7· Λου 8:52), πολλές φορές να έσκιζαν τα ενδύματά τους (Κρ 11:35· 2Βα 22:11, 19), να έριχναν χώμα ή στάχτες πάνω στο κεφάλι τους και να φορούσαν σάκο (2Σα 13:19· 2Βα 6:30· Ιωβ 2:11, 12), να έβγαζαν τα σανδάλια τους και να κάλυπταν το κεφάλι ή το πρόσωπό τους (2Σα 15:30· 19:4), να ξερίζωναν ή να έκοβαν τα μαλλιά τους και να ξύριζαν τη γενειάδα τους (Ιωβ 1:20· Εσδ 9:3· Ιερ 41:5), ενώ ορισμένοι, ακολουθώντας ειδωλολατρικά έθιμα, έκαναν τομές στο σώμα τους (Ιερ 16:6· 47:5). Παράλληλα με τη νηστεία, μπορεί κάποιος να μην αλειβόταν με λάδι ή να μην έπλενε τα ενδύματά του (2Σα 14:2· 19:24· Δα 10:2, 3), και μερικές φορές μπορεί να καθόταν στο έδαφος ή μέσα σε στάχτες.—2Σα 13:31· Ιωβ 2:8· Ησ 3:26.
Ενίοτε συνέθεταν μελαγχολικές ελεγείες ως πένθιμα τραγούδια. (2Σα 1:17-27· 3:33, 34· 2Χρ 35:25) Ένα συγκεκριμένο είδος τραγουδιού ήταν το σιγκαγιών, εβραϊκός όρος που εμφανίζεται στην επιγραφή του 7ου Ψαλμού, ενώ ένας συγγενικός τύπος του συναντάται στο εδάφιο Αββακούμ 3:1. Επρόκειτο για σύνθεση υπό τη μορφή θρηνωδίας, η δε λέξη φαίνεται να υποδηλώνει ένα άκρως αισθαντικό τραγούδι με γρήγορες εναλλαγές ρυθμού. Ας σημειωθεί ότι και στις δύο αυτές αναφορές (Ψλ 7· Αββ 3:2-19) συνυπάρχουν το στοιχείο του κινδύνου, έντονες εκκλήσεις ή συναισθηματικά ξεσπάσματα και ακολούθως η χαρά σε σχέση με τον Ιεχωβά.
Μερικές φορές, προσλαμβάνονταν στις κηδείες επαγγελματίες θρηνωδοί, ενώ μουσικοί έπαιζαν πένθιμους σκοπούς. (Ιερ 9:17, 18· Ματ 9:23) Τα μικρά παιδιά που έπαιζαν στις αγορές τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού μιμούνταν αυτά τα άτομα. (Ματ 11:16, 17) Η φλογέρα ή ο αυλός ήταν το όργανο που προτιμούσαν για τις θρηνωδίες.—Ιερ 48:36· Ματ 9:23· βλέπε το σύγγραμμα του Ιώσηπου Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Γ΄, 437 (ix, 5).
Ύστερα από την ταφή, οι γυναίκες είχαν τη συνήθεια να επισκέπτονται τον τάφο για να κλάψουν και να πενθήσουν. (Ιωα 11:31) Φαίνεται ότι κατά την περίοδο του πένθους παρέθεταν επικήδειο γεύμα, το οποίο ενίοτε ίσως έπαιρνε τη μορφή ειδικού συμποσίου.—Ωσ 9:4· Ιερ 16:5, 7.
Απαγορεύσεις Όσον Αφορά το Πένθος. Σε κάποιες περιπτώσεις ο λαός του Θεού, είτε σε συλλογική είτε σε ατομική βάση, έλαβε την οδηγία να μην πενθήσει για το θάνατο ορισμένων ατόμων, λόγου χάρη κάποιων που είχαν καταδικαστεί για αδικοπραγία. (Λευ 10:1, 2, 6) Ο προφήτης Ιεζεκιήλ διατάχθηκε να αποφύγει οποιαδήποτε σημεία πένθους για την εκλιπούσα σύζυγό του, προμηνύοντας έτσι ότι οι Ισραηλίτες που ήταν μαζί του στη Βαβυλώνα θα έμεναν τόσο κατάπληκτοι ώστε δεν θα πενθούσαν για τη θεϊκή εκτέλεση κρίσης εναντίον της Ιερουσαλήμ λόγω της απιστίας της. (Ιεζ 24:15-24) Ο Ιερεμίας έλαβε και αυτός κάπως παρόμοιες οδηγίες.—Ιερ 16:5-13.
Ορισμένα έθιμα πένθους ήταν απαγορευμένα υπό το Μωσαϊκό Νόμο, όπως η δημιουργία τομών στη σάρκα ή η πρόκληση “φαλακρότητας στα μέτωπα” (Λευ 19:28· Δευ 14:1) και η εσφαλμένη χρήση των δεκάτων σε σχέση με τους νεκρούς. (Δευ 26:12-14) Οι ιερείς μπορούσαν να πενθήσουν φανερά για ορισμένα μέλη της άμεσης οικογένειάς τους, πράγμα που όμως δεν επιτρεπόταν να κάνει ο αρχιερέας.—Λευ 21:1-6, 10-12.
Καιρός για Πένθος. Τα εδάφια Εκκλησιαστής 3:1, 4 δηλώνουν ότι υπάρχει «καιρός να κλαίει κανείς και καιρός να γελάει· καιρός να θρηνεί και καιρός να χοροπηδάει». Δεδομένης της θνήσκουσας κατάστασης όλης της ανθρωπότητας, αναφέρεται ότι η καρδιά των σοφών βρίσκεται «σε σπίτι πένθους» και όχι σε σπίτι συμποσίου. (Εκ 7:2, 4· παράβαλε Παρ 14:13.) Επομένως, ο σοφός αξιοποιεί την ευκαιρία που του δίνεται για να εκδηλώσει συμπόνια και να προσφέρει παρηγοριά και δεν αγνοεί μια τέτοια περίσταση προτιμώντας να αναζητάει απολαύσεις. Αυτό τον βοηθάει να θυμάται ότι και ο ίδιος είναι θνητός, καθώς επίσης να διατηρεί την κατάλληλη διάθεση καρδιάς απέναντι στον Δημιουργό του.
Στις Γραφές παρουσιάζονται καταστάσεις που δικαιολογημένα προκαλούν πένθος. Εκτός από το θάνατο αγαπημένων προσώπων (Γε 42:38· 44:31), οι απεχθείς και ατιμωτικές για τον Θεό συνήθειες της ψεύτικης θρησκείας αποτελούν αιτία για στεναγμούς και βογκητά (Ιεζ 9:4· παράβαλε 1Κο 5:2), είναι δε κατάλληλο να εκδηλώνει κανείς λύπη για τα σφάλματά του. (Ψλ 38:4, 6-10) Ο Ιεχωβά παροτρύνει όσους έχουν απομακρυνθεί από αυτόν: «Επιστρέψτε σε εμένα με όλη σας την καρδιά και με νηστεία και με κλάμα και με θρήνο. Και σκίστε την καρδιά σας και όχι τα ενδύματά σας». (Ιωλ 2:12, 13· παράβαλε Ιακ 4:8, 9.) Και αλλού επίσης δίνεται έμφαση, όχι στις εξωτερικές εκδηλώσεις θλίψης ή πένθους, αλλά στα εσωτερικά σκιρτήματα και στον πόνο της καρδιάς, που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γνήσιας λύπης.—Ψλ 31:9, 10· Παρ 14:10· 15:13· Μαρ 14:72· Ιωα 16:6.
Ακόμη και ο Ιεχωβά λέει ότι νιώθει «λύπη στην καρδιά του». (Γε 6:6· παράβαλε Ησ 63:9.) Το άγιο πνεύμα του Θεού επίσης μπορεί να “λυπηθεί”. (Εφ 4:30) Εφόσον αυτό το πνεύμα επενεργεί στους υπηρέτες του Θεού ώστε να παράγουν καρπούς δικαιοσύνης (Γα 5:22-24), όσοι δεν εκτιμούν αυτή τη θεϊκή προμήθεια, όσοι αντιστέκονται στην επενέργεια του πνεύματος και όσοι πηγαίνουν αντίθετα προς την καθοδήγησή του στην πραγματικότητα το “λυπούν”.—Παράβαλε Ησ 63:10· 1Θε 5:19.
Ισορροπημένη Άποψη για το Πένθος. Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να πενθούν εξωτερικεύοντας έντονα τα συναισθήματά τους, και μάλιστα με θορυβώδη τρόπο. (Μαρ 5:38, 39) Μολονότι ο Ιησούς “στέναξε μέσα του” και έκλαψε σε αρκετές περιπτώσεις (Ιωα 11:33-35, 38· Λου 19:41· Μαρ 14:33, 34· Εβρ 5:7), πουθενά δεν αναφέρεται ότι εξωτερίκευσε τα συναισθήματά του με τους προαναφερθέντες κραυγαλέους τρόπους. (Παράβαλε Λου 23:27, 28.) Και οι μαθητές του εξωτερίκευαν τη λύπη και το πένθος τους. (Ματ 9:15· Ιωα 16:20-22· Πρ 8:2· 9:39· 20:37, 38· Φλπ 2:27) Ο Παύλος είπε ότι είχε «μεγάλη λύπη και ακατάπαυστο πόνο στην καρδιά» του για τους συγγενείς του κατά σάρκα που δεν είχαν γίνει πιστοί. (Ρω 9:2, 3) Φοβόταν ότι ίσως αναγκαζόταν να πενθήσει για κάποια μέλη της εκκλησίας της Κορίνθου που είχαν αμαρτήσει και δεν είχαν μετανοήσει ακόμη (2Κο 12:21), ανέφερε δε «κλαίγοντας» όσους είχαν παρεκκλίνει ώστε να περπατούν «ως εχθροί του ξύλου βασανισμού του Χριστού». (Φλπ 3:17-19) Έχοντας βαθιά και εγκάρδια ανησυχία για τη Χριστιανική εκκλησία (2Κο 2:1-4), ήταν στην κατάλληλη θέση να επισημαίνει σε άλλους την ανάγκη που υπήρχε να εκδηλώνουν κατανόηση και συμπόνια, “να κλαίνε με όσους κλαίνε”.—Ρω 12:15.
Ωστόσο, επειδή το πένθος και η λύπη οδηγούν σε εξάντληση (Ψλ 6:6, 7· Λου 22:45· Πρ 21:13· 2Κο 2:6, 7), η θλίψη των Χριστιανών εμφανίζεται πάντοτε να είναι μετριασμένη, ισορροπημένη, ακόμη δε και να επισκιάζεται από την ελπίδα και την ενισχυτική χαρά. (Ματ 5:4· 1Κο 7:29, 30· 2Κο 6:10· παράβαλε Νε 8:9-12.) Ακόμη και ο Βασιλιάς Δαβίδ, στη δική του εποχή, επέδειξε αναφορικά με το πένθος ισορροπημένη, λογική στάση, βασισμένη σε αρχές, και έτσι ενόσω το παιδί που συνελήφθη μέσω της μοιχικής σχέσης του με τη Βηθ-σαβεέ ήταν άρρωστο, εκείνος νήστευε και ξάπλωνε καταγής, εκζητώντας τον αληθινό Θεό για χάρη του παιδιού. Μόλις, όμως, πληροφορήθηκε το θάνατο του παιδιού, σηκώθηκε, πλύθηκε, αλείφτηκε με λάδι, άλλαξε ρούχα, προσευχήθηκε στον Ιεχωβά και ύστερα ζήτησε τροφή και άρχισε να τρώει. Εξηγώντας τις ενέργειές του στους έκπληκτους υπηρέτες του, δήλωσε: «Τώρα που πέθανε, γιατί να νηστεύω; Μήπως μπορώ να το ξαναφέρω πίσω; Εγώ θα πάω σε αυτό, αλλά αυτό δεν θα επιστρέψει σε εμένα». (2Σα 12:16, 19-23) Μεταγενέστερα, ωστόσο, χρειάστηκε να του μιλήσει ο Ιωάβ χωρίς περιστροφές για να τον βοηθήσει να ξεφύγει από την κατάσταση της βαθιάς λύπης στην οποία είχε περιέλθει λόγω του θανάτου του γιου του, του Αβεσσαλώμ.—2Σα 18:33· 19:1-8.
Μολονότι “όλη η δημιουργία στενάζει”, τα παθήματα του Χριστιανού είναι υποδεέστερα σε σχέση με την ένδοξη ελπίδα που βρίσκεται μπροστά του (Ρω 8:18-22· 1Πε 1:3-7), η δε υπόσχεση της ανάστασης του δίνει τη δύναμη να μη “λυπάται όπως και οι υπόλοιποι οι οποίοι δεν έχουν ελπίδα”.—1Θε 4:13, 14.
Το πένθος και η νηστεία χωρίς υπακοή στο λόγο του Ιεχωβά δεν αποφέρουν κανένα όφελος. (Ζαχ 7:2-7) Εντούτοις, «η λύπη με θεοσεβή τρόπο οδηγεί σε μετάνοια προς σωτηρία». Τέτοιου είδους λύπη προκύπτει όταν κάποιος θεωρεί την αδικοπραγία αμαρτία εναντίον του Θεού. Αυτή η λύπη τον υποκινεί να εκζητήσει τη συγχώρηση του Θεού και να μεταστραφεί από την εσφαλμένη πορεία του. «Η λύπη όμως του κόσμου παράγει θάνατο». Μολονότι κάποιος μπορεί να λυπάται για το ότι φανερώθηκε το σφάλμα του και ο ίδιος ζημιώθηκε, δεν επιθυμεί να λάβει τη συγχώρηση του Θεού. (2Κο 7:10, 11) Για παράδειγμα, τα δάκρυα που έχυσε ιδιοτελώς ο Ησαύ ελπίζοντας να επανακτήσει τα χαμένα του πρωτοτόκια δεν επηρέασαν τον Ισαάκ ή τον Θεό.—Εβρ 12:16, 17.
Μεταφορική και Προφητική Χρήση. Μεταφορικά, ακόμη και η γη παρουσιάζεται να πενθεί εξαιτίας της ερήμωσης που προκαλείται από στρατεύματα εισβολέων ή από κάποια πληγή. (Ιερ 4:27, 28· Ιωλ 1:10-12· αντιπαράβαλε Ψλ 96:11-13.) Όντας ερημωμένη, η γη θα γέμιζε ζιζάνια και θα παρουσίαζε παραμελημένη και αφρόντιστη όψη, όπως κάποιος που δεν έχει περιποιηθεί το πρόσωπο, τα μαλλιά ή τα ρούχα του ενόσω πενθεί. Παρόμοια, η γη που ερημώθηκε επειδή οι καλλιέργειές της καταστράφηκαν από κάποια πληγή αποτελεί πένθιμο θέαμα.
«Το σημείο του Γιου του ανθρώπου» και η αποκάλυψη του Χριστού θα κάνουν όλες τις φυλές της γης να «χτυπούν τον εαυτό τους θρηνώντας», ή αλλιώς «από λύπη». (Ματ 24:30· Απ 1:7) Προλέγεται ότι στη συμβολική “Βαβυλώνα τη Μεγάλη” θα έρθουν πληγές—θάνατος, πένθος και πείνα—«σε μία ημέρα», πράγμα που θα κάνει όσους ωφελούνταν από αυτήν να κλαίνε και να πενθούν. (Απ 18:2, 7-11, 17-19) Απεναντίας, η Νέα Ιερουσαλήμ φέρνει στη γη συνθήκες υπό τις οποίες τα δάκρυα, ο θάνατος, το πένθος, η κραυγή και ο πόνος παρέρχονται για πάντα.—Απ 21:2-4.
-
-
ΠεντάτευχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΣ
Αυτή η λέξη (που σημαίνει «πέντε ρόλοι» ή «πενταπλός τόμος») προσδιορίζει τα πρώτα πέντε βιβλία της Αγίας Γραφής—τη Γένεση, την Έξοδο, το Λευιτικό, τους Αριθμούς και το Δευτερονόμιο.
Περιεχόμενα. Η Πεντάτευχος αποτελεί σπουδαιότατο τμήμα του γραπτού Λόγου του Θεού και παρέχει στερεό θεμέλιο πάνω στο οποίο βασίζονται πολλά από όσα ακολουθούν. Το πρώτο της βιβλίο, η Γένεση, μας δίνει τη θεόπνευστη αφήγηση της δημιουργίας και επίσης ακολουθεί την ιστορία του ανθρώπου από την Εδέμ ως το θάνατο του Ιωσήφ περιλαμβάνοντας μεγάλο μέρος της πατριαρχικής εποχής («στην αρχή» ως το 1657 Π.Κ.Χ.). Το δεύτερο βιβλίο, η Έξοδος, αρχίζει με το θάνατο του Ιωσήφ και μιλάει για τη γέννηση του Μωυσή σε περίοδο υποδούλωσης, για την απελευθέρωση του λαού του Θεού από τη δουλεία στην Αίγυπτο και για την εγκαινίαση της διαθήκης του Νόμου στο Σινά. Περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με την κατασκευή του κεντρικού οικοδομήματος για λατρεία, δηλαδή της σκηνής της μαρτυρίας στην έρημο (ιστορικά γεγονότα από το 1657 ως το 1512 Π.Κ.Χ.). Το Λευιτικό, το τρίτο βιβλίο, το οποίο καλύπτει περίοδο μόνο ενός μηνός περίπου (1512 Π.Κ.Χ.), παρέχει ανεκτίμητες πληροφορίες αναφορικά με το Λευιτικό ιερατείο, τη χειροτόνηση και τα καθήκοντά του, καθώς επίσης νόμους και κανονισμούς που ρύθμιζαν την υποχρεωτική υποστήριξη της λατρείας του Ιεχωβά από μέρους της εκκλησίας. Το τέταρτο βιβλίο, οι Αριθμοί—όπως υποδηλώνεται και από το όνομά του—αναφέρεται στις απογραφές που έλαβαν χώρα γύρω στην έναρξη και στη λήξη της οδοιπορίας στην έρημο. Μας δίνει επίσης πολλές λεπτομέρειες σχετικά με τη 40χρονη περιπλάνηση (μέχρι το 1473 Π.Κ.Χ.) και περιλαμβάνει πολλούς νόμους που εντάσσονται στο πλαίσιο της εθνικής διαθήκης. Το τελευταίο βιβλίο, το Δευτερονόμιο, καλύπτει περίοδο περίπου δύο μηνών (1473 Π.Κ.Χ.). Εξηγεί τμήματα της διαθήκης του Νόμου και παρέχει πολλές διατάξεις απαραίτητες για τη νέα γενιά των Ισραηλιτών που βρίσκονταν στις Πεδιάδες του Μωάβ, έτοιμοι να εισβάλουν στην Υποσχεμένη Γη και να την καταλάβουν. Τα τελικά κεφάλαια μιλούν για το διορισμό του Ιησού του Ναυή ως ηγέτη και για το θάνατο του Μωυσή.
Συγγραφή. Δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο εδάφιο το οποίο να αναφέρει ότι ο Μωυσής έγραψε ολόκληρη την Πεντάτευχο, αλλά υπάρχουν σαφείς δηλώσεις διάσπαρτες σε όλο το κείμενο που το φανερώνουν αυτό. (Εξ 17:14· 24:4· 34:27· Αρ 33:2· Δευ 31:9, 19, 22, 24-26) Υπάρχουν επίσης πολλά τμήματα όπου τα λόγια αποδίδονται άμεσα στον Μωυσή, από την πρώτη καταγραμμένη συνομιλία του (Εξ 2:13, 14) μέχρι την τελική ευλογία που έδωσε στο λαό (Δευ 33:1-29), καθώς επίσης μερικές από τις μακροσκελείς ομιλίες του (Δευ 1:1· 5:1· 27:1· 29:2· 31:1) και τους αξιοσημείωτους ύμνους του. (Εξ 15:1-19· Δευ 31:30–32:43) Τα εναρκτήρια εδάφια σε 20 από τα 27 κεφάλαια του Λευιτικού αναφέρουν ότι τα όσα ακολουθούν είναι λόγια που είπε ο Ιεχωβά στον Μωυσή ώστε εκείνος, με τη σειρά του, να τα μεταφέρει στο λαό. Το ίδιο αληθεύει για περισσότερες από 50 περιπτώσεις στο βιβλίο των Αριθμών. Συνεπώς, με εξαίρεση τα τελικά εδάφια του Δευτερονομίου, τα στοιχεία από την ίδια την Πεντάτευχο δείχνουν ότι η συγγραφή της αποδίδεται δικαίως στον Μωυσή.
Πολλές άλλες Γραφικές περικοπές πιστοποιούν ότι η Πεντάτευχος γράφτηκε από τον Μωυσή. (Ιη 1:7· Κρ 3:4· 2Βα 18:6· Μαλ 4:4) Άτομα όπως ο Δαβίδ (1Βα 2:1-3), ο Δανιήλ (9:11), ο Έσδρας (6:18), ο Νεεμίας (8:1), ο Ιησούς (Μαρ 12:26· Λου 16:29· Ιωα 7:19), ο Λουκάς (24:27) και ο Ιωάννης (1:17) αναφέρονται στην Πεντάτευχο ως έργο του Μωυσή. Ακόμη πιο άμεσα, ο Ιησούς αναγνώρισε ότι ο Μωυσής ήταν ο συγγραφέας (Μαρ 10:3-5· Ιωα 5:46, 47), πράγμα που έκαναν και οι Σαδδουκαίοι.—Μαρ 12:18, 19.
-
-
ΠεντηκοστήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
Ονομασία που χρησιμοποιείται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές για τη Γιορτή του Θερισμού (Εξ 23:16) ή αλλιώς τη Γιορτή των Εβδομάδων (Εξ 34:22), η οποία ονομάζεται επίσης «ημέρα των πρώτων ώριμων καρπών». (Αρ 28:26) Οδηγίες για αυτή τη γιορτή παρατίθενται στα εδάφια Λευιτικό 23:15-21· Αριθμοί 28:26-31· Δευτερονόμιο 16:9-12. Έπρεπε να τηρείται την 50ή ημέρα (εξού και το όνομα «Πεντηκοστή») μετά τις 16 Νισάν, ημέρα κατά την οποία προσφερόταν το δεμάτι του κριθαριού. (Λευ 23:15, 16) Στο Ιουδαϊκό ημερολόγιο πέφτει στις 6 Σιβάν. Λάβαινε χώρα μετά το θερισμό του κριθαριού και την έναρξη του θερισμού του σιταριού, το οποίο ωρίμαζε ύστερα από το κριθάρι.—Εξ 9:31, 32.
Οι Ισραηλίτες δεν επιτρεπόταν να αρχίσουν το θερισμό προτού προσφερθούν στον Ιεχωβά οι πρώτοι καρποί του κριθαριού στις 16 Νισάν. Γι’ αυτό, στα εδάφια Δευτερονόμιο 16:9, 10 δίνονται οι εξής οδηγίες: «Από τότε που θα μπει το δρεπάνι για πρώτη φορά στα αθέριστα σιτηρά θα αρχίσεις να μετράς εφτά εβδομάδες. Κατόπιν πρέπει να γιορτάσεις τη γιορτή των εβδομάδων για τον Ιεχωβά τον Θεό σου». Στη γιορτή απαιτούνταν να παρευρίσκεται κάθε άρρενας, και σχετικά με αυτήν δηλώνεται επίσης: «Πρέπει να χαρείς ενώπιον του Ιεχωβά του Θεού σου, εσύ και ο γιος σου και η κόρη σου και ο δούλος σου και η δούλη σου και ο Λευίτης που βρίσκεται μέσα από τις πύλες σου και ο πάροικος και το αγόρι που είναι ορφανό από πατέρα και η χήρα, που βρίσκονται ανάμεσά σου, στον τόπο που θα εκλέξει ο Ιεχωβά ο Θεός σου ώστε να κάνει να κατοικήσει το όνομά του εκεί». (Δευ 16:11) Το Πάσχα γιορταζόταν σε στενό οικογενειακό κύκλο. Η Γιορτή του Θερισμού, ή αλλιώς Πεντηκοστή, απαιτούσε πιο ανοιχτή και φιλόξενη ατμόσφαιρα, και από αυτή την άποψη έμοιαζε με τη Γιορτή των Σκηνών.
Οι πρώτοι καρποί του θερισμού του σιταριού έπρεπε να τύχουν διαφορετικής μεταχείρισης από τους πρώτους καρπούς του κριθαριού. Με δύο δέκατα του εφά λεπτό σιτάλευρο (4,4 λίτρα) και προζύμι έπρεπε να φτιάξουν και να ψήσουν δύο ψωμιά. Αυτά έπρεπε να είναι “από τις κατοικίες τους”, πράγμα που σημαίνει ότι έπρεπε να είναι ψωμιά σαν αυτά που έφτιαχναν για καθημερινή χρήση στο σπίτι και όχι αποκλειστικά για άγιους σκοπούς. (Λευ 23:17) Τα ψωμιά συνοδεύονταν από ολοκαυτώματα και από μια προσφορά για αμαρτία, καθώς και από δύο αρσενικά αρνιά ως προσφορά συμμετοχής. Ο ιερέας κινούσε τα ψωμιά και τα αρνιά ενώπιον του Ιεχωβά βάζοντας τα χέρια του κάτω από τα ψωμιά και από τα κομμάτια των αρνιών και κινώντας τα εμπρός πίσω, πράγμα που υποδήλωνε ότι τα παρουσίαζε ενώπιον του Ιεχωβά. Αφού προσφέρονταν τα ψωμιά και τα αρνιά, ανήκαν πλέον στον ιερέα ο οποίος τα έτρωγε ως προσφορά συμμετοχής.—Λευ 23:18-20.
Τα εδάφια Αριθμοί 28:27-30 παρουσιάζουν μια μικρή διαφορά στην περιγραφή των άλλων προσφορών (εκτός της προσφοράς συμμετοχής). Αντί για εφτά αρνιά, έναν νεαρό ταύρο, δύο κριάρια και ένα κατσικάκι, όπως λένε τα εδάφια Λευιτικό 23:18, 19, αναφέρουν ότι απαιτούνταν εφτά αρνιά, δύο νεαροί ταύροι, ένα κριάρι και ένα κατσικάκι. Μερικοί Ιουδαίοι σχολιαστές λένε ότι η περικοπή στο Λευιτικό αναφέρεται στη θυσία που έπρεπε να συνοδεύει την κινητή προσφορά των ψωμιών, ενώ η περικοπή στους Αριθμούς αναφέρεται στη θυσία που είχε προσδιοριστεί κανονικά για τη γιορτή, άρα προσφέρονταν και οι δύο. Υποστηρίζοντας αυτή τη θέση, ο Ιώσηπος, στην περιγραφή που δίνει για τις θυσίες την ημέρα της Πεντηκοστής, αναφέρει πρώτα τα δύο αρνιά της προσφοράς συμμετοχής και κατόπιν συνδυάζει τις υπόλοιπες προσφορές, απαριθμώντας τρία μοσχάρια, δύο κριάρια (αντί για τρία—προφανώς πρόκειται για λάθος κάποιου αντιγραφέα), 14 αρνιά και δύο κατσικάκια. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 253 [x, 6]) Η ημέρα αυτή ήταν άγια συνέλευση, ημέρα σαββάτου.—Λευ 23:21· Αρ 28:26.
Η Γιορτή της Πεντηκοστής λάβαινε χώρα στο τέλος του θερισμού του κριθαριού και αποτελούσε χαρωπή περίσταση, όπως υποδηλώνεται από την προσφορά συμμετοχής την οποία έφερνε η εκκλησία και έδινε στον ιερέα. Αυτή η προσφορά υποδήλωνε επίσης ειρηνική σχέση με τον Ιεχωβά. Ταυτόχρονα, η προσφορά για αμαρτία υπενθύμιζε στους Ισραηλίτες τις αμαρτίες τους και αποτελούσε αίτημα προς τον Θεό για συγχώρηση και καθαρισμό. Ο αυξημένος αριθμός ολοκαυτωμάτων εξέφραζε στην πράξη την ευγνωμοσύνη τους για τη γενναιοδωρία Του και συμβόλιζε την ολόκαρδη προσκόλλησή τους στη σχέση διαθήκης που είχαν με τον Θεό.
Όχι μόνο ήταν ιδιαίτερα κατάλληλο να προσφέρουν οι Ισραηλίτες ευχαριστίες στον Ιεχωβά αυτή την ημέρα, αλλά δεν έπρεπε να ξεχνούν και τους φτωχούς αδελφούς τους. Αφού έδωσε οδηγίες για τη γιορτή, ο Ιεχωβά πρόσταξε: «Και όταν θερίζετε το θερισμό της γης σας, δεν πρέπει να τελειώνεις τις άκρες του αγρού σου όταν θερίζεις, και τα απομεινάρια του θερισμού σου δεν πρέπει να τα μαζεύεις. Πρέπει να τα αφήνεις για τον ταλαιπωρημένο και τον πάροικο. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σας». (Λευ 23:22) Επομένως, οι φτωχοί είχαν πραγματικό έρεισμα για να ευχαριστούν τον Κύριο και για να χαίρονται τη γιορτή μαζί με όλους τους άλλους. Στη διάρκεια αυτής της γιορτής γίνονταν επίσης πολλές προσωπικές προσφορές με πρώτους καρπούς από το θερισμό.
Σύμφωνα με ραβινικές πηγές, μετά την εξορία ήταν έθιμο να ανεβαίνουν οι εορταστές στην Ιερουσαλήμ την παραμονή της γιορτής και να κάνουν εκεί όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες για την τήρησή της. Το βράδυ, τα σαλπίσματα ανάγγελλαν ότι η ημέρα της γιορτής πλησίαζε. (Αρ 10:10) Το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος καθαριζόταν και οι πύλες του ναού άνοιγαν αμέσως μετά τα μεσάνυχτα για να μπουν οι ιερείς αλλά και όσοι έφερναν στην αυλή ζώα που θα θυσιάζονταν ως ολοκαυτώματα και ως προσφορές ευχαριστιών, προκειμένου να τα εξετάσουν οι ιερείς. Ο Άλφρεντ Έντερσχαϊμ σχολιάζει: «Πριν από την πρωινή θυσία, όλα τα ζώα τα οποία σκόπευε να φέρει ο λαός στη γιορτή ως ολοκαυτώματα και ως ειρηνικές προσφορές έπρεπε να εξεταστούν από το ιερατείο που βρισκόταν εν υπηρεσία. Εφόσον ο αριθμός τους ήταν μεγάλος, εκείνες τις ώρες πρέπει να υπήρχε φόρτος εργασίας, μέχρις ότου η αναγγελία ότι το πρωινό φέγγος απλωνόταν πάνω από τη Χεβρών τερμάτιζε όλες αυτές τις προετοιμασίες και δινόταν το σύνθημα για την τακτική πρωινή θυσία».—Ο Ναός (The Temple), 1874, σ. 228.
Μετά την προσφορά της τακτικής, καθημερινής πρωινής θυσίας, φέρνονταν οι εορταστικές θυσίες τις οποίες περιγράφουν τα εδάφια Αριθμοί 28:26-30. Κατόπιν παρουσιαζόταν η αποκλειστική προσφορά της Πεντηκοστής—τα ψωμιά της κινητής προσφοράς μαζί με τις συνοδευτικές τους θυσίες. (Λευ 23:18-20) Αφού κινούσαν τα ψωμιά, το ένα από αυτά το έπαιρνε ο αρχιερέας, ενώ το δεύτερο το μοιράζονταν όλοι οι εν υπηρεσία ιερείς.
Συμβολική Σημασία της Γιορτής. Την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 Κ.Χ. εκχύθηκε από τον Ιησού Χριστό το άγιο πνεύμα στην ομάδα των περίπου 120 μαθητών που βρίσκονταν στο ανώγειο στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 1:13-15) Ο Ιησούς είχε αναστηθεί στις 16 Νισάν, την ημέρα κατά την οποία ο αρχιερέας πρόσφερε το δεμάτι του κριθαριού. Με μεταφορική έννοια, ο Ιησούς ήταν χωρίς προζύμι, το οποίο συμβολίζει την αμαρτία. (Εβρ 7:26) Την Πεντηκοστή, ως ο μεγάλος Αρχιερέας, ο Ιησούς ήταν σε θέση να παρουσιάσει στον Πατέρα του, τον Ιεχωβά, και άλλους πνευματικούς γιους, τους πιστούς ακολούθους του, οι οποίοι είχαν παρθεί από την αμαρτωλή ανθρωπότητα και είχαν δεχτεί τη θυσία του. Το ότι ο Θεός επιδοκίμασε τόσο την ανθρώπινη θυσία του ίδιου του Ιησού όσο και την από μέρους του παρουσίαση των μαθητών του (μολονότι αυτοί ήταν γεννημένοι στην αμαρτία) για να είναι πνευματικοί γιοι του Θεού έγινε φανερό από την έκχυση του πνεύματός του πάνω τους. Το γεγονός ότι κατά την Πεντηκοστή πρόσφεραν στον Ιεχωβά δύο ψωμιά από σιτάρι που μόλις είχε ωριμάσει υποδηλώνει ότι στην εκπλήρωση δεν θα περιλαμβανόταν μόνο ένα πρόσωπο. Μπορεί επίσης να υποδεικνύει ότι εκείνοι που θα γίνονταν γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Ιησού Χριστού θα λαμβάνονταν από δύο ομάδες στη γη: Πρώτα από τους φυσικούς περιτμημένους Ιουδαίους και αργότερα από όλα τα άλλα έθνη του κόσμου, τους Εθνικούς.—Παράβαλε Εφ 2:13-18.
Οι Ιουδαίοι θεωρούν κατά παράδοση ότι η Πεντηκοστή αντιστοιχεί στον καιρό κατά τον οποίο δόθηκε ο Νόμος στο Σινά, όταν ο Ισραήλ ξεχωρίστηκε ως λαός. Οι Ισραηλίτες συγκεντρώθηκαν στο Σινά και έλαβαν το Νόμο στις αρχές του τρίτου μήνα (Σιβάν). (Εξ 19:1) Όπως ο Μωυσής ως μεσίτης χρησιμοποιήθηκε για να εισαγάγει τον Ισραήλ στη διαθήκη του Νόμου, έτσι και ο Ιησούς Χριστός ως Μεσίτης του πνευματικού Ισραήλ εισήγαγε εκείνο το νέο έθνος στη νέα διαθήκη. Ο απόστολος Παύλος παραβάλλει αυτά τα δύο γεγονότα, λέγοντας ότι οι Χριστιανοί είναι συγκεντρωμένοι σε μια πολύ μεγαλύτερη σύναξη, σε «ένα Όρος Σιών και μια πόλη του ζωντανού Θεού, την ουράνια Ιερουσαλήμ», υπό τις διευθετήσεις της νέας διαθήκης.—Εβρ 12:18-24· παράβαλε Απ 14:1-5.
Ο Ιησούς είχε αναγγείλει τη νέα διαθήκη στους μαθητές του το βράδυ του τελευταίου του Πάσχα και, ακριβώς πριν από την ανάληψή του, τους είχε παραγγείλει να περιμένουν στην Ιερουσαλήμ για το υποσχεμένο άγιο πνεύμα. Τώρα, όπως εξήγησε ο απόστολος Πέτρος, «επειδή . . . εξυψώθηκε στα δεξιά του Θεού και έλαβε το υποσχεμένο άγιο πνεύμα από τον Πατέρα, εξέχυσε αυτό που εσείς βλέπετε και ακούτε». (Λου 22:20· Πρ 2:33) Η παρουσία του πνεύματος του Θεού ήταν έκδηλη από το ότι περίπου 120 μαθητές μιλούσαν θαυματουργικά διάφορες γλώσσες. Με αυτόν τον τρόπο, τα πλήθη των Ιουδαίων και των προσηλύτων από όλα τα μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μπορούσαν να ακούσουν και να καταλάβουν «τα μεγαλεία του Θεού». (Πρ 2:7-11) Τότε κηρύχτηκε για πρώτη φορά, μέσω του Πέτρου, βάφτισμα στο όνομα του Πατέρα, του Γιου και του αγίου πνεύματος, όπως είχε παραγγείλει ο Ιησούς στο εδάφιο Ματθαίος 28:19. (Πρ 2:21, 36, 38, 39) Έχοντας μπει στους ουρανούς με την αξία της θυσίας του, ο Ιησούς ήταν σε θέση να εισαγάγει τους ακολούθους του στη νέα διαθήκη.—Εβρ 9:15-26.
Αυτοί οι ακόλουθοι, λοιπόν, μαζί με τους 3.000 που προστέθηκαν εκείνη την ημέρα (Πρ 2:41) και άλλους αργότερα, δεν ήταν για τον Θεό η απαρχή των πρώτων καρπών, διότι αυτή η απαρχή ήταν ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος αναστήθηκε στις 16 Νισάν του 33 Κ.Χ. (1Κο 15:23), την ημέρα που ο αρχιερέας κινούσε το δεμάτι του κριθαριού. Τουναντίον, αυτοί ήταν σαν τους πρώτους καρπούς του σιταριού, μιας δεύτερης σοδειάς, «μερικοί πρώτοι καρποί» για τον Θεό. (Ιακ 1:18) Οι ίδιοι έγιναν πλέον το νέο έθνος του Θεού, «εκλεγμένο [του] γένος, βασιλικό ιερατείο, άγιο έθνος, λαός για ειδική ιδιοκτησία».—1Πε 2:9.
-
-
ΠεργαμηνήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΓΑΜΗΝΗ
Δέρματα προβάτων, κατσικιών ή μοσχαριών που υφίσταντο κατεργασία ώστε να χρησιμοποιηθούν ως γραφική ύλη. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν το δέρμα ως γραφική ύλη επί μακρόν. Ο Ρόλος της Νεκράς Θαλάσσης ο οποίος περιέχει το βιβλίο του Ησαΐα και αντιγράφηκε προς το τέλος του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. είναι από δέρμα. Ο αιγυπτιακός πάπυρος αποτέλεσε την ευρύτερα χρησιμοποιούμενη γραφική ύλη, αλλά, σύμφωνα με τον Πλίνιο, όταν ο ηγεμόνας της Αιγύπτου απαγόρευσε την εξαγωγή του γύρω στο 190 Π.Κ.Χ., επινοήθηκε η χρήση της περγαμηνής μεμβράνης στην Πέργαμο (στην οποία οφείλει την ονομασία της η «περγαμηνή»). Αυτό μπορεί να σημαίνει απλώς ότι διαδόθηκε εκτενέστερα μια ήδη υπάρχουσα μέθοδος κατεργασίας δερμάτων, χάρη στην οποία μπορούσε κανείς να γράψει και στις δύο πλευρές του δέρματος. Οι ρόλοι περγαμηνής ήταν πολύ πιο ανθεκτικοί από τους φτηνότερους ρόλους παπύρου.
Στο εδάφιο 2 Τιμόθεο 4:13 ο απόστολος Παύλος ζήτησε από τον Τιμόθεο να φέρει «τους ρόλους, ιδιαίτερα τις περγαμηνές». (Ro· ΜΝΚ· ΚΔΒ, υποσ.) Ο Παύλος δεν διευκρινίζει τι περιείχαν τα αντικείμενα που ζήτησε, αλλά πιθανότατα ήθελε κάποια τμήματα των Εβραϊκών Γραφών ώστε να μπορεί να τα μελετάει ενόσω ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη. Η φράση «ιδιαίτερα τις περγαμηνές» ίσως υποδηλώνει ότι ζητούσε τόσο ρόλους παπύρου όσο και ρόλους περγαμηνής.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν συχνά ξύλινες, κηρωμένες πινακίδες για να γράφουν πρόχειρα. Τελικά, όμως, χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτόν το σκοπό φύλλα δέρματος ή περγαμηνής. Η λατινική λέξη membranae (δέρματα) προσδιόριζε τέτοιου είδους τετράδια από περγαμηνή. Στο εδάφιο που παρατέθηκε παραπάνω, ο Παύλος χρησιμοποίησε την αντίστοιχη ελληνική λέξη όταν ζήτησε «τους ρόλους, ιδιαίτερα τις περγαμηνές [μεμβράνας, Κείμενο]». Γι’ αυτό, μερικοί σχολιαστές έχουν υποστηρίξει ότι ο Παύλος ζητούσε ρόλους των Εβραϊκών Γραφών, καθώς και κάποιου είδους σημειώσεις ή επιστολές. Ως εκ τούτου, ο Μόφατ αποδίδει το απόσπασμα: «Τα βιβλία μου, και ιδιαίτερα τα χαρτιά μου», ενώ Η Νέα Αγγλική Βίβλος λέει: «Τα βιβλία, προπαντός τα τετράδιά μου». Ωστόσο, παραμένει ανεξακρίβωτο αν «οι περγαμηνές» είχαν τη μορφή τετραδίων ή χαρτιών ή ήταν ρόλοι περγαμηνών (La· Kx).
Περγαμηνή Vellum. Οι περγαμηνές φτιάχνονταν συνήθως από δέρμα προβάτου, κατσικιού ή μοσχαριού. Τον τρίτο και τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., άρχισε να γίνεται διάκριση ανάμεσα στις περγαμηνές με τραχύτερη υφή και σε αυτές με λεπτότερη, και ενώ το τραχύτερο είδος εξακολούθησε να αποκαλείται περγαμηνή, το λεπτότερο είδος έγινε γνωστό ως περγαμηνή vellum. Για να κατασκευάσουν αυτή την περγαμηνή, χρησιμοποιούσαν απαλά δέρματα από μοσχάρια ή κατσικάκια ή από θνησιγενή μοσχάρια ή αρνιά. Την έφτιαχναν ξύνοντας τα πλυμένα δέρματα για να φύγουν οι τρίχες, τεντώνοντας τα δέρματα πάνω σε πλαίσια, πλένοντας και ξύνοντάς τα ξανά για να εξομαλύνουν την επιφάνειά τους, πασπαλίζοντάς τα με κιμωλία και τρίβοντάς τα με ελαφρόπετρα. Με αυτή τη διαδικασία παραγόταν μια λεπτή, λεία, υπόλευκη γραφική ύλη η οποία κατέληξε να χρησιμοποιείται ευρέως για τα σημαντικά βιβλία ώσπου εφευρέθηκε η τυπογραφία, για την οποία το χαρτί ήταν καλύτερο και φτηνότερο υλικό. Σπουδαία Βιβλικά χειρόγραφα, όπως το Σιναϊτικό και το Βατικανό Αρ. 1209, του τέταρτου αιώνα, καθώς και το Αλεξανδρινό, του πέμπτου αιώνα, είναι γραμμένα σε περγαμηνή vellum.
-
-
ΠέργαμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΓΑΜΟΣ
(Πέργαμος) [Φρούριο· Ακρόπολη].
Πόλη της Μυσίας στο βορειοδυτικό τμήμα της Ασιατικής Τουρκίας (Μικρά Ασία) όπου βρισκόταν μία από τις εφτά εκκλησίες στις οποίες ο απόστολος Ιωάννης απηύθυνε τις επιστολές που έχουν καταγραφεί στην Αποκάλυψη. (Απ 1:11· 2:12-17) Η πόλη βρισκόταν περίπου 80 χλμ. Β της Σμύρνης και περίπου 25 χλμ. μακριά από τα παράλια του Αιγαίου Πελάγους. Κοντά στην τοποθεσία της αρχαίας Περγάμου βρίσκεται η σημερινή Μπέργκαμα. Η Πέργαμος ήταν αρχικά φρούριο σε έναν απόκρημνο, απομονωμένο λόφο ανάμεσα σε δύο ποτάμια. Με τον καιρό, η πόλη απλώθηκε στην κοιλάδα που βρισκόταν από κάτω και ο λόφος έγινε ακρόπολη.
Ιστορία. Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς τον τόπο καταγωγής των Περγαμηνών, αλλά μερικά στοιχεία υποδεικνύουν την Αχαΐα στην Ελλάδα. Το 420 Π.Κ.Χ. η πόλη ήδη έκοβε νομίσματα, ενώ τον επόμενο αιώνα ο Ξενοφών κάνει μνεία της πόλης. Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η πόλη περιήλθε στην επικράτεια του Λυσίμαχου. Ο στρατηγός του Λυσίμαχου Φιλέταιρος ανέλαβε την εξουσία της πόλης και της γύρω περιοχής, εγκαθιδρύοντας έτσι τη βασιλεία των Ατταλιδών, υπό τους οποίους η Πέργαμος έγινε πλούσια και σπουδαία πόλη. Ο Βασιλιάς Άτταλος Α΄ (241-197 Π.Κ.Χ.) τάχθηκε με τους Ρωμαίους εναντίον των Μακεδόνων. Ο διάδοχός του ο Ευμένης Β΄ ανήγειρε μια τεράστια βιβλιοθήκη που συναγωνιζόταν τη φημισμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Υπάρχει η άποψη ότι εκείνη την εποχή επινοήθηκε στην πόλη η περγαμηνή (pergamena charta). Επίσης, εκείνη την περίοδο το βασίλειο της Περγάμου είχε υπό την κυριαρχία του το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Μικράς Ασίας. Το 133 Π.Κ.Χ. ο Άτταλος Γ΄, στην επιθανάτια κλίνη του, κληροδότησε με διαθήκη την Πέργαμο στη Ρώμη, οπότε η πόλη έγινε η πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας της Ασίας. (Βλέπε ΑΣΙΑ.) Ακόμη και όταν έπαψε να είναι πρωτεύουσα, η Πέργαμος συνέχισε να κατέχει πολύ σπουδαία θέση ως επίσημο διοικητικό κέντρο.
Η Θρησκεία της Περγάμου. Η ειδωλολατρική θρησκεία κατείχε εξέχουσα θέση στην Πέργαμο. Φαίνεται ότι Χαλδαίοι Μάγοι (αστρολόγοι) εγκατέλειψαν τη Βαβυλώνα και εγκαταστάθηκαν στην Πέργαμο, όπου ίδρυσαν την κεντρική σχολή τους. Ο Ευμένης Β΄ έχτισε έναν τεράστιο μαρμάρινο βωμό στον θεό Δία για να γιορτάσει τη νίκη του επί των Γαλατών. Τα ερείπια αυτού του βωμού έχουν ανασκαφεί και δείχνουν ότι ήταν διακοσμημένος με ένα πελώριο ανάγλυφο που απεικόνιζε θεούς να μάχονται με γίγαντες. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 945) Ασθενείς από όλα τα μέρη της Ασίας συνέρρεαν στην Πέργαμο λόγω του ναού που υπήρχε εκεί για τον Ασκληπιό, το θεό της ίασης και της ιατρικής.
Μια ιδιαίτερα αξιοσημείωτη πτυχή της θρησκείας στην Πέργαμο ήταν η λατρεία των πολιτικών αρχόντων. Η πόλη έχτισε έναν μεγαλοπρεπή ναό για τη λατρεία του Καίσαρα Αυγούστου. Ήταν, λοιπόν, η πρώτη πόλη που είχε ναό αφιερωμένο στη λατρεία του αυτοκράτορα. Επί των ημερών των αυτοκρατόρων Τραϊανού και Σεβήρου, ανεγέρθηκαν εκεί άλλοι δύο τέτοιοι ναοί, γι’ αυτό και Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Encyclopædia Britannica) αποκαλεί την Πέργαμο «το κύριο κέντρο της λατρείας του αυτοκράτορα κατά την αρχική φάση της αυτοκρατορίας». (1959, Τόμ. 17, σ. 507) Αυτή η λατρεία του Ρωμαίου αυτοκράτορα αναμφίβολα εξυπηρέτησε από πολιτική άποψη προκειμένου να συνενώσει όλες τις ποικίλες κατακτημένες χώρες της αυτοκρατορίας υπό έναν κοινό θεό. Κάθε χώρα θα μπορούσε να λατρεύει τους τοπικούς ή τους εθνικούς θεούς της, αλλά όλες τους θα έπρεπε να λατρεύουν και τον αυτοκράτορα.
«Εκεί που Είναι ο Θρόνος του Σατανά». Στην επιστολή του αποστόλου Ιωάννη προς την εκκλησία της Περγάμου, ο Ιωάννης ανέφερε ότι η πόλη βρισκόταν «εκεί που κατοικεί ο Σατανάς» και ότι, ως εκ τούτου, οι Χριστιανοί ζούσαν «εκεί που είναι ο θρόνος του Σατανά». (Απ 2:13) «Η φράση παραπέμπει στο συνονθύλευμα των ειδωλολατρικών θρησκειών, . . . αλλά η κύρια νύξη αφορά πιθανότατα τη λατρεία του αυτοκράτορα. Εκεί, υπό τον Δομιτιανό, η λατρεία του θεϊκού αυτοκράτορα είχε γίνει η λυδία λίθος της οσιότητας των πολιτών». (Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής [New Bible Dictionary], επιμέλεια Τζ. Ντάγκλας, 1985, σ. 912) Εφόσον ο μαρτυρικός θάνατος του Αντίπα αναφέρεται στο ίδιο εδάφιο στο οποίο γίνεται λόγος για το “θρόνο του Σατανά”, ο Αντίπας ενδέχεται να θανατώθηκε επειδή αρνήθηκε να λατρέψει τον Καίσαρα.
Πιθανώς ένας επιπρόσθετος παράγοντας για την κατανόηση της φράσης «εκεί που είναι ο θρόνος του Σατανά» ήταν η εξέχουσα λατρεία του Δία, ή αλλιώς Γιούπιτερ, του κυριότερου θεού ανάμεσα σε όλους τους ειδωλολατρικούς θεούς και θεές. Ο μύθος έλεγε ότι από το λόφο όπου ήταν χτισμένη η Πέργαμος ορισμένοι θεοί είχαν παραστεί μάρτυρες της γέννησης του Δία, και ο πελώριος βωμός που στήθηκε μεταγενέστερα πάνω στην ακρόπολη θεωρείται ένα από τα θαύματα εκείνης της εποχής. Οι λάτρεις του Δία μπορούσαν να λατρεύουν και άλλους θεούς αλλά έπρεπε να τους θεωρούν υποδεέστερους. Οι Χριστιανοί στην Πέργαμο, όμως, επαινέθηκαν επειδή διατήρησαν σταθερή την αποκλειστική αφοσίωσή τους στον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, και δεν αρνήθηκαν την πίστη παρότι κατοικούσαν “εκεί που ήταν ο θρόνος του Σατανά”.
“Η Διδασκαλία του Βαλαάμ”. Ωστόσο, στην εκκλησία υπήρχε η υπονομευτική επιρροή εκείνων που “κρατούσαν γερά τη διδασκαλία του Βαλαάμ”. (Απ 2:14) Αυτή η έκφραση φέρνει στο νου τον προφήτη Βαλαάμ από τη Μεσοποταμία, ο οποίος, έπειτα από τις αποτυχημένες απόπειρές του να καταραστεί τον Ισραήλ, πρότεινε να χρησιμοποιήσουν ειδωλολάτρισσες προκειμένου να παρασύρουν τους Ισραηλίτες στη λάγνα λατρεία ψεύτικων θεών. Ως αποτέλεσμα της σεξουαλικής ανηθικότητας και της ειδωλολατρίας στην οποία περιέπεσαν, πέθαναν 24.000 Ισραηλίτες. (Αρ 25:1-18· 1Κο 10:8· βλέπε ΒΑΛΑΑΜ.) Προφανώς μερικοί στην εκκλησία της Περγάμου, εκείνοι που “κρατούσαν γερά τη διδασκαλία του Βαλαάμ”, ανέχονταν την πορνεία.—Ιου 4, 11· 2Πε 2:14, 15.
Επίσης, μερικοί στην εκκλησία είχαν επηρεαστεί από τη διδασκαλία «της αίρεσης του Νικολάου» και παροτρύνθηκαν να μετανοήσουν για αυτή τους την πορεία.—Απ 2:15, 16.
-
-
ΠέργηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΓΗ
(Πέργη).
Σπουδαία πόλη στη ρωμαϊκή επαρχία της Παμφυλίας. Τα ερείπια της αρχαίας Πέργης πιστεύεται ότι βρίσκονται κοντά στο σημερινό χωριό Μουρτάνα, σε απόσταση περίπου 13 χλμ. από τη νότια ακτή της Μικράς Ασίας και περίπου 8 χλμ. Δ του ποταμού Κέστρου (Ακσού). Φαίνεται ότι στην αρχαιότητα, σύμφωνα με τον γεωγράφο Στράβωνα, αυτό το ποτάμι ήταν πλωτό προς το Β μέχρι την Πέργη. (Γεωγραφικά, ΙΔ΄, IV, 2) Ωστόσο, η κοντινή Αττάλεια, στην ακτή της Παμφυλίας, φαίνεται ότι αποτελούσε το επίνειο της Πέργης και τελικά την υποσκέλισε σε σπουδαιότητα.—Παράβαλε Πρ 14:24-26.
Αυτή την πόλη την επισκέφτηκε ο απόστολος Παύλος με τους συνεργάτες του στην αρχή του πρώτου ιεραποστολικού του ταξιδιού. (Πρ 13:13) Προς το τέλος του ταξιδιού αυτού «ανήγγειλαν το λόγο στην Πέργη», αλλά δεν είναι γνωστό αν δέχτηκε κάποιος από τους κατοίκους της τη Χριστιανοσύνη.—Πρ 14:24, 25.
-
-
ΠέρδικαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΔΙΚΑ
[εβρ., κορέ’].
Ορνιθόμορφο, γεροδεμένο πουλί, μικρότερο από το φασιανό, ικανό να τρέχει και να ξεφεύγει με μεγάλη ταχύτητα, το οποίο σπάνια πετάει και, όταν πετάει, κουράζεται γρήγορα. Δύο είδη πέρδικας που υπάρχουν στην Παλαιστίνη είναι η αμμοπέρδικα (Ammoperdix heyi) και η πετροπέρδικα (αλεκτορίς η ελληνική [Alectoris graeca]). Η αμμοπέρδικα συναντάται στις ερήμους και σε βραχώδεις πλαγιές, ενώ η πετροπέρδικα συναντάται κυρίως σε λοφώδεις περιοχές όπου η βλάστηση είναι αραιή.
Η εβραϊκή ονομασία αυτού του πουλιού σημαίνει «αυτός που καλεί». Μολονότι η πέρδικα παράγει πράγματι ένα ηχηρό κάλεσμα, μερικοί πιστεύουν ότι η εβραϊκή της ονομασία αποτελεί μίμηση του όμοιου με τρίξιμο ήχου, «κρρρικ», τον οποίο βγάζει όταν τρομάζει και αναγκάζεται να πετάξει.
Η πέρδικα έχει νόστιμο κρέας, και ο άνθρωπος την κυνηγούσε για τροφή από την αρχαιότητα—οι κυνηγοί συνήθιζαν να πετούν ραβδιά για να τη ρίξουν κάτω αφού πρώτα την τρόμαζαν ώστε να πετάξει από την κρυψώνα της. Το γεγονός ότι η πέρδικα τρέχει για να γλιτώσει καταφεύγοντας πίσω από βράχια και άλλα εμπόδια και προσπαθεί να κρυφτεί σε σχισμές βράχων ή σε παρόμοιες κρυψώνες υποκίνησε τον Δαβίδ, που μετακινούνταν από κρυψώνα σε κρυψώνα προσπαθώντας να ξεφύγει από την ανήλεη καταδίωξη του Βασιλιά Σαούλ, να παρομοιάσει κατάλληλα τον εαυτό του με «πέρδικα πάνω στα βουνά».—1Σα 26:20· παράβαλε Θρ 3:52.
Το εδάφιο Ιερεμίας 17:11, το οποίο παρομοιάζει τον άνθρωπο που συσσωρεύει χωρίς δικαιοσύνη πλούτη με «την πέρδικα που μάζεψε [ή, πιθανώς, επώασε] ό,τι δεν γέννησε», έχει γίνει αντικείμενο πολλής συζήτησης. Μολονότι ορισμένοι αρχαίοι συγγραφείς ανέφεραν ότι η πέρδικα παίρνει αβγά από φωλιές άλλων θηλυκών πουλιών και τα επωάζει, οι σύγχρονοι φυσιοδίφες δηλώνουν ότι κανένα από τα πουλιά που κατατάσσονται στις πέρδικες δεν έχει αυτή τη συνήθεια. Ωστόσο το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (Lexicon in Veteris Testamenti Libros) αναφέρει ότι ο Εβραίος ζωολόγος Ισραέλ Ααρώνι (1882-1946), συγγραφέας έργων σχετικών με την πανίδα της Παλαιστίνης, βρήκε «στην ίδια φωλιά 2 ομάδες των 11 αβγών η καθεμιά, προερχόμενες από 2 διαφορετικές θηλυκές [πέρδικες]». (Των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 851) Η Εγκυκλοπαίδεια Τζουντάικα ([Encyclopaedia Judaica] 1973, Τόμ. 13, στ. 156), λοιπόν, δηλώνει: «Ενίοτε δύο θηλυκές γεννούν αβγά στην ίδια φωλιά, και σε αυτή την περίπτωση η μία κερδίζει την υπεροχή και διώχνει την άλλη. Εντούτοις, το μικρό της σώμα δεν μπορεί να κρατήσει ζεστά τόσο πολλά αβγά, και γι’ αυτό τελικά τα έμβρυα πεθαίνουν. Σε αυτό αναφερόταν η παροιμία [του εδαφίου Ιερεμίας 17:11] όταν μιλούσε για κάποιον που αρπάζει τα αποκτήματα κάποιου άλλου χωρίς να απολαμβάνει τελικά κανένα όφελος».
Η Μετάφραση του Βάμβα αποδίδει το εδάφιο Ιερεμίας 17:11 ως εξής: «Καθώς η πέρδιξ η επωάζουσα και μη νεοσσεύουσα, ούτως ο αποκτών πλούτη αδίκως θέλει αφήσει αυτά εις το ήμισυ των ημερών αυτού και εις τα έσχατα αυτού θέλει είσθαι άφρων». (Βλέπε επίσης KJ.) Υποστηρίζοντας αυτή την εναλλακτική ερμηνεία, ο Τζον Σόγιερ κάνει τον εξής συλλογισμό: «Τονίζεται ότι η φωλιά της πέρδικας είναι εξαιρετικά τρωτή, εφόσον εκτίθεται στις επιδρομές πολλών αρπακτικών, όπως είναι τρωτός ο άφρων που θέτει την εμπιστοσύνη του στο ποταπό κέρδος». Στη συνέχεια εξηγεί ότι η ισχύς της παροιμίας του εδαφίου Ιερεμίας 17:11 «δεν βασίζεται στο δόλο της πέρδικας που επωάζει, αλλά στο ότι είναι τρωτή, πράγμα που παραβάλλεται με την ψευδαίσθηση ασφάλειας του άφρονα, ο οποίος νομίζει ότι μπορεί να μείνει ατιμώρητος για την εγκληματική του απληστία . . . έχοντας άγνοια των επερχόμενων κινδύνων και όντας ανυπεράσπιστος όταν έρχεται η συμφορά».—Παλαιά Διαθήκη (Vetus Testamentum), Λέιντεν, 1978, σ. 324, 328, 329.
-
-
ΠεριδέραιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ
Διακοσμητική αλυσίδα ή κολιέ από χάντρες, χρυσάφι, ασήμι, κοράλλια, πετράδια και άλλα συναφή που φοριέται γύρω από το λαιμό. Κατά την αρχαιότητα, περιδέραια φορούσαν οι γυναίκες (Ασμ 1:10· 4:9· παράβαλε Ιεζ 16:11) αλλά και οι άντρες, ιδιαίτερα οι υψηλά ιστάμενοι. (Γε 41:41, 42· Δα 5:7, 16, 17, 29) Οι Μαδιανίτες της εποχής του Γεδεών κοσμούσαν το λαιμό των καμήλων τους με περιδέραια, από τα οποία προφανώς κρέμονταν φεγγαρόσχημα στολίδια. (Κρ 8:21, 26) Αλυσίδες που έμοιαζαν με περιδέραια χρησιμοποιούνταν ενίοτε και ως διάκοσμος, όπως για παράδειγμα στους στύλους Ιαχίν και Βοόζ στο ναό.—2Χρ 3:15-17.
Σχετικά με τους καυχησιολόγους, πονηρούς ανθρώπους αναφέρεται ότι «η υπεροψία έγινε περιδέραιό τους». (Ψλ 73:3, 6) Από την άλλη πλευρά, η διαπαιδαγώγηση του πατέρα και ο νόμος της μητέρας είναι σαν εξαίρετο περιδέραιο στο λαιμό του γιου.—Παρ 1:8, 9.
-
-
Περίζωμα ΣτήθουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΖΩΜΑ ΣΤΗΘΟΥΣ
Ζωνάρι που φορούσε η νύφη την ημέρα του γάμου της. Υποδήλωνε ότι τώρα πια ήταν παντρεμένη. Ο Ιεχωβά ως «σύζυγος» του Ισραήλ καταδεικνύει την αμαρτία και την ακραία περιφρόνηση του Ισραήλ προς το πρόσωπό του με τα εξής λόγια: «Μπορεί η παρθένα να ξεχάσει τα στολίδια της, η νύφη τα περιζώματα του στήθους της; Και όμως, ο δικός μου λαός—με ξέχασαν ημέρες αναρίθμητες». Για τον Ισραήλ ο Θεός του θα έπρεπε να είναι το πολυτιμότερο στολίδι του, αλλά εκείνοι τον είχαν εγκαταλείψει για χάρη άλλων θεών.—Ιερ 2:32· Ησ 3:20· παράβαλε Ησ 49:18.
-
-
ΠερικεφαλαίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΚΕΦΑΛΑΙΑ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΠεριστέριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ
[εβρ. κείμενο, γιωνάχ, γκωζάλ (νεαρό περιστέρι ή μικρό [δηλαδή νεοσσός])· ελλ. κείμενο, περιστερά].
Το περιστέρι είναι το ένα από τα πρώτα δύο πουλιά που κατονομάζονται στη Γραφή—ο Νώε έστειλε έξω ένα περιστέρι τρεις φορές μετά τον Κατακλυσμό για να διαπιστώσει κατά πόσον είχαν υποχωρήσει τα νερά. (Γε 8:8-12) Η εβραϊκή ονομασία γιωνάχ πιστεύεται ότι παράγεται από τη λέξη ’ανάχ που σημαίνει «πενθώ», και προφανώς αποτελεί μίμηση του πένθιμου γρουξίματος του περιστεριού. (Ησ 38:14· 59:11, 12· Ιεζ 7:16· Να 2:7) Η φράση «νεαρό περιστέρι (ή νεαρά περιστέρια)» (ΜΝΚ, KJ, RS· βλέπε επίσης ΒΑΜ) αντιστοιχεί στην εβραϊκή κυριολεκτική φράση «γιος (ή γιοι) (του) περιστεριού».—Λευ 1:14· 5:7.
Ποικιλίες και Περιγραφή. Τα περιστέρια κατατάσσονται στην οικογένεια Περιστερίδες, υπάρχουν δε αποδημητικές και επιδημητικές ποικιλίες, μικρόσωμα και πιο μεγαλόσωμα πουλιά, καθώς επίσης άγρια και ήμερα. Οι πιο κοινές ποικιλίες περιστεριών που βρίσκονται στο Ισραήλ είναι το αγριοπερίστερο (περιστερά η πελιδνή [Columba livia]), η φάσσα (περιστερά η λευκόλαιμος [Columba palumbus]· ονομάζεται και δασοπερίστερο) και το φασσοπερίστερο (περιστερά η οινάς [Columba oenas]). Οι φάσσες συναντώνται κυρίως στα δάση της Γαλαάδ και του Καρμήλου. Το φασσοπερίστερο εγκαθίσταται ιδίως γύρω από την Ιεριχώ και στην ανατολική πλευρά του Ιορδάνη, ενώ το αγριοπερίστερο αναπαράγεται στα παράλια, κατά μήκος των φαραγγιών της Κοιλάδας του Ιορδάνη και στα δυτικά υψίπεδα. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του περιστεριού είναι το παχουλό σώμα με το προτεταμένο στέρνο, ο χαριτωμένος λαιμός, το μικρό και στρογγυλό κεφάλι με το σχετικά λεπτό ράμφος και τα κοντά πόδια. Τα πούπουλά του είναι πολύ πυκνά, πράγμα που κάνει την εξωτερική τους επιφάνεια να φαίνεται λεία. Τα περιστέρια έχουν συνήθως γκριζογάλανο χρώμα, ενώ μερικά φέρουν ιριδίζουσες ανταύγειες σε ορισμένα σημεία του φτερώματός τους, οι οποίες τους προσδίδουν μεταλλική απόχρωση όταν πέφτουν πάνω τους οι χρυσαφιές ακτίνες του ήλιου. Ίσως αυτό είναι το χαρακτηριστικό για το οποίο γίνεται νύξη στο εδάφιο Ψαλμός 68:13, μολονότι ορισμένοι πιστεύουν ότι η φράση που αναφέρεται εκεί—«οι φτερούγες ενός περιστεριού που θα είναι καλυμμένες με ασήμι και τα φτερά του με κιτρινοπράσινο χρυσάφι»—υποδηλώνει κάποιο πολυποίκιλτο έργο τέχνης το οποίο έχει παρθεί ως λάφυρο.
Το παρουσιαστικό και ο χαρακτήρας του περιστεριού φανερώνουν ηπιότητα και πραότητα, γι’ αυτό και δικαιολογημένα έχει περιγραφεί ως “το πρόβατο του κόσμου των πουλιών”. Έτσι λοιπόν, το όνομα Ιωνάς (Γιωνάχ) ήταν και εξακολουθεί να είναι δημοφιλές για τα αγόρια των Ιουδαίων. (Ιων 1:1) Τα περιστέρια φημίζονται για την αφοσίωσή τους στο σύντροφό τους και για την αγάπη τους, στη διάρκεια δε της ερωτοτροπίας ενώνουν τα κεφάλια τους και το ένα βάζει το ράμφος του μέσα στο ράμφος του άλλου, πράγμα που μοιάζει πολύ με ερωτικό φιλί. Η φράση «περιστέρα μου» ήταν, λοιπόν, μια κατάλληλη στοργική προσφώνηση την οποία χρησιμοποίησε ο αγαπημένος ποιμένας της Σουλαμίτισσας κόρης. (Ασμ 5:2) Τα μάτια της κόρης παρομοιάστηκαν με τα τρυφερά και μειλίχια μάτια του περιστεριού (Ασμ 1:15· 4:1), ενώ εκείνη παρομοίασε τα μάτια του ποιμένα με γκριζογάλανα περιστέρια που λούζονται σε λιμνούλες από γάλα, προφανώς περιγράφοντας με αυτή την ωραία παρομοίωση τη σκούρα ίριδα η οποία περιβάλλεται από το λαμπερό άσπρο του ματιού. (Ασμ 5:12) Τα περιστέρια χαίρονται να λούζονται, και γι’ αυτό προτιμούν να φωλιάζουν κοντά σε κάποια πηγή νερού.
Το περιστέρι, που είναι δειλό και τρέμει όταν φοβηθεί (Ωσ 11:11), στην άγρια κατάστασή του φωλιάζει συνήθως σε κοιλάδες (Ιεζ 7:16), ενώ συγκεκριμένα η ποικιλία που ονομάζεται αγριοπερίστερο φτιάχνει φωλιά σε προεξοχές και κοιλώματα που βρίσκονται σε γκρεμούς και σε βραχώδεις χαράδρες. (Ασμ 2:14· Ιερ 48:28) Τα ήμερα περιστέρια επιστρέφουν πετώντας στους περιστερώνες που έχουν κατασκευαστεί για αυτά και, όταν πρόκειται για μεγάλο σμήνος, μοιάζουν με κινούμενο σύννεφο λόγω του λευκού κάτω μέρους των φτερών τους. (Ησ 60:8) Ανασκαφές στο Ισραήλ έχουν φέρει στο φως περιστερώνες, μερικοί από τους οποίους είχαν αξιόλογο μέγεθος.
Το περιστέρι χαρακτηρίζεται από μεγάλη αντοχή και γρηγοράδα όταν πετάει, ενώ μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα που ξεπερνάει τα 80 χλμ./ώ. Επειδή διαθέτει το ένστικτο της επιστροφής στη φωλιά, έχει χρησιμοποιηθεί από πολύ παλιά για τη μεταφορά μηνυμάτων. Σε αντίθεση με τους ανθρώπινους πλοηγούς, οι οποίοι χρειάζονται χρονόμετρα και εξάντες για να καθορίζουν τη θέση τους, τα περιστέρια που επιστρέφουν στη φωλιά τους βρίσκουν σχεδόν αμέσως την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να πετάξουν—διαισθανόμενα το μαγνητικό πεδίο της γης και με βάση τη θέση του ήλιου—ακόμη και αν αφεθούν ελεύθερα σε άγνωστη περιοχή εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο τους. Αυτόματα υπολογίζουν την κίνηση του ήλιου στον ουρανό, και έτσι καθορίζουν σωστά τη γωνία πτήσης τους.
Το περιστέρι μπορεί να διανύει μεγάλες αποστάσεις αναζητώντας τροφή και είναι αρκετά ταχύ ώστε να ξεφεύγει από τους περισσότερους εχθρούς του. (Ψλ 55:6-8) Ωστόσο, τα περιστέρια εμπιστεύονται πολύ τους ανθρώπους και παγιδεύονται εύκολα με δίχτυ. Γι’ αυτό, ο αποστάτης Εφραΐμ, που με ανοησία εμπιστεύτηκε πρώτα στην Αίγυπτο και κατόπιν στην Ασσυρία, παρομοιάστηκε με «αφελές περιστέρι» που επρόκειτο να πιαστεί σε δίχτυ. (Ωσ 7:11, 12) Ο Ιησούς, προειδοποιώντας τους μαθητές του για τους όμοιους με λύκους εναντιουμένους, τους συμβούλεψε να είναι, όχι μόνο «αθώοι σαν τα περιστέρια», αλλά και «προσεκτικοί σαν τα φίδια».—Ματ 10:16.
Όταν ο Ιησούς βαφτίστηκε και χρίστηκε με το άγιο πνεύμα του Θεού, αυτό το άγιο πνεύμα παρουσιάστηκε «με σωματική μορφή σαν περιστέρι», και η ορατή κάθοδός του πάνω στον Ιησού ίσως ήταν παρόμοια με το καθοδικό φτεροκόπημα του περιστεριού που πλησιάζει στο κλαδί. (Λου 3:22· Ματ 3:16· Μαρ 1:10· Ιωα 1:32-34) Το περιστέρι ήταν κατάλληλο σύμβολο λόγω της χαρακτηριστικής του αθωότητας.—Ματ 10:16.
Τα περιστέρια, εξίσου κοινά με τα κοτόπουλα σε πολλά μέρη της γης, διαφέρουν από τα κατοικίδια πτηνά, όχι μόνο λόγω της πτητικής τους ικανότητας, αλλά επίσης λόγω της κατασκευής τους και του γεγονότος ότι είναι μονογαμικά. Αντίθετα με τον πετεινό, το πιστό αρσενικό περιστέρι βοηθάει το θηλυκό στο χτίσιμο της φωλιάς και στην επώαση των αβγών. Τα περιστέρια διαφέρουν από όλα τα άλλα πουλιά λόγω του μοναδικού τρόπου με τον οποίο ταΐζουν τα μικρά τους με το «γάλα του περιστεριού», μια πηχτή ουσία που παράγεται στον πρόλοβο των γονέων. Οι νεοσσοί του περιστεριού, που ονομάζονται πιτσούνια, αποτελούν συνηθισμένη τροφή σε πολλές χώρες.
Χρήση στις Θυσίες. Τα περιστέρια ήταν αποδεκτά για να χρησιμοποιούνται σε ολοκαυτώματα. (Λευ 1:14) Εκείνοι που δεν μπορούσαν να διαθέσουν αρκετά για ένα θηλυκό αρνί ή κατσικάκι μπορούσαν να φέρουν ένα ζευγάρι περιστέρια ως προσφορά για ενοχή. (Λευ 5:5-7) Ένα περιστέρι (ή ένα τρυγόνι), ως προσφορά για αμαρτία, έπρεπε να συνοδεύει την προσφορά ενός νεαρού κριαριού στις τελετουργίες καθαρισμού μιας γυναίκας μετά τον τοκετό, εκτός αν αυτή δεν είχε τη δυνατότητα να προσφέρει το κριάρι, οπότε ήταν αποδεκτά «δύο νεαρά περιστέρια» (Λευ 12:6-8) (όπως συνέβη στον καθαρισμό της Μαρίας μετά τη γέννηση του Ιησού· Λου 2:22-24). Επίσης, ένα ζευγάρι περιστέρια ή τρυγόνια έπρεπε να περιλαμβάνεται στις προσφορές καθαρισμού ενός ατόμου που είχε αναρρώσει από εκκρίσεις. (Λευ 15:13, 14, 28, 29) Επίσης, τα περιστέρια ήταν αποδεκτά σε σχέση με τον καθαρισμό ενός Ναζηραίου ο οποίος είχε μολυνθεί.—Αρ 6:10.
Μολονότι πολλές οικογένειες Ισραηλιτών αναμφίβολα είχαν δικά τους περιστέρια, η φράση: «Τώρα, αν δεν έχει τα μέσα για δύο τρυγόνια ή για δύο νεαρά περιστέρια» προφανώς υποδηλώνει ότι συχνά τα αγόραζαν για να τα χρησιμοποιήσουν σε θυσίες. (Λευ 5:11) Κάτι τέτοιο διαφαίνεται από το γεγονός ότι τα περιστέρια συγκαταλέγονταν στα εμπορεύματα που πουλούσαν διάφορα άτομα στο ναό της Ιερουσαλήμ, αν και η λέξη περιστεραί του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ίσως εννοεί εδώ τα «τρυγόνια» ή τα «νεαρά περιστέρια» τα οποία μνημόνευε ο Μωσαϊκός Νόμος.—Μαρ 11:15· Ιωα 2:14-16.
Η εβραϊκή λέξη γκωζάλ, η οποία χρησιμοποιείται στην αφήγηση σχετικά με την προσφορά που έκανε ο Αβραάμ όταν «ο Ιεχωβά σύναψε με τον Άβραμ μια διαθήκη», θεωρείται ότι αναφέρεται σε «ένα νεαρό περιστέρι». (Γε 15:9, 18) Αυτό συμβαίνει διότι το περιστέρι συσχετίζεται πάντα με το τρυγόνι στις θυσίες τις οποίες όριζε ο Νόμος που δόθηκε αργότερα στον Ισραήλ. Η ίδια εβραϊκή λέξη αποδίδεται «μικρά» στο εδάφιο Δευτερονόμιο 32:11. Αναμφίβολα το περιστέρι αποτέλεσε μέρος της θυσίας που έκανε παλιότερα ο Νώε, εφόσον εκείνη η θυσία συμπεριέλαβε «μερικά . . . από όλα τα καθαρά πετούμενα πλάσματα».—Γε 8:20.
Η διάταξη του Νόμου που παρείχε τη δυνατότητα χρήσης είτε νεαρών περιστεριών είτε τρυγονιών ήταν μια υποβοηθητική διευθέτηση για τους Ισραηλίτες, εφόσον τα περισσότερα τρυγόνια μετανάστευαν από τη γη του Ισραήλ τους χειμερινούς μήνες, ενώ τα επιδημητικά περιστέρια ήταν διαθέσιμα όλο το χρόνο.—Βλέπε ΤΡΥΓΟΝΙ.
Βλέπε επίσης ΚΟΠΡΑΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΩΝ.
-
-
ΠεριστήθιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΣΤΗΘΙΟ
Ο ιερός κεντητός θύλακας τον οποίο φορούσε ο αρχιερέας του Ισραήλ πάνω από την καρδιά του όποτε έμπαινε στα Άγια. Το περιστήθιο (εβρ., χόσεν) έπρεπε να αποτελεί «ενθύμημα» και αποκαλούνταν προφανώς «το περιστήθιο της κρίσης» επειδή περιείχε το Ουρίμ και το Θουμμίμ μέσω των οποίων αποκαλύπτονταν οι κρίσεις του Ιεχωβά.—Εξ 28:15, 29, 30.
Όπως και το εφόδ, το περιστήθιο ήταν φτιαγμένο από τα εκλεκτότερα υλικά: χρυσάφι, μπλε κλωστή, μαλλί βαμμένο πορφυροκόκκινο, κόκκινη κλωστή και εκλεκτό στριμμένο λινάρι. (Εξ 28:15) Με τα ίδια υλικά κατασκευάστηκαν και τα δέκα υφάσματα της σκηνής της μαρτυρίας, τα οποία ήταν κεντημένα με χερουβείμ, η κουρτίνα που χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων και το προπέτασμα για την είσοδο της σκηνής. Τα απαιτούμενα υλικά, τα οποία συνεισέφεραν εθελοντικά οι Ισραηλίτες, πήραν την τελική τους μορφή είτε άμεσα από τον Βεσελεήλ και τον Οολιάβ είτε υπό την καθοδήγησή τους.—Εξ 26:1, 31, 36· 31:2-6· 35:21-29.
Όπως φαίνεται, το ύφασμα για το περιστήθιο είχε μήκος έναν πήχη και πλάτος μία σπιθαμή, ώστε να είναι τετράγωνο όταν δίπλωνε, σχηματίζοντας έτσι έναν θύλακα μέσα στον οποίο ίσως τοποθετούνταν το Ουρίμ και το Θουμμίμ. Το μπροστινό μέρος του περιστήθιου ήταν διακοσμημένο με 12 πολύτιμες πέτρες, ένθετες σε χρυσές υποδοχές και διατεταγμένες ανά τρεις σε τέσσερις σειρές. Σε κάθε πέτρα ήταν σκαλισμένο το όνομα μιας από τις φυλές του Ισραήλ. (Εξ 28:15-21, 28· 39:8-14· Λευ 8:8) Τα πετράδια σε κάθε σειρά μπορεί να ήταν διατεταγμένα όπως κατονομάζονται, από δεξιά προς τα αριστερά (κατά τον τρόπο ανάγνωσης της εβραϊκής). Δεν μπορεί να ειπωθεί με καμιά βεβαιότητα ποια πολύτιμη πέτρα αντιστοιχούσε σε κάθε φυλή.—Βλέπε τις πολύτιμες πέτρες στα αντίστοιχα λήμματά τους.
Το περιστήθιο ήταν στερεωμένο στο εφόδ ως εξής: Δύο στριφτές αλυσίδες από καθαρό χρυσάφι συνδέονταν με δύο χρυσούς κρίκους στις δύο γωνίες του πάνω μέρους του περιστήθιου. Αυτές οι αλυσίδες στερεώνονταν κατόπιν στα δύο χρυσά πλαίσια τα οποία βρίσκονταν στην κορυφή των κομματιών του εφόδ που ξεκινούσαν από τους ώμους. Δύο άλλοι χρυσοί κρίκοι ήταν τοποθετημένοι στις δύο άκρες του κάτω χείλους του περιστήθιου, από τη μέσα πλευρά που ήταν προς το εφόδ. Αυτοί οι κρίκοι συνδέονταν με μπλε κορδόνι με τους δύο χρυσούς κρίκους οι οποίοι βρίσκονταν ακριβώς πάνω από το ζωνάρι του εφόδ, στη βάση των κομματιών του εφόδ που ξεκινούσαν από τους ώμους.—Εξ 28:22-28· 39:15-21.
-
-
ΠερισφύριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΣΦΥΡΙΟ
Οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «αλυσιδάκια για τους αστραγάλους» (’ετσ‛αδάχ· Αρ 31:50) και «αλυσίδες βηματισμού» (τσε‛αδάχ· Ησ 3:20) προέρχονται και οι δύο από τη ρίζα τσα‛άδ, η οποία σημαίνει «κάνω βήματα· οδεύω». (Ιερ 10:5· Παρ 7:8) Η εβραϊκή λέξη ‛έχες (περισφύριο) προέρχεται από τη ρίζα ‛αχάς, η οποία σημαίνει «κάνω κουδουνιστό ήχο» ή «κουνώ τα περισφύρια». (Ησ 3:16 [υποσ.], 18) Στην αρχαία Μέση Ανατολή συνήθιζαν να φορούν περισφύρια, δηλαδή βραχιόλια ή διακοσμητικούς κρίκους για τους αστραγάλους. Αυτά φτιάχνονταν από υλικά όπως ο μπρούντζος, ο χρυσός, το ασήμι, το σίδερο, το γυαλί και το ελεφαντόδοντο. Σε αιγυπτιακά μνημεία απεικονίζονται άτομα και των δύο φύλων να φορούν τέτοια κοσμήματα, ενώ στην Αίγυπτο τα αλυσιδάκια για τους αστραγάλους συνδυάζονταν συχνά με το αντίστοιχο βραχιόλι.
Τα βαριά περισφύρια πιθανόν να έκαναν έναν μεταλλικό ήχο καθώς χτυπούσαν μεταξύ τους όταν περπατούσε το άτομο που τα φορούσε. Ωστόσο, μερικές φορές τοποθετούνταν πετραδάκια μέσα σε κούφια περισφύρια προκειμένου να παράγουν ήχο. Σε πιο πρόσφατες εποχές έχουν θεαθεί περιστασιακά κοπέλες στην Αραβία να φορούν τέτοια περισφύρια με κουδουνάκια. Ακόμη, προσαρτούσαν ενίοτε αλυσιδάκια στα περισφύρια των γυναικών, ενώνοντας έτσι τα περισφύρια μεταξύ τους. Αυτά τα αλυσιδάκια κουδούνιζαν με το περπάτημα, και φυσικά τόσο τα αλυσιδάκια όσο και τα ίδια τα περισφύρια προσέλκυαν την προσοχή. Επίσης, τα αλυσιδάκια αυτά, ή αλλιώς αλυσίδες βηματισμού, περιόριζαν ή μίκραιναν το βήμα της γυναίκας κάνοντάς την να περπατάει ανάλαφρα, χαριτωμένα, με επιτηδευμένα λικνιστό και θηλυκό βάδισμα.—Ησ 3:16.
Τα «αλυσιδάκια για τους αστραγάλους» ήταν ανάμεσα στα κοσμήματα που πήραν οι Ισραηλίτες από τους Μαδιανίτες ως λάφυρα πολέμου και τα οποία συνεισέφεραν ως «προσφορά για τον Ιεχωβά». (Αρ 31:50, 51) Οι υπεροπτικές «κόρες της Σιών» σε μεταγενέστερους χρόνους περιγράφονται ως γυναίκες που «περπατούν με ανάλαφρα βήματα και με τα πόδια κάνουν κουδουνιστό ήχο», ή αλλιώς, «στα πόδια τους κουνούν τα περισφύρια». Μέσω του Ησαΐα, ο Ιεχωβά τις προειδοποίησε ότι θα αφαιρούσε τα διακοσμητικά τους αντικείμενα και «την ομορφιά των περισφύριων», καθώς επίσης τις «αλυσίδες βηματισμού» τους. (Ησ 3:16, 18, 20) Η κατάκτηση του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ. επηρέασε ασφαλώς αρνητικά τη ζωή εκείνων των γυναικών, οι οποίες έχασαν τόσο τα πολλά τους κοσμήματα όσο και την ελευθερία τους.—Βλέπε ΣΤΟΛΙΔΙΑ.
-
-
ΠεριτείχισμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΤΕΙΧΙΣΜΑ
Βλέπε ΠΡΟΧΩΜΑ.
-
-
ΠεριτομήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΤΟΜΗ
Η αφαίρεση της ακροποσθίας, ή αλλιώς ακροβυστίας, από το αντρικό μόριο. Το ρήμα μουλ (περιτέμνω) του εβραϊκού κειμένου χρησιμοποιείται με κυριολεκτική και μεταφορική σημασία. Το ουσιαστικό περιτομή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «εκτομή ολόγυρα». (Ιωα 7:22) Η έκφραση «μη περιτομή» αποδίδει τη λέξη ἀκροβυστία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία χρησιμοποιήθηκε στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα ως απόδοση της αντίστοιχης εβραϊκής λέξης.—Ρω 2:25· Γε 17:11, Ο΄.
Ο Ιεχωβά Θεός κατέστησε την περιτομή υποχρεωτική για τον Αβραάμ το 1919 Π.Κ.Χ., έναν χρόνο πριν από τη γέννηση του Ισαάκ, λέγοντας: «Αυτή είναι η διαθήκη μου που θα τηρείτε εσείς . . . Κάθε αρσενικό σας πρέπει να περιτέμνεται». Η εντολή αυτή περιλάμβανε κάθε αρσενικό στο σπιτικό του Αβραάμ, τόσο τους απογόνους του όσο και τους εξαρτώμενους από αυτόν. Ως αποτέλεσμα, ο Αβραάμ, ο 13χρονος γιος του ο Ισμαήλ, καθώς και όλοι οι δούλοι του έλαβαν πάνω τους αυτό το «σημείο της διαθήκης». Οι καινούριοι δούλοι έπρεπε επίσης να περιτέμνονται. Έκτοτε, κάθε αρσενικό του σπιτικού, δούλος ή ελεύθερος, έπρεπε να περιτέμνεται την όγδοη ημέρα μετά τη γέννησή του. Η μη συμμόρφωση με αυτή τη θεϊκή απαίτηση τιμωρούνταν με θάνατο.—Γε 17:1, 9-14, 23-27.
Η περιτομή εφαρμοζόταν στην Αίγυπτο, όπως απεικονίζεται σε τοιχογραφίες και παρατηρείται σε μούμιες, αλλά δεν είναι βέβαιο πότε πρωτοεμφανίστηκε σε αυτή τη χώρα και πόσο διαδεδομένη ήταν. Μερικοί λένε ότι ο Ιωσήφ ως διαχειριστής τροφίμων εισήγαγε την περιτομή στην Αίγυπτο. Άλλοι ισχυρίζονται ότι ο Αβραάμ απλώς δανείστηκε αυτή τη συνήθεια από τους Αιγυπτίους, επικαλούμενοι τον Ηρόδοτο. Απαντώντας σε αυτούς τους τελευταίους ισχυρισμούς, ο Γ. Μ. Τόμσον λέει: «Όσον αφορά τη μαρτυρία του Ηρόδοτου, ο οποίος πήγε στην Αίγυπτο δεκαπέντε αιώνες αργότερα, και ο οποίος, παρά τη μεγάλη σπουδή και έρευνά του, γράφει συχνά πολλές ανοησίες, αρνούμαι κατηγορηματικά να τη θεωρήσω ισότιμη με τη μαρτυρία του Μωυσή. Ο μεγάλος θεμελιωτής της Ιουδαϊκής κοινοπολιτείας—ο μεγαλύτερος νομοθέτης στα χρονικά της ιστορίας—ο οποίος υπήρξε γέννημα θρέμμα της Αιγύπτου, παραθέτει τα γεγονότα που έχουν σχέση με την καθιέρωση της περιτομής ανάμεσα στο λαό του. Ένας απλός ταξιδιώτης και ιστορικός—ξένος και Έλληνας—εμφανίζεται πολύ αργότερα και κάνει κάποιες δηλώσεις οι οποίες είναι εν μέρει σωστές και εν μέρει εσφαλμένες, όπως δείχνει ο Ιώσηπος στην απάντησή του προς τον Απίωνα. Κατόπιν, είκοσι και πλέον αιώνες μετά τον Ηρόδοτο, διάφοροι σκεπτικιστές συγγραφείς ανασύρουν τις ατελείς δηλώσεις του και, παραποιώντας τες και μεγαλοποιώντας τες, προσπαθούν να αποδείξουν ότι ο Αβραάμ δεν έλαβε την περιτομή από τον Θεό (όπως λέει ξεκάθαρα ο Μωυσής), αλλά από τους Αιγυπτίους! Με τέτοια όπλα όμως δεν καταπολεμάται η αλήθεια των λόγων του Μωυσή».—Η Γη και το Βιβλίο (The Land and the Book), αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 593.
Δεν εφάρμοζαν μόνο οι Αιγύπτιοι την περιτομή, αλλά και οι Μωαβίτες, οι Αμμωνίτες και οι Εδωμίτες. (Ιερ 9:25, 26) Αργότερα, οι Σαμαρείτες, οι οποίοι συμμορφώνονταν με τις απαιτήσεις που εκτίθενται στην Πεντάτευχο, περιτέμνονταν επίσης. Απεναντίας, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Έλληνες και, ιδίως, οι Φιλισταίοι δεν εφάρμοζαν την περιτομή. Μάλιστα οι τελευταίοι, και όχι οι Χαναναίοι γενικά, αποκαλούνται υποτιμητικά «οι απερίτμητοι», από μια μάχη δε με αυτούς λήφθηκαν ως τρόπαια ακροβυστίες.—Κρ 14:3· 15:18· 1Σα 14:6· 17:26· 18:25-27· 2Σα 1:20· 1Χρ 10:4.
Οι απόγονοι του Αβραάμ μέσω του Ισαάκ και του Ιακώβ τήρησαν πιστά τη διαθήκη της περιτομής. «Ο Αβραάμ έκανε περιτομή στον Ισαάκ το γιο του, όταν αυτός έγινε οχτώ ημερών, ακριβώς όπως τον είχε διατάξει ο Θεός». (Γε 21:4· Πρ 7:8· Ρω 4:9-12) Οι δισέγγονοι του Αβραάμ είπαν στον Συχέμ και στους συμπολίτες του: «Μας είναι αδύνατον . . . να δώσουμε την αδελφή μας [τη Δείνα] σε άντρα που έχει ακροβυστία . . . Μόνο με αυτόν τον όρο μπορούμε να συμφωνήσουμε μαζί σας: να γίνετε σαν εμάς, με το να περιτμηθεί κάθε αρσενικό σας». (Γε 34:13-24) Προφανώς επειδή ο Μωυσής αμέλησε να περιτμήσει το γιο του, προκάλεσε την οργή του Θεού ώσπου η σύζυγός του, η Σεπφώρα, το έκανε αντί για αυτόν.—Εξ 4:24-26· βλέπε ΣΕΠΦΩΡΑ.
Η Περιτομή υπό το Νόμο. Η περιτομή καταστάθηκε υποχρεωτική απαίτηση του Μωσαϊκού Νόμου. «Την όγδοη ημέρα [μετά τη γέννηση ενός αρσενικού] θα περιτμηθεί η σάρκα της ακροβυστίας του». (Λευ 12:2, 3) Η πράξη αυτή ήταν τόσο σημαντική ώστε, ακόμη και αν η όγδοη ημέρα συνέπιπτε με το πολυσέβαστο Σάββατο, η περιτομή έπρεπε να πραγματοποιηθεί. (Ιωα 7:22, 23) Στους γονείς οι οποίοι υπόκειντο σε αυτόν το Νόμο και εφάρμοσαν πιστά τη διάταξη της περιτομής στα παιδιά τους την όγδοη ημέρα περιλαμβάνονται οι γονείς του Ιωάννη του Βαφτιστή, του Ιησού και του Παύλου. (Λου 1:59· 2:21· Φλπ 3:4, 5) Επίσης, ο Νόμος απαιτούσε να περιτέμνονται οι αλλοεθνείς προτού τους επιτραπεί να φάνε το πάσχα.—Εξ 12:43-48.
Γιατί καθόριζε ο Νόμος ότι η περιτομή έπρεπε να γίνεται την όγδοη ημέρα;
Ο Ιεχωβά δεν έδωσε κάποια εξήγηση, ούτε ήταν απαραίτητο να δώσει. Οι οδοί του είναι πάντα σωστές, οι λόγοι για τις ενέργειές του, οι καλύτεροι. (2Σα 22:31) Ωστόσο, τα πρόσφατα χρόνια ο άνθρωπος έμαθε κάποιους λόγους για τους οποίους από σωματική άποψη η όγδοη ημέρα ήταν κατάλληλη για την περιτομή. Οι φυσιολογικές ποσότητες του αιμοπηκτικού στοιχείου που ονομάζεται βιταμίνη Κ δεν εμφανίζονται στο αίμα μέχρι την πέμπτη ως την έβδομη ημέρα μετά τη γέννηση. Ένας άλλος πηκτικός παράγοντας, γνωστός ως προθρομβίνη, υπάρχει σε ποσότητες μόνο γύρω στο 30 τοις εκατό του φυσιολογικού την τρίτη ημέρα, αλλά την όγδοη ημέρα έχει τις υψηλότερες τιμές από κάθε άλλη ημέρα της ζωής του παιδιού—μέχρι και 110 τοις εκατό του φυσιολογικού. Η συμμόρφωση, λοιπόν, με τις οδηγίες του Ιεχωβά αποσοβούσε τον κίνδυνο αιμορραγίας. Όπως παρατηρεί ο Δρ Σ. Ι. Μακ Μίλεν: «Με βάση τις τιμές της βιταμίνης Κ και της προθρομβίνης, εξάγεται ότι η τέλεια ημέρα για την περιτομή είναι η όγδοη ημέρα . . . [η] ημέρα την οποία επέλεξε ο Δημιουργός της βιταμίνης Κ».—Καμιά από Αυτές τις Ασθένειες (None of These Diseases), 1986, σ. 21.
Η περιτομή γινόταν συνήθως, αν και όχι πάντα, από την κεφαλή του σπιτιού. Μεταγενέστερα χρησιμοποιούνταν κάποιος διορισμένος και εκπαιδευμένος για αυτή την επέμβαση. Τον πρώτο αιώνα φαίνεται ότι είχε επικρατήσει η συνήθεια να δίνουν όνομα στο αγόρι όταν του έκαναν περιτομή.—Λου 1:59, 60· 2:21.
Κατά τη 40χρονη περιπλάνηση στην έρημο, τα αρσενικά βρέφη δεν περιτέμνονταν. Έτσι λοιπόν, μετά το πέρασμα του Ιορδάνη, ο Ιησούς του Ναυή διέταξε να περιτμηθούν όλοι αυτοί οι άρρενες με μαχαίρια από πυρόλιθο στα Γάλγαλα, και ο Ιεχωβά τούς προστάτεψε ωσότου ανέρρωσαν.—Ιη 5:2-9· βλέπε ΟΝΕΙΔΟΣ.
Μετά την Εξορία. Δύο αιώνες μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα, η ελληνική επιρροή άρχισε να κυριαρχεί στη Μέση Ανατολή και πολλοί λαοί σταμάτησαν να περιτέμνονται. Αλλά όταν ο βασιλιάς της Συρίας Αντίοχος Δ΄ (ο Επιφανής) απαγόρευσε την περιτομή, διαπίστωσε ότι οι Ιουδαίες μητέρες ήταν διατεθειμένες να πεθάνουν παρά να στερήσουν από τους γιους τους το «σημείο της διαθήκης». (Γε 17:11) Χρόνια αργότερα ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αδριανός ήρθε αντιμέτωπος με την ίδια κατάσταση όταν απαγόρευσε στους Ιουδαίους να περιτέμνουν τα αγόρια τους. Εντούτοις, μερικοί Ιουδαίοι αθλητές που επιθυμούσαν να συμμετέχουν σε ελληνιστικούς αγώνες (στους οποίους οι δρομείς έτρεχαν γυμνοί) προσπαθούσαν να γίνουν “απερίτμητοι” μέσω μιας επέμβασης που επιχειρούσε να αποκαταστήσει κάποια απομίμηση της ακροβυστίας ώστε να μη γίνονται στόχος περιφρόνησης και χλευασμού. Ο Παύλος μπορεί να είχε υπόψη του αυτή τη συνήθεια όταν συμβούλεψε τους Χριστιανούς: «Κλήθηκε κανείς ενώ ήταν περιτμημένος; Ας μη γίνεται απερίτμητος». (1Κο 7:18) Το ρήμα ἐπισπάομαι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, το οποίο εδώ αποδίδεται «γίνομαι απερίτμητος», σημαίνει κατά κυριολεξία «τραβώ πάνω», πράγμα που αναφέρεται προφανώς στο τράβηγμα της ακροποσθίας προς τα εμπρός ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι το άτομο ήταν απερίτμητο.
Δεν Αποτελεί Απαίτηση για τους Χριστιανούς. Όταν ο Ιεχωβά κατέδειξε ότι δεχόταν τους Εθνικούς στη Χριστιανική εκκλησία, και εφόσον πολλοί από τα έθνη ανταποκρίνονταν στο κήρυγμα των καλών νέων, το κυβερνών σώμα στην Ιερουσαλήμ έπρεπε να λάβει μια απόφαση σχετικά με το ερώτημα: Χρειάζεται να περιτέμνονται στη σάρκα οι Εθνικοί Χριστιανοί; Η κατάληξη του ζητήματος ήταν: Τα «αναγκαία» τόσο για τους Εθνικούς όσο και για τους Ιουδαίους δεν περιλάμβαναν την περιτομή.—Πρ 15:6-29.
Ο Παύλος έκανε περιτομή στον Τιμόθεο λίγο μετά την έκδοση αυτού του διατάγματος, όχι για λόγους πίστης, αλλά για να μην προκαλέσει την προκατάληψη των Ιουδαίων στους οποίους επρόκειτο να κηρύξουν. (Πρ 16:1-3· 1Κο 9:20) Ο απόστολος ασχολήθηκε με αυτό το θέμα σε αρκετές επιστολές. (Ρω 2:25-29· Γα 2:11-14· 5:2-6· 6:12-15· Κολ 2:11· 3:11) «Εμείς είμαστε αυτοί με την πραγματική περιτομή [της καρδιάς], που αποδίδουμε ιερή υπηρεσία με το πνεύμα του Θεού», έγραψε ο Παύλος στους Εθνικούς Χριστιανούς των Φιλίππων. (Φλπ 3:3) Στους δε Κορινθίους έγραψε: «Η περιτομή δεν σημαίνει τίποτα και η μη περιτομή δεν σημαίνει τίποτα, αλλά η τήρηση των εντολών του Θεού έχει σημασία».—1Κο 7:19.
Μεταφορική Χρήση. Η λέξη «περιτομή» χρησιμοποιείται μεταφορικά με αρκετούς τρόπους. Για παράδειγμα, όταν φύτευαν ένα δέντρο στην Υποσχεμένη Γη, έλεγαν ότι “παρέμενε απερίτμητο” τρία χρόνια. Ο καρπός του θεωρούνταν ότι είναι η «ακροβυστία» του και δεν έπρεπε να φαγωθεί. (Λευ 19:23) Ο Μωυσής είπε στον Ιεχωβά: «Δες! Εγώ είμαι απερίτμητος στα χείλη, και πώς είναι δυνατόν να με ακούσει ο Φαραώ;» (Εξ 6:12, 30) Μεταφορικά η λέξη «απερίτμητοι» περιγράφει με αποκρουστική περιφρόνηση όσους άξιζαν να ταφούν μόνο σε κοινό τόπο μαζί με θανατωμένους του χειρίστου είδους.—Ιεζ 32:18-32.
Η περιτομή της καρδιάς αποτελούσε θεϊκή απαίτηση ακόμη και για τους Ισραηλίτες που ήταν ήδη περιτμημένοι στη σάρκα. Ο Μωυσής είπε στον Ισραήλ: «Πρέπει να περιτμήσετε την ακροβυστία της καρδιάς σας και να μη σκληρύνετε πια τον τράχηλό σας». «Ο Ιεχωβά ο Θεός σου θα περιτμήσει την καρδιά σου και την καρδιά των απογόνων σου, ώστε να αγαπάς τον Ιεχωβά τον Θεό σου με όλη σου την καρδιά και με όλη σου την ψυχή για χάρη της ζωής σου». (Δευ 10:16· 30:6) Ο Ιερεμίας υπενθύμισε το ίδιο πράγμα σε εκείνο το αχαλίνωτο έθνος των ημερών του. (Ιερ 4:4) “Περιτομή της καρδιάς” σημαίνει το να αποβάλει κανείς από τις σκέψεις, τα αισθήματα ή τα κίνητρά του οτιδήποτε είναι δυσάρεστο και ακάθαρτο στα μάτια του Ιεχωβά και κάνει την καρδιά μη δεκτική. Παρόμοια, τα αφτιά που δεν είναι ευαίσθητα ή δεκτικά χαρακτηρίζονται “απερίτμητα”.—Ιερ 6:10· Πρ 7:51.
-
-
ΠεριφέρειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
Η λέξη «περιφέρεια» υποδηλώνει μια εδαφική έκταση υπό τη δικαιοδοσία κάποιας αρχής, την περιοχή γύρω από μια πόλη ή κάποια περιοχή μέσα σε συγκεκριμένα όρια.
Όταν ο Νεεμίας οργάνωσε την ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ, ανέθεσε διάφορα τμήματά του στους αρχηγούς, ή αλλιώς “άρχοντες”, και στους κατοίκους ορισμένων “περιφερειών”. Αυτές οι περιφέρειες είχαν πάρει το όνομα της κυριότερης πόλης τους, και κάποιες (της Ιερουσαλήμ, της Βαιθ-σουρ, της Κεϊλά) ήταν διπλές. (Νε 3:9, 12, 14-18) Επρόκειτο προφανώς για υποδιαιρέσεις της περσικής “διοικητικής περιφέρειας”, ή αλλιώς “επαρχίας”, του Ιούδα. (Νε 1:3· KJ, ΒΑΜ, ΛΧ) Η εβραϊκή λέξη η οποία προσδιορίζει αυτές τις περιφέρειες (πέλεχ) λέγεται ότι παράγεται από την ακκαδική λέξη πίλκου, πράγμα που ίσως υποδηλώνει ότι οι περιφέρειες καθιερώθηκαν από τους Βαβυλωνίους μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ.—Βλέπε ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ.
Η εβραϊκή λέξη κικκάρ μεταδίδει την ιδέα ενός στρογγυλού πράγματος. Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ένα «στρογγυλό» ψωμί (Εξ 29:23), ένα μολύβδινο «κυκλικό καπάκι» (Ζαχ 5:7), ένα «τάλαντο» χρυσάφι ή ασήμι (Εξ 25:39· 1Βα 20:39) και μια σχεδόν κυκλική «περιφέρεια» ή «λεκάνη».—Γε 13:10, υποσ.· Νε 12:28.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η λέξη ὅριον (πάντα στον πληθυντικό) υποδηλώνει κατά κυριολεξία τα «όρια» ή τα «σύνορα» μιας γεωγραφικής περιοχής, αλλά μπορεί να υποδηλώνει και αυτό που εμπερικλείεται, δηλαδή μια «περιφέρεια» ή «περιοχή». (Πρ 13:50· Ματ 19:1· 2:16· 15:22) Η λέξη μερίς, η οποία χρησιμοποιείται αναφορικά με την “περιφέρεια” της Μακεδονίας στο εδάφιο Πράξεις 16:12, σημαίνει κατά κυριολεξία «μερίδιο· μέρος».—Παράβαλε Πρ 8:21.
-
-
Περιφέρεια του ΙορδάνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ
Η περίπου κυκλική λεκάνη, ή ελλειψοειδής περιοχή, μέσα στην οποία ρέει ο Ιορδάνης Ποταμός. Περιλαμβάνει το κάτω τμήμα της Κοιλάδας του Ιορδάνη, όπως μπορεί να φανεί από τη μνεία της “Περιφέρειας του Ιορδάνη” σε σχέση με τη χύτευση χάλκινων αντικειμένων στα χυτήρια του Σολομώντα ανάμεσα στη Σοκχώθ και στη Ζαρετάν. (1Βα 7:46· 2Χρ 4:17· παράβαλε 2Σα 18:23.) Ωστόσο, “η Περιφέρεια” φαίνεται επίσης ότι εκτείνεται μέχρι κάτω, στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης, όπου βρίσκονταν προφανώς οι «πόλεις της Περιφέρειας». (Γε 13:10-12) Έτσι λοιπόν, όχι μόνο συμπεριλάμβανε το λεκανοπέδιο της Ιεριχώς, αλλά και έφτανε μέχρι τη Σηγώρ, την πόλη όπου κατέφυγαν ο Λωτ και οι κόρες του.—Γε 19:17-25· Δευ 34:3.
Οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης υποδεικνύουν ότι ένα μεγάλο κομμάτι ξηράς κάτω από τη στενή λωρίδα γης που ονομάζεται Λισάν έχει καλυφτεί από τα νερά της Νεκράς Θαλάσσης. Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι οι «πόλεις της Περιφέρειας» βρίσκονται καταποντισμένες εκεί. Κάποτε επρόκειτο για περιοχή «με άφθονα νερά», σαν «τον κήπο του Ιεχωβά». (Γε 13:10) Αυτό δεν ίσχυε μόνο για την περιοχή Β της Νεκράς Θαλάσσης, όπου σήμερα εξακολουθούν να είναι πολύ εύφορες μόνο οι Πεδιάδες του Μωάβ και η όαση της Ιεριχώς, αλλά και για το νότιο τμήμα της Περιφέρειας. Ακόμη και σήμερα η πεδιάδα που βρίσκεται παραπλεύρως της Λισάν περιγράφεται ως «εκτεταμένη όαση», και εκεί ευδοκιμούν το κριθάρι, το σιτάρι, οι χουρμαδιές και τα αμπέλια. Το δέλτα του ποταμού Ζαρέδ, ο οποίος εκβάλλει στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης, χαρακτηρίζεται και αυτό ως «πλούσια όαση».
-
-
Περσία, ΠέρσεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΣΙΑ, ΠΕΡΣΕΣ
Χώρα και λαός που αναφέρονται συχνά μαζί με τους Μήδους, τόσο στην Αγία Γραφή όσο και στην ιστορία. Οι Μήδοι και οι Πέρσες προφανώς ήταν συγγενικοί λαοί οι οποίοι ανήκαν σε αρχαίες άριες (ινδοϊρανικές) φυλές, πράγμα που σημαίνει ότι οι Πέρσες ήταν απόγονοι του Ιάφεθ, ίσως μέσω του Μαδαΐ, του κοινού προγόνου των Μήδων. (Γε 10:2) Σε μια επιγραφή, ο Δαρείος ο Μέγας αυτοπροσδιορίζεται ως «Πέρσης, γιος Πέρση, Άριος, από Άρια γενιά».—Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας, του Ά. Όλμστεντ, 2002, Εκδόσεις «Οδυσσέας», σ. 210.
Ασσυριακές επιγραφές οι οποίες συσχετίζονται με την εποχή του Σαλμανασάρ Γ΄ (προφανώς συγχρόνου του Ιηού του Ισραήλ) κάνουν λόγο για μια εισβολή στη Μηδία και για την απόσπαση φόρου υποτελείας από τους βασιλιάδες της «Παρσουά», μιας περιοχής που βρισκόταν προφανώς Δ της λίμνης Ουρμίας και συνόρευε με την Ασσυρία. Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι «Παρσουά» ήταν τότε το όνομα της χώρας των Περσών, αν και κάποιοι άλλοι το συσχετίζουν με τους Πάρθους. Πάντως, σε μεταγενέστερες επιγραφές οι Πέρσες εμφανίζονται εγκατεστημένοι αρκετά νοτιότερα, στην «Πάρσα», ΝΑ του Ελάμ, στην επαρχία Φαρς του σημερινού Ιράν. Το Ανσάν, μια επαρχία ή πόλη στα σύνορα του Ελάμ, και εντός της επικράτειας του Ελάμ σε κάποια εποχή, βρισκόταν και αυτό υπό περσική κυριαρχία.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι κατά την αρχική περίοδο της ιστορίας τους οι Πέρσες κατείχαν μόνο το νοτιοδυτικό τμήμα του εκτεταμένου ιρανικού υψιπέδου και συνόρευαν με το Ελάμ και τη Μηδία ΒΔ, την Παρθία στο Β, την Καρμανία στην Α και τον Περσικό Κόλπο Ν και ΝΔ. Με εξαίρεση τα παράλια του Περσικού Κόλπου, όπου το κλίμα είναι ζεστό και υγρό, το μεγαλύτερο μέρος της χώρας αποτελούνταν από το νότιο τμήμα της βραχώδους οροσειράς του Ζάγρου, την οποία διέκοπταν μεγάλες, εξαιρετικά εύφορες κοιλάδες με κατάφυτες πλαγιές. Το κλίμα στις κοιλάδες είναι εύκρατο, αλλά στις ψηλότερες περιοχές του υψιπέδου, κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών, τα άνυδρα, ανεμοδαρμένα εδάφη είναι εκτεθειμένα σε δριμύ κρύο. Όπως οι Μήδοι, έτσι και οι Πέρσες φαίνεται ότι ασχολούνταν πολύ με την κτηνοτροφία, καθώς και με τις απαραίτητες γεωργικές εργασίες, ενώ ο Πέρσης Βασιλιάς Δαρείος ο Μέγας περιέγραψε με καμάρι την πατρίδα του ως «όμορφη χώρα με πολλά άλογα και πολυάριθμους άντρες».—Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Encyclopædia Britannica), 1959, Τόμ. 17, σ. 603.
Αν και αρχικά οι Πέρσες ζούσαν κάπως ασκητική και συνήθως νομαδική ζωή, επέδειξαν μεγάλη αγάπη για τη χλιδή και τις πολυτέλειες κατά την περίοδο της αυτοκρατορίας. (Παράβαλε Εσθ 1:3-7· επίσης, βλέπε το είδος των ρούχων που δόθηκαν στον Μαροδοχαίο, 8:15.) Γλυπτά στην Περσέπολη απεικονίζουν τους Πέρσες ντυμένους με κυματιστούς χιτώνες ως τον αστράγαλο, περίζωμα στη μέση και παπούτσια που έδεναν χαμηλά. Αντίθετα, οι Μήδοι απεικονίζονται με στενά, μακρυμάνικα πανωφόρια που έφταναν ως το γόνατο περίπου. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 328) Τόσο οι Πέρσες όσο και οι Μήδοι προφανώς φορούσαν παντελόνια, και μάλιστα οι Πέρσες στρατιώτες εικονίζονται να φορούν παντελόνια και χιτώνια με μανίκι πάνω από τις σιδηρένδυτες πανοπλίες τους. Ήταν έμπειροι ιππείς, το δε ιππικό έπαιζε σημαντικό ρόλο στην πολεμική στρατηγική τους.
Η περσική γλώσσα κατατάσσεται στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και περιέχει στοιχεία που μαρτυρούν ότι συνδέεται με τη σανσκριτική της Ινδίας. Σε κάποια φάση της ιστορίας τους οι Πέρσες άρχισαν να χρησιμοποιούν σφηνοειδή γραφή, η οποία όμως περιλάμβανε πολύ λιγότερα σύμβολα από τα εκατοντάδες σύμβολα της βαβυλωνιακής και της ασσυριακής σφηνοειδούς γραφής. Παρότι μερικές επιγραφές από την περίοδο διακυβέρνησης της Περσικής Αυτοκρατορίας είναι γραμμένες στην αρχαία περσική και μεταφρασμένες στην ακκαδική και σε μια γλώσσα αποκαλούμενη γενικώς «ελαμιτική» ή «σουσιανική», τα επίσημα έγγραφα που χρησιμοποιούνταν στη διοίκηση των αυτοκρατορικών επαρχιών γράφονταν κατά κύριο λόγο στην αραμαϊκή η οποία χρησιμοποιούνταν ως διεθνής γλώσσα.—Εσδ 4:7.
Ανάδυση της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 327) Όπως οι Μήδοι, έτσι και οι Πέρσες φαίνεται ότι κυβερνιούνταν από διάφορες οικογένειες ευγενών. Από μια τέτοια οικογένεια προήλθε η δυναστεία των Αχαιμενιδών βασιλιάδων, η βασιλική γραμμή στην οποία ανήκε ο ιδρυτής της Περσικής Αυτοκρατορίας, ο Κύρος ο Μέγας. Ο Κύρος, του οποίου ο πατέρας, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, ήταν από την Περσία και η μητέρα από τη Μηδία, συνένωσε τους Πέρσες υπό την ηγεσία του. (Ηρόδοτος, Α΄, 107, 108· Κύρου Παιδεία, Α΄, 2, 1) Μέχρι τότε οι Μήδοι κυριαρχούσαν επί των Περσών, αλλά ο Κύρος πέτυχε γρήγορη νίκη επί του Μήδου Βασιλιά Αστυάγη και κατέλαβε την πρωτεύουσά του, τα Εκβάτανα (550 Π.Κ.Χ.). (Παράβαλε Δα 8:3, 20.) Έτσι λοιπόν, η Μηδική Αυτοκρατορία περιήλθε υπό τον έλεγχο των Περσών.
Παρότι οι Μήδοι παρέμειναν υποτελείς των Περσών όλη την υπόλοιπη περίοδο της δυναστείας των Αχαιμενιδών, δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς το δυαδικό χαρακτήρα της αυτοκρατορίας που προέκυψε. Ως εκ τούτου, το βιβλίο Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας (σ. 90) αναφέρει: «Η στενή συγγένεια μεταξύ Περσών και Μήδων δεν ξεχάστηκε ποτέ. Τα λεηλατημένα Εκβάτανα θα παρέμεναν αγαπημένος τόπος διαμονής των περσών βασιλέων. Στην περσική αυτοκρατορία οι Μήδοι απολάμβαναν τα ίδια προνόμια με τους Πέρσες· τοποθετούνταν σε υψηλά αξιώματα και επιλέγονταν ως διοικητές των περσικών στρατευμάτων. Οι ξένοι συχνά ανέφεραν μαζί τους δύο λαούς, “Μήδους και Πέρσες”, χωρίς να τους ξεχωρίζουν ενώ όταν χρησιμοποιούσαν μία μόνο λέξη, συνήθως προτιμούσαν τον όρο “Μήδοι”».
Υπό τον Κύρο, η Μηδοπερσική Αυτοκρατορία επεκτάθηκε περαιτέρω προς τη Δ, φτάνοντας μέχρι το Αιγαίο Πέλαγος μετά τη νίκη των Περσών επί του Κροίσου, του βασιλιά της Λυδίας, και την καθυπόταξη ορισμένων ελληνικών πόλεων στα παράλια. Ωστόσο, η σημαντικότερη κατάκτηση του Κύρου σημειώθηκε το 539 Π.Κ.Χ., όταν ως επικεφαλής μιας συνδυασμένης δύναμης Μήδων, Περσών και Ελαμιτών κατέλαβε την κραταιά Βαβυλώνα, σε εκπλήρωση των Βιβλικών προφητειών. (Ησ 21:2, 9· 44:26–45:7· Δα 5:28) Με την πτώση της Βαβυλώνας τερματίστηκε μια μακρά περίοδος σημιτικής κυριαρχίας, η οποία εκτοπίστηκε από την πρώτη κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη άριας (ιαφεθιτικής) καταγωγής. Επίσης, η γη του Ιούδα (καθώς και η Συρία και η Φοινίκη) προσαρτήθηκε στη μηδοπερσική επικράτεια. Με διάταγμα του Κύρου, το 537 Π.Κ.Χ. επιτράπηκε στους εξόριστους Ιουδαίους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, η οποία κειτόταν έρημη ακριβώς 70 χρόνια.—2Χρ 36:20-23· βλέπε ΚΥΡΟΣ.
Οι περσικές πρωτεύουσες. Σε αρμονία με το δυαδικό χαρακτήρα της αυτοκρατορίας, ένας Μήδος ονόματι Δαρείος έγινε ο κυβερνήτης του ηττημένου χαλδαϊκού βασιλείου, αν και είναι πιθανό ότι δεν ήταν ανεξάρτητος από την επικυριαρχία του Κύρου. (Δα 5:31· 9:1· βλέπε ΔΑΡΕΙΟΣ Αρ. 1.) Η Βαβυλώνα παρέμεινε βασιλική πόλη της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας, καθώς και κέντρο των θρησκευτικών και εμπορικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, γενικά φαίνεται ότι τα καλοκαίρια εκεί ήταν πιο ζεστά από όσο ήταν διατεθειμένοι να ανεχτούν οι Πέρσες αυτοκράτορες, γι’ αυτό και η Βαβυλώνα σπάνια αποτελούσε κάτι περισσότερο από χειμερινή κατοικία για αυτούς. Σύμφωνα με αρχαιολογικά στοιχεία, λίγο μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας ο Κύρος επέστρεψε στα Εκβάτανα (το σημερινό Χαμαντάν), τα οποία βρίσκονταν 1.900 μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, στους πρόποδες του όρους Αλβάντ, όπου οι χειμώνες που συνοδεύονται από σφοδρές χιονοπτώσεις και τσουχτερό κρύο εξισορροπούνται από ευχάριστα καλοκαίρια. Εκεί, στα Εκβάτανα, ανακαλύφτηκε αρκετά χρόνια μετά την έκδοσή του το υπόμνημα του Κύρου για την ανοικοδόμηση του ναού της Ιερουσαλήμ. (Εσδ 6:2-5) Η παλαιότερη περσική πρωτεύουσα ήταν οι Πασαργάδες, περίπου 650 χλμ. ΝΑ από τα Εκβάτανα, αλλά στο ίδιο περίπου υψόμετρο. Κοντά στις Πασαργάδες, οι Πέρσες αυτοκράτορες Δαρείος, Ξέρξης και Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας έχτισαν αργότερα την Περσέπολη, μια βασιλική πόλη στην οποία κατασκεύασαν μεγάλο δίκτυο υπόγειων αγωγών, προφανώς για να έχουν παροχή φρέσκου νερού. Μια άλλη πρωτεύουσα ήταν τα Σούσα κοντά στον ποταμό Χοάσπη (Καρχέχ), στο αρχαίο Ελάμ, τα οποία βρίσκονταν σε κεντρικό, στρατηγικό σημείο ανάμεσα στη Βαβυλώνα, στα Εκβάτανα και στην Περσέπολη. Εκεί ο Δαρείος ο Μέγας οικοδόμησε ένα μεγαλοπρεπές ανάκτορο το οποίο γενικά χρησίμευε ως χειμερινή κατοικία, διότι όπως και στη Βαβυλώνα έτσι και στα Σούσα η ζέστη το καλοκαίρι ήταν αφόρητη. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, τα Σούσα γίνονταν ολοένα και περισσότερο το πραγματικό διοικητικό κέντρο της αυτοκρατορίας.—Βλέπε ΕΚΒΑΤΑΝΑ· ΣΟΥΣΑ.
Θρησκεία και Νόμοι. Οι Πέρσες ηγεμόνες, παρότι ήταν ικανοί να επιδεικνύουν την ίδια σκληρότητα που επιδείκνυαν οι Σημίτες βασιλιάδες της Ασσυρίας και της Βαβυλωνίας, φαίνεται ότι τουλάχιστον στην αρχή προσπαθούσαν να εκδηλώνουν ως έναν βαθμό δικαιοσύνη και νομιμότητα στις σχέσεις τους με τους κατακτημένους λαούς. Η θρησκεία τους φαίνεται πως εμπεριείχε την έννοια της ηθικής σε κάποιον βαθμό. Μετά τον κύριο θεό τους τον Αχούρα Μάζντα, εξέχουσα θεότητα ήταν και ο Μίθρας, γνωστός όχι μόνο ως θεός του πολέμου αλλά και ως ο θεός των συμβολαίων, τα μάτια και τα αφτιά του οποίου ήταν πάντοτε άγρυπνα να εντοπίσουν όποιον θα παραβίαζε κάποια συμφωνία. (Βλέπε ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ.) Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Α΄, 136, 138) έγραψε σχετικά με τους Πέρσες: «Εκπαιδεύουν τα αγόρια τους από την ηλικία των πέντε μέχρι την ηλικία των είκοσι ετών και τα διδάσκουν τρία πράγματα μόνο: να ιππεύουν, να τοξεύουν και να λένε την αλήθεια. . . . Θεωρούν το ψέμα το αισχρότερο πράγμα». Παρότι η ιστορία των Περσών ηγεμόνων αποκαλύπτει ότι αυτοί δεν ήταν υπεράνω της υποκρισίας και των ραδιουργιών, ωστόσο διακρίνουμε κάποια στοιχειώδη προσκόλληση σε ένα είδος φυλετικού δόγματος περί “τήρησης του λόγου” τους, μια προσκόλληση η οποία και αντανακλάται στην εμμονή τους για το απαραβίαστο “του νόμου των Μήδων και των Περσών”. (Δα 6:8, 15· Εσθ 1:19· 8:8) Κατά συνέπεια, όταν ανακαλύφτηκε το διάταγμα του Κύρου, 18 περίπου χρόνια μετά τη χρονολογία έκδοσής του, ο Βασιλιάς Δαρείος αναγνώρισε ότι το έργο οικοδόμησης του ναού από τους Ιουδαίους ήταν νόμιμο και έδωσε εντολή να υπάρξει πλήρης συνεργασία μαζί τους.—Εσδ 6:1-12.
Η οργάνωση της Περσικής Αυτοκρατορίας αποκαλύπτει αξιοσημείωτες διοικητικές ικανότητες. Εκτός από το ιδιαίτερο συμβούλιο του βασιλιά—το επιτελείο των συμβούλων του, το οποίο αποτελούνταν από «εφτά άρχοντες της Περσίας και της Μηδίας» (Εσθ 1:14· Εσδ 7:14)—υπήρχαν σατράπες διορισμένοι σε μεγάλες περιοχές ή χώρες όπως η Μηδία, το Ελάμ, η Παρθία, η Βαβυλωνία, η Ασσυρία, η Αραβία, η Αρμενία, η Καππαδοκία, η Λυδία, η Ιωνία και, καθώς η αυτοκρατορία επεκτεινόταν, η Αίγυπτος, η Αιθιοπία και η Λιβύη. Στους σατράπες αυτούς είχε παραχωρηθεί μερική αυτονομία όσον αφορά τη διοίκηση της σατραπείας, η οποία συμπεριλάμβανε το χειρισμό δικαστικών και οικονομικών υποθέσεων στην επικράτειά τους. (Βλέπε ΣΑΤΡΑΠΗΣ.) Στη σατραπεία φαίνεται ότι υπήρχαν κατώτεροι κυβερνήτες διοικητικών περιφερειών (στις ημέρες του Βασιλιά Ασσουήρη αυτές ήταν 127), και στις διοικητικές περιφέρειες υπήρχαν άρχοντες από τους λαούς που συνέθεταν τον πληθυσμό της περιφέρειας. (Εσδ 8:36· Εσθ 3:12· 8:9) Πιθανώς για να αντισταθμιστεί το μειονέκτημα ότι η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας βρισκόταν σε ακραίο σχετικά σημείο της αχανούς επικράτειάς της, αναπτύχθηκε ένα γρήγορο σύστημα επικοινωνίας μέσω ενός βασιλικού ταχυδρομείου με αγγελιοφόρους που ίππευαν ταχυδρομικά άλογα—σύστημα το οποίο συνέδεε το θρόνο με όλες τις διοικητικές περιφέρειες. (Εσθ 8:10, 14) Επίσης γινόταν συντήρηση του βασιλικού οδικού δικτύου, μία από τις οδούς του οποίου εκτεινόταν από τα Σούσα μέχρι τις Σάρδεις στη Μικρά Ασία.
Από το Θάνατο του Κύρου ως το Θάνατο του Δαρείου. Η βασιλεία του Κύρου του Μεγάλου τερματίστηκε το 530 Π.Κ.Χ., όταν ο Κύρος πέθανε σε μια πολεμική εκστρατεία. Ο γιος του ο Καμβύσης τον διαδέχθηκε στο θρόνο και κατάφερε να κατακτήσει την Αίγυπτο. Αν και η Αγία Γραφή δεν τον κατονομάζει ως Καμβύση, αυτός είναι προφανώς ο “Ασσουήρης” στον οποίο κατηγόρησαν ψευδώς τους Ιουδαίους οι ενάντιοι του έργου του ναού, όπως αναφέρεται στο εδάφιο Έσδρας 4:6.
Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες τερματίστηκε η βασιλεία του Καμβύση είναι συγκεχυμένες. Σύμφωνα με μια αφήγηση, την οποία παρουσιάζει ο Δαρείος ο Μέγας στην Επιγραφή της Μπεχιστούν και την οποία παραθέτει ο Ηρόδοτος και άλλοι με κάποιες παραλλαγές, ο Καμβύσης έβαλε να σκοτώσουν μυστικά τον αδελφό του τον Βαρδίγια (τον οποίο ο Ηρόδοτος ονομάζει Σμέρδι). Αργότερα, ενώ ο Καμβύσης απουσίαζε στην Αίγυπτο, ένας μάγος ονόματι Γαυμάτης (Σμέρδις και αυτός κατά τον Ηρόδοτο), παριστάνοντας τον Βαρδίγια (Σμέρδι), σφετερίστηκε το θρόνο και κατάφερε να γίνει δεκτός ως βασιλιάς. Κατά την επιστροφή από την Αίγυπτο, ο Καμβύσης πέθανε και ο σφετεριστής εδραιώθηκε στο θρόνο. (Ηρόδοτος, Γ΄, 61-67) Η άλλη εκδοχή την οποία υποστηρίζουν μερικοί ιστορικοί είναι ότι ο Βαρδίγιας δεν είχε σκοτωθεί και ότι αυτός, όχι κάποιος απατεώνας, σφετερίστηκε το θρόνο κατά την απουσία του Καμβύση.
Όπως και αν έχουν τα πράγματα, η βασιλεία του Καμβύση τερματίστηκε το 522 Π.Κ.Χ., ενώ η επόμενη περίοδος βασιλείας διήρκεσε εφτά μήνες και τερματίστηκε και αυτή το 522 Π.Κ.Χ. με τη δολοφονία του σφετεριστή (είτε αυτός ήταν ο Βαρδίγιας είτε ο Γαυμάτης ο ψευδο-Σμέρδις). Ωστόσο, στη διάρκεια αυτής της σύντομης διακυβέρνησης, προφανώς έγινε και δεύτερη καταγγελία στο θρόνο της Περσίας εναντίον των Ιουδαίων—ο τότε βασιλιάς αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως «Αρταξέρξης» (πρόκειται πιθανώς για επωνυμία του ανάσσοντος βασιλιά ή για τίτλο)—και αυτή τη φορά οι κατηγορίες πέτυχαν την έκδοση ενός βασιλικού διατάγματος που απαγόρευε να συνεχιστούν οι οικοδομικές εργασίες στο ναό. (Εσδ 4:7-23) Το έργο του ναού, λοιπόν, περιέπεσε σε αδράνεια «μέχρι το δεύτερο έτος της βασιλείας του Δαρείου, του βασιλιά της Περσίας».—Εσδ 4:24.
Ο Δαρείος Α΄ (ο αποκαλούμενος Δαρείος Υστάσπης ή Δαρείος ο Μέγας) προφανώς σχεδίασε ή υποκίνησε τη δολοφονία εκείνου που βρισκόταν τότε στον περσικό θρόνο και κατέλαβε ο ίδιος το θρόνο. Κατά τη διακυβέρνησή του οι εργασίες στο ναό της Ιερουσαλήμ ξανάρχισαν με βασιλική έγκριση, και ο ναός αποπερατώθηκε το έκτο έτος της βασιλείας του (αρχές του 515 Π.Κ.Χ.). (Εσδ 6:1-15) Η βασιλεία του χαρακτηρίστηκε από εξάπλωση της αυτοκρατορίας. Ο Δαρείος επέκτεινε την κυριαρχία της Περσίας Α ως την Ινδία και Δ ως τη Θράκη και τη Μακεδονία.
Τουλάχιστον εκείνη την εποχή οι Πέρσες ηγεμόνες είχαν πια εκπληρώσει τους προφητικούς συμβολισμούς των εδαφίων Δανιήλ 7:5 και 8:4 όπου η Μηδοπερσική Αυτοκρατορία, η οποία συμβολίζεται από μια αρκούδα και ένα κριάρι, παρουσιάζεται να καταλαμβάνει εδάφη προς τρεις κύριες κατευθύνσεις, προς το Β, τη Δ και το Ν. Ωστόσο, σε μια εκστρατεία του Δαρείου εναντίον της Ελλάδας, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν στον Μαραθώνα το 490 Π.Κ.Χ. Ο Δαρείος πέθανε το 486 Π.Κ.Χ.—Βλέπε ΔΑΡΕΙΟΣ Αρ. 2.
Η Βασιλεία του Ξέρξη και του Αρταξέρξη. Ο Ξέρξης, ο γιος του Δαρείου, είναι προφανώς ο Βασιλιάς Ασσουήρης του βιβλίου της Εσθήρ. Οι ενέργειές του ταιριάζουν επίσης με την περιγραφή του τέταρτου Πέρση βασιλιά, ο οποίος θα “εξήγειρε τα πάντα εναντίον του βασιλείου της Ελλάδας”. (Δα 11:2) Προσπαθώντας να εκδικηθεί για την ήττα των Περσών στον Μαραθώνα, ο Ξέρξης επιτέθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα με μια τεράστια στρατιωτική δύναμη το 480 Π.Κ.Χ. Έπειτα από μια επώδυνη νίκη στις Θερμοπύλες και την καταστροφή της Αθήνας, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν στη Σαλαμίνα και αργότερα στις Πλαταιές, πράγμα που έκανε τον Ξέρξη να επιστρέψει στην Περσία.
Η βασιλεία του Ξέρξη χαρακτηρίζεται από ορισμένες διοικητικές μεταρρυθμίσεις και από την ολοκλήρωση μεγάλου μέρους του οικοδομικού έργου που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του στην Περσέπολη. (Παράβαλε Εσθ 10:1, 2.) Οι αφηγήσεις των αρχαίων Ελλήνων γύρω από την τελική περίοδο της βασιλείας του Ξέρξη κάνουν λόγο για προβλήματα στο γάμο του, για αναστάτωση στο χαρέμι του και για κάποιους αυλικούς του οι οποίοι υποτίθεται ότι τον κηδεμόνευαν. Αυτές οι αφηγήσεις πιθανόν να αντικατοπτρίζουν, αν και πολύ συγκεχυμένα και διαστρεβλωμένα, μερικά από τα βασικά γεγονότα του βιβλίου της Εσθήρ, όπως μεταξύ άλλων την αποπομπή της Βασίλισσας Αστίν και την αντικατάστασή της από την Εσθήρ, καθώς και την άνοδο του Μαροδοχαίου σε μια θέση με μεγάλη εξουσία στο βασίλειο. (Εσθ 2:17· 10:3) Σύμφωνα με ιστορικές πηγές ο Ξέρξης δολοφονήθηκε από έναν αυλικό του.
Ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας, ο διάδοχος του Ξέρξη, είναι γνωστός για το ότι έδωσε άδεια στον Έσδρα να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ παίρνοντας μαζί του μια μεγάλη συνεισφορά για την υποστήριξη του ναού εκεί. Αυτό έλαβε χώρα το έβδομο έτος του Αρταξέρξη (468 Π.Κ.Χ.). (Εσδ 7:1-26· 8:24-36) Το 20ό έτος του Αρταξέρξη (455 Π.Κ.Χ.), δόθηκε άδεια στον Νεεμία να πάει στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσει την πόλη. (Νε 1:3· 2:1, 5-8) Αργότερα, ο Νεεμίας επέστρεψε για κάποιο διάστημα στην αυλή του Αρταξέρξη, το 32ο έτος του βασιλιά (443 Π.Κ.Χ.).—Νε 13:6.
Υπάρχει κάποια ασυμφωνία στα ιστορικά κείμενα αναφορικά με τη βασιλεία του Ξέρξη και του Αρταξέρξη. Διάφορα εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα τοποθετούν το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη στο 465 Π.Κ.Χ. Σύμφωνα με ορισμένα έγγραφα η βασιλεία του πατέρα του, του Ξέρξη, συνεχίστηκε μέχρι και το 21ο έτος. Η βασιλεία του Ξέρξη υπολογίζεται συνήθως από το 486 Π.Κ.Χ., το έτος κατά το οποίο πέθανε ο πατέρας του, ο Δαρείος. Το πρώτο βασιλικό του έτος θεωρείται ότι ξεκίνησε το 485 Π.Κ.Χ., ενώ το 21ο έτος του και το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη τοποθετούνται συχνά στο 465 Π.Κ.Χ. Όσο για τον Αρταξέρξη, οι λόγιοι συνήθως λένε ότι το τελευταίο έτος της βασιλείας του άρχισε το 424 Π.Κ.Χ. Μερικά έγγραφα παρουσιάζουν αυτό το έτος ως το 41ο έτος της βασιλείας του Αρταξέρξη. Αν αυτό ήταν σωστό, τότε θα σήμαινε ότι το έτος ανάρρησής του ήταν το 465 Π.Κ.Χ. και ότι το πρώτο βασιλικό του έτος άρχισε το 464 Π.Κ.Χ.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία από τα οποία υπολογίζουμε ότι το τελευταίο έτος του Ξέρξη και το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη ήταν το 475 Π.Κ.Χ. Τα στοιχεία αυτά συνιστούν ένα τρίπτυχο από ελληνικές, περσικές και βαβυλωνιακές πηγές.
Στοιχεία από ελληνικές πηγές. Ένα γεγονός της αρχαίας ελληνικής ιστορίας μπορεί να μας βοηθήσει να προσδιορίσουμε πότε άρχισε η βασιλεία του Αρταξέρξη. Ο Θεμιστοκλής, πολιτικός και ήρωας πολέμου, έπεσε στη δυσμένεια των συμπατριωτών του και κατέφυγε στην Περσία όπου θα ήταν ασφαλής. Τότε, σύμφωνα με τον ιστορικό Θουκυδίδη (Α΄, 137, 3) ο οποίος φημίζεται για την ακρίβειά του, ο Θεμιστοκλής «έστειλε μια επιστολή προς τον Βασιλιά Αρταξέρξη, το γιο του Ξέρξη, ο οποίος είχε ανέλθει πρόσφατα στο θρόνο». Το σύγγραμμα Πλουτάρχου Βίοι (Θεμιστοκλής, 27, 1) μας πληροφορεί πως «ο Θουκυδίδης και ο Χάρων ο Λαμψακηνός αναφέρουν ότι ο Ξέρξης είχε πεθάνει και ότι ο Θεμιστοκλής παρουσιάστηκε στο γιο του», τον Αρταξέρξη. Ο Χάρων ήταν Πέρσης υπήκοος ο οποίος βρισκόταν εν ζωή κατά τη μετάβαση της εξουσίας από τον Ξέρξη στον Αρταξέρξη. Από τις μαρτυρίες του Θουκυδίδη και του Χάρωνα του Λαμψακηνού βλέπουμε πως, όταν ο Θεμιστοκλής έφτασε στην Περσία, ο Αρταξέρξης είχε αρχίσει πρόσφατα να βασιλεύει.
Μπορούμε να προσδιορίσουμε το χρόνο κατά τον οποίο άρχισε να βασιλεύει ο Αρταξέρξης υπολογίζοντας από το θάνατο του Θεμιστοκλή προς τα πίσω. Δεν δίνουν όλα τα εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα την ίδια χρονολογία για το θάνατο του Θεμιστοκλή. Ωστόσο, ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης (Βιβλιοθήκη Ιστορική, ΙΑ΄, 54, 1· ΙΑ΄, 58, 3) αναφέρει το θάνατό του σε συσχετισμό με κάποια άλλα γεγονότα που συνέβησαν «όταν ο Πραξίεργος ήταν άρχων στην Αθήνα». Ο Πραξίεργος ήταν «άρχων» στην Αθήνα το 471/470 Π.Κ.Χ. (Ελληνική και Ρωμαϊκή Χρονολόγηση [Greek and Roman Chronology], του Άλαν Ε. Σάμιουελ, Μόναχο, 1972, σ. 206) Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Θεμιστοκλής, μετά την άφιξή του στην Περσία, διέθεσε έναν χρόνο για την εκμάθηση της γλώσσας προετοιμαζόμενος να παρουσιαστεί ενώπιον του Αρταξέρξη. Στη συνέχεια ο βασιλιάς τού παραχώρησε την άδεια να εγκατασταθεί στην Περσία με μεγάλες τιμές. Αν ο Θεμιστοκλής πέθανε το 471/470 Π.Κ.Χ., τότε πρέπει να εγκαταστάθηκε στην Περσία το αργότερο μέχρι το 472 Π.Κ.Χ. και να έφτασε εκεί έναν χρόνο νωρίτερα, το 473 Π.Κ.Χ. Εκείνη την εποχή, ο Αρταξέρξης «είχε ανέλθει πρόσφατα στο θρόνο».
Όσον αφορά το χρόνο κατά τον οποίο πέθανε ο Ξέρξης και ενθρονίστηκε ο Αρταξέρξης, ο Μ. ντε Κουτοργκά έγραψε: «Έχουμε διαπιστώσει ότι, σύμφωνα με τη χρονολόγηση του Θουκυδίδη, ο Ξέρξης πέθανε γύρω στα τέλη του 475 Π.Κ.Χ. και ότι, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, ο Θεμιστοκλής έφτασε στη Μικρά Ασία λίγο μετά την ενθρόνιση του Αρταξέρξη του Μακρόχειρα».—Υπομνήματα Διαφόρων Ειδημόνων προς την Ακαδημία Επιγραφών και Λογοτεχνίας του Αυτοκρατορικού Ινστιτούτου της Γαλλίας (Mémoires présentés par divers savants à l’Académie des Inscriptions et Belles-Lettres de l’Institut Impérial de France), σειρά Α΄, Τόμ. 6, μέρος δεύτερο, Παρίσι, 1864, σ. 147.
Ο Ε. Λεβέσκ παραθέτει ένα επιπρόσθετο στοιχείο υπέρ αυτού, επισημαίνοντας: «Επομένως, σύμφωνα με το Πασχάλιον Χρονικόν, ο θάνατος του Ξέρξη πρέπει να τοποθετηθεί στο 475 Π.Κ.Χ., έπειτα από έντεκα χρόνια διακυβέρνησης. Ο ιστορικός Ιουστίνος (III, 1) επιβεβαιώνει αυτό το χρονικό καθώς και τις δηλώσεις του Θουκυδίδη. Κατά τον Ιουστίνο, τον καιρό που δολοφονήθηκε ο Ξέρξης, ο γιος του ο Αρταξέρξης δεν ήταν παρά παιδί, πούερ [αγόρι], πράγμα που ισχύει αν ο Ξέρξης πέθανε το 475. Ο Αρταξέρξης ήταν τότε 16 χρονών, ενώ το 465 θα ήταν είκοσι έξι χρονών—ηλικία που δεν θα δικαιολογούσε πλέον την έκφραση του Ιουστίνου. Σύμφωνα με αυτή τη χρονολόγηση, εφόσον ο Αρταξέρξης άρχισε να βασιλεύει το 475, το 20ό έτος της βασιλείας του είναι το 455 και όχι το 445, όπως υποστηρίζεται ευρύτατα».—Απολογητική Επιθεώρηση (Revue apologétique), Παρίσι, Τόμ. 68, 1939, σ. 94.
Αν ο Δαρείος πέθανε το 486 Π.Κ.Χ. και ο Ξέρξης πέθανε το 475 Π.Κ.Χ., πώς εξηγείται το γεγονός ότι μερικά αρχαία κείμενα αποδίδουν στον Ξέρξη 21 έτη βασιλείας; Είναι ευρέως γνωστό ότι ένας βασιλιάς θα μπορούσε να κυβερνάει μαζί με το γιο του στα πλαίσια μιας δυαδικής βασιλείας, ή αλλιώς συμβασιλείας. Αν αυτό ίσχυε στην περίπτωση του Δαρείου και του Ξέρξη, οι ιστορικοί θα μπορούσαν να υπολογίζουν τα έτη βασιλείας του Ξέρξη είτε από την αρχή της συμβασιλείας του με τον πατέρα του είτε από το θάνατο του πατέρα του. Αν ο Ξέρξης κυβέρνησε 10 χρόνια με τον πατέρα του και 11 χρόνια μόνος του, κάποιες πηγές θα μπορούσαν να του αποδίδουν 21 χρόνια βασιλείας ενώ άλλες 11 χρόνια.
Υπάρχουν βάσιμα στοιχεία που μαρτυρούν ότι ο Ξέρξης ήταν συμβασιλιάς με τον πατέρα του τον Δαρείο. Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Ζ΄, 3) αναφέρει: «Ο Δαρείος έκρινε δίκαιο το αίτημά του [του Ξέρξη, για τη βασιλεία] και τον ανακήρυξε βασιλιά. Αλλά κατά τη γνώμη μου ο Ξέρξης θα γινόταν βασιλιάς ακόμη και χωρίς αυτή τη συμβουλή». Αυτό υποδηλώνει ότι ο Ξέρξης έγινε βασιλιάς στη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του, του Δαρείου.
Στοιχεία από περσικές πηγές. Το ότι ο Ξέρξης και ο Δαρείος ήταν συμβασιλείς φαίνεται ιδιαίτερα σε κάποια περσικά ανάγλυφα που έχουν ανακαλυφτεί. Στην Περσέπολη βρέθηκαν αρκετά πρόστυπα ανάγλυφα που απεικονίζουν τον Ξέρξη όρθιο πίσω από το θρόνο του πατέρα του, με ενδυμασία ίδια με αυτήν του πατέρα του και με το κεφάλι του στο ίδιο ύψος με το κεφάλι του πατέρα του. Αυτό είναι ασυνήθιστο, εφόσον κανονικά το κεφάλι του βασιλιά εικονιζόταν ψηλότερα από τα κεφάλια όλων των άλλων. Στο σύγγραμμα Μια Νέα Επιγραφή του Ξέρξη από την Περσέπολη ([A New Inscription of Xerxes From Persepolis] του Ερνστ Ε. Χέρτσφελντ, 1932), επισημαίνεται ότι επιγραφές αλλά και οικοδομήματα που ανακαλύφτηκαν στην Περσέπολη υποδηλώνουν πως ο Ξέρξης ήταν συμβασιλιάς με τον πατέρα του τον Δαρείο. Στη σελίδα 8 του έργου του, ο Χέρτσφελντ έγραψε: «Το ιδιόμορφο ύφος των επιγραφών του Ξέρξη στην Περσέπολη, οι περισσότερες από τις οποίες δεν κάνουν διάκριση ανάμεσα στις δραστηριότητες του ίδιου και σε αυτές του πατέρα του, και η εξίσου ιδιόμορφη συνάφεια των οικοδομημάτων τους, τα οποία είναι αδύνατον να αποδώσουμε είτε στον Δαρείο προσωπικά είτε στον Ξέρξη, ανέκαθεν υποδήλωναν κάποια μορφή συμβασιλείας με τον Ξέρξη. Επιπλέον, δύο γλυπτά στην Περσέπολη δείχνουν παραστατικά αυτή τη σχέση». Αναφορικά με ένα από αυτά τα γλυπτά, ο Χέρτσφελντ επισήμανε: «Ο Δαρείος απεικονίζεται με όλα τα βασιλικά διακριτικά, ενθρονισμένος σε ένα ψηλό ανάκλιντρο με βάθρο, το οποίο υποβαστάζεται από εκπροσώπους των διαφόρων εθνών της αυτοκρατορίας του. Πίσω του στο ανάγλυφο, στην πραγματικότητα δεξιά του, στέκεται ο Ξέρξης φορώντας τα ίδια βασιλικά διακριτικά και έχοντας το αριστερό του χέρι ακουμπισμένο στην ψηλή ράχη του θρόνου. Αυτή είναι μια χειρονομία που εκφράζει καθαρά κάτι περισσότερο από απλή διαδοχή—δηλώνει συμβασιλεία».
Όσο για το πότε φιλοτεχνήθηκαν τα ανάγλυφα που παρουσιάζουν με αυτόν τον τρόπο τον Δαρείο και τον Ξέρξη, η Αν Φάρκας δηλώνει στο έργο Γλυπτική των Αχαιμενιδών ([Achaemenid Sculpture] Κωνσταντινούπολη, 1974, σ. 53) ότι «τα ανάγλυφα πιθανόν να τοποθετήθηκαν στο Θησαυροφυλάκιο κάποια στιγμή κατά την οικοδόμηση της πρώτης προσθήκης, 494/493-492/491 π.Χ. Τότε ήταν οπωσδήποτε ο καταλληλότερος καιρός για να μεταφέρουν τέτοιες ογκώδεις πέτρες. Ανεξάρτητα, όμως, από το πότε τα μετέφεραν στο Θησαυροφυλάκιο, αυτά τα γλυπτά ενδεχομένως φιλοτεχνήθηκαν τη δεκαετία του 490».
Στοιχεία από βαβυλωνιακές πηγές. Στοιχεία που μαρτυρούν ότι ο Ξέρξης άρχισε να συμβασιλεύει με τον πατέρα του τη δεκαετία του 490 Π.Κ.Χ. έχουν βρεθεί στη Βαβυλώνα. Ανασκαφές που έγιναν εκεί έχουν φέρει στο φως ένα ανάκτορο που προοριζόταν για τον Ξέρξη και το οποίο ολοκληρώθηκε το 496 Π.Κ.Χ. Σχετικά με αυτό, ο Ά. Τ. Όλμστεντ έγραψε στο έργο Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας (σ. 338): «Στις 23 Οκτωβρίου 498 πληροφορούμαστε πως βρίσκονταν εν εξελίξει οι εργασίες για την ολοκλήρωση της κατοικίας του “Βασιλικού Υιού” [δηλαδή του γιου του Δαρείου, του Ξέρξη] στη Βαβυλώνα· δεν υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για το παλάτι του Δαρείου στον κεντρικό τομέα της πόλης, που περιγράψαμε ήδη. Δύο χρόνια αργότερα [το 496 Π.Κ.Χ.], σε ένα οικονομικό έγγραφο από την πόλη Βορσίππα συναντάμε μια αναφορά στο ολοκληρωμένο πλέον “νέο παλάτι”».
Δύο ασυνήθιστες πήλινες πινακίδες ίσως αποτελούν επιπρόσθετη μαρτυρία υπέρ της συμβασιλείας του Ξέρξη με τον Δαρείο. Η μία περιέχει ένα εμπορικό κείμενο σχετικά με το μίσθωμα κάποιου κτιρίου κατά το έτος ανάρρησης του Ξέρξη. Η πινακίδα φέρει ως χρονολογία της τον πρώτο μήνα του έτους, το μήνα Νισάν. (Κατάλογος των Πινακίδων της Ύστερης Βαβυλωνιακής Εποχής στη Βοδληιανή Βιβλιοθήκη της Οξφόρδης [A Catalogue of the Late Babylonian Tablets in the Bodleian Library, Oxford], του Ρ. Κάμπελ Τόμπσον, Λονδίνο, 1927, σ. 13, πινακίδα Α. 124) Μια άλλη πινακίδα φέρει τη χρονολογία «μήνας Αβ(;), έτος ανάρρησης του Ξέρξη». Αξίζει να σημειωθεί ότι η δεύτερη αυτή πινακίδα δεν αποδίδει στον Ξέρξη τον τίτλο «βασιλιάς της Βαβυλώνας, βασιλιάς των χωρών», όπως συνηθιζόταν τότε.—Νεοβαβυλωνιακά Νομικά και Διοικητικά Έγγραφα μεταφρασμένα και σχολιασμένα (Neubabylonische Rechts- und Verwaltungsurkunden übersetzt und erläutert), των Μ. Σαν Νικολό και Α. Ούνγκναντ, Λειψία, 1934, Τόμ. 1, μέρος 4ο, σ. 544, πινακίδα Αρ. 634, VAT 4397.
Αυτές οι δύο πινακίδες γεννούν ερωτηματικά. Κανονικά, το έτος ανάρρησης ενός βασιλιά αρχίζει μετά το θάνατο του προκατόχου του. Ωστόσο, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ο προκάτοχος του Ξέρξη (ο Δαρείος) έζησε μέχρι τον έβδομο μήνα του τελευταίου έτους του, ενώ αυτά τα δύο έγγραφα από το έτος ανάρρησης του Ξέρξη έχουν ημερομηνία πριν από τον έβδομο μήνα (το ένα είναι από τον πρώτο μήνα, το άλλο από τον πέμπτο). Συνεπώς, αυτά τα έγγραφα δεν αναφέρονται σε περίοδο ανάρρησης του Ξέρξη μεταγενέστερη του θανάτου του πατέρα του, αλλά υποδεικνύουν ένα έτος ανάρρησης στη διάρκεια της συμβασιλείας του με τον Δαρείο. Αν αυτό το έτος ανάρρησης ήταν το 496 Π.Κ.Χ., όταν είχε αποπερατωθεί στη Βαβυλώνα το ανάκτορο που προοριζόταν για τον Ξέρξη, το πρώτο έτος της συμβασιλείας του άρχισε τον επόμενο Νισάν, το 495 Π.Κ.Χ., και το 21ο και τελευταίο έτος του άρχισε το 475 Π.Κ.Χ. Σε αυτή την περίπτωση, η βασιλεία του Ξέρξη περιλάμβανε 10 χρόνια συγκυβέρνησης με τον Δαρείο (από το 496 ως το 486 Π.Κ.Χ.) και 11 χρόνια ανεξάρτητης βασιλείας (από το 486 ως το 475 Π.Κ.Χ.).
Από την άλλη μεριά, υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των ιστορικών ότι το πρώτο βασιλικό έτος του Δαρείου Β΄ άρχισε την άνοιξη του 423 Π.Κ.Χ. Μια βαβυλωνιακή πινακίδα μαρτυρεί ότι κατά το έτος της ανάρρησής του ο Δαρείος Β΄ βρισκόταν ήδη στο θρόνο την 4η ημέρα του 11ου μήνα, δηλαδή στις 13 Φεβρουαρίου του 423 Π.Κ.Χ. (Βαβυλωνιακή Χρονολόγηση, 626 π.Χ.–75 μ.Χ. [Babylonian Chronology, 626 B.C.–A.D. 75], των Ρ. Πάρκερ και Γ. Χ. Ντάμπερσταϊν, 1971, σ. 18) Ωστόσο, δύο πινακίδες δείχνουν ότι η διακυβέρνηση του Αρταξέρξη συνεχίστηκε και μετά την 4η ημέρα του 11ου μήνα του 41ου έτους του. Η μία φέρει ως ημερομηνία τη 17η ημέρα του 11ου μήνα του 41ου έτους του (σ. 18), ενώ η άλλη το 12ο μήνα του 41ου έτους του. (Παλαιά Διαθήκη και Σημιτικές Σπουδές [Old Testament and Semitic Studies], επιμέλεια Χάρπερ, Μπράουν και Μουρ, 1908, Τόμ. 1, σ. 304, πινακίδα Αρ. 12, CBM, 5505) Επομένως, ο Αρταξέρξης δεν αντικαταστάθηκε κατά τη διάρκεια του 41ου βασιλικού του έτους αλλά βασίλεψε ολόκληρο το έτος. Αυτό μαρτυρεί ότι ο Αρταξέρξης πρέπει να κυβέρνησε περισσότερο από 41 χρόνια, άρα δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι το πρώτο βασιλικό του έτος άρχισε το 464 Π.Κ.Χ.
Στοιχεία για το ότι ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας κυβέρνησε πέραν του 41ου έτους του υπάρχουν σε ένα εμπορικό έγγραφο από τη Βορσίππα το οποίο φέρει ως χρονολογία το 50ό έτος του Αρταξέρξη. (Κατάλογος των Βαβυλωνιακών Πινακίδων του Βρετανικού Μουσείου [Catalogue of the Babylonian Tablets in the British Museum], Τόμ. 7: Πινακίδες από τη Σιπάρ 2, των Ε. Λίτι και Α. Κ. Γκρέισον, 1987, σ. 153· πινακίδα Β. Μ. 65494) Μία από τις πινακίδες που συνδέουν το τέλος της βασιλείας του Αρταξέρξη με την αρχή της βασιλείας του Δαρείου Β΄ φέρει την ακόλουθη ημερομηνία: «51ο έτος, έτος ανάρρησης, 12ος μήνας, 20ή ημέρα, Δαρείος, βασιλιάς των χωρών». (Η Αποστολή του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας στη Βαβυλώνα, Σειρά Α: Κείμενα Σφηνοειδούς Γραφής [The Babylonian Expedition of the University of Pennsylvania, Series A: Cuneiform Texts], Τόμ. 8, Μέρος 1ο, του Άλμπερτ Τ. Κλέι, 1908, σ. 34, 83, και Ένθετο 57, Πινακίδα Αρ. 127, CBM 12803) Εφόσον το πρώτο βασιλικό έτος του Δαρείου Β΄ ήταν το 423 Π.Κ.Χ., αυτό σημαίνει ότι το 51ο έτος του Αρταξέρξη ήταν το 424 Π.Κ.Χ. και το πρώτο βασιλικό του έτος το 474 Π.Κ.Χ.
Επομένως, μαρτυρίες από ελληνικές, περσικές και βαβυλωνιακές πηγές συμφωνούν ότι το έτος ανάρρησης του Αρταξέρξη ήταν το 475 Π.Κ.Χ. και το πρώτο βασιλικό του έτος ήταν το 474 Π.Κ.Χ. Αυτό συνεπάγεται ότι το 20ό έτος του Αρταξέρξη, το έτος κατά το οποίο άρχισαν οι 70 εβδομάδες του εδαφίου Δανιήλ 9:24, ήταν το 455 Π.Κ.Χ. Αν, με βάση το εδάφιο Δανιήλ 9:25, υπολογίσουμε 69 εβδομάδες ετών (483 χρόνια) από το 455 Π.Κ.Χ., φτάνουμε στο μνημειώδες έτος της έλευσης του Μεσσία του Ηγέτη.
Το διάστημα από το 455 Π.Κ.Χ. ως το 1 Κ.Χ. είναι 455 πλήρη έτη. Προσθέτοντας σε αυτόν τον αριθμό τα 28 χρόνια που απομένουν (για να συμπληρώσουμε τα 483 χρόνια) φτάνουμε στο 29 Κ.Χ., ακριβώς το έτος κατά το οποίο ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ βαφτίστηκε στο νερό, χρίστηκε με άγιο πνεύμα και άρχισε τη δημόσια διακονία του ως Μεσσίας, δηλαδή Χριστός.—Λου 3:1, 2, 21, 22.
Μέχρι την Πτώση και τη Διαίρεση της Αυτοκρατορίας. Αναφορικά με τους διαδόχους του Αρταξέρξη του Μακρόχειρα στο θρόνο της Περσίας, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης δίνει την ακόλουθη πληροφορία: «Στην Ασία, ο Βασιλιάς Ξέρξης πέθανε έχοντας βασιλέψει ένα έτος ή, όπως αναφέρουν μερικοί, δύο μήνες, και ο αδελφός του ο Σογδιανός τον διαδέχθηκε στο θρόνο και βασίλεψε εφτά μήνες. Αυτός δολοφονήθηκε από τον Δαρείο ο οποίος βασίλεψε δεκαεννιά χρόνια». (Βιβλιοθήκη Ιστορική, ΙΒ΄, 71, 1) Το αρχικό όνομα του εν λόγω Δαρείου (ο οποίος είναι γνωστός ως Δαρείος Β΄) ήταν Ώχος, αλλά όταν έγινε βασιλιάς έλαβε το όνομα Δαρείος. Αυτός φαίνεται ότι είναι ο «Δαρείος» του εδαφίου Νεεμίας 12:22.
Τον Δαρείο Β΄ διαδέχθηκε ο Αρταξέρξης Β΄ (ο αποκαλούμενος Μνήμων), κατά τη βασιλεία του οποίου επαναστάτησε η Αίγυπτος και εκτραχύνθηκαν οι σχέσεις με την Ελλάδα. Τη βασιλεία του (η οποία χρονολογείται από το 404 μέχρι το 359 Π.Κ.Χ.) ακολούθησε η βασιλεία του γιου του, Αρταξέρξη Γ΄ (αποκαλούμενου και Ώχου), στον οποίο αποδίδονται περίπου 21 χρόνια διακυβέρνησης (358-338 Π.Κ.Χ.). Για αυτόν λέγεται ότι ήταν ο πιο αιμοδιψής από όλους τους Πέρσες ηγεμόνες. Το μεγαλύτερο κατόρθωμά του ήταν η επανάκτηση της Αιγύπτου. Σύμφωνα με την ιστορία, ακολούθησε η διετής βασιλεία του Άρση και η πενταετής βασιλεία του Δαρείου Γ΄ (Κοδομανού), στη διάρκεια της οποίας δολοφονήθηκε ο Φίλιππος της Μακεδονίας (336 Π.Κ.Χ.) και τον διαδέχθηκε ο γιος του ο Αλέξανδρος. Το 334 Π.Κ.Χ. ο Αλέξανδρος ξεκίνησε την επίθεσή του εναντίον της Περσικής Αυτοκρατορίας, νικώντας τις περσικές δυνάμεις πρώτα στον Γρανικό, στη βορειοδυτική γωνία της Μικράς Ασίας, και κατόπιν στην Ισσό στο άλλο άκρο της Μικράς Ασίας (333 Π.Κ.Χ.). Τελικά, μετά την κατάκτηση της Φοινίκης και της Αιγύπτου από τους Έλληνες, συντρίφτηκε και η τελευταία αντίσταση των Περσών στα Γαυγάμηλα το 331 Π.Κ.Χ., και η Περσική Αυτοκρατορία έφτασε στο τέλος της.
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου και την επακόλουθη διαίρεση της αυτοκρατορίας, ο Σέλευκος ο Νικάτωρ ανέλαβε τον έλεγχο του μεγαλύτερου τμήματος των ασιατικών κτήσεων, επίκεντρο του οποίου αποτελούσε η Περσία. Έτσι άρχισε η δυναστεία των Σελευκιδών βασιλιάδων η οποία συνεχίστηκε μέχρι το 64 Π.Κ.Χ. Με τον Σέλευκο τον Νικάτορα φαίνεται ότι αρχίζει να πρωτοεμφανίζεται ένα προφητικό σύμβολο της προφητείας του Δανιήλ, ο “βασιλιάς του βορρά”, ο οποίος εναντιώνεται στη γραμμή των Πτολεμαίων βασιλιάδων της Αιγύπτου που φαίνεται ότι εκπληρώνουν αρχικά το ρόλο του συμβολικού «βασιλιά του νότου».—Δα 11:4-6.
Οι Σελευκίδες βασιλιάδες περιορίστηκαν στο δυτικό τμήμα της επικράτειάς τους εξαιτίας των εισβολών των Πάρθων, οι οποίοι κατέκτησαν την καθαυτό Περσία στη διάρκεια του τρίτου και του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. Ηττήθηκαν από τους Σασσανίδες τον τρίτο αιώνα Κ.Χ., και η διακυβέρνηση των Σασσανιδών συνεχίστηκε μέχρις ότου τους υπέταξαν οι Άραβες τον έβδομο αιώνα.
Στην προφητεία του Ιεζεκιήλ (27:10), οι Πέρσες συγκαταλέγονται μεταξύ των πολεμιστών που υπηρετούσαν στη στρατιωτική δύναμη της εύπορης Τύρου και οι οποίοι συνέβαλαν στη λαμπρότητά της. Η Περσία περιλαμβάνεται επίσης στα έθνη που συναποτελούν τις ορδές τις οποίες κατευθύνει ο συμβολικός «Γωγ της γης του Μαγώγ» εναντίον του λαού με τον οποίο έχει συνάψει διαθήκη ο Ιεχωβά.—Ιεζ 38:2, 4, 5, 8, 9.
[Εικόνα στη σελίδα 646]
Ανθρωπόμορφοι ταύροι κοντά στην είσοδο της Περσέπολης
-
-
ΠερσίςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΡΣΙΣ
(Περσίς) [Γυναίκα από την Περσία].
Μια αγαπητή Χριστιανή στη Ρώμη στην οποία ο Παύλος στέλνει χαιρετισμούς και την επαινεί για τα πολλά Χριστιανικά της έργα.—Ρω 16:12.
-
-
ΠετεινόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΕΙΝΟΣ
[ελλ. κείμενο, ἀλέκτωρ].
Ο κόκορας, το αρσενικό της κότας. Επειδή η κότα (όρνις η κατοικίδιος [Gallus domesticus]) είναι ως είδος ένα ευρέως διαδεδομένο κατοικίδιο πτηνό, η καμαρωτή φιγούρα του πετεινού αποτελεί γενικά οικείο θέαμα. Έχει ζωηρόχρωμο φτέρωμα, ουρά με μακριά πούπουλα που σχηματίζουν καμάρα και κόκκινο, κυματοειδές, σαρκώδες λειρί πάνω στο κεφάλι, καθώς και δύο παρόμοιες αποφύσεις οι οποίες κρέμονται κάτω από το ράμφος και το λαιμό του.
Ο πετεινός δεν αναφέρεται στις Εβραϊκές Γραφές, στις δε Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές εμφανίζεται μόνο σε σχέση με το λάλημά του. (Βλέπε ΛΑΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΤΕΙΝΟΥ.) Οι πιο συχνές αναφορές σχετίζονται με την περίπτωση στην οποία ο Ιησούς προφήτευσε ότι ο Πέτρος θα τον αρνούνταν τρεις φορές, πράγμα που εκπληρώθηκε τη νύχτα πριν από το θάνατο του Ιησού και το αναφέρουν και οι τέσσερις Ευαγγελιστές.—Ματ 26:34, 74, 75· Μαρ 14:30, 72· Λου 22:34, 60, 61· Ιωα 13:38· 18:27.
Μολονότι το Ιουδαϊκό Μισνά (Μπαβά Καμά 7:7) περιλαμβάνει μια διάταξη που απαγορεύει στους Ιουδαίους να έχουν κατοικίδια πτηνά επειδή είναι πιθανό να τους μολύνουν τελετουργικά, ραβινικές πηγές δείχνουν ότι οι Ιουδαίοι είχαν τέτοιου είδους πτηνά, ακριβώς όπως και οι Ρωμαίοι. Μια σφραγίδα από όνυχα που φέρει τη μορφή ενός πετεινού βρέθηκε κοντά στη Μισπά και έχει την επιγραφή «του Ιααζανία, υπηρέτη του βασιλιά». Αν αυτός ο Ιααζανίας (Ιεζανίας), όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, είναι εκείνος που αναφέρεται στα εδάφια 2 Βασιλέων 25:23 και Ιερεμίας 40:8, αυτό δείχνει ότι στον Ισραήλ εκτρέφονταν πετεινοί από τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. Η μορφή ενός πετεινού βρέθηκε και σε θραύσμα χύτρας, σε ανασκαφές στην αρχαία Γαβαών.
Ο Ιησούς χρησιμοποίησε στις παραβολές του τόσο την κότα, με τα κλωσόπουλά της, όσο και το αβγό, πράγμα που υποδηλώνει ότι το κατοικίδιο αυτό πτηνό ήταν πολύ γνωστό στους ακροατές του.—Ματ 23:37· Λου 11:12· 13:34· βλέπε ΚΟΤΑ.
-
-
ΠετεφρήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΕΦΡΗΣ
(Πετεφρής) [αιγυπτιακής προέλευσης· άλλος τύπος του Ποτιφερά].
Αιγύπτιος αυλικός και αρχηγός της σωματοφυλακής του Φαραώ. Υπήρξε κύριος του Ιωσήφ για κάποιο διάστημα και, όπως φαίνεται, ήταν πλούσιος άνθρωπος. (Γε 37:36· 39:4) Ο Πετεφρής αγόρασε τον Ιωσήφ από τους περιοδεύοντες Μαδιανίτες εμπόρους και, παρατηρώντας πόσο καλός υπηρέτης ήταν, τελικά τον διόρισε επιστάτη όλου του σπιτικού και του αγρού του, τα οποία ο Ιεχωβά ευλόγησε χάρη στον Ιωσήφ.—Γε 37:36· 39:1-6.
Η σύζυγος του Πετεφρή δεν ήταν τόσο πιστή σε αυτόν όσο ο υπηρέτης του ο Ιωσήφ. Αυτή επανειλημμένα επιδίωξε να δελεάσει τον Ιωσήφ και, κάποια ημέρα που δεν βρίσκονταν άλλοι γύρω, «τον άρπαξε από το ένδυμά του», όμως ο Ιωσήφ αρνήθηκε και πάλι και βγήκε έξω τρέχοντας. Όταν γύρισε σπίτι ο Πετεφρής, άκουσε μόνο τον καταιγισμό των ψεύτικων κατηγοριών που εξαπέλυε η απογοητευμένη σύζυγός του. Θυμωμένος, ο Πετεφρής έριξε τον Ιωσήφ στη φυλακή.—Γε 39:7-20.
Αυτή η φυλακή φαίνεται ότι συνδεόταν με το σπίτι του Πετεφρή ή, τουλάχιστον, ότι βρισκόταν στη δική του δικαιοδοσία ως «αρχηγού της σωματοφυλακής». Γι’ αυτό, το υπόμνημα αναφέρει ότι ο αρχιοινοχόος και ο αρχιαρτοποιός του Φαραώ ρίχτηκαν στο ίδιο δεσμωτήριο, «στο δεσμωτήριο του σπιτιού του αρχηγού της σωματοφυλακής», «στο δεσμωτήριο του σπιτιού του κυρίου του [Ιωσήφ]». (Γε 39:1· 40:1-7) Ωστόσο, φαίνεται απίθανο να ήταν ο Πετεφρής το ίδιο πρόσωπο με “τον ανώτατο αξιωματικό της φυλακής” ο οποίος «παρέδωσε στα χέρια του Ιωσήφ όλους τους φυλακισμένους που βρίσκονταν στη φυλακή». (Γε 39:21-23) Αυτός ο αξιωματικός ήταν προφανώς υφιστάμενος του Πετεφρή.
Ο τίτλος «αυλικός» που προσδίδεται στον Πετεφρή αποδίδει την εβραϊκή λέξη σαρίς, «ευνούχος», η οποία στην ευρύτερη έννοιά της σήμαινε έναν θαλαμηπόλο, αυλικό ή έμπιστο αξιωματούχο του θρόνου. Ο “αυλικός [σαρίς] που είχε εξουσία πάνω στους άντρες τους πολεμιστές” όταν έπεσε η Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. ήταν αναμφίβολα ένας ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος, όχι ένα ευνουχισμένο άτομο με ελλιπή ανδρισμό. (2Βα 25:19) Έτσι και ο Πετεφρής ήταν στρατιωτικός, αρχηγός της σωματοφυλακής, καθώς και έγγαμος άντρας—στοιχεία που δείχνουν ότι δεν ήταν ευνούχος με την πιο συνηθισμένη έννοια.
-
-
Πετούμενα ΠλάσματαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΟΥΜΕΝΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ
Βλέπε ΠΟΥΛΙΑ.
-
-
ΠέτραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΑ
Υλικό που χρησιμοποιούνταν ευρέως στην οικοδομική. Η ανθεκτική φύση του έχει βοηθήσει πολύ τους αρχαιολόγους να αποκτήσουν κάποιες γνώσεις για το παρελθόν. Οι Αιγύπτιοι, οι Ασσύριοι και άλλα έθνη ανήγειραν ναούς, ανάκτορα, μνημεία και άλλα οικοδομήματα χρησιμοποιώντας πέτρα. Σε πολλά από αυτά υπάρχουν αναπαραστάσεις και επιγραφές που αφηγούνται γεγονότα, περιγράφουν νίκες και απεικονίζουν έθιμα, και όλα αυτά φωτίζουν την ιστορία των συγκεκριμένων εθνών καθώς και την καθημερινή ζωή τους. Οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν πολύ την πέτρα σε οικοδομήματα (Λευ 14:40, 41), τείχη και τοίχους (Νε 4:3· Παρ 24:31), θυσιαστήρια (Εξ 20:25), μυλόπετρες (Κρ 9:53), σκεύη νερού (Ιωα 2:6), ζύγια (Παρ 16:11), για να σκεπάζουν πηγάδια, σπηλιές και μνήματα (Γε 29:8· Ιη 10:18· Ιωα 11:38), καθώς και για πολλούς άλλους σκοπούς. Ωστόσο, οι Εβραίοι δεν ανήγειραν μνημεία με πρόστυπες ανάγλυφες παραστάσεις, όπως έκαναν τα ειδωλολατρικά έθνη, και γι’ αυτό δεν γνωρίζουμε πολλά για την εμφάνισή τους, το πώς ακριβώς ντύνονταν, και ούτω καθεξής. Αλλά το υπόμνημα της Αγίας Γραφής παρέχει πολύ περισσότερες πληροφορίες για τους Ισραηλίτες, τον τρόπο ζωής τους και την προσωπικότητά τους από ό,τι αποκαλύπτουν τα πέτρινα ερείπια οποιωνδήποτε άλλων εθνών.
Η κοπή λίθων ήταν εξαιρετικά αναπτυγμένη τέχνη. (2Σα 5:11· 1Βα 5:18) Οι πέτρες για το ναό του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ κόβονταν στο λατομείο με τέτοιον τρόπο ώστε να έχουν καλή συναρμογή μεταξύ τους κατά την τοποθέτησή τους στο ναό χωρίς να χρειάζονται περαιτέρω διαμόρφωση.—1Βα 6:7.
Μεταφορική Χρήση. Οι χρισμένοι Χριστιανοί στη γη παρομοιάζονται με ναό του οποίου «θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα» είναι ο Ιησούς Χριστός. (Βλέπε ΑΚΡΟΓΩΝΙΑΙΑ ΠΕΤΡΑ.) Πάνω σε αυτή τη «θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα», οι γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού “ως ζωντανές πέτρες οικοδομούνται και γίνονται πνευματικός οίκος”. Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες, ως «οικοδόμοι» του έθνους, απέρριψαν τον Ιησού ως την «κορυφαία ακρογωνιαία πέτρα», προσκόπτοντας σε αυτή την πέτρα επειδή ήταν ανυπάκουοι στο Λόγο του Θεού.—Εφ 2:19-22· 1Πε 2:4-8· Ματ 21:42· Μαρ 12:10· Λου 20:17· Ρω 9:32, 33.
Η Βασιλεία του Θεού παρομοιάζεται με πέτρα που «κόπηκε χωρίς την ενέργεια χεριών», μια πέτρα που θα βάλει τέλος στις βασιλείες τις οποίες συμβολίζουν τα διάφορα τμήματα της εικόνας. Η ίδια αυτή Βασιλεία θα παραμένει «στους αιώνες».—Δα 2:34, 44, 45.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 2:17, ο δοξασμένος Χριστός Ιησούς υπόσχεται σχετικά με όποιον Χριστιανό βγαίνει νικητής: «Θα του δώσω ένα λευκό βότσαλο [«πέτρα», KJ· ΚΔΤΚ], και πάνω στο βότσαλο ένα νέο όνομα γραμμένο το οποίο κανείς δεν γνωρίζει εκτός από εκείνον που το λαβαίνει». Η λέξη «βότσαλο» εδώ αποδίδει τη λέξη ψῆφον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη όταν εξιστορεί το πώς δίωκε στο παρελθόν τους Χριστιανούς, λέγοντας: «Έριξα την ψήφο μου [ψῆφον· κατά κυριολεξία, βότσαλο (για ψηφοφορία)] εναντίον τους». (Πρ 26:10) Τα βότσαλα χρησιμοποιούνταν στα δικαστήρια για την έκδοση απόφασης ή τη γνωμοδότηση σχετικά με την αθωότητα ή την ενοχή κάποιου. Τα λευκά βότσαλα δήλωναν αθώωση, απαλλαγή, ενώ τα μαύρα δήλωναν ενοχή, καταδίκη. Επομένως, το λευκό βότσαλο που δίνεται στο νικητή φαίνεται να σημαίνει ότι ο Ιησούς τον κρίνει αθώο, αγνό και καθαρό, και ότι αυτός έχει την επιδοκιμασία του Χριστού ως μαθητής.
Βλέπε ΒΡΑΧΟΣ· ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ.
-
-
ΠετράδιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΑΔΙΑ
Βλέπε ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ.
-
-
ΠέτροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΟΣ
(Πέτρος) [Κομμάτι Βράχου].
Αυτός ο απόστολος του Ιησού Χριστού κατονομάζεται με πέντε διαφορετικούς τρόπους στις Γραφές: με το εβραϊκό όνομα «Συμεών», τον εξελληνισμένο τύπο «Σίμων» (από μια ρίζα της εβρ. που σημαίνει «ακούω»), το όνομα «Πέτρος» (ένα ελλ. όνομα που μόνο αυτός φέρει στις Γραφές), το σημιτικό αντίστοιχό του «Κηφάς» (που ενδεχομένως είναι συγγενικό της εβρ. λέξης κεφίμ [βράχοι] η οποία χρησιμοποιείται στα εδ. Ιωβ 30:6· Ιερ 4:29) και το συνδυασμό «Σίμων Πέτρος».—Πρ 15:14· Ματ 10:2· 16:16· Ιωα 1:42.
Ο Πέτρος ήταν γιος του Ιωάννη, ή αλλιώς Ιωνά. (Ματ 16:17· Ιωα 1:42) Αρχικά εμφανίζεται ως κάτοικος της Βηθσαϊδά (Ιωα 1:44), ενώ αργότερα ως κάτοικος της Καπερναούμ (Λου 4:31, 38)—και οι δύο αυτές τοποθεσίες βρίσκονταν στη βόρεια όχθη της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Ο Πέτρος και ο αδελφός του ο Ανδρέας ασχολούνταν με την αλιεία, προφανώς σε συνεργασία με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους γιους του Ζεβεδαίου, «οι οποίοι ήταν συνέταιροι με τον Σίμωνα». (Λου 5:7, 10· Ματ 4:18-22· Μαρ 1:16-21) Ο Πέτρος, λοιπόν, δεν εργαζόταν ανεξάρτητα ως ψαράς αλλά ανήκε σε μια αρκετά μεγάλη επιχείρηση. Αν και οι Ιουδαίοι ηγέτες θεωρούσαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη “ανθρώπους αγράμματους και συνηθισμένους”, αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν αναλφάβητοι ή αμόρφωτοι. Σχετικά με τη λέξη ἀγράμματος που χρησιμοποιείται για αυτούς, το Λεξικό της Αγίας Γραφής του Χάστινγκς ([Dictionary of the Bible] 1905, Τόμ. 3, σ. 757) λέει ότι για έναν Ιουδαίο η λέξη αυτή «σήμαινε κάποιον που δεν είχε κάνει Ραβινικές σπουδές για τη μελέτη των Γραφών».—Παράβαλε Ιωα 7:14, 15· Πρ 4:13.
Ο Πέτρος παρουσιάζεται ως έγγαμος, και τουλάχιστον σε μεταγενέστερα χρόνια, φαίνεται ότι η σύζυγός του τον συνόδευε στις αποστολές του (ή σε κάποιες από αυτές), όπως και οι σύζυγοι άλλων αποστόλων. (1Κο 9:5) Η πεθερά του έμενε στο σπίτι του, το οποίο ο Πέτρος είχε από κοινού μαζί με τον αδελφό του τον Ανδρέα.—Μαρ 1:29-31.
Διακονία με τον Ιησού. Ο Πέτρος ήταν ένας από τους πρώτους μαθητές του Ιησού, τον έφερε δε στον Ιησού ο Ανδρέας, που ήταν μαθητής του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Ιωα 1:35-42) Σε εκείνη την περίπτωση ο Ιησούς τού έδωσε το όνομα Κηφάς (Πέτρος) (Ιωα 1:42· Μαρ 3:16), πιθανότατα ένα όνομα προφητικό. Ο Ιησούς, που ήταν σε θέση να διακρίνει ότι ο Ναθαναήλ ήταν ένας άνθρωπος «στον οποίο δεν υπάρχει δόλος», μπορούσε επίσης να διακρίνει την ιδιοσυγκρασία του Πέτρου. Ο Πέτρος στάθηκε όντως πραγματικός βράχος, ειδικά μετά το θάνατο του Ιησού και την ανάστασή του, αποτελώντας ενισχυτική επιρροή για τους συγχριστιανούς του.—Ιωα 1:47, 48· 2:25· Λου 22:32.
Λίγο καιρό αργότερα, εκεί στη Γαλιλαία, ο Ιησούς κάλεσε τον Πέτρο, τον αδελφό του τον Ανδρέα και τους συνεταίρους τους Ιάκωβο και Ιωάννη να τον ακολουθήσουν και να γίνουν «ψαράδες ανθρώπων». (Ιωα 1:35-42· Ματ 4:18-22· Μαρ 1:16-18) Ο Ιησούς είχε διαλέξει το πλοιάριο του Πέτρου για να μιλήσει από αυτό στο πλήθος που βρισκόταν στην όχθη. Έπειτα ο Ιησούς τούς βοήθησε θαυματουργικά να πιάσουν μια τόσο μεγάλη ψαριά ώστε ο Πέτρος, αν και δύσπιστος στην αρχή, παρακινήθηκε να πέσει φοβισμένος στα πόδια του Ιησού. Χωρίς δισταγμό αυτός και οι τρεις συνέταιροί του εγκατέλειψαν την επιχείρησή τους για να ακολουθήσουν τον Ιησού. (Λου 5:1-11) Έπειτα από έναν περίπου χρόνο κατά τον οποίο ο Πέτρος ήταν μαθητής, συμπεριλήφθηκε στους 12 που εκλέχθηκαν να είναι «απόστολοι», δηλαδή “απεσταλμένοι”.—Μαρ 3:13-19.
Ο Ιησούς διάλεξε αρκετές φορές τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη ανάμεσα από τους αποστόλους για να τον συνοδεύσουν σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις, όπως στη σκηνή της μεταμόρφωσης (Ματ 17:1, 2· Μαρ 9:2· Λου 9:28, 29), στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Μαρ 5:22-24, 35-42) και στην προσωπική δοκιμασία που πέρασε στον κήπο της Γεθσημανή (Ματ 26:36-46· Μαρ 14:32-42). Αυτοί οι τρεις μαζί με τον Ανδρέα ήταν συγκεκριμένα εκείνοι που ρώτησαν τον Ιησού σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, τη μελλοντική παρουσία του Ιησού και την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων. (Μαρ 13:1-3· Ματ 24:3) Παρ’ όλο που στις περιπτώσεις όπου κατονομάζονται όλοι οι απόστολοι ο Πέτρος εμφανίζεται μαζί με τον αδελφό του τον Ανδρέα, στις αφηγήσεις εμφανίζεται συχνότερα μαζί με τον Ιωάννη, τόσο πριν όσο και μετά το θάνατο του Ιησού και την ανάστασή του. (Λου 22:8· Ιωα 13:24· 20:2· 21:7· Πρ 3:1· 8:14· παράβαλε Πρ 1:13· Γα 2:9.) Το αν αυτό οφειλόταν σε φιλία και αμοιβαία συμπάθεια ή αν τους είχε διορίσει ο Ιησούς να είναι συνεργάτες (παράβαλε Μαρ 6:7) δεν αναφέρεται.
Στα Ευαγγέλια είναι καταγραμμένες περισσότερες δηλώσεις του Πέτρου από ό,τι οποιουδήποτε άλλου από τους υπόλοιπους 11. Επρόκειτο σαφώς για έναν δυναμικό χαρακτήρα—δεν ήταν άτολμος ούτε διστακτικός. Οπωσδήποτε, αυτό τον έκανε να μιλάει πρώτος ή να εκφράζεται όταν οι άλλοι σιωπούσαν. Έκανε ερωτήσεις που υποκίνησαν τον Ιησού να εξηγήσει και να αναλύσει παραβολές. (Ματ 15:15· 18:21· 19:27-29· Λου 12:41· Ιωα 13:36-38· παράβαλε Μαρ 11:21-25.) Μερικές φορές μιλούσε αυθόρμητα, ακόμη δε και παρορμητικά. Ήταν αυτός που ένιωσε ότι έπρεπε να πει κάτι όταν είδε το όραμα της μεταμόρφωσης. (Μαρ 9:1-6· Λου 9:33) Με το κάπως αμήχανο σχόλιο που έκανε για το πόσο καλό ήταν που βρίσκονταν εκεί και με την πρότασή του να στήσει τρεις σκηνές, προφανώς ήθελε να πει ότι το όραμα (στο οποίο ο Μωυσής και ο Ηλίας είχαν αρχίσει ήδη να χωρίζονται από τον Ιησού) δεν έπρεπε να τελειώσει αλλά να συνεχιστεί. Τη νύχτα του τελευταίου Πάσχα, ο Πέτρος αρχικά αντέδρασε έντονα όταν ο Ιησούς πήγε να του πλύνει τα πόδια, αλλά όταν στη συνέχεια επιπλήχθηκε για αυτό, ήθελε να του πλύνει ο Ιησούς και το κεφάλι και τα χέρια. (Ιωα 13:5-10) Μπορούμε να διακρίνουμε, ωστόσο, ότι τα λόγια του Πέτρου προέρχονταν κατά βάση από ενεργό ενδιαφέρον και σκέψη, σε συνδυασμό με έντονα αισθήματα. Το γεγονός ότι περιλήφθηκαν στο Βιβλικό υπόμνημα αποδεικνύει ότι έχουν αξία, παρότι μερικές φορές αποκαλύπτουν κάποιες ανθρώπινες αδυναμίες του ατόμου που τα είπε.
Έτσι λοιπόν, όταν πολλοί μαθητές σκανδαλίστηκαν με τη διδασκαλία του Ιησού και τον εγκατέλειψαν, ο Πέτρος μίλησε για λογαριασμό όλων των αποστόλων και δήλωσε ότι ήταν αποφασισμένοι να παραμείνουν με τον Κύριό τους, Εκείνον που έχει “λόγια αιώνιας ζωής . . . τον Άγιο του Θεού”. (Ιωα 6:66-69) Όταν ο Ιησούς ρώτησε τους αποστόλους τι έλεγαν οι άνθρωποι για το ποιος ήταν, και οι απόστολοι γενικά έδωσαν μια απάντηση, ο Πέτρος ήταν και πάλι αυτός που εξέφρασε τη σταθερή πεποίθηση: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Γιος του ζωντανού Θεού», γι’ αυτό και ο Ιησούς τον χαρακτήρισε ευλογημένο, ή αλλιώς “ευτυχισμένο”.—Ματ 16:13-17.
Εφόσον ο Πέτρος αναλάμβανε τη μεγαλύτερη πρωτοβουλία στο λόγο, ως επακόλουθο, δεχόταν συχνότερα διόρθωση, έλεγχο ή επίπληξη. Αν και το κίνητρό του ήταν η συμπόνια, έκανε το σφάλμα να τολμήσει να πάρει παράμερα τον Ιησού και στην ουσία να τον επιπλήξει για το ότι προείπε τα μελλοντικά παθήματα και το θάνατο που θα υφίστατο ως Μεσσίας. Ο Ιησούς γύρισε την πλάτη του στον Πέτρο και τον αποκάλεσε εναντιούμενο, ή Σατανά, επειδή αντιπαρέθετε την ανθρώπινη λογίκευση στις σκέψεις του Θεού που αναφέρονταν στις προφητείες. (Ματ 16:21-23) Μπορούμε να σημειώσουμε, ωστόσο, ότι ο Ιησούς “κοίταξε τους άλλους μαθητές” όταν το έκανε αυτό, δείχνοντας πιθανότατα ότι γνώριζε πως ο Πέτρος εξέφραζε και τα συναισθήματα των υπολοίπων. (Μαρ 8:32, 33) Όταν ο Πέτρος βιάστηκε να μιλήσει για λογαριασμό του Ιησού σχετικά με την πληρωμή ενός συγκεκριμένου φόρου, ο Ιησούς τον βοήθησε με καλοσύνη να καταλάβει ότι χρειαζόταν να σκέφτεται πιο προσεκτικά προτού μιλήσει. (Ματ 17:24-27) Ο Πέτρος έδωσε δείγματα υπερβολικής αυτοπεποίθησης, καθώς και ενός αισθήματος ανωτερότητας απέναντι στους άλλους 11, όταν δήλωσε ότι, ακόμη και αν εκείνοι σκανδαλίζονταν σε σχέση με τον Ιησού, αυτός ποτέ δεν θα σκανδαλιζόταν και θα ήταν πρόθυμος να πάει στη φυλακή ή ακόμη και να πεθάνει μαζί με τον Ιησού. Η αλήθεια είναι ότι και όλοι οι άλλοι προέβησαν σε τέτοιες δηλώσεις, αλλά ο Πέτρος το έκανε αυτό πρώτος και «ασυγκράτητα». Ο Ιησούς τότε προείπε ότι ο Πέτρος θα αρνούνταν τρεις φορές τον Κύριό του.—Ματ 26:31-35· Μαρ 14:30, 31· Λου 22:33, 34.
Ο Πέτρος δεν έλεγε μόνο λόγια αλλά έκανε και έργα, δεδομένου ότι επιδείκνυε πρωτοβουλία και θάρρος αλλά και μεγάλη αφοσίωση στον Κύριό του. Όταν κάποια φορά ο Ιησούς βγήκε πριν από την αυγή ψάχνοντας έναν ερημικό τόπο για να προσευχηθεί, ο Σίμων δεν άργησε να βγει και αυτός συνοδευόμενος από μερικούς άλλους για να “τον αναζητήσουν”. (Μαρ 1:35-37) Επίσης, ο Πέτρος ήταν αυτός που ζήτησε από τον Ιησού να του δώσει εντολή να περπατήσει πάνω στα μανιασμένα νερά για να πάει κοντά του, και μάλιστα περπάτησε κάποια απόσταση προτού ενδώσει στην αμφιβολία και αρχίσει να βουλιάζει.—Ματ 14:25-32.
Στον κήπο της Γεθσημανή, την τελευταία νύχτα της επίγειας ζωής του Ιησού, ο Πέτρος, μαζί με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, είχε το προνόμιο να συνοδεύσει τον Ιησού στην τοποθεσία όπου εκείνος άρχισε να προσεύχεται με θέρμη. Ο Πέτρος, όπως και οι άλλοι απόστολοι, αποκοιμήθηκε από την κούραση και τη θλίψη. Αναμφίβολα επειδή ο Πέτρος είχε εκφράσει τόσο ασυγκράτητα την αποφασιστικότητά του να μείνει στο πλευρό του Ιησού, ο Ιησούς απευθύνθηκε ιδιαίτερα σε αυτόν όταν είπε: «Δεν μπορούσατε ούτε μία ώρα να είστε σε εγρήγορση μαζί μου;» (Ματ 26:36-45· Λου 22:39-46) Ο Πέτρος δεν ενέμεινε στην προσευχή και υπέστη τις συνέπειες.
Όταν οι μαθητές είδαν τον όχλο που επρόκειτο να πάρει τον Ιησού, ρώτησαν αν έπρεπε να αντισταθούν, αλλά ο Πέτρος δεν περίμενε την απάντηση—ανέλαβε δράση κόβοντας το αφτί κάποιου με το σπαθί (αν και αυτός ο ψαράς πιθανότατα είχε την πρόθεση να προκαλέσει μεγαλύτερη βλάβη), οπότε ο Ιησούς τον επέπληξε. (Ματ 26:51, 52· Λου 22:49-51· Ιωα 18:10, 11) Μολονότι ο Πέτρος εγκατέλειψε τον Ιησού, όπως οι άλλοι μαθητές, μετά ακολούθησε «από αρκετή απόσταση» τον όχλο που τον είχε συλλάβει, παλεύοντας προφανώς από τη μια με το φόβο για τη ζωή του και από την άλλη με τη μεγάλη του ανησυχία για το τι θα γινόταν με τον Ιησού.—Ματ 26:57, 58.
Με τη βοήθεια ενός άλλου μαθητή που προφανώς τον ακολούθησε ή και τον συνόδευσε στην κατοικία του αρχιερέα, ο Πέτρος μπήκε μέχρι μέσα στην αυλή. (Ιωα 18:15, 16) Δεν κάθησε ήσυχα και διακριτικά σε κάποια σκοτεινή γωνιά αλλά πήγε να ζεσταθεί κοντά στη φωτιά. Στο φως της φωτιάς οι άλλοι τον αναγνώρισαν ως σύντροφο του Ιησού, και η προφορά του, που ήταν προφορά Γαλιλαίου, ενίσχυσε τις υποψίες τους. Όταν τον κατηγόρησαν, ο Πέτρος αρνήθηκε τρεις φορές ακόμη και ότι γνώριζε τον Ιησού, και τελικά, στο αποκορύφωμα της άρνησής του, άρχισε να καταριέται. Κάπου μέσα στην πόλη λάλησε ένας πετεινός δεύτερη φορά, και ο Ιησούς “στράφηκε και κοίταξε τον Πέτρο”. Τότε ο Πέτρος βγήκε έξω, κατέρρευσε και έκλαψε πικρά. (Ματ 26:69-75· Μαρ 14:66-72· Λου 22:54-62· Ιωα 18:17, 18· βλέπε ΛΑΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΤΕΙΝΟΥ· ΟΡΚΟΣ.) Ωστόσο, η δέηση που έκανε ο Ιησούς νωρίτερα για χάρη του Πέτρου απαντήθηκε, και η πίστη του Πέτρου δεν εξαντλήθηκε ολοκληρωτικά.—Λου 22:31, 32.
Μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο άγγελος είπε στις γυναίκες που πήγαν στον τάφο να δώσουν ένα μήνυμα στους «μαθητές του και στον Πέτρο». (Μαρ 16:1-7· Ματ 28:1-10) Η Μαρία η Μαγδαληνή έδωσε το μήνυμα στον Πέτρο και στον Ιωάννη οι οποίοι έφυγαν τρέχοντας για τον τάφο—ο Ιωάννης μάλιστα πέρασε στο δρόμο τον Πέτρο. Αν και ο Ιωάννης σταμάτησε μπροστά στον τάφο και απλώς κοίταξε μέσα, ο Πέτρος μπήκε κατευθείαν, και τότε ακολούθησε και ο Ιωάννης. (Ιωα 20:1-8) Λίγο προτού εμφανιστεί σε όλους μαζί τους μαθητές, ο Ιησούς εμφανίστηκε στον Πέτρο. Αυτό, σε συνδυασμό με το ότι ο άγγελος είχε μνημονεύσει συγκεκριμένα τον Πέτρο, θα πρέπει να διαβεβαίωσε τον μετανοημένο Πέτρο ότι η τριπλή άρνησή του δεν τον απέκλεισε διαπαντός από την επικοινωνία του με τον Κύριο.—Λου 24:34· 1Κο 15:5.
Προτού φανερωθεί ο Ιησούς στους μαθητές στη Θάλασσα της Γαλιλαίας (Τιβεριάδα), ο υπερδραστήριος Πέτρος δήλωσε ότι θα πήγαινε για ψάρεμα, και οι άλλοι τον ακολούθησαν. Αργότερα, όταν ο Ιωάννης αντιλήφθηκε ότι ο Ιησούς ήταν στην ακρογιαλιά, ο Πέτρος αυθόρμητα βούτηξε και κολύμπησε ως τη στεριά, αφήνοντας τους άλλους να φέρουν το πλοιάριο, και μετά, όταν ο Ιησούς ζήτησε ψάρια, ο Πέτρος ανταποκρίθηκε τραβώντας το δίχτυ στη στεριά. (Ιωα 21:1-13) Σε αυτή την περίπτωση ήταν που ο Ιησούς ρώτησε τρεις φορές τον Πέτρο (ο οποίος είχε αρνηθεί τον Κύριό του τρεις φορές) αν τον αγαπούσε, και του ανέθεσε την αποστολή να “ποιμαίνει τα πρόβατά του”. Ο Ιησούς προείπε επίσης τον τρόπο με τον οποίο θα πέθαινε ο Πέτρος, πράγμα που έκανε τον Πέτρο, μόλις είδε τον απόστολο Ιωάννη, να ρωτήσει: «Κύριε, αυτός τι θα κάνει;» Ο Ιησούς διόρθωσε άλλη μια φορά την άποψη του Πέτρου, τονίζοντας ότι έπρεπε να “είναι ακόλουθός του” χωρίς να τον ενδιαφέρει τι μπορεί να κάνουν οι άλλοι.—Ιωα 21:15-22.
Μετέπειτα Διακονία. Έχοντας “επιστρέψει” από την πτώση του στην παγίδα του φόβου, η οποία κατά κύριο λόγο οφειλόταν στην υπερβολική αυτοπεποίθησή του (παράβαλε Παρ 29:25), ο Πέτρος έπρεπε τώρα να “ενισχύσει τους αδελφούς του”, εφαρμόζοντας έτσι την προτροπή του Χριστού (Λου 22:32), και να κάνει ποιμαντικό έργο ανάμεσα στα πρόβατά Του. (Ιωα 21:15-17) Σε αρμονία με αυτό, βλέπουμε τον Πέτρο να αναλαμβάνει εξέχοντα ρόλο στη δράση των μαθητών μετά την ανάληψη του Ιησού στον ουρανό. Πριν από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., ο Πέτρος έθεσε το ζήτημα της αντικατάστασης του άπιστου Ιούδα, παρουσιάζοντας Γραφικές αποδείξεις που συνηγορούσαν υπέρ αυτής της ενέργειας. Η σύναξη εφάρμοσε την εισήγησή του. (Πρ 1:15-26) Κατόπιν, την Πεντηκοστή, υπό την καθοδήγηση του αγίου πνεύματος, ο Πέτρος ενήργησε ως εκπρόσωπος των αποστόλων και χρησιμοποίησε το πρώτο από τα «κλειδιά» που του έδωσε ο Ιησούς, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για να γίνουν οι Ιουδαίοι μέλη της Βασιλείας.—Πρ 2:1-41· βλέπε ΚΛΕΙΔΙ.
Ο εξέχων ρόλος του μέσα στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία δεν τελείωσε την Πεντηκοστή. Αυτός και ο Ιωάννης είναι οι μόνοι από τους αρχικούς αποστόλους που κατονομάζονται από τότε και έπειτα στο βιβλίο των Πράξεων, με εξαίρεση τη σύντομη αναφορά στην εκτέλεση του “Ιακώβου, του αδελφού του Ιωάννη”, ο οποίος ήταν το άλλο μέλος της ομάδας των τριών αποστόλων που είχε στενότερη συναναστροφή με τον Ιησού. (Πρ 12:2) Ο Πέτρος φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα γνωστός για τα θαύματα που εκτελούσε. (Πρ 3:1-26· 5:12-16· παράβαλε Γα 2:8.) Με τη βοήθεια του αγίου πνεύματος, μίλησε θαρραλέα στους Ιουδαίους άρχοντες που είχαν συλλάβει αυτόν και τον Ιωάννη (Πρ 4:1-21), και σε μια δεύτερη περίπτωση εκπροσώπησε όλους τους αποστόλους ενώπιον του Σάνχεδριν, δηλώνοντας σταθερά ότι ήταν αποφασισμένοι να “υπακούν στον Θεό ως άρχοντα” μάλλον παρά σε ανθρώπους που εναντιώνονταν στο θέλημα του Θεού. (Πρ 5:17-31) Ο Πέτρος θα πρέπει να ένιωθε ιδιαίτερα ικανοποιημένος που μπόρεσε να εκδηλώσει τέτοια αλλαγή στη στάση του από εκείνη τη νύχτα κατά την οποία αρνήθηκε τον Ιησού και που μπόρεσε επίσης να υπομείνει τον ξυλοδαρμό που τους επέβαλαν οι άρχοντες. (Πρ 5:40-42) Προτού συλληφθεί για δεύτερη φορά, ο Πέτρος εξέθεσε υπό θεϊκή έμπνευση την υποκρισία του Ανανία και της Σαπφείρας και εξήγγειλε την κρίση του Θεού εναντίον τους.—Πρ 5:1-11.
Λίγο καιρό μετά το μαρτυρικό θάνατο του Στεφάνου, όταν ο Φίλιππος (ο ευαγγελιστής) βοήθησε και βάφτισε αρκετούς πιστούς στη Σαμάρεια, ο Πέτρος και ο Ιωάννης ταξίδεψαν ως εκεί για να μπορέσουν αυτοί οι πιστοί να λάβουν το άγιο πνεύμα. Εκεί ο Πέτρος χρησιμοποίησε το δεύτερο “κλειδί της βασιλείας”. Στη συνέχεια, επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, οι δύο απόστολοι “διακήρυξαν τα καλά νέα” σε πολλά χωριά των Σαμαρειτών. (Πρ 8:5-25) Προφανώς, ο Πέτρος έφυγε και πάλι σε μια αποστολή, στη διάρκεια της οποίας θεράπευσε στη Λύδδα τον Αινέα, ο οποίος ήταν οχτώ χρόνια παράλυτος, και ανέστησε τη Δορκάδα, μια γυναίκα από την Ιόππη. (Πρ 9:32-43) Από την Ιόππη, ο Πέτρος καθοδηγήθηκε να χρησιμοποιήσει το τρίτο “κλειδί της βασιλείας”, ταξιδεύοντας στην Καισάρεια για να κηρύξει στον Κορνήλιο καθώς και στους συγγενείς του και στους φίλους του, με αποτέλεσμα να γίνουν αυτοί οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί πιστοί που έλαβαν το άγιο πνεύμα ως κληρονόμοι της Βασιλείας. Όταν επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, ο Πέτρος χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την αντίδραση ορισμένων που διαφώνησαν με αυτή την ενέργεια, αλλά τους καθησύχασε παρουσιάζοντας αποδείξεις ότι είχε ενεργήσει κατόπιν ουράνιας κατεύθυνσης.—Πρ 10:1–11:18· παράβαλε Ματ 16:19.
Πιθανώς γύρω στο ίδιο έτος (36 Κ.Χ.), ο Παύλος έκανε την πρώτη του επίσκεψη στην Ιερουσαλήμ ως άτομο που είχε μεταστραφεί στη Χριστιανοσύνη και απόστολος. Πήγε να “επισκεφτεί τον Κηφά [Πέτρο]” και έμεινε μαζί του 15 ημέρες, κατά τις οποίες είδε και τον Ιάκωβο (τον ετεροθαλή αδελφό του Ιησού), αλλά κανέναν άλλον από τους αρχικούς αποστόλους.—Γα 1:18, 19· βλέπε ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Απόστολοι Εκκλησιών).
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, το 44 Κ.Χ. ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ εκτέλεσε τον απόστολο Ιάκωβο και, όταν είδε ότι αυτό ευχαρίστησε τους Ιουδαίους ηγέτες, συνέλαβε και τον Πέτρο. (Πρ 12:1-4) Η εκκλησία έκανε “εντατικά προσευχή” για τον Πέτρο και ο άγγελος του Ιεχωβά τον απελευθέρωσε από τη φυλακή (και από σχεδόν βέβαιο θάνατο). Αφού εξιστόρησε τη θαυματουργική απελευθέρωσή του σε όσους βρίσκονταν στο σπίτι του Ιωάννη Μάρκου, ο Πέτρος τούς ζήτησε να αναφέρουν τα γεγονότα στον «Ιάκωβο και στους αδελφούς», και έπειτα «ταξίδεψε σε άλλον τόπο».—Πρ 12:5-17· παράβαλε Ιωα 7:1· 11:53, 54.
Αργότερα εμφανίζεται στην αφήγηση των Πράξεων παρευρισκόμενος στη σύναξη των “αποστόλων και των πρεσβυτέρων” στην Ιερουσαλήμ η οποία εξέταζε το ζήτημα της περιτομής των Εθνικών που μεταστρέφονταν στη Χριστιανοσύνη, και η οποία έλαβε χώρα πιθανώς το έτος 49 Κ.Χ. Έπειτα από αρκετή αντιλογία, ο Πέτρος σηκώθηκε και έδωσε μαρτυρία για την πολιτεία του Θεού με τους Εθνικούς πιστούς. Το γεγονός ότι «ολόκληρο το πλήθος σώπασε» αποδεικνύει πόσο ισχυρή ήταν η επιχειρηματολογία του και, πιθανώς, με πόσο σεβασμό επίσης τον αντιμετώπιζαν. Ο Πέτρος, όπως ο Παύλος και ο Βαρνάβας που μίλησαν κατόπιν, στην ουσία κατέθεσε ως μάρτυρας ενώπιον της σύναξης. (Πρ 15:1-29) Αναφερόμενος προφανώς σε αυτό το γεγονός, ο Παύλος χαρακτήρισε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη «εξέχοντες άντρες», «οι οποίοι φαίνονταν ότι είναι στύλοι» στην εκκλησία.—Γα 2:1, 2, 6-9.
Από το όλο υπόμνημα είναι φανερό ότι ο Πέτρος, αν και ήταν σαφώς πολύ επιφανής και αξιοσέβαστος, δεν είχε τα πρωτεία έναντι των υπόλοιπων αποστόλων με την έννοια ότι—ή με βάση το ότι—είχε διοριστεί σε ανώτερο αξίωμα ή θέση. Ως εκ τούτου, όταν το έργο του Φιλίππου στη Σαμάρεια καρποφόρησε, η αφήγηση αναφέρει ότι οι απόστολοι, ενεργώντας προφανώς σαν ένα σώμα, “απέστειλαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη” στη Σαμάρεια. (Πρ 8:14) Ο Πέτρος δεν έμενε μόνιμα στην Ιερουσαλήμ, σαν να ήταν η παρουσία του ζωτικής σημασίας για την κατάλληλη διακυβέρνηση της Χριστιανικής εκκλησίας. (Πρ 8:25· 9:32· 12:17· βλέπε επίσης ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ· ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ.) Υπηρετούσε δραστήρια στην Αντιόχεια της Συρίας το ίδιο διάστημα που ήταν εκεί ο Παύλος, και σε κάποια περίπτωση ο Παύλος έκρινε απαραίτητο να ελέγξει τον Πέτρο (Κηφά) «πρόσωπο με πρόσωπο . . . μπροστά σε όλους», επειδή ο Πέτρος ντρεπόταν να τρώει με Εθνικούς Χριστιανούς και να έχει άλλες παρόμοιες επαφές μαζί τους, λόγω της παρουσίας ορισμένων Ιουδαίων Χριστιανών που είχαν έρθει από τον Ιάκωβο, από την Ιερουσαλήμ.—Γα 2:11-14.
Περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τη θέση του Πέτρου στη Χριστιανική εκκλησία υπάρχουν στο λήμμα ΒΡΑΧΟΣ. Η άποψη ότι ο Πέτρος βρισκόταν στη Ρώμη και ότι ήταν κεφαλή τής εκεί εκκλησίας δεν στηρίζεται παρά σε αμφίβολες παραδόσεις και δεν εναρμονίζεται με τις Γραφικές ενδείξεις. Σχετικά με αυτό, καθώς και με τη διαμονή του Πέτρου στη Βαβυλώνα και τη συγγραφή των δύο επιστολών του από εκεί, βλέπε ΠΕΤΡΟΥ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ).
-
-
Πέτρου (Επιστολές)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΟΥ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ)
Δύο θεόπνευστες επιστολές των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, γραμμένες από τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος συστήνεται ως ο συγγραφέας στην εισαγωγή της καθεμιάς. (1Πε 1:1· 2Πε 1:1· παράβαλε 2Πε 3:1.) Επιπρόσθετες εσωτερικές αποδείξεις πιστοποιούν με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι ο Πέτρος ήταν ο συγγραφέας. Ο ίδιος αναφέρει ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της μεταμόρφωσης του Ιησού Χριστού, προνόμιο που είχαν αποκλειστικά ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. (2Πε 1:16-18· Ματ 17:1-9) Επίσης, όπως γίνεται φανερό από τα εδάφια Ιωάννης 21:18, 19, μόνο ο Πέτρος θα μπορούσε να πει: «Η απέκδυση της σκηνής μου θα γίνει σύντομα, όπως μου υποδήλωσε και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός». (2Πε 1:14) Η διαφορά στο ύφος των δύο επιστολών μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι ο Πέτρος χρησιμοποίησε τον Σιλουανό (Σίλα) για να γράψει την πρώτη επιστολή, αλλά, προφανώς, όχι και τη δεύτερη. (1Πε 5:12) Και οι δύο ήταν καθολικές επιστολές, που όπως φαίνεται απευθύνονταν τόσο στους Ιουδαίους όσο και στους μη Ιουδαίους Χριστιανούς. Η πρώτη επιστολή απευθύνεται συγκεκριμένα σε όσους ήταν στον Πόντο, στη Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και στη Βιθυνία—περιοχές της Μικράς Ασίας.—1Πε 1:1· 2:10· 2Πε 1:1· 3:1· παράβαλε Πρ 2:5, 9, 10.
Οι επιστολές του Πέτρου βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με άλλα βιβλία της Αγίας Γραφής, εξαίροντας την ορθή διαγωγή και τις ανταμοιβές της, και παραθέτοντας από αυτά ως τον αυθεντικό Λόγο του Θεού. Περιέχουν παραθέσεις από τη Γένεση (18:12· 1Πε 3:6), την Έξοδο (19:5, 6· 1Πε 2:9), το Λευιτικό (11:44· 1Πε 1:16), τους Ψαλμούς (34:12-16· 118:22· 1Πε 3:10-12· 2:7), τις Παροιμίες (11:31 [Ο΄]· 26:11· 1Πε 4:18· 2Πε 2:22) και τον Ησαΐα (8:14· 28:16· 40:6-8· 53:5· 1Πε 2:8· 2:6· 1:24, 25· 2:24). Καταδεικνύεται ότι οι Γραφικές προφητείες είναι προϊόν του πνεύματος του Θεού. (2Πε 1:20, 21· παράβαλε 2Τι 3:16.) Επαναλαμβάνεται η υπόσχεση του Θεού για νέους ουρανούς και νέα γη. (2Πε 3:13· Ησ 65:17· 66:22· Απ 21:1) Οι παράλληλες περικοπές ανάμεσα στη δεύτερη επιστολή του Πέτρου (2:4-18· 3:3) και στην επιστολή του Ιούδα (5-13, 17, 18) δείχνουν προφανώς ότι ο μαθητής Ιούδας αποδεχόταν τη δεύτερη επιστολή του Πέτρου ως θεόπνευστη. Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι ο Πέτρος συγκατατάσσει τις επιστολές του αποστόλου Παύλου στις «υπόλοιπες Γραφές».—2Πε 3:15, 16.
Χρόνος Συγγραφής. Από τον τόνο των επιστολών συνάγεται πως η συγγραφή τους έλαβε χώρα προτού ξεσπάσει ο διωγμός του Νέρωνα το 64 Κ.Χ. Το γεγονός ότι ο Μάρκος ήταν μαζί με τον Πέτρο φαίνεται να τοποθετεί το χρόνο συγγραφής της πρώτης επιστολής ανάμεσα στο 62 και στο 64 Κ.Χ. (1Πε 5:13) Νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της πρώτης φυλάκισης του αποστόλου Παύλου στη Ρώμη (περ. 59-61 Κ.Χ.), ο Μάρκος ήταν εκεί, και όταν ο Παύλος φυλακίστηκε για δεύτερη φορά στη Ρώμη (περ. 65 Κ.Χ.), ζήτησε να έρθουν κοντά του ο Τιμόθεος και ο Μάρκος. (Κολ 4:10· 2Τι 4:11) Πιθανώς, ο Πέτρος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του λίγο καιρό μετά την πρώτη, δηλαδή γύρω στο 64 Κ.Χ.
Γράφτηκαν από τη Βαβυλώνα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου του Πέτρου, την πρώτη του επιστολή την έγραψε όταν βρισκόταν στη Βαβυλώνα. (1Πε 5:13) Ενδέχεται να έγραψε από εκεί και τη δεύτερη επιστολή του. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν σαφώς ότι το όνομα «Βαβυλώνα» αναφέρεται στην πόλη του Ευφράτη και όχι στη Ρώμη, όπως έχουν ισχυριστεί μερικοί. Εφόσον “τα καλά νέα για τους περιτμημένους” ήταν εμπιστευμένα στον Πέτρο, είναι αναμενόμενο ότι αυτός θα υπηρετούσε σε κάποιο κέντρο του Ιουδαϊσμού, όπως η Βαβυλώνα. (Γα 2:7-9) Στην αρχαία πόλη της Βαβυλώνας και στα περίχωρά της κατοικούσαν πολλοί Ιουδαίοι. Η Εγκυκλοπαίδεια Τζουντάικα ([Encyclopaedia Judaica] Ιερουσαλήμ, 1971, Τόμ. 15, στ. 755), πραγματευόμενη την εκπόνηση του Βαβυλωνιακού Ταλμούδ, αναφέρεται στις «μεγάλες Ιουδαϊκές ακαδημίες της Βαβυλώνας» οι οποίες υφίσταντο κατά τα χρόνια της Κοινής Χρονολογίας. Εφόσον ο Πέτρος έγραψε στους «προσωρινούς κατοίκους τους διασκορπισμένους [σε πραγματικές τοποθεσίες, παραδείγματος χάρη] στον Πόντο, στη Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και στη Βιθυνία» (1Πε 1:1), έπεται λογικά ότι και η «Βαβυλώνα», όπου γράφτηκε η επιστολή, ήταν η πραγματική τοποθεσία που φέρει αυτό το όνομα. Η Αγία Γραφή δεν περιέχει καμιά ένδειξη για το ότι με τη λέξη «Βαβυλώνα» εννοείται ειδικά η Ρώμη ούτε αναφέρει ότι ο Πέτρος βρέθηκε ποτέ στη Ρώμη.
Ο πρώτος που ισχυρίστηκε ότι ο Πέτρος υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Ρώμη ήταν ο Διονύσιος, επίσκοπος της Κορίνθου το δεύτερο ήμισυ του δεύτερου αιώνα. Νωρίτερα, ο Κλήμης της Ρώμης, αν και μνημονεύει μαζί τον Παύλο και τον Πέτρο, τονίζει ότι μόνο ο απόστολος Παύλος κήρυξε και στην Ανατολή και στη Δύση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο Πέτρος ουδέποτε πήγε στη Δύση. Εφόσον, όπως φαίνεται, ο άγριος διωγμός των Χριστιανών από τη ρωμαϊκή κυβέρνηση (υπό τον Νέρωνα) δεν είχε αρχίσει ακόμη, ο Πέτρος δεν είχε κανέναν λόγο να συγκαλύψει την ταυτότητα της Ρώμης χρησιμοποιώντας άλλο όνομα. Όταν ο Παύλος έγραψε στους Ρωμαίους, στέλνοντας χαιρετισμούς σε πολλούς στη Ρώμη ονομαστικά, παρέλειψε τον Πέτρο. Αν ο Πέτρος ήταν εξέχων επίσκοπος εκεί, θα ήταν απίθανο να τον παραλείψει. Επίσης, το όνομα του Πέτρου δεν συμπεριλαμβάνεται στα ονόματα εκείνων που στέλνουν χαιρετισμούς μέσω των επιστολών τις οποίες έγραψε ο Παύλος από τη Ρώμη—Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, 2 Τιμόθεο, Φιλήμονα, Εβραίους.
Πρώτη Επιστολή του Πέτρου. Οι Χριστιανοί στους οποίους απηύθυνε ο απόστολος Πέτρος την πρώτη του επιστολή αντιμετώπιζαν σοβαρές δοκιμασίες. (1Πε 1:6) Επιπρόσθετα, “το τέλος όλων των πραγμάτων” είχε πλησιάσει—προφανώς το τέλος του Ιουδαϊκού συστήματος πραγμάτων που είχε προείπει ο Ιησούς. (Παράβαλε Μαρ 13:1-4· 1Θε 2:14-16· Εβρ 9:26.) Επομένως, ήταν καιρός να “αγρυπνούν σε σχέση με τις προσευχές”. (1Πε 4:7· παράβαλε Ματ 26:40-45.) Χρειάζονταν επίσης ενθάρρυνση για να υπομείνουν πιστά—αυτήν ακριβώς την ενθάρρυνση που τους έδωσε ο απόστολος Πέτρος.
Επανειλημμένα, ο Πέτρος υπενθύμισε στους συγχριστιανούς του τις ευλογίες που απολάμβαναν. Χάρη στο έλεος του Θεού, τους είχε δοθεί μια νέα γέννηση σε μια ζωντανή ελπίδα, για την οποία μπορούσαν να ευφραίνονται. (1Πε 1:3-9) Είχαν αγοραστεί με το πολύτιμο αίμα του Χριστού. (1Πε 1:18, 19) Μέσω της διευθέτησης του βαφτίσματος, είχαν αποκτήσει αγαθή συνείδηση την οποία θα εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν αν ζούσαν σε αρμονία με τα όσα συμβόλιζε το βάφτισμά τους στο νερό. (1Πε 3:21–4:6) Ως ζωντανές πέτρες, οικοδομούνταν πάνω στον Χριστό Ιησού για να γίνουν πνευματικός οίκος ή ναός. Ήταν «εκλεγμένο γένος, βασιλικό ιερατείο, άγιο έθνος, λαός για ειδική ιδιοκτησία».—1Πε 2:4-10.
Ο Πέτρος κατέδειξε ότι οι Χριστιανοί, λαμβανομένων υπόψη των όσων είχε κάνει ο Θεός και ο Γιος του για χάρη τους, είχαν βάσιμους λόγους να υπομένουν παθήματα και να διακρατούν καλή διαγωγή. Έπρεπε να αναμένουν ότι θα υφίσταντο παθήματα, διότι «ακόμη και ο Χριστός πέθανε μία φορά για πάντα σχετικά με αμαρτίες, ένας δίκαιος για αδίκους». (1Πε 3:17, 18) Αυτή καθαυτή η συμμετοχή στα παθήματα του Χριστού ήταν πηγή χαράς, καθώς το αποτέλεσμα θα ήταν αγαλλίαση κατά την αποκάλυψη της δόξας του Χριστού. Αν κάποιος ονειδιζόταν για το όνομα του Χριστού, αυτό αποτελούσε απόδειξη ότι είχε το πνεύμα του Θεού. (1Πε 4:12-14) Το αποτέλεσμα των ίδιων των δοκιμασιών ήταν πίστη δοκιμασμένης ποιότητας, η οποία ήταν απαραίτητη για τη σωτηρία. (1Πε 1:6-9) Επιπλέον, υπομένοντας πιστά, θα συνέχιζαν να γεύονται το ενδιαφέρον του Θεού. Αυτός θα τους έκανε σταθερούς και ισχυρούς.—1Πε 5:6-10.
Ωστόσο, όπως τόνισε ο Πέτρος, οι Χριστιανοί δεν θα έπρεπε να υποφέρουν ποτέ ως παραβάτες του νόμου. (1Πε 4:15-19) Θα έπρεπε να έχουν υποδειγματική διαγωγή, με την οποία θα κατασίγαζαν τα λόγια της άγνοιας εναντίον τους. (1Πε 2:12, 15, 16) Αυτό περιλάμβανε κάθε πτυχή της ζωής του Χριστιανού—τη σχέση του με τις κυβερνητικές εξουσίες, με τον κύριό του, με τα μέλη της οικογένειάς του και με τους Χριστιανούς αδελφούς του. (1Πε 2:13–3:9) Σήμαινε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιεί τα όργανα της ομιλίας με κατάλληλο τρόπο, διακρατώντας αγαθή συνείδηση (1Πε 3:10-22) και παραμένοντας αλώβητος από τις μολυσματικές συνήθειες των εθνών. (1Πε 4:1-3) Μέσα στην εκκλησία, οι πρεσβύτεροι που υπηρετούσαν ως ποιμένες δεν έπρεπε να καταδυναστεύουν τα πρόβατα, αλλά να επιτελούν το έργο τους με τη θέλησή τους και πρόθυμα. Οι νεότεροι έπρεπε να υποτάσσονται στους γεροντότερους. (1Πε 5:1-5) Όλοι οι Χριστιανοί έπρεπε να είναι φιλόξενοι, να επιδιώκουν να εποικοδομούν ο ένας τον άλλον, να έχουν έντονη αγάπη ο ένας για τον άλλον και να είναι περιζωσμένοι με ταπεινοφροσύνη.—1Πε 4:7-11· 5:5.
Δεύτερη Επιστολή του Πέτρου. Ο σκοπός για τον οποίο έγραψε ο Πέτρος τη δεύτερη επιστολή του ήταν να βοηθήσει τους Χριστιανούς να καταστήσουν βέβαιη την κλήση και την εκλογή τους, καθώς επίσης να μην παρασυρθούν από ψευδοδιδασκάλους και ασεβείς ανθρώπους μέσα στην ίδια την εκκλησία. (2Πε 1:10, 11· 3:14-18) Οι Χριστιανοί παροτρύνονται να έχουν πίστη, αρετή, γνώση, εγκράτεια, υπομονή, θεοσεβή αφοσίωση, αδελφική στοργή και αγάπη (2Πε 1:5-11), και νουθετούνται να δίνουν προσοχή στο θεόπνευστο «προφητικό λόγο». (2Πε 1:16-21) Στην επιστολή αναφέρονται παραδείγματα κρίσεων που εκτέλεσε ο Ιεχωβά στο παρελθόν εναντίον ασεβών ανθρώπων προκειμένου να καταδειχτεί ότι όσοι εγκαταλείπουν το δρόμο της δικαιοσύνης δεν θα ξεφύγουν από την οργή του Θεού. (2Πε 2:1-22) Παρά τα όσα μπορεί να λένε οι εμπαίκτες στις «τελευταίες ημέρες», η έλευση της ημέρας του Ιεχωβά—ημέρα κατά την οποία θα εκτελεστούν οι ασεβείς—είναι τόσο αναμφισβήτητη όσο και η τιμωρία που υπέστη ο κόσμος των ημερών του Νώε. Επίσης, η υπόσχεση του Θεού για νέους ουρανούς και νέα γη είναι βέβαιη και πρέπει να μας παρακινεί να καταβάλλουμε επιμελείς προσπάθειες προκειμένου να βρεθούμε άψογοι από την άποψη του Θεού.—2Πε 3:1-18.
[Πλαίσιο στη σελίδα 658]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Επιστολή που παροτρύνει τους Χριστιανούς να αγρυπνούν και να υπομένουν πιστά παρά τις δοκιμασίες
Γράφτηκε στη Βαβυλώνα από τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος χρησιμοποίησε ως γραμματέα τον Σιλουανό, περίπου το 62-64 Κ.Χ.
Οι Χριστιανοί πρέπει να ενεργούν με τρόπο αντάξιο της υπέροχης ελπίδας τους
Στους «εκλεγμένους» έχει δοθεί μια ζωντανή ελπίδα, μια άφθαρτη κληρονομιά στον ουρανό (1:1-5)
Έχουν πίστη στον Ιησού Χριστό για τη σωτηρία των ψυχών τους—κάτι για το οποίο εκδήλωσαν έντονο ενδιαφέρον οι προφήτες της αρχαιότητας, ακόμη και οι άγγελοι (1:8-12)
Ως εκ τούτου, πρέπει να περιζώσουν τη διάνοιά τους για δραστηριότητα· πρέπει να απορρίψουν τις προηγούμενες επιθυμίες τους, να είναι άγιοι και να συμπεριφέρονται με θεοσεβή φόβο και αδελφική αγάπη (1:13-25)
Πρέπει να αναπτύξουν λαχτάρα για το «γάλα του λόγου» ώστε να αυξηθούν προς σωτηρία (2:1-3)
Αποτελούν πνευματικό οίκο, άγιο ιερατείο, οικοδομημένο πάνω στο θεμέλιο του Χριστού· ως εκ τούτου, πρέπει να προσφέρουν πνευματικές θυσίες ευπρόσδεκτες στον Θεό (2:4-8)
Ως λαός για ειδική ιδιοκτησία, διακηρύττουν εκτεταμένα τις αρετές του Θεού τους και συμπεριφέρονται με τρόπο που τον τιμάει (2:9-12)
Οι σχέσεις με τους συνανθρώπους πρέπει να βασίζονται σε θεϊκές αρχές
Να είστε υποτακτικοί στους ανθρώπινους άρχοντες· να αγαπάτε τους αδελφούς· να φοβάστε τον Θεό (2:13-17)
Οι οικιακοί υπηρέτες πρέπει να υποτάσσονται στους κυρίους τους ακόμη και αν εκείνοι είναι παράλογοι· ο Ιησούς έθεσε καλό παράδειγμα υπομονετικής εγκαρτέρησης στο κακό (2:18-25)
Οι γυναίκες πρέπει να υποτάσσονται στους συζύγους τους· αν ο σύζυγος δεν είναι ομόπιστος, η καλή διαγωγή της γυναίκας μπορεί να τον κερδίσει (3:1-6)
Οι άντρες πρέπει να αποδίδουν τιμή στις συζύγους τους «ως πιο αδύναμο σκεύος» (3:7)
Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν κατανόηση για τους άλλους, μη ανταποδίδοντας κακό αντί κακού, αλλά επιδιώκοντας ειρήνη (3:8-12)
Το τέλος όλων των πραγμάτων έχει πλησιάσει, γι’ αυτό και οι Χριστιανοί πρέπει να είναι σώφρονες και να αγρυπνούν σε σχέση με τις προσευχές, πρέπει να έχουν έντονη αγάπη ο ένας για τον άλλον και να χρησιμοποιούν τα χαρίσματά τους για να τιμούν τον Θεό (4:7-11)
Οι πρεσβύτεροι πρέπει να είναι πρόθυμοι να ποιμαίνουν το ποίμνιο του Θεού· οι νεαροί πρέπει να υποτάσσονται στους γεροντότερους· όλοι πρέπει να εκδηλώνουν ταπεινοφροσύνη (5:1-5)
Η πιστή εγκαρτέρηση στα παθήματα αποφέρει ευλογίες
Οι Χριστιανοί μπορούν να ευφραίνονται ακόμη και όταν αντιμετωπίζουν οδυνηρές δοκιμασίες, εφόσον θα γίνει φανερή η ποιότητα της πίστης τους (1:6, 7)
Δεν πρέπει να υποφέρουν λόγω αδικοπραγίας· αν υποφέρουν για χάρη της δικαιοσύνης, πρέπει να δοξάζουν τον Θεό και να μην ντρέπονται· αυτός είναι καιρός κρίσης (3:13-17· 4:15-19)
Ο Χριστός υπέφερε και πέθανε ως σάρκα για να μας οδηγήσει στον Θεό· ως εκ τούτου, δεν ζούμε πλέον σύμφωνα με σαρκικές επιθυμίες—ακόμη και αν οι σαρκικοί άνθρωποι μας κακομεταχειρίζονται επειδή είμαστε διαφορετικοί (3:18–4:6)
Αν ένας Χριστιανός υπομένει τις δοκιμασίες πιστά, θα συμμετάσχει στη μεγάλη αγαλλίαση κατά την αποκάλυψη του Ιησού, αλλά επίσης θα είναι βέβαιος ότι έχει το πνεύμα του Θεού τώρα (4:12-14)
Ο καθένας ας ταπεινωθεί κάτω από το χέρι του Θεού και ας ρίξει τις ανησυχίες του πάνω Του· ας ταχθεί εναντίον του Σατανά, με την πεποίθηση ότι ο ίδιος ο Θεός θα κάνει ισχυρούς τους υπηρέτες Του (5:6-10)
[Πλαίσιο στη σελίδα 659]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Επιστολή που παροτρύνει τους Χριστιανούς να αγωνίζονται και να προσκολλώνται στον προφητικό λόγο· περιέχει δυναμικές προειδοποιήσεις σχετικά με την αποστασία
Γράφτηκε πιθανώς από τη Βαβυλώνα γύρω στο 64 Κ.Χ.
Οι Χριστιανοί πρέπει να αγωνίζονται και να εμπιστεύονται στον προφητικό λόγο
Ο Θεός έχει χαρίσει όλα τα πράγματα που αφορούν τη ζωή και τη θεοσεβή αφοσίωση· οι Χριστιανοί πρέπει να ανταποκριθούν αγωνιζόμενοι να αναπτύξουν πίστη, αρετή, γνώση, εγκράτεια, υπομονή, θεοσεβή αφοσίωση, αδελφική στοργή και αγάπη—ιδιότητες που θα τους κάνουν δραστήριους και καρποφόρους (1:1-15)
Οι Χριστιανοί πρέπει να δίνουν προσοχή στο θεόπνευστο προφητικό λόγο· όταν ο Πέτρος είδε τον Ιησού να μεταμορφώνεται και άκουσε τον Θεό να μιλάει πάνω στο βουνό, ο προφητικός λόγος έγινε βεβαιότερος (1:16-21)
Να φυλάγεστε από τους ψευδοδιδασκάλους και από άλλα διεφθαρμένα άτομα· η ημέρα του Ιεχωβά έρχεται
Ψευδοδιδάσκαλοι θα παρεισφρήσουν στην εκκλησία, εισάγοντας καταστροφικές αιρέσεις (2:1-3)
Είναι βέβαιο ότι ο Ιεχωβά θα κρίνει αυτούς τους αποστάτες, ακριβώς όπως έκρινε τους ανυπάκουους αγγέλους, τον ασεβή κόσμο των ημερών του Νώε και τις πόλεις των Σοδόμων και των Γομόρρων (2:4-10)
Τέτοιου είδους ψευδοδιδάσκαλοι καταφρονούν την εξουσία, κηλιδώνουν το καλό όνομα των Χριστιανών με υπερβολές και ανηθικότητα, δελεάζουν τους αδύναμους και υπόσχονται ελευθερία ενώ οι ίδιοι είναι δούλοι της διαφθοράς (2:10-19)
Αυτοί είναι σε χειρότερη κατάσταση τώρα από ό,τι ήταν όταν δεν γνώριζαν για τον Ιησού Χριστό (2:20-22)
Να προσέχετε τους εμπαίκτες στις τελευταίες ημέρες οι οποίοι θα χλευάζουν το άγγελμα για την υποσχεμένη παρουσία του Ιησού· αυτοί ξεχνούν ότι ο Θεός που σκοπεύει να καταστρέψει αυτό το σύστημα πραγμάτων έχει ήδη καταστρέψει τον προκατακλυσμιαίο κόσμο (3:1-7)
Μην εκλαμβάνετε εσφαλμένα την υπομονή του Θεού ως αργοπορία—ο Θεός είναι υπομονετικός επειδή θέλει να μετανοήσουν οι άνθρωποι· εντούτοις, αυτό το σύστημα πραγμάτων εξάπαντος θα καταστραφεί στην ημέρα του Ιεχωβά και εξάπαντος θα αντικατασταθεί από δίκαιους νέους ουρανούς και δίκαιη νέα γη (3:8-13)
Οι Χριστιανοί πρέπει να κάνουν το καλύτερο που μπορούν για να είναι «ακηλίδωτοι και άψογοι και με ειρήνη»· τότε δεν θα παροδηγηθούν από ψευδοδιδασκάλους, αλλά θα αυξάνουν σε παρ’ αξία καλοσύνη και γνώση του Χριστού (3:14-18)
-
-
ΠετροχελίδονοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΕΤΡΟΧΕΛΙΔΟΝΟ
[εβρ., σις].
Ένα από τα ταχύτερα ιπτάμενα πουλιά, που συνήθως επιτυγχάνει ταχύτητες μεγαλύτερες των 100 χλμ./ώ. και έχει την ικανότητα να επιταχύνει ξαφνικά φτάνοντας ή ξεπερνώντας ίσως και τα 200 χλμ./ώ. Χτυπάει με μεγάλη ένταση και φαινομενικά ακούραστα τις μακριές, λεπτές, δρεπανοειδείς φτερούγες του καθώς εφορμά και επιτίθεται στα έντομα, τα οποία καταβροχθίζει εν πτήσει. Από τις τέσσερις ποικιλίες πετροχελίδονου που συναντώνται στο Ισραήλ, το πετροχελίδονο των Άλπεων (κύψελος ο άλπειος [Apus melba]) είναι το μεγαλύτερο και ξεχωρίζει από το λευκό κάτω μέρος του. Είναι το πρώτο από τα αποδημητικά πετροχελίδονα που εμφανίζονται στην Παλαιστίνη μόλις μπαίνει η άνοιξη, ενώ λίγο αργότερα ακολουθούν τεράστια σμήνη κοινών πετροχελίδονων (κύψελος ο άπους [Apus apus]). Χτίζουν τις φωλιές τους σε σκοτεινά μέρη, συνήθως κάτω από το γείσο κάποιας σκεπής, και μερικές φορές μέσα σε κουφάλες δέντρων ή στις πλευρές των βράχων. Τις κατασκευάζουν με χόρτα και πούπουλα τα οποία μετατρέπουν σε συμπαγή μάζα με το κολλώδες σάλιο που παράγουν οι ειδικοί αδένες τους. Είναι φανερό ότι, λόγω του σχεδιασμού των ποδιών του, το πετροχελίδονο δεν μπορεί να περπατάει ή να κάθεται πάνω σε κλαδιά. Γι’ αυτό, συλλαμβάνει όλη την τροφή του και μαζεύει όλα τα υλικά για τη φωλιά του εν πτήσει, μάλιστα πίνει και νερό πετώντας ξυστά πάνω από την υδάτινη επιφάνεια. Για να αναπαυτεί, στηρίζεται σε κάθετες επιφάνειες. Η φωνή του πετροχελίδονου έχει κάπως λυπητερή, μελαγχολική χροιά.
Το ότι η εβραϊκή λέξη σις προσδιορίζει το πετροχελίδονο φαίνεται από το γεγονός ότι αυτό το πουλί έχει την ίδια ονομασία και στην αραβική γλώσσα. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι αυτή η ονομασία υποδηλώνει έναν ορμητικό ήχο, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι αποδίδει τη διαπεραστική κραυγή, σι-σι-σι, που βγάζει το πετροχελίδονο.
Όταν ο Εζεκίας ανέρρωσε από την ασθένειά του, είπε στα πλαίσια μιας στοχαστικής ποιητικής σύνθεσης ότι “τερέτιζε σαν το πετροχελίδονο”—προφανώς με μελαγχολικό ύφος. Επίσης, ο προφήτης Ιερεμίας χρησιμοποίησε το αποδημητικό πετροχελίδονο ως παράδειγμα όταν επέπληξε το λαό του Ιούδα επειδή δεν διέκριναν τον καιρό της κρίσης του Θεού.—Ησ 38:14· Ιερ 8:7.
-
-
ΠηγάδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΑΔΙ
Η εβραϊκή λέξη μπε’έρ, η οποία μεταφράζεται «πηγάδι», υποδηλώνει συνήθως έναν λάκκο ή μια τρύπα που έχει ανοιχτεί στο έδαφος για να αντληθεί νερό από ένα φυσικό απόθεμα. Η λέξη μπε’έρ εμφανίζεται (με τη μορφή Βηρ-) σε διάφορα τοπωνύμια, όπως Βηρ-λαχαΐ-ροΐ (Γε 16:14), Βηρ-σαβεέ (Γε 21:14), Βηρ (Αρ 21:16-18) και Βηρ-αιλίμ (Ησ 15:8). Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να σημαίνει «λάκκος» (Γε 14:10), ενώ στα εδάφια Ψαλμός 55:23 (“λάκκος”) και 69:15 («πηγάδι») φαίνεται ότι υποδηλώνει τον τάφο. Χρησιμοποιείται μεταφορικά αναφερόμενη σε μια σύζυγο ή μια αγαπημένη γυναίκα. (Παρ 5:15· Ασμ 4:15) Και στο εδάφιο Παροιμίες 23:27, όπου η αλλοεθνής γυναίκα παρομοιάζεται με στενό πηγάδι, μπορεί να υπονοείται ότι το να βγάλει κανείς νερό από ένα τέτοιο πηγάδι παρουσιάζει συχνά δυσκολίες, επειδή οι πήλινες στάμνες σπάζουν εύκολα προσκρούοντας στα τοιχώματά του.—Βλέπε ΠΗΓΗ.
Σε χώρες με μεγάλη περίοδο ξηρασίας, ιδιαίτερα στις ερημικές περιοχές, τα πηγάδια είχαν από πολύ παλιά μεγάλη σπουδαιότητα. Στην αρχαιότητα, η μη εξουσιοδοτημένη χρήση των πηγαδιών φαίνεται ότι θεωρούνταν καταπάτηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. (Αρ 20:17, 19· 21:22) Η λειψυδρία και η κοπιαστική εργασία που απαιτούνταν για το σκάψιμο των πηγαδιών τα καθιστούσαν πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που δημιουργούνταν βίαιες διαμάχες και έριδες για την κατοχή τους. Γι’ αυτόν το λόγο ο πατριάρχης Αβραάμ, σε κάποια περίπτωση, κατοχύρωσε επίσημα το γεγονός ότι ήταν ο ιδιοκτήτης ενός πηγαδιού στη Βηρ-σαβεέ. (Γε 21:25-31· 26:20, 21) Μετά το θάνατό του, όμως, οι Φιλισταίοι αψήφησαν τα δικαιώματα του γιου και κληρονόμου του, του Ισαάκ, και έφραξαν αυτά ακριβώς τα πηγάδια που είχαν σκάψει οι υπηρέτες του Αβραάμ.—Γε 26:15, 18.
Τα πηγάδια περιβάλλονταν συχνά από τοιχία και ήταν σκεπασμένα με μια μεγάλη πέτρα, ασφαλώς για να μην μπαίνει μέσα χώμα και για να μην πέφτουν σε αυτά ζώα και άνθρωποι. (Γε 29:2, 3· Εξ 2:15, 16) Κοντά σε μερικά πηγάδια υπήρχαν ποτίστρες ή αυλάκια για το πότισμα κατοικίδιων ζώων. (Γε 24:20· Εξ 2:16-19) Σε όλους τους λόφους της Παλαιστίνης έσκαβαν πηγάδια στον ασβεστόλιθο, και πολλές φορές λάξευαν στο βράχο σκαλοπάτια που οδηγούσαν κάτω στο νερό. Σε μερικά πηγάδια, αυτός που ήθελε να βγάλει νερό κατέβαινε και απλώς βουτούσε ένα σκεύος κατευθείαν μέσα στο νερό. Ωστόσο, από τις πολύ βαθιές πηγές συνήθως ανέβαζαν το νερό με δερμάτινο δοχείο (Αρ 24:7) ή με πήλινη στάμνα (Γε 24:16) δεμένη με σχοινί.—Βλέπε ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ.
-
-
ΠήγανοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΑΝΟ
[ελλ. κείμενο, πήγανον].
Η κοινή ποικιλία πήγανου (ρυτή η βαρύοσμος [Ruta graveolens]) είναι ένας πολυετής μικρός θάμνος με δυνατή οσμή, ο οποίος έχει τριχωτούς βλαστούς και φτάνει σε ύψος περίπου το 1 μ. Έχει γκριζοπράσινα φύλλα και κίτρινες ταξιανθίες. Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, το πήγανο μπορεί να καλλιεργούνταν στην Παλαιστίνη για ιατρική χρήση και ως καρύκευμα.
Αυτό το φυτό μνημονεύεται μόνο στο εδάφιο Λουκάς 11:42 σε συσχετισμό με τη σχολαστική απόδοση των δεκάτων από τους Φαρισαίους. Αντί για «πήγανο», η παράλληλη αφήγηση του εδαφίου Ματθαίος 23:23 έχει τη λέξη «άνηθο», την οποία αναφέρει και ένα χειρόγραφο του τρίτου αιώνα (P45) στο εδάφιο Λουκάς 11:42.
-
-
ΠηγήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΗ
Γενικά η λέξη αυτή αναφέρεται σε μια φυσική έξοδο νερού (Εξ 15:27), σε αντίθεση με τα πηγάδια και τις στέρνες τα οποία ήταν συνήθως αποτέλεσμα εκσκαφής. (Γε 26:15) Επίσης χρησιμοποιείται αναφορικά με την προέλευση και άλλων πραγμάτων εκτός από το νερό. Δύο εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «πηγή» είναι η λέξη ‛άγιν (κατά κυριολεξία, «μάτι») και η συγγενική λέξη μα‛γιάν. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η αντίστοιχη λέξη πηγή. Εφόσον οι πηγές κατά καιρούς καθαρίζονταν και εκβαθύνονταν, αυτό ίσως εξηγεί γιατί οι λέξεις «πηγή» και «πηγάδι» εναλλάσσονται μερικές φορές για την ίδια παροχή νερού.—Γε 16:7, 14· 24:11, 13· Ιωα 4:6, 12· βλέπε ΠΗΓΑΔΙ· ΣΤΕΡΝΑ.
Ο Μωυσής περιέγραψε την Υποσχεμένη Γη στους Ισραηλίτες ως γη με «πηγές και υδάτινα βάθη που ξεχύνονται στο λεκανοπέδιο και στην ορεινή περιοχή». (Δευ 8:7) Οι πηγές αφθονούν στην Παλαιστίνη, καθώς κατά μέσο όρο υπάρχουν έξι ή εφτά πηγές για κάθε 100 τ. χλμ. περίπου. Επειδή τα βουνά του Ιούδα και του Εφραΐμ αποτελούνται κυρίως από πορώδεις βράχους, τα νερά των χειμωνιάτικων βροχών εισχωρούν με ευκολία σε μεγάλο βάθος. Τελικά, φτάνουν σε ένα αδιάβροχο στρώμα του υπεδάφους, ρέουν κατά μήκος του και στη συνέχεια επανεμφανίζονται ως πηγές στη δυτική πλευρά της Κοιλάδας του Ιορδάνη και στη δυτική όχθη της Νεκράς Θαλάσσης, ενώ ένα μέρος τους εισρέει και μέσα στη Νεκρά Θάλασσα υπογείως. Πολλές από τις πηγές που εκβάλλουν κατευθείαν μέσα στη Νεκρά Θάλασσα και στον κατώτερο ρου του Ιορδάνη είναι θερμές. Δυτικά της οροσειράς τα νερά ξεπροβάλλουν ως πηγές στην ανατολική πλευρά της επιμήκους παράκτιας πεδιάδας, μολονότι κάποιο μέρος των νερών καταλήγει υπογείως στη Μεσόγειο. Μερικές πηγές, όπως αυτές που περιβάλλουν την Ιερουσαλήμ και τη Χεβρών, αναβλύζουν ακόμη και στις κορυφές των βουνών της Παλαιστίνης ή κοντά σε αυτές. Οι πολυάριθμες πηγές που δημιουργούνται από το χιόνι το οποίο λιώνει στην οροσειρά του Λιβάνου και στο Όρος Αερμών τροφοδοτούν με νερό τον Λιτάνι, τον Ιορδάνη και τους ποταμούς της Δαμασκού.
Η σπουδαιότητα των πηγών γίνεται φανερή από τα πολλά τοπωνύμια που άρχιζαν με το συνθετικό «Εν», το οποίο σημαίνει «πηγή». (Ιη 15:62· 17:11· 1Βα 1:9· βλέπε ΑΕΙΝ.) Οι κωμοπόλεις και τα χωριά χτίζονταν συχνά κοντά σε πηγές, εφόσον οι περισσότεροι «ποταμοί» της Παλαιστίνης είναι στην πραγματικότητα χείμαρροι που ξεραίνονται τους καλοκαιρινούς μήνες. Για λόγους άμυνας, οι πόλεις χτίζονταν γενικά σε υψώματα, και ως εκ τούτου οι πηγές ήταν πολλές φορές έξω από τα τείχη των πόλεων, σε χαμηλότερες κοιλάδες. Αυτό το γεγονός καθιστούσε την προστασία του αποθέματος νερού ζωτικής σημασίας. Κατασκευάζονταν αγωγοί που μετέφεραν το νερό από την πηγή του κατευθείαν μέσα στην πόλη. Ο Βασιλιάς Εζεκίας έφτιαξε έναν τέτοιον αγωγό για να φέρει τα νερά της Γιών στην Πόλη του Δαβίδ. (2Βα 20:20· 2Χρ 32:30) Σε άλλες περιπτώσεις, μυστικές διαβάσεις ή σήραγγες οδηγούσαν στην πηγή, εξασφαλίζοντας άφθονη προμήθεια νερού στους κατοίκους της πόλης ακόμη και σε περίπτωση πολιορκίας. Όταν έγινε η εισβολή των Ασσυρίων στον Ιούδα, ο Εζεκίας έφραξε τις πηγές έξω από την Ιερουσαλήμ για να μην έχουν νερό οι εισβολείς.—2Χρ 32:2-4· βλέπε ΕΖΕΚΙΑΣ Αρ. 1 (Οικοδομικά Έργα και Επιτεύγματα Μηχανικής)· ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιεχωβά εδραίωσε «τις πηγές των υδάτινων βαθών». (Παρ 8:28· Γε 7:11) Ο ίδιος προσδιορίζεται επίσης ως η Πηγή της ζωής, η Πηγή του ζωντανού νερού και η Πηγή του Ισραήλ. (Ψλ 36:9· Ιερ 2:13· Ψλ 68:26) Ο Γιος του ο Ιησούς Χριστός δίνει νερό που γίνεται μέσα στον αποδέκτη «πηγή νερού που θα αναβλύζει για να μεταδίδει αιώνια ζωή». (Ιωα 4:14) Ο Ιωήλ προείπε προφητικά ότι, αφού τα έθνη πατηθούν σαν σε πατητήρι στην Κοιλάδα του Ιωσαφάτ, θα αναβλύσει από τον οίκο του Ιεχωβά μια αναζωογονητική πηγή.—Ιωλ 3:12, 13, 18.
Τονίζοντας πόσο σπουδαία είναι η σωστή χρήση της γλώσσας, ο Ιάκωβος ρωτάει τους Χριστιανούς, οι οποίοι θα πρέπει να προσφέρουν το νερό της ζωής: «Μήπως μια πηγή κάνει το γλυκό και το πικρό να αναβλύζουν από το ίδιο άνοιγμα;»—Ιακ 3:11.
Ο Ιησούς σταμάτησε την «πηγή του αίματος» μιας γυναίκας που υπέφερε από ροή αίματος επί 12 χρόνια, γιατρεύοντάς την. (Μαρ 5:25-29) Η λέξη «πηγή» χρησιμοποιείται επίσης για να υποδηλώσει μια πηγή σεξουαλικής ικανοποίησης.—Παρ 5:18.
Για πληροφορίες σχετικά με την Πύλη της Πηγής, βλέπε ΠΥΛΗ.
-
-
Πηγή του ΙακώβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ
Το «πηγάδι» ή η «πηγή» όπου ο Ιησούς Χριστός, ενώ ξεκουραζόταν, συνομίλησε με μια Σαμαρείτισσα. (Ιωα 4:5-30) Πιστεύεται ότι πρόκειται για το Μπιρ Γιακούμπ (Μπεέρ Γιαακόβ), το οποίο βρίσκεται περίπου 2,5 χλμ. ΝΑ της σημερινής Ναμπλούς, όχι μακριά από το Τελλ Μπαλάτα—την τοποθεσία της Συχέμ. Η πηγή του Ιακώβ είναι ένα βαθύ πηγάδι, η στάθμη νερού του οποίου δεν ανεβαίνει ποτέ μέχρι την επιφάνεια. Μετρήσεις που έγιναν το 19ο αιώνα δείχνουν ότι το βάθος του πηγαδιού είναι περίπου 23 μ. Το πλάτος του είναι περίπου 2,5 μ., αν και στενεύει στην κορυφή. Επειδή το πηγάδι είναι συνήθως ξερό από τα τέλη Μαΐου περίπου μέχρι τις φθινοπωρινές βροχές, μερικοί προβάλλουν την άποψη ότι τα νερά του είναι προϊόν βροχών και κατείσδυσης. Άλλοι, όμως, πιστεύουν ότι το πηγάδι τροφοδοτείται παράλληλα από πηγές, γι’ αυτό και μπορούσε να ονομάζεται επίσης πηγή.
Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει άμεσα ότι ο Ιακώβ ήταν αυτός που έσκαψε το πηγάδι. Ωστόσο, δείχνει ότι ο Ιακώβ είχε στην ιδιοκτησία του κάποια γη σε αυτή την περιοχή. (Γε 33:18-20· Ιη 24:32· Ιωα 4:5) Επίσης, η Σαμαρείτισσα είπε στον Ιησού ότι ο «Ιακώβ . . . μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα κοπάδια του». (Ιωα 4:12) Επομένως, ο Ιακώβ πιθανότατα έσκαψε ο ίδιος το πηγάδι ή έβαλε άλλους να το σκάψουν για λογαριασμό του, ίσως για να έχει αρκετό νερό το μεγάλο σπιτικό του και τα κοπάδια του, ώστε να αποτραπούν τα προβλήματα με τους γείτονές του οι οποίοι αναμφίβολα είχαν ήδη στην κατοχή τους τα άλλα αποθέματα νερού στην περιοχή. Ή ίσως να χρειαζόταν κάποιο καλύτερο και πιο σταθερό απόθεμα νερού όταν τα άλλα πηγάδια στην περιοχή στέρευαν.
-
-
Πηγή του Μεγάλου ΦιδιούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΦΙΔΙΟΥ
Η εβραϊκή έκφραση μεταδίδει την ιδέα μιας πηγής ή ενός πηγαδιού κάποιου χερσαίου ή θαλάσσιου τέρατος, και μεταφράζεται με διάφορους τρόπους: «πηγάδι του δράκοντα» (KJ, Le, ΒΑΜ, ΛΧ), «Πηγάδι του Φιδιού» (AT), «πηγή του φιδιού» (Ro), «Πηγή του Μεγάλου Φιδιού» (ΜΝΚ). Ωστόσο, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει πηγή τῶν συκῶν.
Αυτή η πηγή νερού βρισκόταν στη διαδρομή που ακολούθησε ο Νεεμίας την πρώτη φορά κατά την οποία επιθεώρησε τα γκρεμισμένα τείχη της Ιερουσαλήμ. (Νε 2:12, 13) Εφόσον αυτό το όνομα δεν εμφανίζεται ξανά στις Γραφές, η εν λόγω πηγή ή πηγάδι—αν αναφέρεται αλλού—πρέπει να μνημονεύεται με διαφορετική ονομασία. Συνήθως υποστηρίζεται ότι η εναλλακτική ονομασία ήταν Εν-ρογήλ. Αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να ισχύει, διότι αν και η Εν-ρογήλ βρίσκεται αρκετά πιο χαμηλά στην Κοιλάδα Κιδρόν, η αφήγηση λέει απλώς ότι ο Νεεμίας πέρασε «μπροστά από την Πηγή», πράγμα που θα μπορούσε να σημαίνει ότι πέρασε από τη γωνία του τείχους η οποία ήταν αντίκρυ στην Εν-ρογήλ, από όπου μπορούσε να δει την πηγή ενώ ταυτόχρονα βρισκόταν αρκετά μακριά της.—Βλέπε ΕΝ-ΡΟΓΗΛ.
-
-
ΠηδάλιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΔΑΛΙΟ
Βασικό εξάρτημα του συστήματος διεύθυνσης ενός πλοίου. Τα πηδάλια των αρχαίων ιστιοφόρων ποίκιλλαν σε τύπο και αριθμό. Μερικά ιστιοφόρα είχαν ένα μόνο κουπί πηδαλιουχίας. Συνήθως, όμως, τα ελληνικά και τα ρωμαϊκά πλοία είχαν δύο κωπήρη πηδάλια στην πρύμνη, καθένα από τα οποία μπορούσαν πιθανότατα να το χειρίζονται ανεξάρτητα από το άλλο μέσω ενός σκαρμού (ενός ανοίγματος στην κουπαστή του πλοίου). Όταν το σκάφος αγκυροβολούσε, κρατούσαν τα πηδάλια έξω από το νερό δένοντάς τα με σχοινιά ή με ιμάντες.
Με «πηδάλια» («κωπήρη πηδάλια», NE) διηύθυναν το πλοίο στο οποίο επέβαινε ο Παύλος ταξιδεύοντας προς τη Ρώμη και το οποίο ναυάγησε στη Μάλτα. Έκοψαν τις άγκυρες, και προτού σηκώσουν το πανί της πλώρης, έλυσαν τα σχοινιά, ελευθερώνοντας τα πηδάλια ώστε να μπορέσουν οι ναύτες να κατευθύνουν το πλοίο προς την ακρογιαλιά.—Πρ 27:40.
Ο Ιάκωβος (3:4, 5) δείχνει την τεράστια δύναμη που έχει η γλώσσα να ελέγχει την κατεύθυνση που ακολουθεί ολόκληρο το σώμα κάποιου, παραβάλλοντάς την με το συγκριτικά μικρό πηδάλιο ενός μεγάλου πλοίου.
-
-
Πήλινο ΘραύσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΛΙΝΟ ΘΡΑΥΣΜΑ
Κομμάτι σπασμένου κεραμικού σκεύους. Η εβραϊκή λέξη χέρες, μολονότι μερικές φορές προσδιορίζει ένα πήλινο σκεύος ή μια πήλινη φιάλη που δεν έχει σπάσει (Αρ 5:17· Ιερ 19:1), ίσως είναι συγγενική μιας αραβικής λέξης που σημαίνει «ξύνω» ή «γρατζουνάω», οπότε μπορεί να υποδηλώνει κάτι τραχύ, όπως ένα πήλινο θραύσμα. Όταν ο Σατανάς πάταξε τον Ιώβ με «μεγάλα κακοήθη σπυριά» από την κορυφή του κεφαλιού του μέχρι τα πέλματα των ποδιών του, εκείνος «πήρε ένα κομμάτι από πήλινο αγγείο για να ξύνεται». (Ιωβ 2:7, 8) Επίσης, σχετικά με τον Λευιάθαν αναφέρεται: «Σαν αιχμηρά κομμάτια από πήλινο αγγείο είναι τα κάτω μέρη του».—Ιωβ 41:1, 30.
Οι αρχαίοι Έλληνες περιέγραφαν με τη λέξη ὄστρακον (την οποία χρησιμοποιεί η Μετάφραση των Εβδομήκοντα στο εδάφιο Ιώβ 2:8) τα θραύσματα των αγγείων πάνω στα οποία κατέγραφαν την ψήφο τους.
Αρχαιολογικές Ανακαλύψεις. Τα πήλινα θραύσματα είναι τα πολυπληθέστερα αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών σε αρχαίες τοποθεσίες. Στο παρελθόν μπορεί να χρησιμοποιούνταν, μεταξύ άλλων, για να μαζεύει κανείς τη στάχτη ή για να παίρνει νερό. (Ησ 30:14) Ωστόσο, χρησίμευαν ιδιαίτερα ως φτηνή γραφική ύλη στην Αίγυπτο, στη Μεσοποταμία και σε άλλα μέρη της αρχαίας Μέσης Ανατολής. Λόγου χάρη, θραύσματα αγγείων χρησιμοποιήθηκαν για τις πασίγνωστες Επιστολές της Λαχείς, οι οποίες περιέχουν επανειλημμένα το θεϊκό όνομα Ιεχωβά με τη μορφή του Τετραγράμματου (ΓΧΒΧ). Στην Αίγυπτο, οι αρχαιολόγοι έχουν βρει πολυάριθμα κομμάτια ασβεστόλιθου και θραύσματα αγγείων με ιχνογραφήματα και επιγραφές γραμμένες με μελάνι (συνήθως σε ρέουσα ιερογλυφική γραφή), τα οποία πολλοί τοποθετούν κατά προσέγγιση μεταξύ του 16ου και του 11ου αιώνα Π.Κ.Χ., πράγμα που σημαίνει ότι μερικά ίσως ανάγονται στις ημέρες του Μωυσή και της δουλείας των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο. Ορισμένα από αυτά τα ενεπίγραφα θραύσματα περιέχουν ιστορίες, ποιήματα, ύμνους και τα παρόμοια, πιθανότατα δε κάποια από αυτά τα κείμενα γράφτηκαν ως σχολικά μαθήματα. Όπως φαίνεται, τα θραύσματα των αγγείων χρησίμευαν γενικότερα ως γραφική ύλη—όπως τα σημειωματάρια και άλλα φύλλα χαρτιού σήμερα—για να καταγράφονται λογαριασμοί, πωλήσεις, γαμήλια συμβόλαια, μηνύσεις και πολλά άλλα.
Εξήντα και πλέον όστρακα που έφεραν επιγραφές με μελάνι σε παλαιοεβραϊκή γραφή ανακαλύφτηκαν στα ερείπια του βασιλικού ανακτόρου στη Σαμάρεια. Φαίνεται ότι πρόκειται για αρχεία της παραγωγής των αμπελιών, και πολλά ίσως χρονολογούνται από την εποχή του Ιεροβοάμ Β΄. Περιέχουν τοπωνύμια και προσωπικά ονόματα, μερικά δε από τα τελευταία περιλαμβάνουν ως συνθετικό τους τα ονόματα Βάαλ, Ελ και Ιεχωβά.
Τα ελληνικά όστρακα που βρέθηκαν στην Αίγυπτο περιλαμβάνουν διαφόρων ειδών έγγραφα, κυρίως αποδείξεις είσπραξης φόρων. Τα όστρακα αυτά βοηθούν αρκετά στην κατανόηση της ελληνικής που μιλούσε εκεί ο κοινός λαός κατά την πτολεμαϊκή, τη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή εποχή, γι’ αυτό και έχουν κάποια αξία για τις μελέτες της Κοινής Ελληνικής την οποία χρησιμοποίησαν οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Είκοσι ελληνικά όστρακα που βρέθηκαν στην Άνω Αίγυπτο φέρουν εγχάρακτα αποσπάσματα των τεσσάρων Ευαγγελίων και χρονολογούνται πιθανότατα από τον έβδομο αιώνα Κ.Χ.
Χρήση σε Παραβολές. Τα πήλινα θραύσματα χρησιμοποιούνται επίσης με μεταφορική χροιά στις Γραφές. Ο Δαβίδ, όντας στενοχωρημένος και περικυκλωμένος από εχθρούς, είπε σε έναν ψαλμό αναφερόμενο προφητικά στα παθήματα του Μεσσία: «Η δύναμή μου ξεράθηκε σαν κομμάτι από πήλινο αγγείο». (Ψλ 22:11-15) Τα πήλινα αντικείμενα ξεραίνονταν πολύ με το ψήσιμο, και όταν ένα τέτοιο σκεύος γινόταν κομμάτια, φαινόταν πόσο εύθρυπτο ήταν.
Προφανώς, οι μέθοδοι σμάλτωσης ήταν διαδεδομένες στις ημέρες του Βασιλιά Σολομώντα, διότι το εδάφιο Παροιμίες 26:23 αναφέρει: «Σαν ασημένιο σμάλτο που επικαλύπτει ένα κομμάτι από πήλινο αγγείο είναι χείλη ένθερμα με κακή καρδιά». Όπως το «ασημένιο σμάλτο» κρύβει το πήλινο αγγείο που καλύπτει, έτσι και τα «ένθερμα χείλη» μπορούν να αποκρύψουν την «κακή καρδιά» όταν η φιλία είναι μόνο προσποιητή.
Ο Ιεχωβά προειδοποίησε την Οολιβά (Ιερουσαλήμ) ότι θα γέμιζε από μέθη και λύπη, πίνοντας το ποτήρι που είχε πιει η αδελφή της, η Οολά (Σαμάρεια). Ο Ιούδας θα έπινε ολόκληρο αυτό το συμβολικό ποτήρι, καθώς οι κρίσεις του Θεού θα εκτελούνταν πλήρως πάνω του. Έτσι λοιπόν, μέσω του Ιεζεκιήλ, ο Θεός είπε: «Θα το πιεις και θα το στραγγίσεις, και τα σπασμένα πήλινα κομμάτια του θα τα μασήσεις».—Ιεζ 23:4, 32-34.
Το ότι είναι άκρως ανόητο να διατυπώνει ο άνθρωπος παράπονα εναντίον του Θεού και να βρίσκει λάθη στο θεϊκό τρόπο ενέργειας καταδεικνύεται με τα λόγια: «Αλίμονο σε εκείνον που έρχεται σε διαμάχη με τον Πλάστη του, όπως ένα πήλινο θραύσμα με τα άλλα πήλινα θραύσματα της γης! Θα πει ο πηλός σε αυτόν που τον πλάθει: “Τι φτιάχνεις;” Και το επίτευγμά σου θα πει: “Αυτός δεν έχει χέρια”;»—Ησ 45:9, 13.
-
-
ΠηλόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΛΟΣ
Λεπτόκοκκο, φυσικό υλικό της γης, μαλακό και εύπλαστο όταν είναι υγρό, αλλά σκληρό όταν είναι ξερό, ειδικά αν έχει ξεραθεί στη φωτιά. Αποτελείται κυρίως από ένυδρο πυριτικό αργίλιο. Η εβραϊκή λέξη χόμερ υποδηλώνει τον “πηλό” του αγγειοπλάστη (Ησ 41:25), τον “πηλό” κάτω από τη σφραγίδα (Ιωβ 38:14), τον “πηλό” των δρόμων (Ησ 10:6), το «κονίαμα» ανάμεσα στους πλίθους (Γε 11:3) και, μεταφορικά, τον άνθρωπο ως «πηλό» στα χέρια του Πλάστη του, του Ιεχωβά Θεού (Ησ 45:9· παράβαλε Ιωβ 10:9). Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η λέξη πηλός του πρωτότυπου κειμένου αναφέρεται στον «πηλό» του αγγειοπλάστη (Ρω 9:21) και στο νωπό «πηλό» με τον οποίο ο Ιησούς θεράπευσε έναν τυφλό (Ιωα 9:6, 11, 14, 15· βλέπε επίσης ΤΥΦΛΩΣΗ), ενώ η λέξη κεραμικός προσδιορίζει τα «πήλινα» σκεύη που φτιάχνει ο αγγειοπλάστης.—Απ 2:27.
Στους κάμπους του Ισραήλ υπάρχει άφθονος πηλός, ο οποίος στους Βιβλικούς χρόνους χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή αγγείων και πλίθων. (Ιερ 18:4, 6· Εξ 1:14· Να 3:14· βλέπε ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ.) Επειδή ο πηλός επιδέχεται αποτύπωση όταν είναι νωπός την οποία και διατηρεί αναλλοίωτη όταν ξεραθεί, χρησίμευε στην κατασκευή πήλινων πινακίδων και στη σφράγιση εγγράφων και επιστολών. Με πηλό σφραγίζονταν τα αγγεία του κρασιού, ενώ σε πήλινα σκεύη διαφυλάττονταν διάφορα πολύτιμα έγγραφα, όπως το συμβόλαιο του κτήματος του Ιερεμία. (Ιερ 32:14) Η διατήρηση των Ρόλων της Νεκράς Θαλάσσης οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις πήλινες στάμνες μέσα στις οποίες βρέθηκαν αυτοί.
Νύξη στη γαιώδη σύσταση του πηλού γίνεται σε εκφράσεις όπως «ο πηλός των δρόμων», “ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από πηλό” ή ο άνθρωπος “κατεβαίνει στον πηλό”. (Ιωβ 10:9· 30:19· 33:6· Ησ 10:6) Μια άλλη μεταφορική έννοια, συναφής με την έκφραση ότι ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από πηλό, είναι το ότι ο Ιεχωβά είναι ο Αγγειοπλάστης. (Ησ 29:16· 45:9· 64:8· Ρω 9:21) Ο πηλός, ακόμη και όταν σκληραίνει με το ψήσιμο, δεν είναι δυνατό υλικό, και ένα μείγμα σίδερου και πηλού είναι άχρηστο. (Δα 2:33-35, 41-43, 45) Ο πηλός προσφέρει λίγη ή καθόλου προστασία. (Ιωβ 4:19· 13:12· Ησ 41:25) Όντας κοινότατο αγαθό, έχει μηδαμινή εμπορική αξία.—Ιωβ 27:16.
-
-
ΠήχηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΗΧΗΣ
Μονάδα μέτρησης μήκους που αντιστοιχεί χονδρικά στην απόσταση από τον αγκώνα μέχρι την άκρη του μεσαίου δαχτύλου. (Δευ 3:11) Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν κατά κανόνα τον πήχη που αντιστοιχεί στα 44,5 εκ. περίπου, και οι υπολογισμοί σε αυτό το σύγγραμμα γίνονται με βάση αυτόν τον πήχη. Η Επιγραφή του Σιλωάμ, για παράδειγμα, αναφέρει ότι το μήκος της σήραγγας νερού που κατασκεύασε ο Βασιλιάς Εζεκίας ήταν 1.200 πήχεις. Σύμφωνα με σύγχρονες μετρήσεις, αυτή η σήραγγα έχει μήκος 533 μέτρα. Έτσι λοιπόν, υπολογίζοντας με βάση αυτούς τους αριθμούς, καταλήγουμε σε έναν πήχη 44,4 εκατοστών. Επίσης, πολλά κτίρια και κλειστοί χώροι που ανασκάφηκαν στην Παλαιστίνη μπορούν να μετρηθούν με ακέραια πολλαπλάσια αυτής της μονάδας, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι ο πήχης ήταν γύρω στα 44,5 εκ.
Προφανώς οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν και έναν μεγαλύτερο πήχη, ο οποίος ήταν κατά μία παλάμη (7,4 εκ.) μακρύτερος από τον «κοινό» πήχη. Αυτός ο μεγαλύτερος πήχης, μήκους περίπου 51,8 εκ., χρησιμοποιήθηκε στις μετρήσεις του ναού που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ. (Ιεζ 40:5) Πιθανόν να υπήρχε και μικρός πήχης, του οποίου το μήκος υπολογιζόταν σε 38 εκ. περίπου, μετρώντας από τον αγκώνα μέχρι τις αρθρώσεις των δαχτύλων της κλειστής παλάμης.—Κρ 3:16, υποσ.
-
-
ΠιαϊρώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΑΪΡΩΘ
(Πιαϊρώθ).
Η τελευταία τοποθεσία όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες προτού διασχίσουν την Ερυθρά Θάλασσα. (Αρ 33:7, 8) Αφού στρατοπέδευσαν «στην Εθάμ, στις παρυφές της ερήμου» (Εξ 13:20), ο Μωυσής έλαβε από τον Ιεχωβά Θεό την οδηγία να «γυρίσουν πίσω και να στρατοπεδεύσουν μπροστά στην Πιαϊρώθ, ανάμεσα στη Μιγδώλ και στη θάλασσα, απέναντι από τη Βάαλ-σεφών». (Εξ 14:1, 2) Αν γνωρίζαμε σήμερα πού βρισκόταν η Μιγδώλ και η Βάαλ-σεφών, δεν θα ήταν δύσκολο να προσδιορίσουμε τη θέση της Πιαϊρώθ. Ωστόσο, δεν το γνωρίζουμε αυτό, και οι απόπειρες που έχουν γίνει να συνδεθούν αυτά τα τοπωνύμια, καθώς και η ονομασία της Πιαϊρώθ, με ορισμένες τοποθεσίες κατά μήκος του αρχαίου ανατολικού συνόρου της Αιγύπτου είναι ποικίλες και αδιέξοδες. Γι’ αυτόν το λόγο, ορισμένα άλλα γεωγραφικά στοιχεία που περιέχει η ίδια η αφήγηση φαίνεται να είναι αυτά που παρέχουν την καλύτερη βάση για να πάρουμε κάποια ιδέα τού πού βρισκόταν η Πιαϊρώθ.
Η Πιαϊρώθ βρισκόταν κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα, σε ένα σημείο όπου η μόνη οδός διαφυγής από τις προελαύνουσες αιγυπτιακές δυνάμεις περνούσε μέσα από την ίδια τη θάλασσα. Σε εκείνο το σημείο η θάλασσα πρέπει να είχε αρκετό βάθος, ώστε να είναι δυνατόν να “χωριστούν στα δύο” τα νερά, δημιουργώντας ένα πέρασμα στη «μέση της θάλασσας», και να σχηματίσουν «τείχος» και στις δύο πλευρές. (Εξ 14:16, 21, 22) Καμιά τοποθεσία Β του Κόλπου του Σουέζ δεν θα μπορούσε να πληροί επαρκώς αυτές τις προϋποθέσεις. Είναι αλήθεια ότι πολλοί σύγχρονοι λόγιοι υποστηρίζουν τη θεωρία ότι η διάβαση έγινε στην περιοχή των ρηχών Πικρών Λιμνών, η οποία αρχίζει περίπου 25 χλμ. Β του Σουέζ. Ωστόσο, αυτή η άποψη συνδυάζεται είτε με άρνηση του θαυματουργικού χαρακτήρα της διάβασης (προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι διάβηκαν απλώς ένα έλος ή βάλτο) είτε με την αντίληψη ότι στην αρχαιότητα το βόρειο άκρο της Ερυθράς Θάλασσας έφτανε μέχρι πάνω, στην περιοχή των Πικρών Λιμνών, και ότι τα νερά εκεί είχαν πολύ μεγαλύτερο βάθος τότε, ενώ τα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι έχουν σημειωθεί ελάχιστες μεταβολές στο επίπεδο του νερού από τότε.
Γι’ αυτόν το λόγο, η εκδοχή που είχαν προωθήσει παλαιότεροι λόγιοι (του 19ου αιώνα) φαίνεται ότι εξακολουθεί να είναι αυτή που ταιριάζει καλύτερα με τα στοιχεία της Βιβλικής ιστορίας. Η Πιαϊρώθ βρίσκεται προφανώς στη στενή πεδιάδα που εκτείνεται στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του Τζέμπελ Άτακα, περίπου 20 χλμ. ΝΔ του Σουέζ. Θεωρείται ότι η διάβαση ξεκίνησε από το ακρωτήριο Ρας Άτακα και συνεχίστηκε διαμέσου του πυθμένα της θάλασσας ως τα περίχωρα της όασης Αγιούν Μούσα στην απέναντι ακτή. Ο πυθμένας σε αυτό το σημείο βαθαίνει σταδιακά και από τις δύο όχθες επειδή υπάρχουν αμμώδη αβαθή που εκτείνονται σε απόσταση 3 χλμ. από την κάθε πλευρά. Το μέγιστο βάθος νερού κοντά στο μέσο αυτής της διαδρομής είναι περίπου 15 μ. Η απόσταση ανάμεσα στις δύο όχθες είναι περίπου 10 χλμ., απόσταση που άφηνε επαρκή χώρο για να διασχίσουν τον πυθμένα οι πιθανόν τρία εκατομμύρια Ισραηλίτες, και συγχρόνως να περάσουν από τη θαυματουργική διάβαση και οι στρατιωτικές δυνάμεις του Φαραώ, στην προσπάθειά τους να προφτάσουν το πλήθος των Ισραηλιτών.—Βλέπε ΕΞΟΔΟΣ (Η Πορεία της Εξόδου).
Αυτή η άποψη συμπίπτει γενικά με την παράδοση που αναφέρει ο Ιώσηπος—Ιουδαίος ιστορικός του πρώτου αιώνα Κ.Χ.—ότι οι Ισραηλίτες, προτού περάσουν απέναντι, ήταν “αποκλεισμένοι ανάμεσα σε απρόσιτους γκρεμούς και στη θάλασσα”. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Β΄, 324 [xv, 3]) Επίσης, το γεγονός ότι το έθνος των Ισραηλιτών “γύρισε πίσω”, πηγαίνοντας από την Εθάμ στην τοποθεσία που περιγράφεται πιο πάνω, εναρμονίζεται καλά με την πρόβλεψη του Ιεχωβά ότι ο Φαραώ θα έλεγε για αυτούς: «Περιπλανιούνται στον τόπο σε κατάσταση σύγχυσης. Η έρημος τους έχει περικλείσει». (Εξ 14:3) Αυτό δεν θα μπορούσε να ισχύει για τοποθεσίες Β του Σουέζ. Η θέση της Πιαϊρώθ κοντά στο Τζέμπελ Άτακα αφήνει επίσης το περιθώριο για μια γρήγορη προέλαση των δυνάμεων του Φαραώ εναντίον των Ισραηλιτών που προσπαθούσαν να διαφύγουν, μέσω μιας πολυσύχναστης οδού από τη Μέμφιδα (που πιθανώς ήταν η πρωτεύουσα της Αιγύπτου εκείνη την εποχή) ως τη Χερσόνησο του Σινά.—Εξ 14:4-9.
Παρ’ όλο που αυτή η θέση της Πιαϊρώθ εναρμονίζεται με τα γεωγραφικά στοιχεία πρέπει να θεωρείται υποθετική μόνο, εξαρτώμενη από τυχόν μελλοντική επιβεβαίωση.
-
-
ΠιβεσέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΒΕΣΕΘ
(Πιβεσέθ) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Οίκος της [θεάς] Βαστίτ»].
Πόλη που αναφέρεται μαζί με την Ων (Ηλιούπολη) στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 30:17, σε μια προφητεία εναντίον της Αιγύπτου. Η απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα ταυτίζει την Πιβεσέθ με μια αρχαία πόλη της περιοχής του Δέλτα που ονομαζόταν Βούβαστις, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο Τελλ Μπάστα, περίπου 70 χλμ. ΒΒΑ του Καΐρου, κοντά στη σημερινή πόλη Ζαγκαζίγκ. Το όνομα της αρχαίας πόλης, όπως εμφανίζεται σε αιγυπτιακές επιγραφές, παρουσιάζει σαφή ομοιότητα με την εβραϊκή ονομασία Πιβεσέθ.
Η Πιβεσέθ, ή αλλιώς Βούβαστις, ήταν το κέντρο λατρείας της θεάς Βαστίτ ή Βαστ, μιας αιλουρόμορφης θεάς που συχνά παριστάνεται με κεφάλι γάτας. Η ύπαρξη ενός μεγάλου νεκροταφείου για γάτες κοντά στην πόλη πιστοποιεί την εξέχουσα θέση που κατείχε η λατρεία της εκεί. Κάθε χρόνο γινόταν προς τιμήν της Βαστίτ μια γιορτή η οποία προσέλκυε χιλιάδες προσκυνητές από όλα τα μέρη της χώρας.
Μολονότι η Πιβεσέθ ήταν η πρωτεύουσα του 18ου νομού της Κάτω Αιγύπτου, έφτασε στο απόγειο της πολιτικής της ακμής την εποχή των Λίβυων ηγεμόνων της Αιγύπτου η οποία άρχισε με τον Φαραώ Σισάκ, σύγχρονο του Σολομώντα και του Ροβοάμ. (1Βα 11:40· 14:25, 26) Η Πιβεσέθ ήταν βασιλική πόλη του Σισάκ. Η προφητεία του Ιεζεκιήλ αναφέρεται στην κατάκτηση της Αιγύπτου από τη Βαβυλώνα, κατά την οποία η Πιβεσέθ επρόκειτο να καταληφθεί. Αργότερα οι Πέρσες κατέστρεψαν την πόλη, και σήμερα απομένουν μόνο τα ερείπια της αρχαίας τοποθεσίας.
-
-
ΠίθηκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΘΗΚΟΣ
[εβρ., κωφ].
Οι πίθηκοι που εισήγαγε ο Βασιλιάς Σολομών ίσως ανήκαν σε ένα είδος μαϊμούδων με μακριά ουρά το οποίο, σύμφωνα με αρχαίους συγγραφείς, ήταν ιθαγενές της Αιθιοπίας. (1Βα 10:22· 2Χρ 9:21) Το ότι η εβραϊκή λέξη κωφ μπορεί να συγγενεύει με τη σανσκριτική λέξη κάπι, καθώς και το ότι τα παγώνια θεωρούνται ιθαγενή της νοτιοανατολικής Ασίας, έχει οδηγήσει κάποιους στο συμπέρασμα πως οι πίθηκοι μεταφέρονταν με το στόλο του Σολομώντα από την Ινδία ή τη Σρι Λάνκα. Εντούτοις, αυτά τα εισαγόμενα είδη δεν ήταν απαραίτητο να έρχονται απευθείας από τη χώρα προέλευσής τους ούτε από την ίδια περιοχή, αν λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με τις ενδείξεις, υπήρχαν εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Ινδίας και Αφρικής ακόμη και πριν από την εποχή του Σολομώντα.—Βλέπε ΘΑΡΣΕΙΣ Αρ. 4· ΠΑΓΩΝΙ.
-
-
ΠιθώμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΘΩΜ
(Πιθώμ) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Οίκος [Ναός] του Ατούμ»].
Η μία από τις δύο πόλεις αποθήκευσης που οικοδόμησαν οι υποδουλωμένοι Ισραηλίτες στην Αίγυπτο. Η άλλη ήταν η Ρααμσής. (Εξ 1:11) Η τοποθεσία της Πιθώμ δεν έχει προσδιοριστεί επακριβώς. Οι αρχαιολόγοι καταλήγουν σε κάποια συμπεράσματα επηρεασμένοι προφανώς από την επικρατούσα άποψη ότι ο Φαραώ της καταδυνάστευσης των Ισραηλιτών ήταν ο Ραμσής Β΄, άποψη η οποία δεν έχει στερεά θεμέλια.—Βλέπε ΡΑΑΜΣΗΣ, ΡΑΜΕΣΣΗΣ.
-
-
Πικρά ΧόρταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΚΡΑ ΧΟΡΤΑ
[εβρ., μερορίμ].
Μαζί με το ψητό αρνί και το άζυμο ψωμί, οι Ισραηλίτες έπρεπε να φάνε πικρά χόρτα τη νύχτα του Πάσχα (Εξ 12:8), και αυτή η διευθέτηση συνέχισε να ισχύει σε όλους τους μετέπειτα εορτασμούς του Πάσχα. (Αρ 9:11) Τίποτα το συγκεκριμένο δεν λέγεται για το είδος ή τα είδη των πικρών χόρτων. Προφανώς, ο σκοπός που εξυπηρετούσαν αυτά τα πικρά χόρτα ήταν να υπενθυμίζουν στους Ισραηλίτες την πικρή εμπειρία των δεσμών της Αιγύπτου.
Ο ίδιος εβραϊκός όρος (μερορίμ) εμφανίζεται στο εδάφιο Θρήνοι 3:15 και συνήθως αποδίδεται «πικρία» ή «πίκρες», μολονότι μερικοί διατείνονται ότι η ορθή μετάφραση θα ήταν «πικρά χόρτα» ώστε να υπάρχει αντιστοιχία με την αψιθιά που αναφέρεται στο ίδιο εδάφιο.
-
-
ΠιλάτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΛΑΤΟΣ
(Πιλάτος).
Ρωμαίος κυβερνήτης της Ιουδαίας στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού. (Λου 3:1) Αφότου ο Αρχέλαος, ο γιος του Ηρώδη του Μεγάλου, καθαιρέθηκε από εθνάρχης της Ιουδαίας, ο αυτοκράτορας διόριζε επάρχους για τη διακυβέρνηση της επαρχίας, και ο Πιλάτος ήταν προφανώς ο πέμπτος από αυτούς. Ο Τιβέριος τον διόρισε το 26 Κ.Χ., και η διακυβέρνησή του διήρκεσε δέκα χρόνια.
Λίγα πράγματα είναι γνωστά γύρω από το πρόσωπο του Πόντιου Πιλάτου. Η μοναδική περίοδος της ζωής του για την οποία υπάρχουν ιστορικά στοιχεία είναι το διάστημα κατά το οποίο διατέλεσε κυβερνήτης της Ιουδαίας. Η μόνη γνωστή επιγραφή που φέρει το όνομά του βρέθηκε το 1961 στην Καισάρεια. Αυτή αναφέρει επίσης το “Tiberieum”, ένα κτίριο που αφιέρωσε ο Πιλάτος προς τιμήν του Τιβέριου.
Ως εκπρόσωπος του αυτοκράτορα, ο κυβερνήτης ασκούσε απόλυτο έλεγχο στην επαρχία. Είχε την εξουσία να επιβάλλει τη θανατική ποινή, και σύμφωνα με την άποψη όσων υποστηρίζουν ότι το Σάνχεδριν μπορούσε να απαγγείλει θανατική ποινή, αυτό το Ιουδαϊκό δικαστήριο έπρεπε να εξασφαλίσει την επικύρωση από τον κυβερνήτη ώστε να ισχύει μια τέτοια καταδίκη. (Παράβαλε Ματ 26:65, 66· Ιωα 18:31.) Εφόσον η επίσημη κατοικία του Ρωμαίου άρχοντα βρισκόταν στην Καισάρεια (παράβαλε Πρ 23:23, 24), το κύριο σώμα του ρωμαϊκού στρατεύματος στάθμευε εκεί, ενώ μια μικρότερη δύναμη ήταν τοποθετημένη στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με το έθιμο, όμως, ο κυβερνήτης διέμενε στην Ιερουσαλήμ κατά τις εορταστικές περιόδους (όπως το Πάσχα) και έφερνε μαζί του στρατιωτικές ενισχύσεις. Η σύζυγος του Πιλάτου ήταν μαζί του στην Ιουδαία (Ματ 27:19), και αυτό συνέβαινε λόγω μιας προγενέστερης αλλαγής στην κυβερνητική πολιτική της Ρώμης όσον αφορά τους κυβερνήτες που βρίσκονταν σε επικίνδυνους διορισμούς.
Η θητεία του Πιλάτου στο αξίωμά του δεν υπήρξε ειρηνική. Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο, ο Πιλάτος ξεκίνησε άσχημα τις σχέσεις του με τους Ιουδαίους υπηκόους του. Έστειλε νύχτα στην Ιερουσαλήμ Ρωμαίους στρατιώτες που μετέφεραν λάβαρα με παραστάσεις του αυτοκράτορα. Αυτή η κίνηση προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια. Μια αντιπροσωπεία Ιουδαίων πήγε στην Καισάρεια με σκοπό να διαμαρτυρηθεί για τα λάβαρα και να ζητήσει την απομάκρυνσή τους. Έπειτα από πέντε ημέρες διαπραγματεύσεων, ο Πιλάτος προσπάθησε να εκφοβίσει όσους πρόβαλλαν αυτό το αίτημα απειλώντας τους με εκτέλεση από τους στρατιώτες του, αλλά η αποφασιστικότητα με την οποία εκείνοι αρνήθηκαν να υποχωρήσουν τον ανάγκασε να ικανοποιήσει το αίτημά τους.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 55-59 (iii, 1).
Ο Φίλων, ένας Ιουδαίος συγγραφέας του πρώτου αιώνα Κ.Χ. από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, περιγράφει μια κάπως παρόμοια ενέργεια του Πιλάτου η οποία προκάλεσε διαμαρτυρίες. Αυτή τη φορά επρόκειτο για κάποιες χρυσές ασπίδες που έφεραν τα ονόματα του Πιλάτου και του Τιβέριου, τις οποίες τοποθέτησε ο Πιλάτος στα διαμερίσματά του στην Ιερουσαλήμ. Οι Ιουδαίοι προσέφυγαν στον αυτοκράτορα στη Ρώμη, και ο Πιλάτος διατάχθηκε να μεταφέρει τις ασπίδες στην Καισάρεια.—Πρεσβεία προς Γάιον, XXXVIII, 299-305.
Ο Ιώσηπος αναφέρει άλλη μια αναταραχή. Για την κατασκευή ενός υδραγωγείου που θα έφερνε νερό στην Ιερουσαλήμ από απόσταση περίπου 40 χλμ., ο Πιλάτος χρησιμοποίησε χρήματα από το θησαυροφυλάκιο του ναού της Ιερουσαλήμ. Μεγάλα πλήθη διαμαρτυρήθηκαν για αυτή την ενέργεια όταν ο Πιλάτος επισκέφτηκε την πόλη. Ο Πιλάτος έβαλε μεταμφιεσμένους στρατιώτες να αναμειχθούν με το πλήθος και, όταν τους δόθηκε το σύνθημα, αυτοί επιτέθηκαν στον κόσμο, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό ορισμένων Ιουδαίων και το θάνατο άλλων. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 60-62 [iii, 2]· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 175-177 [ix, 4]) Όπως φαίνεται, το έργο ολοκληρώθηκε. Έχει διατυπωθεί πολλές φορές η άποψη ότι η συγκεκριμένη σύγκρουση είναι η περίπτωση κατά την οποία ο Πιλάτος “ανέμειξε το αίμα των Γαλιλαίων με τις θυσίες τους”, όπως αναγράφεται στο εδάφιο Λουκάς 13:1. Από αυτή την έκφραση φαίνεται ότι εκείνοι οι Γαλιλαίοι σφαγιάστηκαν μέσα στην περιοχή του ναού. Δεν υπάρχει τρόπος να καθορίσουμε κατά πόσον αυτό το περιστατικό σχετίζεται με εκείνο που περιγράφει ο Ιώσηπος ή πρόκειται για ξεχωριστή περίπτωση. Εντούτοις, εφόσον οι Γαλιλαίοι ήταν υπήκοοι του Ηρώδη Αντίπα, του περιφερειακού διοικητή της Γαλιλαίας, αυτή η σφαγή μπορεί, αν μη τι άλλο, να συντέλεσε στην έχθρα που υπήρχε μεταξύ του Πιλάτου και του Ηρώδη μέχρι την εποχή της δίκης του Ιησού.—Λου 23:6-12.
Η Δίκη του Ιησού. Την αυγή της 14ης Νισάν του 33 Κ.Χ. οι Ιουδαίοι ηγέτες έφεραν στον Πιλάτο τον Ιησού. Επειδή εκείνοι δεν έμπαιναν στο χώρο του ανακτόρου του Εθνικού άρχοντα, βγήκε ο Πιλάτος έξω σε αυτούς και τους ρώτησε ποια ήταν η κατηγορία εναντίον του Ιησού. Σύμφωνα με τις κατηγορίες τους, ο Ιησούς ήταν υπονομευτής, υποστήριζε τη μη πληρωμή των φόρων και έλεγε ότι ήταν βασιλιάς, ανταγωνιζόμενος έτσι τον Καίσαρα. Όταν τους ειπώθηκε να πάρουν τον Ιησού και να τον δικάσουν μόνοι τους, οι κατήγοροί του απάντησαν ότι δεν ήταν νόμιμο να σκοτώσουν αυτοί κανέναν. Τότε ο Πιλάτος πήρε τον Ιησού μέσα στο ανάκτορο και τον ανέκρινε σχετικά με τις κατηγορίες. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 741) Επιστρέφοντας στους κατηγόρους, ο Πιλάτος ανακοίνωσε ότι δεν έβρισκε κανένα σφάλμα στον κατηγορούμενο. Οι κατηγορίες συνεχίστηκαν και, όταν ο Πιλάτος έμαθε ότι ο Ιησούς ήταν από τη Γαλιλαία, τον έστειλε στον Ηρώδη Αντίπα. Ο Ηρώδης, δυσαρεστημένος επειδή ο Ιησούς αρνήθηκε να εκτελέσει κάποιο σημείο, τον υπέβαλε σε κακομεταχείριση και χλευασμό και τον έστειλε πίσω στον Πιλάτο.
Οι Ιουδαίοι ηγέτες και ο λαός συγκεντρώθηκαν και πάλι, και ο Πιλάτος κατέβαλε νέες προσπάθειες για να μην καταδικάσει έναν αθώο σε θάνατο, ρωτώντας το πλήθος αν ήθελαν να απελευθερωθεί ο Ιησούς σύμφωνα με το έθιμο που υπήρχε να ελευθερώνεται ένας φυλακισμένος σε κάθε γιορτή του Πάσχα. Αντίθετα, το πλήθος, παρακινούμενο από τους θρησκευτικούς του ηγέτες, κραύγασε να απελευθερωθεί ο Βαραββάς—ένας ληστής, δολοφόνος και στασιαστής. Οι επανειλημμένες προσπάθειες που έκανε ο Πιλάτος για να ελευθερώσει τον κατηγορούμενο είχαν ως μοναδικό αποτέλεσμα να δυναμώσουν οι φωνές οι οποίες ζητούσαν να κρεμαστεί ο Ιησούς στο ξύλο. Φοβούμενος ότι θα ξεσπούσε οχλαγωγία και επιζητώντας να κατευνάσει το πλήθος, ο Πιλάτος ενέδωσε στις επιθυμίες τους, πλένοντας τα χέρια του με νερό σαν να τα καθάριζε από την ενοχή αίματος. Κάποια στιγμή πριν από αυτό, η σύζυγος του Πιλάτου τον είχε πληροφορήσει για το ανησυχητικό όνειρό της σχετικά «με εκείνον το δίκαιο άντρα».—Ματ 27:19.
Στη συνέχεια ο Πιλάτος έβαλε να μαστιγώσουν τον Ιησού. Επίσης οι στρατιώτες τοποθέτησαν στο κεφάλι του ένα αγκάθινο στεφάνι και τον έντυσαν με βασιλική στολή. Και πάλι ο Πιλάτος εμφανίστηκε ενώπιον του πλήθους, επανέλαβε την κατηγορηματική του δήλωση ότι δεν είχε βρει καμιά ενοχή στον Ιησού και έφερε τον Ιησού έξω, ενώπιόν τους, με τη στολή του και το αγκάθινο στεφάνι. Όταν ο Πιλάτος φώναξε: «Να ο άνθρωπος!» οι ηγέτες του λαού επανέλαβαν την αξίωσή τους να κρεμαστεί στο ξύλο, αποκαλύπτοντας τώρα για πρώτη φορά την κατηγορία τους περί βλασφημίας. Ακούγοντάς τους να αναφέρουν ότι ο Ιησούς έκανε τον εαυτό του γιο του Θεού, ο Πιλάτος ανησύχησε ακόμη περισσότερο και πήρε τον Ιησού μέσα για περαιτέρω ανάκριση. Οι τελευταίες προσπάθειες που κατέβαλε για να τον απελευθερώσει έκαναν τους Ιουδαίους εναντιουμένους να προειδοποιήσουν τον Πιλάτο πως κινδύνευε να κατηγορηθεί ότι στρεφόταν εναντίον του Καίσαρα. Ακούγοντας αυτή την απειλή, ο Πιλάτος έφερε έξω τον Ιησού και κάθησε στη δικαστική έδρα. Όταν ο Πιλάτος φώναξε: «Να ο βασιλιάς σας!» αυτοί απλώς ξανάρχισαν να κραυγάζουν ζητώντας να κρεμαστεί εκείνος στο ξύλο και διακήρυξαν: «Δεν έχουμε βασιλιά εκτός από τον Καίσαρα». Τότε ο Πιλάτος τούς παρέδωσε τον Ιησού για να κρεμαστεί στο ξύλο.—Ματ 27:1-31· Μαρ 15:1-15· Λου 23:1-25· Ιωα 18:28-40· 19:1-16.
Ιουδαίοι συγγραφείς, όπως ο Φίλων, περιγράφουν τον Πιλάτο ως άκαμπτο, πείσμονα άνθρωπο. (Πρεσβεία προς Γάιον, XXXVIII, 301) Ωστόσο, οι πράξεις των ίδιων των Ιουδαίων μπορεί να ευθύνονταν σε μεγάλο βαθμό για τα σκληρά μέτρα που είχε πάρει εναντίον τους ο κυβερνήτης. Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι αφηγήσεις των Ευαγγελίων μάς παρέχουν επακριβή ενόραση όσον αφορά την ιδιοσυγκρασία αυτού του ανθρώπου. Ο τρόπος με τον οποίο προσέγγιζε τα πράγματα ήταν χαρακτηριστικός για έναν Ρωμαίο άρχοντα, ο δε λόγος του κοφτός και απερίφραστος. Ενώ εξωτερικά επιδείκνυε τη σκεπτικιστική στάση ενός κυνικού ατόμου, όπως στην περίπτωση που είπε: «Τι είναι αλήθεια;», εντούτοις εκδήλωσε φόβο, πιθανώς δεισιδαιμονικό φόβο, ακούγοντας ότι είχε να κάνει με κάποιον που ισχυριζόταν ότι ήταν γιος του Θεού. Αν και είναι φανερό ότι δεν ήταν υποχωρητικός χαρακτήρας, επέδειξε την έλλειψη ακεραιότητας που διακρίνει τους πολιτικούς. Ανησυχούσε πρωτίστως για τη θέση του, για το τι θα έλεγαν οι ανώτεροί του αν άκουγαν ότι συνέβησαν και άλλες ταραχές στην επαρχία του, και φοβόταν μήπως δώσει την εντύπωση ότι ήταν υπερβολικά ανεκτικός με εκείνους που κατηγορούνταν για στασιασμό. Ο Πιλάτος κατάλαβε ότι ο Ιησούς ήταν αθώος και ότι το κίνητρο των κατηγόρων του ήταν ο φθόνος. Παρ’ όλα αυτά, ενέδωσε στο πλήθος και τους παρέδωσε για σφαγή ένα αθώο θύμα αντί να διακινδυνεύσει κάποιο πλήγμα στην πολιτική του σταδιοδρομία.
Ως μέρος των “ανώτερων εξουσιών”, ο Πιλάτος ασκούσε εξουσία με την ανοχή του Θεού. (Ρω 13:1) Έφερε την ευθύνη της απόφασής του—ευθύνη που δεν μπορούσε να ξεπλύνει το νερό. Το όνειρο της συζύγου του είχε προφανώς θεϊκή προέλευση, όπως είχαν και ο σεισμός, το ασυνήθιστο σκοτάδι και το σκίσιμο της κουρτίνας που συνέβησαν εκείνη την ημέρα. (Ματ 27:19, 45, 51-54· Λου 23:44, 45) Το όνειρό της θα έπρεπε να είχε προειδοποιήσει τον Πιλάτο ότι δεν επρόκειτο για συνηθισμένη δίκη ούτε για συνηθισμένο κατηγορούμενο. Ωστόσο, όπως είπε ο Ιησούς, εκείνος που τον είχε παραδώσει στον Πιλάτο “είχε τη μεγαλύτερη ενοχή αμαρτίας”. (Ιωα 19:10, 11) Ο Ιούδας, ο οποίος πρωταρχικά πρόδωσε τον Ιησού, χαρακτηρίστηκε “γιος της καταστροφής”. (Ιωα 17:12) Όσοι Φαρισαίοι ήταν ένοχοι συνέργειας στην πλεκτάνη εναντίον της ζωής του Ιησού περιγράφηκαν ως “υποψήφιοι για τη Γέεννα”. (Ματ 23:15, 33· παράβαλε Ιωα 8:37-44.) Ιδιαίτερα ο αρχιερέας, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Σάνχεδριν, ήταν υπεύθυνος ενώπιον του Θεού για το ότι παρέδωσε τον Γιο του Θεού σε αυτόν τον Εθνικό άρχοντα για να καταδικαστεί σε θάνατο. (Ματ 26:63-66) Η ενοχή του Πιλάτου δεν ήταν ίση με τη δική τους, αλλά η πράξη του ήταν άκρως αξιόμεμπτη.
Η αντιπάθεια του Πιλάτου για τους υποκινητές αυτού του εγκλήματος φάνηκε προφανώς από την επιγραφή που είπε να βάλουν πάνω από τον κρεμασμένο Ιησού, η οποία τον προσδιόριζε ως “τον Βασιλιά των Ιουδαίων”, καθώς και από τον απότομο τρόπο με τον οποίο αρνήθηκε να την αλλάξει, λέγοντας: «Ό,τι έγραψα έγραψα». (Ιωα 19:19-22) Όταν ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία ζήτησε το νεκρό σώμα, ο Πιλάτος, αφού πρώτα επέδειξε επιμέλεια χαρακτηριστική Ρωμαίου αξιωματούχου με το να βεβαιωθεί ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός, ικανοποίησε το αίτημα. (Μαρ 15:43-45) Στην ανησυχία που εξέφρασαν οι πρωθιερείς και οι Φαρισαίοι ότι το σώμα θα μπορούσε να κλαπεί, εκείνος απάντησε κοφτά: «Έχετε φρουρά. Πηγαίνετε, ασφαλίστε τον όπως ξέρετε».—Ματ 27:62-65.
Καθαίρεση και Θάνατος. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι μεταγενέστερα η καθαίρεση του Πιλάτου ήταν αποτέλεσμα των καταγγελιών που έκαναν οι Σαμαρείτες στον αμέσως ανώτερο του Πιλάτου τον Βιτέλλιο, κυβερνήτη της Συρίας. Η καταγγελία αφορούσε το ότι ο Πιλάτος είχε διατάξει τη σφαγή ορισμένων Σαμαρειτών οι οποίοι, παρασυρμένοι από κάποιον απατεώνα, συγκεντρώθηκαν στο Όρος Γαριζίν ελπίζοντας να ανακαλύψουν ιερούς θησαυρούς που υποτίθεται ότι είχε κρύψει εκεί ο Μωυσής. Ο Βιτέλλιος διέταξε τον Πιλάτο να πάει στη Ρώμη και να εμφανιστεί ενώπιον του Τιβέριου, και τοποθέτησε στη θέση του τον Μάρκελλο. Ο Τιβέριος πέθανε το 37 Κ.Χ. ενόσω ο Πιλάτος ταξίδευε ακόμη για τη Ρώμη. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 85-87 [iv, 1]· ΙΗ΄, 88, 89 [iv, 2]) Η ιστορία δεν παρέχει αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με τα τελικά αποτελέσματα της δίκης του. Ο ιστορικός Ευσέβιος, που έζησε στα τέλη του τρίτου και στις αρχές του τέταρτου αιώνα, ισχυρίζεται ότι ο Πιλάτος υποχρεώθηκε να αυτοκτονήσει στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Γάιου (Καλιγούλα), διαδόχου του Τιβέριου.—Η Εκκλησιαστική Ιστορία, 2, 7, 1.
[Εικόνα στη σελίδα 665]
Επιγραφή που ανακαλύφτηκε στην Καισάρεια το 1961 και κατονομάζει τον Πόντιο Πιλάτο
-
-
Πιραθών, ΠιραθωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΡΑΘΩΝ
(Πιραθών), ΠΙΡΑΘΩΝΙΤΗΣ (Πιραθωνίτης) [Της (Από την) Πιραθών].
Η Πιραθών ήταν κωμόπολη του Εφραΐμ «στο βουνό του Αμαληκίτη». Προφανώς όποιος κατοικούσε στην Πιραθών ήταν γνωστός ως «Πιραθωνίτης», όπως ο Χιλέλ και αργότερα ο Βεναΐας, ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ο γιος του Χιλέλ, ο Κριτής Αβδών, θάφτηκε εκεί. (Κρ 12:13, 15· 2Σα 23:8, 30· 1Χρ 11:31· 27:14) Η Φαράτα, η οποία βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Δ της πιθανολογούμενης θέσης της Συχέμ, ταυτίζεται κατά μία πιθανή εκδοχή με την Πιραθών.
-
-
ΠιράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΡΑΜ
(Πιράμ) [Ζέβρα].
Ο Αμορραίος βασιλιάς της Ιαρμούθ την εποχή που ο Ισραήλ μπήκε στην Υποσχεμένη Γη. Ο Πιράμ συμμάχησε με τέσσερις άλλους Αμορραίους βασιλιάδες συνωμοτώντας εναντίον των Γαβαωνιτών, οι οποίοι είχαν κάνει ειρήνη με τον Ιησού του Ναυή. Στη μάχη που ακολούθησε, ο Πιράμ και οι άλλοι βασιλιάδες κατέφυγαν σε μια σπηλιά στη Μακκηδά, την οποία οι Ισραηλίτες σφράγισαν μέχρι να τελειώσει η σύρραξη. Στη συνέχεια, ο Πιράμ και οι άλλοι θανατώθηκαν, κρεμάστηκαν πάνω σε ξύλα μέχρι το βράδυ και θάφτηκαν στην ίδια σπηλιά.—Ιη 10:1-27.
-
-
ΠισιδίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΙΔΙΑ
(Πισιδία).
Περιοχή στην ενδοχώρα της νότιας Μικράς Ασίας. Επρόκειτο για ορεινή περιοχή που καταλάμβανε το δυτικό τμήμα της οροσειράς του Ταύρου και βρισκόταν Β της Παμφυλίας και Ν της Γαλατικής Φρυγίας, με την Καρία και τη Λυκία στα Δ και τη Λυκαονία στα Α. Η περιοχή πιστεύεται ότι είχε μήκος περίπου 190 χλμ. από τα Α στα Δ και πλάτος περίπου 80 χλμ. Είχε πολλά ψηλά βουνά που τα διέκοπταν κοιλάδες και ορεινοί ποταμοί. Είχε επίσης δάση και λιβάδια.
Ο λαός της Πισιδίας ήταν άγριος και πολεμοχαρής, και οι διάφορες φυλές του σχημάτιζαν ομάδες ληστών. Αυτοί οι ορεσίβιοι ήταν δύσκολο να τεθούν υπό έλεγχο, ενώ η επίδραση του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού πάνω τους ήταν πολύ βραδεία. Οι Ρωμαίοι ανέθεσαν στον Γαλάτη Βασιλιά Αμύντα το έργο της καθυπόταξής τους, αλλά αυτός πέθανε προτού το επιτελέσει. Η Πισιδία ενσωματώθηκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας το 25 Π.Κ.Χ., και το 6 Π.Κ.Χ. τοποθετήθηκαν φρουρές σε αποικίες εκείνης της περιοχής προκειμένου να επιτηρούν το λαό. Αυτές οι αποικίες διοικούνταν από την Αντιόχεια, μια πόλη κοντά στα σύνορα Πισιδίας και Φρυγίας. (Βλέπε ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ Αρ. 2.) Το 74 Κ.Χ., το νότιο τμήμα της Πισιδίας συνενώθηκε με την Παμφυλία και τη Λυκία σε μια ρωμαϊκή επαρχία. Η βόρεια περιοχή παρέμεινε μέρος της επαρχίας της Γαλατίας μέχρις ότου περιλήφθηκε, μετά την εποχή των αποστόλων, σε μια νέα επαρχία που ονομαζόταν Πισιδία.
Ο απόστολος Παύλος πέρασε από την Πισιδία στη διάρκεια της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του, ταξιδεύοντας από τα παράλια της Παμφυλίας μέχρι την Αντιόχεια της Πισιδίας διαμέσου των βουνών. (Πρ 13:13, 14) Επίσης, πέρασε από την Πισιδία στο ταξίδι της επιστροφής. (Πρ 14:21, 24) Οι κακοποιοί και οι ορμητικοί ορεινοί ποταμοί αυτής της περιοχής θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι ο λόγος για τη δήλωση του Παύλου ότι είχε αντιμετωπίσει «κινδύνους από ποταμούς, κινδύνους από ληστές».—2Κο 11:26.
-
-
ΠίσσαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΣΑ
Η κολλώδης, υγρή μορφή της ασφάλτου, ένα σκουρόχρωμο μείγμα υδρογονανθράκων. (Βλέπε ΑΣΦΑΛΤΟΣ.) Η λέξη «πίσσα» αποτελεί μετάφραση της εβραϊκής λέξης ζέφεθ.
Η ορυκτή πίσσα είναι εξαιρετικά εύφλεκτη και, αν δεν τροφοδοτείται επαρκώς με αέρα, αναδίδει μεγάλες ποσότητες καπνού όταν καίγεται. Το γέμισμα των χειμάρρων του Εδώμ με πίσσα και η μετατροπή της γης του σε «καιόμενη πίσσα», με καπνό που θα ανέβαινε στον αιώνα, συνθέτουν μια επιτυχημένη εικόνα ολοσχερούς καταστροφής. (Ησ 34:9, 10) Αυτή η περιγραφή συμβάλλει επίσης στον προσδιορισμό της εν λόγω ουσίας, διότι ο Εδώμ βρισκόταν κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, στις όχθες της οποίας ξεβράζεται μερικές φορές άσφαλτος ακόμη και σήμερα, προερχόμενη προφανώς από υποθαλάσσια πλέον ιζήματα.
Σύμφωνα με το εδάφιο Έξοδος 2:3, το κιβώτιο από πάπυρο όπου έκρυψαν τον Μωυσή ήταν αλειμμένο και «με άσφαλτο και [με] πίσσα». Ο Ιουδαίος σχολιαστής Ρασί πιθανολογούσε ότι αυτό σήμαινε με άσφαλτο από μέσα και με πίσσα από έξω. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, θα μπορούσε να σημαίνει ένα μείγμα από δύο μέρη της ίδιας βασικής ουσίας τα οποία έχουν όμως διαφορετική πυκνότητα. Λόγου χάρη, στο σύγγραμμα Η Γη και το Βιβλίο (The Land and the Book), ο Γ. Μ. Τόμσον πιθανολογεί ότι το εδάφιο Έξοδος 2:3 «αποκαλύπτει τη διαδικασία με την οποία παρασκεύαζαν την άσφαλτο. Το ορυκτό, όπως βρίσκεται σε αυτή τη χώρα, λιώνει αρκετά εύκολα από μόνο του. Στη συνέχεια, όμως, όταν κρυώσει, είναι εύθρυπτο σαν το γυαλί. Πρέπει να αναμειχθεί με πίσσα ενόσω λιώνει, οπότε σχηματίζει ένα σκληρό, υαλώδες κερί, τελείως αδιαπέραστο από το νερό». (Αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 200) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί τη σύνθετη λέξη ἀσφαλτόπισσα, εννοώντας ένα μείγμα ασφάλτου και πίσσας. Σε κάποια μέρη της Μέσης Ανατολής, η ορυκτή πίσσα χρησιμοποιούνταν ακόμη και πρόσφατα ως επίχρισμα σε ορισμένα σκάφη.
-
-
ΠίστηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΤΗ
Η λέξη πίστις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μεταδίδει πρωτίστως την ιδέα της βεβαιότητας, της εμπιστοσύνης και της σταθερής πεποίθησης. Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, μπορεί επίσης να θεωρηθεί ότι σημαίνει «πιστότητα».—1Θε 3:7· Τιτ 2:10.
Οι Γραφές μάς λένε: «Πίστη είναι η βεβαιωμένη προσδοκία πραγμάτων για τα οποία ελπίζει κανείς, η φανερή απόδειξη πραγματικοτήτων, τις οποίες όμως δεν βλέπουμε». (Εβρ 11:1) Η φράση «βεβαιωμένη προσδοκία» αποτελεί απόδοση της λέξης ὑπόστασις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Αυτή η λέξη εμφανίζεται συνήθως σε αρχαία επαγγελματικά έγγραφα από πάπυρο. Υποδηλώνει κάτι που αποτελεί τη βάση μιας ορατής κατάστασης και εγγυάται τη μελλοντική κατοχή ενός πράγματος. Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, οι Μούλτον και Μίλιγκαν προτείνουν την απόδοση: «Πίστη είναι ο τίτλος ιδιοκτησίας πραγμάτων για τα οποία ελπίζει κανείς». (Το Λεξιλόγιο της Ελληνικής Διαθήκης [Vocabulary of the Greek Testament], 1963, σ. 660) Η λέξη ἔλεγχος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «φανερή απόδειξη», υποδηλώνει την παρουσίαση αποδείξεων οι οποίες πιστοποιούν κάτι—ιδιαίτερα κάτι που αντιβαίνει στη φαινομενική εικόνα των πραγμάτων. Επομένως, αυτές οι αποδείξεις αποσαφηνίζουν ό,τι δεν ήταν πριν ευδιάκριτο, ανατρέποντας τη φαινομενική εικόνα των πραγμάτων. «Η φανερή απόδειξη», ή αλλιώς απόδειξη που δημιουργεί πεποίθηση, είναι τόσο αδιαμφισβήτητη ή ισχυρή ώστε ορίζεται ως πίστη.
Η πίστη, λοιπόν, είναι η βάση που στηρίζει την ελπίδα και η απόδειξη που δημιουργεί πεποίθηση όσον αφορά αόρατες πραγματικότητες. Το σύνολο των αληθειών που μετέδωσαν ο Ιησούς Χριστός και οι θεόπνευστοι μαθητές του συνιστά την αληθινή Χριστιανική «πίστη». (Ιωα 18:37· Γα 1:7-9· Πρ 6:7· 1Τι 5:8) Η Χριστιανική πίστη βασίζεται σε ολόκληρο το Λόγο του Θεού, περιλαμβανομένων των Εβραϊκών Γραφών, στις οποίες ο Ιησούς και οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών παρέπεμπαν συχνά για να στηρίξουν τις δηλώσεις τους.
Η πίστη βασίζεται σε αδιάσειστες αποδείξεις. Τα ορατά δημιουργικά έργα πιστοποιούν την ύπαρξη ενός αόρατου Δημιουργού. (Ρω 1:20) Τα πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά τη διακονία και την επίγεια ζωή του Ιησού Χριστού τον προσδιορίζουν ως τον Γιο του Θεού. (Ματ 27:54· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ.) Το υπόμνημα του Θεού όσον αφορά τη φροντίδα του για τα επίγεια πλάσματά του αποτελεί στερεή βάση για να πιστεύουμε ότι θα φροντίσει οπωσδήποτε τους υπηρέτες του, το δε υπόμνημά του ως Εκείνου που δίνει και αποκαθιστά τη ζωή αποδεικνύει περίτρανα ότι η ελπίδα της ανάστασης είναι βάσιμη. (Ματ 6:26, 30, 33· Πρ 17:31· 1Κο 15:3-8, 20, 21) Επιπρόσθετα, η αξιοπιστία του Λόγου του Θεού και η ακριβής εκπλήρωση των προφητειών που περιέχει ενσταλάζουν εμπιστοσύνη στην πραγματοποίηση όλων των υποσχέσεών Του. (Ιη 23:14) Άρα, με αυτούς τους πολλούς τρόπους, “η πίστη έρχεται ως επακόλουθο αυτού που ακούει κανείς”.—Ρω 10:17· παράβαλε Ιωα 4:7-30, 39-42· Πρ 14:8-10.
Επομένως, η πίστη δεν είναι ευπιστία. Κάποιος ο οποίος ίσως χλευάζει την πίστη συνήθως έχει ο ίδιος πίστη σε δοκιμασμένους και έμπιστους φίλους. Ο επιστήμονας έχει πίστη στις αρχές του κλάδου της επιστήμης του. Βασίζει καινούρια πειράματα σε παλιότερες ανακαλύψεις και αναζητάει νέες ανακαλύψεις με βάση τα όσα έχουν επαληθευτεί. Παρόμοια, ο γεωργός προετοιμάζει το χώμα του και σπέρνει το σπόρο, αναμένοντας, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, ότι ο σπόρος θα βλαστήσει και ότι τα φυτά θα αναπτυχθούν καθώς θα λαβαίνουν την υγρασία και το φως που χρειάζονται. Συνεπώς, η πίστη στη σταθερότητα των φυσικών νόμων που διέπουν το σύμπαν αποτελεί στην ουσία θεμέλιο των ανθρώπινων σχεδίων και δραστηριοτήτων. Αυτή τη σταθερότητα υπαινίχθηκε ο σοφός συγγραφέας του βιβλίου Εκκλησιαστής: «Ο ήλιος ανέτειλε και ο ήλιος έδυσε, και έρχεται ασθμαίνοντας στον τόπο του όπου πρόκειται να ανατείλει. Ο άνεμος πηγαίνει προς το νότο και στρέφεται προς το βορρά διαγράφοντας κύκλο. Γύρω γύρω κινείται διαγράφοντας συνεχώς κύκλους, και επιστρέφει στους κύκλους του ο άνεμος. Όλοι οι χείμαρροι χύνονται στη θάλασσα, όμως η θάλασσα δεν γεμίζει. Στον τόπο όπου χύνονται οι χείμαρροι, εκεί επιστρέφουν για να εκχυθούν».—Εκ 1:5-7.
Στις Εβραϊκές Γραφές, η λέξη ’αμάν και άλλες λέξεις που συγγενεύουν στενά με αυτήν μεταδίδουν την έννοια της αξιοπιστίας, της πιστότητας, της σταθερότητας, της εδραίωσης και της μακρόχρονης διάρκειας. (Εξ 17:12· Δευ 28:59· 1Σα 2:35· 2Σα 7:16· Ψλ 37:3) Ένα συγγενικό ουσιαστικό (’εμέθ) δηλώνει συνήθως την «αλήθεια», αλλά και την «πιστότητα» ή την «αξιοπιστία». (2Χρ 15:3, υποσ.· 2Σα 15:20· παράβαλε Νε 7:2, υποσ.) Ο γνωστός όρος «Αμήν» (εβρ., ’αμέν) προέρχεται και αυτός από τη λέξη ’αμάν.—Βλέπε ΑΜΗΝ.
Αρχαία Παραδείγματα Πίστης. Κάθε άτομο που περιλαμβάνεται στο «τόσο μεγάλο σύννεφο μαρτύρων» το οποίο αναφέρει ο Παύλος (Εβρ 12:1) είχε στερεή βάση για πίστη. Λόγου χάρη, είναι βέβαιο ότι ο Άβελ γνώριζε την υπόσχεση του Θεού σχετικά με ένα «σπέρμα» που θα έπληττε το «φίδι» στο κεφάλι. Έβλεπε επίσης απτές αποδείξεις για το ότι εκπληρωνόταν η ποινή που είχε απαγγείλει ο Ιεχωβά στους γονείς του στην Εδέμ. Έξω από την Εδέμ, ο Αδάμ και η οικογένειά του έτρωγαν ψωμί με τον ιδρώτα του προσώπου τους επειδή η γη ήταν καταραμένη και, ως εκ τούτου, παρήγε αγκάθια και τριβόλια. Πιθανότατα ο Άβελ παρατηρούσε ότι η λαχτάρα της Εύας ήταν για το σύζυγό της και ότι ο Αδάμ εξουσίαζε τη σύζυγό του. Αναμφίβολα η μητέρα του μιλούσε για τον πόνο που συνόδευε τις εγκυμοσύνες της. Επιπρόσθετα, η είσοδος του κήπου της Εδέμ φυλασσόταν από χερουβείμ και τη φλογερή λεπίδα ενός σπαθιού. (Γε 3:14-19, 24) Όλα αυτά αποτελούσαν «φανερή απόδειξη», από την οποία ο Άβελ αντλούσε τη διαβεβαίωση ότι η απελευθέρωση θα ερχόταν μέσω του “σπέρματος της υπόσχεσης”. Επομένως, υποκινούμενος από πίστη, «πρόσφερε στον Θεό μια θυσία» η οποία αποδείχτηκε μεγαλύτερης αξίας από τη θυσία του Κάιν.—Εβρ 11:1, 4.
Ο Αβραάμ είχε ακλόνητη βάση για πίστη στην ανάσταση, εφόσον ο ίδιος και η Σάρρα είχαν βιώσει τη θαυματουργική αποκατάσταση των αναπαραγωγικών τους δυνάμεων—κάτι ανάλογο, κατά μία έννοια, με ανάσταση—γεγονός που έκανε εφικτή τη συνέχιση της οικογενειακής γραμμής του Αβραάμ μέσω της Σάρρας. Χάρη σε αυτό το θαύμα γεννήθηκε ο Ισαάκ. Όταν ειπώθηκε στον Αβραάμ να προσφέρει τον Ισαάκ, εκείνος είχε πίστη ότι ο Θεός θα ανέσταινε το γιο του. Βάσιζε αυτή την πίστη στην υπόσχεση του Θεού: «Μέσω του Ισαάκ θα είναι αυτό που θα αποκληθεί σπέρμα σου».—Γε 21:12· Εβρ 11:11, 12, 17-19.
Αποδείξεις για γνήσια πεποίθηση υπήρχαν επίσης και στην περίπτωση εκείνων που πήγαιναν ή μεταφέρονταν στον Ιησού για να γιατρευτούν. Ακόμη και αν οι ίδιοι δεν ήταν αυτόπτες μάρτυρες των δυναμικών έργων του Ιησού, τουλάχιστον είχαν ακούσει για αυτά. Έπειτα, βασιζόμενοι σε ό,τι είχαν δει ή ακούσει, συμπέραιναν ότι ο Ιησούς μπορούσε να γιατρέψει και αυτούς. Επιπλέον, ήταν εξοικειωμένοι με το Λόγο του Θεού και έτσι γνώριζαν τα θαύματα που είχαν εκτελέσει οι προφήτες στο παρελθόν. Όταν άκουγαν τον Ιησού, μερικοί συμπέραιναν ότι ήταν «Ο Προφήτης», ενώ άλλοι ότι ήταν «ο Χριστός». Ως εκ τούτου, πολύ σωστά έλεγε μερικές φορές ο Ιησούς σε εκείνους που γιατρεύονταν: «Η πίστη σου σε έκανε καλά». Αν αυτά τα άτομα δεν είχαν ασκήσει πίστη στον Ιησού, δεν θα τον είχαν καν πλησιάσει, και επομένως δεν θα είχαν γιατρευτεί.—Ιωα 7:40, 41· Ματ 9:22· Λου 17:19.
Παρόμοια, η μεγάλη πίστη του αξιωματικού ο οποίος ικέτευσε τον Ιησού για λογαριασμό του υπηρέτη του στηριζόταν σε αποδείξεις, με βάση τις οποίες αυτός συμπέρανε ότι αρκούσε να “πει έναν λόγο” ο Ιησούς για να γιατρευτεί ο υπηρέτης του. (Ματ 8:5-10, 13) Ωστόσο, παρατηρούμε ότι ο Ιησούς γιάτρευε όλους όσους έρχονταν σε αυτόν και δεν απαιτούσε περισσότερη ή λιγότερη πίστη ανάλογα με την ασθένειά τους ούτε αποτύγχανε να γιατρέψει κάποιους από αυτούς με τη δικαιολογία ότι η πίστη τους δεν ήταν αρκετά ισχυρή. Ο Ιησούς εκτελούσε αυτές τις θεραπείες ως μαρτυρία, για να εδραιώσει την πίστη. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου εκδηλώθηκε μεγάλη απιστία, επέλεξε να μην εκτελέσει πολλά δυναμικά έργα, όχι λόγω δικής του ανικανότητας, αλλά επειδή οι άνθρωποι αρνήθηκαν να ακούσουν και ήταν ανάξιοι.—Ματ 13:58.
Η Χριστιανική Πίστη. Για να είναι κάποιος ευπρόσδεκτος στον Θεό, είναι πλέον απαραίτητο να ασκεί πίστη στον Ιησού Χριστό, πράγμα που καθιστά εφικτή τη δίκαιη υπόσταση ενώπιον του Θεού. (Γα 2:16) Όσοι δεν έχουν τέτοια πίστη απορρίπτονται από τον Ιεχωβά.—Ιωα 3:36· παράβαλε Εβρ 11:6.
Η πίστη δεν είναι κάτι που το έχουν όλοι, διότι είναι καρπός του πνεύματος του Θεού. (2Θε 3:2· Γα 5:22) Η πίστη δε του Χριστιανού δεν είναι στάσιμη, αλλά μεγαλώνει. (2Θε 1:3) Επομένως, το αίτημα των μαθητών του Ιησού: «Δώσε μας περισσότερη πίστη» ήταν πολύ κατάλληλο, και εκείνος όντως τους προμήθευσε το θεμέλιο για αυξημένη πίστη. Τους παρείχε περισσότερες αποδείξεις και μεγαλύτερη κατανόηση για να βασίσουν σε αυτά την πίστη τους.—Λου 17:5.
Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η πορεία ζωής του Χριστιανού διέπεται από την πίστη, η οποία τον καθιστά ικανό να υπερπηδά εμπόδια όμοια με βουνά που θα μπορούσαν να παρακωλύσουν την υπηρεσία του προς τον Θεό. (2Κο 5:7· Ματ 21:21, 22) Επιπλέον, πρέπει να υπάρχουν έργα σε αρμονία με την πίστη τα οποία να την κάνουν φανερή, αλλά δεν απαιτούνται έργα του Μωσαϊκού Νόμου. (Ιακ 2:21-26· Ρω 3:20) Οι δοκιμασίες μπορούν να ενισχύσουν την πίστη. Η πίστη λειτουργεί ως προστατευτική ασπίδα στον πνευματικό πόλεμο που διεξάγει ο Χριστιανός, βοηθώντας τον να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον Διάβολο και να νικήσει τον κόσμο.—1Πε 1:6, 7· Εφ 6:16· 1Πε 5:9· 1Ιω 5:4.
Η πίστη, όμως, δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη, επειδή η απιστία είναι η «αμαρτία που μας μπλέκει εύκολα». Για να διατηρεί κάποιος σταθερή πίστη χρειάζεται να αγωνίζεται σκληρά για αυτήν, να αντιστέκεται σε όποιους θα μπορούσαν να τον βυθίσουν στην ανηθικότητα, να μάχεται τα έργα της σάρκας, να αποφεύγει την παγίδα του υλισμού, να απορρίπτει τις φιλοσοφίες και τις παραδόσεις των ανθρώπων που είναι καταστροφικές για την πίστη και, προπαντός, να προσηλώνει το βλέμμα του «στον Πρώτιστο Παράγοντα και Τελειοποιητή της πίστης μας, τον Ιησού».—Εβρ 12:1, 2· Ιου 3, 4· Γα 5:19-21· 1Τι 6:9, 10· Κολ 2:8.
-
-
Πιστός και Φρόνιμος ΔούλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΦΡΟΝΙΜΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Όταν ο Ιησούς Χριστός απάντησε στο ερώτημα των αποστόλων σχετικά με τη μελλοντική παρουσία του και την τελική περίοδο του υπάρχοντος συστήματος πραγμάτων, ανέφερε και μια παραβολή σχετικά με κάποιον “πιστό και φρόνιμο δούλο”. Ο κύριος του πιστού δούλου τον διόρισε υπεύθυνο στο υπηρετικό του προσωπικό, δηλαδή στους υπηρέτες του σπιτικού του, για να τους προμηθεύει την τροφή τους. Αν ο δούλος αποδεικνυόταν επιδοκιμασμένος όταν θα ερχόταν ο κύριός του (προφανώς από κάποιο ταξίδι), θα ανταμειβόταν με το να διοριστεί υπεύθυνος σε όλα τα υπάρχοντα του κυρίου.—Ματ 24:3, 45-51.
Στην παράλληλη παραβολή των εδαφίων Λουκάς 12:42-48, ο δούλος αποκαλείται οικονόμος, δηλαδή διαχειριστής οίκου, κάποιος που έχει διοριστεί να επιβλέπει τους υπηρέτες, μολονότι είναι υπηρέτης και ο ίδιος. Στην αρχαιότητα, αυτή τη θέση κατείχε συνήθως ένας πιστός δούλος. (Παράβαλε Γε 24:2· επίσης η περίπτωση του Ιωσήφ στα εδ. Γε 39:1-6.) Στην παραβολή του Ιησού, αρχικά ο οικονόμος διορίζεται μόνο να επιβλέπει και να διανέμει έγκαιρα τα τρόφιμα στο σώμα των υπηρετών του κυρίου, ενώ αργότερα, επειδή έχει χειριστεί πιστά και φρόνιμα αυτή τη διακονία, ο διορισμός του διευρύνεται ώστε να περιλάβει την επίβλεψη όλων των υπαρχόντων του κυρίου. Όσον αφορά το ποιος είναι ο «κύριος», ο Ιησούς είχε δείξει ήδη ότι ο ίδιος κατείχε τέτοια θέση ως προς τους μαθητές του, και εκείνοι τον αποκαλούσαν ενίοτε με αυτόν τον τίτλο. (Ματ 10:24, 25· 18:21· 24:42· Ιωα 13:6, 13) Παραμένει, λοιπόν, το ερώτημα ποιον αντιπροσωπεύει ο συμβολισμός του πιστού και φρόνιμου δούλου, ή αλλιώς οικονόμου, και τι σημαίνει η διανομή τροφής στο υπηρετικό προσωπικό.
Η λέξη «δούλος» είναι στον ενικό αριθμό. Αυτό, ωστόσο, δεν απαιτεί κατ’ ανάγκην να προεικονίζει ο «δούλος» μόνο ένα συγκεκριμένο άτομο το οποίο θα είχε αυτό το προνόμιο. Οι Γραφές περιέχουν παραδείγματα στα οποία ένα ουσιαστικό ενικού αριθμού εφαρμόζεται σε κάποιο σύνολο ατόμων, όπως όταν ο Ιεχωβά απευθύνθηκε στο σύνολο του ισραηλιτικού έθνους λέγοντάς τους: «Εσείς είστε μάρτυρές μου [πληθυντικός], . . . ο υπηρέτης μου [ενικός] τον οποίο εξέλεξα». (Ησ 43:10) Ο «αντίχριστος» καταδεικνύεται ότι είναι ένα σύνολο ατόμων που αποτελείται από μεμονωμένους αντίχριστους. (1Ιω 2:18· 2Ιω 7) Παρόμοια, ο «δούλος» είναι μια σύνθετη ομάδα. Θα διοριζόταν στον καιρό του τέλους ως αγωγός για να δίνει πνευματική “τροφή στον κατάλληλο καιρό”. (Ματ 24:3, 45· Λου 12:42) Τον πρώτο αιώνα, ο Ιησούς έθεσε το πρότυπο για το πώς επρόκειτο να διανέμεται η πνευματική τροφή στη Χριστιανική εκκλησία. Ακριβώς όπως εκείνος είχε μοιράσει κατά γράμμα τροφή στα πλήθη μέσω των χεριών λίγων μαθητών, έτσι και η πνευματική τροφή θα δινόταν μέσω των χεριών λίγων. (Ματ 14:19· Μαρ 6:41· Λου 9:16) Ο Ιησούς εκπαίδευσε τους αποστόλους για το ρόλο που θα είχαν μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. ως αγωγός μέσω του οποίου θα γινόταν η διανομή της πνευματικής τροφής. Αργότερα ενώθηκαν με τους αποστόλους και άλλοι πρεσβύτεροι, και όλοι μαζί υπηρετούσαν ως κυβερνών σώμα με σκοπό να τακτοποιούν διάφορα ζητήματα και να κατευθύνουν το έργο κηρύγματος και διδασκαλίας των καλών νέων της Βασιλείας. (Πρ 2:42· 8:14· 15:1, 2, 6-29) Μετά το θάνατο των αποστόλων, επικράτησε μια μεγάλη αποστασία. Αλλά στον καιρό του τέλους, ο Ιησούς, σύμφωνα με το πρότυπο που έθεσε τον πρώτο αιώνα να τρέφει τους πολλούς μέσω των χεριών των λίγων, διάλεξε μια μικρή ομάδα χρισμένων με το πνεύμα αντρών για να υπηρετούν ως «ο πιστός και φρόνιμος δούλος», να προετοιμάζουν και να διανέμουν την πνευματική τροφή στη διάρκεια της παρουσίας του.
Το υπηρετικό προσωπικό είναι όλοι όσοι ανήκουν στη Χριστιανική εκκλησία, τόσο οι χρισμένοι όσο και τα «άλλα πρόβατα», οι οποίοι τρέφονται με την πνευματική τροφή. (Ιωα 10:16) Σε αυτό περιλαμβάνονται και τα μεμονωμένα μέλη που απαρτίζουν τον “πιστό και φρόνιμο δούλο”, εφόσον και αυτά επίσης είναι αποδέκτες της τροφής που διανέμεται. Σε όσους απαρτίζουν τον πιστό δούλο θα ανατεθούν διευρυμένες ευθύνες αν βρεθούν πιστοί κατά τον υποσχεμένο ερχομό του κυρίου. Όταν λάβουν την ουράνια ανταμοιβή τους και γίνουν συγκυβερνήτες του Χριστού, εκείνος θα τους διορίσει υπεύθυνους σε «όλα τα υπάρχοντά του». Μαζί με τους υπόλοιπους από τους 144.000, θα συμμετέχουν στην τεράστια ουράνια εξουσία του Χριστού.—Ματ 24:46, 47· Λου 12:43, 44.
.
-
-
ΠίταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΙΤΑ
Οι Εβραίοι και άλλοι αρχαίοι λαοί της Ανατολής έδιναν πολλές φορές στο ψωμί που έφτιαχναν το σχήμα επίπεδου δίσκου, και δεν ήταν ασυνήθιστο να ονομάζουν αυτού του είδους το ψωμί «πίτα». Ωστόσο, οι πίτες είχαν διάφορα σχήματα. Για παράδειγμα, οι «κουλούρες» (εβρ., χαλλώθ), ή αλλιώς δακτυλιοειδείς πίτες, χρησιμοποιήθηκαν κατά την καθιέρωση του ιερατείου του Ισραήλ (Εξ 29:2, 23), η δε Θάμαρ ετοίμασε «πίτες που είχαν σχήμα καρδιάς». (Εβρ., λεβιβώθ· 2Σα 13:8, υποσ.· βλέπε ΨΩΜΙ.) Ο Αβραάμ είπε στη Σάρρα να φτιάξει «στρογγυλές πίτες» (εβρ., ‛ουγώθ) για να φάνε οι υλοποιημένοι άγγελοι που τον επισκέφτηκαν.—Γε 18:6· βλέπε επίσης Αρ 11:8· 1Βα 19:6· Ιεζ 4:12.
Μέσω του προφήτη Ωσηέ, ο Ιεχωβά είπε: «Ο Εφραΐμ έχει γίνει στρογγυλή πίτα που δεν τη γύρισαν από την άλλη πλευρά». (Ωσ 7:8) Ο Εφραΐμ (Ισραήλ) είχε αναμειχθεί με παγανιστικούς λαούς, υιοθετώντας τους τρόπους τους και επιδιώκοντας επίσης συμμαχίες με ειδωλολατρικά έθνη, και έτσι ήταν σαν πίτα που δεν την είχαν γυρίσει. Δεν ήταν ασυνήθιστο να ψήνουν αυτές τις πίτες στη χόβολη ή πάνω σε πυρωμένες πέτρες. Αν δεν τις γύριζαν, μπορεί να ψήνονταν ή και να καίγονταν από τη μία πλευρά, αλλά να έμεναν τελείως άψητες από την άλλη.
Κατά τον εορτασμό του Πάσχα στον Ισραήλ έπρεπε να τρώνε «άζυμους άρτους» (άζυμες πίτες· εβρ., ματσώθ), συνδεδεμένη δε με αυτόν τον εορτασμό ήταν η «γιορτή των άζυμων άρτων». (Εξ 12:8, 15, 17-20· 13:3-7· 23:15· 34:18· Δευ 16:3, 8, 16) Μεταξύ των προσφορών που έπρεπε να φέρνει ο Ισραήλ στον Ιεχωβά Θεό ήταν και άζυμες κουλούρες, ή αλλιώς δακτυλιοειδείς πίτες, μουσκεμένες με λάδι ή άζυμα λάγανα αλειμμένα με λάδι. (Λευ 2:4-7, 11, 12) Στο νόμο για τη θυσία συμμετοχής που έπρεπε να προσφέρεται στον Ιεχωβά, γινόταν επίσης πρόβλεψη να προσφέρονται κουλούρες ένζυμου ψωμιού.—Λευ 7:13.
Όταν η κιβωτός της διαθήκης μεταφέρθηκε στην Ιερουσαλήμ, ο Δαβίδ «μοίρασε σε όλο το λαό, σε ολόκληρο το πλήθος του Ισραήλ, άντρες και γυναίκες, στον καθένα από μια κουλούρα [εβρ., χαλλάθ] ψωμί και μια χουρμαδόπιτα [εβρ., ’εσπάρ] και μια σταφιδόπιτα [εβρ., ’ασισάχ]· και μετά έφυγε όλος ο λαός, ο καθένας για το σπίτι του». (2Σα 6:19) Η σταφιδόπιτα φτιαχνόταν από συμπιεσμένες σταφίδες. Πιθανόν, όμως, τουλάχιστον μερικές σταφιδόπιτες να φτιάχνονταν στην αρχαιότητα από σταφίδες και αλεύρι.
Στις ημέρες του Ιερεμία ο λαός του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ επιδιδόταν στην ψεύτικη λατρεία, και οι γυναίκες τους “ζύμωναν ζυμάρι για να κάνουν πίτες για θυσία στη «βασίλισσα των ουρανών»”. (Ιερ 7:18) Η ψεύτικη αυτή θεότητα και οι «πίτες [που προσφέρονταν σε αυτήν] ως θυσία» (εβρ., καββανίμ) αναφέρονται επίσης στο εδάφιο Ιερεμίας 44:19. Από ποια ακριβώς υλικά φτιάχνονταν αυτές οι πίτες δεν είναι βέβαιο, αλλά προφανώς τις τοποθετούσαν στο θυσιαστήριο ως προσφορά.—Βλέπε ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ.
Άλλου είδους πίτες που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι οι “συκόπιτες” (εβρ., ντεβελίμ [1Σα 30:12· Ησ 38:21]), η “γλυκιά πίτα” (εβρ., λασάδ· Αρ 11:8), οι «λεπτές πίτες» (εβρ., τσαππιχίθ· Εξ 16:31), το “στρογγυλό ψωμί” (εβρ., τσελούλ· Κρ 7:13) και οι «πασπαλισμένες πίτες» (εβρ., νικκουδίμ· 1Βα 14:3). Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται ο πληθυντικός αριθμός του ουδέτερου γένους της λέξης ἄζυμος για να γίνει αναφορά στους «άζυμους άρτους» και στη «γιορτή των άζυμων άρτων».—1Κο 5:8· Μαρ 14:1.
-
-
ΠλάτανοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΑΤΑΝΟΣ
[εβρ., ‛ερμών].
Επιβλητικό δέντρο το οποίο φτάνει σε ύψος περίπου τα 20 μ., έχει δε πολύ απλωτά κλαδιά και πλατιά, βαθυπράσινα φύλλα που μοιάζουν με του αμπελιού και κάνουν εξαιρετικό ίσκιο. Η περίμετρος του κορμού φτάνει πολλές φορές τα 3 ως 4 μ. Ο εξωτερικός φλοιός του πλάτανου (πλάτανος η ανατολική [Platanus orientalis]) ξεφλουδίζει κάθε χρόνο κατά λωρίδες ή τμήματα, αφήνοντας εκτεθειμένο το λείο, υπόλευκο εσωτερικό φλοιό που βρίσκεται από κάτω.
Η ονομασία αυτού του δέντρου στην εβραϊκή πιθανώς προέρχεται από το ρήμα ‛αράχ, που σημαίνει «απογυμνώνω· ξεσκεπάζω». (Σοφ 2:14· Ησ 22:6) Στα εδάφια Γένεση 30:37, 38, λέγεται ότι ο Ιακώβ έβαζε βέργες από πλάτανο, μαζί με βέργες από άλλα δέντρα, μπροστά στα ποίμνια του Λάβαν στη Χαρράν της Συρίας. Με το να τις ξεφλουδίσει, «έκανε να φανεί το άσπρο από τις βέργες», απογυμνώνοντας αυτά τα σημεία.
Ο πλάτανος ήταν συγκρίσιμος, αλλά όχι πραγματικά εφάμιλλος, με το μεγαλοπρεπή κέδρο του Λιβάνου, τον οποίο ο Ιεζεκιήλ χρησιμοποίησε ως σύμβολο του Φαραώ και όλου του πλήθους του.—Ιεζ 31:8.
Οι πλάτανοι συναντώνται δίπλα σε ποταμούς και ρυάκια σε όλη τη Συρία και στην περιοχή της αρχαίας Ασσυρίας, καθώς επίσης, σε μικρότερο βαθμό, στην Παλαιστίνη και στον Λίβανο.
-
-
ΠλεονεξίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΕΟΝΕΞΙΑ
Βλέπε ΑΠΛΗΣΤΙΑ.
-
-
ΠλευρόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΕΥΡΟ
Στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν 24 από αυτά τα επιμήκη, λεπτά, κυρτά κόκαλα που περικλείουν τη θωρακική κοιλότητα. Διατεταγμένα σε 12 ζεύγη, σχηματίζουν έναν κλωβό που προστατεύει την καρδιά και τους πνεύμονες. Στο μυελό των πλευρικών οστών παράγεται αίμα.
Όταν ο Θεός δημιούργησε τη γυναίκα, δεν την έφτιαξε μεμονωμένα και ξέχωρα από τον άντρα πλάθοντάς την από το χώμα της γης, όπως είχε κάνει όταν δημιούργησε τον Αδάμ. Ο Θεός πήρε ένα πλευρό του Αδάμ και από αυτό κατασκεύασε για τον Αδάμ ένα τέλειο αντίστοιχο, τη γυναίκα Εύα. (Γε 2:21, 22) Ωστόσο, ο Αδάμ παρέμεινε τέλειος άνθρωπος, ενωμένος τώρα ως “οστό από οστό και σάρκα από σάρκα” με τη σύζυγό του. (Γε 2:23· Δευ 32:4) Επιπρόσθετα, αυτό το γεγονός δεν έβλαψε τα αναπαραγωγικά κύτταρα του Αδάμ ώστε να επηρεαστεί η σκελετική δομή των πλευρών στα παιδιά του, αγόρια ή κορίτσια. Οι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, έχουν 24 πλευρά.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ένα πλευρό που έχει αφαιρεθεί αναπτύσσεται και πάλι και αυτοαντικαθίσταται, αν διατηρηθεί το περιόστεο (η μεμβράνη του συνδετικού ιστού που καλύπτει το κόκαλο). Το υπόμνημα δεν αναφέρει αν ο Ιεχωβά Θεός ακολούθησε αυτή τη διαδικασία ή όχι, αλλά, ως Δημιουργός του ανθρώπου, ο Θεός οπωσδήποτε γνώριζε αυτή την ασυνήθιστη ιδιότητα των πλευρικών οστών.
Η λέξη «πλευρό» εμφανίζεται και πάλι στην Αγία Γραφή στην αφήγηση του Δανιήλ σχετικά με ένα όραμα που του έδωσε ο Θεός κατά τη βασιλεία του Βαλτάσαρ, βασιλιά της Βαβυλώνας. Στο όραμα αυτό παρουσιάστηκε ένα πρώτο θηρίο που συμβόλιζε τη δυναστική γραμμή των ηγεμόνων της Βαβυλώνας, και στη συνέχεια ένα θηρίο σαν αρκούδα, το οποίο εξεικόνιζε τον επόμενο “βασιλιά”, ή αλλιώς την επόμενη γραμμή παγκόσμιων ηγεμόνων, δηλαδή τους ηγεμόνες της Μηδοπερσίας. Το αρκτοειδές θηρίο είχε στο στόμα του τρία πλευρά. Τα πλευρά αυτά μπορεί να υποδηλώνουν ότι ο “βασιλιάς” που συμβολίζεται από την αρκούδα στράφηκε προς τρεις κατευθύνσεις για να κάνει κατακτήσεις, όπως συνέβη με τη Μηδοπερσία. Εφόσον ο αριθμός τρία χρησιμοποιείται στις Γραφές για να υποδηλώσει ένταση ή έμφαση, τα τρία πλευρά μπορεί επίσης να τονίζουν την απληστία για εδαφικές κατακτήσεις η οποία χαρακτήριζε αυτή τη συμβολική αρκούδα.—Δα 7:5, 17· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
-
-
Πληγή, ΠλήγμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΗΓΗ, ΠΛΗΓΜΑ
Οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «πληγή» ή «μάστιγα» σημαίνουν κατά κυριολεξία «άγγιγμα», «πάταξη», «πλήγμα», «ήττα» και «θάνατος». Ο Ιεχωβά Θεός επέφερε πλήγματα ως τιμωρία για το στασιαστικό γογγυσμό (Αρ 16:41-50), για την άρνηση συμμόρφωσης με το θέλημά του (Ζαχ 14:12, 15, 18), για τη βέβηλη χρήση ενός ιερού πράγματος (1Σα 5:1–6:4), για το ότι κάποιοι άγγιξαν τους χρισμένους του (Γε 12:17· Ψλ 105:15) και για την απιστία ή τις παραβιάσεις του νόμου του (Λευ 26:21· Αρ 14:36, 37· 31:16· Δευ 28:59-61· 1Χρ 21:17, 22· 2Χρ 21:12-15). Αυτά τα πλήγματα μπορούσαν να επέλθουν με αγγελικά ή με ανθρώπινα μέσα. (2Σα 24:17· Ιερ 19:1-8· 25:8, 9· 49:17· 50:13, 14) Για να απομακρυνθούν οι θεόσταλτες πληγές απαιτούνταν μεσολαβητικές προσευχές από υπηρέτες του Ιεχωβά ή ειλικρινείς προσευχές από όσους μετανοούσαν.—Γε 20:17, 18· 1Βα 8:37, 38· 2Χρ 6:28, 29.
Μια πληγή μπορούσε επίσης να προκύψει ως φυσική συνέπεια της αμαρτίας κάποιου. (Παρ 6:32, 33) Μπορεί να επρόκειτο για μια πάθηση, όπως η «πληγή λέπρας» (Λευ 13:2), ή για κάποια αντιξοότητα που οφειλόταν στον καιρό και στην περίσταση.—Ψλ 38:11· 73:5, 14.
Οι πληγές που έφερε ο Ιεχωβά στην Αίγυπτο τον καιρό του Μωυσή αποτέλεσαν εκδηλώσεις της μεγάλης του δύναμης και έκαναν το όνομά του να διακηρυχτεί ανάμεσα στα έθνη. (Εξ 9:14, 16) Οι συνέπειές τους ήταν αντικείμενο συζήτησης άλλων λαών επί πολλές γενιές αργότερα. (Ιη 2:9-11· 9:9· 1Σα 4:8· 6:6) Επίσης, αυτές οι πληγές απέδειξαν ότι οι θεοί της Αιγύπτου ήταν ανίσχυροι.—Εξ 12:12· Αρ 33:4· βλέπε ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ (Οι Δέκα Πληγές)· ΜΩΥΣΗΣ (Μπροστά στον Φαραώ της Αιγύπτου).
Οι πληγές (πληγαί, Κείμενο, κατά κυριολεξία, «πλήγματα ή χτυπήματα») που αναφέρονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης είναι προφανώς εκδηλώσεις του θυμού του Θεού και υποδηλώνουν συμβολικά το αποτέλεσμα ή τη συνέπεια των δικαστικών του αποφάσεων.—Απ 9:18, 20· 11:6· 15:1, 6, 8· 16:9, 21· 18:4, 8· 21:9· 22:18.
-
-
Πλησίον, ΓείτοναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΗΣΙΟΝ, ΓΕΙΤΟΝΑΣ
Άτομο που ζει κοντά, είτε φίλος είτε εχθρός· ή, από πνευματική άποψη, όποιος εκδηλώνει στους άλλους την αγάπη και την καλοσύνη που παραγγέλλουν οι Γραφές, έστω και αν ζει μακριά ή δεν είναι συγγενής ή στενός φίλος. Η εβραϊκή λέξη σαχέν αποδίδεται «γείτονας· γειτονικός» και έχει ως σημείο αναφοράς τη γεωγραφική θέση, είτε πόλεων είτε ατόμων, περιλαμβάνει δε φίλους και εχθρούς.—Ιερ 49:18· Ρθ 4:17· Ψλ 79:4, 12.
Άλλοι συναφείς εβραϊκοί όροι με ελαφρώς διαφορετική χροιά μάς δίνουν μια ευρύτερη εικόνα των σχέσεων που εκτίθενται στις Εβραϊκές Γραφές. Η λέξη ρέα‛ σημαίνει «συνάνθρωπος, σύντροφος, πλησίον, φίλος» και μπορεί να υποδηλώνει στενή σχέση, αλλά γενικά σημαίνει το συνάνθρωπο ή το συμπατριώτη κάποιου, είτε αυτός είναι στενός φίλος είτε μένει κοντά είτε όχι. Στις περισσότερες περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιείται στις Γραφές εφαρμόζεται σε έναν ομοεθνή, εντός της κοινοπολιτείας του Ισραήλ, ή σε κάποιον που κατοικούσε στον Ισραήλ. (Εξ 20:16· 22:11· Δευ 4:42· Παρ 11:9) Η λέξη ‛αμίθ αποδίδεται «πλησίον» και εννοεί συνήθως το άτομο με το οποίο έχει κανείς μερικές δοσοληψίες. (Λευ 6:2· 19:15, 17· 25:14, 15) Η λέξη καρώβ, που σημαίνει «κοντά, σύντομα, συγγενής», χρησιμοποιείται για τόπο, χρόνο ή πρόσωπα. Μπορεί να υποδηλώνει στενότερη σχέση από ό,τι η λέξη «πλησίον» και, ως εκ τούτου, αποδίδεται «στενός γνώριμος». (Εξ 32:27· Ιη 9:16· Ψλ 15:3· 38:11· Ιεζ 23:5) Δεν υπάρχει μία και μόνη ελληνική λέξη που να εκφράζει πλήρως όλες αυτές τις νοηματικές αποχρώσεις.
Παρόμοια με το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο, στο πρωτότυπο κείμενο των Ελληνικών Γραφών υπάρχουν τρεις λέξεις με ελαφρώς διαφορετική χροιά οι οποίες αποδίδονται «γείτονας» ή «πλησίον»: η λέξη γείτων, «αυτός που ζει στην ίδια γη» (Λου 14:12· Ιωα 9:8)· η λέξη περίοικος, «ο πέριξ κατοικών», που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό (πληθυντικού αριθμού) στο εδάφιο Λουκάς 1:58· τέλος, η λέξη πλησίον, «κοντά», που χρησιμοποιείται με το άρθρο ὁ, εννοώντας κατά κυριολεξία «ο κοντινός». (Ρω 13:10· Εφ 4:25) Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), λέει για τις εν λόγω λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου: «[Αυτές οι λέξεις] καλύπτουν ευρύ εννοιολογικό φάσμα. Στην ύπαιθρο της Παλαιστίνης δεν υπήρχαν διεσπαρμένες αγροικίες. Οι πληθυσμοί ήταν συγκεντρωμένοι σε χωριά, και από εκεί πηγαινοέρχονταν στη σκληρή εργασία τους. Επομένως, η διευρυμένη αυτή γειτνίαση επηρέαζε κάθε πτυχή της οικογενειακής ζωής. Γι’ αυτό, οι όροι που δήλωναν το γείτονα ή τον πλησίον ήταν πολύ περιεκτικοί. Αυτό διαφαίνεται από τα κύρια χαρακτηριστικά των προνομίων και των καθηκόντων που περιλαμβάνονταν στη γειτνίαση, όπως αυτά εκτίθενται στις Γραφές: (α) η αρωγή, π.χ., . . . Λουκ. 10:36· (β) η οικειότητα, π.χ., Λουκ. 15:6, 9 . . . Εβρ. 8:11· (γ) η ειλικρίνεια και η ιερότητα αυτής της σχέσης, π.χ., . . . Ρωμ. 13:10· 15:2· Εφεσ. 4:25· Ιακ. 4:12».—1981, Τόμ. 3, σ. 107.
Κακοί Γείτονες. Ωστόσο, ορισμένοι από όσους ζουν κοντά μπορεί να είναι κακοί γείτονες, όπως ήταν τα γειτονικά έθνη γύρω από τον Ισραήλ. Όταν καταστράφηκε ο ναός της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ., εκείνα τα έθνη, για παράδειγμα ο Εδώμ, χάρηκαν και μάλιστα παρέδωσαν φυγάδες Ιουδαίους στους εχθρούς τους. (Ψλ 137:7· Αβδ 8-14· Μιχ 4:11) Ο ψαλμωδός υποκινήθηκε να γράψει: «Γίναμε όνειδος στους γείτονές μας [πληθυντικός της λέξης σαχέν], χλευασμός και κοροϊδία στους γύρω μας», και προσευχήθηκε: «Ανταπόδωσε στους γείτονές μας [πληθυντικός της λέξης σαχέν] εφταπλάσια μέσα στον κόρφο τους τον ονειδισμό τους με τον οποίο σε ονείδισαν». Επειδή ο Ιεχωβά «κατοικούσε» ανάμεσα στον Ισραήλ, χαρακτήρισε τα έθνη που εναντιώνονταν στο λαό του ως “όλους τους κακούς γείτονές του, που άγγιζαν την κληρονομική ιδιοκτησία την οποία είχε δώσει στην κατοχή του λαού του τού Ισραήλ”.—Ψλ 79:4, 12· Ιερ 12:14· παράβαλε Ψλ 68:16.
Η Αγάπη για τον Πλησίον Αποτελεί Εντολή. Η Αγία Γραφή, από την αρχή ως το τέλος, διδάσκει την αγάπη, την καλοσύνη, τη γενναιοδωρία και την αρωγή προς τον πλησίον, ανεξάρτητα από το αν ο πλησίον είναι γείτονας, σύντροφος, συνάνθρωπος, στενός γνώριμος ή φίλος. Ο Νόμος έδινε την εξής εντολή: «Με δικαιοσύνη πρέπει να κρίνεις τον πλησίον σου [τύπος της λέξης ‛αμίθ]. . . . Δεν πρέπει να μισείς τον αδελφό σου μέσα στην καρδιά σου. Πρέπει εξάπαντος να ελέγξεις τον πλησίον σου, ώστε να μη βαστάξεις αμαρτία μαζί με αυτόν . . . και πρέπει να αγαπάς το συνάνθρωπό σου [τύπος της λέξης ρέα‛] όπως τον εαυτό σου». (Λευ 19:15-18) (Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα η λέξη ρέα‛ μεταφράζεται εδώ με τη φράση ὁ πλησίον.) Ο Δαβίδ επαινεί τον άνθρωπο που «δεν έχει συκοφαντήσει με τη γλώσσα του. Στο συνάνθρωπό του [τύπος της λέξης ρέα‛] δεν έχει κάνει τίποτα κακό, και με ονειδισμό ενάντια σε στενό του γνώριμο [τύπος της λέξης καρώβ] δεν έχει ασχοληθεί». (Ψλ 15:3) Νουθετούμαστε επανειλημμένα να μην κάνουμε κακό στο συνάνθρωπό μας (ρέα‛), ούτε και να τον καταφρονούμε ή να επιθυμούμε οτιδήποτε ανήκει σε εκείνον.—Εξ 20:16· Δευ 5:21· 27:24· Παρ 14:21.
Ο απόστολος Παύλος είπε: «Αυτός που αγαπάει το συνάνθρωπό του έχει εκπληρώσει το νόμο». Έπειτα παραθέτει μερικές από τις εντολές του Νόμου, καταλήγοντας: «Και οποιαδήποτε άλλη εντολή υπάρχει, συνοψίζεται σε αυτόν το λόγο, δηλαδή στο “Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου”. Η αγάπη δεν εργάζεται το κακό στον πλησίον· άρα η αγάπη αποτελεί εκπλήρωση του νόμου». (Ρω 13:8-10· παράβαλε Γα 5:14.) Ο Ιάκωβος αποκαλεί «βασιλικό νόμο» την εντολή σύμφωνα με την οποία πρέπει να αγαπάει κάποιος τον πλησίον του όπως τον εαυτό του.—Ιακ 2:8.
Η δεύτερη σε σπουδαιότητα εντολή. Απαντώντας σε έναν Ιουδαίο που ρώτησε: «Τι αγαθό πρέπει να κάνω για να αποκτήσω αιώνια ζωή;» και ο οποίος ήθελε να μάθει ποιες εντολές έπρεπε να ακολουθεί, ο Ιησούς κατονόμασε πέντε από τις Δέκα Εντολές και πρόσθεσε αυτήν που αναφέρεται στο εδάφιο Λευιτικό 19:18, λέγοντας: «Πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». (Ματ 19:16-19) Επίσης, κατέταξε αυτή την εντολή ως τη δεύτερη σε σπουδαιότητα στο Νόμο—μία από τις δύο στις οποίες κρεμόταν όλος ο Νόμος και οι Προφήτες.—Ματ 22:35-40· Μαρ 12:28-31· Λου 10:25-28.
Ποιος είναι ο πλησίον μου; Ο Ιησούς έκανε επίσης βαθύτερη την κατανόηση των ακροατών του ως προς τη σημασία της λέξης πλησίον όταν ένας άλλος άνθρωπος, επιζητώντας να αποδειχτεί δίκαιος, ρώτησε: «Ποιος είναι, όμως, ο πλησίον μου;» Ο Ιησούς, στην παραβολή του για τον ελεήμονα Σαμαρείτη, τόνισε ότι, έστω και αν κάποιος ζει μακριά ή δεν είναι συγγενής ή στενός φίλος, μπορεί να είναι πραγματικός πλησίον αν εκδηλώνει στον άλλον την αγάπη και την καλοσύνη που προστάζουν οι Γραφές.—Λου 10:29-37.
Στην Κοινοπολιτεία του Ισραήλ. Στο εδάφιο Εβραίους 8:11 εμφανίζεται στα περισσότερα πρωτότυπα ελληνικά κείμενα η λέξη πολίτης στην αιτιατική πτώση, ενώ μερικά μεταγενέστερα χειρόγραφα έχουν τη λέξη πλησίον. Εδώ, ο Παύλος παραθέτει από την προφητεία αποκατάστασης που αναφέρεται στο εδάφιο Ιερεμίας 31:34, η οποία απευθύνθηκε σε όσους ανήκαν στην κοινοπολιτεία του Ισραήλ: «“Και δεν θα διδάσκουν πια ο καθένας το σύντροφό του [τύπος της λέξης ρέα‛] και ο καθένας τον αδελφό του, λέγοντας: «Γνωρίστε τον Ιεχωβά!» γιατί όλοι τους θα με γνωρίζουν, από τον μικρότερό τους ως και τον μεγαλύτερό τους”, λέει ο Ιεχωβά». Ο Παύλος το εφαρμόζει αυτό στο πνευματικό «άγιο έθνος», τον «Ισραήλ του Θεού», λέγοντας: «Και δεν πρόκειται να διδάσκουν ο καθένας το συμπολίτη του και ο καθένας τον αδελφό του . . . ». Σε αυτή την περίπτωση, η χροιά των πρωτότυπων γλωσσών μεταφέρεται καλύτερα με τις λέξεις σύντροφος (για τη λέξη ρέα‛) και συμπολίτης, παρά με τη λέξη πλησίον.—1Πε 2:9· Γα 6:16.
Συμβουλή από τις Παροιμίες. Μολονότι κάποιος πρέπει να βοηθάει και να αγαπάει τον πλησίον του, εντούτοις πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε να μην προσπαθεί να γίνει ο πιο στενός γνώριμος του πλησίον του ή του συνανθρώπου του—να μην επιβάλλεται στον πλησίον του ή να μην τον εκμεταλλεύεται. Η παροιμία διατυπώνει αυτή τη σκέψη ως εξής: «Βάζε σπάνια το πόδι σου στο σπίτι του συνανθρώπου σου [τύπος της λέξης ρέα‛], για να μη σε βαρεθεί και σε μισήσει».—Παρ 25:17.
Εντούτοις, οι Παροιμίες συμβουλεύουν να έχει κάποιος πίστη και εμπιστοσύνη σε έναν φίλο και να στρέφεται σε αυτόν σε περίπτωση ανάγκης: «Μην εγκαταλείπεις το φίλο σου ούτε το φίλο του πατέρα σου, και μην μπεις στο σπίτι του αδελφού σου την ημέρα της συμφοράς σου. Είναι καλύτερος ο γείτονας [σαχέν] που βρίσκεται κοντά παρά ο αδελφός που βρίσκεται μακριά». (Παρ 27:10) Εδώ ο συγγραφέας φαίνεται να λέει ότι ένας στενός οικογενειακός φίλος είναι πολύτιμος, και πρέπει να προστρέχει κανείς σε αυτόν για βοήθεια μάλλον παρά σε κάποιον τόσο κοντινό συγγενή όσο είναι ένας αδελφός, αν αυτός βρίσκεται μακριά, επειδή ο αδελφός μπορεί να μην είναι τόσο διαθέσιμος ή τουλάχιστον σε τόσο πλεονεκτική θέση να προσφέρει βοήθεια όσο ο οικογενειακός φίλος.
-
-
ΠλίθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΙΘΟΣ
Γενικά, δομική μονάδα φτιαγμένη από σκληρυμένη λάσπη ή πηλό. Ο πλίθος (εβρ., λεβενάχ) χρησιμοποιείται ευρύτατα στις Βιβλικές χώρες από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι οικοδόμοι της αρχαίας Βαβυλώνας δεν βρήκαν πέτρες κοντά στην τοποθεσία που επέλεξαν για την πόλη τους, γι’ αυτό και χρησιμοποίησαν πλίθους αντί για πέτρες, ενώ η άσφαλτος τους χρησίμευσε ως κονίαμα. Προφανώς, επρόκειτο για πλίθους ψημένους στο καμίνι, με άλλα λόγια, σκληρυμένους «στη φωτιά». (Γε 11:3) Στην αρχαία Αίγυπτο, οι υποδουλωμένοι Ισραηλίτες εργάζονταν στην κατασκευή πλίθων. Η θέση τους έγινε δυσκολότερη όταν υποχρεώθηκαν να μαζεύουν μόνοι τους το άχυρο, και παρ’ όλα αυτά να παράγουν τον ίδιο αριθμό πλίθων. (Εξ 5:7-19) Στην Υποσχεμένη Γη, οι Ισραηλίτες εξακολούθησαν να χρησιμοποιούν πλίθους στην οικοδόμηση, μολονότι φαίνεται ότι προτιμούσαν την πέτρα. (Ησ 9:10) Αν και οι οικοδομικές πέτρες καλής ποιότητας αφθονούν στους λόφους της Παλαιστίνης, σε μερικές περιοχές υπάρχουν λίγες μόνο. Γι’ αυτό στους κάμπους, σε πόλεις όπως η Ιεριχώ και η Εσιών-γεβέρ, χρησιμοποιούσαν πλίθους όχι μόνο για τα τείχη των πόλεων, αλλά και για τις κατοικίες. Στη σύγχρονη εποχή, σε ορισμένα μέρη της Συρίας και της Παλαιστίνης, έχουν χτιστεί σπίτια στα οποία εκτός από πελεκημένη πέτρα χρησιμοποιήθηκαν και πλίθοι ξεραμένοι στον ήλιο—με την πελεκημένη πέτρα κατασκευάστηκαν οι τοίχοι που είναι πιο εκτεθειμένοι στις χειμερινές καταιγίδες.
Κατά την κατασκευή των πλίθων, αφού αφαιρούσαν τις ξένες ουσίες από τη λάσπη ή τον πηλό, συνήθως αναμείγνυαν το εν λόγω υλικό με ψιλοκομμένο άχυρο ή άλλες φυτικές ύλες. Αυτό επιβεβαιώνεται από την εξής δήλωση στους Παπύρους Αναστάση, από την αρχαία Αίγυπτο: «Δεν υπήρχε κανείς να πλάσει πλίθους, και δεν υπήρχε άχυρο στα περίχωρα». (Αίγυπτος και Αιγυπτιακός Βίος στην Αρχαιότητα [Aegypten und Aegyptisches Leben im Altertum], του Ά. Έρμαν, 1885, Τόμ. 1, σ. 171) Παρότι έχουν βρεθεί στην Αίγυπτο πλίθοι φτιαγμένοι χωρίς άχυρο, πρόκειται προφανώς για εξαίρεση η οποία δεν παρέχει ισχυρή βάση για να συμπεράνει κανείς ότι οι Ισραηλίτες κατέφυγαν στην κατασκευή τέτοιων πλίθων όταν τους υποχρέωσαν να προμηθεύονται το άχυρο μόνοι τους. Πειράματα στα πρόσφατα χρόνια δείχνουν ότι με την προσθήκη άχυρου ο πηλός δουλεύεται ευκολότερα και τριπλασιάζεται η ανθεκτικότητα των παραγόμενων πλίθων.
Το μείγμα λάσπης ή πηλού με άχυρο το ύγραιναν με νερό, το πατούσαν με τα πόδια και ύστερα το έπλαθαν με τα χέρια ή το συμπίεζαν μέσα στο τετράπλευρο ξύλινο «καλούπι των πλίθων». (Εβρ., μαλμπέν· Να 3:14) Ίσως πασπάλιζαν τις πλευρές του καλουπιού με στεγνό χώμα έτσι ώστε να βγαίνει εύκολα το περιεχόμενο. Πολλές φορές, ενόσω ο πλίθος ήταν ακόμη υγρός, αποτύπωναν πάνω του το έμβλημα του ανάσσοντος μονάρχη. Κατόπιν άφηναν τους πλίθους να στεγνώσουν στον ήλιο (ωμόπλινθοι) ή τους έψηναν στο καμίνι (οπτόπλινθοι).
Στη Βαβυλωνία, χρησιμοποιούσαν συνήθως οπτόπλινθους. Τέτοιου είδους πλίθους τοποθετούσαν γενικά στα τείχη των πόλεων, αλλά και στους τοίχους και στα δάπεδα των ανακτόρων. Μερικές φορές, χρησιμοποιούσαν ωμόπλινθους στο εσωτερικό των κτιρίων ή τους τοποθετούσαν μαζί με οπτόπλινθους σε εναλλασσόμενες στρώσεις πάχους ενός μέτρου ή περισσότερο. Στην Αίγυπτο, στην Ασσυρία και στην Παλαιστίνη, φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν κυρίως οι ωμόπλινθοι. Οι οπτόπλινθοι υπερέχουν σε ποιότητα από τους ωμόπλινθους, οι οποίοι τείνουν να διαλύονται όταν εκτίθενται σε πλημμύρες και να συστέλλονται από την έντονη ζέστη του καλοκαιρινού ήλιου. Ωστόσο, κάποιοι ωμόπλινθοι έχουν αποδειχτεί πολύ ανθεκτικοί, όπως εκείνοι στην Εσιών-γεβέρ, οι οποίοι διατηρούνται επί αιώνες.—Βλέπε ΚΑΜΙΝΙ.
Η εκτεταμένη χρήση ωμόπλινθων εξηγεί γιατί οι θέσεις ορισμένων αρχαίων πόλεων παρέμειναν άγνωστες επί αιώνες. Οι θρυμματισμένοι πλίθοι πόλεων του παρελθόντος σχημάτισαν γήλοφους που έμοιαζαν πολύ με το έδαφος της γύρω περιοχής. Στην Παλαιστίνη και στη Συρία τέτοιοι γήλοφοι κρύβουν συχνά τα ερείπια αρκετών πόλεων.
Οι πλίθοι ποίκιλλαν σημαντικά ως προς το μέγεθος και το σχήμα. Στην Αίγυπτο ήταν συνηθισμένο το ορθογώνιο σχήμα, ενώ στην κατασκευή των αψίδων χρησιμοποιούνταν σφηνοειδείς πλίθοι. Οι αιγυπτιακοί πλίθοι είχαν κατά προσέγγιση 36 ως 51 εκ. μήκος, 15 ως 23 εκ. πλάτος και 10 ως 18 εκ. πάχος. Στη Βαβυλωνία, έχουν βρεθεί τετράγωνοι, επιμήκεις, τριγωνικοί και σφηνοειδείς πλίθοι. Εντούτοις, οι πλίθοι των μεταγενέστερων περιόδων, όπως της εποχής του Ναβουχοδονόσορα, ήταν συνήθως τετράγωνοι, με πλευρά περίπου 30 εκ.
Την εποχή του Ησαΐα, λέγεται ότι ο Ισραήλ “ύψωνε καπνό θυσίας πάνω στους πλίθους”. Εδώ η λέξη “πλίθοι” ίσως αναφέρεται στο πλακόστρωτο του τόπου όπου πρόσφεραν τις θυσίες ή στους πλίθους με τους οποίους ήταν στρωμένες οι ταράτσες των σπιτιών.—Ησ 65:3.
-
-
ΠλοίοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΟΙΟ
Σχετικά μεγάλο ποντοπόρο σκάφος. Η Αγία Γραφή γενικά αναφέρεται μόνο παρεμπιπτόντως στα πλοία, στη ναυτιλία και στα εξαρτήματα των πλοίων, αλλά παρ’ όλα αυτά δίνει μερικά στοιχεία για τα πλοία στους Βιβλικούς χρόνους. Άλλες περιγραφές αρχαίων πλοίων αντλούμε από τα ιστορικά χρονικά διαφόρων εθνών ή από απεικονίσεις εμπορικών πλοίων, ναυμαχιών, και ούτω καθεξής.
Αιγυπτιακά. Καλάμια από πάπυρο, πλεγμένα και δεμένα μεταξύ τους, ήταν τα υλικά ναυπήγησης των αιγυπτιακών πλοίων που υπήρχαν σε ευρεία ποικιλία τύπων και μεγεθών—από μικρές βάρκες ποταμοπλοΐας που μετέφεραν μόλις έναν ή λίγους κυνηγούς ή ψαράδες, και με τις οποίες μπορούσε κανείς να κωπηλατήσει γρήγορα κατά μήκος του Νείλου, μέχρι μεγάλα ιστιοφόρα με ανασηκωμένη πλώρη τα οποία ήταν αρκετά ανθεκτικά ώστε να πλέουν στο ανοιχτό πέλαγος. Οι Αιθίοπες και οι Βαβυλώνιοι χρησιμοποιούσαν και αυτοί καλαμένια σκάφη. Η Βαβυλώνα επίσης διέθετε μεγάλο στόλο από γαλέρες.
Ένα ανάγλυφο στο Μεντινέτ Χαμπού απεικονίζει αιγυπτιακά ιστιοφόρα με μονό κατάρτι, στην κορυφή του οποίου υπήρχε μια φωλιά κορακιού. Τα σκάφη αυτά κινούνταν και με κουπιά, ενώ στην πρύμνη είχαν ένα μεγάλο κουπί πηδαλιουχίας. Η πλώρη ήταν διαμορφωμένη σε σχήμα κεφαλής λέαινας που είχε στο στόμα της το σώμα ενός Ασιάτη.
Μεγάλα πλοία με ορθογώνια πανιά και περισσότερα από 20 κουπιά, που πιθανώς είχαν καρίνα στο κέντρο, διέπλεαν τη Μεσόγειο. Το γεγονός ότι τον καιρό του Μωυσή υπήρχαν ήδη πλοία που διέσχιζαν τις θάλασσες καταδεικνύεται από την προειδοποίηση του Ιεχωβά προς τους Ισραηλίτες, στις Πεδιάδες του Μωάβ, ότι αν δεν υπάκουαν θα μεταφέρονταν «πίσω στην Αίγυπτο με πλοία», για να πουληθούν εκεί στο σκλαβοπάζαρο.—Δευ 28:68.
Φοινικικά. Ο προφήτης Ιεζεκιήλ (27:3-7), παριστάνοντας την πόλη της Τύρου σαν ένα όμορφο πλοίο, έδωσε λεπτομέρειες οι οποίες προφανώς συνιστούν την περιγραφή φοινικικού πλοίου. Το πλοίο αυτό είχε σανίδες από ανθεκτική άρκευθο, μονό κατάρτι από κέδρο του Λιβάνου και κουπιά από «πελώρια δέντρα» της Βασάν, πιθανώς βελανιδιές. Η πλώρη, μάλλον ψηλή και καμπυλωτή, ήταν φτιαγμένη από κυπαρισσόξυλο και διακοσμημένη με ένθετο ελεφαντόδοντο. Το πανί ήταν από χρωματιστό αιγυπτιακό λινό, και το σκέπαστρο του καταστρώματος (ίσως κάποιο σκίαστρο για το κατάστρωμα) ήταν από βαμμένο μαλλί. Οι αρμοί του πλοίου ήταν καλαφατισμένοι. (Ιεζ 27:27) Οι Φοίνικες ήταν δεινοί ναυτικοί, οι οποίοι διεξήγαν ευρείας κλίμακας εμπόριο στην περιοχή της Μεσογείου, φτάνοντας ακόμη και μέχρι τη Θαρσείς (πιθανώς την Ισπανία). Μερικοί πιστεύουν ότι με την πάροδο του χρόνου ο όρος «πλοία της Θαρσείς» κατέληξε να σημαίνει τον τύπο πλοίου που χρησιμοποιούσαν οι Φοίνικες όταν έκαναν εμπόριο με εκείνο το απομακρυσμένο μέρος, δηλαδή ένα αξιόπλοο σκάφος, ικανό για μεγάλα ταξίδια. (1Βα 22:48· Ψλ 48:7· Ησ 2:16· Ιεζ 27:25) Ο Ιωνάς ενδέχεται να έφυγε με πλοίο τέτοιου τύπου. Το πλοίο αυτό διέθετε κατάστρωμα, αφήνοντας έτσι χώρο στο αμπάρι για τα εμπορεύματα και τους επιβάτες.—Ιων 1:3, 5.
Κάποιο από τα γλυπτά του Σενναχειρείμ απεικονίζει ένα φοινικικό πλοίο με κατάστρωμα που διέθετε υπερκατασκευή, καθώς και με διπλή σειρά κουπιών, πανί και παραπέτασμα το οποίο περιέβαλλε το πάνω κατάστρωμα και από το οποίο κρέμονταν ασπίδες. Η πλώρη αυτού του πολεμικού πλοίου ήταν μακριά και αιχμηρή.
Εβραϊκά Πλοία. Όταν ο Δαν είχε πλέον εγκατασταθεί στην Υποσχεμένη Γη, αναφέρθηκε ότι για κάποιο διάστημα έμενε σε πλοία (Κρ 5:17), δήλωση με την οποία ενδεχομένως εννοούνταν η περιοχή που του είχε παραχωρηθεί στα παράλια της Φιλιστίας. (Ιη 19:40, 41, 46) Η περιοχή του Ασήρ ήταν παράκτια και περιλάμβανε τις πόλεις της Τύρου και της Σιδώνας (αν και δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Ασήρ κατέλαβε ποτέ αυτές τις πόλεις). Οι φυλές του Μανασσή, του Εφραΐμ και του Ιούδα κατείχαν εδάφη κατά μήκος της ακτής της Μεσογείου, οπότε ήταν και αυτές αρκετά εξοικειωμένες με τα πλοία. (Ιη 15:1, 4· 16:8· 17:7, 10) Ο Μανασσής, ο Ισσάχαρ και ο Νεφθαλί είχαν επίσης εδάφη δίπλα ή κοντά στη Θάλασσα της Γαλιλαίας.
Παρ’ όλο που, από ό,τι φαίνεται, ο Ισραήλ χρησιμοποιούσε πλοία από τους αρχαίους χρόνους, ο Σολομών ήταν προφανώς ο πρώτος ηγεμόνας του Ισραήλ ο οποίος έδωσε έμφαση στην εμπορική ναυτιλία. Με τη βοήθεια του Χιράμ, κατασκεύασε έναν στόλο από φορτηγά πλοία τα οποία απέπλεαν από την Εσιών-γεβέρ με προορισμό το Οφείρ. (1Βα 9:26-28· 10:22· 2Χρ 8:17, 18· 9:21) Αυτά τα σκάφη ήταν επανδρωμένα με μεικτά πληρώματα Ισραηλιτών και έμπειρων ναυτικών από την Τύρο. Κάθε τρία χρόνια τα πλοία επέστρεφαν μεταφέροντας φορτία από χρυσάφι, ασήμι, ελεφαντόδοντο, πιθήκους και παγώνια.—1Βα 9:27· 10:22.
Μεταγενέστερα, ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ του Ιούδα συνεταιρίστηκε με τον πονηρό Βασιλιά Οχοζία του Ισραήλ για τη ναυπήγηση πλοίων στην Εσιών-γεβέρ που θα τα έστελναν στο Οφείρ για χρυσάφι. Ο Ιεχωβά, όμως, τον προειδοποίησε ότι αποδοκίμαζε αυτή τη συμμαχία. Ως αποτέλεσμα, τα πλοία ναυάγησαν στην Εσιών-γεβέρ, και ο Ιωσαφάτ προφανώς απέρριψε το αίτημα του Οχοζία να επαναλάβουν το εγχείρημα.—1Βα 22:48, 49· 2Χρ 20:36, 37.
Στη Διάρκεια του Πρώτου Αιώνα Κ.Χ. Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., πολυάριθμα εμπορικά πλοία διαφόρων τύπων έπλεαν στα νερά της Μεσογείου. Μερικά από αυτά τα σκάφη παρέπλεαν τις ακτές, όπως ήταν το πλοίο από το Αδραμύττιο με το οποίο απέπλευσε από την Καισάρεια ο Παύλος, ως κρατούμενος, με προορισμό τα Μύρα. (Πρ 21:1-6· 27:2-5) Ωστόσο, το εμπορικό πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε ο Παύλος στα Μύρα ήταν ένα μεγάλο σιταγωγό, με πλήρωμα και επιβάτες που αριθμούσαν συνολικά 276 άτομα. (Πρ 27:37, 38) Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι κάποτε ταξίδεψε με πλοίο που μετέφερε 600 άτομα.—Βίος, 15 (3).
Ο Παύλος είχε ταξιδέψει πολλές φορές με πλοίο. Είχε ναυαγήσει ήδη τρεις φορές προτού κάνει το παραπάνω ταξίδι. (2Κο 11:25) Το πλοίο στο οποίο επέβαινε αυτή τη φορά ήταν ιστιοφόρο με μαΐστρα και πανί στην πλώρη, και με δύο μεγάλα κωπήρη πηδάλια στην πρύμνη με τα οποία διηύθυναν το σκάφος. Αυτού του είδους τα πλοία έφεραν συνήθως ως ακρόπρωρο παραστάσεις θεοτήτων. (Το πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε έπειτα ο Παύλος είχε για ακρόπρωρο τους «Διόσκουρους».) (Πρ 28:11) Το πλοίο ρυμουλκούσε μια μικρή λέμβο, μια βάρκα, με την οποία έβγαιναν στην ακρογιαλιά όταν αγκυροβολούσαν κοντά στην ακτή. Σε περίπτωση θύελλας, ανέβαζαν τη βάρκα στο σκάφος για να μη βουλιάξει ή συντριφτεί. Σε αυτό το ταξίδι του Παύλου, η θύελλα ήταν τόσο σφοδρή ώστε ανάγκασε τους ναύτες να ζώσουν από κάτω το πλοίο (προφανώς περνώντας σχοινιά ή αλυσίδες κάτω από το κύτος, από τη μια μεριά ως την άλλη, για να μη διαλυθεί το πλοίο), να κατεβάσουν τα άρμενα (προφανώς τον εξαρτισμό), να ρίξουν το φορτίο του σιταριού στη θάλασσα, να πετάξουν τα ξάρτια και να λύσουν τα σχοινιά που συγκρατούσαν τα πηδάλια (για να μην υποστούν βλάβη).—Πρ 27:6-19, 40.
Η Θάλασσα της Γαλιλαίας. Τα Ευαγγέλια κάνουν συχνά λόγο για πλοιάρια στη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Από ό,τι φαίνεται, αυτά χρησιμοποιούνταν κυρίως για ψάρεμα με δίχτυα (Ματ 4:18-22· Λου 5:2· Ιωα 21:2-6), παρότι το ψάρεμα γινόταν και με αγκίστρια. (Ματ 17:27) Ο Ιησούς χρησιμοποίησε σε μερικές περιπτώσεις πλοιάρια για να κηρύξει σε πλήθη που βρίσκονταν σε κάποια κοντινή ακρογιαλιά, κάτι που ήταν αρκετά βολικό (Ματ 13:2· Λου 5:3), και τόσο αυτός όσο και οι απόστολοί του τα χρησιμοποιούσαν συχνά ως μεταφορικό μέσο. (Ματ 9:1· 15:39· Μαρ 5:21) Αυτού του είδους τα πλοιάρια κινούνταν με κουπιά ή με ένα μικρό ιστίο. (Μαρ 6:48· Λου 8:22) Μολονότι η Αγία Γραφή δεν περιγράφει πώς ήταν αυτά τα αλιευτικά πλοιάρια, μερικά ήταν αρκετά μεγάλα ώστε να χωρούν 13 και πλέον άτομα.—Μαρ 8:10· Ιωα 21:2, 3· βλέπε ΓΑΛΕΡΑ· ΝΑΥΤΙΚΟΣ.
Άγκυρες. Από όσα γνωρίζουμε, οι πρώτες άγκυρες ήταν πέτρινες και ποντίζονταν από την πλώρη του πλοίου. Αργότερα, στη Μεσόγειο, χρησιμοποιούσαν ξύλινες άγκυρες με τη μορφή άγκιστρου, που έφεραν βάρος από πέτρα ή μέταλλο. Μερικές είχαν μολύβδινους βραχίονες. Ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα που ανακαλύφτηκε κοντά στην Κυρήνη ζυγίζει περίπου 545 κιλά. Με τον καιρό άρχισαν να χρησιμοποιούνται εξ ολοκλήρου μεταλλικές άγκυρες, μερικές εκ των οποίων είχαν τη γνώριμη μορφή και άλλες διπλούς όνυχες. Οι ναύτες του πλοίου στο οποίο επέβαινε ο Παύλος έριξαν τέσσερις άγκυρες από την πρύμνη του καραβιού (τακτική που ακολουθούσαν μερικές φορές όταν έπεφταν σε ανεμοθύελλα). (Πρ 27:29, 30, 40) Για τον υπολογισμό του βάθους του νερού χρησιμοποιούσαν τη βολίδα.—Πρ 27:28.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τον όρο «άγκυρα» συμβολικά όταν απευθύνεται στους Χριστιανούς πνευματικούς αδελφούς του, αποκαλώντας την ελπίδα που τέθηκε ενώπιόν τους «άγκυρα για την ψυχή».—Εβρ 6:19· παράβαλε Εφ 4:13, 14· Ιακ 1:6-8.
-
-
ΠλούτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΟΥΤΟΣ
Αφθονία υλικών αποκτημάτων· επίσης, πνευματικές ιδιότητες, προνόμια υπηρεσίας και θεϊκή επιδοκιμασία.
Από την αρχή ως το τέλος, οι Γραφές δίνουν έμφαση, όχι στην κατοχή υλικού πλούτου, αλλά στην καλή υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, υπόσταση την οποία διατηρεί κάποιος συνεχίζοντας να εκτελεί το θεϊκό θέλημα με πίστη. Ο Χριστός Ιησούς παρότρυνε τους ανθρώπους να είναι “πλούσιοι ως προς τον Θεό” (Λου 12:21) και να συσσωρεύουν «θησαυρούς στον ουρανό». (Ματ 6:20· Λου 12:33) Το υπόμνημα των καλών έργων κάποιου θα ήταν σαν πλούτος που κατατίθεται ενώπιον του Δημιουργού στους ουρανούς και εξασφαλίζει διαρκείς ευλογίες για το εν λόγω άτομο. Οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού που χρίστηκαν με το πνεύμα μπορούσαν να αποβλέπουν στον “ένδοξο πλούτο” της ουράνιας κληρονομιάς (Εφ 1:18), ενώ κατά τη διάρκεια της παροίκησής τους στη γη θα ήταν πλούσιοι, δηλαδή θα αφθονούσαν, σε πίστη, αγάπη, αγαθότητα και άλλες θεοειδείς ιδιότητες.—Παράβαλε Γα 5:22, 23· Ιακ 2:5· 1Πε 2:11, 12· 2Πε 1:5-8.
Οι Πλούσιοι Πατριάρχες. Πιστοί υπηρέτες του Ιεχωβά Θεού όπως οι πατριάρχες Αβραάμ και Ιώβ δεν είχαν λάβει την αποστολή να βοηθούν άτομα εκτός του σπιτικού τους να ενστερνιστούν την αληθινή λατρεία. Γι’ αυτό, φαίνεται ότι δαπανούσαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους φροντίζοντας για τις υλικές και τις πνευματικές ανάγκες του σπιτικού τους. Ο Ιεχωβά ευλογούσε τις επιμελείς προσπάθειες αυτών των υπηρετών του, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν πολλά ζωντανά, πολλούς υπηρέτες και άφθονο χρυσάφι και ασήμι.—Γε 12:16· 13:2· 14:14· 30:43· 32:10· Ιωβ 1:2, 3· 42:10-12.
Αν και πλούσιοι, αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν υλιστές. Καταλάβαιναν ότι η υλική τους ευημερία οφειλόταν στο ότι τους ευλογούσε ο Ιεχωβά, και δεν επιδίωκαν άπληστα τον πλούτο. Ο Αβραάμ, αφού νίκησε τέσσερις συνασπισμένους βασιλιάδες και ανέκτησε όλα τα αγαθά που είχαν αρπάξει αυτοί από τα Σόδομα, θα μπορούσε να είχε αυξήσει κατά πολύ τα πλούτη του. Εντούτοις, απέρριψε την προσφορά που του έκανε ο βασιλιάς των Σοδόμων να πάρει τα ανακτημένα αγαθά, λέγοντας: «Σηκώνω το χέρι μου για να ορκιστώ στον Ιεχωβά τον Ύψιστο Θεό, Αυτόν που έκανε τον ουρανό και τη γη, ότι, από κλωστή μέχρι λουρί σανδαλιού, όχι, δεν θα πάρω τίποτα από οτιδήποτε είναι δικό σου, για να μην πεις: “Εγώ ήμουν που έκανα πλούσιο τον Άβραμ”. Τίποτα για εμένα!» (Γε 14:22-24) Όταν ο Ιώβ έχασε όλα του τα ζωντανά και όλα του τα παιδιά, αναφώνησε: «Ο Ιεχωβά έδωσε και ο Ιεχωβά αφαίρεσε. Ας συνεχίσει να είναι ευλογημένο το όνομα του Ιεχωβά».—Ιωβ 1:21.
Ο Αβραάμ, ο Ιώβ και άλλοι έδειξαν ότι ήταν άτομα αξιόπιστα όσον αφορά τα πλούτη. Ήταν εργατικοί και χρησιμοποιούσαν τα υλικά τους αποκτήματα κατάλληλα. Ο Ιώβ, για παράδειγμα, ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους. (Ιωβ 29:12-16) Εφόσον οι υπηρέτες του εκδήλωναν τέτοια σωστή στάση, ο Ιεχωβά Θεός είχε βάσιμους λόγους να τους προστατεύει από ιδιοτελείς και άπληστους ανθρώπους που ήθελαν να τους εξαπατήσουν.—Γε 31:5-12· Ιωβ 1:10· Ψλ 105:14.
Αν ο Ισραήλ Παρέμενε Υπάκουος, θα Ευημερούσε. Όπως συνέβαινε με τους πιστούς πατριάρχες, έτσι και η υλική ευημερία των Ισραηλιτών εξαρτόταν από το αν θα διατηρούσαν κατάλληλη σχέση με τον Ιεχωβά Θεό. Ο Μωυσής τούς παρήγγειλε αυστηρά να θυμούνται ότι ο Ιεχωβά ο Θεός τους ήταν Αυτός που τους έδινε τη δύναμη να δημιουργούν πλούτο. (Δευ 8:18) Ναι, ο Ιεχωβά ήταν Αυτός που έδωσε κληρονομιά γης σε εκείνο το έθνος, το οποίο βρισκόταν σε σχέση διαθήκης μαζί του. (Αρ 34:2-12) Ήταν επίσης σε θέση να φροντίζει να λαβαίνουν τις βροχές στον καιρό τους και να μην υφίστανται απώλειες λόγω αποτυχημένης σοδειάς ή εισβολής εχθρικών δυνάμεων.—Λευ 26:4-7.
Ο Θεός είχε σκοπό να είναι ο Ισραήλ—αν παρέμενε υπάκουος—ένα έθνος που ευημερούσε. Ο Μωυσής είπε: «Ο Ιεχωβά θα σου ανοίξει την καλή του αποθήκη, τους ουρανούς, για να δώσει στη γη σου τη βροχή στον καιρό της και για να ευλογήσει κάθε έργο των χεριών σου· και θα δανείζεις σε πολλά έθνη, ενώ εσύ δεν θα δανείζεσαι. Και ο Ιεχωβά θα σε βάλει στο κεφάλι και όχι στην ουρά· και θα βρίσκεσαι μόνο στην κορυφή, και δεν θα βρίσκεσαι κάτω, επειδή υπακούς στις εντολές του Ιεχωβά του Θεού σου». (Δευ 28:12, 13) Η ευμάρεια του έθνους θα έφερνε τιμή στον Ιεχωβά και θα αποδείκνυε περίτρανα στα γύρω έθνη ότι Αυτός “έδινε πλούτη” (1Σα 2:7) στο λαό του και ότι ο Νόμος που τους είχε προμηθεύσει εξασφάλιζε καλύτερα από οτιδήποτε άλλο την ευημερία όλων όσων περιλαμβάνονταν.
Το ότι η ευημερία του Ισραήλ υποκίνησε και άλλους λαούς να δοξάσουν τον Ιεχωβά φαίνεται παραστατικά από την περίπτωση του Βασιλιά Σολομώντα. Στην αρχή της βασιλείας του, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να ζητήσει ό,τι ήθελε από τον Ιεχωβά, αυτός δεν ζήτησε μεγάλα πλούτη, αλλά απεναντίας σοφία και γνώση για να κρίνει το έθνος. Ο Ιεχωβά ικανοποίησε το αίτημα του Σολομώντα και επίσης του έδωσε «υλική ευημερία και πλούτη και τιμή». (2Χρ 1:7-12· 9:22-27) Ως αποτέλεσμα, οι αναφορές για τη σοφία και τον πλούτο του συνδέθηκαν με το όνομα του Ιεχωβά. Για παράδειγμα, έχοντας ακούσει για τον Σολομώντα σε σχέση με τον Ιεχωβά, η βασίλισσα της Σεβά ήρθε από μακρινή γη για να διαπιστώσει αν οι αναφορές για τη σοφία και την ευημερία του ευσταθούσαν. (1Βα 10:1, 2) Τα όσα είδε την υποκίνησαν να αναγνωρίσει την αγάπη του Ιεχωβά για τον Ισραήλ και να πει: «Αληθινός αποδείχτηκε ο λόγος που άκουσα στη γη μου για τα όσα αφορούν εσένα και για τη σοφία σου. Και εγώ δεν πίστευα αυτά τα λόγια ώσπου ήρθα για να δουν τα ίδια μου τα μάτια· και βλέπω ότι δεν μου είχαν πει ούτε τα μισά. Έχεις υπερβεί σε σοφία και ευημερία τις φήμες που άκουσα. Ευτυχισμένοι είναι οι άντρες σου· ευτυχισμένοι είναι αυτοί οι υπηρέτες σου που στέκονται ενώπιόν σου διαρκώς και ακούν τη σοφία σου! Είθε ο Ιεχωβά ο Θεός σου να είναι ευλογημένος, αυτός ο οποίος βρήκε ευχαρίστηση σε εσένα, ώστε σε έβαλε στο θρόνο του Ισραήλ· επειδή ο Ιεχωβά αγαπάει τον Ισραήλ στον αιώνα, γι’ αυτό και σε διόρισε βασιλιά για να παρέχεις δικαστικές αποφάσεις και δικαιοσύνη».—1Βα 10:6-9.
Ως έθνος που ευημερούσε, οι Ισραηλίτες είχαν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν την τροφή και το ποτό (1Βα 4:20· Εκ 5:18, 19), ο δε πλούτος τους τούς προστάτευε από τα προβλήματα της φτώχειας. (Παρ 10:15· Εκ 7:12) Ωστόσο, αν και το να απολαμβάνουν ευημερία χάρη στη σκληρή τους εργασία ήταν σε αρμονία με το σκοπό του Ιεχωβά (παράβαλε Παρ 6:6-11· 20:13· 24:33, 34), εκείνος φρόντισε επίσης να λάβουν προειδοποίηση για τον κίνδυνο που υπήρχε να ξεχάσουν πως ο ίδιος ήταν η Πηγή της ευμάρειάς τους και να αρχίσουν να εμπιστεύονται στον πλούτο τους. (Δευ 8:7-17· Ψλ 49:6-9· Παρ 11:4· 18:10, 11· Ιερ 9:23, 24) Τους έγινε η υπενθύμιση ότι τα πλούτη ήταν εφήμερα (Παρ 23:4, 5), ότι δεν μπορούσαν να δοθούν στον Θεό ως λύτρο ώστε να απελευθερωθεί κάποιος από το θάνατο (Ψλ 49:6, 7) και ότι δεν είχαν αξία για τους νεκρούς (Ψλ 49:16, 17· Εκ 5:15). Τους υποδείχτηκε ότι το να αποδίδει κανείς υπερβολική σπουδαιότητα στα πλούτη μπορούσε να οδηγήσει σε απάτες και στη δυσμένεια του Ιεχωβά. (Παρ 28:20· παράβαλε Ιερ 5:26-28· 17:9-11.) Τους δόθηκε επίσης η παρότρυνση να “τιμούν τον Ιεχωβά με τα πολύτιμα πράγματά τους”.—Παρ 3:9.
Ασφαλώς, η ευημερία του έθνους δεν σήμαινε ότι κάθε άτομο ήταν πλούσιο ή ότι όσοι είχαν λίγα υφίσταντο κατ’ ανάγκην τη θεϊκή αποδοκιμασία. Απρόβλεπτες περιστάσεις ίσως έκαναν μερικούς να περιέλθουν σε φτώχεια. (Εκ 9:11, 12) Ο θάνατος μπορεί να άφηνε πίσω ορφανά και χήρες. Τα ατυχήματα και οι αρρώστιες θα μπορούσαν, προσωρινά ή μόνιμα, να στερήσουν από κάποιον τη δυνατότητα να εργάζεται όσο ήταν απαραίτητο. Ως εκ τούτου, οι Ισραηλίτες παροτρύνονταν να χρησιμοποιούν γενναιόδωρα τον πλούτο τους βοηθώντας τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους ανάμεσά τους.—Λευ 25:35· Δευ 15:7, 8· Ψλ 112:5, 9· Παρ 19:17· βλέπε ΔΩΡΑ ΕΛΕΟΥΣ· ΦΤΩΧΟΣ.
Ο Πλούτος Μεταξύ των Ακολούθων του Χριστού Ιησού. Ανόμοια με τους πατριάρχες και το έθνος του Ισραήλ, οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού είχαν την αποστολή να “κάνουν μαθητές από όλα τα έθνη”. (Ματ 28:19, 20) Η εκπλήρωση αυτής της αποστολής απαιτούσε χρόνο και κόπο που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κατάλληλα σε κοσμικές επιδιώξεις. Επομένως, το άτομο που συνέχιζε να προσκολλάται στον πλούτο του, αντί να ελαφρύνει τον εαυτό του επαρκώς ώστε να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί το χρόνο του και τους πόρους του για να εκπληρώσει αυτή την αποστολή, δεν μπορούσε να είναι μαθητής του Ιησού, με την προοπτική να αποκτήσει ζωή στους ουρανούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Γιος του Θεού είπε: «Πόσο δύσκολο θα είναι να μπουν στη βασιλεία του Θεού εκείνοι που έχουν χρήματα! Ευκολότερο μάλιστα είναι να περάσει καμήλα μέσα από την τρύπα μιας βελόνας ραψίματος παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». (Λου 18:24, 25) Αφορμή για αυτά τα λόγια στάθηκε η αντίδραση ενός πλούσιου νεαρού άρχοντα όταν ο Ιησούς τού είπε: «Πούλησε όλα όσα έχεις και μοίρασέ τα σε φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και έλα να γίνεις ακόλουθός μου». (Λου 18:22, 23) Αυτός ο πλούσιος νεαρός άρχοντας είχε την υποχρέωση να βοηθάει τους άπορους ομοεθνείς του. (Παρ 14:21· 28:27· Ησ 58:6, 7· Ιεζ 18:7-9) Ωστόσο, η απροθυμία του να αποχωριστεί τα υλικά του αποκτήματα—χρησιμοποιώντας τα για να βοηθήσει άλλους—και να είναι αφοσιωμένος ακόλουθος του Ιησού Χριστού τού απέκλεισε την είσοδο στη Βασιλεία των ουρανών.
Εντούτοις, οι ακόλουθοι του Χριστού δεν έπρεπε να αφήσουν τον εαυτό τους να περιέλθει σε φτώχεια και κατόπιν να εξαρτώνται από άλλους για τη συντήρησή τους. Τουναντίον, έπρεπε να εργάζονται σκληρά ώστε να είναι σε θέση να φροντίζουν για τις οικογένειές τους και επίσης να έχουν “να δίνουν σε εκείνον που έχει ανάγκη”. (Εφ 4:28· 1Θε 4:10-12· 2Θε 3:10-12· 1Τι 5:8) Έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι έχοντας διατροφή, ενδύματα και στέγη, και να μην αγωνίζονται να πλουτίσουν. Όποιοι έκαναν τις υλιστικές επιδιώξεις πρώτο τους μέλημα κινδύνευαν να εμπλακούν σε ανέντιμες πράξεις και να χάσουν την πίστη τους λόγω του ότι παραμελούσαν τα πνευματικά πράγματα. Αυτό συνέβη όντως σε μερικούς, όπως δείχνουν τα λόγια του Παύλου προς τον Τιμόθεο: «Εκείνοι που είναι αποφασισμένοι να πλουτίσουν πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και πολλές ανόητες και βλαβερές επιθυμίες, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους σε καταστροφή και απώλεια. Διότι η φιλαργυρία είναι ρίζα κάθε είδους κακών πραγμάτων, και επιδιώκοντάς την μερικοί έχουν παροδηγηθεί από την πίστη και έχουν μαχαιρώσει παντού τον εαυτό τους με πολλούς πόνους».—1Τι 6:9, 10.
Φυσικά, αυτό που είπε ο Ιησούς στον πλούσιο νεαρό άρχοντα δεν σημαίνει ότι ο Χριστιανός δεν μπορεί να έχει υλικό πλούτο. Για παράδειγμα, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. κάποιοι εύποροι Χριστιανοί ήταν συνταυτισμένοι με την εκκλησία της Εφέσου. Ο απόστολος Παύλος δεν έδωσε εντολή στον Τιμόθεο να συμβουλέψει συγκεκριμένα εκείνους τους πλούσιους αδελφούς να αποστερηθούν όλα τα υλικά πράγματα, αλλά έγραψε: «Να παραγγέλλεις σε εκείνους που είναι πλούσιοι στο παρόν σύστημα πραγμάτων να μην είναι υψηλόφρονες, και να στηρίζουν την ελπίδα τους, όχι σε αβέβαιο πλούτο, αλλά στον Θεό, ο οποίος χορηγεί τα πάντα πλουσιοπάροχα για την απόλαυσή μας· να εργάζονται ό,τι είναι αγαθό, να είναι πλούσιοι σε καλά έργα, να είναι γενναιόδωροι, πρόθυμοι να δίνουν, θησαυρίζοντας για τον εαυτό τους με ασφάλεια ένα καλό θεμέλιο για το μέλλον, ώστε να κρατήσουν γερά την πραγματική ζωή». (1Τι 6:17-19) Έτσι λοιπόν, αυτοί οι εύποροι Χριστιανοί έπρεπε να προσέχουν τη στάση τους, κρατώντας τον πλούτο στην κατάλληλη θέση και χρησιμοποιώντας τον γενναιόδωρα για να βοηθούν άλλους.
Μαμωνάς. Η λέξη μαμωνᾶς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου θεωρείται γενικά ότι υποδηλώνει τα χρήματα ή τον πλούτο. (Ματ 6:24· Λου 16:9, 11, 13· παράβαλε AS, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΚΔΤΚ.) Δεν υπάρχει κάτι που να αποδεικνύει ότι αυτή η έκφραση ήταν ποτέ το όνομα κάποιας θεότητας. Ο Ιησούς τη χρησιμοποίησε όταν έδειξε ότι δεν μπορεί ένα άτομο να είναι δούλος του Θεού αν κύριός του είναι ο Πλούτος. (Ματ 6:24) Έδωσε την εξής παρότρυνση στους ακροατές του: «Κάντε φίλους για τον εαυτό σας μέσω του άδικου πλούτου ώστε, όταν αυτός χαθεί, να σας δεχτούν στις αιώνιες κατοικίες». (Λου 16:9) Εφόσον η κατοχή υλικού πλούτου ή η επιθυμία για αυτόν μπορεί να οδηγήσει σε άνομες πράξεις, ίσως γι’ αυτό προσδιορίστηκε ως “άδικος πλούτος”, σε αντίθεση με τον πνευματικό πλούτο. Επιπλέον, τα υλικά πλούτη, ιδιαίτερα τα χρήματα, στην πραγματικότητα ανήκουν και υπόκεινται στον “Καίσαρα”, ο οποίος εκδίδει χρήματα και ορίζει μια συγκεκριμένη αξία για αυτά. Τέτοιος πλούτος είναι εφήμερος και μπορεί να χαθεί εξαιτίας οικονομικών συγκυριών ή άλλων καταστάσεων. Επομένως, το άτομο που έχει τέτοιον πλούτο δεν πρέπει να θέτει την εμπιστοσύνη του σε αυτόν ούτε να τον χρησιμοποιεί όπως τον χρησιμοποιεί κατά κανόνα ο κόσμος για ιδιοτελείς σκοπούς, παραδείγματος χάρη για τη συσσώρευση ακόμη μεγαλύτερου πλούτου. (1Κο 7:31) Αντίθετα, πρέπει να είναι άγρυπνος ώστε να προσπαθεί επιμελώς να κάνει φίλους του τους κατόχους των αιώνιων κατοικιών.
Οι κάτοχοι “των αιώνιων κατοικιών” είναι ο Ιεχωβά Θεός και ο Γιος του ο Χριστός Ιησούς. (Παράβαλε Ιωα 6:37-40, 44.) Όποιοι δεν χρησιμοποιούν τον “άδικο πλούτο” τους κατάλληλα (όπως για να βοηθούν τους απόρους και να προωθούν τα “καλά νέα”· Γα 2:10· Φλπ 4:15), δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι φίλοι του Θεού και του Γιου του, του Χριστού Ιησού. Η απιστία τους όσον αφορά τη χρήση του άδικου πλούτου θα έδειχνε ότι είναι ακατάλληλοι για να τους ανατεθεί πνευματικός πλούτος. (Λου 16:10-12) Τέτοια άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να είναι καλοί οικονόμοι της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, μοιράζοντας πνευματικό πλούτο σε άλλους.—1Πε 4:10, 11.
-
-
Πλύσιμο ΠοδιώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΥΣΙΜΟ ΠΟΔΙΩΝ
Πράξη υποδοχής και φιλοξενίας που συνήθως προηγούνταν του γεύματος στο εν γένει θερμό κλίμα της αρχαίας Μέσης Ανατολής, όπου οι άνθρωποι φορούσαν κατά κανόνα ανοιχτά σανδάλια, περπατούσαν σε ξερό έδαφος και οδοιπορούσαν σε σκονισμένους δρόμους. Στο μέσο σπίτι του κοινού λαού, ο οικοδεσπότης έφερνε τα απαραίτητα σκεύη και το νερό, και οι επισκέπτες έπλεναν μόνοι τους τα πόδια τους. (Κρ 19:21) Ένας πλουσιότερος οικοδεσπότης έβαζε συνήθως κάποιον δούλο του να κάνει το πλύσιμο των ποδιών, κάτι που θεωρούνταν ταπεινή εργασία. Η Αβιγαία έδειξε ότι ήταν πρόθυμη να συμμορφωθεί με την επιθυμία του Δαβίδ να γίνει σύζυγός του, λέγοντας: «Να η δούλη σου! Ας είναι υπηρέτρια για να πλένει τα πόδια των υπηρετών του κυρίου μου». (1Σα 25:40-42) Το να πλύνει ο ίδιος ο οικοδεσπότης ή η οικοδέσποινα τα πόδια των επισκεπτών αποτελούσε ιδιαίτερη εκδήλωση ταπεινοφροσύνης και στοργικού ενδιαφέροντος προς τους φιλοξενουμένους.
Το πλύσιμο των ποδιών δεν ήταν μόνο χειρονομία φιλοξενίας από έναν οικοδεσπότη προς τον φιλοξενούμενό του, αλλά και κάτι που συνήθιζαν να κάνουν προτού πέσουν στο κρεβάτι. (Ασμ 5:3) Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι ότι οι Λευίτες ιερείς απαιτούνταν να πλένουν τα πόδια και τα χέρια τους προτού μπουν στη σκηνή της μαρτυρίας ή προτού υπηρετήσουν στο θυσιαστήριο.—Εξ 30:17-21· 40:30-32.
Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, ο οικοδεσπότης μπορεί να πρόσφερε στον φιλοξενούμενό του νερό για πλύσιμο των ποδιών του, να τον φιλούσε και να άλειβε το κεφάλι του με λάδι. Ο Σίμων ο Φαρισαίος παραμέλησε αυτές τις τρεις εκδηλώσεις φιλοξενίας ενόσω είχε στο σπίτι του τον Ιησού. Γι’ αυτό, όταν μια αμαρτωλή γυναίκα κλαίγοντας έβρεξε με τα δάκρυά της τα πόδια του Ιησού, τα σκούπισε με τα μαλλιά της, τα φίλησε και μετά τα άλειψε με αρωματικό λάδι, ο Χριστός επισήμανε την αμέλεια του Σίμωνα και έπειτα είπε στη γυναίκα: «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες».—Λου 7:36-50.
Ο Ιησούς Χριστός έπλυνε τα πόδια των αποστόλων του την τελευταία νύχτα της επίγειας ζωής του, στις 14 Νισάν του 33 Κ.Χ., με σκοπό να τους διδάξει κάτι και “να θέσει το υπόδειγμα”, και όχι για να καθιερώσει μια τελετή. (Ιωα 13:1-16) Είχαν υπάρξει αντιλογίες μεταξύ των αποστόλων σχετικά με το ποιος ήταν ο μεγαλύτερος. Ακόμη και αργότερα το ίδιο βράδυ, αφού εκείνος τους είχε ήδη πλύνει τα πόδια, αυτοί λογομάχησαν έντονα και πάλι για το ποιος φαινόταν να είναι ο μεγαλύτερος. (Λου 22:24-27) Αλλά δεν θα ξεχνούσαν εύκολα αυτό που είχε κάνει ο Ιησούς. Εκείνη τη νύχτα ο Ιησούς και οι απόστολοι χρησιμοποιούσαν απλώς ένα δωμάτιο, δεν ήταν φιλοξενούμενοι κάποιου. Άρα, δεν υπήρχαν διαθέσιμοι υπηρέτες για να τους πλύνουν τα πόδια, κάτι που αναμφίβολα θα συνέβαινε αν ήταν φιλοξενούμενοι. Κανένας από τους αποστόλους δεν πήρε την πρωτοβουλία να εκτελέσει αυτή την ταπεινή υπηρεσία για τους άλλους. Ωστόσο, σε κάποια κατάλληλη στιγμή στη διάρκεια του γεύματος, ο Ιησούς σηκώθηκε, έβαλε στην άκρη τα εξωτερικά του ενδύματα, περιζώστηκε με μια πετσέτα, έβαλε νερό σε μια λεκάνη και τους έπλυνε τα πόδια. Με αυτόν τον τρόπο έδειξε ότι, ενεργώντας ταπεινά, ο καθένας πρέπει να είναι υπηρέτης των άλλων και να τους δείχνει αγάπη με πρακτικούς τρόπους, εξυπηρετώντας τους. Οι Χριστιανές οικοδέσποινες το έκαναν αυτό, όπως αποδεικνύεται από το ότι ο απόστολος Παύλος συμπεριέλαβε τη φιλόξενη πράξη του πλυσίματος των ποδιών στα καλά έργα που έκαναν οι Χριστιανές χήρες. (1Τι 5:9, 10) Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν αναφέρουν το επίσημο πλύσιμο των ποδιών ως απαραίτητη Χριστιανική τελετή. Ωστόσο, το παράδειγμα που έθεσε ο Ιησούς Χριστός με αυτή την πράξη υπενθυμίζει στους Χριστιανούς ότι πρέπει να υπηρετούν τους αδελφούς τους με αγάπη, κάνοντας για αυτούς ακόμη και μικρά πράγματα, καθώς και ταπεινές εργασίες.—Ιωα 13:34, 35· βλέπε ΛΟΥΤΡΟ, ΛΟΥΣΙΜΟ.
-
-
Πλύσιμο ΧεριώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΛΥΣΙΜΟ ΧΕΡΙΩΝ
Στα αρχαία χρόνια, αντί να βουτούν τα χέρια μέσα σε κάποιο δοχείο γεμάτο νερό, τα έπλεναν συνήθως με νερό που χυνόταν πάνω σε αυτά. Κατόπιν, το βρώμικο νερό έτρεχε μέσα στο δοχείο ή στη λεκάνη που είχαν τοποθετήσει κάτω από τα χέρια τους.—Παράβαλε 2Βα 3:11.
Ο Νόμος όριζε ότι οι ιερείς έπρεπε να πλένουν τα χέρια και τα πόδια τους στη χάλκινη λεκάνη που βρισκόταν ανάμεσα στο αγιαστήριο και στο θυσιαστήριο προτού διακονήσουν στο θυσιαστήριο ή μπουν στη σκηνή της συνάντησης. (Εξ 30:18-21) Ο Νόμος δήλωνε επίσης ότι, σε περίπτωση που βρισκόταν κάποιος σκοτωμένος και ήταν αδύνατον να εξακριβωθεί η ταυτότητα του δολοφόνου, οι πρεσβύτεροι της πόλης η οποία βρισκόταν πλησιέστερα στον σκοτωμένο έπρεπε να οδηγήσουν μια νεαρή αγελάδα, με την οποία δεν είχε γίνει καμιά εργασία και η οποία δεν είχε σύρει ζυγό, στην κοιλάδα ενός χειμάρρου όπου έτρεχε νερό και εκεί να σπάσουν τον τράχηλό της. Στη συνέχεια, οι πρεσβύτεροι έπρεπε να πλύνουν τα χέρια τους πάνω από τη νεαρή αγελάδα, δηλώνοντας την αθωότητά τους όσον αφορά το φόνο. (Δευ 21:1-8) Επίσης, σύμφωνα με το Νόμο, ένα άτομο θεωρούνταν ακάθαρτο αν το άγγιζε κάποιος που είχε εκκρίσεις και δεν είχε ξεπλύνει τα χέρια του.—Λευ 15:11.
Ο Δαβίδ επιθυμούσε να έχει καθαρά χέρια από ηθική άποψη ώστε να μπορεί να προσφέρει λατρεία ενώπιον του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά. (Ψλ 26:6) Από την άλλη πλευρά, ο Πιλάτος προσπάθησε μάταια να απαλλαχτεί από την ενοχή αίματος σε σχέση με το θάνατο του Ιησού πλένοντας τα χέρια του ενώπιον του λαού. Με αυτόν, όμως, τον τρόπο δεν μπορούσε να αποποιηθεί πραγματικά την ευθύνη για το θάνατο του Ιησού, αφού ο ίδιος, και όχι ο ωρυόμενος όχλος, είχε την εξουσία να εκφέρει κρίση.—Ματ 27:24.
Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι του πρώτου αιώνα Κ.Χ. έδιναν μεγάλη σημασία στο πλύσιμο των χεριών και ήρθαν σε αντιπαράθεση με τον Ιησού Χριστό λέγοντας ότι οι μαθητές του παρέβαιναν την παράδοση των παλαιοτέρων με το να μην πλένουν τα χέρια τους όταν επρόκειτο να γευματίσουν. Εδώ δεν εννοείται το συνηθισμένο πλύσιμο των χεριών για λόγους υγιεινής, αλλά μια εθιμοτυπική τελετουργία. «Οι Φαρισαίοι και όλοι οι Ιουδαίοι δεν τρώνε αν δεν πλύνουν τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα». (Μαρ 7:2-5· Ματ 15:2) Το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (Σοτά 4β) εξισώνει όποιον τρώει με άπλυτα χέρια με εκείνον που έχει σχέσεις με πόρνη και δηλώνει ότι όποιος παίρνει στα ελαφρά το πλύσιμο των χεριών θα «ξεριζωθεί από τον κόσμο».—Βλέπε ΛΟΥΤΡΟ, ΛΟΥΣΙΜΟ.
-
-
ΠνεύμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΝΕΥΜΑ
Η λέξη πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από το ρήμα πνέω, που σημαίνει «αναπνέω» ή «φυσώ», η δε εβραϊκή λέξη ρούαχ (πνεύμα) πιστεύεται ότι προέρχεται από μια ρίζα με την ίδια σημασία. Έτσι λοιπόν, οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα βασικά σημαίνουν «πνοή», αλλά διαθέτουν και άλλες επιπρόσθετες σημασίες πέρα από τη βασική. (Παράβαλε Αββ 2:19· Απ 13:15.) Είναι δυνατόν να σημαίνουν επίσης τον άνεμο, τη ζωτική δύναμη στα ζωντανά πλάσματα, το πνεύμα κάποιου, τα πνευματικά πρόσωπα, περιλαμβανομένου του Θεού και των αγγελικών πλασμάτων του, και τέλος την ενεργό δύναμη του Θεού, δηλαδή το άγιο πνεύμα. (Παράβαλε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 877-879· Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 924-926· Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [Theologisches Wörterbuch zum Neuen Testament], επιμέλεια Γκ. Φρίντριχ, 1959, Τόμ. 6, σ. 330-450.) Όλες αυτές οι έννοιες έχουν κάτι κοινό: Αναφέρονται σε κάτι αόρατο στα ανθρώπινα μάτια το οποίο μαρτυρεί την ύπαρξη μιας δύναμης εν κινήσει. Μια τέτοια αόρατη δύναμη είναι σε θέση να παράγει ορατά αποτελέσματα.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη, η λέξη νεσαμάχ (Γε 2:7), σημαίνει επίσης «πνοή», αλλά έχει πιο περιορισμένο σημασιολογικό εύρος από τη λέξη ρούαχ. Η λέξη πνοή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου φαίνεται πως έχει ανάλογη, περιορισμένη έννοια (Πρ 17:25) και χρησιμοποιήθηκε από τους μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα για την απόδοση της λέξης νεσαμάχ.
Άνεμος. Ας ασχοληθούμε πρώτα με την έννοια που ίσως είναι ευκολότερο να συλλάβουμε. Τα συμφραζόμενα σε πολλές περιπτώσεις δείχνουν ότι η λέξη ρούαχ σημαίνει «άνεμος», όπως όταν γίνεται λόγος για τον “ανατολικό άνεμο” (Εξ 10:13) και τους «τέσσερις ανέμους». (Ζαχ 2:6) Το γεγονός ότι αναφέρονται στα συμφραζόμενα πράγματα όπως τα σύννεφα, η θύελλα, άχυρα που τα παίρνει ο αέρας ή παρεμφερή πράγματα συχνά καθιστά προφανή αυτή την έννοια. (Αρ 11:31· 1Βα 18:45· 19:11· Ιωβ 21:18) Εφόσον οι τέσσερις άνεμοι χρησιμοποιούνται με την έννοια των τεσσάρων κατευθύνσεων—ανατολή, δύση, βορράς και νότος—σε κάποιες περιπτώσεις η λέξη ρούαχ είναι δυνατόν να αποδίδεται “κατεύθυνση” ή «πλευρά».—1Χρ 9:24· Ιερ 49:36· 52:23· Ιεζ 42:16-20.
Τα εδάφια Ιώβ 41:15, 16 λένε για τις φολίδες του Λευιάθαν, οι οποίες είναι απόλυτα συναρμοσμένες μεταξύ τους, ότι «ούτε ο αέρας [βερούαχ] δεν μπορεί να περάσει ανάμεσά τους». Και σε αυτή την περίπτωση η λέξη ρούαχ αναφέρεται σε αέρα εν κινήσει, όχι απλώς σε αέρα που βρίσκεται σε ήρεμη ή αδρανή κατάσταση. Άρα, υπάρχει το στοιχείο της αόρατης ενεργού δύναμης, κάτι που αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό της εβραϊκής λέξης ρούαχ.
Προφανώς η μόνη περίπτωση στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές όπου η λέξη πνεῦμα χρησιμοποιείται με την έννοια του ανέμου είναι το εδάφιο Ιωάννης 3:8.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ελέγξει τον άνεμο, να τον καθοδηγήσει, να τον κατευθύνει, να τον αναχαιτίσει ή να τον κατακτήσει. Λόγω αυτού, ο «άνεμος [ρούαχ]» συχνά αντιπροσωπεύει κάτι το ανεξέλεγκτο ή το ανέφικτο για τον άνθρωπο—κάτι άπιαστο, φευγαλέο, μάταιο, που δεν μπορεί να ωφελήσει ουσιαστικά. (Παράβαλε Ιωβ 6:26· 7:7· 8:2· 16:3· Παρ 11:29· 27:15, 16· 30:4· Εκ 1:14, 17· 2:11· Ησ 26:18· 41:29.) Για μια διεξοδική εξέταση αυτής της πτυχής του θέματος, βλέπε ΑΝΕΜΟΣ.
Πνευματικά Πρόσωπα. Ο Θεός είναι αόρατος στα ανθρώπινα μάτια (Εξ 33:20· Ιωα 1:18· 1Τι 1:17), είναι ζωντανός και η δύναμη που ασκεί σε ολόκληρο το σύμπαν είναι ανυπέρβλητη. (2Κο 3:3· Ησ 40:25-31) Ο Χριστός Ιησούς δηλώνει: «Ο Θεός είναι Πνεύμα». Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Ο δε Ιεχωβά είναι το Πνεύμα». (Ιωα 4:24· 2Κο 3:17, 18) Ο ναός που οικοδομήθηκε πάνω στον Χριστό, με τον Χριστό ως θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα, είναι «τόπος για να κατοικεί ο Θεός μέσω πνεύματος».—Εφ 2:22.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Θεός είναι μια απρόσωπη, ασώματη δύναμη όπως ο άνεμος. Οι Γραφές βεβαιώνουν σαφώς ότι αποτελεί προσωπικότητα. Επιπλέον κατοικεί σε ορισμένο τόπο, γι’ αυτό και ο Χριστός μπορούσε εύλογα να πει ότι “πηγαίνει στον Πατέρα του”, προκειμένου “να εμφανιστεί μπροστά στο πρόσωπο του Θεού για εμάς”.—Ιωα 16:28· Εβρ 9:24· παράβαλε 1Βα 8:43· Ψλ 11:4· 113:5, 6· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ (Το Πρόσωπο που Προσδιορίζεται από το Όνομα).
Η έκφραση «το πνεύμα μου» (ρουχί), την οποία χρησιμοποιεί ο Θεός στο εδάφιο Γένεση 6:3, ενδεχομένως σημαίνει «Εγώ, το Πνεύμα», όπως αντίστοιχα η έκφραση «η ψυχή μου» (ναφσί) την οποία χρησιμοποιεί έχει την έννοια «Εγώ, το άτομο» ή «το άτομό μου». (Ησ 1:14· βλέπε ΨΥΧΗ [Με Ποια Έννοια Έχει ο Θεός Ψυχή].) Με αυτόν τον τρόπο αντιπαραβάλλει την ουράνια πνευματική θέση του με τη θέση του γήινου, σαρκικού ανθρώπου.
Ο Γιος του Θεού. Ο «μονογενής γιος» του Θεού, ο Λόγος, ήταν πνευματικό πρόσωπο όπως ο Πατέρας του και συνεπώς «υπήρχε με μορφή Θεού» (Φλπ 2:5-8), αλλά αργότερα «έγινε σάρκα» και κατοίκησε ανάμεσα στους ανθρώπους ως ο άνθρωπος Ιησούς. (Ιωα 1:1, 14) Τερματίζοντας την επίγεια πορεία του, «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Ο Πατέρας του τον ανέστησε, έκανε δεκτό το αίτημα που του υπέβαλε ο Γιος του να δοξαστεί δίπλα στον Πατέρα του με τη δόξα που είχε στην προανθρώπινη κατάστασή του (Ιωα 17:4, 5) και τον κατέστησε «πνεύμα που δίνει ζωή». (1Κο 15:45) Έτσι λοιπόν, ο Γιος έγινε και πάλι αόρατος στα ανθρώπινα μάτια, κατοικώντας «σε απρόσιτο φως . . . [όπου] κανείς από τους ανθρώπους δεν [τον] έχει δει ούτε μπορεί να [τον] δει».—1Τι 6:14-16.
Άλλα πνευματικά πλάσματα. Σε αρκετά εδάφια οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα αναφέρονται σε αγγέλους. (1Βα 22:21, 22· Ιεζ 3:12, 14· 8:3· 11:1, 24· 43:5· Πρ 23:8, 9· 1Πε 3:19, 20) Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η πλειονότητα αυτών των περιπτώσεων αφορά πονηρά πνευματικά πλάσματα, δαίμονες.—Ματ 8:16· 10:1· 12:43-45· Μαρ 1:23-27· 3:11, 12, 30.
Το εδάφιο Ψαλμός 104:4 δηλώνει ότι ο Θεός κάνει “τους αγγέλους του πνεύματα, τους διακόνους του φωτιά που κατατρώει”. Μερικές μεταφράσεις έχουν την απόδοση: «Κάνεις τους ανέμους αγγελιοφόρους σου, και υπηρέτες σου τις φλόγες της φωτιάς» ή κάτι παρόμοιο. (ΜΠΚ, υποσ.· ΛΧ, RS, JP, AT, JB) Μια τέτοια απόδοση του εβραϊκού κειμένου δεν είναι απαράδεκτη (παράβαλε Ψλ 148:8), αλλά η παράθεση αυτού του εδαφίου από τον απόστολο Παύλο (Εβρ 1:7) συμφωνεί με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και εναρμονίζεται με την απόδοση που αναφέρεται πρώτη. (Στο πρωτότυπο κείμενο του εδαφίου Εβραίους 1:7 το οριστικό άρθρο χρησιμοποιείται πριν από τη λέξη «αγγέλους» [τούς ἀγγέλους], και όχι πριν από τη λέξη «πνεύματα», πράγμα που σημαίνει ότι το αντικείμενο της συζήτησης είναι οι άγγελοι.) Το βιβλίο Παρατηρήσεις του Μπαρνς για την Καινή Διαθήκη ([Barnes’ Notes on the New Testament] 1974) λέει: «Εννοείται ότι [ο Παύλος], ο οποίος είχε διδαχτεί την εβραϊκή γλώσσα, θα ήταν σε καλύτερη θέση από εμάς να γνωρίζει τη σωστή δομή της πρότασης [του εδαφίου Ψαλμός 104:4]. Εξάλλου, είναι βέβαιο από ηθική άποψη ότι στην επιχειρηματολογία του θα χρησιμοποιούσε το εν λόγω εδάφιο σύμφωνα με την κοινή κατανόηση που θα είχαν για αυτό εκείνοι προς τους οποίους έγραφε—οι οποίοι ήταν εξοικειωμένοι με την εβραϊκή γλώσσα και γραμματεία».—Παράβαλε Εβρ 1:14.
Οι άγγελοι του Θεού, παρότι έχουν την ικανότητα να υλοποιούνται προσλαμβάνοντας ανθρώπινη μορφή και να εμφανίζονται σε ανθρώπους, δεν είναι εκ φύσεως υλικοί ή σάρκινοι, οπότε είναι αόρατοι. Είναι ενεργά ζωντανοί, ικανοί να ασκούν μεγάλη δύναμη, γι’ αυτό και οι όροι ρούαχ και πνεῦμα τούς περιγράφουν κατάλληλα.
Το εδάφιο Εφεσίους 6:12 αναφέρει ότι οι Χριστιανοί διεξάγουν πάλη, «όχι ενάντια σε αίμα και σάρκα, αλλά ενάντια στις κυβερνήσεις, ενάντια στις εξουσίες, ενάντια στους κοσμοκράτορες αυτού του σκοταδιού, ενάντια στις πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». Στο πρωτότυπο κείμενο, το τελευταίο μέρος του εδαφίου λέει κατά γράμμα: Πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Οι περισσότερες σύγχρονες μεταφράσεις αναγνωρίζουν ότι εδώ δεν έχουμε απλώς μια αναφορά σε κάτι αφηρημένο, στην «πνευματική πονηρία» (KJ), αλλά στην πονηρία την οποία εκδηλώνουν πνευματικά πρόσωπα. Γι’ αυτό και συναντάμε αποδόσεις όπως: «στις πνευματικές δυνάμεις του κακού στα ύψη» (AT), «στις πνευματικές στρατιές της πονηρίας στους ουράνιους τόπους» (RS), «στο πνευματικό στράτευμα του κακού στους ουρανούς» (JB), «στις υπερανθρώπινες δυνάμεις του κακού στους ουρανούς» (NE)· βλέπε επίσης ΚΔΒ.
Η Ενεργός Δύναμη του Θεού—Το Άγιο Πνεύμα. Οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων όπου χρησιμοποιούνται, συνδέονται με το πνεύμα του Θεού, την ενεργό Του δύναμη, το άγιο πνεύμα Του.
Δεν είναι πρόσωπο. Η διδασκαλία ότι το άγιο πνεύμα είναι πρόσωπο και μέρος του «Τριαδικού Θεού» έγινε επίσημο εκκλησιαστικό δόγμα μόλις τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ. Οι πρώτοι εκκλησιαστικοί «πατέρες» δεν δίδασκαν κάτι τέτοιο. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας του δεύτερου αιώνα Κ.Χ. δίδαξε ότι το άγιο πνεύμα είναι “επενέργεια του Θεού ή τρόπος με τον οποίο δρα ο Θεός”. Αντίστοιχα, ο Ιππόλυτος δεν θεωρούσε το άγιο πνεύμα προσωπικότητα. Οι ίδιες οι Γραφές υποστηρίζουν ομόφωνα ότι το άγιο πνεύμα του Θεού δεν είναι πρόσωπο, αλλά η ενεργός δύναμη του Θεού, μέσω της οποίας Αυτός εκπληρώνει το σκοπό Του και εκτελεί το θέλημά Του.
Ας σημειωθεί πρώτα από όλα ότι τα λόγια «εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις είναι εν» (ΒΑΜ), τα οποία υπάρχουν σε παλιότερες μεταφράσεις στο εδάφιο 1 Ιωάννη 5:7, είναι στην πραγματικότητα νόθα προσθήκη στο πρωτότυπο κείμενο. Μια υποσημείωση στη Βίβλο της Ιερουσαλήμ—μια Καθολική μετάφραση—αναφέρει ότι αυτά τα λόγια δεν υπάρχουν «σε κανένα από τα παλαιότερα ελληνικά χειρόγραφα, σε καμία από τις παλαιότερες μεταφράσεις και σε κανένα από τα καλύτερα χειρόγραφα της ίδιας της Βουλγάτας». Το Σχολιολόγιο του Κειμένου της Ελληνικής Καινής Διαθήκης ([A Textual Commentary on the Greek New Testament] 1975, σ. 716-718), του Μπρους Μέτζερ, αναπλάθει με λεπτομέρειες το ιστορικό αυτού του νόθου χωρίου. Δηλώνει ότι το χωρίο απαντάται για πρώτη φορά σε μια πραγματεία του τέταρτου αιώνα με τίτλο Βιβλίον Απολογητικόν (Liber Apologeticus) και πρωτοεμφανίζεται σε χειρόγραφα των Γραφών της Παλαιάς Λατινικής καθώς και σε χειρόγραφα της Βουλγάτας από τον έκτο αιώνα και μετά. Στο σύνολό τους, οι σύγχρονες μεταφράσεις, Καθολικές και Προτεσταντικές, δεν περιλαμβάνουν αυτά τα λόγια στο κύριο σώμα του κειμένου, επειδή αναγνωρίζουν ότι είναι νόθα.—RS, NE, NAB, ΚΔΒ.
Η προσωποποίησή του δεν αποδεικνύει ότι είναι πρόσωπο. Είναι αλήθεια ότι ο Ιησούς περιέγραψε το άγιο πνεύμα ως «βοηθό» που “διδάσκει”, “δίνει μαρτυρία”, “δίνει αποδείξεις”, “οδηγεί”, “μιλάει”, “ακούει” και “λαβαίνει”. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως φαίνεται από το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, ο Ιησούς χρησιμοποιεί μερικές φορές αντωνυμίες αρσενικού γένους όταν αναφέρεται σε αυτόν το «βοηθό» (παράκλητον, Κείμενο). (Παράβαλε Ιωα 14:16, 17, 26· 15:26· 16:7-15.) Ωστόσο, δεν είναι ασυνήθιστο στις Γραφές να προσωποποιείται κάτι που στην πραγματικότητα δεν είναι πρόσωπο. Η σοφία προσωποποιείται στο βιβλίο των Παροιμιών (1:20-33· 8:1-36), και στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιούνται για αυτήν αντωνυμικοί τύποι θηλυκού γένους. Η σοφία προσωποποιείται επίσης στα εδάφια Ματθαίος 11:19 και Λουκάς 7:35, όπου της αποδίδονται «έργα» και «παιδιά». Ο απόστολος Παύλος προσωποποίησε την αμαρτία και το θάνατο, καθώς και την παρ’ αξία καλοσύνη, ως “βασιλιάδες”. (Ρω 5:14, 17, 21· 6:12) Λέει για την αμαρτία ότι “λαβαίνει αφορμή”, “απεργάζεται πλεονεξία”, “παραπλανά” και “θανατώνει”. (Ρω 7:8-11) Ωστόσο, είναι προφανές ότι ο Παύλος δεν εννοούσε πως η αμαρτία είναι στην πραγματικότητα πρόσωπο.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα λόγια του Ιησού για το άγιο πνεύμα τα οποία κατέγραψε ο Ιωάννης—τα όσα αναφέρει ο Ιωάννης θα πρέπει να εξεταστούν με βάση τα συμφραζόμενα. Ο Ιησούς προσωποποίησε το άγιο πνεύμα όταν το χαρακτήρισε «βοηθό» (παράκλητον, Κείμενο), χρησιμοποιώντας ουσιαστικό αρσενικού γένους. Εύλογα, λοιπόν, στην αφήγηση του Ιωάννη, τα λόγια του Ιησού σχετικά με το ρόλο που θα είχε αυτό το πνεύμα ως «βοηθός» περιλαμβάνουν αντωνυμίες αρσενικού γένους. Από την άλλη πλευρά, στα ίδια συμφραζόμενα, όταν υπάρχει η λέξη πνεῦμα, ο Ιωάννης χρησιμοποιεί αντωνυμία ουδέτερου γένους για να αναφερθεί στο άγιο πνεύμα, εφόσον η λέξη πνεῦμα είναι ουδέτερου γένους. Επομένως, το γεγονός ότι ο Ιωάννης χρησιμοποιεί αντωνυμία αρσενικού γένους σε συνάρτηση με τη λέξη παράκλητος αποτελεί παράδειγμα συμμόρφωσης με τους γραμματικούς κανόνες, όχι έκφραση δόγματος.—Ιωα 14:16, 17· 16:7, 8.
Δεν προσδιορίζεται ως πρόσωπο. Εφόσον ο ίδιος ο Θεός είναι Πνεύμα και είναι άγιος, και εφόσον όλοι οι πιστοί αγγελικοί γιοι του είναι πνεύματα και είναι άγιοι, είναι προφανές ότι αν το «άγιο πνεύμα» ήταν πρόσωπο, θα έπρεπε λογικά να υπάρχει στις Γραφές κάποιος τρόπος για να διαχωρίζεται αυτό το πνευματικό πρόσωπο από όλα τα άλλα “άγια πνεύματα” και να προσδιορίζεται η ταυτότητά του. Θα περίμενε δε κανείς τουλάχιστον να συνοδεύεται από το οριστικό άρθρο σε όλες τις περιπτώσεις που δεν αποκαλείται “άγιο πνεύμα του Θεού” ή δεν προσδιορίζεται από κάποια ανάλογη έκφραση. Αυτό θα το έκανε τουλάχιστον να ξεχωρίζει ως ΤΟ Άγιο Πνεύμα. Αντ’ αυτού, όμως, σε πολυάριθμες περιπτώσεις η έκφραση «άγιο πνεύμα» εμφανίζεται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χωρίς το άρθρο, κάτι που υποδηλώνει ότι το άγιο πνεύμα δεν αποτελεί προσωπικότητα.—Παράβαλε Πρ 6:3, 5· 7:55· 8:15, 17, 19· 9:17· 11:24· 13:9, 52· 19:2· Ρω 9:1· 14:17· 15:13, 16· 1Κο 12:3· Εβρ 2:4· 6:4· 2Πε 1:21· Ιου 20. Βλέπε επίσης Κείμενο.
Πώς βαφτίζεται κάποιος στο «όνομά» του. Στο εδάφιο Ματθαίος 28:19 γίνεται αναφορά στο «όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος». Η λέξη «όνομα» μπορεί να σημαίνει κάτι διαφορετικό από το προσωπικό όνομα κάποιου. Όταν λέμε «εν ονόματι του νόμου» ή «εν ονόματι της θρησκείας», δεν έχουμε υπόψη μας κάποιο τέτοιο πρόσωπο. Με τη λέξη «όνομα» σε αυτές τις εκφράσεις εννοούμε “τα όσα αντιπροσωπεύει ο νόμος ή την εξουσία του νόμου” και “τα όσα αντιπροσωπεύει ή επιτάσσει η θρησκεία”. Η λέξη ὄνομα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί επίσης να έχει αυτή την έννοια. Έτσι λοιπόν, ενώ μερικές μεταφράσεις (ΒΑΜ, KJ, AS) ακολουθούν το πρωτότυπο κείμενο του εδαφίου Ματθαίος 10:41 κατά γράμμα, λέγοντας: «Ο δεχόμενος προφήτην εις όνομα προφήτου μισθόν προφήτου θέλει λάβει, και ο δεχόμενος δίκαιον εις όνομα δικαίου, μισθόν δικαίου θέλει λάβει», κάποιες πιο σύγχρονες μεταφράσεις λένε: «Όποιος δέχεται προφήτη, γιατί είναι προφήτης» και «όποιος δέχεται δίκαιο, γιατί είναι δίκαιος» ή κάτι παρεμφερές. (RS, JB, ΜΝΚ, ΚΔΒ, ΚΔΤΚ, ΔΕΛ) Το σύγγραμμα Λεκτικές Εικόνες της Καινής Διαθήκης ([Word Pictures in the New Testament] 1930, Τόμ. 1, σ. 245), του Ρόμπερτσον, λέει σχετικά με το εδάφιο Ματθαίος 28:19: «Η έννοια της λέξης ὄνομα που χρησιμοποιείται εδώ είναι κοινή στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στους παπύρους, και εκφράζει δύναμη ή εξουσία». Επομένως, το βάφτισμα στο “όνομα του αγίου πνεύματος” υποδηλώνει αναγνώριση του γεγονότος ότι αυτό το πνεύμα πηγάζει από τον Θεό και δρα σύμφωνα με το θεϊκό θέλημα.
Άλλες αποδείξεις της απρόσωπης φύσης του. Κάτι ακόμη που καταρρίπτει την αντίληψη ότι το άγιο πνεύμα αποτελεί προσωπικότητα είναι το ότι χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλα απρόσωπα στοιχεία, όπως το νερό και η φωτιά. (Ματ 3:11· Μαρ 1:8) Επίσης, αναφέρεται για τους Χριστιανούς ότι βαφτίζονται «σε άγιο πνεύμα». (Πρ 1:5· 11:16) Παροτρύνονται δε να “γεμίζουν με πνεύμα” αντί με κρασί. (Εφ 5:18) Με παρόμοιο τρόπο, γίνεται επίσης λόγος για άτομα “γεμάτα” από πνεύμα και από ιδιότητες όπως η σοφία και η πίστη (Πρ 6:3, 5· 11:24) ή η χαρά (Πρ 13:52). Μάλιστα στο εδάφιο 2 Κορινθίους 6:6 το άγιο πνεύμα παρεμβάλλεται ανάμεσα σε αρκετές τέτοιες ιδιότητες. Θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να χρησιμοποιηθούν τέτοιες εκφράσεις αν το άγιο πνεύμα ήταν θεϊκό πρόσωπο. Όσο για το ότι το πνεύμα “δίνει μαρτυρία” (Πρ 5:32· 20:23), ας σημειωθεί ότι το ίδιο λέγεται αναφορικά με το νερό και το αίμα στα εδάφια 1 Ιωάννη 5:6-8. Μολονότι μερικά εδάφια λένε ότι το πνεύμα «μαρτυρεί», “μιλάει” ή «έχει πει» πράγματα, άλλα εδάφια καθιστούν σαφές ότι μιλούσε μέσω ατόμων, μη έχοντας δική του προσωπική φωνή. (Παράβαλε Εβρ 3:7· 10:15-17· Ψλ 95:7· Ιερ 31:33, 34· Πρ 19:2-6· 21:4· 28:25.) Το πνεύμα, λοιπόν, θα μπορούσε να παραβληθεί με τα ραδιοκύματα, τα οποία μπορούν να μεταδώσουν ένα μήνυμα από κάποιο άτομο που μιλάει σε μικρόφωνο και να κάνουν τη φωνή του να ακουστεί σε άτομα που βρίσκονται σε μακρινή απόσταση, σαν να μιλούν τα ίδια τα ραδιοκύματα «αναγγέλλοντας» το μήνυμα από το ηχείο του ραδιοφώνου. Ο Θεός, μέσω του πνεύματός του, μεταδίδει τα μηνύματά του και γνωστοποιεί το θέλημά του στις διάνοιες και στις καρδιές των υπηρετών του στη γη, οι οποίοι, με τη σειρά τους, μπορούν να μεταφέρουν αυτό το μήνυμα και σε άλλους.
Δεν είναι απλώς «δύναμη». Επομένως, οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα, όταν χρησιμοποιούνται για το άγιο πνεύμα του Θεού, αναφέρονται στην αόρατη ενεργό δύναμη του Θεού, μέσω της οποίας εκείνος εκπληρώνει το θεϊκό σκοπό του και το θέλημά του. Πρόκειται για κάτι το «άγιο» διότι προέρχεται από Αυτόν, όχι από επίγεια πηγή, και δεν υπάρχει σε αυτό ίχνος διαφθοράς, επειδή είναι «το πνεύμα της αγιότητας». (Ρω 1:4) Δεν είναι απλώς η «δύναμη» του Ιεχωβά, επειδή αυτή η λέξη αποδίδει ορθότερα άλλες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών (εβρ., κόαχ· ελλ., δύναμις). Οι λέξεις ρούαχ και πνεῦμα χρησιμοποιούνται σε συνάρτηση, ακόμη δε και εκ παραλλήλου, με αυτές τις λέξεις που σημαίνουν «δύναμη», πράγμα που δείχνει ότι μεταξύ τους υπάρχει μεν εγγενής σχέση αλλά και σαφής διάκριση. (Μιχ 3:8· Ζαχ 4:6· Λου 1:17, 35· Πρ 10:38) Ο όρος «ενεργός δύναμη» δεν αναφέρεται στην ικανότητα ή στη δυνατότητα που έχει κάποιος ή κάτι να δρα ή να κάνει πράγματα, και η οποία μπορεί να υπάρχει σε λανθάνουσα, αδρανή ή ανενεργό κατάσταση. Η «ενεργός δύναμη» περιγράφει πιο συγκεκριμένα την ενέργεια που διοχετεύεται και ασκείται σε πρόσωπα ή πράγματα, και μπορεί να οριστεί ως «ο επιδρών παράγοντας που παράγει ή τείνει να παράγει κίνηση ή μεταβολή της κίνησης». Η «δύναμη» μπορεί να παρομοιαστεί με την ενέργεια που είναι αποθηκευμένη σε μια μπαταρία, ενώ η «ενεργός δύναμη» θα μπορούσε να παραβληθεί με το ηλεκτρικό ρεύμα που ρέει από αυτή την μπαταρία. Ο όρος «ενεργός δύναμη», λοιπόν, αντανακλά ακριβέστερα την έννοια των λέξεων του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που χρησιμοποιούνται για το πνεύμα του Θεού, πράγμα που επιβεβαιώνεται από την εξέταση των Γραφών.
Πώς Χρησιμοποιήθηκε στη Δημιουργία. Ο Ιεχωβά Θεός επιτέλεσε τη δημιουργία του υλικού σύμπαντος μέσω του πνεύματός του ή της ενεργού του δύναμης. Αναφορικά με τον πλανήτη Γη κατά τα αρχικά στάδια της διαμόρφωσής του, το Γραφικό υπόμνημα δηλώνει ότι «η ενεργός δύναμη του Θεού [ή αλλιώς «πνεύμα» (ρούαχ)] περιφερόταν πάνω από την επιφάνεια των νερών». (Γε 1:2) Το εδάφιο Ψαλμός 33:6 αναφέρει: «Με το λόγο του Ιεχωβά έγιναν οι ουρανοί, και με το πνεύμα του στόματός του όλο το στράτευμά τους». Σαν ισχυρή πνοή, το πνεύμα του Θεού μπορεί να αποστέλλεται κάπου για να ασκήσει δύναμη, αν και δεν υπάρχει φυσική επαφή με το αντικείμενο επί του οποίου επενεργεί. (Παράβαλε Εξ 15:8, 10.) Όπως ένας ανθρώπινος τεχνίτης χρησιμοποιεί τη δύναμη που έχει στα χέρια του και στα δάχτυλά του για να κατασκευάσει διάφορα πράγματα, έτσι και ο Θεός χρησιμοποιεί το πνεύμα του. Γι’ αυτό και το άγιο πνεύμα χαρακτηρίζεται επίσης “χέρι” ή “δάχτυλο” του Θεού.—Παράβαλε Ψλ 8:3· 19:1· Ματ 12:28 με Λου 11:20.
Η σύγχρονη επιστήμη περιγράφει την ύλη ως οργανωμένη ενέργεια, ως δέσμες ενέργειας, και αναγνωρίζει ότι «η ύλη μπορεί να μετατραπεί σε ενέργεια και η ενέργεια σε ύλη». (Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου [The World Book Encyclopedia], 1987, Τόμ. 13, σ. 246) Η απεραντοσύνη του σύμπαντος, όσο μπορεί μέχρι στιγμής να την αντιληφθεί ο άνθρωπος με τα τηλεσκόπιά του, μας δίνει μια απειροελάχιστη εικόνα της ανεξάντλητης πηγής ενέργειας που διαθέτει ο Ιεχωβά Θεός. Όπως έγραψε ο προφήτης: «Ποιος υπολόγισε τις διαστάσεις του πνεύματος του Ιεχωβά;»—Ησ 40:12, 13, 25, 26.
Πηγή της έμψυχης ζωής και των αναπαραγωγικών δυνάμεων. Όχι μόνο η άψυχη, αλλά και όλη η έμψυχη δημιουργία οφείλει την ύπαρξή της και τη ζωή της στη λειτουργία του πνεύματος του Ιεχωβά, με την επενέργεια του οποίου ήρθαν σε ύπαρξη τα πρώτα ζωντανά πλάσματα, από τα οποία έχουν έρθει σε ύπαρξη όλα τα πλάσματα που ζουν σήμερα. (Παράβαλε Ιωβ 33:4· βλέπε υπότιτλο «Πνοή· Πνοή Ζωής· Δύναμη της Ζωής» σε αυτό το λήμμα.) Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε το άγιο πνεύμα του για να αναζωογονήσει τις αναπαραγωγικές δυνάμεις του Αβραάμ και της Σάρρας, γι’ αυτό και λέγεται δικαιολογημένα για τον Ισαάκ ότι «γεννήθηκε με τον τρόπο του πνεύματος». (Γα 4:28, 29) Μέσω του πνεύματός του επίσης, ο Θεός μετέφερε τη ζωή του Γιου του από τον ουρανό στη γη, κάνοντας τη μήτρα της Ιουδαίας παρθένας Μαρίας να συλλάβει.—Ματ 1:18, 20· Λου 1:35.
Το Πνεύμα Χρησιμοποιείται προς Όφελος των Υπηρετών του Θεού. Μια κύρια λειτουργία του πνεύματος του Θεού περιλαμβάνει την ικανότητα που έχει αυτό να πληροφορεί, να διαφωτίζει, να αποκαλύπτει. Γι’ αυτό και ο Δαβίδ εύλογα προσευχήθηκε: «Δίδαξέ με να κάνω το θέλημά σου, γιατί εσύ είσαι ο Θεός μου. Το πνεύμα σου είναι αγαθό· ας με οδηγήσει στη γη της ευθύτητας». (Ψλ 143:10) Πολύ νωρίτερα, ο Ιωσήφ είχε ερμηνεύσει τα προφητικά όνειρα του Φαραώ χάρη στη βοήθεια του Θεού που του έδωσε αυτή την ικανότητα. Ο Αιγύπτιος ηγεμόνας αναγνώρισε ότι το πνεύμα του Θεού επενεργούσε σε αυτόν. (Γε 41:16, 25-39) Αυτή η διαφωτιστική δύναμη του πνεύματος είναι ιδιαίτερα εμφανής στις προφητείες. Οι προφητείες, όπως δείχνει ο απόστολος Πέτρος, δεν προήλθαν από ανθρώπινη ερμηνεία των καταστάσεων και των γεγονότων. Δεν ήταν προϊόν κάποιας έμφυτης ικανότητας των προφητών να εξηγούν το νόημα και τη σημασία αυτών των καταστάσεων ή να προλέγουν τη μορφή των επερχόμενων γεγονότων. Αντίθετα, αυτοί οι άνθρωποι «κατευθύνονταν από άγιο πνεύμα»—φέρονταν, υποκινούνταν και καθοδηγούνταν από την ενεργό δύναμη του Θεού. (2Πε 1:20, 21· 2Σα 23:2· Ζαχ 7:12· Λου 1:67· 2:25-35· Πρ 1:16· 28:25· βλέπε ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ· ΠΡΟΦΗΤΗΣ.) Αντίστοιχα, επίσης, όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη, δηλαδή γράφτηκε υπό την έμπνευση του Θεού ή, κατά κυριολεξία, «με την πνοή του Θεού». (2Τι 3:16) Το πνεύμα επενεργούσε με διάφορους τρόπους καθώς επικοινωνούσε με αυτούς τους άντρες και τους καθοδηγούσε, εμπνέοντάς τους σε μερικές περιπτώσεις οράματα ή όνειρα (Ιεζ 37:1· Ιωλ 2:28, 29· Απ 4:1, 2· 17:3· 21:10), αλλά σε όλες αυτές τις περιπτώσεις επενεργούσε στη διάνοιά τους και στην καρδιά τους υποκινώντας τους και καθοδηγώντας τους σε αρμονία με το σκοπό του Θεού.—Δα 7:1· Πρ 16:9, 10· Απ 1:10, 11· βλέπε ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΙΑ.
Επομένως, το πνεύμα του Θεού δεν οδηγεί μόνο σε αποκάλυψη και κατανόηση του θελήματος του Θεού, αλλά επίσης οπλίζει με δύναμη τους υπηρέτες Του προκειμένου να επιτελούν πράγματα που εναρμονίζονται με αυτό το θέλημα. Αυτό το πνεύμα δρα ως υποκινούσα δύναμη που τους παρακινεί και τους ωθεί, παρόμοια με αυτό που αναφέρει ο Μάρκος για τον Ιησού, ότι δηλαδή το πνεύμα τον «ώθησε» να πάει στην έρημο μετά το βάφτισμά του. (Μαρ 1:12· παράβαλε Λου 4:1.) Μπορεί να είναι σαν «φωτιά» μέσα τους, κάνοντάς τους να “φλέγονται” από αυτή τη δύναμη (1Θε 5:19· Πρ 18:25· Ρω 12:11), με την έννοια ότι εντείνεται μέσα τους η επιθυμία ή η πίεση να επιτελέσουν κάποιο συγκεκριμένο έργο. (Παράβαλε Ιωβ 32:8, 18-20· 2Τι 1:6, 7.) Γίνονται αποδέκτες “της επίδρασης του πνεύματος” ή της “δύναμης μέσω του πνεύματός του”. (Λου 2:27· Εφ 3:16· παράβαλε Μιχ 3:8.) Ωστόσο, δεν πρόκειται απλώς για κάποια ασυνείδητη, τυφλή παρόρμηση, επειδή παράλληλα επηρεάζεται η διάνοια και η καρδιά τους, οι οποίες ως αποτέλεσμα συνεργάζονται συνειδητά με την ενεργό δύναμη που τους δόθηκε. Εύλογα, λοιπόν, ο απόστολος Παύλος είπε για εκείνους που είχαν λάβει το χάρισμα της προφητείας στη Χριστιανική εκκλησία ότι «τα χαρίσματα του πνεύματος των προφητών πρέπει να βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των προφητών», ώστε να διατηρείται η ευταξία.—1Κο 14:31-33.
Ποικιλία ενεργειών. Όπως ακριβώς το ηλεκτρικό ρεύμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να επιτελέσει μια τεράστια ποικιλία λειτουργιών, έτσι και το πνεύμα του Θεού χρησιμοποιείται για να εξουσιοδοτήσει και να ικανώσει άτομα προκειμένου να εκτελέσουν ευρεία ποικιλία πραγμάτων. (Ησ 48:16· 61:1-3) Ο Παύλος έγραψε σχετικά με τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος που υπήρχαν στις ημέρες του: «Υπάρχουν ποικιλίες χαρισμάτων, αλλά το πνεύμα είναι το ίδιο· και υπάρχουν ποικιλίες διακονιών, εντούτοις ο Κύριος είναι ο ίδιος· και υπάρχουν ποικιλίες ενεργειών, εντούτοις ο Θεός είναι ο ίδιος, ο οποίος εκτελεί όλες τις ενέργειες σε όλους τους ανθρώπους. Η φανέρωση όμως του πνεύματος δίνεται στον καθένα για ωφέλιμο σκοπό».—1Κο 12:4-7.
Το πνεύμα έχει τη δύναμη ή την ικανότητα να βοηθάει άτομα να αποκτήσουν τα απαιτούμενα προσόντα ή ικανότητες για μια ορισμένη εργασία ή θέση. Μολονότι ο Βεσελεήλ και ο Οολιάβ μπορεί να είχαν ήδη τεχνικές γνώσεις προτού αναλάβουν το διορισμό να φτιάξουν τον εξοπλισμό της σκηνής της μαρτυρίας και τα ιερατικά ενδύματα, το πνεύμα του Θεού “τούς γέμισε με σοφία, κατανόηση και γνώση”, ώστε το έργο να γίνει όπως είχε σχεδιαστεί. Το πνεύμα αύξησε τις όποιες φυσικές ικανότητες και γνώσεις ήδη κατείχαν και τους κατέστησε ικανούς να διδάξουν και άλλους. (Εξ 31:1-11· 35:30-35) Τα αρχιτεκτονικά σχέδια για το ναό που οικοδομήθηκε μετέπειτα δόθηκαν στον Δαβίδ μέσω θεϊκής έμπνευσης, δηλαδή μέσω της επενέργειας του πνεύματος του Θεού, κάτι που κατέστησε τον Δαβίδ ικανό να κάνει μεγάλη προετοιμασία για αυτό το έργο.—1Χρ 28:12.
Το πνεύμα του Θεού επενεργούσε πάνω στον Μωυσή και μέσω αυτού, καθώς ο Μωυσής προφήτευε και έκανε θαυματουργικές πράξεις, ενώ παράλληλα οδηγούσε το έθνος και εκτελούσε χρέη κριτή για χάρη του, προσκιάζοντας έτσι το μελλοντικό ρόλο του Χριστού Ιησού. (Ησ 63:11-13· Πρ 3:20-23) Ωστόσο, ο Μωυσής, ως ατελής άνθρωπος, ένιωσε ότι το φορτίο της ευθύνης ήταν βαρύ, και ο Θεός “πήρε ένα μέρος από το πνεύμα που ήταν πάνω του και το έβαλε πάνω σε 70 πρεσβυτέρους”, για να μπορέσουν να τον βοηθήσουν να σηκώσει το φορτίο. (Αρ 11:11-17, 24-30) Το πνεύμα άρχισε επίσης να επενεργεί στον Δαβίδ αφότου τον έχρισε ο Σαμουήλ, καθοδηγώντας τον και προετοιμάζοντάς τον για τη μελλοντική βασιλεία του.—1Σα 16:13.
Ο Ιησούς του Ναυή γέμισε «πνεύμα σοφίας» ως ο διάδοχος του Μωυσή. Αλλά το πνεύμα δεν του έδωσε την ικανότητα να προφητεύει και να εκτελεί θαυματουργικά έργα στο βαθμό στον οποίο είχε δώσει αυτή την ικανότητα στον Μωυσή. (Δευ 34:9-12) Ωστόσο, τον κατέστησε ικανό να οδηγήσει τον Ισραήλ στην εκστρατεία με την οποία επιτεύχθηκε η κατάκτηση της Χαναάν. Παρόμοια, το πνεύμα του Ιεχωβά «περικάλυψε» άλλους άντρες, “ωθώντας” τους ως μαχητές υπέρ του λαού του Θεού—όπως συνέβη με τον Γοθονιήλ, τον Γεδεών, τον Ιεφθάε και τον Σαμψών.—Κρ 3:9, 10· 6:34· 11:29· 13:24, 25· 14:5, 6, 19· 15:14.
Το πνεύμα του Θεού όπλισε κάποιους άντρες με τη δύναμη να αναγγείλουν το μήνυμα της αλήθειας με τόλμη και θάρρος ενώπιον των εναντιουμένων και με κίνδυνο της ζωής τους.—Μιχ 3:8.
Το γεγονός ότι ο Θεός “εκχέει” το πνεύμα του πάνω στο λαό του αποτελεί απόδειξη της εύνοιάς του και καταλήγει σε ευλογίες και σε ευημερία για αυτούς.—Ιεζ 39:29· Ησ 44:3, 4.
Κρίνει και εκτελεί κρίση. Μέσω του πνεύματός του ο Θεός κρίνει ανθρώπους και έθνη. Εκτελεί επίσης τις δικαστικές του αποφάσεις, τιμωρώντας ή καταστρέφοντας. (Ησ 30:27, 28· 59:18, 19) Σε αυτές τις περιπτώσεις, η λέξη ρούαχ μπορεί να αποδοθεί ορθά «φύσημα», λόγου χάρη όταν ο Ιεχωβά λέει ότι θα κάνει «να ξεσπάσει φύσημα [ρούαχ] ανεμοθύελλας» μέσα στην οργή του. (Ιεζ 13:11, 13· παράβαλε Ησ 25:4· 27:8.) Το πνεύμα του Θεού μπορεί να φτάσει παντού, ενεργώντας υπέρ ή κατά εκείνων που γίνονται αντικείμενο της προσοχής του.—Ψλ 139:7-12.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 1:4 αναφέρεται ότι «τα εφτά πνεύματα» του Θεού στέκονται ενώπιον του θρόνου του. Στη συνέχεια δίνονται εφτά αγγέλματα, καθένα από τα οποία ολοκληρώνεται με τη νουθεσία να “ακούμε τι λέει το πνεύμα στις εκκλησίες”. (Απ 2:7, 11, 17, 29· 3:6, 13, 22) Τα αγγέλματα αυτά περιέχουν εξαγγελίες κρίσης που ασκούν διερευνητική επίδραση στην καρδιά, καθώς και υποσχέσεις για ανταμοιβή της πιστότητας. Ο Γιος του Θεού παρουσιάζεται να έχει αυτά «τα εφτά πνεύματα του Θεού» (Απ 3:1), τα οποία και περιγράφονται ως «εφτά λυχνάρια με φωτιά» (Απ 4:5) και επίσης ως τα εφτά μάτια του σφαγμένου αρνιού, «τα οποία μάτια σημαίνουν τα εφτά πνεύματα του Θεού που έχουν αποσταλεί σε ολόκληρη τη γη». (Απ 5:6) Εφόσον ο αριθμός εφτά χρησιμοποιείται ως σύμβολο πληρότητας σε άλλα προφητικά κείμενα (βλέπε ΑΡΙΘΜΟΣ), φαίνεται ότι αυτά τα εφτά πνεύματα συμβολίζουν την πλήρη έκταση της ενεργού ικανότητας που διαθέτει ο ενδοξασμένος Ιησούς Χριστός, το Αρνί του Θεού, να παρατηρεί, να διακρίνει ή να εντοπίζει, και η οποία τον καθιστά ικανό να επιθεωρεί ολόκληρη τη γη.
Ο Λόγος του Θεού είναι το «σπαθί» του πνεύματος (Εφ 6:17), δεδομένου ότι φανερώνει το πραγματικό ποιόν κάποιου, εκθέτει κρυφές ιδιότητες ή διαθέσεις της καρδιάς και κάνει το άτομο είτε να μαλακώσει την καρδιά του και να συμμορφωθεί με το θέλημα του Θεού, το οποίο εκφράζεται μέσω αυτού του Λόγου, είτε να σκληρύνει την καρδιά του στασιάζοντας. (Παράβαλε Εβρ 4:11-13· Ησ 6:9, 10· 66:2, 5.) Ο Λόγος του Θεού, λοιπόν, παίζει δυναμικό ρόλο στην πρόρρηση κάποιας δυσμενούς κρίσης, και, εφόσον ο λόγος ή το άγγελμα του Θεού πρέπει να εκπληρωθεί, η εκπλήρωση αυτού του λόγου πυροδοτεί μια ενέργεια που μοιάζει με φωτιά σε άχυρα και με σφύρα που συντρίβει το βράχο. (Ιερ 23:28, 29) Ο Χριστός Ιησούς, ως ο κύριος Εκπρόσωπος του Θεού, ως «Ο Λόγος του Θεού», εξαγγέλλει τα θεϊκά αγγέλματα κρίσης και έχει την εξουσία να διατάζει την εκτέλεση αυτών των κρίσεων σε βάρος εκείνων που έχουν κριθεί. Αυτό είναι, αναμφίβολα, το νόημα της έκφρασης ότι θα εξοντώσει τους εχθρούς του Θεού «με το πνεύμα [την ενεργό δύναμη] του στόματός του».—Παράβαλε 2Θε 2:8· Ησ 11:3, 4· Απ 19:13-16, 21.
Το πνεύμα του Θεού ενεργεί ως «βοηθός» για την εκκλησία. Όταν ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό, ζήτησε από τον Πατέρα του, όπως είχε υποσχεθεί, το άγιο πνεύμα, δηλαδή την ενεργό δύναμη του Θεού, και του δόθηκε η εξουσία να χρησιμοποιεί αυτό το πνεύμα. Την ημέρα της Πεντηκοστής το «εξέχυσε» στους πιστούς μαθητές του, και έκτοτε συνέχισε να το εκχέει σε όσους στρέφονταν προς τον Θεό μέσω του Γιου του. (Ιωα 14:16, 17, 26· 15:26· 16:7· Πρ 1:4, 5· 2:1-4, 14-18, 32, 33, 38) Όπως είχαν βαφτιστεί στο νερό, τώρα “βαφτίστηκαν όλοι σε ένα σώμα” μέσω εκείνου του ενός πνεύματος σαν να βυθίστηκαν μέσα σε αυτό—κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει όταν ένα κομμάτι σίδερο «βυθίζεται» μέσα σε κάποιο μαγνητικό πεδίο και ακολούθως εμποτίζεται με μαγνητική ισχύ. (1Κο 12:12, 13· παράβαλε Μαρ 1:8· Πρ 1:5.) Αν και το πνεύμα του Θεού επενεργούσε στους μαθητές και προηγουμένως, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι ήταν σε θέση να εκβάλλουν δαίμονες (παράβαλε Ματ 12:28· Μαρ 3:14, 15), τώρα επενεργούσε πάνω τους εντονότερα, πληρέστερα και με νέους τρόπους τους οποίους μέχρι τότε δεν είχαν βιώσει.—Παράβαλε Ιωα 7:39.
Ως ο Μεσσιανικός Βασιλιάς, ο Χριστός Ιησούς έχει «το πνεύμα της σοφίας και της κατανόησης, το πνεύμα της συμβουλής και της κραταιότητας, το πνεύμα της γνώσης και του φόβου του Ιεχωβά». (Ησ 11:1, 2· 42:1-4· Ματ 12:18-21) Αυτή η δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης είναι έκδηλη στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε ο Ιησούς την ενεργό δύναμη, δηλαδή το πνεύμα, του Θεού για να κατευθύνει τη Χριστιανική εκκλησία πάνω στη γη, καθώς αυτός έχει διοριστεί από τον Θεό να είναι η Κεφαλή, ο Ιδιοκτήτης και ο Κύριος της εκκλησίας. (Κολ 1:18· Ιου 4) Ως «βοηθός», το πνεύμα τούς έδωσε αυξημένη πλέον κατανόηση του θελήματος και του σκοπού του Θεού, και τους αποκάλυψε τον προφητικό του Λόγο. (1Κο 2:10-16· Κολ 1:9, 10· Εβρ 9:8-10) Τους όπλισε με δύναμη έτσι ώστε να υπηρετούν ως μάρτυρες σε ολόκληρη τη γη. (Λου 24:49· Πρ 1:8· Εφ 3:5, 6) Τους έδωσε θαυματουργικά «χαρίσματα του πνεύματος», τα οποία τους κατέστησαν ικανούς να μιλούν ξένες γλώσσες, να προφητεύουν, να θεραπεύουν και να φέρνουν σε πέρας άλλες δραστηριότητες οι οποίες αφενός θα τους διευκόλυναν στη διακήρυξη των καλών νέων και αφετέρου θα αποτελούσαν απόδειξη του ότι είχαν θεϊκή αποστολή και υποστήριξη.—Ρω 15:18, 19· 1Κο 12:4-11· 14:1, 2, 12-16· παράβαλε Ησ 59:21· βλέπε ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ (Χαρίσματα του Πνεύματος).
Ως ο Επίσκοπος της εκκλησίας, ο Ιησούς χρησιμοποίησε το πνεύμα για τη διακυβέρνηση της εκκλησίας—παρέχοντας καθοδήγηση για την επιλογή αντρών που θα υπηρετούσαν σε ειδικές αποστολές, καθώς και στην επίβλεψη, στη διδασκαλία και στη «διόρθωση» της εκκλησίας. (Πρ 13:2-4· 20:28· Εφ 4:11, 12) Εκείνος τους υποκινούσε αλλά και τους περιόριζε, υποδεικνύοντάς τους πού έπρεπε να συγκεντρώσουν τις προσπάθειες της διακονίας τους (Πρ 16:6-10· 20:22), και επίσης τους καθιστούσε αποτελεσματικούς στη συγγραφή “επιστολών του Χριστού, χαραγμένων με το πνεύμα του Θεού σε σάρκινες πλάκες, σε ανθρώπινες καρδιές”. (2Κο 3:2, 3· 1Θε 1:5) Σύμφωνα με την υπόσχεση που τους είχε δοθεί, το πνεύμα αναζωογονούσε τη μνήμη τους, τόνωνε τις διανοητικές τους δυνάμεις και τους όπλιζε με τόλμη, έτσι ώστε να δίνουν μαρτυρία ακόμη και ενώπιον αρχόντων.—Παράβαλε Ματ 10:18-20· Ιωα 14:26· Πρ 4:5-8, 13, 31· 6:8-10.
Ως «ζωντανές πέτρες», αυτοί σχημάτισαν έναν πνευματικό ναό με θεμέλιο τον Χριστό, μέσω του οποίου ναού θα προσφέρονταν «πνευματικές θυσίες» (1Πε 2:4-6· Ρω 15:15, 16) και θα ψάλλονταν πνευματικοί ύμνοι (Εφ 5:18, 19), και στον οποίο θα κατοικούσε ο Θεός μέσω πνεύματος. (1Κο 3:16· 6:19, 20· Εφ 2:20-22· παράβαλε Αγγ 2:5.) Το πνεύμα του Θεού είναι ενοποιητική δύναμη με τεράστια ισχύ, και, εφόσον αυτοί οι Χριστιανοί θα επέτρεπαν στο πνεύμα να ρέει ελεύθερα ανάμεσά τους, αυτό θα τους ένωνε ειρηνικά με τον Θεό, τον Γιο του και μεταξύ τους, με δεσμούς αγάπης και αφοσίωσης. (Εφ 4:3-6· 1Ιω 3:23, 24· 4:12, 13· παράβαλε 1Χρ 12:18.) Το δώρο του πνεύματος δεν τους έδωσε τα προσόντα για δραστηριότητες τεχνικής φύσης, όπως είχε κάνει με τον Βεσελεήλ και άλλους οι οποίοι έφτιαξαν υλικές κατασκευές και εξοπλισμό, αλλά τους εξάρτισε για τα πνευματικά έργα της διδασκαλίας, της καθοδήγησης, της ποίμανσης και της νουθεσίας. Ο πνευματικός ναός τον οποίο σχημάτισαν επρόκειτο να στολιστεί με τους όμορφους καρπούς του πνεύματος του Θεού, και αυτοί οι καρποί “αγάπης, χαράς, ειρήνης, μακροθυμίας, καλοσύνης, αγαθότητας, πίστης”, καθώς και άλλες παρόμοιες ιδιότητες, αποδείκνυαν περίτρανα ότι το πνεύμα του Θεού δρούσε μέσα τους και ανάμεσά τους. (Γα 5:22, 23· παράβαλε Λου 10:21· Ρω 14:17.) Αυτός ήταν ο βασικός και κύριος παράγοντας που προήγε την ευταξία και την αποτελεσματική καθοδήγηση στις τάξεις τους. (Γα 5:24-26· 6:1· Πρ 6:1-7· παράβαλε Ιεζ 36:26, 27.) Εκείνοι υποτάχθηκαν στο “νόμο του πνεύματος”, στην αποτελεσματική αυτή δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης και επενεργεί προκειμένου να αποτρέπει τις πράξεις της εγγενώς αμαρτωλής σάρκας. (Ρω 8:2· Γα 5:16-21· Ιου 19-21) Η πεποίθησή τους βασιζόταν στο γεγονός ότι το πνεύμα του Θεού επενεργούσε πάνω τους, όχι σε σαρκικές ικανότητες ή στην προέλευσή τους.—1Κο 2:1-5· Εφ 3:14-17· Φλπ 3:1-8.
Όταν ανέκυπταν διάφορα ζητήματα, το άγιο πνεύμα ήταν βοηθός τους, καθώς τους οδηγούσε στη λήψη απόφασης, όπως συνέβη με το ζήτημα της περιτομής, για το οποίο αποφάσισε το σώμα, ή η σύνοδος, των αποστόλων και των πρεσβυτέρων της Ιερουσαλήμ. Ο Πέτρος είπε ότι το πνεύμα είχε χορηγηθεί σε απερίτμητους ανθρώπους από τα έθνη. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας αφηγήθηκαν πώς επενεργούσε το πνεύμα καθώς εκτελούσαν τη διακονία τους ανάμεσα σε τέτοια άτομα. Και τέλος, ο Ιάκωβος, τον οποίο δίχως άλλο βοήθησε το άγιο πνεύμα να θυμηθεί κάποια πράγματα από τις Γραφές, έστρεψε την προσοχή στη θεόπνευστη προφητεία του Αμώς που προέλεγε ότι άνθρωποι από τα έθνη θα καλούνταν με το όνομα του Θεού. Έτσι λοιπόν, το άγιο πνεύμα του Θεού ωθούσε ενιαία προς μία κατεύθυνση, κάτι που αναγνώρισε αυτό το σώμα, ή η σύνοδος, γι’ αυτό και στην επιστολή που έγραψαν για να κοινοποιήσουν την απόφασή τους ανέφεραν τα εξής: «Διότι το άγιο πνεύμα και εμείς θεωρήσαμε καλό να μη σας προσθέσουμε παραπάνω βάρος, εκτός από αυτά τα αναγκαία».—Πρ 15:1-29.
Χρίει, γεννάει, δίνει “πνευματική ζωή”. Όπως ο Θεός έχρισε τον Ιησού με το άγιο πνεύμα του όταν εκείνος βαφτίστηκε (Μαρ 1:10· Λου 3:22· 4:18· Πρ 10:38), αντίστοιχα έχρισε και τους μαθητές του Ιησού. Η χρίση με το πνεύμα αποτελούσε για αυτούς «εγγύηση» της ουράνιας κληρονομιάς στην οποία είχαν τώρα κληθεί (2Κο 1:21, 22· 5:1, 5· Εφ 1:13, 14), και τους έδινε μαρτυρία ότι είχαν «γεννηθεί», ή φερθεί σε ύπαρξη, από τον Θεό για να είναι γιοι του με την υπόσχεση να λάβουν πνευματική ζωή στους ουρανούς. (Ιωα 3:5-8· Ρω 8:14-17, 23· Τιτ 3:5· Εβρ 6:4, 5) Είχαν καθαριστεί, αγιαστεί και ανακηρυχτεί δίκαιοι «στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και με το πνεύμα του Θεού μας», μέσω του οποίου πνεύματος ο Ιησούς είχε αποκτήσει τα προσόντα που απαιτούνταν για να παράσχει τη λυτρωτική θυσία και να γίνει ο αρχιερέας του Θεού.—1Κο 6:11· 2Θε 2:13· Εβρ 9:14· 1Πε 1:1, 2.
Λόγω αυτής της ουράνιας κλήσης και κληρονομιάς, οι χρισμένοι με το πνεύμα ακόλουθοι του Ιησού είχαν πνευματική ζωή, παρότι συνέχιζαν να ζουν ως ατελή, σάρκινα πλάσματα. Σε αυτό αναφέρεται προφανώς ο απόστολος Παύλος όταν αντιπαραβάλλει τους επίγειους πατέρες με τον Ιεχωβά Θεό, τον «Πατέρα της πνευματικής μας ζωής [πατρί τῶν πνευμάτων, Κείμενο]». (Εβρ 12:9· παράβαλε εδάφιο 23.) Ως συγκληρονόμοι του Χριστού οι οποίοι πρόκειται να αναστηθούν από τους νεκρούς με πνευματικό σώμα «φορώντας» την ουράνια εικόνα του, οφείλουν να ζουν πάνω στη γη ως «ένα πνεύμα» σε ενότητα με εκείνον ως την Κεφαλή τους, μη αφήνοντας τις επιθυμίες ή τις ανήθικες τάσεις της σάρκας τους να γίνουν η κυρίαρχη δύναμη πάνω τους, πράγμα το οποίο θα μπορούσε ίσως να καταλήξει ακόμη και στο να γίνουν «μία σάρκα» με μια πόρνη.—1Κο 6:15-18· 15:44-49· Ρω 8:5-17.
Απόκτηση και διατήρηση του πνεύματος του Θεού. Το άγιο πνεύμα είναι «δωρεά» του Θεού, την οποία εκείνος χορηγεί ευχαρίστως σε όσους την επιδιώκουν και τη ζητούν με ειλικρίνεια. (Πρ 2:38· Λου 11:9-13) Σε σχέση με αυτό, ο κυριότερος παράγοντας είναι το να έχει κάποιος σωστή καρδιά (Πρ 15:8), αλλά η γνώση και η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Θεού είναι επίσης ουσιώδεις παράγοντες. (Παράβαλε Πρ 5:32· 19:2-6.) Άπαξ και ένας Χριστιανός λάβει το πνεύμα του Θεού, δεν θα πρέπει να το “λυπεί” αδιαφορώντας για αυτό (Εφ 4:30· παράβαλε Ησ 63:10), με το να ακολουθεί μια πορεία αντίθετη με την καθοδηγία του, με το να προσηλώνει την καρδιά σε στόχους διαφορετικούς από εκείνους στους οποίους αυτό κατευθύνει και ωθεί ή με το να απορρίπτει τον εμπνευσμένο Λόγο του Θεού και τις συμβουλές του, καθώς και την εφαρμογή αυτών των συμβουλών στον εαυτό του. (Πρ 7:51-53· 1Θε 4:8· παράβαλε Ησ 30:1, 2.) Αν κάποιος υποκρίνεται, μπορεί να “φερθεί απατηλά” σε αυτό το άγιο πνεύμα μέσω του οποίου ο Χριστός καθοδηγεί την εκκλησία, και όσοι “θέτουν σε δοκιμή” τη δύναμη του πνεύματος κατ’ αυτόν τον τρόπο ακολουθούν καταστροφική πορεία. (Πρ 5:1-11· αντιπαράβαλε Ρω 9:1.) Η εσκεμμένη εναντίωση και ο στασιασμός κατά της έκδηλης φανέρωσης του πνεύματος του Θεού μπορεί να σημαίνουν βλασφημία εναντίον αυτού του πνεύματος—αμαρτία που είναι ασυγχώρητη.—Ματ 12:31, 32· Μαρ 3:29, 30· παράβαλε Εβρ 10:26-31.
Πνοή· Πνοή Ζωής· Δύναμη της Ζωής. Η αφήγηση της δημιουργίας του ανθρώπου δηλώνει ότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από το χώμα της γης και κατόπιν «φύσηξε [τύπος της λέξης ναφάχ] στα ρουθούνια του την πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] της ζωής, και ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή [νέφες]». (Γε 2:7· βλέπε ΨΥΧΗ.) Η λέξη νέφες μπορεί να μεταφραστεί κατά κυριολεξία «κάτι που αναπνέει», δηλαδή «πλάσμα που αναπνέει», είτε πρόκειται για άνθρωπο είτε για ζώο. Η λέξη νεσαμάχ στην πραγματικότητα χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει «αυτό [ή το πλάσμα] που αναπνέει, ή έχει πνοή», και υπό αυτή την έννοια χρησιμοποιείται στην ουσία ως συνώνυμο της λέξης νέφες που σημαίνει «ψυχή». (Παράβαλε Δευ 20:16· Ιη 10:39, 40· 11:11· 1Βα 15:29.) Στο εδάφιο Γένεση 2:7 το υπόμνημα χρησιμοποιεί τη λέξη νεσαμάχ για να περιγράψει πώς ο Θεός έκανε το σώμα του Αδάμ να έχει ζωή, με αποτέλεσμα να γίνει ο άνθρωπος «ζωντανή ψυχή». Άλλα εδάφια, ωστόσο, δείχνουν ότι σε αυτό περιλαμβανόταν κάτι περισσότερο από την απλή αναπνοή, δηλαδή την απλή εισαγωγή αέρα στους πνεύμονες και την αποβολή του από αυτούς. Για παράδειγμα, το εδάφιο Γένεση 7:22, περιγράφοντας την καταστροφή των ανθρώπων και των ζώων έξω από την κιβωτό κατά τον Κατακλυσμό, αναφέρει: «Καθετί στο οποίο η πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] της δύναμης [ή του «πνεύματος» (ρούαχ)] της ζωής ήταν ενεργός στα ρουθούνια του, δηλαδή ό,τι υπήρχε στην ξηρά, πέθανε». Συνεπώς, η λέξη νεσαμάχ, «πνοή», σχετίζεται ή συνδέεται άμεσα με τη λέξη ρούαχ που περιγράφει εδώ το πνεύμα, δηλαδή τη δύναμη της ζωής, η οποία είναι ενεργός σε όλα τα ζωντανά πλάσματα—τόσο στις ψυχές των ανθρώπων όσο και στις ψυχές των ζώων.
Το Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Τόμ. 6, σ. 334) δηλώνει: «Η αναπνοή ή πνοή γίνεται φανερή μόνο με την κίνηση [για παράδειγμα, με την κίνηση του στήθους ή τη διαστολή των ρουθουνιών] και αποτελεί επίσης σημάδι, προϋπόθεση και παράγοντα της ζωής, η οποία φαίνεται να είναι ιδιαίτερα συνδεδεμένη με την αναπνοή». Έτσι λοιπόν, η νεσαμάχ, δηλαδή η «πνοή», είναι αφενός προϊόν του ρούαχ, δηλαδή της δύναμης της ζωής, και αφετέρου κύριο μέσο συντήρησης της εν λόγω δύναμης της ζωής στα ζωντανά πλάσματα. Είναι γνωστό από επιστημονικές μελέτες, για παράδειγμα, ότι στο καθένα από τα εκατό τρισεκατομμύρια κύτταρα του σώματος υπάρχει ζωή και ότι, ενώ πεθαίνουν κάθε λεπτό δισεκατομμύρια κύτταρα, συνεχίζεται διαρκώς η αναπαραγωγή νέων ζωντανών κυττάρων. Η δύναμη της ζωής, η οποία είναι ενεργός σε όλα τα ζωντανά κύτταρα, εξαρτάται από το οξυγόνο που εισάγεται στο σώμα με την αναπνοή, το οποίο μεταφέρεται σε όλα τα κύτταρα μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Χωρίς οξυγόνο κάποια κύτταρα αρχίζουν να πεθαίνουν έπειτα από μερικά λεπτά και άλλα έπειτα από μεγαλύτερο διάστημα. Μολονότι κάποιος μπορεί να μείνει μερικά λεπτά χωρίς αναπνοή και παρ’ όλα αυτά να επιζήσει, χωρίς τη δύναμη της ζωής στα κύτταρά του πεθαίνει και ανθρωπίνως δεν έχει καμιά προοπτική ανάνηψης. Οι θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές, οι οποίες προέρχονται από τον Σχεδιαστή και Δημιουργό του ανθρώπου, προφανώς χρησιμοποιούν τη λέξη ρούαχ για να υποδηλώσουν αυτή τη ζωτική δύναμη, που αποτελεί αυτό καθαυτό το στοιχείο της ζωής, και τη λέξη νεσαμάχ για να δηλώσουν την αναπνοή ή πνοή που τη συντηρεί.
Επειδή η πνοή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή, οι λέξεις νεσαμάχ και ρούαχ χρησιμοποιούνται με σαφώς παράλληλη έννοια σε διάφορα εδάφια. Ο Ιώβ δήλωσε αποφασισμένος να αποφύγει την αδικία λέγοντας: «Ενόσω η πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] μου είναι ακόμη ολόκληρη μέσα μου και το πνεύμα [βερούαχ] του Θεού είναι στα ρουθούνια μου». (Ιωβ 27:3-5) Ο Ελιού είπε: «Αν [ο Θεός] μαζέψει κοντά του το πνεύμα [τύπος της λέξης ρούαχ] και την πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] εκείνου, κάθε σάρκα θα εκπνεύσει μαζί και ο χωματένιος άνθρωπος θα επιστρέψει στο χώμα». (Ιωβ 34:14, 15) Ομοίως, το εδάφιο Ψαλμός 104:29 λέει σχετικά με τα επίγεια πλάσματα, ανθρώπους και ζώα: «Αν αφαιρέσεις [Θεέ] το πνεύμα τους, εκπνέουν, και στο χώμα τους επιστρέφουν». Στο εδάφιο Ησαΐας 42:5 ο Ιεχωβά περιγράφεται ως «Εκείνος που απλώνει τη γη και τα προϊόντα της, Εκείνος που δίνει πνοή στο λαό ο οποίος βρίσκεται σε αυτήν, και πνεύμα σε όσους περπατούν σε αυτήν». Η αναπνοή ή πνοή (νεσαμάχ) συντηρεί την ύπαρξή τους. Το πνεύμα (ρούαχ) ενεργοποιεί, αποτελεί τη δύναμη της ζωής, η οποία καθιστά τον άνθρωπο έμψυχο πλάσμα, ικανό να κινείται, να περπατάει και να είναι ενεργά ζωντανός (παράβαλε Πρ 17:28)—όχι σαν τα άζωα, άπνοα, άψυχα είδωλα ανθρώπινης κατασκευής.—Ψλ 135:15, 17· Ιερ 10:14· 51:17· Αββ 2:19.
Αν και οι λέξεις νεσαμάχ (πνοή) και ρούαχ (πνεύμα· ενεργός δύναμη· δύναμη της ζωής) χρησιμοποιούνται μερικές φορές με παράλληλη έννοια, δεν είναι ταυτόσημες. Όντως, το «πνεύμα», ή ρούαχ, χρησιμοποιείται σε κάποιες περιπτώσεις σαν να ήταν αυτή καθαυτή η αναπνοή ή πνοή (νεσαμάχ), αλλά αυτό φαίνεται να συμβαίνει απλώς και μόνο επειδή η αναπνοή είναι η κυριότερη ορατή απόδειξη που πιστοποιεί ότι η δύναμη της ζωής υπάρχει στο σώμα κάποιου.—Ιωβ 9:18· 19:17· 27:3.
Έτσι λοιπόν, στα εδάφια Ιεζεκιήλ 37:1-10 όπου παρουσιάζεται το συμβολικό όραμα της κοιλάδας με τα ξερά κόκαλα, τα κόκαλα πλησίασαν το ένα στο άλλο, καλύφτηκαν με τένοντες, σάρκα και δέρμα, αλλά «πνοή [βερούαχ] . . . δεν υπήρχε μέσα τους». Στον Ιεζεκιήλ ειπώθηκε να προφητεύσει προς «τον άνεμο [χαρούαχ]», λέγοντας: «Από τους τέσσερις ανέμους [τύπος της λέξης ρούαχ] έλα, άνεμε, και φύσηξε πάνω σε αυτούς τους σκοτωμένους ανθρώπους, ώστε να έρθουν στη ζωή». Η αναφορά στους τέσσερις ανέμους δείχνει ότι η κατάλληλη απόδοση της λέξης ρούαχ σε αυτή την περίπτωση είναι «άνεμος». Ωστόσο, όταν αυτός ο «άνεμος», ο οποίος είναι απλώς αέρας εν κινήσει, εισήλθε στα ρουθούνια των νεκρών ανθρώπων του οράματος, έγινε «πνοή» η οποία είναι επίσης αέρας εν κινήσει. Επομένως, η απόδοση της λέξης ρούαχ ως «πνοή» σε αυτό το σημείο της αφήγησης (εδ. 10) είναι καταλληλότερη από τις αποδόσεις «πνεύμα» ή «δύναμη της ζωής». Εξάλλου, ο Ιεζεκιήλ θα ήταν σε θέση να δει τα σώματα να αρχίζουν να αναπνέουν, παρ’ όλο που δεν μπορούσε να δει τη δύναμη της ζωής, ή το πνεύμα, που τα ενεργοποιούσε. Όπως δείχνουν τα εδάφια 11-14, αυτό το όραμα συμβόλιζε μια πνευματική (όχι φυσική) αναζωογόνηση του λαού του Ισραήλ, οι οποίοι για κάποιο διάστημα ήταν σε πνευματικά νεκρή κατάσταση λόγω της βαβυλωνιακής εξορίας. Εφόσον ήταν ήδη ζωντανοί από φυσική άποψη και ανέπνεαν, είναι λογικό να αποδοθεί η λέξη ρούαχ «πνεύμα» στο εδάφιο 14, όπου ο Θεός δηλώνει ότι θα βάλει το «πνεύμα» του μέσα στο λαό του, ώστε να ζωοποιηθούν με πνευματική έννοια.
Ένα παρόμοιο συμβολικό όραμα δίνεται στο 11ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης. Εκεί παρουσιάζεται η εικόνα “δύο μαρτύρων”, οι οποίοι θανατώθηκαν και τα πτώματά τους έμειναν στο δρόμο επί τρεισήμισι ημέρες. Κατόπιν «πνεύμα (βλέπε επίσης Κείμενο) [ή πνοή] ζωής από τον Θεό μπήκε μέσα τους, και στάθηκαν στα πόδια τους». (Απ 11:1-11) Και αυτό το όραμα χρησιμοποιεί ένα φυσικό γεγονός για να παραστήσει μια πνευματική αναζωογόνηση. Επίσης, δείχνει ότι η λέξη πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, όπως και η λέξη ρούαχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, είναι δυνατόν να αντιπροσωπεύει τη ζωογόνα δύναμη από τον Θεό η οποία ζωοποιεί την ανθρώπινη ψυχή, δηλαδή το άτομο. Όπως δηλώνει το εδάφιο Ιακώβου 2:26: «Το σώμα χωρίς πνεύμα είναι νεκρό».
Συνεπώς, όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο στην Εδέμ και φύσηξε στα ρουθούνια του «την πνοή [τύπος της λέξης νεσαμάχ] της ζωής», είναι προφανές ότι δεν γέμισε απλώς τους πνεύμονες του ανθρώπου με αέρα, αλλά επιπλέον φρόντισε ώστε η δύναμη της ζωής, ή πνεύμα (ρούαχ), να ζωοποιήσει όλα τα κύτταρα του σώματος του Αδάμ.—Γε 2:7· παράβαλε Ψλ 104:30· Πρ 17:25.
Αυτή η δύναμη της ζωής μεταβιβάζεται από τους γονείς στα παιδιά μέσω της σύλληψης. Εφόσον ο Ιεχωβά ήταν η αρχική Πηγή αυτής της δύναμης της ζωής για τον άνθρωπο και ο Δημιουργός της αναπαραγωγικής διαδικασίας, η ζωή κάποιου μπορεί εύλογα να αποδίδεται σε Εκείνον, μολονότι αυτός δεν τη λαβαίνει άμεσα, αλλά έμμεσα, από τους γονείς του.—Παράβαλε Ιωβ 10:9-12· Ψλ 139:13-16· Εκ 11:5.
Η δύναμη της ζωής, δηλαδή το πνεύμα, είναι κάτι το απρόσωπο. Όπως έχουμε επισημάνει, οι Γραφές αναφέρουν ότι το ρούαχ, δηλαδή η δύναμη της ζωής, υπάρχει όχι μόνο στους ανθρώπους αλλά και στα ζώα. (Γε 6:17· 7:15, 22) Τα εδάφια Εκκλησιαστής 3:18-22 δείχνουν ότι ο άνθρωπος πεθαίνει με τον ίδιο τρόπο όπως και τα ζώα, επειδή «όλα έχουν ένα και το αυτό πνεύμα [βερούαχ], ώστε δεν υπάρχει ανωτερότητα του ανθρώπου σε σχέση με το ζώο», δηλαδή αναφορικά με τη δύναμη της ζωής που είναι κοινή στον άνθρωπο και στο ζώο. Με βάση αυτό, είναι σαφές ότι το «πνεύμα», δηλαδή η δύναμη της ζωής (ρούαχ), όταν χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια, είναι απρόσωπο. Για παράδειγμα, θα μπορούσαμε να το συγκρίνουμε με μια άλλη αόρατη δύναμη, τον ηλεκτρισμό, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να θέσει σε λειτουργία διάφορες συσκευές—σόμπες για την παραγωγή θερμότητας, ανεμιστήρες για τη δημιουργία αέρα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές για την επίλυση προβλημάτων, τηλεοράσεις για την παραγωγή εικόνας, φωνής και άλλων ήχων—αλλά δεν προσλαμβάνει ποτέ κάποιο από τα χαρακτηριστικά των συσκευών μέσα στις οποίες δρα ή είναι ενεργός.
Γι’ αυτό και τα εδάφια Ψαλμός 146:3, 4 λένε πως όταν «το πνεύμα [τύπος της λέξης ρούαχ] του [ανθρώπου] βγαίνει, αυτός επιστρέφει στη γη του· εκείνη την ημέρα οι σκέψεις του αφανίζονται». Το πνεύμα, δηλαδή η δύναμη της ζωής, που ήταν ενεργό στα κύτταρα του σώματος του ανθρώπου δεν διατηρεί κανένα από τα χαρακτηριστικά εκείνων των κυττάρων, όπως είναι για παράδειγμα τα εγκεφαλικά κύτταρα και ο ρόλος που παίζουν στη διαδικασία της σκέψης. Αν το πνεύμα, δηλαδή η δύναμη της ζωής (ρούαχ· πνεῦμα), δεν ήταν απρόσωπο, αυτό θα σήμαινε ότι τα παιδιά των γυναικών τα οποία ανέστησαν οι προφήτες Ηλίας και Ελισαιέ βρίσκονταν σε κατάσταση συνειδητότητας κάπου, ενόσω ήταν νεκρά. Το ίδιο θα ίσχυε και για τον Λάζαρο, ο οποίος αναστήθηκε περίπου τέσσερις ημέρες μετά το θάνατό του. (1Βα 17:17-23· 2Βα 4:32-37· Ιωα 11:38-44) Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, είναι λογικό ότι αυτά τα άτομα θα θυμούνταν εκείνη τη φάση συνειδητότητας που είχαν βιώσει και θα την περιέγραφαν όταν αναστήθηκαν, θα μιλούσαν για αυτήν. Δεν υπάρχει τίποτα που να υποδηλώνει ότι κάποιος από αυτούς έκανε κάτι τέτοιο. Επομένως, η προσωπικότητα του κάθε νεκρού δεν διαιωνίζεται στη δύναμη της ζωής, δηλαδή στο πνεύμα, η οποία παύει να ενεργεί στα κύτταρα του σώματος του νεκρού.
Το εδάφιο Εκκλησιαστής 12:7 δηλώνει ότι στο θάνατο το σώμα του ατόμου επιστρέφει στο χώμα, «και το πνεύμα επιστρέφει στον αληθινό Θεό ο οποίος το έδωσε». Αυτό καθαυτό το άτομο δεν υπήρχε ποτέ στον ουρανό μαζί με τον Θεό. Άρα αυτό που «επιστρέφει» στον Θεό είναι η ζωτική δύναμη, η οποία έδωσε τη δυνατότητα στο άτομο να ζήσει.
Με δεδομένη την απρόσωπη φύση της δύναμης της ζωής, δηλαδή του πνεύματος, η οποία βρίσκεται στον άνθρωπο (όπως και στη ζωική δημιουργία), είναι προφανές ότι η δήλωση του Δαβίδ στο εδάφιο Ψαλμός 31:5, την οποία παρέθεσε ο Ιησούς την ώρα του θανάτου του (Λου 23:46), «Στα χέρια σου εμπιστεύομαι το πνεύμα μου», είχε την έννοια της επίκλησης στον Θεό να περιφρουρήσει ή να φροντίσει τη δύναμη της ζωής του. (Παράβαλε Πρ 7:59.) Αυτό δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκην μια πραγματική και κυριολεκτική μεταβίβαση κάποιας δύναμης από αυτόν τον πλανήτη στην ουράνια παρουσία του Θεού. Όπως ακριβώς λέγεται ότι ο Θεός “μύριζε” το ευωδιαστό άρωμα από τις θυσίες των ζώων (Γε 8:20, 21), ενώ αυτό το άρωμα παρέμενε βέβαια στην ατμόσφαιρα της γης, με τον ίδιο τρόπο, ο Θεός μπορούσε να «μαζέψει», ή να δεχτεί ως κάτι εμπιστευμένο σε αυτόν, το πνεύμα ή τη δύναμη της ζωής με συμβολική έννοια, δηλαδή χωρίς κάποια κατά γράμμα μεταβίβαση ζωτικής δύναμης από τη γη. (Ιωβ 34:14· Λου 23:46) Συνεπώς, το ότι κάποιος εμπιστεύεται το πνεύμα του στον Θεό προφανώς σημαίνει ότι εναποθέτει την ελπίδα του στον Θεό για να αποκαταστήσει Εκείνος μελλοντικά σε αυτό το άτομο τη δύναμη της ζωής μέσω της ανάστασης.—Παράβαλε Αρ 16:22· 27:16· Ιωβ 12:10· Ψλ 104:29, 30.
Υποκινούσα Διανοητική Τάση. Τόσο η λέξη ρούαχ όσο και η λέξη πνεῦμα χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν τη δύναμη η οποία υποκινεί κάποιο άτομο είτε να εκδηλώνει μια συγκεκριμένη στάση, διάθεση ή συναίσθημα είτε να προβαίνει σε συγκεκριμένη ενέργεια ή να ακολουθεί ορισμένη πορεία. Αν και η δύναμη που επενεργεί μέσα στο άτομο είναι αόρατη αυτή καθαυτή, εντούτοις παράγει ορατά αποτελέσματα. Αυτός ο τρόπος χρήσης της λέξης ρούαχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και της λέξης πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, οι οποίες συνδέονται κατά βάση με την πνοή ή με τον αέρα που βρίσκεται εν κινήσει, παρουσιάζει αξιοσημείωτα παράλληλα με ορισμένες εκφράσεις της σύγχρονης ελληνικής. Έτσι λοιπόν, λέμε για κάποιον ότι «έχει πάρει αέρα» ή ότι «έχει έναν αέρα σιγουριάς» ή ότι «έχει άσχημο πνεύμα». Λέμε ότι «κόβουμε τον αέρα κάποιου» με την έννοια ότι τον αποθαρρύνουμε. Αναφερόμενοι σε μια ομάδα ανθρώπων και στην κυρίαρχη δύναμη που τους υποκινεί, ίσως λέμε ότι «μπαίνουμε στο πνεύμα της ομάδας» ή ίσως περιγράφουμε το πνεύμα που την επηρεάζει ως «εχθρικό πνεύμα». Μεταφορικά μπορεί να κάνουμε λόγο για «ατμόσφαιρα δυσαρέσκειας» ή για «ανέμους αλλαγής και επανάστασης που πνέουν μέσα σε ένα έθνος». Με όλες αυτές τις εκφράσεις αναφερόμαστε στην αόρατη υποκινούσα δύναμη που επενεργεί στα άτομα, ωθώντας τα να μιλούν και να ενεργούν με συγκεκριμένο τρόπο.
Παρόμοια, διαβάζουμε για την «πίκρα στο πνεύμα» του Ισαάκ και της Ρεβέκκας, ως επακόλουθο του γάμου του Ησαύ με Χετταίες (Γε 26:34, 35), καθώς και για τη λύπη πνεύματος που είχε καταλάβει τον Αχαάβ, κόβοντάς του την όρεξη για φαγητό. (1Βα 21:5) Το «πνεύμα της ζήλιας» μπορούσε να υποκινήσει κάποιον άντρα να βλέπει τη σύζυγό του με καχυποψία, ακόμη δε και να την κατηγορήσει για μοιχεία.—Αρ 5:14, 30.
Η βασική έννοια της δύναμης η οποία υποκινεί και σπρώχνει ή ωθεί κάποιον σε ορισμένες πράξεις και λόγια διαφαίνεται επίσης στο χαρακτηρισμό του Ιησού του Ναυή ως «άντρα στον οποίο υπάρχει πνεύμα» (Αρ 27:18), καθώς και στην αναφορά στον Χάλεβ ως κάποιον που επέδειξε «διαφορετικό πνεύμα» από αυτό των περισσότερων Ισραηλιτών, οι οποίοι αποθαρρύνθηκαν εξαιτίας της κακής αναφοράς των δέκα κατασκόπων. (Αρ 14:24) Ο Ηλίας ένιωθε μέσα του μια έντονη ώθηση, μια δύναμη που τον υποκινούσε, καθώς υπηρετούσε με ζήλο τον Θεό, ο δε Ελισαιέ, ως ο διάδοχός του, ζήτησε δύο μέρη από το πνεύμα του Ηλία. (2Βα 2:9, 15) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής έδειξε ότι υποκινούνταν και αυτός από την ίδια σφοδρή ώθηση και τον ίδιο σθεναρό ζήλο που ένιωθε ο Ηλίας, γι’ αυτό και ασκούσε δυναμική επίδραση στους ακροατές του. Εύλογα, λοιπόν, είχε ειπωθεί σχετικά με αυτόν ότι θα εξερχόταν «με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία». (Λου 1:17) Σε αντίθεση, ο πλούτος και η σοφία του Σολομώντα είχαν τέτοια καταλυτική και συγκλονιστική επίδραση στη βασίλισσα της Σεβά, ώστε «δεν έμεινε πια πνοή [ρούαχ] μέσα της». (1Βα 10:4, 5) Με αυτή την ίδια θεμελιώδη έννοια, το πνεύμα κάποιου μπορεί να “υποκινηθεί” ή να “διεγερθεί” (1Χρ 5:26· Εσδ 1:1, 5· Αγγ 1:14· παράβαλε Εκ 10:4), να “ταραχτεί” ή να “παροξυνθεί” (Γε 41:8· Δα 2:1, 3· Πρ 17:16), να “ηρεμήσει” (Κρ 8:3), να είναι “στενοχωρημένο”, να “σβήνει” (Ιωβ 7:11· Ψλ 142:2, 3· παράβαλε Ιωα 11:33· 13:21), να «αναζωογονηθεί» ή να νιώσει «ανακούφιση» (Γε 45:27, 28· Ησ 57:15, 16· 1Κο 16:17, 18· 2Κο 7:13· παράβαλε 2Κο 2:13).
Η καρδιά και το πνεύμα. Η καρδιά συνδέεται συχνά με το πνεύμα, γεγονός που μαρτυρεί μια σαφή σχέση μεταξύ τους. Εφόσον η εικόνα που δίνεται για τη συμβολική καρδιά είναι ότι η καρδιά μπορεί να σκέφτεται και να υποκινεί, ενώ παράλληλα συνδέεται στενά με τα συναισθήματα και τις αρέσκειες κάποιου (βλέπε ΚΑΡΔΙΑ), αναμφίβολα αυτή έχει μείζονα συμβολή στην ανάπτυξη του πνεύματος (της κυρίαρχης διανοητικής τάσης) που εκδηλώνει κάποιος. Το εδάφιο Έξοδος 35:21 παραλληλίζει την καρδιά και το πνεύμα λέγοντας ότι «ο καθένας που τον ωθούσε η καρδιά του, . . . ο καθένας που τον παρακινούσε το πνεύμα του» συνεισέφερε για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας. Αντίστροφα, όταν οι Χαναναίοι έμαθαν για τα δυναμικά έργα που είχε επιτελέσει ο Ιεχωβά για χάρη του Ισραήλ, “οι καρδιές τους άρχισαν να λιώνουν και δεν ανέβηκε πνοή [ρούαχ] σε κανέναν τους”, δηλαδή δεν είχαν την παρόρμηση να αναλάβουν δράση εναντίον των ισραηλιτικών δυνάμεων. (Ιη 2:11· 5:1· παράβαλε Ιεζ 21:7.) Υπάρχει επίσης η έκφραση “πόνος της καρδιάς και συντριβή του πνεύματος” (Ησ 65:14) ή παρόμοιες εκφράσεις. (Παράβαλε Ψλ 34:18· 143:4, 7· Παρ 15:13.) Προφανώς λόγω της ισχυρής επίδρασης την οποία ασκεί η δύναμη που ενεργοποιεί το νου, ο Παύλος νουθετεί: «Πρέπει να ανανεώνεστε στη δύναμη που ενεργοποιεί [ἀνανεοῦσθαι δὲ τῷ πνεύματι, Κείμενο] το νου σας, και πρέπει να ντυθείτε τη νέα προσωπικότητα που δημιουργήθηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού με αληθινή δικαιοσύνη και οσιότητα».—Εφ 4:23, 24.
Το να ελέγχει κάποιος το πνεύμα του τονίζεται ιδιαίτερα, ως κάτι απόλυτα αναγκαίο. «Σαν πόλη διανοιγμένη από ρήγματα, χωρίς τείχος, έτσι είναι ο άνθρωπος που δεν συγκρατεί το πνεύμα του». (Παρ 25:28) Όταν κάποιος προκαλείται, μπορεί να ενεργήσει όπως ο άφρονας, ο οποίος ανυπόμονα «αφήνει να εκδηλωθεί όλο του το πνεύμα», ενώ ο σοφός «το διατηρεί ήρεμο ως το τέλος». (Παρ 29:11· παράβαλε 14:29, 30.) Ο Μωυσής, σε κάποια περίπτωση που οι Ισραηλίτες «πίκραναν το πνεύμα του», επέτρεψε στον εαυτό του να εξαφθεί υπερβολικά και «μίλησε απερίσκεπτα με τα χείλη του», με αποτέλεσμα να βλάψει τον εαυτό του. (Ψλ 106:32, 33) Άρα, «ο μακρόθυμος είναι καλύτερος από τον κραταιό, και αυτός που ελέγχει το πνεύμα του από εκείνον που καταλαμβάνει πόλη». (Παρ 16:32) Η ταπεινοφροσύνη είναι ουσιώδης για να το καταφέρνει κανείς αυτό (Παρ 16:18, 19· Εκ 7:8, 9), και όποιος «έχει ταπεινό πνεύμα θα απολαύσει δόξα». (Παρ 29:23) Η γνώση και η διάκριση κάνουν κάποιον να είναι «ψύχραιμος στο πνεύμα» και να κρατάει τη γλώσσα του υπό έλεγχο. (Παρ 17:27· 15:4) Ο Ιεχωβά «κάνει εκτίμηση των πνευμάτων» και κρίνει όσους δεν “φυλάγονται όσον αφορά το πνεύμα τους”.—Παρ 16:2· Μαλ 2:14-16.
Το πνεύμα που εκδηλώνει ένα σύνολο ανθρώπων. Όπως ένα άτομο μπορεί να εκδηλώνει ένα ορισμένο πνεύμα, έτσι και μια ομάδα ή ένα σύνολο ανθρώπων μπορεί να εκδηλώνει ένα ορισμένο πνεύμα, μια κυρίαρχη διανοητική τάση. (Γα 6:18· 1Θε 5:23) Η Χριστιανική εκκλησία έπρεπε να είναι ενωμένη στο πνεύμα, αντανακλώντας το πνεύμα της Κεφαλής της, του Χριστού Ιησού.—2Κο 11:4· Φλπ 1:27· παράβαλε 2Κο 12:18· Φλπ 2:19-21.
Ο Παύλος αναφέρεται στο «πνεύμα του κόσμου» σε αντιδιαστολή με το πνεύμα του Θεού. (1Κο 2:12) Όντας υπό τον έλεγχο του Αντιδίκου του Θεού (1Ιω 5:19), ο κόσμος εκδηλώνει ένα πνεύμα ικανοποίησης των επιθυμιών της ξεπεσμένης σάρκας, ένα πνεύμα ιδιοτέλειας, το οποίο δημιουργεί έχθρα με τον Θεό. (Εφ 2:1-3· Ιακ 4:5) Όπως συνέβαινε και στον άπιστο λαό του Ισραήλ, τα ακάθαρτα κίνητρα του κόσμου προωθούν την πορνεία, σωματική και πνευματική, και την ειδωλολατρία.—Ωσ 4:12, 13· 5:4· Ζαχ 13:2· παράβαλε 2Κο 7:1.
-
-
ΠνευματισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ
Η πεποίθηση ή η δοξασία ότι τα πνεύματα των νεκρών ανθρώπων, καθώς εξακολουθούν να ζουν μετά το θάνατο του υλικού σώματος, μπορούν να επικοινωνούν με τους ζωντανούς και ότι όντως επικοινωνούν, ιδίως μέσω ενός ατόμου (ενός μεσάζοντα, ή αλλιώς μέντιουμ) που είναι ιδιαίτερα επιδεκτικό στην επιρροή τους. Και η Αγία Γραφή και η ιστορία αποκαλύπτουν ότι ο πνευματισμός υπήρχε από αρχαιοτάτων χρόνων. Η θρησκεία της Αιγύπτου ήταν εμποτισμένη με αυτόν. (Ησ 19:3) Πνευματιστική ήταν και η θρησκεία της Βαβυλώνας (μιας πόλης που ήταν επίσης το κύριο θρησκευτικό κέντρο της Ασσυρίας).—Ησ 47:12, 13.
Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «πνευματισμός» είναι φαρμακία. Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 4, σ. 51, 52), λέει για αυτή τη λέξη: «Πρωταρχικά σήμαινε χρήση φαρμάκων, γιατρικών, μαγικών ρήσεων· κατόπιν, δηλητηρίαση· κατόπιν, μαγγανεία, Γαλ. 5:20, RV, τη “μαγγανεία” (AV, “μαγεία”) που αναφερόταν ως ένα από “τα έργα της σάρκας”. Βλέπε επίσης Αποκ. 9:21· 18:23. Στην Εβδ[ομήκοντα], Εξ. 7:11, 22· 8:7, 18· Ησ. 47:9, 12. Στη μαγγανεία, η χρήση φαρμάκων, απλών και ισχυρών, συνοδευόταν γενικά από επωδές και εκκλήσεις σε απόκρυφες δυνάμεις, καθώς και από την προμήθεια διαφόρων φυλαχτών, περίαπτων, κτλ., με υποτιθέμενο σκοπό να προφυλαχτεί ο αιτών ή ο ασθενής από την προσοχή και τη δύναμη των δαιμόνων, αλλά στην ουσία ο σκοπός ήταν να εντυπωσιαστεί από τις μυστηριώδεις ικανότητες και δυνάμεις του μαγγανευτή».
Η Πηγή Του. Ένα κύριο χαρακτηριστικό του πνευματισμού είναι η υποτιθέμενη επικοινωνία με τους νεκρούς. Εφόσον οι νεκροί «δεν γνωρίζουν τίποτα απολύτως», η επικοινωνία με τους νεκρούς είναι στην πραγματικότητα αδύνατη. (Εκ 9:5) Ο νόμος που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ απαγόρευε σε οποιονδήποτε να ζητάει πληροφορίες από τους νεκρούς και θεωρούσε την άσκηση πνευματισμού αδίκημα που επέσυρε το θάνατο. (Λευ 19:31· 20:6, 27· Δευ 18:9-12· παράβαλε Ησ 8:19.) Και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δηλώνεται ότι όσοι ασκούν πνευματισμό «δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού». (Γα 5:20, 21· Απ 21:8) Συνάγεται, λοιπόν, λογικά ότι οποιαδήποτε υποτιθέμενη επικοινωνία με νεκρούς, αν δεν πρόκειται για εσκεμμένο ψέμα από μέρους εκείνου που αξιώνει κάτι τέτοιο, προέρχεται οπωσδήποτε από κακή πηγή, μια πηγή που εναντιώνεται στον Ιεχωβά Θεό.
Η Αγία Γραφή δείχνει καθαρά ότι αυτή η κακή πηγή είναι τα πονηρά πνεύματα, οι δαίμονες. (Βλέπε ΔΑΙΜΟΝΑΣ· ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΟΣ.) Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί «κάποια υπηρέτρια» στην πόλη των Φιλίππων. Αυτή παρείχε στους κυρίους της πολύ κέρδος ασκώντας «τη μαντική τέχνη», ένα από τα πράγματα που συνδέονται με τον πνευματισμό. (Δευ 18:11) Η αφήγηση λέει σαφέστατα ότι η πηγή της μαντείας της δεν ήταν ο Θεός, αλλά “ένας δαίμονας μαντείας”, ένα πονηρό πνεύμα. Συνεπώς, όταν ο απόστολος Παύλος εξέβαλε το πονηρό πνεύμα, αυτό το κορίτσι έχασε τις μαντικές δυνάμεις. (Πρ 16:16-19) Σχετικά με τη λέξη πύθωνα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που εδώ αποδίδεται «δαίμονα μαντείας», Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Τόμ. 1, σ. 328), λέει: «Πύθων στην ελληνική μυθολογία ήταν το όνομα ενός φιδιού, ή δράκοντα, που κατοικούσε στην Πυθώ, στους πρόποδες του όρους Παρνασσός, φύλαγε το μαντείο των Δελφών και φονεύτηκε από τον Απόλλωνα. Ακολούθως το όνομα μεταφέρθηκε στον ίδιο τον Απόλλωνα. Αργότερα η λέξη εφαρμόστηκε σε μάντεις, τους οποίους, όπως πιστευόταν, ενέπνεε ο Απόλλων. Εφόσον οι δαίμονες είναι οι υποκινητές της ειδωλολατρίας, 1 Κορ. 10:20, η νεαρή του εδαφίου Πράξ. 16:16 κατεχόταν από έναν δαίμονα που προωθούσε τη λατρεία του Απόλλωνα—επομένως αυτή είχε “πνεύμα μαντείας”».
Στον Ισραήλ. Μολονότι ο Θεός είχε θεσπίσει αυστηρούς νόμους εναντίον του πνευματισμού, κατά καιρούς εμφανίζονταν πνευματιστικοί μεσάζοντες στη γη του Ισραήλ. Προφανώς αυτοί ήταν αλλοεθνείς που είχαν έρθει στη χώρα ή κάποιοι από εκείνους τους οποίους είχαν αφήσει ζωντανούς οι Ισραηλίτες. Ο Βασιλιάς Σαούλ τους απομάκρυνε από τη χώρα στη διάρκεια της βασιλείας του, αλλά φαίνεται πως, προς το τέλος της διακυβέρνησής του, ορισμένοι πνευματιστικοί μεσάζοντες άρχισαν ξανά τη δράση τους. Ο Σαούλ κατέδειξε πόσο πολύ είχε απομακρυνθεί από τον Θεό όταν πήγε να συμβουλευτεί εκείνη “τη γυναίκα στην Εν-δωρ που ήταν επιτήδεια στην πνευματιστική μεσολάβηση”.—1Σα 28:3, 7-10.
Η επίσκεψη του Βασιλιά Σαούλ σε πνευματιστική μεσάζουσα. Όταν ο Σαούλ πήγε στη γυναίκα που ασκούσε πνευματιστική μεσολάβηση, το πνεύμα του Ιεχωβά είχε προ πολλού απομακρυνθεί από αυτόν. Στην πραγματικότητα, ο Θεός δεν απαντούσε στις ερωτήσεις του ούτε μέσω ονείρων ούτε μέσω του Ουρίμ (που το χρησιμοποιούσε ο αρχιερέας) ούτε μέσω των προφητών. (1Σα 28:6) Ο Θεός δεν ήθελε πια να έχει σχέσεις μαζί του, ο δε Σαμουήλ, ο προφήτης του Θεού, δεν είχε δει τον Σαούλ επί πολύ καιρό, προτού ακόμη χριστεί βασιλιάς ο Δαβίδ. Θα ήταν παράλογο, λοιπόν, να σκεφτούμε ότι ο Σαμουήλ, ακόμη και αν ήταν ζωντανός, θα ερχόταν τώρα να συμβουλέψει τον Σαούλ. Και ασφαλώς ο Θεός δεν θα έβαζε τον Σαμουήλ, τον οποίο δεν είχε στείλει στον Σαούλ πριν από το θάνατό του, να επιστρέψει από τους νεκρούς για να μιλήσει στον Σαούλ.—1Σα 15:35.
Το ότι ο Ιεχωβά δεν ήταν δυνατόν να επιδοκιμάσει την ενέργεια του Σαούλ ή να συνεργαστεί με αυτήν φαίνεται από τη μεταγενέστερη δήλωσή του μέσω του Ησαΐα: «Και αν σας πουν: “Απευθυνθείτε στους πνευματιστικούς μεσάζοντες ή σε εκείνους που έχουν πνεύμα πρόγνωσης, οι οποίοι τερετίζουν και μουρμουρίζουν”, στον Θεό του δεν πρέπει να απευθύνεται κάθε λαός; Πρέπει να απευθύνονται στους νεκρούς για χάρη των ζωντανών; Στο νόμο και στην πιστοποίηση!»—Ησ 8:19, 20.
Άρα λοιπόν, όταν η αφήγηση λέει: «Όταν η γυναίκα είδε τον “Σαμουήλ”, άρχισε να φωνάζει με όλη τη δύναμη της φωνής της», προφανώς εξιστορεί το γεγονός όπως το είδε εκείνη, η οποία εξαπατήθηκε από το πνεύμα που υποδύθηκε τον Σαμουήλ. (1Σα 28:12) Όσο για τον ίδιο τον Σαούλ, ίσχυε η αρχή που διατυπώθηκε από τον απόστολο Παύλο: «Καθώς δεν επιδοκίμασαν το να έχουν ακριβή γνώση για τον Θεό, ο Θεός τούς παρέδωσε σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση, για να κάνουν τα πράγματα που δεν αρμόζουν . . . Μολονότι αυτοί γνωρίζουν πάρα πολύ καλά το δίκαιο διάταγμα του Θεού, ότι εκείνοι που πράττουν τέτοια πράγματα είναι άξιοι θανάτου, όχι μόνο κάνουν αυτά τα πράγματα αλλά και συναινούν με εκείνους που τα πράττουν».—Ρω 1:28-32.
Το Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης ([Commentary on the Old Testament] 1973, Τόμ. 2, Πρώτο Σαμουήλ, σ. 265) των Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς αναφέρεται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, εδάφιο 1 Χρονικών 10:13, όπου προστίθενται τα λόγια και ἀπεκρίνατο αὐτῷ Σαμουήλ ὁ προφήτης. Το Σχολιολόγιο υποστηρίζει την άποψη την οποία απηχούν αυτά τα μη θεόπνευστα λόγια στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, αλλά προσθέτει: «Εντούτοις οι πατέρες, οι μεταρρυθμιστές και οι παλαιότεροι Χριστιανοί θεολόγοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θεωρούν ότι δεν υπήρξε πραγματική εμφάνιση του Σαμουήλ, αλλά μόνο πλασματική. Σύμφωνα με την εξήγηση που έδωσε ο Εφραίμ ο Σύρος, στα μάτια του Σαούλ παρουσιάστηκε μια φαινομενική εικόνα του Σαμουήλ μέσω δαιμονικών τεχνών. Ο Λούθηρος και ο Καλβίνος υιοθέτησαν την ίδια άποψη, οι δε πρώτοι Προτεστάντες θεολόγοι τούς μιμήθηκαν εκλαμβάνοντας το φαινόμενο ως διαβολική οπτασία και μόνο—ένα φάντασμα, ή διαβολική οπτασία με τη μορφή του Σαμουήλ—τη δε αναγγελία του Σαμουήλ ως διαβολική αποκάλυψη και μόνο, η οποία αποκάλυψη έγινε υπό θεϊκή ανοχή και στην οποία η αλήθεια είναι συγκεχυμένη με το ψέμα».
Σε μια υποσημείωση (Πρώτο Σαμουήλ, σ. 265, 266), αυτό το Σχολιολόγιο αναφέρει: «Ο Λούθηρος, λοιπόν, λέει . . . “Η έγερση του Σαμουήλ με τη μεσολάβηση μιας μάντισσας ή μάγισσας, στο 1 Σαμ. 28:11, 12, ασφαλώς δεν ήταν παρά οπτασία από τον διάβολο· όχι μόνο επειδή οι Γραφές δηλώνουν ότι την πραγματοποίησε μια γυναίκα που ήταν γεμάτη διαβόλους (διότι ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι οι ψυχές των πιστών, οι οποίες βρίσκονται στα χέρια του Θεού, . . . υπόκειντο στην εξουσία του διαβόλου, καθώς και απλών ανθρώπων;), αλλά και επειδή προφανέστατα ήταν σε αντίθεση με την εντολή του Θεού το ότι ο Σαούλ και η γυναίκα ζήτησαν πληροφορίες από τον νεκρό. Το Άγιο Πνεύμα δεν μπορεί να κάνει τίποτα ενάντια σε αυτήν ούτε μπορεί να βοηθήσει όσους ενεργούν σε αντίθεση με αυτήν”. Και ο Καλβίνος επίσης θεωρεί το φαινόμενο απλή οπτασία . . . : “Είναι βέβαιο”, λέει, “ότι δεν επρόκειτο πράγματι για τον Σαμουήλ, γιατί ο Θεός δεν θα επέτρεπε ποτέ στους προφήτες Του να υποταχθούν σε μια τέτοια διαβολική επίκληση. Διότι εδώ έχουμε μια μάγισσα που καλεί τον νεκρό από τον τάφο. Μήπως φαντάζεται κανείς ότι ο Θεός ήθελε να υποστεί ο προφήτης Του τέτοιον εξευτελισμό, λες και έχει ο διάβολος εξουσία πάνω στα σώματα και στις ψυχές των αγίων οι οποίοι βρίσκονται στη φροντίδα Εκείνου; Οι ψυχές των αγίων μάς λέγεται ότι αναπαύονται . . . στον Θεό, αναμένοντας την ευτυχή ανάστασή τους. Εξάλλου, μήπως πρέπει να πιστέψουμε ότι ο Σαμουήλ πήρε μαζί του στον τάφο το μανδύα του; Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι ευνόητο ότι το φαινόμενο δεν ήταν παρά οπτασία, και ότι οι αισθήσεις της ίδιας της γυναίκας εξαπατήθηκαν τόσο πολύ ώστε νόμισε ότι είδε τον Σαμουήλ, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν εκείνος”. Οι παλαιότεροι ορθόδοξοι θεολόγοι αμφισβητούσαν και αυτοί, με βάση τους ίδιους λόγους, το κατά πόσον ήταν πραγματική η εμφάνιση του αποθανόντος Σαμουήλ».
Η Εξουσία του Ιησού Πάνω στους Δαίμονες. Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, απέδειξε ότι ήταν ο Μεσσίας, ο Χρισμένος του Θεού, εκβάλλοντας τους δαίμονες από δαιμονισμένα άτομα. Αυτό το έκανε χωρίς ειδικές τελετουργίες, πνευματιστικές συγκεντρώσεις ή οποιαδήποτε μορφή μαγείας. Απλούστατα πρόσταζε τους δαίμονες να βγουν, και αυτοί υπάκουαν στη φωνή του. Αν και απρόθυμα, οι δαίμονες αναγκάζονταν να αναγνωρίσουν την εξουσία του (Ματ 8:29-34· Μαρ 5:7-13· Λου 8:28-33), όπως και ο Σατανάς αναγνώρισε την εξουσία του Ιεχωβά όταν ο Ιεχωβά τού επέτρεψε να πλήξει τον Ιώβ για να τον δοκιμάσει αλλά πρόσταξε τον Σατανά να μην τον σκοτώσει. (Ιωβ 2:6, 7) Επίσης, ο Ιησούς εκτελούσε αυτό το έργο αμισθί.—Ματ 8:16, 28-32· Μαρ 1:34· 3:11, 12· Λου 4:41.
Ανασκευάζει την ψευδή κατηγορία των Φαρισαίων. Ύστερα από μια τέτοια θεραπεία που έκανε ο Ιησούς, οι εχθροί του, οι Φαρισαίοι, πρόβαλαν την κατηγορία: «Αυτός ο άνθρωπος δεν εκβάλλει τους δαίμονες παρά μόνο μέσω του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμόνων». Αλλά η αφήγηση συνεχίζει: «Γνωρίζοντας τις σκέψεις τους, τους είπε: “Κάθε βασίλειο που διαιρείται εναντίον του εαυτού του ερημώνεται, και κάθε πόλη ή σπίτι που διαιρείται εναντίον του εαυτού του δεν θα σταθεί. Με τον ίδιο τρόπο, αν ο Σατανάς εκβάλλει τον Σατανά, έχει διαιρεθεί εναντίον του εαυτού του· πώς, λοιπόν, θα σταθεί το βασίλειό του; Εξάλλου, αν εγώ εκβάλλω τους δαίμονες μέσω του Βεελζεβούλ, οι γιοι σας μέσω τίνος τους εκβάλλουν; Να γιατί αυτοί θα είναι κριτές σας”».—Ματ 12:22-27.
Οι Φαρισαίοι ήταν αναγκασμένοι να παραδεχτούν ότι χρειαζόταν να έχει κανείς υπερανθρώπινη δύναμη για να εκβάλλει δαίμονες. Ήθελαν, όμως, να αποτρέψουν το λαό από το να πιστέψει στον Ιησού. Γι’ αυτό, απέδωσαν τη δύναμή του στον Διάβολο. Τότε ο Ιησούς επισήμανε τις συνέπειες του επιχειρήματός τους δείχνοντας το λογικό συμπέρασμα στο οποίο οδηγούσε αυτό. Απάντησε ότι, αν ο ίδιος ήταν υποχείριο του Διαβόλου και εξουδετέρωνε ό,τι είχε κάνει ο Σατανάς, τότε ο Σατανάς στην πραγματικότητα ενεργούσε εναντίον του εαυτού του (κάτι που δεν θα έκανε κανένας ανθρώπινος βασιλιάς) και επομένως σύντομα θα έπεφτε. Επιπλέον, έστρεψε την προσοχή στους “γιους” τους, δηλαδή στους μαθητές τους, που και αυτοί ισχυρίζονταν ότι εξέβαλλαν δαίμονες. Αν το επιχείρημα των Φαρισαίων ήταν αληθινό, ότι δηλαδή όποιος εξέβαλλε δαίμονες το έκανε αυτό με τη δύναμη του Σατανά, τότε και οι δικοί τους μαθητές ενεργούσαν υπό την επιρροή αυτής της δύναμης, πράγμα που οι Φαρισαίοι δεν ήθελαν βέβαια να παραδεχτούν. Συνεπώς, όπως είπε ο Ιησούς, οι «γιοι» τους ήταν κριτές που καταδίκαζαν και τους ίδιους και το επιχείρημά τους. Κατόπιν ο Ιησούς είπε: «Αλλά αν μέσω του πνεύματος του Θεού εγώ εκβάλλω τους δαίμονες, η βασιλεία του Θεού σάς έχει πράγματι καταφθάσει».—Ματ 12:28.
Ο Ιησούς συνέχισε την επιχειρηματολογία του λέγοντας ότι κανείς δεν θα μπορούσε να μπει στο σπίτι ενός ισχυρού άντρα (του Σατανά) και να αρπάξει τα αγαθά του αν δεν είχε τη δύναμη να δέσει τον ισχυρό άντρα. Η ψευδής κατηγορία των Φαρισαίων αποτέλεσε το έναυσμα για να δοθεί η προειδοποίηση σχετικά με την αμαρτία εναντίον του αγίου πνεύματος, εφόσον μέσω του πνεύματος του Θεού ο Ιησούς εξέβαλλε τους δαίμονες, και έτσι οι Φαρισαίοι, καταφερόμενοι εναντίον αυτού του έργου, δεν εξέφραζαν απλώς μίσος για τον Ιησού αλλά καταφέρονταν εναντίον της ολοφάνερης εκδήλωσης του αγίου πνεύματος του Θεού.—Ματ 12:29-32.
Αυτό που είπε ο Ιησούς Χριστός για την εκβολή δαιμόνων δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι σημαίνει πως οι «γιοι» των Φαρισαίων και όλοι οι άλλοι που ισχυρίζονταν ότι έβγαζαν δαίμονες ήταν οπωσδήποτε όργανα του Θεού. Ο Ιησούς ανέφερε ότι θα υπήρχαν διάφορα άτομα που θα ρωτούσαν: «Κύριε, Κύριε, δεν προφητεύσαμε στο όνομά σου, και δεν εκβάλαμε δαίμονες στο όνομά σου, και δεν εκτελέσαμε πολλά δυναμικά έργα στο όνομά σου;» Αλλά η απάντησή του σε αυτούς θα ήταν: «Ποτέ δεν σας γνώρισα! Φύγετε από εμένα, εργάτες της ανομίας». (Ματ 7:22, 23) Εφόσον δεν θα ήταν αληθινοί μαθητές του Ιησού Χριστού, αυτοί οι εργάτες της ανομίας θα ήταν παιδιά του Διαβόλου. (Παράβαλε Ιωα 8:44· 1Ιω 3:10.) Επομένως, οποιαδήποτε εκβολή δαιμόνων και αν ισχυρίζονταν ότι επιτελούσαν θα οφειλόταν, όχι στο ότι ήταν όργανα του Θεού, αλλά στο ότι ήταν υποχείρια του Διαβόλου. Χρησιμοποιώντας ανθρώπους ως εξορκιστές, που μάλιστα θα ενεργούσαν εν ονόματι του Ιησού (παράβαλε την προσπάθεια των εφτά γιων του Σκευά στα εδ. Πρ 19:13-16), ο Σατανάς δεν θα διαιρούνταν εναντίον του εαυτού του. Απεναντίας, με αυτό το φαινομενικά καλό έργο απαλλαγής από το δαιμονισμό, ο Σατανάς θα μετασχηματιζόταν σε «άγγελο φωτός», αυξάνοντας έτσι τη δύναμη και την επιρροή του πάνω στους εξαπατημένους ανθρώπους.—2Κο 11:14.
«Αυτός που δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας». Σε κάποια περίπτωση ο απόστολος Ιωάννης είπε στον Ιησού: «Δάσκαλε, είδαμε κάποιον να εκβάλλει δαίμονες χρησιμοποιώντας το όνομά σου και προσπαθήσαμε να τον εμποδίσουμε, επειδή δεν μας ακολουθούσε». Προφανώς αυτός ο άνθρωπος είχε επιτυχία στο να εκβάλλει δαίμονες, γιατί ο Ιησούς είπε: «Δεν υπάρχει κανείς που θα κάνει κάποιο δυναμικό έργο με βάση το όνομά μου και θα μπορέσει γρήγορα να με εξυβρίσει». Γι’ αυτό, ο Ιησούς διέταξε να μην προσπαθούν να τον εμποδίσουν, «διότι», όπως είπε, «αυτός που δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας». (Μαρ 9:38-40) Δεν ακολουθούσαν κυριολεκτικά τον Ιησού και τους αποστόλους του στη διακονία τους όλοι όσοι πίστευαν στον Ιησού. Εκείνον τον καιρό η διαθήκη του Νόμου ήταν σε ισχύ, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, και ο Θεός δεν είχε ακόμη εγκαινιάσει μέσω του Ιησού Χριστού τη νέα διαθήκη και το ξεκίνημα της Χριστιανικής εκκλησίας των καλεσμένων. Μόνο από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και μετά, αφού ο Ιησούς μέσω της θυσίας του επέφερε την κατάργηση του Νόμου, κατέστη απαραίτητο για όποιον υπηρετούσε στο όνομα του Χριστού να συνταυτιστεί με αυτή την εκκλησία, τα μέλη της οποίας βαφτίζονταν στον Χριστό. (Πρ 2:38-42, 47· Ρω 6:3) Μετέπειτα, αντί να πολιτεύεται ο Θεός με το σαρκικό έθνος του Ισραήλ όπως είχε κάνει ως τότε, αναγνώριζε τη Χριστιανική εκκλησία ως το «άγιο έθνος» του.—1Πε 2:9· 1Κο 12:13.
Έργο της Σάρκας. Μολονότι εκείνοι που ασκούν πνευματισμό μπορεί να νομίζουν ότι επιδίδονται σε “πνευματική ενασχόληση”, ο Λόγος του Θεού τον αποκαλεί, όχι έργο του πνεύματος ή μέρος του καρπού του, αλλά έργο της σάρκας. Παρατηρήστε με ποια απεχθή πράγματα συγκαταλέγεται αυτός: «πορνεία, ακαθαρσία, έκλυτη διαγωγή, ειδωλολατρία, άσκηση πνευματισμού [φαρμακία, Κείμενο], έχθρες, έριδα, ζήλια, ξεσπάσματα θυμού, φιλονικίες, διαιρέσεις, αιρέσεις, φθόνοι, μεθύσια, ξέφρενα γλέντια και παρόμοια πράγματα». Κάνει έκκληση στις επιθυμίες της αμαρτωλής σάρκας, όχι στα πράγματα του πνεύματος, και ο απόστολος Παύλος προειδοποιεί ότι «αυτοί που πράττουν τέτοια πράγματα δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού».—Γα 5:19-21.
Θα φέρει αιώνια καταστροφή σε όσους τον ασκούν. Αναφορικά με τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, η οποία πρόκειται να ριχτεί στη θάλασσα και να μην ξαναβρεθεί ποτέ, ένα από τα αμαρτήματα τα οποία της καταμαρτυρούνται αναφέρεται στην Αποκάλυψη: «Με τον πνευματισμό που ασκούσες παροδηγήθηκαν όλα τα έθνη». (Απ 18:23) Σχετικά με την αιώνια καταστροφή εκείνων που ασκούν πνευματισμό, η Αποκάλυψη λέει: «Όσο για τους δειλούς . . . και εκείνους που δεν έχουν πίστη και εκείνους που είναι αηδιαστικοί εξαιτίας της ακαθαρσίας τους και τους φονιάδες και τους πόρνους και εκείνους που ασκούν πνευματισμό [φαρμακοῖς, Κείμενο] και τους ειδωλολάτρες και όλους τους ψεύτες, η μερίδα τους θα είναι στη λίμνη που καίει με φωτιά και θειάφι. Αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος».—Απ 21:8.
Μαγική Τέχνη, μια Συναφής Ενασχόληση. Συναφής με τον πνευματισμό είναι η μαγική τέχνη. Στην Έφεσο πολλοί πίστεψαν στο κήρυγμα του Παύλου, και «αρκετοί . . . από εκείνους που ασκούσαν μαγικές τέχνες μάζεψαν τα βιβλία τους και τα έκαψαν ενώπιον όλων». (Πρ 19:19) Η φράση «μαγικές τέχνες» αποδίδει τη λέξη περίεργα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, κατά κυριολεξία «τα περί το έργον» και κατά συνέπεια πλεονάζοντα, δηλαδή αναφέρεται στις τέχνες εκείνων που εμπλέκονται σε απαγορευμένα πράγματα, με τη βοήθεια πονηρών πνευμάτων.—Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν, Τόμ. 1, σ. 261.
Προφητεία Εναντίον της Ιερουσαλήμ. Σε μια εξαγγελία που έκανε ο Ιεχωβά εναντίον της Ιερουσαλήμ εξαιτίας της απιστίας της, είπε: «Και θα πέσεις χαμηλά, ώστε θα μιλάς από το έδαφος, και σαν να έρχεται από το χώμα θα ακούγεται χαμηλά η λαλιά σου. Και σαν του πνευματιστικού μεσάζοντα θα είναι η φωνή σου από το έδαφος, και από το χώμα θα τερετίζει η λαλιά σου». (Ησ 29:4) Αυτή η δήλωση αναφερόταν στον καιρό κατά τον οποίο θα έρχονταν εχθροί εναντίον της Ιερουσαλήμ και θα την υποβίβαζαν πάρα πολύ σαν να τη συνέτριβαν μέχρις εδάφους. Επομένως, οποιαδήποτε λόγια θα έλεγαν οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ θα έρχονταν από χαμηλά, από την υποβιβασμένη θέση τους. Θα ήταν σαν να μιλούσε ένας πνευματιστικός μεσάζων με τέτοιον τρόπο ώστε να δίνει την εντύπωση ότι έβγαινε από το χώμα της γης ένας ήχος απαλός, υπόκωφος, χαμηλός, πνιχτός και εξασθενημένος. Ωστόσο, όπως δείχνουν τα εδάφια Ησαΐας 29:5-8, η Ιερουσαλήμ θα απελευθερωνόταν.
-
-
ΠνοήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΝΟΗ
Βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
-
-
ΠόδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΔΙ
Η λέξη ρέγελ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη πούς του πρωτότυπου ελληνικού αναφέρονται βασικά στο τελευταίο τμήμα των κάτω άκρων. Και οι δύο αυτές λέξεις χρησιμοποιούνται τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Δύο άλλες λέξεις, η λέξη σωκ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη σκέλος του πρωτότυπου ελληνικού, αναφέρονται στο άκρο ανθρώπου ή ζώου που χρησιμοποιείται για τη στήριξη του σώματος και το βάδισμα. Η εβραϊκή λέξη κερα‛άγιμ αναφέρεται στην κνήμη, και σε κάθε περίπτωση όπου εμφανίζεται αυτή η λέξη στη Γραφή, γίνεται λόγος για το μέλος ενός ζώου, συνήθως όσον αφορά ζώα τα οποία ετοίμαζαν για θυσία.—Λευ 1:9, 13· 4:11, 12· 8:21· 9:14.
Στα πλαίσια της καθιέρωσης του ιερατείου, το δεξί πόδι “του κριαριού της καθιέρωσης” αποτέλεσε μέρος της “κινητής προσφοράς”. (Λευ 8:22, 25-27) Σε ορισμένες θυσίες, το δεξί πίσω πόδι—προφανώς το εκλεκτό άνω τμήμα του—δινόταν και αυτό ως ιερή μερίδα στον εν υπηρεσία ιερέα. (Λευ 7:32-34· 10:12, 14, 15) Επίσης, στα εδάφια Αριθμοί 6:19 και Δευτερονόμιο 18:3 αναφέρεται ότι και το μπροστινό πόδι—ο “ώμος” ή η «ωμοπλάτη» (κατά κυριολεξία, «βραχίονας»)—αποτελούσε μερίδα για τους ιερείς. Στο εδάφιο Αμώς 3:12, ο προφήτης του Ιεχωβά χρησιμοποιεί την εικόνα ενός ποιμένα που αρπάζει δύο πόδια από το στόμα ενός λιονταριού (προφανώς για να απαλλάξει τον εαυτό του από την ευθύνη για την απώλεια ενός προβάτου από το ποίμνιό του). Εδώ ο προφήτης περιγράφει παραστατικά την καταστροφή που επρόκειτο να έρθει στη Σαμάρεια, ιδιαίτερα στους ηγέτες της. Πολύ λίγοι θα γλίτωναν από τους εχθρούς της Σαμάρειας, οι οποίοι θα τους κατασπάραζαν σαν λιοντάρια. Αυτή η εβραϊκή λέξη, κερα‛άγιμ, χρησιμοποιείται μία φορά σε σχέση με τα «σκέλη για άλματα» των φτερωτών πολυπληθών πλασμάτων, των μόνων τέτοιων πλασμάτων που ο Νόμος προσδιόριζε ως καθαρή τροφή.—Λευ 11:21.
Στην αρχαιότητα—όπως και σε πολλά μέρη της γης σήμερα—τα πόδια ήταν το κυριότερο μέσο μεταφοράς. Ορισμένοι από τον κοινό λαό περπατούσαν ξυπόλητοι, αλλά συνήθως οι άνθρωποι φορούσαν σανδάλια αποτελούμενα κυρίως από μια σόλα. (Βλέπε ΣΑΝΔΑΛΙ.) Όταν κάποιος έμπαινε σε ένα σπίτι, έβγαζε τα σανδάλια του. Ένα ζωτικό—στην ουσία υποχρεωτικό—σημάδι φιλοξενίας ήταν το πλύσιμο των ποδιών του φιλοξενούμενου. Την υπηρεσία αυτή την πρόσφερε είτε ο οικοδεσπότης είτε κάποιος υπηρέτης ή τουλάχιστον έφερναν νερό γι’ αυτόν το σκοπό.—Γε 18:4· 24:32· 1Σα 25:41· Λου 7:37, 38, 44.
Εφόσον όσοι πατούσαν σε άγιο έδαφος έβγαζαν τα σανδάλια τους, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ιερείς υπηρετούσαν ξυπόλητοι όταν εκτελούσαν τα καθήκοντά τους στη σκηνή της μαρτυρίας ή στο ναό. (Εξ 3:5· Ιη 5:15) Στις οδηγίες για την κατασκευή της ιερατικής ενδυμασίας δεν έγινε πρόβλεψη για σανδάλια.—Εξ κεφ. 28· βλέπε ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.
Ο Χριστός Πλένει τα Πόδια των Μαθητών. Ο Ιησούς Χριστός δίδαξε στους μαθητές του την ταπεινοφροσύνη και ότι θα έπρεπε να υπηρετούν ο ένας τον άλλον όταν εκείνος, ο Κύριός τους, έπλυνε τα πόδια τους. (Ιωα 13:5-14· παράβαλε 1Τι 5:9, 10.) Σε αυτή την περίπτωση ο Ιησούς είπε: «Αυτός που έχει λουστεί δεν έχει ανάγκη παρά να του πλύνουν τα πόδια, αλλά είναι ολόκληρος καθαρός», αναφερόμενος αναμφίβολα στο γεγονός ότι, έστω και αν κάποιος είχε λουστεί, τα πόδια του θα σκονίζονταν ακόμη και ύστερα από λίγο περπάτημα και θα χρειάζονταν συχνό πλύσιμο. Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι ιερείς και οι Λευίτες που εκτελούσαν χρέη φρουρού στο ναό, αφού έμπαιναν ολόκληροι στο νερό νωρίς το πρωί, δεν απαιτούνταν να λουστούν ξανά εκείνη την ημέρα, παρά μόνο να πλένουν τα χέρια τους και τα πόδια τους. (Βλέπε επίσης Εξ 30:19-21.) Όταν είπε: «Εσείς είστε καθαροί, αλλά όχι όλοι [εννοώντας τον Ιούδα]», ο Ιησούς προφανώς προσέδωσε σε όσα έκανε τότε μια επιπρόσθετη πνευματική σημασία. (Ιωα 13:10, 11) Στα εδάφια Εφεσίους 5:25, 26 λέγεται για τον Ιησού ότι καθάρισε τη Χριστιανική εκκλησία με «το λουτρό του νερού μέσω του λόγου» της αλήθειας. Όπως είναι επόμενο, οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού θα έπρεπε παρόμοια να εκδηλώνουν ταπεινό ενδιαφέρον, όχι μόνο για τις υλικές ανάγκες των αδελφών τους, αλλά ακόμη περισσότερο για τις πνευματικές. Με αυτόν τον τρόπο θα αλληλοβοηθούνταν ώστε να διατηρούνται καθαροί από τους καθημερινούς πειρασμούς και τις παγίδες που μπορεί να μολύνουν κάποιον Χριστιανό καθώς βαδίζει σε αυτόν τον κόσμο.—Εβρ 10:22· Γα 6:1· Εβρ 12:13· βλέπε ΠΛΥΣΙΜΟ ΠΟΔΙΩΝ.
“Περπάτημα”. Πολλές φορές οι λέξεις «πόδι» και «πόδια» χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν την τάση ενός ατόμου ή την πορεία που ακολουθεί—καλή ή κακή. (Ψλ 119:59, 101· Παρ 1:16· 4:26· 5:5· 19:2· Ρω 3:15) Το ρήμα «περπατώ» χρησιμοποιείται με παρόμοια έννοια, όπως στη δήλωση: «Ο Νώε περπάτησε με τον αληθινό Θεό», η οποία σημαίνει ότι η πορεία του εναρμονιζόταν με το θέλημα και τις εντολές του Θεού. (Γε 6:9· παράβαλε Εφ 2:1, 2.) Ο Θεός κατευθύνει τα πόδια των πιστών υπηρετών του στο σωστό δρόμο, με μεταφορική έννοια, και τους δείχνει ποια πορεία να ακολουθήσουν ώστε να μη σκοντάψουν και πέσουν πνευματικά ή να μην παγιδευτούν στο κακό, ενώ μερικές φορές μάλιστα τους φυλάει ώστε να μην τους πιάσει ο εχθρός. (1Σα 2:9· Ψλ 25:15· 119:105· 121:3· Λου 1:78, 79) Από την άλλη μεριά, θα κάνει τους πονηρούς να χάσουν το βηματισμό τους και να πέσουν νικημένοι. (Δευ 32:35· Ψλ 9:15) Ο Ιεχωβά προειδοποιεί να μη συμβαδίζει κανείς με τους κακούς και να μην ακολουθεί κακό δρόμο. (Παρ 1:10, 15· 4:27) Λέει ότι χρειάζεται να φυλάει κανείς τα πόδια του όταν πηγαίνει στον οίκο του Θεού. Θα πρέπει να πλησιάζει με ειλικρινή καρδιά για να ακούει και να μαθαίνει.—Εκ 5:1.
Άλλες Μεταφορικές Χρήσεις. Ο Ιεχωβά είπε προφητικά στη Βαβυλώνα: «Αφαίρεσε το κάτω μέρος του μακριού φορέματος. Ξεσκέπασε το πόδι. Πέρασε τους ποταμούς». (Ησ 47:1, 2) Αντί να είναι μια χαϊδεμένη βασίλισσα η οποία υπηρετείται από άλλους, έπρεπε με μεταφορική έννοια να ξεσκεπάσει τα πόδια της ως τους γοφούς και να διασχίσει ξυπόλητη, ως αιχμάλωτη, τους ποταμούς μέσα από τους οποίους θα την τραβούσαν οι κατακτητές της.
Επίσης, τα πόδια χρησιμοποιούνταν μεταφορικά για να συμβολίσουν την κραταιότητα ή την ανθρώπινη ταχύτητα και δύναμη. Στο εδάφιο Ψαλμός 147:10 διαβάζουμε: «[Ο Ιεχωβά] δεν βρίσκει ευχαρίστηση στην κραταιότητα του αλόγου ούτε ευαρεστείται στα πόδια του άντρα». Στο εδάφιο Παροιμίες 26:7 τα κουτσά πόδια αναφέρονται ως σύμβολο αχρηστίας ή ανικανότητας.
Άλλες μεταφορικές εκφράσεις είναι οι εξής: «τόπος ανάπαυσης για το πέλμα του ποδιού», με άλλα λόγια τόπος κατοικίας ή ιδιοκτησίας (Γε 8:9· Δευ 28:65), «μια πατημασιά», δηλαδή το μικρότερο κομμάτι γης που θα μπορούσε να έχει κάποιος (Πρ 7:5· Δευ 2:5· παράβαλε Ιη 1:3), “σηκώνω το πόδι”, ακολουθώντας ή αρχίζοντας μια πορεία ενέργειας (Γε 41:44), «βάζε σπάνια το πόδι σου στο σπίτι του συνανθρώπου σου», ώστε να μην κάνεις κατάχρηση της φιλοξενίας του (Παρ 25:17), “περπατώ ξυπόλητος”, εκφράζοντας ταπείνωση ή πένθος (πολλές φορές οι αιχμάλωτοι μεταφέρονταν ξυπόλητοι) (Ησ 20:2), “βάζω κάτι στα πόδια” ενός ατόμου, ως δώρο ή προσφορά (Πρ 5:1, 2), “πέφτω στα πόδια κάποιου”, προσκυνώντας τον (Μαρ 5:22), “βάζω κάτι κάτω από τα πόδια” κάποιου, υποτάσσοντάς το σε αυτόν (1Κο 15:27· Εβρ 2:8), “ποδοπατώ ή συντρίβω κάτω από τα πόδια”, κερδίζοντας τη νίκη (Μαλ 4:3· Ρω 16:20), “βάζω τα πόδια πάνω στον αυχένα ενός εχθρού”, συμβολίζοντας την καθυπόταξη ή την ήττα του (Ιη 10:24), “πλένω το πόδι στο αίμα”, εκτελώντας τους εχθρούς (Ψλ 68:22, 23), και “καλύπτω τα πόδια”, υπονοώντας τη φυσική ανάγκη (κατά κυριολεξία, “κρατώ τα πόδια κρυμμένα”· Κρ 3:24· 1Σα 24:3). Η φράση «βουτάει το πόδι του στο λάδι» χρησιμοποιήθηκε προφητικά προλέγοντας το παχυλό, ή αλλιώς πλούσιο, μερίδιο που θα είχε η φυλή του Ασήρ ανάμεσα στις άλλες φυλές του Ισραήλ. (Δευ 33:24) Η Ρουθ ξεσκέπασε τα πόδια του Βοόζ και πλάγιασε στα πόδια του για να τον ενημερώσει ότι έπρεπε να αναλάβει νομική δράση στο θέμα του ανδραδελφικού γάμου.—Ρθ 3:4, 7, 8.
«Ωραία» πόδια. Ο Ιεχωβά τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση για τα πόδια όσων διαγγέλλουν τα καλά νέα της Βασιλείας και τα αποκαλεί «ωραία». (Ησ 52:7· Ρω 10:15) Ο Χριστιανός πρέπει να φοράει στα πόδια του «τον εξοπλισμό των καλών νέων της ειρήνης» ώστε να είναι κατάλληλος φορέας των καλών νέων. (Εφ 6:15) Ο Ιησούς παρήγγειλε στους μαθητές του να τινάξουν τη σκόνη από τα πόδια τους όταν οι άνθρωποι σε ένα σπίτι ή μια πόλη αρνούνταν να τους δεχτούν ή να ακούσουν τα λόγια τους, δείχνοντας έτσι ότι άφηναν το μη δεκτικό σπίτι ή πόλη να υποστεί τις συνέπειες που θα έρχονταν από μια ανώτερη πηγή, από τον ουρανό.—Ματ 10:14.
“Κόψε το πόδι σου”. Ο Ιησούς επισήμανε ότι θα έπρεπε “να κόψει κανείς το πόδι του”, όχι κυριολεκτικά αλλά μεταφορικά, λέγοντας: «Αν, λοιπόν, το χέρι σου ή το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το και πέταξέ το μακριά σου». Αυτό που εννοούσε ήταν ότι, αντί να επιτρέψει κανείς σε ένα μέλος του σώματός του—όπως το χέρι ή το πόδι—να τον κάνει να διαπράξει ασυγχώρητη αμαρτία, θα έπρεπε να νεκρώσει αυτό το μέλος εντελώς, σαν να κοβόταν αυτό από το σώμα.—Ματ 18:8· Μαρ 9:45· παράβαλε Κολ 3:5.
Στο Χριστιανικό «σώμα». Παρομοιάζοντας τη Χριστιανική εκκλησία με ανθρώπινο σώμα, ο απόστολος Παύλος τονίζει την αλληλεξάρτηση των μελών της, λέγοντας: «Αν το πόδι πει: “Επειδή δεν είμαι χέρι, δεν είμαι μέρος του σώματος”, δεν σημαίνει ότι γι’ αυτόν το λόγο δεν είναι μέρος του σώματος».—1Κο 12:15.
Το Υποπόδιο του Θεού. Ο Ιεχωβά παρουσιάζει τον εαυτό του να κάθεται σε έναν ουράνιο θρόνο και να έχει τη γη ως υποπόδιό του για να δείξει τη θέση κυριαρχίας την οποία κατέχει. (Ησ 66:1) Λέει στη Σιών ότι θα προσδώσει ωραιότητα στον τόπο του αγιαστηρίου του, και προσθέτει: «Θα δοξάσω τον τόπο των ποδιών μου».—Ησ 60:13, 14.
Σπάσιμο των Ποδιών. Φαίνεται ότι ήταν έθιμο των Ρωμαίων να δίνουν τη χαριστική βολή σπάζοντας τα πόδια των εγκληματιών που είχαν καταδικαστεί να πεθάνουν στο ξύλο ώστε να συντομεύσουν τα βάσανά τους. Ύστερα από αίτημα των Ιουδαίων, οι στρατιώτες έσπασαν τα πόδια των αντρών που ήταν κρεμασμένοι σε ξύλα δίπλα στον Ιησού Χριστό, αλλά όταν διαπίστωσαν ότι ο Ιησούς ήταν ήδη νεκρός, δεν έσπασαν τα δικά του πόδια. Ως εκ τούτου, εκπληρώθηκε η προφητεία του εδαφίου Ψαλμός 34:20.—Ιωα 19:31-36· παράβαλε Εξ 12:46· Αρ 9:12.
-
-
ΠοδιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΔΙΑ
(Ποδιά).
Η λέξη σιμικίνθιον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει κάτι που ζώνει κάποιος γύρω από το μισό σώμα του, ημιζώνιο, στενό κάλυμμα. (Πρ 19:12) Φαίνεται ότι το έδεναν γύρω από τη μέση με σκοπό να καλύψουν ένα μέρος του σώματος για κάποιο μήκος από τη μέση και κάτω. Ποδιά μπορεί να φορούσαν διάφοροι εργαζόμενοι όπως ψαράδες, αγγειοπλάστες, νεροκουβαλητές, παντοπώλες, αρτοποιοί και ξυλουργοί για να προστατέψουν άλλα ενδύματα. Το εφόδ των ιερέων ήταν αρκετά διαφορετικό ένδυμα, καθώς έμοιαζε με ποδιά που κρεμόταν από τους ώμους και αποτελούνταν από κομμάτια μπρος και πίσω.—Εξ 28:6-8· βλέπε ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ.
Στο εδάφιο Λουκάς 17:8 το ρήμα περιζώννυμαι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μεταφράζεται “βάζω μια ποδιά”.—Παράβαλε Εφ 6:14.
-
-
ΠοδόδεσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΔΟΔΕΣΜΑ
Βλέπε ΔΕΣΜΟΣ, ΔΕΣΜΑ.
-
-
ΠοιμέναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΙΜΕΝΑΣ
Άτομο που εκτρέφει, βόσκει και φυλάει πρόβατα ή ποίμνια από γιδοπρόβατα. (Γε 30:35, 36· Ματ 25:32· βλέπε ΠΡΟΒΑΤΟ.) Το επάγγελμα του ποιμένα ανάγεται στην εποχή του γιου του Αδάμ, του Άβελ. (Γε 4:2) Παρότι σε άλλα μέρη οι ποιμένες έχαιραν εκτίμησης, στην αγροτική κοινωνία της Αιγύπτου θεωρούνταν αξιοκαταφρόνητοι.—Γε 46:34.
Συνήθως το ποίμνιο το φρόντιζαν ο ιδιοκτήτης, τα παιδιά του (γιοι και κόρες) ή κάποιος άλλος συγγενής. (Γε 29:9· 30:31· 1Σα 16:11) Μεταξύ των πλουσίων, όπως στην περίπτωση του Νάβαλ, μερικοί υπηρέτες εργάζονταν ως ποιμένες, και ίσως υπήρχε κάποιος αρχιποιμένας ή επικεφαλής των ποιμένων ο οποίος επόπτευε τους άλλους. (1Σα 21:7· 25:7, 14-17) Όταν ποίμαινε τα ζώα ο ίδιος ο ιδιοκτήτης ή μέλη της οικογένειάς του, το ποίμνιο συνήθως ευημερούσε. Αλλά ένας μισθωτός δεν έδειχνε πάντα το ίδιο προσωπικό ενδιαφέρον για το ποίμνιο, με αποτέλεσμα να υποφέρει αυτό μερικές φορές.—Ιωα 10:12, 13.
Ο εξοπλισμός του ποιμένα μπορεί να περιλάμβανε μια σκηνή (Ησ 38:12), ένα ένδυμα με το οποίο μπορούσε να τυλιχτεί (Ιερ 43:12), ένα ραβδί και μια σφεντόνα για άμυνα, ένα σακίδιο για τα τρόφιμα (1Σα 17:40· Ψλ 23:4) και ένα μεγάλο μπαστούνι καμπυλωτό στο πάνω μέρος, τη λεγόμενη γκλίτσα, που χρησιμοποιούσε για να οδηγεί το ποίμνιο (Λευ 27:32· Μιχ 7:14).
Οι νομάδες ποιμένες, όπως ο Αβραάμ, κατοικούσαν σε σκηνές και περιφέρονταν από τη μία τοποθεσία στην άλλη για να βρίσκουν βοσκή για τα ποίμνιά τους. (Γε 13:2, 3, 18) Ωστόσο, μερικές φορές ο ιδιοκτήτης των ζώων παρέμενε σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία, στο σπίτι του ή στον καταυλισμό που χρησιμοποιούσε ως βάση, ενώ οι υπηρέτες του ή κάποια μέλη της οικογένειας μετακινούνταν με το ποίμνιο.—Γε 37:12-17· 1Σα 25:2, 3, 7, 15, 16.
Γνωρίζουν πράγματι τα πρόβατα τη φωνή του δικού τους ποιμένα;
Μερικές φορές τα ποίμνια αρκετών ποιμένων συγκεντρώνονταν για διανυκτέρευση στην ίδια μάντρα, όπου υπήρχε και κάποιος θυρωρός για να τα προσέχει. Όταν οι ποιμένες έφταναν το πρωί, φώναζαν τα ποίμνιά τους, τα δε πρόβατα ανταποκρίνονταν στον ποιμένα τους και μόνο σε αυτόν. Ο ποιμένας προπορευόταν του ποιμνίου και το οδηγούσε στη βοσκή. (Ιωα 10:1-5) Ο Γ. Μ. Τόμσον, βασιζόμενος σε όσα παρατήρησε ο ίδιος στη Συρία και στην Παλαιστίνη το δέκατο ένατο αιώνα, έγραψε: «[Τα πρόβατα] είναι τόσο ήμερα και τόσο εκπαιδευμένα ώστε ακολουθούν το φύλακά τους με απόλυτη ευπείθεια. Εκείνος τα οδηγεί από τη μάντρα, ή από τις στάνες τους στα χωριά, οπουδήποτε επιθυμεί. Εφόσον υπάρχουν πολλά ποίμνια σε ένα τέτοιο μέρος, ο κάθε ποιμένας ακολουθεί διαφορετικό δρόμο, και είναι μέλημά του να βρει βοσκή για το ποίμνιο. Επομένως, είναι απαραίτητο να διδαχτούν τα πρόβατα να τον ακολουθούν, και όχι να παρεκκλίνουν μπαίνοντας στους απερίφρακτους σιταγρούς, οι οποίοι εκτείνονται τόσο δελεαστικά εκατέρωθεν του δρόμου. Όποιο ζώο παραστρατήσει με αυτόν τον τρόπο είναι βέβαιο ότι θα έχει προβλήματα. Ο ποιμένας φωνάζει δυνατά πότε πότε για να τους υπενθυμίσει την παρουσία του. Εκείνα γνωρίζουν τη φωνή του και τον ακολουθούν. Αλλά αν φωνάξει ένας ξένος, κοντοστέκονται, σηκώνουν το κεφάλι τους ανήσυχα και, αν αυτό επαναληφθεί, κάνουν μεταβολή και φεύγουν, επειδή δεν γνωρίζουν τη φωνή του ξένου. Δεν πρόκειται για το ευφάνταστο σκηνικό κάποιας παραβολής, αλλά για πραγματικό γεγονός. Εγώ ο ίδιος έκανα το πείραμα επανειλημμένα. Ο ποιμένας προπορεύεται, όχι μόνο για να δείχνει το δρόμο, αλλά για να βεβαιώνεται ότι είναι βατός και ασφαλής».—Η Γη και το Βιβλίο (The Land and the Book), αναθεώρηση Τζ. Γκραντ, 1910, σ. 179.
Παρόμοια, ο Τζ. Λ. Πόρτερ, στο βιβλίο Οι Πόλεις των Γιγάντων της Βασάν και οι Άγιοι Τόποι της Συρίας (The Giant Cities of Bashan and Syria’s Holy Places), παρατηρεί: «Οι ποιμένες έβγαζαν τα ποίμνιά τους από τις πύλες της πόλης. Μπορούσε να τους δει κανείς ολοκάθαρα, και εμείς τους παρακολουθούσαμε και τους ακούγαμε με μεγάλο ενδιαφέρον. Χιλιάδες γιδοπρόβατα υπήρχαν εκεί, συγκεντρωμένα σε πυκνές, συγκεχυμένες μάζες. Οι ποιμένες στέκονταν μαζί ώσπου να βγουν όλα έξω. Κατόπιν χώριζαν, και ο κάθε ποιμένας ακολουθούσε διαφορετικό δρόμο, βγάζοντας καθώς προχωρούσε μια διαπεραστική, ιδιόμορφη κραυγή. Τα πρόβατα τους άκουγαν. Στην αρχή οι μάζες βρίσκονταν σε αναβρασμό, σαν να πάλλονταν από κάποια εσωτερική αιτία. Ύστερα, άρχιζαν να ξεχωρίζουν κάποιες αιχμές στην κατεύθυνση που είχαν πάρει οι ποιμένες. Αυτές γίνονταν όλο και μεγαλύτερες, ώσπου οι συγκεχυμένες μάζες διαλύονταν και σχηματίζονταν μακριά, ζωντανά ποτάμια πίσω από τους οδηγούς των ζώων».—1868, σ. 45.
Το βράδυ, ο ποιμένας έφερνε τα ζώα πίσω στη μάντρα, όπου στεκόταν στην πόρτα και τα μετρούσε, καθώς αυτά περνούσαν κάτω από την γκλίτσα του ή τα χέρια του.—Λευ 27:32· Ιερ 33:13· βλέπε ΜΑΝΤΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ.
Κοπιαστική Ζωή. Η ζωή του ποιμένα δεν ήταν εύκολη. Ήταν εκτεθειμένος στη ζέστη αλλά και στο κρύο, και περνούσε νύχτες αγρύπνιας. (Γε 31:40· Λου 2:8) Με κίνδυνο της ζωής του προστάτευε το ποίμνιο από αρπακτικά ζώα, όπως λιοντάρια, λύκους και αρκούδες, καθώς και από κλέφτες. (Γε 31:39· 1Σα 17:34-36· Ησ 31:4· Αμ 3:12· Ιωα 10:10-12) Ο ποιμένας έπρεπε να προσέχει το ποίμνιο ώστε να μη σκορπίσει (1Βα 22:17), να ψάχνει τα χαμένα πρόβατα (Λου 15:4), να βαστάζει στην αγκαλιά του τα αδύναμα ή κουρασμένα αρνιά (Ησ 40:11) και να φροντίζει τα άρρωστα και τραυματισμένα ζώα—επιδένοντας τα σπασμένα μέλη και αλείβοντας τα τραύματα με ελαιόλαδο. (Ψλ 23:5· Ιεζ 34:3, 4· Ζαχ 11:16) Έπρεπε να είναι προσεκτικός όταν ποίμαινε προβατίνες που θήλαζαν. (Γε 33:13) Κάθε ημέρα, συνήθως γύρω στο μεσημέρι, ο ποιμένας πότιζε το ποίμνιο. (Γε 29:3, 7, 8) Αν τα ζώα ποτίζονταν σε πηγάδια, οι ποιμένες έπρεπε να γεμίσουν τα αυλάκια που ήταν σκαμμένα στο έδαφος ή τις ποτίστρες. (Εξ 2:16-19· παράβαλε Γε 24:20.) Στα πηγάδια διαδραματίζονταν μερικές φορές δυσάρεστες συναντήσεις με άλλους ποιμένες.—Γε 26:20, 21.
Ο ποιμένας δικαιούνταν μερίδιο από την παραγωγή του ποιμνίου (1Κο 9:7), και συνήθως του πλήρωναν το μισθό του σε ζώα (Γε 30:28, 31-33· 31:41), μολονότι μερικές φορές τον πλήρωναν και με χρήματα. (Ζαχ 11:7, 12) Μπορεί να ήταν υποχρεωμένος να καταβάλλει αποζημίωση για τυχόν απώλειες (Γε 31:39), αλλά υπό τη διαθήκη του Νόμου δεν απαιτούνταν αποζημίωση για ζώο κατασπαραγμένο από θηρίο.—Εξ 22:13.
Ό,τι ειπώθηκε για τους ποιμένες ισχύει γενικά και για τους βοσκούς που δεν φύλαγαν γιδοπρόβατα αλλά βοοειδή, γαϊδούρια, καμήλες και γουρούνια.—Γε 12:16· 13:7, 8· Ματ 8:32, 33.
Μεταφορικοί και Αλληγορικοί. Ο Ιεχωβά είναι Ποιμένας που φροντίζει με αγάπη τα πρόβατά του, δηλαδή το λαό του. (Ψλ 23:1-6· 80:1· Ιερ 31:10· Ιεζ 34:11-16· 1Πε 2:25) Ο Γιος του, ο Ιησούς Χριστός, είναι “ο μεγάλος ποιμένας” (Εβρ 13:20) και «ο αρχιποιμένας», υπό την κατεύθυνση του οποίου οι επίσκοποι στις Χριστιανικές εκκλησίες ποιμαίνουν το ποίμνιο του Θεού με τη θέλησή τους, ανιδιοτελώς και πρόθυμα. (1Πε 5:2-4) Ο Ιησούς αναφέρθηκε στον εαυτό του ως “τον καλό ποιμένα”, αυτόν ο οποίος πράγματι σπλαχνίζεται τα «πρόβατα», κάτι που κατέδειξε παραδίδοντας την ψυχή του για χάρη τους. (Ιωα 10:11· βλέπε Ματ 9:36.) Αλλά όπως είχε προειπωθεί, η πάταξη “του καλού ποιμένα” επέφερε το διασκορπισμό του ποιμνίου.—Ζαχ 13:7· Ματ 26:31.
Στην Αγία Γραφή, η λέξη «ποιμένες» δηλώνει μερικές φορές τους άρχοντες και τους ηγέτες των Ισραηλιτών, τόσο τους πιστούς όσο και τους άπιστους. (Ησ 63:11· Ιερ 23:1-4· 50:6· Ιεζ 34:2-10· παράβαλε Αρ 27:16-18· Ψλ 78:70-72.) Παρόμοια, η λέξη «ποιμένες» εφαρμόζεται και σε ηγέτες άλλων εθνών. (Ιερ 25:34-36· 49:19· Να 3:18· παράβαλε Ησ 44:28.) Στο εδάφιο Ιερεμίας 6:3, «οι ποιμένες» φαίνεται να αντιπροσωπεύουν διοικητές στρατευμάτων εισβολής. Ποιμένες με τα ποίμνιά τους εμφανίζονται σε μια εικόνα αποκατάστασης (Ιερ 33:12), ενώ προειπώθηκε ότι η ερήμωση της Βαβυλώνας θα ήταν τόσο πλήρης ώστε “ούτε ποιμένας δεν θα έβαζε το ποίμνιό του να ξαπλώσει εκεί”.—Ησ 13:20.
Στο εδάφιο Αποκάλυψη 12:5, η “ποίμανση” των εθνών με σιδερένιο ραβδί σημαίνει την καταστροφή τους.—Παράβαλε Ψλ 2:9.
-
-
Ποιμενικό ΣακίδιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΙΜΕΝΙΚΟ ΣΑΚΙΔΙΟ
Βλέπε ΣΑΚΙΔΙΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ· ΣΑΚΟΣ, ΣΑΚΙ.
-
-
Πόλεις ΑποθήκευσηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΙΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
Πόλεις ειδικά σχεδιασμένες ως κυβερνητικά κέντρα αποθήκευσης. Αποθέματα προμηθειών όπως σιτηρά, καθώς και άλλα είδη, διατηρούνταν σε αποθήκες και σιταποθήκες που είχαν χτιστεί σε εκείνες τις τοποθεσίες.
Υπό την αιγυπτιακή καταδυνάστευση, οι Ισραηλίτες αναγκάστηκαν να οικοδομήσουν «πόλεις ως τόπους αποθήκευσης για τον Φαραώ, συγκεκριμένα, την Πιθώμ και τη Ρααμσής». (Εξ 1:11) Πόλεις αποθήκευσης οικοδόμησε και ο Σολομών. (1Βα 9:17-19· 2Χρ 8:4-6) Αργότερα, καθώς ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ ευημερούσε, «έχτισε οχυρώματα και πόλεις αποθήκευσης στον Ιούδα».—2Χρ 17:12· βλέπε ΑΠΟΘΗΚΗ.
-
-
Πόλεις ΑρμάτωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΜΑΤΩΝ
Πόλεις των αρχαίων καιρών που είχαν ξεχωριστεί ως τόποι στάθμευσης αρμάτων, ιδιαίτερα πολεμικών αρμάτων. (2Χρ 1:14· 9:25) Ο Σολομών είχε τέτοιες πόλεις.—1Βα 9:17-19· 10:26· 2Χρ 8:5, 6.
-
-
Πόλεις ΚαταφυγίουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ
Ο νόμος του Ιεχωβά για την ιερότητα του αίματος ήταν κατηγορηματικός. Η έκχυση ανθρώπινου αίματος μίαινε τη γη στην οποία ζούσαν οι γιοι του Ισραήλ και στης οποίας το μέσο κατοικούσε ο Ιεχωβά, εξιλέωση δε για αυτό το αίμα μπορούσε να γίνει μόνο με το αίμα εκείνου που το έχυσε. (Γε 9:5, 6· Αρ 35:33, 34) Έτσι λοιπόν, στην περίπτωση κάποιου δολοφόνου, λαμβανόταν εκδίκηση για το αίμα του θύματός του, και η νομική απαίτηση “ζωή αντί ζωής” ικανοποιούνταν όταν ο εκδικητής του αίματος θανάτωνε «εξάπαντος» το δολοφόνο. (Εξ 21:23· Αρ 35:21) Ωστόσο, τι θα συνέβαινε με τον ακούσιο ανθρωποκτόνο, κάποιον για παράδειγμα που σκότωσε τον αδελφό του όταν έφυγε κατά τύχη η κεφαλή του τσεκουριού, ενώ αυτός έκοβε ξύλα; (Δευ 19:4, 5) Για τα άτομα που περιέρχονταν σε τέτοια δυσχερή θέση ο Ιεχωβά προμήθευσε στοργικά έξι πόλεις καταφυγίου, όπου μπορούσε να βρει προστασία και άσυλο από τον εκδικητή του αίματος όποιος είχε χύσει αίμα ακούσια.—Αρ 35:6-32· Ιη 20:2-9.
Τοποθεσίες. Ο Μωυσής όρισε πριν από το θάνατό του τρεις τέτοιες πόλεις Α του Ιορδάνη. Η πρώτη, η Βοσόρ, βρισκόταν στα Ν, στο υψίπεδο της περιοχής που ανήκε στη φυλή του Ρουβήν, Α του βόρειου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης. Η δεύτερη, η Ραμώθ της Γαλαάδ, ανήκε στη φυλή του Γαδ και βρισκόταν περίπου στο μέσο του ανατολικού τμήματος των εδαφών που κατείχε ο Ισραήλ. Η τρίτη, η Γκολάν της Βασάν, βρισκόταν στα Β, στην περιοχή της φυλής του Μανασσή. (Δευ 4:43· Ιη 21:27, 36, 38) Όταν οι Ισραηλίτες πέρασαν στη δυτική πλευρά του Ιορδάνη, ο Ιησούς του Ναυή όρισε τρεις ακόμη πόλεις καταφυγίου: τη Χεβρών στα Ν, στην περιοχή του Ιούδα, τη Συχέμ στην κεντρική ορεινή περιοχή του Εφραΐμ και την Κέδες στα Β, στην περιοχή του Νεφθαλί, η οποία έγινε αργότερα γνωστή ως Γαλιλαία. (Ιη 21:13, 21, 32) Όλες αυτές οι πόλεις ήταν Λευιτικές και μάλιστα μία, η Χεβρών, ήταν ιερατική. Επιπλέον, εφόσον ορίστηκαν ως πόλεις καταφυγίου, χαρακτηρίστηκαν ιερές.—Ιη 20:7.
Νομική Διαδικασία. Με την άφιξή του στην πόλη του καταφυγίου, ο φυγάς όφειλε να εκθέσει την υπόθεσή του στους πρεσβυτέρους, στην πύλη της πόλης, και έπρεπε να τύχει φιλοξενίας. Για να αποφευχθεί τυχόν κατάχρηση αυτής της ειδικής μέριμνας από εκούσιους ανθρωποκτόνους, ο φυγάς έπρεπε, αφού εισερχόταν στην πόλη του καταφυγίου, να δικαστεί στις πύλες της πόλης στης οποίας τη δικαιοδοσία ανήκε ο τόπος του εγκλήματος, ώστε να αποδείξει την αθωότητά του. Αν αθωωνόταν, επέστρεφε στην πόλη του καταφυγίου. Ωστόσο, η ασφάλειά του ήταν εγγυημένη μόνο εφόσον παρέμενε στην πόλη για το υπόλοιπο της ζωής του ή μέχρι το θάνατο του αρχιερέα. Κανένα λύτρο δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό ώστε να αλλάξουν αυτοί οι όροι. (Αρ 35:22-29, 32· Ιη 20:4-6) Ακόμη και το ιερό θυσιαστήριο του Ιεχωβά δεν πρόσφερε προστασία στους δολοφόνους, όπως καταδεικνύει η περίπτωση του Ιωάβ.—Εξ 21:14· 1Βα 1:50· 2:28-34· βλέπε ΕΚΔΙΚΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ.
Πόσο διαφορετική ήταν, λοιπόν, η διευθέτηση του Ιεχωβά για την προστασία των ακούσιων ανθρωποκτόνων από το άσυλο που πρόσφεραν τα αρχαία ειδωλολατρικά έθνη καθώς και οι ναοί του Χριστιανικού κόσμου ανά τους αιώνες! Ενώ αυτά τα άσυλα παρείχαν καταφύγιο τόσο σε εγκληματίες όσο και σε αθώους, οι πόλεις του καταφυγίου στον Ισραήλ προστάτευαν αποκλειστικά τον ακούσιο ανθρωποκτόνο και μάλιστα μόνο υπό όρους, προάγοντας έτσι το σεβασμό για την ιερότητα της ζωής.
[Χάρτης στη σελίδα 700]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ
Μεγάλη Θάλασσα
Κέδες
Γκολάν
Συχέμ
Ραμώθ
Ποταμός Ιορδάνης
Βοσόρ
Χεβρών
Αλμυρή Θάλασσα
-
-
Πολεμικό ΡόπαλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΡΟΠΑΛΟ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΠόλεμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΕΜΟΣ
Κατάσταση εχθρότητας συνοδευόμενη από ενέργειες που αποσκοπούν στην καθυπόταξη ή στην καταστροφή των θεωρούμενων εχθρών. Αρκετές εβραϊκές λέξεις προσδιορίζουν τη διεξαγωγή πολέμου. Μία εξ αυτών, που προέρχεται από τη ρίζα καράβ, σημαίνει βασικά «πλησιάζω», δηλαδή για μάχη. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται το ουσιαστικό πόλεμος και το ρήμα στρατεύω το οποίο προέρχεται από το ουσιαστικό στρατός.
Η Αγία Γραφή λέει ότι ο Νεβρώδ «πήγε στην Ασσυρία», κάτι που συνιστούσε προφανώς επιδρομή στην περιοχή του Ασσούρ, του γιου του Σημ. Εκεί ο Νεβρώδ έχτισε πόλεις. (Γε 10:11) Στις ημέρες του Αβραάμ, ο Χοδολλογομόρ, ο βασιλιάς του Ελάμ, υπέταξε αρκετές πόλεις (οι οποίες βρίσκονταν προφανώς γύρω από το νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης), αναγκάζοντάς τες να τον υπηρετούν επί 12 χρόνια. Όταν αυτές στασίασαν, ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του πολέμησαν εναντίον τους, κατατροπώνοντας τις δυνάμεις των Σοδόμων και των Γομόρρων, αρπάζοντας τα υπάρχοντά τους και αιχμαλωτίζοντας τον ανιψιό του Αβραάμ, τον Λωτ, και το σπιτικό του. Τότε ο Αβραάμ συγκέντρωσε 318 εκπαιδευμένους υπηρέτες και, μαζί με τρεις άλλους που είχαν συνθήκη μαζί του, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ και ανέκτησε τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα. Ωστόσο, ο Αβραάμ δεν πήρε τίποτα από τα λάφυρα για τον εαυτό του. Αυτή είναι η πρώτη καταγραμμένη περίπτωση πολέμου που διεξήγαγε κάποιος υπηρέτης του Θεού. Ο συγκεκριμένος πόλεμος που έκανε ο Αβραάμ για να απελευθερώσει έναν άλλον υπηρέτη του Ιεχωβά είχε την επιδοκιμασία Εκείνου διότι, κατά την επιστροφή του, τον ευλόγησε ο Μελχισεδέκ, ιερέας του Υψίστου Θεού.—Γε 14:1-24.
Πόλεμοι Κατ’ Εντολήν του Θεού. Ο Ιεχωβά είναι «ανδρείος πολεμιστής», «ο Θεός των στρατευμάτων» και «κραταιός στη μάχη». (Εξ 15:3· 2Σα 5:10· Ψλ 24:8, 10· Ησ 42:13) Ως Δημιουργός και Υπέρτατος Κυρίαρχος του σύμπαντος δεν δικαιούται μόνο, αλλά και υποχρεούται από τη δικαιοσύνη να εκτελεί ή να εξουσιοδοτεί άλλους να εκτελούν τους ανόμους, να πολεμάει εναντίον όλων όσων αρνούνται πεισματικά να υπακούν στους δίκαιους νόμους του. Συνεπώς, ο Ιεχωβά ενήργησε δίκαια όταν εξάλειψε τους πονηρούς την εποχή του Κατακλυσμού, όταν κατέστρεψε τα Σόδομα και τα Γόμορρα και όταν εξολόθρευσε τις δυνάμεις του Φαραώ.—Γε 6:5-7, 13, 17· 19:24· Εξ 15:4, 5· παράβαλε 2Πε 2:5-10· Ιου 7.
Ο Ισραήλ χρησιμοποιείται ως εκτελεστής εντεταλμένος από τον Θεό. Ο Ιεχωβά ανέθεσε στους Ισραηλίτες να εκτελέσουν αυτό το ιερό καθήκον στην Υποσχεμένη Γη στην οποία τους έφερε. Πριν από την απελευθέρωση του Ισραήλ από την Αίγυπτο, το έθνος δεν είχε γνωρίσει τον πόλεμο. (Εξ 13:17) Ο Θεός, κατευθύνοντας νικηφόρα τον Ισραήλ ενάντια σε «εφτά έθνη πολυπληθέστερα και κραταιότερα» από εκείνους, μεγάλυνε το όνομά του ως “ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός των στρατευμάτων του Ισραήλ”. Αυτό απέδειξε ότι «ούτε με σπαθί ούτε με δόρυ σώζει ο Ιεχωβά, επειδή του Ιεχωβά είναι η μάχη». (Δευ 7:1· 1Σα 17:45, 47· παράβαλε 2Χρ 13:12.) Έδωσε επίσης την ευκαιρία στους Ισραηλίτες να εκδηλώσουν υπακοή στις εντολές του Θεού μέχρι του σημείου να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους σε πολέμους που γίνονταν κατ’ εντολήν του Θεού.—Δευ 20:1-4.
Όχι επεκτατισμός πέραν των θεόδοτων ορίων. Ωστόσο, ο Θεός διέταξε ρητά τον Ισραήλ να μην κάνει επεκτατικούς ή κατακτητικούς πολέμους πέρα από την περιοχή που τους είχε χορηγήσει και να μην πολεμήσουν με άλλα έθνη εκτός από εκείνα με τα οποία τους πρόσταξε ο ίδιος να πολεμήσουν. Δεν έπρεπε να εμπλακούν σε συγκρούσεις με τα έθνη του Εδώμ, του Μωάβ και του Αμμών. (Δευ 2:4, 5, 9, 19) Μεταγενέστερα, όμως, αυτά τα έθνη τούς επιτέθηκαν και εκείνοι αναγκάστηκαν να αμυνθούν πολεμώντας εναντίον τους. Σε αυτή την περίπτωση είχαν τη βοήθεια του Θεού.—Κρ 3:12-30· 11:32, 33· 1Σα 14:47.
Όταν, κατά την περίοδο των Κριτών, ο βασιλιάς του Αμμών προσπάθησε να δικαιολογήσει τις επιθετικές του κινήσεις εναντίον του Ισραήλ κατηγορώντας τον ψευδώς ότι είχε καταλάβει αμμωνιτικά εδάφη, ο Ιεφθάε τον αντέκρουσε κάνοντας αναδρομή στα ιστορικά γεγονότα. Κατόπιν ο Ιεφθάε πολέμησε εναντίον αυτών των επιτιθέμενων, βάσει της αρχής ότι “όποιον εκδιώκει από μπροστά μας ο Ιεχωβά, αυτόν θα εκδιώξουμε”. Ο Ιεφθάε δεν ήταν διατεθειμένος να παραδώσει ούτε σπιθαμή από τη θεόδοτη γη του Ισραήλ σε οποιονδήποτε εισβολέα.—Κρ 11:12-27· βλέπε ΙΕΦΘΑΕ.
Αγιασμένος πόλεμος. Στην αρχαιότητα υπήρχε το έθιμο να αγιάζονται οι πολεμικές δυνάμεις προτού μπουν στη μάχη. (Ιη 3:5· Ιερ 6:4· 51:27, 28) Στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, οι άντρες των δυνάμεων του Ισραήλ, μεταξύ των οποίων και οι μη Ιουδαίοι (για παράδειγμα, ο Ουρίας ο Χετταίος, που ήταν κατά πάσα πιθανότητα περιτμημένος προσήλυτος), έπρεπε να παραμένουν τελετουργικά καθαροί. Δεν μπορούσαν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις ούτε καν με τη σύζυγό τους ενόσω βρισκόταν σε εξέλιξη μια στρατιωτική εκστρατεία. Γι’ αυτό, το στρατό του Ισραήλ δεν τον ακολουθούσαν πόρνες. Επιπλέον, το ίδιο το στρατόπεδο έπρεπε να διατηρείται καθαρό από κάθε μόλυσμα.—Λευ 15:16, 18· Δευ 23:9-14· 2Σα 11:11, 13.
Όταν ήταν αναγκαίο να τιμωρηθεί ο άπιστος Ισραήλ, τα ξένα στρατεύματα που επέφεραν την καταστροφή θεωρούνταν “αγιασμένα”, με την έννοια ότι ο Ιεχωβά τα “ξεχώριζε” για την εκτέλεση των δίκαιων κρίσεών του. (Ιερ 22:6-9· Αββ 1:6) Παρόμοια, οι στρατιωτικές δυνάμεις (κυρίως των Μηδοπερσών) που κατέστρεψαν τη Βαβυλώνα αποκλήθηκαν από τον Ιεχωβά “οι αγιασμένοι μου”.—Ησ 13:1-3.
Σχετικά με τους ψευδοπροφήτες στον Ισραήλ λέγεται ότι, λόγω της απληστίας τους, “αγίαζαν πόλεμο” εναντίον όποιου δεν έβαζε κάτι στο στόμα τους. Αναμφίβολα, αυτοί ισχυρίζονταν με ευσεβοφάνεια ότι ο Θεός ενέκρινε τις καταπιεστικές τους πράξεις, όπως ήταν η συνέργεια στο διωγμό, ακόμη και στο θάνατο, αληθινών προφητών και υπηρετών του Θεού.—Μιχ 3:5· Ιερ 2:8· Θρ 4:13.
Στρατολόγηση. Κατ’ εντολήν του Ιεχωβά, οι ακμαίοι άρρενες στον Ισραήλ από 20 χρονών και πάνω καλούνταν σε στρατιωτική υπηρεσία. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, υπηρετούσαν ως την ηλικία των 50 ετών. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 288 [xii, 4]) Όποιοι φοβούνταν και είχαν άτολμη καρδιά απορρίπτονταν, επειδή οι πόλεμοι του Ισραήλ ήταν πόλεμοι του Ιεχωβά, και όσοι εκδήλωναν με το φόβο τους αδύναμη πίστη θα εξασθένιζαν το ηθικό του στρατεύματος. Απαλλάσσονταν οι άντρες που μόλις είχαν τελειώσει ένα καινούριο σπίτι, καθώς και όσοι είχαν φυτέψει αμπέλι και δεν είχαν χρησιμοποιήσει τον καρπό του. Αυτές οι απαλλαγές βασίζονταν στο δικαίωμα που είχε κάποιος να απολαύσει τον καρπό της εργασίας του. Οι νιόπαντροι απαλλάσσονταν για έναν χρόνο. Σε αυτό το διάστημα θα μπορούσαν να αποκτήσουν και να δουν κληρονόμο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Ιεχωβά φανέρωσε το ενδιαφέρον και τη στοχαστικότητά του για την οικογένεια. (Αρ 1:1-3, 44-46· Δευ 20:5-8· 24:5) Οι Λευίτες, που επιλαμβάνονταν της υπηρεσίας του αγιαστηρίου, απαλλάσσονταν, πράγμα που έδειχνε ότι ο Ιεχωβά θεωρούσε την πνευματική ευημερία του λαού σπουδαιότερη από τη στρατιωτική άμυνα.—Αρ 1:47-49· 2:32, 33.
Νόμοι για την επίθεση εναντίον πόλεων και την πολιορκία τους. Ο Ιεχωβά έδωσε οδηγίες στον Ισραήλ για την πολεμική τακτική που έπρεπε να ακολουθήσουν κατά την κατάκτηση της Χαναάν. Τα εφτά έθνη της Χαναάν, που κατονομάζονται στα εδάφια Δευτερονόμιο 7:1, 2, έπρεπε να τα αφανίσουν, μαζί με τα γυναικόπαιδα. Τις πόλεις τους έπρεπε να τις αφιερώσουν στην καταστροφή. (Δευ 20:15-17) Σύμφωνα με τα εδάφια Δευτερονόμιο 20:10-15, τις άλλες πόλεις έπρεπε πρώτα να τις προειδοποιήσουν και να τους προτείνουν όρους για σύναψη ειρήνης. Αν η πόλη παραδινόταν, οι κάτοικοι δεν θανατώνονταν αλλά υποβάλλονταν σε καταναγκαστική εργασία. Η ευκαιρία που είχαν οι κάτοικοι αυτών των πόλεων να παραδοθούν, σε συνδυασμό με τη διαβεβαίωση ότι δεν θα θανατώνονταν και ότι οι γυναίκες τους δεν θα βιάζονταν ούτε θα κακοποιούνταν, αποτελούσε για αυτούς κίνητρο ώστε να συνθηκολογήσουν με το στρατό του Ισραήλ και να αποφευχθεί πολλή αιματοχυσία. Αν η πόλη δεν παραδινόταν, θανατώνονταν όλοι οι άρρενες. Η θανάτωση των αντρών αποσοβούσε τον κίνδυνο μεταγενέστερου στασιασμού της πόλης. Οι «γυναίκες και τα μικρά παιδιά» δεν θανατώνονταν. Με τη λέξη «γυναίκες» εννοούνται εδώ αναμφίβολα οι παρθένες, όπως φαίνεται από τα εδάφια Δευτερονόμιο 21:10-14, όπου οι υποψήφιες νύφες που αιχμαλωτίζονταν κατά τον πόλεμο παρουσιάζονται να πενθούν για γονείς, όχι για συζύγους. Επίσης, νωρίτερα, όταν ο Ισραήλ νίκησε τον Μαδιάμ, αναφέρεται συγκεκριμένα ότι διασώθηκαν μόνο οι παρθένες. Αυτή η τακτική, να μένουν ζωντανές μόνο οι παρθένες, θα συνέβαλλε στην προστασία του Ισραήλ από την ψεύτικη λατρεία και οπωσδήποτε από σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες. (Αρ 31:7, 17, 18) (Όσον αφορά το γιατί το διάταγμα του Θεού εναντίον των χαναανιτικών εθνών ήταν δίκαιο, βλέπε ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ [Η Κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ].)
Δεν έπρεπε να κόβουν καρποφόρα δέντρα για να φτιάχνουν πολιορκητικά έργα. (Δευ 20:19, 20) Ενώ η μάχη μαινόταν, έκοβαν τους τένοντες των αλόγων του εχθρού για να τα αχρηστέψουν, μετά δε τη μάχη προφανώς τα σκότωναν.—Ιη 11:6.
Δεν Ήταν Ορθοί Όλοι οι Πόλεμοι του Ισραήλ. Το κατρακύλισμα του Ισραήλ στην απιστία έφερε και συγκρούσεις στις οποίες τα δύο μέρη απλώς πάλευαν για εξουσία. Σχετικά παραδείγματα είναι ο πόλεμος του Αβιμέλεχ εναντίον της Συχέμ και της Θεβές στην εποχή των Κριτών (Κρ 9:1-57), καθώς και ο πόλεμος του Αμρί εναντίον του Ζιμβρί και του Θιβνί, που οδήγησε στην επικράτησή του ως βασιλιά του δεκάφυλου βασιλείου. (1Βα 16:16-22) Επιπλέον, οι Ισραηλίτες, αντί να στηρίζονται στον Ιεχωβά για προστασία από τους εχθρούς τους, άρχισαν να εμπιστεύονται στη στρατιωτική ισχύ, στα άλογα και στα άρματα. Γι’ αυτό, στην εποχή του Ησαΐα, η γη του Ιούδα “ήταν γεμάτη άλογα, και τα άρματά τους ήταν ατέλειωτα”.—Ησ 2:1, 7.
Στρατηγικά Σχέδια και Μέθοδοι Πολέμου στην Αρχαιότητα. Ενίοτε στέλνονταν πριν από την επίθεση κατάσκοποι για να εξακριβώσουν τις επικρατούσες συνθήκες στον τόπο, αλλά όχι για να προκαλέσουν ταραχές, στασιασμό ή ανατρεπτικά μυστικά κινήματα. (Αρ 13:1, 2, 17-19· Ιη 2:1· Κρ 18:2· 1Σα 26:4) Υπήρχαν ειδικά σαλπίσματα για τη συγκέντρωση των δυνάμεων, για το πολεμικό κάλεσμα και για το σύνθημα ενωμένης δράσης. (Αρ 10:9· 2Χρ 13:12· παράβαλε Κρ 3:27· 6:34· 7:19, 20.) Περιστασιακά οι δυνάμεις χωρίζονταν έτσι ώστε να προχωρήσουν σε πλευροκόπηση ή σε ενέδρες και επιχειρήσεις παραπλάνησης. (Γε 14:15· Ιη 8:2-8· Κρ 7:16· 2Σα 5:23, 24· 2Χρ 13:13) Σε μία τουλάχιστον περίπτωση, με την κατεύθυνση του Ιεχωβά, τοποθετήθηκαν υμνωδοί που αινούσαν τον Θεό στην εμπροσθοφυλακή, μπροστά από τις ένοπλες δυνάμεις. Ο Θεός πολέμησε εκείνη την ημέρα για τον Ισραήλ, επιφέροντας σύγχυση στο εχθρικό στρατόπεδο, έτσι ώστε οι στρατιώτες του εχθρού αλληλοσκοτώθηκαν.—2Χρ 20:20-23.
Η μάχη γινόταν κυρίως εκ του συστάδην, σώμα με σώμα. Χρησιμοποιούνταν διάφορα όπλα—σπαθιά, δόρατα, ακόντια, βέλη, σφεντόνες και άλλα. Κατά την κατάκτηση της Υποσχεμένης Γης, ο Ισραήλ δεν βασίστηκε σε άλογα και άρματα, αλλά έθεσε την εμπιστοσύνη του στη σωτήρια δύναμη του Ιεχωβά. (Δευ 17:16· Ψλ 20:7· 33:17· Παρ 21:31) Μόνο σε μεταγενέστερες εποχές χρησιμοποίησαν τα στρατεύματα του Ισραήλ άλογα και άρματα, όπως έκαναν οι Αιγύπτιοι και άλλοι. (1Βα 4:26· 20:23-25· Εξ 14:6, 7· Δευ 11:4) Τα ξένα στρατεύματα διέθεταν ενίοτε πολεμικά άρματα με σιδερένια δρεπάνια που εξείχαν από τους άξονές τους.—Ιη 17:16· Κρ 4:3, 13.
Οι μέθοδοι του πολέμου άλλαξαν στο πέρασμα των αιώνων. Γενικά μιλώντας, ο Ισραήλ δεν επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη μέσων για επιθετικό πόλεμο, μολονότι δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στα οχυρωματικά έργα. Ο Βασιλιάς Οζίας του Ιούδα έγινε γνωστός για το ότι έφτιαξε «πολεμικές μηχανές, εφευρέσεις μηχανικών», αλλά αυτές εξυπηρετούσαν πρωτίστως την άμυνα της Ιερουσαλήμ. (2Χρ 26:14, 15) Ειδικά τα στρατεύματα των Ασσυρίων και των Βαβυλωνίων φημίζονταν για τα πολιορκητικά τείχη και τα πολιορκητικά προχώματα που χρησιμοποιούσαν προκειμένου να μπορούν να επιτίθενται στο ψηλότερο και ασθενέστερο τμήμα του τείχους μιας πόλης. Αυτά τα προχώματα ήταν ράμπες πάνω στις οποίες έφερναν πύργους με πολιορκητικούς κριούς, από αυτούς δε τους πύργους πολεμούσαν οι τοξότες και οι σφενδονιστές. Υπήρχαν και άλλες πολιορκητικές μηχανές, όπως γιγάντιοι καταπέλτες. (2Βα 19:32· Ιερ 32:24· Ιεζ 4:2· Λου 19:43) Ταυτόχρονα, οι υπερασπιστές της πόλης προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν την επίθεση με τοξότες, σφενδονιστές, καθώς επίσης με στρατιώτες που έριχναν αναμμένα δαδιά από τα τείχη, τους πύργους και από βαλλιστικές μηχανές εντός της πόλης. (2Σα 11:21, 24· 2Χρ 26:15· 32:5) Ένα από τα πρώτα πράγματα που επιχειρούνταν κατά την επίθεση σε περιτειχισμένες πόλεις ήταν η διακοπή της ύδρευσης, ενώ η πόλη που ετοιμαζόταν να αντιμετωπίσει πολιορκία έφραζε συνήθως τις γύρω πηγές νερού για να μην μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν οι επιτιθέμενοι.—2Χρ 32:2-4, 30.
Όταν κατατρόπωναν τον εχθρό, οι νικητές έφραζαν μερικές φορές τα πηγάδια και τις πηγές της περιοχής και σκόρπιζαν πέτρες στο έδαφος, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έσπερναν το έδαφος με αλάτι.—Κρ 9:45· 2Βα 3:24, 25· βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ· ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Ο Ιησούς Προλέγει Πόλεμο. Ο Ιησούς, ο άνθρωπος της ειρήνης, επισήμανε ότι «εκείνοι που παίρνουν σπαθί θα αφανιστούν από σπαθί». (Ματ 26:52) Δήλωσε στον Πιλάτο ότι, αν η Βασιλεία του ήταν από αυτόν τον κόσμο, οι υπηρέτες του θα είχαν αγωνιστεί για να μην παραδοθεί αυτός στους Ιουδαίους. (Ιωα 18:36) Ωστόσο, προείπε ότι, επειδή η Ιερουσαλήμ τον απέρριψε ως τον Μεσσία, επρόκειτο να υποστεί πολιορκία και ερήμωση, κατά την οποία τα «παιδιά» της (οι κάτοικοι) θα ρίχνονταν στο έδαφος.—Λου 19:41-44· 21:24.
Λίγο προτού πεθάνει, ο Ιησούς είπε κάποιες προφητείες που εφαρμόζονταν σε εκείνη τη γενιά καθώς και στον καιρό κατά τον οποίο θα άρχιζε η παρουσία του με βασιλική εξουσία: «Πρόκειται να ακούσετε πολέμους και ειδήσεις για πολέμους· κοιτάξτε να μην τρομοκρατηθείτε. Διότι αυτά πρέπει να γίνουν, αλλά δεν είναι ακόμη το τέλος. Διότι θα σηκωθεί έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας».—Ματ 24:6, 7· Μαρ 13:7, 8· Λου 21:9, 10.
Ο Χριστός Διεξάγει Πόλεμο ως «Βασιλιάς Βασιλιάδων». Η Αγία Γραφή αποκαλύπτει ότι ο αναστημένος Κύριος Ιησούς Χριστός, με “όλη την εξουσία στον ουρανό και στη γη” που του έχει δώσει ο Πατέρας του, θα διεξαγάγει πόλεμο ο οποίος θα καταστρέψει όλους τους εχθρούς του Θεού και θα εγκαθιδρύσει αιώνια ειρήνη, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του: «Άρχοντας Ειρήνης».—Ματ 28:18· 2Θε 1:7-10· Ησ 9:6.
Ο απόστολος Ιωάννης είδε σε όραμα γεγονότα που επρόκειτο να συμβούν μετά την ενθρόνιση του Χριστού στον ουρανό. Τα εδάφια Ψαλμός 2:7, 8 και 110:1, 2 είχαν προείπει ότι ο Γιος του Θεού θα καλούνταν να “ζητήσει από τον Ιεχωβά τα έθνη ως κληρονομιά του” και ότι ο Ιεχωβά θα ανταποκρινόταν στέλνοντάς τον να “κατακυριεύει ανάμεσα στους εχθρούς του”. (Εβρ 10:12, 13) Το όραμα του Ιωάννη περιγράφει έναν πόλεμο στον ουρανό, στον οποίο ο Μιχαήλ, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός (βλέπε ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1), οδήγησε τα ουράνια στρατεύματα σε πόλεμο εναντίον του Δράκοντα, του Σατανά του Διαβόλου, και ο οποίος πόλεμος τελείωσε με το ρίξιμο του Διαβόλου και των αγγέλων του στη γη. Αυτός ο πόλεμος ξέσπασε αμέσως μετά τη “γέννηση του αρσενικού παιδιού” που επρόκειτο να κυβερνήσει τα έθνη με σιδερένιο ραβδί. (Απ 12:7-9) Τότε μια δυνατή φωνή στον ουρανό ανήγγειλε: «Τώρα πραγματοποιήθηκε η σωτηρία και η δύναμη και η βασιλεία του Θεού μας και η εξουσία του Χριστού του». Αυτό έφερε ανακούφιση και χαρά στους αγγέλους, αλλά προμήνυε προβλήματα, μεταξύ των οποίων και πολέμους, για τη γη, όπως έλεγε στη συνέχεια η διακήρυξη: «Αλίμονο στη γη και στη θάλασσα, επειδή ο Διάβολος κατέβηκε σε εσάς, έχοντας μεγάλο θυμό, καθώς γνωρίζει ότι έχει μικρό χρονικό διάστημα».—Απ 12:10, 12.
Όταν ο Σατανάς ρίχτηκε στη γη, έθεσε ως κύριο στόχο του τους υπηρέτες του Θεού σε αυτήν, τους υπόλοιπους από το “σπέρμα της γυναίκας”, «οι οποίοι τηρούν τις εντολές του Θεού και έχουν το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού». Ο Σατανάς άρχισε πόλεμο εναντίον τους, που περιλάμβανε τόσο πνευματική μάχη όσο και κατά γράμμα διωγμό, ο οποίος μάλιστα κατέληξε στο θάνατο ορισμένων. (Απ 12:13, 17) Τα επόμενα κεφάλαια της Αποκάλυψης (13, 17-19) περιγράφουν τα υποχείρια και τα όργανα που χρησιμοποιεί ο Σατανάς εναντίον τους, καθώς και το νικηφόρο αποτέλεσμα για τους αγίους του Θεού υπό τον Ηγέτη τους, τον Ιησού Χριστό.
“Ο πόλεμος της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”. Το 19ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης δίνει μια εικόνα του μεγαλύτερου πολέμου ολόκληρης της ανθρώπινης ιστορίας, που ξεπερνάει οτιδήποτε έχουν ζήσει ποτέ οι άνθρωποι. Σε προηγούμενο σημείο του οράματος ο πόλεμος αυτός αποκαλείται “πόλεμος της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”. Εναντίον του Ιεχωβά και του Κυρίου Ιησού Χριστού—του Διοικητή των στρατευμάτων του Θεού, των ουράνιων στρατιών—παρατάσσονται το συμβολικό “θηρίο και οι βασιλιάδες της γης και τα στρατεύματά τους”, τους οποίους έχουν συγκεντρώσει στο πεδίο αυτού του πολέμου «εκφράσεις εμπνευσμένες από δαίμονες». (Απ 16:14· 19:19) Κανένας από τους επίγειους υπηρέτες του Θεού δεν παρουσιάζεται να λαβαίνει μέρος σε αυτή τη μάχη. Οι επίγειοι βασιλιάδες «θα πολεμήσουν με το Αρνί, αλλά το Αρνί θα τους νικήσει, επειδή είναι Κύριος κυρίων και Βασιλιάς βασιλιάδων». (Απ 17:14· 19:19-21· βλέπε ΑΡ-ΜΑΓΕΔΩΝ.) Ύστερα από αυτή τη μάχη, ο ίδιος ο Σατανάς ο Διάβολος θα δεθεί για χίλια χρόνια, «για να μην παροδηγήσει πια αυτός τα έθνη μέχρι να τελειώσουν τα χίλια χρόνια».—Απ 20:1-3.
Μετά το τέλος αυτού του πολέμου, η γη θα απολαύσει ειρήνη για χίλια χρόνια. Ο ψαλμός που διακηρύττει ότι “ο Ιεχωβά καταπαύει τους πολέμους ως την άκρη της γης· συντρίβει το τόξο και κομματιάζει το δόρυ· καίει τις άμαξες στη φωτιά” εκπληρώθηκε αρχικά όταν ο Θεός έφερε ειρήνη στη γη του Ισραήλ καταστρέφοντας τα πολεμικά όργανα του εχθρού. Όταν ο Χριστός νικήσει όσους προωθούν τον πόλεμο στον Αρμαγεδδώνα, η υδρόγειος θα απολαμβάνει πλήρη και ικανοποιητική ειρήνη από άκρη σε άκρη. (Ψλ 46:8-10) Αυτοί οι οποίοι θα ευνοηθούν με αιώνια ζωή θα είναι όσοι έχουν σφυρηλατήσει «τα σπαθιά τους σε υνιά και τα δόρατά τους σε δρεπάνια» και δεν “μαθαίνουν πια τον πόλεμο”. «Διότι το στόμα του Ιεχωβά των στρατευμάτων το είπε».—Ησ 2:4· Μιχ 4:3, 4.
Απαλείφεται παντοτινά η απειλή του πολέμου. Το όραμα της Αποκάλυψης δείχνει στη συνέχεια ότι στο τέλος των χιλίων χρόνων ο Σατανάς ο Διάβολος θα ελευθερωθεί από το δέσιμό του στην άβυσσο και θα δελεάσει ξανά πολλούς να ανεβούν και να πολεμήσουν εναντίον όσων παραμένουν όσιοι στον Θεό. Αλλά δεν θα συμβεί κακό, επειδή “θα πέσει φωτιά από τον ουρανό” και θα καταβροχθίσει αυτούς τους εχθρούς, απομακρύνοντας έτσι για πάντα κάθε απειλή πολέμου.—Απ 20:7-10.
Ο Πόλεμος του Χριστιανού. Αν και ο Χριστιανός δεν εμπλέκεται σε φυσικό πόλεμο ενάντια σε αίμα και σάρκα (Εφ 6:12), εμπλέκεται παρ’ όλα αυτά σε πόλεμο, σε πνευματική μάχη. Ο απόστολος Παύλος περιγράφει τον πόλεμο που διεξάγεται μέσα στον Χριστιανό ανάμεσα «στο νόμο της αμαρτίας» και «στο νόμο του Θεού», ή αλλιώς «στο νόμο της διάνοιας» (της Χριστιανικής διάνοιας που είναι εναρμονισμένη με τον Θεό).—Ρω 7:15-25.
Αυτός ο πόλεμος του Χριστιανού είναι βασανιστικός, απαιτείται δε να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να βγει νικητής. Αλλά μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα νικήσει χάρη στην παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού μέσω του Χριστού και χάρη στη βοήθεια του πνεύματος του Θεού. (Ρω 8:35-39) Ο Ιησούς είπε για αυτή τη μάχη: «Να κάνετε σθεναρό αγώνα για να μπείτε από τη στενή πόρτα» (Λου 13:24), και ο απόστολος Πέτρος συμβούλεψε: «Να απέχετε από σαρκικές επιθυμίες, οι οποίες είναι αυτές που συγκρούονται με την ψυχή [ή αλλιώς, «εκτελούν στρατιωτική υπηρεσία (στρατεύονται, Κείμενο) κατά της ψυχής»]».—1Πε 2:11· παράβαλε Ιακ 4:1, 2.
Ενάντια στα πονηρά πνεύματα. Εκτός από τον πόλεμο που πρέπει να διεξάγει ενάντια στο νόμο της αμαρτίας, ο Χριστιανός πρέπει να μάχεται και ενάντια στους δαίμονες, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τις τάσεις της σάρκας βάζοντάς τον σε πειρασμό να αμαρτήσει. (Εφ 6:12) Σε αυτόν τον πόλεμο, οι δαίμονες βάζουν επίσης αυτούς που έχουν υπό την επιρροή τους να δελεάζουν τους Χριστιανούς ή να τους εναντιώνονται και να τους διώκουν προσπαθώντας να τους κάνουν να διαρρήξουν την ακεραιότητά τους στον Θεό.—1Κο 7:5· 2Κο 2:11· 12:7· παράβαλε Λου 4:1-13.
Ενάντια στις ψεύτικες διδασκαλίες. Ο απόστολος Παύλος μίλησε και για έναν πόλεμο που διεξήγε ο ίδιος και οι σύντροφοί του καθώς εκπλήρωναν την αποστολή τους ως διορισμένοι να φροντίζουν τη Χριστιανική εκκλησία. (2Κο 10:3) Η εκκλησία της Κορίνθου είχε επηρεαστεί άσχημα από αυθάδεις άντρες, τους οποίους ο Παύλος αποκαλεί “ψευδαποστόλους” και οι οποίοι, δίνοντας ακατάλληλη προσοχή σε προσωπικότητες, είχαν προκαλέσει διαιρέσεις και αιρέσεις μέσα στην εκκλησία. (2Κο 11:13-15) Αυτοί έγιναν ουσιαστικά ακόλουθοι ανθρώπων όπως ο Απολλώς, ο Παύλος και ο Κηφάς. (1Κο 1:11, 12) Τα μέλη της εκκλησίας έχασαν την πνευματική θεώρηση των πραγμάτων, δηλαδή ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν απλώς εκπρόσωποι του Χριστού που υπηρετούσαν ενωμένα τον ίδιο σκοπό. Έγιναν σαρκικοί. (1Κο 3:1-9) Έβλεπαν τους άλλους μέσα στην εκκλησία “σύμφωνα με αυτό που ήταν στη σάρκα”—την εμφάνιση, τις φυσικές ικανότητες, την προσωπικότητά τους, και ούτω καθεξής—αντί να τους βλέπουν ως πνευματικούς ανθρώπους. Δεν αναγνώριζαν ότι στην εκκλησία επενεργούσε το πνεύμα του Θεού και ότι άνθρωποι σαν τον Παύλο, τον Πέτρο και τον Απολλώ έκαναν ό,τι έκαναν με το πνεύμα του Θεού, προς δόξα Του.
Γι’ αυτό, ο Παύλος αισθάνθηκε υποχρεωμένος να τους γράψει: «Παρακαλώ δε, όταν θα είμαι παρών, να μη χρησιμοποιήσω τόλμη με την πεποίθηση με την οποία υπολογίζω να πάρω τολμηρά μέτρα εναντίον μερικών που θεωρούν ότι περπατάμε σύμφωνα με αυτό που είμαστε στη σάρκα. Διότι, αν και περπατάμε με σάρκα, δεν διεξάγουμε πόλεμο σύμφωνα με αυτό που είμαστε στη σάρκα. Διότι τα όπλα του πολέμου μας δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά από τον Θεό για ανατροπή ισχυρά οχυρωμένων πραγμάτων. Διότι ανατρέπουμε διαλογισμούς και κάθε υψηλό πράγμα που υψώνεται εναντίον της γνώσης του Θεού· και αιχμαλωτίζουμε κάθε σκέψη για να την κάνουμε υπάκουη στον Χριστό».—2Κο 10:2-5.
Ο Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο, τον οποίο είχε αφήσει στην Έφεσο για να φροντίζει την τοπική εκκλησία: «Αυτή την εντολή εμπιστεύομαι σε εσένα, παιδί μου Τιμόθεε, σε αρμονία με τις προρρήσεις που οδηγούσαν κατευθείαν σε εσένα, ώστε σύμφωνα με αυτές να διεξάγεις τον καλό πόλεμο· διακρατώντας πίστη και αγαθή συνείδηση». (1Τι 1:18, 19) Ο Τιμόθεος δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο τις συγκρούσεις που οφείλονταν στην αμαρτωλή σάρκα και στην εναντίωση των εχθρών της αλήθειας, αλλά είχε και να πολεμήσει εναντίον της διείσδυσης ψεύτικων δογμάτων και ανθρώπων που θα ήθελαν να διαφθείρουν την εκκλησία. (1Τι 1:3-7· 4:6, 11-16) Οι ενέργειές του θα ενδυνάμωναν την εκκλησία ενάντια στην αποστασία η οποία, όπως ήξερε ο Παύλος, θα συντελούνταν μετά το θάνατο των αποστόλων. (2Τι 4:3-5) Συνεπώς, ο Τιμόθεος είχε να δώσει πραγματική μάχη.
Ο Παύλος ήταν σε θέση να πει στον Τιμόθεο: «Έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα, έχω τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα, έχω τηρήσει την πίστη». (2Τι 4:7) Ο Παύλος είχε διακρατήσει την πιστότητά του στον Ιεχωβά και στον Ιησού Χριστό μέσω ορθής διαγωγής και υπηρεσίας όταν αντιμετώπισε εναντίωση, παθήματα και διωγμό. (2Κο 11:23-28) Επίσης, είχε ανταποκριθεί στην ευθύνη που συνεπαγόταν η θέση του ως αποστόλου του Κυρίου Ιησού Χριστού, διεξάγοντας πόλεμο για να κρατηθεί η Χριστιανική εκκλησία καθαρή και ακηλίδωτη, ως αγνή παρθένα και ως «στύλος και στήριγμα της αλήθειας».—1Τι 3:15· 1Κο 4:1, 2· 2Κο 11:2, 29· παράβαλε 2Τι 2:3, 4.
Υλική υποστήριξη του Θεού προς τον Χριστιανό. Στον πόλεμο που διεξάγει ο Χριστιανός, ο Θεός τον βλέπει ως δικό Του στρατιώτη και επομένως του παρέχει τα αναγκαία υλικά πράγματα. Ο απόστολος Παύλος προβάλλει το εξής επιχείρημα σε σχέση με την εξουσία που έχει όποιος υπηρετεί ως διάκονος τους άλλους: «Ποιος υπηρετεί ποτέ ως στρατιώτης με δική του δαπάνη;»—1Κο 9:7.
Οι Χριστιανοί και οι Πόλεμοι των Εθνών. Οι Χριστιανοί διακρατούσαν ανέκαθεν αυστηρή ουδετερότητα ως προς τους σαρκικούς πολέμους μεταξύ εθνών, ομάδων ή φατριών κάθε είδους. (Ιωα 18:36· Εφ 6:12) Για παραδείγματα της στάσης των πρώτων Χριστιανών σε αυτό το θέμα, βλέπε ΣΤΡΑΤΟΣ (Οι Αποκαλούμενοι Πρώτοι Χριστιανοί).
Άλλες Χρήσεις. Στον ύμνο του Βαράκ και της Δεββώρας, μετά τη νίκη επί του στρατού του Ιαβίν, βασιλιά της Χαναάν, αναφέρεται ένα γεγονός που θέτει μια αρχή: «Αυτοί [ο Ισραήλ] διάλεξαν καινούριους θεούς. Τότε ήταν που ξέσπασε πόλεμος στις πύλες». (Κρ 5:8) Μόλις εγκατέλειψαν τον Ιεχωβά για χάρη της ψεύτικης λατρείας, άρχισαν τα προβλήματα, μάλιστα ο εχθρός βρισκόταν ακριβώς έξω από τις πύλες των πόλεών τους. Αυτό εναρμονίζεται με τη δήλωση του ψαλμωδού: «Αν ο Ιεχωβά δεν φυλάξει την πόλη, άδικα έμεινε άγρυπνος ο φύλακας».—Ψλ 127:1.
Στο εδάφιο Εκκλησιαστής 8:8, ο Σολομών έγραψε: «Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει εξουσία πάνω στο πνεύμα, ώστε να εμποδίσει το πνεύμα· . . . ούτε υπάρχει απαλλαγή κατά τον πόλεμο». Την ημέρα του θανάτου, ο ετοιμοθάνατος δεν μπορεί να εμποδίσει το πνεύμα, δηλαδή τη δύναμη της ζωής, να επιστρέψει στον Θεό, τον Δοτήρα και την Πηγή της, ώστε να ζήσει περισσότερο. Οι θνήσκοντες άνθρωποι δεν έχουν υπό τον έλεγχό τους την ημέρα του θανάτου ούτε μπορούν να την εμποδίσουν να φτάσει κάποτε για αυτούς. Δεν μπορούν, με οποιαδήποτε ανθρώπινη προσπάθεια, να απαλλαχτούν από τον πόλεμο που διεξάγει ο εχθρός Θάνατος εναντίον όλων των ανθρώπων, μηδενός εξαιρουμένου. Ο αμαρτωλός άνθρωπος δεν μπορεί να βάλει κάποιον άλλον αμαρτωλό να πεθάνει στη θέση του, παίρνοντας ο ίδιος άδεια από το θάνατο. (Ψλ 49:6-9) Μόνο με την παρ’ αξία καλοσύνη του Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού είναι εφικτή η ανακούφιση. «Όπως η αμαρτία βασίλεψε με το θάνατο, παρόμοια και η παρ’ αξία καλοσύνη να βασιλέψει μέσω δικαιοσύνης με προοπτική την αιώνια ζωή μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας».—Ρω 5:21.
-
-
ΠόληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΗ
Ενιαία, κατοικημένη περιοχή, μεγαλύτερη σε μέγεθος, πληθυσμό ή σπουδαιότητα από κωμόπολη ή χωριό. Η εβραϊκή λέξη ‛ιρ, που μεταφράζεται «πόλη», εμφανίζεται σχεδόν 1.100 φορές στις Γραφές. Μερικές φορές η λέξη κιργιάχ (πόλη) χρησιμοποιείται ως συνώνυμο ή σε παραλληλισμό—παραδείγματος χάρη: «Έπειτα από αυτό, θα αποκληθείς Πόλη [‛ιρ] Δικαιοσύνης, Πιστή Πόλη [κιργιάχ]» ή «Πώς έγινε και δεν εγκαταλείφθηκε η πόλη [‛ιρ] του αίνου, η πόλη [κιργιάθ] της αγαλλίασης;»—Ησ 1:26· Ιερ 49:25.
Οι «οικισμοί» (εβρ., χατσερίμ), οι «εξαρτώμενες κωμοπόλεις» (εβρ., μπανόθ) και τα «χωριά» (εβρ., κεφαρίμ), που επίσης αναφέρονται στις Εβραϊκές Γραφές, διαχωρίζονταν από τις «πόλεις» κατά το ότι δεν αποτελούσαν περιτειχισμένες κοινότητες αλλά συσχετίζονταν με την ύπαιθρο. (1Σα 6:18) Αν αυτές οι κοινότητες βρίσκονταν στα προάστια ή στα περίχωρα οχυρωμένης πόλης, χαρακτηρίζονταν «εξαρτώμενες κωμοπόλεις», κατά κυριολεξία «κόρες» της περιτειχισμένης πόλης. (Αρ 21:25· βλέπε ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΕΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΙΣ.) Ο Νόμος του Μωυσή επίσης έκανε νομική διάκριση ανάμεσα στις περιτειχισμένες πόλεις και στους ατείχιστους οικισμούς και χωριά. Αν κάποιος που ζούσε σε ατείχιστο οικισμό πουλούσε το σπίτι του, διατηρούσε για πάντα το δικαίωμα να το ξαναγοράσει, αλλά αν δεν ήταν σε θέση να το κάνει αυτό, το σπίτι τού επιστρεφόταν στη διάρκεια του Ιωβηλαίου έτους. Όταν, από την άλλη μεριά, πουλιόταν ένα σπίτι σε περιτειχισμένη πόλη, αυτός που το πουλούσε έπρεπε να το εξαγοράσει μέσα στο επόμενο έτος, διαφορετικά το ακίνητο έμενε οριστικά στον αγοραστή, εκτός αν επρόκειτο για Λευιτική πόλη. (Λευ 25:29-34) Ο ίδιος διαχωρισμός ακολουθείται και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, όπου η λέξη πόλις υποδηλώνει συνήθως περιτειχισμένη «πόλη» ενώ η λέξη κώμη αναφέρεται συνήθως σε ατείχιστο «χωριό». Στο εδάφιο Μάρκος 1:38 το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο περιέχει τη λέξη κωμόπολις η οποία αποτελείται από τις λέξεις κώμη και πόλις. Ο Ιωάννης αποκάλεσε τη Βηθλεέμ «το χωριό όπου ήταν ο Δαβίδ», και ο Λουκάς (γνωρίζοντας ότι ο Ροβοάμ είχε οχυρώσει αυτό το χωριό) τη χαρακτήρισε πόλη.—Ιωα 7:42· Λου 2:4· 2Χρ 11:5, 6.
Ο πρώτος που έχτισε ποτέ πόλη ήταν ο Κάιν, ο οποίος της έδωσε το όνομα του γιου του, του Ενώχ. (Γε 4:17) Αν υπήρξαν άλλες προκατακλυσμιαίες πόλεις, τα ονόματά τους χάθηκαν μαζί με τις ίδιες στον Κατακλυσμό το 2370 Π.Κ.Χ. Μετά τον Κατακλυσμό, οι πόλεις Βαβέλ, Ερέχ, Ακκάδ και Καλνέ στη γη Σεναάρ αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του βασιλείου του Νεβρώδ. Αργότερα, ο Νεβρώδ επέκτεινε το βασίλειό του χτίζοντας τη Νινευή, τη Ρεχωβώθ-Ιρ, τη Χαλάχ και τη Ρεσέν (οι οποίες περιγράφονται συλλογικά ως «η μεγάλη πόλη») προς τα Β, στην Πεδιάδα της Μεσοποταμίας. (Γε 10:10-12) Από την άλλη μεριά, οι πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ δεν έχτισαν πόλεις αλλά έζησαν ως πάροικοι σε σκηνές, ακόμη και όταν βρέθηκαν σε πόλεις και χωριά της Χαναάν και της Αιγύπτου. (Εβρ 11:9) Ωστόσο, πολύ αργότερα οι κατάσκοποι που μπήκαν στη Χαναάν ανέφεραν ότι υπήρχαν πολλές ισχυρά οχυρωμένες πόλεις σε εκείνη τη γη.—Αρ 13:28· Δευ 9:1.
Ο Σκοπός της Οικοδόμησής Τους. Οι άνθρωποι άρχισαν να χτίζουν πόλεις για διάφορους λόγους: για προστασία ή για βιοτεχνικούς, εμπορικούς και θρησκευτικούς σκοπούς. Κρίνοντας από τον αριθμό και το μέγεθος των ναών που έχουν ανασκάψει οι αρχαιολόγοι, η θρησκεία ήταν αναμφίβολα ένα από τα κύρια κίνητρα πίσω από την οικοδόμηση πολλών αρχαίων πόλεων. Η πόλη της Βαβέλ με το θρησκευτικό της πύργο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. «Εμπρός!» είπαν ο ένας στον άλλον οι οικοδόμοι της. «Ας χτίσουμε μια πόλη, καθώς και έναν πύργο με την κορυφή του στους ουρανούς, και ας κάνουμε ξακουστό όνομα για τον εαυτό μας, μη τυχόν και διασκορπιστούμε σε όλη την επιφάνεια της γης». (Γε 11:4-9) Ο κίνδυνος της υποδούλωσης σε πολεμοχαρείς κατακτητές ήταν άλλος ένας επιτακτικός λόγος που έκανε τους φοβισμένους ανθρώπους να συγκεντρωθούν σε πόλεις. Όλες αυτές τις πόλεις τις περιέκλειαν και τις περιτείχιζαν, ενώ σφράγιζαν τις πύλες τη νύχτα, καθώς και όταν υπήρχε κίνδυνος.—Ιη 2:5· 2Χρ 26:6.
Οι κάτοικοι των πόλεων ασχολούνταν συνήθως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, δραστηριότητες οι οποίες λάβαιναν χώρα έξω από τα τείχη της πόλης. Παρ’ όλα αυτά, ο μέσος γεωργός κατοικούσε στην πόλη παρά στο αγρόκτημά του. Άλλοι ήταν τεχνίτες. Οι πόλεις χρησίμευαν ως αποθηκευτικοί χώροι, κέντρα εμπορίου και αγορές για τη διανομή αγαθών. Πόλεις όπως η Τύρος, η Σιδώνα και η Ιόππη εξελίχθηκαν κατά κύριο λόγο σε κέντρα ναυτιλίας και ανταλλακτικού εμπορίου, εκεί όπου οι θαλάσσιες οδοί διασταυρώνονταν με τις χερσαίες οδούς των καραβανιών.—Ιεζ 27.
Πολλές πόλεις ξεκίνησαν ως απλά χωριά, εξελίχθηκαν σε κωμοπόλεις ή πόλεις και μερικές φορές έγιναν μεγάλες πόλεις-κράτη που έλεγχαν τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Αυτή η ανάπτυξη οδήγησε στη συγκέντρωση της εξουσίας—κυβερνητικής και δικαστικής—στα χέρια λίγων πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών, ενώ πολύ συχνά η ανώτερη εξουσία που ρύθμιζε τον αστικό τρόπο ζωής ανήκε σε μια ιεραρχία δεσποτικών ιερέων. Η αντίθεση, λοιπόν, ήταν έντονη όταν άρχισαν να εμφανίζονται στο παγκόσμιο προσκήνιο οι πόλεις των Ισραηλιτών, και αυτό επειδή η διακυβέρνησή τους ήταν στα χέρια θεοκρατικά διορισμένων διοικητών οι οποίοι είχαν το καθήκον να επιβάλλουν θεόδοτους συνταγματικούς νόμους. Ο Ιεχωβά ήταν ο Βασιλιάς, ο Νομοθέτης και ο Κριτής εκείνου του έθνους, και όταν οι ορατοί εκπρόσωποί του εκτελούσαν πιστά τα καθήκοντά τους, ο λαός χαιρόταν.—Ησ 33:22· Εσδ 7:25, 26· Παρ 29:2.
Επιλογή Τοποθεσίας. Η επιλογή της τοποθεσίας μιας πόλης εξαρτόταν από αρκετούς παράγοντες. Εφόσον η άμυνα ήταν γενικά ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, οι αρχαίες πόλεις χτίζονταν συνήθως σε υψώματα. Παρότι με αυτόν τον τρόπο οι πόλεις ήταν ορατές από παντού, ήταν δυσπρόσιτες. (Ματ 5:14) Οι παράκτιες και οι παρόχθιες πόλεις αποτελούσαν εξαίρεση. Εκτός από τους υπάρχοντες φυσικούς φραγμούς, συχνά έχτιζαν ογκώδη τείχη ή κάποιο συγκρότημα τειχών και πύργων, ενώ σε μερικές περιπτώσεις έφτιαχναν τάφρους γύρω από την πόλη. (2Βα 9:17· Νε 3:1–4:23· 6:1-15· Δα 9:25) Καθώς οι πόλεις μεγάλωναν, μερικές φορές ήταν απαραίτητο να γίνει επέκταση των τειχών ώστε να περικλείεται ευρύτερη περιοχή. Οι είσοδοι των τειχών ασφαλίζονταν με ισχυρές πύλες, ανθεκτικές σε παρατεταμένη πολιορκία. (Βλέπε ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ· ΠΥΛΗ· ΤΟΙΧΟΙ, ΤΕΙΧΗ.) Έξω και πέρα από τα τείχη βρίσκονταν οι αγροί, τα βοσκοτόπια και τα περίχωρα τα οποία ήταν συνήθως απροστάτευτα κατά τη διάρκεια επίθεσης.—Αρ 35:1-8· Ιη 21:41, 42.
Μια καλή παροχή νερού σε κοντινή απόσταση ήταν απολύτως ουσιώδης και δεν έπρεπε να παραβλέπεται κατά την επιλογή της τοποθεσίας μιας πόλης. Γι’ αυτόν το λόγο, το ιδεώδες ήταν να έχουν οι πόλεις πηγές ή πηγάδια μέσα από τα τείχη τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη στη Μεγιδδώ, στη Γαβαών και στην Ιερουσαλήμ, υπήρχαν υπόγειες σήραγγες νερού και αγωγοί, μέσω των οποίων το νερό μεταφερόταν από τις εξωτερικές πηγές στην εσωτερική πλευρά των τειχών. (2Σα 5:8· 2Βα 20:20· 2Χρ 32:30) Συχνά κατασκεύαζαν δεξαμενές και στέρνες προκειμένου να συλλέγουν και να αποταμιεύουν το νερό στη διάρκεια της περιόδου των βροχών για μελλοντική χρήση. Μερικές φορές το έδαφος ήταν διάτρητο από στέρνες, καθώς κάθε σπιτικό προσπαθούσε να έχει δικό του απόθεμα νερού.—2Χρ 26:10.
Εφόσον οι στόχοι και οι σκοποί που εξυπηρετούνταν με την οικοδόμηση των αρχαίων πόλεων ήταν κοινοί, υπήρχαν μεγάλες ομοιότητες στο σχεδιασμό και στη ρυμοτομία τους. Επιπλέον, οι αιώνες που μεσολάβησαν επέφεραν μικρές μόνο αλλαγές, οπότε ορισμένες πόλεις σήμερα είναι σχεδόν όπως ήταν πριν από δύο ή τρεις χιλιετίες. Μπαίνοντας από τις πύλες, βρισκόταν κανείς σε έναν μεγάλο ανοιχτό χώρο, την αγορά της πόλης, την πλατεία, όπου λάβαιναν χώρα κάθε είδους αγοραπωλησίες. Εκεί επίσης συντάσσονταν τα συμβόλαια και σφραγίζονταν ενώπιον μαρτύρων. (Γε 23:10-18· 2Βα 7:1· Να 2:4) Αυτή ήταν η αγορά όπου έφταναν και κατόπιν διαδίδονταν τα νέα (Νε 8:1, 3· Ιερ 17:19), όπου οι πρεσβύτεροι εκδίκαζαν υποθέσεις (Ρθ 4:1-10) και όπου μπορούσε να διανυκτερεύσει ο ταξιδιώτης αν τυχόν δεν του πρόσφερε κανείς φιλοξενία. (Κρ 19:15-21) Μερικές φορές η πόλη διέθετε και άλλα καταλύματα για τον επισκέπτη.—Ιη 2:1· Κρ 16:1· Λου 2:4-7· 10:35· βλέπε ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ.
Ορισμένες πόλεις χτίζονταν για να εξυπηρετήσουν ειδικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα η Πιθώμ και η Ρααμσής, που χτίστηκαν από τους υπόδουλους Ισραηλίτες ως τόποι αποθήκευσης για τον Φαραώ (Εξ 1:11), καθώς και οι πόλεις αποθήκευσης του Σολομώντα, οι πόλεις των αρμάτων και οι πόλεις για τους ιππείς του (1Βα 9:17-19), όπως επίσης οι πόλεις αποθήκευσης του Ιωσαφάτ. (2Χρ 17:12) Σαράντα οχτώ πόλεις είχαν ξεχωριστεί για τους Λευίτες—13 προορίζονταν για τους ιερείς και 6 ήταν πόλεις καταφυγίου για τον ακούσιο ανθρωποκτόνο.—Αρ 35:6-8· Ιη 21:19, 41, 42· βλέπε ΙΕΡΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ· ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΜΑΤΩΝ· ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ.
Το μέγεθος πολλών αρχαίων πόλεων μπορεί να υπολογιστεί με βάση ό,τι έχει απομείνει από τα τείχη τους, αλλά δεν μπορεί να γίνει κανένας θετικός υπολογισμός του πληθυσμού τους. Σχετικά με τη Νινευή, μας λέγεται ότι ήταν μεγαλούπολη: “Η Νινευή, η μεγάλη πόλη, στην οποία υπάρχουν περισσότεροι από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνθρωποι που δεν ξέρουν καθόλου τη διαφορά ανάμεσα στο δεξί τους χέρι και στο αριστερό”.—Ιων 4:11· 3:3.
Τα ονόματα των πόλεων που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είχαν συνήθως νόημα και σκοπό—πολλά ονόματα μαρτυρούσαν την τοποθεσία της πόλης, το χαρακτήρα της, την καταγωγή των κατοίκων, ακόμη και κάποιο προφητικό νόημα. (Γε 11:9· 21:31· Κρ 18:29) Μερικές φορές για να ξεχωρίσουν μια πόλη από κάποια ομώνυμή της, διευκρίνιζαν σε ποια φυλή ανήκε η συγκεκριμένη τοποθεσία, όπως στην περίπτωση της «Βηθλεέμ του Ιούδα», επειδή υπήρχε και η Βηθλεέμ του Ζαβουλών. (Κρ 17:7· Ιη 19:10, 15) Οι παρεμβαλλόμενες πόλεις ανήκαν σε φυλή της οποίας η περιοχή βρισκόταν μέσα στα όρια άλλης φυλής.—Ιη 16:9· βλέπε ΠΑΡΕΜΒΑΛΛΟΜΕΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ.
Μεταφορική Χρήση. Στις Εβραϊκές Γραφές, οι πόλεις χρησιμοποιούνται μεταφορικά. (Παρ 21:22· Ιερ 1:18) Ο Ιησούς αναφέρθηκε σε πόλεις στις παραβολές του (Ματ 12:25· Λου 19:17, 19), και το ίδιο έκανε και ο Παύλος μιλώντας συμβολικά. (Εβρ 11:10, 16· 12:22· 13:14) Στην Αποκάλυψη οι πόλεις χρησιμοποιούνται με συμβολική έννοια για διάφορα πράγματα: “η άγια πόλη” που καταπατείται από τα έθνη (Απ 11:2), “η μεγάλη πόλη” η οποία αποκαλείται με πνευματική έννοια Σόδομα και Αίγυπτος (Απ 11:8), η «μεγάλη πόλη, Βαβυλώνα» (Απ 18:10-21· 17:18) και “η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ, που κατεβαίνει από τον ουρανό, από τον Θεό, και είναι ετοιμασμένη σαν νύφη στολισμένη για το σύζυγό της”.—Απ 21:2-27· 22:14, 19· 3:12.
Βλέπε επίσης ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ· ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.
-
-
Πόλη του ΔαβίδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
Το όνομα που δόθηκε στο «οχυρό της Σιών» όταν οι Ισραηλίτες το πήραν από τους Ιεβουσαίους. (2Σα 5:6-9) Αυτό το τμήμα θεωρείται ότι είναι το ύψωμα ή η ράχη που εκτείνεται Ν του Όρους Μοριά. Επομένως, βρισκόταν Ν της τοποθεσίας του ναού τον οποίο έχτισε αργότερα ο Σολομών. Σήμερα είναι ένα στενό νότιο υψίπεδο, σημαντικά χαμηλότερο από το Όρος Μοριά. Σε αυτή την περιοχή έγινε εκτεταμένη λατόμηση, ιδιαίτερα κατά τη διακυβέρνηση του Αυτοκράτορα Αδριανού και την οικοδόμηση της ρωμαϊκής πόλης Αιλία Καπιτωλίνα, γύρω στο 135 Κ.Χ. Άρα, είναι προφανές ότι στην αρχαιότητα αυτή η ράχη πλησίαζε περισσότερο σε ύψος το Όρος Μοριά, αλλά πάντως βρισκόταν χαμηλότερα από την τοποθεσία του ναού.—ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 1, σ. 747, και Τόμ. 2, σ. 947.
Η θέση αυτή προσφερόταν πολύ για «οχυρό», δεδομένου ότι την προστάτευαν βαθιές κοιλάδες από τρεις πλευρές: από τα Δ η Κοιλάδα των Τυροποιών και από τα Α η Κοιλάδα Κιδρόν, η οποία ενώνεται με την Κοιλάδα του Εννόμ στη νότια άκρη του υψώματος. (1Χρ 11:7) Η πόλη χρειαζόταν ουσιαστική προστασία μόνο από τα Β, και σε αυτό το σημείο η ράχη γινόταν ακόμη πιο στενή, καθιστώντας οποιαδήποτε επίθεση εξαιρετικά δύσκολη. Το βόρειο όριο αυτής της “Πόλης του Δαβίδ” δεν έχει καθοριστεί ακόμη με βεβαιότητα, αν και μερικοί λόγιοι πιθανολογούν ότι ήταν το προαναφερόμενο στενό μέρος. Με την πάροδο των αιώνων, οι κοιλάδες γέμισαν σε μεγάλο βαθμό από άχρηστα υλικά, με αποτέλεσμα να μη διακρίνεται τόσο καλά η στρατηγική και οχυρή θέση αυτής της τοποθεσίας. Η αρχαία Πόλη του Δαβίδ υπολογίζεται ότι καταλάμβανε συνολικά έκταση 40 ως 60 στρ.
Στην Κοιλάδα Κιδρόν, κοντά στους πρόποδες της ανατολικής πλευράς του υψώματος στο οποίο βρισκόταν το οχυρό, υπάρχει μια πηγή που λέγεται Γιών. (1Βα 1:33) Αρχαιολογικές ανασκαφές υποδεικνύουν ότι στην αρχαιότητα είχε λαξευτεί στο βράχο μια σήραγγα που συνδεόταν με ένα φρεάτιο, από όπου μπορούσε κανείς να φτάσει στην πηγή χωρίς να βγει από τα τείχη της πόλης. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ο Ιωάβ και οι άντρες του κατάφεραν να διεισδύσουν στο οχυρό και να το καταλάβουν ανεβαίνοντας μέσα από αυτό το φρεάτιο.—2Σα 5:8· 1Χρ 11:5, 6.
Το όνομα «Πόλη του Δαβίδ» προέκυψε από το γεγονός ότι ο Δαβίδ έφτιαξε εκεί τη βασιλική κατοικία του, αφού προηγουμένως είχε κυβερνήσει εφτάμισι χρόνια στη Χεβρών. Εδώ, με τη συμβολή του Χιράμ της Τύρου, χτίστηκε η “κέδρινη κατοικία” του Δαβίδ. (2Σα 5:5, 9, 11· 7:2) Ο Δαβίδ έβαλε να ανεβάσουν την κιβωτό της διαθήκης από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ στην Πόλη του Δαβίδ, ενώ η σύζυγός του η Μιχάλ παρακολουθούσε την πομπή να πλησιάζει από ένα παράθυρο της κατοικίας του Δαβίδ. (2Σα 6:10-16· 1Χρ 15:1, 29) Όταν ο βασιλιάς πέθανε, θάφτηκε στην πόλη, έθιμο που ακολουθήθηκε για πολλούς άλλους μονάρχες της Δαβιδικής γραμμής.—1Βα 2:10.
Από τη Βασιλεία του Σολομώντα και Έπειτα. Ο Σολομών μετέφερε την Κιβωτό στο ναό που μόλις είχε οικοδομηθεί πάνω στο υψίπεδο που υπήρχε Β της Πόλης του Δαβίδ, το οποίο ήταν πιο ευρύχωρο. Η έκφραση “ανέβασαν την κιβωτό από την Πόλη του Δαβίδ” δείχνει ότι η περιοχή του ναού βρισκόταν ψηλότερα, καθώς το Όρος Μοριά υπερείχε του νότιου υψώματος. (1Βα 8:1) Μετά το γάμο του με την κόρη του Φαραώ, ο Σολομών εγκατέστησε τη σύζυγό του στην Πόλη του Δαβίδ. (1Βα 3:1) Αλλά όταν ολοκληρώθηκε μια καινούρια κατοικία πιο κοντά στην περιοχή του ναού, πήρε τη σύζυγό του από την Πόλη του Δαβίδ επειδή αυτή θεωρούνταν άγια, εφόσον είχε παραμείνει εκεί η Κιβωτός. (1Βα 9:24· 2Χρ 8:11) Ο Σολομών έκανε περαιτέρω οικοδομικές εργασίες στην Πόλη του Δαβίδ, ο δε Εζεκίας έκανε εκεί επισκευές προετοιμαζόμενος για την επίθεση του Ασσύριου Σενναχειρείμ. (1Βα 11:27· 2Χρ 32:5) Επίσης, ο Εζεκίας εξέτρεψε τα νερά της πηγής Γιών, κατευθύνοντάς τα στη δυτική πλευρά της Πόλης του Δαβίδ, προφανώς μέσω της λαξευμένης στο βράχο σήραγγας η οποία έχει ανακαλυφτεί και συνδέει αυτή την πηγή με τη Δεξαμενή του Σιλωάμ στη νοτιοδυτική πλαγιά του υψώματος. (2Χρ 32:30) Ο γιος και διάδοχός του, ο Μανασσής, έχτισε ένα εξωτερικό τείχος κατά μήκος της ανατολικής πλαγιάς που βλέπει προς την Κοιλάδα Κιδρόν.—2Χρ 33:14.
Από τα παραπάνω εδάφια γίνεται σαφές ότι, αν και η Ιερουσαλήμ επεκτάθηκε με την πάροδο του χρόνου, η Πόλη του Δαβίδ παρέμεινε ξεχωριστός τομέας. Αυτό ίσχυε ακόμη και μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία, καθώς ορισμένα χαρακτηριστικά της πόλης αναφέρονται σε σχέση με τα συνεργεία που επισκεύαζαν τα τείχη της. (Νε 3:15, 16) «Τα Σκαλιά της Πόλης του Δαβίδ» προφανώς οδηγούσαν από τη νότια άκρη της πόλης προς τα κάτω. (Νε 12:37) Ανασκαφές που έχουν γίνει εδώ έχουν φέρει στο φως κάποια τέτοια σκαλιά, ενώ μια σειρά από σκαλοπάτια που έχουν λαξευτεί άτεχνα στο βράχο εξακολουθεί να οδηγεί από αυτό το σημείο του λόφου προς τα κάτω.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ο όρος «πόλη του Δαβίδ» εφαρμόζεται στη Βηθλεέμ, τη γενέτειρα του Δαβίδ και του Ιησού.—Λου 2:4, 11· Ιωα 7:42· βλέπε ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ.
-
-
Πολιορκητικός ΚριόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΙΟΡΚΗΤΙΚΟΣ ΚΡΙΟΣ
Πολεμικό όργανο το οποίο χρησιμοποιούσαν οι πολιορκητές για να διαρρήξουν τις πύλες και τα τείχη μιας πόλης ή ενός φρουρίου ή για να τα γκρεμίσουν. Στην απλούστερη μορφή του, ήταν ένα βαρύ ξύλινο δοκάρι το οποίο είχε στην άκρη του έναν σιδερένιο όγκο που έμοιαζε με κεφάλι κριού. Ίσως λόγω αυτού του γεγονότος ή ίσως επειδή όταν το χρησιμοποιούσαν η κίνησή του έμοιαζε με την κίνηση ενός ζώου που σπρώχνει με τα κέρατα, το συγκεκριμένο όργανο ορίζεται από την ίδια εβραϊκή λέξη (καρ) που σημαίνει «κριάρι».—Ιεζ 4:1, 2· 21:22.
Οι πολιορκητές έφτιαχναν ένα ανάχωμα, ή αλλιώς πολιορκητικό πρόχωμα, μπροστά στα τείχη της πόλης, που χρησίμευε ως ράμπα πάνω στην οποία μπορούσαν να φέρουν πολιορκητικούς κριούς και άλλες πολεμικές μηχανές. Ενίοτε ανέβαζαν πάνω στο πρόχωμα αυτό πύργους που είχαν το ίδιο ύψος με τα τείχη της πόλης, με αποτέλεσμα να βρίσκονται οι επιτιθέμενοι στο ίδιο επίπεδο με τους αμυνόμενους. Οι αμυνόμενοι στρατιώτες προσπαθούσαν να εξουδετερώσουν τους πολιορκητικούς κριούς ρίχνοντας πάνω τους αναμμένα δαδιά ή αρπάζοντάς τους με αλυσίδες ή γάντζους.
[Εικόνα στη σελίδα 709]
Ασσυριακός πολιορκητικός κριός και κινητός πύργος επίθεσης
-
-
Πολίτης, ΥπηκοότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΙΤΗΣ, ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ
Πολίτης είναι ο αυτόχθων ή πολιτογραφημένος κάτοικος πόλης ή κράτους ο οποίος έχει δικαιώματα και προνόμια που στερούνται οι άλλοι, και αναλαμβάνει από την πλευρά του τις συνεπαγόμενες ευθύνες που ορίζουν οι εξουσίες οι οποίες του έχουν χορηγήσει την υπηκοότητα. Στην Αγία Γραφή οι όροι «πολίτης» και «υπηκοότητα» εμφανίζονται μόνο στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο οι λέξεις πολίτης, πολιτεία (τα δικαιώματα ή η ιδιότητα του πολίτη· το κράτος), πολίτευμα (η ιδιότητα ή ο βίος του πολίτη), συνπολίτης (συμπολίτης) και πολιτεύομαι (συμπεριφέρομαι ως πολίτης) είναι όλες συγγενικές της λέξης πόλις.
Μολονότι οι όροι «πολίτης» και «υπηκοότητα» δεν εμφανίζονται στις Εβραϊκές Γραφές, η έννοια του πολίτη και του μη πολίτη ενυπάρχει σε όρους όπως ο «αυτόχθων» και ο «πάροικος». (Λευ 24:22) Υπό τη διευθέτηση του Μωσαϊκού Νόμου, η εκκλησία αποτελούσε στην ουσία την κοινοπολιτεία στην οποία μπορούσαν να γίνουν δεκτοί οι ξένοι, με ορισμένους περιορισμούς, ώστε να απολαμβάνουν πολλά οφέλη κοινά στους φυσικούς Ισραηλίτες. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι η πολιτογράφηση γινόταν όταν ο άρρενας πάροικος έκανε περιτομή, πράγμα που του έδινε την ευκαιρία να αποκτήσει πλήρως τα μεγαλύτερα προνόμια στη λατρεία του Ιεχωβά, μάλιστα μέχρι του σημείου να συμμετέχει στον ετήσιο εορτασμό του Πάσχα.—Εξ 12:43-49· Αρ 9:14· βλέπε ΑΛΛΟΕΘΝΗΣ· ΠΑΡΟΙΚΟΣ.
Ρωμαϊκή Υπηκοότητα. Η ρωμαϊκή υπηκοότητα εξασφάλιζε σε κάποιον ειδικά δικαιώματα και ασυλίες που αναγνωρίζονταν και γίνονταν σεβαστά σε όλη την αυτοκρατορία. Για παράδειγμα, ήταν παράνομο να βασανίσουν ή να μαστιγώσουν έναν Ρωμαίο πολίτη για να του αποσπάσουν ομολογία, επειδή αυτές οι μορφές τιμωρίας θεωρούνταν πολύ ταπεινωτικές και κατάλληλες μόνο για δούλους. Στην Ιερουσαλήμ, Ρωμαίοι στρατιώτες έσωσαν τον Παύλο από έναν όχλο Ιουδαίων. Στην αρχή ο Παύλος δεν αποκάλυψε ότι ήταν Ρωμαίος πολίτης, αλλά όταν επρόκειτο να μαστιγωθεί, είπε σε έναν αξιωματικό που στεκόταν εκεί: «Είναι νόμιμο να μαστιγώνετε άνθρωπο που είναι Ρωμαίος και δεν έχει καταδικαστεί;» Η αφήγηση συνεχίζει: «Όταν ο αξιωματικός το άκουσε αυτό, πήγε στο στρατιωτικό διοικητή και έδωσε αναφορά, λέγοντας: “Τι σκοπεύεις να κάνεις; Αυτός ο άνθρωπος είναι Ρωμαίος”». Όταν αυτό επαληθεύτηκε, αμέσως «οι άντρες που επρόκειτο να τον εξετάσουν με βασανιστήρια αποσύρθηκαν από αυτόν· και ο στρατιωτικός διοικητής φοβήθηκε όταν εξακρίβωσε ότι ήταν Ρωμαίος και αυτός τον είχε δέσει».—Πρ 21:27-39· 22:25-29· βλέπε επίσης Πρ 16:37-40.
Ένα άλλο πλεονέκτημα και προνόμιο που είχε ο κάτοχος της ρωμαϊκής υπηκοότητας ήταν το δικαίωμα να προσφύγει στον αυτοκράτορα της Ρώμης εφεσιβάλλοντας την απόφαση ενός επάρχου. Σε περίπτωση αδικήματος που επέσυρε το θάνατο, ο Ρωμαίος πολίτης είχε το δικαίωμα να σταλεί στη Ρώμη για να δικαστεί ενώπιον του ίδιου του αυτοκράτορα. Γι’ αυτό και ο Παύλος έκανε την εξής δήλωση υπερασπιζόμενος την υπόθεσή του ενώπιον του Φήστου: «Στέκομαι ενώπιον της δικαστικής έδρας του Καίσαρα, εκεί που πρέπει να δικάζομαι. . . . κανείς δεν μπορεί να με παραδώσει [στους Ιουδαίους] ως χάρη. Τον Καίσαρα επικαλούμαι!» (Πρ 25:10-12) Άπαξ και γινόταν χρήση του δικαιώματος προσφυγής στη Ρώμη, η προσφυγή αυτή δεν μπορούσε να ανακληθεί. Έτσι λοιπόν, αφού ο Βασιλιάς Αγρίππας Β΄ εξέτασε την υπόθεση του Παύλου, είπε στον Φήστο: «Αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσε να έχει αφεθεί ελεύθερος αν δεν είχε επικαλεστεί τον Καίσαρα».—Πρ 26:32.
Η ρωμαϊκή υπηκοότητα μπορούσε να αποκτηθεί με διάφορους τρόπους. Μερικές φορές οι αυτοκράτορες παραχωρούσαν αυτή την ιδιαίτερη εύνοια σε ολόκληρες πόλεις ή περιφέρειες, ή ακόμη και σε άτομα, για υπηρεσίες που είχαν προσφέρει. Ενίοτε ήταν επίσης δυνατόν να αγοράσει κάποιος κανονικά την υπηκοότητα έναντι χρηματικού ποσού, όπως ο στρατιωτικός διοικητής Κλαύδιος Λυσίας, ο οποίος είπε στον Παύλο: «Εγώ έδωσα μεγάλο χρηματικό ποσό για να αγοράσω αυτά τα δικαιώματα του πολίτη». Ωστόσο, ο Παύλος αντέτεινε σε αυτή του την απάντηση: «Εγώ, όμως, γεννήθηκα με αυτά».—Πρ 22:28.
Πνευματική Υπηκοότητα. Στις επιστολές του ο Παύλος αναφέρεται επίσης στην πνευματική υπηκοότητα. Περιγράφει τους απερίτμητους Εθνικούς οι οποίοι έγιναν πνευματικοί Ισραηλίτες ως άτομα που ήταν κάποτε χωρίς Χριστό, αποξενωμένα από τον Ισραήλ και ξένα ως προς τις διαθήκες, χωρίς ελπίδα, χωρίς Θεό, αλλά τα οποία είναι «τώρα σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού». «Σίγουρα, λοιπόν», συνεχίζει στο ίδιο πνεύμα, «δεν είστε πια ξένοι και πάροικοι, αλλά είστε συμπολίτες των αγίων». (Εφ 2:12, 13, 19) Αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία όταν ο Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς των Φιλίππων, μιας από τις πόλεις στις οποίες είχε χορηγηθεί η ρωμαϊκή υπηκοότητα, και στην οποία δέκα χρόνια νωρίτερα η δική του ρωμαϊκή υπηκοότητα είχε καταπατηθεί: «Όσο για εμάς, η υπηκοότητά μας υπάρχει στους ουρανούς». (Φλπ 3:20) Στην ίδια επιστολή του πρότρεψε τους ομοπίστους του να “συμπεριφέρονται με τρόπο αντάξιο προς τα καλά νέα”. Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «συμπεριφέρομαι» (πολιτεύομαι) σημαίνει κατά κυριολεξία «συμπεριφέρομαι ως πολίτης».—Φλπ 1:27.
-
-
ΠολυγαμίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΓΑΜΙΑ
Βλέπε ΓΑΜΟΣ.
-
-
Πολυπληθές ΠλάσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΠΛΗΘΕΣ ΠΛΑΣΜΑ
[εβρ., σέρετς].
Η ρίζα από την οποία προέρχεται αυτός ο όρος αποδίδεται «είμαι πολυπληθής», «αφθονώ», «πολλαπλασιάζομαι» ή «γεμίζω». (Λευ 11:46· Γε 8:17· Εξ 1:7· 8:3) Το ουσιαστικό φαίνεται ότι εφαρμόζεται σε μικρά πλάσματα που είναι πολυάριθμα. (Εξ 8:3· Ψλ 105:30· παράβαλε Εξ 1:7.) Η εβραϊκή ρίζα χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στο εδάφιο Γένεση 1:20, όπου αναφέρεται η αρχική εμφάνιση ζωντανών ψυχών την πέμπτη δημιουργική ημέρα, όταν τα νερά άρχισαν να “βγάζουν πλήθος” ζωντανών ψυχών. Ο Κατακλυσμός κατέστρεψε τα «πολυπληθή πλάσματα» της γης που βρίσκονταν έξω από την κιβωτό.—Γε 7:21.
Ο νόμος σχετικά με τα καθαρά και τα ακάθαρτα πλάσματα δείχνει ότι ο εν λόγω όρος μπορεί να εφαρμοστεί σε υδρόβια πλάσματα (Λευ 11:10), σε φτερωτά πλάσματα, μεταξύ των οποίων νυχτερίδες και έντομα (Λευ 11:19-23· Δευ 14:19), σε χερσαία πλάσματα, μεταξύ των οποίων τρωκτικά, σαύρες και χαμαιλέοντες (Λευ 11:29-31), καθώς και σε πλάσματα που κινούνται με την «κοιλιά» τους και σε πολύποδα πλάσματα (Λευ 11:41-44). Πολλά από αυτά, αλλά όχι όλα, ήταν «ακάθαρτα» για τροφή, σύμφωνα με το Νόμο.
-
-
Πολύς ΌχλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΣ ΟΧΛΟΣ
Βλέπε ΜΕΓΑΛΟ ΠΛΗΘΟΣ.
-
-
Πολύτιμες ΠέτρεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ
Πετράδια που κόβονται και στιλβώνονται για να χρησιμοποιηθούν στην κοσμηματοποιία ή στη διακόσμηση αντικειμένων. Τα κοσμήματα από πολύτιμο μέταλλο (κυρίως χρυσάφι ή ασήμι) μπορεί να φέρουν ένθετες πέτρες αυτού του είδους. Τέτοια πετράδια χρησιμοποιούσαν για τον καλλωπισμό τους τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες από την αρχαία Βιβλική εποχή. Σήμερα, πολύτιμες πέτρες με την αυστηρή έννοια του όρου θεωρούνται το διαμάντι, το ζαφείρι, το ρουμπίνι και το σμαράγδι, ενώ άλλες σπάνιες και ωραίες πέτρες θεωρούνται ημιπολύτιμες. Ωστόσο, η εβραϊκή έκφραση που αποδίδεται «πολύτιμη πέτρα» έχει ευρύτερη εφαρμογή, όπως φαίνεται από τα εδάφια Ιεζεκιήλ 28:12, 13. Αυτές οι πολύτιμες πέτρες διακρίνονται από άλλα ορυκτά κυρίως επειδή είναι σπάνιες, ωραίες και ανθεκτικές.
Η πρώτη Βιβλική αναφορά σε πολύτιμη πέτρα γίνεται στα εδάφια Γένεση 2:11, 12, όπου η Αβιλά προσδιορίζεται ως γη στην οποία υπήρχε καλό χρυσάφι, «βδέλλιο και η πέτρα του όνυχα».
Ένα από τα στοιχεία βάσει των οποίων υπολογιζόταν ο πλούτος ήταν οι πολύτιμες πέτρες. Βασιλιάδες όπως ο Σολομών και ο Εζεκίας διέθεταν προφανώς μεγάλες ποσότητες τέτοιων λίθων. (1Βα 10:11· 2Χρ 9:10· 32:27) Οι πολύτιμες πέτρες δίνονταν ως δώρα (1Βα 10:2, 10· 2Χρ 9:1, 9), μπορεί να αποτελούσαν μέρος της πολεμικής λείας (2Σα 12:29, 30· 1Χρ 20:2) και χρησιμοποιούνταν ως εμπορεύσιμο είδος, όπως για παράδειγμα μεταξύ των αρχαίων Τυρίων (Ιεζ 27:16, 22). Σε μια θεόπνευστη θρηνωδία σχετικά με «το βασιλιά της Τύρου», ο Ιεζεκιήλ δήλωσε: «Κάθε πολύτιμη πέτρα ήταν περικάλυμμά σου—ρουμπίνι, τοπάζι και ίασπης· χρυσόλιθος, όνυχας και νεφρίτης· ζαφείρι, καλλαΐτης και σμαράγδι· και από χρυσάφι ήταν η κατασκευή των πλαισίων σου και των υποδοχών σου σε εσένα». (Ιεζ 28:12, 13) Η συμβολική Βαβυλώνα η Μεγάλη παρουσιάζεται πλούσια στολισμένη με πολύτιμες πέτρες.—Απ 17:3-5· 18:11-17.
Μολονότι οι αρχαίοι στρογγύλευαν και στίλβωναν τις πολύτιμες πέτρες, γενικά δεν φαίνεται να τις έκοβαν έτσι ώστε να δημιουργήσουν έδρες, όπως κάνουν οι σύγχρονοι τεχνίτες. Οι Εβραίοι και οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τη σμύριδα (κορούνδιο) ή τη σμυριδόσκονη για να στιλβώνουν τις πολύτιμες πέτρες. Συνήθως αυτές τις πέτρες τις λάξευαν και τις σκάλιζαν. Κατά τα φαινόμενα, οι Εβραίοι ήξεραν να σκαλίζουν πολύτιμες πέτρες πολύ προτού βρεθούν υπόδουλοι στην Αίγυπτο, όπου το σκάλισμα των πολύτιμων λίθων θεωρούνταν επίσης τέχνη. Το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι του Ιούδα ήταν προφανώς σκαλισμένο. (Γε 38:18) Για περαιτέρω αναλύσεις γύρω από τα αρχαία κοσμήματα και στολίδια, βλέπε ΒΡΑΧΙΟΛΙ· ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ· ΚΡΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΥΤΗ· ΠΕΡΙΔΕΡΑΙΟ· ΠΕΡΙΣΦΥΡΙΟ· ΠΟΡΠΗ· ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙ· ΣΤΟΛΙΔΙΑ· ΧΑΝΤΡΕΣ.
Χρήσεις Σχετικές με τη Λατρεία. Οι Ισραηλίτες στην έρημο είχαν το προνόμιο να συνεισφέρουν διάφορα πολύτιμα πράγματα για τη σκηνή της μαρτυρίας, καθώς και για το εφόδ και για το περιστήθιο του αρχιερέα, προσφέροντας αναμφίβολα αντικείμενα που τους είχαν δώσει οι Αιγύπτιοι όταν τους πίεζαν να φύγουν. (Εξ 12:35, 36) Σε αυτά περιλαμβάνονταν «πέτρες όνυχα και πέτρες ένθεσης για το εφόδ και για το περιστήθιο». (Εξ 25:1-7· 35:5, 9, 27) Το εφόδ του αρχιερέα είχε δύο πέτρες όνυχα στα κομμάτια που ξεκινούσαν από τους ώμους, και στην κάθε πέτρα ήταν χαραγμένα τα ονόματα των 6 από τις 12 φυλές του Ισραήλ. «Το περιστήθιο της κρίσης» ήταν διακοσμημένο με τέσσερις σειρές από πολύτιμες πέτρες, σχετικά με τις οποίες η αφήγηση λέει: «Σειρά από ρουμπίνι, τοπάζι και σμαράγδι ήταν η πρώτη σειρά. Και η δεύτερη σειρά ήταν καλλαΐτης, ζαφείρι και ίασπης. Και η τρίτη σειρά ήταν λίθος λέσεμ, αχάτης και αμέθυστος. Και η τέταρτη σειρά ήταν χρυσόλιθος και όνυχας και νεφρίτης. Ήταν στερεωμένες στις θέσεις τους με χρυσά πλαίσια». Σε καθεμιά από αυτές τις πέτρες ήταν χαραγμένο το όνομα μιας από τις 12 φυλές του Ισραήλ.—Εξ 39:6-14· 28:9-21· βλέπε ΠΕΡΙΣΤΗΘΙΟ.
Μολονότι ο Ιεχωβά δεν επέτρεψε στον Δαβίδ να χτίσει το ναό στην Ιερουσαλήμ (1Χρ 22:6-10), ο ηλικιωμένος βασιλιάς ετοίμασε με χαρά πολύτιμα υλικά για την κατασκευή του, μεταξύ των οποίων «πέτρες όνυχα και πέτρες για να στερεωθούν με σκληρό κονίαμα και ψηφίδες μωσαϊκού και κάθε πολύτιμη πέτρα και πέτρες αλάβαστρου σε μεγάλη ποσότητα». Ο ίδιος έκανε σημαντικότατες προσφορές υλικών, συνεισέφερε δε και ο λαός γενικά. (1Χρ 29:2-9) Όταν ο Σολομών έχτισε το ναό, «επικάλυψε τον οίκο με πολύτιμη πέτρα για ομορφιά», δηλαδή τον διακόσμησε με πολύτιμες πέτρες.—2Χρ 3:6.
Μεταφορική Χρήση. Ο απόστολος Παύλος, αφού προσδιόρισε τον Ιησού Χριστό ως το θεμέλιο πάνω στο οποίο πρέπει να χτίζουν οι Χριστιανοί, ανέφερε διαφόρων ειδών οικοδομικά υλικά σε σχέση με τη Χριστιανική διακονία. Έδειξε ότι στα εκλεκτά υλικά θα περιλαμβάνονταν μεταφορικές «πολύτιμες πέτρες», ικανές να αντέξουν τη δύναμη της «φωτιάς».—1Κο 3:10-15.
Οι πολύτιμες πέτρες χρησιμοποιούνται μερικές φορές στην Αγία Γραφή για να συμβολίσουν ιδιότητες ουράνιων ή πνευματικών πραγμάτων ή προσώπων. Οι ουρανοί ανοίχτηκαν στον Ιεζεκιήλ, και σε δύο οράματα αυτός είδε τέσσερα φτερωτά ζωντανά πλάσματα συνοδευόμενα από τέσσερις τροχούς, η θέα δε του κάθε τροχού ήταν όμοια με «τη λάμψη χρυσόλιθου», δηλαδή είχε κίτρινη ή πιθανόν πράσινη απόχρωση. (Ιεζ 1:1-6, 15, 16· 10:9) Μεταγενέστερα, ο Δανιήλ είδε έναν άγγελο, «κάποιον άντρα ντυμένο στα λινά», του οποίου “το σώμα ήταν σαν χρυσόλιθος”.—Δα 10:1, 4-6.
Επίσης ο Ιεζεκιήλ, σε όραμα της δόξας του Ιεχωβά, είδε “κάτι του οποίου η θέα ήταν σαν πέτρα ζαφειριού [με βαθυγάλαζο χρώμα], τη μορφή θρόνου”. (Ιεζ 1:25-28· 10:1) Η δόξα του ίδιου του Ιεχωβά Θεού παρομοιάζεται με την εκθαμβωτική ομορφιά των πετραδιών, διότι όταν ο απόστολος Ιωάννης είδε τον ουράνιο θρόνο του Θεού, είπε: «Αυτός που κάθεται είναι στην εμφάνιση όμοιος με πέτρα ίασπη και με πολύτιμη κοκκινόχρωμη πέτρα, και ολόγυρα από το θρόνο υπάρχει ένα ουράνιο τόξο όμοιο με σμαράγδι στην εμφάνιση».—Απ 4:1-3, 9-11.
“Η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ”, δηλαδή “η σύζυγος του Αρνιού”, παρουσιάζεται να ακτινοβολεί σαν «μια πολυτιμότατη πέτρα, σαν πέτρα ίασπη που λάμπει καθαρά σαν κρύσταλλο». Τα 12 θεμέλια του τείχους της «ήταν στολισμένα με κάθε είδους πολύτιμη πέτρα», μια διαφορετική πέτρα για κάθε θεμέλιο: ίασπης, ζαφείρι, χαλκηδόνιος, σμαράγδι, σαρδόνυχας, σάρδιο, χρυσόλιθος, βήρυλλος, τοπάζι, χρυσοπράσιο, υάκινθος και αμέθυστος. Οι 12 πύλες της πόλης ήταν 12 μαργαριτάρια.—Απ 21:2, 9-21· βλέπε ΚΟΡΑΛΛΙ και ξεχωριστά λήμματα για κάθε είδος πολύτιμης πέτρας.
-
-
ΠομπήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΜΠΗ
Βλέπε ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΠΟΜΠΗ.
-
-
ΠονηρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΗΡΙΑ
(Πονηρία).
Ό,τι δεν συμμορφώνεται με τα κριτήρια ηθικής αρτιότητας που έχει καθορίσει ο Θεός είναι πονηρό, κακό, φαύλο ή άχρηστο. Όπως η λέξη πονηρία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Ματ 22:18· Μαρ 7:22· Λου 11:39· Πρ 3:26· Ρω 1:29· 1Κο 5:8· Εφ 6:12), έτσι και το ρήμα ρασά‛ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και συγγενικές του λέξεις προσδιορίζουν επίσης κάτι πονηρό. (Γε 18:23· 2Σα 22:22· 2Χρ 20:35· Ιωβ 34:8· Ψλ 37:10· Ησ 26:10) Το επίθετο πονηρός δηλώνει συνήθως κάτι φαύλο από ηθική άποψη (Λου 6:45), μπορεί δε να εφαρμοστεί και σε κάτι που είναι κακό ή άχρηστο από φυσική άποψη, όπως όταν ο Ιησούς Χριστός μίλησε για «άχρηστους καρπούς». (Ματ 7:17, 18) Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να προσδιορίζει κάτι βλαβερό, και στο εδάφιο Αποκάλυψη 16:2, έχει αποδοθεί με τα επίθετα “επώδυνος” (AT, TEV, ΔΕΛ, ΚΔΒ) και “κακοήθης”.—NE, ΜΝΚ, ΜΠΚ.
Γιατί έχει επιτρέψει ο Θεός την πονηρία;
Ο Σατανάς ο Διάβολος, ο οποίος υποκίνησε τον πρώτο άντρα και την πρώτη γυναίκα, τον Αδάμ και την Εύα, να στασιάσουν κατά του Θεού, εναντιώνεται στο πρότυπο του Θεού περί δικαιοσύνης και αποκαλείται εύλογα «ο πονηρός». (Ματ 6:13· 13:19, 38· 1Ιω 2:13, 14· 5:19) Ο στασιασμός που ξεκίνησε ο Σατανάς έθεσε υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον είναι δικαιωματική και δίκαιη η κυριαρχία του Θεού, δηλαδή το κατά πόσον η εξουσία του Θεού επί των πλασμάτων του ασκείται δίκαια και με γνώμονα τα καλύτερα συμφέροντά τους. Το γεγονός ότι ο Αδάμ και η Εύα στασίασαν ήγειρε και άλλο ένα ζήτημα: Θα αποδεικνύονταν και όλα τα άλλα νοήμονα πλάσματα άπιστα και ανόσια στον Θεό όταν η υπακοή θα φαινόταν να μην αποφέρει υλικά οφέλη; Ο ισχυρισμός που πρόβαλε ο Σατανάς σχετικά με τον πιστό Ιώβ υπονοούσε ότι αυτό θα έκαναν. Ο Σατανάς είπε: «Δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του. Άπλωσε, όμως, τώρα το χέρι σου, παρακαλώ, και άγγιξε τα κόκαλά του και τη σάρκα του και δες αν δεν σε καταραστεί κατά πρόσωπο».—Ιωβ 2:4, 5· βλέπε ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ.
Για να τακτοποιηθούν τα ζητήματα που είχαν εγερθεί απαιτούνταν χρόνος. Έτσι λοιπόν, ο Ιεχωβά Θεός επέτρεψε στους πονηρούς να συνεχίσουν να ζουν, πράγμα που έδωσε και σε άλλους τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στο να αποδειχτεί ψευδής ο ισχυρισμός του Σατανά με το να υπηρετήσουν τον Θεό πιστά, υπό δυσμενείς και αντίξοες συνθήκες. Η ανοχή αυτή της πονηρίας από μέρους του Θεού έχει δώσει επίσης την ευκαιρία σε κάποια άτομα να εγκαταλείψουν την εσφαλμένη πορεία τους και να υποταχθούν πρόθυμα στους δίκαιους νόμους του. (Ησ 55:7· Ιεζ 33:11) Άρα, το ότι για κάποιο χρονικό διάστημα ο Θεός δεν προβαίνει στην καταστροφή των πονηρών συμβάλλει στη σωτηρία εκείνων που έχουν δίκαιη διάθεση, δίνοντάς τους χρόνο να αποδείξουν την αγάπη και την αφοσίωσή τους στον Ιεχωβά.—Ρω 9:17-26.
Επιπρόσθετα, ο Ιεχωβά Θεός χρησιμοποιεί τις περιστάσεις με τέτοιον τρόπο ώστε ακόμη και οι πονηροί να εξυπηρετούν εν αγνοία τους το σκοπό του. Παρότι εναντιώνονται στον Θεό, αυτός μπορεί να τους περιορίσει στο βαθμό στον οποίο χρειάζεται, ώστε οι υπηρέτες του να διακρατούν την ακεραιότητά τους, και μπορεί να κάνει τις πράξεις ακόμη και τέτοιων ανθρώπων να αναδεικνύουν τη δικαιοσύνη του. (Ρω 3:3-5, 23-26· 8:35-39· Ψλ 76:10) Αυτή τη σκέψη εκφράζει το εδάφιο Παροιμίες 16:4: «Τα πάντα ο Ιεχωβά τα έκανε για το σκοπό του, ναι, ακόμη και τον πονηρό για την κακή ημέρα».
Ενδεικτική περίπτωση αποτελεί ο Φαραώ στον οποίο ο Ιεχωβά γνωστοποίησε, μέσω του Μωυσή και του Ααρών, ότι έπρεπε να απελευθερώσει τους υπόδουλους Ισραηλίτες. Ο Θεός δεν έκανε αυτόν τον Αιγύπτιο ηγέτη πονηρό, αλλά του επέτρεψε να συνεχίσει να ζει, και παράλληλα δημιούργησε κάποιες καταστάσεις που έκαναν τον Φαραώ να εκδηλωθεί, δείχνοντας ότι είναι πονηρός και άξιος θανάτου. Ο σκοπός για τον οποίο το έκανε αυτό ο Ιεχωβά αποκαλύπτεται στο εδάφιο Έξοδος 9:16: «Γι’ αυτόν το λόγο σε κράτησα στη ζωή, για να σου δείξω τη δύναμή μου και για να κάνω το όνομά μου να διακηρυχτεί σε όλη τη γη».
Οι Δέκα Πληγές που επήλθαν στην Αίγυπτο, και οι οποίες αποκορυφώθηκαν με την καταστροφή του Φαραώ και των στρατιωτικών του δυνάμεων στην Ερυθρά Θάλασσα, αποτέλεσαν εντυπωσιακή επίδειξη της δύναμης του Ιεχωβά. (Εξ 7:14–12:30· Ψλ 78:43-51· 136:15) Χρόνια αργότερα, τα γύρω έθνη εξακολουθούσαν να μιλούν για αυτή την επίδειξη δύναμης, και έτσι το όνομα του Θεού διακηρυσσόταν σε όλη τη γη. (Ιη 2:10, 11· 1Σα 4:8) Αν ο Ιεχωβά είχε θανατώσει αμέσως τον Φαραώ, αυτή η μεγαλειώδης επίδειξη της δύναμης του Θεού που αποσκοπούσε στην ενδόξασή Του και στην απελευθέρωση του λαού Του δεν θα ήταν εφικτή.
Οι Γραφές διαβεβαιώνουν ότι κάποια ημέρα δεν θα υπάρχει πια πονηρία, και αυτό διότι όλοι όσοι εναντιώνονται στον Δημιουργό θα καταστραφούν όταν η από μέρους του ανοχή της πονηρίας θα έχει πλέον εξυπηρετήσει το σκοπό της.—2Πε 3:9-13· Απ 18:20-24· 19:11–20:3, 7-10.
-
-
Πόνοι ΤοκετούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΟΙ ΤΟΚΕΤΟΥ
Οι ωδίνες που συνοδεύουν τη γέννα. Ο Θεός δήλωσε στην πρώτη γυναίκα, την Εύα, όταν αυτή αμάρτησε, ποιες θα ήταν οι συνέπειες για την τεκνοποίηση. Αν είχε παραμείνει υπάκουη, η ευλογία του Θεού θα συνέχιζε να είναι πάνω της και η τεκνοποίηση θα της έφερνε μόνο χαρά, διότι «η ευλογία του Ιεχωβά πλουτίζει, και εκείνος δεν προσθέτει πόνο σε αυτήν». (Παρ 10:22) Τώρα όμως, κατά κανόνα, η ατελής λειτουργία του σώματος θα έφερνε πόνο. Γι’ αυτό και ο Θεός είπε (καθώς πολλές φορές τα πράγματα που επιτρέπει να συμβαίνουν λέγεται ότι γίνονται από τον ίδιο): «Θα αυξήσω πολύ τον πόνο της εγκυμοσύνης σου· με πόνους θα γεννάς παιδιά».—Γε 3:16.
Η εβραϊκή έκφραση σε αυτό το Γραφικό εδάφιο είναι κατά κυριολεξία «τον πόνο σου και την εγκυμοσύνη σου», και από ορισμένες μεταφράσεις αποδίδεται «τη λύπη σου και τη σύλληψή σου». (KJ· Yg) Αλλά εδώ χρησιμοποιείται το σχήμα λόγου ἕν διά δυοῖν, στο οποίο δύο λέξεις συνδέονται με το «και» μολονότι εννοείται ένα πράγμα. Διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν την έκφραση ανάλογα. (AT· Mo· RS· ΛΧ) Αυτό που λέγεται εδώ, λοιπόν, δεν είναι ότι η Εύα θα συλλάμβανε κατ’ ανάγκην περισσότερα παιδιά, αλλά ότι θα είχε περισσότερους πόνους.
Είναι αλήθεια ότι ο πόνος της εγκυμοσύνης και της τεκνοποίησης μπορεί να μετριαστεί με ιατρική αγωγή και μπορεί ακόμη και να προληφθεί μέχρις ενός βαθμού με φροντίδα και προπαρασκευαστικές μεθόδους. Αλλά, γενικά, ο τοκετός εξακολουθεί να είναι επώδυνη εμπειρία για το σώμα.—Γε 35:16-20· Ησ 26:17.
Συμβολική Χρήση. Παρά τους πόνους του τοκετού που συνδέονται με την τεκνοποίηση, η γέννηση ενός παιδιού συνοδεύεται από ευτυχία. Στην ιδιαίτερη συνομιλία που είχε ο Ιησούς Χριστός με τους αποστόλους του το βράδυ πριν από το θάνατό του, χρησιμοποίησε το γεγονός του τοκετού ως παράδειγμα. Τους εξήγησε ότι επρόκειτο να τους αφήσει και μετά είπε: «Αληθινά, αληθινά σας λέω: Εσείς θα κλάψετε και θα θρηνήσετε, αλλά ο κόσμος θα χαρεί· εσείς θα λυπηθείτε, αλλά η λύπη σας θα μετατραπεί σε χαρά. Η γυναίκα όταν γεννάει έχει λύπη, επειδή έχει έρθει η ώρα της· όταν, όμως, γεννήσει το παιδάκι, δεν θυμάται πια τη θλίψη λόγω της χαράς ότι γεννήθηκε ένας άνθρωπος στον κόσμο. Και εσείς, λοιπόν, τώρα μεν έχετε λύπη· αλλά θα σας δω ξανά και η καρδιά σας θα χαρεί, και τη χαρά σας κανείς δεν θα σας την αφαιρέσει».—Ιωα 16:20-22.
Αυτή η οδυνηρή περίοδος, που διήρκεσε μέρη τριών ημερών, ήρθε πράγματι και αυτοί αναμφίβολα έκλαψαν και “ταλαιπώρησαν την ψυχή τους” νηστεύοντας. (Λου 5:35· παράβαλε Ψλ 35:13.) Αλλά νωρίς το πρωί της τρίτης ημέρας, στις 16 Νισάν, και στη συνέχεια επί 40 ημέρες, ο αναστημένος Ιησούς παρουσιαζόταν σε ορισμένους από τους μαθητές. Φανταστείτε τη χαρά τους! Την ημέρα της Πεντηκοστής, την 50ή ημέρα από την ανάσταση του Ιησού, το άγιο πνεύμα του Θεού εκχύθηκε πάνω τους, και αυτοί έγιναν χαρωποί μάρτυρες της ανάστασής του, πρώτα στην Ιερουσαλήμ και αργότερα σε απομακρυσμένα μέρη της γης. (Πρ 1:3, 8) Κανείς δεν μπορούσε να τους αφαιρέσει τη χαρά τους.—Ιωα 16:22.
Ο ψαλμωδός περιέγραψε μια σύναξη βασιλιάδων οι οποίοι ατένιζαν τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια της Σιών, της άγιας πόλης του Θεού, με τους πύργους της και τα δυνατά της προχώματα, λέγοντας: «Αυτοί είδαν, γι’ αυτό και ένιωσαν κατάπληξη. Αναστατώθηκαν, τράπηκαν σε φυγή πανικόβλητοι. Τρόμος τούς έπιασε εκεί, πόνοι γέννας σαν της γυναίκας που γεννάει». (Ψλ 48:1-6) Προφανώς ο ψαλμός περιγράφει κάποιο πραγματικό περιστατικό κατά το οποίο οι βασιλιάδες των εχθρών πανικοβλήθηκαν ενώ σχεδίαζαν να επιτεθούν στην Ιερουσαλήμ.
Ο Ιερεμίας, προφητεύοντας ότι η ισχυρή Βαβυλώνα θα γνώριζε την ήττα, αναφέρθηκε σε έναν λαό από το βορρά, λέγοντας ότι η είδηση σχετικά με αυτόν θα έκανε το βασιλιά της Βαβυλώνας να νιώσει δυνατούς πόνους, σαν γυναίκα που γεννάει. Αυτό εκπληρώθηκε όταν ο Κύρος ήρθε εναντίον της Βαβυλώνας και ειδικά όταν εμφανίστηκε η μυστηριώδης γραφή στον τοίχο κατά το συμπόσιο του Βαβυλώνιου Βασιλιά Βαλτάσαρ. Ο προφήτης Δανιήλ εξήγησε στον Βαλτάσαρ ότι αυτή η γραφή προανάγγελλε την άμεση πτώση της Βαβυλώνας στους Μηδοπέρσες.—Ιερ 50:41-43· Δα 5:5, 6, 28.
Σχετικά με την έλευση της “ημέρας του Ιεχωβά”, ο απόστολος Παύλος εξήγησε ότι θα λάβει χώρα όταν θα ακούγεται η κραυγή «Ειρήνη και ασφάλεια!» Τότε «ξαφνική καταστροφή θα έρθει αμέσως πάνω τους όπως ο βασανιστικός πόνος σε μια έγκυο γυναίκα· και δεν πρόκειται να διαφύγουν». (1Θε 5:2, 3) Οι πόνοι του τοκετού έρχονται ξαφνικά, χωρίς να είναι γνωστή εκ των προτέρων η ακριβής ημέρα και ώρα. Αρχικά οι πόνοι εμφανίζονται περίπου κάθε 15 ως 20 λεπτά, και γίνονται συχνότεροι καθώς προχωρεί ο τοκετός. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο τοκετός έχει σχετικά σύντομη διάρκεια, ιδιαίτερα στη δεύτερη φάση του, αλλά από τη στιγμή που αρχίζουν οι πόνοι, η γυναίκα ξέρει ότι πλησιάζει η γέννα και ότι πρέπει να υποστεί αυτή την ταλαιπωρία. Δεν υπάρχει “διαφυγή”.
Στο όραμα του αποστόλου Ιωάννη, το οποίο περιγράφεται στην Αποκάλυψη, εκείνος είδε μια ουράνια γυναίκα να κραυγάζει «από τους πόνους της και από την αγωνία της να γεννήσει». Το παιδί που γεννήθηκε ήταν “γιος, αρσενικό, ο οποίος θα ποιμάνει όλα τα έθνη με σιδερένιο ραβδί”. Παρά τις προσπάθειες του δράκοντα να το καταβροχθίσει, «το παιδί της αρπάχθηκε προς τον Θεό και το θρόνο του». (Απ 12:1, 2, 4-6) Το γεγονός ότι αυτός ο γιος αρπάχθηκε από τον Θεό δείχνει ότι ο Θεός αναγνώρισε ότι το παιδί ήταν δικό του, ακριβώς όπως στους αρχαίους καιρούς συνήθιζαν να παρουσιάζουν το νεογέννητο στον πατέρα του για να το αναγνωρίσει ως δικό του. (Βλέπε ΓΕΝΝΗΣΗ.) Έπεται ότι η «γυναίκα» είναι η «σύζυγος» του Θεού, η «άνω Ιερουσαλήμ», η «μητέρα» του Χριστού και των πνευματικών αδελφών του.—Γα 4:26· Εβρ 2:11, 12, 17.
Φυσικά, η ουράνια «γυναίκα» του Θεού είναι τέλεια, και η γέννα γίνεται χωρίς κατά γράμμα πόνο. Επομένως, οι πόνοι του τοκετού δείχνουν συμβολικά ότι η «γυναίκα» θα καταλάβαινε πως η γέννα επρόκειτο να λάβει χώρα εντός ολίγου. Την περίμενε από στιγμή σε στιγμή.—Απ 12:2.
Ποιος μπορεί να είναι αυτός “ο γιος, το αρσενικό”; Αυτός επρόκειτο να «ποιμάνει όλα τα έθνη με σιδερένιο ραβδί». Κάτι τέτοιο προφητεύτηκε για τον Μεσσιανικό Βασιλιά του Θεού στα εδάφια Ψαλμός 2:6-9. Αλλά ο Ιωάννης είδε αυτό το όραμα πολύ καιρό μετά τη γέννηση του Χριστού στη γη, το θάνατό του και την ανάστασή του. Άρα, το όραμα φαίνεται ότι αναφέρεται στη γέννηση της Μεσσιανικής Βασιλείας την οποία θα αναλάμβανε ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, όταν εγέρθηκε από τους νεκρούς, «κάθησε στα δεξιά του Θεού, περιμένοντας από τότε και έπειτα μέχρι να τεθούν οι εχθροί του υποπόδιο για τα πόδια του».—Εβρ 10:12, 13· Ψλ 110:1· Απ 12:10.
Αυτό το γεγονός ήταν αναμενόμενο, και καθώς θα πλησίαζε ο καιρός, η αναμονή για αυτό στον ουρανό και στη γη θα μεγάλωνε, διότι οι εκπληρωμένες προφητείες θα αποτελούσαν βέβαιη ένδειξη για την εγγύτητά του. Το ίδιο θα συνέβαινε, όπως τόνισε ο απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς, με την έλευση της “ημέρας του Ιεχωβά”: «Όσο δε για τους χρόνους και τους καιρούς, αδελφοί, δεν έχετε ανάγκη να γράφεται τίποτα σε εσάς». «Εσείς, αδελφοί, δεν είστε στο σκοτάδι, ώστε εκείνη η ημέρα να σας αιφνιδιάσει όπως τους κλέφτες».—1Θε 5:1, 4.
-
-
ΠόνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΟΣ
Αίσθημα σωματικής δυσφορίας, είτε μέτριας είτε έντονης. Επίσης, οξεία ψυχική ή συναισθηματική στενοχώρια.
Η εξουθενωτική εργασία για την καλλιέργεια της γης που ήταν υπό κατάρα (Γε 3:17-19· 5:29), τα προσβλητικά λόγια (Παρ 15:1), η έλλειψη ανταπόκρισης των άλλων στο καλό (Ρω 9:2), οι ασθένειες και άλλες αντιξοότητες (Ιωβ 2:13· 16:6) έχουν προκαλέσει στους ανθρώπους ψυχικό, συναισθηματικό και σωματικό πόνο. Παρόμοια, διάφορες τρομακτικές ή φοβερές καταστάσεις, που εκτυλίχθηκαν είτε στην πραγματικότητα είτε σε κάποιο όραμα, έχουν προξενήσει πόνο.—Ψλ 55:3, 4· Ησ 21:1-3· Ιερ 4:19, 20· Ιεζ 30:4, 9· βλέπε επίσης ΠΟΝΟΙ ΤΟΚΕΤΟΥ.
“Όχι Πια Πόνος”. Αν και δυσάρεστο, το σωματικό αίσθημα του πόνου εξυπηρετεί έναν ωφέλιμο σκοπό, εφόσον προειδοποιεί το άτομο για τον κίνδυνο σωματικής κάκωσης και έτσι του δίνει τη δυνατότητα να λάβει μέτρα για να αποφύγει τυχόν σοβαρή βλάβη. Επομένως, η εκπλήρωση της υπόσχεσης του Θεού πως “ούτε πόνος δεν θα υπάρχει πια” (Απ 21:4) δεν θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα γίνουν αναίσθητοι στον πόνο ή ότι θα χάσουν την ικανότητα να τον νιώθουν. Απεναντίας, ο ψυχικός, συναισθηματικός και σωματικός πόνος που έχει προκληθεί από την αμαρτία και την ατέλεια (Ρω 8:21, 22) “δεν θα υπάρχει πια” με την έννοια ότι τα αίτιά του (όπως οι ασθένειες και ο θάνατος) θα εξαλειφθούν. Το ότι η σωματική τελειότητα δεν προϋποθέτει απόλυτη αναλγησία πιστοποιείται από το γεγονός ότι ακόμη και ο τέλειος άνθρωπος Ιησούς δοκίμασε σωματικό και συναισθηματικό πόνο αναφορικά με το θάνατό του και με την έλλειψη ανταπόκρισης από μέρους εκείνων που διακονούσε. (Ματ 26:37· Λου 19:41) Μάλιστα είχε προειπωθεί ότι θα ήταν «άνθρωπος προορισμένος για πόνους». (Ησ 53:3) Θεραπεύοντας τους «τυραννισμένους από διάφορες ασθένειες και βάσανα» (Ματ 4:24), ο Ιησούς επιφορτίστηκε τους πόνους άλλων.—Ησ 53:4.
Μεταφορική Χρήση. Συχνά οι Γραφές αναφέρονται στον πόνο με μεταφορική έννοια. Ανάλογα με τα συμφραζόμενα, ο πόνος μπορεί να υποδηλώνει σκληρή εργασία (Παρ 5:10) ή υγιή φόβο και γεμάτο δέος σεβασμό για τον Ιεχωβά Θεό. (1Χρ 16:30· Ψλ 96:9· 114:7) Τα νερά, τα βουνά και η γη, όταν ταράζονται, λέγεται ότι νιώθουν πόνο. (Ψλ 77:16· 97:4· Ιερ 51:29· Αββ 3:10) Ο Ιεχωβά θεωρούσε ότι ο άπιστος Ιούδας είχε έναν αθεράπευτο πόνο, έναν πόνο θανάσιμο.—Ιερ 30:15.
Οι πόνοι, ή οι οδύνες, μπορούν επίσης να υποδηλώσουν μια βασανιστική κατάσταση. Σχετικά με τον Ιησού Χριστό, ο απόστολος Πέτρος δήλωσε: «Ο Θεός τον ανέστησε λύνοντας τις οδύνες του θανάτου, επειδή δεν ήταν δυνατόν να συνεχίσει να κρατείται από το θάνατο». (Πρ 2:24) Μολονότι οι νεκροί δεν συναισθάνονται τίποτα, ο θάνατος είναι μια πικρή και βασανιστική κατάσταση, τόσο με τον πόνο που συχνά προηγείται από αυτόν όσο και με την απώλεια κάθε δραστηριότητας και ελευθερίας που επιφέρει η παραλυτική λαβή του.—Παράβαλε Ψλ 116:3.
-
-
Πόντιος ΠιλάτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΤΙΟΣ ΠΙΛΑΤΟΣ
Βλέπε ΠΙΛΑΤΟΣ.
-
-
ΠόντοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΝΤΟΣ
(Πόντος) [Θάλασσα].
Περιοχή της βόρειας Μικράς Ασίας κατά μήκος του Εύξεινου Πόντου (Μαύρης Θάλασσας). Το όνομα στους προχριστιανικούς χρόνους προφανώς εφαρμοζόταν στο τμήμα εκείνο της βόρειας Μικράς Ασίας που βρεχόταν από τον Εύξεινο Πόντο, όπως λεγόταν μερικές φορές αυτή η θάλασσα. Ο Πόντος άρχιζε από τον κατώτερο ρου του ποταμού Άλυος στα Δ (κοντά στη Βιθυνία) και εκτεινόταν Α, κατά μήκος της ακτής, προς το νοτιοανατολικό άκρο της θάλασσας. Κατά μήκος των εύφορων ακτών το κλίμα είναι ζεστό το καλοκαίρι και ήπιο το χειμώνα. Η ενδοχώρα σχηματίζει τη βορειοανατολική γωνία του κεντρικού υψιπέδου, το οποίο διακόπτουν πολλές κοιλάδες ποταμών όπου καλλιεργούσαν σιτάρι. Οι βουνοπλαγιές ήταν δασοσκεπείς και παρήγαν ξυλεία για τη ναυπήγηση πλοίων. Κατά μήκος της ακτής ήταν αισθητή η επιρροή των ελληνικών αποικιών, αλλά ο λαός της ενδοχώρας είχε στενούς δεσμούς με την Αρμενία προς τα Α.
Η περιοχή διατέλεσε για ένα διάστημα υπό περσική επιρροή, και τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. ιδρύθηκε το ανεξάρτητο βασίλειο του Πόντου. Το βασίλειο κυβερνήθηκε από μια σειρά βασιλιάδων με το όνομα Μιθριδάτης και αναπτύχθηκαν στενοί δεσμοί με τη Ρώμη. Ωστόσο, ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Ευπάτωρ αμφισβήτησε τη ρωμαϊκή ισχύ και επέκτεινε πολύ το βασίλειό του. Έπειτα από αλλεπάλληλους πολέμους, οι Ρωμαίοι υπό τον Πομπήιο τον νίκησαν γύρω στο 66 Π.Κ.Χ. Μεγάλο μέρος του Πόντου ενώθηκε τότε με τη Βιθυνία προς τα Δ σχηματίζοντας μια ενιαία επαρχία που ονομάστηκε Βιθυνία και Πόντος. Ωστόσο, το ανατολικό τμήμα προστέθηκε στην επαρχία της Γαλατίας (Γαλατικός Πόντος). Αργότερα, μέρος αυτού του ανατολικού τμήματος δόθηκε στον Πολέμωνα (περ. 36 Π.Κ.Χ.) ως τμήμα του Βασιλείου του Πολέμωνα. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 373) Γι’ αυτό και τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. η ονομασία «Πόντος» αναφερόταν είτε σε ολόκληρη τη γεωγραφική περιοχή κατά μήκος της ακτής είτε στο τμήμα που ανήκε στην ενιαία επαρχία της Βιθυνίας και του Πόντου είτε ακόμη και στο ανατολικό τμήμα που είχε περιέλθει στη Γαλατία και στο Βασίλειο του Πολέμωνα.
Ο Ιουδαίος συγγραφέας του πρώτου αιώνα Φίλων ανέφερε ότι οι Ιουδαίοι είχαν εξαπλωθεί σε κάθε σημείο του Πόντου. Ιουδαίοι από τον Πόντο ήταν παρόντες στην Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. (Πρ 2:9) Κάποιοι από αυτούς τους Ιουδαίους του Πόντου που άκουσαν την ομιλία του Πέτρου ενδέχεται να έγιναν Χριστιανοί και να επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Περίπου 30 χρόνια αργότερα, ο Πέτρος απηύθυνε την πρώτη κανονική επιστολή του (περ. 62-64 Κ.Χ.) στους «προσωρινούς κατοίκους τους διασκορπισμένους στον Πόντο» και σε άλλες περιοχές της Μικράς Ασίας. (1Πε 1:1) Εφόσον έκανε λόγο για «πρεσβυτέρους», ο ρόλος των οποίων ήταν να ποιμαίνουν το ποίμνιο, πιθανώς υπήρχαν Χριστιανικές εκκλησίες στον Πόντο. (1Πε 5:1, 2) Ο Ιουδαίος ονόματι Ακύλας που καταγόταν από τον Πόντο ταξίδεψε στη Ρώμη και μετά στην Κόρινθο, όπου συνάντησε τον απόστολο Παύλο.—Πρ 18:1, 2.
-
-
ΠόπλιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΠΛΙΟΣ
(Πόπλιος) [από το λατ. Publius· σημαίνει «Δημώδης»].
Πλούσιος κτηματίας, κάτοικος της Μάλτας, ο οποίος περιποιήθηκε με καλοσύνη τον Παύλο και όσους ήταν μαζί του επί τρεις ημέρες αφότου ναυάγησαν στο νησί. Ο Παύλος, από την πλευρά του, γιάτρεψε τον πατέρα του Πόπλιου ο οποίος έπασχε από πυρετό και δυσεντερία.—Πρ 28:7, 8.
Ο Πόπλιος ήταν «ο πρώτος του νησιού». Στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτός ο προσδιορισμός φαίνεται να υποδηλώνει έναν επίσημο τίτλο ανάλογο του κυβερνήτη, εννοώντας κατά πάσα πιθανότητα τον ανώτατο Ρωμαίο αξιωματούχο του νησιού.
-
-
Πόρκιος ΦήστοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΚΙΟΣ ΦΗΣΤΟΣ
Βλέπε ΦΗΣΤΟΣ.
-
-
ΠορνείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΝΕΙΑ
Αθέμιτες σεξουαλικές σχέσεις έξω από τα πλαίσια του Γραφικού γάμου. Το εβραϊκό ρήμα ζανάχ και οι συγγενικοί του τύποι μεταδίδουν την ιδέα της πορνείας με την έννοια είτε του αγοραίου έρωτα είτε των ανήθικων σεξουαλικών σχέσεων. (Γε 38:24· Εξ 34:16· Ωσ 1:2· Λευ 19:29) Η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι η λέξη πορνεία. Σχετικά με τις έννοιες της πορνείας, ο Μπ. Φ. Γουέστκοτ λέει τα εξής στο βιβλίο του Η Επιστολή του Αγίου Παύλου προς τους Εφεσίους ([Saint Paul’s Epistle to the Ephesians] 1906, σ. 76): «Πρόκειται για γενικό όρο που αναφέρεται σε όλες τις αθέμιτες σεξουαλικές σχέσεις, (1) τη μοιχεία: Ωσ. 2:2, 4 (Ο΄)· Ματθ. 5:32· 19:9· (2) τον παράνομο γάμο, 1 Κορ. 5:1· (3) τη συνουσία μεταξύ άγαμων ατόμων, όπως εδώ [Εφ 5:3]». Το Ελληνοαγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([Greek-English Lexicon of the New Testament] αναθεώρηση Φ. Γ. Γκίνγκριχ και Φ. Ντάνκερ, 1979, σ. 693), του Μπάουερ, ορίζει την πορνεία ως «ιεροδουλία, έλλειψη αγνότητας, συνουσία μεταξύ άγαμων ατόμων, κάθε είδους αθέμιτη σεξουαλική σχέση». Η πορνεία θεωρείται ότι περιλαμβάνει χονδροειδώς ανήθικη χρήση του γεννητικού οργάνου ή οργάνων τουλάχιστον ενός ανθρώπου και προϋποθέτει την ύπαρξη δύο ή περισσότερων μερών (περιλαμβανομένου ενός ακόμη συναινετικού ανθρώπου ή ενός ζώου), είτε του ιδίου είτε του αντίθετου φύλου. (Ιου 7) Η παράνομη πράξη ενός βιαστή αποτελεί πορνεία, αλλά, φυσικά, δεν καθιστά πόρνο και το άτομο που βιάζεται παρά τη θέλησή του.
Όταν ο Θεός τέλεσε τον πρώτο γάμο, είπε: «Γι’ αυτό, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του και θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24) Το πρότυπο που τέθηκε εδώ για τον άντρα και τη γυναίκα ήταν η μονογαμία, κάτι που απέκλειε τη σεξουαλική ελευθεριότητα. Επίσης, δεν υπήρχε πρόβλεψη για διαζύγιο και νέο γάμο με άλλον σύντροφο.—Βλέπε ΔΙΑΖΥΓΙΟ.
Στην πατριαρχική κοινωνία, οι πιστοί υπηρέτες του Θεού μισούσαν την πορνεία, είτε μεταξύ άγαμων ή αρραβωνιασμένων είτε μεταξύ έγγαμων ατόμων, και τη θεωρούσαν αμαρτία εναντίον του Θεού.—Γε 34:1, 2, 6, 7, 31· 38:24-26· 39:7-9.
Υπό το Νόμο. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, αν ένας άντρας διέπραττε πορνεία με μια κοπέλα η οποία δεν ήταν αρραβωνιασμένη, ήταν υποχρεωμένος να την παντρευτεί και να καταβάλει στον πατέρα της το αντίτιμο αγοράς για τις νύφες (50 σίκλους ασήμι· $110), δεν μπορούσε δε να τη διαζευχθεί όλες τις ημέρες της ζωής του. Ακόμη και αν ο πατέρας της αρνούνταν να του τη δώσει σε γάμο, αυτός έπρεπε να καταβάλει το αντίτιμο αγοράς στον πατέρα. (Εξ 22:16, 17· Δευ 22:28, 29) Ωστόσο, αν η κοπέλα ήταν αρραβωνιασμένη, ο άντρας έπρεπε να λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου. Αν η αρραβωνιασμένη κοπέλα είχε φωνάξει όταν δέχτηκε την επίθεση, δεν έπρεπε να τιμωρηθεί, αλλά αν δεν είχε φωνάξει (κάτι που υποδήλωνε συναίνεση), έπρεπε και εκείνη να θανατωθεί.—Δευ 22:23-27.
Η ιερότητα του γάμου υπογραμμιζόταν από το νόμο που τιμωρούσε με θάνατο μια κοπέλα αν αυτή παντρευόταν προσποιούμενη ότι ήταν παρθένα ενώ είχε διαπράξει πορνεία κρυφά. Αν ο σύζυγός της την κατηγορούσε ψευδώς για ένα τέτοιο αδίκημα, θεωρούνταν ότι επέσυρε μεγάλο όνειδος στο σπίτι του πατέρα της. Για αυτή τη συκοφαντική πράξη του, έπρεπε να “διαπαιδαγωγηθεί” από τους κριτές, ίσως με χτυπήματα, και να καταβάλει πρόστιμο 100 σίκλων ασημιού ($220), το οποίο ακολούθως έπρεπε να δοθεί στον πατέρα. (Δευ 22:13-21) Αν πόρνευε η κόρη ενός ιερέα, κατήσχυνε το ιερό του αξίωμα. Έπρεπε να θανατωθεί και στη συνέχεια να καεί ως κάτι το απεχθές. (Λευ 21:9· βλέπε επίσης Λευ 19:29.) Η πορνεία μεταξύ εγγάμων (μοιχεία) συνιστούσε παραβίαση της έβδομης εντολής και επέσυρε τη θανατική ποινή και για τα δύο μέρη.—Εξ 20:14· Δευ 5:18· 22:22.
Αν κάποιος άντρας διέπραττε πορνεία με μια υπηρέτρια η οποία είχε οριστεί για άλλον άντρα αλλά δεν είχε απολυτρωθεί ή ελευθερωθεί, έπρεπε μεν να υπάρξει τιμωρία, αλλά δεν έπρεπε να θανατωθούν. (Λευ 19:20-22) Προφανώς αυτό γινόταν επειδή η γυναίκα δεν είχε ακόμη αφεθεί ελεύθερη και δεν είχε τον πλήρη έλεγχο των πράξεών της, όπως μια αρραβωνιασμένη κοπέλα που είχε την ελευθερία της. Το απολυτρωτικό αντίτιμο δεν είχε καταβληθεί ακόμη, ή τουλάχιστον δεν είχε εξοφληθεί πλήρως, οπότε αυτή παρέμενε υπόδουλη στον κύριό της.
Όταν ο μισθωτός προφήτης Βαλαάμ δεν κατόρθωσε να φέρει κατάρα πάνω στον Ισραήλ μετερχόμενος μαντικά μέσα, βρήκε τρόπο να επισύρει εναντίον του Ισραήλ τη δυσαρέσκεια του Θεού κάνοντας έκκληση στην εσφαλμένη επιθυμία για σεξουαλικές σχέσεις. Χρησιμοποιώντας τις γυναίκες του Μωάβ, παρέσυρε τους Ισραηλίτες να επιδοθούν στη ρυπαρή, φαλλική λατρεία του Βάαλ του Φεγώρ, εξαιτίας της οποίας πέθαναν 24.000 γιοι του Ισραήλ.—Αρ 25:1-9· 1Κο 10:8 (πιθανότατα 1.000 επικεφαλής του λαού θανατώθηκαν και κρεμάστηκαν σε ξύλο [Αρ 25:4] και οι υπόλοιποι αφανίστηκαν είτε από σπαθί είτε από τη μάστιγα).
Απαγορεύεται για τους Χριστιανούς. Ο Ιησούς Χριστός αποκατέστησε το αρχικό πρότυπο της μονογαμίας που είχε θέσει ο Θεός (Ματ 5:32· 19:9) και έδειξε τον πονηρό χαρακτήρα της πορνείας συγκατατάσσοντάς την με το φόνο, την κλοπή, τους πονηρούς διαλογισμούς, την ψευδομαρτυρία και τη βλασφημία. Τόνισε ότι αυτά βγαίνουν μέσα από τον άνθρωπο, από την καρδιά του, και τον μολύνουν. (Ματ 15:19, 20· Μαρ 7:21-23) Μεταγενέστερα, το κυβερνών σώμα της Χριστιανικής εκκλησίας, το οποίο αποτελούνταν από τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους της Ιερουσαλήμ, έγραψε στους Χριστιανούς γύρω στο 49 Κ.Χ., προειδοποιώντας τους για την πορνεία και συγκαταριθμώντας την με την ειδωλολατρία και τη βρώση αίματος.—Πρ 15:20, 29· 21:25.
Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι η πορνεία συγκαταλέγεται στα έργα της σάρκας, τα οποία είναι το αντίθετο του καρπού του πνεύματος του Θεού, και προειδοποιεί ότι αν κάποιος επιδίδεται σε σαρκικά έργα δεν θα κληρονομήσει τη Βασιλεία. (Γα 5:19-21) Συμβουλεύει τον Χριστιανό να νεκρώσει το σώμα του «όσον αφορά την πορνεία». (Κολ 3:5) Μάλιστα, προειδοποιεί ότι η πορνεία δεν πρέπει να είναι ούτε καν θέμα συζήτησης μεταξύ των Χριστιανών, οι οποίοι πρέπει να είναι άγιοι. Παρόμοια, οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε να αναφέρουν τα ονόματα των ειδωλολατρικών θεών—όχι με την έννοια ότι δεν θα προειδοποιούσαν τα παιδιά τους σχετικά με αυτούς, αλλά με την έννοια ότι δεν θα τους ανέφεραν με εκτίμηση.—Εφ 5:3· Εξ 23:13.
Η πορνεία αποτελεί αδίκημα για το οποίο μπορεί να αποβληθεί (να αποκοπεί) κάποιος από τη Χριστιανική εκκλησία. (1Κο 5:9-13· Εβρ 12:15, 16) Ο απόστολος εξηγεί ότι ο Χριστιανός που διαπράττει πορνεία αμαρτάνει ενάντια στο ίδιο του το σώμα, χρησιμοποιώντας τα αναπαραγωγικά του μέλη για διεστραμμένο σκοπό. Ένα τέτοιο άτομο επηρεάζεται δυσμενώς από πνευματική άποψη σε μεγάλο βαθμό, μολύνει την εκκλησία του Θεού και εκθέτει τον εαυτό του στον κίνδυνο θανατηφόρων σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών. (1Κο 6:18, 19) Καταπατεί τα δικαιώματα των Χριστιανών αδελφών του (1Θε 4:3-7) (1) επιφέροντας ακαθαρσία και προσάπτοντας επαίσχυντη ανοησία και όνειδος στην εκκλησία (Εβρ 12:15, 16), (2) στερώντας από το άτομο με το οποίο διαπράττει πορνεία την καθαρή ηθική του υπόσταση και, αν αυτό το άτομο είναι άγαμο, τη δυνατότητα να είναι καθαρό όταν συνάψει γάμο, (3) στερώντας από τη δική του οικογένεια ένα καθαρό ηθικό υπόμνημα και (4) αδικώντας τους γονείς, το σύζυγο ή το μνηστήρα του ατόμου με το οποίο διαπράττει πορνεία. Δείχνει αδιαφορία όχι προς κάποιον άνθρωπο, του οποίου οι νόμοι μπορεί να κάνουν ανεκτή ή όχι την πορνεία, αλλά προς τον Θεό, ο οποίος θα επιβάλει τιμωρία για την αμαρτία του.—1Θε 4:8.
Συμβολική Χρήση. Ο Ιεχωβά Θεός χαρακτήρισε το έθνος του Ισραήλ, με το οποίο είχε συνάψει σχέση διαθήκης, ως τη “σύζυγό” του. (Ησ 54:5, 6) Όταν το έθνος έγινε άπιστο απέναντί του—αγνοώντας τον, στρεφόμενο για βοήθεια σε άλλα έθνη όπως η Αίγυπτος και η Ασσυρία και συνάπτοντας συμμαχίες μαζί τους—ο Ισραήλ ήταν σαν άπιστη σύζυγος, μοιχαλίδα, πόρνη, η οποία επιδιδόταν σε αχαλίνωτη πορνεία. (Ιεζ 16:15, 25-29) Παρόμοια, αν οι Χριστιανοί που έχουν σχέση αφιέρωσης με τον Θεό, ή που ισχυρίζονται ότι έχουν τέτοια σχέση, είναι άπιστοι συμμετέχοντας στην ψεύτικη λατρεία ή όντας φίλοι του κόσμου, τότε χαρακτηρίζονται μοιχαλίδες.—Ιακ 4:4.
Σχετικά με τη συμβολική έννοια της λέξης πορνεία σε μερικά εδάφια, ο Φ. Θορέλ (Ελληνικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [Lexicon Graecum Novi Testamenti], Παρίσι, 1961, στ. 1106) λέει: «Αποστασία από την αληθινή πίστη, είτε ολοκληρωτική είτε μερική, αποσκίρτηση από τον έναν αληθινό Θεό, τον Γιαχβέ, σε ξένους θεούς [4Βα 9:22· Ιερ 3:2, 9· Ωσ 6:10 κτλ.· διότι ο δεσμός του Θεού με το λαό του θεωρούνταν ένα είδος πνευματικού γάμου]: Απ 14:8· 17:2, 4· 18:3· 19:2».—Οι αγκύλες δικές του· το βιβλίο 4Βα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα αντιστοιχεί στο 2Βα του Μασοριτικού κειμένου.
Η Βαβυλώνα η Μεγάλη, που περιγράφεται στο Γραφικό βιβλίο της Αποκάλυψης ως πόρνη, συμβολίζει κάτι το θρησκευτικό. Οι διάφορες αιρέσεις της, «Χριστιανικές» και παγανιστικές, ισχυρίζονται ότι είναι οργανώσεις αληθινής λατρείας. Αλλά η ίδια έχει συμπράξει με τους άρχοντες αυτού του κόσμου χάριν δύναμης και υλικών απολαβών, και μαζί της «πόρνευσαν οι βασιλιάδες της γης». Η ακάθαρτη, ρυπαρή, πορνική πορεία της είναι απεχθής ενώπιον του Θεού και έχει προξενήσει μεγάλη αιματοχυσία και δυστυχία στη γη. (Απ 17:1-6· 18:3) Εξαιτίας της πορείας της θα υποστεί την κρίση που επιφυλάσσει ο Θεός για όσους πορνεύουν, δηλαδή καταστροφή.—Απ 17:16· 18:8, 9.
-
-
ΠόρνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΝΗ
Η λέξη αυτή προσδιορίζει ως επί το πλείστον τη γυναίκα που επιδίδεται σε σεξουαλικές σχέσεις εκτός του γαμήλιου δεσμού, ιδιαίτερα αν το κάνει αυτό κατά συνήθεια έναντι κάποιου είδους αμοιβής. Μάλιστα η λέξη πόρνη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από το ρήμα πέρνημι, που σημαίνει «πουλώ». (Απ 17:1) Η λέξη ζωνάχ (πόρνη) του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου προέρχεται από τη ρίζα ζανάχ, που σημαίνει «κάνω την πόρνη· έχω ανήθικες σχέσεις· διαπράττω πορνεία· πορνεύω».
Εξαρχής ο Θεός καταδίκασε την πορνεία. Ο ίδιος έθεσε στην Εδέμ το τέλειο γαμήλιο πρότυπο, στο γάμο του Αδάμ και της Εύας, λέγοντας: «Ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη σύζυγό του και θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24) Μολονότι ο Θεός καταδίκασε την πορνεία, επέτρεψε να υφίσταται ο θεσμός της παλλακείας και η πολυγαμία, ακόμη και ανάμεσα στους υπηρέτες του, ώσπου έφτασε ο ορισμένος του καιρός να επαναφέρει το τέλειο γαμήλιο πρότυπο μέσω του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς παρέθεσε τα παραπάνω λόγια του Πατέρα του, ο δε απόστολος Παύλος επισήμανε ότι αυτός ο κανόνας ήταν δεσμευτικός για τη Χριστιανική εκκλησία. Έδειξε ότι ο Χριστιανός που παραβιάζει αυτόν τον κανόνα προσκολλάται σε πόρνη και γίνεται «ένα σώμα» μαζί της.—Ματ 19:4-9· 1Κο 6:16.
Η άποψη που είχαν για την πορνεία οι αρχαίοι υπηρέτες του Θεού καταδεικνύεται στην περίπτωση του Ιούδα, του δισέγγονου του Αβραάμ. Όταν αυτός ο πατριάρχης κατοικούσε ως πάροικος στη Χαναάν, όπου η πορνεία γινόταν ανεκτή, είχε σχέσεις με τη Θάμαρ, τη χήρα του Ηρ, του γιου του, η οποία είχε μεταμφιεστεί σε πόρνη. Όταν αποκαλύφτηκε ότι η Θάμαρ είχε μείνει έγκυος από αυτή την πράξη, ειπώθηκε στον Ιούδα: «Η Θάμαρ η νύφη σου έκανε την πόρνη, και ορίστε! είναι και έγκυος από την πορνεία της». Τότε ο Ιούδας διέταξε να την κάψουν (δηλαδή πρώτα να τη θανατώσουν και έπειτα να την κάψουν ως απεχθές άτομο) επειδή θεωρούνταν μνηστευμένη με το γιο του τον Σηλά. Μόλις όμως εξακρίβωσε πλήρως πώς είχαν τα πράγματα, δεν δικαιολογήθηκε για την πράξη του με την υποτιθέμενη πόρνη, αλλά είπε σχετικά με τη Θάμαρ: «Εκείνη είναι πιο δίκαιη από εμένα, επειδή δεν την έδωσα στον Σηλά το γιο μου». Δικαιολόγησε τη Θάμαρ για τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε προκειμένου να αποκτήσει απόγονο από εκείνον, εφόσον δεν την είχε δώσει στο γιο του τον Σηλά ώστε να συνάψει αυτός ανδραδελφικό γάμο μαζί της.—Γε 38:6-26.
Υπό το Νόμο. Ο νόμος που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ πρόσταζε: «Μη βεβηλώσεις την κόρη σου κάνοντάς την πόρνη, για να μην πορνεύσει ο τόπος και γεμίσει ο τόπος έκλυτα ήθη». (Λευ 19:29) Η μοιχεία απαγορευόταν από την έβδομη εντολή (Εξ 20:14· Δευ 5:18), η δε ποινή ήταν θάνατος και για τα δύο μέρη. (Λευ 20:10) Η κοπέλα που βρισκόταν ένοχη για το ότι είχε παντρευτεί προσποιούμενη ότι ήταν παρθένα έπρεπε να θανατωθεί. (Δευ 22:13-21) Η αρραβωνιασμένη κοπέλα που πόρνευε με άλλον άντρα θεωρούνταν το ίδιο όπως η μοιχαλίδα σύζυγος και θανατωνόταν. (Δευ 22:23, 24) Η άγαμη κοπέλα που πόρνευε έπρεπε να παντρευτεί τον άντρα που την είχε αποπλανήσει εκτός αν ο πατέρας αρνούνταν να επιτρέψει το γάμο.—Εξ 22:16, 17· Δευ 22:28, 29.
Για αυτούς και για άλλους λόγους, οι πόρνες στον Ισραήλ ήταν, αναμφίβολα με λίγες εξαιρέσεις, αλλοεθνείς γυναίκες. Οι Παροιμίες προειδοποιούν επανειλημμένα για την «ξένη γυναίκα» και την «αλλοεθνή» η οποία θα μπορούσε να δελεάσει έναν άντρα για να διαπράξει ανηθικότητα.—Παρ 2:16· 5:20· 7:5· 22:14· 23:27.
Ο Νόμος απαγόρευε σε έναν ιερέα να παντρευτεί πόρνη, και αν η κόρη ενός ιερέα πόρνευε, έπρεπε να θανατωθεί και κατόπιν να καεί στη φωτιά. (Λευ 21:7, 9, 14) Το «μίσθωμα πόρνης» δεν έπρεπε να γίνεται δεκτό ως συνεισφορά στο αγιαστήριο του Ιεχωβά, διότι οι πόρνες ήταν απεχθείς ενώπιον του Ιεχωβά.—Δευ 23:18.
Κάποια υπόθεση που αφορούσε δύο πόρνες, την οποία ο Σολομών χειρίστηκε με σοφία και κατανόηση, ήταν αυτή που ενίσχυσε πολύ την πίστη του λαού σε εκείνον ως τον επάξιο διάδοχο του Δαβίδ στο θρόνο του Ισραήλ. Πιθανότατα επρόκειτο για υπόθεση την οποία δεν μπόρεσαν να εκδικάσουν οι κριτές του κατώτερου δικαστηρίου, γι’ αυτό και την παρέπεμψαν στο βασιλιά. (Δευ 1:17· 17:8-11· 1Σα 8:20) Αυτές οι γυναίκες μπορεί να μην ήταν πόρνες με την έννοια ότι εκδίδονταν, αλλά να ήταν γυναίκες που είχαν πορνεύσει—είτε Ιουδαίες είτε, κατά πάσα πιθανότητα, αλλοεθνείς στην καταγωγή.—1Βα 3:16-28.
Ιεροδουλία. Η ιεροδουλία αποτελούσε εξέχον χαρακτηριστικό της ψεύτικης θρησκείας. Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Α΄, 199) αναφέρει ότι «το αισχρότερο έθιμο των Βαβυλωνίων είναι το εξής: Κάθε ντόπια γυναίκα οφείλει μία φορά στη ζωή της να καθήσει στο ναό της Αφροδίτης και να συνευρεθεί με κάποιον ξένο». Η ιεροδουλία συνδεόταν επίσης με τη λατρεία του Βάαλ, της Αστορέθ, καθώς και άλλων θεοτήτων που λατρεύονταν στη Χαναάν και αλλού.
Στοιχείο εκφυλισμένης λατρείας αποτελούσαν επίσης οι άντρες που εκδίδονταν στους ναούς ως ιερόδουλοι.—1Βα 14:23, 24· 15:12· 22:46.
“Ο Δρόμος Προς το Θάνατο”. Ο Βασιλιάς Σολομών, στο έβδομο κεφάλαιο των Παροιμιών, περιγράφει μια σκηνή που παρακολούθησε, καταδεικνύοντας τις μεθοδεύσεις της πόρνης και τις συνέπειες που υφίστανται όσοι παγιδεύονται από αυτήν. Μιλάει για κάποιον νεαρό που προχωρεί στο δρόμο κοντά στο σπίτι μιας πόρνης, ενώ πλησιάζει η νύχτα. Ο Σολομών λέει ότι ο νεαρός “στερείται καρδιάς”, δηλαδή δεν διαθέτει διάκριση ή φρόνηση. (Βλέπε ΚΑΡΔΙΑ.) Η γυναίκα, με άσεμνη αμφίεση πόρνης, παραμονεύει και τον πλησιάζει. Έχει μελιστάλακτα χείλη και μιλάει ωραία, αλλά στην πραγματικότητα η ιδιοσυγκρασία της είναι θορυβώδης και πεισματική. Έχει πανούργα καρδιά. Αυτή η πόρνη προσποιείται τη δίκαιη λέγοντας ότι την ίδια εκείνη ημέρα είχε κάνει θυσίες συμμετοχής (αφήνοντας να εννοηθεί πως θα υπήρχε τροφή προς κατανάλωση, εφόσον το άτομο που έκανε μια τέτοια προσφορά έπαιρνε κατά κανόνα τμήμα της θυσίας συμμετοχής για τον εαυτό του και την οικογένειά του).—Παρ 7:6-21.
Τώρα που ο νεαρός έχει δελεαστεί μέχρι αυτού του σημείου, όπως εξηγεί ο Σολομών, δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να αμαρτήσει μαζί της, απορρίπτοντας κάθε φρόνηση, προχωρώντας “σαν βόδι για σφάξιμο”, σαν κάποιον που είναι δεμένος με ποδόδεσμα και δεν μπορεί να αποφύγει την επικείμενη διαπαιδαγώγηση. «Ώσπου», λέει ο Σολομών, «ένα βέλος ανοίγει στα δύο το συκώτι του», δηλαδή δέχεται το μοιραίο πλήγμα, τόσο από πνευματική όσο και από σωματική άποψη, διότι όχι μόνο έχει εκθέσει το σώμα του σε θανατηφόρες, σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες (σε προχωρημένες περιπτώσεις σύφιλης, τα βακτήρια κατακλύζουν το συκώτι), αλλά και «δεν έχει καταλάβει ότι περιλαμβάνεται η ίδια του η ψυχή». Ολόκληρη η ύπαρξή του και η ζωή του επηρεάζονται καταλυτικά, και ο ίδιος έχει αμαρτήσει σοβαρά εναντίον του Θεού. Ο Σολομών ολοκληρώνει την αφήγησή του λέγοντας: «Το σπίτι της είναι δρόμοι που φέρνουν στον Σιεόλ, που κατεβαίνουν στα εσωτερικά δωμάτια του θανάτου».—Παρ 7:22, 23, 27· παράβαλε Παρ 2:16-19· 5:3-14.
«Καταστρέφει πολύτιμα πράγματα». Η παροιμία λέει: «Ο άνθρωπος που αγαπάει τη σοφία κάνει τον πατέρα του να χαίρεται, αλλά όποιος κάνει συντροφιά με πόρνες καταστρέφει πολύτιμα πράγματα». (Παρ 29:3) Κατ’ αρχάς, καταστρέφει τη σχέση του με τον Θεό—το πολυτιμότερο απόκτημα. Εκτός αυτού, επιφέρει όνειδος στην οικογένειά του και καταστρέφει τις οικογενειακές σχέσεις. Όπως προειδοποιεί μια άλλη παροιμία, ένας τέτοιος άνθρωπος “δίνει σε άλλους την αξιοπρέπειά του και τα χρόνια του σε κάτι αμείλικτο· ξένοι χορταίνουν με τη δύναμή του, και τα πράγματα που απέκτησε με πόνο καταλήγουν στο σπίτι του αλλοεθνή”.—Παρ 5:9, 10.
Γι’ αυτό, ο σοφός άντρας συμβουλεύει: «Μην επιθυμήσεις την ομορφιά της [αλλοεθνούς γυναίκας] μέσα στην καρδιά σου . . . , επειδή εξαιτίας γυναίκας πόρνης ξεπέφτει κανείς σε ένα καρβέλι ψωμί· εκείνη δε που είναι γυναίκα άλλου άντρα κυνηγάει κάποια πολύτιμη ψυχή». (Παρ 6:24-26) Αυτό ενδέχεται να σημαίνει ότι στον Ισραήλ, όποιος άντρας συναναστρεφόταν με πόρνη, κατασπαταλούσε την περιουσία του και περιερχόταν σε ένδεια (παράβαλε 1Σα 2:36· Λου 15:30), αλλά ο άντρας που μοίχευε με τη σύζυγο ενός άλλου έχανε την ψυχή του (υπό το Νόμο η ποινή για τη μοιχεία ήταν θάνατος). Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ολόκληρο αυτό το απόσπασμα μπορεί να αναφέρεται στη μοιχαλίδα σύζυγο ως πόρνη.
Τα τελευταία εδάφια του κεφαλαίου (Παρ 6:29-35) λένε: «[Όσο για εκείνον] που έχει σχέσεις με τη γυναίκα του συνανθρώπου του: όποιος την αγγίζει δεν θα μείνει ατιμώρητος. Τον κλέφτη δεν τον καταφρονούν, αν κλέβει για να χορτάσει την ψυχή του όταν πεινάει. Αν όμως πιαστεί, θα επανορθώσει δίνοντας εφταπλάσια· όλα τα πολύτιμα πράγματα του σπιτιού του θα δώσει. Όποιος μοιχεύει με γυναίκα στερείται καρδιάς· όποιος κάνει κάτι τέτοιο φέρνει καταστροφή στην ίδια του την ψυχή. Πληγή και ατίμωση θα βρει, και το όνειδός του δεν θα εξαλειφθεί. Διότι η οργή του ακμαίου άντρα είναι ζήλια, και δεν θα δείξει συμπόνια την ημέρα της εκδίκησης. Δεν θα λάβει υπόψη του κανένα λύτρο ούτε θα δείξει συγκατάβαση, όσο μεγάλο και αν κάνεις το δώρο».
Το νόημα των εδαφίων Παροιμίες 6:30-35 ίσως είναι ότι οι άνθρωποι δεν περιφρονούν τόσο πολύ τον κλέφτη που κλέβει για να ικανοποιήσει την πείνα του. Μέχρις ενός βαθμού κατανοούν την πράξη του. Αν τον πιάσουν, όμως, τον υποχρεώνουν να αποδώσει τα κλοπιμαία με “τόκο” (αυτό ίσχυε ιδιαίτερα υπό το Νόμο [Εξ 22:1, 3, 4]· η λέξη «εφταπλάσια» μπορεί να χρησιμοποιείται στην παροιμία για να υποδηλώσει ότι υποχρεώνεται να πληρώσει στο έπακρο το τίμημα που του επιβλήθηκε). Ο μοιχός, όμως, δεν μπορεί να κάνει τίποτα προκειμένου να επανορθώσει για την αμαρτία του. Το όνειδός του, που είναι μεγάλο, παραμένει, και με κανέναν τρόπο δεν μπορεί αυτός να λυτρώσει ή να εξαγοράσει τον εαυτό του ώστε να μην υποστεί την τιμωρία που του αξίζει.
Αν ένας Χριστιανός που είναι μέλος του πνευματικού σώματος του Χριστού έχει σχέσεις με πόρνη ή διαπράττει πορνεία, τότε παίρνει ένα μέλος του Χριστού και το κάνει μέλος πόρνης, εφόσον προσκολλάται σε αυτήν και γίνεται ένα σώμα μαζί της. Με αυτόν τον τρόπο αμαρτάνει ενάντια στο ίδιο του το σώμα, δεδομένου ότι αυτό είναι “μέλος του Χριστού”.—1Κο 6:15-18.
Για να Σωθούν Πρέπει να Εγκαταλείψουν Αυτή την Πορεία. Υπάρχει ελπίδα για άτομα που πορνεύουν αν εγκαταλείψουν αυτή την απεχθή πορεία και ασκήσουν πίστη στη λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού, διότι τα άτομα που συνεχίζουν να πράττουν τέτοια ανηθικότητα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη Βασιλεία. (Γα 5:19-21· Εφ 5:5) Γράφοντας στους Χριστιανούς της Κορίνθου, ο απόστολος Παύλος τούς υπενθύμισε ότι μερικοί από αυτούς ήταν πόρνοι και μοιχοί αλλά είχαν εγκαταλείψει αυτή την πορεία και είχαν καθαριστεί και ανακηρυχτεί δίκαιοι στο όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού. (1Κο 6:9-11) Πολλές πόρνες στον Ισραήλ αποδείχτηκε ότι είχαν καλύτερη καρδιά από τους θρησκευτικούς ηγέτες. Αυτές οι γυναίκες, τις οποίες περιφρονούσαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, δέχτηκαν ταπεινά το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαφτιστή, ο δε Ιησούς τις χρησιμοποίησε ως παράδειγμα απευθυνόμενος στους θρησκευτικούς ηγέτες και λέγοντας: «Αληθινά σας λέω ότι οι εισπράκτορες φόρων και οι πόρνες πηγαίνουν μπροστά από εσάς στη βασιλεία του Θεού».—Ματ 21:31, 32.
Ραάβ. Η Ραάβ, από την ειδωλολατρική πόλη Ιεριχώ, αποτελεί παράδειγμα πόρνης που εκδήλωσε πίστη στον Θεό και υπολογίστηκε δίκαιη. (Ιακ 2:25) Οι άντρες που είχε στείλει ο Ιησούς του Ναυή να κατασκοπεύσουν την Ιεριχώ κατέλυσαν στο σπίτι της Ραάβ. (Ιη 2:1) Δεν θα ήταν λογικό να συμπεράνει κανείς ότι το έκαναν αυτό για ανήθικους σκοπούς. Όσον αφορά το κίνητρο αυτών των αντρών, οι καθηγητές Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς, στο Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), δηλώνουν: «Μπαίνοντας στο σπίτι μιας τέτοιας γυναίκας δεν κινούσαν τόσο πολλές υποψίες. Επιπλέον, η θέση στην οποία βρισκόταν το σπίτι της—συνεχόμενο με το τείχος της πόλης ή πάνω σε αυτό—διευκόλυνε τη διαφυγή. Ο Κύριος, όμως, κατηύθυνε τα βήματα των κατασκόπων έτσι ώστε να βρουν σε αυτή την αμαρτωλή το πλέον ενδεδειγμένο άτομο για το σκοπό τους, ένα άτομο στην καρδιά του οποίου είχαν κάνει τόση εντύπωση οι ειδήσεις για τα θαύματα που είχε επιτελέσει ο ζωντανός Θεός υπέρ του Ισραήλ, ώστε όχι μόνο πληροφόρησε τους κατασκόπους για την απελπισία των Χαναναίων αλλά, θέτοντας την εμπιστοσύνη της με πίστη στη δύναμη του Θεού του Ισραήλ, απέκρυψε την παρουσία τους παρά τις όποιες ερωτήσεις των συμπατριωτών της, αν και η ίδια διέτρεχε μέγιστο κίνδυνο». (1973, Τόμ. 2, Ιησούς του Ναυή, σ. 34) Εφόσον ο Θεός είχε δηλώσει ότι ο Ισραήλ έπρεπε να εκδιώξει τους Χαναναίους λόγω των ανήθικων συνηθειών τους, και εφόσον επίσης ο Θεός ευλόγησε την κατάκτηση της Ιεριχώς και την ίδια τη Ραάβ, θα ήταν εντελώς παράλογο να συμπεράνει κανείς ότι οι κατάσκοποι διέπραξαν ανηθικότητα με τη Ραάβ ή ότι εκείνη παρέμεινε έκτοτε πόρνη. Χάρη στην πίστη της και στα έργα που έκανε σε αρμονία με αυτήν, η ζωή της διαφυλάχτηκε. Αργότερα σύναψε έντιμο γάμο με τον Σαλμών, από τη φυλή του Ιούδα, και έγινε πρόγονος του Ιησού Χριστού.—Λευ 18:24-30· Ιη κεφ. 2· 6:22-25· Ματ 1:1, 5.
Όσον αφορά το ότι ο Ιεφθάε ήταν γιος γυναίκας πόρνης (Κρ 11:1) και το ότι ο Σαμψών κατέλυσε στο σπίτι κάποιας πόρνης στη Γάζα (Κρ 16:1), βλέπε ΙΕΦΘΑΕ· ΣΑΜΨΩΝ.
Μεταφορική Χρήση. Το άτομο, το έθνος ή η εκκλησία ατόμων που, αν και αφιερωμένοι στον Θεό, συνάπτουν συμμαχίες με τον κόσμο ή στρέφονται στη λατρεία ψεύτικων θεών αποκαλούνται «πόρνες» στην Αγία Γραφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε το έθνος του Ισραήλ. Ο Ισραήλ παρασύρθηκε σε «ανήθικες σχέσεις» με θεούς αλλοεθνών, και όπως μια άπιστη σύζυγος αναζητούσε άλλους άντρες, έτσι και αυτός απέβλεπε σε ξένα έθνη για ασφάλεια και σωτηρία από τους εχθρούς του αντί να αποβλέπει στον “συζυγικό ιδιοκτήτη” του, τον Ιεχωβά Θεό. (Ησ 54:5, 6) Επιπλέον, η Ιερουσαλήμ εξαχρειώθηκε τόσο πολύ όσον αφορά την απιστία της ώστε προχώρησε πέρα από την πάγια τακτική των πορνών, όπως είπε υπό θεϊκή έμπνευση ο προφήτης Ιεζεκιήλ: «Σε όλες τις πόρνες συνηθίζουν να δίνουν δώρο, αλλά εσύ—εσύ έδωσες τα δώρα σου σε όλους τους φλογερούς εραστές σου, και τους δωροδοκείς για να έρχονται προς εσένα από παντού στις πορνικές σου πράξεις». (Ιεζ 16:33, 34) Τόσο το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ όσο και το δίφυλο βασίλειο του Ιούδα κατακρίθηκαν ως πόρνες με αυτόν το συμβολικό τρόπο.—Ιεζ 23:1-49.
Το πιο διαβόητο παράδειγμα πνευματικής πορνείας παρουσιάζεται συμβολικά στην Αποκάλυψη και αφορά μια πόρνη που ιππεύει ένα κατακόκκινο θηρίο και έχει στο μέτωπό της το όνομα «Βαβυλώνα η Μεγάλη, η μητέρα των πορνών και των αηδιαστικών πραγμάτων της γης». Μαζί της «πόρνευσαν οι βασιλιάδες της γης».—Απ 17:1-5· βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ.
-
-
ΠόρπηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΠΗ
Διακοσμητική μεταλλική αγκράφα με καρφίδα ή γλωσσίδιο μέσω των οποίων μπορεί να στερεωθεί στα ρούχα. Κατά την αρχαιότητα, πόρπες φορούσαν και οι άντρες και οι γυναίκες, Έλληνες και Ρωμαίοι. Η ρωμαϊκή πόρπη (fibula) αποτελούνταν σε κάποιες περιπτώσεις από ένα καμπυλωτό μεταλλικό εξάρτημα, στο ένα άκρο του οποίου υπήρχε άγκιστρο και στο άλλο καρφίδα, όπως είναι οι παραμάνες. Οι πόρπες, που δεν είχαν μόνο διακοσμητικό αλλά και χρηστικό ρόλο, χρησιμοποιούνταν για να ενώνουν τις δύο άκρες του πέπλου ή του μανδύα. Οι πόρπες της αρχαιότητας ήταν φτιαγμένες από μπρούντζο, σίδερο, χρυσάφι ή ασήμι. Η χρήση τους στην αρχαία Παλαιστίνη πιστοποιείται από αρχαιολογικά ευρήματα, όπως είναι οι τοξωτές πόρπες που έχουν ανακαλυφτεί στο Τελλ εν-Νάσμπε.
Όταν δόθηκε στους Ισραηλίτες το προνόμιο να συνεισφέρουν για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας, άντρες και γυναίκες έφεραν διάφορα στολίδια, μεταξύ των οποίων και «πόρπες» ή «αγκράφες». (Εξ 35:21, 22, υποσ.) Αυτές οι πόρπες ήταν προφανώς στολίδια εν είδει άγκιστρου, δεδομένου ότι η εβραϊκή λέξη (χαχ) που χρησιμοποιείται για αυτές αποδίδεται αλλού «άγκιστρο». (2Βα 19:28) Ωστόσο, οι Γραφές δεν περιγράφουν πώς ήταν αυτές οι πόρπες.—Βλέπε ΣΤΟΛΙΔΙΑ.
-
-
ΠόρταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΤΑ
Η «είσοδος» (εβρ., πέθαχ· Γε 19:11) δωματίου, σπιτιού ή άλλου κτίσματος η οποία αποτελείται από: (1) το «ανώφλι της πόρτας» (εβρ., μασκώφ· Εξ 12:7), ή αλλιώς υπέρθυρο, δηλαδή μια οριζόντια ξύλινη ή πέτρινη δοκό που ενώνει το πάνω μέρος του θυρώματος και σηκώνει το βάρος της τοιχοποιίας πάνω από την πόρτα, (2) τους δύο κατακόρυφους «παραστάτες» (εβρ., μεζουζόθ· Εξ 12:7, υποσ.), εκατέρωθεν της πόρτας, πάνω στους οποίους εδράζεται το υπέρθυρο, (3) αυτή καθαυτή την πόρτα (εβρ. κείμενο, ντέλεθ· ελλ. κείμενο, θύρα) και (4) το «κατώφλι» (εβρ., σαφ [Κρ 19:27]) που βρίσκεται κάτω από την πόρτα.
Οι Ισραηλίτες τίναξαν υπάκουα πάνω στο ανώφλι και στους παραστάτες των εισόδων των σπιτιών τους στην Αίγυπτο το αίμα της πασχαλινής θυσίας, ως σημείο για να προσπεράσει ο άγγελος του Θεού τα σπίτια αυτά και να μην αφανίσει το πρωτότοκό τους. (Εξ 12:7, 22, 23) Σύμφωνα με το Νόμο, αν κάποιος δούλος (ή δούλη) επιθυμούσε να παραμείνει μόνιμα στην υπηρεσία του κυρίου του, τότε ο κύριος έστηνε το δούλο στην πόρτα ή στον παραστάτη και του τρυπούσε το αφτί με ένα σουβλί. (Εξ 21:5, 6· Δευ 15:16, 17) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται παραστάτης (μεζουζάχ) κατέληξε να προσδιορίζει μια μικρή θήκη, το λεγόμενο μεζουζάχ. Η θήκη αυτή, την οποία οι Ορθόδοξοι Ιουδαίοι καρφώνουν στον παραστάτη της πόρτας τους, περιέχει μια περγαμηνή με τα λόγια των εδαφίων Δευτερονόμιο 6:4-9· 11:13-21.—Βλέπε ΜΕΖΟΥΖΑΧ.
Συνήθως, η πόρτα ήταν ξύλινη. Πολλές πόρτες στρέφονταν σε στρόφιγγες που ήταν στερεωμένες σε υποδοχές στο ανώφλι και στο κατώφλι. (Παρ 26:14) Αυτές οι στρόφιγγες ήταν συχνά ξύλινες, αλλά οι Αιγύπτιοι, σε κάποιες περιπτώσεις, τοποθετούσαν στο πάνω και στο κάτω άκρο της πόρτας μεταλλικούς μεντεσέδες με προεξοχές που στερεώνονταν σε υποδοχές, οπότε οι συγκεκριμένες πόρτες γύριζαν ανάλογα. Οι υποδοχές για τις πόρτες του ναού που ανήγειρε ο Σολομών ήταν από χρυσάφι.—1Βα 7:48, 50.
Οι πόρτες των συνηθισμένων σπιτιών ήταν μικρές και όχι περίτεχνες. Η είσοδος του ναού του Σολομώντα, όμως, αποτελούνταν από δύο δίφυλλες πόρτες φτιαγμένες από ξύλο αρκεύθου, ενώ οι δύο πόρτες που οδηγούσαν στα Άγια των Αγίων ήταν από ξύλο ελαιώδους δέντρου. Όλες διέθεταν λαξευτές παραστάσεις με χερουβείμ, φοίνικες και άνθη και ήταν επικαλυμμένες με χρυσάφι. (1Βα 6:31-35) Μεγάλες πόρτες που είχαν πτυσσόμενα μέρη ή φύλλα χρησιμοποιούνταν και αλλού. Για παράδειγμα, ο Ιεχωβά φρόντισε να ανοιχτούν για τον Βασιλιά Κύρο οι χάλκινες «δίφυλλες πόρτες» της Βαβυλώνας.—Ησ 45:1, 2.
Για το κατώφλι χρησιμοποιούσαν συνήθως ξύλο ή πέτρα. Εντούτοις, τα κατώφλια στον «οίκο του Ιεχωβά» που ανήγειρε ο Σολομών ήταν επικαλυμμένα με χρυσάφι.—2Χρ 3:1, 7.
Οι πόρτες των σπιτιών ή οι πύλες ασφαλίζονταν ενίοτε με αμπάρες ή οριζόντιες δοκούς από ξύλο ή σίδερο (Ησ 45:2· Δευ 3:5· 2Χρ 8:5· 14:7), οι οποίες ήταν συνήθως τοποθετημένες με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορούν να μπαίνουν μέσα σε υποδοχές στους παραστάτες της πύλης ή της πόρτας. Μερικές φορές, οι πύλες των πόλεων είχαν και αμπάρες και σύρτες. (Νε 3:3) Ο σύρτης μπορεί να ήταν ράβδος ή κοντάρι που έμπαινε σε υποδοχή στο κατώφλι από την εσωτερική πλευρά της πύλης. Κάποιες πύλες στις πόλεις είχαν κλειδαριές (Δευ 33:25), όπως είχαν και οι πόρτες των σπιτιών.—2Σα 13:17, 18· Λου 11:7· βλέπε ΚΛΕΙΔΑΡΙΑ· ΠΥΛΗ.
Τα μεταλλικά ρόπτρα ήταν γνωστά σε κάποιον βαθμό, αλλά η Αγία Γραφή δεν αναφέρει συγκεκριμένα αν τα χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι. Για να ειδοποιήσει κάποιος τους ενοίκους, έπρεπε να χτυπήσει την πόρτα του σπιτιού ή της εισόδου.—Ασμ 5:2· Πρ 12:13.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιησούς Χριστός μάς παρότρυνε να δείχνουμε επιμονή, λέγοντας: «Εξακολουθήστε να χτυπάτε και θα σας ανοιχτεί». (Ματ 7:7) Στο εδάφιο Αποκάλυψη 3:20, ο Χριστός δηλώνει ότι “στέκεται στην πόρτα και χτυπάει”, και διαβεβαιώνει ότι όποιος του ανοίξει την πόρτα και τον δεχτεί θα απολαύσει πνευματική συναναστροφή και οφέλη.
Σε περίπτωση που η Σουλαμίτισσα ήταν ασταθής ως προς την αγάπη και την αρετή, σαν πόρτα που στρέφεται στις στρόφιγγές της, οι αδελφοί της ήταν αποφασισμένοι να “τη σφαλίσουν με κέδρινη σανίδα”, αμπαρώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την «πόρτα» και εμποδίζοντάς την να ανοίξει σε οποιοδήποτε κακό άτομο.—Ασμ 8:8, 9.
Ο Λευιάθαν, με το διπλό σαγόνι του, παρουσιάζεται να έχει «πόρτες» στο πρόσωπό του. (Ιωβ 41:1, 13, 14) Ο συναθροιστής παρατήρησε ότι για τον ηλικιωμένο “οι πόρτες στο δρόμο έχουν κλείσει”, θέλοντας πιθανώς να δείξει ότι οι δύο πόρτες του στόματος δεν ανοίγουν πια τόσο πολύ, αν όχι καθόλου, για να εκφράσουν αυτό που βρίσκεται μέσα στο «σπίτι» του σώματος.—Εκ 12:1, 4.
Ο Ιησούς Χριστός είπε ότι πρέπει να κάνει κάποιος σθεναρό αγώνα για να σωθεί και “να μπει από τη στενή πόρτα”. (Λου 13:23, 24· Φλπ 3:13, 14· παράβαλε Ματ 7:13, 14.) Σε κάποια άλλη περίπτωση παρομοίασε τον εαυτό του με την πόρτα μιας συμβολικής μάντρας προβάτων, εφόσον εκείνος είναι το σωστό είδος ποιμένα που οδηγεί το δικό του «μικρό ποίμνιο» σε μια σχέση με τον Ιεχωβά βάσει της νέας διαθήκης η οποία σφραγίστηκε με το ίδιο το αίμα του Ιησού. (Λου 12:32· Ιωα 10:7-11) Το ότι ο Ιησούς παρομοιάζει τον εαυτό του με μια τέτοια πόρτα εναρμονίζεται με το γεγονός ότι μέσω αυτού, χάρη στη λυτρωτική θυσία του, τα προβατοειδή άτομα μπορούν να πλησιάσουν τον Θεό, να σωθούν και να αποκτήσουν ζωή.—Ιωα 14:6.
Ο Ιεχωβά ήταν εκείνος ο οποίος άνοιξε στα έθνη «την πόρτα για την πίστη». (Πρ 14:27) Ο Παύλος παρέμεινε στην Έφεσο για κάποιο διάστημα επειδή εκεί του είχε ανοιχτεί «μεγάλη πόρτα που οδηγεί σε δραστηριότητα» σε σχέση με τη διακήρυξη των καλών νέων.—1Κο 16:8, 9· Πρ 19:1-20· παράβαλε 2Κο 2:12, 13· Κολ 4:3, 4.
Ο Ιωάννης είδε σε όραμα «μια ανοιγμένη πόρτα στον ουρανό» η οποία του επέτρεψε να δει μελλοντικά πράγματα και να εισέλθει, όπως θα λέγαμε, στην παρουσία του Ιεχωβά.—Απ 4:1-3.
-
-
Πορφύρα, ΠορφυρόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΦΥΡΑ, ΠΟΡΦΥΡΟ
Βλέπε ΒΑΦΕΣ, ΒΑΦΙΚΗ· ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΠορφυρίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΡΦΥΡΙΤΗΣ
Είδος πέτρας η οποία έχει συνήθως βαθυκόκκινο, πορφυρό ή, μερικές φορές, πράσινο χρώμα και περιέχει κρυστάλλους αστρίου. Στις ημέρες του Βασιλιά Ασσουήρη, χρησιμοποιήθηκε μαζί με μάρμαρο και μαργαριτάρια για το στρώσιμο του δαπέδου του περσικού ανακτόρου στα Σούσα.—Εσθ 1:6.
-
-
ΠοταμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΑΜΟΣ
Η εβραϊκή λέξη ναχάρ αναφέρεται στον ποταμό, δηλαδή μια αρκετά μεγάλη υδάτινη μάζα που ρέει σχεδόν μονίμως σε μια φυσική κοίτη. Αντίθετα, ένα ουάντι, δηλαδή η κοίτη ενός χειμάρρου (εβρ., νάχαλ), είναι συχνά ξερό, αλλά μερικές φορές κατεβάζει ένα ορμητικό ρεύμα νερού. Μεταξύ των κυριότερων ποταμών που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι ο Χιδδέκελ (Τίγρης), ο Ευφράτης, ο Ιορδάνης, ο Αβανά και ο Φαρφάρ. (Γε 2:14· 2Βα 5:10, 12) Ο Νείλος, μολονότι δεν προσδιορίζεται με αυτό το όνομα, αναφέρεται ως γε’όρ (μερικές φορές ως γε’ώρ), λέξη που θεωρείται ότι υποδηλώνει επίσης ένα ρεύμα ή κανάλι (Ησ 33:21) ή μια υδροφόρα σήραγγα ή στοά. (Ιωβ 28:10) Τα συμφραζόμενα καταδεικνύουν πότε οι λέξεις γε’όρ ή γε’ώρ αναφέρονται στον Νείλο, γι’ αυτό και σε μεταφράσεις της Αγίας Γραφής εμφανίζεται το όνομα Νείλος.—Γε 41:17, 18.
“Ο ποταμός της Αιγύπτου” (Γε 15:18) ίσως ταυτίζεται με «την κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου».—Αρ 34:5· βλέπε ΣΙΧΩΡ.
Συχνά, ο Ευφράτης αποκαλείται απλώς “ο Ποταμός”. (Ιη 24:2, 3· Εσδ 8:36· Ησ 7:20· 27:12· Μιχ 7:12) Όντας ο μεγαλύτερος και σπουδαιότερος ποταμός της νοτιοδυτικής Ασίας, ο Ευφράτης ήταν “ο μεγάλος ποταμός” για τους Εβραίους. (Γε 15:18) Γι’ αυτό, όταν γινόταν λόγος για «τον Ποταμό», ήταν σαφές ποιος ποταμός εννοούνταν.
Με τη βοήθεια του Ιεχωβά, ο Βασιλιάς Δαβίδ κατάφερε να επεκτείνει τα όρια της Υποσχεμένης Γης μέχρι τον Ευφράτη. (1Χρ 18:3-8) Σχετικά με το γιο του τον Σολομώντα, ειπώθηκε: «Θα έχει υπηκόους από θάλασσα σε θάλασσα και από τον Ποταμό [Ευφράτη] ως τα πέρατα της γης». (Ψλ 72:8) Αυτά τα λόγια επαναλαμβάνονται στην προφητεία του Ζαχαρία και υποδεικνύουν την παγγήινη διακυβέρνηση του Μεσσία.—Ζαχ 9:9, 10· παράβαλε Δα 2:44· Ματ 21:4, 5.
Ο πρώτος ποταμός που αναφέρεται στην Αγία Γραφή είναι αυτός ο οποίος πήγαζε προφανώς από την Εδέμ και πότιζε τον κήπο που προμήθευσε ο Ιεχωβά ως κατοικία στον Αδάμ και στην Εύα. Αυτός ο ποταμός χωριζόταν σε τέσσερα παρακλάδια, τα οποία με τη σειρά τους σχημάτιζαν τους ποταμούς Φισών, Γιών, Χιδδέκελ και Ευφράτη. Οι περιοχές (Αβιλά, Χους και Ασσυρία) που αναφέρονται σε συνάρτηση με αυτούς τους τέσσερις ποταμούς υπήρχαν στη μετακατακλυσμιαία περίοδο. (Γε 2:10-14) Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο συγγραφέας της αφήγησης, ο Μωυσής, χρησιμοποίησε όρους που ήταν γνωστοί στις ημέρες του για να υποδείξει την τοποθεσία του κήπου της Εδέμ. Γι’ αυτόν το λόγο δεν μπορεί να είναι κανείς βέβαιος αν τα όσα λέγονται για το ρου του Φισών, του Γιών και του Χιδδέκελ αφορούν τη μετακατακλυσμιαία ή την προκατακλυσμιαία περίοδο. Αν η περιγραφή αναφέρεται στην εποχή πριν από τον Κατακλυσμό, ο ίδιος ο Κατακλυσμός μπορεί να συνέτεινε στην εκτροπή του ρου αυτών των ποταμών. Αν αναφέρεται στη μετακατακλυσμιαία περίοδο, άλλα φυσικά φαινόμενα, όπως σεισμοί, μπορεί έκτοτε να άλλαξαν το ρου των ποταμών, εμποδίζοντας τον προσδιορισμό κάποιων από αυτούς.
Μεταφορική Χρήση. Οι ποταμοί αναχαίτιζαν την προέλαση των εχθρικών δυνάμεων και έπαιζαν ζωτικό ρόλο στην άμυνα ορισμένων πόλεων, όπως της Βαβυλώνας. Ωστόσο, η Ιερουσαλήμ δεν είχε κάποιον ποταμό ως φυσικό αμυντικό μέσο. Εντούτοις, ο Ιεχωβά Θεός χαρακτηρίστηκε ως πηγή ενός ισχυρού ποταμού προστασίας για εκείνη την πόλη. Οι εχθροί που μπορεί να έρχονταν εναντίον της Ιερουσαλήμ σαν επιτιθέμενος στόλος από γαλέρες θα υφίσταντο καταστροφή.—Ησ 33:21, 22· βλέπε ΓΑΛΕΡΑ.
Η καταστροφική πλημμύρα ενός ποταμού χρησιμοποιείται για να συμβολίσει την εισβολή εχθρικών δυνάμεων.—Ησ 8:7.
Το νερό είναι απαραίτητο για τη ζωή, και ο Ιεχωβά αναφέρεται ως η Πηγή του ζωντανού νερού. (Ιερ 2:13) Αλλά οι αποστάτες Ισραηλίτες έστρεφαν την προσοχή τους στην Αίγυπτο και στην Ασσυρία. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά, μέσω του Ιερεμία του προφήτη του, είπε: «Γιατί να ενδιαφέρεσαι για την οδό της Αιγύπτου προκειμένου να πιεις τα νερά του Σιχώρ; Και γιατί να ενδιαφέρεσαι για την οδό της Ασσυρίας προκειμένου να πιεις τα νερά του Ποταμού; . . . Γνώρισε, λοιπόν, και δες πως το ότι εγκατέλειψες τον Ιεχωβά τον Θεό σου είναι κάτι κακό και πικρό». (Ιερ 2:18, 19) Προφανώς, και στα εδάφια Αποκάλυψη 8:10 και 16:4 εννοούνται τα νερά που απορρέουν από ανθρώπινες πηγές στα οποία αποβλέπουν διάφοροι για τη διατήρηση της ζωής τους.
Σχετικά με τον «ποταμό νερού ζωής» (Απ 22:1), βλέπε ΖΩΗ (Ποταμός Νερού Ζωής).
-
-
Ποταμός της ΑιγύπτουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Ο Ιεχωβά υποσχέθηκε ότι θα έδινε στο σπέρμα του Αβραάμ τη γη «από τον ποταμό της Αιγύπτου» μέχρι τον ποταμό Ευφράτη. (Γε 15:18) Οι σχολιαστές πιστεύουν γενικά ότι “ο ποταμός της Αιγύπτου” αναφέρεται στην «κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου», που ταυτίζεται τώρα με το Ουάντι ελ-Αρίς το οποίο ξεκινάει από τη Χερσόνησο του Σινά και εκβάλλει στη Μεσόγειο Θάλασσα περίπου 150 χλμ. Α του Πορτ Σάιντ. (Βλέπε ΑΙΓΥΠΤΟΥ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ.) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 13:5 ορισμένες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη φράση «ποταμό [σιχώρ] της Αιγύπτου» (La, AT, ΜΝΚ, ΛΧ), κάτι που επίσης μπορεί να αναφέρεται στο Ουάντι ελ-Αρίς. Ωστόσο, μια άλλη πιθανή εκδοχή είναι να αναφέρονται και τα δύο εδάφια σε μια διακλάδωση του Νείλου.—Βλέπε ΣΙΧΩΡ.
-
-
ΠοτήριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΗΡΙ
Βλέπε ΣΚΕΥΗ.
-
-
ΠοτίολοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΙΟΛΟΙ
(Ποτίολοι).
Σημαντικό λιμάνι του πρώτου αιώνα Κ.Χ. στα ΝΑ της Ρώμης. Ο Παύλος έφτασε στους Ποτιόλους όταν πήγαινε στη Ρώμη για να παρουσιαστεί ενώπιον του Καίσαρα, γύρω στο 59 Κ.Χ. (Πρ 28:13) Με τη βοήθεια ενός νότιου ανέμου, το πλοίο του έφτασε «τη δεύτερη ημέρα» στους Ποτιόλους από το Ρήγιο, ένα μέρος που βρίσκεται περίπου 320 χλμ. προς τα ΝΝΑ.
Οι Χριστιανοί αδελφοί στους Ποτιόλους ικέτευσαν τον Παύλο και εκείνους που τον συνόδευαν να περάσουν μια εβδομάδα μαζί τους. (Πρ 28:14) Αυτό αποτελεί ένδειξη του ότι ο Παύλος, αν και κρατούμενος, είχε κάποια ελευθερία. Νωρίτερα, ενόσω ήταν υπό κράτηση στην Καισάρεια και στη Σιδώνα, ο Παύλος είχε επωφεληθεί παρόμοια από την περιορισμένη ελευθερία του.—Πρ 24:23· 27:3.
Οι Ποτίολοι ταυτίζονται γενικά με το σημερινό Ποτσουόλι στον ομώνυμο κόλπο, περίπου 10 χλμ. ΔΝΔ της Νάπολης. Υπάρχουν ακόμη εκεί εκτεταμένα ερείπια ενός αρχαίου μόλου. Ο Ιώσηπος αναφέρει την τοποθεσία αυτή με το αρχαιότερο όνομά της, Δικαιάρχεια, και λέει ότι εκεί υπήρχε μια Ιουδαϊκή αποικία.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΖ΄, 328 (xii, 1).
-
-
ΠοτιφεράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΙΦΕΡΑ
(Ποτιφερά) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Αυτός τον Οποίο Έχει Δώσει ο Ρα»].
Ο πεθερός του Ιωσήφ, του οποίου η κόρη, η Ασενέθ, γέννησε τον Μανασσή και τον Εφραΐμ. (Γε 41:45, 50· 46:20) Ο Ποτιφερά ήταν ο ιερέας—πιθανώς του Ρα, του θεού του ήλιου—που ιερουργούσε στην Ων, η οποία ήταν κέντρο ηλιολατρίας στην Αίγυπτο. Στο Μουσείο του Καΐρου εκτίθεται μια επιτύμβια στήλη, εύρημα του 1935, η οποία περιέχει το όνομα «Πουτιφάρ».—Χρονικά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας της Αιγύπτου (Annales du service des antiquités de l’Égypte), Κάιρο, 1939, Τόμ. 39, σ. 273-276.
-
-
Ποτό, ΜεθυστικόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΤΟ, ΜΕΘΥΣΤΙΚΟ
Βλέπε ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΑ ΠΟΤΑ.
-
-
ΠουγκίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΓΚΙ
Σακούλι που χρησιμοποιούσαν άντρες και γυναίκες για να μεταφέρουν χρυσάφι, ασήμι, χαλκό, νομίσματα ή άλλα αντικείμενα. Μερικές φορές, οι γυναίκες κρατούσαν πουγκιά για αισθητικούς σκοπούς, σαν τσάντες, τα οποία είχαν πιθανώς οβάλ σχήμα. (Ησ 3:16, 22· 46:6· Ματ 10:9) Στην αρχαιότητα τα πουγκιά φτιάχνονταν από δέρμα, από πλεγμένα βούρλα ή βαμβακερό ύφασμα. Καθώς έμοιαζαν με σακούλια, έσφιγγαν και έκλειναν στο στόμιο με δερμάτινα λουριά ή άλλου είδους κορδόνια.—Βλέπε ΣΑΚΟΣ, ΣΑΚΙ.
Χρησιμοποιούνταν επίσης το «πουγκί της ζώνης» (ζώνη, Κείμενο· Ματ 10:9· Μαρ 6:8), το οποίο ίσως ήταν ένα είδος ζώνης για χρήματα. Τα χρήματα τα έβαζαν είτε σε έναν κενό χώρο που είχε αυτή η ζώνη είτε—σε περίπτωση που η ζώνη ήταν υφασμάτινη και την τύλιγαν γύρω από τη μέση—ανάμεσα στις διπλώσεις της.
Όταν ο Ιησούς έστειλε τους 70 μαθητές του στο έργο κηρύγματος—προφανώς στην Ιουδαία—τους είπε να μην πάρουν μαζί τους πουγκιά, δείχνοντας ότι ο Ιεχωβά Θεός θα προμήθευε για αυτούς μέσω των ομοεθνών τους, οι οποίοι είχαν το έθιμο της φιλοξενίας. (Λου 10:1, 4, 7) Λίγο πριν από το θάνατό του, όμως, ο Ιησούς συμβούλεψε τους αποστόλους να πάρουν πουγκιά, γνωρίζοντας ότι σύντομα οι μαθητές του θα διασκορπίζονταν και θα διώκονταν. Λόγω της επίσημης εναντίωσης, ακόμη και άτομα φιλικά διακείμενα προς το άγγελμά τους ίσως φοβούνταν να τους βοηθήσουν. Επίσης, σε λίγο καιρό θα μετέφεραν το άγγελμα της Βασιλείας στις χώρες των Εθνικών. Όλα αυτά θα απαιτούσαν από τους ακολούθους του Ιησού να είναι έτοιμοι να καλύπτουν μόνοι τους τις υλικές τους ανάγκες.—Λου 22:35, 36.
Τονίζοντας την υπερέχουσα αξία των πνευματικών πραγμάτων, ο Ιησούς παρότρυνε τους ακολούθους του να φτιάξουν για τον εαυτό τους άφθαρτα πουγκιά, αποκτώντας ουράνιο θησαυρό.—Λου 12:33.
-
-
ΠούδηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΔΗΣ
(Πούδης) [από το λατ. Pudens· σημαίνει «Σεμνός»].
Σύντροφος του Παύλου προς το τέλος της ζωής του αποστόλου. Έστειλε χαιρετισμούς στον Τιμόθεο.—2Τι 4:21.
-
-
ΠουλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΛ
1. Το όνομα που χρησιμοποιούν για έναν βασιλιά της Ασσυρίας τα εδάφια 2 Βασιλέων 15:19 και 1 Χρονικών 5:26. Στη διάρκεια της βασιλείας του Μεναήμ, βασιλιά του Ισραήλ, ο Πουλ εισέβαλε στην Παλαιστίνη και έλαβε φόρο υποτελείας από τον Μεναήμ. Επί πολύ καιρό η ταυτότητα του Πουλ παρέμενε ανεξακρίβωτη. Ωστόσο, τώρα οι περισσότεροι λόγιοι συμπεραίνουν ότι ο Πουλ και ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ της Ασσυρίας ήταν ένα και το αυτό πρόσωπο, δεδομένου ότι το όνομα Πούλου (Πουλ) αναγράφεται σε μια πινακίδα με ονόματα δυναστειών, γνωστή ως Κατάλογος Α΄ των Βασιλιάδων της Βαβυλώνας, ενώ στο αντίστοιχο σημείο του «Συγχρονιστικού Χρονικού» αναφέρεται το όνομα Τουκούλτι-απίλ-εσάρα (Θεγλάθ-φελασάρ). (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 272, 273) Πιθανολογείται ότι «Πουλ» ήταν το προσωπικό του όνομα ή το όνομα με το οποίο ήταν γνωστός στη Βαβυλώνα, ενώ Θεγλάθ-φελασάρ (Θελγάθ-φελνασάρ) ήταν το όνομα που πήρε όταν έγινε βασιλιάς της Ασσυρίας. Δεχόμενοι αυτή την εκδοχή, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το εδάφιο 1 Χρονικών 5:26 αναφέρεται σε ένα και το αυτό πρόσωπο όταν λέει: «Του Πουλ, του βασιλιά της Ασσυρίας, ναι, . . . του Θελγάθ-φελνασάρ, του βασιλιά της Ασσυρίας».—Βλέπε ΘΕΓΛΑΘ-ΦΕΛΑΣΑΡ (Γ΄).
2. Χώρα ή λαός που αναφέρεται μόνο στο εδάφιο Ησαΐας 66:19 μαζί με τη Θαρσείς (προφανώς τη νότια Ισπανία) και τον Λουδ (στη βόρεια Αφρική). Φαίνεται ότι και οι τρεις αυτές τοποθεσίες ήταν φημισμένες για τους επιδέξιους τοξότες τους. Δεν είναι γνωστό πού ακριβώς βρισκόταν ο Πουλ. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, στο εδάφιο Ησαΐας 66:19, αντί του ονόματος «Πουλ» λέει «Φουδ» ή «Φουθ», ο δε Φουθ (που ταυτίζεται με τους Λίβυους της Αφρικής) σε άλλα εδάφια αναφέρεται μαζί με τον Λουδ. (Ιεζ 27:10· Ιερ 46:9· βλέπε ΦΟΥΘ.) Ωστόσο, η απόδοση «Πουλ» του Μασοριτικού κειμένου υποστηρίζεται από το Ρόλο της Νεκράς Θαλάσσης που περιέχει το βιβλίο του Ησαΐα και από τη συριακή Πεσίτα. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι το όνομα «Πουλ» αντιπροσωπεύει το νησί Φίλες στον Νείλο.
-
-
ΠουλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΛΙΑ
Τα πουλιά είναι θερμόαιμα, φτερωτά σπονδυλωτά και επίσης ωοτόκα. Στην Αγία Γραφή υπάρχουν περίπου 300 αναφορές σε πουλιά και κατονομάζονται συγκεκριμένα περίπου 30 διαφορετικές ποικιλίες. Γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι πετούν, πολλές φορές προσπαθώντας να ξεφύγουν από τους εχθρούς τους (Ψλ 11:1· Παρ 26:2· 27:8· Ησ 31:5· Ωσ 9:11), ότι κουρνιάζουν σε δέντρα (Ψλ 104:12· Ματ 13:32), ότι φτιάχνουν φωλιές (Ψλ 84:3· Ιεζ 31:6), ότι χρησιμοποιούνταν στις θυσίες, κυρίως τα νεαρά περιστέρια και τα τρυγόνια (Λευ 1:14· 14:4-7, 49-53), ότι χρησιμοποιούνταν ως τροφή τόσο τα ίδια (Νε 5:18) όσο και τα αβγά τους (Ησ 10:14· Λου 11:11, 12) και ότι ο Θεός προμηθεύει και φροντίζει για αυτά (Ματ 6:26· 10:29· παράβαλε Δευ 22:6, 7).
Τα πουλιά ήταν από τις πρώτες ζωντανές ψυχές που εμφανίστηκαν στη γη, εφόσον ήρθαν σε ύπαρξη την πέμπτη δημιουργική «ημέρα» μαζί με τα θαλάσσια πλάσματα. (Γε 1:20-23) Από τους γενικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην Αγία Γραφή και εφαρμόζονται στα πουλιά, η συχνότερη εβραϊκή λέξη είναι η λέξη ‛ωφ, που σημαίνει κυρίως «πετούμενο πλάσμα» (Γε 1:20) και μπορεί να περιλαμβάνει, όχι μόνο τα πουλιά, αλλά και τα φτερωτά έντομα. (Παράβαλε Λευ 11:13, 21-23.) Επίσης, η εβραϊκή λέξη τσιππώρ εμφανίζεται σε πολλά εδάφια και είναι ένας ευρύς όρος που εφαρμόζεται στα πουλιά εν γένει. (Γε 7:14) Μια τρίτη εβραϊκή λέξη, ο όρος ‛άγιτ, εφαρμόζεται μόνο στα αρπακτικά πουλιά.
Στις Ελληνικές Γραφές βρίσκονται οι ακόλουθες λέξεις: ὄρνεον, που σημαίνει απλώς «πουλί» (Απ 18:2), πετεινόν και πτηνός, που σημαίνουν και οι δύο κατά κυριολεξία «ιπτάμενος». (Ρω 1:23· 1Κο 15:39) Στο εδάφιο Πράξεις 17:18, οι Αθηναίοι φιλόσοφοι αποκάλεσαν τον απόστολο Παύλο “φλύαρο”. Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου η οποία χρησιμοποιήθηκε εδώ (σπερμολόγος) εφαρμοζόταν στα πουλιά που συλλέγουν σπόρους, ενώ χρησιμοποιούνταν μεταφορικά για κάποιον που συλλέγει «ψίχουλα» διαφόρων πραγμάτων είτε ζητιανεύοντας είτε κλέβοντας ή—όπως στην εν λόγω περίπτωση—για κάποιον που επαναλαμβάνει «ψίχουλα» γνώσης, έναν αργόσχολο πολυλογά.
Η εμπεριστατωμένη μελέτη των πουλιών αποδεικνύει πειστικά αυτό που διδάσκει η Αγία Γραφή, δηλαδή ότι είναι δημιουργημένα από τον Θεό. Μολονότι τα πουλιά και τα ερπετά είναι και τα μεν και τα δε ωοτόκα, τα ερπετά είναι ψυχρόαιμα και συχνά νωθρά, ενώ τα πουλιά είναι θερμόαιμα και συγκαταλέγονται στα πιο δραστήρια πλάσματα όλης της γης. Επίσης, έχουν ασυνήθιστα ταχύ καρδιακό παλμό. Η εξελικτική άποψη που υποστηρίζει ότι οι φολίδες και τα μπροστινά άκρα των ερπετών εξελίχθηκαν τελικά σε φτερούγες με πούπουλα είναι και φαντασιώδης και αβάσιμη. Τα απολιθώματα των πουλιών στα οποία οι επιστήμονες δίνουν τις ονομασίες Αρχαιοπτέρυξ και Αρχαιόρνις, μολονότι δείχνουν ότι τα πουλιά αυτά είχαν δόντια και μακριά σπονδυλωτή ουρά, ταυτόχρονα δείχνουν ότι ήταν εντελώς καλυμμένα με πούπουλα, είχαν πόδια κατάλληλα για να κάθονται πάνω σε κλαδιά, καθώς και πλήρως αναπτυγμένες φτερούγες. Δεν υπάρχουν ενδιάμεσα δείγματα—με φολίδες εξελισσόμενες σε πούπουλα ή μπροστινά πόδια εξελισσόμενα σε φτερούγες—τα οποία να στηρίζουν έστω και στο ελάχιστο τη θεωρία της εξέλιξης. Όπως το εξέφρασε ο απόστολος Παύλος, τα πουλιά είναι από «σάρκα» διαφορετική σε σχέση με των άλλων πλασμάτων της γης.—1Κο 15:39.
Ο ψαλμωδός κάλεσε τα «φτερωτά πουλιά» να αινούν τον Ιεχωβά (Ψλ 148:1, 10), και τα πουλιά το κάνουν αυτό με την ίδια την κατασκευή τους και με τον περίπλοκο σχεδιασμό τους. Ένα και μόνο πουλί ενδέχεται να έχει από 1.000 ως 20.000 και πλέον πούπουλα. Ωστόσο, κάθε πούπουλο αποτελείται από έναν άξονα από τον οποίο εκφύονται εκατοντάδες μύστακες που σχηματίζουν ένα εσωτερικό πλέγμα, ενώ κάθε μύστακας περιλαμβάνει αρκετές εκατοντάδες μικρότερα μυστάκια και κάθε μυστάκιο έχει εκατοντάδες αγκιστροειδείς προεξοχές. Παραδείγματος χάρη, ένα και μόνο πούπουλο, μήκους περίπου 15 εκ., στη φτερούγα ενός περιστεριού υπολογίζεται ότι περιέχει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες μυστάκια και κυριολεκτικά εκατομμύρια αγκιστροειδείς προεξοχές. Οι αρχές της αεροδυναμικής με βάση τις οποίες έχουν σχεδιαστεί οι φτερούγες και το σώμα των πουλιών υπερτερούν σε περιπλοκότητα και αποτελεσματικότητα από εκείνες των σύγχρονων αεροσκαφών. Τα κούφια οστά των πουλιών συμβάλλουν στο μικρό τους βάρος, και γι’ αυτό ο σκελετός μιας φρεγάτας, ενός πουλιού με άνοιγμα φτερών 2 μ., μπορεί κατά προσέγγιση να ζυγίζει μόνο 110 γρ. Μάλιστα μερικά από τα οστά στις φτερούγες των μεγάλων πουλιών που αερολισθαίνουν έχουν στο κούφιο εσωτερικό τους στηρίγματα όμοια με αντηρίδες, σαν τις δοκούς στο εσωτερικό των φτερών του αεροπλάνου.
Τον καιρό του Κατακλυσμού, ο Νώε έβαλε στην κιβωτό ζευγάρια πουλιών «κατά τα είδη τους» με σκοπό να τα διασώσει. (Γε 6:7, 20· 7:3, 23) Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα πόσα διαφορετικά «είδη» πουλιών υπήρχαν τότε, εφόσον ορισμένα έχουν εξαφανιστεί ακόμη και πρόσφατα. Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι ο κατάλογος των πουλιών σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική κατάταξη που εμφανίζεται στη Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([The New Encyclopædia Britannica] 1985, Τόμ. 15, σ. 14-106) αναφέρει συνολικά μόνο 221 «οικογένειες» πουλιών, περιλαμβανομένων και μερικών που έχουν εξαφανιστεί τώρα ή είναι γνωστές μόνο σε μορφή απολιθωμάτων. Φυσικά, αυτές οι «οικογένειες» περιλαμβάνουν χιλιάδες ποικιλίες.—Βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ Αρ. 1.
Μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό, ο Νώε πρόσφερε ως θυσία «καθαρά πετούμενα πλάσματα» μαζί με ζώα. (Γε 8:18-20) Έκτοτε, ο Θεός επέτρεψε στον άνθρωπο να συμπεριλάβει πουλιά στη διατροφή του, με την προϋπόθεση ότι δεν θα έτρωγε το αίμα. (Γε 9:1-4· παράβαλε Λευ 7:26· 17:13.) Άρα, η “καθαρότητα” ορισμένων πουλιών εκείνη την εποχή φαίνεται πως σχετιζόταν με κάποια θεϊκή ένδειξη ότι ήταν αποδεκτά για θυσία. Η Βιβλική αφήγηση δείχνει ότι κανένα από τα πουλιά δεν είχε χαρακτηριστεί «ακάθαρτο» για βρώση μέχρις ότου δόθηκε ο Μωσαϊκός Νόμος. (Λευ 11:13-19, 46, 47· 20:25· Δευ 14:11-20) Οι παράγοντες που καθόριζαν ποια πουλιά χαρακτηρίζονταν τελετουργικά «ακάθαρτα» δεν αναφέρονται ξεκάθαρα στην Αγία Γραφή. Γι’ αυτό, μολονότι τα περισσότερα πουλιά που έφεραν αυτόν το χαρακτηρισμό ήταν αρπακτικά ή νεκροφάγα, αυτό δεν ίσχυε για όλα. (Βλέπε ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ.) Η εν λόγω απαγόρευση άρθηκε με τη θέσπιση της νέας διαθήκης, όπως αποκάλυψε ο Θεός στον Πέτρο μέσω οράματος.—Πρ 10:9-15.
Ο προσδιορισμός των πουλιών που κατονομάζονται συγκεκριμένα στην Αγία Γραφή αποτελεί δύσκολο πρόβλημα σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι λεξικογράφοι καθοδηγούνται γενικά από τη σημασία που έχει η ρίζα της κάθε ονομασίας, εφόσον συνήθως αυτή είναι περιγραφική, από ενδείξεις των συμφραζομένων σχετικά με τις συνήθειες και τη φυσική κατοικία του πουλιού, καθώς και από την παρατήρηση των πουλιών που γνωρίζουμε ότι μπορούν να βρεθούν στις Βιβλικές χώρες. Σε πολλές περιπτώσεις, οι λέξεις που προσδιορίζουν τα διάφορα πουλιά πιστεύεται ότι είναι ονοματοποιημένες, δηλαδή αποτελούν μίμηση του ήχου που παράγει το πουλί.
Η Παλαιστίνη, λόγω της ποικιλόμορφης τοπογραφίας της, που χαρακτηρίζεται από δροσερές βουνοκορφές μέχρι βαθιές κοιλάδες με αποπνικτική ζέστη και από άνυδρες ερήμους μέχρι παραθαλάσσιες πεδιάδες—όλα αυτά κοντά στη νοτιοανατολική γωνία της Μεσογείου—αποτελεί σημείο συγκέντρωσης μεγάλης ποικιλίας πουλιών. Το Όρος Αερμών, που βρίσκεται στο Β, σκεπάζεται από χιόνι τη μεγαλύτερη περίοδο του έτους, ενώ 200 χλμ. νότια, στην κάτω Κοιλάδα του Ιορδάνη και κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, επικρατεί θερμό και τροπικό κλίμα. Η καθεμιά από αυτές τις ζώνες φιλοξενεί πουλιά ενδημικά του ανάλογου περιβάλλοντος, είτε αλπικού είτε τροπικού, πράγμα που ισχύει και για τις εύκρατες ζώνες και τις ερήμους. (Ψλ 102:6· 104:16, 17) Επιπλέον, από την Παλαιστίνη περνάει μια από τις κύριες μεταναστευτικές οδούς που ακολουθούν κάθε χρόνο τα πουλιά (πελαργοί, τρυγόνια, ορτύκια, πετροχελίδονα, χελιδόνια, πυκνόνωτοι, κούκοι και άλλα) καθώς ταξιδεύουν την άνοιξη προς το Β από την Αφρική ή το φθινόπωρο προς το Ν από την Ευρώπη και την Ασία. (Ασμ 2:11, 12· Ιερ 8:7) Υπολογίζεται, λοιπόν, ότι κατά τη διάρκεια του έτους μπορούν να βρεθούν στην Παλαιστίνη περίπου 470 ποικιλίες πουλιών. Αν ληφθεί υπόψη η φθορά που υπέστησαν τα δάση και η βλάστηση της Παλαιστίνης στο πέρασμα των αιώνων, ο πληθυσμός των πουλιών στους Βιβλικούς χρόνους πιθανόν να ήταν ακόμη μεγαλύτερος.
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτος είναι ο μεγάλος αριθμός αρπακτικών πουλιών (εβρ., ‛άγιτ) που βρίσκονται στην Παλαιστίνη, στα οποία περιλαμβάνονται αετοί, γεράκια—γνήσια και μη—ικτίνοι και γύπες. Την εποχή του Αβραάμ, κάποια αρπακτικά πουλιά προσπάθησαν να κατεβούν πάνω σε ορισμένα ζώα και πουλιά που είχε θυσιάσει εκείνος, αναγκάζοντάς τον να τα διώχνει ωσότου άρχισε να δύει ο ήλιος. (Γε 15:9-12· παράβαλε 2Σα 21:10.) Για να βρουν τροφή αυτά τα πουλιά, βασίζονται στην οξεία όρασή τους, χάρη στην οποία βλέπουν μακριά, και όχι στη σχετικά ασθενή τους όσφρηση.
Το πασίγνωστο θέαμα ενός σμήνους νεκροφάγων πουλιών που μαζεύονται γύρω από κάποιο πτώμα αποτελούσε συχνά τη βάση μιας δυσοίωνης προειδοποίησης για τον εχθρό (1Σα 17:44, 46), και αποτέλεσε επανειλημμένα μέρος θεόπνευστων προφητικών προειδοποιήσεων προς το έθνος του Ισραήλ και τους άρχοντές του (Δευ 28:26· 1Βα 14:11· 21:24· Ιερ 7:33· 15:3), καθώς και προς διάφορα ξένα έθνη. (Ησ 18:1, 6· Ιεζ 29:5· 32:4) Γι’ αυτό, το πρόσωπο που χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να εκτελέσει κρίση συμβολίστηκε από ένα «αρπακτικό πουλί». (Ησ 46:11) Για να απεικονιστεί η ερήμωση μιας πόλης ή μιας χώρας, αναφερόταν ότι αυτή θα γινόταν κατοικία ορισμένων μοναχικών πουλιών (Ησ 13:19-21· παράβαλε Απ 18:2) ή ότι θα εξαφανίζονταν από αυτήν όλα τα πουλιά. (Ιερ 4:25-27· 9:10· 12:4· Ωσ 4:3· Σοφ 1:3) Η διακήρυξη μέσω της οποίας καλούνται όλα τα πουλιά να συγκεντρωθούν και να συμποσιάσουν τρώγοντας τα πτώματα του Γωγ του Μαγώγ και του πλήθους του (Ιεζ 39:1-4, 17-21) είναι παράλληλη εκείνης που έχει καταγραφεί στην Αποκάλυψη, σύμφωνα με την οποία τα πτώματα των εθνικών ηγετών και των στρατευμάτων τους γίνονται τροφή για «όλα τα πουλιά που πετούν στο μεσουράνημα» εξαιτίας του εκτελεστικού έργου του Χριστού Ιησού ως Βασιλιά.—Απ 19:11-21· αντιπαράβαλε αυτό με τα παρηγορητικά λόγια του Θεού προς το λαό του, στα εδάφια Ωσ 2:18-20.
Η λατρεία πουλιών ως παραστάσεων του αληθινού Θεού απαγορευόταν για το έθνος του Ισραήλ (Δευ 4:15-17), αλλά κατείχε εξέχουσα θέση στα ειδωλολατρικά έθνη και κυρίως στην Αίγυπτο. (Ρω 1:23) Εκατοντάδες ταριχευμένα πουλιά έχουν βρεθεί σε αιγυπτιακούς τάφους, ιδίως γεράκια, γύπες και ίβιδες—πουλιά που όλα θεωρούνταν ιερά από τους Αιγυπτίους. Η αιγυπτιακή ιερογλυφική γραφή περιλαμβάνει περίπου 22 διαφορετικά σύμβολα που απεικονίζουν πουλιά.
-
-
ΠουρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΡ
Μη εβραϊκή λέξη η οποία εμφανίζεται στα εδάφια Εσθήρ 3:7 και 9:24, 26 και σημαίνει «κλήρος» (εβρ., γκωράλ· βλέπε ΚΛΗΡΟΣ). Αυτός είναι ο ενικός αριθμός της λέξης, ενώ ο πληθυντικός είναι «Πουρίμ». (Εσθ 9:26, 28-32) Η λέξη «πουρ» συνδέεται με την ακκαδική λέξη πουρού, που σημαίνει «κλήρος». Από αυτήν πήρε το όνομά της η Ιουδαϊκή γιορτή Πουρίμ.—Βλέπε ΠΟΥΡΙΜ.
-
-
ΠουρίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΟΥΡΙΜ
(Πουρίμ).
Η γιορτή που τηρείται στις 14 και 15 του μήνα Αδάρ, του τελευταίου μήνα του Ιουδαϊκού έτους, ο οποίος αντιστοιχεί στο τελευταίο μέρος του Φεβρουαρίου και στο πρώτο του Μαρτίου. Ονομάζεται επίσης Γιορτή των Κλήρων. (Εσθ 9:21) Η ονομασία προέρχεται από μια ενέργεια του Αμάν ο οποίος έριξε πουρ (κλήρο) για να προσδιορίσει ποια ημέρα θα ήταν ευοίωνη ώστε να θέσει τότε σε εφαρμογή την πλεκτάνη για την εξόντωση των Ιουδαίων. Ως Αγαγίτης—πιθανόν Αμαληκίτης βασιλικής καταγωγής—και λάτρης ειδωλολατρικών θεοτήτων, κατέφυγε σε αυτό το «είδος μαντείας». (Εσθ 3:7, Le, υποσ.· βλέπε ΚΛΗΡΟΣ· ΜΑΝΤΕΙΑ· ΠΟΥΡ.) Το 12ο έτος του Βασιλιά Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄), στις 13 Νισάν, προφανώς την άνοιξη του 484 Π.Κ.Χ., καταρτίστηκε για όλες τις περσικές επαρχίες το επίσημο διάταγμα εξολόθρευσης των Ιουδαίων το οποίο είχε εγκρίνει ο βασιλιάς παρασυρμένος από τον Αμάν.
Επέτειος Απελευθέρωσης. Η γιορτή τηρείται σε ανάμνηση της απελευθέρωσης των Ιουδαίων από την εξολόθρευση που επρόκειτο να υποστούν μέσω της πλεκτάνης του Αμάν. Επομένως, είναι πολύ πιθανό ότι η ονομασία Πουρίμ δόθηκε από τους Ιουδαίους σκωπτικά. (Εσθ 9:24-26) Στο απόκρυφο βιβλίο των Μακκαβαίων η γιορτή αποκαλείται επίσης “Μαρδοχαϊκή ημέρα”, επειδή ο Μαροδοχαίος έπαιξε σπουδαίο ρόλο στα γεγονότα που έχουν σχέση με τη γιορτή. (Β΄ Μακκαβαίων 15:36) Χάρη στις προσπάθειες της Βασίλισσας Εσθήρ, η οποία διακινδύνευσε τη ζωή της και υπάκουσε στις οδηγίες του μεγαλύτερου εξαδέλφου της, του Μαροδοχαίου, οι Ιουδαίοι απελευθερώθηκαν. Η Εσθήρ νήστεψε τρεις ημέρες προτού ζητήσει ακρόαση από το βασιλιά για να τον προσκαλέσει σε συμπόσιο και κατόπιν σε δεύτερο συμπόσιο όπου θα παρουσίαζε το αίτημά της. (Εσθ 4:6–5:8) Το αίτημα εισακούστηκε, αλλά επειδή το αρχικό διάταγμα δεν μπορούσε να αλλάξει, δεδομένου ότι ο νόμος των Μήδων και των Περσών ήταν αναλλοίωτος (Δα 6:8), εκδόθηκε άλλο διάταγμα την 23η ημέρα του Σιβάν. Αυτό το έγγραφο χορηγούσε στους Ιουδαίους το δικαίωμα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και τους έδινε τη δυνατότητα να προετοιμαστούν. Γράφτηκε από τον Μαροδοχαίο και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες για τις διάφορες περιφέρειες της Περσικής Αυτοκρατορίας. Οι Ιουδαίοι πολέμησαν—με τη βοήθεια των αρχόντων, των σατραπών και των κυβερνητών—και αντέστρεψαν τους όρους σε βάρος αυτών που τους εχθρεύονταν. Στις 13 Αδάρ έλαβε χώρα μεγάλη σφαγή, όχι των Ιουδαίων, αλλά των εχθρών τους. Η σφαγή συνεχίστηκε στη βασιλική πόλη των Σούσων όλη τη 14η ημέρα. Τη 14η ημέρα του Αδάρ οι Ιουδαίοι στις διοικητικές περιφέρειες αναπαύτηκαν, και το ίδιο έκαναν τη 15η όσοι ζούσαν στα Σούσα, με συμπόσια και χαρές.—Εσθ 8:3–9:19.
Σε ανάμνηση αυτής της απελευθέρωσης, ο Μαροδοχαίος επέβαλε στους Ιουδαίους την υποχρέωση να γιορτάζουν τη 14η και τη 15η Αδάρ κάθε χρόνο “με συμπόσιο και χαρά και να στέλνουν μερίδες ο ένας στον άλλον και δώρα στους φτωχούς”. (Εσθ 9:20-22) Αργότερα, γράφτηκε και άλλη επιστολή με την οποία η Εσθήρ η βασίλισσα επικύρωνε τη διαταγή για αυτή τη γιορτή. Η γιορτή έπρεπε να τηρείται σε κάθε γενιά, σε κάθε οικογένεια, σε κάθε διοικητική περιφέρεια και σε κάθε πόλη τον προσδιορισμένο καιρό κάθε χρόνο.—Εσθ 9:28-31· βλέπε ΕΣΘΗΡ (ΒΙΒΛΙΟ).
Η γιορτή τηρείται από τους Εβραίους μέχρι σήμερα με κάθε λεπτομέρεια και πολλές προσθήκες. Μια από τις συμπληρωματικές διατάξεις της παράδοσης που εμφανίστηκαν με την πάροδο του χρόνου ήταν ο προσδιορισμός της 13ης ημέρας του Αδάρ ως ημέρας νηστείας, η οποία ονομάζεται Νηστεία της Εσθήρ. Στη διάρκεια αυτής της γιορτής δεν απαγορεύεται το εμπόριο ή η εργασία.
Ένα Ερώτημα για το Εδάφιο Ιωάννης 5:1. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν μνημονεύεται άμεσα η Γιορτή των Πουρίμ. Ορισμένοι έχουν ισχυριστεί ότι στο εδάφιο Ιωάννης 5:1 γίνεται λόγος για αυτήν: «Έπειτα από αυτά, ήταν μια γιορτή των Ιουδαίων, και ο Ιησούς ανέβηκε στην Ιερουσαλήμ». Ωστόσο, η συσχέτιση αυτού του εδαφίου με τη Γιορτή των Πουρίμ είναι ατεκμηρίωτη. Ορισμένα χειρόγραφα περιέχουν το οριστικό άρθρο, και η φράση γίνεται: «η γιορτή των Ιουδαίων». (Βλέπε ΜΝΚ, υποσ.) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι πρέπει να επρόκειτο για μία από τις τρεις επίσημες εποχιακές γιορτές οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 16:16, ιδιαίτερα αν παρατηρήσουμε ότι ο Ιησούς ανέβηκε στην Ιερουσαλήμ, πράγμα που δεν θα χρειαζόταν να κάνει για να τηρήσει τη Γιορτή των Πουρίμ. Τα Πουρίμ συνδέονταν περισσότερο με την τοπική συναγωγή και τον τόπο διαμονής του καθενός παρά με το ναό, εφόσον η γιορτή αυτή έπρεπε να τηρείται στην πόλη όπου έμενε κάποιος. Επίσης, είναι απίθανο να κάλυψε ο Ιησούς με τα πόδια όλη την απόσταση μέχρι την Ιερουσαλήμ και μετά να έφυγε ξανά για τη Γαλιλαία, ενώ μόλις έναν μήνα αργότερα ακολουθούσε το Πάσχα. Επιπλέον, αν δεχτούμε ότι το εδάφιο Ιωάννης 5:1 αναφέρεται στα Πουρίμ και το εδάφιο Ιωάννης 6:4 στο Πάσχα έναν μήνα αργότερα, τότε σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα θα έπρεπε να συμβούν πάρα πολλά γεγονότα, κάτι αδύνατον διότι θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τη διακονία του Ιησού στην Καπερναούμ, διάφορα ταξίδια στη Γαλιλαία, καθώς και την επιστροφή τόσο στην Καπερναούμ όσο και στην Ιουδαία και στην Ιερουσαλήμ. (Βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ [Πίνακας με τα Κύρια Γεγονότα της Επίγειας Ζωής του Ιησού].) Άρα, έχουμε λόγο να πιστεύουμε ότι η «γιορτή των Ιουδαίων» στο εδάφιο Ιωάννης 5:1 ήταν στην πραγματικότητα η γιορτή του Πάσχα το 31 Κ.Χ.—Βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Αποδείξεις για διακονία τριάμισι ετών).
Σκοπός. Μολονότι ορισμένοι σχολιαστές λένε ότι η Γιορτή των Πουρίμ, έτσι όπως τηρείται σήμερα από τους Εβραίους, έχει μάλλον κοσμικό παρά θρησκευτικό χαρακτήρα και μερικές φορές συνοδεύεται από υπερβολές, κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε ούτε όταν θεσπίστηκε ούτε κατά τον αρχικό της εορτασμό. Ο Μαροδοχαίος και η Εσθήρ ήταν και οι δύο υπηρέτες του αληθινού Θεού Ιεχωβά, η δε γιορτή καθιερώθηκε προς τιμήν Του. Εκείνη η απελευθέρωση των Ιουδαίων μπορεί να αποδοθεί στον Ιεχωβά Θεό, επειδή το θέμα προέκυψε λόγω της ακεραιότητας που διακρατούσε ο Μαροδοχαίος καθώς απέδιδε αποκλειστική λατρεία στον Ιεχωβά. Ο Αμάν ήταν κατά πάσα πιθανότητα Αμαληκίτης, του οποίου το έθνος ο Ιεχωβά είχε συγκεκριμένα καταραστεί και καταδικάσει σε καταστροφή. Ο Μαροδοχαίος σεβάστηκε το διάταγμα του Θεού και αρνήθηκε να προσκυνήσει τον Αμάν. (Εσθ 3:2, 5· Εξ 17:14-16) Επίσης, τα λόγια του Μαροδοχαίου στην Εσθήρ (Εσθ 4:14) υποδηλώνουν ότι αυτός απέβλεπε σε ανώτερη δύναμη για την απελευθέρωση των Ιουδαίων, η δε νηστεία που έκανε η Εσθήρ προτού παρουσιαστεί ενώπιον του βασιλιά με το αρχικό της αίτημα—μια πρόσκληση σε συμπόσιο—υποδηλώνει ότι επικαλέστηκε τον Θεό για βοήθεια.—Εσθ 4:16.
-
-
Πραιτωριανή ΦρουράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΙΤΩΡΙΑΝΗ ΦΡΟΥΡΑ
Ειδικό σώμα Ρωμαίων στρατιωτών το οποίο αρχικά οργάνωσε ο Αύγουστος ως σωματοφυλακή του αυτοκράτορα. Αποτελούνταν από εννιά κοόρτεις (αργότερα έγιναν δέκα) των 1.000 αντρών η καθεμιά. Όλα τα μέλη του ήταν Ιταλοί εθελοντές, η δε αμοιβή τους ήταν διπλάσια ή τριπλάσια από την αμοιβή ενός λεγεωνάριου. Ο Τιβέριος κράτησε αυτό το επίλεκτο σώμα συγκεντρωμένο στη Ρώμη χτίζοντας οχυρωμένους στρατώνες Β από τα τείχη της πόλης. Μολονότι κάποιες από τις κοόρτεις μπορεί να στέλνονταν σε ξένες χώρες, τρεις ήταν πάντοτε εγκατεστημένες στη Ρώμη και η μία από αυτές κατέλυε σε στρατώνες που επικοινωνούσαν με το ανάκτορο του αυτοκράτορα. Εφόσον η Πραιτωριανή Φρουρά ήταν βασικά το μοναδικό μόνιμο στρατιωτικό σώμα στην Ιταλία, κατέληξε να αποτελεί ισχυρή πολιτική δύναμη όσον αφορά την υποστήριξη ή την ανατροπή του αυτοκράτορα. Με τον καιρό, το μέγεθος και η σύσταση της Πραιτωριανής Φρουράς άλλαξαν, και γίνονταν δεκτοί σε αυτήν ακόμη και άντρες από τις επαρχίες. Τελικά τη διέλυσε ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος το 312 Κ.Χ.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο των Ευαγγελίων και των Πράξεων, ο λατινισμός πραιτώριον χρησιμοποιείται αναφορικά με ανάκτορο ή με κατοικία. Αρχικά, praetorium ονομαζόταν η σκηνή του στρατιωτικού διοικητή και με την πάροδο του χρόνου ο όρος κατέληξε να προσδιορίζει την κατοικία του επάρχου. Κατά συνέπεια, ο Πιλάτος ανέκρινε τον Ιησού στο praetorium (πραιτώριον), ή αλλιώς στο «ανάκτορο του κυβερνήτη». (Ιωα 18:28, 33· 19:9· βλέπε ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ.) Προφανώς εκεί εκδίδονταν δικαστικές αποφάσεις και στεγάζονταν οι στρατιώτες. (Ματ 27:27· Μαρ 15:16) Στην Καισάρεια, ο Παύλος “φρουρούνταν στο πραιτωριανό ανάκτορο του Ηρώδη”.—Πρ 23:35.
Με δεδομένη αυτή τη χρήση, μερικοί έχουν υποστηρίξει ότι η λέξη πραιτώριον στο εδάφιο Φιλιππησίους 1:13 εφαρμοζόταν στο ανάκτορο του Νέρωνα στον Παλατίνο Λόφο ή σε κάποια δικαστική αίθουσα στην οποία θα μπορούσε να εκδικαστεί η υπόθεση του Παύλου. Ωστόσο η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (Τόμ. 8, σ. 469) επισημαίνει: «Δεν επρόκειτο για το αυτοκρατορικό ανάκτορο, . . . διότι αυτό δεν ονομαζόταν ποτέ prætorium στη Ρώμη· ούτε επρόκειτο για δικαστική αίθουσα, διότι δεν υπήρχε τέτοιο κτίριο στη Ρώμη, και τα δικαστήρια ονομάστηκαν prætoria πολύ αργότερα». Όταν ο Παύλος φυλακίστηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη, του «επιτράπηκε . . . να μένει μόνος του με το στρατιώτη που τον φρουρούσε». (Πρ 28:16) Με αυτόν τον τρόπο, τα δεσμά του θα είχαν γίνει ευρέως γνωστά σε σχέση με τον Χριστό μεταξύ των στρατιωτών της Πραιτωριανής Φρουράς, ιδιαίτερα δε αν κάθε ημέρα υπήρχε διαφορετικός φρουρός. Κατά συνέπεια, πολλοί μεταφραστές θεωρούν ότι με τη λέξη πραιτώριον στο εδάφιο Φιλιππησίους 1:13 εννοείται η Πραιτωριανή Φρουρά και όχι κάποιο κτίριο ή δικαστικό σώμα.—RS, AS, ΜΝΚ, ΤΚΔ, ΛΧ.
Το Παραδεδεγμένο Κείμενο περιλαμβάνει στο εδάφιο Πράξεις 28:16 τη φράση: «ο εκατόνταρχος παρέδωκε τους δεσμίους εις τον στρατοπεδάρχην». (KJ, ΒΑΜ) Ορισμένοι έχουν προσδιορίσει αυτόν το στρατοπεδάρχη ως τον Σέξτο Αφράνιο Βούρο, τον ύπαρχο της Πραιτωριανής Φρουράς υπό τον Νέρωνα μέχρι το 62 Κ.Χ. Μάλιστα ο Ντάρμπι έχει την απόδοση: «ο εκατόνταρχος παρέδωσε τους φυλακισμένους στον ύπαρχο των πραιτωριανών». Ωστόσο, η μετάφραση του Ντάρμπι βάζει αυτό το τμήμα μέσα σε αγκύλες θεωρώντας το ως απόσπασμα σε σχέση με το οποίο υπάρχουν διαφορές στα χειρόγραφα. Άλλες σύγχρονες μεταφράσεις παραλείπουν εντελώς αυτή τη φράση επειδή δεν εμφανίζεται σε διάφορα αρχαία χειρόγραφα όπως το Σιναϊτικό, το Αλεξανδρινό και το Βατικανό Αρ. 1209.—RS, AT, JB, ΜΝΚ, ΚΔΒ, ΠΑΒ, ΛΘΖ.
[Εικόνα στη σελίδα 727]
Πραιτωριανός φρουρός
-
-
Πράξεις των ΑποστόλωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Με αυτόν τον τίτλο είναι γνωστό από το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. ένα από τα βιβλία της Αγίας Γραφής. Το βιβλίο αυτό καλύπτει κυρίως τη δράση του Πέτρου και του Παύλου, και όχι όλων των αποστόλων γενικά. Παράλληλα, μας παρέχει ένα απολύτως αξιόπιστο και περιεκτικό ιστορικό υπόμνημα για το εντυπωσιακό ξεκίνημα και τη ραγδαία εξέλιξη της Χριστιανικής οργάνωσης, πρώτα μεταξύ των Ιουδαίων και έπειτα μεταξύ των Σαμαρειτών και των Εθνικών.
Στο βιβλίο δεσπόζει το κυρίαρχο θέμα ολόκληρης της Αγίας Γραφής, η Βασιλεία του Ιεχωβά (Πρ 1:3· 8:12· 14:22· 19:8· 20:25· 28:31), ενώ μας υπενθυμίζεται συνεχώς το πώς έδωσαν οι απόστολοι «πλήρη μαρτυρία» σχετικά με τον Χριστό και αυτή τη Βασιλεία και έφεραν σε πέρας πλήρως τη διακονία τους. (2:40· 5:42· 8:25· 10:42· 20:21, 24· 23:11· 26:22· 28:23) Το βιβλίο παρέχει επίσης ένα εξαιρετικό ιστορικό υπόβαθρο με βάση το οποίο μπορεί κανείς να εξετάσει τις θεόπνευστες επιστολές των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.
Ο Συγγραφέας. Τα εισαγωγικά λόγια των Πράξεων αναφέρονται στο Ευαγγέλιο του Λουκά με την έκφραση “η πρώτη αφήγηση”. Εφόσον και οι δύο αφηγήσεις απευθύνονται στο ίδιο άτομο, τον Θεόφιλο, γνωρίζουμε ότι ο Λουκάς ήταν ο συγγραφέας των Πράξεων, παρ’ όλο που ο ίδιος δεν υπογράφει με το όνομά του. (Λου 1:3· Πρ 1:1) Και οι δύο αφηγήσεις έχουν παρόμοιο ύφος και φρασεολογία. Επίσης το Μουρατόρειο Απόσπασμα, που χρονολογείται από τα τέλη του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., αποδίδει στον Λουκά τη συγγραφή. Εκκλησιαστικά έργα του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., τα οποία έγραψαν ο Ειρηναίος της Λυών, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο Τερτυλλιανός της Καρχηδόνας, αναφέρουν τον Λουκά ως συγγραφέα όταν παραθέτουν από τις Πράξεις.
Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Το βιβλίο καλύπτει περίοδο περίπου 28 ετών, από την ανάληψη του Ιησού το 33 Κ.Χ. ως το τέλος του δεύτερου έτους της φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη, γύρω στο 61 Κ.Χ. Την περίοδο αυτή κυβέρνησαν διαδοχικά τέσσερις Ρωμαίοι αυτοκράτορες: ο Τιβέριος, ο Καλιγούλας, ο Κλαύδιος και ο Νέρων. Εφόσον το βιβλίο εξιστορεί γεγονότα που έλαβαν χώρα μέχρι και το δεύτερο έτος της φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη, δεν είναι δυνατόν να ολοκληρώθηκε νωρίτερα. Αν η αφήγηση είχε γραφτεί αργότερα, θα αναμέναμε λογικά από τον Λουκά περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον Παύλο. Αν είχε γραφτεί μετά το 64 Κ.Χ., θα γινόταν οπωσδήποτε λόγος για το βίαιο διωγμό που εξαπέλυσε τότε ο Νέρων. Και αν είχε γραφτεί μετά το 70 Κ.Χ., όπως ισχυρίζονται μερικοί, θα αναμέναμε να βρούμε κάποια μνεία για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
Ο συγγραφέας Λουκάς συνόδευσε για μεγάλο διάστημα τον Παύλο στα ταξίδια του, μεταξύ άλλων και στο επικίνδυνο ταξίδι προς τη Ρώμη, πράγμα που γίνεται φανερό από τη χρήση πρώτου πληθυντικού προσώπου στα εδάφια Πράξεις 16:10-17· 20:5-15· 21:1-18· 27:1-37· 28:1-16. Στις επιστολές που έγραψε ο Παύλος από τη Ρώμη, αναφέρει ότι ήταν και ο Λουκάς εκεί. (Κολ 4:14· Φλμ 24) Επομένως, η συγγραφή του βιβλίου των Πράξεων ολοκληρώθηκε στη Ρώμη.
Όπως επισημάνθηκε ήδη, ο ίδιος ο Λουκάς ήταν αυτόπτης μάρτυρας πολλών από τα συμβάντα που κατέγραψε, και στα ταξίδια του συνάντησε συγχριστιανούς του οι οποίοι είτε περιλαμβάνονταν σε ορισμένα γεγονότα που περιγράφονται είτε παρίσταντο σε αυτά. Για παράδειγμα, ο Ιωάννης Μάρκος ήταν σε θέση να του μιλήσει για τη θαυματουργική απελευθέρωση του Πέτρου από τη φυλακή (Πρ 12:12), ενώ τα γεγονότα που περιγράφονται στο 6ο και στο 8ο κεφάλαιο μπορεί να τα έμαθε από τον ιεραπόστολο Φίλιππο. Φυσικά και ο Παύλος, ως αυτόπτης μάρτυρας, ήταν σε θέση να δώσει πολλές λεπτομέρειες των γεγονότων που συνέβησαν όταν ο Λουκάς δεν ήταν μαζί του.
Αυθεντικότητα. Η ακρίβεια του βιβλίου των Πράξεων έχει επαληθευτεί στο διάβα των ετών από πολλές αρχαιολογικές ανακαλύψεις. Για παράδειγμα, το εδάφιο Πράξεις 13:7 λέει ότι ο Σέργιος Παύλος ήταν ο ανθύπατος της Κύπρου. Τώρα είναι γνωστό ότι λίγο προτού πάει ο Παύλος εκεί, η Κύπρος διοικούνταν από έναν αντιπραίτορα, ή αλλιώς λεγάτο, αλλά μια επιγραφή που βρέθηκε στην Κύπρο αποδεικνύει ότι το νησί περιήλθε όντως υπό την άμεση διοίκηση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, την οποία εκπροσωπούσε ένας έπαρχος, ο λεγόμενος ανθύπατος. Παρόμοια, στην Ελλάδα, κατά τη διακυβέρνηση του Αυγούστου Καίσαρα, η Αχαΐα ήταν επαρχία υπό την άμεση διοίκηση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, αλλά όταν ήταν αυτοκράτορας ο Τιβέριος, η Αχαΐα διοικούνταν άμεσα από τον ίδιο. Αργότερα, υπό τον Αυτοκράτορα Κλαύδιο, έγινε και πάλι συγκλητική επαρχία, σύμφωνα με τον Τάκιτο. Έχει ανακαλυφτεί ένα απόσπασμα από μια απαντητική επιστολή του Κλαύδιου προς τους κατοίκους των Δελφών, το οποίο αναφέρεται στην ανθυπατεία του Γαλλίωνα. Επομένως, το εδάφιο Πράξεις 18:12 λέει ορθά ότι ο Γαλλίων ήταν «ανθύπατος» όταν ο Παύλος βρισκόταν στην Κόρινθο, την πρωτεύουσα της Αχαΐας. (Βλέπε ΓΑΛΛΙΩΝ.) Επίσης, μια επιγραφή από κάποια αψίδα της Θεσσαλονίκης (σπαράγματα της οποίας φυλάσσονται στο Βρετανικό Μουσείο) δείχνει ότι το εδάφιο Πράξεις 17:8 ορθά κάνει λόγο για «άρχοντες της πόλης» (πολιτάρχας, Κείμενο), παρότι αυτός ο τίτλος δεν εμφανίζεται στα κλασικά συγγράμματα.
Μέχρι σήμερα ο Άρειος Πάγος, δηλαδή ο Λόφος του Άρη, στην Αθήνα, όπου κήρυξε ο Παύλος, επιβεβαιώνει σιωπηλά την αξιοπιστία των Πράξεων. (Πρ 17:19) Ιατρικοί όροι και εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στις Πράξεις συμφωνούν με τα γραφόμενα των Ελλήνων ιατρικών συγγραφέων εκείνης της εποχής. Τα ταξίδια στη Μέση Ανατολή τον πρώτο αιώνα γίνονταν ουσιαστικά με τους τρόπους που περιγράφονται στις Πράξεις: τα χερσαία γίνονταν με τα πόδια, με άλογα ή με ιππήλατα άρματα (23:24, 31, 32· 8:27-38), ενώ τα θαλάσσια γίνονταν με φορτηγά πλοία. (21:1-3· 27:1-5) Εκείνα τα αρχαία σκάφη δεν είχαν ένα μόνο πηδάλιο, αλλά διευθύνονταν από δύο μεγάλα κωπήρη πηδάλια, γι’ αυτό και είναι σωστό το ότι η λέξη πηδάλια χρησιμοποιείται στον πληθυντικό αριθμό. (27:40) Η περιγραφή του ταξιδιού που έκανε ο Παύλος ακτοπλοϊκώς προς τη Ρώμη (27:1-44) αναγνωρίζεται από τους σύγχρονους ναυτικούς που είναι γνώστες της περιοχής ως απολύτως έγκυρη και αξιόπιστη όσον αφορά τη διάρκεια του ταξιδιού, την απόσταση που διένυσαν και τους ενδιάμεσους σταθμούς.
Οι Πράξεις των Αποστόλων ήταν αναντίρρητα αποδεκτές ως θεόπνευστο και κανονικό σύγγραμμα των Γραφών από όσους κατάρτισαν τους καταλόγους των βιβλίων της Αγίας Γραφής μεταξύ του δεύτερου και του τέταρτου αιώνα Κ.Χ. Τμήματα του βιβλίου, μαζί με αποσπάσματα των τεσσάρων Ευαγγελίων, υπάρχουν στον πάπυρο Τσέστερ Μπίτι Αρ. 1 (P45), ένα χειρόγραφο του τρίτου αιώνα Κ.Χ. Το χειρόγραφο Μίσιγκαν Αρ. 1571 (P38), το οποίο χρονολογείται από τον τρίτο ή τον τέταρτο αιώνα, περιέχει τμήματα του 18ου και του 19ου κεφαλαίου, και ένα χειρόγραφο του τέταρτου αιώνα, γνωστό ως Aegyptus Αρ. 8683 (P8), περιέχει μέρη των κεφαλαίων 4 ως 6. Παραθέσεις από το βιβλίο των Πράξεων έκαναν ο Πολύκαρπος της Σμύρνης γύρω στο 115 Κ.Χ., ο Ιγνάτιος της Αντιόχειας γύρω στο 110 Κ.Χ. και ο Κλήμης της Ρώμης, πιθανώς ήδη από το 95 Κ.Χ. Ο Αθανάσιος, ο Ιερώνυμος και ο Αυγουστίνος του τέταρτου αιώνα, όλοι τους επιβεβαιώνουν τους προγενέστερους καταλόγους που συμπεριλάμβαναν τις Πράξεις.
[Πλαίσιο στη σελίδα 729]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΡΑΞΕΙΣ
Το ξεκίνημα της Χριστιανικής εκκλησίας και ένα υπόμνημα της δημόσιας μαρτυρίας που έδινε με ζήλο παρά τη σφοδρή εναντίωση
Καλυπτόμενος χρόνος: 33 ως περ. 61 Κ.Χ.
Ο Ιησούς, προτού αναληφθεί στον ουρανό, επιφορτίζει τους ακολούθους του με την αποστολή να δίνουν μαρτυρία για αυτόν ως τον Μεσσία του Ιεχωβά (1:1-26)
Οι μαθητές, αφού λαβαίνουν άγιο πνεύμα, δίνουν μαρτυρία με τόλμη σε πολλές γλώσσες (2:1–5:42)
Ιουδαίοι που έχουν έρθει από πολλές χώρες στην Ιερουσαλήμ λαβαίνουν μαρτυρία ο καθένας στη γλώσσα του· βαφτίζονται περίπου 3.000
Ο Πέτρος και ο Ιωάννης συλλαμβάνονται και οδηγούνται ενώπιον του Σάνχεδριν· δηλώνουν άφοβα ότι δεν θα σταματήσουν να δίνουν μαρτυρία
Γεμάτοι άγιο πνεύμα, όλοι οι μαθητές αναγγέλλουν το λόγο του Θεού με τόλμη· πλήθη γίνονται πιστοί
Οι απόστολοι συλλαμβάνονται· ένας άγγελος τους απελευθερώνει· όταν οδηγούνται ενώπιον του Σάνχεδριν, δηλώνουν: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους»
Ο διωγμός οδηγεί σε εξάπλωση της μαρτυρίας (6:1–9:43)
Ο Στέφανος συλλαμβάνεται, δίνει άφοβα μαρτυρία, υφίσταται μαρτυρικό θάνατο
Λόγω του διωγμού διασκορπίζονται όλοι εκτός από τους αποστόλους· δίνεται μαρτυρία στη Σαμάρεια· βαφτίζεται ο Αιθίοπας ευνούχος
Ο Ιησούς εμφανίζεται στον διώκτη Σαύλο· ο Σαύλος μεταστρέφεται, βαφτίζεται, αρχίζει να συμμετέχει με ζήλο στη διακονία
Υπό θεϊκή κατεύθυνση η μαρτυρία φτάνει στους απερίτμητους Εθνικούς (10:1–12:25)
Ο Πέτρος κηρύττει στον Κορνήλιο, στην οικογένειά του και στους φίλους του· αυτοί πιστεύουν, λαβαίνουν άγιο πνεύμα και βαφτίζονται
Η εξιστόρηση αυτού του γεγονότος από τον απόστολο Πέτρο δίνει την ώθηση για περαιτέρω επέκταση ανάμεσα στα έθνη
Οι ευαγγελιστικές περιοδείες του Παύλου (13:1–21:26)
Πρώτη περιοδεία: Κύπρος και Μικρά Ασία. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας δίνουν μαρτυρία με τόλμη, δημόσια και στις συναγωγές· εκδιώκονται από την Αντιόχεια· δέχονται οχλοκρατική επίθεση στο Ικόνιο· στα Λύστρα αρχικά τους αντιμετωπίζουν ως θεούς και μετά λιθοβολούν τον Παύλο
Το κυβερνών σώμα στην Ιερουσαλήμ αποφασίζει για το ζήτημα της περιτομής· ανατίθεται στον Παύλο και στον Βαρνάβα να ενημερώσουν τους αδελφούς ότι δεν απαιτείται περιτομή, αλλά ότι οι πιστοί πρέπει να απέχουν από πράγματα θυσιασμένα σε είδωλα, από αίμα και από πορνεία
Δεύτερη περιοδεία: Πίσω στη Μικρά Ασία και, μέσω αυτής, στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στους Φιλίππους φυλακίζονται, αλλά ο δεσμοφύλακας και η οικογένειά του βαφτίζονται· οι Ιουδαίοι υποκινούν ταραχές στη Θεσσαλονίκη και στη Βέροια· στην Αθήνα, ο Παύλος κηρύττει στη συναγωγή, στην αγορά και τέλος στον Άρειο Πάγο· 18μηνη διακονία στην Κόρινθο
Τρίτη περιοδεία: Μικρά Ασία και Ελλάδα. Καρποφόρα διακονία στην Έφεσο, κατόπιν πρόκληση σάλου από τους αργυροχόους· ο απόστολος Παύλος νουθετεί τους πρεσβυτέρους
Ο Παύλος συλλαμβάνεται, δίνει μαρτυρία σε αξιωματούχους, μεταφέρεται στη Ρώμη (21:27–28:31)
Αφού δέχεται οχλοκρατική επίθεση στην Ιερουσαλήμ, ο Παύλος εμφανίζεται ενώπιον του Σάνχεδριν
Ως κρατούμενος, ο Παύλος δίνει άφοβα μαρτυρία ενώπιον του Φήλικα, του Φήστου και του Βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα Β΄, καθώς και ενόσω ταξιδεύει με πλοίο για τη Ρώμη
Αν και φυλακισμένος στη Ρώμη, ο Παύλος συνεχίζει να βρίσκει τρόπους προκειμένου να κηρύττει για τον Χριστό και τη Βασιλεία
-
-
ΠραότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΟΤΗΤΑ
Μειλιχιότητα, απουσία υπεροψίας ή ματαιοδοξίας, η διανοητική διάθεση που καθιστά κάποιον ικανό να υφίσταται βλάβη εκδηλώνοντας υπομονή, χωρίς να εξάπτεται, να μνησικακεί ή να αντεκδικείται. Η πραότητα είναι συνυφασμένη με άλλες αρετές όπως η ταπεινοφροσύνη και η ηπιότητα, και σπανίως μνημονεύεται χωριστά από αυτές. (Βλέπε ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ.) Η λέξη ‛ανάβ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, που μεταφράζεται «πράος», προέρχεται από τη ρίζα ‛ανάχ, η οποία σημαίνει «ταλαιπωρώ, ταπεινώνω».
Όσον αφορά το επίθετο πραΰς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, το Λεξικό της Καινής Διαθήκης (A New Testament Wordbook), του Γουίλιαμ Μπάρκλεϊ, λέει: «Στην κλασική αρχαία ελληνική, αυτή είναι μια υπέροχη λέξη. Όταν αναφέρεται σε πράγματα, σημαίνει “ήπιος”. Παραδείγματος χάρη, χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα ήπιο αεράκι ή μια ήπια φωνή. Όταν αναφέρεται σε πρόσωπα, σημαίνει “μειλίχιος” ή “ευγενής”. . . . Στο επίθετο πραΰς ενυπάρχει η ηπιότητα, αλλά πίσω από την ηπιότητα κρύβεται χαλύβδινη δύναμη . . . Αυτή η ηπιότητα δεν είναι ταυτόσημη με τη μαλθακότητα, το συναισθηματισμό ή την παθητικότητα». (Λονδίνο, 1956, σ. 103, 104) Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), δηλώνει ότι το ουσιαστικό πραΰτης «δεν αφορά “μόνο την εξωτερική συμπεριφορά του ατόμου ούτε και τις σχέσεις με τους συνανθρώπους του, πολύ δε λιγότερο τη φυσική του τάση. Τουναντίον, πρόκειται για ευγένεια που είναι συνυφασμένη με την ψυχή του και εκδηλώνεται κατά πρώτο και κύριο λόγο προς τον Θεό. Είναι η πνευματική διάθεση στα πλαίσια της οποίας δεχόμαστε την πολιτεία Του προς εμάς ως καλή, γι’ αυτό και δεν την αμφισβητούμε ούτε της αντιτασσόμαστε. Συνδέεται στενά με τη λέξη ταπεινοφροσύνη και αναφέρεται αμέσως μετά από αυτήν”».—1981, Τόμ. 3, σ. 55, 56.
Το επίθετο πραΰς αποδίδεται με διάφορους τρόπους στις μεταφράσεις της Αγίας Γραφής, λόγου χάρη «πράος» και «ήπιος» (KJ, AS, NE, ΜΝΚ). Ωστόσο, όπως δηλώνεται στο σύγγραμμα του Μπάρκλεϊ, από το οποίο παραθέσαμε προηγουμένως, η λέξη πραΰς προχωρεί λίγο βαθύτερα από την ηπιότητα και, όταν χρησιμοποιείται για πρόσωπα, σημαίνει μειλίχιος, ευγενής.
Στην Αγία Γραφή, η πραότητα τονίζεται ως διανοητική στάση που εκδηλώνεται πρώτα από όλα προς τον Θεό, και κατόπιν προς τον πλησίον. Για παράδειγμα, είναι γραμμένο: «Οι πράοι θα αυξήσουν τη χαρά τους στον Ιεχωβά». (Ησ 29:19) Οι πράοι είναι ευδίδακτοι—ο Ιεχωβά «θα διδάξει στους πράους την οδό του» (Ψλ 25:9)—και πρόθυμοι να υπομείνουν τη διαπαιδαγώγηση από το χέρι του Θεού, έστω και αν προς στιγμήν αυτή φέρνει λύπη. (Εβρ 12:4-11) Η πραότητα υποκινεί τα άτομα να περιμένουν τον Ιεχωβά να διορθώσει τις αδικίες και τις βλάβες που υφίστανται αναίτια, αντί να εξάπτονται με θυμό. (Ψλ 37:8-11) Τέτοιου είδους άτομα δεν απογοητεύονται, διότι εκείνος τον οποίο έχει διορίσει ο Ιεχωβά, το «κλαδάκι από το υπόλειμμα του κορμού του Ιεσσαί», θα παρέχει έλεγχο με ευθύτητα «προς όφελος των πράων της γης».—Ησ 11:1-4.
Μολονότι ο Ιεχωβά δεν ανέχεται την αμαρτία και την κακία, έχει προμηθεύσει στοργικά πρόσβαση στον εαυτό του μέσω της λυτρωτικής θυσίας και των ιερατικών υπηρεσιών του Ιησού Χριστού. Επομένως, οι λάτρεις και υπηρέτες του Ιεχωβά μπορούν να εκζητούν το πρόσωπό του χωρίς νοσηρό φόβο και τρόμο. (Εβρ 4:16· 10:19-22· 1Ιω 4:17, 18) Ο Ιησούς εκπροσωπούσε τον Ιεχωβά Θεό τόσο τέλεια ώστε μπορούσε να πει: «Αυτός που έχει δει εμένα έχει δει και τον Πατέρα». Επίσης είπε: «Ελάτε σε εμένα, όλοι εσείς που μοχθείτε και είστε καταφορτωμένοι, και εγώ θα σας αναζωογονήσω. Βάλτε το ζυγό μου πάνω σας και μάθετε από εμένα, διότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά, και θα βρείτε αναζωογόνηση για τις ψυχές σας. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός και το φορτίο μου είναι ελαφρύ». (Ιωα 14:9· Ματ 11:28-30) Έτσι και ο Ιεχωβά Θεός είναι απόλυτα προσιτός σε όσους τον αγαπούν και εμφυσά πραότητα, μεγάλη πεποίθηση και δύναμη σε όσους τον επικαλούνται.
Ο Μωυσής. Ο Μωυσής ήταν «πολύ πιο πράος από όλους τους ανθρώπους που υπήρχαν πάνω στην επιφάνεια της γης», δεχόμενος κριτική χωρίς να δυσανασχετεί. (Αρ 12:3) Το σχόλιο αυτό σχετικά με την πραότητά του έγινε όταν η Μαριάμ και ο Ααρών γόγγυσαν εναντίον του. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για αδικαιολόγητο παράπονο εναντίον του Ιεχωβά, το οποίο εκείνος πρόσεξε γρήγορα και για το οποίο παρείχε έλεγχο.—Αρ 12:1-15.
Μερικοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η καταγραφή αυτής της αναφοράς σχετικά με τη δική του πραότητα συνιστά αδικαιολόγητο αυτοέπαινο από μέρους του Μωυσή. Άλλοι κριτικοί ισχυρίζονται ότι η συγκεκριμένη δήλωση προστέθηκε εκ των υστέρων από κάποιον τρίτο, ενώ ορισμένοι τη χρησιμοποιούν ως στοιχείο που υποδεικνύει ότι ο Μωυσής δεν έγραψε την Πεντάτευχο. Ωστόσο, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κουκ λέει σχετικά με αυτά τα λόγια: «Όταν τα δούμε υπό το πρίσμα τού ότι ειπώθηκαν από τον Μωυσή, όχι από δική του πρωτοβουλία, αλλά υπό την κατεύθυνση του Αγίου Πνεύματος το οποίο βρισκόταν πάνω του (πρβλ. 11:17), αποπνέουν μια “αντικειμενικότητα” που μαρτυρεί αμέσως τη γνησιότητα και τη θεοπνευστία τους. Αυτά τα λόγια, όπως επίσης τα χωρία στα οποία ο Μωυσής καταγράφει εξίσου απερίφραστα τα σφάλματά του (πρβλ. 20:12 και εξής· Εξ 4:24 και εξής· Δευ 1:37), φανερώνουν την εντιμότητα κάποιου ο οποίος έδωσε μαρτυρία σχετικά με τον εαυτό του, αλλά όχι υπέρ του εαυτού του (πρβλ. Κατά Ματθαίον 11:28, 29). Τα λόγια αυτά παρεμβάλλονται προκειμένου να εξηγηθεί γιατί ο Μωυσής δεν έκανε ενέργειες για να δικαιώσει τον εαυτό του, και επομένως γιατί παρενέβη τόσο άμεσα ο Κύριος».
Ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς εκδήλωσε πραότητα υπομένοντας αγόγγυστα κάθε είδους προσωπική βλάβη, επιτρέποντας μάλιστα να οδηγηθεί στη σφαγή σαν αρνί, χωρίς να ανοίξει το στόμα του για να διαμαρτυρηθεί. (Φλπ 2:5-8· Εβρ 12:2· Πρ 8:32-35· Ησ 53:7) Αυτός που υπήρξε μεγαλύτερος από τον Μωυσή συνέστησε επίσης τον εαυτό του στους άλλους ως πράο άτομο. (Ματ 11:28, 29) Όπως προειπώθηκε στο εδάφιο Ησαΐας 61:1, χρίστηκε με το πνεύμα του Ιεχωβά “για να πει καλά νέα στους πράους”. Αφού ο Ιησούς διάβασε αυτή την προφητεία στη συναγωγή της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ναζαρέτ, δήλωσε: «Σήμερα εκπληρώνεται αυτή η γραφή που μόλις ακούσατε». (Λου 4:16-21) Στέλνοντας, λοιπόν, ο Θεός τον αγαπητό του Γιο να διδάξει στους πράους τα σχετικά με τη σωτηρία, τους έδειξε πράγματι πολύ ειδική εύνοια.—Ψλ 149:4· Παρ 3:34.
Γνώρισμα Δύναμης. Η πραότητα του χαρακτήρα ή του πνεύματος δεν υποδηλώνει αδύναμο χαρακτήρα. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά». (Ματ 11:29· 2Κο 10:1) Εντούτοις, ο Ιησούς είχε την υποστήριξη της πλήρους δύναμης του Πατέρα του και προάσπιζε σταθερά το ορθό. Επέδειξε μεγάλη παρρησία και δυναμισμό όποτε αυτό ήταν αναγκαίο.—Ματ 23:13-39· παράβαλε 21:5.
Το πράο άτομο είναι πράο επειδή διαθέτει πίστη και συγκεκριμένη πηγή δύναμης. Δεν χάνει εύκολα την ισορροπία του ή τη φρόνησή του. Η έλλειψη πραότητας είναι αποτέλεσμα ανασφάλειας, απογοήτευσης, έλλειψης πίστης και ελπίδας, ακόμη και απόγνωσης. Το άτομο που δεν είναι πράο περιγράφεται από την ακόλουθη παροιμία: «Σαν πόλη διανοιγμένη από ρήγματα, χωρίς τείχος, έτσι είναι ο άνθρωπος που δεν συγκρατεί το πνεύμα του». (Παρ 25:28) Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι εκτεθειμένος και ευάλωτος στην εισβολή κάθε είδους ακατάλληλων σκέψεων, οι οποίες μπορεί να τον οδηγήσουν σε ακατάλληλες πράξεις.
Καρπός του Πνεύματος. Η πραότητα είναι καρπός του αγίου πνεύματος του Θεού, της ενεργού του δύναμης. (Γα 5:22, 23) Επομένως, Πηγή της πραότητας είναι ο Θεός, και για να έχει κάποιος γνήσια πραότητα πρέπει να ζητάει από Εκείνον το πνεύμα του και να καλλιεργεί αυτόν τον καρπό του πνεύματος. Άρα, η πραότητα δεν αποκτάται απλώς με τη δύναμη της θέλησης, αλλά πλησιάζοντας τον Θεό.
Η έλλειψη πραότητας έχει ως αποτέλεσμα ευερεθιστότητα, σκληρότητα, έλλειψη εγκράτειας και διαμάχες. Απεναντίας, ο Χριστιανός νουθετείται να διατηρεί την ενότητα και την ειρήνη με «ταπεινοφροσύνη και πραότητα».—Εφ 4:1-3.
Αν επιτραπεί στη ζήλια και στην έριδα να ριζώσουν και να μεγαλώσουν, θα προκύψουν κάθε είδους αναταραχές. Αντίθετα, η πραότητα αποτρέπει την ανάπτυξη τέτοιων συνθηκών ανάμεσα στους ακολούθους του Χριστού. Γι’ αυτό, ο Βιβλικός συγγραφέας Ιάκωβος παροτρύνει όσους είναι σοφοί και έχουν κατανόηση μέσα στην εκκλησία να εκδηλώνουν “καλή διαγωγή” επιδεικνύοντας «πραότητα που χαρακτηρίζει τη σοφία»—τη «σοφία που κατεβαίνει από πάνω».—Ιακ 3:13, 17.
Η λέξη «πραότητα» εμφανίζεται πολλές φορές στη Γραφή μαζί με τη λέξη «πνεύμα», παραδείγματος χάρη, «πραότητα πνεύματος» ή «πράο πνεύμα». Επομένως, η γνήσια πραότητα είναι κάτι περισσότερο από εξωτερική, παροδική ή περιστασιακή ιδιότητα. Αποτελεί μέρος της ιδιοσυστασίας του ατόμου. Ο απόστολος Πέτρος τονίζει αυτό το γεγονός όταν λέει: «Και ας μην είναι ο στολισμός σας το εξωτερικό πλέξιμο των μαλλιών και η τοποθέτηση χρυσών κοσμημάτων ή το ντύσιμο με εξωτερικά ενδύματα, αλλά ας είναι ο κρυφός άνθρωπος της καρδιάς με την άφθαρτη ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος, το οποίο έχει μεγάλη αξία στα μάτια του Θεού».—1Πε 3:3, 4.
Ο απόστολος Παύλος γράφει: «Ντυθείτε . . . την πραότητα», δήλωση που, αν διαβαστεί επιπόλαια, μπορεί να θεωρηθεί ότι υποδηλώνει πως η πραότητα είναι κάτι σαν καλλωπιστικό λούστρο. Ωστόσο, στα ίδια συμφραζόμενα, ο απόστολος δίνει τη νουθεσία: «Ντυθείτε τη νέα προσωπικότητα, η οποία μέσω ακριβούς γνώσης γίνεται νέα σύμφωνα με την εικόνα Εκείνου που τη δημιούργησε». (Κολ 3:10, 12· Εφ 4:22-24) Αυτό δείχνει ότι η πραότητα είναι όντως γνώρισμα της προσωπικότητας, το οποίο κάποιος αποκτάει κυρίως ως καρπό του πνεύματος του Θεού μέσω της ακριβούς γνώσης και της εφαρμογής της, και όχι απλώς ως κληρονομικό χαρακτηριστικό.
Ουσιώδης για Όσους Βρίσκονται σε Θέσεις Επίβλεψης. Στην επιστολή που έστειλε ο Παύλος στον νεαρό Τιμόθεο δίνοντάς του οδηγίες για την κατάλληλη φροντίδα της εκκλησίας, του παρήγγειλε τα εξής όσον αφορά το χειρισμό δύσκολων ζητημάτων: «Ο δούλος, όμως, του Κυρίου δεν χρειάζεται να μάχεται, αλλά χρειάζεται να είναι ήπιος προς όλους, να έχει τα προσόντα να διδάσκει, να συγκρατεί τον εαυτό του όταν συμβαίνει κάτι κακό, να διδάσκει με πραότητα εκείνους που δεν έχουν ευνοϊκή διάθεση· μήπως ο Θεός τούς δώσει μετάνοια». (2Τι 2:24, 25) Εδώ διακρίνουμε μια ομοιότητα ανάμεσα στην πραότητα και στη μακροθυμία. Ο επίσκοπος καταλαβαίνει γιατί πρέπει να αντιμετωπίσει τη δυσκολία: ο Θεός την επέτρεψε, και εκείνος, ως επίσκοπος, πρέπει να τη χειριστεί με γνώμονα τα καλύτερα συμφέροντα του ατόμου ή των ατόμων που περιλαμβάνονται. Πρέπει να υπομείνει τη δυσκολία μέχρι να τακτοποιηθεί το ζήτημα, χωρίς να αναστατωθεί υπερβολικά.
Ο Τίτος, ένας άλλος επίσκοπος, που έμεινε στην Κρήτη, νουθετήθηκε παρόμοια να υπενθυμίζει στους Χριστιανούς αδελφούς του «να είναι λογικοί, δείχνοντας κάθε πραότητα προς όλους τους ανθρώπους». Για να εντυπώσει στον Τίτο την ανάγκη για πραότητα, ο Παύλος τονίζει την ανυπέρβλητη αγάπη και το έλεος του Θεού, όπως αυτά φανερώθηκαν μέσω του Γιου του και υπαγορεύουν να εγκαταλείψουμε τις παλιές οδούς της μοχθηρίας και του μίσους και να ακολουθήσουμε τη νέα οδό που οδηγεί στην αιώνια ζωή.—Τιτ 3:1-7.
Σε άλλη περίπτωση ο Παύλος απευθύνεται στους πνευματικά ώριμους μέσα στην εκκλησία, σκιαγραφώντας την ευθύνη που έχουν: «Ακόμη και αν ένας άνθρωπος κάνει κάποιο εσφαλμένο βήμα προτού το αντιληφθεί, εσείς που έχετε πνευματικά προσόντα να προσπαθείτε να διορθώσετε αυτόν τον άνθρωπο με πνεύμα πραότητας, προσέχοντας ο καθένας σας τον εαυτό του, μήπως και εσύ πειραστείς». (Γα 6:1) Πρέπει να θυμούνται πώς έχει πολιτευτεί με τους ίδιους ο Θεός. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να επιτιμούν αυστηρά τον άνθρωπο που έχει σφάλει, αλλά να προσπαθούν να τον διορθώσουν με πνεύμα πραότητας. Αυτό θα αποδειχτεί πολύ πιο αποτελεσματικό και ωφέλιμο για όλους όσους περιλαμβάνονται.
Η πραότητα έχει καλά αποτελέσματα όταν κάποιος καλείται να χειριστεί μια δύσκολη κατάσταση ή να αντιμετωπίσει ένα θυμωμένο άτομο, διότι εξομαλύνει τα πράγματα, ενώ αντίθετα η σκληρότητα επιδεινώνει την άσχημη κατάσταση. Η παροιμία λέει: «Η απάντηση που δίνεται με πραότητα απομακρύνει την οργή, αλλά ο λόγος που προξενεί πόνο διεγείρει θυμό». (Παρ 15:1) Η πραότητα μπορεί να έχει μεγάλη ισχύ. «Με υπομονή πείθεται ο διοικητής, και η γλώσσα που εκδηλώνει πραότητα μπορεί να σπάσει κόκαλα».—Παρ 25:15.
Ουσιώδης Όταν Κάποιος Διαπαιδαγωγείται. Ο Σολομών διατυπώνει μια άλλη θαυμάσια αρχή σχετικά με την πραότητα ή την ηρεμία. Αυτή αφορά την τάση που ίσως έχουμε να επαναστατούμε όταν δεχόμαστε διόρθωση ή τιμωρία από κάποιον που έχει εξουσία. Μπορεί να αγανακτήσουμε τόσο πολύ ώστε να πάψουμε να διακρατούμε την αρμόζουσα στάση υποταγής και να εγκαταλείψουμε βιαστικά τη θέση στην οποία έχουμε διοριστεί. Αλλά ο Σολομών προειδοποιεί: «Αν το πνεύμα ενός άρχοντα εγερθεί εναντίον σου, μην αφήσεις τη θέση σου, γιατί η ηρεμία μετριάζει μεγάλες αμαρτίες». (Εκ 10:4· παράβαλε Τιτ 3:2.) Τηρώντας κατάλληλη στάση ηρεμίας και πραότητας όταν διαπαιδαγωγούμαστε, όχι μόνο αποφεύγουμε να εξοργίσουμε περισσότερο αυτόν που κατέχει την εξουσία, αλλά μπορούμε επίσης να βελτιώσουμε την προσωπικότητά μας κρατώντας την ψυχραιμία μας, παραμένοντας στη θέση στην οποία έχουμε διοριστεί και εφαρμόζοντας τη διαπαιδαγώγηση.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν ο άρχοντας είναι ο Ιεχωβά Θεός και όταν η διαπαιδαγώγηση παρέχεται μέσω εκείνων που έχει διορίσει αυτός σε θέσεις εξουσίας. (Εβρ 12:7-11· 13:17) Η ίδια αρχή εφαρμόζεται επίσης στη σχέση μας με εκείνους στους οποίους ο Θεός επιτρέπει να ασκούν κοσμική κυβερνητική εξουσία. (Ρω 13:1-7) Ακόμη και αν ένας τέτοιος άρχοντας ζητήσει με σκληρότητα λόγο από τον Χριστιανό για την ελπίδα του, εκείνος, παρότι θέτει σταθερά πρώτη την υπακοή στον Θεό, πρέπει να απαντήσει «με πραότητα και βαθύ σεβασμό».—1Πε 3:15.
Αποφέρει Οφέλη. Η πρόσκληση του προφήτη Σοφονία εξακολουθεί να απευθύνεται προς τους πράους της γης: «Εκζητείτε τον Ιεχωβά, όλοι εσείς οι πράοι της γης, που έχετε εφαρμόσει τη δικαστική Του απόφαση. Εκζητείτε δικαιοσύνη, εκζητείτε πραότητα [ή, ταπεινότητα· ταπεινοφροσύνη]. Πιθανόν να καλυφτείτε την ημέρα του θυμού του Ιεχωβά». (Σοφ 2:3, υποσ.) Πέραν τούτου, δίνονται και άλλες θαυμάσιες υποσχέσεις σε αυτά τα άτομα. Παραδείγματος χάρη: “Οι πράοι θα γίνουν κάτοχοι της γης και θα βρίσκουν εξαιρετική ευχαρίστηση στην αφθονία της ειρήνης”. (Ψλ 37:11) Τόσο πνευματικά όσο και κυριολεκτικά, «οι πράοι θα φάνε και θα χορτάσουν».—Ψλ 22:26.
Έτσι λοιπόν, αντίθετα από τους πονηρούς που παροδηγούν τους πράους και επιδιώκουν να τους καταστρέψουν (Αμ 2:7· 8:4), ο Ιεχωβά ακούει τις εγκάρδιες επιθυμίες των πράων απαντώντας στις προσευχές τους. Η ελπίδα που εναποθέτουν στον Ιεχωβά δεν αποδεικνύεται μάταιη. (Ψλ 10:17· 9:18) Είναι αληθινή η παροιμία: «Καλύτερα να είναι κανείς ταπεινός στο πνεύμα μαζί με τους πράους παρά να μοιράζει λάφυρα μαζί με εκείνους που αυτοεξυψώνονται».—Παρ 16:19.
-
-
ΠράσινοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΣΙΝΟ
Βλέπε ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΠράσοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΑΣΟ
[εβρ., χατσίρ].
Μια από τις τροφές που επιθύμησαν στην έρημο το μεικτό πλήθος και οι Ισραηλίτες. (Αρ 11:4, 5) Η εβραϊκή λέξη χατσίρ, που αποδίδεται «πράσα» σε αυτό το εδάφιο, ίσως προέρχεται από την ίδια ρίζα με την πανομοιότυπη εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «χλωρό χορτάρι». (Ησ 40:7, 8) Αυτό το είδος τροφής αναφέρεται μαζί με τα κρεμμύδια και τα σκόρδα, συγκεκριμένες φυτικές τροφές πολύ όμοιες με τα πράσα, πράγμα που υποδηλώνει ότι εννοείται ένα ορισμένο λαχανικό, και όχι γενικά το χορτάρι. Επίσης, τα πράσα ήταν πολύ δημοφιλής τροφή στην Αίγυπτο από την αρχαιότητα και εξακολουθούν να αποτελούν εκεί συνηθισμένο φαγητό, όπως και στην Παλαιστίνη.
Το πράσο (άλλιο το πράσο [Allium porrum]) μοιάζει πολύ με το κρεμμύδι, αλλά διαφέρει επειδή έχει ηπιότερη γεύση, επίμηκες κυλινδρικό σχήμα και χυμώδη, λογχοειδή φύλλα με πλάτος γύρω στα 2,5 εκ. Ο ανθικός βλαστός, ο οποίος απολήγει σε μια μεγάλη, συμπαγή σφαιρική ταξιανθία, μπορεί να φτάσει σε ύψος περίπου τα 60 εκ. Οι βολβοί και τα φύλλα αυτού του διετούς φυτού μαγειρεύονται ως λαχανικά και χρησιμοποιούνται ως συμπλήρωμα σε διάφορα φαγητά. Τρώγονται επίσης ωμά.
-
-
ΠρεσβευτήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΕΣΒΕΥΤΗΣ
Σύμφωνα με τη Βιβλική χρήση της λέξης, ο επίσημος εκπρόσωπος τον οποίο έστελνε κάποιος άρχοντας σε ειδική περίσταση και για συγκεκριμένο σκοπό. Συνήθως υπηρετούσαν με αυτή την ιδιότητα γεροντότεροι, ώριμοι άντρες. Γι’ αυτό και οι λέξεις πρεσβεύω («ενεργώ ως πρεσβευτής» [Εφ 6:20]· «είμαι πρεσβευτής» [2Κο 5:20]) και πρεσβεία («σώμα πρεσβευτών» [Λου 14:32]) του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι και οι δύο συγγενικές με τη λέξη πρεσβύτερος, που σημαίνει «γεροντότερος· πρεσβύτερος».—1Τι 5:1· Απ 4:4.
Ο Ιησούς Χριστός ήρθε ως “απόστολος”, δηλαδή “απεσταλμένος”, του Ιεχωβά Θεού. Αυτός είναι που «έχει ρίξει φως στη ζωή και στην αφθαρσία μέσω των καλών νέων».—Εβρ 3:1· 2Τι 1:10.
Αφότου ο Χριστός αναστήθηκε στους ουρανούς και έπαψε πλέον να βρίσκεται ο ίδιος στη γη, οι πιστοί του ακόλουθοι διορίστηκαν να πάρουν τη θέση του, “αναπληρώνοντας τον Χριστό” ως πρεσβευτές του Θεού. Ο Παύλος αναφέρεται συγκεκριμένα στην ιδιότητα που κατείχε ως πρεσβευτής. (2Κο 5:18-20) Αυτός, όπως και όλοι οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, στάλθηκε σε έθνη και ανθρώπους αποξενωμένους από τον Ιεχωβά Θεό, τον Υπέρτατο Κυρίαρχο—ήταν πρεσβευτές σε έναν κόσμο που δεν βρισκόταν σε ειρήνη με τον Θεό. (Ιωα 14:30· 15:18, 19· Ιακ 4:4) Ως πρεσβευτής, ο Παύλος μετέφερε άγγελμα συμφιλίωσης με τον Θεό μέσω του Χριστού και γι’ αυτό χαρακτήρισε τον εαυτό του, ενόσω βρισκόταν στη φυλακή, “πρεσβευτή αλυσοδεμένο”. (Εφ 6:20) Το γεγονός ότι ήταν αλυσοδεμένος αποτελεί απόδειξη της εχθρικής στάσης που διακρατεί αυτός ο κόσμος προς τον Θεό, τον Χριστό και την κυβέρνηση της Μεσσιανικής Βασιλείας, διότι οι πρεσβευτές θεωρούνταν από αμνημονεύτων χρόνων πρόσωπα που έχουν ασυλία. Συνιστούσε ενέργεια μέγιστης εχθρότητας και βαρύτατη προσβολή από μέρους των εθνών το ότι δεν σεβάστηκαν τους πρεσβευτές που είχαν σταλεί ως εκπρόσωποι της Βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστό.
Καθώς εκπλήρωνε το ρόλο του ως πρεσβευτή, ο Παύλος σεβόταν τους νόμους της χώρας, αλλά παρέμενε αυστηρά ουδέτερος ως προς τις πολιτικές και στρατιωτικές δραστηριότητες του κόσμου. Αυτό εναρμονιζόταν με την αρχή ότι οι πρεσβευτές των κοσμικών κυβερνήσεων πρέπει να υπακούν στο νόμο αλλά απαλλάσσονται από υποταγή στη χώρα στην οποία έχουν σταλεί.
Όπως ο απόστολος Παύλος, έτσι και όλοι οι πιστοί, χρισμένοι, γεννημένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού, οι οποίοι έχουν ουράνια υπηκοότητα, είναι “πρεσβευτές που αναπληρώνουν τον Χριστό”.—2Κο 5:20· Φλπ 3:20.
Ο τρόπος με τον οποίο δέχεται κάποιος αυτούς τους πρεσβευτές του Θεού καθορίζει και τον τρόπο με τον οποίο θα πολιτευτεί μαζί του ο Θεός. Ο Ιησούς Χριστός εξέθεσε αυτή την αρχή στην παραβολή του για τον άνθρωπο που είχε ένα αμπέλι και έστειλε ως εκπροσώπους του αρχικά τους δούλους του και κατόπιν το γιο του. Οι καλλιεργητές του αμπελιού μεταχειρίστηκαν βάναυσα τους δούλους και σκότωσαν το γιο του ιδιοκτήτη. Γι’ αυτό, ο ιδιοκτήτης του αμπελιού έφερε καταστροφή στους εχθρικούς καλλιεργητές. (Ματ 21:33-41) Ο Ιησούς είπε μια ακόμη παραβολή για κάποιον βασιλιά του οποίου οι δούλοι φονεύτηκαν ενώ ενεργούσαν ως αγγελιοφόροι καλώντας ορισμένους ανθρώπους σε ένα γαμήλιο συμπόσιο. Όσοι μεταχειρίστηκαν τους εκπροσώπους του βασιλιά κατ’ αυτόν τον τρόπο θεωρήθηκαν εχθροί του. (Ματ 22:2-7) Ο Ιησούς δήλωσε ξεκάθαρα αυτή την αρχή όταν είπε: «Αυτός που δέχεται όποιον στείλω, δέχεται και εμένα. Και αυτός που δέχεται εμένα, δέχεται και εκείνον που με έστειλε».—Ιωα 13:20· βλέπε επίσης Ματ 23:34, 35· 25:34-46.
Ο Ιησούς, επίσης, χρησιμοποίησε το ειρηνευτικό έργο ενός πρεσβευτή για να καταδείξει την ανάγκη που υπάρχει να επιδιώξει ο καθένας μας ειρήνη με τον Ιεχωβά Θεό και να εγκαταλείψει τα πάντα για να ακολουθήσει τα ίχνη του Γιου του ώστε να αποκτήσει την εύνοια του Θεού και αιώνια ζωή. (Λου 14:31-33) Από την άλλη πλευρά, κατέδειξε πόσο ανόητο είναι να συνταυτίζεται κανείς με όσους στέλνουν πρεσβευτές για να μιλήσουν εναντίον εκείνου στον οποίο ο Θεός χορηγεί βασιλική εξουσία. (Λου 19:12-14, 27) Οι Γαβαωνίτες αποτελούν καλό παράδειγμα ατόμων που ανέλαβαν διακριτική, επιτυχή δράση για την επίτευξη ειρήνης.—Ιη 9:3-15, 22-27.
Απεσταλμένοι στην Προχριστιανική Εποχή. Στην προχριστιανική εποχή δεν υπήρχε επίσημο κυβερνητικό αξίωμα που να αντιστοιχεί ακριβώς σε αυτό του σύγχρονου πρεσβευτή. Δεν υπήρχε μόνιμα εγκατεστημένος αξιωματούχος ο οποίος εκπροσωπούσε επίσημα κάποια ξένη κυβέρνηση. Γι’ αυτό, οι όροι «αγγελιοφόρος» (εβρ., μαλ’άχ) και «απεσταλμένος» (εβρ., τσιρ) περιγράφουν ακριβέστερα τα καθήκοντα αυτών των ατόμων κατά τους Βιβλικούς χρόνους. Ωστόσο, η θέση τους και η ιδιότητά τους ήταν παρόμοιες με των πρεσβευτών από πολλές απόψεις, μερικές από τις οποίες θα εξεταστούν σε αυτό το λήμμα. Αυτού του είδους οι άνθρωποι ήταν επίσημοι εκπρόσωποι που μετέφεραν μηνύματα μεταξύ κυβερνήσεων και μεμονωμένων αρχόντων.
Ανόμοια με τους σύγχρονους πρεσβευτές, οι αρχαίοι απεσταλμένοι ή αγγελιοφόροι δεν κατοικούσαν σε ξένες πρωτεύουσες, αλλά αποστέλλονταν μόνο σε ειδικές περιστάσεις και για συγκεκριμένους σκοπούς. Συνήθως ήταν υψηλόβαθμα άτομα (2Βα 18:17, 18) και το αξίωμά τους έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Συνεπώς, όταν επισκέπτονταν άλλους άρχοντες, τους χορηγούνταν ασυλία.
Η μεταχείριση που είχαν οι αγγελιοφόροι, ή αλλιώς απεσταλμένοι, ενός άρχοντα θεωρούνταν ότι είχε ως αποδέκτη τον ίδιο τον άρχοντα και την κυβέρνησή του. Για παράδειγμα, όταν η Ραάβ έδειξε εύνοια στους αγγελιοφόρους που είχε στείλει ο Ιησούς του Ναυή ως κατασκόπους στην Ιεριχώ, ουσιαστικά ενήργησε έτσι επειδή αναγνώριζε ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Θεός και Βασιλιάς του Ισραήλ. Ο Ιεχωβά, μέσω του Ιησού του Ναυή, της έδειξε την ανάλογη εύνοια. (Ιη 6:17· Εβρ 11:31) Κατάφωρη παραβίαση του άγραφου διεθνούς πρωτοκόλλου σχετικά με το σεβασμό προς τους απεσταλμένους αποτέλεσε η πράξη του Ανούν, βασιλιά του Αμμών, προς τον οποίο ο Βασιλιάς Δαβίδ έστειλε μερικούς υπηρέτες σε ένδειξη φιλίας. Ο βασιλιάς του Αμμών άκουσε τους άρχοντές του, οι οποίοι κατηγόρησαν ψευδώς τους αγγελιοφόρους για κατασκοπεία, και τους ταπείνωσε δημόσια, καθιστώντας σαφές ότι δεν σεβόταν τον Δαβίδ και την κυβέρνησή του. Αυτή η επαίσχυντη πράξη οδήγησε σε πόλεμο.—2Σα 10:2–11:1· 12:26-31.
Στην αρχαιότητα, αντί να ανακαλούν έναν πρεσβευτή, όπως κάνουν τα σύγχρονα κράτη όταν διακόπτουν τις διπλωματικές τους σχέσεις, αντάλλασσαν αγγελιοφόρους, ή αλλιώς απεσταλμένους, ως εκπροσώπους σε περιόδους έντασης προσπαθώντας να αποκαταστήσουν τις ειρηνικές σχέσεις. Ο Ησαΐας μιλάει για τέτοιους “αγγελιοφόρους ειρήνης”. (Ησ 33:7) Ο Εζεκίας απηύθυνε έκκληση για ειρήνη στον Σενναχειρείμ, το βασιλιά της Ασσυρίας. Μολονότι ο Σενναχειρείμ απειλούσε τις οχυρωμένες πόλεις του Ιούδα, οι Ασσύριοι παραχώρησαν στους αγγελιοφόρους ελευθερία διέλευσης, επειδή ενεργούσαν ως απεσταλμένοι του Εζεκία. (2Βα 18:13-15) Άλλο σχετικό παράδειγμα βρίσκουμε στην αφήγηση για τον Ιεφθάε, έναν κριτή του Ισραήλ. Μέσω αγγελιοφόρων, αυτός έστειλε επιστολή στο βασιλιά των Αμμωνιτών διαμαρτυρόμενος για κάποια εσφαλμένη ενέργειά του και επιχειρώντας να επιλύσει μια διαμάχη γύρω από εδαφικές διεκδικήσεις. Αν ο Ιεφθάε είχε τη δυνατότητα, θα είχε τακτοποιήσει το ζήτημα μέσω των απεσταλμένων του, χωρίς πόλεμο. Αυτοί οι αγγελιοφόροι είχαν την άδεια να πηγαινοέρχονται ανάμεσα στα στρατεύματα ανεμπόδιστα.—Κρ 11:12-28· βλέπε ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ.
-
-
ΠρεσβύτεροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
Η λέξη ζακέν του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη πρεσβύτερος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου δεν χρησιμοποιούνται μόνο για άτομα προχωρημένης ηλικίας (Γε 18:11· Δευ 28:50· 1Σα 2:22· 1Τι 5:1, 2) ή για τον μεγαλύτερο σε ηλικία μεταξύ δύο ατόμων (Λου 15:25), αλλά εφαρμόζονται με ιδιαίτερο τρόπο και σε εκείνους που κατέχουν θέση εξουσίας και ευθύνης σε μια κοινότητα ή ένα έθνος. Η τελευταία έννοια είναι η κυριαρχούσα τόσο στις Εβραϊκές όσο και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές.
Από τους αρχαίους χρόνους, ο ηλικιωμένος άντρας κατά κανόνα έχαιρε εκτίμησης, όντας σεβαστός για την πείρα και τη γνώση του, καθώς και για τη σοφία και την ορθή κρίση που πιθανώς διέθετε ως φυσική συνέπεια. Σε πολλά έθνη οι άνθρωποι υποτάσσονταν στην κατεύθυνση των πρεσβυτέρων τους, οι οποίοι ήταν είτε τα ηλικιωμένα μέλη των πατριών είτε εκείνοι που ξεχώριζαν για τη γνώση και τη σοφία τους. Κατά συνέπεια, η έκφραση «πρεσβύτερος» είχε διπλή έννοια και προσδιόριζε είτε την ηλικία είτε τη θέση ή το αξίωμα. Οι αναφορές στους “πρεσβυτέρους [“αξιωματούχους”, JB, ΜΠΚ] της γης της Αιγύπτου” και “στους πρεσβυτέρους του Μωάβ και στους πρεσβυτέρους του Μαδιάμ” δεν εμπερικλείουν κάθε ηλικιωμένο άντρα αυτών των εθνών, αλλά εφαρμόζονται σε εκείνους που λειτουργούσαν ως συμβούλιο για να παρέχουν κατεύθυνση και καθοδηγία σε εθνικά θέματα, δηλαδή τους «άρχοντες [εβρ., σαρίμ· «αρχηγοί», AT, ΛΧ]» εκείνων των εθνών.—Γε 50:7· Αρ 22:4, 7, 8, 13-15· Ψλ 105:17, 21, 22.
Παρόμοια, οι εκφράσεις «πρεσβύτεροι του Ισραήλ», «πρεσβύτεροι της σύναξης», “πρεσβύτεροι του λαού μου”, “πρεσβύτεροι του τόπου” χρησιμοποιούνται με αυτή την επίσημη έννοια και δεν εφαρμόζονται σε κάθε ηλικιωμένο άντρα του έθνους του Ισραήλ. (Αρ 16:25· Λευ 4:15· 1Σα 15:30· 1Βα 20:7, 8) Στις σχετικά λίγες περιπτώσεις όπου η λέξη ζεκενίμ (πρεσβύτεροι) εμφανίζεται χωρίς προσδιορισμούς, τα συμφραζόμενα είναι εκείνα που υπαγορεύουν αν εννοούνται απλώς ηλικιωμένοι ή κάποιοι που κατείχαν επίσημη θέση ως κεφαλές.
Πρεσβύτεροι του Ισραήλ. Ήδη πριν από την Έξοδο, οι Ισραηλίτες είχαν τους «πρεσβυτέρους» τους, οι οποίοι έθεταν τα ζητήματα ενώπιον του λαού, μιλούσαν εκ μέρους του και έπαιρναν αποφάσεις. Όταν ο Μωυσής επέστρεψε στην Αίγυπτο, του δόθηκε η οδηγία να παρουσιάσει την αποστολή του σε αυτούς τους πρεσβυτέρους και εκείνοι, ή τουλάχιστον οι πιο σημαίνοντες από αυτούς, τον συνόδευσαν όταν εμφανίστηκε ενώπιον του Φαραώ.—Εξ 3:16, 18.
Όταν ο Μωυσής, ως εκπρόσωπος του Θεού, παρουσίασε τη διαθήκη του Νόμου στο έθνος, οι «πρεσβύτεροι» οι οποίοι είχαν θέση ευθύνης ήταν εκείνοι που εκπροσώπησαν το λαό στη σύναψη της διαθήκης με τον Ιεχωβά. (Εξ 19:3-8) Λίγο καιρό αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες παραπονέθηκαν για τις συνθήκες στην έρημο, ο Μωυσής, αισθανόμενος ότι το φορτίο της διοίκησης του έθνους ήταν πια πολύ μεγάλο για αυτόν, εξομολογήθηκε το πρόβλημα στον Ιεχωβά. Τότε ο Θεός τού έδωσε την εξής εντολή: «Συγκέντρωσε για εμένα εβδομήντα άντρες από τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, για τους οποίους ξέρεις ότι είναι πρεσβύτεροι του λαού και επόπτες του, . . . και θα πάρω ένα μέρος από το πνεύμα που είναι πάνω σου και θα το θέσω πάνω τους, και αυτοί θα σε βοηθούν να βαστάζεις το φορτίο». (Αρ 11:16, 17) Εκείνοι οι «πρεσβύτεροι» διορίστηκαν θεοκρατικά στην εν λόγω υπηρεσία. (Αρ 11:24, 25) Ο Ιεχωβά τούς χρησιμοποιούσε τώρα για να μοιράζονται την ευθύνη της ηγεσίας και της διοίκησης μαζί με τον Μωυσή.
Με τον καιρό, οι νομάδες Ισραηλίτες κατέλαβαν την Υποσχεμένη Γη και άρχισαν ξανά να διαμένουν σε μόνιμες κατοικίες σε χωριά και πόλεις, όπως ήταν ο τρόπος ζωής τους στην Αίγυπτο. Οι πρεσβύτεροι είχαν τώρα την ευθύνη για το λαό σε κοινοτικό επίπεδο. Ενεργούσαν ως σώμα επισκόπων στις αντίστοιχες κοινότητές τους, παρέχοντας κριτές και επόπτες για την απονομή δικαιοσύνης και για τη διατήρηση της ειρήνης, της ευταξίας και της πνευματικής υγείας.—Δευ 16:18-20· 25:7-9· Ιη 20:4· Ρθ 4:1-12.
Οι αναφορές σε «όλο τον Ισραήλ, τους πρεσβυτέρους του και τις κεφαλές του και τους κριτές του και τους επόπτες του» (Ιη 23:2· 24:1), «τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και όλες τις κεφαλές των φυλών, τους αρχηγούς των πατρικών οίκων» (2Χρ 5:2), δεν σημαίνουν ότι οι «κεφαλές», οι «κριτές», οι «επόπτες» και οι “αρχηγοί” ήταν ξεχωριστοί από τους «πρεσβυτέρους», αλλά απεναντίας υποδηλώνουν ότι αυτοί που χαρακτηρίζονταν με τέτοιους συγκεκριμένους προσδιορισμούς είχαν διακριτά αξιώματα εντός του σώματος των πρεσβυτέρων.—Παράβαλε 2Βα 19:2· Μαρ 15:1.
Εκείνοι που υπηρετούσαν ως «πρεσβύτεροι» σε εθνικό επίπεδο προσδιορίζονται με τις εκφράσεις «πρεσβύτεροι του Ισραήλ» (1Σα 4:3· 8:4), “πρεσβύτεροι του τόπου” (1Βα 20:7), «πρεσβύτεροι της σύναξης» (Κρ 21:16) ή, μετά τη διαίρεση του βασιλείου, “πρεσβύτεροι του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ”, όσον αφορά το νότιο βασίλειο.—2Βα 23:1.
Όπως πολλοί από τους βασιλιάδες και τους ιερείς του Ισραήλ, έτσι και οι «πρεσβύτεροι» ως σύνολο αποδείχτηκαν άπιστοι σε σχέση με την ευθύνη τους προς τον Θεό και το λαό. (1Βα 21:8-14· Ιεζ 7:26· 14:1-3) Επειδή έχασαν την υποστήριξη του Θεού, “παιδιά θα καθίσταντο άρχοντές τους” και ο “ανυπόληπτος θα μαινόταν εναντίον του αξιότιμου”. (Ησ 3:1-5) Επομένως, οι Εβραϊκές Γραφές τονίζουν ότι η ηλικία από μόνη της δεν επαρκεί, «τα γκρίζα μαλλιά είναι στεφάνι ωραιότητας» μόνο «όταν βρίσκονται στην οδό της δικαιοσύνης». (Παρ 16:31) «Δεν αποδεικνύονται σοφοί όσοι απλώς αφθονούν σε ημέρες ούτε κατανοούν την κρίση όσοι είναι απλώς ηλικιωμένοι», αλλά εκείνοι που, μαζί με την πείρα τους, καθοδηγούνται από το πνεύμα του Θεού και έχουν αποκτήσει κατανόηση του Λόγου του.—Ιωβ 32:8, 9· Ψλ 119:100· Παρ 3:5-7· Εκ 4:13.
Η παροχή κατεύθυνσης από το σώμα των «πρεσβυτέρων» συνεχίστηκε σε όλη την ιστορία του έθνους, ακόμη και κατά τη διάρκεια της βαβυλωνιακής εξορίας και μετά την αποκατάσταση στον Ιούδα. (Ιερ 29:1· Εσδ 6:7· 10:7, 8, 14) Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, υπήρχαν «πρεσβύτεροι» οι οποίοι δραστηριοποιούνταν σε δημόσιες υποθέσεις, τόσο σε κοινοτικό επίπεδο (Λου 7:3-5) όσο και σε εθνικό. «Η συνέλευση των πρεσβυτέρων» (πρεσβυτέριον, Κείμενο) στην Ιερουσαλήμ αποτελούσε κύρια πηγή εναντίωσης στον Ιησού και στους μαθητές του.—Λου 22:66· Πρ 22:5.
Πρεσβύτεροι στη Χριστιανική Εκκλησία. Λαβαίνοντας υπόψη τα παραπάνω, δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τις αναφορές στους «πρεσβυτέρους» της Χριστιανικής εκκλησίας. Όπως συνέβαινε στον σαρκικό Ισραήλ, έτσι και στον πνευματικό οι «πρεσβύτεροι» ήταν τα άτομα που είχαν την ευθύνη για την καθοδήγηση της εκκλησίας.
Την ημέρα της Πεντηκοστής, οι απόστολοι ενήργησαν ως σώμα, ο δε Πέτρος υπηρέτησε ως εκπρόσωπός τους με την επενέργεια του εκχυθέντος πνεύματος του Θεού. (Πρ 2:14, 37-42) Σαφώς, οι απόστολοι ήταν «πρεσβύτεροι» με την πνευματική έννοια λόγω της προηγούμενης και στενής συναναστροφής που είχαν με τον Ιησού και λόγω του ότι εκείνος τους είχε αναθέσει προσωπικά την αποστολή να διδάσκουν. (Ματ 28:18-20· Εφ 4:11, 12· παράβαλε Πρ 2:42.) Η στάση αυτών που γίνονταν πιστοί δείχνει ότι αναγνώριζαν πως οι απόστολοι είχαν κυβερνητική εξουσία στο νέο έθνος υπό τον Χριστό (Πρ 2:42· 4:32-37· 5:1-11), καθώς και εξουσία να κάνουν διορισμούς για υπηρεσία, είτε άμεσα ως σώμα είτε μέσω εκπροσώπων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον απόστολο Παύλο. (Πρ 6:1-6· 14:19-23) Όταν προέκυψε το ζήτημα της περιτομής, κάποιοι «πρεσβύτεροι» συγκεντρώθηκαν μαζί με τους αποστόλους για να εξετάσουν το θέμα. Η απόφασή τους γνωστοποιήθηκε στις απανταχού εκκλησίες και έγινε αποδεκτή ως έγκυρη. (Πρ 15:1-31· 16:1-5) Όπως, λοιπόν, μερικοί «πρεσβύτεροι» υπηρετούσαν τον Ισραήλ σε εθνική κλίμακα, είναι προφανές ότι αυτοί οι «πρεσβύτεροι» μαζί με τους αποστόλους συγκροτούσαν ένα κυβερνών σώμα για ολόκληρη τη Χριστιανική εκκλησία ανά τον κόσμο. Μεταγενέστερα, ο Παύλος πήγε στην Ιερουσαλήμ και συναντήθηκε με τον Ιάκωβο και “όλους τους πρεσβυτέρους”, εκθέτοντάς τους τα αποτελέσματα του έργου του και δεχόμενος τη συμβουλή τους για ορισμένα ζητήματα.—Πρ 21:15-26.
Σε μερικές περιπτώσεις, η λέξη πρεσβύτεροι του πρωτότυπου κειμένου χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή με τη λέξη “νεότεροι” ή παράλληλα με τη λέξη «γεροντότερες», χωρίς να υπάρχει ένδειξη ότι περιλαμβάνεται εκκλησιαστική ευθύνη. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η λέξη αυτή αναφέρεται απλώς σε «γέροντες», άντρες ώριμης ηλικίας. (Πρ 2:17, 18· 1Τι 5:1, 2) Χρησιμοποιείται επίσης αναφορικά με «ανθρώπους της αρχαιότητας». (Εβρ 11:2) Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις όπου εμφανίζεται η λέξη πρεσβύτεροι στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, προσδιορίζει άτομα που είχαν την ευθύνη για την καθοδήγηση της εκκλησίας. Σε ορισμένες περικοπές, οι «πρεσβύτεροι» αποκαλούνται ἐπίσκοποι. Ο Παύλος χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη μιλώντας στους «πρεσβυτέρους» της μοναδικής εκκλησίας της Εφέσου και την εφάρμοσε σε πρεσβυτέρους στην επιστολή του προς τον Τίτο. (Πρ 20:17, 28· Τιτ 1:5, 7) Επομένως, και οι δύο λέξεις αναφέρονται στην ίδια θέση: η λέξη «πρεσβύτερος» υποδηλώνει τις ώριμες ιδιότητες του ατόμου που έχει αυτόν το διορισμό, ενώ η λέξη «επίσκοπος» τα καθήκοντα που συνεπάγεται ο διορισμός.
Σχετικά με τη λέξη πρεσβύτερος του πρωτότυπου κειμένου, ο Μανουέλ Γκέρα ι Γκόμεθ έκανε τα εξής σχόλια: «Η ακριβής έννοια της λέξης [πρεσβύτερος] στην πλειονότητα σχεδόν των ελληνιστικών κειμένων, τα οποία διασώζονται σήμερα, είναι αυτή του ώριμου άντρα. Η ωριμότητα όσον αφορά την κρίση και την παροχή ορθής κατεύθυνσης αποτελεί τη χαρακτηριστική χροιά της λέξης. . . . Άσχετα με το αν έχει εξειδικευμένη έννοια ή όχι, η λέξη [πρεσβύτερος], τόσο στον ελληνιστικό όσο και στον ισραηλιτικό κόσμο, δεν υποδηλώνει τον ανήμπορο ηλικιωμένο αλλά τον ώριμο άντρα, ο οποίος λόγω πείρας και σύνεσης έχει τα προσόντα να κυβερνάει την οικογένειά του ή το λαό του».—Επίσκοπος και Πρεσβύτερος (Episcopos y Presbyteros), Μπούργκος, Ισπανία, 1962, σ. 117, 257.
Είναι προφανές ότι η ηλικία, με την κατά γράμμα έννοια των ετών που έχει ζήσει κάποιος, ήταν ένας από τους παράγοντες οι οποίοι καθόριζαν αν είχε τα προσόντα να υπηρετεί ως «πρεσβύτερος» στον αρχαίο Ισραήλ. (1Βα 12:6-13) Παρόμοια, οι «πρεσβύτεροι», ή αλλιώς επίσκοποι, στη Χριστιανική εκκλησία δεν ήταν νεαρά άτομα, εφόσον, όπως λέει ο απόστολος Παύλος, είχαν συζύγους και παιδιά. (Τιτ 1:5, 6· 1Τι 3:2, 4, 5) Ωστόσο, η ηλικία δεν ήταν ο μοναδικός ή ο σημαντικότερος παράγοντας, όπως φαίνεται από τα άλλα προσόντα που παρατίθενται (1Τι 3:2-7· Τιτ 1:6-9), ούτε καθορίστηκε κάποιο συγκεκριμένο όριο ηλικίας. Ο Τιμόθεος, ο οποίος ασχολούνταν με το διορισμό «πρεσβυτέρων», θεωρούνταν προφανώς και ο ίδιος πρεσβύτερος, αν και ήταν σχετικά νέος.—1Τι 4:12.
Οι απαιτήσεις για τη θέση του «πρεσβυτέρου» στη Χριστιανική εκκλησία περιλάμβαναν υψηλό επίπεδο διαγωγής και πνευματικότητας. Η ικανότητα που είχε κάποιος να διδάσκει, να προτρέπει και να ελέγχει έπαιζε σημαντικό ρόλο προκειμένου να εγκριθεί ως «πρεσβύτερος». (1Τι 3:2· Τιτ 1:9) Ο Παύλος παρήγγειλε επίσημα στον Τιμόθεο να “κηρύξει το λόγο, να το κάνει αυτό με το αίσθημα του επείγοντος σε ευνοϊκό καιρό, σε δυσμενή καιρό, να ελέγξει, να επιτιμήσει, να προτρέψει, με κάθε μακροθυμία και τέχνη της διδασκαλίας”. (2Τι 4:2) Ως «ποιμένες», οι «πρεσβύτεροι» είναι υπεύθυνοι για την πνευματική διατροφή του ποιμνίου, καθώς επίσης για τη φροντίδα των πνευματικά ασθενών και την προστασία του ποιμνίου από στοιχεία όμοια με λύκους. (Πρ 20:28-35· Ιακ 5:14, 15· 1Πε 5:2-4) Επιπλέον, ο Παύλος, ο οποίος δίδασκε και ο ίδιος με ζήλο «δημόσια και από σπίτι σε σπίτι», υπενθύμισε στον Τιμόθεο την ευθύνη που είχε να “κάνει έργο ευαγγελιστή, να επιτελέσει τη διακονία του στο πλήρες”.—Πρ 20:20· 2Τι 4:5.
Κάθε Χριστιανική εκκλησία είχε ένα σώμα «πρεσβυτέρων» ή «επισκόπων», οι οποίοι αναφέρονται συχνά σε πληθυντικό αριθμό, όπως συνέβαινε στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ (Πρ 11:30· 15:4, 6· 21:18), της Εφέσου (Πρ 20:17, 28) και των Φιλίππων (Φλπ 1:1). «Το πρεσβυτέριο» αναφέρεται σε συνάρτηση με την “επίθεση των χεριών” στον Τιμόθεο. (1Τι 4:14) Οι «πρεσβύτεροι», ως επίσκοποι της εκκλησίας, “προΐσταντο” στους αδελφούς τους.—Ρω 12:8· 1Θε 5:12-15· 1Τι 3:4, 5· 5:17.
Ο Παύλος και ο Πέτρος, ως «πρεσβύτεροι» με αποστολική εξουσία, ασκούσαν κατά καιρούς επίβλεψη σε άλλους «πρεσβυτέρους» ορισμένων εκκλησιών (παράβαλε 1Κο 4:18-21· 5:1-5, 9-13· Φλπ 1:1· 2:12· 1Πε 1:1· 5:1-5), όπως έκαναν επίσης ο απόστολος Ιωάννης και οι μαθητές Ιάκωβος και Ιούδας—όλοι αυτοί έγραψαν επιστολές προς διάφορες εκκλησίες. Ο Παύλος διόρισε τον Τιμόθεο και τον Τίτο να τον εκπροσωπήσουν σε ορισμένα μέρη. (1Κο 4:17· Φλπ 2:19, 20· 1Τι 1:3, 4· 5:1-21· Τιτ 1:5) Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι άντρες είχαν να διαχειριστούν νεοσχηματισμένες εκκλησίες πιστών, η δε αποστολή του Τίτου ήταν να “διορθώσει τα πράγματα που παρουσίαζαν ελλείψεις” στις εκκλησίες της Κρήτης.
Σύμφωνα με το Βιβλικό υπόμνημα, ο Παύλος, ο Βαρνάβας, ο Τίτος και προφανώς ο Τιμόθεος συμμετείχαν στο διορισμό «πρεσβυτέρων» στις εκκλησίες. (Πρ 14:21-23· 1Τι 5:22· Τιτ 1:5) Πουθενά δεν αναφέρεται ότι οι εκκλησίες έκαναν τέτοιους διορισμούς ενεργώντας ανεξάρτητα. Σχετικά με την περίπτωση στην οποία ο Παύλος και ο Βαρνάβας επισκέφτηκαν ξανά τα Λύστρα, το Ικόνιο και την Αντιόχεια, το εδάφιο Πράξεις 14:23 δηλώνει ότι «διόρισαν [χειροτονήσαντες, Κείμενο] για αυτούς πρεσβυτέρους σε κάθε εκκλησία» («διώρισαν πρεσβυτέρους εις κάθε εκκλησίαν», ΚΔΤΚ· «τους διώρισαν πρεσβύτερους σε κάθε εκκλησία», ΛΘΖ). Όσον αφορά τη σημασία του ρήματος χειροτονέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, στο σύγγραμμα Πράξεις των Αποστόλων ([The Acts of the Apostles] 1970, σ. 286) του Φ. Φ. Μπρους γίνεται το ακόλουθο σχόλιο: «Αν και ετυμολογικά [το ρήμα χειροτονέω] σημαίνει “εκλέγω με ανάταση των χεριών”, κατέληξε να χρησιμοποιείται με την έννοια “ορίζω”, “διορίζω”: πρβλ. την ίδια λέξη με πρόθεση [πρό] στο 10:41». Το Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, τόμ. 4, σ. 625), αφού πρώτα δίνει τους κοινούς ορισμούς του χειροτονέω, λέει: «μεταγεν[έστερα] [γενικώς], διορίζω, . . . διορίζω εις αξίωμα εν τη Εκκλησία». Παρόμοια, το Ελληνικό και Αγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης ([Greek and English Lexicon to the New Testament] Λονδίνο, 1845, σ. 673) του Πάρκχερστ λέει: «Ακολουθούμενο από αιτιατική, διορίζω ή εγκαθιστώ σε αξίωμα, χωρίς όμως ψηφοφορία». Το αξίωμα στο οποίο διορίζονταν αυτοί οι Χριστιανοί άντρες ήταν το αξίωμα του «πρεσβυτέρου», χωρίς να τους ψηφίζουν οι άλλοι με ανάταση των χεριών.
Γράφοντας στον Τιμόθεο, ο Παύλος είπε: «Οι πρεσβύτεροι, που προΐστανται με καλό τρόπο, ας θεωρούνται άξιοι διπλής τιμής, ειδικά εκείνοι που εργάζονται σκληρά στην ομιλία και στη διδασκαλία». (1Τι 5:17) Λαβαίνοντας υπόψη το επόμενο εδάφιο (18) καθώς και το ότι προηγουμένως εξετάζεται το θέμα της απόδοσης τιμής στις χήρες με υλικό τρόπο (εδ. 3-16), συμπεραίνουμε ότι αυτή η “διπλή τιμή” περιλάμβανε προφανώς και υλική βοήθεια.
Ποιοι είναι οι «είκοσι τέσσερις πρεσβύτεροι» στους ουράνιους θρόνους;
Στο πρωτότυπο κείμενο του βιβλίου της Αποκάλυψης, η λέξη πρεσβύτεροι εμφανίζεται 12 φορές και εφαρμόζεται σε πνευματικά πλάσματα. Τα όσα τους περιβάλλουν, η ενδυμασία τους και οι ενέργειές τους παρέχουν μια ένδειξη ως προς την ταυτότητά τους.
Ο απόστολος Ιωάννης είχε ένα όραμα του θρόνου του Ιεχωβά στον ουρανό, περιστοιχισμένου από 24 υποδεέστερους θρόνους στους οποίους κάθονταν 24 πρεσβύτεροι ντυμένοι με λευκά εξωτερικά ενδύματα και έχοντας χρυσά στέμματα στα κεφάλια τους. (Απ 4:1-4) Καθώς το όραμα συνεχιζόταν, ο Ιωάννης είδε τους 24 πρεσβυτέρους, όχι μόνο να πέφτουν κάτω επανειλημμένα αποδίδοντας λατρεία ενώπιον του θρόνου του Ιεχωβά, αλλά και να συμμετέχουν σε διάφορα χαρακτηριστικά του οράματος καθώς αυτό εκτυλισσόταν. (Απ 4:9-11· 5:4-14· 7:9-17· 14:3· 19:4) Ιδιαίτερα επισημάνθηκε η συμμετοχή τους στην αναγγελία της Βασιλείας, σύμφωνα με την οποία ο Ιεχωβά είχε αναλάβει τη μεγάλη του δύναμη και είχε αρχίσει να βασιλεύει.—Απ 11:15-18.
Στον αρχαίο Ισραήλ, οι “πρεσβύτεροι του Ισραήλ” εκπροσωπούσαν ολόκληρο το έθνος και μιλούσαν εκ μέρους του. (Εξ 3:16· 19:7) Με τον ίδιο τρόπο, οι «πρεσβύτεροι» μπορούν να αντιπροσωπεύουν, ή να εκπροσωπούν, ολόκληρη την εκκλησία του πνευματικού Ισραήλ. Γι’ αυτό, οι 24 πρεσβύτεροι που κάθονται σε θρόνους γύρω από τον Θεό μπορεί κάλλιστα να αντιπροσωπεύουν ολόκληρο το σώμα των χρισμένων Χριστιανών οι οποίοι, αφού αποδεικνύονται πιστοί μέχρι θανάτου, λαβαίνουν την υποσχεμένη ανταμοιβή της ουράνιας ανάστασης και των θρόνων κοντά στο θρόνο του Ιεχωβά. (Απ 3:21) Ο αριθμός 24 είναι επίσης σημαντικός, επειδή αυτός ήταν ο αριθμός των υποδιαιρέσεων στις οποίες ο Βασιλιάς Δαβίδ είχε οργανώσει τους ιερείς για να υπηρετούν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Οι χρισμένοι Χριστιανοί πρόκειται να είναι «βασιλικό ιερατείο».—1Πε 2:9· 1Χρ 24:1-19· Λου 1:5-23, 57-66· Απ 20:6· βλέπε ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ.
-
-
Η Επαρχία της ΓαλιλαίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ
Η ΓΑΛΙΛΑΙΑ, η οποία βρίσκεται στη βόρεια Παλαιστίνη, ήταν κατά τους Βιβλικούς χρόνους μια ακμάζουσα και πυκνοκατοικημένη επαρχία. Μέχρι σήμερα, διαθέτει ελκυστικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά—τη βαθυγάλανη Θάλασσα της Γαλιλαίας, το απόκρημνο τοπίο στα βόρεια και τις εύφορες πεδιάδες της. (Εικόνα κάτω) Σε αυτή τη γραφική περιοχή, ο Ιησούς έζησε το μεγαλύτερο μέρος της επίγειας ζωής του, καθώς ανατράφηκε στη Ναζαρέτ, μια πόλη της Γαλιλαίας.—Ματ 2:21-23· Λου 2:51, 52.
Η γεωργία, η ποίμανση και η αλιεία ήταν διαδεδομένες μορφές απασχόλησης μεταξύ των Γαλιλαίων, και αυτό αντανακλάται σε πολλές παραβολές του Ιησού. Οι συνήθεις Γαλιλαίοι ήταν σκληρά εργαζόμενοι, φιλόπονοι άνθρωποι τους οποίους περιφρονούσαν οι Φαρισαίοι και οι πρωθιερείς στην Ιερουσαλήμ. Η χαρακτηριστική προφορά των Γαλιλαίων φανέρωνε αμέσως την ταυτότητά τους στους Ιουδαίους συμπατριώτες τους.—Ματ 26:73.
Η Γαλιλαία ήταν το σκηνικό όπου διαδραματίστηκαν μερικά από τα πιο αξιοσημείωτα γεγονότα στη διακονία του Ιησού. Σε μια βουνοπλαγιά κοντά στην Καπερναούμ, ο Ιησούς εκφώνησε τη φημισμένη Επί του Όρους Ομιλία του. (Ματ 5:1, 2) Στη Γαλιλαία, επίσης, θεράπευσε θαυματουργικά πολλά άτομα.—Μαρ 1:32-34· 6:53-56· Ιωα 4:46-54.
Πώς έγινε δεκτό το κήρυγμα και τα θαύματα του Ιησού στη Γαλιλαία; Όταν κήρυξε στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Ναζαρέτ, ο λαός αρχικά “θαύμασε για τα ελκυστικά λόγια που έβγαιναν από το στόμα του”. Όταν, όμως, ο Ιησούς τούς σύγκρινε με τους Ισραηλίτες των ημερών του Ηλία και του Ελισαιέ, εκείνοι προσπάθησαν να τον σκοτώσουν. (Λου 4:22-30) Ωστόσο, οι Γαλιλαίοι γενικά έδειξαν μεγάλη ανταπόκριση στη διακονία του Ιησού. Γι’ αυτό και οι πρώτοι μαθητές του προέρχονταν από τη Γαλιλαία, και όλοι οι απόστολοί του (με πιθανή εξαίρεση τον Ιούδα τον Ισκαριώτη) ήταν Γαλιλαίοι. (Ματ 4:18-22· Λου 6:12-16) Το πλήθος των 120 περίπου μαθητών που έλαβαν το άγιο πνεύμα την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. ήταν Γαλιλαίοι.—Πρ 1:15· 2:1-7.
[Χάρτης στη σελίδα 738]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Όριο Επαρχίας
Δρόμοι
Μεσόγειος Θάλασσα
Χοραζίν
Καπερναούμ
Βηθσαϊδά
Μαγαδάν
Τιβεριάδα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Κανά
Ναζαρέτ
Ναΐν
Χάρτης βασισμένος σε δορυφορική φωτογραφία της Γαλιλαίας
[Εικόνα στη σελίδα 738]
Ερείπια της Κανά. Εκεί ο Ιησούς μετέτρεψε το νερό σε εκλεκτό κρασί (Ιωα 2:1-11)
[Εικόνα στη σελίδα 738]
Η σημερινή όψη της Ναΐν. Ο Ιησούς έδωσε μεγάλη χαρά σε μια χήρα εκεί όταν ανέστησε το γιο της (Λου 7:11-17)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Ερείπια της Καπερναούμ στη βορειοδυτική ακτή της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Από αυτή την περιοχή ο Ιησούς επέλεξε κάποιους ψαράδες και έναν εισπράκτορα φόρων ως αποστόλους (Ματ 4:18-22· 9:9)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Η Τιβεριάδα, όπου είχε την έδρα του ο περιφερειακός διοικητής Ηρώδης Αντίπας και όπου προφανώς θανατώθηκε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής (Μαρ 6:21-28)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Ερείπια της Χοραζίν, μιας πόλης που επιτίμησε ο Ιησούς λόγω της αμετανόητης στάσης των κατοίκων της (Λου 10:13)
[Εικόνα στη σελίδα 739]
Η εύφορη πεδιάδα της Γεννησαρέτ, όπου ο Ιησούς εκτέλεσε πολλές θαυματουργικές θεραπείες (Ματ 14:34-36)
-
-
Γύρω από τη Θάλασσα της ΓαλιλαίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ
ΠΕΡΙΤΡΙΓΥΡΙΣΜΕΝΗ από λόφους στην ενδοχώρα της βόρειας Παλαιστίνης, βρίσκεται μια λίμνη γλυκού νερού που ονομάζεται Θάλασσα της Γαλιλαίας, Θάλασσα της Τιβεριάδας ή Λίμνη της Γεννησαρέτ. (Εικόνα κάτω) Σαν πετράδι σε μια βαθιά λεκάνη, η λίμνη βρίσκεται γύρω στα 210 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Έχει μήκος περίπου 21 χλμ. και πλάτος περίπου 12 χλμ. Τόσο στην ίδια τη λίμνη όσο και γύρω από αυτήν έλαβαν χώρα πολλά αξιοσημείωτα γεγονότα της διακονίας του Ιησού.
Σε αρκετές περιπτώσεις ο Ιησούς μίλησε από ένα πλοιάριο στα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί στην παραλία. (Μαρ 4:1, 2) Η Καπερναούμ, μια πόλη στη βόρεια ακτή, έγινε γνωστή ως η «δική του πόλη», παρότι τον περισσότερο καιρό ο Ιησούς ταξίδευε. (Ματ 9:1· Μαρ 2:1) Ο Ιησούς περπάτησε στα νερά αυτής της θάλασσας και εμφανίστηκε κάπου κοντά σε αυτήν μετά την ανάστασή του.—Ιωα 6:1, 16-21· 21:1, 4-19.
[Πίνακας στη σελίδα 740]
ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΗ Και Σχετικά Εδάφια
Βηθσαϊδά
Μαρ 8:22-26· Λου 9:10-17· 10:13
Γάδαρα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Ματ 14:24-34· Μαρ 4:35-41· Λου 5:1-11
Καπερναούμ
Λου 4:31-41· Ματ 9:1-13· 11:23
Μαγαδάν
Πεδιάδα της Γεννησαρέτ
Τιβεριάδα
Χοραζίν
[Χάρτης στη σελίδα 740]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Χοραζίν
Βηθσαϊδά
Καπερναούμ
Πεδιάδα της Γεννησαρέτ
Μαγαδάν
Τιβεριάδα
Θάλασσα της Γαλιλαίας
Ποταμός Ιορδάνης
ΓΑΔΑΡΑ
Γάδαρα
-
-
Τα Γεγονότα που Προηγήθηκαν του Θανάτου του ΧριστούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΗΘΗΚΑΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ που προηγήθηκαν του θανάτου του Ιησού έλαβαν χώρα στην Ιερουσαλήμ και στα περίχωρά της. Εδώ παρουσιάστηκε ο Γιος του Θεού ενώπιον του έθνους ως Βασιλιάς του. Καθώς πλησίαζε στην πόλη, ένα πλήθος μαθητών κραύγαζε: «Ευλογημένος Αυτός που έρχεται ως ο Βασιλιάς στο όνομα του Ιεχωβά!» (Λου 19:37, 38) Αλλά οι θρησκευτικοί ηγέτες του έθνους τον απέρριψαν και τον κατηγόρησαν ψευδώς ότι υποκινούσε το λαό σε ανταρσία. Όταν ο Ρωμαίος κυβερνήτης, ο Πόντιος Πιλάτος, ρώτησε τον Ιησού χωρίς περιστροφές αν ήταν βασιλιάς, ο Ιησούς απάντησε: «Η βασιλεία μου δεν είναι μέρος αυτού του κόσμου». (Εικόνα κάτω) Όταν ο ίδιος ο Πιλάτος τον παρουσίασε στους Ιουδαίους λέγοντας: «Να ο βασιλιάς σας!» οι πρωθιερείς απάντησαν: «Δεν έχουμε βασιλιά εκτός από τον Καίσαρα».—Ιωα 18:33-38· 19:14, 15.
[Πίνακας στη σελίδα 742]
Πότε και Πού Έλαβαν Χώρα τα Γεγονότα
9 ΝΙΣΑΝ
Βηθανία
Προς την Ιερουσαλήμ
10 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ, ναός
11 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ, ναός
Όρος των Ελαιών, ανατολικά της Ιερουσαλήμ
12 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ
13 ΝΙΣΑΝ
Κοντά και μέσα στην Ιερουσαλήμ
14 ΝΙΣΑΝ
Ιερουσαλήμ
Κήπος της Γεθσημανή, ανατολικά της Ιερουσαλήμ
Ιερουσαλήμ, σπίτι του Καϊάφα
Ιερουσαλήμ, αίθουσα του Σάνχεδριν
Ιερουσαλήμ, ανάκτορο του κυβερνήτη
Γολγοθάς, έξω από την Ιερουσαλήμ
[Χάρτης στη σελίδα 742]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ και ΠΕΡΙΧΩΡΑ
Οι αριθμοί δείχνουν το σημερινό υψόμετρο
Γολγοθάς (;) 770
Γολγοθάς (;) 760
Κοιλάδα του Εννόμ 750
Δεξαμενή Βηθζαθά 740
Προς Ιεριχώ
Όρος των Ελαιών 780, 800, 770, 730
Κήπος της Γεθσημανή (;) 700
Προς Βηθανία
Κ.Χ. Κιδρόν 720, 740
Φρούριο Αντωνία
ΝΑΟΣ
Αίθουσα του Σάνχεδριν (;)
Ανάκτορο του Κυβερνήτη
Σπίτι του Καϊάφα (;)
Υδραγωγείο
Δεξαμενή του Σιλωάμ 620
Πηγή Γιών
[Εικόνες στη σελίδα 741]
Επάνω: Επιγραφή σε πέτρα με το όνομα του Πόντιου Πιλάτου, στη λατινική, η οποία ανακαλύφτηκε το 1961
[Εικόνα στη σελίδα 743]
9 Νισάν: Κατά την είσοδό του στην Ιερουσαλήμ, ο Χριστός χαιρετίστηκε ως Βασιλιάς
[Εικόνα στη σελίδα 743]
10 Νισάν: Πέταξε έξω από το ναό όσους τον χρησιμοποιούσαν για εμπόριο
[Εικόνα στη σελίδα 743]
11 Νισάν: Προείπε το τέλος του παλιού συστήματος και τον καιρό της παρουσίας του ως Βασιλιά με ουράνια δόξα
[Εικόνα στη σελίδα 743]
14 Νισάν: Προτού κρεμαστεί στο ξύλο, θέσπισε την Ανάμνηση του θανάτου του
-
-
Η Εξάπλωση της ΧριστιανοσύνηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣΥΝΗΣ
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, αποχαιρετώντας τους ακολούθους του προτού αναληφθεί στον ουρανό το 33 Κ.Χ., τους ανέθεσε την ακόλουθη αποστολή: «Θα είστε μάρτυρές μου τόσο στην Ιερουσαλήμ όσο και σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια και ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης». (Πρ 1:8) Αυτοί εκπλήρωσαν την αποστολή τους.
Δέκα ημέρες αργότερα, την Πεντηκοστή, άγιο πνεύμα εκχύθηκε πάνω σε περίπου 120 μαθητές που περίμεναν στην Ιερουσαλήμ, και τότε αυτοί άρχισαν να μιλούν «για τα μεγαλεία του Θεού». (Πρ 2:1-4, 11) Την ίδια ημέρα βαφτίστηκαν περίπου 3.000 άτομα. (Πρ 2:37-41) Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, οι μαθητές “γέμισαν την Ιερουσαλήμ με τη διδασκαλία τους”. (Πρ 5:27, 28, 40-42) Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; «Ο αριθμός των μαθητών πλήθαινε στην Ιερουσαλήμ πάρα πολύ».—Πρ 6:7.
Από την Ιερουσαλήμ, το έργο μαρτυρίας εξαπλώθηκε αλλού. Η εναντίωση που συνάντησαν οι μαθητές στο έργο μαρτυρίας τους στην Ιερουσαλήμ είχε ως αποτέλεσμα να διασκορπιστούν σε όλη την Ιουδαία και τη Σαμάρεια. Και πάλι το αποτέλεσμα ήταν αύξηση.—Πρ 8:1, 4, 14-17.
Το 36 Κ.Χ., ο απόστολος Πέτρος έφερε τα καλά νέα στην Καισάρεια, όπου βαφτίστηκε ο Κορνήλιος και το σπιτικό του—οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί που μεταστράφηκαν στη Χριστιανοσύνη. (Πρ 10) Κατόπιν αυτού φαίνεται ότι άρχισε να επιδίδεται συστηματικά μαρτυρία στους μη Ιουδαίους στην Αντιόχεια της Συρίας. Ως αποτέλεσμα, «μεγάλος αριθμός ανθρώπων που έγιναν πιστοί στράφηκε στον Κύριο». (Πρ 11:20, 21) Έκτοτε το έργο μαρτυρίας επεκτάθηκε στα άλλα έθνη και έχει φτάσει κυριολεκτικά ως το «πιο απομακρυσμένο μέρος της γης».
[Χάρτης στη σελίδα 744]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Περιοχές Έντονης Δράσης
Ρώμη
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΑΧΑΪΑ
Μαύρη Θάλασσα
ΑΣΙΑ
ΒΙΘΥΝΙΑ
ΠΟΝΤΟΣ
ΓΑΛΑΤΙΑ
ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
ΣΥΡΙΑ
Ιερουσαλήμ
ΚΥΠΡΟΣ
ΚΡΗΤΗ
Βαβυλώνα
Περσικός Κόλπος
Περιοχές Όπου Έφτασαν τα Καλά Νέα τον Πρώτο Αιώνα
ΙΣΠΑΝΙΑ
ΙΤΑΛΙΑ
ΜΑΛΤΑ
Μεσόγειος Θάλασσα
ΙΛΛΥΡΙΚΟ
ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑ
ΜΗΔΙΑ
ΠΑΡΘΙΑ
Κασπία Θάλασσα
ΕΛΑΜ
ΑΡΑΒΙΑ
Κυρήνη
ΛΙΒΥΗ
ΑΙΓΥΠΤΟΣ
ΑΙΘΙΟΠΙΑ
Ερυθρά Θάλασσα
[Εικόνα στη σελίδα 745]
Μακέτα του ναού του πρώτου αιώνα· η Στοά του Σολομώντα φαίνεται στα ανατολικά. Οι απόστολοι ασχολούνταν εντατικά με τη διακονία σε αυτή την περιοχή (Πρ 3:11· 5:12)
[Εικόνα στη σελίδα 745]
Ερείπια της ρωμαϊκής περιόδου στη Σαμάρεια. Η περιφέρεια της Σαμάρειας ήταν η πρώτη περιοχή εκτός Ιουδαίας που δέχτηκε τα Χριστιανικά καλά νέα (Πρ 8:1-5)
[Εικόνα στη σελίδα 745]
Η παραθαλάσσια πόλη Ιόππη. Εδώ ο απόστολος Πέτρος έλαβε το όραμα που τον κατηύθυνε να κηρύξει σε απερίτμητους Εθνικούς (Πρ 10:9-29)
-
-
Η Διακονία του Αποστόλου ΠαύλουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
ΕΧΟΝΤΑΣ λάβει από τον Ιησού την εντολή να είναι απόστολος των εθνών, ο Παύλος εκτέλεσε με ζήλο το διορισμό του. (Ρω 11:13) Το πρώτο ιεραποστολικό του ταξίδι τον έφερε στην Κύπρο και μετά στη Μικρά Ασία. Εξαγριωμένοι όχλοι τον πέταξαν έξω από τις πόλεις τους, κάποια φορά μάλιστα τον λιθοβόλησαν και τον εγκατέλειψαν νομίζοντας ότι ήταν νεκρός. Αυτός, όμως, επέστρεψε για να ενισχύσει όσους είχαν γίνει μαθητές.
Στο δεύτερο ταξίδι του, έφτασε ως τη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα. Εδώ μπόρεσε να δώσει μαρτυρία στον Άρειο Πάγο, όπως εικονίζεται παρακάτω.
Στο τρίτο ταξίδι του, κήρυξε επί τρία σχεδόν χρόνια στην Έφεσο, ένα σταυροδρόμι του ρωμαϊκού κόσμου. Κατόπιν μετέβη στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα για να εποικοδομήσει τις τοπικές εκκλησίες.
Όταν το ρωμαϊκό κράτος τον φυλάκισε, ο Παύλος χρησιμοποίησε επωφελώς το χρόνο του για να γράψει θεόπνευστες επιστολές οι οποίες αποτελούν σήμερα μέρος της Αγίας Γραφής.
[Χάρτης στη σελίδα 747]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΠΡΩΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Πρώτο ταξίδι: Πρ 13:1–14:28
Πορεία του Παύλου
Δρόμοι
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
Ταρσός
Δέρβη
Λύστρα
Ικόνιο
ΓΑΛΑΤΙΑ
Αντιόχεια
ΠΙΣΙΔΙΑ
Πέργη
Αττάλεια
Αντιόχεια
Σελεύκεια
ΣΥΡΙΑ
ΚΥΠΡΟΣ
Σαλαμίνα
Πάφος
[Χάρτης στη σελίδα 747]
ΔΕΥΤΕΡΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Δεύτερο ταξίδι: Πρ 15:36–18:22
Πορεία του Παύλου
Δρόμοι
ΣΥΡΙΑ
Αντιόχεια
ΚΙΛΙΚΙΑ
Δέρβη
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΑ
Λύστρα
Ικόνιο
ΦΡΥΓΙΑ
ΑΣΙΑ
ΒΙΘΥΝΙΑ
ΜΥΣΙΑ
Τρωάς
Φίλιπποι
Αμφίπολη
Θεσσαλονίκη
Βέροια
Αθήνα
Κόρινθος
Έφεσος
Μεσόγειος Θάλασσα
ΚΡΗΤΗ
ΚΥΠΡΟΣ
Καισάρεια
Ιερουσαλήμ
[Χάρτης στη σελίδα 747]
ΤΡΙΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Τρίτο ταξίδι: Πρ 18:23–21:19
Πορεία του Παύλου
Δρόμοι
Αντιόχεια
ΓΑΛΑΤΙΑ
ΦΡΥΓΙΑ
Έφεσος
Τρωάς
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Φίλιπποι
ΑΧΑΪΑ
Άσσος
ΜΥΤΙΛΗΝΗ
ΧΙΟΣ
ΣΑΜΟΣ
Μίλητος
ΚΩΣ
Πάταρα
ΡΟΔΟΣ
Μεσόγειος Θάλασσα
ΚΡΗΤΗ
ΚΥΠΡΟΣ
Τύρος
Πτολεμαΐδα
Καισάρεια
Ιερουσαλήμ
[Χάρτης στη σελίδα 750]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗ ΡΩΜΗ
Προς τη Ρώμη ως κρατούμενος: Πρ 23:11–28:31
Πορεία του Παύλου
Καισάρεια
Σιδώνα
ΚΥΠΡΟΣ
ΚΙΛΙΚΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΑ
Μύρα
ΑΣΙΑ
Κνίδος
ΚΡΗΤΗ
ΚΑΥΔΑ
Μεσόγειος Θάλασσα
Σύρτη
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΙΤΑΛΙΑ
ΜΑΛΤΑ
ΣΙΚΕΛΙΑ
Συρακούσες
Ρήγιο
Ποτίολοι
Ρώμη
[Εικόνα στη σελίδα 748]
Η ονομαζόμενη Ευθεία οδός, στη Δαμασκό. Έπειτα από τη μεταστροφή του, ο τυφλωμένος Σαύλος οδηγήθηκε σε ένα σπίτι που βρισκόταν σε αυτή την οδό (Πρ 9:3-16)
[Εικόνα στη σελίδα 748]
Θέατρο στην Έφεσο, όπου λάτρεις της Αρτέμιδος (ένθετη φωτογραφία) προκάλεσαν οχλαγωγία διαμαρτυρόμενοι για τη διακονία του Παύλου (Πρ 19:29-41)
[Εικόνα στη σελίδα 748]
Ερείπια στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Εδώ ο Παύλος έδωσε αποτελεσματική μαρτυρία στη συναγωγή, αλλά κατόπιν ένας εξαγριωμένος όχλος τον πέταξε έξω από την πόλη (Πρ 13:14-50)
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Ερείπια μιας αρχαίας φυλακής στους Φιλίππους. Ο Παύλος ξυλοκοπήθηκε και φυλακίστηκε σε αυτή την πόλη, αλλά ο δεσμοφύλακας και το σπιτικό του έγιναν Χριστιανοί (Πρ 16:19-34)
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Το τείχος της αρχαίας Θεσσαλονίκης. Εδώ ο Παύλος διεξήγαγε με τους ανθρώπους λογικές συζητήσεις από τις Γραφές, αλλά κατόπιν ένας εξαγριωμένος όχλος προκάλεσε σάλο στην πόλη (Πρ 17:1-9)
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Ερείπια της αρχαίας Κορίνθου (κάτω), με φόντο τον Ακροκόρινθο. Ο Παύλος προσπάθησε να θωρακίσει τους Χριστιανούς που ζούσαν εκεί ενάντια στον ανήθικο τρόπο ζωής που τους περιέβαλλε
[Εικόνα στη σελίδα 749]
Η Ακρόπολη της Αθήνας όπως είναι σήμερα (δεξιά). Σε πρώτο πλάνο, δεξιά, βρίσκεται ο Άρειος Πάγος, όπου μίλησε ο Παύλος
[Εικόνα στη σελίδα 750]
Ο Παύλος έμεινε υπό φρούρηση σε ένα σπίτι στη Ρώμη δύο χρόνια. Σε αυτή την περίοδο έγραψε πέντε θεόπνευστες επιστολές σε συγχριστιανούς του
-
-
Η Ιερουσαλήμ Καταστρέφεται από τους ΡωμαίουςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
Η ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ
ΛΙΓΟ πριν από το θάνατό του το 33 Κ.Χ., ο Ιησούς χαρακτήρισε την Ιερουσαλήμ ως «αυτή που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους απεσταλμένους σε αυτήν». Η πόλη ως σύνολο ακολούθησε το πρότυπο του παρελθόντος της και απέρριψε τον Γιο του Θεού.—Ματ 23:37.
Ο Ιησούς προείπε τι θα συνέβαινε: «Θα έρθουν πάνω σου ημέρες κατά τις οποίες οι εχθροί σου θα οικοδομήσουν γύρω σου οχύρωμα με αιχμηρούς πασσάλους». (Λου 19:41-44) Είπε επίσης: «Όταν δείτε την Ιερουσαλήμ περικυκλωμένη από στρατόπεδα, τότε . . . εκείνοι που είναι στην Ιουδαία ας αρχίσουν να φεύγουν στα βουνά».—Λου 21:20, 21.
Το 66 Κ.Χ., ύστερα από μια εξέγερση των Ιουδαίων, τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον Κέστιο Γάλλο κινήθηκαν εναντίον της Ιερουσαλήμ. Αλλά, όπως σημειώνει ο Ιώσηπος, ο Γάλλος «ανακάλεσε ξαφνικά το στρατό του, . . . και, διαψεύδοντας τις προσδοκίες, αναχώρησε από την πόλη». Αυτό έδωσε στους Χριστιανούς την ευκαιρία να φύγουν από την Ιερουσαλήμ, όπως και έκαναν. Λίγο αργότερα τα ρωμαϊκά στρατεύματα επέστρεψαν υπό τον Τίτο. Αυτή τη φορά έφτιαξαν ένα «οχύρωμα με αιχμηρούς πασσάλους», έναν περιμετρικό φράχτη μήκους 7,2 χλμ. Ύστερα από πολιορκία σχεδόν πέντε μηνών, η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς και ο ναός μεταβλήθηκε σε ερείπια. Τρία χρόνια αργότερα, το 73 Κ.Χ., τα ρωμαϊκά στρατεύματα κατέλαβαν το τελευταίο Ιουδαϊκό οχυρό, το φρούριο της Μασάδας, το οποίο βρισκόταν στην κορυφή ενός βουνού. (Βλέπε κάτω.)
Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ τονίζει πόσο σημαντικό είναι να δίνουμε προσοχή στις Βιβλικές προφητείες.
[Εικόνα στη σελίδα 751]
Ρωμαϊκά νομίσματα που απαθανατίζουν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.
[Εικόνα στη σελίδα 752]
Η κατάκτηση και η καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 Κ.Χ.
[Εικόνα στη σελίδα 752]
Η Αψίδα του Τίτου στη Ρώμη απεικονίζει Ρωμαίους στρατιώτες με λάφυρα από το ναό
-
-
ΠριόνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΙΟΝΙ
Κοπτικό εργαλείο με οδοντωτή λεπίδα και μία ή δύο λαβές. Τα πρώτα πριόνια δεν έκοβαν παλινδρομικά. Μερικά ήταν σχεδιασμένα έτσι ώστε να κόβουν κατά την ελκόμενη διαδρομή, ενώ άλλα κατά την ωθούμενη. Τα αιγυπτιακά πριόνια κατασκευάζονταν γενικά από μπρούντζο και τα δόντια τους ήταν συνήθως διευθετημένα προς την κατεύθυνση της λαβής. Ένα τέτοιο πριόνι έκοβε κατά την ελκόμενη διαδρομή. Η λεπίδα είτε προσαρμοζόταν στη λαβή είτε προσδενόταν σε αυτήν με λουριά. Οι Ασσύριοι χρησιμοποιούσαν πριόνια που είχαν δύο λαβές και σιδερένιες λεπίδες. Μεταξύ των Εβραίων, οι ξυλουργοί έκοβαν με πριόνια το ξύλο, οι δε χτίστες χρησιμοποιούσαν λιθοκοπτικά πριόνια.—Ησ 10:15· 1Βα 7:9.
Ο Δαβίδ έβαλε τους αιχμάλωτους Αμμωνίτες να κάνουν διάφορες εργασίες, όπως το να πριονίζουν πέτρες. (2Σα 12:29-31) Στα εργαλεία τους περιλαμβάνονταν τα «τσεκούρια», ή κατά κυριολεξία τα «λιθοπρίονα» σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο στο εδάφιο 1 Χρονικών 20:3. Σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται ότι στη λιθοκοπία χρησιμοποιούσαν πριόνια με χάλκινες λεπίδες και πέτρινα δόντια. Προφανώς, όμως, κάτω από την κόψη του πριονιού με τη χάλκινη ή μπρούντζινη λεπίδα τοποθετούσαν μερικές φορές ένα λειαντικό μέσο, παραδείγματος χάρη σμυριδόσκονη, για να διευκολύνεται η εργασία.
Ο διωγμός των πιστών μαρτύρων του Ιεχωβά της προχριστιανικής εποχής ήταν ενίοτε τόσο σφοδρός ώστε μερικοί θανατώθηκαν με “πριονισμό”. (Εβρ 11:37, 38) Σύμφωνα με την παράδοση, ο πονηρός Βασιλιάς Μανασσής θανάτωσε τον Ησαΐα με αυτόν τον εξαιρετικά επώδυνο τρόπο, αν και οι Γραφές δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό.
-
-
Πρίσκα, ΠρίσκιλλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΙΣΚΑ
(Πρίσκα) [Γριά]· ΠΡΙΣΚΙΛΛΑ (Πρίσκιλλα) [Γριούλα].
Η συντομότερη μορφή του ονόματος εμφανίζεται στα συγγράμματα του Παύλου, ενώ η μακρύτερη μορφή στο σύγγραμμα του Λουκά. Τέτοιου είδους παραλλαγές ήταν κοινές στα ρωμαϊκά ονόματα.
Η Πρίσκιλλα ήταν η σύζυγος του Ακύλα και αναφέρεται πάντοτε μαζί με αυτόν. Και οι δύο έκαναν καλά Χριστιανικά έργα και ήταν φιλόξενοι, όχι μόνο προς μεμονωμένα άτομα, αλλά και προς την εκκλησία επίσης, παραχωρώντας το σπίτι τους για τις συναθροίσεις της εκκλησίας τόσο στη Ρώμη όσο και στην Έφεσο.
Εξαιτίας του διατάγματος του Αυτοκράτορα Κλαύδιου, ο Ακύλας και η σύζυγός του έφυγαν από τη Ρώμη και πήγαν στην Κόρινθο γύρω στο 50 Κ.Χ. Λίγο καιρό μετά την άφιξή τους εκεί, ο Παύλος άρχισε να συνεργάζεται μαζί τους στη σκηνοποιία. (Πρ 18:2, 3) Ταξίδεψαν με τον Παύλο στην Έφεσο, παρέμειναν εκεί για κάποιο διάστημα και βοήθησαν τον εύγλωττο Απολλώ “εκθέτοντας πιο ορθά την οδό του Θεού” σε αυτόν. (Πρ 18:18, 19, 24-28· 1Κο 16:19) Αφού επέστρεψαν στη Ρώμη για λίγο καιρό (Ρω 16:3-5), αργότερα γύρισαν στην Έφεσο. (2Τι 4:19· 1Τι 1:3) Η προσωπική τους γνωριμία με τον Παύλο διήρκεσε περίπου από το 50 Κ.Χ. ως το θάνατό του, γύρω στα 15 χρόνια αργότερα. Στο διάστημα αυτής της συναναστροφής “διακινδύνευσαν τον τράχηλό τους” για την ψυχή του αποστόλου.—Ρω 16:3, 4· βλέπε ΑΚΥΛΑΣ.
-
-
ΠρόβατοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΒΑΤΟ
Ένα από τα βασικότερα ζώα της ποιμενικής ζωής. (Γε 24:35· 26:14) Τα πρόβατα είναι μηρυκαστικά, δηλαδή αναμασούν την τροφή. Όπως και σήμερα, η κύρια ποικιλία στην αρχαία Παλαιστίνη ίσως ήταν το πλατύουρο πρόβατο, που ξεχωρίζει από τη μεγάλη, παχιά ουρά του, η οποία συνήθως ζυγίζει περίπου 5 κιλά ή και περισσότερο. (Παράβαλε Εξ 29:22· Λευ 3:9.) Γενικά, τα πρόβατα ήταν λευκά (Ασμ 6:6), μολονότι υπήρχαν επίσης σκούρα καφετιά και ποικιλόχρωμα. (Γε 30:32) Στις ποιμενικές κοινωνίες, οι πλούσιοι, όπως ο Ιώβ, είχαν χιλιάδες πρόβατα. (Ιωβ 1:3, 16· 42:12) Πιθανότατα, οι Ισραηλίτες διατηρούσαν μερικά αρνιά ως αγαπημένα κατοικίδια ζώα.—2Σα 12:3· Ιερ 11:19.
Χωρίς ποιμένα, τα ήμερα πρόβατα νιώθουν αβοήθητα και φοβισμένα. Χάνονται και διασκορπίζονται, και βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος των εχθρών τους. (Αρ 27:16, 17· Ιερ 23:4· Ιεζ 34:5, 6, 8· Μιχ 5:8) Τα πρόβατα αποδέχονται την καθοδήγηση και ακολουθούν πιστά τον ποιμένα τους. Μπορούν να μάθουν να αναγνωρίζουν τη φωνή του και να ανταποκρίνονται μόνο σε αυτόν. (Ιωα 10:2-5) Αυτό το δείχνει παραστατικά ένα απόσπασμα από το σύγγραμμα Έρευνες στην Ελλάδα και στο Λεβάντε ([Researches in Greece and the Levant] Λονδίνο, 1831, σ. 321, 322), του Τζ. Χάρτλι:
«Αφού μου επέστησαν την προσοχή χθες το βράδυ στα λόγια του εδαφίου Ιωάννης 10:3 . . . , ρώτησα τον υπηρέτη μου αν συνηθιζόταν στην Ελλάδα να δίνουν ονόματα στα πρόβατα. Εκείνος με πληροφόρησε ότι πράγματι συνέβαινε αυτό, και ότι τα πρόβατα υπάκουαν στον ποιμένα όταν τα καλούσε με το όνομά τους. Σήμερα το πρωί μού δόθηκε η ευκαιρία να επαληθεύσω αυτή την πληροφορία. Καθώς περνούσαμε δίπλα από ένα κοπάδι πρόβατα, έθεσα στον ποιμένα το ίδιο ερώτημα που είχα κάνει και στον υπηρέτη μου, και εκείνος μου έδωσε την ίδια απάντηση. Τότε τον παρακάλεσα να φωνάξει ένα από τα πρόβατά του. Εκείνος το φώναξε, και αμέσως το πρόβατο άφησε τη βοσκή του και τα υπόλοιπα ζώα και έτρεξε στο χέρι του ποιμένα δείχνοντας ευχαριστημένο και υπακούοντας με τόση προθυμία όση δεν είχα παρατηρήσει ξανά σε κανένα άλλο ζώο. Αληθεύει επίσης ότι τα πρόβατα σε αυτή τη χώρα “δεν θα ακολουθήσουν ξένο, αλλά θα φύγουν από αυτόν” . . . Ο ποιμένας μού είπε ότι πολλά από τα πρόβατά του εξακολουθούσαν να είναι άγρια και δεν είχαν μάθει ακόμη το όνομά τους, αλλά καθώς θα τα δίδασκε, θα το μάθαιναν όλα».—Βλέπε ΠΟΙΜΕΝΑΣ.
Στην αρχαιότητα, περιοχές κατάλληλες για την εκτροφή προβάτων ήταν μεταξύ άλλων η Νεγκέμπ (1Σα 15:7, 9), η Χαρράν (Γε 29:2-4), η γη Μαδιάμ (Εξ 2:16), η ορεινή περιοχή του Ιούδα, όπου βρισκόταν η πόλη Κάρμηλος (1Σα 25:2), η γη του Ουζ (Ιωβ 1:1, 3), καθώς επίσης η Βασάν και η Γαλαάδ (Δευ 32:14· Μιχ 7:14).
Τα πρόβατα παρείχαν στους Εβραίους και σε άλλους λαούς πολυάριθμα προϊόντα. Από τα κέρατα των κριαριών έφτιαχναν δοχεία και κέρατα που έβγαζαν ήχο. (Ιη 6:4-6, 8, 13· 1Σα 16:1) Ενίοτε τα δέρματα των προβάτων χρησίμευαν ως ενδύματα (Εβρ 11:37), και δέρματα κριαριών που είχαν βαφτεί κόκκινα χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας. (Εξ 26:14) Το μαλλί των προβάτων προμήθευε το νήμα για το ύφασμα από το οποίο κατά πάσα πιθανότητα ήταν φτιαγμένα τα περισσότερα ρούχα. (Ιωβ 31:20· Παρ 27:26) Τα πρόβατα αποτελούσαν σημαντικό εμπορεύσιμο είδος (Ιεζ 27:21), μάλιστα χρησιμοποιούνταν και για την πληρωμή φόρου υποτελείας. (2Βα 3:4· 2Χρ 17:11) Τόσο το γάλα όσο και το κρέας των προβάτων ήταν είδη διατροφής. (Δευ 14:4· 32:14· 2Σα 17:29· Ησ 7:21, 22) Το πρόβειο και το αρνίσιο κρέας αποτελούσαν τακτική τροφή βασιλιάδων, κυβερνητών και άλλων.—1Σα 8:17· 1Βα 4:22, 23· Νε 5:18· Αμ 6:4.
Το κρέας το έβραζαν ή το έψηναν. Για το Πάσχα, έψηναν ένα μονοετές κριάρι ή ένα αρσενικό κατσίκι ολόκληρο, αφού πρώτα αφαιρούσαν το δέρμα του και καθάριζαν τα σπλάχνα του. (Εξ 12:5, 9) Όταν επρόκειτο να βράσουν ένα πρόβατο, το έγδερναν πρώτα και κατόπιν το διαμέλιζαν. Μερικές φορές έσπαζαν τα κόκαλα για να βγάλουν το μυελό. Τόσο το κρέας όσο και τα κόκαλα τα έβραζαν σε ένα μεγάλο σκεύος. (Ιεζ 24:3-6, 10· Μιχ 3:1-3) Αφού έβραζε το κρέας, το έβγαζαν από τη χύτρα και σέρβιραν ξεχωριστά το ζωμό. (Παράβαλε Κρ 6:19.) Το σερβίρισμα αρνιού σε έναν επισκέπτη ήταν ένδειξη φιλοξενίας.—2Σα 12:4.
Τον καιρό της κουράς των προβάτων τον περίμεναν με ανυπομονησία, εφόσον έμοιαζε πολύ με το θερισμό. Ήταν ένα γεγονός που συνοδευόταν από συμπόσια και χαρές.—1Σα 25:2, 11, 36· 2Σα 13:23, 24, 28.
Ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε να τρώνε το πάχος των προβάτων (Λευ 7:23-25), καθώς και να σφάζουν ένα πρόβατο μαζί με το μικρό του την ίδια ημέρα. (Λευ 22:28) Περιλάμβανε επίσης διατάξεις που αφορούσαν το χειρισμό ζητημάτων σχετικά με τα πρόβατα που ξεστράτιζαν, καθώς και με την απώλεια, το σοβαρό τραυματισμό ή την κλοπή προβάτων. (Εξ 22:1, 4, 9-13· Δευ 22:1, 2) Η υπακοή του Ισραήλ στους νόμους του Θεού καθόριζε το αν τα ποίμνια και τα βόδια τους θα ήταν ευλογημένα ή καταραμένα.—Δευ 7:12, 13· 28:2, 4, 15, 18, 31, 51.
Από αρχαιοτάτων χρόνων, τα πρόβατα προσφέρονταν ως θυσία. (Γε 4:2, 4· 22:7, 8, 13· Ιωβ 42:8) Υπό το Νόμο, όλα τα πρωτότοκα αρσενικά αρνιά έπρεπε να θυσιάζονται, αφού πρώτα γίνονταν τουλάχιστον οχτώ ημερών. Για να απολυτρωθεί ένα πρωτότοκο αρσενικό γαϊδούρι, έπρεπε να προσφερθεί ένα πρόβατο. (Εξ 34:19, 20· Λευ 22:27) Τα κριάρια προσφέρονταν ως προσφορές για ενοχή (Λευ 5:15, 16, 18· 6:6), ως ολοκαυτώματα (Λευ 9:3· 16:3· 23:12) και ως θυσίες συμμετοχής (Λευ 9:4). Επίσης, ένα κριάρι χρησιμοποιήθηκε ως προσφορά καθιέρωσης για το Ααρωνικό ιερατείο. (Εξ 29:22· Λευ 8:22-28) Καθημερινά, προσφέρονταν ως μόνιμη προσφορά ολοκαυτώματος δύο μονοετή κριάρια. (Εξ 29:38-42) Στην αρχή κάθε μήνα, καθώς και επ’ ευκαιρία των ετήσιων γιορτών, εκτός από τη μόνιμη προσφορά ολοκαυτώματος, θυσιάζονταν κριάρια και αρσενικά αρνιά. (Αρ 28:11, 17-19, 26, 27· 29:1-38) Το κριάρι κατείχε τόσο εξέχουσα θέση στις προσφορές που έκανε ο Ισραήλ ώστε ο προφήτης Σαμουήλ ανέφερε «το πάχος των κριαριών» παράλληλα με τη «θυσία». (1Σα 15:22) Εντούτοις, μερικές φορές μπορούσαν να προσφερθούν ως θυσίες συμμετοχής (Λευ 3:6), ως προσφορές για αμαρτία (Λευ 4:32· Αρ 6:14) και ως προσφορές για ενοχή (Λευ 5:6) θηλυκά αρνιά.
Προφητική και Μεταφορική Χρήση. Στις Γραφές, τα “πρόβατα” συχνά υποδηλώνουν τον ανυπεράσπιστο, αθώο και ενίοτε υφιστάμενο κακομεταχείριση λαό του Ιεχωβά. (2Σα 24:17· Ψλ 44:11, 22· 95:7· 119:176· Ματ 10:6, 16· Ιωα 21:16, 17· Ρω 8:36) Υπό άπιστους ποιμένες, δηλαδή ηγέτες, οι Ισραηλίτες—τα πρόβατα του Θεού—υπέφεραν πάρα πολύ. Μέσω του Ιεζεκιήλ του προφήτη του, ο Ιεχωβά παρουσιάζει μια εξαιρετικά οικτρή εικόνα παραμέλησης: «Το ποίμνιο δεν το βόσκετε. Τα άρρωστα δεν τα ενισχύσατε και το ασθενές δεν το γιατρέψατε και αυτό που είχε σπασμένα κόκαλα δεν το επιδέσατε και το διεσπαρμένο δεν το φέρατε πίσω και το χαμένο δεν το αναζητήσατε, αλλά με σκληρότητα τα είχατε σε υποταγή, ναι, με τυραννία. Και σιγά σιγά διασκορπίστηκαν επειδή δεν υπήρχε ποιμένας, και έτσι έγιναν τροφή για κάθε θηρίο του αγρού». (Ιεζ 34:3-5) Αντιθέτως, τα πρόβατα του Ιησού, τόσο το «μικρό ποίμνιο» όσο και τα «άλλα πρόβατα», που ακολουθούν την ηγεσία του, τυγχάνουν καλής φροντίδας. (Λου 12:32· Ιωα 10:4, 14, 16· Απ 7:16, 17) Ο Ιησούς παρέβαλε με πρόβατα εκείνους που κάνουν το καλό στους πιο μικρούς από τους αδελφούς του, ενώ παρομοίασε με κατσίκια εκείνους που αρνούνται να το κάνουν αυτό.—Ματ 25:31-45.
Μερικές φορές τα «κριάρια» συμβολίζουν άτομα, ιδίως τους καταδυναστευτικούς ηγέτες κάποιου έθνους οι οποίοι προορίζονται για καταστροφή. (Ιερ 51:40· Ιεζ 39:18) Στα εδάφια Ιεζεκιήλ 34:17-22, τα κριάρια, οι τράγοι και τα παχουλά πρόβατα αντιπροσωπεύουν τους άπιστους ηγέτες του Ισραήλ που σφετερίζονταν το καλύτερο για τον εαυτό τους και κατόπιν μόλυναν ό,τι απέμενε για τα αδύνατα και άρρωστα πρόβατα, δηλαδή για το λαό τον οποίο καταδυνάστευαν, εκμεταλλεύονταν και απωθούσαν.
Ο Ιησούς Χριστός περιγράφτηκε προφητικά ως πρόβατο που φέρνεται στη σφαγή και ως προβατίνα που μένει άφωνη μπροστά στους κουρευτές της. (Ησ 53:7· Πρ 8:32, 35· παράβαλε 1Πε 2:23.) Λόγω του θυσιαστικού ρόλου του Ιησού, ο Ιωάννης ο Βαφτιστής τον προσδιόρισε ως «το Αρνί του Θεού το οποίο αφαιρεί την αμαρτία του κόσμου», και στο βιβλίο της Αποκάλυψης ο Γιος του Θεού αποκαλείται επανειλημμένα «το Αρνί».—Ιωα 1:29· Απ 5:6· 6:16· 7:14, 17· 14:1· 17:14· 19:7.
Η Μηδοπερσική Παγκόσμια Δύναμη συμβολίστηκε από ένα κριάρι με δύο κέρατα διαφορετικού ύψους. Το ψηλότερο κέρατο προφανώς υποδήλωνε ότι οι Πέρσες βασιλιάδες θα υπερίσχυαν. (Δα 8:3-7, 20) Στο εδάφιο Αποκάλυψη 13:11, το θηρίο που ανεβαίνει από τη γη παριστάνεται να έχει δύο κέρατα όμοια με αρνιού, πράγμα που υποδηλώνει ότι είναι δήθεν αβλαβές. Παρόμοια, ο Ιησούς περιέγραψε τους ψευδοπροφήτες ως λύκους που έχουν ένδυμα προβάτου, και γι’ αυτό είναι επικίνδυνοι, αν και φαίνονται άκακοι.—Ματ 7:15.
Το περιστατικό κατά το οποίο το Όρος Σινά έτρεμε όταν ο Ιεχωβά έδινε το Νόμο στον Ισραήλ (Εξ 19:18) φαίνεται ότι είναι αυτό που υπονοείται από τη μεταφορική εικόνα των “βουνών που αναπηδούν σαν κριάρια”.—Ψλ 114:4-6· παράβαλε Ψλ 29:5, 6· 68:8.
Άγριο Πρόβατο. Η εβραϊκή λέξη τε’ώ έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: «άγριος ταύρος» (KJ), «αντιλόπη» (AS, ΛΧ) και «γαζέλα» (Ro). Ωστόσο, το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] Λέιντεν, 1958, σ. 1016), των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, προτείνει ως πιθανή την απόδοση «άγριο πρόβατο», και έτσι μεταφράζεται η λέξη στα εδάφια Δευτερονόμιο 14:5 και Ησαΐας 51:20.
Τα άγρια πρόβατα ξεχωρίζουν από τα ήμερα από το εξωτερικό στρώμα του τριχώματός τους, που αποτελείται από σκληρές τρίχες αντί για μαλλί. Η ποικιλία άγριου προβάτου που είναι τώρα η πλησιέστερη γεωγραφικά στην Παλαιστίνη είναι το μουφλόν της Αρμενίας (Ovis orientalis), το οποίο ζει στις οροσειρές της Μικράς Ασίας και του ανατολικού Ιράν. Το κριάρι αυτής της ποικιλίας έχει ύψος μικρότερο των 90 εκ. στους ώμους.
Για πληροφορίες σχετικά με την Πύλη των Προβάτων, βλέπε ΠΥΛΗ.
Βλέπε επίσης ΜΑΝΤΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ· ΟΙΚΗΜΑ ΟΠΟΥ ΕΔΕΝΑΝ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ.
-
-
Πρόγνωση, ΠροορισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΓΝΩΣΗ, ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ
Πρόγνωση σημαίνει γνώση ενός πράγματος προτού αυτό συμβεί ή έρθει σε ύπαρξη. Στην Αγία Γραφή η πρόγνωση σχετίζεται κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, με τον Ιεχωβά Θεό τον Δημιουργό, καθώς και με τους σκοπούς του. Προορισμός σημαίνει το να ορίζεται, να θεσπίζεται ή να αποφασίζεται κάτι εκ των προτέρων, ή μπορεί να αναφέρεται στην ιδιότητα ή στην κατάσταση αυτού που έχει προοριστεί.
Οι Λέξεις στις Πρωτότυπες Γλώσσες. Οι λέξεις που γενικά αποδίδονται «προγνωρίζω», «πρόγνωση» και «προορίζω» βρίσκονται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, αν και οι ίδιες βασικές έννοιες εκφράζονται και στις Εβραϊκές Γραφές.
Η λέξη πρόγνωσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποτελείται από τα συνθετικά πρό και γνῶσις. (Πρ 2:23· 1Πε 1:2) Το συγγενικό ρήμα προγινώσκω χρησιμοποιείται σε δύο περιπτώσεις αναφορικά με ανθρώπους: στη δήλωση του Παύλου ότι ορισμένοι Ιουδαίοι τον «ήξεραν και προηγουμένως» (τον γνώριζαν από πριν) και όταν ο Πέτρος αναφέρθηκε στη «γνώση εκ των προτέρων» που είχαν εκείνοι στους οποίους απευθύνεται η δεύτερη επιστολή του. (Πρ 26:4, 5· 2Πε 3:17) Στη δεύτερη αυτή περίπτωση είναι προφανές ότι η εν λόγω πρόγνωση δεν ήταν απεριόριστη, δηλαδή δεν σήμαινε ότι οι Χριστιανοί εκείνοι γνώριζαν όλες τις λεπτομέρειες για το χρόνο, τον τόπο και τις περιστάσεις σχετικά με τα μελλοντικά γεγονότα και τις συνθήκες που είχε αναφέρει ο Πέτρος. Αυτό που όντως διέθεταν ήταν μια γενική εικόνα για το τι θα έπρεπε να αναμένουν, την οποία είχαν διαμορφώσει ως αποτέλεσμα της θεοπνευστίας του Πέτρου και άλλων που συνέβαλαν στη συγγραφή της Αγίας Γραφής.
Το ρήμα προορίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποτελείται από τα συνθετικά πρό και ὁρίζω (σημειώνω ή θέτω όρια). Η σημασία του ρήματος ὁρίζω φαίνεται παραστατικά από τη δήλωση του Ιησού Χριστού ότι εκείνος, ως ο «Γιος του ανθρώπου», “προχωρούσε σύμφωνα με αυτό που είχε προσδιοριστεί [ὡρισμένον, Κείμενο]”. Ο Παύλος είπε ότι ο Θεός «όρισε [ὁρίσας, Κείμενο] τους προσδιορισμένους καιρούς και τα καθορισμένα όρια της κατοικίας των ανθρώπων». (Λου 22:22· Πρ 17:26) Το ίδιο ρήμα χρησιμοποιείται και για πράγματα που αποφασίζουν οι άνθρωποι, όπως όταν οι μαθητές «αποφάσισαν [ὥρισαν, Κείμενο]» να στείλουν βοήθεια στους άπορους αδελφούς τους. (Πρ 11:29) Εντούτοις, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, οι συγκεκριμένες αναφορές στον προορισμό σχετίζονται μόνο με τον Θεό.
Ποιοι Παράγοντες Πρέπει να Αναγνωριστούν. Για να κατανοηθεί το ζήτημα της πρόγνωσης και του προορισμού σε συνάρτηση με τον Θεό, είναι αναγκαίο να αναγνωριστούν ορισμένοι παράγοντες.
Πρώτον, η ικανότητα που έχει ο Θεός να προγνωρίζει και να προορίζει δηλώνεται σαφώς στην Αγία Γραφή. Ο ίδιος ο Ιεχωβά προβάλλει ως απόδειξη της Θειότητάς του αυτή την ικανότητα τού να προγνωρίζει και να προορίζει ενέργειες σωτηρίας και απελευθέρωσης αλλά και πράξεις κρίσης και τιμωρίας, και κατόπιν να πραγματοποιεί τις ενέργειες αυτές. Ο εκλεκτός του λαός είναι μάρτυρας τέτοιων γεγονότων. (Ησ 44:6-9· 48:3-8) Αυτή η θεϊκή πρόγνωση και ο προορισμός αποτελούν τη βάση για κάθε αληθινή προφητεία. (Ησ 42:9· Ιερ 50:45· Αμ 3:7, 8) Ο Θεός προκαλεί τα έθνη που εναντιώνονται στο λαό του να προσκομίσουν αποδείξεις για τη θειότητα την οποία ισχυρίζονται ότι διαθέτουν οι κραταιοί τους και τα είδωλα που έχουν για θεούς τους, καλώντας τους να το κάνουν αυτό με το να προείπουν παρόμοιες πράξεις σωτηρίας ή κρίσης και κατόπιν να τις πραγματοποιήσουν. Η ανικανότητά τους ως προς αυτό καταδεικνύει ότι τα είδωλά τους δεν είναι παρά «άνεμος και κάτι μη πραγματικό».—Ησ 41:1-10, 21-29· 43:9-15· 45:20, 21.
Ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι τα νοήμονα πλάσματα του Θεού είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες. Οι Γραφές δείχνουν ότι ο Θεός παραχωρεί στα πλάσματα αυτά το προνόμιο και την ευθύνη της ελευθερίας επιλογής, του να λειτουργούν ως ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες (Δευ 30:19, 20· Ιη 24:15), και έτσι καθίστανται υπόλογοι για τις πράξεις τους. (Γε 2:16, 17· 3:11-19· Ρω 14:10-12· Εβρ 4:13) Επομένως, δεν είναι απλές μηχανές ή ρομπότ. Ο άνθρωπος δεν θα είχε δημιουργηθεί πραγματικά κατά την «εικόνα του Θεού» αν δεν ήταν ελεύθερος ηθικός παράγοντας. (Γε 1:26, 27· βλέπε ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.) Λογικά, δεν πρέπει να υπάρχει αντίφαση μεταξύ της πρόγνωσης του Θεού (καθώς και του προορισμού από εκείνον) και του γεγονότος ότι τα νοήμονα πλάσματά του είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες.
Ένα τρίτο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη, και το οποίο κάποιες φορές παραβλέπεται, αφορά τους ηθικούς κανόνες του Θεού και τις ιδιότητές του, στις οποίες περιλαμβάνονται η δικαιοσύνη, η εντιμότητα, η αμεροληψία, η αγάπη, το έλεος και η καλοσύνη του. Οποιαδήποτε, λοιπόν, κατανόηση του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιεί ο Θεός τις δυνάμεις πρόγνωσης και προορισμού θα πρέπει να εναρμονίζεται με όλους αυτούς τους παράγοντες, και όχι μόνο με μερικούς από αυτούς. Σαφώς, οτιδήποτε προγνωρίζει ο Θεός πρέπει αναπόφευκτα να εκπληρωθεί, γι’ αυτό και ο Θεός μπορεί να καλεί «πράγματα που δεν υπάρχουν σαν να υπήρχαν».—Ρω 4:17.
Γνωρίζει ο Θεός εκ των προτέρων όλα όσα θα κάνουν οι άνθρωποι;
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: Ασκεί ο Θεός την πρόγνωσή του απεριόριστα, ανεξάντλητα; Μήπως προβλέπει και προγνωρίζει όλες τις μελλοντικές πράξεις όλων των πλασμάτων του, είτε αυτά είναι πνεύματα είτε άνθρωποι; Και μήπως προορίζει τις πράξεις αυτές ή ακόμη και προκαθορίζει την τελική κατάληξη όλων των πλασμάτων του, και μάλιστα προτού καν έρθουν αυτά σε ύπαρξη;
Από την άλλη πλευρά, μήπως η άσκηση της πρόγνωσης του Θεού είναι επιλεκτική και διακριτική, ώστε να προβλέπει και να προγνωρίζει μόνο ό,τι επιλέγει, ενώ όσα δεν επιλέγει, ούτε να τα προβλέπει ούτε και να τα προγνωρίζει; Και μήπως, αντί να αποφασίζει ο Θεός ποια θα είναι η αιώνια κατάληξη των πλασμάτων του προτού έρθουν αυτά σε ύπαρξη, περιμένει πρώτα να κρίνει την πορεία της ζωής τους και τη στάση που επιδεικνύουν υπό δοκιμή; Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά πρέπει απαραιτήτως να προέρχονται από τις ίδιες τις Γραφές και από τις πληροφορίες που παρέχουν αυτές σχετικά με τις ενέργειες του Θεού και την πολιτεία του με τα πλάσματά του, στις οποίες πληροφορίες περιλαμβάνονται και όσα αποκάλυψε ο Γιος του, ο Χριστός Ιησούς.—1Κο 2:16.
Η θεωρία περί προκαθορισμού. Η θεωρία ότι ο Θεός ασκεί την πρόγνωσή του απεριόριστα και ότι όντως προορίζει την πορεία και την τελική κατάληξη όλων των ατόμων είναι γνωστή ως προκαθορισμός. Οι υπέρμαχοι της θεωρίας αυτής προβάλλουν το επιχείρημα ότι η Θειότητα και η τελειότητα του Θεού απαιτούν από εκείνον να είναι παντογνώστης, όχι μονάχα για το παρελθόν και για το παρόν, αλλά και για το μέλλον. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, θα φανέρωνε ατέλεια από μέρους του το να μην προγνωρίζει όλα τα ζητήματα ως την παραμικρή τους λεπτομέρεια. Ως απόδειξη του ότι ο Θεός προορίζει τα πλάσματά του προτού αυτά γεννηθούν καν, παρουσιάζονται κάποια παραδείγματα όπως των δίδυμων γιων του Ισαάκ, του Ησαύ και του Ιακώβ (Ρω 9:10-13), ενώ περικοπές όπως τα εδάφια Εφεσίους 1:4, 5 παρατίθενται ως απόδειξη του ότι ο Θεός προγνώρισε και προόρισε το μέλλον όλων των πλασμάτων του προτού καν αρχίσει η δημιουργία.
Για να είναι σωστή η θεωρία αυτή, θα πρέπει βεβαίως να εναρμονίζεται με όλους τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν, περιλαμβανομένου και του τρόπου με τον οποίο παρουσιάζονται στη Γραφή οι ιδιότητες, οι κανόνες και οι σκοποί του Θεού, καθώς και του δίκαιου τρόπου με τον οποίο πολιτεύεται με τα πλάσματά του. (Απ 15:3, 4) Είναι, λοιπόν, κατάλληλο να εξετάσουμε τι συνεπάγεται μια τέτοια θεωρία περί προκαθορισμού.
Η αντίληψη αυτή θα σήμαινε ότι, προτού ο Θεός δημιουργήσει τους αγγέλους ή το χωματένιο άνθρωπο, άσκησε τις δυνάμεις πρόγνωσης που διέθετε και προείδε και προγνώρισε όλες τις συνέπειες της εν λόγω δημιουργίας, περιλαμβανομένου του στασιασμού ενός από τους πνευματικούς του γιους, του επακόλουθου στασιασμού του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού στην Εδέμ (Γε 3:1-6· Ιωα 8:44), καθώς και όλων των κακών αποτελεσμάτων αυτού του στασιασμού ως τη σημερινή εποχή και πέρα από αυτήν. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε αναγκαστικά ότι όλη η πονηρία που έχει καταγραφεί στην ιστορία (το έγκλημα και η ανηθικότητα, η καταπίεση και τα συνεπαγόμενα δεινά, το ψέμα και η υποκρισία, η ψεύτικη λατρεία και η ειδωλολατρία) υπήρξε κάποτε, πριν από την έναρξη της δημιουργίας, μόνο στο νου του Θεού, στα πλαίσια της λεπτομερέστατης πρόγνωσής του για το μέλλον.
Αν ο Δημιουργός της ανθρωπότητας είχε όντως ασκήσει τη δύναμή του για να προγνωρίσει όλα όσα κατέγραψε η ιστορία από τη δημιουργία του ανθρώπου και έπειτα, τότε όλη η πονηρία που επακολούθησε δρομολογήθηκε σκόπιμα από τον Θεό όταν εκείνος είπε τα λόγια: «Ας κάνουμε άνθρωπο». (Γε 1:26) Τα στοιχεία αυτά θέτουν υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον είναι λογική και συνεπής η αντίληψη περί προκαθορισμού, ιδιαίτερα εφόσον ο μαθητής Ιάκωβος δείχνει ότι η ακαταστασία και άλλα απαίσια πράγματα δεν πηγάζουν από την ουράνια παρουσία του Θεού, αλλά η πηγή τους είναι «επίγεια, ζωώδης, δαιμονική».—Ιακ 3:14-18.
Απεριόριστη η άσκηση της πρόγνωσης; Το επιχείρημα ότι, αν ο Θεός δεν προγνώριζε λεπτομερώς τα πάντα για τα μελλοντικά γεγονότα και τις περιστάσεις, αυτό θα φανέρωνε ατέλεια από μέρους του είναι στην πραγματικότητα μια αυθαίρετη άποψη περί τελειότητας. Ο σωστός ορισμός της τελειότητας δεν προϋποθέτει μια τόσο απόλυτη και γενικευμένη έννοια, δεδομένου ότι η τελειότητα οποιουδήποτε πράγματος εξαρτάται στην ουσία από το αν αυτό ανταποκρίνεται πλήρως στα κριτήρια αρτιότητας τα οποία έχει θέσει εκείνος που είναι αρμόδιος να κρίνει την αξία του. (Βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ.) Σε τελική ανάλυση, το θέλημα του ίδιου του Θεού και η δική του ευαρέσκεια είναι οι παράγοντες που καθορίζουν αν κάτι είναι τέλειο, όχι οι ανθρώπινες απόψεις ή αντιλήψεις.—Δευ 32:4· 2Σα 22:31· Ησ 46:10.
Για παράδειγμα, η παντοδυναμία του Θεού είναι αδιαμφισβήτητα τέλεια και έχει απεριόριστες δυνατότητες. (1Χρ 29:11, 12· Ιωβ 36:22· 37:23) Ωστόσο, το ότι ο Θεός είναι τέλειος ως προς την ισχύ δεν απαιτεί από εκείνον να κάνει χρήση της δύναμής του στην πλήρη έκταση της παντοδυναμίας του σε κάποια ή σε όλες τις περιπτώσεις. Είναι σαφές ότι δεν έχει ενεργήσει έτσι, ειδάλλως δεν θα είχαν καταστραφεί μόνο ορισμένες αρχαίες πόλεις και μερικά έθνη, αλλά η γη και τα πάντα σε αυτήν θα είχαν προ πολλού εξαλειφθεί λόγω των κρίσεων που εκτέλεσε ο Θεός, οι οποίες συνοδεύονταν από κραταιές εκφράσεις αποδοκιμασίας και οργής, όπως στον καιρό του Κατακλυσμού και σε άλλες περιπτώσεις. (Γε 6:5-8· 19:23-25, 29· παράβαλε Εξ 9:13-16· Ιερ 30:23, 24.) Άρα λοιπόν, η άσκηση της κραταιότητας του Θεού δεν αποτελεί απλώς εξαπόλυση απεριόριστης δύναμης αλλά καθοδηγείται διαρκώς από το σκοπό του, ενώ, όπου αξίζει, μετριάζεται από το έλεός του.—Νε 9:31· Ψλ 78:38, 39· Ιερ 30:11· Θρ 3:22· Ιεζ 20:17.
Παρόμοια, αν σε κάποιες περιπτώσεις ο Θεός επιλέγει να ασκήσει την απεριόριστη ικανότητά του για πρόγνωση με επιλεκτικό τρόπο και στο βαθμό που ικανοποιεί εκείνον, τότε ασφαλώς κανένας άνθρωπος ή άγγελος δεν δικαιούται να πει: «Τι κάνεις;» (Ιωβ 9:12· Ησ 45:9· Δα 4:35) Συνεπώς, δεν είναι θέμα ικανότητας, τι μπορεί ο Θεός να προβλέψει, να προγνωρίσει και να προορίσει, διότι «για τον Θεό τα πάντα είναι δυνατά». (Ματ 19:26) Το θέμα είναι τι θεωρεί κατάλληλο να προβλέψει, να προγνωρίσει και να προορίσει, εφόσον «ό,τι ευχαριστούνταν να κάνει, το έκανε».—Ψλ 115:3.
Επιλεκτική άσκηση της πρόγνωσης. Η εναλλακτική εκδοχή ως προς τη θεωρία περί προκαθορισμού, δηλαδή η επιλεκτική ή διακριτική άσκηση των δυνάμεων πρόγνωσης του Θεού, θα έπρεπε να εναρμονίζεται με τους δίκαιους κανόνες του και να είναι συνεπής με ό,τι αυτός αποκαλύπτει για τον εαυτό του στο Λόγο του. Σε αντίθεση με τη θεωρία περί προκαθορισμού, αρκετές περικοπές δείχνουν ότι ο Θεός εξέταζε την εκάστοτε κατάσταση και αποφάσιζε βάσει αυτής της εξέτασης.
Έτσι λοιπόν, στα εδάφια Γένεση 11:5-8, βλέπουμε τον Θεό να στρέφει την προσοχή του στη γη, να επιθεωρεί την κατάσταση στη Βαβέλ και τότε να αποφασίζει τι είδους δράση θα αναλάβει για να σταματήσει το ανευλαβές πρόγραμμα οικοδόμησης που λάβαινε χώρα εκεί. Όταν η πονηρία είχε προσλάβει μεγάλες διαστάσεις στα Σόδομα και στα Γόμορρα, ο Ιεχωβά ενημέρωσε τον Αβραάμ για την απόφαση που πήρε να ερευνήσει (μέσω των αγγέλων του) προκειμένου, όπως είπε, «να δω αν ενεργούν εξ ολοκλήρου σύμφωνα με την κραυγή που έφτασε σε εμένα σχετικά με αυτό· και αν όχι, θα το μάθω». (Γε 18:20-22· 19:1) Ο Θεός ανέφερε ότι “γνωρίστηκε με τον Αβραάμ”, και όταν εκείνος έφτασε στο σημείο να αποπειραθεί να θυσιάσει τον Ισαάκ, ο Ιεχωβά είπε: «Γιατί τώρα ξέρω ότι είσαι θεοφοβούμενος επειδή δεν αρνήθηκες να δώσεις το γιο σου, το μοναδικό παιδί σου, σε εμένα».—Γε 18:19· 22:11, 12· παράβαλε Νε 9:7, 8· Γα 4:9.
Επιλεκτική πρόγνωση σημαίνει ότι ο Θεός θα μπορούσε να επιλέξει να μην προγνωρίζει αδιακρίτως όλες τις μελλοντικές πράξεις των πλασμάτων του. Αυτό θα σήμαινε ότι ο Θεός θα μπορούσε με κάθε ειλικρίνεια να θέσει ενώπιον του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού την προοπτική της αιώνιας ζωής σε μια γη απαλλαγμένη από την πονηρία, αντί να είναι όλη η ιστορία, από τη δημιουργία και έπειτα, απλώς και μόνο μια αναπαραγωγή των όσων είχαν ήδη προϊδωθεί και προοριστεί. Επομένως, οι οδηγίες που έδωσε ο Θεός στα πρώτα ανθρώπινα παιδιά του να ενεργήσουν ως τέλειοι και αναμάρτητοι εντεταλμένοι του για να γεμίσουν τη γη με τους απογόνους τους και να την κάνουν παράδεισο, καθώς επίσης για να ασκούν έλεγχο στη ζωική κτίση, μπορούσαν να εννοηθούν ως χορήγηση ενός πραγματικά στοργικού προνομίου και έκφραση της γνήσιας επιθυμίας του για αυτούς—όχι ως απλή ανάθεση μιας αποστολής η οποία, όσο εξαρτόταν από αυτούς, ήταν καταδικασμένη εκ προοιμίου σε αποτυχία. Επίσης, η δοκιμή που διευθέτησε ο Θεός μέσω “του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού” και το γεγονός ότι δημιούργησε «το δέντρο της ζωής» στον κήπο της Εδέμ δεν ήταν άσκοπες ή κυνικές ενέργειες, πράγμα που θα συνέβαινε αν εκείνος προγνώριζε ότι το ανθρώπινο ζευγάρι θα αμάρτανε και ποτέ δεν θα μπορούσε να γευτεί τον καρπό “του δέντρου της ζωής”.—Γε 1:28· 2:7-9, 15-17· 3:22-24.
Όταν προσφέρεται σε κάποιον κάτι πολύ επιθυμητό υπό όρους στους οποίους είναι γνωστό εκ των προτέρων ότι αδυνατεί να ανταποκριθεί, αυτό είναι κατά γενική ομολογία υποκριτικό αλλά και άστοργο. Η προοπτική της αιώνιας ζωής παρουσιάζεται στο Λόγο του Θεού ως στόχος για όλους τους ανθρώπους—ένας στόχος εφικτός. Αφού ο Ιησούς παρότρυνε τους ακροατές του “να εξακολουθούν να ζητούν” καλά πράγματα από τον Θεό, τους επισήμανε ότι στο παιδί που ζητάει ψωμί ή ψάρι ο πατέρας του δεν δίνει πέτρα ή φίδι. Για να τους δείξει πώς θεωρεί ο Πατέρας του τη διάψευση των θεμιτών προσδοκιών ενός ατόμου, ο Ιησούς τότε είπε: «Άρα λοιπόν, αν εσείς, μολονότι είστε πονηροί, ξέρετε να δίνετε καλά δώρα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει καλά πράγματα σε εκείνους που ζητούν από αυτόν!»—Ματ 7:7-11.
Κατά συνέπεια, όταν ο Θεός προσφέρει σε όλους τους ανθρώπους προσκλήσεις και ευκαιρίες για οφέλη και αιώνιες ευλογίες, το κάνει αυτό καλόπιστα. (Ματ 21:22· Ιακ 1:5, 6) Αυτός μπορεί με κάθε ειλικρίνεια να παροτρύνει τους ανθρώπους “να επιστρέψουν από τις παραβάσεις τους και να εξακολουθήσουν να ζουν”, όπως έκανε με το λαό του Ισραήλ. (Ιεζ 18:23, 30-32· παράβαλε Ιερ 29:11, 12.) Λογικά, δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό αν προγνώριζε ότι ήταν καθορισμένο για τον καθένα τους ατομικά να πεθάνει στην πονηρία του. (Παράβαλε Πρ 17:30, 31· 1Τι 2:3, 4.) Όπως δήλωσε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ: «Ούτε είπα στο σπέρμα του Ιακώβ: “Εκζητήστε με μάταια”. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά, αυτός που λέει ό,τι είναι δίκαιο, που εκφέρει ό,τι είναι ευθές. . . . Στραφείτε σε εμένα και σωθείτε, όλοι εσείς που βρίσκεστε στα πέρατα της γης».—Ησ 45:19-22.
Με ανάλογο πνεύμα, ο απόστολος Πέτρος γράφει: «Ο Ιεχωβά δεν αργοπορεί όσον αφορά την υπόσχεσή του [για την ερχόμενη ημέρα της απόδοσης λογαριασμού], όπως μερικοί θεωρούν την αργοπορία, αλλά είναι υπομονετικός μαζί σας επειδή δεν θέλει να καταστραφεί κανείς αλλά όλοι να φτάσουν σε μετάνοια». (2Πε 3:9) Αν ο Θεός είχε ήδη προγνωρίσει και προορίσει πριν από ολόκληρες χιλιετίες ποια ακριβώς άτομα θα λάβαιναν αιώνια σωτηρία και ποια θα λάβαιναν αιώνια καταστροφή, θα μπορούσαμε εύλογα να αναρωτηθούμε τι νόημα θα είχε αυτή η “υπομονή” του Θεού και κατά πόσον θα ήταν ειλικρινής η επιθυμία του “να φτάσουν όλοι σε μετάνοια”. Ο θεόπνευστος απόστολος Ιωάννης έγραψε ότι «ο Θεός είναι αγάπη», και ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι η αγάπη «ελπίζει τα πάντα». (1Ιω 4:8· 1Κο 13:4, 7) Σε αρμονία με αυτή την εξαίρετη θεϊκή ιδιότητα, ο Θεός είναι ειλικρινά προσιτός και καλοσυνάτος προς όλους, εφόσον επιθυμεί τη σωτηρία τους, μέχρις ότου εκείνοι αποδειχτούν ανάξιοι, πέραν πάσης ελπίδας. (Παράβαλε 2Πε 3:9· Εβρ 6:4-12.) Γι’ αυτό και αναφέρεται ο απόστολος Παύλος στην «ιδιότητα της καλοσύνης του Θεού [που] προσπαθεί να σε οδηγήσει σε μετάνοια».—Ρω 2:4-6.
Τέλος, αν μέσω της πρόγνωσης του Θεού κάποιοι, ίσως εκατομμύρια άνθρωποι, είχαν αποκλειστεί αμετάκλητα από την ευκαιρία να λάβουν τα οφέλη της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού Ιησού ακόμη και πριν γεννηθούν, με αποτέλεσμα να μην μπορούν ποτέ τους να αποδειχτούν άξιοι, δεν θα ήταν αληθινή η δήλωση ότι το λύτρο δόθηκε για όλους τους ανθρώπους. (2Κο 5:14, 15· 1Τι 2:5, 6· Εβρ 2:9) Σαφώς, η απροσωποληψία του Θεού δεν είναι απλώς σχήμα λόγου. «Σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται [τον Θεό] και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν». (Πρ 10:34, 35· Δευ 10:17· Ρω 2:11) Σε όλους τους ανθρώπους προσφέρεται ουσιαστικά και με ειλικρίνεια η δυνατότητα να επιλέξουν «να εκζητούν τον Θεό, μήπως και ψηλαφήσουν για αυτόν και τον βρουν, αν και αυτός δεν είναι μακριά από τον καθένα μας». (Πρ 17:26, 27) Επομένως, δεν είναι μάταιη η ελπίδα ούτε ανούσια η υπόσχεση που περικλείει η θεϊκή παραίνεση στο τέλος του βιβλίου της Αποκάλυψης: «Όποιος ακούει ας πει: “Έλα!” Και όποιος διψάει ας έρθει· και όποιος θέλει ας πάρει νερό ζωής δωρεάν».—Απ 22:17.
Τι Προγνωρίστηκε και Προορίστηκε. Σε όλο το Γραφικό υπόμνημα, η άσκηση της πρόγνωσης και του προορισμού από μέρους του Θεού συνδέεται απαρέγκλιτα με τους δικούς του σκοπούς και το δικό του θέλημα. «Σκοπεύω» σημαίνει θέτω κάτι ενώπιόν μου ως σκοπό ή στόχο προς επίτευξη. (Η λέξη πρόθεσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «σκοπός», σημαίνει κατά κυριολεξία «τοποθέτηση [ενός πράγματος] προ [κάποιου άλλου]».) Εφόσον οι σκοποί του Θεού επιτελούνται οπωσδήποτε, αυτός μπορεί να προγνωρίζει το αποτέλεσμα, την τελική πραγματοποίησή τους, και μπορεί να προορίσει τόσο τους ίδιους τους σκοπούς όσο και τα βήματα που ίσως κρίνει κατάλληλο να ακολουθήσει για να τους επιτελέσει. (Ησ 14:24-27) Έτσι λοιπόν, αναφέρεται ότι ο Ιεχωβά “διαμορφώνει” ή “πλάθει” (από την εβραϊκή λέξη γιατσάρ, συγγενική της λέξης που σημαίνει “αγγειοπλάστης” [Ιερ 18:4]) το σκοπό του ως προς μελλοντικά γεγονότα ή ενέργειες. (2Βα 19:25· Ησ 46:11· παράβαλε Ησ 45:9-13, 18.) Ως ο Μεγάλος Αγγειοπλάστης, ο Θεός «ενεργεί όλα τα πράγματα σύμφωνα με τη βούληση του θελήματός του», σε αρμονία με το σκοπό του (Εφ 1:11), και «κάνει όλα τα έργα του να συνεργάζονται» για το καλό όσων τον αγαπούν. (Ρω 8:28) Συγκεκριμένα, λοιπόν, σε σχέση με τους δικούς του προορισμένους σκοπούς, ο Θεός «από την αρχή λέει το τέλος, και εκ των προτέρων τα πράγματα που δεν έχουν γίνει».—Ησ 46:9-13.
Όταν ο Θεός δημιούργησε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, εκείνοι ήταν τέλειοι, και ο Θεός μπορούσε να κοιτάξει το αποτέλεσμα όλου του δημιουργικού έργου του και να αποφανθεί ότι ήταν «πολύ καλό». (Γε 1:26, 31· Δευ 32:4) Αντί να ασχολείται καχύποπτα με το ποιες θα ήταν οι μελλοντικές ενέργειες του ανθρώπινου ζευγαριού, η αφήγηση αναφέρει ότι «άρχισε να αναπαύεται». (Γε 2:2) Μπορούσε να το κάνει αυτό επειδή, χάρη στην παντοδυναμία του και στην υπέρτατη σοφία του, καμιά μελλοντική ενέργεια, περίσταση ή απρόβλεπτη κατάσταση δεν θα μπορούσε να αποτελέσει ανυπέρβλητο εμπόδιο ή ανεπίλυτο πρόβλημα ώστε να αναχαιτίσει την πραγματοποίηση του κυρίαρχου σκοπού του. (2Χρ 20:6· Ησ 14:27· Δα 4:35) Επομένως, δεν υπάρχει καμιά Γραφική βάση για το επιχείρημα που προβάλλει η θεωρία του προκαθορισμού, ότι δηλαδή αν ο Θεός απέφευγε να ασκήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο τις προγνωστικές του δυνάμεις, οι σκοποί του θα κινδύνευαν, καθώς θα ήταν «διαρκώς επιρρεπείς στην αποτυχία λόγω έλλειψης προορατικότητας, ο ίδιος πρέπει δε να διορθώνει συνεχώς το σύστημά του, καθώς αυτό εκτροχιάζεται από τις απρόβλεπτες ενέργειες των ηθικών παραγόντων». Ούτε και θα έδινε αυτή η επιλεκτική άσκηση προορατικότητας τη δυνατότητα στα πλάσματά του να «ακυρώνουν τα μέτρα [του Θεού], να τον αναγκάζουν να αλλάζει διαρκώς γνώμη, να του προκαλούν εκνευρισμό και να του δημιουργούν σύγχυση», όπως ισχυρίζονται οι οπαδοί του προκαθορισμού. (Εγκυκλοπαίδεια [Cyclopædia] των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ, 1894, Τόμ. 8, σ. 556) Εφόσον ακόμη και οι επίγειοι υπηρέτες του Θεού δεν χρειάζεται στην ουσία να “ανησυχούν για την αυριανή ημέρα”, έπεται ότι ο Δημιουργός τους, για τον οποίο τα ισχυρά έθνη είναι «σαν σταγόνα από κουβά», ούτε είχε ούτε έχει τέτοιες ανησυχίες.—Ματ 6:34· Ησ 40:15.
Αναφορικά με τάξεις ατόμων. Παρουσιάζονται επίσης κάποιες περιπτώσεις στις οποίες ο Θεός προγνώριζε την πορεία που θα ακολουθούσαν ορισμένες ομάδες, έθνη ή η πλειονότητα των ανθρώπων, και ως εκ τούτου προείπε τη βασική πορεία των μελλοντικών τους ενεργειών και προόρισε την αντίστοιχη δράση που θα αναλάμβανε ο ίδιος αναφορικά με αυτές. Ωστόσο, τέτοια πρόγνωση ή προορισμός δεν αποστερεί από τα μεμονωμένα άτομα που βρίσκονται μέσα σε αυτές τις συλλογικές ομάδες ή υποδιαιρέσεις ανθρώπων την άσκηση της ελεύθερης επιλογής ως προς τη συγκεκριμένη πορεία που θα ακολουθήσουν. Αυτό φαίνεται από τα παρακάτω παραδείγματα:
Πριν από τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε, ο Ιεχωβά ανήγγειλε ότι σκόπευε να επιφέρει αυτή την καταστροφή, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους άνθρωποι και ζώα. Εντούτοις, η Γραφική αφήγηση δείχνει ότι η απόφαση αυτή πάρθηκε από τον Θεό ως επακόλουθο των συνθηκών που είχαν αναπτυχθεί και απαιτούσαν τέτοια δράση, συνθήκες όπως η βία και άλλα είδη κακίας. Επιπρόσθετα, ο Θεός, που έχει τη δυνατότητα να “γνωρίζει την καρδιά των γιων των ανθρώπων”, έκανε έρευνα και διαπίστωσε ότι «κάθε τάση των σκέψεων της καρδιάς [των ανθρώπων] ήταν μόνο κακή όλο τον καιρό». (2Χρ 6:30· Γε 6:5) Μεμονωμένα άτομα όμως—ο Νώε και η οικογένειά του—απέκτησαν την εύνοια του Θεού και διέφυγαν την καταστροφή.—Γε 6:7, 8· 7:1.
Παρόμοια, αν και ο Θεός έδωσε στο έθνος του Ισραήλ την ευκαιρία να γίνει «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος» τηρώντας τη διαθήκη του, εντούτοις κάπου 40 χρόνια μετά, τότε που το έθνος βρισκόταν στα σύνορα της Υποσχεμένης Γης, ο Ιεχωβά προείπε ότι αυτοί θα αθετούσαν τη διαθήκη του και εκείνος θα τους εγκατέλειπε ως έθνος. Η πρόγνωση αυτή, όμως, δεν στερούνταν προγενέστερης βάσης, καθώς είχε ήδη αποκαλυφτεί η απείθεια και ο στασιασμός του έθνους συνολικά. Ως εκ τούτου, ο Θεός είπε: «Γιατί γνωρίζω καλά την τάση που αναπτύσσουν σήμερα, προτού τους φέρω στη γη για την οποία ορκίστηκα». (Εξ 19:6· Δευ 31:16-18, 21· Ψλ 81:10-13) Το ότι μια τέτοια έκδηλη τάση θα οδηγούσε σε αυξανόμενη πονηρία ήταν κάτι που θα μπορούσε να προγνωρίζει ο Θεός χωρίς αυτό να τον καθιστά υπεύθυνο για την ύπαρξη τέτοιων συνθηκών, όπως ακριβώς το ότι κάποιος γνωρίζει εκ των προτέρων πως ένα κτίριο που χτίστηκε με υλικά κατώτερης ποιότητας και κακοτεχνίες θα καταρρεύσει δεν τον καθιστά υπεύθυνο για την κατάρρευση. Ο θεϊκός κανόνας ορίζει πως “ό,τι σπέρνεται αυτό και θερίζεται”. (Γα 6:7-9· Παράβαλε Ωσ 10:12, 13.) Διάφοροι προφήτες επέδωσαν προφητικές προειδοποιήσεις για προορισμένες εκφράσεις κρίσης εκ μέρους του Θεού, οι οποίες βασίζονταν όλες σε ήδη υπάρχουσες συνθήκες και διαθέσεις της καρδιάς. (Ψλ 7:8, 9· Παρ 11:19· Ιερ 11:20) Και πάλι όμως, μεμονωμένα άτομα θα μπορούσαν να ανταποκριθούν—και όντως ανταποκρίθηκαν—στη συμβουλή, στον έλεγχο και στις προειδοποιήσεις του Θεού, με αποτέλεσμα να φανούν αντάξιοι της εύνοιάς του.—Ιερ 21:8, 9· Ιεζ 33:1-20.
Ο Γιος του Θεού, που επίσης μπορούσε να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων (Ματ 9:4· Μαρ 2:8· Ιωα 2:24, 25), ήταν προικισμένος από τον Θεό με δυνάμεις πρόγνωσης και προείπε μελλοντικές συνθήκες, γεγονότα και εκφράσεις θεϊκής κρίσης. Προείπε ότι η κρίση της Γέεννας επιφυλασσόταν για τους γραμματείς και τους Φαρισαίους ως τάξη (Ματ 23:15, 33), αλλά δεν είπε ότι εξαιτίας αυτού κάθε Φαρισαίος ή γραμματέας προσωπικά ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένος να καταστραφεί, όπως καταδεικνύεται από την περίπτωση του αποστόλου Παύλου. (Πρ 26:4, 5) Ο Ιησούς πρόβλεψε συμφορές για την αμετανόητη Ιερουσαλήμ και για άλλες πόλεις, αλλά με αυτό δεν υπονοούσε ότι ο Πατέρας του είχε προορίσει πως κάθε άτομο σε αυτές τις πόλεις θα υφίστατο συμφορά. (Ματ 11:20-23· Λου 19:41-44· 21:20, 21) Προγνώριζε επίσης πού θα οδηγούσαν οι τάσεις των ανθρώπων και οι διαθέσεις της καρδιάς τους και προείπε τις συνθήκες που θα είχαν αναπτυχθεί μεταξύ των ανθρώπων κατά την “τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων”, καθώς και πώς θα εξελισσόταν η επιτέλεση των σκοπών του Θεού. (Ματ 24:3, 7-14, 21, 22) Παρόμοια, και οι απόστολοι του Ιησού εξήγγειλαν προφητείες που φανέρωναν την πρόγνωση του Θεού σχετικά με διάφορες τάξεις, όπως τον “αντίχριστο” (1Ιω 2:18, 19· 2Ιω 7), καθώς και το τέλος που έχει προοριστεί για τις τάξεις αυτές.—2Θε 2:3-12· 2Πε 2:1-3· Ιου 4.
Αναφορικά με μεμονωμένα άτομα. Εκτός από την πρόγνωση που αφορά τάξεις, υπάρχουν και μεμονωμένα άτομα που περιλαμβάνονται συγκεκριμένα στις θεϊκές προβλέψεις. Μεταξύ αυτών είναι ο Ησαύ και ο Ιακώβ (που έχουν ήδη αναφερθεί), ο Φαραώ της Εξόδου, ο Σαμψών, ο Σολομών, ο Ιωσίας, ο Ιερεμίας, ο Κύρος, ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης και ο ίδιος ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς.
Στις περιπτώσεις του Σαμψών, του Ιερεμία και του Ιωάννη του Βαφτιστή, ο Ιεχωβά άσκησε πρόγνωση πριν από τη γέννησή τους. Εντούτοις, η πρόγνωση αυτή δεν καθόριζε ποια θα ήταν η τελική τους κατάληξη. Απεναντίας, με βάση αυτή την πρόγνωση, ο Ιεχωβά προόρισε ότι ο Σαμψών θα ζούσε σύμφωνα με την ευχή των Ναζηραίων και θα έδινε το έναυσμα για την απελευθέρωση των Ισραηλιτών από τους Φιλισταίους, ότι ο Ιερεμίας θα υπηρετούσε ως προφήτης και ότι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής θα έκανε προπαρασκευαστικό έργο ως πρόδρομος του Μεσσία. (Κρ 13:3-5· Ιερ 1:5· Λου 1:13-17) Παρότι και οι τρεις ευνοήθηκαν εξαιρετικά με τέτοια προνόμια, αυτό δεν αποτελούσε εγγύηση ότι θα λάβαιναν αιώνια σωτηρία, ούτε καν ότι θα παρέμεναν πιστοί ως το θάνατό τους (μολονότι όλοι τους παρέμειναν). Για παράδειγμα, ο Ιεχωβά προείπε ότι κάποιος από τους πολλούς γιους του Δαβίδ θα ονομαζόταν Σολομών και προόρισε ότι ο Σολομών θα χρησιμοποιούνταν για να χτίσει το ναό. (2Σα 7:12, 13· 1Βα 6:12· 1Χρ 22:6-19) Εντούτοις, αν και ευνοήθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο και μάλιστα έλαβε το προνόμιο της συγγραφής ορισμένων βιβλίων της Αγίας Γραφής, ο Σολομών αποστάτησε στα μετέπειτα χρόνια της ζωής του.—1Βα 11:4, 9-11.
Παρόμοια, στην περίπτωση του Ησαύ και του Ιακώβ, η πρόγνωση του Θεού δεν παγίωσε την αιώνια κατάληξή τους, αλλά μάλλον κατέδειξε, ή αλλιώς προόρισε, ποια από τις εθνότητες που θα κατάγονταν από τους δύο γιους θα αποκτούσε κυρίαρχη θέση έναντι της άλλης. (Γε 25:23-26) Η προϊδωμένη αυτή κυριαρχία υποδείκνυε επίσης ότι ο Ιακώβ θα αποκτούσε το δικαίωμα του πρωτοτόκου, ένα δικαίωμα που συνοδευόταν από το προνόμιο της συμμετοχής στη γενεαλογική γραμμή μέσω της οποίας θα ερχόταν το «σπέρμα» του Αβραάμ. (Γε 27:29· 28:13, 14) Με τον τρόπο αυτόν, ο Ιεχωβά Θεός κατέστησε σαφές πως, όταν επιλέγει άτομα για συγκεκριμένους σκοπούς, δεν δεσμεύεται από τα συνήθη έθιμα ή τις συνήθεις διαδικασίες συμμορφούμενος με τις προσδοκίες των ανθρώπων. Ούτε χορηγούνται τα θεόδοτα προνόμια αποκλειστικά βάσει έργων, πράγμα που θα μπορούσε να κάνει κάποιον να πιστεύει ότι “κέρδισε το δικαίωμα” να λάβει τέτοια προνόμια και ότι “του οφείλονται”. Ο απόστολος Παύλος τόνισε το σημείο αυτό δείχνοντας γιατί ο Θεός, μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του, μπορούσε να χορηγήσει στους Εθνικούς προνόμια που κάποτε φαινόταν ότι επιφυλάσσονταν μόνο για το λαό του Ισραήλ.—Ρω 9:1-6, 10-13, 30-32.
Τα λόγια που παραθέτει ο Παύλος αναφορικά με την “αγάπη του Ιεχωβά για τον Ιακώβ [Ισραήλ] και το μίσος του για τον Ησαύ [Εδώμ]” προέρχονται από τα εδάφια Μαλαχίας 1:2, 3, που γράφτηκαν πολύ μετά την εποχή του Ιακώβ και του Ησαύ. Η Αγία Γραφή, λοιπόν, δεν λέει κατ’ ανάγκην ότι ο Ιεχωβά είχε αυτή την άποψη για τα δίδυμα προτού γεννηθούν. Το ότι μεγάλο μέρος της γενικής προδιάθεσης και της ιδιοσυγκρασίας του παιδιού καθορίζεται τη στιγμή της σύλληψης από τους γενετικούς παράγοντες που μεταβιβάζει ο κάθε γονέας είναι επιστημονικά εξακριβωμένο γεγονός. Είναι αυτονόητο ότι ο Θεός μπορεί να διακρίνει τέτοιους παράγοντες. Ο Δαβίδ λέει για τον Ιεχωβά ότι βλέπει τον άνθρωπο ακόμη και “όταν είναι έμβρυο”. (Ψλ 139:14-16· βλέπε επίσης Εκ 11:5.) Δεν μπορούμε να πούμε σε ποιο βαθμό αυτή η θεϊκή ενόραση επηρέασε αυτό που προόρισε ο Ιεχωβά για τα δύο παιδιά, αλλά ούτως ή άλλως η επιλογή του Ιακώβ αντί του Ησαύ δεν καταδίκαζε από μόνη της στην καταστροφή τον Ησαύ ή τους απογόνους του, τους Εδωμίτες. Ακόμη και από τους επικατάρατους Χαναναίους υπήρξαν μεμονωμένα άτομα που απέκτησαν το προνόμιο της συναναστροφής με το λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Θεός και απόλαυσαν ευλογίες. (Γε 9:25-27· Ιη 9:27· βλέπε ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ Αρ. 2.) Παρά ταύτα, η «αλλαγή γνώμης» που ζήτησε ένθερμα ο Ησαύ, με δάκρυα, δεν ήταν παρά μια ανεπιτυχής προσπάθεια να αλλάξει την απόφαση που είχε πάρει ο Ισαάκ ο πατέρας του, σύμφωνα με την οποία η ειδική ευλογία του πρωτοτόκου θα παρέμενε αποκλειστικά στον Ιακώβ. Άρα, η ενέργεια αυτή δεν υποδήλωνε ότι ο Ησαύ είχε μετανοήσει ενώπιον του Θεού για την υλιστική του στάση.—Γε 27:32-34· Εβρ 12:16, 17.
Η προφητεία του Ιεχωβά αναφορικά με τον Ιωσία όριζε ότι θα ονομαζόταν έτσι κάποιος απόγονος του Δαβίδ, ενώ προέλεγε και τη δράση του κατά της ψεύτικης λατρείας στην πόλη Βαιθήλ. (1Βα 13:1, 2) Τρεις αιώνες και πλέον αργότερα, ένας βασιλιάς με το όνομα αυτό εκπλήρωσε την προφητεία. (2Βα 22:1· 23:15, 16) Από την άλλη μεριά όμως, ο Ιωσίας «δεν άκουσε τα λόγια του Νεχώ τα οποία ήταν από το στόμα του Θεού», με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. (2Χρ 35:20-24) Συνεπώς, αν και ο Θεός τον προγνώρισε και τον προόρισε να κάνει ένα συγκεκριμένο έργο, ο Ιωσίας παρέμενε ελεύθερος ηθικός παράγοντας με δυνατότητα επιλογής, είτε να υπακούσει στη νουθεσία είτε να την αγνοήσει.
Παρόμοια, ο Ιεχωβά προείπε περίπου δύο αιώνες εκ των προτέρων ότι θα χρησιμοποιούσε κάποιον κατακτητή ονόματι Κύρο για να απελευθερώσει τους Ιουδαίους από τη Βαβυλώνα. (Ησ 44:26-28· 45:1-6) Δεν αναφέρεται όμως στην Αγία Γραφή ότι ο Πέρσης στον οποίο δόθηκε τελικά το όνομα αυτό σε εκπλήρωση της θεϊκής προφητείας έγινε αληθινός λάτρης του Ιεχωβά, και η ιστορία δείχνει ότι συνέχισε να λατρεύει ψεύτικους θεούς.
Έτσι λοιπόν, αυτές οι περιπτώσεις πρόγνωσης πριν από τη γέννηση του ατόμου δεν συγκρούονται με τις αποκαλυμμένες ιδιότητες και τους δηλωμένους κανόνες του Θεού. Ούτε και υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι ο Θεός εξανάγκασε τα εν λόγω άτομα να ενεργήσουν ενάντια στην προσωπική τους βούληση. Όσο δε για τις περιπτώσεις του Φαραώ, του Ιούδα του Ισκαριώτη και του ίδιου του Γιου του Θεού, δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι η πρόγνωση του Ιεχωβά ασκήθηκε προτού τα άτομα αυτά έρθουν σε ύπαρξη. Σε καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις αντικατοπτρίζονται κάποιες αρχές που έχουν ιδιαίτερη επίδραση σε ό,τι προγνωρίζει και προορίζει ο Θεός.
Μια τέτοια αρχή είναι ότι ο Θεός θέτει μεμονωμένα άτομα σε δοκιμή προκαλώντας ή επιτρέποντας κάποιες καταστάσεις ή γεγονότα, ή κάνοντας τα άτομα αυτά να ακούσουν τα θεόπνευστα αγγέλματά του, με αποτέλεσμα να έχουν αυτά την υποχρέωση να ασκήσουν την ελεύθερη επιλογή τους παίρνοντας αποφάσεις, και έτσι να φανερώσουν τη συγκεκριμένη διάθεση της καρδιάς τους, την οποία ο Ιεχωβά διαβάζει. (Παρ 15:11· 1Πε 1:6, 7· Εβρ 4:12, 13) Ανάλογα με την ανταπόκριση των ατόμων, ο Θεός μπορεί επίσης να τα διαπλάσει μέσα στα πλαίσια της πορείας που έχουν επιλέξει με τη δική τους βούληση. (1Χρ 28:9· Ψλ 33:13-15· 139:1-4, 23, 24) Επομένως, «η καρδιά του χωματένιου ανθρώπου» πρώτα κλίνει προς κάποια οδό και κατόπιν κατευθύνει ο Ιεχωβά τα βήματα του ανθρώπου αυτού. (Παρ 16:9· Ψλ 51:10) Κάτω από δοκιμή, η κατάσταση της καρδιάς του ατόμου μπορεί να παγιωθεί, είτε να σκληρυνθεί στην αδικία και στο στασιασμό είτε να εμμείνει σταθερά στην ακλόνητη αφοσίωση προς τον Ιεχωβά Θεό και την εκτέλεση του θελήματός του. (Ιωβ 2:3-10· Ιερ 18:11, 12· Ρω 2:4-11· Εβρ 3:7-10, 12-15) Αφού φτάσει κάποιος αυτοβούλως σε ένα τέτοιο σημείο, το τελικό αποτέλεσμα της πορείας του μπορεί πλέον να προγνωριστεί και να προειπωθεί, χωρίς καμιά αδικία και χωρίς καμιά παραβίαση της ελευθερίας που διαθέτει ο άνθρωπος ως ηθικός παράγοντας.—Παράβαλε Ιωβ 34:10-12.
Η περίπτωση του πιστού Αβραάμ, που έχει ήδη σχολιαστεί, αντικατοπτρίζει τις αρχές αυτές. Σε αντιδιαστολή με αυτήν είναι η περίπτωση του Φαραώ της Εξόδου, ο οποίος εκδήλωσε μη δεκτική στάση. Ο Ιεχωβά προγνώριζε ότι ο Φαραώ δεν θα έδινε στους Ισραηλίτες την άδεια να φύγουν, «παρά μόνο με ισχυρό χέρι» (Εξ 3:19, 20), και έτσι προόρισε την πληγή που κατέληξε στο θάνατο των πρωτοτόκων. (Εξ 4:22, 23) Τα σχόλια που κάνει ο απόστολος Παύλος για την πολιτεία του Θεού με τον Φαραώ παρερμηνεύονται συχνά και εκλαμβάνονται ως ένδειξη ότι ο Θεός σκληραίνει αυθαίρετα την καρδιά μεμονωμένων ατόμων ανάλογα με τον προορισμένο του σκοπό, χωρίς να λαβαίνει υπόψη του την προηγούμενη τάση του ατόμου, ή αλλιώς τη διάθεση της καρδιάς του. (Ρω 9:14-18) Σύμφωνα, λοιπόν, με πολλές μεταφράσεις, ο Θεός είπε στον Μωυσή ότι θα “σκλήραινε την καρδιά του [Φαραώ]”. (Εξ 4:21· παράβαλε Εξ 9:12· 10:1, 27.) Ορισμένες μεταφράσεις, όμως, αποδίδουν το εβραϊκό κείμενο λέγοντας ότι ο Ιεχωβά “άφησε την καρδιά του [Φαραώ] να αποθρασυνθεί” (Ro) ή ότι “άφησε την καρδιά του [Φαραώ] να σκληρυνθεί” (ΚΛΠ) ή ότι “άφησε την καρδιά του [Φαραώ] να γίνει ισχυρογνώμων”. (ΜΝΚ) Σε υποστήριξη αυτής της απόδοσης, το παράρτημα της μετάφρασης του Ρόδερχαμ δείχνει ότι στην εβραϊκή γλώσσα η αφορμή ή η άδεια για κάποιο γεγονός παρουσιάζεται συχνά σαν να είναι το αίτιο του γεγονότος, και ότι «ακόμη και οι ρητές εντολές ενίοτε υπονοούν απλώς χορήγηση άδειας». Για παράδειγμα, ενώ στο εδάφιο Έξοδος 1:17 το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο λέει κατά κυριολεξία ότι οι μαίες «έκαναν τα αρσενικά παιδιά να ζήσουν», στην πραγματικότητα αυτές απλώς επέτρεψαν στα παιδιά να ζήσουν, καθώς δεν τα θανάτωσαν. Αφού παραθέτει τους λογίους της εβραϊκής γλώσσας Μ. Μ. Κάλις, Χ. Φ. Γ. Γεσένιο και Μπ. Ντέιβις προς υποστήριξη των όσων λέει, ο Ρόδερχαμ αναφέρει ότι το νόημα του εβραϊκού κειμένου στα εδάφια που περιλαμβάνουν τον Φαραώ είναι ότι «ο Θεός επέτρεψε στον Φαραώ να σκληρύνει την καρδιά του—τον ανέχτηκε—του έδωσε την ευκαιρία, την αφορμή, να βγάλει όλη την πονηρία που είχε μέσα του. Αυτό είναι όλο».—Η Εμφατική Βίβλος, παράρτημα, σ. 919· παράβαλε Ησ 10:5-7.
Την κατανόηση αυτή επιβεβαιώνει η Γραφική αφήγηση, η οποία δείχνει σαφώς ότι ο ίδιος ο Φαραώ «σκλήρυνε την καρδιά του». (Εξ 8:15, 32, KJ, ΒΑΜ· «έκανε την καρδιά του να μην ανταποκρίνεται», ΜΝΚ) Με αυτόν τον τρόπο, άσκησε τη δική του βούληση και ακολούθησε τη δική του πεισματική τάση, τα αποτελέσματα της οποίας ο Ιεχωβά προείδε και προφήτευσε επακριβώς. Οι επανειλημμένες ευκαιρίες που του πρόσφερε ο Ιεχωβά τον υποχρέωναν να λαβαίνει αποφάσεις, και στη διαδικασία αυτή ο Φαραώ σκλήρυνε τη στάση του. (Παράβαλε Εκ 8:11, 12.) Όπως φανερώνει ο απόστολος Παύλος παραθέτοντας το εδάφιο Έξοδος 9:16, ο Ιεχωβά επέτρεψε να πάρει το ζήτημα την τροπή που τελικά πήρε, με την ολοκλήρωση των δέκα πληγών, ώστε να καταδειχτεί η δική του δύναμη και να κάνει το όνομά του να γνωστοποιηθεί σε ολόκληρη τη γη.—Ρω 9:17, 18.
Μήπως ο Θεός προκαθόρισε την προδοσία του Ιησού από τον Ιούδα ώστε να εκπληρωθεί η προφητεία;
Η προδοτική πορεία του Ιούδα του Ισκαριώτη εκπλήρωσε τη θεϊκή προφητεία και κατέδειξε την ικανότητα πρόγνωσης του Ιεχωβά καθώς και του Γιου του. (Ψλ 41:9· 55:12, 13· 109:8· Πρ 1:16-20) Δεν μπορεί να λεχθεί, όμως, ότι ο Θεός προόρισε ή προκαθόρισε τον Ιούδα συγκεκριμένα για να ακολουθήσει μια τέτοια πορεία. Στις προφητείες είχε προλεχθεί ότι θα πρόδιδε τον Ιησού κάποιος πολύ γνωστός του, αλλά δεν καθοριζόταν συγκεκριμένα ποιος από εκείνους που είχαν τέτοια σχέση με τον Ιησού θα το έκανε αυτό. Και πάλι, οι αρχές της Γραφής αποκλείουν την πιθανότητα να είχε προορίσει ο Θεός τις ενέργειες του Ιούδα. Ο θεϊκός κανόνας που αναφέρει ο απόστολος Παύλος είναι: «Ποτέ μη θέτεις τα χέρια σου βιαστικά πάνω σε κανέναν· ούτε να γίνεσαι συμμέτοχος στις αμαρτίες άλλων· να διατηρείς τον εαυτό σου αγνό». (1Τι 5:22· παράβαλε 3:6.) Δείχνοντας πόσο ενδιαφερόταν να είναι σοφή και σωστή η επιλογή των 12 αποστόλων του, ο Ιησούς πέρασε τη νύχτα προσευχόμενος στον Πατέρα του προτού γνωστοποιήσει την απόφασή του. (Λου 6:12-16) Αν ο Ιούδας ήταν ήδη προορισμένος από τον Θεό να γίνει προδότης, αυτό θα σήμαινε ότι ο Θεός ήταν ασυνεπής με την κατεύθυνση και την καθοδήγησή του, ενώ σύμφωνα με τον παραπάνω κανόνα θα γινόταν και συμμέτοχος στις αμαρτίες που διέπραξε ο Ιούδας.
Επομένως, φαίνεται ότι τον καιρό που ο Ιούδας επιλέχθηκε ως απόστολος η καρδιά του δεν παρουσίαζε σαφή ένδειξη προδοτικής διάθεσης. Αυτός επέτρεψε να «φυτρώσει δηλητηριώδης ρίζα» και να τον μολύνει, με αποτέλεσμα να παρεκκλίνει και να αποδεχτεί, αντί για την κατεύθυνση του Θεού, τη χειραγώγηση του Διαβόλου σε μια πορεία κλοπής και δολιότητας. (Εβρ 12:14, 15· Ιωα 13:2· Πρ 1:24, 25· Ιακ 1:14, 15· βλέπε ΙΟΥΔΑΣ Αρ. 13.) Όταν πια η παρέκκλισή του έφτασε σε ένα ορισμένο σημείο, μπόρεσε και ο Ιησούς να διαβάσει την καρδιά του Ιούδα και να προείπει την προδοσία του.—Ιωα 13:10, 11.
Είναι αλήθεια ότι στο εδάφιο Ιωάννης 6:64, σε μια περίπτωση όπου μερικοί μαθητές πρόσκοψαν εξαιτίας κάποιων διδασκαλιών του Ιησού, διαβάζουμε ότι «από την αρχή γνώριζε ο Ιησούς ποιοι ήταν εκείνοι που δεν πίστευαν και ποιος ήταν εκείνος που θα τον πρόδιδε». Μολονότι η λέξη ἀρχή του πρωτότυπου κειμένου χρησιμοποιείται στο εδάφιο 2 Πέτρου 3:4 για την έναρξη της δημιουργίας, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και για άλλους καιρούς. (Λου 1:2· Ιωα 15:27) Παραδείγματος χάρη, όταν ο απόστολος Πέτρος έκανε λόγο για το άγιο πνεύμα που ήρθε πάνω στους Εθνικούς «όπως ήρθε και πάνω σε εμάς στην αρχή», δεν αναφερόταν προφανώς στην αρχή της πορείας του ως μαθητή ή ως αποστόλου, αλλά σε ένα σημαντικό σημείο της διακονίας του, την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., την «αρχή» της έκχυσης του αγίου πνεύματος για ορισμένο σκοπό. (Πρ 11:15· 2:1-4) Συνεπώς, είναι ενδιαφέρον να επισημάνουμε το σχόλιο που γίνεται για το εδάφιο Ιωάννης 6:64 στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών ([Commentary on the Holy Scriptures] σ. 227) του Λάνγκε: «Η λέξη “αρχή” . . . δεν εννοεί με μεταφυσική έννοια την αρχή των πάντων . . . ούτε την αρχή της γνωριμίας Του [του Ιησού] με τον καθένα . . . ούτε τότε που άρχισε να συγκεντρώνει τους μαθητές γύρω Του ούτε και την αρχή της Μεσσιανικής Του διακονίας, . . . αλλά τα πρώτα κρύφια σπέρματα απιστίας [που έκαναν μερικούς μαθητές να προσκόψουν]. Με αυτή την έννοια γνώριζε τον προδότη Του από την αρχή».—Μετάφραση (στην αγγλική) και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976· παράβαλε 1Ιω 3:8, 11, 12.
Προορισμός του Μεσσία. Ο Ιεχωβά Θεός προγνώριζε και προείπε τα παθήματα του Μεσσία, το θάνατο που θα υφίστατο και την επακόλουθη ανάστασή του. (Πρ 2:22, 23, 30, 31· 3:18· 1Πε 1:10, 11) Η πραγματοποίηση των όσων είχαν προσδιοριστεί με την άσκηση τέτοιου είδους πρόγνωσης από τον Θεό εξαρτόταν εν μέρει από την επενέργεια της δύναμης του ίδιου του Θεού και εν μέρει από τις πράξεις διαφόρων ανθρώπων. (Πρ 4:27, 28) Αυτοί οι άνθρωποι, όμως, επέτρεψαν εκούσια στον εαυτό τους να εξαπατηθεί από τον Αντίδικο του Θεού, τον Σατανά τον Διάβολο. (Ιωα 8:42-44· Πρ 7:51-54) Επομένως, όπως ακριβώς οι Χριστιανοί στις ημέρες του Παύλου “δεν είχαν άγνοια για τα σχέδια [του Σατανά]”, ο Θεός προείδε τις πονηρές προθέσεις και τις μεθόδους που θα επινοούσε ο Διάβολος κατά του Ιησού Χριστού, του Χρισμένου του Θεού. (2Κο 2:11) Προφανώς, η δύναμη του Θεού μπορούσε επίσης να ανατρέψει ή ακόμη και να εμποδίσει οποιεσδήποτε επιθέσεις ή απόπειρες κατά του Μεσσία δεν εναρμονίζονταν με τον τρόπο ή το χρόνο που είχε προφητευτεί.—Παράβαλε Ματ 16:21· Λου 4:28-30· 9:51· Ιωα 7:1, 6-8· 8:59.
Η δήλωση του αποστόλου Πέτρου ότι ο Χριστός, ως το Αρνί του Θεού το οποίο θυσιάστηκε, «προγνωρίστηκε πριν από τη θεμελίωση [καταβολῆς, Κείμενο] του κόσμου» θεωρείται από τους υπέρμαχους του προκαθορισμού ότι σημαίνει πως ο Θεός άσκησε την πρόγνωση αυτή προτού δημιουργηθεί η ανθρωπότητα. (1Πε 1:19, 20) Η λέξη καταβολή του πρωτότυπου κειμένου που μεταφράζεται «θεμελίωση» σημαίνει κατά κυριολεξία «το καταγής ρίξιμο» και μπορεί να αναφέρεται στη “σύλληψη σπέρματος”, όπως στο εδάφιο Εβραίους 11:11. Ενώ υπήρξε «θεμελίωση» ενός κόσμου της ανθρωπότητας όταν ο Θεός έπλασε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, όπως φανερώνεται στα εδάφια Εβραίους 4:3, 4, στη συνέχεια εκείνο το ζευγάρι έχασαν τη θέση που απολάμβαναν ως παιδιά του Θεού. (Γε 3:22-24· Ρω 5:12) Παρ’ όλα αυτά, μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, τους επιτράπηκε η σύλληψη σπέρματος και η απόκτηση απογόνων, για τον έναν από τους οποίους, τον Άβελ, η Αγία Γραφή δείχνει συγκεκριμένα ότι έλαβε την εύνοια του Θεού και απέκτησε την προοπτική της απολύτρωσης και της σωτηρίας. (Γε 4:1, 2· Εβρ 11:4) Είναι αξιοσημείωτο ότι στα εδάφια Λουκάς 11:49-51 ο Ιησούς αναφέρεται στο «αίμα όλων των προφητών που χύθηκε από τη θεμελίωση του κόσμου» και το παραλληλίζει αυτό με τα λόγια «από το αίμα του Άβελ ως το αίμα του Ζαχαρία». Άρα λοιπόν, ο Ιησούς συνδέει τον Άβελ με τη «θεμελίωση του κόσμου».
Ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός, επρόκειτο να είναι το υποσχεμένο Σπέρμα μέσω του οποίου θα ευλογούνταν όλα τα δίκαια άτομα από κάθε οικογένεια της γης. (Γα 3:8, 14) Η πρώτη αναφορά σε αυτό το «σπέρμα» έγινε αφού είχε ήδη ξεκινήσει ο στασιασμός στην Εδέμ αλλά προτού γεννηθεί ο Άβελ. (Γε 3:15) Αυτό συνέβη κάπου 4.000 χρόνια προτού γίνει η αποκάλυψη “του ιερού μυστικού” με το σαφή προσδιορισμό της ταυτότητας εκείνου του Μεσσιανικού “σπέρματος”. Επομένως, αυτό το μυστικό πράγματι «κρατήθηκε σε σιωπή επί μακρόχρονους καιρούς».—Ρω 16:25-27· Εφ 1:8-10· 3:4-11.
Στον ορισμένο του καιρό, ο Ιεχωβά Θεός ανέθεσε στον ίδιο τον πρωτότοκο Γιο του να εκπληρώσει τον προφητευμένο ρόλο του “σπέρματος” και να γίνει ο Μεσσίας. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να φανερώνει ότι αυτός ο Γιος είχε «προκαθοριστεί» να αναλάβει έναν τέτοιον ρόλο προτού καν δημιουργηθεί ο ίδιος ή προτού ξεσπάσει ο στασιασμός στην Εδέμ. Παρόμοια, και η τελική επιλογή του από τον Θεό με την οποία του ανατέθηκε η εκπλήρωση των προφητειών δεν έγινε χωρίς προγενέστερη βάση. Η περίοδος στενής συναναστροφής ανάμεσα στον Θεό και στον Γιο του προτού ο Γιος σταλεί στη γη είχε αναμφίβολα ως αποτέλεσμα να «γνωρίζει» ο Ιεχωβά τον Γιο του τόσο καλά ώστε να είναι βέβαιος ότι θα εκπλήρωνε πιστά τις προφητικές υποσχέσεις και εξεικονίσεις.—Παράβαλε Ρω 15:5· Φλπ 2:5-8· Ματ 11:27· Ιωα 10:14, 15· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Δοκιμάστηκε και Τελειοποιήθηκε).
Προορισμός των “καλεσμένων και εκλεγμένων”. Υπάρχουν τέλος και κάποιες περικοπές της Γραφής που ασχολούνται με τους Χριστιανούς οι οποίοι είναι “καλεσμένοι”, ή αλλιώς “εκλεγμένοι”. (Ιου 1· Ματ 24:24) Αυτοί περιγράφονται ως “εκλεγμένοι σύμφωνα με την πρόγνωση του Θεού” (1Πε 1:1, 2), “εκλεγμένοι πριν από τη θεμελίωση του κόσμου”, “προορισμένοι για υιοθεσία από τον Θεό” (Εφ 1:3-5, 11), “διαλεγμένοι από την αρχή για σωτηρία και καλεσμένοι για αυτόν τον προορισμό” (2Θε 2:13, 14). Η κατανόηση των εδαφίων αυτών εξαρτάται από το αν αναφέρονται στον προορισμό μεμονωμένων ατόμων ή αν περιγράφουν τον προορισμό μιας τάξης ατόμων, δηλαδή της Χριστιανικής εκκλησίας, που αποτελεί το «ένα σώμα» (1Κο 10:17) εκείνων που θα είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό Ιησού στην ουράνια Βασιλεία του.—Εφ 1:22, 23· 2:19-22· Εβρ 3:1, 5, 6.
Αν τα λόγια αυτά εφαρμόζονται σε συγκεκριμένα άτομα που είναι προορισμένα για αιώνια σωτηρία, αυτό συνεπάγεται ότι τα εν λόγω άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποδειχτούν άπιστα ή να αποτύχουν ως προς την κλήση τους, διότι η πρόγνωση του Θεού για αυτούς δεν θα ήταν δυνατόν να αποδειχτεί ανακριβής και ο προορισμός τους από εκείνον όσον αφορά κάποια συγκεκριμένη κατάληξη δεν θα μπορούσε ποτέ να αποτύχει ή να ματαιωθεί. Και όμως, οι ίδιοι απόστολοι που έγραψαν υπό θεϊκή έμπνευση τα προαναφερθέντα λόγια φανέρωσαν ότι μερικοί από εκείνους που είχαν “αγοραστεί” και “αγιαστεί” με το αίμα της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού, και που “είχαν γευτεί την ουράνια δωρεά και είχαν γίνει μέτοχοι αγίου πνεύματος και είχαν γευτεί δυνάμεις του ερχόμενου συστήματος πραγμάτων”, θα έπεφταν χωρίς πιθανότητα μετάνοιας και θα επέφεραν καταστροφή στον εαυτό τους. (2Πε 2:1, 2, 20-22· Εβρ 6:4-6· 10:26-29) Οι απόστολοι παρότρυναν ομόφωνα εκείνους στους οποίους έγραφαν τις επιστολές τους: «Να κάνετε . . . το καλύτερο που μπορείτε για να καταστήσετε βέβαιη για τον εαυτό σας την κλήση και την εκλογή σας· διότι αν κάνετε συνεχώς αυτά τα πράγματα, δεν πρόκειται να αποτύχετε ποτέ», και επίσης: «Εξακολουθήστε να απεργάζεστε τη σωτηρία σας με φόβο και τρόμο». (2Πε 1:10, 11· Φλπ 2:12-16) Ο Παύλος, που ήταν “καλεσμένος για να είναι απόστολος του Ιησού Χριστού” (1Κο 1:1), δεν θεωρούσε προφανώς ότι είχε προκαθοριστεί ατομικά για αιώνια σωτηρία, δεδομένου ότι μιλάει για τις έντονες προσπάθειες που κατέβαλλε ώστε να φτάσει στο «στόχο για το βραβείο της άνω κλήσης του Θεού» (Φλπ 3:8-15), καθώς και για την ανησυχία που ένιωθε μη τυχόν και “γίνει αποδοκιμασμένος κατά κάποιον τρόπο”.—1Κο 9:27.
Παρόμοια, «το στεφάνι της ζωής» προσφέρεται σε αυτούς με την προϋπόθεση ότι θα παραμείνουν πιστοί υπό δοκιμασία μέχρι θανάτου. (Απ 2:10, 23· Ιακ 1:12) Τα στεφάνια που θα έχουν ως βασιλιάδες μαζί με τον Γιο του Θεού είναι δυνατόν να χαθούν. (Απ 3:11) Ο απόστολος Παύλος εξέφρασε την πεποίθηση ότι του “επιφυλασσόταν το στεφάνι της δικαιοσύνης”, αλλά το είπε αυτό όταν ήταν πλέον βέβαιος ότι πλησίαζε στο τέλος της πορείας του, έχοντας «τρέξει τη διαδρομή μέχρι το τέρμα».—2Τι 4:6-8.
Από την άλλη μεριά, αν θεωρηθεί ότι οι προαναφερόμενες περικοπές εφαρμόζονται σε μια τάξη, στη Χριστιανική εκκλησία, δηλαδή στο «άγιο έθνος» των καλεσμένων συνολικά (1Πε 2:9), τότε αυτές θα σήμαιναν ότι ο Θεός προγνώρισε και προόρισε πως θα ερχόταν σε ύπαρξη μια τέτοια τάξη (αλλά όχι τα συγκεκριμένα άτομα που την αποτελούν). Τα εδάφια αυτά θα σήμαιναν επίσης ότι εκείνος προδιέγραψε, ή αλλιώς προόρισε, το υπόδειγμα σύμφωνα με το οποίο θα έπρεπε να “διαμορφωθούν” όλοι όσοι θα καλούνταν στον κατάλληλο καιρό να γίνουν μέλη της τάξης, και όλα αυτά σε αρμονία με το σκοπό του. (Ρω 8:28-30· Εφ 1:3-12· 2Τι 1:9, 10) Ο ίδιος προόρισε επίσης τα έργα που θα αναμενόταν να εκτελούν αυτοί, καθώς και το ότι θα δοκιμάζονταν εξαιτίας των παθημάτων τα οποία θα τους επέφερε ο κόσμος.—Εφ 2:10· 1Θε 3:3, 4.
Όσο για τις περικοπές οι οποίες αναφέρονται σε “ονόματα που γράφονται στο βιβλίο της ζωής”, βλέπε ΟΝΟΜΑ.
Μοιρολατρία και Προκαθορισμός. Οι ειδωλολατρικοί λαοί της αρχαιότητας, περιλαμβανομένων των Ελλήνων και των Ρωμαίων, πίστευαν συνήθως ότι η μοίρα του κάθε ατόμου, και ιδιαίτερα το μήκος της ζωής του, είχε προαποφασιστεί από τους θεούς. Στην ελληνική μυθολογία, τον έλεγχο του πεπρωμένου των ανθρώπων είχαν τρεις θεές: η Κλωθώ, που έκλωθε το νήμα της ζωής, η Λάχεσις («αυτή που μοιράζει τους λαχνούς»), η οποία καθόριζε το μήκος της ζωής, και η Άτροπος («αμετάβλητη, άκαμπτη»), που έκοβε το νήμα της ζωής μόλις τελείωνε ο καθορισμένος χρόνος. Μια παρόμοια τριάδα υπήρχε και στις ρωμαϊκές θεότητες.
Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο (πρώτος αιώνας Κ.Χ.), οι Φαρισαίοι προσπάθησαν να εναρμονίσουν την έννοια της μοίρας με την πίστη τους στον Θεό και με την αντίληψη ότι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 162, 163 [viii, 14]· Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 13, 14 [i, 3]) Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Θρησκευτικής Γνώσης των Σαφ-Χέρτσογκ (The New Schaff-Herzog Encyclopedia of Religious Knowledge) αναφέρει: «Προ του Αυγουστίνου [που έζησε τον τέταρτο και τον πέμπτο αιώνα Κ.Χ.], δεν είχε διαμορφωθεί ουσιαστικά στη Χριστιανοσύνη κάποια θεωρία περί προκαθορισμού». Οι προ του Αυγουστίνου αποκαλούμενοι «Πατέρες της Εκκλησίας», όπως ο Ιουστίνος, ο Ωριγένης και ο Ειρηναίος, «δεν γνωρίζουν τίποτα περί απόλυτου προκαθορισμού. Διδάσκουν την ελευθερία βούλησης». (Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας και της Ηθικής [Encyclopædia of Religion and Ethics], του Χάστινγκς, 1919, Τόμ. 10, σ. 231) Όπως αναφέρεται, για να αντικρούσουν τον Γνωστικισμό αυτοί εξέφραζαν συνεχώς την πίστη τους στην αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος ηθικός παράγοντας, θεωρώντας αυτή την ελευθερία «το διακριτικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης προσωπικότητας, τη βάση της ηθικής ευθύνης, το θείο δώρο δυνάμει του οποίου ο άνθρωπος θα μπορούσε να επιλέξει ό,τι είναι θεάρεστο», και επίσης μιλούσαν για «την αυτονομία του ανθρώπου και τη βουλή του Θεού που δεν πειθαναγκάζει».—Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Θρησκευτικής Γνώσης των Σαφ-Χέρτσογκ, επιμέλεια Σ. Τζάκσον, 1957, Τόμ. 9, σ. 192, 193.
-
-
Προγνώστης ΓεγονότωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΓΝΩΣΤΗΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Κάποιος που ισχυρίζεται ότι έχει την ικανότητα να προλέγει τι θα συμβεί στο μέλλον. Η Αγία Γραφή χαρακτηρίζει ως τέτοια άτομα τους μάγους ιερείς, τους πνευματιστές μάντεις, τους αστρολόγους και άλλους. (Βλέπε ΜΑΝΤΕΙΑ· ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ.) Η εβραϊκή λέξη γιντε‛ονί, που αποδίδεται «επαγγελματίας προγνώστης γεγονότων», προέρχεται από τη ρίζα γιαδά‛ (γνωρίζω) και υπονοεί γνώση κρυμμένη από τον κοινό άνθρωπο. Συνήθως εμφανίζεται σε συνδυασμό με τη λέξη ’ωβ, που σημαίνει «πνευματιστικός μεσάζων». (Δευ 18:11) Ορισμένα άτομα κατείχαν απόκρυφες δυνάμεις μέσω επαφής με τους δαίμονες, τους πονηρούς αγγέλους οι οποίοι είναι εχθροί του Θεού υπό τον Σατανά τον Διάβολο, τον άρχοντα των δαιμόνων. (Λου 11:14-20) Στους αρχαίους χρόνους, αυτοί οι προγνώστες χρησιμοποιούσαν διάφορες μεθόδους για να λαβαίνουν τα μηνύματα που τους εξασφάλιζαν την πρόγνωση: παρατηρούσαν τα άστρα (Ησ 47:13), εξέταζαν το συκώτι και άλλα εντόσθια από θυσιασμένα ζώα (Ιεζ 21:21), ερμήνευαν οιωνούς (2Βα 21:6), συμβουλεύονταν τα λεγόμενα πνεύματα των νεκρών, και ούτω καθεξής.—Δευ 18:11.
Η ζωή των Αιγυπτίων, όπως και των Βαβυλωνίων, ρυθμιζόταν σε μεγάλο βαθμό από προγνώστες του μέλλοντος. (Ησ 19:3) Απεναντίας, οι αληθινοί υπηρέτες του Θεού δεν απέβλεπαν ποτέ σε τέτοια άτομα για πληροφορίες. Όταν δόθηκε ο Νόμος στους Ισραηλίτες λίγο μετά την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά της Αιγύπτου, τους απαγορεύτηκε ρητά να συμβουλεύονται «επαγγελματίες προγνώστες γεγονότων». (Λευ 19:31) Αν κάποιος είχε «ανήθικες σχέσεις» με αυτούς, το αποτέλεσμα θα ήταν να εκκοπεί (με θάνατο) ανάμεσα από το λαό του Θεού. Μάλιστα, αναφορικά με όποιον ασκούσε αυτή την τέχνη, ο νόμος έλεγε στη συνέχεια: «Όσο για τον άντρα ή τη γυναίκα στους οποίους θα βρεθεί πνεύμα μεσάζοντα ή πνεύμα πρόγνωσης, αυτοί πρέπει εξάπαντος να θανατωθούν». (Λευ 20:6, 27) Σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, όταν ο Ισραήλ ετοιμαζόταν να εισέλθει στην Υποσχεμένη Γη και να εκδιώξει τους κατοίκους της, έλαβε την υπενθύμιση: «Δεν πρέπει να μάθεις να ενεργείς σύμφωνα με τα απεχθή πράγματα εκείνων των εθνών. Δεν πρέπει να βρεθεί σε εσένα . . . κάποιος που συμβουλεύεται πνευματιστικό μεσάζοντα ούτε κάποιος επαγγελματίας προγνώστης γεγονότων ούτε κάποιος που ζητάει πληροφορίες από τους νεκρούς».—Δευ 18:9-11.
Πάνω από 350 χρόνια αργότερα, ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ, ο Σαούλ, απομάκρυνε όλους τους προγνώστες γεγονότων από τη χώρα, αλλά πριν από το θάνατό του είχε φύγει τόσο μακριά από τον Ιεχωβά ώστε αναζήτησε προσωπικά “κάποια γυναίκα στην Εν-δωρ, επιτήδεια στην πνευματιστική μεσολάβηση”, για να προείπει το μέλλον του. Στην αρχή αυτή φοβόταν να ασκήσει την τέχνη της, αλλά επειδή ο Σαούλ επέμενε να του “ανεβάσει τον Σαμουήλ”, εμπνεύστηκε ένα όραμα. Περιέγραψε τη μορφή που είδε ως “έναν γέρο άνθρωπο ντυμένο με αμάνικο πανωφόρι”. Ο Σαούλ πείστηκε ότι επρόκειτο για τον προφήτη Σαμουήλ. (1Σα 28:3, 7-19) Αλλά δεν θα μπορούσε να είναι όντως ο Σαμουήλ, γιατί εκείνος ήταν νεκρός και οι νεκροί «δεν γνωρίζουν τίποτα απολύτως». (Εκ 9:5) Ενόσω ο Σαμουήλ ήταν ζωντανός, δεν θα είχε ασφαλώς καμιά σχέση με πνευματιστικό μεσάζοντα, και ο Ιεχωβά Θεός καθώς και οι άγιοι άγγελοί του δεν θα συνεργάζονταν με ένα τέτοιο άτομο. Ο ίδιος ο Θεός είπε στο λαό του: «Αν σας πουν: “Απευθυνθείτε στους πνευματιστικούς μεσάζοντες ή σε εκείνους που έχουν πνεύμα πρόγνωσης, οι οποίοι τερετίζουν και μουρμουρίζουν”, στον Θεό του δεν πρέπει να απευθύνεται κάθε λαός; Πρέπει να απευθύνονται στους νεκρούς για χάρη των ζωντανών; Στο νόμο και στην πιστοποίηση!» Ο Ιεχωβά συνεχίζει κατόπιν: «Ασφαλώς θα εξακολουθήσουν να λένε πράγματα που συμφωνούν με αυτή τη δήλωση η οποία δεν θα έχει το φως της αυγής».—Ησ 8:19, 20.
Σχεδόν 400 χρόνια μετά τη βασιλεία του Σαούλ, ο Βασιλιάς Μανασσής του Ιούδα «έπραξε σε μεγάλο βαθμό το κακό στα μάτια του Ιεχωβά για να τον προσβάλει», όπως το να συμβουλεύεται επαγγελματίες προγνώστες γεγονότων, οι οποίοι ευημερούσαν υπό τη διακυβέρνησή του. (2Βα 21:6· 2Χρ 33:6) Όλους αυτούς χρειάστηκε να τους εξαλείψει από τη χώρα ο εγγονός του Μανασσή, ο δίκαιος Βασιλιάς Ιωσίας.—2Βα 23:24.
Η μόνη αναφορά δαιμονικής πρόγνωσης του μέλλοντος στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές είναι η περίπτωση κατά την οποία ο απόστολος Παύλος απελευθέρωσε στην πόλη των Φιλίππων «κάποια υπηρέτρια που είχε ένα πνεύμα, έναν δαίμονα μαντείας». Αυτή παρείχε στους κυρίους της πολύ κέρδος «ασκώντας τη μαντική τέχνη». Αποδεικνύοντας ότι αυτή η ενασχόληση είναι αληθινά δαιμονική και διαμετρικά αντίθετη προς τον Θεό, οι κύριοι του κοριτσιού από το οποίο εκβλήθηκε ο δαίμονας προξένησαν στον Παύλο πολλά προβλήματα εκεί στους Φιλίππους, οδηγώντας τον μαζί με το σύντροφό του τον Σίλα μπροστά στους διοικητές, οι οποίοι έδωσαν εντολή να τους ραβδίσουν και κατόπιν τους έριξαν στη φυλακή.—Πρ 16:12, 16-24.
-
-
ΠροδότηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΔΟΤΗΣ
Αυτός που προδίδει την εμπιστοσύνη κάποιου, αθετεί το καθήκον του ή ενεργεί προδοτικά εναντίον της χώρας του ή του ηγέτη του. Ο πλέον διαβόητος προδότης που αναφέρεται στην Αγία Γραφή ήταν “ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος έγινε προδότης”. (Λου 6:16) Το ουσιαστικό προδότης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (παράγωγο του ρήματος προδίδω το οποίο σήμαινε, όπως και σήμερα, αποκαλύπτω· εγκαταλείπω· καταδίδω) περιγράφει εύστοχα τον Ιούδα, διότι μετά την επιλογή του ως αποστόλου έγινε άπληστος, διέπραττε κλοπή (Ιωα 12:6) και τελικά πρόδωσε τον Ιησού στους πρωθιερείς για σχετικά μικρό χρηματικό ποσό. (Ματ 26:14-16, 25, 48, 49) Δεν εγκατέλειψε απλώς προσωρινά τον Χριστό τρεπόμενος σε φυγή από μια κατάσταση που φαινόταν επικίνδυνη (Μαρ 14:50), αλλά πρόδωσε εσκεμμένα τον Ιησού σε εκείνους που επιζητούσαν το θάνατό του.
Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες χαρακτηρίστηκαν δικαίως «προδότες και φονιάδες», επειδή μίσθωσαν τον προδότη Ιούδα, παρέδωσαν προσωπικά τον συμπατριώτη τους Χριστό στους Ρωμαίους και κατόπιν, παραβιάζοντας κατάφωρα τη δικαιοσύνη, αντιτάχθηκαν στην αθωωτική απόφαση για τον Ιησού και απαίτησαν το θάνατό του.—Ιωα 18:28–19:16· Πρ 3:13-15· 7:52.
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα προδότη που έχει καταγραφεί στην Αγία Γραφή ήταν ο Αχιτόφελ. Αυτός, αν και είχε διατελέσει έμπιστος σύμβουλος του Βασιλιά Δαβίδ, συμμετείχε στην εξέγερση του Αβεσσαλώμ. (2Σα 15:12, 31· 16:20-23· παράβαλε Ψλ 55:20, 21.) Ο Θεός φρόντισε να πέσει στο κενό η εισήγηση του προδότη συμβούλου, γεγονός που οδήγησε τον Αχιτόφελ στην αυτοκτονία. (2Σα 17:23) Προφανώς ο Δαβίδ βίωσε και άλλα τέτοια περιστατικά με άτομα που στράφηκαν εναντίον του. Αρκετές σύγχρονες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής αποδίδουν τον πληθυντικό αριθμό της μετοχής του εβραϊκού ρήματος μπαγάδ (που σημαίνει «φέρομαι δόλια») με τη λέξη «προδότες» στο εδάφιο Ψαλμός 59:5: «Μη δείξεις εύνοια σε επιβλαβείς προδότες». (JB, NE, Mo, ΜΝΚ, ΜΠΚ [59:6]) Η επιγραφή του ψαλμού δείχνει ότι το εδάφιο αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία ο Σαούλ έστειλε άντρες να παρακολουθούν το σπίτι του Δαβίδ με σκοπό να τον σκοτώσουν. (1Σα 19:11-18) Έτσι λοιπόν, οι «προδότες» για τους οποίους γίνεται λόγος στο εδάφιο Ψαλμός 59:5 ενδέχεται να ήταν σύντροφοι του Δαβίδ που τον είχαν εγκαταλείψει ή ήταν διατεθειμένοι να τον προδώσουν εκείνη τη δύσκολη στιγμή. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, εφόσον με τα προηγούμενα λόγια απευθύνεται έκκληση στον Θεό να στρέψει την προσοχή του σε «όλα τα έθνη», η λέξη «προδότες» ίσως παραπέμπει σε όλους όσους εναντιώνονταν στο θέλημα του Θεού, είτε εντός είτε εκτός του Ισραήλ.
Η προφητεία των εδαφίων 2 Τιμόθεο 3:1-5 σχετικά με τις συνθήκες που θα επικρατούσαν «στις τελευταίες ημέρες» δείχνει ότι θα υπήρχαν πολλοί προδότες. Στους Χριστιανούς δόθηκε η συμβουλή να “φεύγουν μακριά” από αυτούς, όπως αρμόζει σε άτομα που αγωνίζονται να είναι όσια και έντιμα σε όλα.—1Θε 2:10· Εβρ 13:18.
-
-
ΠρόδρομοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Άτομο που προπορεύεται ώστε να προετοιμάσει το έδαφος για την έλευση ενός άλλου. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει ανίχνευση και κατασκοπεία, προλείανση της οδού, εξαγγελία και γνωστοποίηση της επικείμενης έλευσης κάποιου ή υπόδειξη της οδού σε άλλους ώστε να την ακολουθήσουν. Ο πρόδρομος είναι συνήθως, αλλά όχι πάντα, υποδεέστερος από αυτόν που ακολουθεί.
Στην Ανατολή υπήρχε το έθιμο να προηγούνται του βασιλικού άρματος δρομείς για να προετοιμάζουν και να αναγγέλλουν την έλευση του βασιλιά και γενικότερα για να τον βοηθούν. (1Σα 8:11) Ο Αβεσσαλώμ και ο Αδωνίας, μιμούμενοι αυτή τη βασιλική μεγαλοπρέπεια και για να προσδώσουν γόητρο και φαινομενικό κύρος στην ανταρσία που έκανε ο καθένας τους, τοποθέτησαν 50 δρομείς μπροστά από το προσωπικό τους άρμα.—2Σα 15:1· 1Βα 1:5· βλέπε ΔΡΟΜΕΙΣ.
Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής ήταν στην πραγματικότητα ο πρόδρομος του Χριστού, σε εκπλήρωση των εδαφίων Ησαΐας 40:3 και Μαλαχίας 3:1 και 4:5, 6: «Κάποιος φωνάζει στην έρημο: “Καθαρίστε την οδό του Ιεχωβά! Κάντε ευθύ το μεγάλο δρόμο”». «Εγώ στέλνω τον αγγελιοφόρο μου, και αυτός θα καθαρίσει την οδό μπροστά από εμένα». Επομένως, η εκ των προτέρων εξαγγελία του Ιωάννη υποκίνησε το λαό να προσδοκά, να αναζητάει και να περιμένει τον Ιησού, ώστε στη συνέχεια να τον ακούσουν, να τον τιμήσουν και να τον ακολουθήσουν. (Ματ 3:1-12· 11:7, 10, 14· Μαρ 9:11-13· Λου 1:13-17, 76· Ιωα 1:35-37) Παρόμοια, στάλθηκαν πριν από τον Ιησού αγγελιοφόροι οι οποίοι πήγαν σε ένα χωριό Σαμαρειτών «για να κάνουν προετοιμασία για αυτόν».—Λου 9:52.
Ωστόσο, στη μοναδική Γραφική περικοπή όπου χρησιμοποιείται η λέξη «πρόδρομος» γίνεται λόγος για τον ίδιο τον Ιησού. (Εβρ 6:19, 20) Ο Ιησούς δεν υπήρξε πρόδρομος με την έννοια ότι ήταν κατώτερος από όσους ακολούθησαν ύστερα από αυτόν, αλλά ήταν ο πρώτος που εισήλθε σε ουράνια δόξα, διανοίγοντας και προετοιμάζοντας την οδό για την ουράνια εκκλησία των πιστών ακολούθων του. (Ιωα 14:2, 3) Ως αποτέλεσμα, αυτοί πλησιάζουν με τόλμη τον Θεό μέσω της οδού που εγκαινίασε ο Πρόδρομός τους.—Εβρ 10:19-22.
-
-
ΠροετοιμασίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Η ονομασία της προηγουμένης του εβδομαδιαίου Σαββάτου, κατά την οποία οι Ιουδαίοι προετοιμάζονταν για το Σάββατο.
Όταν ο Ιεχωβά άρχισε να προμηθεύει το μάννα στην έρημο, παρήγγειλε να συγκεντρώνουν διπλάσια ποσότητα την έκτη ημέρα, εφόσον δεν θα μάζευαν μάννα το Σάββατο, δηλαδή την έβδομη ημέρα. Έτσι λοιπόν, προετοιμαζόμενοι για το εβδομαδιαίο Σάββατο, οι Ισραηλίτες μάζευαν και έψηναν ή έβραζαν επιπλέον μάννα. (Εξ 16:5, 22-27) Με την πάροδο του χρόνου, «η ημέρα πριν από το σάββατο» κατέληξε να ονομάζεται «Προετοιμασία», όπως εξήγησε ο Μάρκος. (Μαρ 15:42) Η Ιουδαϊκή ημέρα της Προετοιμασίας τελείωνε με τη δύση του ήλιου την ημέρα που ονομάζεται σήμερα Παρασκευή, οπότε και άρχιζε το Σάββατο, εφόσον η εβραϊκή ημέρα διαρκούσε από το ένα βράδυ μέχρι το άλλο βράδυ.
Κατά την Προετοιμασία προετοίμαζαν το φαγητό της επομένης—του Σαββάτου—και ολοκλήρωναν κάθε άλλη επείγουσα εργασία που δεν μπορούσε να αναβληθεί για μετά το Σάββατο. (Εξ 20:10) Ο Νόμος όριζε ότι το σώμα κάποιου εκτελεσμένου και κρεμασμένου πάνω σε ξύλο “δεν έπρεπε να μείνει όλη τη νύχτα πάνω στο ξύλο”. (Δευ 21:22, 23· παράβαλε Ιη 8:29· 10:26, 27.) Εφόσον ο Ιησούς και εκείνοι που κρεμάστηκαν μαζί του βρίσκονταν πάνω στο ξύλο το απόγευμα της Προετοιμασίας, ήταν επιτακτικό για τους Ιουδαίους να επισπευστεί ο θάνατός τους, αν χρειαζόταν, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα να θαφτούν πριν από τη δύση. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα εφόσον η ημέρα που επρόκειτο να αρχίσει σύντομα με τη δύση του ήλιου ήταν κανονικό Σάββατο (η έβδομη ημέρα της εβδομάδας), καθώς επίσης Σάββατο λόγω του ότι ήταν η 15η Νισάν (Λευ 23:5-7), επομένως “μεγάλο” Σάββατο. (Ιωα 19:31, 42· Μαρ 15:42, 43· Λου 23:54) Ο Ιώσηπος παρέθεσε ένα διάταγμα του Καίσαρα Αυγούστου που έλεγε ότι οι Ιουδαίοι δεν ήταν νομικά υποχρεωμένοι να προσέρχονται στο δικαστήριο «το Σάββατο ή την ημέρα της προετοιμασίας για αυτό (Παραμονή Σαββάτου) μετά την ένατη ώρα», πράγμα που δείχνει ότι άρχιζαν να προετοιμάζονται για το Σάββατο από την ένατη ώρα της Παρασκευής.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΣΤ΄, 163 (vi, 2).
Σχετικά με το πρωί κατά το οποίο ο Ιησούς δικάστηκε και προσάχθηκε ενώπιον του Πιλάτου, τις πρωινές ώρες της 14ης Νισάν (η ημέρα του Πάσχα είχε αρχίσει από το προηγούμενο βράδυ), το εδάφιο Ιωάννης 19:14 λέει: «Ήταν δε προετοιμασία του πάσχα». (KJ, Da, ΜΝΚ) Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι αυτό σημαίνει «προετοιμασία για το πάσχα», ορισμένες δε μεταφράσεις αποδίδουν το εδάφιο έτσι. (AT, We, CC) Αυτό, όμως, δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν είχαν γιορτάσει ακόμη το Πάσχα, ενώ οι αφηγήσεις των Ευαγγελίων δείχνουν καθαρά ότι ο Ιησούς και οι απόστολοι το είχαν γιορτάσει την προηγούμενη νύχτα. (Λου 22:15· Ματ 26:18-20· Μαρ 14:14-17) Ο Χριστός εκπλήρωνε στην εντέλεια τις διατάξεις του Νόμου, περιλαμβανομένης και της απαίτησης για τήρηση του Πάσχα στις 14 Νισάν. (Εξ 12:6· Λευ 23:5· βλέπε ΠΑΣΧΑ.) Η ημέρα της δίκης και του θανάτου του Ιησού μπορούσε να θεωρηθεί «προετοιμασία του πάσχα» με την έννοια ότι αποτελούσε την προετοιμασία για την εφταήμερη Γιορτή των Άζυμων Άρτων που άρχιζε την επομένη. Λόγω της εγγύτητας των δύο γιορτών ημερολογιακά, ολόκληρη αυτή η περίοδος αποκαλούνταν συχνά «Πάσχα». Η δε επομένη της 14ης Νισάν ήταν πάντοτε Σάββατο, και μάλιστα το 33 Κ.Χ. η 15η Νισάν έπεσε στο κανονικό Σάββατο, πράγμα που κατέστησε την ημέρα εκείνη “μεγάλο” ή διπλό Σάββατο.
-
-
ΠροζύμιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΖΥΜΙ
Ουσία που προστίθεται στο ζυμάρι για να προκαλέσει ζύμωση, ιδιαίτερα ένα κομμάτι όξινου φυράματος που διατηρείται μία ημέρα ή περισσότερο για την παρασκευή προϊόντων αρτοποιίας. Αυτό το είδος διογκωτικού προσδιορίζεται από τη λέξη σε’όρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου (Εξ 12:15) και από τη λέξη ζύμη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Λου 13:21). Το προζύμι προκαλεί γρήγορα ζύμωση στα καινούρια μείγματα όπου προστίθεται. Καθετί ένζυμο προσδιορίζεται από την εβραϊκή λέξη χαμέτς.—Λευ 2:11.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έφτιαχναν τόσο ένζυμο όσο και άζυμο ψωμί. Ένα από τα διογκωτικά που μπορεί να χρησιμοποιούσαν ήταν η φυσική μαγιά που προερχόταν από ασκοσπόρια ορισμένων ζυμομυκήτων. Ανασκαφές στην Αίγυπτο έχουν φέρει στο φως πορώδες ψωμί που περιείχε νεκρά κύτταρα μαγιάς. Λέγεται επίσης ότι οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν νάτρο (ανθρακικό νάτριο) στην αρτοποιία. Το ανθρακικό νάτριο δεν προκαλούσε ζύμωση, όπως το προζύμι, αλλά δημιουργούσε φυσαλίδες αερίων που έκαναν το ψωμί να φουσκώνει. Φαίνεται ότι στην Αίγυπτο η κύρια μέθοδος αρτοποιίας συνίστατο στο να κρατούν λίγο ζυμάρι από την ποσότητα που θα έψηναν, να το αφήνουν να υποστεί ζύμωση και να χρησιμοποιούν το παραγόμενο προζύμι για να κάνουν ένζυμη την καινούρια φουρνιά. Ακόμη και σήμερα, αφού τελειώσει το ζύμωμα, ορισμένοι φυλάνε ένα κομμάτι ζυμάρι σε ζεστό μέρος. Ύστερα από 36 ως 48 ώρες, αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να κάνει ένζυμο όλο το καινούριο ζυμάρι.
Οι Ισραηλίτες χρησιμοποιούσαν προζύμι όταν έφτιαχναν ένζυμο ψωμί. Γενικά, το ζυμάρι που είχαν κρατήσει από το προηγούμενο ψήσιμο το διέλυαν στο νερό, μέσα στη σκάφη για το ζύμωμα, προτού προσθέσουν το αλεύρι ή το έβαζαν στο αλεύρι και κατόπιν ζύμωναν όλο το μείγμα. Μολονότι δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις, πιθανολογείται ότι χρησιμοποιούσαν ως μαγιά και την τρυγία.
Στο Νόμο του Θεού Προς τον Ισραήλ. Καμιά προσφορά σιτηρών που έκαναν οι Ισραηλίτες με φωτιά στον Ιεχωβά δεν έπρεπε να φτιάχνεται «ένζυμη». (Λευ 2:11) Ωστόσο, προζύμι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στις ευχαριστήριες προσφορές συμμετοχής, τις οποίες έκανε κάποιος οικειοθελώς, εκδηλώνοντας πνεύμα ευγνωμοσύνης για τις πολλές ευλογίες του Ιεχωβά. Το γεύμα αυτό έπρεπε να χαρακτηρίζεται από ευθυμία, δεδομένου ότι έτρωγαν ένζυμο ψωμί σε χαρούμενες περιστάσεις. Εκτός από το κρέας (δηλαδή το ζώο) και τις άζυμες κουλούρες που πρόσφερε ο Ισραηλίτης, έφερνε και κουλούρες ένζυμου ψωμιού που δεν τοποθετούνταν στο θυσιαστήριο, αλλά καταναλώνονταν από τον ίδιο και τον ιερέα που βρισκόταν εν υπηρεσία.—Λευ 7:11-15.
Κατά την παρουσίαση των πρώτων καρπών από το θερισμό του σιταριού, την ημέρα της Πεντηκοστής, ο αρχιερέας κινούσε πέρα δώθε ενώπιον του Ιεχωβά δύο ένζυμα σταρένια ψωμιά. (Λευ 23:15-21) Αξίζει να σημειωθεί ότι την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. τα πρώτα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας, δηλαδή οι μαθητές του Ιησού Χριστού που πάρθηκαν ανάμεσα από τους Ιουδαίους, χρίστηκαν με άγιο πνεύμα. Ο Ιησούς Χριστός, ως ο μεγάλος Αρχιερέας του Ιεχωβά, ήταν σε θέση να παρουσιάσει ενώπιον του Θεού τους πρώτους γεννημένους από το πνεύμα αδελφούς του, οι οποίοι πάρθηκαν από την αμαρτωλή ανθρωπότητα. (Πρ 2:1-4, 41) Περίπου τρία χρόνια και τέσσερις μήνες αργότερα, χρίστηκαν με άγιο πνεύμα οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί που μεταστράφηκαν στη Χριστιανοσύνη—ο Κορνήλιος και το σπιτικό του—και με αυτόν τον τρόπο έγινε η παρουσίασή τους ενώπιον του Θεού. Και αυτοί επίσης προέρχονταν από το αμαρτωλό ανθρώπινο γένος.—Πρ 10:24, 44-48· Ρω 5:12.
Η Γιορτή των Άζυμων Άρτων τελούνταν επί εφτά ημέρες μετά την ημέρα του Πάσχα, δηλαδή στις 15-21 Αβίβ, ή αλλιώς Νισάν. Εκείνες τις ημέρες τίποτα το ένζυμο, αλλά ούτε και προζύμι αυτό καθαυτό, δεν έπρεπε καν να βρεθεί στα σπίτια των Ισραηλιτών ή να «φανεί» κοντά τους μέσα στα όρια της περιοχής τους. (Εξ 12:14-20· 13:6, 7· 23:15· Δευ 16:4) Αυτό τους υπενθύμιζε την εσπευσμένη απελευθέρωσή τους από την Αίγυπτο με το χέρι του Ιεχωβά, όταν δεν είχαν χρόνο να περιμένουν μέχρι να υποστεί ζύμωση το ζυμάρι τους, αλλά το μετέφεραν βιαστικά μαζί με τις σκάφες που είχαν για το ζύμωμα. (Εξ 12:34) Όποιος έτρωγε κάτι ένζυμο αυτό το διάστημα έπρεπε να «εκκοπεί από τη σύναξη του Ισραήλ».—Εξ 12:19.
Συμβολική Σημασία. Συχνά, το «προζύμι» χρησιμοποιείται στη Γραφή για να δηλώσει την αμαρτία ή τη φθορά. Ο Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητές του: «Να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων» και «Να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων, το οποίο είναι η υποκρισία». Στην αρχή οι μαθητές δεν κατάλαβαν ότι ο Ιησούς χρησιμοποίησε έναν συμβολισμό, αλλά τελικά διέκριναν ότι τους προειδοποίησε να φυλάγονται από τα ψεύτικα δόγματα και τις υποκριτικές συνήθειες, «τη διδασκαλία των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων», η οποία ήταν φθοροποιά. (Ματ 16:6, 11, 12· Λου 12:1) Σε μια από τις προειδοποιήσεις του αναφέρθηκε επίσης στον Ηρώδη (περιλαμβάνοντας προφανώς και τους οπαδούς της παράταξής του), λέγοντας: «Να έχετε τα μάτια σας ανοιχτά, να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και το προζύμι του Ηρώδη». (Μαρ 8:15) Ο Ιησούς κατέκρινε με τόλμη τους Φαρισαίους ως υποκριτές που τους απασχολούσε η εξωτερική εμφάνιση. (Ματ 23:25-28) Επισήμανε τις εσφαλμένες δογματικές απόψεις των Σαδδουκαίων και εξέθεσε την υποκρισία και την πολιτική δολιότητα των οπαδών της παράταξης του Ηρώδη.—Ματ 22:15-21· Μαρ 3:6.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε τον ίδιο συμβολισμό όταν έδωσε εντολή στη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου να αποβάλει από ανάμεσά τους ένα ανήθικο άτομο, λέγοντας: «Δεν γνωρίζετε ότι λίγο προζύμι προκαλεί ζύμωση σε όλο το ζυμάρι; Πετάξτε το παλιό προζύμι για να είστε νέο ζυμάρι, καθώς είστε χωρίς ζύμωση. Διότι πράγματι ο Χριστός, το πάσχα μας, έχει θυσιαστεί». Κατόπιν διευκρίνισε τι εννοούσε με τον όρο «προζύμι»: «Συνεπώς, ας τηρούμε τη γιορτή, όχι με παλιό προζύμι ούτε με προζύμι κακίας και πονηρίας, αλλά με άζυμους άρτους ειλικρίνειας και αλήθειας». (1Κο 5:6-8) Εδώ ο Παύλος χρησιμοποίησε ως βάση για το συλλογισμό του την εξεικονιστική σημασία της Ιουδαϊκής Γιορτής των Άζυμων Άρτων, η οποία ακολουθούσε αμέσως μετά τον εορτασμό του Πάσχα. Όπως ελάχιστο ξινό προζύμι καθιστά έπειτα από λίγο όλο το ζυμάρι ένζυμο, έτσι και η εκκλησία ως σώμα θα γινόταν ακάθαρτη ενώπιον του Ιεχωβά αν δεν απομάκρυναν τη φθοροποιά επιρροή του ανήθικου ατόμου. Έπρεπε να αναλάβουν δράση και να πετάξουν το «προζύμι» από ανάμεσά τους, όπως οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να έχουν προζύμι στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια εκείνης της γιορτής.
Το προζύμι ήταν συνδεδεμένο με τη φθορά ακόμη και στη διάνοια άλλων αρχαίων λαών εκτός από τους Εβραίους. Για παράδειγμα, ο βιογράφος Πλούταρχος είπε για το προζύμι: «Και είναι από μόνο του προϊόν φθοράς και φθείρει επίσης το ζυμάρι με το οποίο αναμειγνύεται».—Ηθικά, «Αίτια Ρωμαϊκά», 289 F.
Ο Ιεχωβά είπε ειρωνικά στον παραβάτη Ισραήλ των ημερών του Αμώς: «Κάντε κάτι ένζυμο να βγάλει καπνό ευχαριστήριας θυσίας, και διαλαλήστε τις εθελοντικές προσφορές». (Αμ 4:5) Ο Θεός εννοούσε ότι όλη η λατρεία τους στη Βαιθήλ και στα Γάλγαλα συνιστούσε παράβαση εναντίον του, επομένως μπορούσαν κάλλιστα να προσφέρουν στο θυσιαστήριο και ένζυμο ψωμί εκτός από άζυμο. Ούτως ή άλλως, όλα θα ήταν μάταια εφόσον διέπρατταν ειδωλολατρία.
-
-
Προμετωπίδια ΚορδέλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΜΕΤΩΠΙΔΙΑ ΚΟΡΔΕΛΑ
Κορδέλα που φοριέται στο μέτωπο.
Μολονότι στους Ισραηλίτες ειπώθηκε ότι έπρεπε “να δέσουν το νόμο του Θεού ως σημείο πάνω στο χέρι τους” και να τον έχουν ως “προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους”, αυτό προφανώς δεν σήμαινε ότι έπρεπε κατά κυριολεξία να έχουν πάνω τους Γραφικές περικοπές. (Δευ 6:6-8· 11:18) Είναι αλήθεια ότι τους δόθηκε η εντολή να έχουν κατά γράμμα κρόσσια στα ενδύματά τους ως υπενθύμιση των εντολών του Θεού. (Αρ 15:38-40) Ωστόσο, το γεγονός ότι το «σημείο» και η «προμετωπίδια κορδέλα» επρόκειτο να είναι συμβολικά γίνεται αντιληπτό από τις οδηγίες που τους έδωσε ο Θεός σχετικά με τον αναμνηστικό εορτασμό της απελευθέρωσης που τους χάρισε. Αυτός ο αναμνηστικός εορτασμός έπρεπε επίσης να είναι “σημείο πάνω στο χέρι τους και ενθύμημα ανάμεσα στα μάτια τους”, καθώς και “προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους”.—Εξ 13:9, 14-16.
Με ποια έννοια έπρεπε να έχουν οι Ισραηλίτες το νόμο του Θεού ως προμετωπίδια κορδέλα ανάμεσα στα μάτια τους;
Φαίνεται πως ο Ιεχωβά εννοούσε ότι έπρεπε να έχουν ξεκάθαρα προ οφθαλμών το Νόμο και να τον ακολουθούν πολύ προσεκτικά σαν να ήταν γραμμένος σε μια πλάκα ανάμεσα στα μάτια τους και σαν να ήταν σημείο πάνω στα χέρια τους, έτσι ώστε να τον έχουν πάντοτε μπροστά τους, οπουδήποτε κοίταζαν και οτιδήποτε έκαναν. Ωστόσο, μετά την επιστροφή τους από τη Βαβυλώνα, οι Ιουδαίοι ανέπτυξαν τυπολατρική θρησκεία βασισμένη σε παραδόσεις ανθρώπων (Ματ 15:3, 9), στα πλαίσια της οποίας προσέδωσαν σε αυτόν το νόμο κυριολεκτική εφαρμογή. Χρησιμοποιούσαν λωρίδες περγαμηνής στις οποίες ήταν γραμμένα τέσσερα Βιβλικά χωρία—τα εδάφια Έξοδος 13:1-10, 11-16· Δευτερονόμιο 6:4-9· 11:13-21. Τουλάχιστον μεταγενέστερα, τύλιγαν τις περγαμηνές και τις έβαζαν σε μικρές θήκες από δέρμα μοσχαριού, τις οποίες στερέωναν στο μέτωπο και στον αριστερό βραχίονα. Οι άρρενες Ιουδαίοι φορούσαν αυτές τις θήκες κατά την πρωινή προσευχή, με εξαίρεση τις ημέρες των γιορτών και το Σάββατο.
Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε την υποκρισία των γραμματέων και των Φαρισαίων οι οποίοι, προκειμένου να εντυπωσιάσουν τους άλλους με τη δικαιοσύνη τους, πλάταιναν τις θήκες με τις Γραφικές περικοπές τις οποίες φορούσαν ως φυλαχτά. (Ματ 23:2, 5) Η λέξη φυλακτήριον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία προσδιορίζει μια τέτοια θήκη με Γραφικές περικοπές, σημαίνει πρωτίστως προφυλακή, οχυρό ή φυλαχτό. Επομένως, φορούσαν αυτές τις θήκες ως φυλαχτά, περίαπτα ή μέσα προστασίας.
Ωστόσο, σύμφωνα με τη συμβουλή της Αγίας Γραφής, εκείνο που πρέπει να φυλάξει κανείς δεν είναι η όμορφη ή ευλαβής εξωτερική εμφάνιση αλλά η καρδιά. (Ματ 23:27, 28· Παρ 4:23) Η Γραφή τονίζει ότι αυτό που ωφελεί πολύ τον άνθρωπο δεν είναι το να έχει πάνω στο σώμα του Γραφικές περικοπές, αλλά το να διαφυλάττει την πρακτική σοφία και την ικανότητα σκέψης, καθώς και το να αποκτήσει κατανόηση.—Παρ 3:21, 22· 4:7-9.
[Εικόνα στη σελίδα 770]
Φυλακτήριο που φορούσαν στο βραχίονα Ιουδαίοι, εφαρμόζοντας το νόμο του Ιεχωβά τυπολατρικά
-
-
ΠροπύλαιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ
Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξη ’αιλάμ (ή ’ουλάμ), η οποία αποδίδεται «προπύλαια», δεν αναφέρεται σε κάποιο αρχιτεκτονικό στοιχείο ιδιωτικών κατοικιών. Είναι δύσκολο να εξακριβωθεί αν τα ισραηλιτικά σπίτια διέθεταν κάποιο είδος πρόδομου. Ωστόσο, τα ερείπια κάποιων σπιτιών στη Μεγιδδώ υποδηλώνουν ότι οι κατοικίες ήταν χτισμένες γύρω από μια αυλή και ότι «ένα ισόγειο δωμάτιο χρησίμευε ως προθάλαμος». (Ο Βιβλικός Αρχαιολόγος [The Biblical Archaeologist], Μάιος 1968, σ. 46, 48) Στη Γραφή η λέξη ’αιλάμ χρησιμοποιείται για δύο από τα δημόσια κτίρια που έχτισε ο Σολομών, για την πρόσοψη του ναού του Σολομώντα και για ορισμένα μέρη των πυλών και του ναού που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ.
Τα Προπύλαια των Στύλων. Ένα από τα κυβερνητικά κτίρια που κατασκεύασε ο Σολομών στην περιοχή του ναού λίγο μετά την αποπεράτωση του ναού ήταν τα Προπύλαια των Στύλων. (1Βα 7:1, 6) Εφόσον η μνεία για τα Προπύλαια των Στύλων γίνεται ανάμεσα στα σχόλια για το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου και για τα Προπύλαια του Θρόνου, είναι πολύ πιθανό ότι τα Προπύλαια των Στύλων βρίσκονταν Ν του ναού, ανάμεσα σε αυτά τα δύο κυβερνητικά κτίρια. Έτσι λοιπόν, όποιος ερχόταν από τα Ν ίσως περνούσε μέσα ή γύρω από το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου και κατόπιν, διασχίζοντας τα Προπύλαια των Στύλων, έφτανε στα Προπύλαια του Θρόνου.
Το κτίριο είχε μήκος 50 πήχεις (22,3 μ.) και πλάτος 30 πήχεις (13,4 μ.). Το ίδιο του το όνομα υποδεικνύει ότι αποτελούνταν από εντυπωσιακές κιονοστοιχίες. Το εδάφιο 1 Βασιλέων 7:6 αναφέρει και άλλα προπύλαια, μπροστά από αυτά, με στύλους και στέγασμα. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι κατ’ αρχάς εισερχόταν κανείς σε κάποια προπύλαια τα οποία διέθεταν προεξέχον υπόστυλο στέγασμα. Κατόπιν τα προπύλαια αυτά κατέληγαν στα καθαυτό Προπύλαια των Στύλων. Αν οι αναφερόμενες διαστάσεις αφορούν μόνο τα Προπύλαια των Στύλων, τότε το μέγεθος του στεγασμένου τμήματος δεν είναι γνωστό.
Το κτίριο αυτό μπορεί να χρησίμευε ως επιβλητική είσοδος στα Προπύλαια του Θρόνου, αλλά και ως χώρος όπου ο βασιλιάς χειριζόταν τις συνηθισμένες υποθέσεις του βασιλείου και δεχόταν κάποιους επισκέπτες.
Τα Προπύλαια του Θρόνου. Ένα άλλο κτίριο που ανήγειρε ο Σολομών μετά την αποπεράτωση του ναού ήταν τα Προπύλαια του Θρόνου. (1Βα 7:1, 7) «Τα προπύλαια της κρίσης» για τα οποία γίνεται λόγος στο κείμενο φαίνεται ότι είναι ταυτόσημα με «τα Προπύλαια του Θρόνου». Προφανώς, λοιπόν, ο Σολομών είχε τοποθετήσει τον περίτεχνο χρυσελεφάντινο θρόνο του στα «Προπύλαια του Θρόνου» όπου και έκρινε.—1Βα 10:18-20.
Η πλήρης περιγραφή του κτιρίου αυτού έχει ως εξής: «Έφτιαξε τα προπύλαια της κρίσης· και τα επένδυσαν εσωτερικά με ξύλο κέδρου από το πάτωμα ως τα δοκάρια της οροφής». (1Βα 7:7) Στην πραγματικότητα, το Μασοριτικό κείμενο λέει «από πάτωμα σε πάτωμα», γεγονός που οδηγεί μερικούς στο συμπέρασμα ότι η κέδρινη επένδυση έφτανε από το πάτωμα του κτιρίου αυτού ως το πάτωμα των Προπυλαίων των Στύλων που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο. Ωστόσο, η συριακή Πεσίτα λέει «από το πάτωμα ως το ταβάνι», και η λατινική Βουλγάτα «από το πάτωμα ως την κορυφή». Γι’ αυτό, ορισμένοι μεταφραστές πιστεύουν ότι ο κέδρος ήταν ένα είδος εκλεκτής επένδυσης που κάλυπτε το πάτωμα των Προπυλαίων μέχρι τα δοκάρια της οροφής ή το ταβάνι. (RS, JB, Ro, ΜΝΚ, ΛΧ) Μολονότι δεν είναι γνωστές άλλες αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το κτίριο δεν διέθετε ανοιχτές κιονοστοιχίες σε μία ή περισσότερες πλευρές του, όπως ίσως συνέβαινε με το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου και τα Προπύλαια των Στύλων.
Εφόσον τα Προπύλαια του Θρόνου αναφέρονται αμέσως μετά τα Προπύλαια των Στύλων, πιθανώς αυτό το τελευταίο κτίριο χρησίμευε ως μεγαλοπρεπής είσοδος στα Προπύλαια του Θρόνου. Καθώς ερχόταν κανείς από τα Ν, ίσως έπρεπε να διασχίσει τα Προπύλαια των Στύλων για να μπει στα προπύλαια της κρίσης.
Ο Ναός του Σολομώντα. Ενώ τα κύρια μέρη του ναού ήταν τα Άγια και τα Άγια των Αγίων, μπροστά από τα Άγια (προς τα Α) υπήρχε ένα πελώριο κτίσμα προπυλαίων που χρησίμευε ως είσοδος του ναού. Τα προπύλαια αυτά είχαν μήκος 20 πήχεις (8,9 μ., κατά πλάτος του ναού) και βάθος 10 πήχεις (4,5 μ.). (1Βα 6:3) Το ύψος τους ήταν 120 πήχεις (53,4 μ.). Το εδάφιο 2 Χρονικών 3:4 αναφέρει το ύψος των προπυλαίων σε συνάρτηση με άλλες διαστάσεις του οίκου, οι οποίες είναι γενικά αποδεκτές και εναρμονίζονται με εκείνες που δίνονται στο βιβλίο Πρώτο Βασιλέων. (Παράβαλε 2Χρ 3:3, 4 με 1Βα 6:2, 3, 17, 20.) Έτσι λοιπόν, τα προπύλαια θα φαίνονταν σαν ψηλός, προφανώς ορθογώνιος, πύργος που ορθωνόταν πολύ ψηλότερα από το υπόλοιπο οικοδόμημα του ναού. Μπροστά από τα προπύλαια ορθώνονταν δύο ογκώδεις χάλκινοι κίονες που έφεραν τα ονόματα Ιαχίν και Βοόζ. (1Βα 7:15-22· 2Χρ 3:15-17) Τα προπύλαια διέθεταν επίσης πόρτες (ο Βασιλιάς Άχαζ τις είχε κλείσει, αλλά αργότερα ο γιος του ο Εζεκίας τις άνοιξε και τις επισκεύασε). (2Χρ 28:24· 29:3, 7) Τα ψηλά αυτά προπύλαια του ναού πρέπει να παρουσίαζαν ένα εξαιρετικά εντυπωσιακό θέαμα, ιδίως το πρωί, όταν ο ήλιος που ανέβαινε από την Α έριχνε τις ακτίνες του κατευθείαν πάνω τους.
Ο Ναός που Είδε σε Όραμα ο Ιεζεκιήλ. Πολυάριθμα είναι τα προπύλαια που αναφέρονται στο όραμα που είδε ο Ιεζεκιήλ για το αγιαστήριο ενός ναού. Το κτίριο του ναού αυτό καθαυτό διέθετε προπύλαια στην πρόσοψη (προς τα Α), όπως και ο ναός του Σολομώντα. Ωστόσο, τα προπύλαια αυτά είχαν μήκος 20 πήχεις (10,4 μ.) και πλάτος 11 πήχεις (5,7 μ.), ενώ το ύψος τους δεν αναφέρεται. (Οι διαστάσεις αυτές έχουν υπολογιστεί με βάση το μεγάλο πήχη που αντιστοιχούσε σε 51,8 εκ. περίπου· βλέπε Ιεζ 40:5, υποσ.) Τα προπύλαια αυτά είχαν υποστυλώματα, τόσο ενδιάμεσα όσο και πλευρικά, και ένα ξύλινο στέγασμα, πιθανόν κοντά στην κορυφή. (Ιεζ 40:48, 49· 41:25, 26) Καθεμιά από τις τρεις περίτεχνες εξωτερικές πύλες (οι οποίες παρείχαν πρόσβαση από τα Α, τα Ν και τα Β) περιλάμβανε ένα κτίσμα προπυλαίων με παράθυρα, των οποίων τα πλαίσια στένευαν διαδοχικά. Φαίνεται ότι αφού ανέβαινε κανείς τα σκαλοπάτια και έμπαινε στην πύλη, περνούσε τα δωμάτια των φυλάκων—τρία από κάθε πλευρά—και έπειτα, διαβαίνοντας ένα κατώφλι, εισερχόταν στα προπύλαια για να καταλήξει στην εξωτερική αυλή. (Ιεζ 40:6-17) Αλλά και η καθεμιά από τις τρεις εσωτερικές πύλες είχε προπύλαια, πιθανώς στο σημείο όπου έμπαινε κανείς στην πύλη, ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια. Στα προπύλαια της πύλης που παρείχε πρόσβαση από τα Β υπήρχαν τέσσερα τραπέζια για τη σφαγή του ολοκαυτώματος.—Ιεζ 40:35-42.
-
-
Πρόσβαση στον ΘεόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
Στις αρχαίες βασιλικές αυλές της Ανατολής, η πρόσβαση στην παρουσία του μονάρχη ήταν εφικτή μόνο εφόσον τηρούνταν οι καθιερωμένοι κανονισμοί και κατόπιν σχετικής άδειας του μονάρχη. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων ένας μεσάζων αναλάμβανε να παρουσιάσει εκείνους που επιθυμούσαν ακρόαση από τον ηγεμόνα και να εγγυηθεί για τη γνησιότητα των διαπιστευτηρίων τους. Το να μπει κανείς απρόσκλητος στην εσωτερική αυλή του Πέρση Βασιλιά Ασσουήρη σήμαινε θάνατο, όμως η Βασίλισσα Εσθήρ, όταν διακινδύνευσε τη ζωή της για να εξασφαλίσει πρόσβαση στην παρουσία του βασιλιά, έγινε δεκτή με ευμένεια. (Εσθ 4:11, 16· 5:1-3) Οι ενέργειες και τα λόγια των αδελφών του Ιωσήφ δείχνουν παραστατικά πόσο προσεκτικοί ήταν να μην προσβάλουν τη βασιλική παρουσία, δεδομένου ότι ο Ιούδας είπε στον Ιωσήφ: «Είσαι το ίδιο με τον Φαραώ». (Γε 42:6· 43:15-26· 44:14, 18) Συνεπώς, η εξασφάλιση πρόσβασης ενώπιον ενός επίγειου ηγεμόνα, ο οποίος δεν ήταν παρά ατελής άνθρωπος, ήταν συνήθως κάτι πολύ δύσκολο και αποτελούσε σπάνιο προνόμιο.
Η Ιερότητα της Παρουσίας του Θεού. Παρότι ο Παύλος δήλωσε στην Αθήνα ότι ο Θεός «δεν είναι μακριά από τον καθένα μας» (Πρ 17:27), και μολονότι ολόκληρος ο Λόγος Του, η Αγία Γραφή, δείχνει ότι η πρόσβαση σε Αυτόν είναι εφικτή, όποιος Τον πλησιάζει πρέπει παράλληλα να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες απαιτήσεις και να έχει τη θεϊκή άδεια ή επιδοκιμασία Του. Το όραμα του Δανιήλ για το μεγαλοπρεπές ουράνιο δικαστήριο του “Παλαιού των Ημερών”, στον οποίο “απέκτησε πρόσβαση ο γιος του ανθρώπου” καθώς «τον έφεραν μπροστά σε Εκείνον», δείχνει παραστατικά την αξιοπρέπεια, το σεβασμό και την τάξη που συνδέονται με την παρουσία του Υπέρτατου Κυρίαρχου του σύμπαντος. (Δα 7:9, 10, 13, 14· παράβαλε Ιερ 30:21.) Η αφήγηση στα εδάφια Ιώβ 1:6 και 2:1 υποδηλώνει ότι και οι αγγελικοί γιοι του Θεού επίσης προσκαλούνται στην άμεση παρουσία του σε καθορισμένες περιστάσεις, η δε εμφάνιση του Σατανά ανάμεσά τους πρέπει λογικά να έγινε μόνο με άδεια από τον Υπέρτατο.
Ο άνθρωπος, ο οποίος έχει πλαστεί κατά την εικόνα και την ομοίωση του Δημιουργού του όντας προικισμένος ως έναν βαθμό με τις θεϊκές ιδιότητες και έχοντας την ευθύνη της φροντίδας για τον πλανήτη Γη και για τη ζωική του κτίση, χρειαζόταν να βρίσκεται σε επικοινωνία με τον Θεό και Πατέρα του. (Γε 1:26, 27) Η επικοινωνία αυτή περιγράφεται στα εδάφια Γένεση 1:28-30· 2:16, 17.
Ως τέλεια πλάσματα, και άρα χωρίς σύμπλεγμα ενοχής ή συναίσθηση αμαρτίας, ο Αδάμ και η Εύα μπορούσαν αρχικά να πλησιάζουν τον Θεό και να συζητούν μαζί Του δίχως να νιώθουν την ανάγκη για κάποιον μεσολαβητή ανάμεσα στους ίδιους και στον Δημιουργό τους—σαν παιδιά που πλησιάζουν τον πατέρα τους. (Γε 1:31· 2:25) Το αμάρτημα και ο στασιασμός τους τούς στέρησαν αυτή τη σχέση, επισύροντας τη θανατική καταδίκη. (Γε 3:16-24) Το αν επιχείρησαν αργότερα να πλησιάσουν τον Θεό δεν αναφέρεται.
Μέσω Πίστης, Δίκαιων Έργων και Θυσιών. Η αφήγηση σχετικά με την προσπάθεια που έκαναν ο Κάιν και ο Άβελ να πλησιάσουν τον Θεό μέσω προσφορών δείχνει ότι η πίστη και τα δίκαια έργα αποτελούσαν προϋποθέσεις για την απόκτηση πρόσβασης στον Θεό. Ως εκ τούτου, ο Κάιν αποκλείστηκε από τη θεϊκή αποδοχή, την οποία θα είχε μόνο αν “στρεφόταν στο να κάνει το καλό”. (Γε 4:5-9· 1Ιω 3:12· Εβρ 11:4) Μεταγενέστερα, η αρχή που έγινε την εποχή του Ενώς «να επικαλούνται το όνομα του Ιεχωβά» δεν φαίνεται να ήταν ειλικρινής (Γε 4:26), δεδομένου ότι ο επόμενος άνθρωπος πίστης που μνημονεύεται μετά τον Άβελ δεν είναι ο Ενώς αλλά ο Ενώχ, ο οποίος «περπατούσε με τον αληθινό Θεό», πράγμα που δείχνει ότι η προσέγγισή του ήταν αποδεκτή. (Γε 5:24· Εβρ 11:5) Ωστόσο, η προφητεία του Ενώχ, η οποία είναι καταγραμμένη στα εδάφια Ιούδα 14, 15, δείχνει ότι στις ημέρες του αφθονούσε η ασέβεια προς τον Θεό.—Βλέπε ΕΝΩΣ.
Η δίκαιη και άμεμπτη πορεία του Νώε μεταξύ των συγχρόνων του τού εξασφάλισε πρόσβαση στον Θεό και επιβίωση. (Γε 6:9-19) Μετά τον Κατακλυσμό ο Νώε πλησίασε τον Θεό μέσω μιας θυσίας, όπως είχε κάνει και ο Άβελ, και έτσι ευλογήθηκε και ενημερώθηκε για περαιτέρω απαιτήσεις που θα έφερναν τη θεϊκή επιδοκιμασία, καθώς και για τη διαθήκη που σύναψε ο Θεός με κάθε σάρκα εγγυώμενος ότι δεν επρόκειτο να ξανασυμβεί στο μέλλον παγγήινος κατακλυσμός. (Γε 8:20, 21· 9:1-11) Η έκφραση «ο Ιεχωβά, ο Θεός του Σημ», προφανώς δείχνει ότι αυτός ο γιος είχε αποκτήσει θέση μεγαλύτερης εύνοιας ενώπιον του Θεού από ό,τι οι δύο αδελφοί του.—Γε 9:26, 27.
Η ιεροσύνη του Μελχισεδέκ. Αν και ο Νώε εκτέλεσε ιερατική υπηρεσία στο θυσιαστήριο για λογαριασμό της οικογένειάς του, δεν αναφέρεται ότι υπήρχε, μέχρι την εποχή του Μελχισεδέκ, κάποιος «ιερέας» που να μεσολαβεί υπέρ των ανθρώπων προκειμένου να πλησιάζουν τον Θεό. Η ιεροσύνη του Μελχισεδέκ αναγνωρίστηκε από τον Αβραάμ, ο οποίος «του έδωσε ένα δέκατο από το καθετί». (Γε 14:18-20) Ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται ως προφητικός τύπος του Χριστού Ιησού στα εδάφια Εβραίους 7:1-3, 15-17, 25.
Πώς πλησίαζαν τον Θεό άλλοι πατριάρχες. Η σχέση που είχε ο Αβραάμ με τον Θεό τού παρείχε τις προϋποθέσεις να αποκληθεί “φίλος του Θεού” (Ησ 41:8· 2Χρ 20:7· Ιακ 2:23), η δε πίστη του και η υπακοή του, σε συνδυασμό με το ότι πλησίαζε σεβάσμια τον Θεό μέσω θυσιαστηρίων και προσφορών, εξαίρονται ως η βάση για αυτή τη φιλία. (Γε 18:18, 19· 26:3-6· Εβρ 11:8-10, 17-19) Ο Αβραάμ εισήλθε σε σχέση διαθήκης με τον Θεό. (Γε 12:1-3, 7· 15:1, 5-21· 17:1-8) Η περιτομή δόθηκε ως σημείο αυτού του γεγονότος και για κάποιο διάστημα ήταν απαίτηση για τη θεϊκή αποδοχή. (Γε 17:9-14· Ρω 4:11) Η θέση του Αβραάμ τού παρείχε τις προϋποθέσεις να κάνει δεήσεις ακόμη και για λογαριασμό άλλων (Γε 20:7), ωστόσο ο βαθύς σεβασμός του ενώπιον της παρουσίας του Ιεχωβά ή του εκπροσώπου του είναι πάντοτε έκδηλος. (Γε 17:3· 18:23-33) Ο Ιώβ, μακρινός συγγενής του Αβραάμ, υπηρετούσε ως ιερέας για την οικογένειά του, προσφέροντας ολοκαυτώματα για αυτούς (Ιωβ 1:5), και μάλιστα έκανε δέηση για λογαριασμό των τριών “φίλων” του και «ο Ιεχωβά δέχτηκε το πρόσωπο του Ιώβ».—Ιωβ 42:7-9.
Ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, κληρονόμοι της υπόσχεσης που δόθηκε στον Αβραάμ, πλησίαζαν τον Θεό επικαλούμενοι «το όνομα του Ιεχωβά» με πίστη, αλλά και χτίζοντας θυσιαστήρια και παρουσιάζοντας προσφορές.—Εβρ 11:9, 20, 21· Γε 26:25· 31:54· 33:20.
Ο Μωυσής έλαβε από τον άγγελο του Θεού την οδηγία να μην πλησιάσει την καιόμενη βάτο και διατάχθηκε να βγάλει τα σανδάλια του, διότι στεκόταν σε «άγιο έδαφος». (Εξ 3:5) Ως ο διορισμένος εκπρόσωπος του Θεού στο έθνος του Ισραήλ, ο Μωυσής είχε με μοναδικό τρόπο πρόσβαση στην παρουσία του Ιεχωβά ενόσω ζούσε, καθώς ο Ιεχωβά τού μιλούσε «στόμα με στόμα». (Αρ 12:6-13· Εξ 24:1, 2, 12-18· 34:30-35) Όπως ο Μελχισεδέκ, έτσι και ο Μωυσής υπήρξε προφητικός τύπος του Χριστού Ιησού.—Δευ 18:15· Πρ 3:20-23.
Τονίζεται η σπουδαιότητα της επιδοκιμασμένης πρόσβασης. Ο Ιεχωβά, προτού δώσει τη διαθήκη του Νόμου, ζήτησε από ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ να αγιάσουν επί τρεις ημέρες τον εαυτό τους, πλένοντας τα ενδύματά τους. Τοποθετήθηκαν όρια για την πρόσβαση και κανένας, ούτε άνθρωπος ούτε ζώο, δεν έπρεπε να αγγίξει το Όρος Σινά, επί ποινή θανάτου. (Εξ 19:10-15) Τότε ο Μωυσής «έφερε το λαό έξω από το στρατόπεδο για να συναντήσουν τον αληθινό Θεό» και τους έβαλε να σταθούν στους πρόποδες του βουνού. Κατόπιν, ανέβηκε στο βουνό για να λάβει τους όρους της διαθήκης μέσα σε βροντές και αστραπές, καπνό και φωτιά, καθώς και σαλπίσματα. (Εξ 19:16-20) Ο Μωυσής διατάχθηκε να μην αφήσει “τους ιερείς και το λαό να παραβιάσουν τα όρια για να ανεβούν προς τον Ιεχωβά, ώστε αυτός να μην ξεσπάσει πάνω τους”. (Εξ 19:21-25) «Οι ιερείς» για τους οποίους γίνεται λόγος εδώ ήταν πιθανώς ένας εξέχων άντρας από κάθε οικογένεια του Ισραήλ, και με αυτή τους την ιδιότητα “πλησίαζαν τον Ιεχωβά”, όπως ο Ιώβ, για λογαριασμό της οικογένειάς τους.
Υπό τη Διαθήκη του Νόμου. Με βάση τη διαθήκη του Νόμου τέθηκε σε ισχύ μια διευθέτηση η οποία παρείχε πρόσβαση στον Θεό σε ατομικό και εθνικό επίπεδο μέσω ενός διορισμένου ιερατείου και με νομικά θεσπισμένες θυσίες, σε συνάρτηση με την ιερή σκηνή της μαρτυρίας και αργότερα με το ναό. Οι γιοι του Λευίτη Ααρών υπηρετούσαν ως ιερείς για λογαριασμό του λαού. Για τους άλλους, ακόμη και για τους Λευίτες που δεν ανήκαν στη γραμμή του Ααρών, η κατάληξη θα ήταν θάνατος αν τολμούσαν να πλησιάσουν στο θυσιαστήριο ή στα ιερά σκεύη για να προσφέρουν τέτοια υπηρεσία. (Λευ 2:8· Αρ 3:10· 16:40· 17:12, 13· 18:2-4, 7) Οι ιερείς έπρεπε να ανταποκρίνονται σε αυστηρές απαιτήσεις, όσον αφορά τόσο τη σωματική όσο και την τελετουργική καθαρότητα, και να έχουν αποδεκτή αμφίεση όταν πλησίαζαν στο θυσιαστήριο ή στον «άγιο τόπο». (Εξ 28:40-43· 30:18-21· 40:32· Λευ 22:2, 3) Οποιαδήποτε ασέβεια ή παραβίαση των θεϊκών οδηγιών για την πρόσβαση στον Κυρίαρχο Θεό επέσυρε την ποινή του θανάτου, όπως στην περίπτωση δύο γιων του ίδιου του Ααρών. (Λευ 10:1-3, 8-11· 16:1) Από ολόκληρο το έθνος, μόνο ο Ααρών και όσοι τον διαδέχθηκαν ως αρχιερείς μπορούσαν να εισέλθουν στα Άγια των Αγίων ενώπιον της κιβωτού της διαθήκης, η οποία συνδεόταν με την παρουσία του Ιεχωβά. Ακόμη και στον αρχιερέα, όμως, η είσοδος επιτρεπόταν μόνο μία ημέρα του έτους, την Ημέρα της Εξιλέωσης. (Λευ 16:2, 17) Σε αυτή την προνομιούχα θέση ο Ααρών προεικόνιζε τον Χριστό Ιησού ως Αρχιερέα του Θεού.—Εβρ 8:1-6· 9:6, 7, 24.
Κατά την αφιέρωση του ναού στην Ιερουσαλήμ, ο Βασιλιάς Σολομών πλησίασε τον Ιεχωβά για λογαριασμό του έθνους. Προσευχήθηκε να είναι τα μάτια του Ιεχωβά ανοιγμένα ημέρα και νύχτα προς τον οίκο όπου είχε θέσει το όνομά Του και να εισακούει Αυτός τις παρακλήσεις του βασιλιά, του έθνους, καθώς και των αλλοεθνών που θα συνταυτίζονταν με τον Ισραήλ—οποιουδήποτε θα “προσευχόταν προς αυτόν τον οίκο”. Επομένως, όλοι μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στον Ιεχωβά, από το βασιλιά ως τον πιο ασήμαντο στο έθνος.—2Χρ 6:19-42.
Στον Ισραήλ, όταν επρόκειτο για ζητήματα που επηρέαζαν ολόκληρο το έθνος, η πρόσβαση στον Θεό γινόταν μέσω του βασιλιά ή κάποιου ιερέα ή προφήτη. Το Ουρίμ και το Θουμμίμ του αρχιερέα χρησιμοποιούνταν σε ορισμένες περιπτώσεις για να εξακριβωθεί η θεϊκή κατεύθυνση. (1Σα 8:21, 22· 14:36-41· 1Βα 18:36-45· Ιερ 42:1-3) Η παραβίαση του νόμου του Ιεχωβά αναφορικά με τον ορθό τρόπο προσέγγισης επέσυρε τιμωρία, όπως στην περίπτωση του Οζία (2Χρ 26:16-20), και μπορούσε να καταλήξει σε πλήρη διακοπή της επικοινωνίας με τον Θεό, όπως στην περίπτωση του Σαούλ. (1Σα 28:6· 1Χρ 10:13) Το ότι ο Ιεχωβά δεν επέτρεπε καμιά επιπολαιότητα αναφορικά με την Κυρίαρχη Παρουσία του και με τα αντικείμενα που σχετίζονταν με αυτήν καταδεικνύεται από την περίπτωση του Ουζά, του γιου του Αβιναδάβ, ο οποίος έπιασε την κιβωτό της διαθήκης για να την κρατήσει στη θέση της, με αποτέλεσμα “να ανάψει ο θυμός του Ιεχωβά εναντίον του Ουζά και να τον πατάξει ο αληθινός Θεός εκεί για αυτή την ανευλαβή πράξη”.—2Σα 6:3-7.
Οι τελετουργίες και οι θυσίες δεν επαρκούσαν. Παρότι έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η λατρεία του Ιεχωβά εξελίχθηκε από λατρεία τελετουργιών και θυσιών σε λατρεία ηθικών απαιτήσεων, τα στοιχεία πιστοποιούν εντελώς το αντίθετο. Οι τελετουργίες και οι θυσίες από μόνες τους ουδέποτε επαρκούσαν, αλλά αποτελούσαν απλώς ενδεικτική νομική βάση για την πρόσβαση στον Θεό. (Εβρ 9:9, 10) Σε τελική ανάλυση, ο ίδιος ο Ιεχωβά αποφάσιζε ποιον θα δεχτεί. Γι’ αυτό, το εδάφιο Ψαλμός 65:4 δηλώνει: «Ευτυχισμένος είναι εκείνος τον οποίο εκλέγεις και φέρνεις κοντά για να κατοικεί στις αυλές σου». Η πίστη, η δικαιοσύνη, η ευθυκρισία, η απουσία ενοχής αίματος, η φιλαλήθεια και η υπακοή στο ρητό θέλημα του Θεού τονίζονταν συνεχώς ως τα διαπιστευτήρια που απαιτούνταν για να έχει κάποιος πρόσβαση στον Θεό, ώστε στο βουνό του Ιεχωβά να ανεβαίνει, όχι απλώς όποιος φέρνει δώρα στον Παγκόσμιο Κυρίαρχο, αλλά «όποιος είναι αθώος στα χέρια και καθαρός στην καρδιά». (Ψλ 15:1-4· 24:3-6· 50:7-23· 119:169-171· Παρ 3:32· 21:3· Ωσ 6:6· Μιχ 6:6-8) Όταν αυτές οι ιδιότητες έλειπαν, οι θυσίες, η νηστεία, ακόμη και οι προσευχές γίνονταν απεχθείς και άνευ αξίας στα μάτια του Θεού. (Ησ 1:11-17· 58:1-9· 29:13· Παρ 15:8) Όταν κάποιος υπέπιπτε σε αδικοπραγία, έπρεπε πρώτα να εκδηλώσει συντετριμμένο πνεύμα και καταθλιμμένη καρδιά προτού του επιτραπεί η πρόσβαση. (Ψλ 51:16, 17) Το ιερατικό αξίωμα δεν εξασφάλιζε ευμενή αποδοχή από τον Θεό αν οι ιερείς περιφρονούσαν το όνομά του και πρόσφεραν μη αποδεκτές θυσίες.—Μαλ 1:6-9.
Η πρόσβαση στον Θεό περιγράφεται επίσης σαν την παρουσία κάποιου ενώπιον δικαστηρίου και την προσέλευσή του ενώπιον του δικαστή για κρίση. (Εξ 22:8· Αρ 5:16· Ιωβ 31:35-37· Ησ 50:8) Στα εδάφια Ησαΐας 41:1, 21, 22 ο Ιεχωβά καλεί τις εθνότητες να πλησιάσουν, παρουσιάζοντας τη διαφιλονικούμενη υπόθεσή τους και τα επιχειρήματά τους, για να κριθούν από αυτόν.
Βάση για Πρόσβαση υπό τη Νέα Διαθήκη. Η διευθέτηση της διαθήκης του Νόμου, που περιλάμβανε θυσίες ζώων ως εξεικονιστική νομική βάση, έστρεφε την προσοχή σε μια ανώτερη βάση για την απόκτηση πρόσβασης στον Θεό. (Εβρ 9:8-10· 10:1) Αυτή επιτεύχθηκε με τη νέα διαθήκη, μέσω της οποίας όλοι “θα γνώριζαν τον Ιεχωβά, από τον μικρότερο ως και τον μεγαλύτερό τους”. (Ιερ 31:31-34· Εβρ 7:19· 8:10-13) Ως ο μοναδικός Μεσίτης εκείνης της νέας διαθήκης, ο Χριστός Ιησούς έγινε «η οδός». Ο ίδιος είπε: «Κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα παρά μόνο μέσω εμού». (Ιωα 14:6, 13, 14) Ο φραγμός που χώριζε τους Ιουδαίους από τους απερίτμητους Εθνικούς, οι οποίοι δεν συμπεριλαμβάνονταν στην εθνική διαθήκη του Θεού με τον Ισραήλ, αφαιρέθηκε μέσω του θανάτου του Χριστού, ώστε «διαμέσου αυτού εμείς, και οι δύο λαοί, [να] έχουμε την πρόσβαση στον Πατέρα μέσω ενός πνεύματος». (Εφ 2:11-19· Πρ 10:35) Η πίστη στον Θεό ως “μισθαποδότη σε εκείνους που τον αναζητούν ένθερμα” και στο λύτρο αποτελεί προϋπόθεση για ειρηνική πρόσβαση στον Θεό και ευνοϊκή αποδοχή από αυτόν μέσω του Ιησού Χριστού. (Εβρ 11:6· 1Πε 3:18) Εκείνοι που Τον πλησιάζουν μέσω του Χριστού Ιησού ως Αρχιερέα και Μεσολαβητή τους γνωρίζουν ότι ο Χριστός «είναι πάντοτε ζωντανός για να συνηγορεί υπέρ εκείνων» (Εβρ 7:25), και έχοντας πεποίθηση μπορούν να πλησιάζουν «με παρρησία το θρόνο της παρ’ αξία καλοσύνης». (Εβρ 4:14-16· Εφ 3:12) Δεν πλησιάζουν φοβούμενοι μήπως καταδικαστούν. (Ρω 8:33, 34) Εντούτοις, διακατέχονται από θεοσεβή φόβο και δέος όπως επιβάλλεται για αυτή την πρόσβαση στον Θεό, «τον Κριτή όλων».—Εβρ 12:18-24, 28, 29.
Η προσέγγιση του Θεού από μέρους του Χριστιανού περιλαμβάνει θυσίες και προσφορές πνευματικής φύσης. (1Πε 2:4, 5· Εβρ 13:15· Ρω 12:1) Οι υλικοί ναοί και τα χρυσά, ασημένια και πέτρινα ομοιώματα αποδεικνύονται ανώφελα για την προσέγγιση του αληθινού Θεού. (Πρ 7:47-50· 17:24-29· παράβαλε Εφ 2:20-22.) Οι φίλοι του κόσμου είναι εχθροί του Θεού. Αυτός εναντιώνεται στους υπερηφάνους, αλλά οι ταπεινοί που έχουν “καθαρά χέρια” και “αγνή καρδιά” μπορούν να “πλησιάσουν τον Θεό, και αυτός θα πλησιάσει εκείνους”.—Ιακ 4:4-8.
Οι χρισμένοι Χριστιανοί οι οποίοι έχουν κληθεί σε ουράνια ελπίδα έχουν «οδό που οδηγεί στον άγιο τόπο μέσω του αίματος του Ιησού» και, επειδή γνωρίζουν καλά τον «μεγάλο ιερέα [τον] υπεύθυνο για τον οίκο του Θεού», μπορούν να “πλησιάζουν με αληθινή καρδιά έχοντας την πλήρη βεβαιότητα της πίστης”.—Εβρ 10:19-22.
Σχετικά δε με τη σπουδαιότητα του να πλησιάζει κανείς τον Θεό με εμπιστοσύνη, ο ψαλμωδός συνοψίζει εύστοχα το ζήτημα λέγοντας: «Διότι όσοι παραμένουν μακριά σου θα αφανιστούν. Θα κατασιωπήσεις όποιον σε εγκαταλείπει ανήθικα. Όσο για εμένα, όμως, το να πλησιάζω τον Θεό είναι καλό για εμένα. Τον Υπέρτατο Κύριο Ιεχωβά έχω κάνει καταφύγιό μου, για να διακηρύττω όλα τα έργα σου».—Ψλ 73:27, 28· βλέπε ΠΡΟΣΕΥΧΗ.
-
-
Προσδιορισμένοι Καιροί των ΕθνώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
Αφού αναφέρθηκε στην καταστροφή που επρόκειτο να επέλθει στην πόλη της Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς δήλωσε: «Και η Ιερουσαλήμ θα καταπατείται από τα έθνη, μέχρι να συμπληρωθούν οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών [«καιροί των Εθνικών», KJ, RS· βλέπε επίσης ΚΔΤΚ]». (Λου 21:24) Η περίοδος που υποδηλώνεται από την έκφραση «προσδιορισμένοι καιροί των εθνών [καιροὶ ἐθνῶν, Κείμενο]» έχει πυροδοτήσει αρκετές συζητήσεις όσον αφορά την έννοιά της και το τι συνεπάγεται.
Έννοια της Φράσης «Προσδιορισμένοι Καιροί». Η φράση «προσδιορισμένοι καιροί» αποδίδει τη λέξη καιροί του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία, σύμφωνα με Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 4, σ. 138), «υποδήλωνε συγκεκριμένη ή καθορισμένη περίοδο, μια εποχή, ενίοτε έναν εύκαιρο ή ευνοϊκό χρόνο». Το Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 2, σ. 571), και το Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, του Ι. Σταματάκου (1972, σ. 484), δείχνουν ότι η λέξη καιρός αναφέρεται επίσης στην ακριβή ή κρίσιμη περίοδο χρόνου. Ως εκ τούτου, η λέξη καιρός χρησιμοποιείται όσον αφορά την «εποχή» του θερισμού, την «εποχή» των καρπών και την «εποχή» των σύκων (Ματ 13:30· 21:34· Μαρ 11:13), τον «κατάλληλο καιρό» για τη χορήγηση τροφής (Ματ 24:45· Λου 12:42), “τον προσδιορισμένο καιρό” για την έναρξη της διακονίας του Ιησού και την περίοδο ευκαιριών που αυτή εισήγαγε (Μαρ 1:15· Ματ 16:3· Λου 12:56· 19:44), καθώς και “τον προσδιορισμένο καιρό” του θανάτου του. (Ματ 26:18) Οι δαίμονες τους οποίους ήταν έτοιμος να εκβάλει ο Ιησούς από ορισμένους ανθρώπους κραύγασαν προς εκείνον: «Ήρθες εδώ για να μας βασανίσεις πριν από τον προσδιορισμένο καιρό;» (Ματ 8:29) Επίσης, κάποια στιγμή έγινε απόλυτα σαφές για τους Χριστιανούς ποια ήταν η υγιής διδασκαλία και η σωστή διαγωγή. Επομένως, είχε έρθει ο “καιρός” να ξυπνήσουν.—Ρω 13:11-14.
Η λέξη καιρός χρησιμοποιείται επίσης όσον αφορά μελλοντικές περιστάσεις ή χρονικά σημεία στα πλαίσια της διευθέτησης ή του χρονοδιαγράμματος του Θεού, ιδίως σε σχέση με την παρουσία του Χριστού και τη Βασιλεία του. (Πρ 3:19) Οι “χρόνοι ή οι καιροί”, δηλαδή οι περίοδοι κατά τις οποίες θα λάβαινε χώρα το θέλημα του Ιεχωβά όσον αφορά κάποια ζητήματα, ενδιέφεραν πραγματικά τους λάτρεις του (Πρ 1:7), οι οποίοι τους κατανοούσαν καθώς αυτοί αποκαλύπτονταν σταδιακά. (1Θε 5:1) Ως εκ τούτου, ο απόστολος Παύλος κάνει λόγο για «το ιερό μυστικό» το οποίο αποκαλύφτηκε από τον Θεό «για μια διαχείριση στο πλήρωμα των προσδιορισμένων καιρών [καιρῶν, Κείμενο], δηλαδή να ξανασυγκεντρώσει όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη». (Εφ 1:9, 10) Έχοντας υπόψη την έννοια της λέξης καιρός όπως αυτή χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο κείμενο της Αγίας Γραφής, μπορούμε εύλογα να θεωρήσουμε πως η έκφραση «προσδιορισμένοι καιροί των εθνών» αναφέρεται, όχι σε κάτι το ασαφές ή ακαθόριστο, αλλά μάλλον σε «μια συγκεκριμένη ή καθορισμένη περίοδο», ένα ακριβές ή κρίσιμο χρονικό διάστημα, με συγκεκριμένη αρχή και συγκεκριμένο τέλος.
«Τα Έθνη» και «η Ιερουσαλήμ». Το νόημα της δήλωσης του Ιησού είναι αναπόφευκτα συνυφασμένο με την αναφορά του στην “καταπάτηση της Ιερουσαλήμ”, η οποία θα συνεχιζόταν, όπως δήλωσε ο ίδιος, ωσότου συμπληρώνονταν «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών». Η λέξη ἔθνη, που αποδίδεται και “Εθνικοί”, χρησιμοποιούνταν από τους Βιβλικούς συγγραφείς εννοώντας συγκεκριμένα τα μη Ιουδαϊκά έθνη. Υπό αυτό το πρίσμα ορισμένοι θεωρούν πως η προφητεία εφαρμόζεται στην περίοδο χρόνου κατά την οποία η γεωγραφική τοποθεσία της αρχαίας Ιερουσαλήμ θα βρισκόταν υπό την κυριαρχία και τον έλεγχο Εθνικών.
Μολονότι είναι προφανές ότι η περιγραφή του Ιησού για την επερχόμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ αναφέρεται στην κατά γράμμα πόλη—η οποία καταστροφή επήλθε τελικά το 70 Κ.Χ. όταν οι Ρωμαίοι ισοπέδωσαν την Ιερουσαλήμ—η δήλωση για “τους προσδιορισμένους καιρούς των εθνών” μεταφέρει την προφητεία πολύ πιο πέρα από αυτή την εποχή, όπως έχουν επισημάνει πολλοί σχολιαστές. Λόγου χάρη, το ευρέως γνωστό Σχολιολόγιο (Commentary) του Φ. Τσ. Κουκ λέει για το εδάφιο Λουκάς 21:24: «Μας βοηθάει να διαχωρίσουμε το αυστηρά εσχατολογικό μέρος [δηλαδή το μέρος που σχετίζεται με τις τελευταίες ημέρες] της μεγάλης προφητείας από το μέρος που εφαρμόζεται δεόντως στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ». Επομένως, είναι ουσιώδες να καθοριστεί ποιο νόημα προσδίδουν οι θεόπνευστες Γραφές στην «Ιερουσαλήμ», ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών» σχετίζονται μόνο με την κατά γράμμα πόλη της Ιερουσαλήμ ή με κάτι επιπρόσθετο και μεγαλύτερο.
Η Ιερουσαλήμ ήταν η πρωτεύουσα του έθνους του Ισραήλ, οι δε βασιλιάδες αυτού του έθνους, οι οποίοι προέρχονταν από τη γραμμή του Δαβίδ, θεωρούνταν ότι “κάθονταν στο θρόνο του Ιεχωβά”. (1Χρ 29:23) Με αυτή της την ιδιότητα, η Ιερουσαλήμ αντιπροσώπευε την έδρα της θεϊκά εγκαθιδρυμένης κυβέρνησης ή τυπικής βασιλείας του Θεού, όπως αυτή λειτουργούσε μέσω του οίκου του Δαβίδ. Με το Όρος Σιών εντός των ορίων της, η Ιερουσαλήμ ήταν «η πόλη του Μεγάλου Βασιλιά». (Ψλ 48:1, 2) Άρα, αυτή η πόλη έφτασε να υποδηλώνει τη βασιλεία της δυναστείας του Βασιλιά Δαβίδ, ακριβώς όπως η Ουάσινγκτον, το Λονδίνο, το Παρίσι και η Μόσχα αντιπροσωπεύουν τις κυβερνήσεις των αντίστοιχων σημερινών κρατών και αναφέρονται στις ειδήσεις με αυτή την έννοια. Αφότου καταπατήθηκε η Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους, με αποτέλεσμα να εξοριστεί ο βασιλιάς της και να μείνει η γη ερημωμένη, κανένα μέλος της Δαβιδικής δυναστείας δεν κυβέρνησε ξανά από την επίγεια Ιερουσαλήμ. Αλλά οι Γραφές δείχνουν ότι ο Ιησούς, ο Μεσσίας, ο οποίος γεννήθηκε στη γραμμή του Δαβίδ, επρόκειτο να κυβερνήσει από το ουράνιο Όρος Σιών, από την ουράνια Ιερουσαλήμ.—Ψλ 2:6, 7· Εβρ 5:5· Απ 14:1, 3.
Έναρξη της “καταπάτησης”. Η “καταπάτηση” εκείνης της βασιλείας, την οποία ασκούσε η δυναστεία των Δαβιδικών ηγεμόνων, δεν ξεκίνησε με την ερήμωση που επέφεραν οι Ρωμαίοι στην Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. Η αρχή έγινε αιώνες νωρίτερα με την ανατροπή αυτής της δυναστείας από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ., όταν ο Ναβουχοδονόσορ κατέστρεψε την πόλη της Ιερουσαλήμ και αιχμαλώτισε τον εκθρονισμένο βασιλιά Σεδεκία, η δε γη εγκαταλείφθηκε έρημη. (2Βα 25:1-26· βλέπε ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ.) Τα γεγονότα αυτά συμφωνούσαν με τα προφητικά λόγια που απευθύνθηκαν στον Σεδεκία, όπως αναφέρεται στα εδάφια Ιεζεκιήλ 21:25-27: «Βγάλε το τουρμπάνι και αφαίρεσε το στέμμα. Αυτό δεν θα είναι το ίδιο. . . . Ερείπιο, ερείπιο, ερείπιο θα το κάνω. Και αυτό δεν πρόκειται να ανήκει σε κανέναν, ώσπου να έρθει εκείνος που έχει το νόμιμο δικαίωμα, και θα το δώσω σε αυτόν». Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αποδεικνύεται ότι εκείνος που έχει «το νόμιμο δικαίωμα» για το Δαβιδικό στέμμα που έχασε ο Σεδεκίας είναι ο Χριστός Ιησούς, για τον οποίο ο άγγελος που ανήγγειλε τη μελλοντική γέννησή του είπε: «Ο Ιεχωβά Θεός θα του δώσει το θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του, και αυτός θα βασιλεύει στον οίκο του Ιακώβ για πάντα, και δεν θα υπάρξει τέλος στη βασιλεία του».—Λου 1:32, 33.
Με την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ., οι δυνάμεις των Εθνικών εξουσίαζαν πλέον όλη τη γη. Η Δαβιδική δυναστεία και η διακυβέρνησή της διακόπηκαν, γι’ αυτό και η Ιερουσαλήμ, δηλαδή ό,τι αντιπροσώπευε αυτή, θα συνέχιζε να «καταπατείται» για όσον καιρό η βασιλεία του Θεού, όπως λειτουργούσε διαμέσου του οίκου του Δαβίδ, θα παρέμενε υποβιβασμένη και ανενεργή υπό τις δυνάμεις των Εθνικών. Επισημαίνοντας αυτή τη συσχέτιση με τη διακυβέρνηση, το Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ ([Unger’s Bible Dictionary] 1965, σ. 398) σχολιάζει: «Κατά συνέπεια, οι Εθνικοί—“τα έθνη”—οδεύουν προς το τέλος της διαχείρισης που ασκούν ως κυβερνήτες της γης. Η λήξη αυτής της περιόδου θα αποτελέσει το τέλος “των καιρών των Εθνικών” (Λουκ. 21:24· Δαν. 2:36-44)».—Παράβαλε Ιεζ 17:12-21· επίσης την περιγραφή της πτώσης της Μηδοπερσίας στα εδ. Δα 8:7, 20.
Σχέση με τις Προφητείες του Δανιήλ. Τουλάχιστον δύο φορές σε αυτή την προφητεία που ασχολείται με τον καιρό του τέλους, ο Ιησούς αναφέρθηκε στα περιεχόμενα του βιβλίου του προφήτη Δανιήλ. (Παράβαλε Ματ 24:15, 21 με Δα 11:31· 12:1.) Στο βιβλίο του Δανιήλ βρίσκουμε μια απεικόνιση της κυριαρχίας που ασκούν στη γη οι δυνάμεις των Εθνικών κατά τους “προσδιορισμένους καιρούς” τους. Το δεύτερο κεφάλαιο του Δανιήλ περιέχει το προφητικό όραμα (που έλαβε ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ) της τεράστιας εικόνας η οποία, σύμφωνα με τη θεόπνευστη ερμηνεία του Δανιήλ, αντιπροσώπευε την πορεία των Εθνικών παγκόσμιων δυνάμεων που θα τερματιζόταν με την καταστροφή τους από τη Βασιλεία την οποία θα εγκαθίδρυε «ο Θεός του ουρανού» και η οποία θα κυβερνούσε κατόπιν όλη τη γη. (Δα 2:31-45) Αξιοσημείωτο είναι πως η εικόνα ξεκινάει με τη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία, την πρώτη παγκόσμια δύναμη που “καταπάτησε την Ιερουσαλήμ” ανατρέποντας τη Δαβιδική δυναστεία και αφήνοντας κενό το «θρόνο του Ιεχωβά» στην Ιερουσαλήμ. Και αυτό επίσης επιβεβαιώνει την έναρξη “των προσδιορισμένων καιρών των εθνών” κατά το έτος της καταστροφής της Ιερουσαλήμ, το 607 Π.Κ.Χ.
Το όραμα με το δέντρο στο 4ο κεφάλαιο του Δανιήλ. Πάλι στο βιβλίο του Δανιήλ βρίσκουμε ένα ακριβές παράλληλο του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποίησε ο Ιησούς τη λέξη «καιροί» όσον αφορά «τα έθνη», ή αλλιώς τις δυνάμεις των Εθνικών. Και πάλι ο Ναβουχοδονόσορ, αυτός που εκθρόνισε τον απόγονο του Δαβίδ τον Σεδεκία, λαβαίνει ένα ακόμη όραμα το οποίο, όπως ερμήνευσε ο Δανιήλ, σχετίζεται με τη θεϊκά ανατεθειμένη βασιλεία. Το συμβολικό όραμα περιλάμβανε ένα πελώριο δέντρο, το οποίο ένας άγγελος από τους ουρανούς διέταξε να κοπεί. Στη συνέχεια το στέλεχος των ριζών του αλυσοδέθηκε με σιδερένια και χάλκινα δεσμά και θα έπρεπε να παραμείνει σε αυτή την κατάσταση μέσα στο χορτάρι της γης μέχρι να περάσουν «εφτά καιροί» από πάνω του. «Η καρδιά του ας αλλάξει από ανθρώπινη και ας του δοθεί καρδιά ζώου, και εφτά καιροί ας περάσουν από πάνω του . . . προκειμένου να γνωρίσουν αυτοί που ζουν ότι ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων και ότι σε όποιον θέλει τη δίνει και εγκαθιστά σε αυτήν ακόμη και τον πιο ασήμαντο των ανθρώπων».—Δα 4:10-17· βλέπε 4:16, υποσ.
Συσχετισμός με “τους προσδιορισμένους καιρούς των εθνών”. Αδιαμφισβήτητα, το όραμα είχε μια εκπλήρωση στον ίδιο τον Ναβουχοδονόσορα. (Βλέπε Δα 4:31-35.) Ως εκ τούτου, ορισμένοι θεωρούν πως έχει άμεση προφητική εφαρμογή μόνο σε αυτόν και εκλαμβάνουν το όραμα απλώς ως αντανάκλαση της αιώνιας αλήθειας που αφορά την “ανωτερότητα του Θεού σε σχέση με όλες τις άλλες εξουσίες—ανθρώπινες ή δήθεν θεϊκές”. Αυτοί αναγνωρίζουν μεν ότι η συγκεκριμένη αλήθεια ή αρχή δεν ισχύει μόνο για την περίπτωση του Ναβουχοδονόσορα, αλλά δεν θεωρούν ότι συσχετίζεται με συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή συγκεκριμένο θεϊκό χρονοδιάγραμμα. Εντούτοις, η εξέταση ολόκληρου του βιβλίου του Δανιήλ φανερώνει πως παντού στα οράματα και στις προφητείες του δεσπόζει το στοιχείο του χρόνου, οι δε παγκόσμιες δυνάμεις και τα γεγονότα που περιγράφονται σε καθένα από αυτά τα οράματα, αντί να παρουσιάζονται μεμονωμένα ή να συμβαίνουν τυχαία, με το στοιχείο του χρόνου να πλανάται αόριστα, παρουσιάζονται μέσα σε ένα ιστορικό πλαίσιο ή ακολουθούν μια χρονική συνέχεια. (Παράβαλε Δα 2:36-45· 7:3-12, 17-26· 8:3-14, 20-25· 9:2, 24-27· 11:2-45· 12:7-13.) Επιπρόσθετα, το βιβλίο αυτό εξαίρει επανειλημμένα το τελικό συμπέρασμα που συνιστά το θέμα των προφητειών του: την εγκαθίδρυση μιας παγκόσμιας και αιώνιας Βασιλείας του Θεού, εκφραζόμενης μέσω της διακυβέρνησης του “γιου του ανθρώπου”. (Δα 2:35, 44, 45· 4:17, 25, 32· 7:9-14, 18, 22, 27· 12:1) Το βιβλίο ξεχωρίζει επίσης στις Εβραϊκές Γραφές λόγω των αναφορών του στον «καιρό του τέλους».—Δα 8:19· 11:35, 40· 12:4, 9.
Με βάση τα παραπάνω, δεν φαίνεται λογικό να συμπεράνουμε ότι το όραμα του συμβολικού “δέντρου” και η αναφορά στους “εφτά καιρούς” δεν έχουν καμιά επιπλέον εφαρμογή πέρα από τα εφτά χρόνια της παραφροσύνης ενός Βαβυλώνιου ηγεμόνα και της επακόλουθης ανάνηψης και επιστροφής του στην εξουσία, ιδιαίτερα μάλιστα υπό το φως της προφητικής αναφοράς στους “προσδιορισμένους καιρούς των εθνών” που έκανε ο ίδιος ο Ιησούς. Ο καιρός κατά τον οποίο δόθηκε το όραμα, δηλαδή ένα ιστορικό σημείο καμπής κατά το οποίο ο Θεός, ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, είχε επιτρέψει να ανατραπεί η βασιλεία που ο ίδιος είχε εγκαθιδρύσει στο λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη, καθώς επίσης το πρόσωπο στο οποίο αποκαλύφτηκε το όραμα, δηλαδή ο ίδιος εκείνος κυβερνήτης που χρησίμευσε ως θεϊκό όργανο σε αυτή την ανατροπή και ο οποίος έγινε ακολούθως ο αποδέκτης της παγκόσμιας κυριαρχίας με θεϊκή άδεια, χωρίς να παρακωλύεται από κάποια αντιπροσωπευτική βασιλεία του Ιεχωβά Θεού, και τέλος ολόκληρο το θέμα του οράματος: «Προκειμένου να γνωρίσουν αυτοί που ζουν ότι ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων και ότι σε όποιον θέλει τη δίνει και εγκαθιστά σε αυτήν ακόμη και τον πιο ασήμαντο των ανθρώπων» (Δα 4:17), όλα αυτά παρέχουν βάσιμο λόγο για να πιστεύουμε ότι το εκτενές αυτό όραμα και η ερμηνεία του περιλαμβάνονται στο βιβλίο του Δανιήλ επειδή αποκαλύπτουν τη διάρκεια “των προσδιορισμένων καιρών των εθνών” και τον καιρό της εγκαθίδρυσης της Βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστό του.
Ο συμβολισμός του δέντρου και η κυριαρχία του Θεού. Οι συμβολισμοί που χρησιμοποιούνται σε αυτό το προφητικό όραμα δεν είναι διόλου μοναδικοί. Και αλλού έχουν χρησιμοποιηθεί δέντρα για να εξεικονίσουν άρχουσες δυνάμεις, περιλαμβανομένης και της τυπικής βασιλείας του Θεού στην Ιερουσαλήμ. (Παράβαλε Κρ 9:6-15· Ιεζ 17:1-24· 31:2-18.) Το υπόλειμμα ενός κορμού που βλαστάνει εκ νέου και το «κλαδάκι», ή ο «βλαστός», εμφανίζονται αρκετές φορές ως σύμβολα που αντιπροσωπεύουν την εκ νέου ανάληψη της εξουσίας από ένα συγκεκριμένο γένος ή δυναστεία, ιδιαίτερα στις Μεσσιανικές προφητείες. (Ησ 10:33–11:10· 53:2-7· Ιερ 23:5· Ιεζ 17:22-24· Ζαχ 6:12, 13· παράβαλε Ιωβ 14:7-9.) Ο Ιησούς μίλησε για τον εαυτό του ως “τη ρίζα και τον απόγονο του Δαβίδ”.—Απ 5:5· 22:16.
Είναι ολοφάνερο πως το κεντρικό σημείο του οράματος είναι η άσκηση της ακατανίκητης κυριαρχίας του Ιεχωβά Θεού στη «βασιλεία των ανθρώπων», και αυτό αποτελεί τον οδηγό για την πλήρη κατανόηση του οράματος. Το δέντρο καταδεικνύεται ότι έχει μια εφαρμογή στον Ναβουχοδονόσορα, ο οποίος στο συγκεκριμένο σημείο της ιστορίας ήταν η κεφαλή της κυρίαρχης Παγκόσμιας Δύναμης, της Βαβυλώνας. Ωστόσο, πριν κατακτήσει ο Ναβουχοδονόσορ την Ιερουσαλήμ, η τυπική βασιλεία του Θεού που κυβερνούσε από αυτή την πόλη ήταν το όργανο μέσω του οποίου ο Ιεχωβά εξέφραζε τη δικαιωματική του κυριαρχία στη γη. Επομένως, αυτή αποτελούσε έναν θεϊκό φραγμό ή εμπόδιο για τον Ναβουχοδονόσορα στην επίτευξη του στόχου του για παγκόσμια κυριαρχία. Επιτρέποντας την ανατροπή της τυπικής εκείνης βασιλείας στην Ιερουσαλήμ, ο Ιεχωβά επέτρεψε να εκκοπεί η ορατή έκφραση της κυριαρχίας που ασκούσε ο ίδιος μέσω των βασιλιάδων της Δαβιδικής δυναστείας. Η έκφραση της παγκόσμιας κυριαρχίας και η άσκησή της στη «βασιλεία των ανθρώπων», χωρίς να εμποδίζονται από οποιαδήποτε αντιπροσωπευτική βασιλεία του Θεού, πέρασαν πλέον στα χέρια των Εθνικών. (Θρ 1:5· 2:2, 16, 17) Υπό το φως αυτών των γεγονότων, «το δέντρο» φαίνεται ότι, εκτός από τον Ναβουχοδονόσορα, αντιπροσωπεύει και κάτι μεγαλύτερο: την παγκόσμια κυριαρχία όπως αυτή ασκείται σύμφωνα με τη διευθέτηση του Θεού.
Ανάκτηση της παγκόσμιας κυριαρχίας. Ωστόσο, ο Θεός ξεκαθαρίζει σε αυτό το σημείο πως δεν έχει παραδώσει για πάντα την παγκόσμια κυριαρχία στις δυνάμεις των Εθνικών. Το όραμα φανερώνει πως η αυτοσυγκράτηση από μέρους του Θεού (όπως εξεικονίζεται από τα σιδερένια και τα χάλκινα δεσμά γύρω από το υπόλειμμα του κορμού του δέντρου) επρόκειτο να συνεχιστεί μέχρι «να περάσουν εφτά καιροί από πάνω του». (Δα 4:16, 23, 25) Κατόπιν, εφόσον «ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων», ο Θεός θα έδινε την παγκόσμια κυριαρχία «σε όποιον θέλει». (Δα 4:17) Το ίδιο το προφητικό βιβλίο του Δανιήλ δείχνει ποιος θα ήταν αυτός—ο «γιος ανθρώπου» στον οποίο δίνεται «εξουσία διακυβέρνησης και αξιοπρέπεια και βασιλεία, ώστε όλοι οι λαοί, οι εθνότητες και οι γλώσσες να υπηρετούν αυτόν». (Δα 7:13, 14) Η προφητεία του ίδιου του Ιησού, στην οποία μνημονεύονται «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών», υποδεικνύει σαφώς την άσκηση τέτοιας παγκόσμιας κυριαρχίας από μέρους του Χριστού Ιησού ως εκλεγμένου Βασιλιά του Θεού, κληρονόμου στο θρόνο της Δαβιδικής δυναστείας. (Ματ 24:30, 31· Λου 21:27-31, 36) Επομένως, το συμβολικό υπόλειμμα του κορμού, που αντιπροσώπευε το ότι ο Θεός διακρατεί το υπέρτατο δικαίωμα της άσκησης παγκόσμιας κυριαρχίας στη «βασιλεία των ανθρώπων», επρόκειτο να βλαστήσει εκ νέου στη Βασιλεία του Γιου του.—Ψλ 89:27, 35-37.
Εφτά Συμβολικοί Καιροί. Στην εκπλήρωση του οράματος που βίωσε προσωπικά ο Ναβουχοδονόσορ, «οι εφτά καιροί» ήταν προφανώς εφτά χρόνια, στη διάρκεια των οποίων παραφρόνησε παρουσιάζοντας συμπτώματα παρόμοια με της λυκανθρωπίας και εγκαταλείποντας το θρόνο του για να τρώει χορτάρι όπως ένα θηρίο του αγρού. (Δα 4:31-36) Είναι αξιοσημείωτο ότι η Γραφή περιγράφει την άσκηση της παγκόσμιας κυριαρχίας από τις δυνάμεις των Εθνικών μιλώντας με αλληγορική γλώσσα για θηρία που εναντιώνονται στον άγιο λαό του Θεού και στον «Άρχοντα των αρχόντων» του. (Παράβαλε Δα 7:2-8, 12, 17-26· 8:3-12, 20-25· Απ 11:7· 13:1-11· 17:7-14.) Όσον αφορά τη χρήση της λέξης «καιροί» (από την αραμαϊκή λέξη ‛ιντάν) στην προφητεία του Δανιήλ, οι λεξικογράφοι δείχνουν ότι εδώ σημαίνει «έτη». (Βλέπε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 1106· Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 1105· Λεξικό Αραμαϊκής Γλώσσας της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon Linguae Aramaicae Veteris Testamenti], επιμέλεια Ε. Βογκτ, Ρώμη, 1971, σ. 124.) Η διάρκεια ενός έτους όπως χρησιμοποιείται εδώ υποδεικνύεται ότι είναι 360 ημέρες, εφόσον τρεισήμισι καιροί ισοδυναμούν με «χίλιες διακόσιες εξήντα ημέρες» στα εδάφια Αποκάλυψη 12:6, 14. (Παράβαλε επίσης Απ 11:2, 3.) Σε αρμονία με αυτόν τον υπολογισμό, «εφτά καιροί» αντιστοιχούν σε 2.520 ημέρες. Το ότι ένας συγκεκριμένος αριθμός ημερών μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην Αγία Γραφή για να εξεικονίσει προφητικά έναν αντίστοιχο αριθμό ετών γίνεται φανερό αν διαβάσουμε τις αφηγήσεις των εδαφίων Αριθμοί 14:34 και Ιεζεκιήλ 4:6. Μόνο αν εφαρμόσουμε τον τύπο που δηλώνεται εκεί, «μία ημέρα για ένα έτος», στους “εφτά καιρούς” αυτής της προφητείας μπορεί το όραμα που βρίσκεται στο 4ο κεφάλαιο του Δανιήλ να έχει ουσιαστική εκπλήρωση πέρα από την εποχή του εκλιπόντος πλέον Ναβουχοδονόσορα, όπως μας δίνουν λόγο να αναμένουμε οι αποδείξεις που παρουσιάστηκαν μέχρι τώρα. Αυτοί, λοιπόν, οι καιροί αντιπροσωπεύουν 2.520 χρόνια.
Αποτελεί αξιομνημόνευτο ιστορικό γεγονός το ότι, με βάση τα σημεία και τις αποδείξεις που παρουσιάστηκαν παραπάνω, το τεύχος του Μαρτίου 1880 του περιοδικού Η Σκοπιά (στην αγγλική) επισήμανε το έτος 1914 ως το έτος κατά το οποίο θα έληγαν «οι προσδιορισμένοι καιροί των εθνών» (και κατά το οποίο θα τερματιζόταν η εξουσία που είχε παραχωρηθεί στους Εθνικούς κυβερνήτες). Αυτό συνέβη περίπου 34 χρόνια πριν από την έλευση εκείνου του έτους και των βαρυσήμαντων γεγονότων που σηματοδότησε. Στο κυριακάτικο περιοδικό της εφημερίδας Ο Κόσμος (The World), μιας από τις πλέον έγκριτες εφημερίδες της Νέας Υόρκης εκείνη την εποχή, το οποίο κυκλοφόρησε στις 30 Αυγούστου 1914, υπήρχε ένα κύριο άρθρο που σχολίασε τα ακόλουθα για το εν λόγω ζήτημα: «Το τρομακτικό ξέσπασμα του πολέμου στην Ευρώπη έχει εκπληρώσει μια εκπληκτική προφητεία. Στα περασμένα 25 χρόνια, οι “Διεθνείς Σπουδαστές της Γραφής” . . . , μέσω κηρύκων και μέσω του τύπου, διακήρυτταν στον κόσμο ότι η Ημέρα του Θυμού που προφητεύεται στην Αγία Γραφή θα άρχιζε το 1914».
Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα από το έτος 1914 Κ.Χ. και μετά αποτελούν ιστορία πασίγνωστη σε όλους, αρχής γενομένης από την έκρηξη του μεγάλου πολέμου, του πρώτου παγκόσμιου πολέμου στην ιστορία της ανθρωπότητας και του πρώτου που διεξάχθηκε, όχι μόνο για την κυριαρχία της Ευρώπης ή της Αφρικής ή της Ασίας, αλλά για την κυριαρχία του κόσμου.—Λου 21:7-24, 29-33· Απ 11:15-18· βλέπε ΠΑΡΟΥΣΙΑ· ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ.
-
-
ΠροσευχήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Λατρευτικός λόγος απευθυνόμενος στον αληθινό Θεό ή σε ψεύτικους θεούς. Το να μιλάει κάποιος απλώς στον Θεό δεν συνιστά κατ’ ανάγκην προσευχή, όπως φαίνεται από την κρίση που εξαγγέλθηκε στην Εδέμ, καθώς και από την περίπτωση του Κάιν. (Γε 3:8-13· 4:9-14) Η προσευχή περιλαμβάνει αφοσίωση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, καθώς και αίσθημα εξάρτησης από εκείνον στον οποίο απευθύνεται. Οι διάφορες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που συνδέονται με την προσευχή μεταδίδουν έννοιες όπως ρωτώ, υποβάλλω αίτημα, ικετεύω, δέομαι, παρακαλώ, εκλιπαρώ για εύνοια, εκζητώ, ζητώ να μάθω, καθώς και αινώ, ευχαριστώ και ευλογώ.
Αιτήματα και ικεσίες μπορεί, φυσικά, να απευθύνονται και σε ανθρώπους, και σε μερικές περιπτώσεις οι λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών χρησιμοποιούνται με αυτόν τον τρόπο (Γε 44:18· 50:17· Πρ 25:11), αλλά η λέξη «προσευχή», η οποία χρησιμοποιείται με θρησκευτική έννοια, δεν εφαρμόζεται σε τέτοιες περιπτώσεις. Ένα άτομο μπορεί να “ικετεύσει” ή να “εκλιπαρήσει” κάποιον άνθρωπο για κάτι, αλλά αυτό δεν θα σήμαινε ότι τον θεωρεί Θεό του. Για παράδειγμα, δεν θα του υπέβαλλε τα αιτήματά του σιωπηρά ή όταν αυτός δεν θα ήταν ορατά παρών, όπως κάνει κάποιος προσευχόμενος στον Θεό.
“Αυτός που Ακούει Προσευχή”. Ολόκληρο το Βιβλικό υπόμνημα πιστοποιεί ότι ο Ιεχωβά είναι Εκείνος στον οποίο πρέπει να απευθύνονται οι προσευχές (Ψλ 5:1, 2· Ματ 6:9), ότι είναι “Αυτός που ακούει προσευχή” (Ψλ 65:2· 66:19) και ότι έχει τη δύναμη να ενεργεί υπέρ των δεόμενων προς αυτόν. (Μαρ 11:24· Εφ 3:20) Η προσευχή σε ψεύτικους θεούς και στα ειδωλολατρικά τους ομοιώματα καταδεικνύεται ότι είναι ανοησία, διότι τα είδωλα είναι ανίκανα να ακούσουν ή να ενεργήσουν, οι δε θεοί τους οποίους αντιπροσωπεύουν είναι ανάξιοι να συγκριθούν με τον αληθινό Θεό. (Κρ 10:11-16· Ψλ 115:4, 6· Ησ 45:20· 46:1, 2, 6, 7) Η αναμέτρηση ανάμεσα στον Βάαλ και στον Ιεχωβά στο Όρος Κάρμηλος, η οποία αποσκοπούσε στο να καταδειχτεί ποιος ήταν ο αληθινός Θεός, κατέστησε φανερό πόσο ανόητο είναι να προσεύχεται κανείς σε ψεύτικες θεότητες.—1Βα 18:21-39· παράβαλε Κρ 6:28-32.
Αν και ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η προσευχή μπορεί κατάλληλα να απευθύνεται και σε άλλους, όπως στον Γιο του Θεού, τα στοιχεία υποστηρίζουν κατηγορηματικά το αντίθετο. Είναι αλήθεια ότι σε σπάνιες περιπτώσεις κάποια λόγια απευθύνθηκαν στον Ιησού Χριστό, στον ουρανό. Ο Στέφανος, τη στιγμή που πέθαινε, επικαλέστηκε τον Ιησού, λέγοντας: «Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου». (Πρ 7:59) Εντούτοις, τα συμφραζόμενα αποκαλύπτουν ότι οι συνθήκες δικαιολογούσαν αυτή την ασυνήθιστη έκφραση. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Στέφανος είχε δει σε όραμα «τον Ιησού να στέκεται στα δεξιά του Θεού», και αντιδρώντας, προφανώς, σαν να ήταν μπροστά στον Ιησού, αισθάνθηκε ότι μπορούσε να απευθύνει αυτή την έκκληση σε εκείνον τον οποίο αναγνώριζε ως την κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας. (Πρ 7:55, 56· Κολ 1:18) Παρόμοια, ο απόστολος Ιωάννης, στον επίλογο της Αποκάλυψης, γράφει: «Αμήν! Έλα, Κύριε Ιησού». (Απ 22:20) Ωστόσο, και πάλι τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι ο Ιωάννης είχε ακούσει σε όραμα (Απ 1:10· 4:1, 2) τον Ιησού να μιλάει για τη μελλοντική του έλευση, και έτσι εξέφρασε με τα παραπάνω λόγια την επιθυμία του να λάβει χώρα αυτή η έλευση. (Απ 22:16, 20) Και οι δύο περιπτώσεις, τόσο του Στεφάνου όσο και του Ιωάννη, διαφέρουν ελάχιστα από τη συζήτηση που είχε ο Ιωάννης με ένα ουράνιο πρόσωπο σε αυτό το όραμα της Αποκάλυψης. (Απ 7:13, 14· παράβαλε Πρ 22:6-22.) Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι οι Χριστιανοί μαθητές εκφράζονταν έτσι υπό άλλες περιστάσεις απευθυνόμενοι στον Ιησού μετά την ανάληψή του στον ουρανό. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος γράφει: «Στο καθετί με προσευχή και δέηση μαζί με ευχαριστία ας γνωστοποιούνται τα αιτήματά σας στον Θεό».—Φλπ 4:6.
Το λήμμα ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ εξετάζει τη θέση του Χριστού Ιησού ως εκείνου μέσω του οποίου απευθύνεται η προσευχή. Μέσω του αίματος του Ιησού, το οποίο προσφέρθηκε στον Θεό ως θυσία, «έχουμε τόλμη για την οδό που οδηγεί στον άγιο τόπο», δηλαδή τόλμη για να πλησιάζουμε στην παρουσία του Θεού με προσευχή, «με αληθινή καρδιά έχοντας την πλήρη βεβαιότητα της πίστης». (Εβρ 10:19-22) Συνεπώς, ο Ιησούς Χριστός είναι η μία και μοναδική «οδός» συμφιλίωσης με τον Θεό και πρόσβασης σε Αυτόν μέσω προσευχής.—Ιωα 14:6· 15:16· 16:23, 24· 1Κο 1:2· Εφ 2:18· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Η Ζωτική του Θέση στο Σκοπό του Θεού).
Ποιους Εισακούει ο Θεός. «Κάθε σάρκα» μπορεί να πλησιάσει “Εκείνον που Ακούει προσευχή”, τον Ιεχωβά Θεό. (Ψλ 65:2· Πρ 15:17) Ακόμη και ενόσω ο Ισραήλ ήταν «η ατομική ιδιοκτησία» του Θεού—ο λαός με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Θεός—οι αλλοεθνείς μπορούσαν να πλησιάζουν τον Ιεχωβά μέσω προσευχής, αναγνωρίζοντας τον Ισραήλ ως το διορισμένο όργανο του Θεού και το ναό στην Ιερουσαλήμ ως τον τόπο που είχε εκλέξει Εκείνος για να προσφέρονται θυσίες. (Δευ 9:29· 2Χρ 6:32, 33· παράβαλε Ησ 19:22.) Αργότερα, με το θάνατο του Χριστού, η διάκριση μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών καταργήθηκε διαπαντός. (Εφ 2:11-16) Στο σπίτι του Ιταλού Κορνήλιου, ο Πέτρος αναγνώρισε ότι «ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν». (Πρ 10:34, 35) Επομένως, ο καθοριστικός παράγοντας είναι η καρδιά του κάθε ατόμου, καθώς και το τι τον υποκινεί η καρδιά του να κάνει. (Ψλ 119:145· Θρ 3:41) Εκείνοι που τηρούν τις εντολές του Θεού και κάνουν «αυτά που είναι αρεστά στα μάτια του» έχουν τη διαβεβαίωση ότι και τα «αφτιά» του είναι ανοιχτά για αυτούς.—1Ιω 3:22· Ψλ 10:17· Παρ 15:8· 1Πε 3:12.
Αντίθετα, εκείνοι που αψηφούν το Λόγο του Θεού και το νόμο του, χύνοντας αίμα και κάνοντας άλλες πονηρές πράξεις, δεν εισακούονται από τον Θεό. Οι προσευχές τους Του είναι “απεχθείς”. (Παρ 15:29· 28:9· Ησ 1:15· Μιχ 3:4) Ακόμη και η προσευχή τέτοιων ανθρώπων μπορεί να “γίνει αμαρτία”. (Ψλ 109:3-7) Ο Βασιλιάς Σαούλ, με την αυθάδη, στασιαστική πορεία του, έχασε την εύνοια του Θεού, και «μολονότι ο Σαούλ ρωτούσε τον Ιεχωβά, ο Ιεχωβά δεν του απαντούσε, ούτε μέσω ονείρων ούτε μέσω του Ουρίμ ούτε μέσω των προφητών». (1Σα 28:6) Ο Ιησούς είπε ότι οι υποκριτές που επιδίωκαν με τις προσευχές τους να προσελκύσουν την προσοχή στην ευσέβειά τους λάβαιναν «την ανταμοιβή τους στο πλήρες»—από τους ανθρώπους, όχι, όμως, από τον Θεό. (Ματ 6:5) Οι ευσεβοφανείς Φαρισαίοι έκαναν μεγάλες προσευχές και καυχιούνταν για την ανώτερη ηθική τους, αλλά ο Θεός τούς καταδίκασε λόγω της υποκριτικής πορείας τους. (Μαρ 12:40· Λου 18:10-14) Παρότι τον πλησίαζαν με το στόμα, οι καρδιές τους απείχαν πολύ από τον Θεό και από το Λόγο της αλήθειας του.—Ματ 15:3-9· παράβαλε Ησ 58:1-9.
Το άτομο που προσεύχεται πρέπει να έχει πίστη στον Θεό και στο ότι Αυτός είναι «μισθαποδότης σε εκείνους που τον αναζητούν ένθερμα» (Εβρ 11:6), πλησιάζοντάς τον με «την πλήρη βεβαιότητα της πίστης». (Εβρ 10:22, 38, 39) Το να αναγνωρίζει κάποιος την αμαρτωλή του κατάσταση είναι ουσιώδες και, όταν έχει διαπράξει σοβαρά αμαρτήματα, πρέπει να «απαλύνει το πρόσωπο του Ιεχωβά» (1Σα 13:12· Δα 9:13), απαλύνοντας πρώτα τη δική του καρδιά μέσω ειλικρινούς μετάνοιας, ταπεινοφροσύνης και συντριβής. (2Χρ 34:26-28· Ψλ 51:16, 17· 119:58) Ο Θεός μπορεί τότε να δεχτεί να ακούσει την ικεσία του ατόμου, να το συγχωρήσει και να το εισακούσει (2Βα 13:4· 2Χρ 7:13, 14· 33:10-13· Ιακ 4:8-10), οπότε το άτομο αυτό δεν θα νιώθει πλέον ότι ο Θεός “αποκλείει με πυκνό σύννεφο την πρόσβαση προς Αυτόν, ώστε να μην περνάει η προσευχή”. (Θρ 3:40-44) Παρότι ο Θεός μπορεί να μην παύει να ακούει ένα άτομο εντελώς, οι προσευχές του είναι δυνατόν να «παρεμποδίζονται» αν δεν ακολουθεί τις συμβουλές του Θεού. (1Πε 3:7) Εκείνοι που ζητούν συγχώρηση πρέπει να είναι συγχωρητικοί απέναντι στους άλλους.—Ματ 6:14, 15· Μαρ 11:25· Λου 11:4.
Για ποια ζητήματα είναι κατάλληλο να προσευχόμαστε;
Οι προσευχές περιλαμβάνουν κατά βάση εξομολόγηση (2Χρ 30:22), ικεσίες ή αιτήματα (Εβρ 5:7), εκφράσεις αίνου και ευχαριστιών (Ψλ 34:1· 92:1), καθώς και ευχές (1Σα 1:11· Εκ 5:2-6). Η προσευχή που έδωσε ο Ιησούς στους μαθητές του ήταν προφανώς ένα υπόδειγμα, ένα πρότυπο, διότι μεταγενέστερες προσευχές τόσο του ίδιου του Ιησού όσο και των μαθητών του δεν ήταν άκαμπτα προσκολλημένες στις συγκεκριμένες λέξεις της υποδειγματικής προσευχής του. (Ματ 6:9-13) Τα αρχικά λόγια αυτής της προσευχής επικεντρώνονται στο πρωτεύον ζήτημα, τον αγιασμό του ονόματος του Ιεχωβά, όνομα το οποίο άρχισε να βεβηλώνεται με το στασιασμό στην Εδέμ, καθώς και στην πραγματοποίηση του θεϊκού θελήματος μέσω της υποσχεμένης Βασιλείας, μιας κυβέρνησης επικεφαλής της οποίας βρίσκεται το προφητευμένο Σπέρμα, ο Μεσσίας. (Γε 3:15· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ [Η Δικαίωση της Κυριαρχίας του και ο Αγιασμός του Ονόματός Του].) Μια τέτοια προσευχή προϋποθέτει ότι ο προσευχόμενος τάσσεται κατηγορηματικά με το μέρος του Θεού στο ζήτημα που περιλαμβάνει την κυριαρχία του Ιεχωβά.
Η παραβολή του Ιησού στα εδάφια Λουκάς 19:11-27 δείχνει τι σημαίνει ο “ερχομός της Βασιλείας”—ότι έρχεται για να εκτελέσει κρίση και να καταστρέψει όλους τους εναντιουμένους, αλλά επίσης για να φέρει ανακούφιση σε όσους ελπίζουν σε αυτήν και να τους ανταμείψει. (Παράβαλε Απ 16:14-16· 19:11-21.) Συνεπώς, η έκφραση «ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό, έτσι και πάνω στη γη» αναφέρεται πρωταρχικά, όχι στην εκτέλεση του θελήματος του Θεού από τους ανθρώπους, αλλά απεναντίας στις ενέργειες που κάνει ο ίδιος ο Θεός για να εκπληρώσει το θέλημά του σχετικά με τη γη και τους κατοίκους της, φανερώνοντας τη δύναμη που έχει να πραγματοποιεί το ρητό σκοπό του. Φυσικά, ο προσευχόμενος εκφράζει επίσης με αυτόν τον τρόπο τη δική του προτίμηση για αυτό το θέλημα και την υποταγή του σε αυτό. (Ματ 6:10· παράβαλε Ματ 26:39.) Τα αιτήματα για το καθημερινό ψωμί, για συγχώρηση, για προστασία από τον πειρασμό και για απελευθέρωση από τον πονηρό συνδέονται όλα με την επιθυμία του δεόμενου να εξακολουθήσει να έχει την εύνοια του Θεού στη ζωή του, επιθυμία την οποία εκφράζει και για όλους τους ομοπίστους του, όχι μόνο για τον εαυτό του.—Παράβαλε Κολ 4:12.
Αυτά τα ζητήματα που αναφέρονται στην υποδειγματική προσευχή έχουν θεμελιώδη σημασία για όλους τους ανθρώπους πίστης και εκφράζουν ανάγκες κοινές σε όλους. Από την άλλη πλευρά, η Γραφική αφήγηση δείχνει ότι υπάρχουν πολλά άλλα ζητήματα τα οποία μπορεί να επηρεάζουν διάφορα άτομα σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ή τα οποία είναι απόρροια ειδικών περιστάσεων ή συνθηκών και αποτελούν επίσης κατάλληλα θέματα για προσευχή. Αν και δεν μνημονεύονται συγκεκριμένα στην υποδειγματική προσευχή του Ιησού, συνδέονται ωστόσο με τα ζητήματα που παρουσιάζονται εκεί. Επομένως, οι προσωπικές προσευχές μπορούν να περιλαμβάνουν ουσιαστικά κάθε πτυχή της ζωής.—Ιωα 16:23, 24· Φλπ 4:6· 1Πε 5:7.
Για παράδειγμα, ενώ όλοι επιζητούν ορθά αυξημένη γνώση, κατανόηση και σοφία (Ψλ 119:33, 34· Ιακ 1:5), μερικοί μπορεί να χρειάζονται αυτές τις ιδιότητες με ιδιαίτερους τρόπους. Μπορεί να ζητούν από τον Θεό καθοδήγηση σε ζητήματα δικαστικών αποφάσεων, όπως έκανε ο Μωυσής (Εξ 18:19, 26· παράβαλε Αρ 9:6-9· 27:1-11· Δευ 17:8-13), ή σε σχέση με το διορισμό ατόμων σε θέσεις ειδικής ευθύνης ανάμεσα στο λαό του Θεού. (Αρ 27:15-18· Λου 6:12, 13· Πρ 1:24, 25· 6:5, 6) Ίσως επιζητούν δύναμη και σοφία προκειμένου να φέρουν σε πέρας ορισμένους διορισμούς ή να αντεπεξέλθουν σε ιδιαίτερες δοκιμασίες ή κινδύνους. (Γε 32:9-12· Λου 3:21· Ματ 26:36-44) Οι λόγοι που έχουν για να ευλογούν και να ευχαριστούν τον Θεό μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με τις προσωπικές τους εμπειρίες.—1Κο 7:7· 12:6, 7· 1Θε 5:18.
Στα εδάφια 1 Τιμόθεο 2:1, 2 ο απόστολος Παύλος αναφέρεται σε προσευχές «σχετικά με κάθε είδους ανθρώπους, σχετικά με βασιλιάδες και όλους εκείνους που είναι σε υψηλές θέσεις». Ο Ιησούς, την τελευταία νύχτα που πέρασε με τους μαθητές του είπε, προσευχόμενος, ότι δεν παρακαλούσε για τον κόσμο, αλλά για αυτούς που του είχε δώσει ο Θεός, καθώς και ότι αυτοί δεν ήταν μέρος του κόσμου, αλλά μισούνταν από τον κόσμο. (Ιωα 17:9, 14) Φαίνεται, επομένως, ότι οι Χριστιανικές προσευχές για κοσμικούς αξιωματούχους έχουν όρια. Τα επόμενα λόγια του αποστόλου Παύλου υποδεικνύουν ότι απώτερος σκοπός αυτών των προσευχών είναι το καλό του λαού του Θεού, «για να ζούμε εμείς μια ήρεμη και ήσυχη ζωή με πλήρη θεοσεβή αφοσίωση και σοβαρότητα». (1Τι 2:2) Παλιότερα παραδείγματα το δείχνουν αυτό παραστατικά: Ο Νεεμίας προσευχήθηκε να τον κάνει ο Θεός «να βρει ευσπλαχνία» ενώπιον του Βασιλιά Αρταξέρξη (Νε 1:11· παράβαλε Γε 43:14), και ο Ιεχωβά έδωσε εντολή στους Ισραηλίτες “να επιζητούν την ειρήνη της πόλης [της Βαβυλώνας]” στην οποία θα εξορίζονταν, προσευχόμενοι για αυτήν, διότι “στην ειρήνη της θα υπήρχε ειρήνη και για αυτούς”. (Ιερ 29:7) Παρόμοια, οι Χριστιανοί προσευχήθηκαν σχετικά με τις απειλές που δέχονταν από τους άρχοντες στις ημέρες τους (Πρ 4:23-30), και αναμφίβολα στις προσευχές τους υπέρ του φυλακισμένου Πέτρου περιλάμβαναν και τους αξιωματούχους που είχαν εξουσία να τον απελευθερώσουν. (Πρ 12:5) Σε αρμονία με τη συμβουλή του Χριστού, προσεύχονταν για τους διώκτες τους.—Ματ 5:44· παράβαλε Πρ 26:28, 29· Ρω 10:1-3.
Απόδοση ευχαριστιών για τις προμήθειες του Θεού, όπως η τροφή, γινόταν από την αρχαιότητα. (Δευ 8:10-18· υπόψη επίσης Ματ 14:19· Πρ 27:35· 1Κο 10:30, 31.) Ωστόσο, η εκτίμηση για την αγαθότητα του Θεού πρέπει να δείχνεται για το «καθετί», όχι μόνο για τις υλικές ευλογίες.—1Θε 5:17, 18· Εφ 5:19, 20.
Σε τελική ανάλυση, η γνώση του θελήματος του Θεού είναι αυτή που καθορίζει το περιεχόμενο των προσευχών κάποιου, διότι ο δεόμενος πρέπει να συνειδητοποιεί ότι το αίτημά του πρέπει να ευαρεστεί τον Θεό για να γίνει δεκτό. Εφόσον γνωρίζει ότι οι πονηροί και εκείνοι που αψηφούν το Λόγο του Θεού δεν έχουν την εύνοιά Του, προφανώς δεν μπορεί να ζητήσει κάτι που αντίκειται στη δικαιοσύνη και στο αποκαλυμμένο θέλημα του Θεού, συμπεριλαμβανομένων των διδασκαλιών του Γιου του Θεού και των θεόπνευστων μαθητών του. (Ιωα 15:7, 16) Συνεπώς, φράσεις όπως «οτιδήποτε ζητήσετε» (Ιωα 16:23) δεν πρέπει να εξετάζονται δίχως να λαβαίνονται υπόψη τα συμφραζόμενα. Με τη λέξη «οτιδήποτε» σαφώς δεν εννοούνται πράγματα που το άτομο γνωρίζει, ή έχει λόγους να πιστεύει, ότι δυσαρεστούν τον Θεό. Ο Ιωάννης δηλώνει: «Αυτή είναι η πεποίθηση την οποία έχουμε προς αυτόν, πως ό,τι και αν είναι αυτό που ζητάμε σύμφωνα με το θέλημά του αυτός μας ακούει». (1Ιω 5:14· παράβαλε Ιακ 4:15.) Ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αν δύο από εσάς στη γη συμφωνήσουν σχετικά με οτιδήποτε σπουδαίο το οποίο θα ζητήσουν, θα γίνει για αυτούς, χάρη στον Πατέρα μου που είναι στον ουρανό». (Ματ 18:19) Ενώ είναι κατάλληλο να προσευχόμαστε για υλικά πράγματα όπως η τροφή, δεν ισχύει το ίδιο για υλιστικές επιθυμίες και φιλοδοξίες, όπως δείχνουν τα εδάφια Ματθαίος 6:19-34 και 1 Ιωάννη 2:15-17. Ούτε είναι σωστό να προσεύχεται κάποιος για εκείνους τους οποίους καταδικάζει ο Θεός.—Ιερ 7:16· 11:14.
Τα εδάφια Ρωμαίους 8:26, 27 δείχνουν ότι, υπό ορισμένες συνθήκες, ο Χριστιανός δεν θα γνωρίζει για ποιο ακριβώς πράγμα να προσευχηθεί. Παρ’ όλα αυτά, όμως, οι “αλάλητοι στεναγμοί” του γίνονται κατανοητοί από τον Θεό. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι αυτό επιτυγχάνεται μέσω του πνεύματος του Θεού, δηλαδή της ενεργού δύναμής του. Ας μην ξεχνάμε ότι μέσω του πνεύματός του ενέπνευσε ο Θεός τις Γραφές. (2Τι 3:16, 17· 2Πε 1:21) Αυτές συμπεριέλαβαν προφητείες και συμβάντα που προεικόνιζαν τις καταστάσεις που θα βίωναν οι υπηρέτες του σε μεταγενέστερες περιόδους και έδειχναν με ποιον τρόπο θα καθοδηγούσε ο Θεός τους υπηρέτες του και θα τους πρόσφερε την αναγκαία βοήθεια. (Ρω 15:4· 1Πε 1:6-12) Ο Χριστιανός ίσως δεν αντιλαμβάνεται, παρά μόνο αφού λάβει την αναγκαία βοήθεια, ότι αυτό για το οποίο θα μπορούσε να είχε προσευχηθεί (αλλά δεν ήξερε πώς) υπήρχε ήδη στις θεόπνευστες Γραφές.—Παράβαλε 1Κο 2:9, 10.
Η Απάντηση στις Προσευχές. Αν και στην αρχαιότητα ο Θεός είχε, ως έναν βαθμό, αμφίδρομη επικοινωνία με ορισμένα άτομα, η επικοινωνία αυτή δεν ήταν κάτι το κοινό, διότι ως επί το πλείστον γινόταν μόνο με ειδικούς εκπροσώπους του, όπως ήταν ο Αβραάμ και ο Μωυσής. (Γε 15:1-5· Εξ 3:11-15· παράβαλε Εξ 20:19.) Ακόμη και τότε, με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες μιλούσε προς ή σχετικά με τον Γιο Του ενόσω αυτός βρισκόταν στη γη, τα λόγια του Θεού προφανώς διαβιβάζονταν μέσω αγγέλων. (Παράβαλε Εξ 3:2, 4· Γα 3:19.) Η μετάδοση αγγελμάτων προσωπικά από υλοποιημένους αγγέλους ήταν επίσης κάτι το ασυνήθιστο, όπως φαίνεται από την αναστάτωση που γενικά καταλάμβανε τους αποδέκτες αυτών των αγγελμάτων. (Κρ 6:22· Λου 1:11, 12, 26-30) Συνεπώς, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η απάντηση στις προσευχές δινόταν μέσω προφητών ή μέσω της ικανοποίησης ή της απόρριψης του αιτήματος. Πολλές φορές, η απάντηση του Ιεχωβά στις προσευχές φαινόταν ολοκάθαρα, όπως όταν απελευθέρωνε τους υπηρέτες του από τους εχθρούς τους (2Χρ 20:1-12, 21-24) ή όταν κάλυπτε τις υλικές τους ανάγκες σε καιρούς μεγάλης ανέχειας. (Εξ 15:22-25) Αναμφίβολα, όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις οι απαντήσεις δεν ήταν τόσο ευδιάκριτες, καθώς σχετίζονταν με τη χορήγηση ηθικού σθένους και διαφώτισης, τα οποία καθιστούσαν το άτομο ικανό να εμμείνει στη δίκαιη πορεία και να επιτελέσει το θεόδοτο έργο του. (2Τι 4:17) Ειδικά για τον Χριστιανό η απάντηση στις προσευχές αφορούσε ζητήματα κυρίως πνευματικά—όχι τόσο θεαματικά όσο μερικές δυναμικές πράξεις του Θεού σε προγενέστερες εποχές, αλλά εξίσου ουσιώδη.—Ματ 9:36-38· Κολ 1:9· Εβρ 13:18· Ιακ 5:13.
Η αποδεκτή προσευχή πρέπει να απευθύνεται στο κατάλληλο πρόσωπο, τον Ιεχωβά Θεό· να αφορά κατάλληλα ζητήματα, αυτά που βρίσκονται σε αρμονία με τους ρητούς σκοπούς του Θεού· να γίνεται με τον κατάλληλο τρόπο, μέσω της οδού που έχει ορίσει ο Θεός, του Χριστού Ιησού, καθώς και με το κατάλληλο κίνητρο και με καθαρή καρδιά. (Παράβαλε Ιακ 4:3-6.) Εκτός όλων αυτών, είναι αναγκαία και η επιμονή. Ο Ιησούς είπε “να εξακολουθήσουμε να ζητάμε, να ψάχνουμε και να χτυπάμε”, να μην παραιτούμαστε. (Λου 11:5-10· 18:1-7) Έθεσε δε το ερώτημα αν, όταν θα “ερχόταν” μελλοντικά, θα έβρισκε στη γη πίστη στη δύναμη της προσευχής. (Λου 18:8) Η φαινομενική καθυστέρηση από μέρους του Θεού στην απάντηση μερικών προσευχών δεν οφείλεται σε ανικανότητα ή απροθυμία, όπως διασαφηνίζουν οι Γραφές. (Ματ 7:9-11· Ιακ 1:5, 17) Σε μερικές περιπτώσεις η απάντηση πρέπει να περιμένει το “χρονοδιάγραμμα” του Θεού. (Λου 18:7· 1Πε 5:6· 2Πε 3:9· Απ 6:9-11) Πρωτίστως, όμως, είναι προφανές ότι ο Θεός επιτρέπει σε όσους του ζητούν κάτι να δείξουν πόσο τους απασχολεί το αίτημά τους, πόσο έντονη είναι η επιθυμία τους και πόσο γνήσιο είναι το κίνητρό τους. (Ψλ 55:17· 88:1, 13· Ρω 1:9-11) Ενίοτε αυτοί πρέπει να μοιάζουν με τον Ιακώβ, ο οποίος πάλεψε πολλή ώρα για να εξασφαλίσει μια ευλογία.—Γε 32:24-26.
Παρόμοια, αν και ο Ιεχωβά Θεός δεν είναι δυνατόν να εξαναγκαστεί να αναλάβει δράση υπό την πίεση των αριθμών, προφανώς λαβαίνει υπόψη το μέγεθος του ενδιαφέροντος που εκδηλώνουν οι υπηρέτες του ως σύνολο, αναλαμβάνοντας δράση όταν εκείνοι εκδηλώνουν συλλογικά βαθύ και κοινό ενδιαφέρον. (Παράβαλε Εξ 2:23-25.) Όπου υπάρχει αδιαφορία, έστω και σε κάποιον βαθμό, ο Θεός μπορεί να μην αναλάβει δράση. Κατά την ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ, ένα έργο που για κάποιο διάστημα δεν είχε επαρκή υποστήριξη (Εσδ 4:4-7, 23, 24· Αγγ 1:2-12), υπήρξαν διακοπές και καθυστερήσεις, ενώ αργότερα, κατά την ανοικοδόμηση των τειχών της πόλης από τον Νεεμία, το έργο ολοκληρώθηκε σε 52 μόλις ημέρες όταν επιτελέστηκε με προσευχή και επαρκή υποστήριξη. (Νε 2:17-20· 4:4-23· 6:15) Ο Παύλος, γράφοντας προς την εκκλησία της Κορίνθου, αναφέρει ότι ο Θεός τον απελευθέρωσε από τον κίνδυνο του θανάτου και δηλώνει: «Μπορείτε και εσείς να βοηθάτε με τη δέησή σας για εμάς, ώστε να γίνουν για χάρη μας ευχαριστήριες προσευχές από πολλούς για αυτό που μας έχει δοθεί με καλοσύνη λόγω πολλών προσώπων που κάνουν προσευχές». (2Κο 1:8-11· παράβαλε Φλπ 1:12-20.) Η ισχύς της μεσολαβητικής προσευχής, είτε από ένα άτομο είτε από μια ομάδα ατόμων, τονίζεται συχνά. Αναφορικά με το να “προσευχόμαστε ο ένας για τον άλλον” ο Ιάκωβος είπε: «Η δέηση του δίκαιου ανθρώπου, όταν βρίσκεται σε δράση, έχει πολλή δύναμη».—Ιακ 5:14-20· παράβαλε Γε 20:7, 17· 2Θε 3:1, 2· Εβρ 13:18, 19.
Αξιοσημείωτη είναι επίσης η συχνή μνεία για προσευχές όπου ένα άτομο εκθέτει την άποψή του για κάποιο ζήτημα ενώπιον του Ιεχωβά, του Υπέρτατου Κυρίαρχου. Το άτομο αυτό παρουσιάζει τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι το αίτημά του είναι σωστό, αποδείξεις ότι έχει ορθό και ανιδιοτελές κίνητρο, καθώς και λογικά επιχειρήματα για να δείξει ότι συντρέχουν και άλλοι παράγοντες υπέρτεροι των προσωπικών του συμφερόντων ή μελημάτων, όπως η τιμή του ίδιου του ονόματος του Θεού ή η ευημερία του λαού του ή ακόμη το πώς θα επηρεαστούν άλλοι από το αν θα αναλάβει δράση ο Θεός ή όχι. Μπορεί να απευθύνονται εκκλήσεις στη δικαιοσύνη του Θεού, στη στοργική του καλοσύνη και στο γεγονός ότι είναι Θεός ελέους. (Παράβαλε Γε 18:22-33· 19:18-20· Εξ 32:11-14· 2Βα 20:1-5· Εσδ 8:21-23.) Ο Χριστός Ιησούς επίσης «συνηγορεί» για τους πιστούς ακολούθους του.—Ρω 8:33, 34.
Ολόκληρο το βιβλίο των Ψαλμών αποτελείται από προσευχές και ύμνους αίνου προς τον Θεό, το δε περιεχόμενό του δείχνει πώς πρέπει να είναι οι προσευχές. Πολλές είναι οι αξιοσημείωτες προσευχές. Ανάμεσά τους η προσευχή του Ιακώβ (Γε 32:9-12), του Μωυσή (Δευ 9:25-29), του Ιώβ (Ιωβ 1:21), της Άννας (1Σα 2:1-10), του Δαβίδ (2Σα 7:18-29· 1Χρ 29:10-19), του Σολομώντα (1Βα 3:6-9· 8:22-61), του Ασά (2Χρ 14:11), του Ιωσαφάτ (2Χρ 20:5-12), του Ηλία (1Βα 18:36, 37), του Ιωνά (Ιων 2:1-9), του Εζεκία (2Βα 19:15-19), του Ιερεμία (Ιερ 20:7-12· το βιβλίο των Θρήνων), του Δανιήλ (Δα 9:3-21), του Έσδρα (Εσδ 9:6-15), του Νεεμία (Νε 1:4-11), ορισμένων Λευιτών (Νε 9:5-38), του Αββακούμ (Αββ 3:1-19), του Ιησού (Ιωα 17:1-26· Μαρ 14:36) και των μαθητών του (Πρ 4:24-30).—Βλέπε ΘΥΜΙΑΜΑ (Σημασία)· ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.
-
-
ΠροσήλυτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΗΛΥΤΟΣ
Άτομο που μεταστράφηκε στον Ιουδαϊσμό, κάνοντας περιτομή—αν επρόκειτο για άντρα. (Ματ 23:15) Η λέξη προσήλυτος χρησιμοποιείται τόσο στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα όσο και στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.
Επί 19 και πλέον αιώνες, ο Ιεχωβά πολιτευόταν με έναν ιδιαίτερο, επίλεκτο λαό, την οικογένεια του Αβραάμ και το σπέρμα του, κυρίως το έθνος του Ισραήλ. Ωστόσο, όποιος μη Εβραίος ή μη Ισραηλίτης επιθυμούσε να υπηρετεί τον Ιεχωβά σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αληθινής λατρείας είχε τη δυνατότητα να το κάνει αυτό. Έπρεπε, όμως, να μεταστραφεί στην αληθινή θρησκεία, δηλαδή να γίνει προσήλυτος. Ο Μωσαϊκός Νόμος περιλάμβανε ιδιαίτερες διατάξεις για τα άτομα μη ισραηλιτικής καταγωγής που ζούσαν στον Ισραήλ. Ο «πάροικος» μπορούσε να γίνει λάτρης του Ιεχωβά με πλήρη έννοια, με το να περιτμηθεί—αν επρόκειτο για άντρα—δηλώνοντας έτσι ότι δεχόταν την αληθινή λατρεία. (Εξ 12:48, 49) Ο προσήλυτος είχε την ευθύνη να υπακούει σε όλο το Νόμο, και οι φυσικοί Ιουδαίοι έπρεπε να τον μεταχειρίζονται ως αδελφό. (Λευ 19:33, 34· 24:22· Γα 5:3· βλέπε ΠΑΡΟΙΚΟΣ.) Η εβραϊκή λέξη γκερ, η οποία αποδίδεται «πάροικος» («ξένος», KJ), δεν υποδηλώνει πάντα κάποιον που έχει μεταστραφεί θρησκευτικά (Γε 15:13· Εξ 2:22· Ιερ 14:8), αλλά σε 70 και πλέον περιπτώσεις στις οποίες οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα πιθανόν πίστευαν ότι έχει αυτή την έννοια, την απέδωσαν με τη λέξη προσήλυτος.
Σε όλη την ισραηλιτική ιστορία, μη Ιουδαίοι γίνονταν προσήλυτοι, λέγοντας ουσιαστικά για τους Ιουδαίους αυτό που είπε στη Ναομί η Μωαβίτισσα Ρουθ: «Ο λαός σου θα είναι λαός μου, και ο Θεός σου, Θεός μου». (Ρθ 1:16· Ιη 6:25· Ματ 1:5) Η προσευχή του Σολομώντα κατά την εγκαινίαση του ναού αντανακλούσε το ανοιχτό και γενναιόδωρο πνεύμα του Θεού προς τα άτομα πολλών εθνών που θα ήθελαν να Τον υπηρετούν ως προσήλυτοι. (1Βα 8:41-43) Μεταξύ των κατονομαζόμενων μη Ιουδαίων που προφανώς έγιναν προσήλυτοι ήταν ο Δωήκ ο Εδωμίτης (1Σα 21:7), ο Ουρίας ο Χετταίος (2Σα 11:3, 11) και ο Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοπας (Ιερ 38:7-13). Όταν οι Ιουδαίοι, στην εποχή του Μαροδοχαίου, έλαβαν την άδεια να σταθούν και να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, «πολλοί από τους λαούς του τόπου δήλωναν ότι είναι Ιουδαίοι». (Εσθ 8:17) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αναφέρει: Καί πολλοί τῶν ἐθνῶν περιετέμοντο καί ἰουδάιζον ή, όπως το θέτει Η Αγία Γραφή, Μετάφραση από τα Πρωτότυπα Κείμενα: «Και πολλοί από τους άλλους λαούς έκαναν περιτομή και γίνονταν Ιουδαίοι».
Προσηλυτιστική Δράση. Ως αποτέλεσμα της βαβυλωνιακής εξορίας, ο Ιουδαϊσμός εξαπλώθηκε. Οι Ιουδαίοι της Διασποράς ήρθαν σε επαφή με ειδωλολάτρες από πολλά έθνη. Η ίδρυση συναγωγών και το γεγονός ότι οι Εβραϊκές Γραφές ήταν διαθέσιμες στην ελληνική γλώσσα διευκόλυναν άτομα σε ολόκληρο το ρωμαϊκό κόσμο να μάθουν για την Ιουδαϊκή θρησκεία. Αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Οράτιος και ο Σενέκας πιστοποιούν ότι πολλοί άνθρωποι σε διάφορες χώρες προσκολλήθηκαν στους Ιουδαίους και έγιναν προσήλυτοι. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι οι Ιουδαίοι στην Αντιόχεια της Συρίας «προσέλκυαν συνεχώς στις θρησκευτικές τους τελετές πλήθη Ελλήνων, και σε κάποιον βαθμό τούς είχαν ενσωματώσει». (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ζ΄, 45 [iii, 3]) Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) τονίζει ότι «οι Ιουδαίοι στη Ρώμη επέδειξαν τόσο επιθετικό πνεύμα προσηλυτισμού ώστε κατηγορήθηκαν ότι προσπαθούσαν να μολύνουν τους Ρωμαίους με τη θρησκεία τους, και το 139 π.Χ. η κυβέρνηση έδιωξε από την πόλη τους μεγαλύτερους προπαγανδιστές». (Επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 3, σ. 925) Φυσικά, αυτή η κατηγορία μπορεί να ήταν αβάσιμη ή υπερβολική, πιθανώς δε να είχε πολιτικά κίνητρα ή να οφειλόταν σε φυλετική ή θρησκευτική προκατάληψη. Εντούτοις, ο ίδιος ο Ιησούς είπε για τους υποκριτικούς γραμματείς και Φαρισαίους: «Διασχίζετε θάλασσα και στεριά για να κάνετε έναν προσήλυτο, και όταν αυτός γίνει προσήλυτος, τον κάνετε υποψήφιο για τη Γέεννα δύο φορές περισσότερο από τον εαυτό σας».—Ματ 23:15.
Περιπτώσεις βίαιου προσηλυτισμού. Δεν κερδήθηκαν όλοι οι προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό με ειρηνικά μέσα. Ο ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει πως, όταν ο Ιωάννης Υρκανός Α΄ κατέκτησε τους Ιδουμαίους, περίπου το 125 Π.Κ.Χ., τους είπε ότι θα μπορούσαν να παραμείνουν στη χώρα τους μόνο αν περιτέμνονταν, εξαναγκάζοντάς τους έτσι να γίνουν προσήλυτοι. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 257, 258 [ix, 1]) Ο Αριστόβουλος, ο γιος του Ιωάννη Υρκανού, έκανε το ίδιο με τους Ιτουραίους. (ΙΓ΄, 318 [xi, 3]) Αργότερα, οι Ιουδαίοι υπό τον Αλέξανδρο Ιανναίο ισοπέδωσαν την Πέλλα επειδή οι κάτοικοί της αρνήθηκαν να γίνουν προσήλυτοι. (ΙΓ΄, 397 [xv, 4]) Χωρίς αμφιβολία, πίσω από τέτοιες πράξεις κρύβονταν πολιτικές επιδιώξεις και όχι ο ιεραποστολικός ζήλος.
Προσήλυτοι που Έγιναν Χριστιανοί. Το υπόμνημα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών δείχνει ότι μερικοί από τους περιτμημένους προσήλυτους στον Ιουδαϊσμό ήταν ειλικρινείς σχετικά με τη λατρεία τους προς τον Ιεχωβά. Το πολυεθνές πλήθος που άκουσε τον Πέτρο την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. και ασπάστηκε τη Χριστιανοσύνη αποτελούνταν “τόσο από Ιουδαίους όσο και από προσήλυτους”. (Πρ 2:10) Οι αλλοδαποί προσήλυτοι είχαν ταξιδέψει ως την Ιερουσαλήμ υπακούοντας στο νόμο του Ιεχωβά. Παρόμοια, ο Αιθίοπας ευνούχος τον οποίο βάφτισε ο Φίλιππος είχε μεταβεί στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρει λατρεία και διάβαζε το Λόγο του Θεού καθώς επέστρεφε στον τόπο του. (Πρ 8:27-38) Ο άνθρωπος αυτός πρέπει να ήταν ευνούχος με την έννοια του «αυλικού», διότι αν ήταν ευνουχισμένος δεν θα μπορούσε να είχε γίνει προσήλυτος. (Δευ 23:1· βλέπε ΑΙΘΙΟΠΙΑ, ΑΙΘΙΟΠΕΣ.) Στις πρώτες ημέρες της Χριστιανικής εκκλησίας ανατέθηκαν στον «Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια», ειδικά καθήκοντα σε σχέση με τη διανομή της τροφής, επειδή ήταν άντρας “γεμάτος πνεύμα και σοφία”.—Πρ 6:2-6.
Τα καλά νέα διαδίδονται μεταξύ των Εθνικών. Μέχρι το 36 Κ.Χ. το Χριστιανικό άγγελμα απευθυνόταν αποκλειστικά στους Ιουδαίους, στους Εθνικούς που είχαν γίνει περιτμημένοι προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό και στους Σαμαρείτες. Για τον Ιταλό Κορνήλιο λέγεται ότι ήταν «ευλαβής και φοβόταν τον Θεό . . . έκανε πολλά δώρα ελέους στο λαό και ανέπεμπε συνεχώς δεήσεις στον Θεό». Δεν ήταν, όμως, προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό, εφόσον ήταν απερίτμητος Εθνικός. (Πρ 10:1, 2· παράβαλε Λου 7:2-10.) Άπαξ και άνοιξε η πόρτα για τους Εθνικούς, το Χριστιανικό ιεραποστολικό έργο επεκτάθηκε ενεργά. Μολαταύτα, συνήθως ο Παύλος κήρυττε πρώτα στους Ιουδαίους και στους προσήλυτους, στις πόλεις στις οποίες ταξίδευε. Είχε μεγάλη αγάπη για τους Ιουδαίους αδελφούς του, καθώς και την επιθυμία να σωθούν. (Ρω 9:3· 10:1) Επιπλέον, ήταν λογικό να προσεγγίζονται πρώτα οι Ιουδαίοι και οι προσήλυτοι, καθότι γνώριζαν τον Ιεχωβά και τους νόμους του και αναζητούσαν τον Μεσσία. Το υπόβαθρό τους επέτρεπε σε όσους από αυτούς είχαν καλή καρδιά να αναγνωρίσουν στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού την εκπλήρωση των ελπίδων τους. Μπορούσαν να σχηματίσουν ισχυρό πυρήνα για τις εκκλησίες και στη συνέχεια να διδάξουν τους Εθνικούς, οι οποίοι δεν γνώριζαν τίποτα για τον Ιεχωβά και το Λόγο του.
Η λέξη «νεοπροσήλυτος», «νεοκατήχητος» (ΒΑΜ), αποτελεί απόδοση του όρου νεόφυτος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, ο οποίος σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που φυτεύτηκε πρόσφατα» ή «αυτός που βλάστησε πρόσφατα». (1Τι 3:6) Σε έναν τέτοιον άντρα δεν έπρεπε να ανατίθενται διακονικά καθήκοντα στην εκκλησία για να μη «φουσκώσει από υπερηφάνεια και πέσει στην κρίση η οποία έχει απαγγελθεί εναντίον του Διαβόλου».
-
-
ΠροσκύνησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ
Υπόκλιση, γονάτισμα, βαθιά κάμψη του σώματος ή άλλη κίνηση που δηλώνει υποταγή· ή απλώς απόδοση σεβασμού. (Βλέπε ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.) Σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται κατάλληλα για την απόδοση των λέξεων χισταχαβάχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και προσκυνέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου.
Το ρήμα χισταχαβάχ σημαίνει βασικά «υποκλίνομαι· σκύβω». (Γε 47:31· Ησ 60:14) Τέτοιου είδους υπόκλιση μπορεί να αποτελούσε πράξη απόδοσης σεβασμού ή τιμής σε έναν άλλον άνθρωπο, όπως κάποιον βασιλιά (1Σα 24:8· 2Σα 24:20· Ψλ 45:11), τον αρχιερέα (1Σα 2:36), κάποιον προφήτη (2Βα 2:15) ή άλλο πρόσωπο σε θέση εξουσίας (Γε 37:9, 10· 42:6· Ρθ 2:8-10), έναν μεγαλύτερο συγγενή (Γε 33:1-6· 48:11, 12· Εξ 18:7· 1Βα 2:19) ή ακόμη και σε ξένους ως πράξη φιλοφρόνησης (Γε 19:1, 2). Ο Αβραάμ προσκύνησε τους Χαναναίους γιους του Χετ από τους οποίους ήθελε να αγοράσει έναν τόπο ταφής. (Γε 23:7) Η ευλογία του Ισαάκ προς τον Ιακώβ προέβλεπε ότι θα τον προσκυνούσαν οι εθνότητες και οι ίδιοι οι “αδελφοί” του. (Γε 27:29· παράβαλε 49:8.) Όποτε κάποιοι επιχειρούσαν να προσκυνήσουν το γιο του Δαβίδ τον Αβεσσαλώμ, εκείνος, θέλοντας προφανώς να προωθήσει τις πολιτικές του φιλοδοξίες, τους έπιανε και τους φιλούσε προσποιούμενος ότι εξίσωνε τον εαυτό του με εκείνους. (2Σα 15:5, 6) Ο Μαροδοχαίος αρνούνταν να προσπέσει στον Αμάν, όχι επειδή θεωρούσε εσφαλμένη την ίδια την πράξη, αλλά αναμφίβολα επειδή αυτός ο ανώτερος αξιωματούχος της Περσίας ήταν καταραμένος ως Αμαληκίτης στην καταγωγή.—Εσθ 3:1-6.
Από τα παραπάνω παραδείγματα γίνεται σαφές ότι ο εν λόγω εβραϊκός όρος από μόνος του δεν έχει κατ’ ανάγκην θρησκευτική χροιά ούτε υποδηλώνει οπωσδήποτε λατρεία. Μολαταύτα, σε πάμπολλες περιπτώσεις χρησιμοποιείται αναφορικά με τη λατρεία είτε του αληθινού Θεού (Εξ 24:1· Ψλ 95:6· Ησ 27:13· 66:23) είτε ψεύτικων θεών. (Δευ 4:19· 8:19· 11:16) Κάποιοι ίσως προσκυνούσαν όταν προσεύχονταν στον Θεό (Εξ 34:8· Ιωβ 1:20, 21) και πολλές φορές πρόσπεφταν όταν λάβαιναν κάποια αποκάλυψη από Αυτόν ή κάποια έκφραση ή απόδειξη της εύνοιάς Του, δείχνοντας έτσι την ευγνωμοσύνη, την ευλάβεια και την ταπεινή υποταγή τους στο θέλημά Του.—Γε 24:23-26, 50-52· Εξ 4:31· 12:27, 28· 2Χρ 7:3· 20:14-19· παράβαλε 1Κο 14:25· Απ 19:1-4.
Η προσκύνηση ανθρώπων ως πράξη απόδοσης σεβασμού ήταν αποδεκτή, αλλά η προσκύνηση οποιουδήποτε άλλου ως θεού πέραν του Ιεχωβά απαγορευόταν από Αυτόν. (Εξ 23:24· 34:14) Παρόμοια, η λατρευτική προσκύνηση θρησκευτικών εικόνων ή οποιουδήποτε δημιουργήματος καταδικαζόταν ρητά. (Εξ 20:4, 5· Λευ 26:1· Δευ 4:15-19· Ησ 2:8, 9, 20, 21) Συνεπώς, στις Εβραϊκές Γραφές, όταν ορισμένοι υπηρέτες του Ιεχωβά πρόσπεσαν σε αγγέλους, το έκαναν απλώς για να δείξουν ότι τους αναγνώριζαν ως εκπροσώπους του Θεού και όχι για να τους προσκυνήσουν ως θεούς.—Ιη 5:13-15· Γε 18:1-3.
Η Προσκύνηση στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Το ρήμα προσκυνέω του ελληνικού κειμένου παρουσιάζει μεγάλη αντιστοιχία με το ρήμα χισταχαβάχ του εβραϊκού, καθώς μεταδίδει την ιδέα τόσο της προσκύνησης πλασμάτων όσο και της λατρείας του Θεού ή κάποιας θεότητας. Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται η προσκύνηση ίσως δεν είναι τόσο εμφανής στο ρήμα προσκυνέω όσο στο ρήμα χισταχαβάχ, δεδομένου ότι ο εβραϊκός όρος μεταδίδει παραστατικά την εικόνα της υπόκλισης ή της βαθιάς κάμψης του σώματος. Οι λόγιοι θεωρούν ότι η λέξη του ελληνικού κειμένου παράγεται από το ρήμα κυνέω, που σημαίνει «φιλώ». Η χρήση αυτής της λέξης στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών (όπως και στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, μια μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών) δείχνει ότι τα άτομα στις πράξεις των οποίων εφαρμόζεται η λέξη πρόσπεσαν ή υποκλίθηκαν βαθιά.—Ματ 2:11· 18:26· 28:9.
Όπως συμβαίνει με τον εβραϊκό όρο, έτσι και εδώ πρέπει να λαβαίνονται υπόψη τα συμφραζόμενα προκειμένου να προσδιοριστεί αν το ρήμα προσκυνέω αναφέρεται απλώς σε εκδήλωση μεγάλου σεβασμού ή σε έκφραση θρησκευτικής λατρείας. Όποτε υπάρχει άμεση αναφορά στον Θεό (Ιωα 4:20-24· 1Κο 14:25· Απ 4:10) ή σε ψεύτικους θεούς και στα είδωλά τους (Πρ 7:43· Απ 9:20), είναι προφανές ότι η πράξη αυτή υπερβαίνει τα όρια της αποδεκτής ή εθιμοτυπικής προσκύνησης ανθρώπων και υπεισέρχεται στο πεδίο της λατρείας. Παρόμοια, όποτε δεν δηλώνεται το αντικείμενο της προσκύνησης, εννοείται ότι αυτή απευθύνεται στον Θεό. (Ιωα 12:20· Πρ 8:27· 24:11· Εβρ 11:21· Απ 11:1) Από την άλλη πλευρά, η ενέργεια εκείνων «από τη συναγωγή του Σατανά» που αναγκάζονται «να έρθουν και να προσκυνήσουν» μπροστά στα πόδια των Χριστιανών σαφώς δεν αποτελεί λατρεία.—Απ 3:9.
Σε μια παραβολή του Ιησού, στο εδάφιο Ματθαίος 18:26, γίνεται λόγος για την προσκύνηση ανθρώπινου βασιλιά. Είναι προφανές ότι τέτοιου είδους ήταν η προσκύνηση την οποία απέδωσαν οι αστρολόγοι στον Ιησού όταν ήταν παιδί, ως αυτόν που «γεννήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων», η προσκύνηση στην οποία υποκρίθηκε ότι ήθελε να προβεί ο Ηρώδης και η προσκύνηση την οποία απέδωσαν χλευαστικά στον Ιησού οι στρατιώτες προτού τον κρεμάσουν στο ξύλο. Αυτοί σαφώς δεν πίστευαν ότι ο Ιησούς ήταν ο Θεός ή κάποια θεότητα. (Ματ 2:2, 8· Μαρ 15:19) Μολονότι μερικοί μεταφραστές χρησιμοποιούν την απόδοση «λατρεύω» στις περισσότερες περιπτώσεις όπου η λέξη προσκυνέω περιγράφει τις ενέργειες διαφόρων ατόμων προς τον Ιησού, οι αποδείξεις δεν δικαιολογούν την ανεπιφύλακτη αποδοχή αυτής της απόδοσης. Τουναντίον, οι περιστάσεις που αποτέλεσαν την αφορμή για να προσκυνήσουν τέτοια άτομα τον Ιησού μοιάζουν πολύ με εκείνες που έκαναν κάποιους άλλους να προσκυνήσουν τους αρχαίους προφήτες και βασιλιάδες. (Παράβαλε Ματ 8:2· 9:18· 15:25· 20:20 με 1Σα 25:23, 24· 2Σα 14:4-7· 1Βα 1:16· 2Βα 4:36, 37.) Οι ίδιες οι εκφράσεις των εν λόγω ατόμων αποκαλύπτουν συχνά ότι, αν και αναγνώριζαν σαφώς τον Ιησού ως τον εκπρόσωπο του Θεού, τον προσκύνησαν, όχι ως τον Θεό ή κάποια θεότητα, αλλά ως “τον Γιο του Θεού”, τον προειπωμένο «Γιο του ανθρώπου», τον Μεσσία που διέθετε θεϊκή εξουσία. Σε πολλές περιπτώσεις εξέφρασαν με την προσκύνησή τους ευγνωμοσύνη για κάποια θεϊκή αποκάλυψη ή ένδειξη εύνοιας, ανάλογα με ό,τι συνέβαινε παλιότερα.—Ματ 14:32, 33· 28:5-10, 16-18· Λου 24:50-52· Ιωα 9:35, 38.
Αν και διάφοροι αρχαίοι προφήτες, καθώς και άγγελοι, είχαν δεχτεί προσκύνηση, ο Πέτρος εμπόδισε τον Κορνήλιο να τον προσκυνήσει, ο δε άγγελος (ή οι άγγελοι) του οράματος του Ιωάννη εμπόδισε τον Ιωάννη δύο φορές να κάνει το ίδιο, αποκαλώντας τον εαυτό του “σύνδουλο” και καταλήγοντας με την προτροπή: «Τον Θεό λάτρεψε [τῷ Θεῷ προσκύνησον, Κείμενο]». (Πρ 10:25, 26· Απ 19:10· 22:8, 9) Είναι προφανές ότι η έλευση του Χριστού εισήγαγε νέες σχέσεις που τροποποίησαν τους κανόνες συμπεριφοράς μεταξύ των υπηρετών του Θεού. Αυτός δίδαξε τους μαθητές του ότι «ένας είναι ο δάσκαλός σας, ενώ όλοι εσείς είστε αδελφοί . . . Ηγέτης σας είναι ένας, ο Χριστός» (Ματ 23:8-12), διότι στο δικό του πρόσωπο εκπληρώθηκαν οι προφητικοί χαρακτήρες και εξεικονιστικοί τύποι, όπως είπε ο άγγελος στον Ιωάννη: «Εκείνο που εμπνέει την προφητεία είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού». (Απ 19:10) Ο Ιησούς ήταν ο Κύριος του Δαβίδ, ο μεγαλύτερος από τον Σολομώντα, ο προφήτης που ήταν μεγαλύτερος από τον Μωυσή. (Λου 20:41-43· Ματ 12:42· Πρ 3:19-24) Ορθά, λοιπόν, αρνήθηκε ο Πέτρος να αφήσει τον Κορνήλιο να τον εξυψώσει περισσότερο από όσο έπρεπε.
Παρόμοια και ο Ιωάννης, λόγω του ότι είχε ανακηρυχτεί δίκαιος, ή αλλιώς είχε δικαιωθεί, από τον Θεό ως χρισμένος Χριστιανός, καλεσμένος να είναι ουράνιος γιος του Θεού και μέλος της Βασιλείας, είχε διαφορετική σχέση με τον άγγελο (ή τους αγγέλους) της Αποκάλυψης από εκείνη που είχαν οι Ισραηλίτες με τους αγγέλους οι οποίοι εμφανίστηκαν σε αυτούς στο παρελθόν. Ο άγγελος (ή οι άγγελοι) προφανώς αναγνώρισε αυτή την αλλαγή στις σχέσεις όταν απέρριψε την προσκύνηση του Ιωάννη.—Παράβαλε 1Κο 6:3· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ.
Η προσκύνηση που αποδίδεται στον δοξασμένο Ιησού Χριστό. Από την άλλη πλευρά, ο Χριστός Ιησούς έχει εξυψωθεί από τον Πατέρα του σε θέση που είναι δεύτερη μόνο σε σχέση με τη θέση του Θεού, ώστε «στο όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος, και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Θεού του Πατέρα». (Φλπ 2:9-11· παράβαλε Δα 7:13, 14, 27.) Το εδάφιο Εβραίους 1:6 επίσης δείχνει ότι ακόμη και οι άγγελοι προσκυνούν τον αναστημένο Ιησού Χριστό. Διάφορες μεταφράσεις αποδίδουν το ρήμα προσκυνέω αυτού του εδαφίου ως «λατρεύω», ενώ μερικές το αποδίδουν με εκφράσεις όπως «υποκλίνομαι» (AT· Yg) και «αποδίδω τιμή» (NE). Άσχετα με το ποια απόδοση χρησιμοποιείται, η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι παντού η ίδια και η κατανόηση για το τι αποδίδουν οι άγγελοι στον Χριστό πρέπει να συμφωνεί με τις υπόλοιπες Γραφές. Ο ίδιος ο Ιησούς δήλωσε κατηγορηματικά στον Σατανά: «Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις [προσκυνήσεις, Κείμενο] και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία». (Ματ 4:8-10· Λου 4:7, 8) Παρόμοια, ειπώθηκε στον Ιωάννη από τον άγγελο (ή τους αγγέλους) “να λατρέψει τον Θεό” (Απ 19:10· 22:9), και αυτή η εντολή δόθηκε μετά την ανάσταση και την εξύψωση του Ιησού, πράγμα που δείχνει ότι δεν είχε αλλάξει τίποτα ως προς αυτό το θέμα. Είναι αλήθεια ότι ο 97ος Ψαλμός, από τον οποίο προφανώς παραθέτει ο απόστολος Παύλος στο εδάφιο Εβραίους 1:6, αναφέρει τον Ιεχωβά Θεό ως το αντικείμενο της “προσκύνησης”, και παρ’ όλα αυτά το συγκεκριμένο εδάφιο εφαρμόστηκε στον Χριστό Ιησού. (Ψλ 97:1, 7) Ωστόσο, ο απόστολος είχε δείξει πρωτύτερα ότι ο αναστημένος Χριστός είναι «η αντανάκλαση της δόξας του [Θεού] και η ακριβής απεικόνιση της ίδιας του της οντότητας». (Εβρ 1:1-3) Επομένως, αν αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως «λατρεία» απευθύνεται φαινομενικά στον Γιο από τους αγγέλους, στην πραγματικότητα απευθύνεται μέσω αυτού στον Ιεχωβά Θεό, τον Υπέρτατο Κυρίαρχο, «Εκείνον που έκανε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα και τις πηγές των νερών». (Απ 14:7· 4:10, 11· 7:11, 12· 11:16, 17· παράβαλε 1Χρ 29:20· Απ 5:13, 14· 21:22.) Από την άλλη πλευρά, οι αποδόσεις «υποκλίνομαι» και «αποδίδω τιμή» (αντί του «λατρεύω») δεν είναι καθόλου άστοχες ως προς την πρωτότυπη γλώσσα—είτε την εβραϊκή του εδαφίου Ψαλμός 97:7 είτε την ελληνική του εδαφίου Εβραίους 1:6—διότι μεταδίδουν τη βασική έννοια τόσο της λέξης χισταχαβάχ όσο και της λέξης προσκυνέω.
-
-
ΠροσφορέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ
Από τους αρχαίους χρόνους, οι άνθρωποι έφερναν προσφορές στον Θεό. Στην πρώτη καταγραμμένη περίπτωση, ο μεγαλύτερος γιος του Αδάμ, ο Κάιν, πρόσφερε μερικούς καρπούς της γης, και ο νεότερος γιος του Αδάμ, ο Άβελ, τα πρωτότοκα του ποιμνίου του. Προφανώς, η στάση και τα κίνητρα των δύο αδελφών διέφεραν, διότι ο Θεός επιδοκίμασε την προσφορά του Άβελ, ενώ είδε με δυσμένεια την προσφορά του Κάιν. (Μεταγενέστερα, η διαθήκη του Νόμου προέβλεπε τόσο την προσφορά ζώων όσο και σιτηρών.) Ο Άβελ πρέπει να πίστευε στην υπόσχεση του Θεού για απελευθέρωση μέσω του υποσχεμένου Σπέρματος και ενδεχομένως αντιλαμβανόταν ότι έπρεπε να χυθεί αίμα, ότι κάποιος έπρεπε να “πληγεί στη φτέρνα”, ώστε να μπορεί να εξυψωθεί το ανθρώπινο γένος στην τελειότητα την οποία είχαν χάσει ο Αδάμ και η Εύα. (Γε 3:15) Αναγνωρίζοντας ότι ο ίδιος ήταν αμαρτωλός, παρουσίασε, υποκινούμενος από πίστη, μια προσφορά που απαιτούσε έκχυση αίματος, προσκιάζοντας έτσι επακριβώς την πραγματική θυσία για αμαρτίες, τον Ιησού Χριστό.—Γε 4:1-4· Εβρ 11:4.
Στην Πατριαρχική Κοινωνία. Ο πατριάρχης Νώε, όταν βγήκε από την κιβωτό, πρόσφερε ευχαριστήρια θυσία στον Ιεχωβά η οποία ήταν «κατευναστική» (καταπραϋντική, γαληνευτική). Στη συνέχεια ο Ιεχωβά θέσπισε τη διαθήκη του “ουράνιου τόξου” με τον Νώε και τους απογόνους του. (Γε 8:18-22· 9:8-16) Μεταγενέστερα, διαβάζουμε για τις προσφορές που έφερναν οι πιστοί πατριάρχες στον Ιεχωβά. (Γε 31:54· 46:1) Ο Ιώβ, ως κεφαλή της οικογένειάς του, εκτελούσε χρέη ιερέα για τα μέλη της, θυσιάζοντας ολοκαυτώματα στον Θεό υπέρ αυτών. (Ιωβ 1:5) Η πιο αξιοσημείωτη και σημαντική από τις αρχαίες θυσίες ήταν η απόπειρα που έκανε ο Αβραάμ να προσφέρει τον Ισαάκ, σύμφωνα με την εντολή του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά, αφού είδε την πίστη και την υπακοή του Αβραάμ, προμήθευσε με καλοσύνη ένα κριάρι ως υποκατάστατο. Αυτή η πράξη του Αβραάμ προσκίαζε το γεγονός ότι ο Ιεχωβά θα πρόσφερε τον δικό του μονογενή Γιο, τον Ιησού Χριστό.—Γε 22:1-14· Εβρ 11:17-19.
Υπό το Νόμο. Όλες οι θυσίες που υπαγορεύονταν από τη διαθήκη του Νόμου υποδείκνυαν τον Ιησού Χριστό και τη θυσία του ή τα οφέλη που απορρέουν από εκείνη τη θυσία. (Εβρ 8:3-5· 9:9· 10:5-10) Όπως ο Ιησούς Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος, έτσι και όλα τα ζώα που προσφέρονταν ως θυσία έπρεπε να είναι υγιή, αψεγάδιαστα. (Λευ 1:3, 10· 3:1) Τόσο ο Ισραηλίτης όσο και ο πάροικος που ήταν λάτρης του Ιεχωβά είχαν την υποχρέωση να φέρνουν τις διάφορες προσφορές.—Αρ 15:26, 29.
Ολοκαυτώματα. Τα ολοκαυτώματα έπρεπε να προσφέρονται ολόκληρα στον Θεό. Ο λάτρης δεν κρατούσε κανένα μέρος του ζώου. (Παράβαλε Κρ 11:30, 31, 39, 40.) Με τα ολοκαυτώματα γινόταν έκκληση στον Ιεχωβά να δεχτεί, ή αλλιώς να δείξει ότι δεχόταν, την προσφορά για αμαρτία που ενίοτε τα συνόδευε. Ως «ολοκαύτωμα», ο Ιησούς Χριστός έδωσε τον εαυτό του πλήρως, ολοκληρωτικά.
Περιπτώσεις στις οποίες πρόσφεραν ολοκαυτώματα, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Τακτικές προσφορές: Κάθε πρωί και βράδυ (Εξ 29:38-42· Λευ 6:8-13· Αρ 28:3-8)· κάθε Σάββατο (Αρ 28:9, 10)· την πρώτη ημέρα του μήνα (Αρ 10:10)· το Πάσχα και τις εφτά ημέρες της Γιορτής των Άζυμων Άρτων (Λευ 23:6-8· Αρ 28:16-19, 24)· την Ημέρα της Εξιλέωσης (Λευ 16:3, 5, 29, 30· Αρ 29:7-11)· την Πεντηκοστή (Λευ 23:16-18· Αρ 28:26-31)· κάθε ημέρα της Γιορτής των Σκηνών.—Αρ 29:12-39.
(2) Άλλες περιπτώσεις: Κατά τον καθαγιασμό του ιερατείου (Λευ 8:18-21· βλέπε ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ)· κατά την καθιέρωση των Λευιτών (Αρ 8:6, 11, 12)· στα πλαίσια της σύναψης διαθηκών (Εξ 24:5· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ)· μαζί με προσφορές συμμετοχής, καθώς και μαζί με ορισμένες προσφορές για ενοχή και αμαρτία (Λευ 5:6, 7, 10· 16:3, 5)· κατά την εκπλήρωση ευχών (Αρ 15:3, 8)· στα πλαίσια διαφόρων καθαρισμών (Λευ 12:6-8· 14:2, 30, 31· 15:13-15, 30).
(3) Τα ζώα που προσφέρονταν και η σχετική διαδικασία: Ταύρος, κριάρι, τράγος, τρυγόνι ή νεαρό περιστέρι. (Λευ 1:3, 5, 10, 14) Αν επρόκειτο για ζώο, αυτός που έφερνε την προσφορά έθετε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του ζώου (αναγνωρίζοντας ότι η προσφορά γινόταν από αυτόν και για λογαριασμό του, δηλαδή υπέρ του ιδίου). (Λευ 1:4) Κατόπιν έσφαζαν το ζώο και ράντιζαν ολόγυρα το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος με το αίμα του (Λευ 1:5, 11), επίσης το έγδερναν και το τεμάχιζαν στα μέλη του, έπλεναν τα έντερα (δεν έκαιγαν τα εντόσθια στο θυσιαστήριο) και τα πόδια του, και τοποθετούσαν πάνω στο θυσιαστήριο το κεφάλι και τα άλλα μέρη του σώματος (ο εν υπηρεσία ιερέας έπαιρνε το δέρμα· Λευ 7:8). (Λευ 1:6-9, 12, 13) Αν επρόκειτο για πτηνό, αφαιρούσαν τον πρόλοβο μαζί με τα φτερά, ενώ το κεφάλι και το σώμα τα έκαιγαν στο θυσιαστήριο. (Λευ 1:14-17)
Προσφορές συμμετοχής (ή προσφορές ειρήνης) Οι προσφορές συμμετοχής που ήταν ευπρόσδεκτες στον Ιεχωβά δήλωναν ειρήνη μαζί του. Ο λάτρης και το σπιτικό του έτρωγαν από αυτές (στην αυλή της σκηνής της μαρτυρίας· σύμφωνα με την παράδοση, υπήρχαν στέγαστρα ολόγυρα, μέσα από την εσωτερική πλευρά της κουρτίνας που περιέβαλλε την αυλή· στο ναό υπήρχαν τραπεζαρίες). Ο εν υπηρεσία ιερέας έπαιρνε μία μερίδα, και άλλη μία οι υπόλοιποι ιερείς που εκτελούσαν εκείνη την ώρα τα καθήκοντά τους. Ο Ιεχωβά λάβαινε, στην ουσία, τον ευάρεστο καπνό από το πάχος που καιγόταν. Το αίμα, που αντιπροσώπευε τη ζωή, το πρόσφεραν στον Θεό ως κάτι που του ανήκε. Έτσι λοιπόν, οι ιερείς, οι λάτρεις και ο Ιεχωβά μετείχαν από κοινού θα λέγαμε στο γεύμα, γεγονός που υποδήλωνε ειρηνικές σχέσεις. Όποιος έτρωγε ενώ ήταν ακάθαρτος (λόγω οποιασδήποτε ακαθαρσίας που μνημονευόταν στο Νόμο) ή έτρωγε από το κρέας αφού είχε παρέλθει ο καθορισμένος χρόνος διατήρησής του (οπότε αυτό θα άρχιζε να αποσυντίθεται εξαιτίας του θερμού κλίματος) επρόκειτο να εκκοπεί από το λαό του. Μόλυνε ή βεβήλωνε το γεύμα, επειδή είτε ήταν ακάθαρτος ο ίδιος είτε έτρωγε κάτι βρώμικο ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, δείχνοντας έλλειψη σεβασμού για τα ιερά πράγματα.—Λευ 7:16-21· 19:5-8.
Το Δείπνο του Κυρίου (το Αναμνηστικό Δείπνο) είναι γεύμα συμμετοχής. (1Κο 10:16) Όσοι είναι στη «νέα διαθήκη που έχει ως βάση το αίμα» του Ιησού συμμετέχουν από κοινού με πίστη, λαβαίνοντας από τα εμβλήματα που αντιπροσωπεύουν το σώμα και το αίμα του Ιησού. Συμμετέχουν επίσης με τον Ιεχωβά ως τον Εμπνευστή της διευθέτησης. Επιζητούν την επιδοκιμασία του Ιεχωβά και έχουν ειρήνη, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τον Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού. Σε αρμονία με την απαίτηση περί καθαρότητας για όσους λάβαιναν μέρος σε κάποιο γεύμα συμμετοχής, ο Παύλος προειδοποιεί ότι ο Χριστιανός πρέπει να κάνει αυτοεξέταση πριν από το Αναμνηστικό γεύμα. Το να αντιμετωπίζει κανείς με ελαφρότητα ή περιφρόνηση την περίσταση ή τα εμβλήματα του κρασιού και του άζυμου ψωμιού θα συνιστούσε βεβήλωση των ιερών πραγμάτων, κάτι που θα επέσυρε δικαίως δυσμενή κρίση.—1Κο 11:25, 27-29· βλέπε ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
Στην ευχαριστήρια προσφορά, που ήταν προσφορά συμμετοχής προς αίνο του Θεού για τις προμήθειές του και τις εκδηλώσεις της στοργικής του καλοσύνης, έτρωγαν κρέας καθώς επίσης ένζυμο και άζυμο ψωμί. Ο λάτρης, επομένως, γιόρταζε την περίσταση τρώγοντας, θα λέγαμε, «καθημερινή τροφή». (Ωστόσο, ποτέ δεν έβαζαν πάνω στο θυσιαστήριο ένζυμο ψωμί ως προσφορά προς τον Θεό.) Επίσης, σε αυτή την έκφραση ευχαριστιών και αίνου προς τον Θεό, το κρέας έπρεπε να καταναλωθεί εκείνη την ημέρα, όχι την επόμενη. (Σε άλλες προσφορές συμμετοχής, το κρέας μπορούσε να καταναλωθεί τη δεύτερη ημέρα.) (Λευ 7:11-15) Αυτό μας θυμίζει την προσευχή που δίδαξε ο Ιησούς Χριστός στους ακολούθους του: «Δώσε μας σήμερα το ψωμί μας για αυτή την ημέρα».—Ματ 6:11.
Περιπτώσεις στις οποίες έκαναν προσφορές συμμετοχής, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Περιπτώσεις: Στα πλαίσια της σύναψης διαθηκών (Εξ 24:5)· σε γιορταστικές περιόδους και στην αρχή του κάθε μήνα (Αρ 10:10· Εξ 12:2-14· Λευ 23:15-19· Αρ 29:39), καθώς και σε άλλες περιπτώσεις.
(2) Σκοπός: Η απόκτηση της επιδοκιμασίας του Θεού· ικεσία ή δέηση στον Θεό σε καιρό συμφοράς. (Λευ 19:5· Κρ 20:26· 21:4· 1Σα 13:9· 2Σα 24:25)
(3) Ζώα που χρησιμοποιούνταν, και η σχετική διαδικασία: Αρσενικά ή θηλυκά βοοειδή, πρόβατα, κατσίκια (όχι πουλιά, εφόσον δεν θεωρούνταν επαρκή για να αποτελέσουν γεύμα θυσίας). (Λευ 3:1, 6, 12) Αυτός που έφερνε την προσφορά έθετε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του ζώου, το οποίο και έσφαζαν στη συνέχεια. Ο ιερέας ράντιζε ολόγυρα το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος με το αίμα του ζώου. (Λευ 3:2, 8, 13) Το πάχος (περιλαμβανομένης και της παχιάς ουράς του προβάτου) τοποθετούνταν πάνω στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος. (Λευ 3:3-5, 9) Το στήθος το έδιναν στους ιερείς, ενώ το δεξί πόδι στον ιερέα που βρισκόταν σε υπηρεσία (Εξ 29:26, 28· Λευ 7:28-36).
(4) Τύποι: Απόδοση ευχαριστίας ή αίνου· ευχή (βλέπε Αρ 6:13, 14, 17)· εθελοντική προσφορά.
Προσφορές για αμαρτία. Όλες αυτές προσφέρονταν για κάποια ακούσια αμαρτία που είχε διαπραχθεί λόγω αδυναμίας της ατελούς σάρκας, και όχι «με υψωμένο χέρι», δηλαδή όχι απροκάλυπτα, υπερήφανα, σκόπιμα. (Αρ 15:30 [υποσ.], 31) Ανάλογα με τη θέση και τις περιστάσεις του ατόμου ή των ατόμων για την αμαρτία των οποίων γινόταν εξιλέωση, προσφέρονταν ως θυσία διάφορα ζώα, από ταύρο μέχρι περιστέρι. Ας σημειωθεί ότι όσοι περιλαμβάνονταν στις αμαρτίες με τις οποίες ασχολείται το 4ο κεφάλαιο του Λευιτικού ήταν άτομα που είχαν κάνει «κάποιο από τα πράγματα τα οποία ο Ιεχωβά διατάζει να μη γίνονται» με αποτέλεσμα να κατασταθούν ένοχοι. (Λευ 4:2, 13, 22, 27) Σχετικά με τις προσφορές για αμαρτία που γίνονταν την Ημέρα της Εξιλέωσης, βλέπε ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΞΙΛΕΩΣΗΣ.
Περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνταν προσφορές για αμαρτία, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Για αμαρτία του αρχιερέα που επέφερε ενοχή στο λαό (Λευ 4:3): Ο αρχιερέας έφερνε έναν ταύρο και έθετε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του ζώου. Έπειτα έσφαζε τον ταύρο, έφερνε το αίμα του στα Άγια και τίναζε λίγο από το αίμα μπροστά στην κουρτίνα. Ακολούθως, άλειβε με λίγο αίμα τα κέρατα του θυσιαστηρίου του θυμιάματος, και το υπόλοιπο το έχυνε στη βάση του θυσιαστηρίου του ολοκαυτώματος. Το πάχος (όπως και στις προσφορές συμμετοχής) το έκαιγαν πάνω στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος (Λευ 4:4-10), ενώ το κουφάρι (περιλαμβανομένου του δέρματος) το έκαιγαν σε έναν καθαρό τόπο έξω από την πόλη, εκεί όπου έριχναν τις στάχτες από το θυσιαστήριο. (Λευ 4:11, 12)
(2) Για αμαρτία ολόκληρης της σύναξης (αμαρτία που διαπράχθηκε από τη σύναξη και την οποία οι αρχηγοί δεν πληροφορήθηκαν παρά μόνο αργότερα) (Λευ 4:13): Η εκκλησία έφερνε έναν ταύρο και οι πρεσβύτεροι έθεταν τα χέρια τους πάνω στο κεφάλι του ταύρου, τον οποίο και έσφαζε κάποιος. Η υπόλοιπη διαδικασία ήταν ίδια με τη διαδικασία που ακολουθούνταν για την αμαρτία του αρχιερέα. (Λευ 4:14-21)
Τυχόν αμαρτία του αρχιερέα, την οποία διέπραξε ενόσω υπηρετούσε στο αξίωμά του και με την ιδιότητα του εκπροσώπου όλου του έθνους ενώπιον του Ιεχωβά, επέφερε ενοχή σε ολόκληρη τη σύναξη. Αυτή η αμαρτία θα μπορούσε να είναι ένα σφάλμα όπως λάθος στην κρίση, στην εφαρμογή του Νόμου ή στο χειρισμό ενός ζητήματος εθνικής σημασίας. Σε αυτή την περίπτωση, όπως και σε περίπτωση αμαρτίας ολόκληρης της σύναξης, απαιτούνταν η πολυτιμότερη από όλες τις θυσίες, δηλαδή ένας ταύρος.—Λευ 4:3, 13-15.
Στις προσφορές για αμαρτία που αφορούσαν άτομα, άφηναν το αίμα στο θυσιαστήριο. Ωστόσο, σε περιπτώσεις αμαρτίας του αρχιερέα και ολόκληρης της σύναξης, έφερναν το αίμα και στα Άγια, το πρώτο τμήμα του αγιαστηρίου, και το τίναζαν μπροστά στην κουρτίνα, από την άλλη πλευρά της οποίας “κατοικούσε” ο Ιεχωβά—πράγμα που συμβολιζόταν από ένα θαυματουργικό φως πάνω από την κιβωτό της διαθήκης στα Άγια των Αγίων. (Μόνο κατά τις προσφορές για αμαρτία που πραγματοποιούνταν σε τακτική βάση την Ημέρα της Εξιλέωσης έφερναν το αίμα στο δεύτερο τμήμα, τα Άγια των Αγίων· Λευ 16.) Κανένας ιερέας δεν μπορούσε να φάει οποιαδήποτε μερίδα από προσφορές των οποίων το αίμα είχε φερθεί στα Άγια.—Λευ 6:30.
(3) Αμαρτία αρχηγού: Η διαδικασία ήταν παρόμοια, με τη διαφορά ότι πρόσφεραν αρσενικό κατσίκι και δεν έφερναν στα Άγια το αίμα. Έβαζαν το αίμα πάνω στα κέρατα του θυσιαστηρίου του ολοκαυτώματος, έχυναν το υπόλοιπο στη βάση του και έκαναν το πάχος να βγάλει καπνό πάνω στο θυσιαστήριο. (Λευ 4:22-26) Στους ιερείς δινόταν προφανώς κάποια μερίδα από αυτό, όπως και από άλλες προσφορές για αμαρτία. (Λευ 6:24-26, 29) Τα σκεύη στα οποία έβραζε το κρέας έπρεπε να τα τρίβουν (ή να τα σπάζουν, αν ήταν πήλινα), ώστε να μη βεβηλώνεται τίποτα από αυτό που ήταν «αγιότατο», πράγμα που θα συνέβαινε αν έμενε κάτι από τη θυσία πάνω στο σκεύος και κατόπιν αυτό χρησιμοποιούνταν για συνηθισμένους σκοπούς. (Λευ 6:27, 28)
(4) Αμαρτία μεμονωμένου Ισραηλίτη: Πρόσφεραν θηλυκό κατσικάκι ή αρνί. Η διαδικασία ήταν ίδια με τη διαδικασία που ακολουθούνταν για την αμαρτία ενός αρχηγού. (Λευ 4:27-35)
Στις ακόλουθες περιπτώσεις οι αμαρτίες διαφέρουν από τις προαναφερόμενες κατά το ότι τα εμπλεκόμενα άτομα είχαν διαπράξει κάποιο λάθος και “δεν είχαν εκτελέσει όλες τις εντολές του Θεού”, δηλαδή είχαν διαπράξει κάποια αμαρτία παράλειψης.—Αρ 15:22.
(5) Για ολόκληρη τη σύναξη, πρόσφεραν ένα κατσικάκι (Αρ 15:22-26), ενώ για ένα άτομο, μια κατσίκα στον πρώτο της χρόνο. (Αρ 15:27-29)
Σε περιπτώσεις όπου οι ιερείς έπρεπε να φάνε μέρος της προσφοράς για αμαρτία, φαίνεται ότι με τη συμμετοχή τους ήταν σαν να “λογοδοτούσαν για το σφάλμα” εκείνων που έκαναν την προσφορά για αμαρτία, “προκειμένου να κάνουν εξιλέωση για αυτούς ενώπιον του Ιεχωβά”, με βάση το άγιο αξίωμά τους.—Λευ 10:16-18· 9:3, 15.
Προσφορές για ενοχή. Οι προσφορές για ενοχή γίνονταν και αυτές λόγω κάποιας αμαρτίας, διότι κάθε είδους ενοχή προϋποθέτει αμαρτία. Αφορούσαν συγκεκριμένες αμαρτίες που έφερναν ενοχή σε κάποιον και διέφεραν ελαφρώς από άλλες προσφορές για αμαρτία κατά το ότι γίνονταν, όπως φαίνεται, για να ικανοποιήσουν ή να αποκαταστήσουν κάποιο δικαίωμα το οποίο είχε παραβιαστεί—είτε αυτό ήταν του Ιεχωβά είτε του αγίου έθνους του. Η προσφορά για ενοχή αποσκοπούσε στο να ικανοποιήσει τον Ιεχωβά, σε σχέση με το δικαίωμα που είχε παραβιαστεί, ή να αποκαταστήσει—με άλλα λόγια να επανακτήσει—προς όφελος του μετανοημένου παραβάτη κάποια δικαιώματα που όριζε η διαθήκη, καθώς και να τον ανακουφίσει από την τιμωρία για την αμαρτία του.—Παράβαλε Ησ 53:10.
Στις περιπτώσεις που καλύπτουν τα εδάφια Λευιτικό 5:1-6, 17-19, τα άτομα είχαν αμαρτήσει εν αγνοία τους ή ενεργώντας αστόχαστα ή απερίσκεπτα και, όταν αυτό φερνόταν στην προσοχή τους, επιθυμούσαν να επανορθώσουν. Αντίθετα, οι αμαρτίες με τις οποίες ασχολούνται τα εδάφια Λευιτικό 6:1-7 δεν είχαν μεν διαπραχθεί εν αγνοία των ατόμων ή από απερισκεψία, εντούτοις όμως ήταν αμαρτίες που οφείλονταν σε σαρκικές αδυναμίες και επιθυμίες και δεν είχαν διαπραχθεί ηθελημένα, αλαζονικά και σκόπιμα ως εκδήλωση στασιασμού εναντίον του Θεού. Το άτομο είχε τύψεις συνείδησης, γι’ αυτό και μετανοούσε από μόνο του, ομολογώντας την αμαρτία του και, αφού επανόρθωνε, επιζητούσε έλεος και συγχώρηση.—Ματ 5:23, 24.
Αυτοί οι νόμοι τονίζουν το γεγονός ότι, ενώ ο Νόμος ήταν αυστηρός για τον εκούσιο, αμετανόητο αμαρτωλό, υπήρχαν περιθώρια για να ληφθούν υπόψη τα κίνητρα, οι περιστάσεις και η στάση του ατόμου ώστε να εκδηλωθεί έλεος υπό το Νόμο, όπως ακριβώς συμβαίνει και στη Χριστιανική εκκλησία. (Παράβαλε Λευ 6:1-7· Εξ 21:29-31· Αρ 35:22-25· 2Κο 2:5-11· 7:8-12· 1Τι 1:2-16.) Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι κανένα από αυτά τα αδικήματα δεν μπορούσε να μείνει ατιμώρητο. Έπρεπε να δοθεί αποζημίωση στο άτομο που είχε υποστεί βλάβη και να γίνει μια προσφορά για ενοχή στον Ιεχωβά. Οι προσφορές για ενοχή, με κάποιες παραλλαγές, γίνονταν όπως και οι προσφορές για αμαρτία, και οι ιερείς έπαιρναν μερίδα από αυτές.—Λευ 7:1, 5-7.
Περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνταν προσφορές για ενοχή, και τα χαρακτηριστικά τους:
(1) Όταν κάποιος ήταν μάρτυρας σε ένα ζήτημα και είχε παραλείψει να καταθέσει ή να το αναφέρει, αφού είχε ακούσει το δημόσιο όρκο· κάποιος που είχε γίνει ακάθαρτος εν αγνοία του, είτε από κάποιο πτώμα είτε από κάποιο άλλο ακάθαρτο άτομο· κάποιος που είχε ορκιστεί βιαστικά ή αστόχαστα να κάνει ή να μην κάνει κάτι (Λευ 5:1-4): Έπρεπε να ομολογήσει με ποιον τρόπο είχε αμαρτήσει. (Λευ 5:5) Οι προσφορές για ενοχή ποίκιλλαν ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του ατόμου. (Λευ 5:6-10) Αν επρόκειτο για προσφορά σιτηρών, δεν περιείχε καθόλου λάδι ή λιβάνι, διότι αποτελούσε προσφορά για αμαρτία, και ήταν υποχρεωτική προσφορά σιτηρών, όχι εθελοντική. Η εθελοντική προσφορά σιτηρών ήταν χαρωπή προσφορά από μέρους κάποιου ο οποίος είχε καλή υπόσταση ενώπιον του Θεού. (Λευ 5:11-13)
(2) Όταν κάποιος είχε αμαρτήσει ακούσια ενάντια σε άγια πράγματα του Ιεχωβά (για παράδειγμα, είχε οικειοποιηθεί εν αγνοία του σιτηρά που είχαν ξεχωριστεί ως δέκατο για το αγιαστήριο και τα είχε χρησιμοποιήσει για λογαριασμό του ή για το σπιτικό του [βεβηλώνοντας με αυτή τη συνηθισμένη χρήση το καθαγιασμένο πράγμα]) (Λευ 5:15α· παράβαλε Λευ 22:14-16): Έπρεπε να δώσει στο αγιαστήριο αποζημίωση προσαυξημένη κατά ένα πέμπτο. (Λευ 5:16) Ως προσφορά για ενοχή έπρεπε να φέρει ένα κριάρι. (Λευ 5:15)
(3) Όταν κάποιος είχε κάνει εν αγνοία του (πιθανότατα από αμέλεια) κάτι το οποίο ο Ιεχωβά είχε διατάξει να μη γίνεται: Έπρεπε να προσφέρει ένα κριάρι «σύμφωνα με την υπολογισμένη αξία». (Λευ 5:17-19)
(4) Όταν κάποιος είχε απατήσει τον πλησίον του παίρνοντας πολύτιμα αντικείμενα που του ήταν εμπιστευμένα, διαπράττοντας κλοπή ή απάτη, ή κρατώντας κάτι που είχε βρει και λέγοντας ψέματα σχετικά με αυτό (Λευ 6:2, 3· παράβαλε Εξ 22:7-13· προσέξτε ότι αυτό δεν περιλαμβάνει την ψευδομαρτυρία εναντίον του συνανθρώπου κάποιου, όπως συμβαίνει στο εδ. Δευ 5:20): Πρώτον, έπρεπε να ομολογήσει το λάθος. Κατόπιν, έπρεπε να προβεί σε πλήρη αποζημίωση του ατόμου που είχε βλάψει, προσαυξημένη κατά ένα πέμπτο. (Λευ 6:4, 5· Αρ 5:6, 7) Αν το άτομο σε βάρος του οποίου είχε διαπραχθεί το αδίκημα είχε πεθάνει, την αποζημίωση λάβαινε ο πιο κοντινός άρρενας συγγενής. Αν δεν υπήρχε κοντινός συγγενής, τότε τη λάβαινε ο ιερέας. (Αρ 5:8) Κατόπιν ο ένοχος έπρεπε να φέρει ένα κριάρι ως προσφορά για ενοχή.
Προσφορές σιτηρών. Οι προσφορές σιτηρών δίνονταν παράλληλα με τις προσφορές συμμετοχής, τα ολοκαυτώματα και τις προσφορές για αμαρτία, καθώς και ως πρώτοι καρποί. Ενίοτε προσφέρονταν ανεξάρτητα. (Εξ 29:40-42· Λευ 23:10-13, 15-18· Αρ 15:8, 9, 22-24· 28:9, 10, 20, 26-28· κεφ. 29) Σκοπός τους ήταν η αναγνώριση της γενναιοδωρίας με την οποία παρείχε ο Θεός ευλογίες και ευημερία. Συχνά συνοδεύονταν από λάδι και λιβάνι. Οι προσφορές σιτηρών μπορούσαν να είναι λεπτό αλεύρι, ψημένα σιτηρά ή, σε άλλη περίπτωση, κουλούρες ή λάγανα ψημένα στο φούρνο, σε ταψί ή σε βαθύ τηγάνι. Ένα μέρος της προσφοράς σιτηρών τοποθετούνταν στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος και ένα μέρος το έτρωγαν οι ιερείς, ενώ στις προσφορές συμμετοχής μετείχε και ο λάτρης. (Λευ 6:14-23· 7:11-13· Αρ 18:8-11) Καμιά προσφορά σιτηρών που έφερναν στο θυσιαστήριο δεν έπρεπε να περιέχει προζύμι ή «μέλι» (προφανώς σιρόπι σύκων ή χυμό φρούτων), το οποίο θα μπορούσε να υποστεί ζύμωση.—Λευ 2:1-16.
Σπονδές. Οι σπονδές συνόδευαν τις περισσότερες προσφορές, ειδικά μετά την εγκατάσταση των Ισραηλιτών στην Υποσχεμένη Γη. (Αρ 15:2, 5, 8-10) Συνίσταντο σε κρασί (“μεθυστικό ποτό”) που το έχυναν πάνω στο θυσιαστήριο. (Αρ 28:7, 14· παράβαλε Εξ 30:9· Αρ 15:10.) Ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς των Φιλίππων: «Αν χύνομαι σαν σπονδή πάνω στη θυσία και στη δημόσια υπηρεσία στις οποίες σας έχει οδηγήσει η πίστη, ευφραίνομαι». Εδώ χρησιμοποίησε μεταφορικά τη σπονδή, εκφράζοντας την προθυμία του να δαπανηθεί για χάρη των συγχριστιανών του. (Φλπ 2:17) Λίγο προτού πεθάνει, έγραψε στον Τιμόθεο: «Εγώ χύνομαι ήδη σαν σπονδή, και ο ορισμένος καιρός για την απελευθέρωσή μου επίκειται».—2Τι 4:6.
Κινητές προσφορές. Στις κινητές προσφορές ο ιερέας έβαζε προφανώς τα χέρια του κάτω από τα χέρια του λάτρη, ο οποίος κρατούσε την προσκομιζόμενη θυσία, και τα κινούσε πέρα δώθε. Σε άλλες περιπτώσεις ο ίδιος ο ιερέας κινούσε αυτό που προσφερόταν. (Λευ 23:11α) Φαίνεται ότι ο Μωυσής, ως μεσίτης της διαθήκης του Νόμου, το έκανε αυτό για τον Ααρών και τους γιους του κατά τον καθαγιασμό τους για την ιεροσύνη. (Λευ 8:28, 29) Αυτή η πράξη συμβόλιζε την παρουσίαση των θυσιαζόμενων πραγμάτων στον Ιεχωβά. Ορισμένες κινητές προσφορές προορίζονταν για τους ιερείς.—Εξ 29:27.
Η παρουσίαση ενός δεματιού (ή ενός μέτρου γομόρ) από τους πρώτους καρπούς του θερισμού του κριθαριού στις 16 Νισάν αποτελούσε κινητή προσφορά που γινόταν από τον αρχιερέα. Εκείνη ακριβώς την ημερομηνία του έτους 33 Κ.Χ. αναστήθηκε ο Ιησούς Χριστός ως «οι πρώτοι καρποί από εκείνους που έχουν κοιμηθεί τον ύπνο του θανάτου». (1Κο 15:20· Λευ 23:11β· Ιωα 20:1) Την ημέρα της Πεντηκοστής προσκομίζονταν ως κινητή προσφορά δύο ένζυμα ψωμιά από τους πρώτους καρπούς του σιταριού. (Λευ 23:15-17) Τη συγκεκριμένη αυτή ημέρα, ο Ιησούς, ως Αρχιερέας στους ουρανούς, παρουσίασε στον Ιεχωβά τους πρώτους από τους πνευματικούς αδελφούς του οι οποίοι απάρτιζαν τη Χριστιανική εκκλησία, και οι οποίοι είχαν παρθεί ανάμεσα από την αμαρτωλή ανθρωπότητα και είχαν χριστεί, ως αποτέλεσμα της έκχυσης του αγίου πνεύματος.—Πρ 2:1-4, 32, 33· παράβαλε Ιακ 1:18.
Ιερές μερίδες (υψούμενες προσφορές). Η εβραϊκή λέξη τερουμάχ μεταφράζεται σε κάποιες περιπτώσεις «ιερή μερίδα» όταν αναφέρεται στο μέρος της θυσίας το οποίο ύψωναν αφαιρώντας το από την υπόλοιπη θυσία ως μερίδα των ιερέων. (Εξ 29:27, 28· Λευ 7:14, 32· 10:14, 15) Συχνά αποδίδεται και «συνεισφορά» όταν αναφέρεται σε πράγματα που δίνονταν για το αγιαστήριο, τα οποία—εκτός από αυτά που προσφέρονταν στο θυσιαστήριο—προορίζονταν επίσης για τη συντήρηση των ιερέων.—Αρ 18:8-13, 19, 24, 26-29· 31:29· Δευ 12:6, 11.
-
-
ΠρόσωποΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΩΠΟ
Η λέξη πανέχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η αντίστοιχη λέξη πρόσωπον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιούνται με διάφορες έννοιες.
Πολλές φορές εννοείται το κατά γράμμα πρόσωπο, το μπροστινό μέρος του κεφαλιού. (Γε 50:1· Ματ 6:16, 17· Ιακ 1:23) Παρόμοια, μπορεί να εννοείται το μπροστινό μέρος οποιουδήποτε πράγματος. (Εξ 26:9· 2Σα 10:9· Ιεζ 2:9, 10, όπου η εβραϊκή λέξη που σημαίνει «πρόσωπο» μεταφράζεται «μπροστινό μέρος» ή «μπροστά».) Ή μπορεί να γίνεται αναφορά στην επιφάνεια (Ησ 14:21· Ιωβ 38:30· Πρ 17:26) ή στην εξωτερική εμφάνιση κάποιου πράγματος.—Λου 12:56· Ιακ 1:11.
Διανοητική Στάση ή Θέση. Οι εκφράσεις του προσώπου κάποιου αποτελούν σημαντική ένδειξη της διανοητικής του διάθεσης και των συναισθημάτων του. Συνεπώς, η λέξη «πρόσωπο» χρησιμοποιείται πολλές φορές για να περιγράψει τη διανοητική στάση του Θεού και των ανθρώπων υπό διάφορες συνθήκες ή για να υποδηλώσει τη θέση κάποιου από την οπτική γωνία του Θεού ή άλλων ανθρώπων. Ακολουθούν μερικές συχνές χρήσεις αυτής της λέξης:
Η φράση “εκζητώ το πρόσωπο” σήμαινε ζητώ ακρόαση από κάποιον, όπως από τον Θεό ή από έναν επίγειο κυβερνήτη, εκλιπαρώντας ευνοϊκή προσοχή ή βοήθεια. (Ψλ 24:6· 27:8, 9· 105:4· Παρ 29:26· Ωσ 5:15) Οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν τη φράση “υψώνω το πρόσωπο κάποιου” με την έννοια “δείχνω εκτίμηση για” αυτό το άτομο.—1Σα 25:35· βλέπε ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ.
Η φράση “απαλύνω το πρόσωπο κάποιου” υπονοεί ότι κατευνάζω το θυμό του ή κερδίζω την εύνοια και την καλή του θέληση.—Εξ 32:11· Ψλ 119:58.
Η φράση “κάνω το πρόσωπό μου να λάμψει” προς κάποιον άλλον εκφράζει εύνοια (Αρ 6:25· παράβαλε Ψλ 80:7), και η φράση “θέτω κάποιον ενώπιον του προσώπου μου” υποδηλώνει ευνοϊκή προσοχή.—Ψλ 41:12· παράβαλε Ψλ 140:13.
Η φράση «πρόσωπο με πρόσωπο» μπορεί να υποδηλώνει στενή συναναστροφή ή επικοινωνία. Παραδείγματος χάρη, ο Μωυσής είχε το προνόμιο να απολαύσει τέτοια στενή σχέση με τον Θεό και να χρησιμοποιηθεί από τον Θεό με τόσο δυναμικό τρόπο ώστε να χαρακτηριστεί προφήτης «τον οποίο ο Ιεχωβά γνώριζε πρόσωπο με πρόσωπο». (Δευ 34:10-12) Μολονότι λέγεται ότι ο Μωυσής είδε «την όψη του Ιεχωβά» και ότι ο Ιεχωβά τού μιλούσε «στόμα με στόμα», ωστόσο ποτέ δεν είδε το πρόσωπο του Ιεχωβά κυριολεκτικά. Απεναντίας, όπως δείχνουν τα συμφραζόμενα, βάση για αυτή την έκφραση αποτέλεσε το γεγονός ότι ο Θεός μιλούσε στον Μωυσή μέσω αγγελικών εκπροσώπων έχοντας μαζί του ανοιχτή, προφορική επικοινωνία (αντί με οράματα ή όνειρα). (Αρ 12:6-8· Εξ 33:20· Πρ 7:35, 38· Γα 3:19· παράβαλε Γε 32:24-30· Ωσ 12:3, 4.) Ο Μωυσής υπενθύμισε στον Ισραήλ ότι ο Θεός τούς μίλησε «πρόσωπο με πρόσωπο», εφόσον άκουσαν τη δυνατή φωνή στο Σινά, αν και κανείς τους δεν είδε πραγματικά τον Ιεχωβά.—Δευ 5:4· 4:11-15· Εβρ 12:19.
Αντίθετα, ο Ιησούς, στην προανθρώπινη ύπαρξή του, ήταν αυτοπροσώπως μαζί με τον Πατέρα, και επισήμανε ότι οι άγγελοι, οι πνευματικοί γιοι του Θεού, βλέπουν και αυτοί «το πρόσωπο» του Θεού, καθώς υπηρετούν στις ουράνιες αυλές του. (Ιωα 1:18· 8:57, 58· Ματ 18:10· παράβαλε Λου 1:19.) Επίσης, αυτοί που καλούνται να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό στους ουρανούς, στον ορισμένο καιρό, βλέπουν τον Ιεχωβά Θεό.—1Ιω 3:1-3.
Συγκρίνοντας την κατανόηση που είχε η πρώτη Χριστιανική εκκλησία για το σκοπό του Θεού με την πληρέστερη κατανόηση που επρόκειτο να αποκτήσουν όταν θα λάβαιναν την ουράνια αμοιβή τους, και όταν στη συνέχεια θα αντιλαμβάνονταν το θεϊκό σκοπό σε όλο του το φάσμα καθώς θα εκπληρώνονταν οι προφητείες, ο απόστολος Παύλος είπε: «Διότι προς το παρόν βλέπουμε μια θαμπή εικόνα μέσω μεταλλικού καθρέφτη, αλλά τότε θα βλέπουμε πρόσωπο με πρόσωπο».—1Κο 13:12· παράβαλε 2Κο 3:18· 4:6.
Το να λέει ή να κάνει ένα άτομο κάτι “κατά πρόσωπο κάποιου” υποδηλώνει αμεσότητα, ανοιχτή αντιπαράθεση (Δευ 7:10· Ιωβ 21:31) και, με αρνητική έννοια, μπορεί να υπονοεί θράσος και ασέβεια. (Ιωβ 1:11· Ησ 65:3) Συγγενική είναι η φράση “η επίπληξη του προσώπου”.—Ψλ 80:16.
Η φράση “προσηλώνω ή στρέφω το πρόσωπό μου” σημαίνει αποβλέπω σε κάποιον στόχο, σκοπό ή επιθυμία (Γε 31:21· 1Βα 2:15· 2Βα 12:17) και μεταδίδει την ιδέα της ισχυρής θέλησης και αποφασιστικότητας. (2Χρ 20:3· Δα 11:16-19· Λου 9:51-53) Ο Δανιήλ “προσήλωσε το πρόσωπό του στον Ιεχωβά” με την έννοια ότι Τον εκζήτησε ένθερμα, αποβλέποντας σε αυτόν για βοήθεια. (Δα 9:3· παράβαλε 2Κο 1:11.) Η ισχυρή αποφασιστικότητα αντανακλάται πολλές φορές στο πρόσωπο κάποιου όταν τα χείλη και το σαγόνι είναι σφιγμένα και το βλέμμα σταθερό. Ο Ησαΐας “έκανε το πρόσωπό του σαν πυρόλιθο”, αποφασισμένος να μην επιτρέψει στις προσπάθειες των εχθρών να τον απομακρύνουν από τη διακονία που του είχε ανατεθεί. (Ησ 50:7) Οι στασιαστικοί κάτοικοι του Ιούδα «έκαναν τα πρόσωπά τους σκληρότερα από βράχο», αρνούμενοι πεισματικά να δεχτούν διόρθωση. (Ιερ 5:3) Από την άλλη πλευρά, το ότι ο Ιεχωβά “προσηλώνει το πρόσωπό του εναντίον” όσων παραβιάζουν το δίκαιο νόμο του σημαίνει ότι τους απορρίπτει και τους καταδικάζει, με αποτέλεσμα τη συμφορά ή το θάνατο.—Λευ 17:10· 20:3-6· Ιερ 21:10· παράβαλε 1Πε 3:12.
Η φράση “κρύβω το πρόσωπο” έχει διάφορες έννοιες, ανάλογα με τις περιστάσεις. Όταν ο Ιεχωβά Θεός κρύβει το πρόσωπό του, αυτό υποδηλώνει συνήθως ότι αποσύρει την εύνοιά του ή την ενισχυτική του δύναμη. Αυτό μπορεί να αποτελεί συνέπεια της ανυπακοής του ατόμου ή της ομάδας που περιλαμβάνεται, όπως του έθνους του Ισραήλ. (Ιωβ 34:29· Ψλ 30:5-8· Ησ 54:8· 59:2) Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να υπονοεί ότι ο Ιεχωβά δεν αποκαλύπτει τον εαυτό του με κάποια ενέργεια ή απάντηση, περιμένοντας το δικό του ορισμένο καιρό. (Ψλ 13:1-3) Το αίτημα του Δαβίδ: «Κρύψε το πρόσωπό σου από τις αμαρτίες μου» αποτελούσε παράκληση προς τον Θεό να συγχωρήσει ή να παραβλέψει τις παραβάσεις του.—Ψλ 51:9· παράβαλε Ψλ 10:11.
Το ότι ένας άνθρωπος ή άγγελος κρύβει ή καλύπτει το πρόσωπό του μπορεί να εκφράζει ταπεινοφροσύνη ή ευλαβικό φόβο και σεβασμό. (Εξ 3:6· 1Βα 19:13· Ησ 6:2) Μπορεί επίσης να αποτελεί ένδειξη πένθους. (2Σα 19:4) Αντίθετα, ο Ελιφάς υπαινίχθηκε εσφαλμένα ότι η ευημερία του Ιώβ τον είχε κάνει αλαζόνα έτσι ώστε, στην ουσία, εκείνος “κάλυπτε το πρόσωπό του με την παχύτητά του”. (Ιωβ 15:27) Όπως συνέβη στην περίπτωση του Αμάν, όταν κάποιος άλλος κάλυπτε το πρόσωπο ενός ατόμου, η ενέργεια αυτή μπορεί να συμβόλιζε ντρόπιασμα και πιθανώς καταδίκη.—Εσθ 7:8· παράβαλε Ψλ 44:15· Ιερ 51:51.
Η φράση “αποστρέφω το πρόσωπο” μπορεί να εκφράζει προσβλητική αδιαφορία ή περιφρόνηση. (2Χρ 29:6· Ιερ 2:27· 32:33) Ο Θεός φανερώνει την απαξίωσή του για εκείνους που απορρίπτουν τη συμβουλή του δείχνοντάς τους «την πλάτη, και όχι το πρόσωπο», την ημέρα της συμφοράς τους.—Ιερ 18:17.
Το “φτύσιμο στο πρόσωπο” κάποιου ήταν μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική πράξη ονειδισμού ή ταπείνωσης.—Αρ 12:14· Δευ 25:9· Ησ 50:6· Ματ 26:67.
Το Ίδιο το Άτομο ή η Παρουσία Του. Εφόσον το πρόσωπο είναι το πιο χαρακτηριστικό τμήμα ενός ατόμου, αυτό που προσδιορίζει το άτομο περισσότερο από κάθε άλλο μέλος του σώματος και εκφράζει την προσωπικότητά του με τον καλύτερο τρόπο, μερικές φορές η λέξη «πρόσωπο» χρησιμοποιούνταν ως μετωνυμία για το ίδιο το άτομο. Βλέπε, για παράδειγμα, τα εδάφια 2 Σαμουήλ 7:9· 17:11 και Πράξεις 3:19, όπου οι εκφράσεις «μπροστά σου» (στη φράση «από μπροστά σου»), «εσύ προσωπικά» και «πρόσωπο» αποδίδουν την πρωτότυπη εβραϊκή λέξη που σημαίνει «πρόσωπο» και τη λέξη πρόσωπον του ελληνικού κειμένου. Σε άλλες περιπτώσεις, το πρόσωπο μπορεί να αναφέρεται στην παρουσία του ατόμου, όπως στο εδάφιο Πράξεις 3:13.
«Το ψωμί της πρόθεσης» στη σκηνή της μαρτυρίας αποκαλείται κυριολεκτικά «το ψωμί του προσώπου» στην εβραϊκή (Εξ 25:30), δηλαδή ήταν το ψωμί της παρουσίας του Ιεχωβά. Αυτή η έκφραση τόνιζε πόσο κοντά βρισκόταν εκείνος στο λαό, όπως καταδεικνυόταν συμβολικά μέσα στο αγιαστήριο.
Άλλες Χρήσεις και Λέξεις. Η λέξη πρόσωπον του ελληνικού κειμένου υποδηλώνει μερικές φορές την «εξωτερική εμφάνιση» που παρουσιάζει ένα άτομο, λόγω του πλούτου ή της φτώχειας του, της υψηλής ή χαμηλής του θέσης και παρόμοιων πραγμάτων.—Ματ 22:16· 2Κο 5:12· Γα 2:6.
Η εβραϊκή λέξη ’αφ (μύτη· ρουθούνια) αναφέρεται μερικές φορές στην περιοχή της μύτης και γι’ αυτό αποδίδεται «πρόσωπο», συνήθως όταν γίνεται λόγος για προσκύνηση. (Γε 3:19· 19:1· 48:12) Η εβραϊκή λέξη ‛άγιν (μάτι) χρησιμοποιείται στη δήλωση ότι ο Ιεχωβά εμφανίστηκε στο λαό του, μεταφορικά, «πρόσωπο με πρόσωπο».—Αρ 14:14, υποσ.
-
-
ΠροσωποληψίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ
Βλέπε ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ.
-
-
ΠροφητείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ
Θεόπνευστο άγγελμα· αποκάλυψη του θεϊκού θελήματος και σκοπού ή η εξαγγελία του. Προφητεία μπορεί να είναι μια θεόπνευστη ηθική διδασκαλία, μια έκφραση θεϊκής προσταγής ή κρίσης ή μια διακήρυξη ενός επικείμενου γεγονότος. Η πρόβλεψη, ή αλλιώς πρόρρηση, δεν είναι η βασική σκέψη που μεταδίδουν οι ρίζες των πρωτότυπων γλωσσών (εβρ. κείμενο, ναβά’, ελλ. κείμενο, προφητεύω), αποτελεί όμως εξέχον γνώρισμα των Βιβλικών προφητειών.—Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ.
Η σημασία των λέξεων στις πρωτότυπες γλώσσες φανερώνεται από τα ακόλουθα παραδείγματα: Όταν ειπώθηκε στον Ιεζεκιήλ μέσα σε όραμα να “προφητεύσει προς τον άνεμο”, εκείνος απλώς εξέφρασε την προσταγή του Θεού προς τον άνεμο. (Ιεζ 37:9, 10) Όταν μερικοί στη δίκη του Ιησού τον σκέπασαν, τον χαστούκισαν και κατόπιν είπαν: «Προφήτευσε σε εμάς, Χριστέ. Ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;», δεν ζητούσαν από τον Ιησού να κάνει κάποια πρόρρηση, αλλά να προσδιορίσει με θεϊκή αποκάλυψη αυτούς που τον είχαν χαστουκίσει. (Ματ 26:67, 68· Λου 22:63, 64) Η Σαμαρείτισσα στο πηγάδι αναγνώρισε τον Ιησού ως “προφήτη” επειδή εκείνος αποκάλυψε για το παρελθόν της πράγματα τα οποία δεν θα μπορούσε να γνωρίζει παρά μόνο με θεϊκή δύναμη. (Ιωα 4:17-19· παράβαλε Λου 7:39.) Συνεπώς, Γραφικές περικοπές όπως η Επί του Όρους Ομιλία του Ιησού και η κατάκριση που απηύθυνε αυτός εναντίον των γραμματέων και Φαρισαίων (Ματ 23:1-36) μπορούν επίσης να χαρακτηριστούν ορθά προφητείες, εφόσον επρόκειτο για θεόπνευστες “διακηρύξεις” του νου του Θεού σχετικά με ορισμένα ζητήματα, όπως ακριβώς ήταν και οι εξαγγελίες του Ησαΐα, του Ιερεμία και άλλων προγενέστερων προφητών.—Παράβαλε Ησ 65:13-16 και Λου 6:20-25.
Φυσικά, υπάρχουν πάμπολλες προρρήσεις, ή αλλιώς προβλέψεις, σε ολόκληρη την Αγία Γραφή, κάποιες δε από τις πρώτες που ειπώθηκαν βρίσκονται στα εδάφια Γένεση 3:14-19· 9:24-27· 27:27-40· 49:1-28· Δευτερονόμιο 18:15-19.
Η Πηγή όλων των αληθινών προφητειών είναι ο Ιεχωβά Θεός. Αυτός τις μεταδίδει μέσω του αγίου του πνεύματος ή, ενίοτε, μέσω ουράνιων αγγελιοφόρων που κατευθύνονται από το πνεύμα. (2Πε 1:20, 21· Εβρ 2:1, 2) Οι προφητείες των Εβραϊκών Γραφών ξεκινούν πολλές φορές με τη φράση: «Ακούστε το λόγο του Ιεχωβά» (Ησ 1:10· Ιερ 7:2), με τον όρο δε “ο λόγος” εννοείται συχνά ένα θεόπνευστο άγγελμα, δηλαδή μια προφητεία.—Ησ 44:26· Ιερ 21:1· Ιεζ 33:30-33· παράβαλε Ησ 24:3.
Με ποια έννοια ήταν “το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού εκείνο που ενέπνευσε την προφητεία”;
Στο όραμα του αποστόλου Ιωάννη, ένας άγγελος του είπε ότι «εκείνο που εμπνέει την προφητεία [τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας, Κείμενο] είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού». (Απ 19:10) Ο απόστολος Παύλος αποκαλεί τον Χριστό “το ιερό μυστικό του Θεού” και λέει ότι «σε αυτόν είναι προσεκτικά αποκρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης». (Κολ 2:2, 3) Ο λόγος για αυτό είναι ότι ο Ιεχωβά Θεός ανέθεσε στον Γιο του το βασικό ρόλο στην επεξεργασία του μεγαλειώδους σκοπού Του, ο οποίος είναι να αγιάσει το όνομά Του και να αποκαταστήσει τη γη και τους κατοίκους της στη θέση που αρμόζει σε αυτούς στη δική Του διευθέτηση των πραγμάτων, χρησιμοποιώντας ως μέσο “μια διαχείριση στο πλήρωμα των προσδιορισμένων καιρών, δηλαδή ξανασυγκεντρώνοντας όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη”. (Εφ 1:9, 10· παράβαλε 1Κο 15:24, 25.) Εφόσον η εκπλήρωση του μεγαλειώδους σκοπού του Θεού είναι καθ’ όλα συνυφασμένη με τον Ιησού (παράβαλε Κολ 1:19, 20), έπεται ότι όλες οι προφητείες, δηλαδή όλα τα θεόπνευστα αγγέλματα που διακήρυξαν οι υπηρέτες του Θεού, έστρεφαν την προσοχή στον Γιο του. Ως εκ τούτου, όπως δηλώνει το εδάφιο Αποκάλυψη 19:10, όλο το «πνεύμα» (η συνολική τάση, πρόθεση και επιδίωξη) της προφητείας ήταν το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού, εκείνον τον οποίο ο Ιεχωβά επρόκειτο να καταστήσει ως “την οδό, την αλήθεια και τη ζωή”. (Ιωα 14:6) Αυτό θα ίσχυε, όχι μόνο για τις προφητείες που προηγούνταν της επίγειας διακονίας του Ιησού, αλλά και για εκείνες που θα ακολουθούσαν.—Πρ 2:16-36.
Από το ξέσπασμα κιόλας του στασιασμού στην Εδέμ, ο Ιεχωβά Θεός ξεκίνησε αυτή τη «μαρτυρία για τον Ιησού» μέσω της προφητείας του σχετικά με το «σπέρμα», το οποίο τελικά θα “συνέτριβε το κεφάλι του φιδιού”, του Αντιδίκου του Θεού. (Γε 3:15) Η Αβραμιαία διαθήκη υπήρξε προφητική όσον αφορά εκείνο το Σπέρμα και όσον αφορά το ότι αυτό θα ευλογούσε όλες τις οικογένειες της γης και θα νικούσε τον Αντίδικο και το «σπέρμα» του. (Γε 22:16-18· παράβαλε Γα 3:16.) Προειπώθηκε ότι το υποσχεμένο Σπέρμα, ο αποκαλούμενος «Σηλώ» (που σημαίνει «Εκείνος του Οποίου Είναι· Εκείνος στον Οποίο Ανήκει»), θα ερχόταν από τη φυλή του Ιούδα. (Γε 49:10) Μέσω του έθνους του Ισραήλ, ο Ιεχωβά αποκάλυψε ότι ο σκοπός του ήταν να έχει «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:6· παράβαλε 1Πε 2:9, 10.) Οι θυσίες του Νόμου που δόθηκε στον Ισραήλ προσκίαζαν τη θυσία του Γιου του Θεού, το δε ιερατείο του εξεικονίζει το ουράνιο βασιλικό ιερατείο εκείνου (το οποίο αποτελείται από τον ίδιο και τους συνιερείς του) κατά τη Χιλιετή Βασιλεία του. (Εβρ 9:23, 24· 10:1· Απ 5:9, 10· 20:6) Επομένως, ο Νόμος έγινε “παιδαγωγός που οδήγησε στον Χριστό”.—Γα 3:23, 24.
Σχετικά με κάποια γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του έθνους του Ισραήλ, ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Αυτά συνέβαιναν σε εκείνους ως παραδείγματα [τυπικῶς, Κείμενο] και γράφτηκαν για προειδοποίηση δική μας [των ακολούθων του Χριστού Ιησού], στους οποίους έχουν φτάσει τα τέλη των συστημάτων πραγμάτων». (1Κο 10:11) Ο Δαβίδ, ο εξοχότερος βασιλιάς του έθνους, αποτέλεσε προφητικό σύμβολο του Γιου του Θεού, τη δε διαθήκη του Θεού με τον Δαβίδ για αιώνια βασιλεία την κληρονόμησε ο Ιησούς Χριστός. (Ησ 9:6, 7· Ιεζ 34:23, 24· Λου 1:32· Πρ 13:32-37· Απ 22:16) Οι διάφορες μάχες που έδωσαν πιστοί βασιλιάδες (συνήθως καθοδηγούμενοι και ενθαρρυνόμενοι από προφήτες του Θεού) προεικόνιζαν τον πόλεμο που θα διεξήγε ο Γιος του Θεού κατά των εχθρών της Βασιλείας του, και, επομένως, οι νίκες που τους χάρισε ο Θεός προεικόνιζαν τη νίκη του Χριστού επί όλων των δυνάμεων του Σατανά, η οποία θα φέρει απελευθέρωση στο λαό του Θεού.—Ψλ 110:1-5· Μιχ 5:2-6· Πρ 4:24-28· Απ 16:14, 16· 19:11-21.
Πολλές από τις προφητείες αυτής της περιόδου περιέγραψαν τη βασιλεία του Χρισμένου του Θεού (του Μεσσία, ή αλλιώς Χριστού) και τις ευλογίες της διακυβέρνησής του. Άλλες Μεσσιανικές προφητείες έστρεψαν την προσοχή στο διωγμό και στα παθήματα του Υπηρέτη του Θεού. (Παράβαλε Ησ 11:1-10· 53:1-12· Πρ 8:29-35.) Όπως δηλώνει ο απόστολος Πέτρος, οι ίδιοι οι αρχαίοι προφήτες «ερευνούσαν ποιον καιρό ή τι είδους καιρό υποδείκνυε το πνεύμα μέσα τους σχετικά με τον Χριστό [τον Μεσσία], όταν αυτό έδινε μαρτυρία προκαταβολικά για τα παθήματα που περίμεναν τον Χριστό και για τις δόξες που θα τα ακολουθούσαν». Τους αποκαλύφτηκε ότι αυτά τα πράγματα θα εκπληρώνονταν στο μέλλον, πέρα από το δικό τους καιρό.—1Πε 1:10-12· παράβαλε Δα 9:24-27· 12:1-10.
Εφόσον ο Χριστός Ιησούς είναι Εκείνος στον οποίο εκπληρώνονται όλες αυτές οι προφητείες, πράγμα που τις αποδεικνύει όλες αληθινές, καθίσταται φανερό το πώς “η αλήθεια έγινε πραγματικότητα μέσω του Ιησού Χριστού”. «Διότι όσες και αν είναι οι υποσχέσεις του Θεού, έχουν γίνει Ναι μέσω αυτού». (Ιωα 1:17· 2Κο 1:20· παράβαλε Λου 18:31· 24:25, 26, 44-46.) Εύλογα είπε ο Πέτρος για τον Ιησού ότι “όλοι οι προφήτες δίνουν μαρτυρία για αυτόν”.—Πρ 3:20-24· 10:43· παράβαλε 28:23.
Σκοπός και Χρόνος Εκπλήρωσης. Η προφητεία, είτε ήταν πρόρρηση είτε απλή θεόπνευστη οδηγία είτε έλεγχος, ωφελούσε τόσο εκείνους που την άκουγαν αρχικά όσο και εκείνους που θα έθεταν πίστη στις υποσχέσεις του Θεού σε κάθε μελλοντική περίοδο. Σε ό,τι αφορά τους αρχικούς αποδέκτες, οι προφητείες τούς διαβεβαίωναν ότι, παρά το πέρασμα ετών ή αιώνων, ο Θεός παρέμενε αμετακίνητος στο σκοπό του και σταθερός στους όρους και στις υποσχέσεις της διαθήκης του. (Παράβαλε Ψλ 77:5-9· Ησ 44:21· 49:14-16· Ιερ 50:5.) Η προφητεία του Δανιήλ, παραδείγματος χάρη, παρείχε πληροφορίες οι οποίες αποτέλεσαν ανεκτίμητο κρίκο ανάμεσα στην ολοκλήρωση της συγγραφής των Εβραϊκών ή προχριστιανικών Γραφών και στην έλευση του Μεσσία. Η πρόγνωσή της σχετικά με παγκόσμια γεγονότα, μεταξύ των οποίων η άνοδος και η πτώση των διαδοχικών παγκόσμιων δυνάμεων, παρείχε διαβεβαίωση στους Ιουδαίους που ζούσαν κατά τους αιώνες της περσικής, της ελληνικής και της ρωμαϊκής κυριαρχίας (καθώς και στους Χριστιανούς μετέπειτα) ότι δεν υπήρχαν κενά στην πρόβλεψη του Θεού, ότι οι δικοί τους καιροί είχαν όντως προβλεφθεί και ότι η εκπλήρωση του υπέρτατου σκοπού του Ιεχωβά εξακολουθούσε να είναι βέβαιη. Προστάτευε αυτούς τους πιστούς από το να θέσουν την πίστη και την ελπίδα τους σε τέτοια εφήμερα παγκόσμια καθεστώτα με παροδική δύναμη ελέγχου και τους έδινε την ικανότητα να κατευθύνουν την πορεία τους με σοφία.—Παράβαλε Δα 8:20-26· 11:1-20.
Το γεγονός ότι πολλές προφητείες είχαν ήδη εκπληρωθεί στην εποχή τους έπειθε τους ειλικρινείς ανθρώπους ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να πραγματοποιεί το σκοπό του παρά την όποια εναντίωση. Το ότι αυτός, και μόνο αυτός, μπορούσε να προείπει τέτοια γεγονότα και να τα κάνει να συμβούν αποδείκνυε ότι είναι ο μοναδικός πραγματικός Θεός. (Ησ 41:21-26· 46:9-11) Επίσης, αυτές οι προφητείες τούς έδιναν τη δυνατότητα να γνωρίσουν καλύτερα τον Θεό, κατανοώντας σαφέστερα το θέλημά του και τους ηθικούς κανόνες με βάση τους οποίους ενεργεί και κρίνει, ώστε να εναρμονίζουν τη ζωή τους ανάλογα.—Ησ 1:18-20· 55:8-11.
Μεγάλος αριθμός προφητειών εφαρμόστηκαν ή εκπληρώθηκαν αρχικά στους ανθρώπους της εποχής κατά την οποία διατυπώθηκαν, εφόσον πολλές προφητείες εξέφραζαν την κρίση του Θεού για τον σαρκικό Ισραήλ και τα γύρω έθνη και προέλεγαν την πτώση και την επακόλουθη αποκατάσταση του Ισραήλ και του Ιούδα. Εντούτοις, οι προφητείες αυτές δεν έχασαν την αξία τους για τις μεταγενέστερες γενιές, όπως για τη Χριστιανική εκκλησία, είτε στον πρώτο αιώνα Κ.Χ. είτε στις ημέρες μας. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει: «Διότι όλα όσα γράφτηκαν παλιότερα γράφτηκαν για τη διδασκαλία μας, ώστε, μέσω της υπομονής μας και μέσω της παρηγοριάς από τις Γραφές, να έχουμε ελπίδα». (Ρω 15:4) Εφόσον ο Θεός είναι αμετάβλητος όσον αφορά τους ηθικούς κανόνες και το σκοπό του (Μαλ 3:6· Εβρ 6:17, 18), η πολιτεία του με τον Ισραήλ έδειξε πώς θα χειριστεί παρόμοιες καταστάσεις σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή. Επομένως, ο Ιησούς και οι μαθητές του δικαιολογημένα χρησιμοποίησαν προφητικές δηλώσεις, οι οποίες είχαν εφαρμοστεί αιώνες νωρίτερα, ως εφαρμόσιμες και στις δικές τους ημέρες. (Ματ 15:7, 8· Πρ 28:25-27) Άλλες προφητείες ήταν σαφώς προρρήσεις, καθώς μερικές συνδέονταν συγκεκριμένα και αποκλειστικά με την επίγεια διακονία του Ιησού και με τα επακόλουθα γεγονότα. (Ησ 53· Δα 9:24-27) Για όσους ζούσαν τον καιρό της εμφάνισης του Μεσσία, οι προφητείες παρείχαν τα μέσα για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του και για την εξακρίβωση της γνησιότητας της αποστολής και του αγγέλματός του.—Βλέπε ΜΕΣΣΙΑΣ.
Μετά την αναχώρηση του Ιησού από τη γη, οι Εβραϊκές Γραφές και οι προφητείες τους συμπλήρωναν τις διδασκαλίες του Ιησού ως προς τη διαμόρφωση του ζωτικού πλαισίου μέσα στο οποίο οι Χριστιανοί ακόλουθοί του μπορούσαν να βλέπουν τα μετέπειτα γεγονότα, να τα εντάσσουν σε αυτό και να μαθαίνουν το νόημα και τη σημασία τους. Αυτό προσέδιδε κύρος και ισχύ στο κήρυγμα και στη διδασκαλία τους, ενώ παράλληλα τους έδινε πεποίθηση και θάρρος καθώς αντιμετώπιζαν εναντίωση. (Πρ 2:14-36· 3:12-26· 4:7-12, 24-30· 7:48-50· 13:40, 41, 47) Στις παλιές θεόπνευστες αποκαλύψεις βρήκαν μεγάλο απόθεμα ηθικών οδηγιών για «διδασκαλία, για έλεγχο, για τακτοποίηση ζητημάτων, για διαπαιδαγώγηση στη δικαιοσύνη». (2Τι 3:16, 17· Ρω 9:6-33· 1Κο 9:8-10· 10:1-22) Ο Πέτρος, ο οποίος έλαβε επιβεβαίωση των προφητειών βλέποντας το όραμα της μεταμόρφωσης, είπε: «Έχουμε, λοιπόν, τον προφητικό λόγο βεβαιότερο· και κάνετε καλά που δίνετε προσοχή σε αυτόν όπως σε λυχνάρι που λάμπει σε σκοτεινό τόπο». (2Πε 1:16-19· Ματ 16:28–17:9) Άρα, οι προχριστιανικές προφητείες συμπλήρωναν τις οδηγίες του Ιησού και αποτελούσαν μέσο με το οποίο ο Θεός καθοδηγούσε τη Χριστιανική εκκλησία σε σπουδαίες αποφάσεις, όπως παραδείγματος χάρη στο ζήτημα των Εθνικών πιστών.—Πρ 15:12-21· Ρω 15:7-12.
Οι προφητείες έπαιζαν επίσης προειδοποιητικό ρόλο, υποδεικνύοντας πότε έπρεπε να αναληφθεί επειγόντως δράση. Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η προειδοποίηση του Ιησού για την επερχόμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την κατάσταση που θα υποδείκνυε στους ακολούθους του ότι ήταν καιρός να εγκαταλείψουν την πόλη και να καταφύγουν σε κάποιον ασφαλή τόπο. (Λου 19:41-44· 21:7-21) Παρόμοιες προφητικές προειδοποιήσεις αφορούν την παρουσία του Χριστού.—Παράβαλε Ματ 24:36-42.
Με την έκχυση του αγίου πνεύματος την Πεντηκοστή, χορηγήθηκαν στους Χριστιανούς θαυματουργικά χαρίσματα, όπως η προφητεία και η ομιλία σε γλώσσες τις οποίες δεν είχαν σπουδάσει. Σε μερικές περιπτώσεις (αλλά όχι κατ’ ανάγκην σε όλες) το χάρισμα της προφητείας παρήγαγε προρρήσεις, όπως του Άγαβου (Πρ 11:27, 28· 21:8-11), κάτι που έδωσε στη Χριστιανική εκκλησία ή σε μέλη της τη δυνατότητα να προετοιμαστούν για συγκεκριμένες κρίσιμες καταστάσεις ή δοκιμασίες. Οι κανονικές επιστολές των αποστόλων και των μαθητών περιέχουν και αυτές θεόπνευστες προβλέψεις του μέλλοντος. Προειδοποιούσαν για την επερχόμενη αποστασία, περιέγραφαν τη μορφή που θα έπαιρνε αυτή, προειδοποιούσαν για την κρίση του Θεού και τη μελλοντική εκτέλεσή της και αποκάλυπταν δογματικές αλήθειες που δεν ήταν πριν κατανοητές ή σαφείς, καθώς επίσης διευκρίνιζαν όσες είχαν γνωστοποιηθεί ήδη. (Πρ 20:29, 30· 1Κο 15:22-28, 51-57· 1Θε 4:15-18· 2Θε 2:3-12· 1Τι 4:1-3· 2Τι 3:1-13· 4:3, 4· παράβαλε Ιου 17-21.) Το βιβλίο της Αποκάλυψης είναι γεμάτο προφητικές πληροφορίες, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να προειδοποιηθούν ώστε να μπορέσουν να διακρίνουν «τα σημεία των καιρών» (Ματ 16:3) και να αναλάβουν επειγόντως δράση.—Απ 1:1-3· 6:1-17· 12:7-17· 13:11-18· 17:1-12· 18:1-8.
Ωστόσο, στην πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους, ο Παύλος εξηγεί ότι τα θαυματουργικά χαρίσματα, μεταξύ των οποίων και οι θεόπνευστες προφητείες, επρόκειτο να καταργηθούν. (1Κο 13:2, 8-10) Τα στοιχεία δείχνουν ότι με το θάνατο των αποστόλων αυτά τα χαρίσματα έπαψαν να μεταδίδονται και έκτοτε παρήλθαν από τη Χριστιανική σκηνή, έχοντας εκπληρώσει το σκοπό τους. Φυσικά, μέχρι τότε ο Βιβλικός κανόνας είχε ολοκληρωθεί.
Οι παραβολές του Ιησού είχαν παρόμοια μορφή με μερικές από τις αλληγορικές εξαγγελίες των προγενέστερων προφητών. (Παράβαλε Ιεζ 17:1-18· 19:1-14· Ματ 7:24-27· 21:33-44.) Σχεδόν όλες είχαν κάποια εκπλήρωση εκείνον τον καιρό. Μερικές ουσιαστικά έθεταν ηθικές αρχές. (Ματ 18:21-35· Λου 18:9-14) Άλλες περιείχαν χρονικά χαρακτηριστικά τα οποία έφταναν ως την παρουσία του Ιησού και “την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων”.—Ματ 13:24-30, 36-43· 25:1-46.
Πολλαπλή εκπλήρωση. Η χρήση προφητειών από τον Ιησού και τους μαθητές του φανερώνει ότι μια προφητεία πρόρρησης πιθανόν να έχει περισσότερες από μία εκπληρώσεις. Παραδείγματος χάρη, ο Παύλος αναφέρθηκε στην προφητεία του Αββακούμ, η οποία είχε εκπληρωθεί αρχικά με την ερήμωση του Ιούδα από τη Βαβυλώνα, και την εφάρμοσε στις ημέρες του. (Αββ 1:5, 6· Πρ 13:40, 41) Ο Ιησούς έδειξε ότι η προφητεία του Δανιήλ σχετικά με «το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση» επρόκειτο να εκπληρωθεί στη γενιά που ήταν τότε εν ζωή. Εντούτοις, η προφητεία του Δανιήλ συνδέει επίσης «το αηδιαστικό πράγμα» που προκαλεί ερήμωση με τον «καιρό του τέλους». (Δα 9:27· 11:31-35· Ματ 24:15, 16) Τα Βιβλικά στοιχεία δείχνουν πως, όταν «σηκωθεί» ο Μιχαήλ, αυτό θα σημάνει ότι ο Ιησούς Χριστός αναλαμβάνει δράση ως βασιλιάς υπέρ των υπηρετών του Ιεχωβά. (Δα 12:1· βλέπε ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1.) Η προφητεία του ίδιου του Ιησού σχετικά με την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων περιλαμβάνει παρόμοια μια αναφορά στην έλευσή του με βασιλική εξουσία, πράγμα που δεν συνέβη τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. (Ματ 24:29, 30· Λου 21:25-32) Αυτό υποδεικνύει διπλή εκπλήρωση. Έτσι λοιπόν, σχετικά με το θέμα της διπλής εκπλήρωσης προφητειών, η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1894, Τόμ. 8, σ. 635) αναφέρει: «Αυτή η άποψη για την εκπλήρωση των προφητειών φαίνεται απαραίτητη προκειμένου να εξηγηθεί η πρόρρηση του Κυρίου μας στο Όρος, η οποία σχετίζεται τόσο με την πτώση της Ιερουσαλήμ όσο και με το τέλος του Χριστιανικού Αιώνα».
Μορφές Προφητείας. Εκτός από τις άμεσες δηλώσεις που μετέδιδε μέσω των προφητών του (οι οποίες ίσως συνοδεύονταν και από συμβολικές πράξεις [1Βα 11:29-31] ή εκφέρονταν αλληγορικά), ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε και άλλες μορφές προφητείας. Προφητικοί χαρακτήρες προεικόνιζαν τον Μεσσία, τον Χριστό Ιησού. Εκτός από τον Δαβίδ, που αναφέρθηκε ήδη, μεταξύ αυτών ήταν ο ιερέας-βασιλιάς Μελχισεδέκ (Εβρ 7:15-17), ο προφήτης Μωυσής (Πρ 3:20-22) και άλλοι. Ας σημειωθεί ότι, όσον αφορά τους προφητικούς χαρακτήρες, το άτομο δεν πρέπει να θεωρείται εξεικονιστικό ή προφητικό από κάθε άποψη. Παραδείγματος χάρη, οι τρεις ημέρες που πέρασε ο Ιωνάς στην κοιλιά του μεγάλου ψαριού προεικόνιζαν το διάστημα που θα έμενε ο Ιησούς στον Σιεόλ. Ωστόσο, η απροθυμία του Ιωνά να δεχτεί το διορισμό του όπως και άλλες πτυχές της ζωής του δεν προεικόνιζαν την πορεία του Γιου του Θεού. Ο Ιησούς χαρακτήρισε τον εαυτό του ως «κάτι που είναι περισσότερο από τον Σολομώντα», διότι η σοφία του Ιησού και η ειρήνη που διακρίνει τη διακυβέρνηση της Βασιλείας του είναι όμοιες με του Σολομώντα αλλά συγκριτικά υπέρτερες. Εντούτοις, ο Ιησούς δεν γίνεται παραβάτης από πνευματική άποψη, όπως έγινε ο Σολομών.—Ματ 12:39-42.
Ο Θεός χρησιμοποίησε επίσης προφητικά δράματα, δεδομένου ότι λεπτομέρειες από τη ζωή ατόμων και εθνών καταγράφηκαν ως υπόδειγμα μελλοντικών γεγονότων στην επεξεργασία του σκοπού του Ιεχωβά. Ο Παύλος μιλάει για ένα τέτοιο «συμβολικό δράμα» που περιλάμβανε τους δύο γιους του Αβραάμ από τη Σάρρα και από τη δούλη Άγαρ. Δείχνει ότι οι δύο γυναίκες «σημαίνουν» δύο σχέσεις διαθήκης. Οι ίδιες προσωπικά δεν εξεικόνιζαν αυτές τις διαθήκες. Ωστόσο, στο προφητικό δράμα οι γυναίκες εκείνες αντιστοιχούσαν σε συμβολικές γυναίκες οι οποίες γέννησαν παιδιά υπό τις εν λόγω διαθήκες. Έτσι λοιπόν, η Άγαρ αντιστοιχούσε στην επίγεια Ιερουσαλήμ, η οποία δεν δέχτηκε τον Ελευθερωτή τον οποίο υποδείκνυε η διαθήκη του Νόμου, αλλά παρέμεινε προσκολλημένη σε εκείνον το Νόμο ακόμη και αφού τον τερμάτισε ο Θεός. Συνεπώς, η επίγεια Ιερουσαλήμ και τα παιδιά της ήταν υπόδουλοι στο Νόμο. Από την άλλη πλευρά, η Σάρρα, η ελεύθερη γυναίκα, αντιστοιχούσε στην «άνω Ιερουσαλήμ», την όμοια με σύζυγο ουράνια οργάνωση του Θεού, η οποία γεννάει γιους σύμφωνα με όσα προειπώθηκαν στην Αβραμιαία διαθήκη. (Γα 4:21-31· παράβαλε Ιωα 8:31-36.) Ο Κατακλυσμός των ημερών του Νώε και οι προϋπάρχουσες συνθήκες ήταν προφητικά πρότυπα των συνθηκών που θα επικρατούσαν κατά τη μελλοντική παρουσία του Χριστού και της κατάληξης που θα είχαν όσοι θα απέρριπταν την οδό του Θεού.—Ματ 24:36-39· παράβαλε 1Κο 10:1-11.
Προφητικά χρησιμοποιήθηκαν και τόποι, όπως η πόλη της Ιερουσαλήμ στο Όρος Σιών, η οποία ενίοτε εκπροσωπούσε μια ουράνια οργάνωση που είναι η «μητέρα» των χρισμένων με το πνεύμα Χριστιανών. (Γα 4:26) Η «Νέα Ιερουσαλήμ» συμβόλιζε την ουράνια «νύφη» του Χριστού, η οποία αποτελείται από μέλη της δοξασμένης Χριστιανικής εκκλησίας. (Απ 21:2, 9-14· παράβαλε Εφ 5:23-27, 32, 33· Απ 14:1-4.) Ωστόσο, η Ιερουσαλήμ, εξαιτίας της ευρείας απιστίας των κατοίκων της, μπορεί να χρησιμοποιείται και αρνητικά. (Γα 4:25· παράβαλε Ιεζ 16:1-3, 8-15· βλέπε ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ [Η Σημασία της Πόλης].) Άλλοι τόποι που καταφανώς χρησιμοποιήθηκαν με προφητική σημασία είναι τα Σόδομα, η Αίγυπτος, η Μεγιδδώ, η Βαβυλώνα και η Κοιλάδα του Εννόμ, ή αλλιώς Γέεννα.—Απ 11:8· 16:16· 18:2· Ματ 23:33.
Στην περίπτωση της σκηνής της μαρτυρίας βρίσκουμε ένα προφητικό υπόδειγμα, το οποίο περιλάμβανε αντικείμενα και διαδικασίες. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι ο εξοπλισμός της, τα όσα λάβαιναν χώρα σε αυτήν και οι θυσίες της αποτελούσαν υπόδειγμα ουράνιων πραγματικοτήτων, «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων».—Εβρ 8:5· 9:23, 24.
Δοκιμή των Προφητειών και της Ερμηνείας Τους. Λόγω της δράσης των ψευδοπροφητών, ο Ιωάννης προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να πιστεύει κάποιος κάθε «εμπνευσμένη έκφραση», πράγμα που είναι βασικά οι προφητείες. Αντίθετα, νουθέτησε τους Χριστιανούς να “δοκιμάζουν τις εμπνευσμένες εκφράσεις για να δουν αν προέρχονται από τον Θεό”. (1Ιω 4:1) Ο Ιωάννης αναφέρει μια διδασκαλία με την οποία μπορεί να καθοριστεί αν η εμπνευσμένη έκφραση έχει θεϊκή προέλευση, συγκεκριμένα τη διδασκαλία ότι ο Χριστός έχει έρθει με σάρκα. Ωστόσο, σαφώς δεν εννοούσε ότι αυτό ήταν το μοναδικό κριτήριο, αλλά προφανώς ανέφερε ένα παράδειγμα κάποιου ζητήματος το οποίο ενδεχομένως ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο εκείνον τον καιρό. (1Ιω 4:2, 3) Ένας ζωτικός παράγοντας είναι το αν η προφητεία εναρμονίζεται με τον αποκαλυμμένο λόγο και το θέλημα του Θεού (Δευ 13:1-5· 18:20-22), και αυτή η εναρμόνιση δεν μπορεί να είναι μερική αλλά πρέπει να είναι πλήρης προκειμένου να είναι ορθή η προφητεία ή η ερμηνεία της. (Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ [Διάκριση του Αληθινού από τον Ψεύτικο].) Στη Χριστιανική εκκλησία του πρώτου αιώνα είχε χορηγηθεί σε μερικούς το χάρισμα της “διάκρισης των εμπνευσμένων λόγων” (1Κο 12:10), πράγμα που καθιστούσε δυνατή την πιστοποίηση της αυθεντικότητας των προφητειών. Παρότι και αυτή η θαυματουργική ικανότητα εξέλιπε, είναι λογικό ότι ο Θεός θα εξακολουθούσε να κάνει διαθέσιμη μέσω της εκκλησίας την ορθή κατανόηση των προφητειών, ιδίως στον προειπωμένο «καιρό του τέλους», όχι θαυματουργικά, αλλά ως αποτέλεσμα επιμελούς έρευνας και μελέτης, όπως επίσης σύγκρισης των προφητειών με καταστάσεις και γεγονότα που θα λάβαιναν χώρα.—Παράβαλε Δα 12:4, 9, 10· Ματ 24:15, 16· 1Κο 2:12-14· 1Ιω 4:6· βλέπε ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
-
-
ΠροφήτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΦΗΤΗΣ
Άτομο μέσω του οποίου γνωστοποιείται το θέλημα και ο σκοπός του Θεού. (Λου 1:70· Πρ 3:18-21) Αν και η ετυμολογία της εβραϊκής λέξης που αποδίδεται «προφήτης» (ναβί’) είναι αβέβαιη, η χρήση αυτού του χαρακτηριστικού προσδιορισμού δείχνει ότι οι αληθινοί προφήτες δεν ήταν απλώς διαλαλητές αλλά εκπρόσωποι του Θεού, “άνθρωποι του Θεού” που μετέδιδαν θεόπνευστα αγγέλματα. (1Βα 12:22· 2Βα 4:9· 23:17) Στέκονταν στο «στενό περιβάλλον» του Θεού και εκείνος τους αποκάλυπτε «το εμπιστευτικό του ζήτημα».—Ιερ 23:18· Αμ 3:7· 1Βα 17:1· βλέπε ΒΛΕΠΩΝ.
Η λέξη προφήτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που μιλάει ενώπιον ή μπροστά σε [πρό και φημί]», άρα περιγράφει έναν διαγγελέα, κάποιον που γνωστοποιεί αγγέλματα τα οποία αποδίδονται σε θεϊκή πηγή. (Παράβαλε Τιτ 1:12.) Μολονότι η λέξη εμπεριέχει την ιδέα της πρόγνωσης του μέλλοντος, η θεμελιώδης έννοιά της δεν είναι η έννοια της πρόρρησης. (Παράβαλε Κρ 6:7-10.) Εντούτοις, το να ζει κανείς σε αρμονία με το θέλημα του Θεού προϋποθέτει το να γνωρίζει τους αποκαλυμμένους σκοπούς του Ιεχωβά για το μέλλον ώστε να ευθυγραμμίζει τις οδούς, τις επιθυμίες και τους στόχους του με το θεϊκό θέλημα. Συνεπώς, στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων, οι Βιβλικοί προφήτες μετέδιδαν όντως αγγέλματα που συνδέονταν, άμεσα ή έμμεσα, με το μέλλον.
Το Προφητικό Αξίωμα στις Εβραϊκές Γραφές. Ο πρώτος ανθρώπινος εκπρόσωπος του Θεού ήταν προφανώς ο Αδάμ, ο οποίος αρχικά μεταβίβασε τις οδηγίες του Θεού στη σύζυγό του την Εύα, και από αυτή την άποψη εκπλήρωσε το ρόλο του προφήτη. Οι οδηγίες εκείνες σχετίζονταν, όχι μόνο με το (δικό τους) παρόν, αλλά και με το μέλλον, σκιαγραφώντας το σκοπό του Θεού για τη γη και τους ανθρώπους, καθώς και την πορεία που πρέπει να ακολουθούν αυτοί για να απολαύσουν ένα ευλογημένο μέλλον. (Γε 1:26-30· 2:15-17, 23, 24· 3:1-3) Ο πρώτος πιστός ανθρώπινος προφήτης που μνημονεύεται ήταν ο Ενώχ, το δε άγγελμά του περιείχε όντως άμεση πρόρρηση. (Ιου 14, 15) Τόσο ο Λάμεχ όσο και ο γιος του ο Νώε εξήγγειλαν θεόπνευστες αποκαλύψεις του σκοπού και του θελήματος του Θεού.—Γε 5:28, 29· 9:24-27· 2Πε 2:5.
Η λέξη ναβί’ αυτή καθαυτή εφαρμόζεται για πρώτη φορά στον Αβραάμ. (Γε 20:7) Ο Αβραάμ δεν απέκτησε φήμη επειδή προέλεγε το μέλλον—τουλάχιστον δεν το έκανε αυτό δημόσια. Ο Θεός, όμως, του είχε δώσει ένα άγγελμα, μια προφητική υπόσχεση. Ο Αβραάμ πρέπει να ένιωσε αναστατωμένος και να παρακινήθηκε να μιλήσει για αυτό, κυρίως στην οικογένειά του, εξηγώντας γιατί έφευγε από την Ουρ και ποια ήταν η υπόσχεση του Θεού προς αυτόν. (Γε 12:1-3· 13:14-17· 22:15-18) Παρόμοια, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, οι κληρονόμοι της υπόσχεσης, ήταν «προφήτες» που είχαν στενή επικοινωνία με τον Θεό. (Ψλ 105:9-15) Επιπλέον, στις ευλογίες που έδωσαν στους γιους τους προείδαν κάποια γεγονότα. (Γε 27:27-29, 39, 40· 49:1-28) Εκτός από τον Ιώβ και τον Ελιού, οι οποίοι προφανώς χρησιμοποιήθηκαν από τον Θεό πριν από την Έξοδο για να αποκαλύψουν θεϊκές αλήθειες, όλοι οι αληθινοί προφήτες προέρχονταν μετέπειτα από τους απογόνους του Ιακώβ (τους Ισραηλίτες) ως και τον πρώτο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας.
Ο ρόλος του προφήτη γίνεται σαφέστερος με τον Μωυσή. Η θέση του προφήτη ως εκπροσώπου του Θεού τονίζεται από το γεγονός ότι ο Ιεχωβά διόρισε τον Ααρών να είναι «προφήτης» ή «στόμα» για τον Μωυσή, ενώ ο Μωυσής “ήταν Θεός για τον Ααρών”. (Εξ 4:16· 7:1, 2) Ο Μωυσής προείπε πολλά γεγονότα που εκπληρώθηκαν γρήγορα, όπως οι Δέκα Πληγές. Ωστόσο, υπηρέτησε με ακόμη εντυπωσιακότερο τρόπο ως προφήτης, δηλαδή εκπρόσωπος του Θεού, σε σχέση με την επίδοση της διαθήκης του Νόμου στο Σινά και με την εκπαίδευση του έθνους σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αν και η διαθήκη του Νόμου είχε τεράστια άμεση αξία για τους Ισραηλίτες ως ηθικός κώδικας και οδηγός, έστρεφε επίσης την προσοχή προς το μέλλον και τα “καλύτερα μελλοντικά πράγματα”. (Γα 3:23-25· Εβρ 8:6· 9:23, 24· 10:1) Η στενή, συχνά αμφίδρομη, επικοινωνία του Μωυσή με τον Θεό και η κατά πολύ αυξημένη κατανόηση του θελήματος και του σκοπού του Ιεχωβά, στη μετάδοση των οποίων χρησιμοποιήθηκε, κατέστησαν την προφητική του θέση ξεχωριστή. (Εξ 6:2-8· Δευ 34:10) Τα αδέλφια του, ο Ααρών και η Μαριάμ, πρόσφεραν επίσης προφητική υπηρεσία με την έννοια ότι μετέδωσαν θεϊκά αγγέλματα ή συμβουλές (αν και όχι κατ’ ανάγκην προρρήσεις), όπως έκαναν και 70 πρεσβύτεροι του έθνους.—Εξ 15:20· Αρ 11:25· 12:1-8.
Εκτός από τον ανώνυμο άντρα του εδαφίου Κριτές 6:8, το μόνο πρόσωπο για το οποίο το βιβλίο των Κριτών αναφέρει συγκεκριμένα ότι πρόσφερε προφητική υπηρεσία είναι η προφήτισσα Δεββώρα. (Κρ 4:4-7· 5:7) Ωστόσο, αυτή καθαυτή η απουσία του όρου ναβί’ δεν σημαίνει ότι δεν υπηρέτησαν και άλλοι με αυτή την ιδιότητα. Τον καιρό του Σαμουήλ «ο λόγος από τον Ιεχωβά είχε γίνει σπάνιος . . . · δεν υπήρχε όραμα που να διαδίδεται». Από την παιδική του ηλικία ο Σαμουήλ υπηρετούσε ως εκπρόσωπος του Θεού, και η εκπλήρωση των θεϊκών αγγελμάτων έκανε τους πάντες να παραδεχτούν ότι αυτός ήταν «αναγνωρισμένος για τη θέση του προφήτη του Ιεχωβά».—1Σα 3:1-14, 18-21.
Με την εγκαθίδρυση της μοναρχίας, εμφανίζεται μια σχεδόν αδιάκοπη γραμμή προφητών. (Παράβαλε Πρ 3:24.) Ο Γαδ άρχισε να προφητεύει πριν από το θάνατο του Σαμουήλ. (1Σα 22:5· 25:1) Τόσο δε αυτός όσο και ο προφήτης Νάθαν διαδραμάτισαν εξέχοντα ρόλο κατά τη βασιλεία του Δαβίδ. (2Σα 7:2-17· 12:7-15· 24:11-14, 18) Όπως και άλλοι προφήτες αργότερα, υπηρέτησαν και οι δυο τους ως βασιλικοί σύμβουλοι και ιστορικοί. (1Χρ 29:29· 2Χρ 9:29· 29:25· 12:15· 25:15, 16) Ο ίδιος ο Δαβίδ χρησιμοποιήθηκε για να μεταδώσει ορισμένες θεϊκές αποκαλύψεις και αποκαλείται «προφήτης» από τον απόστολο Πέτρο. (Πρ 2:25-31, 34) Την εποχή του διαιρεμένου βασιλείου έδρασαν πιστοί προφήτες τόσο στο βόρειο όσο και στο νότιο βασίλειο. Μερικοί χρησιμοποιήθηκαν για να προφητεύσουν προς τους ηγέτες και το λαό και των δύο βασιλείων. Μεταξύ των προφητών της αιχμαλωσιακής και της μεταιχμαλωσιακής περιόδου ήταν ο Δανιήλ, ο Αγγαίος, ο Ζαχαρίας και ο Μαλαχίας.
Οι προφήτες έπαιζαν ζωτικό ρόλο στη διατήρηση της αληθινής λατρείας. Η δράση τους λειτουργούσε ως ανασταλτικός παράγοντας για τους βασιλιάδες του Ισραήλ και του Ιούδα, καθώς έλεγχαν με τόλμη τους άρχοντες που έσφαλλαν (2Σα 12:1-12) και διακήρυτταν τις κρίσεις του Θεού εναντίον όσων έπρατταν την πονηρία. (1Βα 14:1-16· 16:1-7, 12) Όταν το ιερατείο παρέκκλινε και διαφθειρόταν, οι προφήτες ήταν το μέσο με το οποίο ο Ιεχωβά ενίσχυε την πίστη ενός δίκαιου υπολοίπου και υποδείκνυε το δρόμο της επιστροφής στη θεϊκή εύνοια για όσους είχαν παραστρατήσει. Όπως ο Μωυσής, έτσι και οι προφήτες ενεργούσαν σε πολλές περιπτώσεις ως μεσολαβητές, προσευχόμενοι στον Θεό για χάρη του βασιλιά και του λαού. (Δευ 9:18-29· 1Βα 13:6· 2Βα 19:1-4· παράβαλε Ιερ 7:16· 14:11, 12.) Ανέπτυσσαν ιδιαίτερη δράση σε περιόδους κρίσης ή μεγάλης ανάγκης. Έδιναν ελπίδα για το μέλλον, εφόσον κατά καιρούς τα αγγέλματά τους προέλεγαν τις ευλογίες της κυβέρνησης του Μεσσία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ωφελούσαν, όχι μόνο όσους ζούσαν τότε, αλλά και τις μετέπειτα γενιές μέχρι σήμερα. (1Πε 1:10-12) Κάνοντάς το αυτό, όμως, υπέμεναν μεγάλο ονειδισμό, εμπαιγμούς, ακόμη δε και σωματική κακομεταχείριση. (2Χρ 36:15, 16· Ιερ 7:25, 26· Εβρ 11:32-38) Εντούτοις, όσοι τους καλοδέχονταν ευλογούνταν με πνευματικά και άλλα οφέλη.—1Βα 17:8-24· 2Βα 4:8-37· παράβαλε Ματ 10:41.
Τρόποι Διορισμού και Μέσα Θεϊκής Έμπνευσης. Το αξίωμα του προφήτη δεν δινόταν με βάση τη γενεαλογική γραμμή. Ωστόσο, αρκετοί προφήτες ήταν Λευίτες, όπως ο Σαμουήλ, ο Ζαχαρίας που ήταν γιος του Ιωδαέ, ο Ιερεμίας και ο Ιεζεκιήλ, μερικοί δε απόγονοι προφητών έγιναν και αυτοί προφήτες. (1Βα 16:7· 2Χρ 16:7) Ούτε επρόκειτο για επάγγελμα που αποφάσιζε να ασκήσει κάποιος με δική του πρωτοβουλία. Οι προφήτες επιλέγονταν από τον Θεό και διορίζονταν μέσω του αγίου πνεύματος (Αρ 11:24-29· Ιεζ 1:1-3· Αμ 7:14, 15), μέσω του οποίου επίσης γνώριζαν τι να διακηρύξουν. (Πρ 28:25· 2Πε 1:21) Μερικοί έδειξαν μεγάλη απροθυμία στην αρχή. (Εξ 3:11· 4:10-17· Ιερ 1:4-10) Στην περίπτωση του Ελισαιέ, ο θεϊκός διορισμός ήρθε μέσω του προκατόχου του, του Ηλία, και συμβολίστηκε από το ότι ο Ηλίας έριξε το μανδύα του, δηλαδή το επίσημο ένδυμά του, πάνω στον Ελισαιέ.—1Βα 19:19-21.
Αν και οι προφήτες διορίζονταν από το πνεύμα του Ιεχωβά, δεν φαίνεται να μιλούσαν συνεχώς υπό θεϊκή έμπνευση. Απεναντίας, το πνεύμα του Θεού “ερχόταν πάνω τους” σε συγκεκριμένες στιγμές, αποκαλύπτοντας τα αγγέλματα που έπρεπε να ανακοινωθούν. (Ιεζ 11:4, 5· Μιχ 3:8) Αυτό είχε υποκινητική επίδραση πάνω τους, ωθώντας τους να μιλήσουν. (1Σα 10:10· Ιερ 20:9· Αμ 3:8) Όχι μόνο έκαναν ασυνήθιστα πράγματα, αλλά τόσο η έκφραση όσο και ο τρόπος τους αναμφίβολα αντανακλούσαν πραγματικά εξαιρετική ένταση και αίσθημα. Αυτό ίσως εξηγεί εν μέρει τι εννοείται όταν λέγεται ότι ορισμένοι “συμπεριφέρονταν σαν προφήτες”. (1Σα 10:6-11· 19:20-24· Ιερ 29:24-32· παράβαλε Πρ 2:4, 12-17· 6:15· 7:55.) Η απόλυτη συγκέντρωση στην αποστολή τους και η τόλμη που επιδείκνυαν με ζήλο καθώς την εκτελούσαν έκαναν ενδεχομένως τη συμπεριφορά τους να φαίνεται παράξενη, ακόμη και παράλογη, στους άλλους, όπως ακριβώς φάνηκε κάποιος προφήτης στους στρατιωτικούς αρχηγούς όταν χρίστηκε ο Ιηού. Μόλις, όμως, οι αρχηγοί αντιλήφθηκαν ότι ο άνθρωπος ήταν προφήτης, δέχτηκαν το άγγελμά του με πλήρη σοβαρότητα. (2Βα 9:1-13· παράβαλε Πρ 26:24, 25.) Όταν ο Σαούλ, ενώ καταδίωκε τον Δαβίδ, υποκινήθηκε να “συμπεριφερθεί σαν προφήτης”, έβγαλε τα ενδύματά του και κειτόταν «γυμνός όλη εκείνη την ημέρα και όλη εκείνη τη νύχτα», διάστημα κατά το οποίο ο Δαβίδ προφανώς διέφυγε. (1Σα 19:18–20:1) Αυτό δεν σημαίνει ότι οι προφήτες γυμνώνονταν συχνά, διότι το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει το αντίθετο. Στις άλλες δύο καταγραμμένες περιπτώσεις, ο προφήτης γυμνώθηκε σκόπιμα, για να συμβολίσει κάποια πτυχή της προφητείας του. (Ησ 20:2-4· Μιχ 1:8-11) Ο λόγος για τον οποίο γυμνώθηκε ο Σαούλ—είτε για να φανεί ότι ήταν ένας απλός άνθρωπος, απογυμνωμένος από τη βασιλική του περιβολή και ανίσχυρος μπροστά στη βασιλική εξουσία και στη δύναμη του Ιεχωβά, είτε για να επιτευχθεί κάποιος άλλος σκοπός—δεν δηλώνεται.
Ο Ιεχωβά χρησιμοποιούσε ποικίλες μεθόδους για να δίνει στους προφήτες θεϊκή έμπνευση: προφορική επικοινωνία μέσω αγγέλων (Εξ 3:2-4· παράβαλε Λου 1:11-17· Εβρ 1:1, 2· 2:1, 2), οράματα που εντύπωναν το άγγελμα του Θεού στη διάνοια ενόσω το άτομο είχε συνειδητότητα (Ησ 1:1· Αββ 1:1), όνειρα ή νυχτερινά οράματα που δίνονταν ενόσω ο προφήτης κοιμόταν (Δα 7:1) και αγγέλματα που μεταδίδονταν όταν το άτομο βρισκόταν σε έκσταση (Πρ 10:10, 11· 22:17-21). Η μουσική συνέβαλλε ενίοτε στη λήψη θεϊκών αγγελμάτων από τον προφήτη. (1Σα 10:5· 2Βα 3:15) Παρόμοια, η εξαγγελία του θεόπνευστου αγγέλματος πραγματοποιούνταν με διάφορους τρόπους. (Εβρ 1:1) Συνήθως ο προφήτης μετέδιδε το άγγελμα προφορικά, τόσο σε δημόσιους χώρους όσο και σε αραιοκατοικημένες περιοχές. (Ιερ 7:1, 2· 36:4-13· Ματ 3:3) Αλλά μπορούσε και να αναπαραστήσει το άγγελμα με σύμβολα ή συμβολικές πράξεις, όπως ο Ιεζεκιήλ που παρουσίασε την πολιορκία της Ιερουσαλήμ χρησιμοποιώντας έναν πλίθο ή ο Ωσηέ που παντρεύτηκε τη Γόμερ.—Ιεζ 4:1-3· Ωσ 1:2, 3· παράβαλε 1Βα 11:30-39· 2Βα 13:14-19· Ιερ 19:1, 10, 11· βλέπε ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΙΑ· ΟΝΕΙΡΟ· ΟΡΑΜΑ.
Διάκριση του Αληθινού από τον Ψεύτικο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως του Μωυσή, του Ηλία, του Ελισαιέ και του Ιησού, οι προφήτες του Θεού εκτελούσαν θαυματουργικά έργα τα οποία πιστοποιούσαν τη γνησιότητα του αγγέλματος και του αξιώματός τους. Δεν αναφέρεται, όμως, ότι εκτελούσαν όλοι τέτοια δυναμικά έργα. Οι τρεις προϋποθέσεις για τον καθορισμό των διαπιστευτηρίων ενός αληθινού προφήτη, όπως δόθηκαν μέσω του Μωυσή, ήταν οι εξής: Ο αληθινός προφήτης θα μιλούσε στο όνομα του Ιεχωβά. Όσα προέλεγε θα πραγματοποιούνταν. (Δευ 18:20-22) Τα προφητικά λόγια του θα προήγαν την αληθινή λατρεία επειδή θα βρίσκονταν σε αρμονία με τον αποκαλυμμένο λόγο και τις εντολές του Θεού. (Δευ 13:1-4) Η τελευταία αυτή απαίτηση ήταν πιθανότατα η πλέον ζωτική και καθοριστική, διότι κάποιος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομα του Θεού υποκριτικά και, από σύμπτωση, η πρόβλεψή του να εκπληρωθεί. Αλλά ο αληθινός προφήτης δεν ήταν αποκλειστικά, ή ακόμη και πρωτίστως, προγνώστης, όπως έχει καταδειχτεί. Αντίθετα, ήταν υπερασπιστής της δικαιοσύνης, το δε άγγελμά του αναφερόταν κυρίως στους ηθικούς κανόνες και στην εφαρμογή τους. Ο προφήτης εξέφραζε το νου του Θεού σχετικά με τα διάφορα ζητήματα. (Ησ 1:10-20· Μιχ 6:1-12) Συνεπώς, δεν χρειαζόταν να περάσουν ίσως χρόνια ή γενιές προκειμένου να καθοριστεί αν ήταν αληθινός ή όχι με βάση την εκπλήρωση μιας πρόρρησης. Αν το άγγελμά του ήταν αντίθετο με το αποκαλυμμένο θέλημα και τους κανόνες του Θεού, ήταν ψευδοπροφήτης. Επομένως, ο προφήτης που προέλεγε ειρήνη για τον Ισραήλ ή τον Ιούδα σε καιρό κατά τον οποίο ο λαός δεν υπάκουε στο Λόγο και στο Νόμο του Θεού ήταν κατ’ ανάγκην ψευδοπροφήτης.—Ιερ 6:13, 14· 14:11-16.
Η μεταγενέστερη προειδοποίηση του Ιησού σχετικά με τους ψευδοπροφήτες παραλληλίζεται με αυτήν του Μωυσή. Παρότι οι ψευδοπροφήτες θα χρησιμοποιούσαν το όνομά του και θα έδιναν «σημεία και θαυμαστά πράγματα για να παροδηγήσουν», οι καρποί τους θα αποδείκνυαν ότι αυτοί είναι «εργάτες της ανομίας».—Ματ 7:15-23· Μαρ 13:21-23· παράβαλε 2Πε 2:1-3· 1Ιω 4:1-3.
Ο αληθινός προφήτης ποτέ δεν προέλεγε κάτι απλώς και μόνο για να ικανοποιήσει την ανθρώπινη περιέργεια. Κάθε πρόρρηση συνδεόταν με το θέλημα, το σκοπό, τους κανόνες ή την κρίση του Θεού. (1Βα 11:29-39· Ησ 7:3-9) Πολλές φορές τα προλεγόμενα μελλοντικά γεγονότα αποτελούσαν συνέπειες των εκάστοτε συνθηκών. Όπως έσπερνε ο λαός, έτσι και θα θέριζε. Οι ψευδοπροφήτες αποκοίμιζαν το λαό και τους ηγέτες του με καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις ότι, παρά την άδικη πορεία τους, ο Θεός ήταν ακόμη μαζί τους για να τους προστατεύει και να τους χαρίζει ευημερία. (Ιερ 23:16-20· 28:1-14· Ιεζ 13:1-16· παράβαλε Λου 6:26.) Μιμούνταν τους αληθινούς προφήτες, μεταχειριζόμενοι συμβολική γλώσσα και προβαίνοντας σε συμβολικές πράξεις. (1Βα 22:11· Ιερ 28:10-14) Αν και ορισμένοι ήταν κοινοί απατεώνες, πολλοί ήταν προφανώς προφήτες που έγιναν παραβάτες ή αποστάτες. (Παράβαλε 1Βα 18:19· 22:5-7· Ησ 28:7· Ιερ 23:11-15.) Υπήρχαν και κάποιες γυναίκες που ήταν ψευδοπροφήτισσες. (Ιεζ 13:17-23· παράβαλε Απ 2:20.) Το «πνεύμα της ακαθαρσίας» αντικαθιστούσε το πνεύμα του Θεού. Όλοι αυτοί οι ψευδοπροφήτες έπρεπε να θανατωθούν.—Ζαχ 13:2, 3· Δευ 13:5.
Όσο για εκείνους που ανταποκρίνονταν στα θεϊκά κριτήρια, η εκπλήρωση ορισμένων «βραχυπρόθεσμων» προφητειών, μερικές από τις οποίες πραγματοποιούνταν μέσα σε μία ημέρα ή σε ένα έτος, παρείχε τη βάση για την πεποίθηση ότι και οι προφητείες τους που αναφέρονταν στο απώτερο μέλλον επρόκειτο επίσης να εκπληρωθούν.—1Βα 13:1-5· 14:12, 17· 2Βα 4:16, 17· 7:1, 2, 16-20.
«Γιοι των Προφητών». Όπως εξηγεί η Εβραϊκή Γραμματική του Γεσένιου ([Gesenius’ Hebrew Grammar] Οξφόρδη, 1952, σ. 418), η εβραϊκή λέξη μπεν (γιος τού) ή μπενέχ (γιοι τού/των) μπορεί να δηλώνει «το μέλος ή τα μέλη συντεχνίας ή συλλόγου (ή φυλής ή οποιασδήποτε συγκεκριμένης τάξης)». (Παράβαλε Νε 3:8, όπου ο προσδιορισμός «ένα μέλος των μυροποιών» είναι κατά κυριολεξία “γιος των μυροποιών”.) Ως εκ τούτου, η έκφραση «γιοι των προφητών» πιθανόν να προσδιορίζει μια σχολή για την εκπαίδευση όσων είχαν κληθεί σε αυτή την αποστολή ή απλώς έναν όμιλο προφητών που συνεργάζονταν μεταξύ τους. Αναφέρεται ότι τέτοιες προφητικές ομάδες υπήρχαν στη Βαιθήλ, στην Ιεριχώ και στα Γάλγαλα. (2Βα 2:3, 5· 4:38· παράβαλε 1Σα 10:5, 10.) Ο Σαμουήλ ηγούνταν μιας τέτοιας ομάδας στη Ραμά (1Σα 19:19, 20), και ο Ελισαιέ φαίνεται ότι κατείχε παρόμοια θέση στις ημέρες του. (2Βα 4:38· 6:1-3· παράβαλε 1Βα 18:13.) Το υπόμνημα αναφέρει ότι έφτιαξαν μόνοι τους την κατοικία τους και ότι χρησιμοποίησαν ένα δανεικό εργαλείο, πράγμα που ίσως υποδηλώνει ότι ζούσαν λιτά. Αν και συχνά μοιράζονταν από κοινού τα καταλύματα και την τροφή τους, μπορεί να λάβαιναν ατομικούς διορισμούς για την εκτέλεση προφητικών αποστολών.—1Βα 20:35-42· 2Βα 4:1, 2, 39· 6:1-7· 9:1, 2.
Προφήτες στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Η λέξη προφήτης του ελληνικού κειμένου αντιστοιχεί στη λέξη ναβί’ του εβραϊκού. Ο ιερέας Ζαχαρίας, πατέρας του Ιωάννη του Βαφτιστή, ενήργησε ως προφήτης αποκαλύπτοντας το σκοπό του Θεού σχετικά με το γιο του τον Ιωάννη, ο οποίος επρόκειτο να αποκληθεί «προφήτης του Υψίστου». (Λου 1:76) Η λιτή ζωή του Ιωάννη και το άγγελμά του θύμιζαν προγενέστερους Εβραίους προφήτες. Ο Ιωάννης ήταν ευρέως αποδεκτός ως προφήτης, ακόμη δε και ο Ηρώδης αισθανόταν κάποιες αναστολές εξαιτίας του. (Μαρ 1:4-6· Ματ 21:26· Μαρ 6:20) Ο Ιησούς είπε ότι ο Ιωάννης ήταν “πολύ περισσότερο από προφήτης”.—Ματ 11:7-10· παράβαλε Λου 1:16, 17· Ιωα 3:27-30.
Ο Ιησούς ο Μεσσίας ήταν «Ο Προφήτης», το από πολλού αναμενόμενο πρόσωπο που είχε προειπωθεί από τον Μωυσή. (Ιωα 1:19-21, 25-27· 6:14· 7:40· Δευ 18:18, 19· Πρ 3:19-26) Η ικανότητα που είχε να εκτελεί δυναμικά έργα και να διακρίνει τα ζητήματα με τρόπο πέραν του συνηθισμένου έκανε τους άλλους να τον αναγνωρίζουν ως προφήτη. (Λου 7:14-16· Ιωα 4:16-19· παράβαλε 2Βα 6:12.) Αυτός ανήκε στο «στενό περιβάλλον» του Θεού περισσότερο από κάθε άλλον. (Ιερ 23:18· Ιωα 1:18· 5:36· 8:42) Παρέθετε τακτικά από προγενέστερους προφήτες προς επιβεβαίωση της θεϊκής αποστολής και του θεϊκού αξιώματός του. (Ματ 12:39, 40· 21:42· Λου 4:18-21· 7:27· 24:25-27, 44· Ιωα 15:25) Προείπε το πώς θα προδιδόταν και θα πέθαινε ο ίδιος, ότι ως προφήτης θα πέθαινε στην Ιερουσαλήμ, “αυτήν που σκότωνε τους προφήτες”, ότι οι μαθητές του θα τον εγκατέλειπαν, ότι ο Πέτρος θα τον αρνούνταν τρεις φορές και ότι θα ανασταινόταν την τρίτη ημέρα—πολλές δε από τις προφητείες αυτές βασίζονταν σε προγενέστερες προφητείες των Εβραϊκών Γραφών. (Λου 13:33, 34· Ματ 20:17-19· 26:20-25, 31-34) Πέραν αυτού, προείπε την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της. (Λου 19:41-44· 21:5-24) Η ακριβής εκπλήρωση όλων αυτών κατά τη διάρκεια της ζωής των ακροατών του παρείχε στερεή βάση για πίστη και πεποίθηση όσον αφορά την εκπλήρωση των προφητειών του σχετικά με την παρουσία του.—Παράβαλε Ματ 24· Μαρ 13· Λου 21.
Την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. έλαβε χώρα η προειπωμένη έκχυση του πνεύματος του Θεού στους μαθητές στην Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα “να προφητεύουν και να βλέπουν οράματα”. Αυτό το έκαναν γνωστοποιώντας «τα μεγαλεία του Θεού» και αποκαλύπτοντας υπό θεϊκή έμπνευση τη γνώση σχετικά με τον Γιο του Θεού, καθώς και το τι σήμαινε αυτή για τους ακροατές τους. (Πρ 2:11-40) Και πάλι, πρέπει να θυμόμαστε ότι προφητεία δεν σημαίνει αποκλειστικά ή κατ’ ανάγκην πρόβλεψη του μέλλοντος. Ο απόστολος Παύλος δήλωσε ότι «αυτός που προφητεύει εποικοδομεί και ενθαρρύνει και παρηγορεί ανθρώπους με τα λόγια του», θεωρούσε δε την προφητεία κατάλληλο και ιδιαίτερα επιθυμητό στόχο για όλους τους Χριστιανούς. Ενώ η ομιλία σε ξένες γλώσσες αποτελούσε σημείο για τους απίστους, η προφητεία ήταν για τους πιστούς. Εντούτοις, ακόμη και ο άπιστος που παρακολουθούσε μια Χριστιανική συνάθροιση θα ωφελούνταν από την προφητεία, καθώς θα ελεγχόταν και θα εξεταζόταν προσεκτικά από αυτήν, με αποτέλεσμα “να γίνουν φανερά τα μυστικά της καρδιάς του”. (1Κο 14:1-6, 22-25) Και αυτό επίσης υποδεικνύει ότι η Χριστιανική προφητεία δεν συνίστατο κυρίως σε προρρήσεις, αλλά απεναντίας ασχολούνταν συχνά με πράγματα που σχετίζονταν με το παρόν, αν και σαφώς προερχόταν από πηγή πέραν των συνηθισμένων, εφόσον γινόταν υπό θεϊκή έμπνευση. Ο Παύλος έδωσε συμβουλές ως προς την ανάγκη για ευταξία και αυτοέλεγχο στις προφητείες που λέγονταν μέσα στην εκκλησία, ώστε να μαθαίνουν και να ενθαρρύνονται όλοι.—1Κο 14:29-33.
Ασφαλώς, υπήρχαν συγκεκριμένα πρόσωπα τα οποία είχαν επιλεχθεί ειδικά ή στα οποία είχε δοθεί το χάρισμα να υπηρετούν ως προφήτες. (1Κο 12:4-11, 27-29) Ο ίδιος ο Παύλος είχε το χάρισμα της προφητείας, αλλά είναι κυρίως γνωστός ως απόστολος. (Παράβαλε Πρ 20:22-25· 27:21-26, 31, 34· 1Κο 13:2· 14:6.) Εκείνοι που προσδιορίζονταν ειδικά ως προφήτες, όπως ο Άγαβος, ο Ιούδας και ο Σίλας, φαίνεται ότι ήταν εξέχοντες εκπρόσωποι της Χριστιανικής εκκλησίας, δεύτεροι μόνο μετά τους αποστόλους. (1Κο 12:28· Εφ 4:11) Όπως οι απόστολοι, έτσι και οι προφήτες δεν υπηρετούσαν μόνο τοπικά, αλλά επίσης ταξίδευαν σε διάφορα μέρη, εκφωνούσαν ομιλίες, καθώς επίσης προέλεγαν ορισμένα μελλοντικά γεγονότα. (Πρ 11:27, 28· 13:1· 15:22, 30-33· 21:10, 11) Όπως και κάποιες γυναίκες στο παρελθόν, μερικές Χριστιανές είχαν λάβει το χάρισμα της προφητείας, αν και υπόκειντο πάντοτε στην ηγεσία των αντρών της εκκλησίας.—Πρ 21:9· 1Κο 11:3-5.
-
-
ΠροφήτισσαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΦΗΤΙΣΣΑ
Γυναίκα που προφητεύει ή επιτελεί έργο προφήτη. Όπως δείχνουν τα λήμματα ΠΡΟΦΗΤΗΣ και ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ, το να προφητεύει κανείς σημαίνει βασικά να διακηρύττει υπό θεϊκή έμπνευση αγγέλματα από τον Θεό, να αποκαλύπτει το θεϊκό θέλημα. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει ή να μην περιλαμβάνει πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων. Όπως ακριβώς υπήρχαν αληθινοί προφήτες και ψευδοπροφήτες, έτσι και ορισμένες προφήτισσες χρησιμοποιήθηκαν από τον Ιεχωβά και υποκινήθηκαν από το πνεύμα του, ενώ άλλες ήταν ψευδοπροφήτισσες και αποδοκιμάστηκαν από Αυτόν.
Η Μαριάμ είναι η πρώτη γυναίκα που προσδιορίζεται ως προφήτισσα στην Αγία Γραφή. Προφανώς ο Θεός μετέδωσε κάποιο άγγελμα ή αγγέλματα μέσω αυτής, ίσως σε θεόπνευστη υμνωδία. (Εξ 15:20, 21) Γι’ αυτό, αναφέρεται ότι εκείνη και ο Ααρών είπαν στον Μωυσή: «Δεν χρησιμοποίησε και εμάς [ο Ιεχωβά] για να μιλήσει;» (Αρ 12:2) Ο ίδιος ο Ιεχωβά είπε, μέσω του προφήτη Μιχαία, ότι είχε στείλει «τον Μωυσή, τον Ααρών και τη Μαριάμ» μπροστά από τους Ισραηλίτες, όταν τους ανέβασε από την Αίγυπτο. (Μιχ 6:4) Παρότι η Μαριάμ είχε το προνόμιο να χρησιμοποιηθεί ως όργανο θεϊκής επικοινωνίας, η σχέση της με τον Θεό υπό αυτή την ιδιότητα ήταν κατώτερη σε σύγκριση με του αδελφού της, του Μωυσή. Όταν δεν κράτησε τη θέση που της άρμοζε, ο Θεός την τιμώρησε με αυστηρότητα.—Αρ 12:1-15.
Την περίοδο των Κριτών, η Δεββώρα αποτέλεσε πηγή πληροφοριών από τον Ιεχωβά, γνωστοποιώντας τις κρίσεις του σε συγκεκριμένα ζητήματα και μεταδίδοντας τις οδηγίες του, όπως τις εντολές του προς τον Βαράκ. (Κρ 4:4-7, 14-16) Συνεπώς, σε μια περίοδο εθνικής παρακμής και αποστασίας, υπηρέτησε μεταφορικά ως «μητέρα στον Ισραήλ». (Κρ 5:6-8) Η προφήτισσα Όλδα υπηρέτησε με παρόμοιο τρόπο, στις ημέρες του Βασιλιά Ιωσία, γνωστοποιώντας την κρίση του Θεού προς το έθνος και το βασιλιά του.—2Βα 22:14-20· 2Χρ 34:22-28.
Ο Ησαΐας αναφέρεται στη σύζυγό του ως “την προφήτισσα”. (Ησ 8:3) Αν και μερικοί σχολιαστές πιθανολογούν ότι αυτή χαρακτηρίζεται έτσι επειδή απλώς ήταν παντρεμένη με προφήτη, η εικασία τους δεν έχει Βιβλική υποστήριξη. Το πιθανότερο είναι ότι η σύζυγος του Ησαΐα είχε λάβει κάποιου είδους προφητικό διορισμό από τον Ιεχωβά, όπως είχε συμβεί και με προγενέστερες προφήτισσες.
Ο Νεεμίας μνημονεύει δυσμενώς την προφήτισσα Νωαδία, η οποία, μαζί με «τους υπόλοιπους προφήτες», προσπάθησε να εκφοβίσει τον Νεεμία και έτσι να παρεμποδίσει την ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ. (Νε 6:14) Μολονότι ενήργησε ενάντια στο θέλημα του Θεού, αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι η υπόστασή της ως προφήτισσας δεν ήταν έγκυρη πριν από αυτό το γεγονός.
Ο Ιεχωβά μίλησε στον Ιεζεκιήλ σχετικά με ορισμένες Ισραηλίτισσες οι οποίες “ενεργούσαν ως προφήτισσες από τη δική τους καρδιά”. Αυτό υπονοεί ότι οι εν λόγω προφήτισσες δεν είχαν θεϊκό διορισμό, αλλά αποτελούσαν απλώς απομιμήσεις, ήταν αυτόκλητες προφήτισσες. (Ιεζ 13:17-19) Με τις παγιδευτικές και απατηλές μεθόδους και την προπαγάνδα τους “κυνηγούσαν ψυχές”, καταδικάζοντας τους δικαίους και ανεχόμενες τους πονηρούς, αλλά ο Ιεχωβά θα ελευθέρωνε το λαό του από το χέρι τους.—Ιεζ 13:20-23.
Όταν γεννήθηκε ο Ιησούς, και ενόσω οι Ιουδαίοι ήταν ακόμη ο λαός της διαθήκης του Ιεχωβά, η ηλικιωμένη Άννα υπηρετούσε ως προφήτισσα. Η Άννα «δεν έλειπε ποτέ από το ναό, αποδίδοντας ιερή υπηρεσία νύχτα και ημέρα με νηστείες και δεήσεις». Μιλώντας «για το παιδί [τον Ιησού] σε όλους εκείνους που περίμεναν την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ», ενήργησε ως προφήτισσα με τη βασική έννοια του ότι “διακήρυξε” μια αποκάλυψη του θεϊκού σκοπού.—Λου 2:36-38.
Η προφητεία συγκαταλεγόταν στα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος τα οποία χορηγήθηκαν στη νεοσύστατη Χριστιανική εκκλησία. Ορισμένες Χριστιανές, όπως οι τέσσερις παρθένες κόρες του Φιλίππου, προφήτευαν με την ώθηση του αγίου πνεύματος του Θεού. (Πρ 21:9· 1Κο 12:4, 10) Αυτό συνέβη σε εκπλήρωση των εδαφίων Ιωήλ 2:28, 29, τα οποία προέλεγαν ότι «οι γιοι σας και οι κόρες σας θα προφητεύσουν». (Πρ 2:14-18) Ένα τέτοιο χάρισμα, όμως, δεν απάλλασσε μια γυναίκα από την υποταγή στην ηγεσία είτε του συζύγου της είτε των αντρών μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Ως σύμβολο της υποταγής της έπρεπε να φοράει κάλυμμα στο κεφάλι όταν προφήτευε (1Κο 11:3-6) και δεν έπρεπε να διδάσκει μέσα στην εκκλησία.—1Τι 2:11-15· 1Κο 14:31-35.
Μια γυναίκα όμοια με την Ιεζάβελ στην εκκλησία των Θυατείρων ισχυριζόταν ότι κατείχε προφητικές δυνάμεις, αλλά ακολουθούσε την ίδια πορεία που είχαν ακολουθήσει οι αρχαίες ψευδοπροφήτισσες και καταδικάστηκε από τον Χριστό Ιησού στο άγγελμά του προς τον Ιωάννη, στα εδάφια Αποκάλυψη 2:20-23. Δίδασκε, πράγμα ανάρμοστο, και παροδηγούσε τα μέλη της εκκλησίας ώστε να κάνουν εσφαλμένα πράγματα.
-
-
ΠρόχοροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΧΟΡΟΣ
(Πρόχορος) [πιθανώς παράγωγο του προχορεύω, που σημαίνει «πηγαίνω μπροστά (ή χορεύω πρώτος) σε χορό»].
Ένας από τους εφτά αναγνωρισμένους άντρες οι οποίοι ήταν γεμάτοι πνεύμα και σοφία και οι οποίοι διορίστηκαν να εξασφαλίζουν ίση μεταχείριση κατά την καθημερινή διανομή τροφής στη Χριστιανική εκκλησία της Ιερουσαλήμ τον πρώτο αιώνα.—Πρ 6:1-6.
-
-
ΠρόχωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΟΧΩΜΑ
Σωρός από χώμα ή πέτρες, ή ακόμη και τείχος, που ανεγείρεται ως περιμετρικό οχύρωμα.
Το πολιορκητικό πρόχωμα (εβρ., σολελάχ) ήταν σωρός από χώμα (ενίοτε και πέτρες) που ανήγειρε κάποιο στράτευμα για να σχηματίσει ράμπα πάνω στην οποία μπορούσε να φέρει πολιορκητικούς κριούς και άλλον πολιορκητικό εξοπλισμό εναντίον μιας οχυρωμένης πόλης. (2Σα 20:15) Ο Ασσύριος βασιλιάς Σενναχειρείμ ανήγειρε πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της Λαχείς. Οι ανασκαφές στη Λαχείς αποκαλύπτουν ότι αυτό το πρόχωμα αποτελούνταν κυρίως από πέτρες συνδεδεμένες με μεγάλη ποσότητα κονιάματος. Ωστόσο, ο Σενναχειρείμ δεν κατάφερε να ανεγείρει πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της Ιερουσαλήμ.—2Βα 19:32.
Πολιορκητικά προχώματα επρόκειτο να ανεγερθούν από τον Ναβουχοδονόσορα, το βασιλιά της Βαβυλώνας, εναντίον της Ιερουσαλήμ και εναντίον της Τύρου. (Ιερ 6:6· Ιεζ 21:22· 26:7, 8) Η πολιορκία της Ιερουσαλήμ παρουσιάστηκε προφητικά όταν δόθηκε στον Ιεζεκιήλ η οδηγία να χαράξει μια απεικόνιση της Ιερουσαλήμ σε έναν πλίθο και να χτίσει πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της.—Ιεζ 4:1, 2.
Το περιτείχισμα (εβρ., ματσώρ) των εδαφίων Ζαχαρίας 9:3, 4 αναφέρεται προφανώς στα ισχυρά οχυρώματα της Τύρου, που αποτελούνταν από ψηλά τείχη χτισμένα με ογκόλιθους. Η πόλη της Βαβυλώνας ήταν εξαιρετικά ισχυρή, δεδομένου ότι διέθετε εσωτερικό και εξωτερικό οχύρωμα, και τα δύο πλίθινα.—Βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Αρ. 1.
Σε μερικές περιπτώσεις το πρόχωμα (εβρ., χαιλ) που αποτελούσε τμήμα των οχυρώσεων μιας πόλης κατασκευαζόταν με χώμα προερχόμενο από τη διάνοιξη περιμετρικής τάφρου. Το πρόχωμα που ανεγέρθηκε από την τάφρο στην Ασώρ είχε ύψος περίπου 15 μ. Αυτό σημαίνει ότι η κορυφή του βρισκόταν σχεδόν 30 μ. πάνω από τον πυθμένα της τάφρου. Η πόλη της Ιερουσαλήμ είχε τα δικά της οχυρωματικά έργα, μεταξύ των οποίων και πρόχωμα.—Ψλ 122:7· 48:13· βλέπε ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ.
Η θεϊκή βοήθεια ή «σωτηρία» μπορεί να αποτελέσει βέβαιη προστασία, παραβαλλόμενη με τείχη και πρόχωμα. Έτσι λοιπόν, μιλώντας προφανώς για την Ιερουσαλήμ, το εδάφιο Ησαΐας 26:1 λέει τι θα έκανε για αυτή την πόλη ο Ιεχωβά Θεός: «Τη σωτηρία βάζει αυτός ως τείχη και πρόχωμα».
-
-
Πρώτοι ΚαρποίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΡΠΟΙ
Οι απαρχές της συγκομιδής. Η εβραϊκή λέξη ρε’σίθ (από μια ρίζα που σημαίνει «κεφάλι») χρησιμοποιείται με την έννοια του πρώτου μέρους, του σημείου εκκίνησης ή της “αρχής” (Δευ 11:12· Γε 1:1· 10:10), του “καλύτερου” μέρους (Εξ 23:19, υποσ.) και των “πρώτων καρπών” (Λευ 2:12). Η φράση “πρώτοι ώριμοι καρποί” αποτελεί απόδοση της εβραϊκής λέξης μπικκουρίμ, η οποία χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε σχέση με τα σιτηρά και τους καρπούς. (Να 3:12) Η λέξη ἀπαρχή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «πρώτοι καρποί», είναι σύνθετη από τις λέξεις ἀπό και ἀρχή και μπορεί να αναφέρεται στους πρώτους καρπούς της συγκομιδής ή στο πρώτο και καλύτερο μέρος κάθε πράγματος.
Ο Ιεχωβά απαιτούσε από το έθνος του Ισραήλ να του προσφέρουν τους πρώτους καρπούς—είτε επρόκειτο για τα πρωτότοκα ανθρώπων και ζώων είτε για τους πρώτους καρπούς από την παραγωγή της γης. (Εξ 22:29, 30· 23:19· Παρ 3:9) Η αφιέρωση των πρώτων καρπών στον Ιεχωβά αποτελούσε ένδειξη εκτίμησης από μέρους των Ισραηλιτών για την ευλογία του Ιεχωβά, καθώς επίσης για τη γη τους και τη συγκομιδή που απέδιδε αυτή. Αποτελούσε έκφραση ευγνωμοσύνης στον Δότη “κάθε καλού δώρου”.—Δευ 8:6-10· Ιακ 1:17.
Ο Ιεχωβά διέταξε να του προσφέρει το έθνος, μέσω αντιπροσώπων, τους πρώτους καρπούς, ιδιαίτερα στη Γιορτή των Άζυμων Άρτων. Έπειτα, στις 16 Νισάν, στο αγιαστήριο, ο αρχιερέας κινούσε πέρα δώθε ενώπιον του Ιεχωβά μερικούς από τους πρώτους καρπούς από το θερισμό των σιτηρών—ένα δεμάτι κριθάρι—που ήταν η πρώτη σοδειά του έτους, με βάση το θρησκευτικό ημερολόγιο. (Λευ 23:5-12) Ξανά την Πεντηκοστή, 50 ημέρες μετά την κινητή προσφορά του κριθαριού, έφερναν ως κινητή προσφορά τους πρώτους καρπούς από το θερισμό του σιταριού με τη μορφή δύο ένζυμων ψωμιών από λεπτό αλεύρι.—Λευ 23:15-17· βλέπε ΓΙΟΡΤΗ.
Εκτός από αυτές τις προσφορές σιτηρών που έκανε ο αρχιερέας για λογαριασμό του έθνους, απαιτούνταν από τους Ισραηλίτες να φέρνουν τους πρώτους καρπούς όλων των προϊόντων τους ως προσφορές. Κάθε αρσενικό πρωτότοκο ανθρώπου και ζώου αγιαζόταν για τον Ιεχωβά είτε με το να προσφέρεται είτε με το να απολυτρώνεται. (Βλέπε ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ.) Από τους πρώτους καρπούς των αλεσμένων δημητριακών έφτιαχναν κουλούρες τις οποίες έπρεπε να προσφέρουν. (Αρ 15:20, 21) Οι Ισραηλίτες έβαζαν επίσης καρπούς της γης σε καλάθια και τους πήγαιναν στο αγιαστήριο (Δευ 26:1, 2), όπου απάγγελλαν ορισμένα λόγια τα οποία είναι καταγραμμένα στα εδάφια Δευτερονόμιο 26:3-10. Στην πραγματικότητα, τα λόγια αυτά αποτελούσαν σύνοψη της ιστορίας του έθνους από τότε που πήγαν στην Αίγυπτο ως τότε που απελευθερώθηκαν και οδηγήθηκαν στην Υποσχεμένη Γη.
Λέγεται ότι, σύμφωνα με κάποιο έθιμο που επικράτησε, κάθε τόπος έστελνε έναν εκπρόσωπο με τους πρώτους καρπούς που συνεισέφεραν οι κάτοικοι της περιοχής, ώστε να μην μπαίνουν όλοι στον κόπο να ανεβαίνουν στην Ιερουσαλήμ κάθε φορά που ωρίμαζαν οι πρώτοι καρποί. Ο Νόμος δεν όριζε την ποσότητα αυτών των πρώτων καρπών που έπρεπε να προσφέρουν. Προφανώς, αυτό επαφίετο στη γενναιοδωρία και στο πνεύμα εκτίμησης του δότη. Ωστόσο, έπρεπε να προσφέρεται ό,τι εκλεκτότερο, οι καλύτεροι πρώτοι καρποί.—Αρ 18:12· Εξ 23:19· 34:26.
Αν επρόκειτο για νεόφυτο δέντρο, τα πρώτα τρία χρόνια το θεωρούσαν ακάθαρτο, σαν απερίτμητο. Το τέταρτο έτος, όλος ο καρπός του γινόταν άγιος για τον Ιεχωβά. Κατόπιν, το πέμπτο έτος, ο ιδιοκτήτης μπορούσε να μαζέψει τους καρπούς του δέντρου για λογαριασμό του.—Λευ 19:23-25.
Τις συνεισφορές των πρώτων καρπών που έφερναν στον Ιεχωβά οι 12 μη Λευιτικές φυλές του Ισραήλ τις χρησιμοποιούσαν οι ιερείς και οι Λευίτες, επειδή δεν είχαν λάβει κληρονομιά στη γη. (Αρ 18:8-13) Η πιστή προσφορά των πρώτων καρπών έφερνε ευχαρίστηση στον Ιεχωβά και ευλογία σε όλους όσους περιλαμβάνονταν. (Ιεζ 44:30) Αν παρέλειπαν να φέρουν αυτούς τους καρπούς, ο Θεός θεωρούσε ότι του έκλεβαν κάτι που του όφειλαν, γεγονός το οποίο επέσυρε τη δυσαρέσκειά του. (Μαλ 3:8) Κατά περιόδους, στην ιστορία του Ισραήλ, αυτή η συνήθεια παραμελούνταν, και αποκαθίστατο ανά διαστήματα από κυβερνήτες που είχαν ζήλο για την αληθινή λατρεία. Ο Βασιλιάς Εζεκίας, στα πλαίσια του μεταρρυθμιστικού του έργου, τέλεσε τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων—παρατείνοντας μάλιστα τη διάρκειά της—και σε εκείνη την περίσταση ζήτησε από το λαό να εκπληρώσει το καθήκον του σε σχέση με τη συνεισφορά των πρώτων καρπών και των δεκάτων. Ο λαός ανταποκρίθηκε με χαρά φέρνοντας από τον τρίτο μέχρι τον έβδομο μήνα μεγάλες ποσότητες πρώτων καρπών από τα σιτηρά, το καινούριο κρασί, το λάδι, το μέλι και από όλα τα προϊόντα του αγρού. (2Χρ 30:21, 23· 31:4-7) Μετά την αποκατάσταση από τη Βαβυλώνα, ο λαός ορκίστηκε, υπό την καθοδήγηση του Νεεμία, ότι θα περπατούσαν σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά, πράγμα που σήμαινε μεταξύ άλλων ότι θα του έφερναν κάθε είδους πρώτους καρπούς.—Νε 10:29, 34-37· βλέπε ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ.
Μεταφορική και Συμβολική Χρήση. Ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε πνευματικά την ώρα του βαφτίσματός του και αναστήθηκε από τους νεκρούς σε ζωή ως πνεύμα στις 16 Νισάν του 33 Κ.Χ., την ημέρα του έτους κατά την οποία παρουσιάζονταν ενώπιον του Ιεχωβά στο αγιαστήριο οι πρώτοι καρποί από την πρώτη σοδειά των σιτηρών. Λόγω αυτού χαρακτηρίζεται ως «οι πρώτοι καρποί», καθώς είναι πράγματι η απαρχή των πρώτων καρπών για τον Θεό. (1Κο 15:20, 23· 1Πε 3:18) Οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, οι πνευματικοί του αδελφοί, είναι επίσης πρώτοι καρποί για τον Θεό, αλλά όχι οι κύριοι πρώτοι καρποί, δεδομένου ότι μοιάζουν με τη δεύτερη σοδειά των σιτηρών, το σιτάρι, το οποίο προσφερόταν στον Ιεχωβά την ημέρα της Πεντηκοστής. Αυτοί αριθμούν 144.000 και αναφέρεται ότι «αγοράστηκαν ανάμεσα από την ανθρωπότητα ως πρώτοι καρποί για τον Θεό και το Αρνί» και ότι είναι «μερικοί πρώτοι καρποί από τα πλάσματά του».—Απ 14:1-4· Ιακ 1:18.
Ο απόστολος Παύλος, επίσης, χαρακτηρίζει “πρώτους καρπούς” το πιστό υπόλοιπο των Ιουδαίων από το οποίο προήλθαν οι πρώτοι Χριστιανοί. (Ρω 11:16) Για τον Χριστιανό Επαίνετο αναφέρεται ότι ήταν «οι πρώτοι καρποί της Ασίας για τον Χριστό» (Ρω 16:5), και το σπιτικό του Στεφανά αποκαλείται «οι πρώτοι καρποί της Αχαΐας».—1Κο 16:15.
Εφόσον οι χρισμένοι Χριστιανοί έχουν γεννηθεί από το πνεύμα ως γιοι του Θεού με την ελπίδα να αναστηθούν σε αθάνατη ζωή στους ουρανούς, λέγεται για αυτούς ότι κατά τη διάρκεια της ζωής τους στη γη “έχουν τους πρώτους καρπούς, δηλαδή το πνεύμα, . . . ενώ περιμένουν με λαχτάρα την υιοθεσία, την απελευθέρωση από τα σώματά τους με λύτρο”. (Ρω 8:23, 24) Ο Παύλος λέει ότι αυτός και οι συγχριστιανοί του που ελπίζουν σε πνευματική ζωή έχουν «την εγγύηση αυτού που θα έρθει, δηλαδή το πνεύμα», σχετικά με το οποίο λέει επίσης ότι είναι “προκαταβολική εγγύηση της κληρονομιάς τους”.—2Κο 5:5· Εφ 1:13, 14.
-
-
ΠρωτοτόκιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΩΤΟΤΟΚΙΑ
Τα δικαιώματα που ανήκαν φυσιολογικά στον πρωτότοκο γιο ενός πατέρα. Τόσο η λέξη μπεχοράχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου όσο και η αντίστοιχη λέξη πρωτοτόκια του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχονται από τη λέξη «πρωτότοκος» στην κάθε γλώσσα.
Υπό το πατριαρχικό σύστημα, όταν πέθαινε ο πατέρας, κεφαλή της οικογένειας γινόταν ο μεγαλύτερος γιος, ο οποίος και είχε εξουσία πάνω στους άλλους όσο αυτοί παρέμεναν στο σπιτικό. Είχε την ευθύνη να φροντίζει τα μέλη του σπιτικού του πατέρα του. Έπαιρνε επίσης τη θέση του πατέρα ως εκπρόσωπος της οικογένειας ενώπιον του Ιεχωβά. Γενικά, ο πρωτότοκος λάβαινε την ιδιαίτερη ευλογία του πατέρα. (Γε 27:4, 36· 48:9, 17, 18) Επιπλέον δικαιούνταν δύο μερίδια από την περιουσία του πατέρα, δηλαδή έπαιρνε τα διπλάσια από ό,τι ο κάθε αδελφός του. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, ένας άντρας που είχε περισσότερες από μία συζύγους δεν μπορούσε να στερήσει τα πρωτοτόκια από το μεγαλύτερο γιο και να τα δώσει στο γιο της πιο αγαπημένης συζύγου.—Δευ 21:15-17.
Στην πατριαρχική εποχή ο πατέρας μπορούσε να εκχωρήσει τα πρωτοτόκια σε έναν άλλον γιο αν συνέτρεχε κάποιος λόγος, όπως στην περίπτωση του Ρουβήν, ο οποίος έχασε τα δικαιώματα που είχε ως πρωτότοκος εξαιτίας της πορνείας του με την παλλακίδα του πατέρα του. (1Χρ 5:1, 2) Ο πρωτότοκος μπορούσε να πουλήσει τα πρωτοτόκιά του σε έναν από τους αδελφούς του, όπως έκανε ο Ησαύ, ο οποίος καταφρόνησε τα πρωτοτόκιά του και τα πούλησε στον αδελφό του τον Ιακώβ με αντάλλαγμα ένα γεύμα. (Γε 25:30-34· 27:36· Εβρ 12:16) Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Ιακώβ χρησιμοποίησε τα πρωτοτόκια που αγόρασε προκειμένου να πάρει διπλό μερίδιο από την περιουσία του Ισαάκ (η οποία ήταν κινητή ή προσωπική περιουσία, δεδομένου ότι ο Ισαάκ δεν είχε δική του γη, εκτός από τον αγρό Μαχπελάχ, στον οποίο υπήρχε μια σπηλιά ως τόπος ταφής). Ο Ιακώβ ενδιαφερόταν να μεταβιβάσει στην οικογένειά του πνευματικά αγαθά, δηλαδή την υπόσχεση που δόθηκε στον Αβραάμ σχετικά με το σπέρμα.—Γε 28:3, 4, 12-15.
Όσον αφορά τους βασιλιάδες του Ισραήλ, τα πρωτοτόκια φαίνεται ότι περιλάμβαναν και το δικαίωμα διαδοχής στο θρόνο. (2Χρ 21:1-3) Ωστόσο, ο Ιεχωβά, ως ο πραγματικός Βασιλιάς και Θεός του Ισραήλ, παραμέριζε αυτό το δικαίωμα όταν κάτι τέτοιο εξυπηρετούσε τους σκοπούς του, όπως στην περίπτωση του Σολομώντα.—1Χρ 28:5.
Ο Ιησούς Χριστός, ως «ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας», πάντα πιστός στον Πατέρα του τον Ιεχωβά Θεό, έχει τα πρωτοτόκια μέσω των οποίων έχει διοριστεί “κληρονόμος όλων των πραγμάτων”.—Κολ 1:15· Εβρ 1:2· βλέπε ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ.
-
-
ΠρωτότοκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ
Ο πρωτότοκος είναι κατά κύριο λόγο ο μεγαλύτερος γιος ενός πατέρα (όχι ο πρωτότοκος της μητέρας), η απαρχή των αναπαραγωγικών δυνάμεων του πατέρα. (Δευ 21:17) Πρωτότοκο επίσης λέγεται το πρώτο αρσενικό γέννημα των ζώων.—Γε 4:4.
Από αρχαιοτάτων χρόνων, ο πρωτότοκος γιος κατείχε τιμημένη θέση στην οικογένεια και ήταν εκείνος που διαδεχόταν τον πατέρα ως κεφαλή του σπιτικού. Κληρονομούσε διπλό μερίδιο από την περιουσία του πατέρα. (Δευ 21:17) Σε κάποιο γεύμα, ο Ιωσήφ έβαλε τον Ρουβήν να καθήσει σύμφωνα με τα δικαιώματα που είχε ως πρωτότοκος. (Γε 43:33) Ωστόσο, η Αγία Γραφή δεν τιμάει πάντοτε τον πρωτότοκο κατονομάζοντας τους γιους με σειρά γέννησης. Πολλές φορές η πρώτη θέση δίνεται στον πιο εξέχοντα ή πιο πιστό από τους γιους και όχι στον πρωτότοκο.—Γε 6:10· 1Χρ 1:28· παράβαλε Γε 11:26, 32· 12:4· βλέπε ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ· ΠΡΩΤΟΤΟΚΙΑ.
Στα πρωτότοκα δόθηκε ιδιαίτερη σπουδαιότητα την εποχή που ο Ιεχωβά απελευθέρωσε το λαό του από τη δουλεία στην Αίγυπτο. Μεταξύ των Αιγυπτίων, τα πρωτότοκα ήταν αφιερωμένα ως ιερά στο θεό του ήλιου Άμμωνα-Ρα, τον υποτιθέμενο προστάτη όλων των πρωτοτόκων. Η δέκατη πληγή που επέφερε ο Ιεχωβά στους Αιγυπτίους κατήσχυνε αυτόν το θεό και απέδειξε ότι ήταν ανίκανος να προστατέψει τα πρωτότοκα. Οι Ισραηλίτες, υπακούοντας στις οδηγίες του Θεού να σφάξουν ένα αρνί και να τινάξουν το αίμα του στους παραστάτες και στο ανώφλι της πόρτας των σπιτιών τους, δεν έχασαν τα πρωτότοκά τους από θάνατο, ενώ όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων—τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων—θανατώθηκαν. (Εξ 12:21-23, 28, 29) Προφανώς, στις περισσότερες περιπτώσεις εννοείται ο πρωτότοκος γιος κάθε σπιτικού και όχι το άτομο που ήταν η κεφαλή του σπιτικού, μολονότι μπορεί να ήταν και αυτό πρωτότοκο. Ο ίδιος ο Φαραώ πιθανότατα ήταν πρωτότοκος και όμως δεν του αφαιρέθηκε η ζωή. Ωστόσο μπορεί να μην υπήρχε κατά γράμμα πρωτότοκος γιος σε κάθε σπιτικό της Αιγύπτου (μπορεί το αντρόγυνο να ήταν άτεκνο ή ο πρωτότοκος γιος να είχε ήδη πεθάνει), οπότε με βάση τη δήλωση του εδαφίου Έξοδος 12:30 ότι «δεν υπήρχε σπίτι χωρίς νεκρό», η εξολόθρευση μπορεί να περιλάμβανε το πρωτεύον μέλος του σπιτιού που κατείχε τη θέση του πρωτοτόκου.
Εφόσον οι πρωτότοκοι γιοι των Ισραηλιτών ήταν αυτοί που επρόκειτο να γίνουν οι κεφαλές των διαφόρων σπιτικών, εκπροσωπούσαν ολόκληρο το έθνος. Μάλιστα ο Ιεχωβά χαρακτήρισε όλο το έθνος “πρωτότοκό” του, καθόσον ήταν το πρωτότοκο έθνος του λόγω της Αβραμιαίας διαθήκης. (Εξ 4:22) Επειδή είχε διατηρήσει τους πρωτότοκους ζωντανούς, ο Ιεχωβά πρόσταξε να αγιάζεται για αυτόν «κάθε αρσενικό πρωτότοκο που ανοίγει την κάθε μήτρα ανάμεσα στους γιους του Ισραήλ, από τους ανθρώπους και από τα ζώα». (Εξ 13:2) Έτσι λοιπόν, οι πρωτότοκοι γιοι ήταν αφιερωμένοι στον Θεό.
Αργότερα ο Ιεχωβά πήρε τους άρρενες Λευίτες, προφανώς επιπρόσθετα από τους 300 πρωτότοκους Λευίτες (παράβαλε Αρ 3:21, 22, 27, 28, 33, 34 με 3:39), αντί για τους πρωτότοκους γιους του Ισραήλ—τα άτομα ηλικίας ενός μηνός και πάνω. Στον Ααρών και στους γιους του έπρεπε να καταβληθεί λυτρωτικό αντίτιμο πέντε σίκλων ($11) για καθένα από τους 273 πρωτότοκους που υπερέβαιναν τον αριθμό των Λευιτών. Επίσης, ο Ιεχωβά πήρε τα κατοικίδια ζώα των Λευιτών αντί για τα πρωτότοκα κατοικίδια ζώα των άλλων φυλών. (Αρ 3:40-48) Έκτοτε, ο πρωτότοκος γιος έπρεπε να φέρνεται στον Ιεχωβά, στη σκηνή της μαρτυρίας ή στο ναό, μετά την περίοδο ακαθαρσίας της μητέρας και να απολυτρώνεται με την καταβολή της υπολογισμένης αξίας για όσους ήταν από ενός μηνός μέχρι πέντε χρονών, η οποία ισοδυναμούσε με “πέντε σίκλους ασήμι με βάση το σίκλο του αγίου τόπου”.—Λευ 12:1-3· 27:6· Αρ 18:15, 16.
Τα πρωτότοκα αρσενικά των καθαρών ζώων, όπως ο ταύρος, το αρνί ή το κατσίκι, δεν έπρεπε να απολυτρώνονται. Έναν τέτοιον ταύρο δεν έπρεπε να τον υποβάλλουν σε εργασία ούτε έπρεπε να κουρεύουν το αρνί. Απεναντίας, έπρεπε να τα προσφέρουν στον Ιεχωβά ως θυσία στη σκηνή της μαρτυρίας ή στο ναό την όγδοη ημέρα μετά τη γέννησή τους. (Εξ 22:30· Αρ 18:17· Δευ 15:19, 20) Αν, όμως, το ζώο είχε κάποιο άσχημο ελάττωμα, δεν έπρεπε να το θυσιάζουν στον Ιεχωβά αλλά να το τρώνε στον τόπο της κατοικίας τους.—Δευ 15:21-23.
Το πρωτότοκο του γαϊδουριού, ενός ακάθαρτου ζώου, δεν μπορούσε να προσφερθεί ως θυσία και, γι’ αυτό, έπρεπε να απολυτρώνεται, ή αλλιώς να εξαγοράζεται, με το να αντικαθίσταται από ένα πρόβατο. Διαφορετικά, έπρεπε να του σπάσουν τον τράχηλο, εφόσον ανήκε στον Ιεχωβά και δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθεί από άνθρωπο. (Εξ 13:12, 13· 34:19, 20) Ωστόσο, το εδάφιο Λευιτικό 27:27 δηλώνει: «Αν είναι από τα ακάθαρτα ζώα και πρέπει να το απολυτρώσει σύμφωνα με την υπολογισμένη αξία, τότε θα δώσει ένα πέμπτο από αυτό επιπρόσθετα σε αυτό. Αλλά αν δεν το ξαναγοράσει, τότε αυτό θα πουληθεί σύμφωνα με την υπολογισμένη αξία». Ορισμένοι σχολιαστές θεωρούν ότι αυτή η περικοπή αποτελεί τροποποίηση του κανόνα σχετικά με την απολύτρωση ενός γαϊδουριού. Προφανώς, όμως, το εδάφιο Λευιτικό 27:27 ασχολείται με ένα διαφορετικό ζήτημα. Αντί να αναφέρονται σε κάποιο ακάθαρτο ζώο, όπως ένα γαϊδούρι, οι λέξεις «αν είναι από τα ακάθαρτα ζώα» μπορεί να υποδηλώνουν κάποιο ζώο που ήταν ακάθαρτο με την έννοια ότι ήταν ακατάλληλο για θυσία επειδή είχε κάποιο ψεγάδι.
Γιατί αναφέρεται ο Ιεχωβά στον «Δαβίδ τον υπηρέτη» του ως πρωτότοκο, εφόσον ο Δαβίδ δεν ήταν πρωτότοκος γιος;
Στον 89ο Ψαλμό ο Ιεχωβά αναφέρεται στον «Δαβίδ τον υπηρέτη» του και ανασκοπεί τη διαθήκη για τη βασιλεία που έκανε μαζί του. Στο μέσο αυτού του ψαλμού υπάρχει η δήλωση: «Εγώ θα τον θέσω ως πρωτότοκο, τον ύψιστο των βασιλιάδων της γης». (Ψλ 89:20, 27) Ο Δαβίδ δεν ήταν πρωτότοκος γιος. (1Χρ 2:13-15) Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Ιεχωβά αναφερόταν προφητικά σε αυτόν που προσκίαζε ο Δαβίδ, τον «πρωτότοκο» Γιο του ίδιου του Θεού στον ουρανό, στον οποίο Εκείνος παραχωρεί βασιλεία πιο εξυψωμένη από τη βασιλεία οποιουδήποτε ανθρώπινου άρχοντα.—Παράβαλε Ιεζ 34:24, όπου ο Μεσσίας χαρακτηρίζεται ως «ο υπηρέτης μου, ο Δαβίδ».
Ο Ιησούς Χριστός παρουσιάζεται ως «ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας» καθώς και ως «ο πρωτότοκος από τους νεκρούς»—όχι απλώς ως ο πιο διακεκριμένος από όσους δημιουργήθηκαν ή αναστήθηκαν, αλλά στην πραγματικότητα ο πρώτος που δημιουργήθηκε και ο πρώτος που εγέρθηκε από τους νεκρούς σε ατελεύτητη ζωή. (Κολ 1:15, 18· Απ 1:5· 3:14) Στη γη ήταν το πρωτότοκο παιδί της Μαρίας και τον έφεραν στο ναό σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά. (Λου 2:7, 22, 23) Ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει τους ακολούθους του Ιησού Χριστού που έχουν καταγραφεί στους ουρανούς ως «την εκκλησία των πρωτοτόκων», τους πρώτους που δέχεται ο Θεός ως γιους με βάση την πίστη τους στη θυσία του Ιησού και τους πρώτους από τους ακολούθους του Χριστού που ανασταίνονται χωρίς να χρειάζεται να πεθάνουν ξανά.—Εβρ 12:23.
Στο εδάφιο Ιώβ 18:13 η έκφραση «πρωτότοκος του θανάτου» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την πιο θανατηφόρα ασθένεια.
-
-
ΠτηνόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΤΗΝΟ
Μολονότι η λέξη «πτηνό» της νέας ελληνικής αναφέρεται μόνο στα πουλιά, η εβραϊκή λέξη ‛ωφ παράγεται από το ρήμα που σημαίνει «πετώ» και εφαρμόζεται σε όλα τα φτερωτά ή πετούμενα πλάσματα. (Γε 1:20-22) Ο Τζ. Ρ. Ντράιβερ αναφέρει ότι η λέξη ‛ωφ «φαίνεται πως περιγράφει το ρυθμικό φτεροκόπημα στον αέρα και τη συνεπαγόμενη εκτόπιση του αέρα». (Τριμηνιαίο Περιοδικό για την Εξερεύνηση της Παλαιστίνης [Palestine Exploration Quarterly], Λονδίνο, 1955, σ. 5) Αυτή η λέξη περιλάμβανε, όχι μόνο όλα τα πουλιά (Γε 9:10· Λευ 1:14· 7:26), μεταξύ των οποίων τα ορτύκια (Ψλ 78:27· παράβαλε Εξ 16:13) και τα νεκροφάγα πουλιά (1Σα 17:44, 46· 2Σα 21:10), αλλά μπορούσε να εφαρμοστεί και στα φτερωτά έντομα, τα οποία συμπεριλαμβάνονται στα «πολυπληθή [εβρ., σέρετς]» φτερωτά πλάσματα.—Λευ 11:20-23· Δευ 14:19· βλέπε ΠΟΛΥΠΛΗΘΕΣ ΠΛΑΣΜΑ.
Η φράση “θρεπτά πτηνά”, την οποία χρησιμοποιούν οι μεταφράσεις KJ, RS και ΒΑΜ στο εδάφιο 1 Βασιλέων 4:23, εξετάζεται στο λήμμα ΚΟΥΚΟΣ.
-
-
ΠυκνόνωτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΚΝΟΝΩΤΟΣ
(πυκνόνωτος) [εβρ., ‛αγούρ].
Αυτή η ονομασία προσδιορίζει αρκετά είδη τσιχλόμορφων πουλιών μεσαίου μεγέθους που συναντώνται στην Αφρική και στη νότια Ασία, περιλαμβανομένης της Παλαιστίνης. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του πυκνόνωτου είναι ο κοντός λαιμός, οι κοντές φτερούγες και η μακριά ουρά. Μολονότι πολλές μεταφράσεις χρησιμοποιούν την απόδοση «γερανός» για τη λέξη ‛αγούρ, η αναφορά του Εζεκία στο “τερέτισμα” του πουλιού που εννοείται εδώ δύσκολα θα μπορούσε να περιγράφει το βαθύ, όμοιο με σάλπισμα ήχο που βγάζει αυτό το μεγάλο πουλί, δηλαδή ο γερανός. (Ησ 38:14) Σύμφωνα με το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 679), η ονομασία ‛αγούρ προσδιορίζει τον πυκνόνωτο (Pycnonotus Reichenovi). Ο Λούντβιχ Κέλερ λέει ότι η εβραϊκή λέξη ‛αγούρ περιγράφει ένα πουλί που “ορθώνει, ή αλλιώς σηκώνει, τα πούπουλά του” και αναφέρει για τον πυκνόνωτο ότι, «όταν διακόπτει (το κελάηδημά του), σηκώνει . . . κάπου κάπου τα όμοια με λοφίο πούπουλα που προεξέχουν στο πίσω μέρος του κεφαλιού του». (Μικρά Φώτα [Kleine Lichter], Ζυρίχη, 1945, σ. 38, 39) Ανόμοια με το σχετικά βαθύ ήχο του γερανού, το κελάηδημα του πυκνόνωτου μοιάζει περισσότερο με τον τόνο του φλάουτου και περιγράφεται ως συνδυασμός τερετίσματος και τιτιβίσματος.
Ο Ιερεμίας (8:7) προφανώς αναφέρεται στην εποχική άφιξη των αποδημητικών πουλιών όταν επικρίνει τους Ισραηλίτες επειδή δεν διακρίνουν τον καιρό της κρίσης του Θεού σε βάρος τους.
-
-
ΠύληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΛΗ
Η Αγία Γραφή μιλάει για διάφορα είδη πυλών: (1) πύλες του στρατοπέδου (Εξ 32:26, 27), (2) πύλες της πόλης (Ιερ 37:13), (3) πύλη στην αυλή της σκηνής της μαρτυρίας (Εξ 38:18), (4) «πύλες του Κάστρου του οίκου» (Νε 2:8), (5) πύλες του ναού (Πρ 3:10) και (6) πύλη σπιτιού (Πρ 12:13, 14).
Κατασκευή. Οι πόλεις είχαν συνήθως όσο το δυνατόν λιγότερες πύλες. Μερικές πόλεις είχαν μόνο μία πύλη, εφόσον οι πύλες αποτελούσαν τα τρωτά σημεία της οχύρωσής τους. Όπου υπήρχαν εσωτερικά και εξωτερικά τείχη, υπήρχαν φυσικά πύλες σε κάθε τείχος. Στις αρχαιότερες πύλες η είσοδος προς την πόλη ήταν σε σχήμα L για να δυσχεραίνεται η εισχώρηση του εχθρού. Αργότερα, όταν άρχισε να χρησιμοποιείται το άρμα (περ. 18ος αιώνας Π.Κ.Χ.), οι πύλες των πόλεων είχαν ευθείες εισόδους. Σε μερικά ανεσκαμμένα ερείπια, η πύλη της πόλης αποτελείται από μια είσοδο, αριστερά και δεξιά της οποίας υπήρχαν τετράγωνοι πύργοι και η οποία οδηγούσε σε έναν προθάλαμο μήκους περίπου 15 ως 20 μ. Αριστερά και δεξιά από τη δίοδο του προθάλαμου υπήρχαν μέχρι και έξι προεξέχουσες παραστάδες, εξαιτίας των οποίων η δίοδος στένευε σε τρία σημεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να υπήρχαν δύο ή τρία ζεύγη θυρών για αυτές τις βαθιές πύλες. Μικροί χώροι στο εσωτερικό των τοίχων του προθάλαμου χρησίμευαν ως δωμάτια για τους φύλακες. Στο ναό που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ, οι πύλες διέθεταν δωμάτια για τους φύλακες. (Ιεζ 40:6, 7, 10, 20, 21, 28, 29, 32-36) Ορισμένες πύλες είχαν στεγασμένο προθάλαμο και ορισμένες ήταν πολυώροφες, όπως αποδεικνύεται από τις σκάλες που βρέθηκαν μέσα σε αυτές.—Παράβαλε 2Σα 18:24, 33.
Έχουν ανασκαφεί αρχαίες οχυρωμένες πόλεις στις οποίες φαίνεται ότι υπήρχαν παραπόρτια, ή αλλιώς πλαϊνές πύλες. Αυτές βρίσκονταν μερικές φορές στη βάση του φρουρίου και εξασφάλιζαν στον πληθυσμό της πόλης εύκολη πρόσβαση σε καιρό ειρήνης. Σε καιρό πολιορκίας χρησίμευαν προφανώς ως πύλες εξόδου, από τις οποίες οι αμυνόμενοι μπορούσαν να εξορμήσουν ξαφνικά επιτιθέμενοι στους πολιορκητές, ενώ ταυτόχρονα οι σύντροφοί τους στα τείχη τούς κάλυπταν με τις βολές τους.
Οι πόρτες των πυλών μιας πόλης κατασκευάζονταν συνήθως από ξύλο επενδυμένο με φύλλα μετάλλου ώστε να μην μπορεί ο εχθρός να τους βάλει φωτιά. Μερικές ίσως ήταν σιδερένιες, όπως στις ημέρες των αποστόλων. (Πρ 12:10) Οι πύλες της Βαβυλώνας αναφέρεται ότι είχαν χάλκινες πόρτες και σιδερένιες αμπάρες. (Ησ 45:2· παράβαλε Ψλ 107:2, 16.) Ορισμένες πύλες κλείδωναν προφανώς με ξύλινες αμπάρες. (Να 3:13) Στις ημέρες του Σολομώντα, στην περιοχή Αργόβ της Βασάν, υπήρχαν «εξήντα μεγάλες πόλεις με τείχος και χάλκινες αμπάρες». (1Βα 4:13) Στη Συρία έχουν ανακαλυφτεί πόλεις με πελώριες πέτρινες μονόφυλλες πόρτες, ύψους περίπου 3 μ., οι οποίες στρέφονταν σε στρόφιγγες στερεωμένες στο πάνω και στο κάτω μέρος. Λαβαίνοντας υπόψη αυτές τις παραμέτρους, ο άθλος που επιτέλεσε ο Σαμψών σηκώνοντας τις πόρτες της πύλης της Γάζας μαζί με τους δύο παραστάτες της και την αμπάρα και μεταφέροντάς τα στην κορυφή «του βουνού που βρίσκεται μπροστά στη Χεβρών» δεν ήταν αμελητέο κατόρθωμα. Φυσικά, η ενέργεια αυτή έγινε μέσω της ενισχυτικής δύναμης του πνεύματος του Ιεχωβά.—Κρ 16:3.
Λειτουργία. Οι «πύλες» μιας πόλης μπορούσαν να αναφέρονται στην ίδια την πόλη, εφόσον πολλές από τις επίσημες υποθέσεις διεκπεραιώνονταν στις πύλες και οι συναλλαγές καταγράφονταν εκεί (Δευ 16:11 [υποσ.], 14· Ρθ 4:10· Ψλ 87:2· 122:2), στη δε πρωτεύουσα πολλές φορές διεκπεραιώνονταν υποθέσεις στην πύλη του ανακτόρου. (Εσθ 3:2, 3· 5:9, 13· 6:10, 12) Όπου οι πύλες, δηλαδή οι είσοδοι, της πόλης ήταν ερημωμένες, είχε χαθεί και η δόξα. (Ησ 3:26· 14:31· Ιερ 14:2· Θρ 1:4) Οι πύλες ήταν τα σημεία που οι πολιορκητές έκαναν το παν για να διαρρήξουν. Από τη στιγμή που έλεγχαν τις πύλες, είχαν πρόσβαση στην πόλη. Άρα λοιπόν, αν κάποιος “έπαιρνε στην κατοχή του τις πύλες” της πόλης, καταλάμβανε την ίδια την πόλη. (Γε 22:17· 24:60) Όταν ανοίχτηκε ρήγμα στο τείχος της Ιερουσαλήμ, οι άρχοντες του Βαβυλώνιου βασιλιά κατηύθυναν την περαιτέρω καθυπόταξη της πόλης από κάποια θέση που βρισκόταν σε μια πύλη της.—Ιερ 39:2, 3.
Οι πύλες ήταν το κέντρο των δημόσιων συνάξεων και της δημόσιας ζωής. Κοντά στις πύλες υπήρχαν συνήθως ανοιχτοί χώροι, όπως η πλατεία απέναντι από την Πύλη των Υδάτων στην Ιερουσαλήμ. (Νε 8:1) Οι πύλες ήταν για τις πόλεις κέντρα ειδήσεων, όχι μόνο επειδή εκεί έφταναν οι ταξιδιώτες και οι έμποροι, αλλά επίσης επειδή σχεδόν όλοι οι εργάτες, ιδίως οι αγροτοεργάτες, έμπαιναν και έβγαιναν από την πύλη καθημερινά. Η πύλη, λοιπόν, ήταν σημείο συνάντησης. (Ρθ 4:1· 2Σα 15:2) Εκεί βρίσκονταν οι αγορές, κάποιες δε από τις πύλες της Ιερουσαλήμ είχαν πάρει προφανώς το όνομά τους από τα αγαθά που πουλιούνταν εκεί (για παράδειγμα, η Πύλη των Ψαριών).—Νε 3:3.
Στις πύλες έκριναν οι πρεσβύτεροι της πόλης. (Δευ 16:18· 21:18-20· 22:15· 25:7) Μερικές φορές ακόμη και οι βασιλιάδες παραχωρούσαν ακροάσεις ή εξέδιδαν αποφάσεις εκεί. (2Σα 19:8· 1Βα 22:10· Ιερ 38:7) Επειδή στην πύλη βρίσκονταν συνήθως οι κριτές, οι εξέχοντες άντρες της πόλης, οι έμποροι, οι επιχειρηματίες, καθώς και αρκετοί από το λαό, συχνά οι προφήτες πήγαιναν εκεί για να κάνουν εξαγγελίες. Τα αγγέλματά τους που κοινοποιούνταν εκεί θα διαδίδονταν πολύ γρηγορότερα. (1Βα 22:10· Ιερ 17:19) Εκεί γίνονταν επίσης άλλες σημαντικές αναγγελίες και επίσημες διακηρύξεις. (2Χρ 32:6-8) Ο Έσδρας διάβασε το Νόμο στην πλατεία απέναντι από την Πύλη των Υδάτων. (Νε 8:1-3) Η σοφία παρουσιάζεται να κράζει στις εισόδους των πυλών ώστε να ακούσουν οι πάντες στην πόλη τη συμβουλή της. (Παρ 1:20, 21· 8:1-3) Εφόσον η πύλη ήταν κέντρο ειδήσεων, τα καλά ή τα κακά έργα των κατοίκων της πόλης γίνονταν γνωστά εκεί.—Παρ 31:31.
Η προσφορά θυσιών στις πύλες μιας πόλης φαίνεται ότι ήταν ειδωλολατρική συνήθεια. (Πρ 14:13) Αυτή η κακή συνήθεια αναπτύχθηκε στον Ιούδα, αλλά ο Βασιλιάς Ιωσίας διόρθωσε τα πράγματα.—2Βα 23:8.
Εκείνοι τους οποίους οι κριτές θεωρούσαν άξιους θανάτου οδηγούνταν έξω από τις πύλες της πόλης για να εκτελεστούν. (1Βα 21:10-13· Πρ 7:58) Τα κουφάρια των ζώων που προσφέρονταν ως θυσία ώστε να γίνει εξιλέωση για τις αμαρτίες την Ημέρα της Εξιλέωσης μεταφέρονταν έξω από την πόλη και καίγονταν. (Λευ 16:27, 28) Γι’ αυτό και ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος αποτέλεσε την προσφορά για αμαρτία ώστε να υπάρξει εξιλέωση για την ανθρωπότητα, θανατώθηκε έξω από την πύλη της Ιερουσαλήμ.—Εβρ 13:11, 12.
Επειδή η πύλη της πόλης διαδραμάτιζε τόσο σπουδαίο ρόλο, ήταν μεγάλη τιμή να κάθεται κάποιος μαζί με τους πρεσβυτέρους του τόπου στις πύλες. (Ιωβ 29:7· Παρ 31:23) Αυτή η θέση δεν άρμοζε σε κάποιον ανόητο. (Παρ 24:7) Όταν ο Δαβίδ διωκόταν, θεωρούσε ότι ήταν κάτι σοβαρό το να ασχολούνται με αυτόν—ιδίως με αρνητικό τρόπο—εκείνοι που κάθονταν στις πύλες. (Ψλ 69:12) “Η συντριβή του ταλαιπωρημένου στην πύλη” υπονοούσε δικαστική διαφθορά, εφόσον οι δικαστικές υποθέσεις τύχαιναν χειρισμού εκεί. (Ιωβ 5:4· Παρ 22:22· Αμ 5:12) Το να “μισεί κάποιος αυτόν που παρείχε έλεγχο στην πύλη” σήμαινε ότι μισούσε τον κριτή που τον διόρθωνε ή τον καταδίκαζε. (Αμ 5:10) Εκείνοι οι οποίοι “έβαζαν δόλωμα για αυτόν που παρείχε έλεγχο στην πύλη” ήταν όσοι προσπαθούσαν με δωροδοκίες ή άλλου είδους πιέσεις να κάνουν τους κριτές να διαστρέψουν την κρίση ή όσοι επιδίωκαν να παγιδέψουν έναν προφήτη ο οποίος ίσως στεκόταν στην πύλη για να τους ελέγξει.—Ησ 29:19-21.
Οι Πύλες του Στρατοπέδου στην Έρημο. Οι “πύλες” του στρατοπέδου του Ισραήλ ήταν τα σημεία εισόδου. Χωρίς αμφιβολία, φρουρούνταν καλά. Η σκηνή της μαρτυρίας ήταν στο κέντρο του στρατοπέδου και οι Λευίτες στρατοπέδευαν πολύ κοντά της, ενώ οι 12 φυλές—τρεις από κάθε πλευρά—βρίσκονταν σε μεγαλύτερη απόσταση. Με αυτή τη διάταξη το στρατόπεδο ήταν επαρκώς προστατευμένο.—Εξ 32:26, 27· Αρ 3· βλέπε ΠΥΛΩΡΟΣ.
Οι Πύλες της Ιερουσαλήμ. Καθώς εξετάζουμε τις πύλες της Ιερουσαλήμ, είναι καλό να θυμόμαστε ότι, από τότε που την κατέλαβε ο Δαβίδ, η πόλη αναπτύχθηκε και επεκτάθηκε, με αποτέλεσμα να χτιστούν αρκετά τείχη ή επιπρόσθετα τμήματα τειχών. Εδώ θα ασχοληθούμε κυρίως με τις πύλες που αναφέρονται στο βιβλίο του Νεεμία, το οποίο μας δίνει την πιο ολοκληρωμένη περιγραφή ή απαρίθμηση. Οι κατονομαζόμενες πύλες στο υπόμνημα του Νεεμία είναι πύλες του τείχους που είχε χτιστεί πριν από τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ. και του τείχους που περιέβαλλε «το δεύτερο τμήμα». (2Βα 22:14· 2Χρ 34:22· Σοφ 1:10) «Το δεύτερο τμήμα» ήταν ένα βόρειο κομμάτι της πόλης, περιβαλλόμενο στα Δ και εν μέρει στα Β από το τείχος του Εζεκία (2Χρ 32:5), του οποίου προέκταση αποτελούσε το τείχος του Μανασσή που συνέχιζε προς τα ΒΑ και τα Α. (2Χρ 33:14) Αυτό το τείχος βρισκόταν Β της παλιότερης πόλης και του τείχους της, αλλά προφανώς δεν εκτεινόταν τόσο Δ όσο το παλιότερο τείχος.
Το τείχος του Νεεμία. Στην αφήγησή του σχετικά με την ανοικοδόμηση του τείχους της πόλης (Νε 3), ο Νεεμίας ξεκινάει από την Πύλη των Προβάτων και προχωρεί με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού. Στην απαρίθμηση που ακολουθεί θα εφαρμόσουμε αυτή την τακτική, παρεμβάλλοντας τις πύλες που δεν αναφέρονται στην αφήγηση της ανοικοδόμησης αλλά κατονομάζονται στην περιγραφή της πομπής που έλαβε χώρα κατά την εγκαινίαση (Νε 12), καθώς και πύλες για τις οποίες γίνεται λόγος σε άλλα εδάφια, μερικές από τις οποίες είναι απλώς άλλα ονόματα των πυλών που αναφέρονται στο υπόμνημα του Νεεμία.
Πύλη των Προβάτων. Η Πύλη των Προβάτων ανοικοδομήθηκε από τον Ελιασίβ τον αρχιερέα και συνιερείς του. (Νε 3:1, 32· 12:39) Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι πρέπει να ήταν κοντά στην περιοχή του ναού. Κατά πάσα πιθανότητα βρισκόταν στο τείχος του δεύτερου τμήματος, στο κομμάτι που έχτισε ο Μανασσής (βλέπε «Πύλη των Ψαριών» πιο κάτω), στη βορειοανατολική γωνία της πόλης ή εκεί κοντά. Αυτή η πύλη μπορεί να ονομάστηκε έτσι επειδή από εκεί έφερναν γιδοπρόβατα για να τα θυσιάσουν ή ίσως για να τα πουλήσουν σε μια κοντινή αγορά. “Η πύλη των προβάτων” που αναφέρεται στο εδάφιο Ιωάννης 5:2 πιθανώς είναι η ίδια αυτή Πύλη των Προβάτων ή κάποια αντίστοιχη μεταγενέστερη πύλη, διότι βρισκόταν στην ίδια περιοχή, κοντά στη δεξαμενή Βηθζαθά.
Πύλη των Ψαριών. Ο Εζεκίας έχτισε προφανώς ένα κομμάτι του τείχους γύρω από το δεύτερο τμήμα μέχρι την Πύλη των Ψαριών. (2Χρ 32:5· 33:14) Στις αφηγήσεις του Νεεμία για την ανοικοδόμηση και για την πομπή, η Πύλη των Ψαριών τοποθετείται Δ της Πύλης των Προβάτων, ίσως κοντά στη βόρεια άκρη της Κοιλάδας των Τυροποιών. (Νε 3:3· 12:39) Στο εδάφιο Σοφονίας 1:10 αυτή συσχετίζεται με το δεύτερο τμήμα. Το όνομά της μπορεί να οφείλεται στο ότι η πύλη βρισκόταν κοντά στην ψαραγορά όπου οι Τύριοι πουλούσαν ψάρια.—Νε 13:16.
Πύλη της Παλιάς Πόλης. Η Πύλη της Παλιάς Πόλης βρισκόταν στη βορειοδυτική πλευρά της πόλης ανάμεσα στην Πύλη των Ψαριών και στην Πύλη του Εφραΐμ. (Νε 3:6· 12:39) Στην εβραϊκή, η πύλη ονομάζεται απλώς «Πύλη της Παλιάς», ενώ μερικοί μεταφραστές προσθέτουν τη λέξη «πόλη». Λέγεται ότι το όνομα προέκυψε επειδή αυτή ήταν η κύρια βόρεια είσοδος στην παλιά πόλη. Ίσως βρισκόταν στη συμβολή του Πλατιού Τείχους (το οποίο αποτελούσε βόρειο όριο της παλιάς πόλης) και της νότιας άκρης του δυτικού τείχους του δεύτερου τμήματος. Ορισμένοι πιστεύουν ότι αυτή η πύλη ταυτίζεται με την “Πρώτη Πύλη” που αναφέρει ο Ζαχαρίας, ο οποίος φαίνεται να περιγράφει τα όρια της πόλης από την Α προς τη Δ όταν λέει «από [1] την Πύλη του Βενιαμίν μέχρι τον τόπο [2] της Πρώτης Πύλης, μέχρι [3] τη Γωνιακή Πύλη», και τα όρια από το Β προς το Ν όταν λέει «από τον Πύργο του Χανανήλ μέχρι τις λεκάνες στα πατητήρια του βασιλιά». (Ζαχ 14:10) Άλλοι συνδέουν την Πύλη της Παλιάς Πόλης με τη «Μεσαία Πύλη» του εδαφίου Ιερεμίας 39:3. Μερικοί ονομάζουν αυτή την Πύλη της Παλιάς Πόλης «Πύλη του Μισνέ» και την τοποθετούν στο δυτικό τείχος του δεύτερου τμήματος.
Πύλη του Εφραΐμ. Η Πύλη του Εφραΐμ βρισκόταν στο Πλατύ Τείχος 400 πήχεις (178 μ.) Α της Γωνιακής Πύλης. (2Βα 14:13· 2Χρ 25:23) Αποτελούσε έξοδο προς το Β, προς την περιοχή του Εφραΐμ. Και αυτή, επίσης, έχει ταυτιστεί από μερικούς ερευνητές με τη Μεσαία Πύλη (Ιερ 39:3), ενώ από άλλους με την Πρώτη Πύλη. (Ζαχ 14:10) Θεωρείται ότι είναι η ίδια (ή αντίστοιχη) με τη Γενάθ, ή αλλιώς Πύλη του Κήπου, την οποία αναφέρει ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 146 [iv, 2]) Κοντά στην Πύλη του Εφραΐμ υπήρχε μια πλατεία στην οποία ο λαός έστησε σκηνές για να γιορτάσει τη Γιορτή των Σκηνών την εποχή του Νεεμία. (Νε 8:16) Αυτή η πύλη δεν κατονομάζεται στο κείμενο του Νεεμία για την ανοικοδόμηση, προφανώς επειδή δεν χρειαζόταν εκτεταμένες επισκευές.
Γωνιακή Πύλη. Αυτή η πύλη βρισκόταν από ό,τι φαίνεται στη βορειοδυτική γωνία του τείχους της πόλης, Δ της Πύλης του Εφραΐμ. (2Βα 14:13· 2Χρ 25:23) Ήταν στην ανατολική πλευρά της Κοιλάδας του Εννόμ, προφανώς στο δυτικό τείχος της παλιάς πόλης στο σημείο της συμβολής του με το Πλατύ Τείχος. Κοντά σε αυτή την πύλη ο Οζίας έχτισε έναν πύργο, αλλά δεν διευκρινίζεται αν ήταν ο Πύργος των Φούρνων ή όχι. (2Χρ 26:9) Τόσο ο Ιερεμίας όσο και ο Ζαχαρίας φαίνεται να τοποθετούν τη Γωνιακή Πύλη στη δυτική άκρη της πόλης.—Ιερ 31:38· Ζαχ 14:10.
Δεν γίνεται μνεία άλλης πύλης στο δυτικό τείχος, από τη Γωνιακή Πύλη ως την Πύλη της Κοιλάδας στο νοτιοδυτικό τείχος, αναμφίβολα επειδή η πλαγιά της Κοιλάδας του Εννόμ ήταν απότομη και ως εκ τούτου η κατασκευή άλλης πύλης ήταν άσκοπη. Η Γωνιακή Πύλη δεν εμφανίζεται στις αφηγήσεις του Νεεμία, και πάλι δε ο λόγος μπορεί να είναι ότι δεν χρειαζόταν εκτεταμένες επισκευές. Η αφήγηση, ωστόσο, μιλάει για την επισκευή του Πύργου των Φούρνων, ο οποίος φαίνεται ότι αποτελούσε τμήμα της Γωνιακής Πύλης ή ότι βρισκόταν εκεί κοντά.—Νε 3:11.
Πύλη της Κοιλάδας. Στο νοτιοδυτικό τμήμα του τείχους της πόλης, η Πύλη της Κοιλάδας οδηγούσε στην Κοιλάδα του Εννόμ. Η «πύλη των Εσσηνών» που αναφέρει ο Ιώσηπος ίσως βρισκόταν εδώ ή κάπου παραπλεύρως. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 145 [iv, 2]) Ο Οζίας, στα πλαίσια του προγράμματός του για την οχύρωση της πόλης, έχτισε έναν πύργο σε αυτή την πύλη. (2Χρ 26:9) Από την Πύλη της Κοιλάδας βγήκε ο Νεεμίας για να επιθεωρήσει το κατεστραμμένο τείχος, συνεχίζοντας έφιππος προς τα ανατολικά, μέσα από την Κοιλάδα του Εννόμ, και κατόπιν ανεβαίνοντας την Κοιλάδα Κιδρόν, ενώ τελικά ξαναμπήκε στην πόλη από την ίδια πύλη. (Νε 2:13-15) Μολονότι δεν κατονομάζεται, η Πύλη της Κοιλάδας φαίνεται ότι ήταν το σημείο από όπου ξεκίνησε η πομπή της εγκαινίασης, με τη μία ομάδα να κάνει το γύρο των τειχών αντίθετα από τους δείκτες του ρολογιού, περνώντας από την Πύλη των Σωρών της Στάχτης, και την άλλη να πηγαίνει σύμφωνα με τους δείκτες του ρολογιού, περνώντας από τη Γωνιακή Πύλη και τον Πύργο των Φούρνων.—Νε 12:31-40.
Πύλη των Σωρών της Στάχτης. Αυτή η πύλη είναι επίσης γνωστή ως η Πύλη των Πήλινων Θραυσμάτων και ονομάζεται συνήθως Πύλη της Κοπριάς. (Νε 2:13· 12:31) Η περιγραφή του Νεεμία φαίνεται να την τοποθετεί 1.000 πήχεις (445 μ.) Α της Πύλης της Κοιλάδας. (Νε 3:13, 14) Βρισκόταν στη νοτιοανατολική γωνία του τείχους της πόλης και οδηγούσε στην Κοιλάδα του Εννόμ, κοντά στη συμβολή της με την Κοιλάδα των Τυροποιών. (Ιερ 19:2) Από αυτή την πύλη πήγαιναν στον Τοφέθ, στην Κοιλάδα του Εννόμ, όσοι ακολουθούσαν την ειδωλολατρική συνήθεια να καίνε τα παιδιά τους στη φωτιά προσφέροντάς τα στον Βάαλ. (Ιερ 19:1-6) Ήταν επίσης η πύλη μέσα από την οποία πέρασε ο Ιερεμίας μαζί με μερικούς από τους πρεσβυτέρους και τους ιερείς του Ισραήλ και εξήγγειλε συμφορά για την Ιερουσαλήμ, συντρίβοντας μια πήλινη φιάλη για να δείξει παραστατικά ότι ο Θεός θα συνέτριβε το λαό επειδή υπηρετούσε άλλους θεούς.—Ιερ 19:1-3, 10, 11.
Η ονομασία «Πύλη των Πήλινων Θραυσμάτων» μπορεί να προέκυψε επειδή εκεί κοντά πετούσαν ή κονιορτοποιούσαν θραύσματα αγγείων, τη σκόνη των οποίων χρησιμοποιούσαν για να παρασκευάζουν κονίαμα με το οποίο σοβάτιζαν τις στέρνες (όπως έχει συμβεί σε πιο πρόσφατες εποχές κοντά σε μια δεξαμενή στη νοτιοδυτική γωνία της πόλης). Επίσης, κοντά σε αυτή την πύλη ίσως λειτουργούσε μια κεραμοποιία, διότι εκεί κοντά, στην Κοιλάδα του Εννόμ, υπήρχε πηλός, καθώς και διαθέσιμο νερό από την είσοδο της Κοιλάδας των Τυροποιών και από την πηγή που ονομαζόταν Εν-ρογήλ. (Παράβαλε Ιερ 18:2· 19:1, 2.) Σύμφωνα με την παράδοση, από τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ. και μετά “ο αγρός του αγγειοπλάστη” (Ματ 27:7, 8) τοποθετείται στη νότια πλευρά της Κοιλάδας του Εννόμ.
Πύλη της Πηγής. Αυτή η πύλη ονομάστηκε έτσι επειδή από εκεί έφτανε κανείς σε κάποια κοντινή πηγή, ίσως την Εν-ρογήλ, η οποία βρισκόταν κάτω από τη συμβολή της Κοιλάδας Κιδρόν με την Κοιλάδα του Εννόμ. Πιθανότατα η πύλη βρισκόταν στη νότια απόληξη του ανατολικού λόφου της πόλης (δηλαδή στο νότιο άκρο «της Πόλης του Δαβίδ»). (Νε 2:14· 3:15· 12:37) Η Πύλη της Πηγής πρόσφερε σε όσους έμεναν στην Πόλη του Δαβίδ βολική έξοδο και πρόσβαση στην Εν-ρογήλ, ενώ η Πύλη των Σωρών της Στάχτης, σε μικρή απόσταση προς τα ΝΔ, οδηγούσε και αυτή στην Εν-ρογήλ και πιθανόν να εξυπηρετούσε καλύτερα τους κατοίκους της Κοιλάδας των Τυροποιών και του νοτιοδυτικού λόφου της πόλης.
Πύλη των Υδάτων. Το όνομα αυτής της πύλης μπορεί να οφείλεται στο ότι βρισκόταν κοντά ή τουλάχιστον παρείχε πρόσβαση στην πηγή Γιών, περίπου στο μέσο της ανατολικής πλευράς της πόλης. Αυτή η πύλη ήταν κοντά στο Οφήλ, όχι μακριά από την περιοχή του ναού. (Νε 3:26) Η Πύλη των Υδάτων ήταν το σημείο από όπου άφησε το τείχος η μία από τις ομάδες της πομπής της εγκαινίασης, προχωρώντας από εκεί μέχρι το ναό, όπου ενώθηκε με την άλλη ομάδα, προφανώς χωρίς να περάσει κατά μήκος του τμήματος του τείχους της πόλης που ήταν Α του ναού. (Νε 12:37-40) Απέναντι από αυτή την πύλη υπήρχε μια πλατεία όπου συγκεντρώθηκε όλος ο λαός για να ακούσει τον Έσδρα ο οποίος διάβασε το Νόμο και όπου στη συνέχεια έστησαν σκηνές για να γιορτάσουν τη Γιορτή των Σκηνών.—Νε 8:1-3, 16.
Πύλη των Αλόγων. Τις επισκευές πάνω από την Πύλη των Αλόγων τις έκαναν οι ιερείς, πράγμα που υποδηλώνει ότι αυτή βρισκόταν κοντά στο ναό. (Νε 3:28) Ορισμένοι πιστεύουν ότι μέσω της Πύλης των Αλόγων επικοινωνούσαν δύο τμήματα της ευρύτερης περιοχής όπου βρίσκονταν ο ναός και το ανάκτορο. Καταλήγουν σε αυτό το συμπέρασμα από την αφήγηση για την εκτέλεση της Γοθολίας, σύμφωνα με την οποία, καθώς οι στρατιώτες την έβγαζαν από το ναό, «εκείνη έφτασε στην είσοδο της πύλης των αλόγων, την οποία είχε η κατοικία του βασιλιά». (2Χρ 23:15· 2Βα 11:16) Ωστόσο, αυτή πιθανόν να ήταν μια είσοδος μόνο για τον περίβολο του βασιλικού ανακτόρου και όχι η Πύλη των Αλόγων από την οποία έμπαιναν και έβγαιναν τα άλογα στην ίδια την πόλη. Ο Νεεμίας περιλαμβάνει ξεκάθαρα την Πύλη των Αλόγων στην περιγραφή της ανοικοδόμησης, υποδηλώνοντας ότι επρόκειτο για πύλη του τείχους της πόλης. Πιθανότατα βρισκόταν ΝΑ της περιοχής του ναού. (Νε 3:28· Ιερ 31:40) Η Πύλη των Αλόγων παραλείπεται στην αφήγηση για την πομπή της εγκαινίασης, προφανώς επειδή τα δύο τμήματα της πομπής παρέκκλιναν στην Πύλη των Υδάτων και στην Πύλη της Φρουράς αντίστοιχα και δεν βάδισαν πάνω από το τμήμα του τείχους Α του ναού, στο οποίο βρίσκονταν η Πύλη των Αλόγων και η Πύλη της Επιθεώρησης.—Νε 12:37-40.
Πύλη της Επιθεώρησης. Ορισμένοι αποκαλούν την Πύλη της Επιθεώρησης (εβρ., χαμμιφκάδ) Πύλη της Συνάθροισης. (Νε 3:31, RS· Ro· ΛΧ) Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 43:21, ο όρος μιφκάδ (η ίδια εβραϊκή λέξη χωρίς το άρθρο χα) μεταφράζεται «καθορισμένο μέρος». Ορισμένοι έχουν υποθέσει ότι ήταν η ίδια πύλη με την Πύλη της Φρουράς. Η αναφορά της από τον Νεεμία στην αφήγησή του για την ανοικοδόμηση υποστηρίζει, όπως φαίνεται, την ιδέα ότι επρόκειτο για πύλη του ανατολικού τείχους της πόλης μπροστά από την περιοχή του ναού και Β της Πύλης των Αλόγων. (Νε 3:27-31) Η δήλωση του Νεεμία ότι υπήρχε μια γωνία στο τείχος πέρα από την Πύλη της Επιθεώρησης αφήνει να εννοηθεί ότι αυτή η πύλη βρισκόταν στο ανατολικό τείχος, Ν του σημείου όπου έστριβε το τείχος (πιθανώς προς τα ΒΔ).
Η αφήγηση μας λέει ότι οι επισκευές έγιναν «μπροστά από την Πύλη της Επιθεώρησης». Σύμφωνα με ορισμένους, αυτό σημαίνει ότι έγιναν επισκευές στο τείχος της πόλης μπροστά από μια πύλη του ναού με αυτό το όνομα. Αυτή η άποψη δεν φαίνεται να ευσταθεί, διότι η ίδια έκφραση χρησιμοποιείται αναφορικά με την Πύλη των Υδάτων, η οποία κατά κοινή παραδοχή ήταν πύλη του τείχους της πόλης. (Νε 3:26, 31) Η Πύλη της Επιθεώρησης δεν κατονομάζεται στην αφήγηση της πομπής προφανώς επειδή οι συμμετέχοντες δεν πέρασαν κατά μήκος του τείχους Α του ναού.
Πύλη της Φρουράς. Από αυτή την πύλη (που ονομαζόταν «πύλη της φυλακής», KJ· ΒΑΜ) άφησε το τείχος ένα τμήμα της πομπής της εγκαινίασης και προχώρησε στο ναό.—Νε 12:39, 40.
Μεσαία Πύλη. Όταν οι Βαβυλώνιοι άνοιξαν ρήγμα στο τείχος της Ιερουσαλήμ, οι αξιωματικοί τους κάθησαν στη Μεσαία Πύλη. (Ιερ 39:3) Πιθανότατα αυτή η πύλη ταυτιζόταν με την Πύλη της Παλιάς Πόλης, εφόσον η εν λόγω πύλη—στη συμβολή του Πλατιού Τείχους, δηλαδή του βόρειου τείχους της παλιάς πόλης, και του δυτικού τείχους του δεύτερου τμήματος—βρισκόταν σε κεντρικό ή νευραλγικό σημείο. Ωστόσο, οι γνώμες διίστανται και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι επρόκειτο για την Πύλη του Εφραΐμ ή την Πύλη των Ψαριών.
Πύλη του Βενιαμίν. Μερικοί ταυτίζουν την Πύλη του Βενιαμίν με την Πύλη των Προβάτων. Αυτή η τοποθεσία φαίνεται να ταιριάζει στην περιγραφή της απόπειρας που έκανε ο Ιερεμίας να φύγει προς την περιοχή του Βενιαμίν, προφανώς προς την Αναθώθ, ΒΑ της Ιερουσαλήμ. (Ιερ 37:11-13) Ο Σεδεκίας καθόταν στην Πύλη του Βενιαμίν όταν τον πλησίασε ο Αβδέ-μέλεχ για να μεσολαβήσει υπέρ του Ιερεμία. (Ιερ 38:7, 8) Είναι λογικό να βρισκόταν ο βασιλιάς κοντά στο πιο κρίσιμο σημείο κατά τη βαβυλωνιακή πολιορκία. Η Πύλη των Προβάτων στα Β της πόλης θα ήταν αυτή που απειλούνταν περισσότερο από τους επιτιθέμενους Βαβυλωνίους. Εντούτοις, ορισμένοι πιστεύουν ότι η Πύλη του Βενιαμίν ήταν η Πύλη της Επιθεώρησης.
Άλλες αναφερόμενες πύλες. Όταν ο Βασιλιάς Σεδεκίας προσπάθησε να ξεφύγει από τους Βαβυλωνίους, βγήκε «από το δρόμο της πύλης ανάμεσα στο διπλό τείχος, ο οποίος είναι κοντά στον κήπο του βασιλιά». (Ιερ 52:7, 8· 39:4) Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για το ποιο ήταν το «διπλό τείχος». Ωστόσο, από όσα γνωρίζουμε σήμερα, τόσο η Πύλη των Σωρών της Στάχτης όσο και η Πύλη της Πηγής θα μπορούσαν να ταιριάζουν στη Βιβλική περιγραφή, καθώς και οι δύο βρίσκονταν κοντά στον κήπο του βασιλιά.—2Βα 25:4, 5.
Στο εδάφιο 2 Βασιλέων 23:8 γίνεται λόγος για «τους υψηλούς τόπους των πυλών στην είσοδο της πύλης του Ιησού, του αρχηγού της πόλης, η οποία βρισκόταν στα αριστερά καθώς μπαίνει κανείς στην πύλη της πόλης». Εδώ “πύλη του Ιησού” δεν ονομάζεται κάποια πύλη της πόλης, αλλά προφανώς πρόκειται για κάποια πύλη εντός των τειχών η οποία οδηγούσε στην κατοικία του κυβερνήτη, στα αριστερά καθώς έμπαινε κανείς από την πύλη της πόλης.
Οι Πύλες του Ναού. Η Ανατολική Πύλη. Η αφήγηση του Νεεμία για την ανοικοδόμηση μας λέει ότι στις επισκευές συμμετείχε ο φύλακας της Ανατολικής Πύλης. (Νε 3:29) Άρα, η Ανατολική Πύλη δεν προσδιορίζεται ως πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ, όπως έχουν υποθέσει μερικοί. Η Ανατολική Πύλη ίσως βρισκόταν περίπου στην ίδια ευθεία με την Πύλη της Επιθεώρησης, η οποία ήταν πύλη του τείχους της πόλης. Αυτή η πύλη είναι προφανώς εκείνη που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 9:18 ως η «βασιλική πύλη, η οποία ήταν προς την ανατολή», δηλαδή η πύλη από όπου ο βασιλιάς έμπαινε στο ναό ή έβγαινε από αυτόν.
Η Πύλη του Θεμελίου. Πύλη του ναού, η θέση της οποίας είναι ανεξακρίβωτη.—2Βα 11:6· 2Χρ 23:5.
Η «άνω πύλη του οίκου του Ιεχωβά». Αυτή μπορεί να ήταν μια πύλη που οδηγούσε στην εσωτερική αυλή, ίσως “η καινούρια πύλη του Ιεχωβά”, όπου δικάστηκε ο Ιερεμίας και όπου ο Βαρούχ, ο γραμματέας του Ιερεμία, διάβασε το ρόλο ενώπιον του λαού. (Ιερ 26:10· 36:10) Ο Ιερεμίας μπορεί να την αποκάλεσε “καινούρια πύλη” επειδή είχε χτιστεί πιο πρόσφατα από τις άλλες, πιθανώς δε να ήταν η «άνω πύλη του οίκου του Ιεχωβά» που έχτισε ο Βασιλιάς Ιωθάμ.—2Βα 15:32, 35· 2Χρ 27:3.
Η «Άνω Πύλη του Βενιαμίν, η οποία ήταν στον οίκο του Ιεχωβά». Πιθανότατα μια πύλη που οδηγούσε στην εσωτερική αυλή και βρισκόταν στη βόρεια πλευρά του ναού.—Ιερ 20:2· παράβαλε Ιεζ 8:3· 9:2.
Η Ωραία Πύλη. Είσοδος του ναού που ανοικοδόμησε ο Ηρώδης ο Μέγας, το σημείο όπου ο Πέτρος θεράπευσε τον άντρα που ήταν κουτσός από την κοιλιά της μητέρας του. (Πρ 3:1-10) Υπάρχει μια παράδοση που ταυτίζει την Ωραία Πύλη με την υπάρχουσα Χρυσή Πύλη του τείχους της πόλης, ενδεχομένως όμως να επρόκειτο για εσωτερική πύλη της περιοχής του ναού, η οποία πιθανόν να αντιστοιχούσε στην αρχαία «Ανατολική Πύλη». Μερικοί λένε ότι μπορεί να ήταν μια από τις πύλες Α του καθαυτό ναού, η οποία έβγαζε στην Αυλή των Γυναικών, μια πύλη η οποία, σύμφωνα με τον Ιώσηπο, είχε ύψος 50 πήχεις (22 μ.) και πόρτες από κορινθιακό χαλκό.
Άλλες πύλες που αναφέρονται είναι η «πύλη πίσω από τους δρομείς» και η “πύλη των δρομέων”. Πρόκειται για πύλες του ναού, η θέση των οποίων είναι ανεξακρίβωτη.—2Βα 11:6, 19.
Το Ιουδαϊκό Μισνά (Μιντότ 1:3), αναφερόμενο στο ναό που ανοικοδόμησε ο Βασιλιάς Ηρώδης ο Μέγας, κάνει λόγο για πέντε μόνο πύλες του Όρους του Ναού, δηλαδή πύλες στο τείχος που περιέβαλλε ολόκληρο το τετράγωνο της περιοχής του ναού. Αυτές ήταν: οι δύο Πύλες της Όλδας στα Ν, η Πύλη Κιφωνώς στα Δ, η Πύλη Ταντί (Τοντί) στα Β και η Ανατολική Πύλη, η οποία έφερε παράσταση του Ανακτόρου των Σούσων. Απεναντίας, ο Ιώσηπος αναφέρει τέσσερις πύλες στα Δ. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 410 [xi, 5]) Αυτές οι τέσσερις πύλες έχουν εντοπιστεί τώρα από την αρχαιολογική σκαπάνη. Από το Ν προς το Β είναι: η πύλη πάνω από την Αψίδα του Ρόμπινσον που οδηγούσε σε σκαλοπάτια τα οποία κατέβαιναν στην Κοιλάδα των Τυροποιών, η Πύλη του Μπάρκλεϊ στο επίπεδο του δρόμου, η πύλη πάνω από την Αψίδα του Γουίλσον, η οποία υποβάσταζε μια γέφυρα πάνω από την Κοιλάδα των Τυροποιών, και η Πύλη του Γουόρεν, επίσης στο επίπεδο του δρόμου. Η Πύλη Κιφωνώς ίσως ταυτίζεται είτε με την Πύλη του Μπάρκλεϊ είτε με την πύλη πάνω από την Αψίδα του Γουίλσον.
Επιπρόσθετα, το Μισνά δηλώνει ότι υπήρχαν εφτά πύλες στην αυλή που περιέβαλλε άμεσα το ναό.—Μιντότ 1:4· βλέπε ΝΑΟΣ.
Μεταφορικές Χρήσεις. Στα εδάφια Ψαλμός 118:19, 20 αναφέρονται “οι πύλες της δικαιοσύνης” και «η πύλη του Ιεχωβά» από την οποία μπαίνουν οι δίκαιοι.—Παράβαλε Ματ 7:13, 14.
Όταν κάποιος πέθαινε, λεγόταν ότι περνούσε «τις πύλες του θανάτου». (Ψλ 9:13· 107:18) Πήγαινε στον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους και έτσι περνούσε τις πύλες του Σιεόλ-Άδη. (Ησ 38:10· Ματ 16:18) Εφόσον ο Ιησούς Χριστός έχει τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη (Απ 1:18), η εκκλησία του έλαβε τη διαβεβαίωση ότι ο θάνατος και ο Άδης δεν θα την κρατούσαν δέσμια για πάντα. Ο απόστολος Παύλος έδειξε ότι όλοι αυτοί πεθαίνουν, πηγαίνοντας στο θάνατο και στον Άδη, όπως ο Χριστός τον οποίο ο Θεός ελευθέρωσε από τις οδύνες του θανάτου και δεν εγκατέλειψε στον Άδη. (Πρ 2:24, 31) Χάρη στην ανάσταση, ο θάνατος και ο Άδης δεν νικούν αμετάκλητα την εκκλησία του Χριστού.—1Κο 15:29, 36-38, 54-57.
Επειδή ο λαός του Θεού, όταν θα αποκαθίστατο στη Σιών, θα εδραίωνε και πάλι την αγνή λατρεία εκεί, οι πύλες της θα αποκαλούνταν Αίνος. Οι πύλες της Σιών θα παρέμεναν διαρκώς ανοιχτές για να φέρουν μέσα τα πλούτη των εθνών, χωρίς να υπάρχει φόβος ότι θα τις έθετε υπό τον έλεγχό του ο εχθρός.—Ησ 60:11, 18.
Στον Ιεζεκιήλ δόθηκε ένα όραμα μιας πόλης η οποία θα αποκαλούνταν «Ο Ιεχωβά Ο Ίδιος Είναι Εκεί» και θα είχε 12 πύλες με τα ονόματα των 12 φυλών του Ισραήλ. (Ιεζ 48:30-35) Ο Ιεζεκιήλ περιγράφει επίσης ένα λεπτομερές όραμα σχετικά με έναν ναό και τις διάφορες πύλες του.—Ιεζ 40–44.
Η άγια πόλη με το όνομα «Νέα Ιερουσαλήμ» παρουσιάζεται να έχει 12 μαργαριτάρια για πύλες, στην καθεμιά από τις οποίες στέκεται ένας άγγελος, προφανώς ως φρουρός. Αυτές οι πύλες είναι διαρκώς ανοιχτές, διότι δεν υπάρχει νύχτα ώστε να πρέπει να κλείνουν. Η δόξα και η τιμή των εθνών φέρνονται στην πόλη μέσω των πυλών της. Μολονότι οι πύλες είναι ανοιχτές, δεν μπορούν να μπουν μέσα όσοι πράττουν πονηρά, ακάθαρτα ή αηδιαστικά πράγματα. Οι αγγελικοί υπηρέτες επιτρέπουν την είσοδο μόνο σε όσους διατηρούνται καθαροί ως νικητές, εκείνους που γίνονται βασιλιάδες και ιερείς με τον Χριστό. (Απ 21:2, 12, 21-27· 22:14, 15· 2:7· 20:4, 6) Οι λαοί των εθνών της γης που περπατούν στο φως της πόλης είναι ευλογημένοι.
[Χάρτης στη σελίδα 807]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΠΥΛΕΣ της ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ
Οι αριθμοί δείχνουν το σημερινό υψόμετρο
Τείχος του Εζεκία
ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΨΑΡΙΩΝ 740
ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ
ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΠΟΛΗΣ
Αρχικό Βόρειο Τείχος
Τείχος του Μανασσή
Πύργος του Χανανήλ
Κάστρο
Πύργος Μεά
ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ
ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ
ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ
Περιοχή του Ναού
ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΑΛΟΓΩΝ 730
ΟΦΗΛ
Πλατεία
ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ
Πηγή Γιών
Κοιλάδα των Τυροποιών (Κεντρική Κοιλάδα)
ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ 750 730 710 690 670
ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΠΗΓΗΣ
Κήπος του Βασιλιά
Κοιλάδα του Χειμάρρου Κιδρόν
Εν-ρογήλ
ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΣΩΡΩΝ ΤΗΣ ΣΤΑΧΤΗΣ
Κοιλάδα του Εννόμ 730 710 690 670
ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΚΟΙΛΑΔΑΣ 730 750 770 770
ΓΩΝΙΑΚΗ ΠΥΛΗ
Πύργος των Φούρνων
ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΕΦΡΑΪΜ
Πλατύ Τείχος
Πλατεία
-
-
ΠυλωρόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΛΩΡΟΣ
Στην αρχαιότητα οι πυλωροί, που ονομάζονταν επίσης θυρωροί, υπηρετούσαν σε διάφορα μέρη, όπως στις πύλες κάποιας πόλης, στις πύλες του ναού, ακόμη και σε εισόδους ή πόρτες σπιτιών. Οι πυλωροί που ήταν διορισμένοι στις πύλες της πόλης έπρεπε να φροντίζουν να είναι κλειστές το βράδυ, εκτελούσαν δε καθήκοντα φρουρού στην πύλη. Άλλοι φρουροί μπορεί να τοποθετούνταν ως σκοποί πάνω από την πύλη ή σε έναν πύργο από όπου είχαν ευρύ οπτικό πεδίο και μπορούσαν να αναγγέλλουν όποιους πλησίαζαν στην πόλη. Οι φρουροί συνεργάζονταν με τον πυλωρό. (2Σα 18:24, 26) Η θέση του πυλωρού ήταν πολύ υπεύθυνη, εφόσον η ασφάλεια της πόλης εξαρτόταν σε σημαντικό βαθμό από αυτόν και ο ίδιος αποτελούσε δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα σε όσους βρίσκονταν εντός και εκτός της πόλης. (2Βα 7:10, 11) Οι θυρωροί του Βασιλιά Ασσουήρη, δύο από τους οποίους συνωμότησαν για να τον δολοφονήσουν, αποκαλούνταν επίσης αυλικοί.—Εσθ 2:21-23· 6:2.
Στο Ναό. Λίγο πριν από το θάνατό του, ο Βασιλιάς Δαβίδ οργάνωσε πλήρως τους Λευίτες και όσους εργάζονταν στο ναό, μεταξύ των οποίων και τους πυλωρούς, οι οποίοι έφταναν τους 4.000. Αυτοί έρχονταν στο ναό για εφτά ημέρες κάθε φορά, σύμφωνα με τις υποδιαιρέσεις τους. Είχαν την ευθύνη να φυλάνε τον οίκο του Ιεχωβά και να φροντίζουν ώστε οι πόρτες να ανοίγουν και να κλείνουν στις κατάλληλες ώρες. (1Χρ 9:23-27· 23:1-6) Εκτός από τα καθήκοντα φύλαξης που εκτελούσαν, κάποιοι πυλωροί ασχολούνταν και με τις συνεισφορές που έφερνε ο λαός για χρήση στο ναό. (2Βα 12:9· 22:4) Αργότερα, όταν ο Ιωδαέ ο αρχιερέας έχρισε τον Ιωάς βασιλιά, διορίστηκαν ειδικοί φρουροί στις πύλες του ναού για να προστατέψουν τον νεαρό Ιωάς από τη σφετερίστρια, τη Βασίλισσα Γοθολία. (2Βα 11:4-8) Όταν ο Βασιλιάς Ιωσίας εξάλειψε την ειδωλολατρία, οι θυρωροί βοήθησαν να απομακρυνθούν από το ναό τα σκεύη που είχαν χρησιμοποιηθεί στη λατρεία του Βάαλ. Στη συνέχεια, αυτά κάηκαν έξω από την πόλη.—2Βα 23:4.
Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, ιερείς και Λευίτες διορίζονταν ως θυρωροί και φρουροί στο ναό που είχε ανοικοδομήσει ο Ηρώδης. Απαιτούνταν από αυτούς να είναι σε επιφυλακή, διότι ο επιβλέπων ή επόπτης του Όρους του Ναού περιπολούσε και εμφανιζόταν αναπάντεχα, ο δε φρουρός χρειαζόταν να παραμένει άγρυπνος στη θέση του διαρκώς ώστε να μην καταληφθεί εξαπίνης. Υπήρχε και ένας άλλος επόπτης ο οποίος είχε την ευθύνη να ρίχνει κλήρο για τις υπηρεσίες του ναού. Όταν αυτός ερχόταν και χτυπούσε την πόρτα, ο φρουρός έπρεπε να είναι ξύπνιος για να του ανοίξει. Και αυτός, επίσης, θα μπορούσε να πιάσει το φρουρό να κοιμάται. Σχετικά με αυτό το θέμα της αγρύπνιας, το Μισνά (Μιντότ 1:2) λέει: «Ο επόπτης του Όρους του Ναού περιπολούσε από σκοπιά σε σκοπιά έχοντας μπροστά του αναμμένους δαυλούς, και αν κάποιος φρουρός δεν σηκωνόταν να του πει: “Ω! επόπτη του Όρους του Ναού, ειρήνη σε εσένα!” και ήταν φανερό ότι κοιμόταν, εκείνος τον χτυπούσε με το ραβδί του και είχε δικαίωμα να κάψει τη στολή του».—Μετάφραση (στην αγγλική) Χ. Ντάνμπι· βλέπε επίσης Απ 16:15.
Αυτοί οι πυλωροί και φρουροί τοποθετούνταν στις θέσεις τους για να προφυλάσσουν το ναό από ληστείες και για να κρατούν μακριά όλα τα ακάθαρτα άτομα και όλους τους παρείσακτους.
Στα Σπίτια. Στις ημέρες των αποστόλων, μερικά σπίτια είχαν θυρωρούς. Στο σπίτι της Μαρίας, της μητέρας του Ιωάννη Μάρκου, μια υπηρέτρια ονόματι Ρόδη απάντησε στο χτύπημα του Πέτρου όταν αυτός επέστρεψε από τη φυλακή, αφού είχε ελευθερωθεί από έναν άγγελο. (Πρ 12:12-14) Η κοπέλα που εργαζόταν ως θυρωρός στο σπίτι του αρχιερέα ρώτησε τον Πέτρο αν ήταν από τους μαθητές του Χριστού.—Ιωα 18:17.
Ποιμένες. Οι ποιμένες στους Βιβλικούς χρόνους φύλαγαν τα ποίμνιά τους σε μάντρες, ή αλλιώς στάνες, στη διάρκεια της νύχτας. Αυτές οι μάντρες αποτελούνταν από έναν χαμηλό πέτρινο τοίχο και μια πόρτα. Τα ποίμνια ενός ή ενίοτε αρκετών ανθρώπων παρέμεναν στη μάντρα στη διάρκεια της νύχτας, ενώ υπήρχε κάποιος θυρωρός που τα πρόσεχε και τα προστάτευε. Προφανώς από αυτή τη συνήθεια άντλησε ο Ιησούς την παραβολή στην οποία έκανε λόγο για έναν θυρωρό, χαρακτηρίζοντας τον εαυτό του, όχι μόνο ως τον ποιμένα των προβάτων του Θεού, αλλά και ως την πόρτα από την οποία μπορούσαν να περάσουν τα πρόβατα.—Ιωα 10:1-9.
Χριστιανοί. Ο Ιησούς τόνισε την ανάγκη που υπάρχει να παραμένουν οι Χριστιανοί άγρυπνοι και να είναι σε εγρήγορση όσον αφορά την έλευσή του ως εκτελεστή εντεταλμένου από τον Ιεχωβά. Παρομοίασε τον Χριστιανό με το θυρωρό τον οποίο ο κύριός του διέταξε να είναι σε εγρήγορση και να τον αναζητήσει κατά την επιστροφή του από κάποιο ταξίδι σε ξένη χώρα.—Μαρ 13:33-37· βλέπε ΠΥΛΗ· ΦΡΟΥΡΟΣ, ΦΥΛΑΚΑΣ.
-
-
ΠύργοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΓΟΣ
Κτίσμα (ή τμήμα οικοδομήματος) του οποίου το ύψος είναι συνήθως μεγαλύτερο από το πλάτος και το οποίο είναι ψηλότερο σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο. Η ιστορία της ανέγερσης πύργων ξεκινάει λίγο μετά τον Κατακλυσμό, όταν οι άνθρωποι στις Πεδιάδες της Σεναάρ διακήρυξαν: «Εμπρός! Ας χτίσουμε μια πόλη, καθώς και έναν πύργο με την κορυφή του στους ουρανούς». (Γε 11:2-4) Αυτός ο πύργος πιστεύεται ότι είχε σχήμα πλάγιας πυραμίδας, σαν τα θρησκευτικά ζιγκουράτ που ανακαλύφτηκαν σε εκείνο το μέρος του κόσμου.—Βλέπε ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ (Βαβυλωνία)· ΒΑΒΕΛ.
Στα αμπέλια έχτιζαν απλούς πύργους τους οποίους οι φύλακες χρησιμοποιούσαν ως παρατηρητήρια για να προστατεύουν τα κλήματα από τους κλέφτες και τα ζώα.—Ησ 5:1, 2· Ματ 21:33· Μαρ 12:1.
Για λόγους στρατιωτικής άμυνας έχτιζαν πύργους ενσωματωμένους στα τείχη των πόλεων, ενώ στις γωνίες και εκατέρωθεν των πυλών οι πύργοι ήταν συνήθως μεγαλύτεροι. (2Χρ 26:9· 32:5· Ιεζ 26:4, 9· Σοφ 1:16· 3:6) Σε ορισμένες περιπτώσεις, κάποιοι πύργοι λειτουργούσαν ως σειρά από φυλάκια κατά μήκος ενός συνόρου ή ως καταφύγια για ποιμένες ή για άλλους σε απομονωμένες περιοχές.—2Χρ 26:10· 27:4· βλέπε ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ· ΣΚΟΠΙΑ.
Πολλές φορές ένας πύργος μέσα στην πόλη χρησίμευε ως φρούριο. Τέτοια οικοδομήματα ήταν οι πύργοι στη Συχέμ, στη Θεβές και στη Φανουήλ. (Κρ 8:9, 17· 9:46-54) Επίσης, ερείπια άλλων πύργων μέσα σε πόλεις έχουν βρεθεί στην Ιεριχώ, στη Βαιθ-σαν, στη Λαχείς, στη Μεγιδδώ, στη Μισπά και στη Σαμάρεια.
Η εβραϊκή λέξη μιγντάλ, που σημαίνει «πύργος» (Ιεζ 29:10· 30:6), αποτελεί συνθετικό ορισμένων τοπωνυμίων, όπως Μιγδάλ-γαδ (που σημαίνει «Πύργος Καλοτυχίας») και Μιγδάλ-ελ (που σημαίνει «Πύργος του Θεού»).—Ιη 15:37· 19:38.
Ενίοτε οι επιτιθέμενοι στρατοί κατασκεύαζαν “πολιορκητικούς πύργους” όταν εξορμούσαν εναντίον οχυρωμένων πόλεων. Από εκεί ψηλά δρούσαν οι τοξότες και άλλοι βολείς. Επίσης, μερικοί πύργοι επίθεσης είχαν πολιορκητικούς κριούς και παρείχαν προστασία στους χειριστές των κριών.—Ησ 23:13.
Οι Πύργοι της Ιερουσαλήμ. Ο Πύργος των Φούρνων βρισκόταν στη βορειοδυτική πλευρά της πόλης, κοντά στη Γωνιακή Πύλη ή δίπλα σε αυτήν. (Νε 3:11· 12:38) Δεν είναι βέβαιο γιατί ονομαζόταν έτσι, αλλά είναι πολύ πιθανό ότι εκεί κοντά βρίσκονταν οι αρτοποιοί. Αυτός ο πύργος μπορεί να ήταν ένας από εκείνους που έχτισε ο Οζίας, ο οποίος βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ από το 829 ως το 778 Π.Κ.Χ. (2Χρ 26:9) Στο βόρειο τείχος της πόλης υπήρχαν άλλοι δύο σημαντικοί πύργοι: Ο Πύργος του Χανανήλ επισκευάστηκε και αγιάστηκε στις ημέρες του Νεεμία. (Νε 3:1· 12:39· Ιερ 31:38· Ζαχ 14:10) Κοντά σε αυτόν και προς τα Α, κοντά στην Πύλη των Προβάτων, βρισκόταν ο Πύργος Μεά. Δεν γνωρίζουμε γιατί ονομαζόταν Μεά, που σημαίνει «Εκατό».—Νε 3:1· 12:39.
Στο ανατολικό τείχος, Ν της περιοχής του ναού, βρισκόταν ένας πύργος που χαρακτηριζόταν ως “πύργος που προεξέχει”, ενώ ακόμη νοτιότερα, στην ευρύτερη περιοχή του ανακτόρου του Δαβίδ, υπήρχε ένας άλλος πύργος που συνδεόταν με την Κατοικία του Βασιλιά, κοντά στην Αυλή της Φρουράς. (Νε 3:25-27) Μερικοί πιστεύουν ότι αυτός ο τελευταίος πύργος ήταν εκείνος που το Άσμα Ασμάτων αποκαλεί «πύργο του Δαβίδ, . . . χτισμένο με στρώματα πέτρας, πάνω στον οποίο κρέμονται χίλιες ασπίδες, όλες οι στρογγυλές ασπίδες των κραταιών αντρών». (Ασμ 4:4) Αυτός ο πύργος δεν πρέπει να συγχέεται με κάποιον μεταγενέστερο που αποκαλείται Πύργος του Δαβίδ και περιλαμβάνει τον πύργο του Φασαήλ. Ο πύργος του Φασαήλ ήταν ένας από τους τρεις πύργους που έχτισε ο Ηρώδης ο Μέγας για την προστασία του καινούριου ανακτόρου του, το οποίο είχε ανεγερθεί κοντά στη θέση της αρχαίας Γωνιακής Πύλης, στη δυτική πλευρά της πόλης.
Ο Πύργος στον Σιλωάμ βρισκόταν κατά πάσα πιθανότητα κοντά στην ομώνυμη δεξαμενή, στο νοτιοανατολικό τομέα της Ιερουσαλήμ. Ο Ιησούς ανέφερε ότι αυτός ο πύργος κατέρρευσε, σκοτώνοντας 18 άτομα, γεγονός που πρέπει να ήταν νωπό στη μνήμη των ακροατών του.—Λου 13:4· βλέπε επίσης ΑΝΤΩΝΙΑ, ΦΡΟΥΡΙΟ.
Μεταφορική Χρήση. Όσοι αποβλέπουν με πίστη και υπακοή στον Ιεχωβά απολαμβάνουν μεγάλη ασφάλεια, όπως έψαλε ο Δαβίδ: «Αποδείχτηκες [Ιεχωβά] καταφύγιο για εμένα, πύργος ισχυρός ενόψει του εχθρού». (Ψλ 61:3) Εκείνοι που αναγνωρίζουν τι αντιπροσωπεύει το όνομά του και θέτουν την εμπιστοσύνη τους σε αυτό το όνομα και το εκπροσωπούν πιστά, δεν έχουν να φοβούνται τίποτα, διότι: «Το όνομα του Ιεχωβά είναι ισχυρός πύργος. Μέσα σε αυτόν σπεύδει ο δίκαιος και λαβαίνει προστασία».—Παρ 18:10· παράβαλε 1Σα 17:45-47.
-
-
Πύργος της ΒαβέλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΒΑΒΕΛ
Βλέπε ΒΑΒΕΛ.
-
-
ΠυρετόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΕΤΟΣ
Αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος πάνω από το φυσιολογικό. Ο πυρετός μπορεί να αποτελεί ένδειξη αρρώστιας. Μολονότι ο υψηλός πυρετός μπορεί να καταλήξει σε απώλεια βάρους, σωματικών υγρών και αλατιού και να συνοδεύεται από πονοκεφάλους και άλλου είδους κακοδιαθεσία, ο ίδιος ο πυρετός αποτελεί συχνά μέρος της μάχης του σώματος εναντίον κάποιας λοίμωξης. Εντούτοις, όταν ο υψηλός πυρετός είναι κύριο σύμπτωμα κάποιας ασθένειας, αυτό μπορεί να αντικατοπτρίζεται στο όνομά της, όπως στην περίπτωση του άλικου πυρετού (οστρακιά), του κίτρινου πυρετού και του δάγγειου πυρετού.
Η ελονοσία είναι μια από τις κοινότερες εμπύρετες νόσους στη Μέση Ανατολή. Η δυσεντερία είναι μια άλλη εμπύρετη νόσος, την οποία κατονομάζει συγκεκριμένα η Αγία Γραφή. (Πρ 28:8) Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της πάθησης είναι η οξεία φλεγμονή που υφίσταται το κόλον, από το οποίο αποβάλλονται ενίοτε αίμα και βλέννα. Στο εδάφιο Λευιτικό 26:16 η λέξη καντάχαθ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου μεταφράζεται «καυτός πυρετός», ενώ στο εδάφιο Ματθαίος 8:14 το ρήμα πυρέσσω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «είμαι άρρωστος με πυρετό», ή, κατά κυριολεξία, «καίω από τον πυρετό».
Μολονότι ο Νόμος με τις διατάξεις του αποσκοπούσε πρωτίστως στην πνευματική ωφέλεια του Ισραήλ και στη διατήρηση του αποχωρισμού του από τα ειδωλολατρικά έθνη, μια εξέταση των κανόνων του για τη διατροφή και την υγιεινή αποκαλύπτει ότι αυτός είχε και μια δευτερεύουσα ωφέλιμη επίδραση, καθώς προστάτευε το έθνος από τα αίτια και την εξάπλωση πολλών ασθενειών, ανάμεσα στις οποίες ήταν και ορισμένες λοιμώδεις εμπύρετες νόσοι.
(1) Φυσιολογικά, η διατροφή των Εβραίων δεν περιλάμβανε πολύ κρέας, αλλά όταν μια οικογένεια ήθελε να σφάξει ένα κατοικίδιο ζώο για να φάει το κρέας του, πήγαιναν το ζώο στο αγιαστήριο (εκτός αν, μετά την είσοδο στην Υποσχεμένη Γη, η οικογένεια έμενε πολύ μακριά). (Λευ 17:3-5· Δευ 12:20-27) Έτρωγαν το κρέας αφού πρώτα ο ιερέας πρόσφερε ένα μέρος του στο θυσιαστήριο και έπαιρνε το δικό του μερίδιο. Μερικές θυσίες συμμετοχής έπρεπε να τρώγονται την ίδια ημέρα. Άλλες δεν μπορούσαν να φαγωθούν μετά τη δεύτερη ημέρα, αλλά το κρέας έπρεπε να καεί στη φωτιά. Αν ληφθεί υπόψη το ζεστό κλίμα της Παλαιστίνης και η έλλειψη ψύξης, αυτές οι απαιτήσεις προστάτευαν τους Ισραηλίτες από εμπύρετες νόσους οι οποίες μπορούν να προκληθούν από τοξίνες που παράγονται όταν ορισμένοι οργανισμοί, όπως ο χρυσίζων σταφυλόκοκκος και η σαλμονέλα, αναπτύσσονται ταχύτατα σε άψυκτο κρέας. (2) Το κρέας ορισμένων απαγορευμένων ζώων, όπως ήταν τα γουρούνια, οι λαγοί, τα νεκροφάγα ζώα και πουλιά, τα τρωκτικά και ορισμένα υδρόβια ζώα και ψάρια, είναι γνωστό ότι μπορεί να συντελέσει στην εμφάνιση διαφόρων νόσων που είναι συνήθως εμπύρετες. (Λευ 11:1-31) (3) Οι κανόνες για την υγιεινή συνέβαλλαν στην προστασία των μαγειρικών σκευών και του αποθέματος του πόσιμου νερού από μόλυνση—πηγή του τυφοειδούς πυρετού και άλλων εμπύρετων νόσων. (Λευ 11:32-38) (4) Όποιος άγγιζε το πτώμα ενός ζώου που είχε ψοφήσει ή έτρωγε από αυτό έπρεπε να καθαριστεί, κάτι που εμπόδιζε την εξάπλωση οργανισμών οι οποίοι συνδέονται με ορισμένες εμπύρετες νόσους. (Λευ 11:39, 40) (5) Οι νόμοι που απαιτούσαν από κάθε άτομο να καλύπτει τα περιττώματά του, καθώς επίσης να σκεπάζεται το αίμα με χώμα, προστάτευαν από εμπύρετες νόσους όπως η ηπατίτιδα. (Λευ 17:13· Δευ 23:12, 13) (6) Οι νόμοι για την ηθική ουσιαστικά απέκλειαν την εμφάνιση σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν όλα τα όργανα του σώματος και συχνά είναι εμπύρετες. (Λευ 18:20, 22, 23) (7) Οι νόμοι περί καραντίνας εμπόδιζαν την εξάπλωση των λοιμωδών νοσημάτων.—Λευ 13· Αρ 19:11, 12, 16· 31:19.
Ο Ιεχωβά προειδοποίησε τους Ισραηλίτες ότι, αν παραβίαζαν τις εντολές του, θα εξαντλούνταν από την πείνα, έναν παράγοντα που συμβάλλει στην εμφάνιση πολλών εμπύρετων νόσων. Θα υπέφεραν από φυματίωση και καυτό πυρετό, φλεγμονή και πυρετώδη ζέστη. Θα έβγαζαν μεγάλα σπυριά και δερματικά εξανθήματα (παθήσεις που είναι συχνά εμπύρετες) και θα τυφλώνονταν. (Λευ 26:14-16· Δευ 28:22, 27) Όλα αυτά εκπληρώθηκαν μετά τους επανειλημμένους στασιασμούς του Ισραήλ εναντίον του Ιεχωβά και τις παραβιάσεις των νόμων του.—Ιεζ 4:16, 17· 33:10.
Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη γιάτρεψε πολλά άτομα που ήταν άρρωστα με πυρετό. Ένα από αυτά ήταν η πεθερά του αποστόλου Σίμωνα Πέτρου. (Ματ 8:14, 15· Μαρ 1:29-31) Ο Λουκάς, προφανώς επειδή ήταν γιατρός, επισημαίνει την ένταση του πυρετού, προσδιορίζοντάς τον ως «υψηλό πυρετό». (Λου 4:38) Σε κάποια περίπτωση στην Κανά, ο Ιησούς γιάτρεψε το γιο ενός υπηρέτη του Βασιλιά Ηρώδη Αντίπα, μολονότι το εμπύρετο αυτό αγόρι που ήταν ετοιμοθάνατο βρισκόταν περίπου 26 χλμ. μακριά, στην Καπερναούμ. Ως αποτέλεσμα, αυτός ο άνθρωπος και ολόκληρο το σπιτικό του έγιναν πιστοί.—Ιωα 4:46-54.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε τη θεόδοτη δύναμη της θεραπείας, ένα από τα θαυματουργικά χαρίσματα που δόθηκαν μέσω του Ιησού Χριστού σε ορισμένα μέλη της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας (1Κο 12:7-9, 11, 30), για να γιατρέψει τον πατέρα του Πόπλιου—ενός κτηματία στη Μάλτα που ήταν επίσης ο πρώτος του νησιού—ο οποίος βασανιζόταν από πυρετό και δυσεντερία. Όταν το έμαθαν αυτό οι νησιώτες, ήρθαν στον Παύλο και εκείνος γιάτρεψε πολλούς από τις διάφορες αρρώστιες τους.—Πρ 28:7-9.
-
-
Πύρινο ΦίδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΙΝΟ ΦΙΔΙ
Το εβραϊκό ουσιαστικό σαράφ, ο πληθυντικός αριθμός του οποίου αποδίδεται «σεραφείμ» στα εδάφια Ησαΐας 6:2, 6, σημαίνει κατά κυριολεξία «πύρινος» ή «αυτός που καίει». Χρησιμοποιείται επίσης σε συνδυασμό με το γενικό εβραϊκό όρο που αποδίδεται «φίδι» (ναχάς) και έχει μεταφραστεί «δηλητηριώδης», αναφερόμενος ίσως στο κάψιμο και στη φλεγμονή που προκαλεί το δηλητήριο των φιδιών. (Δευ 8:15) Μνημονεύεται για πρώτη φορά στην περίπτωση που ο Θεός τιμώρησε τους στασιαστικούς Ισραηλίτες στέλνοντας «δηλητηριώδη φίδια [χαννεχασίμ χασσεραφίμ]» ανάμεσά τους. Μετά τη μεσολάβηση του Μωυσή, ο Ιεχωβά τού έδωσε την οδηγία να φτιάξει «ένα πύρινο φίδι» και να το βάλει πάνω σε ένα κοντάρι που θα χρησίμευε ως σημάδι. Αν το κοιτούσαν εκείνοι που είχαν δαγκωθεί, θα γιατρεύονταν και θα ζούσαν. Ο Μωυσής κατασκεύασε το φίδι χρησιμοποιώντας χαλκό. (Αρ 21:6-9· 1Κο 10:9) Ο Ιησούς απέδωσε προφητική σημασία στο γεγονός δηλώνοντας: «Όπως ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι και ο Γιος του ανθρώπου πρέπει να υψωθεί, ώστε όποιος πιστεύει σε αυτόν να έχει αιώνια ζωή».—Ιωα 3:14, 15.
Στα εδάφια Ησαΐας 14:29 και 30:6 εμφανίζεται ο όρος «ιπτάμενο πύρινο φίδι» ως μέρος της κρίσης του Θεού εναντίον της Φιλιστίας, καθώς και στην περιγραφή της ερήμου που υπήρχε Ν του Ιούδα. Ορισμένοι θεωρούν ότι ο χαρακτηρισμός «ιπτάμενο» αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο επιτίθενται τα δηλητηριώδη φίδια, καθώς εκτοξεύονται ταχύτατα προς τα εμπρός ή χτυπούν αστραπιαία το στόχο τους ορμώντας στον αέρα.
-
-
ΠυροδοχείοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΟΔΟΧΕΙΟ
Τα πυροδοχεία χρησιμοποιούνταν με διάφορους τρόπους στα πλαίσια της υπηρεσίας στο αγιαστήριο. Υπήρχαν χρυσά πυροδοχεία στα οποία απέθεταν, όπως φαίνεται, τα καμένα φιτίλια που έκοβαν από τα λυχνάρια του χρυσού λυχνοστάτη. (Εξ 25:38· 37:23· Αρ 4:9) Τα χάλκινα πυροδοχεία του θυσιαστηρίου του ολοκαυτώματος χρησίμευαν προφανώς ως δοχεία όπου μάζευαν τη στάχτη ή ως σκεύη με τα οποία έβγαζαν κάρβουνα από τη φωτιά. (Εξ 27:3· 38:3) Επιπρόσθετα, τα πυροδοχεία τα χρησιμοποιούσαν για να καίνε θυμίαμα. (Λευ 10:1) Κάθε πρωί και ανάμεσα στα δύο βράδια, ο αρχιερέας έκανε το αρωματικό θυμίαμα να βγάζει καπνό πάνω στο χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος.—Εξ 30:7, 8.
Τα πυροδοχεία καθώς και τα άλλα σκεύη τα οποία χρησιμοποιούνταν σε συνάρτηση με το λυχνοστάτη και το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος έπρεπε να καλύπτονται όταν οι Ισραηλίτες μεταστρατοπέδευαν και μετέφεραν τη σκηνή της μαρτυρίας σε άλλη τοποθεσία, κατά την οδοιπορία τους.—Αρ 4:9, 14.
Ο Σολομών έφτιαξε πυροδοχεία από χρυσάφι και ασήμι για το ναό, των οποίων τα σχέδια είχαν δοθεί στον Δαβίδ μέσω θεϊκής έμπνευσης. Αυτά ήταν ενδεχομένως πιο περίτεχνα από τα πυροδοχεία που χρησιμοποιούσαν στη σκηνή της μαρτυρίας στην έρημο. (1Βα 7:48-50· 1Χρ 28:11-19· 2Χρ 4:19-22) Η Γραφή κάνει λόγο για πυροδοχεία από γνήσιο χρυσάφι και ασήμι τα οποία αφαιρέθηκαν από το ναό όταν έλαβε χώρα η βαβυλωνιακή εξορία.—2Βα 25:15· Ιερ 52:19.
Στο εδάφιο Εβραίους 9:4 γίνεται μνεία ενός αντικειμένου το οποίο, μαζί με την κιβωτό της διαθήκης, σχετιζόταν με τα Άγια των Αγίων. Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιεί για αυτό το αντικείμενο τη λέξη θυμιατήριον η οποία προσδιορίζει κάτι που συνδέεται με την καύση θυμιάματος. Μήπως επρόκειτο για το θυσιαστήριο του θυμιάματος; Μερικές μεταφράσεις αποδίδουν το νόημα με αυτόν τον τρόπο, και για να υποστηρίξουν την απόδοσή τους αναφέρουν ότι ο Φίλων και ο Ιώσηπος χρησιμοποίησαν αυτή τη λέξη για το θυσιαστήριο του θυμιάματος. (NIV, NE, JB, RS, ΜΠΚ) Βέβαια, είναι ευρέως γνωστό ότι το θυσιαστήριο του θυμιάματος δεν βρισκόταν μέσα στα Άγια των Αγίων. (Εξ 30:1, 6) Βρισκόταν όμως ακριβώς έξω από την κουρτίνα, ή αλλιώς «προς το εσώτατο δωμάτιο», όπως αναφέρει το εδάφιο 1 Βασιλέων 6:22. (Παράβαλε Εξ 40:3-5.) Από την άλλη μεριά, η λέξη θυμιατήριον μπορεί κάλλιστα να αναφέρεται στο θυμιατήρι που έπαιρνε μαζί του ο αρχιερέας όταν έμπαινε στα Άγια των Αγίων την Ημέρα της Εξιλέωσης. (Λευ 16:12, 13) Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η λέξη θυμιατήριον χρησιμοποιείται πάντοτε με αυτή την έννοια (2Χρ 26:19· Ιεζ 8:11), αν και στο εδάφιο Λευιτικό 16:12 χρησιμοποιείται διαφορετική λέξη, η λέξη πυρεῖον, κατά την περιγραφή των όσων λάβαιναν χώρα την Ημέρα της Εξιλέωσης. Το Ιουδαϊκό Μισνά, ωστόσο, δείχνει ότι με τον καιρό άρχισε να χρησιμοποιείται την Ημέρα της Εξιλέωσης ένα ειδικό χρυσό θυμιατήρι. (Γιομά 4:4· 5:1· 7:4) Εύλογα, λοιπόν, κάποιοι μεταφραστές προτιμούν να αποδίδουν τη λέξη θυμιατήριον ως «θυμιατήρι».—CC, Dy, Yg, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΛΧ, ΚΔΤΚ.
Περιπτώσεις Ανάρμοστης Χρήσης. Οι γιοι του Ααρών Ναδάβ και Αβιού χρησιμοποίησαν τα πυροδοχεία τους για να προσφέρουν ανάρμοστη φωτιά ενώπιον του Ιεχωβά, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους. (Λευ 10:1, 2) Παρόμοια, φωτιά κατέφαγε τους 250 στασιαστές, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Κορέ, όταν έφεραν τα χάλκινα πυροδοχεία τους ενώπιον του Ιεχωβά. (Αρ 16:16-19, 35, 39) Ο Βασιλιάς Οζίας πατάχθηκε με λέπρα ενώ χρησιμοποιούσε ένα θυμιατήρι κατά παράβαση του νόμου. (2Χρ 26:18, 19) Οι 70 πρεσβύτεροι του Ισραήλ τους οποίους είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ χρησιμοποιούσαν θυμιατήρια για να προσφέρουν θυμίαμα σε είδωλα.—Ιεζ 8:10, 11· βλέπε ΘΥΜΙΑΜΑ.
-
-
ΠυρόλιθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΟΛΙΘΟΣ
Εξαιρετικά σκληρή πέτρα, σκληρότερη από το χάλυβα, τόσο σκληρή που από την κρούση δύο κομματιών της παράγεται σπινθήρας με τον οποίο μπορεί κάποιος να ανάψει φωτιά. Η Αγία Γραφή αναφέρεται στον πυρόλιθο όταν, σε σχήματα λόγου, τονίζει ιδιότητες όπως η σκληρότητα, η ανθεκτικότητα και η αντίσταση στην εναντίωση.—Ησ 5:28· 50:7· Ιεζ 3:9.
Ο πυρόλιθος βρίσκεται μέσα σε ασβεστολιθικά και κρητιδικά ιζηματογενή πετρώματα στο Ισραήλ και στο βόρειο τμήμα της Χερσονήσου του Σινά. Είναι αρκετά εύθρυπτος και σπάει σε κομμάτια με γυαλιστερή επιφάνεια. Οι φολίδες που προκύπτουν από τη θραύση του έχουν πολύ αιχμηρές άκρες, χαρακτηριστικό που οι άνθρωποι πρόσεξαν και χρησιμοποίησαν από νωρίς. Από αρχαιοτάτων χρόνων κατασκευάζονταν από αυτή την πέτρα μαχαίρια, κεφαλές τσεκουριών, καλέμια, αιχμές δοράτων και βελών, καθώς και άλλα εργαλεία και όπλα. Με πυρόλιθο περιέτμησε η σύζυγος του Μωυσή το γιο της. Επίσης, όταν το έθνος του Ισραήλ έφτασε στα Γάλγαλα, εκτελέστηκε επιτυχώς παρόμοια χειρουργική επέμβαση με μαχαίρια φτιαγμένα από πυρόλιθο. (Εξ 4:25· Ιη 4:19· 5:2, 3, 8, 9) Ο Ιεχωβά έβγαλε νερό για το λαό του από έναν πυρολιθικό βράχο στην έρημο.—Δευ 8:15· Ψλ 114:8.
-
-
ΠύρροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΡΟΣ
(Πύρρος) [Πυρόχρωμος· Πυροκόκκινος].
Κάποιος άντρας από τη Βέροια του οποίου ο γιος, ο Σώπατρος, συνόδευσε για ένα διάστημα τον Παύλο κατά τη διάρκεια του τρίτου ιεραποστολικού του ταξιδιού, όταν εκείνος πέρασε μέσα από τη Μακεδονία.—Πρ 20:3, 4.
-
-
ΠυρσόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΠΥΡΣΟΣ
Φωτιστικό μέσο το οποίο συνήθως κρατιέται στο χέρι και πολλές φορές αποτελείται είτε από ένα φλεγόμενο κομμάτι ρητινώδους ξύλου είτε από ένα δαδί τυλιγμένο με απορροφητικό υλικό το οποίο έχουν βουτήξει στο λάδι και το έχουν ανάψει.—Γε 15:17· Κρ 7:16, 20· 15:4· Ησ 62:1· Ιεζ 1:13· Δα 10:6· Να 2:4· Ιωα 18:3.
-
-
ΡαάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΑΒ
(Ραάβ).
1. [Εβρ., Ραχάβ, πιθανώς, Πλατιά· Ευρύχωρη]. Μια πόρνη από την Ιεριχώ που έγινε λάτρις του Ιεχωβά. Την άνοιξη του 1473 Π.Κ.Χ., δύο Ισραηλίτες κατάσκοποι μπήκαν στην Ιεριχώ και κατέλυσαν στο σπίτι της Ραάβ. (Ιη 2:1) Η διάρκεια της παραμονής τους εκεί δεν γίνεται γνωστή, αλλά η Ιεριχώ δεν ήταν τόσο μεγάλη ώστε να χρειάζεται πολύς χρόνος για να την κατασκοπεύσει κανείς.
Ορισμένοι κύκλοι, ιδιαίτερα μεταξύ των Ιουδαίων υποστηρικτών της παράδοσης, δεν δέχονται ότι η Ραάβ ήταν πράγματι πόρνη με την κοινή έννοια της λέξης, αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να υποστηρίζεται από τα γεγονότα. Η εβραϊκή λέξη ζωνάχ αναφέρεται πάντοτε σε κάποια αθέμιτη σχέση, είτε σεξουαλική είτε συμβολική της πνευματικής απιστίας, και όποτε προσδιορίζει μια πόρνη, μεταφράζεται με αυτή τη λέξη. Δεν αποδίδεται «οικοδέσποινα», «ιδιοκτήτρια πανδοχείου» ή με κάποια παρόμοια λέξη. Εξάλλου, μεταξύ των Χαναναίων η πορνεία δεν ήταν κακόφημο επάγγελμα.
Κάποιοι αναγνώρισαν τους δύο φιλοξενουμένους της Ραάβ ως Ισραηλίτες και ανέφεραν το ζήτημα στο βασιλιά. Ωστόσο, η Ραάβ έκρυψε γρήγορα τους άντρες ανάμεσα στα λινοκάλαμα που είχε στρώσει στην ταράτσα για να ξεραθούν, και έτσι όταν οι αρχές πήγαν εκεί για να τους πιάσουν, εκείνη κατάφερε να οδηγήσει τους διώκτες σε διαφορετική κατεύθυνση χωρίς να κινήσει τις υποψίες τους. Με όλα αυτά, η Ραάβ εκδήλωσε μεγαλύτερη αφοσίωση στον Θεό του Ισραήλ παρά στη δική της καταδικασμένη κοινότητα.—Ιη 2:2-7.
Το πότε ακριβώς αντιλήφθηκε η Ραάβ ποιος ήταν ο σκοπός των κατασκόπων εκεί, καθώς και ποιες ήταν οι προθέσεις του Ισραήλ όσον αφορά την Ιεριχώ, δεν είναι βέβαιο. Τώρα, όμως, τους εξομολογήθηκε το μεγάλο φόβο και τρόμο ο οποίος επικρατούσε στην πόλη λόγω των ειδήσεων σχετικά με τις πράξεις σωτηρίας που είχε εκτελέσει ο Ιεχωβά για τον Ισραήλ τα περασμένα 40 και πλέον χρόνια. Ζήτησε από τους κατασκόπους να της ορκιστούν ότι θα εξασφάλιζαν τη διαφύλαξη της ίδιας και ολόκληρης της οικογένειάς της—του πατέρα της, της μητέρας της και όλων των υπολοίπων. Εκείνοι συμφώνησαν, με τον όρο να συγκεντρώσει όλη την οικογένεια στο σπίτι της, να κρεμάσει ένα κατακόκκινο σχοινί από το παράθυρο και να μη μιλήσει σε κανέναν για την επίσκεψή τους, πράγματα τα οποία η Ραάβ υποσχέθηκε να κάνει. Παρέχοντας περαιτέρω προστασία στους κατασκόπους, τους φυγάδευσε από ένα παράθυρο (δεδομένου ότι το σπίτι ήταν πάνω στο τείχος της πόλης) και τους υπέδειξε πώς να αποφύγουν το απόσπασμα που έψαχνε να τους βρει κατευθυνόμενο προς τα περάσματα του Ιορδάνη.—Ιη 2:8-22.
Οι κατάσκοποι ανέφεραν στον Ιησού του Ναυή όλα όσα είχαν συμβεί. (Ιη 2:23, 24) Κατόπιν, όταν έπεσε το τείχος της Ιεριχώς, το σπίτι της Ραάβ «πάνω σε μια πλευρά του τείχους» δεν καταστράφηκε. (Ιη 2:15· 6:22) Όταν ο Ιησούς του Ναυή διέταξε να μείνει σώο το σπιτικό της Ραάβ, οι ίδιοι αυτοί δύο κατάσκοποι την έβγαλαν έξω οδηγώντας την σε ασφαλή τόπο. Αφού η Ραάβ και η οικογένειά της έμειναν για ένα διάστημα αποχωρισμένοι από το στρατόπεδο του Ισραήλ, πήραν την άδεια να κατοικούν ανάμεσα στους Ισραηλίτες. (Ιη 6:17, 23, 25) Στη συνέχεια, αυτή η πρώην πόρνη έγινε σύζυγος του Σαλμών και μητέρα του Βοόζ στη γραμμή των προγόνων των Δαβιδικών βασιλιάδων. Είναι μία από τις τέσσερις γυναίκες που κατονομάζονται στη γενεαλογία του Ιησού σύμφωνα με τον Ματθαίο. (Ρθ 4:20-22· Ματ 1:5, 6) Αποτελεί, επίσης, εξέχον παράδειγμα ατόμου που, αν και δεν ανήκε στον Ισραήλ, απέδειξε μέσω έργων ότι είχε απόλυτη πίστη στον Ιεχωβά. «Μέσω πίστης», μας λέει ο Παύλος, «η Ραάβ η πόρνη δεν αφανίστηκε μαζί με αυτούς που ενήργησαν ανυπάκουα, επειδή δέχτηκε τους κατασκόπους με ειρήνη». Ο δε Ιάκωβος ρωτάει: «Δεν ανακηρύχτηκε δίκαιη μέσω έργων και η Ραάβ η πόρνη, αφού πρώτα δέχτηκε φιλόξενα τους αγγελιοφόρους και τους έστειλε από άλλον δρόμο;»—Εβρ 11:30, 31· Ιακ 2:25.
2. [Εβρ., Ράχαβ, από μια ρίζα που σημαίνει «πολιορκώ με παρακλήσεις»]. Συμβολικός όρος που χρησιμοποιείται πρώτη φορά στο βιβλίο του Ιώβ (9:13· 26:12), όπου μεταφράζεται «ορμητής». (ΜΝΚ) Στο δεύτερο από αυτά τα εδάφια, τα συμφραζόμενα και ο παραλληλισμός που χρησιμοποιείται συνδέουν αυτόν τον όρο με ένα μεγάλο θαλάσσιο τέρας. Παρόμοια, το εδάφιο Ησαΐας 51:9 συσχετίζει τη Ραάβ με θαλάσσιο τέρας: «Εσύ δεν είσαι που κατασύντριψες τη Ραάβ, που διατρύπησες το θαλάσσιο τέρας;»
Η Ραάβ, ως «θαλάσσιο τέρας», χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο της Αιγύπτου και του Φαραώ της που εναντιώθηκαν στον Μωυσή και στον Ισραήλ. Τα εδάφια Ησαΐας 51:9, 10 παραπέμπουν στην απελευθέρωση του Ισραήλ από την Αίγυπτο την οποία επιτέλεσε ο Ιεχωβά: «Εσύ δεν είσαι που ξέρανες τη θάλασσα, τα νερά του απέραντου βάθους; Που έκανες τα βάθη της θάλασσας δρόμο για να περάσουν απέναντι οι εξαγορασμένοι;» Στο εδάφιο Ησαΐας 30:7 το όνομα «Ραάβ» συνδέεται και πάλι με την Αίγυπτο. Το εδάφιο Ψαλμός 87:4 μνημονεύει το όνομα «Ραάβ» σε ένα σημείο όπου θα ταίριαζε κάλλιστα η Αίγυπτος, τοποθετώντας την πρώτη μεταξύ διαφόρων εχθρών του Ισραήλ, στους οποίους περιλαμβάνονται η Βαβυλώνα, η Φιλιστία, η Τύρος και ο Χους. Σε αυτό το εδάφιο τα Ταργκούμ χρησιμοποιούν τη φράση «τους Αιγυπτίους», ενώ στο εδάφιο Ψαλμός 89:10 παραφράζουν τον όρο «Ραάβ» με τέτοιον τρόπο ώστε να συσχετίζεται με τον αλαζόνα Φαραώ της Αιγύπτου τον οποίο ταπείνωσε ο Ιεχωβά.
-
-
ΡαάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΑΜ
(Ραάμ) [Γύπας].
Γιος του Σεμά που αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ στη γενεαλογία του Ιούδα.—1Χρ 2:4, 5, 9, 42-44.
-
-
ΡααμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΑΜΑ
(Ρααμά).
Γιος του Χους, πρωτοτόκου του Χαμ, και αδελφός του Νεβρώδ. Ο Ρααμά και οι δύο γιοι του, ο Σεβά και ο Δαιδάν, ίδρυσαν τρεις από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. (Γε 10:6-8· 1Χρ 1:9) Πολλούς αιώνες αργότερα, οι φυλές που σχηματίστηκαν από τους απογόνους του Ρααμά, του Δαιδάν και του Σεβά έκαναν όλες εμπόριο με την Τύρο. (Ιεζ 27:20, 22) Το πού ακριβώς κατοικούσε η φυλή που προήλθε από τον Ρααμά είναι αβέβαιο, αλλά μια πιθανή τοποθεσία είναι η πόλη Ρααμά κοντά στο Μάιν της νοτιοδυτικής Αραβίας.
-
-
Ρααμσής, ΡαμεσσήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΑΜΣΗΣ
(Ρααμσής), ΡΑΜΕΣΣΗΣ (Ραμεσσής) [αιγυπτιακής προέλευσης· σημαίνει «Ο Ρα [ο θεός του ήλιου] τον Έχει Γεννήσει»].
Όταν η οικογένεια του Ιακώβ μετακόμισε στην Αίγυπτο, τους ειπώθηκε να μείνουν «στη γη Ραμεσσής». (Γε 47:11) Εφόσον αλλού αναφέρεται ότι κατοικούσαν στη γη Γεσέν, φαίνεται ότι η Ραμεσσής ήταν είτε μια περιφέρεια μέσα στα όρια της Γεσέν είτε ένα άλλο όνομά της. (Γε 47:6) Μεταγενέστερα, οι Ισραηλίτες υποδουλώθηκαν και υποχρεώθηκαν να οικοδομήσουν πόλεις «ως τόπους αποθήκευσης για τον Φαραώ, συγκεκριμένα, την Πιθώμ και τη Ρααμσής [τα φωνηεντικά σημεία εδώ διαφέρουν ελαφρά από τα φωνηεντικά σημεία του ονόματος «Ραμεσσής»]». (Εξ 1:11) Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι η Ρααμσής πήρε το όνομά της από την περιφέρεια Ραμεσσής στην οποία υποθέτουν ότι βρισκόταν.
Η Ραμεσσής αναφέρεται ως σημείο εκκίνησης για την Έξοδο από την Αίγυπτο. Οι περισσότεροι μελετητές υποθέτουν ότι εδώ εννοείται η πόλη, η οποία ίσως υπήρξε ο τόπος συνάντησης όπου συγκεντρώθηκαν οι Ισραηλίτες από διάφορα μέρη της Γεσέν. Αλλά με το όνομα Ραμεσσής μπορεί να εννοείται εδώ κάποια περιφέρεια, και οι Ισραηλίτες ενδέχεται να αναχώρησαν από όλα τα μέρη αυτής της περιφέρειας και να συνέρρευσαν στη Σοκχώθ η οποία είχε οριστεί ως τόπος συνάντησης.—Εξ 12:37· Αρ 33:3-5.
Το πού ακριβώς βρισκόταν αυτό το σημείο εκκίνησης, στην περίπτωση που εννοείται κάποια πόλη και όχι περιφέρεια, δεν είναι καθόλου βέβαιο. Οι σύγχρονοι μελετητές ταυτίζουν τη Ραμεσσής με την πόλη που ονομάζεται Περ-Ραμσή (Οίκος του Ραμσή) στα αιγυπτιακά αρχεία, την οποία μερικοί τοποθετούν στο Σαν ελ-Χάτζαρ, στη βορειοανατολική γωνία του Δέλτα, ενώ άλλοι στο Καντίρ, περίπου 20 χλμ. νότια. Αυτή η ταύτιση, όμως, βασίζεται στη θεωρία ότι ο Φαραώ της Εξόδου ήταν ο Ραμσής Β΄. Με τη σειρά της, αυτή η θεωρία προκύπτει από επιγραφές του Ραμσή Β΄ στις οποίες ο ίδιος ισχυρίζεται ότι έχτισε την πόλη που φέρει το όνομά του (την Περ-Ραμσή) χρησιμοποιώντας δούλους. Ωστόσο, δεν έχουμε βάσιμους λόγους να πιστεύουμε ότι ο Ραμσής Β΄ ήταν ο βασιλιάς την εποχή της Εξόδου, εφόσον είναι απίθανο να κυβέρνησε πολύ πριν από το 13ο αιώνα Π.Κ.Χ., 200 με 300 χρόνια μετά την Έξοδο (1513 Π.Κ.Χ.). Η Βιβλική Ρααμσής άρχισε να χτίζεται πριν από τη γέννηση του Μωυσή, επομένως πάνω από 80 χρόνια πριν από την Έξοδο. (Εξ 1:11, 15, 16, 22· 2:1-3) Επιπλέον, η Περ-Ραμσή θεωρείται ότι ήταν η πρωτεύουσα την εποχή του Ραμσή Β΄, ενώ η Βιβλική Ρααμσής ήταν απλώς “τόπος αποθήκευσης”. Είναι γενικά παραδεκτό ότι ο Ραμσής Β΄ απέδιδε ψευδώς στον εαυτό του ορισμένα επιτεύγματα των προκατόχων του, πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι, στην καλύτερη περίπτωση, αυτός απλώς ανοικοδόμησε ή επέκτεινε την Περ-Ραμσή. Τέλος, είναι σαφές ότι το όνομα Ραμεσσής χρησιμοποιούνταν ήδη από την εποχή του Ιωσήφ (το 18ο αιώνα Π.Κ.Χ.), και επομένως δεν έχουμε λόγο να υποθέσουμε ότι χρησιμοποιήθηκε (με τη μορφή Ρααμσής) ως ονομασία πόλης αποκλειστικά και μόνο την εποχή του Ραμσή Β΄. (Γε 47:11) Ακόμη και η ίδια η σημασία του ονόματος κάνει πιθανή την ευρεία χρήση του μεταξύ των Αιγυπτίων από πολύ παλιά. Την εποχή της βασιλείας του Ραμσή Β΄ υπήρχαν αρκετές πόλεις με αυτό το όνομα. Ο Ντ. Μπ. Ρέντφορντ λέει: «Η Βιβλική Ρααμσής και η πρωτεύουσα Πρ Ρ‛-μσ-σβ [Περ-Ραμσή], εκτός από το όνομα του προσώπου, δεν φαίνεται να έχουν τίποτα κοινό. Με δεδομένη την πλήρη απουσία επιβεβαιωτικών αποδείξεων, είναι απολύτως αναγκαίο να είναι κανείς επιφυλακτικός ως προς την ενδεχόμενη ταύτισή τους».—Παλαιά Διαθήκη (Vetus Testamentum), Λέιντεν, 1963, σ. 410.
Εφόσον δεν υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες, το μόνο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι η Ραμεσσής πιθανόν να μην ήταν μακριά από την πόλη η οποία ήταν πρωτεύουσα της Αιγύπτου την εποχή της Εξόδου. Γι’ αυτό και μπορούσε ο Μωυσής να βρίσκεται στο ανάκτορο του Φαραώ τη νύχτα της δέκατης πληγής και, προτού τελειώσει η επόμενη ημέρα, να μπει επικεφαλής του λαού του Ισραήλ στην πορεία της Εξόδου από την Αίγυπτο. (Εξ 12:31-42· Αρ 33:1-5) Αν εκείνη την εποχή πρωτεύουσα ήταν η Μέμφις, μια πόλη που κατείχε αυτή τη θέση επί πολλούς αιώνες, τότε εξηγείται γιατί η Ιουδαϊκή παράδοση υποστηρίζει ότι η πορεία της Εξόδου (με σημείο εκκίνησης τη Ραμεσσής) άρχισε από τα περίχωρα της Μέμφιδος.—Παράβαλε Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Β΄, 315 (xv, 1), όπου γίνεται λόγος για τη Λητόπολη, μια τοποθεσία κοντά στη Μέμφιδα.
-
-
ΡαββάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΒΑ
(Ραββά) [Πολλή· Άφθονη].
1. Πόλη στη δυτική άκρη του αρχαίου βασιλείου του Αμμών μετά την απώλεια ορισμένων εδαφών του τα οποία απέσπασαν οι Αμορραίοι. Η Ραββά είναι η μόνη πόλη του αμμωνιτικού βασιλείου που κατονομάζεται στο Βιβλικό υπόμνημα, και γι’ αυτό πιστεύεται ότι ήταν η πρωτεύουσα. Βρισκόταν περίπου 37 χλμ. Α του Ιορδάνη. Η πόλη ήταν χτισμένη σε έναν παραπόταμο του άνω Ιαβόκ και έτσι ήταν σε θέση να επωφελείται από τη μεγάλη ευφορία εκείνης της περιοχής. Επίσης, αποτελούσε σπουδαίο κρίκο στην εμπορική οδό που οδηγούσε από τη Δαμασκό στην Αραβία.
Η «Ραββά των γιων του Αμμών» (Ραμπάθ μπενέχ ‛Αμμών) αναφέρεται για πρώτη φορά στην Αγία Γραφή ως ο τόπος στον οποίο βρισκόταν το σιδερένιο νεκροκρέβατο του Ωγ, βασιλιά της Βασάν. (Δευ 3:11) Όταν οι Ισραηλίτες έφτασαν στην Υποσχεμένη Γη, η φυλή του Γαδ έλαβε ένα τμήμα της γης των Αμορραίων (που φαίνεται ότι κατείχε παλιότερα ο Αμμών) «μέχρι την Αροήρ, η οποία βρίσκεται μπροστά στη Ραββά [ίσως στα ΒΑ της]».—Ιη 13:25.
Καταλαμβάνεται από τον Δαβίδ. Η πόλη αναφέρεται και πάλι σε συσχετισμό με τον πόλεμο που ξέσπασε εξαιτίας της προσβλητικής μεταχείρισης των αγγελιοφόρων του Δαβίδ από τον Βασιλιά Ανούν του Αμμών. (2Σα 10:1-19· 1Χρ 19:1-19) Ο Ιωάβ και τα στρατεύματά του πολέμησαν τους Συρίους που μίσθωσαν οι Αμμωνίτες, ενώ οι Ισραηλίτες που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του Αβισαί ανέβηκαν εναντίον των Αμμωνιτών «στην είσοδο της πόλης», προφανώς της Ραββά. (1Χρ 19:9) Όταν οι Σύριοι νικήθηκαν, οι Αμμωνίτες υποχώρησαν επιστρέφοντας στην πόλη. Την επόμενη άνοιξη ο Ιωάβ και ο στρατός του πολιόρκησαν τη Ραββά. Στη διάρκεια αυτής της εκστρατείας ήταν που ο Δαβίδ αμάρτησε με τη Βηθ-σαβεέ στην Ιερουσαλήμ. Ο βασιλιάς έστειλε το σύζυγό της τον Ουρία τον Χετταίο πίσω στη μάχη και, σύμφωνα με τις οδηγίες του Δαβίδ, ο Ουρίας τοποθετήθηκε στην πρώτη γραμμή. Όταν κάποιοι Αμμωνίτες επιχείρησαν έξοδο από τη Ραββά, η μάχη παρέσυρε τον Ουρία τόσο κοντά στην πόλη ώστε τον σκότωσε ένας τοξότης από το τείχος.—2Σα 11:1-25· 1Χρ 20:1.
Αργότερα, οι προσπάθειες που κατέβαλλε ο Ιωάβ πολεμώντας εναντίον της Ραββά τελεσφόρησαν μέχρι του σημείου να καταλάβει «την πόλη των νερών». (2Σα 12:27) Εφόσον ο Ιωάβ ενημέρωσε στη συνέχεια τον Δαβίδ για την κατάσταση ώστε να έρθει ο βασιλιάς και να ολοκληρώσει την κατάκτηση, παίρνοντας έτσι αυτός τη δόξα για την κατάληψη της Ραββά, φαίνεται ότι ο Ιωάβ είχε καταλάβει μόνο ένα μέρος της πόλης. Η έκφραση «πόλη των νερών» μπορεί να αναφέρεται σε ένα τμήμα της πόλης στην όχθη του ποταμού, σε αντιδιαστολή με κάποιο άλλο τμήμα της, ή μπορεί να σημαίνει ότι ο Ιωάβ είχε εξασφαλίσει τον έλεγχο του κύριου αποθέματος νερού της πόλης.—2Σα 12:26-28.
Ο Δαβίδ πήγε και ολοκλήρωσε την κατάληψη της Ραββά, «τα δε λάφυρα που πήρε από την πόλη ήταν πάρα πολλά». (2Σα 12:29-31· 1Χρ 20:2, 3) Τελικά, οι Αμμωνίτες επανέκτησαν την ανεξαρτησία τους. Τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Αμώς προείπε ότι θα ερχόταν κρίση εναντίον των Αμμωνιτών και ανέφερε συγκεκριμένα ότι η Ραββά θα καιγόταν. (Αμ 1:13, 14) Τόσο ο Ιερεμίας όσο και ο Ιεζεκιήλ επέδωσαν επίσης αγγέλματα εναντίον της Ραββά. Όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΑΜΜΩΝΙΤΕΣ, αυτές οι προφητείες εκπληρώθηκαν προφανώς στην εποχή του Ναβουχοδονόσορα.—Ιερ 49:2, 3· Ιεζ 21:19-23· 25:5.
Τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος ανοικοδόμησε τη Ραββά και τη μετονόμασε σε Φιλαδέλφεια. Αργότερα αυτή συμπεριλήφθηκε στις πόλεις της Δεκάπολης και κατά τα φαινόμενα ήταν ευημερούσα και ισχυρή. Εδώ βρίσκεται η σημερινή πόλη του Αμμάν, όπου υπάρχουν σημαντικά αρχαία μνημεία, όπως ένα τεράστιο αμφιθέατρο, αλλά αυτά χρονολογούνται κυρίως από τους ρωμαϊκούς χρόνους.
2. Μια από τις πόλεις που παραχωρήθηκαν στη φυλή του Ιούδα ως μέρος της εδαφικής της κληρονομιάς. Η ακριβής της θέση είναι άγνωστη. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 15:60 αναφέρεται μαζί με την Κιριάθ-ιαρίμ, η οποία βρισκόταν στη λοφώδη περιοχή του Ιούδα, 13 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ.
[Εικόνα στη σελίδα 818]
Αρχαία μνημεία στο Αμμάν, την τοποθεσία όπου βρισκόταν η αρχαία Ραββά του Αμμών και μετέπειτα η Φιλαδέλφεια της Δεκάπολης
-
-
ΡαββίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΒΙ
Ο προσδιορισμός «Ραββί» χρησιμοποιούνταν με την ουσιαστική του έννοια, δηλαδή “δάσκαλος”. (Ιωα 1:38) Αλλά οι Ιουδαίοι, λίγο καιρό προτού γεννηθεί ο Ιησούς, άρχισαν να τον χρησιμοποιούν επίσης ως προσφώνηση και ως τίτλο σεβασμού και τιμής που σήμαινε «τρανέ μου· εξοχότατέ μου». Μερικοί από τους μορφωμένους ανθρώπους—γραμματείς, δάσκαλοι του Νόμου—απαιτούσαν να τους προσαγορεύουν έτσι. Τους άρεσε να τους αποκαλούν «Ραββί», ως τιμητικό τίτλο. Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε αυτή τη μανία για τίτλους και απαγόρευσε στους ακολούθους του να αποκαλούνται «Ραββί», εφόσον δάσκαλός τους ήταν εκείνος.—Ματ 23:6-8.
Στη Γραφή η λέξη «Ραββί» εμφανίζεται μόνο στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Χρησιμοποιείται 12 φορές σε σχέση με τον Ιησού, με την ουσιαστική της έννοια «Δάσκαλος»: δύο φορές από τον Πέτρο (Μαρ 9:5· 11:21), μία φορά από δύο μαθητές του Ιωάννη (Ιωα 1:38), μία φορά από τον Ναθαναήλ (Ιωα 1:49), μία φορά από τον Νικόδημο (Ιωα 3:2), τρεις φορές από μαθητές του Ιησού που δεν κατονομάζονται (Ιωα 4:31· 9:2· 11:8), μία φορά από τα πλήθη (Ιωα 6:25) και δύο φορές από τον Ιούδα (η μία περίπτωση αναφέρεται δύο φορές) (Ματ 26:25, 49· Μαρ 14:45). Ο Ιησούς προσφωνήθηκε «Ραββουνί» (Δάσκαλέ Μου) από τη Μαρία τη Μαγδαληνή και από έναν τυφλό τον οποίο γιάτρεψε. Το κτητικό εγκλιτικό «μου» αποτελεί σε αυτή τη λέξη επίθημα, αλλά με τη χρήση φαίνεται ότι είχε χάσει την έννοιά του, όπως συνέβη με τη γαλλική λέξη Monsieur, που αρχικά σήμαινε «κύριέ μου». (Ιωα 20:16· Μαρ 10:51) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής προσφωνήθηκε μία φορά Ραββί.—Ιωα 3:26.
-
-
ΡαββίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΒΙΘ
(Ραββίθ) [Πλήθος· Αφθονία].
Σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, τοποθεσία στο όριο του Ισσάχαρ. (Ιη 19:17, 18, 20) Πιστεύεται ότι επρόκειτο για τη Δαβεράθ, η οποία ταυτίζεται με το Χίρμπετ Νταμπούρα (Χορβάτ Ντεβορά). (Ιη 19:12) Κάτι που υποστηρίζει αυτή την άποψη είναι το γεγονός ότι στο Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209, του τέταρτου αιώνα Κ.Χ., υπάρχει το όνομα Δαβιρών αντί του τοπωνυμίου «Ραββίθ».—Βλέπε ΔΑΒΕΡΑΘ.
-
-
ΡαββουνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΒΟΥΝΙ
(Ραββουνί).
Σημιτική λέξη που σημαίνει «Δάσκαλέ Μου». (Μαρ 10:51) Ο τύπος «Ραββουνί» μπορεί να εξέφραζε μεγαλύτερο σεβασμό από τον τύπο «Ραββί»—τίτλο προσφώνησης ο οποίος σημαίνει «Δάσκαλε»—ή να έδειχνε μεγαλύτερη εγκαρδιότητα. (Ιωα 1:38) Ωστόσο, όταν έγραψε ο Ιωάννης, το επίθημα (-ί), που παίζει ρόλο κτητικού εγκλιτικού πρώτου προσώπου στο συγκεκριμένο τίτλο, ίσως είχε χάσει την ιδιαίτερη έννοιά του, εφόσον ο Ιωάννης τον μεταφράζει απλώς ως «Δάσκαλε».—Ιωα 20:16.
-
-
Ραβδί, ΡάβδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΔΙ, ΡΑΒΔΟΣ
Οι εβραϊκές λέξεις σέβετ και ματτέχ μεταφράζονται πολλές φορές «ραβδί» και «ράβδος». Η λέξη σέβετ σημαίνει ράβδος, μπαστούνι ή ραβδί (για στήριξη) και αποδίδεται επίσης «γκλίτσα». (Λευ 27:32) Ίσως επειδή οι αρχηγοί των φυλών κρατούσαν ράβδο ή σκήπτρο, οι λέξεις σέβετ και ματτέχ προσδιόριζαν επίσης την ίδια τη «φυλή», και γι’ αυτό μεταφράζονται με αυτή τη λέξη. (Εξ 31:2· Δευ 18:1· 29:18) Το στέλεχος του βέλους καθώς και το κοντάρι του δόρατος ή κάποιου παρόμοιου όπλου προσδιορίζονταν από τις εβραϊκές λέξεις σέβετ ή ‛ετς (κατά κυριολεξία, «δέντρο»).—2Σα 18:14· 21:19.
Ένας άλλος όρος, η λέξη μακκέλ, αποδίδεται “βέργα” και “ραβδί” (Γε 30:37· 1Σα 17:43), ενώ η λέξη μισ‛ένεθ μεταφράζεται “ραβδί” ή «στήριγμα».—Κρ 6:21· Εξ 21:19.
Η λέξη ῥάβδος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Απ 19:15) αποδίδεται μερικές φορές «μπαστούνι». (Ματ 10:10) Μια άλλη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η λέξη ξύλον, αποδίδεται «ραβδί» σε μερικές μεταφράσεις. Στα εδάφια Ματθαίος 26:47, 55 και σε παράλληλες περικοπές, η λέξη αυτή μεταφράζεται «ρόπαλα».
Χρήσεις. Τα ραβδιά ή μπαστούνια χρησιμοποιούνταν για στήριξη (Εξ 12:11· Ζαχ 8:4· Εβρ 11:21), για άμυνα ή προστασία (2Σα 23:21· Ματ 10:10), για να τιμωρούνται τα παιδιά, οι δούλοι ή άλλοι (Εξ 21:20· Παρ 10:13· 23:13, 14· Πρ 16:22), για το αλώνισμα (Ησ 28:27 [σε αυτό το εδάφιο εμφανίζεται τόσο η λέξη ματτέχ όσο και η λέξη σέβετ, οι οποίες μεταφράζονται αντίστοιχα «ραβδί» και «βέργα» στη ΜΝΚ]· παράβαλε Κρ 6:11· Ρθ 2:17), καθώς και για το μάζεμα των ελιών (Δευ 24:20· Ησ 24:13). Επίσης, οι ποιμένες χρησιμοποιούσαν την γκλίτσα για να οδηγούν το ποίμνιο, να το ελέγχουν και να το βοηθούν. Αναφορικά με την επιλογή των ζώων που έπρεπε να δίνονται ως δέκατο στο αγιαστήριο, ο Νόμος έλεγε: «Όσο για κάθε δέκατο από τα βόδια και από το ποίμνιο, καθετί που περνάει κάτω από την γκλίτσα [οτιδήποτε υπάγεται στη φροντίδα του ποιμένα], το δέκατο κεφάλι πρέπει να γίνει κάτι άγιο για τον Ιεχωβά. Δεν πρέπει να εξετάσει αν είναι καλό ή κακό, ούτε και πρέπει να το ανταλλάξει». (Λευ 27:32, 33) Λέγεται ότι ο ποιμένας στεκόταν στην πύλη της μάντρας των προβάτων καθώς αυτά έβγαιναν, έχοντας δεμένο στην άκρη του ραβδιού του ένα κομμάτι ύφασμα βουτηγμένο σε μπογιά, με το οποίο και ακουμπούσε κάθε δέκατο πρόβατο, ενώ στη συνέχεια ξεχώριζε τα πρόβατα που είχαν σημαδευτεί με αυτόν τον τρόπο για να τα δώσει ως δέκατο.—Παράβαλε Ιερ 33:13.
Ως Σύμβολο Εξουσίας. Το ραβδί κάποιου θεωρούνταν πολύτιμο προσωπικό του αντικείμενο, και προφανώς ορισμένα ραβδιά είχαν κάποιο χαρακτηριστικό για να προσδιορίζεται ο ιδιοκτήτης τους. Ο Ιούδας έδωσε στη Θάμαρ το ραβδί του και το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι του ως εγγύηση μέχρι να της στείλει το κατσικάκι με το οποίο θα την πλήρωνε για τις σχέσεις που θα είχε μαζί της. (Γε 38:18, 25) Οι αρχηγοί κρατούσαν ραβδί ως σύμβολο εξουσίας. Γι’ αυτό η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί συχνά το ραβδί ως σύμβολο της εξουσίας την οποία κάποιος διαθέτει ή του έχει παραχωρηθεί. Το ραβδί του Μωυσή αποτελούσε σύμβολο της εξουσίας και του διορισμού που είχε λάβει από τον Θεό όταν εμφανίστηκε ενώπιον των πρεσβυτέρων του Ισραήλ αλλά και όταν εμφανίστηκε ενώπιον του Φαραώ και των μάγων ιερέων της Αιγύπτου. (Εξ 4:17, 29-31· 7:9-12) Στη δεύτερη περίπτωση λέγεται ότι το ραβδί ανήκε στον Ααρών, αλλά η παραβολή με τα εδάφια Έξοδος 7:15, 17 υποδεικνύει ότι επρόκειτο προφανώς για το ραβδί του Μωυσή, το οποίο χρησιμοποιούσε ο Ααρών ως εκπρόσωπος του Μωυσή.
Έκτοτε, το ραβδί του Μωυσή χρησιμοποιούνταν πολλές φορές ως σύμβολο του ότι ο Ιεχωβά είχε διορίσει τον Μωυσή και τον υποστήριζε δίνοντάς του την εξουσία να είναι ο ηγέτης του έθνους. (Εξ 8:5· 9:23· 10:13· Αρ 20:11) Όταν αμφισβητήθηκε η εξουσία του Μωυσή και του Ααρών, ο Θεός, από όλα τα ραβδιά των αρχηγών των 12 φυλών, έκανε να βλαστήσει και να βγάλει ώριμα αμύγδαλα το ραβδί του Ααρών, το οποίο αντιπροσώπευε τον οίκο του Λευί. Αυτό απέδειξε πλήρως πως ο Θεός είχε καθορίσει ότι ο Ααρών, και κατά συνέπεια ο οίκος του, θα κατείχε το αξίωμα και την εξουσία της ιεροσύνης. Από τότε, αυτό το ραβδί φυλασσόταν στην κιβωτό της διαθήκης για κάποιο χρονικό διάστημα.—Αρ 17:1-11· Εξ 29:9· Εβρ 9:4.
Ο ψαλμωδός έγραψε: «Είπε ο Ιεχωβά στον Κύριό μου: “Κάθησε στα δεξιά μου ώσπου να θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιο για τα πόδια σου”. Το ραβδί της ισχύος σου θα στείλει ο Ιεχωβά από τη Σιών, λέγοντας: “Κατακυρίευε ανάμεσα στους εχθρούς σου”». (Ψλ 110:1, 2) Ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει αυτή την περικοπή στον Ιησού Χριστό, ο οποίος διαθέτει, σαν να λέγαμε, “το ραβδί της ισχύος του Ιεχωβά” και εξέρχεται ως ο εκπρόσωπος του Ιεχωβά έχοντας πλήρη εξουσία να εκτελέσει κρίση εναντίον των εχθρών του. (Εβρ 10:12, 13) Ο Ιησούς Χριστός, το «κλαδάκι από το υπόλειμμα του κορμού του Ιεσσαί», «θα χτυπήσει τη γη με το ραβδί του στόματός του· και με το πνεύμα των χειλιών του θα θανατώσει τον πονηρό». (Ησ 11:1, 4) Μιλάει με εξουσία και χρησιμοποιεί την ισχύ που του έχει δώσει ο Ιεχωβά για να τιμωρήσει τους πονηρούς. Αναφέρεται ότι θα κυβερνήσει τα έθνη, όχι ως ποιμένας που οδηγεί γαλήνια το ποίμνιο με τη ράβδο του, αλλά με σιδερένιο ραβδί.—Απ 2:27· 12:5· 19:15.
Στα εδάφια Ησαΐας 9:4 και 14:5 γίνεται λόγος για το καταπιεστικό ραβδί, ή αλλιώς τη ράβδο της διακυβέρνησης ή εξουσίας, που κράδαιναν οι εχθροί του Ισραήλ εναντίον του. Ο Θεός χρησιμοποίησε τα γειτονικά έθνη του Ισραήλ, παραδείγματος χάρη την Ασσυρία, για να τιμωρήσει τον Ισραήλ για τις αμαρτίες του και, στα πλαίσια αυτής της πράξης, εκείνα τα έθνη λειτούργησαν ως ραβδί τιμωρίας με την εξουσιοδότηση ή την ανοχή του Θεού. Ωστόσο, δεν ενήργησαν έτσι από αγάπη για τον Ιεχωβά ή από μίσος για τις αμαρτίες του Ισραήλ, αλλά από εχθρότητα τόσο προς τον Θεό όσο και προς τον Ισραήλ, ξεπέρασαν δε τα όρια της αποστολής τους και με ευχαρίστηση ταλαιπώρησαν τον Ισραήλ περισσότερο. Επιπλέον, αυτές οι δυνάμεις—ειδικά η Ασσυρία και η Βαβυλώνα—όρθωσαν το ανάστημά τους με υπερηφάνεια εναντίον του ίδιου του Ιεχωβά Θεού. Ο Θεός είπε σχετικά με την Ασσυρία μέσω του Ησαΐα, του προφήτη του: «Α! ο Ασσύριος, το ραβδί για το θυμό μου», αλλά επίσης περιέγραψε την υπερηφάνεια της Ασσυρίας ως εξής: «Μήπως θα εξυψωθεί το τσεκούρι πάνω από εκείνον που κόβει με αυτό, ή θα μεγαλυνθεί το πριόνι πάνω από εκείνον που το κινεί μπρος πίσω, σαν να κινούσε το μπαστούνι μπρος πίσω εκείνους που το σηκώνουν ψηλά, σαν να σήκωνε το ραβδί ψηλά εκείνον που δεν είναι ξύλο;» Στη συνέχεια προείπε ότι το έθνος της Ασσυρίας θα τιμωρούνταν επειδή νόμισε ότι ήταν μεγαλύτερο από Εκείνον που το χρησιμοποιούσε και επειδή όρθωσε το ανάστημά του εναντίον Του.—Ησ 10:5, 15.
Όταν ο Ιεχωβά σύναψε με τον Δαβίδ διαθήκη για τη βασιλεία, είπε τα εξής σχετικά με τη γραμμή των βασιλιάδων της Δαβιδικής δυναστείας: «Εγώ θα γίνω πατέρας του και αυτός θα γίνει γιος μου. Όταν ενεργεί εσφαλμένα, εγώ θα τον ελέγχω με ραβδί ανθρώπων και με χτυπήματα γιων του Αδάμ». (2Σα 7:14) Εδώ το ραβδί της διαπαιδαγώγησης που θα χρησιμοποιούσε ο Ιεχωβά ως Πατέρας ήταν η εξουσία των κυβερνήσεων του κόσμου, όπως της Βαβυλώνας. Αυτό το έθνος χρησιμοποιήθηκε για να ανατρέψει τη βασιλεία του Θεού που βρισκόταν στα χέρια των βασιλιάδων της γραμμής του Δαβίδ, «ώσπου να έρθει εκείνος που έχει το νόμιμο δικαίωμα». (Ιεζ 21:27) Το 70 Κ.Χ. τα ρωμαϊκά στρατεύματα υπό τον στρατηγό Τίτο αποτέλεσαν το «ραβδί» που επέφερε τιμωρία στην άπιστη Ιερουσαλήμ.—Δα 9:26, 27.
Εσφαλμένη χρήση του ραβδιού. Οι κυβερνήσεις και οι κριτές των εθνών της γης χρησιμοποίησαν πολλές φορές το ραβδί της εξουσίας τους άδικα, πολεμώντας μάλιστα εναντίον του Θεού και του λαού του. Όταν ο Ιησούς Χριστός οδηγήθηκε μπροστά στο ανώτατο Ιουδαϊκό δικαστήριο και στον Ρωμαίο κυβερνήτη Πιλάτο, υπέστη ταλαιπωρίες, εμπαιγμό, φτύσιμο, μαστίγωμα και τελικά θάνατο. Οι Ιουδαίοι ηγέτες χρησιμοποίησαν αρχικά τη δική τους εξουσία εναντίον του Ιησού και κατόπιν έκαναν το «ραβδί» τους βαρύτερο, παραδίδοντάς τον στη ρωμαϊκή κυβέρνηση για εκτέλεση. Ο προφήτης Μιχαίας προείπε αυτή την ταλαιπωρία ως εξής: «Με το ραβδί θα χτυπήσουν στο μάγουλο τον κριτή του Ισραήλ». (Μιχ 5:1) Μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, οι Ιουδαίοι άρχοντες χρησιμοποίησαν την εξουσία τους για να επιφέρουν διωγμό στους ακολούθους του, και σε πολλές περιπτώσεις η Ρώμη και άλλες κυβερνήσεις της γης χρησιμοποίησαν και αυτές το ραβδί της εξουσίας τους εσφαλμένα, κάτι για το οποίο θα ήταν υπόλογες στον Θεό.—Ιωα 19:8-11· 2Θε 1:6-9.
Η γονική εξουσία. Η λέξη «ραβδί» χρησιμοποιείται επίσης για να συμβολίσει την εξουσία των γονέων πάνω στα παιδιά τους. Το βιβλίο των Παροιμιών αναφέρεται πολλές φορές στη συγκεκριμένη εξουσία, αυτός δε ο όρος συμβολίζει κάθε μορφή διαπαιδαγώγησης, μεταξύ των οποίων και το κατά γράμμα ραβδί που χρησιμοποιείται για την τιμωρία. Ο γονέας έχει μάλιστα ευθύνη απέναντι στον Θεό να χρησιμοποιεί αυτό το ραβδί για να ελέγχει το παιδί. Αν δεν το κάνει, θα επιφέρει στο παιδί του καταστροφή και θάνατο, ενώ στον εαυτό του όνειδος και την αποδοκιμασία του Θεού. (Παρ 10:1· 15:20· 17:25· 19:13) «Η ανοησία είναι συνδεδεμένη με την καρδιά του αγοριού· το ραβδί της διαπαιδαγώγησης θα την απομακρύνει από αυτό». «Μη διστάσεις να δώσεις στο αγόρι διαπαιδαγώγηση. Αν το δείρεις με το ραβδί, δεν θα πεθάνει. Με το ραβδί πρέπει να το δείρεις εσύ, για να ελευθερώσεις την ψυχή του από τον Σιεόλ». (Παρ 22:15· 23:13, 14) Στην πραγματικότητα, «όποιος διστάζει να χρησιμοποιήσει το ραβδί του μισεί το γιο του, αλλά όποιος τον αγαπάει επιδιώκει να τον διαπαιδαγωγεί».—Παρ 13:24· 19:18· 29:15· 1Σα 2:27-36.
Ο Ιεχωβά Θεός, ως ο “Πατέρας της πνευματικής ζωής” των Χριστιανών, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει το «ραβδί» όσον αφορά τα παιδιά του. Ο θεόπνευστος Χριστιανός συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους είπε: «Ο Θεός φέρεται σε εσάς σαν σε γιους. Διότι ποιος γιος είναι αυτός τον οποίο δεν διαπαιδαγωγεί ο πατέρας του; . . . Αλλά αυτός μας διαπαιδαγωγεί για δικό μας όφελος ώστε να μετάσχουμε στην αγιότητά του». (Εβρ 12:7, 9, 10) Για να παράσχει διαπαιδαγώγηση στη Χριστιανική εκκλησία, ο Ιεχωβά χορήγησε εξουσία σε πιστούς άντρες, ιδιαίτερα στους αποστόλους. Αυτή η εξουσία έπρεπε να “εποικοδομεί τους αδελφούς και όχι να τους κατεδαφίζει”. (2Κο 10:1-11) Περιλάμβανε το δικαίωμα διαπαιδαγώγησης όσων αδικοπραγούσαν. Όταν η εκκλησία της Κορίνθου παρέκκλινε από τη δικαιοσύνη και άρχισε να αποβλέπει σε ανθρώπους και όχι στον Χριστό, ο Παύλος τούς έγραψε για να τους διορθώσει και είπε: «Τι θέλετε; Να έρθω σε εσάς με ραβδί ή με αγάπη και πραότητα πνεύματος;»—1Κο 4:21.
Το ραβδί της ηγεσίας και της ποίμανσης. Ο ποιμένας χρησιμοποιούσε τη ράβδο ή την γκλίτσα του για να κατευθύνει το ποίμνιό του, να το υπερασπίζεται και να το βοηθάει. Ο Ιεχωβά και ο Γιος του, ο Ιησούς Χριστός, ποιμαίνουν το ανθρώπινο ποίμνιο του Θεού με παρόμοιο τρόπο. Ο Ιεχωβά αποκαλούσε συχνά τον Ισραήλ, ο οποίος βρισκόταν σε σχέση διαθήκης μαζί του, ποίμνιό του. Ο Δαβίδ έγραψε: «Ο Ιεχωβά είναι ο Ποιμένας μου. . . . Με οδηγεί στα μονοπάτια της δικαιοσύνης για χάρη του ονόματός του. Αν και περπατώ σε κοιλάδα βαθιάς σκιάς, δεν φοβάμαι κανένα κακό, γιατί εσύ είσαι μαζί μου· το ραβδί σου και το μπαστούνι σου, αυτά με παρηγορούν». (Ψλ 23:1-4) Ο Μιχαίας προσευχήθηκε: «Ποίμανε το λαό σου με τη ράβδο σου, το ποίμνιο της κληρονομιάς σου».—Μιχ 7:14· παράβαλε Ιωα 10:11, 14· Εβρ 13:20· 1Πε 2:25· 5:4.
Βλέπε επίσης ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΡΑΒΔΟΣ.
-
-
ΡαβδούχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΔΟΥΧΟΣ
Υπηρέτης με επίσημο αξίωμα, του οποίου καθήκον ήταν να συνοδεύει έναν Ρωμαίο διοικητή δημοσίως και να εκτελεί τις εντολές του. Η λέξη ῥαβδοῦχος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτός που φέρει ράβδο». (Πρ 16:35, 38) Ο αντίστοιχος ρωμαϊκός όρος ήταν lictor. Ως έμβλημα του αξιώματός τους και σύμβολο της εξουσίας του διοικητή, οι ραβδούχοι στις ρωμαϊκές αποικίες έφεραν μια δέσμη ράβδων (fasces) από φτελιά ή σημύδα οι οποίες ήταν δεμένες γύρω από τη λαβή ενός πέλεκυ, ενώ η λεπίδα του πέλεκυ προεξείχε από το πλάι της δέσμης.
Κάποια από τα καθήκοντα των Ρωμαίων ραβδούχων ήταν αστυνομικής φύσης, αλλά αυτοί διέφεραν από τους σημερινούς αστυνομικούς κατά το ότι ήταν αυστηρά προσκολλημένοι στο διοικητή και είχαν την ευθύνη να τον υπηρετούν συνεχώς. Δεν αναμενόταν από αυτούς να ανταποκρίνονται στο κάλεσμα του κοινού, αλλά μόνο στις προσταγές του διοικητή τους.
Όταν ο διοικητής εμφανιζόταν δημοσίως, οι ραβδούχοι του ανάγγελλαν την άφιξή του, άνοιγαν για αυτόν δρόμο μέσα από το πλήθος και φρόντιζαν να του αποδίδονται οι πρέπουσες τιμές. Φρουρούσαν το σπίτι του διοικητή, μετέφεραν τα μηνύματά του, καλούσαν τους παραβάτες του νόμου να εμφανιστούν ενώπιόν του και συλλάμβαναν παρανόμους, τους οποίους μερικές φορές μαστίγωναν.
Τυπικά, οι ραβδούχοι κατείχαν το αξίωμά τους επί έναν χρόνο αλλά, στην πραγματικότητα, πολλές φορές υπηρετούσαν επί μεγαλύτερο διάστημα. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν απελεύθεροι. Οι Ρωμαίοι ραβδούχοι απαλλάσσονταν από τη στρατιωτική υπηρεσία και έπαιρναν μισθό για την υπηρεσία τους.
Εφόσον η πόλη των Φιλίππων ήταν ρωμαϊκή αποικία, κυβερνιόταν από αυτοκρατορικούς διοικητές. Αυτοί οι διοικητές της πόλης διέταξαν το ραβδισμό του Παύλου και του Σίλα. Την επόμενη ημέρα έστειλαν τους ραβδούχους να δώσουν εντολή να αφεθούν ο Παύλος και ο Σίλας ελεύθεροι. Εντούτοις, ο Παύλος αρνήθηκε να δεχτεί τη βοήθεια των ραβδούχων και απαίτησε να παραδεχτούν οι ανώτεροί τους, οι διοικητές της πόλης, την αδικία που είχε γίνει.—Πρ 16:19-40· βλέπε ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.
-
-
ΡαβμάγΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΜΑΓ
(Ραβμάγ).
Τίτλος υψηλόβαθμου αξιωματούχου της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας την εποχή της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Ο τίτλος αυτός εντοπίστηκε σε ανεσκαμμένες επιγραφές. Ο Νεργάλ-σαρεσέρ ο Ραβμάγ ήταν ένα από τα μέλη της ειδικής επιτροπής που αποτελούνταν από ανώτερους Βαβυλώνιους άρχοντες και η οποία συνεδρίασε στη Μεσαία Πύλη της Ιερουσαλήμ μετά την πτώση της πόλης στα χέρια του Ναβουχοδονόσορα. Αυτό το άτομο αναφέρεται στα πλαίσια της απελευθέρωσης του Ιερεμία ο οποίος κατόπιν πήγε στον Γεδαλία.—Ιερ 39:3, 13, 14.
-
-
ΡαβσάκηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΣΑΚΗΣ
(Ραβσάκης) [ακκαδικής προέλευσης· πιθανότατα σημαίνει «Αρχιοινοχόος»].
Τίτλος υψηλόβαθμου Ασσύριου αξιωματούχου. (2Βα 18:17) Μια επιγραφή του Ασσύριου βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ σε κάποιο κτίσμα αναφέρει: «Έστειλα έναν αξιωματικό μου, τον ραβσάκ, στην Τύρο». Επίσης, μια πινακίδα που εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο περιέχει την ακόλουθη επιγραφή του Βασιλιά Ασσουρμπανιπάλ: «Διέταξα να συμπεριλάβουν στις πρώην (μάχιμες) δυνάμεις μου (στην Αίγυπτο) τον αξιωματικό-ραβσάκ».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282, 296.
Ενόσω ο Σενναχειρείμ, ο βασιλιάς της Ασσυρίας, πολιορκούσε το φρούριο της Λαχείς στον Ιούδα, έστειλε μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη στην Ιερουσαλήμ υπό τον Ταρτάν, ο οποίος είχε το γενικό πρόσταγμα, μαζί με άλλους δύο υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους, τον Ραβσαρίς και τον Ραβσάκη. (2Βα 18:17· αυτό το περιστατικό εξιστορείται ολόκληρο και στο βιβλίο του Ησαΐα, κεφ. 36, 37.) Από αυτούς τους τρεις ανώτερους Ασσύριους αξιωματούχους, ο Ραβσάκης μίλησε ως ο κύριος εκπρόσωπος, προσπαθώντας να πιέσει τον Βασιλιά Εζεκία να συνθηκολογήσει και να παραδοθεί. (2Βα 18:19-25) Και οι τρεις στάθηκαν κοντά στον αγωγό της άνω δεξαμενής. Αυτός ο Ραβσάκης, το προσωπικό όνομα του οποίου δεν αναφέρεται, μιλούσε με ευχέρεια τόσο την εβραϊκή όσο και τη συριακή. Αν και απευθύνθηκε μεγαλόφωνα στον Βασιλιά Εζεκία μιλώντας στην εβραϊκή, αυτοί που βγήκαν να τον συναντήσουν ήταν τρεις αξιωματούχοι του Εζεκία. Εκείνοι ζήτησαν από τον Ραβσάκη να τους μιλήσει στη συριακή γλώσσα και όχι στη γλώσσα των Ιουδαίων, επειδή ο απλός λαός που βρισκόταν πάνω στο τείχος άκουγε. (2Βα 18:26, 27) Ωστόσο, αυτό εξυπηρετούσε τους σκοπούς του προπαγανδιστή Ραβσάκη. Εκείνος ήθελε να ακούει ο λαός για να σπάσει το ηθικό των δυνάμεών τους. Με εκφράσεις που αποσκοπούσαν στο να τρομοκρατήσουν, με ψεύτικες υποσχέσεις και ψέματα, με ονειδισμούς, καθώς και με χλευασμούς για τον Ιεχωβά, ο Ραβσάκης συνέχισε να μιλάει στην εβραϊκή ακόμη πιο δυνατά, προσπαθώντας να πείσει το λαό να προδώσει τον Βασιλιά Εζεκία και να παραδοθεί στον ασσυριακό στρατό. (2Βα 18:28-35) Ωστόσο, ο λαός της Ιερουσαλήμ παρέμεινε όσιος στον Εζεκία.—2Βα 18:36.
Ο Εζεκίας μετέφερε με προσευχή στον Ιεχωβά τους εμπαιγμούς του Ραβσάκη και έστειλε μια αντιπροσωπεία στον προφήτη Ησαΐα για να λάβει την απάντηση του Ιεχωβά. (2Βα 18:37· 19:1-7) Στο μεταξύ, ο Ραβσάκης αποσύρθηκε εσπευσμένα όταν άκουσε ότι ο βασιλιάς της Ασσυρίας είχε αποχωρήσει από τη Λαχείς και πολεμούσε εναντίον της Λιβνά. Συνεχίζοντας την εκστρατεία προπαγάνδας κατά του Εζεκία από μακριά, ο Σενναχειρείμ έστειλε αγγελιοφόρους στην Ιερουσαλήμ με μια επιστολή που περιείχε συνεχείς εμπαιγμούς και βαριές απειλές για να αναγκάσει τον Εζεκία να παραδοθεί. (2Βα 19:8-13) Ο Βασιλιάς Εζεκίας έφερε την επιστολή στο ναό της Ιερουσαλήμ και την άπλωσε ενώπιον του Ιεχωβά κάνοντας μια ένθερμη προσευχή για βοήθεια. (2Βα 19:14-19) Ο Ιεχωβά απάντησε μέσω του προφήτη Ησαΐα για το βασιλιά της Ασσυρίας: «Δεν θα μπει σε αυτή την πόλη ούτε θα τοξεύσει βέλος εκεί ούτε θα έρθει εναντίον της με ασπίδα ούτε θα ανεγείρει πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της. Από το δρόμο από τον οποίο ήρθε θα επιστρέψει, και σε αυτή την πόλη δεν θα μπει, λέει ο Ιεχωβά». (2Βα 19:32, 33) Εκείνη τη νύχτα ο άγγελος του Ιεχωβά θανάτωσε 185.000 στρατιώτες των Ασσυρίων. Αυτό το απροσδόκητο, ισχυρό πλήγμα έκανε τον Σενναχειρείμ, το βασιλιά της Ασσυρίας, να αποσυρθεί αμέσως και να επιστρέψει στη Νινευή, την πρωτεύουσα της Ασσυρίας, όπου αργότερα δολοφονήθηκε. (2Βα 19:35-37) Εφόσον ο Ραβσάκης ήταν βλάσφημος εμπαίκτης του ζωντανού Θεού, του Ιεχωβά, οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες.
-
-
ΡαβσαρίςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΒΣΑΡΙΣ
(Ραβσαρίς) [Επικεφαλής Αυλικός].
Ο τίτλος του επικεφαλής αυλικού στις κυβερνήσεις της Ασσυρίας και της Βαβυλώνας. Ένας τέτοιος Ραβσαρίς ανήκε στην αντιπροσωπεία των τριών υψηλόβαθμων Ασσυρίων που έστειλε ο βασιλιάς της Ασσυρίας ζητώντας την παράδοση της Ιερουσαλήμ την εποχή του Βασιλιά Εζεκία.—2Βα 18:17.
Ραβσαρίς ήταν και ένας από τους Βαβυλώνιους αξιωματούχους που ανέλαβαν τον έλεγχο της Ιερουσαλήμ για λογαριασμό του Ναβουχοδονόσορα όταν έπεσε η πόλη το 607 Π.Κ.Χ., ο δε Ραβσαρίς ο οποίος αναφέρεται σε σχέση με την οδηγία που δόθηκε στον Ιερεμία να κατοικήσει μαζί με τον Γεδαλία κατονομάζεται ως Νεβουσαζβάν. (Ιερ 39:3, 13, 14· 40:1-5) Ανασκαφές έχουν φέρει στο φως επιγραφές που περιέχουν αυτόν τον τίτλο.—Δελτίο της Εξερευνητικής Εταιρίας του Ισραήλ (Bulletin of the Israel Exploration Society), Ιερουσαλήμ, 1967, Τόμ. 31, σ. 77· Το Βασιλικό Ανάκτορο της Ουγκαρίτ (Le palais royal d’Ugarit), III, Παρίσι, 1955, Αρ. 16:162, σ. 126.
-
-
ΡαγαύΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΓΑΥ
(Ραγαύ) [Σύντροφος· Φίλος].
Γιος του Φάλεκ και πατέρας του Σερούχ. Αποτελεί κρίκο στη γενεαλογία από τον Σημ μέχρι τον Αβραάμ. (1Χρ 1:24-27) Ο Ραγαύ, ο οποίος έζησε 239 χρόνια (2239-2000 Π.Κ.Χ.), ήταν επίσης πρόγονος του Ιησού Χριστού.—Γε 11:18-21· Λου 3:35.
-
-
ΡαγουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΓΟΥΗΛ
(Ραγουήλ) [Σύντροφος (Φίλος) του Θεού].
1. Δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ησαύ, τον οποίο απέκτησε από τη Βασεμάθ την κόρη του Ισμαήλ. Οι τέσσερις γιοι του Ραγουήλ έγιναν σεΐχηδες του Εδώμ.—Γε 36:2-4, 10, 13, 17· 1Χρ 1:35, 37.
2. Ο πεθερός του Μωυσή ο οποίος ήταν ιερέας της Μαδιάμ. (Εξ 2:16-21· Αρ 10:29) Αλλού αποκαλείται Ιοθόρ.—Βλέπε ΙΟΘΟΡ.
3. Γαδίτης, του οποίου ο γιος ονόματι Ελιασάφ ήταν αρχηγός της φυλής του κατά την πορεία μέσα στην έρημο. (Αρ 2:14) Το όνομά του εμφανίζεται ως Δεουήλ στις άλλες περιπτώσεις όπου αναφέρεται αυτό το άτομο.—Βλέπε ΔΕΟΥΗΛ.
4. Πρόγονος κάποιου Βενιαμίτη ο οποίος έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:3, 7, 8.
-
-
ΡαδαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΔΑΪ
(Ραδαΐ).
Ο πέμπτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιεσσαί και μεγαλύτερος αδελφός του Δαβίδ, από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:13-15.
-
-
ΡαιςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΙΣ
[ר].
Το 20ό γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Επειδή τα γράμματα ραις [ר] και ντάλεθ [ד] έχουν παρόμοιο σχήμα, οι αντιγραφείς ενίοτε τα συνέχεαν.
Στο εβραϊκό κείμενο, αυτό το γράμμα εμφανίζεται ως το αρχικό γράμμα καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:153-160.
-
-
ΡακκώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΚΚΩΝ
(Ρακκών).
Πόλη που αναφέρεται κατά την περιγραφή των συνόρων του Δαν. (Ιη 19:40, 41, 46) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Τελλ ερ-Ρεκέιτ, λίγο βορειότερα του Τελ Αβίβ-Γιάφο, στα παράλια της Μεσογείου.
-
-
ΡαμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜ
[Υψηλός].
1. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές και του Εσρών. Έζησε την εποχή που ο Ισραήλ βρισκόταν στην Αίγυπτο. Μολονότι ο Ραμ προφανώς δεν ήταν ο πρώτος γιος του Εσρών, η δική του γενεαλογία—η οποία οδήγησε στη Δαβιδική γραμμή—κατατάσσεται πρώτη μεταξύ των τριών γιων του Εσρών. (1Χρ 2:4, 5, 9-17, 25) Εφόσον μεταξύ των απογόνων του Ραμ συγκαταλέγεται ο Ναασών, ο Βοόζ και ο Δαβίδ, ο Ραμ ήταν πρόγονος του Ιησού. (Αρ 1:7· Ρθ 4:18-22· Ματ 1:3, 4) Το όνομά του γράφεται Αρνεί (Αράμ σε ορισμένα χειρόγραφα) στον κατάλογο των προγόνων του Ιησού που παραθέτει ο Λουκάς.—Λου 3:33.
2. Ο πρωτότοκος γιος του Ιεραμεήλ και ανιψιός του προσώπου Αρ. 1. Απέκτησε τρεις γιους.—1Χρ 2:9, 25, 27.
3. Ιδρυτής της οικογένειας του Ελιού.—Ιωβ 32:2.
-
-
ΡαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΑ
(Ραμά) [Ύψωμα].
Η εβραϊκή λέξη σημαίνει ύψωμα ή υψηλός τόπος. (Ιεζ 16:24) Χρησιμοποιούνταν ως ονομασία αρκετών τοποθεσιών στον Ισραήλ.
1. Πόλη στην περιοχή του Βενιαμίν. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 18:25 καταχωρίζεται μεταξύ της Γαβαών και της Βηρώθ. Προφανώς ήταν κοντά στη Βαιθήλ, μια πόλη που βρισκόταν στα Ν της περιοχής του Εφραΐμ. (Κρ 4:5) Ένας Λευίτης, ο οποίος ταξίδευε προς το Β, αφού πέρασε την Ιερουσαλήμ πήγε στη Γαβαά, λίγο πιο πέρα από την οποία βρισκόταν προφανώς η Ραμά. (Κρ 19:11-15· Ωσ 5:8) Η Ραμά βρισκόταν επίσης κοντά στη Γααβά. (Ησ 10:29) Αυτά τα στοιχεία συνδυάζονται με τη μαρτυρία του Ευσέβιου ο οποίος ταύτιζε τη Ραμά του Βενιαμίν με τη θέση του σημερινού ερ-Ραμ, το οποίο βρίσκεται περίπου 8 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ, 3 χλμ. Β της Γαβαά, 5 χλμ. Α της Γαβαών και 3 χλμ. Δ της Γααβά. Αυτή η πόλη βρίσκεται σε ύψωμα, όπως υποδηλώνει το όνομα.
Την εποχή του διαιρεμένου βασιλείου, η Ραμά διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο καθώς βρισκόταν κοντά στο σύνορο που χώριζε τον Ισραήλ από τον Ιούδα και κοντά στην οδό που διέσχιζε τη λοφώδη περιοχή συνδέοντας το Β με το Ν. Ο Βασιλιάς Βαασά του Ισραήλ άρχισε να επεκτείνει ή να οχυρώνει τη Ραμά του Βενιαμίν ενώ πολεμούσε εναντίον του Ασά. (1Βα 15:16, 17· 2Χρ 16:1) Όταν, όμως, ο βασιλιάς της Συρίας επιτέθηκε στον Ισραήλ από τα Β, η προσοχή του Βαασά αποσπάστηκε και ο Ασά πήρε τη Ραμά καθώς και τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιούσε ο Βαασά εκεί, και με τα υλικά αυτά οχύρωσε τις γειτονικές Γααβά και Μισπά. (1Βα 15:20-22· 2Χρ 16:4-6) Φαίνεται πως όταν η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε το 607 Π.Κ.Χ., συγκέντρωσαν τους αιχμάλωτους Ιουδαίους στη Ραμά προτού τους μεταφέρουν στη Βαβυλώνα. (Ιερ 40:1) Μετά την εξορία η Ραμά κατοικήθηκε ξανά.—Εσδ 2:1, 26· Νε 7:30· 11:33.
Μερικοί λόγιοι έχουν συμπεράνει ότι σε αυτού του είδους τη συγκέντρωση Ιουδαίων στη Ραμά πριν από την εκτόπισή τους (η οποία πιθανώς συνοδεύτηκε από τη θανάτωση μερικών εκεί) αναφέρονται τα λόγια: «Φωνή ακούγεται στη Ραμά, θρήνος και πικρό κλάμα· η Ραχήλ κλαίει για τους γιους της. Αρνήθηκε να παρηγορηθεί για τους γιους της, επειδή δεν υπάρχουν πια». (Ιερ 31:15) Η σύζυγος του Ιακώβ, η Ραχήλ, επιθυμούσε τόσο πολύ να κάνει παιδιά ώστε θεωρούσε ότι ήταν «νεκρή» χωρίς αυτά. (Γε 30:1) Γι’ αυτό, στην προκειμένη περίπτωση θα μπορούσε να λεχθεί συμβολικά ότι η Ραχήλ έκλαιγε για τους Ιουδαίους που χάθηκαν στο θάνατο ή στην αιχμαλωσία. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι επειδή η Ραχήλ ήταν η μητέρα του Βενιαμίν, τα λόγια του Ιερεμία ίσως την παρουσιάζουν να κλαίει ιδιαίτερα για τους Βενιαμίτες κατοίκους της Ραμά. Ο Ιερεμίας εξήγησε στη συνέχεια ότι υπήρχε ελπίδα, εφόσον οι εξόριστοι θα επέστρεφαν. (Ιερ 31:16) Στο εδάφιο Ματθαίος 2:18 τα προφητικά λόγια του εδαφίου Ιερεμίας 31:15 εφαρμόζονται επίσης στο περιστατικό της σφαγής των μικρών παιδιών στη Βηθλεέμ κατόπιν διαταγής του Ηρώδη.—Βλέπε ΡΑΧΗΛ.
2. Παρεμβαλλόμενη πόλη της φυλής του Συμεών στη Νεγκέμπ. (Ιη 19:1, 8) Πρόκειται για τη Βααλάθ-βηρ, γνωστή και ως «Ραμά του νότου». Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ Γάζα (Χορβάτ Ουζά), περίπου 30 χλμ. Α της Βηρ-σαβεέ.—Βλέπε ΒΑΑΛΑΘ-ΒΗΡ.
3. Άγνωστη πόλη στην περιοχή του Ασήρ η οποία αναφέρεται μόνο στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:24, 29. Είναι δύσκολο να διακρίνουμε από το κείμενο σε ποιο ακριβώς σημείο της κληρονομιάς του Ασήρ βρισκόταν η πόλη, αλλά φαίνεται ότι βρισκόταν στο Β, προς την Τύρο.
4. Οχυρωμένη πόλη στην περιοχή του Νεφθαλί. (Ιη 19:32, 36) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ Ζεϊτούν ερ-Ράμε (γνωστό και ως Χίρμπετ Τζουλ), ακριβώς στα Α του ερ-Ράμε (Ραμά) και περίπου 30 χλμ. Α του λιμανιού της Ακό. Ωστόσο, το γεγονός ότι αναφέρεται μία μόνο φορά, στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή, δεν επιτρέπει επακριβή προσδιορισμό της θέσης της.
5. Η ιδιαίτερη πατρίδα του προφήτη Σαμουήλ και των γονέων του. Στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 1:1, ο πατέρας του Σαμουήλ, ο Ελκανά, περιγράφεται ως «άνθρωπος από τη Ραμαθαΐμ-ζοφίμ στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ». Σε όλη την υπόλοιπη αφήγηση χρησιμοποιείται η συντετμημένη μορφή «Ραμά». (1Σα 1:19) Ο αναπτυγμένος τύπος χρησιμοποιείται στην αρχή πιθανώς για να διαχωρίσει την εν λόγω Ραμά από άλλες ομώνυμες τοποθεσίες, όπως ήταν η Ραμά του Βενιαμίν. Η Αμερικανική Μετάφραση λέει: «άνθρωπος από τη Ραμά, Ζουφίτης». Μια τέτοια απόδοση του Μασοριτικού κειμένου θα μπορούσε να υποδηλώνει είτε ότι ο Ελκανά ήταν απόγονος του Ζουφ (Ζωφαΐ) είτε ότι καταγόταν από την περιφέρεια Ζουφ.—1Χρ 6:27, 28, 34, 35· 1Σα 9:5.
Μια αρχαία παράδοση την οποία ανέφερε ο Ευσέβιος ταυτίζει τη Ραμά με τη θέση του σημερινού Ρέντις (Ραντίς), στους λόφους του Εφραΐμ, περίπου 35 χλμ. ΒΔ της Ιερουσαλήμ. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε επρόκειτο για το ίδιο μέρος με την Αριμαθαία (εξελληνισμένος τύπος του εβρ. Ραμάχ) που αναφέρεται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές.—Λου 23:50-53.
Ο Ελκανά είχε το σπίτι του στη Ραμά, όπου προφανώς γεννήθηκε ο Σαμουήλ, αλλά κάθε χρόνο ταξίδευε στη Σηλώ για να προσφέρει θυσία. (1Σα 1:3, 19· 2:11) Αν και ο Σαμουήλ έζησε κάποιο διάστημα μαζί με τον Ηλεί τον ιερέα στη Σηλώ, τελικά κατοίκησε στη Ραμά την οποία χρησιμοποιούσε ως βάση για τις περιοδείες του στις οποίες έκρινε τον Ισραήλ. (1Σα 3:19-21· 7:15-17· 8:4· 15:24-35· 16:4, 13· 19:18-24) Όταν πέθανε ο Σαμουήλ, θάφτηκε στο σπίτι του στη Ραμά, «την πόλη του».—1Σα 25:1· 28:3.
6. Συντετμημένη μορφή της ονομασίας Ραμώθ-γαλαάδ.—2Βα 8:28, 29· 2Χρ 22:5, 6· βλέπε ΡΑΜΩΘ-ΓΑΛΑΑΔ.
-
-
ΡαμαθίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΑΘΙΤΗΣ
(Ραμαθίτης) [Της (Από τη) Ραμά].
Επωνυμία του Σιμεΐ, αμπελουργού του Βασιλιά Δαβίδ. (1Χρ 27:27) Υποδηλώνει ότι πατρίδα του ήταν μία από τις διάφορες πόλεις που ονομάζονταν Ραμά αλλά δεν υπάρχει τρόπος να προσδιοριστεί ποια.
-
-
Ραμάθ-λεχίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΑΘ-ΛΕΧΙ
(Ραμάθ-λεχί) [Υψηλός Τόπος του Σαγονιού].
Το όνομα που έδωσε ο Σαμψών σε μια τοποθεσία στον Ιούδα όπου πάταξε χίλιους Φιλισταίους με το νωπό σαγόνι ενός γαϊδουριού.—Κρ 15:16-18· βλέπε ΛΕΧΙ.
-
-
ΡαμεσσήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΕΣΣΗΣ
Βλέπε ΡΑΑΜΣΗΣ, ΡΑΜΕΣΣΗΣ.
-
-
ΡαμίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΙΑΣ
(Ραμίας) [πιθανώς, Ο Γιαχ Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
Ισραηλίτης, ένας από «τους γιους του Φαρώς» οι οποίοι εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους με την παρακίνηση του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 25, 44.
-
-
ΡαμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΩΘ
(Ραμώθ) [πιθανότατα, Υψηλοί Τόποι· από μια ρίζα που σημαίνει «υψώνομαι»].
1. Λευιτική πόλη στην περιοχή του Ισσάχαρ. (1Χρ 6:71-73) Προφανώς ταυτίζεται με τη Ρεμέθ και την Ιαρμούθ (Αρ. 2). (Ιη 19:17, 21· 21:27-29) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων, η Ραμώθ ταυτίζεται με το Κάουκαμπ ελ-Χάουα (Κοχάβ χα-Ιαρντέν), το οποίο βρίσκεται σε ένα υψίπεδο περίπου 10 χλμ. Β της Βαιθ-σεάν.
2. Η «Ραμώθ του νότου» στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:27 προφανώς συμπίπτει με τη «Βααλάθ-βηρ, τη Ραμά του νότου» που αναφέρεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:8. Όπως φαίνεται, βρισκόταν στη Νεγκέμπ.—Βλέπε ΡΑΜΑ Αρ. 2.
3. Πόλη της Γαλαάδ, στα ανατολικά του Ιορδάνη Ποταμού. (Ιη 20:8) Με τον καιρό μετονομάστηκε σε Ραμώθ-γαλαάδ.—Βλέπε ΡΑΜΩΘ-ΓΑΛΑΑΔ.
-
-
Ραμώθ-γαλαάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΜΩΘ-ΓΑΛΑΑΔ
(Ραμώθ-γαλαάδ) [πιθανότατα, Υψηλοί Τόποι της Γαλαάδ].
Πόλη στρατηγικής σημασίας στην περιοχή του Γαδ, Α του Ιορδάνη. Η πόλη καλούνταν επίσης με το συντετμημένο τύπο Ραμά. (2Βα 8:28, 29· 2Χρ 22:5, 6) Ήταν μία από τις Λευιτικές πόλεις που βρίσκονταν σε εκείνη την όχθη του ποταμού (1Χρ 6:80) και είχε επιλεχθεί ως μία από τις πόλεις καταφυγίου. (Δευ 4:43· Ιη 20:8· 21:38) Ο Σολομών διόρισε έναν διαχειριστή στη Ραμώθ-γαλαάδ ο οποίος φρόντιζε να προμηθεύει τροφή στο βασιλιά από πόλεις της Γαλαάδ και της Βασάν.—1Βα 4:7, 13.
Όταν, μετά τη διαίρεση του βασιλείου, η Συρία έκανε επιθέσεις στον Ισραήλ, η Ραμώθ-γαλαάδ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ισραηλιτική ιστορία, αποτελώντας προφανώς τοποθεσία-κλειδί για την περιοχή Α του Ιορδάνη. Κάποια στιγμή οι Σύριοι κατέλαβαν την πόλη. Παρά την υπόσχεση του Βεν-αδάδ Β΄ να επιστρέψει τις ισραηλιτικές πόλεις που είχαν καταληφθεί στο παρελθόν, η Ραμώθ-γαλαάδ προφανώς δεν επιστράφηκε. (1Βα 20:34) Έτσι λοιπόν, ο Αχαάβ του Ισραήλ έκανε μια απόπειρα να την ανακτήσει, με τη βοήθεια του Βασιλιά Ιωσαφάτ του Ιούδα. Η προσπάθεια αυτή, από την οποία επιχείρησε να τους αποτρέψει ο Μιχαΐας, οδήγησε στο θάνατο του Αχαάβ.—1Βα 22:13-38.
Ο γιος του Αχαάβ, ο Ιωράμ, σε συνεργασία με τον Οχοζία του Ιούδα, πολέμησε και αυτός με τους Συρίους στη Ραμώθ-γαλαάδ. Το εδάφιο 2 Βασιλέων 9:14 αναφέρει: «Ο δε Ιωράμ βρισκόταν σε κατάσταση επιφυλακής στη Ραμώθ-γαλαάδ . . . εξαιτίας του Αζαήλ, του βασιλιά της Συρίας». Επομένως, είναι πιθανό ότι ο Ιωράμ είχε καταλάβει την πόλη νωρίτερα και την υπερασπιζόταν (δεν έκανε επίθεση εναντίον της), όταν ο Οχοζίας τον ακολούθησε στη μάχη εναντίον του Αζαήλ. Στη μάχη, ο Ιωράμ τραυματίστηκε και αποσύρθηκε στην Ιεζραέλ για να αναρρώσει.—2Βα 8:25-29· 9:14, 15· 2Χρ 22:5-8.
Στη Ραμώθ-γαλαάδ, ο υπηρέτης του Ελισαιέ έχρισε τον Ιηού, τον αρχηγό του στρατεύματος, ως τον επόμενο βασιλιά.—2Βα 9:1-14.
Η ακριβής θέση της Ραμώθ-γαλαάδ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Μία από τις πολλές πιθανολογούμενες τοποθεσίες είναι το Τελλ Ραμίθ, περίπου 45 χλμ. ΝΑ του νότιου άκρου της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Το όνομα αυτού του τελλ (γήλοφου) είναι δυνατόν να αποτελεί παράγωγο του ονόματος Ραμώθ-γαλαάδ. Το ίδιο το τελλ βρίσκεται σε έναν λόφο που δεσπόζει σε μια πεδιάδα, κάτι το οποίο συμφωνεί με την πιθανότερη σημασία της λέξης Ραμώθ (Υψηλοί Τόποι· από μια ρίζα που σημαίνει «υψώνομαι»). Η τοποθεσία αυτή θα ήταν κατάλληλη για κάποιον διαχειριστή, υπεύθυνο για τη Γαλαάδ και τη Βασάν.—1Βα 4:13.
-
-
ΡαφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΦΑ
(Ραφά) [από μια ρίζα που σημαίνει «γιατρεύω»].
Γιος του Βενιαμίν, ο οποίος στα εδάφια 1 Χρονικών 8:1, 2 παρουσιάζεται ως ο πέμπτος γιος του. Το όνομά του δεν εμφανίζεται στον κατάλογο εκείνων που πήγαν στην Αίγυπτο (Γε 46:21) ούτε στην απαρίθμηση των πατριών του Βενιαμίν. (Αρ 26:38-40) Αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι, ανεξάρτητα από το πού γεννήθηκε, ο Ραφά πέθανε νωρίς χωρίς να αφήσει απογόνους ή ότι οι απόγονοί του ενσωματώθηκαν σε κάποια άλλη οικογένεια.
-
-
ΡαφάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΦΑΧ
(Ραφάχ) [συντετμημένη μορφή του Ρεφαΐας, που σημαίνει «Ο Γιαχ Έχει Γιατρέψει»].
Απόγονος του Βενιαμίν μέσω του Σαούλ. Ονομάζεται επίσης Ρεφαΐας.—1Χρ 8:33-37· 9:43.
-
-
ΡαχάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΧΑΛ
(Ραχάλ).
Ένα από τα μέρη στα οποία ο Δαβίδ έστειλε λάφυρα από τον πόλεμο που έκανε με τους Αμαληκίτες. (1Σα 30:18, 26, 29) Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα εμφανίζεται αντί της Ραχάλ η ονομασία “Κάρμηλος”, και μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι αυτό έλεγε το κείμενο αρχικά.
-
-
ΡαχήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΧΗΛ
(Ραχήλ) [Προβατίνα].
Κόρη του Λάβαν και μικρότερη αδελφή της Λείας, πρώτη εξαδέλφη του Ιακώβ και η ευνοούμενη σύζυγός του. (Γε 29:10, 16, 30) Το 1781 Π.Κ.Χ. ο Ιακώβ έφυγε για να σωθεί από τον αδελφό του τον Ησαύ, ο οποίος σκόπευε να τον δολοφονήσει, και ταξίδεψε προς τη Χαρράν, στην Παδάν-αράμ, στη «γη των κατοίκων της Ανατολής». (Γε 28:5· 29:1) Η Ραχήλ, μια κοπέλα με «ωραία διάπλαση και ωραία όψη», η οποία ήταν βοσκοπούλα στα ποίμνια του πατέρα της, συνάντησε τον Ιακώβ σε ένα πηγάδι κοντά στη Χαρράν. Ο Ιακώβ φιλοξενήθηκε στο σπιτικό του θείου του και, ύστερα από έναν μήνα, συμφώνησε να υπηρετήσει τον Λάβαν εφτά χρόνια για να παντρευτεί τη Ραχήλ, την οποία είχε αγαπήσει. Η αγάπη του δεν εξασθένησε στη διάρκεια των εφτά ετών, και έτσι αυτά του «φάνηκαν σαν λίγες ημέρες». Ωστόσο, τη νύχτα του γάμου, ο θείος του αντικατέστησε τη Ραχήλ με τη μεγαλύτερη κόρη, τη Λεία, η οποία προφανώς συνέπραξε σε αυτή τη δόλια ενέργεια. Το επόμενο πρωί, όταν ο Ιακώβ κατηγόρησε τον Λάβαν ότι τον εξαπάτησε, εκείνος επικαλέστηκε τα τοπικά έθιμα ως δικαιολογία για τη συμπεριφορά του. Ο Ιακώβ συμφώνησε να τηρήσει μια πλήρη γαμήλια εβδομάδα με τη Λεία προτού λάβει τη Ραχήλ, και κατόπιν να εργαστεί άλλα εφτά χρόνια για τον Λάβαν.—Γε 29:4-28.
Η Ραχήλ δεν απογοήτευσε τον Ιακώβ ως σύζυγος, και ο Ιακώβ έδειξε περισσότερη αγάπη για αυτήν παρά για τη Λεία. Τώρα, όμως, ο Ιεχωβά ευνόησε τη Λεία, η οποία βρισκόταν σε μειονεκτική θέση, ευλογώντας την με τέσσερις γιους, ενώ η Ραχήλ παρέμενε στείρα. (Γε 29:29-35) Η Ραχήλ εκδήλωσε ζήλια για την αδελφή της καθώς και απελπισία για τη δική της στειρότητα—μια κατάσταση που τότε θεωρούνταν μεγάλο όνειδος για μια γυναίκα. Ο εκνευρισμός και η αδημονία της έκαναν ακόμη και το στοργικό της σύζυγο να θυμώσει. Για να αναπληρώσει τη στειρότητά της, έδωσε στον Ιακώβ την υπηρέτριά της για αναπαραγωγικούς σκοπούς (όπως είχε κάνει στο παρελθόν και η Σάρρα με τη δούλη της την Άγαρ), και τα δύο παιδιά που γεννήθηκαν με αυτόν τον τρόπο θεωρήθηκαν δικά της. Η υπηρέτρια της Λείας και η ίδια η Λεία γέννησαν συνολικά άλλους τέσσερις γιους προτού πραγματοποιηθεί τελικά η ελπίδα της Ραχήλ και αποκτήσει τον πρώτο δικό της γιο, τον Ιωσήφ.—Γε 30:1-24.
Τώρα ο Ιακώβ ήταν έτοιμος να αναχωρήσει από τη Χαρράν, αλλά ο πεθερός του τον έπεισε να παραμείνει και άλλο. Τελικά, έπειτα από έξι ακόμη χρόνια, με την κατεύθυνση του Θεού, ο Ιακώβ ξεκίνησε να φύγει. Λόγω των απατηλών μεθόδων που είχε χρησιμοποιήσει ο Λάβαν, ο Ιακώβ δεν τον ενημέρωσε για την αναχώρησή του, τόσο δε η Λεία όσο και η Ραχήλ συμφώνησαν σε αυτό με το σύζυγό τους. Προτού φύγουν, η Ραχήλ έκλεψε τα «θεραφίμ» του πατέρα της, τα οποία προφανώς ήταν κάποιο είδος ειδωλολατρικών ομοιωμάτων. Όταν αργότερα ο Λάβαν πρόφτασε την ομάδα και έκανε γνωστή την κλοπή (η οποία φαίνεται ότι αποτελούσε και το κύριο μέλημά του), ο Ιακώβ, μη γνωρίζοντας την ενοχή της Ραχήλ, εξέφρασε την αποδοκιμασία του για αυτή καθαυτή την πράξη, δηλώνοντας ότι ο δράστης θα θανατωνόταν αν εντοπιζόταν στη συνοδεία του. Η έρευνα του Λάβαν τον οδήγησε στη σκηνή της Ραχήλ, αλλά εκείνη κατάφερε να μην αποκαλυφτεί, ισχυριζόμενη ότι ήταν αδιάθετη λόγω της έμμηνης ρύσης της και παραμένοντας καθισμένη πάνω στο καλάθι του σαμαριού στο οποίο βρίσκονταν τα θεραφίμ.—Γε 30:25-30· 31:4-35, 38.
Κατά τη συνάντησή του με τον αδελφό του τον Ησαύ, ο Ιακώβ εκδήλωσε τη συνεχιζόμενη προτίμησή του για τη Ραχήλ τοποθετώντας την ίδια και το μοναχογιό της τελευταίους στη σειρά με την οποία ταξίδευαν, θεωρώντας αναμφίβολα αυτή τη θέση ως την ασφαλέστερη σε περίπτωση επίθεσης από τον Ησαύ. (Γε 33:1-3, 7) Αφού κατοίκησε για κάποιο διάστημα στη Σοκχώθ, κατόπιν στη Συχέμ και τελικά στη Βαιθήλ, ο Ιακώβ κατευθύνθηκε νοτιότερα. Κάπου ανάμεσα στη Βαιθήλ και στη Βηθλεέμ, η Ραχήλ γέννησε το δεύτερο παιδί της, τον Βενιαμίν, αλλά πέθανε στη γέννα και θάφτηκε εκεί, ενώ ο Ιακώβ έστησε μια στήλη για να φαίνεται πού ήταν ο τάφος της.—Γε 33:17, 18· 35:1, 16-20.
Οι λιγοστές λεπτομέρειες που έχουν καταγραφεί δίνουν ελλιπή μόνο εικόνα για την προσωπικότητα της Ραχήλ. Ήταν λάτρις του Ιεχωβά (Γε 30:22-24), αλλά εκδήλωσε ανθρώπινα ελαττώματα, ενώ η κλοπή των θεραφίμ και η επιτηδειότητα με την οποία απέφυγε να γίνει αντιληπτή μπορεί ίσως να αποδοθεί—τουλάχιστον εν μέρει—στο οικογενειακό της παρελθόν. Όποιες και αν ήταν οι αδυναμίες της, ο Ιακώβ την αγαπούσε πολύ και, ακόμη και στα γηρατειά του, θεωρούσε ότι εκείνη ήταν η αληθινή του σύζυγος και ξεχώριζε τα παιδιά της από όλα τα άλλα παιδιά του. (Γε 44:20, 27-29) Τα λόγια του προς τον Ιωσήφ λίγο προτού πεθάνει, αν και απλά, ωστόσο αποκαλύπτουν το βάθος της αγάπης που ένιωθε ο Ιακώβ για αυτήν. (Γε 48:1-7) Για την ίδια και για τη Λεία αναφέρεται ότι «οικοδόμησαν . . . τον οίκο του Ισραήλ [Ιακώβ]».—Ρθ 4:11.
Διάφορες αρχαιολογικές ανακαλύψεις ίσως ρίχνουν κάποιο φως στο γιατί η Ραχήλ οικειοποιήθηκε τα «θεραφίμ» του πατέρα της. (Γε 31:19) Πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που βρέθηκαν στη Νουζί της βόρειας Μεσοποταμίας, και οι οποίες πιστεύεται ότι χρονολογούνται περίπου από τα μέσα της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ., αποκαλύπτουν πως ορισμένοι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν ότι η κατοχή των εφέστιων θεών αντιπροσώπευε νομικό τίτλο που έδινε δικαίωμα στην κληρονομιά της οικογενειακής περιουσίας. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 219, 220) Ορισμένοι πιθανολογούν ότι η Ραχήλ πίστευε πως ο Ιακώβ δικαιούνταν να έχει μερίδιο στην κληρονομιά της περιουσίας του Λάβαν ως υιοθετημένος γιος και ότι πήρε τα θεραφίμ για να το εξασφαλίσει αυτό ή ακόμη και για να έχει κάποιο πλεονέκτημα σε σχέση με τους γιους του Λάβαν. Ή μπορεί να θεώρησε ότι η κατοχή τους θα εμπόδιζε οποιαδήποτε απόπειρα του πατέρα της να διεκδικήσει νομικά μέρος του πλούτου που είχε αποκτήσει ο Ιακώβ ενώ βρισκόταν στην υπηρεσία του. (Παράβαλε Γε 30:43· 31:1, 2, 14-16.) Φυσικά, αυτές οι εκδοχές εξαρτώνται από το κατά πόσον υπήρχε τέτοιο έθιμο στο λαό του Λάβαν και από το κατά πόσον τα θεραφίμ ήταν όντως τέτοιου είδους εφέστιοι θεοί.
Ο τόπος ταφής της Ραχήλ «στην περιοχή του Βενιαμίν, στη Σελσά», εξακολουθούσε να είναι γνωστός στην εποχή του Σαμουήλ, περίπου έξι αιώνες αργότερα. (1Σα 10:2) Σύμφωνα με την παράδοση, ο τάφος της βρισκόταν σε μια τοποθεσία περίπου 1,5 χλμ. Β της Βηθλεέμ. Αυτό, όμως, θα σήμαινε ότι ο τάφος ήταν στην περιοχή του Ιούδα, όχι του Βενιαμίν. Γι’ αυτόν το λόγο, άλλοι προτείνουν μια τοποθεσία βορειότερα, αλλά κάθε προσπάθεια ακριβούς εντοπισμού είναι μάταιη σήμερα.
Αιώνες μετά το θάνατο της Ραχήλ, γιατί είπε η Αγία Γραφή ότι αυτή θα έκλαιγε για τους γιους της στο μέλλον;
Στο εδάφιο Ιερεμίας 31:15 η Ραχήλ παρουσιάζεται να κλαίει για τους γιους της που έχουν οδηγηθεί στη γη του εχθρού και ο θρήνος της να ακούγεται στη Ραμά (Β της Ιερουσαλήμ, στην περιοχή του Βενιαμίν). (Βλέπε ΡΑΜΑ Αρ. 1.) Εφόσον στα συμφραζόμενα αναφέρεται αρκετές φορές ο Εφραΐμ, που η φυλή των απογόνων του συχνά χρησιμοποιείται συλλογικά αντιπροσωπεύοντας το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ (Ιερ 31:6, 9, 18, 20), ορισμένοι λόγιοι πιστεύουν ότι αυτή η προφητεία αφορά την εξορία στην οποία οδήγησαν οι Ασσύριοι το λαό του βόρειου βασιλείου. (2Βα 17:1-6· 18:9-11) Από την άλλη πλευρά, μπορεί να αφορά την τελική εξορία τόσο του λαού του Ισραήλ όσο και του λαού του Ιούδα (ο οποίος οδηγήθηκε στην εξορία από τους Βαβυλωνίους). Στην πρώτη περίπτωση, η εικόνα της Ραχήλ είναι πολύ ενδεδειγμένη εφόσον αυτή ήταν πρόγονος του Εφραΐμ (μέσω του Ιωσήφ), της πιο εξέχουσας φυλής του βόρειου βασιλείου. Στη δεύτερη περίπτωση, το γεγονός ότι η Ραχήλ ήταν η μητέρα, όχι μόνο του Ιωσήφ, αλλά και του Βενιαμίν—του οποίου η φυλή αποτέλεσε μέρος του νότιου βασιλείου του Ιούδα—την καθιστά κατάλληλο σύμβολο των μητέρων όλου του Ισραήλ, οι οποίες φαινόταν τώρα ότι είχαν γεννήσει γιους μάταια. Ωστόσο, η παρηγορητική υπόσχεση του Ιεχωβά ήταν ότι οι εξόριστοι “θα επέστρεφαν από τη γη του εχθρού”.—Ιερ 31:16.
Αυτή η περικοπή παρατέθηκε από τον Ματθαίο σε σχέση με τη σφαγή των νηπίων που έλαβε χώρα στη Βηθλεέμ κατόπιν διαταγής του Ηρώδη. (Ματ 2:16-18) Εφόσον ο τάφος της Ραχήλ βρισκόταν κοντά—έστω και σχετικά—στη Βηθλεέμ (αν και προφανώς όχι στην τοποθεσία που υποστηρίζεται από την παράδοση), η εικόνα της Ραχήλ που έκλαιγε ήταν κατάλληλη για να εκφράσει τη λύπη την οποία ένιωθαν οι μητέρες των θανατωμένων παιδιών. Αλλά αυτή η παράθεση της προφητείας του Ιερεμία γίνεται ακόμη πιο κατάλληλη αν λάβουμε υπόψη τις παρόμοιες συνθήκες που επικρατούσαν. Οι Ισραηλίτες υπόκειντο σε μια ξένη δύναμη. Οι γιοι τους είχαν παρθεί και πάλι μακριά. Αυτή τη φορά, όμως, “η γη του εχθρού” στην οποία είχαν πάει δεν ήταν προφανώς η επικράτεια κάποιας πολιτικής δύναμης, όπως συνέβη στην προγενέστερη περίπτωση. Ήταν ο τάφος, η επικράτεια του “Βασιλιά Θανάτου” (παράβαλε Ψλ 49:14· Απ 6:8)—ο οποίος θάνατος χαρακτηρίζεται ως ο «τελευταίος εχθρός» που πρόκειται να καταστραφεί. (Ρω 5:14, 21· 1Κο 15:26) Οποιαδήποτε επιστροφή από μια τέτοια «εξορία» θα πραγματοποιούνταν, φυσικά, μέσω ανάστασης από τους νεκρούς.
-
-
ΡάψιμοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΑΨΙΜΟ
Στερέωση με κάποιου είδους βελονιές. Από αρχαιοτάτων χρόνων το ράψιμο, περιλαμβανομένου και του κεντήματος, έχει παίξει σημαντικό ρόλο στις δραστηριότητες της ανθρωπότητας. (Εξ 26:1· 35:35· Ιωβ 16:15· Εκ 3:7· Ιεζ 13:18) Ο πρώτος άντρας και η πρώτη γυναίκα, ο Αδάμ και η Εύα, «έραψαν φύλλα συκιάς και έφτιαξαν καλύμματα για την οσφύ τους». (Γε 3:7) Αυτό μπορεί να σημαίνει απλώς ότι στερέωσαν τα φύλλα της συκιάς, που είναι μεγάλα σε μέγεθος, χρησιμοποιώντας γι’ αυτόν το σκοπό κλαδάκια από το ίδιο δέντρο.
Όταν ο Χριστός Ιησούς εξήγησε γιατί δεν νήστευαν οι μαθητές του, όπως νήστευαν οι Φαρισαίοι και οι μαθητές του Ιωάννη, έδειξε ότι αν κάποιος έραβε ένα κομμάτι πανί που δεν είχε «μαζέψει» σε παλιό ένδυμα, θα έκανε το σκίσιμο χειρότερο. (Μαρ 2:18, 21) Μόλις το μπάλωμα πλενόταν, θα “μάζευε” και στη συνέχεια θα τραβούσε το παλιό ένδυμα σκίζοντάς το. Αυτή η παραβολή θα έπρεπε να βοηθήσει τους ακροατές του Ιησού να διακρίνουν ότι ήταν πλέον καιρός να γίνουν ακόλουθοί του και ότι ήταν λάθος να προσπαθούν να επιβάλλουν τις συνήθειές τους στους μαθητές του Ιησού. Ο ίδιος ο Ιωάννης είχε εξηγήσει παλιότερα ότι το έργο του προετοίμαζε την οδό για τον ερχομό του Χριστού και, επομένως, είχε προσωρινό χαρακτήρα.—Ιωα 3:27-30.
-
-
ΡεαβίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΑΒΙΑΣ
(Ρεαβίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Πλατύνει (Έχει Κάνει Ευρύχωρο)].
Εγγονός του Μωυσή, μοναχογιός του Ελιέζερ και ιδρυτής μιας οικογένειας Λευιτών η οποία εξακολουθούσε να υπάρχει κατά την περίοδο της βασιλείας του Δαβίδ.—1Χρ 23:15, 17· 24:21· 26:25.
-
-
ΡεαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΑΪΑΣ
(Ρεαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Δει].
1. Γιος του Σωβάλ και απόγονος του Ιούδα. (1Χρ 4:1, 2) Ίσως ο Αροέ που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:52 να είναι το ίδιο πρόσωπο. Στην εβραϊκή τα ονόματα γράφονται με παρόμοιο τρόπο.
2. Ρουβηνίτης, ο οποίος εικάζεται ότι ήταν πρόγονος κάποιων ατόμων που οδηγήθηκαν σε εξορία από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄.—1Χρ 5:5, 6.
3. Προπάτορας ορισμένων από τους Νεθινίμ που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 2:1, 43, 47· Νε 7:6, 46, 50.
-
-
ΡεβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΒΑ
(Ρεβά) [πιθανώς, Τέταρτο].
Ένας από τους πέντε βασιλιάδες του Μαδιάμ που θανατώθηκαν όταν εκτελέστηκε εκδίκηση εναντίον του Μαδιάμ για την αποπλάνηση του Ισραήλ σε ανηθικότητα. (Αρ 31:2, 8) Εκείνη την εποχή, αυτοί οι πέντε ήταν ενδεχομένως υποτελείς των Αμορραίων και γι’ αυτό αποκαλούνται και «ηγεμόνες του Σηών».—Ιη 13:21.
-
-
ΡεβέκκαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΒΕΚΚΑ
(Ρεβέκκα) [πιθανώς, Αγελάδα].
Κόρη του Βαθουήλ, γιου του Ναχώρ, και κατά συνέπεια κόρη του ανιψιού του Αβραάμ. Ο αδελφός της ονομαζόταν Λάβαν.—Γε 22:20-23.
Το 1878 Π.Κ.Χ., όταν ο Αβραάμ έστειλε το διαχειριστή του σπιτικού του, πιθανώς τον Ελιέζερ, να βρει μια κατάλληλη σύζυγο για το γιο του τον Ισαάκ (ο οποίος ήταν τώρα 40 χρονών), εκείνος έφτασε στην «πόλη του Ναχώρ», στην άνω πεδιάδα της Μεσοποταμίας. Εκεί, κοντά σε ένα πηγάδι, αυτός ο υπηρέτης προσευχήθηκε να είναι η επιλογή του Ιεχωβά η κοπέλα εκείνη που, όχι μόνο θα έδινε στον ίδιο να πιει νερό όταν θα της το ζητούσε, αλλά θα προσφερόταν να ποτίσει και τις δέκα καμήλες του. (Γε 24:1-14) Ενώ αυτός προσευχόταν, ήρθε στο πηγάδι η Ρεβέκκα με μια στάμνα. Όταν της ζήτησε μια γουλιά νερό, αυτή του έδωσε ευγενικά να πιει και κατόπιν «άδειασε . . . γρήγορα τη στάμνα της μέσα στην ποτίστρα και έτρεξε επανειλημμένα στο πηγάδι να βγάλει νερό· και έβγαζε για όλες τις καμήλες του. Όλο αυτό το διάστημα ο άνθρωπος την κοίταζε έκπληκτος, μένοντας σιωπηλός για να καταλάβει αν ο Ιεχωβά είχε κάνει το ταξίδι του να πετύχει ή όχι». Η Ρεβέκκα αποδείχτηκε ευγενική, φιλόξενη, σεμνή στη συμπεριφορά της και εργατική. Εκτός από αυτό, «η κοπέλα είχε πολύ ελκυστική εμφάνιση».—Γε 24:14-21.
Ο υπηρέτης του Αβραάμ, καταλαβαίνοντας ότι η προσευχή του είχε απαντηθεί, δώρισε στη Ρεβέκκα έναν χρυσό κρίκο για τη μύτη και δύο όμορφα χρυσά βραχιόλια (αξίας περ. $1.350 με σημερινές τιμές). Εκείνη τα έδειξε στους δικούς της—στη μητέρα της και στον αδελφό της τον Λάβαν—οι οποίοι κατόπιν πήραν στο σπίτι τους τον επισκέπτη και τους υπηρέτες που τον συνόδευαν για να τους φιλοξενήσουν. (Γε 24:22-32) Αλλά προτού ο υπηρέτης φάει, διευκρίνισε για ποια υπόθεση βρισκόταν εκεί. Ο Λάβαν και ο πατέρας του ο Βαθουήλ έδωσαν τη συγκατάθεσή τους να παντρευτεί η Ρεβέκκα τον Ισαάκ. Δόθηκαν πολύτιμα χρυσά και ασημένια αντικείμενα, καθώς και λαμπρά ενδύματα, ως δώρα στη Ρεβέκκα και στην οικογένειά της, και μετά έφαγαν όλοι μαζί. (Γε 24:33-54) Αυτή η συναλλαγή αποτελούσε ένα αξιοσέβαστο γαμήλιο συμβόλαιο, όχι ανάμεσα στη Ρεβέκκα και στον Ισαάκ, αλλά ανάμεσα στους γονείς τους, σύμφωνα με το έθιμο της εποχής. Με αυτόν τον τρόπο, η Ρεβέκκα μνηστεύτηκε τον Ισαάκ και από τότε έγινε ουσιαστικά σύζυγός του.
Με τη συγκατάθεση της Ρεβέκκας, το καραβάνι ξεκίνησε το επόμενο πρωί για το μακρύ ταξίδι ως τη Νεγκέμπ, κοντά στη Βηρ-λαχαΐ-ροΐ, όπου ζούσε τότε ο Ισαάκ. Προτού φύγει η Ρεβέκκα, η οικογένειά της την ευλόγησε, λέγοντας: «Είθε να γίνεις χιλιάδες φορές δέκα χιλιάδες και είθε το σπέρμα σου να πάρει στην κατοχή του την πύλη εκείνων που το μισούν». Η παραμάνα της η Δεββώρα καθώς και άλλες υπηρέτριες πήγαν μαζί με τη Ρεβέκκα, και καμιά από αυτές, όπως φαίνεται, δεν γύρισε ποτέ στην πατρίδα της.—Γε 24:55-62· 35:8.
Φτάνοντας στον προορισμό τους, η Ρεβέκκα φόρεσε μια μαντίλα στο κεφάλι της όταν την πλησίασε ο γαμπρός, ο Ισαάκ, και αφού ο υπηρέτης του Αβραάμ εξιστόρησε όλα όσα είχαν διαδραματιστεί κατά την αποστολή του—αφηγούμενος το πώς ο Ιεχωβά είχε κατευθύνει την επιλογή—ο Ισαάκ έφερε τη Ρεβέκκα στη σκηνή της μητέρας του για να γίνει σύζυγός του. Ο Ισαάκ αγάπησε πολύ τη Ρεβέκκα, και σε αυτήν «βρήκε παρηγοριά . . . αφού έχασε τη μητέρα του» τη Σάρρα, η οποία είχε πεθάνει τρία χρόνια νωρίτερα.—Γε 24:63-67.
Όπως η Σάρρα, έτσι και η Ρεβέκκα παρέμεινε για μεγάλο διάστημα στείρα. Αφού πέρασαν περίπου 19 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων ο Ισαάκ έκανε επίμονα ικεσίες στον Ιεχωβά για αυτό το θέμα, η Ρεβέκκα συνέλαβε και γέννησε τους δίδυμους Ησαύ και Ιακώβ. Κατά την εγκυμοσύνη της υπέφερε τόσο πολύ, καθώς τα δύο βρέφη πάλευαν μέσα στη μήτρα της, ώστε αναρωτήθηκε: «Γιατί να είμαι ζωντανή;» Απαντώντας, ο Ιεχωβά τη διαβεβαίωσε ότι θα γινόταν μητέρα δύο μεγάλων εθνών και ότι “ο μεγαλύτερος θα υπηρετούσε τον νεότερο”. (Γε 25:20-26) Αυτό, λέει ο Παύλος, είχε σκοπό να καταδείξει ότι η εκλογή του “σπέρματος της υπόσχεσης” εξαρτόταν εξ ολοκλήρου από τον Θεό.—Ρω 9:6-13.
Επίσης όπως η Σάρρα, και η Ρεβέκκα συγκάλυψε σε κάποια περίπτωση την ταυτότητά της, παρουσιαζόμενη ως αδελφή του συζύγου της. Αυτό συνέβη όταν μια πείνα που έγινε σε εκείνον τον τόπο ανάγκασε την οικογένειά της να κατοικήσει για κάποιο διάστημα σε περιοχή Φιλισταίων στην οποία κυβερνούσε ο Βασιλιάς Αβιμέλεχ. Η Ρεβέκκα πρέπει να ήταν αρκετά προχωρημένη στα χρόνια. Ωστόσο, λόγω της μεγάλης της ομορφιάς, ο Ισαάκ, ο προσδιορισμένος κληρονόμος της Αβραμιαίας διαθήκης, υπέθεσε ότι κινδύνευε να θανατωθεί αν γινόταν γνωστό ότι ήταν ο σύζυγός της.—Γε 26:1-11.
Όταν ο Ισαάκ είχε γεράσει και ετοιμαζόταν να ευλογήσει τον Ησαύ τον πρωτότοκό του, η Ρεβέκκα πήρε άμεσα μέτρα για να εξασφαλίσει την ποθούμενη ευλογία για τον Ιακώβ. (Γε 25:28-34· 27:1-5) Το κατά πόσον η Ρεβέκκα γνώριζε ότι ο Ιακώβ είχε αποκτήσει νόμιμα το δικαίωμα των πρωτοτοκίων αγοράζοντάς τα δεν γίνεται γνωστό, αλλά ήξερε πολύ καλά αυτό που της είχε πει ο Ιεχωβά, δηλαδή ότι ο μεγαλύτερος θα υπηρετούσε τον νεότερο. Έτσι λοιπόν, ανέλαβε δράση φροντίζοντας να εξασφαλίσει ο Ιακώβ την ευλογία του πατέρα του. Το αποτέλεσμα ήταν σε αρμονία με το σκοπό του Ιεχωβά.—Γε 27:6-29· βλέπε ΙΑΚΩΒ Αρ. 1.
Αργότερα, όταν η Ρεβέκκα πληροφορήθηκε τα σχέδια που κατέστρωνε ο Ησαύ για να σκοτώσει τον Ιακώβ, επηρέασε τον Ισαάκ να στείλει τον Ιακώβ στην πατρίδα της για να βρει σύζυγο. Το γεγονός ότι ο Ησαύ είχε πάρει δύο συζύγους ανάμεσα από τους μισητούς Χαναναίους είχε λυπήσει πάρα πολύ τόσο την ίδια όσο και τον Ισαάκ.—Γε 26:34, 35· 27:41-46· 28:1-5· 29:10-12.
Το πότε ακριβώς πέθανε η Ρεβέκκα δεν γίνεται γνωστό, αλλά αυτό μπορεί να συνέβη προτού επιστρέψει ο Ιακώβ στην πατρίδα του από τη Μεσοποταμία. (Γε 35:27) Θάφτηκε στην οικογενειακή σπηλιά Μαχπελάχ μαζί με τον Αβραάμ και τη Σάρρα, εκεί που τοποθετήθηκαν αργότερα ο Ισαάκ, η Λεία και ο Ιακώβ.—Γε 49:29-31· 50:13.
-
-
Ρεγέμ-μέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΓΕΜ-ΜΕΛΕΧ
(Ρεγέμ-μέλεχ).
Ένας από τους δύο σημαίνοντες άντρες τους οποίους έστειλε ο λαός της Βαιθήλ κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο να «απαλύνουν το πρόσωπο του Ιεχωβά» και να ρωτήσουν αν έπρεπε να συνεχίσουν την καθιερωμένη νηστεία τους. Αυτό συνέβη δύο και πλέον χρόνια προτού αποπερατωθεί η ανοικοδόμηση του ναού.—Ζαχ 7:1-3· Εσδ 6:15.
-
-
ΡεελαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΕΛΑΪΑΣ
(Ρεελαΐας).
Κάποιος του οποίου το όνομα εμφανίζεται μαζί με τα ονόματα εξεχόντων αντρών όπως του Ζοροβάβελ και του Ιησού στην αρχή του καταλόγου των ατόμων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 2) Το όνομα γράφεται Ρααμίας (που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Βροντήσει· Σάλος από τον Ιεχωβά») στο εδάφιο Νεεμίας 7:7.
-
-
ΡεζέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΖΕΦ
(Ρεζέφ).
Τοποθεσία που μνημονεύεται στο μήνυμα το οποίο έστειλε ο Σενναχειρείμ προς τον Βασιλιά Εζεκία καυχώμενος ότι οι Ασσύριοι βασιλιάδες είχαν ερημώσει διάφορα “έθνη”. (2Βα 19:8-12· Ησ 37:12) Η ακριβής θέση της Ρεζέφ δεν είναι γνωστή, καθώς υπήρχαν αρκετά μέρη με αυτό το όνομα. Μια τέτοια τοποθεσία, η οποία όπως πιστεύουν μερικοί ήταν μέρος μιας αρχαίας περιφέρειας, ταυτίζεται με τη σημερινή Ρουσάφε, Δ του Ευφράτη, γύρω στα 145 χλμ. Ν της σημερινής Χαρράν. Επομένως, βρίσκεται κοντά στην τοποθεσία που έχει υποδειχτεί για τη Γωζάν, μαζί με την οποία αναφέρεται η Ρεζέφ.
-
-
ΡεζίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΖΙΝ
(Ρεζίν).
1. Βασιλιάς της Συρίας, του οποίου η διακυβέρνηση, με έδρα τη Δαμασκό, συνέπεσε με ένα μέρος της βασιλείας του Ιωθάμ (777-762 Π.Κ.Χ.) του Ιούδα και με ένα μέρος της βασιλείας του γιου του τού Άχαζ (του οποίου η βασιλεία τερματίστηκε το 746 Π.Κ.Χ.).
Προφανώς κατά τα τέλη της βασιλείας του Ιωθάμ, ο Ρεζίν σε συνεργασία με τον Βασιλιά Φεκά του Ισραήλ πολέμησε εναντίον του Ιούδα. (2Βα 15:36-38) Στη διάρκεια αυτών των εχθροπραξιών, οι οποίες συνεχίστηκαν στη βασιλεία του Άχαζ, οι Σύριοι, προφανώς υπό τον Ρεζίν, αιχμαλώτισαν πολλούς Ιουδαίους και τους οδήγησαν στη Δαμασκό. (2Χρ 28:5) Επίσης, ο Ρεζίν απέσπασε από τον Ιούδα την πόλη Ελάθ, η οποία βρισκόταν στον Κόλπο της Άκαμπα, εκδιώκοντας τους Ιουδαίους και αποκαθιστώντας την κυριαρχία των Εδωμιτών στην πόλη. (2Βα 16:6) Οι συνδυασμένες συροϊσραηλιτικές δυνάμεις πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ, με σκοπό να ενθρονίσουν ως βασιλιά «το γιο του Ταβεήλ», αλλά δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν την πόλη. (2Βα 16:5· Ησ 7:1, 6) Η κατάσταση φόβισε πάρα πολύ τον Άχαζ, παρά τη διαβεβαίωση του Ησαΐα ότι δεν υπήρχε λόγος να φοβούνται τον Ρεζίν της Συρίας και τον Φεκά του Ισραήλ. (Ησ 7:3-12· 8:6, 7) Ο Άχαζ στράφηκε στην Ασσυρία για βοήθεια, δωροδοκώντας τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ για να επιτεθεί στη Συρία.—2Βα 16:7, 8· 2Χρ 28:16, 20.
Ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ πολέμησε εναντίον της Δαμασκού, την κατέλαβε και θανάτωσε τον Ρεζίν, θέτοντας έτσι τη Συρία υπό την ασσυριακή κυριαρχία.—2Βα 16:9.
2. Ο πατέρας μιας οικογένειας Νεθινίμ, μερικά μέλη της οποίας επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 43, 48· Νε 7:6, 46, 50.
-
-
ΡεζώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΖΩΝ
(Ρεζών) [πιθανότατα, Ανώτερος Αξιωματούχος].
Κάποιος που αντιστεκόταν στον Βασιλιά Σολομώντα. Ήταν γιος του Ελιαδά και παλιότερα βρισκόταν στην υπηρεσία του Αδαδέζερ, του βασιλιά της Ζωβά, από τον οποίο κατέλαβε ο Δαβίδ τη Δαμασκό. Ωστόσο, ο Ρεζών εγκατέλειψε τον Αδαδέζερ και οργάνωσε μια ληστρική ομάδα. Σε κάποια στιγμή, άγνωστο πότε, ο Ρεζών έγινε ο ίδιος βασιλιάς της Συρίας με έδρα του τη Δαμασκό, και ιδιαίτερα από την εποχή της αποστασίας του Σολομώντα μέχρι το τέλος της βασιλείας του εκδήλωσε όλο το μένος του για τον Ισραήλ. (1Βα 11:23-25· 1Χρ 18:3-6) Αν, όπως ισχυρίζονται μερικοί, ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Εζιών του εδαφίου 1 Βασιλέων 15:18, τότε θα πρέπει να ήταν ο ιδρυτής της συριακής δυναστείας που είχε εκτεταμένες δοσοληψίες με τον Ισραήλ.
-
-
ΡεΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΪ
(Ρεΐ) [Σύντροφος· Φίλος].
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη συνωμοσία του Αδωνία.—1Βα 1:8.
-
-
ΡεκέμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΚΕΜ
(Ρεκέμ) [πιθανώς, Υφαντής].
1. Ένας από τους πέντε βασιλιάδες του Μαδιάμ οι οποίοι θανατώθηκαν όταν τιμωρήθηκε ο Μαδιάμ επειδή παρέσυρε τον Ισραήλ στην ανηθικότητα. Οι πέντε αυτοί βασιλιάδες, που πιθανώς ήταν υποτελείς των Αμορραίων, αποκαλούνταν και «ηγεμόνες του Σηών».—Αρ 31:8· Ιη 13:21.
2. Απόγονος του Μανασσή.—1Χρ 7:14, 16.
3. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Χάλεβ, του γιου του Εσρών.—1Χρ 2:4, 5, 9, 42-44.
4. Πόλη στην εδαφική κληρονομιά του Βενιαμίν. Η τοποθεσία της είναι άγνωστη.—Ιη 18:21, 27, 28.
-
-
ΡεμαλίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΜΑΛΙΑΣ
(Ρεμαλίας).
Πατέρας του Βασιλιά Φεκά του Ισραήλ.—2Βα 15:25· 2Χρ 28:6· Ησ 7:4, 5.
-
-
ΡεμέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΜΕΘ
(Ρεμέθ).
Μεθόρια πόλη του Ισσάχαρ. (Ιη 19:17, 18, 21) Φαίνεται ότι είναι η ίδια πόλη με την ΙΑΡΜΟΥΘ Αρ. 2 και τη ΡΑΜΩΘ Αρ. 1.
-
-
ΡεούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΟΥΜ
(Ρεούμ).
1. Ένας από τους πρώτους στον κατάλογο των εξορίστων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ και τον Ιησού. (Εσδ 2:1, 2) Το όνομά του εμφανίζεται ως Νεούμ στο εδάφιο Νεεμίας 7:7.
2. Ιερέας που κατονομάζεται μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Νε 12:1, 3) Με μια απλή αντιμετάθεση των εβραϊκών γραμμάτων θα μπορούσε να είναι ο Χαρίμ που αναφέρεται στο εδάφιο Νεεμίας 12:15 και αλλού.—Βλέπε ΧΑΡΙΜ Αρ. 1.
3. «Ο ανώτατος κυβερνητικός αξιωματούχος» (της Περσικής Αυτοκρατορίας), πιθανώς κάτοικος της Σαμάρειας, ο οποίος πρωτοστάτησε στη συγγραφή μιας συκοφαντικής επιστολής προς τον Βασιλιά Αρταξέρξη σε σχέση με τις προθέσεις των Ιουδαίων για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ. Το αυτοκρατορικό διάταγμα που ήρθε ως απάντηση πρόσταζε τον Ρεούμ και τους συνεργάτες του να πάνε στην Ιερουσαλήμ και να υποχρεώσουν τους Ιουδαίους να σταματήσουν το έργο της ανοικοδόμησης. (Εσδ 4:8-24) Ωστόσο, προτού περάσει πολύς καιρός, ο Αγγαίος και ο Ζαχαρίας υποκίνησαν τους Ιουδαίους να ξαναρχίσουν την ανοικοδόμηση, η οποία τελικά έλαβε επίσημη έγκριση με την επανάκληση του αρχικού διατάγματος του Κύρου.—Εσδ 5:1–6:13.
4. Λευίτης, γιος του Βανί, ο οποίος βοήθησε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:17.
5. Επικεφαλής μιας οικογένειας στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο του οποίου κάποιος εκπρόσωπος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε τη διαθήκη πιστότητας που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 10:1, 14, 25.
-
-
ΡεσένΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΣΕΝ
(Ρεσέν).
Πόλη στην Ασσυρία την οποία έχτισε ο Νεβρώδ μεταξύ της Νινευή και της Χαλάχ. Η θέση της είναι κατά τα άλλα άγνωστη.—Γε 10:10-12.
-
-
ΡεσέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΣΕΦ
(Ρεσέφ).
Εφραϊμίτης ο οποίος ήταν ένας από τους προγόνους του Ιησού του Ναυή.—1Χρ 7:22-27.
-
-
ΡεσφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΣΦΑ
(Ρεσφά) [Πυρωμένη Πέτρα· ή, Πυρωμένο Κάρβουνο].
Παλλακίδα του Βασιλιά Σαούλ και κόρη του Αϊά. (2Σα 3:7· 21:11) Μετά το θάνατο του Σαούλ, ο γιος του ο Ις-βοσθέ προξένησε τη δυσαρέσκεια του στρατηγού Αβενήρ όταν του ζήτησε το λόγο για το ότι είχε σχέσεις με τη Ρεσφά, πράξη που κατά τον Ις-βοσθέ υποδήλωνε ότι ο Αβενήρ απέβλεπε στο θρόνο. Λόγω αυτού, ο Αβενήρ προσχώρησε στην παράταξη του Δαβίδ.—2Σα 3:7-21.
Η Ρεσφά είχε κάνει δύο γιους με τον Σαούλ, τον Αρμονί και τον Μεφιβοσθέ. Πολύ καιρό μετά το θάνατο του Σαούλ, ο Δαβίδ πήρε αυτούς τους δύο γιους της Ρεσφά μαζί με άλλους πέντε απογόνους του Σαούλ και τους παρέδωσε στους Γαβαωνίτες να τους θανατώσουν προκειμένου να απαλλαχτεί η γη από την ενοχή αίματος. Εκείνοι άφησαν και τους εφτά εκτεθειμένους στο βουνό, όπου η Ρεσφά φύλαγε τα πτώματα από τα πουλιά και τα θηρία «από την αρχή του θερισμού μέχρι που έπεσε πάνω τους νερό από τους ουρανούς». (2Σα 21:1-10) Αυτή η απροσδιόριστη χρονική περίοδος μπορεί να διήρκεσε πέντε με έξι μήνες, εκτός αν, σύμφωνα με μια εκδοχή, σημειώθηκε κάποια ασυνήθιστη νεροποντή που δεν ήταν φυσιολογική για την εποχή. Μια τέτοια δυνατή βροχή πριν από τον Οκτώβριο θα ήταν κάτι εξαιρετικά σπάνιο. (1Σα 12:17, 18· Παρ 26:1) Ο Δαβίδ τελικά άκουσε για την υπόθεση και απάλλαξε τη Ρεσφά από τη φύλαξη των πτωμάτων φροντίζοντας για την ταφή τους.—2Σα 21:11-14.
-
-
ΡεφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑ
(Ρεφά).
Εφραϊμίτης πρόγονος του Ιησού του Ναυή.—1Χρ 7:22-27.
-
-
ΡεφαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΪΑΣ
(Ρεφαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Γιατρέψει].
1. Δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Θωλά και κεφαλή ενός πατρικού οίκου της φυλής του Ισσάχαρ.—1Χρ 7:1, 2.
2. Βενιαμίτης απόγονος του Βασιλιά Σαούλ και του Ιωνάθαν. (1Χρ 9:39-43) Καλείται Ραφάχ στο εδάφιο 1 Χρονικών 8:37.
3. Ένας από τους τέσσερις γιους του Ιεσεί οι οποίοι, πιθανώς την περίοδο της βασιλείας του Εζεκία, οδήγησαν 500 Συμεωνίτες εναντίον των Αμαληκιτών που είχαν διαφύγει στο Όρος Σηείρ. Στη συνέχεια οι Συμεωνίτες κατέλαβαν την περιοχή.—1Χρ 4:41-43.
4. Απόγονος του Δαβίδ κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—1Χρ 3:5, 9, 10, 21.
5. Αξιωματούχος στην Ιερουσαλήμ ο οποίος βοήθησε στο έργο επισκευής του τείχους της Ιερουσαλήμ το οποίο είχε αναλάβει ο Νεεμίας. Γιος του Χουρ.—Νε 3:9.
-
-
ΡεφαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΪΜ
(Ρεφαΐμ).
Ψηλός λαός ή ψηλή φυλή. Υπάρχει αβεβαιότητα γύρω από τη σημασία και την προέλευση του ονόματος. Πιθανώς αποκαλούνταν Ρεφαΐμ επειδή ήταν απόγονοι κάποιου ονόματι Ραφάχ. Στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:16, το όνομα του πατέρα φαίνεται ότι χρησιμοποιείται στον όρο χαΡαφάχ (κατά κυριολεξία, ο Ραφάχ) για να υποδηλώσει ολόκληρη τη φυλή αυτών των γιγάντων.
Σε κάποια πρώιμη περίοδο, οι Ρεφαΐμ κατοικούσαν προφανώς Α της Νεκράς Θαλάσσης. Οι Μωαβίτες, οι οποίοι τους εκδίωξαν, αποκαλούσαν τους Ρεφαΐμ με το όνομα Εμίμ («Φοβερά Πράγματα»). Οι Αμμωνίτες τούς ονόμαζαν Ζαμζουμμίμ (πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «έχω στο νου μου· σχεδιάζω»). (Δευ 2:10, 11, 19, 20) Όταν ο Βασιλιάς Χοδολλογομόρ του Ελάμ κατευθύνθηκε Δ για να πολεμήσει πέντε επαναστατημένους βασιλιάδες κοντά στη Νεκρά Θάλασσα (οπότε και αιχμαλώτισε τον Λωτ), νίκησε τους Ρεφαΐμ στην Αστερώθ-καρναΐμ. (Γε 14:1, 5) Από αυτό εξάγεται ότι τότε οι Ρεφαΐμ κατοικούσαν στη Βασάν, Α του Ιορδάνη. Λίγο καιρό αργότερα, ο Θεός είπε ότι θα έδινε στους απογόνους του Αβραάμ την Υποσχεμένη Γη, η οποία περιλάμβανε εδάφη στα οποία ζούσαν οι Ρεφαΐμ.—Γε 15:18-20.
Έπειτα από 400 και πλέον χρόνια, ακριβώς προτού μπει στη Χαναάν ο Ισραήλ, η «γη των Ρεφαΐμ» εξακολουθούσε να ταυτίζεται με τη Βασάν. Εκεί οι Ισραηλίτες νίκησαν τον Ωγ, το βασιλιά της Βασάν (Δευ 3:3, 11, 13· Ιη 12:4· 13:12), που ήταν ο μόνος ο οποίος «υπήρχε ακόμη από τους Ρεφαΐμ που απέμεναν». Δεν είναι βέβαιο αν αυτό σημαίνει ότι ήταν ο τελευταίος βασιλιάς των Ρεφαΐμ ή ότι ήταν ο τελευταίος των Ρεφαΐμ εκείνης της περιοχής, εφόσον σύντομα εντοπίστηκαν Ρεφαΐμ Δ του Ιορδάνη.
Στην Υποσχεμένη Γη, οι Ισραηλίτες αντιμετώπισαν προβλήματα με τους Ρεφαΐμ, διότι κάποιοι από αυτούς παρέμειναν στα δάση της ορεινής περιοχής του Εφραΐμ. Οι γιοι του Ιωσήφ φοβούνταν να τους διώξουν. (Ιη 17:14-18) Όταν ο Δαβίδ πολεμούσε τους Φιλισταίους, ο ίδιος και οι υπηρέτες του πάταξαν τέσσερις άντρες που «είχαν γεννηθεί στους Ρεφαΐμ στη Γαθ». Ένας από αυτούς χαρακτηρίζεται ως «υπερμεγέθης άντρας, του οποίου τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών ήταν από έξι, δηλαδή είκοσι τέσσερα». Η περιγραφή του οπλισμού τους δείχνει ότι ήταν όλοι άντρες μεγάλου αναστήματος. Ένας από αυτούς ήταν “ο Λααμί, ο αδελφός του Γολιάθ του Γιθίτη”. (1Χρ 20:4-8) Αυτός ο Γολιάθ, τον οποίο σκότωσε ο Δαβίδ, είχε ύψος έξι πήχεις και μία σπιθαμή (2,9 μ.). (1Σα 17:4-7) Η αφήγηση των εδαφίων 2 Σαμουήλ 21:16-22 κάνει λόγο για «τον Γολιάθ», αντί για «τον αδελφό του Γολιάθ» όπως λέει το εδάφιο 1 Χρονικών 20:5, πράγμα που μπορεί να υποδηλώνει ότι υπήρχαν δύο Γολιάθ.—Βλέπε ΓΟΛΙΑΘ.
Η εβραϊκή λέξη ρεφα’ΐμ χρησιμοποιείται και με μια άλλη έννοια στην Αγία Γραφή. Μερικές φορές εφαρμόζεται σαφώς, όχι σε κάποιον λαό, αλλά σε όσους είναι νεκροί. Συνδέοντας τη λέξη με μια ρίζα που σημαίνει «ατονώ, χαλαρώνω», ορισμένοι λόγιοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι σημαίνει «βυθισμένοι, αδύναμοι». Σε περικοπές όπου η λέξη έχει αυτή την έννοια, η Μετάφραση Νέου Κόσμου την αποδίδει «εκείνοι που βρίσκονται ανίσχυροι στο θάνατο», και πολλές άλλες μεταφράσεις χρησιμοποιούν αποδόσεις όπως «νεκρά πράγματα», «πεθαμένοι» και «νεκροί».—Ιωβ 26:5· Ψλ 88:10· Παρ 2:18· 9:18· 21:16· Ησ 14:9· 26:14, 19.
-
-
Ρεφαΐμ, ΚοιλάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΪΜ, ΚΟΙΛΑΔΑ
Πλατιά πεδιάδα ή κοιλάδα κοντά στην Ιερουσαλήμ. Πιθανότατα πήρε το όνομά της από τους ψηλούς ανθρώπους, τους ονομαζόμενους Ρεφαΐμ, που πρέπει να ζούσαν κάποτε εκεί. Καταχωρίζεται ως όριο ανάμεσα στην περιοχή του Ιούδα και του Βενιαμίν. (Ιη 15:1, 8· 18:11, 16) Στο βόρειο άκρο της βρισκόταν ένα βουνό ή μια οροσειρά απέναντι από την Κοιλάδα του Εννόμ. Η Κοιλάδα των Ρεφαΐμ, σύμφωνα με την παράδοση, ταυτίζεται με την πεδιάδα Μπάκα, ΝΔ του Όρους του Ναού. Επί 1,5 χλμ. περίπου κατηφορίζει και κατόπιν στενεύει καταλήγοντας στο Ουάντι ελ Ουέρντ (Νάχαλ Ρεφαΐμ).
Το εύφορο έδαφος της πεδιάδας (Ησ 17:5) και η γειτνίασή της με την Ιερουσαλήμ και τη Βηθλεέμ θα πρέπει να την καθιστούσαν επιθυμητή στους Φιλισταίους. (2Σα 23:13, 14· 1Χρ 11:15-19) Αφού ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς του Ισραήλ, οι Φιλισταίοι έκαναν επιδρομές στην Κοιλάδα των Ρεφαΐμ. Ωστόσο, ο Δαβίδ ακολούθησε τις οδηγίες του Θεού και τους νίκησε.—2Σα 5:17-25· 1Χρ 14:8-17· βλέπε ΒΑΑΛ-ΦΕΡΑΣΙΜ.
-
-
ΡεφάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΑΝ
(Ρεφάν).
Αστρική θεότητα στην οποία αναφέρθηκε ο Στέφανος κατά τη διάρκεια της υπεράσπισής του ενώπιον του Σάνχεδριν. (Πρ 7:43) Ο Στέφανος παρέθεσε πιθανότατα από τα εδάφια Αμώς 5:26, 27, σύμφωνα με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, για να δείξει ότι ο Ισραήλ εξορίστηκε επειδή λάτρευε ξένες θεότητες όπως ο Ρεφάν (Καϊβάν). Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα απέδωσαν το όνομα «Καϊβάν» ως «Ῥαιφάν», αλλά το κείμενο των Γουέστκοτ και Χορτ χρησιμοποιεί τον τύπο «Ῥομφά» στην παράθεση που έκανε ο Στέφανος. Σε μια σημείωση σχετικά με το εδάφιο Πράξεις 7:43, ο Φ. Τζ. Α. Χορτ παρατήρησε: «Στην απόδοση της Ο΄ για το εδ. Αμ 5:26, χρησιμοποιείται ο τύπος “Ῥαιφάν” ή “Ῥεφάν”, ο οποίος είναι παρεμφερής με το “Ρεπά” ή “Ρεφά”, ένα από τα ονόματα του Κρόνου (Σεμπ) των Αιγυπτίων».—Η Καινή Διαθήκη στο Πρωτότυπο Κείμενο (The New Testament in the Original Greek), των Γουέστκοτ και Χορτ, Γκρατς, 1974, Τόμ. 2, παράρτημα, σ. 92· βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ (Ο Μολόχ και η Αστρολογία στον Ισραήλ)· ΚΑΪΒΑΝ.
-
-
ΡεφιδίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΦΙΔΙΜ
(Ρεφιδίμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «απλώνω»· ή, «αναζωογονώ»].
Μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες κατά την οδοιπορία τους από την Ερυθρά Θάλασσα προς το Όρος Σινά. Όταν αναχώρησαν από την έρημο Σιν, στρατοπέδευσαν στη Δοφκά, κατόπιν στην Αλούς και τελικά στη Ρεφιδίμ. (Εξ 17:1· Αρ 33:12-14) Λόγω της έλλειψης νερού στη Ρεφιδίμ, ο λαός άρχισε να παραπονιέται και φιλονίκησε με τον Μωυσή. Κατόπιν σχετικής οδηγίας από τον Θεό, ο Μωυσής πήρε μαζί του μερικούς από τους πρεσβυτέρους στο «βράχο, στο Χωρήβ» (προφανώς στην ορεινή περιοχή του Χωρήβ και όχι στο Όρος Χωρήβ), και εκεί χτύπησε έναν βράχο με το ραβδί του. Τότε ανάβλυσε νερό, το οποίο έφτασε προφανώς μέχρι το λαό που ήταν στρατοπεδευμένος στη Ρεφιδίμ.—Εξ 17:2-7.
Οι Αμαληκίτες επιτέθηκαν στους Ισραηλίτες στη Ρεφιδίμ, αλλά με επικεφαλής στη μάχη τον Ιησού του Ναυή, ο λαός του Θεού κατατρόπωσε τους επιτιθέμενους. (Εξ 17:8-16) Όπως φαίνεται από τη θέση της σχετικής αφήγησης μέσα στο υπόμνημα, ενόσω οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στη Ρεφιδίμ ο πεθερός του Μωυσή έφερε τη Σεπφώρα και τους δύο γιους της στον Μωυσή και του συνέστησε να διαλέξει μερικούς αρχηγούς για να τον βοηθούν να κρίνει το λαό.—Εξ 18:1-27.
Η ακριβής θέση της Ρεφιδίμ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Οι διάφορες θέσεις που υποδεικνύουν οι γεωγράφοι είναι ανάλογες με την πορεία που θεωρούν οι ίδιοι ότι ακολούθησαν οι Ισραηλίτες από την έρημο Σιν προς το Όρος Σινά. Πολλοί σύγχρονοι γεωγράφοι ταυτίζουν τη Ρεφιδίμ με μια τοποθεσία στο Ουάντι Ρεφάγεντ, λίγο πιο ΒΔ από το σημείο όπου σύμφωνα με την παράδοση βρισκόταν το Όρος Σινά. Δίπλα στο ουάντι βρίσκεται ένας ομώνυμος λόφος, πάνω στον οποίο ίσως στεκόταν ο Μωυσής με υψωμένους τους βραχίονες στη διάρκεια της μάχης με τους Αμαληκίτες.
-
-
ΡεχωβώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΧΩΒΩΘ
(Ρεχωβώθ) [Ανοιχτοί Χώροι].
1. Το όνομα με το οποίο κάλεσε ο Ισαάκ ένα πηγάδι που έσκαψε. (Γε 26:22) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων μελετητών το Ρεχωβώθ ταυτίζεται με το Ρουχέιμπε (Χορβάτ Ρεχοβότ [μπα-Νέγκεβ]), περίπου 35 χλμ. ΝΔ της Βηρ-σαβεέ. Τα ονόματα έχουν κάποιες ομοιότητες. Όταν ο Ισαάκ ονόμασε έτσι το πηγάδι, είπε ότι τώρα ο Θεός τούς είχε δώσει ευρυχωρία. Ο ίδιος και οι ποιμένες του μπορούσαν να είναι «καρποφόροι» χωρίς να ενοχλούν άλλους ή να ενοχλούνται από άλλους.
2. Πόλη άγνωστης τοποθεσίας από την οποία καταγόταν ο Σιαούλ, ένας αρχαίος Εδωμίτης βασιλιάς. (Γε 36:31, 37· 1Χρ 1:43, 48) Και στις δύο περιπτώσεις όπου μνημονεύεται η τοποθεσία αυτή, αποκαλείται «Ρεχωβώθ που είναι κοντά στον Ποταμό». Με τον όρο “ο Ποταμός”, στην Αγία Γραφή εννοείται συνήθως ο Ευφράτης. (Ψλ 72:8· 2Χρ 9:26· παράβαλε Εξ 23:31 και Δευ 11:24.) Γι’ αυτό, μερικοί γεωγράφοι έχουν υποδείξει δύο τοποθεσίες κοντά στη συμβολή των ποταμών Χαμπούρ και Ευφράτη. Αυτό, όμως, θα σήμαινε ότι ο Σιαούλ καταγόταν από μια πόλη εξαιρετικά μακριά από την περιοχή του Εδώμ. Ωστόσο, ορισμένοι σύγχρονοι γεωγράφοι πιστεύουν ότι σε αυτές τις δύο περιπτώσεις “ο Ποταμός” αναφέρεται σε κάποιον ποταμό που υπήρχε στον Εδώμ ή κοντά σε ένα από τα σύνορά του, όπως ο Ζαρέδ (Ουάντι ελ-Χασά), ο οποίος εκβάλλει στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης. Ο γεωγράφος Γ. Σίμονς προτείνει μια τοποθεσία περίπου 37 χλμ. ΝΑ του άκρου της Νεκράς Θαλάσσης.
-
-
Ρεχωβώθ-ΙρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΧΩΒΩΘ-ΙΡ
(Ρεχωβώθ-Ιρ) [Ανοιχτοί Χώροι (ή, Πλατείες) της Πόλης].
Πιθανώς προάστιο της αρχαίας Νινευή. Χτίστηκε από τον Νεβρώδ. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή σήμερα.—Γε 10:10, 11.
-
-
ΡεώβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΕΩΒ
(Ρεώβ) [Πλατεία· Ανοιχτός Χώρος].
1. Πατέρας του Αδαδέζερ, του βασιλιά της Ζωβά, τον οποίο πολέμησε και νίκησε ο Δαβίδ.—2Σα 8:3-12.
2. Ένας από τους Λευίτες—ή κάποιος προπάτοράς του—που επικύρωσαν με σφραγίδα μια διαθήκη στις ημέρες του Νεεμία και του Έσδρα.—Νε 10:1, 9, 11.
3. Τοποθεσία ή πόλη που μνημονεύεται στα πλαίσια της εξερεύνησης της Χαναάν από τους 12 Εβραίους κατασκόπους που έστειλε ο Μωυσής. (Αρ 13:21) Πιθανότατα ταυτίζεται με τη «Ρεώβ» και τη «Βαιθ-ρεώβ» που αναφέρονται στα εδάφια 2 Σαμουήλ 10:6, 8.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΡΕΩΒ.
4. Το όνομα τουλάχιστον μίας, πιθανώς δε και δύο πόλεων, στην περιοχή του Ασήρ. (Ιη 19:24, 28, 30) Αν και μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι και οι δύο αυτές αναφορές υποδηλώνουν την ίδια πόλη, άλλα σχετικά εδάφια φαίνεται να υπονοούν ξεχωριστές τοποθεσίες. Έτσι λοιπόν, τα εδάφια Κριτές 1:31, 32 αναφέρουν ότι «ο Ασήρ δεν έδιωξε τους κατοίκους της . . . Ρεώβ», με αποτέλεσμα να είναι οι Ασηρίτες υποχρεωμένοι να κατοικούν ανάμεσα στους Χαναναίους του τόπου, ενώ τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 21:27, 31 και 1 Χρονικών 6:71, 75 αναφέρουν ότι η Ρεώβ παραχωρήθηκε στους γιους του Γηρσώμ (Γηρσών) ως Λευιτική πόλη. Σύμφωνα με αυτούς που υποστηρίζουν την εκδοχή της μίας τοποθεσίας, αυτά τα εδάφια εννοούν ότι το έργο της εκδίωξης των Χαναναίων από τη Ρεώβ παρεμποδίστηκε αρχικά αλλά επιτελέστηκε μεταγενέστερα, καθιστώντας έτσι δυνατή την κατοχή της από τους Λευίτες. Σύμφωνα με εκείνους που είναι υπέρ των δύο τοποθεσιών, η μία πόλη παρέμεινε στα χέρια των Χαναναίων ενώ η άλλη ήταν μια από τις πόλεις που είχε καταλάβει αρχικά ο Ασήρ και τις οποίες παραχώρησε στους Λευίτες. Όσον αφορά την εκδοχή των δύο τοποθεσιών, μερικοί θεωρούν πιθανό ότι η Ρεώβ του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 19:28 ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Άμρι, περίπου 4 χλμ. ΒΑ της Αχζίβ, ενώ για τη Ρεώβ των άλλων εδαφίων υποδεικνύουν το Τελλ ελ-Μπιρ ελ-Γάρμπι (Τελ Μπιρά), περίπου 10 χλμ. ΑΝΑ της Ακό. Η δεύτερη αυτή τοποθεσία συγκεντρώνει την προτίμηση εκείνων που πιστεύουν ότι το όνομα αναφέρεται σε μία μόνο πόλη.
-
-
ΡήγιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΓΙΟ
(Ρήγιο).
Πόλη στη νότια Ιταλία που σήμερα ονομάζεται Ρέτζιο ή Ρέτζιο ντι Καλάμπρια. Όταν ο απόστολος Παύλος ταξίδευε ως κρατούμενος προς τη Ρώμη, γύρω στο 59 Κ.Χ., για να παρουσιαστεί ενώπιον του Καίσαρα, το πλοίο στο οποίο επέβαινε έκανε μια στάση στο Ρήγιο.
Το Ρήγιο βρίσκεται στον Πορθμό της Μεσσήνης, ο οποίος χωρίζει την Ιταλία από τη Σικελία. Ακριβώς Β του Ρήγιου, το πλοίο στο οποίο επέβαινε ο Παύλος έπρεπε να περάσει από το ακρωτήριο της Σκύλλας, που βρισκόταν στον πορθμό από τη μεριά της Ιταλίας, και από το θαλάσσιο στρόβιλο της Χάρυβδης από τη μεριά της Σικελίας, σημεία που οι αρχαίοι ναυτικοί θεωρούσαν επικίνδυνα. Μία ημέρα μετά την άφιξή τους στο Ρήγιο, σηκώθηκε νότιος άνεμος ο οποίος τους βοήθησε να περάσουν με ασφάλεια τον πορθμό και να κινηθούν ΒΒΔ προς τους Ποτιόλους.—Πρ 28:13.
-
-
Ρητινοφόρο ΔέντροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΤΙΝΟΦΟΡΟ ΔΕΝΤΡΟ
[εβρ., γκόφερ].
Δέντρο του οποίου το ξύλο χρησιμοποίησε ο Νώε στην κατασκευή της κιβωτού, αλλά για του οποίου την ταυτότητα δεν μπορούμε να είμαστε καθόλου βέβαιοι. (Γε 6:14) Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου καθώς και η Μετάφραση του Βάμβα απλώς μεταγράφουν την εβραϊκή ονομασία. Λόγω της ομοιότητας μεταξύ αυτής της ονομασίας και του εβραϊκού όρου που αποδίδεται «πίσσα» (εβρ., κόφερ), ορισμένοι τη συσχετίζουν με κάποιο είδος ρητινοφόρου δέντρου. Γενικά, οι μελετητές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το κυπαρίσσι, δέντρο πολύ ανθεκτικό και εξαιρετικά άσηπτο.—Βλέπε ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ.
-
-
ΡηχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΧΑ
(Ρηχά).
Προφανώς το όνομα μιας τοποθεσίας στον Ιούδα. Αναφέρεται μαζί με γενεαλογικές πληροφορίες για τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 4:12.
-
-
ΡηχάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΧΑΒ
(Ρηχάβ) [Αρματηλάτης].
1. Βενιαμίτης, γιος του Ριμμών του Βηρωθίτη. Ο Ρηχάβ και ο αδελφός του ο Βαανάχ—και οι δύο αρχηγοί ληστρικών ομάδων—δολοφόνησαν τον Ις-βοσθέ, γιο και διάδοχο του Σαούλ, και έφεραν το κεφάλι του στον Δαβίδ αναμένοντας να κερδίσουν την εύνοιά του, αλλά ο Δαβίδ έβαλε να εκτελέσουν και τους δύο για την πονηρή πράξη τους εναντίον ενός δίκαιου ανθρώπου.—2Σα 4:2, 5-12.
2. Κεναίος πατέρας ή πρόγονος του Ιωναδάβ, του συντρόφου του Ιηού, και προπάτορας των Ρηχαβιτών.—1Χρ 2:55· 2Βα 10:15, 23· Ιερ 35:6, 8, 14, 16, 18, 19· βλέπε ΡΗΧΑΒΙΤΕΣ.
3. Πατέρας ή πρόγονος του Μαλχία, εκείνου που βοήθησε τον Νεεμία να επισκευάσει μια πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ. (Νε 3:14) Αν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Ρηχάβ Αρ. 2, τότε η παρουσία του Μαλχία επιβεβαιώνει την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Ιεχωβά προς τους Ρηχαβίτες, όπως αυτή είναι καταγραμμένη στο εδάφιο Ιερεμίας 35:19.
-
-
ΡηχαβίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΗΧΑΒΙΤΕΣ
(Ρηχαβίτες) [Του (Από τον) Ρηχάβ].
Απόγονοι του Ρηχάβ του Κεναίου μέσω του Ιωναδάβ.—Ιερ 35:6· 1Χρ 2:55.
Τον καιρό του Ιωναδάβ φαίνεται ότι τουλάχιστον μερικοί Ρηχαβίτες ζούσαν στο βόρειο βασίλειο, εφόσον εκεί ήταν που ο Ιωναδάβ συνάντησε τον Ιηού (ο οποίος βασίλεψε περίπου από το 904 μέχρι το 877 Π.Κ.Χ.) και συνεργάστηκε μαζί του στην καταπολέμηση της λατρείας του Βάαλ και “όλων όσων ήταν από τον Αχαάβ και είχαν απομείνει στη Σαμάρεια”. (2Βα 10:15-17) Ο Ιωναδάβ έδωσε εντολή στην οικογένειά του (το αν αυτό έγινε πριν ή μετά το περιστατικό με τον Ιηού δεν αναφέρεται) να ζουν σε σκηνές, να μη σπέρνουν, να μη φυτεύουν αμπέλια και να μην πίνουν κρασί, επειδή ήταν πάροικοι σε εκείνη τη γη.—Ιερ 35:6-10.
Στα τέλη της βασιλείας του Ιωακείμ (628-618 Π.Κ.Χ.), μερικοί Ρηχαβίτες ζούσαν στον Ιούδα. Όταν ο Ναβουχοδονόσορ επιτέθηκε στη χώρα, οι Ρηχαβίτες μπήκαν στην Ιερουσαλήμ για να προστατευτούν από τους Χαλδαίους και τους Συρίους. Με προσταγή του Ιεχωβά, ο Ιερεμίας έφερε τον αρχηγό τους τον Ιααζανία και όλους τους Ρηχαβίτες σε μια τραπεζαρία του ναού. (Ιερ 35:1-4) Το γεγονός ότι χωρούσαν όλοι σε μία από τις τραπεζαρίες του ναού υποδηλώνει ότι δεν ήταν πάρα πολλοί. Σύμφωνα με την οδηγία του Θεού, ο Ιερεμίας έβαλε ποτήρια με κρασί μπροστά τους και είπε: «Πιείτε κρασί». Εκείνοι, από σεβασμό για την εντολή του προγόνου τους, αρνήθηκαν να πιουν και εξήγησαν ότι είχαν εγκαταλείψει πρόσφατα τις εστίες τους και είχαν μπει στην πόλη μόνο και μόνο εξαιτίας της στρατιωτικής εισβολής.—Ιερ 35:5-11.
Ο Ιεχωβά ευαρεστήθηκε με το σεβασμό και την υπακοή τους. Η αταλάντευτη υπακοή τους σε έναν επίγειο πατέρα αντιδιαστελλόταν με την ανυπακοή των Ιουδαίων στον Δημιουργό τους. (Ιερ 35:12-16) Ο Θεός έδωσε στους Ρηχαβίτες την εξής υπόσχεση ανταμοιβής: «Δεν θα λείψει από τον Ιωναδάβ, το γιο του Ρηχάβ, άνθρωπος ο οποίος να στέκεται ενώπιόν μου πάντοτε».—Ιερ 35:19.
Την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας, μετά την εξορία, «ο Μαλχίας, ο γιος του Ρηχάβ», επισκεύασε την Πύλη των Σωρών της Στάχτης. Αν ο εν λόγω Ρηχάβ είναι το ίδιο πρόσωπο με τον πατέρα ή τον πρόγονο του Ιωναδάβ, τότε αυτό σημαίνει ότι κάποιοι Ρηχαβίτες επέζησαν από την εξορία και επέστρεψαν στη χώρα. (Νε 3:14) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:55 αναφέρεται κάποιος Αιμμάθ ως “ο πατέρας του οίκου του Ρηχάβ”.
-
-
ΡιβαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΒΑΪ
(Ριβαΐ) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Ιεριβαΐ, που σημαίνει «Είθε να Αντιδικήσει· Έχει Χειριστεί τη Νομική [μας] Υπόθεση»].
Βενιαμίτης από τη Γαβαά, ο γιος του οποίου, ονόματι Ιτταΐ (Ιθαΐ), ήταν ένας από τους «τριάντα» ξακουστούς πολεμιστές του Δαβίδ.—2Σα 23:24, 29· 1Χρ 11:31.
-
-
ΡιβλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΒΛΑ
(Ριβλά).
1. Άγνωστη τοποθεσία στο ανατολικό όριο της “γης Χαναάν”.—Αρ 34:2, 10, 11.
2. Κωμόπολη Β του Ισραήλ «στη γη της Αιμάθ». (Ιερ 52:9) Η τοποθεσία όπου κατά γενική παραδοχή βρισκόταν η Ριβλά είναι αυτή που καταλαμβάνουν τα ερείπια κοντά στη σημερινή Ρίμπλε, στην ανατολική όχθη του ποταμού Ορόντη, περίπου 60 χλμ. ΒΑ του Μπααλμπέκ, στην κοιλάδα ανάμεσα στα όρη του Λιβάνου και του Αντιλιβάνου. Προφανώς ο Φαραώ Νεχαώ στρατοπέδευσε στη Ριβλά μετά τη νίκη του επί του Βασιλιά Ιωσία, περίπου το 629 Π.Κ.Χ. Σε εκείνη την περίπτωση προέλαυνε Β για να πολεμήσει τους Βαβυλωνίους οι οποίοι είχαν τότε υπό την κυριαρχία τους την Ασσυρία. Τον Ιωσία διαδέχθηκε ο Ιωάχαζ, αλλά έπειτα από τρεις μήνες ο Νεχαώ τον αντικατέστησε με τον Ελιακείμ (Ιωακείμ). Ο Νεχαώ ζήτησε να του φέρουν τον Ιωάχαζ στη Ριβλά προτού οδηγήσει αυτόν το βασιλιά αιχμάλωτο στην Αίγυπτο. (2Βα 23:29-34) Η Ριβλά αποτελούσε στρατηγική θέση για έναν στρατιωτικό καταυλισμό. Έλεγχε μια εμπορική και στρατιωτική οδό που είχε κατεύθυνση από Β προς Ν, συνδέοντας τον Ευφράτη με την Αίγυπτο. Διέθετε άφθονο νερό, ενώ τροφή και καύσιμη ύλη μπορούσε να βρει κανείς στην κοιλάδα και στα δάση που την περιέβαλλαν.
Τα ίδια στρατιωτικά πλεονεκτήματα βοήθησαν τους Βαβυλωνίους αργότερα. Κάποια στιγμή μετά την έναρξη της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ στα τέλη του 609 Π.Κ.Χ., ο Ναβουχοδονόσορ προφανώς έστησε ένα στρατόπεδο στη Ριβλά για να διευθύνει τις πολεμικές επιχειρήσεις από εκεί. Αυτό του έδινε τη δυνατότητα να χτυπήσει τη Δαμασκό ή να επιστρέψει ταχύτατα στη Βαβυλώνα αν ήταν απαραίτητο. Όταν ο Σεδεκίας αιχμαλωτίστηκε το 607 Π.Κ.Χ., φέρθηκε στον Ναβουχοδονόσορα στη Ριβλά, όπως και ορισμένοι άλλοι επιφανείς άντρες της πόλης λίγο αργότερα.—2Βα 25:1, 5-7, 18-21· Ιερ 39:5· 52:9-11, 26, 27.
Πολλοί λόγιοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η «Διβλά» του εδαφίου Ιεζεκιήλ 6:14 πρέπει να αποδοθεί «Ριβλά», εννοώντας τη Ριβλά στις όχθες του Ορόντη.—Βλέπε ΔΙΒΛΑ.
-
-
ΡιθμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΘΜΑ
(Ριθμά) [Σπάρτο].
Μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσε ο Ισραήλ στην έρημο. (Αρ 33:18, 19) Η θέση της δεν είναι γνωστή σήμερα.
-
-
ΡιμμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΜΜΩΝ
(Ριμμών) [Ροδιά].
1. Βενιαμίτης, πατέρας του Βαανάχ και του Ρηχάβ, οι οποίοι δολοφόνησαν το γιο του Σαούλ τον Ις-βοσθέ. Καταγόταν από τη Βηρώθ, Β της Γαβαά.—2Σα 4:2, 5-7, 9.
2. Πόλη της φυλής του Συμεών σε μια περιοχή εντός των ορίων της φυλής του Ιούδα. (Ιη 19:1, 2, 7· «Ρεμμών», KJ, ΒΑΜ) Καταχωρίζεται μετά την πόλη Αείν, και προφανώς η ονομασία Εν-ριμμών στο εδάφιο Νεεμίας 11:29 αποτελεί σύνθετο όνομα που προσδιορίζει τις δίδυμες αυτές πόλεις. Στο εδάφιο Ζαχαρίας 14:10 χαρακτηρίζεται νότιο σημείο. Η τοποθεσία Χίρμπετ Ουμ ερ-Ραμαμίν (Χορβάτ Ρεμαλίγια)—περίπου 15 χλμ. Β της Βηρ-σαβεέ—όπου σώζονται κάποια ερείπια πιστεύεται ότι είναι η αρχαία θέση της πόλης.
3. Λευιτική πόλη της οικογένειας Μεραρί που παρεμβαλλόταν στη γη του Ζαβουλών και βρισκόταν στο ανατολικό της σύνορο. (Ιη 19:10, 13) Προφανώς ονομάζεται «Διμνά» στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:35 και «Ριμμωνό» στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:77. Ταυτίζεται με τη Ρουμανά (Ριμμών), περίπου 10 χλμ. Β της Ναζαρέτ.
4. Βραχώδες ύψωμα στο οποίο αποσύρθηκαν 600 άντρες της φυλής του Βενιαμίν που επέζησαν από τη μάχη κοντά στη Γαβαά, κατά την οποία όλος ο Ισραήλ εγέρθηκε εναντίον των Βενιαμιτών για να εκδικηθεί το βιασμό και το φόνο της παλλακίδας ενός Λευίτη. (Κρ 20:45-47) Οι άντρες αυτοί έμειναν εκεί μέχρις ότου τους πλησίασαν απεσταλμένοι για ειρήνη. (Κρ 21:13) Αυτός ο κάποτε οχυρός τόπος, περίπου 6 χλμ. Α της Βαιθήλ και 18 χλμ. ΒΒΑ της Ιερουσαλήμ, είναι σήμερα γνωστός ως Ραμούν, και εκεί βρίσκεται ένα μικρό χωριό. Στην τοποθεσία αυτή υπάρχει ένα κωνοειδές βουνό από ασβεστόλιθο με πολυάριθμες σπηλιές, το οποίο προστατεύεται από χαράδρες σε τρεις πλευρές του.
5. Συριακός θεός. Ο Νεεμάν, ο αρχηγός του στρατεύματος της Συρίας, αφού θεραπεύτηκε από τη λέπρα του, αναγνώρισε ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός, αλλά εξέφρασε την ανησυχία του για το ότι ήταν αναγκασμένος να συνοδεύει το βασιλιά της Συρίας στο ναό του Ριμμών και να προσκυνάει μαζί με το βασιλιά ενώπιον του ειδώλου του Ριμμών, καθώς ο βασιλιάς στηριζόταν στο βραχίονα του Νεεμάν.—2Βα 5:15-18.
Ο Ριμμών γενικά ταυτίζεται με τον Ραμμάν (όνομα που σημαίνει «Βρυχώμενος, Βροντώδης»), έναν θεό για τον οποίο είναι γνωστό ότι λατρευόταν στην Ασσυρία και στη Βαβυλωνία. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι τη λατρεία του Ριμμών (Ραμμάν) τη μετέφεραν από την Ασσυρία προς τα δυτικά κάποιες φυλές που εγκαταστάθηκαν μεταγενέστερα γύρω από τη Δαμασκό. Μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι το όνομα Ριμμών (Ραμμάν) είναι απλώς ένας τίτλος του θεού της θύελλας Αδάδ. Με βάση το γεγονός ότι τα ονόματα Ταβριμμών και Βεν-αδάδ ανήκαν σε Σύριους βασιλιάδες, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ο Ριμμών αντιστοιχεί με τον Αδάδ, δεδομένου ότι αυτοί οι βασιλιάδες πιθανώς έφεραν το όνομα ή τον τίτλο του κυριότερου θεού τους.—1Βα 15:18.
Ο Ριμμών που λατρευόταν στη Συρία είχε, αναμφίβολα, πολλά κοινά με τον Ραμμάν. Για τους Ασσυρίους, ο Ραμμάν ήταν κατά κύριο λόγο θεός της θύελλας και της βροντής. Αν και θεωρούνταν ο δότης της βροχής και ως εκ τούτου ο προμηθευτής του νερού για τα πηγάδια και τα χωράφια, ο Ραμμάν συνδέεται περισσότερο με την καταστροφική πλευρά της βροχής και του κεραυνού. Στα ασσυριακά μνημεία ο Ραμμάν απεικονίζεται επανειλημμένα ως θεός του πολέμου. Με αυτή την ιδιότητα ήταν γνωστός και στη Βαβυλωνία, όπου μαζί με τον Σιν, το θεό της σελήνης, και τον Σαμάς, το θεό του ήλιου, αποτελούσαν μια από τις πολλές τριάδες που υπήρχαν εκεί.
-
-
ΡιμμωνόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΜΜΩΝΟ
(Ριμμωνό).
Προφανώς άλλο όνομα της τοποθεσίας που ονομάζεται Διμνά στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:35 και Ριμμών στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:13.—1Χρ 6:77· βλέπε ΔΙΜΝΑ· ΡΙΜΜΩΝ Αρ. 3.
-
-
Ριμμών-φαρέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΜΜΩΝ-ΦΑΡΕΣ
(Ριμμών-φαρές) [Ροδιά του Φαρές].
Ένα από τα μέρη όπου στρατοπέδευσε ο Ισραήλ στην έρημο, το οποίο αναφέρεται μεταξύ της Ριθμά και της Λιβνά. (Αρ 33:19, 20) Η θέση της Ριμμών-φαρές δεν έχει εξακριβωθεί οριστικά, αν και μερικοί γεωγράφοι πιθανολογούν ότι ταυτίζεται με το Νεκμπ ελ-Μπιγιάρ, περίπου 25 χλμ. ΔΝΔ του βόρειου άκρου του Κόλπου της Άκαμπα.
-
-
ΡισιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΣΙΑ
(Ρισιά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ευαρεστούμαι· επιδοκιμάζω»].
Πολεμιστής και κεφαλή οικογένειας στη φυλή του Ασήρ. Γιος του Ουλλά.—1Χρ 7:39, 40.
-
-
ΡισσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΣΣΑ
(Ρισσά) [πιθανώς, Ράντισμα].
Τόπος στρατοπέδευσης των Ισραηλιτών στην έρημο που καταχωρίζεται μεταξύ της Λιβνά και της Κεελαθά. (Αρ 33:21, 22) Η θέση της Ρισσά δεν είναι εξακριβωμένη, αν και μερικοί τη συνδέουν με την Κουντίλα (Γέρασα), γύρω στα 55 χλμ. ΒΒΔ του βόρειου άκρου του Κόλπου της Άκαμπα.
-
-
ΡιφάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΙΦΑΘ
(Ριφάθ).
Γιος του Γόμερ και εγγονός του Ιάφεθ. (Γε 10:2, 3· 1Χρ 1:6) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:6 το Μασοριτικό εβραϊκό κείμενο τον αποκαλεί «Διφάθ», αλλά η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η λατινική Βουλγάτα και 30 περίπου εβραϊκά χειρόγραφα τον αποκαλούν «Ριφάθ». Αυτή η διαφορά ενδεχομένως προέκυψε όταν κάποιος αντιγραφέας χρησιμοποίησε στη θέση του εβραϊκού γράμματος ραις (ר) το εβραϊκό γράμμα ντάλεθ (ד), δεδομένου ότι αυτά τα γράμματα παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους.
Ο Ριφάθ κατονομάζεται μεταξύ εκείνων από τους οποίους προήλθαν και εξαπλώθηκαν στη γη τα διάφορα έθνη και οι λαοί μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό. (Γε 10:32) Η μόνη ιστορική αναφορά στους απογόνους του γίνεται από τον Ιώσηπο, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ο οποίος ισχυρίζεται ότι οι πρώτοι κάτοικοι της Παφλαγονίας (κατά μήκος της νότιας ακτής της Μαύρης Θάλασσας στη βορειοδυτική Μικρά Ασία) ονομάζονταν στην αρχαιότητα Ριφαθαίοι. Μερικοί λόγιοι συσχετίζουν επίσης το όνομα αυτό με έναν ποταμό ονόματι Ρήβας στην ευρύτερη περιοχή, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει κάποια σχέση με την τοποθεσία Ρηβαντία στην περιοχή του Βοσπόρου, πιο δυτικά. Η περιορισμένη μνεία του Ριφάθ στο Βιβλικό υπόμνημα και η έλλειψη αναφορών σε αυτό το όνομα στις αρχαίες ιστορικές πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας δεν επιτρέπουν βέβαιη συσχέτισή του με τα παραπάνω.
-
-
ΡοβοάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΒΟΑΜ
(Ροβοάμ) [Πλάτυνε (Κάνε Ευρύχωρο) το Λαό].
Γιος του Σολομώντα από τη Νααμά, μια Αμμωνίτισσα σύζυγό του. Διαδέχθηκε τον πατέρα του στο θρόνο το 997 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 41 ετών και βασίλεψε 17 χρόνια. (1Βα 14:21· 1Χρ 3:10· 2Χρ 9:31) Ο Ροβοάμ είχε την ιδιαιτερότητα να είναι, έστω και για λίγο, ο τελευταίος βασιλιάς της ενιαίας μοναρχίας, και κατόπιν ο πρώτος ηγεμόνας του νότιου δίφυλου βασιλείου του Ιούδα και του Βενιαμίν, διότι λίγο μετά τη στέψη του ως βασιλιά από όλο τον Ισραήλ στη Συχέμ, το ενωμένο βασίλειο του Δαβίδ και του Σολομώντα διαιρέθηκε. Δέκα φυλές απέσυραν την υποστήριξή τους από τον Ροβοάμ και έκαναν βασιλιά τους τον Ιεροβοάμ, όπως ακριβώς είχε προείπει ο Ιεχωβά μέσω του προφήτη Αχιά.—1Βα 11:29-31· 12:1· 2Χρ 10:1.
Η διχοτόμηση αυτή έλαβε χώρα μετά την επίσκεψη μιας αντιπροσωπείας του λαού, με επικεφαλής τον Ιεροβοάμ, η οποία έκανε έκκληση στον Ροβοάμ να άρει μερικά από τα καταπιεστικά μέτρα που τους είχε επιβάλει ο Σολομών. Ο Ροβοάμ έφερε το ζήτημα στους συμβούλους του. Πρώτα ζήτησε τη γνώμη των πρεσβυτέρων, οι οποίοι τον συμβούλεψαν να ακούσει την κραυγή του λαού και να μειώσει τα βάρη τους, ώστε να αποδειχτεί σοφός βασιλιάς και να κερδίσει την αγάπη του λαού του. Αλλά ο Ροβοάμ απέρριψε αυτή την ώριμη συμβουλή και ζήτησε τη γνώμη των νεαρών με τους οποίους είχε μεγαλώσει. Αυτοί είπαν στο βασιλιά ότι θα έπρεπε στην ουσία να κάνει το μικρό του δάχτυλο παχύτερο από τους γοφούς του πατέρα του, βαρύνοντας το ζυγό τους και τιμωρώντας τους, όχι με μαστίγια, αλλά με βούρδουλες βασανισμού.—1Βα 12:2-15· 2Χρ 10:3-15· 13:6, 7.
Αυτή η αλαζονική, αυταρχική στάση που υιοθέτησε ο Ροβοάμ αποξένωσε τελείως την πλειονότητα του λαού. Οι μόνες φυλές που συνέχισαν να υποστηρίζουν τον οίκο του Δαβίδ ήταν ο Ιούδας και ο Βενιαμίν, μαζί με τους ιερείς και τους Λευίτες και των δύο βασιλείων, καθώς και μεμονωμένα άτομα από τις δέκα φυλές.—1Βα 12:16, 17· 2Χρ 10:16, 17· 11:13, 14, 16.
Ως επακόλουθο, όταν ο Βασιλιάς Ροβοάμ και ο Αδωράμ (Χαδωράμ), ο οποίος ήταν υπεύθυνος των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία, μπήκαν στην περιοχή των φυλών που αποσχίστηκαν, ο Αδωράμ λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου, ενώ ο βασιλιάς μόλις που γλίτωσε τη ζωή του. (1Βα 12:18· 2Χρ 10:18) Τότε ο Ροβοάμ συγκέντρωσε στρατό, 180.000 άντρες από τον Ιούδα και τον Βενιαμίν, αποφασισμένος να υποτάξει διά της βίας τις δέκα φυλές. Αλλά ο Ιεχωβά, μέσω του προφήτη Σεμαΐα, τους απαγόρευσε να πολεμήσουν τους αδελφούς τους, εφόσον ο ίδιος ο Θεός ήταν αυτός που είχε αποφασίσει τη διαίρεση του βασιλείου. Αν και με αυτόν τον τρόπο αποτράπηκε η ανοιχτή σύγκρουση στο πεδίο της μάχης, οι εχθροπραξίες ανάμεσα στις δύο αντίπαλες παρατάξεις συνεχίστηκαν όλες τις ημέρες του Ροβοάμ.—1Βα 12:19-24· 15:6· 2Χρ 10:19· 11:1-4.
Για ένα διάστημα, ο Ροβοάμ ακολουθούσε πολύ πιστά τους νόμους του Ιεχωβά, και στην αρχή της βασιλείας του έχτισε και οχύρωσε αρκετές πόλεις, σε μερικές από τις οποίες συγκέντρωσε αποθέματα τροφίμων. (2Χρ 11:5-12, 17) Ωστόσο, όταν η βασιλεία του εδραιώθηκε, εγκατέλειψε τη λατρεία του Ιεχωβά και οδήγησε τον Ιούδα στην απεχθή λατρεία του σεξ, ίσως εξαιτίας της αμμωνιτικής επιρροής από το οικογενειακό περιβάλλον της μητέρας του. (1Βα 14:22-24· 2Χρ 12:1) Αυτό με τη σειρά του προκάλεσε το θυμό του Ιεχωβά τον οποίο Εκείνος εξέφρασε εγείροντας το βασιλιά της Αιγύπτου, τον Σισάκ, που μαζί με τους συμμάχους του εισέβαλε στη χώρα και κατέλαβε αρκετές πόλεις του Ιούδα το πέμπτο έτος της βασιλείας του Ροβοάμ. Αν ο Ροβοάμ και οι άρχοντές του δεν ταπεινώνονταν εκδηλώνοντας μετάνοια, δεν θα γλίτωνε ούτε η Ιερουσαλήμ. Τελικά, ο Σισάκ πήρε ως λάφυρα τους θησαυρούς του ναού και της κατοικίας του βασιλιά, περιλαμβανομένων και των χρυσών ασπίδων που είχε φτιάξει ο Σολομών. Τότε ο Ροβοάμ αντικατέστησε εκείνες τις ασπίδες με χάλκινες.—1Βα 14:25-28· 2Χρ 12:2-12.
Ο Ροβοάμ απέκτησε στη ζωή του 18 συζύγους, μεταξύ των οποίων τη Μαχαλάθ, μια εγγονή του Δαβίδ, και τη Μααχά την εγγονή του Αβεσσαλώμ, του γιου του Δαβίδ. Η Μααχά ήταν η ευνοούμενη σύζυγός του και μητέρα του Αβιά (Αβιάμ), ενός από τους 28 γιους του, ο οποίος ήταν και ο προσδιορισμένος διάδοχος του θρόνου. Στα μέλη της οικογένειας του Ροβοάμ συμπεριλαμβάνονταν 60 παλλακίδες και οι 60 κόρες του.—2Χρ 11:18-22.
Προτού πεθάνει σε ηλικία 58 ετών και ανεβεί στο θρόνο ο Αβιά, το 980 Π.Κ.Χ., ο Ροβοάμ μοίρασε πολλά δώρα στους άλλους γιους του, πιθανότατα για να αποτρέψει τυχόν εξέγερση εναντίον του Αβιά μετά το θάνατό του. (1Βα 14:31· 2Χρ 11:23· 12:16) Γενικά, η ζωή του Ροβοάμ συνοψίζεται πολύ καλά στο εξής σχόλιο: «Αυτός έπραξε το κακό, γιατί δεν είχε προσηλώσει την καρδιά του στο να αναζητάει τον Ιεχωβά».—2Χρ 12:14.
-
-
ΡογελίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΓΕΛΙΜ
(Ρογελίμ).
Κωμόπολη στη Γαλαάδ και ιδιαίτερη πατρίδα του Βαρζελαΐ, φίλου του Δαβίδ. (2Σα 17:27-29· 19:31, 32) Κατά την τρέχουσα άποψη μερικών γεωγράφων, η Ρογελίμ εντοπίζεται στην Μπερσίνια, περίπου 7 χλμ. ΔΝΔ του Ίρμπιντ. Το όνομα Ρογελίμ πιθανώς διασώζεται στην ονομασία του κοντινού Ουάντι ερ-Ρετζέιλε.
-
-
ΡοδανίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΑΝΙΜ
(Ροδανίμ).
Ένας από τους τέσσερις γιους του Ιαυάν που κατονομάζονται στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:7. Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς το ποια είναι η ορθή γραφή αυτού του ονόματος, λόγω του ότι στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:7 το Μασοριτικό κείμενο έχει τον τύπο «Ροδανίμ», ενώ πολλά εβραϊκά χειρόγραφα και η λατινική Βουλγάτα έχουν τον τύπο «Δοδανίμ». Ο τύπος «Δοδανίμ» εμφανίζεται επίσης στο εδάφιο Γένεση 10:4, σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, αλλά η σαμαρειτική Πεντάτευχος έχει εκεί τον τύπο «Ροδανίμ» ενώ η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει «Ρόδιοι». Στην εβραϊκή τα γράμματα «ρ» (ר) και «δ» (ד) παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα και έτσι κάποιος αντιγραφέας θα μπορούσε να τα μπερδέψει. (Κατ’ αναλογία, το «Ριφάθ» του εδαφίου Γε 10:3 εμφανίζεται ως «Διφάθ» στο εδάφιο 1Χρ 1:6 του Μασοριτικού κειμένου.) Οι περισσότερες μεταφράσεις περιέχουν και τα δύο ονόματα. Πολλοί λεξικογράφοι θεωρούν προτιμότερο τον τύπο «Ροδανίμ». Οι σχολιαστές που δέχονται αυτόν τον τύπο θεωρούν πιθανό ότι ο λαός που προήλθε από το συγκεκριμένο γιο του Ιαυάν κατοίκησε στη Ρόδο και στα γειτονικά νησιά του Αιγαίου Πελάγους.
-
-
ΡόδηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΗ
(Ρόδη) [πιθανώς, Ρόδο].
Μέλος της Χριστιανικής εκκλησίας της Ιερουσαλήμ την εποχή που ο απόστολος Πέτρος απελευθερώθηκε θαυματουργικά από τη φυλακή το 44 Κ.Χ. περίπου. Η Ρόδη ήταν υπηρέτρια, πιθανώς στο σπίτι της Μαρίας, της μητέρας του Μάρκου. Ούτως ή άλλως, ήταν ανάμεσα σε αυτούς που διανυκτέρευσαν εκεί προσευχόμενοι για τον Πέτρο. Όταν χτύπησε η πόρτα της εισόδου, η Ρόδη πήγε να δει ποιος είναι και, μόλις αναγνώρισε τη φωνή του Πέτρου, σάστισε τόσο από τη χαρά της ώστε, αντί να του ανοίξει να μπει, έτρεξε μέσα να το πει στους άλλους. «Είσαι τρελή», της είπαν εκείνοι, αλλά αυτή επέμενε. Στο μεταξύ ο Πέτρος συνέχισε να χτυπάει την πόρτα μέχρις ότου τελικά του άνοιξαν να μπει.—Πρ 12:3, 5, 12-16.
-
-
ΡόδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΙ
[εβρ., ριμμών].
Καρπός ο οποίος, όταν είναι ώριμος, έχει έντονο κόκκινο χρώμα, σχήμα όμοιο με του μήλου και μια ροζέτα, ή αλλιώς στεφάνι, γύρω από τη βάση του. Μέσα από τη σκληρή φλούδα του, είναι γεμάτος χυμώδεις κόκκους, ο καθένας από τους οποίους περιέχει ένα μικρό ροζ ή κόκκινο σπέρμα.
Η ροδιά (πουνική η ροιά [Punica granatum]), που προσδιορίζεται και αυτή από την εβραϊκή λέξη ριμμών, φύεται σε όλη τη Μέση Ανατολή. Σπάνια ξεπερνάει σε ύψος τα 4,5 μ. Τα απλωτά κλαδιά της είναι πολυάριθμα και έχουν βαθυπράσινα, λογχοειδή φύλλα, ενώ πάνω τους βγαίνουν πορτοκαλί ως κατακόκκινα λουλούδια.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 742.
Ο χυμός του ροδιού είναι δροσιστικό ποτό (Ασμ 8:2), ενώ από τα σπέρματά του φτιάχνεται το σιρόπι της γρεναδίνης, και από τα άνθη παρασκευάζεται στυπτικό φάρμακο κατά της δυσεντερίας. Οι κρόταφοι της Σουλαμίτισσας κόρης, όπως φαίνονταν μέσα από το πέπλο της, παραβλήθηκαν με «ένα κομμάτι ρόδι», και το δέρμα της με “παράδεισο από ρόδια”.—Ασμ 4:3, 13· 6:7.
Μέσω του Μωυσή, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε στο έθνος του Ισραήλ ότι θα τους έφερνε σε μια γη με σιτάρι, κριθάρι, κλήματα, σύκα, ρόδια, ελιές και μέλι. (Δευ 8:7-9) Προηγουμένως, οι κατάσκοποι που είχαν μπει σε εκείνη τη γη είχαν επιστρέψει με σταφύλια, σύκα και ρόδια. (Αρ 13:2, 23) Οι Ισραηλίτες είχαν γνωρίσει το ρόδι στην Αίγυπτο, όπως υπονοείται από τα παράπονά τους που αναφέρονται στο εδάφιο Αριθμοί 20:5.
Το αμάνικο πανωφόρι που περιλαμβανόταν στην ενδυμασία του Αρχιερέα Ααρών είχε στην άκρη του μια σειρά από ρόδια, φτιαγμένα από μπλε κλωστή, μαλλί βαμμένο πορφυροκόκκινο και κόκκινη κλωστή που είχαν στριφτεί μαζί, τα οποία εναλλάσσονταν με χρυσά κουδούνια. (Εξ 28:33, 34· 39:24-26) Μεταγενέστερα, όταν χτίστηκε ο ναός, τα κιονόκρανα των δύο χάλκινων στύλων μπροστά στα προπύλαιά του ήταν διακοσμημένα με αλυσίδες από ομοιώματα ροδιών.—1Βα 7:18, 20, 42· 2Βα 25:17· 2Χρ 3:16· 4:13· Ιερ 52:22, 23.
Οι ροδιές καλλιεργούνταν ευρέως στους Βιβλικούς χρόνους, και οι τοποθεσίες Ριμμών, Εν-ριμμών και Γαθ-ριμμών αναμφίβολα πήραν το όνομά τους από αυτά τα δέντρα που αφθονούσαν στην περιοχή τους. (Ιη 15:32· 19:45· Νε 11:29) Η ροδιά θεωρούνταν πολύτιμη, και ως εκ τούτου πολλές φορές συσχετίζεται με άλλα σπουδαία καρποφόρα φυτά, όπως το κλήμα και η συκιά.—Ασμ 7:12, 13· Ιωλ 1:12· Αγγ 2:19.
-
-
ΡόδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΔΟΣ
[Ρόδο].
Νησί στα ανοιχτά της νοτιοδυτικής γωνίας της Μικράς Ασίας, ένα από τα μεγαλύτερα του Αιγαίου Πελάγους, με μήκος περίπου 75 χλμ. και πλάτος γύρω στα 35 χλμ. Η πρωτεύουσά του ονομάζεται και αυτή Ρόδος. Ένα πλοίο στο οποίο επέβαινε ο απόστολος Παύλος πήγε από την Κω στη Ρόδο προς το τέλος του τρίτου ιεραποστολικού ταξιδιού του, γύρω στο 56 Κ.Χ.—Πρ 21:1.
Εξαιτίας της στρατηγικής θέσης της και των καλών λιμανιών της, η Ρόδος αποτέλεσε εξέχον κέντρο εμπορίου από τις αρχές της ιστορίας της. Ωστόσο, φαίνεται ότι με τον καιρό αυτή καθαυτή η πόλη της Ρόδου έγινε πιο ονομαστή ως πολιτιστικό κέντρο.
Ο Κολοσσός της Ρόδου, ένα μπρούντζινο άγαλμα που αναπαριστούσε τον θεό Ήλιο, ορθωνόταν κοντά στο λιμάνι της πόλης της Ρόδου. Το άγαλμα αυτό θεωρούνταν ένα από τα «εφτά θαύματα» του αρχαίου κόσμου, λέγεται δε ότι είχε ύψος περίπου 31 μ. Αν και στις ημέρες του Παύλου δεν βρισκόταν πια στη θέση του, δεδομένου ότι το έριξε ένας σεισμός τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ., πελώρια τμήματα του Κολοσσού εξακολουθούσαν να υπάρχουν για πολύ καιρό, ακόμη και μετά τους πρώτους αιώνες της Κοινής μας Χρονολογίας. Η άποψη ότι το άγαλμα είχε στηθεί στην είσοδο του λιμανιού με ανοιχτά τα σκέλη, μέσα από τα οποία διέρχονταν τα πλοία, δεν είναι δυνατόν να επαληθευτεί.
-
-
ΡόλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΛΟΣ
Η συνήθης μορφή βιβλίου την περίοδο κατά την οποία γράφτηκε η Αγία Γραφή. Τα Βιβλικά κείμενα γράφονταν και πολλές φορές αντιγράφονταν σε ρόλους δέρματος, περγαμηνής ή παπύρου. (Ιερ 36:1, 2, 28, 32· Ιωα 20:30· Γα 3:10· 2Τι 4:13· Απ 22:18, 19) Για να κατασκευάσουν το ρόλο, συγκολλούσαν κομμάτια από αυτά τα υλικά έτσι ώστε να σχηματιστεί ένα μακρύ φύλλο, το οποίο κατόπιν τύλιγαν γύρω από ένα ραβδί. Αν ο ρόλος ήταν πολύ μακρύς, χρησιμοποιούσαν από ένα ραβδί σε κάθε του άκρη και τον τύλιγαν γύρω και από τα δύο ραβδιά με φορά προς το κέντρο. Όταν κάποιος ήθελε να διαβάσει έναν τέτοιον ρόλο, τον ξετύλιγε με το ένα χέρι ενώ ταυτόχρονα τον τύλιγε με το άλλο ώσπου να εντοπίσει το επιθυμητό χωρίο. Ύστερα από την ανάγνωση, τύλιγε το ρόλο ξανά.—Για λεπτομέρειες όσον αφορά τα υλικά, το μέγεθος, και ούτω καθεξής, βλέπε ΒΙΒΛΙΟ.
Δίνει Μαρτυρία για τον Ιησού. Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στη γη για να κάνει το θέλημα του Θεού, όπως προειπώθηκε στις Εβραϊκές Γραφές, «στο ρόλο του βιβλίου». (Ψλ 40:7, 8· Εβρ 10:7-9) Στη συναγωγή της Ναζαρέτ, ο Ιησούς άνοιξε το ρόλο του Ησαΐα και διάβασε τα προφητικά λόγια σύμφωνα με τα οποία το πνεύμα του Ιεχωβά τον είχε χρίσει για να κηρύξει. Στη συνέχεια, ο Χριστός τύλιξε το ρόλο, τον έδωσε στον υπηρέτη, κάθησε και εξήγησε σε όλους τους παρευρισκομένους: «Σήμερα εκπληρώνεται αυτή η γραφή που μόλις ακούσατε». (Λου 4:16-21· Ησ 61:1, 2) Στην πραγματικότητα, εφόσον «εκείνο που εμπνέει την προφητεία είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού», όλοι οι ρόλοι με όλες τις Γραφές, καθώς και η δημόσια διακήρυξη των καλών νέων που περιέχονται στους ρόλους των Χριστιανικών Γραφών, περιστρέφονται γύρω από τη θέση και το έργο του Ιησού Χριστού στο σκοπό του Ιεχωβά.—Απ 19:10.
Ο Ιωάννης είπε στον επίλογο του Ευαγγελίου του: «Υπάρχουν, μάλιστα, και άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, τα οποία, αν γράφονταν με κάθε λεπτομέρεια, ο κόσμος ο ίδιος, νομίζω, δεν θα μπορούσε να χωρέσει τους ρόλους που θα γράφονταν». (Ιωα 21:25) Ο Ιωάννης δεν προσπάθησε να γράψει τα πάντα στο Ευαγγέλιό του, αλλά έγραψε μόνο όσα ήταν επαρκή για να τεκμηριώσει το βασικό του σημείο, δηλαδή ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Γιος του Θεού και ο Μεσσίας Του. Πράγματι, όσα περιέχονται μέσα στο «ρόλο» του Ιωάννη, όπως και στις άλλες θεόπνευστες Γραφές, αρκούν για να αποδειχτεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι «ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Γιος του Θεού».—Ιωα 20:30, 31.
Συμβολική Χρήση. Σε αρκετές περιπτώσεις η λέξη «ρόλος» χρησιμοποιείται συμβολικά στην Αγία Γραφή. Ο Ιεζεκιήλ και ο Ζαχαρίας είδαν ο καθένας έναν ρόλο γραμμένο και από τις δύο πλευρές. Εφόσον συνήθως χρησιμοποιούνταν μόνο η μία πλευρά του ρόλου, το ότι αυτοί οι ρόλοι ήταν γραμμένοι και από τις δύο πλευρές μπορεί να υποδηλώνει πόσο βαρυσήμαντες, εκτενείς και σοβαρές ήταν οι κρίσεις τις οποίες περιείχαν. (Ιεζ 2:9–3:3· Ζαχ 5:1-4) Στο όραμα της Αποκάλυψης, εκείνος που καθόταν στο θρόνο κρατούσε στο δεξί του χέρι έναν ρόλο με εφτά σφραγίδες, οι οποίες δεν άφηναν να φανεί τι ήταν γραμμένο σε αυτόν, ώσπου τις άνοιξε το Αρνί του Θεού. (Απ 5:1, 12· 6:1, 12-14) Στη συνέχεια του οράματος προσφέρθηκε στον ίδιο τον Ιωάννη ένας ρόλος και του δόθηκε εντολή να τον φάει. Ο ρόλος τού φάνηκε γλυκός, αλλά πίκρανε την κοιλιά του. Εφόσον ήταν ανοιχτός και όχι σφραγισμένος, ήταν κάτι που επρόκειτο να κατανοηθεί. Ο Ιωάννης βρήκε “γλυκό” το να λάβει το άγγελμα που περιείχε ο ρόλος, αλλά προφανώς το άγγελμα αυτό περιλάμβανε πικρά πράγματα που έπρεπε να προφητεύσει ο Ιωάννης, όπως και του ειπώθηκε να κάνει. (Απ 10:1-11) Ο Ιεζεκιήλ είχε παρόμοια εμπειρία με το ρόλο που του δόθηκε, στον οποίο υπήρχαν «θρηνωδίες και βογκητά και οδυρμοί».—Ιεζ 2:10.
“Ο ρόλος της ζωής του Αρνιού”. Οι ειδωλολάτρες που λατρεύουν το συμβολικό «θηρίο» δεν επιλέγονται από τον Θεό για να γίνουν σύντροφοι του Αρνιού. Επομένως, «ούτε ενός από αυτούς το όνομα δεν έχει γραφτεί στο ρόλο της ζωής του Αρνιού που σφάχτηκε», και αυτό έχει αποφασιστεί «από τη θεμελίωση του κόσμου» της ανθρωπότητας.—Απ 13:1-8· 21:27.
Ρόλοι κρίσης και ζωής. Ο Ιωάννης παρατήρησε επίσης ότι «ανοίχτηκαν ρόλοι» και ότι οι αναστημένοι «κρίθηκαν με βάση εκείνα που ήταν γραμμένα στους ρόλους σύμφωνα με τα έργα τους». Προφανώς, αυτοί οι ρόλοι περιέχουν τους νόμους και τις οδηγίες του Ιεχωβά που γνωστοποιούν το θεϊκό θέλημα για τους ανθρώπους στη διάρκεια εκείνης της περιόδου κρίσης, τα δε έργα που κάνουν αυτοί εκδηλώνοντας υπακοή με πίστη ή εκδηλώνοντας ανυπακοή σε όσα είναι γραμμένα στους ρόλους είναι αυτά που αποκαλύπτουν κατά πόσον είναι άξιοι να δουν τα ονόματά τους να γράφονται ή να διατηρούνται στο “ρόλο της ζωής” του Ιεχωβά.—Απ 20:11-15· βλέπε ΖΩΗ.
“Τυλίγονται σαν ρόλος βιβλίου”. Στο εδάφιο Ησαΐας 34:4, ο προφήτης εξαγγέλλει κρίση κατά των εθνών, λέγοντας: «Και οι ουρανοί θα τυλιχτούν σαν ρόλος βιβλίου». Είναι φανερό ότι εδώ ο Ησαΐας χρησιμοποιεί την εικόνα κάποιου που τυλίγει έναν ρόλο και τον θέτει παράμερα αφού τον διαβάσει. Άρα λοιπόν, η συγκεκριμένη έκφραση αναφέρεται συμβολικά στην παραμέριση ή κατάργηση αυτού που δεν έχει πια καμιά χρησιμότητα ή αξία.
-
-
ΡοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΣ
1. Γιος του Βενιαμίν ο οποίος αναφέρεται μεταξύ εκείνων που πήγαν στην Αίγυπτο το 1728 Π.Κ.Χ. μαζί με το σπιτικό του Ιακώβ ή γεννήθηκαν εκεί λίγο αργότερα. (Γε 46:21, 26· βλέπε ΒΕΝΙΑΜΙΝ Αρ. 1.) Η απουσία του ονόματός του από μεταγενέστερους καταλόγους των οικογενειών του Βενιαμίν μπορεί να υποδηλώνει ότι πέθανε άτεκνος ή ότι οι γιοι του συγχωνεύτηκαν με κάποια άλλη πατριά.
2. Όνομα που χρησιμοποιούν μερικές μεταφράσεις στα εδάφια Ιεζεκιήλ 38:2 και 39:1 (AS, JB, Le, Mo, Yg, Ro [«Ρως», ΒΑΜ, ΚΛΠ, ΛΧ, Ο΄]), το οποίο σύμφωνα με την άποψη μερικών λογίων αναφέρεται σε έναν βόρειο λαό, τους Ρους (Ρώσους), ο οποίος λέγεται ότι ζούσε κατά μήκος του ποταμού Βόλγα. Ωστόσο, δεδομένης της έννοιας αυτής της λέξης καθώς και του γεγονότος ότι χρησιμοποιήθηκε για τον Γωγ, αποδίδεται κατάλληλα ως μέρος τίτλου και όχι ως το όνομα λαού ή τοποθεσίας, δηλαδή: “επικεφαλής αρχηγός” (ΜΝΚ)· “πρώτιστος άρχοντας” (KJ, Dy, Fn, JP, RS)· “μεγάλος άρχοντας” (AT, ΜΠΚ)· “άρχοντας της κεφαλής” και “επικεφαλής άρχοντας” (Vg)· “ηγέτης και κεφαλή” (Sy)· “μεγάλος επικεφαλής” (Ταργκούμ).
-
-
ΡουβήνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΒΗΝ
(Ρουβήν) [Δείτε! Γιος!].
1. Ο πρωτότοκος μεταξύ των 12 γιων του Ιακώβ. Μητέρα του ήταν η Λεία, η λιγότερο ευνοημένη σύζυγος του Ιακώβ, η οποία ονόμασε το γιο της Ρουβήν «επειδή», όπως είπε η ίδια, «ο Ιεχωβά είδε τα βάσανά μου· διότι τώρα ο σύζυγός μου θα αρχίσει να με αγαπάει». (Γε 29:30-32· 35:23· 46:8· Εξ 1:1, 2· 1Χρ 2:1) Ως αποτέλεσμα της εύνοιας που συνέχιζε να εκδηλώνει ο Ιεχωβά στη μητέρα του Ρουβήν, αυτός και οι πέντε αμφιθαλείς αδελφοί του (Συμεών, Λευί, Ιούδας, Ισσάχαρ και Ζαβουλών) αποτέλεσαν έξι από τις δώδεκα αρχικές κεφαλές των φυλών του Ισραήλ. Οι άλλοι έξι (Ιωσήφ, Βενιαμίν, Δαν, Νεφθαλί, Γαδ και Ασήρ) ήταν ετεροθαλείς αδελφοί του Ρουβήν.—Γε 35:23-26.
Μερικές από τις καλές ιδιότητες του Ρουβήν έγιναν έκδηλες όταν έπεισε τους εννιά αδελφούς του να ρίξουν τον Ιωσήφ σε ένα ξερό πηγάδι αντί να τον σκοτώσουν, έχοντας την πρόθεση να γυρίσει κρυφά και να τον βγάλει από το πηγάδι. (Γε 37:18-30) Είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα, όταν οι ίδιοι αυτοί αδελφοί έλεγαν ότι αντιμετώπιζαν στην Αίγυπτο κατηγορίες για κατασκοπεία επειδή είχαν κακομεταχειριστεί τον Ιωσήφ, ο Ρουβήν θύμισε στους άλλους ότι εκείνος δεν είχε συμμετάσχει στη μηχανορραφία εναντίον της ζωής του Ιωσήφ. (Γε 42:9-14, 21, 22) Ακόμη, όταν ο Ιακώβ αρνήθηκε να αφήσει τον Βενιαμίν να συνοδεύσει τους αδελφούς του στο δεύτερο ταξίδι που θα έκαναν στην Αίγυπτο, ο Ρουβήν ήταν αυτός που προθυμοποιήθηκε να δώσει ως εγγύηση τους δύο γιους του λέγοντας: «Να [τους] θανατώσεις αν δεν σου τον φέρω [τον Βενιαμίν] πίσω».—Γε 42:37.
Εφόσον ο Ρουβήν ήταν ο πρωτότοκος γιος του Ιακώβ, φυσιολογικά είχε και τα δικαιώματα του πρωτοτόκου στην οικογένεια. Επομένως, δικαιούνταν δύο μερίδια από την περιουσία που θα άφηνε πίσω ο Ιακώβ ο πατέρας του. Λίγο πριν από το θάνατο του Ιακώβ, όταν εκείνος ευλόγησε τους γιους του, υπήρχε η απορία: Θα έπαιρνε ο Ρουβήν τα πρωτοτόκια; Επιπλέον, ο πατριάρχης Ιακώβ ο οποίος ήταν κεφαλή της οικογένειας υπηρετούσε ως ιερέας του Ιεχωβά για όλη την οικογένεια και πρόσφερε θυσίες στο οικογενειακό θυσιαστήριο, ενώ αναλάμβανε και την ηγεσία στο ζήτημα της προσευχής και της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Ως πατέρας διηύθυνε επίσης όλη την οικογένεια και τους υπηρέτες της, μαζί με τα ζώα της και τα αγαθά της. Άραγε θα μεταβιβάζονταν αυτές οι ευθύνες στον Ρουβήν;
Ο Ιακώβ απευθύνθηκε πρώτα στον Ρουβήν, λέγοντας: «Ρουβήν, είσαι ο πρωτότοκός μου, το σφρίγος μου και η απαρχή των αναπαραγωγικών μου δυνάμεων, η υπεροχή της αξιοπρέπειας και η υπεροχή της ισχύος. Εσύ, με την απερίσκεπτη ασυδοσία σου που είναι σαν νερά, να μην έχεις υπεροχή, επειδή ανέβηκες στο κρεβάτι του πατέρα σου. Τότε βεβήλωσες την κλίνη μου. Ανέβηκε σε αυτήν!»—Γε 49:3, 4.
Ο Ιακώβ αναφέρθηκε σε μια απρέπεια του Ρουβήν που επηρέασε τα μελλοντικά του προνόμια. Ο Ρουβήν είχε ντροπιάσει τον πατέρα του. Είχε διαπράξει αιμομεικτική ανηθικότητα με την παλλακίδα του πατέρα του τη Βαλλά, την υπηρέτρια της αγαπημένης συζύγου του Ιακώβ, της Ραχήλ. Αυτό έγινε λίγο μετά το θάνατο της Ραχήλ, η οποία πέθανε έπειτα από τη γέννα του Βενιαμίν. Η Γραφή δεν διευκρινίζει αν ο πρωτότοκος Ρουβήν ατίμασε την υπηρέτρια Βαλλά για να μην πάρει εκείνη τη θέση της Ραχήλ στην αγάπη του Ιακώβ, και γίνει κατ’ αυτόν τον τρόπο εκείνη ευνοούμενη σε βάρος της μητέρας του Ρουβήν, της Λείας, ή αν ενήργησε έτσι μόνο από σαρκικό πόθο για τη Βαλλά. Το υπόμνημα απλώς αναφέρει: «Και ενόσω ο Ισραήλ κατασκήνωνε σε εκείνον τον τόπο, πήγε κάποια φορά ο Ρουβήν και πλάγιασε με τη Βαλλά, την παλλακίδα του πατέρα του· και ο Ισραήλ το άκουσε». (Γε 35:22) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα προσθέτει: Καί πονηρόν ἐφάνη ἐναντίον αὐτοῦ.
Ο Ρουβήν δεν αποκηρύχθηκε ούτε εκδιώχθηκε για αυτή του την πράξη. Αλλά έπειτα από χρόνια, όταν ο Ιακώβ ευλόγησε τους γιους του, είπε στον Ρουβήν υπό θεϊκή έμπνευση: «Να μην έχεις υπεροχή». Έτσι λοιπόν, ο Ρουβήν στερήθηκε προνόμια που υπό άλλες συνθήκες θα περιέρχονταν σε εκείνον ως τον πρωτότοκο γιο. Αυτό έγινε επειδή ενήργησε “με απερίσκεπτη ασυδοσία σαν νερά”. Αποδείχτηκε είτε ασταθής σαν τα νερά είτε ανεξέλεγκτος και ασυγκράτητος σαν τα νερά που σπάζουν ένα φράγμα ή κατεβαίνουν ορμητικά την κοιλάδα ενός χειμάρρου. Ο Ρουβήν όφειλε να είχε ασκήσει εγκράτεια. Ως γιος, όφειλε να είχε δείξει σεβασμό για την αξιοπρέπεια του πατέρα του και για την τιμή των δύο γιων της Βαλλά, της παλλακίδας του πατέρα του.
2. Το όνομα Ρουβήν χρησιμοποιείται επίσης για τη φυλή που αποτελούνταν από τους απογόνους του Ρουβήν, καθώς και για τη γη της κληρονομιάς τους. Η φυλή του Ρουβήν προήλθε από τους τέσσερις γιους του, τον Ανώχ, τον Φαλλού, τον Εσρών και τον Χαρμί, τις κεφαλές των οικογενειών των Ρουβηνιτών.—Γε 46:8, 9· Εξ 6:14· 1Χρ 5:3.
Έναν χρόνο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο, ο Ελισούρ, ο γιος του Σεδιούρ, επιλέχθηκε ως αρχηγός για να εκπροσωπεί ολόκληρη τη φυλή του Ρουβήν. (Αρ 1:1, 4, 5· 10:18) Η φυλή του Ρουβήν ήταν σταθερά μία από τις πλέον ολιγάριθμες μεταξύ των 12 φυλών. Σε μια απογραφή που έγινε κατά το δεύτερο χρόνο της παραμονής στην έρημο, οι Ρουβηνίτες από 20 χρονών και πάνω, οι οποίοι ήταν κατάλληλοι για στρατιωτική υπηρεσία, ανέρχονταν στους 46.500. Περίπου 39 χρόνια αργότερα αυτή η δύναμη, που τώρα αριθμούσε 43.730, ήταν κάπως μικρότερη.—Αρ 1:2, 3, 20, 21· 26:5-7.
Στο στρατόπεδο του Ισραήλ οι Ρουβηνίτες, πλαισιωμένοι από τους απογόνους του Συμεών και του Γαδ, κατέλυαν Ν της σκηνής της μαρτυρίας. Κατά την οδοιπορία, αυτή η τρίφυλη υποδιαίρεση με επικεφαλής τον Ρουβήν ακολουθούσε την τρίφυλη υποδιαίρεση του Ιούδα, του Ισσάχαρ και του Ζαβουλών. (Αρ 2:10-16· 10:14-20) Αυτή ήταν επίσης η σειρά με την οποία οι φυλές έφεραν την προσφορά τους κατά την εγκαινίαση της σκηνής της μαρτυρίας.—Αρ 7:1, 2, 10-47.
Όταν ο Κορέ ο Λευίτης στασίασε εναντίον του Μωυσή, τρεις Ρουβηνίτες—ο Ων ο γιος του Φαλέθ μαζί με τους Δαθάν και Αβιρών, τους γιους του Ελιάβ—ενώθηκαν μαζί του στην ανταρσία, κατηγορώντας τον Μωυσή ότι προσπαθούσε “να τους παραστήσει τον άρχοντα” και ότι απέτυχε να τους φέρει σε «γη όπου να ρέει το γάλα και το μέλι». Ο Νεμουήλ, ο αδελφός του Δαθάν και του Αβιρών, από ό,τι φαίνεται δεν συμμετείχε στην ανταρσία. (Αρ 16:1, 12-14· 26:8, 9) Ο Ιεχωβά έδειξε ότι η ανταρσία συνιστούσε έλλειψη σεβασμού απέναντι στον ίδιο, και έτσι έκανε να ανοίξει η γη και να καταπιεί ζωντανούς τους στασιαστές και τις οικογένειές τους, μαζί με όλα τα υπάρχοντά τους.—Αρ 16:23-33· Δευ 11:6· βλέπε ΑΒΙΡΩΝ Αρ. 1.
Εδαφική Κληρονομιά. Λίγο προτού μπει ο Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, οι φυλές του Ρουβήν και του Γαδ ζήτησαν να τους δοθεί η περιοχή Α του Ιορδάνη. Η γη αυτή είχε κατακτηθεί με νίκη επί των δύο βασιλιάδων Σηών και Ωγ. Οι δύο φυλές πρόβαλαν το επιχείρημα ότι η γη ήταν ιδανική για αυτούς επειδή είχαν μεγάλα κοπάδια με πρόβατα και βόδια. Ο Μωυσής ικανοποίησε το αίτημα των δύο φυλών (και της μισής φυλής του Μανασσή) με τον όρο να περάσουν τον Ιορδάνη οι μάχιμες δυνάμεις και αυτών των φυλών και να βοηθήσουν τις άλλες φυλές να κατακτήσουν τη Χαναάν, όρο με τον οποίο συμμορφώθηκαν πρόθυμα οι δυόμισι φυλές.—Αρ 32:1-38· Ιη 1:12-18· 4:12, 13· 12:6· 13:8-10.
Η περιοχή που κληρονόμησε ο Ρουβήν καθορίστηκε, λοιπόν, προτού καν περάσουν οι Ισραηλίτες τον Ιορδάνη—μάλιστα ο ίδιος ο Μωυσής έδωσε στη φυλή το νότιο τμήμα του κατακτημένου βασιλείου του Σηών. Αυτή η περιοχή εκτεινόταν από την κοιλάδα του χειμάρρου Αρνών, ένα φυσικό σύνορο που τη χώριζε από τον Μωάβ στο Ν, μέχρι λίγο βορειότερα της Νεκράς Θαλάσσης. Η γη Β του Ρουβήν δόθηκε στους Γαδίτες. (Αρ 34:13-15· Δευ 3:12, 16· 29:8· Ιη 13:15-23· 18:7) Η περιοχή των Αμμωνιτών αποτελούσε το ανατολικό όριο, ενώ στη δύση βρισκόταν η Νεκρά Θάλασσα και ο Ιορδάνης Ποταμός. (Ιη 15:1, 6· 18:11, 17) Μία από τις έξι πόλεις καταφυγίου, η Βοσόρ, βρισκόταν στην περιοχή του Ρουβήν. Αυτή καθώς και άλλες πόλεις των Ρουβηνιτών ήταν ξεχωρισμένες για τους Λευίτες.—Δευ 4:41-43· Ιη 20:8· 21:7, 36· 1Χρ 6:63, 78, 79.
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Μωυσή, μόλις οι Ισραηλίτες θα έφταναν στην καρδιά της Χαναάν, η φυλή του Ρουβήν, μαζί με τον Γαδ, τον Ασήρ, τον Ζαβουλών, τον Δαν και τον Νεφθαλί, θα έπρεπε να παραστεί στο Όρος Εβάλ για να ακούσει τις κατάρες που επρόκειτο να διαβαστούν, ενώ οι υπόλοιπες φυλές θα έπρεπε να παραστούν στο Όρος Γαριζίν για την απαγγελία των ευλογιών. (Δευ 27:11-13) Αφού έκανε ο Μωυσής αυτές τις διευθετήσεις, ευλόγησε τον Ρουβήν μαζί με τις υπόλοιπες φυλές. Στους Ρουβηνίτες ο Μωυσής είπε: «Ας ζήσει ο Ρουβήν και ας μη χαθεί. Και οι άντρες του ας μη λιγοστέψουν».—Δευ 33:1, 6.
Προς το τέλος της εκστρατείας του Ιησού του Ναυή στη Χαναάν, ο Ιησούς κάλεσε τις ένοπλες δυνάμεις του Ρουβήν, του Γαδ και της μισής φυλής του Μανασσή και, αφού τους επαίνεσε για το ότι τήρησαν τις υποσχέσεις που είχαν δώσει στον Μωυσή, τους ευλόγησε και τους έστειλε στα σπίτια τους. (Ιη 22:1-8) Όταν αυτοί έφτασαν στον Ιορδάνη, έστησαν ένα πελώριο θυσιαστήριο στη δυτική όχθη, μια ενέργεια που στην αρχή παρερμηνεύτηκε από τις άλλες φυλές και παραλίγο να καταλήξει σε ρήξη μεταξύ τους, ακόμη και σε εμφύλιο πόλεμο. Αλλά όταν διευκρινίστηκε ότι το θυσιαστήριο δεν προοριζόταν για θυσίες, αλλά για να είναι μάρτυρας πιστότητας ανάμεσα στις φυλές εκατέρωθεν του Ιορδάνη, δόθηκε στο θυσιαστήριο ένα όνομα, πιθανότατα «Μάρτυρας», διότι, όπως είπαν, «είναι μάρτυρας ανάμεσά μας ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός».—Ιη 22:9-34.
Μεταγενέστερη Ιστορία. Πολλά χρόνια αργότερα, όταν ο Βαράκ και η Δεββώρα έψαλαν έναν μεγάλο επινίκιο ύμνο, επισήμαναν ότι οι Ρουβηνίτες δεν είχαν συμμετάσχει στη μάχη εναντίον του Σισάρα. Ως αποτέλεσμα, «ανάμεσα στις υποδιαιρέσεις του Ρουβήν μεγάλες ήταν οι διερευνήσεις της καρδιάς». (Κρ 5:15, 16) Στις ημέρες του Σαούλ, οι Ρουβηνίτες ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους γείτονές τους και κέρδισαν μια μεγάλη νίκη επί των Αγηριτών και των συμμάχων τους, «γιατί εκείνοι κάλεσαν τον Θεό να τους βοηθήσει στον πόλεμο, και αυτός δέχτηκε να ακούσει την ικεσία για χάρη τους, επειδή εμπιστεύτηκαν σε αυτόν». (1Χρ 5:10, 18-22) Στη συνέχεια οι Ρουβηνίτες, από κοινού με τους άλλους, πήραν στην κατοχή τους την περιοχή των Αγηριτών και προφανώς κατοίκησαν εκεί μέχρι την καθυπόταξη του Ισραήλ από τους Ασσυρίους τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., οπότε οι Ρουβηνίτες ήταν από τους πρώτους που οδηγήθηκαν σε εξορία. (1Χρ 5:6, 22β, 26) Συγκεκριμένοι Ρουβηνίτες, καθώς και η φυλή ως σύνολο, αναφέρονται στα πλαίσια της ιστορίας του Δαβίδ, τόσο προτού γίνει βασιλιάς όσο και μετά.—1Χρ 11:26, 42· 12:37, 38· 26:32· 27:16.
Σε Προφητείες. Στα βιβλία Ιεζεκιήλ και Αποκάλυψη, που είναι γεμάτα συμβολισμούς, ο Ρουβήν αναφέρεται μαζί με τις άλλες φυλές κατέχοντας καίρια θέση. Παραδείγματος χάρη, σε όραμα ο Ιεζεκιήλ είδε στο μέσο των φυλών την «άγια συνεισφορά» γης, η οποία περιείχε το ναό του Ιεχωβά, την πόλη που ονομαζόταν Ιεχωβά-Σαμμά—το οποίο σημαίνει «Ο Ιεχωβά Ο Ίδιος Είναι Εκεί»—και μια περιοχή που ανήκε στους ιερείς, στους Λευίτες και στον αρχηγό. Ακριβώς πάνω από αυτή την άγια λωρίδα γης προς το Β ήταν ο Ιούδας, ενώ στο σύνορο του Ιούδα προς το Β βρισκόταν ο Ρουβήν. (Ιεζ 48:6-22, 35) Επίσης, η πύλη που έφερε το όνομα του Ρουβήν στη βόρεια πλευρά της άγιας πόλης, της πόλης Ιεχωβά-Σαμμά, ήταν δίπλα στην πύλη με το όνομα του Ιούδα. (Ιεζ 48:31) Παρόμοια, στο όραμα που είδε ο Ιωάννης αναφορικά με το σφράγισμα των 12 φυλών του πνευματικού Ισραήλ, ο Ρουβήν κατονομάζεται δεύτερος, μετά τη φυλή του Ιούδα.—Απ 7:4, 5.
-
-
ΡουθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΘ
Μωαβίτισσα που παντρεύτηκε τον Μααλών μετά το θάνατο του πατέρα του, του Ελιμέλεχ, την εποχή που ο Μααλών, η μητέρα του η Ναομί και ο αδελφός του ο Χελαιών ζούσαν στον Μωάβ. Μια πείνα είχε αναγκάσει την οικογένεια να εγκαταλείψει την πατρίδα της, τη Βηθλεέμ του Ιούδα. Ο κουνιάδος της Ρουθ, ο Χελαιών, ήταν παντρεμένος με τη Μωαβίτισσα Ορφά. Τελικά, τα δύο αδέλφια πέθαναν αφήνοντας πίσω τους άτεκνες χήρες. Όταν η Ναομί έμαθε ότι η εύνοια του Ιεχωβά είχε γίνει και πάλι έκδηλη στον Ισραήλ, ξεκίνησε να επιστρέψει στον Ιούδα συνοδευόμενη από τις δύο νύφες της.—Ρθ 1:1-7· 4:9, 10.
Η Όσια Αγάπη Της. Αν και η Ορφά με προτροπή της Ναομί επέστρεψε τελικά στο λαό της, η Ρουθ έμεινε προσκολλημένη στην πεθερά της. Λόγω της βαθιάς αγάπης της για τη Ναομί και της ειλικρινούς επιθυμίας της να υπηρετεί τον Ιεχωβά μαζί με το λαό του, η Ρουθ μπόρεσε να αφήσει τους γονείς της και την πατρίδα της έχοντας ελάχιστες προοπτικές να βρει την ασφάλεια που μπορεί να προσφέρει ένας γάμος. (Ρθ 1:8-17· 2:11) Η αγάπη της για την πεθερά της ήταν τόση ώστε αργότερα οι άλλοι μπορούσαν να λένε ότι ήταν για τη Ναομί καλύτερη από εφτά γιους.—Ρθ 4:15.
Αφού έφτασαν στη Βηθλεέμ την εποχή που άρχιζε ο θερισμός του κριθαριού, η Ρουθ βγήκε στους αγρούς για να εξασφαλίσει τροφή για τη Ναομί και για τον εαυτό της. Τυχαία βρέθηκε στον αγρό του Βοόζ, ενός συγγενή του Ελιμέλεχ, και ζήτησε από τον επιστάτη των θεριστών την άδεια να σταχυολογήσει. Η επιμέλεια με την οποία σταχυολογούσε θα πρέπει να ήταν αξιοσημείωτη, πράγμα που φαίνεται από το γεγονός ότι ο επιστάτης μίλησε για την εργασία της στον Βοόζ.—Ρθ 1:22–2:7.
Όταν ο Βοόζ τής έδειξε καλοσύνη, η Ρουθ ανταποκρίθηκε με εκτίμηση και αναγνώρισε ταπεινά ότι ήταν κατώτερη από τις υπηρέτριές του. Την ώρα του φαγητού τής πρόσφερε άφθονα ψημένα σιτηρά, τόσα ώστε εκείνη άφησε μερικά και για τη Ναομί. (Ρθ 2:8-14, 18) Αν και ο Βοόζ φρόντισε να τη διευκολύνει στη σταχυολόγηση, η Ρουθ δεν έφυγε νωρίς αλλά συνέχισε να σταχυολογεί ως το βράδυ, «και μετά κοπάνισε αυτό που είχε σταχυολογήσει, και βγήκε περίπου ένα εφά [22 λίτρα] κριθάρι». Εφόσον ο Βοόζ τής ζήτησε να συνεχίσει να σταχυολογεί στον αγρό του, η Ρουθ συνέχισε μέχρι που τελείωσε ο θερισμός του κριθαριού και του σιταριού.—Ρθ 2:15-23.
Ζητάει από τον Βοόζ να Ενεργήσει ως Εξαγοραστής. Η Ναομί, επιθυμώντας να βρει «τόπο ανάπαυσης», δηλαδή ένα σπιτικό, για τη νύφη της, συμβούλεψε τη Ρουθ να ζητήσει από τον Βοόζ να την εξαγοράσει. Ακολουθώντας τη συμβουλή της, η Ρουθ κατέβηκε στο αλώνι του Βοόζ. Όταν ο Βοόζ πλάγιασε, η Ρουθ πλησίασε ήσυχα, του ξεσκέπασε τα πόδια και πλάγιασε και αυτή. Τα μεσάνυχτα, αυτός ξύπνησε τρέμοντας και έσκυψε προς τα εμπρός. Μέσα στο σκοτάδι δεν την αναγνώρισε και ρώτησε: «Ποια είσαι εσύ;» Εκείνη είπε: «Είμαι η Ρουθ η δούλη σου, και πρέπει να απλώσεις το κάτω μέρος της φορεσιάς σου πάνω στη δούλη σου, γιατί εσύ είσαι εξαγοραστής».—Ρθ 3:1-9.
Οι ενέργειες που έκανε η Ρουθ σύμφωνα με τις οδηγίες της Ναομί θα πρέπει να εναρμονίζονταν με τη διαδικασία που υπαγόρευαν τα έθιμα για τις γυναίκες που διεκδικούσαν το δικαίωμα ανδραδελφικού γάμου. Στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών (Commentary on the Holy Scriptures) του Λάνγκε, ο Πάουλους Κάσελ κάνει την εξής παρατήρηση σε σχέση με το εδάφιο Ρουθ 3:9: «Αναμφίβολα, αυτή η συμβολική μέθοδος διεκδίκησης του λεπτότερου όλων των δικαιωμάτων προϋποθέτει συμπεριφορά διαπνεόμενη από πατριαρχική απλότητα και αρετή. Η σιγουριά της γυναίκας βασίζεται στην τιμιότητα του άντρα. Ωστόσο, αυτή η μέθοδος δεν ήταν εύκολη στην εφαρμογή της. Διότι αν έστω και το παραμικρό ήταν γνωστό εκ των προτέρων ή είχε ήδη διαδοθεί, το πέπλο της σιωπής και της μυστικότητας θα αφαιρούνταν από την ευπρέπεια της διεκδικήτριας. Αφ’ ης στιγμής, όμως, η μέθοδος έμπαινε σε εφαρμογή, το εκπεφρασμένο αίτημα δεν ήταν δυνατόν να απορριφθεί χωρίς όνειδος είτε για τη γυναίκα είτε για τον άντρα. Μπορούμε, λοιπόν, να είμαστε σίγουροι ότι η Ναομί δεν έστειλε τη νύφη της σε αυτή την αποστολή χωρίς να είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι θα πετύχαινε. Διότι αναμφισβήτητα, εκτός όλων των άλλων δυσκολιών, η υπόθεση παρουσίαζε και μία ακόμη: ο Βοόζ, όπως λέει και η ίδια η Ρουθ, ήταν όντως γκοέλ [εξαγοραστής], αλλά δεν ήταν ο γκοέλ. Από την απάντηση του Βοόζ διαφαίνεται επίσης ότι αυτή η αξίωση δεν του ήταν τελείως απρόσμενη. Όχι ότι είχε προηγηθεί συνεννόηση με τη Ναομί, και γι’ αυτό ήταν μόνος στο αλώνι, διότι το γεγονός ότι πετάχτηκε από τον ύπνο του δείχνει πως αυτή η νυχτερινή επίσκεψη ήταν εντελώς αναπάντεχη. Η σκέψη, όμως, ότι η Ρουθ ίσως κάποια στιγμή να διεκδικούσε από τον ίδιο τα δικαιώματα που της παρείχε η εξ αίματος συγγένεια ενδεχομένως να μην του ήταν πρωτόγνωρη. Ωστόσο, ακόμη και αυτή η εικασία, σχετικά με το τι ήταν πιθανό ή αναμενόμενο να συμβεί, δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να απαλλαχτεί η Ρουθ από την ανάγκη να εκδηλώσει η ίδια την ελεύθερη βούλησή της μέσω αυτής της συμβολικής διαδικασίας».—Μετάφραση (στην αγγλική) και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976, σ. 42.
Το ότι ο Βοόζ θεώρησε τις ενέργειες της Ρουθ απολύτως ενάρετες είναι φανερό από την αντίδρασή του: «Ευλογημένη να είσαι από τον Ιεχωβά, κόρη μου. Εξέφρασες καλύτερα τη στοργική σου καλοσύνη στην τελευταία περίπτωση παρά στην πρώτη περίπτωση, μη πηγαίνοντας πίσω από τους νεαρούς, είτε ασήμαντους είτε πλούσιους». Η Ρουθ με ανιδιοτέλεια διάλεξε τον Βοόζ, έναν άντρα πολύ μεγαλύτερό της, επειδή αυτός ήταν εξαγοραστής, προκειμένου να εγείρει όνομα για το νεκρό σύζυγό της και για την πεθερά της. Δεδομένου ότι μια νεαρή γυναίκα σαν τη Ρουθ φυσιολογικά θα προτιμούσε έναν νεότερο άντρα, ο Βοόζ είδε αυτή την ενέργειά της ως έκφραση της στοργικής της καλοσύνης, καλύτερη ακόμη και από την επιλογή της να μείνει προσκολλημένη στην ηλικιωμένη πεθερά της.—Ρθ 3:10.
Ασφαλώς η φωνή της Ρουθ θα πρέπει να πρόδιδε κάποια ανησυχία, γι’ αυτό και ο Βοόζ, θέλοντας να την καθησυχάσει, είπε: «Και τώρα, κόρη μου, μη φοβάσαι. Όλα όσα λες θα τα κάνω για εσένα, γιατί ο καθένας στην πύλη του λαού μου ξέρει ότι εσύ είσαι έξοχη γυναίκα». Η ώρα ήταν προχωρημένη και έτσι ο Βοόζ συμβούλεψε τη Ρουθ να πλαγιάσει. Ωστόσο, σηκώθηκαν και οι δύο ενώ ήταν ακόμη σκοτάδι, προφανώς για να μη δώσουν λαβή για σχόλια σε βάρος τους. Ο Βοόζ έδωσε επίσης στη Ρουθ έξι μέτρα κριθάρι. Αυτό μπορεί να υποδήλωνε ότι, όπως έπειτα από έξι εργάσιμες ημέρες ερχόταν μια ημέρα ανάπαυσης, έτσι και η ημέρα ανάπαυσης της Ρουθ ήταν κοντά, επειδή εκείνος θα της εξασφάλιζε «τόπο ανάπαυσης».—Ρθ 3:1, 11-15, 17, 18.
Όταν έφτασε η Ρουθ, η Ναομί, η οποία ίσως δεν κατάλαβε ποια ήταν αυτή που ζητούσε μέσα στο σκοτάδι να μπει στο σπίτι, ρώτησε: «Ποια είσαι εσύ, κόρη μου;» Αυτή η ερώτηση θα μπορούσε επίσης να αναφέρεται στην πιθανή νέα ταυτότητα της Ρουθ σε σχέση με τον εξαγοραστή της.—Ρθ 3:16.
Έπειτα, όταν ο πλησιέστερος συγγενής αρνήθηκε να προβεί σε ανδραδελφικό γάμο, ο Βοόζ προσφέρθηκε πρόθυμα. Έτσι λοιπόν, η Ρουθ έγινε μητέρα του Ωβήδ, γιου του Βοόζ, και πρόγονος του Βασιλιά Δαβίδ καθώς και του Ιησού Χριστού.—Ρθ 4:1-21· Ματ 1:5, 16.
-
-
Ρουθ (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΘ (ΒΙΒΛΙΟ)
Αυτό το βιβλίο της Αγίας Γραφής πήρε το όνομά του από έναν κεντρικό χαρακτήρα του, τη Ρουθ τη Μωαβίτισσα. Η αφήγηση δείχνει πώς η Ρουθ έγινε πρόγονος του Δαβίδ συνάπτοντας ανδραδελφικό γάμο με τον Βοόζ στη θέση της πεθεράς της, της Ναομί. Η εκτίμηση, η οσιότητα και η εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά που επέδειξαν ο Βοόζ, η Ναομί και η Ρουθ διαπνέουν όλη την ιστορία.—Ρθ 1:8, 9, 16, 17· 2:4, 10-13, 19, 20· 3:9-13· 4:10.
Με εξαίρεση το γενεαλογικό κατάλογο (Ρθ 4:18-22), τα γεγονότα που εξιστορούνται στο βιβλίο της Ρουθ καλύπτουν περίοδο περίπου 11 ετών κατά την εποχή των Κριτών, αν και δεν αναφέρεται πότε ακριβώς στη διάρκεια αυτής της περιόδου συνέβησαν.—Ρθ 1:1, 4, 22· 2:23· 4:13.
Η Ιουδαϊκή παράδοση αποδίδει τη συγγραφή του βιβλίου στον Σαμουήλ, και αυτό δεν διαφωνεί με τις εσωτερικές αποδείξεις. Το γεγονός ότι η αφήγηση ολοκληρώνεται με τη γενεαλογία του Δαβίδ υποδηλώνει ότι ο συγγραφέας γνώριζε το σκοπό του Θεού σε σχέση με τον Δαβίδ. Αυτό θα ταίριαζε στον Σαμουήλ, διότι ο Δαβίδ χρίστηκε βασιλιάς από εκείνον. Επομένως, θα ήταν κατάλληλο να καταγράψει ο Σαμουήλ και ένα υπόμνημα για τους προγόνους του Δαβίδ.—1Σα 16:1, 13.
Αυθεντικότητα και Αξία. Η ιστορικότητα του βιβλίου της Ρουθ επιβεβαιώνεται από τη γενεαλογία του Ιησού Χριστού σύμφωνα με τον Ματθαίο, η οποία περιλαμβάνει τον Βοόζ, τη Ρουθ και τον Ωβήδ στη γραμμή της καταγωγής του Ιησού. (Ματ 1:5· παράβαλε Ρθ 4:18-22· 1Χρ 2:5, 9-15.) Επιπλέον, θα ήταν αδιανόητο να επινοήσει Εβραίος συγγραφέας σκόπιμα μια αλλοεθνή πρόγονο για τον Δαβίδ, τον πρώτο βασιλιά στη βασιλική γραμμή του Ιούδα.
Το ιστορικό υπόμνημα παρέχει επεξηγηματικές πληροφορίες που φωτίζουν και διασαφηνίζουν άλλα τμήματα της Γραφής. Η εφαρμογή των νόμων που αφορούσαν τη σταχυολόγηση (Λευ 19:9, 10· Δευ 24:19-22· Ρθ 2:1, 3, 7, 15-17, 23) και τον ανδραδελφικό γάμο (Δευ 25:5-10· Ρθ 3:7-13· 4:1-13) παρουσιάζεται με γλαφυρό τρόπο. Υπάρχουν αποδείξεις της καθοδηγίας του Ιεχωβά όσον αφορά τη διατήρηση της γενεαλογικής γραμμής που θα οδηγούσε στον Μεσσία, καθώς και την επιλογή των ατόμων που θα ανήκαν σε αυτήν. Οι Ισραηλίτισσες που ήταν παντρεμένες με άντρες από τη φυλή του Ιούδα είχαν την πιθανότητα να συμβάλουν στην επίγεια γενεαλογική γραμμή του Μεσσία. (Γε 49:10) Το γεγονός ότι η Ρουθ—μια Μωαβίτισσα—ευνοήθηκε τόσο πολύ καταδεικνύει την αρχή που διατύπωσε ο απόστολος Παύλος: «Εξαρτάται, όχι από εκείνον που θέλει ούτε από εκείνον που τρέχει, αλλά από τον Θεό, ο οποίος ελεεί». (Ρω 9:16) Η Ρουθ είχε επιλέξει τον Ιεχωβά ως Θεό της και τον Ισραήλ ως λαό της, και ο Ιεχωβά με το μεγάλο έλεός του της χορήγησε “τέλειο μισθό” επιτρέποντάς της να γίνει συνδετικός κρίκος στην πιο σπουδαία γενεαλογική γραμμή.—Ρθ 2:12· 4:13-17.
[Πλαίσιο στη σελίδα 843]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΡΟΥΘ
Αφήγηση που δείχνει πώς η θεοφοβούμενη Μωαβίτισσα Ρουθ ευλογήθηκε από τον Ιεχωβά με το να γίνει μέρος της άρρηκτης Μεσσιανικής γραμμής που οδήγησε στον Βασιλιά Δαβίδ
Η ιστορία τοποθετείται στην εποχή των Κριτών, ενώ η συγγραφή πιθανόν να ολοκληρώθηκε γύρω στο 1090 Π.Κ.Χ.
Η Ρουθ αποφασίζει να μείνει με τη Ναομί και τον Θεό της, τον Ιεχωβά (1:1-22)
Άτεκνες και χήρες, η Ρουθ και η Ορφά ακολουθούν την πεθερά τους τη Ναομί, τη χήρα του Ελιμέλεχ, καθώς αυτή αναχωρεί από τον Μωάβ για να επιστρέψει στον Ιούδα
Η Ορφά, αποθαρρυμένη από τα λόγια της Ναομί σχετικά με τις αμυδρές προοπτικές για νέο γάμο, γυρίζει πίσω
Η Ρουθ δεν πτοείται· δηλώνει ότι ο λαός της Ναομί θα είναι λαός της και ο Θεός της Ναομί, Θεός της
Τελικά, η Ρουθ και η Ναομί φτάνουν στη Βηθλεέμ
Η Ρουθ σταχυολογεί στον αγρό του Βοόζ (2:1–3:18)
Τυχαία, η Ρουθ αρχίζει να σταχυολογεί στον αγρό του Βοόζ, συγγενή του Ελιμέλεχ, και του δημιουργεί καλή εντύπωση
Η Ρουθ συνεχίζει να σταχυολογεί στον αγρό του Βοόζ ώσπου τελειώνει ο θερισμός του κριθαριού και ο θερισμός του σιταριού
Κατόπιν, ακολουθώντας τις οδηγίες της Ναομί, η Ρουθ ζητάει από τον Βοόζ να ενεργήσει ως εξαγοραστής· ο Βοόζ είναι πρόθυμος, αλλά κάποιος άλλος είναι πιο στενός συγγενής της Ναομί
Ο Βοόζ, ως εξαγοραστής, παντρεύεται τη Ρουθ (4:1-22)
Ενώπιον δέκα πρεσβυτέρων της Βηθλεέμ, ο Βοόζ προσφέρει στο στενότερο συγγενή την ευκαιρία να εξαγοράσει τον αγρό του Ελιμέλεχ και να εγείρει απογόνους για τον νεκρό συνάπτοντας ανδραδελφικό γάμο με τη Ρουθ
Όταν ο συγγενής αρνείται, ο Βοόζ ενεργεί ως εξαγοραστής
Η ένωση του Βοόζ και της Ρουθ ευλογείται με τη γέννηση ενός γιου, του Ωβήδ, που γίνεται ο παππούς του Βασιλιά Δαβίδ
-
-
ΡουθούνιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΘΟΥΝΙΑ
Βλέπε ΜΥΤΗ, ΡΟΥΘΟΥΝΙΑ.
-
-
ΡουμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΜΑ
(Ρουμά) [Ύψωμα· Εξυψωμένος Τόπος].
Ιδιαίτερη πατρίδα της Ζεβουδά (και του πατέρα της του Φεδαΐα), συζύγου του Βασιλιά Ιωσία του Ιούδα και μητέρας του Ιωακείμ. (2Βα 23:34, 36) Η θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ ερ-Ρούμε, το οποίο έχει παρόμοιο όνομα. Σήμερα ονομάζεται Χορβάτ Ρουμά και βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Β της Ναζαρέτ. Ωστόσο, μερικοί συνδέουν τη Ρουμά με τη Βιβλική κωμόπολη Αρουμά, η οποία μνημονεύεται στο εδάφιο Κριτές 9:41 και πιστεύεται ότι βρισκόταν κοντά στη Συχέμ.—Βλέπε ΑΡΟΥΜΑ.
-
-
ΡουμπίνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΜΠΙΝΙ
Πολύτιμο, διαφανές πετράδι με έντονο κόκκινο χρώμα, ποικιλία του κορουνδίου. Αποτελείται από οξείδιο του αργιλίου με μικροσκοπικά ίχνη χρωμίου και οξειδίου του σιδήρου τα οποία του προσδίδουν το κόκκινο χρώμα. Είναι πολύ σπάνιο, ελαφρώς κατώτερο από το διαμάντι σε σκληρότητα, όταν δε η ποιότητά του είναι εξαιρετική και έχει μεγάλο μέγεθος, μπορεί να ξεπερνάει σε αξία ένα ισομέγεθες διαμάντι. Τα χρώματά του κυμαίνονται από το ρόδινο ως το περιζήτητο κερασέρυθρο. Η λέξη «ρουμπίνι», όπως χρησιμοποιείται στη Μετάφραση Νέου Κόσμου, αποτελεί απόδοση δύο εβραϊκών λέξεων (’όδεμ· καδκόδ) που υποδηλώνουν προφανώς και οι δύο ένα λαμπερό κόκκινο ή κατακόκκινο χρώμα.
Η πρώτη πέτρα στην πρώτη σειρά διακοσμητικών λίθων στο «περιστήθιο της κρίσης» του Αρχιερέα Ααρών ήταν ένα ρουμπίνι που είχε σκαλισμένο πάνω του το όνομα μιας από τις 12 φυλές του Ισραήλ. (Εξ 28:2, 15, 17, 21· 39:10) Το «περικάλυμμα» του βασιλιά της Τύρου αποτελούνταν από ρουμπίνι και άλλες πολύτιμες πέτρες. (Ιεζ 28:12, 13) Ο Εδώμ ήταν ο «έμπορος» που έφερνε στην Τύρο πολύτιμα ρουμπίνια. Η εμπορευόμενη Τύρος αντάλλασσε πρόθυμα τα αποθέματά της με αυτά και με άλλα αγαθά. (Ιεζ 27:2, 16) Όταν ο Ιεχωβά, ο συζυγικός Ιδιοκτήτης της Σιών, την παρηγόρησε και περιέγραψε την ανατέλλουσα ωραιότητά της, είπε μεταξύ άλλων: «Θα φτιάξω τις επάλξεις σου από ρουμπίνια και τις πύλες σου από πυρόχρωμες πέτρες».—Ησ 54:5, 6, 11, 12.
-
-
ΡούφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΦΟΣ
(Ρούφος) [Κόκκινος].
1. Γιος του Σίμωνα—ο οποίος εξαναγκάστηκε να βοηθήσει στη μεταφορά του ξύλου βασανισμού του Ιησού—και αδελφός κάποιου που ονομαζόταν Αλέξανδρος.—Μαρ 15:21· Λου 23:26.
2. Κάποιος Χριστιανός στη Ρώμη, “εκλεγμένος σε σχέση με τον Κύριο”, στον οποίο στέλνει χαιρετισμούς ο Παύλος στην επιστολή του. Στοργικά ο Παύλος στέλνει χαιρετισμούς και στη μητέρα του Ρούφου αποκαλώντας την “μητέρα δική του και δική μου”.—Ρω 16:13.
-
-
ΡούχαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΟΥΧΑ
Πέρα από τις αναφορές, και κάποιες λίγες περιγραφές, που βρίσκουμε στην Αγία Γραφή για διάφορα είδη ρουχισμού, υπάρχουν ελάχιστες ιστορικές πληροφορίες σχετικά με τα ρούχα που φορούσαν οι Εβραίοι—πολύ λιγότερες από όσες υπάρχουν για τα ρούχα των Αιγυπτίων και των Ασσυρίων. Αυτό συμβαίνει επειδή το έθνος του Ισραήλ δεν ανήγειρε μνημεία ούτε έφτιαχνε εγχάρακτα σχέδια για να εξυμνήσει τους στρατιωτικούς θριάμβους των ηγετών του, με απεικονίσεις Ισραηλιτών από τις οποίες θα μπορούσαμε να πάρουμε μια ιδέα για την ενδυμασία τους. Πολυάριθμα αιγυπτιακά και ασσυριακά πρόστυπα ανάγλυφα, όπως επίσης ανάγλυφα άλλων εθνών, απεικονίζουν τα ρούχα των δικών τους λαών, ενώ αρκετά από αυτά δείχνουν και αιχμαλώτους διαφόρων εθνικοτήτων. Πιστεύεται ότι μερικοί από τους εικονιζόμενους είναι Εβραίοι, αλλά αυτό δεν μπορεί να αποδειχτεί. Ωστόσο, φαίνεται λογικό ότι κάποια από τα ρούχα που φορούν σήμερα οι άνθρωποι στις Βιβλικές χώρες ίσως μοιάζουν κάπως με αυτά που φορούσαν πριν από αιώνες, εφόσον τα ρούχα αυτά εξυπηρετούν τους ίδιους σκοπούς και εφόσον κάποια έθιμα έχουν μείνει αναλλοίωτα εδώ και αιώνες. Από την άλλη πλευρά, τα αρχαιολογικά στοιχεία φαίνεται να δείχνουν ότι οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν στα ρούχα τους περισσότερο χρώμα από ό,τι οι σημερινοί Άραβες Βεδουίνοι. Επιπρόσθετα, τα ρούχα που φορούν οι σημερινοί Εβραίοι και άλλοι σε αυτές τις χώρες έχουν συνήθως επηρεαστεί έντονα από τη θρησκεία και από ελληνικά, ρωμαϊκά και δυτικά ήθη και έθιμα, οπότε στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να έχουμε μόνο μια γενική ιδέα μέσω σύγκρισης.
Υλικά. Το παλιότερο υλικό ένδυσης ήταν το φύλλο συκιάς, εφόσον ο Αδάμ και η Εύα έραψαν φύλλα συκιάς και έφτιαξαν καλύμματα για την οσφύ τους. (Γε 3:7) Αργότερα, ο Ιεχωβά τούς έφτιαξε μακριά ενδύματα από δέρμα. (Γε 3:21) Ο Ηλίας και ο Ελισαιέ χρησιμοποίησαν ένα «τρίχινο ένδυμα» ως «επίσημο ένδυμα» της προφητικής διακονίας τους. Ο Ηλίας φορούσε επίσης δερμάτινη ζώνη. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής είχε παρόμοια ενδυμασία. (2Βα 1:8· 2:13· Εβρ 11:37· Ματ 3:4) Το σάκο, που ήταν συνήθως τρίχινος (Απ 6:12), τον φορούσαν οι πενθούντες. (Εσθ 4:1· Ψλ 69:10, 11· Απ 11:3) Τα υφάσματα ήταν κυρίως λινά και μάλλινα. (Λευ 13:47-59· Παρ 31:13) Οι φτωχοί χρησιμοποιούσαν υποδεέστερα υφάσματα φτιαγμένα από τρίχες κατσικιού και καμήλας, αν και χρησιμοποιούσαν επίσης μαλλί προβάτου. Το λινάρι ήταν πιο ακριβό υλικό. Ίσως να χρησιμοποιούνταν και βαμβάκι. Μόνο σε ένα σημείο στην Αγία Γραφή είναι βέβαιο ότι αναφέρεται το μετάξι, και μάλιστα συγκαταλέγεται στα είδη που εμπορεύεται η Βαβυλώνα η Μεγάλη. (Απ 18:12) Υπήρχαν ενδύματα σε διάφορα χρώματα, πολύχρωμα και ριγωτά, και μερικά ήταν κεντητά. (Κρ 5:30) Η ύφανση γινόταν ποικιλοτρόπως. Ο λευκός λινός χιτώνας του αρχιερέα ήταν υφασμένος «με τετράγωνα σχέδια». (Εξ 28:39) Οι Ισραηλίτες που δεν ήταν ιερείς μπορούσαν να φορούν ένα ένδυμα από λινό και ένα άλλο από μαλλί, αλλά ο νόμος του Θεού τούς απαγόρευε να φορούν ένδυμα από δύο λογιών κλωστές που είχαν αναμειχθεί.—Λευ 19:19· Δευ 22:11· βλέπε ΒΑΦΕΣ, ΒΑΦΙΚΗ· ΥΦΑΣΜΑ.
Ενδύματα. Ο γενικός όρος που χρησιμοποιείται συχνότερα στις Εβραϊκές Γραφές για να υποδηλώσει κάποιο ένδυμα είναι η λέξη μπέγεδ. Χρησιμοποιούνται και άλλοι όροι, μερικές φορές με γενική σημασία, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις προσδιορίζουν επίσης συγκεκριμένα είδη ρουχισμού.
Εσωτερικά ενδύματα. Φαίνεται πως υπήρχε ένα ένδυμα σαν εσώρουχο, ή περισκελίδα, που το φορούσαν κατάσαρκα, επειδή το να μένει κανείς ολόγυμνος θεωρούνταν κάτι το επαίσχυντο. Οι ιερείς απαιτούνταν να φορούν λινές περισκελίδες (εβρ., μιχνασάγιμ) για να αποφύγουν την άσεμνη έκθεση του σώματός τους όταν υπηρετούσαν στο θυσιαστήριο. Οι ειδωλολάτρες ιερείς υπηρετούσαν μερικές φορές γυμνοί, πράγμα που ήταν αηδιαστικό για τον Ιεχωβά.—Εξ 28:42, 43.
Το σαδίν (εβρ.) ήταν ένα εσωτερικό ένδυμα που φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες. (Ησ 3:23) Μερικοί πιστεύουν ότι ένα είδος αυτού του εσωτερικού ενδύματος το τύλιγαν γύρω από το σώμα τους. Μπορεί να το φορούσαν χωρίς εξωτερικά ενδύματα οι εργάτες στα χωράφια ή οι ψαράδες, οι ξυλουργοί, οι πελεκητές ξύλου, οι νεροκουβαλητές, και ούτω καθεξής. Όταν φοριόταν κάτω από άλλα ενδύματα, φαίνεται ότι ήταν σαν πουκαμίσα που έφτανε ως τα γόνατα ή πιο κάτω, είχε μανίκια και φοριόταν με ή χωρίς περίζωμα. Το έφτιαχναν από μαλλί ή λινάρι.
Η λέξη κουττόνεθ του εβραϊκού κειμένου φαίνεται ότι αντιστοιχεί στη λέξη χιτών του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Και οι δύο λέξεις χρησιμοποιούνται ευρύτατα αναφερόμενες σε χιτώνα ή πουκαμίσα που είχε μακριά ή κοντά μανίκια και έφτανε ως το γόνατο ή ως τον αστράγαλο. Ήταν ένδυμα κατάλληλο για τις δραστηριότητες της οικογένειας μέσα στο σπίτι και για οικείους εξωτερικούς χώρους. Σε μερικούς τύπους του κουττόνεθ, ή του χιτῶνος, το ύφασμα μπορεί να ριχνόταν πάνω από τον έναν ώμο, αφήνοντας τον άλλον γυμνό, και ήταν λευκό ή χρωματιστό. Ο μακρύς τύπος του ενδύματος μπορεί να είχε σκισίματα στα πλάγια μέχρι και περίπου 30 εκ. πάνω από τον ποδόγυρο για άνετο βάδισμα. Μερικοί χιτώνες ήταν λινοί, αλλά πιθανότατα οι περισσότεροι ήταν μάλλινοι, ιδίως οι χιτώνες που φορούσαν οι φτωχοί. Και αυτό το ένδυμα επίσης το φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ενώ ο γυναικείος χιτώνας πιθανόν να ήταν μακρύτερος.
Η λέξη κουττόνεθ χρησιμοποιείται για το χιτώνα του αρχιερέα και των υφιερέων. (Εξ 28:39, 40) Αυτή είναι η λέξη που χρησιμοποιείται και για το μακρύ ριγωτό χιτώνα του Ιωσήφ (Γε 37:3), καθώς και για το ριγωτό χιτώνα της Θάμαρ, τον οποίο εκείνη έσκισε νιώθοντας θλίψη και ταπείνωση. (2Σα 13:18) Το εσωτερικό ένδυμα (χιτών) του Ιησού, για το οποίο οι στρατιώτες έριξαν κλήρο, ήταν μονοκόμματο υφαντό ένδυμα χωρίς καμιά ραφή. (Ιωα 19:23, 24) Το κουττόνεθ, ή ο χιτών, μπορούσε να φορεθεί με περίζωμα, όπως το φορούσαν οι ιερείς, ή χωρίς περίζωμα, αλλά το πιθανότερο είναι ότι ως επί το πλείστον χρησιμοποιούνταν περίζωμα. Προφανώς φορούσαν διάφορους τύπους του ενδύματος αυτού, ανάλογα με τις δραστηριότητές τους. Κάποιος που εργαζόταν ή επιδιδόταν σε χειρωνακτική δραστηριότητα θα φορούσε λογικά πιο κοντό τύπο του ενδύματος, για μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων. Το παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Ιούδας στο εδάφιο 23 είναι κατάλληλο, διότι ο χιτών φοριόταν κατάσαρκα.
Εξωτερικά ενδύματα. Το με‛ίλ, ένα αμάνικο πανωφόρι που συνήθως ήταν ανοιχτό μπροστά, φοριόταν πάνω από το κουττόνεθ, δηλαδή τον λευκό λινό χιτώνα του αρχιερέα. (Λευ 8:7) Το με‛ίλ, όμως, δεν φοριόταν αποκλειστικά από τους ιερείς, αλλά ήταν διαδεδομένο είδος ρουχισμού. Ο Σαμουήλ, ο Σαούλ, ο Δαβίδ, καθώς επίσης ο Ιώβ και οι τρεις φίλοι του είναι μερικά άτομα για τα οποία αναφέρεται ότι φορούσαν αμάνικο πανωφόρι. (1Σα 2:19· 15:27· 18:4· 24:4· 1Χρ 15:27· Ιωβ 1:20· 2:12) Στην κάθε περίπτωση γίνεται σαφές ότι πρόκειται για εξωτερικό ή δευτερεύον ένδυμα που το φορούσαν πάνω από κάποιο άλλο. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αποδίδει μερικές φορές τη λέξη με‛ίλ με τις λέξεις στολή και ἱμάτιον, που υποδηλώνουν και οι δύο κάποιο εξωτερικό ένδυμα. Αυτό το ρούχο ήταν συνήθως μακρύτερο από το κουττόνεθ. Το σαλμάχ (εβρ.) μπορεί να ήταν και αυτό ένα είδος εξωτερικού ενδύματος.
Η στολή, όπως αναφέρεται στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, ήταν ένα επιβλητικό ρούχο που έφτανε μέχρι κάτω στα πόδια. Ο Ιησούς επέκρινε τους γραμματείς επειδή τους άρεσε να κυκλοφορούν με τέτοιες στολές σε δημόσιους χώρους για να τραβούν την προσοχή και να εντυπωσιάζουν τους ανθρώπους με τη σπουδαιότητά τους. (Λου 20:46) Ο άγγελος στο μνήμα του Ιησού φορούσε αυτό το είδος ενδύματος. (Μαρ 16:5) Με τέτοια στολή, «την καλύτερη», έντυσαν τον άσωτο γιο όταν επέστρεψε. (Λου 15:22) Οι δε υπηρέτες του Θεού στο όραμα του Ιωάννη, οι οποίοι έχουν υποστεί μαρτυρικό θάνατο, είναι ντυμένοι με «στολή» (Απ 6:11), όπως είναι και τα μέλη του “μεγάλου πλήθους”.—Απ 7:9, 13, 14.
Η λέξη ἐσθής του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφερόταν συνήθως σε ένα ρούχο ή ένδυμα που ήταν πολυποίκιλτο, λαμπρό. Κάποιοι άγγελοι εμφανίστηκαν με τέτοια ενδυμασία. (Λου 24:4· βλέπε επίσης Ιακ 2:2, 3.) Ο Ηρώδης έντυσε τον Ιησού με τέτοιο ρούχο για να τον εμπαίξει. (Λου 23:11) Αφού ο Ιησούς μαστιγώθηκε κατ’ εντολήν του Πιλάτου, οι στρατιώτες τον έντυσαν με κατακόκκινο μανδύα (χλαμύς, Κείμενο) (Ματ 27:28, 31), ή ἱμάτιον. (Ιωα 19:2, 5) Προφανώς επρόκειτο για μανδύα ή ρούχο που φορούσαν οι βασιλιάδες, οι δικαστές, οι αξιωματικοί, και ούτω καθεξής.
Το σιμλάχ (εβρ.), ο «μανδύας», ήταν το πιο εξωτερικό ένδυμα που φορούσε η πλειονότητα. Ήταν επίσης το μεγαλύτερο και το βαρύτερο, φτιαγμένο από μαλλί, λινάρι ή τρίχες κατσικιού, ενίοτε δε ίσως και από δέρμα προβάτου ή κατσικιού. Ο μανδύας ήταν συνήθως το ένδυμα που έσκιζαν για να εκδηλώσουν θλίψη. (Γε 37:34· 44:13· Ιη 7:6) Φαίνεται πως επρόκειτο για ένα μεγάλο ορθογώνιο κομμάτι ύφασμα, που το τοποθετούσαν ως επί το πλείστον πάνω στον αριστερό ώμο, το περνούσαν πίσω από την πλάτη και κάτω από το δεξί χέρι, το τραβούσαν διαγωνίως πάνω από το στήθος και το έριχναν ξανά στην πλάτη πάνω από τον αριστερό ώμο, αφήνοντας το δεξί χέρι ελεύθερο. Όταν ο καιρός ήταν άσχημος, το τύλιγαν πιο σφιχτά γύρω από το σώμα, πάνω και από τα δύο χέρια, καλύπτοντας ακόμη και το κεφάλι. Μερικές φορές είχε τη μορφή μεγάλου τετράγωνου υφάσματος με σχισμές για τα χέρια. Ο μανδύας, που από κάποιες απόψεις έμοιαζε με το δικό μας σάλι, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως κάλυμμα (Γε 9:23), ως κλινοσκέπασμα (Εξ 22:27· Δευ 22:17) και ως περιτύλιγμα.—Εξ 12:34· Κρ 8:25· 1Σα 21:9.
Το σιμλάχ το φορούσαν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες, ενώ το γυναικείο διέφερε από το αντρικό, ίσως στο μέγεθος, στο χρώμα και στο στολισμό—για παράδειγμα, μπορούσε να είναι κεντημένο. Ο Θεός έδωσε την εντολή να μη φοράει γυναίκα αντρικό ρούχο ούτε άντρας γυναικείο μανδύα. Αυτή η εντολή προφανώς δόθηκε για να αποτραπούν οι σεξουαλικές διαστροφές.—Δευ 22:5.
Ο φτωχός μπορεί να είχε μόνο έναν μανδύα, αλλά οι εύποροι είχαν αρκετές αλλαξιές. (Εξ 22:27· Δευ 10:18· Γε 45:22) Επειδή ο μανδύας ήταν το σκέπασμα του φτωχού τις κρύες νύχτες, απαγορευόταν να πάρουν το ένδυμα μιας χήρας ως ενέχυρο ή να κρατήσουν το ένδυμα ενός φτωχού τη νύχτα, απαγόρευση που αφορούσε κυρίως το μανδύα.—Δευ 24:13, 17.
Η λέξη ἱμάτιον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «εξωτερικό ένδυμα», πιθανότατα αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό με το μανδύα (σιμλάχ) των Εβραϊκών Γραφών. Σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται πως ήταν ένας χαλαρός χιτώνας, αλλά συχνότερα επρόκειτο για ορθογώνιο κομμάτι υφάσματος. Μπορούσαν να το φορέσουν και να το βγάλουν εύκολα. Συνήθως το έβγαζαν όταν είχαν να κάνουν μια δουλειά κάπου κοντά. (Ματ 24:18· Μαρ 10:50· Ιωα 13:4· Πρ 7:58) Ο Ιησούς μίλησε για αυτό το είδος ρουχισμού όταν είπε: «Σε εκείνον που παίρνει το εξωτερικό σου ένδυμα [ἱμάτιον] μην αρνηθείς να δώσεις ακόμη και το εσωτερικό ένδυμα [χιτῶνα]». (Λου 6:29) Ο Ιησούς ίσως αναφέρεται εδώ σε βίαιη ή παράνομη αφαίρεση ενδυμάτων, οπότε είναι φυσικό να αποσπάται πρώτο το εξωτερικό ένδυμα. Στο εδάφιο Ματθαίος 5:40, αντιστρέφει τη σειρά. Εκεί κάνει λόγο για νομικές διαδικασίες, κατά τις οποίες οι δικαστές μπορεί να επιδίκαζαν στον ενάγοντα πρώτα το χιτῶνα, το εσωτερικό ένδυμα, το οποίο είχε μικρότερη αξία.
Οι λέξεις ἱμάτιον και χιτών μπορεί κάποιες φορές να χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά για να δηλώσουν ένα «ένδυμα», όπως φαίνεται από τις αφηγήσεις του Ματθαίου και του Μάρκου για τη δίκη του Ιησού. Ο αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του για να εκφράσει έντονα τη φρίκη και την αγανάκτηση που προσποιούνταν ευσεβοφανώς ότι ένιωθε. Ο Ματθαίος χρησιμοποιεί εδώ τη λέξη ἱμάτιον, ενώ ο Μάρκος χρησιμοποιεί τη λέξη χιτών. (Ματ 26:65· Μαρ 14:63) Ή πιθανόν μέσα στη μανία του να έσκισε πρώτα το ένα ρούχο και μετά το άλλο.
Ο φελόνης που ο Παύλος ζήτησε από τον Τιμόθεο να του φέρει στη φυλακή ήταν πιθανώς ένας μανδύας που φορούσαν οι ταξιδιώτες για να προστατεύονται από το κρύο ή τις θύελλες. Δεν ήταν θρησκευτικό ή εκκλησιαστικό άμφιο.—2Τι 4:13.
Το ’αντέρεθ (εβρ.) ήταν το επίσημο ένδυμα ατόμων όπως οι προφήτες ή οι βασιλιάδες. (2Βα 2:8· Ιων 3:6) Το επίσημο ένδυμα του προφήτη ήταν πιθανότατα φτιαγμένο από τρίχες καμήλας ή κατσικιού. (2Βα 1:8· Ματ 3:4· Μαρ 1:6· παράβαλε Γε 25:25.) Ο Ηλίας διόρισε τον Ελισαιέ διάδοχό του ρίχνοντας πάνω του το επίσημο ένδυμά του, ο δε Ελισαιέ μάζεψε αυτό το ένδυμα όταν ο Ηλίας αναλήφθηκε στους ουρανούς μέσα σε ανεμοθύελλα. (1Βα 19:19· 2Βα 2:13) Το ένδυμα που πήρε ο Αχάν από την “αφιερωμένη” πόλη της Ιεριχώς, παραβιάζοντας την εντολή του Ιεχωβά, ήταν ένα επίσημο ένδυμα από τη Σεναάρ.—Ιη 7:1, 21.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η λέξη ἔνδυμα χρησιμοποιείται αναφορικά με ένδυμα γάμου (Ματ 22:11, 12), με τα ρούχα του αγγέλου στο μνήμα του Ιησού (Ματ 28:3), με την ενδυμασία από τρίχες καμήλας του Ιωάννη του Βαφτιστή και γενικά για είδη ρουχισμού.—Ματ 3:4· 6:25, 28· Λου 12:23.
Καλύμματα για το κεφάλι. Για το «κάλυμμα του κεφαλιού» της γυναίκας, το οποίο αναφέρει ο απόστολος Παύλος ως σύμβολο της υποταγής της στην ηγεσία, το πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιεί τη λέξη περιβόλαιον, κάτι που ρίχνει κάποιος γύρω του, κάτι με το οποίο τυλίγεται. (1Κο 11:15) Αυτό διαφέρει από το «κάλυμμα» (εβρ. κείμενο, μασβέχ· ελλ. κείμενο, κάλυμμα) το οποίο φορούσε ο Μωυσής στο πρόσωπό του όταν εκείνο έλαμπε τόσο ώστε οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να το κοιτάξουν. (Εξ 34:33-35· 2Κο 3:13) Η Ρεβέκκα φόρεσε μια μαντίλα όταν συνάντησε τον Ισαάκ, το μνηστήρα της, για να δηλώσει την υποταγή της. (Γε 24:65) Η εβραϊκή λέξη τσα‛ίφ, η οποία χρησιμοποιείται εδώ, μεταφράζεται «σάλι» (ΜΝΚ) και «πέπλο» (RS, ΛΧ, ΜΠΚ) στα εδάφια Γένεση 38:14, 19.
Περίζωμα, ζώνη ή ζωνάρι. Συνήθως φορούσαν περίζωμα πάνω από τα εσωτερικά ή τα εξωτερικά ενδύματα. Όταν κάποιος ασχολούνταν με χειρωνακτική δραστηριότητα ή εργασία, “έζωνε την οσφύ του” με ζωνάρι, συνήθως μαζεύοντας τις άκρες του ενδύματος ανάμεσα στα πόδια του και περνώντας τες κάτω από το ζωνάρι ώστε να έχει ελευθερία κινήσεων. (1Βα 18:46· 2Βα 4:29· 9:1) Ο αρχιερέας φορούσε υφαντό περίζωμα πάνω από το λινό χιτώνα του, και όταν έβαζε το εφόδ, φορούσε και ένα ζωνάρι από το ίδιο υλικό για να συγκρατεί το μπρος και το πίσω μέρος του όμοιου με ποδιά εφόδ κοντά στη μέση. (Εξ 28:4, 8, 39· 39:29) Η ζώνη ή το ζωνάρι αποτελούσε δημοφιλές στοιχείο του ρουχισμού επειδή πρόσφερε την επιπρόσθετη δυνατότητα να βάζουν εκεί τη θήκη του ξιφίδιου ή του σπαθιού, τα χρήματα, το μελανοδοχείο του γραμματέα, και ούτω καθεξής.—Κρ 3:16· 2Σα 20:8· Ιεζ 9:3.
Εφόσον αυτοί που ασχολούνταν με κάποια μορφή εργασίας, καθώς και οι υπηρέτες ή οι δούλοι, φορούσαν περίζωμα ή ζωνάρι, αυτό κατέληξε να συμβολίζει την υπηρεσία ή κάποιον που διακονεί άλλους. Η φράση του Ιησού «η οσφύς σας να είναι περιζωσμένη» περιγράφει μεταφορικά την ετοιμότητα που πρέπει να έχουν οι υπηρέτες του Θεού για πνευματική δραστηριότητα. (Λου 12:35) Ο Ιησούς έβαλε στην άκρη τα εξωτερικά του ενδύματα και περιζώστηκε με μια πετσέτα. Κατόπιν διακόνησε τους αποστόλους πλένοντας τα πόδια τους, και έτσι τους δίδαξε με το παράδειγμά του να υπηρετούν τους αδελφούς τους. Οι άγγελοι που είδε ο Ιωάννης σε όραμα είχαν χρυσές ζώνες, κάτι που συμβολίζει εξαιρετικά πολύτιμη υπηρεσία.—Ιωα 13:1-16· Απ 15:6.
Τόσο ο Ηλίας όσο και ο Ιωάννης ο Βαφτιστής φορούσαν «ζώνη (εβρ. κείμενο, ’εζώρ· ελλ. κείμενο, ζώνη)» από δέρμα ζωσμένη στην οσφύ τους.—2Βα 1:8· Ματ 3:4.
Κρόσσια και φούντες. Ο Θεός διέταξε τους Ισραηλίτες να φτιάχνουν κρόσσια στο κάτω μέρος των ενδυμάτων τους, με ένα μπλε κορδόνι πάνω από τα κρόσσια. Αυτό φαίνεται πως αποτελούσε αποκλειστικό χαρακτηριστικό της ισραηλιτικής ενδυμασίας και παρείχε οπτική υπενθύμιση του ότι ήταν ξεχωρισμένοι ως λαός άγιος για τον Ιεχωβά. Θα τους βοηθούσε να θυμούνται ότι έπρεπε να υπακούν στις εντολές του Ιεχωβά. (Αρ 15:38-41) Επίσης έπρεπε να βάλουν φούντες στις τέσσερις άκρες των ρούχων τους, κάτι που πιθανώς εννοούσε τις τέσσερις γωνίες του μανδύα. (Δευ 22:12) Το μπλε αμάνικο πανωφόρι του αρχιερέα είχε στην άκρη του εναλλάξ χρυσά κουδούνια και ρόδια από ύφασμα.—Εξ 28:33, 34.
Περόνες. Όπου ένα ρούχο ή περίζωμα χρειαζόταν στερέωμα, οι Εβραίοι ίσως χρησιμοποιούσαν περόνες. Δείγματα που βρέθηκαν στη Μέση Ανατολή είναι αιχμηρά από τη μια μεριά και είχαν τρύπα σαν της βελόνας στη μέση, όπου έδεναν ένα κορδόνι. Για να στερεώσουν το ρούχο, έβαζαν την περόνη μέσα σε αυτό και μετά τύλιγαν το κορδόνι γύρω από τις άκρες της που προεξείχαν. Φαίνεται ότι περίπου το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ. εισάχθηκε στον αρχαίο Ισραήλ μια μορφή περόνης ασφαλείας που έμοιαζε κάπως με τη σημερινή παραμάνα.
Σωστή και Εσφαλμένη Άποψη για το Ντύσιμο. Στο λαό του Ιεχωβά δίνεται η εντολή να μην ανησυχεί υπερβολικά για το αν θα έχει αρκετά ρούχα. (Ματ 6:25-32) Η Χριστιανή γυναίκα προειδοποιείται να μην επιδιώκει εμφάνιση ή ντύσιμο που είναι ακριβό και επιδεικτικό, αλλά απεναντίας να φροντίζει ώστε το ντύσιμό της να είναι σεμνό και συνάμα περιποιημένο, ώστε να δείχνει σωφροσύνη. Θα πρέπει, συνεπώς, να προσέχει το ντύσιμό της αλλά να δίνει το μεγαλύτερο βάρος στην ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος. (1Τι 2:9· 1Πε 3:3-5) Βέβαια ο σοφός Παροιμιαστής, περιγράφοντας την καλή σύζυγο, λέει ότι αυτή φροντίζει να είναι η οικογένειά της καλοντυμένη, καθώς εργάζεται φιλόπονα φτιάχνοντας ρούχα με τα χέρια της.—Παρ 31:13, 21, 24.
Από την άλλη πλευρά, πολλές γυναίκες των Βιβλικών χρόνων χρησιμοποιούσαν την ενδυμασία τους ως μέσο για να πετύχουν τους ιδιοτελείς στόχους τους. Οι γυναίκες των ειδωλολατρικών πόλεων, όταν η πόλη τους κινδύνευε να καταληφθεί από τους εχθρούς, είχαν τη συνήθεια να φορούν τα καλύτερά τους ρούχα ώστε να ελκύσουν στρατιώτες για να τις πάρουν ως συζύγους. Στην περίπτωση, όμως, που ένας Ισραηλίτης στρατιώτης έπαιρνε μια αιχμάλωτη, αυτή έπρεπε να πάψει να χρησιμοποιεί τα δικά της ενδύματα, μερικά από τα οποία ίσως συνδέονταν με την ειδωλολατρική θρησκεία, για να μπορέσει εκείνος να την παντρευτεί.—Δευ 21:10-13.
Όταν ο Ισραήλ είχε πια βυθιστεί σε πολλές ειδωλολατρικές και ανήθικες συνήθειες, ο Ιεχωβά καταδίκασε τις γυναίκες του έθνους που, γεμάτες υπεροψία, ντύνονταν και στολίζονταν για να προσελκύσουν άντρες, ακόμη και αλλοεθνείς, και καλλωπίζονταν με τα κοσμήματα της ψεύτικης θρησκείας.—Ησ 3:16-23· παράβαλε Παρ 7:10.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιεχωβά, περιγράφοντας την Ιερουσαλήμ, λέει μεταφορικά ότι κάποτε την είχε ντύσει με όμορφα ενδύματα. Εκείνη όμως εμπιστεύτηκε στην ομορφιά της και σύναψε σχέσεις με τα ειδωλολατρικά έθνη, καθώς στολιζόταν για να είναι ελκυστική, όπως κάνει μια πόρνη.—Ιεζ 16:10-14· βλέπε επίσης Ιεζ 23:26, 27· Ιερ 4:30, 31.
Η ενδυμασία χρησιμοποιείται συμβολικά σε πολλές περικοπές της Αγίας Γραφής. Ο Ιεχωβά απεικονίζει τον εαυτό του ντυμένο με αξιοπρέπεια, λαμπρότητα, εξοχότητα, φως, δικαιοσύνη, ζήλο και εκδίκηση. (Ψλ 93:1· 104:1, 2· Ησ 59:17) Αναφέρεται ότι ντύνει το λαό του με ενδύματα δικαιοσύνης και σωτηρίας. (Ψλ 132:9· Ησ 61:10) Οι εχθροί του θα ντυθούν ντροπή και ταπείνωση. (Ψλ 35:26) Ο Παύλος δίνει στους Χριστιανούς την εντολή να βγάλουν από πάνω τους την παλιά προσωπικότητα και να ντυθούν τη νέα προσωπικότητα, η οποία έχει χαρακτηριστικά όπως η τρυφερή στοργή της συμπόνιας, η καλοσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η μακροθυμία και, ειδικά, η αγάπη.—Κολ 3:9-14.
Γίνονται πολλές άλλες συμβολικές αναφορές στην ενδυμασία. Όπως ακριβώς μια στολή ή μια ειδική ενδυμασία προσδιορίζει κάποιον ως μέλος συγκεκριμένης οργάνωσης ή ως υποστηρικτή συγκεκριμένου κινήματος, έτσι και η ενδυμασία, όπως χρησιμοποιείται συμβολικά στη Γραφή, υποδηλώνει την ταυτότητα ενός ατόμου με βάση τη στάση που τηρεί και τις ενέργειές του σε αρμονία με αυτήν, όπως στην περίπτωση της παραβολής του Ιησού για το ένδυμα γάμου. (Ματ 22:11, 12· βλέπε ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΕΦΑΛΙΟΥ· ΣΑΝΔΑΛΙ.) Στα εδάφια Αποκάλυψη 16:14, 15, ο Κύριος Ιησούς Χριστός προειδοποιεί να μην αποκοιμηθούμε πνευματικά και απογυμνωθούμε από την ταυτότητά μας ως πιστών μαρτύρων του αληθινού Θεού. Αυτό θα μπορούσε να είναι ολέθριο στα πρόθυρα του “πολέμου της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου”.
Βλέπε επίσης ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΡΟΥΧΩΝ.
[Εικόνα στη σελίδα 845]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο.)
Είδη ρουχισμού των Ισραηλιτών
Σιμλάχ
Με‘ίλ
Κουττόνεθ
-
-
ΡωμαίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΑΙΟΣ
Αρχικά, και με την αυστηρή έννοια του όρου, «Ρωμαίος» ονομαζόταν ο κάτοικος της Ρώμης. (Πρ 2:10· Ρω 1:7) Με την επέκταση της αυτοκρατορίας, το όνομα προσέλαβε ευρύτερες έννοιες. Μερικές φορές ο όρος «οι Ρωμαίοι» αναφερόταν στην αυτοκρατορική εξουσία που ασκούσε τη διακυβέρνηση, ενώ με τον όρο «ρωμαϊκή διαδικασία» εννοούνταν οι μέθοδοι διακυβέρνησης τις οποίες εφάρμοζε αυτή η εξουσία. (Ιωα 11:48· Πρ 25:16· 28:17) Άλλες φορές ο όρος «Ρωμαίος» εννοούσε απλώς οποιονδήποτε είχε ρωμαϊκή υπηκοότητα, ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή τον τόπο γέννησής του.—Πρ 16:21.
Στην τελευταία περίπτωση, κάποιος μπορούσε να γίνει Ρωμαίος αγοράζοντας την υπηκοότητα, όπως έκανε ο στρατιωτικός διοικητής Κλαύδιος Λυσίας. Ή κάποιος μπορούσε να γεννηθεί Ρωμαίος, δηλαδή να είναι Ρωμαίος πολίτης από τη γέννησή του. Αυτό ίσχυε στην περίπτωση του αποστόλου Παύλου διότι αυτός, αν και Ιουδαίος στην εθνικότητα και γεννημένος στην Ταρσό της Κιλικίας, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ιταλία, ήταν Ρωμαίος από τη γέννησή του.—Πρ 21:39· 22:3, 25-28· 23:26, 27· βλέπε ΠΟΛΙΤΗΣ, ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ.
Ο Ρωμαίος πολίτης απολάμβανε πολλά προνόμια και ήταν προστατευμένος από πολλές απόψεις. Μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας το 168 Π.Κ.Χ., οι Ρωμαίοι πολίτες ως επί το πλείστον απαλλάσσονταν από την καταβολή φόρων. Οι νόμοι Lex Valeria και Lex Porcia, οι οποίοι θεσπίστηκαν σε κάποιες χρονολογίες μεταξύ του 509 και του 195 Π.Κ.Χ., εξαιρούσαν τους Ρωμαίους πολίτες από τη μαστίγωση. Ο νόμος Lex Valeria προέβλεπε αυτή την εξαίρεση όταν ο πολίτης προσέφευγε στη συνέλευση του λαού, ενώ ο νόμος Lex Porcia χωρίς την ύπαρξη προσφυγής. Μεταγενέστερα, η προσφυγή γινόταν με απευθείας επίκληση του αυτοκράτορα. Αν περιλαμβάνονταν ορισμένα αδικήματα που επέσυραν το θάνατο, οι πολίτες μπορούσαν να ζητήσουν να σταλούν στη Ρώμη ώστε να δικαστούν εκεί ενώπιον του ίδιου του αυτοκράτορα. (Πρ 25:11, 12) Το να παραβιάσει κανείς τον Βαλέριο ή τον Πόρκιο νόμο ήταν κάτι πολύ σοβαρό, όπως καταδείχτηκε δύο φορές σε σχέση με τον Παύλο.—Πρ 16:37-40· 22:25-29.
-
-
Ρωμαίους (Επιστολή)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΑΙΟΥΣ (ΕΠΙΣΤΟΛΗ)
Βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών το οποίο έγραψε ο απόστολος Παύλος προς τους Χριστιανούς της Ρώμης. Το γεγονός ότι ο Παύλος είναι ο συγγραφέας της επιστολής δεν αμφισβητήθηκε ποτέ σοβαρά, η δε αυθεντικότητα του βιβλίου ως μέρους του ιερού κανόνα έχει αναγνωριστεί από όλους σχεδόν τους λογίους της Αγίας Γραφής, εκτός από μερικούς οι οποίοι δεν μπορούσαν να το συνταιριάξουν με τα δικά τους δογματικά πιστεύω. Στην πραγματικότητα, η επιστολή βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις υπόλοιπες θεόπνευστες Γραφές. Μάλιστα ο Παύλος παραθέτει συχνότατα από τις Εβραϊκές Γραφές και κάνει πολυάριθμες άλλες αναφορές σε αυτές, έτσι ώστε μπορεί κάλλιστα να λεχθεί ότι η επιστολή αυτή βασίζεται ακράδαντα στις Εβραϊκές Γραφές και στις διδασκαλίες του Χριστού.
Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Η επιστολή γράφτηκε περίπου το 56 Κ.Χ. από την Κόρινθο. Γραμματέας του Παύλου υπήρξε προφανώς ο Τέρτιος, ο οποίος έγραψε την επιστολή καθ’ υπαγόρευσή του. (Ρω 16:22) Η επιστολή πιθανόν να μεταφέρθηκε από τη Φοίβη, που ζούσε στις Κεγχρεές, το επίνειο της Κορίνθου το οποίο απείχε από την πόλη περίπου 11 χλμ. (Ρω 16:1) Ο Παύλος δεν είχε πάει ακόμη στη Ρώμη, όπως προκύπτει από τα λόγια του στο πρώτο κεφάλαιο, εδάφια 9 ως 15.
Η Ίδρυση της Εκκλησίας στη Ρώμη. Την εκκλησία ίσως ίδρυσαν κάποιοι Ιουδαίοι και προσήλυτοι από τη Ρώμη οι οποίοι είχαν πάει στην Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., είχαν παραστεί μάρτυρες της θαυματουργικής έκχυσης του αγίου πνεύματος και είχαν ακούσει την ομιλία του Πέτρου και των άλλων Χριστιανών που ήταν συγκεντρωμένοι εκεί. (Πρ 2) Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, τα καλά νέα για τον Χριστό μπορεί να τα μετέφεραν στη Ρώμη άτομα που μεταστράφηκαν στη Χριστιανοσύνη αργότερα, δεδομένου ότι, εφόσον αυτή η μεγάλη πόλη ήταν το κέντρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με την πάροδο του χρόνου εγκαταστάθηκαν πολλοί σε αυτήν, ενώ την επισκέπτονταν επίσης πολλοί ταξιδιώτες και επιχειρηματίες. Ο Παύλος στέλνει με σεβασμό χαιρετισμούς στον Ανδρόνικο και στον Ιουνία, τους «συγγενείς και συνδεσμώτες» του, οι οποίοι ήταν «διακεκριμένοι ανάμεσα στους αποστόλους» και υπηρετούσαν τον Χριστό μεγαλύτερο διάστημα από εκείνον. Αυτοί οι άντρες μπορεί κάλλιστα να είχαν συμβάλει στην ίδρυση της Χριστιανικής εκκλησίας στη Ρώμη. (Ρω 16:7) Όταν έγραψε ο Παύλος, η εκκλησία υπήρχε προφανώς για αρκετό διάστημα και ήταν τόσο δραστήρια ώστε η πίστη της συζητιόταν σε ολόκληρο τον κόσμο.—Ρω 1:8.
Σκοπός της Επιστολής. Από την ανάγνωση της επιστολής γίνεται φανερό ότι απευθύνεται σε Χριστιανική εκκλησία αποτελούμενη τόσο από Ιουδαίους όσο και από Εθνικούς. Τότε υπήρχαν πολλοί Ιουδαίοι στη Ρώμη—είχαν επιστρέψει μετά το θάνατο του Αυτοκράτορα Κλαύδιου ο οποίος τους είχε εκτοπίσει πρωτύτερα. Μολονότι ο Παύλος δεν είχε πάει στη Ρώμη ώστε να ξέρει από πρώτο χέρι τα προβλήματα της εκκλησίας, ίσως είχε πληροφορηθεί την κατάσταση της εκκλησίας και τα ζητήματα που την απασχολούσαν από τους καλούς του φίλους και συνεργάτες, την Πρίσκιλλα και τον Ακύλα, πιθανώς δε και από άλλους γνωστούς του. Οι χαιρετισμοί του στο κεφάλαιο 16 υποδηλώνουν ότι γνώριζε πολλά μέλη της εκκλησίας προσωπικά.
Στις επιστολές του, ο Παύλος πραγματεύτηκε συγκεκριμένα προβλήματα και ασχολήθηκε με ζητήματα που θεωρούσε πάρα πολύ ζωτικά για εκείνους στους οποίους έγραφε. Όσον αφορά την εναντίωση των Ιουδαίων, είχε ήδη γράψει προς τις εκκλησίες της Γαλατίας μια επιστολή αντίκρουσης, αλλά εκείνη η επιστολή ασχολούνταν ειδικότερα με τις προσπάθειες κάποιων Ιουδαίων που πρέσβευαν ότι ήταν Χριστιανοί, ενώ στην πραγματικότητα ήταν «Ιουδαΐζοντες», και επέμεναν ότι οι Εθνικοί που είχαν μεταστραφεί στη Χριστιανοσύνη ήταν υποχρεωμένοι να περιτέμνονται και να τηρούν διάφορες άλλες διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου. Στην εκκλησία της Ρώμης δεν φαίνεται να υπήρχε τέτοια συντονισμένη προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά προφανώς υπήρχε ζήλια και αισθήματα ανωτερότητας από την πλευρά τόσο των Ιουδαίων όσο και των Εθνικών.
Επομένως, δεν επρόκειτο απλώς για επιστολή γενικού χαρακτήρα, που γράφτηκε προς την εκκλησία της Ρώμης χωρίς συγκεκριμένο για αυτήν σκοπό, όπως υποθέτουν κάποιοι, αλλά ήταν προφανώς μια επιστολή που πραγματευόταν τις ανάγκες της εκκλησίας υπό τις δεδομένες συνθήκες. Η εκκλησία της Ρώμης ήταν σε θέση να συλλάβει την πλήρη σημασία και ισχύ των συμβουλών του αποστόλου, επειδή χωρίς αμφιβολία ταλανιζόταν από αυτά ακριβώς τα ερωτήματα στα οποία εκείνος έδινε απάντηση. Είναι ολοφάνερο ότι σκοπός του ήταν να γεφυρώσει τις διαφορές απόψεων μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών Χριστιανών και να τους φέρει σε πλήρη ενότητα σαν έναν άνθρωπο ως προς τον Χριστό Ιησού. Ωστόσο, γράφοντας με το συγκεκριμένο τρόπο, ο Παύλος διαφωτίζει και εμπλουτίζει τη δική μας διάνοια όσον αφορά τη γνώση του Θεού και μεγαλύνει τη δικαιοσύνη και την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού, καθώς και τη θέση του Χριστού ως προς τη Χριστιανική εκκλησία και όλη την ανθρωπότητα.
Θέρμη και Εγκαρδιότητα. Σχολιάζοντας την αυθεντικότητα της επιστολής προς τους Ρωμαίους, ο Δρ Γουίλιαμ Πέιλι, Άγγλος λόγιος της Αγίας Γραφής, είπε: «Σε ένα πραγματικό σύγγραμμα του Αγ. Παύλου απευθυνόμενο σε πραγματικούς ανθρώπους που είχαν μεταστραφεί, αυτό θα ήταν το λογικό προϊόν της αγωνίας του να τους πείσει να υιοθετήσουν το δικό του τρόπο σκέψης. Αλλά στον τρόπο τον οποίο χρησιμοποιεί υπάρχει θέρμη και προσωπικότητα, αν μπορώ να την αποκαλέσω έτσι, τέτοια που νομίζω ότι ένα ψυχρό πλαστογράφημα δεν θα είχε γεννήσει ούτε θα είχε τροφοδοτήσει».—Παυλιαναί Ώραι (Horæ Paulinæ), 1790, σ. 50.
Ο Παύλος περιέγραψε με μεγάλη ευθύτητα και αμεσότητα τη θέση των Ιουδαίων και έδειξε ότι Ιουδαίοι και Εθνικοί βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ενώπιον του Θεού. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να πει κάποια πράγματα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν προσβλητικά από τους Ιουδαίους. Αλλά η αγάπη του Παύλου για τους συμπατριώτες του και η εγκαρδιότητά του προς αυτούς φαίνονται στη λεπτότητα με την οποία χειρίστηκε αυτά τα ζητήματα. Όταν έλεγε πράγματα που ίσως ακούγονταν υποτιμητικά για το Νόμο ή για τους Ιουδαίους, μετά έκανε μια διακριτική δήλωση που άμβλυνε τις εντυπώσεις.
Για παράδειγμα, όταν είπε: «Ιουδαίος δεν είναι εκείνος που είναι εξωτερικά Ιουδαίος ούτε είναι περιτομή εκείνη που είναι εξωτερικά περιτομή, στη σάρκα», πρόσθεσε: «Ποια είναι, λοιπόν, η ανωτερότητα του Ιουδαίου ή ποιο είναι το όφελος της περιτομής; Μεγάλο με κάθε τρόπο. Πρώτα από όλα, επειδή σε αυτούς ήταν εμπιστευμένες οι ιερές εξαγγελίες του Θεού». (Ρω 2:28 3:1, 2) Αφού είπε: «Ο άνθρωπος ανακηρύσσεται δίκαιος μέσω πίστης χωρίς έργα νόμου», συνέχισε γρήγορα: «Μήπως, λοιπόν, καταργούμε νόμο μέσω της πίστης μας; Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Απεναντίας, εδραιώνουμε νόμο». (3:28, 31) Μετά τη δήλωσή του: «Αλλά τώρα έχουμε απαλλαχτεί από το Νόμο», ρώτησε: «Είναι ο Νόμος αμαρτία; Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Στην πραγματικότητα, δεν θα είχα γνωρίσει την αμαρτία αν δεν υπήρχε ο Νόμος». (7:6, 7) Και στο 9ο κεφάλαιο, εδάφια 1 ως 3, διατύπωσε την εντονότερη δυνατή έκφραση στοργής για τους σαρκικούς αδελφούς του, τους Ιουδαίους: «Λέω την αλήθεια σύμφωνα με τον Χριστό· δεν λέω ψέματα, αφού η συνείδησή μου δίνει μαρτυρία μαζί με εμένα σύμφωνα με άγιο πνεύμα, ότι έχω μεγάλη λύπη και ακατάπαυστο πόνο στην καρδιά μου. Διότι θα ευχόμουν να ήμουν εγώ ο ίδιος αποχωρισμένος από τον Χριστό ως ο καταραμένος, για χάρη των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα».—Παράβαλε επίσης Ρω 9:30-32 με 10:1, 2· και 10:20, 21 με 11:1-4.
Συνεπώς, μελετώντας την επιστολή διαπιστώνουμε ότι δεν πρόκειται για ανούσια ή άσκοπη συζήτηση αλλά για ομιλία με σκοπό και θέμα, και ότι κανένα τμήμα της δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητό χωρίς μελέτη όλης της επιστολής και χωρίς γνώση του σκοπού της. Ο Παύλος τονίζει την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού μέσω του Χριστού και επισημαίνει ότι μόνο με αυτή την παρ’ αξία καλοσύνη από την πλευρά του Θεού, μαζί με πίστη από την πλευρά του πιστού, ανακηρύσσονται δίκαιοι οι άνθρωποι. Σημειώνει ότι ούτε ο Ιουδαίος ούτε ο Εθνικός έχει βάση για να καυχιέται ή για να υψώνει τον εαυτό του πάνω από τον άλλον. Προειδοποιεί αυστηρά τους Εθνικούς Χριστιανούς να μην υψηλοφρονούν επειδή επωφελήθηκαν από το ότι οι Ιουδαίοι δεν δέχτηκαν τον Χριστό, εφόσον η πτώση των Ιουδαίων επέτρεψε στους Εθνικούς να έχουν την ευκαιρία να γίνουν μέλη του «σώματος» του Χριστού. Ο Παύλος λέει: «Δες, λοιπόν, την καλοσύνη και την αυστηρότητα του Θεού. Προς εκείνους που έπεσαν υπάρχει αυστηρότητα, αλλά προς εσένα υπάρχει η καλοσύνη του Θεού, με την προϋπόθεση ότι παραμένεις στην καλοσύνη του· αλλιώς, θα κοπείς και εσύ».—Ρω 11:22.
[Πλαίσιο στη σελίδα 849]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ
Επιστολή που εξηγεί ότι η δικαιοσύνη επιτυγχάνεται, όχι ως αποτέλεσμα καταγωγής ούτε μέσω έργων του Μωσαϊκού Νόμου, αλλά μέσω πίστης στον Ιησού Χριστό και ως αποτέλεσμα της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού
Γράφτηκε γύρω στο 56 Κ.Χ., περίπου 20 χρόνια από τότε που έγιναν Χριστιανοί οι πρώτοι Εθνικοί
Η δικαιοσύνη επιτυγχάνεται μέσω πίστης στον Χριστό και ως αποτέλεσμα της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού (1:1–11:36)
Η πίστη είναι ζωτική για σωτηρία· η Γραφή λέει: «Ο δίκαιος θα ζήσει μέσω πίστης»
Οι Ιουδαίοι, αν και εξαιρετικά ευνοημένοι από τον Θεό, δεν κατάφεραν να φτάσουν τη δικαιοσύνη μέσω του Νόμου
Οι Ιουδαίοι, όπως και οι μη Ιουδαίοι, είναι υπό την αμαρτία· «δεν υπάρχει δίκαιος ούτε ένας»
Με την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού, τόσο Ιουδαίοι όσο και μη Ιουδαίοι μπορούν να ανακηρυχτούν δίκαιοι ως δωρεά μέσω πίστης, όπως ακριβώς ο Αβραάμ υπολογίστηκε δίκαιος ως αποτέλεσμα πίστης—ακόμη και προτού περιτμηθεί
Όλοι κληρονομούν την αμαρτία και το θάνατο από έναν άνθρωπο, τον Αδάμ· μέσω ενός ανθρώπου, του Ιησού, πολλοί αμαρτωλοί ανακηρύσσονται δίκαιοι
Αυτό δεν δίνει σε κάποιον το ελεύθερο να αμαρτάνει· όποιοι παραμένουν δούλοι της αμαρτίας δεν είναι δούλοι της δικαιοσύνης
Όσοι βρίσκονταν προηγουμένως υπό το Νόμο “γίνονται νεκροί όσον αφορά το Νόμο” μέσω του σώματος του Χριστού· πρέπει να περπατούν σε αρμονία με το πνεύμα, νεκρώνοντας τις αμαρτωλές πράξεις του σώματος
Σκοπός του Νόμου ήταν να κάνει φανερές τις αμαρτίες· μόνο μέσω του Χριστού, όμως, υπάρχει σωτηρία από την αμαρτία
Ο Θεός καλεί όσους ενώνονται με τον Χριστό και τους ανακηρύσσει δίκαιους· το πνεύμα Του δίνει μαρτυρία ότι είναι γιοι Του
Ο σαρκικός Ισραήλ έλαβε τις υποσχέσεις αλλά οι περισσότεροι από αυτούς προσπαθούν να φτάσουν τη δικαιοσύνη μέσω του Νόμου, γι’ αυτό και σώζεται μόνο ένα υπόλοιπο από αυτούς· η δημόσια διακήρυξη πίστης στον Χριστό είναι απαραίτητη για σωτηρία
Η παραβολή του ελαιόδεντρου δείχνει ότι, λόγω της απιστίας του σαρκικού Ισραήλ, μπολιάστηκαν μη Ισραηλίτες ώστε να σωθεί ο αληθινός Ισραήλ
Η στάση που πρέπει να έχει κάποιος προς τις ανώτερες εξουσίες, τον εαυτό του και άλλα άτομα (12:1–15:13)
Να παρουσιάσετε το σώμα σας ως ευπρόσδεκτη θυσία στον Θεό, να ανακαινίζετε το νου σας, να χρησιμοποιείτε τα χαρίσματά σας στην υπηρεσία του Θεού, να δείχνετε αγάπη, να φλέγεστε με το πνεύμα, να υπομένετε και να νικάτε το κακό με το καλό
Να υποτάσσεστε στις ανώτερες εξουσίες
Να αγαπάτε ο ένας τον άλλον· να περπατάτε με ευπρέπεια και να μην κάνετε σχέδια εκ των προτέρων για τις σαρκικές επιθυμίες
Μην κρίνετε τους άλλους σε ζητήματα συνείδησης ούτε να καταχράστε τη Χριστιανική σας ελευθερία κάνοντας όσους έχουν αδύναμη συνείδηση να προσκόπτουν
Να οδηγείστε από το παράδειγμα του Χριστού μη ευαρεστώντας τον εαυτό σας· να είστε πρόθυμοι να βαστάζετε τις αδυναμίες των άλλων, κάνοντας ό,τι είναι καλό για την εποικοδόμησή τους
Το στοργικό ενδιαφέρον του Παύλου για την εκκλησία της Ρώμης (15:14–16:27)
Ο λόγος για τον οποίο γράφει ο Παύλος είναι να εκπληρώσει το διορισμό που έχει ως απόστολος στους Εθνικούς και να γίνουν αυτοί οι Εθνικοί ευπρόσδεκτη προσφορά στον Θεό
Μη έχοντας πλέον τομέα στον οποίο δεν είχαν διακηρυχτεί ήδη τα καλά νέα, ο Παύλος θέλει να εκπληρώσει τη λαχτάρα του να επισκεφτεί τη Ρώμη και από εκεί να μεταβεί στην Ισπανία, αφού πρώτα πάει στην Ιερουσαλήμ μεταφέροντας μια συνεισφορά από τους αδελφούς της Μακεδονίας και της Αχαΐας για τους αγίους
Ο Παύλος χαιρετάει πολλούς πιστούς ονομαστικά, παροτρύνοντας τους αδελφούς να αποφεύγουν όσους προξενούν διαιρέσεις και να είναι σοφοί ως προς το καλό
-
-
ΡώμηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΡΩΜΗ
Η άλλοτε μικρή πόλη του Λατίου η οποία εξελίχθηκε σε έδρα της μεγαλύτερης παγκόσμιας αυτοκρατορίας των αρχαίων Βιβλικών χρόνων. Σήμερα είναι η πρωτεύουσα της Ιταλίας. Η Ρώμη βρίσκεται στην ενδοχώρα, σε απόσταση περίπου 25 χλμ. από τις εκβολές του ποταμού Τίβερη, χτισμένη και στις δύο όχθες του, περίπου στο μέσο της δυτικής πλευράς της ιταλικής χερσονήσου που έχει μήκος 1.130 χλμ.
Το πότε και από ποιον ιδρύθηκε η Ρώμη περιβάλλεται από θρύλους και μύθους. Η παράδοση λέει ότι την ίδρυσε το 753 Π.Κ.Χ. ο Ρωμύλος, ο πρώτος βασιλιάς της, αλλά υπάρχουν τάφοι και άλλα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί πολύ νωρίτερα.
Οι πρώτοι γνωστοί οικισμοί χτίστηκαν σε εφτά λόφους της ανατολικής πλευράς του ποταμού Τίβερη. Κατά την παράδοση, ο παλαιότερος οικισμός δημιουργήθηκε στον Παλατίνο λόφο. Οι άλλοι έξι λόφοι γύρω από τον Παλατίνο (ξεκινώντας από το Β και ακολουθώντας τη φορά των δεικτών του ρολογιού) ήταν ο Κυρινάλιος, ο Βιμινάλιος, ο Εσκυλίνος, ο Καίλιος, ο Αβεντίνος και ο Καπιτωλίνος. Με την πάροδο του χρόνου αποξηράνθηκαν οι ελώδεις κοιλάδες ανάμεσα στους λόφους, και σε αυτές τις πολύτιμες περιοχές χτίστηκαν κατοικίες, αγορές και ιππόδρομοι. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, το 73 Κ.Χ. τα τείχη της πόλης είχαν μήκος περίπου 21 χλμ. Με τον καιρό ενσωματώθηκαν σε αυτήν οι λόφοι και οι κοιλάδες της δυτικής πλευράς του Τίβερη, μεταξύ των οποίων τα 400 στρ. και πλέον που καταλαμβάνει σήμερα το Βατικανό. Πριν από τη μεγάλη φωτιά των ημερών του Νέρωνα, σύμφωνα με συντηρητικούς υπολογισμούς, ο πληθυσμός της πόλης ξεπερνούσε κατά πολύ το ένα εκατομμύριο.
Η Πολιτική Φυσιογνωμία της Ρώμης. Ανά τους αιώνες η Ρώμη πειραματίστηκε με πολλά είδη πολιτικής διακυβέρνησης. Ορισμένους θεσμούς τούς υιοθέτησε από άλλα έθνη κατόπιν διαφόρων προσαρμογών, ενώ άλλοι θεσμοί υπήρξαν δικές της επινοήσεις. Στο έργο του Συνοπτική Ιστορία του Κόσμου (Pocket History of the World), ο Χ. Τζ. Ουέλς έκανε την εξής παρατήρηση: «Αυτή η νέα ρωμαϊκή δύναμη η οποία ήρθε στο προσκήνιο και κυριάρχησε στο δυτικό κόσμο το δεύτερο και τον πρώτο αιώνα π.Χ. ήταν, από αρκετές απόψεις, κάτι το διαφορετικό από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη αυτοκρατορία που είχε επικρατήσει μέχρι τότε στον πολιτισμένο κόσμο». (1943, σ. 149) Ο πολιτικός χαρακτήρας της Ρώμης εξακολούθησε να αλλάζει καθώς διάφορα συστήματα διακυβέρνησης έρχονταν και παρέρχονταν. Σε αυτά περιλαμβάνονταν συνασπισμοί πατριαρχών, βασιλείες, κυβερνήσεις στις οποίες την εξουσία κατείχαν λίγες αριστοκρατικές οικογένειες, δικτατορίες, καθώς επίσης ποικίλες μορφές δημοκρατίας στις οποίες διέφερε ο βαθμός εξουσίας που παραχωρούνταν σε συγκλητικούς, υπάτους και τριανδρίες, ενώ παράλληλα υπήρχαν οι συνηθισμένες πολιτικές συγκρούσεις μεταξύ τάξεων και φατριών. Στα μεταγενέστερα χρόνια της αυτοκρατορίας κυβέρνησε μια σειρά αυτοκρατόρων. Όπως συμβαίνει συνήθως με τις ανθρώπινες κυβερνήσεις, η πολιτική ιστορία της Ρώμης είναι στιγματισμένη από μίση, ζήλιες, ραδιουργίες και δολοφονίες, με πλείστες συνωμοσίες και αντισυνωμοσίες που πυροδοτούνταν από εσωτερικές διαμάχες και εξωτερικούς πολέμους.
Η Ρώμη έγινε κοσμοκράτειρα σταδιακά. Αρχικά εξέτεινε την επιρροή της σε όλη την Ιταλική Χερσόνησο και τελικά γύρω από τη Μεσόγειο και πολύ μακρύτερα. Το όνομα της πόλης έγινε στην ουσία συνώνυμο του ονόματος της αυτοκρατορίας.
Στο διεθνή χώρο η Ρώμη έφτασε στο απόγειο της δόξας της υπό τους Καίσαρες. Πρώτος από αυτούς ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας, ο οποίος διορίστηκε δικτάτορας για δέκα χρόνια το 46 Π.Κ.Χ. αλλά δολοφονήθηκε από συνωμότες το 44 Π.Κ.Χ. Έπειτα από ένα μεσοδιάστημα κατά το οποίο μια τριανδρία επιχείρησε να κρατήσει τα ηνία της εξουσίας, ο Οκταβιανός έγινε τελικά ο μονάρχης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (31 Π.Κ.Χ.–14 Κ.Χ.). Το 27 Π.Κ.Χ. κατόρθωσε να γίνει αυτοκράτορας, με την ανακήρυξή του ως «Αυγούστου». Ο Ιησούς γεννήθηκε στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Αυγούστου, το 2 Π.Κ.Χ. (Λου 2:1-7) Ο διάδοχος του Αυγούστου, ο Τιβέριος (14-37 Κ.Χ.), κυβέρνησε στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού. (Λου 3:1, 2, 21-23) Οι επόμενοι ήταν ο Γάιος (Καλιγούλας) (37-41 Κ.Χ.) και ο Κλαύδιος (41-54 Κ.Χ.), που εξέδωσε ένα διάταγμα με το οποίο αποπέμφθηκαν οι Ιουδαίοι από τη Ρώμη. (Πρ 18:1, 2) Ακολούθησε η διακυβέρνηση του Νέρωνα (54-68 Κ.Χ.), στον οποίο προσέφυγε ο Παύλος.—Πρ 25:11, 12, 21· ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 534.
Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες κατά σειρά διαδοχής μετά τον Νέρωνα (μέχρι το τέλος του πρώτου αιώνα) ήταν: ο Γάλβας (68-69 Κ.Χ.), ο Όθων και ο Βιτέλλιος (69 Κ.Χ.), ο Βεσπασιανός (69-79 Κ.Χ.), κατά τη διακυβέρνηση του οποίου καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ, ο Τίτος (79-81 Κ.Χ.), ο οποίος είχε διευθύνει προηγουμένως τη νικηφόρα επίθεση εναντίον της Ιερουσαλήμ, ο Δομιτιανός (81-96 Κ.Χ.), υπό τη διακυβέρνηση του οποίου, σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιωάννης εξορίστηκε στην Πάτμο, ένα νησί για καταδίκους, ο Νέρβας (96-98 Κ.Χ.) και ο Τραϊανός (98-117 Κ.Χ.). Υπό τον Τραϊανό η αυτοκρατορία προσέλαβε τις μεγαλύτερες διαστάσεις της, καθώς εκείνη την εποχή τα όριά της εκτείνονταν πολύ μακριά προς όλες τις κατευθύνσεις—ως τον Ρήνο και τη Βόρεια Θάλασσα, τον Δούναβη, τον Ευφράτη, τους καταρράκτες του Νείλου, τη Σαχάρα και τον Ατλαντικό στη Δ.—ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 533.
Στα χρόνια της παρακμής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ο Μέγας (306-337 Κ.Χ.). Αυτός, αφού πήρε την εξουσία στα χέρια του, μετέφερε την πρωτεύουσα στο Βυζάντιο (Κωνσταντινούπολη). Τον επόμενο αιώνα, το 476 Κ.Χ., η Ρώμη έπεσε και ο Γερμανός πολέμαρχος Οδόακρος έγινε ο πρώτος «βάρβαρος» βασιλιάς της.
Η Ζωή και οι Συνθήκες Διαβίωσης στην Πόλη. Υπό τον Αύγουστο η πόλη διαιρέθηκε σε 14 διοικητικά διαμερίσματα, στο καθένα από τα οποία ασκούσε εξουσία ένας δήμαρχος που επιλεγόταν κάθε χρόνο με κλήρο. Οργανώθηκαν εφτά πυροσβεστικά σώματα (vigiles), καθένα από τα οποία ήταν υπεύθυνο για δύο διαμερίσματα. Ακριβώς έξω από τα βορειοανατολικά όρια της πόλης στάθμευε μια ειδική δύναμη 10.000 περίπου αντρών γνωστή ως η Πραιτωριανή, ή Αυτοκρατορική, Φρουρά, που είχε σκοπό της την προστασία του αυτοκράτορα. Υπήρχαν επίσης τρεις «αστικές κοόρτεις», ένα είδος δημοτικής αστυνομίας, για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης στη Ρώμη.
Οι πλούσιοι και επιφανείς ζούσαν συνήθως σε μεγαλοπρεπείς επαύλεις στους λόφους. Για τη συντήρηση των κατοικιών τους φρόντιζε ένα μεγάλο προσωπικό από οικιακούς υπηρέτες και δούλους το οποίο μερικές φορές αριθμούσε εκατοντάδες μέλη. Κάτω, στις κοιλάδες, ο κοινός λαός συνωστιζόταν σε τεράστιες πολυκατοικίες που ονομάζονταν insulae (οικιστικές νησίδες) και ήταν πολυώροφα κτίρια των οποίων το ύψος ο Αύγουστος περιόρισε στα 21 μ. Αυτές οι πολυκατοικίες χωρίζονταν από στενούς, δαιδαλώδεις, βρώμικους δρόμους στους οποίους επικρατούσε η συνηθισμένη κυκλοφοριακή συμφόρηση και διαφθορά των μεγαλουπόλεων.
Σε αυτές τις φτωχές συνοικίες η ιστορική φωτιά του 64 Κ.Χ. προκάλεσε τις μεγαλύτερες συμφορές και απώλειες σε ζωές. Ο Τάκιτος περιγράφει τη ζοφερή εικόνα «τρομοκρατημένων γυναικών που ούρλιαζαν, ηλικιωμένων και νέων ανθρώπων που έτρεχαν να σωθούν». (Χρονικά [Annales], XV, XXXVIII) Μόνο 4 από τα 14 διοικητικά διαμερίσματα της Ρώμης γλίτωσαν από τη φωτιά.
Πολύ λίγοι άνθρωποι στη Ρώμη θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μεσαία τάξη, εφόσον ο πλούτος ήταν συγκεντρωμένος στα χέρια μιας μικρής μειονότητας. Όταν ο Παύλος ήρθε πρώτη φορά στη Ρώμη, ίσως και ο μισός πληθυσμός να ήταν δούλοι που είχαν οδηγηθεί εκεί ως αιχμάλωτοι πολέμου, ως καταδικασμένοι εγκληματίες ή ως παιδιά τα οποία είχαν πουλήσει οι γονείς τους—δούλοι χωρίς νομικά δικαιώματα. Ο υπόλοιπος μισός πληθυσμός—οι ελεύθεροι—αποτελούνταν κυρίως από απόρους που ζούσαν στην ουσία από τις κυβερνητικές παροχές.
Το κράτος χορηγούσε δύο πράγματα, τροφή και ψυχαγωγία, για να αποτρέπει αυτούς τους φτωχούς ανθρώπους από το να εξεγερθούν, εξού και η σατιρική φράση panem et circenses (άρτον και θεάματα), που υπονοεί ότι αυτά και μόνο αρκούσαν για να ικανοποιούνται οι φτωχοί της Ρώμης. Από το 58 Π.Κ.Χ. και έπειτα, γίνονταν γενικά δωρεάν διανομές σιταριού και νερού, το οποίο έφερναν στην πόλη με υδραγωγούς από αποστάσεις πολλών χιλιομέτρων. Το κρασί ήταν φτηνό αγαθό. Υπήρχαν διαθέσιμες βιβλιοθήκες για την τέρψη όσων είχαν ανάλογη κλίση. Για την ψυχαγωγία του ευρύτερου κοινού, υπήρχαν δημόσια λουτρά και γυμναστήρια, καθώς επίσης θέατρα και ιππόδρομοι. Οι θεατρικές παραστάσεις συνίσταντο σε ελληνικά και ρωμαϊκά έργα, χορούς και παντομίμες. Στα μεγάλα αμφιθέατρα και στους ιπποδρόμους διεξάγονταν συναρπαστικοί αγώνες, κυρίως θεαματικές αρματοδρομίες και λυσσαλέες μονομαχίες στις οποίες άνθρωποι και θηρία αναμετρούνταν μέχρι θανάτου. Ο Μεγάλος Ιππόδρομος (Circus Maximus) χωρούσε πάνω από 150.000 θεατές. Η είσοδος στους αγώνες ήταν ελεύθερη.
Το υψηλό κόστος αυτών των κυβερνητικών δαπανών δεν επιβάρυνε τον πληθυσμό της Ρώμης, διότι μετά την κατάκτηση της Μακεδονίας το 168 Π.Κ.Χ., οι Ρωμαίοι πολίτες είχαν φοροαπαλλαγή. Απεναντίας, στις επαρχίες επιβάλλονταν βαρείς φόροι, τόσο άμεσοι όσο και έμμεσοι.—Ματ 22:17-21.
Ξένες Επιδράσεις. Από πολλές απόψεις η Ρώμη υπήρξε μεγάλο χωνευτήρι φυλών, γλωσσών, πολιτισμών και ιδεών. Στο καμίνι της ρωμαϊκής πολιτικής σφυρηλατήθηκε σταδιακά ο κώδικας του ρωμαϊκού δικαίου—νόμοι που καθόριζαν τα δικαιώματα και τους περιορισμούς των κυβερνήσεων, των δικαστηρίων και των δημάρχων και που προέβλεπαν νομικά μέσα, όπως η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη, για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. (Πρ 25:16) Η ιδιότητα αυτή παραχωρήθηκε στους κατοίκους των πόλεων που ήταν συνασπισμένες με τη Ρώμη και στους κατοίκους διαφόρων αποικιών της αυτοκρατορίας και συνεπαγόταν πολλά πλεονεκτήματα. (Πρ 16:37-39· 22:25, 26) Αν κάποιος δεν την αποκτούσε από τη γέννησή του, μπορούσε να την αγοράσει. (Πρ 22:28) Με αυτόν και με άλλους τρόπους, η Ρώμη επιδίωκε τον εκρωμαϊσμό των περιοχών που καταλάμβανε και επομένως την ενίσχυση της κυριαρχίας της στην αυτοκρατορία.
Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα των εξωτερικών επιδράσεων που δέχτηκε η Ρώμη αποτελούν τα ερείπια των αρχιτεκτονικών επιτευγμάτων του παρελθόντος. Παντού, ο επισκέπτης αυτής της μουσειακής πόλης βλέπει πόσα δανείστηκε η Ρώμη από τους Έλληνες και από άλλους. Η λεγόμενη ρωμαϊκή αψίδα, την οποία αξιοποίησε η Ρώμη σε μεγάλο βαθμό, δεν ήταν δική της μηχανική επινόηση. Τα οικοδομικά επιτεύγματα της Ρώμης οφείλονταν επίσης κατά μεγάλο μέρος στη χρήση μιας πρωτόγονης μορφής τσιμέντου ως κονιάματος και ως βασικού συστατικού για την κατασκευή τεχνητών δομικών λίθων.
Το οικοδομικό πρόγραμμα της Ρώμης άρχισε να παρουσιάζει έξαρση τον τελευταίο αιώνα της δημοκρατίας, και στη συνέχεια οι αυτοκράτορες του έδωσαν ιδιαίτερη ώθηση. Ο Αύγουστος έλεγε ότι βρήκε τη Ρώμη μια πόλη από πλίθους αλλά την άφησε μια πόλη από μάρμαρο. Το μάρμαρο χρησιμοποιούνταν κυρίως ως επένδυση σε κατασκευές από πλίθους ή τσιμέντο. Μια δεύτερη ανοικοδόμηση της πόλης έλαβε χώρα μετά την πυρκαγιά του 64 Κ.Χ. Ανάμεσα στα σπουδαιότερα ρωμαϊκά οικοδομήματα ήταν οι αγορές, οι ναοί, τα ανάκτορα, τα αμφιθέατρα, τα λουτρά, τα υδραγωγεία, οι υπόνομοι και τα μνημεία. Το φημισμένο Κολοσσαίο και ορισμένα μνημεία, όπως η αψίδα του Τίτου η οποία απεικονίζει την πτώση της Ιερουσαλήμ, σώζονται είτε πλήρως είτε μερικώς. (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 536) Οι Ρωμαίοι απέκτησαν επίσης φήμη στην οδοποιία και στην κατασκευή γεφυρών σε όλη την αυτοκρατορία.
Η συρροή ξένων ήταν τέτοια ώστε οι Ρωμαίοι παραπονιούνταν ότι η Ρώμη δεν ήταν πια ρωμαϊκή. Εισρέοντας από όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας, αυτοί έφερναν μαζί τους τις τέχνες, τα έθιμα, τις παραδόσεις και τις θρησκείες τους. Μολονότι επίσημη γλώσσα ήταν η λατινική, η διεθνής γλώσσα ήταν η Κοινή Ελληνική. Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους στην ελληνική. Η ελληνική επίδραση είχε επίσης αντίκτυπο στη λογοτεχνία και στις μεθόδους διδασκαλίας. Τα αγόρια—αλλά μερικές φορές και τα κορίτσια—μορφώνονταν επίσημα σύμφωνα με το αθηναϊκό σύστημα, παίρνοντας μαθήματα ελληνικής λογοτεχνίας και ρητορικής, ενώ όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα έστελναν τους γιους τους σε κάποια από τις σχολές φιλοσοφίας στην Αθήνα.
Θρησκεία. Η Ρώμη έγινε επίσης αποδέκτης κάθε είδους ψεύτικης λατρείας. Ο ιστορικός Τζον Λορντ περιέγραψε την κατάσταση ως εξής: «Η δεισιδαιμονία έφτασε στο αποκορύφωμά της στη Ρώμη, διότι εκεί έβλεπε κανείς τους ιερείς και τους πιστούς όλων των χωρών της επικράτειάς της—“μελαμψές κόρες της Ίσιδος με τα τύμπανα και τα ντέφια και τον αισθησιασμό τους, πιστούς του Πέρση Μίθρα, ευνουχισμένους Ασιάτες, ιερείς της Κυβέλης με τους οργιαστικούς χορούς και τις παράφωνες κραυγές τους, λάτρεις της μεγάλης θεάς Ντιάνα, βάρβαρους αιχμαλώτους που τηρούσαν τις τελετουργίες των Τευτόνων ιερέων, Συρίους, Ιουδαίους, Χαλδαίους αστρολόγους και Θεσσαλούς μάγους”».—Φάροι της Ιστορίας (Beacon Lights of History), 1912, Τόμ. 3, σ. 366, 367.
Η αφοσίωση σε αυτές τις θρησκείες και η εντρύφηση στα αχαλίνωτα σεξουαλικά τους όργια έδωσαν το έναυσμα για να εγκαταλειφθεί εντελώς η ηθική αρετή και η δικαιοσύνη από τους Ρωμαίους τόσο των χαμηλών όσο και των ανώτερων τάξεων. Σύμφωνα με τον Τάκιτο, παράδειγμα αυτών των τελευταίων είναι η Μεσσαλίνα, η σύζυγος του Αυτοκράτορα Κλαύδιου, η οποία ήταν μοιχαλίδα και δολοφόνος.—Χρονικά, XI, I-XXXIV.
Εξέχουσα θέση ανάμεσα στις θρησκείες της Ρώμης κατείχε η λατρεία του αυτοκράτορα. Ο Ρωμαίος ηγεμόνας θεοποιούνταν. Η λατρεία του αυτοκράτορα είχε ιδιαίτερη απήχηση στις επαρχίες, όπου χτίζονταν ναοί στους οποίους οι άνθρωποι πρόσφεραν θυσίες σε αυτόν ως θεό. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 536) Στο έργο του Ιστορία της Ρώμης (A History of Rome), ο Τζορτζ Μπότσφορντ λέει: «Η λατρεία του αυτοκράτορα έμελλε να είναι η πιο ζωτική δύναμη στη θρησκεία του ρωμαϊκού κόσμου μέχρι την υιοθέτηση του Χριστιανισμού». Μια επιγραφή που βρέθηκε στη Μικρά Ασία λέει σχετικά με τον αυτοκράτορα: «Αυτός είναι ο πατέρας Δίας και ο σωτήρας όλης της ανθρωπότητας, που εκπληρώνει όλες τις προσευχές, μάλιστα περισσότερα από αυτά που ζητάμε. Διότι στεριά και θάλασσα απολαμβάνουν ειρήνη. Οι πόλεις ακμάζουν. Παντού επικρατεί αρμονία και ευημερία και ευτυχία». Αυτή η λατρεία αποδείχτηκε σημαντικό μέσο διωγμού των Χριστιανών, σχετικά με τους οποίους ο ίδιος συγγραφέας λέει: «Η άρνησή τους να λατρέψουν τον Γκένιους (Genius) του αυτοκράτορα, δηλαδή το πνεύμα που τον προστάτευε, ερμηνευόταν, όπως ήταν φυσικό, ως ασέβεια και προδοσία».—1905, σ. 214, 215, 263.
Η Χριστιανοσύνη Φτάνει στη Ρώμη. Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., κάποιοι «παρεπίδημοι από τη Ρώμη, τόσο Ιουδαίοι όσο και προσήλυτοι», που ήταν παρόντες έγιναν μάρτυρες των αποτελεσμάτων της έκχυσης του αγίου πνεύματος, και χωρίς αμφιβολία ορισμένοι από αυτούς ήταν ανάμεσα στους 3.000 οι οποίοι βαφτίστηκαν σε εκείνη την περίσταση. (Πρ 2:1, 10, 41) Όταν επέστρεψαν στη Ρώμη, αυτοί ασφαλώς άρχισαν να κηρύττουν, πράγμα που οδήγησε στο σχηματισμό μιας πολύ δυνατής και δραστήριας Χριστιανικής εκκλησίας, για την πίστη της οποίας ο απόστολος Παύλος ανέφερε ότι “συζητιόταν σε ολόκληρο τον κόσμο”. (Ρω 1:7, 8) Τόσο ο Τάκιτος (Χρονικά, XV, XLIV) όσο και ο Σουητώνιος (Οι Βίοι των Καισάρων, Νέρων, XVI, 2) κάνουν λόγο για Χριστιανούς στη Ρώμη.
Ο Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία της Ρώμης γύρω στο 56 Κ.Χ., και περίπου έπειτα από τρία χρόνια έφτασε στη Ρώμη ως κρατούμενος. Μολονότι έλπιζε ότι θα επισκεπτόταν τη Ρώμη νωρίτερα και κάτω από διαφορετικές περιστάσεις (Πρ 19:21· Ρω 1:15· 15:22-24), ωστόσο, έστω και κρατούμενος, μπόρεσε να δώσει πλήρη μαρτυρία δεχόμενος ανθρώπους στο σπίτι του. Επί δύο χρόνια, υπό αυτές τις συνθήκες, συνέχισε να “κηρύττει τη βασιλεία του Θεού σε αυτούς και να διδάσκει τα σχετικά με τον Κύριο Ιησού Χριστό με τη μεγαλύτερη παρρησία, ανεμπόδιστα”. (Πρ 28:14-31) Ακόμη και η Πραιτωριανή Φρουρά του αυτοκράτορα έλαβε γνώση του αγγέλματος της Βασιλείας. (Φλπ 1:12, 13) Έτσι λοιπόν, όπως είχε προλεχθεί για αυτόν, ο Παύλος “έδωσε πλήρη μαρτυρία ακόμη και στη Ρώμη”.—Πρ 23:11.
Κατά τη διετή κράτησή του στη Ρώμη, ο Παύλος βρήκε χρόνο να γράψει επιστολές—προς τους Εφεσίους, τους Φιλιππησίους, τους Κολοσσαείς και τον Φιλήμονα. Προφανώς το ίδιο περίπου διάστημα, ο Μάρκος έγραψε την αφήγηση του Ευαγγελίου του στη Ρώμη. Λίγο πριν ή αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, ο Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Εβραίους γύρω στο 61 Κ.Χ. (Εβρ 13:23, 24) Στη διάρκεια της δεύτερης φυλάκισής του στη Ρώμη, περίπου το 65 Κ.Χ., τον επισκέφτηκε ο Ονησίφορος, και εκείνο το διάστημα ο Παύλος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο.—2Τι 1:15-17.
Μολονότι ο Παύλος, ο Λουκάς, ο Μάρκος, ο Τιμόθεος και άλλοι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα επισκέφτηκαν τη Ρώμη (Φλπ 1:1· Κολ 4:10, 14), δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις ότι ο Πέτρος βρέθηκε ποτέ εκεί, όπως υποστηρίζουν ορισμένες παραδόσεις. Οι ιστορίες για το μαρτυρικό θάνατο του Πέτρου στη Ρώμη βασίζονται στην παράδοση.—Βλέπε ΠΕΤΡΟΥ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ).
Η πόλη της Ρώμης έγινε διαβόητη για τους διωγμούς της εναντίον των Χριστιανών, ιδιαίτερα στις ημέρες των αυτοκρατόρων Νέρωνα και Δομιτιανού. Αυτοί οι διωγμοί οφείλονταν σε δύο λόγους: (1) στο μεγάλο ευαγγελιστικό ζήλο που επιδείκνυαν οι Χριστιανοί στο να μεταστρέφουν άλλους και (2) στην ασυμβίβαστη στάση που διακρατούσαν αποδίδοντας στον Θεό αυτά που είναι του Θεού αντί να τα αποδίδουν στον Καίσαρα.—Μαρ 12:17.
[Εικόνα στη σελίδα 852]
Η Αππία Οδός, την οποία ακολούθησε ο Παύλος πηγαίνοντας στη Ρώμη
-
-
ΣααλαββίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΑΒΒΙΝ
Βλέπε ΣΑΑΛΒΙΜ.
-
-
ΣααλβίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΒΙΜ
(Σααλβίμ).
Πόλη της οποίας τους Αμορραίους κατοίκους υπέβαλε σε καταναγκαστική εργασία ο οίκος του Ιωσήφ. (Κρ 1:35) Μεταγενέστερα, η Σααλβίμ υπαγόταν σε μία από τις περιφέρειες που προμήθευαν σε ετήσια βάση τροφή στο σπιτικό του Σολομώντα. (1Βα 4:7-9) Γενικά πιστεύεται ότι ταυτίζεται με τη Σααλαββίν, μια μεθόρια πόλη του Δαν. (Ιη 19:40-42) Η μόνη διαφορά στον εβραϊκό τρόπο γραφής των δύο ονομάτων έγκειται στο τελευταίο τους σύμφωνο. Το όνομα Σααλβών ενδέχεται να είναι παραλλαγή του ονόματος Σααλβίμ.—2Σα 23:32· 1Χρ 11:33.
Η Σααλβίμ ταυτίζεται με το εγκαταλειμμένο χωριό Σέλμπιτ (Τελ Σααλβίμ), στο όνομα του οποίου φαίνεται πως διασώζεται η Βιβλική ονομασία. Αυτό βρίσκεται περίπου 25 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ, σε σχετικά μικρή απόσταση από τις πιθανολογούμενες θέσεις άλλων τοποθεσιών που αναφέρονται μαζί με τη Σααλβίμ στις Γραφές.
-
-
ΣααλβωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΒΩΝΙΤΗΣ
(Σααλβωνίτης).
Επωνυμία του Ελιαβά, ενός από τους πολεμιστές του Δαβίδ, η οποία πιθανώς υποδηλώνει ότι καταγόταν από την πόλη Σααλβίμ.—2Σα 23:8, 32· 1Χρ 11:26, 33.
-
-
ΣααλίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΛΙΜ
(Σααλίμ) [Χούφτες].
«Γη» την οποία διέσχισε ο Σαούλ όταν έψαχνε για τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του, του Κεις, τα οποία είχαν χαθεί. (1Σα 9:3, 4) Επειδή είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε διεξοδικά τη διαδρομή που ακολούθησε ο Σαούλ, η ακριβής θέση της Σααλίμ δεν είναι γνωστή. Μερικοί λόγιοι έχουν ταυτίσει «τη γη Σααλίμ» με τη «γη Σουάλ» του εδαφίου 1 Σαμουήλ 13:17. Όπως και να έχουν τα πράγματα, μια τοποθεσία στον Εφραΐμ φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα με τα συμφραζόμενα.
-
-
ΣαανάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΝΑΝ
(Σαανάν).
Κωμόπολη την οποία μνημονεύει ο προφήτης Μιχαίας ως μία από τις τοποθεσίες που επρόκειτο να υποστούν την προειπωμένη εισβολή στον Ιούδα. (Μιχ 1:11) Πολλοί λόγιοι θεωρούν ότι είναι η Σενάν του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:37. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Άρακ ελ-Χάρμπα, στην περιοχή Σεφηλά του Ιούδα, περίπου 6 χλμ. ΒΔ της Λαχείς.
-
-
ΣαανανίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΝΑΝΙΜ
(Σαανανίμ).
«Το μεγάλο δέντρο στη Σαανανίμ» ήταν ένα σημείο προφανώς στο νότιο όριο της περιοχής του Νεφθαλί. (Ιη 19:32, 33) Ο Σισάρα βρήκε το θάνατο στη σκηνή της Ιαήλ, της συζύγου του Χέβερ του Κεναίου, «κοντά στο μεγάλο δέντρο στη Σαανανίμ, η οποία βρίσκεται στην [«δίπλα στην» (JP) ή «κοντά στην» (AT, RS)] Κέδες», πιθανώς την Κέδες ΝΑ της Μεγιδδώ στον Ισσάχαρ. (Κρ 4:11, 17, 21· 5:19) Ωστόσο, αυτή καθαυτή η θέση της Σαανανίμ παραμένει ανεξακρίβωτη.
-
-
ΣααραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΡΑΪΜ
(Σααραΐμ) [Διπλή Πύλη].
1. Πόλη του Ιούδα στη Σεφηλά. (Ιη 15:20, 33, 36) Μετά την ήττα του Γολιάθ από τον Δαβίδ και ως αποτέλεσμα της καταδίωξης από τους Ισραηλίτες, οι νεκροί των Φιλισταίων κείτονταν σκορπισμένοι από τη “Σααραΐμ μέχρι τη Γαθ και την Ακκαρών”. (1Σα 17:52) Η Σααραΐμ βρισκόταν κοντά «στην κοιλάδα Ηλά» (στο ες-Σαντ [Έμεκ χα-Έλα]) και στην Αζηκά (Τελλ Ζακαρίγιε [Τελ Αζέκα]). (Ιη 15:35· 1Σα 17:1, 2) Η θέση της δεν έχει εξακριβωθεί.
2. Πόλη του Συμεών. (1Χρ 4:24, 31) Προφανώς είναι η ίδια πόλη με τη Σιλίμ (Ιη 15:32) και τη Σαρουέν. (Ιη 19:6) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Τελλ ελ-Φάρα (Τελ Σαρουχέν), περίπου 35 χλμ. Δ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
ΣαασγάζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΑΣΓΑΖ
(Σαασγάζ).
Ο φύλακας των παλλακίδων του Βασιλιά Ασσουήρη και ευνούχος του βασιλιά, στην ευθύνη του οποίου είχε ανατεθεί η δεύτερη κατοικία των γυναικών.—Εσθ 2:14.
-
-
ΣαβαίοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΑΙΟΙ
(Σαβαίοι).
1. Η επωνυμία μιας ομάδας επιδρομέων που επιτέθηκαν στην περιουσία του Ιώβ ο οποίος ζούσε στη γη του Ουζ. Αυτοί οι Σαβαίοι πήραν τα βόδια και τα θηλυκά γαϊδούρια του Ιώβ και έσφαξαν τους υπηρέτες του. (Ιωβ 1:14, 15) Επίσης, ο Ιώβ αναφέρει την «ομάδα των Σαβαίων ταξιδιωτών» στο εδάφιο Ιώβ 6:19.
Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με βεβαιότητα η ταυτότητα αυτών των Σαβαίων, εφόσον θα μπορούσαν να είναι απόγονοι αρκετών διαφορετικών αντρών με το όνομα Σεβά. Ο Ιοξάν, γιος του Αβραάμ, είχε έναν γιο ονόματι Σεβά (Γε 25:1-3), και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα να προέρχονταν οι Σαβαίοι επιδρομείς από αυτή τη γενεαλογική γραμμή. Εντούτοις, οι μελετητές υποστηρίζουν συχνότερα ότι οι Σαβαίοι κατάγονταν από τον Σεβά τον απόγονο του Χαμ μέσω του Χους (Γε 10:6, 7) ή από τον Σεβά το γιο του Ιοκτάν, ο οποίος ήταν από τη γραμμή του Σημ.—Γε 10:21-29.
2. Ψηλός λαός ο οποίος στο εδάφιο Ησαΐας 45:14 συνδέεται με τους εργάτες της Αιγύπτου και τους εμπόρους της Αιθιοπίας, και όλοι αυτοί λέγεται ότι θα αναγνώριζαν τον Ιεχωβά και το λαό του. Το εδάφιο Ησαΐας 43:3 επίσης συσχετίζει την Αίγυπτο με την Αιθιοπία, αλλά αντί για τη λέξη «Σαβαίοι» χρησιμοποιεί τη λέξη «Σηβά», πράγμα που υποδεικνύει ότι οι άντρες της Σηβά αποκαλούνταν Σαβαίοι.—Βλέπε ΣΗΒΑ Αρ. 2.
3. Οι απόγονοι του Σεβά (είναι αβέβαιο αν πρόκειται για αυτόν που καταγόταν από τον Σημ ή για αυτόν που καταγόταν από τον Χαμ) οι οποίοι προφανώς ίδρυσαν ένα βασίλειο κοντά στη νοτιότερη άκρη της Αραβικής Χερσονήσου. Η βασίλισσα της Σεβά που επισκέφτηκε τον Σολομώντα πιθανότατα ήταν από αυτή τη χώρα. (1Βα 10:1) Μη Βιβλικές πηγές αναφέρονται συχνά σε αυτό το βασίλειο ως βασίλειο των Σαβαίων, και ίσως το ίδιο κάνει και η Αγία Γραφή.—Βλέπε ΣΕΒΑ Αρ. 6.
Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 23:42 ορισμένες μεταφράσεις έχουν την απόδοση «Σαβαίοι» (KJ, Yg, ΒΑΜ), ερμηνεύοντας έτσι την περιθωριακή σημείωση της εβραϊκής Γραφής. Ωστόσο, το κυρίως κείμενο λέει «μέθυσοι», και έτσι αποδίδουν συχνά το εδάφιο διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις.—Ro, AS, RS, ΜΝΚ, ΛΧ.
-
-
Σαββατιαίο ΈτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΒΑΤΙΑΙΟ ΕΤΟΣ
Το έβδομο έτος κάθε κύκλου εφτά ετών. Στη διάρκεια αυτού του έτους εφαρμοζόταν στον αρχαίο Ισραήλ αγρανάπαυση—καθώς η γη έμενε ακαλλιέργητη—και όσοι ήταν Εβραίοι δεν πιέζονταν να πληρώσουν τα χρέη τους.
Αρχής γενομένης από το 1473 Π.Κ.Χ., το έτος κατά το οποίο ο Ισραήλ εισήλθε στην Υποσχεμένη Γη, έπρεπε να γιορτάζεται ένα σαββατιαίο έτος «στο τέλος κάθε εφτά χρόνων», με άλλα λόγια κάθε έβδομο έτος. (Δευ 15:1, 2, 12· παράβαλε Δευ 14:28.) Το σαββατιαίο έτος άρχιζε, όπως φαίνεται, με το σάλπισμα στις 10 Εθανίμ (Τισρί), την Ημέρα της Εξιλέωσης. Ωστόσο, μερικοί υποστηρίζουν ότι, ενώ το Ιωβηλαίο έτος άρχιζε την Ημέρα της Εξιλέωσης, το σαββατιαίο άρχιζε την 1η Τισρί.
Η γη δεν έπρεπε να καλλιεργείται ούτε έπρεπε να γίνεται σπορά, κλάδεμα ή συγκομιδή της σοδειάς, αλλά ό,τι βλάσταινε από μόνο του αφηνόταν στον αγρό και μπορούσε να καταναλωθεί από τον ιδιοκτήτη του αγρού, καθώς επίσης από τους δούλους του, τους μισθωτούς εργάτες και τους πάροικους. Με την προμήθεια αυτή εκδηλωνόταν έλεος στους φτωχούς, όπως επίσης στα κατοικίδια ζώα και στα θηρία, εφόσον και αυτά είχαν πρόσβαση στα προϊόντα της γης στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους.—Λευ 25:1-7.
Το σαββατιαίο έτος ονομαζόταν «το έτος της αποδέσμευσης [χασσεμιττάχ]». (Δευ 15:9· 31:10) Στη διάρκεια αυτού του έτους η γη απολάμβανε πλήρη ανάπαυση, ή αλλιώς αποδέσμευση, εφόσον παρέμενε ακαλλιέργητη. (Εξ 23:11) Έπρεπε επίσης να υπάρχει ανάπαυση, ή αλλιώς αποδέσμευση, από τα χρέη. Ήταν «αποδέσμευση για τον Ιεχωβά», ώστε να τιμάται εκείνος. Μολονότι μερικοί διαφωνούν, ορισμένοι σχολιαστές υποστηρίζουν ότι τα χρέη δεν ακυρώνονταν πραγματικά, αλλά ο Εβραίος πιστωτής δεν έπρεπε να πιέζει τον ομοεθνή του να πληρώσει το χρέος, επειδή ο γεωργός δεν θα είχε εισόδημα εκείνο το έτος. Ωστόσο, ο δανειστής μπορούσε να πιέσει για πληρωμή έναν αλλοεθνή. (Δευ 15:1-3) Μερικοί ραβίνοι διατείνονται ότι τα χρέη που αφορούσαν δάνεια φιλανθρωπικής βοήθειας προς κάποιον φτωχό αδελφό ακυρώνονταν, αλλά τα χρέη που είχε βάλει κάποιος για επαγγελματικές συναλλαγές υπάγονταν σε διαφορετική κατηγορία. Λένε επίσης ότι τον πρώτο αιώνα της Κοινής Χρονολογίας ο Χιλέλ θέσπισε μια διαδικασία με την οποία ο δανειστής μπορούσε να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου και, κάνοντας μια συγκεκριμένη δήλωση, να διασφαλίσει ότι δεν θα έχανε το δικαίωμα να εισπράξει τα χρήματά του.—Η Πεντάτευχος και τα Χαφτορά (The Pentateuch and Haftorahs), επιμέλεια Τζ. Χερτζ, Λονδίνο, 1972, σ. 811, 812.
Αυτό το έτος αποδέσμευσης, ή αλλιώς ανάπαυσης από την πίεση για εξόφληση των χρεών, δεν συνεπαγόταν αποδέσμευση των δούλων, πολλοί από τους οποίους είχαν βρεθεί σε αυτή την κατάσταση εξαιτίας χρεών. Ο Εβραίος δούλος αποδεσμευόταν το έβδομο έτος της δουλείας του ή το Ιωβηλαίο—ανάλογα με το ποιο ερχόταν πρώτο.—Δευ 15:12· Λευ 25:10, 54.
Απαιτούνταν πίστη για να τηρούνται τα σαββατιαία έτη ως μέρος της διαθήκης του Ιεχωβά με τον Ισραήλ, αλλά η πλήρης συμμόρφωση με τη διαθήκη θα κατέληγε σε μεγάλες ευλογίες. (Λευ 26:3-13) Ο Θεός υποσχέθηκε ότι η συγκομιδή του έκτου έτους θα ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να αποδώσει τροφή για μέρη τριών ετών, δηλαδή από το έκτο έτος μέχρι τη συγκομιδή του όγδοου έτους. Επειδή δεν μπορούσαν να σπείρουν το έβδομο έτος, δεν υπήρχε συγκομιδή μέχρι το όγδοο. (Παράβαλε Λευ 25:20-22.) Όταν ο Ισραήλ εισήλθε στην Υποσχεμένη Γη υπό τον Ιησού του Ναυή, δαπάνησε έξι χρόνια στην καθυπόταξη των εθνών της Χαναάν και στη διαμοίραση της εδαφικής κληρονομιάς. Φυσικά, σε αυτό το διάστημα οι Ισραηλίτες δεν μπορούσαν να σπείρουν πολύ—αν μπορούσαν καν να σπείρουν—αλλά εξασφάλιζαν κάποια τροφή από τις σοδειές των Χαναναίων. (Δευ 6:10, 11) Το έβδομο έτος ήταν σάββατο, άρα έπρεπε να δείξουν πίστη και υπακοή περιμένοντας τη συγκομιδή του όγδοου έτους, και με την ευλογία του Θεού επιβίωσαν.
Κάθε έτος αποδέσμευσης, στη Γιορτή των Σκηνών, έπρεπε να συγκεντρώνεται όλος ο λαός—άντρες και γυναίκες, μικρά παιδιά και πάροικοι—για να ακούσει την ανάγνωση του Νόμου.—Δευ 31:10-13.
Η γη θα είχε απολαύσει 121 σαββατιαία έτη και 17 Ιωβηλαία πριν από την εξορία, αν ο Ισραήλ είχε τηρήσει το Νόμο σωστά. Αλλά τα σαββατιαία έτη τηρήθηκαν μόνο εν μέρει. Όταν ο λαός εξορίστηκε στη Βαβυλώνα, η γη παρέμεινε έρημη 70 χρόνια “ώσπου να ξεπληρώσει τα σάββατά της”. (2Χρ 36:20, 21· Λευ 26:34, 35, 43) Οι Γραφές δεν αναφέρουν πουθενά ότι οι Ιουδαίοι δεν είχαν τηρήσει 70 ακριβώς σαββατιαία έτη. Ωστόσο, ο Ιεχωβά επέτρεψε να επιβληθούν 70 χρόνια ερήμωσης στη γη ως αντιστάθμισμα για όλα τα σαββατιαία έτη που δεν είχαν τηρηθεί.
-
-
ΣάββατοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΒΑΤΟ
Ημέρα ξεχωρισμένη από τον Θεό για ανάπαυση από τις τακτικές εργασίες. Το Σάββατο δόθηκε από τον Ιεχωβά ως σημείο ανάμεσα σε εκείνον και στους γιους του Ισραήλ. (Εξ 31:16, 17) Η εβραϊκή έκφραση γιωμ χασσαμπάθ παράγεται από το ρήμα σαβάθ το οποίο σημαίνει «αναπαύομαι, παύω». (Γε 2:2· 8:22) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η έκφραση ἡ ἡμέρα τοῦ σαββάτου.
Το ιστορικό της τήρησης εβδομαδιαίου εικοσιτετράωρου σαββάτου αρχίζει όταν το έθνος του Ισραήλ βρισκόταν στην έρημο το δεύτερο μήνα μετά την Έξοδό τους από την Αίγυπτο το 1513 Π.Κ.Χ. (Εξ 16:1) Ο Ιεχωβά είχε πει στον Μωυσή ότι η θαυματουργική προμήθεια του μάννα θα ήταν διπλάσια την έκτη ημέρα. Όταν αυτό πραγματοποιήθηκε, οι αρχηγοί της σύναξης το ανέφεραν στον Μωυσή και τότε αναγγέλθηκε η διευθέτηση του εβδομαδιαίου Σαββάτου. (Εξ 16:22, 23) Το γεγονός ότι ο Ισραήλ είχε την υποχρέωση να τηρεί το Σάββατο από τότε και στο εξής φαίνεται από τα λόγια του Ιεχωβά στα εδάφια Έξοδος 16:28, 29.
Το εβδομαδιαίο Σάββατο ενσωματώθηκε σε ένα σύστημα σαββάτων όταν λίγο αργότερα εγκαινιάστηκε επίσημα η διαθήκη του Νόμου στο Όρος Σινά. (Εξ 19:1· 20:8-10· 24:5-8) Αυτό το σαββατιαίο σύστημα αποτελούνταν από πολλών ειδών σάββατα: την 7η ημέρα, το 7ο έτος, το 50ό έτος (Ιωβηλαίο), τη 14η Νισάν (Πάσχα), τη 15η Νισάν, την 21η Νισάν, την 6η Σιβάν (Πεντηκοστή), την 1η Εθανίμ, τη 10η Εθανίμ (Ημέρα της Εξιλέωσης), τη 15η Εθανίμ και την 22η Εθανίμ.
Το γεγονός ότι το Σάββατο δεν επιβλήθηκε σε κανέναν από τους υπηρέτες του Θεού παρά μόνο μετά την Έξοδο καταδεικνύεται από τη μαρτυρία των εδαφίων Δευτερονόμιο 5:2, 3 και Έξοδος 31:16, 17: «Δεν τη σύναψε με τους προπάτορές μας ο Ιεχωβά αυτή τη διαθήκη, αλλά με εμάς». «Οι γιοι του Ισραήλ θα τηρούν το σάββατο . . . στη διάρκεια των γενεών τους. . . . Ανάμεσα σε εμένα και στους γιους του Ισραήλ είναι σημείο που θα παραμένει στον αιώνα». Αν ο Ισραήλ τηρούσε προηγουμένως το Σάββατο, τότε αυτό δεν θα τους θύμιζε ότι ο Ιεχωβά τούς απελευθέρωσε από την Αίγυπτο, όπως φαίνεται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 5:15. Το γεγονός ότι μερικοί Ισραηλίτες βγήκαν να μαζέψουν μάννα την έβδομη ημέρα, παρά τη ρητή εντολή για το αντίθετο, σημαίνει ότι η τήρηση του Σαββάτου ήταν κάτι καινούριο. (Εξ 16:11-30) Το ότι δεν ήταν βέβαιοι πώς έπρεπε να χειριστούν την περίπτωση του πρώτου καταγραμμένου παραβάτη του Σαββάτου αφότου δόθηκε ο Νόμος στο Σινά δείχνει επίσης ότι το Σάββατο είχε θεσπιστεί μόλις τότε. (Αρ 15:32-36) Ενόσω οι Ισραηλίτες ζούσαν στην Αίγυπτο, δεν θα μπορούσαν να τηρούν το Σάββατο έστω και αν βρίσκονταν τότε υπό τέτοιον νόμο, εφόσον ήταν δούλοι. Ο Φαραώ διαμαρτυρήθηκε ότι ο Μωυσής ανακατευόταν σε ξένες υποθέσεις επειδή εκείνος ζήτησε απλώς να τους δοθούν τρεις ημέρες για να θυσιάσουν στον Θεό. Πόσο περισσότερο θα αντιδρούσε αν οι Ισραηλίτες είχαν επιχειρήσει να αναπαύονται κάθε έβδομη ημέρα! (Εξ 5:1-5) Μολονότι αληθεύει ότι οι πατριάρχες προφανώς μετρούσαν το χρόνο με βάση μια εβδομάδα εφτά ημερών, τίποτα δεν αποδεικνύει ότι ξεχώριζαν με οποιονδήποτε τρόπο την έβδομη ημέρα. Ωστόσο, ο αριθμός εφτά ήταν σημαντικός επειδή συνήθως δήλωνε πληρότητα. (Γε 4:15, 23, 24· 21:28-32) Η εβραϊκή λέξη σαβά‛ («ορκίζομαι») προέρχεται προφανώς από την ίδια ρίζα με τη λέξη που σημαίνει «εφτά».
Το Σάββατο γιορταζόταν ως ιερή ημέρα (Δευ 5:12), ημέρα ανάπαυσης και χαράς για όλους—τους Ισραηλίτες, τους υπηρέτες, τους πάροικους και τα ζώα—καθώς έπαυε κάθε εργασία. (Ησ 58:13, 14· Ωσ 2:11· Εξ 20:10· 34:21· Δευ 5:12-15· Ιερ 17:21, 24) Γινόταν ειδική προσφορά ολοκαυτώματος, μαζί με προσφορά σιτηρών και σπονδή, εκτός από τη «μόνιμη προσφορά ολοκαυτώματος» που γινόταν τακτικά σε ημερήσια βάση. (Αρ 28:9, 10) Το ψωμί της πρόθεσης ανανεωνόταν στο αγιαστήριο, και νέα υποδιαίρεση ιερέων αναλάμβανε τα καθήκοντά της. (Λευ 24:5-9· 1Χρ 9:32· 2Χρ 23:4) Τα ιερατικά καθήκοντα δεν περιστέλλονταν το Σάββατο (Ματ 12:5), ακόμη δε και βρέφη περιτέμνονταν τότε, αν το Σάββατο ήταν η όγδοη ημέρα της ζωής τους. Μεταγενέστερα, οι Ιουδαίοι χρησιμοποιούσαν το ρητό: «Δεν υπάρχει σάββατο στο αγιαστήριο», εννοώντας ότι τα ιερατικά καθήκοντα συνεχίζονταν κανονικά.—Ιωα 7:22· Λευ 12:2, 3· Ο Ναός (The Temple), του Ά. Έντερσχαϊμ, 1874, σ. 152.
Σύμφωνα με ραβινικές πηγές, όταν ο Ιησούς ήταν στη γη η σάλπιγγα ηχούσε τρεις φορές την ένατη περίπου ώρα της Παρασκευής, δηλαδή στις τρεις το μεσημέρι, πράγμα που σήμαινε ότι πλησίαζε το Σάββατο. Τότε σταματούσαν κάθε εργασία και επαγγελματική δραστηριότητα, άναβαν το λυχνάρι του Σαββάτου και φορούσαν γιορτινά ενδύματα. Στη συνέχεια, άλλα τρία σαλπίσματα υποδείκνυαν ότι το Σάββατο είχε αρχίσει. Η απερχόμενη υποδιαίρεση των ιερέων πρόσφερε την πρωινή θυσία του Σαββάτου, ενώ η εισερχόμενη τη βραδινή, άρα και οι δύο υποδιαιρέσεις περνούσαν το Σάββατο στο αγιαστήριο. Καθεμιά από αυτές έδινε στον αρχιερέα το μισό από το ψωμί που της αναλογούσε. Το ψωμί το έτρωγαν στη διάρκεια του Σαββάτου μέσα στον ίδιο το ναό οι ιερείς που βρίσκονταν σε κατάσταση καθαρότητας. Οι κεφαλές των οικογενειών της εισερχόμενης υποδιαίρεσης καθόριζαν με κλήρο ποιες οικογένειες θα υπηρετούσαν την κάθε ειδική ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία πρόσφεραν τη διακονία τους και ποιοι θα εκτελούσαν τα ιερατικά καθήκοντα το Σάββατο.—Λευ 24:8, 9· Μαρ 2:26, 27· Ο Ναός, σ. 151, 152, 156-158.
Οι απαιτήσεις για το κανονικό εβδομαδιαίο Σάββατο διέφεραν από τις απαιτήσεις για τα Σάββατα, ή αλλιώς τις «άγιες συνελεύσεις», που συνδέονταν με τις γιορτές. (Λευ 23:2) Γενικά, το εβδομαδιαίο Σάββατο ήταν πιο περιοριστικό, καθώς δεν μπορούσε να γίνει καμιά εργασία—είτε κοπιαστική είτε όχι—παρά μόνο στο αγιαστήριο. Απαγορευόταν ακόμη και το μάζεμα ξύλων ή το άναμμα φωτιάς. (Αρ 15:32-36· Εξ 35:3) Επίσης περιορίζονταν τα ταξίδια, προφανώς με βάση το εδάφιο Έξοδος 16:29. Παρόμοια, η Ημέρα της Εξιλέωσης ήταν καιρός ανάπαυσης από κάθε είδους εργασία. (Λευ 16:29-31· 23:28-31) Ωστόσο, τις ημέρες των γιορτών, κατά τις οποίες γίνονταν άγιες συνελεύσεις, ενώ δεν επιτρεπόταν οποιαδήποτε κοπιαστική εργασία και εμπορική ή επαγγελματική δραστηριότητα, επιτρεπόταν το μαγείρεμα, οι εορταστικές προετοιμασίες, και ούτω καθεξής.—Εξ 12:16· Λευ 23:7, 8, 21, 35, 36.
Μερικές φορές δύο προσδιορισμένα από το Νόμο Σάββατα έπεφταν το ίδιο εικοσιτετράωρο, και τότε εκείνη η ημέρα ονομαζόταν “μεγάλο” Σάββατο, όπως όταν η 15η Νισάν (ημέρα σαββάτου) συνέπιπτε με το κανονικό Σάββατο.—Ιωα 19:31.
Τα Οφέλη και η Σημασία του Σαββάτου. Η αποχή από κάθε εργασία και η τήρηση άλλων θεόδοτων απαιτήσεων για το Σάββατο δεν εξασφάλιζαν μόνο σωματική ανάπαυση αλλά, το σπουδαιότερο, παρείχαν στο άτομο την ευκαιρία να εκδηλώσει την πίστη και την υπακοή του τηρώντας το Σάββατο. Έδιναν στους γονείς την ευκαιρία να ενσταλάξουν τους νόμους και τις εντολές του Θεού στη διάνοια και στην καρδιά των παιδιών τους. (Δευ 6:4-9) Το Σάββατο ήταν συνήθως αφιερωμένο στην απόκτηση γνώσης για τον Θεό και στην κάλυψη των πνευματικών αναγκών, όπως φαίνεται από την απάντηση που έδωσε στη Σουναμίτισσα ο σύζυγός της όταν αυτή ζήτησε την άδεια να πάει να δει τον Ελισαιέ, τον άνθρωπο του Θεού: «Γιατί πηγαίνεις σε αυτόν σήμερα; Δεν είναι ούτε νέα σελήνη ούτε σάββατο». (2Βα 4:22, 23) Επίσης, οι Λευίτες που ήταν διασκορπισμένοι σε όλη τη χώρα επωφελούνταν αναμφίβολα από το Σάββατο για να διδάξουν το Νόμο στο λαό του Ισραήλ.—Δευ 33:8, 10· Λευ 10:11.
Ήταν σημαντικό για τον κάθε Ισραηλίτη ατομικά να θυμάται να τηρεί το Σάββατο επειδή η παραβίασή του θεωρούνταν στασιασμός εναντίον του Ιεχωβά και τιμωρούνταν με θάνατο. (Εξ 31:14, 15· Αρ 15:32-36) Η ίδια αρχή ίσχυε και σε εθνικό επίπεδο. Η ολόκαρδη τήρηση όλου του σαββατιαίου συστήματος—ημερών και ετών—ήταν ζωτική προκειμένου να συνεχίσουν να υπάρχουν ως έθνος στη θεόδοτη γη τους. Το ότι δεν τίμησαν τους νόμους του Σαββάτου συνέτεινε πολύ στην πτώση τους και στην ερήμωση της γης του Ιούδα επί 70 χρόνια, ως αντιστάθμισμα για τα Σάββατα που είχαν παραβιαστεί.—Λευ 26:31-35· 2Χρ 36:20, 21.
Ραβινικοί Περιορισμοί για το Σάββατο. Το Σάββατο προοριζόταν αρχικά να είναι καιρός χαράς και πνευματικής εποικοδόμησης. Ωστόσο, οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες, ιδιαίτερα μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία, λόγω του ζήλου που είχαν να ξεχωρίζουν από τους Εθνικούς όσο το δυνατόν περισσότερο, κατέστησαν σταδιακά το Σάββατο βαρύ φορτίο υπεραυξάνοντας τους περιορισμούς του σε 39 και προσθέτοντας αναρίθμητους μικρότερους περιορισμούς. Όταν αυτοί οι περιορισμοί συντάχθηκαν, γέμισαν δύο μεγάλους τόμους. Για παράδειγμα, απαγορευόταν να πιάσει κανείς έναν ψύλλο διότι αυτό θεωρούνταν κυνήγι. Δεν μπορούσε να δοθεί βοήθεια σε πάσχοντα, εκτός αν κινδύνευε η ζωή του. Δεν μπορούσε να γίνει ανάταξη οστού ούτε επίδεση εξαρθρωμένου μέλους. Αυτοί οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες ακύρωσαν τον πραγματικό σκοπό του Σαββάτου, διότι υποδούλωσαν το λαό στην παράδοση αντί να φροντίσουν να υπηρετεί το Σάββατο τους ανθρώπους προς τιμήν του Θεού. (Ματ 15:3, 6· 23:2-4· Μαρ 2:27) Όταν οι μαθητές του Ιησού μάζεψαν σιτηρά και τα έτριψαν στα χέρια τους για να τα φάνε, κατηγορήθηκαν προφανώς για δύο αδικήματα, συγκεκριμένα για θερισμό και αλώνισμα το Σάββατο. (Λου 6:1, 2) Οι ραβίνοι είχαν το ρητό: «Οι αμαρτίες όποιου τηρεί αυστηρά κάθε νόμο του Σαββάτου, ακόμη και αν είναι ειδωλολάτρης, συγχωρούνται».
Δεν Επιβλήθηκε στους Χριστιανούς. Ο Ιησούς, ως Ιουδαίος που υπόκειτο στο Νόμο, τηρούσε το Σάββατο όπως όριζε ο Λόγος του Θεού (όχι οι Φαρισαίοι). Γνώριζε ότι ήταν νόμιμο να κάνει κάποιος καλά έργα το Σάββατο. (Ματ 12:12) Ωστόσο, τα θεόπνευστα Χριστιανικά συγγράμματα δηλώνουν ότι «ο Χριστός είναι το τέλος του Νόμου» (Ρω 10:4) και, ως εκ τούτου, οι Χριστιανοί έχουν «απαλλαχτεί από το Νόμο». (Ρω 7:6) Ούτε ο Ιησούς ούτε οι μαθητές του έκαναν κάποια διάκριση ανάμεσα στους λεγόμενους ηθικούς νόμους και στους εθιμοτυπικούς. Παρέθεταν τόσο από τα άλλα μέρη του Νόμου όσο και από τις Δέκα Εντολές και τα θεωρούσαν όλα εξίσου δεσμευτικά για όσους βρίσκονταν υπό το Νόμο. (Ματ 5:21-48· 22:37-40· Ρω 13:8-10· Ιακ 2:10, 11) Οι Γραφές δηλώνουν με σαφήνεια ότι η θυσία του Χριστού «κατάργησε . . . το Νόμο των εντολών που αποτελούνταν από διατάγματα» και ότι ο Θεός «εξάλειψε το εναντίον μας χειρόγραφο, το οποίο αποτελούνταν από διατάγματα . . . και το έχει βγάλει από τη μέση καρφώνοντάς το στο ξύλο του βασανισμού». Ολόκληρος ο Μωσαϊκός Νόμος “καταργήθηκε”, “εξαλείφθηκε”, “βγήκε από τη μέση”. (Εφ 2:13-15· Κολ 2:13, 14) Επομένως, όλο το σύστημα των Σαββάτων, είτε επρόκειτο για ημέρες είτε για έτη, τερματίστηκε μαζί με τον υπόλοιπο Νόμο από τη θυσία του Χριστού Ιησού. Έτσι εξηγείται γιατί οι Χριστιανοί μπορούν να θεωρούν ότι «μια ημέρα είναι όπως όλες οι άλλες», είτε αυτή η ημέρα είναι Σάββατο είτε οποιαδήποτε άλλη, χωρίς να φοβούνται ότι κάποιος θα τους κρίνει για αυτό. (Ρω 14:4-6· Κολ 2:16) Ο Παύλος έκανε το ακόλουθο σχόλιο σχετικά με όσους τηρούσαν με σχολαστικότητα «ημέρες και μήνες και εποχές και έτη»: «Φοβάμαι για εσάς, μήπως έχω μοχθήσει άσκοπα σε σχέση με εσάς».—Γα 4:10, 11.
Μετά το θάνατο του Ιησού, οι απόστολοί του ουδέποτε διέταξαν να τηρείται το Σάββατο. Το Σάββατο δεν περιλήφθηκε ως απαίτηση για τους Χριστιανούς στα εδάφια Πράξεις 15:28, 29 ή αργότερα. Ούτε θέσπισαν νέο σάββατο, κάποια «ημέρα του Κυρίου». Παρότι ο Ιησούς αναστήθηκε την ημέρα που ονομάζεται σήμερα Κυριακή, πουθενά δεν υποδηλώνει η Γραφή ότι η ημέρα της ανάστασής του έπρεπε να γιορτάζεται ως «νέο» σάββατο ή κάπως αλλιώς. Μερικοί χρησιμοποιούν τα εδάφια 1 Κορινθίους 16:2 και Πράξεις 20:7 για να υποστηρίξουν ότι η Κυριακή πρέπει να τηρείται ως σάββατο. Ωστόσο, το πρώτο εδάφιο δείχνει απλώς ότι ο Παύλος παρήγγειλε στους Χριστιανούς να αποταμιεύουν στο σπίτι τους κάποιο ποσό κάθε πρώτη ημέρα της εβδομάδας για τους άπορους αδελφούς τους στην Ιερουσαλήμ. Τα χρήματα αυτά δεν έπρεπε να τα παραδώσουν στο χώρο όπου συναθροίζονταν, αλλά να τα φυλάξουν μέχρι να έρθει ο Παύλος. Όσο για το δεύτερο εδάφιο, ήταν λογικό να συναντηθεί ο Παύλος με τους αδελφούς στην Τρωάδα την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, εφόσον έφευγε την αμέσως επόμενη.
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η κυριολεκτική τήρηση σαββατιαίων ημερών και ετών δεν αποτελούσε γνώρισμα της Χριστιανοσύνης του πρώτου αιώνα. Μόλις το 321 Κ.Χ. ο Κωνσταντίνος όρισε να είναι η Κυριακή ημέρα ανάπαυσης για όλους εκτός από τους γεωργούς. Στο διάταγμά του όμως η ημέρα αυτή αναφέρεται ως η ημέρα του Ήλιου (λατ., dies Solis, παλιός τίτλος της πρώτης ημέρας της εβδομάδας συνυφασμένος με την αστρολογία και την ηλιολατρία) και όχι ως η ημέρα του Κυρίου [λατ., dies Domini] ή το Σάββατο [Sabbatum]. Στην αγγλική η Κυριακή ονομάζεται «ημέρα του ήλιου» (Sunday).
Είσοδος στην Ανάπαυση του Θεού. Σύμφωνα με τα εδάφια Γένεση 2:2, 3, μετά την έκτη δημιουργική ημέρα, ή αλλιώς περίοδο, ο Θεός «άρχισε να αναπαύεται την έβδομη ημέρα», σταματώντας να κάνει δημιουργικά έργα όσον αφορά τη γη, όπως περιγράφεται στο 1ο κεφάλαιο της Γένεσης.
Ο απόστολος Παύλος δείχνει στην επιστολή προς τους Εβραίους, κεφάλαια 3 και 4, ότι οι Ισραηλίτες στην έρημο δεν εισήλθαν στην ανάπαυση, ή αλλιώς στο σάββατο, του Θεού λόγω ανυπακοής και απιστίας. (Εβρ 3:18, 19· Ψλ 95:7-11· Αρ 14:28-35) Όσοι εισήλθαν τελικά στην Υποσχεμένη Γη υπό τον Ιησού του Ναυή βρήκαν ανάπαυση, αλλά όχι την πλήρη ανάπαυση που θα είναι εφικτή υπό τον Μεσσία. Επρόκειτο μόνο για εξεικονιστικό τύπο, ή αλλιώς σκιά, της πραγματικότητας. (Ιη 21:44· Εβρ 4:8· 10:1) Ωστόσο, όπως εξηγεί ο Παύλος, «απομένει μια ανάπαυση σαββάτου για το λαό του Θεού». (Εβρ 4:9) Έτσι λοιπόν, όσοι είναι υπάκουοι και ασκούν πίστη στον Χριστό απολαμβάνουν «ανάπαυση σαββάτου» από «τα έργα» τους, έργα με τα οποία επιδίωκαν προηγουμένως να αποδειχτούν δίκαιοι. (Παράβαλε Ρω 10:3.) Επομένως, ο Παύλος δείχνει ότι το σάββατο, ή αλλιώς η ανάπαυση, του Θεού συνεχιζόταν στις ημέρες του και οι Χριστιανοί εισέρχονταν σε αυτό, πράγμα που υποδηλώνει ότι η ημέρα ανάπαυσης του Θεού διαρκεί χιλιάδες χρόνια.—Εβρ 4:3, 6, 10.
«Κύριος του Σαββάτου». Ενόσω βρισκόταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός αποκάλεσε τον εαυτό του “Κύριο του σαββάτου”. (Ματ 12:8) Το κατά γράμμα Σάββατο, το οποίο είχε σκοπό να φέρνει στους Ισραηλίτες ανακούφιση από τις εργασίες τους, ήταν «σκιά των μελλοντικών πραγμάτων, αλλά η πραγματικότητα ανήκει στον Χριστό». (Κολ 2:16, 17) Σε σχέση με αυτά τα “μελλοντικά πράγματα” υπάρχει ένα σάββατο του οποίου Κύριος πρόκειται να είναι ο Ιησούς. Ως Κύριος κυρίων, ο Χριστός θα κυβερνήσει όλη τη γη χίλια χρόνια. (Απ 19:16· 20:6) Κατά την επίγεια διακονία του, ο Ιησούς εκτέλεσε μερικά από τα εξοχότερα θαυματουργικά του έργα το Σάββατο. (Λου 13:10-13· Ιωα 5:5-9· 9:1-14) Αυτό δείχνει σαφώς το είδος της ανακούφισης που θα φέρει ανυψώνοντας τους ανθρώπους σε πνευματική και σωματική τελειότητα στη διάρκεια της ερχόμενης Χιλιετούς Διακυβέρνησής του, η οποία επομένως θα μοιάζει με περίοδο σαββατιαίας ανάπαυσης για τη γη και την ανθρωπότητα.—Απ 21:1-4.
Για πληροφορίες σχετικά με τον όρο Απόσταση Οδοιπορίας Σαββάτου, βλέπε ΤΑΞΙΔΙ.
-
-
ΣαββεθαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΒΕΘΑΪ
(Σαββεθαΐ) [[Γεννημένος το] Σάββατο].
Λευίτης της μεταιχμαλωσιακής περιόδου. Το εδάφιο Έσδρας 10:15 αναφέρει: «Ωστόσο, ο Ιωνάθαν, ο γιος του Ασαήλ, και ο Ιαζίας, ο γιος του Τικβά, στάθηκαν ενάντιοι σε αυτό· ο δε Μεσουλλάμ και ο Σαββεθαΐ, οι Λευίτες, τους βοήθησαν». Μια πιθανή κατανόηση αυτού του εδαφίου είναι ότι ο Σαββεθαΐ βοήθησε εκείνους που αντέδρασαν στην πρόταση του Έσδρα, σύμφωνα με την οποία όσοι είχαν παντρευτεί αλλοεθνείς γυναίκες έπρεπε να τις αποπέμψουν. Ή μπορεί να εννοείται ότι ήταν ένας από εκείνους που αντέδρασαν στη διαδικασία την οποία συνέστησε η εκκλησία για την επίλυση του ζητήματος. Κατά μία άλλη πιθανή απόδοση, αυτός βοήθησε εκείνους που ενήργησαν αντιπροσωπευτικά εκ μέρους του λαού για το χειρισμό αυτής της κατάστασης. Αυτή η τελευταία εκδοχή θα ήταν ίσως πιθανότερη αν ο Σαββεθαΐ που αναφέρεται εδώ είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Σαββεθαΐ που μνημονεύεται στα εδάφια Νεεμίας 8:5-7· 11:1, 2, 15, 16, ο οποίος βοήθησε τον Έσδρα στη δημόσια ανάγνωση του Νόμου και ο οποίος έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά την ανοικοδόμηση του τείχους.
-
-
ΣαβεέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΕΕ
(Σαβεέ).
Προφανώς μια από τις παρεμβαλλόμενες πόλεις που δόθηκαν στη φυλή του Συμεών και βρίσκονταν στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα. (Ιη 19:2) Ωστόσο, το όνομα αυτό δεν εμφανίζεται στον παράλληλο κατάλογο των εδαφίων 1 Χρονικών 4:28-32 ούτε στην απαρίθμηση των πόλεων που παραχωρήθηκαν αρχικά στον Ιούδα. (Ιη 15:26) Εφόσον τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:2-6 λένε ότι συνολικά οι πόλεις ήταν 13, ενώ στην πραγματικότητα φαίνεται να αναφέρουν 14 πόλεις, ορισμένοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι η Σαβεέ και η Βηρ-σαβεέ ήταν δύο τμήματα της ίδιας πόλης, από τα οποία η Σαβεέ ήταν το παλιότερο. Αν αποτελούσε ξεχωριστή τοποθεσία, ίσως ήταν η ίδια με τη Σεμά που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των εδαφίων Ιησούς του Ναυή 15:26-32.
-
-
ΣαβθάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΒΘΑ
(Σαβθά).
Γιος του Χους, αδελφός του Νεβρώδ και προγεννήτορας μιας από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. (Γε 10:7, 8, 32· 1Χρ 1:9, 10) Από ό,τι φαίνεται οι απόγονοι του Σαβθά εγκαταστάθηκαν στη νότια Αραβία, ίσως σε μια από τις τοποθεσίες που η μεταγενέστερη ονομασία τους μοιάζει με το όνομά του. Μια τέτοια πιθανολογούμενη τοποθεσία είναι η Σάβατα, η αρχαία πρωτεύουσα του Χαντραμάουτ, ενώ ο Πτολεμαίος μνημονεύει μια πόλη ονόματι Σαραύτα κοντά στον Περσικό Κόλπο. Οποιαδήποτε όμως σύνδεση των τοποθεσιών αυτών με τον Σαβθά παραμένει ανεπιβεβαίωτη.
-
-
ΣαγάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΓΑΦ
(Σαγάφ).
1. Γιος του Χάλεβ (γιου του Εσρών) από την παλλακίδα του τη Μααχά. Ο Σαγάφ ήταν ο ιδρυτής της Μαδμαννά ή ο “πατέρας” όσων εγκαταστάθηκαν εκεί.—1Χρ 2:9, 42, 48, 49.
2. Ο τελευταίος από τους έξι γιους του Ιαδαΐ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ, του γιου του Εσρών, από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:9, 42, 47.
-
-
ΣαγήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΓΗ
(Σαγή).
Αραρίτης, του οποίου ο γιος, ονόματι Ιωνάθαν, ήταν ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 34) Η παράλληλη περικοπή στα εδάφια 2 Σαμουήλ 23:32, 33 αναφέρει: «Ο Ιωνάθαν, ο Σαμμάχ ο Αραρίτης». Κατά κοινή παραδοχή, έχουν χαθεί με κάποιον τρόπο οι λέξεις «γιος τού», με την προσθήκη των οποίων το εδάφιο θα έλεγε: «Ο Ιωνάθαν ο [γιος του] Σαμμάχ του Αραρίτη»—το όνομα Σαμμάχ προφανώς ήταν ένα άλλο όνομα του Σαγή.
-
-
ΣαδδουκαίοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΟΙ
(Σαδδουκαίοι).
Εξέχουσα θρησκευτική αίρεση του Ιουδαϊσμού που συνδεόταν με το ιερατείο. (Πρ 5:17) Δεν πίστευαν στην ανάσταση ούτε στους αγγέλους.—Πρ 23:8.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς εμφανίστηκε η θρησκευτική αίρεση των Σαδδουκαίων. Η πρώτη ιστορική αναφορά σε αυτούς ονομαστικά εμφανίζεται στα συγγράμματα του Ιώσηπου, τα οποία δείχνουν ότι οι Σαδδουκαίοι βρίσκονταν σε αντιπαλότητα με τους Φαρισαίους κατά το τελευταίο ήμισυ του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 293 [x, 6]) Ο Ιώσηπος παρέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με τις διδασκαλίες τους. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι παρουσιάζει τα πράγματα έτσι όπως ακριβώς ήταν. Ανόμοια με τους Φαρισαίους, λέει ο Ιώσηπος, οι Σαδδουκαίοι δεν δέχονταν ότι η μοίρα καθόριζε την τύχη κάποιου, αλλά διατείνονταν ότι ο ίδιος, με τις δικές του ενέργειες, ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για ό,τι του συνέβαινε. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 172, 173 [v, 9]) Απέρριπταν τις πολλές προφορικές παραδόσεις που τηρούσαν οι Φαρισαίοι καθώς επίσης την πίστη εκείνων στην αθανασία της ψυχής και στις μεταθανάτιες τιμωρίες ή ανταμοιβές. Στις μεταξύ τους σχέσεις, οι Σαδδουκαίοι ήταν κάπως απότομοι ο ένας προς τον άλλον. Λέγεται ότι ήταν φιλόνικοι. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, οι διδασκαλίες τους είχαν απήχηση στους πλούσιους.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΓ΄, 298 (x, 6)· ΙΗ΄, 16, 17 (i, 4)· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 162-166 (viii, 14).
Όπως επισήμανε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, οι Σαδδουκαίοι έπρεπε να παραγάγουν καρπούς που άρμοζαν στη μετάνοια. Και αυτό επειδή, όπως και οι Φαρισαίοι, δεν τηρούσαν το νόμο του Θεού. (Ματ 3:7, 8) Ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς παρομοίασε τη φθοροποιά διδασκαλία τους με προζύμι.—Ματ 16:6, 11, 12.
Αναφορικά με τις θρησκευτικές τους δοξασίες, το εδάφιο Πράξεις 23:8 δηλώνει: «Οι Σαδδουκαίοι λένε ότι δεν υπάρχει ούτε ανάσταση ούτε άγγελος ούτε πνεύμα, αλλά οι Φαρισαίοι τα διακηρύττουν δημόσια όλα αυτά». Η ανάσταση και ο ανδραδελφικός γάμος ήταν τα ζητήματα με τα οποία επιχείρησε να προκαλέσει τον Χριστό Ιησού μια ομάδα Σαδδουκαίων. Εκείνος, όμως, τους αποστόμωσε. Αναφερόμενος στα συγγράμματα του Μωυσή, τα οποία οι Σαδδουκαίοι διατείνονταν ότι δέχονταν, ο Ιησούς κατέρριψε τον ισχυρισμό τους ότι δεν υπάρχει ανάσταση. (Ματ 22:23-34· Μαρ 12:18-27· Λου 20:27-40) Όταν, αργότερα, ο απόστολος Παύλος βρέθηκε ενώπιον του Σάνχεδριν, δίχασε αυτό το ανώτατο Ιουδαϊκό δικαστήριο στρέφοντας τους Φαρισαίους εναντίον των Σαδδουκαίων. Αυτό ήταν εφικτό λόγω των θρησκευτικών διαφορών που υπήρχαν ανάμεσά τους.—Πρ 23:6-10.
Παρά τη θρησκευτική διαίρεση μεταξύ των Σαδδουκαίων και των Φαρισαίων, αυτοί προσπάθησαν από κοινού να βάλουν τον Ιησού σε πειρασμό ζητώντας του σημείο (Ματ 16:1), ενώ και οι δύο ομάδες είχαν σχηματίσει ενιαίο μέτωπο εναντίον του. Τα στοιχεία από την Αγία Γραφή δείχνουν ότι οι Σαδδουκαίοι πρωτοστάτησαν στις προσπάθειες που αποσκοπούσαν στο θάνατο του Ιησού. Συμμετείχαν στο Σάνχεδριν, το δικαστήριο που έστησε πλεκτάνη εναντίον του Ιησού και αργότερα τον καταδίκασε σε θάνατο. Μέλος του δικαστηρίου ήταν ο Καϊάφας—Σαδδουκαίος και αρχιερέας—προφανώς δε και άλλοι εξέχοντες ιερείς. (Ματ 26:59-66· Ιωα 11:47-53· Πρ 5:17, 21) Επομένως, όποτε οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές μιλούν για κάποια ενέργεια των πρωθιερέων, είναι προφανές ότι περιλαμβάνονταν και Σαδδουκαίοι. (Ματ 21:45, 46· 26:3, 4, 62-64· 28:11, 12· Ιωα 7:32) Φαίνεται ότι οι Σαδδουκαίοι πρωτοστάτησαν στην προσπάθεια που καταβλήθηκε να αναχαιτιστεί η εξάπλωση της Χριστιανοσύνης μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού.—Πρ 4:1-23· 5:17-42· 9:14.
-
-
ΣαδώκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΔΩΚ
(Σαδώκ) [από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι δίκαιος»].
1. Ιερέας συνδεδεμένος με εξέχοντα τρόπο με τον Βασιλιά Δαβίδ. Ο Σαδώκ ήταν απόγονος του Ααρών από την αρχιερατική γραμμή του Ελεάζαρ. (1Χρ 6:3-8, 50-53) Αποκαλείται επίσης «βλέπων». (2Σα 15:27) Ο Σαδώκ, ως γενναίος και κραταιός νεαρός άντρας, ήταν ένας από τους αρχηγούς φυλών οι οποίοι υποστήριξαν τη βασιλεία του Δαβίδ. (1Χρ 12:27, 28) Έκτοτε ήταν όσιος στον Δαβίδ.—2Σα 8:15, 17· 20:25· 1Χρ 18:16.
Ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ (όποτε αναφέρονται μαζί, ο Σαδώκ κατονομάζεται πρώτος, ίσως επειδή ήταν και προφήτης) συνόδευσαν την κιβωτό της διαθήκης όταν ο Δαβίδ διευθέτησε τη μεταφορά της στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν, ο Σαδώκ συνέχισε να υπηρετεί για κάποιο διάστημα στη Γαβαών, όπου βρισκόταν η σκηνή της μαρτυρίας. (1Χρ 15:11, 14· 16:39) Όταν στασίασε ο Αβεσσαλώμ, ο Σαδώκ και οι Λευίτες πήραν την Κιβωτό και άρχισαν να συνοδεύουν τον Δαβίδ ο οποίος έφευγε από την Ιερουσαλήμ, αλλά εκείνος τους έστειλε πίσω στην πόλη, αναθέτοντας στον Σαδώκ και σε άλλους να ενεργούν ως σύνδεσμοί του για να μεταδίδουν μυστικές πληροφορίες. (2Σα 15:23-29, 35, 36· 17:15, 16· 18:19-27) Αφού έληξε η ανταρσία, ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση καλής υποδοχής για τον Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 19:11-14) Όταν, προς το τέλος της βασιλείας του, ο Δαβίδ οργάνωσε τις Λευιτικές υπηρεσίες για το ναό, τον βοήθησαν τόσο ο Σαδώκ όσο και ο Αχιμέλεχ, ο γιος του Αβιάθαρ.—1Χρ 24:3, 6, 30, 31.
Αντίθετα από τον Αβιάθαρ, ο Σαδώκ δεν υποστήριξε την απόπειρα σφετερισμού του θρόνου από τον Αδωνία. Ως εκ τούτου, ο Δαβίδ διόρισε τον Σαδώκ ως εκείνον που θα έχριε τον Σολομώντα βασιλιά. (1Βα 1:7, 8, 26, 32-46) Τόσο κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ όσο και του Δαβίδ, ο Σαδώκ υπηρετούσε μόνο ως συνιερέας, αλλά λόγω της οσιότητάς του—κατά αντιδιαστολή με την αμφιταλαντευόμενη πιστότητα του Αρχιερέα Αβιάθαρ—ο Σολομών έδιωξε τον Αβιάθαρ από την Ιερουσαλήμ και έκανε αρχιερέα τον Σαδώκ. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία του Ιεχωβά εναντίον του οίκου του Ηλεί. (1Βα 2:26, 27, 35) Η αναφορά που κάνει αργότερα το εδάφιο 1 Βασιλέων 4:4 στον “Σαδώκ και στον Αβιάθαρ” γίνεται μάλλον για ιστορικούς λόγους. Ο Ιώσηπος υποστηρίζει ότι ο Σαδώκ ήταν ο πρώτος αρχιερέας στο ναό του Σολομώντα. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 152 [viii, 6]) Στα εδάφια 1 Χρονικών 27:16, 17, ο Σαδώκ αναφέρεται ως αρχηγός του οίκου του Ααρών. Η Αγία Γραφή παρέχει στοιχεία με βάση τα οποία μπορούμε να ακολουθήσουμε τη γραμμή του Σαδώκ και να διαπιστώσουμε ότι κατείχε το αρχιερατικό αξίωμα μέχρι τον καιρό του Δαρείου του Πέρση (πιθανώς του Δαρείου Β΄). (1Βα 4:2· 1Χρ 6:8-15· 2Χρ 31:10· Νε 12:22) Οι ιερείς που είδε ο Ιεζεκιήλ στο ναό του οράματός του ήταν «γιοι του Σαδώκ».—Ιεζ 40:46· 43:19· 44:15· 48:11.
2. Παππούς του Βασιλιά Ιωθάμ του Ιούδα από τη συγγένεια της μητέρας του.—2Βα 15:32, 33· 2Χρ 27:1.
3. Απόγονος του Ααρών μέσω του προσώπου Αρ. 1 στην αρχιερατική γραμμή και πρόγονος του “επιδέξιου αντιγραφέα” Έσδρα.—1Χρ 6:3, 8, 12, 13· 9:11· Εσδ 7:1-6· Νε 11:11.
4. Ένα από τα άτομα που ανοικοδόμησαν μεταιχμαλωσιακά το τείχος της Ιερουσαλήμ, γιος του Βαανά. (Νε 3:4) Είτε ο ίδιος είτε ο εκπρόσωπος κάποιας ομώνυμης οικογένειας υπέγραψε την εθνική διαθήκη που προτάθηκε λίγο αργότερα.—Νε 9:38· 10:1, 14, 21.
5. Κάποιος άλλος ο οποίος βοήθησε στην ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ. Γιος ή απόγονος του Ιμμήρ, ο οποίος πιθανόν να ανήκε στην ιερατική οικογένεια.—Νε 3:29.
6. Αντιγραφέας τον οποίο ο Νεεμίας κατέστησε υπεύθυνο από κοινού με τον Σελεμία και τον Φεδαΐα για τις αποθήκες των Λευιτών. (Νε 13:13) Ίσως το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 5.
7. Πρόγονος του Ιωσήφ, του θετού πατέρα του Ιησού, στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—Ματ 1:14.
-
-
ΣαιβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΙΒΑ
(Σαιβά).
1. [από μια ρίζα που σημαίνει «εξισώνω· εξομαλύνω»]. Πατέρας της Μαχβηνά και της Γαβεά. Αλλά, δεδομένου ότι αυτά είναι πιθανώς ονόματα πόλεων, ο Σαιβά ήταν ίσως ο πατέρας όσων εγκαταστάθηκαν εκεί ή ήταν ο ιδρυτής εκείνων των πόλεων. Ο πατέρας του Σαιβά ο Χάλεβ (Χελουβαΐ) ήταν επικεφαλής ενός από τους τρεις κύριους κλάδους των απογόνων του Ιούδα μέσω του Εσρών.—1Χρ 2:9, 48-50.
-
-
ΣαΐρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΪΡ
(Σαΐρ).
Τοποθεσία στον Εδώμ ή στα περίχωρά του. Στην περιοχή του Σαΐρ, ο Βασιλιάς Ιωράμ του Ιούδα πάταξε τη νύχτα μια στρατιωτική δύναμη Εδωμιτών που τον είχε περικυκλώσει. (2Βα 8:20-22) Η ακριβής θέση του Σαΐρ δεν είναι γνωστή.
-
-
Σακίδιο ΤροφίμωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΚΙΔΙΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Σάκος, συνήθως δερμάτινος, που κρεμούσαν στον ώμο οι ταξιδιώτες, οι βοσκοί, οι γεωργοί και άλλοι. Τον χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν τρόφιμα, ρούχα και άλλες προμήθειες, αλλά δεν ήταν ίδιος με το μικρότερο πουγκί της ζώνης στο οποίο έβαζαν χρυσά, ασημένια και χάλκινα νομίσματα. (Ματ 10:9· Μαρ 6:8) Το “ποιμενικό σακίδιο” του Δαβίδ ήταν αναμφίβολα ένα τέτοιο σακίδιο τροφίμων. (1Σα 17:40) Ο Ιησούς Χριστός, όταν έστειλε πρώτα τους 12 αποστόλους και αργότερα τους 70 μαθητές να κηρύξουν στον Ισραήλ, τους είπε να μην πάρουν μαζί τους σακίδια τροφίμων. (Ματ 10:5, 9, 10· Λου 9:3· 10:1, 4) Ο Ιεχωβά θα φρόντιζε για τις ανάγκες τους μέσω των ομοεθνών τους, οι οποίοι είχαν το έθιμο της φιλοξενίας. Λίγο πριν από το θάνατό του, ο Ιησούς έδειξε ότι οι περιστάσεις θα άλλαζαν ως αποτέλεσμα της επίσημης εναντίωσης, και είπε στους μαθητές του να πάρουν μαζί τους και πουγκί και σακίδιο τροφίμων. Παρ’ όλα αυτά, έπρεπε να επιζητούν πρώτα τη Βασιλεία του Θεού αντί να ανησυχούν για τις υλικές ανάγκες. Έτσι θα αποδείκνυαν ότι άφηναν τη φροντίδα του εαυτού τους στα χέρια του Ιεχωβά Θεού, ενόσω βρίσκονταν στη διακονία.—Λου 22:35, 36· Ματ 6:25-34.
-
-
ΣακκούθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΚΚΟΥΘ
(Σακκούθ).
Πιθανώς αστρική θεότητα, όπως συνάγεται από το γεγονός ότι το όνομα «Σακκούθ» χρησιμοποιείται σε παραλληλισμό με τη φράση «το άστρο του θεού σας». (Αμ 5:26) Στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο έχουν παρεμβληθεί σκόπιμα στο εν λόγω όνομα φωνηεντικά σημεία έτσι ώστε να αντιστοιχεί στη λέξη σικκούτς, η οποία σημαίνει «αηδιαστικό πράγμα». Το όνομα Σακκούθ ταυτίζεται ενδεχομένως με το «Σακκούτ», τη βαβυλωνιακή ονομασία του Κρόνου (ενός αστρικού θεού). Ωστόσο, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, αντί «τον Σακκούθ, το βασιλιά σας», λέει τὴν σκηνὴν τοῦ Μολόχ, και ο Στέφανος, ο οποίος πιθανότατα παρέθεσε από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, χρησιμοποίησε και αυτός τη φράση «τη σκηνή του Μολόχ». (Πρ 7:43) Αυτό υποδηλώνει ότι με τη λέξη «Σακκούθ» μπορεί να εννοούνταν ένα φορητό ομοίωμα ναού, μια σκηνή που στέγαζε το είδωλο του Μολόχ.—Βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ (Ο Μολόχ και η Αστρολογία στον Ισραήλ).
-
-
Σάκος, ΣακίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΚΟΣ, ΣΑΚΙ
Οι σάκοι και τα σακιά, που κατασκευάζονταν από διάφορα δέρματα και υφάσματα, χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα ως θήκες για τη φύλαξη διαφόρων πραγμάτων όπως σιτηρά και τρόφιμα, πέτρινα ζύγια, τιμαλφή, σβόλοι χρυσού και ασημιού και, σε μεταγενέστερες περιόδους, νομίσματα. Ειδικά η λέξη «σάκος» προσδιορίζει το χοντρό ύφασμα από το οποίο έφτιαχναν τέτοιες θήκες. Συνήθως το ύφασμα αυτό ήταν από σκούρες τρίχες κατσικιού.—Απ 6:12· Ησ 50:3.
Η ελληνική λέξη «σάκος» προέρχεται από την εβραϊκή λέξη σακ η οποία, παρότι στην Αγία Γραφή αναφέρεται κυρίως στο συγκεκριμένο ύφασμα (Λευ 11:32), χρησιμοποιείται επίσης—όπως και η λέξη «σάκος» σήμερα—για να προσδιορίσει τις θήκες από αυτό το ύφασμα στις οποίες έβαζαν τρόφιμα και σιτηρά. (Γε 42:25, 27, 35· Ιη 9:4) Η λέξη ’αμτάχαθ του εβραϊκού κειμένου (παράγωγο ενός ρήματος που σημαίνει «απλώνω» [Ησ 40:22]) χρησιμοποιείται για τα σακιά που είχαν οι αδελφοί του Ιωσήφ όταν τον επισκέφτηκαν στην Αίγυπτο και φαίνεται ότι είναι λίγο πολύ συνώνυμη της λέξης σακ. Ίσως αναφέρεται περισσότερο στο σχήμα του σακιού παρά στο υλικό κατασκευής του.—Γε 42:27, 28· 43:18-23.
Όταν ο Δαβίδ ετοιμαζόταν να αναμετρηθεί με τον Γολιάθ, έβαλε πέντε πέτρες στο ποιμενικό του «σακίδιο» (εβρ., κελί), το οποίο εικάζεται ότι έμοιαζε με ταγάρι που το κρεμούσαν διαγωνίως από τον ώμο και συνήθως το έφτιαχναν από ακατέργαστα δέρματα ζώων. (1Σα 17:40, 49) Η λέξη που χρησιμοποιεί εδώ το εβραϊκό κείμενο έχει πολύ ευρεία έννοια και, τις περισσότερες φορές, αναφέρεται απλώς σε κάποιο πήλινο, ξύλινο, μεταλλικό ή δερμάτινο σκεύος ή δοχείο.—Λευ 6:28· 11:32, 33· Αρ 31:20· 1Βα 10:21.
Ο Σύριος αξιωματικός Νεεμάν έδωσε στον άπληστο Γιεζί «μέσα σε δύο σάκους [εβρ., χαριτίμ] δύο τάλαντα ασήμι, μαζί με δύο αλλαξιές ενδύματα, . . . και τους έδωσε σε δύο υπηρέτες του για να τους μεταφέρουν». Εφόσον το τάλαντο ισοδυναμούσε περίπου με 34 κιλά, είναι προφανές ότι ένας τέτοιος σάκος (χαρίτ) πρέπει να ήταν αρκετά μεγάλος και γερός ώστε να μπορεί να χωρέσει ένα τάλαντο και μια αλλαξιά ενδύματα. Επομένως, όταν ήταν γεμάτος, είχε περίπου τόσο βάρος όσο μπορούσε να μεταφέρει ένας άντρας μόνος του. (2Βα 5:23) Ωστόσο, η ίδια λέξη αναφέρεται επίσης στα «πουγκιά» που χρησιμοποιούσαν ως εξάρτημα του πολυτελούς στολισμού τους οι υπεροπτικές κόρες της Σιών.—Ησ 3:16, 22.
Υπήρχε επίσης ο σάκος (εβρ., κις) των εμπόρων, ο οποίος έμοιαζε αναμφίβολα με αυτόν που εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται στις χώρες της Ανατολής μέχρι πρόσφατα. Κρίνοντας από αυτούς τους μεταγενέστερους τύπους, οι εν λόγω σάκοι πρέπει να ήταν φτιαγμένοι από βαμβακερό ύφασμα, από εύκαμπτα βούρλα ή από δέρμα. Στους σάκους αυτούς οι έμποροι κουβαλούσαν τα ζύγια που χρειάζονταν για τις επαγγελματικές συναλλαγές, κατά τις οποίες έπρεπε να ζυγίζουν προϊόντα, σιτηρά ή πολύτιμα μέταλλα. Αναφερόμενος στο κις, ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε τις απατηλές επιχειρηματικές μεθόδους, λέγοντας: «Δεν πρέπει να έχεις στο σάκο σου δύο ειδών ζύγια». (Δευ 25:13) Μέσω του προφήτη του, ο Ιεχωβά ρώτησε: «Μπορώ να είμαι ηθικά καθαρός με πονηρή ζυγαριά και με σάκο που περιέχει απατηλά πέτρινα ζύγια;» (Μιχ 6:11· Παρ 16:11) Το κις χρησιμοποιούνταν επίσης ως «σάκος» ή «πουγκί» για τη μεταφορά χρημάτων και πολύτιμων αγαθών.—Παρ 1:13, 14· Ησ 46:6.
Η λέξη τσερώρ του εβραϊκού κειμένου παράγεται από ένα ρήμα που σημαίνει «τυλίγω» (Εξ 12:34) και προσδιορίζει ένα συνηθισμένο είδος θήκης που την έδεναν με σχοινί ή κορδόνι, είτε ως «δέμα» (Γε 42:35) είτε ως «σακούλι» στο οποίο έσφιγγαν και έδεναν μόνο το άνοιγμα. (Παρ 7:20· Ασμ 1:13) Φαίνεται ότι τα χρήματα που έπαιρναν από το κιβώτιο όπου τοποθετούνταν οι συνεισφορές του ναού τα έδεναν σε τέτοια δέματα, τα οποία αναμφισβήτητα θα περιείχαν ίσες ποσότητες. (2Βα 12:10) Στην αρχαιότητα, όταν διεκπεραιώνονταν επαγγελματικές συναλλαγές στις οποίες περιλαμβάνονταν μεγάλα χρηματικά ποσά, τα κομμάτια μετάλλου μερικές φορές ζυγίζονταν και τοποθετούνταν σε τέτοια δέματα ή σακούλια, ενώ στη συνέχεια ο κόμπος σφραγιζόταν. Κατόπιν, αν ήθελαν οι συναλλασσόμενοι, το σακούλι μπορούσε να περάσει από τον έναν στον άλλον με τη βεβαιότητα ότι περιείχε την καθορισμένη ποσότητα. Η ανέπαφη σφραγίδα, λοιπόν, αποτελούσε εγγύηση για την ποσότητα του ασημιού, του χρυσού ή όποιου άλλου μετάλλου περιείχε το σακούλι. Ο Ιώβ χρησιμοποιεί προφανώς ένα τέτοιο σχήμα λόγου στο εδάφιο Ιώβ 14:17, όταν λέει στον Θεό: «Σφραγισμένη σε σακούλι είναι η ανταρσία μου και βάζεις κόλλα στο σφάλμα μου». Η Αβιγαία εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα προστάτευε τον Δαβίδ, λέγοντας πως, όταν θα τον καταδίωκε κάποιος εχθρός, η ψυχή του θα ήταν «τυλιγμένη στο σάκο της ζωής κοντά στον Ιεχωβά τον Θεό» του.—1Σα 25:29.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές γίνεται λόγος για «σακίδιο τροφίμων» (ΜΝΚ) ή «σακί» (AT, RS, ΒΑΜ). (Ματ 10:10· Λου 9:3) Η λέξη πήρα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ορίζεται στο Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 4, σ. 196), ως «ταξιδιωτικός δερμάτινος σάκος ή σακίδιο για τη μεταφορά προμηθειών».—Βλέπε ΣΑΚΙΔΙΟ ΤΡΟΦΙΜΩΝ.
Στα εδάφια Ιωάννης 12:6· 13:29 η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αναφέρει ότι ο Ιούδας κρατούσε ένα «σακί». Ωστόσο, οι περισσότερες σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν τη λέξη γλωσσόκομον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ως «κουτί» ή «κουτί με χρήματα». Αυτή η λέξη, που αναφερόταν αρχικά στη θήκη όπου φύλαγαν το επιστόμιο ενός πνευστού οργάνου, κατέληξε να δηλώνει ένα μικρό κουτί πολλαπλών χρήσεων, μεταξύ των οποίων και η φύλαξη χρημάτων. Οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα χρησιμοποίησαν αυτή τη λέξη για να περιγράψουν το κιβώτιο που αναφέρεται στα εδάφια 2 Χρονικών 24:8, 10. Για το «πουγκί» (Λου 10:4) ή τα «πουγκιά της ζώνης» (Ματ 10:9), βλέπε ΠΟΥΓΚΙ.
Ένδυση με Σάκο. Ο σάκος ήταν το παραδοσιακό ένδυμα πένθους, βρίσκουμε δε την πρώτη γραπτή μνεία του όταν ο Ιακώβ πένθησε για τον υποτιθέμενο θάνατο του γιου του, του Ιωσήφ, ζώνοντας τους γοφούς του με σάκο. (Γε 37:34· 2Σα 3:31) Ενίοτε οι πενθούντες κάθονταν ή κοιμούνταν πάνω σε σάκο. (2Σα 21:10· Ησ 58:5· Ιωλ 1:13) Οι υπηρέτες του Βεν-αδάδ, θέλοντας να ικετεύσουν τον Αχαάβ για τη ζωή του βασιλιά τους, πήγαν να τον συναντήσουν έχοντας σάκο στην οσφύ τους και σχοινιά στο κεφάλι τους. (1Βα 20:31, 32) Σε κάποιες περιπτώσεις φορούσαν το σάκο κατάσαρκα, έχοντας από πάνω άλλα ρούχα (Ιωβ 16:15· Ησ 32:11· 1Βα 21:27· 2Βα 6:30), ενώ άλλοτε μπορεί απλώς να τον “ζώνονταν” πάνω από τα εσωτερικά ενδύματα.—Ιεζ 7:18· Ιωλ 1:8.
Ως αποτέλεσμα του κηρύγματος του Ιωνά, ο βασιλιάς της Νινευή εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο, όχι μόνο έπρεπε να ακολουθήσουν το παράδειγμά του όλοι οι κάτοικοι της πόλης και να φορέσουν σάκο, αλλά έπρεπε να σκεπαστούν με σάκο ακόμη και τα «κατοικίδια ζώα».—Ιων 3:6-8.
Οι Εβραίοι προφήτες φορούσαν ενίοτε σάκο, σε αρμονία με τα προειδοποιητικά αγγέλματα και τις εκκλήσεις για μετάνοια που ήταν διορισμένοι να απευθύνουν ή όταν προσεύχονταν εκφράζοντας τη μετάνοια του λαού. (Ησ 20:2· Δα 9:3· παράβαλε Απ 11:3.) Σάκο φορούσαν ο βασιλιάς και ο λαός σε πολύ κρίσιμες στιγμές ή όταν άκουγαν ειδήσεις για κάποια συμφορά.—2Βα 19:1· Ησ 15:3· 22:12.
-
-
ΣαλαθιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΘΙΗΛ
(Σαλαθιήλ) [Αυτός που Έχει Ζητηθεί από τον Θεό (Αυτός για τον Οποίο Έχει Ερωτηθεί ο Θεός)].
Απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ και πρόγονος του Ιησού, από τη φυλή του Ιούδα. Ο Σαλαθιήλ παρουσιάζεται ως γιος του Ιωαχίν (Ιεχονία) αλλά και του Νηρί. Τόσο ο Σαλαθιήλ όσο και ο αδελφός του ο Φεδαΐας εμφανίζονται ως πατέρες του Ζοροβάβελ, του Κυβερνήτη μετά την εξορία.
Αναφορικά με τον πατέρα του Σαλαθιήλ: Ο Σαλαθιήλ κατονομάζεται πρώτος ανάμεσα στους γιους που απέκτησε ο Ιωαχίν όσο ήταν εξόριστος. (1Χρ 3:17· Ματ 1:12) Αν ο Σαλαθιήλ παντρεύτηκε κάποια μη κατονομαζόμενη κόρη του Νηρί, τον οποίο ο Λουκάς περιλαμβάνει στη γενεαλογία του Ιησού, ίσως ο Λουκάς χρησιμοποιεί για τον Σαλαθιήλ το χαρακτηρισμό «του Νηρί» με την έννοια ότι αυτός ήταν γαμπρός του Νηρί. Το ίδιο κάνει ο Λουκάς όταν λέει επίσης ότι ο Ιωσήφ, ο οποίος παντρεύτηκε τη Μαρία (προφανώς κόρη του Ηλί), ήταν «του Ηλί».—Λου 3:23, 27.
Αναφορικά με τον πατέρα του Ζοροβάβελ: Ο Φεδαΐας παρουσιάζεται ως πατέρας του Ζοροβάβελ σε μία μόνο περίπτωση (1Χρ 3:19), ενώ ο αδελφός του Φεδαΐα ο Σαλαθιήλ (1Χρ 3:17, 18) αναφέρεται ως ο πατέρας του σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις. (Εσδ 3:2, 8· 5:2· Νε 12:1· Αγγ 1:1, 12, 14· 2:2, 23· Ματ 1:12· Λου 3:27) Αν ο Φεδαΐας πέθανε όταν ο γιος του ο Ζοροβάβελ ήταν παιδί, είναι πιθανό ότι ο μεγαλύτερος αδελφός του Φεδαΐα ο Σαλαθιήλ ανέθρεψε τον Ζοροβάβελ σαν δικό του γιο. Ή, αν ο Σαλαθιήλ πέθανε άτεκνος και ο Φεδαΐας έκανε ανδραδελφικό γάμο για λογαριασμό του, ο γιος που απέκτησε ο Φεδαΐας με τη σύζυγο του Σαλαθιήλ θα ήταν ο νόμιμος κληρονόμος του Σαλαθιήλ.
-
-
ΣαλαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΪ
(Σαλαΐ).
1. Όνομα που υπάρχει στον κατάλογο των Βενιαμιτών οι οποίοι έζησαν στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:4, 7, 8.
2. Ιερατικός πατρικός οίκος στις ημέρες του Ιεχωακείμ, του διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού. (Νε 12:12, 20) Το όνομα «Σαλλού» του εδαφίου Νεεμίας 12:7 ενδεχομένως είναι παραλλαγή αυτού του ονόματος.
-
-
ΣαλαμίναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΜΙΝΑ
(Σαλαμίνα).
Σημαντική πόλη της Κύπρου. Ο Παύλος, ο Βαρνάβας και ο Ιωάννης Μάρκος “διήγγειλαν το λόγο του Θεού” εκεί κατά το ξεκίνημα της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του Παύλου, το 47 Κ.Χ. περίπου. Το πόσο έμειναν στην πόλη δεν αναφέρεται. Προφανώς υπήρχαν πολλοί Ιουδαίοι στη Σαλαμίνα, δεδομένου ότι η πόλη διέθετε περισσότερες από μία συναγωγές.—Πρ 13:2-5.
Η Σαλαμίνα συνδέεται συνήθως με τα ερείπια που βρίσκονται σε απόσταση 5 περίπου χλμ. Β της σημερινής Αμμοχώστου. Αυτό σημαίνει ότι βρισκόταν στο ανατολικό άκρο μιας μεγάλης εύφορης πεδιάδας ακριβώς στα Β του ποταμού Πηδιά (Πεδιαίου). Η Σαλαμίνα, λοιπόν, πρέπει να βρισκόταν γύρω στα 200 χλμ. ΔΝΔ της Σελεύκειας—από όπου είχε αναχωρήσει ο Παύλος φεύγοντας από τη Συρία—στην απέναντι ακτή της Μεσογείου. Αν και η Αγία Γραφή δεν δηλώνει συγκεκριμένα ότι το πλοίο με το οποίο ταξίδευε ο Παύλος αγκυροβόλησε σε κάποιο λιμάνι της Σαλαμίνας, η πόλη διέθετε κάποτε καλό λιμάνι το οποίο τώρα έχει προσχωθεί.
Φαίνεται ότι μία τουλάχιστον οδός συνέδεε τη Σαλαμίνα με την Πάφο, η οποία βρισκόταν στην άλλη άκρη του νησιού. Αυτό μπορεί να διευκόλυνε το ταξίδι του Παύλου και των συντρόφων του, καθώς αυτοί κήρυτταν σε «όλο το νησί ως την Πάφο».—Πρ 13:4-6.
Ο Βαρνάβας και ο Ιωάννης Μάρκος πιθανώς επισκέφτηκαν τη Σαλαμίνα ξανά γύρω στο 49 Κ.Χ.—Πρ 15:36-39.
-
-
ΣαλάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΑΦ
(Σαλάφ).
Πατέρας τουλάχιστον έξι γιων, ένας από τους οποίους βοήθησε τον Νεεμία να επισκευάσει το τείχος της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:30.
-
-
ΣαλείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΕΙΜ
(Σαλείμ).
Τοποθεσία που αναφέρεται στο εδάφιο Ιωάννης 3:23 ως καθοδηγητικό στοιχείο για τον εντοπισμό της Αινών, όπου βάφτιζε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής. Επομένως, το Σαλείμ θα πρέπει να ήταν πολύ γνωστό εκείνη την εποχή. Σήμερα η θέση του δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά ως πιθανή εκδοχή έχει υποδειχτεί το Τελλ Ρίντγα (Τελ Σαλέμ), περίπου 12 χλμ. Ν της Βαιθ-σεάν.—Βλέπε ΑΙΝΩΝ.
-
-
ΣαλέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΕΦ
(Σαλέφ).
Ο δεύτερος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιοκτάν, ιδρυτής μιας από τις πρώτες μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. (Γε 10:26· 1Χρ 1:20) Αραβικά αντίστοιχα αυτού του ονόματος έχουν βρεθεί σε σαβαϊκές επιγραφές (χρονολογούμενες πριν από τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ.) οι οποίες αναφέρονται σε μια περιοχή της Υεμένης με το όνομα Σαλάφ ή Σαλίφ. Μια άλλη μορφή του ονόματος πιθανώς σώζεται στο όνομα Σουλάφ—τοποθεσία που βρίσκεται περίπου 100 χλμ. Β της Σανά, πρωτεύουσας της Δημοκρατίας της Υεμένης. Ωστόσο οι ομοιότητες αυτές απλώς υποδηλώνουν σε γενικές γραμμές το πού εγκαταστάθηκαν οι απόγονοι του Σαλέφ.
-
-
ΣαλεχέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΕΧΕΘ
(Σαλεχέθ).
Πύλη που βρισκόταν Δ του αγιαστηρίου στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 26:16.
-
-
ΣαλήμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΗΜ
(Σαλήμ) [Ειρήνη].
Αρχαία πόλη της οποίας βασιλιάς και ιερέας ήταν ο Μελχισεδέκ. (Γε 14:18) Ο εβραϊκός τύπος της λέξης «Σαλήμ», όπως ενσωματώνεται στο όνομα Ιερουσαλήμ, υποδηλώνει δυϊκό αριθμό και, ως εκ τούτου, η εν λόγω λέξη μπορεί να οριστεί ως «Διπλή Ειρήνη». Το ότι η ονομασία «Σαλήμ» σημαίνει «Ειρήνη» επιβεβαιώνεται από τα θεόπνευστα λόγια του εδαφίου Εβραίους 7:2.
Η αρχαία Ιουδαϊκή παράδοση ταυτίζει τη Σαλήμ με την Ιερουσαλήμ, και τα Γραφικά στοιχεία συνηγορούν υπέρ αυτού. Ο Αβραάμ συνάντησε το βασιλιά των Σοδόμων και τον Μελχισεδέκ «στην Κοιλάδα του Βασιλιά». Δεδομένου ότι ύστερα από αιώνες ο Αβεσσαλώμ, ο γιος του Βασιλιά Δαβίδ, έστησε ένα μνημείο εκεί, αυτή η κοιλάδα πρέπει να βρισκόταν κοντά στην Ιερουσαλήμ, την πρωτεύουσα του βασιλείου. (Γε 14:17, 18· 2Σα 18:18) Μάλιστα η λέξη «Σαλήμ» είναι ενσωματωμένη στο όνομα «Ιερουσαλήμ», και ο ψαλμωδός τη χρησιμοποίησε παράλληλα με τη λέξη «Σιών». (Ψλ 76:2) Επίσης, θα άρμοζε να είναι ο Μελχισεδέκ βασιλιάς και ιερέας στον ίδιο τόπο όπου μεταγενέστερα υπηρετούσαν οι βασιλιάδες της Δαβιδικής γραμμής και το Λευιτικό ιερατείο, και όπου προσφέρθηκε ως θυσία ο Ιησούς Χριστός, εκείνος που είχε εκλεγεί να είναι βασιλιάς και ιερέας «σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ».—Εβρ 3:1· 7:1-3, 15-17.
-
-
ΣαλιγκάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΙΓΚΑΡΙ
[εβρ., σαμπελούλ].
Οποιοδήποτε από διάφορα αργοκίνητα μαλάκια τα οποία γενικά ξεχωρίζουν από το σπειροειδές ή κωνικό τους κέλυφος μέσα στο οποίο μπορούν να αποσυρθούν για προστασία. Στην Παλαιστίνη έχουν παρατηρηθεί πολλές ποικιλίες σαλιγκαριών, ενώ εξαιτίας του ξηρού κλίματος υπάρχουν λίγοι γυμνοσάλιαγκες, δηλαδή σαλιγκάρια χωρίς ορατό κέλυφος. Τόσο οι γυμνοσάλιαγκες όσο και τα σαλιγκάρια εκκρίνουν μια γλοιώδη ουσία που τα προστατεύει από τις τριβές καθώς έρπουν. Πολλοί πιστεύουν ότι το γλοιώδες ίχνος του σαλιγκαριού είναι αυτό που υπονοείται από τη φράση «σαλιγκάρι που λιώνει». (Ψλ 58:8) Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, εδώ γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι το σαλιγκάρι ξεραίνεται μέσα στο κέλυφός του όταν εκτίθεται για κάποιο διάστημα στον ήλιο.
-
-
ΣαλισάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΙΣΑ
(Σαλισά).
«Γη» ή περιφέρεια την οποία διέσχισε ο Σαούλ ενώ έψαχνε για τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του (1Σα 9:3, 4), και στην οποία βρισκόταν πιθανότατα η Βάαλ-σαλισά. (2Βα 4:42) Η τελευταία αυτή τοποθεσία ταυτίζεται με το Καφρ Θουλθ, περίπου 20 χλμ. ΒΔ των Γαλγάλων.—Βλέπε ΒΑΑΛ-ΣΑΛΙΣΑ.
-
-
ΣαλλούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΛΟΥ
(Σαλλού).
1. Βενιαμίτης κάτοικος της μεταιχμαλωσιακής Ιερουσαλήμ. Γιος του Μεσουλλάμ.—1Χρ 9:3, 7· Νε 11:7.
2. Κεφαλή ιερατικής οικογένειας που επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Νε 12:1, 7) Στο εδάφιο Νεεμίας 12:20, σε έναν κατάλογο με μεταγενέστερους πατρικούς οίκους, εμφανίζεται το όνομα Σαλαΐ στο αντίστοιχο σημείο.
-
-
ΣαλλούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΛΟΥΜ
(Σαλλούμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κάνω ειρήνη· αποζημιώνω· ανταποδίδω»].
1. Ο τελευταίος κατονομαζόμενος γιος του Νεφθαλί. (1Χρ 7:13) Σε άλλα εδάφια αποκαλείται Σιλέμ.—Γε 46:24· Αρ 26:49· βλέπε ΣΙΛΕΜ.
2. Γιος του Σιαούλ, εγγονός του Συμεών και πατέρας του Μιβσάμ.—1Χρ 4:24, 25.
3. Γιος του Σισμαΐ και πατέρας του Ιεκαμία, αναφερόμενος μεταξύ των απογόνων του Ιεραμεήλ στη γενεαλογία του Ιούδα.—1Χρ 2:4, 5, 9, 25, 40, 41.
4. Επικεφαλής πυλωρός του αγιαστηρίου ο οποίος κάποια εποχή είχε διοριστεί στη βασιλική πύλη που ήταν προς την Α. Ήταν απόγονος του Κορέ. Παρότι το όνομα εμφανίζεται κυρίως στους καταλόγους εκείνων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα και έζησαν στην Ιερουσαλήμ (1Χρ 9:2, 3, 17-19, 31, 34· Εσδ 2:1, 42· Νε 7:45), μερικές αναφορές, όπως στην «τραπεζαρία του Μαασία, γιου του Σαλλούμ του θυρωρού» επί των ημερών του Ιερεμία (Ιερ 35:4), ενδεχομένως υποδεικνύουν ότι αυτό το όνομα που εμφανίζεται στους μεταιχμαλωσιακούς καταλόγους αναφέρεται σε κάποιον πατρικό οίκο, δηλαδή οικογένεια, πυλωρών οι οποίοι κατάγονταν από έναν προγενέστερο Σαλλούμ. Περαιτέρω επιβεβαίωση αυτού του γεγονότος θα αποτελούσε το ενδεχόμενο να είναι ο εν λόγω Σαλλούμ το ίδιο πρόσωπο με τον Σελεμία και τον Μεσελεμία των εδαφίων 1 Χρονικών 26:1, 2, 9, 14 ο οποίος ήταν πυλωρός Α του αγιαστηρίου κατά τη βασιλεία του Δαβίδ.
5. Δέκατος έκτος βασιλιάς του δεκάφυλου βασιλείου, γιος του Ιαβείς. Σε μια συνωμοσία, ο Σαλλούμ σκότωσε τον Ζαχαρία, τον τελευταίο απόγονο του Ιηού που ανέβηκε στην εξουσία, και βασίλεψε στη Σαμάρεια επί έναν σεληνιακό μήνα, γύρω στο 791 Π.Κ.Χ., αλλά τελικά δολοφονήθηκε από τον Μεναήμ.—2Βα 15:8, 10-15.
6. Εφραϊμίτης, ο γιος του οποίου, ο Ιεζκίας, ήταν ένας από τους επικεφαλής της φυλής του οι οποίοι αντιτάχθηκαν στην αιχμαλώτιση αδελφών τους από τον Ιούδα.—2Χρ 28:12, 13.
7. Απόγονος του Ααρών στην αρχιερατική γραμμή. Ο Χελκίας, γιος ή απόγονος του Σαλλούμ, υπηρέτησε ως αρχιερέας στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσία. (1Χρ 6:12, 13· 2Χρ 34:9) Ένας άλλος απόγονός του ήταν ο Έσδρας. (Εσδ 7:1, 2) Σε άλλα σημεία αποκαλείται Μεσουλλάμ.—1Χρ 9:11· Νε 11:11· βλέπε ΜΕΣΟΥΛΛΑΜ Αρ. 4.
8. Σύζυγος της Όλδας, της προφήτισσας την οποία επισκέφτηκε μια αντιπροσωπεία από τον Βασιλιά Ιωσία. Ήταν γιος του Τικβά. Εικάζεται ότι ήταν “ιματιοφύλακας” είτε των ιερέων είτε του βασιλιά. (2Βα 22:14· 2Χρ 34:22) Πιθανώς πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 10.
9. Γιος του Ιωσία. Βασίλεψε στον Ιούδα τρεις μήνες προτού εξοριστεί από τον Φαραώ Νεχαώ. (1Χρ 3:15· 2Βα 23:30-34· Ιερ 22:11, 12) Αλλού ονομάζεται Ιωάχαζ.—Βλέπε ΙΩΑΧΑΖ Αρ. 3.
10. Θείος του Ιερεμία από τη συγγένεια του πατέρα του. Το 608 Π.Κ.Χ. ο Ιερεμίας αγόρασε έναν αγρό από το γιο του Σαλλούμ, τον Χαναμήλ. (Ιερ 32:1, 7-9) Η χρονική περίοδος στην οποία έγινε αυτό αφήνει περιθώρια να είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 8.
11. Ένας από τους πυλωρούς που συμφώνησαν να αποπέμψουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους όταν ο Έσδρας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 10:24, 44) Πιθανόν να έχει κάποια σχέση με τον Αρ. 4.
12. Ένας από τους γιους του Βιννουί που επίσης απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:38-42, 44.
13. Άρχοντας της μισής περιφέρειας της Ιερουσαλήμ, ο οποίος μαζί με τις κόρες του συμμετείχε στις εργασίες επισκευής του τείχους της Ιερουσαλήμ. Ήταν γιος ή απόγονος του Αλλωής.—Νε 3:12.
-
-
ΣαλλούνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΛΟΥΝ
(Σαλλούν) [Ξένοιαστος· Αμέριμνος· Απαλλαγμένος από Στενοχώρια].
Άρχοντας της περιφέρειας της Μισπά και γιος του Χολχοζέ. Ο Σαλλούν βοήθησε τον Νεεμία να ανοικοδομήσει ένα τμήμα του τείχους της Ιερουσαλήμ και επισκεύασε την Πύλη της Πηγής.—Νε 3:15.
-
-
ΣαλμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑ
(Σαλμά).
1. Απόγονος του Ιούδα και πρόγονος του Δαβίδ. (1Χρ 2:3-5, 9-15) Ονομάζεται και Σαλμών.—Ρθ 4:12, 18-22· Λου 3:32· βλέπε ΣΑΛΜΩΝ.
2. Προπάτορας εκείνων που εγκαταστάθηκαν σε τοποθεσίες όπως η Βηθλεέμ, η Νετωφά και η Ατρώθ-βαιθ-ιωάβ. (1Χρ 2:51, 54) Ο Σαλμά ήταν γιος του Χουρ και αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ στη γενεαλογία του Ιούδα.—1Χρ 2:4, 5, 9, 18, 19, 50, 51.
-
-
ΣαλμαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑΪ
(Σαλμαΐ).
Ένας από τους Νεθινίμ, του οποίου οι απόγονοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 46· Νε 7:48.
-
-
ΣαλμανάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑΝΑ
(Σαλμανά) [από μια ρίζα που σημαίνει «κάνω ειρήνη· αποζημιώνω· ανταποδίδω»].
Ο λεηλατητής του οίκου του Αρβέλ για τον οποίο κάνει λόγο ο Ωσηέ στην προφητεία του κατά του άπιστου βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Παρ’ όλο που η Αγία Γραφή δεν περιέχει άλλη μνεία του Σαλμανά ή του Αρβέλ, η αναφορά του Ωσηέ σε αυτούς, η οποία γίνεται μεν παρεμπιπτόντως αλλά με ιδιαίτερη έμφαση, υποδηλώνει ότι το περιστατικό ήταν νωπό στη διάνοια των ακροατών του.—Ωσ 10:14.
Μια επιγραφή του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ σε κάποιο κτίσμα αναφέρει έναν ηγεμόνα του Μωάβ ονόματι Σαλαμανού, αλλά δεν υπάρχει ιστορική βάση που να μας επιτρέπει να συνδέσουμε αυτόν τον ηγεμόνα με κάποια λεηλασία στον Ισραήλ.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282.
Ως εκ τούτου, το όνομα Σαλμανά θεωρείται κατά γενική παραδοχή συντετμημένος τύπος του «Σαλμανασάρ», του ονόματος πέντε Ασσύριων βασιλιάδων. Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η μνεία αφορά τον Σαλμανασάρ Ε΄, διότι στα τέλη της περιόδου κατά την οποία προφήτευσε ο Ωσηέ, ο Σαλμανασάρ Ε΄ εισέβαλε στον Ισραήλ και πολιόρκησε τη Σαμάρεια.
-
-
ΣαλμανασάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΑΝΑΣΑΡ
(Σαλμανασάρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σουλμάν [θεός των Ασσυρίων] Είναι Ανώτερος»].
Πέντε διαφορετικοί Ασσύριοι μονάρχες έφεραν αυτό το όνομα, αλλά μόνο δύο από αυτούς φαίνεται ότι είχαν άμεσες επαφές με τον Ισραήλ: ο Σαλμανασάρ Γ΄ και ο Σαλμανασάρ Ε΄. Στην πραγματικότητα, μόνο ο τελευταίος μνημονεύεται στο υπόμνημα της Αγίας Γραφής.
1. Ο Σαλμανασάρ Γ΄ διαδέχθηκε τον πατέρα του τον Ασσουρνασιρπάλ Β΄ στο θρόνο της Ασσυρίας. Σε μια επιγραφή περιγράφει τον εαυτό του ως «το βασιλιά του κόσμου, το βασιλιά χωρίς αντίπαλο, το “Μεγάλο Δράκοντα”, τη (μοναδική) δύναμη στα (τέσσερα) άκρα (της γης)». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 276) Πιστεύεται ότι βασίλεψε περίπου 35 χρόνια. Τριάντα ένα από αυτά τα χρόνια φαίνεται ότι τα δαπάνησε σε πολεμικές εκστρατείες για τη διατήρηση και την επέκταση της ασσυριακής κυριαρχίας. Ο Σαλμανασάρ Γ΄ έκανε επανειλημμένες επιθέσεις στα Δ εναντίον των αραμαϊκών βασιλείων της Συρίας.
Η Επιγραφή του που Υποτίθεται ότι Αναφέρει τον Αχαάβ. Η Επιγραφή στον Μονόλιθο του Σαλμανασάρ Γ΄ περιγράφει τη μάχη της Καρκάρ (κοντά στην Αιμάθ, στην Κοιλάδα του Ορόντη), η οποία έλαβε χώρα το έκτο έτος της βασιλείας του Σαλμανασάρ. Οι Ασσύριοι πολέμησαν εκεί έναν εχθρικό συνασπισμό 12 βασιλιάδων, κατά κύριο λόγο Συρίων. Ωστόσο, στον κατάλογο αναγράφεται κάποιος ονόματι Α-χα-α-μπου ματΣιρ-ι-λα-α-α. Το όνομα αυτό μεταφράζεται συνήθως σε σύγχρονα συγγράμματα «Αχαάβ ο Ισραηλίτης». (Βλέπε Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 279.) Η συμμετοχή του Αχαάβ στη μάχη ως συμμάχου των Συρίων θεωρείται κοινώς αποδεκτό γεγονός. Ωστόσο, η Αγία Γραφή δεν αναφέρει κανένα τέτοιο περιστατικό, και παρά τη φαινομενική ομοιότητα των ονομάτων, υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να αμφιβάλλουμε ότι ο Α-χα-α-μπου ματΣιρ-ι-λα-α-α είναι ο Αχαάβ του Ισραήλ. Η Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου ([Encyclopædia Biblica] Λονδίνο, 1899, Τόμ. 1, στ. 91) αναφέρει για «το όνομα Αχαμπού Σιρλαΐ . . . [πως] οι περισσότεροι λόγιοι τώρα συμφωνούν ότι δεν μπορεί παρά να σημαίνει “Αχαάβ του Ισραήλ” (ή, όπως πιστεύει ο Χόμελ, “της Ιεζραέλ”)». (Τα πλάγια γράμματα δικά μας.) Αυτό δείχνει ότι η ταύτιση των εν λόγω προσώπων δεν ήταν ανέκαθεν ευρέως αποδεκτή στο βαθμό στον οποίο είναι σήμερα, καθώς και ότι η απόδοση της φράσης ματΣιρ-ι-λα-α-α ως «Ισραηλίτης» υπόκειτο και αυτή σε αμφισβήτηση. Ας σημειωθεί ότι η φράση ματΣιρ-ι-λα-α-α δεν είναι αυτή που χρησιμοποιείται αλλού στις ασσυριακές επιγραφές όταν γίνεται μνεία του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Σε άλλες ασσυριακές επιγραφές εκείνης της εποχής, αυτή η χώρα μνημονεύεται είτε με το όνομα της πρωτεύουσάς της, της Σαμάρειας (Σα-με-ρι-να στις επιγραφές), είτε με τη φράση Μπιτ Χου-ουμ-ρι-ια (Γη του Αμρί), μια έκφραση που εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται ακόμη και έναν αιώνα μετά το θάνατο του Αμρί.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 284, 285.
Οι επιγραφές του Σαλμανασάρ δείχνουν ότι το 18ο έτος της βασιλείας του, δηλαδή 12 χρόνια μετά τη μάχη της Καρκάρ, πολέμησε εναντίον του Αζαήλ της Δαμασκού, και επίσης αναφέρουν: «Εκείνη την εποχή έλαβα το φόρο υποτελείας από τους κατοίκους της Τύρου, της Σιδώνας και από τον Ιηού, το γιο του Αμρί». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 280) Άρα, η ταύτιση του Α-χα-α-μπου με τον Βασιλιά Αχαάβ έρχεται σε σύγκρουση με τη Βιβλική χρονολόγηση, η οποία δείχνει ότι ανάμεσα στο θάνατο του Αχαάβ και στη βασιλεία του Ιηού μεσολάβησε μια περίοδος περίπου 14 ετών, η οποία καλύπτει τη βασιλεία του Οχοζία και του Ιωράμ. (1Βα 22:51· 2Βα 3:1) Αν και οι περισσότεροι σχολιαστές τοποθετούν την υποτιθέμενη συμμετοχή του Αχαάβ στη συριακή συμμαχία προς το τέλος της βασιλείας του, αυτό και πάλι δεν εναρμονίζεται με το χρονολογικό πλαίσιο της Αγίας Γραφής. Αναγνωρίζοντας αυτό το πρόβλημα, οι λόγιοι Καμπχάουζεν και Κίτελ υποστήριξαν ότι το όνομα του Αχαάβ συγχέεται με αυτό του Ιωράμ στα ασσυριακά αρχεία. (Λεξικό της Αγίας Γραφής [Dictionary of the Bible], του Χάστινγκς, 1904, Τόμ. 1, σ. 53) Ωστόσο, στην Αγία Γραφή δεν αναφέρεται καμιά συμμετοχή του Ιωράμ στη μάχη της Καρκάρ.
Εκτός αυτού, είναι δύσκολο να εξηγηθεί για ποιον λόγο ο Αχαάβ θα συμμετείχε σε έναν συνασπισμό με τους άσπονδους εχθρούς του Ισραήλ. Γι’ αυτό και Η Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια (1978, Τόμ. 4, σ. 325) αναφέρει: «Ευρίσκομεν [τον Αχαάβ] παραδόξως σύμμαχον με τον παλαιόν εχθρόν του [τον] Βεναδάδ εναντίον του Σαλμανεσέρ (Σαλμανασάρου) της Ασσυρίας, παρά το ότι θα υπέθετέ τις ότι ευχαρίστως θα έβλεπε την συντριβήν του Βεναδάδ, καθ’ όσον η Ασσυρία δεν απετέλει άμεσον κίνδυνον». Ο Αχαάβ είχε ήδη διεξαγάγει δύο πολέμους εναντίον των Συρίων, και παρότι υπήρξε μια σύντομη περίοδος χωρίς εχθροπραξίες ανάμεσα στον Ισραήλ και στη Συρία, το τρίτο έτος εκείνης της περιόδου ο Αχαάβ ενεπλάκη σε μια τελική σύγκρουση μαζί τους στην οποία και έχασε τη ζωή του. (1Βα 22:1-4, 34-37) Οι διάφορες απόπειρες ερμηνείας της συμμετοχής του στο συριακό συνασπισμό, με βάση την υπόθεση ότι συμμετείχε οικειοθελώς ως σύμμαχος ή εξαναγκαστικά, δεν πείθουν.
Τέλος, η μεγάλη δύναμη που αποδίδεται στον Α-χα-α-μπου στην επιγραφή του Σαλμανασάρ δεν επαληθεύεται από τις ενδείξεις που βρίσκουμε στην Αγία Γραφή για τον πολεμικό εξοπλισμό του Ισραήλ. Για τον Α-χα-α-μπου αναφέρεται ότι έφερε «2.000 άρματα» μαζί του, περισσότερα από οποιονδήποτε άλλον βασιλιά της συμμαχίας. Αναγνωρίζοντας τη δυσκολία που παρουσιάζεται εδώ, οι υποστηρικτές της άποψης ότι ο Α-χα-α-μπου ταυτίζεται με τον Βασιλιά Αχαάβ απλώς επαυξάνουν το πρόβλημα εικάζοντας ότι έλαβε χώρα μια άλλη παράδοξη συνένωση των δυνάμεων του Αχαάβ με δυνάμεις του Ιούδα, της Τύρου, του Εδώμ, ακόμη δε και του Μωάβ, έτσι ώστε να συμπληρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός αρμάτων. (Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου, Τόμ. 1, στ. 92· Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα [The Encyclopædia Britannica], 1910, Τόμ. 1, σ. 429) Ας σημειωθεί ότι ακόμη και ο ισχυρός Βασιλιάς Σολομών την εποχή της βασιλείας του είχε μόνο 1.400 άρματα.—1Βα 10:26.
Λαμβανομένων υπόψη όλων των παραπάνω σημείων, φαίνεται απόλυτα πιθανό ότι η απόδοση της φράσης Α-χα-α-μπου ματΣιρ-ι-λα-α-α ως «Αχαάβ ο Ισραηλίτης» δεν είναι σωστή και ότι οι ερμηνευτές της επιγραφής ίσως αγωνιούσαν υπερβολικά να εντοπίσουν τυχόν σχέση του ονόματος με κάποιο γνωστό ιστορικό πρόσωπο. Ας σημειώσουμε ότι στην ίδια επιγραφή αναφέρεται το όνομα «Μουσρί», και παρότι αλλού ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για την Αίγυπτο, οι μεταφραστές απορρίπτουν κάθε τέτοιον συσχετισμό ως παράλογο και υποστηρίζουν ότι η ονομασία αυτή «αναφέρεται πιθανότατα σε κάποια χώρα της νότιας Μικράς Ασίας». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 279, υποσ. 9) Φαίνεται ότι υπάρχουν εξίσου βάσιμοι λόγοι για να θεωρήσουμε παράλογο το συσχετισμό του ματΣιρ-ι-λα-α-α με τον Ισραήλ. Ίσως ο χρόνος το δείξει αυτό.
Οι κυριότεροι ηγέτες του συριακού συνασπισμού που αντιμετώπισε ο Σαλμανασάρ Γ΄ στην Καρκάρ φαίνεται ότι ήταν ο Βασιλιάς Αδάδ-ιδρί της Δαμασκού και ο Βασιλιάς Ιρουλενί της Αιμάθ. Ο Σαλμανασάρ ισχυρίστηκε ότι θριάμβευσε στη μάχη, αλλά το αποτέλεσμα προφανώς δεν ήταν αρκετά καθοριστικό ώστε να επιτρέψει περαιτέρω επέκταση των Ασσυρίων προς τη Δ. Έτσι λοιπόν, αναφέρεται ότι τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλες μάχες εναντίον του Αδάδ-ιδρί της Δαμασκού.
Επιγραφές για τον Αζαήλ και τον Ιηού. Σε εκπλήρωση της προφητείας που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ελισαιέ, ο Αζαήλ, ο θαλαμηπόλος του Βασιλιά Βεν-αδάδ της Δαμασκού, σκότωσε τον κύριό του και έγινε βασιλιάς, πιθανότατα στα τέλη της βασιλείας του Ιωράμ (περ. 917-905 Π.Κ.Χ.). (2Βα 8:7-15) Μια επιγραφή του Σαλμανασάρ Γ΄ το επιβεβαιώνει αυτό λέγοντας: «Ο (ίδιος ο) Αδαδέζερ [Αδάδ-ιδρί, προφανώς ο Βεν-αδάδ Β΄ της Δαμασκού] αφανίστηκε. Ο Αζαήλ, ένας κοινός θνητός (κυριολ.: γιος ουτιδανού), άρπαξε το θρόνο». Αναφέρονται κάποιες συγκρούσεις με τον Αζαήλ κατά το 18ο και το 21ο έτος του Σαλμανασάρ, στις οποίες νίκησαν οι Ασσύριοι χωρίς όμως να μπορέσουν ποτέ να πάρουν τη Δαμασκό.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 280.
Το όνομα του Βασιλιά Ιηού του Ισραήλ (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.) επίσης εμφανίζεται στον Μαύρο Οβελίσκο του Σαλμανασάρ (τώρα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο) συνοδεύοντας ένα ανάγλυφο που φαίνεται να απεικονίζει κάποιον πρεσβευτή του Ιηού καθώς προσφέρει γονατιστός δώρα στον Ασσύριο βασιλιά. Η επιγραφή αναφέρει: «Ο φόρος υποτελείας του Ιηού (Ια-ού-α), γιου του Αμρί (Χου-ουμ-ρι) [με την έννοια του διαδόχου του Αμρί]· έλαβα από αυτόν ασήμι, χρυσάφι, μια χρυσή κούπα-σαπλού, ένα χρυσό χοανοειδές αγγείο, χρυσά κύπελλα, χρυσά δοχεία, κασσίτερο, ένα βασιλικό σκήπτρο». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 281) Η Βιβλική αφήγηση για τον Ιηού δεν αναφέρει τίποτα για αυτόν το φόρο, και παρότι ο βασιλιάς του Ισραήλ μπορεί κάλλιστα να είχε προβεί σε μια τέτοια ενέργεια, δεδομένων των συνθηκών που περιγράφονται στα εδάφια 2 Βασιλέων 10:31-33, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να θεωρήσει κανείς ότι οι εγωιστές Ασσύριοι μονάρχες ήταν υπεράνω οποιασδήποτε χονδροειδούς παραποίησης των γεγονότων στις επιγραφές και στα ανάγλυφά τους.
2. Ο Σαλμανασάρ Ε΄ ήταν ο διάδοχος του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄. Οι μη Βιβλικές πηγές δεν παρέχουν σαφείς πληροφορίες για την περίοδο της βασιλείας του. Φαίνεται ότι είναι ο Ουλουλάγια για τον οποίο αναφέρεται ότι ήταν βασιλιάς της Βαβυλώνας επί πέντε χρόνια. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 272, υποσ. 4) Ο Ιώσηπος επίσης παραθέτει από τον ιστορικό Μένανδρο ο οποίος περιέγραψε μια πολιορκία της Τύρου από τον Σαλμανασάρ Ε΄. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Θ΄, 283-287 [xiv, 2]) Πέραν αυτού, η Αγία Γραφή είναι η βασική πηγή πληροφοριών για αυτόν το βασιλιά.
Κυριαρχία επί του Ισραήλ. Στη διάρκεια της βασιλείας του Ωσιέ, βασιλιά του Ισραήλ (περ. 758-740 Π.Κ.Χ.), ο Σαλμανασάρ Ε΄ προέλασε στην Παλαιστίνη και ο Ωσιέ έγινε υποτελής του με την υποχρέωση να του καταβάλλει ετήσιο φόρο. (2Βα 17:1-3) Ωστόσο, αργότερα ο Ωσιέ δεν κατέβαλε το φόρο—διαπιστώθηκε δε ότι συνωμοτούσε με τον Βασιλιά Σω της Αιγύπτου. (Βλέπε ΣΩ.) Εξαιτίας αυτού, ο Σαλμανασάρ φυλάκισε τον Ωσιέ και κατόπιν πολιόρκησε τη Σαμάρεια επί τρία χρόνια, έπειτα από τα οποία η καλά οχυρωμένη αυτή πόλη έπεσε τελικά και οι Ισραηλίτες οδηγήθηκαν σε εξορία.—2Βα 17:4-6· 18:9-12· παράβαλε Ωσ 7:11· Ιεζ 23:4-10.
Το Βιβλικό υπόμνημα δεν κατονομάζει συγκεκριμένα τον Ασσύριο βασιλιά που τελικά κατέλαβε τη Σαμάρεια.—Βλέπε ΣΑΡΓΩΝ.
Με την πτώση της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ., ήρθε το τέλος του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ το οποίο υφίστατο επί 257 χρόνια.
[Εικόνα στη σελίδα 868]
Οβελίσκος του Σαλμανασάρ, ο οποίος απεικονίζει τον Ιηού (ή πιθανότερα τον απεσταλμένο του) να καταβάλλει φόρο υποτελείας στον Ασσύριο βασιλιά
-
-
ΣαλμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΩΝ
(Σαλμών).
Γιος του Ναασών, του αρχηγού του Ιούδα, ο οποίος πιθανώς γεννήθηκε στη διάρκεια της 40χρονης οδοιπορίας στην έρημο. Ο Σαλμών παντρεύτηκε τη Ραάβ από την Ιεριχώ, και μαζί της απέκτησε τον Βοόζ. Έτσι λοιπόν, αποτέλεσε κρίκο στη γενεαλογική γραμμή που οδήγησε στον Δαβίδ και στον Ιησού. (Αρ 2:3· Ρθ 4:20-22· Ματ 1:4, 5· Λου 3:32) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:11 αποκαλείται Σαλμά. Ωστόσο, αυτός ο απόγονος του Ραμ, ο Σαλμών—οι απόγονοι του οποίου ζούσαν στη Βηθλεέμ—δεν πρέπει να συγχέεται με τον Σαλμά που αναφέρεται στα εδάφια 1 Χρονικών 2:51, 54 ως «ο πατέρας», δηλαδή ο ιδρυτής, της Βηθλεέμ, διότι αυτός ο δεύτερος Σαλμά ήταν απόγονος του αδελφού του Ραμ, του Χάλεβ.—Παράβαλε 1Χρ 2:9, 18.
-
-
ΣαλμώνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΜΩΝΗ
(Σαλμώνη).
Ακρωτήριο της Κρήτης, το οποίο γενικά ταυτίζεται με το ακρωτήριο Σίδερο στο ανατολικό άκρο του νησιού. Ο Παύλος παρέπλευσε τη Σαλμώνη γύρω στο 58 Κ.Χ. πηγαίνοντας στη Ρώμη για να δικαστεί. Ωστόσο, ισχυροί άνεμοι προφανώς δεν επέτρεψαν στο πλοίο, το οποίο ερχόταν από την Κνίδο, να πλεύσει Β της Κρήτης και από εκεί να συνεχίσει κάτω από το νότιο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας προς τη Ρώμη. Το πλοίο, το οποίο αναγκάστηκε να κατευθυνθεί νότια, πέρασε τη Σαλμώνη και στη συνέχεια είχε κάποια προστασία από τον άνεμο καθώς έπλεε κατά μήκος των νότιων ακτών της Κρήτης.—Πρ 27:7.
-
-
ΣαλούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΟΥ
(Σαλού).
Συμεωνίτης, του οποίου ο γιος, ο Ζιμβρί, εκτελέστηκε στις Πεδιάδες του Μωάβ εξαιτίας ανηθικότητας.—Αρ 25:14.
-
-
ΣαλπαάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΠΑΑΔ
(Σαλπαάδ) [πιθανώς σημαίνει «Σκιά (Σκέπη) από τον Τρόμο»].
Απόγονος του Μανασσή μέσω του Μαχίρ, του Γαλαάδ και του Χεφέρ. (Αρ 26:29-33) Ο Σαλπαάδ πέθανε κατά τη 40χρονη περιπλάνηση στην έρημο, όχι με «εκείνους που παρατάχθηκαν εναντίον του Ιεχωβά με τη σύναξη του Κορέ, αλλά πέθανε για τη δική του αμαρτία». (Αρ 27:3) Δεν απέκτησε γιους, αλλά άφησε πίσω του πέντε κόρες: τη Μααλά, τη Νωά, την Ογλά, τη Μελχά και τη Θερσά—όλες τους επέζησαν και μπήκαν στην Υποσχεμένη Γη.—Αρ 27:1· 1Χρ 7:15.
Αυτή η ειδική περίπτωση δημιούργησε προβλήματα όσον αφορά την κληρονομιά. Όταν οι κόρες του Σαλπαάδ ζήτησαν τη μερίδα γης του πατέρα τους στην περιοχή του Μανασσή, ο Μωυσής έφερε την υπόθεσή τους ενώπιον του Ιεχωβά. Η δικαστική απόφαση του Θεού ήταν ότι οι κόρες που δεν είχαν αδελφούς έπρεπε να λαβαίνουν την οικογενειακή κληρονομιά. (Αρ 27:1-9· Ιη 17:3, 4) Αργότερα, καθορίστηκε ότι αυτές οι κόρες έπρεπε να παντρευτούν άντρες από τη φυλή του πατέρα τους ώστε να παραμείνει η κληρονομιά μέσα στη φυλή.—Αρ 36:1-12.
-
-
ΣάλπιγγαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΠΙΓΓΑ
Πνευστό όργανο που αποτελείται από ένα επιστόμιο, έναν επιμήκη μεταλλικό σωλήνα και ένα χοανοειδές άκρο.
Στην έρημο, προτού μεταστρατοπεδεύσει ο Ισραήλ για πρώτη φορά, ο Ιεχωβά διέταξε τον Μωυσή να φτιάξει “δύο ασημένιες σάλπιγγες σφυρήλατες”. (Αρ 10:2) Παρότι αυτά τα όργανα δεν περιγράφονται περαιτέρω, νομίσματα της εποχής των Μακκαβαίων και ένα ανάγλυφο στην Αψίδα του Τίτου απεικονίζουν σάλπιγγες μήκους περίπου 45 ως 90 εκ., οι οποίες είναι ευθείες και το άκρο τους είναι κωδωνοειδές. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι αυτό που κατασκεύασε ο Μωυσής ήταν κάποιου είδους βούκινο με «μια στενή σύριγγα, λίγο παχύτερη από αυλό, με επιστόμιο αρκετά ευρύ ώστε να δέχεται τον αέρα, και κατάληξη κωδωνοειδή, σαν αυτήν που έχουν οι σάλπιγγες». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Γ΄, 291 [xii, 6]) Κατά την εγκαινίαση του ναού του Σολομώντα σάλπιζαν 120 σάλπιγγες.—2Χρ 5:12.
Περιγράφονται τριών ειδών συνθήματα, για τα οποία χρησιμοποιούνταν δύο μέθοδοι σαλπίσματος: (1) Το σάλπισμα και των δύο σαλπίγγων καλούσε ολόκληρη τη σύναξη του Ισραήλ στη σκηνή της συνάντησης· (2) το σάλπισμα της μίας σάλπιγγας συγκαλούσε μόνο τους αρχηγούς που ήταν οι κεφαλές των χιλιάδων· (3) τα σαλπίσματα με διακυμάνσεις έδιναν το σύνθημα για τη μετακίνηση του στρατοπέδου.—Αρ 10:3-7.
Επιπλέον, ο Ιεχωβά παρήγγειλε ότι σε καιρό πολέμου οι σάλπιγγες έπρεπε να σημάνουν «πολεμικό κάλεσμα». (Αρ 10:9) Αυτή την ευθύνη την επωμιζόταν έκτοτε ο ιερέας που συνόδευε το στράτευμα. (Αρ 31:6) Ο Αβιά του Ιούδα, στην προσπάθειά του να αποφύγει τον πόλεμο με τον Ιεροβοάμ του Ισραήλ, τόνισε ότι αυτές “οι σάλπιγγες που σήμαιναν πολεμικό συναγερμό” αποτελούσαν θεϊκή διαβεβαίωση για τη νίκη του Ιούδα στη μάχη. Όταν ο Ιεροβοάμ συνέχισε πεισματικά την επίθεσή του, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν από το στράτευμα του Ιούδα το οποίο είχε ενθαρρυνθεί πολύ από το ότι οι ιερείς «σάλπιζαν δυνατά».—2Χρ 13:12-15.
Οι σάλπιγγες περιλαμβάνονταν στα μουσικά όργανα του ναού. (2Χρ 5:11-13) Οι σαλπιγκτές ήταν οι γιοι του Ααρών, οι ιερείς. (Αρ 10:8· 2Χρ 29:26· Εσδ 3:10· Νε 12:40, 41) Κάθε αφήγηση στην οποία αναφέρεται η σάλπιγγα (εβρ., χατσοτσεράχ) χωρίς να δηλώνεται ξεκάθαρα ότι σαλπιγκτές ήταν οι ιερείς αφορά κάποιο γεγονός εθνικής σημασίας, στο οποίο η παρουσία των ιερέων ήταν αναμενόμενη. Είναι, λοιπόν, λογικό να υποθέσουμε ότι οι ιερείς ήταν εκείνοι που σάλπιζαν. (2Χρ 15:14· 20:28· 23:13· παράβαλε 1Χρ 15:24 με εδ. 28.) Μπορεί, ωστόσο, να υπήρχε ποικιλία σαλπίγγων, και ορισμένες να ανήκαν σε μη ιερείς.
Ο Ιησούς είπε στους ακροατές του να μη “σαλπίσουν” (παράγωγο της λέξης σάλπιγξ) προκειμένου να ελκύσουν την προσοχή στις φιλανθρωπίες τους, μιμούμενοι τους υποκριτές. (Ματ 6:2) Υποστηρίζεται γενικά ότι το σάλπισμα σε αυτή την περίπτωση έχει μεταφορική σημασία—ο Ιησούς προειδοποιούσε να μην κάνει κάποιος δώρα ελέους με επιδεικτικό τρόπο.
-
-
ΣαλχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΧΑ
(Σαλχά).
Πόλη στο ανατολικό όριο της Βασάν και μέρος της επικράτειας του Ωγ. Στη Σαλχά, την οποία κατέλαβε ο Ισραήλ υπό τον Μωυσή, εγκαταστάθηκαν Γαδίτες. (Δευ 3:8, 10· Ιη 12:4, 5· 13:8, 11· 1Χρ 5:11) Συνήθως ταυτίζεται με τη Σαλχάντ, η οποία βρίσκεται σε μια νότια προέκταση του Τζέμπελ εντ Ντρουζ (Τζέμπελ Χαουράν), περίπου 100 χλμ. ΑΝΑ του νότιου άκρου της Θάλασσας της Γαλιλαίας.
-
-
ΣαλώμηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΛΩΜΗ
(Σαλώμη) [πιθανότατα από μια ρίζα της εβρ. που σημαίνει «ειρήνη»].
1. Μια σύγκριση των εδαφίων Ματθαίος 27:56 και Μάρκος 15:40 ίσως υποδεικνύει ότι η Σαλώμη ήταν η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου—του Ιακώβου και του Ιωάννη που ήταν απόστολοι του Ιησού Χριστού. Το πρώτο εδάφιο κατονομάζει δύο Μαρίες, τη Μαρία τη Μαγδαληνή και τη Μαρία τη μητέρα του Ιακώβου (του Μικρού) και του Ιωσή, και αναφέρει πως, όταν κρέμασαν τον Ιησού στο ξύλο, μαζί με αυτές ήταν εκεί και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου. Το δεύτερο εδάφιο ονομάζει τη γυναίκα που ήταν μαζί με τις δύο Μαρίες «Σαλώμη».
Με παρόμοιες συνδέσεις εικάζεται ότι η Σαλώμη ήταν επίσης σαρκική αδελφή της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού. Αυτή η εκδοχή στηρίζεται στο ότι το εδάφιο Ιωάννης 19:25 αναφέρει αυτές τις δύο Μαρίες, τη Μαρία τη Μαγδαληνή και “τη σύζυγο του Κλωπά” (η οποία κατά γενική παραδοχή είναι η μητέρα του Ιακώβου του Μικρού και του Ιωσή), και παράλληλα λέει: «Κοντά δε στο ξύλο του βασανισμού του Ιησού στέκονταν η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του». Αν αυτό το εδάφιο (πέρα από την αναφορά στη μητέρα του Ιησού) εννοεί τα ίδια τρία πρόσωπα για τα οποία κάνουν λόγο ο Ματθαίος και ο Μάρκος, αυτό θα αποτελούσε ένδειξη ότι η Σαλώμη ήταν αδελφή της μητέρας του Ιησού. Από την άλλη μεριά, τα εδάφια Ματθαίος 27:55 και Μάρκος 15:40, 41 αναφέρουν ότι παρούσες εκεί ήταν πολλές άλλες γυναίκες που συνόδευαν τον Ιησού, οπότε η Σαλώμη θα μπορούσε να είναι μία από αυτές.
Η Σαλώμη ήταν μαθήτρια του Κυρίου Ιησού Χριστού, μια από τις γυναίκες που τον συνόδευαν και τον διακονούσαν από τα υπάρχοντά τους, πράγμα για το οποίο κάνουν νύξεις ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς (8:3).
Αν σωστά ταυτίζεται με τη μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου, τότε είναι αυτή που πλησίασε τον Ιησού ζητώντας του να δοθούν στους γιους της οι θέσεις στα δεξιά και στα αριστερά του Ιησού στη Βασιλεία του. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ματθαίου το αίτημα το υπέβαλε η μητέρα, όμως ο Μάρκος δείχνει ότι αυτοί που μίλησαν ήταν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. Φαίνεται ότι η επιθυμία ήταν των γιων και ότι αυτοί έβαλαν τη μητέρα τους να υποβάλει το αίτημα. Αυτό υποστηρίζεται από τον Ματθαίο ο οποίος αναφέρει πως, όταν οι άλλοι μαθητές άκουσαν για το αίτημα αυτό, αγανάκτησαν όχι με τη μητέρα αλλά με τα δύο αδέλφια.—Ματ 20:20-24· Μαρ 10:35-41.
Την αυγή της τρίτης ημέρας από το θάνατο του Ιησού, η Σαλώμη και άλλες γυναίκες πήγαν στον τάφο του Ιησού για να αλείψουν το σώμα του με μυρωδικά, αλλά διαπίστωσαν ότι η πέτρα είχε κυλιστεί, και μέσα στον τάφο βρήκαν έναν άγγελο ο οποίος τους γνωστοποίησε τα εξής: «Εγέρθηκε, δεν είναι εδώ. Να το μέρος όπου τον έβαλαν».—Μαρ 16:1-8.
2. Κόρη του Ηρώδη Φιλίππου και μοναχοπαίδι της μητέρας της, της Ηρωδιάδας. Κάποια στιγμή ο Ηρώδης Αντίπας παντρεύτηκε τη μητέρα της Σαλώμης με μοιχικό γάμο, παίρνοντάς την από τον ετεροθαλή αδελφό του τον Φίλιππο. Λίγο πριν από το Πάσχα του 32 Κ.Χ. ο Αντίπας παρέθεσε ένα εορταστικό δείπνο στην Τιβεριάδα για τα γενέθλιά του. Ζήτησε από την πριγκίπισσα Σαλώμη—που τώρα ήταν θετή του κόρη—να χορέψει μπροστά στους παρισταμένους, δηλαδή τους «μεγιστάνες του και τους στρατιωτικούς διοικητές και τους κορυφαίους της Γαλιλαίας». Ο Ηρώδης ευχαριστήθηκε τόσο πολύ από το χορό της Σαλώμης ώστε υποσχέθηκε να της δώσει ό,τι και αν ζητούσε—μέχρι και το μισό βασίλειό του. Ακολουθώντας τη συμβουλή της πονηρής μητέρας της, η Σαλώμη ζήτησε το κεφάλι του Ιωάννη του Βαφτιστή. Ο Ηρώδης, αν και λυπήθηκε, «λαβαίνοντας υπόψη τους όρκους του και εκείνους που πλάγιαζαν μπροστά στο τραπέζι με αυτόν, διέταξε να της δοθεί· και έστειλε να αποκεφαλίσουν τον Ιωάννη στη φυλακή. Και έφεραν το κεφάλι του σε έναν δίσκο και το έδωσαν στο κορίτσι, και αυτή το έφερε στη μητέρα της».—Ματ 14:1-11· Μαρ 6:17-28.
Παρότι το όνομά της δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή, διασώζεται στα συγγράμματα του Ιώσηπου. Ο Ιώσηπος κάνει επίσης μνεία του γάμου της με τον περιφερειακό διοικητή Φίλιππο, έναν ακόμη ετεροθαλή αδελφό του Ηρώδη Αντίπα, με τον οποίο δεν έκανε παιδιά. Μετά το θάνατο του Φιλίππου, σύμφωνα με την αφήγηση του Ιώσηπου, παντρεύτηκε τον εξάδελφό της Αριστόβουλο, στον οποίο γέννησε τρεις γιους.
-
-
ΣαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑ
(Σαμά) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Σεμαΐας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ, αδελφός του Ιεϊήλ και γιος του Χωθάμ του Αροηρίτη.—1Χρ 11:26, 44.
-
-
ΣαμάρειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑΡΕΙΑ
(Σαμάρεια) [Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στο Γένος Σεμέρ].
1. Η πόλη που άρχισε να χτίζει ο Βασιλιάς Αμρί γύρω στα μέσα του δέκατου αιώνα Π.Κ.Χ. Υπήρξε πρωτεύουσα του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ επί 200 χρόνια και πλέον. Ο Αμρί αγόρασε από τον Σεμέρ το βουνό στην κορυφή του οποίου χτίστηκε αυτή η πόλη, δίνοντας δύο τάλαντα ασήμι, αντίτιμο που ισοδυναμεί με $13.212. (1Βα 16:23, 24) Το βουνό καθώς και η πόλη εξακολούθησαν να φέρουν το όνομα του πρώην ιδιοκτήτη τους.—Αμ 4:1· 6:1.
Τοποθεσία. Η Σαμάρεια ταυτίζεται με μια έκταση ερειπίων που φέρει το όνομα Σομρόν, δίπλα στο αραβικό χωριό Σαμπαστίγια, περίπου 55 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ και 11 χλμ. ΒΔ της Συχέμ. Βρισκόταν στην περιοχή του Μανασσή. Ο χαρακτηρισμός της Σαμάρειας ως “κεφαλής” του Εφραΐμ αναφερόταν στη θέση που κατείχε ως πρωτεύουσα του δεκάφυλου βασιλείου, του οποίου κυρίαρχη φυλή ήταν ο Εφραΐμ. (Ησ 7:9) Η Σαμάρεια γειτόνευε—αν δεν ήταν η ίδια τοποθεσία—με τη «Σαμίρ, στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ», την ιδιαίτερη πατρίδα του Κριτή Θωλά ο οποίος υπηρέτησε κατά την περίοδο των Κριτών.—Κρ 10:1, 2.
Η σχετικά επίπεδη κορυφή του λόφου της Σαμάρειας, πλάτους περίπου 2 χλμ. από τα Α ως τα Δ, ήταν ιδεώδης τοποθεσία για μια πόλη. Η απότομη ανωφέρεια του εδάφους, το οποίο υψώνεται σχεδόν 90 μ. πάνω από την παρακείμενη πεδιάδα, διευκόλυνε την άμυνα αυτής της τοποθεσίας. Η θέα επίσης ήταν καταπληκτική, διότι προς τα Β, τα Α και τα Ν υπήρχαν ψηλότερες κορυφές, ενώ προς τα Δ το έδαφος κατηφόριζε ομαλά από ύψος 463 μ. μέχρι τη γαλάζια Μεσόγειο, 34 χλμ. πιο πέρα.
Μεγάλο μέρος της ιστορίας της Σαμάρειας είναι συνδεδεμένο με την αχαλίνωτη πορεία των 14 βασιλιάδων του Ισραήλ, από τον Αμρί μέχρι τον Ωσιέ.—1Βα 16:28, 29· 22:51, 52· 2Βα 3:1, 2· 10:35, 36· 13:1, 10· 14:23· 15:8, 13, 14, 17, 23, 25, 27· 17:1.
Την Εποχή του Αχαάβ. Μετά το θάνατο του Αμρί, ο γιος του ο Αχαάβ συνέχισε τα οικοδομικά έργα στην πόλη στη διάρκεια της 22χρονης βασιλείας του. Μερικά από αυτά ήταν η οικοδόμηση ενός ναού για τον Βάαλ, η ανέγερση ενός θυσιαστηρίου για τον Βάαλ και η κατασκευή “του ιερού στύλου” λατρείας—όλα αυτά μαρτυρούσαν στη νεόκτιστη πόλη τη χαναανιτική θρησκεία που προωθούσε η φοινικικής καταγωγής σύζυγος του Αχαάβ, η Ιεζάβελ. (1Βα 16:28-33· 18:18, 19· 2Βα 13:6) Ο Αχαάβ στόλισε επίσης τη Σαμάρεια με μια όμορφη «κατοικία από ελεφαντόδοντο» η οποία ήταν πιθανώς επιπλωμένη με «κλίνες από ελεφαντόδοντο», σαν αυτές για τις οποίες έκανε λόγο ο προφήτης Αμώς εκατό χρόνια αργότερα. (1Βα 22:39· Αμ 3:12, 15· 6:1, 4) Οι αρχαιολόγοι έχουν βρει στα ερείπια της Σαμάρειας περισσότερα από 500 θραύσματα ελεφαντόδοντου, πολλά από τα οποία ήταν περίτεχνα σκαλισμένα.
Στα τέλη της βασιλείας του Αχαάβ, ο Σύριος βασιλιάς Βεν-αδάδ Β΄ πολιόρκησε τη Σαμάρεια και ορκίστηκε ότι θα την απογύμνωνε σε τέτοιον βαθμό ώστε το χώμα δεν θα έφτανε για να γεμίσει τις χούφτες των στρατιωτών του. Ωστόσο, η νίκη δόθηκε στους Ισραηλίτες, προκειμένου να γνωρίσει ο Αχαάβ ότι ο Ιεχωβά είναι ο Παντοδύναμος Θεός. (1Βα 20:1-21) Σε μια δεύτερη αναμέτρηση, λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, όταν ο Βεν-αδάδ αναγκάστηκε να παραδοθεί, ο Αχαάβ τον άφησε να φύγει με τον όρο ότι θα επιστρέφονταν στον Ισραήλ κάποιες πόλεις και ότι θα “ορίζονταν δρόμοι στη Δαμασκό” για τον Αχαάβ, όπως είχε ορίσει ο πατέρας του Βεν-αδάδ δρόμους για τον εαυτό του στη Σαμάρεια. (1Βα 20:26-34) Αυτοί οι “δρόμοι” που είχαν οριστεί αποσκοπούσαν προφανώς στη δημιουργία παζαριών, ή αγορών, για την προώθηση των εμπορικών συμφερόντων του πατέρα του Βεν-αδάδ. Ωστόσο, ο Αχαάβ επέστρεψε στη Σαμάρεια λυπημένος και κατηφής, καθώς ο Ιεχωβά τού είπε ότι εφόσον χάρισε στον Βεν-αδάδ τη ζωή θα έχανε ο ίδιος τη δική του.—1Βα 20:35-43.
Αυτό έγινε περίπου τρία χρόνια μετά, όταν ο Αχαάβ ζήτησε από τον Βασιλιά Ιωσαφάτ του Ιούδα να τον βοηθήσει να ανακτήσει τη Ραμώθ-γαλαάδ από τη Συρία. Οι δύο βασιλιάδες συσκέφθηκαν στην είσοδο της Σαμάρειας και, αγνοώντας τον προφήτη του Ιεχωβά, άκουσαν την απατηλή συμβουλή των ψευδοπροφητών και ξεκίνησαν για τη μάχη. (1Βα 22:1-28· 2Χρ 18:2, 9) Ο Αχαάβ είχε μεταμφιεστεί, αλλά χτυπήθηκε από ένα βέλος, παρ’ όλο που ο τοξότης του εχθρού δεν κατάλαβε ότι ήταν ο βασιλιάς. Ο Αχαάβ πέθανε από αιμορραγία μέσα στο άρμα του. Τον μετέφεραν πίσω στην πρωτεύουσά του για να θαφτεί και έπλυναν το άρμα του δίπλα στη δεξαμενή της Σαμάρειας. (1Βα 22:29-38) Αυτή η δεξαμενή μπορεί να είναι μια σχετικά ρηχή αλλά μεγάλη, ορθογώνια δεξαμενή που ανακάλυψαν εκεί οι αρχαιολόγοι.
Η τελική τακτοποίηση λογαριασμών με τον οίκο του Αχαάβ έγινε από τον Ιηού, τον οποίο έχρισε εκτελεστή ο Ιεχωβά. (2Βα 9:6-10) Αφού θανάτωσε τον Ιωράμ, γιο του Αχαάβ, τον Οχοζία, εγγονό του Αχαάβ, και την Ιεζάβελ, χήρα του Αχαάβ (2Βα 9:22-37), ο Ιηού στη συνέχεια διευθέτησε, έπειτα από ανταλλαγή επιστολών με τους άρχοντες και τους πρεσβυτέρους που κατοικούσαν στη Σαμάρεια, τον αποκεφαλισμό των υπόλοιπων 70 γιων του Αχαάβ. «Γνωρίστε, λοιπόν», δήλωσε ο Ιηού, «ότι δεν θα πέσει ανεκπλήρωτο στη γη τίποτα από το λόγο του Ιεχωβά τον οποίο είπε ο Ιεχωβά εναντίον του οίκου του Αχαάβ· και ο Ιεχωβά εκτέλεσε αυτό που είπε μέσω του υπηρέτη του, του Ηλία».—2Βα 10:1-12, 17.
Κάποιες άλλες εξαγγελίες του Ιεχωβά μέσω των προφητών του, του Ηλία και του Ελισαιέ, καθώς και τα σχετικά με αυτές γεγονότα έλαβαν χώρα στη Σαμάρεια και στη γύρω περιοχή. Για παράδειγμα, ο γιος του Αχαάβ, ο Οχοζίας, έπεσε από το δικτυωτό του ανωγείου του στο ανάκτορό του στη Σαμάρεια (2Βα 1:2-17), ο Σύριος λεπρός Νεεμάν πήγε στη Σαμάρεια αναζητώντας θεραπεία (2Βα 5:1-14) και η στρατιωτική δύναμη των Συρίων που στάλθηκε για να συλλάβει τον Ελισαιέ υπέστη διανοητική τύφλωση και οδηγήθηκε στη Σαμάρεια, όπου δόθηκε τροφή στους άντρες και τους επιτράπηκε να φύγουν (2Βα 6:13-23). Στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωράμ, γιου του Αχαάβ, οι Σύριοι πολιόρκησαν τη Σαμάρεια επιφέροντας τέτοια πείνα ώστε μερικά άτομα έφαγαν τα ίδια τους τα παιδιά. Στη συνέχεια, όμως, σε εκπλήρωση της προφητείας του Ελισαιέ, η πείνα εξέλιπε μέσα σε μια νύχτα, όταν ο Ιεχωβά έκανε τους Συρίους να φύγουν πανικόβλητοι και να αφήσουν πίσω τα τρόφιμα που είχαν.—2Βα 6:24-29· 7:1-20.
Αντίπαλος της Ιερουσαλήμ. Από καιρό σε καιρό η αντιπαλότητα και η εχθρότητα ανάμεσα στη Σαμάρεια και στην Ιερουσαλήμ, πρωτεύουσες του βόρειου και του νότιου βασιλείου αντίστοιχα, κατέληγαν σε ανοιχτή σύγκρουση. Σε μια περίπτωση ο βασιλιάς του Ιούδα, ενώ ετοιμαζόταν να επιτεθεί στον Εδώμ, έστειλε 100.000 μισθοφόρους από τον Ισραήλ πίσω στην πατρίδα τους κατόπιν εντολής του Ιεχωβά. Παρ’ όλο που εισέπραξαν 100 τάλαντα ασήμι ($660.600), αυτοί οι Ισραηλίτες εξοργίστηκαν τόσο πολύ ώστε έκαναν επιδρομές στις πόλεις του Ιούδα, «από τη Σαμάρεια μέχρι τη Βαιθ-ορών», λεηλατώντας τες. (2Χρ 25:5-13) Ο βασιλιάς του Ιούδα, μεθυσμένος από τη νίκη του επί του Εδώμ, ξεκίνησε μια διαμάχη με το βασιλιά της Σαμάρειας, και αυτή η διαμάχη δεν τακτοποιήθηκε μέχρις ότου όλο το χρυσάφι και το ασήμι από τον οίκο του Ιεχωβά και από το θησαυροφυλάκιο του βασιλιά στην Ιερουσαλήμ μεταφέρθηκαν στη Σαμάρεια. (2Βα 14:8-14· 2Χρ 25:17-24) Ωστόσο, χρόνια αργότερα, έπειτα από μια ήττα του Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα, και προκειμένου να γλιτώσουν από το θυμό του Ιεχωβά, οι άντρες του Ισραήλ επέστρεψαν ορισμένους αιχμαλώτους και λάφυρα που είχαν μεταφερθεί στη Σαμάρεια.—2Χρ 28:5-15.
Η πόλη της Σαμάρειας καταστράφηκε τελικά για την ειδωλολατρία της, την ηθική διαφθορά της και τη συνεχιζόμενη περιφρόνησή της απέναντι στους νόμους και στις αρχές του Θεού. (2Βα 17:7-18) Επανειλημμένα, ο Ιεχωβά προειδοποίησε τους άρχοντές της και τους υπηκόους τους μέσω προφητών όπως ο Ησαΐας (8:4· 9:9), ο Ωσηέ (7:1· 8:5, 6· 10:5, 7· 13:16), ο Αμώς (3:9· 8:14), ο Μιχαίας (1:1, 5, 6) και άλλοι (1Βα 20:13, 28, 35-42· 22:8), καθώς και μέσω του Ηλία και του Ελισαιέ. Αργότερα, μετά την καταστροφή της, άλλοι προφήτες χρησιμοποίησαν τη Σαμάρεια ως προειδοποιητικό παράδειγμα για εκείνους που επέμεναν να απορρίπτουν τις νουθεσίες του Ιεχωβά.—2Βα 21:10-13· Ιερ 23:13· Ιεζ 16:46, 51, 53, 55· 23:4, 33.
Μεταγενέστερη Ιστορία. Το 742 Π.Κ.Χ. ο Σαλμανασάρ Ε΄, βασιλιάς της Ασσυρίας, πολιόρκησε τη Σαμάρεια, αλλά η πόλη άντεξε σχεδόν τρία χρόνια. Όταν τελικά έπεσε το 740 Π.Κ.Χ., πολλοί από τους σημαίνοντες κατοίκους της εκτοπίστηκαν και εγκαταστάθηκαν στη Μεσοποταμία και στη Μηδία. Το αν η δόξα για την τελική κατάληψη της πόλης πρέπει να αποδίδεται στον Σαλμανασάρ Ε΄ ή στο διάδοχό του τον Σαργών Β΄ δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί.—2Βα 17:1-6, 22, 23· 18:9-12· βλέπε ΣΑΡΓΩΝ.
Με την πτώση της Σαμάρειας στους Ασσυρίους, η διεξοδική καταγραφή της ιστορίας της πόλης στην Αγία Γραφή τερματίζεται. Έκτοτε, η πόλη μνημονεύεται συχνά, αν και όχι πάντα (2Βα 23:18· Πρ 8:5), υπό τύπον υπενθύμισης του τι συμβαίνει τελικά σε εκείνους που στασιάζουν εναντίον του Ιεχωβά. (2Βα 18:34· 21:13· Ησ 10:9-11· 36:19) Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και ακολούθως τη δολοφονία του Γεδαλία, 80 άντρες από τη Συχέμ, τη Σηλώ και τη Σαμάρεια κατέβηκαν προς τη Μισπά και συνάντησαν τον δολοφόνο Ισμαήλ. Ο Ισμαήλ έσφαξε πολλούς από αυτούς τους άντρες, ενώ χάρισε τη ζωή σε κάποιους που υποσχέθηκαν να του δείξουν πού είχαν κρυμμένους θησαυρούς—σιτάρι, κριθάρι, λάδι και μέλι.—Ιερ 41:1-9.
Διάφορες μη Βιβλικές πηγές περιγράφουν κάποια γεγονότα από την ιστορία της Σαμάρειας, από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και έπειτα. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, η αίγλη της οφειλόταν στο οικοδομικό πρόγραμμα του Ηρώδη του Μεγάλου ο οποίος μετονόμασε την πόλη σε Σεβαστή (ελληνικό αντίστοιχο του λατινικού ονόματος Αύγουστος στο θηλυκό γένος), προς τιμήν του Αυγούστου, του πρώτου αυτοκράτορα. Σήμερα, το όνομα που της έδωσε ο Ηρώδης διασώζεται στο αραβικό τοπωνύμιο Σαμπαστίγια. Δεν προξενεί έκπληξη, λοιπόν, το ότι οι ανασκαφές σε αυτή την περιοχή έχουν φέρει στο φως ερείπια αρκετών διαφορετικών περιόδων από την ιστορία της Σαμάρειας. Μερικά από αυτά τα ερείπια ανάγονται στις ημέρες των βασιλιάδων του Ισραήλ.
2. Η επικράτεια του δεκάφυλου βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Το όνομα της πρωτεύουσάς του, της Σαμάρειας, χρησιμοποιούνταν μερικές φορές για ολόκληρη την εν λόγω περιοχή. Για παράδειγμα, η φράση “βασιλιάς της Σαμάρειας”, ως τίτλος του Αχαάβ, δεν τον περιέγραφε με τη στενή έννοια του όρου, δηλαδή ως βασιλιά της πόλης μόνο, αλλά με την ευρύτερη έννοια, ως βασιλιά των δέκα φυλών. (1Βα 21:1) Παρόμοια και η φράση “οι πόλεις της Σαμάρειας” αναφερόταν σε πόλεις διάσπαρτες στην περιοχή των δέκα φυλών και όχι σε κάποιες κωμοπόλεις συγκεντρωμένες γύρω από την πρωτεύουσα. (2Βα 23:19· η ίδια αυτή φράση που είναι καταγραμμένη στο εδ. 1Βα 13:32 σαν να ειπώθηκε πριν από την οικοδόμηση της πόλης της Σαμάρειας, αν δεν είναι προφητική, ίσως να προστέθηκε από το συντάκτη της αφήγησης του Πρώτου Βασιλέων.) Η πείνα «στη Σαμάρεια», στις ημέρες του Αχαάβ, είχε πλήξει ολόκληρο το βασίλειο της Σαμάρειας και μάλιστα είχε επηρεάσει και τη Φοινίκη, δεδομένου ότι η πληγείσα περιοχή εκτεινόταν τουλάχιστον από την κοιλάδα του χειμάρρου Χερίθ, Α του Ιορδάνη, μέχρι τα Σαρεπτά στη Μεσόγειο. (1Βα 17:1-12· 18:2, 5, 6) Παρόμοια, η υπόσχεση περί αποκατάστασης αναφορικά με τα «βουνά της Σαμάρειας» πρέπει να περιλάμβανε ολόκληρη την επικράτεια της Σαμάρειας.—Ιερ 31:5.
Ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ φαίνεται ότι ήταν ο πρώτος που εκτόπισε Ισραηλίτες από την περιοχή της Σαμάρειας, καθώς μερικοί διακεκριμένοι Ρουβηνίτες, Γαδίτες και Μανασσίτες από τα Α του Ιορδάνη ήταν ανάμεσα σε εκείνους που μεταφέρθηκαν στην Ασσυρία. (1Χρ 5:6, 26) Όταν το βόρειο βασίλειο έπεσε τελικά, οδηγήθηκαν και άλλοι σε εξορία. (2Βα 17:6) Αυτή τη φορά, όμως, ο βασιλιάς της Ασσυρίας αντικατέστησε εκείνους τους Ισραηλίτες με ανθρώπους από άλλα μέρη της επικράτειάς του—μια τακτική μετεγκατάστασης που συνεχίστηκε από τον Εσάρ-αδδών και τον Ασεναφάρ (Ασσουρμπανιπάλ).—2Βα 17:24· Εσδ 4:2, 10.
Τα λιοντάρια άρχισαν να πολλαπλασιάζονται σε εκείνη την περιοχή, πιθανότατα επειδή η περιοχή, ή ένα μεγάλο μέρος της, είχε μείνει έρημη αρκετό καιρό. (Παράβαλε Εξ 23:29.) Οι έποικοι αναμφίβολα νόμισαν, επηρεασμένοι από δεισιδαιμονίες, ότι αυτό συνέβαινε επειδή δεν κατανοούσαν πώς έπρεπε να λατρεύουν το θεό εκείνου του τόπου. Γι’ αυτό ο βασιλιάς της Ασσυρίας επανέφερε από την εξορία έναν Ισραηλίτη ιερέα της μοσχολατρίας. Αυτός δίδαξε στους εποίκους τον Ιεχωβά, αλλά σύμφωνα με το πρότυπο του Ιεροβοάμ, και έτσι αυτοί έμαθαν κάποια πράγματα για τον Ιεχωβά αλλά στην πραγματικότητα συνέχισαν να λατρεύουν τους δικούς τους ψεύτικους θεούς.—2Βα 17:24-41.
3. Η ρωμαϊκή περιφέρεια από την οποία πέρασε ο Ιησούς σε κάποιες περιπτώσεις και στην οποία οι απόστολοι μετέφεραν αργότερα το άγγελμα της Χριστιανοσύνης. Τα όριά της δεν είναι επακριβώς γνωστά σήμερα, αλλά γενικά η Σαμάρεια συνόρευε με τη Γαλιλαία στο Β και την Ιουδαία στο Ν, και εκτεινόταν από τα Δ του Ιορδάνη ως τις παράκτιες πεδιάδες της Μεσογείου. Ως επί το πλείστον, η περιφέρεια περιλάμβανε τα εδάφη που ανήκαν κάποτε στη φυλή του Εφραΐμ και στη μισή φυλή του Μανασσή (Δ του Ιορδάνη).
Κατά διαστήματα, καθ’ οδόν προς και από την Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, εφόσον αυτή βρισκόταν ανάμεσα στις περιφέρειες της Ιουδαίας και της Γαλιλαίας. (Λου 17:11· Ιωα 4:3-6) Ωστόσο, απέφευγε ως επί το πλείστον να κηρύττει σε αυτή την περιοχή, και μάλιστα είπε στους 12 τους οποίους απέστειλε να αποφύγουν τις πόλεις των Σαμαρειτών και αντ’ αυτού “να πηγαίνουν στα χαμένα πρόβατα του οίκου του Ισραήλ”, δηλαδή στους Ιουδαίους.—Ματ 10:5, 6.
Ο περιορισμός αυτός, όμως, αφορούσε μόνο ένα καθορισμένο διάστημα διότι, λίγο προτού αναληφθεί στον ουρανό, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του ότι έπρεπε να μεταδώσουν τα καλά νέα όχι μόνο στη Σαμάρεια αλλά ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης. (Πρ 1:8, 9) Έτσι λοιπόν, όταν ξέσπασε διωγμός στην Ιερουσαλήμ, οι μαθητές, και κυρίως ο Φίλιππος, ξεκίνησαν τη διακονία στη Σαμάρεια. Αργότερα στάλθηκαν εκεί ο Πέτρος και ο Ιωάννης, με αποτέλεσμα την περαιτέρω εξάπλωση της Χριστιανοσύνης.—Πρ 8:1-17, 25· 9:31· 15:3.
[Εικόνα στη σελίδα 872]
Ερείπια της ρωμαϊκής περιόδου στην αρχαία Σαμάρεια
-
-
ΣαμαρείτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑΡΕΙΤΕΣ
(Σαμαρείτες) [πιθανότατα, Της Σαμάρειας (Από τη Σαμάρεια)].
Η λέξη «Σαμαρείτες» εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αγία Γραφή μετά την κατάληψη του δεκάφυλου βασιλείου της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ., αναφερόμενη σε εκείνους που ζούσαν στο βόρειο βασίλειο πριν από την κατάληψή του, κατά αντιδιαστολή με τους αλλοεθνείς που φέρθηκαν αργότερα εκεί από άλλα μέρη της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας. (2Βα 17:29) Φαίνεται ότι οι Ασσύριοι δεν εκδίωξαν όλους τους Ισραηλίτες κατοίκους, δεδομένου ότι η αφήγηση στα εδάφια 2 Χρονικών 34:6-9 (παράβαλε 2Βα 23:19, 20) υποδηλώνει ότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσία εξακολουθούσαν να υπάρχουν Ισραηλίτες σε εκείνον τον τόπο. Με τον καιρό, η λέξη «Σαμαρείτες» κατέληξε να αναφέρεται στους απογόνους εκείνων που είχαν παραμείνει στη Σαμάρεια και εκείνων που έφεραν οι Ασσύριοι. Συνεπώς, μερικοί είχαν αναμφίβολα προέλθει από επιγαμία. Σε ακόμη μεταγενέστερη περίοδο αυτό το όνομα είχε περισσότερο θρησκευτική παρά φυλετική ή πολιτική χροιά. «Σαμαρείτης» ήταν κάποιος ο οποίος ανήκε στη θρησκευτική αίρεση που ανθούσε στην περιοχή της αρχαίας Συχέμ και της Σαμάρειας και ο οποίος διακρατούσε ορισμένες δοξασίες σαφώς διαφορετικές από αυτές του Ιουδαϊσμού.—Ιωα 4:9.
Η Σαμαρειτική Θρησκεία. Στη διαμόρφωση της σαμαρειτικής θρησκείας συντέλεσαν αρκετοί παράγοντες, αφορμή δε για έναν από αυτούς—καθόλου ασήμαντο—στάθηκαν οι προσπάθειες που έκανε ο Ιεροβοάμ να αποξενώσει τις δέκα φυλές από τη λατρεία του Ιεχωβά, το κέντρο της οποίας βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ. Για μια περίοδο 250 χρόνων περίπου μετά τη διαίρεση του έθνους σε δύο βασίλεια, οι χειροτονημένοι από τον Θεό Λευίτες ιερείς είχαν αντικατασταθεί από ένα ιερατείο διορισμένο από ανθρώπους, το οποίο με τη σειρά του οδήγησε το βασίλειο του Ισραήλ σε εξαχρειωτική ειδωλολατρία. (1Βα 12:28-33· 2Βα 17:7-17· 2Χρ 11:13-15· 13:8, 9) Ακολούθως επήλθε η πτώση του βόρειου βασιλείου. Οι ειδωλολάτρες έποικοι που φέρθηκαν από τη Βαβυλώνα, τη Χουθά, την Αβά, την Αιμάθ και τη Σεφαρβαΐμ ήταν λάτρεις πολλών θεοτήτων—της Σοκχώθ-βενώθ, του Νεργάλ, της Ασιμά, του Νιβάζ, του Ταρτάκ, του Αδραμμέλεχ και του Αναμμέλεχ. Αυτοί διδάχτηκαν μεν κάποια πράγματα για τον Ιεχωβά από έναν ιερέα που ανήκε στο ιερατείο του Ιεροβοάμ, αλλά, όπως είχε κάνει και η Σαμάρεια με τα χρυσά μοσχάρια, συνέχισαν επί γενιές ολόκληρες να λατρεύουν τους ψεύτικους θεούς τους. (2Βα 17:24-41) Οι προσπάθειες που έκανε ο Ιωσίας σε ευρεία κλίμακα να απαλλάξει τις βόρειες αυτές κοινότητες από την ειδωλολατρία τους, σχεδόν εκατό χρόνια μετά την πτώση της Σαμάρειας, δεν απέδωσαν κάτι μονιμότερο από ό,τι οι αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις που έκανε ο ίδιος στο νότιο βασίλειο του Ιούδα.—2Βα 23:4-20· 2Χρ 34:6, 7.
Το 537 Π.Κ.Χ. ένα υπόλοιπο από τις 12 φυλές επέστρεψε από τη βαβυλωνιακή εξορία, έτοιμο να ανοικοδομήσει το ναό του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 1:3· 2:1, 70) Τότε οι «Σαμαρείτες», οι οποίοι βρίσκονταν ήδη εκεί όταν έφτασαν οι Ισραηλίτες και οι οποίοι περιγράφονταν ως «αντίδικοι του Ιούδα και του Βενιαμίν», πλησίασαν τον Ζοροβάβελ και τους πρεσβυτέρους λέγοντας: «Ας χτίσουμε και εμείς μαζί σας· διότι, όπως εσείς, έτσι και εμείς αναζητούμε τον Θεό σας και σε εκείνον θυσιάζουμε από τις ημέρες του Εσάρ-αδδών, του βασιλιά της Ασσυρίας, ο οποίος μας ανέβασε εδώ». (Εσδ 4:1, 2) Ωστόσο, αυτός ο ισχυρισμός περί αφοσίωσης στον Ιεχωβά αποδείχτηκε κενός, επειδή όταν ο Ζοροβάβελ απέρριψε την προσφορά τους, οι Σαμαρείτες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποτρέψουν την οικοδόμηση του ναού. Αφού απέτυχαν όλες οι από μέρους τους συντονισμένες προσπάθειες παρενόχλησης και εκφοβισμού, στη συνέχεια αυτοί έγραψαν μια επιστολή με ψεύτικες κατηγορίες προς τον Πέρση αυτοκράτορα και πέτυχαν την έκδοση ενός κυβερνητικού διατάγματος που σταμάτησε την ανέγερση του ναού για αρκετά χρόνια.—Εσδ 4:3-24.
Στα μέσα του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ., όταν ο Νεεμίας άρχισε να επισκευάζει τα τείχη της Ιερουσαλήμ, ο Σαναβαλλάτ (κυβερνήτης της Σαμάρειας, σύμφωνα με έναν από τους Παπύρους της Ελεφαντίνης) έκανε αρκετές σθεναρές αλλά ανεπιτυχείς προσπάθειες να σταματήσει το έργο. (Νε 2:19, 20· 4:1-12· 6:1-15) Αργότερα, έπειτα από μακρά απουσία, ο Νεεμίας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, όπου διαπίστωσε ότι ο εγγονός του Αρχιερέα Ελιασίβ είχε παντρευτεί την κόρη του Σαναβαλλάτ. Αμέσως, ο Νεεμίας τον “έδιωξε”.—Νε 13:6, 7, 28.
Η ανέγερση του σαμαρειτικού ναού στο Όρος Γαριζίν, πιθανώς τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ., ενός ναού που ανταγωνιζόταν αυτόν της Ιερουσαλήμ, θεωρείται από κάποιους ότι επισφράγισε το τελειωτικό σχίσμα μεταξύ Ιουδαίων και Σαμαρειτών, παρότι μερικοί πιστεύουν ότι η ρήξη των σχέσεων επήλθε έναν και πλέον αιώνα αργότερα. Όταν ο Ιησούς άρχισε τη διακονία του, το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές δεν είχε γεφυρωθεί, παρότι ο ναός στο Γαριζίν είχε καταστραφεί σχεδόν ενάμιση αιώνα νωρίτερα. (Ιωα 4:9) Οι Σαμαρείτες εξακολουθούσαν να ασκούν τα λατρευτικά τους καθήκοντα στο Όρος Γαριζίν (Ιωα 4:20-23), και οι Ιουδαίοι δεν τους είχαν σε μεγάλη υπόληψη. (Ιωα 8:48) Αυτή η επικρατούσα περιφρονητική στάση έδωσε στον Ιησού την ευκαιρία να μεταδώσει στους ακροατές του ένα δυνατό μήνυμα με την παραβολή του καλού Σαμαρείτη.—Λου 10:29-37.
Η Σαμαρειτική Πεντάτευχος. Από την αρχαιότητα, οι Γραφές των Σαμαρειτών περιείχαν μόνο τα πρώτα πέντε βιβλία της Αγίας Γραφής, και αυτά μόνο στη δική τους αναθεώρηση, η οποία ήταν γραμμένη με το δικό τους αλφάβητο και ήταν γνωστή ως η σαμαρειτική Πεντάτευχος. Τις υπόλοιπες Εβραϊκές Γραφές, με πιθανή εξαίρεση το βιβλίο του Ιησού του Ναυή, τις απέρριπταν. Η σαμαρειτική Πεντάτευχος διαφέρει από το Μασοριτικό κείμενο σε περίπου 6.000 σημεία, τα περισσότερα από τα οποία είναι επουσιώδη. Ωστόσο, μερικά είναι σημαντικά, όπως για παράδειγμα η απόδοση του εδαφίου Δευτερονόμιο 27:4, όπου το Γαριζίν έχει αντικαταστήσει το Εβάλ, το μέρος όπου οι νόμοι του Μωυσή έπρεπε να γραφτούν πάνω σε ασβεστωμένες πέτρες. (Δευ 27:8) Ο προφανής σκοπός αυτής της αλλαγής ήταν το να γίνει πιστευτή η δοξασία τους ότι το Γαριζίν είναι το άγιο βουνό του Θεού.
Ωστόσο, το γεγονός ότι δέχονταν σε γενικές γραμμές την Πεντάτευχο παρείχε στους Σαμαρείτες τη βάση για να πιστεύουν ότι θα ερχόταν ένας προφήτης μεγαλύτερος από τον Μωυσή. (Δευ 18:18, 19) Τον πρώτο αιώνα οι Σαμαρείτες πρόσμεναν τον ερχομό του Χριστού, του Μεσσία, και μερικοί από αυτούς τον αναγνώρισαν. Άλλοι τον απέρριψαν. (Λου 17:16-19· Ιωα 4:9-43· Λου 9:52-56) Αργότερα, μέσω του κηρύγματος των πρώτων Χριστιανών, πολλοί Σαμαρείτες ασπάστηκαν με χαρά τη Χριστιανοσύνη.—Πρ 8:1-17, 25· 9:31· 15:3.
-
-
ΣαμάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΑΡΙ
Κάθισμα που στερεωνόταν στη ράχη ζώου για τον αναβάτη. Πολλές Βιβλικές περικοπές κάνουν λόγο για το σαμάρωμα γαϊδουριών (Γε 22:3· Αρ 22:21· 2Σα 17:23· 19:26· 1Βα 2:40· 13:13, 27· 2Βα 4:24), αλλά δεν γίνεται καμιά περιγραφή των σαμαριών. Από τα στοιχεία που μας δίνουν τα αρχαία μνημεία συμπεραίνουμε ότι τα πρώτα σαμάρια αλόγων δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα υφασμάτινο ή δερμάτινο μαξιλαράκι. Το εβραϊκό ρήμα που αποδίδεται «σαμαρώνω» σημαίνει βασικά «περιδένω», πράγμα που υποδεικνύει ότι τα σαμάρια στερεώνονταν στα ζώα με λουριά. Κάποιο αρχαίο ανάγλυφο απεικονίζει ένα κιβωτοειδές σαμάρι, στερεωμένο με λουριά στη ράχη δρομάδας καμήλας. Τίποτα βέβαιο δεν μπορεί να λεχθεί για το «καλάθι του γυναικείου σαμαριού της καμήλας» το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο Γένεση 31:34. Η έκφραση καρ χαγκαμάλ του εβραϊκού κειμένου έχει αποδοθεί με διάφορους τρόπους: «σακίδιο της καμήλας» (NE), «κουβούκλιο της καμήλας» (JB) και «σαμάρι της καμήλας» (AT, ΒΑΜ, ΜΠΚ).
Υπό το Νόμο, όποιος άγγιζε σαμάρι πάνω στο οποίο είχε ανεβεί προηγουμένως κάποιος που είχε εκκρίσεις γινόταν ακάθαρτος, όπως και εκείνος που άγγιζε αντικείμενο στο οποίο είχε καθήσει εμμηνορροούσα γυναίκα.—Λευ 15:9, 19-23.
-
-
Σαμγάρ-νεβώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΓΑΡ-ΝΕΒΩ
(Σαμγάρ-νεβώ).
Όνομα ή τίτλος ενός από τους Βαβυλώνιους άρχοντες που μπήκαν στην Ιερουσαλήμ αμέσως μόλις διανοίχτηκε ρήγμα στα τείχη της, το καλοκαίρι του 607 Π.Κ.Χ.—Ιερ 39:3.
-
-
ΣαμεγάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΕΓΑΡ
(Σαμεγάρ).
Ελευθερωτής του Ισραήλ που έδρασε μετά τον Κριτή Αώδ και πριν από τον Κριτή Βαράκ. Μόνο μία ηρωική πράξη του Σαμεγάρ είναι καταγραμμένη, η σφαγή 600 Φιλισταίων με ένα βούκεντρο, αλλά μέσω αυτής χαρακτηρίζεται “σωτήρας του Ισραήλ”. (Κρ 3:31) Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, ο Σαμεγάρ πέθανε τον πρώτο χρόνο κατά τον οποίο υπηρετούσε ως κριτής. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ε΄, 197 [iv, 3]) Ήταν «γιος του Ανάθ», κάτι που μπορεί να παραπέμπει στην πόλη Βαιθ-ανάθ του Νεφθαλί.—Κρ 1:33.
-
-
ΣάμεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΕΧ
[ס] (σάμεχ).
Το 15ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το σάμεχ παριστάνει τον ήχο που χρησιμοποιούσαν οι Εφραϊμίτες όταν προσπαθούσαν να προφέρουν τη λέξη «σχίββωλεθ», η οποία αρχίζει με το γράμμα σιν (שׁ) και όχι με το σάμεχ. (Κρ 12:6· βλέπε επίσης ΣΙΝ, 1.) Στο εβραϊκό κείμενο, το σάμεχ είναι το αρχικό γράμμα καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:113-120.
-
-
ΣαμιαμίδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΙΑΜΙΔΙ
[εβρ., ’ανακάχ· σεμαμίθ].
Μικρή, συνήθως σαρκώδης σαύρα της οποίας το σώμα καλύπτεται από μικροσκοπικές φολίδες. Τα μάτια της είναι σχετικά μεγάλα και μοιάζουν με των αιλουροειδών, ενώ τα δάχτυλά της είναι συγκριτικά πλατιά. Τα σαμιαμίδια συναντώνται σε θερμά κλίματα και ζουν στα δάση, ανάμεσα στις πέτρες, στα δέντρα και μερικές φορές μέσα στα σπίτια. Στην Παλαιστίνη υπάρχουν έξι είδη από αυτές τις νυκτόβιες σαύρες.
Το «ημιδάκτυλο σαμιαμίδι» (ημιδάκτυλος ο τουρκικός [Hemidactylus turcicus]) των εδαφίων Λευιτικό 11:29, 30 κατατάσσεται ως «ακάθαρτο» για τους Ισραηλίτες. Το εδάφιο Παροιμίες 30:28 λέει ότι «το σαμιαμίδι (εβρ., σεμαμίθ) πιάνεται με τα χέρια του» και μπαίνει στο ανάκτορο του βασιλιά. Σχετικά με τα δάχτυλα αυτής της σαύρας, Η Διεθνής Εγκυκλοπαίδεια της Άγριας Φύσης (The International Wildlife Encyclopedia) λέει: «Έχουν πολλά μικροσκοπικά άγκιστρα που γαντζώνονται στις παραμικρές ανωμαλίες, ακόμη και στις ανωμαλίες της επιφάνειας του γυαλιού, γι’ αυτό και το σαμιαμίδι μπορεί να προσκολλάται σε όλες τις επιφάνειες, εκτός από τις εξαιρετικά στιλβωμένες. Τα άγκιστρα έχουν κατεύθυνση προς τα πίσω και προς τα κάτω, και για να τα αποσπάσει, πρέπει να σηκώνει το δάχτυλό του προς τα πάνω αρχίζοντας από την άκρη. Ως αποτέλεσμα, το σαμιαμίδι που σκαρφαλώνει με ταχύτητα σε ένα δέντρο ή σε έναν τοίχο ή τρέχει στο ταβάνι πρέπει να λυγίζει και να τεντώνει τα δάχτυλά του σε κάθε βήμα γρηγορότερα από ό,τι μπορεί να αντιληφθεί το μάτι. Μερικά από τα άγκιστρα είναι τόσο μικρά ώστε για να τα δει κανείς χρειάζεται ισχυρό μικροσκόπιο. Εντούτοις, ένα και μόνο δάχτυλο εξοπλισμένο με πλήθος τέτοιων απίστευτα μικροσκοπικών αγκίστρων μπορεί να κρατήσει βάρος αρκετές φορές μεγαλύτερο από αυτό του σώματος της εν λόγω σαύρας».—Επιμέλεια Μ. και Ρ. Μπάρτον, 1969, Τόμ. 7, σ. 856, 857.
-
-
ΣαμίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΙΡ
(Σαμίρ).
1. Λευίτης, γιος του Μιχαία.—1Χρ 24:20, 24.
2. Πόλη στην ορεινή περιοχή του Ιούδα. (Ιη 15:20, 48) Η αρχαία ονομασία φαίνεται πως διασώζεται στο τοπωνύμιο Χίρμπετ Σόμερα, παρότι η πραγματική θέση της Σαμίρ πιστεύεται ότι ήταν το κοντινό ελ-Μπίρε, περίπου 20 χλμ. ΝΔ της Χεβρών.
3. Ο τόπος κατοικίας και ταφής του Κριτή Θωλά, στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ. (Κρ 10:1, 2) Η Σαμίρ ίσως βρισκόταν στο σημείο, ή κοντά στο σημείο, όπου αργότερα χτίστηκε η Σαμάρεια. Αυτή η άποψη υποστηρίζεται κατά κάποιον τρόπο από τον Αλεξανδρινό Κώδικα (Ο΄), ο οποίος στο εδάφιο Κριτές 10:1 λέει ἐν Σαμαρείᾳ.
-
-
ΣαμλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΛΑ
(Σαμλά).
Ο πέμπτος στη σειρά κατονομαζόμενος βασιλιάς του Εδώμ που βασίλεψε προτού κυβερνήσει βασιλιάς στον Ισραήλ. Ο Σαμλά ήταν από τη Μασρεκά.—Γε 36:31-37· 1Χρ 1:47, 48.
-
-
ΣαμμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΑ
(Σαμμά).
Σημαίνον μέλος της φυλής του Ασήρ, γιος ή απόγονος του Ζωφά.—1Χρ 7:36, 37, 40.
-
-
ΣαμμαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΑΪ
(Σαμμαΐ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ακούω»].
1. Κάποιος άντρας που αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Ιεραμεήλ στη γενεαλογία του Ιούδα, γιος του Ωνάμ και πατέρας του Ναδάβ και του Αβισούρ.—1Χρ 2:4, 5, 9, 26, 28, 32.
2. Κάποιος άντρας που αναφέρεται μεταξύ των απογόνων του Χάλεβ στη γενεαλογία του Ιούδα, γιος του Ρεκέμ και πατέρας του Μαών.—1Χρ 2:4, 5, 9, 42-45.
3. Το όνομα κάποιου από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 4:17.
-
-
ΣαμμάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΑΧ
(Σαμμάχ).
1. Εδωμίτης σεΐχης, εγγονός του Ησαύ μέσω του Ραγουήλ.—Γε 36:10, 13, 17· 1Χρ 1:37.
2. Μεγαλύτερος αδελφός του Βασιλιά Δαβίδ, ο οποίος καλείται επίσης Σιμεά(χ) και Σιμεΐ. (1Χρ 2:13· 2Σα 13:3· 21:21) Δεδομένου ότι ήταν ο τρίτος γιος του Ιεσσαί, ο Σαμμάχ ήταν ο τρίτος πιθανός υποψήφιος για να χριστεί βασιλιάς από τον Σαμουήλ, αλλά απορρίφθηκε. (1Σα 16:6-9) Ήταν στο στρατό του Σαούλ τον οποίο ενέπαιζε ο Γολιάθ όταν ο Δαβίδ έφερε προμήθειες. (1Σα 17:13, 14, 20, 23) Κάποιος από τους γιους του Σαμμάχ, ο Ιωνάθαν, σκότωσε έναν Φιλισταίο γίγαντα. (2Σα 21:20, 21· 1Χρ 20:6, 7) Μερικοί υποστηρίζουν ότι ο Ιωνάθαν, ο γιος του Σαμμάχ, λεγόταν και Ιωναδάβ και ότι αυτός ήταν ο πονηρός σύμβουλος του Αμνών.—2Σα 13:3, 32.
3. Ένας από τους τρεις κορυφαίους πολεμιστές του Δαβίδ, γιος του Αγαί του Αραρίτη. Σε μια περίπτωση, ο Σαμμάχ προστάτεψε έναν ολόκληρο αγρό από τους Φιλισταίους πατάσσοντας πολλούς από αυτούς. (2Σα 23:11, 12) Αυτός και οι άλλοι δύο εξέχοντες κραταιοί άντρες κατόρθωσαν να φτάσουν στη στέρνα της Βηθλεέμ (η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν υπό την κατοχή των Φιλισταίων) για να φέρουν νερό στον Δαβίδ το οποίο εκείνος αρνήθηκε να πιει. (2Σα 23:13-17) Μια σύγκριση των παρόμοιων καταλόγων που βρίσκουμε στα εδάφια 1 Χρονικών 11:33, 34 και 2 Σαμουήλ 23:32, 33 (στην τελευταία περικοπή η γενικά προτεινόμενη απόδοση είναι «Ιωνάθαν ο γιος του Σαμμάχ του Αραρίτη») δείχνει ότι το όνομα Σαγή είναι ένα άλλο όνομα του Σαμμάχ, και ότι ο Σαμμάχ είχε έναν γιο ονόματι Ιωνάθαν που και αυτός έγινε διακεκριμένος πολεμιστής του Δαβίδ.
4. Ένας από τους 30 κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ήταν Αρωδίτης. (2Σα 23:8, 25) Φαίνεται ότι παραλλαγές του ονόματός του εμφανίζονται στα εδάφια 1 Χρονικών 11:27 (Σαμμώθ) και 1 Χρονικών 27:8 (Σαμούθ)—το δεύτερο εδάφιο τον παρουσιάζει ως επικεφαλής της πέμπτης μηνιαίας υποδιαίρεσης υπηρεσίας.
-
-
ΣαμμουάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΟΥΑ
(Σαμμουά) [συντετμημένη μορφή του Σεμαΐας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
1. Αρχηγός και εκπρόσωπος της φυλής του Ρουβήν τον οποίο έστειλε ο Μωυσής στην Υποσχεμένη Γη ως κατάσκοπο. Ήταν γιος του Ζακχούρ. Μαζί με άλλους εννιά κατασκόπους αποθάρρυνε τους Ισραηλίτες από το να πιστέψουν ότι ο Ιεχωβά θα αφάνιζε από τη Χαναάν τους εχθρούς τους.—Αρ 13:2-4, 28, 29.
2. Γιος του Δαβίδ, ένας από αυτούς που απέκτησε με τη Βηθ-σαβεέ, επομένως αμφιθαλής αδελφός του Βασιλιά Σολομώντα. (2Σα 5:13, 14· 1Χρ 14:3, 4) Μία φορά αποκαλείται Σιμεά.—1Χρ 3:5.
3. Λευίτης από τη γραμμή του Ιεδουθούν, ένας γιος ή απόγονος του οποίου, ονόματι Αβδά, έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 11:17) Αποκαλείται Σεμαΐας στο εδάφιο 1 Χρονικών 9:16.
4. Ιερέας ο οποίος ήταν κεφαλή του πατρικού οίκου του Βιλγά στις ημέρες του Ιεχωακείμ, διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού.—Νε 12:12, 18.
-
-
ΣαμμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΜΩΘ
(Σαμμώθ).
Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ήταν Αρωρίτης.—1Χρ 11:26, 27· βλέπε ΣΑΜΜΑΧ Αρ. 4.
-
-
ΣαμοθράκηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ
(Σαμοθράκη) [πιθανώς, Θρακική Σάμος].
Ορεινό νησί στο βορειοανατολικό Αιγαίο Πέλαγος και ομώνυμη πόλη στη βόρεια πλευρά του νησιού. Πιθανώς την άνοιξη του 50 Κ.Χ., στη διάρκεια του δεύτερου ιεραποστολικού ταξιδιού του Παύλου, το πλοίο με το οποίο αυτός ταξίδευε “πήγε κατευθείαν” στη Σαμοθράκη από την Τρωάδα η οποία βρισκόταν στη βορειοδυτική Μικρά Ασία. Ωστόσο δεν υπάρχουν στοιχεία για το αν ο Παύλος κατέβηκε στη στεριά. (Πρ 16:11) Στην εποχή μας, το νησί δεν διαθέτει καλό λιμάνι, αν και πολλά σημεία προσφέρονται για ασφαλές αγκυροβόλημα.
-
-
ΣάμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΣ
(Σάμος) [Ύψος].
Νησί στο Αιγαίο Πέλαγος κοντά στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας. Ο Παύλος προφανώς σταμάτησε για λίγο στη Σάμο επιστρέφοντας από την τρίτη ιεραποστολική περιοδεία του.—Πρ 20:15.
Ένας πορθμός μήκους 1,5 χλμ. περίπου χωρίζει το ορεινό αυτό νησί από το ασιατικό ακρωτήριο Σαμσούν Νταγί. Η Σάμος βρισκόταν ΝΔ της Εφέσου και ΒΔ της Μιλήτου. Έχει μήκος περίπου 43 χλμ. και πλάτος 23 χλμ. Την εποχή των ιεραποστολικών ταξιδιών του Παύλου ήταν ελεύθερη πολιτεία. Η μεγαλύτερη πόλη-λιμάνι της ονομαζόταν επίσης Σάμος. Το νησί ήταν φημισμένο για τη λατρεία της Ήρας (της θεάς του γάμου και της τεκνοποίησης) και είχε έναν ναό αφιερωμένο σε εκείνη ο οποίος συναγωνιζόταν σε λαμπρότητα και φήμη το ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο.
Σύμφωνα με τη Γραφική αφήγηση, το πλοίο στο οποίο είχε επιβιβαστεί ο Παύλος επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ σταμάτησε απέναντι από τη Χίο, κάλυψε γύρω στα 105 χλμ. προς νότο παράλληλα προς τις ακτές της Μικράς Ασίας, “προσέγγισε στη Σάμο και την ακόλουθη ημέρα έφτασε στη Μίλητο”. (Πρ 20:15) Μερικά χειρόγραφα προσθέτουν μια φράση που καταλήγει στην εξής απόδοση: «Προσεγγίσαμε στη Σάμο και, αφού σταματήσαμε στο Τρωγύλλιο, φτάσαμε στη Μίλητο την επομένη». (JB, ΕΜΖ) Η ερμηνεία που έχει δοθεί σε αυτό είναι ότι το πλοίο δεν ελλιμενίστηκε στη Σάμο αλλά, αντί για αυτό, πέρασε τον πορθμό και αγκυροβόλησε υπό την κάλυψη του ψηλού ακρωτηρίου. Ωστόσο, τα αρχαιότερα και πιο αξιόπιστα χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση που αναφέρεται στο «Τρωγύλλιο», την οποία απέρριψαν επίσης οι Γουέστκοτ και Χορτ καθώς και οι Νέστλε και Άλαντ κατά τη σύνταξη των δικών τους κριτικών εκδόσεων του κειμένου. Το πλοίο στο οποίο είχε επιβιβαστεί ο Παύλος προφανώς σταμάτησε για λίγο στη Σάμο και μετά συνέχισε το ταξίδι προς τη Μίλητο.
-
-
ΣαμουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΥΗΛ
(Σαμουήλ) [Όνομα του Θεού].
Εξέχων προφήτης (Πρ 3:24· 13:20) στον οποίο αποδίδεται κατά παράδοση η συγγραφή των βιβλίων Κριτές και Ρουθ, καθώς και μέρους του Πρώτου Σαμουήλ. (Παράβαλε 1Σα 10:25· 1Χρ 29:29.) Ο πατέρας του ο Ελκανά ήταν Λευίτης από τη μη ιερατική οικογένεια των Κααθιτών. (1Χρ 6:27, 28, 33-38) Ο Σαμουήλ απέκτησε τελικά πέντε αμφιθαλή αδέλφια—τρεις αδελφούς και δύο αδελφές.—1Σα 2:21.
Προτού μείνει έγκυος, η μητέρα του η Άννα υποσχέθηκε να αφιερώσει τον Σαμουήλ στην υπηρεσία του Ιεχωβά ως Ναζηραίο. (1Σα 1:11) Γι’ αυτό, όταν ο Σαμουήλ απογαλακτίστηκε (ίσως σε ηλικία τουλάχιστον τριών χρονών· παράβαλε 2Χρ 31:16), η μητέρα του τον πήγε στη σκηνή της μαρτυρίας στη Σηλώ όπου τον εμπιστεύτηκε στον Αρχιερέα Ηλεί. (1Σα 1:24-28) Έτσι λοιπόν, ο Σαμουήλ, ζωσμένος λινό εφόδ, “διακονούσε τον Ιεχωβά” στην παιδική του ηλικία. Κάθε χρόνο η μητέρα του τον επισκεπτόταν και του έφερνε ένα καινούριο αμάνικο πανωφόρι. (1Σα 2:18, 19) Καθώς μεγάλωνε, ο Σαμουήλ γινόταν «ολοένα και πιο αρεστός τόσο από την άποψη του Ιεχωβά όσο και από την άποψη των ανθρώπων».—1Σα 2:26.
Γίνεται Προφήτης σε Νεαρή Ηλικία. Τη νύχτα ο Σαμουήλ κοιμόταν «στο ναό του Ιεχωβά, όπου βρισκόταν η κιβωτός του Θεού», και το πρώτο πράγμα που είχε να κάνει το πρωί φαίνεται ότι ήταν να ανοίγει «τις πόρτες του οίκου του Ιεχωβά». (1Σα 3:3, 15) Με τις λέξεις «όπου βρισκόταν η κιβωτός του Θεού» εννοείται προφανώς η περιοχή της σκηνής της μαρτυρίας, και δεν πρέπει να συμπεράνει κανείς από αυτές ότι ο Σαμουήλ κοιμόταν στα Άγια των Αγίων. Εφόσον ήταν Κααθίτης Λευίτης και όχι ιερέας, δεν είχε το δικαίωμα να δει την Κιβωτό ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο από τον ιερό εξοπλισμό του αγιαστηρίου. (Αρ 4:17-20) Το μόνο τμήμα του οίκου του Ιεχωβά στο οποίο είχε πρόσβαση ο Σαμουήλ ήταν η αυλή της σκηνής. Επομένως, πρέπει να άνοιγε τις πόρτες που οδηγούσαν στην αυλή, και εκεί πρέπει να κοιμόταν. Την περίοδο κατά την οποία η σκηνή της μαρτυρίας ήταν μόνιμα εγκατεστημένη στη Σηλώ, πιθανόν να κατασκευάστηκαν διάφορα δωμάτια, και ένα από αυτά μπορεί να χρησίμευε ως κοιτώνας του Σαμουήλ.
Κάποια νύχτα, αφού είχε πέσει να κοιμηθεί, ο Σαμουήλ άκουσε μια φωνή να τον φωνάζει με το όνομά του. Νομίζοντας ότι αυτός που μιλούσε ήταν ο Αρχιερέας Ηλεί, έτρεξε κοντά του. Αφού αυτό συνέβη τρεις φορές, ο Ηλεί διέκρινε ότι ο Ιεχωβά φώναζε τον Σαμουήλ, και του είπε τι να κάνει. Στη συνέχεια ο Ιεχωβά γνωστοποίησε στον Σαμουήλ την κρίση του εναντίον του οίκου του Ηλεί. Φοβισμένος, ο Σαμουήλ δεν θέλησε να αποκαλύψει τίποτα σχετικά με το λόγο του Ιεχωβά μέχρι που του το ζήτησε ο Ηλεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο άρχισε το προφητικό έργο του Σαμουήλ, και όλος ο Ισραήλ αντιλήφθηκε τελικά ότι αυτός ήταν πράγματι προφήτης του Ιεχωβά.—1Σα 3:2-21.
Ηγείται του Ισραήλ στην Αληθινή Λατρεία. Είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα, με τις παραινέσεις του Σαμουήλ, οι Ισραηλίτες εγκατέλειψαν την ειδωλολατρία και άρχισαν να υπηρετούν μόνο τον Ιεχωβά. Κατόπιν, ο Σαμουήλ συγκέντρωσε τους Ισραηλίτες στη Μισπά. Εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση, οι Φιλισταίοι πραγματοποίησαν εισβολή. Οι γιοι του Ισραήλ φοβήθηκαν και ζήτησαν από τον Σαμουήλ να καλέσει σε βοήθεια τον Ιεχωβά. Εκείνος το έκανε και πρόσφερε επίσης ως θυσία ένα αρνί που θήλαζε. (1Σα 7:2-9) Φυσικά, ως Κααθίτης Λευίτης και όχι ιερέας, ο Σαμουήλ δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να υπηρετεί στο θυσιαστήριο του αγιαστηρίου (Αρ 18:2, 3, 6, 7), και δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Εντούτοις, ως εκπρόσωπος και προφήτης του Ιεχωβά, μπορούσε να θυσιάσει σε άλλους τόπους συμμορφούμενος με τη θεϊκή καθοδηγία, όπως έκανε ο Γεδεών (Κρ 6:25-28) και ο Ηλίας. (1Βα 18:36-38) Ο Ιεχωβά απάντησε στην προσευχή του Σαμουήλ, επιφέροντας σύγχυση στους Φιλισταίους και δίνοντας έτσι στους Ισραηλίτες μια αποφασιστική νίκη. Προς ανάμνηση αυτού του γεγονότος, ο Σαμουήλ έστησε μια πέτρα μεταξύ της Μισπά και της Ιεσανά και την ονόμασε Αβενέζερ (που σημαίνει «Πέτρα Βοήθειας»). (1Σα 7:10-12) Ασφαλώς από τα λάφυρα αυτού του πολέμου, καθώς και άλλων, ο Σαμουήλ ξεχώρισε μερικά πράγματα ως άγια για τη συντήρηση της σκηνής της μαρτυρίας.—1Χρ 26:27, 28.
Στις ημέρες του Σαμουήλ οι Φιλισταίοι γνώρισαν και άλλες ήττες (1Σα 7:13, 14), ενώ παράλληλα η ίδια περίοδος χαρακτηρίστηκε από μεγάλους εορτασμούς του Πάσχα. (2Χρ 35:18) Επίσης, ο Σαμουήλ φαίνεται ότι επινόησε κάποια διευθέτηση για τους Λευίτες πυλωρούς, και η διευθέτησή του ίσως αποτέλεσε τη βάση για το σύστημα που έθεσε σε λειτουργία ο Δαβίδ. (1Χρ 9:22) Από το σπίτι του στη Ραμά της ορεινής περιοχής του Εφραΐμ, ο Σαμουήλ περιόδευε κάθε χρόνο στη Βαιθήλ, στα Γάλγαλα και στη Μισπά, κρίνοντας τον Ισραήλ σε όλα αυτά τα μέρη. (1Σα 7:15-17) Ποτέ δεν έκανε κατάχρηση της θέσης του. Το υπόμνημά του ήταν άψογο. (1Σα 12:2-5) Αλλά οι γιοι του, ο Ιωήλ και ο Αβιά, διέστρεφαν την κρίση.—1Σα 8:2, 3.
Χρίει τον Σαούλ Βασιλιά. Η απιστία των γιων του Σαμουήλ, σε συνδυασμό με την απειλή πολέμου από την πλευρά των Αμμωνιτών, υποκίνησε τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ να ζητήσουν από τον Σαμουήλ να τους διορίσει βασιλιά. (1Σα 8:4, 5· 12:12) Στην προσευχή που έκανε ο Σαμουήλ σχετικά με αυτό, ο Ιεχωβά απάντησε πως, μολονότι το αίτημα του λαού φανέρωνε έλλειψη πίστης στη βασιλεία του Ιεχωβά, εντούτοις ο προφήτης έπρεπε να υποχωρήσει και να τους πληροφορήσει ποια θα ήταν τα νόμιμα δικαιώματα του βασιλιά. Μολονότι ο Σαμουήλ ενημέρωσε το λαό ότι η μοναρχία θα συνεπαγόταν την απώλεια ορισμένων ελευθεριών, εκείνοι επέμειναν να αποκτήσουν βασιλιά. Αφού ο Σαμουήλ είπε στους άντρες του Ισραήλ να γυρίσουν στον τόπο τους, ο Ιεχωβά κατηύθυνε τα πράγματα με τέτοιον τρόπο ώστε να χρίσει ο Σαμουήλ βασιλιά τον Βενιαμίτη Σαούλ. (1Σα 8:6–10:1) Μετά ο Σαμουήλ συγκάλεσε τους Ισραηλίτες στη Μισπά, και εκεί έριξαν κλήρο μέσω του οποίου προσδιορίστηκε ότι ο Σαούλ θα ήταν βασιλιάς. (1Σα 10:17-24) Και πάλι ο Σαμουήλ μίλησε για τα νόμιμα δικαιώματα της βασιλείας και τα κατέγραψε.—1Σα 10:25.
Μετά τη νίκη του Σαούλ επί των Αμμωνιτών, ο Σαμουήλ διευθέτησε να πάνε οι Ισραηλίτες στα Γάλγαλα για να επικυρώσουν εκ νέου τη βασιλεία. Σε εκείνη την περίπτωση ο Σαμουήλ ανασκόπησε το δικό του υπόμνημα, καθώς και την ιστορία του Ισραήλ, και έδειξε ότι η υπακοή στον Ιεχωβά από μέρους του βασιλιά και του λαού ήταν απαραίτητη για τη διατήρηση της θεϊκής επιδοκιμασίας. Για να τους εντυπώσει πόσο σοβαρό ήταν το ότι είχαν απορρίψει τον Ιεχωβά ως Βασιλιά, ο Σαμουήλ προσευχήθηκε να συμβεί μια καταιγίδα που δεν ήταν φυσιολογική για εκείνη την εποχή του έτους. Η απάντηση του Ιεχωβά σε εκείνη την ικεσία υποκίνησε το λαό να αναγνωρίσει τη σοβαρή του παράβαση.—1Σα 11:14–12:25.
Αργότερα, σε δύο περιπτώσεις, ο Σαμουήλ αναγκάστηκε να κατακρίνει τον Σαούλ για ανυπακοή προς τη θεϊκή κατεύθυνση. Την πρώτη φορά, ο Σαμουήλ ανήγγειλε ότι η βασιλεία του Σαούλ δεν θα διαρκούσε επειδή εκείνος, προτρέχοντας με αυθάδεια, είχε προσφέρει θυσία αντί να περιμένει όπως του είχε δοθεί εντολή. (1Σα 13:10-14) Το δεύτερο καταδικαστικό άγγελμα που μετέδωσε ο Σαμουήλ στον Σαούλ ήταν το ότι ο Ιεχωβά είχε απορρίψει τον ίδιο τον Σαούλ ως βασιλιά επειδή εκείνος, δείχνοντας ανυπακοή, είχε αφήσει ζωντανό τον Βασιλιά Αγάγ και τα καλύτερα ζώα από τα ποίμνια και τα βόδια των Αμαληκιτών. Ανταποκρινόμενος στην έκκληση του Σαούλ, ο Σαμουήλ εμφανίστηκε μαζί του μπροστά στους πρεσβυτέρους του Ισραήλ και στο λαό. Έπειτα από αυτό, ο Σαμουήλ διέταξε να του φέρουν τον Αγάγ, τον οποίο τότε «κατακρεούργησε . . . ενώπιον του Ιεχωβά στα Γάλγαλα».—1Σα 15:10-33.
Χρίει τον Δαβίδ. Αφότου οι δύο άντρες πήραν ο καθένας το δρόμο του, δεν είχαν πλέον άλλη επαφή. Ωστόσο, ο Σαμουήλ άρχισε να θρηνεί για τον Σαούλ. Ο Ιεχωβά Θεός, όμως, διέκοψε το πένθος του και του ανέθεσε να πάει στη Βηθλεέμ για να χρίσει έναν από τους γιους του Ιεσσαί ως μελλοντικό βασιλιά του Ισραήλ. Για να μην υποψιαστεί τίποτα ο Σαούλ—πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει στο θάνατο του Σαμουήλ—ο Ιεχωβά είπε στον Σαμουήλ να πάρει μαζί του μια αγελάδα για θυσία. Ίσως φοβούμενοι ότι ο Σαμουήλ είχε πάει εκεί με σκοπό να αποδώσει έλεγχο ή τιμωρία για κάποια αδικοπραγία, οι πρεσβύτεροι της Βηθλεέμ άρχισαν να τρέμουν. Αλλά εκείνος τους διαβεβαίωσε ότι ο ερχομός του σήμαινε ειρήνη και κατόπιν διευθέτησε να συμμετάσχουν ο Ιεσσαί και οι γιοι του σε ένα γεύμα θυσίας. Εντυπωσιασμένος από την εμφάνιση του Ελιάβ, του πρωτοτόκου του Ιεσσαί, ο Σαμουήλ σκέφτηκε ότι ασφαλώς αυτός ο γιος θα ήταν ο εκλεκτός του Ιεχωβά για τη βασιλεία. Αλλά ούτε ο Ελιάβ ούτε κανείς από τους άλλους έξι γιους του Ιεσσαί που ήταν παρόντες δεν είχε εκλεγεί από τον Ιεχωβά. Γι’ αυτό, ο Σαμουήλ επέμεινε να φωνάξουν το νεότερο γιο, τον Δαβίδ, ο οποίος έβοσκε τα πρόβατα, και κατόπιν, καθ’ υπόδειξη του Ιεχωβά, ο Σαμουήλ τον έχρισε ανάμεσα στους αδελφούς του.—1Σα 15:34–16:13.
Αργότερα, όταν ο Βασιλιάς Σαούλ είχε κάνει αρκετές απόπειρες εναντίον της ζωής του Δαβίδ, εκείνος κατέφυγε στον Σαμουήλ στη Ραμά. Στη συνέχεια οι δύο άντρες πήγαν στη Ναϊώθ, και ο Δαβίδ παρέμεινε εκεί ώσπου ήρθε να τον αναζητήσει ο Σαούλ αυτοπροσώπως. (1Σα 19:18–20:1) Ενώ ο Δαβίδ εξακολουθούσε να βρίσκεται κάτω από περιορισμούς εξαιτίας του Σαούλ, «πέθανε ο Σαμουήλ· και όλος ο Ισραήλ συγκεντρώθηκε και τον θρήνησε και τον έθαψε στο σπίτι του στη Ραμά». (1Σα 25:1) Έτσι λοιπόν, ο Σαμουήλ πέθανε ως επιδοκιμασμένος υπηρέτης του Ιεχωβά Θεού ύστερα από μια ζωή πιστής υπηρεσίας. (Ψλ 99:6· Ιερ 15:1· Εβρ 11:32) Είχε εκδηλώσει εμμονή στην εκπλήρωση της αποστολής του (1Σα 16:6, 11), αφοσίωση στην αληθινή λατρεία (1Σα 7:3-6), εντιμότητα στις συναλλαγές του (1Σα 12:3), καθώς επίσης θάρρος και σταθερότητα στην αναγγελία και υποστήριξη των κρίσεων και των αποφάσεων του Ιεχωβά (1Σα 10:24· 13:13· 15:32, 33).
Για την εξιστόρηση του περιστατικού στο οποίο ο Σαούλ ζήτησε από την πνευματιστική μεσάζουσα της Εν-δωρ να του ανεβάσει τον Σαμουήλ, βλέπε ΣΑΟΥΛ Αρ. 1.
-
-
Σαμουήλ (Βιβλία)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΟΥΗΛ (ΒΙΒΛΙΑ)
Δύο βιβλία των Εβραϊκών Γραφών που προφανώς αποτελούσαν ενιαίο βιβλίο στον αρχικό Εβραϊκό κανόνα. Αυτό μαρτυρείται από μια περιθωριακή σημείωση στη Μασόρα η οποία δείχνει ότι τα λόγια που περιέχονται στο Πρώτο Σαμουήλ, 28ο κεφάλαιο (ένα από τα τελευταία κεφάλαια του Πρώτου Σαμουήλ), βρίσκονταν στη μέση του βιβλίου.
Συγγραφείς και Καλυπτόμενη Περίοδος. Η αρχαία Ιουδαϊκή παράδοση αποδίδει στον Σαμουήλ τη συγγραφή του πρώτου μέρους του βιβλίου, και στους Νάθαν και Γαδ τη συγγραφή του υπόλοιπου τμήματος. Το ότι αυτοί οι τρεις προφήτες ασχολήθηκαν όντως με τη συγγραφή επιβεβαιώνεται από το εδάφιο 1 Χρονικών 29:29. Το ίδιο το βιβλίο αναφέρει: «Ο Σαμουήλ μίλησε στο λαό για τα νόμιμα δικαιώματα της βασιλείας και τα έγραψε σε βιβλίο και το έβαλε ενώπιον του Ιεχωβά». (1Σα 10:25) Ωστόσο, πολλοί λόγιοι, βασιζόμενοι στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 27:6, όπου γίνεται αναφορά στους «βασιλιάδες του Ιούδα», τοποθετούν την τελική σύνταξη των βιβλίων του Σαμουήλ μετά την ίδρυση του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ. Αν η φράση «βασιλιάδες του Ιούδα» υποδηλώνει μόνο βασιλιάδες του δίφυλου βασιλείου του Ιούδα, αυτό θα έδειχνε ότι κάποιος άλλος έδωσε στα συγγράμματα του Σαμουήλ, του Νάθαν και του Γαδ την τελική τους μορφή. Από την άλλη πλευρά, αν η φράση «βασιλιάδες του Ιούδα» σημαίνει απλώς βασιλιάδες από τη φυλή του Ιούδα, αυτά τα λόγια θα μπορούσε να τα είχε γράψει ο Νάθαν, εφόσον έζησε υπό τη διακυβέρνηση δύο τέτοιων βασιλιάδων, του Δαβίδ και του Σολομώντα.—1Βα 1:32-34· 2Χρ 9:29.
Το γεγονός ότι η Άννα και κάποιος μη κατονομαζόμενος «άνθρωπος του Θεού» χρησιμοποίησαν τις εκφράσεις “βασιλιάς” και “χρισμένος” χρόνια προτού κυβερνήσει βασιλιάς τον Ισραήλ δεν υποστηρίζει το επιχείρημα μερικών ότι αυτά τα χωρία ανάγονται σε περίοδο μεταγενέστερη από αυτήν που υποδηλώνεται στο βιβλίο. (1Σα 2:10, 35) Η ιδέα περί ενός μελλοντικού βασιλιά δεν ήταν καθόλου ξένη προς τους Εβραίους. Η υπόσχεση του Θεού σχετικά με τη Σάρρα, την πρόγονο των Ισραηλιτών, ήταν ότι «βασιλιάδες λαών» θα έβγαιναν από αυτήν. (Γε 17:16) Επιπλέον, η προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του (Γε 49:10), τα προφητικά λόγια του Βαλαάμ (Αρ 24:17) και ο Μωσαϊκός Νόμος (Δευ 17:14-18) έστρεφαν την προσοχή στην εποχή κατά την οποία οι Ισραηλίτες θα είχαν βασιλιά.
Η ιστορική αφήγηση των δύο βιβλίων του Σαμουήλ αρχίζει με την εποχή του Αρχιερέα Ηλεί και ολοκληρώνεται με γεγονότα που συνέβησαν κατά τη βασιλεία του Δαβίδ. Επομένως, καλύπτει κατά προσέγγιση περίοδο 140 ετών (περ. 1180–περ. 1040 Π.Κ.Χ.). Εφόσον το υπόμνημα δεν μνημονεύει το θάνατο του Δαβίδ, η αφήγηση (με πιθανή εξαίρεση κάποιες προσθήκες αντιγραφέων) ολοκληρώθηκε πιθανότατα γύρω στο 1040 Π.Κ.Χ.
Αυθεντικότητα. Η αυθεντικότητα της αφήγησης που περιέχεται στα βιβλία του Σαμουήλ είναι επαρκώς τεκμηριωμένη. Ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς αντέκρουσε μια αντίρρηση των Φαρισαίων αναφερόμενος στο περιστατικό που είναι καταγραμμένο στα εδάφια 1 Σαμουήλ 21:3-6, σύμφωνα με τα οποία ο Δαβίδ πήρε το ψωμί της πρόθεσης από τον Αχιμέλεχ τον ιερέα. (Ματ 12:1-4) Στη συναγωγή της Αντιόχειας στην Πισιδία, ο απόστολος Παύλος παρέθεσε από το εδάφιο 1 Σαμουήλ 13:14, ανασκοπώντας γεγονότα από την ιστορία του Ισραήλ. (Πρ 13:20-22) Ο ίδιος απόστολος, στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, χρησιμοποίησε ένα απόσπασμα από ψαλμό του Δαβίδ, το οποίο υπάρχει τόσο στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 22:50 όσο και στο εδάφιο Ψαλμός 18:49, για να αποδείξει ότι η διακονία του Χριστού προς τους Ιουδαίους επαλήθευσε τις υποσχέσεις του Θεού και αποτέλεσε τη βάση ώστε οι μη Ιουδαίοι “να δοξάσουν τον Θεό για το έλεός του”. (Ρω 15:8, 9) Τα λόγια που είπε ο Ιεχωβά στον Δαβίδ, όπως αναφέρονται στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 7:14, παρατίθενται και εφαρμόζονται στον Χριστό Ιησού στο εδάφιο Εβραίους 1:5, δείχνοντας έτσι ότι ο Δαβίδ αποτέλεσε προφητικό τύπο του Μεσσία.
Μνημειώδης είναι και η ειλικρίνεια του υπομνήματος. Θίγει τα κακώς κείμενα στον ιερατικό οίκο του Ηλεί (1Σα 2:12-17, 22-25), τη διαφθορά των γιων του Σαμουήλ (1Σα 8:1-3), καθώς και τα αμαρτήματα και τα οικογενειακά προβλήματα του Βασιλιά Δαβίδ (2Σα 11:2-15· 13:1-22· 15:13, 14· 24:10).
Μια ακόμη απόδειξη της αυθεντικότητας της αφήγησης αποτελεί η εκπλήρωση προφητειών. Αυτές αφορούν το αίτημα του Ισραήλ για βασιλιά (Δευ 17:14· 1Σα 8:5), την απόρριψη του οίκου του Ηλεί από τον Ιεχωβά (1Σα 2:31· 3:12-14· 1Βα 2:27) και τη συνέχιση της βασιλείας μέσω της Δαβιδικής γραμμής (2Σα 7:16· Ιερ 33:17· Ιεζ 21:25-27· Ματ 1:1· Λου 1:32, 33).
Το υπόμνημα βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τις υπόλοιπες Γραφές. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα κατά την εξέταση των ψαλμών, πολλοί από τους οποίους διασαφηνίζονται από το περιεχόμενο των βιβλίων του Σαμουήλ. Η αποστολή αγγελιοφόρων από τον Βασιλιά Σαούλ για να παρακολουθούν το σπίτι του Δαβίδ με σκοπό να τον σκοτώσουν είναι το θέμα του 59ου Ψαλμού. (1Σα 19:11) Στις καταστάσεις που έζησε ο Δαβίδ στη Γαθ, όπου συγκάλυψε τη διανοητική του υγεία για να γλιτώσει το θάνατο, αναφέρεται έμμεσα ο 34ος και ο 56ος Ψαλμός. (1Σα 21:10-15· το όνομα Αβιμέλεχ που εμφανίζεται στην επιγραφή του 34ου Ψαλμού πρέπει να θεωρηθεί προφανώς τίτλος του Βασιλιά Αγχούς.) Ο 142ος Ψαλμός ίσως αντικατοπτρίζει τις σκέψεις του Δαβίδ ενόσω κρυβόταν από τον Σαούλ στη σπηλιά της Οδολλάμ (1Σα 22:1) ή σε μια σπηλιά της ερήμου Εν-γαδί. (1Σα 24:1, 3) Το ίδιο ισχύει μάλλον και για τον 57ο Ψαλμό. Ωστόσο, μια παραβολή του εδαφίου Ψαλμός 57:6 με τα εδάφια 1 Σαμουήλ 24:2-4 φαίνεται να ευνοεί την εκδοχή της σπηλιάς στην έρημο Εν-γαδί, διότι εκεί ο Σαούλ έπεσε, θα λέγαμε, στο λάκκο που είχε σκάψει για τον Δαβίδ. Ο 52ος Ψαλμός αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία ο Δωήκ πληροφόρησε τον Σαούλ για τις επαφές του Δαβίδ με τον Αχιμέλεχ. (1Σα 22:9, 10) Η ενέργεια των Ζιφιτών να αποκαλύψουν στον Βασιλιά Σαούλ πού βρισκόταν ο Δαβίδ αποτελεί το θέμα του 54ου Ψαλμού. (1Σα 23:19) Ο 2ος Ψαλμός φαίνεται να παραπέμπει στις απόπειρες που έκαναν οι Φιλισταίοι να εκθρονίσουν τον Δαβίδ όταν εκείνος κατέλαβε το οχυρό της Σιών. (2Σα 5:17-25) Τα προβλήματα με τους Εδωμίτες στη διάρκεια του πολέμου με τον Αδαδέζερ αποτελούν το σκηνικό του 60ού Ψαλμού. (2Σα 8:3, 13, 14) Ο 51ος Ψαλμός είναι η προσευχή με την οποία ο Δαβίδ εκλιπαρεί για συγχώρηση λόγω της αμαρτίας του με τη Βηθ-σαβεέ. (2Σα 11:2-15· 12:1-14) Η φυγή του Δαβίδ εξαιτίας του Αβεσσαλώμ αποτελεί το φόντο του 3ου Ψαλμού. (2Σα 15:12-17, 30) Το ιστορικό πλαίσιο του 7ου Ψαλμού ίσως είναι οι κατάρες του Σιμεΐ εναντίον του Δαβίδ. (2Σα 16:5-8) Ο 30ός Ψαλμός ίσως παραπέμπει στα γεγονότα που συνδέονται με την ανέγερση θυσιαστηρίου από τον Δαβίδ στο αλώνι του Ορνά. (2Σα 24:15-25) Ο 18ος Ψαλμός είναι παράλληλος με το 22ο κεφάλαιο του 2ου Σαμουήλ και αναφέρεται στο πώς ο Ιεχωβά απελευθέρωσε τον Δαβίδ από τον Σαούλ και άλλους εχθρούς.
Τμήματα που Παραλείπονται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Τα εδάφια 1 Σαμουήλ 17:12-31, 55–18:6α δεν εμφανίζονται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, σύμφωνα με το Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209. Γι’ αυτό, πολλοί λόγιοι έχουν συμπεράνει ότι τα εδάφια που παραλείπονται είναι μεταγενέστερες προσθήκες στο εβραϊκό κείμενο. Διαφωνώντας με αυτή την άποψη, ο Κ. Φ. Κάιλ και ο Φ. Ντέλιτς κάνουν το εξής σχόλιο: «Η ιδέα ότι τα εν λόγω τμήματα είναι εμβόλιμα και ότι έχουν παρεισφρήσει στο κείμενο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί με βάση την απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και μόνο, δεδομένου ότι ο αυθαίρετος τρόπος με τον οποίο οι μεταφραστές της παρέλειπαν ή πρόσθεταν περικοπές κατά το δοκούν είναι προφανής στον καθένα».—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 2, 1 Σαμουήλ, σ. 177, υποσ.
Αν αποδεικνυόταν σαφώς ότι υπάρχουν πραγματικές αντιφάσεις ανάμεσα στα τμήματα που παραλείπονται και στο υπόλοιπο βιβλίο, θα ήταν λογικό να αμφισβητηθεί η αυθεντικότητα των εδαφίων 1 Σαμουήλ 17:12-31, 55–18:6α. Μια παραβολή των εδαφίων 1 Σαμουήλ 16:18-23 με τα εδάφια 1 Σαμουήλ 17:55-58 αποκαλύπτει μια φαινομενική αντίφαση, εφόσον στη δεύτερη περικοπή ο Σαούλ φέρεται να ρωτάει για την ταυτότητα του Δαβίδ, ο οποίος ανήκε ήδη στους αυλικούς του ως μουσικός και οπλοφόρος. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι χαρακτηρισμοί «γενναίος και κραταιός, άντρας πολεμιστής» που αποδίδονται προηγουμένως στον Δαβίδ πιθανόν να βασίζονταν στις θαρραλέες ενέργειές του, δεδομένου ότι σκότωσε ολομόναχος ένα λιοντάρι και μια αρκούδα προκειμένου να σώσει τα πρόβατα του πατέρα του. (1Σα 16:18· 17:34-36) Επιπλέον, η Αγία Γραφή δεν αναφέρει ότι ο Δαβίδ όντως υπηρέτησε ως οπλοφόρος του Σαούλ σε κάποια μάχη προτού σκοτώσει τον Γολιάθ. Αυτό που ζήτησε ο Σαούλ από τον Ιεσσαί ήταν: «Ας συνεχίσει, παρακαλώ, ο Δαβίδ να με υπηρετεί, γιατί βρήκε εύνοια στα μάτια μου». (1Σα 16:22) Αυτό δεν αποκλείει την πιθανότητα να επέτρεψε αργότερα ο Σαούλ στον Δαβίδ να επιστρέψει στη Βηθλεέμ οπότε, όταν ξέσπασε πόλεμος με τους Φιλισταίους, ο Δαβίδ έβοσκε το ποίμνιο του πατέρα του.
Όσον αφορά την ερώτηση του Σαούλ: «Τίνος γιος είναι αυτό το αγόρι, Αβενήρ;», το παραπάνω σχολιολόγιο παρατηρεί (σ. 178, υποσ.): «Ακόμη και αν ο Αβενήρ δεν είχε μπει στον κόπο να πληροφορηθεί την καταγωγή του αρπιστή του Σαούλ, ο ίδιος ο Σαούλ δεν μπορεί να είχε ξεχάσει ότι ο Δαβίδ ήταν γιος του Βηθλεεμίτη Ιεσσαί. Αλλά η ερώτηση του Σαούλ είχε βαθύτερο νόημα. Αυτό που τον ενδιέφερε να μάθει δεν ήταν απλώς το όνομα του πατέρα του Δαβίδ, αλλά τι είδους άνθρωπος ήταν στ’ αλήθεια ο πατέρας ενός νέου που είχε το θάρρος να κάνει μια τόσο εκπληκτική ηρωική πράξη. Επίσης, η ερώτηση δεν έγινε απλώς για να χορηγηθεί στο σπιτικό του Ιεσσαί φοροαπαλλαγή, κάτι που αποτελούσε την υποσχεμένη αμοιβή για τη νίκη επί του Γολιάθ (εδ. 25), αλλά πιθανότατα και για να εντάξει ο Σαούλ αυτόν τον άντρα στην αυλή του, εφόσον συμπέρανε από το θάρρος και τη γενναιότητα του γιου ότι και ο πατέρας θα είχε παρόμοιες ιδιότητες. Η αλήθεια είναι ότι ο Δαβίδ απάντησε απλώς: “Ο γιος του υπηρέτη σου του Ιεσσαί του Βηθλεεμίτη”, αλλά είναι καταφανές από τη φράση του κεφ. 28:1, “όταν τελείωσε αυτά που έλεγε στον Σαούλ”, ότι ο Σαούλ συνομίλησε και περαιτέρω μαζί του για τα οικογενειακά του ζητήματα, αφού αυτά τα λόγια υποδηλώνουν μακρά συνομιλία». (Για άλλες περιπτώσεις όπου η λέξη «ποιος» περιλαμβάνει περισσότερα από απλή γνώση του ονόματος κάποιου, βλέπε Εξ 5:2· 1Σα 25:10.)
Συνεπώς υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για να θεωρούμε τα εδάφια 1 Σαμουήλ 17:12-31, 55–18:6α τμήμα του πρωτότυπου κειμένου.
[Πλαίσιο στη σελίδα 880]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΡΩΤΟ ΣΑΜΟΥΗΛ
Υπόμνημα για την έναρξη της βασιλείας στον Ισραήλ, το οποίο τονίζει την υπακοή στον Ιεχωβά
Συγγραφείς του ήταν ο Σαμουήλ, ο Νάθαν και ο Γαδ· το βιβλίο Πρώτο Σαμουήλ καλύπτει τη χρονική περίοδο από τη γέννηση του Σαμουήλ μέχρι το θάνατο του Σαούλ, του πρώτου βασιλιά του Ισραήλ
Ο Ιεχωβά εγείρει τον Σαμουήλ ως προφήτη στον Ισραήλ (1:1–7:17)
Ο Σαμουήλ γεννιέται σε απάντηση της προσευχής της Άννας, της μητέρας του· μετά τον απογαλακτισμό του η Άννα τον φέρνει στο αγιαστήριο για υπηρεσία, σε εκπλήρωση της ευχής της
Ο Ιεχωβά μιλάει στον Σαμουήλ, εξαγγέλλοντας κρίση εναντίον του οίκου του Ηλεί, επειδή οι γιοι του Ηλεί, ο Οφνεί και ο Φινεές, ενεργούν πονηρά και ο Ηλεί δεν τους επιπλήττει
Καθώς μεγαλώνει ο Σαμουήλ, αναγνωρίζεται ως προφήτης του Ιεχωβά
Ο λόγος του Ιεχωβά εναντίον του Ηλεί αρχίζει να εκπληρώνεται: οι Φιλισταίοι πιάνουν την Κιβωτό και θανατώνουν τους γιους του Ηλεί· ο Ηλεί πεθαίνει μόλις ακούει τα νέα
Χρόνια αργότερα, ο Σαμουήλ παροτρύνει τους Ισραηλίτες να εγκαταλείψουν την ειδωλολατρία και να υπηρετούν μόνο τον Ιεχωβά· ο Ιεχωβά τούς δίνει νίκη επί των Φιλισταίων
Ο Σαούλ γίνεται ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ (8:1–15:35)
Οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ πλησιάζουν τον ηλικιωμένο Σαμουήλ, ζητώντας ανθρώπινο βασιλιά· ο Ιεχωβά τού λέει να ακούσει τη φωνή τους
Ο Ιεχωβά δίνει στον Σαμουήλ την οδηγία να χρίσει βασιλιά τον Σαούλ, έναν Βενιαμινίτη
Ο Σαμουήλ παρουσιάζει τον Σαούλ σε μια σύναξη των Ισραηλιτών στη Μισπά, αλλά δεν τον αποδέχονται όλοι
Ο Σαούλ νικάει τους Αμμωνίτες· η βασιλεία του εδραιώνεται εκ νέου στα Γάλγαλα· ο Σαμουήλ νουθετεί το λαό να παραμείνει υπάκουος στον Ιεχωβά
Ο Σαούλ, αντιμέτωπος με μια επίθεση των Φιλισταίων, παρακούει τον Ιεχωβά, καθώς δεν περιμένει να έρθει ο Σαμουήλ αλλά προσφέρει ο ίδιος θυσίες· ο Σαμουήλ τού λέει ότι εξαιτίας αυτού δεν θα διαρκέσει η βασιλεία του
Ο Σαούλ νικάει τους Αμαληκίτες, αλλά δείχνει ανυπακοή, διατηρώντας στη ζωή τον Βασιλιά Αγάγ και τα καλύτερα από τα ζώα· ο Σαμουήλ λέει στον Σαούλ ότι ο Ιεχωβά τον έχει απορρίψει από βασιλιά και ότι η υπακοή είναι πιο σημαντική από τη θυσία
Ο Δαβίδ γίνεται ξακουστός, πράγμα που εξοργίζει τον Σαούλ (16:1–20:42)
Ο Σαμουήλ χρίει τον Δαβίδ, και το πνεύμα του Ιεχωβά φεύγει από τον Σαούλ· ο Δαβίδ γίνεται αρπιστής του Σαούλ για να τον ηρεμεί όταν είναι αναστατωμένος
Ο Δαβίδ σκοτώνει τον πρόμαχο των Φιλισταίων, τον Γολιάθ, και αναπτύσσεται βαθιά φιλία ανάμεσα στον Δαβίδ και στον Ιωνάθαν, γιο του Σαούλ
Ο Δαβίδ τίθεται επικεφαλής των πολεμιστών του Σαούλ, κερδίζει αλλεπάλληλες νίκες και εγκωμιάζεται με τραγούδια περισσότερο από τον Σαούλ· ο Σαούλ αρχίζει να ζηλεύει
Ο Σαούλ αποπειράται δύο φορές να σκοτώσει τον Δαβίδ αλλά αποτυγχάνει· το ίδιο αποτυγχάνει και το δόλιο σχέδιό του να θανατωθεί ο Δαβίδ από το χέρι των Φιλισταίων, ενόσω θα προσπαθούσε να εξασφαλίσει το νυφικό τίμημα για την κόρη του Σαούλ, τη Μιχάλ
Ο Σαούλ, παρά την υπόσχεση που δίνει στον Ιωνάθαν, αποπειράται για τρίτη φορά να σκοτώσει τον Δαβίδ ο οποίος καταφεύγει στον Σαμουήλ, στη Ραμά
Ο Ιωνάθαν προσπαθεί ανεπιτυχώς να μεσολαβήσει στον πατέρα του για χάρη του Δαβίδ· προειδοποιεί τον Δαβίδ και συνάπτει μαζί του διαθήκη
Ο Δαβίδ ζει ως φυγάς (21:1–27:12)
Στη Νωβ, ο Αρχιερέας Αχιμέλεχ δίνει στον Δαβίδ τροφή και το σπαθί του Γολιάθ· στη συνέχεια ο Δαβίδ καταφεύγει στη Γαθ, όπου γλιτώνει παριστάνοντας τον παράφρονα
Βρίσκει καταφύγιο στη σπηλιά της Οδολλάμ και κατόπιν στο δάσος της Χάρεθ· με διαταγή του Σαούλ θανατώνεται ο Αχιμέλεχ και όλοι οι κάτοικοι της Νωβ· ένας γιος του Αχιμέλεχ, ο Αβιάθαρ, γλιτώνει και πηγαίνει στον Δαβίδ
Ο Δαβίδ σώζει την Κεϊλά από τους Φιλισταίους, αλλά μετά φεύγει από την πόλη για να μην τον παραδώσουν στον Σαούλ
Οι άντρες της Ζιφ αποκαλύπτουν πού βρίσκεται ο Δαβίδ, ο οποίος μόλις και μετά βίας διαφεύγει τη σύλληψη
Ο Δαβίδ έχει την ευκαιρία να σκοτώσει τον Σαούλ αλλά του χαρίζει τη ζωή
Ο Σαμουήλ πεθαίνει
Η σοφή παρέμβαση της Αβιγαίας αποτρέπει τον Δαβίδ από το να χύσει αίμα μέσα στην έξαψη του θυμού του
Ο Δαβίδ χαρίζει και δεύτερη φορά τη ζωή στον Σαούλ και βρίσκει καταφύγιο στα εδάφη των Φιλισταίων
Το τέλος της βασιλείας του Σαούλ (28:1–31:13)
Ο Σαούλ συγκεντρώνει στρατό εναντίον των Φιλισταίων εισβολέων
Λόγω της ανυπακοής που επέδειξε ο Σαούλ, ο Ιεχωβά αρνείται να απαντήσει στις ερωτήσεις του, και έτσι ο Σαούλ συμβουλεύεται μια πνευματιστική μεσάζουσα στην Εν-δωρ
Στη μάχη με τους Φιλισταίους, ο Σαούλ τραυματίζεται σοβαρά και αυτοκτονεί· σκοτώνονται οι γιοι του, Ιωνάθαν, Αβιναδάβ και Μαλχί-σουά
[Πλαίσιο στη σελίδα 881]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΑΜΟΥΗΛ
Υπόμνημα για τη βασιλεία του Δαβίδ—οι ευλογίες που γεύτηκε, καθώς και η διαπαιδαγώγηση που λάβαινε όταν αμάρτανε
Αρχικά αποτελούσε έναν ρόλο με το Πρώτο Σαμουήλ· το τμήμα που αποτελεί το Δεύτερο Σαμουήλ ολοκληρώθηκε από τον Γαδ και τον Νάθαν στο τέλος της ζωής του Δαβίδ, γύρω στο 1040 Π.Κ.Χ.
Ο Δαβίδ γίνεται βασιλιάς και κυβερνάει από τη Χεβρών (1:1–4:12)
Ο Δαβίδ θρηνεί το θάνατο του Σαούλ και του Ιωνάθαν· εγκαθίσταται στη Χεβρών και χρίεται βασιλιάς από τους άντρες του Ιούδα
Ο Αβενήρ ανακηρύσσει το γιο του Σαούλ, τον Ις-βοσθέ, βασιλιά στον υπόλοιπο Ισραήλ· ξεσπάει πόλεμος ανάμεσα στα αντίπαλα βασίλεια
Ο Αβενήρ προσχωρεί στην παράταξη του Δαβίδ αλλά θανατώνεται από τον Ιωάβ
Ο Ις-βοσθέ φονεύεται· ο Δαβίδ διατάζει την εκτέλεση των δολοφόνων
Ο Δαβίδ γίνεται βασιλιάς όλων των φυλών του Ισραήλ (5:1–10:19)
Ο Δαβίδ χρίεται βασιλιάς όλου του Ισραήλ· καταλαμβάνει το οχυρό της Σιών και καθιστά την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσά του
Οι Φιλισταίοι εισβάλλουν δύο φορές αλλά νικιούνται και στις δύο περιπτώσεις
Ο Δαβίδ επιχειρεί να φέρει την Κιβωτό στην Ιερουσαλήμ· το εγχείρημα εγκαταλείπεται όταν πεθαίνει ο Ουζά στην προσπάθειά του να συγκρατήσει την Κιβωτό από πτώση
Η δεύτερη προσπάθειά του στέφεται με επιτυχία, καθώς η Κιβωτός μεταφέρεται με το σωστό τρόπο
Ο Δαβίδ εκφράζει στον Νάθαν την επιθυμία να οικοδομήσει ναό για τον Ιεχωβά· ο Ιεχωβά συνάπτει διαθήκη μαζί του για μια βασιλεία
Ο Δαβίδ αμαρτάνει με τη Βηθ-σαβεέ· τον πλήττει συμφορά μέσα από τον ίδιο του τον οίκο (11:1–20:26)
Οι Ισραηλίτες πολεμούν εναντίον του Αμμών· ο Δαβίδ μοιχεύει με τη Βηθ-σαβεέ, της οποίας ο σύζυγος, ο Ουρίας, υπηρετεί στο στρατό· όταν οι προσπάθειες που κάνει ο Δαβίδ να συγκαλύψει το αμάρτημά του αποτυγχάνουν, ο ίδιος κανονίζει να πεθάνει ο Ουρίας στη μάχη και παντρεύεται τη χήρα Βηθ-σαβεέ
Ο Νάθαν, χρησιμοποιώντας επιδέξια μια παραβολή, επιπλήττει τον Δαβίδ για την αμαρτία του και του ανακοινώνει την κρίση του Ιεχωβά: θα τον πλήξει συμφορά μέσα από τον ίδιο του τον οίκο, οι ίδιες οι σύζυγοί του θα πέσουν θύματα βιασμού, ο γιος που απέκτησε από τη Βηθ-σαβεέ θα πεθάνει
Το παιδί πεθαίνει· η Βηθ-σαβεέ μένει ξανά έγκυος και γεννάει τον Σολομώντα
Ο γιος του Δαβίδ, ο Αμνών, βιάζει την ετεροθαλή αδελφή του, τη Θάμαρ· ο γιος του Δαβίδ, ο Αβεσσαλώμ, αμφιθαλής αδελφός της Θάμαρ, παίρνει εκδίκηση για εκείνη βάζοντας να σκοτώσουν τον Αμνών· κατόπιν καταφεύγει στη Γεσούρ
Ο Αβεσσαλώμ, αφού εξασφαλίζει πλήρη χάρη από τον Δαβίδ, αρχίζει να συνωμοτεί σε βάρος του πατέρα του· τελικά αυτοανακηρύσσεται βασιλιάς στη Χεβρών
Ο Δαβίδ και οι υποστηρικτές του εγκαταλείπουν την Ιερουσαλήμ για να γλιτώσουν από τον Αβεσσαλώμ και τους επαναστάτες του· στην Ιερουσαλήμ ο Αβεσσαλώμ έχει σχέσεις με δέκα παλλακίδες του Δαβίδ· οι δυνάμεις του Αβεσσαλώμ καταδιώκουν τον Δαβίδ αλλά νικιούνται· θανατώνεται και ο ίδιος ο Αβεσσαλώμ παρά τις ρητές διαταγές του Δαβίδ για το αντίθετο
Ο Δαβίδ αποκαθίσταται στο θρόνο· ο Βενιαμινίτης Σεβά εξεγείρεται, και ο Δαβίδ δίνει το γενικό πρόσταγμα του στρατεύματος στον Αμασά προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία· ο Ιωάβ σκοτώνει τον Αμασά και αναλαμβάνει αρχηγός· ο Σεβά θανατώνεται
Τα τελικά γεγονότα της βασιλείας του Δαβίδ (21:1–24:25)
Ο Δαβίδ παραδίδει εφτά γιους του Σαούλ στους Γαβαωνίτες για εκτέλεση, έτσι ώστε να παρθεί εκδίκηση για την ενοχή αίματος που βάρυνε τον οίκο του Σαούλ απέναντί τους
Ο Δαβίδ συνθέτει ύμνους προς αίνο του Ιεχωβά, αναγνωρίζοντας ότι Εκείνος είναι η πηγή της έμπνευσής του
Ο Δαβίδ αμαρτάνει διατάζοντας να γίνει απογραφή, με αποτέλεσμα να πεθάνουν περίπου 70.000 άτομα από επιδημία
Ο Δαβίδ αγοράζει το αλώνι του Ορνά του Ιεβουσαίου για να ανεγείρει θυσιαστήριο για τον Ιεχωβά
-
-
ΣαμψώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΜΨΩΝ
(Σαμψών) [από μια ρίζα που σημαίνει «ήλιος»].
Ένας από τους εξέχοντες κριτές του Ισραήλ, γιος του Μανωέ, ενός Δανίτη από τη Ζορά. Πριν από τη γέννηση του Σαμψών, εμφανίστηκε στη μητέρα του ένας άγγελος και της ανακοίνωσε ότι θα γεννούσε έναν γιο που θα ήταν Ναζηραίος από τη γέννησή του και “θα αναλάμβανε την ηγεσία στη διάσωση του Ισραήλ από το χέρι των Φιλισταίων”. (Κρ 13:1-5, 24· 16:17) Ως μελλοντικός αρχηγός στον πόλεμο κατά των Φιλισταίων, ο Σαμψών αναγκαστικά θα πλησίαζε τα πτώματα των σκοτωμένων στη μάχη. Επομένως, αυτή καθαυτή η φύση της αποστολής του έδειχνε ότι δεν υπόκειτο στο νόμο που όριζε ότι οι Ναζηραίοι δεν έπρεπε να αγγίζουν πτώματα. (Αρ 6:2-9) Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι αυτός ο νόμος ίσχυε για όσους είχαν κάνει ευχή Ναζηραιοσύνης εθελοντικά, ενώ στην περίπτωση του Σαμψών οι ισχύουσες απαιτήσεις ήταν αυτές που είχε αναφέρει συγκεκριμένα στη μητέρα του ο άγγελος του Ιεχωβά.
Όταν έφτασε σε ηλικία γάμου, ο Σαμψών ζήτησε από τους γονείς του να του πάρουν για σύζυγο μια Φιλισταία από τη Θιμνάχ. Αυτό βρισκόταν σε αρμονία με την κατεύθυνση του πνεύματος του Θεού, καθώς έτσι θα δινόταν στον Σαμψών αφορμή να πολεμήσει κατά των Φιλισταίων. (Κρ 13:25–14:4) Στη συνέχεια, κοντά στη Θιμνάχ, ο Σαμψών βρέθηκε μπροστά σε ένα χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι. Ενδυναμωμένος από το πνεύμα του Θεού, έσκισε το ζώο στα δύο με γυμνά χέρια. Κατόπιν συνέχισε το δρόμο του για τη Θιμνάχ και εκεί μίλησε με τη Φιλισταία την οποία ήθελε για σύζυγο.—Κρ 14:5-7.
Ύστερα από κάποιο διάστημα, ο Σαμψών, συνοδευόμενος από τους γονείς του, πήγε στη Θιμνάχ για να φέρει τη μνηστή του στο σπίτι του. Πηγαίνοντας εκεί, βγήκε από το δρόμο του για να δει το πτώμα του λιονταριού που είχε σκοτώσει και βρήκε σε αυτό ένα σμήνος από μέλισσες, καθώς και μέλι. Ο Σαμψών έφαγε λίγο μέλι και, όταν συνάντησε ξανά τους γονείς του, πρόσφερε και σε αυτούς. Στο γαμήλιο συμπόσιο, έπλασε ένα αίνιγμα από αυτό το περιστατικό, το οποίο και έβαλε σε 30 Φιλισταίους γαμήλιους συνοδούς. Οι περαιτέρω εξελίξεις που έλαβαν χώρα εξαιτίας αυτού του αινίγματος έδωσαν στον Σαμψών την αφορμή να σκοτώσει 30 Φιλισταίους στην Ασκαλών.—Κρ 14:8-19.
Όταν ο πατέρας της μνηστής του την έδωσε σε άλλον άντρα και δεν άφησε τον Σαμψών να τη δει, ο Σαμψών βρήκε μια ακόμη αφορμή να δράσει εναντίον των Φιλισταίων. Χρησιμοποιώντας 300 αλεπούδες, έβαλε φωτιά στα σπαρτά, στα αμπέλια και στους ελαιώνες των Φιλισταίων. Ως αποτέλεσμα, οι εξοργισμένοι Φιλισταίοι έκαψαν τη μνηστή του Σαμψών και τον πατέρα της, επειδή η ζημιά που υπέστησαν οφειλόταν στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκε εκείνος στον Σαμψών. Με την πράξη τους αυτή, οι Φιλισταίοι έδωσαν και πάλι στον Σαμψών λόγο για να τους εκδικηθεί. Θανάτωσε πολλούς από αυτούς, «σωριάζοντας πόδια πάνω σε μηρούς».—Κρ 14:20–15:8.
Θέλοντας να εκδικηθούν τον Σαμψών, οι Φιλισταίοι ήρθαν στη Λεχί. Τότε, τρεις χιλιάδες έντρομοι άντρες του Ιούδα πήγαν στον Σαμψών στο βράχο Ητάμ και τον έπεισαν να παραδοθεί. Στη συνέχεια τον έδεσαν με δύο καινούρια σχοινιά και τον οδήγησαν στους Φιλισταίους. Περιχαρείς, οι Φιλισταίοι ετοιμάστηκαν να παραλάβουν τον Σαμψών. Αλλά «άρχισε να επενεργεί σε αυτόν το πνεύμα του Ιεχωβά, και τα σχοινιά που ήταν στους βραχίονές του έγιναν σαν λινές κλωστές που έχουν καεί από τη φωτιά, και έτσι τα δεσμά του έλιωσαν και έπεσαν από τα χέρια του». Παίρνοντας το νωπό σαγόνι ενός αρσενικού γαϊδουριού, ο Σαμψών πάταξε χίλιους άντρες, και στη συνέχεια απέδωσε αυτή τη νίκη στον Ιεχωβά. Σε εκείνη την περίπτωση ο Ιεχωβά, απαντώντας στο αίτημα του Σαμψών, προμήθευσε θαυματουργικά νερό για να σβήσει εκείνος τη δίψα του.—Κρ 15:9-19.
Κάποια άλλη φορά, ο Σαμψών πήγε στο σπίτι μιας πόρνης στη φιλισταϊκή πόλη Γάζα. Όταν το έμαθαν αυτό οι Φιλισταίοι, τον παραμόνευσαν, σκοπεύοντας να τον σκοτώσουν το πρωί. Αλλά ο Σαμψών σηκώθηκε τα μεσάνυχτα και έβγαλε από το τείχος της Γάζας την πύλη της πόλης μαζί με τους παραστάτες και την αμπάρα της και τα ανέβασε όλα αυτά «στην κορυφή του βουνού που βρίσκεται μπροστά στη Χεβρών». (Κρ 16:1-3· βλέπε ΓΑΖΑ Αρ. 1.) Αυτό ήταν μεγάλη ταπείνωση για τους Φιλισταίους, επειδή καθιστούσε τη Γάζα ευάλωτη και απροστάτευτη μπροστά στους εισβολείς. Το γεγονός ότι ο Σαμψών μπόρεσε να κάνει αυτόν τον καταπληκτικό άθλο δείχνει ότι εξακολουθούσε να έχει το πνεύμα του Θεού. Αυτό αντικρούει τον ισχυρισμό ότι είχε πάει στο σπίτι της πόρνης για ανήθικους σκοπούς. Στο Σχολιολόγιο των Αγίων Γραφών ([Commentary on the Holy Scriptures] Κρ 16:1, σ. 212) του Λάνγκε, ο σχολιαστής Πάουλους Κάσελ λέει σχετικά με αυτό το σημείο: «Ο Σαμψών δεν πήγε στη Γάζα με σκοπό να επισκεφτεί μια πόρνη, διότι λέγεται ότι “πήγε στη Γάζα και είδε εκεί μια [πόρνη]”. Αλλά όταν θέλησε να διανυκτερεύσει εκεί [στη Γάζα], δεν είχε άλλη επιλογή, όντας εχθρός του έθνους, από το να βρει κατάλυμα στην [πόρνη]. . . . Η διαμονή του περιγράφεται με γλώσσα παρόμοια με εκείνη που χρησιμοποιείται αναφορικά με τους κατασκόπους που έμειναν στο σπίτι της Ραάβ. Οι λέξεις “την είδε” φανερώνουν απλώς ότι, μόλις είδε μια γυναίκα του είδους της, αντιλήφθηκε πού θα μπορούσε να βρει καταφύγιο για τη νύχτα». (Μετάφραση [στην αγγλική] και επιμέλεια Φ. Σαφ, 1976) Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι η αφήγηση δηλώνει πως «ο Σαμψών έμεινε πλαγιασμένος μέχρι τα μεσάνυχτα» και όχι πως “ο Σαμψών έμεινε πλαγιασμένος μαζί της μέχρι τα μεσάνυχτα”.
Μπαίνοντας σε εχθρικό έδαφος, ο Σαμψών έδειξε την αφοβιά του. Μπορεί κάλλιστα να πήγε στη Γάζα για “να ζητήσει αφορμή εναντίον των Φιλισταίων”, όπως είχε συμβεί και πρωτύτερα, όταν έψαχνε να βρει σύζυγο από ανάμεσά τους. (Κρ 14:4) Αν όντως έτσι συνέβησαν τα πράγματα, προφανώς ο Σαμψών σκόπευε να μετατρέψει κάθε προσπάθεια που θα γινόταν εναντίον του σε αφορμή για να βλάψει τους Φιλισταίους.
Προδίδεται από τη Δαλιδά. Έπειτα από αυτό, ο Σαμψών αγάπησε τη Δαλιδά. (Βλέπε ΔΑΛΙΔΑ.) Αυτή, για να αποκομίσει υλικό όφελος, επιδίωξε να μάθει το μυστικό της δύναμης του Σαμψών. Τρεις φορές εκείνος της έδωσε παραπλανητικές απαντήσεις. Επειδή όμως τον ενοχλούσε επίμονα, τελικά ενέδωσε και της αποκάλυψε πως η δύναμή του οφειλόταν στο ότι ήταν Ναζηραίος από τη γέννησή του. Εκείνη τότε ήρθε σε επαφή με τους Φιλισταίους για να της δώσουν την αμοιβή της επειδή θα τους τον παρέδιδε. Ενώ ο Σαμψών κοιμόταν στα γόνατά της, η Δαλιδά έβαλε να του ξυρίσουν τα μαλλιά. Όταν εκείνος ξύπνησε, δεν είχε πια το πνεύμα του Ιεχωβά, γιατί είχε αφήσει τον εαυτό του να βρεθεί σε θέση που οδήγησε στον τερματισμό της Ναζηραιοσύνης του. Η πηγή της δύναμής του ήταν, όχι τα ίδια τα μαλλιά, αλλά αυτό που αντιπροσώπευαν, δηλαδή η ειδική σχέση που είχε ο Σαμψών με τον Ιεχωβά ως Ναζηραίος. Όταν έληξε αυτή η σχέση, ο Σαμψών δεν διέφερε από κανέναν άλλον άνθρωπο. Ως εκ τούτου, οι Φιλισταίοι κατάφεραν να τον τυφλώσουν, να τον δέσουν με χάλκινα δεσμά και να τον βάλουν να δουλεύει ως αλεστής στη φυλακή.—Κρ 16:4-21.
Ενώ ο Σαμψών έλιωνε στη φυλακή, οι Φιλισταίοι διοργάνωσαν μια μεγάλη θυσία στο θεό τους τον Δαγών, στον οποίο απέδωσαν το ότι κατόρθωσαν να συλλάβουν τον Σαμψών. Μεγάλα πλήθη, μεταξύ των οποίων και όλοι οι άρχοντες του άξονά τους, συγκεντρώθηκαν στον οίκο που χρησιμοποιούνταν για τη λατρεία του Δαγών. Πάνω στην ταράτσα και μόνο βρίσκονταν 3.000 άντρες και γυναίκες. Όντας σε κατάσταση ευθυμίας, οι Φιλισταίοι έφεραν από τη φυλακή τον Σαμψών, τα μαλλιά του οποίου είχαν στο μεταξύ μεγαλώσει πολύ, για να τους διασκεδάσει. Όταν έφτασε εκεί, ο Σαμψών ζήτησε από το αγόρι που τον οδηγούσε να τον αφήσει να ψηλαφήσει τους στύλους που στήριζαν το οικοδόμημα. Κατόπιν προσευχήθηκε στον Ιεχωβά: «Θυμήσου με, σε παρακαλώ, και ενίσχυσέ με, σε παρακαλώ, μόνο αυτή τη φορά, αληθινέ Θεέ, και ας εκδικηθώ τους Φιλισταίους με εκδίκηση για το ένα από τα δυο μου μάτια». (Κρ 16:22-28) Ίσως προσευχήθηκε να πάρει εκδίκηση μόνο για το ένα από τα μάτια του επειδή αναγνώριζε ότι η απώλειά τους οφειλόταν κατά μέρος στη δική του αποτυχία. Ή ίσως αισθανόταν ότι θα ήταν αδύνατον να πάρει πλήρη εκδίκηση ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά.
Ο Σαμψών στηρίχτηκε στους δύο κεντρικούς στύλους και «κάμφθηκε με δύναμη», προκαλώντας την κατάρρευση του οίκου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το θάνατό του, αλλά και το θάνατο περισσότερων Φιλισταίων από όσους είχε σκοτώσει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι συγγενείς του τον έθαψαν «ανάμεσα στη Ζορά και στην Εσθαόλ, στον τάφο του Μανωέ του πατέρα του». Έτσι λοιπόν, ο Σαμψών πέθανε πιστός στον Ιεχωβά, έχοντας κρίνει τον Ισραήλ επί 20 χρόνια. Επομένως, το όνομά του δικαιολογημένα εμφανίζεται μεταξύ ανθρώπων οι οποίοι, διαμέσου πίστης, καταστάθηκαν δυνατοί.—Κρ 15:20· 16:29-31· Εβρ 11:32-34.
-
-
ΣαναβαλλάτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΑΒΑΛΛΑΤ
(Σαναβαλλάτ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σιν [ο θεός της σελήνης] Έχει Κάνει Καλά»].
Ορωνίτης (που σημαίνει κάτοικος της Βαιθ-ορών ή της Ορωναΐμ) ο οποίος εναντιώθηκε στις προσπάθειες του Νεεμία για την επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ. (Νε 2:10) Πιστεύεται ότι είναι ο Σαναβαλλάτ που μνημονεύεται σε έναν πάπυρο ο οποίος βρέθηκε στην Ελεφαντίνη της Αιγύπτου και ο οποίος παρουσιάζει κάποιον με αυτό το όνομα ως κυβερνήτη της Σαμάρειας και πατέρα του Δελαΐα και του Σελεμία.
Ο Σαναβαλλάτ μαζί με τον Τωβία και τον Γεσέμ χλεύαζαν τους Ιουδαίους και τους κατηγορούσαν ότι στασίαζαν εναντίον του βασιλιά της Περσίας. (Νε 2:19· 4:1) Καθώς το έργο της επισκευής προχωρούσε, αυτός και άλλοι εναντιούμενοι συνωμότησαν να πολεμήσουν εναντίον της Ιερουσαλήμ. Αλλά οι όποιες προσπάθειές τους απέβησαν άκαρπες, επειδή οι Ιουδαίοι στηρίχτηκαν στον Ιεχωβά και τοποθέτησαν φρουρά. (Νε 4:7-9) Αφού κλείστηκαν τα ανοίγματα στο τείχος της Ιερουσαλήμ, ο Σαναβαλλάτ και άλλοι προσπάθησαν επανειλημμένα να παρασύρουν τον Νεεμία ώστε να απομακρυνθεί από την πόλη. Όταν απέτυχε και αυτό, τότε εκείνος και ο Τωβίας μίσθωσαν έναν Ιουδαίο για να φοβίσει τον Νεεμία και να τον κάνει να κρυφτεί στο ναό, κάτι που θα ήταν εσφαλμένο. Δεν τα κατάφεραν όμως.—Νε 6:1-14.
Αργότερα, όταν ο Νεεμίας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ έπειτα από μια περίοδο απουσίας, διαπίστωσε ότι ένας εγγονός του Αρχιερέα Ελιασίβ είχε γίνει γαμπρός του Σαναβαλλάτ. Ως εκ τούτου, ο Νεεμίας έδιωξε τον εγγονό του Ελιασίβ.—Νε 13:6, 7, 28.
-
-
ΣανδάλιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΔΑΛΙ
Επίπεδη σόλα από δέρμα, ξύλο ή άλλο ινώδες υλικό, συγκρατούμενη στο πόδι με λουριά—συνήθως δερμάτινα—που περνούσαν ανάμεσα από το πρώτο και το δεύτερο δάχτυλο, γύρω από τη φτέρνα και από το πάνω μέρος του ποδιού. Σε μερικές περιπτώσεις τα λουριά μπορεί να ανέβαιναν και γύρω από τον αστράγαλο.
Τα αιγυπτιακά σανδάλια είχαν συνήθως ανασηκωμένη την μπροστινή άκρη. Μερικά ασσυριακά σανδάλια αποτελούνταν μόνο από μια υποδοχή για τη φτέρνα και τα πλάγια του ποδιού, που στερεωνόταν πάνω στο πόδι με λουριά, χωρίς σόλα για το μπροστινό μέρος του ποδιού. Οι Ρωμαίοι φορούσαν σανδάλια και λέγεται επίσης ότι φορούσαν παπούτσια παρόμοια με τα σημερινά. Οι αριστοκράτες και οι βασιλικές οικογένειες των Ασσυρίων, των Ρωμαίων και άλλων φορούσαν πιο περίτεχνα σανδάλια ή παπούτσια που έμοιαζαν με μπότες. Μερικοί Βεδουίνοι της περιοχής γύρω από το Όρος Σινά φορούν σανδάλια φτιαγμένα από ένα είδος θαλάσσιας αγελάδας (ζώο που μοιάζει με φώκια). Ο Ιεχωβά λέει μεταφορικά ότι έβαλε στην Ιερουσαλήμ υποδήματα από «δέρμα φώκιας» (εβρ., τάχας).—Ιεζ 16:10.
Οι ιερείς στον Ισραήλ υπηρετούσαν, όπως λέγεται, στη σκηνή της μαρτυρίας και στο ναό ξυπόλητοι. (Παράβαλε Εξ 3:5· Ιη 5:15· Πρ 7:33.) Αλλά το να κυκλοφορεί κάποιος έξω ξυπόλητος ήταν σημείο λύπης ή ταπείνωσης.—2Σα 15:30· Ησ 20:2-5· αντιπαράβαλε την εντολή που δόθηκε στον Ιεζεκιήλ (24:17, 23).
Στα μακρινά ταξίδια συνήθιζαν να έχουν μαζί τους ένα επιπλέον ζευγάρι σανδάλια, σε περίπτωση που φθείρονταν οι σόλες ή έσπαζαν τα λουριά. Όταν ο Ιησούς έστειλε τους αποστόλους, καθώς και 70 μαθητές, τους έδωσε την εντολή να μην πάρουν δύο ζευγάρια σανδάλια αλλά να βασιστούν στη φιλοξενία αυτών που θα δέχονταν τα καλά νέα.—Ματ 10:5, 9, 10· Μαρ 6:7-9· Λου 10:1, 4.
Μεταφορική Χρήση. Υπό το Νόμο, η χήρα έβγαζε το σανδάλι κάποιου που αρνούνταν να κάνει ανδραδελφικό γάμο μαζί της, και αυτός αποκαλούνταν ονειδιστικά «Ο οίκος εκείνου που του έβγαλαν το σανδάλι». (Δευ 25:9, 10) Η μεταβίβαση της περιουσίας ή του δικαιώματος της εξαγοράς συμβολιζόταν από το να δώσει κανείς το σανδάλι του σε έναν άλλον.—Ρθ 4:7-10· βλέπε ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ.
Με τη φράση «στον Εδώμ θα ρίξω το σανδάλι μου» (Ψλ 60:8· 108:9), ο Ιεχωβά μπορεί να εννοούσε ότι ο Εδώμ θα καθυποτασσόταν. Η φράση αυτή μπορεί να παρέπεμπε στη συνήθεια που υπήρχε να δείχνει κανείς ότι έπαιρνε στην κατοχή του ένα κομμάτι γης πετώντας εκεί το σανδάλι του. Ή μπορεί να υποδήλωνε περιφρόνηση για τον Εδώμ, εφόσον στο ίδιο εδάφιο ο Μωάβ αποκαλείται «η λεκάνη μου για το πλύσιμο». Στη Μέση Ανατολή σήμερα, το πέταγμα του σανδαλιού είναι χειρονομία περιφρόνησης.
Ο Δαβίδ παρήγγειλε στον Σολομώντα να τιμωρήσει τον Ιωάβ, ο οποίος είχε “βάλει αίμα πολέμου . . . μέσα στα σανδάλια του” σε καιρό ειρήνης—μεταφορική δήλωση για την ενοχή αίματος που βάραινε τον Ιωάβ επειδή είχε σκοτώσει τους στρατηγούς Αβενήρ και Αμασά. (1Βα 2:5, 6) Αυτό, καθώς και το γεγονός ότι όποιος έβαζε τα σανδάλια του ετοιμαζόταν να κάνει κάτι μακριά από το σπίτι του (ή από όπου έμενε· παράβαλε Πρ 12:8), διασαφηνίζει τη νουθεσία του αποστόλου Παύλου προς τους Χριστιανούς να φορούν στα πόδια τους «τον εξοπλισμό των καλών νέων της ειρήνης».—Εφ 6:14, 15.
Το να λύσει κάποιος τα λουριά των σανδαλιών ενός άλλου ή να του βαστάζει τα σανδάλια θεωρούνταν πολύ ταπεινή εργασία την οποία έκαναν συνήθως οι δούλοι. Ο Ιωάννης το χρησιμοποίησε αυτό ως παρομοίωση για να δείξει την κατωτερότητά του σε σχέση με τον Χριστό.—Ματ 3:11· Μαρ 1:7.
-
-
ΣανσαννάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΣΑΝΝΑ
(Σανσαννά) [πιθανώς, Μίσχος Χουρμάδων].
Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής που ανήκε στη φυλή του Ιούδα. (Ιη 15:21, 31) Ταυτίζεται με το Χίρμπετ ες-Σαμσανίγιατ (Χορβάτ Σανσανά), περίπου 12 χλμ. ΒΒΑ της Βηρ-σαβεέ. Μια σύγκριση του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:31 με τους παράλληλους καταλόγους των πόλεων που υπάρχουν στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:5 και 1 Χρονικών 4:31 υποδηλώνει ότι ίσως ταυτίζεται με την Ασάρ-σουσά (ή Ασάρ-σουσίμ).—Βλέπε ΑΣΑΡ-ΣΟΥΣΑ.
-
-
ΣάνχεδρινΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΝΧΕΔΡΙΝ
Βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ.
-
-
ΣαούλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΟΥΛ
(Σαούλ) [Αυτός που Έχει Ζητηθεί [από τον Θεό]· Αυτός για τον Οποίο Έχει Ερωτηθεί [ο Θεός]].
1. Βενιαμίτης απόγονος του Ιεϊήλ (ο οποίος αποκαλείται πιθανότατα και Αβιήλ) μέσω του Νηρ και του Κεις (1Χρ 8:29-33· 9:35-39· βλέπε ΑΒΙΗΛ Αρ. 1), ο πρώτος θεϊκά επιλεγμένος βασιλιάς του Ισραήλ. (1Σα 9:15, 16· 10:1) Ο Σαούλ καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Ήταν ωραίος στην εμφάνιση, ψηλότερος κατά ένα κεφάλι από όλους τους άλλους άντρες του έθνους του, και διέθετε μεγάλη σωματική δύναμη και σβελτάδα. (1Σα 9:1, 2· 2Σα 1:23) Η σύζυγός του ονομαζόταν Αχινοάμ. Ο Σαούλ απέκτησε τουλάχιστον εφτά γιους, τον Ιωνάθαν, τον Ισβί, τον Μαλχί-σουά, τον Αβιναδάβ, τον Ις-βοσθέ (Εσβάαλ), τον Αρμονί και τον Μεφιβοσθέ, καθώς και δύο κόρες, τη Μεράβ και τη Μιχάλ. Ο Αβενήρ, που προφανώς ήταν θείος του Βασιλιά Σαούλ (βλέπε ΑΒΕΝΗΡ), ήταν αρχηγός του ισραηλιτικού στρατού.—1Σα 14:49, 50· 2Σα 2:8· 21:8· 1Χρ 8:33.
Ως νεαρός άντρας, ο Σαούλ έζησε σε ταραχώδεις καιρούς της ισραηλιτικής ιστορίας. Εξαιτίας της καταδυνάστευσης των Φιλισταίων, το έθνος ήταν πλέον ανυπεράσπιστο από στρατιωτική άποψη (1Σα 9:16· 13:19, 20), ενώ και οι Αμμωνίτες με βασιλιά τον Νάας εκδήλωναν απειλητικές διαθέσεις. (1Σα 12:12) Μολονότι ο Σαμουήλ είχε κρίνει πιστά τον Ισραήλ, οι γιοι του διέστρεφαν την κρίση. (1Σα 8:1-3) Βλέποντας τα πράγματα από ανθρώπινη σκοπιά με αποτέλεσμα να τους διαφεύγει το γεγονός ότι ο Ιεχωβά ήταν ικανός να προστατέψει το λαό του, οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ πήγαν στον Σαμουήλ και του ζήτησαν να διορίσει κάποιον βασιλιά για αυτούς.—1Σα 8:4, 5.
Χρίεται Βασιλιάς. Κατόπιν τούτου, ο Ιεχωβά κατηύθυνε τα ζητήματα έτσι ώστε να δημιουργήσει την κατάλληλη ευκαιρία για να χριστεί ο Σαούλ βασιλιάς. Μαζί με τον υπηρέτη του, ο Σαούλ έψαχνε τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του που είχαν χαθεί. Η έρευνα απέβη άκαρπη, και έτσι αποφάσισε να γυρίσει πίσω. Αλλά ο υπηρέτης του πρότεινε να ζητήσουν τη βοήθεια του “ανθρώπου του Θεού” για τον οποίο είχε ακούσει ότι βρισκόταν σε μια κοντινή πόλη. Αυτό οδήγησε στη συνάντηση του Σαούλ με τον Σαμουήλ. (1Σα 9:3-19) Στην πρώτη του συνομιλία με τον Σαμουήλ, ο Σαούλ εκδήλωσε μετριοφροσύνη. (1Σα 9:20, 21) Αφού ο Σαμουήλ συνέφαγε με τον Σαούλ σε ένα γεύμα θυσίας, συνέχισε τη συνομιλία μαζί του. Το επόμενο πρωί ο Σαμουήλ έχρισε τον Σαούλ βασιλιά. Για να επιβεβαιώσει το γεγονός ότι ο Θεός ήταν μαζί με τον Σαούλ, ο Σαμουήλ τού έδωσε τρία προφητικά σημεία, τα οποία εκπληρώθηκαν όλα εκείνη την ημέρα.—1Σα 9:22–10:16.
Αργότερα, στη Μισπά, όταν επιλέχθηκε με κλήρο ως βασιλιάς (1Σα 10:20, 21, JB, NE, ΛΧ, ΜΠΚ), ο Σαούλ ντράπηκε και κρύφτηκε ανάμεσα στις αποσκευές. Αφού τον βρήκαν, τον παρουσίασαν ως το βασιλιά, και ο λαός φώναξε επευφημώντας: «Είθε να ζει ο βασιλιάς!» Με τη συνοδεία γενναίων αντρών, ο Σαούλ επέστρεψε στη Γαβαά. Αν και κάποιοι άχρηστοι άντρες μίλησαν υποτιμητικά για αυτόν και τον καταφρόνησαν, ο Σαούλ δεν είπε τίποτα.—1Σα 10:17-27.
Οι Πρώτες Νίκες. Έναν περίπου μήνα αργότερα (σύμφωνα με την απόδοση που έχει η Μετάφραση των Εβδομήκοντα και ο Ρόλος της Νεκράς Θαλάσσης 4QSama στο εδ. 1Σα 11:1), ο Αμμωνίτης Βασιλιάς Νάας απαίτησε την παράδοση της Ιαβείς που βρισκόταν στη Γαλαάδ. (Βλέπε ΝΑΑΣ Αρ. 1.) Όταν οι αγγελιοφόροι ανέφεραν το γεγονός στον Σαούλ, το πνεύμα του Θεού άρχισε να επενεργεί σε αυτόν. Μέσα σε λίγο χρόνο, συγκέντρωσε ένα στράτευμα 330.000 αντρών και τους οδήγησε στη νίκη. Αυτό ενίσχυσε τη θέση του Σαούλ ως βασιλιά, και μάλιστα ο λαός ζήτησε να θανατωθούν όσοι τον είχαν κακολογήσει. Αλλά ο Σαούλ, αναγνωρίζοντας ότι αυτή τη νίκη τούς την είχε χαρίσει ο Ιεχωβά, δεν συναίνεσε σε αυτό. Κατόπιν τούτου, στα Γάλγαλα επικυρώθηκε εκ νέου η βασιλεία του Σαούλ.—1Σα 11:1-15.
Στη συνέχεια, ο Σαούλ έκανε ενέργειες για να τερματίσει την καταδυνάστευση του Ισραήλ από τους Φιλισταίους. Διάλεξε 3.000 Ισραηλίτες και έθεσε τους 2.000 υπό τις διαταγές του, ενώ τους υπόλοιπους τους έθεσε υπό τις διαταγές του γιου του, του Ιωνάθαν. Ακολουθώντας, προφανώς, εντολές του πατέρα του, «ο Ιωνάθαν πάταξε τη φρουρά των Φιλισταίων η οποία ήταν στη Γααβά». Για αντίποινα, οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν μια μεγάλη δύναμη και στρατοπέδευσαν στη Μιχμάς.—1Σα 13:3, 5.
Αμαρτάνει με Αυθάδεια. Στο μεταξύ ο Σαούλ είχε αποσυρθεί από τη Μιχμάς και είχε στρατοπεδεύσει στα Γάλγαλα, στην Κοιλάδα του Ιορδάνη. Εκεί περίμενε τον Σαμουήλ εφτά ημέρες. Αλλά ο Σαμουήλ δεν ήρθε στον προσδιορισμένο χρόνο. Ο Σαούλ, φοβούμενος αφενός ότι ο εχθρός θα εφορμούσε πριν προλάβει ο ίδιος να εξασφαλίσει τη βοήθεια του Ιεχωβά, και αφετέρου ότι οποιαδήποτε επιπρόσθετη καθυστέρηση θα είχε ως αποτέλεσμα να χάσει το στράτευμά του, “πίεσε τον εαυτό του” για να προσφέρει το ολοκαύτωμα. Όταν έφτασε ο Σαμουήλ, καταδίκασε την “ανόητη ενέργεια” του Σαούλ επειδή ήταν αμαρτωλή. Προφανώς, το αμάρτημα του Σαούλ συνίστατο στο ότι προέβη με αυθάδεια στην προσφορά της θυσίας και δεν υπάκουσε στην εντολή του Ιεχωβά, η οποία είχε δοθεί μέσω του εκπροσώπου του, του Σαμουήλ, και σύμφωνα με την οποία έπρεπε να περιμένει τον Σαμουήλ για να προσφέρει εκείνος τη θυσία. (Παράβαλε 1Σα 10:8.) Ως συνέπεια αυτής της ενέργειας, η βασιλεία του Σαούλ δεν επρόκειτο να διαρκέσει.—1Σα 13:1-14.
Ενώ η εκστρατεία κατά των Φιλισταίων βρισκόταν σε εξέλιξη, ο Σαούλ εξήγγειλε κατάρα για οποιονδήποτε θα έτρωγε κάτι προτού εκτελεστεί εκδίκηση εναντίον του εχθρού. Αυτός ο επιπόλαιος όρκος είχε δυσμενείς συνέπειες. Οι Ισραηλίτες κουράστηκαν, και μολονότι θριάμβευσαν επί των Φιλισταίων, η νίκη τους δεν ήταν τόσο μεγαλειώδης όσο θα μπορούσε να είναι. Πεινασμένοι καθώς ήταν, δεν περίμεναν να στραγγίσει το αίμα από τα ζώα που έσφαξαν αργότερα, παραβιάζοντας έτσι το νόμο του Θεού σχετικά με την ιερότητα του αίματος. Ο Ιωνάθαν, ο οποίος δεν είχε ακούσει τον όρκο του πατέρα του, έφαγε λίγο μέλι. Γι’ αυτό, ο Σαούλ απήγγειλε εναντίον του τη θανατική ποινή. Αλλά ο λαός απολύτρωσε τον Ιωνάθαν, επειδή η συμβολή του στη νίκη του Ισραήλ υπήρξε καθοριστική.—1Σα 14:1-45.
Απορρίπτεται από τον Θεό. Σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ, υπήρχαν συνεχώς μάχες με τους Φιλισταίους και άλλους λαούς, όπως ήταν οι Μωαβίτες, οι Αμμωνίτες, οι Εδωμίτες και οι Αμαληκίτες. (1Σα 14:47, 48, 52) Στον πόλεμο εναντίον των Αμαληκιτών, ο Σαούλ παρέβηκε την εντολή του Ιεχωβά και άφησε ζωντανά τα καλύτερα ζώα από τα ποίμνια και τα βόδια τους, καθώς και το βασιλιά τους τον Αγάγ. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν είχε υπακούσει στη φωνή του Ιεχωβά, ο Σαούλ αποποιήθηκε την ενοχή του, μεταθέτοντας την ευθύνη στο λαό. Μόνο αφού ο Σαμουήλ τόνισε τη σοβαρότητα της αμαρτίας και είπε ότι, εξαιτίας της, ο Ιεχωβά τον απέρριπτε ως βασιλιά, αναγνώρισε ο Σαούλ ότι το σφάλμα του οφειλόταν στο ότι φοβήθηκε το λαό. Αφού ο Σαούλ παρακάλεσε τον Σαμουήλ να τον τιμήσει μπροστά στους πρεσβυτέρους και μπροστά στον Ισραήλ συνοδεύοντάς τον, ο Σαμουήλ εμφανίστηκε μαζί του ενώπιόν τους. Κατόπιν ο ίδιος ο Σαμουήλ θανάτωσε τον Αγάγ. Έπειτα από αυτό, ο Σαμουήλ έφυγε από τον Σαούλ και δεν είχε πια καθόλου επαφές μαζί του.—1Σα 15:1-35.
Αφού συνέβη αυτό και αφού χρίστηκε ο Δαβίδ ως μελλοντικός βασιλιάς του Ισραήλ, το πνεύμα του Ιεχωβά έφυγε από τον Σαούλ. Έκτοτε, «ένα κακό πνεύμα από τον Ιεχωβά τον τρομοκρατούσε». Εφόσον είχε αποσύρει το πνεύμα του από τον Σαούλ, ο Ιεχωβά έδωσε τη δυνατότητα σε ένα κακό πνεύμα να τον καταλάβει, στερώντας από τον Σαούλ την ειρήνη διάνοιας και διεγείροντας με εσφαλμένο τρόπο τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τη φαντασία του. Το γεγονός ότι ο Σαούλ δεν υπάκουσε στον Ιεχωβά υποδήλωνε μια κακή τάση διάνοιας και καρδιάς, από την οποία τάση το πνεύμα του Θεού δεν προστάτευε τον Σαούλ ούτε του έδινε τη δύναμη να αντιστέκεται σε αυτήν. Ωστόσο, εφόσον ο Ιεχωβά είχε επιτρέψει στο «κακό πνεύμα» να αντικαταστήσει το δικό του πνεύμα και να τρομοκρατεί τον Σαούλ, αυτό μπορούσε να χαρακτηριστεί «κακό πνεύμα από τον Ιεχωβά», και ως εκ τούτου οι υπηρέτες του Σαούλ το αποκαλούσαν «κακό πνεύμα του Θεού». Με την υπόδειξη ενός υπηρέτη του, ο Σαούλ ζήτησε τον Δαβίδ ως μουσικό στην αυλή του για να τον ηρεμεί όταν θα ταραζόταν από το «κακό πνεύμα».—1Σα 16:14-23· 17:15.
Οι Σχέσεις του με τον Δαβίδ. Μετέπειτα οι Φιλισταίοι απείλησαν την ασφάλεια του Ισραήλ. Ενώ αυτοί ήταν στρατοπεδευμένοι στη μια μεριά της Κοιλάδας Ηλά και οι δυνάμεις του Βασιλιά Σαούλ ήταν στρατοπεδευμένες στην απέναντι μεριά, ο Γολιάθ έβγαινε από το στρατόπεδο των Φιλισταίων πρωί και βράδυ επί 40 ημέρες και προκαλούσε τον Ισραήλ να στείλει κάποιον άντρα για να μονομαχήσει μαζί του. Ο Βασιλιάς Σαούλ υποσχέθηκε ότι θα έκανε πλούσιο όποιον Ισραηλίτη πάτασσε τον Γολιάθ και ότι θα τον έκανε γαμπρό του. Επιπρόσθετα, τον οίκο του πατέρα του νικητή θα τον καθιστούσε «ελεύθερο», πιθανότατα από πληρωμή φόρων και από υποχρεωτική υπηρεσία. (Παράβαλε 1Σα 8:11-17.) Όταν έφτασε ο Δαβίδ στο πεδίο της μάχης φέρνοντας προμήθειες για τους αδελφούς του και κάποιες μερίδες για το χιλίαρχο (πιθανώς το διοικητή του σώματος στο οποίο υπηρετούσαν οι αδελφοί του Δαβίδ), οι ερωτήσεις που έκανε έδειξαν προφανώς ότι ήταν πρόθυμος να δεχτεί ο ίδιος την πρόκληση. Ως αποτέλεσμα, οδηγήθηκε στον Σαούλ και στη συνέχεια νίκησε τον Γολιάθ.—1Σα 17:1-58.
Αρχίζει να εχθρεύεται τον Δαβίδ. Κατόπιν τούτου, ο Σαούλ τοποθέτησε τον Δαβίδ επικεφαλής των πολεμιστών. Αυτό με τον καιρό κατέληξε στο να εγκωμιάζεται ο Δαβίδ με τραγούδια περισσότερο και από τον ίδιο το βασιλιά. Το αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει ο Σαούλ να βλέπει τον Δαβίδ με καχυποψία και φθονερό μίσος. Κάποια φορά, ενώ ο Δαβίδ έπαιζε άρπα, ο Σαούλ άρχισε να “συμπεριφέρεται σαν προφήτης”. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Σαούλ άρχισε να λέει προφητείες, αλλά προφανώς εκδήλωσε ασυνήθιστη συναισθηματική έξαψη και σωματική υπερένταση, όπως ένας προφήτης λίγο πριν αρχίσει να προφητεύει ή την ώρα που προφήτευε. Ευρισκόμενος σε αυτή την ασυνήθιστη κατάσταση υπερέντασης, ο Σαούλ έριξε δύο φορές το δόρυ του εναντίον του Δαβίδ. Αφού απέτυχε στις προσπάθειές του να καρφώσει τον Δαβίδ στον τοίχο, αργότερα συμφώνησε να δώσει ως σύζυγο στον Δαβίδ την κόρη του τη Μιχάλ αν εκείνος του παρουσίαζε εκατό ακροβυστίες Φιλισταίων. Η πρόθεση του Σαούλ πίσω από αυτή την πρόταση ήταν να πεθάνει ο Δαβίδ στα χέρια των Φιλισταίων. Το δόλιο αυτό σχέδιο απέτυχε, καθώς ο Δαβίδ παρουσίασε, όχι 100, αλλά 200 ακροβυστίες για να γίνει γαμπρός του Σαούλ. Έτσι λοιπόν, ο φόβος και το μίσος του βασιλιά για τον Δαβίδ εντάθηκαν. Στο γιο του τον Ιωνάθαν και σε όλους τους υπηρέτες του ο Σαούλ είπε ότι ήθελε τον Δαβίδ νεκρό. Με τη μεσολάβηση του Ιωνάθαν, ο Σαούλ υποσχέθηκε να μη σκοτώσει τον Δαβίδ. Παρ’ όλα αυτά, ο Δαβίδ αναγκάστηκε να τραπεί σε φυγή για να γλιτώσει τη ζωή του, επειδή ο Σαούλ τού έριξε ένα δόρυ και τρίτη φορά. Μάλιστα ο Σαούλ έβαλε και αγγελιοφόρους να παρακολουθήσουν το σπίτι του Δαβίδ και διέταξε να τον θανατώσουν το πρωί.—1Σα 18:1–19:11.
Εκείνη τη νύχτα ο Δαβίδ κατάφερε να διαφύγει από ένα παράθυρο του σπιτιού του και έσπευσε στη Ραμά, όπου κατοικούσε ο Σαμουήλ. Έπειτα, μαζί με τον Σαμουήλ πήγαν και έμειναν στη Ναϊώθ. Όταν αυτό αναφέρθηκε στον Σαούλ, εκείνος έστειλε αγγελιοφόρους να πιάσουν τον Δαβίδ. Μόλις όμως έφτασαν εκεί, «άρχισαν να συμπεριφέρονται σαν προφήτες». Από ό,τι φαίνεται, το πνεύμα του Θεού επενέργησε σε αυτούς με τέτοιον τρόπο ώστε ξέχασαν εντελώς το σκοπό της αποστολής τους. Όταν συνέβη το ίδιο και σε δύο άλλες ομάδες απεσταλμένων του, πήγε στη Ραμά ο ίδιος ο Σαούλ. Και αυτός περιήλθε παρόμοια υπό τον έλεγχο του πνεύματος του Θεού, και μάλιστα για παρατεταμένο διάστημα, κάτι που προφανώς έδωσε στον Δαβίδ αρκετό χρόνο για να διαφύγει.—1Σα 19:12–20:1· βλέπε ΠΡΟΦΗΤΗΣ (Τρόποι Διορισμού και Μέσα Θεϊκής Έμπνευσης).
Ο Δαβίδ φείδεται της ζωής του Σαούλ επειδή αυτός είναι ο χρισμένος του Θεού. Έπειτα από αυτές τις ανεπιτυχείς απόπειρες εναντίον της ζωής του Δαβίδ, ο Ιωνάθαν μίλησε για δεύτερη φορά υπέρ του Δαβίδ. Αλλά ο Σαούλ οργίστηκε τόσο πολύ ώστε έριξε ένα δόρυ εναντίον του ίδιου του γιου του. (1Σα 20:1-33) Από τότε και έπειτα, ο Σαούλ άρχισε να καταδιώκει αμείλικτα τον Δαβίδ. Μαθαίνοντας ότι ο Αρχιερέας Αχιμέλεχ είχε βοηθήσει τον Δαβίδ, ο Σαούλ πρόσταξε να εκτελεστεί τόσο αυτός όσο και οι συνιερείς του. (1Σα 22:6-19) Αργότερα σχεδίασε να επιτεθεί στην Κεϊλά, μια πόλη του Ιούδα, επειδή έμενε σε αυτήν ο Δαβίδ, αλλά εγκατέλειψε το σχέδιό του όταν ο Δαβίδ διέφυγε από εκεί. Ο Σαούλ συνέχισε την καταδίωξη, κυνηγώντας τον σε ερημικές περιοχές. Ωστόσο, μια επιδρομή των Φιλισταίων διέκοψε προσωρινά την καταδίωξή του και έδωσε στον Δαβίδ την ευκαιρία να αναζητήσει καταφύγιο στην έρημο της Εν-γαδί. Μετέπειτα, σε δύο περιπτώσεις ο Σαούλ βρέθηκε σε θέση η οποία επέτρεπε στον Δαβίδ να τον σκοτώσει, αλλά εκείνος αρνήθηκε να απλώσει το χέρι του εναντίον του χρισμένου του Ιεχωβά. Τη δεύτερη φορά, όταν ο Σαούλ έμαθε για αυτή την ενέργεια του Δαβίδ, έφτασε μέχρι του σημείου να του υποσχεθεί ότι δεν θα του έκανε κακό. Αλλά τα λόγια του αυτά δεν ήταν ειλικρινή, διότι δεν εγκατέλειψε την καταδίωξη παρά μόνο όταν έμαθε ότι ο Δαβίδ είχε καταφύγει στη φιλισταϊκή πόλη Γαθ.—1Σα 23:10–24:22· 26:1–27:1, 4.
Ο Σαούλ στρέφεται στον πνευματισμό. Ένα ή δύο χρόνια αργότερα (1Σα 29:3), οι Φιλισταίοι επιτέθηκαν εναντίον του Σαούλ. Χωρίς το πνεύμα και την καθοδήγηση του Ιεχωβά, και παραδομένος σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση, ο Σαούλ στράφηκε στον πνευματισμό, μια παράβαση άξια θανάτου. (Λευ 20:6) Μεταμφιεσμένος, πήγε στην Εν-δωρ για να δει μια πνευματιστική μεσάζουσα και της ζήτησε να του ανεβάσει τον νεκρό Σαμουήλ. Όταν εκείνη του περιέγραψε τη μορφή που έβλεπε, ο Σαούλ συμπέρανε ότι ήταν ο Σαμουήλ. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι προηγουμένως ο Ιεχωβά δεν είχε απαντήσει στις ερωτήσεις του Σαούλ, οπότε είναι προφανές ότι ούτε και τώρα του απάντησε, και μάλιστα μέσω μιας συνήθειας την οποία ο νόμος Του καταδίκαζε, ορίζοντας για αυτήν την ποινή του θανάτου. (Λευ 20:27) Επομένως, αυτά που είπε η γυναίκα πρέπει να είχαν δαιμονική προέλευση. Το μήνυμα δεν έδωσε παρηγοριά στον Σαούλ, αλλά τον γέμισε φόβο.—1Σα 28:4-25· βλέπε ΠΝΕΥΜΑΤΙΣΜΟΣ.
Ο θάνατος του Σαούλ. Στη σύγκρουση που επακολούθησε με τους Φιλισταίους, ο Σαούλ τραυματίστηκε σοβαρά στο Όρος Γελβουέ και τρεις από τους γιους του σκοτώθηκαν. Επειδή ο οπλοφόρος του αρνήθηκε να τον θανατώσει, ο Σαούλ έπεσε πάνω στο ίδιο του το σπαθί. (1Σα 31:1-7) Περίπου τρεις ημέρες αργότερα, ήρθε στον Δαβίδ ένας νεαρός Αμαληκίτης κομπάζοντας ότι είχε θανατώσει τον τραυματισμένο βασιλιά. Αυτό ήταν προφανώς ψέμα με το οποίο αποσκοπούσε να κερδίσει την εύνοια του Δαβίδ. Ο Δαβίδ, όμως, διέταξε να εκτελεστεί ο άντρας αυτός βάσει του ισχυρισμού του, επειδή ο Σαούλ ήταν ο χρισμένος του Ιεχωβά.—2Σα 1:1-15.
Στο μεταξύ, οι Φιλισταίοι είχαν κρεμάσει τα πτώματα του Σαούλ και των τριών γιων του στο τείχος της Βαιθ-σαν. Ωστόσο, κάποιοι θαρραλέοι άντρες από την Ιαβείς-γαλαάδ πήραν πίσω τα πτώματα, τα έκαψαν και κατόπιν έθαψαν τα κόκαλα.—1Σα 31:8-13.
Χρόνια αργότερα, στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, η ενοχή αίματος που βάρυνε τον Σαούλ και τον οίκο του απέναντι στους Γαβαωνίτες απαλείφθηκε με τη θανάτωση εφτά απογόνων του.—2Σα 21:1-9.
2. Βλέπε ΣΑΥΛΟΣ.
-
-
ΣαπφείραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΠΦΕΙΡΑ
(Σαπφείρα) [αραμαϊκής προέλευσης· σημαίνει «Όμορφη»].
Σύζυγος του Ανανία. Συνέργησε με το σύζυγό της σε ένα δόλιο σχέδιο που κατέληξε στο θάνατό τους. Πούλησαν ένα κτήμα τους και υποκρίθηκαν ότι έφεραν στους αποστόλους ολόκληρο το ποσό που πήραν, όπως έκαναν άλλοι Χριστιανοί στην Ιερουσαλήμ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που ανέκυψε μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.
Η αμαρτία του Ανανία και της Σαπφείρας ήταν, όχι ότι δεν έδωσαν όλο το αντίτιμο του κτήματος που πούλησαν, αλλά ότι ισχυρίστηκαν ψευδώς πως το έδωσαν, προφανώς για να λάβουν έπαινο από τους ανθρώπους παρά για να τιμήσουν τον Θεό και να κάνουν καλό στην εκκλησία του. Ο Πέτρος, υπό την επενέργεια του αγίου πνεύματος, εξέθεσε την απάτη τους λέγοντας: «Ανανία, γιατί σου έδωσε ο Σατανάς την τόλμη να φερθείς απατηλά στο άγιο πνεύμα και να κατακρατήσεις μυστικά κάποιο ποσό από το αντίτιμο του αγρού; Δεν παρέμενε δικό σου όσο παρέμενε σε εσένα, και δεν συνέχιζε να είναι κάτω από τον έλεγχό σου αφού πουλήθηκε; Γιατί έβαλες σκοπό μέσα στην καρδιά σου να κάνεις μια πράξη όπως αυτή; Φέρθηκες απατηλά, όχι σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό». Όταν άκουσε τα λόγια του Πέτρου, ο Ανανίας έπεσε κάτω και εξέπνευσε.
Περίπου τρεις ώρες μετά μπήκε μέσα η Σαπφείρα και επανέλαβε το ίδιο ψέμα. Τότε ο Πέτρος τη ρώτησε: «Γιατί συμφωνήσατε να θέσετε σε δοκιμή το πνεύμα του Ιεχωβά;» Έτσι λοιπόν, και η Σαπφείρα έπεσε κάτω και εξέπνευσε. Αυτό το περιστατικό χρησίμευσε για τη διαπαιδαγώγηση της εκκλησίας, εμπνέοντας μεγάλο φόβο σε αυτήν και, αναμφίβολα, μεγάλο σεβασμό και εκτίμηση για το γεγονός ότι ο Ιεχωβά κατοικούσε πράγματι στην εκκλησία μέσω του πνεύματός του.—Πρ 4:34, 35· 5:1-11· 1Κο 3:16, 17· Εφ 2:22· παράβαλε 1Τι 1:20.
-
-
ΣαράρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΑΡ
(Σαράρ).
Αραρίτης, πατέρας του Αχιάμ, ενός πολεμιστή του Δαβίδ. (2Σα 23:33) Καλείται Σαχάρ στο εδάφιο 1 Χρονικών 11:35.
-
-
ΣαρασάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΑΣΑΡ
(Σαρασάρ).
1. Γιος του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ. Ο Σαρασάρ και ο αδελφός του ο Αδραμμέλεχ, κάποια στιγμή μετά την ήττα που υπέστη ο πατέρας τους από τον Ιεχωβά, τον σκότωσαν με σπαθί την ώρα που αυτός προσκυνούσε τον ειδωλολατρικό θεό του, και κατόπιν διέφυγαν στη γη Αραράτ. (2Βα 19:7, 35-37· Ησ 37:38) Ο αδελφός τους ο Εσάρ-αδδών, διάδοχος του Σενναχειρείμ, ισχυρίζεται σε μια επιγραφή ότι καταδίωξε τους δολοφόνους του πατέρα του.—Βλέπε ΕΣΑΡ-ΑΔΔΩΝ.
2. Ο πρώτος από τους δύο κατονομαζόμενους εκπροσώπους της Βαιθήλ στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο οι οποίοι, περίπου δύο χρόνια πριν από την αποπεράτωση της ανοικοδόμησης του ναού, στάλθηκαν να «απαλύνουν το πρόσωπο του Ιεχωβά» και να ρωτήσουν αν ήταν κατάλληλο να νηστεύουν.—Ζαχ 7:1-3· Εσδ 6:15.
-
-
ΣαράφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΑΦ
(Σαράφ) [από μια ρίζα που σημαίνει «καίω»].
Απόγονος του Σηλά από τη φυλή του Ιούδα ο οποίος πήρε Μωαβίτισσα σύζυγο (ή συζύγους). (JB, ΜΝΚ) Σύμφωνα με εναλλακτικές αποδόσεις, ο Σαράφ πιθανόν να κυβέρνησε στον (ή για τον) Μωάβ.—1Χρ 4:21, 22, AS, KJ, Ro, RS, ΒΑΜ, ΛΧ.
-
-
ΣαργώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΓΩΝ
(Σαργών) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Βασιλιάς Είναι Νόμιμος»].
Ο διάδοχος του Σαλμανασάρ Ε΄ στο θρόνο της Ασσυρίας. Οι ιστορικοί τον προσδιορίζουν ως Σαργών Β΄. Σαργών Α΄ ονομάζουν έναν προγενέστερο βασιλιά, όχι της Ασσυρίας, αλλά της Βαβυλώνας.
Ο Σαργών κατονομάζεται μόνο μία φορά στο Βιβλικό υπόμνημα. (Ησ 20:1) Στις αρχές του 19ου αιώνα οι κριτικοί συχνά αψηφούσαν τη Βιβλική αναφορά στο πρόσωπό του θεωρώντας ότι δεν είχε ιστορική αξία. Ωστόσο, από το 1843 και μετά, αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στο φως τα ερείπια του ανακτόρου του στη Χορσαμπάντ και τις επιγραφές των βασιλικών χρονικών του.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 955, 960.
Στα χρονικά του ο Σαργών ισχυρίστηκε: «Πολιόρκησα και κατέκτησα τη Σαμάρεια (Σα-με-ρι-να)». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζέιμς Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 284) Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτό ήταν απλώς ένας κομπαστικός ισχυρισμός από μέρους του Σαργών ή εκείνων που επιζητούσαν να τον δοξάσουν, αποδίδοντας στο νέο μονάρχη τα κατορθώματα του προκατόχου του. Κάποιο βαβυλωνιακό χρονικό, που ίσως είναι πιο ουδέτερο, λέει για τον Σαλμανασάρ Ε΄: «Έσπειρε τον όλεθρο στη Σαμάρεια». (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά [Assyrian and Babylonian Chronicles], του Α. Κ. Γκρέισον, 1975, σ. 73) Η Αγία Γραφή, στα εδάφια 2 Βασιλέων 18:9, 10, αναφέρει απλώς ότι ο Σαλμανασάρ “πολιόρκησε” τη Σαμάρεια και ότι «την κατέλαβαν». Παράβαλε 2 Βασιλέων 17:1-6, όπου αναφέρεται ότι ο Σαλμανασάρ ο βασιλιάς της Ασσυρίας επέβαλε φόρο υποτελείας στον Ωσιέ, το βασιλιά της Σαμάρειας, και ότι αργότερα ο «βασιλιάς της Ασσυρίας κατέλαβε τη Σαμάρεια».
Οι επιγραφές που αναφέρονται στον Σαργών αποτελούν παράδειγμα του πόσο ανόητο είναι να έχει κανείς μεγάλη εμπιστοσύνη στις αρχαίες μη Βιβλικές πηγές, θεωρώντας τες μάλιστα ισότιμες με το Βιβλικό υπόμνημα. Μετά την άνοδο του Σαργών στο θρόνο, οι Βαβυλώνιοι, υπό τον Μερωδάχ-βαλαδάν, στασίασαν με την υποστήριξη του Ελάμ. Ο Σαργών τούς πολέμησε στην Ντερ αλλά προφανώς δεν κατάφερε να καταπνίξει την επανάσταση. Οι επιγραφές του Σαργών τον παρουσιάζουν να ισχυρίζεται ότι επικράτησε ολοκληρωτικά στη μάχη, ενώ το Βαβυλωνιακό Χρονικό δηλώνει ότι οι Ελαμίτες νίκησαν τους Ασσυρίους και κάποιο κείμενο του Μερωδάχ-βαλαδάν κομπάζει ότι αυτός “νίκησε τις ασσυριακές στρατιές και συνέτριψε τα όπλα τους”. Το βιβλίο Η Μεσοποταμία ([La Mésopotamie] Παρίσι, 1995, σ. 358) του Ζ. Ρου παρατηρεί: «Μια διασκεδαστική λεπτομέρεια: Η επιγραφή του Μερωδάχ-βαλαδάν βρέθηκε στη Νιμρούντ όπου την είχε μεταφέρει ο Σαργών από την Ουρούκ . . . , έχοντας τοποθετήσει εκεί αντ’ αυτής έναν πήλινο κύλινδρο ο οποίος παρουσίαζε τη δική του, εντελώς διαφορετική φυσικά, εκδοχή του γεγονότος. Αυτό δείχνει ότι η πολιτική προπαγάνδα και οι μέθοδοι του “ψυχρού πολέμου” δεν είναι αποκλειστικότητα της εποχής μας».
Ο Σαργών αντιμετώπισε με μεγαλύτερη επιτυχία έναν συνασπισμό των βασιλιάδων της Αιμάθ και της Δαμασκού καθώς και άλλων συμμάχων τους, τους οποίους νίκησε σε μια μάχη στην Καρκάρ, στον ποταμό Ορόντη. Τα εδάφια 2 Βασιλέων 17:24, 30 συγκαταλέγουν και ανθρώπους από την Αιμάθ μεταξύ εκείνων τους οποίους εγκατέστησε «ο βασιλιάς της Ασσυρίας» στις πόλεις της Σαμάρειας αντί των εξόριστων Ισραηλιτών.
Σύμφωνα με τα αρχεία του, ο Σαργών στο πέμπτο έτος της βασιλείας του επιτέθηκε εναντίον της Χαρκεμίς, μιας πόλης σημαντικής από εμπορική και στρατιωτική άποψη στον άνω Ευφράτη, την οποία και κατέλαβε. Ακολούθησε η καθιερωμένη ασσυριακή τακτική εκτόπισης του πληθυσμού της πόλης και αντικατάστασής του από ξένους. Στην προειδοποίηση που έδωσε ο Ησαΐας σχετικά με την ασσυριακή απειλή (Ησ 10:5-11), η Χαρκεμίς, μαζί με την Αιμάθ και άλλες πόλεις, αναφέρεται ως παράδειγμα της συντριπτικής ισχύος της Ασσυρίας. Αργότερα, ο Σαργών αναφέρει ότι εποίκισε τη Σαμάρεια με αραβικές φυλές.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 285, 286.
Ασσυριακά αρχεία αναφέρουν ότι ο βασιλιάς της Αζώτου, ο Αζουρί, συμμετείχε σε μια συνωμοσία για την αποτίναξη του ασσυριακού ζυγού και ότι ο Σαργών τον καθαίρεσε και στη θέση του έβαλε το μικρότερο αδελφό του Αζουρί. Ακολούθησε μια ακόμη εξέγερση, και ο Σαργών επιτέθηκε εναντίον της Φιλιστίας και “πολιόρκησε και κατέκτησε τις πόλεις Άζωτο, Γαθ . . . (και) Αζντουντίμμου”. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 286) Προφανώς αυτό είναι το περιστατικό που μνημονεύει το Βιβλικό υπόμνημα στο εδάφιο Ησαΐας 20:1 κατονομάζοντας άμεσα τον Σαργών.
Κατόπιν, ο Σαργών ανάγκασε τον Μερωδάχ-βαλαδάν να εγκαταλείψει τη Βαβυλώνα και κατέκτησε την πόλη. Ο Σαργών κατονομάζεται σε μια επιγραφή ως βασιλιάς της Βαβυλώνας επί πέντε χρόνια.
Η επεκτατική διακυβέρνηση του Σαργών οδήγησε την Ασσυριακή Αυτοκρατορία σε νέο αποκορύφωμα ισχύος και ανέδειξε την τελευταία μεγάλη ασσυριακή δυναστεία. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, ο Σαργών βασίλεψε 17 χρόνια. Εφόσον υποτίθεται ότι η βασιλεία του άρχισε όταν έπεσε η Σαμάρεια, το έκτο έτος του Εζεκία (2Βα 18:10), ή λίγο αργότερα, και εφόσον ο γιος του και διάδοχός του στο θρόνο, ο Σενναχειρείμ, εισέβαλε στον Ιούδα το 14ο έτος του Εζεκία (2Βα 18:13), ο Σαργών θα μπορούσε να είναι 17 χρόνια βασιλιάς μόνο αν ο Σενναχειρείμ ήταν συμβασιλιάς όταν επιτέθηκε στον Ιούδα. Εξίσου πιθανή φαίνεται η εκδοχή να έχουν κάνει λάθος στον αριθμό οι ιστορικοί. Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορούν να βασίζονται στους καταλόγους των επωνύμων για να τεκμηριώσουν αυτές τις βασιλείες, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ. Σε εκείνο το λήμμα εξετάζεται επίσης η αναξιοπιστία των Ασσύριων γραμματέων εν γένει και η συνήθεια που είχαν να «προσαρμόζουν» τις διάφορες εκδόσεις των χρονικών έτσι ώστε να ικανοποιείται ο εγωισμός του εκάστοτε ηγεμόνα.
Στη διάρκεια της βασιλείας του ο Σαργών οικοδόμησε μια καινούρια πρωτεύουσα περίπου 20 χλμ. ΒΑ της Νινευή κοντά στο σημερινό χωριό Χορσαμπάντ. Σε μια παρθένα περιοχή ανήγειρε την πόλη Ντουρ Σαρουκίν (που θα μπορούσε να αποδοθεί «Σαργωνούπολη») και έχτισε ένα ανάκτορο 200 δωματίων σε ένα υπερυψωμένο βάθρο ύψους 7,5 μ. και έκτασης σχεδόν 100 στρ. Κολοσσιαίοι ανθρωπόμορφοι φτερωτοί ταύροι φρουρούσαν την είσοδο του ανακτόρου—ένα ζευγάρι ταύρων μάλιστα είχε ύψος περίπου 5 μ. Οι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες και ανάγλυφα που απεικόνιζαν τις εκστρατείες του και τα κατορθώματά του, η δε συνολική επιφάνεια των τοίχων που καλύπτονταν από αυτά τα ανάγλυφα ισοδυναμούσε με απόσταση 2,5 περίπου χλμ. Σε μια από τις επιγραφές του ο Σαργών αναφέρει: «Σε εμένα, τον Σαργών, που κατοικώ σε αυτό το ανάκτορο, είθε [ο θεός Ασσούρ] να ορίσει ως πεπρωμένο μακροζωία, σωματική υγεία, χαρά στην καρδιά, λαμπρή ψυχή». (Η Μεσοποταμία, σ. 362) Ωστόσο, τα αρχεία δείχνουν ότι περίπου έναν χρόνο μετά την εγκαινίαση του ανακτόρου του, ο Σαργών σκοτώθηκε—αμφίβολο πώς. Τη θέση του πήρε ο Σενναχειρείμ ο γιος του.
[Εικόνα στη σελίδα 889]
Το Πρίσμα της Νιμρούντ, το οποίο περιέχει καυχησιολογίες για κατακτήσεις του Σαργών. Μερικές από αυτές τις κατακτήσεις, όμως, μπορεί κάλλιστα να έγιναν από τον προκάτοχό του
-
-
ΣάρδειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΔΕΙΣ
(Σάρδεις).
Η αρχαία πρωτεύουσα της Λυδίας (στη δυτική Μικρά Ασία) και κέντρο λατρείας μιας ασιατικής θεάς που συνδέεται είτε με την Αρτέμιδα είτε με την Κυβέλη. Βρισκόταν Ν του ποταμού Γκεντίζ (πρώην Έρμος), περίπου 50 χλμ. Ν των Θυατείρων (το σημερινό Ακχισάρ) και περίπου 75 χλμ. Α της Σμύρνης. Η ακρόπολη των Σάρδεων ήταν πάνω σε έναν σχεδόν απρόσιτο, απόκρημνο βράχο. Παρότι μια οροσειρά περιόριζε την επικοινωνία με περιοχές που βρίσκονταν νοτιότερα, οι Σάρδεις είχαν τον έλεγχο της εμπορικής οδού που συνέδεε Α και Δ. Οι εμπορικές της δραστηριότητες και οι βιοτεχνίες της, τα κατ’ εξοχήν εύφορα εδάφη της γύρω περιοχής και η παραγωγή μάλλινων υφασμάτων και χαλιών συνέβαλαν πολύ στο να γίνουν οι Σάρδεις πλούσια και σπουδαία πόλη. Κάποτε, ο πληθυσμός των Σάρδεων πιθανόν να έφτανε περίπου τους 50.000 κατοίκους.
Τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Κύρος ο Μέγας νίκησε τον τελευταίο βασιλιά της Λυδίας, τον Κροίσο, και έκτοτε, για περισσότερα από 200 χρόνια, οι Σάρδεις ήταν η πρωτεύουσα του δυτικού τμήματος της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το 334 Π.Κ.Χ., η πόλη παραδόθηκε χωρίς αντίσταση στον Μέγα Αλέξανδρο. Αργότερα περιήλθε υπό την εξουσία της Περγάμου και κατόπιν της Ρώμης. Ένας μεγάλος σεισμός σχεδόν ισοπέδωσε τις Σάρδεις το 17 Κ.Χ., αλλά η πόλη ανοικοδομήθηκε χάρη στη γενναιόδωρη βοήθεια της Ρώμης.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος υποδηλώνει ότι τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ. υπήρχε μια μεγάλη Ιουδαϊκή κοινότητα στις Σάρδεις. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΔ΄, 259 [x, 24]) Κατά τα τέλη του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η Χριστιανική εκκλησία που είχε ιδρυθεί στις Σάρδεις χρειαζόταν να “ξυπνήσει” πνευματικά. Ωστόσο, υπήρχαν και άτομα συνταυτισμένα με αυτή την εκκλησία που δεν είχαν “μολύνει τα εξωτερικά τους ενδύματα”.—Απ 3:1-6.
Στην αρχαία τοποθεσία των Σάρδεων υπάρχουν αξιόλογα ερείπια αρχαίων μνημείων, περιλαμβανομένου ενός ναού της Εφέσιας Αρτέμιδος (ή Κυβέλης), ενός ρωμαϊκού θεάτρου και ενός σταδίου, καθώς και μιας αρχαίας συναγωγής.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 946.
-
-
ΣάρδιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΔΙΟ
Ημιδιαφανής, καστανοκόκκινη ποικιλία του ορυκτού χαλκηδόνιος που χρησιμοποιείται ως πετράδι. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, πήρε το όνομά του από την πόλη Σάρδεις στη Λυδία, όπου καταγράφεται η πρώτη του παρουσία. Ωστόσο, έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι η ονομασία προήλθε από την περσική λέξη σέρεντ, που σημαίνει «κιτρινοκόκκινος», και ήρθε μαζί με την πέτρα από την Περσία, τον τόπο προέλευσής της. Το σάρδιο ονομάζεται επίσης «σάρδης», «σάρδινος λίθος» και «σαρδόνιο». Η ομορφιά του, η σκληρότητά του, η ευκολία με την οποία χαράζεται και το γεγονός ότι επιδέχεται μεγάλη στίλβωση το έκαναν πολύ δημοφιλές ανάμεσα στους τεχνίτες. Οι Εβραίοι πιθανώς προμηθεύονταν πέτρες σαρδίου από την Αραβική Χερσόνησο.
Το σάρδιο είναι αυτό που εννοείται στο εδάφιο Αποκάλυψη 4:3, όπου Εκείνος που κάθεται στον ουράνιο μεγαλειώδη θρόνο του «είναι στην εμφάνιση όμοιος με . . . πολύτιμη κοκκινόχρωμη πέτρα [σαρδίῳ, Κείμενο]». “Η άγια πόλη, η Νέα Ιερουσαλήμ”, λέγεται ότι έχει τείχος με θεμέλια «στολισμένα με κάθε είδους πολύτιμη πέτρα», από τα οποία το έκτο είναι σάρδιο.—Απ 21:2, 19, 20.
-
-
ΣαρδόνυχαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΔΟΝΥΧΑΣ
Διακοσμητικός λίθος που είναι ποικιλία του αχάτη, ενός είδους χαλκηδόνιου. Πρόκειται για όνυχα που αποτελείται από δύο ή περισσότερες στοιβάδες γαλακτόχρωμου χαλκηδόνιου και διαφανούς κόκκινου σαρδίου. Ωστόσο, η στοιβάδα που δημιουργεί την αντίθεση είναι μερικές φορές χρυσή ή καφέ. Η κόκκινη στοιβάδα, καθώς διακρίνεται μέσα από τη λευκή, θύμιζε πολύ στους αρχαίους Έλληνες το χρώμα του νυχιού, και πιθανότατα γι’ αυτό έδωσαν στην πέτρα την ονομασία ὄνυξ. Σαρδόνυχας υπάρχει σε διάφορα μέρη, μεταξύ των οποίων στην Παλαιστίνη και στην Αραβία.
Αυτή η πέτρα αναφέρεται μόνο μία φορά στην Αγία Γραφή, στα εδάφια Αποκάλυψη 21:2, 19, 20, όπου λέγεται ότι η πέμπτη θεμέλια πέτρα “της άγιας πόλης, της Νέας Ιερουσαλήμ”, είναι πέτρα σαρδόνυχα.
-
-
ΣαρεπτάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΕΠΤΑ
(Σαρεπτά) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «εξαγνίζω»].
Φοινικική πόλη «της Σιδώνας», ή προφανώς εξαρτώμενη από τη Σιδώνα, την εποχή του Ηλία. Στα Σαρεπτά, ο προφήτης φιλοξενήθηκε σε μια φτωχή χήρα, της οποίας το αλεύρι και το λάδι ανανεώνονταν θαυματουργικά κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης πείνας και της οποίας το γιο ήγειρε στη συνέχεια από το θάνατο ο Ηλίας με τη δύναμη του Θεού. (1Βα 17:8-24· Λου 4:25, 26) Αργότερα αποτέλεσε το άκρο μιας πρώην χαναανιτικής περιοχής η οποία, όπως είχε προλεχθεί, θα περιερχόταν στην κατοχή των εξόριστων Ισραηλιτών. (Αβδ 20) Το όνομά της διασώζεται στο τοπωνύμιο Σαραφάντ, περίπου 13 χλμ. ΝΝΔ της Σιδώνας, αν και η αρχαία τοποθεσία ίσως βρισκόταν λίγο πιο μακριά στα παράλια της Μεσογείου.
-
-
ΣάρκαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΚΑ
Οι λέξεις μπασάρ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και σάρξ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται πρωτίστως στα μαλακά μέρη του φυσικού σώματος των ανθρώπων, των ζώων, των πουλιών ή των ψαριών. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρονται στα μέρη που αποτελούνται κυρίως από μυς και λίπος. Η Αγία Γραφή επισημαίνει ότι η σάρκα των διαφόρων ειδών των ζωντανών οργανισμών ποικίλλει. (1Κο 15:39) Οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι αυτό αληθεύει. Έχουν παρατηρήσει μεγάλες διαφορές στη χημική σύνθεση και στην κυτταρική δομή της σάρκας των ανθρώπων, των ζώων, των πουλιών και των ψαριών.
Στον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό, οφείλεται η ύπαρξη κάθε σάρκας και η ζωή της. Εκείνος χαρακτηρίζεται στην Αγία Γραφή ως «ο Ιεχωβά, ο Θεός του πνεύματος [περιλαμβανομένης της δύναμης της ζωής] κάθε είδους σάρκας». (Αρ 27:16· παράβαλε Γε 6:17.) Ο ίδιος δηλώνει ότι η ψυχή (ζωή) του σαρκικού πλάσματος είναι στο αίμα. (Λευ 17:11-14) Αρχικά, δόθηκαν στον άνθρωπο για τη διατροφή του τα χορταρικά και οι καρποί, όχι η σάρκα των ζώων. Ύστερα όμως από τον Κατακλυσμό, ο Θεός πρόσθεσε το κρέας, προστάζοντας, ωστόσο, ότι «κρέας με την ψυχή του—το αίμα του—δεν πρέπει να φάτε».—Γε 9:3, 4.
Ο κανιβαλισμός, δηλαδή η βρώση ανθρώπινης σάρκας, τον οποίο φυσιολογικά αποστρέφεται ο ανθρώπινος νους, ήταν ειδεχθής για τον Θεό και τον αρχαίο λαό του τον Ισραήλ, με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη. (Δευ 28:53-57· 2Βα 6:28-30) Ούτε μπορούσαν αυτοί να φάνε το κρέας ζώου που είχε κατασπαραχτεί από θηρίο ή είχε ψοφήσει. Αυτά τα ζώα ήταν απεχθή, εκτός του ότι το αίμα τους δεν είχε στραγγιστεί κατάλληλα.—Εξ 22:31· Λευ 17:15, 16· Δευ 14:21.
Ο Θεός καθόρισε ότι ο λαός του, προτού φάει το κρέας κάποιου ζώου, έπρεπε να χύνει το αίμα του στη γη και να το σκεπάζει με χώμα, προσέχοντας να μη φάει το αίμα, επί ποινή θανάτου. (Δευ 12:23-25· Λευ 7:27) Το κυβερνών σώμα της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας επανέλαβε αυτή την απαγόρευση, αποκλείοντας τη βρώση πνιχτών ή ζώων από τα οποία δεν είχε στραγγιστεί το αίμα. Επιπρόσθετα απαγόρευσε τη βρώση κρέατος στα πλαίσια μιας προσφοράς συμμετοχής προς τα είδωλα, συνήθεια που ήταν κοινή μεταξύ των ειδωλολατρών εκείνη την εποχή. (Πρ 15:19, 20, 28, 29) Η βρώση κρέατος από τους Χριστιανούς είναι κατάλληλη, αλλά ο απόστολος Παύλος επισήμανε πως το κρέας δεν είναι απολύτως απαραίτητο για τον άνθρωπο ως τροφή όταν είπε ότι, αν το να φάει ο ίδιος κρέας αποτελούσε αιτία προσκόμματος για άλλους Χριστιανούς, δεν επρόκειτο “ποτέ να ξαναφάει κρέας”.—Ρω 14:21· 1Κο 8:13.
Το σάρκινο σώμα που δόθηκε στον άνθρωπο έπρεπε να θεωρείται ιερό και απαραβίαστο και να μην υποβάλλεται εκούσια σε κακομεταχείριση ή ακρωτηριασμό, είτε από το ίδιο το άτομο είτε από κάποιον άλλον.—Λευ 19:28· Δευ 14:1· Εξ 21:12-27.
Συγγένεια. Η λέξη «σάρκα» υποδηλώνει επίσης συγγένεια. Η Εύα είχε τη στενότερη δυνατή συγγένεια με τον Αδάμ, εφόσον ήταν, όπως είπε ο ίδιος, “οστό από τα οστά του και σάρκα από τη σάρκα του”. (Γε 2:23· βλέπε επίσης Γε 29:14· 37:27· 2Σα 5:1.) Η στενή σχέση του άντρα και της συζύγου του δηλώνεται με έμφαση: «Θα γίνουν μία σάρκα». (Γε 2:24· Ματ 19:5, 6) Ο Παύλος χαρακτηρίζει τον Ιησού άτομο «που προήλθε από το σπέρμα του Δαβίδ κατά σάρκα».—Ρω 1:3· παράβαλε 9:3.
Το Άτομο, η Ανθρωπότητα, η Σαρκική Δημιουργία. Προέκταση της ιδέας ότι η σάρκα απαρτίζει τα ορατά, απτά μέρη του σώματος είναι η χρήση της λέξης «σάρκα» γενικά για ολόκληρο το σώμα. (Λευ 17:14· 1Βα 21:27· 2Βα 4:34) Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται επίσης για το άτομο αυτό καθαυτό ως άνθρωπο από σάρκα. (Ρω 7:18· Κολ 2:1, 5) Όλη η ανθρωπότητα, ιδιαίτερα από την άποψη του Θεού που είναι Πνεύμα, περιγράφεται ως «σάρκα» (Γε 6:12· Ησ 66:16· Λου 3:6), ενώ σε μερικές περιπτώσεις αυτή η λέξη περιλαμβάνει και τη ζωική κτίση. (Γε 7:16, 21) Η Αγία Γραφή αντιπαραβάλλει συχνά τη σάρκα με τον Θεό που είναι Πνεύμα, τονίζοντας ιδιαίτερα τη σχετική ασημαντότητα του ανθρώπου. (Γε 6:3· 2Χρ 32:8· Ψλ 56:4) Εντούτοις, ο Ιεχωβά, από την ανώτερη θέση στην οποία βρίσκεται, αναγνωρίζει και επομένως λαβαίνει υπόψη του αυτό το γεγονός πολιτευόμενος με την ανθρωπότητα με ανυπέρβλητη στοργική καλοσύνη και ελεήμονα μακροθυμία.—Ψλ 78:39· παράβαλε Ψλ 103:13-15· 1Πε 1:24, 25.
Η λέξη «σάρκα» μπορεί επίσης να αναφέρεται σε ένα μέρος του σώματος, ιδιαίτερα στο αντρικό γεννητικό όργανο. Το εδάφιο Λευιτικό 15:2 λέει: «Σε περίπτωση που κάποιος άντρας έχει εκκρίσεις από το γεννητικό του όργανο [κατά κυριολεξία, «τη σάρκα του»], οι εκκρίσεις του είναι ακάθαρτες».—Παράβαλε Γε 17:11· Εξ 28:42· Εφ 2:11· Κολ 2:13.
Πνευματικά Σώματα. Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι «αν υπάρχει φυσικό σώμα, υπάρχει και πνευματικό». (1Κο 15:44) Αυτό επιβεβαιώνεται από τον απόστολο Πέτρο, όταν λέει σε άτομα με σαρκική, ανθρώπινη φύση, καλεσμένα να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό, ότι θα γίνουν συμμέτοχοι σε «θεϊκή φύση», δηλαδή σε πνευματική ζωή στους αόρατους ουρανούς. (2Πε 1:4) Αυτό προϋποθέτει αλλαγή οργανισμού, διότι «σάρκα και αίμα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού, ούτε η φθορά κληρονομεί την αφθαρσία».—1Κο 15:50-54.
Το Σάρκινο Σώμα του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς, ο οποίος ήταν «ο Λόγος» του Θεού, «από τον ουρανό», απεκδύθηκε την πνευματική φύση και «έγινε σάρκα». (Ιωα 1:1· 1Κο 15:47· Φλπ 2:5-8· Ιωα 1:14· 1Τι 3:16) Εφόσον γεννήθηκε ως άνθρωπος, δεν ήταν πνεύμα και δεν προσέλαβε απλώς σάρκινο σώμα, όπως είχαν κάνει κάποιοι άγγελοι στο παρελθόν (Γε 18:1-3· 19:1· Ιη 5:13-15), γεγονός που επιβεβαιώνεται από τον απόστολο Ιωάννη, ο οποίος λέει πως είναι αντίχριστος όποιος αρνείται ότι ο Ιησούς Χριστός ήρθε «με σάρκα». (1Ιω 4:2, 3) Για να προμηθεύσει το λύτρο για την ανθρωπότητα και έτσι να βοηθήσει όσους επρόκειτο να είναι σύντροφοί του στην ουράνια κλήση, ο Λόγος έγινε σάρκα, με το να γεννηθεί εξ ολοκλήρου ως άνθρωπος, όχι ως ενσάρκωση. Η Αγία Γραφή μάς λέει το εξής: «Εφόσον τα “μικρά παιδιά” συμμετέχουν σε αίμα και σάρκα, και αυτός παρόμοια έγινε μέτοχος στα ίδια πράγματα». (Εβρ 2:14-16) Η προσωρινή παραμονή του στη γη περιγράφηκε ως οι «ημέρες της σάρκας του». (Εβρ 5:7) «Το ψωμί που θα δώσω εγώ είναι η σάρκα μου για χάρη της ζωής του κόσμου», είπε ο Ιησούς. Στη συνέχεια δήλωσε ότι όσοι έλπιζαν να παραμείνουν σε ενότητα με αυτόν έπρεπε “να φάνε τη σάρκα του και να πιουν το αίμα του”. Μη κατανοώντας την πνευματική, συμβολική σημασία των λόγων του, μερικοί νόμισαν ότι μιλούσε για κανιβαλισμό και συνταράχτηκαν.—Ιωα 6:50-60.
Στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού, μολονότι εκείνος ήξερε ότι θα θανατωνόταν ως λυτρωτική θυσία, η σάρκα του “κατοικούσε με ελπίδα”. Αυτό συνέβαινε επειδή γνώριζε ότι ο Πατέρας του επρόκειτο να τον αναστήσει, ότι η θυσία του θα εξυπηρετούσε με επιτυχία το σκοπό του λύτρου και ότι η σάρκα του δεν θα έβλεπε φθορά. (Πρ 2:26, 31) Ο Ιεχωβά Θεός προφανώς εξαφάνισε το σάρκινο σώμα του Ιησού με το δικό του τρόπο (πιθανώς αποσυνθέτοντάς το στα άτομα από τα οποία αποτελούνταν). (Λου 24:2, 3, 22, 23· Ιωα 20:2) Ο Ιησούς δεν πήρε πίσω το σάρκινο σώμα του ακυρώνοντας έτσι το λύτρο για το οποίο αυτό δόθηκε. Ο απόστολος Πέτρος πιστοποιεί ότι ο Χριστός πήγε στον ουρανό, το βασίλειο των πνευμάτων, όχι της σάρκας, εφόσον «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Πριν από την ανάληψή του στον ουρανό, ο Χριστός, ως κραταιό, αθάνατο πνευματικό πρόσωπο, υλοποιούνταν προσλαμβάνοντας διάφορα σάρκινα σώματα ανάλογα με την περίσταση, ώστε να παρέχει στους μαθητές του ορατή, απτή απόδειξη της ανάστασής του.—Ιωα 20:13-17, 25-27· 21:1, 4· Λου 24:15, 16.
Στην επιστολή του Παύλου προς τους Εβραίους, η κουρτίνα που υπήρχε στο αγιαστήριο μπροστά από τα Άγια των Αγίων, τα οποία αντιπροσώπευαν τον ίδιο τον ουρανό, εξηγείται ότι ήταν συμβολική, ότι αντιπροσώπευε τη σάρκα του Ιησού, διότι προτού αυτός θυσιάσει το σάρκινο σώμα του, η οδός για ζωή στον ουρανό δεν ήταν ανοιχτή.—Εβρ 9:24· 10:19, 20.
Ο Άνθρωπος στην Ατέλειά Του. Η λέξη «σάρκα» χρησιμοποιείται πολλές φορές στην Αγία Γραφή για να συμβολίσει τον άνθρωπο στην ατελή του κατάσταση, ο οποίος “συλλαμβάνεται στην αμαρτία” ως απόγονος του στασιαστικού Αδάμ. (Ψλ 51:5· Ρω 5:12· Εφ 2:3) Στους ανθρώπους οι οποίοι προσπαθούν να υπηρετούν τον Θεό, “το πνεύμα [η υποκινούσα δύναμη που πηγάζει από τη συμβολική καρδιά] είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα αδύναμη”. (Ματ 26:41) Μέσα σε αυτούς τους υπηρέτες του Θεού διεξάγεται μια διαρκής σύγκρουση. Το άγιο πνεύμα του Θεού είναι δύναμη που δρα υπέρ της δικαιοσύνης, αλλά η αμαρτωλή σάρκα μάχεται συνεχώς εναντίον της επιρροής του πνεύματος και ασκεί πίεση ώστε να εξωθήσει το άτομο να εκτελέσει τα έργα της σάρκας. (Ρω 7:18-20· Γα 5:17) Τα έργα της αμαρτωλής σάρκας αντιπαραβάλλονται με τον καρπό του πνεύματος, στα εδάφια Γαλάτες 5:19-23.
Ο απόστολος Παύλος μάς λέει επίσης ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή στον Ισραήλ ήταν «αδύναμος μέσω της σάρκας», της ατελούς σάρκας όσων ήταν υπό το Νόμο. Ο Νόμος υπό τον οποίο υπηρετούσε το Ααρωνικό ιερατείο ήταν πνευματικός, από τον Θεό, αλλά μέσω αυτού, σαρκικά άτομα “πουλημένα κάτω από την αμαρτία” καταδικάζονταν αντί να ανακηρύσσονται δίκαια. (Ρω 8:3· 7:14· Εβρ 7:28) Οι αρχιερείς της σαρκικής γραμμής του Ααρών, τους οποίους όριζε ο Νόμος, δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν επαρκή θυσία για αμαρτία.—Εβρ 7:11-14, 23· 10:1-4.
Όταν ο απόστολος Παύλος λέει ότι η “σάρκα . . . δεν υποτάσσεται στο νόμο του Θεού, μάλιστα ούτε και μπορεί”, δεν εννοεί ότι η ίδια η σάρκα είναι κατ’ ανάγκην διεφθαρμένη. Ο ίδιος μας λέει ότι ο Ιησούς Χριστός, μολονότι συμμετείχε σε αίμα και σάρκα και έγινε «όμοιος με τους “αδελφούς” του», ήταν «άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς» και “δοκιμάστηκε από όλες τις απόψεις όπως εμείς, αλλά χωρίς αμαρτία”. (Ρω 8:7· Εβρ 2:14, 17· 4:15· 7:26) Ο Ιεχωβά απέδειξε ότι η ανθρώπινη σάρκα μπορεί να είναι αναμάρτητη. «Ο Θεός, στέλνοντας τον ίδιο του τον Γιο κατά την ομοιότητα της αμαρτωλής σάρκας και σχετικά με την αμαρτία, καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα». (Ρω 8:3) Τελικά, μέσω της προμήθειας της θυσίας του Χριστού, όλοι όσοι ασκούν πίστη θα τελειοποιηθούν, και τότε το ανθρώπινο γένος θα τηρεί τέλεια τους δίκαιους νόμους του Θεού.—Απ 21:4.
Ένας από τους πειρασμούς που επηρέασε την Εύα ώστε να αμαρτήσει ήταν «η επιθυμία της σάρκας». Ο Διάβολος χρησιμοποίησε την ίδια επιθυμία εναντίον του Χριστού αλλά απέτυχε. (1Ιω 2:16· Γε 3:6· Λου 4:1-4) Οι ακόλουθοι του Ιησού, επιτρέποντας στο πνεύμα του Θεού να επενεργεί ελεύθερα στη ζωή τους και μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Ιεχωβά, νικούν την αμαρτωλή σάρκα.—Γα 5:16, 22-26· Ρω 8:1-4.
Μάχη Όχι με Άτομα από Σάρκα. Δεν είναι η σαρκική λογίκευση αλλά το πνεύμα του Ιεχωβά εκείνο που αποκαλύπτει τους σκοπούς του Θεού στους ανθρώπους πίστης και τους καθοδηγεί. (Ματ 16:17· 1Κο 2:9, 14· Εφ 3:5) Κατ’ αναλογία, οι Χριστιανοί δεν διεξάγουν το Χριστιανικό τους πόλεμο «σύμφωνα με [τη] σάρκα» και δεν μάχονται με άτομα από σάρκα και αίμα, ούτε χρησιμοποιούν σαρκικά όπλα εναντίον κανενός. Η μάχη τους είναι ενάντια σε «πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους». (2Κο 10:3, 4· Εφ 6:12) Εμπιστεύονται, όχι σε “βραχίονα σάρκας”, αλλά στον Ιεχωβά το Πνεύμα. (Ιερ 17:5· 2Κο 3:17) Αγωνίζονται, με τη βοήθεια του Θεού, να καθαρίσουν τον εαυτό τους από «κάθε μόλυσμα σάρκας και πνεύματος», και ο Θεός τούς βλέπει και τους κρίνει, όχι σύμφωνα με αυτό που είναι στη σάρκα, όπως κάνουν πολλές φορές οι άνθρωποι, αλλά σύμφωνα με αυτό που είναι πνευματικά.—1Κο 4:3-5· 2Κο 5:16, 17· 7:1· 1Πε 4:6· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ· ΠΝΕΥΜΑ· ΨΥΧΗ.
-
-
Σάρρα, ΣαραΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΡΑ
(Σάρρα) [Αρχόντισσα], ΣΑΡΑΪ (Σαραΐ) [πιθανώς, Φιλόνικη].
Ετεροθαλής αδελφή και σύζυγος του Αβραάμ, μητέρα του Ισαάκ. (Γε 11:29· 20:12· Ησ 51:2) Το αρχικό της όνομα ήταν Σαραΐ. (Γε 17:15) Ήταν δέκα χρόνια νεότερη από τον Αβραάμ (Γε 17:17) και τον παντρεύτηκε ενόσω ζούσαν στη χαλδαϊκή πόλη Ουρ. (Γε 11:28, 29) Ήταν στείρα μέχρις ότου οι αναπαραγωγικές της δυνάμεις αναζωογονήθηκαν θαυματουργικά, αφού είχε ήδη πάψει να έχει εμμηνόρροια.—Γε 18:11· Ρω 4:19· Εβρ 11:11.
Η Σάρρα πιθανόν να είχε περάσει τα 60 όταν έφυγε από την Ουρ μαζί με τον Αβραάμ και εγκαταστάθηκαν στη Χαρράν. Σε ηλικία 65 ετών συνόδευσε το σύζυγό της από τη Χαρράν στη γη Χαναάν. (Γε 12:4, 5) Εκεί έμειναν για ένα διάστημα στη Συχέμ και στην ορεινή περιοχή Α της Βαιθήλ, καθώς και σε διάφορες άλλες τοποθεσίες, ώσπου η πείνα τούς ανάγκασε να πάνε στην Αίγυπτο.—Γε 12:6-10.
Αν και προχωρημένης ηλικίας, η Σάρρα είχε πολύ όμορφη εμφάνιση. Γι’ αυτό, παλιότερα ο Αβραάμ τής είχε ζητήσει να τον παρουσιάζει ως αδελφό της στη διάρκεια των ταξιδιών τους, όποτε ήταν αυτό αναγκαίο, για να μην τον σκοτώσουν και την πάρουν. (Γε 20:13) Στην Αίγυπτο, αυτό είχε ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην κατοικία του Φαραώ κατόπιν εισήγησης των αρχόντων του. Αλλά με θεϊκή παρέμβαση ο Φαραώ αποτράπηκε από το να την ατιμάσει. Έστειλε, λοιπόν, τη Σάρρα πίσω στον Αβραάμ, ζητώντας τους να εγκαταλείψουν τη χώρα. Παράλληλα διευθέτησε να φύγει με ασφάλεια ο Αβραάμ μαζί με τα υπάρχοντά του.—Γε 12:11-20.
Είναι αξιοσημείωτο ότι σε έναν αρχαίο πάπυρο αναφέρεται πως κάποιος Φαραώ έστειλε ένοπλους άντρες να αρπάξουν μια όμορφη γυναίκα και να σκοτώσουν το σύζυγό της. Επομένως, ο φόβος του Αβραάμ ότι μπορεί να τον σκότωναν για τη Σάρρα δεν ήταν αβάσιμος. Αντί να ριψοκινδυνεύσει τη ζωή του προσπαθώντας ανεπιτυχώς να σώσει την τιμή της συζύγου του σε μια ξένη χώρα, ο Αβραάμ ακολούθησε την ασφαλέστερη, όπως πίστευε, οδό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Αβραάμ ήταν ο ιδιοκτήτης της συζύγου του. Η Σάρρα χαιρόταν να υπηρετεί τον Ιεχωβά και τον Αβραάμ με αυτόν τον τρόπο. Οι Γραφές σε καμιά περίπτωση δεν κατακρίνουν τον Αβραάμ για αυτή του την ενέργεια.
Δέκα χρόνια αφότου πρωτοήρθαν στη Χαναάν, η 75χρονη Σάρρα ζήτησε από τον Αβραάμ να έχει σχέσεις με την Αιγύπτια υπηρέτριά της την Άγαρ, ώστε να αποκτήσει παιδιά μέσω αυτής. (Γε 16:1-3) Από τις δυσκολίες που προέκυψαν έγινε σαφές ότι δεν ήταν αυτός ο τρόπος με τον οποίο θα εκπλήρωνε ο Ιεχωβά την υπόσχεση που είχε δώσει παλιότερα στον Αβραάμ αναφορικά με το «σπέρμα». (Γε 15:1-16) Όταν η Άγαρ κατάλαβε ότι ήταν έγκυος, άρχισε να καταφρονεί την κυρία της. Η Σάρρα παραπονέθηκε για αυτό, και τότε ο Αβραάμ έδωσε στη σύζυγό του απόλυτη εξουσία να τη μεταχειριστεί όπως εκείνη ήθελε, δεδομένου ότι ήταν δική της υπηρέτρια. Η Άγαρ, ταπεινωμένη από τη Σάρρα, έφυγε μακριά από την κυρία της, αλλά ξαναγύρισε υπακούοντας στη θεϊκή κατεύθυνση, και στη συνέχεια γέννησε τον Ισμαήλ.—Γε 16:4-16.
Περίπου 13 χρόνια μετά τη γέννηση του Ισμαήλ, όταν δόθηκε στον Αβραάμ η θεϊκή εντολή να κάνει περιτομή σε όλους τους άρρενες του σπιτικού του, του ειπώθηκε επίσης να μην αποκαλεί πλέον τη σύζυγό του «Σαραΐ» αλλά «Σάρρα», δηλαδή «Αρχόντισσα». Σχετικά με τη Σάρρα, ο Θεός είπε: «Εγώ θα την ευλογήσω και θα σου δώσω επίσης έναν γιο από αυτήν· ναι, θα την ευλογήσω και θα γίνει έθνη· βασιλιάδες λαών θα βγουν από αυτήν». (Γε 17:9-27) Προτού περάσει πολύς καιρός, στη Μαμβρή, ένας από τους τρεις αγγελικούς επισκέπτες επιβεβαίωσε το γεγονός ότι η Σάρρα θα γεννούσε γιο. Η Σάρρα το άκουσε αυτό και «γέλασε μέσα της, λέγοντας: “Τώρα που έχω πια φθαρεί, θα έχω άραγε ευχαρίστηση, τη στιγμή που και ο κύριός μου είναι γέρος;”» Όταν επιπλήχθηκε για το γεγονός ότι γέλασε, από φόβο αρνήθηκε ότι έκανε κάτι τέτοιο. (Γε 18:1-15· Ρω 9:9) Εφόσον η Σάρρα μνημονεύεται στο εδάφιο Εβραίους 11:11 ως παράδειγμα πίστης, προφανώς το γέλιο της δεν ήταν έκφραση πλήρους δυσπιστίας αλλά έδειχνε απλώς ότι η σκέψη πως θα αποκτούσε γιο στα γηρατειά της προφανώς της φαινόταν κάπως αστεία. Το ότι η Σάρρα (μέσα της) αναγνώριζε τον Αβραάμ ως κύριό της είναι ενδεικτικό της υπακοής και της υποταγής που έδειχνε στη συζυγική κεφαλή της, γι’ αυτό και η Γραφή τη συστήνει ως παράδειγμα για τις Χριστιανές συζύγους.—1Πε 3:5, 6.
Η Σάρρα και ο σύζυγός της εγκαταστάθηκαν στα Γέραρα. Όπως και στο παρελθόν, ο Αβραάμ παρουσίασε τη σύζυγό του σαν αδελφή του. Τότε ο βασιλιάς των Γεράρων, ο Αβιμέλεχ, πήρε τη Σάρρα. Και πάλι, ο Ιεχωβά παρενέβη και τη γλίτωσε από την ατίμωση. Όταν ο Αβιμέλεχ έστειλε τη Σάρρα πίσω στον Αβραάμ, του έδωσε ζώα καθώς και υπηρέτες και υπηρέτριες, πιθανώς ως αποζημίωση για το γεγονός ότι του στέρησε προσωρινά τη σύζυγό του. Επιπρόσθετα, έδωσε στον Αβραάμ χίλια κομμάτια ασήμι (περ. $2.200). Αυτά τα κομμάτια ασήμι αποτελούσαν απόδειξη για το ότι η ηθική της Σάρρας ήταν υπεράνω κάθε αμφισβήτησης.—Γε 20.
Σε ηλικία 90 ετών η Σάρρα είχε τη χαρά να γεννήσει τον Ισαάκ. Τότε αναφώνησε: «Ο Θεός ετοίμασε γέλιο για εμένα· όποιος το ακούσει θα γελάσει μαζί μου». Αυτό το γέλιο προφανώς θα υποκινούνταν από ευχαρίστηση και κατάπληξη για τη γέννηση αυτού του παιδιού. Η Σάρρα θήλασε το γιο της περίπου πέντε χρόνια. Όταν τελικά ο Ισαάκ απογαλακτίστηκε, ο Αβραάμ παρέθεσε ένα μεγάλο συμπόσιο. Σε εκείνη την περίπτωση η Σάρρα παρατήρησε ότι ο γιος της Άγαρ ο Ισμαήλ, ο οποίος τότε ήταν περίπου 19 χρονών, «περιγελούσε» τον Ισαάκ, δηλαδή έπαιζε μαζί του χλευαστικά. Προφανώς από φόβο για το μέλλον του γιου της του Ισαάκ, η Σάρρα ζήτησε από τον Αβραάμ να αποπέμψει την Άγαρ και τον Ισμαήλ. Ο Αβραάμ το έκανε αυτό αφού πρώτα έλαβε θεϊκή έγκριση για αυτή του την ενέργεια.—Γε 21:1-14.
Περίπου 32 χρόνια αργότερα η Σάρρα πέθανε σε ηλικία 127 χρονών, και ο Αβραάμ την έθαψε «στη σπηλιά του αγρού Μαχπελάχ».—Γε 23:1, 19, 20.
Χαρακτήρας ενός Συμβολικού Δράματος. Στην επιστολή του προς τους Γαλάτες, ο απόστολος Παύλος έδειξε ότι η σύζυγος του Αβραάμ, η Σάρρα, εξεικόνιζε την «άνω Ιερουσαλήμ», τη μητέρα των χρισμένων με το πνεύμα Χριστιανών, του πνευματικού “σπέρματος” του Αβραάμ. Όπως και η Σάρρα, «η άνω Ιερουσαλήμ», η συμβολική γυναίκα του Θεού, δεν περιήλθε ποτέ σε δουλεία και ως εκ τούτου τα παιδιά της είναι και αυτά ελεύθερα. Για να γίνει κάποιος ελεύθερο παιδί της «άνω Ιερουσαλήμ» και να έχει την «ελευθερία της», πρέπει να απελευθερωθεί από τα δεσμά της αμαρτίας μέσω του Γιου του Θεού. (Γα 4:22-31· 5:1, υποσ.) Όπως είπε ο Χριστός Ιησούς στους φυσικούς απογόνους του Αβραάμ: «Αληθινά, αληθινά σας λέω: Όποιος πράττει την αμαρτία είναι δούλος της αμαρτίας. Επιπλέον, ο δούλος δεν παραμένει για πάντα στο σπιτικό· ο γιος παραμένει για πάντα. Άρα, αν ο Γιος σάς ελευθερώσει, θα είστε πραγματικά ελεύθεροι».—Ιωα 8:34-36· βλέπε ΑΓΑΡ· ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΓΥΝΑΙΚΑ.
-
-
ΣαρσεχίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΣΕΧΙΜ
(Σαρσεχίμ) [πιθανώς, Αρχηγός των Δούλων].
Βαβυλώνιος άρχοντας, ένας από τους πρώτους που μπήκαν στην Ιερουσαλήμ αφού ο στρατός άνοιξε ρήγμα στα τείχη το καλοκαίρι του 607 Π.Κ.Χ. (Ιερ 39:2, 3) Δεν διευκρινίζεται ποια ήταν η θέση του και τα καθήκοντά του, αν και η λέξη «Σαρσεχίμ» μπορεί να ήταν τίτλος, η σημασία του οποίου ενδεχομένως αποκαλύπτει τη φύση της εργασίας του.
-
-
ΣαρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΩΝ
(Σαρών).
1. Η παραθαλάσσια πεδιάδα που εκτείνεται ανάμεσα στην Πεδιάδα της Δωρ (Ν του Καρμήλου) και στην Πεδιάδα της Φιλιστίας. Από το βόρειο όριό του, το οποίο σχηματίζει ο ποταμός Κροκοδείλων (Ναχρ εζ-Ζέρκα), ο Σαρών εκτείνεται νότια σε μήκος 60 χλμ. περίπου προς την περιοχή της Ιόππης, ενώ το πλάτος του κυμαίνεται από 16 χλμ. περίπου ως 19 χλμ. Μεγάλο μέρος της ακτής καταλαμβάνεται από αμμόλοφους. Την περιοχή αυτή διέσχιζαν μεγάλες οδοί, γεγονός που της προσέδιδε μεγάλη στρατιωτική και εμπορική σπουδαιότητα κατά τους αρχαίους χρόνους.
Ο Σαρών φημιζόταν για το εύφορο έδαφός του (παράβαλε Ησ 35:2), δεδομένου ότι ήταν μια περιοχή με άφθονα νερά την οποία διέρρεαν αρκετά ρεύματα. Πρόβατα και βόδια έβοσκαν εκεί. (1Χρ 27:29· παράβαλε Ησ 65:10.) Μεγάλα δάση από βελανιδιές καταλάμβαναν κάποτε το βόρειο τμήμα του Σαρών, ενώ το νότιο τμήμα, όπως και σήμερα, πιθανότατα καλλιεργούνταν περισσότερο. Φαίνεται ότι μεγάλο μέρος αυτής της περιοχής ερημώθηκε στη διάρκεια της ασσυριακής εισβολής τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ.—Ησ 33:9.
Στο Άσμα Ασμάτων η Σουλαμίτισσα παρουσιάζεται να λέει ότι δεν ήταν τίποτα άλλο «παρά ένα σαφράνι στην παράκτια πεδιάδα», εννοώντας προφανώς ένα απλό, κοινό λουλούδι από τα πολλά που φύτρωναν στον Σαρών.—Ασμ 2:1.
2. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Χρονικών 5:16, η φυλή του Γαδ κατοικούσε στη «Γαλαάδ, στη Βασάν και στις εξαρτώμενες κωμοπόλεις της και σε όλα τα βοσκοτόπια του Σαρών». Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι αυτό σημαίνει πως οι Γαδίτες έβοσκαν τα ποίμνιά τους στις παράκτιες πεδιάδες του Σαρών. Ωστόσο, ο Γαδ πήρε κάποια έκταση Α του Ιορδάνη, και τόσο η Γαλαάδ όσο και η Βασάν βρίσκονται σε εκείνη την πλευρά. Ως εκ τούτου, πολλοί συμπεραίνουν ότι και στα εδάφη του Γαδ υπήρχε μια περιοχή που ονομαζόταν Σαρών.
-
-
ΣαρωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΡΩΝΙΤΗΣ
(Σαρωνίτης) [Του (Από τον) Σαρών].
Ο καταγόμενος από την Πεδιάδα του Σαρών. Ο Σιτραΐ, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τα βόδια του Δαβίδ στον Σαρών, αποκαλούνταν Σαρωνίτης.—1Χρ 27:29, 31.
-
-
ΣασαβασσάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΣΑΒΑΣΣΑΡ
(Σασαβασσάρ).
Ο εντεταλμένος του Βασιλιά Κύρου στη θέση του επικεφαλής των πρώτων εξορίστων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα. Ως επικεφαλής των Ιουδαίων κατά την επιστροφή τους, ο Σασαβασσάρ έφερε μαζί του τα χρυσά και ασημένια σκεύη που είχε πάρει ο Ναβουχοδονόσορ ως λάφυρα από το ναό. Όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ, έθεσε τα θεμέλια του δεύτερου ναού.—Εσδ 1:7-11· 5:14-16.
Οι γνώμες διίστανται ως προς το αν ο Σασαβασσάρ ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Κυβερνήτη Ζοροβάβελ ή αν ήταν άλλο πρόσωπο. Μερικοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για τον Σενασσάρ, το γιο του Βασιλιά Ιωαχίν ο οποίος μνημονεύεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 3:18, δεδομένης της ομοιότητας που παρουσιάζουν τα δύο ονόματα, καθώς και του τίτλου “πρίγκιπας του Ιούδα” που αποδίδουν μερικές μεταφράσεις στον Σασαβασσάρ, στο εδάφιο Έσδρας 1:8. (AS, RS) Ωστόσο, αυτή η θεωρία είναι πολύ αμφισβητήσιμη διότι η ομοιότητα των ονομάτων δεν είναι μεγάλη και διότι ο Ζοροβάβελ, που ήταν εγγονός του Ιωαχίν, δικαιούνταν εξίσου τον τίτλο “πρίγκιπας [“αρχηγός”, ΜΝΚ] του Ιούδα” όσο και ένας γόνος της πρώτης γενιάς.
Μερικοί σύγχρονοι λόγιοι, προσπαθώντας να διαχωρίσουν τον Σασαβασσάρ από τον Ζοροβάβελ, υποστηρίζουν ότι αρχικά μεν ο Κύρος διόρισε κυβερνήτη τον Σασαβασσάρ αλλά αργότερα, στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου, ο Ζοροβάβελ διαδέχθηκε τον Σασαβασσάρ, με αποτέλεσμα να αποδίδεται η οικοδόμηση του ναού στον Ζοροβάβελ.
Όπως φαίνεται, πιθανότερη είναι η εκδοχή να αποτελεί ο Σασαβασσάρ το ίδιο πρόσωπο με τον Ζοροβάβελ, και έτσι συνδέει τα δύο ονόματα η πλειονότητα των λογίων και των εγχειριδίων μελέτης. Προσέξτε αυτά τα σημεία σύγκρισης: Γενικά, ό,τι αποδίδεται στον Σασαβασσάρ στις δύο περικοπές όπου αυτός αναφέρεται ονομαστικά αλλού ουσιαστικά αποδίδεται στον Ζοροβάβελ. Και οι δύο καλούνται με τον τίτλο του «κυβερνήτη». (Εσδ 1:11· 2:1, 2· 5:2, 14, 16· Αγγ 1:1, 14· 2:2, 21· Ζαχ 4:9) Ο Ζοροβάβελ αναγνωρίζεται ως αρχηγός των επαναπατριζόμενων εξορίστων, ενώ το όνομα «Σασαβασσάρ» δεν αναφέρεται καν στον εν λόγω κατάλογο.—Εσδ 2:2· 3:1, 2.
Το όνομα Σασαβασσάρ φαίνεται πως ήταν ένα επίσημο ή βαβυλωνιακό όνομα που δόθηκε στον Ζοροβάβελ, όπως τα επίσημα ονόματα που είχαν δοθεί στον Δανιήλ και σε άλλους αξιωματούχους της αυλής. (Δα 1:7) Το όνομα «Σασαβασσάρ» είναι κατ’ εξοχήν χαλδαϊκό, περισσότερο από το όνομα «Ζοροβάβελ». Στα εδάφια Έσδρας 5:14-16 παρατίθεται μια επίσημη επιστολή ενώ στο 1ο κεφάλαιο του Έσδρα μόλις έχει παρατεθεί το επίσημο διάταγμα του Κύρου, κάτι που ίσως οδήγησε στη χρήση ενός τέτοιου πιθανώς επίσημου ονόματος σε αυτές τις περικοπές.
-
-
ΣασαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΣΑΪ
(Σασαΐ).
Ένας από τους γιους του Βιννουί στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο οι οποίοι πήραν αλλοεθνείς συζύγους αλλά ανταποκρίθηκαν στην παρότρυνση του Έσδρα και τις εξαπέστειλαν.—Εσδ 10:10, 11, 38, 40, 44.
-
-
ΣατανάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΤΑΝΑΣ
[Ανθιστάμενος].
Σε πολλά σημεία των Εβραϊκών Γραφών, η λέξη σατάν εμφανίζεται χωρίς το οριστικό άρθρο. Χρησιμοποιούμενη με αυτόν τον τρόπο, εφαρμόζεται την πρώτη φορά που εμφανίζεται στον άγγελο που στάθηκε στο δρόμο για να αντισταθεί στον Βαλαάμ, ο οποίος είχε ξεκινήσει ένα ταξίδι με σκοπό να καταραστεί τους Ισραηλίτες. (Αρ 22:22, 32) Σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται σε διάφορα άτομα που αντιστέκονταν σε άλλους. (1Σα 29:4· 2Σα 19:21, 22· 1Βα 5:4· 11:14, 23, 25) Αλλά με το οριστικό άρθρο χα αναφέρεται πάντα στον Σατανά τον Διάβολο, τον πρώτιστο Αντίδικο του Θεού. (Ιωβ 1:6, υποσ.· 2:1-7· Ζαχ 3:1, 2) Στο πρωτότυπο κείμενο των Ελληνικών Γραφών η λέξη σατανᾷς εφαρμόζεται στον Σατανά τον Διάβολο σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις όπου εμφανίζεται και συνήθως συνοδεύεται από το οριστικό άρθρο ὁ.
Προέλευση. Οι Γραφές υποδεικνύουν ότι το πλάσμα που είναι γνωστό ως Σατανάς δεν είχε ανέκαθεν αυτό το όνομα. Απεναντίας, αυτό το περιγραφικό όνομα του δόθηκε επειδή ακολούθησε μια πορεία εναντίωσης και αντίστασης στον Θεό. Το όνομα που είχε προηγουμένως δεν αναφέρεται. Ο Θεός είναι ο μόνος Δημιουργός, και «οι ενέργειές του είναι τέλειες», χωρίς αδικία. (Δευ 32:4) Συνεπώς, αυτός που έγινε Σατανάς ήταν, όταν δημιουργήθηκε, ένα τέλειο, δίκαιο πλάσμα του Θεού. Είναι πνευματικό πρόσωπο, εφόσον εμφανιζόταν στον ουρανό ενώπιον του Θεού. (Ιωβ κεφ. 1, 2· Απ 12:9) Ο Ιησούς Χριστός είπε για αυτόν: «Εκείνος ήταν ανθρωποκτόνος τότε που άρχισε, και δεν έμεινε σταθερός στην αλήθεια, επειδή δεν υπάρχει αλήθεια σε αυτόν». (Ιωα 8:44· 1Ιω 3:8) Ο Ιησούς δείχνει εδώ ότι κάποτε ο Σατανάς ήταν στην αλήθεια, αλλά την εγκατέλειψε. Αρχίζοντας από την πρώτη απροκάλυπτη ενέργειά του, την απομάκρυνση του Αδάμ και της Εύας από τον Θεό, ήταν ανθρωποκτόνος, γιατί με αυτήν προκάλεσε το θάνατο του Αδάμ και της Εύας, πράγμα που έφερε κατόπιν την αμαρτία και το θάνατο στους απογόνους τους. (Ρω 5:12) Σε όλες τις Γραφές οι ιδιότητες και οι ενέργειες που του αποδίδονται θα μπορούσαν να αποδοθούν μόνο σε ένα πρόσωπο, όχι σε μια αφηρημένη έννοια του κακού. Είναι σαφές ότι οι Ιουδαίοι, καθώς και ο Ιησούς και οι μαθητές του, γνώριζαν ότι ο Σατανάς είναι υπαρκτό πρόσωπο.
Επομένως, από μια δίκαιη, τέλεια αρχή, αυτό το πνευματικό πρόσωπο παρέκκλινε στην αμαρτία και στην εξαχρείωση. Η διαδικασία που οδήγησε σε αυτό περιγράφεται από τον Ιάκωβο ως εξής: «Ο καθένας δοκιμάζεται με το να ελκύεται και να δελεάζεται από την ίδια του την επιθυμία. Έπειτα η επιθυμία, αφού συλλάβει, γεννάει την αμαρτία· και η αμαρτία, αφού επιτελεστεί, γεννάει το θάνατο». (Ιακ 1:14, 15) Η πορεία την οποία ακολούθησε ο Σατανάς φαίνεται ότι παραλληλίζεται, από μερικές απόψεις, με την πορεία του βασιλιά της Τύρου όπως περιγράφεται στα εδάφια Ιεζεκιήλ 28:11-19.—Βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ (Ο πρώτος αμαρτωλός και ο βασιλιάς της Τύρου).
Η Γραφική αφήγηση, λοιπόν, καθιστά σαφές ότι ο Σατανάς ήταν αυτός που μίλησε μέσω του φιδιού και παραπλάνησε την Εύα ώστε να παρακούσει την εντολή του Θεού. Στη συνέχεια, η Εύα παρέσυρε τον Αδάμ ώστε να ακολουθήσει και αυτός την ίδια στασιαστική πορεία. (Γε 3:1-7· 2Κο 11:3) Ως αποτέλεσμα της χρησιμοποίησης του φιδιού από μέρους του Σατανά, αυτός αποκαλείται στην Αγία Γραφή «Φίδι», τίτλος που κατέληξε να σημαίνει «απατεώνας». Ο ίδιος έγινε επίσης «ο Πειραστής» (Ματ 4:3), καθώς και ψεύτης, «ο πατέρας του ψέματος».—Ιωα 8:44· Απ 12:9.
Εγείρεται Ζήτημα Κυριαρχίας. Όταν ο Σατανάς πλησίασε την Εύα (χρησιμοποιώντας τη μιλιά του φιδιού), στην ουσία αμφισβήτησε το κατά πόσον ήταν δικαιωματική και δίκαιη η κυριαρχία του Ιεχωβά. Υπαινίχθηκε ότι ο Θεός κατακρατούσε κάτι από τη γυναίκα χωρίς να έχει το δικαίωμα, και επίσης παρουσίασε τον Θεό ως ψεύτη όσον αφορά τη δήλωσή του ότι, αν εκείνη έτρωγε τον απαγορευμένο καρπό, θα πέθαινε. Επιπλέον, ο Σατανάς την έκανε να πιστέψει ότι θα ήταν ελεύθερη και ανεξάρτητη από τον Θεό, ότι θα γινόταν σαν τον Θεό. Με αυτούς τους χειρισμούς, το πονηρό αυτό πνευματικό πλάσμα εξύψωσε τον εαυτό του πάνω από τον Θεό στα μάτια της Εύας, και έτσι ο Σατανάς έγινε ο θεός της, αν και τότε η Εύα δεν γνώριζε προφανώς την ταυτότητα εκείνου που την παροδηγούσε. Με αυτή του την ενέργεια έθεσε τον άντρα και τη γυναίκα υπό την ηγεσία και τον έλεγχό του, καθιστώντας τον εαυτό του ανταγωνιστή θεό ενάντια στον Ιεχωβά.—Γε 3:1-7.
Η Αγία Γραφή, αφαιρώντας προς στιγμήν το πέπλο που καλύπτει τις ουράνιες υποθέσεις, αποκαλύπτει ότι αργότερα ο Σατανάς εμφανίστηκε ως ανταγωνιστής θεός ενώπιον του Ιεχωβά στον ουρανό, προκαλώντας τον Ιεχωβά κατά πρόσωπο και λέγοντας ότι θα μπορούσε να στρέψει τον υπηρέτη του Θεού τον Ιώβ, και κατ’ επέκταση κάθε υπηρέτη του Θεού, μακριά από Αυτόν. Στην πραγματικότητα, κατηγόρησε τον Θεό ότι είχε ενεργήσει με αδικία δίνοντας στον Ιώβ τα πάντα, καθώς και πλήρη προστασία, και έτσι εκείνος—ο Σατανάς—δεν μπορούσε να δοκιμάσει τον Ιώβ και να δείξει τι είχε πράγματι στην καρδιά του, η οποία καρδιά, όπως υπαινίχθηκε ο Σατανάς, ήταν κακή. Άφησε να εννοηθεί ότι ο Ιώβ υπηρετούσε τον Θεό πρωτίστως χάριν ιδιοτελών συμφερόντων. Ο Σατανάς κατέστησε σαφές αυτό το σημείο του επιχειρήματός του όταν είπε: «Δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του. Άπλωσε, όμως, τώρα το χέρι σου, παρακαλώ, και άγγιξε τα κόκαλά του και τη σάρκα του και δες αν δεν σε καταραστεί κατά πρόσωπο».—Ιωβ 1:6-12· 2:1-7· βλέπε ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ.
Σε αυτή την ειδική περίπτωση, ο Ιεχωβά επέτρεψε στον Σατανά να επιφέρει συμφορά στον Ιώβ χωρίς Εκείνος να παρέμβει όταν ο Σατανάς προκάλεσε μια επιδρομή από Σαβαίους ληστές, καθώς και την καταστροφή των ποιμνίων και των ποιμένων μέσω αυτού που ο αγγελιοφόρος του Ιώβ αποκάλεσε «φωτιά του Θεού» από τους ουρανούς (το αν αυτό ήταν κεραυνός ή φωτιά άλλου είδους δεν αναφέρεται). Ο Σατανάς προκάλεσε επίσης μια επιδρομή από τρεις ομάδες Χαλδαίων, καθώς και μια ανεμοθύελλα. Αυτά προξένησαν το θάνατο όλων των παιδιών του Ιώβ και αφάνισαν την περιουσία του. Τελικά, ο Σατανάς έπληξε τον ίδιο τον Ιώβ με μια σιχαμερή αρρώστια.—Ιωβ 1:13-19· 2:7, 8.
Όλα αυτά αποκαλύπτουν τη δύναμη και την ισχύ του πνευματικού πλάσματος που λέγεται Σατανάς, καθώς και τη θηριώδη, δολοφονική διάθεσή του.
Αξίζει να επισημάνουμε, ωστόσο, ότι ο Σατανάς αναγνώρισε την ανικανότητά του έναντι της ρητής εντολής του Θεού, εφόσον δεν προκάλεσε τη δύναμη και την εξουσία του Θεού όταν ο Θεός τού απαγόρευσε να αφαιρέσει τη ζωή του Ιώβ.—Ιωβ 2:6.
Συνεχιζόμενη Εναντίωση στον Θεό. Προκαλώντας τον Θεό και κατηγορώντας τους υπηρέτες του Θεού για έλλειψη ακεραιότητας, ο Σατανάς επαλήθευσε τον τίτλο του ως «Διαβόλου», που σημαίνει «Συκοφάντης», έναν τίτλο που του άξιζε επειδή συκοφάντησε τον Ιεχωβά Θεό στον κήπο της Εδέμ.
Ενώνονται μαζί του και άλλοι πονηροί δαίμονες. Πριν από τον Κατακλυσμό της εποχής του Νώε, φαίνεται ότι κάποιοι άλλοι άγγελοι του Θεού άφησαν την κατοικία που τους άρμοζε στους ουρανούς, καθώς και τις θέσεις στις οποίες είχαν διοριστεί εκεί. Υλοποιήθηκαν προσλαμβάνοντας ανθρώπινα σώματα, ήρθαν να κατοικήσουν στη γη, παντρεύτηκαν γυναίκες και απέκτησαν απογόνους που ονομάστηκαν Νεφιλείμ. (Γε 6:1-4· 1Πε 3:19, 20· 2Πε 2:4· Ιου 6· βλέπε ΓΙΟΣ [ΓΙΟΙ] ΤΟΥ ΘΕΟΥ· ΝΕΦΙΛΕΙΜ.) Αυτοί οι άγγελοι, εφόσον είχαν αφήσει την υπηρεσία του Θεού, περιήλθαν υπό τον έλεγχο του Σατανά. Γι’ αυτό αποκαλείται ο Σατανάς “ο άρχοντας των δαιμόνων”. Σε μια περίπτωση, όταν ο Ιησούς εξέβαλε δαίμονες από κάποιον άνθρωπο, οι Φαρισαίοι τον κατηγόρησαν ότι το έκανε αυτό με τη δύναμη «του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμόνων». Το ότι εννοούσαν τον Σατανά φαίνεται από την απάντηση του Ιησού: «Αν ο Σατανάς εκβάλλει τον Σατανά, έχει διαιρεθεί εναντίον του εαυτού του».—Ματ 12:22-27.
Ο απόστολος Παύλος συνδέει τον Σατανά με τις «πονηρές πνευματικές δυνάμεις στους ουράνιους τόπους», τις οποίες αποκαλεί «κοσμοκράτορες αυτού του σκοταδιού». (Εφ 6:11, 12) Ως άρχουσα δύναμη στο αόρατο βασίλειο που περιβάλλει τη γη, ο Σατανάς είναι “ο άρχοντας της εξουσίας του αέρα”. (Εφ 2:2) Στην Αποκάλυψη εμφανίζεται ως εκείνος που «παροδηγεί ολόκληρη την κατοικημένη γη». (Απ 12:9) Ο απόστολος Ιωάννης είπε ότι «ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται στην εξουσία του πονηρού». (1Ιω 5:19) Ο Σατανάς, λοιπόν, είναι «ο άρχοντας αυτού του κόσμου». (Ιωα 12:31) Γι’ αυτό και ο Ιάκωβος έγραψε ότι «η φιλία με τον κόσμο είναι έχθρα με τον Θεό».—Ιακ 4:4.
Πολεμάει για να Εξολοθρεύσει το «Σπέρμα». Ο Σατανάς έκανε από νωρίς προσπάθειες να εμποδίσει την εκπλήρωση της υπόσχεσης περί του “σπέρματος” που θα ερχόταν μέσω του Αβραάμ. (Γε 12:7) Προφανώς, προσπάθησε να φέρει έτσι τα πράγματα ώστε να μιανθεί η Σάρρα και να είναι ακατάλληλη να γεννήσει το σπέρμα, αλλά ο Θεός την προστάτεψε. (Γε 20:1-18) Έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να εξολοθρεύσει εκείνους που εξέλεξε ο Θεός ως σπέρμα του Αβραάμ, το έθνος του Ισραήλ, παρασύροντάς τους στην αμαρτία και φέρνοντας εναντίον τους άλλα έθνη, όπως δείχνει από την αρχή μέχρι το τέλος της η Βιβλική ιστορία. Οι φιλόδοξες προσπάθειες του Σατανά στον πόλεμό του εναντίον του Θεού έφτασαν σε αποκορύφωμα—με επιτυχία, όπως νόμισε ο Σατανάς—όταν ο βασιλιάς της Τρίτης Παγκόσμιας Δύναμης της Βιβλικής ιστορίας, της Βαβυλώνας, κατέλαβε την Ιερουσαλήμ, κατέλυσε τη διακυβέρνηση του Βασιλιά Σεδεκία από τη γραμμή του Δαβίδ και κατέστρεψε το ναό του Ιεχωβά, ερημώνοντας την Ιερουσαλήμ και τον Ιούδα.—Ιεζ 21:25-27.
Ως όργανο του Σατανά, η άρχουσα δυναστεία της Βαβυλώνας, της οποίας ηγήθηκε αρχικά ο Ναβουχοδονόσορ, κράτησε τον Ισραήλ σε εξορία 68 χρόνια, μέχρι την ανατροπή της Βαβυλώνας. Η Βαβυλώνα δεν είχε την πρόθεση να απελευθερώσει ποτέ τους αιχμαλώτους της, και έτσι αντανακλούσε τις κομπαστικές, φιλόδοξες προσπάθειες του ίδιου του Σατανά ως ανταγωνιστή θεού ενάντια στον Παγκόσμιο Κυρίαρχο Ιεχωβά. Οι Βαβυλώνιοι βασιλιάδες, που λάτρευαν τον ειδωλολατρικό τους θεό τον Μαρντούκ, τη θεά Ιστάρ και σωρεία άλλων θεών, ήταν στην πραγματικότητα λάτρεις των δαιμόνων και, εφόσον αποτελούσαν μέρος του κόσμου ο οποίος είναι αποξενωμένος από τον Ιεχωβά, βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του Σατανά.—Ψλ 96:5· 1Κο 10:20· Εφ 2:12· Κολ 1:21.
Ο Σατανάς ενέπνευσε στο βασιλιά της Βαβυλώνας τη φιλοδοξία να έχει υπό την απόλυτη κυριαρχία του ολόκληρη τη γη, ακόμη και το «θρόνο του Ιεχωβά» (1Χρ 29:23) και «τα άστρα του Θεού», τους βασιλιάδες από τη γραμμή του Δαβίδ που ήταν ενθρονισμένοι στο Όρος Μοριά (κατ’ επέκταση, στη Σιών). Αυτός ο “βασιλιάς”, δηλαδή η δυναστεία της Βαβυλώνας, “υψώθηκε” μέσα στην καρδιά του και φαινόταν στα μάτια του και στα μάτια των θαυμαστών του “λαμπερός, γιος της αυγής”. (Ορισμένες μεταφράσεις έχουν διατηρήσει τον όρο «Εωσφόρος» της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα. Ωστόσο, εδώ πρόκειται απλώς για τη μετάφραση της εβραϊκής λέξης χαιλέλ, «λαμπερός». Η λέξη χαιλέλ δεν είναι όνομα ή τίτλος, αλλά όρος που περιγράφει την κομπαστική στάση της βαβυλωνιακής δυναστείας των βασιλιάδων από τη γραμμή του Ναβουχοδονόσορα.) (Ησ 14:4-21) Εφόσον η Βαβυλώνα ήταν όργανο του Σατανά, ο “βασιλιάς” της αντανακλούσε τη φιλόδοξη επιθυμία του ίδιου του Σατανά. Για άλλη μια φορά, ο Ιεχωβά χάρισε τη σωτηρία στο λαό του αποκαθιστώντας τους στη γη τους, ώσπου να έρθει το πραγματικό Σπέρμα της υπόσχεσης.—Εσδ 1:1-6.
Οι προσπάθειες που έκανε για να προσκόψει ο Ιησούς. Ο Σατανάς, ο οποίος αναμφίβολα αναγνώρισε την ταυτότητα του Ιησού ως Γιου του Θεού και εκείνου που, σύμφωνα με την προφητεία, θα τον έπληττε στο κεφάλι (Γε 3:15), έκανε ό,τι μπορούσε για να τον εξολοθρεύσει. Όταν, όμως, ο άγγελος Γαβριήλ ανήγγειλε στη Μαρία ότι εκείνη επρόκειτο να συλλάβει τον Ιησού, της είπε: «Άγιο πνεύμα θα έρθει πάνω σου, και δύναμη του Υψίστου θα σε επισκιάσει. Γι’ αυτόν το λόγο, επίσης, αυτό που γεννιέται θα αποκληθεί άγιο, Γιος του Θεού». (Λου 1:35) Ο Ιεχωβά διαφύλαξε τον Γιο του. Οι προσπάθειες που έγιναν για να εξολοθρευτεί ο Ιησούς όταν ήταν νήπιο απέτυχαν. (Ματ 2:1-15) Ο Θεός συνέχισε να προστατεύει τον Ιησού στα νεανικά του χρόνια. Μετά το βάφτισμα του Ιησού, ο Σατανάς τον πλησίασε στην έρημο βάζοντάς τον σε τρεις διαφορετικούς, ισχυρούς πειρασμούς και δοκιμάζοντάς τον πλήρως όσον αφορά την αφοσίωσή του στον Ιεχωβά. Σε μια από τις προσπάθειές του, ο Σατανάς έδειξε στον Ιησού όλα τα βασίλεια του κόσμου, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι ήταν δικά του. Ο Ιησούς δεν αντέκρουσε αυτόν τον ισχυρισμό. Εντούτοις, αρνήθηκε να διανοηθεί έστω και για μια στιγμή να γίνει βασιλιάς ακολουθώντας κάποια «συντομότερη οδό», ούτε σκέφτηκε έστω και στιγμιαία να κάνει κάτι απλώς και μόνο για να ικανοποιήσει τον εαυτό του. Η άμεση απάντησή του στον Σατανά ήταν: «Φύγε, Σατανά! Διότι είναι γραμμένο: “Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία”». Τότε, «ο Διάβολος . . . αποχώρησε από αυτόν μέχρι κάποιον άλλον κατάλληλο καιρό». (Ματ 4:1-11· Λου 4:13) Αυτό καταδεικνύει πόσο αληθινά είναι τα λόγια που έγραψε αργότερα ο Ιάκωβος: «Εναντιωθείτε στον Διάβολο, και θα φύγει από εσάς».—Ιακ 4:7.
Ο Ιησούς ήταν πάντοτε άγρυπνος ως προς τον κίνδυνο των μηχανορραφιών του Σατανά και ως προς το γεγονός ότι ο Σατανάς ήθελε να πετύχει την εξολόθρευσή του κάνοντάς τον να φιλοξενήσει κάποια σκέψη αντίθετη προς το θέλημα του Ιεχωβά. Αυτό καταδείχτηκε όταν σε μια περίπτωση ο Πέτρος, αν και είχε καλές προθέσεις, στην πραγματικότητα έθεσε ενώπιον του Ιησού έναν πειρασμό. Ο Ιησούς είχε μιλήσει για τα παθήματα και το θάνατο που επρόκειτο να υποστεί. «Τότε ο Πέτρος τον πήρε παράμερα και άρχισε να τον επιπλήττει, λέγοντας: “Να είσαι καλός με τον εαυτό σου, Κύριε· δεν πρόκειται να σε βρει τέτοιο τέλος”. Αλλά αυτός, γυρίζοντας την πλάτη του, είπε στον Πέτρο: “Πήγαινε πίσω μου, Σατανά! Μου είσαι σκάνδαλο, επειδή σκέφτεσαι, όχι τις σκέψεις του Θεού, αλλά των ανθρώπων”».—Ματ 16:21-23.
Σε όλη τη διάρκεια της διακονίας του ο Ιησούς βρισκόταν σε κίνδυνο. Ο Σατανάς χρησιμοποίησε ως όργανά του ανθρώπους για να του εναντιωθεί, με στόχο είτε να τον κάνει να προσκόψει είτε να τον θανατώσει. Κάποτε οι άνθρωποι ετοιμάστηκαν να αρπάξουν τον Ιησού για να τον κάνουν βασιλιά. Αυτός, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να συμφωνήσει με κάτι τέτοιο—θα δεχόταν να γίνει βασιλιάς μόνο όταν και όπως το ήθελε ο Θεός. (Ιωα 6:15) Κάποια άλλη φορά οι κάτοικοι της πόλης όπου μεγάλωσε επιχείρησαν να τον θανατώσουν. (Λου 4:22-30) Συνεχώς τον παρενοχλούσαν άτομα που χρησιμοποιούσε ο Σατανάς για να προσπαθήσουν να τον παγιδέψουν. (Ματ 22:15) Παρ’ όλες τις προσπάθειές του, όμως, ο Σατανάς απέτυχε να κάνει τον Ιησού να αμαρτήσει έστω και με την παραμικρή σκέψη ή πράξη. Ο Σατανάς αποδείχτηκε ψεύτης από κάθε άποψη και απέτυχε στην πρόκληση που έθεσε σχετικά με την κυριαρχία του Θεού και την ακεραιότητα των υπηρετών του Θεού. Όπως είπε ο Ιησούς λίγο προτού πεθάνει: «Τώρα γίνεται κρίση αυτού του κόσμου· τώρα ο άρχοντας αυτού του κόσμου θα ριχτεί έξω»—σε πλήρη ανυποληψία. (Ιωα 12:31) Ο Σατανάς είχε στη λαβή του ολόκληρη την ανθρωπότητα μέσω της αμαρτίας. Αλλά ο Ιησούς, γνωρίζοντας ότι ο Σατανάς επρόκειτο σύντομα να προκαλέσει το θάνατό του, μπορούσε να πει αφού είχε γιορτάσει το τελευταίο του Πάσχα με τους μαθητές του: «Έρχεται ο άρχοντας του κόσμου. Και δεν έχει καμιά επιρροή πάνω μου».—Ιωα 14:30.
Λίγες ώρες αργότερα ο Σατανάς κατάφερε να θανατώσει τον Ιησού, θέτοντας πρώτα υπό τον έλεγχό του έναν από τους αποστόλους του Ιησού και στη συνέχεια χρησιμοποιώντας τους Ιουδαίους ηγέτες και τη Ρωμαϊκή Παγκόσμια Δύναμη για να εκτελεστεί ο Ιησούς με επώδυνο και επονείδιστο τρόπο. (Λου 22:3· Ιωα 13:26, 27· κεφ. 18, 19) Στην προκειμένη περίπτωση ο Σατανάς ενήργησε ως “εκείνος που έχει τα μέσα να προξενεί το θάνατο, δηλαδή ο Διάβολος”. (Εβρ 2:14· Λου 22:53) Παρά ταύτα, απέτυχε να προωθήσει το σκοπό του. Το μόνο που κατάφερε ήταν να εκπληρώσει, παρά τη θέλησή του, την προφητεία που έλεγε ότι ο Ιησούς έπρεπε να πεθάνει ως θυσία. Το γεγονός ότι ο Ιησούς πέθανε άμεμπτος προμήθευσε το λυτρωτικό αντίτιμο για την ανθρωπότητα, και με το θάνατό του (και την επακόλουθη ανάστασή του από τον Θεό) ο Ιησούς μπορούσε τώρα να βοηθήσει την αμαρτωλή ανθρωπότητα να ξεφύγει από τη λαβή του Σατανά, επειδή, όπως είναι γραμμένο, ο Ιησούς έγινε αίμα και σάρκα «ώστε μέσω του θανάτου του να εκμηδενίσει εκείνον που έχει τα μέσα να προξενεί το θάνατο, δηλαδή τον Διάβολο· και να απελευθερώσει όλους εκείνους οι οποίοι από το φόβο του θανάτου ήταν υποκείμενοι σε δουλεία σε όλη τους τη ζωή».—Εβρ 2:14, 15.
Συνεχίζει να πολεμάει τους Χριστιανούς. Μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο Σατανάς συνέχισε να πολεμάει με δριμύτητα τους ακολούθους του Χριστού. Τα όσα αναγράφονται στο βιβλίο των Πράξεων και στις επιστολές των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών παρέχουν πολυάριθμες αποδείξεις για αυτό. Ο Παύλος είπε ότι του «δόθηκε ένα αγκάθι στη σάρκα, ένας άγγελος του Σατανά, για να [τον] χαστουκίζει συνεχώς». (2Κο 12:7) Και όπως έκανε στην περίπτωση της Εύας, ο Σατανάς απέκρυπτε την πραγματική του φύση και τους σκοπούς του με το να «μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός», ενώ είχε και όργανα, διακόνους που επίσης «μετασχηματίζονται σε διακόνους δικαιοσύνης». (2Κο 11:14, 15) Τέτοια όργανα ήταν οι ψευδαπόστολοι που πολεμούσαν τον Παύλο (2Κο 11:13) και κάποιοι στη Σμύρνη “που έλεγαν ότι οι ίδιοι ήταν Ιουδαίοι, και εντούτοις δεν ήταν, αλλά ήταν συναγωγή του Σατανά”. (Απ 2:9) Ο Σατανάς δεν έπαψε ποτέ να κατηγορεί «ημέρα και νύχτα» τους Χριστιανούς, αμφισβητώντας την ακεραιότητά τους όπως έκανε και με τον Ιώβ. (Απ 12:10· Λου 22:31) Αλλά οι Χριστιανοί έχουν «βοηθό που είναι μαζί με τον Πατέρα, τον Ιησού Χριστό, που είναι δίκαιος» και εμφανίζεται μπροστά στο πρόσωπο του Θεού για χάρη τους.—1Ιω 2:1.
Ρίξιμο στην Άβυσσο και Τελική Καταστροφή. Τον καιρό που ο Σατανάς υποκίνησε την Εύα και έπειτα τον Αδάμ να στασιάσουν εναντίον του Θεού, ο Θεός είπε στο φίδι (απευθυνόμενος βέβαια στον Σατανά, εφόσον ένα ζώο δεν θα μπορούσε να καταλάβει τα ζητήματα που περιλαμβάνονταν): «Χώμα θα τρως όλες τις ημέρες της ζωής σου. Και εγώ θα βάλω έχθρα ανάμεσα σε εσένα και στη γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της. Εκείνος θα σε πλήξει στο κεφάλι και εσύ θα τον πλήξεις στη φτέρνα». (Γε 3:14, 15) Ο Θεός γνωστοποίησε στην προκειμένη περίπτωση ότι ο Σατανάς, έχοντας εκβληθεί από την άγια οργάνωση του Θεού, δεν θα είχε ζωογόνα ελπίδα αλλά θα “έτρωγε χώμα”, σαν να λέγαμε, ώσπου να πεθάνει. Τελικά, το «σπέρμα» θα τον έπληττε στο κεφάλι, κάτι που υποδήλωνε θανάσιμο τραύμα. Όταν ο Χριστός ήταν στη γη, οι δαίμονες τον προσδιόρισαν ως Εκείνον που θα τους έριχνε στην «άβυσσο»—προφανώς μια κατάσταση περιορισμού η οποία στην παράλληλη αφήγηση αναφέρεται ως “βασανισμός”.—Ματ 8:29· Λου 8:30, 31· βλέπε ΒΑΣΑΝΙΖΩ, ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ.
Στο βιβλίο της Αποκάλυψης βρίσκουμε την περιγραφή των τελευταίων ημερών του Σατανά καθώς και του τέλους του. Η Αποκάλυψη αναφέρει πως, όταν ο Χριστός λαβαίνει βασιλική εξουσία, ο Σατανάς ρίχνεται από τον ουρανό κάτω στη γη και δεν έχει πια πρόσβαση στους ουρανούς, όπως είχε στις ημέρες του Ιώβ και επί αιώνες έπειτα. (Απ 12:7-12) Μετά την ήττα του αυτή, έχει μόνο «μικρό χρονικό διάστημα», στη διάρκεια του οποίου διεξάγει πόλεμο με «τους υπόλοιπους από το σπέρμα της [γυναίκας], οι οποίοι τηρούν τις εντολές του Θεού και έχουν το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού». Επειδή προσπαθεί να καταβροχθίσει τους υπόλοιπους από το σπέρμα της γυναίκας, αποκαλείται «ο δράκοντας»—αυτός που καταπίνει ή συντρίβει. (Απ 12:16, 17· παράβαλε Ιερ 51:34, όπου ο Ιερεμίας μιλάει για λογαριασμό της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα, λέγοντας: «Ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, . . . με κατάπιε σαν μεγάλο φίδι [ή “δράκοντας”, υποσ.]».) Σε μια προηγούμενη περιγραφή του πολέμου που διεξάγει εναντίον της γυναίκας και των προσπαθειών που καταβάλλει για να καταβροχθίσει το γιο της, παρουσιάζεται ως “μεγάλος πυρόχρωμος δράκοντας”.—Απ 12:3.
Το 20ό κεφάλαιο της Αποκάλυψης περιγράφει το δέσιμο του Σατανά και το ρίξιμό του στην άβυσσο για χίλια χρόνια από το χέρι ενός μεγάλου αγγέλου—αναμφίβολα του Ιησού Χριστού, ο οποίος έχει το κλειδί της αβύσσου και είναι το «σπέρμα» που θα πλήξει το κεφάλι του Σατανά.—Παράβαλε Απ 1:18· βλέπε ΑΒΥΣΣΟΣ.
Η τελική απόπειρα του Σατανά καταλήγει σε οριστική ήττα. Η προφητεία λέει ότι πρέπει να λυθεί για «λίγο καιρό» μόλις τελειώσει η Χιλιετής Βασιλεία του Χριστού και ότι θα ηγηθεί ενός στασιαστικού όχλου σε μια ακόμη επίθεση εναντίον της κυριαρχίας του Θεού, αλλά θα ριχτεί (μαζί με τους δαίμονές του) στη λίμνη της φωτιάς και του θειαφιού, στην αιώνια καταστροφή.—Απ 20:1-3, 7-10· παράβαλε Ματ 25:41· βλέπε ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ.
Τι σημαίνει η “παράδοση στον Σατανά για την καταστροφή της σάρκας”;
Δίνοντας οδηγίες στην εκκλησία της Κορίνθου για τις ενέργειες που έπρεπε να γίνουν στην περίπτωση ενός μέλους της εκκλησίας που με πονηρία είχε διαπράξει αιμομειξία με τη σύζυγο του πατέρα του, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Να παραδώσετε αυτόν τον άνθρωπο στον Σατανά για την καταστροφή της σάρκας». (1Κο 5:5) Σύμφωνα με αυτή την εντολή, έπρεπε να αποβάλουν αυτόν τον άνθρωπο από την εκκλησία κόβοντας κάθε επικοινωνία μαζί του. (1Κο 5:13) Παραδίδοντάς τον στον Σατανά θα τον έθεταν εκτός της εκκλησίας και εντός του κόσμου του οποίου θεός και άρχοντας είναι ο Σατανάς. Σαν «λίγο προζύμι» σε «όλο το ζυμάρι», αυτός ο αιμομείκτης ήταν η “σάρκα”, δηλαδή το σαρκικό στοιχείο μέσα στην εκκλησία. Απομακρύνοντάς τον, η εκκλησία η οποία είχε πνευματικό φρόνημα θα κατέστρεφε “τη σάρκα” που υπήρχε ανάμεσά της. (1Κο 5:6, 7) Παρόμοια, ο Παύλος παρέδωσε τον Υμέναιο και τον Αλέξανδρο στον Σατανά, επειδή είχαν παραμερίσει την πίστη και την αγαθή συνείδηση και είχαν ναυαγήσει σχετικά με την πίστη τους.—1Τι 1:20.
Αργότερα, ο αιμομείκτης στην Κόρινθο μετανόησε προφανώς για την αδικοπραγία του και καθαρίστηκε, γεγονός που παρακίνησε τον απόστολο Παύλο να συστήσει στην εκκλησία να τον δεχτεί και πάλι. Προτρέποντάς τους να δώσουν συγχώρηση, ανέφερε ως έναν από τους λόγους το εξής: «Ώστε να μην εξαπατηθούμε από τον Σατανά, γιατί δεν έχουμε άγνοια για τα σχέδιά του». (2Κο 2:11) Αρχικά, ο Σατανάς είχε οδηγήσει την εκκλησία σε άσχημη κατάσταση για την οποία έπρεπε να τους ελέγξει ο απόστολος επειδή ήταν πολύ ανεκτικοί—στην πραγματικότητα, άφηναν τον πονηρό άνθρωπο να συνεχίζει την πορεία του χωρίς να νοιάζονται για το όνειδος που επέσυρε αυτή, “φουσκώνοντας από υπερηφάνεια” καθώς επέτρεπαν κάτι τέτοιο. (1Κο 5:2) Από την άλλη πλευρά, όμως, αν πήγαιναν τώρα στο άλλο άκρο και αρνούνταν να συγχωρήσουν το μετανοημένο άνθρωπο, ο Σατανάς θα τους εξαπατούσε από μια άλλη άποψη, δηλαδή θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί το ότι γίνονταν σκληροί και ανελεήμονες. Μέσω του Λόγου του Θεού, οι Χριστιανοί διαφωτίζονται ώστε να συνειδητοποιούν την ύπαρξη του Σατανά, τη δύναμή του, τα σχέδιά του και τους σκοπούς του, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο δρα, και έτσι είναι σε θέση να πολεμούν αυτόν τον πνευματικό εχθρό με τα πνευματικά όπλα που προμηθεύει ο Θεός.—Εφ 6:13-17.
-
-
ΣατράπηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΤΡΑΠΗΣ
Αντιβασιλιάς ή κυβερνήτης επαρχίας, στις αυτοκρατορίες της Βαβυλώνας και της Περσίας, διορισμένος από το βασιλιά ως ο ανώτατος άρχοντας μιας διοικητικής περιφέρειας. Ο Δανιήλ έκανε λόγο για τους σατράπες που υπηρετούσαν υπό τον Ναβουχοδονόσορα στη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία. (Δα 3:1-3) Μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας από τους Μήδους και τους Πέρσες, ο Δαρείος ο Μήδος εγκατέστησε 120 σατράπες οι οποίοι θα ήταν υπεύθυνοι για ολόκληρο το βασίλειό του. (Δα 6:1) Ο Έσδρας είχε δοσοληψίες με σατράπες την εποχή του Βασιλιά Αρταξέρξη της Περσίας. (Εσδ 8:36) Στις ημέρες της Εσθήρ και του Μαροδοχαίου, οι σατράπες επέβλεπαν 127 διοικητικές περιφέρειες υπό τον Πέρση Βασιλιά Ασσουήρη. (Εσθ 1:1) Ως επίσημοι εκπρόσωποι του βασιλιά, ήταν υπόλογοι σε αυτόν και είχαν αρκετά ελεύθερη πρόσβαση ενώπιόν του. Συνεπώς, είχαν σημαντική επιρροή και δύναμη ως ηγέτες στον κοινωνικό και στον πολιτικό τομέα. Συγκέντρωναν τους φόρους και έστελναν στη βασιλική αυλή τον καθορισμένο φόρο υποτελείας.
Ο Δανιήλ, ως ένας από τους τρεις ανώτερους αξιωματούχους του Δαρείου που επέβλεπαν τους 120 σατράπες, ξεχώριζε περισσότερο από όλους τους, σε τέτοιον βαθμό ώστε ο βασιλιάς σκόπευε να τον εξυψώσει πάνω από όλο το βασίλειο. Υποκινούμενοι από ζήλια, οι αξιωματούχοι και οι σατράπες συνωμότησαν προκειμένου να ριχτεί ο Δανιήλ στο λάκκο των λιονταριών. Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει πόσοι από τους σατράπες εμφανίστηκαν ενώπιον του βασιλιά για να καταγγείλουν τον Δανιήλ. Αλλά ο Ιεχωβά απέδειξε ότι ήταν με τον Δανιήλ, στέλνοντας τον άγγελό του να κλείσει τα στόματα των λιονταριών. Τότε ο Δαρείος διέταξε να ριχτούν αυτοί οι αξιωματούχοι που συκοφάντησαν τον Δανιήλ στο λάκκο των λιονταριών, μαζί με τις συζύγους τους και τους γιους τους, όπου και θανατώθηκαν από τα λιοντάρια.—Δα 6:1-24.
Το βιβλίο Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας λέει για το σύστημα των σατραπειών υπό τον Κύρο τον Πέρση: «Διοικητής κάθε σατραπείας ήταν ο σατράπης, τίτλος που σημαίνει “προστάτης του βασιλείου”. Ως διάδοχος ενός πρώην βασιλιά και κυβερνήτης μιας τεράστιας περιοχής, στην ουσία ήταν και ο ίδιος ένας μονάρχης, περιστοιχισμένος από μια μικρογραφία αυλής. Δεν ήταν επιφορτισμένος μόνο με την πολιτική διοίκηση αλλά και με την αρχηγία των στρατευμάτων της σατραπείας. Όταν το αξίωμα έγινε κληρονομικό, οι σατράπες άρχισαν να μετατρέπονται σε απειλή που δεν ήταν δυνατόν να αγνοήσει η κεντρική εξουσία. Για να εξουδετερωθεί αυτή η απειλή καθιερώθηκαν ορισμένα μέτρα ανάσχεσης· ο γραμματέας του σατράπη, ο ανώτατος επί των οικονομικών αξιωματούχος και ο διοικητής της φρουράς που στάθμευε στην ακρόπολη κάθε σατραπικής πρωτεύουσας τέθηκαν απευθείας κάτω από τις διαταγές του Μεγάλου Βασιλιά, στον οποίο υπέβαλλαν τακτικά αναφορές. Ακόμα πιο αποτελεσματικό έλεγχο στους σατράπες ασκούσαν τα αποκαλούμενα “μάτια” ή “αφτιά” του βασιλιά ή “βασιλικοί αγγελιαφόροι”, δηλαδή υπάλληλοι που πραγματοποιούσαν σχολαστικές επιθεωρήσεις στις επαρχίες σε ετήσια βάση».—Του Ά. Τ. Όλμστεντ, 2002, Εκδόσεις «Οδυσσέας», σ. 120, 121.
-
-
Σαυή, ΚοιλάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΗ, ΚΟΙΛΑΔΑ
(Σαυή).
Η «Κοιλάδα του Βασιλιά», όπου ο Αβραάμ, μετά τη νίκη του επί του Χοδολλογομόρ και των συμμάχων του, δέχτηκε την επίσκεψη του βασιλιά των Σοδόμων και έλαβε την ευλογία του Μελχισεδέκ, βασιλιά της Σαλήμ. (Γε 14:17-24) Αιώνες αργότερα, ο Αβεσσαλώμ ανήγειρε ένα μνημείο για τον εαυτό του στην «Κοιλάδα του Βασιλιά», προφανώς στο ίδιο μέρος και πιθανότατα κοντά στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 18:18) Ο Ιώσηπος ανέφερε ότι το Μνημείο του Αβεσσαλώμ είχε στηθεί «σε απόσταση δύο σταδίων [370 μ.] από τα Ιεροσόλυμα». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ζ΄, 243 [x, 3]) Ωστόσο, η ακριβής θέση της Κοιλάδας Σαυή δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί τώρα.
-
-
Σαυή-κιριαθαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΗ-ΚΙΡΙΑΘΑΪΜ
(Σαυή-κιριαθαΐμ) [Εξομαλυσμένος Τόπος της Κιριαθαΐμ].
Τοποθεσία όπου ο Χοδολλογομόρ νίκησε τους Εμίμ. (Γε 14:5) Προφανώς ήταν η πεδιάδα που βρισκόταν κοντά ή γύρω από την πόλη της Κιριαθαΐμ, Α του Ιορδάνη, η οποία αργότερα χτίστηκε ή ανοικοδομήθηκε από τους Ρουβηνίτες. (Αρ 32:37· Ιη 13:15, 19) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων γεωγράφων, η Κιριαθαΐμ τοποθετείται κοντά στο Κουράιγιατ, περίπου 10 χλμ. ΔΒΔ της Διβών.
-
-
ΣαύλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΛΟΣ
(Σαύλος) [ελλ. μορφή του εβρ. Σαούλ, που σημαίνει «Αυτός που Έχει Ζητηθεί [από τον Θεό]· Αυτός για τον Οποίο Έχει Ερωτηθεί [ο Θεός]»].
Βενιαμίτης από την Ταρσό, πόλη της Μικράς Ασίας—γνωστός και ως Σαούλ—ο οποίος δίωκε τους ακολούθους του Χριστού αλλά αργότερα έγινε απόστολος του Ιησού Χριστού. (Πρ 9:1, 4, 17· 11:25· 21:39· Φλπ 3:5) Σε όλες τις επιστολές του χρησιμοποιεί το λατινικής προέλευσης όνομά του «Παύλος».—Βλέπε ΠΑΥΛΟΣ.
-
-
ΣαύραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΡΑ
[εβρ., τσαβ].
Οι σαύρες είναι τετράποδα ερπετά, γενικά μικρού μεγέθους, με μακριές ουρές και φολιδωτό δέρμα. Τα άκρα της σαύρας εξέχουν αρκετά από τα πλευρά της ώστε να μπορεί να ακουμπάει την κοιλιά της στο έδαφος χωρίς να διπλώνει από κάτω τα πόδια της. Στην Παλαιστίνη ζουν περισσότερα από 40 είδη σαύρας. Μπορούν να βρεθούν στα δέντρα, στις ζεστές σχισμές των βράχων, καθώς επίσης στους τοίχους και στα ταβάνια των σπιτιών. Η σαύρα συγκαταλέγεται μεταξύ των ακάθαρτων «πολυπληθών πλασμάτων» του εδαφίου Λευιτικό 11:29. Υπάρχει η άποψη ότι η εβραϊκή της ονομασία παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «προσκολλώμαι στο έδαφος». Το Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης ([Hebrew and English Lexicon of the Old Testament] 1980, σ. 839) των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς υποδεικνύει ως μετάφραση την απόδοση «σαύρα». Προφανώς ο εβραϊκός όρος τσαβ περιλαμβάνει τουλάχιστον την οικογένεια Αγαμίδες των σαυροειδών, διότι ο αντίστοιχος αραβικός όρος νταμπ αναφέρεται στην αιγυπτιακή ακανθόουρη σαύρα (Uromastix aegyptius), το μεγαλύτερο από τα είδη της οικογένειας των Αγαμιδών που υπάρχουν στο Ισραήλ.—Βλέπε ΣΑΜΙΑΜΙΔΙ· ΣΑΥΡΑ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ· ΧΑΜΑΙΛΕΟΝΤΑΣ.
Τα λεξικά υποστηρίζουν γενικά ότι και η εβραϊκή λέξη κόαχ αναφέρεται σε κάποιο είδος σαύρας. Εφόσον η ονομασία αυτή σημαίνει βασικά «δύναμη» ή «ισχύς», ίσως προσδιορίζει τον βάρανο της ερήμου (βάρανος ο φαιός [Varanus griseus]), μια δυνατή, μεγάλη σαύρα, η οποία κατοικεί σε άγονες, αμμώδεις ερήμους. Στην Παλαιστίνη αυτή η σαύρα φτάνει σε μήκος περίπου τα 1,2 μ. Τρέφεται με θνησιμαία και περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τις “ακάθαρτες” τροφές.—Λευ 11:29, 30.
Ένα άλλο πλάσμα από εκείνα που θεωρούνταν ακάθαρτα ως τροφή για τους Ισραηλίτες προσδιορίζεται με την εβραϊκή λέξη χόμετ στο εδάφιο Λευιτικό 11:30. Ορισμένες μεταφράσεις (RS· ΜΝΚ) την αποδίδουν «σαύρα της άμμου». Η σαύρα της άμμου πιθανόν να είναι ο σκίγκος.
-
-
Σαύρα της ΆμμουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΥΡΑ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ
[εβρ., χόμετ].
Επικρατεί κάποια αβεβαιότητα γύρω από το ακάθαρτο “πολυπληθές πλάσμα” που προσδιορίζεται από τον εβραϊκό όρο χόμετ. (Λευ 11:30, 31) Οι αποδόσεις της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και της λατινικής Βουλγάτας υποδεικνύουν κάποιο είδος σαύρας. Ο εν λόγω όρος έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: «σαύρα της άμμου» (AS, JP, RS, ΜΝΚ), «χαμαιλέοντας» (AT, ΛΧ, ΜΠΚ) και «σαλιγκάρι» (KJ). Πιθανόν να είναι ο σκίγκος.
-
-
ΣαφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦ
Ένας από τους τέσσερις γιγαντόσωμους Ρεφαΐμ που πολέμησαν στο πλευρό των Φιλισταίων εναντίον του Ισραήλ, αλλά θανατώθηκαν από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Τον Σαφ, ή αλλιώς Σιφφαΐ, τον σκότωσε ο Σιββεχαΐ.—2Σα 21:18, 22· 1Χρ 20:4.
-
-
ΣαφάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΑΜ
(Σαφάμ).
Ο δεύτερος επικεφαλής της φυλής του Γαδ στη Βασάν, λίγο πριν αρχίσει να βασιλεύει ο Ιεροβοάμ Β΄, τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ.—1Χρ 5:11, 12, 17.
-
-
ΣαφάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΑΝ
(Σαφάν) [Ύρακας των Βράχων].
Γιος του Αζαλία και βασιλικός γραμματέας. Το 642 Π.Κ.Χ., ο Βασιλιάς Ιωσίας έστειλε τον Σαφάν και άλλους δύο αξιωματούχους στον Αρχιερέα Χελκία με οδηγίες για την επισκευή του ναού. Τότε ο Χελκίας παρέδωσε στον Σαφάν «το βιβλίο του νόμου», το οποίο πιθανόν να ήταν και το πρωτότυπο, που είχε βρεθεί πρόσφατα στο ναό. Μόλις ο Σαφάν διάβασε ένα απόσπασμα του Νόμου στον Ιωσία, ο Ιωσίας έστειλε μια αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τον Σαφάν, το γιο του τον Αχικάμ, καθώς και άλλους, να ρωτήσει ποιος ήταν ο σκοπός του Ιεχωβά για τον Ιούδα. Εκείνοι πήγαν στην προφήτισσα Όλδα και στη συνέχεια μετέφεραν στο βασιλιά την προφητεία του Ιεχωβά ότι θα ερχόταν καταστροφή, αλλά όχι κατά τη βασιλεία του Ιωσία.—2Βα 22:3-20· 2Χρ 34:8-28.
Οι γιοι του Σαφάν Αχικάμ (Ιερ 26:24), Ελασά (Ιερ 29:1-3) και Γεμαρίας (Ιερ 36:10-12, 25) φαίνεται ότι ήταν και αυτοί υποστηρικτές της αληθινής λατρείας—όχι όμως και ο γιος του ο Ιααζανίας. (Ιεζ 8:10, 11) Ο εγγονός του Σαφάν ο Γεδαλίας ήταν ο θεοφοβούμενος άντρας που διορίστηκε κυβερνήτης μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ.—2Βα 25:22· Ιερ 39:14.
-
-
ΣαφάτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΑΤ
(Σαφάτ) [συντετμημένη μορφή του Σεφατίας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Κρίνει»].
1. Κάποιος αρχηγός ο οποίος εκπροσώπησε τη φυλή του Συμεών ως ένας από τους κατασκόπους που έμειναν 40 ημέρες στην Υποσχεμένη Γη. Γιος του Χορί.—Αρ 13:2, 5, 25· βλέπε ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΙ.
2. Ένας από τους βοσκούς βοδιών του Βασιλιά Δαβίδ, γιος του Αδλαΐ. Ο Σαφάτ φρόντιζε τα κοπάδια που βρίσκονταν στις κοιλάδες.—1Χρ 27:29.
3. Πατέρας του προφήτη Ελισαιέ.—1Βα 19:16, 19· 2Βα 3:11· 6:31.
4. Απόγονος του Γαδ ο οποίος ζούσε στη Βασάν.—1Χρ 5:11, 12.
5. Ένας από τους απογόνους του Βασιλιά Δαβίδ ο οποίος έζησε μετά την εξορία.—1Χρ 3:22.
-
-
Σαφέρ, ΌροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΕΡ, ΟΡΟΣ
(Σαφέρ).
Βουνό στη Χερσόνησο του Σινά στο οποίο στρατοπέδευσε ο Ισραήλ.—Αρ 33:23, 24.
-
-
ΣαφίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΙΡ
(Σαφίρ) [Κομψή· Στιλβωμένη· Ευάρεστη].
Τοποθεσία, προφανώς στον Ιούδα, οι κάτοικοι της οποίας περιλήφθηκαν στην προφητεία του Μιχαία για την κρίση που επρόκειτο να επέλθει στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ. (Μιχ 1:11) Σε αυτό το τμήμα της προφητείας, ο Μιχαίας κάνει συχνά λογοπαίγνια με τα τοπωνύμια που χρησιμοποιεί. (Βλέπε ΒΑΙΘ-ΕΖΗΛ.) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων η Σαφίρ ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Κάουμ, περίπου 15 χλμ. Δ της Χεβρών.
-
-
ΣαφράνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΡΑΝΙ
[εβρ., καρκόμ].
Η εβραϊκή λέξη, που εμφανίζεται μόνο στο Άσμα Ασμάτων (4:14), ταυτίζεται συνήθως με τον κρόκο από τον οποίο βγαίνει το σαφράνι (κρόκος ο εδώδιμος [Crocus sativus]), ένα βολβώδες φυτό που ανθίζει το φθινόπωρο, έχει ποώδη φύλλα και μοβ λουλούδια, μοιάζει δε πολύ με τον κοινό κρόκο που ανθίζει την άνοιξη. Για να παραχθούν μόλις 28 γρ. σαφράνι—μια σκούρα πορτοκαλί ουσία που αποτελείται από τους αποξηραμένους στύλους των υπέρων και τα αποξηραμένα στίγματα των λουλουδιών—χρειάζονται περίπου 4.000 άνθη. Όταν ανοίγουν τα λουλούδια, ή λίγο αργότερα, τα στίγματα και το πάνω μέρος των στύλων συλλέγονται και αποξηραίνονται. Το σαφράνι χρησιμεύει στο χρωματισμό και στην καρύκευση τροφών, ενώ στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν περισσότερο από ό,τι τώρα ως κίτρινη βαφή υφασμάτων. Χρησιμοποιούνταν επίσης στην ιατρική και ως άρωμα.
Ο εβραϊκός όρος χαβατσέλεθ, ο οποίος αποδίδεται με διάφορους τρόπους: «κρόκος», «κρίνο», «ρόδο» και «σαφράνι» (παράβαλε AT, KJ, Le, Yg, ΜΝΚ), κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται σε ένα βολβώδες φυτό. (Ασμ 2:1, υποσ· Ησ 35:1, υποσ.) Σύμφωνα με τον Γεσένιο, λεξικογράφο της εβραϊκής, ο όρος χαβατσέλεθ πιθανότατα εμπεριέχει μια ρίζα που σημαίνει «βολβός», ενώ ο ίδιος πίστευε ότι η απόδοση «κολχικό» είναι το ακριβέστερο αντίστοιχο της λέξης της πρωτότυπης γλώσσας. (Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], μετάφραση [στην αγγλική] Έ. Ρόμπινσον, 1836, σ. 317) Ένα λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ συσχετίζει τη λέξη χαβατσέλεθ με κάποιον ακκαδικό όρο που σημαίνει «βλαστός» και την ορίζει ως «ασφόδελο», ένα φυτό της οικογένειας Λιλιίδες.—Εβραϊκό και Αραμαϊκό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης (Hebräisches und Aramäisches Lexikon zum Alten Testament), Λέιντεν, 1967, σ. 275.
-
-
ΣαφώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΦΩΝ
(Σαφών) [από μια ρίζα που σημαίνει «παρακολουθώ»].
Πόλη που παραχωρήθηκε στον Γαδ. (Ιη 13:24, 27) Μερικοί υποστηρίζουν ότι ταυτίζεται με το Τελλ ες-Σαϊντίγιε, περίπου 10 χλμ. ΒΒΔ της Σοκχώθ. Το όνομα «Σαφών» εμφανίζεται επίσης σε μερικές μεταφράσεις στο εδάφιο Κριτές 12:1 αντί της λέξης «βόρεια».—JB, NE, RS· βλέπε επίσης ΛΧ.
-
-
ΣαχάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΧΑΡ
(Σαχάρ) [Μισθός].
1. Αραρίτης, πατέρας του Αχιάμ, ενός πολεμιστή του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 35) Ο Σαχάρ αποκαλείται Σαράρ στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 23:33.
2. Ο τέταρτος γιος του Ωβήδ-εδώμ και ένας από τους πυλωρούς τον καιρό που ήταν βασιλιάς ο Δαβίδ.—1Χρ 26:1, 4.
-
-
ΣαχαραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΑΧΑΡΑΪΜ
(Σαχαραΐμ) [[Γεννημένος την] Αυγή].
Βενιαμίτης που έζησε στον Μωάβ για ένα διάστημα και απέκτησε πολλούς γιους από τις τρεις κατονομαζόμενες συζύγους του. Μερικοί από τους γιους του έγιναν κεφαλές οικογενειών.—1Χρ 8:8-11.
-
-
ΣβάρναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΒΑΡΝΑ
Βλέπε ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ.
-
-
ΣεάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΛ
(Σεάλ).
Ένα από τα μέλη της οικογένειας του Βανί τα οποία παρακίνησε ο Έσδρας να αποπέμψουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:10, 11, 29, 44.
-
-
ΣεαρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΡΙΑΣ
(Σεαρίας).
Απόγονος του Σαούλ και του Ιωνάθαν και ένας από τους έξι γιους του Αζήλ.—1Χρ 8:33-38· 9:44.
-
-
Σεάρ-ιασούβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΡ-ΙΑΣΟΥΒ
(Σεάρ-ιασούβ) [Ένα Υπόλοιπο θα Επιστρέψει· Οι Εναπομείναντες θα Επιστρέψουν].
Ο πρώτος γιος του Ησαΐα. Ο Σεάρ-ιασούβ συνόδευσε τον Ησαΐα όταν εκείνος μετέφερε ένα προφητικό άγγελμα στον Βασιλιά Άχαζ, τον καιρό που εισέβαλε στον Ιούδα ο Βασιλιάς Φεκά του Ισραήλ. (Ησ 7:1, 3) Ο Ησαΐας και οι γιοι του επρόκειτο να χρησιμεύσουν ως σημεία και θαύματα από τον Ιεχωβά στον Ισραήλ. Γι’ αυτό, το όνομα του Σεάρ-ιασούβ προέλεγε ότι “ένα υπόλοιπο θα επέστρεφε” από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Ησ 8:18· 10:21.
-
-
ΣεάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΑΧ
(σεάχ).
Μέτρο στερεών το οποίο, σύμφωνα με ραβινικές πηγές, ισοδυναμεί με το ένα τρίτο του εφά. (Γε 18:6· 1Σα 25:18· 1Βα 18:32· 2Βα 7:1, 16, 18) Εφόσον, βάσει αρχαιολογικών στοιχείων για τη χωρητικότητα του αντίστοιχου με το εφά μέτρου υγρών, δηλαδή του βαθ (παράβαλε Ιεζ 45:11), το εφά υπολογίζεται στα 22 λίτρα, το σεάχ πρέπει να ισοδυναμούσε με 7,33 λίτρα.
-
-
ΣεβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑ
(Σεβά).
1. Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος του Ρααμά, γιου του Χους.—Γε 10:7· 1Χρ 1:9.
2. Γιος του Ιοκτάν από τη γραμμή του Σημ (Γε 10:21-30· 1Χρ 1:17-23), προγεννήτορας μιας από τις 13 αραβικές φυλές. Είναι πιθανό ότι οι «Σαβαίοι» οι οποίοι έκαναν την επιδρομή που αναφέρεται στα εδάφια Ιώβ 1:14, 15 ήταν μέλη αυτής της νομαδικής φυλής.
3. Ένας από τους δύο γιους του Ιοξάν, του γιου του Αβραάμ μέσω της Χετούρας. (Γε 25:1-3· 1Χρ 1:32) Ενόσω ο Αβραάμ ήταν ζωντανός ακόμη, έστειλε τα παιδιά που είχε αποκτήσει με τη Χετούρα «προς τα ανατολικά, στη γη της Ανατολής». (Γε 25:6) Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο εν λόγω Σεβά εγκαταστάθηκε κάπου στην Αραβία.
4. Γιος του Βιχρί του Βενιαμίτη ο οποίος έχασε τη ζωή του σε μια εξέγερση κατά του Δαβίδ. (2Σα 20:1, 2) Όταν ο Δαβίδ επέστρεφε στην Ιερουσαλήμ μετά την ανταρσία του Αβεσσαλώμ, ο Σεβά, «ένας άχρηστος άνθρωπος», διέκρινε τη δυσαρέσκεια των δέκα φυλών για τους άντρες του Ιούδα, της φυλής του Δαβίδ. (2Σα 19:40-43) Ο Σεβά υποδαύλισε τη φωτιά της πικρίας λέγοντας ότι οι άλλες φυλές δεν είχαν «μερίδα στον Δαβίδ» και παροτρύνοντας: «Ο καθένας στους θεούς του». Οι άντρες του Ιούδα προσκολλήθηκαν στο βασιλιά, αλλά «όλοι οι άντρες του Ισραήλ» εγκατέλειψαν τον Δαβίδ και ακολούθησαν τον Σεβά. Ένα από τα κίνητρα για αυτή την ανταρσία ίσως ήταν το να ανακτήσει η φυλή του Βενιαμίν κάποια από την εξοχότητα που είχε όταν ήταν βασιλιάς ο Σαούλ.
Ο Δαβίδ είπε στο στρατηγό του τον Αμασά να συγκεντρώσει τους άντρες του Ιούδα για μάχη μέσα σε τρεις ημέρες προκειμένου να καταστείλουν την εξέγερση του Σεβά. Ο Αμασά δεν παρουσιάστηκε εγκαίρως, και ο βασιλιάς έστειλε τον Αβισαί να καταδιώξει τον Σεβά ο οποίος είχε τραπεί σε φυγή (παρότι φαίνεται ότι στη διάρκεια της καταδίωξης ανέλαβε την ηγεσία ο αδελφός του Αβισαί ο Ιωάβ). Ο Σεβά και οι συγγενείς του που τον υποστήριζαν έφυγαν προς το Β στην Αβέλ-βαιθ-μααχά, μια οχυρωμένη πόλη του Νεφθαλί. Οι διώκτες τους πολιόρκησαν την πόλη και άρχισαν να υποσκάπτουν το τείχος. Τότε μια σοφή γυναίκα από την πόλη μίλησε με τον Ιωάβ, ζητώντας ειρήνη. Ο Ιωάβ απάντησε ότι ο στρατός θα αποσυρόταν αν η πόλη παρέδιδε τον στασιαστή Σεβά. Όταν το άκουσε αυτό ο λαός της πόλης, έκοψε το κεφάλι του Σεβά και το έριξε από το τείχος της πόλης στον Ιωάβ.—2Σα 20:1-8, 13-22.
5. Γαδίτης κάτοικος της Βασάν και απόγονος του Αβιχαίλ.—1Χρ 5:11, 13, 14.
6. Ένα πλούσιο βασίλειο το οποίο κατά πάσα πιθανότητα βρισκόταν στη νοτιοδυτική Αραβία. Ήταν γνωστό ιδιαίτερα για το χρυσάφι, τα αρώματα και το λιβάνι του. (1Βα 10:1, 2· Ησ 60:6· Ιερ 6:20· Ιεζ 27:22) Η καταγωγή του λαού της Σεβά, των Σαβαίων, όπως αναφέρονται συχνά σε μη Βιβλικές πηγές, δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα. Υπήρχαν δύο άντρες με το όνομα Σεβά στη γραμμή του Σημ (ΣΕΒΑ Αρ. 2 και 3) οι οποίοι εγκαταστάθηκαν προφανώς στην Αραβία. Εντούτοις, ορισμένοι σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν ότι οι κάτοικοι αυτού του βασιλείου ήταν Σημίτες από τη γραμμή του Ιοκτάν, απόγονοι του Σημ μέσω του Έβερ. (Γε 10:26-28) Το όνομα του ίδιου του Σεβά και τα ονόματα μερικών αδελφών του συνδέονται με τοποθεσίες της νότιας Αραβίας.—Βλέπε ΑΒΙΛΑ Αρ. 4· ΑΣΑΡΜΑΒΕΘ.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, το βασίλειο της Σεβά βρισκόταν στη σημερινή Δημοκρατία της Υεμένης. Πρωτεύουσά του φαίνεται ότι ήταν η Μαρίμπ, περίπου 100 χλμ. Α της Σανά.
Προτού οι εξελίξεις στη ναυσιπλοΐα καταστήσουν την πλοήγηση στην Ερυθρά Θάλασσα λιγότερο επικίνδυνη, το εμπόριο από τη νότια Αραβία, ίσως δε και από την ανατολική Αφρική και την Ινδία, γινόταν ως επί το πλείστον με καραβάνια από καμήλες που διέσχιζαν την Αραβία. Η Σεβά έλεγχε τις οδούς των καραβανιών και έγινε ξακουστή για τους εμπόρους της που μετέφεραν λιβάνι, σμύρνα, χρυσάφι, πολύτιμες πέτρες και ελεφαντόδοντο. Η Αγία Γραφή υποδεικνύει ότι αυτοί οι έμποροι έφταναν μέχρι και την Τύρο. (Ιεζ 27:2, 22-24· Ψλ 72:15· Ησ 60:6) Μια πήλινη σφραγίδα που ανακαλύφτηκε στη Βαιθήλ αποτελεί απτή επιβεβαίωση του εμπορίου που διεξαγόταν ανάμεσα στην Παλαιστίνη και στη νότια Αραβία. Τα όσα έφεραν στο φως οι ανασκαφές στη Μαρίμπ υποδηλώνουν ότι οι Σαβαίοι ήταν σχετικά ειρηνικός λαός με εμπορικό πνεύμα. Στην πρωτεύουσά τους υπήρχε ένας τεράστιος ναός του θεού της σελήνης.
Η Βασίλισσα της Σεβά. Κάποια στιγμή αφότου ο Σολομών είχε ολοκληρώσει πολλά οικοδομικά έργα, τον επισκέφτηκε «η βασίλισσα της Σεβά», η οποία είχε ακούσει «όσα αναφέρονταν για τον Σολομώντα σε σχέση με το όνομα του Ιεχωβά». Αυτή η βασίλισσα, που δεν κατονομάζεται στην Αγία Γραφή, πήγε στην Ιερουσαλήμ με «μια πολύ εντυπωσιακή ακολουθία, με καμήλες που μετέφεραν βάλσαμο και πάρα πολύ χρυσάφι και πολύτιμες πέτρες». (1Βα 10:1, 2) Το μεταφορικό της μέσο και το είδος των δώρων που έφερε υποδεικνύουν ότι προερχόταν από το βασίλειο της Σεβά στη νοτιοδυτική Αραβία. Το ίδιο υποδηλώνεται επίσης από το σχόλιο του Ιησού ο οποίος είπε για αυτήν ότι ήταν «η βασίλισσα του νότου» και ότι «ήρθε από τα πέρατα της γης». (Ματ 12:42) Από την άποψη των κατοίκων της Ιερουσαλήμ, αυτή είχε έρθει πράγματι από ένα μακρινό μέρος του τότε γνωστού κόσμου. (Ψλ 72:10· Ιωλ 3:8) Η Μαρίμπ απέχει περίπου 1.900 χλμ. από την Εσιών-γεβέρ, η οποία βρίσκεται στη βόρεια ακτή της Ερυθράς Θάλασσας.
Ο Ιησούς είπε ότι η βασίλισσα της Σεβά ήρθε «να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα». (Λου 11:31) Εντυπωσιάστηκε από όσα είπε ο Σολομών, από όσα διαπίστωσε η ίδια σχετικά με την ευημερία του βασιλείου του και από το σοφό τρόπο με τον οποίο είχε οργανώσει ο Σολομών το υπηρετικό προσωπικό του. Αποκάλεσε ευτυχισμένους τους υπηρέτες του βασιλιά επειδή μπορούσαν να ακούν τη σοφία του και ευλόγησε τον Ιεχωβά διότι τον είχε ανεβάσει στο θρόνο. (1Βα 10:2-9· 2Χρ 9:1-9) Η βασίλισσα έδωσε στον Σολομώντα 120 τάλαντα χρυσάφι (με σημερινές τιμές, $46.242.000) καθώς και βάλσαμο και πολύτιμες πέτρες. Ο Σολομών τής έδωσε δώρα που προφανώς υπερέβαιναν σε αξία τους θησαυρούς που είχε φέρει εκείνη, και κατόπιν αυτή επέστρεψε στη γη της.—2Χρ 9:12, AT, Mo.
Ο Χριστός δήλωσε ότι αυτή η γυναίκα θα εγειρόταν στην κρίση και θα καταδίκαζε τους άντρες της γενιάς του πρώτου αιώνα. (Ματ 12:42· Λου 11:31) Εκείνη είχε κάνει ένα επίπονο ταξίδι για να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα, αλλά οι άπιστοι Ιουδαίοι, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι ήταν υπηρέτες του Ιεχωβά, είχαν μπροστά τους στο πρόσωπο του Ιησού κάτι που ήταν περισσότερο από τον Σολομώντα, και όμως δεν έδιναν προσοχή σε αυτόν.
-
-
ΣεβανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑΝΙΑΣ
(Σεβανίας).
1. Ιερέας, σαλπιγκτής στην πομπή που συνόδευσε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ τον καιρό του Δαβίδ.—1Χρ 15:3, 24.
2. Ιερατικός πατρικός οίκος, ο οποίος στις ημέρες του διαδόχου του Αρχιερέα Ιησού, του Ιεχωακείμ, εκπροσωπούνταν από τον Ιωσήφ. (Νε 12:12, 14) Σε έναν ως επί το πλείστον όμοιο κατάλογο ιερέων που επέστρεψαν με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ., εμφανίζεται το όνομα Σεχανίας αντί του ονόματος Σεβανίας. (Νε 12:1-7) Την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας, ένα μέλος αυτής της οικογένειας ή κάποιος ομώνυμος ιερέας επικύρωσε την εθνική διαθήκη που συνάφθηκε τότε.—Νε 10:1, 4, 8.
3. Ένας από τους Λευίτες (ή ο εκπρόσωπος μιας ομώνυμης Λευιτικής οικογένειας), σύγχρονος του Έσδρα και του Νεεμία, οι οποίοι πρότρεψαν τους Ιουδαίους να κάνουν μια προσευχή εξομολόγησης, κατόπιν της οποίας εισηγήθηκαν και σφράγισαν μια διαθήκη πιστότητας.—Νε 9:4, 5, 38· 10:1, 9, 10.
4. Ένας ακόμη Λευίτης ο οποίος επικύρωσε την εν λόγω αξιόπιστη συμφωνία, είτε με το δικό του όνομα είτε με το όνομα ενός προπάτορά του.—Νε 9:38· 10:9, 12.
-
-
ΣεβασμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑΣΜΟΣ
Η απόδοση ιδιαίτερης προσοχής ή τιμής σε κάποιο άτομο που κρίνεται ότι την αξίζει· η αναγνώριση και η οφειλόμενη εκτίμηση για κάποιο πράγμα ή, κυρίως, για κάποιο πρόσωπο, για τις ιδιότητες, τα επιτεύγματα, το αξίωμα, τη θέση ή την εξουσία του. Εκδηλώνω σεβασμό σημαίνει «τιμώ». Διάφορες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών μεταδίδουν την έννοια της απόδοσης τιμής, σεβασμού ή υγιούς φόβου.—Βλέπε ΤΙΜΗ· ΦΟΒΟΣ.
Προς τον Ιεχωβά και τους Εκπροσώπους Του. Επειδή ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Δημιουργός, αξίζει να λαβαίνει την ύψιστη τιμή από όλα τα νοήμονα πλάσματά του. (Απ 4:11) Τέτοιου είδους τιμή απαιτεί από τον καθένα πιστή υπακοή σε αυτόν, υπακοή που βασίζεται στην αγάπη για αυτόν και στην εκτίμηση για όσα έχει κάνει για λογαριασμό του. (Μαλ 1:6· 1Ιω 5:3) Μεταξύ άλλων προϋποθέτει επίσης να χρησιμοποιεί κάποιος τα πολύτιμα πράγματά του για την αληθινή λατρεία.—Παρ 3:9.
Όποιος οικειοποιείται ό,τι ανήκει στον Δημιουργό δείχνει έλλειψη σεβασμού για τα ιερά πράγματα. Αυτό έκαναν ο Οφνεί και ο Φινεές, οι γιοι του Αρχιερέα Ηλεί. Άρπαζαν το καλύτερο από κάθε προσφορά που γινόταν για τον Ιεχωβά. Όσο για τον Ηλεί, μη παίρνοντας αυστηρά μέτρα εναντίον των γιων του για αυτό το ζήτημα, τους τίμησε περισσότερο από ό,τι τον Ιεχωβά.—1Σα 2:12-17, 27-29.
Ενώ η τιμή που αποδίδουν οι άνθρωποι στον Ιεχωβά Θεό εκδηλώνεται μέσω πιστής υπακοής σε αυτόν και μέσω προώθησης των συμφερόντων της λατρείας του, ο Θεός τιμάει τους ανθρώπους ευλογώντας τους και ανταμείβοντάς τους. (1Σα 2:30) Παραδείγματος χάρη, ο Βασιλιάς Δαβίδ, ο οποίος υπηρετούσε τον Ιεχωβά πιστά και επιθυμούσε να χτίσει έναν ναό για να στεγάσει την ιερή κιβωτό της διαθήκης, τιμήθηκε, ή αλλιώς ανταμείφθηκε, με μια διαθήκη για βασιλεία.—2Σα 7:1-16· 1Χρ 17:1-14.
Ως εκπρόσωποι του Ιεχωβά, οι προφήτες—και ιδιαίτερα ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός—ήταν άξιοι σεβασμού. Αντί, όμως, να εισπράττουν σεβασμό από τους Ισραηλίτες, υφίσταντο φραστική και σωματική κακομεταχείριση, ακόμη και μέχρι θανάτου. Η ασέβεια του Ισραήλ προς τους εκπροσώπους του Ιεχωβά έφτασε στο αποκορύφωμά της όταν σκότωσαν τον Γιο Του. Γι’ αυτόν το λόγο, ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε τα ρωμαϊκά στρατεύματα για να εκτελέσει την εκδίκησή του εναντίον της άπιστης Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.—Ματ 21:33-44· Μαρ 12:1-9· Λου 20:9-16· παράβαλε Ιωα 5:23.
Στη Χριστιανική εκκλησία. Εκείνοι στους οποίους ανατέθηκαν ειδικές ευθύνες διδασκαλίας στη Χριστιανική εκκλησία άξιζαν την υποστήριξη και τη συνεργασία των ομοπίστων τους. (Εβρ 13:7, 17) Ήταν «άξιοι διπλής τιμής», πράγμα που περιλάμβανε και προαιρετική υλική βοήθεια για τη σκληρή εργασία τους προς όφελος της εκκλησίας.—1Τι 5:17, 18· βλέπε ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ.
Εντούτοις, όλοι οι Χριστιανοί δικαιούνταν να λαβαίνουν τιμή από τους ομοπίστους τους. Ο απόστολος Παύλος συμβούλεψε: «Στην απόδοση αμοιβαίας τιμής, να παίρνετε την πρωτοβουλία». (Ρω 12:10) Εφόσον κάθε Χριστιανός γνωρίζει τις αδυναμίες και τα ελαττώματά του καλύτερα από ό,τι οι ομόπιστοί του, είναι απολύτως σωστό να βάζει τους άλλους πάνω από τον εαυτό του, τιμώντας τους, δηλαδή θεωρώντας τους εξαιρετικά πολύτιμους, για το πιστό τους έργο. (Φλπ 2:1-4) Οι άπορες χήρες που άξιζαν βοήθεια τιμούνταν λαβαίνοντας υλική υποστήριξη από την εκκλησία.—1Τι 5:3, 9, 10.
Μεταξύ των μελών της οικογένειας. Η σύζυγος οφείλει δικαίως να εκδηλώνει υγιή φόβο, ή αλλιώς βαθύ σεβασμό, για το σύζυγό της εφόσον αυτός είναι η κεφαλή της οικογένειας. (Εφ 5:33) Κάτι τέτοιο εναρμονίζεται με τη θέση ηγεσίας που έλαβε ο άντρας στη διευθέτηση του Θεού. Δεν δημιουργήθηκε πρώτα η γυναίκα, αλλά ο άντρας, και αυτός είναι «εικόνα και δόξα του Θεού». (1Κο 11:7-9· 1Τι 2:11-13) Η Σάρρα αποτέλεσε σπουδαίο παράδειγμα γυναίκας που έτρεφε βαθύ σεβασμό για το σύζυγό της. Ο σεβασμός της ήταν εγκάρδιος, διότι αποκαλούσε το σύζυγό της «κύριο», όχι απλώς εις επήκοον άλλων, αλλά και «μέσα της».—1Πε 3:1, 2, 5, 6· παράβαλε Γε 18:12.
Από την άλλη πλευρά, στους συζύγους δίνεται η νουθεσία: «Με όμοιο τρόπο να κατοικείτε μαζί [με τις συζύγους σας] σύμφωνα με τη γνώση, αποδίδοντας τιμή σε αυτές ως πιο αδύναμο σκεύος, το γυναικείο, εφόσον και εσείς είστε κληρονόμοι της παρ’ αξία εύνοιας της ζωής μαζί τους». (1Πε 3:7) Επομένως, οι χρισμένοι με το πνεύμα Χριστιανοί σύζυγοι έπρεπε να έχουν υπόψη ότι οι γυναίκες τους είχαν ίση υπόσταση με αυτούς ως συγκληρονόμοι με τον Χριστό (παράβαλε Ρω 8:17· Γα 3:28) και ότι όφειλαν να τις μεταχειρίζονται με αξιότιμο τρόπο αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι έχουν λιγότερη δύναμη από τους άντρες.
Αναφορικά με τα παιδιά τους, οι γονείς ενεργούν ως εκπρόσωποι του Θεού και είναι εξουσιοδοτημένοι να τα εκπαιδεύουν, να τα διαπαιδαγωγούν και να τα καθοδηγούν. Επομένως, δικαιούνται να εισπράττουν τιμή, δηλαδή σεβασμό. (Εξ 20:12· Εφ 6:1-3· Εβρ 12:9) Αυτό δεν περιορίζεται στην υπακοή ενός παιδιού και στην εκδήλωση μεγάλης εκτίμησης για τους γονείς του. Σημαίνει επίσης πως, αν παραστεί ανάγκη, το παιδί θα τους φροντίσει στοργικά στα γηρατειά τους. (Παράβαλε Ματ 15:4-6.) Στη Χριστιανική εκκλησία, όποιος δεν προμήθευε για έναν ηλικιωμένο και άπορο γονέα θεωρούνταν χειρότερος από έναν άπιστο. (1Τι 5:8) Όπως επισήμανε ο απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο, η εκκλησία δεν έπρεπε να επωμίζεται τη φροντίδα των χηρών που είχαν παιδιά ή εγγόνια τα οποία μπορούσαν να παράσχουν υλική βοήθεια.—1Τι 5:4.
Προς Άρχοντες και Άλλους. Τιμή, ή σεβασμός, πρέπει να εκδηλώνεται επίσης προς τους ανθρώπους που κατέχουν υψηλές κυβερνητικές θέσεις. Ο Χριστιανός δείχνει τέτοιον σεβασμό, όχι για να κερδίσει ευνοϊκή μεταχείριση, αλλά επειδή αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Σε προσωπικό επίπεδο, αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να είναι διεφθαρμένοι. (Παράβαλε Λου 18:2-6· Πρ 24:24-27.) Ωστόσο, τους αποδίδεται σεβασμός από εκτίμηση για τη θέση ευθύνης που αντιπροσωπεύει το αξίωμά τους. (Ρω 13:1, 2, 7· 1Πε 2:13, 14) Παρόμοια, οι δούλοι έπρεπε να θεωρούν τους ιδιοκτήτες τους άξιους για πλήρη τιμή, κάνοντας την εργασία που τους είχε ανατεθεί και μη δίνοντας αφορμή να ονειδίζεται το όνομα του Θεού.—1Τι 6:1.
Όταν οι άλλοι ζητούσαν από τον Χριστιανό να δώσει λόγο για την ελπίδα του, εκείνος έπρεπε να το κάνει αυτό «με πραότητα και βαθύ σεβασμό [μετὰ πραΰτητος καὶ φόβου, Κείμενο]». Μολονότι οι ερωτήσεις μπορεί να διατυπώνονταν με προσβλητικό τρόπο, ο Χριστιανός έπρεπε να εκθέτει τους λόγους του με ηρεμία και ευγένεια και να μην απαντάει εξοργισμένος, θυμωμένος ή αγανακτισμένος. Παρότι δεν θα πτοούνταν από το φόβο του ανθρώπου, έπρεπε να εκδηλώνει βαθύ σεβασμό, ή αλλιώς υγιή φόβο, σαν να βρισκόταν ενώπιον του Ιεχωβά Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού. (1Πε 3:14, 15) Από αυτή την άποψη, θα μπορούσε να έχει ως παράδειγμα τους αγγέλους, οι οποίοι, αν και μεγαλύτεροι σε ισχύ και δύναμη, δεν εκφέρουν κατηγορίες με υβριστικά λόγια.—2Πε 2:11.
-
-
ΣεβάτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΑΤ
(Σεβάτ).
Το μεταιχμαλωσιακό όνομα του 11ου Ιουδαϊκού σεληνιακού μήνα στο θρησκευτικό ημερολόγιο αλλά 5ου στο πολιτικό ημερολόγιο. (Ζαχ 1:7· Δευ 1:3· 1Χρ 27:14) Αντιστοιχεί με ένα μέρος του Ιανουαρίου και ένα μέρος του Φεβρουαρίου. Η σημασία του ονόματος είναι αβέβαιη.
Αν και αυτός ο μήνας, στα μέσα του χειμώνα, έρχεται λίγο μετά το αποκορύφωμα των δυνατών βροχοπτώσεων, στη διάρκειά του εξακολουθούν να πέφτουν πολλές βροχές. Η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται γύρω στους 7°C στην Ιερουσαλήμ, ενώ κατά μήκος των ακτών της Μεσογείου είναι περίπου δέκα βαθμούς υψηλότερη. Τα άσπρα και ροζ άνθη της αμυγδαλιάς είναι τα πρώτα που φωτίζουν το χειμερινό τοπίο και προαναγγέλλουν τον ερχομό της άνοιξης.
Στο Γραφικό υπόμνημα δεν μνημονεύεται η τήρηση κάποιας γιορταστικής περιόδου το μήνα Σεβάτ.
-
-
ΣεβέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΕΡ
(Σεβέρ) [πιθανώς, Σπάσιμο· Κάταγμα· Συντριβή].
Γιος του Χάλεβ από τη Μααχά την παλλακίδα του. Ανήκε στη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:48.
-
-
Σεβνά(χ)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΝΑ(Χ)
(Σεβνά[χ]) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Σεβανίας].
Αξιωματούχος του Βασιλιά Εζεκία. Κάποτε ο Σεβνά ήταν “οικονόμος . . . υπεύθυνος για το σπιτικό”, πιθανότατα του Εζεκία—μια θέση κύρους. Ο Ιεχωβά, όμως, κατηύθυνε τον Ησαΐα να κατακρίνει τον Σεβνά προφητεύοντας ότι “θα απομακρυνόταν από τη θέση του”, προφανώς λόγω της υπερηφάνειας και της ματαιοδοξίας που είχε επιδείξει ανεγείροντας ένα εντυπωσιακό μαυσωλείο για τον εαυτό του. Ο χιτώνας του, το περίζωμά του και η εξουσία του, μαζί με «το κλειδί του οίκου του Δαβίδ», δόθηκαν στον “υπηρέτη του Θεού, τον Ελιακείμ”.—Ησ 22:15-24.
Ωστόσο, ο Σεβνά δεν έχασε όλα του τα προνόμια, δεδομένου ότι το 732 Π.Κ.Χ., όταν ο Σενναχειρείμ απείλησε την Ιερουσαλήμ και οικονόμος ήταν πια ο Ελιακείμ, ο Σεβνά ήταν ο βασιλικός γραμματέας που στάλθηκε μαζί με τον Ελιακείμ και τον υπομνηματογράφο να μιλήσει στον Ραβσάκη. Με σκισμένα τα ρούχα τους, αυτοί ανέφεραν στον Εζεκία τα όσα ειπώθηκαν, και στη συνέχεια στάλθηκαν στον Ησαΐα να ρωτήσουν τον Ιεχωβά σχετικά με αυτό το θέμα.—2Βα 18:18–19:7· Ησ 36:3–37:7.
-
-
ΣεβουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΒΟΥΗΛ
(Σεβουήλ) [Επέστρεψε στον Θεό· Αιχμάλωτος του Θεού].
Οι δύο άντρες που ονομάζονται Σεβουήλ μνημονεύονται και ως Σουβαήλ.
1. Λευίτης, γιος ή απόγονος του Γηρσώμ, γιου του Μωυσή. (1Χρ 23:15, 16) Ο πατρικός οίκος του Σεβουήλ (Σουβαήλ) εγγράφηκε όταν ο Δαβίδ αναδιοργάνωσε τις Λευιτικές υπηρεσίες (1Χρ 24:20, 30β, 31), του ανατέθηκαν δε καθήκοντα που περιλάμβαναν την επιμέλεια των αποθηκών.—1Χρ 26:24.
2. Ένας από τους γιους του Αιμάν και έμπειρος μουσικός ο οποίος κληρώθηκε επικεφαλής της 13ης υποδιαίρεσης των μουσικών που υπηρετούσαν στο αγιαστήριο.—1Χρ 25:4, 6, 9, 20.
-
-
ΣεγούβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΓΟΥΒ
(Σεγούβ) [Υψωμένος· Προστατευμένος].
1. Γιος του Εσρών και πατέρας του Ιαείρ από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:21, 22.
2. Ο νεότερος γιος του Χιήλ του Βαιθηλίτη. Σε εκπλήρωση της κατάρας του Ιησού του Ναυή, ο Σεγούβ έχασε τη ζωή του όταν ο πατέρας του ανοικοδόμησε την Ιεριχώ στη διάρκεια της βασιλείας του Αχαάβ.—Ιη 6:26· 1Βα 16:34.
-
-
ΣεδεκίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΔΕΚΙΑΣ
(Σεδεκίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Δικαιοσύνη].
1. «Γιος του Χεναανά». Ψευδοπροφήτης που διαβεβαίωσε τον Βασιλιά Αχαάβ ότι η προσπάθεια που έκανε να αποσπάσει τη Ραμώθ-γαλαάδ από τους Συρίους θα στεφόταν με επιτυχία. Ο Σεδεκίας «έφτιαξε σιδερένια κέρατα» για να δείξει παραστατικά ότι ο Αχαάβ θα απωθούσε τους Συρίους μέχρι να τους εξοντώσει. Στη συνέχεια, όταν ο αληθινός προφήτης του Ιεχωβά, ο Μιχαΐας, προείπε συμφορά για τον Αχαάβ, ο Σεδεκίας χτύπησε τον Μιχαΐα στο μάγουλο.—1Βα 22:11, 23, 24· 2Χρ 18:10, 22, 23.
2. Άρχοντας της εποχής του Βασιλιά Ιωακείμ.—Ιερ 36:12.
3. “Γιος του Μαασία”. Ένας μοιχός, ψευδολόγος προφήτης μεταξύ των εξορίστων στη Βαβυλώνα. Ο προφήτης του Ιεχωβά ο Ιερεμίας προείπε ότι ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ θα έψηνε τον Σεδεκία και το συνεργάτη του τον Αχαάβ στη φωτιά.—Ιερ 29:21-23.
4. Γιος του Ιωσία από τη σύζυγό του την Αμουτάλ, ο τελευταίος βασιλιάς του Ιούδα που κυβέρνησε στην Ιερουσαλήμ. Όταν ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, τον κατέστησε υποτελή βασιλιά, τον μετονόμασε από Ματτανία σε Σεδεκία. Στα 11 χρόνια της βασιλείας του, ο Σεδεκίας «έπραξε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά».—2Βα 24:17-19· 2Χρ 36:10-12· Ιερ 37:1· 52:1, 2.
Στο εδάφιο 1 Χρονικών 3:15 ο Σεδεκίας αναφέρεται ως ο «τρίτος» γιος του Ιωσία. Αν και στην πραγματικότητα ήταν ο τέταρτος κατά σειρά γέννησης (παράβαλε 2Βα 23:30, 31· 24:18· Ιερ 22:11), ο λόγος για τον οποίο ίσως αναφέρεται εδώ πριν από τον αμφιθαλή αδελφό του τον Σαλλούμ (Ιωάχαζ) είναι ότι βασίλεψε πολύ περισσότερο.
Όταν ο πατέρας του ο Βασιλιάς Ιωσίας τραυματίστηκε θανάσιμα στην προσπάθειά του να αναχαιτίσει τις αιγυπτιακές δυνάμεις υπό τον Φαραώ Νεχαώ στη Μεγιδδώ (περ. 629 Π.Κ.Χ.), ο Σεδεκίας ήταν περίπου εννιά χρονών, ή περίπου τρία χρόνια μεγαλύτερος από τον ανιψιό του τον Ιωαχίν. Τότε ο λαός κατέστησε βασιλιά τον αμφιθαλή αδελφό του Σεδεκία, τον 23χρονο Ιωάχαζ. Η βασιλεία του Ιωάχαζ δεν κράτησε παρά τρεις μήνες, επειδή ο Φαραώ Νεχαώ τον απομάκρυνε από το βασιλικό αξίωμα αντικαθιστώντας τον με τον Ελιακείμ (ο οποίος μετονομάστηκε σε Ιωακείμ), τον 25χρονο ετεροθαλή αδελφό του Ιωάχαζ και του Σεδεκία. Μετά το θάνατο του πατέρα του, του Ιωακείμ, άρχισε να βασιλεύει ο Ιωαχίν. Φαίνεται ότι εκείνο το διάστημα τα βαβυλωνιακά στρατεύματα υπό τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα πολιορκούσαν την Ιερουσαλήμ. Έπειτα από τρεις μήνες και δέκα ημέρες διακυβέρνησης, ο Ιωαχίν παραδόθηκε στο βασιλιά της Βαβυλώνας (617 Π.Κ.Χ.).—2Βα 23:29–24:12· 2Χρ 35:20–36:10.
Τα Πρώτα Χρόνια της Διακυβέρνησής Του. Ακολούθως, ο Ναβουχοδονόσορ τοποθέτησε τον Σεδεκία στο θρόνο της Ιερουσαλήμ και τον έβαλε να ορκιστεί στο όνομα του Ιεχωβά. Αυτός ο όρκος υποχρέωνε τον Σεδεκία να είναι όσιος ως υποτελής βασιλιάς.—2Χρ 36:10, 11· Ιεζ 17:12-14· παράβαλε 2Χρ 36:13.
Προφανώς στις αρχές της βασιλείας του Σεδεκία έφτασαν αγγελιοφόροι από τον Εδώμ, τον Μωάβ, τον Αμμών, την Τύρο και τη Σιδώνα, ίσως με την πρόθεση να πείσουν τον Σεδεκία να συμμετάσχει μαζί τους σε έναν συνασπισμό εναντίον του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. (Ιερ 27:1-3· η αναφορά στον Ιωακείμ, στο εδάφιο 1, μπορεί να οφείλεται σε λάθος αντιγραφή του ονόματος «Σεδεκίας»· βλέπε ΜΝΚ, υποσ.) Οι Γραφές δεν αποκαλύπτουν τι ακριβώς επιτέλεσαν οι αγγελιοφόροι. Η αποστολή τους ίσως να μην πέτυχε, δεδομένου ότι ο Ιερεμίας παρότρυνε τον Σεδεκία και τους υπηκόους του να παραμείνουν σε υποταγή στο βασιλιά της Βαβυλώνας και επίσης έδωσε ζυγούς στους αγγελιοφόρους ως σύμβολο του γεγονότος ότι τα έθνη από τα οποία προέρχονταν θα έπρεπε να υποταχθούν και αυτά στον Ναβουχοδονόσορα.—Ιερ 27:2-22.
Επίσης, στις αρχές της βασιλείας του ο Σεδεκίας (για κάποιον λόγο που δεν διευκρινίζεται στην Αγία Γραφή) έστειλε τον Ελασά και τον Γεμαρία στη Βαβυλώνα. Αν το περιστατικό αναφέρεται με χρονολογική σειρά, θα έλαβε χώρα το τέταρτο έτος της βασιλείας του Σεδεκία.—Ιερ 28:1, 16, 17· 29:1-3.
Ο Σεδεκίας πήγε προσωπικά στη Βαβυλώνα το τέταρτο έτος της βασιλείας του. Πιθανότατα αυτό το έκανε για να παραδώσει το φόρο υποτελείας και με αυτόν τον τρόπο να διαβεβαιώσει τον Ναβουχοδονόσορα ότι παρέμενε όσιος ως υποτελής βασιλιάς. Σε εκείνη την περίπτωση, ο Σεδεκίας συνοδευόταν από το φροντιστή του στρατού του τον Σεραΐα, στον οποίο ο προφήτης Ιερεμίας είχε εμπιστευτεί έναν ρόλο που περιείχε την κρίση του Ιεχωβά εναντίον της Βαβυλώνας.—Ιερ 51:59-64.
Περίπου έναν χρόνο αργότερα, ο Ιεζεκιήλ άρχισε να υπηρετεί ως προφήτης μεταξύ των Ιουδαίων εξορίστων στη Βαβυλωνία. (Ιεζ 1:1-3· παράβαλε 2Βα 24:12, 17.) Τον έκτο μήνα του έκτου έτους του Βασιλιά Σεδεκία (612 Π.Κ.Χ.), ο Ιεζεκιήλ είδε ένα όραμα το οποίο αποκάλυπτε τις ειδωλολατρικές συνήθειες, περιλαμβανομένης και της λατρείας του θεού Ταμμούζ και του ήλιου, οι οποίες λάβαιναν χώρα στην Ιερουσαλήμ.—Ιεζ 8:1-17.
Στασιάζει Εναντίον του Ναβουχοδονόσορα. Περίπου τρία χρόνια αργότερα (γύρω στο 609 Π.Κ.Χ.), αντίθετα με το λόγο που είχε εξαγγείλει ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία και με τον όρκο που ο ίδιος ο βασιλιάς είχε πάρει στο όνομα του Ιεχωβά, ο Σεδεκίας στασίασε εναντίον του Ναβουχοδονόσορα και έστειλε αγγελιοφόρους στην Αίγυπτο ζητώντας στρατιωτική βοήθεια. (2Βα 24:20· 2Χρ 36:13· Ιερ 52:3· Ιεζ 17:15) Αυτό έφερε τα βαβυλωνιακά στρατεύματα υπό τον Ναβουχοδονόσορα εναντίον της Ιερουσαλήμ. Η πολιορκία της πόλης άρχισε «το ένατο έτος, το δέκατο μήνα, τη δέκατη ημέρα του μήνα».—Ιεζ 24:1-6.
Ενδεχομένως στην αρχή αυτής της πολιορκίας, ο Σεδεκίας έστειλε «τον Πασχώρ, το γιο του Μαλχία, και τον Σοφονία, το γιο του Μαασία, τον ιερέα», στον Ιερεμία να ρωτήσουν τον Ιεχωβά αν ο Ναβουχοδονόσορ θα αποσυρόταν από την Ιερουσαλήμ. Ο λόγος που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία ήταν ότι η πόλη και οι κάτοικοί της θα υφίσταντο συμφορά στα χέρια των Βαβυλωνίων. (Ιερ 21:1-10) Φαίνεται ότι κατόπιν αυτού ο Ιερεμίας, υπό θεϊκή κατεύθυνση, πήγε ο ίδιος προσωπικά στον Σεδεκία για να τον ενημερώσει ότι η Ιερουσαλήμ θα καταστρεφόταν και ότι ο βασιλιάς θα οδηγούνταν στη Βαβυλώνα όπου θα πέθαινε ειρηνικά.—Ιερ 34:1-7.
Στην πολιορκημένη Ιερουσαλήμ, ο Σεδεκίας και οι άρχοντές του έκριναν σκόπιμο να κάνουν κάτι ώστε να συμμορφωθούν με το νόμο του Ιεχωβά και να κερδίσουν την εύνοιά Του. Παρότι δεν ήταν το Ιωβηλαίο έτος, σύναψαν διαθήκη απελευθέρωσης όσων Εβραίων βρίσκονταν υπό δουλεία. Αργότερα παρέβηκαν αυτή τη διαθήκη υποδουλώνοντας όσους είχαν απελευθερώσει. (Ιερ 34:8-22) Αυτό φαίνεται να έλαβε χώρα όταν μια στρατιωτική δύναμη από την Αίγυπτο ήρθε να υπερασπίσει την Ιερουσαλήμ, κάνοντας τους Βαβυλωνίους να άρουν προσωρινά την πολιορκία προκειμένου να αντιμετωπίσουν την αιγυπτιακή απειλή. (Ιερ 37:5) Πιστεύοντας προφανώς ότι οι Βαβυλώνιοι θα νικιούνταν και ότι δεν θα ήταν σε θέση να ξαναρχίσουν την πολιορκία, εκείνοι που είχαν απελευθερώσει τους υπόδουλους Εβραίους θεώρησαν ότι ο κίνδυνος είχε παρέλθει και γι’ αυτό τους υποδούλωσαν και πάλι.
Κατά τη διάρκεια αυτής της γενικότερης περιόδου ο Σεδεκίας έστειλε «τον Ιεουχάλ, το γιο του Σελεμία, και τον Σοφονία, το γιο του Μαασία, τον ιερέα, στον Ιερεμία» με το αίτημα να προσευχηθεί ο προφήτης στον Ιεχωβά για χάρη του λαού, προφανώς για να μην επέλθει η προειπωμένη καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Αλλά η απάντηση του Ιεχωβά, την οποία μετέφερε ο Ιερεμίας, έδειξε ότι η θεϊκή κρίση παρέμενε αμετάβλητη. Οι Χαλδαίοι θα επέστρεφαν και θα κατέστρεφαν την Ιερουσαλήμ.—Ιερ 37:3-10.
Αργότερα, όταν ο Ιερεμίας αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ιερουσαλήμ για να πάει στη γη του Βενιαμίν, τον συνέλαβαν στην Πύλη του Βενιαμίν και τον κατηγόρησαν ψευδώς ότι ήθελε να προσχωρήσει στους Χαλδαίους. Αν και ο Ιερεμίας αρνήθηκε την κατηγορία, ο Ιρεΐας, ο αξιωματούχος που είχε την επίβλεψη στην πύλη, δεν τον άκουσε αλλά οδήγησε τον προφήτη στους άρχοντες. Η κατάληξη ήταν να φυλακιστεί ο Ιερεμίας στο σπίτι του Ιεχωνάθαν. Αφού είχε περάσει αρκετός καιρός και η Ιερουσαλήμ προφανώς βρισκόταν και πάλι υπό πολιορκία από τους Βαβυλωνίους, ο Σεδεκίας ζήτησε να του φέρουν τον Ιερεμία. Απαντώντας στις ερωτήσεις του βασιλιά, ο Ιερεμίας είπε στον Σεδεκία ότι θα δινόταν στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας. Όταν ο Ιερεμίας παρακάλεσε να μην τον ξαναπάνε στο σπίτι του Ιεχωνάθαν, ο Σεδεκίας ικανοποίησε το αίτημά του και τον έθεσε υπό κράτηση στην Αυλή της Φρουράς.—Ιερ 37:11-21· 32:1-5.
Ενδεικτικό τού ότι ο Σεδεκίας ήταν πολύ αδύναμος ηγεμόνας είναι το γεγονός πως, όταν αργότερα οι άρχοντες ζήτησαν να θανατωθεί ο Ιερεμίας επειδή δήθεν εξασθένιζε το ηθικό του πολιορκημένου λαού, ο Σεδεκίας είπε: «Ορίστε! Στα χέρια σας είναι. Διότι σε τίποτα απολύτως δεν μπορεί να υπερισχύσει ο βασιλιάς εναντίον σας». Ωστόσο, έπειτα ο Σεδεκίας ικανοποίησε το αίτημα του Αβδέ-μέλεχ που ήθελε να σώσει τον Ιερεμία και υπέδειξε στον Αβδέ-μέλεχ να πάρει μαζί του 30 άντρες για να τον βοηθήσουν. Αργότερα, ο Σεδεκίας είχε και πάλι κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Ιερεμία. Διαβεβαίωσε τον προφήτη ότι ούτε θα τον σκότωνε ούτε θα τον παρέδιδε στα χέρια εκείνων που ζητούσαν το θάνατό του. Αλλά ο Σεδεκίας φοβόταν αντίποινα από τους Ιουδαίους που είχαν προσχωρήσει στους Χαλδαίους, και γι’ αυτό δεν άκουσε τη θεόπνευστη συμβουλή του Ιερεμία να παραδοθεί στους άρχοντες της Βαβυλώνας. Μια ακόμη απόδειξη του φόβου του βασιλιά αποτελεί το γεγονός ότι ζήτησε από τον Ιερεμία να μην αποκαλύψει το αντικείμενο της κατ’ ιδίαν συζήτησής τους στους καχύποπτους άρχοντες.—Ιερ 38:1-28.
Πτώση της Ιερουσαλήμ. Τελικά (το 607 Π.Κ.Χ.), «το ενδέκατο έτος του Σεδεκία, τον τέταρτο μήνα, την ένατη ημέρα του μήνα», ανοίχτηκε ρήγμα στο τείχος της Ιερουσαλήμ. Ο Σεδεκίας και οι πολεμιστές του τράπηκαν σε φυγή μέσα στη νύχτα, αλλά στις έρημες πεδιάδες της Ιεριχώς τον πρόφτασαν και τον οδήγησαν στον Ναβουχοδονόσορα στη Ριβλά. Οι γιοι του Σεδεκία σφαγιάστηκαν μπροστά στα μάτια του. Δεδομένου ότι ο Σεδεκίας δεν ήταν παρά 32 περίπου χρονών εκείνη την εποχή, τα αγόρια δεν πρέπει να ήταν πολύ μεγάλα. Όσο για τον ίδιο τον Σεδεκία, αφού παρέστη μάρτυρας του θανάτου των γιων του, τον τύφλωσαν, τον έδεσαν με χάλκινα δεσμά και τον οδήγησαν στη Βαβυλώνα όπου και πέθανε στη φυλακή.—2Βα 25:2-7· Ιερ 39:2-7· 44:30· 52:6-11· παράβαλε Ιερ 24:8-10· Ιεζ 12:11-16· 21:25-27.
5. Γιος του Ιεχονία (Ιωαχίν), αλλά προφανώς όχι ένας από τους εφτά που απέκτησε ενώ ήταν αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα.—1Χρ 3:16-18.
6. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, μεταξύ εκείνων οι οποίοι επικύρωσαν με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» που συντάχθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 8.
-
-
ΣεδράχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΔΡΑΧ
(Σεδράχ).
Το βαβυλωνιακό όνομα ενός Ιουδαίου εξορίστου ο οποίος προάχθηκε σε υψηλή θέση στην κυβέρνηση της Βαβυλώνας. Ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδενεγώ—οι τρεις σύντροφοι του Δανιήλ—μνημονεύονται πάντοτε μαζί, ο δε Σεδράχ αναφέρεται πάντοτε πρώτος, ίσως επειδή τα αντίστοιχα εβραϊκά ονόματά τους—Ανανίας, Μισαήλ και Αζαρίας—εμφανίζονται πάντοτε με αλφαβητική σειρά, σύμφωνα με το εβραϊκό αλφάβητο. Τα βαβυλωνιακά ονόματα τους δόθηκαν αφού οδηγήθηκαν στη Βαβυλώνα. Εκεί υποβλήθηκαν σε εκπαίδευση, εφόσον παρατηρήθηκε ότι ήταν άψογοι, εμφανίσιμοι και ευφυείς νέοι. Όταν ολοκληρώθηκαν οι τριετείς σπουδές τους, διαπιστώθηκε ότι ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδενεγώ ήταν δέκα φορές καλύτεροι από τους σοφούς της Βαβυλώνας. Ασφαλώς είχαν την ευλογία του Ιεχωβά, η οποία με τη σειρά της αναμφίβολα οφειλόταν εν μέρει στη σταθερότητα που επέδειξαν αρνούμενοι να μολυνθούν από τα βαβυλωνιακά εκλεκτά φαγητά. (Δα 1:3-20) Ο επόμενος διορισμός τους που αναφέρεται ήταν η διαχείριση της διοικητικής περιφέρειας της Βαβυλώνας. (Δα 2:49) Προσωρινά έχασαν την εύνοια του βασιλιά όταν αρνήθηκαν να προσκυνήσουν τη μεγάλη εικόνα που είχε φτιάξει, αλλά όταν ο Ιεχωβά τούς έβγαλε από το πύρινο καμίνι σώους και αβλαβείς, αποκαταστάθηκαν στην προηγούμενη θέση τους.—Δα 3.
-
-
ΣεεράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΕΡΑ
(Σεερά) [από μια ρίζα που σημαίνει «απομένω»].
Κόρη του Εφραΐμ ή του γιου του Εφραΐμ, του Βεριά. Αναφέρεται ότι έχτισε ή ίδρυσε την κάτω και την άνω Βαιθ-ορών καθώς και την Ουζέν-σεερά, αν και αυτό μπορεί να το έκαναν απόγονοί της.—1Χρ 7:22-24.
-
-
ΣεθάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΘΑΡ
(Σεθάρ).
Ένας από τους εφτά άρχοντες της Περσίας και της Μηδίας τους οποίους συμβουλεύτηκε ο Βασιλιάς Ασσουήρης όταν η Βασίλισσα Αστίν αρνήθηκε να τον υπακούσει.—Εσθ 1:13-15.
-
-
Σεθάρ-βοζεναΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΘΑΡ-ΒΟΖΕΝΑΪ
(Σεθάρ-βοζεναΐ).
Αξιωματούχος, πιθανώς γραμματέας, συνεργάτης του Ταθεναΐ, του Πέρση κυβερνήτη της περιοχής «πέρα από τον Ποταμό» στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου Α΄ (Υστάσπη). (Εσδ 5:3, 6· 6:6, 13) Ο Σεθάρ-βοζεναΐ μαζί με τον Ταθεναΐ και άλλους ήρθαν στην Ιερουσαλήμ για να εκφράσουν τις αντιρρήσεις τους για την ανοικοδόμηση του ναού από τους Ιουδαίους, ένα έργο που είχε απαγορεύσει ο Αρταξέρξης. Ωστόσο, οι Ιουδαίοι συνέχισαν να εργάζονται παρά τις διαμαρτυρίες, ενώ παράλληλα ετοιμάστηκε και μια αναφορά για τον Δαρείο. Ο Ταθεναΐ και ο Σεθάρ-βοζεναΐ με τους συνεργάτες του έγραψαν στο βασιλιά για τα όσα λάβαιναν χώρα στην Ιερουσαλήμ, αναφέροντας ότι οι οικοδόμοι του ναού επικαλούνταν μια διαταγή που είχε εκδώσει ο Βασιλιάς Κύρος η οποία τους έδινε την άδεια, και ζήτησαν τη διερεύνηση του ζητήματος. Η απάντηση του Δαρείου αναγνώριζε το αμετάβλητο διάταγμα του Κύρου, και όχι μόνο πρόσταζε τον Σεθάρ-βοζεναΐ και τους συντρόφους του να “μείνουν μακριά” από την Ιερουσαλήμ αλλά απαιτούσε επίσης, με αυστηρή ποινή, να προσφέρουν υλική υποστήριξη στους Ιουδαίους από το βασιλικό θησαυροφυλάκιο, ώστε να συνεχίσουν την ανοικοδόμηση και τις υπηρεσίες στο ναό. Ο Σεθάρ-βοζεναΐ και οι συνεργάτες του έκαναν όπως διατάχθηκαν.—Εσδ 4:23–6:13.
-
-
ΣεθούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΘΟΥΡ
(Σεθούρ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κρύβω· καλύπτω»].
Ασηρίτης αρχηγός, ο οποίος μαζί με τους εκπροσώπους των άλλων φυλών διορίστηκε να κατασκοπεύσει τη Χαναάν. Γιος του Μιχαήλ.—Αρ 13:2, 3, 13.
-
-
ΣεισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΙΣΜΟΣ
Ξαφνική δόνηση ή κλονισμός της επιφάνειας της γης που οφείλεται σε ενδογενείς δυνάμεις. Το εβραϊκό ουσιαστικό ρά‛ας δεν αναφέρεται μόνο στο «σεισμό» (1Βα 19:11· Αμ 1:1), αλλά επίσης στο “τράνταγμα” που προκαλείται από το βάδισμα κάποιου στρατού (Ησ 9:5, υποσ.), στο «κροτάλισμα» των πολεμικών αρμάτων ή στον «ήχο» του ακόντιου (Ιερ 47:3· Ιωβ 41:29), καθώς και στο «ποδοβολητό» των αλόγων (Ιωβ 39:24). Η λέξη σεισμός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει ότι κάτι κλονίζεται, κουνιέται πέρα δώθε ή τρέμει.—Ματ 27:54· παράβαλε Ματ 27:51· 28:4· Απ 6:13.
Δονήσεις και τραντάγματα της γης συνέβαιναν σε όλη τη Βιβλική ιστορία, μερικές φορές ως αποτέλεσμα φυσικών γεωλογικών δυνάμεων (Ζαχ 14:5) και άλλοτε ως άμεσες ενέργειες του Θεού για απόδοση κρίσης ή για σκοπούς σχετικούς με τους υπηρέτες του. Η γεωλογία της περιοχής αιτιολογεί τη σεισμική δραστηριότητα που γνώρισε στο παρελθόν το Ισραήλ, δραστηριότητα η οποία δεν έχει ακόμη τερματιστεί.
Η περιοχή του ναού στην Ιερουσαλήμ βρίσκεται πάνω σε μια λωρίδα γης εσωτερικά αδύναμη από δομική άποψη. Το Τέμενος ελ-Άκσα, που έχει χτιστεί στην περιοχή του ναού (όχι ο Τρούλος του Βράχου, ο οποίος είναι τόπος προσκυνήματος), έχει υποστεί επανειλημμένα ζημιές από σεισμούς.
Ένας φοβερός σεισμός, συνοδευόμενος προφανώς από ηφαιστειακή δράση, αποτέλεσε για την εγκαινίαση της διαθήκης του Νόμου στο Σινά ένα κατάλληλο σκηνικό που ενέπνεε δέος. (Εξ 19:18· Ψλ 68:8) Αυτή η εκδήλωση δύναμης οφειλόταν άμεσα στον Ιεχωβά, διότι εκείνος μιλούσε από το βουνό μέσω ενός αγγέλου.—Εξ 19:19· Γα 3:19· Εβρ 12:18-21.
Μερικές φορές η φοβερή δύναμη των σεισμών αποτελούσε απόδειξη της κρίσης που απένεμε ο Ιεχωβά για παραβάσεις του νόμου του. (Να 1:3-6) Ένας σεισμός υπήρξε η εκτελεστική μέθοδος που χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά εναντίον των στασιαστών Δαθάν, Αβιρών και του σπιτικού του Κορέ, καθώς η γη άνοιξε το στόμα της και τους κατάπιε, με αποτέλεσμα να κατεβούν αυτοί ζωντανοί στον Σιεόλ. (Αρ 16:27, 32, 33) Ο Ηλίας αισθάνθηκε τη γη να σείεται προτού ο Ιεχωβά τού μιλήσει για να διορθώσει την άποψή του και να τον στείλει πίσω προκειμένου να εκτελέσει περαιτέρω διορισμούς υπηρεσίας. (1Βα 19:11-18) Κάποιοι σεισμοί αποτέλεσαν θαυματουργική βοήθεια προς το λαό του Ιεχωβά, όπως συνέβη στην περίπτωση που ο Ιωνάθαν και ο οπλοφόρος του επιτέθηκαν με θάρρος σε μια προφυλακή των Φιλισταίων. Ο Ιεχωβά ενίσχυσε την πίστη τους σε αυτόν προκαλώντας έναν σεισμό ο οποίος επέφερε σύγχυση σε όλο το στρατόπεδο των Φιλισταίων, ώστε αυτοί σκότωσαν ο ένας τον άλλον και κατατροπώθηκαν πλήρως.—1Σα 14:6, 10, 12, 15, 16, 20, 23.
Την ημέρα του θανάτου του Ιησού, γύρω στις τρεις η ώρα το απόγευμα, έλαβε χώρα ένας σεισμός που έσκισε βράχους, με αποτέλεσμα να ανοίξουν τα μνημεία και να πεταχτούν νεκρά σώματα από τους τάφους τους. Η κουρτίνα του αγιαστηρίου στο ναό που είχε ανοικοδομήσει ο Ηρώδης σκίστηκε στα δύο, από πάνω ως κάτω. Πρωτύτερα είχε πέσει σκοτάδι στη γη. Μερικοί πιστεύουν ότι περιλαμβανόταν ηφαιστειακή δράση, διότι πολλές φορές τα ηφαίστεια βγάζουν καπνό και σκόνη που κάνουν τον ουρανό μαύρο. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ουσιαστικές αποδείξεις για οποιαδήποτε ηφαιστειακή δράση σε σχέση με αυτόν το σεισμό. (Ματ 27:45, 51-54· Λου 23:44, 45) Ένας άλλος σεισμός συνέβη την ημέρα της ανάστασης του Ιησού, όταν ένας άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό και κύλησε την πέτρα που βρισκόταν μπροστά από το μνήμα του. (Ματ 28:1, 2) Οι προσευχές και οι ύμνοι αίνου που ανέπεμπαν ο απόστολος Παύλος και ο σύντροφός του ο Σίλας, ενόσω βρίσκονταν φυλακισμένοι στους Φιλίππους, βρήκαν απάντηση μέσω ενός μεγάλου σεισμού ο οποίος άνοιξε τις πόρτες της φυλακής και έλυσε τα δεσμά των φυλακισμένων. Αυτό οδήγησε στη μεταστροφή του δεσμοφύλακα και του σπιτικού του.—Πρ 16:25-34.
Ο Ιησούς προείπε ότι η ύπαρξη πολλών και δυνατών σεισμών θα αποτελούσε ένα χαρακτηριστικό του σημείου της παρουσίας του. (Ματ 24:3, 7, 8· Λου 21:11) Από το 1914 Κ.Χ. οι σεισμοί έχουν αυξηθεί, πράγμα που επέφερε μεγάλη οδύνη. Με βάση στοιχεία που πάρθηκαν από το Εθνικό Γεωφυσικό Κέντρο στο Μπόλντερ του Κολοράντο και συμπληρώθηκαν από διάφορα έγκυρα συγγράμματα, καταρτίστηκε το 1984 ένας πίνακας ο οποίος ανέφερε αποκλειστικά τους σεισμούς που είχαν ένταση 7,5 ή και περισσότερους βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ, αυτούς που προκάλεσαν υλικές ζημιές τουλάχιστον πέντε εκατομμυρίων δολαρίων (ΗΠΑ) και εκείνους που ευθύνονταν για το θάνατο 100 ή περισσότερων ανθρώπων. Υπολογίστηκε ότι είχαν γίνει 856 τέτοιοι σεισμοί στα 2.000 χρόνια πριν από το 1914. Ο ίδιος πίνακας έδειξε ότι σε 69 μόλις χρόνια μετά το 1914 έγιναν 605 τέτοιοι σεισμοί. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία καταδεικνύουν την έκταση των συμφορών που προκλήθηκαν από τους σεισμούς σε αυτή την περίοδο της ιστορίας.
Μεταφορικές και Συμβολικές Χρήσεις. Οι σεισμοί χρησιμοποιούνται πολλές φορές μεταφορικά στις Γραφές για να περιγραφεί ο κλονισμός και η ανατροπή εθνών και βασιλείων. Η αρχαία Βαβυλώνα εμπιστευόταν σε ψεύτικους θεούς όπως ο Νεβώ και ο Μαρντούκ οι οποίοι, στη φαντασία των ανθρώπων, πληρούσαν τους ουρανούς τους. Βασιζόταν επίσης σε μεγάλο βαθμό στην κραταιότητα της ισχυρής στρατιωτικής της δύναμης, αλλά ο Θεός εξήγγειλε εναντίον της Βαβυλώνας τα εξής: «Θα κάνω να ταραχτεί ο ουρανός, και η γη θα σειστεί από τη θέση της στη διάρκεια της σφοδρής οργής του Ιεχωβά των στρατευμάτων». (Ησ 13:13) Η Βαβυλώνα πρέπει να συγκλονίστηκε βαθιά όταν η αυτοκρατορία της έπεσε και η επικράτειά της έπαψε να ανήκει σε αυτήν ως την τρίτη παγκόσμια δύναμη, δεδομένου ότι η ίδια έγινε απλώς μια επαρχία της Περσικής Αυτοκρατορίας.—Δα 5:30, 31.
Αλλού, ο Δαβίδ περιγράφει τον Ιεχωβά να μάχεται για χάρη του μέσω ενός σεισμού. (2Σα 22:8· Ψλ 18:7) Ο Ιεχωβά λέει ότι θα σείσει τους ουρανούς και τη γη, τη θάλασσα και την ξηρά, ότι θα σείσει όλα τα έθνη για λογαριασμό του λαού του, ώστε να έρθουν τα επιθυμητά πράγματα όλων των εθνών και να γεμίσει τον οίκο του με δόξα.—Αγγ 2:6, 7.
Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί ως παράδειγμα το φοβερό θέαμα στο Σινά, παραβάλλοντάς το με μια μεγαλύτερη και φοβερότερη περίσταση—τη σύναξη της Χριστιανικής εκκλησίας των πρωτοτόκων ενώπιον του Θεού και του Γιου του ως Μεσίτη στο ουράνιο Όρος Σιών. Εξετάζοντας περαιτέρω το παράδειγμα του σεισμού που έλαβε χώρα στο Σινά, κάνει μια συμβολική εφαρμογή, παροτρύνοντας τους Χριστιανούς να συνεχίσουν να υπηρετούν με θάρρος και πίστη, αντιλαμβανόμενοι ότι η Βασιλεία και όσοι προσκολλώνται σε αυτήν θα καταφέρουν να παραμείνουν σταθεροί ενόσω όλα τα άλλα πράγματα των συμβολικών ουρανών και της συμβολικής γης θα κλονίζονται και θα κατασυντρίβονται.—Εβρ 12:18-29.
Ο μεγαλύτερος σεισμός από όλους, ο οποίος είναι ακόμη μελλοντικός, είναι συμβολικός και περιγράφεται σε συνάρτηση με την έβδομη από τις συμβολικές εφτά τελικές πληγές της Αποκάλυψης. Παρουσιάζεται να ερειπώνει, όχι μία ή δύο πόλεις—όπως έχει συμβεί με μερικούς από τους καταστροφικότερους σεισμούς—αλλά τις «πόλεις των εθνών». Η αφήγηση του Ιωάννη σχετικά με αυτή την κοσμοϊστορική καταστροφή λέει: «Έγινε μεγάλος σεισμός τέτοιος που δεν είχε γίνει από τότε που υπήρξαν άνθρωποι στη γη, τόσο εκτεταμένος σεισμός, τόσο μεγάλος. Και η μεγάλη πόλη [η Βαβυλώνα η Μεγάλη] χωρίστηκε σε τρία μέρη, και οι πόλεις των εθνών έπεσαν».—Απ 16:18, 19.
-
-
ΣείστροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΙΣΤΡΟ
Η εβραϊκή λέξη μενα‛αν‛ίμ (σείστρα) εμφανίζεται μόνο μία φορά στη Γραφή και φαίνεται ότι παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «πάλλομαι» ή «σείομαι». (2Σα 6:5) Εφόσον το σείστρο παίζεται με αυτόν το χαρακτηριστικό τρόπο, όπως παίζεται η κουδουνίστρα, πολλοί λεξικογράφοι και ιστορικοί της μουσικής υποστηρίζουν αυτή την απόδοση, την οποία έχουν υιοθετήσει και αρκετοί μεταφραστές της Αγίας Γραφής.—Ro· Vg· ΜΝΚ· ΒΑΜ.
Το σείστρο αποτελούνταν γενικά από ένα μικρό, ωοειδές μεταλλικό πλαίσιο στο οποίο ήταν προσαρμοσμένη μια λαβή. Το μήκος ολόκληρου του οργάνου κυμαινόταν περίπου από 20 ως 46 εκ., όπως φαίνεται από σωζόμενα αρχαία δείγματα, καθώς επίσης από παραστάσεις σε αιγυπτιακά και άλλα μνημεία. Το πλαίσιο συγκρατούσε χαλαρά λίγες μεταλλικές εγκάρσιες ράβδους οι οποίες, όταν κάποιος έσειε το όργανο, παρήγαν δυνατά κουδουνίσματα. Οι οριζόντιες ράβδοι μπορεί να είχαν διαφορετικά μήκη ώστε να παράγουν ποικίλους τόνους. Ένας άλλος τύπος σείστρου έφερε κρίκους στις ράβδους, οι οποίοι κουδούνιζαν όταν κάποιος κουνούσε το όργανο. Μολονότι η μοναδική αναφορά αυτής της λέξης στην Αγία Γραφή εμφανίζεται στην περιγραφή μιας μεγάλης γιορτής, οι παραδοσιακές Ιουδαϊκές πηγές δηλώνουν ότι το σείστρο παιζόταν και σε θλιβερές περιστάσεις επίσης.
-
-
ΣεΐχηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΪΧΗΣ
Τίτλος που δινόταν συνήθως στους Εδωμίτες και στους Χορίτες φυλάρχους, τους γιους του Ησαύ και τους γιους του Σηείρ του Χορίτη. (Εξ 15:15) Στην εβραϊκή ο προσδιορισμός είναι ’αλούφ, λέξη που σημαίνει «αρχηγός», «χιλίαρχος». (Βλέπε Γε 36:15, υποσ.) Αυτός ο προσδιορισμός των αρχαίων Εδωμιτών και Χοριτών αντιστοιχεί με τον τίτλο «σεΐχης» ο οποίος χρησιμοποιείται για τους φυλάρχους μεταξύ των σημερινών Βεδουίνων. Αντί για τη λέξη «σεΐχης», ορισμένες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής χρησιμοποιούν τίτλους όπως «επικεφαλής», «αρχηγός» και «ηγεμόνας».
Κατονομάζονται εφτά σεΐχηδες των Χοριτών, και όλοι ανεξαιρέτως χαρακτηρίζονται ως «γιοι του Σηείρ». (Γε 36:20, 21, 29, 30) Οι σεΐχηδες του Εδώμ ήταν προφανώς 14: εφτά εγγονοί από τον πρωτότοκο του Ησαύ τον Ελιφάς, το γιο της συζύγου του της Αδά, τέσσερις εγγονοί από το γιο του τον Ραγουήλ, το γιο της συζύγου του της Βασεμάθ, και τρεις γιοι του από τη σύζυγό του την Οολιβαμά. (Γε 36:15-19) Υπάρχει, ωστόσο, κάποια αβεβαιότητα για το αν πρέπει να συνυπολογίζεται ο σεΐχης Κορέ, ο οποίος αναφέρεται μεταξύ των γιων του Ελιφάς. Αν η αναφορά στον σεΐχη Κορέ οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή, όπως πιστεύουν μερικοί, αυτό σημαίνει ότι οι σεΐχηδες του Εδώμ ήταν μόνο δεκατρείς. (Γε 36:16, υποσ.) Οι φυλετικές ομάδες που προήλθαν από τους σεΐχηδες έφεραν αντίστοιχα τα ονόματα εκείνων.
Στα εδάφια Γένεση 36:40-43 και 1 Χρονικών 1:51-54 δίνεται ένας διαφορετικός κατάλογος των «σεΐχηδων του Ησαύ [Εδώμ]». Ίσως πρόκειται για σεΐχηδες μεταγενέστερους από όσους κατονομάζονται προηγουμένως. Εντούτοις, ορισμένοι σχολιαστές πιστεύουν ότι δεν πρόκειται για ονόματα ατόμων, αλλά για τα ονόματα των πόλεων ή των περιοχών που ήταν τα κέντρα των διαφόρων σεϊχάτων. Υιοθετώντας αυτή την άποψη, η μετάφραση της Ιουδαϊκής Εκδοτικής Εταιρίας λέει: «ο αρχηγός της Θιμνά, ο αρχηγός της Αλβά», και ούτω καθεξής.
-
-
ΣεκούνδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΚΟΥΝΔΟΣ
(Σεκούνδος) [από το λατ. Secundus· σημαίνει «Δεύτερος»].
Ένας Χριστιανός από τη Θεσσαλονίκη ο οποίος συνόδευσε τον Παύλο περνώντας μαζί του από τη Μακεδονία στη Μικρά Ασία, στο σκέλος της επιστροφής του τρίτου ιεραποστολικού ταξιδιού του αποστόλου, πιθανότατα την άνοιξη του 56 Κ.Χ. Μέχρι πού συνόδευσε ο Σεκούνδος τον Παύλο δεν αναφέρεται.—Πρ 20:3-5.
-
-
ΣελάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΑ
(Σελά) [Απόκρημνος Βράχος].
1. Τοποθεσία στο σύνορο της περιοχής των Αμορραίων μετά την κατάκτηση της Υποσχεμένης Γης από τους Ισραηλίτες. (Κρ 1:36) Η τοποθεσία αυτή είναι άγνωστη σήμερα. Μερικοί ταυτίζουν αυτή τη Σελά με τη Σελά του Εδώμ (2Βα 14:7), αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η περιοχή των Αμορραίων εκτεινόταν ποτέ τόσο Ν, εισχωρώντας στην επικράτεια των Εδωμιτών.
2. Σπουδαία εδωμιτική πόλη την οποία κατέλαβε ο Βασιλιάς Αμαζίας του Ιούδα και τη μετονόμασε σε Ιοκθεήλ. (2Βα 14:7) Η Σελά μπορεί να είναι η ανώνυμη «οχυρωμένη πόλη» του εδαφίου Ψαλμός 108:10.
Μερικοί ταυτίζουν αυτή την πόλη με το Ουμ ελ-Μπιάρα, ένα βραχώδες οχυρό σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΒΒΑ από τη βόρεια άκρη του Κόλπου της Άκαμπα. Η συγκεκριμένη θέση βρίσκεται στη δυτική γωνία της πεδιάδας στην οποία χτίστηκε μεταγενέστερα η ναβαταϊκή πόλη Πέτρα. Αυτή η πεδιάδα, που είναι προσβάσιμη μέσα από ένα στενό, ελικοειδές φαράγγι και περιβάλλεται από ορεινούς όγκους με απόκρημνες, ψαμμιτικές πλαγιές, είναι καλά προστατευμένη. Τα εντυπωσιακά ερείπια της Πέτρας—ναοί, τάφοι και κατοικίες που έχουν λαξευτεί στο βράχο—δεν αποτελούσαν μέρος της αρχαίας εδωμιτικής πόλης Σελά. Πρόσφατα, διάφοροι μελετητές έχουν υποστηρίξει ότι η Σελά ταυτίζεται με την τοποθεσία ες-Σέλα, περίπου 4 χλμ. ΒΒΔ της Βοσόρρας.
3. Τόπος που αναφέρεται σε μια εξαγγελία εναντίον του Μωάβ. (Ησ 15:1· 16:1) Δεν είναι βέβαιο αν πρόκειται για την ίδια τοποθεσία με τον Αρ. 2 ή για κάποια άλλη.
-
-
ΣέλαχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΑΧ
(Σέλαχ).
Μεταγραφή εβραϊκής έκφρασης η οποία υπάρχει συχνά στους Ψαλμούς και εμφανίζεται επίσης στο 3ο κεφάλαιο του βιβλίου του Αββακούμ. Αν και θεωρείται γενικά τεχνικός όρος της μουσικής ή της απαγγελίας, η ακριβής σημασία του είναι άγνωστη. Μερικοί πιστεύουν ότι σημαίνει «παύση, καθυστέρηση του ρυθμού» είτε της υμνωδίας για να ακολουθήσει ένα μουσικό ιντερλούδιο είτε και της υμνωδίας και της ενόργανης μουσικής μαζί για σιωπηλό στοχασμό. Και στις δύο περιπτώσεις η παύση χρησιμοποιούνταν αναμφισβήτητα για να καταστήσει βαθύτερη την εντύπωση που είχε προκαλέσει το γεγονός ή το συναίσθημα που μόλις είχε περιγραφεί, για να δώσει το περιθώριο στον ακροατή να εμπεδώσει την πλήρη σημασία του τελευταίου στίχου. Η απόδοση της λέξης Σέλαχ στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα είναι διάψαλμα, λέξη που αντιστοιχεί στην έκφραση «μουσικό ιντερλούδιο». Το Σέλαχ εμφανίζεται πάντα στο τέλος μιας πρότασης και γενικά στο τέλος μιας στροφής, ενώ σε όλες τις περιπτώσεις περιλαμβάνεται σε ύμνους που περιέχουν κάποιο είδος μουσικής οδηγίας ή έκφρασης. Στο εδάφιο Ψαλμός 9:16 συνοδεύεται από την έκφραση «Ιγαϊών», και σε εκείνη την περίπτωση ορισμένοι θεωρούν ότι συνδέεται με τη μουσική της άρπας.
-
-
ΣελέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΕΚ
(Σελέκ).
Αμμωνίτης πολεμιστής που συντάχθηκε με “τους κραταιούς άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων” του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 39· 2Σα 23:37.
-
-
ΣελεμίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΕΜΙΑΣ
(Σελεμίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Ανταπόδοση· ή, Θυσία Συμμετοχής του Ιεχωβά].
1. Λευίτης πυλωρός ο οποίος κληρώθηκε να υπηρετεί Α του αγιαστηρίου στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ.—1Χρ 26:14· βλέπε ΜΕΣΕΛΕΜΙΑΣ.
2. Παππούς του Ιουδί, του αξιωματούχου του Ιωακείμ, και γιος του Χουσί.—Ιερ 36:14.
3. Πατέρας του Ιεουχάλ (Ιουχάλ), αγγελιοφόρου του Σεδεκία.—Ιερ 37:3· 38:1.
4. Πατέρας του Ιρεΐα, του αξιωματούχου που ήταν υπεύθυνος για την Πύλη του Βενιαμίν στην Ιερουσαλήμ. Γιος του Ανανία.—Ιερ 37:13.
5. Ένας από τους αγγελιοφόρους του Βασιλιά Ιωακείμ τους οποίους έστειλε να φέρουν τον Ιερεμία και τον Βαρούχ ενώπιόν του. Γιος του Αβδεήλ.—Ιερ 36:26.
6, 7. Δύο άντρες που συγκαταλέγονται στους γιους ή απογόνους του Βιννουί, οι οποίοι το 468 Π.Κ.Χ., όταν επέστρεψε ο Έσδρας στην Ιερουσαλήμ, εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους.—Εσδ 10:38, 39, 41, 44.
8. Πατέρας του Ανανία ο οποίος βοήθησε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:30.
9. Ιερέας, ένας από εκείνους στους οποίους ο Νεεμίας, κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ, ανέθεσε τις αποθήκες και τη διανομή των δεκάτων στους δικαιούχους.—Νε 13:6, 7, 12, 13.
-
-
ΣελεύκειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΕΥΚΕΙΑ
(Σελεύκεια).
Οχυρωμένη μεσογειακή πόλη που αποτελούσε επίνειο της Αντιόχειας της Συρίας και βρισκόταν περίπου 20 χλμ. ΝΔ αυτής της πόλης. Οι δύο τοποθεσίες συνδέονταν οδικώς, και ο πλωτός ποταμός Ορόντης που έρρεε δίπλα στην Αντιόχεια εξέβαλλε στη Μεσόγειο Θάλασσα λίγο νοτιότερα της Σελεύκειας. Συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα, ο Παύλος απέπλευσε από τη Σελεύκεια στην αρχή του πρώτου ιεραποστολικού του ταξιδιού, γύρω στο 47 Κ.Χ. (Πρ 13:4) Αν και η Σελεύκεια δεν αναφέρεται έκτοτε στην αφήγηση των Πράξεων, πιθανώς περιλαμβανόταν σε γεγονότα που εξιστορούνται εκεί. (Πρ 14:26· 15:30-41) Για να ξεχωρίζει από άλλες τοποθεσίες με παρόμοιο όνομα στην αρχαία Μέση Ανατολή ονομάζεται μερικές φορές Σελεύκεια η Πιερία. Βρισκόταν λίγο βορειότερα της σημερινής Σουεϊντιγέ, ή Σαμαντάγ, στην Τουρκία. Οι αποθέσεις λάσπης από τον Ορόντη έχουν μετατρέψει το λιμάνι της αρχαίας Σελεύκειας σε έλος.
-
-
ΣελήνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΗΝΗ
“Ο μικρότερος φωτοδότης για να εξουσιάζει τη νύχτα”, τον οποίο προμήθευσε ο Θεός ως μέσο για να μπορεί να σημειώνει κανείς «προσδιορισμένους καιρούς». (Γε 1:16· Ψλ 104:19· Ιερ 31:35· 1Κο 15:41) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «σελήνη» (γιαρέαχ) συγγενεύει στενά με την εβραϊκή λέξη γέραχ, που σημαίνει «σεληνιακός μήνας». Εφόσον ο σεληνιακός μήνας άρχιζε πάντοτε με την εμφάνιση της νέας σελήνης (εβρ., χόδες), ο όρος «νέα σελήνη» κατέληξε να σημαίνει και «μήνας». (Γε 7:11· Εξ 12:2· Ησ 66:23) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη σελήνη, ενώ η λέξη μήν ενέχει την ιδέα μιας σεληνιακής περιόδου.—Λου 1:24· Γα 4:10· επίσης Κολ 2:16, όπου εμφανίζεται η λέξη νεομηνία (νέα σελήνη).
Η λέξη λεβανάχ, που σημαίνει «λευκή», εμφανίζεται τρεις φορές στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο και περιγράφει ποιητικά τη λευκή λάμψη της πανσελήνου που είναι ιδιαίτερα έντονη στις Βιβλικές χώρες. (Ασμ 6:10· Ησ 24:23· 30:26) Η δε λέξη κέσε’ (ή κέσεχ), που σημαίνει «πανσέληνος», εμφανίζεται δύο φορές.—Ψλ 81:3· Παρ 7:20, RS, ΛΧ.
Εφόσον, κατά μέσο όρο, το διάστημα από νέα σελήνη σε νέα σελήνη διαρκεί περίπου 29 ημέρες, 12 ώρες και 44 λεπτά, οι αρχαίοι σεληνιακοί μήνες είχαν είτε 29 είτε 30 ημέρες. Αρχικά, αυτό μπορεί να καθοριζόταν με την απλή παρατήρηση της εμφάνισης της νέας ημισελήνου, αλλά στην εποχή του Δαβίδ έχουμε στοιχεία ότι αυτό υπολογιζόταν εκ των προτέρων. (1Σα 20:5, 18, 24-29) Ωστόσο, στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο το Μισνά (Ρος Χασανά 1:3–2:7) δηλώνει ότι το Ιουδαϊκό Σάνχεδριν συνεδρίαζε νωρίς το πρωί της 30ής ημέρας εφτά μηνών του έτους για να καθορίσει το πότε άρχιζε η νέα σελήνη. Τοποθετούνταν φρουροί σε στρατηγικά υψώματα γύρω από την Ιερουσαλήμ οι οποίοι ειδοποιούσαν αμέσως το Ιουδαϊκό δικαστήριο όταν έβλεπαν τη νέα σελήνη. Μόλις συγκέντρωνε επαρκή μαρτυρία, το δικαστήριο ανάγγελλε: “Καθαγιάστηκε”, κηρύσσοντας έτσι επίσημα την έναρξη του νέου μήνα. Αν η ορατότητα ήταν περιορισμένη λόγω νεφώσεων ή ομίχλης, τότε όριζαν ότι ο προηγούμενος μήνας είχε 30 ημέρες, και ο νέος μήνας άρχιζε την επομένη της σύγκλησης του δικαστηρίου. Λέγεται επίσης ότι η είδηση μεταδιδόταν περαιτέρω με συνθηματική φωτιά που άναβαν στο Όρος των Ελαιών, κάτι το οποίο στη συνέχεια επαναλαμβανόταν σε άλλα υψώματα όλης της χώρας. Προφανώς, αυτή η μέθοδος αντικαταστάθηκε αργότερα με την αποστολή αγγελιοφόρων οι οποίοι μετέφεραν την είδηση.
Τον τέταρτο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, καθιερώθηκε ένα σταθερό ή συνεχές ημερολόγιο έτσι ώστε οι Ιουδαϊκοί μήνες απέκτησαν καθορισμένο αριθμό ημερών, εκτός από τον Εσβάν και τον Χισλέβ, καθώς και το μήνα Αδάρ, οι οποίοι εξακολουθούν να έχουν είτε 29 είτε 30 ημέρες ανάλογα με ορισμένους υπολογισμούς.
Τήρηση της Νέας Σελήνης. Για τους Ιουδαίους, κάθε νέα σελήνη έδινε το έναυσμα για να ηχήσουν οι σάλπιγγες και να προσφερθούν θυσίες σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου. (Αρ 10:10· 2Χρ 2:4· Ψλ 81:3· παράβαλε Ησ 1:13, 14.) Οι επιβαλλόμενες θυσίες ήταν μάλιστα ακόμη μεγαλύτερες από εκείνες που προσφέρονταν φυσιολογικά τα κανονικά Σάββατα. (Αρ 28:9-15) Μολονότι δεν αναφέρεται συγκεκριμένα ότι η νέα σελήνη ήταν ημέρα ανάπαυσης, το εδάφιο Αμώς 8:5 υποδηλώνει παύση των εργασιών. Προφανώς ήταν καιρός συμποσίων (1Σα 20:5), καθώς επίσης ευκαιρία για σύναξη και εκπαίδευση από το νόμο του Θεού.—Ιεζ 46:1-3· 2Βα 4:22, 23· Ησ 66:23.
Η έβδομη νέα σελήνη κάθε έτους (που αντιστοιχούσε στην πρώτη ημέρα του μήνα Εθανίμ, ή αλλιώς Τισρί) ήταν σαββατιαία, και η διαθήκη του Νόμου όριζε ότι ήταν καιρός πλήρους ανάπαυσης. (Λευ 23:24, 25· Αρ 29:1-6) Ήταν «ημέρα σαλπίσματος», αλλά με μεγαλύτερη έννοια από ό,τι στις άλλες περιπτώσεις της νέας σελήνης. Προανάγγελλε την Ημέρα της Εξιλέωσης, η οποία γιορταζόταν τη δέκατη ημέρα εκείνου του μήνα.—Λευ 23:27, 28· Αρ 29:1, 7-11.
Λατρεία της Σελήνης. Μολονότι οι Ισραηλίτες καθοδηγούνταν από τη σελήνη ως προς το χρονικό προσδιορισμό των μηνών και των εορταστικών τους περιόδων, δεν έπρεπε να τη λατρεύουν όπως έκαναν κατά κόρον τα γύρω έθνη. Ο Σιν, ο θεός της σελήνης, ήταν ο πολιούχος της Ουρ, της πρωτεύουσας του Σουμέρ, της τοποθεσίας από την οποία ο Αβραάμ και η οικογένειά του έφυγαν για την Υποσχεμένη Γη. Αν και οι κάτοικοι της Ουρ ήταν πολυθεϊστές, ο Σιν, ο θεός της σελήνης—μια αρσενική θεότητα—ήταν ο ύψιστος θεός στον οποίο ήταν πρωτίστως αφιερωμένος ο ναός και οι βωμοί τους. Ο Αβραάμ και η συνοδεία του ταξίδεψαν από την Ουρ στη Χαρράν, ένα άλλο μεγάλο κέντρο λατρείας της σελήνης. Ο πατέρας του Αβραάμ, ο Θάρα, ο οποίος πέθανε στη Χαρράν, φαίνεται ότι ασκούσε αυτού του είδους την ειδωλολατρία. (Γε 11:31, 32) Όπως και να έχει, αυτές οι περιστάσεις προσθέτουν βαρύτητα στην προειδοποίηση που έδωσε ο Ιησούς του Ναυή προς τον Ισραήλ μετά την είσοδό τους στην Υποσχεμένη Γη, όπως αναγράφεται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 24:2, 14: «Αυτό είπε ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Στην άλλη πλευρά του Ποταμού [Ευφράτη] κατοικούσαν οι προπάτορές σας πριν από πολύ καιρό—ο Θάρα, ο πατέρας του Αβραάμ και πατέρας του Ναχώρ—και υπηρετούσαν άλλους θεούς”. Και τώρα να φοβάστε τον Ιεχωβά και να τον υπηρετείτε με άψογο τρόπο και με αλήθεια· και αφαιρέστε τους θεούς που υπηρετούσαν οι προπάτορές σας στην άλλη πλευρά του Ποταμού και στην Αίγυπτο, και να υπηρετείτε τον Ιεχωβά».
Και ο Ιώβ επίσης ζούσε ανάμεσα σε λάτρεις της σελήνης και απέρριψε με πιστότητα τη συνήθεια που είχαν εκείνοι να στέλνουν φιλιά με το χέρι στη σελήνη. (Ιωβ 31:26-28) Οι γειτονικοί Μαδιανίτες χρησιμοποιούσαν φεγγαρόσχημα στολίδια, τοποθετώντας τα ακόμη και στις καμήλες τους. (Κρ 8:21, 26) Στην Αίγυπτο, όπου κατοίκησε τόσο ο Αβραάμ όσο και ο λαός του Ισραήλ μεταγενέστερα, η λατρεία της σελήνης κατείχε σημαντική θέση και ασκούνταν προς τιμήν του θεού της σελήνης, του Θωθ, ο οποίος ήταν ο θεός των μετρήσεων για τους Αιγυπτίους. Κάθε πανσέληνο οι Αιγύπτιοι θυσίαζαν σε αυτόν ένα γουρούνι. Στην Ελλάδα ο θεός αυτός κατέληξε να λατρεύεται με τον τίτλο Ερμής Τρισμέγιστος. Μάλιστα η λατρεία της σελήνης εκτεινόταν μέχρι το Δυτικό Ημισφαίριο, όπου αρχαίοι ναοί ζιγκουράτ αφιερωμένοι στη σελήνη έχουν ανακαλυφτεί στο Μεξικό και στην Κεντρική Αμερική. Στην αγγλική γλώσσα, η Δευτέρα (Monday) ανάγει το όνομά της στην αγγλοσαξονική λατρεία της σελήνης. Monday σήμαινε αρχικά «ημέρα της σελήνης» (moon-day).
Οι λάτρεις της σελήνης τής απέδιδαν δυνάμεις γονιμότητας και απέβλεπαν σε αυτήν για την αύξηση της σοδειάς τους, ακόμη δε και για τον πολλαπλασιασμό των ζώων τους. Στη Χαναάν, όπου εγκαταστάθηκαν τελικά οι Ισραηλίτες, οι χαναανιτικές φυλές λάτρευαν τη σελήνη με ανήθικες ιεροτελεστίες και τελετουργίες. Εκεί η σελήνη λατρευόταν μερικές φορές συμβολιζόμενη από τη θεά Αστορέθ (Αστάρτη). Η Αστορέθ θεωρούνταν η θηλυκή σύντροφος του άρρενα θεού Βάαλ, η δε λατρεία αυτών των δύο παγίδεψε επανειλημμένα τους Ισραηλίτες κατά την περίοδο των Κριτών. (Κρ 2:13· 10:6) Οι αλλοεθνείς σύζυγοι του Βασιλιά Σολομώντα εισήγαγαν τη μιασματική λατρεία της σελήνης στον Ιούδα. Όσοι ήταν ιερείς σε θεούς αλλοεθνών κατηύθυναν το λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ να υψώνει καπνό θυσίας στον ήλιο, στη σελήνη και στα άστρα, μια συνήθεια που συνεχίστηκε μέχρι την εποχή του Βασιλιά Ιωσία. (1Βα 11:3-5, 33· 2Βα 23:5, 13, 14) Όταν η Ιεζάβελ, η κόρη του ειδωλολάτρη βασιλιά Εθβάαλ που κυβερνούσε τους Σιδωνίους, παντρεύτηκε τον Βασιλιά Αχαάβ του Ισραήλ, έφερε επίσης μαζί της τη λατρεία του Βάαλ, προφανώς δε και τη λατρεία της θεάς της σελήνης, της Αστορέθ. (1Βα 16:31) Οι Ισραηλίτες ήρθαν και πάλι σε επαφή με τη λατρεία της σελήνης κατά την εξορία τους στη Βαβυλώνα, όπου η νέα σελήνη θεωρούνταν από τους Βαβυλώνιους αστρολόγους ευνοϊκός καιρός για την κατάρτιση προβλέψεων ως προς το μέλλον.—Ησ 47:12, 13.
Ο Λόγος του Θεού θα έπρεπε να είχε αποτελέσει για τους Ισραηλίτες προστασία από τη λατρεία της σελήνης. Καταδείκνυε ότι η σελήνη είναι απλώς ένας φωτοδότης και ένα βολικό μέσο προσδιορισμού του χρόνου, κάτι που στερείται προσωπικότητας. (Γε 1:14-18) Όταν πλησίαζαν στη Χαναάν, ο Ιεχωβά έδωσε συγκεκριμένη προειδοποίηση στο έθνος του Ισραήλ να μη λατρεύει ουράνια δημιουργήματα σαν να επρόκειτο για παραστάσεις του εαυτού Του. Όποιος ασκούσε τέτοια λατρεία έπρεπε να λιθοβολείται μέχρι θανάτου. (Δευ 4:15-19· 17:2-5) Μέσω του Ιερεμία, του προφήτη του, ο Θεός διακήρυξε μεταγενέστερα ότι τα κόκαλα των νεκρών ειδωλολατρών κατοίκων της Ιερουσαλήμ, μεταξύ των οποίων ήταν βασιλιάδες, ιερείς και προφήτες, θα αφαιρούνταν από τους τάφους τους και θα γίνονταν σαν «κοπριά πάνω στο πρόσωπο της γης».—Ιερ 8:1, 2.
Μερικοί έχουν προσπαθήσει να εντοπίσουν στο εδάφιο Δευτερονόμιο 33:14 στοιχεία ειδωλολατρικής επίδρασης ή δεισιδαιμονικής στάσης ως προς τη σελήνη. Στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, όπως και στη Μετάφραση του Βάμβα, το εδάφιο αυτό κάνει λόγο για “τα πολύτιμα δώρα που προέρχονται από τη σελήνη”. Ωστόσο, όπως δείχνουν πιο σύγχρονες μεταφράσεις, η έννοια της εβραϊκής λέξης που εδώ αποδίδεται «σελήνη» (γεραχίμ) είναι στην πραγματικότητα «μήνες» ή «σεληνιακοί μήνες» και αναφέρεται βασικά στις μηνιαίες περιόδους κατά τις οποίες ωριμάζουν οι καρποί.
Παρόμοια, ορισμένοι έχουν θεωρήσει πως το εδάφιο Ψαλμός 121:6 υποδηλώνει πίστη στην αντίληψη ότι η έκθεση στο σεληνόφως προκαλεί ασθένειες. Εντούτοις, από την ανάγνωση ολόκληρου του ψαλμού γίνεται φανερό ότι αυτή η υπόθεση είναι αβάσιμη, εφόσον στην πραγματικότητα ο ψαλμός διαβεβαιώνει με ποιητικό τρόπο πως ο Θεός παρέχει προστασία από τη συμφορά σε οποιεσδήποτε συνθήκες και ανά πάσα στιγμή—είτε στη διάρκεια της ηλιόλουστης ημέρας είτε στη διάρκεια της σεληνόφωτης νύχτας.
Άλλοι πάλι στρέφουν την προσοχή στο ρήμα σεληνιάζομαι που χρησιμοποιεί το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο στα εδάφια Ματθαίος 4:24 και Ματθαίος 17:15 και το οποίο σημαίνει κατά κυριολεξία «προσβάλλομαι από τη σελήνη». Σε σύγχρονες μεταφράσεις αυτός ο όρος αποδίδεται με τη λέξη «επιληπτικός». Το γεγονός ότι ο Ματθαίος μεταχειρίστηκε αυτόν το συνήθη όρο της Κοινής Ελληνικής για τους επιληπτικούς σε αυτές τις δύο περιπτώσεις σημαίνει, όχι ότι απέδιδε αυτή την ασθένεια στη σελήνη ούτε ότι η Αγία Γραφή διδάσκει κάτι τέτοιο, αλλά απλώς ότι χρησιμοποίησε τη λέξη η οποία, για τους ελληνόφωνους εκείνης της εποχής, ήταν προφανώς ο ισχύων χαρακτηρισμός των επιληπτικών. Παρόμοια, οι αγγλόφωνοι Χριστιανοί σήμερα εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το όνομα Monday για τη δεύτερη ημέρα της εβδομάδας, μολονότι δεν θεωρούν αυτή την ημέρα ιερή, αφιερωμένη στη σελήνη.
Τον Πρώτο Αιώνα της Κοινής Χρονολογίας. Στις ημέρες του Χριστού Ιησού και των αποστόλων, οι Ιουδαίοι δεν λάτρευαν τη σελήνη. Φυσικά, τηρούσαν τις νέες σελήνες σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου. Η νέα σελήνη του κάθε μήνα τηρείται ακόμη από τους Ορθόδοξους Ιουδαίους ως μικρότερη ημέρα εξιλέωσης για όσες αμαρτίες διαπράχθηκαν το μήνα που μόλις τελείωσε.
Η 14η Νισάν, όταν η σελήνη κόντευε να γεμίσει, σηματοδοτούσε τον εορτασμό του Πάσχα και ήταν επίσης η ημέρα κατά την οποία ο Ιησούς θέσπισε το Αναμνηστικό δείπνο, ή αλλιώς το Δείπνο του Κυρίου, που γίνεται προς ανάμνηση του θανάτου του.—Ματ 26:2, 20, 26-30· 1Κο 11:20-26.
Παρά τον τερματισμό της διαθήκης του Νόμου, μερικοί Ιουδαίοι Χριστιανοί, όπως και άλλοι, ενέμεναν στη συνήθεια του εορτασμού της νέας σελήνης καθώς και του Σαββάτου, και γι’ αυτό χρειάστηκαν τη διορθωτική συμβουλή του Παύλου η οποία αναγράφεται στα εδάφια Κολοσσαείς 2:16, 17 και Γαλάτες 4:9-11.
-
-
ΣελομίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΜΙ
(Σελομί) [από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη»].
Ασηρίτης, ο γιος του οποίου ήταν αρχηγός και διορίστηκε να βοηθήσει στη διαμοίραση της Υποσχεμένης Γης στις φυλές του Ισραήλ.—Αρ 34:17, 18, 27.
-
-
ΣελομίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΜΙΘ
(Σελομίθ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη»].
1. Κόρη του Διβρεί από τη φυλή του Δαν. Ο γιος που απέκτησε με έναν Αιγύπτιο θανατώθηκε στην έρημο επειδή εξύβρισε το όνομα του Ιεχωβά.—Λευ 24:10-14, 23.
2. Κααθίτης Λευίτης από την οικογένεια του Ισαάρ, ονομαζόμενος και Σελομώθ.—1Χρ 23:12, 18· 24:22.
3. Λευίτης απόγονος του Ελιέζερ, γιου του Μωυσή, ονομαζόμενος και Σελομώθ.—1Χρ 26:25-28.
4. Γιος του Βασιλιά Ροβοάμ του Ιούδα από την ευνοούμενη σύζυγό του τη Μααχά και αδελφός του Βασιλιά Αβιά.—2Χρ 11:20-23· 12:16.
5. Κόρη του Κυβερνήτη Ζοροβάβελ.—1Χρ 3:19.
6. Γιος του Ιωσηφία και κεφαλή του πατρικού οίκου του Βανί. Ο Σελομίθ ήρθε στην Ιερουσαλήμ με τον Έσδρα συνοδευόμενος από 160 άρρενες.—Εσδ 8:1, 10.
-
-
ΣελομώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΜΩΘ
(Σελομώθ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ειρήνη»].
1. Κεφαλή ενός πατρικού οίκου μεταξύ των απογόνων του Γηρσών, γιου του Λευί.—1Χρ 23:6, 7, 9.
2. Κααθίτης Λευίτης από την οικογένεια του Ισαάρ, γνωστός και ως Σελομίθ.—1Χρ 23:12, 18· 24:22.
3. Λευίτης απόγονος του Μωυσή μέσω του Ελιέζερ του γιου του. Ο Δαβίδ κατέστησε τον Σελομώθ και τους αδελφούς του υπεύθυνους για τους θησαυρούς των καθαγιασμένων πραγμάτων, στα οποία περιλαμβάνονταν και τα καθαγιασμένα λάφυρα από τους πολέμους των Ισραηλιτών. (1Χρ 26:25-28) Ονομαζόταν και Σελομίθ.
-
-
ΣελουμιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΟΥΜΙΗΛ
(Σελουμιήλ) [Ειρήνη του Θεού].
Συμεωνίτης αρχηγός. Ο Σελουμιήλ βοήθησε στην απογραφή του έθνους η οποία έγινε έναν χρόνο περίπου μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο. Ήταν αρχηγός του στρατεύματος του Συμεών και έφερε την προσφορά του όταν εγκαινιάστηκε το θυσιαστήριο της σκηνής της μαρτυρίας.—Αρ 1:4, 6· 2:12· 7:36-41· 10:19.
-
-
ΣελσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΛΣΑ
(Σελσά).
Τοποθεσία στον Βενιαμίν. Ως σημείο επιβεβαίωσης του ότι θα γινόταν ηγέτης του Ισραήλ, ο Σαούλ επρόκειτο να συναντήσει δύο άντρες «κοντά στο μνήμα της Ραχήλ στην περιοχή του Βενιαμίν, στη Σελσά» και να λάβει από αυτούς ένα μήνυμα για τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του που είχαν χαθεί. (1Σα 10:1, 2, 7) Στην απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, αντί της ονομασίας «Σελσά» εμφανίζεται η φράση ἁλλομένους μεγάλα («οι οποίοι θα πηδούν πολύ»), παρότι στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο υπάρχει η λέξη Σελσά. Η Ραχήλ θάφτηκε σε κάποιο άγνωστο σημείο “στο δρόμο από τη Βαιθήλ προς τη Βηθλεέμ” (Γε 35:16-20), και η θέση της Σελσά παραμένει απροσδιόριστη.
-
-
ΣεμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑ
(Σεμά).
[1-4: Μελωδικός Ήχος]
1. Γιος του Χεβρών και πατέρας του Ραάμ στη γραμμή των απογόνων του Ιούδα μέσω του Χάλεβ.—1Χρ 2:42-44.
2. Απόγονος του Ρουβήν.—1Χρ 5:3, 8.
3. Κεφαλή ενός οίκου της φυλής του Βενιαμίν που εγκαταστάθηκε στην Αιαλών και ένας από αυτούς που εκδίωξαν τους κατοίκους της Γαθ. (1Χρ 8:12, 13) Κατά πάσα πιθανότητα είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Σιμεΐ του εδαφίου 1 Χρονικών 8:21, ο οποίος παρουσιάζεται εκεί ως πατέρας εννιά γιων.—1Χρ 8:19-21.
4. Ένας από τους έξι που στέκονταν στα δεξιά του Έσδρα ενόσω εκείνος διάβαζε το Νόμο στο συγκεντρωμένο λαό. Πιθανότατα ιερέας.—Νε 8:4.
5. Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα (Ιη 15:21, 26), ενδεχομένως η ίδια με τη Σαβεέ, μια παρεμβαλλόμενη πόλη του Συμεών. (Ιη 19:1, 2) Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ήταν η ίδια πόλη με την Ιησουά και την ταυτίζουν με το Τελλ ες-Σάουε (Τελ Γεσουά), περίπου 15 χλμ. ΑΒΑ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
ΣεμαάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΑ
(Σεμαά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ακούω»].
Βενιαμίτης από τη Γαβαά, του οποίου οι δύο γιοι, ο Αχιέζερ και ο Ιεχωάς, εγκατέλειψαν τον Σαούλ και προσχώρησαν στον Δαβίδ στη Σικλάγ.—1Χρ 12:1-3.
-
-
ΣεμαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΪΑΣ
(Σεμαΐας) [σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Ακούσει»].
1. Συμεωνίτης, ένας μακρινός απόγονος του οποίου συμμετείχε σε μια εκστρατεία που έγινε τον καιρό του Εζεκία με σκοπό την κατάληψη βοσκότοπων από τους Χαναναίους.—1Χρ 4:24, 37-41.
2. Γιος του Ιωήλ από τη φυλή του Ρουβήν.—1Χρ 5:3, 4.
3. Αρχηγός του Λευιτικού οίκου του Ελιζαφάν. Ο Σεμαΐας και 200 αδελφοί του, αφού αγίασαν τον εαυτό τους, συμμετείχαν στην πομπή που έφερε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:4, 8, 11-16.
4. Γραμματέας των Λευιτών ο οποίος κατέγραψε τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που οργανώθηκαν με βάση τις οδηγίες του Δαβίδ. Ήταν γιος του Νεθανήλ.—1Χρ 24:6.
5. Πρωτότοκος γιος του Ωβήδ-εδώμ, Λευίτης. Ο Σεμαΐας και οι γιοι του καταγράφηκαν όλοι ως πυλωροί με διορισμό τις αποθήκες του αγιαστηρίου.—1Χρ 26:1, 4, 6, 7, 12, 13, 15.
6. Προφήτης του Ιεχωβά στη διάρκεια της βασιλείας του Ροβοάμ, γιου του Σολομώντα. Μετά την εξέγερση των δέκα βόρειων φυλών το 997 Π.Κ.Χ., ο Σεμαΐας εξήγγειλε τα λόγια του Ιεχωβά τα οποία απαγόρευαν στον Ροβοάμ να επιχειρήσει να τις ανακαταλάβει. (1Βα 12:21-24· 2Χρ 11:1-4) Το πέμπτο έτος (993 Π.Κ.Χ.) του Ροβοάμ, ο Αιγύπτιος Βασιλιάς Σισάκ εισέβαλε στον Ιούδα και ο Σεμαΐας πληροφόρησε τον Ροβοάμ και τους άρχοντές του ότι ο Ιεχωβά τούς είχε εγκαταλείψει επειδή Τον είχαν εγκαταλείψει αυτοί. Ωστόσο, ο Ροβοάμ και οι άρχοντές του ταπείνωσαν τον εαυτό τους, γι’ αυτό και ο Ιεχωβά μετρίασε τις καταστροφικές συνέπειες της εισβολής. (2Χρ 12:1-12) Ο Σεμαΐας, επίσης, συνέταξε ένα από τα αρχεία της βασιλείας του Ροβοάμ.—2Χρ 12:15.
7. Ένας από τους Λευίτες τους οποίους έστειλε ο Βασιλιάς Ιωσαφάτ το τρίτο έτος της βασιλείας του (934 Π.Κ.Χ.) να διδάξουν το Νόμο στις πόλεις του Ιούδα.—2Χρ 17:7-9.
8. Λευίτης, απόγονος του Ιεδουθούν, τον οποίο διόρισε ο Εζεκίας κατά το πρώτο έτος της διακυβέρνησής του (745 Π.Κ.Χ.) να βοηθήσει στον καθαρισμό του ναού. Ο Σεμαΐας και οι υπόλοιποι Λευίτες κατέβασαν τα ακάθαρτα αντικείμενα στην Κοιλάδα Κιδρόν. (2Χρ 29:12, 14-16) Πιθανώς είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 9.
9. Ένας από τους Λευίτες που διένεμαν τα δέκατα και τις άλλες συνεισφορές στις πόλεις των ιερέων κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία. (2Χρ 31:6, 12, 14, 15) Πιθανώς είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 8.
10. Ένας από τους Λευίτες αρχηγούς που συνεισέφεραν ζώα με γενναιοδωρία για να προσφερθούν ως θυσία στο μεγάλο εορτασμό του Πάσχα που τέλεσε ο Ιωσίας.—2Χρ 35:1, 9.
11. Πατέρας του Ουριγία, ενός προφήτη συγχρόνου του Ιερεμία, από την Κιριάθ-ιαρίμ.—Ιερ 26:20.
12. Πατέρας του Δελαΐα, ενός Ιουδαίου άρχοντα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ.—Ιερ 36:12.
13. Ψευδοπροφήτης από την πόλη Νεχελάμ, πολέμιος του Ιερεμία. Πάρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα μαζί με τον Ιωαχίν το 617 Π.Κ.Χ. Από εκεί έγραψε μια επιστολή στον ιερέα Σοφονία και στους άλλους ιερείς στην Ιερουσαλήμ, κατακρίνοντας τον Ιερεμία για το ότι προέλεγε μια μακρά περίοδο εξορίας και για το ότι παρότρυνε τους εξορίστους να εγκατασταθούν στη Βαβυλωνία. Ο Σεμαΐας ισχυρίστηκε πως έπρεπε να βάλουν τον Ιερεμία σε ξύλινα δεσμά. Ωστόσο, ο Ιεχωβά προφήτευσε ότι, επειδή ο Σεμαΐας επιχείρησε να κάνει τους Ιουδαίους να εμπιστευτούν στο ψεύδος και επειδή αυτά που είπε ήταν απροκάλυπτη ανταρσία, ούτε αυτός ούτε οι απόγονοί του θα ήταν ανάμεσα στους εξορίστους που θα επαναπατρίζονταν.—Ιερ 29:24-32.
14. Ιερέας, και πιθανώς ιδρυτής μιας ιερατικής οικογένειας, ο οποίος επέστρεψε με τον Ζοροβάβελ στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. Κατά την επόμενη γενιά, επικεφαλής του πατρικού οίκου του Σεμαΐα ήταν ο Ιεχωνάθαν. (Νε 12:1, 6, 7, 12, 18) Ο εκπρόσωπός τους, ή κάποιος άλλος συνονόματος ιερέας, επικύρωσε την εθνική διαθήκη που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 10:1, 8.
15. Λευίτης, απόγονος του Ιεδουθούν, ένας γιος ή απόγονος του οποίου ονόματι Αβδιού έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά την εξορία.—1Χρ 9:16, 34.
16. Λευίτης, από τους απογόνους του Μεραρί, που και αυτός έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. Γιος του Ασσούβ.—1Χρ 9:14, 34· Νε 11:15.
17. Ένας από τους αρχηγούς των γιων του Αδωνικάμ οι οποίοι συνόδευσαν τον Έσδρα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ. Ενδεχομένως είναι ένας από εκείνους τους οποίους έστειλε ο Έσδρας να ζητήσουν διακόνους για το αγιαστήριο, με αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν μερικοί Λευίτες και Νεθινίμ για το ταξίδι.—Εσδ 8:1, 13, 16-20.
18. Ένας από τους ιερείς τους οποίους παρακίνησε ο Έσδρας όταν έφτασε στην Ιερουσαλήμ να εξαποστείλουν τις αλλοεθνείς συζύγους που είχαν πάρει. Γιος του Χαρίμ.—Εσδ 10:10, 11, 21, 44.
19. Γιος κάποιου άλλου Χαρίμ, ο οποίος ήταν ένας από τους Ισραηλίτες που επίσης είχαν πάρει αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν.—Εσδ 10:25, 31, 44.
20. Ένας από εκείνους που βοήθησαν στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ, γιος του Σεχανία και πυλωρός—πιθανότατα, λοιπόν, Λευίτης.—Νε 3:29.
21. Ο ψευδοπροφήτης τον οποίο μίσθωσαν ο Τωβίας και ο Σαναβαλλάτ για να πει στον Νεεμία ότι δήθεν απειλούνταν η ζωή του, προσπαθώντας έτσι να φοβίσει τον Νεεμία και να τον κάνει να αμαρτήσει με το να κρυφτεί στο ναό, ενώ δεν ήταν ιερέας. Γιος του Δελαΐα.—Νε 6:10-13.
22. Κάποιος που έλαβε μέρος στην πομπή της εγκαινίασης την οποία διευθέτησε ο Νεεμίας μετά την ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 12:31-34.
23. Ιερέας από την οικογένεια του Ασάφ, κάποιος απόγονος του οποίου συμμετείχε στην ίδια πομπή προφανώς ως σαλπιγκτής.—Νε 12:31, 35.
24. Ιερέας, μουσικός στην ίδια πομπή, προφανώς συγγενής του Αρ. 23.—Νε 12:31, 36.
25. Ιερέας ο οποίος προφανώς σάλπιζε όταν, στα πλαίσια της εγκαινίασης του τείχους, οι δύο χορωδίες ευχαριστήριων ύμνων συναντήθηκαν στον οίκο του Ιεχωβά.—Νε 12:40-42.
26. Μακρινός απόγονος του Δαβίδ. (1Χρ 3:9, 10, 22) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η φράση «και οι γιοι του Σεμαΐα» στη μέση του εδαφίου 22 (μετά την οποία παρατίθενται μόνο πέντε ονόματα) πρέπει να παραλειφθεί ως προϊόν λανθασμένης αντιγραφής, ώστε να αποδοθούν στον Σεχανία έξι γιοι. Ωστόσο, άλλοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι ο Σεμαΐας και οι πέντε γιοι του λογίζονται ως οι έξι απόγονοι του Σεχανία.
-
-
ΣεμαραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΡΑΪΜ
(Σεμαραΐμ).
1. Άγνωστη πόλη των Βενιαμιτών η οποία μνημονεύεται μαζί με τη Βαιθήλ. (Ιη 18:21, 22) Πιθανολογείται ότι βρισκόταν ΒΑ της Βαιθήλ.
2. Ύψωμα στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ. Από αυτό το βουνό μίλησε ο Βασιλιάς Αβιά του Ιούδα, καταδεικνύοντας ότι ο Ιεροβοάμ και οι δέκα φυλές του Ισραήλ είχαν απορρίψει τη διαθήκη για μια βασιλεία που είχε συνάψει ο Ιεχωβά με τον Δαβίδ. Προφανώς, η Βαιθήλ βρισκόταν στην ίδια περιοχή. (2Χρ 13:4, 19) Το Όρος Σεμαραΐμ ενδεχομένως πήρε το όνομά του από την ομώνυμη πόλη των Βενιαμιτών, αλλά η ακριβής θέση αυτού του βουνού παραμένει άγνωστη.
-
-
ΣεμαρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΑΡΙΑΣ
(Σεμαρίας) [σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Φυλάξει»].
1. Ένας από τους αμφοτεροδέξιους Βενιαμίτες πολεμιστές που συντάχθηκαν με τον Δαβίδ ενόσω αυτός ήταν φυγάς στη Σικλάγ.—1Χρ 12:1, 2, 5.
2. Γιος του Βασιλιά Ροβοάμ, και επομένως δισέγγονος του Δαβίδ.—2Χρ 11:18, 19.
3. Ένας από τους γιους του Χαρίμ οι οποίοι απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους όταν ο Έσδρας επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ.—Εσδ 10:31, 32, 44.
4. Ένας από τους γιους του Βιννουί οι οποίοι είχαν και αυτοί πάρει αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν.—Εσδ 10:38, 41, 44.
-
-
ΣεμεβέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΒΕΡ
(Σεμεβέρ).
Ο βασιλιάς της Ζεβωγίμ τον οποίο νίκησαν ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του στην Κοιλάδα Σιδδίμ.—Γε 14:1-11.
-
-
ΣεμεείνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΕΙΝ
(Σεμεείν).
Απόγονος του Δαβίδ και πρόγονος της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού.—Λου 3:26.
-
-
ΣεμέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΡ
(Σεμέρ) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «φυλάω»].
1. Απόγονος του Ασήρ, πιθανώς δισέγγονός του. Τέσσερις γιοι του Σεμέρ κατονομάζονται. (1Χρ 7:30, 34) Το όνομα Σεμέρ γράφεται Σωμήρ στο εδάφιο 1 Χρονικών 7:32.
2. Μεραρίτης Λευίτης, πρόγονος του Εθάν.—1Χρ 6:44-47.
3. Ο ιδιοκτήτης του λόφου της Σαμάρειας. Ενδεχομένως πρόκειται για φυλή και όχι για μεμονωμένο άτομο, δεδομένου ότι η λέξη «Σαμάρεια» σημαίνει «Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στο Γένος Σεμέρ». Ο Βασιλιάς Αμρί του Ισραήλ αγόρασε αυτό το βουνό δίνοντας δύο τάλαντα ασήμι ($13.212) και άρχισε να βασιλεύει από εκεί γύρω στο 945 Π.Κ.Χ.—1Βα 16:23, 24.
-
-
ΣεμεώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΕΩΝ
(Σεμεών) [από μια ρίζα που σημαίνει «ακούω»].
Ένας από τους οχτώ γιους του Χαρίμ τους οποίους παρακίνησε ο Έσδρας να αποπέμψουν τις ειδωλολάτρισσες συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:10, 11, 31, 32, 44.
-
-
ΣεμινίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΙΝΙΘ
(Σεμινίθ).
Αν και αυτός ο μουσικός όρος σημαίνει κατά κυριολεξία «το όγδοο», η ακριβής σημασία του είναι αβέβαιη. Μπορεί να αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη χαμηλότερη έκταση μουσικών φθόγγων, ή τρόπο, και, αν με αυτόν τον όρο συνδέονταν τυχόν μουσικά όργανα, πιθανότατα θα επρόκειτο για όργανα με τα οποία έπαιζαν τους χαμηλούς τόνους της μουσικής κλίμακας.
Στο εδάφιο 1 Χρονικών 15:21 γίνεται λόγος για άρπες «κουρδισμένες σε Σεμινίθ [«ενδεχόμενη αναφορά στο όγδοο κλειδί ή σε μια χαμηλότερη οκτάβα», ΜΝΚ υποσ.· «πιθανότατα η πιο χαμηλή οκτάβα», Da υποσ. z]». Σε αρμονία με αυτό, οι επιγραφές των Ψαλμών 6 και 12 (οι οποίοι έχουν μελαγχολικό περιεχόμενο) λένε: «Προς τον διευθύνοντα (τα έγχορδα) στη χαμηλότερη οκτάβα [σεμινίθ]», πράγμα που μπορεί να υποδηλώνει ότι αυτοί οι ύμνοι θα συνοδεύονταν από μουσική σε χαμηλότερη έκταση φθόγγων και θα ψάλλονταν ανάλογα.—Βλέπε ΑΛΑΜΩΘ.
-
-
ΣεμιραμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΙΡΑΜΩΘ
(Σεμιραμώθ).
1. Λευίτης μουσικός ο οποίος συνόδευσε την κιβωτό της διαθήκης από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ ως την Ιερουσαλήμ και ακολούθως τοποθετήθηκε να παίζει μουσική μπροστά από τη σκηνή όπου βρισκόταν η κιβωτός.—1Χρ 15:17, 18, 20, 25· 16:1, 4, 5.
2. Ένας από τους Λευίτες τους οποίους έστειλε ο Ιωσαφάτ να διδάξουν το Νόμο στο λαό το 934 Π.Κ.Χ.—2Χρ 17:7-9.
-
-
ΣεμιώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΙΩΝ
(Σεμιών)
Πατέρας τεσσάρων γιων, μέλος της φυλής του Ιούδα.—1Χρ 4:20.
-
-
ΣεμνότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΝΟΤΗΤΑ
Κοσμιότητα ή προσωπική αγνότητα. Στην Αγία Γραφή, με τον όρο «σεμνότητα» αποδίδεται η λέξη αἰδώς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. (1Τι 2:9) Αυτή η λέξη, χρησιμοποιούμενη με ηθική έννοια, μεταδίδει την ιδέα της ευλάβειας, του δέους, του σεβασμού για τα αισθήματα ή τη γνώμη των άλλων ή για τη συνείδηση του ίδιου του ατόμου, και έτσι εκφράζει ντροπή, αυτοσεβασμό, συναίσθηση της τιμής, αξιοπρέπεια και μετριοπάθεια. (Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 1, σ. 65) Συγκρίνοντας τη λέξη αἰδώς με τη συνηθέστερη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «ντροπή» (αἰσχύνη· Φλπ 3:19· Απ 3:18), ο λεξικογράφος Ρίτσαρντ Τρεντς αναφέρει ότι η λέξη αἰδώς είναι «η ευγενέστερη από τις δύο, και υποδηλώνει το ευγενέστερο κίνητρο: εμπερικλείει μια έμφυτη ηθική αποστροφή προς τη διάπραξη κάποιας ανέντιμης πράξης, ηθική αποστροφή η οποία υπάρχει ελάχιστα ή καθόλου στη [λέξη αἰσχύνη]». Ο ίδιος δηλώνει ότι «[η αἰδώς] θα συγκρατούσε πάντοτε έναν καλό άνθρωπο από το να κάνει μια ποταπή πράξη, ενώ [η αἰσχύνη] ίσως συγκρατούσε κάποιες φορές έναν κακό άνθρωπο». (Συνώνυμα της Καινής Διαθήκης [Synonyms of the New Testament], Λονδίνο, 1961, σ. 64, 65) Επομένως, στη συγκράτηση που υπονοεί η λέξη αἰδώς, περιλαμβάνεται ιδιαίτερα η συνείδηση.
Σε Σχέση με το Ντύσιμο και Άλλα Αποκτήματα. Δίνοντας στον επίσκοπο Τιμόθεο την οδηγία να φροντίζει να τηρείται κατάλληλη διαγωγή μέσα στην εκκλησία, ο Παύλος είπε: «Θέλω οι γυναίκες να στολίζονται με εύτακτη ενδυμασία, με σεμνότητα και σωφροσύνη, όχι με πλεξίματα των μαλλιών και χρυσάφι ή μαργαριτάρια ή πολύ ακριβά ρούχα, αλλά όπως αρμόζει σε γυναίκες που ισχυρίζονται ότι έχουν ευλάβεια για τον Θεό, δηλαδή μέσω καλών έργων». (1Τι 2:9, 10) Εδώ ο απόστολος δεν αποδοκιμάζει την περιποιημένη και καλή, ελκυστική εμφάνιση, διότι ο ίδιος συνιστά την «εύτακτη ενδυμασία». Ωστόσο, δείχνει την ακαταλληλότητα της ματαιοδοξίας και της επιδεικτικότητας στο ντύσιμο, με την οποία στρέφει κάποιος την προσοχή στον εαυτό του ή στα μέσα διαβίωσής του. Περιλαμβάνεται επίσης η σεμνότητα σε σχέση με το σεβασμό για τα αισθήματα των άλλων, τον αυτοσεβασμό και τη συναίσθηση της τιμής. Η ενδυμασία του Χριστιανού δεν πρέπει να προσβάλλει την ευπρέπεια και τις ηθικές ευαισθησίες της εκκλησίας, κάνοντας κάποιους να σκανδαλιστούν. Αυτή η συμβουλή όσον αφορά το ντύσιμο διασαφηνίζει περαιτέρω τη στάση του Ιεχωβά απέναντι στο πώς πρέπει να βλέπει και να χρησιμοποιεί ο Χριστιανός και τα άλλα υλικά αποκτήματα που ίσως έχει.—Βλέπε ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ.
-
-
ΣεμουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΜΟΥΗΛ
(Σεμουήλ) [Όνομα του Θεού].
Το ίδιο εβραϊκό όνομα μεταφράζεται και «Σαμουήλ».
1. Κεφαλή προπατορικού οίκου. Γιος ή απόγονος του Θωλά, γιου του Ισσάχαρ.—1Χρ 7:1, 2.
2. Εκπρόσωπος της φυλής του Συμεών στην ομάδα που διορίστηκε να μοιράσει την Υποσχεμένη Γη στις φυλές. Γιος του Αμμιούδ.—Αρ 34:17, 18, 20.
-
-
ΣεναάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΑ
(Σεναά).
Πάνω από 3.000 «γιοι της Σεναά» επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 2, 35· Νε 7:38) Το όνομα Σεναά ενδεχομένως ταυτίζεται με το όνομα Ασσεναά, ο εβραϊκός τύπος του οποίου περιλαμβάνει το εβραϊκό οριστικό άρθρο χα(ς).—Νε 3:3.
Πολλά από τα ονόματα που απαριθμούνται στο 2ο κεφάλαιο του Έσδρα και στο 7ο κεφάλαιο του Νεεμία είναι προφανώς τοποθεσίες και όχι πρόσωπα, και γι’ αυτό ορισμένοι πιστεύουν ότι η Σεναά ήταν μια τοποθεσία λίγο βορειότερα της Ιεριχώς, όπου ο Ευσέβιος και ο Ιερώνυμος αναφέρουν ότι υπήρχε ένας πύργος που ονομαζόταν «Μαγδάλσενα». (Περί των τοπικών ονομάτων, 154, 16, 17) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων η Σεναά ταυτίζεται με το Χίρμπετ αλ Μπεϊγιουντάτ (Χορβάτ ελ-Μπέιντατ), περίπου 11 χλμ. ΒΒΑ της Ιεριχώς.
-
-
ΣεναάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΑΒ
(Σεναάβ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σιν [ο θεός της σελήνης] Είναι ο Πατέρας Του»].
Βασιλιάς της Αδμά. Ο ένας από τους πέντε μονάρχες της περιοχής Ν της Νεκράς Θαλάσσης οι οποίοι, θέλοντας να πάψουν να είναι υποτελείς στον Χοδολλογομόρ, στασίασαν ανεπιτυχώς εναντίον του.—Γε 14:1-10.
-
-
ΣεναάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΑΡ
(Σεναάρ).
Το αρχικό όνομα της περιοχής που βρίσκεται ανάμεσα στους ποταμούς Τίγρη και Ευφράτη και που αργότερα ονομάστηκε Βαβυλωνία. Ήταν το μέρος όπου άρχισε να βασιλεύει ο Νεβρώδ επί της Βαβέλ, της Ερέχ, της Ακκάδ και της Καλνέ, και όπου διακόπηκε η οικοδόμηση του πύργου-ναού της Βαβέλ. (Γε 10:9, 10· 11:2-8) Αργότερα, ο βασιλιάς της Σεναάρ, ο Αμραφέλ, ήταν ένας από τους συνασπισμένους βασιλιάδες που αιχμαλώτισαν τον ανιψιό του Αβραάμ, τον Λωτ. (Γε 14:1, 9, 12) Στις ημέρες του Ιησού του Ναυή η περιοχή διατηρούσε την αρχική ονομασία της. (Ιη 7:21) Την αναφέρουν οι προφήτες Ησαΐας, Δανιήλ και Ζαχαρίας.—Ησ 11:11· Δα 1:2· Ζαχ 5:11· βλέπε ΒΑΒΕΛ· ΒΑΒΥΛΩΝΑ Αρ. 2.
-
-
ΣενάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΝ
(Σενάν).
Κωμόπολη στην περιοχή Σεφηλά του Ιούδα. (Ιη 15:33, 37) Πολλοί λόγιοι θεωρούν ότι πιθανότατα είναι η Σαανάν του εδαφίου Μιχαίας 1:11, και κατά την τρέχουσα άποψή τους η κωμόπολη αυτή ταυτίζεται με το Άρακ ελ-Χάρμπα, περίπου 6 χλμ. ΒΔ της Λαχείς.
-
-
ΣενασσάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΑΣΣΑΡ
(Σενασσάρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Σιν [ο θεός της σελήνης], Προστάτευε!»].
Ο τέταρτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιωαχίν (Ιεχονία) ο οποίος γεννήθηκε ενόσω ο πατέρας του ήταν εξόριστος στη Βαβυλώνα.—1Χρ 3:17, 18· βλέπε ΣΑΣΑΒΑΣΣΑΡ.
-
-
ΣενέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΕ
(Σενέ).
«Ένας απόκρημνος βράχος σαν δόντι» απέναντι από τη Γααβά, στα Ν ενός άλλου απόκρημνου βράχου ο οποίος ονομαζόταν Βοσές. Και οι δύο αυτοί βράχοι βρίσκονταν ανάμεσα στις πόλεις Μιχμάς και Γααβά και μνημονεύονται στην αφήγηση της επίθεσης του Ιωνάθαν εναντίον των Φιλισταίων. (1Σα 14:4, 5, 13) Η θέση αυτών των βράχων δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί με βεβαιότητα τώρα πια, αλλά γενικά πιστεύεται ότι αποτελούσαν μέρος των σχεδόν κατακόρυφων γκρεμών κατά μήκος του Ουάντι Σουέινιτ (Νάχαλ Μιχμάς) το οποίο εκτείνεται μεταξύ της Μιχμάς και της Γααβά.—Βλέπε ΒΟΣΕΣ.
-
-
ΣενίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΙΡ
(Σενίρ).
Το αμορραϊκό όνομα του Όρους Αερμών. (Δευ 3:9) Δεδομένου ότι το εδάφιο 1 Χρονικών 5:23 κάνει λόγο για το «Σενίρ και το Όρος Αερμών», το όνομα Σενίρ μπορεί να χρησιμοποιούνταν επίσης για κάποιο τμήμα του ορεινού όγκου του Αερμών ή του Αντιλιβάνου. Το Σενίρ ήταν πηγή ξύλων αρκεύθου (Ιεζ 27:5) και καταφύγιο λιονταριών και λεοπαρδάλεων. (Ασμ 4:8) Μια ασσυριακή επιγραφή περιγράφει το Σενίρ (Σα-νι-ρου) ως «ένα βουνό απέναντι από τον Λίβανο».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 280· βλέπε ΑΕΡΜΩΝ.
-
-
ΣενναχειρείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΝΝΑΧΕΙΡΕΙΜ
(Σενναχειρείμ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Σιν [ο θεός της σελήνης] Έχει Αποκαταστήσει τους Αδελφούς σε Εμένα»].
Γιος του Σαργών Β΄ και βασιλιάς της Ασσυρίας. Κληρονόμησε από τον πατέρα του μια πανίσχυρη αυτοκρατορία αλλά αναγκάστηκε να περάσει το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας του καταπνίγοντας εξεγέρσεις, ειδικά σε σχέση με την πόλη της Βαβυλώνας.
Φαίνεται ότι ο Σενναχειρείμ, στη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα του, υπηρετούσε ως κυβερνήτης ή στρατηγός στο βόρειο τμήμα της Ασσυρίας. Μετά την άνοδό του στο θρόνο, δεν αντιμετώπισε πολλά προβλήματα σε αυτή την περιοχή, ενώ οι δυσκολίες που συνάντησε προέρχονταν κυρίως από τα Ν και τα Δ. Ο Χαλδαίος Μερωδάχ-βαλαδάν (Ησ 39:1) εγκατέλειψε το Ελάμ όπου είχε αναγκαστεί να καταφύγει εξαιτίας του Σαργών, του πατέρα του Σενναχειρείμ, και κατόπιν αυτοανακηρύχτηκε βασιλιάς της Βαβυλώνας. Ο Σενναχειρείμ βάδισε εναντίον του Μερωδάχ-βαλαδάν και των Ελαμιτών συμμάχων του και τους νίκησε στην Κις. Ωστόσο, ο Μερωδάχ-βαλαδάν διέφυγε και συνέχισε να κρύβεται άλλα τρία χρόνια. Ο Σενναχειρείμ εισέβαλε στη Βαβυλώνα και ενθρόνισε ως αντιβασιλιά τον Μπελ-ιμπνί. Ακολούθως πραγματοποιήθηκαν και άλλες εκστρατείες που σκοπό είχαν να τιμωρήσουν και να κρατήσουν σε υποταγή τους λαούς των χωρών στις λοφώδεις περιοχές που περιέβαλλαν την Ασσυρία.
Κατόπιν, στην «τρίτη εκστρατεία» του, όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος, ο Σενναχειρείμ κινήθηκε εναντίον του «Χάττι»—ονομασία που εκείνη την εποχή προφανώς αναφερόταν στη Φοινίκη και στην Παλαιστίνη. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 287) Η περιοχή αυτή βρισκόταν σε κατάσταση γενικής εξέγερσης εναντίον του ασσυριακού ζυγού. Ανάμεσα σε εκείνους που είχαν απορρίψει την ασσυριακή κυριαρχία ήταν και ο Βασιλιάς Εζεκίας του Ιούδα (2Βα 18:7), αν και δεν υπάρχουν στοιχεία που να μαρτυρούν ότι είχε συνασπιστεί με τα άλλα εξεγερμένα βασίλεια.
Το 14ο έτος του Εζεκία (732 Π.Κ.Χ.), οι δυνάμεις του Σενναχειρείμ κινήθηκαν δυτικά, κατέλαβαν τη Σιδώνα, την Αχζίβ, την Ακό και άλλες πόλεις στα φοινικικά παράλια και στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς το Ν. Κατόπιν αυτού, τρομοκρατημένα βασίλεια, περιλαμβανομένου του Μωάβ, του Εδώμ και της Αζώτου, αναφέρεται ότι έστειλαν φόρο υποτελείας σε έκφραση της υποταγής τους. Η απείθαρχη Ασκαλών καταλήφθηκε διά της βίας μαζί με τις γειτονικές πόλεις Ιόππη και Βαιθ-δαγών. Μια ασσυριακή επιγραφή κατηγορεί το λαό και τους ευγενείς της φιλισταϊκής πόλης Ακκαρών ότι παρέδωσαν το βασιλιά τους τον Παδί στον Εζεκία, ο οποίος, σύμφωνα με τον Σενναχειρείμ, τον «φυλάκισε παράνομα». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 287· παράβαλε 2Βα 18:8.) Για τους κατοίκους της Ακκαρών αναφέρεται ότι παρακάλεσαν την Αίγυπτο και την Αιθιοπία να τους βοηθήσουν να αποκρούσουν ή να εμποδίσουν την ασσυριακή επίθεση.
Το Βιβλικό υπόμνημα υποδεικνύει ότι, περίπου σε εκείνη τη φάση, ο Σενναχειρείμ επιτέθηκε στον Ιούδα πολιορκώντας και καταλαμβάνοντας πολλές από τις οχυρωμένες πόλεις και κωμοπόλεις του. Τότε ο Εζεκίας έστειλε μήνυμα στον Ασσύριο στη Λαχείς προσφερόμενος να πληρώσει ό,τι φόρο θα του επέβαλλε ο Σενναχειρείμ. (2Βα 18:13, 14) Η κατάληψη της Λαχείς από τον Σενναχειρείμ παρουσιάζεται σε ένα ανάγλυφο διάζωμα τοίχου το οποίο τον παρουσιάζει καθισμένο σε έναν θρόνο μπροστά από την ηττημένη πόλη να δέχεται τα λάφυρα που του φέρνουν από εκεί, ενώ μερικοί από τους αιχμαλώτους υποβάλλονται σε βασανιστήρια.
Η Βιβλική αφήγηση δεν κάνει καμιά νύξη για το αν ο Βασιλιάς Παδί, σε περίπτωση που ήταν όντως αιχμάλωτος του Εζεκία, απελευθερώθηκε τότε, αλλά δείχνει ότι ο Εζεκίας πλήρωσε το φόρο υποτελείας που του ζήτησε ο Σενναχειρείμ: 300 τάλαντα ασήμι (περ. $1.982.000) και 30 τάλαντα χρυσάφι (περ. $11.560.000). (2Βα 18:14-16) Στη συνέχεια, όμως, ο Σενναχειρείμ έστειλε στο βασιλιά και στο λαό της Ιερουσαλήμ μια αντιπροσωπεία τριών αξιωματούχων οι οποίοι τους ζήτησαν να συνθηκολογήσουν μαζί του και, τελικά, να αποδεχτούν τη συνακόλουθη εξορία. Το μήνυμα των Ασσυρίων εξέφραζε περιφρόνηση ιδιαίτερα για την πεποίθηση που έθετε ο Εζεκίας στον Ιεχωβά. Μέσω του εκπροσώπου του, ο Σενναχειρείμ καυχιόταν ότι ο Ιεχωβά θα αποδεικνυόταν τόσο ανίσχυρος όσο και οι θεοί των χωρών που είχαν ήδη υποχωρήσει εμπρός στην ισχύ των Ασσυρίων.—2Βα 18:17-35.
Η αντιπροσωπεία των Ασσυρίων επέστρεψε στον Σενναχειρείμ ο οποίος τότε πολεμούσε εναντίον της Λιβνά, διότι είχε ακουστεί “για τον Τιρχάκα, το βασιλιά της Αιθιοπίας, ότι είχε βγει να τον πολεμήσει”. (2Βα 19:8, 9) Οι επιγραφές του Σενναχειρείμ μιλούν για μια μάχη στην Ελθεκέχ (περ. 15 χλμ. ΒΒΔ της Ακκαρών), στην οποία, όπως εκείνος ισχυρίζεται, νίκησε τον αιγυπτιακό στρατό και τις δυνάμεις «του βασιλιά της Αιθιοπίας». Στη συνέχεια, περιγράφει την κατάκτηση της Ακκαρών και την αποκατάσταση του ελεύθερου πλέον Παδί στο θρόνο της.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 287, 288.
Ο Ιεχωβά Νικάει το Στρατό του Σενναχειρείμ. Όσον αφορά την Ιερουσαλήμ, παρ’ όλο που ο Σενναχειρείμ έστειλε μια απειλητική επιστολή προειδοποιώντας τον Εζεκία ότι παρέμενε αποφασισμένος να πάρει την πρωτεύουσα του Ιούδα (Ησ 37:9-20), το υπόμνημα δείχνει ότι οι Ασσύριοι δεν “τόξευσαν βέλος εκεί . . . ούτε ανήγειραν πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της”. Ο Ιεχωβά, τον οποίο είχε χλευάσει ο Σενναχειρείμ, εξαπέστειλε έναν άγγελο ο οποίος μέσα σε μία νύχτα πάταξε «εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες στο στρατόπεδο των Ασσυρίων» και έστειλε πίσω τον Σενναχειρείμ «με ντροπιασμένο πρόσωπο στη γη του».—Ησ 37:33-37· 2Χρ 32:21.
Οι επιγραφές του Σενναχειρείμ δεν κάνουν λόγο για την πανωλεθρία που υπέστησαν οι δυνάμεις του. Αλλά, όπως σχολιάζει ο καθηγητής Τζακ Φίνεγκαν: «Δεδομένης της γενικής τάσης καυχησιολογίας που διαπνέει τις επιγραφές των Ασσύριων βασιλιάδων, . . . δεν θα αναμέναμε να καταγράψει ο Σενναχειρείμ μια τέτοια ήττα». (Φως από το Αρχαίο Παρελθόν [Light From the Ancient Past], 1959, σ. 213) Ωστόσο, είναι αξιοπρόσεκτη η εκδοχή που δίνει ο Σενναχειρείμ για αυτό το περιστατικό στο αποκαλούμενο Πρίσμα του Σενναχειρείμ, το οποίο φυλάσσεται στο Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Ο Σενναχειρείμ λέει εν μέρει: «Όσο για τον Εζεκία τον Ιουδαίο, ο οποίος δεν υποτάχθηκε στο ζυγό μου, 46 από τις ισχυρές του πόλεις, τα περιτειχισμένα φρούρια και τα αναρίθμητα μικρά χωριά που βρίσκονταν στα περίχωρά τους τα πολιόρκησα και (τα) κατέλαβα, χρησιμοποιώντας καλοπατημένες (χωμάτινες) ράμπες και πολιορκητικούς κριούς που (έτσι) μεταφέρθηκαν κοντά (στα τείχη) (σε συνδυασμό με) επίθεση πεζικού, (χρησιμοποιώντας) σήραγγες, ρήγματα, καθώς και άλλα υπονομευτικά έργα. Πήρα (από εκεί) 200.150 ανθρώπους, νέους και ηλικιωμένους, άντρες και γυναίκες, άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια, καμήλες, αναρίθμητα μεγάλα και μικρά βοοειδή, και (τα) θεώρησα λάφυρα. Αυτόν [τον Εζεκία] τον φυλάκισα στην Ιερουσαλήμ, στη βασιλική του κατοικία, όπως ένα πουλί μέσα στο κλουβί. . . . Τις πόλεις του, τις οποίες είχα λεηλατήσει, τις αφαίρεσα από τη χώρα του και τις έδωσα στον Μιτιντί, βασιλιά της Αζώτου, στον Παδί, βασιλιά της Ακκαρών, και στον Σιλιβέλ, βασιλιά της Γάζας. . . . Ο ίδιος ο Εζεκίας . . . μου έστειλε αργότερα στη Νινευή, τη βασιλική μου πόλη, μαζί με 30 τάλαντα χρυσό, 800 τάλαντα ασήμι, πολύτιμους λίθους, αντιμόνιο, μεγάλα κομμάτια κόκκινους λίθους, κλίνες με (ενθετική διακόσμηση από) ελεφαντόδοντο, καρέκλες-νιμεντού με (ενθετική διακόσμηση από) ελεφαντόδοντο, δέρματα ελεφάντων, έβενο, ξύλο πύξου (και) κάθε είδους πολύτιμους θησαυρούς, τις (ίδιες του τις) κόρες, τις παλλακίδες και τους μουσικούς, άντρες και γυναίκες. Για να παραδώσει το φόρο υποτελείας και να υποκλιθεί ως δούλος, έστειλε τον (προσωπικό) αγγελιοφόρο του».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 288.
Στην κομπαστική αυτή εκδοχή ο αριθμός των ταλάντων ασημιού που δόθηκαν έχει διογκωθεί από 300 σε 800, και αναμφίβολα αυτό ισχύει και με άλλες λεπτομέρειες γύρω από το φόρο που καταβλήθηκε. Από άλλες απόψεις, όμως, αυτή η εκδοχή επιβεβαιώνει με αξιοσημείωτο τρόπο το Βιβλικό υπόμνημα και δείχνει πως ο Σενναχειρείμ δεν ισχυρίστηκε ότι κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Πρέπει να σημειώσουμε, ωστόσο, ότι ο Σενναχειρείμ τοποθετεί την καταβολή του φόρου υποτελείας από τον Εζεκία μετά την απειλή των Ασσυρίων για πολιορκία της Ιερουσαλήμ, ενώ η Βιβλική αφήγηση δείχνει ότι ο φόρος καταβλήθηκε πριν. Ως προς το ποια είναι η πιθανή αιτία αυτής της αντιστροφής, προσέξτε την επισήμανση που κάνει το Νέο Στερεότυπο Λεξικό της Αγίας Γραφής, των Φανκ και Γουάγκναλς (Funk and Wagnalls New Standard Bible Dictionary, 1936, σ. 829): «Το τέλος αυτής της εκστρατείας του Σενναχειρείμ περιβάλλεται από ασάφεια. Το τι έκανε μετά την κατάληψη της Ακκαρών . . . παραμένει μυστήριο. Στα χρονικά του, ο Σενναχειρείμ τοποθετεί σε αυτό το σημείο την τιμωρία του Εζεκία, την επιδρομή του στη γη του Ιούδα και την επιβολή της κυριαρχίας του στην περιοχή και στις πόλεις του Ιούδα. Αυτή η σειρά των γεγονότων φαντάζει σαν ένα παραπέτασμα που αποσκοπεί στο να κρύψει κάτι το οποίο εκείνος δεν θέλει να πει». Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι ο Σενναχειρείμ γύρισε εσπευσμένα στη Νινευή μετά τη θεόσταλτη πανωλεθρία που βρήκε τις στρατιές του, γι’ αυτό και η διαστρεβλωμένη αφήγηση του Σενναχειρείμ αναφέρει, όπως τον εξυπηρετεί, ότι ο Εζεκίας κατέβαλε το φόρο υποτελείας μέσω ενός ειδικού απεσταλμένου στη Νινευή. Είναι ασφαλώς σημαντικό το ότι οι αρχαίες επιγραφές και τα αρχεία δεν μνημονεύουν άλλη εκστρατεία του Σενναχειρείμ στην Παλαιστίνη, παρότι οι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι η βασιλεία του συνεχίστηκε άλλα 20 χρόνια.
Ο Ιουδαίος ιστορικός του πρώτου αιώνα Κ.Χ. Ιώσηπος ισχυρίζεται ότι παραθέτει τα λόγια του Βαβυλώνιου Βηρωσσού (ο οποίος πιστεύεται ότι έζησε τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ.) περιγράφοντας το γεγονός ως εξής: «Όταν ο Σεναχείριμος επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ από τον πόλεμο που έκανε με την Αίγυπτο, βρήκε τη δύναμη που είχε αφήσει εκεί με διοικητή τον Ραψάκη να κινδυνεύει από μια πληγή, διότι ο Θεός είχε ρίξει λοιμώδη νόσο στο στράτευμά του, και την πρώτη νύχτα της πολιορκίας χάθηκαν εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες άντρες μαζί με τους διοικητές τους και τους ταξίαρχους». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 21 [i, 5]) Μερικοί σχολιαστές προσπαθούν να εξηγήσουν την καταστροφή μέσα από μια αφήγηση που έγραψε ο Ηρόδοτος (Β΄, 141) τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., όπου ισχυρίζεται ότι «μια νύχτα πλήθη αρουραίων ξεχύθηκαν στο στρατόπεδο των Ασσυρίων και καταβρόχθισαν τις φαρέτρες τους και τα τόξα τους και τις λαβές των ασπίδων τους» καθιστώντας τους ανίκανους να εισβάλουν στην Αίγυπτο. Σαφώς, η αφήγηση αυτή δεν συμπίπτει με το Βιβλικό υπόμνημα, ούτε και εναρμονίζεται η περιγραφή του Ηρόδοτου για την εκστρατεία των Ασσυρίων με τις ασσυριακές επιγραφές. Ωστόσο, οι αφηγήσεις του Βηρωσσού και του Ηρόδοτου αντικατοπτρίζουν το γεγονός ότι οι δυνάμεις του Σενναχειρείμ αντιμετώπισαν μια αιφνίδια και καταστροφική δυσχέρεια σε αυτή την εκστρατεία.
Τα προβλήματα του Σενναχειρείμ, όμως, δεν τελείωσαν εκεί, και μετά την επιστροφή του στην Ασσυρία χρειάστηκε να καταπνίξει άλλη μια εξέγερση στη Βαβυλώνα, την οποία υποκίνησε ο Μερωδάχ-βαλαδάν. Αυτή τη φορά, ο Σενναχειρείμ κατέστησε βασιλιά της Βαβυλώνας το γιο του, τον Ασσούρ-ναδίν-σουμί. Έξι χρόνια αργότερα, ο Σενναχειρείμ ξεκίνησε για μια εκστρατεία εναντίον των Ελαμιτών, αλλά αυτοί έκαναν αντίποινα εισβάλλοντας έπειτα από λίγο στη Μεσοποταμία. Έπιασαν τον Ασσούρ-ναδίν-σουμί και έβαλαν στο θρόνο της Βαβυλώνας δικό τους βασιλιά. Ακολούθησαν αρκετά χρόνια διαμάχης για την εξασφάλιση του ελέγχου της περιοχής, μέχρις ότου τελικά ο εξοργισμένος Σενναχειρείμ εκδικήθηκε τη Βαβυλώνα ισοπεδώνοντάς την—μια ενέργεια άνευ προηγουμένου, δεδομένης της θέσης που κατείχε η Βαβυλώνα ως η «Αγία Πόλη» όλης της Μεσοποταμίας. Τα υπόλοιπα χρόνια της βασιλείας του Σενναχειρείμ φαίνεται ότι κύλησαν χωρίς κανένα ιδιαίτερο περιστατικό.
Ο θάνατος του Σενναχειρείμ πιστεύεται ότι έλαβε χώρα περίπου 20 χρόνια μετά την εκστρατεία του εναντίον της Ιερουσαλήμ. Αυτός ο αριθμός βασίζεται σε ασσυριακά και βαβυλωνιακά αρχεία, η αξιοπιστία των οποίων αμφισβητείται. Όπως και να έχουν τα πράγματα, πρέπει να σημειώσουμε ότι η Βιβλική αφήγηση δεν λέει πως ο θάνατος του Σενναχειρείμ έλαβε χώρα μόλις επέστρεψε στη Νινευή. «Αργότερα μπήκε στον οίκο του θεού του», του Νισρώκ, και οι γιοι του, Αδραμμέλεχ και Σαρασάρ, «τον πάταξαν με σπαθί» και διέφυγαν στη γη Αραράτ. (2Χρ 32:21· Ησ 37:37, 38) Μια επιγραφή του Εσάρ-αδδών, γιου του και διαδόχου του, επιβεβαιώνει αυτό το γεγονός.—Αρχεία της Αρχαίας Ασσυρίας και Βαβυλωνίας (Ancient Records of Assyria and Babylonia), του Ντ. Λάκενμπιλ, 1927, Τόμ. 2, σ. 200, 201· βλέπε ΕΣΑΡ-ΑΔΔΩΝ.
Οικοδομικά Έργα. Η Ασσυριακή Αυτοκρατορία, λοιπόν, δεν επεκτάθηκε ιδιαίτερα υπό τον Σενναχειρείμ, ο οποίος όμως εκτέλεσε ένα φιλόδοξο οικοδομικό πρόγραμμα στη Νινευή, την οποία έκανε και πάλι πρωτεύουσα. Το τεράστιο ανάκτορο που ανήγειρε εκεί ήταν ένα συγκρότημα από δωμάτια, αυλές και αίθουσες τελετών το οποίο κάλυπτε μια έκταση μήκους 450 μ. και πλάτους 210 μ. Ο Σενναχειρείμ μετέφερε νερό από απόσταση 48 χλμ., κατασκευάζοντας μια υπερυψωμένη λιθόκτιστη οδό πάνω από τον ποταμό Γκομέλ, γνωστή ως Υδραγωγείο Τζερβάν. Από το νερό αυτό ποτίζονταν κήποι και πάρκα και γέμιζε η τάφρος που περιέβαλλε την πόλη, ενισχύοντας έτσι την άμυνά της.
-
-
ΣεπφώραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΠΦΩΡΑ
(Σεπφώρα) [Πουλί· ή πιθανώς, Μικρό Πουλί].
Η σύζυγος του Μωυσή. Η Σεπφώρα γνώρισε τον Μωυσή σε ένα πηγάδι, καθώς η ίδια και οι έξι αδελφές της πότιζαν τα ποίμνια του πατέρα τους. Όταν κάποιοι ποιμένες ήρθαν εκεί και, όπως συνήθιζαν, προσπάθησαν να διώξουν τις κοπέλες, ο Μωυσής τις βοήθησε και μάλιστα πότισε τα ποίμνια ο ίδιος. Για την καλοσύνη που έδειξε, προσκλήθηκε στο σπίτι της Σεπφώρας, της οποίας ο πατέρας, ο ιερέας Ιοθόρ, τελικά την έδωσε για σύζυγο στον Μωυσή. (Εξ 2:16-21) Η Σεπφώρα γέννησε στον Μωυσή δύο γιους—τον Γηρσώμ και τον Ελιέζερ.—Εξ 2:22· 18:3, 4.
Όταν ο Ιεχωβά έστειλε τον Μωυσή πίσω στην Αίγυπτο, η Σεπφώρα και οι δύο γιοι τους πήγαν μαζί του. Καθώς προχωρούσαν, συνέβη ένα πολύ σοβαρό περιστατικό, το οποίο εξιστορείται με αρκετή ασάφεια ως εξής: «Και καθ’ οδόν, στο κατάλυμα, τον συνάντησε ο Ιεχωβά [ἄγγελος κυρίου, Ο΄] και ζητούσε τρόπο να τον θανατώσει. Τελικά, η Σεπφώρα πήρε έναν πυρόλιθο και έκοψε την ακροβυστία του γιου της και την έκανε να αγγίξει τα πόδια του και είπε: “Επειδή είσαι γαμπρός αίματος για εμένα”. Και αυτός τον άφησε. Τότε εκείνη είπε: “Γαμπρός αίματος”, εξαιτίας της περιτομής».—Εξ 4:24-26.
Οι μελετητές έχουν προτείνει πολλές ερμηνείες για αυτή την περικοπή, και ορισμένες από αυτές αντανακλώνται σε διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής. (Βλέπε CC, JB, Kx, La, NE, RS, ΚΛΠ, ΛΧ, ΜΠΚ, καθώς επίσης τη γερμανική Τσίρχερ Μπίμπελ [Zürcher Bibel], την ισπανική Μπόβερ-Καντέρα [Bover-Cantera] και τις γαλλικές Κραμπόν [Crampon], Λιενάρ [Lienart] και Σεγκόν [Segond].) Τέτοιου είδους ερμηνείες επιχειρούν να δώσουν απάντηση σε ερωτήματα όπως το αν η ζωή που απειλούνταν ήταν του Μωυσή ή του παιδιού και τίνος τα πόδια άγγιξε με την ακροβυστία η Σεπφώρα—τα πόδια του Μωυσή, τα πόδια του παιδιού ή τα πόδια του αγγέλου. Αποτολμούν επίσης διάφορες απόψεις ως προς το γιατί (και σε ποιον) είπε η Σεπφώρα: «Είσαι γαμπρός αίματος για εμένα».
Φαίνεται ότι η ζωή που βρισκόταν σε κίνδυνο ήταν η ζωή του παιδιού, αν λάβουμε υπόψη τι δηλώνει ο νόμος της περιτομής στο εδάφιο Γένεση 17:14· ότι η Σεπφώρα έκανε περιτομή στο παιδί επειδή κατάλαβε τι έπρεπε να γίνει για να τακτοποιηθεί το ζήτημα· ότι έριξε την ακροβυστία στα πόδια του αγγέλου που απειλούσε τη ζωή του παιδιού για να κάνει φανερή τη συμμόρφωσή της με το νόμο του Ιεχωβά και ότι απευθυνόταν στον Ιεχωβά μέσω του αγγέλου που τον εκπροσωπούσε, όταν αναφώνησε: «Είσαι γαμπρός αίματος για εμένα», ώστε να δείξει ότι αποδεχόταν τη θέση της συζύγου στη διαθήκη της περιτομής με τον Ιεχωβά ως σύζυγο.—Βλέπε Ιερ 31:32.
Αλλά αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν με βεβαιότητα από τις Γραφές. Η κατά λέξη απόδοση αυτής της περικοπής από την αρχαία εβραϊκή είναι καλυμμένη με το πέπλο των ιδιωματισμών που χρησιμοποιούνταν πριν από 3.500 χρόνια περίπου. Γι’ αυτόν το λόγο, ορισμένες κατά λέξη μεταφράσεις (Ro, Yg, ΜΝΚ) και διάφορες άλλες (AS, KJ, Da, Dy, JP, Mo, Le, ΒΑΜ), μεταξύ των οποίων και η αρχαία Μετάφραση των Εβδομήκοντα, δεν αποσαφηνίζουν αυτά τα ζητήματα.
Όπως φαίνεται, η Σεπφώρα επέστρεψε για να επισκεφτεί τους γονείς της, εφόσον μετά την Έξοδο η ίδια και οι δύο γιοι της, συνοδεύοντας τον Ιοθόρ, γύρισαν στον Μωυσή ο οποίος βρισκόταν στο στρατόπεδο της ερήμου. (Εξ 18:1-6) Καθώς η παρουσία της Σεπφώρας είχε πλέον αρχίσει να γίνεται αισθητή, φαίνεται ότι αναπτύχθηκε ζήλια στη Μαριάμ, την αδελφή του Μωυσή, η οποία (μαζί με τον Ααρών) χρησιμοποίησε τη χουσιτική καταγωγή της Σεπφώρας ως αφορμή για να εκφράσει παράπονα εναντίον του Μωυσή. (Αρ 12:1) Αυτό δεν υποδηλώνει ότι η Σεπφώρα είχε πεθάνει και ο Μωυσής είχε παντρευτεί στο μεταξύ μια Αιθιόπισσα, όπως υποστηρίζεται συχνά, διότι αν και ο όρος «Χουσίτης» εφαρμόζεται συνήθως στους Αιθίοπες, μπορεί επίσης να συμπεριλάβει όσους προέρχονται από την Αραβία.—Βλέπε ΧΟΥΣ Αρ. 2· ΧΟΥΣΙΤΕΣ.
-
-
ΣεραΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΑΪΑΣ
(Σεραΐας) [Ο Ιεχωβά Έχει Αναμετρηθεί (Έχει Εμμείνει στην Αναμέτρησή Του)].
1. Γιος του Κενέζ από τη φυλή του Ιούδα, αδελφός του Κριτή Γοθονιήλ και ανιψιός του Χάλεβ του κατασκόπου. Οι απόγονοι του Σεραΐα μέσω του γιου του, του Ιωάβ, έγιναν τεχνίτες.—1Χρ 4:13, 14.
2. Ο γραμματέας στην κυβέρνηση του Βασιλιά Δαβίδ. (2Σα 8:15, 17) Αν δεν υπήρξαν αλλαγές αναφορικά με το πρόσωπο που κατείχε αυτό το αξίωμα, τότε ο ίδιος αλλού ονομάζεται Σαιβά (2Σα 20:25), Σαβσά (1Χρ 18:16) και Σεισά, οι δύο γιοι του οποίου αργότερα εκτελούσαν παρόμοια καθήκοντα υπό τον Σολομώντα. (1Βα 4:3) Τα ονόματα των υπόλοιπων κυβερνητικών αξιωματούχων είναι ως επί το πλείστον ίδια και στους τρεις Δαβιδικούς καταλόγους.
3. Γιος του Ασιήλ από τη φυλή του Συμεών, οι απόγονοι του οποίου—σύγχρονοι του Εζεκία—συμμετείχαν στη δύναμη που πάταξε τους Χαμίτες και τους Μεουνίμ στην περιοχή την οποία κατείχαν εκείνοι και χρησιμοποίησαν τη γη ως βοσκότοπο.—1Χρ 4:24, 35, 38-41.
4. Ένας από τους τρεις τους οποίους έστειλε ο Βασιλιάς Ιωακείμ στα τέλη του 624 Π.Κ.Χ. να φέρουν τον Ιερεμία και τον Βαρούχ, εξαιτίας της προφητείας κατά της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα την οποία είχε καταγράψει ο Βαρούχ καθ’ υπαγόρευση του Ιερεμία. Ο Σεραΐας ήταν γιος του Αζριήλ.—Ιερ 36:9, 26.
5. Ο φροντιστής του στρατού του Βασιλιά Σεδεκία, γιος του Νηρία και αδελφός του Βαρούχ. (Ιερ 32:12· 51:59) Το τέταρτο έτος του Σεδεκία, το 614 Π.Κ.Χ., ο Σεραΐας συνόδευσε τον Σεδεκία στη Βαβυλώνα. Ο Ιερεμίας τού είχε δώσει έναν ρόλο, ο οποίος περιείχε προφητικές κατακρίσεις σε βάρος της Βαβυλώνας, με την οδηγία να τον διαβάσει δίπλα στον ποταμό Ευφράτη και στη συνέχεια να δέσει στο ρόλο μια πέτρα και να τον ρίξει στον ποταμό, δείχνοντας έτσι παραστατικά ότι η πτώση της Βαβυλώνας θα ήταν μόνιμη. (Ιερ 51:59-64) Ο Σεραΐας ίσως μετέδωσε στους εξόριστους Ισραηλίτες που βρίσκονταν ήδη εκεί μερικές από τις σκέψεις της προφητείας. Είναι ενδιαφέρον ότι οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μια σφραγίδα που φέρει την επιγραφή «Του Σεραΐα (μπεν) Νηρία».—Ημερολόγιο Εξερευνήσεων στο Ισραήλ (Israel Exploration Journal), Ιερουσαλήμ, 1978, Τόμ. 28, σ. 56.
6. Ο πρωθιερέας την εποχή που η Βαβυλώνα κατέστρεψε την Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Αν και ο Σεραΐας θανατώθηκε κατ’ εντολήν του Ναβουχοδονόσορα, ο γιος του ο Ιωσεδέκ γλίτωσε και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα. (2Βα 25:18-21· Ιερ 52:24-27) Μέσω του γιου του Σεραΐα, του Ιωσεδέκ, η αρχιερατική γραμμή που ξεκίνησε από τον Ααρών συνεχίστηκε, και το αξίωμα αυτό κατείχε ο γιος του Ιωσεδέκ ο Ιησούς όταν οι Ιουδαίοι απελευθερώθηκαν και επέστρεψαν. (1Χρ 6:14, 15· Εσδ 3:2) Ο Σεραΐας αποκαλείται και πατέρας του Έσδρα, αλλά εφόσον παρεμβάλλονται 139 χρόνια ανάμεσα στο θάνατο του Σεραΐα και στην επιστροφή του Έσδρα, είναι πολύ πιθανό ότι μεσολάβησαν τουλάχιστον δύο γενιές ανάμεσά τους χωρίς να αναφέρονται—μια παράλειψη κοινή στις Βιβλικές γενεαλογίες.—Εσδ 7:1.
7. Ένας από τους στρατιωτικούς αρχηγούς που έμειναν στον Ιούδα μετά τη γενική εκτόπιση στη Βαβυλώνα—γιος του Τανουμέθ. Ο Σεραΐας και οι συναρχηγοί του υποστήριξαν το διορισμό του Γεδαλία ως κυβερνήτη, τον προειδοποίησαν ότι ο Ισμαήλ συνιστούσε απειλή για τη ζωή του και αργότερα προσπάθησαν να εκδικηθούν το θάνατό του. Ωστόσο, από φόβο για τους Βαβυλωνίους, ο Σεραΐας και οι άλλοι αρχηγοί οδήγησαν τους εναπομείναντες Ιουδαίους στην Αίγυπτο.—2Βα 25:23, 26· Ιερ 40:8, 13-16· 41:11-18· 43:4-7.
8. Ένας από αυτούς που αναφέρεται ότι επέστρεψαν από την εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. και οι οποίοι φαίνεται πως ήταν ηγέτες. (Εσδ 2:1, 2) Ονομάζεται Αζαρίας στο εδάφιο Νεεμίας 7:7, στον παράλληλο κατάλογο.
9. Ιερέας που επέστρεψε από την εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ. Μια γενιά αργότερα, εκπρόσωπος του πατρικού του οίκου ήταν ο Μεραΐας. (Νε 12:1, 12) Κάποιος Σεραΐας που περιλαμβανόταν σε όσους υπέγραψαν τη διαθήκη στις ημέρες του Έσδρα και του Νεεμία πιθανόν να ήταν και αυτός εκπρόσωπος της ίδιας οικογένειας ή άλλος συνονόματος ιερέας. (Νε 10:1, 2, 8) Ο Σεραΐας—που και αυτός θα μπορούσε να είναι μέλος του ίδιου πατρικού οίκου ή ιερέας με το ίδιο όνομα—έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά την ανοικοδόμηση των τειχών.—Νε 11:1, 10, 11.
-
-
ΣεραφείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Πνευματικά πλάσματα που στέκονται γύρω από το θρόνο του Ιεχωβά στους ουρανούς. (Ησ 6:2, 6) Η εβραϊκή λέξη σεραφίμ είναι ο πληθυντικός αριθμός ενός ουσιαστικού που παράγεται από το ρήμα σαράφ, το οποίο σημαίνει «καίω». (Λευ 4:12) Ως εκ τούτου, ο εβραϊκός όρος σεραφίμ σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτοί που καίνε». Σε άλλες περιπτώσεις, το ουσιαστικό εμφανίζεται στον ενικό (εβρ., σαράφ) ή στον πληθυντικό και αναφέρεται σε επίγεια πλάσματα. Όταν χρησιμοποιείται με αυτόν τον τρόπο έχει διάφορες έννοιες: “δηλητηριώδης”, “πύρινος (που προκαλεί φλεγμονή)” και «πύρινο φίδι».—Αρ 21:6, 8, υποσημειώσεις.
Ο προφήτης Ησαΐας μάς περιγράφει το όραμά του με τα εξής λόγια: «Το έτος, λοιπόν, κατά το οποίο πέθανε ο Βασιλιάς Οζίας, είδα εγώ τον Ιεχωβά να κάθεται σε έναν θρόνο ψηλό και ανυψωμένο, και το κάτω μέρος της φορεσιάς του γέμιζε το ναό. Πάνω από αυτόν στέκονταν σεραφείμ. Το καθένα είχε έξι φτερούγες. Με τις δύο κρατούσε καλυμμένο το πρόσωπό του και με τις δύο κρατούσε καλυμμένα τα πόδια του και με τις δύο πετούσε τριγύρω. Και το ένα φώναζε στο άλλο και έλεγε: “Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά των στρατευμάτων. Όλη η γη είναι γεμάτη από τη δόξα του”. . . . Και εγώ είπα: “Αλίμονο σε εμένα! Διότι ουσιαστικά έχω κατασιωπηθεί, επειδή άνθρωπος ακάθαρτος στα χείλη είμαι εγώ και ανάμεσα σε λαό ακάθαρτο στα χείλη κατοικώ· διότι τα μάτια μου είδαν τον ίδιο τον Βασιλιά, τον Ιεχωβά των στρατευμάτων!” Τότε, ένα από τα σεραφείμ πέταξε προς το μέρος μου, και στο χέρι του ήταν ένα πυρωμένο κάρβουνο που το είχε πάρει με μια λαβίδα από το θυσιαστήριο. Και άγγιξε το στόμα μου και είπε: “Δες! Αυτό άγγιξε τα χείλη σου, και το σφάλμα σου απομακρύνθηκε και για την αμαρτία σου έγινε εξιλέωση”».—Ησ 6:1-7.
Δεν μας δίνεται κάποια περιγραφή του Θεϊκού Όντος. Ωστόσο, λέγεται ότι το κάτω μέρος του μεγαλειώδους ενδύματός του γέμιζε το ναό, μη αφήνοντας χώρο όπου να μπορεί να σταθεί κανείς. Ο θρόνος του δεν ακουμπούσε στο έδαφος αλλά, εκτός του ότι ήταν “ψηλός”, ήταν και “ανυψωμένος”. Το ότι τα σεραφείμ «στέκονταν» μπορεί να σημαίνει ότι «αιωρούνταν» χρησιμοποιώντας ένα από τα ζεύγη των φτερούγων τους, όπως το σύννεφο “στεκόταν”, δηλαδή αιωρούνταν, δίπλα στην είσοδο της σκηνής του Ιεχωβά στην έρημο. (Δευ 31:15) Ο καθηγητής Φραντς Ντέλιτς κάνει το εξής σχόλιο σχετικά με τη θέση των σεραφείμ: «Τα σεραφείμ δεν στέκονταν στην πραγματικότητα πάνω από το κεφάλι Εκείνου που καθόταν στο θρόνο, αλλά αιωρούνταν πάνω από το επίσημο ένδυμά Του το οποίο γέμιζε την αίθουσα». (Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης [Commentary on the Old Testament], 1973, Τόμ. 7, Μέρος 1ο, σ. 191) Η λατινική Βουλγάτα υποδηλώνει ότι τα σεραφείμ στέκονταν, όχι πάνω από τον Θεό, αλλά πάνω από το θρόνο.—Ησ 6:1, 2.
Κατέχουν Υψηλή Θέση Ιεραρχικά. Αυτά τα κραταιά ουράνια πλάσματα είναι άγγελοι οι οποίοι προφανώς κατέχουν πολύ υψηλή θέση στη διάταξη που έχει καθορίσει ο Θεός, δεδομένου ότι παρουσιάζονται να υπηρετούν στο θρόνο του Θεού. Τα χερουβείμ που βλέπουμε στο όραμα του Ιεζεκιήλ αντιστοιχούσαν με δρομείς που συνόδευαν το ουράνιο άρμα του Θεού. (Ιεζ 10:9-13) Αυτή η αντίληψη περί ιεραρχικής κλίμακας ή θέσεων εξουσίας στους ουρανούς βρίσκεται σε αρμονία με το εδάφιο Κολοσσαείς 1:16, το οποίο μιλάει για πράγματα «στους ουρανούς και πάνω στη γη, τα ορατά και τα αόρατα, είτε είναι θρόνοι είτε κυριότητες είτε κυβερνήσεις είτε εξουσίες».
Ο Ρόλος τους και τα Καθήκοντά Τους. Ο αριθμός των σεραφείμ δεν αναφέρεται, αλλά αυτά φώναζαν το ένα στο άλλο, πράγμα που προφανώς σημαίνει ότι βρίσκονταν εκατέρωθεν του θρόνου και διακήρυτταν την αγιότητα και τη δόξα του Ιεχωβά ψάλλοντας σε αντιφωνία, επαναλαμβάνοντας το ένα (ή η μια ομάδα) κατόπιν του άλλου (ή της άλλης ομάδας) κάποιο τμήμα της διακήρυξης: «Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά των στρατευμάτων. Όλη η γη είναι γεμάτη από τη δόξα του» ή απαντώντας με τον ίδιο τρόπο το ένα στο άλλο. (Παράβαλε την ανάγνωση του Νόμου και τις απαντήσεις του λαού, στα εδ. Δευ 27:11-26.) Από ταπεινοφροσύνη και μετριοφροσύνη για το ότι βρίσκονταν ενώπιον της παρουσίας του Υπέρτατου, είχαν τα πρόσωπά τους καλυμμένα με ένα από τα τρία ζεύγη των φτερούγων τους, και επειδή βρίσκονταν σε άγιο τόπο, είχαν τα πόδια τους καλυμμένα με άλλο ένα ζεύγος φτερούγων, σε ένδειξη κατάλληλου σεβασμού για τον ουράνιο Βασιλιά.—Ησ 6:2, 3.
Η φράση την οποία φωνάζουν τα σεραφείμ σχετικά με την αγιότητα του Θεού δείχνει ότι το έργο τους είναι να φροντίζουν να διακηρύττεται η αγιότητά του και να αναγνωρίζεται η δόξα του σε όλα τα σημεία του σύμπαντος, περιλαμβανομένης και της γης. Ένα από τα σεραφείμ άγγιξε τα χείλη του Ησαΐα για να τον καθαρίσει από την αμαρτία του και το σφάλμα του, χρησιμοποιώντας ένα πυρωμένο κάρβουνο από το θυσιαστήριο. Αυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη του ότι το έργο τους είναι κατά κάποιον τρόπο συνδεδεμένο με τον καθαρισμό του λαού του Θεού από την αμαρτία, έναν καθαρισμό ο οποίος βασίζεται στη θυσία του Ιησού Χριστού πάνω στο θυσιαστήριο του Θεού.—Ησ 6:3, 6, 7.
Η Μορφή τους στο Όραμα. Η περιγραφή αυτή των σεραφείμ, σύμφωνα με την οποία έχουν πόδια, φτερούγες και άλλα, πρέπει να εννοηθεί ως συμβολική, η δε ομοιότητά τους με τη μορφή επίγειων πλασμάτων απλώς αντιπροσωπεύει τις ικανότητές τους ή τους ρόλους που εκπληρώνουν, όπως ακριβώς και ο Θεός πολλές φορές αναφέρεται συμβολικά στον εαυτό του σαν να έχει μάτια, αφτιά και άλλα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Καταδεικνύοντας ότι κανένας άνθρωπος δεν γνωρίζει ποια είναι η μορφή του Θεού, ο απόστολος Ιωάννης λέει: «Αγαπητοί, τώρα είμαστε παιδιά του Θεού, αλλά ακόμη δεν έχει φανερωθεί τι θα είμαστε. Γνωρίζουμε, όμως, ότι όποτε αυτός φανερωθεί θα είμαστε όμοιοι με αυτόν, επειδή θα τον δούμε ακριβώς όπως είναι».—1Ιω 3:2.
-
-
Σέργιος ΠαύλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ
(Σέργιος Παύλος).
Ο ανθύπατος της Κύπρου όταν ο Παύλος επισκέφτηκε το νησί κατά το πρώτο ιεραποστολικό ταξίδι του γύρω στο 47 Κ.Χ.Ο Λουκάς ορθά τον αποκαλεί ανθύπατο, διότι εκείνη την εποχή η Κύπρος υπαγόταν διοικητικά στη Ρωμαϊκή Σύγκλητο και όχι στον αυτοκράτορα. (Πρ 13:7, 12) Η Κύπρος ήταν προηγουμένως αυτοκρατορική επαρχία, αλλά το 22 Π.Κ.Χ. ο Αύγουστος την έθεσε υπό τον έλεγχο της Συγκλήτου.—Βλέπε ΑΝΘΥΠΑΤΟΣ.
Στους Σόλους, μια τοποθεσία στη βόρεια ακτή της Κύπρου, ανακαλύφτηκε κάποια επιγραφή η οποία έχει μεταξύ άλλων τις λέξεις «ἐπὶ Παύλου ἀνθυπάτου». Το όνομα Λούκιος Σέργιος Παύλος εμφανίζεται στο ρωμαϊκό κόσμο ως το όνομα ενός κουράτορα του Τίβερη υπό τον Κλαύδιο Καίσαρα. Ωστόσο, οποιαδήποτε ταύτιση αυτών των προσώπων με τον Σέργιο Παύλο που αναφέρεται στην Αγία Γραφή είναι αβέβαιη.—Χρονικά της Βρετανικής Σχολής Αθηνών (The Annual of the British School at Athens), Λονδίνο, 1947, σ. 201-206.
Ο Σέργιος Παύλος κατοικούσε στην Πάφο, στη δυτική ακτή του νησιού. Ήταν “νοήμων άντρας” και, ζητώντας ένθερμα να ακούσει το λόγο του Θεού, κάλεσε τον Βαρνάβα και τον Παύλο. Καθώς εκείνοι του μιλούσαν, ο Ελύμας (Βαρ-Ιησούς), ένας Ιουδαίος μάγος, «άρχισε να τους εναντιώνεται, επιζητώντας να απομακρύνει τον ανθύπατο από την πίστη». Αλλά ο Παύλος, γεμάτος άγιο πνεύμα, είπε σε αυτόν το μάγο που εναντιωνόταν στα καλά νέα ότι θα πατασσόταν με προσωρινή τύφλωση. Έτσι και έγινε. Βλέποντας αυτό το δυναμικό έργο του πνεύματος του Θεού, ο ανθύπατος έγινε πιστός, «επειδή έμεινε έκπληκτος από τη διδασκαλία του Ιεχωβά».—Πρ 13:6-12.
-
-
ΣερεβίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΕΒΙΑΣ
(Σερεβίας) [πιθανώς σημαίνει «Ο Γιαχ [Έχει Στείλει] Καύσωνα»].
1. Σημαίνων Λευίτης ο οποίος επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Νε 12:1, 8.
2. Λευίτης απόγονος του Μααλί, “ένας άντρας φρόνησης”, ο οποίος κλήθηκε να συνοδεύσει τον Έσδρα στο ταξίδι του προς την Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:17, 18) Κατά πάσα πιθανότητα είναι το ίδιο πρόσωπο με τον “αρχηγό των ιερέων” που αναφέρεται στο εδάφιο Έσδρας 8:24—έναν από αυτούς στους οποίους ανατέθηκε να μεταφέρουν στην Ιερουσαλήμ τα πολύτιμα πράγματα που είχαν δοθεί ως συνεισφορά για χρήση στο ναό.—Εσδ 8:25-30.
3. Λευίτης ο οποίος βοήθησε τον Έσδρα κατά την ανάγνωση και εξήγηση του Νόμου στο λαό που είχε συγκεντρωθεί στην Ιερουσαλήμ μετά την ολοκλήρωση της ανοικοδόμησης του τείχους το 455 Π.Κ.Χ. (Νε 8:2, 7, 8) Αργότερα τον ίδιο μήνα, έγινε και πάλι μια σύναξη, και ο Σερεβίας εισηγήθηκε μαζί με άλλους μια «αξιόπιστη συμφωνία», την οποία αποδέχτηκε το έθνος, υποσχόμενο να παραμείνει πιστό στον Ιεχωβά. (Νε 9:1, 4, 5, 38) Ο εν λόγω Σερεβίας ενδέχεται να ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Λευίτη Αρ. 2 και να επικύρωσε προσωπικά τη διαθήκη ή ενδέχεται να ήταν εκπρόσωπος κάποιας ομώνυμης οικογένειας που ίσως καταγόταν από τον Αρ. 1.—Νε 10:1, 9, 12· 12:24.
-
-
ΣερέδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΕΔ
(Σερέδ).
Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος του Ζαβουλών και ιδρυτής των Σερεδιτών, μιας πατριάς από τη φυλή του Ζαβουλών.—Γε 46:14· Αρ 26:26, 27.
-
-
ΣερεδίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΕΔΙΤΕΣ
(Σερεδίτες) [Του (Από τον) Σερέδ].
Οικογένεια Ζαβουλωνιτών την οποία ίδρυσε ο Σερέδ.—Αρ 26:26.
-
-
ΣερίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΙ
(Σερί).
Ένας από τους έξι γιους του Ιεδουθούν, οι οποίοι ήταν όλοι τους μουσικοί στο ναό. (1Χρ 25:1, 3) Με πρόθημα το εβραϊκό γράμμα γιωδ, το όνομά του προφέρεται «Ισρί» στο εδάφιο 1 Χρονικών 25:11, όπου προσδιορίζεται ως ο επικεφαλής της τέταρτης από τις 24 υποδιαιρέσεις που οργάνωσε ο Δαβίδ για τη μουσική υπηρεσία στο ναό.
-
-
ΣερουάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΟΥΑ
(Σερουά) [από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι λεπρός»].
Μητέρα του Βασιλιά Ιεροβοάμ (Α΄). Ήταν χήρα όταν ο Ιεροβοάμ άρχισε να σηκώνει το χέρι του εναντίον του Βασιλιά Σολομώντα.—1Βα 11:26.
-
-
ΣερουίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΟΥΙΑ
(Σερουία) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «βάλσαμο»].
Αμφιθαλής ή ετεροθαλής αδελφή του Βασιλιά Δαβίδ και μητέρα του Ιωάβ, του Αβισαί και του Ασαήλ. Για την Αβιγαία, την αδελφή της Σερουίας, λέγεται ότι ήταν «κόρη του Νάας», αν και αυτό δεν δηλώνεται άμεσα για τη Σερουία. (2Σα 17:25) Για τη Σερουία και την Αβιγαία λέγεται επίσης ότι ήταν «αδελφές» των γιων του Ιεσσαί. (1Χρ 2:16) Επομένως, ενδέχεται να ήταν κόρες της συζύγου του Ιεσσαί από προηγούμενο γάμο της με τον Νάας, και ως εκ τούτου ετεροθαλείς απλώς αδελφές του Δαβίδ. (Βλέπε ΑΒΙΓΑΙΑ Αρ. 2· ΝΑΑΣ Αρ. 2.) Προφανώς, η Σερουία ήταν αρκετά μεγαλύτερη από τον Δαβίδ, διότι οι γιοι της φαίνεται ότι ήταν περίπου συνομήλικοί του. Το όνομα της Σερουίας συνδέεται συνήθως με τους τρεις γιους της, οι οποίοι ήταν γενναίοι πολεμιστές του Δαβίδ. (2Σα 2:13, 18· 16:9) Το μόνο που αναφέρεται για τον πατέρα των αγοριών είναι ότι είχε θαφτεί στη Βηθλεέμ.—2Σα 2:32.
-
-
ΣερούχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΟΥΧ
(Σερούχ).
Απόγονος του Σημ, γιος του Ραγαύ και προπάππος του Αβραάμ, άρα λοιπόν και πρόγονος του Ιησού. Ο Σερούχ έζησε 230 χρόνια (2207-1977 Π.Κ.Χ.) και απέκτησε πολλά παιδιά, έγινε δε πατέρας του Ναχώρ σε ηλικία 30 ετών.—Γε 11:10, 20-23· 1Χρ 1:24-27· Λου 3:35.
-
-
ΣερώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΡΩΡ
(Σερώρ) [από μια ρίζα που σημαίνει «πυρόλιθος»].
Πρόγονος του Βασιλιά Σαούλ. Προσδιορίζεται ως γιος του Βεχωράθ και πατέρας του Αβιήλ, από τη φυλή του Βενιαμίν.—1Σα 9:1.
-
-
ΣεφάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΘ
(Σεφάθ) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «παρακολουθώ»].
Βασιλική χαναανιτική πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα, προφανώς Ν της Αράδ, την οποία κατέλαβαν οι συνδυασμένες δυνάμεις του Ιούδα και του Συμεών. (Κρ 1:16, 17· παράβαλε Ιη 15:30· 19:4.) Η πόλη μετονομάστηκε σε «Ορμά», που σημαίνει «Αφιέρωση στην Καταστροφή». Αυτή η πόλη, όπως και οι άλλες πόλεις των Χαναναίων, είχε γίνει “ανάθεμα” από τον Ιεχωβά και έπρεπε να αφιερωθεί στην καταστροφή. (Δευ 7:1-4) Οι φυλές του Ιούδα και του Συμεών εφάρμοσαν στη συνέχεια τους όρους αυτού του αναθέματος στη Σεφάθ. Η Σεφάθ ενδεχομένως ήταν η κυριότερη χαναανιτική πόλη αυτής της περιφέρειας ή της περιοχής.—Βλέπε ΟΡΜΑ.
-
-
ΣεφαθάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΘΑ
(Σεφαθά).
Κοιλάδα κοντά στη Μαρησάχ όπου ο Ιεχωβά ικάνωσε τις δυνάμεις του Βασιλιά Ασά του Ιούδα να νικήσουν τις δυνάμεις του Ζερά του Αιθίοπα (967 Π.Κ.Χ.). (2Χρ 14:9-12) Η Σεφαθά είναι προφανώς μια από τις κοιλάδες Β της Μαρησάχ. Η απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα είναι ἐν τῇ φάραγγι κατά βορρᾶν Μαρισά, αλλά στο εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο εμφανίζεται η λέξη Σεφαθά.
-
-
ΣεφάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΜ
(Σεφάμ).
Τοποθεσία στο ανατολικό όριο της Υποσχεμένης Γης, προφανώς σε μικρή απόσταση από τη Ριβλά. (Αρ 34:10, 11) Η θέση της είναι άγνωστη τώρα.
-
-
ΣεφάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΡ
(Σεφάρ).
Το ένα όριο της περιοχής όπου κατοίκησαν απόγονοι του Ιοκτάν. Η Αγία Γραφή λέει: «Και ο τόπος της κατοίκησής τους εκτεινόταν από τη Μησά ως τη Σεφάρ, την ορεινή περιοχή της Ανατολής». (Γε 10:29, 30) Μια προτεινόμενη τοποθεσία είναι η Ζαφάρ (η αρχαία πρωτεύουσα των Χιμιαριτών βασιλιάδων) στην Υεμένη, περίπου 160 χλμ. ΒΑ του νότιου άκρου της Ερυθράς Θάλασσας. Μια άλλη προτεινόμενη τοποθεσία είναι κάποια παραθαλάσσια πόλη στη Μάχρα, στις ακτές της Αραβικής Θάλασσας. Αλλά η ακριβής θέση της αρχαίας Σεφάρ παραμένει απροσδιόριστη.
-
-
ΣεφαράδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΡΑΔ
(Σεφαράδ).
Τοποθεσία από την οποία επρόκειτο να επιστρέψουν οι εξόριστοι της Ιερουσαλήμ. (Αβδ 20) Η ακριβής θέση της είναι άγνωστη, αλλά από τις διάφορες τοποθεσίες που έχουν προταθεί, η Σαπαρντά, η οποία μνημονεύεται σε ορισμένα ασσυριακά χρονικά ως περιοχή της Μηδίας, είναι μια αρκετά πιθανή εκδοχή. Οι Ασσύριοι εξόρισαν κάποτε το λαό του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ σε «πόλεις των Μήδων».—2Βα 17:5, 6.
-
-
ΣεφαρβαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΡΒΑΪΜ
(Σεφαρβαΐμ).
Πόλη από την οποία ο βασιλιάς της Ασσυρίας έφερε ανθρώπους για να κατοικήσουν στη Σαμάρεια, μετά την εξορία των Ισραηλιτών. (2Βα 17:24) Νωρίτερα, η Σεφαρβαΐμ και ο βασιλιάς της φαίνεται ότι είχαν ηττηθεί από τους Ασσυρίους. (2Βα 19:13· Ησ 37:13) Εφόσον μνημονεύεται μαζί με τοποθεσίες της Συρίας και της Βαβυλωνίας, ίσως βρισκόταν σε μία από αυτές τις περιοχές.
-
-
ΣεφαρβαΐτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΡΒΑΪΤΕΣ
(Σεφαρβαΐτες) [Της (Από τη) Σεφαρβαΐμ].
Ο λαός της πόλης Σεφαρβαΐμ. Μετά το 740 Π.Κ.Χ., τουλάχιστον μερικοί από τους κατοίκους της Σεφαρβαΐμ μεταφέρθηκαν από τους Ασσυρίους στη Σαμάρεια ως έποικοι. Οι Σεφαρβαΐτες έφεραν μαζί τους την ψεύτικη θρησκεία τους, μέρος της οποίας ήταν το να θυσιάζουν τους γιους τους στους θεούς Αδραμμέλεχ και Αναμμέλεχ.—2Βα 17:24, 31-33· 18:34· Ησ 36:19.
-
-
ΣεφατίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΑΤΙΑΣ
(Σεφατίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Κρίνει].
1. Ένας από τους Βενιαμίτες πολεμιστές που εγκατέλειψαν τον Σαούλ και προσχώρησαν στον Δαβίδ στη Σικλάγ. Ήταν Αριφίτης.—1Χρ 12:1, 2, 5.
2. Ο πέμπτος γιος που απέκτησε ο Δαβίδ όσο διάστημα βασίλευε στη Χεβρών (1077-1070 Π.Κ.Χ.). Μητέρα του Σεφατία ήταν η Αβιτάλ.—2Σα 3:2, 4· 1Χρ 3:1, 3.
3. Άρχοντας της φυλής του Συμεών κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, γιος του Μααχά.—1Χρ 27:16, 22.
4. Γιος του Ιωσαφάτ ο οποίος έλαβε από τον πατέρα του πολλά δώρα και οχυρωμένες πόλεις αλλά αργότερα θανατώθηκε από το μεγαλύτερο αδελφό του τον Ιωράμ.—2Χρ 21:2-4.
5. Ένας από τους άρχοντες του Ιούδα οι οποίοι, αφού εξασφάλισαν την άδεια του Βασιλιά Σεδεκία να θανατώσουν τον Ιερεμία, τον έριξαν σε μια στέρνα. Ήταν γιος του Ματτάν.—Ιερ 38:1-6, 10.
6. Ιδρυτής μιας οικογένειας στον Ισραήλ, 372 άρρενα μέλη της οποίας επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ., ενώ άλλα 80 με επικεφαλής τον Ζεβαδία επέστρεψαν μαζί με τον Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 4· 8:1, 8· Νε 7:9.
7. Μια οικογένεια από “τους γιους των υπηρετών του Σολομώντα” που και αυτοί επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα μαζί με τον Ζοροβάβελ.—Εσδ 2:1, 2, 55, 57· Νε 7:59.
8. Βενιαμίτης, ένας από τους απογόνους του οποίου αναφέρεται ότι έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:7, 8.
9. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές και πρόγονος κάποιου ο οποίος έζησε στην Ιερουσαλήμ την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 11:1, 2, 4.
-
-
ΣεφηλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΗΛΑ
(Σεφηλά) [Χαμηλός Τόπος].
Προσδιορισμός που εφαρμόζεται συνήθως σε μια περιοχή με χαμηλούς λόφους ανάμεσα στην κεντρική οροσειρά της Παλαιστίνης και στις παράκτιες πεδιάδες της Φιλιστίας. (Δευ 1:7· Ιη 9:1· 10:40· 11:2· 12:8· Κρ 1:9· 2Χρ 28:18· Αβδ 19· Ζαχ 7:7) Η Σεφηλά ήταν μια από τις περιοχές της κληρονομιάς που είχε παραχωρηθεί στον Ιούδα. (Ιη 15:33-44) Αν και σε μερικά σημεία φτάνει σε υψόμετρο περίπου τα 450 μ., είναι “χαμηλός τόπος” (παράβαλε Ιερ 17:26· 32:44· 33:13 όπου στο εβραϊκό κείμενο εμφανίζεται η λέξη σεφελάχ) συγκρινόμενη με την πολύ ψηλότερη κεντρική οροσειρά. “Η Σεφηλά” συνόρευε με τη Νεγκέμπ στα Ν (Κρ 1:9) και με «την ορεινή περιοχή του Ισραήλ» (πάνω από την Κοιλάδα της Αιαλών) στα Β.—Ιη 11:16.
Οι κοιλάδες που χωρίζουν τους συνεχόμενους λόφους αυτής της περιοχής εξυπηρετούσαν ως φυσικές οδοί για τα ταξίδια ανάμεσα σε Α και Δ. Η Σεφηλά είναι εύφορη και το κλίμα της εύκρατο. Κατά την αρχαιότητα η περιοχή φημιζόταν για τις πολλές συκομουριές της και τους ελαιώνες της. Επίσης, διέθετε βοσκή για τα ποίμνια και τα βόδια.—1Βα 10:27· 1Χρ 27:28· 2Χρ 1:15· 9:27· 26:10.
Η Σεφηλά που συνδέεται με «την ορεινή περιοχή του Ισραήλ» (Ιη 11:16) είναι πιθανώς η λοφώδης περιοχή ανάμεσα στα βουνά της Σαμάρειας και στην Πεδιάδα του Σαρών. Αυτή η περιοχή είναι πιο στενή και λιγότερο ευδιάκριτη από τη Σεφηλά του Ιούδα. Δεν υπάρχει κάποια βάση για να θεωρήσουμε το διαχωρισμό που γίνεται ανάμεσα στον Ιούδα και στον Ισραήλ στο 11ο κεφάλαιο του Ιησού του Ναυή (βλέπε εδ. 21) ως αναχρονισμό. Μια υποσημείωση σε ένα σχολιολόγιο των Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς επισημαίνει: «Ο διαχωρισμός . . . είναι ευνόητος ακόμη και με βάση τις συνθήκες που επικρατούσαν στην εποχή του ίδιου του Ιησού του Ναυή. Ο Ιούδας και η διπλή φυλή του Ιωσήφ (Εφραΐμ και Μανασσής) έλαβαν την κληρονομιά τους με κλήρο πριν από τους υπόλοιπους. Ενώ, όμως, η φυλή του Ιούδα μετέβη στην περιοχή που τους είχε παραχωρηθεί στο νότο, όλες οι άλλες φυλές παρέμεναν στα Γάλγαλα. Μάλιστα, ακόμη και σε μεταγενέστερη περίοδο, ενώ ο Εφραΐμ και ο Μανασσής βρίσκονταν πια στις κτήσεις τους, όλος ο Ισραήλ, με εξαίρεση τον Ιούδα, εξακολουθούσε να είναι στρατοπεδευμένος στη Σηλώ. Επίσης, τα δύο τμήματα του έθνους τα χώριζε πλέον η περιοχή που αργότερα παραχωρήθηκε στη φυλή του Βενιαμίν, αλλά η οποία δεν ανήκε τότε σε κανέναν. Και επιπρόσθετα, το θυσιαστήριο, η σκηνή της μαρτυρίας και η κιβωτός της διαθήκης βρίσκονταν στο μέσο του Ιωσήφ και των άλλων φυλών που παρέμεναν ακόμη συναγμένες στη Σηλώ».—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 2, Ιησούς του Ναυή, σ. 124, 125.
-
-
Σεφουφάμ, ΣεφουφάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΟΥΦΑΜ
(Σεφουφάμ), ΣΕΦΟΥΦΑΝ (Σεφουφάν).
Βενιαμίτης ο οποίος ίδρυσε την πατριά των Σουφαμιτών. (Αρ 26:38, 39· 1Χρ 8:5) Αλλού καλείται Μουππίμ (Γε 46:21) και Σουππίμ.—1Χρ 7:12.
-
-
ΣεφώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΩ
(Σεφώ).
Γιος του Χορίτη σεΐχη Σωβάλ ο οποίος ζούσε στον Εδώμ.—Γε 36:20, 21, 23· 1Χρ 1:40.
-
-
ΣεφωνίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΦΩΝΙΤΕΣ
(Σεφωνίτες) [Του (Από τον) Σεφών].
Οικογένεια καταγόμενη από τον Γαδ μέσω του Σεφών.—Αρ 26:15.
-
-
ΣεχανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΧΑΝΙΑΣ
(Σεχανίας) [Κατοικία του Ιεχωβά].
1. Απόγονος του Ααρών, ο πατρικός οίκος του οποίου κληρώθηκε ως η 10η από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που οργάνωσε ο Δαβίδ.—1Χρ 24:1-3, 7, 11.
2. Ένας από εκείνους στους οποίους ανατέθηκε η ίση διανομή των δεκάτων και των άλλων συνεισφορών στις πόλεις των ιερέων, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία.—2Χρ 31:12, 15.
3. Ιερέας που επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ.—Νε 12:1, 3, 7· βλέπε ΣΕΒΑΝΙΑΣ Αρ. 2.
4. Πατρικός οίκος εκπροσωπούμενος στην ομάδα που επέστρεψε μαζί με τον Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 8:1, 3.
5. Κεφαλή του πατρικού οίκου του Ζατθού, από τον οποίο επέστρεψαν 300 άρρενες μαζί με τον Έσδρα. Ήταν γιος του Ιααζιήλ.—Εσδ 8:1, 5.
6. «Γιος του Ιεχιήλ, από τους γιους του Ελάμ», ο οποίος εισηγήθηκε στον Έσδρα τη διαθήκη σύμφωνα με την οποία όσοι από τους αποκαταστημένους Ιουδαίους είχαν αλλοεθνείς συζύγους προθυμοποιούνταν να τις εξαποστείλουν.—Εσδ 10:2-4.
7. Πατέρας του Σεμαΐα, ο οποίος έκανε επισκευές στο τείχος της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:29.
8. Πεθερός του Τωβία του Αμμωνίτη και γιος του Εράχ.—Νε 4:3· 6:17, 18.
9. Απόγονος του Δαβίδ ο οποίος έζησε μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 3:5, 9, 10, 21, 22.
-
-
ΣεχαχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΕΧΑΧΑ
(Σεχαχά) [από μια ρίζα που σημαίνει «σκεπάζω· καλύπτω»].
Πόλη του Ιούδα στην έρημο. (Ιη 15:20, 61) Η Σεχαχά ταυτίζεται συχνά με το Χίρμπετ ες-Σάμρα, το οποίο βρίσκεται σε έναν λόφο περίπου 6 χλμ. Δ του βόρειου τμήματος της Νεκράς Θαλάσσης, στην καρδιά του ελ Μπουκέια (Μπικάτ Χουρεκανιά), ενός γυμνού οροπεδίου, στο βόρειο τμήμα της ερήμου του Ιούδα.
-
-
ΣηβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΒΑ
(Σηβά).
1. Ένας από τους έξι γιους του Χους.—Γε 10:7, 8· 1Χρ 1:9, 10.
2. Χώρα της ανατολικής Αφρικής. Στο εδάφιο Ησαΐας 43:3 η Σηβά συνδέεται με την Αίγυπτο και την Αιθιοπία (τον Χους), και λέγεται ότι όλες τους δίνονται ως λύτρο αντί για τον Ιακώβ. Σε έναν παρόμοιο κατάλογο, το εδάφιο Ησαΐας 45:14 χρησιμοποιεί τη λέξη «Σαβαίοι» αντί για τη λέξη «Σηβά», πράγμα που υποδεικνύει ότι οι κάτοικοι της Σηβά αποκαλούνταν Σαβαίοι. Αυτά τα εδάφια αφήνουν να εννοηθεί ότι η Σηβά συνόρευε με την Αιθιοπία ή περιλαμβανόταν σε αυτήν. Την άποψη αυτή υποστηρίζει ο Ιώσηπος, ο οποίος λέει ότι το όνομα «Σαβά» εφαρμόζεται στην πόλη της Μερόης που βρίσκεται στον Νείλο, καθώς και στη μεγάλη περιοχή (Νήσο της Μερόης) ανάμεσα στους ποταμούς Νείλο, Γαλάζιο Νείλο (Άσταπο) και Ατμπάρα (Ασταβόρα). (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Β΄, 249 [x, 2]) Ο χαρακτηρισμός «ψηλοί άντρες» (Ησ 45:14) που αποδίδεται σε αυτούς τους Σαβαίους επιβεβαιώνεται από τον Ηρόδοτο (Γ΄, 20), ο οποίος λέει ότι οι Αιθίοπες ήταν «οι ψηλότεροι και ωραιότεροι από όλους τους ανθρώπους».—Βλέπε ΧΟΥΣ Αρ. 1 και 2.
Η Μερόη ήταν για πολύ καιρό σπουδαίο κέντρο εμπορίου. Ανάμεσα στα μακρινά μέρη που αναφέρονται στον 72ο Ψαλμό, ο οποίος περιγράφει την επικράτεια και τη σφαίρα επιρροής εκείνου που ο Ιεχωβά θα διόριζε Βασιλιά, η Σηβά και η Σεβά κατονομάζονται ως τόποι των οποίων οι βασιλιάδες θα πρόσφεραν δώρο.—Ψλ 72:10· Ιωλ 3:8.
-
-
ΣηγώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΓΩΡ
(Σηγώρ) [Μικρότητα].
Πόλη της «Περιφέρειας» που προφανώς βρισκόταν κάποτε στις παρυφές μιας εύφορης πεδιάδας. (Γε 13:10-12· βλέπε ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ.) Φαίνεται ότι το παλιότερο όνομα της Σηγώρ ήταν «Βελά». Την εποχή του Αβραάμ, την κυβερνούσε ένας βασιλιάς ο οποίος στασίασε μαζί με τους τέσσερις άλλους βασιλιάδες της Περιφέρειας έπειτα από 12 χρόνια επικυριαρχίας του Χοδολλογομόρ, αλλά το μόνο που κατάφεραν όλοι αυτοί ήταν να νικηθούν από εκείνον τον Ελαμίτη μονάρχη και τους τρεις συμμάχους του. (Γε 14:1-11) Όταν ο Ιεχωβά επρόκειτο να καταστρέψει τα Σόδομα, ο Λωτ ζήτησε και έλαβε την άδεια να καταφύγει στη Σηγώρ, και έτσι αυτή η πόλη διαφυλάχτηκε. (Γε 19:18-25) Αργότερα, ο φόβος έκανε αυτόν και τις δύο κόρες του να εγκαταλείψουν τη Σηγώρ και να κατοικήσουν σε μια σπηλιά στη γύρω ορεινή περιοχή.—Γε 19:30.
Είχε προειπωθεί πως, όταν η καταστροφή θα έπληττε τον Μωάβ, οι φυγάδες του θα κατέφευγαν στη Σηγώρ και ότι η κραυγή για την ερήμωση αυτού του έθνους θα ακουγόταν «από τη Σηγώρ ως την Ορωναΐμ, ως την Εγλάθ-σελεσία», κάτι που ίσως αφήνει να εννοηθεί ότι η Σηγώρ ήταν τότε μωαβιτική πόλη. (Ησ 15:5· Ιερ 48:34) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα και ορισμένες σύγχρονες μεταφράσεις (AT, JB, NE, RS, ΚΛΠ) αναφέρουν τη Σηγώρ (Ζογόρα) στο εδάφιο Ιερεμίας 48:4 (31:4 στην Ο΄), αλλά αντί για το συγκεκριμένο όνομα, το εβραϊκό Μασοριτικό κείμενο περιέχει εκεί τη φράση «τα μικρά του». (JP, Le, Ro, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΜΠΚ) Η Σηγώρ αποτελούσε το νοτιότατο σημείο που είδε ο Μωυσής όταν ατένισε τη γη από το Όρος Νεβώ. (Δευ 34:1-3) Φαίνεται ότι η πόλη βρισκόταν εντός του Μωάβ ή στις παρυφές, κοντά στη μωαβιτική ορεινή περιοχή και κάπου ΝΑ της Νεκράς Θαλάσσης. (Παράβαλε Γε 19:17-22, 30, 37.) Μερικοί μελετητές τοποθετούν τη Σηγώρ Β της Νεκράς Θαλάσσης, ενώ άλλοι στη Χερσόνησο ελ-Λισάν ή μόλις Δ ή Ν του νότιου άκρου αυτής της θάλασσας. Ο Γιοχανάν Ααρώνι την ταυτίζει με το ες-Σάφι, το οποίο βρίσκεται στο δέλτα της κοιλάδας του χειμάρρου Ζαρέδ (Ουάντι ελ-Χασά). Κατά το Μεσαίωνα το τοπωνύμιο αυτό συσχετιζόταν με μια σημαντική τοποθεσία ανάμεσα στην Ιερουσαλήμ και στην Ελάθ. Ωστόσο, μερικοί μελετητές πιστεύουν ότι η αρχική Σηγώρ και οι άλλες «πόλεις της Περιφέρειας» βρίσκονται κάτω από τα νερά του νότιου τμήματος της Νεκράς Θαλάσσης.—Γε 13:12.
-
-
ΣηείρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΕΙΡ
(Σηείρ) [από μια ρίζα που σημαίνει «ξεπροβάλλω αιχμηρά», και πιθανώς αναφέρεται σε δεντροσκέπαστους λόφους, ή πιθανώς σημαίνει «Ανατριχιάζω από Φρίκη (Φρίττω)»].
1. “Χορίτης”, οι εφτά «γιοι» του οποίου ήταν σεΐχηδες στη γη Σηείρ προτού περιέλθει αυτή η γη στην κατοχή του Ησαύ (Εδώμ). (Γε 36:20, 21, 29, 30· 1Χρ 1:38· παράβαλε Γε 14:4-6.) Ο Σηείρ ίσως έζησε στην ορεινή περιοχή Ν της Νεκράς Θαλάσσης, και αυτή η περιοχή ενδεχομένως πήρε το όνομά του. Το αν οι εφτά «γιοι» του Σηείρ ήταν άμεσοι απόγονοί του ή περιλάμβαναν μεταγενέστερους απογόνους δεν είναι βέβαιο.—Βλέπε ΑΝΑ· ΔΗΣΩΝ.
2. Η ορεινή περιοχή ανάμεσα στη Νεκρά Θάλασσα και στον Κόλπο της Άκαμπα. (Γε 36:8, 30· Δευ 2:1, 8) Την εποχή του Αβραάμ, στο Σηείρ κατοικούσαν οι Χορίτες. (Γε 14:6) Μεταγενέστερα, ο Ησαύ, ο εγγονός του Αβραάμ, ανέπτυξε προσοδοφόρες δραστηριότητες στο Σηείρ, ενώ ο δίδυμος αδελφός του ο Ιακώβ κατοικούσε στην Παδάν-αράμ. (Γε 32:3) Αλλά φαίνεται ότι ο Ησαύ μετακόμισε οριστικά στο Σηείρ μόνο κάποια στιγμή μετά την επιστροφή του Ιακώβ στη Χαναάν. (Γε 36:6-9) Τελικά, οι απόγονοι του Ησαύ, οι Εδωμίτες, εκδίωξαν τους Χορίτες (Δευ 2:4, 5, 12· Ιη 24:4), και εκείνη η γη ονομάστηκε Εδώμ. Εντούτοις, οι απόγονοι του Ησαύ και η περιοχή στην οποία κατοίκησαν ήταν γνωστοί και με το παλιότερο όνομα Σηείρ. (Αρ 24:18· παράβαλε 2Βα 14:7· 2Χρ 25:11.) Φαίνεται ότι, κατά τη βασιλεία του Εζεκία, κάποιοι άντρες από τη φυλή του Συμεών πήγαν στο Όρος Σηείρ, και αφού εξόντωσαν το υπόλοιπο των Αμαληκιτών, άρχισαν να κατοικούν εκεί οι Συμεωνίτες. (1Χρ 4:41-43) Για λεπτομέρειες σχετικά με τη γεωγραφία και την ιστορία του Σηείρ, βλέπε ΕΔΩΜ, ΕΔΩΜΙΤΕΣ.
3. Βουνό ανάμεσα στη Βααλά (Κιριάθ-ιαρίμ) και στην Κεζαλών, στο βόρειο σύνορο της περιοχής του Ιούδα. (Ιη 15:10) Το Σηείρ ταυτίζεται συνήθως με την κορυφογραμμή η οποία υπάρχει περίπου 15 χλμ. Δ της Ιερουσαλήμ και στης οποίας τη νότια πλευρά βρίσκεται το χωριό Σόρες.
-
-
ΣηειράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΕΙΡΑ
(Σηειρά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ξεπροβάλλω αιχμηρά»· πιθανώς αναφέρεται σε δεντροσκέπαστους λόφους].
Το μέρος όπου διέφυγε ο Αώδ αφού σκότωσε τον Μωαβίτη Βασιλιά Εγλών. Η ακριβής θέση της Σηειρά—κάπου στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ—δεν είναι γνωστή σήμερα.—Κρ 3:26, 27.
-
-
ΣηθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΘ
[Ορισμένος· Τοποθετημένος].
Γιος του Αδάμ και της Εύας, ο οποίος γεννήθηκε όταν ο Αδάμ ήταν 130 χρονών. Η Εύα τον ονόμασε Σηθ επειδή, όπως είπε, «ο Θεός όρισε για εμένα άλλο σπέρμα αντί του Άβελ, επειδή εκείνον τον σκότωσε ο Κάιν». Ο Σηθ ενδέχεται να μην ήταν το τρίτο παιδί του Αδάμ και της Εύας. Σύμφωνα με το εδάφιο Γένεση 5:4, ο Αδάμ είχε “γιους και θυγατέρες”, και μερικά από αυτά τα παιδιά πιθανόν να είχαν γεννηθεί πριν από τον Σηθ. Ο Σηθ είναι άξιος μνείας επειδή ο Νώε, και μέσω αυτού όλο το σημερινό ανθρώπινο γένος, προήλθε από εκείνον, όχι από τον δολοφόνο Κάιν. Σε ηλικία 105 ετών, ο Σηθ έγινε πατέρας του Ενώς. Ο Σηθ πέθανε σε ηλικία 912 ετών (3896-2984 Π.Κ.Χ.).—Γε 4:17, 25, 26· 5:3-8· 1Χρ 1:1-4· Λου 3:38.
-
-
ΣηλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΛΑ
(Σηλά).
1. [Εβρ., Σέλαχ, πιθανώς, Βέλος]. Γιος του Αρφαξάδ και εγγονός του Σημ. Γεννήθηκε το 2333 Π.Κ.Χ. και πέθανε το 1900 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 433 ετών. Ο Σηλά και ένας από τους γιους του, ο Έβερ, ίδρυσαν ο καθένας τους μία από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες, και μάλιστα διαμέσου του Έβερ πέρασε η γενεαλογική γραμμή που οδηγούσε από τον Σημ στον Αβραάμ και τελικά στον Ιησού.—Γε 10:22, 24· 11:12-15· 1Χρ 1:18, 24· Λου 3:35.
2. [Εβρ., Σελάχ, πιθανώς, Αίτημα]. Ο τρίτος γιος που απέκτησε ο Ιούδας από τη Χαναναία σύζυγό του. (1Χρ 2:3) Η Θάμαρ έπρεπε να δοθεί με ανδραδελφικό γάμο στον Σηλά, αλλά αυτό δεν έγινε. (Γε 38:1-5, 11-14, 26) Οι απόγονοι του Σηλά, μερικοί από τους οποίους αναφέρονται ονομαστικά σε συνδυασμό με τις περιοχές όπου κατοικούσαν, αποτέλεσαν την πατριά των Σηλανιτών. Μερικοί από αυτούς επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Αρ 26:20· 1Χρ 4:21-23· 9:5· Νε 11:5.
-
-
ΣηλανίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΛΑΝΙΤΕΣ
(Σηλανίτες) [Του (Από τον) Σηλά].
Οικογένεια της φυλής του Ιούδα την οποία ίδρυσε ο Σηλά. (Αρ 26:20) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι το εδάφιο Νεεμίας 11:5 θα έπρεπε να λέει «Σηλανίτης» (και όχι «Σηλωνίτης», όπως λέει το Μασοριτικό κείμενο), στον κατάλογο εκείνων που έζησαν στην Ιερουσαλήμ μετά την εξορία.
-
-
ΣηλώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΛΩ
(Σηλώ) [Εκείνος του Οποίου Είναι· Εκείνος στον Οποίο Ανήκει].
1. Εξαγγέλλοντας ευλογία για τον Ιούδα, ο ετοιμοθάνατος πατριάρχης Ιακώβ είπε: «Το σκήπτρο δεν θα απομακρυνθεί από τον Ιούδα ούτε η διοικητική ράβδος ανάμεσα από τα πόδια του, μέχρι να έρθει ο Σηλώ· και σε αυτόν θα ανήκει η υπακοή των λαών». (Γε 49:10) Με αφετηρία τη διακυβέρνηση του Δαβίδ, ο οποίος καταγόταν από τον Ιούδα, η εξουσία για διοίκηση (η διοικητική ράβδος) και η βασιλική κυριαρχία (το σκήπτρο) περιήλθαν στη φυλή του Ιούδα. Αυτό θα συνεχιζόταν μέχρι τον ερχομό του Σηλώ, κάτι που υποδήλωνε ότι η βασιλική γραμμή του Ιούδα θα τερματιζόταν με τον Σηλώ, το μόνιμο κληρονόμο. Παρόμοια, πριν από την ανατροπή του βασιλείου του Ιούδα, ο Ιεχωβά έδειξε στον τελευταίο βασιλιά αυτού του βασιλείου, τον Σεδεκία, ότι η διακυβέρνηση θα δινόταν σε εκείνον που είχε το νόμιμο δικαίωμα. (Ιεζ 21:26, 27) Αυτός προφανώς θα ήταν ο Σηλώ, εφόσον το όνομα «Σηλώ» θεωρείται ότι σημαίνει «Εκείνος του Οποίου Είναι· Εκείνος στον Οποίο Ανήκει».
Στους αιώνες που ακολούθησαν, ο Ιησούς Χριστός υπήρξε ο μόνος απόγονος του Δαβίδ στον οποίο δόθηκε υπόσχεση για βασιλεία. Πριν από τη γέννηση του Ιησού, ο άγγελος Γαβριήλ είπε στη Μαρία: «Ο Ιεχωβά Θεός θα του δώσει το θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του, και αυτός θα βασιλεύει στον οίκο του Ιακώβ για πάντα, και δεν θα υπάρξει τέλος στη βασιλεία του». (Λου 1:32, 33) Επομένως, ο Σηλώ πρέπει να είναι ο Ιησούς Χριστός, «το Λιοντάρι που είναι από τη φυλή του Ιούδα».—Απ 5:5· παράβαλε Ησ 11:10· Ρω 15:12.
Αναφορικά με την αρχαία Ιουδαϊκή άποψη γύρω από το εδάφιο Γένεση 49:10, ένα Σχολιολόγιο (Commentary), το οποίο επιμελήθηκε ο Φ. Τσ. Κουκ (σ. 233), επισημαίνει: «Όλος ο αρχαίος Ιουδαϊκός κόσμος εφάρμοζε την προφητεία στον Μεσσία. Έτσι λοιπόν, το Ταργκούμ του Ογκέλου λέει: “Μέχρι να έρθει ο Μεσσίας, του οποίου είναι η βασιλεία”. Το Ιεροσολυμιτικό Ταργκούμ λέει: “Μέχρι τον καιρό που θα έρθει ο βασιλιάς Μεσσίας, του οποίου είναι η βασιλεία”. . . . Αντίστοιχα και το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (“Σάνχεδριν”, 98β) λέει: “Ποιο είναι το όνομα του Μεσσία; Το όνομά του είναι Σηλώ, διότι είναι γραμμένο: Μέχρι να έρθει ο Σηλώ”».
2. Πόλη που βρισκόταν στην περιοχή του Εφραΐμ, «βόρεια της Βαιθήλ, ανατολικά του μεγάλου δρόμου που ανεβαίνει από τη Βαιθήλ στη Συχέμ και νότια της Λεβωνά». (Κρ 21:19) Η πιθανολογούμενη θέση της Σηλώ είναι το Χίρμπετ Σεϊλούν (Σίλο), περίπου 15 χλμ. ΒΒΑ της Βαιθήλ. Η τοποθεσία ταιριάζει με τη Βιβλική περιγραφή. Βρίσκεται σε έναν λόφο και, με εξαίρεση μια κοιλάδα στα ΝΔ, περιβάλλεται από ψηλότερους λόφους.
Μετά την εγκατάσταση της σκηνής της μαρτυρίας στη Σηλώ (Ιη 18:1), η διαμοίραση της γης στους Ισραηλίτες ολοκληρώθηκε από εκεί. (Ιη 18:1–21:42) Έπειτα από τη διαμοίραση της γης, οι φυλές στα Α του Ιορδάνη έστησαν ένα θυσιαστήριο κοντά σε εκείνον τον ποταμό. Θεωρώντας το αυτό πράξη αποστασίας, οι άλλες φυλές συγκεντρώθηκαν στη Σηλώ για να πολεμήσουν εναντίον τους. Ωστόσο, όταν τους εξηγήθηκε ότι το θυσιαστήριο επρόκειτο να αποτελεί ένα μνημείο πιστότητας στον Ιεχωβά, οι ειρηνικές σχέσεις διατηρήθηκαν.—Ιη 22:10-34.
Σε μεταγενέστερη περίοδο, 12.000 γενναίοι Ισραηλίτες πολεμιστές ανέλαβαν να τιμωρήσουν τους κατοίκους της Ιαβείς-γαλαάδ για το ότι δεν συμμετείχαν στον πόλεμο εναντίον των Βενιαμιτών. Ωστόσο, 400 παρθένες της Ιαβείς-γαλαάδ φέρθηκαν στη Σηλώ και αργότερα δόθηκαν στους Βενιαμίτες. Στους Βενιαμίτες δόθηκε επίσης η οδηγία να πάρουν και άλλες συζύγους από τις κόρες της Σηλώ, αρπάζοντάς τες διά της βίας ενόσω αυτές θα χόρευαν τους κυκλικούς χορούς που γίνονταν κατά την ετήσια γιορτή του Ιεχωβά στη Σηλώ.—Κρ 21:8-23.
Στη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους, αν όχι ολόκληρης, της περιόδου που καλύπτει το βιβλίο των Κριτών, η σκηνή της μαρτυρίας παρέμεινε στη Σηλώ. (Κρ 18:31· 1Σα 1:3, 9, 24· 2:14· 3:21· 1Βα 2:27) Λίγο πριν από το θάνατο του Αρχιερέα Ηλεί, οι Ισραηλίτες, ενώ πολεμούσαν με τους Φιλισταίους, πήραν την Κιβωτό από τη σκηνή της μαρτυρίας και τη μετέφεραν στο πεδίο της μάχης, με την πεποίθηση ότι η παρουσία της εκεί θα τους έδινε τη νίκη. Ωστόσο, ο Ιεχωβά επέτρεψε να πιαστεί η Κιβωτός από τους Φιλισταίους. Το γεγονός ότι η Κιβωτός δεν επιστράφηκε ποτέ στη Σηλώ σήμαινε ότι ο Ιεχωβά είχε εγκαταλείψει τη Σηλώ, εφόσον η Κιβωτός αντιπροσώπευε την παρουσία του. (1Σα 4:2-11) Για την εγκατάλειψη της Σηλώ κάνει λόγο ο ψαλμωδός (Ψλ 78:60, 61· παράβαλε 1Σα 4:21, 22), ενώ το ίδιο γεγονός χρησιμοποιείται και στην προφητεία του Ιερεμία προκειμένου να καταδειχτεί τι επρόκειτο να κάνει ο Ιεχωβά στο ναό της Ιερουσαλήμ.—Ιερ 7:12, 14· 26:6, 9.
Το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ., ο προφήτης Αχιά ζούσε στη Σηλώ. (1Βα 12:15· 14:2, 4) Μετά τη δολοφονία του Γεδαλία, το 607 Π.Κ.Χ., ορισμένοι άντρες από τη Σηλώ (είτε από την πόλη είτε από τα περίχωρά της) πήγαν στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρουν θυσία.—Ιερ 41:5.
[Εικόνα στη σελίδα 929]
Σηλώ—η ερήμωσή της χρησιμοποιήθηκε από τον Ιερεμία ως παραστατικό παράδειγμα
-
-
ΣηλωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΛΩΝΙΤΗΣ
(Σηλωνίτης) [Του (Από τη) Σηλώ].
1. Παραλλαγή (χρησιμοποιούμενη στον πληθυντικό) του ονόματος της οικογένειας η οποία προήλθε από τον Σηλά, τον τρίτο γιο του Ιούδα.—1Χρ 9:5· Γε 46:12· βλέπε ΣΗΛΑ Αρ. 2· ΣΗΛΑΝΙΤΕΣ.
2. Ο κάτοικος της Σηλώ, μιας σπουδαίας πόλης στην ιστορία του Ισραήλ. Η επωνυμία αυτή εφαρμόζεται στις Γραφές μόνο στον προφήτη Αχιά που ήταν από τη Σηλώ.—1Βα 11:29· 12:15· 15:29· 2Χρ 9:29· 10:15.
-
-
ΣημΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΜ
[Όνομα· Φήμη].
Ένας από τους τρεις γιους του Νώε από τους οποίους «εξαπλώθηκε ο πληθυσμός όλης της γης» μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό.—Γε 6:10· 9:18, 19.
Αν και οι τρεις γιοι αναφέρονται συστηματικά με τη σειρά «Σημ, Χαμ και Ιάφεθ», υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς το ποια είναι η κατάταξή τους κατά σειρά ηλικίας. Το γεγονός ότι ο Σημ μνημονεύεται πρώτος δεν αποτελεί από μόνο του καθοριστικό στοιχείο ότι ήταν ο πρωτότοκος του Νώε, εφόσον ο πρωτότοκος γιος του ίδιου του Σημ (ο Αρφαξάδ) αναφέρεται τρίτος στους γενεαλογικούς καταλόγους. (Γε 10:22· 1Χρ 1:17) Το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο επιτρέπει περισσότερες από μία πιθανές αποδόσεις για το εδάφιο Γένεση 10:21—μερικές μεταφράσεις αναφέρονται στον Σημ ως «τον αδελφό του Ιάφεθ του μεγαλύτερου» [KJ, ΒΑΜ], ενώ άλλες τον αποκαλούν “μεγαλύτερο αδελφό του Ιάφεθ”. (AS, RS, JB, ΚΛΠ, ΜΠΚ) Κατά τον ίδιο τρόπο διαφέρουν και οι αρχαίες μεταφράσεις—η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η μετάφραση του Συμμάχου και το Ταργκούμ του Ογκέλου παρουσιάζουν τον Ιάφεθ ως τον μεγαλύτερο, ενώ η σαμαρειτική Πεντάτευχος, η λατινική Βουλγάτα και οι συριακές μεταφράσεις παρουσιάζουν τον Σημ ως το μεγαλύτερο αδελφό του Ιάφεθ. Ωστόσο, τα στοιχεία στο υπόλοιπο Βιβλικό υπόμνημα κλίνουν προς την εκδοχή ότι ο Σημ ήταν μάλλον ο δεύτερος γιος του Νώε, νεότερος από τον Ιάφεθ.
Το υπόμνημα δείχνει ότι ο Νώε απέκτησε γιους μετά την ηλικία των 500 ετών (2470 Π.Κ.Χ.) και ότι ο Κατακλυσμός έλαβε χώρα όταν αυτός ήταν 600 ετών. (Γε 5:32· 7:6) Για τον Σημ, ο οποίος τον καιρό του Κατακλυσμού ήταν ήδη παντρεμένος (Γε 6:18), αναφέρεται ότι απέκτησε τον πρώτο του γιο τον Αρφαξάδ δύο χρόνια μετά τον Κατακλυσμό (2368 Π.Κ.Χ.), σε ηλικία 100 χρονών. (Γε 11:10) Αυτό σημαίνει ότι ο Σημ γεννήθηκε όταν ο Νώε ήταν 502 χρονών (2468 Π.Κ.Χ.), οπότε, δεδομένου ότι ο Χαμ όπως φαίνεται παρουσιάζεται ως ο «νεότερος γιος» (Γε 9:24), ο Ιάφεθ είναι λογικά ο πρώτος γιος που έκανε ο Νώε όταν ήταν 500 χρονών.
Μετά τον Αρφαξάδ, ο Σημ απέκτησε και άλλους γιους (καθώς και κόρες), μεταξύ των οποίων τον Ελάμ, τον Ασσούρ, τον Λουδ και τον Αράμ. (Γε 10:22· 11:11) Στην παράλληλη αφήγηση του εδαφίου 1 Χρονικών 1:17 αναφέρεται έπειτα από τον Αράμ «ο Ουζ και ο Ουλ και ο Γεθέρ και ο Μας», αλλά το εδάφιο Γένεση 10:23 τους παρουσιάζει αυτούς ως γιους του Αράμ. Βιβλικές και άλλες ιστορικές αποδείξεις μαρτυρούν, λοιπόν, ότι ο Σημ ήταν ο προγεννήτορας των σημιτικών λαών: των Ελαμιτών, των Ασσυρίων, των αρχαίων Χαλδαίων, των Εβραίων, των Αραμαίων (δηλαδή των Συρίων), διαφόρων αραβικών φυλών και πιθανώς των Λυδών της Μικράς Ασίας. Κατά συνέπεια, ο πληθυσμός που προήλθε από τον Σημ βρισκόταν συγκεντρωμένος ως επί το πλείστον στη νοτιοδυτική γωνία της ασιατικής ηπείρου, καταλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος της Εύφορης Ημισελήνου, καθώς και μια σημαντική έκταση της Αραβικής Χερσονήσου.—Βλέπε λήμματα με τα ονόματα των γιων του Σημ.
Όταν ο Σημ και ο αδελφός του ο Ιάφεθ κάλυψαν τη γύμνια του πατέρα τους, τότε που ο Νώε μέθυσε με κρασί, έδειξαν σεβασμό σε αυτόν, όχι απλώς ως τον πατέρα τους, αλλά και ως το άτομο που είχε χρησιμοποιήσει ο Θεός για τη διαφύλαξή τους στη διάρκεια του Κατακλυσμού. (Γε 9:20-23) Έπειτα, στην ευλογία που εξήγγειλε ο Νώε, έγινε νύξη για το ότι η γραμμή του Σημ θα ευνοούνταν ιδιαίτερα από τον Θεό και θα συντελούσε στον αγιασμό του ονόματος του Θεού, δεδομένου ότι ο Νώε αναφέρθηκε στον Ιεχωβά ως “τον Θεό του Σημ”. (Γε 9:26) Από τον Σημ, μέσω του Αρφαξάδ του γιου του, προήλθε ο Αβραάμ και σε αυτόν δόθηκε η υπόσχεση για το Σπέρμα διαμέσου του οποίου όλες οι οικογένειες της γης θα λάβαιναν ευλογία. (1Χρ 1:24-27· Γε 12:1-3· 22:15-18) Η πρόβλεψη του Νώε ότι ο Χαναάν θα γινόταν «δούλος» του Σημ εκπληρώθηκε με τη σημιτική καθυπόταξη των Χαναναίων ως αποτέλεσμα της κατάκτησης της γης Χαναάν από τον Ισραήλ.—Γε 9:26.
Ο Σημ έζησε άλλα 500 χρόνια μετά τη γέννηση του Αρφαξάδ και πέθανε σε ηλικία 600 χρονών. (Γε 11:10, 11) Συνεπώς, ο θάνατός του έλαβε χώρα περίπου 13 χρόνια μετά το θάνατο της Σάρρας (1881 Π.Κ.Χ.) και δέκα χρόνια μετά το γάμο του Ισαάκ και της Ρεβέκκας (1878 Π.Κ.Χ.). Με βάση αυτό έχει προβληθεί η άποψη ότι ο Σημ ενδεχομένως ήταν ο Μελχισεδέκ (που σημαίνει «Βασιλιάς Δικαιοσύνης»), ο βασιλιάς-ιερέας στον οποίο έδωσε δέκατα ο Αβραάμ. (Γε 14:18-20) Το Βιβλικό υπόμνημα, ωστόσο, δεν αναφέρει κάτι τέτοιο, και ο απόστολος Παύλος δείχνει πως δεν υπήρχε κανένα διαθέσιμο γενεαλογικό αρχείο ούτε άλλα στοιχεία σχετικά με τη ζωή του Μελχισεδέκ, πράγμα που τον κατέστησε κατάλληλο εξεικονιστικό τύπο του Χριστού Ιησού, ο οποίος είναι Βασιλιάς-Ιερέας παντοτινά.—Εβρ 7:1-3.
-
-
Σημάδι, 1Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΜΑΔΙ, 1
Οι μη Ισραηλίτες σημάδευαν με καυτηριασμό τα ζώα, ακόμη και τους δούλους, για να φαίνεται σε ποιον ανήκουν. Στην περίπτωση των ανθρώπων, τα σημάδια αυτά γίνονταν σε εμφανές σημείο του σώματος, όπως το μέτωπο. Ενίοτε, οι λάτρεις των ψεύτικων θεών δήλωναν την ιδιότητά τους αποτυπώνοντας στο μέτωπό τους το σημάδι της θεότητάς τους. Ωστόσο, ο νόμος του Ιεχωβά προς τον Ισραήλ απαγόρευε την παραμόρφωση των ανθρώπων με τατουάζ. Αυτό απέκλειε οποιαδήποτε τέτοια ειδωλολατρική συνήθεια και δίδασκε το δέοντα σεβασμό για τα δημιουργήματα του Θεού.—Λευ 19:28· βλέπε ΣΤΙΓΜΑ.
Μεταφορική Χρήση. Οι Γραφές κάνουν νύξη για σημάδια που γίνονται σε ανθρώπους και αναφέρονται σε αυτά μεταφορικά. Στο όραμα του Ιεζεκιήλ ένας άντρας με μελανοδοχείο γραμματέα έλαβε την εντολή να περάσει μέσα από την Ιερουσαλήμ και να “βάλει σημάδι [εβρ., ταβ] σε όσους στέναζαν και βογκούσαν για όλα τα απεχθή πράγματα που γίνονταν μέσα σε αυτήν”. Αυτό έδειχνε από μέρους τους ότι ήταν δίκαια άτομα, υπηρέτες του Ιεχωβά, και ως εκ τούτου άξιοι διαφύλαξης κατά την εκτέλεση της κρίσης του Ιεχωβά. Το μεταφορικό σημάδι στο μέτωπό τους πιστοποιούσε αυτό το γεγονός.—Ιεζ 9· παράβαλε Ιεζ 9:4, υποσ.· 2Πε 2:6-8.
Από την άλλη πλευρά, στο όραμα του Ιωάννη όσοι λάβαιναν το σημάδι (ή αλλιώς, το χάραγμα) του θηρίου στο μέτωπό τους ή στο χέρι τους προορίζονταν για καταστροφή. Το σημάδι στο μέτωπο τους προσδιόριζε δημόσια ως λάτρεις του θηρίου, άρα και ως δούλους του. Επομένως, ήταν εμφανές ότι αυτοί εναντιώνονταν στον Θεό, εφόσον το θηρίο έλαβε την εξουσία του από το δράκοντα, τον Σατανά τον Διάβολο. Το σημάδι στο χέρι υποδήλωνε λογικά ενεργή υποστήριξη του θηρίου, επειδή το χέρι χρησιμοποιείται για την επιτέλεση έργου.—Απ 13:1, 2, 16-18· 14:9, 10· 16:1, 2· 20:4.
-
-
Σημάδι, 2Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΜΑΔΙ, 2
Η λέξη νες του εβραϊκού κειμένου φαίνεται ότι δηλώνει ένα κοντάρι ή ξύλο που έχει στηθεί σε ψηλό σημείο. Χρησιμοποιείται τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Δεν δηλώνει κάποιο συνθηματικό σημάδι, ή αλλιώς σήμα, για την αποστολή μηνυμάτων, όπως ένα «σήμα καπνού» (Κρ 20:38, 40) ή ένα «σήμα από φωτιά» (Ιερ 6:1), για τα οποία χρησιμοποιούνται άλλες εβραϊκές λέξεις. Απεναντίας, ένα τέτοιο κοντάρι μπορεί να χρησίμευε ως σημείο συγκέντρωσης ανθρώπων ή στρατευμάτων. (Ησ 5:26· 13:2· 18:3· 30:17· 31:9· Ιερ 4:6, 21· 50:2· 51:12, 27· παράβαλε Ψλ 60:4, υποσ.) Για παράδειγμα, όταν κάποτε οι Ισραηλίτες παραπονέθηκαν για το μάννα και τη λειψυδρία, ο Ιεχωβά τούς τιμώρησε στέλνοντας ανάμεσά τους δηλητηριώδη φίδια. Αφού εκδήλωσαν μετάνοια, ο Ιεχωβά παρήγγειλε στον Μωυσή να κατασκευάσει ένα φίδι και να το βάλει πάνω σε ένα κοντάρι που ήταν για σημάδι (νες). «Αμέσως ο Μωυσής έφτιαξε ένα χάλκινο φίδι και το έβαλε πάνω στο κοντάρι που ήταν για σημάδι· και αν κάποιο φίδι είχε δαγκώσει έναν άνθρωπο και εκείνος προσήλωνε το βλέμμα του στο χάλκινο φίδι, τότε παρέμενε ζωντανός». (Αρ 21:5-9) Προφανώς αυτό το κοντάρι ήταν στημένο σε μόνιμη θέση και οπωσδήποτε σε ψηλό σημείο ώστε να μπορούν να το βλέπουν οι Ισραηλίτες τους οποίους είχαν δαγκώσει τα φίδια.
Παρόμοια, το 537 Π.Κ.Χ., η Ιερουσαλήμ, της οποίας η ανοικοδόμηση είχε προειπωθεί, αποτέλεσε το σημάδι που καλούσε το Ιουδαϊκό υπόλοιπο να αφήσει τις χώρες στις οποίες είχε διασπαρθεί και να επιστρέψει στην τότε ερημωμένη Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσει το ναό. (Ησ 11:11, 12· παράβαλε Ησ 49:22· 62:10, 11.) Ωστόσο, η προφητεία δεν περιορίζεται στην εκπλήρωση αυτή που έλαβε χώρα τον έκτο αιώνα. Το εδάφιο Ησαΐας 11:10 αναφέρει: «Και εκείνη την ημέρα θα υπάρχει η ρίζα του Ιεσσαί που θα στέκεται ως σημάδι για τους λαούς». Ο απόστολος Παύλος εφάρμοσε αυτά τα λόγια στον Χριστό Ιησού, τον μελλοντικό κυβερνήτη εθνών. (Ρω 15:8, 12) Επίσης, ο ίδιος ο Ιησούς αποκάλεσε τον εαυτό του “ρίζα του Δαβίδ”, του γιου του Ιεσσαί. (Απ 22:16) Επομένως, το σημάδι είναι ο Χριστός Ιησούς ως ανάσσων Βασιλιάς που στέκεται στο ουράνιο Όρος Σιών.—Παράβαλε Εβρ 12:22· Απ 14:1.
-
-
ΣημείοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΣΗΜΕΙΟ
Αντικείμενο, ενέργεια, κατάσταση ή ασυνήθιστο θέαμα που έχει σημασία λόγω του ότι υποδηλώνει κάτι άλλο, παρόν ή μελλοντικό. Το σημείο (εβρ. κείμενο, ’ωθ· ελλ. κείμενο, σημεῖον) μπορεί να αποτελούσε απόδειξη αυθεντικότητας ή εξουσίας, προειδοποίηση για κίνδυνο ή υπόδειξη της σοφής πορείας που έπρεπε να ακολουθηθεί.
Ανάμεσα στα πολλά σημεία που έχει προμηθεύσει ο Ιεχωβά για την καθοδήγηση του ανθρώπου, τα πρώτα που αναφέρονται είναι οι ουράνιοι φωτοδότες, ο ήλιος και η σελήνη. (Γε 1:14) Αυτοί αποτελούν μέσα για τον προσδιορισμό του χρόνου, καθώς και ορατά σημεία της ύπαρξης και των ιδιοτήτων του Θεού. (Ψλ 19:1-4· Ρω 1:19, 20) Τα έθνη έχουν “τρομοκρατηθεί”, όπως δηλώνει το εδάφιο Ιερεμίας 10:2, προφανώς επειδή αποβλέπουν σε αυτούς τους φωτοδότες καθώς και στα αστέρια για οιωνούς, λόγου χάρη μέσω της αστρολογίας.
Σε Τι Αποσκοπούν τα Σημεία. Ο Ιεχωβά έδωσε σημεία για να πιστοποιήσει ότι τα λόγια του ήταν αληθινά και αξιόπιστα. (Ιερ 44:29· 1Σα 2:31-34· 10:7, 9· 2Βα 20:8-11) Τα σημεία αυτά καταδείκνυαν την υποστήριξη του Θεού προς τον Μωυσή ή προς άλλους υπηρέτες Του (Εξ 3:11, 12· παράβαλε Κρ 6:17, 20-22), προς κάποιον απόστολο (2Κο 12:12) ή προς τη Χριστιανική εκκλησία (1Κο 14:22).
Τα σημεία δεν ήταν απαραίτητα για να αποδειχτεί ότι κάποιος είχε τη θεϊκή υποστήριξη, όπως φαίνεται από την περίπτωση του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Ιωα 10:41· Ματ 11:9-11) Επίσης, ένας ψευδοπροφήτης ίσως εκτελούσε κάποιο σημείο, αλλά η ψευδής ταυτότητά του μπορούσε να αποκαλυφτεί με τα μέσα που παρείχε ο Ιεχωβά.—Δευ 13:1-5· 18:20-22· Ησ 44:25· Μαρ 13:22· 2Θε 2:9· Απ 13:13, 14· 19:20.
Ορισμένα σημεία αποτελούν υπενθυμίσεις, υπομνήσεις, ενθυμήματα. (Γε 9:12-14· 17:11· Ρω 4:11) Τα Σάββατα και το Πάσχα συνιστούσαν σημεία ενθύμησης για τους Ιουδαίους. (Εξ 13:3-9· 31:13· Ιεζ 20:12, 20) Ένα κατά γράμμα ή συμβολικό σημείο μπορούσε να αποτελεί προσδιοριστικό στοιχείο.—Αρ 2:2· Εξ 12:13.
Απαιτούν Σημείο από τον Ιησού. Ο Ιησούς εκτέλεσε κατά τη διάρκεια της διακονίας του πολυάριθμα σημεία που βοήθησαν πολλούς να θέσουν πίστη σε αυτόν. (Ιωα 2:23) Εντούτοις, τα σημεία δεν παρήγαγαν πίστη σε σκληρόκαρδους ανθρώπους. (Λου 2:34· Ιωα 11:47, 53· 12:37· παράβαλε Αρ 14:11, 22.) Όταν σε δύο περιπτώσεις κάποιοι θρησκευτικοί ηγέτες ζήτησαν από τον Ιησού να τους δείξει σημείο από τον ουρανό, πιθανώς είχαν την απαίτηση να εκτελέσει εκείνος, ως απόδειξη του ότι ήταν ο Μεσσίας, το σημείο που προειπώθηκε στα εδάφια Δανιήλ 7:13, 14, σύμφωνα με το οποίο ο “γιος του ανθρώπου” θα εμφανιζόταν με τα σύννεφα των ουρανών για να αναλάβει τη βασιλική του εξουσία. Δεν ήταν όμως ο καιρός του Θεού για να εκπληρωθεί εκείνη η προφητεία, και ο Χριστός δεν ήταν διατεθειμένος να κάνει μια φανταχτερή επίδειξη απλώς για να ικανοποιήσει τις ιδιοτελείς τους απαιτήσεις. (Ματ 12:38· 16:1) Απεναντίας, τους είπε ότι το μόνο σημείο που θα τους δινόταν ήταν «το σημείο του Ιωνά του προφήτη». (Ματ 12:39-41· 16:4) Έπειτα από τρεις περίπου ημέρες στην κοιλιά ενός τεράστιου ψαριού, ο Ιωνάς πήγε και κήρυξε στη Νινευή. Με αυτόν τον τρόπο ο Ιωνάς έγινε «σημείο» για την πρωτεύουσα της Ασσυρίας. Η γενιά του Ιησού έλαβε «το σημείο του Ιωνά» όταν ο Χριστός πέρασε μέρη τριών ημερών στον τάφο και αναστήθηκε, ενώ κατόπιν οι μαθητές του εξήγγειλαν τις αποδείξεις εκείνου του γεγονότος. Έτσι ο Χριστός αποτέλεσε σημείο για εκείνη τη γενιά, αλλά ακόμη και αυτό δεν έπεισε την πλειονότητα των Ιουδαίων.—Λου 11:30· 1Κο 1:22.
Το Σημείο της Παρουσίας του Χριστού. Λίγο πριν από το θάνατο του Ιησού, οι απόστολοί του τον ρώτησαν: «Ποιο θα είναι το σημείο της παρουσίας σου και της τελικής περιόδου του συστήματος πραγμάτων;» (Ματ 24:3· Μαρ 13:4· Λου 21:7) Υπήρχαν ευδιάκριτες διαφορές ανάμεσα σε αυτή την ερώτηση και στα αιτήματα των θρησκευτικών ηγετών για σημείο. Αν και μπορούσαν να δουν αυτοπροσώπως τον ίδιο και τα έργα του, εκείνοι οι ηγέτες δεν τον δέχτηκαν ως Μεσσία και Προσδιορισμένο Βασιλιά. (Ιωα 19:15) Σε μια περίπτωση του ζήτησαν σημείο «για να τον βάλουν σε πειρασμό» (Λου 11:16), ενώ ορισμένοι μπορεί να ήθελαν να δουν σημεία του Ιησού από άσκοπη περιέργεια, όπως ο Ηρώδης. (Λου 23:8) Σε πλήρη αντίθεση, οι μαθητές που ζήτησαν να μάθουν το σημείο της παρουσίας του Χριστού τον είχαν ήδη δεχτεί ως Μεσσία και Βασιλιά. (Ματ 16:16) Ο Ιησούς, όμως, είχε πει ότι η Βασιλεία δεν θα ερχόταν «με εξαιρετικά εμφανή τρόπο». (Λου 17:20) Συνεπώς (αν και οι απόστολοι πίστευαν εσφαλμένα ότι η Βασιλεία θα εγκαθιδρυόταν στη γη· Πρ 1:6), δεν ήθελαν να είναι κατά την έλευση της Βασιλείας σαν τους Ιουδαίους ηγέτες—τυφλοί ως προς την παρουσία του Ιησού. Σε αρμονία με αυτό, δεν ζητούσαν να εκτελεστεί μπροστά τους κάποιο θαυματουργικό σημείο, αλλά να μάθουν ποιο θα ήταν το μελλοντικό προσδιοριστικό σημείο.
Ο Ιησούς απάντησε περιγράφοντας ένα σύνθετο «σημείο», αποτελούμενο από πολλές ενδείξεις όπως πόλεμοι, σεισμοί, διωγμός των Χριστιανών και κήρυγμα σχετικά με τη Βασιλεία. (Ματ 24:4-14, 32, 33) Όταν οι μαθητές ρώτησαν τον Ιησού για το «σημείο», το αντικείμενο της συζήτησής τους ήταν η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της (Λου 21:5-7), και η απάντηση του Ιησού ανέφερε προφητείες που αφορούσαν την Ιερουσαλήμ και την Ιουδαία και εκπληρώθηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής τους. (Λου 21:20· Ματ 24:15) Αλλά η απάντησή του αφορούσε επίσης την εγκαθίδρυση της Βασιλείας του Θεού και τις συνέπειες που θα είχε αυτό το γεγονός σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.—Λου 21:31, 35.
-