-
Κέρας, ΚέρατοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ανάλογα με τη θυσία που προσφερόταν.—Λευ 4:7, 18, 25, 30, 34· 16:18.
Ο Ιεχωβά είπε ότι οι αμαρτίες του Ιούδα ήταν χαραγμένες «στα κέρατα των θυσιαστηρίων τους» (Ιερ 17:1), πράγμα που καθιστούσε τα θυσιαστήρια ακάθαρτα και τις θυσίες τους μη αποδεκτές. Επίσης, στο εδάφιο Αμώς 3:14 ο Ιεχωβά δηλώνει το σκοπό που είχε να βεβηλώσει τα θυσιαστήρια που χρησιμοποιούνταν για τη μοσχολατρία στη Βαιθήλ με το να κόψει τα κέρατά τους.
Η δήλωση του εδαφίου Έξοδος 21:14 ίσως σημαίνει ότι ακόμη και ένας ιερέας έπρεπε να εκτελείται για φόνο ή ότι κανένας εκούσιος δολοφόνος δεν θα ήταν προστατευμένος αν πιανόταν από τα κέρατα του θυσιαστηρίου.—Παράβαλε 1Βα 2:28-34.
Τα θυσιαστήρια που είδαν σε όραμα ο Ιεζεκιήλ και ο Ιωάννης είχαν κέρατα.—Ιεζ 43:15· Απ 9:13, 14.
Μεταφορική Χρήση. Το κέρατο ενός ζώου (εβρ. κείμενο, κέρεν· ελλ. κείμενο, κέρας) είναι φοβερό όπλο, και στην Αγία Γραφή χρησιμοποιήθηκε συχνά με μεταφορική έννοια, ιδιαίτερα στις Εβραϊκές Γραφές. Οι άρχοντες και όσοι αποτελούν τις άρχουσες δυναστείες—δίκαιοι και πονηροί—συμβολίζονται με κέρατα, ενώ η πραγματοποίηση των κατακτήσεών τους παρομοιάζεται με κεράτισμα.—Δευ 33:17· Δα 7:24· 8:2-10, 20-24· Ζαχ 1:18-21· Λου 1:69-71· Απ 13:1, 11· 17:3, 12· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Προκειμένου να διαβεβαιώσει το λαό του για τη νίκη, ο Ιεχωβά είπε σε μια περίπτωση ότι θα “μετέτρεπε το κέρας της κόρης της Σιών σε σίδερο”. (Μιχ 4:13) Ενώ ο Ιεχωβά ύψωσε το κέρας του λαού του, δηλαδή το έκανε να εξυψωθεί, οι πονηροί προειδοποιούνται να μη σηκώνουν το κέρας τους με αλαζονεία, διότι τα κέρατα των πονηρών θα κοπούν. (1Σα 2:10· Ψλ 75:4, 5, 10· 89:17· Αμ 6:12-14) Νιώθοντας τελείως εγκαταλειμμένος, ο Ιώβ εκφράζει τη θλίψη του ως εξής: «Βύθισα το κέρας μου στο χώμα».—Ιωβ 16:15.
Η λέξη «κέρας» μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για να περιγράψει αντικείμενα σε σχήμα κέρατος. Τα «κέρατα από ελεφαντόδοντο» του εδαφίου Ιεζεκιήλ 27:15 αναφέρονται κατά πάσα πιθανότητα σε χαυλιόδοντες ελέφαντα. Στο εδάφιο Ησαΐας 5:1, η εβραϊκή φράση «ένα κέρας, ο γιος του λαδιού [ή του πάχους]» σημαίνει προφανώς «μια εύφορη λοφοπλαγιά», καθώς η λέξη «κέρας» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την ανηφορική πλαγιά ενός λόφου.—ΜΝΚ, υποσ.
-
-
Κερέν-αππούχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΡΕΝ-ΑΠΠΟΥΧ
(Κερέν-αππούχ) [πιθανώς, Κέρας της Μαύρης Βαφής (Ματιών) [δηλαδή σκεύος για μακιγιάζ]].
Η τρίτη και μικρότερη από τις κόρες που απέκτησε ο Ιώβ όταν η μεγάλη δοκιμασία και τα παθήματά του τερματίστηκαν και ευλογήθηκε από τον Ιεχωβά. (Ιωβ 42:12-14) Το όνομα πιθανόν να υποδηλώνει ότι η Κερέν-αππούχ είχε όμορφα μάτια ή πιθανόν να αναφέρεται στην εξαιρετική ομορφιά της γενικά, καθώς «δεν βρίσκονταν σε όλο τον τόπο ωραιότερες γυναίκες από τις κόρες του Ιώβ». (Ιωβ 42:15) Από το αντιμόνιο, μια υποκύανη μεταλλική ουσία, παράγεται ένα λαμπερό μαύρο χρώμα το οποίο χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες της Ανατολής κατά τους Βιβλικούς χρόνους για να βάφουν τις βλεφαρίδες τους, πιθανώς δε και τα φρύδια τους, ή για να τονίζουν το περίγραμμα των βλεφάρων τους, ώστε να δείχνουν τα μάτια τους μεγάλα και λαμπερά.—Βλέπε 2Βα 9:30· Ιερ 4:30.
-
-
ΚερίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΡΙ
Οι Βιβλικές αναφορές στο κερί αφορούν προφανώς το κερί της μέλισσας, μια σκουροκίτρινη ουσία που χρησιμοποιούν οι μέλισσες για να σχηματίζουν τα τοιχώματα των κελιών της κηρήθρας, όπου εναποθέτουν μέλι ή προνύμφες. Το κερί παράγεται από τις εργάτριες μέλισσες οι οποίες, αφού καταναλώσουν μεγάλες ποσότητες μελιού, κατασκευάζουν κερί σε ειδικούς αδένες της κοιλιάς τους. Το κερί εκκρίνεται από μικροσκοπικούς πόρους και σχηματίζει μικρά λευκά λέπια στο εξωτερικό της κοιλιάς των μελισσών. Στη συνέχεια, η μέλισσα μεταφέρει τα λέπια του κεριού στο στόμα της, όπου τα μασάει προτού τα χρησιμοποιήσει στην κατασκευή της κηρήθρας. Η μέλισσα μπορεί να ρυθμίζει την παραγωγή κεριού, δηλαδή φτιάχνει κερί μόνο όταν υπάρχει ανάγκη για κάποια ποσότητα.—Βλέπε ΜΕΛΙΣΣΑ.
Το κερί διαχωρίζεται εύκολα από το μέλι όταν λιώνει σε ζεστό νερό. Τότε το κερί ανεβαίνει στην επιφάνεια, από όπου και μπορεί να αφαιρεθεί. Το λιώσιμο του κεριού χρησιμοποιείται σε ποιητικές Βιβλικές μεταφορές για να εκφράσει τη στενοχώρια της καρδιάς (Ψλ 22:14), τη διάλυση βουνών και κοιλάδων (Ψλ 97:5· Μιχ 1:4), καθώς και την καταστροφή των εχθρών του Θεού, σχετικά με τους οποίους ο ψαλμωδός αναφώνησε: «Όπως λιώνει το κερί από τη φωτιά, έτσι ας αφανιστούν οι πονηροί μπροστά από τον Θεό».—Ψλ 68:1, 2.
-
-
ΚεριώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΡΙΩΘ
(Κεριώθ) [Πόλεις].
Τοποθεσία που αναφέρεται σε δύο προφητείες κατά του Μωάβ. (Ιερ 48:24· Αμ 2:2) Η σημασία του ονόματος θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι η πόλη αυτή αποτελούνταν από διάφορες μικρότερες πόλεις. Η ακριβής θέση της Κεριώθ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Η τρέχουσα άποψη μερικών λογίων είναι ότι πρόκειται για τη Σαλίγια, μια τοποθεσία που βρίσκεται περίπου 16 χλμ. ΑΝΑ της Διβών και Β του Αρνών. Άλλοι πιστεύουν ότι η Κεριώθ ταυτίζεται πιθανώς με την Αρ, Ν του Αρνών. Αυτή η άποψη φαίνεται να υποστηρίζεται κάπως από το γεγονός ότι η Αρ και η Κεριώθ, παρότι παρουσιάζονται ως κύριες πόλεις (παράβαλε Αμ 2:1-3· Δευ 2:9, 18), δεν εμφανίζονται μαζί στις περιπτώσεις όπου αναφέρονται διάφορες πόλεις του Μωάβ.—Παράβαλε Ησ 15 και 16· Ιερ 48.
Η Μωαβιτική Λίθος, αν και δεν παρέχει καμιά ένδειξη για το πού βρισκόταν η Κεριώθ, υποδεικνύει ότι υπήρχε εκεί ένα ιερό του θεού Χεμώς.
-
-
Κεριώθ-εσρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΡΙΩΘ-ΕΣΡΩΝ
(Κεριώθ-εσρών) [Πόλεις του Εσρών].
Άλλη ονομασία της Ασώρ (Αρ. 3), μιας κωμόπολης του Ιούδα η οποία κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Καριατέιν (Τελ Κεριγιότ), περίπου 20 χλμ. Ν της Χεβρών.—Ιη 15:25.
-
-
ΚεσέδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΣΕΔ
(Κεσέδ).
Ένας από τους οχτώ γιους τους οποίους γέννησε η Μελχά στον Ναχώρ, τον αδελφό του Αβραάμ.—Γε 22:20-22.
-
-
ΚεσιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΣΙΑ
(Κεσιά) [πιθανώς, Κασσία].
Η δεύτερη από τις τρεις κόρες του Ιώβ που γεννήθηκαν μετά τη σοβαρή δοκιμασία του και την επακόλουθη αποκατάσταση και ευλογία του από τον Ιεχωβά. (Ιωβ 42:14) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κασσία» χρησιμοποιούνταν ως γυναικείο όνομα, ίσως λόγω του αρώματος της κασσίας, και πιθανόν να δόθηκε σε αυτή την κοπέλα ως ενδεικτικό της ομορφιάς της.—Ιωβ 42:15.
-
-
Κεσίλ, ΑστερισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΣΙΛ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ
(Κεσίλ) [εβρ., κεσίλ, «άφρονας»].
Μολονότι αυτή η λέξη χρησιμοποιείται πολλές φορές με τη βασική της έννοια, την έννοια «άφρονας» (παράβαλε Ψλ 49:10· 92:6· Παρ 1:22), τα συμφραζόμενα σε τέσσερις περικοπές (Ιωβ 9:9· 38:31· Αμ 5:8 και Ησ 13:10 [εδώ στον πληθυντικό]) υποδηλώνουν ότι χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ένα αστρικό σώμα ή σύμπλεγμα.
Αυτός ο όρος θεωρείται γενικά ότι εφαρμόζεται στον Ωρίωνα, έναν πολύ επιβλητικό αστερισμό που φέρει το όνομα κάποιου μυθικού κυνηγού και περιλαμβάνει τα γιγαντιαία άστρα Μπετελγκέζ και Ρίγκελ. Η λατινική Βουλγάτα αποδίδει τη λέξη κεσίλ ως «Ωρίων» στα εδάφια Ιώβ 9:9 και Αμώς 5:8. Οι περισσότερες μεταφράσεις μιμούνται τη λατινική Βουλγάτα θεωρώντας ότι ο όρος κεσίλ αναφέρεται στον Ωρίωνα. Τα αρχαία Ταργκούμ και οι συριακές μεταφράσεις έχουν την απόδοση «γίγαντας», ισοδύναμη της αραβικής ονομασίας του αστερισμού του Ωρίωνα, η οποία είναι γκαμπάρ και σημαίνει «δυνατός» (η αντίστοιχη εβραϊκή λέξη είναι γκιμπώρ).
Ο όρος χρησιμοποιείται στο εδάφιο Αμώς 5:8 στα πλαίσια του ελέγχου που δίνεται στον Ισραήλ επειδή δεν αναζητάει τον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, τον Δημιουργό των ουράνιων αστερισμών. Στα εδάφια Ησαΐας 13:9, 10, όπου χρησιμοποιείται ο πληθυντικός κεσιλαιχέμ (οι αστερισμοί Κεσίλ που βρίσκονται σε αυτούς), περιγράφεται «η ημέρα του Ιεχωβά», στην οποία οι υπερήφανοι και υπερόπτες τύραννοι θα υποβιβαστούν και τα ουράνια σώματα θα πάψουν να δίνουν το φως τους.
-
-
Κεφάλι, ΚεφαλήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΦΑΛΙ, ΚΕΦΑΛΗ
Το άνω άκρο του ανθρώπινου σώματος, η έδρα του εγκεφάλου και των αισθήσεων της όρασης, της ακοής, της όσφρησης και της γεύσης. Ο ρόλος του κεφαλιού (εβρ. κείμενο, ρο’ς· ελλ. κείμενο, κεφαλή) εξαίρεται στην Αγία Γραφή τόσο με κυριολεκτική όσο και με μεταφορική έννοια.
Συντριβή ή Πλήγμα. Το βιβλίο του Εκκλησιαστή περιέχει μια μεταφορική περιγραφή των συνεπειών που έχουν τα γηρατειά, με κατάληξη το θάνατο. (Εκ 12:1-7) Η “συντριβή της χρυσής κούπας” αναφέρεται στην παύση των λειτουργιών του εγκεφάλου τη στιγμή του θανάτου μέσα στο όμοιο με κούπα κρανίο του κεφαλιού. Ο θάνατος ή η καταστροφή συμβολίζονται από την έκφραση “συντρίβω το κεφάλι”. (Ψλ 68:21· 74:13, 14) Η πρώτη προφητεία της Αγίας Γραφής (Γε 3:15) δηλώνει ότι το “σπέρμα της γυναίκας”, αφού πρώτα πληγεί στη φτέρνα, θα πλήξει το κεφάλι του φιδιού. Σε εκπλήρωση αυτής της προφητείας, άλλες περικοπές δείχνουν ότι το Φίδι, ο Σατανάς ο Διάβολος, θα ριχτεί σε κάποια άβυσσο όπου θα ακινητοποιηθεί για χίλια χρόνια και λίγο αργότερα θα εξαλειφθεί για πάντα στη «λίμνη της φωτιάς», “το δεύτερο θάνατο”.—Απ 20:1-3, 7, 10, 14· 12:9.
“Ύψωση του Κεφαλιού”. Ο Βασιλιάς Δαβίδ, έχοντας λυγίσει από την ταπείνωση και τα βάσανα, απέβλεπε στον Ιεχωβά ως την Ασπίδα του και ως Αυτόν “που θα ύψωνε το κεφάλι του”, καθιστώντας τον ικανό να κρατήσει και πάλι το κεφάλι του ψηλά. (Ψλ 3:3· παράβαλε Λου 21:28.) Σε επαλήθευση της ερμηνείας που έδωσε ο Ιωσήφ για ένα όνειρο, ο Φαραώ «ύψωσε το κεφάλι» του αρχιοινοχόου του επαναφέροντάς τον στο προηγούμενο αξίωμά του. Ωστόσο, ο Φαραώ “ύψωσε το κεφάλι [του αρχιαρτοποιού του] αφαιρώντας το από πάνω του”, δηλαδή θανατώνοντάς τον.—Γε 40:13, 19-22.
Ευλογία, Χρίσμα, Όρκος. Το κεφάλι ήταν το μέλος του σώματος όπου τίθεντο οι ευλογίες. (Γε 48:13-20· 49:26) Η εύνοια, η καθοδήγηση και η σοφία του Θεού παρομοιάζονται με λυχνάρι που λάμπει πάνω από το κεφάλι και με στεφάνι θελκτικότητας στο κεφάλι. (Ιωβ 29:3· Παρ 4:7-9) Το λάδι του χρίσματος χυνόταν πάνω στο κεφάλι. (Λευ 8:12· Ψλ 133:2) Στην Επί του Όρους Ομιλία του, ο Ιησούς συνέστησε να “αλείβει το κεφάλι του” κάποιος όταν νηστεύει, ώστε να είναι περιποιημένος και όχι να κάνει ευσεβοφανή επίδειξη αυταπάρνησης για να αποσπά το δημόσιο έπαινο. (Ματ 6:17, 18) Το άλειμμα του κεφαλιού ενός επισκέπτη με λάδι κατέληξε να είναι ένα από τα ουσιώδη γνωρίσματα της φιλοξενίας. (Λου 7:46) Οι Ιουδαίοι ανέπτυξαν το έθιμο να ορκίζονται στο κεφάλι τους (δηλαδή στη ζωή τους), μια συνήθεια που καταδίκασε ο Ιησούς.—Ματ 5:36, 37· βλέπε ΟΡΚΟΣ.
Συμβολίζει το Άτομο. Το κεφάλι, ως το μέλος που κυβερνάει το σώμα, χρησιμοποιούνταν επίσης ως σύμβολο του ίδιου του ατόμου. Το ότι ο Ιησούς Χριστός δεν είχε «πουθενά να γείρει το κεφάλι του» σήμαινε ότι δεν είχε δική του κατοικία. (Ματ 8:20) Το κεφάλι ενός Ναζηραίου υπόκειτο σε ευχή, και αυτό το πιστοποιούσαν τα μακριά μαλλιά του. (Αρ 6:5, 18-20) Οι αμαρτίες ή τα σφάλματα κάποιου λεγόταν ότι έφταναν πάνω από το κεφάλι του. (Εσδ 9:6· Ψλ 38:4· παράβαλε Δα 1:10.) Ο Δαβίδ έδειξε εκτίμηση για τον έλεγχο που παρέχει ο δίκαιος, αποκαλώντας αυτόν τον έλεγχο λάδι που το κεφάλι του δεν θα ήθελε να αρνηθεί. (Ψλ 141:5) Όταν η κρίση καταφθάνει τον πονηρό, λέγεται ότι του γίνεται ανταπόδοση καθώς το κακό που έκανε ή η τιμωρία του έρχεται πάνω στο κεφάλι του. (Κρ 9:57· 1Σα 25:39· Ιερ 23:19· 30:23· Ιωλ 3:4, 7· Αβδ 15· παράβαλε Νε 4:4.) Το ότι το αίμα κάποιου ήταν πάνω στο κεφάλι του σήμαινε ότι το άτομο που επιδίωκε μια εσφαλμένη πορεία ενέργειας άξια της ποινής του θανάτου ήταν προσωπικά υπεύθυνο για την απώλεια της ζωής του. (2Σα 1:16· 1Βα 2:37· Ιεζ 33:2-4· Πρ 18:6) Το να φερθεί στο κεφάλι ενός ατόμου το αίμα εκείνων που σκότωσε σήμαινε ότι αυτό το άτομο φερνόταν σε κρίση για ενοχή αίματος.—1Βα 2:32, 33.
Κάθε χρόνο, ο αρχιερέας του Ισραήλ ομολογούσε τις αμαρτίες του λαού βάζοντας τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του κατσικιού για τον Αζαζήλ (προκειμένου να μεταθέσει τις αμαρτίες στο κατσίκι), ενώ στη συνέχεια το ζώο οδηγούνταν στην έρημο για να πάρει αυτά τα σφάλματα μακριά στη λησμονιά. (Λευ 16:7-10, 21, 22) Όπως δείχνουν άλλες περικοπές, ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός “βάσταξε τις αρρώστιες μας και επιφορτίστηκε τους πόνους μας” και “βάσταξε τις αμαρτίες πολλών”.—Ησ 53:4, 5· Εβρ 9:28· 1Πε 2:24.
Οι ιερείς και άλλοι για λογαριασμό των οποίων γίνονταν ορισμένες θυσίες έθεταν τα χέρια τους πάνω στο κεφάλι του ζώου αναγνωρίζοντας ότι η θυσία ήταν για αυτούς.—Λευ 1:2-4· 8:14· Αρ 8:12.
Εξύψωση, Ταπείνωση και Περιφρόνηση. Σε μερικά έθνη, οι στρατιώτες θάβονταν με τα σπαθιά τους κάτω από το κεφάλι τους, δηλαδή με στρατιωτικές τιμές. (Ιεζ 32:27) Τα “μάτια του σοφού βρίσκονται στο κεφάλι του”, δηλαδή αυτός βλέπει πού πηγαίνει. (Εκ 2:14) Το χώμα ή οι στάχτες στο κεφάλι συμβόλιζαν στενοχώρια, πένθος ή ταπείνωση. (Ιη 7:6· 1Σα 4:12· 2Σα 13:19) Ο ψαλμωδός, αφηγούμενος τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες του λαού του Θεού, λέει ότι άνθρωποι είχαν ιππεύσει πάνω από το κεφάλι του Ισραήλ. Προφανώς αναφέρεται στην καθυπόταξη του λαού του Θεού από κοσμικούς ανθρώπους (η εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται εδώ είναι ’ενώς, «θνητός άνθρωπος») που ήταν ισχυροί, σκληροί και υπερόπτες. (Ψλ 66:12· παράβαλε Ησ 51:23.) Το να γέρνει κάποιος το κεφάλι ήταν ένδειξη ταπεινοφροσύνης ή πένθους (Ησ 58:5) και το να κουνάει το κεφάλι εξέφραζε χλευασμό, περιφρόνηση ή κατάπληξη.—Ψλ 22:7· Ιερ 18:15, 16· Ματ 27:39, 40· Μαρ 15:29, 30.
Καλοσύνη στους Εχθρούς. Η Αγία Γραφή συστήνει να συμπεριφερόμαστε στον εχθρό μας με καλοσύνη, “διότι κάνοντάς το αυτό θα συσσωρεύσουμε πυρωμένα κάρβουνα στο κεφάλι του”. (Ρω 12:20· Παρ 25:21, 22) Αυτή η μεταφορά βασίζεται στην αρχαία μέθοδο τήξης των μεταλλευμάτων κατά την οποία συσσώρευαν κάρβουνα πάνω στο μετάλλευμα, καθώς και κάτω από αυτό. Άρα, η εκδήλωση καλοσύνης μαλακώνει το άτομο και λιώνει τη σκληρότητά του, απομακρύνοντας τις κακές προσμείξεις και φέρνοντας στην επιφάνεια ό,τι καλό έχει μέσα του.
Αρχηγική Θέση. Η λέξη «κεφαλή» αναφερόταν στο ηγετικό μέλος οικογένειας, φυλής, έθνους ή κυβέρνησης. (Κρ 11:8· 1Σα 15:17· 1Βα 8:1· 1Χρ 5:24) Ο όρος «επικεφαλής» χρησιμοποιούνταν με την έννοια της καθοδήγησης. (Μιχ 2:13) Ο ίδιος ο Ισραήλ, αν παρέμενε υπάκουος στον Θεό, επρόκειτο να είναι στο κεφάλι των εθνών, στην κορυφή, με την έννοια ότι το έθνος θα ήταν ελεύθερο και θα ευημερούσε, μέχρι του σημείου να είναι χρεωμένοι σε αυτούς άνθρωποι από άλλα έθνη. (Δευ 28:12, 13) Αν οι Ισραηλίτες ήταν ανυπάκουοι, θα τους δάνειζε ο πάροικος, ο οποίος θα γινόταν κεφάλι σε σχέση με αυτούς.—Δευ 28:43, 44.
Τα εφτά κεφάλια του δράκοντα. Ο «δράκοντας» που φάνηκε στον ουρανό στο όραμα του αποστόλου Ιωάννη είχε εφτά κεφάλια και προσδιορίζεται ως ο Διάβολος. (Απ 12:3, 9) Επιπλέον, το «θηρίο» στη γη, το οποίο λαβαίνει την εξουσία του από το δράκοντα, καθώς επίσης το «κατακόκκινο θηρίο» παρουσιάζονται και τα δύο να έχουν εφτά κεφάλια, και αυτά τα κεφάλια χρησιμοποιούνται σαφώς για να συμβολίσουν παγκόσμιες δυνάμεις. (Απ 13:1· 17:3, 9, 10· παράβαλε Δα 2:32, 37, 38, όπου η δυναστεία του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα αποκαλείται «κεφάλι».) Επομένως, τα εφτά κεφάλια του Δράκοντα που φέρουν διαδήματα υποδηλώνουν προφανώς ότι ο Σατανάς είναι επικεφαλής των εφτά παγκόσμιων δυνάμεων των Βιβλικών προφητειών.—Εφ 6:12· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Κεφαλή της Χριστιανικής Εκκλησίας. Στη Χριστιανική εκκλησία ο Ιησούς Χριστός είναι η Κεφαλή της εκκλησίας, η οποία είναι το «σώμα» του και αποτελείται από 144.000 μέλη. (Εφ 1:22, 23· Κολ 1:18· Απ 14:1) Εφόσον αυτός έχει αθανασία, είναι το εσαεί ζωντανό συνδετικό μέλος του σώματος εκείνων των γεννημένων από το πνεύμα Χριστιανών που υπάρχουν στη γη σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή, παρέχοντάς τους όλα όσα χρειάζονται για να αναπτύσσονται πνευματικά και να λειτουργούν προς δόξα του Θεού. (1Κο 12:27· Εφ 4:15, 16· Κολ 2:18, 19) Όπως ο υλικός ναός είχε μια “πέτρα που είχε μπει ως κεφαλάρι” (Ζαχ 4:7), έτσι και ο Ιησούς είναι το κεφαλάρι ενός πνευματικού ναού (Πρ 4:8-11· 1Πε 2:7) και η κεφαλή κάθε κυβέρνησης και εξουσίας υπό τον Θεό, ο οποίος είναι η Κεφαλή όλων. (Κολ 2:10· 1Κο 11:3) Η Αγία Γραφή παρομοιάζει τη θέση του Χριστού ως κεφαλής της εκκλησίας με τη θέση ενός συζύγου προς τη σύζυγό του, για να εντυπώσει στα αντρόγυνα την κατεύθυνση, την αγάπη και τη φροντίδα που πρέπει να παρέχει ο σύζυγος και την υποταγή που πρέπει να εκδηλώνει η σύζυγος μέσα στη γαμήλια ένωση.—Εφ 5:22-33.
Ο απόστολος Παύλος, βασιζόμενος στην αρχή της πρώτιστης ηγεσίας του Θεού, που είναι η Κεφαλή του Χριστού, και της σχετικής ηγεσίας του άντρα επί της γυναίκας, παραθέτει την αρχή που διέπει τη Χριστιανική εκκλησία, δηλαδή ότι η γυναίκα πρέπει να αναγνωρίζει τη θεϊκά ορισμένη ηγεσία του άντρα φορώντας κάλυμμα του κεφαλιού, «ένα σημείο εξουσίας», πάνω στο κεφάλι της όταν προσεύχεται ή προφητεύει στην εκκλησία.—1Κο 11:3-16· βλέπε ΗΓΕΣΙΑ· ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΕΦΑΛΙΟΥ· ΜΑΛΛΙΑ, ΤΡΙΧΩΜΑ.
Άλλες Χρήσεις. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κεφάλι» χρησιμοποιείται για τις κορυφές στύλων στη σκηνή της μαρτυρίας, στην αυλή και στο ναό (Εξ 36:37, 38· 38:17· 1Βα 7:16), καθώς επίσης για τις κορυφές βουνών (Γε 8:5), θάμνων ή δέντρων (1Χρ 14:15), την κορυφή μιας σκάλας (Γε 28:12) και την κορυφή ενός σκήπτρου (Εσθ 5:2), για να αναφέρουμε λίγα μόνο παραδείγματα. Εφαρμόζεται επίσης σε αυτό που αποτελεί την αφετηρία ή την αρχή κάποιου πράγματος, λόγου χάρη όσον αφορά ποταμούς και δρόμους («χωριζόταν σε τέσσερα παρακλάδια [κεφάλια]» [Γε 2:10]· «αρχή [κεφάλι] των δύο οδών» [Ιεζ 21:21]), καθώς και στον πρώτο μήνα («αρχή [κεφάλι] των μηνών» [Εξ 12:2]). Οι Ιουδαίοι ονομάζουν την πρωτοχρονιά τους Ρος Χασανά, που σημαίνει κατά κυριολεξία «Κεφαλή του Έτους».—Βλέπε ΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΕΣ.
-
-
ΚεφαλόδεσμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΦΑΛΟΔΕΣΜΟΣ
Βλέπε ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΕΦΑΛΙΟΥ.
-
-
ΚεφιράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΦΙΡΑ
(Κεφιρά) [Χωριό].
Πόλη των Ευαίων (Ιη 9:7, 17) και μία από τις τέσσερις πόλεις που εκπροσώπησαν οι Γαβαωνίτες πρεσβευτές οι οποίοι ισχυρίστηκαν ψευδώς ότι ήταν από μακρινή γη και οι οποίοι, με αυτό το τέχνασμα, κατάφεραν να συνάψουν διαθήκη με τους Ισραηλίτες υπό τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 9:3-27) Σήμερα μπορεί κανείς να ταυτίσει εύκολα την Κεφιρά με τα εντυπωσιακά, ακατοίκητα ερείπια στο Χίρμπετ Κεφίρε, 7 χλμ. ΔΝΔ του ελ-Τζιμπ (Γαβαών), στην κορυφή αυτού που ήταν κάποτε μια σειρά από υποστηριζόμενες αναβαθμίδες. Η στρατηγική θέση της Κεφιρά εμπόδιζε την προσέγγιση εχθρικών δυνάμεων στη Γαβαών από τη δύση. Όταν μοιράστηκε η γη, η Κεφιρά περιήλθε στην κληρονομιά του Βενιαμίν (Ιη 18:26), και μετά την εξορία ήταν μια από τις πόλεις που επανακατοικήθηκαν.—Εσδ 2:1, 25· Νε 7:29.
-
-
ΚεχρίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΕΧΡΙ
[εβρ., ντόχαν].
Η εβραϊκή λέξη ντόχαν θεωρείται γενικά ότι αναφέρεται στο κοινό κεχρί (πανικόν το μιλιόμορφον [Panicum miliaceum]), αν όχι και σε άλλα συγγενικά ή παρόμοια αγρωστώδη όπως το σόργο. Το κοινό κεχρί ξεχωρίζει από τα πλατιά φύλλα του και τις τριχωτές, πολύ διακλαδισμένες φόβες του, δηλαδή τους θυσάνους των σπερμάτων του. Οι βλαστοί του αποτελούν κοινή ζωοτροφή, τα δε μικροσκοπικά σπέρματά του, από τα οποία υπάρχουν πολλά σε κάθε φόβη, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται στη Μέση Ανατολή για την παρασκευή ψωμιού, συνήθως σε συνδυασμό με άλλα δημητριακά. (Ιεζ 4:9) Στο εδάφιο Ησαΐας 28:25, ο εβραϊκός όρος σωράχ μπορεί επίσης να υποδηλώνει το κεχρί.
-
-
ΚηδάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΔΑΡ
(Κηδάρ) [από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι σκοτεινός»].
1. Ένας από τους 12 γιους του Ισμαήλ.—Γε 25:13-15· 1Χρ 1:29-31.
2. Αραβική φυλή που καταγόταν από τον Κηδάρ, γιο του Ισμαήλ, και συγκαταλεγόταν στους «γιους της Ανατολής». Η χώρα τους ονομάζεται επίσης Κηδάρ. (Ιερ 2:10· 49:28, 29) Οι Κηδάριοι, νομαδικός και ποιμενικός λαός με κοπάδια από πρόβατα, κατσίκια και καμήλες (Ησ 60:7· Ιερ 49:28, 29), κατοικούσαν προφανώς στη Συροαραβική Έρημο Α της Παλαιστίνης, στο βορειοδυτικό τμήμα της Αραβικής Χερσονήσου. Η φράση «οι οικισμοί στους οποίους κατοικεί ο Κηδάρ» (Ησ 42:11), αν και μπορεί να αναφέρεται σε προσωρινούς καταυλισμούς, από την άλλη μεριά ίσως αφήνει να εννοηθεί ότι ορισμένοι Κηδάριοι είχαν κατά κάποιον τρόπο μόνιμους οικισμούς. Ίσως λόγω της εξέχουσας θέσης που κατείχε ο Κηδάρ μεταξύ των αραβικών φυλών, το όνομα αυτό κατέληξε αργότερα να προσδιορίζει τις φυλές της ερήμου γενικά. Στα Ταργκούμ και στη ραβινική γραμματεία, η ίδια η Αραβία αποκαλείται μερικές φορές Κηδάρ.
Η Σουλαμίτισσα του Άσματος Ασμάτων παρομοίασε τη μελαμψή όψη της με «τις σκηνές του Κηδάρ» (Ασμ 1:5, 6· παράβαλε Ψλ 120:5), οι οποίες ίσως κατασκευάζονταν από μαύρες τρίχες κατσικιών, όπως και οι σκηνές πολλών σημερινών Βεδουίνων. Η προφητεία του Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι «οι αρχηγοί της Κηδάρ» και οι Άραβες ήταν έμποροι αρσενικών αρνιών, κριαριών και τράγων για λογαριασμό της εμπορικής πόλης της Τύρου.—Ιεζ 27:21.
Την εποχή της ασσυριακής κυριαρχίας στη Μέση Ανατολή, ο προφήτης Ησαΐας προείπε ότι η δόξα της Κηδάρ θα παρήκμαζε αιφνίδια, καθώς οι κραταιοί τοξότες της θα λιγόστευαν και θα απέμενε μόνο ένα υπόλοιπο από αυτούς. (Ησ 21:16, 17) Οι Κηδάριοι είναι προφανώς οι Κιντρί ή Καντρί των ασσυριακών κειμένων τα οποία περιγράφουν διάφορες πολεμικές εκστρατείες. Ο Ασσύριος Βασιλιάς Ασσουρμπανιπάλ τούς αναφέρει μαζί με τους Αριμπί (Άραβες) και τους Νεβαϊώθ (παράβαλε Ησ 60:7) στην εξιστόρηση μιας εκστρατείας και καυχιέται για τα γαϊδούρια, τις καμήλες και τα πρόβατα που πήρε από αυτούς ως λάφυρα.
Σε μεταγενέστερη περίοδο, ο Ναβουχοδονόσορ, βασιλιάς της Βαβυλώνας, πάταξε την Κηδάρ. (Ιερ 49:28, 29) Η κατάκτηση της βόρειας Αραβίας από αυτόν το μονάρχη αναφέρεται από τον Βαβυλώνιο ιστορικό Βηρωσσό, τα λόγια του οποίου παραθέτει ο Ιώσηπος.—Κατ’ Απίωνος, Α΄, 129, 133 (19).
Μια ασημένια κούπα (θεωρείται ότι είναι του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ.) που βρέθηκε στο Τελλ ελ-Μασχούτα της Αιγύπτου φέρει την αραμαϊκή επιγραφή: «Καϊνού μπαρ [γιος του] Γκεσέμ [Γησέμ], βασιλιάς της Κηδάρ». Ο συγκεκριμένος Γησέμ πιθανόν να είναι «ο Γησέμ ο Άραβας» που εναντιωνόταν στο έργο της ανοικοδόμησης του τείχους της Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 2:19· 6:1, 2, 6.
Τα ασσυριακά κείμενα δείχνουν ότι στο ιερό του Βασιλιά Αζαΐλ της Κηδάρ υπήρχαν ομοιώματα των εξής ψεύτικων θεοτήτων: Αταρσαμάιν (οι Ασσύριοι την ταύτιζαν με την Ιστάρ Ντιλμπάτ), Ντάι, Ναχάι, Ρουλντάιου, Αταρκουρούμα και Αμπιριλού. Ένα χρυσό άστρο στολισμένο με πολύτιμες πέτρες ήταν το σύμβολο της θεάς Αταρσαμάιν. Σύμφωνα με το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (Ταανίτ 5β), ο λαός της Κηδάρ λάτρευε επίσης το νερό.
-
-
ΚηδείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΔΕΙΑ
Βλέπε ΤΑΦΗ, ΤΑΦΟΣ.
-
-
ΚήποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΠΟΣ
Η λέξη γκαν του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη κῆπος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται σε μια καλλιεργημένη, πολλές φορές αρδευόμενη, έκταση γης. Οι κήποι των Βιβλικών χρόνων ήταν συνήθως χώροι περικλεισμένοι με αγκαθωτό φράχτη ή τοίχο φτιαγμένο με πέτρες ή λάσπη, πάνω από τον οποίο μπορεί να υπήρχαν αγκάθια.—Ασμ 4:12.
Μιλώντας γενικά, οι κήποι που αναφέρονται στην Αγία Γραφή διέφεραν πολύ από τους συνηθισμένους κήπους της Δύσης. Πολλοί έμοιαζαν περισσότερο με πάρκα στα οποία υπήρχαν διάφορα είδη καρποφόρων δέντρων, όπως καρυδιές (Εκ 2:5· Αμ 9:14· Ασμ 6:11), καθώς επίσης μυρωδικά και λουλούδια. (Ασμ 6:2) Οι κήποι ποτίζονταν καλά από ρυάκια ή μέσω άρδευσης, και πολλές φορές είχαν ελικοειδή μονοπάτια. Μικρότεροι κήποι μπορεί να καλλιεργούνταν από μεμονωμένες οικογένειες. Ο Βασιλιάς Αχαάβ ισχυρίστηκε ότι ήθελε να πάρει το αμπέλι του Ναβουθέ για να το κάνει λαχανόκηπο.—1Βα 21:2.
Τέτοιοι κήποι που έμοιαζαν με πάρκα βρίσκονταν συνήθως έξω από την πόλη, εκτός αν επρόκειτο για κήπους βασιλιάδων ή πολύ πλουσίων. Ο Κήπος του Βασιλιά, κοντά στο σημείο όπου ο Σεδεκίας και οι άντρες του προσπάθησαν να διαφύγουν από την Ιερουσαλήμ κατά την πολιορκία της από τους Χαλδαίους, βρισκόταν πιθανότατα ακριβώς έξω από το νοτιοανατολικό τείχος της πόλης. (2Βα 25:4· Νε 3:15) Ο Ιώσηπος μιλάει επίσης για έναν τόπο με το όνομα Ητάν, τον οποίο τοποθετεί 13 ως 16 χλμ. έξω από την Ιερουσαλήμ και τον οποίο περιγράφει ως «απολαυστικό και πλούσιο σε πάρκα και τρεχούμενα νερά». Εκεί, όπως ισχυρίζεται, συνήθιζε να πηγαίνει ο Σολομών με το άρμα του. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Η΄, 186 [vii, 3]) Ο κήπος στον οποίο ο Βασιλιάς Ασσουήρης έκανε ένα μεγάλο εφταήμερο συμπόσιο στα Σούσα, το τρίτο έτος της βασιλείας του, πρέπει να ήταν πολύ ευρύχωρος και ωραίος.—Εσθ 1:1-5.
Στη Βαβυλώνα. Οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας ήταν ένα από τα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ τούς έχτισε για να ευχαριστήσει τη σύζυγό του, μια πριγκίπισσα της Μηδίας, η οποία καταγόταν από ορεινή περιοχή και, απογοητευμένη από το μονότονο επίπεδο τοπίο της Βαβυλωνίας, νοσταλγούσε τα βουνά της πατρίδας της. Λέγεται ότι ο Ναβουχοδονόσορ έχτισε επάλληλες αψίδες—τη μία ψηλότερα από την άλλη, σαν σκαλοπάτια—και επικάλυψε αυτό το τεχνητό βουνό με αρκετό χώμα ώστε να ευδοκιμήσουν και τα μεγαλύτερα δέντρα. Στην κορυφή του κατασκεύασε έναν υδροταμιευτήρα που τροφοδοτούνταν από τον Ευφράτη με κάποιου είδους ελικοειδή αντλία.
Στην Αίγυπτο. Ενόσω οι Ισραηλίτες βρίσκονταν στην Αίγυπτο, καλλιεργούσαν λαχανόκηπους που φαίνεται πως είχαν μικρότερη έκταση. Το εδάφιο Δευτερονόμιο 11:10 λέει ότι πότιζαν αυτούς τους κήπους με το πόδι, ενδεχομένως είτε με ποδοκίνητους υδροτροχούς είτε διοχετεύοντας τα αρδευτικά νερά μέσω καναλιών, ανοίγοντας και ξανακλείνοντας με τα πόδια τα τοιχώματά τους, τα οποία ήταν από λάσπη, ώστε να ποτίζονται τα διάφορα τμήματα του κήπου.
Γεθσημανή. Ο κήπος της Γεθσημανή στο Όρος των Ελαιών, που βρισκόταν απέναντι από την Ιερουσαλήμ μετά την Κοιλάδα Κιδρόν, ήταν ένα από τα αγαπημένα μέρη του Ιησού Χριστού, όπου μπορούσε να βρει ησυχία μαζί με τους μαθητές του. Σε αυτόν τον κήπο αποσύρθηκε ο Ιησούς με τους μαθητές του αφού έφαγε το τελευταίο του Πάσχα και θέσπισε το Δείπνο του Κυρίου. Εκεί απομακρύνθηκε λίγο από τους μαθητές του και προσευχήθηκε θερμά, διακονούμενος από έναν άγγελο. Ο προδότης Ιούδας, γνωρίζοντας αυτή τη συνήθεια του Ιησού, οδήγησε έναν όχλο στη Γεθσημανή, όπου πρόδωσε τον Ιησού με φιλί.—Ματ 26:36, 46-49· Λου 22:39-48· Ιωα 18:1, 2.
Χώροι Ταφής. Οι κήποι χρησιμοποιούνταν ενίοτε ως χώροι ταφής. Ο Μανασσής και ο γιος του ο Αμών θάφτηκαν στον κήπο του Οζά. (2Βα 21:18, 25, 26) Ο Ιησούς θάφτηκε σε κήπο, σε ένα καινούριο μνημείο. (Ιωα 19:41, 42) Οι Ισραηλίτες απέκτησαν την κακή συνήθεια να θυσιάζουν σε ειδωλολατρικούς θεούς μέσα σε κήπους, καθισμένοι ανάμεσα στους τάφους και τρώγοντας σιχαμερά πράγματα σύμφωνα με τις επιταγές της ψεύτικης θρησκείας, κάτι για το οποίο ο Ιεχωβά διακήρυξε ότι θα απέδιδε κρίση.—Ησ 65:2-5· 66:16, 17.
Ο Κήπος της Εδέμ. Ο πιο φημισμένος κήπος στην ιστορία είναι ο κήπος της Εδέμ. Φαίνεται ότι επρόκειτο για μια περικλεισμένη περιοχή, περιβαλλόμενη, αναμφίβολα, από φυσικά όρια. Ο κήπος αυτός, ο οποίος βρισκόταν «στην Εδέμ, προς τα ανατολικά», είχε μια είσοδο στην ανατολική του πλευρά. Εδώ τοποθετήθηκαν τα χερουβείμ με τη φλογερή λεπίδα ενός σπαθιού, μετά την αμαρτία του Αδάμ, για να εμποδίζουν την πρόσβαση του ανθρώπου στο δέντρο της ζωής, που βρισκόταν στη μέση του κήπου. (Γε 2:8· 3:24) Τον κήπο πότιζε καλά ένας ποταμός που έρρεε από αυτόν και χωριζόταν σε τέσσερα παρακλάδια, τα οποία σχημάτιζαν μεγάλους ποταμούς. Αυτός ο «παράδεισος τέρψης» (Γε 2:8, Dy), που έμοιαζε με πάρκο, περιείχε κάθε δέντρο επιθυμητό στην όραση και καλό για τροφή, καθώς και άλλου είδους βλάστηση, και αποτελούσε το φυσικό περιβάλλον ζώων και πουλιών. Ο Αδάμ έπρεπε να τον καλλιεργεί, να τον συντηρεί και τελικά να τον επεκτείνει σε παγγήινη κλίμακα, εκτελώντας την εντολή του Θεού να “καθυποτάξει” τη γη. Επρόκειτο για αγιαστήριο, τόπο όπου ο Θεός επικοινωνούσε με τον Αδάμ και την Εύα. Ήταν ένα τέλειο σπίτι για αυτούς.—Γε 2:9, 10, 15-18, 21, 22· 1:28· 3:8-19· βλέπε ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.
Μολονότι η Γραφή δεν αναφέρει πόσο καιρό φύλαγαν τα χερουβείμ το δρόμο προς το δέντρο της ζωής, αυτή η διευθέτηση μπορεί να παρέμεινε σε ισχύ μέχρι τον Κατακλυσμό, 1.656 χρόνια μετά τη δημιουργία του Αδάμ. Χωρίς τη φροντίδα του Αδάμ, ο οποίος εκδιώχθηκε μαζί με την Εύα επειδή, δείχνοντας ανυπακοή, έφαγαν από το απαγορευμένο δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού, ο κήπος πιθανότατα έπεσε σε μαρασμό. Ούτως ή άλλως, πρέπει να αφανίστηκε, το αργότερο, μέσω του Κατακλυσμού.—Βλέπε ΕΔΕΜ Αρ. 1.
Η ομορφιά του κήπου της Εδέμ μνημονεύτηκε αιώνες μετά τον Κατακλυσμό, όταν ο Λωτ κοίταξε όλη την Περιφέρεια του Ιορδάνη και παρατήρησε «ότι ήταν ολόκληρη μια περιοχή με άφθονα νερά . . . σαν τον κήπο του Ιεχωβά». (Γε 13:10) Ο Ιεχωβά κρατούσε τα μάτια του προσηλωμένα στην Υποσχεμένη Γη, διατηρώντας την ως κληρονομιά για τον Ισραήλ. Ο Μωυσής την αντιπαραβάλλει με την Αίγυπτο, όπου οι Ισραηλίτες ήταν αναγκασμένοι να ποτίζουν όπως σε λαχανόκηπο, περιγράφοντας την Υποσχεμένη Γη ως γη που ποτιζόταν από «τη βροχή των ουρανών».—Δευ 11:10-12.
Μεταφορικές Χρήσεις. Προειδοποιώντας τον Ιούδα μέσω του Ιωήλ, ο Ιεχωβά μιλάει για “έναν λαό πολυάριθμο και κραταιό” ο οποίος θα καταστρέψει τον τόπο, μετατρέποντάς τον από όμοιο με «τον κήπο της Εδέμ» σε έρημο. (Ιωλ 2:2, 3) Αντίθετα, όσοι κάνουν το θέλημα του Ιεχωβά και απολαμβάνουν την ευαρέστησή του παρομοιάζονται με καλοποτισμένο κήπο. (Ησ 58:8-11) Αυτή θα ήταν η κατάσταση του λαού με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Ιεχωβά όταν θα αποκαθίστατο από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Ησ 51:3, 11· Ιερ 31:10-12.
Στα εδάφια Ιεζεκιήλ 28:12-14 λέγεται για «το βασιλιά της Τύρου» ότι βρισκόταν στον κήπο της Εδέμ και «στο άγιο βουνό του Θεού». Ο βασιλιάς αυτός, στολισμένος με λαμπρή ενδυμασία και περιβεβλημένος με βασιλική μεγαλοπρέπεια, δίπλα στις πλαγιές του Όρους Λίβανος με τους περίφημους κέδρους του, ήταν σαν να βρισκόταν σε κήπο της Εδέμ και σε βουνό του Θεού.
Στο Άσμα Ασμάτων ο αγαπημένος ποιμένας της Σουλαμίτισσας παρομοιάζει τη συντρόφισσά του με κήπο που διαθέτει κάθε είδους τερπνότητα, ομορφιά, ευχαρίστηση και καλούς καρπούς.—Ασμ 4:12-16.
-
-
ΚηρήθραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΡΗΘΡΑ
Βλέπε ΜΕΛΙ.
-
-
Κήρυγμα, ΚήρυκαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΡΥΓΜΑ, ΚΗΡΥΚΑΣ
Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αντιληπτή η Βιβλική έννοια του «κηρύγματος» είναι η εξέταση της σημασίας των πρωτότυπων εβραϊκών και ελληνικών λέξεων. Το ρήμα κηρύσσω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει βασικά “κάνω προκήρυξη ως κήρυκας, είμαι κήρυκας, εκτελώ το έργο του κήρυκα, ανακηρύσσω κάποιον ως νικητή”. Το παράγωγο ουσιαστικό κῆρυξ σημαίνει “διαλαλητής, δημόσιος αγγελιοφόρος με ρόλο παρόμοιο με αυτόν του πρέσβη, «κράχτης» (ο οποίος κήρυττε και τηρούσε την τάξη στις συνελεύσεις, κτλ.)”. Άλλο παράγωγο ουσιαστικό είναι η λέξη κήρυγμα, που σημαίνει “αυτό που αγγέλλει ο κήρυκας, δημόσια γνωστοποίηση, αναγγελία (νίκης σε αγώνες), κλήση, σύγκληση”. (Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 2, σ. 715) Συνεπώς, το ρήμα κηρύσσω δεν μεταδίδει την ιδέα της εκφώνησης ομιλίας σε κλειστή ομάδα μαθητών αλλά, απεναντίας, της ανοιχτής, δημόσιας διακήρυξης. Αυτό φαίνεται παραστατικά από το ότι χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον «ισχυρό άγγελο [που] διαλαλεί [κηρύσσοντα] με δυνατή φωνή: “Ποιος είναι άξιος να ανοίξει το ρόλο και να λύσει τις σφραγίδες του;”»—Απ 5:2· παράβαλε επίσης Ματ 10:27.
Το ρήμα εὐαγγελίζομαι σημαίνει «διακηρύττω καλά νέα». (Ματ 11:5) Συγγενικό είναι το διαγγέλλω, δηλαδή «διακηρύττω εκτεταμένα· δηλώνω» (Λου 9:60· Πρ 21:26· Ρω 9:17), και το καταγγέλλω, δηλαδή «εξαγγέλλω· συζητώ· κάνω δημόσια γνωστό». (1Κο 11:26· Ρω 1:8· Κολ 1:28) Η βασική διαφορά μεταξύ των ρημάτων κηρύσσω και εὐαγγελίζομαι είναι ότι το πρώτο τονίζει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διακήρυξη, δηλαδή ότι πρόκειται για δημόσια, εξουσιοδοτημένη εξαγγελία, ενώ το δεύτερο τονίζει το περιεχόμενό της, δηλαδή τη γνωστοποίηση ή μετάδοση του εὐαγγελίου, των καλών νέων.
Το ρήμα κηρύσσω αντιστοιχεί μέχρις ενός σημείου στο ρήμα μπασάρ του εβραϊκού κειμένου, που σημαίνει «φέρνω νέα· αναγγέλλω· εκτελώ χρέη κομιστή νέων». (1Σα 4:17· 2Σα 1:20· 1Χρ 16:23) Το ρήμα μπασάρ, όμως, δεν υποδηλώνει εξίσου έντονα επίσημη ιδιότητα.
Το Κήρυγμα στις Εβραϊκές Γραφές. Ο Νώε είναι το πρώτο άτομο που χαρακτηρίστηκε “κήρυκας” (2Πε 2:5), μολονότι η προγενέστερη προφητεία του Ενώχ ίσως είχε επίσης επιδοθεί μέσω κηρύγματος. (Ιου 14, 15) Το κήρυγμα δικαιοσύνης που έκανε ο Νώε πριν από τον Κατακλυσμό περιλάμβανε προφανώς έκκληση για μετάνοια και προειδοποίηση για επικείμενη καταστροφή, όπως εξάγεται από τη δήλωση του Ιησού ότι οι άνθρωποι «δεν έδωσαν προσοχή». (Ματ 24:38, 39) Άρα, η δημόσια διακήρυξη που έκανε ο Νώε με θεϊκή εξουσιοδότηση δεν αποτελούσε πρωτίστως μετάδοση καλών νέων.
Μετά τον Κατακλυσμό πολλοί άνθρωποι, λόγου χάρη ο Αβραάμ, υπηρέτησαν ως προφήτες, εξαγγέλλοντας θεϊκές αποκαλύψεις. (Ψλ 105:9, 13-15) Ωστόσο, προτού εγκατασταθεί ο Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, δεν φαίνεται να γινόταν κήρυγμα σε τακτική βάση ή στα πλαίσια ειδικής αποστολής δημόσια. Οι αρχαίοι πατριάρχες δεν είχαν λάβει οδηγίες να ενεργούν ως διαλαλητές. Την περίοδο της βασιλείας στον Ισραήλ, οι προφήτες ενεργούσαν όντως ως δημόσιοι εκπρόσωποι που διακήρυτταν σε δημόσιους χώρους τα διατάγματα, τις κρίσεις και τις κλήσεις του Θεού. (Ησ 58:1· Ιερ 26:2) Η εξαγγελία του Ιωνά στη Νινευή ταιριάζει πολύ στην ιδέα που μεταδίδει η λέξη κήρυγμα, γι’ αυτό και περιγράφεται ως κήρυγμα. (Παράβαλε Ιων 3:1-4· Ματ 12:41.) Ωστόσο, η διακονία των προφητών ήταν συνήθως πολύ ευρύτερη από ό,τι ενός διαλαλητή ή κήρυκα, σε μερικές δε περιπτώσεις οι προφήτες χρησιμοποιούσαν άλλους ως εκπροσώπους τους. (2Βα 5:10· 9:1-3· Ιερ 36:4-6) Ορισμένα από τα αγγέλματα και τα οράματά τους τα κατέγραφαν αντί να τα διακηρύττουν προφορικά. (Ιερ 29:1, 30, 31· 30:1, 2· Δα κεφ. 7-12) Πολλά τα επέδιδαν ενώπιον ιδιωτικού ακροατηρίου, ενώ χρησιμοποιούσαν και συμβολικές πράξεις για να μεταδώσουν κάποιες ιδέες.—Βλέπε ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ· ΠΡΟΦΗΤΗΣ.
Το περιεχόμενο των διακηρύξεων ήταν νουθεσίες, προειδοποιήσεις, κρίσεις, αλλά και καλά νέα—για νίκες, απελευθέρωση και ευλογίες—καθώς επίσης αίνοι προς τον Ιεχωβά Θεό. (1Χρ 16:23· Ησ 41:27· 52:7· στο εβραϊκό κείμενο αυτών των εδαφίων χρησιμοποιείται η λέξη μπασάρ.) Ενίοτε οι γυναίκες έλεγαν με δυνατή φωνή ή τραγουδούσαν τα νέα για νικηφόρες μάχες ή για επικείμενη ανακούφιση.—Ψλ 68:11· Ησ 40:9· παράβαλε 1Σα 18:6, 7.
Οι Εβραϊκές Γραφές προανήγγειλαν επίσης το έργο κηρύγματος που θα επιτελούσε ο Χριστός Ιησούς και η Χριστιανική εκκλησία. Ο Ιησούς παρέθεσε τα εδάφια Ησαΐας 61:1, 2, δείχνοντας ότι προέλεγαν τη θεϊκή αποστολή του και την εξουσιοδότηση που είχε να κηρύττει. (Λου 4:16-21) Σε εκπλήρωση του εδαφίου Ψαλμός 40:9 (στην περικοπή Εβρ 10:5-10 ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει στον Ιησού τα εδάφια που προηγούνται), ο Ιησούς “είπε τα καλά νέα [τύπος της λέξης μπασάρ] της δικαιοσύνης μέσα στη μεγάλη εκκλησία”. Ο απόστολος Παύλος παρέθεσε το εδάφιο Ησαΐας 52:7 (αναφορικά με τον αγγελιοφόρο που φέρνει τα νέα για την απελευθέρωση της Σιών από την αιχμαλωσία της) και το συνέδεσε με το δημόσιο έργο κηρύγματος των Χριστιανών.—Ρω 10:11-15.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, αν και έδρασε κυρίως στην έρημο, επιτέλεσε έργο κήρυκα, ή αλλιώς δημόσιου αγγελιοφόρου, διαλαλώντας στους Ιουδαίους που πήγαιναν σε αυτόν την επικείμενη έλευση του Μεσσία και της Βασιλείας του Θεού και καλώντας τους να μετανοήσουν. (Ματ 3:1-3, 11, 12· Μαρ 1:1-4· Λου 3:7-9) Ταυτόχρονα, ο Ιωάννης υπηρέτησε ως προφήτης, δάσκαλος (με μαθητές) και ευαγγελιστής. (Λου 1:76, 77· 3:18· 11:1· Ιωα 1:35) Ήταν «εκπρόσωπος του Θεού» και μάρτυράς Του.—Ιωα 1:6, 7.
Ο Ιησούς δεν παρέμεινε στην έρημο της Ιουδαίας μετά τις 40 ημέρες της νηστείας του εκεί ούτε απομονώθηκε κάνοντας μοναστική ζωή. Αναγνώρισε ότι η θεϊκή αποστολή του συνεπαγόταν έργο κηρύγματος—έργο το οποίο έκανε δημόσια, σε πόλεις και χωριά, στην περιοχή του ναού, σε συναγωγές, σε αγορές και δρόμους, καθώς και στην ύπαιθρο. (Μαρ 1:39· 6:56· Λου 8:1· 13:26· Ιωα 18:20) Όπως ο Ιωάννης, έτσι και αυτός δεν περιοριζόταν στο κήρυγμα. Η διδασκαλία του τονίζεται περισσότερο και από το κήρυγμά του. Η διδασκαλία διαφέρει από το κήρυγμα ως προς το ότι ο δάσκαλος δεν διακηρύττει μόνο, αλλά καθοδηγεί, εξηγεί, αναλύει με επιχειρήματα και παρέχει αποδείξεις. Γι’ αυτό, το έργο των μαθητών του Ιησού, τόσο πριν όσο και μετά το θάνατό του, έπρεπε να αποτελεί συνδυασμό κηρύγματος και διδασκαλίας.—Ματ 4:23· 11:1· 28:18-20.
Το θέμα του κηρύγματος του Ιησού ήταν: «Μετανοείτε, γιατί η βασιλεία των ουρανών έχει πλησιάσει». (Ματ 4:17) Παρόμοια με έναν επίσημο διαλαλητή, αφύπνιζε τους ακροατές του στρέφοντας την προσοχή τους στη δράση του Κυρίαρχου Θεού του, σε έναν καιρό ευκαιριών και αποφάσεων. (Μαρ 1:14, 15) Όπως είχε προείπει ο Ησαΐας, ο Ιησούς δεν έφερε απλώς καλά νέα και παρηγοριά στους πράους, σε όσους είχαν συντετριμμένη καρδιά και στους πενθούντες ούτε κήρυξε απλώς απελευθέρωση στους αιχμάλωτους, αλλά διακήρυξε επίσης «την ημέρα της εκδίκησης του Θεού μας». (Ησ 61:2) Ανήγγειλε με τόλμη τους σκοπούς, τα διατάγματα, τις εντολές και τις κρίσεις του Θεού ενώπιον των αρχόντων και του λαού.
Μετά το Θάνατο του Ιησού. Μετά το θάνατο του Ιησού, και ιδίως από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και έπειτα, οι μαθητές του έκαναν το έργο κηρύγματος, αρχικά ανάμεσα στους Ιουδαίους και τελικά σε όλα τα έθνη. Έχοντας χριστεί από το άγιο πνεύμα, αναγνώριζαν και επανειλημμένα γνωστοποιούσαν στους ακροατές τους ότι ήταν εξουσιοδοτημένοι διαλαλητές (Πρ 2:14-18· 10:40-42· 13:47· 14:3· παράβαλε Ρω 10:15), όπως και ο Ιησούς είχε τονίσει ότι τον είχε “στείλει ο Θεός” (Λου 9:48· Ιωα 5:36, 37· 6:38· 8:18, 26, 42), ο οποίος του είχε δώσει “εντολή ως προς το τι να πει και σχετικά με τι να μιλήσει”. (Ιωα 12:49) Γι’ αυτό, όταν οι μαθητές διατάχθηκαν να σταματήσουν να κηρύττουν, απάντησαν: «Αν είναι δίκαιο στα μάτια του Θεού να ακούμε εσάς μάλλον παρά τον Θεό, κρίνετέ το μόνοι σας. Εμείς, όμως, δεν μπορούμε να σταματήσουμε να μιλάμε για αυτά που είδαμε και ακούσαμε». «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους». (Πρ 4:19, 20· 5:29, 32, 42) Αυτό το κήρυγμα αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της λατρείας τους, ήταν δε μέσο απόδοσης αίνου στον Θεό και προϋπόθεση για σωτηρία. (Ρω 10:9, 10· 1Κο 9:16· Εβρ 13:15· παράβαλε Λου 12:8.) Ως εκ τούτου, έπρεπε να συμμετέχουν σε αυτό όλοι οι μαθητές—άντρες και γυναίκες—μέχρι «την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων».—Ματ 28:18-20· Λου 24:46-49· Πρ 2:17· παράβαλε Πρ 18:26· 21:9· Ρω 16:3.
Εκείνοι οι πρώτοι Χριστιανοί κήρυκες δεν διέθεταν ανώτερη μόρφωση σύμφωνα με τα κοσμικά πρότυπα. Το Σάνχεδριν θεωρούσε τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη “ανθρώπους αγράμματους και συνηθισμένους”. (Πρ 4:13) Σχετικά με τον ίδιο τον Ιησού, «οι Ιουδαίοι . . . απορούσαν και έλεγαν: “Πώς ξέρει αυτός γράμματα, αφού δεν έχει σπουδάσει σε σχολεία;”» (Ιωα 7:15) Οι ιστορικοί έκαναν τις ίδιες παρατηρήσεις. «Ο Κέλσος, ο πρώτος συγγραφέας που υπήρξε πολέμιος της Χριστιανοσύνης, χλευάζει το γεγονός ότι εργάτες, τσαγκάρηδες και αγρότες, οι πιο αμαθείς και άξεστοι άνθρωποι, ήταν ζηλωτές κήρυκες του Ευαγγελίου». (Γενική Ιστορία της Χριστιανικής Θρησκείας και Εκκλησίας [Allgemeine Geschichte der christlichen Religion und Kirche], του Αύγουστου Νέανδρου, 1842, Τόμ. 1, σ. 120) Ο Παύλος εξήγησε αυτό το φαινόμενο ως εξής: «Διότι βλέπετε την κλήση που έχετε από αυτόν, αδελφοί, ότι δεν κλήθηκαν πολλοί σοφοί από σαρκική άποψη ούτε πολλοί δυνατοί ούτε πολλοί ευγενούς καταγωγής· αλλά ο Θεός εξέλεξε τα ανόητα του κόσμου για να ντροπιάσει τους σοφούς».—1Κο 1:26, 27.
Εντούτοις, αν και δεν είχαν λάβει ανώτερη μόρφωση σε κοσμικές σχολές, οι πρώτοι Χριστιανοί κήρυκες δεν ήταν ανεκπαίδευτοι. Ο Ιησούς εκπαίδευσε διεξοδικά τους 12 αποστόλους προτού τους στείλει να κηρύξουν. (Ματ 10) Αυτή η εκπαίδευση δεν συνίστατο μόνο στην επίδοση οδηγιών, αλλά ήταν εκπαίδευση στην πράξη.—Λου 8:1.
Το θέμα του Χριστιανικού κηρύγματος συνέχισε να είναι η «βασιλεία του Θεού». (Πρ 20:25· 28:31) Ωστόσο, η εξαγγελία των Χριστιανών περιλάμβανε επιπρόσθετα στοιχεία σε σύγκριση με την εξαγγελία που γινόταν πριν από το θάνατο του Χριστού. «Το ιερό μυστικό» του σκοπού του Θεού είχε αποκαλυφτεί μέσω του Χριστού, ο θυσιαστικός του θάνατος αποτελούσε πλέον ζωτικό παράγοντα της αληθινής πίστης (1Κο 15:12-14), ενώ όλοι όσοι ήθελαν να αποκτήσουν θεϊκή εύνοια και ζωή έπρεπε να μάθουν και να αναγνωρίσουν την εξυψωμένη θέση που κατείχε ο Ιησούς ως ο διορισμένος από τον Θεό Βασιλιάς και Κριτής και να υποταχθούν σε αυτήν. (2Κο 4:5) Ως εκ τούτου, λέγεται συχνά ότι οι μαθητές “κήρυτταν τον Χριστό Ιησού”. (Πρ 8:5· 9:20· 19:13· 1Κο 1:23) Μια εξέταση του κηρύγματός τους δείχνει καθαρά πως, όταν “κήρυτταν τον Χριστό”, δεν το έκαναν αυτό απομονώνοντάς τον στη διάνοια των ακροατών τους, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ήταν κατά κάποιον τρόπο ανεξάρτητος ή ξεκομμένος από τη διευθέτηση της Βασιλείας του Θεού και το συνολικό σκοπό Του. Τουναντίον, διακήρυτταν τι είχε κάνει ο Ιεχωβά Θεός για τον Γιο του και μέσω αυτού, καθώς επίσης πώς οι σκοποί του Θεού εκπληρώνονταν και επρόκειτο να εκπληρωθούν στο πρόσωπο του Ιησού. (2Κο 1:19-21) Άρα, όλο εκείνο το κήρυγμα ήταν προς αίνο και δόξα του ίδιου του Θεού, «μέσω του Ιησού Χριστού».—Ρω 16:25-27.
Το κήρυγμά τους δεν επιτελούνταν σαν απλό καθήκον ούτε περιοριζόταν στην επίδοση ενός αγγέλματος με επίσημο τρόπο. Πήγαζε από εγκάρδια πίστη, το επιτελούσαν δε με την επιθυμία να τιμήσουν τον Θεό και με τη στοργική ελπίδα ότι θα έφερναν σωτηρία σε άλλους. (Ρω 10:9-14· 1Κο 9:27· 2Κο 4:13) Να γιατί ήταν οι κήρυκες διατεθειμένοι να τους θεωρούν ανόητους οι κατά κόσμον σοφοί ή να τους διώκουν οι Ιουδαίοι ως αιρετικούς. (1Κο 1:21-24· Γα 5:11) Γι’ αυτόν το λόγο, επίσης, κήρυτταν χρησιμοποιώντας λογικά και πειστικά επιχειρήματα, προκειμένου να βοηθήσουν τους ακροατές να πιστέψουν και να εκδηλώσουν την πίστη τους. (Πρ 17:2· 28:23· 1Κο 15:11) Ο Παύλος λέει ότι είχε διοριστεί «κήρυκας και απόστολος και δάσκαλος». (2Τι 1:11) Εκείνοι οι Χριστιανοί δεν ήταν έμμισθοι κήρυκες, αλλά αφιερωμένοι λάτρεις που δαπανούνταν, προσφέροντας το χρόνο και τις δυνάμεις τους στο κήρυγμα.—1Θε 2:9.
Εφόσον όλοι όσοι γίνονταν μαθητές γίνονταν επίσης κήρυκες του Λόγου, τα καλά νέα εξαπλώθηκαν ταχύτατα έτσι ώστε, όταν ο Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Κολοσσαείς (περ. 60-61 Κ.Χ., δηλαδή κατά προσέγγιση 27 χρόνια μετά το θάνατο του Χριστού), μπορούσε να μιλήσει για τα καλά νέα «τα οποία κηρύχτηκαν σε όλη τη δημιουργία που είναι κάτω από τον ουρανό». (Κολ 1:23) Επομένως, η προφητεία του Χριστού, σύμφωνα με την οποία “τα καλά νέα θα κηρύττονταν σε όλα τα έθνη”, γνώρισε κάποια εκπλήρωση πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της το 70 Κ.Χ. (Ματ 24:14· Μαρ 13:10· ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 744) Τα λόγια του ίδιου του Ιησού, καθώς και το βιβλίο της Αποκάλυψης, που γράφτηκε ύστερα από εκείνη την καταστροφή, υποδεικνύουν ότι θα λάβαινε χώρα μια μεγαλύτερη εκπλήρωση αυτής της προφητείας τον καιρό κατά τον οποίο ο Χριστός θα άρχιζε να ασκεί τη διακυβέρνηση της Βασιλείας και προτού καταστραφούν όλοι οι πολέμιοι αυτής της Βασιλείας—καιρό στον οποίο θα ήταν λογικό να επιτελεστεί ένα μεγάλο έργο διακήρυξης.—Απ 12:7-12, 17· 14:6, 7· 19:5, 6· 22:17.
Τι αποτελέσματα έπρεπε να αναμένουν οι Χριστιανοί κήρυκες από τις προσπάθειές τους; Ο Παύλος διαπίστωσε ότι «μερικοί άρχισαν να πιστεύουν τα όσα λέγονταν· άλλοι δεν πίστευαν». (Πρ 28:24) Το πραγματικό Χριστιανικό κήρυγμα, που βασίζεται στο Λόγο του Θεού, προκαλεί κάποιου είδους αντίδραση. Χαρακτηρίζεται από ζωτικότητα και δυναμισμό και, πάνω από όλα, θέτει ένα ζήτημα για το οποίο οι άνθρωποι οφείλουν να πάρουν θέση. Μερικοί εναντιώνονται ενεργά στο άγγελμα της Βασιλείας. (Πρ 13:50· 18:5, 6) Άλλοι ακούν για κάποιο διάστημα, αλλά τελικά οπισθοχωρούν για διάφορους λόγους. (Ιωα 6:65, 66) Κάποιοι άλλοι δέχονται τα καλά νέα και ενεργούν σε αρμονία με αυτά.—Πρ 17:11· Λου 8:15.
«Από Σπίτι σε Σπίτι». Ο Ιησούς μετέφερε απευθείας στους ανθρώπους το άγγελμα της Βασιλείας, διδάσκοντάς τους δημόσια και στα σπίτια τους. (Ματ 5:1· 9:10, 28, 35) Όταν απέστειλε τους πρώτους μαθητές του να κηρύξουν, τους έδωσε την εξής οδηγία: «Σε όποια πόλη ή χωριό μπείτε, ψάξτε να βρείτε ποιος μέσα σε αυτά είναι άξιος». (Ματ 10:7, 11-14) Λογικά, τέτοιου είδους “ψάξιμο” θα σήμαινε μεταξύ άλλων το να πάνε στα σπίτια των ανθρώπων, όπου τα “άξια” άτομα θα έδιναν προσοχή στο άγγελμα, οι δε μαθητές θα έβρισκαν κατάλυμα για τη νύχτα.—Λου 9:1-6.
Σε μεταγενέστερη περίπτωση, ο Ιησούς «όρισε εβδομήντα άλλους και τους απέστειλε δύο δύο πριν από αυτόν σε κάθε πόλη και τόπο όπου επρόκειτο να πάει ο ίδιος». Αυτοί δεν έπρεπε απλώς να κηρύξουν σε δημόσιους χώρους, αλλά επίσης να πλησιάσουν τους ανθρώπους στα σπίτια τους. Ο Ιησούς τούς παρήγγειλε: «Σε οποιοδήποτε σπίτι μπείτε, να λέτε πρώτα: “Είθε να έχει ειρήνη αυτό το σπίτι”».—Λου 10:1-7.
Μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., οι μαθητές του Ιησού εξακολούθησαν να φέρνουν τα καλά νέα απευθείας στα σπίτια των ανθρώπων. Αν και τους διέταξαν να «σταματήσουν να μιλούν», η θεόπνευστη αφήγηση λέει ότι «κάθε ημέρα στο ναό και από σπίτι σε σπίτι συνέχισαν αδιάκοπα να διδάσκουν και να διακηρύττουν τα καλά νέα για τον Χριστό, τον Ιησού». (Πρ 5:40-42· παράβαλε Dy, NIV, ΤΚΔ, ΛΧ.) Η έκφραση «από σπίτι σε σπίτι» αποτελεί απόδοση της φράσης κατ’ οἶκον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Η πρόθεση κατά έχει επιμεριστική σημασία («από σπίτι σε σπίτι»), και όχι απλώς επιρρηματική (“στο σπίτι”). (Βλέπε ΜΝΚ, υποσ.) Αυτή η μέθοδος προσέγγισης των ανθρώπων—με επισκέψεις απευθείας στα σπίτια τους—απέφερε εξαιρετικά αποτελέσματα. «Ο αριθμός των μαθητών πλήθαινε στην Ιερουσαλήμ πάρα πολύ».—Πρ 6:7· παράβαλε 4:16, 17 και 5:28.
Ο απόστολος Παύλος είπε στους πρεσβυτέρους της Εφέσου: «Από την πρώτη ημέρα που πάτησα στην περιφέρεια της Ασίας . . . δεν δίστασα να σας πω οποιαδήποτε από τα πράγματα που ήταν επωφελή και να σας διδάξω δημόσια και από σπίτι σε σπίτι. Αλλά έδωσα πλήρως μαρτυρία σε Ιουδαίους και Έλληνες σχετικά με τη μετάνοια προς τον Θεό και την πίστη στον Κύριό μας Ιησού». (Πρ 20:18-21· παράβαλε KJ, Dy, AS, RS, Mo, NIV, La.) Εδώ ο Παύλος αναφερόταν στις προσπάθειες που είχε καταβάλει να κηρύξει σε εκείνους τους ανθρώπους ενόσω ήταν ακόμη άπιστοι, άτομα που έπρεπε να μάθουν για «τη μετάνοια προς τον Θεό και την πίστη στον Κύριό μας Ιησού». Άρα, από τότε που άρχισε την ιεραποστολική του υπηρεσία στην Ασία, ο Παύλος έψαχνε «από σπίτι σε σπίτι» για άτομα τα οποία είχαν κλίση στα πνευματικά πράγματα. Όταν έβρισκε τέτοια άτομα, αναμφίβολα ξαναπήγαινε στα σπίτια τους για να τους διδάξει περαιτέρω και, αφού γίνονταν πιστοί, για να τους ενισχύσει στην πίστη. Ο Δρ Ά. Τ. Ρόμπερτσον, στο έργο του Λεκτικές Εικόνες της Καινής Διαθήκης (Word Pictures in the New Testament), κάνει τα εξής σχόλια για το εδάφιο Πράξεις 20:20: «Κατ’ οἴκους. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτός, ο μεγαλύτερος από όλους τους κήρυκες, κήρυττε από σπίτι σε σπίτι και δεν έκανε απλώς κοινωνικές επισκέψεις».—1930, Τόμ. 3, σ. 349, 350.
Κήρυγμα Μέσα στην Εκκλησία. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου κηρύγματος που έχει καταγραφεί στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές σχετίζεται με τη διακήρυξη που γινόταν έξω από την εκκλησία. Εντούτοις, η προτροπή που έδωσε ο Παύλος στον Τιμόθεο να “κηρύξει το λόγο, να το κάνει αυτό με το αίσθημα του επείγοντος σε ευνοϊκό καιρό, σε δυσμενή καιρό”, περιλαμβάνει και κήρυγμα μέσα στην εκκλησία, όπως αυτό γίνεται από έναν γενικό επίσκοπο. (2Τι 4:2) Η επιστολή του Παύλου προς τον Τιμόθεο είναι ποιμαντική, δηλαδή απευθύνεται σε κάποιον που εκτελούσε ποιμαντικό έργο μεταξύ των Χριστιανών και παρέχει συμβουλές σχετικά με αυτή τη διακονία επίβλεψης. Προτού προτρέψει τον Τιμόθεο να “κηρύξει το λόγο”, ο Παύλος τον προειδοποίησε για την αποστασία που είχε αρχίσει να εμφανίζεται και επρόκειτο να πάρει σοβαρές διαστάσεις. (2Τι 2:16-19· 3:1-7) Αφού τον πρότρεψε να προσκολλάται στο «λόγο» και να μην εκτρέπεται από αυτόν όταν κήρυττε, ο Παύλος έδειξε γιατί η κατάσταση ήταν επείγουσα, λέγοντας: «Διότι θα υπάρξει μια χρονική περίοδος στην οποία δεν θα ανέχονται την υγιή διδασκαλία», αλλά αντιθέτως θα αναζητούν δασκάλους που θα διδάσκουν σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες και έτσι «θα απομακρύνουν τα αφτιά τους από την αλήθεια», πράγμα που σημαίνει ότι δεν μιλούσε για τους έξω, αλλά για άτομα μέσα στην εκκλησία. (2Τι 4:3, 4) Ο Τιμόθεος, λοιπόν, δεν έπρεπε να χάσει την πνευματική του ισορροπία, αλλά διαρκώς να διακηρύττει θαρραλέα το Λόγο του Θεού (όχι ανθρώπινες φιλοσοφίες ή άχρηστες εικασίες) στους αδελφούς του, έστω και αν αυτό μπορεί να του προξενούσε προβλήματα και παθήματα από όσους είχαν εσφαλμένες τάσεις μέσα στις εκκλησίες. (Παράβαλε 1Τι 6:3-5, 20, 21· 2Τι 1:6-8, 13· 2:1-3, 14, 15, 23-26· 3:14-17· 4:5.) Κάνοντάς το αυτό, θα ενεργούσε ως αποτρεπτικός παράγοντας όσον αφορά την αποστασία και δεν θα ήταν ένοχος αίματος, όπως μπορούσε να πει και ο Παύλος για τον εαυτό του.—Πρ 20:25-32.
Ποιος ήταν ο σκοπός του κηρύγματος που έκανε ο Ιησούς «στα πνεύματα στη φυλακή»;
Στα εδάφια 1 Πέτρου 3:19, 20, αφού περιγράφει την ανάσταση του Ιησού σε πνευματική ζωή, ο απόστολος Πέτρος λέει: «Σε αυτή την κατάσταση επίσης πήγε και κήρυξε στα πνεύματα στη φυλακή, τα οποία κάποτε είχαν γίνει ανυπάκουα όταν η υπομονή του Θεού περίμενε στις ημέρες του Νώε, ενώ κατασκευαζόταν η κιβωτός». Σχολιάζοντας αυτή την περικοπή, Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), λέει: «Στο εδάφιο 1 Πέτρ. 3:19 γίνεται κατά πάσα πιθανότητα αναφορά, όχι σε χαρμόσυνες ειδήσεις (δεν υπάρχουν ουσιαστικές αποδείξεις ότι ο Νώε κήρυξε τέτοιες ειδήσεις ούτε ότι τα πνεύματα των ανθρώπων που έζησαν πριν από τον κατακλυσμό βρίσκονται πράγματι “σε φυλακή”), αλλά στο ότι ο Χριστός μετά την ανάστασή Του διακήρυξε τη νίκη Του σε εκπεσόντα αγγελικά πνεύματα». (1981, Τόμ. 3, σ. 201) Όπως επισημάνθηκε, το ρήμα κηρύσσω αναφέρεται στη διακήρυξη, όχι μόνο κάποιου καλού πράγματος, αλλά και κάποιου κακού, όπως όταν ο Ιωνάς διακήρυξε την επικείμενη καταστροφή της Νινευή. Τα μόνα φυλακισμένα πνεύματα που μνημονεύονται στις Γραφές είναι οι άγγελοι των ημερών του Νώε οι οποίοι “παραδόθηκαν σε λάκκους πυκνού σκοταδιού” (2Πε 2:4, 5) και “έχουν φυλαχτεί με αιώνια δεσμά σε πυκνό σκοτάδι για την κρίση της μεγάλης ημέρας”. (Ιου 6) Άρα, το κήρυγμα που έκανε ο αναστημένος Ιησούς σε αυτούς τους άδικους αγγέλους δεν θα μπορούσε παρά να είναι κήρυγμα κρίσης. Ας σημειωθεί ότι το βιβλίο της Αποκάλυψης, που μετέδωσε ο Χριστός Ιησούς στον Ιωάννη μέσω οράματος στα τέλη του πρώτου αιώνα Κ.Χ., περιέχει πολλά στοιχεία για τον Σατανά τον Διάβολο και τους δαίμονές του καθώς και για την τελική τους καταστροφή, στοιχεία που συνιστούν κήρυγμα κρίσης. (Απ 12-20) Το γεγονός ότι ο Πέτρος χρησιμοποιεί αόριστο χρόνο («κήρυξε») δείχνει ότι αυτό το κήρυγμα είχε γίνει πριν από τη συγγραφή της πρώτης του επιστολής.
-
-
ΚηρώςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΡΩΣ
(Κηρώς) [πιθανώς, Σκυφτός].
Ιδρυτής μιας οικογένειας Νεθινίμ, μερικοί απόγονοι του οποίου ήταν ανάμεσα σε εκείνους που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και στον Ιούδα μαζί με τον Ζοροβάβελ, μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 2:1, 2, 43, 44· Νε 7:6, 7, 46, 47.
-
-
ΚηφάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΗΦΑΣ
Βλέπε ΠΕΤΡΟΣ.
-
-
Κιβρώθ-αττααβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΒΡΩΘ-ΑΤΤΑΑΒΑ
(Κιβρώθ-αττααβά) [Τάφοι του Πόθου].
Τόπος στρατοπέδευσης των Ισραηλιτών στην έρημο, όπου το μεικτό πλήθος εξέφρασε ιδιοτελή επιθυμία για την τροφή που είχαν στην Αίγυπτο. (Αρ 11:4· 33:16, 17· Δευ 9:22) Ταυτίζεται γενικά με το Ρουέις ελ-Εμπερίτζ, το οποίο βρίσκεται σχεδόν στο μέσο της απόστασης μεταξύ του Τζέμπελ Μούσα, όπου σύμφωνα με την παράδοση βρισκόταν το Όρος Σινά, και της Ασηρώθ. Εκεί ο Ιεχωβά προμήθευσε με θαυματουργικό τρόπο ορτύκια σε ποσότητα που επαρκούσε για να τρώει ολόκληρο το στρατόπεδο έναν μήνα. (Αρ 11:19, 20, 31) Αλλά ο λαός ήταν τόσο άπληστος ώστε «αυτός που μάζεψε τα λιγότερα μάζεψε δέκα χομόρ» (2.200 λίτρα). Το υπόμνημα αναφέρει ότι ενώ «το κρέας ήταν ακόμη ανάμεσα στα δόντια τους, δεν είχαν προλάβει να το μασήσουν, . . . ο Ιεχωβά άρχισε να πατάσσει το λαό με πολύ μεγάλη σφαγή». Αυτό δεν υποδηλώνει ότι δεν πρόλαβαν στην κυριολεξία να μασήσουν την μπουκιά τους, αλλά απεναντίας ίσως σημαίνει ότι δεν πρόλαβε να «εξαντληθεί» ή να «καταναλωθεί» (AT, RS, ΛΧ) όλο το απόθεμα κρέατος που είχαν, δεδομένου ότι η εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «μασώ» βασικά σημαίνει «εκκόπτω», «αφαιρώ». (Παράβαλε Ιωλ 1:5.) Κατόπιν αυτού θάφτηκαν οι νεκροί, και έτσι το όνομα του τόπου κλήθηκε Κιβρώθ-αττααβά.—Αρ 11:32-35.
-
-
ΚιβσαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΒΣΑΪΜ
(Κιβσαΐμ) [Διπλή Συγκέντρωση].
Πόλη των Εφραϊμιτών η οποία παραχωρήθηκε στους Κααθίτες Λευίτες. (Ιη 21:20-22) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:68 αποκαλείται προφανώς Ιοκμεάμ.
-
-
ΚιβωτόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΒΩΤΟΣ
1. Η κιβωτός του Νώε ήταν η προμήθεια μέσω της οποίας οι προπάτορες όλης της ανθρωπότητας επιβίωσαν από τον παγγήινο Κατακλυσμό του 2370-2369 Π.Κ.Χ. (Βλέπε ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ· ΝΩΕ.) Ο Ιεχωβά έδωσε στον Νώε λεπτομερείς οδηγίες σχετικά με το μέγεθος και το σχήμα της, το σχεδιασμό για φωτισμό και εξαερισμό, καθώς επίσης τα δομικά υλικά της.—Γε 6:14-16.
Σχέδιο και Μέγεθος. Η κιβωτός (εβρ. κείμενο, τεβάχ· ελλ. κείμενο, κιβωτός) ήταν ορθογώνιο σκάφος σαν κιβώτιο, το οποίο πιθανόν να είχε επίπεδο πυθμένα. Δεν χρειαζόταν στρογγυλεμένο πυθμένα ή μυτερή πλώρη ώστε να σκίζει γρήγορα το νερό. Δεν απαιτούνταν να έχει πηδάλιο. Έπρεπε μόνο να είναι υδατοστεγής και να επιπλέει. Ένα σκάφος τέτοιου σχήματος είναι πολύ ευσταθές, δεν αναποδογυρίζει εύκολα και ο αποθηκευτικός του χώρος είναι περίπου κατά ένα τρίτο μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο χώρο των πλοίων συμβατικού σχεδιασμού. Στο πλάι της κιβωτού είχε προβλεφθεί να υπάρχει πόρτα για φορτοεκφόρτωση.
Όσον αφορά το μέγεθός της, η κιβωτός είχε μήκος 300 πήχεις, πλάτος 50 πήχεις και ύψος 30 πήχεις. Υπολογίζοντας συντηρητικά τον πήχη στα 44,5 εκ. (μερικοί πιστεύουν ότι ο αρχαίος πήχης πλησίαζε τα 56 ή τα 61 εκ.), η κιβωτός είχε διαστάσεις 133,5 μ. επί 22,3 μ. επί 13,4 μ., δηλαδή το μήκος της ήταν λιγότερο από το μισό του υπερωκεάνιου Κουίν Ελίζαμπεθ 2. Η συγκεκριμένη αναλογία μήκους προς πλάτος (6 προς 1) χρησιμοποιείται από τους σύγχρονους ναυπηγούς. Ως αποτέλεσμα, ο μεικτός όγκος της κιβωτού έφτανε περίπου τα 40.000 κ. μ. Κανένα φορτηγό σκάφος της αρχαιότητας, από ό,τι είναι γνωστό μέχρι στιγμής, δεν προσέγγιζε έστω και στο ελάχιστο το κολοσσιαίο μέγεθος της κιβωτού. Η κιβωτός ήταν ενισχυμένη εσωτερικά με δύο πρόσθετους ορόφους, πράγμα που σημαίνει ότι με τα τρία καταστρώματα η συνολική της επιφάνεια έφτανε περίπου τα 8.900 τ. μ.
Στον Νώε ειπώθηκε να “φτιάξει ένα τσόχαρ [στέγη· ή παράθυρο] για την κιβωτό”. (Γε 6:16) Δεν είναι απολύτως σαφές τι ακριβώς ήταν αυτό ή πώς κατασκευάστηκε. Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η λέξη τσόχαρ είναι συγγενική της λέξης που αποδίδεται φως και τη μεταφράζουν «παράθυρο» (KJ, Mo, ΚΛΘ), «φως» (AS, JP), «χώρος για φως» (Ro). Άλλοι, ωστόσο, συσχετίζουν τη λέξη τσόχαρ με μια μεταγενέστερη αραβική ρίζα που σημαίνει «ράχη (του χεριού)», «ράχη (ζώου)», «κατάστρωμα (πλοίου)», δηλαδή αναφέρεται στο μέρος που βρίσκεται μακριά από το έδαφος ή το νερό, και γι’ αυτόν το λόγο τη μεταφράζουν «στέγη» (AT, JB, ΒΑΜ, ΓΛ). Στον Νώε ειπώθηκε ότι αυτό το τσόχαρ έπρεπε να τελειώνει «σε ύψος ενός πήχη από το πάνω μέρος».—Γε 6:16.
Επομένως, το τσόχαρ θα μπορούσε να είναι ένα μέσο που να εξασφαλίζει επαρκή φωτισμό και εξαερισμό, όχι απλώς ένας τετράγωνος φεγγίτης με πλευρά ενός πήχη, αλλά άνοιγμα ύψους ενός πήχη κοντά στη στέγη το οποίο εκτεινόταν περιμετρικά στις τέσσερις πλευρές της κιβωτού—άρα ένα άνοιγμα με επιφάνεια σχεδόν 140 τ. μ. Από την άλλη μεριά, η στέγη θα μπορούσε να έχει ελαφρώς κεκλιμένες πλευρές, και συγχρόνως να υπάρχει επαρκές άνοιγμα για εξαερισμό κάτω από τη στέγη ή αλλού. Σχετικά με αυτή την πιθανότητα, ο Τζέιμς Φ. Άρμστρονγκ έγραψε στο σύγγραμμα Παλαιά Διαθήκη ([Vetus Testamentum] Λέιντεν, 1960, σ. 333): «Η φράση “μέχρι έναν πήχη προς τα πάνω θα το τελειώσεις” είναι δυσνόητη όταν η λέξη σόχαρ μεταφράζεται είτε “φως (= παράθυρο)” είτε ακόμη και “(επίπεδη) στέγη”. Αν, ωστόσο, εννοήσουμε μια δικλινή στέγη, η φράση “ένας πήχης προς τα πάνω” μπορεί να υποδηλώνει την ανύψωση της ακμής της στέγης από το επίπεδο της κορυφής των τοίχων. Με σύγχρονους αρχιτεκτονικούς όρους, ο “ένας πήχης” θα ήταν το ύψος των κεντρικών ορθοστατών μεταξύ των οποίων τοποθετείται η δοκός της ράχης της στέγης. . . . Σύμφωνα με το επιχείρημα που παρουσιάστηκε, η στέγη της κιβωτού του Νώε θεωρείται ότι πρέπει να είχε κλίση τέσσερα τοις εκατό (1 πήχης ανύψωση—25 πήχεις από τον τοίχο μέχρι τη ράχη της στέγης), κλίση επαρκέστατη για την απορροή των ομβρίων υδάτων».
Ο Ιεχωβά διασαφήνισε από τι έπρεπε να κατασκευαστεί αυτή η τεράστια κιβωτός: «Φτιάξε μια κιβωτό από ξύλο ρητινοφόρου δέντρου [κατά κυριολεξία, δέντρα γκόφερ]». (Γε 6:14) Μερικοί πιστεύουν ότι το ρητινοφόρο ξύλο που καθορίζεται εδώ είναι το κυπαρίσσι ή κάποιο παρόμοιο δέντρο. Σε εκείνο το μέρος του κόσμου αφθονούσε το δέντρο που αποκαλείται σήμερα κυπαρίσσι. Τόσο οι Φοίνικες όσο και ο Μέγας Αλέξανδρος το θεωρούσαν ιδανικό για τη ναυπηγική—κάτι που ισχύει ακόμη και σήμερα—και είναι εξαιρετικά αδιάβροχο και άσηπτο. Αναφέρεται ότι πόρτες και παραστάτες από κυπαρίσσι έχουν διατηρηθεί επί 1.100 χρόνια. Επιπρόσθετα, ειπώθηκε στον Νώε, όχι απλώς να καλαφατίσει τους αρμούς της κιβωτού, αλλά να την “καλύψει εσωτερικά και εξωτερικά με πίσσα”.—Βλέπε ΑΣΦΑΛΤΟΣ.
Επαρκής Χωρητικότητα. Ο κατάλογος των επιβατών της κιβωτού ήταν πολύ εντυπωσιακός. Εκτός από τον Νώε, τη σύζυγό του, τους τρεις γιους του και τις συζύγους τους, έπρεπε να επιβιβαστούν ζωντανά πλάσματα «κάθε είδους σάρκας, δύο από το καθένα». «Αρσενικό και θηλυκό θα είναι. Από τα πετούμενα πλάσματα κατά τα είδη τους και από τα κατοικίδια ζώα κατά τα είδη τους, από όλα τα κινούμενα ζώα της γης κατά τα είδη τους, δύο από το καθένα θα μπουν εκεί μαζί σου για να τα διατηρήσεις στη ζωή». Όσον αφορά τα καθαρά ζώα και πτηνά, έπρεπε να ληφθούν εφτά από κάθε είδος. Έπρεπε επίσης να αποθηκευτεί μεγάλη ποσότητα και ποικιλία τροφής για όλα αυτά τα πλάσματα, η οποία να επαρκέσει για περισσότερο από έναν χρόνο.—Γε 6:18-21· 7:2, 3.
Ο όρος «είδη» που χρησιμοποιείται για τα επιλεγμένα ζώα αναφέρεται στα σαφώς καθορισμένα και αμετάβλητα όρια που τέθηκαν από τον Δημιουργό, όρια μέσα στα οποία τα πλάσματα είναι ικανά να αναπαραχθούν «κατά τα είδη τους». Σύμφωνα με τους υπολογισμούς ορισμένων, τα εκατοντάδες χιλιάδες υποείδη ζώων σήμερα θα μπορούσαν να αναχθούν σε συγκριτικά λίγες οικογένειες «ειδών»—φερ’ ειπείν το είδος του αλόγου και το είδος της αγελάδας. Τα αναπαραγωγικά όρια κατά το «είδος», όπως θεσπίστηκαν από τον Ιεχωβά, δεν παραβιάστηκαν ούτε και μπορούσαν να παραβιαστούν. Έχοντας αυτό υπόψη, μερικοί ερευνητές έχουν υποστηρίξει ότι, αν υπήρχαν μόλις 43 «είδη» θηλαστικών, 74 «είδη» πουλιών και 10 «είδη» ερπετών στην κιβωτό, αυτά θα μπορούσαν να παραγάγουν τα ποικίλα υποείδη που είναι γνωστά σήμερα. Άλλοι, κάνοντας πιο ελεύθερους υπολογισμούς, λένε ότι θα αρκούσαν 72 «είδη» τετραπόδων και λιγότερα από 200 «είδη» πουλιών. Το γεγονός ότι η μεγάλη ποικιλία πανίδας που είναι γνωστή σήμερα θα μπορούσε να έχει προέλθει από εσωτερική διασταύρωση εντός τόσο λίγων «ειδών» μετά τον Κατακλυσμό αποδεικνύεται από την ατέλειωτη ποικιλία που υπάρχει στο ανθρώπινο είδος—υπάρχουν άνθρωποι κοντοί, ψηλοί, παχείς, αδύνατοι, με αναρίθμητες παραλλαγές στο χρώμα των μαλλιών, των ματιών και του δέρματος—που στο σύνολό τους προήλθαν από μία οικογένεια, αυτήν του Νώε.
Οι συγκεκριμένοι υπολογισμοί μπορεί να φαίνονται υπερβολικά περιοριστικοί σε μερικούς, ειδικά επειδή πηγές όπως η Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια ([The Encyclopedia Americana] 1977, Τόμ. 1, σ. 859-873) υποστηρίζουν ότι υπάρχουν περισσότερα από 1.300.000 είδη ζώων. Ωστόσο, το 60 τοις εκατό και πλέον αυτών των ειδών είναι έντομα. Αναλύοντας περαιτέρω αυτά τα μεγέθη βρίσκουμε ότι, από τα 24.000 αμφίβια, ερπετά, πουλιά και θηλαστικά, 10.000 είναι πουλιά, 9.000 είναι ερπετά και αμφίβια, πολλά από τα οποία θα μπορούσαν να έχουν επιβιώσει έξω από την κιβωτό, και μόνο 5.000 είναι θηλαστικά, μεταξύ των οποίων φάλαινες και φώκαινες, οι οποίες επίσης θα είχαν παραμείνει έξω από την κιβωτό. Άλλοι ερευνητές υπολογίζουν ότι υπάρχουν μόνο περίπου 290 είδη χερσαίων θηλαστικών που είναι μεγαλύτερα από τα πρόβατα και περίπου 1.360 μικρότερα από τους αρουραίους. (Η Ιστορία του Κατακλυσμού σε Πέτρα [The Deluge Story in Stone], του Μπ. Σ. Νέλσον, 1949, σ. 156· Ο Κατακλυσμός στο Φως της Αγίας Γραφής, της Γεωλογίας και της Αρχαιολογίας [The Flood in the Light of the Bible, Geology, and Archaeology], του Ά. Μ. Ρεουίνκελ, 1957, σ. 69) Έτσι λοιπόν, ακόμη και αν οι υπολογισμοί βασιστούν σε αυτά τα προσαυξημένα μεγέθη, η κιβωτός θα μπορούσε άνετα να έχει φιλοξενήσει ένα ζευγάρι από όλα αυτά τα ζώα.
Πέντε μήνες αφότου άρχισε ο Κατακλυσμός, «η κιβωτός κάθησε στα βουνά του Αραράτ», πιθανότατα, όμως, όχι πάνω στην ψηλότερη κορυφή (σχεδόν 5.165 μ.), αλλά σε κατάλληλο έδαφος που διευκόλυνε τη διαβίωση όλων των επιβατών για μερικούς ακόμη μήνες. Τελικά, έναν χρόνο και δέκα ημέρες αφότου άρχισε ο Κατακλυσμός, η πόρτα ανοίχτηκε πάλι και αποβιβάστηκαν όλοι.—Γε 7:11· 8:4, 14.
Οι ισχυρισμοί ότι έχουν βρεθεί υπολείμματα της κιβωτού παραμένουν ανεπιβεβαίωτοι.
Η ίδια αυτή εβραϊκή λέξη (τεβάχ) χρησιμοποιείται για το μικρό κιβώτιο στο οποίο έκρυψε η Ιωχαβέδ το ηλικίας τριών μηνών “όμορφο” μωρό της, που αργότερα ονομάστηκε Μωυσής, και το οποίο βρήκε η κόρη του Φαραώ ανάμεσα στα καλάμια κοντά στην όχθη του Νείλου. Αυτό το κιβώτιο ήταν φτιαγμένο από πάπυρο και αλειμμένο με άσφαλτο και πίσσα για να είναι αδιάβροχο.—Εξ 2:2-4, 10, υποσ.· 6:20.
2. Το κιβώτιο από ξύλο ακακίας μέσα στο οποίο τοποθετήθηκαν προσωρινά οι δεύτερες πέτρινες πλάκες με το Νόμο που δόθηκαν στον Μωυσή στο Όρος Σινά, μέχρις ότου κατασκευάστηκε η κιβωτός της μαρτυρίας έπειτα από μερικούς μήνες. (Δευ 10:1-5) Η εβραϊκή λέξη ’αρών, που αποδίδεται «κιβωτός» στα εδάφια Δευτερονόμιο 10:1-5, αλλού αποδίδεται «φέρετρο» (Γε 50:26) και «κιβώτιο».—2Βα 12:9, 10, υποσ.· 2Χρ 24:8, 10, 11.
3. Βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ.
-
-
Κιβωτός της ΔιαθήκηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
Το ιερό κιβώτιο που βρισκόταν στα Άγια των Αγίων της σκηνής της μαρτυρίας και, κατόπιν, στο ναό τον οποίο έχτισε ο Σολομών. Η Κιβωτός φτιάχτηκε κατ’ εντολήν του Ιεχωβά και σύμφωνα με δικό του σχέδιο.
Οι Βιβλικοί συγγραφείς αναφέρονται στην κιβωτό της διαθήκης με περισσότερους από 20 διαφορετικούς τρόπους. Οι πιο κοινές από αυτές τις εκφράσεις—“η κιβωτός της διαθήκης [εβρ., ’αρών χαμπερίθ]” (Ιη 3:6· Εβρ 9:4) και “η κιβωτός της μαρτυρίας” (Εξ 25:22)—δεν αποτελούν ιδιαίτερο γνώρισμα κάποιου συγκεκριμένου συγγραφέα και χρησιμοποιούνται εναλλακτικά.
Υπόδειγμα και Σχέδιο. Το πρώτο πράγμα που έδωσε ο Ιεχωβά στον Μωυσή, όταν τον διέταξε να κατασκευάσει τη σκηνή της μαρτυρίας, ήταν το υπόδειγμα και το σχέδιο της Κιβωτού, διότι αυτή ήταν πράγματι το βασικότερο και σημαντικότερο αντικείμενο της σκηνής και ολόκληρου του στρατοπέδου του Ισραήλ. Αυτή καθαυτή η Κιβωτός είχε μήκος 2,5 πήχεις, πλάτος 1,5 πήχη και ύψος 1,5 πήχη (περ. 111 × 67 × 67 εκ.). Κατασκευάστηκε από ξύλο ακακίας και επικαλύφθηκε εσωτερικά και εξωτερικά με καθαρό χρυσάφι. Τη στεφάνωνε ένα περίτεχνο «χρυσό πλαίσιο» που ήταν τοποθετημένο “γύρω γύρω πάνω της”. Το δεύτερο τμήμα της Κιβωτού, το κάλυμμά της, φτιάχτηκε από ατόφιο χρυσάφι, όχι απλώς ξύλο επικαλυμμένο με χρυσάφι, και είχε ακριβώς το μήκος και το πλάτος της. Δύο σφυρήλατα χρυσά χερουβείμ ήταν τοποθετημένα πάνω σε αυτό το κάλυμμα, ένα στη μια του άκρη και ένα στην άλλη, με τα πρόσωπά τους αντικριστά, τα κεφάλια τους σε υπόκλιση και τις φτερούγες τους να εκτείνονται προς τα πάνω και να σκεπάζουν την Κιβωτό. (Εξ 25:10, 11, 17-22· 37:6-9) Το κάλυμμα αυτό ήταν επίσης γνωστό ως ἱλαστήριον ή «εξιλαστήριο κάλυμμα».—Εξ 25:17· Εβρ 9:5, Κείμενο· βλέπε ΕΞΙΛΑΣΤΗΡΙΟ ΚΑΛΥΜΜΑ.
Η Κιβωτός ήταν εφοδιασμένη με μακριά κοντάρια για τη μεταφορά της. Κατασκευάστηκαν και αυτά από ξύλο ακακίας επικαλυμμένο με χρυσάφι και περάστηκαν μέσα από δύο χρυσούς κρίκους στην κάθε πλευρά της. Τα κοντάρια δεν έπρεπε να βγαίνουν από τους κρίκους τους, άρα δεν ήταν ποτέ απαραίτητο να αγγίξουν την Κιβωτό αυτοί που τη μετέφεραν. Υπήρχαν τέσσερα πόδια, «πόδια για περπάτημα, λυγισμένα σαν να επρόκειτο να περπατήσουν», τα οποία βρίσκονταν στις γωνίες για να υψώνουν την Κιβωτό πάνω από το έδαφος, αλλά δεν αναφέρεται πόσο ψηλά. (Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης [Commentary on the Old Testament], των Κ. Φ. Κάιλ και Φ. Ντέλιτς, 1973, Τόμ. 1, Το Δεύτερο Βιβλίο του Μωυσή, σ. 167) Οι κρίκοι ίσως να ήταν τοποθετημένοι ακριβώς πάνω από τα πόδια, αν όχι πάνω στα ίδια τα πόδια.—Εξ 25:12-16· Αρ 4:5, 15· 1Βα 8:8· 1Χρ 15:15.
Εγκαινίαση και Χρήση. Ο Βεσελεήλ και οι βοηθοί του που είχαν σοφή καρδιά ακολούθησαν πιστά τα σχέδια, κατασκευάζοντας την Κιβωτό από τα υλικά που συνεισέφερε ο λαός. (Εξ 35:5, 7, 10, 12· 37:1-9) Όταν ολοκληρώθηκε η σκηνή της μαρτυρίας και στήθηκε έναν χρόνο μετά την Έξοδο, ο Μωυσής πήρε τις δύο πέτρινες πλάκες του Νόμου και τις έβαλε μέσα στην Κιβωτό. (Τα εδάφια Δευτερονόμιο 10:1-5 υποδεικνύουν ότι μια προσωρινή κιβωτός φτιαγμένη από ξύλο ακακίας στέγασε τις πλάκες για τους λίγους μόνο μήνες που μεσολάβησαν από τότε που ο Μωυσής τις παρέλαβε στο βουνό μέχρι τη μεταφορά τους στην Κιβωτό που έφτιαξε ο Βεσελεήλ.) Στη συνέχεια, ο Μωυσής πέρασε τα κοντάρια μέσα από τους κρίκους της Κιβωτού, τοποθέτησε το κάλυμμά της, την έφερε μέσα στη σκηνή και ανάρτησε το προπέτασμα που έπρεπε να διαχωρίζει τα Άγια από τα Άγια των Αγίων. Κατόπιν, στα πλαίσια της τελετής της εγκαινίασης, ο Μωυσής έχρισε την Κιβωτό και όλο τον άλλον εξοπλισμό με λάδι. Από τότε και έπειτα, όταν οι ιερείς αποσυναρμολογούσαν τη σκηνή για τη μεταφορά του στρατοπέδου, το ίδιο διαχωριστικό προπέτασμα, μαζί με δέρματα φώκιας και ένα μπλε ύφασμα, χρησιμοποιούνταν για να σκεπάζει την Κιβωτό, ώστε ο λαός να μην μπορεί να τη δει «ούτε για μια στιγμή, για να μην πεθάνουν».—Εξ 40:3, 9, 20, 21· Αρ 3:30, 31· 4:5, 6, 19, 20· 7:9· Δευ 10:8· 31:9· βλέπε ΣΚΗΝΗ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ.
Η Κιβωτός χρησίμευε ως άγια αρχειοθήκη για τη φύλαξη ιερών υπενθυμίσεων, ή αλλιώς μαρτυριών, τα δε κυριότερα περιεχόμενά της ήταν οι δύο πλάκες της μαρτυρίας, δηλαδή οι Δέκα Εντολές. (Εξ 25:16) Μια «χρυσή στάμνα που είχε το μάννα και το ραβδί του Ααρών που βλάστησε» προστέθηκαν στην Κιβωτό, αλλά αργότερα, κάποια στιγμή πριν από την οικοδόμηση του ναού του Σολομώντα, αφαιρέθηκαν. (Εβρ 9:4· Εξ 16:32-34· Αρ 17:10· 1Βα 8:9· 2Χρ 5:10) Ο Μωυσής, λίγο πριν πεθάνει, έδωσε ένα αντίγραφο “του βιβλίου του νόμου” στους Λευίτες ιερείς καθώς και οδηγίες για τη φύλαξή του, όχι μέσα, αλλά “δίπλα στην κιβωτό της διαθήκης του Ιεχωβά του Θεού τους, για να είναι μάρτυρας εκεί εναντίον τους”.—Δευ 31:24-26.
Συνδεόταν με την παρουσία του Θεού. Η Κιβωτός συνδεόταν με την παρουσία του Θεού σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Ο Ιεχωβά υποσχέθηκε: «Θα παρουσιάζομαι εκεί σε εσένα και θα μιλώ μαζί σου πάνω από το κάλυμμα, ανάμεσα από τα δύο χερουβείμ που βρίσκονται πάνω στην κιβωτό της μαρτυρίας». «Σε σύννεφο θα εμφανίζομαι πάνω από το κάλυμμα». (Εξ 25:22· Λευ 16:2) Ο Σαμουήλ έγραψε ότι ο Ιεχωβά «κάθεται πάνω στα χερουβείμ» (1Σα 4:4), άρα τα χερουβείμ αποτελούσαν «παράσταση του άρματος» του Ιεχωβά. (1Χρ 28:18) Συνεπώς, «όποτε ο Μωυσής έμπαινε στη σκηνή της συνάντησης για να μιλήσει μαζί [με τον Ιεχωβά], άκουγε τη φωνή να συνομιλεί με αυτόν πάνω από το κάλυμμα που βρισκόταν πάνω στην κιβωτό της μαρτυρίας, ανάμεσα από τα δύο χερουβείμ· και του μιλούσε». (Αρ 7:89) Αργότερα, ο Ιησούς του Ναυή και ο Αρχιερέας Φινεές ρώτησαν επίσης τον Ιεχωβά μπροστά στην Κιβωτό. (Ιη 7:6-10· Κρ 20:27, 28) Εντούτοις, μόνο ο αρχιερέας έμπαινε στα Άγια των Αγίων και έβλεπε την Κιβωτό, μία ημέρα το χρόνο, όχι για να επικοινωνήσει με τον Ιεχωβά, αλλά για να εκτελέσει το τελετουργικό της Ημέρας της Εξιλέωσης.—Λευ 16:2, 3, 13, 15, 17· Εβρ 9:7.
Η παρουσία του Ιεχωβά όπως αντιπροσωπευόταν από την Κιβωτό έφερνε ευλογίες στον Ισραήλ και με άλλους τρόπους. Όταν το στρατόπεδο του Ισραήλ μετακινούνταν, η καθιερωμένη διαδικασία ήταν να ηγείται της πορείας η Κιβωτός με το σύννεφο από πάνω της. (Αρ 10:33, 34) Έτσι λοιπόν, κατά τη διάβαση του Ιορδάνη, όταν οι ιερείς που μετέφεραν την Κιβωτό πάτησαν μέσα στο νερό του ποταμού, ο Ιεχωβά σταμάτησε το ρου του, επιτρέποντάς τους να περάσουν. (Ιη 3:1–4:18) Στη διάταξη της πορείας γύρω από την Ιεριχώ, οι δυνάμεις που ήταν εξοπλισμένες για πόλεμο ακολουθούνταν από εφτά ιερείς οι οποίοι σάλπιζαν με κέρατα, ύστερα ήταν η Κιβωτός και πίσω βρισκόταν η οπισθοφυλακή. (Ιη 6:3-13) Εκ διαμέτρου αντίθετη με τη νίκη στην Ιεριχώ ήταν η ήττα που επήλθε όταν ορισμένοι στασιαστές επιχείρησαν με αυθάδεια να καταλάβουν την Υποσχεμένη Γη παρά τις θεϊκές οδηγίες, οπότε «η κιβωτός της διαθήκης του Ιεχωβά και ο Μωυσής δεν απομακρύνθηκαν από το μέσο του στρατοπέδου». (Αρ 14:44, 45) Ακόμη και οι εχθρικοί Φιλισταίοι αναγνώρισαν την παρουσία του Ιεχωβά όταν η Κιβωτός εμφανίστηκε στο πεδίο της μάχης. Τρομοκρατημένοι κραύγασαν: «Ο Θεός ήρθε στο στρατόπεδο [του Ισραήλ]!» «Αλίμονο σε εμάς, γιατί τέτοιο πράγμα δεν ξανάγινε ποτέ! Αλίμονο σε εμάς! Ποιος θα μας σώσει από το χέρι του μεγαλοπρεπούς αυτού Θεού; Αυτός είναι ο Θεός που πάταξε την Αίγυπτο με κάθε είδους σφαγή στην έρημο».—1Σα 4:6-8.
Η παρουσία του Ιεχωβά εξακολούθησε να είναι έκδηλη όταν πιάστηκε η Κιβωτός από τους Φιλισταίους και οδηγήθηκε στην Άζωτο, όπου τοποθετήθηκε δίπλα στην εικόνα του Δαγών. Εκείνη τη νύχτα, ο Δαγών έπεσε μπρούμυτα. Την επόμενη νύχτα, ξανάπεσε μπροστά στην κιβωτό του Ιεχωβά, το δε κεφάλι του και οι παλάμες των δύο χεριών του κόπηκαν. Στη διάρκεια των επόμενων εφτά μηνών, καθώς η Κιβωτός κυκλοφορούσε από τη μια πόλη των Φιλισταίων στην άλλη, οι άνθρωποι πλήττονταν με αιμορροΐδες και η πόλη Ακκαρών περιήλθε σε «θανατηφόρα σύγχυση», μέχρις ότου η Κιβωτός επιστράφηκε τελικά στον Ισραήλ μαζί με τη δέουσα προσφορά.—1Σα 5:1–6:12.
Εφόσον η Κιβωτός συνδεόταν με την παρουσία του Ιεχωβά, απαιτούνταν να της δείχνεται κατάλληλος σεβασμός και υψηλή εκτίμηση. Ως εκ τούτου, όταν η Κιβωτός ξεκινούσε και όταν αναπαυόταν, ο Μωυσής διακήρυττε λόγια αίνου για τον Ιεχωβά. (Αρ 10:35, 36) Ο Αρχιερέας Ηλεί συγκλονίστηκε τόσο πολύ όταν άκουσε πως η Κιβωτός πιάστηκε από τους Φιλισταίους, ώστε έχασε την ισορροπία του και έπεσε προς τα πίσω σπάζοντας τον αυχένα του, ενώ η νύφη του, κατά την επιθανάτια αγωνία της, θρήνησε: «Η δόξα έφυγε από τον Ισραήλ και πήγε εξορία, επειδή πιάστηκε η κιβωτός του αληθινού Θεού». (1Σα 4:18-22) Ο Βασιλιάς Σολομών αναγνώρισε ότι «οι τόποι όπου έχει πάει η κιβωτός του Ιεχωβά είναι άγιοι».—2Χρ 8:11.
Δεν πρόσφερε μαγική προστασία. Ωστόσο, η Κιβωτός δεν πρόσφερε καμιά μαγική προστασία. Η παρουσία της και μόνο δεν εγγυόταν επιτυχία. Οι ευλογίες του Ιεχωβά εξαρτόνταν από την πνευματική υπόσταση και την πιστή υπακοή εκείνων που την είχαν στην κατοχή τους. Κατά συνέπεια, οι Ισραηλίτες υπό την ηγεσία του Ιησού του Ναυή υπέστησαν ήττα στη Γαι λόγω απιστίας, παρά το γεγονός ότι η Κιβωτός ήταν παρούσα στο στρατόπεδό τους. (Ιη 7:1-6) Παρόμοια, η εμπιστοσύνη που είχε ο Ισραήλ στην παρουσία της Κιβωτού ανάμεσα στα στρατεύματά του δεν εμπόδισε τους Φιλισταίους να θανατώσουν 30.000 Ισραηλίτες και να αρπάξουν την Κιβωτό. (1Σα 4:1-11) Η επιστροφή της Κιβωτού από τους Φιλισταίους αποτέλεσε περίσταση για μεγάλη χαρά, προσφορές θυσιών και απόδοση ευχαριστιών, όμως ο Ιεχωβά «πάταξε το λαό με μεγάλη σφαγή». Γιατί; «Επειδή κοίταξαν την κιβωτό του Ιεχωβά», παραβιάζοντας έτσι την εντολή του. (1Σα 6:11-21· Αρ 4:6, 20) Το πόσοι ακριβώς πέθαναν σε εκείνη την περίπτωση δεν είναι βέβαιο. Το Μασοριτικό κείμενο γράφει: «Πάταξε, λοιπόν, από το λαό εβδομήντα άντρες—πενήντα χιλιάδες άντρες». Αυτή η ασαφής διατύπωση ίσως υποδηλώνει ότι η φράση «πενήντα χιλιάδες άντρες» είναι εμβόλιμη. Η συριακή Πεσίτα και η αραβική μετάφραση λένε πως πατάχθηκαν «πέντε χιλιάδες και εβδομήντα άντρες». Το Ταργκούμ του Ιωνάθαν λέει: «Και πάταξε εβδομήντα άντρες από τους πρεσβυτέρους του λαού και πενήντα χιλιάδες από την εκκλησία». Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει: ᾿Επάταξεν ἐν αὐτοῖς ἑβδομήκοντα ἂνδρας καὶ πεντήκοντα χιλιάδας ἀνδρῶν. Ο Ιώσηπος αναφέρει μόνο ότι θανατώθηκαν εβδομήντα άντρες.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΣΤ΄, 16 (i, 4).
Τοποθεσίες Όπου Φυλασσόταν η Κιβωτός. Η Κιβωτός δεν είχε μόνιμο τόπο ανάπαυσης μέχρι την ανέγερση του ναού του Σολομώντα. Όταν ολοκληρώθηκε το μεγαλύτερο μέρος της κατάκτησης της χώρας (περ. 1467 Π.Κ.Χ.), μεταφέρθηκε στη Σηλώ, και προφανώς παρέμεινε εκεί (με εξαίρεση κάποιο διάστημα που ήταν στη Βαιθήλ) ωσότου πιάστηκε από τους Φιλισταίους. (Ιη 18:1· Κρ 20:26, 27· 1Σα 3:3· 6:1) Μετά την επιστροφή της στην περιοχή των Ισραηλιτών, τοποθετήθηκε πρώτα στη Βαιθ-σεμές και κατόπιν στην Κιριάθ-ιαρίμ, όπου και παρέμεινε 70 περίπου χρόνια.—1Σα 6:11-14· 7:1, 2· 1Χρ 13:5, 6.
Σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, το εδάφιο 1 Σαμουήλ 14:18 υποδεικνύει ότι, στη διάρκεια μιας μάχης με τους Φιλισταίους, ο Βασιλιάς Σαούλ έβαλε τον Αρχιερέα Αχιά να φέρει την Κιβωτό στο στρατόπεδό του. Ωστόσο, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αναφέρει πως ο Σαούλ είπε στον Αχιά: «“Φέρε εδώ το εφόδ!” (Διότι αυτός φορούσε το εφόδ την ημέρα εκείνη ενώπιον του Ισραήλ.)»
Η επιθυμία που είχε ο Δαβίδ να φέρει την Κιβωτό στην Ιερουσαλήμ ήταν καλή, αλλά η μέθοδος την οποία αρχικά εφάρμοσε κατέληξε σε συμφορά. Αντί να διευθετήσει να μεταφερθεί με τα κοντάρια η Κιβωτός στους ώμους των Κααθιτών Λευιτών σύμφωνα με τις οδηγίες, ο Δαβίδ επέτρεψε να την τοποθετήσουν σε μια άμαξα. Τα βόδια παραλίγο να την ανατρέψουν και ο Ουζά πατάχθηκε επειδή άπλωσε το χέρι του για να πιάσει την Κιβωτό, ενεργώντας αντίθετα με το νόμο του Θεού.—2Σα 6:2-11· 1Χρ 13:1-11· 15:13· Αρ 4:15.
Η Κιβωτός φέρθηκε τελικά στην Ιερουσαλήμ με τον κατάλληλο τρόπο από τους Λευίτες (1Χρ 15:2, 15), και εκεί παρέμεινε σε μια σκηνή κατά το υπόλοιπο της βασιλείας του Δαβίδ. (2Σα 6:12-19· 11:11) Οι ιερείς επιχείρησαν να πάρουν την Κιβωτό μαζί τους όταν τράπηκαν σε φυγή εξαιτίας της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ, όμως ο Δαβίδ επέμεινε να παραμείνει αυτή στην Ιερουσαλήμ, έχοντας την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα τους επανέφερε όλους ασφαλείς στην πόλη. (2Σα 15:24, 25, 29· 1Βα 2:26) Ο Δαβίδ επιθυμούσε να χτίσει μόνιμη κατοικία για την Κιβωτό, αλλά ο Ιεχωβά ανέβαλε το οικοδομικό αυτό έργο μέχρι τη βασιλεία του Σολομώντα. (2Σα 7:2-13· 1Βα 8:20, 21· 1Χρ 28:2, 6· 2Χρ 1:4) Κατά την αφιέρωση του ναού, η Κιβωτός μεταφέρθηκε από τη σκηνή, η οποία βρισκόταν στη Σιών, στα Άγια των Αγίων του ναού ο οποίος βρισκόταν ψηλά στο Όρος Μοριά, όπου τοποθετήθηκε κάτω από τις φτερούγες των δύο μεγάλων χερουβείμ που την επισκίαζαν. Αυτό ήταν το μόνο αντικείμενο από τον εξοπλισμό της αρχικής σκηνής της μαρτυρίας το οποίο αποτέλεσε μέρος του ναού του Σολομώντα.—1Βα 6:19· 8:1-11· 1Χρ 22:19· 2Χρ 5:2-10· 6:10, 11· βλέπε ΝΑΟΣ (Ο Ναός του Σολομώντα)· ΧΕΡΟΥΒ Αρ. 1.
Μετά την εποχή του Σολομώντα, η μόνη ιστορική αναφορά στην κιβωτό της διαθήκης, σχεδόν 900 χρόνια από την κατασκευή της, εμφανίζεται στο εδάφιο 2 Χρονικών 35:3 όπου λέγεται ότι ο Βασιλιάς Ιωσίας, το 642 Π.Κ.Χ., διέταξε να επιστραφεί αυτή στο ναό. Για το πώς είχε απομακρυνθεί από εκεί δεν γίνεται λόγος. Ο Ιωσίας ανήλθε στο θρόνο έπειτα από μερικούς άκρως αποστατικούς βασιλιάδες—ένας εκ των οποίων τοποθέτησε μια εικόνα στον οίκο του Ιεχωβά—και πιθανώς κάποιος από αυτούς τους πονηρούς βασιλιάδες απομάκρυνε την Κιβωτό. (2Χρ 33:1, 2, 7) Από την άλλη μεριά, ο Ιωσίας πραγματοποίησε εκτεταμένες επισκευές του ναού, και ίσως εκείνο το διάστημα η Κιβωτός να φυλασσόταν κάπου αλλού για να μην υποστεί ζημιά. (2Χρ 34:8–35:19) Δεν αναφέρεται αν η Κιβωτός πάρθηκε στη Βαβυλώνα. Η Κιβωτός δεν συγκαταλέγεται στα αντικείμενα του ναού που μεταφέρθηκαν εκεί. Παρόμοια, δεν αναφέρεται ότι επιστράφηκε και τοποθετήθηκε στον ανοικοδομημένο ναό του Ζοροβάβελ ούτε υπήρξε αντικατάστασή της. Το πότε και υπό ποιες συνθήκες εξαφανίστηκε η Κιβωτός είναι άγνωστο.—2Βα 25:13-17· 2Χρ 36:18· Εσδ 1:7-11· 7:12-19.
Ο Ιερεμίας προείπε ότι θα ερχόταν καιρός που η κιβωτός της διαθήκης δεν θα υπήρχε πλέον, αλλά δεν θα ήταν αντικείμενο νοσταλγίας και οι λάτρεις του Ιεχωβά δεν θα αντιμετώπιζαν κακουχίες επειδή δεν θα την είχαν. Αντίθετα, “θα αποκαλούσαν την Ιερουσαλήμ θρόνο του Ιεχωβά”.—Ιερ 3:16, 17.
Στην Αποκάλυψη, ένα βιβλίο γεμάτο συμβολισμούς, ο Ιωάννης λέει ότι «φάνηκε η κιβωτός της διαθήκης του μέσα στο αγιαστήριο του ναού του», στον ουρανό. Αυτή η κιβωτός της διαθήκης σχετίζεται με τη νέα διαθήκη που έχει κάνει ο Θεός με ανθρώπους, η δε εμφάνιση της Κιβωτού αποτελούσε ένδειξη πως ο Ιεχωβά κυβερνούσε ξανά μέσω του Χρισμένου του.—Απ 11:15, 19.
-
-
Κιδρόν, Κοιλάδα ΧειμάρρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΔΡΟΝ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
(Κιδρόν) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι σκοτεινός»].
Βαθιά κοιλάδα που χωρίζει την Ιερουσαλήμ από το Όρος των Ελαιών και εκτείνεται πρώτα προς τα ΝΑ και κατόπιν προς τα Ν κατά μήκος της πόλης. Η Κοιλάδα Κιδρόν (Νάχαλ Κιντρόν) που είναι άνυδρη ακόμη και το χειμώνα, με εξαίρεση περιπτώσεις καταρρακτώδους βροχής, ξεκινάει από κάποια απόσταση Β των τειχών της Ιερουσαλήμ. Ενώ στην αρχή είναι πλατιά και ρηχή, στη συνέχεια στενεύει και βαθαίνει. Όταν φτάνει απέναντι από την πρώην περιοχή του ναού, έχει βάθος περίπου 30 μ. και πλάτος 120 μ. Ακόμη νοτιότερα η Κοιλάδα Κιδρόν ενωνόταν με την Κοιλάδα των Τυροποιών και την Κοιλάδα του Εννόμ αντίστοιχα. Από εκεί συνέχιζε προς τα ΝΑ διασχίζοντας την άγονη έρημο του Ιούδα μέχρι τη Νεκρά Θάλασσα. Η σύγχρονη ονομασία του κατώτερου τμήματος της κοιλάδας είναι Ουάντι εν-Ναρ (που σημαίνει «Πύρινο Ουάντι [κοιλάδα χειμάρρου]»)—σημάδι ότι τον περισσότερο καιρό επικρατεί εκεί ζέστη και ξηρασία.
Απέναντι από την Ιερουσαλήμ, στις απότομες και βραχώδεις πλαγιές της ανατολικής πλευράς της κοιλάδας, υπάρχουν μνήματα λαξευμένα στο βράχο. Στη δυτική πλευρά, περίπου στο μέσο της απόστασης ανάμεσα στην πρώην περιοχή του ναού και στη συμβολή της Κοιλάδας Κιδρόν με την Κοιλάδα των Τυροποιών, βρίσκεται η πηγή Γιών. (Βλέπε ΓΙΩΝ Αρ. 2.) Όχι μακριά από αυτή την πηγή, η Κοιλάδα Κιδρόν πλαταίνει και σχηματίζει έναν ανοιχτό χώρο. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι αυτός ο ανοιχτός χώρος μπορεί να αντιστοιχεί στον αρχαίο «κήπο του βασιλιά».—2Βα 25:4.
Όταν ο Βασιλιάς Δαβίδ τράπηκε σε φυγή εξαιτίας του στασιαστή Αβεσσαλώμ, διέσχισε την Κοιλάδα Κιδρόν με τα πόδια. (2Σα 15:14, 23, 30) Επειδή ο Σιμεΐ καταράστηκε τον Δαβίδ σε εκείνη την περίπτωση, μεταγενέστερα ο Σολομών τον περιόρισε στην Ιερουσαλήμ και του απαγόρευσε να διασχίσει την Κοιλάδα Κιδρόν επί ποινή θανάτου. (1Βα 2:8, 9, 36, 37) Από την ίδια κοιλάδα πέρασε και ο Ιησούς πηγαίνοντας στον κήπο της Γεθσημανή. (Ιωα 18:1) Όταν βασίλευαν στον Ιούδα ο Ασά, ο Εζεκίας και ο Ιωσίας, η Κοιλάδα Κιδρόν χρησιμοποιούνταν ως σκουπιδότοπος για τα συναφή με την ειδωλολατρία αντικείμενα. (1Βα 15:13· 2Βα 23:4, 6, 12· 2Χρ 15:16· 29:16· 30:14) Αποτελούσε επίσης τόπο ταφής. (2Βα 23:6) Αυτό κατέστησε την Κοιλάδα Κιδρόν ακάθαρτη περιοχή, και επομένως είναι σημαντικό το ότι η προφητεία του Ιερεμία επισήμανε έναν καιρό κατά τον οποίο, αντίθετα με ό,τι ίσχυε προηγουμένως, «όλες οι αναβαθμίδες ως την κοιλάδα του χειμάρρου Κιδρόν» θα ήταν «κάτι άγιο για τον Ιεχωβά».—Ιερ 31:40.
-
-
ΚιλικίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΛΙΚΙΑ
(Κιλικία).
Μια σχετικά μικρή και στενή περιοχή της νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας. Στα Ν απλωνόταν η Μεσόγειος, στα Δ βρισκόταν η Παμφυλία, στα Β η οροσειρά του Ταύρου τη χώριζε από τη Λυκαονία και την Καππαδοκία, και στα Α η οροσειρά του Αμανού (τώρα Νουρ), η οποία αποτελεί μια νότια διακλάδωση της οροσειράς του Ταύρου, τη χώριζε από τη Συρία. Αυτά ήταν τα σύνορά της, τουλάχιστον για μια μεγάλη περίοδο της αρχαίας ιστορίας της.
Κατά βάση η περιοχή διαιρούνταν σε δύο τμήματα λόγω της μορφολογίας της: το δυτικό, το οποίο λεγόταν Τραχεία Κιλικία, και το ανατολικό, το οποίο λεγόταν Πεδιάς (Πεδινή Κιλικία). Η Τραχεία Κιλικία ήταν ένα αφιλόξενο υψίπεδο στα όρη του Ταύρου, γεμάτο δάση. Η τραχιά ακτογραμμή της, την οποία διέκοπταν βραχώδη ακρωτήρια, πρόσφερε πολυάριθμα υπήνεμα λιμάνια και κολπίσκους. Από την αρχαιότητα, ήταν άντρο ληστών και πειρατών οι οποίοι λυμαίνονταν τα πλοία που παρέπλεαν τις ακτές. Η Πεδινή Κιλικία περιλάμβανε τη μεγάλη παράκτια πεδιάδα, μια εξαιρετικά εύφορη περιοχή με άφθονα νερά. Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, σε αυτή την πεδιάδα υπήρχαν διάσπαρτες ημιαυτόνομες πόλεις, η κυριότερη από τις οποίες ήταν η Ταρσός, η γενέτειρα του Σαύλου (Παύλου).—Πρ 21:39· 22:3· 23:34.
Η Κιλικία, εκτός από σιτάρι, λινάρι και φρούτα, παρήγε ένα ύφασμα από τρίχες κατσικιών το οποίο κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ήταν γνωστό ως κιλίκιο. Το χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή σκηνών, πράγμα που μπορεί να εξηγεί εν μέρει το γεγονός ότι ο Παύλος έμαθε την τέχνη της σκηνοποιίας από μικρός.
Η Κιλικία κατείχε στρατηγική θέση, τόσο από στρατιωτική όσο και από εμπορική άποψη. Η κύρια εμπορική οδός που ερχόταν από τη Συρία περνούσε από τις Συριακές Πύλες, ένα ορεινό πέρασμα μέσα από την οροσειρά του Αμανού (τώρα Νουρ), περίπου 30 χλμ. Β της Αντιόχειας, κατόπιν διέσχιζε την Κιλικία μέχρι την Ταρσό και ανέβαινε τα όρη του Ταύρου προς τις Κιλίκιες Πύλες—τα στενά, δηλαδή τις απόκρημνες διαβάσεις, που οδηγούν στην κεντρική και στη δυτική Μικρά Ασία.
Στην αρχική περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η επαρχία είχε χωριστεί σε δύο τμήματα, και ένα μέρος του δυτικού τμήματος είχε παραχωρηθεί στην εξουσία τοπικών δυναστειών ενώ το υπόλοιπο προφανώς το διοικούσαν γειτονικά υποτελή βασίλεια. Η επανένωση του ανατολικού και του δυτικού τμήματος της Κιλικίας σε ενιαία επαρχία δεν έγινε παρά αργότερα, την εποχή του Βεσπασιανού (72 Κ.Χ.). Επομένως, κατά τους πρώτους αποστολικούς χρόνους υπήρχε ιδιαίτερα στενή σχέση ανάμεσα στην Κιλικία και στη Συρία, σχέση που φαίνεται να αντικατοπτρίζεται στα εδάφια Πράξεις 15:23, 41 και Γαλάτες 1:21, όπου σύμφωνα με μερικούς ερευνητές η λέξη «Κιλικία» αναφέρεται στην Πεδινή Κιλικία. Από την άλλη μεριά, στο εδάφιο Πράξεις 27:5 όπου λέγεται ότι ο Παύλος διέσχισε «το πέλαγος κατά μήκος της Κιλικίας και της Παμφυλίας» καθώς πήγαινε στη Ρώμη για να δικαστεί, η «Κιλικία» περιλαμβάνει προφανώς ολόκληρη την περιοχή της ανατολικής και της δυτικής Κιλικίας.
Ιουδαίοι από την Κιλικία ήταν μεταξύ εκείνων που λογομάχησαν με τον Στέφανο πριν από το θάνατό του. (Πρ 6:9) Γύρω στο 49 Κ.Χ. υπήρχαν ήδη εκκλησίες στην Κιλικία στις οποίες έστειλε επιστολή η Χριστιανική σύνοδος της Ιερουσαλήμ. (Πρ 15:23) Η διαδρομή που ακολούθησε ο Παύλος στη διάρκεια της δεύτερης και της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του θα πρέπει κανονικά να τον οδήγησε μέσα από την Κιλικία και τις Κιλίκιες Πύλες.
-
-
Κιμάχ, ΑστερισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΜΑΧ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ
(Κιμάχ).
Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται στα εδάφια Ιώβ 9:9· 38:31 και Αμώς 5:8 αναφερόμενος σε έναν ουράνιο αστερισμό. Συνήθως θεωρείται ότι αναφέρεται στις Πλειάδες, ένα αστρικό σύμπλεγμα αποτελούμενο από εφτά μεγάλα άστρα και άλλα μικρότερα, τα οποία περιβάλλονται από νεφέλωμα και απέχουν περίπου 380 έτη φωτός από τον ήλιο. Στο εδάφιο Ιώβ 38:31 ο Ιεχωβά ρωτάει τον Ιώβ αν μπορεί “να δέσει τους δεσμούς του αστερισμού Κιμάχ”, και μερικοί συσχετίζουν αυτή τη φράση με το γεγονός ότι το σμήνος των Πλειάδων είναι πυκνό—πιθανότατα το πιο αναγνωρίσιμο αστρικό σμήνος με γυμνό μάτι. Μολονότι δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με βεβαιότητα ο εννοούμενος αστερισμός, προφανώς το νόημα του ερωτήματος είναι κατά πόσον μπορεί ένας απλός άνθρωπος να συνδέσει σε σμήνος μια ομάδα άστρων ώστε αυτά να συγκροτήσουν έναν μόνιμο αστερισμό. Έτσι λοιπόν, με αυτό το ερώτημα, ο Ιεχωβά τόνισε στον Ιώβ την κατωτερότητα του ανθρώπου σε σύγκριση με τον Παγκόσμιο Κυρίαρχο.
-
-
ΚιμωλίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΜΩΛΙΑ
Επιφανειακά κοιτάσματα αυτού του πολύ μαλακού, εύθρυπτου, ιζηματογενούς πετρώματος, το οποίο εμφανίζει υψηλή περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο, υπάρχουν σε διάφορα σημεία της Παλαιστίνης. Επειδή η πέτρα από κιμωλία δεν έχει καμιά αξία ως οικοδομικό υλικό και μπορεί να θρυμματιστεί και να κονιορτοποιηθεί πολύ εύκολα, ο προφήτης Ησαΐας τη χρησιμοποίησε σε μια εύστοχη παρομοίωση για να καταδείξει τι έπρεπε να συμβεί στα ειδωλολατρικά θυσιαστήρια του Ισραήλ προκειμένου να επιτευχθεί η συγχώρηση. (Ησ 27:9) Το αραμαϊκό αντίστοιχο της εβραϊκής λέξης γκιρ (κιμωλία) εμφανίζεται στο εδάφιο Δανιήλ 5:5 και μεταφράζεται “σοβάς”.—Βλέπε ΑΣΒΕΣΤΗΣ· ΣΟΒΑΣ.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη, η λέξη σέρεδ, εμφανίζεται στο εδάφιο Ησαΐας 44:13 και αναφέρεται στην «κόκκινη κιμωλία» που χρησιμοποιούσαν οι ξυλουργοί για να κάνουν διάφορα σημάδια.
-
-
ΚινάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΝΑ
(Κινά).
Πόλη του νότιου Ιούδα. (Ιη 15:21, 22) Μερικοί την ταυτίζουν με το Χίρμπετ Τάιγιμπ (Χορβάτ Τοβ), περίπου 30 χλμ. ΑΒΑ της Βηρ-σαβεέ. Το όνομα της Κινά φαίνεται ότι διασώζεται στο τοπωνύμιο του κοντινού Ουάντι ελ-Κέινι.
-
-
Κινητή ΠροσφοράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΝΗΤΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
Βλέπε ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ.
-
-
ΚιννάβαριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΝΝΑΒΑΡΙ
Βλέπε ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΚιονόκρανοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΟΝΟΚΡΑΝΟ
Το ανώτερο τμήμα του κίονα ενός οικοδομήματος, το οποίο τον επιστέφει κοσμώντας τον. Ογκώδη κιονόκρανα υπήρχαν στην κορυφή του Ιαχίν και του Βοόζ, των στύλων που ορθώνονταν μπροστά στο ναό του Σολομώντα. (2Χρ 3:15-17) Τα κιονόκρανα αυτά, καθώς και οι στύλοι πάνω στους οποίους ήταν τοποθετημένα, κατασκευάστηκαν υπό την επιστασία του τεχνίτη Χιράμ, την εποχή της ανέγερσης του ναού (1034-1027 Π.Κ.Χ.), και διατηρήθηκαν 400 και πλέον χρόνια, μέχρι τη λεηλάτηση της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ. (2Χρ 4:11-13· Ιερ 52:17, 22) Σε όλες τις περιπτώσεις, πλην μιας εξαίρεσης, χρησιμοποιείται για τα εν λόγω κιονόκρανα η εβραϊκή λέξη κοθέρεθ. Η λέξη αυτή προέρχεται από τη ρίζα καθάρ (“περικυκλώνω”· Κρ 20:43) και είναι συγγενική της λέξης κέθερ (“κάλυμμα του κεφαλιού”· Εσθ 1:11). Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κιονόκρανο» στο εδάφιο 2 Χρονικών 3:15 (τσέφεθ) προέρχεται από τη ρίζα τσαφάχ, που σημαίνει “επικαλύπτω”.—Εξ 25:11.
Οι στύλοι ήταν από χυτό χαλκό, με διάμετρο 1,7 μ. περίπου και ύψος 18 πήχεις (8 μ.). Τα κιονόκρανα είχαν επιπρόσθετο ύψος 5 πήχεις (2,2 μ.). (1Βα 7:15, 16) Με βάση τις περικοπές που δηλώνουν ότι τα κιονόκρανα είχαν ύψος πέντε πήχεις, κάποιοι λόγιοι συμπεραίνουν ότι η φράση «τρεις πήχεις» που αναφέρει το εδάφιο 2 Βασιλέων 25:17 είναι προϊόν λανθασμένης αντιγραφής. Γι’ αυτόν το λόγο μερικές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής (όπως, για παράδειγμα, οι JB, NAB) έχουν αντικαταστήσει τη φράση «τρεις πήχεις» με τη φράση «πέντε πήχεις». Εφόσον οι στύλοι ήταν κούφιοι, με τοιχώματα πάχους 7,5 εκ. περίπου, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι τα κιονόκρανα ήταν παρόμοιας κατασκευής και ότι είχαν και αυτά χυτευτεί σε πήλινα καλούπια «στην Περιφέρεια του Ιορδάνη».—2Χρ 4:17· Ιερ 52:21.
Η ελλιπής περιγραφή αυτών των κιονόκρανων τα οποία είχαν σχήμα κούπας καθιστά αδύνατη την επακριβή αναπαράσταση της μορφής τους ή του σχεδίου τους. Γύρω από το κατώτερο μέρος του καθενός από αυτά, υπήρχαν εφτά δίχτυα από χάλκινο δικτυωτό, από τα οποία κρέμονταν δύο σειρές χάλκινα ρόδια, αναρτημένα σε χάλκινες αλυσίδες, με 100 ρόδια στην κάθε σειρά. Αυτά ήταν τοποθετημένα σαν περιδέραια γύρω από τα κιονόκρανα. (1Βα 7:17, 18, 20, 42· 2Χρ 3:16) Φαίνεται ότι από τα 100 ρόδια της κάθε αλυσίδας, τέσσερα—αυτά που βρίσκονταν από τη μέσα πλευρά του κιονόκρανου, προς το ναό—μάλλον δεν ήταν ορατά, δεδομένου ότι ο Ιερεμίας λέει πως «ήταν ενενήντα έξι, στις πλευρές» (κατά κυριολεξία, «στην προσήνεμη πλευρά»· «στην εξωτερική πλευρά», AT, ΛΧ· «αυτά που ήταν ορατά», Mo). (Ιερ 52:23) Πάνω από το διάκοσμο με τα ρόδια, τα κιονόκρανα είχαν «σχήμα κρίνου», μεγέθους 4 πήχεων (1,8 μ.).—1Βα 7:19, 22.
Άλλα κιονόκρανα που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι τα «κιονόκρανα» της Νινευή (εβρ., καφτωρίμ), που καταδικάστηκαν να φιλοξενούν τον “πελεκάνο και το σκαντζόχοιρο”.—Σοφ 2:13, 14.
-
-
ΚιρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡ
Η περιοχή από όπου οι Αραμαίοι πήγαν στη Συρία, χωρίς να είναι αυτή απαραίτητα η κοιτίδα τους. (Αμ 9:7) Μέσω του Αμώς (1:5) του προφήτη του, ο Ιεχωβά έδειξε ότι οι Αραμαίοι θα επέστρεφαν στην Κιρ, αλλά ως εξόριστοι. Αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε όταν ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, αφού δωροδοκήθηκε από τον Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα, κατέλαβε τη Δαμασκό, την αραμαϊκή πρωτεύουσα, και εξόρισε τους κατοίκους της στην Κιρ.—2Βα 16:7-9.
Τα εδάφια Ησαΐας 22:5, 6 παρουσιάζουν την Κιρ να ετοιμάζεται εναντίον “της κοιλάδας του οράματος” (η οποία θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει την Ιερουσαλήμ). Αυτή η προφητεία πιστεύεται γενικά ότι εκπληρώθηκε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ εναντίον του Ιούδα. Λόγω του ότι η Κιρ συνδέεται με το Ελάμ σε αυτό το εδάφιο, μερικοί έχουν προβάλει την άποψη ότι πρέπει να βρισκόταν στην ίδια γενική περιοχή με το Ελάμ, Α του ποταμού Τίγρη. (Παράβαλε Ησ 21:2 όπου η Μηδία, για την οποία είναι γνωστό ότι συνόρευε με το Ελάμ, αναφέρεται και αυτή παράλληλα με το Ελάμ.) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα δεν χρησιμοποιεί το όνομα «Κιρ» σε κανένα από τα παραπάνω εδάφια, αλλά αποδίδει την εβραϊκή λέξη κιρ με διάφορες λέξεις. Το πού βρισκόταν πραγματικά η Κιρ, λοιπόν, παραμένει αβέβαιο.
-
-
Κιρ-αρεσέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡ-ΑΡΕΣΕΘ
(Κιρ-αρεσέθ).
Προφανώς άλλη ονομασία της Κιρ του Μωάβ, μιας πόλης που συνήθως ταυτίζεται με το σύγχρονο Κάρακ.—2Βα 3:25· Ησ 16:7· βλέπε ΚΙΡ ΤΟΥ ΜΩΑΒ.
-
-
Κιρ-ερέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡ-ΕΡΕΣ
(Κιρ-ερές).
Προφανώς εναλλακτική ονομασία της Κιρ-αρεσέθ ή Κιρ του Μωάβ, μιας πόλης που συνήθως συνδέεται με το σύγχρονο Κάρακ.—Ιερ 48:31, 36· βλέπε ΚΙΡ ΤΟΥ ΜΩΑΒ.
-
-
ΚιριάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘ
(Κιριάθ) [Πόλη].
Πόλη του Βενιαμίν η οποία θεωρείται συνήθως ότι ταυτίζεται με την Κιριάθ-ιαρίμ. Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 18:28 εμφανιζόταν το όνομα Κιριάθ-ιαρίμ, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζει και το Αλεξανδρινό Χειρόγραφο (Ο΄).—Βλέπε ΚΙΡΙΑΘ-ΙΑΡΙΜ.
-
-
ΚιριαθαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘΑΪΜ
(Κιριαθαΐμ) [Διπλή Πόλη].
1. Πόλη στα Α του Ιορδάνη η οποία είτε χτίστηκε είτε ανοικοδομήθηκε από τους Ρουβηνίτες. (Αρ 32:37· Ιη 13:15, 19) Σε μεταγενέστερη περίοδο η πόλη περιήλθε υπό μωαβιτική κυριαρχία. Αναφέρεται στις προφητείες του Ιερεμία (48:1) και του Ιεζεκιήλ (25:9) ως πόλη του Μωάβ η οποία θα υφίστατο συμφορά. Προγενέστερα, ο Μωαβίτης Βασιλιάς Μησά του δέκατου αιώνα Π.Κ.Χ. καυχιόταν ότι είχε χτίσει το Καριατέν (προφανώς την Κιριαθαΐμ).
Οι λόγιοι συνήθως την τοποθετούν στην περιοχή κοντά στο Κουράιγιατ, περίπου 10 χλμ. ΔΒΔ της Διβών. Ωστόσο, τα ερείπια που υπάρχουν εκεί δεν ανάγονται πριν από τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., γι’ αυτό και η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
2. Τοποθεσία στον Νεφθαλί η οποία παραχωρήθηκε στους Γηρσωνίτες Λευίτες (1Χρ 6:71, 76) και ονομάζεται Καρθάν στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:32.—Βλέπε ΚΑΡΘΑΝ.
-
-
Κιριάθ-αρβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘ-ΑΡΒΑ
(Κιριάθ-αρβά) [Πόλη του Αρβά].
Η αρχαία ονομασία της πόλης Χεβρών. Η ονομασία αυτή χρησιμοποιούνταν ακόμη και μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 11:25) Αυτή η πόλη, όπως υποδηλώνει η ονομασία της, φαίνεται ότι είχε ιδρυθεί από τον Αρβά, “το μεγάλο άνθρωπο ανάμεσα στους Ανακίμ”.—Ιη 14:15· βλέπε ΧΕΒΡΩΝ Αρ. 3.
-
-
Κιριάθ-βάαλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘ-ΒΑΑΛ
(Κιριάθ-βάαλ) [Πόλη του Βάαλ].
Εναλλακτική ονομασία της πόλης Κιριάθ-ιαρίμ του Ιούδα. Αυτή η τοποθεσία ταυτίζεται συνήθως με το Ντιρ ελ-Άζαρ (Τελ Κιριάτ Γεαρίμ), περίπου 9 χλμ. Ν της Άνω Βαιθ-ορών.—Ιη 15:60· 18:14· βλέπε ΚΙΡΙΑΘ-ΙΑΡΙΜ.
-
-
Κιριάθ-ιαρίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘ-ΙΑΡΙΜ
(Κιριάθ-ιαρίμ) [Πόλη Δασών].
Πόλη των Ευαίων η οποία συνδέεται με τους Γαβαωνίτες (Ιη 9:17) και είναι γνωστή επίσης ως Βααλά (Ιη 15:9), Βααλέ-ιούδα (2Σα 6:2) και Κιριάθ-βάαλ (Ιη 15:60). Αργότερα η Κιριάθ-ιαρίμ περιήλθε στον Ιούδα και συνόρευε με την περιοχή του Βενιαμίν. (Ιη 15:1, 9· 18:11, 14· Κρ 18:12) Φαίνεται ότι εκεί εγκαταστάθηκαν απόγονοι του Ιούδα μέσω του Χάλεβ.—1Χρ 2:3, 50, 52, 53.
Το 12ο αιώνα Π.Κ.Χ., λίγο καιρό αφότου οι Φιλισταίοι επέστρεψαν την Κιβωτό, αυτή μεταφέρθηκε στην Κιριάθ-ιαρίμ έπειτα από αίτημα των αντρών της γειτονικής Βαιθ-σεμές. Προφανώς παρέμεινε εκεί ώσπου ο Βασιλιάς Δαβίδ τη μετέφερε στην Ιερουσαλήμ περίπου 70 χρόνια αργότερα.—1Σα 6:20–7:2· 1Χρ 13:5, 6· 16:1· 2Χρ 1:4.
Ο προφήτης Ουριγίας, σύγχρονος του Ιερεμία, ήταν γιος του Σεμαΐα από την Κιριάθ-ιαρίμ. (Ιερ 26:20) Απόγονοι των κατοίκων της πόλης υπήρχαν επίσης μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 2:1, 2, 25· Νε 7:6, 7, 29.
Το Ντιρ ελ-Άζαρ (Τελ Κιριάτ Γεαρίμ) παρουσιάζεται συνήθως ως η τοποθεσία που αντιστοιχεί στη Βιβλική περιγραφή της Κιριάθ-ιαρίμ, σύμφωνα με την οποία ήταν μια πόλη της ορεινής περιοχής (Ιη 15:48, 60), στο όριο ανάμεσα στον Ιούδα και στον Βενιαμίν, κοντά στις άλλες πόλεις των Γαβαωνιτών. Το μέρος αυτό βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο, πάνω σε έναν λόφο, περίπου 14 χλμ. ΑΒΑ της Βαιθ-σεμές και περίπου 13 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ. Αυτή η τοποθεσία ταιριάζει σε γενικές γραμμές με τα λεγόμενα του Ευσέβιου, ο οποίος σε μία περίπτωση τοποθετεί την Κιριάθ-ιαρίμ 9 ρωμαϊκά μίλια (13 χλμ.) μακριά από την Ιερουσαλήμ και σε άλλη 10 ρωμαϊκά μίλια (15 χλμ.) μακριά της. Επίσης, το γεγονός ότι το Ντιρ ελ-Άζαρ βρίσκεται σε μια περιοχή που φαίνεται ότι κάποτε είχε πολλά δάση εναρμονίζεται με το όνομα Κιριάθ-ιαρίμ, που σημαίνει «Πόλη Δασών».
-
-
Κιριάθ-σαννάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘ-ΣΑΝΝΑ
(Κιριάθ-σαννά) [Πόλη του Σαννά].
Εναλλακτική ονομασία της Δεβίρ, μιας πόλης του Ιούδα η οποία είχε παραχωρηθεί στους Ααρωνικούς ιερείς, περίπου 13 χλμ. ΝΔ της Χεβρών. (Ιη 15:49· 21:13, 15) Μερικοί θεωρούν ότι ο τύπος Κιριάθ-σαννά προέκυψε από λάθος αντιγραφέα κατά τη γραφή του ονόματος Κιριάθ-σεφέρ.—Βλέπε ΔΕΒΙΡ Αρ. 2.
-
-
Κιριάθ-σεφέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡΙΑΘ-ΣΕΦΕΡ
(Κιριάθ-σεφέρ) [Πόλη του Βιβλίου].
Το αρχαίο όνομα της Δεβίρ, μιας ιερατικής πόλης στην περιοχή του Ιούδα, περίπου 13 χλμ. ΝΔ της Χεβρών.—Ιη 15:15, 16· 21:13, 15· Κρ 1:11, 12· βλέπε ΔΕΒΙΡ Αρ. 2.
-
-
Κιρ του ΜωάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΡ ΤΟΥ ΜΩΑΒ
Σημαντική πόλη του Μωάβ, η οποία πιθανότατα υπήρξε σε κάποια εποχή πρωτεύουσά του. Το Αραμαϊκό Ταργκούμ αναφέρει συστηματικά την Κιρ (του Μωάβ), την Κιρ-αρεσέθ και την Κιρ-ερές ως Κάρακ, υποδηλώνοντας ότι όλα αυτά είναι διαφορετικά ονόματα της ίδιας τοποθεσίας. Γι’ αυτό, η «Κιρ του Μωάβ» ταυτίζεται συνήθως με το σύγχρονο Κάρακ. (Ησ 15:1) Αυτή η πόλη βρίσκεται σε ένα μικρό οροπέδιο 900 μ. και πλέον πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και περίπου 35 χλμ. Ν της Διβών. Απότομες κοιλάδες χωρίζουν το μεγαλύτερο μέρος του Κάρακ από τα ψηλότερα γειτονικά βουνά.
Προς το τέλος του δέκατου αιώνα Π.Κ.Χ., οι σύμμαχες δυνάμεις του Ισραήλ, του Ιούδα και του Εδώμ επιτέθηκαν στην Κιρ-αρεσέθ. Αν η ταύτιση αυτής της τοποθεσίας με το Κάρακ είναι σωστή, τότε χωρίς αμφιβολία το σφυροκόπημα της πόλης από σφενδονιστές έγινε από τα κοντινά βουνά. Παρότι η Κιρ-αρεσέθ προφανώς δεν έπεσε, η μάχη ήταν πολύ δύσκολη για το βασιλιά του Μωάβ. Για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, αυτός και 700 πολεμιστές του επιχείρησαν να διασπάσουν τις γραμμές της μάχης και να φτάσουν ως το βασιλιά του Εδώμ, αλλά δεν τα κατάφεραν. Ως ύστατη λύση, ο βασιλιάς του Μωάβ φαίνεται ότι θυσίασε δημόσια τον πρωτότοκο γιο του, πιθανότατα για να εξευμενίσει τον θεό Χεμώς. (2Βα 3:5, 9, 25-27) Το εβραϊκό κείμενο (2Βα 3:27) θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ότι αναφέρεται στον πρωτότοκο γιο του βασιλιά του Εδώμ, και μερικοί ισχυρίζονται ότι αυτό υπαινίσσεται το εδάφιο Αμώς 2:1. Αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο πιθανό.
Η προφητεία του Ησαΐα έδειχνε ότι οι Μωαβίτες θα θρηνούσαν για τις σταφιδόπιτες της Κιρ-αρεσέθ, οι οποίες ήταν ενδεχομένως ένα από τα κύρια εμπορικά προϊόντα της πόλης. (Ησ 16:6, 7) Ο Ησαΐας ανέφερε επίσης ότι τα σωθικά του θορυβούσαν σαν άρπα για τον Μωάβ και την Κιρ-αρεσέθ. Όπως οι χορδές μιας άρπας πάλλονται παράγοντας ήχο, έτσι και τα σπλάχνα του Ησαΐα αναστατώθηκαν από το άγγελμα συμφοράς για την Κιρ-αρεσέθ.—Ησ 16:11· βλέπε επίσης Ιερ 48:31, 36.
-
-
ΚισιώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΣΙΩΝ
(Κισιών).
Μεθόρια πόλη του Ισσάχαρ η οποία παραχωρήθηκε στους Γηρσωνίτες. (Ιη 19:17, 18, 20· 21:27, 28) Ο τύπος «Κέδες», ο οποίος εμφανίζεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:72, φαίνεται να είναι εναλλακτική ονομασία της Κισιών.—Βλέπε ΚΕΔΕΣ Αρ. 3.
-
-
Κισλώθ-θαβώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΣΛΩΘ-ΘΑΒΩΡ
(Κισλώθ-θαβώρ) [Οσφύες [δηλαδή πλαγιές] του Θαβώρ].
Πόλη που οριοθετούσε το σύνορο του Ζαβουλών και της οποίας το όνομα προφανώς αποτελούσε άλλο τύπο του ονόματος Κεζουλώθ. (Ιη 19:12, 18) Συνήθως ταυτίζεται με το Ίκσαλ (Κισλότ Ταβόρ), 3 χλμ. ΝΑ της Ναζαρέτ, στους πρόποδες του Όρους Θαβώρ—τοποθεσία από την οποία ίσως πήρε το όνομά της.
-
-
Κισών, Κοιλάδα ΧειμμάρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΣΩΝ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
(Κισών).
Ρεύμα που ταυτίζεται με το Ναχρ ελ-Μουκατά (Νάχαλ Κισόν). Ο Κισών διαγράφει ελικοειδή πορεία με κατεύθυνση προς τα βορειοδυτικά, κυλώντας από τους λόφους κοντά στη Θαανάχ διαμέσου της Κοιλάδας της Ιεζραέλ ή Εσδρηλών (Έμεκ Γιζραέλ), και αφού διαρρέει ένα στενό φαράγγι ανάμεσα στο Όρος Κάρμηλος και σε ένα παρακλάδι των λόφων της Γαλιλαίας, εισέρχεται στην Πεδιάδα της Ακό (Ακρ) προτού τελικά εκβάλει στη Μεσόγειο. Σε ευθεία γραμμή, η απόσταση από τις πηγές του Κισών μέχρι τις εκβολές του στον Κόλπο της Ακό είναι περίπου 37 χλμ. Το πλάτος του την περίοδο της άνοιξης είναι κατά προσέγγιση 6 μ., αλλά το τμήμα που διαρρέει την Κοιλάδα της Ιεζραέλ διαπλατύνεται κατά 3 μ. περίπου στη δυτική πλευρά της κοιλάδας. Ο Κισών φτάνει στο μέγιστο πλάτος του, που είναι γύρω στα 20 μ., στην Πεδιάδα της Ακό. Με εξαίρεση τα περίπου 10 τελευταία χλμ. του ρου του, είναι συνήθως ξερός το καλοκαίρι. Αλλά κατά την εποχή των βροχών γίνεται ορμητικός πλημμυρίζοντας τις όχθες του και σαρώνοντας τα πάντα στο πέρασμά του. Τότε, η πεδιάδα την οποία διαρρέει ο Κισών μετατρέπεται σε βαλτότοπο.
Την εποχή του Βαράκ και της Δεββώρας η κοιλάδα του χειμάρρου Κισών διαδραμάτισε κάποιον ρόλο στην απελευθέρωση των Ισραηλιτών από την καταδυνάστευση των Χαναναίων. Ο Βαράκ και τα στρατεύματά του παρατάχθηκαν στο Όρος Θαβώρ, κάτι που οδήγησε τον αρχηγό του αντίπαλου στρατεύματος, τον Σισάρα, μαζί με τις άρτια εξοπλισμένες δυνάμεις του και τα 900 άρματά του, στον Κισών. (Κρ 4:6, 7, 12, 13) Φαινομενικά, οι Ισραηλίτες μειονεκτούσαν στρατιωτικά. Ωστόσο, όταν τους δόθηκε η σχετική οδηγία, ο Βαράκ και οι 10.000 άντρες του κατέβηκαν από το Όρος Θαβώρ για να αντιμετωπίσουν τον εχθρό σε μάχη. Τότε παρενέβη ο Ιεχωβά Θεός. «Από τον ουρανό πολέμησαν τα άστρα, από τις τροχιές τους πολέμησαν εναντίον του Σισάρα».—Κρ 4:14, 15· 5:20.
Η άποψη την οποία δέχεται η Ιουδαϊκή παράδοση, όπως παρουσιάζεται στα συγγράμματα του Ιώσηπου, είναι ότι «έπεσε μεγάλη καταιγίδα, με πολλή βροχή και χαλάζι. Ο άνεμος έφερνε τη βροχή στα πρόσωπα των Χαναναίων και σκοτείνιαζε την όρασή τους, με αποτέλεσμα να τους είναι άχρηστα τα τόξα και οι σφεντόνες τους». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ε΄, 205 [v, 4]) Μια τέτοια νεροποντή θα μετέτρεπε το χώμα σε λάσπη, ακινητοποιώντας τα άρματα και κάνοντας τα άλογα να βουλιάζουν μέσα στο βούρκο και τον εχθρό να τρέπεται έντρομος σε φυγή μπροστά στους άντρες του Βαράκ. Ανεξάρτητα από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, «όλο το στρατόπεδο του Σισάρα έπεσε από την κόψη του σπαθιού. Δεν απέμεινε ούτε ένας». (Κρ 4:15, 16· βλέπε επίσης Ψλ 83:9, 10.) Προφανώς ο ύπουλος χείμαρρος Κισών παρέσυρε μακριά τα πτώματα των εχθρών. (Κρ 5:21) Ο ίδιος ο Σισάρα διέφυγε πεζός και πέθανε άδοξα από το χέρι μιας γυναίκας, της Ιαήλ, της συζύγου του Χέβερ του Κεναίου.—Κρ 4:17-21.
Αργότερα, στη διάρκεια της βασιλείας του Αχαάβ, του βασιλιά του Ισραήλ, ο προφήτης Ηλίας έσφαξε 450 προφήτες του Βάαλ στην κοιλάδα του χειμάρρου Κισών.—1Βα 18:22, 40.
“Τα νερά της Μεγιδδώ” (Κρ 5:19) και “η κοιλάδα του χειμάρρου που βρίσκεται μπροστά στην Ιοκνεάμ” (Ιη 19:11) πιστεύεται ότι είναι ο Κισών.
-
-
ΚιτρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΤΡΩΝ
(Κιτρών) [από μια ρίζα που σημαίνει «υψώνω καπνό θυσίας»].
Πόλη της οποίας τους Χαναναίους κατοίκους δεν κατάφεραν να εκδιώξουν οι Ζαβουλωνίτες. (Κρ 1:30) Παρότι υποδεικνύονται διάφορες τοποθεσίες ως πιθανές θέσεις της, καμιά δεν είναι βέβαιη. Αυτή η αρχαία πόλη στον Ζαβουλών ενδέχεται να ταυτίζεται με την Καττάθ.—Ιη 19:15.
-
-
ΚιττίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΙΤΤΙΜ
(Κιττίμ).
Ο Κιττίμ αναφέρεται ως ένας από τους τέσσερις “γιους” του Ιαυάν, παρότι σε όλες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει το όνομα στο εβραϊκό κείμενο της Γραφής εμφανίζεται μόνο στον πληθυντικό αριθμό. (Γε 10:4· 1Χρ 1:7) Ακολούθως, το όνομα χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει έναν λαό και μια περιοχή.
Ο Ιώσηπος (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Α΄, 128 [vi, 1]) αναφέρθηκε στον Κιττίμ με το όνομα «Χέθιμος» το οποίο συνέδεσε με την Κύπρο καθώς και με «το όνομα Χέθη που χρησιμοποιούν οι Εβραίοι για όλα τα νησιά και για τις περισσότερες ναυτικές χώρες». Οι αρχαίοι Φοίνικες ονόμαζαν το λαό της Κύπρου Κίττι. Σύγχρονοι ειδήμονες συμφωνούν γενικά ότι η Κιττίμ ταυτίζεται με την Κύπρο.
Η πόλη Κίτιο στη νοτιοανατολική ακτή της Κύπρου είναι γνωστότερη ως φοινικική αποικία, γι’ αυτό και μερικοί λόγιοι θεωρούν άτοπη την καταχώριση του Κιττίμ στους απογόνους του Ιάφεθ. (Γε 10:2, 4· 1Χρ 1:5, 7) Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι Φοίνικες έφτασαν στην Κύπρο σχετικά αργά, η δε αποικία τους στο Κίτιο χρονολογείται, όπως πιστεύεται, μόλις από τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ. Έτσι λοιπόν, Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([The New Encyclopædia Britannica] 1987, Τόμ. 3, σ. 332), αφού χαρακτηρίζει το Κίτιο «κύρια φοινικική πόλη της Κύπρου», προσθέτει: «Τα αρχαιότερα ερείπια στο Κίτιο ανήκουν σε μια αιγαιακή αποικία της Μυκηναϊκής Περιόδου (περ. 1400-1100 π.Χ.)».—Βλέπε επίσης Τόμ. 16, σ. 948.
Το ότι η Κιττίμ μπορεί να περιλαμβάνει και άλλες περιοχές εκτός από την Κύπρο υποδηλώνεται από την προαναφερθείσα δήλωση του Ιώσηπου ότι οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν αυτή την ονομασία και για άλλα νησιά και χώρες της Μεσογείου οι οποίες βρέχονταν από θάλασσα—με τη διαφορά ότι, μεταξύ των χωρών Κιττίμ, η Κύπρος ήταν η πλησιέστερη (στην Παλαιστίνη). Αυτό φαίνεται να εξάγεται από τις αναφορές στα «νησιά» ή στις «παράκτιες περιοχές» της Κιττίμ στα εδάφια Ιεζεκιήλ 27:6 και Ιερεμίας 2:10. Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι η Κιττίμ χρησιμοποιείται με αυτή την ευρύτερη έννοια και στο εδάφιο Αριθμοί 24:24, όπου ο σύγχρονος του Μωυσή προφήτης Βαλαάμ προείπε ότι «πλοία από την ακτή της Κιττίμ» θα ταλαιπωρούσαν την Ασσυρία και τον Έβερ, προσθέτοντας όμως ότι και αυτός ακόμη ο επιτιθέμενος θα αφανιζόταν τελικά. Αυτή η άποψη αφήνει περιθώρια για την εκδοχή να προερχόταν η επίθεση από την παράκτια περιοχή της Μακεδονίας, από όπου άρχισε την προέλασή του ο Μέγας Αλέξανδρος κατακτώντας τη γη του «Ασσούρ» (Ασσυρία-Βαβυλωνία) καθώς και τη Μηδοπερσική Αυτοκρατορία. Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι επιτιθέμενοι ήταν Ρωμαίοι από τα παράλια της Μεσογείου στην Ιταλία. Η λατινική Βουλγάτα χρησιμοποιεί τη λέξη «Ιταλία» αντί της λέξης «Κιττίμ» στο εδάφιο Αριθμοί 24:24 και το Ταργκούμ του Ογκέλου λέει «Ρωμαίοι». Ωστόσο, το απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (1:1) χρησιμοποιεί το όνομα «Χεττιίμ» (Κιττίμ) υποδηλώνοντας τη Μακεδονία.
Στην εξαγγελία του Ησαΐα κατά της Τύρου, η Κιττίμ (πιθανότατα η Κύπρος) είναι το σημείο όπου τα πλοία της Θαρσείς που κατευθύνονται προς την Ανατολή μαθαίνουν την είδηση για την πτώση της Τύρου, και ο Ιεχωβά λέει στην “παρθένα κόρη της Σιδώνας να περάσει απέναντι στην Κιττίμ”, στη μάταιη προσπάθειά της να βρει καταφύγιο. (Ησ 23:1, 11, 12) Αυτό εναρμονίζεται με τις ιστορικές αποδείξεις περί φοινικικών αποικιών στην Κύπρο την εποχή που προφήτευε ο Ησαΐας (περ. 778-μτ. το 732 Π.Κ.Χ.). Μια επιγραφή του Σενναχειρείμ εξιστορεί τη φυγή του Βασιλιά Λούλι της Σιδώνας στο νησί Γιαντνανά (Κύπρο) λόγω της επίθεσης των Ασσυρίων. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 287, 288) Παρόμοια, πολλοί από την Τύρο, σε εκπλήρωση της εξαγγελίας του Ησαΐα, προφανώς αναζήτησαν καταφύγιο στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της 13χρονης πολιορκίας της Τύρου από τον Ναβουχοδονόσορα.
Η τελευταία μνεία της Κιττίμ (με αυτό το όνομα) βρίσκεται στην προφητεία που εξέφερε ο Δανιήλ για τον ανταγωνισμό ανάμεσα στο «βασιλιά του βορρά» και στο «βασιλιά του νότου», όπου και αναφέρεται ότι μια επίθεση του «βασιλιά του βορρά» αποτυγχάνει εξαιτίας των “πλοίων της Κιττίμ”.—Δα 11:30· βλέπε ΚΥΠΡΟΣ.
-
-
ΚλαδευτήριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΑΔΕΥΤΗΡΙ
Βλέπε ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ.
-
-
Κλαδί, ΒλαστόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΑΔΙ, ΒΛΑΣΤΟΣ
Η λέξη «κλαδί» («κλάδος») αναφέρεται σε μια από τις επιμέρους υποδιαιρέσεις ενός συνόλου, όπως ενός δέντρου, ενός ποταμού ή μιας οικογένειας. Στην Αγία Γραφή, αρκετές εβραϊκές και ελληνικές λέξεις μεταφράζονται κατά περίπτωση «κλαδί», «βλαστός», «κληματόβεργα», «βλαστάρι», «κλωνάρι», «κλαρί», «κλαδάκι» και «κορυφή» (δέντρου). Τα κλαδιά των δέντρων χρησιμοποιούνταν στη λατρεία του Ισραήλ. Στη Γιορτή των Σκηνών, που λάβαινε χώρα τον έβδομο μήνα—τον Εθανίμ ή Τισρί—κλαδιά διαφόρων δέντρων, όπως κλαδιά φοίνικα, ελιάς, μυρτιάς και λεύκας, χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή σκηνών στις οποίες κατοικούσε ο λαός κατά τη διάρκεια της γιορτής.—Λευ 23:40· Νε 8:15.
Όταν ο Ιησούς μπήκε στην Ιερουσαλήμ στις 9 Νισάν του 33 Κ.Χ., το πλήθος που είχε πάει εκεί για το Πάσχα και τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων τον προϋπάντησε κουνώντας φοινικόκλαδα και χαιρετίζοντάς τον ως τον βασιλιά του Ισραήλ. (Ιωα 12:12, 13) Παρόμοια, το «μεγάλο πλήθος» του οράματος του Ιωάννη στο 7ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης παρουσιάζεται να κουνάει φοινικόκλαδα, καθώς αποδίδει τη σωτηρία του στον Θεό, ο οποίος βρίσκεται στο θρόνο, και στο Αρνί.—Απ 7:9, 10.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιησούς ανατράφηκε στην κωμόπολη Ναζαρέτ, το όνομα της οποίας πιθανότατα σημαίνει «Πόλη Βλαστού». Ο απόστολος Ματθαίος επισημαίνει πως το γεγονός ότι ο Ιησούς αποκαλούνταν Ναζωραίος (προφανώς από την εβραϊκή λέξη νέτσερ, «βλαστός») αποτελούσε εκπλήρωση προφητείας, υπονοώντας την προφητεία του εδαφίου Ησαΐας 11:1.—Ματ 2:23.
Ο απόστολος Παύλος παρομοιάζει όσους γίνονται μέρος του σπέρματος του Αβραάμ και προορίζονται για την ουράνια Βασιλεία με κλαδιά σε ένα συμβολικό ελαιόδεντρο. Κλαδιά αγριελιάς (Εθνικοί) μπολιάστηκαν για να αντικαταστήσουν τα “κομμένα” φυσικά κλαδιά (τους Ιουδαίους) εφόσον μόνο λίγοι από εκείνους δέχτηκαν τον Χριστό, ενώ οι περισσότεροι τον απέρριψαν. Με αυτόν τον τρόπο συμπληρώθηκε ο πλήρης αριθμός που είχε καθορίσει ο Θεός, τον οποίο τελικά απαρτίζουν Ιουδαίοι και Εθνικοί.—Ρω 11:17-24.
Οι λέξεις «κλωνάρι», «βλαστάρι» ή «κλαρί» και οι προαναφερόμενοι συναφείς τους όροι χρησιμοποιούνται στις Γραφές για να υποδηλώσουν έναν γιο ή ένα παιδί, δηλαδή έναν απόγονο. Στις ευλογίες που απευθύνει ο Ιακώβ στους γιους του αποκαλεί τον Ιωσήφ «κλωνάρι» (εβρ., μπεν, «γιος»). (Γε 49:22, υποσ.) Η καταστροφή που δεν αφήνει ούτε ρίζα ούτε κλαρί συμβολίζει είτε την εξάλειψη της οικογένειας ή όλων όσων ανήκουν σε ένα ορισμένο είδος είτε την πλήρη καταστροφή από την οποία δεν υπάρχει δυνατότητα αναβίωσης.—Μαλ 4:1· παράβαλε Ησ 5:24· Ωσ 9:16.
Ο Ιησούς Χριστός ορίζεται προφητικά στις Εβραϊκές Γραφές ως ο υπηρέτης του Ιεχωβά, “ο Βλαστός” (Le, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΛΧ) ή «το Κλαδί» (KJ, AT), «το Βλαστάρι» (Ro). (Ζαχ 3:8) Στα εδάφια Ζαχαρίας 6:12, 13, «ο άνθρωπος του οποίου το όνομα είναι Βλαστός» περιγράφεται να χτίζει το ναό του Ιεχωβά και να κάθεται ως ιερέας στο θρόνο του. Αυτό δεν μπορεί να εφαρμόζεται σε κανέναν άλλον παρά στον Ιησού Χριστό, εφόσον μόνο αυτός θα μπορούσε να κατέχει το αξίωμα του Βασιλιά και Ιερέα στη διευθέτηση του Θεού. Σχετικά με τον Ιησού Χριστό δίνεται η υπόσχεση ότι θα εγερθεί ως δίκαιος “βλαστός” στον Δαβίδ. Αυτός θα εκτελέσει δικαιοσύνη και κρίση. (Ιερ 23:5· 33:15· παράβαλε Ησ 53:2· Απ 22:16.) Αποκαλείται επίσης κλαδάκι και βλαστός του Ιεσσαί, του πατέρα του Δαβίδ.—Ησ 11:1.
Το τέλος που θα είχε η δυναστεία των βασιλιάδων της Βαβυλώνας εξεικονίστηκε από την παρομοίωσή της με «απεχθή βλαστό», ο οποίος πετιέται και είναι ανάξιος ταφής.—Ησ 14:19.
Όπως ακριβώς ο Ιεχωβά ο Δημιουργός κάνει τα φυτά και τα δέντρα να βλαστάνουν και να αναπτύσσονται, έτσι και οι λέξεις «βλαστός», «κλαρί» και άλλοι παρόμοιοι όροι συνδέονται με την ευημερία, την αύξηση και τις ευλογίες που δίνει ο Ιεχωβά. (Ησ 4:2· 60:21, 22· Ιωβ 29:19) Ο ίδιος έχει υποσχεθεί ότι «σαν φύλλωμα [«κλαδί», KJ· «πράσινο φύλλο», RS, ΛΧ] θα ανθούν οι δίκαιοι».—Παρ 11:28.
-
-
ΚλάμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΑΜΑ
Εκδήλωση ισχυρών αισθημάτων (όπως η λύπη) με έκχυση δακρύων. Άντρες και γυναίκες του παρελθόντος, μεταξύ των οποίων και κραταιοί πολεμιστές όπως ο Δαβίδ, έκλαψαν, μη θεωρώντας το κλάμα σημάδι αδυναμίας. (Γε 42:24· 43:30· 45:2, 3, 14, 15· 46:29· Ρθ 1:9, 14· 2Σα 13:36· Ιωβ 30:25· Ψλ 6:6-8) Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου ή ενός φίλου ήταν μια από τις κύριες αιτίες για κλάμα. (2Σα 18:33–19:4· Λου 7:11-15· 8:49-56· Ιωα 20:11-15) Επίσης, ο θάνατος σεβαστών και αγαπητών ατόμων μπορεί να έκανε όλο το έθνος να κλάψει (2Σα 3:31-34), και μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις αφιερώνονταν παρατεταμένες περίοδοι χρόνου σε τέτοιες εκδηλώσεις λύπης. (Γε 50:1-3, 10, 11· Αρ 20:29· Δευ 34:8) Άλλες αιτίες για κλάμα ήταν η ήττα στον πόλεμο (Δευ 1:44, 45· Ιερ 31:15· Θρ 1:16), η αιχμαλωσία (Ψλ 137:1), η καταδυνάστευση (Εκ 4:1), η μεγάλη συμφορά (Εσθ 3:13, 14· 4:1-4) και οι τύψεις για την αμαρτία (Εσδ 10:1-4· Ιερ 3:21, 22· 31:9· Ιωλ 2:12· Λου 22:54-62· Ιακ 4:8, 9· βλέπε ΠΕΝΘΟΣ). Το κλάμα στη διάρκεια θρησκευτικών τελετών συνδεόταν με τη λατρεία του βαβυλωνιακού θεού Ταμμούζ.—Ιεζ 8:14.
Εκτός από τα αισθήματα προσωπικής απώλειας ή οδύνης, η βαθιά ανησυχία και τα έντονα αισθήματα για τους άλλους προκαλούσαν πολλές φορές κλάμα. Παραδείγματος χάρη, ο απόστολος Παύλος είπε ότι νουθετούσε και διόρθωνε τους ομοπίστους του με δάκρυα. (Πρ 20:31· 2Κο 2:4) Κλαίγοντας, ανέφερε εκείνους που “περπατούσαν ως εχθροί του ξύλου βασανισμού του Χριστού”. (Φλπ 3:18, 19) Επίσης, λόγω του στενού δεσμού αγάπης που υπήρχε μεταξύ του Παύλου και των επισκόπων της εκκλησίας της Εφέσου, όλοι έκλαψαν μόλις έμαθαν ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να μην ξαναδούν το πρόσωπο του αποστόλου.—Πρ 20:36-38.
Ενίοτε κάποιοι λάτρεις του Ιεχωβά έκλαιγαν ενόσω προσεύχονταν, όπως έκανε η Άννα, ο Εζεκίας και ο Νεεμίας. (1Σα 1:9-11· 2Βα 20:1-5· Νε 1:2-4· Ψλ 39:12) Ακόμη και ο Ιησούς Χριστός, όταν ήταν στη γη, πρόσφερε δεήσεις και ικεσίες στον Πατέρα του «με δυνατές κραυγές και δάκρυα».—Εβρ 5:7.
-
-
ΚλαυδίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΑΥΔΙΑ
(Κλαυδία).
Κάποια Χριστιανή στη Ρώμη, της οποίας τους χαιρετισμούς συμπεριέλαβε ο Παύλος στη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο.—2Τι 4:21.
-
-
ΚλαύδιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΑΥΔΙΟΣ
(Κλαύδιος).
Τέταρτος αυτοκράτορας της Ρώμης, γιος του Δρούσου, του αδελφού του Τιβέριου, και θείος του Καλιγούλα, τον οποίο διαδέχθηκε στο θρόνο το 41 Κ.Χ. Ο Κλαύδιος δεν είχε πολύ δυνατή κράση ούτε ήταν ιδιαίτερα αποφασιστικός, και μολονότι τον ενδιέφερε η ιστορία, η συγγραφή και άλλες φιλολογικές ενασχολήσεις, οι προκάτοχοί του τον θεωρούσαν διανοητικά ανίκανο να χειριστεί τα ηνία της εξουσίας και ευνοούσαν άλλους ως διαδόχους. Εντούτοις, στη διάρκεια της αναταραχής που ακολούθησε τη δολοφονία του Καλιγούλα, η Πραιτωριανή Φρουρά επέβαλε τη θέλησή της και ανακήρυξε τον Κλαύδιο αυτοκράτορα. Ένας από τους υποστηρικτές του σε αυτή την πάλη για την εξουσία υπήρξε και ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄, τον οποίο ο Κλαύδιος αντάμειψε επικυρώνοντας τη βασιλεία του και προσθέτοντας την Ιουδαία και τη Σαμάρεια στην επικράτειά του. Ο Κλαύδιος κατόρθωσε επίσης να κερδίσει την εύνοια της Συγκλήτου. Λέγεται ότι η τέταρτη σύζυγός του τον δηλητηρίασε με μανιτάρια το 54 Κ.Χ., το 14ο έτος της διακυβέρνησής του. Τότε ήρθε στην εξουσία ο Νέρων.
Μια «μεγάλη πείνα σε ολόκληρη την κατοικημένη γη» προειπώθηκε από τον προφήτη Άγαβο, «η οποία και έγινε τον καιρό του Κλαύδιου». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συγκεντρωθεί γρήγορα μια “διακονία βοήθειας” από τους Χριστιανούς της Αντιόχειας για τους αδελφούς τους στην Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία. (Πρ 11:27-30) Μια τέτοια πείνα στην Παλαιστίνη κατά τη διακυβέρνηση του Κλαύδιου αποκαλείται από τον Ιώσηπο (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Κ΄, 49-53 [ii, 5]· Κ΄, 101 [v, 2]) ο “μεγάλος λιμός” και τοποθετείται γύρω στο 46 Κ.Χ.
«Ο Κλαύδιος είχε προστάξει όλους τους Ιουδαίους να φύγουν από τη Ρώμη», εκδίδοντας το διάταγμά του το 49 ή στις αρχές του 50 Κ.Χ., στο ένατο έτος της διακυβέρνησής του. Ο Ρωμαίος βιογράφος και ιστορικός Σουητώνιος επιβεβαιώνει ότι ο Κλαύδιος εκτόπισε τους Ιουδαίους από τη Ρώμη. (Οι Βίοι των Καισάρων, Κλαύδιος, XXV, 4) Ως συνέπεια αυτής της εντολής απέλασης, δύο Χριστιανοί Ιουδαίοι, ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα, έφυγαν από τη Ρώμη για την Κόρινθο, όπου λίγο μετά την άφιξή τους συνάντησαν τον απόστολο Παύλο όταν εκείνος έφτασε εκεί, πιθανότατα το φθινόπωρο του έτους 50 Κ.Χ. (Πρ 18:1-3) Στην αρχή της διακυβέρνησής του, ο Κλαύδιος ήταν ευνοϊκά διακείμενος προς τους Ιουδαίους, προστάζοντας μάλιστα να εκδηλώνεται ανοχή προς αυτούς και χορηγώντας τους διάφορες ελευθερίες σε όλη την αυτοκρατορία. Φαίνεται, όμως, ότι αρκετοί Ιουδαίοι στη Ρώμη δημιουργούσαν ταραχές, και γι’ αυτό ο Κλαύδιος τους έδιωξε από την πόλη.
-
-
Κλαύδιος ΛυσίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΛΥΣΙΑΣ
(Κλαύδιος Λυσίας).
Στρατιωτικός διοικητής της ρωμαϊκής φρουράς στην Ιερουσαλήμ τον καιρό της τελευταίας επίσκεψης του αποστόλου Παύλου εκεί, περίπου το 56 Κ.Χ. Ως στρατιωτικός διοικητής (χιλίαρχος), ο Κλαύδιος Λυσίας είχε υπό τις διαταγές του 1.000 άντρες. Το ελληνικό του όνομα Λυσίας υποδηλώνει ότι ήταν Έλληνας στην καταγωγή. Απέκτησε τη ρωμαϊκή υπηκοότητα καταβάλλοντας μεγάλο χρηματικό ποσό, πιθανότατα στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Κλαύδιου, και παράλληλα πήρε το όνομα του αυτοκράτορα που ήταν στην εξουσία, όπως συνήθιζαν να κάνουν όσοι εξασφάλιζαν την υπηκοότητα. (Πρ 22:28· 23:26) Σύμφωνα με τον ιστορικό Δίωνα τον Κάσσιο, κατά τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του Αυτοκράτορα Κλαύδιου, η ρωμαϊκή υπηκοότητα παραχωρούνταν συχνά έναντι μεγάλων χρηματικών ποσών.—Ρωμαϊκή Ιστορία του Δίωνος, Ξ΄, 17, 5, 6.
Ο Κλαύδιος Λυσίας εμφανίζεται στο υπόμνημα των Πράξεων σε σχέση με τον απόστολο Παύλο. Έχοντας μαζί του στρατιώτες και αξιωματικούς, έσωσε τη ζωή του Παύλου από τα χέρια ενός εξαγριωμένου όχλου. Πιάνοντας τον Παύλο, ο Κλαύδιος Λυσίας διέταξε να αλυσοδεθεί ο απόστολος, και όταν, εξαιτίας της οχλοβοής, δεν μπόρεσε να εξακριβώσει μέσω ερωτήσεων για ποιο πράγμα κατηγορούνταν, έδωσε εντολή να φέρουν τον απόστολο στο στρατώνα του Φρουρίου Αντωνία.—Πρ 21:30-34.
Ο Κλαύδιος Λυσίας συμπέρανε εσφαλμένα ότι ο Παύλος ήταν ο Αιγύπτιος ο οποίος παλιότερα είχε υποκινήσει στασιασμό και είχε οδηγήσει 4.000 «ξιφοφόρους» στην έρημο. Μόλις, όμως, έμαθε ότι δεν αλήθευε αυτό, ενέκρινε το αίτημα του αποστόλου να μιλήσει στο πλήθος από τα σκαλοπάτια—προφανώς του φρουρίου. Όταν ξανάρχισαν οι βιαιότητες τη στιγμή που ο Παύλος έκανε λόγο για την αποστολή του στα έθνη, ο Κλαύδιος Λυσίας πρόσταξε να τον φέρουν μέσα στο στρατώνα και να τον εξετάσουν επισταμένα με μαστίγωμα.—Πρ 21:35-40· 22:21-24.
Μόλις του αναφέρθηκε ότι ο Παύλος ήταν Ρωμαίος πολίτης, και αφού τον ρώτησε ο ίδιος προσωπικά, ο Κλαύδιος Λυσίας φοβήθηκε επειδή, αλυσοδένοντάς τον, είχε παραβιάσει τα δικαιώματα ενός Ρωμαίου. (Πρ 22:25-29) Το γεγονός ότι αποδέχτηκε τον ισχυρισμό του Παύλου περί ρωμαϊκής υπηκοότητας με μόνη βάση τη δήλωση του αποστόλου μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα όταν λάβει κανείς υπόψη του πως υπήρχαν ελάχιστες πιθανότητες να ισχυριστεί κάποιος ψευδώς ότι είχε τα δικαιώματα του Ρωμαίου πολίτη, επειδή ένας τέτοιος ισχυρισμός θα επέσυρε στο άτομο την ποινή του θανάτου. Ο ιστορικός Σουητώνιος αναφέρει ότι ο αυτοκράτορας «απαγόρευσε στους ξένους να χρησιμοποιούν ρωμαϊκά ονόματα για το γένος τους. Εκτέλεσε στον Εσκυλίνο λόφο όσους σφετερίζονταν τα δικαιώματα του Ρωμαίου πολίτη».—Οι Βίοι των Καισάρων, Κλαύδιος, XXV, 3.
Επειδή εξακολουθούσε να θέλει να μάθει την αλήθεια σχετικά με την κατηγορία που είχε προσαφθεί στον Παύλο, ο Κλαύδιος Λυσίας διέταξε να συνεδριάσει το Σάνχεδριν. Σε εκείνη την περίπτωση, η αναφορά που έκανε ο Παύλος στο θέμα της ανάστασης κατέληξε σε τέτοια διένεξη μεταξύ των μελών του Σάνχεδριν ώστε ο Κλαύδιος Λυσίας, φοβούμενος μήπως κομματιάσουν τον Παύλο, πρόσταξε τους στρατιώτες να αρπάξουν τον απόστολο από ανάμεσά τους.—Πρ 22:30· 23:6-10.
Αργότερα, όταν έμαθε από τον ανιψιό του Παύλου ότι οι Ιουδαίοι είχαν στήσει πλεκτάνη για να σκοτώσουν τον απόστολο, ο Κλαύδιος Λυσίας κάλεσε δύο από τους αξιωματικούς του και τους διέταξε να ετοιμάσουν 200 στρατιώτες, 70 ιππείς και 200 λογχοφόρους με σκοπό να αναχωρήσουν για την Καισάρεια στις 9:00 μ.μ. περίπου, προκειμένου να οδηγήσουν τον Παύλο στον Κυβερνήτη Φήλικα. (Πρ 23:16-24) Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ρωμαϊκού νόμου, έστειλε επίσης μια αναφορά της υπόθεσης στον Κυβερνήτη Φήλικα. Αυτή η επιστολή, όμως, δεν παρουσίαζε όλη την πραγματική εικόνα. Μολονότι αναγνώριζε ότι ο Παύλος ήταν αθώος, ο Κλαύδιος Λυσίας έδινε την εντύπωση ότι είχε σώσει τον Παύλο επειδή είχε μάθει ότι ο απόστολος ήταν Ρωμαίος, ενώ στην πραγματικότητα είχε παραβιάσει τα πολιτικά δικαιώματα του Παύλου αλυσοδένοντάς τον και μάλιστα διατάζοντας να εξεταστεί με μαστίγωμα.—Πρ 23:25-30.
Όσον αφορά το πώς ο μαθητής Λουκάς γνώριζε το περιεχόμενο της επιστολής, μια πιθανότητα είναι να διαβάστηκε η επιστολή κατά την εκδίκαση της υπόθεσης του Παύλου. Ο απόστολος ίσως μάλιστα να είχε λάβει αντίγραφό της έπειτα από την προσφυγή του στον Καίσαρα.
-
-
ΚλειδαριάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΕΙΔΑΡΙΑ
Μηχανισμός με τον οποίο ασφαλίζεται μια πόρτα ή μια πύλη ώστε να αποκλείεται η είσοδος. (Κρ 3:23, 24· Νε 3:3, 6, 13-15) Στους αρχαίους χρόνους η κλειδαριά αποτελούνταν συνήθως από έναν ξύλινο σύρτη, ο οποίος συρόταν μέσα στην εγκοπή ενός ξύλινου ορθοστάτη που ήταν στερεωμένος στην πόρτα. Για να κλειδώσει η πόρτα, ο σύρτης ωθούνταν μέσα σε μια υποδοχή στον παραστάτη της πόρτας και ασφαλιζόταν με ξύλινους ή σιδερένιους πίρους οι οποίοι έπεφταν από τον ορθοστάτη μέσα σε οπές που υπήρχαν στο σύρτη. Για να ξεκλειδώσει η πόρτα, έμπαινε ένα κλειδί το οποίο ανύψωνε τους πίρους, επιτρέποντας έτσι στο σύρτη να επιστρέψει στην ξεκλείδωτη θέση. Την υποδοχή, ή εσοχή, μέσα στην οποία έμπαινε ο σύρτης αναφέρει η Σουλαμίτισσα καθώς εξιστορεί ένα όνειρό της, στο οποίο ο βοσκός που αγαπούσε εμποδίστηκε να τη συναντήσει από μια κλειδωμένη πόρτα.—Ασμ 5:2-5· βλέπε ΚΛΕΙΔΙ.
-
-
ΚλειδίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΕΙΔΙ
Εργαλείο που χρησιμοποιείται για να κλειδώνει ή να ξεκλειδώνει πόρτες και πύλες. Ο όρος «κλειδί» χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή τόσο κυριολεκτικά όσο και συμβολικά.
Το κλειδί των Βιβλικών χρόνων ήταν συνήθως ένα επίπεδο κομμάτι ξύλου με προεξοχές που αντιστοιχούσαν σε οπές μέσα σε έναν σύρτη ο οποίος βρισκόταν στην εσωτερική πλευρά της πόρτας του σπιτιού. Ένα τέτοιο κλειδί χρησίμευε στο να σπρώχνει την μπάρα ή το σύρτη που υπήρχε στο εσωτερικό της πόρτας, αντί να περιστρέφεται το ίδιο στο εσωτερικό της κλειδαριάς, όπως το σύγχρονο κλειδί. Το κλειδί το έβαζαν συνήθως στη ζώνη ή το έδεναν σε κάποιο άλλο αντικείμενο και το μετέφεραν στον ώμο.—Ησ 22:22.
Έχουν βρεθεί αιγυπτιακά κλειδιά από μπρούντζο ή σίδερο, αποτελούμενα από ένα ευθύγραμμο στέλεχος, μήκους περίπου 13 εκ., με τρεις ή περισσότερες οδοντωτές προεξοχές στο άκρο του. Οι Ρωμαίοι, επίσης, χρησιμοποιούσαν μεταλλικά κλειδιά, περιλαμβανομένου και του τύπου που περιστρέφεται στο εσωτερικό της κλειδαριάς. Στην Παλαιστίνη έχουν ανακαλυφτεί μπρούντζινα κλειδιά.
Ο Μωαβίτης Βασιλιάς Εγλών χρησιμοποιούσε κλειδαριά και κλειδί για την πόρτα του ανωγείου του. (Κρ 3:15-17, 20-25) Στη διάρκεια της μεταιχμαλωσιακής περιόδου, ανατέθηκε σε κάποιους Λευίτες η υπηρεσία φύλαξης του ναού, και αυτοί διορίστηκαν «υπεύθυνοι για το κλειδί, ώστε να ανοίγουν κάθε πρωί».—1Χρ 9:26, 27.
Μεταφορική Χρήση. Με μεταφορική έννοια, η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί τον όρο «κλειδί» ως σύμβολο εξουσίας, διακυβέρνησης και δύναμης. Όταν ο Ελιακείμ εξυψώθηκε σε έμπιστη και τιμημένη θέση, τέθηκε στον ώμο του «το κλειδί του οίκου του Δαβίδ». (Ησ 22:20-22) Στη Μέση Ανατολή, πιο πρόσφατα, το να έχει κάποιος στον ώμο του ένα μεγάλο κλειδί τον προσδιόριζε ως σημαίνον ή εξέχον άτομο. Στην αρχαιότητα, ο σύμβουλος του βασιλιά που ήταν διορισμένος ως κλειδούχος ενδεχομένως είχε τη γενική επίβλεψη των βασιλικών διαμερισμάτων και επέλεγε, ανάμεσα από υποψηφίους, άτομα για την υπηρεσία του βασιλιά. Στο αγγελικό μήνυμα προς την εκκλησία της Φιλαδέλφειας ο εξυψωμένος Ιησούς Χριστός αναφέρεται ότι έχει «το κλειδί του Δαβίδ», και είναι εκείνος «που ανοίγει ώστε κανείς δεν θα κλείσει, και που κλείνει ώστε κανείς δεν ανοίγει». (Απ 3:7, 8) Στον Ιησού Χριστό, ως τον Κληρονόμο της διαθήκης για τη Βασιλεία που συνάφθηκε με τον Δαβίδ, έχει ανατεθεί η διακυβέρνηση του οίκου της πίστης και η ηγεσία του πνευματικού Ισραήλ. (Λου 1:32, 33) Μέσω της εξουσίας του, που συμβολίζεται από «το κλειδί του Δαβίδ», αυτός μπορεί να ανοίγει ή να κλείνει συμβολικές πόρτες ή ευκαιρίες και προνόμια.—Παράβαλε 1Κο 16:9· 2Κο 2:12, 13.
Πώς χρησιμοποίησε ο Πέτρος «τα κλειδιά της βασιλείας» που του δόθηκαν;
Ο Ιησούς είπε στον Πέτρο: «Θα σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, και οτιδήποτε δέσεις στη γη θα είναι αυτό που έχει δεθεί στους ουρανούς, και οτιδήποτε λύσεις στη γη θα είναι αυτό που έχει λυθεί στους ουρανούς». (Ματ 16:19) Ο προσδιορισμός αυτών των κλειδιών θα πρέπει λογικά να βασίζεται σε άλλες Γραφικές πληροφορίες. Ο Ιησούς έκανε μια ακόμη αναφορά στο θέμα των κλειδιών όταν είπε στους θρησκευτικούς ηγέτες που ήταν ειδήμονες στο Νόμο: «Αφαιρέσατε το κλειδί της γνώσης· εσείς οι ίδιοι δεν μπήκατε, και αυτούς που έμπαιναν τους εμποδίσατε!» (Λου 11:52) Μια σύγκριση αυτού του εδαφίου με το εδάφιο Ματθαίος 23:13 αφήνει να εννοηθεί ότι το ρήμα «μπαίνω» χρησιμοποιείται εδώ σε συσχετισμό με την είσοδο στη «βασιλεία των ουρανών». Συνεπώς, η χρήση της λέξης «κλειδί» στα λόγια του Ιησού προς τον Πέτρο υποδήλωνε ότι ο Πέτρος θα είχε το προνόμιο να εγκαινιάσει ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα το οποίο θα διάνοιγε ειδικές ευκαιρίες αναφορικά με τη Βασιλεία των ουρανών.
Είναι σαφές ότι, ανόμοια με τους υποκριτές θρησκευτικούς ηγέτες εκείνης της εποχής, ο Πέτρος χρησιμοποίησε όντως θεόδοτη γνώση για να βοηθήσει ανθρώπους να “μπουν στη βασιλεία”, ιδίως σε τρεις περιπτώσεις. Η μία ήταν την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 Κ.Χ., όταν ο Πέτρος υπό θεϊκή έμπνευση αποκάλυψε σε ένα συγκεντρωμένο πλήθος ότι ο Ιεχωβά Θεός είχε αναστήσει τον Ιησού και τον είχε εξυψώσει στα δεξιά Του στους ουρανούς και ότι ο Ιησούς, από εκείνη τη βασιλική θέση, είχε εκχύσει άγιο πνεύμα στους συναγμένους μαθητές του. Ως αποτέλεσμα αυτής της γνώσης και ενεργώντας σύμφωνα με την παρότρυνση του Πέτρου ο οποίος είπε: «Μετανοήστε, και ας βαφτιστεί ο καθένας σας στο όνομα του Ιησού Χριστού για συγχώρηση των αμαρτιών σας και θα λάβετε τη δωρεά του αγίου πνεύματος», περίπου 3.000 Ιουδαίοι (και προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό) έκαναν το βήμα που τους διάνοιξε την προοπτική να γίνουν μέλη της «βασιλείας των ουρανών». Το παράδειγμά τους ακολούθησαν στη συνέχεια και άλλοι Ιουδαίοι.—Πρ 2:1-41.
Σε μια άλλη περίπτωση, ο Πέτρος και ο Ιωάννης στάλθηκαν στους Σαμαρείτες, οι οποίοι δεν είχαν λάβει το άγιο πνεύμα, παρότι είχαν βαφτιστεί. Ωστόσο, οι δύο απόστολοι «προσευχήθηκαν για αυτούς» και «έθεταν τα χέρια τους πάνω σε αυτούς», και αυτοί έλαβαν το άγιο πνεύμα.—Πρ 8:14-17.
Η τρίτη περίπτωση κατά την οποία ο Πέτρος χρησιμοποιήθηκε με ειδικό τρόπο για να ανοίξει την πόρτα των προνομίων σε άτομα ως κληρονόμους της Βασιλείας ήταν όταν στάλθηκε στην κατοικία του Εθνικού Κορνήλιου, ενός Ιταλού εκατόνταρχου. Μέσω θεϊκής αποκάλυψης ο Πέτρος αναγνώρισε και διακήρυξε την αμεροληψία του Θεού απέναντι στους Ιουδαίους και στους Εθνικούς, καθώς και ότι άνθρωποι από τα έθνη, εφόσον ήταν θεοφοβούμενοι και εργάζονταν δικαιοσύνη, ήταν πλέον εξίσου αποδεκτοί στον Θεό με όσους Ιουδαίους έκαναν το ίδιο. Ενώ ο Πέτρος παρουσίαζε στους Εθνικούς ακροατές του αυτές τις πληροφορίες, το ουράνιο δώρο του αγίου πνεύματος ήρθε πάνω τους και αυτοί άρχισαν να μιλούν θαυματουργικά γλώσσες. Στη συνέχεια βαφτίστηκαν και καταστάθηκαν οι πρώτοι Εθνικοί που είχαν την προοπτική να γίνουν μέλη «της βασιλείας των ουρανών». Έκτοτε η ξεκλείδωτη πόρτα της ευκαιρίας που είχε διανοιχτεί στους Εθνικούς πιστούς να γίνουν μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας παρέμεινε ανοιχτή.—Πρ 10:1-48· 15:7-9.
Το εδάφιο Ματθαίος 16:19 αποδίδεται ορθώς γραμματικά ως εξής: «Οτιδήποτε δέσεις στη γη θα είναι αυτό που έχει δεθεί στους ουρανούς, και οτιδήποτε λύσεις στη γη θα είναι αυτό που έχει λυθεί στους ουρανούς». Η μετάφραση του Τσαρλς Μπ. Γουίλιαμς λέει στο σημείο αυτό: «Οτιδήποτε απαγορεύσετε εδώ στη γη θα πρέπει να είναι ό,τι έχει ήδη απαγορευτεί στον ουρανό, και οτιδήποτε επιτρέψετε εδώ στη γη θα πρέπει να είναι ό,τι έχει ήδη επιτραπεί στον ουρανό». Η κυριολεκτική μετάφραση του λογίου της ελληνικής γλώσσας Ρόμπερτ Γιανγκ αναφέρει: «Οτιδήποτε μπορεί να δέσετε πάνω στη γη θα έχει ήδη δεθεί στους ουρανούς, και οτιδήποτε μπορεί να λύσετε πάνω στη γη θα έχει ήδη λυθεί στους ουρανούς». Εφόσον άλλα εδάφια καθιστούν σαφές ότι ο αναστημένος Ιησούς παρέμεινε η μόνη αληθινή Κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας, είναι προφανές ότι η υπόσχεσή του στον Πέτρο δεν σήμαινε ότι ο Πέτρος θα υπαγόρευε στον ουρανό τι έπρεπε να λυθεί και τι όχι, αλλά απεναντίας ότι ο Πέτρος θα χρησίμευε ως όργανο του ουρανού στο ξεκλείδωμα, ή στο λύσιμο, ορισμένων αποφασισμένων ζητημάτων.—1Κο 11:3· Εφ 4:15, 16· 5:23· Κολ 2:8-10.
«Κλειδί της αβύσσου». Στα εδάφια Αποκάλυψη 9:1-11 παρουσιάζεται ένα όραμα για κάποιο ουράνιο «άστρο» που λαβαίνει «το κλειδί του λάκκου της αβύσσου» και ανοίγει αυτόν το λάκκο, απελευθερώνοντας ένα σμήνος ακρίδων που έχουν ως βασιλιά τους «τον άγγελο της αβύσσου». Αφού η άβυσσος, όπως δείχνουν τα εδάφια Ρωμαίους 10:6, 7, προφανώς περιλαμβάνει τον Άδη (αν και δεν περιορίζεται στον Άδη), φαίνεται ότι «το κλειδί του λάκκου της αβύσσου» περιλαμβάνει «τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη» που έχει στην κατοχή του ο αναστημένος Ιησούς Χριστός, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο εδάφιο Αποκάλυψη 1:18. Αυτά τα «κλειδιά» συμβολίζουν αναμφίβολα την εξουσία που έχει ο Ιησούς να απελευθερώνει άτομα από δεσμά που κανένας άλλος δεν έχει τη δύναμη να καταργήσει εκτός από τον Θεό ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του. Επομένως, τα «κλειδιά» περιλαμβάνουν την εξουσία της κατά γράμμα ανάστασης ατόμων—με την κατάργηση των δεσμών του τάφου—καθώς και της απελευθέρωσης από μια κατάσταση συμβολικού θανάτου. (Ιωα 5:24-29· παράβαλε Απ 11:3-12· βλέπε ΘΑΝΑΤΟΣ [Αλλαγή στην πνευματική κατάσταση].) Η τελευταία αναφορά της φράσης «το κλειδί της αβύσσου» βρίσκεται στα εδάφια Αποκάλυψη 20:1-7, όπου το όραμα περιγράφει έναν άγγελο που έχει αυτό το κλειδί να ρίχνει τον Σατανά στην άβυσσο, κλείνοντάς την και σφραγίζοντάς την από πάνω του για χίλια χρόνια. Στο τέλος αυτής της περιόδου ο Σατανάς απελευθερώνεται από τη «φυλακή» του, όταν χρησιμοποιείται προφανώς το «κλειδί» που συμβολίζει την εξουσία για αυτό.—Βλέπε ΑΒΥΣΣΟΣ.
-
-
ΚλεόπαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΕΟΠΑΣ
(Κλεόπας) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Κλεόπατρος, που σημαίνει «Ένδοξος Πατέρας»].
Ο ένας από τους δύο μαθητές, από τους οποίους κανείς δεν ήταν απόστολος, οι οποίοι ταξίδευαν προς το χωριό Εμμαούς την ημέρα της ανάστασης του Ιησού. Όταν ο Ιησούς τούς πλησίασε ως ξένος και τους ρώτησε τι συζητούσαν, ο Κλεόπας απάντησε: «Μόνος σου παροικείς εσύ στην Ιερουσαλήμ και δεν ξέρεις όσα συνέβησαν σε αυτήν τούτες τις ημέρες;» Αφού ο Ιησούς τούς εξήγησε πολλές Γραφικές περικοπές και κατόπιν έκανε γνωστή την ταυτότητά του, ο Κλεόπας και ο σύντροφός του, αντί να διανυκτερεύσουν στο χωριό Εμμαούς, έσπευσαν να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ και έφεραν τα νέα στους άλλους. (Λου 24:13-35) Το ελληνικό όνομα Κλεόπας δεν θα πρέπει να συγχέεται με το αραμαϊκό όνομα Κλωπάς.—Ιωα 19:25.
-
-
ΚλέφτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΕΦΤΗΣ
Αυτός που εσκεμμένα παίρνει κάτι το οποίο ανήκει σε άλλον χωρίς άδεια, ειδικά κάποιος ο οποίος το κάνει αυτό με δόλο και απάτη ή κρυφά. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν οι κλέφτες στο παρελθόν ήταν σχεδόν πανομοιότυπες με τις σημερινές. Έκαναν συνήθως τις κλοπές τους τη νύχτα (Ιωβ 24:14· Ιερ 49:9· Ματ 24:43· Λου 12:39· Ιωα 10:10· 1Θε 5:2-5· 2Πε 3:10· Απ 3:3· 16:15), μπαίνοντας πολλές φορές μέσα από ένα παράθυρο. (Ιωλ 2:9) Από την άλλη πλευρά, οι ληστές παραμόνευαν τα θύματά τους και τους επιτίθεντο σε ερημικές περιοχές, όπου ήταν ουσιαστικά αδύνατον να βρουν βοήθεια. Συχνά δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν βία ή να απειλήσουν και να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή εκείνων από τους οποίους άρπαζαν ό,τι πολύτιμο είχαν.—Κρ 9:25· Λου 10:30, 36· 2Κο 11:26.
Οι λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών που αποδίδονται «κλέβω», «ληστεύω» και «ληστής» είναι δυνατόν επίσης να σημαίνουν ότι κάποιος κατακρατεί από έναν άλλον κάτι που δικαιωματικά ανήκει σε εκείνον ή ότι αποσπά από άλλους πράγματα με δόλια μέσα ή ότι οικειοποιείται για δική του χρήση κάτι το οποίο ήταν υποχρεωμένος να δίνει σε άλλους. Μη πληρώνοντας δέκατα για την υποστήριξη της αληθινής λατρείας στο ναό, οι Ιουδαίοι της εποχής του Μαλαχία “έκλεβαν τον Θεό”. (Μαλ 3:8, 9) Το εδάφιο Παροιμίες 28:24 μιλάει για τον άνθρωπο που κλέβει τον πατέρα του ή τη μητέρα του, πράγμα που σημαίνει προφανώς ότι αυτός με κάποιον τρόπο αποστερεί τους γονείς του από κάτι δικαιωματικά δικό τους. Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε τους αργυραμοιβούς επειδή είχαν κάνει το ναό «σπηλιά ληστών». Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι οι αργυραμοιβοί ζητούσαν υπέρογκα ποσά για τις υπηρεσίες τους.—Ματ 21:12, 13.
Στη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Άλλες εκκλησίες λήστεψα δεχόμενος προμήθειες για να διακονήσω εσάς». (2Κο 11:8) Δεν υπήρχε τίποτα το δόλιο στο να λαβαίνει ο Παύλος προμήθειες από άλλους. Αλλά προφανώς έλεγε ότι ήταν σαν να είχε ληστέψει εκείνες τις εκκλησίες με την έννοια ότι είχε χρησιμοποιήσει ό,τι είχε δεχτεί από αυτές για να καλύψει τις ανάγκες του ενόσω κοπίαζε, όχι μαζί τους, αλλά για λογαριασμό των Κορινθίων.
Σε μερικές περιπτώσεις, μπορεί να χαρακτηρίζεται κλοπή η δικαιολογημένη πράξη με την οποία κάποιος παίρνει αυτό που δικαιούται να πάρει, η δε έμφαση δίνεται στο ότι αυτή η πράξη γίνεται στα κλεφτά. Για παράδειγμα, οι Ισραηλίτες “έκλεψαν” το σώμα του Σαούλ από την πλατεία της Βαιθ-σαν. (2Σα 21:12) Η θεία του νεαρού Ιωάς τού έσωσε τη ζωή όταν τον “έκλεψε μέσα από τους αδελφούς του”, οι οποίοι θανατώθηκαν από την πονηρή Γοθολία.—2Βα 11:1, 2· 2Χρ 22:10, 11.
Καταδικάζεται από τον Θεό. Ωστόσο, οι περισσότερες Βιβλικές αναφορές στην κλοπή αφορούν την παράνομη αφαίρεση αυτού που ανήκει σε κάποιον άλλον. Ο νόμος του Ιεχωβά προς τον Ισραήλ δήλωνε ρητά: «Δεν πρέπει να κλέψεις». (Εξ 20:15· Λευ 19:11, 13· Δευ 5:19· Ματ 19:18) Ο κλέφτης έπρεπε να αποδώσει το διπλάσιο, το τετραπλάσιο ή ακόμη και το πενταπλάσιο ως αποζημίωση, ανάλογα με ό,τι καθόριζε ο Νόμος. Αν δεν ήταν σε θέση να το κάνει αυτό, πουλιόταν ως δούλος, και προφανώς αποκτούσε πάλι την ελευθερία του αφού είχε καταβάλει ολόκληρη την αποζημίωση. (Εξ 22:1-12) Εκτός από την αποζημίωση που έπρεπε να καταβάλει, ο ντροπιασμένος κλέφτης (Ιερ 2:26) έπρεπε να φέρει μια προσφορά για ενοχή και να ζητήσει από τον ιερέα να κάνει εξιλέωση για τις αμαρτίες του.—Λευ 6:2-7.
Τελικά το έθνος του Ισραήλ απέρριψε αυτούς τους νόμους και, ως εκ τούτου, ο Ιεχωβά επέτρεψε σε ληστές και κλέφτες εντός και εκτός του έθνους να το λυμαίνονται. (Δευ 28:29, 31· Ιεζ 7:22) Οι δόλιες πράξεις, ειδικά η καταδυνάστευση των φτωχών και των ενδεών, έγιναν κάτι το συνηθισμένο.—Ησ 1:23· 3:14· Ιερ 7:9-11· 21:12· 22:3· Ιεζ 22:29· Μιχ 2:2.
Παρότι ο κλέφτης που κλέβει εξαιτίας της πείνας του ίσως δεν είναι τόσο κατακριτέος όσο ένας ο οποίος, όπως ο Αχάν και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, κλέβει από απληστία και εξαιτίας της κακής καρδιάς του (Ιη 7:11, 20, 21· Παρ 6:30· Ματ 15:19· Ιωα 12:4-6), εντούτοις όσοι επιθυμούν να έχουν την επιδοκιμασία του Θεού δεν μπορούν να είναι ένοχοι κλοπής. (Ησ 61:8· Ρω 2:21) Μολονότι οι Χριστιανοί δεν υπόκεινται στο Μωσαϊκό Νόμο, υπόκεινται στην εντολή να αγαπούν το συνάνθρωπό τους. «Η αγάπη δεν εργάζεται το κακό στον πλησίον», γι’ αυτό και η κλοπή δεν έχει θέση ανάμεσα στους Χριστιανούς. (Ρω 13:9, 10· Ματ 22:39· Ιακ 2:8) Κάθε κλέφτης που θέλει να ζήσει υπό τη διακυβέρνηση της Βασιλείας του Θεού πρέπει να μετανοήσει για την προηγούμενη πορεία διαγωγής του και να μάθει να εργάζεται σκληρά για τα προς το ζην. (1Κο 6:10· Εφ 4:28· 1Πε 4:15) Ο δε γνήσια μετανοημένος πρώην κλέφτης μπορεί να είναι βέβαιος για τη συγχώρηση του Ιεχωβά.—Ιεζ 33:14-16.
Ένας εβραϊκός ιδιωματισμός που σημαίνει κατά κυριολεξία «κλέβω την καρδιά» έχει την έννοια «ξεγελώ».—Γε 31:20, 26, υποσ.· παράβαλε 2Σα 15:6.
-
-
ΚλήμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΗΜΑ
Το κλήμα (άμπελος η οινοφόρος [Vitis vinifera]) είναι φυτό με μακριούς, λεπτούς και περιελισσόμενους βλαστούς οι οποίοι έρπουν στο έδαφος ή αναρριχώνται με έλικες. Η εβραϊκή λέξη γκέφεν αναφέρεται γενικά στο οινοφόρο «κλήμα» (Αρ 6:4· Κρ 13:14) και, κατ’ εξαίρεση, στο «άγριο κληματώδες φυτό» που παρήγε άγρια κολοκύθια. (2Βα 4:39) Η λέξη ἄμπελος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται στο καθαυτό φυτό, ενώ η λέξη ἀμπελών αναφέρεται σε έναν αγρό όπου υπάρχουν φυτεμένα κλήματα.
Η ιστορία της αμπελουργίας αρχίζει με τη δήλωση: «Ο Νώε . . . φύτεψε ένα αμπέλι». (Γε 9:20) Ο Μελχισεδέκ, βασιλιάς της Σαλήμ, έφερε έξω «ψωμί και κρασί» για να τα προσφέρει στον Αβραάμ, πράγμα που αποδεικνύει ότι παράγονταν σταφύλια στη γη Χαναάν πριν από το 1933 Π.Κ.Χ. (Γε 14:18) Αιγυπτιακά εγχάρακτα σχέδια απεικονίζουν σκηνές από τον τρύγο και το πάτημα των σταφυλιών τη δεύτερη χιλιετία Π.Κ.Χ., οι δε Φαραώ εκείνης της εποχής είχαν επίσημους οινοχόους. (Γε 40:9-13, 20-23) Εντούτοις, η οινοποιία της Αιγύπτου δέχτηκε ισχυρό πλήγμα όταν ο Ιεχωβά «αφάνισε τα κλήματά τους» με την πληγή του χαλαζιού.—Ψλ 78:47· 105:33.
Οι κατάσκοποι που μπήκαν στην Υποσχεμένη Γη, μια «γη με . . . κλήματα και σύκα και ρόδια», έφεραν από την κοιλάδα του χειμάρρου Εσχώλ ένα τσαμπί σταφύλια το οποίο ήταν τόσο μεγάλο ώστε έπρεπε να το μεταφέρουν με ένα ραβδί δύο άντρες. (Δευ 8:8· Αρ 13:20, 23, 26) Λέγεται ότι τα τσαμπιά των σταφυλιών από αυτή την περιοχή ζυγίζουν συνήθως 4,5 ως 5,5 κιλά. Αναφέρθηκε ότι κάποιο τσαμπί ζύγιζε 12 κιλά, ενώ κάποιο άλλο πάνω από 20.
Εκτός από την κοιλάδα του χειμάρρου Εσχώλ, άλλες περιοχές που παρήγαν σταφύλια και αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι η Εν-γαδί, δίπλα στη Νεκρά Θάλασσα (Ασμ 1:14), η Συχέμ (Κρ 9:26, 27), η Σηλώ (Κρ 21:20, 21), και στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη, η Σιβμά, η Εσεβών και η Ελεαλή.—Ησ 16:7-10· Ιερ 48:32.
Φύτεμα και Καλλιέργεια. Τα αμπέλια φυτεύονταν συχνά σε λοφοπλαγιές. Υπήρχε η συνήθεια να τα περιφράζουν ή να τα περιτοιχίζουν (Αρ 22:24· Παρ 24:30, 31), καθώς επίσης να φτιάχνουν στέγαστρα ή σκοπιές (Ησ 1:8· 5:2) για να τα προστατεύουν από τους κλέφτες ή από τις επιδρομές ζώων όπως οι αλεπούδες και οι αγριόχοιροι. (Ψλ 80:8, 13· Ασμ 2:15) Ο Μωσαϊκός Νόμος επέτρεπε σε έναν περαστικό να φάει μέχρι να χορτάσει, αλλά όχι και να πάρει μαζί του μέσα σε δοχείο, διότι αυτό θα ήταν κλοπή.—Δευ 23:24.
Για ευκολία, το πατητήρι και το άνοιγμά του σκάβονταν κοντά στο αμπέλι, εφόσον συνήθως τα περισσότερα από τα σταφύλια που τρυγούσαν τα πατούσαν για να φτιάξουν κρασί. (Ησ 5:2· Μαρ 12:1· βλέπε ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΑ ΠΟΤΑ.) Φυσικά, τα σταφύλια τα έτρωγαν και νωπά σε αρκετά μεγάλες ποσότητες, ενώ παρήγαν επίσης σταφίδες αποξηραίνοντας σταφύλια στον ήλιο.—1Σα 25:18· 30:12· 2Σα 16:1· 1Χρ 12:40.
Στην αρχαιότητα, τα αμπέλια ήταν διαρρυθμισμένα με πολλούς και διάφορους τρόπους. Μερικές φορές, τα κλήματα φυτεύονταν συστηματικά σε σειρές που απείχαν μεταξύ τους 2,5 ή περισσότερα μέτρα, αφού πρώτα το έδαφος είχε προετοιμαστεί καλά. Σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο, δεν επιτρεπόταν να φυτεύονται στο αμπέλι άλλοι σπόροι, μπορούσαν όμως να φυτευτούν εκεί δέντρα, όπως η συκιά. (Δευ 22:9· Λου 13:6, 7) Μερικές φορές άφηναν τα κλήματα να μεγαλώσουν πάνω στο έδαφος, στην κατωφέρεια μιας λοφοπλαγιάς, οπότε και στήριζαν σε διχάλες μόνο τα τσαμπιά, αλλά συχνότερα κατηύθυναν τα κλήματα έτσι ώστε να απλωθούν πάνω σε ξύλινα πλέγματα ή σε σωρούς από πέτρες.
Το κλάδεμα είναι απαραίτητο για την παραγωγή καλών σταφυλιών. Ο Ιησούς είπε ότι «κάθε κλαδί . . . που δεν κάνει καρπό το αφαιρεί, και το καθένα που κάνει καρπό το καθαρίζει [κλαδεύοντάς το] για να κάνει περισσότερο καρπό». (Ιωα 15:2) Το κλάδεμα των παραγωγικών κλαδιών παράλληλα με το κόψιμο των άκαρπων επιτρέπουν στο φυτό να χρησιμοποιεί την πλήρη δύναμή του για να παράγει καρπούς ανώτερης ποιότητας. Το κλάδεμα στις Βιβλικές χώρες άρχιζε την άνοιξη, γύρω στον Μάρτιο, και επαναλαμβανόταν τον Απρίλιο και ξανά τον Μάιο, αν ήταν απαραίτητο.—2Χρ 26:10· Ησ 18:5· Λου 13:7.
Ένα καρποφόρο κλήμα μπορεί, με σωστή φροντίδα και καλό κλάδεμα, να φτάσει σε ασυνήθιστη ηλικία και μέγεθος. Παραδείγματος χάρη, αναφέρεται ότι ένα τέτοιο κλήμα στην Ιεριχώ ήταν πάνω από 300 ετών και η διάμετρος του κορμού του έφτανε σχεδόν τα 46 εκ. Μερικές φορές αυτά τα παλιά κλήματα ξεπερνούσαν σε ύψος τα 9 μ. και γίνονταν πραγματικά δέντρα, ολόκληρες “κληματαριές”. Παρ’ όλο το ύψος, όμως, στο οποίο φτάνει το κλήμα ανάμεσα στα δέντρα του δάσους, το ξύλο του δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ούτε ως “πάσσαλος για να κάνουν κάποια εργασία” ούτε ως «ξύλο για να κρεμάσουν οποιοδήποτε σκεύος», διότι είναι πολύ μαλακό. Επίσης, δεν είναι αρκετά ίσιο για να χρησιμεύσει ως ξυλεία. Μάλιστα το ξύλο του κλήματος υπήρξε ταιριαστό σύμβολο των άπιστων κατοίκων της Ιερουσαλήμ, οι οποίοι ήταν χρήσιμοι μόνο ως καύσιμο για τη φωτιά—τον τελικό προορισμό των άκαρπων κλημάτων, όπως είπε ο Ιησούς.—Ιεζ 15:2-7· Ιωα 15:6.
Ο επιτυχημένος τρύγος ήταν καιρός τραγουδιού και ευφροσύνης τόσο για τους τρυγητές όσο και για τους πατητές. (Κρ 9:27· Ησ 16:10· Ιερ 25:30· βλέπε ΠΑΤΗΤΗΡΙ.) Ήταν επίσης καιρός χαράς για τους φτωχούς και για τους πάροικους της γης, στους οποίους επιτρεπόταν να μαζεύουν τα αποτρυγήματα μετά το γενικό τρύγο. (Λευ 19:10· Δευ 24:21) Ίσχυε επίσης το αντίθετο—όταν τα κλήματα ξεραίνονταν ή δεν παρήγαν σταφύλια, ή όταν τα αμπέλια γίνονταν ερημότοποι γεμάτοι αγκάθια, ήταν καιρός συμφοράς και μεγάλης λύπης.—Ησ 24:7· 32:10, 12, 13· Ιερ 8:13.
Οι νόμοι του Σαββάτου απαιτούσαν από τους ιδιοκτήτες να αφήνουν τα αμπέλια ακαλλιέργητα, ακλάδευτα και ατρύγητα κάθε έβδομο έτος και στη διάρκεια του Ιωβηλαίου. (Λευ 25:3-5, 11) Αλλά στη διάρκεια εκείνων των ετών, όλοι οι άνθρωποι (ιδιοκτήτες, δούλοι, πάροικοι, φτωχοί), καθώς και τα ζώα, μπορούσαν να τρώνε ελεύθερα από ό,τι παραγόταν μόνο του.—Εξ 23:10, 11· Λευ 25:1-12.
Παραβολική και Μεταφορική Χρήση. Επειδή οι άνθρωποι ήταν εξοικειωμένοι με το κλήμα—είχαν γενικές γνώσεις γύρω από την καλλιέργεια και την παραγωγικότητά του, καθώς και γύρω από τις συναφείς δραστηριότητες του τρύγου και του αποτρυγήματος—οι Βιβλικοί συγγραφείς το ανέφεραν συχνά. Τα αμπέλια που παρήγαν άφθονο καρπό αντανακλούσαν την ευλογία του Ιεχωβά. (Λευ 26:5· Αγγ 2:19· Ζαχ 8:12· Μαλ 3:11· Ψλ 128:3) Η έκφραση “ο καθένας κάθεται κάτω από το κλήμα του και κάτω από τη συκιά του” έγινε παροιμιώδης και μετέδιδε την εικόνα της ειρήνης και της ασφάλειας.—1Βα 4:25· 2Βα 18:31· Ησ 36:16· Μιχ 4:4· Ζαχ 3:10.
Τα μη παραγωγικά κλήματα φανέρωναν τη δυσμένεια του Θεού. (Δευ 28:39) Ο Ισραήλ ήταν σαν σταφύλια στην έρημο, αλλά έγινε σαν εκφυλισμένο κλήμα (Ωσ 9:10· 10:1), σαν ξένο κλήμα που έβγαζε αγριοστάφυλα. (Ησ 5:4· Ιερ 2:21) Μια κοινή παροιμιώδης φράση τον καιρό του Ιερεμία και του Ιεζεκιήλ αναφερόταν στο γεγονός ότι τα άγουρα σταφύλια κάνουν τα δόντια να μουδιάζουν, επειδή είναι ξινά.—Ιερ 31:29, 30· Ιεζ 18:2.
Έχουν γίνει προσπάθειες να συσχετιστεί το «κλήμα των Σοδόμων» με διάφορα φυτά της περιοχής της Νεκράς Θαλάσσης, αλλά τα συμφραζόμενα αυτής της έκφρασης, στη μοναδική περίπτωση που εμφανίζεται (Δευ 32:32), δείχνουν καθαρά ότι χρησιμοποιείται μεταφορικά. Τα Σόδομα χρησιμοποιούνται επανειλημμένα στην Αγία Γραφή ως σύμβολο της ηθικής διαφθοράς και της πονηρίας.—Ησ 1:10· 3:9· Ιερ 23:14.
Ο Ιησούς μίλησε σε αρκετές περιπτώσεις για τα αμπέλια και τα σταφύλια τους. (Ματ 20:1-16) Μόλις τρεις ημέρες πριν από το θάνατό του, είπε την παραβολή των πονηρών καλλιεργητών.—Μαρ 12:1-9· Λου 20:9-16· βλέπε ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ.
Όταν θέσπισε το Δείπνο του Κυρίου, ο Ιησούς χρησιμοποίησε κρασί, το «γέννημα του κλήματος», για να συμβολίσει το “αίμα του της διαθήκης”. Εκείνη την τελευταία νύχτα της επίγειας ζωής του, χαρακτήρισε επίσης τον εαυτό του ως «το αληθινό κλήμα» και τον Πατέρα του ως “τον καλλιεργητή”. Τους μαθητές του τους παρομοίασε με «τα κλαδιά» τα οποία είτε θα κλαδεύονταν για να κάνουν περισσότερο καρπό είτε θα κόβονταν τελείως.—Ματ 26:27-29· Μαρ 14:24, 25· Λου 22:18· Ιωα 15:1-10.
Προφητική Χρήση. Όταν ο Ιακώβ ευλόγησε τον Ιούδα, είχαν προφητική σημασία τα εξής λόγια του: «Δένοντας το ενήλικο γαϊδούρι του σε ένα κλήμα [λαγκέφεν] και τον απόγονο του θηλυκού γαϊδουριού του σε ένα εκλεκτό κλήμα [βελασσορεκάχ], θα πλύνει τα ρούχα του στο κρασί και το ένδυμά του στο αίμα των σταφυλιών. Κατακόκκινα είναι τα μάτια του από το κρασί». (Γε 49:8-12) Η εβραϊκή λέξη σορεκάχ υποδηλώνει ένα κόκκινο κλήμα που παράγει τους πιο πλούσιους ή εκλεκτούς καρπούς. (Παράβαλε Ησ 5:2· Ιερ 2:21, όπου εμφανίζεται ο συγγενικός όρος σορέκ.) Λίγες ημέρες προτού τοποθετηθεί η πινακίδα με την επιγραφή «Ο Βασιλιάς των Ιουδαίων» από πάνω του, στο ξύλο του βασανισμού (Μαρ 15:26), ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος ήταν από τη φυλή του Ιούδα, μπήκε στην Ιερουσαλήμ πάνω σε ένα πουλάρι γαϊδουριού, παρουσιαζόμενος έτσι σε αυτήν ως ο βασιλιάς της. (Ματ 21:1-9· Ζαχ 9:9) Μολονότι ο Ιησούς δεν έδεσε το πουλάρι του θηλυκού γαϊδουριού σε ένα κατά γράμμα κλήμα, «έδεσε» ωστόσο την αξίωσή του ότι ήταν βασιλιάς σε ένα συμβολικό κλήμα, πνευματικό, δηλαδή στη Βασιλεία του Θεού.—Παράβαλε Ματ 21:41-43· Ιωα 15:1-5.
Εκτός από αυτή τη μεγαλύτερη σημασία, η προφητεία του Ιακώβ είχε και μια κυριολεκτική εφαρμογή σε σχέση με την κληρονομιά που έλαβε η φυλή του Ιούδα στην Υποσχεμένη Γη. Η κληρονομιά αυτή περιλάμβανε την ορεινή περιοχή, με τις καρποφόρες κοιλάδες της και τις υψηλές “εύφορες λοφοπλαγιές” της, στις αναβαθμίδες των οποίων καλλιεργούνταν αμπέλια.—Ησ 5:1.
Στο βιβλίο της Αποκάλυψης, αφού αναφέρεται ο «θερισμός της γης», ένας άγγελος ακούγεται να δίνει την προσταγή: «Τρύγησε τα τσαμπιά του κλήματος της γης, επειδή έχουν ωριμάσει τα σταφύλια του». Τότε «το κλήμα της γης» τρυγήθηκε και ρίχτηκε «στο μεγάλο πατητήρι του θυμού του Θεού». Αυτό το κλήμα είναι διαφορετικό από «το αληθινό κλήμα» που παράγει καρπό προς δόξα του Θεού. «Το κλήμα της γης» παράγει προφανώς κακό καρπό, διότι καταστρέφεται κατά προσταγή του Θεού.—Απ 14:15, 18, 19.
-
-
Κλήμα των ΣοδόμωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΗΜΑ ΤΩΝ ΣΟΔΟΜΩΝ
Βλέπε ΚΛΗΜΑ.
-
-
ΚλήμηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΗΜΗΣ
(Κλήμης).
Πιστός Χριστιανός ο οποίος αγωνίστηκε ώμο προς ώμο με τον απόστολο Παύλο, πιθανότατα στους Φιλίππους, για χάρη των “καλών νέων”. (Φλπ 4:3) Το όνομα Κλήμης ήταν πολύ συνηθισμένο, γι’ αυτό και δεν αποτελεί βάσιμο λόγο για να συνδέσει κανείς αυτό το πρόσωπο με τον Κλήμεντα της Ρώμης, όπως κάνει ο Ωριγένης.
-
-
ΚληρονομιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Κάθε περιουσιακό στοιχείο που μετά το θάνατο του κατόχου περιέρχεται στον κληρονόμο ή στους δικαιωματικούς διαδόχους· οτιδήποτε λαβαίνει κάποιος από τους προγεννήτορες ή τους προκατόχους του μέσω διαδοχής. Το εβραϊκό ρήμα που χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον είναι το ρήμα ναχάλ (ουσιαστικό, ναχαλάχ). Το ρήμα αυτό έχει σχέση με την απόκτηση ή τη χορήγηση κληρονομιάς ή κληρονομικής ιδιοκτησίας, συνήθως εκ διαδοχής. (Αρ 26:55· Ιεζ 46:18) Το ρήμα γιαράς χρησιμοποιείται ενίοτε με τη σημασία «κληρονομώ», αλλά συχνότερα σημαίνει «παίρνω στην κατοχή μου» ανεξαρτήτως διαδοχής. (Γε 15:3· Λευ 20:24) Επίσης, έχει την έννοια «εκδιώκω· διώχνω», κάτι που υπονοεί στρατιωτικές επιχειρήσεις. (Δευ 2:12· 31:3) Οι λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που συνδέονται με την κληρονομιά είναι συγγενικές της λέξης κλῆρος, η οποία εκτός από την κυριολεκτική της σημασία σημαίνει επίσης «συμμετοχή» και «κληρονομιά».—Ματ 27:35· Πρ 1:17· 26:18.
Στον Ισραήλ η κληρονομιά αφορούσε κυρίως την ιδιοκτησία γης, μολονότι χρησιμοποιούνταν και για την κινητή περιουσία. Η Αγία Γραφή μιλάει επίσης για την κληρονομιά πραγμάτων πνευματικής φύσης. Οι γεννημένοι από το πνεύμα Χριστιανοί αποκαλούνται «κληρονόμοι μεν του Θεού, συγκληρονόμοι όμως με τον Χριστό». Εφόσον παραμείνουν πιστοί, αποβλέπουν στην “αιώνια κληρονομιά”.—Ρω 8:17· Εβρ 9:15.
Η Πατριαρχική Περίοδος. Οι πιστοί Εβραίοι πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ δεν κατείχαν καμιά έκταση γης, εκτός από τον αγρό με τη σπηλιά που χρησιμοποιούνταν ως τόπος ταφής και τον αγρό κοντά στη Συχέμ τον οποίο αγόρασε ο Ιακώβ. (Γε 23:19, 20· 33:19) Σχετικά με τη διαμονή του Αβραάμ στη Χαναάν, ο Χριστιανός μάρτυρας Στέφανος είπε: «Όμως δεν του έδωσε καμιά κληρονομική ιδιοκτησία σε αυτήν, ούτε μια πατημασιά· αλλά υποσχέθηκε να του τη δώσει ως ιδιοκτησία, και έπειτα από αυτόν στο σπέρμα του, ενώ ως τότε δεν είχε παιδί». (Πρ 7:5) Η υλική κληρονομιά την οποία μεταβίβαζαν αυτοί οι άνθρωποι συνίστατο στα ζώα τους και στα κινητά τους αγαθά. Ο πρωτότοκος γιος κληρονομούσε διπλή μερίδα (δύο μέρη) της περιουσίας σε σύγκριση με ό,τι αναλογούσε στους άλλους γιους. Στην περίπτωση του πατριάρχη Ιώβ, οι κόρες του έλαβαν και αυτές κληρονομιά ανάμεσα στους αδελφούς τους, αλλά δεν δηλώνεται αν σε αυτήν περιλαμβανόταν και κληρονομιά γης.—Ιωβ 42:15.
Ο πατέρας μπορούσε να εκχωρήσει τα πρωτοτόκια σε άλλον γιο αν είχε σοβαρό λόγο, δίνοντας έτσι την κληρονομιά του πρωτότοκου γιου σε κάποιον νεότερο. Σε όσες συναφείς περιπτώσεις αναφέρονται στην Αγία Γραφή, αυτό δεν έγινε από ιδιοτροπία ή μεροληψία, αλλά υπήρχε βάσιμος λόγος για τον οποίο ο πατέρας αποφάσισε να κάνει αυτή την αλλαγή όσον αφορά την κληρονομιά που συνδεόταν με τα πρωτοτόκια. Ο Ισμαήλ, ως ο μεγαλύτερος γιος του Αβραάμ, ήταν επίδοξος κληρονόμος επί 14 χρόνια περίπου. (Γε 16:16· 17:18-21· 21:5) Εντούτοις, κατόπιν αιτήματος της Σάρρας και με την έγκριση του Ιεχωβά, ο Αβραάμ απέπεμψε τον Ισμαήλ, ο οποίος τότε ήταν περίπου 19 ετών. Έκτοτε ο Ισαάκ κατείχε το δικαίωμα του πρωτοτόκου και αργότερα έλαβε όλα όσα είχε ο Αβραάμ, εκτός από τα δώρα που έδωσε εκείνος στους γιους τους οποίους του γέννησε μεταγενέστερα η Χετούρα. (Γε 21:8-13· 25:5, 6) Ο Ρουβήν, ο πρωτότοκος του Ιακώβ, έχασε την κληρονομιά που συνδεόταν με τα πρωτοτόκια επειδή πόρνευσε με την παλλακίδα του πατέρα του. (Γε 49:3, 4· 1Χρ 5:1, 2) Ο Ιακώβ έδωσε τη μεγαλύτερη ευλογία στον Εφραΐμ, το νεότερο γιο του Ιωσήφ, και όχι στον Μανασσή, τον μεγαλύτερο.—Γε 48:13-19.
Ο θεσμός της παλλακείας ήταν νόμιμος. Μάλιστα, στην Αγία Γραφή η παλλακίδα χαρακτηρίζεται ενίοτε «σύζυγος» του άντρα με τον οποίο ζει και εκείνος χαρακτηρίζεται «σύζυγός» της. Ο πατέρας της αποκαλείται πεθερός του, και αυτός αποκαλείται γαμπρός του πατέρα της. (Γε 16:3· Κρ 19:3-5) Οι γιοι των παλλακίδων ήταν νόμιμοι και επομένως είχαν ίσα κληρονομικά δικαιώματα με τους γιους μιας κανονικής συζύγου.
Προτού ο Αβραάμ αποκτήσει παιδιά, αναφερόταν στο δούλο του τον Ελιέζερ ως το μελλοντικό κληρονόμο των αγαθών του, αλλά ο Ιεχωβά τού είπε ότι επρόκειτο να αποκτήσει ένα παιδί που θα τον κληρονομούσε.—Γε 15:1-4.
Η Περίοδος του Νόμου. Υπό το Νόμο, ο πατέρας δεν είχε το δικαίωμα να καταστήσει πρωτότοκό του το γιο της πιο αγαπημένης συζύγου σε βάρος του πραγματικού πρωτοτόκου—του γιου μιας συζύγου την οποία αγαπούσε λιγότερο. Υποχρεούνταν να δώσει στον πρωτότοκο διπλή μερίδα από όλα όσα είχε. (Δευ 21:15-17) Όταν δεν υπήρχαν γιοι, η κληρονομιά πήγαινε στις κόρες. (Αρ 27:6-8· Ιη 17:3-6) Ωστόσο, οι κόρες που κληρονομούσαν γη υποχρεούνταν να παντρευτούν μόνο εντός της οικογένειας της φυλής του πατέρα τους ώστε να μη μεταβιβάζεται η κληρονομιά τους από φυλή σε φυλή. (Αρ 36:6-9) Αν δεν υπήρχαν παιδιά, η σειρά μεταβίβασης της κληρονομιάς είχε ως εξής: (1) οι αδελφοί του εκλιπόντος, (2) οι αδελφοί του πατέρα του, (3) ο πλησιέστερος εξ αίματος συγγενής. (Αρ 27:9-11) Η σύζυγος δεν λάβαινε κληρονομιά από το σύζυγό της. Αν δεν υπήρχαν παιδιά, η σύζυγος θεωρούνταν ιδιοκτήτρια της γης μέχρις ότου εξαγοραστεί η γη από αυτόν που είχε το δικαίωμα της εξαγοράς. Σε αυτή την περίπτωση εξαγοραζόταν μαζί με την περιουσία και η σύζυγος. (Ρθ 4:1-12) Υπό το νόμο του ανδραδελφικού γάμου, το πρώτο παιδί που αποκτούσε η γυναίκα από τον εξαγοραστή γινόταν κληρονόμος του εκλιπόντος συζύγου και συνεχιστής του ονόματός του.—Δευ 25:5, 6.
Κληρονομικές εκτάσεις γης. Η κληρονομιά των γιων του Ισραήλ τούς δόθηκε από τον Ιεχωβά, ο οποίος καθόρισε στον Μωυσή τα όρια εκείνης της γης. (Αρ 34:1-12· Ιη 1:4) Οι γιοι του Γαδ, οι γιοι του Ρουβήν και η μισή φυλή του Μανασσή έλαβαν την εδαφική κληρονομιά τους από τον Μωυσή. (Αρ 32:33· Ιη 14:3) Οι υπόλοιπες φυλές έλαβαν την κληρονομιά τους με κλήρο υπό την καθοδήγηση του Ιησού του Ναυή και του Ελεάζαρ. (Ιη 14:1, 2) Σε αρμονία με την προφητεία του Ιακώβ στα εδάφια Γένεση 49:5, 7, ο Συμεών και ο Λευί δεν έλαβαν ως κληρονομιά αυτοτελείς περιοχές. Η περιοχή του Συμεών αποτελούνταν από γη (μαζί με παρεμβαλλόμενες πόλεις) μέσα στην περιοχή του Ιούδα (Ιη 19:1-9), ενώ στον Λευί παραχωρήθηκαν 48 πόλεις σε όλη την επικράτεια του Ισραήλ. Εφόσον οι Λευίτες διορίστηκαν να προσφέρουν ειδική υπηρεσία στο αγιαστήριο, κληρονομιά τους θεωρούνταν ο Ιεχωβά. Λάβαιναν τα δέκατα ως μερίδα ή κληρονομιά τους σε ανταπόδοση για την υπηρεσία τους. (Αρ 18:20, 21· 35:6, 7) Στις οικογένειες χορηγούνταν εκτάσεις μέσα στην περιοχή της φυλής τους. Καθώς οι οικογένειες αυξάνονταν και οι γιοι κληρονομούσαν, η γη διαιρούνταν σταδιακά σε ολοένα και μικρότερα τμήματα.
Εφόσον η γη παρέμενε στην κατοχή της ίδιας οικογένειας από γενιά σε γενιά, δεν μπορούσε να πουληθεί για πάντα. Στην ουσία, λοιπόν, η πώληση γης αποτελούσε απλώς εκμίσθωσή της αντί της αξίας των σοδειών που θα παρήγε, η δε τιμή αγοράς καθοριζόταν ανάλογα με το πόσα χρόνια απέμεναν μέχρι το επόμενο Ιωβηλαίο, οπότε κάθε εδαφική ιδιοκτησία επέστρεφε στον αρχικό ιδιοκτήτη αν δεν είχε αγοραστεί εκ νέου ή απολυτρωθεί πριν από το Ιωβηλαίο. (Λευ 25:13, 15, 23, 24) Η διάταξη αυτή περιλάμβανε και σπίτια σε ατείχιστες πόλεις, τα οποία θεωρούνταν μέρος της υπαίθρου. Όσο για ένα σπίτι σε περιτειχισμένη πόλη, το δικαίωμα εξαγοράς ίσχυε μόνο για ένα έτος από τον καιρό της πώλησής του, μετά την πάροδο του οποίου περιερχόταν στην κυριότητα του αγοραστή. Για τα σπίτια των Λευιτικών πόλεων το δικαίωμα εξαγοράς ίσχυε στον αιώνα επειδή οι Λευίτες δεν είχαν κληρονομιά γης.—Λευ 25:29-34.
Το απαραβίαστο της κληρονομικής ιδιοκτησίας φαίνεται παραστατικά από την περίπτωση του αμπελιού του Ναβουθέ. Ο Ναβουθέ αρνήθηκε να πουλήσει το αμπέλι του στο βασιλιά ή να το ανταλλάξει με άλλο. Το στέμμα δεν είχε το δικαίωμα της απαλλοτρίωσης. (1Βα 21:2-6) Ωστόσο, υπήρχε η δυνατότητα να αφιερώσει κανείς μέρος της κληρονομιάς του στον Ιεχωβά για το αγιαστήριο. Σε μια τέτοια περίπτωση, αυτό δεν μπορούσε να απολυτρωθεί, αλλά παρέμενε περιουσία του αγιαστηρίου και του ιερατείου του. Αν κάποιος επιθυμούσε να αγιάσει μέρος της περιουσίας του για προσωρινή χρήση του αγιαστηρίου, μπορούσε να το κάνει. Αν δε αργότερα επιθυμούσε να απολυτρώσει αυτό το μέρος της περιουσίας του, μπορούσε να το κάνει καταβάλλοντας επιπρόσθετα το ένα πέμπτο της υπολογισμένης αξίας του. Αυτό αναμφίβολα προστάτευε το θησαυροφυλάκιο του αγιαστηρίου από απώλειες και επιπλέον ενέπνεε περισσότερο σεβασμό για το αγιαστήριο και για ό,τι προσφερόταν στη λατρεία του Ιεχωβά. Αν ο αγιασμένος αγρός πουλιόταν σε άλλον, τότε κατά το Ιωβηλαίο θεωρούνταν αγρός αφιερωμένος και δεν επιστρεφόταν στον αρχικό ιδιοκτήτη, αλλά παρέμενε περιουσία του αγιαστηρίου και του ιερατείου του.—Λευ 27:15-21, 28· βλέπε ΑΓΙΑΣΜΟΣ (Αγιασμός μιας Έκτασης Γης).
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι στην εβραϊκή ορολογία ή πρακτική δεν είχαν θέση οι διαθήκες, εφόσον οι νόμοι περί κληρονομιάς καθιστούσαν τέτοια έγγραφα περιττά. Ακόμη και η κινητή περιουσία μεταβιβαζόταν είτε από τον ιδιοκτήτη ενόσω εκείνος ζούσε είτε σύμφωνα με τους νόμους περί κληρονομιάς όταν εκείνος πέθαινε. Στην παραβολή του Ιησού για τον άσωτο γιο, ο νεότερος γιος ζήτησε και πήρε το μερίδιό του από την περιουσία προτού πεθάνει ο πατέρας του.—Λου 15:12.
Οφέλη των νόμων περί κληρονομιάς. Οι νόμοι που αφορούσαν τις κληρονομικές ιδιοκτησίες και τη διαίρεσή τους σε μικρότερα τμήματα καθώς αύξανε ο πληθυσμός συντέλεσαν σε μεγαλύτερη οικογενειακή ενότητα. Σε μια χώρα όπως αυτή του Ισραήλ, σημαντικό μέρος της οποίας καλυπτόταν από λόφους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ιουδαία, αυτό ήταν επωφελές επειδή ωθούσε τους Ισραηλίτες να αξιοποιούν τη γη στο έπακρο, κατασκευάζοντας ακόμη και αναβαθμίδες στις λοφοπλαγιές. Το αποτέλεσμα ήταν ένα όμορφο, καταπράσινο τοπίο, ενώ οι ελιές, οι συκιές, οι φοίνικες και τα κλήματα παρείχαν τροφή για μεγάλο πληθυσμό. Το γεγονός ότι κάθε άντρας ήταν ιδιοκτήτης γης τον έκανε να αγαπάει περισσότερο το χώμα στο οποίο ζούσε, προήγε τη φιλοπονία και, σε συνδυασμό με τη διάταξη του Ιωβηλαίου, επανέφερε το έθνος στην αρχική θεοκρατική του κατάσταση κάθε 50ό έτος. Αυτό συνέβαλλε στη διατήρηση ισορροπημένης οικονομίας. Ωστόσο, όπως συνέβη και με άλλα χαρακτηριστικά του Νόμου, τελικά εισχώρησαν καταχρήσεις.
Όπως είχε πει ο Ιεχωβά στον Ισραήλ, εκείνος ήταν ο πραγματικός Ιδιοκτήτης της γης. Αυτοί ήταν πάροικοι και μέτοικοι από τη δική του άποψη. Επομένως, μπορούσε να τους εκδιώξει από τη γη όποτε το έκρινε κατάλληλο. (Λευ 25:23) Επειδή παραβίαζαν κατά κόρον το νόμο του Θεού, οδηγήθηκαν σε εξορία για 70 χρόνια υπό την εξουσία της Βαβυλώνας και παρέμειναν υπό την κυριαρχία των Εθνικών ακόμη και μετά την αποκατάστασή τους το 537 Π.Κ.Χ. Τελικά, το 70 Κ.Χ., οι Ρωμαίοι τούς εκδίωξαν ολοκληρωτικά από τη γη και πούλησαν χιλιάδες ως δούλους. Ακόμη και τα γενεαλογικά τους αρχεία χάθηκαν ή καταστράφηκαν.
Χριστιανική Κληρονομιά. Ο Ιησούς Χριστός, ως ο γιος του Δαβίδ, κληρονομεί το θρόνο του Δαβίδ. (Ησ 9:7· Λου 1:32) Ως ο Γιος του Θεού, κληρονομεί το αξίωμα του ουράνιου βασιλιά μέσω της διαθήκης που έκανε μαζί του ο Ιεχωβά. (Ψλ 110:4· Λου 22:28-30) Επομένως, ο Χριστός κληρονομεί τα έθνη, ώστε να συντρίψει όλους τους εναντιουμένους και να κυβερνάει για πάντα.—Ψλ 2:6-9.
Για τα χρισμένα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας λέγεται ότι έχουν ουράνια κληρονομιά και μερίδιο στην κληρονομιά του Ιησού ως «αδελφοί» του. (Εφ 1:14· Κολ 1:12· 1Πε 1:4, 5) Σε αυτή την κληρονομιά περιλαμβάνεται και η γη.—Ματ 5:5.
Επειδή ο Θεός απολύτρωσε τον Ισραήλ από την Αίγυπτο, οι Ισραηλίτες έγιναν ιδιοκτησία ή «κληρονομιά» του. (Δευ 32:9· Ψλ 33:12· 74:2· Μιχ 7:14) Προσκίαζαν το «έθνος» του πνευματικού Ισραήλ, το οποίο ο Θεός θεωρεί «κληρονομιά» του επειδή είναι ιδιοκτησία του, εφόσον τους έχει αγοράσει μέσω του αίματος του μονογενούς του Γιου, του Ιησού Χριστού.—1Πε 2:9· 5:2, 3· Πρ 20:28.
Ο Ιησούς Χριστός τόνισε ότι όποιοι εγκαταλείπουν πολύτιμα πράγματα για χάρη του ονόματός του και για χάρη των καλών νέων “θα κληρονομήσουν αιώνια ζωή”.—Ματ 19:29· Μαρ 10:29, 30· βλέπε ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ· ΠΡΩΤΟΤΟΚΙΑ· ΠΡΩΤΟΤΟΚΟΣ.
-
-
ΚληρονόμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΣ
Βλέπε ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ.
-
-
ΚλήροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΗΡΟΣ
Το ρίξιμο κλήρου αποτελεί αρχαίο έθιμο για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με αμφιλεγόμενα ζητήματα. Η μέθοδος που χρησιμοποιούσαν ήταν η εξής: Έριχναν βότσαλα ή μικρά κομματάκια ή πλακίδια από ξύλο ή πέτρα στην «ποδιά», τις πτυχές ενός ενδύματος που τις μάζευαν για να σχηματιστεί κοιλότητα, ή σε ένα αγγείο και τα κουνούσαν. Εκείνος του οποίου ο κλήρος έπεφτε έξω ή ανασυρόταν ήταν αυτός που εκλεγόταν. Το ρίξιμο κλήρου, όπως και ο όρκος, περιλάμβανε προσευχή. Με την προσευχή, είτε εκφραζόμενη είτε υποδηλούμενη, επιζητούσαν και ανέμεναν την παρέμβαση του Ιεχωβά. Ο κλήρος (εβρ., γκωράλ) χρησιμοποιείται κυριολεκτικά και μεταφορικά με την έννοια του “μεριδίου” ή της “μερίδας”.—Ιη 15:1· Ψλ 16:5· 125:3· Ησ 57:6· Ιερ 13:25.
Χρήσεις. Το εδάφιο Παροιμίες 16:33 λέει: «Στην ποδιά ρίχνεται ο κλήρος, αλλά κάθε απόφαση που παίρνεται μέσω αυτού είναι από τον Ιεχωβά». Στον Ισραήλ η κατάλληλη χρήση του κλήρου αποσκοπούσε στον τερματισμό μιας διένεξης: «Ο κλήρος παύει τις φιλονικίες και χωρίζει τους κραταιούς τον έναν από τον άλλον». (Παρ 18:18) Δεν τον χρησιμοποιούσαν για διασκέδαση ή ως τυχερό παιχνίδι. Δεν στοιχημάτιζαν ούτε ποντάριζαν—δεν υπήρχαν απώλειες ούτε κέρδη. Σκοπός του κλήρου δεν ήταν να πλουτίσει ο ναός ή οι ιερείς ούτε να συγκεντρωθούν χρήματα για φιλανθρωπίες. Αντίθετα, οι Ρωμαίοι στρατιώτες είχαν κατά νου το ιδιοτελές κέρδος όταν, όπως προειπώθηκε στο εδάφιο Ψαλμός 22:18, έριξαν κλήρο για τα ενδύματα του Ιησού.—Ματ 27:35.
Το τράβηγμα κλήρων αναφέρεται πρώτη φορά στην Αγία Γραφή σε σχέση με την επιλογή του κατσικιού για τον Ιεχωβά και του κατσικιού για τον Αζαζήλ την Ημέρα της Εξιλέωσης. (Λευ 16:7-10) Την εποχή του Ιησού αυτή η διαδικασία λάβαινε χώρα στο ναό του Ηρώδη όπου ο αρχιερέας τραβούσε από ένα δοχείο δύο κλήρους κατασκευασμένους, όπως λέγεται, από ξύλο πύξου ή χρυσάφι. Στη συνέχεια, οι κλήροι, στους οποίους αναγραφόταν αντίστοιχα «Για τον Ιεχωβά» και «Για τον Αζαζήλ», τοποθετούνταν στα κεφάλια των κατσικιών.
Κλήρος τραβήχτηκε για να καθοριστεί η σειρά υπηρεσίας των 24 υποδιαιρέσεων του ιερατείου στο ναό. (1Χρ 24:5-18) Σε αυτή την περίπτωση ο γραμματέας των Λευιτών έγραψε τα ονόματα των κεφαλών των πατρικών οίκων και αυτά προφανώς επιλέχθηκαν το ένα μετά το άλλο. Επίσης, με τον ίδιο τρόπο κληρώθηκαν οι Λευίτες που θα υπηρετούσαν στο ναό ως υμνωδοί, πυλωροί, θησαυροφύλακες, και ούτω καθεξής. (1Χρ 24:31· κεφ. 25, 26· Λου 1:8, 9) Μετά την επιστροφή από την εξορία χρησιμοποιήθηκε κλήρος για να καθοριστεί πώς θα γινόταν η προμήθεια ξύλων για την υπηρεσία του ναού, καθώς και ποιοι έπρεπε να μετακομίσουν στην Ιερουσαλήμ.—Νε 10:34· 11:1.
Μολονότι οι κλήροι δεν μνημονεύονται άμεσα σε σχέση με το Ουρίμ και το Θουμμίμ, τα οποία τοποθέτησε ο Μωυσής μέσα στο περιστήθιο του αρχιερέα (Λευ 8:7-9), και μολονότι δεν είναι γνωστό τι ακριβώς ήταν το Ουρίμ και το Θουμμίμ, εντούτοις αυτά χρησιμοποιούνταν για την επίλυση προβλημάτων όπως χρησιμοποιούνταν δύο κλήροι. Το Ουρίμ και το Θουμμίμ φαίνεται να συνδέονται με το ρίξιμο κλήρου στα εδάφια 1 Σαμουήλ 14:41, 42. Μερικές φορές αναφέρονται ως ιεροί κλήροι. Όταν ανέκυπτε κάποιο ζήτημα εθνικής σημασίας, σχετικά με το οποίο δεν μπορούσε να ληφθεί απόφαση, ο αρχιερέας στεκόταν ενώπιον του Ιεχωβά και εξακρίβωνε την απόφασή Του μέσω αυτών των ιερών κλήρων.
Ο Ιεχωβά πρόσταξε να διαμοιραστεί η Υποσχεμένη Γη μεταξύ των 12 φυλών με ρίξιμο κλήρου. (Αρ 26:55, 56) Το βιβλίο του Ιησού του Ναυή αναφέρεται διεξοδικά σε αυτή τη διαδικασία, η δε λέξη «κλήρος» εμφανίζεται πάνω από 20 φορές στα κεφάλαια 14 ως 21. Η κλήρωση έγινε ενώπιον του Ιεχωβά στη σκηνή της συνάντησης στη Σηλώ υπό την εποπτεία του Ιησού του Ναυή και του Αρχιερέα Ελεάζαρ. (Ιη 17:4· 18:6, 8) Οι Λευιτικές πόλεις επιλέχθηκαν επίσης με κλήρο. (Ιη 21:8) Προφανώς, ο Ιεχωβά έκανε να πέσει ο κλήρος έτσι ώστε να υπάρχει αρμονία με την προγενέστερη προφητεία του που αφορούσε τη γενική χωροθέτηση των φυλών.—Γε 49.
Ο κλήρος χρησιμοποιούνταν επίσης για την αποκάλυψη των παραβατών. Στην περίπτωση του Ιωνά, οι ναυτικοί έριξαν κλήρο ώστε να βρουν ποιος ευθυνόταν για τη θύελλα που τους είχε πλήξει. (Ιων 1:7, 8) Με τη χρήση κλήρου υποδείχτηκε ο Ιωνάθαν ως ο παραβάτης του όρκου που έκανε απερίσκεπτα ο Σαούλ.—1Σα 14:41, 42.
Οι εχθροί του Ισραήλ χρησιμοποιούσαν κλήρο για να μοιράσουν τα λάφυρα και τους αιχμαλώτους πολέμου. (Ιωλ 3:3· Αβδ 11) Ο Αμάν ζήτησε να ριχτεί “Πουρ, δηλαδή Κλήρος”, ασκώντας μια μορφή μαντείας προκειμένου να προσδιορίσει ποια ημέρα θα ήταν ευοίωνη για την εξολόθρευση των Ιουδαίων σε όλη την Περσική Αυτοκρατορία. (Εσθ 3:7) Ο πληθυντικός αριθμός είναι πουρίμ, λέξη από την οποία παίρνει την ονομασία της η Γιορτή των Πουρίμ, η αποκαλούμενη και Γιορτή των Κλήρων.—Εσθ 9:24-26.
Στην Εποχή των Αποστόλων. Κλήρο χρησιμοποίησαν οι μαθητές του Ιησού, σε συνδυασμό με προσευχή, για να καθοριστεί ποιος θα έπαιρνε τη θέση του Ιούδα του Ισκαριώτη ως ένας από τους 12 που είχαν παραστεί μάρτυρες της δράσης και της ανάστασης του Ιησού. Εκλέχθηκε ο Ματθίας. (Πρ 1:21-26) Η λέξη κλῆρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι συγγενική της λέξης κληρονομία. Στα εδάφια Κολοσσαείς 1:12 και 1 Πέτρου 5:3 χρησιμοποιείται αναφορικά με την κληρονομιά που έχει δώσει ο Θεός στους Χριστιανούς.
Ωστόσο, δεν αναφέρεται ότι χρησιμοποιήθηκε κλήρος μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. για την επιλογή των επισκόπων και των βοηθών τους ή για τη λήψη σπουδαίων αποφάσεων. Η επιλογή των επισκόπων και των βοηθών τους έπρεπε να βασίζεται στην εκδήλωση του καρπού του αγίου πνεύματος στη ζωή τους (1Τι 3· Τιτ 1), ενώ άλλες αποφάσεις βασίζονταν στην εκπλήρωση προφητειών, στην αγγελική καθοδήγηση, στις αρχές του Λόγου του Θεού και στις διδασκαλίες του Ιησού, καθώς επίσης στην κατεύθυνση του αγίου πνεύματος. (Πρ 5:19-21· 13:2, 3· 14:23· 15:15-19, 28) Ο απόστολος Παύλος δηλώνει: «Όλη η Γραφή είναι θεόπνευστη και ωφέλιμη . . . για τακτοποίηση ζητημάτων».—2Τι 3:16.
-
-
ΚλίνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΙΝΗ
Βλέπε ΚΡΕΒΑΤΙ.
-
-
ΚλοιόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΟΙΟΣ
Όργανο που περικλείει το λαιμό και τους βραχίονες. Το χρησιμοποιούσαν για να τιμωρούν παραβάτες, εκθέτοντάς τους σε διαπόμπευση. Στο εδάφιο Ιερεμίας 29:26, ο “κλοιός” αποδίδει την εβραϊκή λέξη τσινόκ.
Από τη Βαβυλώνα όπου βρισκόταν εξόριστος, ο ψευδοπροφήτης Σεμαΐας έγραψε στους ιερείς της Ιερουσαλήμ παροτρύνοντάς τους να επιπλήξουν τον Ιερεμία και να τον βάλουν στον κλοιό.
-
-
ΚλοπήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΟΠΗ
Βλέπε ΚΛΕΦΤΗΣ.
-
-
ΚλουβίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΟΥΒΙ
Περιφραγμένος χώρος ή κατασκευή για τον εγκλεισμό πουλιών ή άλλων ζώων. (Ιερ 5:27· παράβαλε Αμ 8:1, 2, όπου η ίδια εβραϊκή λέξη, κελούβ, αποδίδεται «καλάθι».) Ο προφήτης Ιεζεκιήλ εννοούσε προφανώς τον Βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα όταν μίλησε μεταφορικά για ένα λιοντάρι που κλείστηκε σε κλουβί (εβρ., σουγάρ) και φέρθηκε στο βασιλιά της Βαβυλώνας.—Ιεζ 19:9· παράβαλε Ιεζ 12:13· 17:20· 2Βα 25:5-7.
-
-
ΚλωπάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΩΠΑΣ
(Κλωπάς).
Ο σύζυγος μιας από τις Μαρίες που στέκονταν κοντά στον Ιησού ενώ εκείνος ήταν κρεμασμένος στο ξύλο του βασανισμού. (Ιωα 19:25) Πιστεύεται ότι ήταν σύζυγος “της άλλης Μαρίας” και πατέρας του αποστόλου Ιακώβου του Μικρού και του αδελφού του τού Ιωσή. (Ματ 27:56· 28:1· Μαρ 15:40· 16:1· Λου 24:10) Είναι πολύ πιθανό και ευρέως αποδεκτό ότι ο Κλωπάς ήταν το ίδιο πρόσωπο με αυτόν που αποκαλούνταν Αλφαίος. (Ματ 10:3· Μαρ 3:18· Λου 6:15· Πρ 1:13) Τα δύο ονόματα μπορεί να οφείλονται σε κάποια παραλλαγή στην προφορά της πρωτότυπης αραμαϊκής λέξης ή μπορεί το ίδιο πρόσωπο να είχε δύο ονόματα τα οποία χρησιμοποιούνταν εναλλακτικά, κάτι που συνηθιζόταν εκείνον τον καιρό. Το ότι ο Κλωπάς ήταν αδελφός του Ιωσήφ, του θετού πατέρα του Ιησού, αποτελεί εικασία η οποία βασίζεται εξ ολοκλήρου στην παράδοση.
-
-
ΚλώσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΛΩΣΗ
Η διαδικασία τραβήγματος και συστροφής φυτικών ή ζωικών ινών, όπως είναι το λινάρι, το βαμβάκι, το μαλλί και οι τρίχες κατσικιού, με σκοπό τη συνένωσή τους σε κλωστή ή νήμα. Τα κλωσμένα νήματα χρησιμοποιούνταν στην ύφανση, στο ράψιμο, στο κέντημα ή στην κατασκευή σχοινιών.
Τόσο οι Εβραίοι όσο και άλλοι λαοί χρησιμοποιούσαν τη ρόκα και το αδράχτι για αυτή τη διαδικασία. Σε σχέση με την άξια σύζυγο λέγεται το εξής: «Βάζει τα χέρια της στη ρόκα, και τα χέρια της κρατούν το αδράχτι». (Παρ 31:19) Η ρόκα ήταν μια ράβδος πάνω στην οποία τύλιγαν χαλαρά τις καθαρισμένες και χτενισμένες ή ξασμένες ίνες. (Ησ 19:9) Ακολουθούσαν ποικίλες μεθόδους, αλλά μία από αυτές ήταν να κρατούν τη ρόκα με το αριστερό χέρι, τραβώντας από αυτήν τις ίνες σε ορισμένο μήκος και στερεώνοντάς τες στο αδράχτι. Αυτό ήταν μια πιο κοντή ράβδος με άγκιστρο στο ένα άκρο, όπου στερέωναν τις ίνες, και ένα σφοντύλι (δίσκο από βαρύ υλικό όπως η πέτρα) κοντά στο άλλο άκρο. Αυτός που έκλωθε στριφογύριζε με το δεξί του χέρι το αδράχτι που κρεμόταν ελεύθερο, και με τον τρόπο αυτό συνέστρεφε τις ίνες σε νήμα. Κατόπιν τύλιγε το κλωσμένο νήμα γύρω από το στέλεχος του αδραχτιού και το στερέωνε. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβανόταν μέχρις ότου όλες οι ίνες που υπήρχαν στη ρόκα μετατρέπονταν σε μακριά κλωστή.
Στην αρχαία Αίγυπτο έκλωθαν και άντρες και γυναίκες, αλλά μεταξύ των Εβραίων φαίνεται ότι έκλωθαν κυρίως οι γυναίκες. Οι Ισραηλίτισσες είχαν το προνόμιο να κλώσουν και να συνεισφέρουν υλικά όταν κατασκευαζόταν η σκηνή της μαρτυρίας.—Εξ 35:25, 26.
Ο Ιησούς Χριστός αναφέρθηκε στην κλώση όταν πρότρεψε τους μαθητές του να μην ανησυχούν υπερβολικά για τα ρούχα, αλλά να εμπιστεύονται στον Θεό για την ενδυμασία τους. Ο Ιησούς είπε: «Προσέξτε πώς μεγαλώνουν τα κρίνα· ούτε μοχθούν ούτε κλώθουν· αλλά σας λέω: Ούτε και ο Σολομών με όλη του τη δόξα δεν ήταν στολισμένος όπως ένα από αυτά».—Λου 12:27, 28· Ματ 6:28-30.
-
-
ΚνίδοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΝΙΔΟΣ
(Κνίδος).
Πόλη επί της Κνιδίας Χερσονήσου η οποία εκτείνεται από τη νοτιοδυτική γωνία της Μικράς Ασίας και εισχωρεί μέσα στο Αιγαίο Πέλαγος, ανάμεσα στη Ρόδο και στην Κω.
Ο απόστολος Παύλος πιθανότατα πέρασε από την Κνίδο επιστρέφοντας από το δεύτερο ιεραποστολικό ταξίδι του, γύρω στο 52 Κ.Χ. (Πρ 18:21, 22), και ξανά προς το τέλος του τρίτου ταξιδιού του, γύρω στο 56 Κ.Χ., όταν το πλοίο στο οποίο επέβαινε σταμάτησε στη Ρόδο και στην Κω (Πρ 21:1), αλλά η ίδια η πόλη δεν κατονομάζεται σε καμιά από τις δύο περιπτώσεις. Αναφέρεται, ωστόσο, συγκεκριμένα στο 27ο κεφάλαιο των Πράξεων σε συνάρτηση με το ταξίδι που έκανε ο Παύλος γύρω στο 58 Κ.Χ. προκειμένου να εμφανιστεί ενώπιον του Αυτοκράτορα Νέρωνα στη Ρώμη. Αφού απέπλευσε από τα Μύρα, το πλοίο στο οποίο επέβαινε ο Παύλος και άλλοι κρατούμενοι έφτασε στην Κνίδο. (Πρ 27:5-7) Με ευνοϊκούς ανέμους, αυτό το ταξίδι των 240 χλμ. περίπου θα μπορούσε να διαρκέσει μία μόνο ημέρα, αλλά ο αντίξοος άνεμος που αναφέρεται στην αφήγηση εξηγεί γιατί χρειάστηκαν «αρκετές ημέρες» για να καλύψουν αυτή την απόσταση. Το «πλοίο από την Αλεξάνδρεια» στο οποίο επέβαιναν ήταν σιταγωγό, πιθανώς ένα από τα πολλά που μετέφεραν σε τακτική βάση γεωργικά προϊόντα από την Αίγυπτο στη Ρώμη και τα οποία κανονικά ίσως ακολουθούσαν πιο ευθεία διαδρομή από την Αλεξάνδρεια ως τη Ρώμη διαπλέοντας τη Μεσόγειο. (Πρ 27:38) Ωστόσο, ο δυνατός άνεμος που αναφέρεται στα εδάφια 4 και 7 ίσως ανάγκασε το πλοίο να αλλάξει πορεία και να σταματήσει στα Μύρα. Ένα μεγάλο, δυσκίνητο σκάφος φορτωμένο με σιτάρι θα πρέπει να προχωρούσε αργά κόντρα στον άνεμο και είναι λογικό ότι θα έφτανε τελικά στην Κνίδο «με δυσκολία». Ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα έχουν αποκαλύψει πολλά στοιχεία για αυτή την τοποθεσία. Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible), Συμπληρωματικός Τόμος, σ. 169, περιγράφει την περιοχή ως εξής: «Ένας χαμηλός και στενός ισθμός . . . συνδέει το κύριο τμήμα της Κνιδίας χερσονήσου με ένα ψηλό ακρωτήριο, δημιουργώντας έτσι εκατέρωθεν του ισθμού δύο θαυμάσια απάνεμα λιμάνια. Το μεγαλύτερο λιμάνι στο Ν πρέπει να ήταν το εμπορικό λιμάνι όπου πλοία με προορισμό τη δύση ή το βορρά, όπως αυτό του Παύλου (Πρ 27:7), μπορούσαν να περιμένουν να υποχωρήσει η κακοκαιρία προτού συνεχίσουν το ταξίδι τους πέρα από το ανεμοδαρμένο ακρωτήριο. Στις όχθες των λιμανιών υπήρχαν προβλήτες, αποθήκες . . . , αγορές, μικρά θέατρα και ένας ναός του Διονύσου».—Επιμέλεια Κ. Κριμ, 1976.
Το υπόμνημα, αφού κάνει λόγο για την άφιξη στην Κνίδο, αναφέρει: «Επειδή ο άνεμος δεν μας άφηνε να συνεχίσουμε, πλεύσαμε στη Σαλμώνη, έχοντας την κάλυψη της Κρήτης». (Πρ 27:7) Φαίνεται ότι δεν μπορούσαν να “συνεχίσουν” στην κανονική διαδρομή τους, δηλαδή να διασχίσουν το Αιγαίο Πέλαγος προσπερνώντας το νοτιότερο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας και συνεχίζοντας ως τη Ρώμη, καθώς οι αντίξοοι άνεμοι τους ανάγκασαν να ακολουθήσουν μια νοτιότερη διαδρομή προς την Κρήτη και να πλεύσουν υπό την κάλυψη των ακτών της. Όπως δείχνει το εδάφιο Πράξεις 27:9, ήταν φθινόπωρο, και οι υπεύθυνοι του πλοίου αναμφίβολα έβλεπαν ότι ήταν επείγον να προχωρήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο, προτού το ταξίδι γίνει ακόμη πιο επικίνδυνο εξαιτίας των εποχιακών συνθηκών.
-
-
ΚοιλάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΙΛΑΔΑ
Κοίλωμα εδάφους ανάμεσα σε γκρεμούς, λόφους ή βουνά. Η διαμόρφωση των τοπογραφικών χαρακτηριστικών της γης, μεταξύ των οποίων είναι και οι πολλές κοιλάδες της, αποδίδεται κατάλληλα στον Ιεχωβά Θεό. (Παράβαλε Ψλ 104:8.) Στις Γραφές, ορισμένες κοιλάδες αποκαλούνταν απλώς με αυτόν τον όρο. (Ιη 8:11· 1Σα 13:18) Άλλες ήταν «λεκανοπέδια», δηλαδή βαθιές πεδιάδες ανάμεσα σε βουνά και λόφους. (Δευ 11:11· βλέπε ΠΕΔΙΑΔΑ.) Υπήρχαν επίσης «κοιλάδες χειμάρρων», στις οποίες μερικές φορές έρρεαν ρεύματα όλο το χρόνο, συχνά όμως μόνο κατά την εποχή των βροχών. (Δευ 8:7· βλέπε ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ.) Ορισμένες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη λέξη «κοιλάδα» ή «χαμηλός τόπος» για τη «Σεφηλά», μια περιοχή με χαμηλούς λόφους ανάμεσα στην παράκτια πεδιάδα της Φιλιστίας και στα υψίπεδα της κεντρικής Παλαιστίνης.—Δευ 1:7· 1Βα 10:27.
Μεταξύ των σημαντικών κοιλάδων που αναφέρονται στις Γραφές είναι η Κοιλάδα του Μωάβ «μπροστά από τη Βαιθ-φεγώρ» (Δευ 3:29· 34:6) και η Κοιλάδα του Αλατιού (2Σα 8:13), καθώς επίσης η κοιλάδα του Εννόμ (Νε 11:30), η κοιλάδα Ιεφθά-ελ (Ιη 19:14), η κοιλάδα Ζεβωίμ (1Σα 13:18) και η κοιλάδα Σεφαθά (2Χρ 14:10). Στα “λεκανοπέδια” της Βιβλικής αφήγησης συγκαταλέγονται το λεκανοπέδιο της Σεναάρ (Γε 11:2), το λεκανοπέδιο της Ιεριχώς (Δευ 34:3), το λεκανοπέδιο Μισπέ (Ιη 11:8), το λεκανοπέδιο του Λιβάνου (Ιη 12:7), το λεκανοπέδιο της Ωνώ (Νε 6:2) και το λεκανοπέδιο της Μεγιδδώ (2Χρ 35:22· Ζαχ 12:11).
Μεταφορική και Προφητική Χρήση. Μια σκοτεινή κοιλάδα, ή χαράδρα, γεμάτη λάκκους και θηρία θα ήταν επικίνδυνη για ένα ποίμνιο, ειδικά τη νύχτα, αν έλειπε η φροντίδα ενός καλού ποιμένα. Μολονότι ο Δαβίδ αντιμετώπισε παρόμοια διάφορες συμφορές, αισθανόταν ασφάλεια γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Ποιμένας του. Γι’ αυτό, δήλωσε: «Αν και περπατώ σε κοιλάδα βαθιάς σκιάς, δεν φοβάμαι κανένα κακό».—Ψλ 23:1, 4.
«Η εξαγγελία για την κοιλάδα του οράματος» σχετίζεται προφανώς με την αρχαία Ιερουσαλήμ. Μολονότι η πόλη βρίσκεται σε αρκετά μεγάλο υψόμετρο, μοιάζει με «κοιλάδα», καθώς είναι περιτριγυρισμένη από ψηλότερα βουνά.—Ησ 22:1, 5.
Προφανώς, απομακρύνοντας όλα τα εμπόδια που βρίσκονταν στο δρόμο της επιστροφής του λαού του από τη βαβυλωνιακή εξορία, ο Ιεχωβά στην ουσία “ύψωσε κάθε κοιλάδα”, “χαμήλωσε λόφους και βουνά” και έκανε «το τραχύ έδαφος λεκανοπέδιο» για αυτούς. (Ησ 40:4) Καθ’ οδόν το Ιουδαϊκό υπόλοιπο δεν υπέφερε από δίψα. Εκπληρώθηκαν τα λόγια του Ιεχωβά μέσω του Ησαΐα: «Πάνω σε γυμνούς λόφους θα ανοίξω ποταμούς, και μέσα στα λεκανοπέδια πηγές».—Ησ 41:18· παράβαλε Ησ 35:6, 7, 10· 43:19-21· 48:20, 21.
Για πληροφορίες σχετικά με την Πύλη της Κοιλάδας, βλέπε ΠΥΛΗ.
-
-
Κοιλάδα του ΕννόμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΕΝΝΟΜ
Βλέπε ΕΝΝΟΜ, ΚΟΙΛΑΔΑ.
-
-
Κοιλάδα ΧειμάρρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
Η εβραϊκή λέξη νάχαλ μπορεί να υποδηλώνει είτε την κοιλάδα, ή τη ρεματιά, μέσα από την οποία κυλάει ένα ρεύμα νερού (Γε 26:19· 2Βα 3:16· Ιωβ 30:6· Ασμ 6:11) είτε το ίδιο το ρεύμα νερού. (1Βα 17:4· Ψλ 110:7) Σχετικά με τη λέξη νάχαλ, ο Ά. Π. Στάνλεϊ, στο βιβλίο του Σινά και Παλαιστίνη ([Sinai and Palestine] 1885, σ. 590), παρατηρεί ότι ο όρος που ίσως αντιστοιχεί περισσότερο στη λέξη νάχαλ είναι «κοίτη χειμάρρου». Το λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ περιέχει τον όρο «κοιλάδα χειμάρρου» ως μια από τις αποδόσεις της εβραϊκής λέξης. (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 607) Η αραβική λέξη «ουάντι» επίσης χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την κοιλάδα ενός χειμάρρου.—Γε 32:23, υποσ.
Η Υποσχεμένη Γη περιγράφεται ως «γη με κοιλάδες χειμάρρων όπου τρέχει νερό, πηγές και υδάτινα βάθη που ξεχύνονται στο λεκανοπέδιο και στην ορεινή περιοχή». (Δευ 8:7) Μερικά από τα ποτάμια τροφοδοτούνται από πηγές και έτσι ρέουν όλο το χρόνο, ενώ άλλα είναι χείμαρροι που ρέουν την εποχή των βροχών, αλλά ξεραίνονται τελείως την εποχή της ανομβρίας. (1Βα 17:7· 18:5) Ο πιστός Ιώβ παρέβαλε τη δόλια συμπεριφορά των αδελφών του απέναντί του με χείμαρρο που ξεραίνεται το καλοκαίρι.—Ιωβ 6:15.
Μερικές από τις κοιλάδες των χειμάρρων που αναφέρονται στην Αγία Γραφή είναι της Αιγύπτου (Ιη 15:4), της Αραβά (Αμ 6:14), του Αρνών (Δευ 2:36), του Βεσόρ (1Σα 30:9), των Γεράρων (Γε 26:17), του Εσχώλ (Αρ 13:23), του Ζαρέδ (Δευ 2:13), του Ιαβόκ (Δευ 2:37), του Κανάχ (Ιη 16:8), του Κιδρόν (2Σα 15:23), του Κισών (Κρ 4:7), του Σωρήκ (Κρ 16:4) και του Χερίθ (1Βα 17:3· βλέπε λήμματα με τα ονόματα των χειμάρρων). Άλλοι χείμαρροι που δεν αναφέρονται αλλά είναι κύριοι παραπόταμοι του Ιορδάνη είναι ο Γιάρμουκ και ο Φάρα.
[Χάρτης στη σελίδα 113]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΚΟΙΛΑΔΕΣ ΧΕΙΜΑΡΡΩΝ
Μεγάλη Θάλασσα
Κ.Χ. Κισών
Κ.Χ. Κανάχ
Κ.Χ. Σωρήκ
Κ.Χ. των Γεράρων
Κ.Χ. Βεσόρ
Ποταμός Ιορδάνης
Κ.Χ. Γιάρμουκ
Κ.Χ. Φάρα
Κ.Χ. Ιαβόκ
Αλμυρή Θάλασσα
Κ.Χ. Αρνών
Κ.Χ. Ζαρέδ
-
-
ΚοιλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΙΛΙΑ
Το μπροστινό μέρος του ανθρώπινου κορμού το οποίο δεν περικλείεται από τα πλευρά και περιέχει το πεπτικό σύστημα και άλλα όργανα.
Η εβραϊκή λέξη μπέτεν, εκτός του ότι χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την περιοχή της κοιλιάς γενικά (Κρ 3:21, 22· Παρ 13:25), αρκετές φορές χρησιμοποιείται και σε σχέση με το σχηματισμό ενός παιδιού στο σώμα της μητέρας του. (Γε 25:23, 24· Ιωβ 1:21· Ψλ 127:3· Εκ 11:5· Ησ 44:2· Ωσ 9:11) Τα παιδιά είναι ο καρπός της μήτρας, που βρίσκεται στην κοιλιά. Ωστόσο, μια άλλη εβραϊκή λέξη, η λέξη ρέχεμ (ή ράχαμ), αναφέρεται ειδικά στη μήτρα, όπως μπορεί να δει κανείς στο εδάφιο Ιώβ 31:15: «Αυτός που έπλασε εμένα στην κοιλιά δεν έπλασε και εκείνον; Και Ένας δεν ήταν αυτός που μας ετοίμασε στη μήτρα;»—Βλέπε επίσης Γε 49:25· Ψλ 22:10· Παρ 30:16.
Η εβραϊκή λέξη μπέτεν (κοιλιά) χρησιμοποιείται επίσης ως αρχιτεκτονικός όρος στο εδάφιο 1 Βασιλέων 7:20, αναφερόμενη σε μια στρογγυλή προεξοχή.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η λέξη κοιλία σημαίνει «κοιλότητα» και αποδίδεται κατά περίπτωση «κοιλιά», εννοώντας το μέρος του σώματος όπου κατεβαίνουν οι τροφές (1Κο 6:13· Φλπ 3:19) ή εννοώντας τη μήτρα (Λου 1:15, 41), καθώς επίσης «έντερα» (Ματ 15:17) και «σωθικά» (Ιωα 7:38), ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Η λέξη «κοιλιά» χρησιμοποιείται μεταφορικά για να υποδηλώσει τη σαρκική όρεξη ή επιθυμία (Ρω 16:18· Φλπ 3:19), αλλά αναφέρεται επίσης ως πηγή ομιλίας ή επιχειρημάτων. (Ιωβ 15:2· 32:18, 19) Όταν βρισκόταν στην κοιλιά του ψαριού, ο Ιωνάς παρέβαλε το εσωτερικό του ψαριού με τον Σιεόλ, λέγοντας: «Μέσα από την κοιλιά του Σιεόλ κραύγασα για βοήθεια», επειδή δεν θα γλίτωνε το θάνατο αν δεν τον απελευθέρωνε θαυματουργικά ο Ιεχωβά.—Ιων 2:2· βλέπε ΜΗΤΡΑ· ΣΠΛΑΧΝΑ, ΕΝΤΕΡΑ.
-
-
Κόκαλα, ΟστάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΚΑΛΑ, ΟΣΤΑ
Τα κόκαλα, ή αλλιώς οστά, αποτελούνται από ζωντανούς ιστούς και σχηματίζουν έναν δυνατό σκελετό στα σώματα των σπονδυλωτών. Ο άνθρωπος, του οποίου η δομή είναι τόσο περίπλοκη ώστε οι επιστήμονες δεν μπορούν να την κατανοήσουν πλήρως, είναι “υφασμένος” με σκελετό αποτελούμενο από 200 και πλέον κόκαλα με τους συνδετικούς τους τένοντες. (Ιωβ 10:11· Εκ 11:5) Αναλογικά, το κόκαλο είναι πιο γερό από το ατσάλι, ενώ η δομή του είναι όμοια με το ενισχυμένο σκυρόδεμα. Μάλιστα περιγράφοντας τον «Βεεμώθ», ο Ιεχωβά λέει: «Τα κόκαλά του είναι χάλκινοι σωλήνες· τα γερά του κόκαλα σαν σφυρήλατες σιδερόβεργες». (Ιωβ 40:15, 18) Η περιγραφή ταιριάζει πολύ στον ιπποπόταμο, του οποίου τα κόκαλα στα κοντά, δυνατά πόδια και στους ογκώδεις γοφούς του στηρίζουν το τεράστιο βάρος του που κυμαίνεται από 2.300 ως 3.600 κιλά.
Η συνήθης εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κόκαλο» ή «οστό» είναι ‛έτσεμ (Γε 2:23), ενώ συνώνυμη είναι η λέξη γκέρεμ. (Παρ 25:15) Η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ὀστέον.—Ιωα 19:36.
Η Εύα, η πρώτη γυναίκα, πλάστηκε από ένα πλευρό που πάρθηκε από τον Αδάμ. Αυτό ήταν κατάλληλο, εφόσον τα οστά είναι το θεμέλιο του σώματος, αποτελούνται εξ ολοκλήρου από ζωντανά κύτταρα και παράγουν κυτταρικά στοιχεία του αίματος. Ο Αδάμ μπορούσε όντως να πει για την Εύα: «Αυτό είναι επιτέλους οστό από τα οστά μου και σάρκα από τη σάρκα μου». Ήταν η στενότερη συγγενής που θα μπορούσε να έχει ο Αδάμ. (Γε 2:22, 23) Μια παρόμοια έκφραση χρησιμοποιείται αρκετές φορές στις Γραφές για να υποδηλώσει στενή συγγένεια.—Γε 29:14· Κρ 9:2· 2Σα 5:1· 19:12· 1Χρ 11:1.
Διαβεβαιώσεις Ενισχυτικές για την Πίστη. Ο Ιωσήφ γνώριζε ότι θα περνούσε αρκετός καιρός ώσπου να οδηγήσει ο Θεός τον Ισραήλ έξω από την Αίγυπτο και να τον εγκαταστήσει στη Χαναάν. Ως μαρτυρία προς τον Ισραήλ, έδωσε με πίστη την εντολή να μεταφερθούν τα κόκαλά του όταν ο Ισραήλ θα έφευγε από εκεί. (Γε 50:25· Εβρ 11:22) Ο Ισραήλ δεν το ξέχασε αυτό, και ο Μωυσής εκτέλεσε την εντολή όταν οδήγησε τον Ισραήλ έξω από την Αίγυπτο. (Εξ 13:19) Τελικά, τα κόκαλα του Ιωσήφ θάφτηκαν στη Συχέμ, στο χωράφι που είχε αγοράσει ο Ιακώβ.—Ιη 24:32.
Ένα θαύμα που έλαβε χώρα σε σχέση με τον Ελισαιέ (μετά το θάνατό του) ήταν η άμεση επαναφορά στη ζωή ενός ανθρώπου του οποίου το νεκρό σώμα ρίχτηκε στον τάφο του Ελισαιέ και άγγιξε τα κόκαλά του. Αυτό απέδειξε ότι η δύναμη του Θεού, και όχι του Ελισαιέ, ήταν εκείνη που εκτελούσε τα θαύματα τα οποία είχε κάνει ο Ελισαιέ, αποτέλεσε δε ισχυρή διαβεβαίωση ή επισφράγιση από μέρους του Θεού για τη γνησιότητα του πιστού προφήτη του.—2Βα 13:20, 21.
Μετά την ανάστασή του, ο Ιησούς εμφανίστηκε σε μερικούς μαθητές του, οι οποίοι νόμιζαν ότι έβλεπαν πνεύμα. Για να τους καθησυχάσει, ο Ιησούς είπε: «Ψηλαφήστε με και δείτε, επειδή ένα πνεύμα δεν έχει σάρκα και κόκαλα, όπως βλέπετε ότι έχω εγώ». (Λου 24:39) Επειδή ο Ιησούς δεν είπε ότι ήταν σάρκα και αίμα, μερικοί έχουν υποστηρίξει ότι είχε ένα «πνευματοποιημένο» σώμα από σάρκα και κόκαλα χωρίς αίμα. Το επιχείρημα αυτό είναι αβάσιμο, διότι οι μαθητές μπορούσαν να δουν ότι είχε κόκαλα και σάρκα, αλλά δεν έτρεχε αίμα από το σώμα του ώστε εκείνος να τους επιστήσει την προσοχή σε αυτό. Με αυτόν τον τρόπο ο Ιησούς απέδειξε μέσω του στόματος 11 αποστόλων και άλλων που ήταν συναγμένοι μαζί τους σε εκείνη την περίπτωση ότι είχε πράγματι αναστηθεί σε ζωή και ότι οι μαθητές δεν είχαν παραισθήσεις όταν διακήρυτταν την ανάστασή του.
Ακαθαρσία. Υπό το Νόμο που δόθηκε μέσω του Μωυσή, ένα άτομο ήταν θρησκευτικά ακάθαρτο επί εφτά ημέρες αν άγγιζε πτώμα, κόκαλο ανθρώπου ή τάφο. (Αρ 19:16) Ο Βασιλιάς Ιωσίας καταπολέμησε την ψεύτικη λατρεία με το να γεμίσει με ανθρώπινα κόκαλα τους τόπους όπου υπήρχαν ειδωλολατρικοί ιεροί στύλοι και με το να κάψει πάνω στα θυσιαστήρια κόκαλα από τάφους, μολύνοντας έτσι αυτά τα θυσιαστήρια και κάνοντάς τα ακατάλληλα για χρήση.—2Βα 23:14, 16, 19· 2Χρ 34:5.
Μεταφορική Χρήση. Η Αγία Γραφή, αναφερόμενη στα κόκαλα, επισημαίνει πόσο ζωτικά είναι αυτά, τόσο στην κυριολεξία για τη σωματική υγεία του ατόμου όσο και με μεταφορική έννοια για την πνευματική. Τα κόκαλα αποτελούν τον εσωτερικό στηρικτικό σκελετό του σώματος, και με αυτή την ιδιότητα χρησιμοποιούνται μεταφορικά στην Αγία Γραφή για να συμβολίσουν την ύπαρξη κάποιου, ιδίως όπως αυτή επηρεάζεται από βαθιά αισθήματα και συναισθήματα. Παραδείγματος χάρη, τα οστά ενός φοβισμένου ατόμου λέγεται ότι είναι “γεμάτα τρόμο”. (Ιωβ 4:14) Τα κόκαλα κάποιου μπορεί να τραντάζονται εξαιτίας υπερβολικής λύπης ή να “φλογίζονται από την ξηρότητα” εξαιτίας κάποιας ασθένειας. (Ιερ 23:9· Ιωβ 30:30) Ο φόβος του Ιεχωβά είναι «αναζωογόνηση για τα κόκαλα». (Παρ 3:8) Η καλή είδηση λέγεται ότι «παχαίνει τα κόκαλα», ή αλλιώς τα γεμίζει με μυελό, δηλαδή ζωογονεί ολόκληρο το σώμα. (Παρ 15:30) «Τα ευχάριστα λόγια είναι . . . γιατρειά στα κόκαλα». (Παρ 16:24) Από την άλλη πλευρά, τα αρνητικά αισθήματα μπορούν να βλάψουν τον οργανισμό κάποιου. «Το συντετριμμένο πνεύμα ξεραίνει τα κόκαλα». (Παρ 17:22) Η σύζυγος που ενεργεί επαίσχυντα λέγεται ότι είναι για το σύζυγό της «σαν σήψη στα κόκαλά του». (Παρ 12:4) Η ζήλια για τους άλλους μπορεί επίσης να καταστρέψει ένα άτομο σωματικά και πνευματικά, γι’ αυτό και «η ζήλια είναι σήψη στα κόκαλα».—Παρ 14:30.
Λόγω της ισχυρής δομής των οστών, το εδάφιο Παροιμίες 25:15 λέει σχετικά με τη δύναμη που έχουν η υπομονή και τα καλοσυνάτα λόγια να υπερνικούν τη σκληρή, άκαμπτη εναντίωση: «Με υπομονή πείθεται ο διοικητής, και η γλώσσα που εκδηλώνει πραότητα μπορεί να σπάσει κόκαλα».
Προφητική Χρήση. Κατά τη θέσπιση του Πάσχα, ο Ιεχωβά πρόσταξε να ψήνεται ολόκληρο το αρνί (ή το κατσίκι) και «δεν πρέπει να του σπάσετε κόκαλο». (Εξ 12:46) Αυτό εκπληρώθηκε στον Ιησού Χριστό, «το Αρνί του Θεού», ο οποίος είναι η αντιτυπική θυσία του Πάσχα. (Ιωα 1:29· 1Κο 5:7) Ο Ιησούς πέθανε στο ξύλο του βασανισμού. Οι στρατιώτες ήρθαν να σπάσουν τα πόδια αυτών που είχαν κρεμαστεί στο ξύλο εκείνη την ημέρα, όπως γινόταν συνήθως για να επισπευστεί ο θάνατος. Έσπασαν τα πόδια των δύο κακοποιών. Ωστόσο, διαπίστωσαν ότι ο Ιησούς είχε πεθάνει ήδη, γι’ αυτό και δεν του έσπασαν τα πόδια, αλλά κάποιος έμπηξε στην πλευρά του ένα δόρυ.—Ιωα 19:31-36· Ψλ 34:20.
Ο Ιεχωβά έδωσε στον Ιεζεκιήλ, στη Βαβυλώνα, ένα όραμα στο οποίο παρομοίασε τον Ισραήλ με ξερά κόκαλα που κείτονταν σε ένα λεκανοπέδιο. Στο όραμα, καθώς ο Ιεζεκιήλ προφήτευε προς τα κόκαλα, αυτά πλησίασαν το ένα το άλλο θαυματουργικά και εμφανίστηκε πάνω τους σάρκα. Κατόπιν εκείνος προφήτευσε προς τον άνεμο, ο οποίος έφερε πνοή στα σώματά τους και αυτά στάθηκαν όρθια σαν μεγάλος στρατός. Ο Ιεχωβά εξήγησε ότι το όραμα εφαρμοζόταν στον Ισραήλ που, παγιδευμένος στη βαβυλωνιακή εξορία, ήταν σαν λαός του οποίου η ελπίδα είχε χαθεί. (Ιεζ 37:1-11) Επίσης, ο Ιερεμίας παρομοίασε το βασιλιά της Ασσυρίας, που οδήγησε στην εξορία το δεκάφυλο βασίλειο, και τον Ναβουχοδονόσορα, το βασιλιά της Βαβυλώνας, που εκτόπισε τον Ιούδα, με λιοντάρια τα οποία καταβρόχθιζαν το λαό του Θεού και μασούσαν τα κόκαλά τους. (Ιερ 50:17) Ο Θεός είχε επιτρέψει να συμβεί αυτό λόγω της αποστασίας του Ισραήλ. Αλλά ο Ιεχωβά επρόκειτο να τους θυμηθεί και να βάλει μέσα τους το πνεύμα του, το οποίο θα τους επανέφερε στη ζωή και θα τους αναζωογονούσε, καθώς επίσης επρόκειτο να τους φέρει πίσω ώστε να εγκατασταθούν στην Υποσχεμένη Γη.—Ιεζ 37:12-14.
Αφού ο Ιεχωβά καταστρέψει τον Γωγ και τις ορδές του που ανεβαίνουν για να επιτεθούν στο λαό του Ιεχωβά, θα υπάρχει συνεχής απασχόληση επί “εφτά μήνες” για να σημαδευτούν τα μέρη όπου εντοπίζονται τα κόκαλα του πλήθους του Γωγ και να θαφτούν αυτά τα κόκαλα, ώστε να καθαριστεί η επιφάνεια της γης από κάθε ακαθαρσία και μόλυσμα.—Ιεζ 39:14-16.
Αναφερόμενος στο μυελό των οστών, ο Ιεχωβά περιγράφει μεταφορικά τις πλούσιες ευλογίες που θα φέρει στο λαό του όταν εξαλείψει το θάνατο, λέγοντας ότι θα κάνει για αυτούς ένα συμπόσιο με «φαγητά που έχουν άφθονο λάδι και είναι γεμάτα μυελό».—Ησ 25:6· βλέπε επίσης ΜΥΕΛΟΣ.
-
-
ΚόκκινοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΚΚΙΝΟ
Βλέπε ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΚολαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΑΪΑΣ
(Κολαΐας).
1. Πατέρας του ψευδοπροφήτη Αχαάβ, ενός από τους Ιουδαίους που ήταν εξόριστοι στη Βαβυλώνα πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ.—Ιερ 29:21· βλέπε ΑΧΑΑΒ Αρ. 2.
2. Βενιαμίτης και, προφανώς, πρόγονος κάποιου Σαλλού ο οποίος κατοίκησε στην Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία, μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:4, 7.
-
-
ΚολακείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΑΚΕΙΑ
Πράξη που αποσκοπεί στην ευαρέστηση κάποιου μέσω επιδέξιων φιλοφρονήσεων· δουλοπρεπής εγκωμιασμός· ψεύτικος, ανειλικρινής ή υπερβολικός έπαινος. Γίνεται συνήθως για να ικανοποιηθεί η φιλαυτία ή η ματαιοδοξία του κολακευόμενου προσώπου και ως εκ τούτου είναι επιζήμια για αυτόν. Το κίνητρό της είναι να αποσπάσει χάρες ή υλικά οφέλη από κάποιο άλλο άτομο, να δημιουργήσει ένα αίσθημα υποχρέωσης προς τον κόλακα ή να του αποφέρει δόξα. Συχνά γίνεται κατόπιν σχεδίου ώστε να παγιδέψει το άλλο άτομο. (Παρ 29:5) Η χρήση κολακείας δεν είναι απόδειξη της σοφίας που κατεβαίνει από πάνω. Προέρχεται από αυτόν τον κόσμο και χαρακτηρίζεται από ιδιοτέλεια, μεροληπτικές διακρίσεις και υποκρισία. (Ιακ 3:17) Η ανειλικρίνεια, το ψέμα, ο δουλοπρεπής εγκωμιασμός ή η ενδόξαση ανθρώπων και η εκμετάλλευση της ματαιοδοξίας των άλλων, όλα αυτά δυσαρεστούν τον Θεό.—2Κο 1:12· Γα 1:10· Εφ 4:25· Κολ 3:9· Απ 21:8.
Η αντίθεση ανάμεσα στη Χριστιανική πορεία και στην πορεία της κολακείας φαίνεται στα λόγια του αποστόλου Παύλου που είναι καταγραμμένα στα εδάφια 1 Θεσσαλονικείς 2:3-6: «Διότι η προτροπή την οποία δίνουμε δεν πηγάζει από πλάνη ούτε από ακαθαρσία ούτε είναι με δόλο, αλλά όπως έχουμε δοκιμαστεί από τον Θεό και έχουμε αποδειχτεί άξιοι για να μας είναι εμπιστευμένα τα καλά νέα, έτσι μιλάμε, ως άτομα που ευαρεστούν, όχι ανθρώπους, αλλά τον Θεό, ο οποίος δοκιμάζει τις καρδιές μας. Διότι ούτε με κολακευτικά λόγια παρουσιαστήκαμε ποτέ (όπως γνωρίζετε) ούτε με προσποιητή εμφάνιση λόγω πλεονεξίας—ο Θεός είναι μάρτυρας! Ούτε έχουμε επιζητήσει δόξα από ανθρώπους, είτε από εσάς είτε από άλλους, αν και θα μπορούσαμε να αποτελέσουμε δαπανηρή επιβάρυνση ως απόστολοι του Χριστού».
Αν και η χρήση κολακείας μπορεί να φαίνεται επωφελής, η Αγία Γραφή τονίζει ότι «όποιος ελέγχει άνθρωπο θα βρει αργότερα περισσότερη εύνοια από ό,τι αυτός που κολακεύει με τη γλώσσα του». (Παρ 28:23) Το να επιστρατεύει κάποιος την κολακεία για να εκμεταλλευτεί κάποιο άλλο άτομο είναι το αντίθετο της αγάπης. Κάποιος που μισεί μπορεί να καταφύγει στην κολακεία, αλλά τελικά η απατηλή του συμπεριφορά θα επιστρέψει στον ίδιο σαν πέτρα που κυλάει προς τα πίσω.—Παρ 26:24-28.
Η κολακεία επιστρατεύει μελιστάλακτη ομιλία για να εξαπατήσει το θύμα της. Οι εκφράσεις «κολακεία», «μελιστάλακτη γλώσσα (χείλη ή λόγια)» (Ψλ 5:9· 12:2, 3· Δα 11:32), “μελιστάλακτος τρόπος” (Δα 11:34, υποσ.) και «διπλοπρόσωπη» (Ιεζ 12:24, υποσ.) είναι αποδόσεις της εβραϊκής ρίζας χαλάκ ή συγγενικών με αυτήν λέξεων. Σε κάθε περίπτωση κολακείας που αναφέρεται στην Αγία Γραφή, το κίνητρο του ατόμου που μιλάει μελιστάλακτα είναι κακό.
Ένα παράδειγμα των καταστροφικών συνεπειών που έχει η αποδοχή της κολακείας και του επαίνου από ανθρώπους είναι ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄, στον οποίο το πλήθος απηύθυνε κολακευτικούς επαίνους λέγοντάς του ότι μιλούσε με «φωνή θεού». Επειδή αποδέχτηκε την κολακεία και δεν έδωσε τη δόξα στον Θεό, πατάχθηκε από έναν άγγελο του Θεού και πέθανε. (Πρ 12:21-23) Αντίθετα, ο Βαρνάβας και ο Παύλος απέτρεψαν άμεσα το πλήθος από το να τους θεοποιήσει. (Πρ 14:11-15) Επίσης, όταν ένας Ιουδαίος άρχοντας αποπειράθηκε να αποδώσει στον Ιησού Χριστό τον κολακευτικό τίτλο «Δάσκαλε Αγαθέ», ο Ιησούς αμέσως τον διόρθωσε, λέγοντας: «Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανείς δεν είναι αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός».—Λου 18:18, 19· παράβαλε Ιωβ 32:21, 22.
-
-
ΚόλασηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΑΣΗ
Η λέξη «κόλαση» (“hell” στην αγγλική) χρησιμοποιείται στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου (καθώς επίσης στην Καθολική Μετάφραση Ντουαί και στην πλειονότητα των παλιότερων αγγλικών μεταφράσεων) ως απόδοση της λέξης σιε’όλ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και της λέξης ᾅδης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αποδίδει ως «κόλαση» (“hell”) τη λέξη σιε’όλ 31 φορές και τη λέξη ᾅδης 10 φορές. Ωστόσο, αυτή η μετάφραση δεν είναι συνεπής, διότι αποδίδει επίσης τη λέξη σιε’όλ 31 φορές ως «τάφος» και 3 φορές ως «λάκκος». Στη Μετάφραση Ντουαί η λέξη σιε’όλ αποδίδεται 64 φορές «κόλαση», 1 φορά «λάκκος» και 1 φορά «θάνατος».
Το 1885, όταν εκδόθηκε ολόκληρη η Αγγλική Αναθεωρημένη Μετάφραση, η λέξη σιε’όλ του πρωτότυπου κειμένου αποδόθηκε μεταγραμμένη σε πολλά εδάφια στο αγγλικό κείμενο των Εβραϊκών Γραφών, μολονότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων χρησιμοποιήθηκαν οι αποδόσεις «τάφος» και «λάκκος», ενώ εμφανίζεται 14 φορές και η λέξη «κόλαση» (“hell”). Αυτό αποτέλεσε σημείο διαφωνίας ανάμεσα στην αμερικανική επιτροπή και στους Βρετανούς αναθεωρητές, και έτσι όταν κυκλοφόρησε η Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφραση (1901) η επιτροπή αυτή χρησιμοποίησε τη μεταγραφή της λέξης σιε’όλ και στις 65 περιπτώσεις όπου εμφανίζεται η λέξη. Και οι δύο μεταφράσεις μετέγραψαν τη λέξη ᾅδης των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών στις 10 περιπτώσεις όπου αναφέρεται αυτή, μολονότι τη λέξη Γέεννα τη μετέφρασαν παντού ως «κόλαση» (“hell”), όπως κάνουν και πολλές άλλες σύγχρονες αγγλικές μεταφράσεις.
Αναφορικά με τη χρήση της λέξης «κόλαση» (“hell”) για τη μετάφραση αυτών των πρωτότυπων λέξεων του εβραϊκού και του ελληνικού κειμένου, Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 2, σ. 187), λέει: «ΑΔΗΣ . . . Αντιστοιχεί στον “Σιεόλ” της Π.Δ. [Παλαιάς Διαθήκης]. Στην Εξουσιοδοτημένη Μετάφραση, τόσο στην Π.Δ. [Παλαιά Διαθήκη] όσο και στην Κ.Δ. [Καινή Διαθήκη], έχει χρησιμοποιηθεί η άστοχη απόδοση “Κόλαση” (“Hell”)».
Η Εγκυκλοπαίδεια Κόλιερ ([Collier’s Encyclopedia] 1986, Τόμ. 12, σ. 28) λέει αναφορικά με τη λέξη «Κόλαση» (“Hell”): «Κατ’ αρχάς, χρησιμοποιείται για την εβραϊκή λέξη σιε’όλ της Παλαιάς Διαθήκης και την ελληνική λέξη ᾅδης της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα και της Καινής Διαθήκης. Εφόσον ο σιε’όλ, κατά τους χρόνους της Παλαιάς Διαθήκης, αναφερόταν απλώς στο κατοικητήριο των νεκρών και δεν υποδήλωνε διακρίσεις με βάση την ηθική υπόσταση, η λέξη “κόλαση”, όπως κατανοείται σήμερα, δεν αποτελεί εύστοχη απόδοση».
Η έννοια με την οποία κατανοείται σήμερα η λέξη «κόλαση» είναι αυτή που σκιαγραφείται στη Θεία Κωμωδία του Δάντη και στον Χαμένο Παράδεισο του Μίλτον, έννοια που δεν έχει καμιά σχέση με την αρχική σημασία της λέξης. Η αντίληψη, όμως, περί «κόλασης» πύρινων βασάνων ανάγεται πολύ πριν από τον Δάντη ή τον Μίλτον. Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια Γκρόλιερ ([Grolier Universal Encyclopedia] 1971, Τόμ. 9, σ. 205), στο λήμμα «Κόλαση» (“Hell”), λέει: «Οι Ινδουιστές και οι Βουδιστές θεωρούν την κόλαση ως τόπο πνευματικής κάθαρσης και τελικής αποκατάστασης. Η Ισλαμική παράδοση την εκλαμβάνει ως τόπο αιώνιας τιμωρίας». Η αντίληψη περί μετά θάνατον παθημάτων εμφανίζεται στις ειδωλολατρικές θρησκευτικές διδασκαλίες των αρχαίων λαών της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου. Οι βαβυλωνιακές και οι ασσυριακές δοξασίες παρουσίαζαν τον «κάτω κόσμο . . . ως έναν τόπο γεμάτο από φρικαλεότητες, . . . που τον επιβλέπουν θεοί και δαίμονες οι οποίοι έχουν μεγάλη δύναμη και αγριότητα». Μολονότι τα αρχαία αιγυπτιακά θρησκευτικά κείμενα δεν διδάσκουν ότι κάποια θύματα καίγονται αιώνια, ωστόσο σκιαγραφούν όντως τον «Άλλον Κόσμο» ως τόπο που χαρακτηρίζεται από «λάκκους φωτιάς» για «τους καταραμένους».—Η Θρησκεία της Βαβυλωνίας και της Ασσυρίας (The Religion of Babylonia and Assyria), του Μόρις Τζάστροου, 1898, σ. 581· Το Βιβλίο των Νεκρών, με πρόλογο από τον Ε. Γουόλις Μπατζ, 1960, σ. 135, 144, 149, 151, 153, 161, 200.
Η «πύρινη κόλαση» αποτελεί βασική διδασκαλία του Χριστιανικού κόσμου εδώ και πολλούς αιώνες. Δικαιολογημένα, λοιπόν, Η Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια ([The Encyclopedia Americana] 1956, Τόμ. 14, σ. 81) δηλώνει: «Έχει προκληθεί μεγάλη σύγχυση και πολλές παρανοήσεις εξαιτίας της εμμονής που είχαν οι παλιοί μεταφραστές της Γραφής να αποδίδουν τη λέξη σιε’όλ του εβραϊκού κειμένου και τις λέξεις ᾅδης και γέεννα του ελληνικού κειμένου με τη λέξη κόλαση (hell). Η απλή μεταγραφή αυτών των λέξεων από τους μεταφραστές των αναθεωρημένων Βιβλικών εκδόσεων δεν στάθηκε ικανή να ξεκαθαρίσει με σαφήνεια αυτή τη σύγχυση και την παρανόηση». Εντούτοις, αυτού του είδους η μεταγραφή, με συνέπεια στην απόδοση, δίνει στο μελετητή της Αγίας Γραφής τη δυνατότητα να συγκρίνει με ακρίβεια τα εδάφια όπου εμφανίζονται αυτές οι λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών, και έτσι να καταλήξει με ανοιχτό μυαλό σε ορθή κατανόηση της αληθινής σημασίας τους.—Βλέπε ΑΔΗΣ· ΓΕΕΝΝΑ· ΕΚΚΟΠΗ· ΣΙΕΟΛ· ΤΑΡΤΑΡΟΣ· ΤΑΦΗ, ΤΑΦΟΣ.
-
-
ΚολλύριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΛΥΡΙΟ
Αλοιφή την οποία έβαζαν στα μάτια λόγω των θεραπευτικών της ιδιοτήτων. Στην Αγία Γραφή η λέξη αυτή χρησιμοποιείται με μεταφορική έννοια. Στους πνευματικά τυφλούς Χριστιανούς της εκκλησίας της Λαοδίκειας δόθηκε η παρότρυνση να αγοράσουν “κολλύριο για να αλείψουν τα μάτια τους, ώστε να βλέπουν”. (Απ 3:17, 18) Η αντίστοιχη λέξη κολλούριον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία κουλούρι ή στρογγυλό ψωμάκι, πράγμα που υπονοεί ότι πιθανώς τα κολλύρια ήταν σκευάσματα αυτού του σχήματος. Δεδομένου ότι η Λαοδίκεια ήταν φημισμένη για την ιατρική σχολή της και επίσης ήταν πιθανότατα ο τόπος όπου παρασκευαζόταν το οφθαλμικό φάρμακο γνωστό ως τέφρα φρυγία, η εισήγηση προς τους εκεί Χριστιανούς να αγοράσουν κολλύριο θα είχε ιδιαίτερο νόημα για αυτούς.
-
-
ΚολοκύθιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΟΚΥΘΙ
[εβρ., πακκου‛όθ, πληθυντικός].
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κολοκύθια» εμφανίζεται στην Αγία Γραφή μόνο σε σχέση με ένα περιστατικό που συνέβη στη διάρκεια κάποιας πείνας, στις ημέρες του Ελισαιέ. Κάποιος μάζεψε μερικά άγνωστα άγρια κολοκύθια και, αφού τα έκοψε, τα έριξε μέσα στο φαγητό. Μόλις «οι γιοι των προφητών» δοκίμασαν το φαγητό, φοβήθηκαν ότι θα πάθαιναν τροφική δηλητηρίαση και σταμάτησαν να το τρώνε, αλλά ύστερα από τη θαυματουργική παρέμβαση του Ελισαιέ δεν χρειάστηκε να το πετάξουν.—2Βα 4:38-41.
Μολονότι έχουν διατυπωθεί αρκετές διαφορετικές απόψεις, γενικά υποστηρίζεται ότι το φυτό του οποίου ο καρπός αντιστοιχεί κατά πάσα πιθανότητα στα «άγρια κολοκύθια» της Γραφικής αφήγησης είναι η πικραγγουριά (κίτρουλλος η κολοκυνθίς [Citrullus colocynthis]), ένα φυτό που ανήκει στο ίδιο γένος με την καρπουζιά. Η πικραγγουριά έχει έρποντα βλαστό σαν της αγγουριάς, καθώς και παρόμοιο φύλλωμα. Ο καρπός της είναι περίπου ισομεγέθης με το πορτοκάλι, περιβάλλεται από παχιά και λεία φλούδα με πράσινα και κίτρινα στίγματα, έχει δε πολύ πικρή και δηλητηριώδη σπογγώδη σάρκα από την οποία εξάγεται η κολοκυνθίνη της ιατρικής. Τα χαρακτηριστικά της πικραγγουριάς ταιριάζουν με τα όσα λέει η Αγία Γραφή για μια άγρια κολοκυθιά η οποία ήταν προφανώς δηλητηριώδης, όπως υποδηλώνεται από την ίδια τη γεύση του καρπού της. (2Βα 4:40) Όταν τα περισσότερα φυτά έχουν ξεραθεί, η πικραγγουριά είναι ακόμη πράσινη, αποτελώντας πειρασμό για όποιον δεν τη γνωρίζει.
Τα στολίδια σε σχήμα κολοκύθας (εβρ., πεκα‛ίμ) που διακοσμούσαν τη χυτή θάλασσα και την επένδυση από ξύλο κέδρου στο εσωτερικό του ναού του Σολομώντα μπορεί να ήταν στρογγυλά όπως ο καρπός της πικραγγουριάς.—1Βα 6:18· 7:24· 2Χρ 4:3.
-
-
Κολοσσαείς (Επιστολή)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ (ΕΠΙΣΤΟΛΗ)
Η θεόπνευστη επιστολή του αποστόλου Παύλου προς τους Χριστιανούς που βρίσκονταν στις Κολοσσές. Σύμφωνα με τη θέση που κατέχει συνήθως στις σύγχρονες εκδόσεις της Αγίας Γραφής, είναι το 12ο βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Ο Παύλος συστήνεται ως ο συγγραφέας αυτής της θεόπνευστης επιστολής, προλογίζοντάς την με τα εξής λόγια: «Ο Παύλος, απόστολος του Χριστού Ιησού μέσω του θελήματος του Θεού, και ο Τιμόθεος ο αδελφός μας προς τους αγίους και πιστούς αδελφούς που είναι σε ενότητα με τον Χριστό στις Κολοσσές». (Κολ 1:1, 2) Το γεγονός ότι ο απόστολος είναι ο συγγραφέας τεκμηριώνεται επίσης από τον τελικό χαιρετισμό, τον οποίο έγραψε με το ίδιο του το χέρι.—Κολ 4:18.
Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες ανάμεσα στην επιστολή προς τους Κολοσσαείς και στην επιστολή προς τους Εφεσίους, που είναι και αυτή του Παύλου. Μολονότι αυτό ίσως οφείλεται στον σχεδόν κοινό χρόνο συγγραφής τους και στην πιθανότητα να επικρατούσαν παρόμοιες συνθήκες στις δύο πόλεις, η εν λόγω αντιστοιχία μπορεί επίσης να σημαίνει ότι, αν ο Παύλος είναι αποδεκτός ως ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Εφεσίους, πρέπει επίσης να αναγνωρίζεται και ως ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Κολοσσαείς. (Για παράδειγμα, παράβαλε Κολ 1:24-29 με Εφ 3:1-7· Κολ 2:13, 14 με Εφ 2:1-5, 13-16· Κολ 2:19 με Εφ 4:16· Κολ 3:8-10, 12, 13 με Εφ 4:20-25, 31, 32· Κολ 3:18-25· 4:1 με Εφ 5:21-23· 6:1-9.) Επιπλέον, η συγκαταρίθμηση της επιστολής προς τους Κολοσσαείς μεταξύ άλλων επιστολών του Παύλου στον Πάπυρο Τσέστερ Μπίτι Αρ. 2 (P46, περ. 200 Κ.Χ.) δείχνει ξεκάθαρα ότι οι πρώτοι Χριστιανοί κατέτασσαν την επιστολή προς τους Κολοσσαείς στα θεόπνευστα συγγράμματα του Παύλου.
Δύο παράγοντες προφανώς υποκίνησαν τον Παύλο να γράψει την επιστολή του προς τους Κολοσσαείς. Ο ένας ήταν το γεγονός ότι ο Επαφράς είχε φέρει στον απόστολο μια έκθεση για την πνευματική κατάσταση της εκκλησίας. Μερικές από τις πληροφορίες ήταν ανησυχητικές. Αλλά υπήρχαν και καλά νέα, γιατί ο Παύλος είπε ότι ο Επαφράς «μάς φανέρωσε την αγάπη που έχετε με πνευματικό τρόπο». (Κολ 1:7, 8) Παρότι η εκκλησία είχε τα προβλήματά της, η κατάσταση δεν ήταν κρίσιμη και υπήρχαν επίσης πολλά σημεία άξια επαίνου. Επιπλέον, ο δούλος του Φιλήμονα ο Ονήσιμος επρόκειτο να επιστρέψει στον κύριό του στις Κολοσσές. Έτσι λοιπόν, ο Παύλος επωφελήθηκε της ευκαιρίας στέλνοντας την επιστολή του στην εκκλησία εκεί με τον Ονήσιμο και το σύντροφό του τον Τυχικό.—Κολ 4:7-9.
Τόπος και Χρόνος Συγγραφής. Δεν αναφέρεται ξεκάθαρα πού ήταν ο Παύλος όταν έγραψε την επιστολή του προς τους Κολοσσαείς. Μερικοί προβάλλουν την Έφεσο ως πιθανή τοποθεσία. Ωστόσο, η επιστολή δείχνει ότι ο απόστολος ήταν στη φυλακή (Κολ 1:24· 4:10, 18), και οι Γραφές δεν κάνουν λόγο για φυλάκισή του στην Έφεσο. Τα σχόλια που κάνει ο Παύλος στα εδάφια Κολοσσαείς 4:2-4, 11 φαίνεται να ταιριάζουν καλύτερα με τις περιστάσεις του αποστόλου κατά τη διάρκεια της πρώτης φυλάκισής του στη Ρώμη (περ. 59-61 Κ.Χ.). Ομολογουμένως, ο Παύλος είχε φυλακιστεί και στην Καισάρεια (Πρ 23:33-35), και ο Φήλιξ διέταξε να έχει ο απόστολος κάποια άνεση στην κράτηση. (Πρ 24:23) Αλλά προφανώς αυτή η άνεση δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο η ελευθερία που είχε ο Παύλος στη διάρκεια της πρώτης φυλάκισής του στη Ρώμη, όταν παρέμεινε επί δύο χρόνια σε δικό του νοικιασμένο σπίτι και ήταν σε θέση να κηρύττει τη Βασιλεία του Θεού σε όσους τον επισκέπτονταν εκεί.—Πρ 28:16, 23, 30, 31.
Ένας άλλος παράγοντας που φαίνεται να υποδεικνύει ότι η επιστολή γράφτηκε στη Ρώμη είναι το γεγονός ότι ο Ονήσιμος βρισκόταν εκεί που έγραψε ο Παύλος την επιστολή και επρόκειτο να συνοδεύσει τον Τυχικό προκειμένου να την παραδώσουν στις Κολοσσές. Οπωσδήποτε η πυκνοκατοικημένη Ρώμη θα ήταν πολύ πιθανό καταφύγιο για έναν δραπέτη δούλο. Η επιστολή προς τους Κολοσσαείς προφανώς γράφτηκε προς το τέλος της πρώτης φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη, δηλαδή γύρω στο 60-61 Κ.Χ., όταν εκείνος συνέταξε επίσης την επιστολή προς τον Φιλήμονα. Ο Τυχικός και ο Ονήσιμος δεν παρέδωσαν μόνο την επιστολή προς τους Κολοσσαείς αλλά και την επιστολή του αποστόλου προς τον Φιλήμονα. (Φλμ 10-12) Εφόσον ο Παύλος, στην επιστολή του προς τον Φιλήμονα, εκφράζει την ελπίδα (εδ. 22) ότι θα αποφυλακιζόταν, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι, όπως η επιστολή προς τον Φιλήμονα, έτσι και η επιστολή προς τους Κολοσσαείς γράφτηκε προς το τέλος της πρώτης φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη.
Αντίκρουση Εσφαλμένων Απόψεων. Οι ψευδοδιδάσκαλοι στις Κολοσσές καλλιεργούσαν απατηλή φιλοσοφία. Έδιναν έμφαση στην τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου. Παράλληλα, ενθάρρυναν την ασκητική ζωή. Ο απόστολος προειδοποίησε τους Κολοσσαείς Χριστιανούς να προσέχουν ώστε να μην τους αρπάξει κανείς «ως λεία του μέσω της φιλοσοφίας και της κενής απάτης σύμφωνα με την παράδοση των ανθρώπων, σύμφωνα με τα στοιχειώδη πράγματα του κόσμου και όχι σύμφωνα με τον Χριστό». (Κολ 2:8) Ο Παύλος παρότρυνε, επίσης, τους ομοπίστους του να μην αφήνουν κανέναν να τους κρίνει για φαγητό και ποτό «ή σχετικά με γιορτή ή με τήρηση της νέας σελήνης ή με σάββατο· διότι εκείνα τα πράγματα είναι σκιά των μελλοντικών πραγμάτων, αλλά η πραγματικότητα ανήκει στον Χριστό». (Κολ 2:16, 17) Ο απόστολος διέκρινε ότι αυτά ήταν προσποιητή ταπεινοφροσύνη και κατέκρινε τον ασκητισμό, λέγοντας: «Εκείνα τα πράγματα έχουν εμφάνιση σοφίας με αυτοεπιβαλλόμενη θρησκεία και προσποιητή ταπεινοφροσύνη, μια αυστηρή μεταχείριση του σώματος· αλλά δεν έχουν καμιά αξία για την καταπολέμηση της ικανοποίησης της σάρκας».—Κολ 2:20-23.
Ο Παύλος έδωσε έμφαση στη θεόδοτη θέση ανωτερότητας που κατέχει ο Χριστός. (Κολ 1:13-20) Η αλήθεια αυτή αντέκρουε την ειδωλολατρική φιλοσοφία, την Ιουδαϊκή παράδοση και μια άλλη μορφή λατρείας, τη «θρησκεία των αγγέλων». (Κολ 2:18) Οι Γραφές δεν αναφέρουν αν εκείνοι που επιδίδονταν σε αυτήν ισχυρίζονταν ότι ακολουθούσαν τη θρησκεία που υποτίθεται ότι ασκούσαν οι άγγελοι, αν θεωρούσαν ότι μιμούνταν την ευλαβική στάση των αγγέλων ή αν στην πραγματικότητα λάτρευαν αυτά τα πνευματικά πλάσματα.
[Πλαίσιο στη σελίδα 118]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ
Επιστολή που δίνει έμφαση στην εκτίμηση για τη θεόδοτη θέση του Χριστού ως το μέσο για την αντίκρουση εσφαλμένων απόψεων και συνηθειών
Γράφτηκε από τον Παύλο προς το τέλος της πρώτης φυλάκισής του στη Ρώμη
Εκτίμηση για τη θέση του Χριστού (1:1–2:12)
Επαινούνται για την πίστη τους σε σχέση με τον Χριστό και την αγάπη τους για όλους τους αγίους με τους οποίους μοιράζονται την ουράνια ελπίδα
Στον Χριστό δόθηκε προεξάρχουσα θέση: Αυτός είναι η εικόνα του Θεού, ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας, εκείνος μέσω του οποίου δημιουργήθηκαν όλα τα άλλα πράγματα, η κεφαλή της εκκλησίας, ο πρωτότοκος από τους νεκρούς
Μέσω του Χριστού γίνεται εφικτή η συμφιλίωση με τον Θεό
Στον Χριστό είναι αποκρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της αληθινής σοφίας και της γνώσης
Συνεχίστε να περπατάτε σε ενότητα με αυτόν· μην αφήσετε κανέναν να σας αρπάξει ως λεία του μέσω της ανθρώπινης φιλοσοφίας
Ο Θεός έχει βγάλει από τη μέση το Μωσαϊκό Νόμο μέσω του Χριστού (2:13-23)
Ο Θεός κάρφωσε συμβολικά τη διαθήκη του Νόμου στο ξύλο του βασανισμού πάνω στο οποίο πέθανε ο Χριστός
Οι απαιτήσεις του Νόμου αποτελούσαν σκιά· η πραγματικότητα ανήκει στον Χριστό
Ας μη σας στερήσει κανείς το βραβείο δελεάζοντάς σας να ακολουθείτε εντολές και διδασκαλίες ανθρώπων αντί να μένετε σταθερά προσκολλημένοι στον Χριστό ως την κεφαλή
Ντυθείτε τη νέα προσωπικότητα, υποτασσόμενοι στην εξουσία του Χριστού (3:1-17)
Να κρατάτε το νου σας σε αυτά που βρίσκονται πάνω, όχι σε αυτά που βρίσκονται στη γη
Νεκρώστε τις ακάθαρτες επιθυμίες της σάρκας· αποβάλετε εσφαλμένη συμπεριφορά και ομιλία
Ντυθείτε τη συμπόνια, την καλοσύνη, την ταπεινοφροσύνη, την πραότητα, τη μακροθυμία, την αγάπη
Ας κυριαρχεί η ειρήνη του Χριστού στις καρδιές σας
Να κάνετε τα πάντα στο όνομα του Κυρίου Ιησού, ευχαριστώντας τον Θεό μέσω αυτού
Οι σχέσεις με τους άλλους πρέπει να επηρεάζονται από την εκτίμηση για τον Θεό και τον Χριστό (3:18–4:18)
Οι σύζυγοι, τα παιδιά, οι δούλοι, οι κύριοι πρέπει να εκπληρώνουν τις ευθύνες τους, όχι ως ανθρωπάρεσκοι, αλλά με φόβο του Ιεχωβά, αναγνωρίζοντας ότι ο Χριστός στον ουρανό είναι ο Κύριός μας
Να εμμένετε στην προσευχή· να περπατάτε με σοφία
Προσωπικοί χαιρετισμοί σε συνυπηρέτες του σε σχέση με τον Κύριο
-
-
ΚολοσσέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΟΣΣΕΣ
(Κολοσσές) [πιθανώς, Κολοσσιαίες].
Πόλη της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. Στις ημέρες του αποστόλου Παύλου οι Κολοσσές ανήκαν στη ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας, αν και αποτελούσαν μέρος της αρχαίας περιοχής της Φρυγίας. Σήμερα η τοποθεσία αυτή δεν κατοικείται. Βρισκόταν κοντά στο άνω άκρο της κοιλάδας του ποταμού Λύκου, περίπου 18 χλμ. ΑΝΑ της Λαοδίκειας (κοντά στο σημερινό Ντενιζλί). Η κοιλάδα του ποταμού Λύκου είναι στενή στην περιοχή των Κολοσσών και περιβάλλεται από μεγάλους γκρεμούς, αλλά πλαταίνει καθώς εκτείνεται προς τα ΒΔ και προς τη συμβολή των ποταμών Λύκου και Μαιάνδρου (Μεντερές). Μέσα από αυτή την κοιλάδα περνούσε η κύρια οδός που οδηγούσε από την Έφεσο και τα παράλια του Αιγαίου προς τα Α ως τον Ευφράτη. Μια οδός διακλαδιζόταν από εκεί και κατευθυνόταν προς τις Σάρδεις και την Πέργαμο, προς τα ΒΔ. Ωστόσο, στη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου το οδικό σύστημα άλλαξε, και η Λαοδίκεια καθώς και η γειτονική Ιεράπολη (Κολ 4:13) ξεπέρασαν σε σπουδαιότητα τις Κολοσσές. Παρ’ όλα αυτά, οι Κολοσσές εξακολούθησαν να είναι γνωστές ως κέντρο υφαντουργίας και φημίζονταν για ένα εκλεκτό είδος μαλλιού που παρήγαν το οποίο είχε ασυνήθιστη απόχρωση, το λεγόμενο κολοσσηνό μαλλί. Η πόλη βρισκόταν στις παρυφές μιας ερημικής στέπας, όπου έβοσκαν κοπάδια προβάτων. Περίπου 5 χλμ. νοτιότερα ορθώνεται το Χονάς Νταγί (όρος Κάδμος), το οποίο έχει ύψος 2.750 μ., και του οποίου τα χιόνια τροφοδοτούσαν τους χειμάρρους που έρρεαν κοντά στις Κολοσσές.
Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. ήταν παρόντες και Φρύγες στην Ιερουσαλήμ, μερικοί από τους οποίους ενδέχεται να ήταν από τις Κολοσσές. (Πρ 2:10) Αν και οι Κολοσσές βρίσκονταν πάνω στην κύρια οδό που συνέδεε Α και Δ, οι περισσότεροι λόγιοι πιστεύουν ότι ο Παύλος στη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του ακολούθησε μια κάπως βορειότερη διαδρομή, η οποία τον οδήγησε διά ξηράς στην Έφεσο. (Πρ 18:22, 23· 19:1) Η επιστολή του προς τους Κολοσσαείς αφήνει να εννοηθεί ότι ο ίδιος δεν είχε επισκεφτεί τις Κολοσσές και ότι η εκκλησία που υπήρχε εκεί ήταν καρπός του έργου του Επαφρά, σχετικά με τον οποίο ο Παύλος λέει ότι ήταν εκπρόσωπος του ίδιου και των συνεργατών του, καθώς διακονούσε όσια τους πιστούς στις Κολοσσές. (Κολ 1:7, 8· 2:1· 4:12) Ωστόσο, ο Παύλος γνώριζε αρκετούς Χριστιανούς από τις Κολοσσές. Κατονομάζει μάλιστα τον Ονήσιμο, τον Άρχιππο, τον Φιλήμονα και την Απφία.—Κολ 4:9, 17· Φλμ 1, 2, 10-12.
Στις Κολοσσές, εκτός από τον ιθαγενή φρυγικό πληθυσμό, υπήρχε και το ελληνικό καθώς και το Ιουδαϊκό στοιχείο. (Παράβαλε Κολ 3:11.) Οι αρχαίοι Φρύγες έτειναν σε μεγάλο βαθμό προς τον πνευματιστικό φανατισμό, οι Έλληνες αρέσκονταν σε πολλές εικασίες και φιλοσοφικά επιχειρήματα, ενώ οι Ιουδαίοι ήταν υπέρμαχοι του Μωσαϊκού Νόμου και των διατροφικών και σαββατιαίων απαιτήσεών του. Ο Παύλος καταπιάστηκε με όλες αυτές τις τάσεις στις συμβουλές που έδωσε στην εκκλησία των Κολοσσών.—Κολ 2:4, 8, 16, 18, 20-23.
-
-
Κόλπος, Κόρφος, ΑγκαλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΠΟΣ, ΚΟΡΦΟΣ, ΑΓΚΑΛΙΑ
Οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται πολύ παρόμοια με τη λέξη «στήθος», παρότι συχνά αναφέρονται στις πτυχώσεις που σχημάτιζε το πάνω μέρος του ενδύματος παρά στο στήθος αυτό καθαυτό. Στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιούνται οι λέξεις χαικ (1Βα 1:2), χότσεν (Νε 5:13) και ο δυϊκός αριθμός της λέξης νταδ («μαστοί», Ιεζ 23:3), στο δε πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η λέξη κόλπος (Ιωα 13:23).
Ένα πολυαγαπημένο πρόσωπο το κρατούσαν στην αγκαλιά (εβρ., χαικ), όπως η Ναομί κρατούσε το μωρό της Ρουθ, τον Ωβήδ, αναγνωρίζοντάς το ως το νόμιμο κληρονόμο του νεκρού της συζύγου, του Ελιμέλεχ.—Ρθ 4:16.
Το ένδυμα που φορούσαν οι Ισραηλίτες στους Βιβλικούς χρόνους ήταν πολύ φαρδύ και πτυχωτό πάνω από το στέρνο, έτσι ώστε μπορούσε να βάζει κανείς μέσα στις πτυχώσεις του τα χέρια του, χρήματα ή άλλα αντικείμενα, ακόμη δε και να βαστάζει ένα μωρό ή ένα αρνάκι. (Εξ 4:6, 7· Αρ 11:12· 2Σα 12:3) Ο Ιεχωβά λέει ότι θα βαστάξει τα αρνιά του στην αγκαλιά του, μια παραστατική εικόνα της τρυφερής αγάπης του και της φροντίδας του για αυτά. (Ησ 40:11) Η έκφραση «γυναίκα του κόλπου [κάποιου]», η οποία εμφανίζεται σε ορισμένες μεταφράσεις (KJ· Ro· AT· ΒΑΜ), γίνεται σαφέστερη όταν αποδίδεται «η σύζυγος που κρατάς με αγάπη στην αγκαλιά σου» (Kx· βλέπε επίσης ΚΛΠ), «η πολυαγαπημένη σου σύζυγος». (ΜΝΚ) (Δευ 13:6· 28:54) Μερικές φορές εννοούνται οι σεξουαλικές σχέσεις.—Γε 16:5· 2Σα 12:8.
Οι φράσεις “δίνω την αμοιβή στον κόρφο τους” και “μετρώ το μισθό τους στον κόρφο τους” γίνονται κατανοητές αν σκεφτούμε ότι οι τσέπες των ρούχων δεν βρίσκονταν στο κάτω μέρος της φορεσιάς όπως συμβαίνει σήμερα. (Ησ 65:6, 7· Ψλ 79:12· Ιερ 32:18) Παρόμοια, οι φράσεις «μεταφέρω στον κόρφο μου τον ονειδισμό», “μαζεύω φωτιά στον κόρφο μου”, “παίρνω δώρο μέσα από τον κόρφο” και «αυτό που δίνεται στον κόρφο ως δωροδοκία» παραπέμπουν στη χρήση των πάνω πτυχώσεων του ενδύματος.—Ψλ 89:50· Παρ 6:27· 17:23· 21:14.
«Στον Κόλπο» Κάποιου. Σε μια παραβολή, ο Ιησούς μίλησε για κάποιον ζητιάνο ονόματι Λάζαρο που μεταφέρθηκε κατά το θάνατό του «στον κόλπο του Αβραάμ», ο δε Ιωάννης αναφέρει για τον Ιησού ότι βρίσκεται «στον κόλπο του Πατέρα». (Λου 16:22, 23· Ιωα 1:18) Η φράση «στον κόλπο» παραπέμπει στο έθιμο που υπήρχε να πλαγιάζουν κατά τα γεύματα, φέρνοντας στο νου την εικόνα κάποιου που πλαγιάζει μπροστά από κάποιον άλλον στο ίδιο ανάκλιντρο κατά το γεύμα.
Οι καλεσμένοι πλάγιαζαν στο αριστερό πλευρό, στηρίζοντας τον αριστερό τους αγκώνα σε ένα μαξιλάρι και έχοντας το δεξί τους βραχίονα ελεύθερο. Συνήθως σε κάθε ανάκλιντρο πλάγιαζαν τρία άτομα, αλλά μπορούσαν να πλαγιάσουν μέχρι και πέντε. Το κεφάλι του καθενός ακουμπούσε πάνω ή ήταν κοντά στο στήθος, δηλαδή στον κόλπο, του ατόμου που βρισκόταν πίσω του. Το άτομο που δεν είχε κανέναν πίσω του θεωρούνταν ότι κατείχε την υψηλότερη θέση, ενώ εκείνος που βρισκόταν δίπλα του, τη δεύτερη θέση τιμής. Επειδή οι καλεσμένοι βρίσκονταν τόσο κοντά ο ένας στον άλλον, συνήθιζαν να βάζουν τους φίλους δίπλα δίπλα, έτσι ώστε να τους είναι εύκολο να συζητούν εμπιστευτικά, αν το ήθελαν. Το να βρίσκεται κανείς στον κόλπο κάποιου άλλου σε ένα συμπόσιο σήμαινε πράγματι ότι κατείχε ιδιαίτερη θέση εύνοιας όσον αφορά εκείνο το άτομο. Γι’ αυτό, κατά τον εορτασμό του τελευταίου Πάσχα ο απόστολος Ιωάννης, τον οποίο ο Ιησούς αγαπούσε πολύ, “ήταν πλαγιασμένος μπροστά στον κόλπο του Ιησού”, και όντας σε αυτή τη θέση, «έγειρε πάνω στο στήθος του Ιησού» και του απηύθυνε ιδιαιτέρως μια ερώτηση.—Ιωα 13:23, 25· 21:20.
Γι’ αυτούς τους λόγους, ο Ιωάννης, περιγράφοντας την πολύ ιδιαίτερη θέση εύνοιας που κατείχε ο Ιησούς, είπε ότι βρισκόταν «στον κόλπο» του Πατέρα του, του Ιεχωβά, ως το πρόσωπο που είχε την πιο στενή σχέση με τον Ιεχωβά, το μόνο πρόσωπο που μπορούσε να εξηγήσει τον Θεό πληρέστερα και πιο διεξοδικά από κάθε άλλον. (Ιωα 1:18) Παρόμοια, στην παραβολή του Ιησού, ο Λάζαρος μεταφέρθηκε «στον κόλπο» του Αβραάμ, πράγμα που υποδήλωνε την εύνοια του Θεού, εφόσον αυτός ο ζητιάνος βρέθηκε εν τέλει στη θέση της ειδικής εύνοιας κάποιου ο οποίος ήταν ανώτερός του.—Βλέπε ΓΕΥΜΑ.
-
-
ΚολυμβητήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΛΥΜΒΗΤΗΣ
Το άτομο που μπορεί να κινηθεί μέσα στο νερό με τη βοήθεια των χεριών και των ποδιών του. Η ικανότητα κολύμβησης ήταν κάτι το συνηθισμένο για τους αρχαίους. (Ιεζ 47:5· Πρ 27:42, 43) Σε κάποιο αρχαίο αιγυπτιακό κείμενο, ένας πατέρας αναφέρει ότι τα παιδιά του έκαναν μαθήματα κολύμβησης, ενώ ασσυριακά ανάγλυφα απεικονίζουν πολεμιστές να κολυμπούν, πολλές φορές με τη βοήθεια φουσκωμένων ασκιών.
Η ικανότητα κολύμβησης ήταν απαραίτητη για τους ψαράδες. Όταν χρησιμοποιούσαν συρόμενο δίχτυ, καταδύονταν μερικές φορές στο νερό και περνούσαν ένα τμήμα της εφοδιασμένης με βαρίδια άκρης του διχτυού κάτω από το υπόλοιπο δίχτυ για να σχηματίσουν πάτο. Αν και, ως ψαράς, ο Πέτρος ήταν προφανώς καλός κολυμβητής (Ιωα 21:7, 8), όταν περπάτησε πάνω στο νερό άρχισε να βουλιάζει και φώναξε στον Ιησού Χριστό να τον σώσει. Πιθανώς αυτό συνέβη ως αποτέλεσμα της ασυνήθιστης θαλασσοταραχής σε συνδυασμό με το φόβο του ίδιου του Πέτρου.—Ματ 14:27-31.
Σε μια προφητεία εναντίον του Μωάβ, ο Ησαΐας αναφέρθηκε στις κινήσεις ενός κολυμβητή, λέγοντας: «Το χέρι του Ιεχωβά θα αναπαυτεί πάνω σε αυτό το βουνό, και ο Μωάβ θα ποδοπατηθεί στον τόπο του όπως ποδοπατιέται ένας σωρός από άχυρα σε κοπρώνα. Και θα απλώσει τα χέρια του μέσα σε αυτόν όπως απλώνει ο κολυμβητής τα χέρια του για να κολυμπήσει, και θα υποβιβάσει την υπεροψία του με τις έντεχνες κινήσεις των χεριών του». (Ησ 25:10, 11) Αυτή η απόδοση, καθώς και εκείνη της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, υποδηλώνει ότι ο Ιεχωβά απλώνει τα χέρια του ενάντια στον Μωάβ για να καταφέρει καταστροφικά χτυπήματα. Εντούτοις, μια άλλη απόδοση των εδαφίων εμφανίζει τον Μωάβ ως εκείνον που κολυμπάει. Για παράδειγμα, η Αμερικανική Μετάφραση λέει: «Το χέρι του ΚΥΡΙΟΥ θα αναπαυτεί πάνω σε αυτό το βουνό, αλλά ο Μωάβ θα καταπατηθεί στο μέρος όπου στέκεται, όπως το άχυρο καταπατείται στο νερό ενός κοπρόλακκου· και μολονότι απλώνει τα χέρια του μέσα σε αυτόν, όπως ένας κολυμβητής απλώνει τα χέρια του για να κολυμπήσει, η υπερηφάνειά του θα ταπεινωθεί παρά τα τεχνάσματα των χεριών του».—Βλέπε επίσης ΛΧ, ΜΠΚ.
-
-
ΚόμποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΜΠΟΣ
Διακοσμητικό στοιχείο του χρυσού λυχνοστάτη που χρησιμοποιούνταν στη σκηνή της μαρτυρίας. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται έτσι είναι η λέξη καφτώρ ή καφτόρ, η οποία αναφέρεται προφανώς σε μια στρογγυλή προεξοχή. (Εξ 25:31-36· 37:17-22) Αυτοί οι «κόμποι» εναλλάσσονταν με τα διακοσμητικά άνθη που βρίσκονταν στο κυρίως στέλεχος του λυχνοστάτη και σε καθένα από τα έξι κλαδιά του. Κάποιοι από τους κόμπους φαίνεται ότι σχημάτιζαν ένα εξόγκωμα, δηλαδή μια προεξέχουσα υποδοχή, για αυτά τα κλαδιά. Οι κόμποι διακρίνονται στο λυχνοστάτη που απεικονίζεται στο ανάγλυφο της Αψίδας του Τίτου (στη Ρώμη), όπου Ρωμαίοι στρατιώτες φαίνονται να μεταφέρουν λάφυρα από το ναό της Ιερουσαλήμ ο οποίος καταστράφηκε το 70 Κ.Χ.
-
-
ΚόμπραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΜΠΡΑ
[εβρ., πέθεν].
Εξαιρετικά δηλητηριώδες φίδι της Ασίας και της Αφρικής. Η κόμπρα που αναφέρεται σε έξι εδάφια της Αγίας Γραφής είναι αναμφίβολα η αιγυπτιακή κόμπρα ή ασπίδα (νάγια η χάγια [Naja haje]), ένα είδος κόμπρας που χρησιμοποιείται συνήθως στη γοητεία φιδιών από τους Βιβλικούς χρόνους ως σήμερα. Όπως η κοινή ινδική κόμπρα και η βασιλική κόμπρα της Ασίας, έτσι και η αιγυπτιακή κόμπρα φουσκώνει το λαιμό της όταν θυμώνει.
Η κόμπρα επιτίθεται τινάζοντας το ανασηκωμένο σώμα της προς τα εμπρός, ενώ ταυτόχρονα παράγει έναν οξύ συριγμό. Όταν δαγκώσει τη λεία της, την κρατάει γερά με το σαγόνι της και κατόπιν αρχίζει μια χαρακτηριστική μάσηση για να διασφαλίσει ότι θα εκχυθεί άφθονο δηλητήριο στην πληγή. Λόγω αυτής της τακτικής, καθώς και του εξαιρετικά τοξικού δηλητηρίου τους, οι κόμπρες είναι από τα πιο επικίνδυνα πλάσματα που υπάρχουν.
Οι Ισραηλίτες γνώριζαν καλά αυτό το φίδι, όχι μόνο ενόσω βρίσκονταν στην Αίγυπτο, αλλά και κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής τους στην έρημο. Ο Μωυσής, απευθυνόμενος στους Ισραηλίτες στην έρημο, αναφέρθηκε στο «αμείλικτο δηλητήριο από κόμπρες». (Δευ 32:33) Ο χαρακτηρισμός «αμείλικτο» περιγράφει εύστοχα την επίδραση του εν λόγω δηλητηρίου. Σχετικά με αυτήν, ο γιατρός Φίντλεϊ Ράσελ, στο βιβλίο του Προσβολή από Δηλητήριο Φιδιών ([Snake Venom Poisoning] 1980, σ. 362), λέει ότι τα συμπτώματα αρχίζουν με ατονία των βλεφάρων, ενώ κατόπιν μπορεί να εμφανιστεί δύσπνοια, παράλυση των ματιών, της γλώσσας και του λάρυγγα, και ίσως μάλιστα επέλθουν σπασμοί και ανακοπή καρδιάς.
Το δηλητήριο της κόμπρας προσβάλλει τα νεύρα, προκαλεί παράλυση του αναπνευστικού συστήματος και συχνά αποβαίνει μοιραίο για τον άνθρωπο, αν δεν χορηγηθεί έγκαιρα αντιοφικός ορός. Ο Σωφάρ αναφέρεται στη «χολή [της] κόμπρας» και στο «δηλητήριο [της] κόμπρας».—Ιωβ 20:14, 16.
Χρησιμοποιώντας μεταφορική γλώσσα, ο ψαλμωδός συνδέει τη θανατηφόρα κόμπρα με το λιοντάρι και λέει σχετικά με εκείνους που έχουν κάνει τον Ιεχωβά καταφύγιό τους: «Πάνω στο νεαρό λιοντάρι και στην κόμπρα θα πατήσεις· θα ποδοπατήσεις το χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι και το μεγάλο φίδι». (Ψλ 91:13) Ο Ησαΐας, μιλώντας για την επανασύναξη του λαού του Ιεχωβά, προφητεύει αλλαγή συνθηκών για αυτούς και περιγράφει έναν καιρό κατά τον οποίο «το παιδί που θηλάζει θα παίζει στην τρύπα της κόμπρας· και στο άνοιγμα της φωλιάς του δηλητηριώδους φιδιού θα βάζει το χέρι του το απογαλακτισμένο παιδί».—Ησ 11:8, 11, 12.
Πώς μπορεί η κόμπρα “να ακούει τη φωνή των γοητευτών”;
Η Αγία Γραφή αναφέρεται στο αφτί της κόμπρας και υποδηλώνει την ικανότητα που έχει η κόμπρα “να ακούει τη φωνή των γοητευτών”. (Ψλ 58:4, 5) Εφόσον τα φίδια δεν διαθέτουν έξω ακουστικούς πόρους, και η εντύπωση που έδιναν στους φυσιοδίφες ήταν ότι δεν ανταποκρίνονται στον ήχο, πολλοί υπέθεταν ότι αυτά τα ερπετά είναι κουφά. Σχολιάζοντας αυτό το λάθος, Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([The New Encyclopædia Britannica] 1987, Τόμ. 27, σ. 159) δηλώνει: «Η υπόθεση αυτή είναι λανθασμένη. Τα φίδια είναι ευαίσθητα σε ορισμένα ηχητικά κύματα που μεταδίδονται με τον αέρα και μπορούν να τα συλλάβουν με τη βοήθεια ενός μηχανισμού ο οποίος υποκαθιστά την τυμπανική μεμβράνη. . . . Επιπλέον, ενώ η ευαισθησία των περισσότερων φιδιών στο μέσο της κλίμακας των χαμηλών τόνων είναι μικρότερη από αυτήν που διαθέτουν οι περισσότεροι τύποι διαφορετικών αφτιών, η διαφορά δεν είναι πολύ σημαντική. Σε κάποια φίδια, όμως, η ευαισθησία αυτή είναι σχεδόν τόσο οξεία όσο και στις περισσότερες σαύρες που έχουν συμβατικούς ακουστικούς πόρους και μηχανισμούς στο μέσο αφτί».
-
-
ΚονίαμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΝΙΑΜΑ
Σύνθετο υλικό που τοποθετείται ως πηλός ανάμεσα στους πλίθους και στις πέτρες για να επιτευχθεί η συγκόλλησή τους (όπως σε έναν τοίχο) ή χρησιμοποιείται ως επίχρισμα τοίχου. (Λευ 14:42, 45· 1Χρ 29:2· Ησ 54:11· Ιερ 43:9) Ένα μείγμα ανθεκτικό στις καιρικές συνθήκες, αποτελούμενο από ασβέστη, άμμο και νερό, χρησιμοποιούνταν στην οικοδόμηση των πολυτελών σπιτιών της αρχαίας Παλαιστίνης. Ένα άλλο είδος κονιάματος, που χρησιμοποιούνταν ως σοβάς, παρασκευαζόταν με την ανάμειξη άμμου, στάχτης και ασβέστη. Μερικές φορές πρόσθεταν στο μείγμα λάδι ή άλειβαν τον τοίχο με λάδι μετά το σοβάτισμα, ώστε να δημιουργηθεί μια σχεδόν αδιάβροχη επιφάνεια. Στην Αίγυπτο (μέχρι και τη σύγχρονη εποχή), το κονίαμα για το σοβάτισμα των τοίχων αποτελείται από δύο μέρη πηλού, ένα μέρος ασβέστη και ένα μέρος άχυρου με στάχτη.
Αντί του συμβατικού κονιάματος, οι οικοδόμοι του Πύργου της Βαβέλ χρησιμοποίησαν άσφαλτο, η οποία «τους χρησίμευσε ως κονίαμα». (Γε 11:3) Οι μεταγενέστεροι Βαβυλώνιοι πιθανότατα προμηθεύονταν την άσφαλτο για το κονίαμα που χρησιμοποιούσαν από υπόγειες πηγές στα περίχωρα της πόλης Χιτ, η οποία βρίσκεται όχι μακριά από τη Βαβυλώνα, στις όχθες του ποταμού Ευφράτη. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Α΄, 179), χρησιμοποίησαν ζεστή άσφαλτο ως συγκολλητικό υλικό, δηλαδή κονίαμα, όταν κατασκεύασαν τα πρανή της τάφρου της Βαβυλώνας και όταν έχτισαν το τείχος της πόλης.
Ενόσω οι Ισραηλίτες ήταν δούλοι στην Αίγυπτο, οι Αιγύπτιοι «τους έκαναν πικρή τη ζωή με σκληρή δουλεία στον πηλό [που χρησιμοποιούνταν ως κονίαμα] και στους πλίθους». (Εξ 1:14) Το κονίαμα το ανακάτευαν μέχρι να αποκτήσει περίπου την πυκνότητα της μελάσας, πατώντας το συνήθως με τα πόδια. Για να δέσει ακόμη περισσότερο το μείγμα, πρόσθεταν κομμένο άχυρο. Αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στη γη τους, ο πηλός και οι πλίθοι ήταν τα βασικά οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιούσαν στις περιοχές όπου υπήρχαν λίγες μόνο οικοδομικές πέτρες καλής ποιότητας.
Οι πλίθοι δεν άντεχαν πολύ στον υγρό καιρό. Γι’ αυτό, προκειμένου να προστατέψουν έναν καινούριο τοίχο ή να σώσουν και να ενισχύσουν κάποιον που είχε φθαρεί, χρησιμοποιούσαν μερικές φορές ένα επίχρισμα κονιάματος, δηλαδή σοβά. Ωστόσο, αν απλώς άσπριζαν τον τοίχο ή του έβαζαν κακής ποιότητας κονίαμα, το οποίο περιείχε λίγο ή καθόλου ασβέστη, δεν μπορούσαν να περιμένουν ότι θα άντεχε στις δυνατές καταιγίδες.—Παράβαλε Ιεζ 13:11-16.
-
-
ΚοντάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΝΤΑΡΙ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΚοπέλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΠΕΛΑ
Βλέπε ΠΑΡΘΕΝΑ.
-
-
Κοπή των ΤενόντωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΠΗ ΤΩΝ ΤΕΝΟΝΤΩΝ
Με τη φράση αυτή εννοείται η κοπή των οπίσθιων τενόντων πάνω από το ακροτάρσιο των πίσω ποδιών των τετραπόδων. Αυτή η κοπή καθιστά το ζώο ανάπηρο και ως εκ τούτου ακατάλληλο για εργασία ή πόλεμο. Ο Συμεών και ο Λευί, γιοι του Ιακώβ, εκδήλωσαν την αυθαιρεσία τους κόβοντας τους τένοντες ταύρων, πιθανότατα όταν εκδικήθηκαν τους Ευαίους της Συχέμ. (Γε 49:5, 6) Όταν πολεμούσαν, οι Ισραηλίτες έκοβαν τους τένοντες των αλόγων των εχθρών τους, και μάλιστα σε μια περίπτωση ο Ιησούς του Ναυή έλαβε συγκεκριμένη οδηγία για αυτό από τον Ιεχωβά. (Ιη 11:6, 9· 2Σα 8:3, 4· 1Χρ 18:3, 4) Αυτή ήταν η απλούστερη μέθοδος για να τεθούν τα άλογα εκτός μάχης και, αφού τα καθιστούσαν ανάπηρα με αυτόν τον τρόπο, αναμφίβολα τα θανάτωναν, καταστρέφοντάς τα μαζί με τα πολεμικά άρματα. Με το να μην ιδιοποιούνται τα άλογα των εχθρών τους προκειμένου να τα χρησιμοποιήσουν κατόπιν στον πόλεμο, οι Ισραηλίτες θα προφυλάσσονταν από την παγίδα τού να βασίζονται για προστασία στα άλογα αντί στον Ιεχωβά.—Παράβαλε Δευ 17:16· Ησ 31:1, 3.
-
-
Κόπρανα, ΚοπριάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΠΡΑΝΑ, ΚΟΠΡΙΑ
Τα περιττώματα ανθρώπων, πουλιών και ζώων προσδιορίζονται με διάφορες λέξεις στις Βιβλικές γλώσσες. Στις Γραφές, οι λέξεις «κοπριά» και «κόπρανα» έχουν πολλές φορές μεταφορικές αποχρώσεις.
Οι στρατιώτες του Ισραήλ είχαν στη διάθεσή τους ένα «ιδιαίτερο μέρος», ή αλλιώς «αποχωρητήριο», έξω από τα στρατόπεδά τους, έπρεπε δε να καλύπτουν τα περιττώματά τους. (Δευ 23:12-14) Έτσι ο στρατός διατηρούνταν καθαρός ενώπιον του Ιεχωβά και οι λοιμώδεις νόσοι που μεταδίδονται μέσω των μυγών δεν εξαπλώνονταν εύκολα.
Μια από τις πύλες της Ιερουσαλήμ ήταν η «Πύλη των Σωρών της Στάχτης», η οποία ονομαζόταν συνήθως «Πύλη της Κοπριάς». (Νε 2:13· 3:13, 14· 12:31) Βρισκόταν χίλιους πήχεις (445 μ.) Α της Πύλης της Κοιλάδας και επομένως Ν του Όρους Σιών. Αυτή η πύλη πιθανότατα είχε ονομαστεί έτσι εξαιτίας των απορριμμάτων που συσσωρεύονταν στην Κοιλάδα του Εννόμ η οποία βρισκόταν πιο κάτω και στην οποία οδηγούσε η πύλη. Ίσως η αποκομιδή των απορριμμάτων της πόλης να γινόταν μέσω αυτής της πύλης.
Μερικοί νομαδικοί λαοί μπορεί να χρησιμοποιούσαν την κοπριά ως καύσιμο. Ο Ιεζεκιήλ, αναπαριστώντας μια σκηνή προφητική της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, εξέφρασε αντιρρήσεις όταν ο Θεός τον πρόσταξε να χρησιμοποιήσει ανθρώπινα περιττώματα ως καύσιμο για να ψήσει ψωμί. Αντί για αυτά, ο Θεός τού επέτρεψε φιλάγαθα να χρησιμοποιήσει κοπριά βοδιού. (Ιεζ 4:12-17) Από αυτό αφήνεται να εννοηθεί ότι η εν λόγω χρήση της κοπριάς δεν αποτελούσε συνηθισμένη τακτική στον Ισραήλ.
Η κοπριά χρησιμοποιούνταν ως λίπασμα για το χώμα. Φαίνεται ότι ανακάτευαν άχυρο και κοπριά σε «κοπρώνα», πιθανόν με το να βάζουν ζώα να ποδοπατούν το άχυρο ανακατεύοντάς το με την κοπριά. (Ησ 25:10) Ένας τρόπος με τον οποίο μπορούσε να λιπάνει κανείς μια συκιά ήταν να “σκάψει γύρω της και να βάλει κοπριά”.—Λου 13:8.
Γενικά, τα κόπρανα θεωρούνταν αηδιαστικά απορρίμματα. Ενδεικτικά της αηδίας που προκαλούσαν είναι τα λόγια του Ιεχωβά σχετικά με τον αχαλίνωτο οίκο του Βασιλιά Ιεροβοάμ του Ισραήλ, με τα οποία δίνεται επίσης έμφαση στο γεγονός ότι έπρεπε να απαλλάσσεται κανείς από αυτά: «Θα σαρώσω τα πάντα πίσω από τον οίκο του Ιεροβοάμ, όπως καθαρίζει κάποιος τα κόπρανα μέχρι να μη μείνει τίποτα».—1Βα 14:10.
Η μετατροπή του σπιτιού κάποιου σε δημόσιο αποχωρητήριο ήταν η μεγαλύτερη προσβολή και αποτελούσε τιμωρία. (Εσδ 6:11· Δα 2:5· 3:29) Στη διάρκεια της δοκιμής που έλαβε χώρα στην κορυφή του Όρους Κάρμηλος για να καταδειχτεί ποιος ήταν ο αληθινός Θεός, ο Ηλίας ενέπαιζε τους προφήτες του Βάαλ, ο οποίος δεν απαντούσε, με τα εξής λόγια: «Θα είναι απασχολημένος με κάτι ή έχει περιττώματα και πρέπει να πάει στο αποχωρητήριο». (1Βα 18:27) Αργότερα ο Ιηού έβαλε να γκρεμίσουν τον οίκο του Βάαλ, και «τον κατέστησαν αποχωρητήριο».—2Βα 10:27.
Η κοπριά χρησιμοποιείται επίσης σε παρομοιώσεις για να υποδηλώσει το ατιμωτικό τέλος ενός ατόμου ή ενός έθνους. (2Βα 9:36, 37· Ψλ 83:10· Ιερ 8:1, 2· 9:22· 16:4) Ο Θεός προείπε ότι, κατά την αντιδικία του με τα έθνη, δεν θα γινόταν θρήνος για εκείνους που θα θανατώνονταν από τον Ιεχωβά και αυτοί δεν θα συνάγονταν ούτε θα θάβονταν, αλλά θα γίνονταν «κοπριά στην επιφάνεια της γης».—Ιερ 25:31-33· παράβαλε Σοφ 1:14-18.
Σύμφωνα με το Νόμο, ο ιερέας δεν έπρεπε να φάει καμιά προσφορά για αμαρτία, το αίμα της οποίας φερόταν μέσα στο αγιαστήριο για να γίνει εξιλέωση. Το κουφάρι και τα κόπρανα του ζώου έπρεπε να καούν σε έναν καθαρό τόπο έξω από το στρατόπεδο. (Λευ 4:11, 12· 6:30· 16:27) Αυτό συνέβαινε επειδή κανένα μέρος του ζώου δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για άλλον σκοπό ή να αποσυντεθεί. Το ζώο ήταν «καθαρό», δηλαδή αγιασμένο για τον Ιεχωβά και επομένως έπρεπε να καεί σε έναν καθαρό τόπο.—Παράβαλε Εβρ 13:11-13.
Ο Παύλος, που είχε σε μεγάλη υπόληψη τα πνευματικά πράγματα και εκτιμούσε πολύ την ελπίδα του στον Χριστό, δήλωσε: «Για χάρη του έχω ζημιωθεί τα πάντα και τα θεωρώ σκουπίδια, για να κερδίσω τον Χριστό και να βρεθώ σε ενότητα με αυτόν». (Φλπ 3:8, 9) Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου η οποία αποδίδεται εδώ «σκουπίδια» (σκύβαλα) υποδηλώνει είτε περιττώματα είτε αποφάγια που πετιούνται από το τραπέζι. Ακόμη και αν ο απόστολος είχε κατά νου τη δεύτερη έννοια, το γεγονός ότι χαρακτηρίζει «τα πάντα» «σκουπίδια» τονίζει τη μεγάλη αξία την οποία προσέδιδε στο να κερδίσει τον Χριστό και να βρεθεί σε ενότητα με αυτόν.—Βλέπε ΚΟΠΡΑΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΩΝ.
Για την έκφραση «κοπρώδη είδωλα», βλέπε ΕΙΔΩΛΟ, ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ (Η Σωστή Άποψη για την Ειδωλολατρία).
-
-
Κόπρανα ΠεριστεριώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΠΡΑΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΩΝ
Σύμφωνα με την αφήγηση για την πολιορκία της Σαμάρειας από τον Σύριο Βασιλιά Βεν-αδάδ, η πείνα που προκλήθηκε έγινε τόσο μεγάλη ώστε «ένα κεφάλι γαϊδουριού έφτασε να στοιχίζει ογδόντα κομμάτια ασήμι και ένα τέταρτο του καβ κόπρανα περιστεριών στοίχιζε πέντε κομμάτια ασήμι». (2Βα 6:24, 25) Ένα κεφάλι γαϊδουριού κόστιζε περίπου $176 (αν τα «κομμάτια ασήμι» ήταν σίκλοι) και «ένα τέταρτο του καβ [0,3 λίτρα] κόπρανα περιστεριών» στοίχιζε περίπου $11. Αυτό υποδηλώνει ότι, επειδή τα τρόφιμα σπάνιζαν, κάτι όπως το οστεώδες, λιπόσαρκο κεφάλι ενός γαϊδουριού είχε γίνει ακριβή τροφή (μολονότι το γαϊδούρι θεωρούνταν ακάθαρτο ζώο σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο) και ότι ακόμη και τα κόπρανα των περιστεριών ήταν πανάκριβα. Η αναφορά στα κόπρανα των περιστεριών έχει πυροδοτήσει πολλές συζητήσεις για το αν αυτός ο όρος είναι κυριολεκτικός και το πώς χρησιμοποιούσε τα κόπρανα ο αγοραστής.
Μερικοί λένε ότι ο όρος «κόπρανα περιστεριών» μπορεί να προσδιόριζε κάποιο φυτό. Ωστόσο, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι τα φυτά στα οποία αναφέρονται οι υποστηρικτές αυτής της άποψης ήταν ποτέ γνωστά με αυτό το όνομα ή ότι όσοι ήταν αποκλεισμένοι στη Σαμάρεια από την πολιορκία μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα φυτά.
Όσοι δέχονται ότι η έκφραση έχει κυριολεκτική σημασία διαφωνούν με τη σειρά τους για τη χρήση που μπορεί να είχε αυτό το υλικό. Μερικοί επισημαίνουν ότι τα κόπρανα των περιστεριών χρησιμοποιούνταν ανέκαθεν από τους κατοίκους της Μέσης Ανατολής ως λίπασμα για την καλλιέργεια πεπονιών, αλλά λογικά εκείνοι οι άνθρωποι που λιμοκτονούσαν θα ενδιαφέρονταν για άμεσα καταναλώσιμες τροφές και όχι για σοδειές που ίσως θα έπρεπε να περάσουν μήνες μέχρι να γίνουν διαθέσιμες.
Πολλοί είναι υπέρ της άποψης ότι τα κόπρανα των περιστεριών χρησίμευαν όντως ως τροφή, τονίζοντας ότι το θέμα της αφήγησης είναι ο λιμός και οι φρικτές, ακραίες καταστάσεις στις οποίες οδηγεί τους ανθρώπους το βασανιστικό αίσθημα της πείνας. Η απειλή του αξιωματικού του Σενναχειρείμ, του Ραβσάκη, ότι η πολιορκία από την Ασσυρία θα ανάγκαζε τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ να «φάνε τα ίδια τους τα περιττώματα και να πιουν τα ίδια τους τα ούρα», αν και σκόπιμα ακραία και σκληρή για να κάνει τους ακροατές να παραλύσουν από το φόβο τους, ίσως είχε στην πραγματικότητα κάποια βάση. (2Βα 18:27) Μολονότι η σκέψη ότι άνθρωποι θα μπορούσαν να καταναλώσουν κατά γράμμα κόπρανα είναι εξαιρετικά αποκρουστική, δεν καθιστά αυτομάτως τη συγκεκριμένη άποψη απορριπτέα. Το γεγονός ότι η πείνα στη Σαμάρεια ήταν τόσο μεγάλη ώστε κάποιες γυναίκες έβρασαν και έφαγαν τα ίδια τους τα παιδιά δείχνει ότι είχαν φτάσει στο σημείο να καταναλώνουν ό,τι έβρισκαν. (2Βα 6:26-29) Αν και ορισμένοι επισημαίνουν ότι τα κόπρανα έχουν μηδαμινή θρεπτική αξία, αυτό από μόνο του δεν αποκλείει την πιθανότητα να τα αγόραζαν για τροφή, δεδομένου ότι όσοι λιμοκτονούν φέρονται πολλές φορές παράλογα και τρώνε οτιδήποτε προκειμένου να κατασιγάσουν το βασανιστικό αίσθημα της πείνας.
Μια ακόμη πιθανότερη άποψη ίσως είναι αυτή κάποιων ραβίνων οι οποίοι διατείνονται ότι τα κόπρανα χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο. Αυτό έχει Γραφικό παράλληλο, δεδομένου ότι ο προφήτης Ιεζεκιήλ έλαβε την εντολή να καταδείξει παραστατικά τις εξίσου φρικτές συνθήκες πολιορκίας που θα επικρατούσαν στην Ιερουσαλήμ με το να μαγειρέψει την τροφή του χρησιμοποιώντας ως καύσιμο κόπρανα. (Ιεζ 4:12-17) Τα ξερά κόπρανα των βοοειδών αποτελούν συνηθισμένη καύσιμη ύλη σε πολλά μέρη της γης μέχρι σήμερα. Αν αυτή η άποψη είναι σωστή, τότε η αφήγηση μπορεί απλώς να δηλώνει το κόστος της τροφής (σε αυτή την περίπτωση ενός κεφαλιού γαϊδουριού) και το κόστος του καυσίμου για το μαγείρεμά της. Τα επόμενα εδάφια δείχνουν ότι δεν έτρωγαν ακόμη το κρέας ωμό.
-
-
ΚοπτήραςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΠΤΗΡΑΣ
Βλέπε ΓΑΜΨΟΣ ΚΟΠΤΗΡΑΣ.
-
-
ΚοράκιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΑΚΙ
[εβρ. κείμενο, ‛ορέβ· ελλ. κείμενο, κόραξ].
Το πρώτο πουλί που κατονομάζεται στην Αγία Γραφή. (Γε 8:7) Το κοράκι, το μεγαλύτερο από τα κορακοειδή πουλιά, έχει μήκος περίπου 60 εκ. και το άνοιγμα των φτερών του μπορεί να ξεπεράσει το 1 μ. Το στιλπνό φτέρωμά του φημίζεται για το κατάμαυρο χρώμα του (Ασμ 5:11) με τις ιριδίζουσες γκριζογάλανες και πορφυρές ανταύγειες, ενώ το κάτω μέρος του ενίοτε έχει λίγο πράσινο. Το διαιτολόγιό του είναι εξαιρετικά ποικίλο εφόσον τρώει τα πάντα, από κάθε είδους καρπούς, φρούτα και σιτηρά μέχρι τρωκτικά, ερπετά, ψάρια και νεοσσούς πουλιών. Αν και επιτίθεται σε νεαρά και αδύναμα μικρά ζώα, είναι κυρίως νεκροφάγο πουλί. Όταν τρώει θνησιμαία, συνηθίζει να τρώει τα μάτια και άλλα μαλακά μέρη του θύματος προτού ξεσκίσει την κοιλιά με το ισχυρό του ράμφος. (Παρ 30:17) Χαρακτηρίζεται από μεγάλη αντοχή στην πτήση—χτυπάει τις φτερούγες του με δυνατό, σταθερό ρυθμό ή αερολισθαίνει αβίαστα διαγράφοντας μεγάλους κύκλους ενόσω επιθεωρεί την περιοχή για να βρει τροφή. Λόγω της συνεχούς αναζήτησης τροφής, ταξιδεύει σε ασυνήθιστα μακρινές αποστάσεις.
Σύμφωνα με τους φυσιοδίφες, το πανέξυπνο κοράκι θεωρείται ένα από τα πιο ευπροσάρμοστα και εφευρετικά πουλιά. Λόγω όλων αυτών, καθώς και λόγω της πτητικής του ικανότητας και της δυνατότητας που έχει να τρέφεται με μεγάλη ποικιλία τροφών, ακόμη και με θνησιμαία, το κοράκι ήταν κατάλληλο για να χρησιμοποιηθεί ως το πρώτο πλάσμα που θα έστελνε ο Νώε έξω από την κιβωτό όταν τα νερά του Κατακλυσμού άρχισαν να υποχωρούν. Η περικοπή δείχνει ότι έκτοτε το κοράκι έμεινε έξω από την κιβωτό, χρησιμοποιώντας την μόνο ως μέρος ανάπαυσης.—Γε 8:5-7.
Το κοράκι είχε χαρακτηριστεί ακάθαρτο σύμφωνα με τη διαθήκη του Νόμου (Λευ 11:13, 15· Δευ 14:12, 14), και η φράση «κατά το είδος του» θεωρείται ότι περιλαμβάνει την κουρούνα και άλλα προφανώς συγγενή κορακοειδή πουλιά όπως είναι το χαβαρόνι, η κάργια και η καλιακούδα, πουλιά που υπάρχουν όλα στην Παλαιστίνη.
Το κοράκι, ανόμοια με την κουρούνα, είναι συνήθως πουλί των απομονωμένων περιοχών και συχνά ζει στα βουνά, ακόμη δε και σε ερήμους. Ήταν ένα από τα πλάσματα που είδε σε όραμα ο Ησαΐας ότι κατοικούσαν στην κενή και έρημη περιοχή του κατεστραμμένου Εδώμ. (Ησ 34:11) Επίσης, το κοράκι έχει τη συνήθεια να συσσωρεύει περισσεύματα τροφής σε σχισμές βράχων ή να τα θάβει κάτω από φύλλα. Πολύ κατάλληλα, λοιπόν, ο Θεός επέλεξε αυτά τα πουλιά και τα χρησιμοποίησε θαυματουργικά για να μεταφέρουν ψωμί και κρέας στον Ηλία δύο φορές την ημέρα, ενόσω ο προφήτης κρυβόταν στην κοιλάδα του χειμάρρου Χερίθ.—1Βα 17:2-6.
Τα κοράκια φωλιάζουν σε γκρεμούς ή σε βραχώδη ακρωτήρια, καθώς και σε ψηλά δέντρα. Ζευγαρώνουν με το ίδιο ταίρι ισόβια και είναι αφοσιωμένοι γονείς. Ο Ιεχωβά Θεός, ο πραγματικός Προμηθευτής για όλα τα πλάσματά Του, έστρεψε την προσοχή του Ιώβ στον Εαυτό του θέτοντας το ερώτημα: «Ποιος ετοιμάζει για το κοράκι την τροφή του, όταν τα μικρά του κραυγάζουν προς τον Θεό για βοήθεια, όταν περιπλανιούνται επειδή δεν έχουν τίποτα να φάνε;» (Ιωβ 38:41) Ο ψαλμωδός έδειξε, επίσης, ότι η τροφή που φέρνουν από μακριά οι γονείς κόρακες στα πεινασμένα μικρά τους προκειμένου να κατευνάσουν τις βραχνές κραυγές τους υπάρχει χάρη στις στοργικές προμήθειες του Δημιουργού (Ψλ 147:7-9), ενώ ο Ιησούς αναφέρθηκε με παρόμοιο τρόπο στα κοράκια για να διαβεβαιώσει τους ακολούθους του ότι Εκείνος που φροντίζει για αυτά τα πουλιά του ουρανού αναμφίβολα θα καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπινων υπηρετών Του.—Λου 12:24· παράβαλε Ψλ 104:27, 28· Ματ 6:26.
Προφανώς επειδή το κοράκι έχει εντυπωσιακό μέγεθος, σκούρα χρώματα και πένθιμο κρώξιμο, οι ειδωλολατρικοί λαοί της αρχαιότητας θεωρούσαν ότι αποτελούσε κακό οιωνό και προμήνυμα θανάτου. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι το θαρραλέο, συχνά παράτολμο, κοράκι ήταν προφητικό πουλί, ίσως επειδή φημιζόταν για την πανουργία και την εξυπνάδα του. Θεωρούνταν ιερό πουλί του θεού Απόλλωνα και ενός χρησμοδοτικού τάγματος ιερέων, μερικοί από τους οποίους ντύνονταν στα μαύρα.
Ένας άρχοντας του Μαδιάμ στην εποχή του Κριτή Γεδεών ονομαζόταν Ωρήβ, που σημαίνει «Κοράκι».—Κρ 7:25.
-
-
ΚοράλλιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΑΛΛΙ
Οι ασβεστολιθικές αποθέσεις ορισμένων θαλάσσιων οργανισμών που ονομάζονται πολύποδες. Αυτά τα μικροσκοπικά πλάσματα των θερμών νερών, που ζουν σε αποικίες, παίρνουν τα άλατα του ασβεστίου από τη θάλασσα και φτιάχνουν από αυτά σκελετούς, όμοιους με όμορφα κλαδωτά δενδρύλλια και τόσο σκληρούς όσο η πέτρα. Με την πάροδο του χρόνου, οι σχηματισμοί μερικών ειδών κοραλλιού μπορεί να πάρουν διαστάσεις μεγάλων κοραλλιογενών υφάλων και να αποτελέσουν τα θεμέλια κοραλλιογενών νησιών. Υπάρχουν κοράλλια σε διάφορα χρώματα—ποικιλίες λευκών, μαύρων και κόκκινων κοραλλιών—η δε κόκκινη ποικιλία ήταν η πιο ακριβή και η πιο περιζήτητη στην αρχαιότητα. (Παράβαλε Θρ 4:7.) Η Τύρος ήταν κάποτε ξακουστή για το ότι εμπορευόταν κοράλλια, τα οποία αλιεύονταν από τη Μεσόγειο, την Ερυθρά Θάλασσα και τον Ινδικό Ωκεανό. (Ιεζ 27:16) Από ακατέργαστα κοράλλια οι τεχνίτες κατασκεύαζαν με επιδεξιότητα διάφορα πολύτιμα κομψοτεχνήματα.
Λόγω της μεγάλης αξίας που είχαν τα κοράλλια, η Γραφή κάνει διάφορες ενδιαφέρουσες συγκρίσεις. Η γνώση και η σοφία αξίζουν οπωσδήποτε περισσότερο από το κοράλλι. (Ιωβ 28:18· Παρ 3:15· 8:11· 20:15) Το ίδιο ισχύει για την άξια σύζυγο, η οποία «αξίζει πολύ περισσότερο από τα κοράλλια».—Παρ 31:10.
-
-
ΚορβάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΒΑΝ
(κορβάν).
Σύμφωνα με την εξήγηση που δίνεται στο εδάφιο Μάρκος 7:11, το «κορβάν» είναι «δώρο αφιερωμένο στον Θεό». Η λέξη κορβάν του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποτελεί μεταγραφή της εβραϊκής λέξης κορμπάν που σημαίνει προσφορά. Αυτή η εβραϊκή λέξη χρησιμοποιείται στα βιβλία Λευιτικό και Αριθμοί, αναφερόμενη τόσο σε αιματηρές όσο και σε αναίμακτες προσφορές. (Λευ 1:2, 3· 2:1· Αρ 5:15· 6:14, 21) Χρησιμοποιείται επίσης στα εδάφια Ιεζεκιήλ 20:28 και 40:43. Συναφής με τη λέξη κορβάν του ελληνικού κειμένου είναι η λέξη κορβανᾶς, που εμφανίζεται στο εδάφιο Ματθαίος 27:6, όπου περιέχεται η δήλωση των πρωθιερέων ότι δεν θα ήταν νόμιμο να πάρουν τα χρήματα της προδοσίας, τα ασημένια νομίσματα που είχε ρίξει στο ναό ο Ιούδας, και να τα βάλουν στο «ιερό θησαυροφυλάκιο [κορβανᾶν]», διότι ήταν «τιμή αίματος».
Την εποχή της επίγειας διακονίας του Ιησού Χριστού είχε αναπτυχθεί μια αξιόμεμπτη συνήθεια σε σχέση με τα δώρα τα οποία αφιέρωναν στον Θεό. Αναφορικά με αυτό, ο Ιησούς κατήγγειλε τους Φαρισαίους ως υποκριτές, επειδή έθεταν τη δική τους παράδοση πάνω από το νόμο του Θεού. Προφασιζόμενοι ότι περιφρουρούσαν για λογαριασμό του Θεού κάτι που είχε χαρακτηριστεί «κορβάν», παραμέριζαν τη θεϊκή απαίτηση που υπαγόρευε απόδοση τιμής στους γονείς. (Ματ 15:3-6) Κάποιος μπορούσε απλώς να πει: «Ας γίνει κορβάν» ή «Είναι κορβάν», αναφορικά με την περιουσία του ή κάποιο μέρος της. Εκείνον τον καιρό οι Φαρισαίοι δίδασκαν ότι από τη στιγμή που κάποιος χαρακτήριζε τα υπάρχοντά του «κορβάν», δηλαδή δώρο αφιερωμένο στον Θεό, δεν μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει για να καλύψει τις ανάγκες των γονέων του, όσο φτωχοί και αν ήταν αυτοί, αν και είχε τη δυνατότητα να τα χρησιμοποιεί ο ίδιος μέχρι το θάνατό του, εφόσον επέλεγε κάτι τέτοιο. Επομένως, μολονότι αυτοί οι Φαρισαίοι ισχυρίζονταν ότι τιμούσαν τον Θεό, οι καρδιές τους δεν βρίσκονταν σε αρμονία με τις δίκαιες απαιτήσεις του.—Μαρ 7:9-13.
Ο ιστορικός Ιώσηπος εφάρμοσε το «κορβάν» σε άτομα, αναφέροντας: «Όσοι χαρακτηρίζουν τον εαυτό τους “κορβάν” στον Θεό, πράγμα που στην ελληνική γλώσσα σημαίνει “δώρο”, όταν θελήσουν να απαλλαχτούν από αυτή την υποχρέωση, οφείλουν να καταβάλουν ένα ορισμένο ποσό στους ιερείς». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Δ΄, 73 [iv, 4]) Μολαταύτα, ο όρος «κορβάν» χρησιμοποιούνταν γενικότερα για κάθε ιδιοκτησία την οποία αφιέρωναν στον Θεό ως δώρο.
-
-
ΚορδόνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΔΟΝΙ
Βλέπε ΣΧΟΙΝΙ.
-
-
ΚορέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΕ
(Κορέ) [πιθανώς, Φαλακρός· Φαλάκρα].
1. Ένας από τους τρεις γιους που απέκτησε ο Ησαύ από την Ευαία σύζυγό του, την Οολιβαμά. Γεννήθηκε στη Χαναάν προτού μετακινηθεί ο Ησαύ στην ορεινή περιοχή του Σηείρ. (Γε 36:2, 5-8, 14· 1Χρ 1:35) Ο Κορέ ήταν σεΐχης στη γη του Εδώμ.—Γε 36:18.
Κάποιος «σεΐχης Κορέ» αναφέρεται στο εδάφιο Γένεση 36:16 ως γιος του Ελιφάς και εγγονός του Ησαύ. Ωστόσο, το όνομα αυτό δεν εμφανίζεται μεταξύ των απογόνων του Ελιφάς στα εδάφια Γένεση 36:11, 12 ή στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:36. Η σαμαρειτική Πεντάτευχος παραλείπει το όνομα στο εδάφιο Γένεση 36:16, και μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν πως υπάρχει στο Μασοριτικό κείμενο ενδεχομένως από λάθος κάποιου αντιγραφέα.
2. Γιος του Χεβρών από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:43.
3. Κααθίτης Λευίτης από την οικογένεια του Ισαάρ. (Εξ 6:16, 18, 21· 1Χρ 6:1, 2, 22 [«Αμμιναδάβ» ήταν πιθανώς ένα άλλο όνομα του Ισαάρ.]) Στη διάρκεια της οδοιπορίας του Ισραήλ στην έρημο, ο Κορέ στασίασε εναντίον της εξουσίας του Μωυσή και του Ααρών με την υποστήριξη των Ρουβηνιτών Δαθάν, Αβιρών και Ων, καθώς και 250 “αρχηγών της σύναξης”, “αντρών φημισμένων”. (Αρ 16:1, 2) Αυτοί ισχυρίστηκαν ότι «ολόκληρη η σύναξη, όλοι τους είναι άγιοι και ο Ιεχωβά βρίσκεται ανάμεσά τους», και ρώτησαν: «Γιατί, λοιπόν, υψώνετε τον εαυτό σας πάνω από την εκκλησία του Ιεχωβά;» (Αρ 16:3-11) Ο Μωυσής έστειλε αργότερα και κάλεσε τον Δαθάν και τον Αβιρών, αλλά εκείνοι αρνήθηκαν να παρουσιαστούν, με το σκεπτικό ότι ο Μωυσής δεν είχε το δικαίωμα να τους καλέσει. (Αρ 16:12-15) Ο Κορέ, η σύναξή του και ο Αρχιερέας Ααρών έλαβαν την οδηγία να παρουσιαστούν ενώπιον του Ιεχωβά, έχοντας όλοι τους πυροδοχεία και θυμίαμα.—Αρ 16:16, 17.
Την επομένη ο Κορέ και οι 250 άντρες που ήταν μαζί του, κρατώντας όλοι πυροδοχεία με θυμίαμα, στάθηκαν στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης μαζί με τον Μωυσή και τον Ααρών. Η δόξα του Ιεχωβά εμφανίστηκε σε όλη τη σύναξη και ο Θεός μίλησε στον Μωυσή και στον Ααρών λέγοντάς τους να αποχωριστούν από το μέσο της σύναξης, «για να τους εξοντώσω μέσα σε μια στιγμή». Ωστόσο, ο Μωυσής και ο Ααρών μεσολάβησαν υπέρ του λαού, και τότε ο Θεός διέταξε τον Μωυσή να ζητήσει από τη σύναξη να φύγει μακριά από τις σκηνές του Κορέ, του Δαθάν και του Αβιρών. Έτσι και έγινε. (Αρ 16:18-27) Λίγο αργότερα, «η γη άνοιξε το στόμα της και κατάπιε τους ίδιους και τα σπιτικά τους και όλους τους ανθρώπους που ανήκαν στον Κορέ και όλα τα αγαθά». Αυτοί και όλα όσα ανήκαν σε αυτούς κατέβηκαν ζωντανοί στον Σιεόλ και η γη τούς κάλυψε από πάνω.—Αρ 16:28-34.
Όσοι βρίσκονταν μπροστά στη σκηνή της συνάντησης κρατώντας τα πυροδοχεία με το θυμίαμα δεν γλίτωσαν, διότι «βγήκε φωτιά από τον Ιεχωβά και κατέφαγε τους διακόσιους πενήντα άντρες που πρόσφεραν το θυμίαμα». (Αρ 16:35) Ο ίδιος ο Κορέ ήταν μαζί τους εκείνη τη στιγμή και έτσι αφανίστηκε από αυτή τη θεόσταλτη φωτιά.—Αρ 26:10.
Από τα πυροδοχεία εκείνων που συνωμότησαν μαζί με τον Κορέ κατασκευάστηκαν μεταλλικές πλάκες ως επικάλυψη για το θυσιαστήριο. Αυτό έγινε «επειδή τα έφεραν ενώπιον του Ιεχωβά, με αποτέλεσμα να γίνουν άγια· και πρέπει να αποτελούν σημείο για τους γιους του Ισραήλ». (Αρ 16:36-40) Παρά τη δυναμική αυτή απόδειξη της θεϊκής κρίσης, την επόμενη κιόλας ημέρα ολόκληρη η σύναξη του Ισραήλ γόγγυσε εναντίον του Μωυσή και του Ααρών παραπονούμενη: «Εσείς θανατώσατε το λαό του Ιεχωβά». Αυτό προκάλεσε την αγανάκτηση του Θεού, και παρά τις εκκλήσεις του Μωυσή και του Ααρών, 14.700 άτομα πέθαναν ως αποτέλεσμα μιας μάστιγας από τον Ιεχωβά η οποία σταμάτησε μόνο όταν ο Ααρών έκανε εξιλέωση για το λαό. (Αρ 16:41-50) Κατόπιν αυτού, η ιερατική θέση του Ααρών επιβεβαιώθηκε όταν βλάστησε το ραβδί του.—Αρ 17.
Οι γιοι του Κορέ δεν ακολούθησαν τον πατέρα τους στο στασιασμό, πράγμα που φαίνεται καθαρά από το Βιβλικό υπόμνημα το οποίο λέει: «Ωστόσο, οι γιοι του Κορέ δεν πέθαναν». (Αρ 26:9-11) Μεταγενέστερα, απόγονοι του Κορέ διακρίθηκαν στη Λευιτική υπηρεσία.—Βλέπε ΚΟΡΕΪΤΗΣ.
Ο συγγραφέας της επιστολής του Ιούδα συσχέτισε τον Κορέ με τον Κάιν και τον Βαλαάμ όταν έδωσε στους Χριστιανούς την προειδοποίηση να φυλάγονται από ζωώδεις άντρες που «έχουν αφανιστεί με τη στασιαστική ομιλία του Κορέ!» Ο Κορέ προφανώς επιζητούσε δόξα για τον εαυτό του. Αμφισβήτησε τους διορισμούς του Ιεχωβά και έγινε στασιαστής, γι’ αυτό και υπέστη δίκαια θάνατο ως αποτέλεσμα της ακατάλληλης πορείας που ακολούθησε.—Ιου 10, 11.
-
-
ΚορεΐτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΕΪΤΗΣ
(Κορεΐτης) [Του (Από τον) Κορέ].
Απόγονος του Κορέ, του ανθρώπου που στασίασε στις ημέρες του Μωυσή. Οι Κορεΐτες απάρτιζαν έναν πατρικό οίκο Κααθιτών Λευιτών και κατάγονταν από τον Κορέ μέσω των τριών γιων του: του Ασσίρ, του Ελκανά και του Αβιασάφ. (Εξ 6:18, 21, 24· Αρ 16:1-3) «Οι γιοι του Κορέ δεν πέθαναν» με τον πατέρα τους (Αρ 26:10, 11), προφανώς επειδή δεν τον ακολούθησαν στο στασιασμό.
Στην απογραφή του Ισραήλ που έλαβε χώρα στις Πεδιάδες του Μωάβ, «η οικογένεια των Κορεϊτών» απογράφηκε μαζί με τις Λευιτικές οικογένειες. (Αρ 26:57, 58) Ενώ ο Δαβίδ εξακολουθούσε να βρίσκεται κάτω από τους περιορισμούς που του είχε επιβάλει ο Βασιλιάς Σαούλ, ορισμένοι Κορεΐτες ήταν ανάμεσα στους κραταιούς άντρες οι οποίοι συντάχθηκαν μαζί του στη Σικλάγ. (1Χρ 12:1, 6) Ο Λευίτης υμνωδός Αιμάν και ο προφήτης Σαμουήλ ήταν Κορεΐτες. (1Χρ 6:33-38) Επίσης, ο Βασιλιάς Δαβίδ οργάνωσε κάποια μέλη της οικογένειας του Αιμάν ώστε να υπηρετούν ως υμνωδοί. (1Χρ 15:16, 17· 16:37, 41, 42· 25:1, 4-6) Μεταξύ των πυλωρών του οίκου του Ιεχωβά υπήρχαν και Κορεΐτες (1Χρ 26:1-9, 19), και στις ημέρες του Ιωσαφάτ «Λευίτες από τους γιους των Κααθιτών και από τους γιους των Κορεϊτών σηκώθηκαν να αινέσουν τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, με εξαιρετικά δυνατή φωνή», για την απελευθέρωση που υποσχέθηκε ότι θα έφερνε εκείνος από τις συνδυασμένες δυνάμεις του Μωάβ, του Αμμών και του Σηείρ.—2Χρ 20:14-19.
Οι επιγραφές των Ψαλμών 42, 44-49, 84, 85, 87 και 88 αναφέρουν συγκεκριμένα τους γιους του Κορέ. Μολονότι ο προπάτοράς τους υπήρξε στασιαστής, ο Ιεχωβά δεν θεώρησε τους γιους του Κορέ υπόλογους για το σφάλμα εκείνου, λόγω δε της πιστότητάς τους αυτοί έλαβαν την ευλογία και την τιμή να υπηρετούν στο ναό.
-
-
ΚόρηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΗ
Παιδί θηλυκού γένους. Ο όρος του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου είναι μπαθ και ο αντίστοιχος όρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι θυγάτηρ. (Γε 5:4· Ματ 14:6· Πρ 21:9) Η γέννηση θυγατέρων στο σπιτικό των Βιβλικών χρόνων δεν ήταν τόσο σπουδαία περίσταση όσο η γέννηση γιων. Η θέση τους ήταν λιγότερο τιμημένη από των αγοριών, και τα ονόματά τους δεν έχουν καταγραφεί με την ίδια συχνότητα. (1Χρ 2:34, 35) Εντούτοις, οι περισσότεροι γονείς αγαπούσαν πολύ τις κόρες τους και προστάτευαν τα συμφέροντά τους. Ο Ιησούς γιάτρεψε την κόρη μιας Φοίνισσας και ανέστησε την κόρη του Ιαείρου, όταν αυτοί οι θλιμμένοι γονείς τού απηύθυναν σχετική έκκληση.—Ματ 15:22-28· Λου 8:41, 42, 49-56.
Στην πατριαρχική κοινωνία, οι κόρες είχαν ορισμένα δικαιώματα, ευθύνες, καθώς και περιορισμούς. Τους ανατίθεντο διάφορα καθήκοντα μέσα στο σπίτι. Οι κόρες των ιερέων έτρωγαν από τις ιερατικές μερίδες των θυσιών. (Γε 24:16, 19, 20· 29:6-9· Λευ 10:14) Η κόρη αποτελούσε ιδιοκτησία του πατέρα της ώσπου να την παντρέψει (Ιη 15:16, 17· 1Σα 18:17, 19, 27), και ως ιδιοκτησία του μπορούσε ακόμη και να χρησιμοποιηθεί ως εγγύηση ή να πουληθεί ως δούλη, αλλά όχι σε κάποιον αλλοεθνή. (Εξ 21:7-10· Νε 5:2-5) Μέχρι το γάμο της, ο πατέρας της είχε το δικαίωμα να ακυρώνει τις ευχές με τις οποίες είχε δεσμευτεί. (Αρ 30:3-5) Σύμφωνα με το Νόμο ο πατέρας δεν μπορούσε να κάνει την κόρη του πόρνη, και αν κάποιος την ατίμαζε, ο πατέρας μπορούσε να εισπράξει αποζημίωση. (Εξ 22:16, 17· Λευ 19:29· Δευ 22:28, 29) Υπήρξαν περιπτώσεις στις οποίες πατέρες πρόσφεραν τις παρθένες κόρες τους σε εξαχρειωμένους όχλους για να προστατέψουν τους φιλοξενουμένους τους. (Γε 19:6-8· Κρ 19:22-24) Στις κόρες δινόταν μερικές φορές κληρονομιά μαζί με τους αδελφούς τους, αλλά στην περίπτωση των πέντε θυγατέρων του Σαλπαάδ—των οποίων ο πατέρας πέθανε χωρίς να έχει αποκτήσει γιους—ολόκληρη η κληρονομιά των προπατόρων τους δόθηκε σε αυτές, με τον όρο να παντρευτούν γιους του Μανασσή ώστε να παραμείνει η περιουσία στην ίδια φυλή. (Αρ 36:1-12· Ιη 15:19· Ιωβ 42:15) Αν μια κόρη ήταν διαζευγμένη ή χήρα, μπορούσε να επιστρέψει στο σπιτικό του πατέρα της.—Γε 38:11· Λευ 22:13.
«Κόρη»—πρόκειται πάντοτε για άμεση απόγονο;
Ο όρος «κόρη» εφαρμοζόταν και σε άλλες συγγένειες εκτός από αυτήν της άμεσης απογόνου. Παραδείγματος χάρη, σε ορισμένες περιπτώσεις αυτός ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να υποδηλώσει την αδελφή ενός ατόμου (Γε 34:8, 17), τη θετή κόρη (Εσθ 2:7, 15), τη νύφη (Κρ 12:9· Ρθ 1:11-13), την εγγονή (1Βα 15:2, 10, όπου η εβραϊκή λέξη μπαθ που σημαίνει «κόρη» έχει μεταφραστεί «εγγονή» στις Mo, ΜΝΚ· βλέπε 2Χρ 13:1, 2) και κάποια απόγονο.—Γε 27:46· Λου 1:5· 13:16.
Εκτός από αυτές τις άμεσες συγγενείς, ο όρος «κόρη» αναφερόταν στις γυναίκες εν γένει (Γε 6:2, 4· 30:13· Παρ 31:29), στις γυναίκες ενός ορισμένου τόπου, λαού ή πόλης (Γε 24:37· Κρ 11:40· 21:21) και στις γυναίκες που λάτρευαν ψεύτικους θεούς (Μαλ 2:11). Αποτελούσε κοινή προσφώνηση ευγένειας από κάποιον που είχε εξουσία ή από κάποιον γηραιότερο προς μια νεότερη γυναίκα. (Ρθ 3:10, 11· Μαρ 5:34) Τύποι της λέξης μπαθ χρησιμοποιούνται επίσης όταν γίνεται αναφορά στα «κλαδιά» ενός δέντρου (Γε 49:22) και στις «εξαρτώμενες κωμοπόλεις» μιας μεγαλύτερης πόλης. (Αρ 21:25· Ιη 17:11· Ιερ 49:2) Ο όρος «κόρη», με τις πολλές έννοιές του, εμφανίζεται πάνω από 600 φορές στην Αγία Γραφή.
-
-
Κόρη ΜατιούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΗ ΜΑΤΙΟΥ
Η οπή της έγχρωμης ίριδας του ματιού. Φαίνεται μαύρη επειδή πίσω της υπάρχει το σκοτεινό εσωτερικό του ματιού. Η κόρη του ματιού αλλάζει μέγεθος καθώς η ίριδα προσαρμόζεται στις εκάστοτε συνθήκες φωτός. Το φως εισδύει στο διαφανή κερατοειδή χιτώνα, περνάει μέσα από την κόρη και φτάνει στο φακό του ματιού.
Η εβραϊκή λέξη ’ισών (Δευ 32:10· Παρ 7:2), όταν χρησιμοποιείται με τη λέξη ‛άγιν (μάτι), σημαίνει κατά κυριολεξία «ανθρωπάκι του ματιού» και αναφέρεται στην κόρη του ματιού, ενώ με την ίδια έννοια χρησιμοποιείται στο εδάφιο Θρήνοι 2:18 και η λέξη μπαθ (κόρη· θυγατέρα). Οι δύο αυτές λέξεις συνδυάζονται για έμφαση στο εδάφιο Ψαλμός 17:8 (’ισών μπαθ-‛άγιν) και σημαίνουν κατά κυριολεξία «ανθρωπάκι, κόρη του ματιού». Προφανώς γίνεται αναφορά στο μικροσκοπικό είδωλο του εαυτού μας που βλέπουμε να αντανακλάται στην κόρη του ματιού κάποιου άλλου.
Το μάτι είναι ένα όργανο εξαιρετικά λεπτό και ευαίσθητο. Ακόμη και μια μικρή τρίχα ή ένας κόκκος σκόνης ανάμεσα στο βλέφαρο και στο βολβό του ματιού γίνονται αμέσως αντιληπτά. Πρέπει κανείς να προσέχει και να φροντίζει το διαφανές τμήμα του ματιού του (τον κερατοειδή χιτώνα) που καλύπτει την κόρη επειδή, αν αυτό το τμήμα τραυματιστεί ή θολώσει εξαιτίας κάποιας αρρώστιας, μπορεί να προκληθεί βλάβη στην όραση ή τύφλωση. Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί τη δυνατή και ωστόσο τρυφερή έκφραση «η κόρη των ματιών σου» μιλώντας για κάτι που πρέπει να περιβάλλεται με τη μεγαλύτερη δυνατή φροντίδα. Ο νόμος του Θεού πρέπει να τυχαίνει τέτοιας μεταχείρισης. (Παρ 7:2) Αναφερόμενο στην πατρική φροντίδα του Θεού προς τον Ισραήλ, το εδάφιο Δευτερονόμιο 32:10 λέει ότι Εκείνος διαφύλαττε το έθνος «σαν την κόρη του ματιού του». Ο Δαβίδ προσευχόταν να τον προστατεύει και να τον φροντίζει ο Θεός σαν «την κόρη του ματιού». (Ψλ 17:8) Ήθελε να ενεργεί ο Ιεχωβά γρήγορα για λογαριασμό του όταν δεχόταν επίθεση από εχθρούς. (Παράβαλε Ζαχ 2:8, όπου χρησιμοποιείται η εβραϊκή έκφραση μπαβάθ ‛άγιν, «κόρη του ματιού».)—Βλέπε ΜΑΤΙ.
-
-
ΚορίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΙ
(Κορί).
1. Κααθίτης Λευίτης «από τους γιους του Ασάφ» και απόγονος του Κορέ. (Εξ 6:16, 18, 21· 1Χρ 9:19· 26:1) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 9:19 ο Σαλλούμ, ένας από τους “θυρωρούς της σκηνής”, περιγράφεται ως «γιος του Κορί, γιου του Εβιασάφ, γιου του Κορέ». Αυτό το εδάφιο δεν αναφέρει όλες τις γενιές που μεσολαβούν ανάμεσα στον Σαλλούμ και στον Εβιασάφ, αλλά τα ονόματα που αναφέρονται αποτελούν κρίκους της ίδιας γενεαλογίας. Το εδάφιο 1 Χρονικών 26:1 αποκαλεί τον πυλωρό Μεσελεμία “γιο του Κορί”.
2. Λευίτης, «γιος του Ιμνά» και “πυλωρός στο ανατολικό τμήμα” του ναού την εποχή του Βασιλιά Εζεκία. Ήταν «υπεύθυνος για τις εθελοντικές προσφορές του αληθινού Θεού, για να δίνει τη συνεισφορά του Ιεχωβά και τα αγιότατα πράγματα», και είχε άλλους υπό την επιστασία του.—2Χρ 31:14-16.
-
-
ΚορίανδροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΙΑΝΔΡΟ
[εβρ., γκαδ].
Το μάννα που έτρωγαν οι Ισραηλίτες στην έρημο λέγεται ότι ήταν «λευκό σαν σπόρος κορίανδρου» (Εξ 16:31), πράγμα που σημαίνει προφανώς ότι δεν έμοιαζε με το κορίανδρο μόνο στο χρώμα, αλλά και στην εμφάνιση γενικά.—Αρ 11:7.
Το κορίανδρο, ή αλλιώς κόλιαντρο (κορίανδρο το εδώδιμο [Coriandrum sativum]), είναι ένα ετήσιο φυτό που ανήκει στην οικογένεια Σκιαδοφόρα, φτάνει σε ύψος περίπου τα 40 ως 50 εκ., έχει δε φύλλα παρόμοια με του μαϊντανού και ροζ ή λευκές ταξιανθίες. Οι καρποί του είναι σφαιρικοί σπόροι με γκριζωπό χρώμα και διάμετρο 1 ως 3 χλστ. Επειδή περιέχουν ένα αιθέριο έλαιο, έχουν ευχάριστη γεύση και χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό, καθώς και ως φάρμακο για τις ελαφρές στομαχικές διαταραχές.
Το κορίανδρο χρησιμοποιούνταν στην Αίγυπτο από την αρχαιότητα και ως εκ τούτου ήταν αναμφίβολα γνωστό στους Ισραηλίτες πριν από την Έξοδο. Είναι αυτοφυές σε αυτή τη χώρα καθώς και στην περιοχή της Παλαιστίνης.
-
-
Κορινθίους (Επιστολές)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ (ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ)
Δύο θεόπνευστες κανονικές επιστολές τις οποίες έγραψε ο απόστολος Παύλος σε Χριστιανούς στην Ελλάδα τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. Οι επιστολές κατέχουν την έβδομη και την όγδοη θέση αντίστοιχα στις περισσότερες μεταφράσεις των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Ο Παύλος συστήνεται ως συγγραφέας και των δύο επιστολών απευθύνοντας την Πρώτη Προς τους Κορινθίους “στην εκκλησία του Θεού η οποία είναι στην Κόρινθο” και τη Δεύτερη Προς τους Κορινθίους “στην εκκλησία του Θεού η οποία είναι στην Κόρινθο, μαζί με όλους τους αγίους που βρίσκονται σε όλη την Αχαΐα”.—1Κο 1:1, 2· 2Κο 1:1.
Το ότι ο Παύλος έγραψε όντως την Πρώτη και τη Δεύτερη Επιστολή Προς τους Κορινθίους δεν επιδέχεται σοβαρή αμφισβήτηση. Πέραν της μαρτυρίας του ίδιου του αποστόλου, η αυθεντικότητα και η γενική αποδοχή και των δύο επιστολών πιστοποιούνται από εξωτερικές μαρτυρίες. Οι δύο επιστολές αποδίδονται στον Παύλο και παρατίθενται από συγγραφείς του πρώτου ως και του τρίτου αιώνα. Επίσης, ο γνωστός ως «Κανών του Αθανασίου» (367 Κ.Χ.) συγκαταλέγει μεταξύ των “δεκατεσσάρων επιστολών του αποστόλου Παύλου” “δύο προς Κορινθίους”. Αυτός ο κατάλογος είναι ο πρώτος που απαριθμεί τα βιβλία των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών όπως τα έχουμε σήμερα, δεδομένου ότι είναι κατά 30 χρόνια προγενέστερος του καταλόγου που εξέδωσε η Σύνοδος της Καρχηδόνας στην Αφρική το 397 Κ.Χ.
Η Διακονία του Παύλου στην Κόρινθο. Ο Παύλος έφτασε στην Κόρινθο γύρω στο 50 Κ.Χ. Αρχικά έκανε ομιλία στη συναγωγή κάθε Σάββατο «και έπειθε Ιουδαίους και Έλληνες». (Πρ 18:1-4) Εντούτοις, οι Ιουδαίοι στη συναγωγή τού εναντιώνονταν και του μιλούσαν υβριστικά, γι’ αυτό και στη συνέχεια ο απόστολος έστρεψε την προσοχή του στους «εθνικούς» της Κορίνθου. Οι συναντήσεις του Παύλου μαζί τους μεταφέρθηκαν σε ένα σπίτι ακριβώς δίπλα στη συναγωγή, και πολλοί «άρχισαν να πιστεύουν και να βαφτίζονται». Εφόσον ο Κύριος του είπε σε όραμα: «Έχω πολύ λαό σε αυτή την πόλη», ο απόστολος παρέμεινε εκεί έναν χρόνο και έξι μήνες «διδάσκοντας ανάμεσά τους το λόγο του Θεού». (Πρ 18:5-11) Επειδή ο Παύλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ίδρυση της Χριστιανικής εκκλησίας της Κορίνθου, ήταν σε θέση να τους πει: «Αν και μπορεί να έχετε δέκα χιλιάδες παιδαγωγούς όσον αφορά τον Χριστό, σίγουρα δεν έχετε πολλούς πατέρες· διότι όσον αφορά τον Χριστό Ιησού εγώ έγινα ο πατέρας σας μέσω των καλών νέων».—1Κο 4:15.
Στην Κόρινθο επικρατούσε χονδροειδής ανηθικότητα, η οποία με τον καιρό επηρέασε ακόμη και τη Χριστιανική εκκλησία εκείνης της πόλης. Ο Παύλος θεώρησε αναγκαίο να επιπλήξει μέσω επιστολής την εκκλησία για το γεγονός ότι ανάμεσά τους ανέκυψε μια υπόθεση “τέτοιας πορνείας που δεν υπάρχει ούτε ανάμεσα στα έθνη”, καθώς κάποιος άντρας είχε πάρει τη σύζυγο του πατέρα του. (1Κο 5:1-5) Παράλληλα, χρησιμοποιώντας ένα παράδειγμα που θα μπορούσαν να κατανοήσουν, τους παρότρυνε να εκδηλώνουν πιστότητα. Ήξερε ότι ήταν εξοικειωμένοι με τα Ίσθμια, τους αθλητικούς αγώνες που διεξάγονταν κοντά στην Κόρινθο. Έτσι λοιπόν, έγραψε: «Δεν γνωρίζετε ότι οι δρομείς σε έναν αγώνα τρέχουν όλοι, αλλά μόνο ένας λαβαίνει το βραβείο; Να τρέχετε με τέτοιον τρόπο ώστε να το κερδίσετε. Εξάλλου, όποιος λαβαίνει μέρος σε έναν αγώνα ασκεί εγκράτεια σε όλα. Και εκείνοι μεν το κάνουν αυτό για να πάρουν φθαρτό στεφάνι, εμείς όμως άφθαρτο».—1Κο 9:24, 25.
Η Πρώτη Επιστολή Προς τους Κορινθίους. Κατά τη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής του περιοδείας ο Παύλος έμεινε κάποιο διάστημα στην Έφεσο. (Πρ 19:1) Πιθανότατα τον τελευταίο χρόνο της παραμονής του εκεί, ο απόστολος έλαβε ανησυχητικά νέα για την κατάσταση στην εκκλησία της Κορίνθου. “Εκείνοι που ανήκαν στο σπιτικό της Χλόης” είχαν πει στον Παύλο ότι υπήρχαν διενέξεις μεταξύ των Κορινθίων. (1Κο 1:11) Επίσης, ο Στεφανάς, ο Φορτουνάτος και ο Αχαϊκός είχαν έρθει από την Κόρινθο και ίσως είχαν δώσει κάποιες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε εκεί. (1Κο 16:17, 18) Επιπρόσθετα, ο Παύλος είχε λάβει μια επιστολή με ερωτήματα από τη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου. (1Κο 7:1) Έτσι λοιπόν, το βαθύ ενδιαφέρον του Παύλου για την πνευματική ευημερία των ομοπίστων του εκεί τον υποκίνησε να γράψει αυτή την πρώτη επιστολή προς τη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου, γύρω στο 55 Κ.Χ. Το ότι η Έφεσος ήταν ο τόπος συγγραφής επιβεβαιώνεται από τα λόγια του Παύλου στο εδάφιο 1 Κορινθίους 16:8: «Πρόκειται όμως να μείνω στην Έφεσο μέχρι τη γιορτή της Πεντηκοστής».
Στην εισαγωγή της Πρώτης Επιστολής Προς τους Κορινθίους ο Παύλος αναφέρει έναν συνεργάτη του, τον Σωσθένη, ο οποίος ίσως έγραψε το κείμενο της επιστολής καθ’ υπαγόρευση του Παύλου. Κάτι τέτοιο είναι πολύ πιθανό, επειδή προς το τέλος της επιστολής διαβάζουμε: «Αυτός είναι ο χαιρετισμός μου, εμένα του Παύλου, με το ίδιο μου το χέρι».—1Κο 1:1· 16:21.
Η Δεύτερη Επιστολή Προς τους Κορινθίους. Ο Παύλος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους πιθανότατα στα τέλη του καλοκαιριού ή στις αρχές του φθινοπώρου του 55 Κ.Χ. Ο απόστολος είχε γράψει την πρώτη επιστολή από την Έφεσο, όπου πιθανότατα έμεινε, όπως είχε σχεδιάσει, μέχρι την Πεντηκοστή εκείνου του έτους ή αργότερα. (1Κο 16:8) Κατόπιν έφυγε για την Τρωάδα όπου απογοητεύτηκε επειδή δεν συνάντησε τον Τίτο, ο οποίος είχε σταλεί στην Κόρινθο για να βοηθήσει στη συλλογή συνεισφορών για τους αγίους στην Ιουδαία, οπότε προχώρησε στη Μακεδονία, όπου τον συνάντησε ο Τίτος δίνοντάς του έκθεση για την αντίδραση των Κορινθίων στην πρώτη του επιστολή. (2Κο 2:12, 13· 7:5-7) Ακολούθως ο Παύλος τούς έγραψε τη δεύτερη επιστολή από τη Μακεδονία, προφανώς αποστέλλοντάς την με τον Τίτο. Τελικά, έπειτα από μερικούς μήνες οι προσπάθειές του να επισκεφτεί την Κόρινθο ευοδώθηκαν. Άρα, ο Παύλος επισκέφτηκε τους Κορινθίους δύο φορές. Μετά την πρώτη του επίσκεψη, κατά την οποία ίδρυσε την εκκλησία, έκανε σχέδια για δεύτερη επίσκεψη, τα οποία απέτυχαν. Αλλά «την τρίτη φορά» που σχεδίαζε ή ήταν «έτοιμος» να πάει τα κατάφερε, δεδομένου ότι μπόρεσε να δει τους Κορινθίους ξανά γύρω στο 56 Κ.Χ. (2Κο 1:15· 12:14· 13:1) Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του στην Κόρινθο, ο Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους.
Λόγοι για τους οποίους γράφτηκε. Η έκθεση που μετέφερε ο Τίτος στον Παύλο ήταν ευνοϊκή. Η πρώτη επιστολή προς τους Κορινθίους είχε εγείρει μέσα τους λύπη με θεοσεβή τρόπο, μετάνοια, θέρμη, την επιθυμία για απαλλαγή από την ενοχή, αγανάκτηση, φόβο και διόρθωση της αδικίας. Στη δεύτερη επιστολή του ο Παύλος ανταποκρίθηκε επαινώντας τους για την ευνοϊκή αποδοχή και εφαρμογή της συμβουλής, παροτρύνοντάς τους να “συγχωρήσουν με καλοσύνη και να παρηγορήσουν” το μετανοημένο άνθρωπο τον οποίο είχαν προφανώς αποβάλει από την εκκλησία. (2Κο 7:8-12· 2:1-11· παράβαλε 1Κο 5:1-5.) Ο Παύλος ήθελε ακόμη να τους παρακινήσει να προωθήσουν περαιτέρω το έργο παροχής βοήθειας για τους άπορους ομοπίστους τους στην Ιουδαία. (2Κο 8:1-15) Επιπλέον, υπήρχαν άτομα στην εκκλησία που εξακολουθούσαν να αμφισβητούν τη θέση και την εξουσία του Παύλου ως αποστόλου, αναγκάζοντάς τον να υπερασπιστεί την αποστολική του θέση. Πράγματι, ο Παύλος μίλησε πολύ δυναμικά στην επιστολή του και “καυχήθηκε” για τα διαπιστευτήριά του ως αποστόλου, όχι όμως για τον εαυτό του, αλλά «για τον Θεό», δηλαδή για να σώσει την εκκλησία που ανήκε στον Θεό.—2Κο 5:12, 13· 10:7-12· 11:16-20, 30-33· 12:11-13.
Φως σε Εδάφια που Είχαν Γραφτεί Παλιότερα. Ο Παύλος ισχυροποίησε τα επιχειρήματά του χρησιμοποιώντας τις Εβραϊκές Γραφές στις θεόπνευστες επιστολές που έγραψε προς τους Κορινθίους. Εκθέτοντας την ανοησία της κοσμικής σοφίας που εκδήλωναν οι ψευδαπόστολοι, απέδειξε πόσο σπουδαία είναι η απόκτηση της ανώτερης σοφίας του Θεού. Προς αυτόν το σκοπό επικαλέστηκε τα όσα είχε πει ο ψαλμωδός σε μια γενιά που έζησε αιώνες νωρίτερα, ότι οι «σκέψεις των ανθρώπων . . . είναι σαν μια εκπνοή» (Ψλ 94:11· 1Κο 3:20), και έθεσε το ίδιο ερώτημα που είχε θέσει ο Ησαΐας στους στασιαστικούς Ιουδαίους: «Ποιος υπολόγισε τις διαστάσεις του πνεύματος του Ιεχωβά, και ποιος μπορεί . . . να του μάθει οτιδήποτε;» (Ησ 40:13· 1Κο 2:16) Ο Παύλος απέδειξε ότι ο Χριστιανός διάκονος έχει το δικαίωμα να λαβαίνει υλική βοήθεια δείχνοντας ότι το εδάφιο Δευτερονόμιο 25:4—«Δεν πρέπει να φιμώσεις ταύρο όταν αλωνίζει»—στην πραγματικότητα είχε γραφτεί πρωτίστως για χάρη των διακόνων. (1Κο 9:9, 10) Κατέδειξε ότι ο Θεός είχε δώσει από παλιά την υπόσχεση της ανάστασης, επικαλούμενος τις δηλώσεις των εδαφίων Ησαΐας 25:8 και Ωσηέ 13:14 σχετικά με το ότι ο θάνατος «καταπίνεται». (1Κο 15:54, 55) Επιπρόσθετα, έδωσε πολλές διαφωτιστικές πληροφορίες για το Δείπνο του Κυρίου αναλύοντας διεξοδικά τα λόγια που είπε ο Ιησούς όταν θέσπισε την τήρηση αυτού του δείπνου.—Λου 22:19, 20· 1Κο 11:23-34.
Ο Παύλος διασαφήνισε ποια ήταν ανέκαθεν η στάση του Θεού απέναντι στην πνευματική καθαρότητα χρησιμοποιώντας τα εδάφια Δευτερονόμιο 17:7· Λευιτικό 26:11, 12· Ησαΐας 43:6· 52:11 και Ωσηέ 1:10, είτε παραθέτοντας άμεσα από αυτά είτε κάνοντας έμμεσες αναφορές. (1Κο 5:13· 2Κο 6:14-18) Έδειξε ότι οι υπηρέτες του Θεού στο παρελθόν δεν παρέλειπαν να προσφέρουν υλική υποστήριξη σε άλλους και ότι ο Ιεχωβά βλέπει ευνοϊκά το γενναιόδωρο Χριστιανό. (Ψλ 112:9· 2Κο 9:9) Επιπλέον, επισήμανε ότι η αρχή του Νόμου περί εδραίωσης κάθε ζητήματος με το στόμα δύο ή τριών μαρτύρων ισχύει στη Χριστιανική εκκλησία. (Δευ 19:15· 2Κο 13:1) Αυτές και άλλες αναφορές σε εδάφια που είχαν γραφτεί παλιότερα εξηγούν τις εν λόγω περικοπές και διασαφηνίζουν με ποιον τρόπο εφαρμόζονται σε εμάς.
[Πλαίσιο στη σελίδα 129]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ
Επιστολή την οποία έστειλε ο Παύλος στην εκκλησία της Κορίνθου όταν έμαθε συγκλονιστικά νέα για την ύπαρξη διενέξεων και ανηθικότητας, καθώς και σε απάντηση μιας ερώτησης για το γάμο
Γράφτηκε από την Έφεσο, γύρω στο 55 Κ.Χ.
Προτροπή για ενότητα (1:1–4:21)
Το να ακολουθεί κανείς ανθρώπους καταλήγει σε διαιρέσεις
Αυτό που έχει σημασία είναι η άποψη του Θεού για το τι είναι σοφό και τι ανόητο
Να καυχιέστε όχι για ανθρώπους αλλά για τον Ιεχωβά, ο οποίος χορηγεί τα πάντα μέσω του Χριστού
Να είστε ώριμα, πνευματικά άτομα και να κατανοείτε ότι ο Θεός φέρνει την πνευματική ανάπτυξη και ότι ο Χριστός είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται η Χριστιανική προσωπικότητα
Κανείς ας μη φουσκώνει από υπερηφάνεια, θεωρώντας ότι είναι καλύτερος από τους συγχριστιανούς του
Διατήρηση της ηθικής καθαρότητας της εκκλησίας (5:1–6:20)
Να αποκόπτονται όποιοι γίνονται πόρνοι, άπληστοι, ειδωλολάτρες, υβριστές, μέθυσοι ή άρπαγες
Καλύτερα να αφήσει κανείς να τον αποστερήσουν παρά να πάει έναν συγχριστιανό του στο δικαστήριο ενώπιον απίστων
Η ηθική ακαθαρσία μολύνει το ναό του Θεού, εμποδίζει κάποιον να εισέλθει στη Βασιλεία
Συμβουλές για το γάμο και την αγαμία (7:1-40)
Η γαμήλια οφειλή πρέπει να αποδίδεται, αλλά με στοχαστικότητα
Ο γάμος είναι καλύτερος από την αγαμία για άτομα που ανάβουν από το πάθος
Ο έγγαμος Χριστιανός να μην εγκαταλείπει το μη ομόπιστο σύντροφο· τελικά ίσως μπορέσει να βοηθήσει το σύντροφό του να σωθεί
Δεν είναι απαραίτητο να αλλάξει κάποιος την κατάστασή του όταν γίνεται Χριστιανός
Ο γάμος φέρνει αυξημένες ανησυχίες· η αγαμία μπορεί να είναι πλεονέκτημα για όποιον επιθυμεί να υπηρετεί τον Κύριο χωρίς περισπασμούς
Στοχαστικό ενδιαφέρον για την πνευματική ευημερία των άλλων (8:1–10:33)
Μην κάνετε τους άλλους να προσκόπτουν τρώγοντας τροφές που έχουν προσφερθεί σε είδωλα
Για να μην εμποδίσει κανέναν να δεχτεί τα καλά νέα, ο Παύλος δεν άσκησε το δικαίωμά του να λαβαίνει υλική βοήθεια
Δώστε προσοχή στα προειδοποιητικά παραδείγματα από τις εμπειρίες του Ισραήλ στην έρημο—για να ωφελήσετε τον εαυτό σας και να μη γίνεστε αιτία προσκόμματος σε άλλους
Αν και νόμιμα, δεν εποικοδομούν όλα τα πράγματα
Τάξη στην εκκλησία (11:1–14:40)
Να σέβεστε τη Χριστιανική αρχή της ηγεσίας· χρήση καλύμματος για το κεφάλι από μέρους των γυναικών
Να δείχνετε σεβασμό για το Δείπνο του Κυρίου
Να χρησιμοποιείτε τα χαρίσματα του πνεύματος με εκτίμηση για την προέλευση και το σκοπό τους
Η αγάπη είναι η υπερέχουσα οδός
Διατήρηση ευταξίας στις συναθροίσεις
Βεβαιότητα για την ελπίδα της ανάστασης (15:1–16:24)
Η ανάσταση του Χριστού είναι εγγύηση
Οι χρισμένοι Χριστιανοί πρέπει να πεθάνουν για να εγερθούν σε αθανασία και αφθαρσία
Ο κόπος σας δεν είναι μάταιος σε σχέση με τον Κύριο· να στέκεστε σταθεροί στην πίστη
[Πλαίσιο στη σελίδα 130]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ
Επιστολή σε συνέχεια της πρώτης αναφορικά με τα μέτρα που λήφθηκαν για να παραμείνει η εκκλησία καθαρή, να μεγαλώσει η επιθυμία για την υποβοήθηση των αδελφών στην Ιουδαία και να εξουδετερωθεί η επιρροή των ψευδαποστόλων
Γράφτηκε από τον Παύλο το 55 Κ.Χ., λίγους μήνες προτού φτάσει στην Κόρινθο για τη δεύτερη και τελευταία επίσκεψή του
Το στοργικό ενδιαφέρον του Παύλου και η θέση του Παύλου και του Τιμόθεου σε σχέση με τους αδελφούς τους (1:1–7:16)
Οι θλίψεις που αντιμετώπισαν ο Παύλος και ο Τιμόθεος ως Χριστιανοί τούς έφεραν κοντά στο θάνατο, αλλά η απελευθέρωση που τους παρείχε ο Θεός μπορεί να παρηγορήσει άλλους
Έχουν συμπεριφερθεί με αγιότητα και ειλικρίνεια Θεού· δεν εξουσιάζουν την πίστη των άλλων αλλά είναι συνεργάτες για τη χαρά τους
Η πρώτη επιστολή γράφτηκε από αγάπη και με πολλά δάκρυα· τώρα ο άνθρωπος που προηγουμένως ήταν ανήθικος πρέπει να λάβει συγχώρηση και παρηγοριά
Ο Παύλος και οι συνεργάτες του έχουν από τον Θεό τα προσόντα για να είναι διάκονοι της νέας διαθήκης· οι Κορίνθιοι είναι η συστατική τους επιστολή, η οποία γράφτηκε στις καρδιές αυτών των διακόνων
Καθώς εκτελούν τη διακονία τους, δεν νοθεύουν το λόγο του Θεού αλλά κηρύττουν τον Χριστό ως Κύριο· αυτά τα καλά νέα δεν είναι καλυμμένα παρά μόνο ανάμεσα σε όσους είναι τυφλωμένοι από το θεό αυτού του συστήματος πραγμάτων
Αν και σε επίγειες σκηνές, τόσο ο Παύλος και ο Τιμόθεος όσο και οι Κορίνθιοι τρέφουν από κοινού την ελπίδα των αιώνιων ουράνιων κατοικιών, ωστόσο ο καθένας πρέπει να φανερωθεί μπροστά στη δικαστική έδρα του Χριστού
Όποιος είναι σε ενότητα με τον Χριστό είναι νέα δημιουργία· όλοι αυτοί συμμετέχουν στη διακονία της συμφιλίωσης· όλοι ως πρεσβευτές προτρέπουν: «Συμφιλιωθείτε με τον Θεό»
Τα όσα έχουν υπομείνει ο Παύλος και οι συνεργάτες του στη διακονία τους τούς συνιστούν ως διακόνους του Θεού, αποδεικνύοντας την ύπαρξη του πνεύματος του Θεού στη ζωή τους
Έχοντας πλατύνει την καρδιά τους κάνουν έκκληση στους αδελφούς τους να πλατύνουν τα δικά τους αισθήματα στοργής, να μην μπαίνουν άνισα κάτω από τον ίδιο ζυγό με απίστους, να καθαρίσουν τον εαυτό τους από κάθε μόλυσμα σάρκας και πνεύματος
Ο Παύλος παρηγορείται πολύ μαθαίνοντας ότι ανταποκρίθηκαν καλά στις συμβουλές της πρώτης επιστολής
Παρότρυνση για υποστήριξη των αδελφών που αντιμετωπίζουν αντιξοότητες στην Ιουδαία (8:1–9:15)
Οι Μακεδόνες, αν και πολύ φτωχοί, παρακαλούσαν να συμμετάσχουν στη βοήθεια
Ο Χριστός έγινε φτωχός ώστε οι Κορίνθιοι (και άλλοι) να γίνουν πλούσιοι
Οι Κορίνθιοι επαινούνται για την προθυμία που έχουν να συνεισφέρουν
Ο καθένας ας ενεργήσει όπως έχει αποφασίσει στην καρδιά του· ο Θεός αγαπάει το χαρωπό δότη
Επιχειρήματα προς εξουδετέρωση της επιρροής των ψευδαποστόλων (10:1–13:14)
Απαντήσεις στους εναντιουμένους που ισχυρίζονταν ότι ο Παύλος είναι “στο δικό τους τομέα”, «αδύναμος», «κατώτερος», «αδέξιος στο λόγο», «παράλογος» και ότι απέδειξε πως δεν είναι απόστολος σαν εκείνους όταν ταπείνωσε τον εαυτό του προκειμένου να κάνει κοσμική εργασία
Ο Παύλος ίσος από πλευράς γενεαλογίας· ανώτερος σε υπόμνημα διωγμού και ταλαιπωριών που υπέμεινε για τον Χριστό, στο στοργικό του ενδιαφέρον για τις εκκλησίες, σε οράματα, σε σημεία αποστολικής ιδιότητας
Να δοκιμάζετε τον εαυτό σας σχετικά με το αν είστε στην πίστη
-
-
ΚόρινθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΙΝΘΟΣ
(Κόρινθος).
Μια από τις αρχαιότερες και σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας η οποία βρισκόταν περίπου 5 χλμ. ΝΔ της σημερινής πόλης. Η σπουδαιότητα της Κορίνθου ήταν σε μεγάλο βαθμό απόρροια της στρατηγικής θέσης της στο δυτικό άκρο του ισθμού ο οποίος συνδέει το κεντρικό ή ηπειρωτικό τμήμα της Ελλάδας με τη νότια χερσόνησο, την Πελοπόννησο. Όλη η χερσαία κίνηση, είτε εμπορική είτε άλλου είδους, με κατεύθυνση προς Β και προς Ν έπρεπε να περάσει από την Κόρινθο για να διασχίσει τον ισθμό, το στενότερο σημείο του οποίου έχει πλάτος μόνο γύρω στα 6 χλμ. Η Κόρινθος, όμως, προσέλκυε και τη διεθνή ναυτική κίνηση, καθώς οι θαλασσοπόροι προτιμούσαν γενικά να χρησιμοποιούν τον ισθμό που υπήρχε ανάμεσα στον Κορινθιακό και στον Σαρωνικό Κόλπο αντί να διακινδυνεύουν το μακρύ και επικίνδυνο ταξίδι γύρω από τα ανεμοδαρμένα ακρωτήρια του νότιου άκρου της χερσονήσου. Έτσι λοιπόν, τα πλοία από την Ιταλία, τη Σικελία και την Ισπανία διέσχιζαν το Ιόνιο Πέλαγος, έπλεαν μέσα στον Κορινθιακό Κόλπο και αγκυροβολούσαν στο βαθύ λιμάνι του Λέχαιου—το δυτικό επίνειο της πόλης που συνδεόταν με την Κόρινθο μέσω δύο συνεχόμενων τειχών. Τα πλοία από τη Μικρά Ασία, τη Συρία και την Αίγυπτο διέσχιζαν το Αιγαίο Πέλαγος και αγκυροβολούσαν στις εγκαταστάσεις του ανατολικού επίνειου, του επίνειου των Κεγχρεών, ή ίσως στο μικρότερο λιμάνι του Σχοινούντα. (Ρω 16:1) Τα εμπορεύματα των μεγάλων πλοίων τα ξεφόρτωναν στο ένα λιμάνι και τα μετέφεραν διά ξηράς στο άλλο, λίγα χιλιόμετρα μακριά, όπου τα φόρτωναν σε άλλο πλοίο. Τα μικρότερα πλοία, όπως ήταν φορτωμένα, τα ρυμουλκούσαν στην απέναντι πλευρά του ισθμού πάνω σε έναν ειδικά διαμορφωμένο δρόμο ο οποίος λεγόταν δίολκος. Εύλογα, ο ισθμός της Κορίνθου ήταν γνωστός ως η γέφυρα της θάλασσας.
Ιστορία. Η Κόρινθος άκμαζε ήδη τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. όταν καθιερώθηκαν τα Ίσθμια, οι αγώνες που διεξάγονταν κάθε δύο χρόνια στο ιερό της Ισθμίας, αφιερωμένο στον Ποσειδώνα (το θεό της θάλασσας), και από τους οποίους άντλησε ο απόστολος Παύλος μερικά από τα πιο εντυπωσιακά του παραδείγματα. (1Κο 9:24-27) Από τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. και έπειτα η Κόρινθος βρισκόταν γενικά υπό μακεδονική κυριαρχία μέχρις ότου οι Ρωμαίοι της έδωσαν την ελευθερία της το 196 Π.Κ.Χ. Ως ανεξάρτητη πόλη-κράτος εντάχθηκε στην Αχαϊκή Συμπολιτεία στην οποία μετείχαν διάφορες πόλεις, εναντιώθηκε από κοινού με αυτές στη Ρώμη και καταστράφηκε από τον Ρωμαίο ύπατο Λ. Μόμμιο το 146 Π.Κ.Χ. Οι άντρες της πόλης σφαγιάστηκαν ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά πουλήθηκαν δούλοι. Επί έναν αιώνα η πόλη παρέμενε σχετικά έρημη μέχρις ότου το 44 Π.Κ.Χ. (κατ’ άλλους το 46 Π.Κ.Χ.) ο Ιούλιος Καίσαρας επανίδρυσε την πόλη ως ρωμαϊκή αποικία με το όνομα Colonia Laus Julia Corinthiensis. Η Αχαΐα, όπως αποκαλούσαν οι Ρωμαίοι το τμήμα της Ελλάδας που δεν περιλάμβανε τη Μακεδονία, έγινε ρωμαϊκή συγκλητική επαρχία στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Καίσαρα Αυγούστου και η Κόρινθος έγινε η πρωτεύουσα.
Βιοτεχνία και Οικοδόμηση. Η πόλη, λοιπόν, της Κορίνθου όπου έφτασε ο Παύλος γύρω στο έτος 50 Κ.Χ. ήταν ένα πολύβουο εμπορικό σταυροδρόμι και πολιτικό κέντρο. Οι δασμοί που επιβάλλονταν στα φορτία τα οποία κατέφθαναν σωρηδόν και μεταφέρονταν στην άλλη πλευρά του ισθμού συνέβαλλαν πολύ στον πλούτο της Κορίνθου, η οποία όμως ήταν και βιοτεχνικό κέντρο, φημισμένο για τα είδη κεραμικής και χαλκουργίας που παρήγε. Η ίδια η πόλη ήταν χτισμένη σε δύο επίπεδα, το ένα από τα οποία βρισκόταν γύρω στα 30 μ. πιο πάνω από το άλλο. Στο κέντρο της πόλης βρισκόταν η ευρύχωρη αγορά η οποία περιβαλλόταν από στοές και δημόσια κτίρια. Υπήρχαν σειρές καταστημάτων με πρόσοψη προς την αγορά, και μερικά από τα ερείπια που έχουν έρθει στο φως παρέχουν στοιχεία για την ύπαρξη καταστημάτων που πουλούσαν κρέας και άλλα τρόφιμα, καθώς και κρασί. Η λέξη macellum που βρέθηκε σε μια επιγραφή ήταν η ονομασία ενός καταστήματος. Αυτή η λατινική λέξη είναι το αντίστοιχο της ελληνικής λέξης μάκελλον, την οποία χρησιμοποιεί ο Παύλος αναφερόμενος στην «κρεαταγορά», στο εδάφιο 1 Κορινθίους 10:25. Μια άλλη επιγραφή που βρέθηκε σε ένα σκαλοπάτι έλεγε «Λούκιος λάνιος», δηλαδή «Λούκιος ο κρεοπώλης».
Κοντά στο κέντρο της αγοράς, οι ανασκαφές έφεραν στο φως μια υπαίθρια, υπερυψωμένη εξέδρα αγόρευσης—το βήμα (rostra), όπως το αποκαλούσαν, το οποίο προεξείχε από την αναβαθμίδα που χώριζε το πάνω από το κάτω επίπεδο της αγοράς. Κατασκευασμένο από λευκό και κυανό μάρμαρο και πλούσια διακοσμημένο με λεπτεπίλεπτα ανάγλυφα, το βήμα διέθετε δύο αίθουσες αναμονής παραπλεύρως, με ψηφιδωτό δάπεδο και μαρμάρινους πάγκους. Το βήμα πιστεύεται ότι ήταν η «δικαστική έδρα» όπου οι Ιουδαίοι εχθροί του Χριστιανικού αγγέλματος προσήγαγαν τον Παύλο ενώπιον του Ανθύπατου Γαλλίωνα. (Πρ 18:12-16) Μια επιγραφή που βρέθηκε στους Δελφούς, στη βόρεια πλευρά του Κορινθιακού Κόλπου, φέρει το όνομα του Γαλλίωνα και δείχνει ότι ήταν ανθύπατος.—Βλέπε ΓΑΛΛΙΩΝ.
Στα ΒΔ της αγοράς βρίσκονταν δύο θέατρα, το ένα από τα οποία είχε χωρητικότητα περίπου 18.000 άτομα. Οι Κορίνθιοι Χριστιανοί μπορούσαν να κατανοήσουν καλά αυτό που ανέφερε ο Παύλος, ότι οι απόστολοι ήταν «θεατρικό θέαμα στον κόσμο». (1Κο 4:9) Σε μια πλατεία κοντά στο θέατρο, οι αρχαιολόγοι βρήκαν μια επιγραφή σχετικά με κάποιον Έραστο ο οποίος έφερε το λατινικό τίτλο aedile («αγορανόμος»)—τίτλο που μερικοί μεταφράζουν ως «επίτροπο δημοσίων έργων». Ο εν λόγω Έραστος θα μπορούσε να είναι ο ομώνυμος «οικονόμος της πόλης» τον οποίο μνημονεύει ο Παύλος στην επιστολή που έγραψε προς τους Ρωμαίους από την Κόρινθο. (Ρω 16:23) Η λέξη οἰκονόμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που χρησιμοποιεί ο Παύλος σημαίνει κατά βάση «διαχειριστής οίκου».—Παράβαλε Γα 4:2, υποσ.· βλέπε ΕΡΑΣΤΟΣ Αρ. 2.
Θρησκεία και Πολιτισμός. Όσο ξακουστή και αν ήταν η Κόρινθος ως διοικητική έδρα και ως η κύρια εμπορική πόλη της Ελλάδας, στο μυαλό πολλών η πόλη συμβόλιζε την αποχαλίνωση και την ακόλαστη χλιδή, σε σημείο που η λέξη «κορινθιάζομαι» χρησιμοποιούνταν με την έννοια «επιδίδομαι σε ανηθικότητα». Αυτός ο αισθησιασμός ήταν απόρροια της κορινθιακής λατρείας, και ιδιαίτερα της λατρείας της θεάς Αφροδίτης (αντίστοιχης της ρωμαϊκής Βένους, της φοινικικής και χαναανιτικής Αστάρτης και της βαβυλωνιακής Ιστάρ). Ένας ναός αφιερωμένος στη λατρεία της βρισκόταν στην κορυφή του Ακροκόρινθου, ενός απόκρημνου, βραχώδους λόφου που υψωνόταν 513 μ. πάνω από την αγορά. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 336) Ο Παύλος είχε ισχυρούς λόγους να δώσει στους Κορίνθιους Χριστιανούς έντονη συμβουλή και προειδοποίηση αναφορικά με την ηθική διαγωγή. (1Κο 6:9–7:11· 2Κο 12:21) Στην Κόρινθο, φυσικά, υπήρχαν ναοί αφιερωμένοι σε πολλούς άλλους θεούς και θεές. Στο ναό του Ασκληπιού, του θεού της ιατρικής, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν πήλινες αναπαραστάσεις μελών του ανθρώπινου σώματος στο χρώμα της σάρκας. Αυτά τα αντικείμενα τα άφηναν στο ναό οι πιστοί ως αναθηματικές προσφορές, καθεμιά από τις οποίες αναπαριστούσε το συγκεκριμένο πάσχον μέλος (χέρι, πόδι, μάτι κτλ.) του πιστού.
Εκτός από τους Έλληνες, υπήρχε και ένας αρκετά μεγάλος πυρήνας Ιταλών που ήταν απόγονοι των παλιότερων αποίκων. Πολλοί από τους Χριστιανούς μαθητές της Κορίνθου είχαν λατινικά ονόματα, όπως Ιούστος, Τέρτιος, Κούαρτος, Γάιος, Κρίσπος, Φορτουνάτος και Αχαϊκός. (Πρ 18:7· Ρω 16:22, 23· 1Κο 1:14· 16:17) Μεγάλος αριθμός Ιουδαίων είχε εγκατασταθεί εκεί και είχε ιδρύσει μια συναγωγή που προσέλκυε και μερικούς Έλληνες. (Πρ 18:4) Η παρουσία Ιουδαίων στην Κόρινθο υποδηλώνεται από μια αρχαία ελληνική επιγραφή σκαλισμένη σε ένα μαρμάρινο ανώφλι, η οποία βρέθηκε κοντά στην πύλη που οδηγούσε στο Λέχαιο. Η επιγραφή έλεγε: «[ΣΥΝΑ]ΓΩΓΗ ΕΒΡ[ΑΙΩΝ]». Επίσης, υπήρχε διαρκής συρροή ταξιδιωτών και εμπόρων, καθώς και άλλων που επισκέπτονταν αυτό το ψυχαγωγικό και αθλητικό κέντρο προς αναζήτηση απολαύσεων. Αναμφίβολα αυτό συνέβαλλε σε μια πιο ευρεία αντίληψη των πραγμάτων συγκριτικά με αυτήν που επικρατούσε σε άλλες πόλεις τις οποίες είχε επισκεφτεί ο απόστολος, περιλαμβανομένης και της Αθήνας που ήταν το κέντρο του ελληνικού πολιτισμού. Ο Παύλος έλαβε ένα όραμα το οποίο τον διαβεβαίωσε ότι στην Κόρινθο υπήρχαν πολλά άτομα με δίκαιη διάθεση, γι’ αυτό και έμεινε έναν χρόνο και έξι μήνες σε αυτό το στρατηγικής σημασίας σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης. (Πρ 18:9-11) Πιθανότατα τότε έγραψε τις δύο επιστολές του προς τους Θεσσαλονικείς.
Χριστιανική Εκκλησία. Ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα—συνεργάτες του Παύλου στη σκηνοποιία και συγχριστιανοί του—τον ακολούθησαν όταν εκείνος απέπλευσε τελικά από το ανατολικό λιμάνι, το λιμάνι των Κεγχρεών, με προορισμό την Έφεσο στη Μικρά Ασία, διαμέσου του Αιγαίου Πελάγους. (Πρ 18:18, 19) Αντίθετα, ο εύγλωττος Απολλώς συνέχισε τη δράση του Παύλου ποτίζοντας τους σπόρους που είχαν σπαρθεί στην Κόρινθο. (Πρ 18:24-28· 19:1· 1Κο 3:6) Ο Παύλος έδειξε βαθύ ενδιαφέρον για την εκκλησία που είχε δημιουργήσει στην Κόρινθο, στέλνοντας τον Τίτο εκεί ως εκπρόσωπό του δύο φορές και γράφοντας τις δύο βαρυσήμαντες επιστολές του προς την εκκλησία της Κορίνθου. (2Κο 7:6, 7, 13· 8:6, 16, 17· 12:17, 18) Ο Παύλος, ο οποίος δεν κατάφερε να κάνει την προγραμματισμένη του στάση στην Κόρινθο καθ’ οδόν προς τη Μακεδονία (2Κο 1:15, 16, 23), έμεινε αργότερα τρεις μήνες στην Ελλάδα, πιθανότατα το 55-56 Κ.Χ., και μέρος αυτού του χρόνου το διέθεσε στην Κόρινθο από όπου και έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους.—Πρ 20:2, 3· Ρω 16:1, 23· 1Κο 1:14.
-
-
ΚορνήλιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ
(Κορνήλιος).
Αξιωματικός (ἑκατοντάρχης, Κείμενο) ο οποίος διοικούσε 100 στρατιώτες της ιταλικής μονάδας. (Βλέπε ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ.) Η βάση του ήταν στην Καισάρεια όπου είχε δικό του σπίτι. Το ρωμαϊκό του όνομα υποδηλώνει ότι ίσως ανήκε σε οικογένεια ευγενών της αυτοκρατορικής πόλης. Ήταν «ευλαβής» άνθρωπος ο οποίος «έκανε πολλά δώρα ελέους στο λαό και ανέπεμπε συνεχώς δεήσεις στον Θεό», “άντρας δίκαιος που φοβόταν τον Θεό και είχε καλή φήμη μεταξύ όλου του έθνους των Ιουδαίων”. Σε αυτόν τον άντρα εμφανίστηκε σε όραμα ένας άγγελος το φθινόπωρο του 36 Κ.Χ. και του είπε: «Οι προσευχές και τα δώρα του ελέους σου ανέβηκαν ως ενθύμηση ενώπιον του Θεού». Ο άγγελος είπε επίσης στον Κορνήλιο να καλέσει τον Πέτρο από την Ιόππη.—Πρ 10:1-22.
Όταν έφτασε ο Πέτρος, ο Κορνήλιος, παρουσία “των συγγενών και των στενών του φίλων”, είπε στον απόστολο: «Είμαστε όλοι παρόντες ενώπιον του Θεού για να ακούσουμε όλα όσα έχεις πάρει εντολή από τον Ιεχωβά να πεις». (Πρ 10:24, 33) «Ενώ ο Πέτρος μιλούσε ακόμη . . . , το άγιο πνεύμα ήρθε πάνω σε όλους όσους άκουγαν το λόγο». Αυτή η ομάδα, λοιπόν, από την οποία αναφέρεται ονομαστικά ο Κορνήλιος ως ο πιο εξέχων, ήταν οι πρώτοι απερίτμητοι Εθνικοί, δηλαδή μη Ιουδαίοι, οι οποίοι έλαβαν τη «δωρεά του αγίου πνεύματος». (Πρ 10:44, 45) Αμέσως μετά, ακολούθησε το βάφτισμα στο νερό. Τίποτα παραπάνω δεν είναι γνωστό για τη μετέπειτα ζωή και τη δραστηριότητα του Κορνήλιου.
Γιατί ήταν ιδιαίτερα αξιοσημείωτο γεγονός η μεταστροφή του Κορνήλιου;
Ο Κορνήλιος δεν ήταν προσήλυτο μέλος της Ιουδαϊκής κοινότητας, όπως διατείνονται μερικοί, παρότι ήταν εξοικειωμένος με τα συγγράμματα των προφητών, έδινε δώρα ελέους στους Ιουδαίους, φοβόταν τον Θεό, προσευχόταν συνεχώς και χρησιμοποιούσε το όνομα Ιεχωβά. Οι Γραφές αποδεικνύουν αδιαμφισβήτητα ότι αυτός ο αξιωματικός ήταν απερίτμητος Εθνικός με την πλήρη έννοια. Αν ο Κορνήλιος ήταν προσήλυτος, ο Πέτρος δεν θα είχε πει ότι ήταν παράνομο για αυτόν, ως Ιουδαίος που ήταν, να συναναστραφεί με αυτόν τον «αλλόφυλο», δεδομένων των όσων έλεγε ο Νόμος σχετικά με τους πάροικους. (Λευ 19:33, 34· Πρ 10:28) Αν ήταν προσήλυτος, οι άλλοι έξι Ιουδαίοι που ήταν μαζί με τον Πέτρο δεν θα είχαν νιώσει «κατάπληξη» βλέποντας το άγιο πνεύμα να εκχέεται «πάνω σε εθνικούς». (Πρ 10:45· 11:12) Αν ήταν προσήλυτος, γιατί φιλονίκησαν με τον Πέτρο σχετικά με αυτό το ζήτημα «οι υποστηρικτές της περιτομής»;—Πρ 11:2.
Στην πραγματικότητα, ο Κορνήλιος ήταν ο πρώτος απερίτμητος μη Ιουδαίος που έγινε Χριστιανός, καταδεικνύοντας έτσι ότι από τότε και έπειτα δεν ήταν πια απαραίτητο για τους Εθνικούς να γίνονται προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό όπως ο Αιθίοπας ευνούχος προτού γίνουν δεκτοί στη Χριστιανική εκκλησία. «Πραγματικά», αναφώνησε ο Πέτρος εκείνη την ιστορική στιγμή, «αντιλαμβάνομαι ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν». (Πρ 10:34, 35) Ο Πέτρος, όπως ήταν ο πρώτος που άνοιξε την Οδό στους Ιουδαίους την Πεντηκοστή, έτσι και σε αυτή την περίπτωση ήταν ο πρώτος που έφερε τα καλά νέα της σωτηρίας στους απερίτμητους Εθνικούς. Και ο Ιάκωβος επίσης συμφώνησε ότι αυτή ήταν η «πρώτη φορά» που ο Θεός έστρεψε την προσοχή του «στα έθνη».—Πρ 15:7, 14.
-
-
ΚόρφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΡΦΟΣ
Βλέπε ΚΟΛΠΟΣ, ΚΟΡΦΟΣ, ΑΓΚΑΛΙΑ.
-
-
ΚοσμήματαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ
Βλέπε ΠΟΛΥΤΙΜΕΣ ΠΕΤΡΕΣ· ΣΤΟΛΙΔΙΑ.
-
-
ΚόσμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΣΜΟΣ
Η λέξη κόσμος υπάρχει στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο και διατηρείται αυτούσια στη σύγχρονη απόδοσή του, σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες εμφανίζεται, με εξαίρεση το εδάφιο 1 Πέτρου 3:3 όπου αποδίδεται «στολισμός». Η λέξη «κόσμος» μπορεί να σημαίνει (1) το ανθρώπινο γένος συνολικά, ανεξάρτητα από την ηθική του κατάσταση ή την πορεία της ζωής του, (2) το πλαίσιο των ανθρώπινων συνθηκών μέσα στο οποίο γεννιέται και ζει κάποιος (με αυτή δε την έννοια είναι σε κάποιες περιπτώσεις πολύ παρόμοια με τη λέξη αἰών του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία αποδίδεται «σύστημα πραγμάτων») ή (3) τη μάζα της ανθρωπότητας που διαχωρίζεται από τους επιδοκιμασμένους υπηρέτες του Ιεχωβά.
Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αποδίδει σε ορισμένες περιπτώσεις με τη λέξη «κόσμος» τρεις ακόμη λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (γῆ, αἰών, οἰκουμένη) και πέντε διαφορετικές εβραϊκές λέξεις (’έρετς· χέδελ· χέλεδ· ‛ωλάμ· τεβέλ). Αυτό έχει περιπλέξει τις έννοιες προκαλώντας ασάφεια ή σύγχυση, η οποία δυσχεραίνει την ορθή κατανόηση των σχετικών εδαφίων. Μεταγενέστερες μεταφράσεις έχουν ξεδιαλύνει σε μεγάλο βαθμό αυτή τη σύγχυση.
Η λέξη ’έρετς του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη γῆ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (από την οποία προέρχονται λέξεις όπως «γεωγραφία» και «γεωλογία») αναφέρονται στον πλανήτη γη, στο έδαφος, στο χώμα ή σε κάποια χώρα ή περιοχή (Γε 6:4· Αρ 1:1· Ματ 2:6· 5:5· 10:29· 13:5), παρ’ όλο που σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να αναφέρονται συμβολικά στους ανθρώπους της γης, όπως στα εδάφια Ψαλμός 66:4 και Αποκάλυψη 13:3. Τόσο η εβραϊκή λέξη ‛ωλάμ όσο και η λέξη αἰών σχετίζονται βασικά με μια χρονική περίοδο ακαθόριστης διάρκειας. (Γε 6:3· 17:13· Λου 1:70) Η λέξη αἰών μπορεί επίσης να υποδηλώνει το «σύστημα πραγμάτων» που χαρακτηρίζει μια συγκεκριμένη περίοδο ή εποχή. (Γα 1:4) Η εβραϊκή λέξη χέλεδ έχει κάπως παρόμοια έννοια και μπορεί να αποδοθεί με όρους όπως “διάρκεια ζωής” και “σύστημα πραγμάτων”. (Ιωβ 11:17· Ψλ 17:14) Η λέξη οἰκουμένη σημαίνει την «κατοικημένη γη» (Λου 21:26), και η εβραϊκή λέξη τεβέλ μπορεί να αποδοθεί “παραγωγική γη”. (2Σα 22:16) Η εβραϊκή λέξη χέδελ εμφανίζεται μόνο στο εδάφιο Ησαΐας 38:11, και στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου (βλέπε επίσης ΒΑΜ) αποδίδεται «κόσμος» στη φράση «κατοίκους του κόσμου». Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 4, σ. 874) υποδεικνύει την απόδοση «κατοίκους (του κόσμου) της κατάπαυσης», ενώ τονίζει ότι οι περισσότεροι λόγιοι κλίνουν υπέρ του κειμένου κάποιων εβραϊκών χειρογράφων που έχουν τη λέξη χέλεδ αντί της λέξης χέδελ. Η Μετάφραση Νέου Κόσμου έχει την απόδοση «κατοίκους της γης της κατάπαυσης».—Βλέπε ΑΙΩΝΑΣ· ΓΗ· ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ.
Η Λέξη «Κόσμος» και οι Διάφορες Έννοιές Της. Η βασική έννοια της λέξης κόσμος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι «τάξη» ή «διευθέτηση». Εφόσον η έννοια της ομορφιάς συνδέεται ως έναν βαθμό με την τάξη και τη συμμετρία, η λέξη κόσμος μεταδίδει και αυτή την έννοια, και γι’ αυτό χρησιμοποιούνταν συχνά από τους Έλληνες με την έννοια του «στολισμού», ιδιαίτερα για τις γυναίκες. Ανάλογη χρήση της λέξης έχουμε και στο εδάφιο 1 Πέτρου 3:3. Από την ίδια ρίζα προέρχεται και η λέξη «κόσμημα». Το συγγενικό ρήμα κοσμέω έχει την έννοια “τακτοποιώ” στο εδάφιο Ματθαίος 25:7 και την έννοια του “στολισμού” σε άλλα σημεία. (Ματ 12:44· 23:29· Λου 11:25· 21:5· 1Τι 2:9· Τιτ 2:10· 1Πε 3:5· Απ 21:2, 19) Το επίθετο κόσμιος στα εδάφια 1 Τιμόθεο 2:9 και 3:2 περιγράφει κάτι το οποίο είναι “εύτακτο”.
Προφανώς λόγω της τάξης που χαρακτηρίζει το σύμπαν, οι Έλληνες φιλόσοφοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη κόσμος σε μερικές περιπτώσεις για ολόκληρη την ορατή δημιουργία. Ωστόσο, οι απόψεις τους στην πραγματικότητα διίσταντο, καθώς μερικοί περιόριζαν την έννοια της λέξης μόνο στα ουράνια σώματα, ενώ άλλοι τη χρησιμοποιούσαν για ολόκληρο το σύμπαν. Η χρήση της λέξης κόσμος για την περιγραφή της υλικής δημιουργίας στο σύνολό της εμφανίζεται σε ορισμένα απόκρυφα συγγράμματα (παράβαλε Σοφία Σολομώντος 9:9· 11:17) που γράφτηκαν την περίοδο κατά την οποία η ελληνική φιλοσοφία κέρδιζε έδαφος σε πολλές Ιουδαϊκές περιοχές. Ωστόσο, στα θεόπνευστα συγγράμματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών αυτή η έννοια ουσιαστικά απουσιάζει, ίσως εντελώς. Σε μερικά εδάφια πιθανόν να φαίνεται ότι η λέξη κόσμος χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια, όπως στην αφήγηση για την ομιλία του αποστόλου Παύλου προς τους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο. Εκεί ο Παύλος είπε: «Ο Θεός που έκανε τον κόσμο και όλα όσα υπάρχουν σε αυτόν, καθώς Αυτός είναι Κύριος ουρανού και γης, δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς». (Πρ 17:22-24) Εφόσον η χρήση της λέξης κόσμος με την έννοια του σύμπαντος ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στους Έλληνες, ο Παύλος μπορεί να τη χρησιμοποίησε με αυτή την έννοια. Ακόμη και εδώ, όμως, είναι απολύτως πιθανό να τη χρησιμοποίησε με έναν από τους τρόπους που θα εξεταστούν στο υπόλοιπο λήμμα.
Σχετίζεται με την Ανθρωπότητα. Το σύγγραμμα Συνώνυμα της Καινής Διαθήκης ([Synonyms of the New Testament] Λονδίνο, 1961, σ. 201, 202) του Ρίτσαρντ Σ. Τρεντς, αφού παρουσιάζει τη φιλοσοφική χρήση της λέξης κόσμος για το σύμπαν, δηλώνει: «Από αυτή τη σημασία της αναφερόμενης στο υλικό σύμπαν λέξης κόσμος, . . . προέκυψε η σημασία του κόσμου ως του εξωτερικού πλαισίου των πραγμάτων μέσα στο οποίο ζει και κινείται ο άνθρωπος—ενός πλαισίου που υπάρχει για αυτόν και του οποίου ο άνθρωπος αποτελεί το ηθικό κέντρο (Ιωάν. 16:21· 1 Κορ. 14:10· 1 Ιωάν. 3:17)· . . . και στη συνέχεια η σημασία που αναφέρεται στους ίδιους τους ανθρώπους, στο σύνολο των ανθρώπων που ζουν στον κόσμο (Ιωάν. 1:29· 4:42· 2 Κορ. 5:19)· επιπρόσθετα δε, και από ηθικής πλευράς, σε όλους όσους δεν ανήκουν στην ἐκκλησία, οι οποίοι είναι αποξενωμένοι από τη ζωή του Θεού και είναι μέσω των πονηρών τους έργων εχθροί Του (1 Κορ. 1:20, 21· 2 Κορ. 7:10· Ιακ. 4:4)».
Παρόμοια, το βιβλίο Μελέτες στο Λεξιλόγιο της Ελληνικής Καινής Διαθήκης ([Studies in the Vocabulary of the Greek New Testament] 1946, σ. 57), του Κ. Σ. Γιούεστ, παραθέτει την εξής δήλωση του Κρέμερ, λογίου της ελληνικής: «Εφόσον κόσμος θεωρείται η τάξη πραγμάτων της οποίας κέντρο είναι ο άνθρωπος, η προσοχή στρέφεται κατά κύριο λόγο στον άνθρωπο, και ο κόσμος υποδηλώνει το ανθρώπινο γένος μέσα σε αυτή την τάξη πραγμάτων, την ανθρωπότητα όπως φανερώνεται μέσα σε αυτή την τάξη και μέσω αυτής (Ματθ. 18:7)».
Όλη η ανθρωπότητα. Ως εκ τούτου ο κόσμος σχετίζεται στενά με την ανθρωπότητα, είναι αλληλένδετος με αυτήν. Αυτό ισχύει στη μη Βιβλική ελληνική γραμματεία, αλλά κυρίως ισχύει στις Γραφές. Όταν ο Ιησούς είπε ότι ο άνθρωπος που περπατάει στο φως της ημέρας «βλέπει το φως αυτού του κόσμου» (Ιωα 11:9), θα μπορούσε να σχηματίσει κάποιος την εντύπωση ότι η λέξη «κόσμος» είχε απλώς την έννοια του πλανήτη Γη που την ημέρα φωτίζεται από τον ήλιο. Τα επόμενα λόγια του Ιησού, όμως, μιλούν για κάποιον που περπατάει τη νύχτα και σκοντάφτει «επειδή το φως δεν είναι σε αυτόν». (Ιωα 11:10) Ο Θεός έδωσε τον ήλιο και τα άλλα ουράνια σώματα πρωτίστως για την ανθρωπότητα. (Παράβαλε Γε 1:14· Ψλ 8:3-8· Ματ 5:45.) Παρόμοια, χρησιμοποιώντας το φως με πνευματική έννοια, ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του ότι θα ήταν «το φως του κόσμου» (Ματ 5:14), και σίγουρα δεν εννοούσε ότι θα φώτιζαν τον πλανήτη, διότι στη συνέχεια έδειξε ότι το φως τους θα ήταν για την ανθρωπότητα, «μπροστά στους ανθρώπους». (Ματ 5:16· παράβαλε Ιωα 3:19· 8:12· 9:5· 12:46· Φλπ 2:15.) Το κήρυγμα των καλών νέων «σε όλο τον κόσμο» (Ματ 26:13) σημαίνει και αυτό κήρυγμα στην ανθρωπότητα ως σύνολο, πράγμα που ισχύει σε μερικές γλώσσες στις οποίες η έκφραση «όλος ο κόσμος» είναι ο κοινός τρόπος για να πει κανείς «όλοι οι άνθρωποι».—Παράβαλε Ιωα 8:26· 18:20· Ρω 1:8· Κολ 1:5, 6.
Κατά μία βασική έννοια, λοιπόν, η λέξη κόσμος αναφέρεται σε όλη την ανθρωπότητα. Ως εκ τούτου, η Γραφή περιγράφει τον κόσμο ως ένοχο αμαρτιών (Ιωα 1:29· Ρω 3:19· 5:12, 13) που έχει την ανάγκη ενός σωτήρα για να του δώσει ζωή (Ιωα 4:42· 6:33, 51· 12:47· 1Ιω 4:14)—πράγματα που εφαρμόζονται μόνο στην ανθρωπότητα, και όχι στην άψυχη δημιουργία ή στα ζώα. Αυτός είναι ο κόσμος που ο Θεός αγάπησε τόσο πολύ ώστε «έδωσε τον μονογενή του Γιο, για να μην καταστραφεί όποιος ασκεί πίστη σε αυτόν, αλλά να έχει αιώνια ζωή». (Ιωα 3:16, 17· παράβαλε 2Κο 5:19· 1Τι 1:15· 1Ιω 2:2.) Αυτός ο κόσμος της ανθρωπότητας είναι ο αγρός στον οποίο ο Ιησούς Χριστός έσπειρε τον καλό σπόρο, τους “γιους της βασιλείας”.—Ματ 13:24, 37, 38.
Όταν ο Παύλος λέει ότι «οι αόρατες ιδιότητες [του Θεού] . . . βλέπονται καθαρά από τη δημιουργία του κόσμου και έπειτα, επειδή γίνονται αντιληπτές μέσω των πραγμάτων που έχουν φτιαχτεί», πρέπει να εννοεί από τη δημιουργία της ανθρωπότητας και μετά, διότι μόνο αφότου εμφανίστηκε η ανθρωπότητα υπάρχουν στη γη διάνοιες ικανές να “αντιληφθούν” αυτές τις αόρατες ιδιότητες μέσω της ορατής δημιουργίας.—Ρω 1:20.
Παρόμοια, το εδάφιο Ιωάννης 1:10 λέει για τον Ιησού ότι «ο κόσμος ήρθε σε ύπαρξη μέσω αυτού». Αν και είναι αλήθεια ότι ο Ιησούς συμμετείχε στη δημιουργία όλων των πραγμάτων, περιλαμβανομένου του ουρανού και του πλανήτη Γη και όλων όσων υπάρχουν σε αυτόν, η λέξη κόσμος εδώ εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο στο ανθρώπινο γένος, στη δημιουργία του οποίου επίσης συμμετείχε ο Ιησούς. (Παράβαλε Ιωα 1:3· Κολ 1:15-17· Γε 1:26.) Γι’ αυτό λοιπόν, η συνέχεια του εδαφίου αναφέρει: «Αλλά ο κόσμος [δηλαδή ο κόσμος της ανθρωπότητας] δεν τον γνώρισε».
Η «θεμελίωση του κόσμου». Αυτή η σαφής συσχέτιση της λέξης κόσμος με τον κόσμο της ανθρωπότητας μας βοηθάει επίσης να κατανοήσουμε τι σημαίνει η φράση η «θεμελίωση του κόσμου» που αναφέρεται σε αρκετά εδάφια. Αυτά τα εδάφια δείχνουν ότι ορισμένα πράγματα συμβαίνουν “από τη θεμελίωση του κόσμου”. Μερικά από αυτά τα πράγματα είναι η “έκχυση του αίματος των προφητών” από την εποχή του Άβελ και έπειτα, “η ετοιμασία μιας βασιλείας” και “η καταγραφή ονομάτων στο ρόλο της ζωής”. (Λου 11:50, 51· Ματ 25:34· Απ 13:8· 17:8· παράβαλε Ματ 13:35· Εβρ 9:26.) Αυτά τα πράγματα σχετίζονται με την ανθρώπινη ζωή και δραστηριότητα, και επομένως η «θεμελίωση του κόσμου» πρέπει να συνδέεται με την αρχή της ανθρωπότητας, όχι της άψυχης δημιουργίας ή της ζωικής δημιουργίας. Το εδάφιο Εβραίους 4:3 δείχνει ότι τα δημιουργικά έργα του Θεού «είχαν τελειώσει από τη θεμελίωση του κόσμου», και ότι δεν άρχισαν τότε. Δεδομένου ότι η Εύα ήταν προφανώς το τελευταίο από τα επίγεια δημιουργικά έργα του Ιεχωβά, η θεμελίωση του κόσμου δεν μπορεί να έλαβε χώρα πριν από τη δημιουργία της.
Όπως φαίνεται στα λήμματα ΑΒΕΛ (Αρ. 1) και ΠΡΟΓΝΩΣΗ, ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ (Προορισμός του Μεσσία), η λέξη καταβολή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «θεμελίωση» μπορεί να αναφέρεται στη σύλληψη ανθρώπινου σπέρματος. Καταβολή σημαίνει κατά κυριολεξία «το καταγής ρίξιμο» και στο εδάφιο Εβραίους 11:11 μπορεί να αποδοθεί “συλλαμβάνω” (RS, ΜΝΚ, ΚΔΤΚ, ΦΙΛ). Η χρήση της λέξης αυτής εκεί αναφέρεται προφανώς στην καταβολή ανθρώπινου σπέρματος από μέρους του Αβραάμ ώστε να γεννηθεί ένας γιος και στο γεγονός ότι η Σάρρα έλαβε αυτό το σπέρμα προς γονιμοποίηση.
Επομένως, η «θεμελίωση του κόσμου» δεν είναι απαραίτητο να εκλαμβάνεται ως η αρχή της δημιουργίας του υλικού σύμπαντος, ούτε και η φράση «πριν από τη θεμελίωση του κόσμου» (Ιωα 17:5, 24· Εφ 1:4· 1Πε 1:20) αναφέρεται σε κάποιο χρονικό σημείο πριν από τη δημιουργία του υλικού σύμπαντος. Απεναντίας, οι εν λόγω φράσεις προφανώς συνδέονται με τον καιρό κατά τον οποίο η ανθρώπινη φυλή “θεμελιώθηκε” μέσω του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού, του Αδάμ και της Εύας, που έξω από την Εδέμ άρχισε να συλλαμβάνει σπέρμα το οποίο θα μπορούσε να ωφεληθεί από τις προμήθειες του Θεού για απελευθέρωση από την κληρονομημένη αμαρτία.—Γε 3:20-24· 4:1, 2.
«Θέαμα στον κόσμο, τόσο σε αγγέλους όσο και σε ανθρώπους». Μερικοί θεωρούν ότι η χρήση της λέξης κόσμος στο εδάφιο 1 Κορινθίους 4:9 περιλαμβάνει τόσο τα αόρατα πνευματικά πλάσματα όσο και τα ορατά ανθρώπινα πλάσματα, λόγω της ακόλουθης απόδοσης: «Γινόμαστε θέαμα στον κόσμο, τόσο σε αγγέλους όσο και σε ανθρώπους». (AS) Ωστόσο, η υποσημείωση δίνει μια εναλλακτική απόδοση, λέγοντας: «Ή, και σε αγγέλους και σε ανθρώπους». Αυτή η δεύτερη απόδοση συμπίπτει με τον τρόπο με τον οποίο έχουν αποδώσει άλλες μεταφράσεις το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο σε αυτό το σημείο. (KJ· La· Mo· Vg· CC· Murdock· ΒΑΜ) Η μετάφραση του Γιανγκ λέει: «Θέαμα γίναμε στον κόσμο και σε αγγελιοφόρους και σε ανθρώπους». Ακριβώς πριν από αυτό, στα εδάφια 1 Κορινθίους 1:20, 21, 27, 28· 2:12· 3:19, 22 ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τη λέξη κόσμος με την έννοια της ανθρωπότητας, οπότε προφανώς δεν αποκλίνει από αυτή την έννοια αμέσως μετά, στα εδάφια 1 Κορινθίους 4:9, 13. Επομένως, αν δεχτούμε την απόδοση «τόσο σε αγγέλους όσο και σε ανθρώπους», τότε η έκφραση αυτή είναι απλώς επιτατική και δεν χρησιμοποιείται για να διευρύνει τη σημασία της λέξης κόσμος, αλλά για να διευρύνει το φάσμα των θεατών, δείχνοντας ότι επεκτείνεται πέρα από τον κόσμο της ανθρωπότητας ώστε να περιλάβει και «αγγέλους» εκτός από «ανθρώπους».—Παράβαλε Ro.
Η σφαίρα της ανθρώπινης ζωής και το πλαίσιό της. Αυτό δεν σημαίνει ότι η λέξη κόσμος χάνει εντελώς την αρχική της σημασία της «τάξης» και της «διευθέτησης» και γίνεται απλώς συνώνυμη της λέξης «ανθρωπότητα». Αυτή καθαυτή η ανθρωπότητα αντανακλά μια ορισμένη τάξη, καθώς αποτελείται από οικογένειες και φυλές, και έχει αναπτυχθεί κατά έθνη και γλωσσικούς ομίλους (1Κο 14:10· Απ 7:9· 14:6), που διακρίνονται σε πλούσιες και φτωχές τάξεις και σε άλλες ομάδες. (Ιακ 2:5, 6) Εδώ στη γη έχει διαμορφωθεί ένα πλαίσιο πραγμάτων που περιβάλλουν και επηρεάζουν την ανθρωπότητα καθώς αυτή αυξάνεται αριθμητικά αλλά και πληθαίνουν τα έτη ύπαρξής της. Όταν ο Ιησούς είπε ότι ένας άνθρωπος “κερδίζει όλο τον κόσμο αλλά ζημιώνεται την ψυχή του” προφανώς εννοούσε ότι αυτός κερδίζει όλα όσα μπορεί να προσφέρει η σφαίρα της ανθρώπινης ζωής και η ανθρώπινη κοινωνία συνολικά. (Ματ 16:26· παράβαλε 6:25-32.) Παρόμοια έννοια είχαν τα λόγια του Παύλου σχετικά με εκείνους που «χρησιμοποιούν τον κόσμο» και σχετικά με την “ανησυχία για τα πράγματα του κόσμου” που διακατέχει τους έγγαμους (1Κο 7:31-34), καθώς και η αναφορά που κάνει ο Ιωάννης στα «μέσα αυτού του κόσμου για τη συντήρηση της ζωής».—1Ιω 3:17· παράβαλε 1Κο 3:22.
Όταν η λέξη κόσμος εννοείται ως το πλαίσιο, η τάξη ή η σφαίρα της ανθρώπινης ζωής, έχει παρόμοια σημασία με τη λέξη αἰών. Σε μερικές περιπτώσεις, οι δύο αυτές λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν σχεδόν εναλλακτικά. Για παράδειγμα, αναφέρεται ότι ο Δημάς εγκατέλειψε τον απόστολο Παύλο επειδή «αγάπησε το παρόν σύστημα πραγμάτων [αἰῶνα]», ενώ ο απόστολος Ιωάννης προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να “αγαπάμε τον κόσμο” και τον τρόπο ζωής του κόσμου που ασκεί έλξη στην αμαρτωλή σάρκα. (2Τι 4:10· 1Ιω 2:15-17) Επίσης, αυτός που περιγράφεται στο εδάφιο Ιωάννης 12:31 ως «ο άρχοντας αυτού του κόσμου» προσδιορίζεται στο εδάφιο 2 Κορινθίους 4:4 ως «ο θεός αυτού του συστήματος πραγμάτων [αἰῶνος]».
Ο απόστολος Ιωάννης λέει στο τέλος του Ευαγγελίου του ότι, αν όλα τα πράγματα που έκανε ο Ιησούς γράφονταν με κάθε λεπτομέρεια, τότε κατά τη γνώμη του «ο κόσμος ο ίδιος . . . δεν θα μπορούσε να χωρέσει τους ρόλους που θα γράφονταν». (Ιωα 21:25) Ο Ιωάννης δεν χρησιμοποίησε τη λέξη γῆ ή τη λέξη οἰκουμένη (που σημαίνει την κατοικημένη γη), λέγοντας έτσι ότι ο πλανήτης δεν θα χωρούσε τους ρόλους, αλλά χρησιμοποίησε τη λέξη κόσμος, εννοώντας προφανώς ότι η ανθρώπινη κοινωνία (με το χώρο που διέθετε τότε στις βιβλιοθήκες της) δεν θα ήταν σε θέση να φιλοξενήσει τα ογκώδη συγγράμματα (με τη μορφή των βιβλίων εκείνης της εποχής) που θα συνεπαγόταν κάτι τέτοιο. Παράβαλε επίσης εδάφια όπως Ιωάννης 7:4· 12:19 για παρόμοιες χρήσεις της λέξης κόσμος.
Οι φράσεις “έρχομαι στον κόσμο” ή “αποστέλλομαι στον κόσμο”. Όταν κάποιος “γεννιέται σε αυτόν τον κόσμο”, δεν γεννιέται απλώς ως μέρος της ανθρωπότητας, αλλά εισέρχεται επίσης στο πλαίσιο των συνθηκών υπό τις οποίες ζουν οι άνθρωποι. (Ιωα 16:21· 1Τι 6:7) Εντούτοις, ενώ οι δηλώσεις σχετικά με το ότι κάποιος έρχεται στον κόσμο μπορεί να αναφέρονται στη γέννησή του εντός της σφαίρας της ανθρώπινης ζωής, αυτό δεν ισχύει πάντοτε. Για παράδειγμα, ο Ιησούς, προσευχόμενος στον Θεό, είπε: «Όπως απέστειλες εμένα στον κόσμο, έτσι και εγώ απέστειλα αυτούς [τους μαθητές του] στον κόσμο». (Ιωα 17:18) Τους απέστειλε στον κόσμο ως ενήλικους άντρες, όχι ως νεογέννητα βρέφη. Ο Ιωάννης μιλάει για ψευδοπροφήτες και απατεώνες που έχουν «βγει στον κόσμο».—1Ιω 4:1· 2Ιω 7.
Οι πολλές περιπτώσεις στις οποίες λέγεται ότι ο Ιησούς “ήρθε ή στάλθηκε στον κόσμο” προφανώς δεν αναφέρονται πρωτίστως—αν αναφέρονται καν—στην ανθρώπινη γέννησή του, αλλά είναι πιο λογικό να αφορούν το ότι εκείνος εξήλθε στην ανθρωπότητα, επιτελώντας δημόσια τη διακονία που του ανατέθηκε αφότου βαφτίστηκε και χρίστηκε, ως φωτοδότης για τον κόσμο της ανθρωπότητας. (Παράβαλε Ιωα 1:9· 3:17, 19· 6:14· 9:39· 10:36· 11:27· 12:46· 1Ιω 4:9.) Η ανθρώπινη γέννησή του δεν ήταν παρά ένα αναγκαίο μέσο για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού. (Ιωα 18:37) Σε επιβεβαίωση αυτού, ο συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους παρουσιάζει τον Ιησού να λέει τα λόγια των εδαφίων Ψαλμός 40:6-8 «όταν . . . έρχεται στον κόσμο», και ο Ιησούς λογικά δεν το έκανε αυτό ως νεογέννητο βρέφος.—Εβρ 10:5-10.
Όταν η δημόσια διακονία του στην ανθρωπότητα έφτασε στο τέλος της, ο Ιησούς γνώριζε ότι «είχε έρθει η ώρα του να αποχωρήσει από αυτόν τον κόσμο και να πάει στον Πατέρα». Θα πέθαινε ως άνθρωπος και θα ανασταινόταν σε ζωή στο πνευματικό βασίλειο από το οποίο είχε έρθει.—Ιωα 13:1· 16:28· 17:11· παράβαλε Ιωα 8:23.
«Τα στοιχειώδη πράγματα του κόσμου». Στα εδάφια Γαλάτες 4:1-3, ο Παύλος, αφού δείχνει ότι ένα παιδί είναι σαν δούλος με την έννοια ότι είναι υπό την επίβλεψη άλλων μέχρι να ενηλικιωθεί, δηλώνει: «Παρόμοια και εμείς, όταν ήμασταν νήπια, παραμέναμε υποδουλωμένοι από τα στοιχειώδη πράγματα [στοιχεῖα] του κόσμου». Στη συνέχεια δείχνει ότι ο Γιος του Θεού ήρθε στο «πλήρωμα του χρόνου» και απάλλαξε από το Νόμο αυτούς που έγιναν μαθητές του, ώστε να λάβουν την υιοθεσία. (Γα 4:4-7) Ανάλογα, στα εδάφια Κολοσσαείς 2:8, 9, 20 ο Παύλος προειδοποιεί τους Χριστιανούς στις Κολοσσές να μην αφήσουν να τους αρπάξουν «μέσω της φιλοσοφίας και της κενής απάτης σύμφωνα με την παράδοση των ανθρώπων, σύμφωνα με τα στοιχειώδη πράγματα [στοιχεῖα] του κόσμου και όχι σύμφωνα με τον Χριστό· επειδή σε αυτόν κατοικεί σωματικά όλη η πληρότητα της θεϊκής ιδιότητας», τονίζοντας ότι αυτοί είχαν “πεθάνει μαζί με τον Χριστό ως προς τα στοιχειώδη πράγματα του κόσμου”.
Σχετικά με τη λέξη στοιχεῖα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, την οποία χρησιμοποίησε ο Παύλος, Το Σχολιολόγιο του Άμβωνα ([The Pulpit Commentary] Γαλάτες, σ. 181) λέει: «Από την αρχική έννοια, αυτή των “στοιχισμένων πασσάλων”, . . . ο όρος [στοιχεῖα] εφαρμόστηκε στις σειρές των γραμμάτων της αλφαβήτου, και από εκεί στα πρωταρχικά συστατικά της ομιλίας· έπειτα στα πρωταρχικά συστατικά όλων των αντικειμένων της φύσης, όπως για παράδειγμα στα τέσσερα “στοιχεία” (βλέπε 2 Πέτρ. 3:10, 12)· επίσης, στις “βασικές αρχές” ή στα “στοιχειώδη” οποιουδήποτε κλάδου γνώσης. Με αυτή την τελευταία έννοια εμφανίζεται στο εδ. Εβρ. 5:12». (Επιμέλεια Κ. Σπενς, Λονδίνο, 1885) Το συγγενικό ρήμα στοιχέω αποδίδεται «περπατώ εύτακτα».—Γα 6:16.
Είναι φανερό ότι ο Παύλος, στις επιστολές του προς τους Γαλάτες και τους Κολοσσαείς, δεν αναφέρεται στα βασικά ή στα συστατικά μέρη της υλικής δημιουργίας αλλά, όπως παρατηρεί το Κριτικό και Ερμηνευτικό Εγχειρίδιο της Επιστολής προς τους Γαλάτες ([Kritisch exegetisches Handbuch über den Brief an die Galater] 1870, σ. 201), του Γερμανού λογίου Χάινριχ Α. Β. Μάγιερ, στα «στοιχεία της μη Χριστιανικής ανθρωπότητας», δηλαδή στις θεμελιώδεις ή βασικές της αρχές. Τα συγγράμματα του Παύλου δείχνουν ότι αυτό θα περιλάμβανε φιλοσοφίες και απατηλές διδασκαλίες που βασίζονταν μόνο σε ανθρώπινα κριτήρια, αντιλήψεις, συλλογισμούς και μυθολογίες, σαν αυτές στις οποίες εντρυφούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και άλλοι ειδωλολατρικοί λαοί. (Κολ 2:8) Ωστόσο, είναι σαφές ότι χρησιμοποιούσε επίσης τον όρο για να περιλάβει πράγματα Ιουδαϊκής φύσης, όχι μόνο μη Βιβλικές Ιουδαϊκές διδασκαλίες που επέβαλλαν τον ασκητισμό ή τη «θρησκεία των αγγέλων», αλλά και τη διδασκαλία ότι οι Χριστιανοί θα έπρεπε να θέτουν τον εαυτό τους υπό την υποχρέωση να τηρεί το Μωσαϊκό Νόμο.—Κολ 2:16-18· Γα 4:4, 5, 21.
Ασφαλώς, ο Μωσαϊκός Νόμος είχε θεϊκή προέλευση. Ωστόσο, είχε πλέον εκπληρωθεί στο πρόσωπο του Χριστού Ιησού, ο οποίος είναι η «πραγματικότητα» που υποδείκνυαν οι σκιές του Νόμου, και γι’ αυτό είχε πλέον παλιώσει. (Κολ 2:13-17) Επιπλέον, η σκηνή της μαρτυρίας (και αργότερα ο ναός) ήταν “κοσμική” ή ανθρώπινης κατασκευής, και άρα “επίγεια” (κοσμικόν, Κείμενο· Εβρ 9:1), δηλαδή ανήκε στην ανθρώπινη σφαίρα, όχι στην ουράνια ή στην πνευματική, και οι συναφείς με αυτήν απαιτήσεις ήταν «νομικές απαιτήσεις που είχαν σχέση με τη σάρκα και επιβλήθηκαν μέχρι τον προσδιορισμένο καιρό που θα τακτοποιούνταν τα ζητήματα». Ο Χριστός Ιησούς είχε πλέον μπει στη “μεγαλύτερη και τελειότερη σκηνή η οποία δεν είναι φτιαγμένη από χέρια, δηλαδή δεν είναι από αυτή τη δημιουργία”, στον ίδιο τον ουρανό. (Εβρ 9:8-14, 23, 24) Ο ίδιος είχε πει σε μια Σαμαρείτισσα ότι θα ερχόταν ο καιρός κατά τον οποίο ο ναός στην Ιερουσαλήμ δεν θα χρησιμοποιούνταν πλέον ως βασικό στοιχείο της αληθινής λατρείας, αλλά οι αληθινοί λάτρεις θα “λάτρευαν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια”. (Ιωα 4:21-24) Ως εκ τούτου, η ανάγκη για τη χρήση πραγμάτων που ήταν απλώς «συμβολικές απεικονίσεις» (Εβρ 9:23) μέσα στην ανθρώπινη σφαίρα, και οι οποίες εξεικόνιζαν μεγαλύτερα πράγματα ουράνιας φύσης, είχε πάψει να υφίσταται με το θάνατο του Χριστού Ιησού, την ανάστασή του και την ανάληψή του στον ουρανό.
Επομένως οι Γαλάτες και οι Κολοσσαείς Χριστιανοί μπορούσαν τώρα να αποδίδουν λατρεία σύμφωνα με την ανώτερη οδό, η οποία ήταν βασισμένη στον Χριστό Ιησού. Αυτός—και όχι οι άνθρωποι και οι αρχές τους ή οι διδασκαλίες τους, ούτε ακόμη και οι «νομικές απαιτήσεις [της διαθήκης του Νόμου] που είχαν σχέση με τη σάρκα»—θα έπρεπε να αναγνωρίζεται ως το προσδιορισμένο πρότυπο και το πλήρες μέτρο με βάση το οποίο θα καθόριζαν το κατά πόσον ήταν αληθινή μια διδασκαλία ή ένας τρόπος ζωής. (Κολ 2:9) Οι Χριστιανοί δεν έπρεπε να είναι σαν παιδιά με το να θέτουν εκούσια τον εαυτό τους κάτω από εκείνο που παρομοιάστηκε με παιδαγωγό, δηλαδή κάτω από το Μωσαϊκό Νόμο (Γα 3:23-26), αλλά έπρεπε η σχέση τους με τον Θεό να είναι όμοια με αυτήν ενός ενήλικου γιου και του πατέρα του. Ο νόμος ήταν στοιχειώδης, «το αλφαβητάριο της θρησκείας», συγκρινόμενος με τη Χριστιανική διδαχή. (Κριτικό και Ερμηνευτικό Εγχειρίδιο των Επιστολών του Παύλου προς τους Φιλιππησίους, τους Κολοσσαείς και τον Φιλήμονα ([Kritisch exegetisches Handbuch über die Briefe Pauli an die Philipper, Kolosser und an Philemon] 1874, σ. 311, του Χ. Μάγιερ) Οι χρισμένοι Χριστιανοί, λόγω του ότι είχαν αναγεννηθεί για ουράνια ζωή, είχαν ουσιαστικά πεθάνει και είχαν κρεμαστεί στο ξύλο σε σχέση με τον κόσμο ο οποίος αναφέρεται στη σφαίρα της ανθρώπινης ζωής, και στον οποίο είχαν ισχύσει διατάξεις όπως αυτή της σαρκικής περιτομής· είχαν γίνει «νέα δημιουργία». (2Κο 5:17· Κολ 2:11, 12, 20-23· παράβαλε Γα 6:12-15· Ιωα 8:23.) Γνώριζαν ότι η Βασιλεία του Ιησού δεν είχε ανθρώπινη προέλευση. (Ιωα 18:36) Ασφαλώς δεν έπρεπε να επιστρέψουν ξανά «στα αδύναμα και πενιχρά στοιχειώδη πράγματα» της ανθρώπινης σφαίρας (Γα 4:9) και έτσι να παροδηγηθούν και να εγκαταλείψουν «τον πλούτο της πλήρους βεβαιότητας της κατανόησής τους» και την «ακριβή γνώση του ιερού μυστικού του Θεού, το οποίο είναι ο Χριστός», στον οποίο Χριστό είναι αποκρυμμένοι «όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης».—Κολ 2:1-4.
Ο κόσμος που είναι αποξενωμένος από τον Θεό. Μια έννοια της λέξης κόσμος που συναντάται αποκλειστικά στις Γραφές είναι αυτή του κόσμου της ανθρωπότητας ο οποίος διαχωρίζεται από τους υπηρέτες του Θεού. Ο Πέτρος γράφει ότι ο Θεός έφερε τον Κατακλυσμό «σε έναν κόσμο ασεβών ανθρώπων», ενώ διαφύλαξε τον Νώε και την οικογένειά του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο «ο κόσμος εκείνου του καιρού υπέστη καταστροφή όταν κατακλύστηκε με νερό». (2Πε 2:5· 3:6) Ας σημειωθεί και πάλι ότι αυτό το σχόλιο δεν αφορά την καταστροφή του πλανήτη ή των ουράνιων σωμάτων του σύμπαντος, αλλά περιορίζεται στην ανθρώπινη σφαίρα και, στην προκειμένη περίπτωση, στην άδικη ανθρώπινη κοινωνία. Αυτόν τον «κόσμο» καταδίκασε ο Νώε με την πιστή του πορεία.—Εβρ 11:7.
Ο άδικος προκατακλυσμιαίος κόσμος, δηλαδή η ανθρώπινη κοινωνία, έλαβε τέλος, όχι όμως και το ίδιο το ανθρώπινο γένος, εφόσον διαφυλάχτηκε ο Νώε και η οικογένειά του. Μετά τον Κατακλυσμό, η πλειονότητα της ανθρωπότητας παρέκκλινε και πάλι από τη δικαιοσύνη, με αποτέλεσμα να έρθει σε ύπαρξη άλλη μια πονηρή ανθρώπινη κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, υπήρχαν κάποιοι που ακολουθούσαν διαφορετική πορεία, προσκολλούμενοι στη δικαιοσύνη. Αργότερα, ο Θεός προσδιόρισε τον Ισραήλ ως τον εκλεγμένο λαό του και σύναψε μαζί του σχέση διαθήκης. Επειδή αυτό επέφερε το διαχωρισμό των Ισραηλιτών από τον κόσμο γενικά, ο Παύλος μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη λέξη κόσμος ως αντίστοιχο των μη Ισραηλιτών, των “Εθνικών”, στα εδάφια Ρωμαίους 11:12-15. (KJ· ΜΝΚ) Εκεί τόνισε ότι η αποστασία του Ισραήλ οδήγησε στο να καταργήσει ο Θεός τη σχέση διαθήκης που είχε συνάψει μαζί τους και ότι άνοιξε στους Εθνικούς το δρόμο ώστε να εισέλθουν σε αυτή τη σχέση και στα πλούτη της μέσω συμφιλίωσης με τον Θεό. (Παράβαλε Εφ 2:11-13.) Η λέξη κόσμος τότε, κατά τη μετακατακλυσμιαία και προχριστιανική περίοδο, αναφερόταν και πάλι σε ολόκληρη την ανθρωπότητα εκτός των επιδοκιμασμένων υπηρετών του Θεού, και ιδιαίτερα σε όσους δεν ανήκαν στον Ισραήλ την περίοδο που ο Ιεχωβά είχε σχέση διαθήκης μαζί του.—Παράβαλε Εβρ 11:38.
Με παρόμοιο τρόπο και με μεγάλη συχνότητα, η λέξη κόσμος χρησιμοποιείται με την έννοια ολόκληρης της μη Χριστιανικής ανθρώπινης κοινωνίας, ανεξαρτήτως φυλής. Αυτός είναι ο κόσμος ο οποίος μισούσε τον Ιησού και τους ακολούθους του λόγω της μαρτυρίας που έδιναν για την αδικία του κόσμου και λόγω του ότι παρέμεναν αποχωρισμένοι από αυτόν. Κατά συνέπεια εκδήλωσε μίσος για τον ίδιο τον Ιεχωβά Θεό και δεν τον γνώρισε. (Ιωα 7:7· 15:17-25· 16:19, 20· 17:14, 25· 1Ιω 3:1, 13) Σε αυτόν τον κόσμο της άδικης ανθρώπινης κοινωνίας και στα βασίλειά του ασκεί εξουσία ο Αντίδικος του Θεού, ο Σατανάς ο Διάβολος, ο οποίος μάλιστα έχει καταστήσει τον εαυτό του “θεό” του εν λόγω κόσμου. (Ματ 4:8, 9· Ιωα 12:31· 14:30· 16:11· παράβαλε 2Κο 4:4.) Αυτόν τον άδικο κόσμο δεν τον παρήγαγε ο Θεός. Η εμφάνισή του οφείλεται στον κυριότερο Εναντιούμενο του Θεού, στην εξουσία του οποίου “βρίσκεται ολόκληρος ο κόσμος”. (1Ιω 4:4, 5· 5:18, 19) Ο Σατανάς και οι “πονηρές πνευματικές δυνάμεις του στους ουράνιους τόπους” δρουν ως οι αόρατοι «κοσμοκράτορες», δηλαδή άρχοντες του κόσμου που είναι αποξενωμένος από τον Θεό.—Εφ 6:11, 12.
Σε αυτά τα εδάφια δεν εννοείται απλώς η ανθρωπότητα, της οποίας μέρος ήταν και οι μαθητές του Ιησού, αλλά ολόκληρη η οργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία που υφίσταται έξω από την αληθινή Χριστιανική εκκλησία. Αλλιώς, οι Χριστιανοί δεν θα μπορούσαν να πάψουν να είναι «μέρος του κόσμου» παρά μόνο αν πέθαιναν και έπαυαν να υπάρχουν κατά σάρκα. (Ιωα 17:6· 15:19) Αν και αναγκάζονται να ζουν σε μια κοινωνία κοσμικών ατόμων, της οποίας μέρος είναι άτομα που επιδίδονται σε πορνεία, ειδωλολατρία, αρπαγή και παρόμοιες πράξεις (1Κο 5:9-13), αυτοί οι Χριστιανοί πρέπει να κρατούν τον εαυτό τους καθαρό και ακηλίδωτο από τη διαφθορά και τα μολύσματα αυτού του κόσμου, μη έχοντας φιλικές σχέσεις με αυτόν για να μην καταδικαστούν μαζί του. (1Κο 11:32· Ιακ 1:27· 4:4· 2Πε 1:4· 2:20· παράβαλε 1Πε 4:3-6.) Δεν μπορούν να καθοδηγούνται από την κοσμική σοφία, η οποία είναι ανοησία στα μάτια του Θεού, ούτε μπορούν να “εισπνέουν” το «πνεύμα του κόσμου», δηλαδή την ιδιοτελή και αμαρτωλή υποκινούσα δύναμή του. (1Κο 1:21· 2:12· 3:19· 2Κο 1:12· Τιτ 2:12· παράβαλε Ιωα 14:16, 17· Εφ 2:1, 2· 1Ιω 2:15-17· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ [Υποκινούσα Διανοητική Τάση].) Ως εκ τούτου, μέσω της πίστης τους, “νικούν τον κόσμο” της άδικης ανθρώπινης κοινωνίας, όπως έκανε και ο Γιος του Θεού. (Ιωα 16:33· 1Ιω 4:4· 5:4, 5) Αυτή η άδικη ανθρώπινη κοινωνία πρόκειται να παρέλθει μέσω θεϊκής καταστροφής (1Ιω 2:17), όπως αφανίστηκε ο ασεβής προκατακλυσμιαίος κόσμος.—2Πε 3:6.
Ο ασεβής κόσμος τερματίζεται· το ανθρώπινο γένος διαφυλάττεται. Επομένως, ο κόσμος για τον οποίο πέθανε ο Ιησούς πρέπει να είναι απλώς η ανθρώπινη οικογένεια, κάθε ανθρώπινη σάρκα. (Ιωα 3:16, 17) Όσον αφορά τον κόσμο με την έννοια της ανθρώπινης κοινωνίας που είναι αποξενωμένη από τον Θεό και που βρίσκεται σε πραγματική έχθρα με τον Θεό, ο Ιησούς δεν προσευχήθηκε για χάρη αυτού του κόσμου, αλλά μόνο για όσους εξέρχονταν από αυτόν τον κόσμο και έθεταν πίστη σε εκείνον. (Ιωα 17:8, 9) Ο Ιησούς έδειξε ότι όπως επέζησε ανθρώπινη σάρκα από την καταστροφή της ασεβούς ανθρώπινης κοινωνίας, δηλαδή του κόσμου, στον Κατακλυσμό, έτσι θα επιβιώσει ανθρώπινη σάρκα από τη μεγάλη θλίψη την οποία παρομοίασε με εκείνον τον Κατακλυσμό. (Ματ 24:21, 22, 36-39· παράβαλε Απ 7:9-17.) Σύμφωνα δε με σχετική υπόσχεση, «η βασιλεία του κόσμου» (προφανώς, με την έννοια της ανθρωπότητας) θα γινόταν η «βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του» και αυτοί που θα βασίλευαν με τον Χριστό στην ουράνια Βασιλεία του επρόκειτο να “κυβερνήσουν ως βασιλιάδες τη γη”, και ως εκ τούτου την ανθρωπότητα, εξαιρουμένης της εξουσιαζόμενης από τον Σατανά ασεβούς ανθρώπινης κοινωνίας η οποία θα είχε εκλείψει.—Απ 11:15· 5:9, 10.
-
-
ΚόταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΤΑ
[ελλ. κείμενο, ὄρνις].
Στις Εβραϊκές Γραφές δεν γίνεται καμιά προφανής αναφορά στην κατοικίδια κότα (όρνις η κατοικίδιος [Gallus domesticus]), αλλά στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ο Ιησούς Χριστός ανέφερε ότι η κότα συγκεντρώνει τα κλωσόπουλά της κάτω από τις προστατευτικές της φτερούγες, παρομοιάζοντας με αυτό το γεγονός την επιθυμία που είχε ο ίδιος να συγκεντρώσει την Ιερουσαλήμ η οποία δεν έδειχνε ανταπόκριση. (Ματ 23:37· Λου 13:34) Η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (ὄρνις) που χρησιμοποιείται σε αυτά τα εδάφια έχει ευρεία σημασία και συνεπώς μπορεί να αναφέρεται σε κάθε πτηνό, άγριο ή κατοικίδιο. Αλλά στην αττική διάλεκτο συνήθως αναφερόταν στην κότα, εφόσον αυτό ήταν το συνηθέστερο και χρησιμότερο από τα κατοικίδια πτηνά. Η αναφορά του Ιησού σε έναν γιο που ζητάει αβγό από τον πατέρα του (Λου 11:11, 12) υποδηλώνει ότι η κατοικίδια κότα ήταν κοινή στην Παλαιστίνη εκείνη την εποχή. (Βλέπε ΠΕΤΕΙΝΟΣ.) Από τη λέξη ὄρνις προέρχεται η λέξη «ορνιθολογία», ο κλάδος της ζωολογίας που ασχολείται με τα πτηνά.
Μερικοί ραβινικοί νόμοι απαγόρευαν τη βρώση αβγών που είχαν γεννήσει οι κότες την ημέρα του Σαββάτου, διότι θεωρούνταν ότι οι κότες είχαν εκτελέσει εργασία γεννώντας τα. Ορισμένοι, όμως, επέτρεπαν τη βρώση αυτών των αβγών, αν η συγκεκριμένη κότα εκτρεφόταν με σκοπό να φαγωθεί και όχι να γεννάει αβγά. (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Μπέζα 2α, β) Εντούτοις, η Αγία Γραφή δεν περιλαμβάνει τέτοιους κανόνες.
-
-
ΚούαρτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΑΡΤΟΣ
(Κούαρτος) [από το λατ. Quartus· σημαίνει «Τέταρτος»].
Κάποιος που ζούσε στην Κόρινθο, του οποίου τους χαιρετισμούς περιέλαβε ο Παύλος στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, γύρω στο 56 Κ.Χ. (Ρω 16:23) Δεδομένου ότι είχε ρωμαϊκό όνομα και γνώριζε τους αδελφούς της Ρώμης, μπορεί στο παρελθόν να ανήκε σε εκείνη την εκκλησία.
-
-
ΚουδούνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΔΟΥΝΙ
Κοίλο, μεταλλικό αντικείμενο. Αυτό το όργανο είναι συνήθως απιοειδές ή κυπελλοειδές, και με την κρούση παράγει δυνατό μουσικό τόνο.
Τα κουδούνια αναφέρονται για πρώτη φορά στη Γραφή σε σχέση με την υπηρεσία στη σκηνή της μαρτυρίας, στο βιβλίο της Εξόδου, όπου η εβραϊκή λέξη πα‛αμών εμφανίζεται εφτά φορές. Από την άκρη του πανωφοριού του αρχιερέα, το οποίο ήταν εξ ολοκλήρου μπλε, κρέμονταν εναλλάξ χρυσά κουδούνια και ρόδια από μπλε, πορφυρή και κόκκινη κλωστή.—Εξ 28:33-35· 39:25, 26.
Στο εδάφιο Ζαχαρίας 14:20 η εβραϊκή λέξη μετσιλλάχ χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει τα κουδούνια που ήταν προσαρμοσμένα στα χάμουρα των αλόγων. Η λέξη αυτή προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «κουδουνίζω». (1Σα 3:11) Το γεγονός ότι πάνω στα κουδούνια των αλόγων έπρεπε να είναι χαραγμένα τα λόγια «Η αγιότητα ανήκει στον Ιεχωβά»—τα ίδια λόγια που υπήρχαν στην «αστραφτερή πλάκα» πάνω στο τουρμπάνι του αρχιερέα του Ισραήλ—υποδήλωνε ότι τα πάντα έπρεπε να εμφορούνται από την επίγνωση της αγιότητας του Ιεχωβά.—Εξ 39:30, 31· παράβαλε Ζαχ 14:21.
-
-
ΚουκιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΚΙΑ
[εβρ., πωλ].
Ο εβραϊκός όρος αντιστοιχεί στον αραβικό όρο φουλ και ταυτίζεται με το φυτό κουκιά (κύαμος ο κοινός [Vicia faba]), ένα ετήσιο φυτό που καλλιεργείται ευρέως στη Συρία και στην Παλαιστίνη. Κουκιά έχουν βρεθεί μέσα σε φέρετρα με αιγυπτιακές μούμιες, πράγμα που δείχνει ότι στην Αίγυπτο χρησιμοποιούνταν από την αρχαιότητα.
Το εν λόγω φυτό έχει στέλεχος ανθεκτικό και όρθιο, φτάνει σε ύψος περίπου το 1 μ. και ευωδιάζει όταν είναι ανθισμένο. Οι ώριμοι λοβοί είναι μεγάλοι και παχείς, τα δε σπέρματα καφέ ή μαύρα. Σπέρνονται μετά τα φθινοπωρινά πρωτοβρόχια και η συγκομιδή τους γίνεται συνήθως στα τέλη της άνοιξης, όταν κοντεύει να τελειώσει ο θερισμός του κριθαριού και του σιταριού. Τα φυτά λιχνίζονται όπως περίπου τα σιτηρά. Για να φαγωθούν, τα χλωρά, άγουρα κουκιά βράζονται ολόκληρα ως λαχανικά, ενώ τα ξερά κουκιά μαγειρεύονται συνήθως με λάδι και κρέας.
Όταν ο Δαβίδ έφυγε από την Ιερουσαλήμ και πέρασε στην άλλη πλευρά του Ιορδάνη εξαιτίας της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ, μια αντιπροσωπεία υποδέχτηκε τη συνοδεία του στη Μαχαναΐμ προσφέροντας εθελοντικά εξοπλισμό και τρόφιμα, στα οποία περιλαμβάνονταν και κουκιά. (2Σα 17:24-29) Στον Ιεζεκιήλ δόθηκε η οδηγία να αναμείξει κουκιά με φακές και σιτηρά και να φτιάξει σκληρό ψωμί το οποίο θα έπρεπε να τρώει με το ζύγι, ώστε να αναπαραστήσει την πείνα που θα επικρατούσε.—Ιεζ 4:9, 10.
-
-
ΚούκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΚΟΣ
[εβρ., πληθυντικός, μπαρμπουρίμ].
Στην Αγία Γραφή, αυτή η ονομασία εμφανίζεται μόνο μία φορά, στο εδάφιο 1 Βασιλέων 4:23, όπου ο κατάλογος με τις καθημερινές προμήθειες τροφής για την αυλή του Σολομώντα περιλαμβάνει και “κούκους [μπαρμπουρίμ]”. (JB· ΜΝΚ) Μολονότι άλλες μεταφράσεις (KJ, RS, ΒΑΜ) χρησιμοποιούν σε αυτό το εδάφιο τη λέξη “πτηνά”, φαίνεται ότι η λέξη μπαρμπουρίμ υποδηλώνει ένα συγκεκριμένο είδος πουλιού και δεν αποτελεί απλώς γενικό όρο. Αν και ορισμένοι έχουν ταυτίσει αυτή τη λέξη με το καπόνι, τη φραγκόκοτα ή τη χήνα, ο λεξικογράφος Β. Μπαουμγκάρτνερ (Εβραϊκό και Αραμαϊκό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [Hebräisches und Aramäisches Lexikon zum Alten Testament], Λέιντεν, 1967, σ. 147) προτείνει την απόδοση «κούκος», που φαίνεται πως υποστηρίζεται και από την αραβική ονομασία αυτού του πουλιού—άμπου μπούρμπουρ.
Ο κοινός κούκος (κόκκυξ ο ωδικός [Cuculus canorus]) και ο κισσόκουκος (κοκκυστής ο βαλανοφάγος [Clamator glandarius]), όταν μεταναστεύουν προς το Β, περνούν και οι δύο από την Παλαιστίνη, όπου φτάνουν στις αρχές Μαρτίου. Ο κούκος είναι πουλί μετρίου μεγέθους που μοιάζει με ξεφτέρι και έχει ελαφρώς κυρτό, κοφτερό και αιχμηρό ράμφος. Συνήθως, οι κούκοι έχουν άτονα χρώματα, όπως ανοιχτό γκρίζο ή ανοιχτό καστανό μέχρι καστανοκόκκινο ή μαύρο. Το κάτω μέρος τους είναι συχνά υπόλευκο με στενές μαύρες λωρίδες.
Μολονότι ορισμένοι θεωρούν ότι, λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους του, ο κούκος δεν θα μπορούσε να περιλαμβάνεται στα εδέσματα του Σολομώντα, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι στην αρχαιότητα πουλιούνταν στις αγορές της Μέσης Ανατολής ακόμη και μαδημένα σπουργίτια. (Ματ 10:29) Επιπλέον, οι συγκεκριμένοι κούκοι ήταν «θρεμμένοι», και σχετικά με τέτοιου είδους κούκους Η Εγκυκλοπαίδεια της Αμερικής (The American Cyclopædia) αναφέρει: «Το φθινόπωρο είναι παχείς και θεωρούνται πολύ καλή τροφή. Οι αρχαίοι τούς προτιμούσαν ιδιαίτερα και πίστευαν ότι το κρέας τους είχε πολύτιμες ιαματικές ιδιότητες».—1883, Τόμ. 5, σ. 557.
Ο κούκος δεν είναι ούτε νεκροφάγο ούτε αρπακτικό πουλί, αλλά πολύτιμο εντομοφάγο. Σύμφωνα με το νόμο, ήταν «καθαρός» και κατάλληλος για να σερβίρεται στο βασιλικό τραπέζι του Σολομώντα. Μολονότι η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, στα εδάφια Λευιτικό 11:16 και Δευτερονόμιο 14:15, συγκαταλέγει τον κούκο στα ακάθαρτα πουλιά, αυτή η απόδοση (της εβραϊκής λέξης σάχαφ) δεν θεωρείται πια αποδεκτή.—Βλέπε ΓΛΑΡΟΣ.
-
-
ΚουκουβάγιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑ
Νυκτόβιο αρπακτικό πουλί που αναφέρεται αρκετές φορές στη Βιβλική αφήγηση. Παλιότερα πίστευαν ότι συγγένευε με τα ιερακόμορφα, αλλά σήμερα συσχετίζεται γενικά με άλλα νυκτόβια πουλιά, όπως ο αιγοθήλης ο κεκράκτης και ο νυχτοπάτης.
Η κουκουβάγια έχει κοντό, αγκιστροειδές ράμφος και ισχυρά νύχια που μοιάζουν με του γερακιού και λειτουργούν σαν μέγκενη, αλλά διαφέρει από το γεράκι επειδή έχει πλατύ κεφάλι, μεγάλα μάτια και αφτιά, καθώς και ένα αναστρεφόμενο δάχτυλο σε κάθε πόδι έτσι ώστε, ενώ τα υπόλοιπα δάχτυλά της είναι στραμμένα προς τα εμπρός, αυτό το εξωτερικό δάχτυλο μπορεί να στρέφεται προς τα έξω ή ακόμη και προς τα πίσω, δίνοντάς της τη δυνατότητα να γαντζώνεται γερά σε διάφορα αντικείμενα. Χάρη στα μεγάλα μάτια της με τις διαστελλόμενες ίριδές τους, η κουκουβάγια αξιοποιεί στο έπακρο το αμυδρό φως της νύχτας, ανόμοια δε με τα περισσότερα άλλα πουλιά, τα μάτια της κοιτάζουν και τα δύο προς τα εμπρός, πράγμα που την καθιστά ικανή να βλέπει κάθε αντικείμενο και με τα δύο μάτια ταυτόχρονα. Το μαλακό φτέρωμά της έχει καστανά, γκρίζα, μαύρα και λευκά στίγματα, με πούπουλα που σχηματίζουν περίτεχνο σχέδιο, συνήθως δίνει δε την εντύπωση ότι το σώμα της είναι πολύ πιο ογκώδες. Σύμφωνα με ένα άρθρο του περιοδικού Σαϊεντίφικ Αμέρικαν ([Scientific American], Απρίλιος 1962, σ. 78), οι φτερούγες της κουκουβάγιας δεν παράγουν υπερηχητικές ταλαντώσεις, το δε μαλακό χνούδι της επάνω επιφάνειας και τα πούπουλα στα κροσσωτά άκρα του πρόσθιου και του οπίσθιου χείλους της φτερούγας προφανώς συμβάλλουν στη μείωση των αναταράξεων που προκαλεί η ροή του αέρα. Έτσι λοιπόν, η κουκουβάγια ορμάει μέσα στο σκοτάδι χωρίς να παράγει κανέναν ήχο και πέφτει αθόρυβα πάνω στην ανύποπτη λεία της, σκοτώνοντας κυρίως τρωκτικά, μολονότι μερικές κουκουβάγιες τρώνε επίσης μικρότερα πουλιά και έντομα. Οι κραυγές που βγάζουν οι κουκουβάγιες ποικίλλουν από το διαπεραστικό στρίγκλισμα μέχρι τον υπόκωφο κρωγμό.
Η εβραϊκή λέξη ταχμάς υποδηλώνει τον “γκιώνη”, ένα είδος κουκουβάγιας, και περιλαμβάνεται στον κατάλογο των “ακάθαρτων” πουλιών. (Λευ 11:13, 16· Δευ 14:15) Αυτή η εβραϊκή λέξη, η οποία συγγενεύει με ένα ρήμα που σημαίνει «ασκώ βία», ταιριάζει στον γκιώνη, ο οποίος τρέφεται κυνηγώντας μικρά τρωκτικά και πουλιά. Ο συγκεκριμένος γκιώνης έχει προσδιοριστεί ως το είδος Otus brucei.
Ένα από τα “ακάθαρτα” πουλιά είναι και αυτό που ονομάζεται στην εβραϊκή κως, λέξη η οποία αποδίδεται από ορισμένους «κουκουβάγια» και ορίζεται ως το είδος αθήνη η σκότιος (Athene noctua). (Δευ 14:16, KJ, RS, ΜΝΚ· βλέπε επίσης Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 428) Το είδος αυτό, που έχει μήκος περίπου 25 εκ., είναι μια από τις πιο διαδεδομένες κουκουβάγιες στην Παλαιστίνη και ζει σε συστάδες δέντρων, ελαιώνες και ερείπια. Ο ψαλμωδός, όταν ήταν μόνος και ταλαιπωρημένος, ένιωθε σαν «την κουκουβάγια των ερημωμένων τόπων». (Ψλ 102:6) Είναι ταιριαστή, λοιπόν, η αραβική ονομασία αυτής της ποικιλίας, που σημαίνει «μητέρα ερειπίων».
Ένα άλλο είδος κουκουβάγιας που συγκαταλεγόταν στα “ακάθαρτα” πουλιά σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο ονομαζόταν στην εβραϊκή γιανσούφ, ονομασία η οποία, σύμφωνα με ορισμένους, υποδηλώνει «φρίμασμα» ή «τραχύ φύσημα» (η εβρ. λέξη που αποδίδεται «φυσώ» είναι νασάφ). Άλλοι συνδέουν αυτή την ονομασία με τη λέξη «λυκόφως» (εβρ., νέσεφ), θεωρώντας ότι υποδηλώνει απλώς ένα νυκτόβιο πουλί. (Λευ 11:17· Δευ 14:16) Το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (σ. 386) προσδιορίζει αυτό το πουλί ως το «μικρό μπούφο» (άσιος ο ώτος [Asio otus]). Ο μικρός μπούφος, που έχει μήκος περίπου 38 εκ., ονομάζεται και μπούφος ο μακρόωτος επειδή έχει στα πλάγια του πλατιού κεφαλιού του ανορθώσιμες φούντες που μοιάζουν με αφτιά. Συναντάται σε δενδρόφυτες και ερημωμένες εκτάσεις και απεικονίζεται ως ένα από τα πλάσματα που θα κατοικούσαν στα ερείπια του Εδώμ.—Ησ 34:11.
Τα εγκαταλειμμένα σπίτια στα ερείπια της Βαβυλώνας προειπώθηκε ότι θα “γέμιζαν μπούφους [πληθυντικός της λέξης ’όαχ]”. (Ησ 13:21) Οι περιστάσεις αυτές σε συνδυασμό με την εβραϊκή ονομασία, που θεωρείται ότι υποδηλώνει ένα πλάσμα το οποίο «ουρλιάζει» βγάζοντας μια λυπητερή κραυγή, ταιριάζουν πολύ στον μπούφο. Μερικοί ταυτίζουν το πουλί που ονομάζεται στην εβραϊκή ’όαχ με το είδος Bubo bubo aharonii, μια ποικιλία μπούφου που κατοικεί στις ερήμους της Παλαιστίνης. Εντούτοις, η ταύτιση αυτού του πουλιού με τον μπούφο του είδους Bubo bubo ascalaphus, που συναντάται από το Μαρόκο ως το Ιράκ, εναρμονίζεται με την τοποθεσία στην οποία αναφέρεται η προφητεία του 13ου κεφαλαίου του Ησαΐα. Ο μπούφος ξεπερνάει σε μέγεθος και σε δύναμη τις υπόλοιπες κουκουβάγιες αυτών των περιοχών. Η κραυγή του είναι ένας ηχηρός, παρατεταμένος δυνατός κρωγμός. Όπως και στα άλλα είδη κουκουβάγιας, τα μεγάλα μάτια του αποκτούν τη νύχτα μια σπινθηροβόλα και κιτρινοκόκκινη λάμψη όταν αντανακλούν το φως, και σε συνδυασμό με την πένθιμη κραυγή του, αυτό το χαρακτηριστικό αναμφίβολα συνέβαλε στο να θεωρείται αυτό το πουλί κακός οιωνός από τους δεισιδαιμονικούς ειδωλολατρικούς λαούς.
Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η λέξη λιλίθ, που χρησιμοποιείται στο εδάφιο Ησαΐας 34:14 για να προσδιορίσει ένα από τα πλάσματα που θα τριγυρνούσαν στα ερείπια του Εδώμ, εφαρμόζεται σε κάποιο είδος κουκουβάγιας. Λέγεται ότι αυτή η ονομασία χρησιμοποιείται σήμερα «για το χουχουριστή του είδους στριξ (Strix)» (είδος κουκουβάγιας). (Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή [The Interpreter’s Dictionary of the Bible], επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 252) Ωστόσο, βλέπε λήμμα ΝΥΧΤΟΠΑΤΗΣ.
-
-
ΚουλούραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΛΟΥΡΑ
Βλέπε ΠΙΤΑ.
-
-
ΚουνούπιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΝΟΥΠΙ
[εβρ. κείμενο, κέρετς· ελλ. κείμενο, κώνωψ].
Οποιοδήποτε από τη μεγάλη ποικιλία δίπτερων εντόμων που έχουν στρογγυλό κεφάλι και μακριά, λεπτά πόδια με πέντε αρθρώσεις. Τα θηλυκά κουνούπια διαθέτουν μια δυνατή προβοσκίδα με την οποία διατρυπούν το δέρμα ανθρώπων και ζώων και ρουφούν το αίμα τους. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κουνούπι» (ΜΝΚ) εμφανίζεται ως ουσιαστικό μόνο στο εδάφιο Ιερεμίας 46:20, όπου χρησιμοποιείται ως σύμβολο των Βαβυλωνίων υπό τον Ναβουχοδονόσορα, του εχθρού από το βορρά ο οποίος θα ερχόταν εναντίον της Αιγύπτου, της “ωραίας δαμαλίδας”.
Η μόνη άλλη αναφορά των Γραφών στο κουνούπι εμπεριέχεται στην κατάκριση που απηύθυνε ο Ιησούς στους γραμματείς και στους Φαρισαίους λέγοντάς τους ότι διύλιζαν το κουνούπι αλλά κατάπιναν την καμήλα. Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες ήταν σχολαστικοί στα μικρά πράγματα και διηθούσαν ό,τι έπιναν για να μη γίνουν τελετουργικά ακάθαρτοι καταπίνοντας κάποιο κουνούπι. (Λευ 11:21-24) Ωστόσο, αδιαφορώντας για τα πιο βαρυσήμαντα ζητήματα του Νόμου ήταν σαν να κατάπιναν καμήλα, ζώο που ήταν επίσης τελετουργικά ακάθαρτο.—Λευ 11:4· Ματ 23:23, 24.
-
-
ΚουπίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΠΙ
Βλέπε ΠΛΟΙΟ.
-
-
ΚουσαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΣΑΪΑΣ
(Κουσαΐας).
Λευίτης της οικογένειας του Μεραρί και πατέρας ή πρόγονος του Εθάν, ενός από τους Λευίτες υμνωδούς και μουσικούς της εποχής του Δαβίδ. (1Χρ 15:16, 17) Ο Κουσαΐας προφανώς ονομάζεται Κισί στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:44.
-
-
ΚουτσομπολιόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΙΟ
Βλέπε ΣΠΕΡΜΟΛΟΓΙΑ, ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ.
-
-
Κουτσός, ΧωλότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΟΥΤΣΟΣ, ΧΩΛΟΤΗΤΑ
Σωματική αναπηρία που εμποδίζει ένα άτομο να βαδίζει φυσιολογικά. Η χωλότητα μπορεί να υπάρχει από τη στιγμή της γέννησης και να οφείλεται σε συγγενείς δυσμορφίες (Πρ 3:2· 14:8), αλλά οι περισσότερες περιπτώσεις προκαλούνται από ατυχήματα ή ασθένειες.
Ααρωνικό Ιερατείο. Ένα άτομο που ήταν απόγονος του Ααρών αλλά ήταν κουτσό δεν μπορούσε να υπηρετεί στο ιερατείο, μολονότι επιτρεπόταν να τρώει από τα πράγματα που χορηγούνταν στους ιερείς για τη συντήρησή τους. (Λευ 21:16-23) Ο Ιεχωβά έθεσε ένα υψηλό πρότυπο φυσικής κατάστασης για το ιερατείο του, διότι οι ιερείς εκπροσωπούσαν τον ίδιο στο αγιαστήριό του. Έτσι και ο Χριστός, ο μεγάλος Αρχιερέας, ήταν «όσιος, άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς».—Εβρ 7:26.
Θυσίες. Επίσης, ο Νόμος απαγόρευε να προσφέρεται ως θυσία οποιοδήποτε ζώο είχε το ελάττωμα της χωλότητας, επειδή τα ζώα των θυσιών προσκίαζαν την τέλεια θυσία του Χριστού. (Δευ 15:21· Λευ 22:19, 20) Αυτός ο νόμος παραβιαζόταν από τους αποστάτες Ισραηλίτες, πράγμα για το οποίο ο Θεός τούς έλεγξε, λέγοντας: «Όταν προσφέρετε ένα κουτσό ζώο [για θυσία, λέτε]: “Δεν είναι τίποτα κακό”. Φέρε το, παρακαλώ, στον κυβερνήτη σου. Μήπως θα ευαρεστηθεί σε εσένα, ή μήπως θα σε δεχτεί με καλοσύνη; . . . Μπορώ να ευαρεστηθώ σε αυτό που βρίσκεται στο χέρι σας;» (Μαλ 1:8, 13) Ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει προφανώς αυτή την απαίτηση με πνευματικό τρόπο στους Χριστιανούς, ικετεύοντάς τους: «Να παρουσιάσετε τα σώματά σας ως θυσία ζωντανή, άγια, ευπρόσδεκτη στον Θεό, ως ιερή υπηρεσία με τη δύναμη της λογικής σας».—Ρω 12:1.
Η Χωλότητα του Ιακώβ. Όταν ο Ιακώβ ήταν περίπου 97 χρονών, είχε την εμπειρία να παλέψει όλη νύχτα με έναν υλοποιημένο άγγελο του Θεού. Υπερίσχυσε με την έννοια ότι δεν άφησε τον άγγελο να φύγει ώσπου εκείνος τον ευλόγησε. Στη διάρκεια της πάλης, ο άγγελος άγγιξε την κοιλότητα της άρθρωσης του μηρού του Ιακώβ και την εξάρθρωσε. Ως αποτέλεσμα, ο Ιακώβ άρχισε να κουτσαίνει. (Γε 32:24-32· Ωσ 12:2-4) Έκτοτε το γεγονός αυτό υπενθύμιζε στον Ιακώβ πως, μολονότι είχε “αναμετρηθεί με τον Θεό [τον άγγελο του Θεού] και τους ανθρώπους και στο τέλος υπερίσχυσε”, όπως είπε ο άγγελος, δεν είχε νικήσει πραγματικά έναν ισχυρό άγγελο του Θεού. Μόνο επειδή το θέλησε και το επέτρεψε ο Θεός μπόρεσε ο Ιακώβ να αναμετρηθεί με τον άγγελο, ώστε να αποδειχτεί πόσο καλά κατανοούσε ο Ιακώβ ότι χρειαζόταν την ευλογία του Θεού.
Στοχαστικό Ενδιαφέρον. Οι Γραφές ενσταλάζουν στοχαστικό ενδιαφέρον για τους κουτσούς. Ο Ιώβ σχολίασε πως, ακόμη και όταν ευημερούσε, γινόταν «πόδια για τον κουτσό». (Ιωβ 29:15) Ο Ιησούς και οι μαθητές του ένιωθαν συμπόνια για τους αρρώστους και τους κουτσούς, και θεράπευσαν πολλά τέτοια άτομα.—Ματ 11:4, 5· 15:30, 31· 21:14· Πρ 3:1-10· 8:5-7· 14:8-10.
Συμβολικές και Μεταφορικές Χρήσεις. Οι Ιεβουσαίοι εξέφρασαν παραστατικά την αλαζονική σιγουριά τους για την ασφάλεια του οχυρού τους, όταν ενέπαιξαν τον Δαβίδ με τα εξής λόγια: «“Δεν θα μπεις εδώ, αλλά οι τυφλοί και οι κουτσοί θα σε απωθήσουν”, σκεπτόμενοι: “Ο Δαβίδ δεν θα μπει εδώ”». Ίσως να είχαν τοποθετήσει πράγματι τέτοια άτομα στο τείχος για να το υπερασπίσουν, όπως λέει ο Ιώσηπος (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ζ΄, 61 [iii, 1]), και ίσως γι’ αυτόν το λόγο είπε ο Δαβίδ: «Όποιος χτυπήσει τους Ιεβουσαίους ας φτάσει μέσω της σήραγγας του νερού στους κουτσούς και στους τυφλούς, που είναι μισητοί στην ψυχή του Δαβίδ!» Αυτοί οι κουτσοί και οι τυφλοί αποτελούσαν το σύμβολο της προσβολής των Ιεβουσαίων προς τον Δαβίδ και, κάτι ακόμη πιο σοβαρό, του εμπαιγμού τους εναντίον των στρατευμάτων του Ιεχωβά. Ο Δαβίδ μισούσε τους Ιεβουσαίους, περιλαμβανομένων των κουτσών και των τυφλών τους, για αυτή την αλαζονεία. Ίσως μάλιστα να αποκαλούσε τους ίδιους τους αρχηγούς των Ιεβουσαίων “κουτσούς και τυφλούς” περιπαικτικά.—2Σα 5:6-8.
Όσο για τη δήλωση του εδαφίου 8: «Να γιατί λένε: “Ο τυφλός και ο κουτσός δεν θα μπουν στο σπίτι”», έχουν προταθεί αρκετές εξηγήσεις. Σε αυτό το εδάφιο η συγκεκριμένη δήλωση δεν αποδίδεται στον Δαβίδ, άρα μπορεί κάποιοι άλλοι να έφτιαξαν αυτή την παροιμιώδη φράση αναφορικά με όσους, όπως οι Ιεβουσαίοι, κόμπαζαν ή ήταν υπερβολικά σίγουροι για την ασφαλή τους θέση. Ή η παροιμία μπορεί να σήμαινε: “Κανείς ο οποίος διατηρεί σχέσεις με αηδιαστικούς ανθρώπους όπως οι Ιεβουσαίοι δεν θα μπει μέσα”. Σύμφωνα με κάποιους άλλους, το κείμενο θα μπορούσε να αποδοθεί: «Επειδή οι τυφλοί και οι κουτσοί έλεγαν: Δεν θα μπει σε αυτό το σπίτι» ή «Επειδή είχαν πει, ακόμη και οι τυφλοί και οι κουτσοί: Δεν θα μπει στο σπίτι».—Σύνοψη Κριτικών Σχολίων (Synopsis of Criticisms) του Μπάρετ, Λονδίνο, 1847, Τόμ. 2, Μέρος 2ο, σ. 518· περιθωριακή σημείωση στην KJ.
Σε μια μεταγενέστερη περίπτωση, ο Ηλίας ρώτησε τους Ισραηλίτες: «Ως πότε θα παραπαίετε ανάμεσα σε δύο διαφορετικές απόψεις; Αν είναι ο Ιεχωβά ο αληθινός Θεός, ακολουθήστε αυτόν· αλλά αν είναι ο Βάαλ, ακολουθήστε εκείνον». Εκείνη την εποχή οι Ισραηλίτες ισχυρίζονταν ότι λάτρευαν τον Ιεχωβά, αλλά συγχρόνως λάτρευαν και τον Βάαλ. Η πορεία τους ήταν ασταθής και διστακτική, όπως το βάδισμα ενός κουτσού ανθρώπου. Στην αναμέτρηση που ακολούθησε, κατά την οποία οι προφήτες του Βάαλ προσπαθούσαν μάταια από το πρωί μέχρι το μεσημέρι να κάνουν το θεό τους να τους απαντήσει, αυτοί «παρέπαιαν γύρω από το θυσιαστήριο που είχαν φτιάξει». Ίσως πρόκειται για περιπαικτική περιγραφή του τελετουργικού τρόπου με τον οποίο χόρευαν ή τρέκλιζαν οι φανατικοί λάτρεις του Βάαλ ή ίσως αυτοί παρέπαιαν κουρασμένοι από την πολύωρη, μάταιη τελετουργία.—1Βα 18:21-29.
Το παραπάτημα, η χωλότητα και το σκόνταμμα χρησιμοποιούνται ως σχήματα λόγου για να υποδηλώσουν διακοπή του κανονικού ρυθμού ή αστάθεια στην πορεία ζωής, στο σκοπό ή στα λόγια κάποιου. Ο Βιλδάδ, ο οποίος υποτίθεται ότι προειδοποιούσε τον Ιώβ για μελλοντικούς κινδύνους, είπε σχετικά με το άτομο που ακολουθεί πονηρή πορεία: «Η συμφορά είναι έτοιμη να τον κάνει να παραπατήσει». (Ιωβ 18:12) Χρησιμοποιώντας ένα παρόμοιο σχήμα λόγου, ο Δαβίδ και ο Ιερεμίας είπαν ότι οι εχθροί τους ανυπομονούσαν να δουν ένα ασταθές βήμα τους, περίμεναν το παραπάτημά τους, ώστε, όπως έλεγαν οι εχθροί του Ιερεμία, «να υπερισχύσουμε εναντίον του και να πάρουμε την εκδίκησή μας από αυτόν». (Ιερ 20:10· Ψλ 38:16, 17) Οι εχθροί του Ιησού Χριστού ήθελαν να τον δουν να ολισθαίνει με τα λόγια του ώστε να τον παγιδέψουν.—Ματ 22:15.
Χρήση σε παροιμίες. «Σαν κάποιον που κόβει τα ίδια του τα πόδια [κάτι που θα τον έκανε κουτσό], σαν κάποιον που πίνει βία, είναι αυτός που αναθέτει ζητήματα στο χέρι του άφρονα», είπε ο σοφός Βασιλιάς Σολομών. Αληθινά, ο άνθρωπος που χρησιμοποιεί έναν άφρονα για να χειριστεί οποιαδήποτε υπόθεση για λογαριασμό του βιαιοπραγεί ανεπανόρθωτα εναντίον των ίδιων του των συμφερόντων. Είναι βέβαιο ότι θα δει να καταρρέει το έργο που σχεδίαζε, και ο ίδιος θα υποστεί ζημιά.—Παρ 26:6.
Οι Παροιμίες συνεχίζουν με ένα παρόμοιο σχήμα λόγου: «Αντλούν νερό τα πόδια του κουτσού; Τότε υπάρχει και παροιμία στο στόμα των αφρόνων». (Παρ 26:7) Στην αρχαιότητα, ιδιαίτερα σε πόλεις χτισμένες πάνω σε ύψωμα, ήταν συχνά απαραίτητο να κατεβεί κανείς μια κινητή σκάλα ή πολλά σκαλοπάτια για να βγάλει νερό από το πηγάδι. Ο άφρονας που προσπαθεί να πει ή να εφαρμόσει μια παροιμία είναι τόσο αδέξιος και αναποτελεσματικός όσο και ένας κουτσός που προσπαθεί να μεταφέρει νερό ενώ ανεβαίνει σκαλοπάτια.
Το αρχαίο έθνος του Θεού. Μιλώντας για την αποκατάσταση του λαού του, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε να τους ενισχύσει ώστε να φύγουν από τη Βαβυλώνα και να πραγματοποιήσουν το επικίνδυνο ταξίδι της επιστροφής στην ερημωμένη Ιερουσαλήμ. Οποιαδήποτε πνευματική χωλότητα, διστακτικότητα ή αναποφασιστικότητα θα εξαφανιζόταν. Μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Θεός τούς ενθάρρυνε: «Εκείνον τον καιρό ο κουτσός θα σκαρφαλώνει σαν το ελάφι». (Ησ 35:6) Το έθνος του Θεού προηγουμένως κούτσαινε και είχε πέσει σε αιχμαλωσία, αλλά «εκείνη την ημέρα», είπε ο Ιεχωβά, «θα συγκεντρώσω αυτήν που κούτσαινε· . . . και θα κάνω αυτήν που κούτσαινε υπόλοιπο και αυτήν που διώχτηκε μακριά κραταιό έθνος».—Μιχ 4:6, 7· Σοφ 3:19.
Παρηγορώντας περαιτέρω το λαό του, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε, ως ο Βασιλιάς τους, να τους προστατέψει από τους επιτιθέμενους. Είπε ότι οι εχθροί της Σιών θα ήταν τόσο αβοήθητοι όσο και ένα πλοίο που τα ξάρτια του είναι χαλαρά, το κατάρτι του κουνιέται πέρα δώθε και το πανί του λείπει. Στη συνέχεια είπε: «Εκείνον τον καιρό, άφθονα λάφυρα [του εχθρού] θα μοιραστούν· οι κουτσοί θα πάρουν μεγάλη λεία». Τα λάφυρα θα ήταν τόσο πολλά ώστε ακόμη και εκείνοι που συνήθως δεν μπορούν να συμμετάσχουν στη λαφυραγώγηση θα μπορούσαν αυτή τη φορά να έχουν μερίδιο.—Ησ 33:23.
Στοχαστικό ενδιαφέρον για τους πνευματικά κουτσούς. Ο Χριστιανός συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους επισήμανε ότι μεταξύ τους υπήρχαν πολλοί πνευματικά ανώριμοι, οι οποίοι έπρεπε να σημειώσουν καλύτερη πρόοδο. (Εβρ 5:12-14) Κατόπιν, αφού μίλησε για τη διαπαιδαγώγηση, είπε: «Να κάνετε ευθείς δρόμους για τα πόδια σας, ώστε να μην εξαρθρωθεί το κουτσό, αλλά απεναντίας να γιατρευτεί». (Εβρ 12:13) Ακόμη και οι πιο ισχυροί θα έπρεπε να προσέχουν πώς περπατούν στη Χριστιανική τους πορεία, για να μην προσκόψουν ή τραυματιστούν οι πιο αδύναμοι, οι πνευματικά «κουτσοί». Αν οι ισχυρότεροι στην πίστη χρησιμοποιούσαν την πνευματική τους ελευθερία για να κάνουν ορισμένα πράγματα που ήταν νόμιμα, οι πιο αδύναμοι στην πίστη μπορεί να πρόσκοπταν εξαιτίας των πράξεών τους.—Ρω 15:1.
Ο απόστολος Παύλος θέτει ως παράδειγμα αυτής της αρχής το ζήτημα του φαγητού και του ποτού. (Ρω 14:13-18, 21) Σε αυτή την περικοπή, συμβουλεύει εν μέρει: «Να είστε αποφασισμένοι να μη βάζετε μπροστά σε αδελφό πρόσκομμα ή αιτία για να σκοντάψει». Επίσης λέει: «Είναι καλό να μη φας κρέας ούτε να πιεις κρασί ούτε να κάνεις οτιδήποτε εξαιτίας του οποίου προσκόπτει ο αδελφός σου».—Παράβαλε 1Κο 8:7-13.
Από την άλλη πλευρά, ο απόστολος δείχνει ότι ο Χριστιανός πρέπει να ενισχύει τα δικά του πνευματικά “πόδια” ώστε να μην παραπατάει ούτε να προσκόπτει από τα όσα συμβαίνουν ή από ό,τι κάνει κάποιος άλλος. Πρέπει να ισχυροποιεί τον εαυτό του ώστε να παραμένει σταθερός στη Χριστιανική πορεία. Ο Παύλος λέει: «Αυτός που τρώει ας μην περιφρονεί εκείνον που δεν τρώει, και εκείνος που δεν τρώει ας μην κρίνει αυτόν που τρώει, γιατί ο Θεός τον έχει καλοδεχτεί αυτόν». (Ρω 14:3) Αυτή η αρχή εκφράστηκε από τον ψαλμωδό: «Άφθονη ειρήνη έχουν εκείνοι που αγαπούν το νόμο σου και για αυτούς δεν υπάρχει πρόσκομμα». (Ψλ 119:165) Τίποτα δεν μπορεί να κάνει όσους αγαπούν το νόμο του Θεού να κουτσαίνουν με πνευματική χωλότητα.
Πλήρης Θεραπεία. Η χωλότητα έχει προκαλέσει πολλά δάκρυα. Όπως ο Ιησούς Χριστός γιάτρεψε πολλούς κουτσούς και κουλούς όταν ήταν στη γη, αποκαθιστώντας μάλιστα ξεραμένα μέλη (Μαρ 3:1, 5· παράβαλε Λου 22:50, 51), μέσω του “νέου ουρανού” ο Γιος του Θεού θα κάνει και πάλι παρόμοιες θεραπείες. Αυτό θα το επιτελέσει πλήρως ως Αρχιερέας και Βασιλιάς διορισμένος από τον Θεό, εξαλείφοντας κάθε δάκρυ από τα μάτια του ανθρωπίνου γένους.—Ματ 8:16, 17· Απ 21:1, 4.
-
-
Κρανίου ΤόποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΑΝΙΟΥ ΤΟΠΟΣ
Βλέπε ΓΟΛΓΟΘΑΣ.
-
-
Κρασί και Δυνατά ΠοτάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΑ ΠΟΤΑ
Υπάρχουν αρκετές λέξεις των γλωσσών του πρωτότυπου κειμένου που συνήθως αναφέρονται σε κάποιο είδος κρασιού (εβρ., τιρώς [Γε 27:28, 37· Ωσ 2:8, 9, 22]· εβρ., χέμερ [Δευ 32:14· Ησ 27:2] και η αντίστοιχη αραμαϊκή λέξη χαμάρ [Δα 5:1, 2, 4, 23]· καθώς και η λέξη γλεῦκος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου [Πρ 2:13]). Συχνότερα, όμως, συναντάται στις Γραφές η εβραϊκή λέξη γιάγιν. Πρώτη φορά εμφανίζεται στα εδάφια Γένεση 9:20-24, όπου αναφέρεται ότι ο Νώε φύτεψε ένα αμπέλι μετά τον Κατακλυσμό και μέθυσε από το κρασί του. Η λέξη οἶνος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (που βασικά αντιστοιχεί στον εβραϊκό όρο γιάγιν) εμφανίζεται πρώτη φορά στα σχόλια του Ιησού σχετικά με το ότι δεν είναι συνετό να χρησιμοποιούνται παλιά ασκιά για καινούριο κρασί που έχει υποστεί μερική ζύμωση, εφόσον η πίεση που ασκείται μέσω της ζύμωσης θα έσκιζε τα παλιά ασκιά.—Ματ 9:17· Μαρ 2:22· Λου 5:37, 38.
Για διάφορα δυνατά οινοπνευματώδη ποτά που προφανώς παράγονταν από ρόδια, χουρμάδες, σύκα και τα παρόμοια χρησιμοποιούνταν συνήθως ο εβραϊκός όρος σεχάρ. (Αρ 28:7· Δευ 14:26· Ψλ 69:12) Η εβραϊκή λέξη ‛ασίς που υπάρχει στο εδάφιο Άσμα Ασμάτων 8:2 αναφέρεται σε «φρέσκο χυμό» από ρόδια, αλλά σε άλλα εδάφια τα συμφραζόμενα υποδεικνύουν το κρασί. (Ησ 49:26· Ιωλ 1:5) Για την μπίρα ενδεχομένως χρησιμοποιούνταν η εβραϊκή λέξη σόβε’.—Ησ 1:22· Να 1:10.
Οινοποιία. Στην Παλαιστίνη ο τρύγος γινόταν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, ανάλογα με το είδος των σταφυλιών και το κλίμα της περιοχής. Η περίοδος του τρύγου ουσιαστικά τελείωνε όταν ερχόταν ο καιρός για «τη γιορτή των σκηνών» η οποία τηρούνταν στις αρχές του φθινοπώρου. (Δευ 16:13) Μετά τη συγκομιδή έβαζαν τα σταφύλια σε λεκάνες ή γούρνες από ασβεστόλιθο όπου συνήθως τα πατούσαν ξυπόλητοι άντρες τραγουδώντας. (Ησ 16:10· Ιερ 25:30· 48:33) Με τέτοιες σχετικά ήπιες μεθόδους έκθλιψης, τα κοτσάνια και τα κουκούτσια δεν έσπαζαν, και έτσι δεν έβγαινε πολλή τανίνη από τις φλούδες. Αυτό με τη σειρά του είχε ως αποτέλεσμα κρασί υψηλής ποιότητας, το οποίο ήταν ευχάριστο και απαλό στον ουρανίσκο. (Ασμ 7:9) Μερικές φορές το πάτημα δεν γινόταν με τα πόδια αλλά με βαριές πέτρες.—Βλέπε ΠΑΤΗΤΗΡΙ.
Ο πρώτος «μούστος», δηλαδή ο φρέσκος χυμός, που ρέει όταν σπάζουν οι φλούδες των σταφυλιών, αν κρατηθεί χωριστά από την κυρίως ποσότητα του χυμού που εξάγεται υπό πίεση, κάνει τα πλουσιότερα και καλύτερα κρασιά. Η ζύμωση ξεκινάει μέσα σε έξι ώρες μετά την έκθλιψη χωρίς την προσθήκη ειδικών ουσιών—ενώ ο χυμός είναι ακόμη στις λεκάνες—και συνεχίζεται αργά για μια περίοδο αρκετών μηνών. Η περιεκτικότητα των φυσικών κρασιών σε οινόπνευμα κυμαίνεται από 8 ως 16 τοις εκατό του όγκου, αλλά το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξηθεί με την προσθήκη αλκοολούχων αποσταγμάτων αργότερα. Αν τα σταφύλια έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα, και η ζύμωση συνεχιστεί επί πολύ καιρό, ή αν το κρασί δεν προστατεύεται κατάλληλα από οξείδωση, μετατρέπεται σε οξικό οξύ, δηλαδή ξίδι.—Ρθ 2:14.
Στη διάρκεια της περιόδου ωρίμανσης το κρασί διατηρούνταν σε στάμνες ή σε ασκιά. (Ιερ 13:12) Αυτά τα δοχεία πιθανώς αερίζονταν με τρόπο που επέτρεπε στο διοξείδιο του άνθρακα (ένα υποπροϊόν της μετατροπής των σακχάρων σε οινόπνευμα μέσω ζύμωσης) να διαφεύγει χωρίς να αφήνει το οξυγόνο από τον αέρα να έρθει σε επαφή με το κρασί και να προκαλέσει αντίδραση. (Ιωβ 32:19) Καθώς άφηναν τα κρασιά να σταθούν χωρίς να ανακινούνται, η τρυγία καθόταν στον πάτο με αποτέλεσμα να «καθαρίζουν» αυτά σιγά σιγά και να βελτιώνεται το άρωμα και η γεύση τους. (Λου 5:39) Κατόπιν τα μετάγγιζαν συνήθως σε άλλα σκεύη.—Ησ 25:6· Ιερ 48:11· βλέπε ΤΡΥΓΙΑ.
Χρήσεις. Από αμνημονεύτων χρόνων το κρασί χρησιμοποιείται ως ποτό στα γεύματα. (Γε 27:25· Εκ 9:7) Το κρασί, το ψωμί και άλλες τροφές συχνά συσχετίζονται. (1Σα 16:20· Ασμ 5:1· Ησ 22:13· 55:1) Ο Μελχισεδέκ έβαλε «ψωμί και κρασί» μπροστά στον Αβραάμ. (Γε 14:18-20) Όταν υπήρχε κρασί, ο Ιησούς συνόδευε με αυτό τα γεύματά του. (Ματ 11:19· Λου 7:34) Το κρασί κατείχε σημαντική θέση στα συμπόσια (Εσθ 1:7· 5:6· 7:2, 7, 8), στους γάμους (Ιωα 2:2, 3, 9, 10· 4:46) και σε άλλες εορταστικές περιστάσεις (1Χρ 12:39, 40· Ιωβ 1:13, 18). Οι βασιλικές αποθήκες τροφίμων είχαν αποθέματα κρασιών. (1Χρ 27:27· 2Χρ 11:11) Το κρασί ήταν το καθιερωμένο ποτό των βασιλιάδων και των κυβερνητών. (Νε 2:1· 5:15, 18· Δα 1:5, 8, 16) Οι ταξιδιώτες πολλές φορές έπαιρναν μαζί τους κρασί μαζί με τις υπόλοιπες προμήθειές τους.—Ιη 9:4, 13· Κρ 19:19.
Λόγω της ευρείας χρήσης του το κρασί εξελίχθηκε σε εμπορικό αγαθό (Νε 13:15), ιδιαιτέρως δε φημισμένο ήταν «το κρασί της Χελβών» (το προτιμούσαν οι βασιλιάδες της Περσίας) και «το κρασί του Λιβάνου». (Ιεζ 27:18· Ωσ 14:7) Το κρασί ήταν μέσο πληρωμής των εργατών οι οποίοι εργάστηκαν για την ξυλεία που χρησιμοποιήθηκε στην οικοδόμηση του ναού. (2Χρ 2:8-10, 15) Θεωρούνταν εξαίρετο δώρο για τους ανωτέρους κάποιου (1Σα 25:18· 2Σα 16:1, 2) και περιλαμβανόταν στη συνεισφορά του δεκάτου που δινόταν για την υποστήριξη των ιερέων και των Λευιτών. (Δευ 18:3, 4· 2Χρ 31:4, 5· Νε 10:37, 39· 13:5, 12) Ήταν επίσης ένα από τα εκλεκτά πράγματα τα οποία προσφέρονταν στον Ιεχωβά στα πλαίσια των θυσιών που περιλάμβανε η λατρεία του.—Εξ 29:38, 40· Λευ 23:13· Αρ 15:5, 7, 10· 28:14· 1Σα 1:24· 10:3· Ωσ 9:4.
Αρχικά το κρασί δεν ήταν μέρος του πασχαλινού γεύματος αλλά προστέθηκε αργότερα, ίσως μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία. Επομένως υπήρχε στο τραπέζι όταν ο Ιησούς γιόρτασε για τελευταία φορά το Πάσχα με τους αποστόλους του, και έτσι μπόρεσε ο Ιησούς να το χρησιμοποιήσει για να θεσπίσει την Ανάμνηση του θανάτου του. Το κόκκινο «αίμα των σταφυλιών» αποτελούσε κατάλληλο σύμβολο του αίματος του Ιησού το οποίο προσφέρθηκε ως θυσία. Σε εκείνη την περίπτωση ο Ιησούς αναφέρθηκε στο κρασί με τα λόγια «αυτό το γέννημα του κλήματος», και εφόσον είχαν πιθανότατα περάσει εφτά μήνες από τον τρύγο, το κρασί αυτό ήταν χωρίς αμφιβολία χυμός σταφυλιού που είχε υποστεί ζύμωση.—Γε 49:11· Ματ 26:18, 27-29.
Όπως έδειξε ο Ιησούς και ανέφερε ο γιατρός Λουκάς, το κρασί είχε κάποια φαρμακευτική αξία ως αντισηπτικό και ήπιο απολυμαντικό. (Λου 10:34) Η Αγία Γραφή το συνιστά επίσης ως φάρμακο για ορισμένες εντερικές διαταραχές. Ο Παύλος συμβούλεψε τον Τιμόθεο: «Μην πίνεις πια νερό, αλλά να χρησιμοποιείς λίγο κρασί για το στομάχι σου και τις συχνές σου αρρώστιες». (1Τι 5:23) Αυτή ήταν σωστή ιατρική συμβουλή. Όπως γράφει ο Δρ Σαλβατόρε Π. Λουτσία, καθηγητής ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας: «Το κρασί είναι το αρχαιότερο ποτό στο διαιτολόγιο του ανθρώπου και το σπουδαιότερο από τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται ανελλιπώς σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. . . . Στην πραγματικότητα, λίγες από τις ουσίες που έχει στη διάθεσή του ο άνθρωπος συνιστώνται σε τόσο ευρεία κλίμακα για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες όσο το κρασί».—Το Κρασί ως Τροφή και Φάρμακο (Wine as Food and Medicine), 1954, σ. 5· βλέπε ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ.
Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν εσφαλμένα μερικοί, τα οινοπνευματώδη ποτά δεν λειτουργούν ως διεγερτικά της διάνοιας αλλά στην πραγματικότητα είναι κατευναστικά και κατασταλτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος. «Να δίνετε μεθυστικό ποτό σε αυτόν που αφανίζεται και κρασί σε εκείνους που είναι πικραμένοι στην ψυχή», όχι ως διεγερτικό της διάνοιας που θα κάνει αυτά τα άτομα να αποκτήσουν μεγαλύτερη συναίσθηση της δυστυχίας τους, αλλά μάλλον, όπως λέει η παροιμία, για να μπορέσουν να “ξεχάσουν τα προβλήματά τους”. (Παρ 31:6, 7) Στην αρχαιότητα οι Ρωμαίοι είχαν το έθιμο να δίνουν στους εγκληματίες κρασί αναμειγμένο με ναρκωτικές ουσίες για να αμβλύνουν τον πόνο της εκτέλεσης. Πιθανότατα γι’ αυτόν το λόγο οι Ρωμαίοι στρατιώτες πρόσφεραν στον Ιησού κρασί που περιείχε ναρκωτικό όταν επρόκειτο να τον κρεμάσουν στο ξύλο.—Μαρ 15:23.
Είναι προφανές ότι το κρασί είναι ένα δώρο του Ιεχωβά το οποίο συγκαταλέγεται στις ευλογίες του για το ανθρώπινο γένος. Το κρασί «ευφραίνει την καρδιά του θνητού ανθρώπου», φέρνει την καρδιά σε «ευθυμία». (Ψλ 104:15· Εσθ 1:10· 2Σα 13:28· Εκ 2:3· 10:19· Ζαχ 10:7) Γι’ αυτόν το λόγο, ο Δανιήλ όταν πενθούσε δεν έπινε κρασί. (Δα 10:2, 3) Το άφθονο απόθεμα κρασιού που συμβολίζεται από το «κλήμα» στη συχνά επαναλαμβανόμενη φράση «ο καθένας κάτω από το κλήμα του και κάτω από τη συκιά του» υποδηλώνει ευημερία και ασφάλεια υπό τη δίκαιη διακυβέρνηση του Ιεχωβά. (1Βα 4:25· 2Βα 18:31· Ησ 36:16· Μιχ 4:4· Ζαχ 3:10) Το κρασί περιλαμβάνεται επίσης στις ευλογίες αποκατάστασης που υποσχέθηκε ο Ιεχωβά.—Ιωλ 3:18· Αμ 9:13, 14· Ζαχ 9:17.
Μετριοπαθής Χρήση. Η μετριοπάθεια σε όλα τα πράγματα είναι αρχή της Αγίας Γραφής. Ακόμη και το μέλι δεν εξαιρείται από αυτή την αρχή, καθώς η μετριοπαθής χρήση του κάνει καλό αλλά η υπερβολή είναι επιζήμια. (Παρ 25:27) Το ίδιο ισχύει και για το κρασί και τα δυνατά ποτά τα οποία είναι δώρα του Ιεχωβά. Πρέπει να χρησιμοποιούνται όπως εκείνος κατευθύνει. Η υπερβολική κατανάλωση και η περιφρόνηση των Βιβλικών αρχών αναφορικά με τη χρήση αυτών των προμηθειών φέρνουν την αποδοκιμασία του Ιεχωβά και οδηγούν σε ασωτία και θάνατο. Η Αγία Γραφή είναι κατηγορηματική σε αυτό το ζήτημα, τόσο με τις εντολές της όσο και με τα παραδείγματά της.—Παρ 23:29-31· βλέπε ΜΕΘΗ.
Μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών, ακόμη και σε μικρές ποσότητες, αντενδείκνυται και είναι επιβλαβής για την υγεία κάποιου. Σε άλλες περιπτώσεις κάποιος μπορεί να απέχει από την κατανάλωση μεθυστικού ποτού για να μην κάνει άλλους να προσκόψουν, καθώς και από αγάπη και περίσκεψη για τους άλλους.—Ρω 14:21.
Ο Ιεχωβά απαγόρευε στους ιερείς και στους Λευίτες, όταν ήταν σε υπηρεσία στη σκηνή της μαρτυρίας ή στο ναό, να πίνουν αλκοόλ σε οποιαδήποτε μορφή, επί ποινή θανάτου. (Λευ 10:8, 9· Ιεζ 44:21) Εκτός υπηρεσίας ήταν ελεύθεροι να πίνουν με μετριοπάθεια. (1Χρ 9:29) Παρόμοια, η αποχή των Ναζηραίων από κάθε είδους οινοπνευματώδες ποτό ενόσω υπόκειντο σε αυτή την ειδική ευχή αποτελούσε θεϊκή διάταξη. (Αρ 6:2-4, 13-20· Αμ 2:12) Επειδή ο Σαμψών επρόκειτο να είναι Ναζηραίος από τη γέννησή του, η μητέρα του δεν επιτρεπόταν να αγγίξει κρασί ή ποτό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της. (Κρ 13:4, 5, 7, 14) Σε ώρα υπηρεσίας «δεν αρμόζει σε βασιλιάδες να πίνουν κρασί ούτε σε ανώτερους αξιωματούχους να λένε: “Πού υπάρχει μεθυστικό ποτό;”» για να μην «ξεχάσουν αυτά που έχουν θεσπιστεί και διαστρέψουν την υπόθεση κάποιου από τους γιους της ταλαιπωρίας». (Παρ 31:4, 5) Οι επίσκοποι στη Χριστιανική εκκλησία δεν πρέπει να είναι “μέθυσοι καβγατζήδες” και οι διακονικοί υπηρέτες «παρόμοια . . . πρέπει να είναι σοβαροί, . . . να μην είναι δοσμένοι σε πολύ κρασί».—1Τι 3:3, 8.
Εξεικονιστική Σημασία. Όταν η αρχαία Βαβυλώνα ενεργούσε ως εκτελεστικό όργανο του Ιεχωβά, “μεθούσε με κρασί” όλα τα έθνη, ένα κρασί που συμβόλιζε την οργή του Ιεχωβά εναντίον των εθνών. (Ιερ 51:7) Επίσης, σε άλλα εδάφια οι αντίδικοι του Ιεχωβά παρουσιάζονται αναγκασμένοι να πιουν από τη δίκαιη αγανάκτηση του Θεού, η οποία παρομοιάζεται με «κρασί [που] αφρίζει», «κρασί της οργής», «κρασί του θυμού του Θεού». (Ψλ 75:8· Ιερ 25:15· Απ 14:10· 16:19) Ένα πικρό ποτό που δεν έχει καμιά σχέση με το θεϊκό θυμό είναι «το κρασί της [πνευματικής] πορνείας» της “Βαβυλώνας της Μεγάλης” με το οποίο εκείνη ποτίζει όλα τα έθνη.—Απ 14:8· 17:2· 18:3, 13.
-
-
ΚράτησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΑΤΗΣΗ
Εγκλεισμός ενός ατόμου με νόμιμη διαδικασία ή από αρμόδια αρχή· φυλάκιση.
Ένα παράδειγμα προσωποκράτησης αφορά κάποιον κατά το ήμισυ Ισραηλίτη ο οποίος εξύβρισε το όνομα του Ιεχωβά ενόσω βρισκόταν στο στρατόπεδο του Ισραήλ. Αφού αυτός παραβίασε το Νόμο, η αφήγηση αναφέρει: «Κατόπιν τον έθεσαν υπό κράτηση μέχρι να τους αναγγελθεί κάτι συγκεκριμένο σύμφωνα με το λόγο του Ιεχωβά». (Λευ 24:10-16, 23) Κατά κανόνα, ο Ισραήλ δεν έθετε τους εγκληματίες υπό παρατεταμένη κράτηση, διότι υπήρχε η απαίτηση να απονέμεται γρήγορα δικαιοσύνη. (Ιη 7:20, 22-25) Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, καθώς και στην περίπτωση του ατόμου που παραβίασε το Σάββατο όπως αναφέρεται στα εδάφια Αριθμοί 15:32-36, περίμεναν μέχρις ότου διευκρινιστεί ο νόμος. Μόλις όμως διασαφηνίστηκε ο λόγος του Ιεχωβά για αυτό το ζήτημα, η ποινή εκτελέστηκε αμέσως. Παρόμοια, ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι τέθηκαν υπό κράτηση, αν και άδικα, περιμένοντας να δικαστούν ενώπιον του Σάνχεδριν την επόμενη ημέρα. (Πρ 4:3· 5:17, 18) Επίσης, οι Γραφές επισημαίνουν το γεγονός ότι ο Ιερεμίας τέθηκε άδικα υπό κράτηση, όχι απλώς ως υπόδικος, αλλά εκτίοντας κανονική ποινή φυλάκισης.—Ιερ 37:21.
Στα εδάφια Γαλάτες 3:19-25, γίνεται πνευματική εφαρμογή των όρων “φρούρηση” και «κράτηση». Ο Παύλος λέει ότι ο Νόμος έκανε τις παραβάσεις φανερές και ότι «η Γραφή έθεσε όλα μαζί τα πράγματα υπό κράτηση στην αμαρτία». Αλλά συνεχίζει λέγοντας: «Ωστόσο, προτού έρθει η πίστη, εμείς φρουρούμασταν κάτω από νόμο, έχοντας τεθεί μαζί υπό κράτηση, αποβλέποντας στην πίστη που έμελλε να αποκαλυφτεί». Ο Παύλος τόνισε έτσι ότι ο φυσικός Ισραήλ βρισκόταν υπό πνευματική κράτηση, καθώς φρουρούνταν ή φυλασσόταν από το Νόμο, μέχρις ότου ήρθε η πίστη στον Χριστό.
-
-
Κρέατα που Έχουν Προσφερθεί στα ΕίδωλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΕΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΕΡΘΕΙ ΣΤΑ ΕΙΔΩΛΑ
Στον ειδωλολατρικό κόσμο του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η τελετουργική προσφορά κρεάτων στα είδωλα ήταν κάτι το συνηθισμένο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, κάποια μέρη του ζώου που προσφερόταν ως θυσία τοποθετούνταν στον ειδωλολατρικό βωμό, μια μερίδα πήγαινε στους ιερείς και μια άλλη στους λάτρεις, οι οποίοι την κατανάλωναν στη διάρκεια γεύματος ή συμποσίου, είτε στο ναό είτε σε ιδιωτική κατοικία. Εντούτοις, κάποια ποσότητα από το κρέας που είχε προσφερθεί στα είδωλα κατέληγε συνήθως στο μάκελλον, δηλαδή στην κρεαταγορά, για να πουληθεί.
Πολλοί, προτού γίνουν Χριστιανοί, είχαν συνηθίσει να τρώνε κρέατα που είχαν προσφερθεί στα είδωλα αισθανόμενοι ευλάβεια για το είδωλο. (1Κο 8:7) Ενεργώντας έτσι, αυτοί οι πρώην ειδωλολάτρες ήταν συμμέτοχοι με το δαιμονικό θεό τον οποίο αντιπροσώπευε το είδωλο. (1Κο 10:20) Πολύ σωστά, λοιπόν, με επίσημη επιστολή που έστειλε από την Ιερουσαλήμ, το κυβερνών σώμα της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας, υπό την καθοδήγηση του αγίου πνεύματος, απαγόρευσε την τελετουργική, θρησκευτική βρώση κρεάτων τα οποία είχαν προσφερθεί στα είδωλα, προστατεύοντας έτσι τους Χριστιανούς από την ειδωλολατρία σε αυτόν τον τομέα.—Πρ 15:19-23, 28, 29.
Διάφοροι Χριστιανοί, όπως αυτοί που ζούσαν στην ειδωλολατρική Κόρινθο, είχαν πολλά ερωτήματα γύρω από αυτό το ζήτημα. Μπορούσαν με καθαρή συνείδηση να μπουν σε έναν ειδωλολατρικό ναό και να φάνε κρέας εφόσον δεν είχαν την πρόθεση να τιμήσουν το είδωλο; Και θα υπήρχε πρόβλημα αν αγόραζαν από το μάκελλον κρέατα τα οποία είχαν προσφερθεί τελετουργικά στα είδωλα; Τέλος, πώς θα έπρεπε να χειρίζεται αυτό το ζήτημα ένας Χριστιανός όταν έτρωγε ως καλεσμένος στο σπίτι κάποιου άλλου;
Υπό θεϊκή έμπνευση, ο Παύλος έδωσε στους Κορίνθιους Χριστιανούς επίκαιρες πληροφορίες για να τους βοηθήσει να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Αν και «το είδωλο δεν είναι τίποτα», δεν θα ήταν ενδεδειγμένο να πηγαίνει ένας Χριστιανός σε κάποιον ειδωλολατρικό ναό για να φάει κρέας (παρότι δεν θα το έκανε αυτό στα πλαίσια θρησκευτικής τελετής), επειδή αυτό ίσως δημιουργούσε λανθασμένη εντύπωση στους πνευματικά αδύναμους παρατηρητές. Αυτοί πιθανόν να συμπέραιναν ότι ο Χριστιανός λάτρευε το είδωλο και μπορεί να πρόσκοπταν. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να κάνει αυτά τα πιο αδύναμα άτομα να φάνε κρέατα θυσιασμένα στα είδωλα παίρνοντας όντως μέρος σε κάποια θρησκευτική τελετουργία, πράγμα που θα αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση του διατάγματος του κυβερνώντος σώματος. Ο Χριστιανός που έτρωγε κινδύνευε επίσης να παραβιάσει τη δική του συνείδηση και να ενδώσει στην ειδωλολατρία.—1Κο 8:1-13.
Εντούτοις, εφόσον η τελετουργική προσφορά κρεάτων στα είδωλα δεν επέφερε καμιά αλλαγή στο κρέας, ο Χριστιανός μπορούσε με αγαθή συνείδηση να αγοράζει κρέας από αγορά που προμηθευόταν μέρος των κρεάτων της από ναούς. Αυτό το κρέας είχε χάσει την «ιερή» του σημασία. Ήταν ίδιο με οποιοδήποτε άλλο, και συνεπώς ο Χριστιανός δεν ήταν υποχρεωμένος να ζητάει πληροφορίες σχετικά με την προέλευσή του.—1Κο 10:25, 26.
Επιπλέον, ο Χριστιανός που προσκαλούνταν σε γεύμα δεν χρειαζόταν να ζητάει να μάθει από πού είχαν προμηθευτεί το κρέας, αλλά μπορούσε να το φάει με αγαθή συνείδηση. Αν, όμως, κάποιος από τους συνδαιτυμόνες επισήμαινε ότι το κρέας είχε “προσφερθεί ως θυσία”, τότε ο Χριστιανός δεν θα το έτρωγε για να μη γίνει αιτία να προσκόψουν άλλοι.—1Κο 10:27-29.
Τα λόγια του ενδοξασμένου Ιησού Χριστού στον Ιωάννη όσον αφορά τις Χριστιανικές εκκλησίες της Περγάμου και των Θυατείρων δείχνουν ότι μερικοί δεν είχαν δώσει προσοχή στο αποστολικό διάταγμα και δεν είχαν διατηρηθεί καθαροί από τα πράγματα που ήταν θυσιασμένα σε είδωλα.—Απ 2:12, 14, 18, 20.
-
-
ΚρεβάτιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΕΒΑΤΙ
Όπως στην εποχή μας, έτσι και κατά τη διάρκεια των Βιβλικών χρόνων, τα έπιπλα για τον ύπνο διέφεραν ως προς τον τύπο, την τεχνοτροπία και την κατασκευή, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των ανθρώπων, την κοινωνική τους θέση και τις συνήθειές τους. Ως επί το πλείστον, το γυμνό έδαφος, πάνω στο οποίο έβαζαν μερικές φορές κάτι μαλακό ή ένα αχυρόστρωμα, αρκούσε για τον φτωχό, το βοσκό και τον ταξιδιώτη. Πολύ ακριβά και περίτεχνα κρεβάτια είχαν οι άρχοντες και οι πλούσιοι στις μόνιμες κατοικίες τους.
Η εβραϊκή λέξη με την οποία ορίζεται κοινώς το «κρεβάτι» είναι η λέξη μισκάβ, από τη ρίζα σαχάβ (πλαγιάζω· ξαπλώνω). (Γε 49:4· Λευ 26:6· Δευ 6:7) Η λέξη που χρησιμοποιείται συχνότερα στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο είναι η λέξη κλίνη, από το κλίνω (γέρνω). (Ματ 9:2· Λου 9:58) Μια άλλη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «κρεβάτι», η λέξη κοίτη, η οποία βασικά αναφέρεται στο μέρος όπου πλαγιάζει κάποιος (Λου 11:7), χρησιμοποιείται επίσης για το «συζυγικό κρεβάτι» (Εβρ 13:4) και για τις «αθέμιτες σεξουαλικές σχέσεις». (Ρω 13:13) Μετωνυμικά σημαίνει τη σύλληψη παιδιού. (Ρω 9:10) Άλλες εβραϊκές λέξεις που δείχνουν πού ξάπλωνε κάποιος είναι οι λέξεις μιττάχ (ντιβάνι, κλίνη), ‛έρες (ντιβάνι) και γιατσούα‛ (κλίνη). Η λέξη κράβαττος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται με την έννοια του φορείου. (Μαρ 2:4) Οι Βιβλικοί συγγραφείς δεν έκαναν πάντοτε διάκριση μεταξύ των διαφόρων αυτών λέξεων, και χρησιμοποιούσαν συχνά δύο ή και περισσότερες από αυτές για το ίδιο πράγμα, αποκαλώντας το κρεβάτι ντιβάνι (Ιωβ 7:13) αλλά και φορείο (Ματ 9:6· Μαρ 2:11), την κλίνη ντιβάνι (Ψλ 6:6) και το κρεβάτι κλίνη (Γε 49:4). Οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνταν για να ορίζουν πού πλάγιαζαν όταν κοιμούνταν το μεσημέρι ή το βράδυ (2Σα 4:5-7· Ιωβ 33:15), όταν ήταν άρρωστοι και όταν είχαν σεξουαλικές σχέσεις (Ψλ 41:3· Ιεζ 23:17), ενώ οι ίδιες λέξεις χρησιμοποιούνταν για τον τόπο ανάπαυσης νεκρών σε μεγαλοπρεπή τάφο (2Χρ 16:14). Η συνήθεια που είχαν να πλαγιάζουν την ώρα του γεύματος προϋπέθετε ντιβάνια. (Εσθ 7:8· Ματ 26:20· Λου 22:14) Ένα ντιβάνι βασιλικών προδιαγραφών, ειδικά σχεδιασμένο για τη μεταφορά κάποιου, ονομαζόταν φορητό ανάκλιντρο. (Ασμ 3:7-10· βλέπε ΦΟΡΗΤΟ ΑΝΑΚΛΙΝΤΡΟ.) Η λέξη σορός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται στο νεκροκρέβατο ή φέρετρο με το οποίο μεταφερόταν το λείψανο του νεκρού.—Λου 7:14.
Μαζί με τα κρεβάτια αναφέρονται συνήθως κάποια σχετικά είδη, όπως, για παράδειγμα, τα μαξιλάρια. Ο Ιησούς, κάποια φορά που διέσχιζε τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, αποκοιμήθηκε «πάνω σε ένα μαξιλάρι» στην πρύμνη του πλοιαρίου. (Μαρ 4:38) Όταν ψύχραινε ο καιρός χρησιμοποιούσαν ένα «υφαντό σεντόνι» ή κάποιο άλλο σκέπασμα (Ησ 28:20), αλλά ήταν συνηθισμένο να κοιμάται κάποιος με τα καθημερινά του ρούχα. Γι’ αυτό και ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε να κρατήσει κάποιος τα ρούχα ενός άλλου ατόμου μετά τη δύση του ήλιου: «Αυτό είναι το μοναδικό του σκέπασμα. . . . Με τι θα πλαγιάσει;»—Εξ 22:26, 27.
Στην Ανατολή το κρεβάτι ήταν συχνά ένα απλό χαλάκι φτιαγμένο από άχυρα ή βούρλα, πάνω στο οποίο πιθανώς έβαζαν ένα πάπλωμα ή ένα είδος στρώματος για μεγαλύτερη άνεση. Όταν δεν το χρησιμοποιούσαν, το τύλιγαν και το αποθήκευαν. Μια πιο μόνιμη λύση ήταν ένα ξύλινο πλαίσιο ή ένας σκελετός κρεβατιού, οπότε το άτομο κοιμόταν ψηλότερα από το επίπεδο του εδάφους ή του πατώματος. (Μαρ 4:21) Τα κρεβάτια αυτά χρησίμευαν ως ντιβάνια όπου μπορούσε να καθήσει κάποιος κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τα πιο απλά κρεβάτια που έμοιαζαν με φορεία ήταν ελαφριά και μπορούσε εύκολα να τα σηκώσει κανείς και να τα μεταφέρει.—Λου 5:18, 19· Ιωα 5:8· Πρ 5:15.
Τα κρεβάτια των πλουσίων ήταν καλαίσθητα στολισμένα με ολοκέντητα καλύμματα. «Με κλινοσκεπάσματα στόλισα το ντιβάνι μου, με πολύχρωμα πράγματα, λινά από την Αίγυπτο. Ράντισα το κρεβάτι μου με σμύρνα, αλόη και κανέλα», είπε η πλανεύτρα πόρνη. (Παρ 7:16, 17) Όπως το περσικό ανάκτορο διέθετε «χρυσά και ασημένια ντιβάνια», έτσι και ο αποστατικός Ισραήλ είχε, σύμφωνα με την περιγραφή του προφήτη, “εξαίρετες κλίνες”, “ντιβάνια από τη Δαμασκό” και «κλίνες από ελεφαντόδοντο».—Εσθ 1:6· Αμ 3:12· 6:4.
Ξεχωριστά ή εσωτερικά υπνοδωμάτια είχαν όσοι διέθεταν μεγάλα σπίτια. (Εξ 8:3· 2Βα 6:12· 11:2) Το καλοκαίρι με τη ζέστη κοιμούνταν συχνά στις ταράτσες όπου ήταν πιο δροσερά.
Τα κρεβάτια, τα ντιβάνια και οι κλίνες αναφέρονται στις Γραφές και με μεταφορική έννοια. Η κατάσταση των νεκρών, για παράδειγμα, μοιάζει με την κατάσταση εκείνων που πλαγιάζουν στο κρεβάτι. (Ιωβ 17:13· Ιεζ 32:25) Οι όσιοι του Ιεχωβά «κραυγάζουν χαρούμενα πάνω στα κρεβάτια τους» σε αντιδιαστολή με τα αχαλίνωτα άτομα που θρηνούν γοερά και σχεδιάζουν ό,τι είναι κακό όταν πλαγιάζουν στο κρεβάτι. (Ψλ 149:5· Ωσ 7:14· Μιχ 2:1) Αντίθετα με τον Ρουβήν, ο οποίος έδειξε απερίσκεπτη ασυδοσία έχοντας σχέσεις με την παλλακίδα του πατέρα του, του Ιακώβ, και με αυτή την έννοια βεβήλωσε το κρεβάτι του πατέρα του (Γε 35:22· 49:4), οι Χριστιανοί δεν πρέπει να μολύνουν τον ιερό θεσμό του γάμου, «το συζυγικό κρεβάτι», με κανέναν τρόπο.—Εβρ 13:4.
-
-
Κρέμασμα στο ΞύλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΕΜΑΣΜΑ ΣΤΟ ΞΥΛΟ
Κατά κυριολεξία, η καθήλωση νεκρού ή ζωντανού θύματος πάνω σε ξύλο, δηλαδή πάσσαλο. Η εκτέλεση του Ιησού Χριστού είναι η πιο γνωστή περίπτωση. (Λου 24:20· Ιωα 19:14-16· Πρ 2:23, 36) Υπό το νόμο που έδωσε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ, ορισμένοι εγκληματίες που ήταν ένοχοι για ειδεχθή εγκλήματα, παραδείγματος χάρη για βλασφημία ή ειδωλολατρία, θανατώνονταν πρώτα με λιθοβολισμό ή με άλλον τρόπο και, στη συνέχεια, επειδή ήταν “καταραμένοι από τον Θεό”, τα πτώματά τους εκτίθεντο πάνω σε ξύλα, δηλαδή σε δέντρα, ως προειδοποιητικά παραδείγματα για τους άλλους. Ο νεκρός που ήταν κρεμασμένος κατ’ αυτόν τον τρόπο έπρεπε να αποκαθηλωθεί προτού πέσει η νύχτα και να ταφεί. Αν τον άφηναν στο ξύλο όλη τη νύχτα, θα μόλυναν τη γη που είχε δώσει ο Θεός στους Ισραηλίτες. (Δευ 21:22, 23) Οι Ισραηλίτες ακολουθούσαν αυτόν τον κανόνα ακόμη και αν ο εκτελεσμένος δεν ήταν Ισραηλίτης.—Ιη 8:29· 10:26, 27.
Οι δύο γιοι και οι πέντε εγγονοί του Σαούλ τους οποίους παρέδωσε ο Δαβίδ στους Γαβαωνίτες για εκτέλεση δεν θάφτηκαν προτού πέσει η νύχτα. Αφέθηκαν στο ύπαιθρο από την έναρξη του θερισμού του κριθαριού (Μάρτιος-Απρίλιος) μέχρις ότου έβρεξε, προφανώς μετά το τέλος της εποχής του θερισμού. Ο λόγος για τον οποίο επιτράπηκε στους Γαβαωνίτες να ακολουθήσουν διαφορετική διαδικασία σε αυτή την περίπτωση φαίνεται να είναι το ότι ο Βασιλιάς Σαούλ είχε διαπράξει εθνική αμαρτία θανατώνοντας μερικούς από αυτούς, και επομένως παραβιάζοντας τη διαθήκη που είχε κάνει μαζί τους ο Ιησούς του Ναυή αιώνες νωρίτερα. (Ιη 9:15) Τώρα ο Θεός είχε επιφέρει στη χώρα τριετή πείνα ως απόδειξη του θυμού του. Γι’ αυτό, τα σώματα των κρεμασμένων αφέθηκαν εκτεθειμένα μέχρις ότου ο Ιεχωβά έδειξε ότι η οργή του είχε κατευναστεί τερματίζοντας την περίοδο της ξηρασίας με βροχόπτωση. Τότε ο Δαβίδ διέταξε να ταφούν τα κόκαλα αυτών των αντρών, και στη συνέχεια «ο Θεός δέχτηκε να ακούσει την ικεσία για τη χώρα».—2Σα 21:1-14.
Τα έθνη γύρω από τον Ισραήλ έδειχναν γενικά μεγαλύτερη σκληρότητα από τους Ισραηλίτες όσον αφορά τις μεθόδους επιβολής ποινών και τον ονειδισμό των εκτελεσμένων. Όταν τα στρατεύματα της Βαβυλώνας κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ, επέβαλαν σκληρές ποινές στους ευγενείς, κρεμώντας μερικούς άρχοντες «από το χέρι τους». (Θρ 5:12) Στην αρχαιότητα τα έθνη εφάρμοζαν το κρέμασμα στο ξύλο ποικιλοτρόπως.
Οι Ασσύριοι, γνωστοί για την αγριότητά τους στον πόλεμο, κρεμούσαν στο ξύλο τους αιχμαλώτους καρφώνοντας τα γυμνά τους σώματα πάνω σε αιχμηρούς πασσάλους οι οποίοι διαπερνούσαν την κοιλιά των θυμάτων και εισχωρούσαν στη θωρακική τους κοιλότητα. Έχουν ανακαλυφτεί αρκετά ανάγλυφα σε μνημεία, σε ένα δε από αυτά, το οποίο απεικονίζει την ασσυριακή επίθεση εναντίον της Λαχείς και την κατάληψη της πόλης, φαίνεται το κρέμασμα στο ξύλο με τη συγκεκριμένη μέθοδο.—2Βα 19:8· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 958.
Οι Πέρσες, επίσης, χρησιμοποιούσαν το κρέμασμα στο ξύλο ως ένα είδος ποινής. Μερικοί λένε ότι συνήθιζαν πρώτα να αποκεφαλίζουν ή να γδέρνουν αυτούς που κρεμούσαν στο ξύλο. Ο Δαρείος ο Μέγας απαγόρευσε κάθε παρέμβαση στην ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ, και όποιος παραβίαζε αυτό το διάταγμα έπρεπε να κρεμαστεί σε ξύλο που θα έβγαζαν από το ίδιο του το σπίτι. (Εσδ 6:11) Η αφήγηση του βιβλίου της Εσθήρ, το οποίο περιγράφει γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά τη βασιλεία του Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄), γιου του Δαρείου, κάνει λόγο για το κρέμασμα αρκετών ατόμων. Σε κάθε περίπτωση χρησιμοποιείται η ίδια εβραϊκή λέξη (η λέξη ταλάχ, που σημαίνει «κρεμώ»). Δύο θυρωροί του ανακτόρου κρεμάστηκαν σε ξύλο, τιμωρούμενοι με την ποινή την οποία επέβαλλαν συνήθως οι Πέρσες στους προδότες. Τα πτώματά τους εκτέθηκαν ψηλά, ενώπιον του κοινού, επειδή τα εγκλήματά τους στρέφονταν εναντίον του βασιλιά. (Εσθ 2:21-23· 7:9, 10) Παρόμοια κρεμάστηκαν σε ξύλο ο Αμάν και οι δέκα γιοι του, αναφέρεται δε συγκεκριμένα ότι οι γιοι του θανατώθηκαν από τους Ιουδαίους και κρεμάστηκαν την επομένη. (Εσθ 5:14· 6:4· 9:7-10, 13, 14, 25) Ο Ηρόδοτος (Γ΄, 125, 159· Δ΄, 43) παραθέτει επίσης περιπτώσεις στις οποίες οι Πέρσες κρέμασαν κάποιους στο ξύλο.
Οι Αιγύπτιοι, όπως και οι Ισραηλίτες, ενδέχεται να εκτελούσαν πρώτα τους εγκληματίες τους προτού τους καθηλώσουν σε ξύλα όπως υποδηλώνεται από τα προφητικά λόγια του Ιωσήφ προς τον αρχιαρτοποιό του Φαραώ: «Ο Φαραώ θα υψώσει το κεφάλι σου αφαιρώντας το από πάνω σου και θα σε κρεμάσει πάνω σε ξύλο». (Γε 40:19, 22· 41:13) Η ίδια εβραϊκή λέξη, η λέξη ταλάχ, που εμφανίζεται στο βιβλίο της Εσθήρ, χρησιμοποιείται και εδώ.
Λέγεται ότι οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν την τακτική να κρεμούν ανθρώπους στο ξύλο από τους Φοίνικες—τακτική που καταργήθηκε στην αυτοκρατορία μόλις στις ημέρες του Κωνσταντίνου. Πολύ σπάνια υφίσταντο αυτή την ποινή οι Ρωμαίοι πολίτες διότι επρόκειτο για τιμωρία που επιβαλλόταν συνήθως στους δούλους και στους εγκληματίες του χειρίστου είδους. Το κρέμασμα στο ξύλο θεωρούνταν τόσο από τους Ιουδαίους όσο και από τους Ρωμαίους σύμβολο ταπείνωσης και εξευτελισμού, τιμωρία για καταραμένους.—Δευ 21:23· Φλπ 2:8.
Τον πρώτο αιώνα, ακόμη και αν οι Ιουδαίοι είχαν το δικαίωμα να κρεμάσουν κάποιον στο ξύλο για θρησκευτικούς λόγους (πράγμα για το οποίο υπάρχουν κάποιες αμφιβολίες), είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο για ποινικά αδικήματα. Μόνο κάποιος Ρωμαίος αξιωματούχος όπως ο Πόντιος Πιλάτος είχε τέτοια εξουσία. (Ιωα 18:31· 19:10) Ωστόσο, οι Ιουδαίοι, και ιδιαίτερα οι πρωθιερείς και οι άρχοντές τους, ήταν πρωτίστως υπεύθυνοι για το ότι ο Χριστός κρεμάστηκε στο ξύλο.—Μαρ 15:1-15· Πρ 2:36· 4:10· 5:30· 1Κο 2:8.
Ο Ιησούς Χριστός κρεμάστηκε ζωντανός, καρφωμένος σε ξύλο, με διαταγή της ρωμαϊκής διοίκησης στην Παλαιστίνη. (Ιωα 20:25, 27) Ο απόστολος Παύλος εξηγεί ότι ο τρόπος με τον οποίο πέθανε ο Ιησούς είχε τεράστια σημασία για τους Ιουδαίους, διότι «ο Χριστός, μέσω εξαγοράς, μας απελευθέρωσε από την κατάρα του Νόμου με το να γίνει κατάρα αντί για εμάς, επειδή είναι γραμμένο: “Καταραμένος είναι κάθε κρεμασμένος πάνω σε ξύλο”».—Γα 3:13.
Οι Ρωμαίοι μερικές φορές έδεναν το θύμα στο ξύλο, οπότε το άτομο μπορεί να ζούσε αρκετές ημέρες προτού υποκύψει λόγω του βασανιστικού πόνου, της δίψας, της πείνας και της έκθεσης στον ήλιο. Όπως φαίνεται από την περίπτωση του Ιησού, οι Ρωμαίοι συνήθιζαν να καρφώνουν τα χέρια (ίσως και τα πόδια) του κατηγορουμένου στο ξύλο. (Λου 24:39· Ψλ 22:16, υποσ.· Κολ 2:14) Εφόσον οι ανατόμοι θεωρούσαν ανέκαθεν τους καρπούς μέρος των χεριών, ορισμένοι ειδικοί της ιατρικής πιστεύουν ότι έμπηγαν τα καρφιά ανάμεσα στα οστάρια των καρπών έτσι ώστε να μη σκιστεί η σάρκα, πράγμα που θα μπορούσε να συμβεί αν τα έμπηγαν στις παλάμες. (Βλέπε Το Περιοδικό του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου [The Journal of the American Medical Association], 21 Μαρτίου 1986, σ. 1460.) Αυτό θα ήταν σε αρμονία με το γεγονός ότι η Γραφή χρησιμοποιεί τη λέξη «χέρι» για να περιλάβει και τον καρπό σε περικοπές όπως το εδάφιο Γένεση 24:47, όπου λέγεται ότι τα βραχιόλια φοριούνταν στα «χέρια», και το εδάφιο Κριτές 15:14, όπου γίνεται λόγος για τα δεσμά στα «χέρια» του Σαμψών.
Το υπόμνημα δεν αναφέρει αν οι κακοποιοί που κρεμάστηκαν δίπλα στον Ιησού ήταν καρφωμένοι ή απλώς δεμένοι στα ξύλα. Αν ήταν απλώς δεμένοι, αυτό ίσως εξηγεί το γιατί, ενώ ο Ιησούς βρέθηκε νεκρός, εκείνοι ήταν ακόμη ζωντανοί και χρειάστηκε να τους σπάσουν τα πόδια. (Ιωα 19:32, 33) Λίγο μετά το σπάσιμο των ποδιών πέθαναν από ασφυξία, εφόσον, όπως πιστεύουν μερικοί, δεν μπορούσαν πλέον να ανασηκώνουν το σώμα τους για να μετριάζουν την πίεση στους μυς του στήθους. Βεβαίως, αυτό δεν αποτελεί καθοριστικό στοιχείο όσον αφορά το γιατί οι κακοποιοί έζησαν περισσότερο από τον Ιησού, διότι αυτοί δεν είχαν περάσει τα ψυχολογικά και τα σωματικά βασανιστήρια που έγιναν σε εκείνον. Ο Ιησούς είχε υποστεί προηγουμένως ένα ολονύχτιο μαρτύριο στα χέρια των εχθρών του, επιπρόσθετα δε οι Ρωμαίοι στρατιώτες τον είχαν χτυπήσει πιθανόν μέχρι του σημείου να μην μπορεί να μεταφέρει ο ίδιος το ξύλο του βασανισμού του, όπως ήταν το έθιμο.—Μαρ 14:32–15:21· Λου 22:39–23:26.
Τι φανερώνει το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο ως προς το σχήμα του οργάνου πάνω στο οποίο θανατώθηκε ο Ιησούς;
Οι περισσότερες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής αναφέρουν ότι ο Χριστός «σταυρώθηκε», όχι ότι «κρεμάστηκε στο ξύλο». Η κοινή πεποίθηση είναι ότι το όργανο βασανισμού στο οποίο κρεμάστηκε ήταν ένας «σταυρός» φτιαγμένος από δύο κομμάτια ξύλο παρά ένας και μόνο πάσσαλος, ή αλλιώς ένα και μόνο ξύλο. Η παράδοση, όχι η Γραφή, αναφέρει επίσης ότι ο καταδικασμένος μετέφερε μόνο το οριζόντιο δοκάρι του σταυρού, το λεγόμενο patibulum ή antenna, αντί και για τα δύο μέρη. Με αυτόν τον τρόπο μερικοί προσπαθούν να παρακάμψουν το πρόβλημα του πώς θα μπορούσε να σύρει ή να μεταφέρει μόνος του ένας άντρας τόσο μεγάλο βάρος μέχρι τον Γολγοθά.
Ωστόσο, τι είπαν οι ίδιοι οι Βιβλικοί συγγραφείς για αυτά τα ζητήματα; Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο αυτοί χρησιμοποίησαν το ουσιαστικό σταυρός 27 φορές, το ρήμα σταυρόω 46 φορές, το ρήμα συνσταυρόω (η πρόθεση σύν σημαίνει «μαζί με») 5 φορές και το ρήμα ἀνασταυρόω (η πρόθεση ἀνά σημαίνει «ξανά») μία φορά. Χρησιμοποίησαν επίσης τη λέξη ξύλον 5 φορές αναφερόμενοι στο όργανο βασανισμού στο οποίο καρφώθηκε ο Ιησούς.
Η λέξη σταυρός, τόσο στην κλασική αρχαία ελληνική όσο και στην Κοινή Ελληνική, δεν μεταδίδει την ιδέα ενός «σταυρού» φτιαγμένου από δύο ξύλα. Σημαίνει μόνο ένα όρθιο ξύλο, ένα παλούκι, έναν πάσσαλο ή στύλο, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται για φράχτες, πασσαλοπήγματα ή μάντρες. Το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής (New Bible Dictionary), του Ντάγκλας, έκδοση 1985, αναφέρει κάτω από το λήμμα «Σταυρός» στη σελίδα 253: «Η λέξη σταυρός του ελληνικού κειμένου (ρήμα σταυρόω) σημαίνει πρωτίστως ένα όρθιο ξύλο ή δοκάρι και κατά δεύτερο λόγο ένα ξύλο που χρησιμοποιείται ως όργανο τιμωρίας και εκτέλεσης».
Το γεγονός ότι ο Λουκάς, ο Πέτρος και ο Παύλος χρησιμοποίησαν επίσης τη λέξη ξύλον ως συνώνυμο της λέξης σταυρός αποδεικνύει περαιτέρω ότι ο Ιησούς κρεμάστηκε σε ένα όρθιο ξύλο που δεν είχε οριζόντιο δοκάρι, διότι αυτό σημαίνει η λέξη ξύλον με αυτή την ειδική έννοια. (Πρ 5:30· 10:39· 13:29· Γα 3:13· 1Πε 2:24) Η λέξη ξύλον εμφανίζεται επίσης στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, στο εδάφιο Έσδρας 6:11, όπου γίνεται λόγος για ένα και μόνο δοκάρι ή ξύλο πάνω στο οποίο έπρεπε να κρεμαστεί ο παραβάτης.
Επομένως, η Μετάφραση Νέου Κόσμου μεταφέρει πιστά στον αναγνώστη αυτή τη βασική ιδέα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδοντας τη λέξη σταυρός ως «ξύλο βασανισμού», το δε ρήμα σταυρόω ως «κρεμώ στο ξύλο», δηλαδή καθηλώνω σε ξύλο ή πάσσαλο. Με αυτόν τον τρόπο δεν συγχέεται η λέξη σταυρός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου με τους παραδοσιακούς εκκλησιαστικούς σταυρούς. (Βλέπε ΞΥΛΟ ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΥ.) Είναι δε απόλυτα λογικό να σήκωσε το ξύλο του βασανισμού ένας και μόνο άντρας όπως δηλώνουν οι Γραφές—σε αυτή την περίπτωση ο Σίμων από την Κυρήνη—διότι αν αυτό είχε διάμετρο 15 εκ. και μήκος 3,5 μ., πιθανόν να ζύγιζε λίγο περισσότερο από 45 κιλά.—Μαρ 15:21.
Προσέξτε τι αναφέρει ο Γ. Ε. Βάιν για αυτό το θέμα: «Η λέξη ΣΤΑΥΡΟΣ δηλώνει, κυρίως, έναν όρθιο πάσσαλο ή ξύλο. Σε αυτό καρφώνονταν οι κακούργοι προκειμένου να εκτελεστούν. Τόσο το ουσιαστικό όσο και το ρήμα σταυρόω, δηλαδή καθηλώνω σε ένα ξύλο ή πάσσαλο, πρέπει εξαρχής να διαφοροποιηθούν από τον εκκλησιαστικό τύπο του σταυρού με τα δύο δοκάρια». Κατόπιν, αυτός ο λόγιος της ελληνικής αναφέρει ότι ο διμερής σταυρός προήλθε από τη Χαλδαία και ο Χριστιανικός κόσμος τον υιοθέτησε τον τρίτο αιώνα Κ.Χ. από τους ειδωλολάτρες ως σύμβολο του θανάτου του Χριστού πάνω στο ξύλο.—Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), 1981, Τόμ. 1, σ. 256.
Σημαντικό είναι επίσης το σχόλιο στο βιβλίο Ο Σταυρός στο Τελετουργικό, στην Αρχιτεκτονική και στην Τέχνη (The Cross in Ritual, Architecture, and Art): «Είναι περίεργο, και όμως αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι αιώνες πριν από τη γέννηση του Χριστού, και έκτοτε σε χώρες ανέπαφες από τη διδασκαλία της Εκκλησίας, ο Σταυρός έχει χρησιμοποιηθεί ως ιερό σύμβολο. . . . Οι λάτρεις του Βάκχου των Ελλήνων, του Ταμμούζ των Τυρίων, του Βηλ των Χαλδαίων και του Οντίν των Σκανδιναβών χρησιμοποιούσαν ως έμβλημα καθενός από αυτούς ένα σταυροειδές σύμβολο».—Του Τζ. Σ. Ταϊάκ, Λονδίνο, 1900, σ. 1.
Το βιβλίο Ο Μη Χριστιανικός Σταυρός ([The Non-Christian Cross] Λονδίνο, 1896), του Τζ. Ντ. Πάρσονς, λέει: «Δεν υπάρχει ούτε μία πρόταση σε κάποιο από τα διάφορα συγγράμματα που αποτελούν την Καινή Διαθήκη η οποία, στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, να αποδεικνύει έστω και έμμεσα ότι ο σταυρός που χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση του Ιησού ήταν διαφορετικός από το συνηθισμένο σταυρό, πόσο μάλλον ότι αποτελούνταν, όχι από ένα κομμάτι ξύλο, αλλά από δύο, καρφωμένα μεταξύ τους στο σχήμα του σημερινού σταυρού. . . . Είναι σαφώς παραπλανητικό από μέρους των δασκάλων μας το ότι αποδίδουν τη λέξη σταυρός με την έννοια των δύο διασταυρούμενων ξύλων όταν μεταφράζουν τα ελληνικά χειρόγραφα της Εκκλησίας στη μητρική μας γλώσσα, καθώς και το ότι υποστηρίζουν αυτή τους την ενέργεια με το να ορίζουν στα λεξικά μας τη λέξη σταυρός με την εν λόγω έννοια χωρίς να εξηγούν προσεκτικά ότι σε καμιά περίπτωση δεν ήταν αυτή η πρωταρχική έννοια της λέξης στις ημέρες των Αποστόλων, ότι δεν απέκτησε αυτή την πρωταρχική σημασία παρά μόνο πολύ αργότερα και ότι, αν τελικά την απέκτησε, αυτό συνέβη απλώς και μόνο επειδή, παρά την απουσία επιβεβαιωτικών αποδεικτικών στοιχείων, θεωρήθηκε για τον έναν ή τον άλλον λόγο ότι ο συγκεκριμένος σταυρός πάνω στον οποίο εκτελέστηκε ο Ιησούς είχε εκείνο το συγκεκριμένο σχήμα».—Σ. 23, 24· βλέπε επίσης Δε Κομπάνιον Μπάιμπλ (The Companion Bible), 1974, Παράρτημα Αρ. 162.
Μεταφορική Χρήση. Οι Γραφές, όχι μόνο δίνουν πλήρη μαρτυρία για το κατά γράμμα κρέμασμα του Κυρίου Ιησού Χριστού στο ξύλο (1Κο 1:13, 23· 2:2· 2Κο 13:4· Απ 11:8), αλλά μιλούν επίσης για το κρέμασμα στο ξύλο με μεταφορική έννοια, όπως στο εδάφιο Γαλάτες 2:20. Οι Χριστιανοί έχουν θανατώσει την παλιά τους προσωπικότητα μέσω πίστης στον κρεμασμένο στο ξύλο Χριστό. (Ρω 6:6· Κολ 3:5, 9, 10) «Εκείνοι δε που ανήκουν στον Χριστό Ιησού κρέμασαν στο ξύλο τη σάρκα μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες της», γράφει ο Παύλος, προσθέτοντας ότι μέσω του Χριστού «ο κόσμος έχει κρεμαστεί στο ξύλο σε ό,τι αφορά εμένα και εγώ σε ό,τι αφορά τον κόσμο».—Γα 5:24· 6:14.
Οι αποστάτες στην ουσία «ξανακρεμούν στο ξύλο τον Γιο του Θεού και τον ντροπιάζουν δημόσια», στασιάζοντας σαν τον Ιούδα ενάντια στη διευθέτηση του Θεού για σωτηρία.—Εβρ 6:4-6.
Βλέπε επίσης ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΜΟΣ.
-
-
ΚρεμμύδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΕΜΜΥΔΙ
[εβρ., μπατσάλ].
Βολβώδες, διετές φυτό με έντονη γεύση το οποίο έχει λεπτά, σωληνοειδή φύλλα. Το κρεμμύδι (άλλιο το κρόμμυο [Allium cepa]) ήταν μια από τις τροφές που επιθύμησαν στην έρημο το μεικτό πλήθος και οι Ισραηλίτες μετά την απελευθέρωσή τους από την Αίγυπτο. (Αρ 11:4, 5) Σε εκείνη τη χώρα, όπου έζησε υπόδουλος ο Ισραήλ, τα κρεμμύδια καλλιεργούνταν ευρέως. Μάλιστα ο ιστορικός Ηρόδοτος (Β΄, 125) μιλάει για κάποια επιγραφή η οποία ανέφερε τα κρεμμύδια ως μια από τις χορηγούμενες τροφές στους εργάτες που έχτιζαν κάποια αιγυπτιακή πυραμίδα. Στην Αίγυπτο, τα κρεμμύδια, πιασμένα συνήθως σε δεμάτια, προσφέρονταν στις θεότητες, αλλά οι ιερείς δεν επιτρεπόταν να τα τρώνε. Για το κρεμμύδι της Αιγύπτου έχει λεχθεί ότι είναι μαλακό, και επομένως πιο εύπεπτο από άλλες ποικιλίες, καθώς και γλυκό—όχι καυτερό ή δριμύ.
-
-
ΚρήσκηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΗΣΚΗΣ
(Κρήσκης) [από το λατ. Crescens· σημαίνει «Αυτός που Μεγαλώνει· Αυτός που Αυξάνεται»].
Κάποιος για τον οποίο ο Παύλος, στη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο, αναφέρει ότι είχε πάει στη Γαλατία.—2Τι 4:10.
-
-
Κρήτη, ΚρητικοίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΗΤΗ, ΚΡΗΤΙΚΟΙ
Το πέμπτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και οι κάτοικοί του. Το νησί έχει μήκος περίπου 250 χλμ., ενώ το πλάτος του ποικίλλει από 13 ως 56 χλμ. περίπου. Η Κρήτη βρίσκεται στο νότιο άκρο του Αιγαίου Πελάγους, γύρω στα 100 χλμ. ΝΑ της ηπειρωτικής Ελλάδας. Σε όλο το μήκος του στενού αυτού νησιού εκτείνονται βουνά, μερικά από τα οποία καλύπτονται από χιόνια κάποια περίοδο του έτους. Κοντά στο κέντρο της Κρήτης, το όρος Ίδη ορθώνεται 2.456 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η βόρεια ακτή διαθέτει κάποια καλά λιμάνια, αλλά η νότια ακτογραμμή είναι πιο ευθύγραμμη και κατά μήκος μεγάλου τμήματός της τα βουνά καταλήγουν απότομα στη θάλασσα. Έτσι λοιπόν, η νότια ακτή διαθέτει λίγα κατάλληλα λιμάνια, όπως φαίνεται από το υπόμνημα σχετικά με το ταξίδι του Παύλου προς τη Ρώμη, το οποίο εξετάζεται παρακάτω.
Η Κρήτη είναι κατά γενική παραδοχή η «Καφθόρ» των Εβραϊκών Γραφών, και επομένως είναι το μέρος από όπου οι Φιλισταίοι μετανάστευσαν στη Χαναάν. (Ιερ 47:4· Αμ 9:7) Μερικοί λόγιοι συνδέουν και τους «Χερεθαίους» με τους Κρητικούς. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, τόσο στα εδάφια Ιεζεκιήλ 25:15-17 όσο και στα εδάφια Σοφονίας 2:5-7, χρησιμοποιεί αντί της απόδοσης «Χερεθαίοι» την απόδοση «Κρήτες». (Βλέπε ΧΕΡΕΘΑΙΟΙ.) Αν η ταύτιση της Καφθόρ με την Κρήτη είναι αποδεκτή, πράγμα που φαίνεται λογικό, τότε οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν απόγονοι του Μισραΐμ, το όνομα του οποίου είναι αντίστοιχο της Αιγύπτου στην Αγία Γραφή.—Γε 10:13, 14.
Ο πολιτισμός που ανέπτυξαν οι Κρήτες διέφερε πολύ από τον πολιτισμό της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου αλλά ήταν εξίσου λαμπρός. Η θρησκεία των αρχαίων Κρητών προσέδιδε έμφαση στο γυναικείο στοιχείο και η μητέρα θεά κατείχε την πιο εξέχουσα θέση. Όπως και σε άλλες θρησκείες της γονιμότητας, το φίδι εμφανίζεται με συνέπεια στις απεικονίσεις της θεάς, η οποία είτε το κρατάει στα χέρια της είτε το έχει τυλιγμένο γύρω από το σώμα της. Με τη θεά αυτή συνδέεται συνήθως ένας κατώτερος θεός, πιθανώς στα πλαίσια της σχέσης μητέρας-γιου η οποία συναντάται συχνά σε αυτό το είδος λατρείας. Στην Κνωσό βρέθηκε ένας μαρμάρινος σταυρός—άλλο ένα αρχαίο σεξουαλικό σύμβολο. Ο αρχαίος πολιτισμός χάθηκε από το προσκήνιο κατά τους τελευταίους αιώνες της δεύτερης χιλιετίας. Στη διάρκεια της πρώτης χιλιετίας Π.Κ.Χ. η Κρήτη περιήλθε τελικά υπό την κυριαρχία των Ελλήνων. Το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ. το νησί είχε γίνει ορμητήριο και κρησφύγετο πειρατών οι οποίοι λυμαίνονταν τα πλοία στη Μεσόγειο. Ακολούθως, το 67 Π.Κ.Χ. ο Πομπήιος υπέταξε την Κρήτη και την κατέστησε ρωμαϊκή επαρχία μαζί με την Κυρήνη της βόρειας Αφρικής.
Η Δράση του Παύλου Εκεί. Κρητικοί Ιουδαίοι ή προσήλυτοι παρευρίσκονταν την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. στην Ιερουσαλήμ. (Πρ 2:5, 11) Ενδεχομένως ως αποτέλεσμα αυτού, η Χριστιανοσύνη διαδόθηκε στην Κρήτη.
Ο απόστολος Παύλος, πηγαίνοντας στη Ρώμη για να δικαστεί, πέρασε από την Κρήτη επιβιβασμένος σε ένα σιταγωγό πλοίο από την Αλεξάνδρεια, γύρω στο φθινόπωρο του έτους 58 Κ.Χ. Το πλοίο, στο οποίο επέβαιναν 276 άτομα, έπλευσε υπό «την κάλυψη της Κρήτης», δηλαδή κατά μήκος της νότιας πλευράς του νησιού, της υπήνεμης πλευράς, όπου το πλοίο προστατευόταν από τους αντίξοους βορειοδυτικούς ανέμους. Από τη Σαλμώνη στην ανατολική ακτή της Κρήτης, το πλοίο κατευθύνθηκε αργά προς τα δυτικά μέχρις ότου έφτασε στους Καλούς Λιμένες—έναν μικρό όρμο κατάλληλο για αγκυροβόλημα, όπου αμέσως μετά η νότια ακτογραμμή στρίβει απότομα προς το Β. Εδώ, αντίθετα με τη συμβουλή του Παύλου, πήραν την απόφαση να κάνουν μια απόπειρα να φτάσουν στον Φοίνικα, ένα άλλο λιμάνι γύρω στα 65 χλμ. πιο πάνω. Αφού περιέπλευσαν το Λίθινο Ακρωτήριο (Μάταλα), το πλοίο “άρχισε να πλέει κοντά στην ακτή”, όταν ένας αιφνίδιος θυελλώδης ανατολικός-βορειοανατολικός άνεμος, πνέοντας σαρωτικά από τα βουνά, έπληξε το πλοίο ανακόπτοντας την πορεία του και παρασύροντάς το προς την κατεύθυνση του ανέμου. Από εκεί, το πλοίο οδηγήθηκε προς ένα νησί που ονομαζόταν Καύδα, περίπου 65 χλμ. μακριά από τους Καλούς Λιμένες.—Πρ 27:6-16, 37, 38.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι, μετά τη διετή φυλάκισή του στη Ρώμη, ο Παύλος επισκέφτηκε την Κρήτη και ανέπτυξε Χριστιανική δράση εκεί στη διάρκεια της τελικής περιόδου της διακονίας του. Φεύγοντας, ανέθεσε στον Τίτο να παραμείνει στην Κρήτη προκειμένου να διορθώσει κάποιες καταστάσεις που υπήρχαν στις εκκλησίες, διορίζοντας πρεσβυτέρους «στη μια πόλη μετά την άλλη». (Τιτ 1:5) Αργότερα, σε επιστολή του προς τον Τίτο, αναφερόμενος σε κάποια εκκλησιαστικά προβλήματα, ο Παύλος παρέθεσε τα λόγια ενός Κρητικού προφήτη σύμφωνα με τα οποία «οι Κρητικοί είναι πάντοτε ψεύτες, βλαβερά θηρία, λαίμαργοι και αργόσχολοι». (Τιτ 1:10-12) Αυτά τα λόγια αποδίδονται στον Επιμενίδη, έναν Κρητικό ποιητή του έκτου αιώνα Π.Κ.Χ. Την άποψη αυτή για τους αρχαίους Κρήτες τη συμμερίζονταν και οι άλλοι Έλληνες, μεταξύ των οποίων ο προσδιορισμός «Κρητικός» είχε γίνει συνώνυμο του «ψεύτης».
[Χάρτης στη σελίδα 152]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Μεγάλη Θάλασσα
ΚΡΗΤΗ
Σαλμώνη
Φοίνιξ
Καλοί Λιμένες
ΚΑΥΔΑ
-
-
ΚριθάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΙΘΑΡΙ
[εβρ. κείμενο, σε‛οράχ· ελλ. κείμενο, κριθή].
Σημαντικό δημητριακό, του γένους Όρδεο (Hordeum), το οποίο καλλιεργείται ευρύτατα από την αρχαιότητα ως τώρα. Ήταν ένα από τα πολύτιμα προϊόντα που επρόκειτο να βρουν οι Ισραηλίτες στην Υποσχεμένη Γη, και αυτή η περιοχή εξακολουθεί να είναι «γη με σιτάρι και κριθάρι» μέχρι σήμερα.—Δευ 8:8.
Η εβραϊκή ονομασία του κριθαριού (σε‛οράχ) συγγενεύει με τη λέξη η οποία σημαίνει «τρίχες» (σε‛άρ) και περιγράφει τα μακριά και λεπτά άγανα, ή αλλιώς αθέρες, που σχηματίζουν τα χαρακτηριστικά γένια στο στάχυ του κριθαριού. Είναι πολύ ανθεκτικό φυτό, ικανότερο να υπομείνει την ξηρασία και να προσαρμοστεί σε μεγαλύτερο φάσμα κλιματολογικών συνθηκών από όλα τα άλλα σιτηρά. Όταν ωριμάσει φτάνει σε ύψος περίπου το 1 μ., τα δε φύλλα του είναι κάπως πλατύτερα από του σιταριού.
Ο θερισμός του κριθαριού πρωταγωνιστεί στα συναρπαστικά γεγονότα του βιβλίου της Ρουθ. Η σπορά του κριθαριού γινόταν στον Ισραήλ το μήνα Βουλ (Οκτώβριος-Νοέμβριος) αφού είχαν αρχίσει να πέφτουν οι πρώιμες βροχές και το έδαφος μπορούσε να οργωθεί. (Ησ 28:24, 25) Το κριθάρι ωριμάζει πιο γρήγορα από το σιτάρι (Εξ 9:31, 32), ο δε θερισμός του ξεκινούσε στις αρχές της άνοιξης, το μήνα Νισάν (Μάρτιος-Απρίλιος), από τη ζεστή Κοιλάδα του Ιορδάνη, συνεχιζόταν στα ψηλότερα, πιο εύκρατα εδάφη και κατέληγε στο ορεινό υψίπεδο Α του Ιορδάνη το μήνα Ζιβ (Απρίλιος-Μάιος). Συνεπώς, ο θερισμός του κριθαριού σηματοδοτούσε μια ορισμένη περίοδο του έτους (Ρθ 1:22· 2Σα 21:9), ενώ η αρχή του αντιστοιχούσε με τον καιρό του Πάσχα—το δεμάτι που κινούσε πέρα δώθε ο ιερέας τη 16η ημέρα του Νισάν ήταν από τους πρώτους καρπούς του κριθαριού.—Λευ 23:10, 11.
Το κριθάρι θεωρούνταν κατώτερης αξίας από το σιτάρι—στο όραμα του Ιωάννη που περιγράφεται στο εδάφιο Αποκάλυψη 6:6 έχει μόλις το ένα τρίτο της αξίας του σιταριού. Ήταν αρκούντως διαδεδομένο και άφθονο ώστε να χρησιμοποιείται ως ζωοτροφή για τα άλογα του Σολομώντα (1Βα 4:28), χρησιμότητα την οποία εξακολουθεί να έχει στους σύγχρονους καιρούς. Το άλεθαν και από το αλεύρι του έφτιαχναν ψωμί στο οποίο έδιναν συνήθως τη μορφή στρογγυλής πίτας (2Βα 4:42· Ιεζ 4:12· Ιωα 6:9, 13), ενώ μερικές φορές το αναμείγνυαν και με άλλους σπόρους.—Ιεζ 4:9.
Μολονότι είναι σαφές ότι το κριθάρι το χρησιμοποιούσαν συχνότερα οι φτωχοί εφόσον ήταν φτηνότερο, δεν υπάρχει τίποτα που να υποδηλώνει ότι οι Ισραηλίτες το περιφρονούσαν, ακόμη και εκείνοι που είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν σιτάρι. Το κριθάρι, λοιπόν, περιλαμβανόταν στις προμήθειες που θεωρήθηκαν κατάλληλες για να προσφερθούν στη συνοδεία του Βασιλιά Δαβίδ κατά την άφιξή τους στη Γαλαάδ, την εποχή της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ. (2Σα 17:27-29) Ο Σολομών έστειλε στον Χιράμ 20.000 κορ (4.400 kl) κριθάρι και ισόποσο σιτάρι, όπως επίσης μεγάλες ποσότητες λαδιού και κρασιού, ως προμήθειες για τους υπηρέτες του Τύριου βασιλιά που ετοίμαζαν υλικά για το ναό. (2Χρ 2:10, 15) Ο Βασιλιάς Ιωθάμ του Ιούδα απαίτησε από το βασιλιά του Αμμών φόρο υποτελείας στον οποίο περιλαμβάνονταν 10.000 κορ (2.200 kl) κριθάρι. (2Χρ 27:5) Κάποιοι άντρες, προσπαθώντας να αποφύγουν το θάνατο από τα χέρια του δολοφόνου Ισμαήλ μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ, τον διαβεβαίωσαν ότι είχαν «κρυμμένους θησαυρούς στον αγρό, σιτάρι και κριθάρι και λάδι και μέλι».—Ιερ 41:8.
Παρ’ όλα αυτά, το κριθάρι ήταν κοινή και υποδεέστερη τροφή, ορισμένοι δε σχολιαστές είναι της άποψης ότι αυτές τις ιδιότητες αντιπροσωπεύει το «στρογγυλό κριθαρένιο ψωμί» που είδε στο όνειρό του ένας Μαδιανίτης και το οποίο συμβόλιζε τον ταπεινό στρατό του Γεδεών.—Κρ 7:13, 14.
Ο Ωσηέ κατέβαλε 15 κομμάτια ασήμι (αν επρόκειτο για σίκλους, $33) και ενάμισι χομόρ (330 λίτρα) κριθάρι για να αγοράσει τη μοιχαλίδα Γόμερ και να την πάρει πάλι ως σύζυγό του (Ωσ 1:3· 3:1, 2), αντίτιμο που ορισμένοι σχολιαστές θεωρούν ότι ισοδυναμούσε συνολικά με την τιμή ενός δούλου, δηλαδή 30 σίκλους ασήμι ($66). (Εξ 21:32) Η “προσφορά που αφορούσε ζήλια”, την οποία απαιτούσε ο Νόμος όταν ένας άντρας υποπτευόταν τη σύζυγό του για σεξουαλική απιστία, έπρεπε να είναι ένα δέκατο του εφά (2,2 λίτρα) κριθαρένιο αλεύρι. (Αρ 5:14, 15) Το κριθάρι χρησιμοποιούνταν επίσης στους υπολογισμούς—η ποσότητα που χρειαζόταν για να σπαρθεί ένας αγρός αποτελούσε το νομικό μέσο για τον καθορισμό της αξίας αυτού του αγρού.—Λευ 27:16.
-
-
Κρίκος για τη ΜύτηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΥΤΗ
Κρίκος που τον φορούσαν στη μύτη ως κόσμημα. Τον έβαζαν είτε στην αριστερή είτε στη δεξιά πλευρά της μύτης είτε ανάμεσα στα ρουθούνια, και τον φορούσαν κυρίως γυναίκες. (Γε 24:22, 30, 47· Ησ 3:21) Ωστόσο, σύμφωνα με κάποιες μεταφράσεις, κρίκους στη μύτη φορούσαν και οι άντρες της φυλής των Ισμαηλιτών.—Κρ 8:24-26.
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κρίκος για τη μύτη» (νέζεμ) μπορεί να σημαίνει και σκουλαρίκι, σε κάποιες περιπτώσεις δε το σχήμα αυτών των κοσμημάτων ίσως διέφερε ελάχιστα. Μερικές φορές τα συμφραζόμενα καθιστούν δυνατό να προσδιορίσουμε αν εννοείται κρίκος για τη μύτη ή σκουλαρίκι.—Παράβαλε Γε 24:47 με Γε 35:4· Ιεζ 16:12· βλέπε ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ.
Παρότι οι κρίκοι για τη μύτη φτιάχνονταν γενικά από χρυσό, χρησιμοποιούνταν και άλλα υλικά, όπως το ασήμι. Μπορεί να κοσμούνταν με χάντρες, κοράλλια ή πετράδια που κρέμονταν από τον κρίκο. Η διάμετρός τους ποίκιλλε από 2,5 μέχρι και 7,5 εκ. Επειδή ο κρίκος κρεμόταν πάνω από το στόμα, έπρεπε να τον σηκώνουν όταν έτρωγαν.
Στο εδάφιο Παροιμίες 11:22 μια γυναίκα με ωραία εξωτερική εμφάνιση που απορρίπτει τη σύνεση παρομοιάζεται με «χρυσό σκουλαρίκι της μύτης το οποίο βρίσκεται στο ρύγχος γουρουνιού».
-
-
ΚρίνοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΙΝΟ
Ο όρος σουσάν του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και ο αντίστοιχος όρος κρίνον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδονται και οι δύο «κρίνο», κατά πάσα πιθανότητα προσδιορίζουν μια μεγάλη ποικιλία λουλουδιών, όπως είναι οι τουλίπες, οι ανεμώνες, οι υάκινθοι, οι ίριδες και οι γλαδιόλες. Σύμφωνα με τους Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, η συγκεκριμένη εβραϊκή ονομασία παράγεται από μια αιγυπτιακή λέξη που σημαίνει «μεγάλο λουλούδι». (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 958) Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Β΄, 92) αποκαλεί τα λουλούδια του αιγυπτιακού λωτού «κρίνα», και πολλοί πιστεύουν ότι, όπου η Αγία Γραφή αναφέρεται σε “κρίνα” ή στο «σχήμα κρίνου» που χρησιμοποιούνταν στη διακόσμηση, εννοείται ο αιγυπτιακός λωτός, ένα είδος νούφαρου. (1Βα 7:19, 22, 26· 2Χρ 4:5) Εντούτοις, εφόσον ο λωτός κατείχε εξέχουσα θέση ανάμεσα στα σύμβολα της ψεύτικης θρησκείας της Αιγύπτου, η ταύτιση του κρίνου με το λωτό είναι αμφισβητήσιμη.
Τα κρίνα του Γραφικού υπομνήματος βρίσκονταν στις κοιλάδες, ανάμεσα σε αγκαθιές, καθώς και σε λιβάδια όπου έβοσκαν ποίμνια και γαζέλες. (Ασμ 2:1, 2, 16· 4:5) Πιθανόν να καλλιεργούνταν και σε κήπους (Ασμ 6:2, 3), ενώ γίνεται επίσης νύξη για το γλυκό άρωμά τους. (Ασμ 5:13) Υπονοώντας ίσως την ομορφιά του κρίνου, ο Ωσηέ προείπε σχετικά με την αποκατάσταση του Ισραήλ ότι θα ερχόταν καιρός κατά τον οποίο ο λαός του Θεού θα άνθιζε σαν κρίνο.—Ωσ 14:5.
Μειώνοντας τη σημασία που προσδίδεται γενικά στα υλικά πράγματα, ο Ιησούς Χριστός τόνισε ότι ούτε ο Σολομών σε όλη του τη δόξα δεν ήταν τόσο όμορφα στολισμένος όσο τα κρίνα του αγρού. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι ο Ιησούς πιθανότατα είχε υπόψη του την ανεμώνα. Ωστόσο, μπορεί απλώς να αναφερόταν γενικά σε λουλούδια παρόμοια με τα κρίνα, όπως μπορεί να εξαχθεί από το γεγονός ότι η έκφραση «τα κρίνα του αγρού» χρησιμοποιείται παράλληλα με την έκφραση «βλάστηση του αγρού».—Ματ 6:28-30· Λου 12:27, 28.
Η σημασία των εκφράσεων «το Κρίνο» και «τα Κρίνα», οι οποίες εμφανίζονται στις επιγραφές των Ψαλμών 45, 60, 69 και 80, είναι άγνωστη.
-
-
ΚρίσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΙΣΗ
Βλέπε ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΚΡΙΣΗ· ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ· ΗΜΕΡΑ ΚΡΙΣΗΣ.
-
-
Κριτές (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΙΤΕΣ (ΒΙΒΛΙΟ)
Βιβλίο της Αγίας Γραφής που καλύπτει βασικά κάποια περίοδο περίπου 330 ετών ανάμεσα στην κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ και στην έναρξη της μοναρχίας. Νωρίτερα, οι Ισραηλίτες είχαν λάβει την προειδοποίηση ότι αν δεν εκδίωκαν τους κατοίκους εκείνης της γης, σύμφωνα με τη θεϊκή εντολή, θα κατέληγαν να υιοθετήσουν τις εξαχρειωμένες θρησκευτικές συνήθειες των Χαναναίων. Αυτό θα επέφερε τελικά τη δυσμένεια του Ιεχωβά ο οποίος θα τους εγκατέλειπε στα χέρια των εχθρών τους. (Εξ 23:32, 33· 34:11-17· Αρ 33:55· Δευ 7:2-5) Το ιστορικό υπόμνημα του βιβλίου των Κριτών δείχνει πώς αυτή η προειδοποίηση έγινε πραγματικότητα. Ωστόσο, το βιβλίο δεν ασχολείται διεξοδικά με την απιστία των Ισραηλιτών και την επακόλουθη καταδυνάστευση από τους ξένους, αλλά αφηγείται κυρίως τα επιτεύγματα των κριτών και την εκάστοτε θαυμαστή απελευθέρωση που έφερνε ο Ιεχωβά μέσω αυτών. Κατά συνέπεια, τονίζεται η ικανότητα που έχει ο Ιεχωβά να παρέχει σωτηρία, καθώς επίσης η μακροθυμία, το έλεος, η παρ’ αξία καλοσύνη και η δικαιοσύνη του. Οι ίδιοι οι κριτές ξεχωρίζουν ως λαμπρά παραδείγματα πίστης.—Εβρ 11:32-34, 39, 40.
Διάταξη. Το βιβλίο των Κριτών συνδέεται με το προηγούμενο βιβλίο της Γραφής με τα εναρκτήρια λόγια: «Και έπειτα από το θάνατο του Ιησού». Ωστόσο, κάποια συμβάντα που αναγράφονται σε αυτό το βιβλίο προφανώς έλαβαν χώρα προτού πεθάνει ο Ιησούς του Ναυή. Για παράδειγμα, το εδάφιο Κριτές 2:6 αναφέρει: «Όταν ο Ιησούς εξαπέστειλε το λαό, τότε οι γιοι του Ισραήλ έφυγαν, πηγαίνοντας ο καθένας στην κληρονομιά του, προκειμένου να πάρουν στην κατοχή τους εκείνη τη γη». Άρα, φαίνεται ότι τα εδάφια Κριτές 1:1–3:6 χρησιμεύουν ως πρόλογος στον οποίο ο συγγραφέας, βασιζόμενος σε περιστατικά που έλαβαν χώρα πριν και μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή, θέτει το ιστορικό φόντο για την αφήγηση που ακολουθεί. Το τμήμα που αρχίζει από το 7ο εδάφιο του 3ου κεφαλαίου και φτάνει ως το τέλος του 16ου κεφαλαίου είναι γραμμένο γενικά με χρονολογική σειρά και αφηγείται τη δράση 12 κριτών (μη συμπεριλαμβανομένης της Δεββώρας), αρχίζοντας με τον Γοθονιήλ και τελειώνοντας με τον Σαμψών. Το τελευταίο τμήμα του βιβλίου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παράρτημα και αφορά κάποια περίοδο πολύ προγενέστερη εκείνης κατά την οποία υπηρέτησε ως κριτής ο Σαμψών. Η κατάληψη της Λαΐς από τους Δανίτες θα μπορούσε λογικά να είχε λάβει χώρα πριν από το θάνατο του Ιησού του Ναυή. (Παράβαλε Ιη 19:47· Κρ 18:27-29.) Το ομαδικό σεξουαλικό έγκλημα των αντρών της Γαβαά και τα επακόλουθα γεγονότα που παραλίγο να οδηγήσουν στην εξόντωση της φυλής του Βενιαμίν συνέβησαν πιθανότατα λίγα χρόνια έπειτα από το θάνατο του Ιησού. (Κρ 19:1–21:25· Ιη 24:31) Επομένως, μεσολάβησε αρκετός χρόνος για να αυξηθούν οι Βενιαμίτες από περίπου 600 άντρες (Κρ 20:47) σε σχεδόν 60.000 πολεμιστές κατά τη βασιλεία του Δαβίδ.—1Χρ 7:6-12.
Συγγραφέας και Χρόνος Συγγραφής. Οι εσωτερικές αποδείξεις παρέχουν τη βάση για να καθοριστεί πότε γράφτηκε το βιβλίο των Κριτών. Η συγγραφή του έγινε ενόσω κυβερνούσε τον Ισραήλ βασιλιάς. Διαφορετικά, δεν θα είχε πει ο συγγραφέας, αναφερόμενος στο παρελθόν, ότι «εκείνες τις ημέρες δεν υπήρχε βασιλιάς στον Ισραήλ». (Κρ 17:6· 18:1· 19:1· 21:25) Εξάλλου, γράφτηκε ενώ κατοικούσαν ακόμη στην Ιερουσαλήμ οι Ιεβουσαίοι. (Κρ 1:21) Εφόσον το 1070 Π.Κ.Χ. ο Δαβίδ πήρε «το οχυρό της Σιών» (τμήμα της Ιερουσαλήμ) από τους Ιεβουσαίους και μετέφερε την πρωτεύουσά του εκεί (2Σα 5:6-9), το βιβλίο των Κριτών πρέπει να γράφτηκε πριν από εκείνη τη χρονολογία, πιθανότατα κατά τη βασιλεία του Σαούλ. Εκείνη την εποχή, ο Σαμουήλ ήταν ο κύριος υποστηρικτής της αληθινής λατρείας και, ως προφήτης του Ιεχωβά, αυτός πρέπει να είναι λογικά ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου.
Αυθεντικότητα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το βιβλίο των Κριτών ανήκει δικαίως στο Βιβλικό κανόνα. Διακρίνεται από ειλικρίνεια και εντιμότητα και δεν αποκρύπτει τις χονδροειδείς αμαρτίες των Ισραηλιτών. Από την αρχή ως το τέλος, δίνει δόξα και τιμή, όχι στους ανθρώπινους κριτές, αλλά στον Ιεχωβά Θεό ως τον πραγματικό Απελευθερωτή του Ισραήλ. Καταδεικνύει ότι το πνεύμα του Θεού εξουσιοδοτούσε τους κριτές (Κρ 3:9, 10· 6:34· 11:29· 13:24, 25· 14:6, 19· 15:14, 18· 16:20, 28-30) και αυτοί, με τη σειρά τους, αναγνώριζαν τον Ιεχωβά ως Κριτή (11:27) και Βασιλιά (8:23). Και άλλα θεόπνευστα βιβλία της Αγίας Γραφής αναφέρονται σε περιστατικά καταγραμμένα σε αυτό το βιβλίο.—1Σα 12:9-11· 2Σα 11:21· Ψλ 83:9-12· Ησ 9:4· 10:26· Εβρ 11:32-34.
[Πλαίσιο στη σελίδα 155]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΚΡΙΤΕΣ
Ζωηρή περιγραφή των περιπτώσεων στις οποίες ο Ιεχωβά ελευθέρωσε επανειλημμένα τον Ισραήλ μέσω των Κριτών όταν ο Ισραήλ εγκατέλειπε τις ειδωλολατρικές συνήθειες και ζητούσε ένθερμα τη βοήθειά του
Το βιβλίο γράφτηκε πιθανότατα από τον Σαμουήλ και καλύπτει κάποια περίοδο περίπου 330 ετών ανάμεσα στην κατάκτηση της Χαναάν και στην έναρξη της μοναρχίας
Οι συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή των Κριτών (1:1–3:6)
Έπειτα από το θάνατο του Ιησού του Ναυή, οι φυλές του Ισραήλ δεν εκδιώκουν από τη Χαναάν τους υπόλοιπους κατοίκους της
Αντιθέτως, έρχονται σε επιγαμία με αυτούς τους ειδωλολάτρες και παγιδεύονται από την ψεύτικη θρησκεία τους
Ο Ιεχωβά τούς εγκαταλείπει στους εχθρούς τους, αλλά ενίοτε εγείρει Κριτές για να τους ελευθερώσουν
Περιπτώσεις απελευθέρωσης από την καταδυνάστευση όταν ο Ισραήλ εγκατέλειπε την ψεύτικη λατρεία και επικαλούνταν τον Ιεχωβά για βοήθεια (3:7–16:31)
Μέσω του Γοθονιήλ, ο Ισραήλ απελευθερώνεται από την οχτάχρονη υποδούλωση στον Χουσάν-ρισαθαΐμ, βασιλιά της Μεσοποταμίας
Η 18χρονη επικυριαρχία του Μωαβίτη Βασιλιά Εγλών τερματίζεται όταν αυτός θανατώνεται από τον Αώδ, ο οποίος κατόπιν συγκεντρώνει έναν ισραηλιτικό στρατό και καθυποτάσσει τους Μωαβίτες
Ο Σαμεγάρ πατάσσει μόνος του 600 Φιλισταίους και σώζει τον Ισραήλ
Ο Βαράκ, ενισχυόμενος από την προφήτισσα Δεββώρα, νικάει τον Ιαβίν και θέτει τέλος στην 20χρονη καταδυνάστευση του Ισραήλ από αυτόν· ο Σισάρα, ο αρχηγός του στρατεύματος του Ιαβίν, θανατώνεται από την Ιαήλ, τη σύζυγο του Χέβερ του Κεναίου· η Δεββώρα και ο Βαράκ αποτυπώνουν αυτή τη νίκη σε έναν ύμνο
Ο Γεδεών λαβαίνει την εντολή να ελευθερώσει τον Ισραήλ από την εφτάχρονη ταλαιπωρία που υφίσταται από τους Μαδιανίτες· ο Ιεχωβά δίνει τη νίκη αφού πρώτα μειώνει το στρατό του Γεδεών σε 300 μόνο άντρες· στη συνέχεια ο Γεδεών αρνείται να γίνει βασιλιάς
Ο Θωλά κρίνει τον Ισραήλ 23 χρόνια, ο δε Ιαείρ 22 χρόνια
Ο Ισραήλ δεινοπαθεί στα χέρια των Αμμωνιτών· ο Ιεχωβά προμηθεύει απελευθέρωση μέσω του Ιεφθάε, ο οποίος στη συνέχεια εκπληρώνει την ευχή που έκανε να αφιερώσει το μοναχοπαίδι του, μια κόρη, στην υπηρεσία του Ιεχωβά
Ο Αβαισάν, ο Αιλών και ο Αβδών κρίνουν τον Ισραήλ συνολικά 25 περίπου χρόνια
Ο Ιεχωβά δίνει στον Σαμψών τεράστια δύναμη και τον χρησιμοποιεί για να ελευθερώσει τον Ισραήλ από τη 40χρονη επικυριαρχία των Φιλισταίων· η μνηστεία του με μια Φιλισταία από τη Θιμνάχ τού δίνει ευκαιρίες να δράσει εναντίον τους· η προδοσία του από τη Δαλιδά οδηγεί τελικά σε μια κατάσταση κατά την οποία σκοτώνει περισσότερους Φιλισταίους στο θάνατό του από όσους είχε σκοτώσει στη διάρκεια της ζωής του
Άλλες ανεπιθύμητες καταστάσεις που ανέκυψαν την εποχή των Κριτών (17:1–21:25)
Στον Εφραΐμ, ο Μιχαίας στήνει μια εικόνα στο σπίτι του και προσλαμβάνει έναν νεαρό Λευίτη ως ιερέα
Ορισμένοι Δανίτες έρχονται στο σπίτι του Μιχαία και αργότερα κλέβουν τα ειδωλολατρικά του αντικείμενα· παίρνουν επίσης τον Λευίτη για να είναι ιερέας τους
Κάποιοι άντρες της πόλης Γαβαά των Βενιαμιτών διαπράττουν ομαδικό σεξουαλικό έγκλημα σε βάρος της παλλακίδας ενός Λευίτη· επειδή ο Βενιαμίν δεν παραδίδει τους ενόχους για τιμωρία, οι άλλες φυλές ξεκινούν πόλεμο αντιποίνων εναντίον του· η φυλή σχεδόν εξοντώνεται
-
-
ΚριτήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΙΤΗΣ
Οι άντρες τους οποίους ήγειρε ο Ιεχωβά για να ελευθερώσουν το λαό του πριν από την περίοδο των ανθρώπινων βασιλιάδων του Ισραήλ ήταν γνωστοί ως κριτές. (Κρ 2:16) Ο Μωυσής, ως μεσίτης της διαθήκης του Νόμου και ηγέτης διορισμένος από τον Θεό, έκρινε τον Ισραήλ επί 40 χρόνια. Αλλά η περίοδος των Κριτών συνήθως θεωρείται ότι άρχισε με τον Γοθονιήλ, κάποιο διάστημα μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή, και συνεχίστηκε μέχρι τον Σαμουήλ τον προφήτη. Συνήθως ο Σαμουήλ δεν συνυπολογίζεται με τους Κριτές. Επομένως, η περίοδος των Κριτών διήρκεσε περίπου 300 χρόνια.—Κρ 2:16· Πρ 13:20.
Οι κριτές εκλέχθηκαν και διορίστηκαν από τον Ιεχωβά ανάμεσα από διάφορες φυλές του Ισραήλ. Μεταξύ του Ιησού του Ναυή και του Σαμουήλ αναφέρονται ονομαστικά οι εξής 12 κριτές (μη συμπεριλαμβανομένης της Δεββώρας):
Κριτής Φυλή Κριτής Φυλή
Γοθονιήλ Ιούδα Ιαείρ Μανασσή
Αώδ Βενιαμίν Ιεφθάε Μανασσή
Σαμεγάρ (;) Αβαισάν Ζαβουλών (;)
Βαράκ Νεφθαλί (;) Αιλών Ζαβουλών
Γεδεών Μανασσή Αβδών Εφραΐμ
Θωλά Ισσάχαρ Σαμψών Δαν
Η συγκεκριμένη περιοχή στην οποία έδρασε ο καθένας από τους κριτές και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο υπηρέτησε με αυτή την ιδιότητα δεν μπορούν να προσδιοριστούν σε κάθε περίπτωση. Μερικοί μπορεί να υπηρετούσαν ως κριτές συγχρόνως με άλλους σε διαφορετικά μέρη του Ισραήλ, ενώ μεσολαβούσαν και περίοδοι καταδυνάστευσης.—Βλέπε ΧΑΡΤΗ, Τόμ. 1, σ. 743· ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ· ΗΜΕΡΑ ΚΡΙΣΗΣ· επίσης λήμματα με τα ονόματα των κριτών του Ισραήλ.
-
-
ΚροκόδειλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΟΚΟΔΕΙΛΟΣ
Βλέπε ΛΕΥΙΑΘΑΝ.
-
-
ΚρύσταλλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΡΥΣΤΑΛΛΟ
Η λέξη «κρύσταλλο» στην Αγία Γραφή προσδιορίζει ένα διαυγές, διαφανές ορυκτό, πιθανότατα την ποικιλία του χαλαζία που σήμερα ονομάζεται ορεία κρύσταλλος. Η ορεία κρύσταλλος είναι χαλαζίας της καθαρότερης μορφής, αποτελούμενη από πυρίτιο και οξυγόνο. Εμφανίζεται με τη χαρακτηριστική εξάπλευρη μορφή της σε όλα σχεδόν τα είδη πετρωμάτων και είναι άχρωμη, διαυγής και υαλώδης. Η ορεία κρύσταλλος είναι πολύ σκληρότερη από άλλα κοινά ορυκτά και μερικές φορές κόβεται σε κομμάτια που χρησιμοποιούνται στην κοσμηματοποιία.
Η συγκριτική αξία που είχε η “ορεία κρύσταλλος” (εβρ., γκαβίς) στις ημέρες του Ιώβ ίσως διαφαίνεται από το ότι ο Ιώβ την εγκωμίασε μαζί με το κοράλλι και τα μαργαριτάρια, αποδίδοντας όμως σε όλα αυτά μικρότερη αξία από ό,τι στη σοφία. (Ιωβ 28:18) Η Αποκάλυψη χρησιμοποιεί το καθαρό, λαμπερό, γνήσιο κρύσταλλο (κρύσταλλος, Κείμενο) για να περιγράψει μια «γυάλινη θάλασσα όμοια με κρύσταλλο», την ακτινοβολία της άγιας πόλης, της Νέας Ιερουσαλήμ, την οποία παραβάλλει με «πέτρα ίασπη που λάμπει καθαρά σαν κρύσταλλο», καθώς επίσης έναν «ποταμό νερού ζωής, καθαρό σαν κρύσταλλο».—Απ 4:6· 21:11· 22:1.
-
-
ΚτηνοβασίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΤΗΝΟΒΑΣΙΑ
Αφύσικη σεξουαλική επαφή ενός άντρα ή μιας γυναίκας με κάποιο ζώο. Ο Μωσαϊκός Νόμος καταδίκαζε έντονα αυτή τη διεστραμμένη πράξη, επιβάλλοντας την ποινή του θανάτου στο ένοχο άτομο και στο ζώο. «Όταν ένας άντρας δώσει τη σπερματική του έκκριση σε ζώο, αυτός πρέπει εξάπαντος να θανατωθεί, και το ζώο πρέπει να το σκοτώσετε. Και όταν μια γυναίκα πλησιάσει οποιοδήποτε ζώο για να έχει επαφή με αυτό, πρέπει να σκοτώσεις τη γυναίκα και το ζώο».—Λευ 20:15, 16· 18:23· Εξ 22:19· Δευ 27:21.
Αυτή η απαγόρευση, μαζί με τους υπόλοιπους νόμους του Θεού για τις σεξουαλικές σχέσεις, τοποθέτησε τους Ισραηλίτες σε πολύ υψηλότερο ηθικό επίπεδο από τους γείτονές τους. Στην Αίγυπτο, η κτηνοβασία αποτελούσε μέρος της παγανιστικής λατρείας ζώων. Για παράδειγμα, οι ιστορικοί επιβεβαιώνουν τη συνεύρεση γυναικών με τράγους. Παρόμοιες πράξεις ήταν επίσης διαδεδομένες μεταξύ των Χαναναίων (Λευ 18:23-30), και σύμφωνα με σχετικά στοιχεία και στη Ρώμη.
Η εξαχρειωτική πράξη της κτηνοβασίας συμπεριλαμβάνεται στην έννοια της λέξης πορνεία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. (Βλέπε ΠΟΡΝΕΙΑ.) Όποιος εντρυφά σε τέτοια ρυπαρή πράξη είναι ηθικά ακάθαρτος, και αν ένα μέλος της Χριστιανικής εκκλησίας εντρυφήσει σε τέτοια πράξη, υπόκειται σε αποκοπή.—Εφ 5:3· Κολ 3:5, 6.
-
-
ΚυβέρνησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Η καθοδήγηση και οι περιορισμοί που επιβάλλονται από την εξουσία στις πράξεις των ατόμων σε κοινότητες, κοινωνίες και κράτη. Επίσης, το άτομο, το σύνολο των ατόμων ή τα συλλογικά όργανα που απαρτίζουν την κυβερνητική εξουσία.
Στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών χρησιμοποιούνται διάφοροι τύποι της λέξης ἀρχή οι οποίοι αποδίδονται κατά περίπτωση «αρχές», «κυβερνήσεις», «άρχοντες» και «Κυριαρχίες». (KJ· AT· JB· ΜΝΚ· ΒΑΜ· ΜΠΚ) Η λέξη κυβέρνησις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου ερμηνεύεται ορθά ως «καθοδήγηση [ή κατεύθυνση]». Στις Εβραϊκές Γραφές, τόσο η λέξη μεμσαλάχ, «εξουσία» (Ησ 22:21), όσο και η λέξη μισράχ, «εξουσία» ή «αρχοντική διακυβέρνηση» (Ησ 9:6), αποδίδονται από μερικές μεταφράσεις με τον όρο «κυβέρνηση».
Η Αγία Γραφή αποκαλύπτει ότι υπάρχουν αόρατες κυβερνήσεις οι οποίες είναι καλές και εγκαθιδρυμένες από τον Θεό (Εφ 3:10), καθώς και άλλες οι οποίες είναι πονηρές και εγκαθιδρυμένες από τον Σατανά και τους δαίμονες. (Εφ 6:12) Ο Ιησούς Χριστός ήταν ο παράγοντας τον οποίο χρησιμοποίησε ο Θεός όταν εγκατέστησε αρχικά όλες τις δίκαιες κυβερνήσεις και εξουσίες, αόρατες και ορατές. (Κολ 1:15, 16) Ο Ιεχωβά, ο Πατέρας του, τον έχει καταστήσει κεφαλή κάθε κυβέρνησης (Κολ 2:8-10), και αυτός θα κυβερνάει μέχρις ότου εκμηδενιστεί κάθε αντιτασσόμενη κυβέρνηση, αόρατη και ορατή. (1Κο 15:24) Ο απόστολος Παύλος κατέδειξε ότι επρόκειτο να έρθει ένα σύστημα πραγμάτων στο οποίο θα υπήρχε μια κυβέρνηση υπό την εξουσία του Χριστού.—Εφ 1:19-21.
Οι Κυβερνήσεις του Κόσμου. Η Αγία Γραφή απεικονίζει τις κυβερνήσεις του κόσμου ως «θηρία» και λέει ότι παίρνουν την εξουσία τους από τον Δράκοντα, τον Σατανά τον Διάβολο. Ο Θεός έχει επιτρέψει σε αυτές να παραμείνουν και έχει περιορίσει το φάσμα και τη διάρκεια της διακυβέρνησής τους, σε αρμονία με το σκοπό του.—Δα κεφ. 7, 8· Απ κεφ. 13, 17· Δα 4:25, 35· Ιωα 19:11· Πρ 17:26· 2Κο 4:3, 4· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Οι Χριστιανοί και οι Κυβερνήσεις. Ο Ιησούς Χριστός και οι πρώτοι Χριστιανοί δεν αναμείχθηκαν διόλου με τις ανθρώπινες κυβερνήσεις της εποχής τους. (Ιωα 6:15· 17:16· 18:36· Ιακ 1:27· 4:4) Αναγνώριζαν ότι η ύπαρξη της κοινωνίας προϋποθέτει κάποια μορφή κυβέρνησης και δεν υποκίνησαν ποτέ επανάσταση ούτε παρότρυναν τους πολίτες να δείχνουν ανυπακοή. (Ρω 13:1-7· Τιτ 3:1) Ο Ιησούς έθεσε την κατευθυντήρια αρχή την οποία πρέπει να ακολουθούν οι αληθινοί λάτρεις του Θεού, λέγοντας: «Αποδώστε, λοιπόν, αυτά που είναι του Καίσαρα στον Καίσαρα, αλλά αυτά που είναι του Θεού στον Θεό». (Ματ 22:21) Χάρη σε αυτή την αρχή μπόρεσαν οι πρώτοι Χριστιανοί (αλλά και οι Χριστιανοί έκτοτε) να διατηρήσουν σωστή ισορροπία όσον αφορά τις σχέσεις με τις δύο εξουσίες: την εξουσία των πολιτικών κυβερνήσεων και την εξουσία του Θεού. Επιπλέον, ο Ιησούς έδειξε ότι η στάση που διακρατούσε ενόσω βρισκόταν στη γη—επομένως η στάση που πρέπει να διακρατούν και οι μαθητές του—δεν ήταν στάση διαμάχης με τις κυβερνήσεις του «Καίσαρα», αλλά απεναντίας στάση συμμόρφωσης με όσες διατάξεις τους δεν συγκρούονταν με το νόμο του Θεού. Ο ίδιος ο Πιλάτος το αναγνώρισε αυτό, όταν είπε: «Εγώ δεν βρίσκω κανένα σφάλμα σε αυτόν». (Ιωα 18:38) Οι απόστολοι ακολούθησαν το παράδειγμα του Ιησού.—Πρ 4:19, 20· 5:29· 24:16· 25:10, 11, 18, 19, 25· 26:31, 32· βλέπε ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ· ΒΑΣΙΛΕΙΑ, ΒΑΣΙΛΕΙΟ.
-
-
ΚυβερνήτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ
Οι κυβερνήτες στους Βιβλικούς χρόνους είχαν γενικά στρατιωτική και δικαστική εξουσία, καθώς και την ευθύνη να εξασφαλίζουν την καταβολή κάθε είδους φόρων στο βασιλιά ή στον ανώτερο άρχοντα από τις διοικητικές περιφέρειες ή τις επαρχίες που κυβερνούσαν. (Λου 2:1, 2) Πολλοί κυβερνήτες επέβαλλαν στο λαό βαρύ φορτίο προκειμένου να έχουν τροφή οι ίδιοι και το μεγάλο υπηρετικό προσωπικό τους.—Νε 5:15-18.
Ο Βασιλιάς Σολομών διόρισε κυβερνήτες στις περιφέρειες του Ισραήλ. Μνεία για αυτούς γίνεται στο εδάφιο 1 Βασιλέων 10:15, και ίσως είναι τα ίδια πρόσωπα με τους 12 διαχειριστές που αναφέρονται στα εδάφια 1 Βασιλέων 4:7-19, καθήκον των οποίων ήταν να προμηθεύουν τροφή στο βασιλιά και στο σπιτικό του, ο καθένας έναν μήνα το χρόνο.
Στην ουσία όλες οι μεγάλες δυνάμεις των Βιβλικών χρόνων φέρονται να διατηρούσαν άρχοντες της τάξης των κυβερνητών, είτε επρόκειτο για αυτόχθονες τοπικούς άρχοντες είτε για κυβερνήτες που έλεγχαν κατεχόμενες περιοχές. (Σύριοι, 1Βα 20:24· Ασσύριοι, Ιεζ 23:5, 6, 12, 23· Βαβυλώνιοι, Ιερ 51:57· Πέρσες, Εσδ 8:36· Νε 2:7, 9· Άραβες, 2Κο 11:32· Ρωμαίοι, Λου 3:1) Ο Ιωσήφ ήταν κυβερνήτης με ευρεία έννοια, σε ολόκληρη την Αίγυπτο, υπόλογος μόνο στο βασιλιά. (Γε 41:40, 41· Πρ 7:9, 10) Ο Ραβσάκης, αξιωματούχος του Βασιλιά Σενναχειρείμ της Ασσυρίας, ενέπαιξε τον Εζεκία για την αδυναμία της Ιερουσαλήμ, λέγοντας ότι η πόλη δεν θα μπορούσε να αποκρούσει έστω και έναν από τους κατώτερους κυβερνήτες του Σενναχειρείμ. Ωστόσο, ο Ραβσάκης δεν έλαβε υπόψη του ότι ο Εζεκίας είχε με το μέρος του την ανυπέρβλητη δύναμη του Ιεχωβά.—Ησ 36:4, 9· 37:36.
Αφού οδήγησε πολλούς στην εξορία το 607 Π.Κ.Χ., ο Ναβουχοδονόσορ διόρισε τον Γεδαλία κυβερνήτη των υπόλοιπων Ισραηλιτών που απέμειναν στη γη του Ιούδα. Ο Γεδαλίας δολοφονήθηκε περίπου δύο μήνες αργότερα. (2Βα 25:8-12, 22, 25) Καθώς η 70χρονη περίοδος της εξορίας έφτανε στο τέλος της, ο Βασιλιάς Κύρος της Περσίας διόρισε τον Σασαβασσάρ (πιθανώς τον Ζοροβάβελ) κυβερνήτη των Ιουδαίων που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 5:14· Αγγ 1:1, 14· 2:2, 21) Υπό τον Βασιλιά Αρταξέρξη της Περσίας, ο Νεεμίας έγινε κυβερνήτης όταν επέστρεψε για να ανοικοδομήσει το τείχος της Ιερουσαλήμ, το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 5:14· βλέπε ΘΙΡΣΑΘΑ.
Η εβραϊκή λέξη σεγανίμ (πάντοτε στον πληθυντικό), που αποδίδεται «άρχοντες» (KJ), «διαχειριστές» (Ro) ή «υποκυβερνήτες» (ΜΝΚ), εμφανίζεται 17 φορές στην Αγία Γραφή, όπως για παράδειγμα στα εδάφια Έσδρας 9:2· Ησαΐας 41:25· Ιερεμίας 51:23 και Ιεζεκιήλ 23:6. Χρησιμοποιείται αναφορικά με Ιουδαίους άρχοντες που υπόκειντο στην Περσική Αυτοκρατορία (Νε 2:16· 5:7), καθώς επίσης αναφορικά με άτομα που κατείχαν εξουσία αλλά υπόκειντο στους βασιλιάδες της Μηδίας, της Ασσυρίας και της Βαβυλώνας. (Ιερ 51:28· Ιεζ 23:12, 23) Ο όρος «υποκυβερνήτες» διαφοροποιεί αυτούς τους κατώτερους αξιωματούχους από τους ευγενείς, τους υπόλοιπους άρχοντες και τους κυβερνήτες.
Υπό τη ρωμαϊκή κυριαρχία, η Ιουδαία ήταν αυτοκρατορική επαρχία, και οι κυβερνήτες της λογοδοτούσαν για τις πράξεις τους απευθείας στον αυτοκράτορα. Ο Πιλάτος ήταν ο πέμπτος στη σειρά κυβερνήτης της Ιουδαίας. (Ματ 27:2· Λου 3:1) Ο Φήλιξ και ο Φήστος ήταν αντίστοιχα ο 11ος και ο 12ος κυβερνήτης (αν δεν συνυπολογίσουμε τον Πόπλιο Πετρώνιο και το διάδοχό του τον Μάρσο, οι οποίοι, έχοντας διοριστεί κυβερνήτες της Συρίας, διαχειρίζονταν και τις υποθέσεις των Ιουδαίων). (Πρ 23:24-26· 24:27) Αυτοί οι Ρωμαίοι κυβερνήτες είχαν την εξουσία να επιβάλλουν τη θανατική ποινή, όπως βλέπουμε από την περίπτωση του Ιησού, τον οποίο δίκασε ο Πιλάτος.—Ματ 27:11-14· Ιωα 19:10.
Ο Ιησούς αναφέρθηκε γενικά στους κυβερνήτες των εθνών όταν είπε στους ακολούθους του ότι θα τους έφερναν ενώπιον τέτοιων ανθρώπων για να δώσουν μαρτυρία. Οι Χριστιανοί δεν πρέπει να φοβούνται αυτούς τους άρχοντες, παρά τη δύναμη που διαθέτουν, ούτε να ανησυχούν για το τι θα πουν όταν δίνουν μαρτυρία ενώπιόν τους. (Ματ 10:18-20, 26) Όλοι αυτοί οι κυβερνήτες αποτελούν μέρος των ανώτερων εξουσιών στις οποίες οι Χριστιανοί οφείλουν σχετική και όχι απόλυτη υποταγή. (Ρω 13:1-7· Τιτ 3:1· 1Πε 2:13, 14· Πρ 4:19, 20· 5:29· Ματ 22:21) Ο οφειλόμενος σεβασμός στο αξίωμα του κυβερνήτη υποκίνησε τον Παύλο να προσαγορεύσει τον Φήστο, ενώπιον του οποίου δικαζόταν, με τα λόγια: «Εξοχότατε Φήστε». (Πρ 26:25) Εντούτοις, σε αντίθεση με τους αποστόλους, οι οποίοι απέδιδαν σεβασμό και τιμή πρώτα στον Ιεχωβά, τον κυβερνήτη των πάντων, το έθνος του Ισραήλ ξέπεσε μέχρι του σημείου να αποδίδει στους επίγειους κυβερνήτες περισσότερο σεβασμό από ό,τι στον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε αυτή την κατάσταση για να δώσει αυστηρό έλεγχο στο έθνος μέσω του Μαλαχία, του προφήτη του.—Μαλ 1:6-8· βλέπε ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ.
Παραθέτοντας το εδάφιο Μιχαίας 5:2, ο Ματθαίος δείχνει ότι η Βηθλεέμ, μολονότι πολύ ασήμαντη όσον αφορά την κυβερνητική ισχύ στον Ιούδα, θα γινόταν σημαντική επειδή ο μεγαλύτερος από όλους τους κυβερνήτες θα προερχόταν από αυτή την πόλη και θα ποίμαινε το λαό του Ιεχωβά, τον Ισραήλ. Αυτή η προφητεία βρίσκει εκπλήρωση στο πρόσωπο του Χριστού Ιησού, του Μεγάλου Κυβερνήτη, υπό τον Πατέρα του τον Ιεχωβά Θεό.—Ματ 2:6.
-
-
ΚύκνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΚΝΟΣ
[εβρ., τινσέμεθ].
Μεγάλο, υδρόβιο πουλί γεμάτο χάρη, με μακρύ, λεπτό, καμπυλωτό λαιμό. Μερικοί κύκνοι μπορεί να ζυγίζουν μέχρι και 18 κιλά και να έχουν άνοιγμα φτερών περίπου 2,5 μ.
Η εβραϊκή ονομασία (τινσέμεθ), που εμφανίζεται στον κατάλογο με τα ακάθαρτα πετούμενα πλάσματα (Λευ 11:13, 18· Δευ 14:12, 16), προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «αγκομαχώ». (Ησ 42:14) Ίσως περιγράφει τον κύκνο, ο οποίος βγάζει έναν δυνατό σφυριχτό ήχο όταν ερεθιστεί ή θυμώσει, και αυτή είναι η απόδοση που χρησιμοποιούν αρκετές μεταφράσεις (KJ, Ro, Yg, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΛΧ). Αυτή η εκδοχή χρονολογείται τουλάχιστον από την εποχή της λατινικής Βουλγάτας, όπου ο Ιερώνυμος απέδωσε την εβραϊκή λέξη τινσέμεθ (στο εδ. Λευ 11:18) με τη λατινική λέξη cycnus. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, που είναι προγενέστερη, χρησιμοποιεί σε αυτό το εδάφιο τη λέξη πορφυρίων, αναφερόμενη προφανώς στη σουλτανοπουλάδα (πορφυρίων ο γνήσιος [Porphyrio porphyrio]). Ωστόσο, και οι δύο αυτές αρχαίες μεταφράσεις αποδίδουν τη λέξη τινσέμεθ ως “ίβις” στο εδάφιο Δευτερονόμιο 14:16, πράγμα που φανερώνει την αβεβαιότητά τους.
Ο κύκνος, αν και υπάρχει στην Παλαιστίνη, στη σύγχρονη εποχή δεν συναντάται συχνά σε αυτή την περιοχή. Γι’ αυτόν το λόγο, καθώς και επειδή ο κύκνος είναι κυρίως φυτοφάγος, πολλοί σύγχρονοι μεταφραστές προτιμούν να αποδίδουν τη λέξη τινσέμεθ με τις λέξεις «νερόκοτα» (RS, Mo), «μπούφος» (AT), «ίβις» (JB) ή να χρησιμοποιούν ονομασίες άλλων πουλιών που είναι γνωστά ως σαρκοφάγα ή νεκροφάγα. Εντούτοις, το γεγονός ότι στη σύγχρονη εποχή οι κύκνοι είναι σπάνιοι στην Παλαιστίνη δεν αποδεικνύει με βεβαιότητα ότι δεν υπήρχαν σε μεγαλύτερη αφθονία εκεί στην αρχαιότητα. Παρόμοια, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η άποψη σύμφωνα με την οποία η κατάταξη ορισμένων πουλιών ως ακάθαρτων βασιζόταν στο ότι ήταν είτε αρπακτικά είτε νεκροφάγα αποτελεί απλώς ένα έμμεσο συμπέρασμα και δεν δηλώνεται ευθέως στην Αγία Γραφή.
Ο κύκνος είναι γνωστό ότι τρέφεται και με οστρακοειδή, εκτός από τους σπόρους, τις ρίζες υδρόφυτων και τα σκουλήκια που περιλαμβάνονται συνήθως στο διαιτολόγιό του.
-
-
ΚύμβαλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΜΒΑΛΑ
Κρουστό μουσικό όργανο των Βιβλικών χρόνων, παρόμοιο με τα σημερινά κύμβαλα, το οποίο χρησιμοποιούνταν για να συνοδεύει την άρπα, τη σάλπιγγα και άλλα όργανα. (2Σα 6:5· 1Χρ 15:28· 2Χρ 5:12, 13) Οι δύο εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται κύμβαλα (τσελτσελίμ και μετσιλτάγιμ) προέρχονται από τη ρίζα τσαλάλ, που σημαίνει «κουδουνίζω· τρέμω». (1Σα 3:11· Αββ 3:16) Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Χρονικών 15:19, τα κύμβαλα που χρησιμοποιούνταν στο ναό του Ιεχωβά ήταν χάλκινα, αλλά εκτός από αυτό το στοιχείο η Γραφή δεν δίνει άλλη πληροφορία. Σε έναν αρχαίο αιγυπτιακό τάφο βρέθηκε ένα ζευγάρι κύμβαλα που μπορεί να μοιάζουν κάπως με τα Βιβλικά. Έχουν διάμετρο περίπου 14 εκ., φέρουν λαβές στο κέντρο και είναι φτιαγμένα από κράμα χαλκού και ελάχιστου ασημιού.
Το εδάφιο Ψαλμός 150:5 αφήνει να εννοηθεί ότι στον Ισραήλ μπορεί να ήταν γνωστά διάφορα είδη κυμβάλων. Στην πρώτη περίπτωση που αναφέρεται η συγκεκριμένη λέξη σε αυτό το εδάφιο, γίνεται λόγος για «κύμβαλα μελωδικού ήχου», ενώ στη δεύτερη γίνεται αναφορά σε «κύμβαλα κρουστά». Εφόσον η κάθε στροφή των εδαφίων 3 και 4 αυτού του ψαλμού αναφέρεται σε ένα ή περισσότερα διαφορετικά μουσικά όργανα, οι δύο στροφές του εδαφίου 5 θα μπορούσαν ανάλογα να αναφέρονται, πρώτον, σε μικρότερα κύμβαλα που παρήγαν ευχάριστο ήχο και, δεύτερον, σε κύμβαλα μεγαλύτερης διαμέτρου που παρήγαν εντονότερους, βαθύτερους ήχους, όταν τα χτυπούσαν δυνατά μεταξύ τους.
Η εικόνα ενός “κυμβάλου που βροντάει” χρησιμοποιήθηκε από τον απόστολο Παύλο για να δείξει παραστατικά πόσο ρηχή είναι η γλωσσολαλιά αν δεν υποκινείται από αγάπη. (1Κο 13:1) Ωστόσο, άλλες αναφορές στα κύμβαλα, εκτός από αυτές που μνημονεύθηκαν ήδη, σχετίζονται με τη λατρεία του Ιεχωβά. (1Χρ 13:8· 16:5, 42· 25:1, 6· 2Χρ 29:25· Εσδ 3:10· Νε 12:27) Οποτεδήποτε τα όργανα αυτά χρησιμοποιούνταν στην υπηρεσία του ναού, οι οργανοπαίκτες ήταν εκπαιδευμένοι Λευίτες. (1Χρ 16:4, 5, 42) Ενώ μερικοί μελετητές είναι της άποψης ότι τα κύμβαλα ήταν αποκλειστικά και μόνο Λευιτικά, ακόμη δε και ιερατικά, όργανα, τα εδάφια Ψαλμός 150:1, 5 μπορεί να υποδεικνύουν ευρύτερη χρήση: «Αινείτε τον Γιαχ! . . . Αινείτε τον με κύμβαλα».
-
-
ΚύμινοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΜΙΝΟ
[εβρ. κείμενο, καμμόν· ελλ. κείμενο, κύμινον].
Αυτό το φυτό (κύμινο το κύμινο [Cuminum cyminum]) ανήκει στην οικογένεια Σκιαδοφόρα, φτάνει σε ύψος περίπου τα 30 ως 60 εκ. και έχει μακρόστενα φύλλα, καθώς και σκιάδια (ταξιανθίες όμοιες με ανθοδέσμες) αποτελούμενα από μικρά ροζ ή λευκά λουλούδια που αναπτύσσονται στις απολήξεις των όρθιων βλαστών. Το φυτό φημίζεται για το έντονο άρωμα των σπόρων του που, στη Μέση Ανατολή και αλλού, χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα στο ψωμί, στα γλυκά, στα μαγειρευτά φαγητά, ακόμη και στα ποτά. Οι σπόροι του φυτού κάρο, με τους οποίους μοιάζουν οι σπόροι του κύμινου γευστικά και οπτικά, χρησιμοποιούνται σήμερα περισσότερο από το κύμινο επειδή έχουν ηπιότερη γεύση και μεγαλύτερη θρεπτική αξία.
Στα εδάφια Ησαΐας 28:25, 27, μαζί με το κύμινο αναφέρεται και το μαυροσούσαμο. Μολονότι σήμερα στην περιοχή της Παλαιστίνης δεν καλλιεργείται ευρέως ούτε το κύμινο ούτε το μαυροσούσαμο, στους Βιβλικούς χρόνους ήταν και τα δύο πιο δημοφιλή εκεί. Ο Ιεχωβά, μέσω του προφήτη Ησαΐα, περιγράφει το πώς ο Ισραηλίτης γεωργός σκόρπιζε στα πεταχτά τους σπόρους στην επιφάνεια της οργωμένης γης, ενώ έδινε μεγαλύτερη προσοχή στη σπορά των πολυτιμότερων σιτηρών, όπως το σιτάρι, το κεχρί και το κριθάρι. Δείχνει επίσης ότι, μετά το θερισμό, το αλώνισμα των σπόρων του κύμινου και του μαυροσούσαμου δεν γινόταν με βαρείς τροχούς ή κυλίνδρους αλωνιστικών εργαλείων, αλλά χτυπώντας τα περικάρπια με βέργα ή, όσον αφορά τις ανθεκτικότερες κάψες του μαυροσούσαμου, με ραβδί ώστε να μην πάθουν τίποτα οι μικροί και τρυφεροί σπόροι. Αυτή η παραβολή, δεδομένου ότι αναφέρεται μετά την έκκληση που απηύθυνε ο Ιεχωβά προς το λαό του Ισραήλ να πάψουν να μιλούν σαρκαστικά ενόψει της επικείμενης εξόντωσης που επρόκειτο να υποστεί το βόρειο βασίλειο, δόθηκε προφανώς για να καταδείξει ότι ο λαός είχε να διαλέξει μεταξύ δύο πραγμάτων: είτε να ανταποκριθεί στη διαπαιδαγώγηση που του παρείχαν τα χτυπήματα από το ραβδί του Ιεχωβά είτε να υποβληθεί σε σκληρό και αδιάκοπο αλώνισμα σαν να βρισκόταν κάτω από το συντριπτικό βάρος μιας άμαξας με βαρύ κύλινδρο.—Ησ 28:22-29.
Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, οι Ισραηλίτες έπρεπε να πληρώνουν το ένα δέκατο «από ολόκληρη την παραγωγή του σπόρου» τους, φράση που φαίνεται ότι περιλάμβανε όλες τις καλλιέργειες. (Δευ 14:22· Λευ 27:30) Στις ημέρες του Ιησού οι Φαρισαίοι πλήρωναν σχολαστικά το δέκατο από μικρά προϊόντα όπως ο δυόσμος, ο άνηθος και το κύμινο (όλα είδη εμπορίου), αλλά ήταν ένοχοι για το ότι παρέβλεπαν τις σοβαρότερες υποχρεώσεις.—Ματ 23:23· παράβαλε Λου 11:42.
-
-
Κυνήγι και ΨάρεμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΝΗΓΙ ΚΑΙ ΨΑΡΕΜΑ
Μόνο μετά τον Κατακλυσμό επιτράπηκε στον άνθρωπο να κυνηγάει και να ψαρεύει για τροφή. (Γε 9:3, 4) Ωστόσο, ακόμη και στην προκατακλυσμιαία περίοδο, οι άνθρωποι ίσως ασχολούνταν με το κυνήγι για να παίρνουν τα δέρματα των ζώων και να φτιάχνουν από αυτά ρούχα και άλλα είδη.—Παράβαλε Γε 3:21.
Μετά τον Κατακλυσμό, ο Νεβρώδ ήταν ο πρώτος άνθρωπος που ξεχώρισε ως «κραταιός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά» (Γε 10:8, 9)—αναμφίβολα κυνηγούσε για αναψυχή, όπως έκαναν αργότερα οι βασιλιάδες της Ασσυρίας, της Αιγύπτου και άλλων χωρών. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι οι Ισραηλίτες κυνηγούσαν ποτέ για αναψυχή, μολονότι κυνηγούσαν ζώα όπως γαζέλες και ελάφια για τροφή (1Βα 4:22, 23) και σκότωναν άγρια θηρία σε αυτοάμυνα (Κρ 14:5, 6) ή για να προστατέψουν τα κατοικίδια ζώα τους ή τις σοδειές τους.—1Σα 17:34-36· Ασμ 2:15.
Αναφορικά με το κυνήγι, ο Μωσαϊκός Νόμος επανέλαβε την απαγόρευση της βρώσης αίματος που είχε εξαγγελθεί μετά τον Κατακλυσμό. (Γε 9:4· Λευ 17:12-14· βλέπε ΑΙΜΑ.) Επιπρόσθετα, ορισμένα άγρια ζώα χαρακτηρίστηκαν ακάθαρτα για τροφή. (Λευ 11:2-20· Δευ 14:3-20) Ένας άλλος νόμος όριζε ότι ήταν εσφαλμένο να πιάσουν οι Ισραηλίτες ένα θηλυκό πουλί μαζί με τους νεοσσούς ή τα αβγά του. Σε πολλές περιπτώσεις, η προσκόλληση της μητέρας στα μικρά της την καθιστούσε εύκολη λεία, αλλά έπρεπε να αφεθεί ελεύθερη, πιθανότατα για να έχει την ευκαιρία να αποκτήσει και άλλα πουλάκια.—Δευ 22:6, 7.
Στο κυνήγι χρησιμοποιούνταν διάφορα σύνεργα και μηχανισμοί, μεταξύ άλλων τόξα και βέλη (Γε 21:20· 27:3), σφεντόνες (1Σα 17:34, 40· Ιωβ 41:1, 28), παγίδες, δίχτυα, λάκκοι και άγκιστρα (Ψλ 140:5· Ιεζ 17:20· 19:4, 9). Χωρίς αμφιβολία, χρησιμοποιούνταν επίσης σπαθιά, δόρατα, σαΐτες, ρόπαλα και ακόντια.—Ιωβ 41:1, 26-29.
Πολλές φορές, για να αιχμαλωτίσουν ζώα έστηναν δίχτυα. Κατόπιν, μια ομάδα κυνηγών φόβιζε τα ζώα, συνήθως κάνοντας θόρυβο, με αποτέλεσμα να τρέχουν αυτά προς τα δίχτυα που ήταν έτσι τοποθετημένα ώστε να πέφτουν πάνω τους. Επίσης, έσκαβαν λάκκους και μετά τους κάλυπταν με λεπτό στρώμα από κλαδιά και χώμα. Τα ζώα παγιδεύονταν με το να εξαναγκάζονται να τραπούν σε φυγή περνώντας πάνω από το άνοιγμα. Επιπλέον, γινόταν χρήση παγίδων που έπιαναν τα πόδια των ζώων, ενώ ίσως χρησιμοποιούνταν και συνδυασμός λάκκων και διχτυών.—Παράβαλε Ιωβ 18:8-11· Ιερ 18:22· 48:42-44· βλέπε ΚΥΝΗΓΟΣ ΠΟΥΛΙΩΝ· ΠΑΓΙΔΑ.
Ψάρεμα. Για τους Εβραίους το ψάρεμα ήταν επάγγελμα. Δεν αναφέρεται σαν κάτι που γινόταν απλώς και μόνο για αναψυχή. Οι ψαράδες χρησιμοποιούσαν δίχτυα, καμάκια, κοντάρια, καθώς και αγκίστρια με πετονιά. (Ιωβ 41:1, 7· Ιεζ 26:5, 14· Αββ 1:15, 17· Ματ 17:27) Συχνά το ψάρεμα γινόταν τη νύχτα. Έριχναν συρόμενα δίχτυα από πλοιάρια και στη συνέχεια είτε τα τραβούσαν στη στεριά είτε άδειαζαν την ψαριά πάνω στα πλοιάρια. Κατόπιν ξεχώριζαν τα ψάρια. Όσα ήταν κατάλληλα για τροφή σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου τα κρατούσαν, ενώ τα ακατάλληλα είδη τα πετούσαν. (Ματ 13:47, 48· Λου 5:5-7· Ιωα 21:6, 8, 11) Ένα δίχτυ πολύ μικρότερο από το συρόμενο ενδεχομένως να ριχνόταν από ψαράδες που πατούσαν στα ρηχά ή στέκονταν στη στεριά.—Βλέπε ΣΥΡΟΜΕΝΟ ΔΙΧΤΥ.
Το ψάρεμα ήταν επίπονη εργασία. Απαιτούσε έντονη σωματική προσπάθεια, ιδίως όταν οι άντρες έπρεπε να τραβήξουν τα δίχτυα που ήταν γεμάτα ψάρια (Ιωα 21:6, 11) ή να κωπηλατήσουν αντίθετα στον άνεμο. (Μαρ 6:47, 48) Μερικές φορές οι ψαράδες μοχθούσαν όλη τη νύχτα χωρίς να πιάσουν τίποτα. (Λου 5:5· Ιωα 21:3) Έπειτα έπρεπε να στεγνώσουν τα δίχτυα και να τα επισκευάσουν.—Ιεζ 47:10· Ματ 4:21.
Οι ψαράδες Πέτρος, Ανδρέας, Ιάκωβος και Ιωάννης εργάζονταν μαζί ως συνέταιροι. (Ματ 4:18, 21· Λου 5:3, 7, 10) Σε μία τουλάχιστον περίπτωση, εφτά από τους μαθητές του Ιησού, μεταξύ των οποίων ο Ναθαναήλ και ο Θωμάς, ψάρευαν μαζί. (Ιωα 21:2, 3) Ο ένας από τους δύο ψαράδες που αναφέρονται αλλά δεν κατονομάζονται στο εδάφιο Ιωάννης 21:2 ίσως ήταν ο Ανδρέας, ο αδελφός του Πέτρου. Ο άλλος ενδεχομένως να ήταν ο Φίλιππος, όπως υποδηλώνεται από το γεγονός ότι το σπίτι του βρισκόταν στη Βηθσαϊδά (που σημαίνει «Οίκος του Κυνηγού (ή, του Ψαρά)»).—Ιωα 1:43, 44.
Μεταφορική έννοια. Το ψάρεμα μπορεί να συμβολίζει στρατιωτικές κατακτήσεις. (Αμ 4:2· Αββ 1:14, 15) Από την άλλη μεριά, ο Ιησούς παρομοίασε το έργο μαθήτευσης με το ψάρεμα ανθρώπων. (Ματ 4:19) Στο εδάφιο Ιερεμίας 16:16, η δήλωση ότι ο Ιεχωβά “στέλνει για να καλέσει πολλούς ψαράδες και κυνηγούς” μπορεί να κατανοηθεί είτε με ευνοϊκή είτε με δυσμενή έννοια. Αν αυτά τα λόγια σχετίζονται άμεσα με το εδάφιο 15, το οποίο αναφέρεται στην αποκατάσταση των Ισραηλιτών στη γη τους, τότε υπονοείται η αναζήτηση για το μετανοημένο Ιουδαϊκό υπόλοιπο. Διαφορετικά, οι ψαράδες και οι κυνηγοί είναι εχθρικές δυνάμεις που αποστέλλονται για να βρουν τους άπιστους Ισραηλίτες, μη αφήνοντας κανέναν τους να ξεφύγει από την κρίση του Ιεχωβά.—Παράβαλε Ιεζ 9:2-7.
-
-
Κυνηγός ΠουλιώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΝΗΓΟΣ ΠΟΥΛΙΩΝ
Κάποιος που ασχολείται με τη θήρευση πουλιών. (Παρ 6:5· Ψλ 124:7) Μεταξύ των Εβραίων, το κυνήγι πουλιών φαίνεται ότι γινόταν κυρίως με παγίδες, θηλιές ή δίχτυα, μολονότι ίσως χρησιμοποιούνταν και άλλα μέσα, όπως το τόξο και το βέλος, καθώς και η σφεντόνα.
Μετά τον Κατακλυσμό, επιτράπηκε στον άνθρωπο να τρώει πουλιά από τα οποία το αίμα είχε στραγγίξει εντελώς. (Γε 9:2-4) Αν και ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευσε αργότερα τη βρώση συγκεκριμένων ειδών, πολλά ήταν τα πουλιά που θεωρούνταν “καθαρά” για τροφή. (Δευ 14:11-20) Το αίμα των πουλιών που θηρεύονταν στο κυνήγι έπρεπε “να χυθεί και να σκεπαστεί με χώμα”. (Λευ 17:13, 14) Εκτός από τη χρήση τους ως τροφής (Νε 5:18· 1Βα 4:22, 23), μερικά από τα θηρευμένα πουλιά, ιδίως νεαρά περιστέρια και τρυγόνια, μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε θυσίες (Λευ 1:14), οι δε κυνηγοί πουλιών πιθανότατα προμήθευαν κάποια από τα περιστέρια που πουλιούνταν στο ναό της Ιερουσαλήμ τον καιρό που ο Ιησούς ήταν στη γη. (Ιωα 2:14, 16) Μερικά πουλιά που είχαν όμορφο φτέρωμα ή ωραίο κελάηδημα πιθανώς πουλιούνταν ως κατοικίδια.—Παράβαλε Ιωβ 41:5· 1Βα 10:22.
Παγίδες και Θηλιές. Από τις εβραϊκές λέξεις που χρησιμοποιούνται για να προσδιορίσουν τις παγίδες και τις θηλιές, δύο (οι λέξεις μωκές και παχ) θεωρείται ότι αναφέρονται κυρίως στα συγκεκριμένα μέσα που μεταχειρίζονταν οι κυνηγοί πουλιών. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι η λέξη μωκές («θηλιά»· Αμ 3:5) δηλώνει μια θηλιά την οποία χειριζόταν ο κυνηγός πουλιών (ή μια ομάδα κυνηγών), ενώ η λέξη παχ (Ιωβ 22:10· Ψλ 91:3) περιγράφει μια παγίδα η οποία ενεργοποιούνταν αυτομάτως με την είσοδο του πουλιού. Το πουλί προσελκυόταν στην παγίδα με κάποιο δόλωμα. (Παρ 7:23) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κυνηγός πουλιών» (γιακούς ή γιακώς) προέρχεται από τη ρίζα γιακός, ένα ρήμα που σημαίνει «στήνω παγίδα».—Ιερ 50:24.
Ο κυνηγός πουλιών στους αρχαίους χρόνους έπρεπε να μελετάει τις ποικίλες συνήθειες και ιδιαιτερότητες του κάθε είδους και να μεταχειρίζεται έξυπνες μεθόδους για να κρύβει και να καλύπτει τις παγίδες. (Παράβαλε Ιωβ 18:10· Ψλ 64:5, 6· 140:5.) Λόγω της θέσης στην οποία βρίσκονται τα μάτια των πουλιών στην κάθε πλευρά του κεφαλιού τους, τα περισσότερα πουλιά διαθέτουν ευρύτερη οπτική εμβέλεια από τους ανθρώπους. Επίσης, ορισμένα πουλιά μπορούν να διακρίνουν αντικείμενα σε απόσταση που θα απαιτούσε κιάλια για τον άνθρωπο. Τέτοια όραση, σε συνδυασμό με την εκ φύσεως επιφυλακτικότητα των πουλιών, επαληθεύει την παροιμία που αναφέρει ότι «μάταια απλώνεται δίχτυ μπροστά στα μάτια οποιουδήποτε φτερωτού πλάσματος».—Παρ 1:17.
Ο άνθρωπος, καθώς δεν έχει την ικανότητα να προβλέπει το μέλλον και διαθέτει περιορισμένη αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση των συμφορών, παρομοιάζεται με «τα πουλιά που πιάνονται σε παγίδα [εβρ., μπαππάχ], . . . παγιδεύονται σε καιρό συμφοράς, όταν αυτή πέφτει πάνω τους ξαφνικά». (Εκ 9:12) Οι δίκαιοι έχουν να αντιμετωπίσουν ύπουλες, κρυμμένες παγίδες, ελκυστικά δελεάσματα, καθώς και δολώματα που τοποθετούνται στο δρόμο τους για να τους εκτρέψουν προς τον κόσμο των πονηρών, οι οποίοι επιδιώκουν να τους οδηγήσουν σε ηθική και πνευματική καταστροφή. (Ψλ 119:110· 142:3· Ωσ 9:8) Οι ψευδοπροφήτισσες καταδικάζονται διότι «κυνηγούν . . . ψυχές σαν να ήταν πετούμενα». (Ιεζ 13:17-23) Ωστόσο, επειδή ο Ιεχωβά είναι μαζί με τους πιστούς υπηρέτες του, “η ψυχή τους είναι σαν πουλί που ξέφυγε από την παγίδα αυτών που βάζουν δόλωμα. Η παγίδα έσπασε και εκείνοι ξέφυγαν”. (Ψλ 124:1, 7, 8) Ο ψαλμωδός προσευχήθηκε: «Φύλαξέ με από την αρπάγη της παγίδας [φαχ] την οποία μου έχουν στήσει και από τις θηλιές [ουμοκεσώθ, πληθυντικός θηλυκού γένους της λέξης μωκές] εκείνων που πράττουν βλαβερά πράγματα. Οι πονηροί θα πέσουν όλοι μαζί μέσα στα ίδια τους τα δίχτυα, ενώ εγώ θα προσπεράσω».—Ψλ 141:9, 10.
-
-
ΚυπαρίσσιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ
[εβρ., τε’ασσούρ].
Αειθαλές δέντρο που ανήκει στην τάξη Κωνοφόρα. Το κυπαρίσσι αναφέρεται μαζί με άλλα δέντρα ως μέρος της “δόξας του Λιβάνου”, φράση που υποδεικνύει τον τόπο όπου φυόταν, αλλά επίσης υποδηλώνει ένα δέντρο με επιθυμητές ιδιότητες ή με εντυπωσιακή εμφάνιση. Ο «πύξος» που αναφέρει η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου και η Μετάφραση του Βάμβα είναι απίθανο να αποτελεί σωστή απόδοση εφόσον, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, αυτό το φυτό δεν φύεται στην Παλαιστίνη, στη δε Συρία αναπτύσσεται μόνο ως μικρός θάμνος. (Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ [Unger’s Bible Dictionary], 1965, σ. 1134· Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή [The Interpreter’s Dictionary of the Bible], επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 292) Πολλοί θεωρούν ότι το κυπαρίσσι είναι το δέντρο που πιθανότατα εννοείται με αυτή την εβραϊκή λέξη στα εδάφια Ησαΐας 41:19 και 60:13.—Βλέπε μετάφραση του Μόφατ· επίσης εδ. Ησ 60:13 στη ΜΠΚ και υποσημείωση του ΤΗ στο εδ. Ησ 41:19· Λεξικό της Ζωής στους Βιβλικούς Χρόνους (A Dictionary of Life in Bible Times), του Γ. Κόρσγουοντ, Σάφοκ, 1960, σ. 55· Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή, Τόμ. 1, σ. 459· Τόμ. 2, σ. 292· Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (Lexicon in Veteris Testamenti Libros), των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 1017.
Το κυπαρίσσι (κυπάρισσος η αειθαλής [Cupressus sempervirens]) έχει βαθυπράσινο φύλλωμα και κλαδιά που εκτείνονται προς τα πάνω. Κατά μέσο όρο, φτάνει σε ύψος τα 9 ως 15 μ., αλλά μερικές φορές μπορεί να φτάσει και τα 24 μ. Καλλιεργείται ευρέως σε όλη την Παλαιστίνη, ενώ έχουν βρεθεί μερικά αυτοφυή δέντρα στη Γαλαάδ, στον Εδώμ και στις πλαγιές του Όρους Λίβανος. Το ξύλο του έχει έντονη κοκκινωπή απόχρωση, και είναι αρωματικό καθώς και πολύ ανθεκτικό. Πιθανόν να το χρησιμοποιούσαν στη ναυπηγική οι Φοίνικες, οι Κρήτες και οι άλλοι Έλληνες. (Ιεζ 27:6) Μερικοί υποστηρίζουν ότι το “ρητινοφόρο δέντρο” από το οποίο πήρε ο Νώε ξυλεία για την κιβωτό ήταν το κυπαρίσσι.—Γε 6:14· βλέπε ΡΗΤΙΝΟΦΟΡΟ ΔΕΝΤΡΟ.
Στο εδάφιο Ησαΐας 41:19, ο Ιεχωβά υπόσχεται να κάνει δέντρα που φυσιολογικά φύονται σε γόνιμα εδάφη να ευδοκιμήσουν και σε περιοχές της ερήμου, ενώ σε μια προφητεία σχετικά με τη μελλοντική εξύψωση και ευημερία της Σιών, προλέγεται ότι το κυπαρίσσι, μαζί με τη μελία και την άρκευθο, θα χρησιμοποιηθεί για να προσδώσει ωραιότητα στον τόπο του αγιαστηρίου του Θεού.—Ησ 60:13.
Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:6, η έκφραση «σε κυπαρισσόξυλο» συμφωνεί με τα Ταργκούμ. Εντούτοις, το εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιεί τις λέξεις μπαθ-’ασουρίμ, που σημαίνει «η κόρη των Ασουριτών». Αρκετοί λόγιοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτές οι δύο εβραϊκές λέξεις πρέπει να διαβάζονται ως μία, μπιθ’ασσουρίμ, που σημαίνει «σε κυπαρισσόξυλο».
-
-
ΚύπροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΠΡΟΣ
(Κύπρος).
Νησί στην ανατολική Μεσόγειο, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 70 περίπου χλμ. από την ακτή της Κιλικίας στη Μικρά Ασία και 100 περίπου χλμ. από την ακτή της Συρίας. Η Κύπρος είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου μετά τη Σικελία και τη Σαρδηνία. Το κύριο τμήμα της Κύπρου έχει μήκος περίπου 160 χλμ., αλλά στη βορειοανατολική της γωνία, ένας στενός βραχίονας ξηράς εκτείνεται άλλα 72 χλμ. Το νησί έχει μέγιστο πλάτος 97 χλμ. Το ψηλότερο βουνό του, ο Όλυμπος, βρίσκεται στην οροσειρά του Τροόδους στα νοτιοδυτικά και ορθώνεται σε ύψος 1.951 μ. Μια άλλη οροσειρά διατρέχει τη βόρεια ακτή, και ανάμεσα σε αυτές τις δύο οροσειρές βρίσκεται η κεντρική πεδιάδα. Το χειμώνα οι βουνοκορφές καλύπτονται από χιόνι, ενώ το καλοκαίρι ο καιρός στις πεδιάδες είναι πολύ ζεστός και ξηρός. Από τα αρχαία χρόνια, το νησί φημιζόταν για τα πλούσια αποθέματα χαλκού που διέθετε, και το όνομα του νησιού έγινε συνώνυμο αυτού του μετάλλου. (Μάλιστα η αγγλική λέξη για το χαλκό, “copper”, προέρχεται από την ελληνική λέξη Κύπρος).
Τα ιστορικά στοιχεία υποδεικνύουν πρωτίστως την Κύπρο ως την «Κιττίμ» των Εβραϊκών Γραφών. (Ησ 23:1, 12· Δα 11:30) Το νησί αυτό ήταν γνωστό όχι μόνο για το χαλκό του αλλά και για την εκλεκτή ξυλεία του—κυρίως κυπαρισσόξυλο—την οποία προφανώς εξήγαν στην Τύρο, στα φοινικικά παράλια, όπου τη χρησιμοποιούσαν στη ναυπηγική.—Ιεζ 27:2, 6.
Λόγω του συσχετισμού της με τον Βιβλικό Κιττίμ, είναι επόμενο ότι ο αρχικός πληθυσμός της Κύπρου θα είχε κάποια σχέση με την Ελλάδα. (Βλέπε Γε 10:4· ο Ιαυάν είναι ο προγεννήτορας των Ιώνων, όπως αποκαλούνταν αλλιώς οι αρχαίοι Έλληνες.) Όπως φαίνεται δε στο λήμμα ΚΙΤΤΙΜ, υπήρχε όντως τέτοια σχέση.
Οι βασιλιάδες των πόλεων-κρατών της Κύπρου περιήλθαν υπό ελληνική κυριαρχία μετά τη νίκη του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Μάχη της Ισσού το 333 Π.Κ.Χ. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου, ανέλαβε τον έλεγχο η πτολεμαϊκή δυναστεία της Αιγύπτου, και η Κύπρος κατά το μεγαλύτερο διάστημα παρέμεινε στη σφαίρα της αιγυπτιακής επιρροής μέχρι το 58 Π.Κ.Χ., οπότε προσαρτήθηκε στη Ρώμη. Πιθανολογείται ότι στη γιορτή της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. υπήρχαν Ιουδαίοι από την Κύπρο στην Ιερουσαλήμ, αν και δεν αναφέρεται κάτι συγκεκριμένο σχετικά με αυτό. Ο Λευίτης Ιωσήφ, γνωστότερος ως Βαρνάβας, γεννήθηκε στην Κύπρο.—Πρ 4:36.
Χριστιανοσύνη. Λόγω του διωγμού των Χριστιανών ο οποίος ξέσπασε μετά το μαρτυρικό θάνατο του Στεφάνου, οι μαθητές διασκορπίστηκαν και μερικοί από αυτούς πήγαν στην Κύπρο, όπου έδωσαν μαρτυρία στους Ιουδαίους που κατοικούσαν εκεί. Ορισμένοι Κύπριοι Χριστιανοί πήγαν στην πόλη της Αντιόχειας, που βρισκόταν απέναντι από την Κύπρο στα παράλια της Συρίας, και κήρυξαν με μεγάλη επιτυχία σε άτομα που, όπως και οι ίδιοι, ήταν ελληνόφωνοι. (Πρ 11:19, 20) Όταν ο Παύλος και ο Βαρνάβας, συνοδευόμενοι από τον Ιωάννη Μάρκο, στάλθηκαν από την Αντιόχεια στην πρώτη ιεραποστολική περιοδεία τους (περ. 47-48 Κ.Χ.), ο πρώτος τομέας τους ήταν η πατρίδα του Βαρνάβα, η Κύπρος. Φτάνοντας στη Σαλαμίνα, μια σημαντική εμπορική πόλη στην ανατολική ακτή της Κύπρου, βρήκαν περισσότερες από μία συναγωγές, γεγονός που υποδήλωνε την παρουσία αρκετά μεγάλου Ιουδαϊκού πληθυσμού. Αφού διήγγειλαν το λόγο του Θεού εκεί, διέσχισαν ολόκληρο το νησί ως την Πάφο στη δυτική ακτή, την τότε πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας. Εκεί συνάντησαν τον ανθύπατο Σέργιο Παύλο, ο οποίος έδειξε ενδιαφέρον, και τον εναντιούμενο μάγο Ελύμα (Βαρ-Ιησού).—Πρ 13:1-12.
Η αναφορά του ιστορικού Λουκά στην ύπαρξη ανθύπατου στην Κύπρο είναι ακριβής. Το 22 Π.Κ.Χ. η Κύπρος τέθηκε υπό τον έλεγχο της Ρωμαϊκής Συγκλήτου, και έκτοτε ο διορισμένος κυβερνήτης του νησιού έφερε τον τίτλο, όχι του λεγάτου, αλλά του ανθύπατου, ενός τοποτηρητή που κυβερνούσε ως εκπρόσωπος της Συγκλήτου.
Από το λιμάνι της Πάφου, ο Παύλος και οι σύντροφοί του αναχώρησαν για την Παμφυλία στα παράλια της Μικράς Ασίας. (Πρ 13:13) Περίπου δύο χρόνια αργότερα, ο Βαρνάβας επέστρεψε στην πατρίδα του με τον Ιωάννη Μάρκο προκειμένου να κάνει περαιτέρω έργο μαθήτευσης, ενώ ο Παύλος ξεκίνησε το δεύτερο ιεραποστολικό ταξίδι του μέσω της Μικράς Ασίας (περ. 49 Κ.Χ.). (Πρ 15:36-41) Στο τέλος της τρίτης περιοδείας του Παύλου (περ. 56 Κ.Χ.), πλέοντας από τα Πάταρα που βρίσκονταν στη νοτιοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας προς τη Φοινίκη, ο απόστολος αντίκρισε την Κύπρο καθώς περνούσαν αλλά “την άφησαν πίσω, στα αριστερά”, προφανώς προσπερνώντας το νοτιοδυτικό άκρο του νησιού ενώ το πλοίο κατευθυνόταν προς την Τύρο. (Πρ 21:1-3) Λίγο αργότερα, όταν ο Παύλος έφτασε στην Ιερουσαλήμ, φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Μνάσονα, ο οποίος καταγόταν από την Κύπρο όπως και ο Βαρνάβας. (Πρ 21:15, 16) Στο ταξίδι του Παύλου προς τη Ρώμη, το πλοίο του έπλευσε «έχοντας την κάλυψη της Κύπρου, επειδή οι άνεμοι ήταν αντίθετοι». Εφόσον οι άνεμοι που επικρατούν εκείνη την εποχή του χρόνου πνέουν από τα Δ και τα ΒΔ, πράγμα που θα τους εμπόδιζε να πλεύσουν στην ανοιχτή θάλασσα, το πλοίο προφανώς αναγκάστηκε να περιπλεύσει το ανατολικό άκρο της Κύπρου και κατόπιν να προχωρήσει κατά μήκος των μικρασιατικών ακτών, όπου οι ήπιοι άνεμοι από τη στεριά θα υποβοηθούσαν την πορεία του προς τα δυτικά.—Πρ 27:4, 5, 9, 12.
[Χάρτης στη σελίδα 162]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΚΙΛΙΚΙΑ
ΚΥΠΡΟΣ
Πάφος
Σαλαμίνα
Μεγάλη Θάλασσα
ΣΥΡΙΑ
Αντιόχεια
-
-
Κυρήνη, ΚυρηναίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΡΗΝΗ
(Κυρήνη), ΚΥΡΗΝΑΙΟΣ (Κυρηναίος).
Η Κυρήνη ήταν κατά την αρχαιότητα η πρώτη πρωτεύουσα της περιφέρειας της Κυρηναϊκής στη βόρεια ακτή της Αφρικής, απέναντι σχεδόν από την Κρήτη. Απείχε περίπου 16 χλμ. από τα παράλια και βρισκόταν σε ένα υψίπεδο 550 μ. πάνω από την επιφάνεια της Μεσογείου. Η αρχαία Κυρήνη είναι στις ημέρες μας ένας σωρός από ακατοίκητα ερείπια κοντά στο σημερινό Σαχάτ στη Λιβύη.
Η Κυρήνη είχε προφανώς αποικιστεί αρχικά από τους Έλληνες τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. και έφτασε στο σημείο να θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες αποικίες τους. Το 96 Π.Κ.Χ. η Κυρήνη περιήλθε υπό την πολιτική κυριαρχία της Ρώμης, και το 67 Π.Κ.Χ. η περιφέρεια της Κυρηναϊκής καθώς και η Κρήτη έγιναν ενιαία επαρχία.
Για τον Σίμωνα από την Κυρήνη (πιθανώς ελληνόφωνο Ιουδαίο), τον οποίο αγγάρεψαν να βοηθήσει τον Ιησού στη μεταφορά του ξύλου του βασανισμού του, αναφέρεται ότι «καταγόταν» από αυτή την πόλη. (Ματ 27:32· Μαρ 15:21· Λου 23:26) Ο Σίμων ενδέχεται να γεννήθηκε στην Κυρήνη και να εγκαταστάθηκε αργότερα στην Παλαιστίνη. Με βάση το εδάφιο Πράξεις 6:9 το οποίο μιλάει για «Κυρηναίους» που λογομάχησαν με τον Στέφανο, πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι θα πρέπει να υπήρχαν αρκετοί Ιουδαίοι από την Κυρήνη που να ήταν μόνιμοι κάτοικοι της Παλαιστίνης, δεδομένου ότι είχαν ιδρύσει τη δική τους συναγωγή στην Ιερουσαλήμ.
Από την άλλη μεριά, ο Σίμων «που καταγόταν από την Κυρήνη» πιθανόν να ήταν ένας από τους ξένους που συνέρρεαν στην Ιερουσαλήμ το Πάσχα. Παρόμοια, 51 ημέρες αργότερα, μεγάλος αριθμός “ευλαβών αντρών, από κάθε έθνος”, συμπεριλαμβανομένων μερικών από “τις περιοχές της Λιβύης, η οποία είναι προς την Κυρήνη”, παρευρέθηκε στην Ιουδαϊκή Γιορτή της Πεντηκοστής. (Πρ 2:5, 10, 41) Μερικοί από αυτούς ήταν πιθανώς ανάμεσα στις «περίπου τρεις χιλιάδες ψυχές» που βαφτίστηκαν μετά την έκχυση του αγίου πνεύματος και την ομιλία του Πέτρου που επακολούθησε, και κατόπιν ενδέχεται να μετέφεραν το άγγελμα της Χριστιανοσύνης πίσω στην πατρίδα τους.
Χριστιανοσύνη. Μερικά χρόνια αργότερα, και ενώ ο Κορνήλιος είχε γίνει Χριστιανός, άντρες από την Κυρήνη συνέβαλαν με σημαντικό τρόπο στην εξάπλωση “των καλών νέων για τον Κύριο Ιησού” ανάμεσα στους Ἑλληνιστάς, όπως αυτοί αναφέρονται (στα περισσότερα πρωτότυπα ελληνικά κείμενα, εδ. Πρ 11:20), στην Αντιόχεια της Συρίας. Εφόσον αυτή η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδεται “ελληνόφωνοι Ιουδαίοι” στο εδάφιο Πράξεις 6:1 (AT, ΜΝΚ, ΛΘΖ), μερικοί έχουν συμπεράνει ότι τα άτομα στην Αντιόχεια της Συρίας στα οποία απευθύνθηκε το κήρυγμα θα πρέπει να ήταν και αυτά περιτμημένοι Ιουδαίοι ή προσήλυτοι που μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Ωστόσο, αν και το κήρυγμα σε ελληνόφωνους Ιουδαίους και προσήλυτους γινόταν ήδη από την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., αυτή η μεταστροφή πολυάριθμων ατόμων που έλαβε χώρα στην Αντιόχεια φαίνεται ότι ήταν κάτι καινούριο και ασυνήθιστο, δεδομένου ότι στάλθηκε στην πόλη ο Βαρνάβας πιθανώς για να διερευνήσει αλλά και για να προωθήσει το έργο εκεί. (Πρ 11:22, 23) Ενδεικτικό του ότι επρόκειτο για αλλαγή στην τακτική της μαθήτευσης είναι επίσης το γεγονός ότι το έργο που έκαναν οι Κυρηναίοι και οι συνεργάτες τους φαίνεται να αντιδιαστέλλεται με το κήρυγμα που έκαναν «μόνο στους Ιουδαίους» κάποιοι άλλοι οι οποίοι είχαν ταξιδέψει στην Αντιόχεια. (Πρ 11:19, 20) Με βάση αυτό, καθώς και το γεγονός ότι ορισμένα αξιόπιστα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα χρησιμοποιούν τη λέξη Ἕλληνας (βλέπε Πρ 16:3) και όχι Ἑλληνιστάς, οι περισσότεροι σύγχρονοι μεταφραστές προσδιορίζουν ως «Έλληνες» (AS, AT, Da, Fn, JB, Mo, RS) όσους μεταστράφηκαν με τη βοήθεια των αντρών από την Κυρήνη, ενώ άλλοι προτιμούν αποδόσεις όπως «ειδωλολάτρες» (CK) ή «Εθνικούς» (TEV, NE), οι οποίες δείχνουν ότι οι εν λόγω Αντιοχείς δεν ανήκαν στην Ιουδαϊκή θρησκεία. Ωστόσο, μερικοί λόγιοι διακρίνουν το ενδεχόμενο να ήταν μεταξύ αυτών των Αντιοχέων και Ιουδαίοι και Εθνικοί που γνώριζαν την ελληνική γλώσσα, γι’ αυτό και τους περιγράφουν ως «ελληνόφωνους». (ΜΝΚ) «Ο Λούκιος από την Κυρήνη» συγκαταλέγεται στους δασκάλους και στους προφήτες που υπήρχαν στην εκκλησία της Αντιόχειας όταν ο Παύλος ξεκίνησε την πρώτη ιεραποστολική περιοδεία του γύρω στο 47 Κ.Χ.—Πρ 11:20· 13:1.
-
-
ΚυρήνιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΡΗΝΙΟΣ
(Κυρήνιος).
Ρωμαίος κυβερνήτης της Συρίας την εποχή της “απογραφής” την οποία διέταξε ο Καίσαρας Αύγουστος και η οποία είχε ως αποτέλεσμα να γεννηθεί ο Ιησούς στη Βηθλεέμ. (Λου 2:1, 2) Το πλήρες όνομά του ήταν Πόπλιος Σουλπίκιος Κυρήνιος.
Στον Χρονογράφο του Έτους 354, έναν κατάλογο Ρωμαίων υπάτων, το όνομα του Κυρήνιου εμφανίζεται στο έτος 12 Π.Κ.Χ. μαζί με το όνομα κάποιου Μεσσάλα. (Κρόνικα Μινόρα [Chronica Minora], επιμέλεια Θ. Μόμσεν, Μόναχο, 1981, Τόμ. 1, σ. 56) Ο Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος αφηγείται με συντομία την ιστορία του Κυρήνιου, λέγοντας: «Καταγόταν από το δήμο του Λανούβιου—δεν είχε διασυνδέσεις, αλλά ως ατρόμητος στρατιώτης και ως δραστήριος υπηρέτης κατάφερε να γίνει ύπατος υπό τον θεοποιημένο Αύγουστο και, λίγο αργότερα, καταλαμβάνοντας τα οχυρά των Ομαναδένσιων πέρα από τα σύνορα της Κιλικίας, κέρδισε τα εμβλήματα του θριάμβου . . . , σύμβουλος του Γάιου Καίσαρα ενόσω ήταν διοικητής της Αρμενίας». (Χρονικά [Annales], III, XLVIII) Πέθανε το 21 Κ.Χ.
Ο Τάκιτος δεν αναφέρει τη σχέση του Κυρήνιου με τη Συρία. Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος μιλάει για το διορισμό του Κυρήνιου στη Συρία ως κυβερνήτη σε συνδυασμό με τον ταυτόχρονο διορισμό του Κοπόνιου ως Ρωμαίου άρχοντα της Ιουδαίας, δηλώνοντας: «Ο Κυρήνιος, Ρωμαίος συγκλητικός που είχε περάσει από όλα τα αξιώματα μέχρι να γίνει ύπατος και άνθρωπος εξαιρετικός από κάθε άποψη, έφτασε στη Συρία κατόπιν εντολών του Καίσαρα για να γίνει κυβερνήτης του έθνους και να εκτιμήσει τις περιουσίες. Ο Κοπόνιος, που ανήκε στην τάξη των ιππέων, στάλθηκε μαζί του για να κυβερνήσει τους Ιουδαίους με πλήρη εξουσία». Στη συνέχεια ο Ιώσηπος αναφέρει ότι ο Κυρήνιος πήγε στην Ιουδαία, η οποία είχε περιέλθει στη δικαιοδοσία του, και διέταξε απογραφή των περιουσιών εκεί. Αυτό προκάλεσε μεγάλη δυσφορία και οδήγησε σε μια ανεπιτυχή απόπειρα στασιασμού, επικεφαλής της οποίας ήταν κάποιος «Ιούδας, Γαυλανίτης». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 1, 2, 3, 4 [i, 1]) Προφανώς, πρόκειται για το στασιασμό που μνημονεύει ο Λουκάς στο εδάφιο Πράξεις 5:37. Σύμφωνα με την αφήγηση του Ιώσηπου, ο στασιασμός έλαβε χώρα «τον τριακοστό έβδομο χρόνο μετά την ήττα του Αντώνιου από τον Καίσαρα στο Άκτιο». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 26 [ii, 1]) Αυτό υποδεικνύει ότι ο Κυρήνιος ήταν κυβερνήτης της Συρίας το 6 Κ.Χ.
Για μεγάλο διάστημα, η ιστορία επιβεβαίωνε μόνο αυτή τη θητεία του Κυρήνιου ως κυβερνήτη της Συρίας. Ωστόσο, το έτος 1764 ανακαλύφτηκε στη Ρώμη μια επιγραφή γνωστή ως Λάπις Τιμπουρτίνους η οποία, αν και δεν αναφέρει το όνομα του Κυρήνιου, περιέχει πληροφορίες που οι περισσότεροι λόγιοι παραδέχονται ότι θα μπορούσαν να εφαρμόζονται μόνο σε αυτόν. (Κόρπους Λατινικών Επιγραφών [Corpus Inscriptionum Latinarum], επιμέλεια Χ. Ντεσάου, Βερολίνο, 1887, Τόμ. 14, σ. 397, Αρ. 3613) Η επιγραφή περιέχει τη δήλωση ότι, πηγαίνοντας στη Συρία, αυτός έγινε κυβερνήτης (ή αλλιώς λεγάτος) για “δεύτερη φορά”. Με βάση επιγραφές που ανακαλύφτηκαν στην Αντιόχεια και μνημονεύουν το όνομα του Κυρήνιου, πολλοί ιστορικοί παραδέχονται ότι ο Κυρήνιος ήταν κυβερνήτης της Συρίας και πριν από την Κοινή μας Χρονολογία.
Δεν είναι βέβαιοι, όμως, ανάμεσα σε ποιους κυβερνήτες της Συρίας, όπως τους καταχωρίζει η ιστορία, πρέπει να τοποθετηθεί χρονολογικά ο Κυρήνιος. Ο Ιώσηπος κατονομάζει τον Κοϊντίλιο Ούαρο ως κυβερνήτη της Συρίας την εποχή που πέθανε ο Ηρώδης ο Μέγας, καθώς και μετά το θάνατό του. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΖ΄, 89 [v, 2]· ΙΖ΄, 221 [ix, 3]) Και ο Τάκιτος επίσης λέει ότι ο Ούαρος ήταν κυβερνήτης την εποχή που πέθανε ο Ηρώδης. (Ιστορίες [Historiae], V, IX) Ο Ιώσηπος δηλώνει ότι προκάτοχος του Ούαρου ήταν ο Σατουρνίνος (Γ. Σέντιος Σατουρνίνος).
Πολλοί λόγιοι, λαβαίνοντας υπόψη τα στοιχεία που δείχνουν ότι ο Κυρήνιος είχε διατελέσει κυβερνήτης και στο παρελθόν, προτείνουν τα έτη 3-2 Π.Κ.Χ. για τη θητεία του ως κυβερνήτη. Μολονότι αυτές οι χρονολογίες εναρμονίζονται ικανοποιητικά με το Βιβλικό υπόμνημα, η βάση με την οποία τις επιλέγουν είναι εσφαλμένη. Δηλαδή τοποθετούν τον Κυρήνιο ως κυβερνήτη στη διάρκεια αυτών των ετών επειδή κατατάσσουν τη διακυβέρνησή του μετά τη διακυβέρνηση του Ούαρου και επομένως μετά το θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου—θάνατος για τον οποίο δέχονται ότι συνέβη το 4 Π.Κ.Χ., μια χρονολογία ευρέως αποδεκτή αλλά εσφαλμένη. (Βλέπε ΗΡΩΔΗΣ Αρ. 1 [Η Χρονολογία του Θανάτου Του]· ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ.) (Για τον ίδιο λόγο, δηλαδή επειδή δέχονται ότι ο θάνατος του Ηρώδη συνέβη την αναπόδεικτη χρονολογία του 4 Π.Κ.Χ., προσδιορίζουν και τη θητεία του Ούαρου ως κυβερνήτη από το 6 ως το 4 Π.Κ.Χ. Η διάρκεια της διακυβέρνησής του, όμως, βασίζεται σε εικασίες, δεδομένου ότι ο Ιώσηπος δεν καθορίζει τη χρονολογία της έναρξης ή του τέλους της.) Τα πιο αξιόπιστα από τα υπάρχοντα στοιχεία υποδεικνύουν το 2 Π.Κ.Χ. ως το έτος γέννησης του Ιησού. Επομένως, η θητεία του Κυρήνιου ως κυβερνήτη πρέπει να περιέλαβε και αυτό το έτος ή μέρος του.
Ορισμένοι λόγιοι επισημαίνουν ότι ο όρος που χρησιμοποιεί ο Λουκάς, και ο οποίος μεταφράζεται συνήθως «κυβερνήτης», είναι ἡγεμονεύων. Αυτός ο όρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει Ρωμαίους λεγάτους, αυτοκρατορικούς επιτρόπους και ανθύπατους, και η βασική του έννοια είναι «αρχηγός» ή «ανώτερος αξιωματούχος με εκτελεστική εξουσία». Μερικοί, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι, την εποχή κατά την οποία έλαβε χώρα αυτό που ο Λουκάς ονομάζει «πρώτη απογραφή», ο Κυρήνιος υπηρετούσε στη Συρία με την ιδιότητα του ειδικού λεγάτου του αυτοκράτορα ο οποίος είχε επαυξημένες εξουσίες. Ένας παράγοντας που μπορεί επίσης να συμβάλει στην κατανόηση του ζητήματος είναι η σαφής αναφορά του Ιώσηπου στο σύστημα διπλής διακυβέρνησης της Συρίας, εφόσον στην αφήγησή του αναφέρει ότι δύο άτομα, ο Σατουρνίνος και ο Ουολόμνιος, υπηρετούσαν ταυτόχρονα ως «κυβερνήτες της Συρίας». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΣΤ΄, 277, 280 [ix, 1]· ΙΣΤ΄, 344 [x, 8]) Άρα, αν ο Ιώσηπος κατατάσσει ορθά τον Σατουρνίνο και τον Ούαρο ως διαδοχικούς ηγεμόνες της Συρίας, είναι πιθανό να υπηρέτησε ο Κυρήνιος ταυτόχρονα είτε με τον Σατουρνίνο (όπως ο Ουολόμνιος) είτε με τον Ούαρο πριν από το θάνατο του Ηρώδη (ο οποίος πιθανώς έλαβε χώρα το 1 Π.Κ.Χ.). Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Θρησκευτικής Γνώσης των Σαφ-Χέρτσογκ (The New Schaff-Herzog Encyclopedia of Religious Knowledge) παρουσιάζει την εξής άποψη: «Ο Κυρήνιος είχε την ίδια ακριβώς θέση σε σχέση με τον Ούαρο, τον κυβερνήτη της Συρίας, την οποία είχε μεταγενέστερα ο Βεσπασιανός με τον Μουκιανό. Ο Βεσπασιανός διεξήγε τον πόλεμο στην Παλαιστίνη ενόσω ο Μουκιανός ήταν κυβερνήτης της Συρίας, και ο Βεσπασιανός ήταν λεγκάτους Αουγκούστι (λεγάτος του Σεβαστού), κατέχοντας ακριβώς τον ίδιο τίτλο και την ίδια θέση στην ιεραρχία με τον Μουκιανό».—1957, Τόμ. 9, σ. 375, 376.
Κάποια επιγραφή που ανακαλύφτηκε στη Βενετία (Λάπις Βένετους) κάνει λόγο για μια απογραφή που διεξήγαγε ο Κυρήνιος στη Συρία. Ωστόσο, δεν παρέχει στοιχεία με βάση τα οποία να καθορίζεται κατά πόσον αυτό συνέβη στην πρώτη ή στη μεταγενέστερη θητεία του ως κυβερνήτη.—Κόρπους Λατινικών Επιγραφών, επιμέλεια Θ. Μόμσεν, Ο. Χίρσφελντ και Α. Ντομασέφσκι, 1902, Τόμ. 3, σ. 1222, Αρ. 6687.
Η αποδεδειγμένη ακρίβεια του Λουκά σε ιστορικά θέματα αποτελεί βάσιμο λόγο για να αποδεχτούμε ως αληθινή την αναφορά του στον Κυρήνιο ως κυβερνήτη της Συρίας την εποχή της γέννησης του Ιησού. Είναι καλό να θυμόμαστε ότι ο Ιώσηπος—ουσιαστικά η μόνη άλλη πηγή πληροφοριών—γεννήθηκε μόλις το 37 Κ.Χ., δηλαδή σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά τη γέννηση του Ιησού. Απεναντίας, γύρω στο 49 Κ.Χ. ο Λουκάς ήταν ήδη γιατρός και ταξίδευε με τον απόστολο Παύλο, ενώ ο Ιώσηπος δεν ήταν παρά ένα 12χρονο παιδί. Από τους δύο, ο Λουκάς, ακόμη και με τα συνήθη κριτήρια, είναι η πιθανότερη πηγή έγκυρων πληροφοριών σχετικά με το ποιος ήταν κυβερνήτης της Συρίας λίγο πριν από τη γέννηση του Ιησού. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας, ένας Παλαιστίνιος του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., επικαλέστηκε τα ρωμαϊκά αρχεία για να πιστοποιήσει την ακρίβεια της δήλωσης του Λουκά ότι ο Κυρήνιος ήταν κυβερνήτης την εποχή της γέννησης του Ιησού. (Καθολικό Σχολιολόγιο της Αγίας Γραφής [A Catholic Commentary on Holy Scripture], επιμέλεια Μπ. Όρτσαρντ, 1953, σ. 943) Δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η αφήγηση του Λουκά αμφισβητήθηκε ποτέ από τους ιστορικούς των πρώτων αιώνων, ακόμη και από τους πρώτους επικριτές όπως ο Κέλσος.
-
-
ΚυρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΡΙΑ
Βλέπε ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ.
-
-
ΚυριαρχίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ
Η υπέρτατη εξουσία ή δύναμη· η ηγεμονία ή η διακυβέρνηση ενός άρχοντα, βασιλιά, αυτοκράτορα ή κάποιου αντίστοιχου προσώπου· η εξουσία που διέπει σε τελική ανάλυση την κυβέρνηση ενός κράτους.
Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξη ’Αδονάι εμφανίζεται συχνά, και η φράση ’Αδονάι Γεχβίχ εμφανίζεται 285 φορές. Η λέξη ’Αδονάι είναι ένας τύπος του πληθυντικού αριθμού της λέξης ’αδών, που σημαίνει «κύριος». Ο τύπος ’αδονίμ, επίσης στον πληθυντικό αριθμό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να υποδηλώσει απλώς περισσότερους από έναν ανθρώπους ως «κυρίους». Ωστόσο στις Γραφές, η λέξη ’Αδονάι, όταν δεν ακολουθείται από κάποιο επίθημα, χρησιμοποιείται πάντοτε αναφορικά με τον Θεό, ο δε πληθυντικός αριθμός χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει εξοχότητα ή μεγαλειότητα και, ως επί το πλείστον, αποδίδεται «Κύριος» από τους μεταφραστές. Όταν συνοδεύεται από το όνομα του Θεού (’Αδονάι Γεχβίχ), όπως λόγου χάρη στο εδάφιο Ψαλμός 73:28, η φράση μεταφράζεται «Κύριος ΘΕΟΣ» (AT, KJ, RS)· «Κύριος Θεός» (Dy [72:28], ΒΑΜ, ΛΧ)· «Κύριος, ο Κύριός μου» (Kx [72:28])· «Κύριος Ιεχωβά» (Yg)· «Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά» (ΜΝΚ). Στα εδάφια Ψαλμός 47:9· 138:5· 150:2, ο Μόφατ χρησιμοποιεί τη λέξη «κυρίαρχος», όχι όμως ως απόδοση της λέξης ’Αδονάι.
Η λέξη δεσπότης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου έχει την έννοια ότι κάποιος κατέχει υπέρτατη εξουσία ή απόλυτη κυριότητα και ανεξέλεγκτη δύναμη. (Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν [Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words], 1981, Τόμ. 3, σ. 18, 46) Η λέξη αυτή αποδίδεται «κύριος» και «ιδιοκτήτης», και όταν χρησιμοποιείται ως άμεση προσφώνηση του Θεού αποδίδεται «Κύριος» (KJ, Yg και άλλες), «Άρχοντας των πάντων» (Kx), «Υπέρτατος Κύριος» (ΜΝΚ), στα εδάφια Λουκάς 2:29, Πράξεις 4:24 και Αποκάλυψη 6:10. Στο τελευταίο εδάφιο, η μετάφραση του Νοξ, Η Νέα Αγγλική Βίβλος, η μετάφραση του Μόφατ και η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση έχουν την απόδοση «Υπέρτατος Κύριος».
Έτσι λοιπόν, ενώ το πρωτότυπο εβραϊκό και ελληνικό κείμενο δεν έχουν κάποιον ξεχωριστό προσδιορισμό που να αντιστοιχεί στη λέξη «υπέρτατος», αυτή η έννοια εμπεριέχεται στις λέξεις ’Αδονάι και δεσπότης όταν χρησιμοποιούνται στις Γραφές σε σχέση με τον Ιεχωβά Θεό, οπότε υποδηλώνεται η εξοχότητα της κυριότητάς του.
Η Κυριαρχία του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Κυρίαρχος του σύμπαντος («κυρίαρχος του κόσμου», Ψλ 47:9, Mo) λόγω της ιδιότητάς του ως Δημιουργού, της Θειότητάς του και της υπεροχής του ως Παντοδυνάμου. (Γε 17:1· Εξ 6:3· Απ 16:14) Αυτός είναι ο Ιδιοκτήτης των πάντων, η Πηγή κάθε εξουσίας και δύναμης, ο Υπέρτατος Άρχοντας ως προς τη διακυβέρνηση. (Ψλ 24:1· Ησ 40:21-23· Απ 4:11· 11:15) Ο ψαλμωδός έψαλε για αυτόν: «Ο Ιεχωβά έχει εδραιώσει το θρόνο του στους ουρανούς· και στο καθετί ασκεί εξουσία η βασιλεία του». (Ψλ 103:19· 145:13) Οι μαθητές του Ιησού προσευχήθηκαν, απευθυνόμενοι στον Θεό: «Υπέρτατε Κύριε, εσύ είσαι Αυτός ο οποίος έκανε τον ουρανό και τη γη». (Πρ 4:24, ΜΝΚ· Mo) Στο έθνος του Ισραήλ, και τα τρία είδη εξουσίας, η δικαστική, η νομοθετική και η εκτελεστική, ήταν συγκεντρωμένα στο πρόσωπο του Θεού. Ο προφήτης Ησαΐας είπε: «Ο Ιεχωβά είναι ο Κριτής μας, ο Ιεχωβά είναι ο Νομοθέτης μας, ο Ιεχωβά είναι ο Βασιλιάς μας· αυτός θα μας σώσει». (Ησ 33:22) Ο Μωυσής περιγράφει με χαρακτηριστικό τρόπο τον Θεό ως Κυρίαρχο στο εδάφιο Δευτερονόμιο 10:17.
Δεδομένης της κυρίαρχης θέσης του, ο Ιεχωβά έχει το δικαίωμα και την εξουσία να αναθέτει εξουσιαστικές ευθύνες. Ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς του Ισραήλ, και οι Γραφές μιλούν για “τη βασιλεία του Δαβίδ” σαν να επρόκειτο για δική του βασιλεία. Ωστόσο, ο Δαβίδ αναγνώρισε τον Ιεχωβά ως τον μεγαλειώδη Υπέρτατο Κυρίαρχο, λέγοντας: «Δική σου είναι, Ιεχωβά, η μεγαλοσύνη και η κραταιότητα και η ωραιότητα και η εξοχότητα και η αξιοπρέπεια· διότι τα πάντα στους ουρανούς και στη γη είναι δικά σου. Δική σου είναι η βασιλεία, Ιεχωβά, που μάλιστα υψώνεις τον εαυτό σου ως κεφαλή πάνω από όλους».—1Χρ 29:11.
Επίγειοι Άρχοντες. Οι άρχοντες των εθνών στη γη ασκούν την περιορισμένης κλίμακας εξουσία τους επειδή το ανέχεται ή το επιτρέπει αυτό ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά. Το ότι οι πολιτικές κυβερνήσεις δεν λαβαίνουν την εξουσία τους από τον Θεό, δηλαδή το ότι η δράση τους δεν οφείλεται στο γεγονός ότι εκείνος τους παραχώρησε την ανάλογη εξουσία ή δύναμη, φαίνεται στα εδάφια Αποκάλυψη 13:1, 2, όπου αναφέρεται ότι το θηρίο με τα εφτά κεφάλια και τα δέκα κέρατα λαβαίνει «τη δύναμή του και το θρόνο του και μεγάλη εξουσία» από τον Δράκοντα, τον Σατανά τον Διάβολο.—Απ 12:9· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Έτσι λοιπόν, αν και ο Θεός έχει επιτρέψει στις διάφορες ανθρώπινες κυβερνήσεις να έρχονται και να παρέρχονται, ένας από τους κραταιούς βασιλιάδες αυτών των κυβερνήσεων—αφού του καταδείχτηκε μέσα από προσωπική του εμπειρία το γεγονός της κυριαρχίας του Ιεχωβά—αισθάνθηκε την ανάγκη να πει: «Η εξουσία του για διακυβέρνηση είναι εξουσία που διαρκεί στον αιώνα και η βασιλεία του είναι επί γενεές γενεών. Και όλοι οι κάτοικοι της γης λογίζονται ως ένα τίποτα, και αυτός ενεργεί σύμφωνα με το δικό του θέλημα ανάμεσα στο στράτευμα των ουρανών και στους κατοίκους της γης. Και δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να εμποδίσει το χέρι του ή που να μπορεί να του πει: “Τι έκανες;”»—Δα 4:34, 35.
Κατά συνέπεια, για όσο διάστημα είναι θέλημα Θεού να επιτρέπεται στις ανθρωποποίητες κυβερνήσεις να άρχουν, θα ισχύει η νουθεσία που έδωσε ο απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς: «Κάθε ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχει εξουσία παρά μόνο από τον Θεό· οι υπάρχουσες εξουσίες βρίσκονται τοποθετημένες στις σχετικές τους θέσεις από τον Θεό». Ο απόστολος δείχνει κατόπιν πως όταν αυτές οι κυβερνήσεις τιμωρούν όποιον κάνει το κακό, η “ανώτερη εξουσία” ή ο άρχοντας (παρότι δεν είναι πιστός λάτρης του Θεού) ενεργεί έμμεσα ως διάκονος του Θεού αναλαμβάνοντας αυτόν το συγκεκριμένο ρόλο, καθώς εκδηλώνει οργή σε εκείνον που πράττει το κακό.—Ρω 13:1-6.
Όσο για τη φράση ότι οι εν λόγω εξουσίες είναι «τοποθετημένες στις σχετικές τους θέσεις από τον Θεό», οι Γραφές υποδεικνύουν ότι αυτό δεν σημαίνει πως ο Θεός συγκρότησε αυτές τις κυβερνήσεις ή πως τις υποστηρίζει. Απεναντίας, τις έχει χειραγωγήσει επιδέξια έτσι ώστε να εξυπηρετούν τον αγαθό σκοπό του σε σχέση με το θέλημά του για τους υπηρέτες του στη γη. Ο Μωυσής είπε: «Όταν ο Ύψιστος έδωσε στα έθνη κληρονομιά, όταν χώρισε τους γιους του Αδάμ τον έναν από τον άλλον, στερέωσε το όριο των λαών με τον αριθμό των γιων του Ισραήλ υπόψη».—Δευ 32:8.
Ο Γιος του Θεού ως Βασιλιάς. Ύστερα από την ανατροπή του τελευταίου βασιλιά που καθόταν στο «θρόνο του Ιεχωβά» στην Ιερουσαλήμ (1Χρ 29:23), ο προφήτης Δανιήλ έλαβε ένα όραμα το οποίο περιέγραφε το μελλοντικό διορισμό του ίδιου του Γιου του Θεού ως Βασιλιά. Η θέση του Ιεχωβά τονίζεται σαφώς καθώς αυτός χορηγεί, ως ο Παλαιός των Ημερών, εξουσία διακυβέρνησης στον Γιο του. Η αφήγηση αναφέρει: «Εξακολούθησα να βλέπω στα οράματα της νύχτας, και ορίστε! με τα σύννεφα των ουρανών ερχόταν κάποιος που ήταν σαν γιος ανθρώπου· και απέκτησε πρόσβαση στον Παλαιό των Ημερών, και τον έφεραν μπροστά σε Εκείνον. Και σε αυτόν δόθηκε εξουσία διακυβέρνησης και αξιοπρέπεια και βασιλεία, ώστε όλοι οι λαοί, οι εθνότητες και οι γλώσσες να υπηρετούν αυτόν. Η εξουσία του για διακυβέρνηση είναι εξουσία που θα διαρκέσει στον αιώνα και δεν θα παρέλθει, και η βασιλεία του είναι βασιλεία που δεν θα καταστραφεί». (Δα 7:13, 14) Μια σύγκριση αυτής της περικοπής με τα εδάφια Ματθαίος 26:63, 64 δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το ότι «ο γιος ανθρώπου» στο όραμα του Δανιήλ είναι ο Ιησούς Χριστός. Αυτός αποκτάει πρόσβαση στην παρουσία του Ιεχωβά και του δίνεται εξουσία διακυβέρνησης.—Παράβαλε Ψλ 2:8, 9· Ματ 28:18.
Η Κυριαρχία του Ιεχωβά Προκαλείται. Η πονηρία υφίσταται στη γη σχεδόν τόσα χρόνια όσα και ο άνθρωπος, σύμφωνα με τη Βιβλική χρονολόγηση για την ύπαρξη του ανθρώπου. Ολόκληρη η ανθρωπότητα βρίσκεται σε θνήσκουσα κατάσταση, ενώ οι αμαρτίες και οι παραβάσεις εναντίον του Θεού έχουν πολλαπλασιαστεί. (Ρω 5:12, 15, 16) Εφόσον η Γραφή δείχνει ότι ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο ένα τέλειο ξεκίνημα, γεννιούνται τα εξής ερωτήματα: Πώς ξεκίνησε η αμαρτία, η ατέλεια και η πονηρία; Και γιατί έχει επιτρέψει ο Παντοδύναμος Θεός να συνεχίζονται όλα αυτά επί αιώνες; Οι απαντήσεις σχετίζονται με μια πρόκληση εναντίον της κυριαρχίας του Θεού, η οποία έφερε στο προσκήνιο ένα ζήτημα υψίστης σημασίας που περιλαμβάνει την ανθρωπότητα.
Τι θέλει ο Θεός από εκείνους που τον υπηρετούν. Στο διάβα των αιώνων ο Ιεχωβά Θεός έχει αποδείξει με τα λόγια του και με τις ενέργειές του ότι είναι Θεός αγάπης και παρ’ αξία καλοσύνης, ο οποίος ασκεί τέλεια δικαιοσύνη και κρίση και δείχνει έλεος σε εκείνους που επιζητούν να τον υπηρετούν. (Εξ 34:6, 7· Ψλ 89:14· βλέπε ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΚΡΙΣΗ· ΕΛΕΟΣ.) Ακόμη και στους αγνώμονες και στους πονηρούς εκείνος έχει δείξει καλοσύνη. (Ματ 5:45· Λου 6:35· Ρω 5:8) Αντλεί ευχαρίστηση από το γεγονός ότι η κυριαρχία του ασκείται με αγάπη.—Ιερ 9:24.
Επομένως, θέλει να έχει στο σύμπαν του άτομα που τον υπηρετούν από αγάπη για αυτόν και για τις θαυμάσιες ιδιότητές του. Αυτά τα άτομα πρέπει να αγαπούν πρώτα τον Θεό και έπειτα τον πλησίον τους. (Ματ 22:37-39) Πρέπει να αγαπούν την κυριαρχία του Ιεχωβά, πρέπει να τη θέλουν και να την προτιμούν από οποιαδήποτε άλλη. (Ψλ 84:10) Πρέπει να είναι άτομα που, ακόμη και αν είχαν τη δυνατότητα να γίνουν ανεξάρτητα, θα επέλεγαν την κυριαρχία Του επειδή γνωρίζουν πως η διακυβέρνησή του είναι απείρως σοφότερη, δικαιότερη και καλύτερη από οποιαδήποτε άλλη. (Ησ 55:8-11· Ιερ 10:23· Ρω 7:18) Τέτοιου είδους άτομα υπηρετούν τον Θεό, όχι απλώς από φόβο για την παντοδυναμία του ούτε από ιδιοτέλεια, αλλά από αγάπη για τη δικαιοσύνη, την κρίση και τη σοφία του και επειδή έχουν γνώση της μεγαλοσύνης και της στοργικής καλοσύνης του Ιεχωβά. (Ψλ 97:10· 119:104, 128, 163) Αναφωνούν μαζί με τον απόστολο Παύλο: «Ω! βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσης του Θεού! Πόσο ανεξερεύνητες είναι οι κρίσεις του και ανεξιχνίαστες οι οδοί του! Διότι “ποιος έχει γνωρίσει το νου του Ιεχωβά, ή ποιος έχει γίνει σύμβουλός του;” Ή “ποιος του έχει δώσει πρώτος, ώστε να πρέπει να του ανταποδοθεί;” Επειδή από αυτόν και μέσω αυτού και για αυτόν είναι τα πάντα. Σε αυτόν ας είναι η δόξα στους αιώνες. Αμήν».—Ρω 11:33-36.
Αυτά τα άτομα φτάνουν στο σημείο να γνωρίσουν τον Θεό, και το να τον γνωρίσουν πραγματικά σημαίνει να τον αγαπήσουν και να προσκολληθούν στην κυριαρχία του. Ο απόστολος Ιωάννης γράφει: «Όποιος παραμένει σε ενότητα με αυτόν δεν αμαρτάνει· όποιος αμαρτάνει δεν τον έχει δει ούτε τον έχει γνωρίσει». Επιπλέον, «αυτός που δεν αγαπάει δεν έχει γνωρίσει τον Θεό, επειδή ο Θεός είναι αγάπη». (1Ιω 3:6· 4:8) Ο Ιησούς γνώριζε τον Πατέρα του καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Μάλιστα είπε: «Όλα έχουν παραδοθεί σε εμένα από τον Πατέρα μου, και κανείς δεν γνωρίζει πλήρως τον Γιο, εκτός από τον Πατέρα, ούτε γνωρίζει κανείς πλήρως τον Πατέρα, εκτός από τον Γιο και εκείνον στον οποίο ο Γιος θέλει να τον αποκαλύψει».—Ματ 11:27.
Έλλειψη αγάπης και εκτίμησης. Κατά συνέπεια, η πρόκληση εναντίον της κυριαρχίας του Ιεχωβά προήλθε από κάποιον ο οποίος, παρότι απολάμβανε τα οφέλη της κυριαρχίας του Θεού, δεν εκτίμησε ούτε ανέπτυξε τη γνώση που είχε για τον Θεό, έτσι ώστε να βαθύνει την αγάπη του για εκείνον. Αυτός ήταν πνευματικό πλάσμα του Θεού, άγγελος. Όταν το ανθρώπινο ζευγάρι, ο Αδάμ και η Εύα, τέθηκε στη γη, ο εν λόγω άγγελος διέβλεψε την ευκαιρία να αρχίσει επίθεση κατά της κυριαρχίας του Θεού. Πρώτα έκανε μια (επιτυχή, όπως αποδείχτηκε) απόπειρα να απομακρύνει την Εύα, και έπειτα τον Αδάμ, από την υποταγή στην κυριαρχία του Θεού. Έλπιζε να εγκαθιδρύσει μια αντίπαλη κυριαρχία.
Η Εύα, την οποία αυτός ο άγγελος προσέγγισε πρώτη, σίγουρα δεν είχε εκτιμήσει τον Δημιουργό και Θεό της και δεν είχε επωφεληθεί από την ευκαιρία που της δόθηκε να τον γνωρίσει. Έδωσε προσοχή στη φωνή ενός υποδεέστερου πλάσματος, που φαινομενικά ήταν ένα φίδι, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ο στασιαστής άγγελος. Η Αγία Γραφή δεν αφήνει να εννοηθεί ότι η Εύα εξεπλάγη όταν άκουσε το φίδι να μιλάει. Λέει, όμως, ότι το φίδι ήταν «το πιο προσεκτικό από όλα τα θηρία του αγρού που είχε κάνει ο Ιεχωβά Θεός». (Γε 3:1) Το αν έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό “του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού” και κατόπιν παρουσιάστηκε ως σοφό και ικανό να μιλάει δεν αναφέρεται. Ο στασιαστής άγγελος, χρησιμοποιώντας το φίδι για να της μιλήσει, της πρόσφερε (όπως εκείνη υπέθεσε) την ευκαιρία να ανεξαρτητοποιηθεί, “να γίνει σαν τον Θεό, γνωρίζοντας το καλό και το κακό”, και κατάφερε να την πείσει πως δεν θα πέθαινε.—Γε 2:17· 3:4, 5· 2Κο 11:3.
Ο Αδάμ, που επίσης δεν έδειξε εκτίμηση και αγάπη για τον Δημιουργό και Προμηθευτή του όταν ήρθε αντιμέτωπος με το στασιασμό στο σπιτικό του, και ο οποίος δεν έδειξε οσιότητα ώστε να ταχθεί υπέρ του Θεού του όταν υποβλήθηκε σε δοκιμή, υπέκυψε στην πειστικότητα της Εύας. Προφανώς έχασε την πίστη του στον Θεό και στην ικανότητα που έχει Αυτός να προμηθεύει καθετί καλό στον όσιο υπηρέτη Του. (Παράβαλε τι είπε ο Ιεχωβά στον Δαβίδ όταν εκείνος αμάρτησε με τη Βηθ-σαβεέ, στα εδ. 2Σα 12:7-9.) Επιπλέον, ο Αδάμ φάνηκε να επιρρίπτει την ευθύνη στον Ιεχωβά, κάτι που υποδηλώνεται από την απάντησή του όταν ρωτήθηκε για την εσφαλμένη πράξη του: «Η γυναίκα που μου έδωσες να είναι μαζί μου, αυτή μου έδωσε καρπό από το δέντρο και έφαγα». (Γε 3:12) Ο Αδάμ δεν πίστεψε το ψέμα του Φιδιού ότι δεν θα πέθαινε, κάτι που είχε πιστέψει η Εύα, αλλά τόσο ο Αδάμ όσο και η Εύα επέλεξαν εσκεμμένα μια πορεία αυτοδιάθεσης και στασιασμού κατά του Θεού.—1Τι 2:14.
Ο Αδάμ δεν μπορούσε να πει: «Από τον Θεό δοκιμάζομαι». Τουναντίον, ίσχυσε η εξής αρχή: «Ο καθένας δοκιμάζεται με το να ελκύεται και να δελεάζεται από την ίδια του την επιθυμία. Έπειτα η επιθυμία, αφού συλλάβει, γεννάει την αμαρτία· και η αμαρτία, αφού επιτελεστεί, γεννάει το θάνατο». (Ιακ 1:13-15) Έτσι λοιπόν, οι τρεις στασιαστές—ο άγγελος, η Εύα και ο Αδάμ—χρησιμοποίησαν την ελευθερία βούλησης με την οποία τους είχε προικίσει ο Θεός, για να μεταβούν από την αναμάρτητη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν σε μια πορεία εκούσιας αμαρτίας.—Βλέπε ΑΜΑΡΤΙΑ· ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ.
Το επίμαχο ζήτημα. Ποιο ήταν το αντικείμενο της πρόκλησης; Ποιος ήταν αυτός που ονειδίστηκε και δυσφημίστηκε από την πρόκληση του αγγέλου που ονομάστηκε αργότερα Σατανάς ο Διάβολος—μια πρόκληση την οποία υποστήριξε ο Αδάμ με τη στασιαστική του πράξη; Ήταν αυτή καθαυτή η υπεροχή του Ιεχωβά, το αν η κυριαρχία του υφίστατο; Μήπως διακυβεύτηκε η κυριαρχία του Θεού; Όχι, διότι ο Ιεχωβά κατέχει την υπέρτατη εξουσία και δύναμη και κανείς στον ουρανό ή στη γη δεν μπορεί να την αφαιρέσει από το χέρι του. (Ρω 9:19) Επομένως, η πρόκληση πρέπει να σχετίζεται με το κατά πόσον η κυριαρχία του Θεού ήταν δικαιωματική, αρμόζουσα και δίκαιη—αν ασκούνταν όπως έπρεπε, δίκαια, και με γνώμονα τα καλύτερα συμφέροντα των υπηκόων του ή όχι. Αυτό αφήνεται να εννοηθεί από τα όσα ειπώθηκαν στην Εύα: «Είπε πράγματι ο Θεός ότι δεν πρέπει να τρώτε από κάθε δέντρο του κήπου;» Εν προκειμένω, το Φίδι υπαινίχθηκε πως κάτι τέτοιο ήταν απίστευτο—πως ο Θεός ήταν υπέρμετρα περιοριστικός, κατακρατώντας κάτι που δικαιωματικά ανήκε στο ανθρώπινο ζευγάρι.—Γε 3:1.
Τι ήταν «το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού»;
Τρώγοντας από τον καρπό του «δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού», ο Αδάμ και η Εύα εκδήλωσαν το στασιασμό τους. Ο Δημιουργός, ως ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, είχε κάθε δικαίωμα να θεσπίσει το νόμο σχετικά με το δέντρο, διότι ο Αδάμ, όντας δημιούργημα και όχι κυρίαρχος, είχε περιορισμούς και έπρεπε να αναγνωρίζει αυτό το γεγονός. Για να υπάρχει ειρήνη και αρμονία στο σύμπαν, όλα τα νοήμονα πλάσματα όφειλαν να αναγνωρίζουν και να υποστηρίζουν την κυριαρχία του Δημιουργού. Ο Αδάμ θα έδειχνε ότι αποδεχόταν αυτό το γεγονός με το να μη φάει από τον καρπό εκείνου του δέντρου. Ως ο μελλοντικός πατέρας της οικουμένης, έπρεπε να αποδειχτεί υπάκουος και όσιος, ακόμη και στο παραμικρό. Ίσχυε η εξής αρχή: «Ο πιστός στο ελάχιστο είναι πιστός και στο πολύ, και ο άδικος στο ελάχιστο είναι άδικος και στο πολύ». (Λου 16:10) Ο Αδάμ είχε τη δυνατότητα να δείξει τέτοια τέλεια υπακοή. Προφανώς, ο καρπός του δέντρου δεν ήταν εγγενώς κακός. (Ο απαγορευμένος καρπός δεν ήταν οι σεξουαλικές σχέσεις, διότι ο Θεός είχε διατάξει το ζευγάρι να “γεμίσει τη γη”. [Γε 1:28] Ήταν ο καρπός ενός πραγματικού δέντρου, όπως λέει η Αγία Γραφή.) Το τι αντιπροσώπευε αυτό το δέντρο το εκφράζει ωραία Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ (1966) σε μια υποσημείωση του εδαφίου Γένεση 2:17:
«Αυτή η γνώση είναι ένα προνόμιο το οποίο ο Θεός κρατάει για τον εαυτό του και το οποίο ο άνθρωπος με το αμάρτημά του επιθυμεί να σφετεριστεί, 3:5, 22. Άρα, δεν σημαίνει παντογνωσία, την οποία ο ξεπεσμένος άνθρωπος δεν διαθέτει, ούτε είναι η ηθική διάκριση, διότι ο άνθρωπος την είχε ήδη προτού πέσει, και διότι ο Θεός δεν θα την αρνούνταν σε ένα λογικό ον. Είναι η εξουσία να αποφασίζει ο ίδιος τι είναι καλό και τι είναι κακό και να ενεργεί ανάλογα, μια αξίωση για πλήρη ηθική ανεξαρτησία, μέσω της οποίας ο άνθρωπος αρνείται να αναγνωρίσει τη θέση του ως δημιουργημένου όντος. Η πρώτη αμαρτία αποτελούσε επίθεση στην κυριαρχία του Θεού, ήταν μια αμαρτία υπερηφάνειας».
Οι υπηρέτες του Θεού κατηγορούνται για ιδιοτέλεια. Μια άλλη πτυχή του ζητήματος εντοπίζεται στη δήλωση του Σατανά προς τον Θεό σχετικά με τον πιστό υπηρέτη του, τον Ιώβ. Ο Σατανάς είπε: «Μήπως δωρεάν φοβάται ο Ιώβ τον Θεό; Δεν έστησες ο ίδιος περίφραξη γύρω του και γύρω από το σπίτι του και γύρω από όλα όσα έχει; Το έργο των χεριών του το ευλόγησες και τα ζωντανά του πληθύνθηκαν στη γη. Αλλά άπλωσε τώρα το χέρι σου, παρακαλώ, και άγγιξε όλα όσα έχει και δες αν δεν σε καταραστεί κατά πρόσωπο». Επίσης σε μια άλλη περίπτωση διατύπωσε την εξής κατηγορία: «Δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του». (Ιωβ 1:9-11· 2:4) Με τα λόγια αυτά ο Σατανάς κατηγόρησε τον Ιώβ ότι η καρδιά του δεν ήταν σε αρμονία με τον Θεό, ότι υπηρετούσε τον Θεό υπάκουα απλώς και μόνο για ιδιοτελείς λόγους, για όφελος. Με αυτόν τον τρόπο, ο Σατανάς συκοφάντησε τον Θεό σε σχέση με την κυριαρχία του, και τους υπηρέτες του Θεού σε σχέση με την ακεραιότητά τους υπέρ αυτής της κυριαρχίας. Στην πραγματικότητα, είπε ότι κανένας άνθρωπος στη γη δεν θα διακρατούσε ακεραιότητα υπέρ της κυριαρχίας του Ιεχωβά αν αυτός, ο Σατανάς, είχε το ελεύθερο να τον υποβάλει σε δοκιμή.
Ο Ιεχωβά επέτρεψε να δοθεί συνέχεια σε αυτό το ζήτημα. Όχι, όμως, επειδή δεν ήταν βέβαιος για το αν είναι δίκαιη η κυριαρχία του. Δεν χρειαζόταν να αποδείξει τίποτα στον εαυτό του. Ο λόγος για τον οποίο άφησε χρόνο για τη διαλεύκανση του ζητήματος ήταν η αγάπη του για τα νοήμονα πλάσματά του. Επέτρεψε στον Σατανά να υποβάλει τους ανθρώπους σε δοκιμή, ενώπιον όλου του σύμπαντος. Επιπρόσθετα, έδωσε στα πλάσματά του το προνόμιο να αποδείξουν τον Διάβολο ψεύτη και να απαλλάξουν από τη συκοφαντία όχι μόνο το όνομα του Θεού αλλά και το δικό τους. Ο Σατανάς, με την εγωιστική του στάση, “παραδόθηκε σε μια αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση”. Το σκεπτικό με το οποίο προσέγγισε την Εύα χαρακτηριζόταν από μια προφανή αντιφατικότητα. (Ρω 1:28) Διότι ενώ κατηγορούσε τον Θεό για αθέμιτη και άδικη άσκηση της κυριαρχίας του, ταυτόχρονα ο ίδιος βασιζόταν φανερά στη δικαιοσύνη του Θεού: Πίστευε, όπως φαίνεται, πως ο Θεός θα ένιωθε υποχρεωμένος να τον αφήσει ζωντανό αν αποδείκνυε την κατηγορία του περί απιστίας των πλασμάτων του Θεού.
Τακτοποίηση του ζητήματος, μια ζωτική ανάγκη. Η τακτοποίηση του ζητήματος ήταν πράγματι θέμα ζωτικής σημασίας για όλα τα ζωντανά πλάσματα, σε ό,τι αφορούσε τη σχέση τους με την κυριαρχία του Θεού. Διότι άπαξ και τακτοποιούνταν το ζήτημα, δεν θα χρειαζόταν να εκδικαστεί ποτέ ξανά. Είναι προφανές πως ο Ιεχωβά επιθυμούσε να γνωστοποιηθούν πλήρως και να κατανοηθούν διεξοδικά όλες οι πτυχές αυτού του ζητήματος. Η δράση που ανέλαβε ο Θεός εμπνέει πεποίθηση στο γεγονός ότι παραμένει αναλλοίωτος, εξαίρει την κυριαρχία του, την κάνει πιο επιθυμητή και την εδραιώνει ακόμη περισσότερο στις διάνοιες όλων όσων την επιλέγουν.—Παράβαλε Μαλ 3:6.
Ηθικό ζήτημα. Δεν επρόκειτο, λοιπόν, για ζήτημα ισχύος ή φυσικής δύναμης. Απεναντίας, επρόκειτο κυρίως για ηθικό ζήτημα. Εντούτοις, επειδή ο Θεός είναι αόρατος και επειδή ο Σατανάς έχει καταβάλει κάθε προσπάθεια για να τυφλώσει τις διάνοιες των ανθρώπων, κατά καιρούς έχει αμφισβητηθεί η δύναμη του Ιεχωβά, ακόμη δε και η ύπαρξή του. (1Ιω 5:19· Απ 12:9) Οι άνθρωποι έχουν παρερμηνεύσει το λόγο που βρίσκεται πίσω από την υπομονή και την καλοσύνη του Θεού και έχουν γίνει πιο στασιαστικοί. (Εκ 8:11· 2Πε 3:9) Εξαιτίας αυτού, το να υπηρετεί κανείς τον Θεό με ακεραιότητα προϋποθέτει πίστη και συνεπάγεται παθήματα. (Εβρ 11:6, 35-38) Εντούτοις, ο Ιεχωβά σκοπεύει να γνωστοποιήσει την κυριαρχία του και το όνομά του σε όλους. Στην Αίγυπτο είπε στον Φαραώ: «Στην πραγματικότητα, γι’ αυτόν το λόγο σε κράτησα στη ζωή, για να σου δείξω τη δύναμή μου και για να κάνω το όνομά μου να διακηρυχτεί σε όλη τη γη». (Εξ 9:16) Παρόμοια, ο Θεός έχει αφήσει κάποιον χρόνο για αυτόν τον κόσμο και για το θεό του, τον Σατανά τον Διάβολο, ώστε να υπάρχουν και να εξελίσσονται στα πλαίσια της πονηρίας τους, και έχει ορίσει κάποιον χρόνο για την καταστροφή τους. (2Κο 4:4· 2Πε 3:7) Η προφητική προσευχή του ψαλμωδού ήταν η εξής: «Για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ότι εσύ, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά, είσαι ο μόνος Ύψιστος όλης της γης». (Ψλ 83:18) Ο Ιεχωβά ο ίδιος έχει ορκιστεί: «Σε εμένα θα λυγίσει κάθε γόνατο, κάθε γλώσσα θα ορκιστεί, λέγοντας: “Ασφαλώς στον Ιεχωβά υπάρχει πλήρης δικαιοσύνη και ισχύς”».—Ησ 45:23, 24.
Ποιες ήταν οι προεκτάσεις του ζητήματος. Ποιες προεκτάσεις είχε αυτό το ζήτημα; Εφόσον ο άνθρωπος παρασύρθηκε στην αμαρτία, και εφόσον αμάρτησε ένας άγγελος, το ζήτημα περιέλαβε μέχρι και τα ουράνια πλάσματα του Θεού, ακόμη και τον μονογενή Γιο του Θεού που βρίσκεται πιο κοντά στον Ιεχωβά Θεό από οποιονδήποτε άλλον. Αυτός, που πάντοτε έκανε ό,τι ευαρεστούσε τον Πατέρα του, θα επιθυμούσε έντονα να συμβάλει στη δικαίωση της κυριαρχίας του Ιεχωβά. (Ιωα 8:29· Εβρ 1:9) Ο Θεός τον επέλεξε για αυτόν το διορισμό, στέλνοντάς τον στη γη, όπου γεννήθηκε ως άρρενας από την παρθένα Μαρία. (Λου 1:35) Ήταν τέλειος, και διακράτησε αυτή την τελειότητα και την άμεμπτη διαγωγή του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ακόμη και ως τον επονείδιστο θάνατό του. (Εβρ 7:26) Πριν από το θάνατό του είπε: «Τώρα γίνεται κρίση αυτού του κόσμου· τώρα ο άρχοντας αυτού του κόσμου θα ριχτεί έξω». Επίσης: «Έρχεται ο άρχοντας του κόσμου. Και δεν έχει καμιά επιρροή πάνω μου». (Ιωα 12:31· 14:30) Ο Σατανάς δεν κατάφερε να ασκήσει καμιά επιρροή στον Χριστό ώστε να διαρρήξει την ακεραιότητά του, και επομένως η κρίση που εκφέρθηκε εναντίον του ήταν ότι απέτυχε και επρόκειτο να ριχτεί έξω. Ο Ιησούς “νίκησε τον κόσμο”.—Ιωα 16:33.
Ιησούς Χριστός, Αυτός που δικαιώνει την κυριαρχία του Ιεχωβά. Κατά συνέπεια, ο Ιησούς Χριστός, με έναν απόλυτα τέλειο τρόπο, απέδειξε τον Διάβολο ψεύτη, δίνοντας πλήρη απάντηση στο ερώτημα αν θα υπήρχε άνθρωπος που θα ήταν πιστός στον Θεό κάτω από οποιαδήποτε δοκιμασία. Γι’ αυτό και ο Ιησούς διορίστηκε από τον Κυρίαρχο Θεό ως ο Εκτελεστής των σκοπών Του, ως εκείνος που θα χρησιμοποιηθεί για την εξάλειψη της πονηρίας, περιλαμβανομένου και του Διαβόλου, από το σύμπαν. Ο Ιησούς θα ασκήσει αυτή την εξουσία, και “κάθε γόνατο θα λυγίσει και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Θεού του Πατέρα”.—Φλπ 2:5-11· Εβρ 2:14· 1Ιω 3:8.
Στην επικράτεια που του παραχωρείται, ο Γιος άρχει στο όνομα του Πατέρα του, “εκμηδενίζοντας” κάθε κυβέρνηση, κάθε εξουσία και κάθε δύναμη που ανθίσταται στην κυριαρχία του Ιεχωβά. Ο απόστολος Παύλος αποκαλύπτει ότι κατόπιν ο Ιησούς Χριστός θα αποδώσει το μέγιστο φόρο τιμής στην κυριαρχία του Ιεχωβά, διότι, «όταν τα πάντα θα έχουν υποταχθεί σε αυτόν, τότε και ο ίδιος ο Γιος θα υποταχθεί σε Εκείνον που υπέταξε τα πάντα σε αυτόν, ώστε να είναι ο Θεός τα πάντα για όλους».—1Κο 15:24-28.
Το βιβλίο της Αποκάλυψης δείχνει πως μετά το τέλος της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού, στη διάρκεια της οποίας εκείνος θα εξουδετερώσει κάθε εξουσία που θα επιχειρήσει να ανταγωνιστεί την κυριαρχία του Ιεχωβά, ο Διάβολος θα λυθεί για λίγο καιρό. Αυτός θα προσπαθήσει να ανακινήσει το ζήτημα, αλλά δεν θα παραχωρηθεί πολύς χρόνος για ένα ζήτημα που θα έχει ήδη τακτοποιηθεί. Ο Σατανάς και οι ακόλουθοί του θα αφανιστούν ολοκληρωτικά.—Απ 20:7-10.
Άλλοι που υποστηρίζουν την πλευρά του Ιεχωβά. Αν και η πιστότητα του Χριστού δικαίωσε πέρα για πέρα την πλευρά του Θεού σε αυτό το ζήτημα, έχει επιτραπεί και σε άλλους να συμβάλουν σε αυτό. (Παρ 27:11) Τα αποτελέσματα από την πορεία ακεραιότητας του Χριστού, περιλαμβανομένου του θυσιαστικού του θανάτου, εξαίρονται από τον απόστολο Παύλο: «Μέσω μιας πράξης δικαίωσης το αποτέλεσμα για ανθρώπους κάθε είδους είναι το ότι ανακηρύσσονται δίκαιοι για ζωή». (Ρω 5:18) Ο Χριστός έγινε η Κεφαλή ενός εκκλησιαστικού «σώματος» (Κολ 1:18), τα μέλη του οποίου μετέχουν στο θάνατο ακεραιότητας εκείνου, και αυτός είναι ευτυχής για το ότι είναι συμμέτοχοι με αυτόν ως συγκληρονόμοι, ως συμβασιλείς στη διακυβέρνηση της Βασιλείας του. (Λου 22:28-30· Ρω 6:3-5· 8:17· Απ 20:4, 6) Πιστοί άνθρωποι της αρχαιότητας, αποβλέποντας στη μέριμνα του Θεού, διακράτησαν ακεραιότητα, αν και ήταν ατελείς στο σώμα. (Εβρ 11:13-16) Και οι πολλοί άλλοι που τελικά θα λυγίσουν το γόνατο με αίσθημα αναγνώρισης θα κάνουν και αυτοί το ίδιο αποδεχόμενοι εγκάρδια τη δίκαιη και αρμόζουσα κυριαρχία του Θεού. Όπως έψαλε προφητικά ο ψαλμωδός: «Καθετί που έχει πνοή ας αινεί τον Γιαχ. Αινείτε τον Γιαχ!»—Ψλ 150:6.
-
-
ΚύριοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΡΙΟΣ
Η λέξη κύριος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου καθώς και οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται έτσι (ή με άλλους συναφείς όρους όπως «ιδιοκτήτης», «κάτοχος») χρησιμοποιούνται σε συνάρτηση με τον Ιεχωβά Θεό (Ιεζ 3:11), τον Ιησού Χριστό (Ματ 7:21), έναν από τους πρεσβυτέρους που είδε ο Ιωάννης σε όραμα (Απ 7:13, 14), αγγέλους (Γε 19:1, 2· Δα 12:8), ανθρώπους (1Σα 25:24· Πρ 16:16, 19, 30) και ψεύτικους θεούς (1Κο 8:5). Συχνά, ο προσδιορισμός «κύριος» υποδηλώνει κάποιον ο οποίος έχει κυριότητα ή εξουσία και δύναμη πάνω σε πρόσωπα ή πράγματα. (Γε 24:9· 42:30· 45:8, 9· 1Βα 16:24· Λου 19:33· Πρ 25:26· Εφ 6:5) Αυτός ο τίτλος χρησιμοποιήθηκε από τη Σάρρα για το σύζυγό της (Γε 18:12), από παιδιά για τον πατέρα τους (Γε 31:35· Ματ 21:28, 29) και από έναν νεότερο αδελφό για το μεγαλύτερο αδελφό του (Γε 32:5, 6). Εμφανίζεται ως τίτλος σεβασμού που απευθυνόταν σε διακεκριμένα πρόσωπα, δημόσιους αξιωματούχους, προφήτες και βασιλιάδες. (Γε 23:6· 42:10· Αρ 11:28· 2Σα 1:10· 2Βα 8:10-12· Ματ 27:63) Όταν χρησιμοποιούνταν για την προσφώνηση ξένων, η λέξη «κύριος» αποτελούσε τίτλο αβροφροσύνης.—Ιωα 12:21· 20:15· Πρ 16:30.
Ιεχωβά Θεός. Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο “Κύριος του ουρανού και της γης”, δεδομένου ότι είναι ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος λόγω της ιδιότητάς του ως Δημιουργού. (Ματ 11:25· Απ 4:11) Τα ουράνια πλάσματα τον αποκαλούν «Κύριο», σύμφωνα με το εδάφιο Αποκάλυψη 11:15, το οποίο λέει: «Έγιναν δυνατές φωνές στον ουρανό, που έλεγαν: “Η βασιλεία του κόσμου έγινε βασιλεία του Κυρίου μας [Ιεχωβά] και του Χριστού του”». Οι πιστοί υπηρέτες του Θεού στη γη τον προσφωνούσαν με τον τίτλο «Υπέρτατος Κύριος», τίτλος που εμφανίζεται πάνω από 300 φορές στις θεόπνευστες Γραφές. (Γε 15:2· Απ 6:10) Επίσης ο Θεός περιγράφεται εύστοχα ως «ο αληθινός Κύριος». (Ησ 1:24) Υπό την καθοδήγησή του λαβαίνει χώρα η σύναξη, ή η συγκομιδή, των ανθρώπων για ζωή. Γι’ αυτό και οι εκκλήσεις για περισσότερους εργάτες που θα βοηθήσουν στο θερισμό πρέπει να απευθύνονται σε Εκείνον ως τον «Κύριο του θερισμού».—Ματ 9:37, 38· βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παραρτήματα 1Ε, 1ΣΤ, 1Ζ, 1Η, 1Θ.
Ιησούς Χριστός. Όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός αυτοπροσδιορίστηκε ως «Κύριος του σαββάτου». (Ματ 12:8) Εύλογα, χρησιμοποίησε το Σάββατο για την επιτέλεση του έργου που του είχε δώσει εντολή να κάνει ο ουράνιος Πατέρας του. Μέρος αυτού του έργου ήταν και η θεραπεία ασθενών. (Παράβαλε Ματ 8:16, 17.) Ο Ιησούς γνώριζε ότι ο Μωσαϊκός Νόμος, ο οποίος απαιτούσε την τήρηση του Σαββάτου, ήταν «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων». (Εβρ 10:1) Σε σχέση με αυτά τα “καλά μελλοντικά πράγματα” υπάρχει ένα σάββατο του οποίου Κύριος πρόκειται να είναι ο ίδιος.—Βλέπε ΣΑΒΒΑΤΟ («Κύριος του Σαββάτου»).
Στη διάρκεια της επίγειας ζωής του Ιησού Χριστού, και άλλοι εκτός από τους μαθητές του τον προσφωνούσαν “Κύριο”. (Ματ 8:2· Ιωα 4:11) Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εν λόγω προσφώνηση αποτελούσε πρωτίστως τίτλο σεβασμού ή αβροφροσύνης. Εντούτοις, ο Ιησούς έδειξε στους αποστόλους του ότι το να τον αποκαλούν εκείνοι «Κύριο» συνεπαγόταν κάτι περισσότερο. Είπε: «Εσείς με αποκαλείτε “Δάσκαλο” και “Κύριο”, και μιλάτε σωστά, γιατί είμαι». (Ιωα 13:13) Εφόσον ήταν μαθητές του, οι απόστολοι μάθαιναν ή διδάσκονταν από αυτόν. Άρα αυτός ήταν ο Κύριός τους.
Ειδικά μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, ο τίτλος Κύριος προσέλαβε μεγάλη σημασία. Μέσω του θυσιαστικού του θανάτου, ο Ιησούς εξαγόρασε τους ακολούθους του, πράγμα που τον κατέστησε Ιδιοκτήτη τους. (Ιωα 15:13, 14· 1Κο 7:23· 2Πε 2:1· Ιου 4· Απ 5:9, 10) Ήταν επίσης ο Βασιλιάς τους και ο Γαμπρός στον οποίο υπόκειντο ως Κύριό τους. (Πρ 17:7· Εφ 5:22-27· παράβαλε Ιωα 3:28, 29· 2Κο 11:2· Απ 21:9-14.) Όταν ο Ιεχωβά αντάμειψε τον Γιο του για την πιστότητα που επέδειξε μέχρι του σημείου να υπομείνει επαίσχυντο θάνατο σε πάσσαλο, «τον εξύψωσε σε ανώτερη θέση και του έδωσε με καλοσύνη το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος, και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Θεού του Πατέρα». (Φλπ 2:9-11) Το να αναγνωρίζει κάποιος τον Ιησού Χριστό ως Κύριο σημαίνει πολύ περισσότερα από το να τον αποκαλεί απλώς «Κύριο». Απαιτείται αναγνώριση της θέσης του Ιησού και πορεία υπακοής. (Παράβαλε Ιωα 14:21.) Όπως είπε ο ίδιος ο Ιησούς: «Δεν θα μπει στη βασιλεία των ουρανών ο καθένας που μου λέει “Κύριε, Κύριε”, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς».—Ματ 7:21.
Ο Ιεχωβά Θεός χορήγησε επίσης αθανασία στον πιστό Γιο του. Επομένως, αν και πολλοί άνθρωποι έχουν κυβερνήσει ως βασιλιάδες ή κύριοι, μόνο ο Ιησούς Χριστός, ο «Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων», κατέχει αθανασία.—1Τι 6:14-16· Απ 19:16.
Εφόσον ο Ιησούς έχει τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη (Απ 1:17, 18), είναι σε θέση να απελευθερώσει το ανθρώπινο γένος από τον κοινό τάφο (Ιωα 5:28, 29) και από το θάνατο που μας κληροδότησε ο Αδάμ. (Ρω 5:12, 18) Είναι, λοιπόν, συν τοις άλλοις “Κύριος των νεκρών”, συμπεριλαμβανομένου του Βασιλιά Δαβίδ, ενός από τους επίγειους προγόνους του.—Πρ 2:34-36· Ρω 14:9.
Τίτλος Σεβασμού. Το γεγονός ότι οι Χριστιανοί έχουν μόνο “έναν Κύριο”, τον Ιησού Χριστό (Εφ 4:5), δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιούν τη λέξη «κύριος» για άλλους ως τίτλο σεβασμού, αβροφροσύνης ή εξουσίας. Μάλιστα, ο απόστολος Πέτρος μνημόνευσε τη Σάρρα ως καλό παράδειγμα για τις Χριστιανές συζύγους λόγω της υπακοής της στον Αβραάμ, τον οποίο “αποκαλούσε «κύριο»”. (1Πε 3:1-6) Αυτό δεν το έκανε η Σάρρα απλώς για τους τύπους. Επρόκειτο για ειλικρινή εκδήλωση της υποτακτικότητάς της, διότι και «μέσα της» μιλούσε έτσι για αυτόν. (Γε 18:12) Από την άλλη μεριά, εφόσον όλοι οι Χριστιανοί είναι αδελφοί, θα ήταν λάθος να αποκαλούν κάποιον ανάμεσά τους «Ηγέτη» ή «Κύριο», θεωρώντας τον πνευματικό ηγέτη.—Ματ 23:8-10· βλέπε ΙΕΧΩΒΑ· ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ.
Η Λέξη Κύριος στο Πρωτότυπο Ελληνικό Κείμενο. Η εν λόγω λέξη του ελληνικού κειμένου είναι ένα επίθετο που δείχνει την κατοχή δύναμης (κύρους) ή εξουσίας και χρησιμοποιείται επίσης ως ουσιαστικό. Εμφανίζεται σε κάθε βιβλίο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών με εξαίρεση την επιστολή προς τον Τίτο και τις επιστολές του Ιωάννη. Ο όρος αντιστοιχεί στην εβραϊκή λέξη ’Αδών. Ο Ιησούς Χριστός, ως δημιουργημένος Γιος και Υπηρέτης του Θεού, απευθύνεται ορθά στον Πατέρα του και Θεό του (Ιωα 20:17) ως «Κύριο» (’Αδονάι ή Κύριος), ως Εκείνον που κατέχει ανώτερη δύναμη και εξουσία, ως την Κεφαλή του. (Ματ 11:25· 1Κο 11:3) Εφόσον ο Ιησούς εξυψώθηκε στα δεξιά του Πατέρα του, είναι «Κύριος κυρίων» σε σχέση με όλους εκτός από τον Πατέρα του, τον Θεό τον Παντοδύναμο.—Απ 17:14· 19:15, 16· παράβαλε 1Κο 15:27, 28.
Η χρήση της λέξης αντί του θεϊκού ονόματος. Στη διάρκεια του δεύτερου ή του τρίτου αιώνα της Κοινής Χρονολογίας, οι αντιγραφείς αντικατέστησαν το θεϊκό όνομα Ιεχωβά με τις λέξεις Κύριος και Θεός σε αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, μιας μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών. Παρόμοια τακτική ακολούθησαν και άλλες μεταφράσεις, όπως η λατινική Βουλγάτα, η Μετάφραση Ντουαί (που είναι βασισμένη στη Βουλγάτα) και η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, καθώς και πλήθος σύγχρονων μεταφράσεων (NE, AT, RS, NIV, TEV, NAB, ΒΑΜ, ΛΧ, ΜΠΚ, ΦΙΛ). Το θεϊκό όνομα αντικαταστάθηκε από τις λέξεις «Θεός» και «Κύριος», γραμμένες συνήθως με κεφαλαία γράμματα, έτσι ώστε να επισημαίνεται η αντικατάσταση του Τετραγράμματου, δηλαδή του θεϊκού ονόματος.
Ξεφεύγοντας από αυτή την τακτική, η επιτροπή μετάφρασης της Αμερικανικής Στερεότυπης Μετάφρασης του 1901 δήλωσε: «Οι Αμερικανοί Αναθεωρητές, έπειτα από προσεκτική εξέταση, δέχτηκαν ομόφωνα ότι δεν θα έπρεπε πια να επικρατεί στην αγγλική ή σε οποιαδήποτε άλλη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης μια Ιουδαϊκή δεισιδαιμονία, η οποία θεωρούσε το Θεϊκό Όνομα τόσο ιερό ώστε δεν θα έπρεπε να προφέρεται, πράγμα που ευτυχώς δεν συμβαίνει στις πολυάριθμες μεταφράσεις οι οποίες έχουν γίνει από σύγχρονους ιεραποστόλους. . . . Αυτό το προσωπικό όνομα [Ιεχωβά], με τον πλούτο των ιερών συσχετισμών του, αποκαταστάθηκε τώρα στο ιερό κείμενο στη δικαιωματική και αδιαφιλονίκητη θέση του».—AS, πρόλογος, σ. 4.
Έκτοτε, πλήθος μεταφράσεων (An, JB [αγγλική και γαλλική], NC, BC [και οι δύο στην ισπανική] και άλλες) έχουν αποδώσει με συνέπεια το Τετραγράμματο ως «Γιαχβέ» ή έχουν χρησιμοποιήσει κάποιον παρόμοιο τύπο.
Στο λήμμα ΙΕΧΩΒΑ (Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές), παρουσιάζονται επίσης στοιχεία που δείχνουν ότι το θεϊκό όνομα Ιεχωβά χρησιμοποιήθηκε στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, από τον Ματθαίο ως την Αποκάλυψη. Με βάση αυτό, η Μετάφραση Νέου Κόσμου, η οποία χρησιμοποιείται σε όλο αυτό το σύγγραμμα, έχει αποκαταστήσει το θεϊκό όνομα στη μετάφραση των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, σε 237 περιπτώσεις συνολικά. Και άλλες μεταφράσεις έχουν προβεί σε παρόμοια αποκατάσταση, ειδικά στη μετάφραση των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών στην εβραϊκή.
Σχολιάζοντας το θέμα «Αποκατάσταση του Θεϊκού Ονόματος», η Επιτροπή Μετάφρασης Νέου Κόσμου της Αγίας Γραφής δηλώνει: «Προκειμένου να διαπιστώσουμε πού αντικαταστάθηκε το θεϊκό όνομα από τις λέξεις Κύριος και Θεός, εντοπίσαμε τις περιπτώσεις όπου οι θεόπνευστοι Χριστιανοί συγγραφείς έχουν παραθέσει εδάφια, αποσπάσματα και εκφράσεις από τις Εβραϊκές Γραφές, και στη συνέχεια ανατρέξαμε στο εβραϊκό κείμενο για να εξακριβώσουμε αν το θεϊκό όνομα εμφανίζεται εκεί. Με αυτόν τον τρόπο καθορίσαμε ποιος εννοείται όταν χρησιμοποιούνται οι λέξεις Κύριος και Θεός». Εξηγώντας περαιτέρω, η Επιτροπή αναφέρει: «Προκειμένου να μην υπερβούμε τα όρια του μεταφραστή και υπεισέλθουμε στο χώρο της ερμηνείας, προσπαθήσαμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην απόδοση του θεϊκού ονόματος, λαβαίνοντας πάντοτε προσεκτικά υπόψη τις Εβραϊκές Γραφές και θεωρώντας τες ως βάση. Ερευνήσαμε για επιβεβαίωση τις πολλές εβραϊκές μεταφράσεις που συμβουλευτήκαμε ώστε να διαπιστώσουμε αν συμφωνούν με την απόδοσή μας». Για καθένα από τα 237 σημεία όπου η Επιτροπή Μετάφρασης Νέου Κόσμου της Αγίας Γραφής έχει αποδώσει το θεϊκό όνομα στο κείμενο της μετάφρασής της υπάρχει τέτοια επιβεβαίωση από εβραϊκές μεταφράσεις.—ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 1Δ.
Οι Εβραϊκές Λέξεις «Αδών» και «Αδονάι». Η εβραϊκή λέξη ’αδών εμφανίζεται 334 φορές στις Εβραϊκές Γραφές. Ενέχει την έννοια της ιδιοκτησίας ή της ηγεσίας και χρησιμοποιείται για τον Θεό και για ανθρώπους. Ο τύπος ’αδονίμ, στον πληθυντικό αριθμό, μερικές φορές υποδηλώνει απλώς περισσότερα από ένα πρόσωπα και τότε μεταφράζεται «κύριοι». (Ψλ 136:3· Ησ 26:13) Σε άλλα σημεία ο πληθυντικός αριθμός δηλώνει εξοχότητα ή μεγαλειότητα είτε για τον Θεό είτε για ανθρώπους (Ψλ 8:1· Γε 39:2), και σε αυτές τις περιπτώσεις τυχόν αντωνυμίες ή επιθετικοί προσδιορισμοί που συνοδεύουν τη λέξη είναι στον ενικό αριθμό. (Ψλ 45:11· 147:5) Σε μερικά σημεία χρησιμοποιούνται δίπλα δίπλα δύο τύποι πληθυντικού αριθμού για να διαχωρίσουν τον Ιεχωβά, στον οποίο αναφέρεται ο πληθυντικός εξοχότητας, από τους πολυάριθμους άλλους κυρίους.—Δευ 10:17· Ψλ 136:3· παράβαλε 1Κο 8:5, 6.
Στις Γραφές οι τίτλοι ’Αδών και ’Αδονίμ εφαρμόζονται στον Ιεχωβά 25 φορές. Σε εννιά σημεία του Μασοριτικού κειμένου, πριν από τη λέξη ’Αδών υπάρχει το οριστικό άρθρο χα, γεγονός που περιορίζει την εφαρμογή του τίτλου στον Ιεχωβά. (Εξ 23:17· 34:23· Ησ 1:24· 3:1· 10:16, 33· 19:4· Μιχ 4:13· Μαλ 3:1) Στις έξι περιπτώσεις όπου η λέξη ’Αδών χωρίς το οριστικό άρθρο αναφέρεται στον Ιεχωβά, τον περιγράφει ως Κύριο (Ιδιοκτήτη) της γης, οπότε είναι σαφές ποιος εννοείται. (Ιη 3:11, 13· Ψλ 97:5· 114:7· Ζαχ 4:14· 6:5) Στις δέκα περιπτώσεις όπου η λέξη ’Αδονίμ χρησιμοποιείται για τον Ιεχωβά, τα άμεσα συμφραζόμενα καθιστούν βέβαιη την ταυτότητά του.—Δευ 10:17· Νε 8:10· 10:29· Ψλ 8:1, 9· 135:5· 136:3· 147:5· Ησ 51:22· Ωσ 12:14.
Η κατάληξη αϊ που προστίθεται στην εβραϊκή λέξη ’αδών είναι ένας διαφορετικός τύπος του πληθυντικού εξοχότητας. Όταν η λέξη ’Αδονάι εμφανίζεται χωρίς κανένα άλλο συμπληρωματικό επίθημα στην εβραϊκή, χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τον Ιεχωβά και υποδηλώνει ότι αυτός είναι ο Υπέρτατος Κύριος. Σύμφωνα με τη Διεθνή Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου ([The International Standard Bible Encyclopedia] 1986, Τόμ. 3, σ. 157), «ο εν λόγω τύπος εξαίρει τη δύναμη και την κυριαρχία του Γιαχβέ ως “Κυρίου”». Όταν τον χρησιμοποιούν άνθρωποι απευθυνόμενοι σε εκείνον, δείχνουν ταπεινή αναγνώριση αυτού του σπουδαίου γεγονότος.—Γε 15:2, 8· Δευ 3:24· Ιη 7:7.
Προφανώς στις αρχές της Κοινής Χρονολογίας, οι Ιουδαίοι ραβίνοι είχαν ήδη αρχίσει να θεωρούν το θεϊκό όνομα ΓΧΒΧ τόσο ιερό ώστε δεν το πρόφεραν. Αντ’ αυτού, το υποκαθιστούσαν με τη λέξη ’Αδονάι (ενίοτε με τη λέξη ’Ελοχίμ) όταν διάβαζαν τις Γραφές μεγαλόφωνα. Οι Σοφερείμ, δηλαδή οι αντιγραφείς, προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα, αντικαθιστώντας το θεϊκό όνομα στο γραπτό κείμενο με τη λέξη ’Αδονάι 134 φορές (133 στην Μπίμπλια Χεμπράικα Στουτγκαρτένσια [Biblia Hebraica Stuttgartensia]). Περίπου από τον πέμπτο μέχρι τον ένατο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, οι Μασορίτες αντέγραφαν το κείμενο με μεγάλη προσοχή. Σημείωναν στη Μασόρα (στις επισημάνσεις τους επί του κειμένου) τις περιπτώσεις όπου οι Σοφερείμ είχαν κάνει τέτοιες αλλαγές. Ως αποτέλεσμα γνωρίζουμε τις εν λόγω 134 αλλαγές. (Για τον κατάλογο των περιπτώσεων βλέπε ΜΝΚ με Υποσημειώσεις, παράρτημα 1Β.) Με αυτό υπόψη, απομένουν 306 σημεία όπου η λέξη ’Αδονάι υπήρχε εξαρχής στο κείμενο.
Ο τίτλος ’Αδονάι χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον από τους προφήτες, και μάλιστα ο Ιεζεκιήλ τον χρησιμοποιεί συχνότερα από κάθε άλλον. Σχεδόν κάθε φορά, τον χρησιμοποιεί σε συνδυασμό με το θεϊκό όνομα σχηματίζοντας την έκφραση ’Αδονάι Γεχβίχ, «Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά». Ένας άλλος συνδυασμός που αποτελεί τίτλο και εμφανίζεται 16 φορές είναι η έκφραση ’Αδονάι Γεχβίχ τσεβα’ώθ, «Υπέρτατος Κύριος, Ιεχωβά των στρατευμάτων», και όλες οι περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται, εκτός από δύο (Ψλ 69:6· Αμ 9:5), βρίσκονται στο βιβλίο του Ησαΐα και στο βιβλίο του Ιερεμία. Ο τίτλος χρησιμοποιείται για να παρουσιάσει τον Ιεχωβά ως εκείνον που έχει τη δύναμη και την αποφασιστικότητα, όχι μόνο να παίρνει εκδίκηση για τον καταδυναστευόμενο λαό του, αλλά και να τους τιμωρεί για την απιστία τους.
-
-
ΚύροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΥΡΟΣ
(Κύρος).
Ο ιδρυτής της Περσικής Αυτοκρατορίας και κατακτητής της Βαβυλώνας. Αποκαλείται «Κύρος ο Μέγας»—τίτλος που τον ξεχωρίζει από τον Κύρο Α΄, τον παππού του.
Μετά την κατάκτηση της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας, ένα κείμενο σφηνοειδούς γραφής, γνωστό ως Κύλινδρος του Κύρου, παρουσιάζει τον Κύρο να λέει: «Εγώ είμαι ο Κύρος, βασιλιάς του κόσμου, μεγάλος βασιλιάς, νόμιμος βασιλιάς, βασιλιάς της Βαβυλώνας, βασιλιάς του Σουμέρ και του Ακκάδ, βασιλιάς των τεσσάρων άκρων (της γης), γιος του Καμβύση (Κα-αμ-μπου-ζι-ια), μεγάλος βασιλιάς, βασιλιάς του Ανσάν, εγγονός του Κύρου [Α΄], . . . απόγονος του Τεΐσπη . . . από οικογένεια (που) ανέκαθεν (ασκούσε) βασιλική εξουσία». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 316) Ο Κύρος παρουσιάζεται, λοιπόν, ως γόνος της δυναστείας των βασιλιάδων του Ανσάν, μιας πόλης ή περιφέρειας της οποίας η θέση δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά τώρα γενικά πιστεύεται ότι βρισκόταν Α του Ελάμ. Αυτή η δυναστεία βασιλιάδων ονομάζεται δυναστεία των Αχαιμενιδών, από το όνομα του Αχαιμένη, του πατέρα του Τεΐσπη.
Η αρχική περίοδος της ζωής του Κύρου Β΄ είναι κάπως συγκεχυμένη, καθώς οι πληροφορίες που έχουμε για αυτήν προέρχονται κυρίως από τις μάλλον ευφάνταστες εξιστορήσεις του Ηρόδοτου (ο οποίος έζησε τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ.) και του Ξενοφώντα (ο οποίος έζησε μισό περίπου αιώνα αργότερα). Ωστόσο, και οι δύο αυτοί συγγραφείς παρουσιάζουν τον Κύρο ως γιο του Πέρση ηγεμόνα Καμβύση και της συζύγου του της Μανδάνης, η οποία ήταν κόρη του Αστυάγη, του βασιλιά των Μήδων. (Ηρόδοτος, Α΄, 107, 108· Ξενοφώντα Κύρου Παιδεία, Α΄, 2, 1) Αυτή την εξ αίματος συγγένεια του Κύρου με τους Μήδους δεν την ενστερνίζεται ο Κτησίας, ένας άλλος ιστορικός της ίδιας περιόδου, ο οποίος αντ’ αυτού ισχυρίζεται ότι ο Κύρος έγινε γαμπρός του Αστυάγη όταν παντρεύτηκε την κόρη του, που ονομαζόταν Αμύτις (Αμυΐτις).
Ο Κύρος διαδέχθηκε τον Καμβύση Α΄, τον πατέρα του, στο θρόνο του Ανσάν, το οποίο βρισκόταν τότε υπό την επικυριαρχία του Μήδου βασιλιά Αστυάγη. Ο Διόδωρος (του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ.) τοποθετεί την έναρξη της βασιλείας του Κύρου στο πρώτο έτος της 55ης Ολυμπιάδας, δηλαδή το 560/559 Π.Κ.Χ. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Κύρος εξεγέρθηκε εναντίον της μηδικής κυριαρχίας και, επειδή τα στρατεύματα του Αστυάγη εγκατέλειψαν τη μάχη, κατάφερε να κερδίσει μια εύκολη νίκη και να κατακτήσει την πρωτεύουσα των Μήδων, τα Εκβάτανα. Σύμφωνα με το Χρονικό του Ναβονίδη, ο Βασιλιάς Ιστουμέγκου (Αστυάγης) «συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και βάδισε εναντίον του Κύρου, του βασιλιά του Ανσάν, για να τον πολεμήσει. Ο στρατός του Ιστουμέγκου εξεγέρθηκε εναντίον του και τον παρέδωσε δέσμιο στον Κύρο». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 305) Ο Κύρος κατάφερε να κερδίσει την αφοσίωση των Μήδων, και έτσι οι Μήδοι και οι Πέρσες πολεμούσαν έκτοτε ενωμένα υπό την ηγεσία του. Τα επόμενα χρόνια ο Κύρος κινήθηκε για να εδραιώσει την κυριαρχία του στο δυτικό τομέα της Μηδικής Αυτοκρατορίας, προελαύνοντας μέχρι τα ανατολικά σύνορα της Λυδικής Αυτοκρατορίας στον ποταμό Άλυ της Μικράς Ασίας.
Στη συνέχεια ο Κύρος νίκησε τον πάμπλουτο Βασιλιά Κροίσο της Λυδίας και κατέλαβε τις Σάρδεις. Ακολούθως, υπέταξε τις ιωνικές πόλεις και προσάρτησε ολόκληρη τη Μικρά Ασία στην επικράτεια της Περσικής Αυτοκρατορίας. Έτσι λοιπόν, μέσα σε μερικά χρόνια ο Κύρος είχε γίνει ο κύριος αντίπαλος της Βαβυλώνας και του βασιλιά της του Ναβονίδη.
Η Κατάκτηση της Βαβυλώνας. Ο Κύρος ετοιμάστηκε τότε να αντιμετωπίσει την ισχυρή Βαβυλώνα, και ιδιαίτερα από αυτό το σημείο και έπειτα έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στην εκπλήρωση Βιβλικών προφητειών. Στη θεόπνευστη προφητεία του Ησαΐα αναφορικά με την αποκατάσταση της Ιερουσαλήμ και του ναού της, αυτός ο Πέρσης ηγεμόνας είχε κατονομαστεί ως εκείνος τον οποίο είχε διορίσει ο Ιεχωβά Θεός για να πραγματοποιήσει την ανατροπή της Βαβυλώνας και την απελευθέρωση των Ιουδαίων που θα ήταν εξόριστοι εκεί. (Ησ 44:26–45:7) Παρότι αυτή η προφητεία είχε καταγραφεί ενάμιση και πλέον αιώνα προτού ανέλθει στην εξουσία ο Κύρος και παρότι η ερήμωση του Ιούδα προφανώς έλαβε χώρα προτού καν γεννηθεί ο Κύρος, ωστόσο ο Ιεχωβά διακήρυξε ότι ο Κύρος θα ενεργούσε ως «ποιμένας» Του για τον Ιουδαϊκό λαό. (Ησ 44:28· παράβαλε Ρω 4:17.) Λόγω του προκαταβολικού αυτού διορισμού του, ο Κύρος κλήθηκε ο “χρισμένος” του Ιεχωβά (στην εβραϊκή τύπος της λέξης μασίαχ, μεσσίας, και στην ελληνική χριστός). (Ησ 45:1) Το ότι ο Θεός “τον κάλεσε με το όνομά του” (Ησ 45:4) από τόσο νωρίς δεν υπονοεί ότι του έδωσε το όνομα «Κύρος» κατά τη γέννησή του, αλλά σημαίνει ότι ο Ιεχωβά προγνώριζε πως θα εγειρόταν ένας τέτοιος άντρας που θα είχε αυτό το όνομα και ότι η κλήση που θα του απηύθυνε ο Ιεχωβά δεν θα ήταν ανώνυμη αλλά άμεση, συγκεκριμένη, ονομαστική.
Έτσι λοιπόν, εν αγνοία του Βασιλιά Κύρου ο οποίος πιθανώς ήταν παγανιστής οπαδός του Ζωροαστρισμού, ο Ιεχωβά Θεός συμβολικά “κράτησε το δεξί χέρι του Κύρου” για να τον οδηγήσει ή να τον ενισχύσει, “περιζώνοντάς” τον αλλά και προετοιμάζοντας και εξομαλύνοντας το δρόμο προκειμένου να επιτελέσει αυτός το θεϊκό σκοπό: την κατάκτηση της Βαβυλώνας. (Ησ 45:1, 2, 5) Ως Εκείνος που «από την αρχή λέει το τέλος, και εκ των προτέρων τα πράγματα που δεν έχουν γίνει», ο Παντοδύναμος Θεός είχε διαμορφώσει κατά τέτοιον τρόπο τις συνθήκες στις ανθρώπινες υποθέσεις ώστε να εκτελέσει πλήρως τη βουλή του. Είχε καλέσει τον Κύρο «από την ανατολή», από την Περσία (Α της Βαβυλώνας), όπου ήταν χτισμένες οι Πασαργάδες, η αγαπημένη πρωτεύουσα του Κύρου, ο οποίος θα εφορμούσε ταχύτατα στη Βαβυλώνα σαν «αρπακτικό πουλί». (Ησ 46:10, 11) Είναι αξιοσημείωτο ότι, σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([The Encyclopædia Britannica] 1910, Τόμ. 10, σ. 454), «οι Πέρσες είχαν ως έμβλημά τους έναν αετό ο οποίος βρισκόταν στην άκρη ενός δόρατος, ο δε ήλιος, ως ο θεός τους, απεικονιζόταν επίσης πάνω στα λάβαρά τους, τα οποία . . . φύλασσαν με το μεγαλύτερο ζήλο οι γενναιότεροι άντρες του στρατεύματος».
Πώς εξέτρεψε ο Κύρος το ρου του Ευφράτη;
Οι Βιβλικές προφητείες σχετικά με την κατάκτηση της Βαβυλώνας από τον Κύρο προέλεγαν ότι οι ποταμοί της θα ξεραίνονταν και ότι οι πύλες της θα έμεναν ανοιχτές, ότι η πόλη θα δεχόταν αιφνίδια εισβολή και ότι οι στρατιώτες της Βαβυλώνας δεν θα πρόβαλλαν καμιά αντίσταση. (Ησ 44:27· 45:1, 2· Ιερ 50:35-38· 51:30-32) Ο Ηρόδοτος περιγράφει μια βαθιά, πλατιά τάφρο η οποία περιέβαλλε τη Βαβυλώνα, αναφέροντας ότι η είσοδος στην πόλη ήταν δυνατή μέσα από πολυάριθμες μπρούντζινες (ή χάλκινες) πύλες που υπήρχαν στα εσωτερικά τείχη κατά μήκος του ποταμού Ευφράτη, ο οποίος διχοτομούσε την πόλη. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Α΄, 191, 192), ο Κύρος, αφού πολιόρκησε την πόλη, «διοχέτευσε τα νερά του ποταμού μέσω μιας διώρυγας στη λίμνη [την τεχνητή λίμνη την οποία λέγεται ότι είχε δημιουργήσει παλιότερα η Βασίλισσα Νίτωκρις] που μέχρι τότε ήταν έλος, και κατάφερε να ελαττώσει τη στάθμη του νερού σε σημείο που η παλιά κοίτη του ήταν πλέον διαβατή. Όταν έγινε αυτό, οι Πέρσες που είχαν τοποθετηθεί εκεί γι’ αυτόν το σκοπό μπήκαν στη Βαβυλώνα μέσα από την κοίτη του Ευφράτη, του οποίου η στάθμη είχε υποχωρήσει τόσο ώστε έφτανε σχεδόν μέχρι τη μέση του μηρού ενός άντρα. Και αν μεν οι Βαβυλώνιοι γνώριζαν εκ των προτέρων ή μάθαιναν τι σχεδίαζε ο Κύρος, θα άφηναν τους Πέρσες να μπουν στην πόλη και θα τους εξόντωναν με το χειρότερο τρόπο. Θα έκλειναν δηλαδή ερμητικά όλες τις πύλες που οδηγούσαν στον ποταμό, θα ανέβαιναν στα τείχη που βρίσκονταν στις όχθες του ποταμού και έτσι θα έπιαναν τους εχθρούς τους σαν σε παγίδα. Όπως ήρθαν τα πράγματα, όμως, οι Πέρσες τούς κατέλαβαν εξ απροόπτου, και λόγω της μεγάλης έκτασης της πόλης—όπως λένε οι κάτοικοί της—ενώ τα άκρα της είχαν καταληφθεί, όσοι κατοικούσαν στο κέντρο δεν αντιλήφθηκαν τίποτα, και στο μεταξύ χόρευαν και διασκέδαζαν σε γιορτή . . . μέχρις ότου έμαθαν την αλήθεια, και μάλιστα πολύ καλά. [Παράβαλε Δα 5:1-4, 30· Ιερ 50:24· 51:31, 32.] Με αυτόν τον τρόπο κυριεύτηκε τότε για πρώτη φορά η Βαβυλώνα».
Η αφήγηση του Ξενοφώντα διαφέρει κάπως ως προς τις λεπτομέρειες, αλλά περιέχει τα ίδια βασικά στοιχεία που αναφέρει και ο Ηρόδοτος. Ο Ξενοφών αναφέρει ότι ο Κύρος το θεωρούσε σχεδόν αδύνατον να καταλάβει με πόλεμο τα πανίσχυρα τείχη της Βαβυλώνας, και στη συνέχεια περιγράφει πώς ο Κύρος πολιόρκησε την πόλη, πώς εξέτρεψε το ρου του Ευφράτη σε χαντάκια και πώς έστειλε τις δυνάμεις του να περάσουν μέσα από την κοίτη του ποταμού και να μπουν στην πόλη μέσα από τα τείχη, ενώ η πόλη γιόρταζε. Τα στρατεύματα που τελούσαν υπό τις διαταγές του Γωβρύα και του Γαδάτα κατέλαβαν τους φρουρούς εξ απροόπτου και μπήκαν μέσα από τις ίδιες τις πύλες του ανακτόρου. Μέσα σε μια νύχτα «η πόλη καταλήφθηκε και ο βασιλιάς φονεύτηκε», ενώ οι Βαβυλώνιοι στρατιώτες που φρουρούσαν τα διάφορα οχυρά παραδόθηκαν το επόμενο πρωί.—Κύρου Παιδεία, Ζ΄, 5, 33· παράβαλε Ιερ 51:30.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος έχει καταγράψει την αφήγηση του Βαβυλώνιου ιερέα Βηρωσσού (του τρίτου αιώνα Π.Κ.Χ.) για την κατάκτηση του Κύρου ως εξής: «Το δέκατο έβδομο έτος της βασιλείας του [Ναβονίδη], ο Κύρος προέλασε από την Περσία με πολυπληθή στρατό, και αφού υπέταξε το υπόλοιπο βασίλειο, βάδισε εναντίον της Βαβυλωνίας. Πληροφορούμενος την προέλασή του, ο Ναβόννηδος [Ναβονίδης] βγήκε με το στρατό του για να τον αντιμετωπίσει, αλλά ηττήθηκε στη μάχη, οπότε τράπηκε σε φυγή μαζί με λίγους ακολούθους του και κλείστηκε στην πόλη Βορσίππα [τη δίδυμη πόλη της Βαβυλώνας]. Ο Κύρος κατέλαβε τη Βαβυλώνα και αφού διέταξε να γκρεμίσουν τα εξωτερικά τείχη της πόλης, επειδή έδειχνε πολύ επιβλητική και απόρθητη, προέλασε ως τη Βορσίππα για να πολιορκήσει τον Ναβόννηδο. Ο δε Ναβόννηδος παραδόθηκε χωρίς να περιμένει την πολιορκία και ο Κύρος, που του φέρθηκε με ανθρωπιά, τον απέπεμψε μεν από τη Βαβυλωνία αλλά του παραχώρησε την Καρμανία για να μείνει. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ο Ναβόννηδος και εκεί πέθανε». (Κατ’ Απίωνος, Α΄, 150-153 [20]) Η διαφορά αυτής της αφήγησης από τις υπόλοιπες έγκειται κυρίως στα σχόλια γύρω από τις ενέργειες του Ναβονίδη και τη μεταχείριση που του επιφύλαξε ο Κύρος. Ωστόσο, εναρμονίζεται με τη Βιβλική αφήγηση η οποία λέει ότι ο Βαλτάσαρ, και όχι ο Ναβονίδης, ήταν ο βασιλιάς που θανατώθηκε τη νύχτα κατά την οποία έπεσε η Βαβυλώνα.—Βλέπε ΒΑΛΤΑΣΑΡ.
Οι πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι, αν και δεν αναφέρουν λεπτομέρειες σχετικά με το πώς ακριβώς έγινε η κατάκτηση, επιβεβαιώνουν πράγματι την αιφνίδια πτώση της Βαβυλώνας στα χέρια του Κύρου. Σύμφωνα με το Χρονικό του Ναβονίδη, κατά το τελευταίο, όπως αποδείχτηκε, έτος της βασιλείας του Ναβονίδη (539 Π.Κ.Χ.) το μήνα Τισρί (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος), ο Κύρος επιτέθηκε στις βαβυλωνιακές δυνάμεις στην Ώπιδα και τις νίκησε. Η επιγραφή λέει στη συνέχεια: «Τη 14η ημέρα, η Σιπάρ καταλήφθηκε αμαχητί. Ο Ναβονίδης τράπηκε σε φυγή. Τη 16η ημέρα, ο Γωβρύας (Ουγκμπαρού), ο κυβερνήτης του Γούτιουμ, και τα στρατεύματα του Κύρου εισέβαλαν στη Βαβυλώνα αμαχητί. Έπειτα ο Ναβονίδης συνελήφθη στη Βαβυλώνα, όταν επέστρεψε . . . Το μήνα Αραχσάμνα [Μαρκεσβάν (Οκτώβριος-Νοέμβριος)], την 3η ημέρα, ο Κύρος μπήκε στη Βαβυλώνα». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 306) Με βάση αυτή την επιγραφή, η ημερομηνία της πτώσης της Βαβυλώνας μπορεί να προσδιοριστεί ως η 16η Τισρί του 539 Π.Κ.Χ., η δε είσοδος του Κύρου σε αυτήν έλαβε χώρα 17 ημέρες αργότερα, στις 3 Μαρκεσβάν.
Αρχίζει η παγκόσμια κυριαρχία των Αρίων. Με αυτή τη νίκη, ο Κύρος έθεσε τέρμα στην κυριαρχία Σημιτών ηγεμόνων επί της Μεσοποταμίας και της Μέσης Ανατολής και έφερε σε ύπαρξη την πρώτη κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη άριας καταγωγής. Ο Κύλινδρος του Κύρου, ένα κείμενο σφηνοειδούς γραφής που σύμφωνα με τους ιστορικούς γράφτηκε για να δημοσιοποιηθεί στη Βαβυλώνα, έχει έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, και ο Κύρος παρουσιάζεται σε αυτό να αποδίδει την τιμή για τη νίκη του στον Μαρντούκ, τον κυριότερο θεό της Βαβυλώνας, λέγοντας: «Αυτός [ο Μαρντούκ] ερεύνησε και έψαξε σε όλες τις χώρες αναζητώντας έναν δίκαιο ηγεμόνα, πρόθυμο να τον οδηγήσει . . . (στην ετήσια πομπή). (Κατόπιν) εξήγγειλε το όνομα του Κύρου (Κου-ρα-ας), βασιλιά του Ανσάν, τον ανακήρυξε (κυριολ.: πρόφερε το όνομά [του]) άρχοντα όλου του κόσμου. . . . Ο Μαρντούκ, ο μεγάλος κύριος, προστάτης του λαού/των λάτρεών του, είδε με ευχαρίστηση τα καλά έργα του (δηλαδή του Κύρου) και το μυαλό (κυριολ.: καρδιά) του που χαρακτηριζόταν από ευθύτητα (και γι’ αυτό) τον διέταξε να βαδίσει εναντίον της πόλης του της Βαβυλώνας (Κα-ντινγκίρ-ρα). Τον έκανε να πάρει το δρόμο για τη Βαβυλώνα (ΝΤΙΝ-ΤΙΡκι) βαδίζοντας στο πλευρό του σαν πραγματικός φίλος. Οι τεράστιες στρατιές του—ο αριθμός τους ήταν σαν τα νερά του ποταμού, απροσδιόριστος—περιδιάβαζαν, ενώ τα όπλα τους τα είχαν στις αποσκευές. Αμαχητί, τον οδήγησε μέσα στην πόλη του τη Βαβυλώνα (Σου-αν-να), ώστε να γλιτώσει τη Βαβυλώνα (Κα-ντινγκίρ-ρακι) από κάθε συμφορά».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 315.
Γιατί ο Κύλινδρος του Κύρου εξηγεί την πτώση της Βαβυλώνας διαφορετικά από ό,τι η Αγία Γραφή;
Παρά την ειδωλολατρική αυτή ερμηνεία των γεγονότων, η Αγία Γραφή δείχνει πως, όταν ο Κύρος διακήρυξε ότι έδινε στους εξόριστους Ιουδαίους την άδεια να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ και να ανοικοδομήσουν το ναό που υπήρχε εκεί, αναγνώρισε: «Όλα τα βασίλεια της γης μού έδωσε ο Ιεχωβά, ο Θεός των ουρανών, και ο ίδιος με διόρισε να του χτίσω οίκο στην Ιερουσαλήμ, η οποία βρίσκεται στον Ιούδα». (Εσδ 1:1, 2) Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ο Κύρος έγινε προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό αλλά ότι απλώς γνώριζε τα Βιβλικά γεγονότα γύρω από τη νίκη του. Δεδομένου ότι ο Δανιήλ κατείχε υψηλό διοικητικό αξίωμα τόσο πριν όσο και μετά την πτώση της Βαβυλώνας (Δα 5:29· 6:1-3, 28), θα ήταν εξαιρετικά παράξενο να μην είχε πληροφορηθεί ο Κύρος τις προφητείες τις οποίες είχαν καταγράψει και εξαγγείλει οι προφήτες του Ιεχωβά, περιλαμβανομένης και της προφητείας του Ησαΐα που περιείχε ακόμη και το όνομα του Κύρου. Όσον αφορά τον Κύλινδρο του Κύρου, από τον οποίο ήδη παραθέσαμε, είναι παραδεκτό ότι πιθανόν να συνέβαλαν στην ετοιμασία αυτού του εγγράφου σφηνοειδούς γραφής άλλοι, εκτός του βασιλιά. Το βιβλίο Βιβλική Αρχαιολογία (Biblical Archaeology) του Τζ. Έρνεστ Ράιτ (1962, σ. 203) μιλάει για «το βασιλιά ή το επιτελείο που διαμόρφωσε το κείμενο» (παράβαλε την παρόμοια περίπτωση αναφορικά με τον Δαρείο στα εδάφια Δα 6:6-9), ενώ ο Δρ Έμιλ Γκ. Κρέλινγκ (Βιβλικός Άτλας Ραντ Μακ Νάλι [Rand McNally Bible Atlas], 1966, σ. 328) χαρακτηρίζει τον Κύλινδρο του Κύρου «προπαγανδιστικό κείμενο που συντάχθηκε από τους Βαβυλώνιους ιερείς». Πράγματι, αυτό το κείμενο μπορεί να συντάχθηκε υπό την επιρροή του βαβυλωνιακού κλήρου (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 315, υποσ. 1), και έτσι να εξυπηρέτησε το σκοπό τους δίνοντας μια εξήγηση για την παταγώδη αποτυχία του Μαρντούκ (επίσης γνωστού ως Βηλ) και των άλλων βαβυλωνιακών θεών να σώσουν την πόλη, φτάνοντας μάλιστα μέχρι του σημείου να αποδίδει στον Μαρντούκ τα όσα είχε κάνει ο Ιεχωβά.—Παράβαλε Ησ 46:1, 2· 47:11-15.
Το Διάταγμα του Κύρου για την Επιστροφή των Εξορίστων. Με το διάταγμά του το οποίο τερμάτιζε την Ιουδαϊκή εξορία, ο Κύρος εκπλήρωσε την αποστολή του ως “χρισμένου ποιμένα” του Ιεχωβά για τον Ισραήλ. (2Χρ 36:22, 23· Εσδ 1:1-4) Η διακήρυξη αυτή έγινε «στο πρώτο έτος του Κύρου, του βασιλιά της Περσίας», δηλαδή το πρώτο έτος του ως ηγεμόνα της κατακτημένης Βαβυλώνας. Στο εδάφιο Δανιήλ 9:1 το Βιβλικό υπόμνημα κάνει λόγο για «το πρώτο έτος του Δαρείου», το οποίο μπορεί να παρεμβλήθηκε ανάμεσα στην πτώση της Βαβυλώνας και «στο πρώτο έτος του Κύρου» ως ηγεμόνα της Βαβυλώνας. Αν ήταν όντως έτσι, αυτό θα σήμαινε ότι ο συγγραφέας πιθανώς θεωρούσε πως το πρώτο έτος του Κύρου άρχισε στα τέλη του έτους 538 Π.Κ.Χ. Ωστόσο, αν θεωρήσουμε ότι ο Δαρείος κυβερνούσε τη Βαβυλώνα ως αντιβασιλιάς, οπότε η βασιλεία του ήταν παράλληλη με τη βασιλεία του Κύρου, τότε το πρώτο βασιλικό έτος του Κύρου, κατά το βαβυλωνιακό έθος, θα άρχιζε τον Νισάν του 538 και θα ολοκληρωνόταν τον Νισάν του 537 Π.Κ.Χ.
Με βάση το Βιβλικό υπόμνημα, το διάταγμα του Κύρου για την απελευθέρωση των Ιουδαίων και την επιστροφή τους στην Ιερουσαλήμ πιθανότατα εκδόθηκε στα τέλη του 538 ή στις αρχές του 537 Π.Κ.Χ. Αυτό θα έδινε στους Ιουδαίους εξορίστους το χρόνο να προετοιμαστούν για την αναχώρησή τους από τη Βαβυλώνα και να κάνουν το μακρύ ταξίδι μέχρι τη γη του Ιούδα και την Ιερουσαλήμ (ένα ταξίδι που θα μπορούσε να διαρκέσει γύρω στους τέσσερις μήνες, σύμφωνα με το εδάφιο Εσδ 7:9), και επιπλέον να είναι εγκατεστημένοι «στις πόλεις τους» στον Ιούδα “τον έβδομο μήνα” (Τισρί) του έτους 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 3:1, 6) Με αυτό σημειώθηκε το τέλος των προφητευμένων 70 ετών ερήμωσης του Ιούδα που άρχισαν τον ίδιο μήνα, το μήνα Τισρί, του 607 Π.Κ.Χ.—2Βα 25:22-26· 2Χρ 36:20, 21.
Η συνεργασία του Κύρου με τους Ιουδαίους ερχόταν σε αξιοσημείωτη αντίθεση με τη μεταχείριση που είχαν αυτοί από προγενέστερους ειδωλολάτρες ηγεμόνες. Ο Κύρος επέστρεψε τα πολύτιμα σκεύη του ναού που είχε μεταφέρει στη Βαβυλώνα ο Ναβουχοδονόσορ Β΄, τους έδωσε βασιλική εξουσιοδότηση να εισαγάγουν ξύλο κέδρου από τον Λίβανο και ενέκρινε τη χρηματοδότησή τους από τον οίκο του βασιλιά προκειμένου να καλυφτούν τα έξοδα οικοδόμησης. (Εσδ 1:7-11· 3:7· 6:3-5) Σύμφωνα με τον Κύλινδρο του Κύρου (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 332), ο Πέρσης ηγεμόνας τήρησε γενικά ανθρωπιστική και διαλλακτική πολιτική απέναντι στους κατακτημένους λαούς της επικράτειάς του. Η επιγραφή τον παρουσιάζει να λέει τα εξής: «Εγώ επανέφερα στις ιερές πόλεις [που κατονομάζονται πιο πάνω] στην άλλη πλευρά του Τίγρη—τα ιερά των οποίων είναι ερειπωμένα εδώ και πολύ καιρό—τις εικόνες που ζούσαν εκεί και έφτιαξα για αυτές μόνιμα ιερά. (Επίσης) σύναξα όλους τους (πρώην) κατοίκους τους και (τους) έδωσα πίσω τις κατοικίες τους».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 316.
Εκτός από τη βασιλική διακήρυξη που παρατίθεται στα εδάφια Έσδρας 1:1-4, η Αγία Γραφή αναφέρει και ένα ακόμη έγγραφο του Κύρου, ένα «υπόμνημα», το οποίο βρισκόταν στο αρχειοφυλάκιο στα Εκβάτανα της Μηδίας και ανακαλύφτηκε εκεί στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου του Πέρση. (Εσδ 5:13-17· 6:1-5) Αναφορικά με αυτό το δεύτερο έγγραφο, ο καθηγητής Τζ. Έρνεστ Ράιτ δηλώνει: «[Αυτό] τιτλοφορείται ρητά ντικρόνα—επίσημος αραμαϊκός όρος για ένα υπόμνημα όπου είχε καταγραφεί μια προφορική απόφαση του βασιλιά ή κάποιου άλλου αξιωματούχου και η οποία έδινε το έναυσμα για κάποια διοικητική ενέργεια. Ποτέ δεν προοριζόταν για δημοσίευση, αλλά αποκλειστικά και μόνο για τον αρμόδιο αξιωματούχο, και στη συνέχεια αρχειοθετούνταν στα κυβερνητικά αρχεία».—Βιβλική Αρχαιολογία, σ. 203.
Θάνατος και Προφητική Σημασία. Πιστεύεται ότι ο Κύρος έπεσε σε κάποια μάχη το 530 Π.Κ.Χ., αλλά οι λεπτομέρειες είναι κάπως ασαφείς. Πριν από το θάνατό του, ο γιος του ο Καμβύσης Β΄ προφανώς έγινε συμβασιλιάς του, και όταν ο πατέρας του πέθανε τον διαδέχθηκε στο θρόνο της Περσίας ως ο μοναδικός άρχοντας.
Οι προφητείες για την αιφνίδια πτώση της συμβολικής Βαβυλώνας της Μεγάλης, οι οποίες εκτίθενται στο βιβλίο της Αποκάλυψης, παραλληλίζονται από πολλές απόψεις με την περιγραφή για την κατάκτηση της κατά γράμμα Βαβυλώνας από τον Κύρο. (Παράβαλε Απ 16:12· 18:7, 8 με Ησ 44:27, 28· 47:8, 9.) Ωστόσο, ο βασιλιάς που έχει τεθεί επικεφαλής των κραταιών στρατιωτικών δυνάμεων, ο οποίος περιγράφεται αμέσως μετά την αφήγηση για την πτώση της συμβολικής Βαβυλώνας, δεν είναι επίγειος βασιλιάς αλλά ο ουράνιος «Λόγος του Θεού», ο αληθινός χρισμένος Ποιμένας του Ιεχωβά, ο Χριστός Ιησούς.—Απ 19:1-3, 11-16.
-
-
ΚώδικαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΔΙΚΑΣ
Βλέπε ΒΙΒΛΙΟ.
-
-
ΚωέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΕ
(Κωέ).
Λαός ή τόπος που μνημονεύεται μαζί με τη Φεκώδ και τον Σωέ στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 23:23 και σχετικά με τον οποίο ο Ιεχωβά προείπε ότι θα ήταν ανάμεσα στις εχθρικές δυνάμεις που θα έρχονταν εναντίον της άπιστης Ιερουσαλήμ και του Ιούδα. Κατά πάσα πιθανότητα, ο Κωέ βρισκόταν Α της Βαβυλωνίας και συνδέεται γενικά με τους Κούτου, έναν λαό που κατοικούσε Α του Τίγρη, στις στέπες ανάμεσα στους ποταμούς άνω Αντχαΐμ και Ντιγιάλα. Οι Κούτου αναφέρονται συχνά μαζί με τους Σούτου (πιθανόν τον Σωέ του εδαφίου Ιεζ 23:23) στις ασσυριακές επιγραφές, όπου παρουσιάζονται μαχόμενοι εναντίον της Ασσυρίας.
-
-
ΚωμόποληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΜΟΠΟΛΗ
Βλέπε ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΕΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΙΣ· ΠΟΛΗ.
-
-
ΚωςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΣ
Η πρωτεύουσα του ομώνυμου νησιού η οποία βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του, κοντά στα νοτιοδυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Η πλεονεκτική θέση της Κω τής προσέδωσε από νωρίς μεγάλη εμπορική και ναυτική σπουδαιότητα.
Παρότι ο απόστολος Παύλος προφανώς πέρασε με το πλοίο από αυτή την πόλη όταν πήγαινε από την Έφεσο στην Καισάρεια, στο τέλος του δεύτερου ιεραποστολικού του ταξιδιού γύρω στο 52 Κ.Χ. (Πρ 18:21, 22), το νησί δεν κατονομάζεται στις Πράξεις παρά στο τέλος της τρίτης περιοδείας του Παύλου, περίπου τέσσερα χρόνια αργότερα. Ο Παύλος, αφού “αποχωρίστηκε με μεγάλη δυσκολία” τους Εφέσιους επισκόπους με τους οποίους είχε μιλήσει στη Μίλητο (Πρ 20:17, 36-38), επιβιβάστηκε μαζί με τον Λουκά σε ένα πλοίο το οποίο “ταξίδεψε γρήγορα σε ευθεία πορεία”, δηλαδή έχοντας πίσω τον άνεμο, χωρίς ελιγμούς και πλέοντας με ευνοϊκό άνεμο, ώσπου “ήρθε στην Κω”—ένα ταξίδι περίπου 75 χλμ. προς το Ν παράλληλα με την ακτή. Μερικοί σχολιαστές εκτιμούν ότι, λαμβανομένων υπόψη των βορειοδυτικών ανέμων που συνήθως επικρατούν στο Αιγαίο, αυτή η απόσταση θα μπορούσε να καλυφτεί σε έξι ώρες περίπου, κάτι που αφήνει το περιθώριο να έφτασε το πλοίο του Παύλου στην Κω την ίδια ημέρα κατά την οποία έφυγε από τη Μίλητο, όπως υπονοεί και ο Λουκάς. Φαίνεται πιθανό ότι το πλοίο έμεινε τη νύχτα αγκυροβολημένο στα ανοιχτά της ανατολικής ακτής της Κω και έφτασε στη Ρόδο την «επόμενη ημέρα», αφού ξεκίνησε το πρωί για αυτό το ταξίδι των σχεδόν 120 χλμ.—Πρ 21:1.
Η Κως θεωρούνταν από παλιά Ιουδαϊκό κέντρο στο Αιγαίο. Ήταν ελεύθερη ρωμαϊκή πολιτεία που υπαγόταν στην επαρχία της Ασίας και, σύμφωνα με τον Τάκιτο, το 53 Κ.Χ. ο Κλαύδιος της παραχώρησε φορολογική ατέλεια.
-
-
ΚωσάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΣΑΜ
(Κωσάμ).
Απόγονος του Νάθαν, γιου του Δαβίδ. Γιος του Ελμαδάμ και πατέρας του Αδδί, καθώς και πρόγονος της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού.—Λου 3:28.
-
-
ΚωφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΦ
[ק].
Το 19ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το κωφ, κατά τη μετάφραση των εβραϊκών ονομάτων στα οποία εμφανίζεται, μεταγράφεται συνήθως στην ελληνική με το «κ», λόγου χάρη «Καϊνάν» και «Κεις». Ο ήχος του είναι ισχυρότερος από του γράμματος καφ [כ] και πιο λαρυγγικός, σαν δυνατό «κ» που σχηματίζεται στο πίσω μέρος του ουρανίσκου. Στο εβραϊκό κείμενο, είναι το αρχικό γράμμα καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:145-152.
-
-
ΚώφωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΚΩΦΩΣΗ
Μερική ή ολική ανικανότητα ακοής, η οποία προκαλείται συχνά από ασθένεια, ατύχημα ή δυνατό θόρυβο—είτε έντονο και ξαφνικό είτε παρατεταμένο. Μερικά άτομα είναι κουφά εκ γενετής. Μια άλλη αιτία κώφωσης που μνημονεύεται στην Αγία Γραφή είναι ο δαιμονισμός. (Μαρ 9:25-29) Η ρίζα της εβραϊκής λέξης χερές (“κουφός”· Ησ 35:5) αναφέρεται είτε στην κώφωση του αντικειμένου είτε στη σιωπή του υποκειμένου και αποδίδεται κατά περίπτωση «κωφεύω» ή «κουφαίνομαι» και «μένω σιωπηλός».—Ψλ 28:1· 35:22, υποσ.· 50:3, υποσ.· Μιχ 7:16.
Ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός του αφτιού (Παρ 20:12), απαιτούσε από το λαό του να δείχνει στοχαστικό ενδιαφέρον για τους κουφούς. Οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε να γελοιοποιούν ή να καταριούνται κουφά άτομα, διότι οι κουφοί δεν μπορούσαν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους αντικρούοντας λόγια που δεν μπορούσαν να ακούσουν.—Λευ 19:14· παράβαλε Ψλ 38:13, 14.
Τα λόγια του εδαφίου Έξοδος 4:11, όπου ο Ιεχωβά αυτοπροσδιορίζεται ως εκείνος που “ορίζει τον κουφό”, δεν σημαίνουν ότι ο ίδιος ευθύνεται για όλες τις περιπτώσεις κώφωσης. Ωστόσο, ο Ιεχωβά μπορεί να κάνει ένα άτομο κατά γράμμα κουφό, ανίκανο να μιλήσει ή τυφλό για έναν συγκεκριμένο λόγο ή σκοπό. Ο πατέρας του Ιωάννη του Βαφτιστή έγινε προσωρινά άλαλος επειδή δεν έδειξε πίστη. (Λου 1:18-22, 62-64) Ο Θεός μπορεί επίσης να “ορίσει” κάποια άτομα να είναι κουφά από πνευματική άποψη με το να τα αφήσει να παραμείνουν σε αυτή την κατάσταση αν εκείνα το επιλέξουν.—Παράβαλε Ησ 6:9, 10.
Ο Ιησούς Χριστός, στη διάρκεια της διακονίας του, επέδειξε θαυματουργικές θεραπευτικές δυνάμεις αποκαθιστώντας την ακοή κατά γράμμα κουφών ατόμων σε αρκετές περιπτώσεις. (Ματ 11:5· Μαρ 7:32-37· Λου 7:22) Αυτό καθιστά βέβαιο πως, όταν θα κυβερνάει εκείνος τη γη, όλες οι παθήσεις, μεταξύ των οποίων και η κώφωση, θα εξαλειφθούν.
Ο ψαλμωδός παρομοίασε τους πονηρούς, οι οποίοι αρνούνται να ακούσουν τις οδηγίες, με κόμπρα που κωφεύει στη φωνή των γοητευτών. (Ψλ 58:3-5) Παρόμοια, στις ημέρες του Ησαΐα, μολονότι οι Ισραηλίτες είχαν αφτιά, ήταν σαν κουφοί επειδή αργούσαν να ακούσουν το λόγο του Ιεχωβά και να ανταποκριθούν σε αυτόν. (Ησ 42:18-20· 43:8) Ωστόσο, μετά την προειπωμένη αποκατάσταση από την εξορία, ο λαός του Θεού θα έπαυε να είναι κουφός από πνευματική άποψη. Θα άκουγαν το λόγο του Ιεχωβά, δηλαδή θα έδιναν προσοχή σε αυτόν. (Ησ 29:18· 35:5) Όταν ο Ιησούς Χριστός βρισκόταν στη γη, άνοιξε πολλά αφτιά κατανόησης, δίνοντας στους θεραπευμένους τη δυνατότητα να ενεργήσουν σύμφωνα με όσα άκουσαν.—Ματ 13:16, 23.
-
-
ΛαάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΑΔ
(Λαάδ).
Απόγονος του Ιούδα και ο δεύτερος από τους δύο γιους του Ιαάθ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται.—1Χρ 4:1, 2.
-
-
ΛααδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΑΔΑ
(Λααδά).
Απόγονος του Ιούδα και ο δεύτερος από τους δύο γιους του Σηλά στη σειρά με την οποία κατονομάζονται. Αναφέρεται ως «ο πατέρας του Μαρησάχ».—1Χρ 4:21.
-
-
ΛααμίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΑΜΙ
(Λααμί) [Ψωμί Μου].
Αδελφός του Γολιάθ του Γιθίτη. Η αφήγηση στο εδάφιο 1 Χρονικών 20:5 λέει εν μέρει: «Ο Ελχανάν, ο γιος του Ιαείρ, πάταξε τον Λααμί, τον αδελφό του Γολιάθ του Γιθίτη» σε έναν πόλεμο με τους Φιλισταίους. Ωστόσο, στο παράλληλο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:19, το υπόμνημα αναφέρει: «Ο Ελχανάν, ο γιος του Ιαρέ-ορεγίμ του Βηθλεεμίτη, πάταξε τον Γολιάθ τον Γιθίτη». Φαίνεται ότι στο δεύτερο εδάφιο κάποιος αντιγραφέας εξέλαβε εσφαλμένα το ’εθ-λαχμί (στην ελληνική «Λααμί», εφόσον η εβραϊκή λέξη ’εθ απλώς υποδηλώνει ότι το «Λααμί» είναι αντικείμενο κάποιου ρήματος) ως μπαιθ χαλλαχμί («Βηθλεεμίτη»). Επομένως, το πρωτότυπο κατά πάσα πιθανότητα έλεγε «πάταξε τον Λααμί», όπως και το παράλληλο εδάφιο 1 Χρονικών 20:5. Με βάση αυτή την εκδοχή, τα δύο εδάφια συμφωνούν σε αυτό το σημείο. Οπότε ο Λααμί ήταν προφανώς αδελφός του Γολιάθ τον οποίο σκότωσε ο Δαβίδ. Από την άλλη μεριά, είναι πιθανό να υπήρχαν δύο Γολιάθ.—Βλέπε ΓΟΛΙΑΘ.
-
-
ΛάβανΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΒΑΝ
(Λάβαν) [Λευκός].
1. Εγγονός του Ναχώρ, του αδελφού του Αβραάμ. Ήταν γιος του Βαθουήλ, αδελφός της Ρεβέκκας (Γε 24:15, 29· 28:5) και πατέρας της Λείας και της Ραχήλ. (Γε 29:16) Ο Λάβαν κατοικούσε στην πόλη Χαρράν της Παδάν-αράμ, μιας περιοχής της Μεσοποταμίας.—Γε 24:10· 27:43· 28:6· 29:4, 5.
Ο Λάβαν αποκαλείται “γιος του Βαθουήλ του Συρίου [κατά κυριολεξία, «του Αραμαίου»]”. Αναφέρεται επίσης ως “Λάβαν ο Σύριος”. (Γε 28:5· 25:20· 31:20, 24) Αυτή η επωνυμία είναι κατάλληλη δεδομένου ότι ήταν κάτοικος της Παδάν-αράμ, όνομα το οποίο σημαίνει «Πεδιάδα της Αράμ (Συρίας)». Ο Λάβαν ήταν Σημίτης, κάτοικος μιας περιοχής όπου οι άνθρωποι μιλούσαν την αραμαϊκή, μια σημιτική γλώσσα.
Σε αυτή την περιοχή που μόλις αναφέραμε, ο ηλικιωμένος Αβραάμ έστειλε τον υπηρέτη του να βρει σύζυγο για τον Ισαάκ. (Γε 24:1-4, 10) Όταν ο Λάβαν άκουσε για τη συνάντηση που είχε η Ρεβέκκα με τον υπηρέτη του Αβραάμ και είδε τα δώρα που της είχε δώσει εκείνος, πήγε τρέχοντας στον υπηρέτη, τον αποκάλεσε ευλογημένο από τον Ιεχωβά και τον φιλοξένησε. (Γε 24:28-32) Στη συνέχεια ο Λάβαν έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για το γάμο της Ρεβέκκας, για τον οποίο έδωσε έγκριση τόσο ο ίδιος όσο και ο πατέρας του, ο Βαθουήλ.—Γε 24:50-61.
Χρόνια αργότερα, ο Ιακώβ, για να αποφύγει την εκδίκηση του Ησαύ και για να βρει σύζυγο, ταξίδεψε μέχρι το σπίτι του θείου του τού Λάβαν στη Χαρράν. (Γε 27:41–28:5) Στο μεταξύ ο Λάβαν είχε αποκτήσει δύο κόρες, τη Λεία και τη Ραχήλ (Γε 29:16), και ενδεχομένως και κάποιους γιους. (Γε 31:1) Ο Ιακώβ έκανε συμφωνία με τον Λάβαν να τον υπηρετήσει εφτά χρόνια και ως αντάλλαγμα να πάρει για σύζυγό του τη μικρότερη κόρη του Λάβαν, τη Ραχήλ. Ωστόσο, ο Λάβαν εξαπάτησε τον Ιακώβ τη νύχτα του γάμου του, αντικαθιστώντας τη Ραχήλ με τη μεγαλύτερη κόρη του τη Λεία, ενώ αντιπαρήλθε τις διαμαρτυρίες του Ιακώβ επικαλούμενος τα τοπικά έθιμα και προσφέροντας κατόπιν τη Ραχήλ στον Ιακώβ ως δεύτερη σύζυγό του, με την προϋπόθεση ότι ο Ιακώβ θα τον υπηρετούσε άλλα εφτά χρόνια.—Γε 29:13-28.
Όταν ο Ιακώβ θέλησε τελικά να φύγει, ο Λάβαν τον παρότρυνε να μείνει και να συνεχίσει να τον υπηρετεί με μισθό. (Γε 30:25-28) Η συμφωνία ήταν ότι ο Ιακώβ θα μπορούσε να κρατάει για τον εαυτό του όσα πρόβατα ήταν πιτσιλωτά και όσα είχαν χρωματιστές κηλίδες, όσα νεαρά κριάρια ήταν σκούρα καφετιά, και όσες κατσίκες είχαν χρωματιστές κηλίδες και ήταν πιτσιλωτές. (Γε 30:31-34) Αλλά από αυτά που είπε αργότερα ο Ιακώβ στη Λεία και στη Ραχήλ, καθώς και στον Λάβαν (Γε 31:4-9, 41), φαίνεται ότι στα μετέπειτα χρόνια ο Λάβαν άλλαζε συχνά την αρχική συμφωνία όταν τα ποίμνια του Ιακώβ αυξάνονταν πολύ. Η στάση του Λάβαν απέναντι στον Ιακώβ δεν ήταν όπως παλιότερα, και με την κατεύθυνση του Ιεχωβά ο Ιακώβ αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του μαζί με την οικογένειά του και τα ποίμνιά του.—Γε 31:1-5, 13, 17, 18.
Τρεις ημέρες μετά τη μυστική αναχώρηση του Ιακώβ, ο Λάβαν έμαθε τι έγινε και καταδίωξε τον Ιακώβ, ώσπου τον πρόφτασε στην ορεινή περιοχή της Γαλαάδ. Ωστόσο, μια προειδοποίηση από τον Θεό τον απέτρεψε από το να κάνει κακό στον Ιακώβ. (Γε 31:19-24) Όταν συναντήθηκαν, ο Λάβαν και ο Ιακώβ φιλονίκησαν. Ο Ιακώβ αναφέρθηκε στα 20 χρόνια της πιστής υπηρεσίας και της σκληρής εργασίας του και έδειξε πώς ο Λάβαν του είχε φερθεί άδικα, αλλάζοντας το μισθό του δέκα φορές.—Γε 31:36-42.
Ο Λάβαν αγωνιούσε να πάρει πίσω τα θεραφίμ, δηλαδή τα εφέστια είδωλα, τα οποία είχε κλέψει η Ραχήλ εν αγνοία του Ιακώβ. Δεν μπόρεσε να τα βρει, όμως, επειδή η Ραχήλ τα είχε κρύψει. Οι θρησκευτικές αντιλήψεις του Λάβαν μπορεί να είχαν επηρεαστεί από το λαό ανάμεσα στον οποίο κατοικούσε, έναν λαό που λάτρευε τη σελήνη, και αυτή η επιρροή φαίνεται από το γεγονός ότι παρατηρούσε οιωνούς και είχε στην κατοχή του θεραφίμ. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι η αγωνία που είχε ο Λάβαν να βρει και να πάρει πίσω τα θεραφίμ πιθανώς δεν οφειλόταν μόνο σε θρησκευτικούς λόγους. Ανασκαφές στη Νουζί κοντά στο Κιρκούκ του Ιράκ έφεραν στο φως πινακίδες οι οποίες αποκαλύπτουν ότι, σύμφωνα με τους νόμους της πατριαρχικής εποχής σε εκείνη τη συγκεκριμένη περιοχή, η κατοχή των εφέστιων αυτών ειδώλων από το σύζυγο μιας γυναίκας τού έδινε το δικαίωμα να εμφανιστεί στο δικαστήριο και να διεκδικήσει την περιουσία του νεκρού πεθερού του. Ο Λάβαν, λοιπόν, μπορεί να σκέφτηκε ότι ο Ιακώβ ήταν αυτός που έκλεψε τα θεραφίμ με σκοπό να οικειοποιηθεί αργότερα την περιουσία των γιων του Λάβαν. Αυτό ενδεχομένως εξηγεί το γιατί ο Λάβαν, αφού δεν κατάφερε να βρει τους εφέστιους θεούς, αγωνιούσε να συνάψει συμφωνία με τον Ιακώβ η οποία θα διασφάλιζε ότι ο Ιακώβ δεν θα επέστρεφε με τους εφέστιους θεούς μετά το θάνατο του Λάβαν για να στερήσει από τους γιους του την κληρονομιά τους.—Γε 31:30-35, 41-52.
Ο Λάβαν και ο Ιακώβ σύναψαν διαθήκη οικογενειακής ειρήνης, και σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος έστησαν μια πέτρινη στήλη και έναν σωρό από πέτρες. Ο Ιακώβ ονόμασε το σωρό «Γαλεέδ» στα εβραϊκά, το οποίο σημαίνει «Σωρός Μαρτυρίας». Ο Λάβαν τον ονόμασε «Ιεγάρ-σαχαδουθά», χρησιμοποιώντας μια ομόσημη αραμαϊκή ή συριακή έκφραση. Τον ονόμασαν επίσης «Η Σκοπιά». (Γε 31:43-53) Αφού αποχαιρέτησε τα εγγόνια του και τις κόρες του, ο Λάβαν γύρισε πίσω, και το Βιβλικό υπόμνημα δεν κάνει περαιτέρω μνεία για αυτόν.—Γε 31:54, 55.
2. Τοποθεσία που αναφέρεται στο εδάφιο Δευτερονόμιο 1:1 σε συσχετισμό με τις «έρημες πεδιάδες μπροστά από τη Σουφ». Η ακριβής θέση της Λάβαν δεν είναι γνωστή.
-
-
ΛαβίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΒΙΔΑ
Χρυσό εργαλείο το οποίο χρησιμοποιούνταν για τα λυχνάρια που υπήρχαν πάνω στα κλαδιά του λυχνοστάτη ή των λυχνοστατών στη σκηνή της μαρτυρίας του Ισραήλ και στο ναό αντίστοιχα. (Εξ 25:37, 38· 37:23· Αρ 4:9· 1Βα 7:48, 49· 2Χρ 4:19-21) Οι λαβίδες ορίζονται από την εβραϊκή λέξη μελκαχάγιμ, η οποία βρίσκεται στο δυϊκό αριθμό και είναι παράγωγο μιας ρίζας που σημαίνει «παίρνω». Ο δυϊκός αριθμός υποδηλώνει ένα εργαλείο που ενδεχομένως αποτελούνταν από δύο μέρη. Ανάλογα, στο εδάφιο Ησαΐας 6:6 η λέξη μελκαχάγιμ υποδηλώνει τη «λαβίδα» με την οποία ένα σεραφείμ έβγαλε από το θυσιαστήριο ένα πυρωμένο κάρβουνο.
Υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στις «λαβίδες» του λυχνοστάτη και στα «λυχνοψάλιδα» που χρησιμοποιούνταν στο ναό. (1Βα 7:49, 50· 2Χρ 4:21, 22) Αν και δεν έχουμε περιγραφή αυτών των εργαλείων στις Γραφές, οι λαβίδες πιθανόν να χρησιμοποιούνταν για να πιάνουν το καμένο φιτίλι των λυχναριών, ενώ τα λυχνοψάλιδα χρησιμοποιούνταν για να το ξακρίζουν. Στη σκηνή της μαρτυρίας, αυτά τα ξακρίσματα, που τα έπιαναν με τις λαβίδες, τα απέθεταν σε πυροδοχεία, σκεύη στα οποία προφανώς τα φύλαγαν μέχρι να τα πετάξουν.—Εξ 37:23.
-
-
ΛαγόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΓΟΣ
[εβρ., ’αρνέβεθ].
Ζώο της οικογένειας Λεπορίδες, το οποίο συγγενεύει στενά με το κουνέλι, αλλά είναι μεγαλύτερο. Διαφέρει από το κουνέλι ως προς το ότι τα μικρά του συνήθως δεν γεννιούνται σε υπόγειες φωλιές, είναι δραστήρια αμέσως μετά τη γέννησή τους και έχουν πλήρως αναπτυγμένο τρίχωμα και ανοιχτά μάτια. Ο λαγός διακρίνεται από το χωρισμένο χείλος του, τα μακριά αφτιά του, την όρθια ουρά του και τα μακριά πίσω άκρα του, τα οποία του χρησιμεύουν πάρα πολύ για να ξεφεύγει γρήγορα από τους εχθρούς του. Λέγεται ότι οι ταχύτεροι λαγοί τρέχουν ακόμη και με 70 χλμ./ώ. Το μέσο μήκος αυτού του ζώου, από το οποίο υπάρχουν πολυάριθμες ποικιλίες, είναι περίπου 60 εκ. Το χρώμα του είναι συνήθως γκριζωπό ή καστανωπό.
Υπό το Νόμο που δόθηκε μέσω του Μωυσή, ο λαγός ήταν απαγορευμένη τροφή και αναφέρεται ως ζώο που αναμασάει την τροφή. (Λευ 11:4, 6· Δευ 14:7) Βέβαια, οι λαγοί και τα κουνέλια δεν έχουν στομάχι με πολλά διαμερίσματα και δεν επαναφέρουν την τροφή τους για να την αναμασήσουν—χαρακτηριστικά των ζώων που κατατάσσονται επιστημονικά στα μηρυκαστικά, δηλαδή σε αυτά που αναμασούν την τροφή. Παρ’ όλα αυτά, μολονότι η εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται εδώ για το μάσημα σημαίνει κατά κυριολεξία «ανεβάζω», οι Ισραηλίτες της εποχής του Μωυσή δεν κατανοούσαν τη φράση «αναμασάει την τροφή» λαμβάνοντας υπόψη τη σύγχρονη επιστημονική κατάταξη των ζώων. Άρα, δεν μπορούμε να κρίνουμε την ακρίβεια της Βιβλικής δήλωσης με βάση την περιορισμένη, σχετικά πρόσφατη αντίληψη όσον αφορά το πότε κατατάσσεται ένα ζώο στα μηρυκαστικά, όπως κάνουν πολλοί κριτικοί.
Στο παρελθόν, σχολιαστές που πίστευαν στη θεοπνευστία της Βιβλικής αφήγησης δεν θεωρούσαν λανθασμένη τη συγκεκριμένη δήλωση του Νόμου. Το Αυτοκρατορικό Λεξικό της Βίβλου (The Imperial Bible-Dictionary) σχολίασε: «Είναι προφανές πως, όταν ο λαγός αναπαύεται, πράγματι μασάει ξανά και ξανά την τροφή που έφαγε προηγουμένως, και το ευρύ κοινό θεωρούσε πάντοτε αυτή την ενέργεια μηρυκασμό. Ακόμη και ο ποιητής μας ο Κάουπερ, που παρακολουθούσε με προσοχή τα φυσικά φαινόμενα και ο οποίος κατέγραψε τις παρατηρήσεις του για τους τρεις λαγούς που διατηρούσε ως κατοικίδια, επιβεβαιώνει ότι “αναμασούσαν την τροφή όλη την ημέρα μέχρι το βράδυ”».—Επιμέλεια Π. Φέρμπερν, Λονδίνο, 1874, Τόμ. 1, σ. 700.
Ωστόσο, οι επιστημονικές παρατηρήσεις σε λαγούς και κουνέλια τα πιο πρόσφατα χρόνια καταδεικνύουν πως αυτό που συμβαίνει δεν είναι απλώς και μόνο φαινομενικό αναμάσημα της τροφής. Ο Φρανσουά Μπουρλιέρ (Η Φυσική Ιστορία των Θηλαστικών [The Natural History of Mammals], 1964, σ. 41) γράφει: «Φαίνεται ότι η συνήθεια της “κοπροφαγίας”, κατά την οποία η τροφή περνάει από το έντερο δύο φορές αντί για μία μόνο, αποτελεί κοινό φαινόμενο στα κουνέλια και στους λαγούς. Τα κατοικίδια κουνέλια συνήθως τρώνε και καταπίνουν χωρίς μάσημα τα νυχτερινά τους περιττώματα, τα οποία το πρωί αποτελούν μέχρι και το ήμισυ του συνολικού περιεχομένου του στομαχιού τους. Στην περίπτωση του άγριου κουνελιού, η κοπροφαγία γίνεται δύο φορές την ημέρα, η ίδια δε συνήθεια αναφέρεται και για τον ευρωπαϊκό λαγό. . . . Πιστεύεται ότι αυτή η συνήθεια παρέχει στα ζώα μεγάλες ποσότητες βιταμίνης Β η οποία παράγεται από τα βακτήρια μέσα στην τροφή που βρίσκεται στο παχύ έντερο». Για το ίδιο θέμα, το σύγγραμμα Θηλαστικά του Κόσμου ([Mammals of the World] του Ε. Π. Γουόκερ, 1964, Τόμ. 2, σ. 647) σχολιάζει: «Αυτό ίσως είναι παρόμοιο με το “αναμάσημα της τροφής” που κάνουν τα μηρυκαστικά θηλαστικά».—Βλέπε ΑΝΑΜΑΣΩΜΕΝΗ ΤΡΟΦΗ.
-
-
ΛαγωνικόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΓΩΝΙΚΟ
[εβρ., ζαρζίρ μοθνάγιμ].
Ταχύτατος σκύλος με οξεία όραση, μυτερό ρύγχος, λεπτό, αεροδυναμικό σώμα και μακριά, δυνατά πόδια. Ωστόσο, επικρατεί αρκετή αβεβαιότητα ως προς το τι υποδηλώνει η εβραϊκή έκφραση, η οποία σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτό [το ζώο] που έχει ζωσμένους τους γοφούς (την οσφύ)». Αρκετές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής χρησιμοποιούν την απόδοση «λαγωνικό» στο κυρίως κείμενο του εδαφίου Παροιμίες 30:31, αλλά σε υποσημειώσεις δίνουν τις εναλλακτικές αποδόσεις «πολεμικό άλογο» και «πετεινός». (AS, Ro, ΜΝΚ· βλέπε επίσης ΚΛΘ.) Η απόδοση «πετεινός» ή «κόκορας» (AT, JB, RS, ΚΛΠ, ΜΠΚ) υποστηρίζεται από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα (ἀλέκτωρ) και τη λατινική Βουλγάτα. Εντούτοις, η απόδοση «λαγωνικό» είναι κατάλληλη διότι ταιριάζει με το περιγραφόμενο ζώο, το οποίο έχει επιβλητικό «βηματισμό». (Παρ 30:29) Σύμφωνα με μετρήσεις, τα λαγωνικά τρέχουν με ταχύτητα περίπου 64 χλμ./ώ. Επίσης, η λεπτή οσφυϊκή χώρα του λαγωνικού, η οποία δίνει την εντύπωση ότι το ζώο έχει «ζωσμένους τους γοφούς», εναρμονίζεται με τη θεωρούμενη ως κυριολεκτική σημασία αυτού του εβραϊκού προσδιορισμού.
-
-
ΛαδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΔΑΝ
(Λαδάν).
1. Εφραϊμίτης πρόγονος του Ιησού του Ναυή.—1Χρ 7:22, 26, 27.
2. Γηρσωνίτης Λευίτης από τον οποίο προήλθαν αρκετοί πατρικοί οίκοι. (1Χρ 23:7-9· 26:21) Προφανώς ονομαζόταν και Λιβνί.—Εξ 6:17.
-
-
ΛάδανοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΔΑΝΟ
Μαλακό, μαύρο ή σκουροκάστανο κόμμι που εκκρίνεται από τα φύλλα και τα κλαδιά αρκετών ποικιλιών του φυτού κίστος (Cistus), της κοινώς ονομαζόμενης λαδανιάς. Το κόμμι αυτό έχει πικρή γεύση αλλά ευωδιαστή οσμή. Χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και κάποτε χρησιμοποιούνταν ευρέως και στην ιατρική. Αναφορικά με αυτή την ουσία, ο αρχαίος ιστορικός Ηρόδοτος (Γ΄, 112) έγραψε: «Συλλέγεται από τα γένια των τράγων, όπου σχηματίζεται σαν κόλλα, προερχόμενο από τους θάμνους στους οποίους βόσκουν. Χρησιμοποιείται στην παρασκευή πολλών αλοιφών, και αυτό κυρίως καίνε οι Άραβες ως θυμίαμα».
Η εβραϊκή λέξη νεχό’θ προσδιορίζει εκείνο το προϊόν το οποίο μετέφερε το καραβάνι των Ισμαηλιτών που αγόρασαν τον Ιωσήφ, καθώς και ένα από τα καλά προϊόντα που ο Ιακώβ είπε στους γιους του να πάνε ως δώρο στον κυβερνήτη της Αιγύπτου. (Γε 37:25· 43:11) Η λέξη νεχό’θ έχει αποδοθεί με διάφορους τρόπους: «μυρωδικά» (KJ), «κόμμι» (AT, RS), «τραγακάνθινο κόμμι» (Da), «ρητίνη» (Mo), «αρώματα» (ΒΑΜ), «θυμιάματα» (ΚΛΠ) και, όπως ορίζεται από τους Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, «λάδανο» (ΜΝΚ).—Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (Lexicon in Veteris Testamenti Libros), Λέιντεν, 1958, σ. 615.
-
-
ΛάδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΔΙ
Το λάδι που ήταν πιο γνωστό στους Εβραίους ήταν το ελαιόλαδο. Οι εντελώς ώριμες μαύρες ελιές έδιναν το περισσότερο λάδι, αλλά το εκλεκτότερο προερχόταν από όσες ήταν ακόμη πράσινες και το χρώμα τους μόλις άρχιζε να αλλάζει. Αφού μάζευαν προσεκτικά τον καρπό από τα δέντρα και τον ξεχώριζαν από τα κλαδιά και τα φύλλα, τον μετέφεραν στο ελαιοπιεστήριο.
Ο πολτός που προκύπτει από τον ώριμο ελαιόκαρπο είναι σχεδόν κατά το ήμισυ λάδι, η ποιότητα του οποίου ποικίλλει ανάλογα με τη μέθοδο επεξεργασίας του πολτού. Το καλύτερο λάδι, το λεγόμενο «αγνό λάδι από κοπανισμένες ελιές», παραγόταν μέσω μιας απλής επεξεργασίας, προτού περάσουν οι ελιές από το ελαιοπιεστήριο. (Λευ 24:2) Πρώτα έβαζαν τις ελιές σε ένα γουδί και τις κοπάνιζαν ή, σε κάποιες περιπτώσεις, τις πατούσαν με τα πόδια. (Μιχ 6:15) Έπειτα έβαζαν τον κοπανισμένο καρπό σε καλάθια από όπου έσταζε το λάδι μέχρι να εξαχθεί το «παρθένο» λάδι. Το αγνό αυτό λάδι που εξαγόταν από τις κοπανισμένες ελιές αποθηκευόταν σε πήλινα αγγεία, ενώ τον πολτό τον μετέφεραν στο ελαιοπιεστήριο.
Μια συνηθισμένη ποιότητα ελαιόλαδου παραγόταν από την πλήρη έκθλιψη των ελαιόκαρπων σε γουδί ή χειρόμυλο. Όταν ολοκληρωνόταν η εξαγωγή λαδιού από τον πολτό, έβαζαν το λάδι σε πήλινα αγγεία ή πιθάρια, όπου το άφηναν να κατακαθήσει.
Η κατώτερη ποιότητα ελαιόλαδου ήταν το λάδι που εξαγόταν στο ελαιοπιεστήριο από τη σύνθλιψη του ελαιοπολτού που είχε απομείνει μετά τη διαδικασία έκθλιψης του καρπού. Ο ελαιοπολτός τοποθετούνταν σε καλάθια τα οποία στοιβάζονταν ανάμεσα στους δύο κάθετους στύλους του ελαιοπιεστηρίου. Ένας μοχλός που έφερε βάρος πίεζε τη στοίβα με τα καλάθια για την εκροή του λαδιού, το οποίο διοχετευόταν κατόπιν σε μεγάλες λεκάνες για να καθαριστεί. Εκεί, τα υπολείμματα του πολτού και το νερό κατακάθονταν, ενώ το λάδι ανέβαινε στην επιφάνεια και στη συνέχεια αντλούνταν και αποθηκευόταν σε μεγάλα πήλινα αγγεία ή σε ειδικές δεξαμενές.—Παράβαλε 2Χρ 32:27, 28· βλέπε ΠΑΤΗΤΗΡΙ.
Σύμβολο Ευημερίας. Η έκφραση “τα πατητήρια ξεχειλίζουν από λάδι” σήμαινε μεγάλη ευημερία. (Ιωλ 2:24) Ενόσω ο Ιώβ υπέφερε, λαχταρούσε τις περασμένες ημέρες αφθονίας, όταν “ο βράχος έβγαζε ρυάκια λάδι” για χάρη του. (Ιωβ 29:1, 2, 6) Ο Ιεχωβά έκανε τον «Ιακώβ», δηλαδή τους Ισραηλίτες, να θηλάσει με μεταφορική έννοια «λάδι από τον πυρολιθικό βράχο», προφανώς από ελαιόδεντρα που φύονταν σε βραχώδες έδαφος. (Δευ 32:9, 13) Ο Μωυσής είπε ότι ο Ασήρ θα “βουτούσε το πόδι του στο λάδι”, υποδηλώνοντας ότι αυτή η φυλή θα είχε υλικές ευλογίες.—Δευ 33:24.
Σημαντικό Εμπορικό και Διατροφικό Αγαθό. Το ελαιόλαδο έγινε σημαντικό εμπορικό αγαθό στην Παλαιστίνη λόγω της αφθονίας του. Κάθε χρόνο ο Σολομών έδινε στον Βασιλιά Χιράμ της Τύρου «είκοσι κορ [4.400 λίτρα] λάδι από κοπανισμένες ελιές», ως μέρος της πληρωμής για τα υλικά ανέγερσης του ναού. (1Βα 5:10, 11) Ο Ιούδας και ο Ισραήλ ήταν κάποτε «έμποροι» της Τύρου που της προμήθευαν λάδι. (Ιεζ 27:2, 17) Το αρωματικό λάδι και το ελαιόλαδο συγκαταλέγονται επίσης στα υλικά που αγοράζει η μυστηριακή Βαβυλώνα η Μεγάλη από τους “περιοδεύοντες εμπόρους” της γης.—Απ 18:11-13.
Το ελαιόλαδο, τροφή υψηλής ενεργειακής αξίας και ένα από τα πιο εύπεπτα λίπη, ήταν βασικό είδος στη διατροφή των Ισραηλιτών, και πιθανότατα υποκαθιστούσε το βούτυρο σε πολλές περιπτώσεις, τόσο στην επιτραπέζια όσο και στη μαγειρική χρήση του. (Δευ 7:13· Ιερ 41:8· Ιεζ 16:13) Αποτελούσε κοινό φωτιστικό καύσιμο. (Ματ 25:1-9) Τα λυχνάρια του χρυσού λυχνοστάτη στη σκηνή της συνάντησης έκαιγαν «αγνό λάδι από κοπανισμένες ελιές». (Εξ 27:20, 21· 25:31, 37) Λάδι χρησιμοποιούσαν επίσης στις προσφορές σιτηρών που έφερναν στον Ιεχωβά. (Λευ 2:1-7) Ως καλλυντικό χρησιμοποιούνταν για την επάλειψη του σώματος μετά το λούσιμο. (Ρθ 3:3· 2Σα 12:20) Το να αλείψει κάποιος το κεφάλι του φιλοξενούμενου με λάδι θεωρούνταν ένδειξη φιλοξενίας. (Λου 7:44-46) Το λάδι το χρησιμοποιούσαν επίσης για να απαλύνουν και να καταπραΰνουν τραύματα και πληγές (Ησ 1:6), μερικές φορές σε συνδυασμό με το κρασί.—Λου 10:33, 34.
Θρησκευτική Χρήση και Σημασία. Ο Ιεχωβά διέταξε τον Μωυσή να παρασκευάσει «λάδι αγίου χρίσματος» το οποίο περιείχε ελαιόλαδο και άλλα συστατικά. Με αυτό ο Μωυσής έχρισε τη σκηνή της μαρτυρίας, την κιβωτό της διαθήκης, τα διάφορα σκεύη του αγιαστηρίου και τα έπιπλά του. Ο Μωυσής έχρισε επίσης με αυτό τον Ααρών και τους γιους του για να τους αγιάσει ως ιερείς του Ιεχωβά. (Εξ 30:22-33· Λευ 8:10-12) Οι βασιλιάδες χρίονταν με λάδι, όπως ο Σαούλ τον οποίο έχρισε ο Σαμουήλ όταν «πήρε τη φιάλη με το λάδι και το έχυσε πάνω στο κεφάλι του». (1Σα 10:1) Όταν χρίστηκε ο Σολομών χρησιμοποιήθηκε κέρας με λάδι.—1Βα 1:39.
Προφητική της χαροποιάς επίδρασης που θα είχε η επίγεια διακονία του Ιησού Χριστού ήταν η δήλωση ότι ο Ιησούς θα έδινε σε «εκείνους που πενθούν για τη Σιών . . . το λάδι της αγαλλίασης αντί για πένθος». (Ησ 61:1-3· Λου 4:16-21) Επίσης, είχε προφητευτεί ότι ο Ιησούς θα χριόταν προσωπικά από τον Ιεχωβά με το «λάδι της αγαλλίασης» πιο πολύ από ό,τι οι εταίροι του, κάτι που υποδήλωνε ότι θα γευόταν μεγαλύτερη χαρά από ό,τι οι προκάτοχοί του στη Δαβιδική δυναστεία.—Ψλ 45:7· Εβρ 1:8, 9· βλέπε ΧΡΙΣΜΑ, ΧΡΙΣΜΕΝΟΣ.
Όπως το κατά γράμμα λάδι στο κεφάλι κάποιου είναι καταπραϋντικό και αναζωογονητικό, έτσι και ο Λόγος του Θεού καταπραΰνει, διορθώνει, παρηγορεί και θεραπεύει όταν χρησιμοποιείται στην περίπτωση κάποιου που ασθενεί πνευματικά. Γι’ αυτό και οι πρεσβύτεροι της Χριστιανικής εκκλησίας νουθετούνται να προσεύχονται για έναν τέτοιον άνθρωπο, αλείβοντάς τον συμβολικά «με λάδι στο όνομα του Ιεχωβά»—ένα μέτρο απαραίτητο για την πνευματική του ανάρρωση.—Ιακ 5:13-15· παράβαλε Ψλ 141:5.
-
-
ΛάζαροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΖΑΡΟΣ
(Λάζαρος) [πιθανότατα η ελλ. μορφή του εβρ. ονόματος Ελεάζαρ, που σημαίνει «Ο Θεός Έχει Βοηθήσει»].
1. Ο αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας, η ανάσταση του οποίου ήταν ένα από τα αξιοσημείωτα θαύματα που εκτέλεσε ο Ιησούς Χριστός. (Ιωα 11:1, 2) Ο Ιησούς έτρεφε βαθιά αγάπη για αυτή την οικογένεια που ζούσε στη Βηθανία, “περίπου τρία χιλιόμετρα” από την Ιερουσαλήμ στο δρόμο για την Ιεριχώ. (Ιωα 11:5, 18, υποσ.) Είχε φιλοξενηθεί στο σπίτι τους, ενδεχομένως αρκετές φορές.—Λου 10:38-42.
Οι δύο αδελφές έστειλαν μήνυμα στον Ιησού, ο οποίος βρισκόταν τότε στην απέναντι πλευρά του Ιορδάνη Ποταμού, ότι ο αδελφός τους ο Λάζαρος ήταν πολύ άρρωστος. Δίχως άλλο έτρεφαν ελπίδες ότι ο Ιησούς θα τον θεράπευε. (Ιωα 11:3, 21, 32) Ωστόσο, ο Ιησούς, αντί να πάει αμέσως στη Βηθανία ή να θεραπεύσει τον Λάζαρο από μακριά, όπως είχε κάνει στην περίπτωση του υπηρέτη ενός αξιωματικού (Ματ 8:5-13), έμεινε άλλες δύο ημέρες εκεί που βρισκόταν. Όταν έφτασε στα περίχωρα της Βηθανίας τον συνάντησε η Μάρθα και κατόπιν η Μαρία. Ο Λάζαρος είχε πεθάνει πριν από τέσσερις ημέρες.—Ιωα 11:6, 17, 20, 30-32.
Καθώς μιλούσε στη Μάρθα, ο Ιησούς χρησιμοποίησε την ευκαιρία για να στρέψει την προσοχή στην ανάσταση. (Ιωα 11:23-27) Σε λίγο επρόκειτο να προσδώσει μεγαλύτερο νόημα στα λόγια του. Μόλις έφτασε στον τάφο ή στη σπηλιά όπου είχε ενταφιαστεί ο Λάζαρος, ο Χριστός πρόσταξε να μετακινήσουν την πέτρα που έφραζε την είσοδο. Κατόπιν, στην προσευχή που απηύθυνε στον ουράνιο Πατέρα του, ο Ιησούς έδειξε ότι ένας λόγος για τον οποίο συνέβαιναν αυτά τα γεγονότα ήταν για «να πιστέψουν [το πλήθος που παρίστατο] ότι εσύ με απέστειλες». (Ιωα 11:38-42) Έπειτα ο Ιησούς κάλεσε τον νεκρό Λάζαρο να βγει από τον τάφο, και εκείνος βγήκε, αναμφίβολα προς έκπληξη και χαρά των παρισταμένων.—Ιωα 11:43, 44.
Αυτό το θαύμα υποκίνησε πολλούς να θέσουν πίστη στον Ιησού, παράλληλα όμως έκανε τους πρωθιερείς και τους Φαρισαίους να σχεδιάσουν το θάνατό του. Ο θυμός των πρωθιερέων φούντωσε ακόμη περισσότερο όταν ένα μεγάλο πλήθος Ιουδαίων ήρθε να δει όχι μόνο τον Ιησού αλλά και τον αναστημένο Λάζαρο. Ο Λάζαρος έγινε αιτία να θέσουν πολλοί Ιουδαίοι πίστη στον Ιησού, και γι’ αυτό οι πρωθιερείς συνεννοήθηκαν να σκοτώσουν και εκείνον. (Ιωα 11:45-53· 12:1-11) Ωστόσο, δεν υπάρχει Βιβλική απόδειξη ότι αυτοί οι θρησκευτικοί εχθροί εκτέλεσαν τα πανούργα σχέδιά τους εναντίον του Λαζάρου.
Η αφήγηση του Ιωάννη για την ανάσταση του Λαζάρου έχει δεχτεί επίθεση από κάποιους κριτικούς της Αγίας Γραφής. Αυτοί επικαλούνται το ότι οι αφηγήσεις των υπόλοιπων Ευαγγελίων σιωπούν αναφορικά με αυτό το γεγονός. Ωστόσο, μια εξέταση των διαφόρων Ευαγγελίων δείχνει ότι ακόμη και οι συγγραφείς των συνοπτικών Ευαγγελίων δεν ανέφεραν όλοι τους κάθε πράξη του Ιησού. Για παράδειγμα, μόνο ο Λουκάς αναφέρει την ανάσταση του γιου της χήρας στη Ναΐν. (Λου 7:11-15) Ο Ιωάννης δεν συνηθίζει να επαναλαμβάνει αυτά που είχαν καταγράψει άλλοι. Η ανάσταση του Λαζάρου αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του γεγονότος.
Το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου αποτέλεσε σημαντικό μέρος της διακονίας του Ιησού, καταδεικνύοντας τη δύναμη του Γιου του Θεού και παράλληλα αυξάνοντας την πίστη σε αυτόν και στην ανάσταση. (Ιωα 11:4, 41, 42) Προφανώς συνέβη γύρω στις αρχές του έτους 33 Κ.Χ. Οι Γραφές δεν μας παρέχουν καμιά πληροφορία σχετικά με τις συνθήκες, τον τόπο ή το χρόνο του θανάτου του Λαζάρου μετά την ανάστασή του.—Βλέπε ΑΝΑΣΤΑΣΗ (Αναστάσεις πριν από την καταβολή του λύτρου).
Δεν υπάρχει Γραφική δήλωση ούτε άλλος λόγος να συνδέσουμε τον Λάζαρο ως ιστορικό πρόσωπο με το ζητιάνο στην παραβολή του Ιησού για τον πλούσιο και τον Λάζαρο.
2. Το όνομα του ζητιάνου στην παραβολή του Ιησού η οποία είναι κοινώς γνωστή ως η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. (Λου 16:19-31) Το Ιουδαϊκό όνομα Λάζαρος ήταν κοινό στους αρχαίους χρόνους, γεγονός που επιβεβαιώνεται από επιγραφές σε οστεοθήκες.
Στην παραβολή, ο Λάζαρος ήταν ένας ζητιάνος γεμάτος έλκη τον οποίο έβαζαν στην πύλη του πλουσίου γιατί επιθυμούσε να χορτάσει με αυτά που έπεφταν από το μεγαλόπρεπο τραπέζι του πλουσίου. Κάποτε ο Λάζαρος πέθανε και μεταφέρθηκε από τους αγγέλους στον κόλπο του Αβραάμ (μια θέση σαν αυτήν που είχε κάποιος σε ένα γεύμα των αρχαίων χρόνων, όταν πλάγιαζε μπροστά από κάποιον άλλον στο ίδιο ανάκλιντρο). Ο Αβραάμ είχε μια συζήτηση με τον πλούσιο, ο οποίος επίσης είχε πεθάνει, είχε θαφτεί και βρισκόταν στον Άδη, μέσα σε βάσανα. «Ένα μεγάλο χάσμα» που δεν μπορούσε να το διαβεί κανείς χώριζε τον πλούσιο από τον Αβραάμ και τον Λάζαρο. Το αίτημα του πλουσίου να στείλει ο Αβραάμ τον Λάζαρο στους πέντε αδελφούς του για «να τους δώσει πλήρη μαρτυρία», με την ελπίδα ότι θα γλίτωναν τα όσα περνούσε ο ίδιος, απορρίφθηκε με το σκεπτικό ότι αυτοί είχαν «τον Μωυσή και τους Προφήτες» και ότι, αν δεν ήταν πρόθυμοι να ακούσουν εκείνους, “δεν θα πείθονταν ούτε και αν ανασταινόταν κάποιος από τους νεκρούς”.—Βλέπε ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ.
Μήπως ο Ιησούς άντλησε στοιχεία για την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου από τις ραβινικές πεποιθήσεις σχετικά με τους νεκρούς;
Σε κάποιες περιπτώσεις, καθηγητές και σπουδαστές θρησκειολογίας εξέφρασαν την άποψη ότι για αυτή την παραβολή ο Ιησούς Χριστός άντλησε στοιχεία από τις αρχαίες ραβινικές αντιλήψεις και διδασκαλίες για τον κάτω κόσμο. Ο Ιώσηπος δίνει τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την άποψη που είχαν τότε οι Φαρισαίοι για αυτό: «Πιστεύουν ότι οι ψυχές έχουν τη δύναμη να ζουν και μετά θάνατον και ότι υπάρχουν ανταμοιβές και τιμωρίες στον κάτω κόσμο για εκείνους που έχουν ζήσει τη ζωή τους με αρετή ή με κακία: οι μεν αποκτούν τα αιώνια δεσμά, ενώ οι άλλες την άνεση του να αναβιώσουν». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 14 [i, 3]) Ωστόσο, ο Ιησούς απέρριψε κατηγορηματικά τις ψεύτικες διδασκαλίες, περιλαμβανομένων και των διδασκαλιών των Φαρισαίων. (Ματ 23) Επομένως, θα ήταν ασυνεπές από μέρους του να διαμορφώσει την παραβολή του για τον πλούσιο και τον Λάζαρο με βάση το πλαίσιο των εσφαλμένων ραβινικών αντιλήψεων για τον κάτω κόσμο. Άρα, πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Ιησούς είχε υπόψη του την εκπλήρωση της παραβολής και διαμόρφωσε τις λεπτομέρειές της και τη ροή της σε αρμονία με τα γεγονότα της εκπλήρωσης και όχι με βάση κάποια αντιγραφική διδασκαλία.
Το περιεχόμενο και η φρασεολογία της παραβολής δείχνουν καθαρά ότι πρόκειται για αλληγορία και όχι για πραγματική ιστορική αφήγηση. Δεν εξυμνείται η φτώχεια ούτε καταδικάζονται τα πλούτη. Αντ’ αυτού, γίνεται σαφής αναφορά στη διαγωγή, στην τελική ανταμοιβή και στην αντιστροφή της πνευματικής υπόστασης ή κατάστασης εκείνων που αντιπροσωπεύονται από τον Λάζαρο και τον πλούσιο. Το γεγονός ότι οι αδελφοί του πλουσίου απέρριψαν τον Μωυσή και τους προφήτες δείχνει επίσης ότι η παραβολή είχε κάποιο βαθύτερο νόημα και σκοπό από το να αντιπαραβάλει τη φτώχεια με την κατοχή πλούτου.
-
-
ΛαήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΗΛ
(Λαήλ) [Αυτός που Ανήκει στον Θεό].
Λευίτης και πατέρας του Ελιασάφ, αρχηγού του πατρικού οίκου των Γηρσωνιτών στη διάρκεια της οδοιπορίας του Ισραήλ στην έρημο.—Αρ 3:24.
-
-
ΛαίμαργοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΙΜΑΡΓΟΣ
Ιδιοτελές, άπληστο άτομο, που εντρυφά υπερβολικά στις απολαύσεις, συγκεκριμένα άτομο αχόρταγο στο φαγητό. Η λαιμαργία σε οποιαδήποτε μορφή είναι διαμετρικά αντίθετη με τις εντολές και τις αρχές της Αγίας Γραφής.
Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, οι γονείς ενός αδιόρθωτου γιου που ήταν λαίμαργος και μέθυσος έπρεπε να τον φέρουν μπροστά στους πρεσβυτέρους της πόλης, οι οποίοι και θα διέταζαν το λιθοβολισμό του μέχρι θανάτου. (Δευ 21:18-21) Ως προειδοποίηση για τους άλλους, οι Παροιμίες καταδικάζουν ακόμη και τη συναναστροφή με λαίμαργους: «Αυτός που κάνει συντροφιά με λαίμαργους ταπεινώνει τον πατέρα του». «Μην είσαι ανάμεσα σε οινοπότες, ανάμεσα σε λαίμαργους κρεοφάγους. Διότι ο μέθυσος και ο λαίμαργος θα πέσουν σε φτώχεια, και ο νυσταγμός θα ντύσει με κουρέλια τον άνθρωπο». (Παρ 28:7· 23:20, 21) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται εδώ «λαίμαργος» και «λαίμαργος [κρεο]φάγος» είναι ζωλέλ. Η βασική έννοια της λέξης είναι πιθανώς «είμαι σπάταλος», ή αλλιώς πολυδάπανος, άσωτος.—Παράβαλε Δευ 21:20, υποσ.
Προσπαθώντας να δυσφημήσουν τον Ιησού Χριστό, οι αντίπαλοί του εκτόξευσαν εναντίον του και την εξής συκοφαντική κατηγορία: «Ορίστε! Άνθρωπος λαίμαργος και οινοπότης». Ο Ιησούς απλώς αντέκρουσε την ψεύτικη κατηγορία λέγοντας: «Η σοφία αποδεικνύεται δίκαιη από τα έργα της» ή «από όλα τα παιδιά της». (Ματ 11:19· Λου 7:34, 35) Με άλλα λόγια, ο Ιησούς έλεγε: «Κοιτάξτε τα δίκαια έργα και τη διαγωγή μου και θα καταλάβετε ότι η κατηγορία είναι ψεύτικη».
Η λαιμαργία οπωσδήποτε δεν έχει θέση στη Χριστιανική εκκλησία, και ο απόστολος Παύλος ήθελε να διασφαλίσει ότι δεν θα διείσδυε σε αυτήν. Όταν, λοιπόν, άφησε τον Τίτο στην Κρήτη για να φροντίσει τη νεοσύστατη Χριστιανική οργάνωση εκεί, του υπενθύμισε ότι ένας από τους ίδιους τους προφήτες της Κρήτης (πιστεύεται ότι ήταν ο Επιμενίδης, ένας Κρητικός ποιητής του έκτου αιώνα Π.Κ.Χ.) είχε πει: «Οι Κρητικοί είναι πάντοτε ψεύτες, βλαβερά θηρία, λαίμαργοι [γαστέρες, Κείμενο] και αργόσχολοι». Επομένως οι επίσκοποι τους οποίους θα διόριζε ο Τίτος, είπε ο Παύλος, θα έπρεπε να είναι άντρες ακατηγόρητοι για όλα αυτά τα πράγματα, άντρες που δεν ήταν μέθυσοι ή άπληστοι, αλλά εγκρατείς.—Τιτ 1:5-12.
Αν και η λαιμαργία δεν αναφέρεται ξεχωριστά ως ένα από τα «έργα της σάρκας», συχνά συνοδεύει τα μεθύσια και τα ξέφρενα γλέντια, και σίγουρα υπάγεται στην περιληπτική έκφραση «παρόμοια πράγματα», τα οποία όσοι πράττουν «δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού». (Γα 5:19, 21) Η μετριοπάθεια στο φαγητό, όπως και σε όλες τις άλλες δραστηριότητες, είναι Χριστιανική αρετή.—1Τι 3:2, 11.
-
-
Λαιμός, Αυχένας, ΤράχηλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΙΜΟΣ, ΑΥΧΕΝΑΣ, ΤΡΑΧΗΛΟΣ
Το τμήμα ενός ανθρώπου ή ζώου που ενώνει το κεφάλι με το υπόλοιπο σώμα. Οι εβραϊκές λέξεις που αντιστοιχούν σε αυτό το τμήμα του σώματος δίνουν προφανώς την έμφαση στη σκελετική του δομή που μπορεί να σπάσει ή στο πίσω μέρος του, δηλαδή στον αυχένα. (Γε 49:8· Εξ 13:13· Ιη 10:24· 1Σα 4:18) Στην Αγία Γραφή οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται συχνά με μεταφορικό τρόπο.
Στην εβραϊκή, για εκείνον που έτρεχε να φύγει νικημένος λεγόταν, κατά κυριολεξία, ότι έστρεφε τον «αυχένα» του στον εχθρό. (Παράβαλε Ιη 7:8.) Επομένως, το να “έχει κανείς το χέρι του πάνω στον αυχένα” των εχθρών του σήμαινε ότι τους νικούσε, ότι τους υπέτασσε. (Γε 49:8· 2Σα 22:41· Ψλ 18:40) Με ανάλογη σημασία, σε μνημεία της Αιγύπτου και της Ασσυρίας, οι μονάρχες απεικονίζονται σε σκηνές μάχης να πατούν πάνω στους αυχένες των εχθρών τους. Παρόμοια, ο Ιησούς του Ναυή πρόσταξε τους στρατιωτικούς διοικητές του: «Πλησιάστε. Βάλτε τα πόδια σας πάνω στους αυχένες αυτών των βασιλιάδων».—Ιη 10:24.
Ο ζυγός πάνω στον τράχηλο ήταν σημείο υποδούλωσης, υποταγής ή αιχμαλωσίας. (Γε 27:40· Ιερ 30:8· Πρ 15:10) Οι συνηθισμένες εκφράσεις «σκληροτράχηλος» και “σκληραίνω τον τράχηλο” συμβολίζουν το στασιαστικό και πεισματικό πνεύμα. Ως προειδοποίηση για εμάς, οι Γραφές λένε ότι «ο άνθρωπος που ελέγχεται επανειλημμένα και όμως σκληραίνει τον τράχηλό του θα συντριφτεί ξαφνικά, και μάλιστα χωρίς γιατρειά».—Παρ 29:1· Δευ 9:6, 13· 31:27· 2Βα 17:14· Ψλ 75:5· Ησ 48:4.
Λαιμός, Λάρυγγας. Η εβραϊκή λέξη που αναφέρεται στο μπροστινό μέρος του τραχήλου όπου βρίσκονται τα όργανα της ομιλίας και της κατάποσης αποδίδεται «λαιμός» ή «λάρυγγας». (Ψλ 69:3· 149:6· Ιερ 2:25) Η σπουδαιότητα της διαπαιδαγώγησης και της εξουσίας των γονέων κάποιου ατόμου (και, συνεκδοχικά, η εξέχουσα αξία των εντολών και των νόμων του Θεού) τονίζεται από τη συμβουλή που δινόταν να “τις τυλίξει γύρω από το λαιμό”, όπου φοριούνταν όμορφα και πολύτιμα κοσμήματα. (Παρ 1:8, 9· 3:1-3· 6:20, 21) Το να περπατάει κάποιος με το λαιμό τεντωμένο μπορεί να δείχνει υπεροψία. (Ησ 3:16) Σχετικά με τους πονηρούς ανθρώπους που λένε ψέματα και προκαλούν αιματοχυσία, η Αγία Γραφή λέει: «Στο στόμα τους δεν υπάρχει τίποτα αξιόπιστο· . . . ο λάρυγγάς τους είναι ανοιγμένος τάφος».—Ψλ 5:9· Ρω 3:13.
-
-
ΛαΐςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΪΣ
(Λαΐς) [Λιοντάρι].
1. Κάποιος άντρας από τη Γαλλίμ και πατέρας του Φαλτί (Φαλτιήλ) στον οποίο έδωσε ο Σαούλ ως σύζυγο τη Μιχάλ την κόρη του, που προηγουμένως ήταν σύζυγος του Δαβίδ.—1Σα 25:44· 2Σα 3:15.
2. Πόλη της βόρειας Χαναάν την οποία κατέστρεψαν οι Δανίτες. Έπειτα την ανοικοδόμησαν και τη μετονόμασαν σε Δαν. (Κρ 18:27-29) Ονομαζόταν επίσης και Λεσέμ.—Ιη 19:47· βλέπε ΔΑΝ Αρ. 3.
-
-
ΛαϊσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΪΣΑ
(Λαϊσά) [Λιοντάρι].
Πόλη στην περιοχή του Βενιαμίν η οποία κατά τον Φ.-Μ. Αμπέλ (Γεωγραφία της Παλαιστίνης [Géographie de la Palestine], Παρίσι, 1938, Τόμ. 2, σ. 368) ταυτίζεται με την Ισαουίγια, περίπου 2,5 χλμ. ΒΒΑ του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ. Στην προφητική εικόνα του Ησαΐα σχετικά με την ορμητική επέλαση του Ασσυρίου από χωριό σε χωριό, η Λαϊσά καλείται να “δώσει προσοχή” στην επικείμενη επίθεση.—Ησ 10:30.
-
-
ΛάκκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΚΚΟΣ
Βαθύ μέρος ή κοίλωμα, φυσικό ή τεχνητό. Οι λάκκοι με άσφαλτο μέσα στους οποίους έπεσαν οι βασιλιάδες των Σοδόμων και των Γομόρρων ήταν προφανώς φυσικά κοιλώματα σε εκείνη την περιοχή (Γε 14:10), ενώ ο λάκκος στον οποίο έριξαν τον Ιωσήφ τα αδέλφια του ήταν προφανώς ανθρωποποίητος νερόλακκος. (Γε 37:20-29) Οι δύο βασικές εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «λάκκος» είναι η λέξη μπωρ (που σημαίνει επίσης «νερόλακκος» ή «στέρνα») και η λέξη σάχαθ.
Η εβραϊκή λέξη σιε’όλ αποδίδεται «λάκκος» τρεις φορές στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου. (Αρ 16:30, 33· Ιωβ 17:16) Ωστόσο, στην πραγματικότητα ο Σιεόλ αναφέρεται στον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους και όχι σε μεμονωμένο τάφο. Στα εδάφια Ιώβ 17:13-16 βρίσκουμε τον Σιεόλ και το λάκκο (εβρ., σάχαθ) να χρησιμοποιούνται παράλληλα από τον Ιώβ ως τόποι σκοταδιού και χώματος. Παρόμοια, η προσευχή του Δαβίδ προς τον Θεό στο εδάφιο Ψαλμός 30:3 αναφέρει: «Ιεχωβά, ανέβασες την ψυχή μου από τον Σιεόλ· με κράτησες ζωντανό για να μην κατεβώ στο λάκκο». Στα εδάφια Ψαλμός 88:3-5 γίνεται μνεία για τον Σιεόλ, το λάκκο και τον τάφο κατά σειρά.—Βλέπε επίσης Ιωβ 33:18-30· Ψλ 30:3, 9· 49:7-10, 15· 88:6· 143:7· Παρ 1:12· Ησ 14:9-15· 38:17, 18· 51:14· βλέπε ΣΙΕΟΛ· ΤΑΦΗ, ΤΑΦΟΣ.
Και ο Ιωνάς επίσης χρησιμοποίησε τη λέξη που αποδίδεται «λάκκος» με μεταφορική έννοια όταν παρομοίασε το εσωτερικό του ψαριού με «την κοιλιά του Σιεόλ» και «το λάκκο». (Ιων 2:2, 6) Ένας τέτοιος συσχετισμός του λάκκου με το θάνατο και τον τάφο ήταν εντελώς φυσιολογικός, δεδομένης της αρχαίας συνήθειας που υπήρχε να χρησιμοποιείται ως τόπος ταφής ένας υπάρχων λάκκος ή να σκάβεται καινούριος.
Οι λάκκοι αποτελούσαν προφανώς μέσα για την παγίδευση του εχθρού ή τη θήρευση ζώων, και επομένως χρησιμοποιούνται με συμβολική έννοια για να υποδηλώσουν επικίνδυνες καταστάσεις ή δολοπλοκίες που ταλαιπωρούν τους υπηρέτες του Θεού. (Ψλ 7:15· 40:2· 57:6· Παρ 26:27· 28:10· Ιερ 18:20, 22) Μερικές φορές τοποθετούνταν στους λάκκους δίχτυα μέσα στα οποία μπλέκονταν τα θύματα που έπεφταν σε αυτούς. (Ψλ 35:7, 8) Σύμφωνα με το Νόμο, αν ένα κατοικίδιο ζώο έπεφτε μέσα σε σκαμμένο λάκκο και πέθαινε, ο ιδιοκτήτης του λάκκου όφειλε να δώσει αποζημίωση στον ιδιοκτήτη του ζώου.—Εξ 21:33, 34.
Η πόρνη και «το στόμα των ξένων γυναικών» χαρακτηρίζονται ως «βαθύς λάκκος». Αυτό συμβαίνει επειδή η πόρνη, χρησιμοποιώντας συνήθως πειστικά λόγια, παγιδεύει τους άντρες για να έχουν σχέσεις μαζί της.—Παρ 22:14· 23:27.
Οι στέρνες που χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι και άλλοι κάτοικοι της Ανατολής για να αποθηκεύουν νερό ήταν στην πραγματικότητα σκαμμένοι λάκκοι. Πολλές φορές, αυτές διαμορφώνονταν σε σχήμα μπουκαλιού—είχαν συνήθως στενό στόμιο, με πλάτος μόλις 0,3 μ. περίπου για το πρώτο ένα μέτρο, και κατόπιν φάρδαιναν σχηματίζοντας μια βολβοειδή κοιλότητα.—Βλέπε ΣΤΕΡΝΑ.
Η λέξη φρέαρ που χρησιμοποιεί το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο στα εδάφια Αποκάλυψη 9:1, 2, στην έκφραση “λάκκος της αβύσσου”, είναι η λέξη που χρησιμοποιεί και ο Ιωάννης στο Ευαγγέλιό του για να περιγράψει «το πηγάδι» στην πηγή του Ιακώβ όπου ο Ιησούς συνάντησε τη Σαμαρείτισσα. (Ιωα 4:11, 12) Η λέξη αυτή, με την απλούστερη έννοιά της, αναφέρεται σε τέτοιο πηγάδι ή λάκκο σκαμμένο στη γη. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αναφορικά με οποιονδήποτε λάκκο ή άβυσσο, όπως εκείνον τον απύθμενο λάκκο από τον οποίο ανεβαίνουν οι ακρίδες της Αποκάλυψης. (Απ 9:3· βλέπε ΑΒΥΣΣΟΣ.) Η λέξη βόθυνος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που αποδίδεται «λάκκος», μπορεί επίσης να σημαίνει «χαντάκι». (Ματ 12:11· 15:14, υποσ.· Λου 6:39) Ο Πέτρος, στο εδάφιο 2 Πέτρου 2:4, λέει ότι οι δαιμονικοί άγγελοι κλείνονται σε «λάκκους [σειροῖς, Κείμενο] πυκνού σκοταδιού».—Βλέπε ΤΑΡΤΑΡΟΣ.
-
-
Λάκκος ΛιονταριώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΚΚΟΣ ΛΙΟΝΤΑΡΙΩΝ
Ο τόπος εκτέλεσης όπου έριξαν τον προφήτη Δανιήλ, αλλά από όπου αργότερα τον έβγαλαν σώο, εφόσον είχε αγγελική προστασία. (Δα 6:7, 12, 13, 16-24) Αυτός ο λάκκος είχε ένα άνοιγμα που μπορούσε να καλυφτεί με πέτρα. (Δα 6:17) Προφανώς ήταν βαθύς ή υπόγειος, διότι χρειάστηκε «να ανεβάσουν τον Δανιήλ από το λάκκο».—Δα 6:23.
-
-
ΛακκούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΚΚΟΥΜ
(Λακκούμ).
Μεθόρια τοποθεσία του Νεφθαλί. (Ιη 19:32, 33) Ενδεχομένως πρόκειται για το Χίρμπετ Κούσα (Χορβάτ Κους), κοντά στον Ιορδάνη Ποταμό, λίγο νοτιότερα της Θάλασσας της Γαλιλαίας.
-
-
Λάλημα του ΠετεινούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΤΕΙΝΟΥ
Η λέξη ἀλεκτοροφωνία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποτελεί την ονομασία της τρίτης φυλακής της νύχτας σύμφωνα με την ελληνορωμαϊκή διαίρεση. (Μαρ 13:35) Η φυλακή αυτή διαρκούσε από τα μεσάνυχτα περίπου μέχρι τις τρεις περίπου το πρωί.
Αρκετά έχουν λεχθεί για το λάλημα του πετεινού λόγω του ότι ο Ιησούς αναφέρθηκε σε αυτό όταν προέβλεψε ότι ο Πέτρος θα τον αρνούνταν σε τρεις περιπτώσεις. (Ματ 26:34, 74, 75· Μαρ 14:30, 72· Λου 22:34· Ιωα 13:38) Με βάση κάποιες δηλώσεις που περιέχονται στο Ιουδαϊκό Μισνά (Μπαβά Καμά 7:7), ορισμένοι προβάλλουν το επιχείρημα ότι στην Ιερουσαλήμ δεν εκτρέφονταν πετεινοί, επειδή προκαλούσαν τελετουργική ακαθαρσία με το να σκαλίζουν το χώμα. Ισχυρίζονται ότι το λάλημα του πετεινού στο οποίο αναφέρθηκε ο Ιησούς ήταν στην πραγματικότητα το ρωμαϊκό gallicinium, ένα χρονικό σήμα που λέγεται ότι έδινε με σάλπιγγες, στο τέλος της τρίτης νυχτερινής φυλακής, η ρωμαϊκή φρουρά η οποία ήταν εγκατεστημένη στα περιτειχίσματα του Φρουρίου Αντωνία στην Ιερουσαλήμ.
Εντούτοις, αναφορές του Ιουδαϊκού Ταλμούδ υποδηλώνουν ότι εκτρέφονταν τότε πετεινοί στην Ιερουσαλήμ. (Για παράδειγμα, βλέπε Το Μισνά, Εντουγιότ 6:1.) Επιπρόσθετη ένδειξη αποτελεί το γεγονός ότι ο Ιησούς, θρηνώντας για την πόλη της Ιερουσαλήμ, επέλεξε την παρομοίωση της “κότας που συγκεντρώνει τα κλωσόπουλά της κάτω από τις φτερούγες της” για να εκφράσει τα αισθήματά του για εκείνη. (Ματ 23:37) Ο Ιησούς επέλεγε πάντοτε παραβολές τις οποίες οι ακροατές του θα έβρισκαν ευκολονόητες. Άρα, όσον αφορά τη δήλωσή του προς τον Πέτρο, δεν υπάρχει βάσιμος λόγος να υποθέσουμε ότι εννοούσε κάτι άλλο και όχι το κυριολεκτικό λάλημα του πετεινού.
Άλλοι επισημαίνουν μια φαινομενική αντίφαση στις τέσσερις αφηγήσεις, εφόσον ο Ματθαίος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης αναφέρουν μόνο ένα λάλημα του πετεινού, ενώ ο Μάρκος παραθέτει τα εξής λόγια του Ιησού: «Αληθινά σου λέω: Εσύ ο ίδιος σήμερα, ναι, αυτή τη νύχτα, προτού λαλήσει πετεινός δύο φορές, θα με απαρνηθείς τρεις φορές». Αυτή τη δήλωση την επαναλαμβάνει όταν εξιστορεί τι συνέβη αργότερα.—Μαρ 14:30, 72.
Προφανώς, σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει αντίφαση, αλλά απλώς ο ένας συγγραφέας δίνει περισσότερες λεπτομέρειες κατά την αφήγησή του από ό,τι οι άλλοι. Το περιστατικό αυτό περιλαμβάνει τον Πέτρο, και εφόσον ο Μάρκος ήταν στενός του σύντροφος επί αρκετό χρονικό διάστημα και αναμφίβολα έγραψε την αφήγηση του Ευαγγελίου του με τη βοήθεια του Πέτρου ή βασιζόμενος στη μαρτυρία του, έπεται ότι η δική του αφήγηση θα ήταν η πιο λεπτομερής. (Σε άλλες περιπτώσεις ο Ματθαίος ήταν εκείνος που περιέγραψε λεπτομερέστερα ορισμένα περιστατικά, όπως φαίνεται από μια παραβολή του εδ. Ματ 8:28 με τα εδ. Μαρ 5:2 και Λου 8:27, καθώς επίσης του εδ. Ματ 20:30 με τα εδ. Μαρ 10:46 και Λου 18:35.) Έτσι λοιπόν, ενώ ο Μάρκος παρέθεσε τη δήλωση του Ιησού σύμφωνα με την οποία ο πετεινός θα λαλούσε δύο φορές, οι άλλοι τρεις συγγραφείς ανέφεραν μόνο τη δεύτερη και τελευταία φορά, η οποία έκανε τον Πέτρο να ξεσπάσει σε κλάματα, χωρίς όμως να αρνούνται με αυτό ότι ο πετεινός είχε λαλήσει και προηγουμένως.
Είναι γενικά παραδεκτό ότι το λάλημα του πετεινού υπήρξε ανέκαθεν και εξακολουθεί να είναι μέσο προσδιορισμού του χρόνου στις χώρες της ανατολικής Μεσογείου, και ότι το πρώτο λάλημα του πετεινού ακούγεται γύρω στα μεσάνυχτα, ενώ ένα άλλο ακούγεται αργότερα, κοντά στην αυγή. Μερικοί λένε ότι ακούγεται και άλλο ένα, ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Σχετικά με το εδάφιο Ιωάννης 13:38, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κλαρκ λέει: «Οι Ιουδαίοι, και κάποια άλλα έθνη, θεωρούσαν ότι ο πετεινός λαλούσε πρώτη, δεύτερη και τρίτη φορά». Μολονότι μπορεί να μην είναι τώρα δυνατόν να προσδιορίσουμε σε ποιες ακριβώς ώρες ακούγονταν αυτά τα περιοδικά λαλήματα του πετεινού, είναι αρκετό να γνωρίζουμε ότι όντως υφίσταντο και ότι, προτού ακουστούν δύο τέτοια λαλήματα, έλαβαν χώρα οι τρεις αρνήσεις του Πέτρου.
-
-
ΛάμεδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΜΕΔ
[ל] (λάμεδ).
Το 12ο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το λάμεδ αντιστοιχεί γενικά στο ελληνικό «λ». Στο εβραϊκό κείμενο, ο ψαλμωδός χρησιμοποιεί αυτό το γράμμα στην αρχή καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:89-96.
-
-
ΛάμεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΜΕΧ
(Λάμεχ).
1. Γιος του Μαθουσαήλ και απόγονος του Κάιν. (Γε 4:17, 18) Για κάποιο διάστημα έζησε παράλληλα με τον Αδάμ. Ο Λάμεχ είχε δύο συζύγους συγχρόνως, την Αδά και τη Ζιλλά, και είναι ο πρώτος πολύγαμος που αναφέρεται στο Βιβλικό υπόμνημα. (Γε 4:19) Από την Αδά απέκτησε έναν γιο ονόματι Ιαβάλ, “τον πρώτο από εκείνους που κατοικούν σε σκηνές και έχουν ζωντανά”, καθώς και άλλον έναν ονόματι Ιουβάλ, “τον πρώτο από όλους εκείνους που χειρίζονται την άρπα και τη φλογέρα”. (Γε 4:20, 21) Από τη Ζιλλά ο Λάμεχ έγινε πατέρας του Θουβάλ-κάιν, “του σφυρηλάτη κάθε είδους χάλκινου και σιδερένιου εργαλείου”, και μιας κόρης ονόματι Νααμά.—Γε 4:22.
Το ποίημα που συνέθεσε ο Λάμεχ για τις συζύγους του (Γε 4:23, 24) αντανακλά το βίαιο πνεύμα των ημερών του. Το ποίημα του Λάμεχ λέει τα εξής: «Ακούστε τη φωνή μου, σύζυγοι του Λάμεχ· δώστε ακρόαση στα λόγια μου: Έναν άντρα σκότωσα επειδή με τραυμάτισε, ναι, έναν νέο άντρα επειδή με χτύπησε. Αν εφτά φορές υπάρξει εκδίκηση για τον Κάιν, τότε για τον Λάμεχ εβδομήντα φορές και εφτά». Προφανώς, ο Λάμεχ παρουσίαζε μια περίπτωση αυτοάμυνας, ισχυριζόμενος ότι η πράξη του δεν αποτελούσε εκούσιο φόνο σαν αυτόν που διέπραξε ο Κάιν. Ο Λάμεχ υποστήριξε ότι, ευρισκόμενος σε άμυνα, σκότωσε τον άντρα ο οποίος τον χτύπησε και τον τραυμάτισε. Το ποίημά του, λοιπόν, αποτελούσε έκκληση για ασυλία ώστε να μην τον εκδικηθεί κανείς επειδή σκότωσε αυτόν που του επιτέθηκε.
Όπως φαίνεται, κανείς από τους απογόνους του Κάιν, περιλαμβανομένων και των απογόνων του Λάμεχ, δεν επέζησε από τον Κατακλυσμό.
2. Απόγονος του Σηθ, γιος του Μαθουσάλα και πατέρας του Νώε. (Γε 5:25, 28, 29· 1Χρ 1:1-4) Και αυτός ο Λάμεχ έζησε για κάποιο διάστημα παράλληλα με τον Αδάμ. Ο Λάμεχ είχε πίστη στον Θεό, και αφού έδωσε στο γιο του το όνομα «Νώε» (το οποίο πιθανότατα σημαίνει «Ανάπαυση· Παρηγοριά»), είπε: «Αυτός θα μας φέρει παρηγοριά όσον αφορά την εργασία μας και τον πόνο των χεριών μας που έχουμε εξαιτίας της γης, την οποία καταράστηκε ο Ιεχωβά». (Γε 5:29) Αυτά τα λόγια εκπληρώθηκαν όταν, στις ημέρες του Νώε, άρθηκε η κατάρα που είχε επιβληθεί στη γη. (Γε 8:21) Ο Λάμεχ είχε και άλλους γιους, καθώς και κόρες. Έζησε 777 χρόνια και πέθανε περίπου πέντε χρόνια πριν από τον Κατακλυσμό. (Γε 5:30, 31) Το όνομά του περιλαμβάνεται στη γενεαλογία του Ιησού Χριστού, στο εδάφιο Λουκάς 3:36.
-
-
ΛαμπερόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΜΠΕΡΟΣ
Περιγραφικός προσδιορισμός του «βασιλιά της Βαβυλώνας». (Ησ 14:4, 12) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται έτσι (Ro, Yg, ΜΝΚ) προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «λάμπω». (Ιωβ 29:3) Η απόδοση «Εωσφόρος» (ΒΑΜ, ΜΠΚ) προέρχεται από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Αντίστοιχη είναι και η απόδοση της λατινικής Βουλγάτας την οποία ακολουθούν και διάφορες αγγλικές μεταφράσεις (KJ, Da).
Ο «λαμπερός» παρουσιάζεται να λέει μέσα στην καρδιά του: «Πάνω από τα άστρα του Θεού θα υψώσω το θρόνο μου και θα καθήσω πάνω στο βουνό της συνάντησης». (Ησ 14:13) Διάφορα στοιχεία μέσα από την Αγία Γραφή υποδεικνύουν ότι το Όρος Σιών είναι το «βουνό της συνάντησης». (Βλέπε ΒΟΥΝΟ ΤΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ.) Επομένως, εφόσον τα άστρα είναι δυνατόν να συμβολίζουν βασιλιάδες (Αρ 24:17· Απ 22:16), «τα άστρα του Θεού» πρέπει να είναι οι βασιλιάδες της Δαβιδικής γραμμής που κυβερνούσαν από το Όρος Σιών. Ο “βασιλιάς της Βαβυλώνας” (η δυναστεία των Βαβυλώνιων βασιλιάδων), αντανακλώντας τη στάση του Σατανά, του θεού αυτού του συστήματος πραγμάτων, έκανε έκδηλη τη φιλοδοξία του να υψώσει το θρόνο του «πάνω από τα άστρα του Θεού» όταν θέλησε να καταστήσει υποχείριά του τους βασιλιάδες της γραμμής του Δαβίδ και τελικά να τους εκθρονίσει. Σαν τα άστρα που εκπέμπουν φως, ο “βασιλιάς της Βαβυλώνας” ακτινοβολούσε λαμπερά στον αρχαίο κόσμο, και γι’ αυτό μπορούσε να ονομαστεί «λαμπερός».
-
-
ΛάξευμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΞΕΥΜΑ
Η πράξη και το αποτέλεσμα της σμίλευσης του ξύλου, της πέτρας, του μετάλλου και του πηλού. Δεδομένου του ευρέος φάσματος που καλύπτει η τέχνη της λάξευσης, οι όροι λάξευμα και σκάλισμα χρησιμοποιούνται εναλλακτικά για την απόδοση αρκετών εβραϊκών λέξεων. Ωστόσο, η εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται πιο συχνά, η λέξη πέσελ, αναφέρεται σε γλυπτές ή σκαλιστές εικόνες.
Η απαγόρευση της κατασκευής γλυπτών εικόνων για λατρευτικούς σκοπούς στον Ισραήλ δόθηκε πρώτη φορά στο Δεκάλογο (Εξ 20:4) και αργότερα επαναλήφθηκε. «Καταραμένος είναι ο άνθρωπος που θα φτιάξει γλυπτή εικόνα». (Δευ 27:15· 4:16, 23· 5:8) Οι προφήτες κατέδειξαν επανειλημμένα πόσο ανόητο είναι να φτιάχνει κανείς γλυπτά είδωλα και να τα λατρεύει, και καταδίκασαν αυτή τη συνήθεια. (Ψλ 97:7· Ησ 42:17· 44:9-20· 45:20· Ιερ 10:14, 15· Να 1:14· Αββ 2:18) Αν ο λαός με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Θεός απέδιδε ευλαβικό σεβασμό σε γλυπτές εικόνες στα πλαίσια της λατρείας, η αποκλειστική αφοσίωση που όφειλε στον Ιεχωβά μοιραζόταν. Γι’ αυτό, όποτε ο Ισραήλ απομακρυνόταν από τον Θεό και λάτρευε λαξεύματα των χεριών του, εύλογα έχανε τη θεϊκή εύνοια.—Κρ 18:18, 30, 31· 2Βα 21:7-9· 2Χρ 33:7, 22· Ιεζ 8:10.
Αντίθετα, τα λαξεύματα που έγιναν για τη σκηνή της μαρτυρίας και για το μεγαλοπρεπή ναό του Σολομώντα δεν προορίζονταν για λατρεία, αλλά θα έπαιζαν διακοσμητικό ρόλο, ενώ παράλληλα θα είχαν και συμβολική σημασία. Ο ίδιος ο Ιεχωβά διέταξε την κατασκευή τους—μάλιστα ο Θεός επέθεσε το πνεύμα του στον Βεσελεήλ και στον Οολιάβ, τους επιδέξιους τεχνίτες που επιλέχθηκαν για την επίβλεψη της κατασκευής της σκηνής της μαρτυρίας. (Εξ 35:30, 31, 34) Αντικείμενα όπως ο λυχνοστάτης, τα χερουβείμ στο κάλυμμα της Κιβωτού, τα σκαλιστά πετράδια του περιστήθιου και η χρυσή πλάκα στο τουρμπάνι του αρχιερέα είναι μερικά παραδείγματα τέτοιων έργων από χρυσό και πολύτιμες πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν στη σκηνή της μαρτυρίας. (Εξ 25:18, 19, 31-40· 28:2, 21, 36) Στο ναό του Σολομώντα υπήρχαν κέδρινα λαξεύματα που παρίσταναν χερουβείμ, φοίνικες, άνθη και στολίδια σε σχήμα κολοκύθας, όλα επικαλυμμένα με χρυσάφι. (1Βα 6:18-35· 2Χρ 2:7) Παρόμοια, υπήρχε μια μεγάλη σειρά λαξευμάτων στο συμβολικό ναό που οραματίστηκε ο Ιεζεκιήλ.—Ιεζ 41:17-20.
Δεδομένης της θεϊκής καταδίκης των γλυπτών ειδώλων και των εικόνων που χρησιμοποιούνταν για λατρεία, δεν προκαλεί έκπληξη ότι τα σχετικά ευρήματα των αρχαιολόγων στην Παλαιστίνη μαρτυρούν παγανιστική προέλευση ή επιρροή. Οι Ισραηλίτες, όχι μόνο δεν κατασκεύαζαν γλυπτά μνημεία για τους επιφανείς ηγέτες τους, αλλά απέφευγαν ακόμη και να φτιάχνουν ανάγλυφες παραστάσεις με τις στρατιωτικές νίκες τους. Παρ’ όλα αυτά, διάφορα ανάγλυφα, αγάλματα και άλλα γλυπτά αντίγραφα προερχόμενα από την Αίγυπτο, την Ασσυρία, τη Βαβυλωνία και την Περσία έχουν παράσχει διαφωτιστικές πληροφορίες γύρω από τη λατρεία, τους πολέμους και την καθημερινή ζωή αυτών των αρχαίων λαών. Μερικά από τα πιο συνηθισμένα αντικείμενα που έχουν βρεθεί αποκαλύπτουν ότι οι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν πέτρα, πηλό, ξύλο, γυαλί, ελεφαντόδοντο, καθώς και πολύτιμα πετράδια, κόκαλα, γύψο, όστρακα, μέταλλα και αλάβαστρο για να κατασκευάσουν θρόνους, λιοντάρια, στήλες, κοσμήματα, σφραγιδοφόρα δαχτυλίδια και σφραγίδες, σαρκοφάγους, πέτρινες πλάκες, έπιπλα, επιτοίχιες διακοσμητικές παραστάσεις και διάφορα σκεύη.
-
-
Λαοδίκεια, ΛαοδικείςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΟΔΙΚΕΙΑ
(Λαοδίκεια), ΛΑΟΔΙΚΕΙΣ (Λαοδικείς).
Πόλη στο δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται κοντά στο Ντενιζλί, περίπου 150 χλμ. Α της Εφέσου. Παλιότερα ήταν γνωστή ως Διόσπολις και Ροάς αλλά προφανώς ανοικοδομήθηκε τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. από τον Σελευκίδη ηγεμόνα Αντίοχο Β΄ ο οποίος της έδωσε το όνομα της συζύγου του της Λαοδίκης. Η Λαοδίκεια βρισκόταν στην εύφορη κοιλάδα του ποταμού Λύκου, πάνω σε κόμβο κύριων εμπορικών οδών, και συνδεόταν οδικώς με πόλεις όπως η Έφεσος, η Πέργαμος και η Φιλαδέλφεια.
Η Λαοδίκεια απολάμβανε μεγάλη ευημερία ως βιοτεχνική πόλη και ως κέντρο τραπεζικών συναλλαγών. Ενδεικτικό του μεγάλου πλούτου της πόλης είναι το γεγονός πως, όταν η πόλη υπέστη εκτεταμένες ζημιές από έναν σεισμό στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Νέρωνα, κατάφερε να ανοικοδομηθεί χωρίς καμιά οικονομική βοήθεια από τη Ρώμη. (Τάκιτου Χρονικά [Annales], XIV, XXVII) Το στιλπνό μαύρο μαλλί της Λαοδίκειας και τα ενδύματα που έφτιαχναν από αυτό ήταν ευρέως γνωστά. Η πόλη αυτή, η οποία ήταν έδρα μιας φημισμένης ιατρικής σχολής, πιθανότατα παρήγε και ένα οφθαλμικό φάρμακο γνωστό ως τέφρα φρυγία. Μια από τις κύριες θεότητες που λατρεύονταν στη Λαοδίκεια ήταν ο Ασκληπιός, θεός της ιατρικής.
Αυτή η πόλη είχε ένα μεγάλο μειονέκτημα: Ανόμοια με τη γειτονική Ιεράπολη, που διέθετε θερμές πηγές φημισμένες για τις θεραπευτικές ιδιότητές τους, και τις Κολοσσές, που είχαν αναζωογονητικό κρύο νερό, η Λαοδίκεια δεν είχε μόνιμο απόθεμα νερού. Το νερό διοχετευόταν στη Λαοδίκεια από αρκετή απόσταση και πιθανότατα ήταν χλιαρό όταν έφτανε στην πόλη. Κατά το αρχικό μέρος της διαδρομής το νερό μεταφερόταν μέσω ενός υδραγωγείου και κατόπιν, πιο κοντά στην πόλη, μεταφερόταν μέσω κυβόλιθων που ήταν διατρυπημένοι στη μέση και συναρμοσμένοι με κονίαμα.
Η Λαοδίκεια φαίνεται πως διέθετε σημαντικό αριθμό Ιουδαίων. Σύμφωνα με μια επιστολή κάποιων Λαοδικέων αρχόντων (την οποία παραθέτει ο Ιώσηπος), επιτράπηκε στους Ιουδαίους, κατόπιν εντολής του Γάιου Ραβήριου, να τηρούν τα Σάββατά τους και άλλες ιερές τελετουργίες. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΔ΄, 241-243 [x, 20]) Τουλάχιστον κάποιοι από τους Ιουδαίους εκεί ήταν πολύ πλούσιοι. Αυτό το συμπεραίνουμε από το γεγονός πως, όταν ο Κυβερνήτης Φλάκκος διέταξε την κατάσχεση των ετήσιων συνεισφορών που προορίζονταν για το ναό της Ιερουσαλήμ, το ποσό αναφέρεται ότι ξεπερνούσε τις 20 λίτρες (6,5 κιλά) χρυσάφι.
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. υπήρχε στη Λαοδίκεια Χριστιανική εκκλησία η οποία προφανώς συναθροιζόταν στο σπίτι της Νύμφας, μιας Χριστιανής αδελφής εκεί. Αναμφίβολα οι προσπάθειες του Επαφρά συνέβαλαν στην ίδρυση αυτής της εκκλησίας. (Κολ 4:12, 13, 15) Επίσης, τα αποτελέσματα από το έργο του Παύλου στην Έφεσο πιθανώς έγιναν αισθητά μέχρι τη Λαοδίκεια. (Πρ 19:10) Αν και ο ίδιος δεν κήρυξε εκεί, ενδιαφερόταν για την εκκλησία της Λαοδίκειας και μάλιστα τους έγραψε και μια επιστολή. (Κολ 2:1· 4:16) Ωστόσο, μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η επιστολή του Παύλου ίσως ήταν απλώς αντίγραφο της επιστολής που έστειλε στην Έφεσο. Φυσικά, αυτό δεν είναι παρά θεωρία, μια προσπάθεια να εξηγηθεί το γεγονός ότι η Αγία Γραφή δεν περιέχει την επιστολή του Παύλου προς τους Λαοδικείς, παρότι ο Παύλος έγραψε σε αυτούς. Η επιστολή προς τη Λαοδίκεια μπορεί απλώς να περιείχε πληροφορίες που δεν είναι απαραίτητες για εμάς σήμερα ή μπορεί να επαναλάμβανε σημεία που είχαν καλυφτεί επαρκώς σε άλλες κανονικές επιστολές.
Η εκκλησία της Λαοδίκειας ήταν μια από τις εφτά εκκλησίες της Μικράς Ασίας στις οποίες ο δοξασμένος Ιησούς Χριστός απηύθυνε προσωπικά αγγέλματα μέσω αποκάλυψης που δόθηκε στον Ιωάννη. (Απ 1:11) Εκείνο το διάστημα, προς το τέλος του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η εκκλησία των Λαοδικέων δεν είχε πολλά αξιέπαινα χαρακτηριστικά. Αν και ήταν πλούσια από υλική άποψη, πνευματικά ήταν φτωχή. Αντί για το κατά γράμμα χρυσάφι που χρησιμοποιούσαν στις συναλλαγές τους οι Λαοδικείς τραπεζίτες, αντί για τα ενδύματα από μαύρο στιλπνό μαλλί που έφτιαχναν στην περιοχή, αντί για το οφθαλμικό φάρμακο που πιθανότατα παρασκεύαζαν οι γιατροί στη Λαοδίκεια, αντί για τα κοχλάζοντα ιαματικά νερά που έρρεαν από τις πηγές της γειτονικής Ιεράπολης, η εκκλησία της Λαοδίκειας χρειαζόταν τέτοια πράγματα με πνευματική έννοια. Χρειάζονταν «χρυσάφι καθαρισμένο από τη φωτιά» για να εμπλουτίσουν την προσωπικότητά τους (παράβαλε 1Κο 3:10-14· 1Πε 1:6, 7) και λευκά εξωτερικά ενδύματα για να τους προσδώσουν άμεμπτη Χριστιανική εμφάνιση απαλλαγμένη από αντιχριστιανικά χαρακτηριστικά, τα οποία ήταν τόσο επαίσχυντα όσο η σωματική γύμνια. (Παράβαλε Απ 16:15· 19:8.) Χρειαζόταν να βάλουν πνευματικό «κολλύριο» για να απαλλαχτούν από την τύφλωση που τους χαρακτήριζε ως προς τη Βιβλική αλήθεια και τις Χριστιανικές ευθύνες. (Παράβαλε Ησ 29:18· 2Πε 1:5-10· 1Ιω 2:11.) Θα μπορούσαν να αγοράσουν αυτά τα πράγματα από τον Χριστό Ιησού, ο οποίος χτυπούσε την πόρτα, αν τον δέχονταν φιλόξενα για να τον περιποιηθούν. (Παράβαλε Ησ 55:1, 2.) Ήταν αναγκαίο να γίνουν τονωτικά ζεστοί (παράβαλε Ψλ 69:9· 2Κο 9:2· Τιτ 2:14) ή αναζωογονητικά κρύοι (παράβαλε Παρ 25:13, 25), όχι όμως να παραμείνουν χλιαροί.—Απ 3:14-22.
-
-
Λαός του ΤόπουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ
Αυτή η έκφραση (εβρ., ‛αμ χα’άρετς, με τους πληθυντικούς τύπους της) εμφανίζεται 75 φορές στο εβραϊκό κείμενο. Σε κάποιες περιπτώσεις αποδίδεται επίσης «άνθρωποι της γης». Στις ημέρες του Ιησού χρησιμοποιούνταν από τους θρησκευτικούς ηγέτες ως περιφρονητικός όρος, αλλά τα πράγματα δεν ήταν εξαρχής έτσι.
Το λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ εξηγεί ότι αυτή η εβραϊκή έκφραση αναφερόταν στους «πολίτες που κατείχαν πλήρη δικαιώματα». (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 711) Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) λέει ότι ο όρος «περιλαμβάνει με την αυστηρή έννοια μόνο τους υπεύθυνους άρρενες πολίτες, τους έγγαμους άντρες οι οποίοι ζουν στη δική τους γη και έχουν πλήρη δικαιώματα και καθήκοντα, όπως το καθήκον της στρατιωτικής υπηρεσίας και της συμμετοχής σε δικαστικές διαδικασίες και . . . γιορτές». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 106) (Παράβαλε Λευ 20:2-5· 2Βα 15:5· 16:15· Ιεζ 45:16, 22· 46:3, 9.) Αρχικά, λοιπόν, επρόκειτο για έκφραση σεβασμού. Δεν εφαρμοζόταν μόνο σε μια κατώτερη τάξη ή στα φτωχότερα στρώματα.
Διαπραγματευόμενος τα δικαιώματα ιδιοκτησίας για τη σπηλιά Μαχπελάχ, ο Αβραάμ είχε δοσοληψίες με Χετταίους, το «λαό του τόπου». (Γε 23:7, 13, RS, ΒΑΜ) Σε αυτά τα εδάφια τόσο η Αμερικανική Μετάφραση όσο και η Μετάφραση Νέου Κόσμου αποδίδουν την εβραϊκή έκφραση ‛αμ χα’άρετς ως «αυτόχθονες». Ο Φαραώ, μιλώντας στον Μωυσή και στον Ααρών, αναφέρθηκε στους Ισραηλίτες που κατοικούσαν στη Γεσέν ως “το λαό του τόπου”. (Εξ 5:5) Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε στον ενικό για να συμπεριλάβει όλους τους Χαναναίους (Αρ 14:9), αλλά και με τον πληθυντικό της λέξης ‛αμ (‛αμμαί, «λαοί») για να τους προσδιορίσει ως ξεχωριστές φυλές ή λαούς μέσα στη γη Χαναάν. (Νε 9:24, 30) Χρησιμοποιείται με παρόμοιο τρόπο για να δηλώσει τους υποτελείς λαούς μέσα στην επικράτεια της Περσικής Αυτοκρατορίας τον καιρό της Βασίλισσας Εσθήρ. (Εσθ 8:17) Ο Σενναχειρείμ χρησιμοποίησε τον πλήρη πληθυντικό τύπο (‛αμμαί χα’αρατσώθ, «λαοί των τόπων») αναφερόμενος στην πληθώρα λαών ή εθνών που είχαν κατακτήσει οι ασσυριακές δυνάμεις.—2Χρ 32:13.
Μέσα στο έθνος του Ισραήλ, η έκφραση ‛αμ χα’άρετς ξεχώριζε συνήθως τους πολίτες εν γένει από τους κυβερνητικούς ή τους ιερατικούς αξιωματούχους. (2Βα 11:14, 18-20· Ιερ 1:18· 34:19· 37:2· 44:21· Ιεζ 7:27· Δα 9:6· Ζαχ 7:5) Ωστόσο, είναι προφανές ότι η έκφραση αυτή δεν περιλάμβανε μόνο τη φτωχή εργατική τάξη αλλά και εύπορους ανθρώπους, δεδομένου ότι ο Ιεζεκιήλ, αφού στηλιτεύει τις αδικίες που διέπρατταν οι άπληστοι προφήτες, ιερείς και άρχοντες, καταφέρεται εναντίον “του λαού του τόπου” ο οποίος έχει «εκτελέσει ένα σχέδιο απάτης και έχει αποσπάσει πράγματα με ληστεία, και έχει κακομεταχειριστεί τον ταλαιπωρημένο και τον φτωχό, και σε βάρος του πάροικου έχει διαπράξει απάτη χωρίς δικαιοσύνη». (Ιεζ 22:25-29) Ο Βασιλιάς Ιωακείμ, προκειμένου να πληρώσει τους βαρείς δασμούς που του επέβαλε ο Φαραώ Νεχαώ, «απαίτησε το ασήμι και το χρυσάφι από το λαό του τόπου» μέσω φορολογίας. Οι δε ‛αμ χα’άρετς που πάταξαν όσους είχαν συνωμοτήσει εναντίον του Βασιλιά Αμών και έκαναν βασιλιά τον Ιωσία ή εκείνοι που έκαναν αργότερα βασιλιά τον Ιωάχαζ δεν ήταν άτομα χαμηλής υποστάθμης. (2Βα 23:30, 35· 21:24) Όταν ο Ναβουχοδονόσορ κατέκτησε τον Ιούδα, 60 άντρες από «το λαό του τόπου» οδηγήθηκαν μαζί με τους ανώτερους αυλικούς στη Ριβλά και εκτελέστηκαν, πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί οι 60 ανήκαν αναμφίβολα στους πιο εξέχοντες ή κορυφαίους πολίτες. (2Βα 25:19-21) Φυσικά, η έκφραση ‛αμ χα’άρετς περιλάμβανε επίσης τους φτωχούς και ταπεινούς πολίτες, ο δε βασιλιάς της Βαβυλώνας όρισε να παραμείνουν μερικοί από αυτούς στον Ιούδα, όπως είχε κάνει νωρίτερα στην Ιερουσαλήμ.—2Βα 24:14· 25:12· Ιερ 40:7· 52:15, 16.
Στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, ο Έσδρας και ο Νεεμίας καταδίκασαν τον εσφαλμένο τρόπο ενέργειας των επαναπατρισμένων εξορίστων οι οποίοι αναμειγνύονταν με «τους λαούς του τόπου (ή των τόπων)» νυμφευόμενοι τις γυναίκες τους, επιτρέποντάς τους να συνεχίζουν το εμπόριο μέσα στην πόλη το Σάββατο και μαθαίνοντας τις απεχθείς τους συνήθειες. (Εσδ 9:11· 10:2, 11· Νε 10:28, 31) Εδώ η έκφραση αναφέρεται στους γύρω μη ισραηλιτικούς λαούς που κατονομάζονται στα εδάφια Έσδρας 9:1, 2, από τους οποίους έπρεπε να είναι αποχωρισμένοι, όχι επειδή ήταν χαμηλής κοινωνικής ή οικονομικής θέσης, αλλά επειδή ο νόμος του Θεού απαιτούσε αγνότητα λατρείας.—Νε 10:28-30.
Ως Περιφρονητικός Όρος. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι θρησκευτικοί ηγέτες του Ιούδα άρχισαν να χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο για να δηλώσουν όσους—Ιουδαίους και μη—δεν ήταν γνώστες του Νόμου και, πιο συγκεκριμένα, όσους δεν γνώριζαν ή δεν τηρούσαν λεπτομερώς τις πάμπολλες ραβινικές παραδόσεις που είχαν πλέον αναπτυχθεί. (Ματ 15:1, 2) Ο όρος αυτός αποτελούσε την επιτομή της περιφρόνησης την οποία εκφράζει χαρακτηριστικά η δήλωση των Φαρισαίων στο εδάφιο Ιωάννης 7:49: “Αυτό το πλήθος που δεν γνωρίζει το Νόμο είναι καταραμένοι άνθρωποι”. Ο ραβίνος Γιοσούα είπε ότι ‛αμ χα’άρετς είναι: «Όποιος δεν φοράει τεφιλίν [φυλακτήρια]». Άλλες ραβινικές δηλώσεις σχετικά με εκείνους που δεν τηρούσαν τις Ιουδαϊκές παραδόσεις ήταν: «Ακόμη και αν κάποιος έχει μάθει τη Γραφή και το Μισνά, αν δεν έχει διακονήσει τους μαθητές των σοφών, είναι ‛αμ χα-άρεζ». (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Μπεραχότ 47β, μετάφραση [στην αγγλική] Μ. Σάιμον) «Ούτε ο αδαής [‛αμ χα’άρετς] είναι ευλαβής». (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Αβότ 2:5, μετάφραση [στην αγγλική] Τζ. Ίζραελσταμ) «Οι αμόρφωτοι δεν θα αναστηθούν». (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Κετουμπότ 111β, μετάφραση [στην αγγλική] Ί. Σλότκι) (Παράβαλε Ματ 9:11· Λου 15:2· 18:11.) Ο Ιησούς, όμως, είπε ότι “ήρθε να καλέσει αμαρτωλούς” και εκδήλωσε στοργή στους ανθρώπους που ήταν «παραπεταμένοι σαν πρόβατα χωρίς ποιμένα».—Ματ 9:13, 36.
Επομένως, η έκφραση ‛αμ χα’άρετς άλλαξε έννοια και αντί να εκφράζει εν γένει σεβασμό εξέφραζε πλέον θρησκευτικό όνειδος, όπως περίπου συνέβη με τη λατινική λέξη paganus, από την οποία προέρχεται ο ελληνικός όρος «παγανιστής», δηλαδή «ειδωλολάτρης». Αρχικά, η λέξη paganus σήμαινε απλώς τον κάτοικο αγροτικής κοινότητας, αλλά επειδή εκείνοι οι χωρικοί ήταν συνήθως οι τελευταίοι που μεταστρέφονταν, τη λέξη αυτή την εφάρμοσαν τελικά οι κάτοικοι των πόλεων σε όλους όσους δεν είχαν υιοθετήσει τις καθ’ ομολογία Χριστιανικές δοξασίες τους.
-
-
ΛαούτοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΟΥΤΟ
Η εβραϊκή λέξη σαλίς φαίνεται ότι είναι συγγενική με μια ρίζα που σημαίνει «τρία». (Παράβαλε Εξ 14:7, υποσ.) Γι’ αυτό, ο πληθυντικός σαλισίμ στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 18:6 έχει μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: «όργανα με τρεις χορδές» (Ro), «τρίχορδα όργανα» (Yg) και, σύμφωνα με μερικά σύγχρονα λεξικά, «λαούτα» (ΜΝΚ). Τα συμφραζόμενα αυτού του εδαφίου υποδηλώνουν ένα σχετικά ελαφρύ μουσικό όργανο, διότι το έπαιζαν οι Ισραηλίτισσες καθώς τραγουδούσαν και χόρευαν γιορτάζοντας τις νίκες του Βασιλιά Σαούλ και του Δαβίδ.—1Σα 18:6, 7.
-
-
ΛάρυγγαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΡΥΓΓΑΣ
Βλέπε ΛΑΙΜΟΣ, ΑΥΧΕΝΑΣ, ΤΡΑΧΗΛΟΣ.
-
-
ΛασάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΣΑ
(Λασά).
Τοποθεσία που αναφέρεται στην πρώτη περιγραφή των ορίων των Χαναναίων. (Γε 10:19) Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Είτε η Λασά βρισκόταν «κοντά» στη Ζεβωγίμ (ΜΝΚ· JP [έκδοση 1962]) είτε τα όρια των Χαναναίων εκτείνονταν από την ευρύτερη περιοχή της Ζεβωγίμ «ως» τη Λασά. (AT· JB· ΒΑΜ· ΜΠΚ) Με βάση τα σχόλια του Ιερώνυμου και την Ιουδαϊκή παράδοση, πολλοί τοποθετούν τη Λασά στην Καλλιρρόη, κοντά στην ανατολική όχθη της Νεκράς Θαλάσσης, κάτω από το Ουάντι Ζάρκα Μαΐν. Άλλοι συνδέουν τη Λασά με τη Λαΐς (Δαν).
-
-
ΛασαίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΣΑΙΑ
(Λασαία).
Πόλη της Κρήτης κοντά στο λιμάνι Καλοί Λιμένες. (Πρ 27:8) Η Λασαία συνδέεται συνήθως με κάποια ερείπια που βρίσκονται γύρω στα 8 χλμ. Α της σημερινής τοποθεσίας Καλοί Λιμνιώνες (Καλοί Λιμένες).
-
-
ΛασσαρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΣΣΑΡΩΝ
(Λασσαρών).
Βασιλική πόλη των Χαναναίων, ο βασιλιάς της οποίας ηττήθηκε από τους Ισραηλίτες υπό τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 12:7, 8, 18) Η Λασσαρών συνδέεται συχνά με την περιφέρεια του Σαρωνά η οποία, σύμφωνα με τον Ευσέβιο, βρισκόταν ανάμεσα στο Όρος Θαβώρ και στη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Η σημερινή Σαρόνα, περίπου 10 χλμ. ΝΔ της Τιβεριάδας, ενδεχομένως βρίσκεται στην ίδια θέση με την αρχαία τοποθεσία.
-
-
ΛατινικήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΤΙΝΙΚΗ
Γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας και πρόγονος των ρωμανικών γλωσσών, δηλαδή της ιταλικής, της ισπανικής, της γαλλικής, της πορτογαλικής και της ρουμανικής. Στο τελευταίο ήμισυ του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., οι θρησκευτικές αρχές της Ρώμης εκδήλωσαν την τάση να καθιερώσουν τη λατινική, σε αντικατάσταση της ελληνικής, ως γλώσσα της ρωμαϊκής επισκοπείας. Αυτή η τάση είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την εκπόνηση της λατινικής Βουλγάτας από τον Ιερώνυμο—λόγιο του τέταρτου και πέμπτου αιώνα Κ.Χ.—μιας αρχαίας μετάφρασης της Αγίας Γραφής που υπολείπεται σε σπουδαιότητα μόνο σε σχέση με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα.
Η λατινική ήταν η γλώσσα της Αυτοκρατορικής Ρώμης, πράγμα που σημαίνει πως, όταν ο Ιησούς Χριστός βρισκόταν στη γη, ήταν η επίσημη γλώσσα της Παλαιστίνης, αν και όχι η δημώδης γλώσσα του λαού. Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές υπάρχουν μερικοί λατινισμοί. Η ίδια η λέξη «λατινική» εμφανίζεται μόνο μία φορά στη Γραφή, στο εδάφιο Ιωάννης 19:20, όπου μας λέγεται ότι η επιγραφή που τοποθετήθηκε πάνω από τον Ιησού στο ξύλο του βασανισμού ήταν γραμμένη στην εβραϊκή, στην ελληνική και στη λατινική.
Η λατινική εμφανίζεται με διάφορες μορφές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, οι οποίες περιέχουν 40 και πλέον κύρια λατινικά ονόματα προσώπων και τοπωνύμια, όπως Ακύλας, Λουκάς, Μάρκος, Παύλος, Καισάρεια και Τιβεριάδα. Σε αυτό το τμήμα της Γραφής υπάρχουν οι εξελληνισμένοι τύποι περίπου 30 λατινικών λέξεων στρατιωτικού, δικαστικού, χρηματικού και οικιακού χαρακτήρα, όπως centurio (Μαρ 15:39, αξιωματικός [κεντυρίων, Κείμενο]), denarius (Ματ 20:2 [δηνάριον, Κείμενο]) και speculator (Μαρ 6:27, σωματοφύλακας [σπεκουλάτωρ, Κείμενο]). Υπάρχουν επίσης ορισμένες εκφράσεις ή ιδιωματισμοί της λατινικής, όπως «θέλοντας να ικανοποιήσει το πλήθος» (Μαρ 15:15) και “πήραν επαρκή εγγύηση”. (Πρ 17:9) Η σύνταξη των φράσεων και των προτάσεων μαρτυρεί μερικές φορές λατινική επιρροή. Ωστόσο, οι λόγιοι διαφωνούν για την έκταση αυτού του φαινομένου.
Λατινισμοί εμφανίζονται κυρίως στον Μάρκο και στον Ματθαίο, ο δε Μάρκος χρησιμοποίησε τους περισσότερους από κάθε άλλον Βιβλικό συγγραφέα. Αυτό προσδίδει αξιοπιστία στην άποψη ότι έγραψε το Ευαγγέλιό του στη Ρώμη και πρωτίστως για Εθνικούς, ιδίως τους Ρωμαίους. Ο Παύλος χρησιμοποίησε μόνο λίγους λατινισμούς, στη δε Μετάφραση των Εβδομήκοντα δεν εμφανίζεται κανένας.
Η ύπαρξη λατινισμών στις Γραφές δεν παρουσιάζει απλώς ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για όσους αγαπούν τη Γραφή. Εναρμονίζεται με όσα λέει η Αγία Γραφή για την κατοχή της Παλαιστίνης από τη Ρώμη όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη. Επιπλέον, η χρήση αυτών των λατινισμών από τους καλύτερους Έλληνες συγγραφείς της ίδιας περιόδου συνηγορεί υπέρ του ότι οι Χριστιανικές Γραφές γράφτηκαν πράγματι στην εποχή για την οποία μιλούν. Επομένως, αυτό το γεγονός επιβεβαιώνει περαιτέρω την αυθεντικότητα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.
-
-
ΛατομείοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΤΟΜΕΙΟ
Ανοιχτή εκσκαφή σε βράχο από όπου αποσπώνται διάφορα είδη πετρωμάτων. Έτσι εξορύσσονται ο ασβεστόλιθος και το μάρμαρο, τα οποία βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια. Μια μεγάλη έκταση κοντά στη σημερινή Πύλη της Δαμασκού στην Ιερουσαλήμ πιστεύεται ότι ήταν αρχαίο λατομείο. Η πρώτη αναφορά σε ένα τέτοιο μέρος γίνεται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 7:4, 5, όπου λέγεται ότι περίπου 3.000 Ισραηλίτες τράπηκαν σε φυγή από τη Γαι μέχρι τη Σιβαρίμ, που σημαίνει «Λατομεία». Όταν ο Σολομών έκανε τις ετοιμασίες για την οικοδόμηση του ναού, διέταξε να λατομήσουν μεγάλες θεμέλιες πέτρες από τα βουνά του Λιβάνου, και δεκάδες χιλιάδες άντρες επιστρατεύτηκαν για αυτή την εργασία. (1Βα 5:13-18· 6:7) Όταν κατέστη αναγκαίο να επισκευαστεί ο ναός στις ημέρες του Ιωάς, μισθώθηκαν γι’ αυτόν το σκοπό λιθοπελεκητές. (2Βα 12:11, 12) Το μνήμα στο οποίο θάφτηκε ο Ιησούς ήταν λαξευμένο στο βράχο.—Ματ 27:59, 60· Μαρ 15:46.
Χρησιμοποιώντας μια γλαφυρή μεταφορά, ο Ιεχωβά φέρνει στο νου μέσω του Ησαΐα το λατομείο και τη λειτουργία του. (Ησ 51:1) Όπως υποδεικνύεται στο επόμενο εδάφιο, “ο βράχος” ήταν προφανώς ο Αβραάμ, ως ο άνθρωπος από τον οποίο προήλθε το έθνος, και «το κοίλωμα του λάκκου» ήταν η Σάρρα, στης οποίας τη μήτρα, που παραβάλλεται με λάκκο, κυοφορήθηκε ο πρόγονος του Ισραήλ, ο Ισαάκ. (Ησ 51:2) Εντούτοις, εφόσον η γέννηση του Ισαάκ έγινε μέσω θεϊκής δύναμης και ήταν θαυματουργική πράξη, η μεταφορική λατόμηση ίσως έχει και υψηλότερη πνευματική εφαρμογή. Γι’ αυτό, το εδάφιο Δευτερονόμιο 32:18 αναφέρεται στον Ιεχωβά ως «Τον Βράχο που έγινε πατέρας» του Ισραήλ, «Εκείνον που σε γέννησε [το ίδιο ρήμα που χρησιμοποιείται για τη Σάρρα στο εδ. Ησ 51:2] με πόνους γέννας».
Μερικές φορές χρησιμοποιούνταν η ίδια λέξη τόσο για το λατομείο όσο και για το προϊόν του. Ως εκ τούτου, η εβραϊκή λέξη πεσιλίμ, που αποδίδεται «λατομεία» στα εδάφια Κριτές 3:19, 26, αλλού μεταφράζεται «γλυπτές εικόνες». (Δευ 7:5· Ψλ 78:58· Ησ 10:10) Γι’ αυτόν το λόγο, κάποιοι έχουν ισχυριστεί ότι από ένα τέτοιο άλσος ειδωλολατρικών θεών, οι οποίοι αποτελούσαν το προϊόν του λατομείου, μπορεί να επέστρεψε ο Αώδ για να επισκεφτεί προσωπικά τον Εγλών. Εντούτοις, οι περισσότεροι μεταφραστές προτιμούν την απόδοση «λατομεία».
Παλιά λατομεία, στα οποία οι εργασίες έμειναν ημιτελείς, μας διαφωτίζουν κάπως όσον αφορά τις αρχαίες μεθόδους λατόμησης. Σε μεγάλο βάθος μέσα στο βράχο διάνοιγαν στενά κανάλια. Μέσα σε αυτά σφήνωναν ξερά ξύλα, τα οποία στη συνέχεια διόγκωναν καταβρέχοντάς τα με νερό, ώσπου ο βράχος έσπαζε κατά μήκος των σχισμών του. Στους ρωμαϊκούς χρόνους, λίθοι βάρους ακόμη και πέντε ή δέκα τόνων λατομούνταν σε μικρή απόσταση από τους χώρους οικοδόμησης. Αυτοί οι λίθοι μεταφέρονταν κατόπιν πάνω σε κυλίνδρους ή ρυμουλκούμενες εξέδρες τις οποίες κινούσαν μεγάλες στρατιές δούλων.
-
-
ΛατρείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΤΡΕΙΑ
Η απόδοση ευλαβικής τιμής ή ευλαβικού σεβασμού. Η αληθινή λατρεία του Δημιουργού περιλαμβάνει κάθε πτυχή της ζωής ενός ατόμου. Ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Κορινθίους: «Είτε τρώτε είτε πίνετε είτε κάνετε οτιδήποτε άλλο, να κάνετε τα πάντα για τη δόξα του Θεού».—1Κο 10:31.
Όταν ο Ιεχωβά Θεός δημιούργησε τον Αδάμ, δεν καθόρισε κάποια τελετουργία ή κάποιο μέσο με το οποίο ο τέλειος άνθρωπος θα μπορούσε να Τον πλησιάζει για να Τον λατρεύει. Ωστόσο, ο Αδάμ μπορούσε να υπηρετεί ή να λατρεύει τον Δημιουργό του εκτελώντας πιστά το θέλημα του ουράνιου Πατέρα του. Μεταγενέστερα, στο έθνος του Ισραήλ, ο Ιεχωβά καθόρισε έναν συγκεκριμένο τρόπο πρόσβασης όσον αφορά τη λατρεία, ο οποίος περιλάμβανε θυσίες, ιερατείο και υλικό αγιαστήριο. (Βλέπε ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ.) Αυτός ο τρόπος, όμως, είχε μόνο «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων, αλλά όχι την ίδια την ουσία των πραγμάτων». (Εβρ 10:1) Η πρωταρχική έμφαση δινόταν ανέκαθεν στην άσκηση πίστης—στην εκτέλεση του θελήματος του Ιεχωβά Θεού—και όχι στις τελετουργίες ή στην εθιμοτυπία.—Ματ 7:21· Ιακ 2:17-26.
Όπως το έθεσε ο προφήτης Μιχαίας: «Με τι να έρθω μπροστά στον Ιεχωβά; Με τι να προσκυνήσω τον Θεό που βρίσκεται στα ύψη; Να έρθω μπροστά του με ολοκαυτώματα, με μοσχάρια μονοετή; Θα ευαρεστηθεί ο Ιεχωβά με χιλιάδες κριάρια, με δεκάδες χιλιάδες χειμάρρους λάδι; Να δώσω τον πρωτότοκο γιο μου για την ανταρσία μου, τον καρπό της κοιλιάς μου για την αμαρτία της ψυχής μου; Αυτός σου είπε, άνθρωπε χωματένιε, τι είναι καλό. Και τι σου ζητάει ο Ιεχωβά σε ανταπόδοση παρά να ασκείς δικαιοσύνη και να αγαπάς τη στοργική καλοσύνη και να είσαι μετριόφρων καθώς περπατάς με τον Θεό σου;»—Μιχ 6:6-8· παράβαλε Ψλ 50:8-15, 23.
Οι Λέξεις του Πρωτότυπου Εβραϊκού και Ελληνικού Κειμένου. Οι περισσότερες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου που υποδηλώνουν λατρεία μπορούν να εφαρμοστούν και σε άλλες πράξεις εκτός από τη λατρεία. Ωστόσο, τα συμφραζόμενα καθορίζουν πώς πρέπει να κατανοηθούν οι σχετικές λέξεις.
Μια από τις λέξεις του εβραϊκού κειμένου που μεταδίδει την ιδέα της λατρείας (‛αβάδ) σημαίνει βασικά «υπηρετώ». (Γε 14:4· 15:13· 29:15) Το να υπηρετεί ή να λατρεύει κάποιος τον Ιεχωβά σήμαινε ότι έπρεπε να υπακούει σε όλες τις εντολές του, να κάνει το θέλημά του ως άτομο αποκλειστικά αφοσιωμένο σε αυτόν. (Εξ 19:5· Δευ 30:15-20· Ιη 24:14, 15) Επομένως, αν κάποιος λάβαινε μέρος σε μια ιεροτελεστία ή προέβαινε σε μια πράξη αφοσίωσης προς τιμήν οποιωνδήποτε άλλων θεών, αυτό θα ήταν απόδειξη ότι εγκατέλειπε την αληθινή λατρεία.—Δευ 11:13-17· Κρ 3:6, 7.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη που μπορεί να υποδηλώνει λατρεία είναι η λέξη χισταχαβάχ, η οποία σημαίνει πρωτίστως «προσκυνώ» (Γε 18:2) ή προσπέφτω. (Βλέπε ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ.) Αν και τέτοιου είδους προσκύνηση μπορούσε ενίοτε να αποτελεί απλώς πράξη σεβασμού ή αβροφροσύνης προς κάποιο άλλο πρόσωπο (Γε 19:1, 2· 33:1-6· 37:9, 10), μπορούσε επίσης να αποτελεί εκδήλωση λατρείας, με την οποία κάποιος έδειχνε την ευλάβεια και την ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό, καθώς και την υποταγή του στο θέλημά του. Χρησιμοποιούμενη αναφορικά με τον αληθινό Θεό ή με ψεύτικες θεότητες, η λέξη χισταχαβάχ συσχετίζεται μερικές φορές με τις θυσίες και την προσευχή. (Γε 22:5-7· 24:26, 27· Ησ 44:17) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι η προσκύνηση ήταν κάτι το συνηθισμένο όταν αναπέμπονταν προσευχές ή προσφέρονταν θυσίες.—Βλέπε ΠΡΟΣΕΥΧΗ.
Η εβραϊκή ρίζα σαγάδ (Ησ 44:15, 17, 19· 46:6) σημαίνει βασικά «προσπέφτω». Η αντίστοιχη αραμαϊκή λέξη συσχετίζεται συνήθως με τη λατρεία (Δα 3:5-7, 10-15, 18, 28), αλλά στο εδάφιο Δανιήλ 2:46 χρησιμοποιείται αναφορικά με τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα ο οποίος απέδωσε τιμή στον προφήτη Δανιήλ, προσπέφτοντας ενώπιόν του.
Το ρήμα λατρεύω του ελληνικού κειμένου (Λου 1:74· 2:37· 4:8· Πρ 7:7) και το ουσιαστικό λατρεία (Ιωα 16:2· Ρω 9:4) μεταδίδουν την ιδέα της απόδοσης, όχι απλώς συνηθισμένης, εγκόσμιας υπηρεσίας, αλλά ιερής υπηρεσίας.
Η λέξη προσκυνέω του ελληνικού κειμένου παρουσιάζει μεγάλη αντιστοιχία με την εβραϊκή λέξη χισταχαβάχ, καθώς εκφράζει την έννοια της απόδοσης σεβασμού και, ενίοτε, της λατρείας. Ο όρος προσκυνέω χρησιμοποιείται σε σχέση με την προσκύνηση ενός δούλου προς έναν βασιλιά (Ματ 18:26), καθώς επίσης σε σχέση με την πράξη που έθεσε ως προϋπόθεση ο Σατανάς όταν πρόσφερε στον Ιησού όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη δόξα τους. (Ματ 4:8, 9) Αν ο Ιησούς είχε προσκυνήσει τον Διάβολο, θα είχε δηλώσει με αυτόν τον τρόπο υποταγή στον Σατανά και θα είχε κάνει τον εαυτό του υπηρέτη του Διαβόλου. Αλλά ο Ιησούς αρνήθηκε, λέγοντας: «Φύγε, Σατανά! Διότι είναι γραμμένο: “Τον Ιεχωβά τον Θεό σου πρέπει να λατρεύεις [προσκυνήσεις, Κείμενο, ή, στην αφήγηση του Δευτερονομίου από την οποία παρέθετε ο Ιησούς, τύπος της εβραϊκής λέξης χισταχαβάχ] και σε αυτόν μόνο πρέπει να αποδίδεις ιερή υπηρεσία [λατρεύσεις, Κείμενο, ή τύπος της εβραϊκής λέξης ‛αβάδ]”». (Ματ 4:10· Δευ 5:9· 6:13) Παρόμοια, η λατρεία ή η προσκύνηση του «θηρίου» και της “εικόνας” του συνδέεται με υπηρεσία, επειδή οι λάτρεις προσδιορίζονται ως υποστηρικτές του «θηρίου» και της “εικόνας” του από ένα σημάδι που έχουν είτε στο χέρι (με το οποίο κάποιος υπηρετεί) είτε στο μέτωπο (για να το βλέπουν όλοι). Εφόσον ο Διάβολος δίνει στο θηρίο την εξουσία του, το να λατρεύει κάποιος το θηρίο σημαίνει, στην πραγματικότητα, ότι λατρεύει ή υπηρετεί τον Διάβολο.—Απ 13:4, 15-17· 14:9-11.
Άλλες λέξεις του ελληνικού κειμένου που συσχετίζονται με τη λατρεία παράγονται από τα ρήματα εὐσεβέω, θρησκεύω και σέβομαι. Η λέξη εὐσεβέω σημαίνει «αποδίδω θεοσεβή αφοσίωση σε» ή «δείχνω ευλάβεια». (Βλέπε ΘΕΟΣΕΒΗΣ ΑΦΟΣΙΩΣΗ.) Στο εδάφιο Πράξεις 17:23 αυτός ο όρος χρησιμοποιείται αναφορικά με τη θεοσεβή αφοσίωση ή την ευλάβεια που έδειχναν οι Αθηναίοι προς έναν «Άγνωστο Θεό». Από το ρήμα θρησκεύω παράγεται το ουσιαστικό θρησκεία, το οποίο μπορεί να προσδιορίζει είτε την αληθινή θρησκεία είτε κάποια ψεύτικη. (Πρ 26:5· Κολ 2:18) Η αληθινή θρησκεία που ασκούσαν οι Χριστιανοί χαρακτηριζόταν από γνήσιο ενδιαφέρον για τους φτωχούς και πλήρη αποχωρισμό από τον ασεβή κόσμο. (Ιακ 1:26, 27) Η λέξη σέβομαι (Ματ 15:9· Μαρ 7:7· Πρ 18:7· 19:27) και ο συγγενικός όρος σεβάζομαι (Ρω 1:25) σημαίνουν «τιμώ· δείχνω ευλάβεια· λατρεύω». Τα αντικείμενα λατρείας ή αφοσίωσης προσδιορίζονται από το ουσιαστικό σέβασμα. (Πρ 17:23· 2Θε 2:4) Δύο ακόμη όροι σχηματίζονται από το ίδιο ρήμα και τη λέξη Θεός. Πρόκειται για τις λέξεις θεοσεβής, που σημαίνει «αυτός που ευλαβείται τον Θεό» (Ιωα 9:31), και θεοσέβεια, που υποδηλώνει την «ευλάβεια για τον Θεό».—1Τι 2:10.
Λατρεία Αποδεκτή από τον Θεό. Ο Ιεχωβά Θεός δέχεται μόνο τη λατρεία εκείνων που ευθυγραμμίζονται με το θέλημά του. (Ματ 15:9· Μαρ 7:7) Ο Χριστός Ιησούς είπε σε μια Σαμαρείτισσα: «Έρχεται η ώρα που ούτε σε αυτό το βουνό [το Γαριζίν] ούτε στην Ιερουσαλήμ θα λατρεύετε τον Πατέρα. Εσείς λατρεύετε αυτό που δεν γνωρίζετε· εμείς λατρεύουμε αυτό που γνωρίζουμε . . . Παρ’ όλα αυτά, έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι αληθινοί λάτρεις θα λατρεύουν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια, γιατί ο Πατέρας τέτοιους ανθρώπους αναζητάει για να τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι Πνεύμα, και εκείνοι που τον λατρεύουν πρέπει να λατρεύουν με πνεύμα και αλήθεια».—Ιωα 4:21-24.
Τα λόγια του Ιησού έδειξαν ξεκάθαρα ότι η αληθινή λατρεία δεν θα εξαρτόταν από την παρουσία ή τη χρήση ορατών μέσων και γεωγραφικών τοποθεσιών. Αντί να βασίζεται στην όραση ή στην αφή, ο αληθινός λάτρης ασκεί πίστη και, ανεξάρτητα από το πού βρίσκεται ή τι υπάρχει γύρω του, διατηρεί λατρευτική διάθεση. Με αυτόν τον τρόπο λατρεύει, όχι με τη βοήθεια κάποιου ορατού ή απτού μέσου, αλλά με πνεύμα. Εφόσον έχει την αλήθεια όπως αυτή αποκαλύφτηκε από τον Θεό, η λατρεία του βρίσκεται σε αρμονία με την αλήθεια. Έχοντας γνωρίσει τον Θεό μέσα από την Αγία Γραφή και μέσα από τις αποδείξεις της επενέργειας του πνεύματος του Θεού στη ζωή του, το άτομο το οποίο λατρεύει με πνεύμα και αλήθεια οπωσδήποτε “γνωρίζει αυτό που λατρεύει”.
-
-
ΛαφιδώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΦΙΔΩΘ
(Λαφιδώθ) [πιθανώς, Πυρσοί· Αστραπές].
Ο σύζυγος της Ισραηλίτισσας προφήτισσας Δεββώρας.—Κρ 4:4.
-
-
ΛάφυραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΦΥΡΑ
Τα αντικείμενα, ή αλλιώς η λεία, που αποσπούν από τους ηττημένους εχθρούς οι νικητές στον πόλεμο θεωρώντας κατά παράδοση ότι τους ανήκουν, ή, σπανιότερα, η λεία που αρπάζουν επιδρομείς ή ληστές. (Λου 11:21, 22) Μολονότι ο Ισραήλ έπαιρνε λάφυρα όταν νικούσε, δεν διεξήγε τις μάχες του έχοντας ως κίνητρο τη λαφυραγώγηση, αλλά αυτή αποτελούσε μέρος της αμοιβής τους από τον Ιεχωβά για το ότι πραγματοποιούσαν το θέλημά του, ως εκτελεστές εντεταλμένοι από τον ίδιο.
Ο Αβραάμ, όταν έσωσε τον Λωτ από τις δυνάμεις του Χοδολλογομόρ, αρνήθηκε να δεχτεί από το βασιλιά των Σοδόμων λάφυρα για τον εαυτό του ώστε να μην μπορεί να πει κανείς ότι αυτός, και όχι ο Ιεχωβά, έκανε τον Αβραάμ πλούσιο.—Γε 14:1-24· Εβρ 7:4.
Μοίρασμα των Λαφύρων. Όταν εκτελέστηκε εκδίκηση εναντίον των Μαδιανιτών επειδή προκάλεσαν την αμαρτία και την εξολόθρευση πολλών από τον Ισραήλ (Αρ 25), πάρθηκαν πολλά λάφυρα. Αυτά μοιράστηκαν έτσι ώστε οι 12.000 πολεμιστές πήραν τα μισά και εκείνοι που έμειναν στο σπίτι τους τα άλλα μισά. Κατόπιν το ένα πεντακοσιοστό από το μερίδιο των πολεμιστών πήγε στους ιερείς, ενώ το ένα πεντηκοστό του άλλου μισού στους Λευίτες. Οι στρατιώτες έδωσαν εθελοντικά στο αγιαστήριο πολλά χρυσά λάφυρα, ιδιαίτερα κοσμήματα και στολίδια, από εκτίμηση για την προστασία που τους παρείχε ο Ιεχωβά στη μάχη, στην οποία δεν έχασαν ούτε έναν άντρα.—Αρ 31:3-5, 21-54.
Αυτή η τακτική μπορεί να μην ακολουθήθηκε επακριβώς σε μεταγενέστερες περιπτώσεις, αλλά φαίνεται ότι έθεσε τη γενική βάση για το μοίρασμα των λαφύρων. (1Σα 30:16-20, 22-25· Ψλ 68:12) Αργότερα, στην περίοδο της βασιλείας, μέρος από τα λάφυρα ξεχωριζόταν για το βασιλιά ή για το αγιαστήριο.—2Σα 8:7, 8, 11, 12· 2Βα 14:14· 1Χρ 18:7, 11.
Στην Κατάκτηση της Χαναάν. Οι πόλεις των εφτά εθνών της Χαναάν έπρεπε να αφιερωθούν στην καταστροφή. Όλοι οι κάτοικοι έπρεπε να θανατωθούν. Μόνο τα ζώα και διάφορα αντικείμενα μπορούσαν να κρατηθούν. (Δευ 20:16-18· 7:1, 2· Ιη 11:14) Η Ιεριχώ, ως οι πρώτοι καρποί από την κατάκτηση της Χαναάν, αποτέλεσε εξαίρεση. Κράτησαν μόνο τα μεταλλικά αντικείμενα και τα αφιέρωσαν στο αγιαστήριο. (Ιη 6:21, 24) Το σπιτικό της Ραάβ διαφυλάχτηκε λόγω της πίστης της. (Ιη 6:25) Αν χρειαζόταν να καταλάβουν με μάχη τις πόλεις των λαών άλλων εθνών, κρατούσαν ζωντανές τις παρθένες και τα παιδιά. (Δευ 20:10-15) Όλα τα λάφυρα υπό τη μορφή αγαθών ή άλλων αντικειμένων έπρεπε να καθαριστούν. Αν ήταν φτιαγμένα από ύφασμα, δέρμα ή ξύλο, έπρεπε να πλυθούν. Αν ήταν μεταλλικά, έπρεπε να περάσουν μέσα από τη φωτιά.—Αρ 31:20-23.
Αποστατικές Πόλεις. Οι ισραηλιτικές πόλεις που αποστατούσαν έπρεπε να αφανίζονται ολοσχερώς μαζί με όλους τους κατοίκους τους. Τα λάφυρα έπρεπε να καίγονται στην πλατεία και η πόλη να παραμείνει «σωρός ερειπίων στον αιώνα».—Δευ 13:12-17.
Ο Χριστός Λαφυραγωγεί το Σπίτι του Σατανά. Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, λαφυραγώγησε ή “λεηλάτησε” το σπίτι του Σατανά, ελευθερώνοντας όσους ήταν υποδουλωμένοι στους δαίμονες με το να θεραπεύει τις παθήσεις που τους είχαν προκαλέσει αυτοί. (Ματ 12:22-29) Επίσης, «όταν ανέβηκε στα ύψη, πήρε αιχμάλωτους· έδωσε δώρα σε μορφή ανθρώπων». Αυτούς τους απέσπασε από τον έλεγχο του Σατανά ώστε να αποτελούν δώρα για την εποικοδόμηση της εκκλησίας του.—Εφ 4:8, 11, 12.
-
-
ΛαχείςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΑΧΕΙΣ
(Λαχείς).
Πόλη του Ιούδα στη Σεφηλά. (Ιη 15:21, 33, 39) Η Λαχείς ταυτίζεται με το Τελλ εντ-Ντουέιρ (Τελ Λαχίς), ένα ύψωμα περιτριγυρισμένο από κοιλάδες, περίπου 24 χλμ. Δ της Χεβρών. Κατά την αρχαιότητα, αυτή η τοποθεσία βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο, επί της κύριας οδού που συνέδεε την Ιερουσαλήμ με την Αίγυπτο. Κάποτε η πόλη καταλάμβανε μια έκταση περίπου 80 στρ., και ο πληθυσμός της ενδεχομένως αριθμούσε από 6.000 ως 7.500 κατοίκους.
Την εποχή της κατάκτησης της Χαναάν από τον Ισραήλ, ο Ιαφιά, ο βασιλιάς της Λαχείς, έλαβε μέρος μαζί με άλλους τέσσερις βασιλιάδες σε μια στρατιωτική επίθεση εναντίον της πόλης Γαβαών που είχε κάνει ειρήνη με τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 10:1-5) Ανταποκρινόμενος στην έκκληση που απηύθυνε η Γαβαών για συμπαράσταση, ο ισραηλιτικός στρατός έκανε μια ολονύχτια πορεία ξεκινώντας από τα Γάλγαλα. Με τη βοήθεια του Ιεχωβά, νίκησαν το συνασπισμό των Χαναναίων, ενώ τους ίδιους τους βασιλιάδες τούς παγίδεψαν σε μια σπηλιά και στη συνέχεια τους εκτέλεσαν. (Ιη 10:6-27· 12:11) Αργότερα, η πόλη της Λαχείς καταλήφθηκε μέσα σε λιγότερο από δύο ημέρες εχθροπραξιών, και οι κάτοικοί της θανατώθηκαν. Επίσης, ο Ωράμ, ο βασιλιάς της Γεζέρ, ο οποίος πρόστρεξε σε βοήθεια της Λαχείς, ηττήθηκε.—Ιη 10:31-35.
Μερικοί αρχαιολόγοι συνδέουν την εκστρατεία του Ισραήλ εναντίον της Λαχείς με ένα παχύ στρώμα στάχτης που ανακαλύφτηκε στο Τελλ εντ-Ντουέιρ, όπου μεταξύ άλλων βρέθηκε ένας σκαραβαίος του Ραμσή. Ωστόσο, η Αγία Γραφή δεν λέει ότι η πόλη κάηκε, όπως αναφέρει στην περίπτωση της Ιεριχώς (Ιη 6:24, 25), της Γαι (Ιη 8:28) και της Ασώρ (Ιη 11:11). Απεναντίας, το εδάφιο Ιησούς του Ναυή 11:13 φαίνεται να υποδηλώνει ότι οι Ισραηλίτες σπάνια έκαιγαν «πόλεις που στέκονταν πάνω σε υψώματα». Επομένως, δεν υπάρχει Γραφική βάση για να τοποθετούμε την καταστροφή από την οποία προκλήθηκε το στρώμα της στάχτης στην εποχή του Ιησού του Ναυή και κατόπιν να χρονολογούμε ανάλογα την κατάκτηση της Χαναάν από τους Ισραηλίτες. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα σε ποιον Ραμσή πρέπει να αποδοθεί ο σκαραβαίος. Τουλάχιστον ένας αρχαιολόγος απέδωσε το σκαραβαίο στον Ραμσή Γ΄ και υποστήριξε ότι η Λαχείς καταστράφηκε από τους Φιλισταίους το 12ο αιώνα Π.Κ.Χ.
Στη διάρκεια της βασιλείας του, ο Ροβοάμ (997-981 Π.Κ.Χ.) ισχυροποίησε τη Λαχείς από στρατιωτική άποψη. (2Χρ 11:5-12) Μεταγενέστερα, γύρω στο 830 Π.Κ.Χ., ο Βασιλιάς Αμαζίας κατέφυγε στη Λαχείς για να γλιτώσει από κάποιους συνωμότες, αλλά τον καταδίωξαν και τον θανάτωσαν εκεί.—2Βα 14:19· 2Χρ 25:27.
Πολιορκείται από τον Σενναχειρείμ. Η Λαχείς πολιορκήθηκε από τον Ασσύριο Βασιλιά Σενναχειρείμ το 732 Π.Κ.Χ. Από εκεί αυτός έστειλε τον Ραβσάκη, τον Ταρτάν και τον Ραβσαρίς μαζί με μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη στην Ιερουσαλήμ, σε μια προσπάθειά του να εξωθήσει τον Βασιλιά Εζεκία σε παράδοση. Μέσω του κύριου εκπροσώπου του, του Ραβσάκη, ο Σενναχειρείμ εκδήλωσε περιφρόνηση για τον Ιεχωβά και αργότερα έστειλε αγγελιοφόρους στην Ιερουσαλήμ με μια επιστολή που περιείχε συνεχείς εμπαιγμούς και απειλές, προκειμένου να κάνει τον Εζεκία να παραδοθεί. Αυτή η περιφρόνηση προς τον Ιεχωβά Θεό οδήγησε τελικά στον αφανισμό 185.000 Ασσύριων πολεμιστών μέσα σε μια νύχτα από έναν άγγελο του Θεού.—2Βα 18:14, 17-35· 19:8-13, 32-35· Ησ 36:1-20· 37:8-13, 33-36.
Μια απεικόνιση της πολιορκίας της Λαχείς, από το παλάτι του Σενναχειρείμ στη Νινευή, δείχνει ότι η πόλη περιβαλλόταν από διπλό τείχος με πύργους ανά ισομήκη διαστήματα και ότι στη γύρω λοφώδη περιοχή ευδοκιμούσαν φοίνικες, αμπέλια και συκιές. Η σκηνή, η οποία παρουσιάζει τον Σενναχειρείμ να λαβαίνει τα λάφυρα της Λαχείς, συνοδεύεται από την ακόλουθη επιγραφή: «Ο Σενναχειρείμ, βασιλιάς του κόσμου, βασιλιάς της Ασσυρίας, κάθησε σε θρόνο-νιμεντού και επιθεώρησε τα λάφυρα (που είχαν παρθεί) από τη Λαχείς (Λα-κι-σου)».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 288.
Καταλαμβάνεται από τους Βαβυλωνίους. Όταν οι Βαβυλώνιοι υπό τον Ναβουχοδονόσορα κατέκτησαν τον Ιούδα (609-607 Π.Κ.Χ.), η Λαχείς και η Αζηκά ήταν οι δύο τελευταίες οχυρωμένες πόλεις που έπεσαν πριν από την κατάληψη της Ιερουσαλήμ. (Ιερ 34:6, 7) Οι γνωστές ως Επιστολές της Λαχείς (γραμμένες σε θραύσματα αγγείων, 18 από τα οποία βρέθηκαν στο Τελλ εντ-Ντουέιρ το 1935 και άλλα 3 το 1938) φαίνεται ότι ανάγονται σε αυτή την περίοδο. Μία από αυτές τις επιστολές, την οποία προφανώς απευθύνει ένα προκεχωρημένο φυλάκιο στο διοικητή της Λαχείς, αναφέρει εν μέρει: «Έχουμε το νου μας για να δούμε τα σήματα της Λαχείς, σύμφωνα με όλες τις υποδείξεις που έχει δώσει ο κύριός μου, καθώς δεν μπορούμε να δούμε την Αζηκά». Αυτό το μήνυμα υποδηλώνει ότι η Αζηκά είχε ήδη καταληφθεί, με αποτέλεσμα να μη λαμβάνονται πλέον σήματα από εκεί. Επίσης, είναι ενδιαφέρον ότι σχεδόν όλες οι αναγνώσιμες Επιστολές της Λαχείς περιέχουν φράσεις όπως «Ας δώσει ο יהוה [Γιαχβέ ή Ιεχωβά] να ακούσει ο κύριός μου σήμερα καλές ειδήσεις!» (Όστρακο της Λαχείς 4) Αυτό δείχνει ότι το θεϊκό όνομα χρησιμοποιούνταν ευρέως τότε.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 322.
Έπειτα από 70 χρόνια ερήμωσης για τον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ, η Λαχείς κατοικήθηκε εκ νέου από τους επαναπατριζόμενους Ιουδαίους εξορίστους.—Νε 11:25, 30.
Προφητική Μνεία. Στο εδάφιο Μιχαίας 1:13 απευθύνονται στη Λαχείς προφητικά τα εξής λόγια: «Ζέψε το άρμα στην ομάδα των αλόγων, εσύ, η κάτοικος της Λαχείς. Αυτή αποτέλεσε την αρχή της αμαρτίας για την κόρη της Σιών, γιατί σε εσένα βρέθηκαν οι ανταρσίες του Ισραήλ». Αυτά τα λόγια συνθέτουν εν μέρει μια εικόνα ήττας και φαίνεται να συστήνουν στη Λαχείς να προετοιμαστεί για φυγή. Η “αμαρτία” της Λαχείς δεν αναφέρεται πουθενά αλλού στην Αγία Γραφή. Είναι πιθανό να ξεκίνησε από τη Λαχείς μια μορφή ειδωλολατρίας που διαδόθηκε στην Ιερουσαλήμ. Κατά μία άλλη εκδοχή, η αμαρτία πιθανώς είχε σχέση με το ότι ο Ιούδας έθετε την εμπιστοσύνη του στα άλογα και στα άρματα, τα οποία ίσως παραλαμβάνονταν στη Λαχείς από την Αίγυπτο.
-
-
ΛεαβίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΑΒΙΜ
(Λεαβίμ).
Όνομα που εμφανίζεται στα εδάφια Γένεση 10:13 και 1 Χρονικών 1:11 μεταξύ των απογόνων του Χαμ μέσω του Μισραΐμ. Εφόσον το εβραϊκό όνομα είναι στον πληθυντικό αριθμό, πολλοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για φυλή που πήρε το όνομά της από έναν από τους γιους του Μισραΐμ. (Βλέπε, ωστόσο, ΜΙΣΡΑΪΜ.) Οι Λεαβίμ ταυτίζονται γενικά με τους Λίβυους και, όπως φαίνεται τουλάχιστον, αποτελούσαν μία από τις φυλές οι οποίες κατά την αρχαιότητα κατοικούσαν στη Λιβύη. Μολονότι ο προσδιορισμός της ταυτότητάς τους είναι δύσκολος, ήταν πιθανότατα οι ίδιοι με τους Λουβίμ που αναφέρει αλλού το εβραϊκό κείμενο, όπως στο εδάφιο 2 Χρονικών 12:3, όπου η Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφραση λέει «Λουβίμ» και άλλες μεταφράσεις λένε «Λίβυοι».—Mo· RS· ΜΝΚ· ΜΠΚ.
-
-
ΛεβανάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΒΑΝΑ
(Λεβανά) [Λευκός· Πανσέληνος].
Ιδρυτής οικογένειας του οποίου οι γιοι ή οι απόγονοι ήταν μεταξύ των Νεθινίμ που επέστρεψαν μαζί με τον Ζοροβάβελ από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 2:1, 2, 43, 45· Νε 7:46, 48.
-
-
ΛεβαώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΒΑΩΘ
(Λεβαώθ) [Λέαινες].
Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα (Ιη 15:21, 32), η οποία προφανώς ονομάζεται και Βαιθ-λεβαώθ και παραχωρήθηκε στη φυλή του Συμεών με αυτή την ονομασία.—Ιη 19:1, 2, 6· βλέπε ΒΑΙΘ-ΛΕΒΑΩΘ.
-
-
Λεβιρατικός ΓάμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΒΙΡΑΤΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ
Βλέπε ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ.
-
-
Λεβ-καμαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΒ-ΚΑΜΑΪ
(Λεβ-καμαΐ) [Καρδιά Εκείνων που Εγείρονται Εναντίον Μου].
Φαίνεται ότι είναι κρυπτογραφικό όνομα για τη Χαλδαία (εβρ., Κασντίμ). Εμφανίζεται μόνο στο εδάφιο Ιερεμίας 51:1, σε μια δήλωση αναφορικά με το τι θα έκανε ο Ιεχωβά στη Βαβυλώνα και στους κατοίκους της Χαλδαίας. Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται εκεί με βάση ένα σύστημα, το λεγόμενο άτμπας, σύμφωνα με το οποίο το τελευταίο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου (ταβ) αντιπροσωπεύει το πρώτο γράμμα (’άλεφ), το προτελευταίο γράμμα (σιν) αντιπροσωπεύει το δεύτερο (μπαιθ) και ούτω καθεξής. Επομένως, στο εδάφιο Ιερεμίας 51:1 το πραγματικό όνομα (Κασντίμ) συγκαλύπτεται μέσω της κατασκευασμένης εβραϊκής λέξης Λεβ-καμαΐ. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αποδίδει το «Λεβ-καμαΐ» του εδαφίου Ιερεμίας 51:1 (28:1 στην Ο΄) “Χαλδαίοι”, τα δε Ταργκούμ “γη των Χαλδαίων”.
-
-
ΛεβωνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΒΩΝΑ
(Λεβωνά).
Τοποθεσία που μνημονεύεται ως σημείο αναφοράς σε σχέση με τη θέση της Σηλώ. (Κρ 21:19) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το ελ-Λουμπάν (Λουμπάν Σαρκίγια), περίπου 5 χλμ. ΔΒΔ της πιθανολογούμενης θέσης της Σηλώ. Ωστόσο, το γεγονός ότι η Αγία Γραφή τοποθετεί τη Σηλώ «νότια της Λεβωνά» ίσως υποδηλώνει ότι αρχικά η πόλη βρισκόταν ανατολικότερα αυτής της πιθανολογούμενης θέσης.
-
-
ΛεγεώναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΓΕΩΝΑ
Το όνομα με το οποίο αυτοαποκλήθηκε ο ένας από τους δύο δαιμονισμένους που συνάντησε ο Χριστός Ιησούς στην περιοχή Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Ωστόσο, το πραγματικό του όνομα προφανώς δεν ήταν Λεγεώνα, εφόσον αυτός ο χαρακτηρισμός παρέπεμπε στην πληθώρα των δαιμόνων από τους οποίους διακατεχόταν. Πιθανώς ο αρχηγός αυτών των δαιμόνων έκανε τον άντρα να πει ότι το όνομά του ήταν Λεγεώνα. Το γεγονός ότι τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. οι ρωμαϊκές λεγεώνες συνήθως αποτελούνταν από 6.000 άντρες μάς δίνει μια ιδέα για το μεγάλο αριθμό δαιμόνων που περιλαμβάνονταν. Ο δαιμονισμένος και ο σύντροφός του ήταν τόσο άγριοι ώστε κανείς δεν τολμούσε να περάσει από το μέρος όπου έμεναν, ανάμεσα στα μνήματα. Υπό την επιρροή των δαιμόνων, ο άντρας που είπε ότι το όνομά του ήταν Λεγεώνα περιφερόταν γυμνός, και μέρα νύχτα κραύγαζε δυνατά και κατακοβόταν με πέτρες. Όλες οι προσπάθειες που έκαναν να τον δέσουν, ακόμη και με ποδόδεσμα και αλυσίδες, απέβησαν άκαρπες. Ωστόσο, ο Χριστός Ιησούς ελευθέρωσε αυτόν τον άνθρωπο και το σύντροφό του από την εξουσία των δαιμόνων. Αφού οι δαίμονες εκβλήθηκαν, κατέλαβαν ένα κοπάδι γουρούνια και το οδήγησαν σε έναν γκρεμό από όπου τα γουρούνια όρμησαν στη Θάλασσα της Γαλιλαίας και πνίγηκαν.—Ματ 8:28-34· Μαρ 5:1-20· Λου 8:26-39· βλέπε ΓΑΔΑΡΗΝΟΙ· ΓΟΥΡΟΥΝΙ.
Για λεπτομέρειες σχετικά με τις ρωμαϊκές λεγεώνες, βλέπε ΣΤΡΑΤΟΣ (Ο Ρωμαϊκός Στρατός).
-
-
ΛείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΙΑ
(Λεία) [πιθανώς συγγενικό με μια ακκαδική λέξη που σημαίνει «αγελάδα» ή με μια αραβική λέξη που σημαίνει «άγρια αγελάδα»].
Η μεγαλύτερη κόρη του Λάβαν ο οποίος ήταν γιος του ανιψιού του Αβραάμ. Ο Λάβαν ήταν αδελφός της Ρεβέκκας, της μητέρας του Ιακώβ, οπότε η Λεία ήταν εξαδέλφη του Ιακώβ. (Γε 22:20-23· 24:24, 29· 29:16) Η Λεία δεν ήταν τόσο όμορφη όσο η μικρότερη αδελφή της η Ραχήλ, και μάλιστα αναφέρεται ότι τα μάτια της δεν είχαν λάμψη, ήταν δηλαδή άτονα (ξέθωρα). (Γε 29:17) Για τις γυναίκες της Ανατολής, τα ακτινοβόλα, λαμπερά μάτια θεωρούνται ιδιαίτερο στοιχείο ομορφιάς.—Παράβαλε Ασμ 1:15· 4:9· 7:4.
Η Λεία έγινε η πρώτη σύζυγος του Ιακώβ επειδή τη νύχτα ο Λάβαν τον εξαπάτησε δίνοντάς του για σύζυγο τη Λεία αντί της Ραχήλ την οποία αγαπούσε ο Ιακώβ. Ο Ιακώβ διαμαρτυρήθηκε για την απάτη που έγινε σε βάρος του, αλλά ο Λάβαν αντέτεινε ότι δεν συνηθιζόταν στον τόπο τους να παντρεύουν τη μικρότερη κόρη πριν από την πρωτότοκη. Η Λεία ήταν πιθανώς καλυμμένη με πέπλο, σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο που υπήρχε στην Ανατολή να καλύπτουν εντελώς τη μέλλουσα νύφη, και αυτό αναμφίβολα συνέβαλε στην επιτυχία του τεχνάσματος. Ο Ιακώβ είχε εργαστεί εφτά χρόνια έχοντας τη Ραχήλ κατά νου, αλλά για αυτή του την εργασία πήρε τη Λεία. Η Ραχήλ τού δόθηκε αφού εκείνος γιόρτασε εφτά ημέρες με τη Λεία, αλλά έπρεπε να εργαστεί άλλα εφτά χρόνια ως αντάλλαγμα για τη Ραχήλ.—Γε 29:18-28.
Η αφήγηση μας λέει ότι η Λεία «μισούνταν». (Γε 29:31, 33) Παράλληλα, όμως, αναφέρει πως όταν ο Ιακώβ πήρε τελικά τη Ραχήλ «εκδήλωσε περισσότερη αγάπη για τη Ραχήλ παρά για τη Λεία». (Γε 29:30) Αναμφίβολα, ο Ιακώβ δεν έτρεφε μοχθηρό μίσος για τη Λεία, αλλά φερόταν στη Ραχήλ πιο στοργικά, ως την ευνοούμενη σύζυγό του. Συνέχισε να νοιάζεται για τη Λεία και να έχει σχέσεις μαζί της. Επομένως, το ότι η Λεία «μισούνταν» σήμαινε απλώς ότι ο Ιακώβ την αγαπούσε λιγότερο από τη Ραχήλ.—Βλέπε ΜΙΣΟΣ.
Η Λεία γέννησε εφτά παιδιά στον Ιακώβ: έξι γιους—τον Ρουβήν, τον Συμεών, τον Λευί, τον Ιούδα, τον Ισσάχαρ και τον Ζαβουλών—και μια κόρη, τη Δείνα. (Γε 29:32-35· 30:16-21) Γι’ αυτό, στο εδάφιο Ρουθ 4:11 η Λεία και η Ραχήλ κατονομάζονται ως εκείνες που “οικοδόμησαν τον οίκο του Ισραήλ”. Η Λεία είχε την τιμή να γεννήσει τον Λευί, τον ιδρυτή της ιερατικής φυλής του Ισραήλ, και τον Ιούδα, τον πατέρα της βασιλικής φυλής του έθνους.
Η Λεία και τα παιδιά της συνόδευσαν τον Ιακώβ όταν εκείνος έφυγε από την Παδάν-αράμ και επέστρεψε στη Χαναάν, τη γενέτειρά του. (Γε 31:11-18) Ο Ιακώβ, προτού συναντήσει τον Ησαύ καθ’ οδόν, φρόντισε να προστατέψει τα παιδιά μοιράζοντάς τα στη Λεία, στη Ραχήλ και στις υπηρέτριές τους, βάζοντας πρώτα τις υπηρέτριες και τα παιδιά τους, πίσω τους τη Λεία και τα παιδιά της και τελευταίους τη Ραχήλ και τον Ιωσήφ. (Γε 33:1-7) Τα παιδιά της Λείας κατέβηκαν μαζί με τον Ιακώβ στην Αίγυπτο, αλλά το Βιβλικό υπόμνημα δεν λέει κάτι τέτοιο και για εκείνη. (Γε 46:15) Ο χρόνος, ο τόπος και οι συνθήκες του θανάτου της δεν διευκρινίζονται, αλλά ενδεχομένως πέθανε στη Χαναάν. Όπως και αν είχαν τα πράγματα, ο πατριάρχης φρόντισε να μεταφερθεί το σώμα της στον οικογενειακό χώρο ταφής, στη σπηλιά του αγρού Μαχπελάχ. Οι οδηγίες που έδωσε ο Ιακώβ αναφορικά με τη δική του σορό δείχνουν ότι επιθυμούσε να θαφτεί όπου είχαν θαφτεί ο Αβραάμ και η Σάρρα, ο Ισαάκ και η Ρεβέκκα, καθώς και η Λεία.—Γε 49:29-32.
-
-
ΛεκάνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΚΑΝΗ
Οι Γραφές δεν περιγράφουν με λεπτομέρειες πώς ήταν οι λεκάνες που χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα, αν και αυτά τα σκεύη ήταν συνήθως πήλινα, ξύλινα ή μεταλλικά. Μερικές λεκάνες ήταν σκεύη οικιακής χρήσης, όπως αυτές τις οποίες έφεραν μαζί με άλλες προμήθειες στον Δαβίδ και στο λαό που τον συνόδευε, όταν εκείνος τράπηκε σε φυγή εξαιτίας του Αβεσσαλώμ. (2Σα 17:27-29) Η εβραϊκή λέξη σαφ χρησιμοποιείται για τέτοιου είδους λεκάνες. Χρησιμοποιείται επίσης για τη λεκάνη στην οποία έβαλαν το αίμα της πασχαλινής θυσίας οι Ισραηλίτες όταν ήταν στην Αίγυπτο (Εξ 12:22) και για τις λεκάνες του ναού που πήρε ο Ναβουχοδονόσορ στη Βαβυλώνα. (Ιερ 52:19) Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να αποδοθεί «κούπα», και έτσι ο Ιεχωβά παρουσιάζεται να λέει προφητικά: «Εγώ καθιστώ την Ιερουσαλήμ κούπα [σαφ] που κάνει όλους τους γύρω λαούς να τρεκλίζουν». (Ζαχ 12:1, 2) Η λέξη νιπτήρ του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται στη «λεκάνη» που χρησιμοποίησε ο Ιησούς όταν έπλυνε τα πόδια των μαθητών του.—Ιωα 13:5.
Χρήση στο Αγιαστήριο. Οι λεκάνες χρησιμοποιούνταν και για ιερούς σκοπούς σε σχέση με τη λατρεία του Ιεχωβά στη σκηνή της μαρτυρίας και στους μεταγενέστερους ναούς. Σύμφωνα με την οδηγία που έδωσε ο Ιεχωβά στον Μωυσή, στα αντικείμενα της σκηνής της μαρτυρίας συγκαταλεγόταν μια μεγάλη λεκάνη η οποία έπρεπε να είναι γεμάτη νερό. Αυτή ήταν χάλκινη, στηριζόταν σε χάλκινη βάση και βρισκόταν μεταξύ της σκηνής της συνάντησης και του θυσιαστηρίου, προκειμένου να παρέχει στον αρχιερέα και στους άλλους ιερείς νερό για να πλένουν τα χέρια τους και τα πόδια τους είτε προτού μπουν στη σκηνή της συνάντησης είτε προτού διακονήσουν στο θυσιαστήριο. (Εξ 30:17-21· 31:9· 40:30, 31) Αυτή η λεκάνη που σε ορισμένες μεταφράσεις αποδίδεται νιπτήρας (AS· KJ· RS· ΒΑΜ) φτιάχτηκε «από τους καθρέφτες των υπηρετριών που εκτελούσαν οργανωμένη υπηρεσία στην είσοδο της σκηνής της συνάντησης».—Εξ 38:8.
Σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη οδηγία για τη μεταφορά της λεκάνης που βρισκόταν στη σκηνή της μαρτυρίας. Παρ’ όλα αυτά, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα (η οποία συμφωνεί με την αρχαία σαμαρειτική Πεντάτευχο) προσθέτει στο εδάφιο Αριθμοί 4:14 τα εξής: “Και θα πάρουν ένα πορφυρό ύφασμα και θα καλύψουν το λουτήρα και τη βάση του και θα τα βάλουν μέσα σε μπλε δερμάτινο κάλυμμα και θα τα τοποθετήσουν πάνω σε κοντάρια”.
Η εβραϊκή λέξη κιγιώρ (ή κιγιόρ), που σημαίνει «λεκάνη» ή «νιπτήρας», χρησιμοποιείται για τη λεκάνη της σκηνής της μαρτυρίας. (Εξ 35:16, υποσ.) Χρησιμοποιείται επίσης αναφορικά με τις δέκα λεκάνες που είχε φτιάξει ο Σολομών για το ναό, στις οποίες ξέπλεναν όσα είχαν σχέση με το ολοκαύτωμα.—2Χρ 4:6, 14.
Η καθεμιά από τις δέκα χάλκινες λεκάνες (νιπτήρες, AT· RS) που έφτιαξε ο Χιράμ για το ναό χωρούσε «σαράντα βαθ» ή περίπου 880 λίτρα νερό. Αν αυτές οι λεκάνες ήταν ημισφαιρικού σχήματος, θα είχαν διάμετρο περίπου 1,8 μ. Βέβαια, αν ήταν πλατιές κάτω και στένευαν κάπως προς τα επάνω, οι διαστάσεις θα ήταν διαφορετικές, και πρέπει να σημειωθεί ότι η Γραφή δεν δίνει λεπτομερείς πληροφορίες για το σχήμα τους, αν και λέει ότι «κάθε λεκάνη ήταν τέσσερις πήχεις». Κάθε λεκάνη ήταν τοποθετημένη πάνω σε ένα τετράτροχο καρότσι περίτεχνα φτιαγμένο και διακοσμημένο με εγχάρακτες παραστάσεις, τα δε καρότσια τοποθετήθηκαν πέντε στα δεξιά του οίκου και πέντε στα αριστερά.—1Βα 7:27-39.
Άλλη μία λεκάνη μεγάλου μεγέθους ήταν η πλατιά, περίτεχνη χυτή θάλασσα που εδραζόταν πάνω σε 12 ομοιώματα ταύρων και ήταν τοποθετημένη «στη δεξιά πλευρά, ανατολικά και προς το νότο» του οίκου. Στη στρογγυλή αυτή λεκάνη, η οποία ήταν 10 πήχεις (4,5 μ.) από χείλος σε χείλος και 5 πήχεις (2,2 μ.) σε ύψος, υπήρχε νερό που χρησιμοποιούσαν οι ιερείς.—2Χρ 4:2-6, 10.
Κούπες. Όπως συμβαίνει και με άλλα σκεύη που αναφέρονται στις Γραφές, έτσι και οι κούπες ήταν φτιαγμένες άλλοτε από πηλό και άλλοτε από ξύλο ή μέταλλο. Η εβραϊκή λέξη μιζράκ υποδηλώνει ένα μεταλλικό σκεύος που χρησιμοποιούνταν προφανώς για τις θυσίες στα πλαίσια της λατρείας. (Εξ 27:3· Αρ 4:14· 7:13· 1Βα 7:50· 2Χρ 4:8) Στις μεγαλύτερες κούπες που χρησιμοποιούνταν στα γεύματα συγκαταλεγόταν η τσαλάχαθ («γαβάθα συμποσίου»· Παρ 26:15) και η σέφελ («μεγάλη γαβάθα συμποσίου»· Κρ 5:25). Η λέξη γκουλλάχ αναφέρεται σε μια «κούπα» (Ζαχ 4:2), αλλά αποδίδεται επίσης «σχήμα κούπας» και «στρογγυλά», όταν χρησιμοποιείται για τα κιονόκρανα των στύλων που ορθώνονταν μπροστά στο ναό την εποχή του Σολομώντα. (1Βα 7:41) Οι δύο λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδονται «κούπα» είναι οι λέξεις τρύβλιον και φιάλη. Η λέξη τρύβλιον υποδηλώνει μια σχετικά βαθιά κούπα από όπου μπορούσε να φάει κάποιος (Ματ 26:23), ενώ η φιάλη αναφέρεται στην «κούπα» που χρησιμοποιούσαν συνήθως για την προσφορά σπονδών.—Απ 16:2-17.
-
-
ΛεκανοπέδιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟ
Βλέπε ΠΕΔΙΑΔΑ.
-
-
ΛεμουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΜΟΥΗΛ
(Λεμουήλ) [Αυτός που Ανήκει στον Θεό].
Βασιλιάς των αρχαίων καιρών, άγνωστης ταυτότητας, του οποίου τα λόγια είναι καταγραμμένα στο 31ο κεφάλαιο των Παροιμιών. Η ταυτότητά του έχει γίνει αντικείμενο πολλής συζήτησης. Ορισμένοι σχολιαστές υποστηρίζουν ότι Λεμουήλ ήταν ένα άλλο όνομα του Σολομώντα. Άλλοι ταυτίζουν τον Λεμουήλ με τον Εζεκία. Τα λόγια του Βασιλιά Λεμουήλ αποτελούν «το βαρυσήμαντο άγγελμα το οποίο του έδωσε προς διόρθωση η μητέρα του». (Παρ 31:1) Ωστόσο, ο χρόνος και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πήρε ο βασιλιάς αυτές τις πληροφορίες από τη μητέρα του δεν γνωστοποιούνται. Αυτό «το βαρυσήμαντο άγγελμα» αποτρέπει τη σύναψη σχέσης με κακή γυναίκα, προειδοποιεί ότι το μεθυστικό ποτό μπορεί να διαστρέψει την κρίση, τονίζει την ανάγκη που υπάρχει να κρίνει κανείς δίκαια και κατόπιν περιγράφει την καλή σύζυγο.
-
-
ΛεοπάρδαληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΟΠΑΡΔΑΛΗ
[εβρ., ναμέρ· αραμαϊκή, νεμάρ· ελλ. κείμενο, πάρδαλις].
Ένα από τα μεγάλα αιλουροειδή, που συνήθως έχει καστανοκίτρινο τρίχωμα με μαύρες κηλίδες υπό τη μορφή διακεκομμένων δακτυλίων. (Ιερ 13:23) Οι λεοπαρδάλεις κατά κανόνα έχουν μήκος 1,2 μ., χωρίς την ουρά. Μολονότι ακόμη και στα πιο πρόσφατα χρόνια έχουν θανατωθεί αρκετές λεοπαρδάλεις κοντά στην Ιερουσαλήμ, αυτά τα πλάσματα φαίνεται ότι ήταν πολύ περισσότερα στην αρχαία Παλαιστίνη. (Ασμ 4:8) Ο γατόπαρδος, ένα από τα ταχύτερα θηλαστικά, υπήρχε και αυτός στην Παλαιστίνη, και η εβραϊκή ονομασία ναμέρ ίσως περιλάμβανε και αυτό το ζώο εκτός από τη λεοπάρδαλη. Ο γατόπαρδος διαφέρει από τη λεοπάρδαλη ως προς το ότι τα νύχια του είναι ημισυσταλτά και οι κηλίδες του έχουν ομοιόμορφο χρώμα χωρίς να σχηματίζουν δακτυλίους.
Στις Γραφές γίνεται νύξη για την ταχύτητα της λεοπάρδαλης (Αββ 1:8) και για τον τρόπο με τον οποίο παραμονεύει κοντά σε πόλεις, έτοιμη να επιτεθεί σε περαστικά κατοικίδια. (Ιερ 5:6· Ωσ 13:7) Σε διαμετρική αντίθεση με αυτό, η λεοπάρδαλη και το κατσικάκι εικονίζονται να ξαπλώνουν μαζί ειρηνικά, κατά τη διακυβέρνηση του Μεσσία.—Ησ 11:6.
Στο εδάφιο Δανιήλ 7:6, η λεοπάρδαλη με τις τέσσερις φτερούγες και τα τέσσερα κεφάλια συμβολίζει την Ελληνική Παγκόσμια Δύναμη, η οποία νίκησε τη Μηδοπερσία με ταχύτητα λεοπάρδαλης. Επίσης, το θηρίο που έβγαινε από τη θάλασσα, το οποίο είδε σε όραμα ο απόστολος Ιωάννης, ήταν βασικά όμοιο με λεοπάρδαλη.—Απ 13:1, 2· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Η εβραϊκή λέξη λάγις, που αλλού μεταφράζεται «λιοντάρι» (Ιωβ 4:11· Παρ 30:30), αποδίδεται “λεοπάρδαλη” στο εδάφιο Ησαΐας 30:6 (ΜΝΚ), εφόσον το “λιοντάρι” (λαβί’) έχει ήδη αναφερθεί στο ίδιο εδάφιο.
[Εικόνα στη σελίδα 199]
Υπό τη διακυβέρνηση του Μεσσία, οι Γραφές προλέγουν ότι η λεοπάρδαλη και το κατσικάκι θα ξαπλώνουν μαζί ειρηνικά
-
-
ΛεουμμίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΟΥΜΜΙΜ
(Λεουμμίμ) [Εθνότητες· Πληθυσμοί].
Όνομα που εμφανίζεται στα εδάφια Γένεση 25:1-3 μαζί με τα ονόματα Ασσουρίμ και Λετουσίμ. Όλοι αυτοί ήταν απόγονοι του Αβραάμ και της Χετούρας μέσω του Δαιδάν. Η χρήση της κατάληξης ιμ του εβραϊκού πληθυντικού στο όνομα Λεουμμίμ μπορεί να υποδηλώνει ότι αυτό αντιπροσωπεύει μια φυλή ή έναν λαό. Ο ακριβής προσδιορισμός αυτής της φυλής των απογόνων του Δαιδάν δεν είναι δυνατός. Ωστόσο, προβάλλεται η άποψη ότι κατοικούσαν σε κάποιο τμήμα της Αραβίας, πιθανώς στην περιοχή που αποδίδεται γενικά στη Δαιδάν.—Βλέπε ΜΙΣΡΑΪΜ.
-
-
ΛέπιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΠΙΑ
Διάφορες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου αποδίδονται με ορθότητα «λέπια» ή «φολίδες».
Λέπια ή Φολίδες Ζώων. Μικρές, λεπτές και σκληρές πλάκες που σχηματίζουν μέρος του εξωτερικού καλύμματος του σώματος πολλών ψαριών και ερπετών. Ο Νόμος όριζε ότι «όλα όσα έχουν πτερύγια και λέπια στα νερά» ήταν τελετουργικώς καθαρά και μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως τροφή. Τα υδρόβια ζώα που δεν διέθεταν πτερύγια και λέπια δεν μπορούσαν να φαγωθούν, διότι ήταν «κάτι σιχαμερό». (Λευ 11:9, 10, 12· Δευ 14:9, 10) Επομένως, τα λέπια (εβρ., κασκασσίμ, πληθυντικός της λέξης κασκέσεθ) ήταν ένα από τα ευδιάκριτα σημάδια που καθόριζαν αν ένα ψάρι ήταν βρώσιμο. Αν και τα λέπια των ψαριών διαιρούνται σε τέσσερις τύπους, τα συνηθέστερα είναι τα κτενοειδή λέπια (με άκρη σαν χτένι) και τα κυκλοειδή λέπια (με στρογγυλεμένη παρυφή). Τα λέπια είναι διατεταγμένα σε επάλληλες σειρές, σχηματίζοντας ένα λεπτό, ελαφρύ και εύκαμπτο επικάλυμμα.
Η ίδια εβραϊκή λέξη χρησιμοποιείται στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 29:4, όπου ο Φαραώ της Αιγύπτου περιγράφεται συμβολικά σαν ένα πλάσμα που φαίνεται να είναι ο κροκόδειλος. Ολόκληρο το σώμα του κροκοδείλου καλύπτεται από ισχυρές κεράτινες πλάκες στερεωμένες στο σκληρό δέρμα του. Επίσης, τα εδάφια Ιώβ 41:15-17 αναφέρονται προφανώς στις φολίδες (AS, ΜΝΚ, ΛΧ) του κροκοδείλου, χρησιμοποιώντας σε αυτή την περίπτωση την εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται συνήθως «ασπίδα».—Βλέπε ΛΕΥΙΑΘΑΝ.
Φολιδωτός Θώρακας. Ο θώρακας της στρατιωτικής πανοπλίας μπορεί να ήταν φολιδωτός, δηλαδή να είχε στερεωμένα πάνω του πλακίδια (εβρ., κασκασσίμ, πληθυντικός της λέξης κασκέσεθ). Αυτά τα μικρά μεταλλικά πλακίδια αλληλοεπικαλύπτονταν και έκαναν το θώρακα σχετικά εύκαμπτο.—1Σα 17:5· βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ (Φολιδωτός θώρακας).
Λέπια στα Μάτια του Παύλου. Όταν ο Παύλος θεραπεύτηκε από την τύφλωση που του προκάλεσε η εμφάνιση του Ιησού, «κάτι σαν λέπια» έπεσαν από τα μάτια του. (Πρ 9:18) Σύμφωνα με μερικούς λογίους, στην ουσία δεν έπεσε τίποτα από τα μάτια του Παύλου, αλλά απλώς με αυτή την έκφραση εννοείται μεταφορικά ότι ο Παύλος ανέκτησε την όρασή του. Ωστόσο, πολλές σύγχρονες μεταφράσεις αφήνουν να εννοηθεί ότι όντως κάτι έπεσε από τα μάτια του Παύλου.—AT, RS, ΜΝΚ, ΜΠΚ, ΚΔΤΚ.
-
-
ΛέπραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΠΡΑ
Ασθένεια που προσδιορίζεται στην Αγία Γραφή με τη λέξη τσαρά‛αθ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και τη λέξη λέπρα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου.
Στις Γραφές, η λέξη «λέπρα» δεν περιορίζεται στην ασθένεια που είναι σήμερα γνωστή με αυτή την ονομασία, διότι πρόσβαλλε όχι μόνο ανθρώπους αλλά επίσης ενδύματα και σπίτια. (Λευ 14:55) Η σημερινή λέπρα ονομάζεται αλλιώς νόσος του Χάνσεν, από το όνομα του Δρ Γκέρχαρντ Α. Χάνσεν ο οποίος ανακάλυψε το βακτηρίδιο που πιστεύεται γενικά ότι προκαλεί αυτή την πάθηση. Ωστόσο, μολονότι η λέξη τσαρά‛αθ περιλαμβάνει περισσότερα πράγματα από ό,τι η σημερινή λέπρα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η λέπρα που προσβάλλει τους ανθρώπους, η οποία ονομάζεται σήμερα νόσος του Χάνσεν, υπήρχε στη Μέση Ανατολή των Βιβλικών χρόνων.
Οι Μορφές της και οι Επιπτώσεις Τους. Σήμερα η λέπρα, ή αλλιώς νόσος του Χάνσεν, η οποία είναι μόνο ελαφρώς μεταδοτική, εκδηλώνεται με τρεις βασικές μορφές. Η μία από αυτές, ο οζώδης τύπος, προκαλεί πάχυνση του δέρματος και σχηματισμό όζων, πρώτα στο δέρμα του προσώπου και κατόπιν σε άλλα μέρη του σώματος. Προξενεί επίσης εκφυλισμό των βλεννογόνων της μύτης και του λαιμού του θύματος. Αυτός ο τύπος της ασθένειας είναι γνωστός με την επιστημονική ονομασία lepra nigricans. Ένας άλλος τύπος είναι η αναισθητική λέπρα, η οποία αποκαλείται ενίοτε λευκή λέπρα. Αυτή δεν είναι τόσο βαριά όσο η lepra nigricans και βασικά προσβάλλει τα περιφερικά νεύρα. Το δέρμα μπορεί να πονάει με την αφή, μπορεί όμως και να γίνει αναίσθητο. Ο τρίτος τύπος λέπρας, ένα μεικτό είδος, συνδυάζει τα συμπτώματα και των δύο τύπων που μόλις προαναφέρθηκαν.
Καθώς η λέπρα φτάνει σε προχωρημένο στάδιο, τα εξογκώματα που αρχικά εμφανίζονται εκκρίνουν πύον, οι τρίχες από το κεφάλι και τα φρύδια μπορεί να πέσουν, ενώ τα νύχια μπορεί να χαλαρώσουν, να καταστραφούν και να πέσουν. Στη συνέχεια μπορεί να καταφαγωθούν σιγά σιγά τα δάχτυλα, τα άκρα, η μύτη ή τα μάτια του θύματος. Τελικά, στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, επακολουθεί ο θάνατος. Το γεγονός ότι ο Βιβλικός όρος «λέπρα» περιλάμβανε οπωσδήποτε μια τέτοια σοβαρή ασθένεια γίνεται φανερό από το ότι ο Ααρών αναφέρθηκε σε αυτήν ως μια πάθηση στην οποία η σάρκα είναι «μισοφαγωμένη».—Αρ 12:12.
Η παραπάνω περιγραφή βοηθάει κάποιον να καταλάβει καλύτερα τις Βιβλικές αναφορές σε αυτή τη φοβερή αρρώστια καθώς και τις οικτρές συνέπειες που είχε η αυθάδης ενέργεια του Οζία ο οποίος προσπάθησε ακατάλληλα να προσφέρει θυμίαμα στο ναό του Ιεχωβά.—2Βα 15:5· 2Χρ 26:16-23.
Διάγνωση. Μέσω του Μωσαϊκού Νόμου, ο Ιεχωβά παρείχε στον Ισραήλ πληροφορίες που έδιναν στον ιερέα τη δυνατότητα να διαγνώσει τη λέπρα και να κάνει διάκριση ανάμεσα σε αυτήν και σε άλλες λιγότερο σοβαρές δερματοπάθειες. Από όσα είναι καταγραμμένα στα εδάφια Λευιτικό 13:1-46, διαφαίνεται ότι η λέπρα μπορεί να άρχιζε με εξάνθημα, ψώρα, κηλίδα, μεγάλο σπυρί ή ουλή στη σάρκα από κάψιμο. Μερικές φορές τα συμπτώματα ήταν ξεκάθαρα. Οι τρίχες στην προσβεβλημένη περιοχή είχαν γίνει λευκές και ήταν προφανές ότι η πάθηση προχωρούσε βαθύτερα από το δέρμα. Παραδείγματος χάρη, ένα λευκό εξάνθημα στο δέρμα μπορεί να έκανε τις τρίχες λευκές και μπορεί να εμφανιζόταν στο εξάνθημα το κρέας της σάρκας. Αυτό σήμαινε ότι το άτομο είχε λέπρα και έπρεπε να κηρυχτεί ακάθαρτο. Ωστόσο, σε άλλες περιπτώσεις η πάθηση δεν προχωρούσε βαθύτερα από το δέρμα, οπότε επιβαλλόταν μια περίοδος καραντίνας, μετά την οποία ο ιερέας έλεγχε την κατάσταση του ατόμου και έβγαζε την τελική απόφαση για αυτή την περίπτωση.
Ήταν παραδεκτό ότι η λέπρα μπορούσε να φτάσει σε ένα στάδιο κατά το οποίο δεν ήταν μεταδοτική. Όταν απλωνόταν σε ολόκληρο το σώμα, με αποτέλεσμα να γίνει αυτό όλο λευκό, και δεν φαινόταν πουθενά ζωντανή σάρκα, αυτό ήταν σημείο ότι η δράση της ασθένειας είχε τελειώσει και ότι είχαν απομείνει μόνο τα σημάδια του καταστροφικού της έργου. Ο ιερέας κήρυττε τότε το θύμα καθαρό, εφόσον η ασθένεια δεν έθετε πια σε κίνδυνο κανέναν.—Λευ 13:12-17.
Αν η πάθηση του λεπρού περνούσε και αυτός θεραπευόταν, υπήρχαν διευθετήσεις με τις οποίες μπορούσε να καθαριστεί τελετουργικά και οι οποίες συμπεριλάμβαναν την προσφορά θυσιών για λογαριασμό του από τον ιερέα. (Λευ 14:1-32) Αλλά αν ο ιερέας κήρυττε τον αθεράπευτο λεπρό ακάθαρτο, τα ρούχα του λεπρού έπρεπε να σκιστούν και το κεφάλι του έπρεπε να μείνει ατημέλητο, ενώ ο ίδιος έπρεπε να καλύπτει το μουστάκι του, ή αλλιώς το πάνω χείλος, και να φωνάζει: «Ακάθαρτος, ακάθαρτος!» Όφειλε να κατοικεί απομονωμένος έξω από το στρατόπεδο (Λευ 13:43-46), μέτρο που λαμβανόταν για να μη μολύνει ο λεπρός εκείνους στο μέσο των οποίων κατασκήνωνε ο Ιεχωβά. (Αρ 5:1-4) Φαίνεται ότι στους Βιβλικούς χρόνους οι λεπροί συναναστρέφονταν ο ένας τον άλλον ή ζούσαν κατά ομάδες, έτσι ώστε να αλληλοβοηθούνται.—2Βα 7:3-5· Λου 17:12.
Σε ενδύματα και σπίτια. Η λέπρα μπορούσε επίσης να προσβάλει μάλλινα ή λινά ενδύματα ή δερμάτινα αντικείμενα. Η πληγή ίσως εξαφανιζόταν με το πλύσιμο, και υπήρχαν διευθετήσεις με τις οποίες το αντικείμενο έμπαινε σε καραντίνα. Αλλά όταν αυτή η κιτρινοπράσινη ή κοκκινωπή πληγή επέμενε, επρόκειτο για κακοήθη λέπρα και το αντικείμενο έπρεπε να καεί. (Λευ 13:47-59) Αν εμφανίζονταν κιτρινοπράσινα ή κοκκινωπά βαθουλώματα στον τοίχο ενός σπιτιού, ο ιερέας επέβαλλε καραντίνα. Μπορεί να χρειαζόταν να βγάλουν τις πέτρες που είχαν προσβληθεί και να ξύσουν το σπίτι από μέσα, τις δε πέτρες και τον ξυσμένο πηλό τα πετούσαν σε έναν ακάθαρτο τόπο έξω από την πόλη. Αν η πληγή επέστρεφε, το σπίτι κηρυσσόταν ακάθαρτο και γκρεμιζόταν, τα δε υλικά τα πετούσαν σε έναν ακάθαρτο τόπο. Αλλά για το σπίτι που ανακηρυσσόταν καθαρό υπήρχε συγκεκριμένη διευθέτηση καθαρισμού. (Λευ 14:33-57) Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η λέπρα που προσέβαλλε ενδύματα ή σπίτια ήταν ένας τύπος μυκητίασης ή μούχλας. Ωστόσο, τίποτα δεν είναι βέβαιο σχετικά με αυτό.
Ως Σημείο. Ένα από τα σημεία που ο Ιεχωβά έδωσε στον Μωυσή τη δύναμη να εκτελέσει για να αποδείξει στους Ισραηλίτες ότι τον είχε στείλει ο Θεός περιλάμβανε τη λέπρα. Σύμφωνα με την οδηγία που του δόθηκε, ο Μωυσής έβαλε το χέρι του στον κόρφο του, και όταν το έβγαλε, «το χέρι του είχε παταχθεί με λέπρα και ήταν σαν χιόνι!» Αποκαταστάθηκε «όπως η υπόλοιπη σάρκα του» όταν το έβαλε πάλι στον κόρφο του και το έβγαλε ξανά. (Εξ 4:6, 7) Η Μαριάμ πατάχθηκε με «λέπρα και ήταν λευκή σαν χιόνι» ως αποτέλεσμα θεϊκής επέμβασης επειδή μίλησε εναντίον του Μωυσή. Εκείνος παρακάλεσε τον Θεό να τη γιατρέψει, όπως και έγινε, αλλά αυτή μπήκε σε καραντίνα έξω από το στρατόπεδο εφτά ημέρες.—Αρ 12:1, 2, 9-15.
Την Εποχή του Ελισαιέ. Ο Νεεμάν ο Σύριος ήταν «άνθρωπος . . . γενναίος και κραταιός, αν και λεπρός [ή προσβεβλημένος από δερματοπάθεια]». (2Βα 5:1, υποσ.) Η υπερηφάνειά του παραλίγο να του κοστίσει την ευκαιρία να θεραπευτεί, αλλά τελικά έκανε όπως του είπε ο Ελισαιέ, δηλαδή βυθίστηκε στον Ιορδάνη εφτά φορές, και «η σάρκα του επανήλθε και έγινε σαν τη σάρκα μικρού παιδιού, και ο ίδιος καθαρίστηκε». (2Βα 5:14) Τότε έγινε λάτρης του Ιεχωβά. Εντούτοις, ο υπηρέτης του Ελισαιέ ο Γιεζί απέσπασε με απληστία ένα δώρο από τον Νεεμάν στο όνομα του προφήτη, κακοπαριστάνοντας τον κύριό του και, στην ουσία, μετατρέποντας την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού σε μέσο για την απόκτηση υλικού κέρδους. Για την εσφαλμένη πράξη του, ο Γιεζί πατάχθηκε με λέπρα από τον Θεό και έγινε «λεπρός, λευκός σαν χιόνι».—2Βα 5:20-27.
Το ότι υπήρχαν αρκετοί λεπροί στον Ισραήλ στις ημέρες του Ελισαιέ φαίνεται από την παρουσία τεσσάρων Ισραηλιτών λεπρών έξω από τις πύλες της Σαμάρειας ενόσω ο Ελισαιέ βρισκόταν μέσα στην πόλη. (2Βα 7:3) Αλλά γενικά οι Ισραηλίτες δεν εκδήλωσαν πίστη σε αυτόν τον άνθρωπο του αληθινού Θεού, ακριβώς όπως και οι Ιουδαίοι της ιδιαίτερης πατρίδας του Ιησού δεν τον δέχτηκαν. Γι’ αυτό, ο Χριστός είπε: «Επίσης, πολλοί λεπροί υπήρχαν στον Ισραήλ τον καιρό του Ελισαιέ του προφήτη, εντούτοις κανείς από αυτούς δεν καθαρίστηκε παρά ο Νεεμάν ο Σύριος».—Λου 4:27.
Θεραπείες από τον Ιησού και τους Μαθητές Του. Στη διάρκεια της διακονίας του στη Γαλιλαία, ο Ιησούς γιάτρεψε έναν λεπρό τον οποίο ο Λουκάς περιγράφει ως «άντρα γεμάτο λέπρα». Ο Ιησούς τού έδωσε εντολή να μην το αναφέρει σε κανέναν και είπε: «Αλλά φύγε και δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και κάνε προσφορά σχετικά με τον καθαρισμό σου, όπως όρισε ο Μωυσής, για μαρτυρία σε αυτούς».—Λου 5:12-16· Ματ 8:2-4· Μαρ 1:40-45.
Όταν ο Χριστός απέστειλε τους 12 αποστόλους, τους είπε μεταξύ άλλων: «Να καθαρίζετε λεπρούς». (Ματ 10:8) Αργότερα, ενώ περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια και τη Γαλιλαία, ο Ιησούς θεράπευσε δέκα λεπρούς σε κάποιο χωριό. Μόνο ένας από αυτούς, κάποιος Σαμαρείτης, «επέστρεψε δοξάζοντας τον Θεό με δυνατή φωνή» και έπεσε με το πρόσωπο κάτω, στα πόδια του Ιησού, ευχαριστώντας τον για ό,τι είχε κάνει για χάρη του. (Λου 17:11-19) Ας σημειωθεί επίσης ότι ο Χριστός βρισκόταν στη Βηθανία, στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού (τον οποίο ο Ιησούς ίσως είχε θεραπεύσει), όταν η Μαρία τον έχρισε με ακριβό αρωματικό λάδι λίγες ημέρες πριν από το θάνατό του.—Ματ 26:6-13· Μαρ 14:3-9· Ιωα 12:1-8.
-
-
Λέσεμ, ΛίθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΣΕΜ, ΛΙΘΟΣ
(λέσεμ).
Απροσδιόριστη πολύτιμη πέτρα που είχε τοποθετηθεί πρώτη στην τρίτη σειρά των διακοσμητικών λίθων που βρίσκονταν στο «περιστήθιο της κρίσης» του αρχιερέα.—Εξ 28:15, 19· 39:12.
Όσον αφορά την ταυτότητα του “λίθου λέσεμ” έχουν υποδειχτεί διάφορες πέτρες, όπως το ήλεκτρο, το οπάλιο, ο τουρμαλίνης και ο υάκινθος, αλλά καμιά από αυτές τις εκδοχές δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Γι’ αυτό, η Μετάφραση Νέου Κόσμου αφήνει την εβραϊκή λέξη αμετάφραστη, αποδίδοντάς την «λίθος λέσεμ».
-
-
ΛετουσίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΤΟΥΣΙΜ
(Λετουσίμ) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «ακονίζω· χτυπώ με το σφυρί· σφυρηλατώ»].
Όνομα που εμφανίζεται μεταξύ των απογόνων του Αβραάμ και της Χετούρας μέσω του Δαιδάν. (Γε 25:3) Αυτό το όνομα έχει την κατάληξη ιμ του εβραϊκού πληθυντικού, όπως και τα ονόματα Ασσουρίμ και Λεουμμίμ που εμφανίζονται στο ίδιο εδάφιο. Λόγω αυτού του γεγονότος, πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι εννοείται μια φυλή ή ένας λαός. Αν λάβουμε υπόψη τη σχέση της φυλής αυτής με τον Δαιδάν, πιθανόν να ήταν εγκατεστημένη στην Αραβική Χερσόνησο, αλλά ο ακριβής προσδιορισμός της είναι αδύνατος.—Βλέπε ΜΙΣΡΑΪΜ.
-
-
ΛευίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΙ
(Λευί) [Προσκόλληση· Προσκολλημένος].
1. Ο τρίτος γιος που απέκτησε ο Ιακώβ από τη σύζυγό του τη Λεία, ο οποίος γεννήθηκε στην Παδάν-αράμ. (Γε 35:23, 26) Κατά τη γέννησή του, η Λεία είπε: «Αυτή πια τη φορά ο σύζυγός μου θα προσκολληθεί σε εμένα, επειδή του έχω γεννήσει τρεις γιους». Γι’ αυτό, το παιδί ονομάστηκε Λευί—όνομα του οποίου η σημασία προφανώς συνδέεται με την ελπίδα της Λείας για έναν νέο δεσμό στοργής ανάμεσα στην ίδια και στον Ιακώβ. (Γε 29:34) Ο Λευί έγινε πατέρας του Γηρσών (Γηρσώμ), του Καάθ και του Μεραρί, οι οποίοι ίδρυσαν τις τρεις κύριες υποδιαιρέσεις των Λευιτών.—Γε 46:11· 1Χρ 6:1, 16.
Ο Λευί και ο αδελφός του ο Συμεών ανέλαβαν δράση εναντίον εκείνων που ατίμασαν την αδελφή τους τη Δείνα. (Γε 34:25, 26, 31) Ο Ιακώβ καταράστηκε αυτή την εκδήλωση βίαιου θυμού και προείπε ότι οι απόγονοι του Λευί θα διασκορπίζονταν στον Ισραήλ—μια προφητεία που εκπληρώθηκε όταν οι Λευίτες πράγματι διασκορπίστηκαν σε 48 Λευιτικές πόλεις στις περιοχές των διαφόρων φυλών του Ισραήλ στη γη Χαναάν. (Γε 49:7· Ιη 21:41) Ο Λευί κατέβηκε μαζί με τον Ιακώβ στην Αίγυπτο και πέθανε εκεί σε ηλικία 137 ετών.—Εξ 1:1, 2· 6:16· βλέπε ΛΕΥΙΤΕΣ.
2. Πρόγονος του Ιησού Χριστού ο οποίος αναφέρεται ως “γιος του Συμεών” στη γενεαλογία του Ιησού όπως την κατέγραψε ο Λουκάς. Τοποθετείται στη γραμμή ανάμεσα στον Δαβίδ και στον Ζοροβάβελ.—Λου 3:27-31.
3. Ο “γιος του Μελχί”, ο οποίος κατατάσσεται δεύτερος πριν από τον Ηλί (τον πατέρα της Μαρίας) στη γενεαλογία του Ιησού σύμφωνα με τον Λουκά.—Λου 3:23, 24.
4. Εισπράκτορας φόρων (Μαρ 2:14· Λου 5:27, 29) ο οποίος έγινε απόστολος του Ιησού Χριστού και ήταν επίσης γνωστός ως Ματθαίος.—Ματ 9:9· 10:2-4· βλέπε ΜΑΤΘΑΙΟΣ.
-
-
ΛευιάθανΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΙΑΘΑΝ
[εβρ., λιβγιαθάν].
Αυτή η εβραϊκή λέξη εμφανίζεται έξι φορές στην Αγία Γραφή. Θεωρείται ότι προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «στεφάνι», και ως εκ τούτου αυτή η ονομασία υποδηλώνει κάτι στριφογυρισμένο, ή αλλιώς κάτι που σχηματίζει δίπλες. Οι περισσότερες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής μεταγράφουν την εν λόγω ονομασία.
Εφόσον, εκτός από το εδάφιο Ιώβ 3:8, στις διάφορες περιπτώσεις ο Λευιάθαν συσχετίζεται με το νερό, φαίνεται ότι αυτός ο όρος υποδηλώνει κάποιο υδρόβιο πλάσμα μεγάλων διαστάσεων και μεγάλης δύναμης, αν και όχι κατ’ ανάγκην ενός συγκεκριμένου είδους. Τα εδάφια Ψαλμός 104:25, 26 λένε ότι αυτό παίζει στη θάλασσα όπου ταξιδεύουν τα πλοία, και γι’ αυτό πολλοί υποστηρίζουν ότι εδώ ο όρος εφαρμόζεται σε κάποιο είδος φάλαινας. Μολονότι οι φάλαινες σπανίζουν στη Μεσόγειο, δεν είναι άγνωστες σε αυτή τη θάλασσα. Τμήματα από τους σκελετούς δύο φαλαινών εκτίθενται σε μουσείο της Βηρυτού. Η Αμερικανική Μετάφραση λέει εδώ «κροκόδειλος» αντί για Λευιάθαν. Επιπρόσθετα, η λέξη «θάλασσα» (γιαμ) δεν είναι από μόνη της καθοριστική, επειδή στην εβραϊκή μπορεί να αναφέρεται σε μια μεγάλη υδάτινη μάζα της ενδοχώρας, όπως η Θάλασσα της Γαλιλαίας (Θάλασσα της Χιννερέθ) (Αρ 34:11· Ιη 12:3), ή ακόμη και στον ποταμό Νείλο (Ησ 19:5) ή στον Ευφράτη.—Ιερ 51:36.
Η περιγραφή του «Λευιάθαν» στα εδάφια Ιώβ 41:1-34 ταιριάζει πολύ στον κροκόδειλο, ενώ με τη «θάλασσα» του εδαφίου 31 ίσως εννοείται κάποιος ποταμός όπως ο Νείλος ή κάποια άλλη μάζα γλυκού νερού. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ορισμένοι κροκόδειλοι, όπως οι κροκόδειλοι του Νείλου (κροκόδειλος ο νειλωτικός [Crocodylus niloticus]), μπορούν να βρεθούν στις ακτές και μερικές φορές μπαίνουν στη θάλασσα σε αρκετή απόσταση από τη στεριά.
Ο 74ος Ψαλμός περιγράφει διάφορες σωτήριες πράξεις του Θεού για το λαό του και τα εδάφια 13 και 14 αναφέρονται συμβολικά στην απελευθέρωση του Ισραήλ από την Αίγυπτο. Εδώ ο όρος “θαλάσσια τέρατα [εβρ., θαννινίμ, πληθυντικός της λέξης ταννίν]” χρησιμοποιείται ως παράλληλη έκφραση του όρου «Λευιάθαν», η δε συντριβή των κεφαλιών του Λευιάθαν μπορεί κάλλιστα να αναφέρεται στη συντριπτική ήττα του Φαραώ και του στρατού του την εποχή της Εξόδου. Τα Αραμαϊκά Ταργκούμ λένε εδώ «τους δυνατούς του Φαραώ» αντί για «τα κεφάλια του Λευιάθαν». (Παράβαλε Ιεζ 29:3-5, όπου ο Φαραώ παρομοιάζεται με «μεγάλο θαλάσσιο τέρας» μέσα στα κανάλια του Νείλου· επίσης Ιεζ 32:2.) Το εδάφιο Ησαΐας 27:1 χρησιμοποιεί προφανώς τον Λευιάθαν (Ο΄, τόν δράκοντα) ως σύμβολο μιας αυτοκρατορίας, μιας οργάνωσης διεθνούς εμβέλειας η οποία κυριαρχείται από κάποιον που αποκαλείται και ο ίδιος «φίδι» και «δράκοντας». (Απ 12:9) Πρόκειται για μια προφητεία αποκατάστασης του Ισραήλ, και επομένως το ότι ο Ιεχωβά «θα στρέψει την προσοχή του» στον Λευιάθαν πρέπει να περιλαμβάνει τη Βαβυλώνα. Ωστόσο, τα εδάφια 12 και 13 μνημονεύουν επίσης την Ασσυρία και την Αίγυπτο. Άρα, ο Λευιάθαν εδώ προφανώς αναφέρεται σε μια διεθνή οργάνωση ή αυτοκρατορία που εναντιώνεται στον Ιεχωβά και στους λάτρεις του.
-
-
ΛευίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΙΤΕΣ
[Του (Από τον) Λευί].
Απόγονοι του Λευί, τρίτου γιου του Ιακώβ από τη Λεία. (Γε 29:32-34) Ενίοτε, ο όρος αυτός αναφέρεται σε ολόκληρη τη φυλή, αλλά ως επί το πλείστον εξαιρείται η ιερατική οικογένεια του Ααρών. (Ιη 14:3, 4· 21:1-3) Γι’ αυτό, συνηθίζεται η έκφραση «ιερείς και Λευίτες». (1Βα 8:4· 1Χρ 23:2· Εσδ 1:5· Ιωα 1:19) Τα ιερατικά καθήκοντα είχαν ανατεθεί αποκλειστικά στα άρρενα μέλη της οικογένειας του Ααρών, ενώ οι Λευίτες, το υπόλοιπο της φυλής, υπηρετούσαν ως βοηθοί τους. (Αρ 3:3, 6-10) Αυτή η διευθέτηση ξεκίνησε με το στήσιμο της σκηνής της μαρτυρίας, δεδομένου ότι προηγουμένως δεν είχε διοριστεί κάποια συγκεκριμένη οικογένεια ή φυλή για να προσφέρει τις θυσίες.—Εξ 24:5.
Πάρθηκαν ως Λύτρο για τους Πρωτότοκους. Οι Λευίτες επιλέχθηκαν από τον Ιεχωβά αντί για όλους τους πρωτότοκους των άλλων φυλών. (Εξ 13:1, 2, 11-16· Αρ 3:41) Υπολογίζοντας από την ηλικία του ενός μηνός και πάνω, υπήρχαν 22.000 άρρενες Λευίτες που μπορούσαν να ανταλλαχτούν με ισάριθμους πρωτότοκους άρρενες των άλλων φυλών. Η απογραφή που έγινε στην έρημο του Σινά αποκάλυψε ότι στις άλλες φυλές υπήρχαν 22.273 πρωτότοκοι γιοι. Γι’ αυτό, ο Θεός ζήτησε να δοθεί στον Ααρών και στους γιους του λυτρωτικό αντίτιμο πέντε σίκλων ($11) για καθένα από τους 273 πρωτότοκους που υπερέβαιναν τον αριθμό των Λευιτών.—Αρ 3:39, 43, 46-51.
Καθήκοντα. Οι Λευίτες αποτελούνταν από τρεις οικογένειες προερχόμενες από τους γιους του Λευί: τον Γηρσών (Γηρσώμ), τον Καάθ και τον Μεραρί. (Γε 46:11· 1Χρ 6:1, 16) Σε καθεμιά από αυτές τις οικογένειες δόθηκε μια θέση κοντά στη σκηνή της μαρτυρίας στην έρημο. Η κααθιτική οικογένεια του Ααρών στρατοπέδευε μπροστά στη σκηνή, προς την ανατολή. Οι άλλοι Κααθίτες στρατοπέδευαν στη νότια πλευρά, οι Γηρσωνίτες στη δυτική και οι Μεραρίτες στη βόρεια. (Αρ 3:23, 29, 35, 38) Το στήσιμο, η αποσυναρμολόγηση και η μεταφορά της σκηνής της μαρτυρίας ήταν εργασία των Λευιτών. Όταν ερχόταν η ώρα της μετακίνησης, ο Ααρών και οι γιοι του κατέβαζαν την κουρτίνα που χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων και κάλυπταν την κιβωτό της διαθήκης, τα θυσιαστήρια και άλλα άγια έπιπλα και σκεύη. Στη συνέχεια οι Κααθίτες κουβαλούσαν αυτά τα πράγματα. Οι Γηρσωνίτες μετέφεραν τα υφάσματα της σκηνής, τα καλύμματα, τα προπετάσματα, τα παραπετάσματα της αυλής και τα σχοινιά της σκηνής (προφανώς τα σχοινιά της ίδιας της σκηνής της μαρτυρίας), οι δε Μεραρίτες φρόντιζαν για τα πλαίσια, τους στύλους, τα πέλματα υποδοχής, τους πασσάλους της σκηνής και τα σχοινιά (τα σχοινιά της αυλής που περιέβαλλε τη σκηνή).—Αρ 1:50, 51· 3:25, 26, 30, 31, 36, 37· 4:4-33· 7:5-9.
Η εργασία των Λευιτών οργανώθηκε σε εξαιρετικό βαθμό από τον Δαβίδ, ο οποίος διόρισε επιτηρητές, επόπτες, κριτές, πυλωρούς και θησαυροφύλακες, καθώς και τεράστιο αριθμό ατόμων για να βοηθούν τους ιερείς στο ναό, στις αυλές και στις τραπεζαρίες σε σχέση με τις προσφορές, τις θυσίες, το έργο καθαρισμού, το ζύγισμα, τη μέτρηση και διάφορα καθήκοντα φύλαξης. Οι Λευίτες μουσικοί οργανώθηκαν σε 24 ομάδες, παρόμοιες με τις ιερατικές υποδιαιρέσεις, και υπηρετούσαν εκ περιτροπής. Τα καθήκοντα καθορίστηκαν με κλήρο. Όσο για τις ομάδες των πυλωρών, η πύλη που θα αναλάμβανε η καθεμιά ορίστηκε με τον ίδιο τρόπο.—1Χρ 23, 25, 26· 2Χρ 35:3-5, 10.
Στις ημέρες του Μωυσή, ένας Λευίτης αναλάμβανε σε ηλικία 30 ετών τα πλήρη καθήκοντά του, όπως τη μεταφορά της σκηνής της μαρτυρίας και των αντικειμένων της κατά τις μετακινήσεις. (Αρ 4:46-49) Κάποια καθήκοντα μπορούσαν να εκτελεστούν από την ηλικία των 25, αλλά προφανώς όχι η κοπιαστική υπηρεσία, όπως η μεταφορά της σκηνής. (Αρ 8:24) Την εποχή του Βασιλιά Δαβίδ, η ηλικία μειώθηκε στα 20 χρόνια. Η εξήγηση που έδωσε ο Δαβίδ ήταν ότι η σκηνή της μαρτυρίας (η οποία επρόκειτο να αντικατασταθεί τώρα από το ναό) δεν θα χρειαζόταν πλέον να μεταφέρεται. Ο διορισμός της υποχρεωτικής υπηρεσίας τερματιζόταν στην ηλικία των 50 ετών. (Αρ 8:25, 26· 1Χρ 23:24-26· βλέπε ΗΛΙΚΙΑ.) Οι Λευίτες έπρεπε να είναι καλά καταρτισμένοι στο Νόμο, καθώς καλούνταν συχνά να τον διαβάζουν δημόσια και να τον διδάσκουν στον κοινό λαό.—1Χρ 15:27· 2Χρ 5:12· 17:7-9· Νε 8:7-9.
Πώς Συντηρούνταν. Οι Λευίτες συντηρούνταν κυρίως από τα δέκατα των άλλων φυλών, καθώς τους δινόταν το δέκατο από όλα τα προϊόντα της γης και από τα κοπάδια των ζώων. Οι Λευίτες, με τη σειρά τους, έδιναν το ένα δέκατο από αυτά στους ιερείς. (Αρ 18:25-29· 2Χρ 31:4-8· Νε 10:38, 39) Επίσης, μολονότι οι Λευίτες απαλλάσσονταν από τη στρατιωτική υπηρεσία, μοιράζονταν μαζί με τους ιερείς κάποια από τα λάφυρα της μάχης. (Αρ 1:45-49· 31:25-31· βλέπε ΔΕΚΑΤΟ.) Οι Λευίτες δεν έλαβαν εδαφική κληρονομιά στη Χαναάν, διότι ο Ιεχωβά ήταν το μερίδιό τους. (Αρ 18:20) Ωστόσο, οι άλλες φυλές του Ισραήλ τούς έδωσαν συνολικά 48 πόλεις διασκορπισμένες σε όλη την Υποσχεμένη Γη.—Αρ 35:1-8.
Παρείχαν Υποστηρικτές της Αληθινής Λατρείας. Από τους Λευίτες προήλθαν μερικοί που υποστήριξαν με υποδειγματικό ζήλο την αληθινή λατρεία. Αυτό έγινε φανερό στο περιστατικό με το χρυσό μοσχάρι και επίσης όταν οι Λευίτες έφυγαν από την περιοχή του Ιεροβοάμ μετά τη διαίρεση του βασιλείου. (Εξ 32:26· 2Χρ 11:13, 14) Εξάλλου, υποστήριξαν με ζήλο τους βασιλιάδες Ιωσαφάτ, Εζεκία και Ιωσία, καθώς και τους κυβερνήτες Ζοροβάβελ και Νεεμία και τον ιερέα-γραμματέα Έσδρα στις προσπάθειες που έκαναν να αποκαταστήσουν την αληθινή λατρεία στον Ισραήλ.—2Χρ 17:7-9· 29:12-17· 30:21, 22· 34:12, 13· Εσδ 10:15· Νε 9:4, 5, 38.
Ως φυλή, όμως, δεν υποστήριξαν τον Γιο του Θεού στο δικό του έργο αποκατάστασης, μολονότι κάποιοι μεμονωμένοι Λευίτες έγιναν Χριστιανοί. (Πρ 4:36, 37) Πολλοί από τους Λευίτες ιερείς υπάκουσαν στην πίστη. (Πρ 6:7) Με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της το 70 Κ.Χ., τα οικογενειακά αρχεία των Λευιτών χάθηκαν ή καταστράφηκαν, γεγονός που έθεσε τέλος στο Λευιτικό σύστημα. Εντούτοις, μια «φυλή του Λευί» αποτελεί μέρος του πνευματικού Ισραήλ.—Απ 7:4, 7.
Το όνομα αυτής της φυλής αποτελεί επίσης τη βάση της ονομασίας του Γραφικού βιβλίου Λευιτικό. Αυτό το βιβλίο ασχολείται επισταμένα με τους Λευίτες και τα καθήκοντά τους.
-
-
Λευιτικές ΠόλειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΙΤΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Στους Λευίτες δεν παραχωρήθηκε εδαφική κληρονομιά, επειδή κληρονομιά τους ήταν ο Ιεχωβά. (Αρ 18:20· Δευ 18:1, 2) Ο Θεός, όμως, διέταξε να τους δώσουν οι υπόλοιπες φυλές του Ισραήλ 48 συνολικά πόλεις με τα γύρω βοσκοτόπια τους. (Αρ 35:1-8) Αυτές οι πόλεις παραχωρήθηκαν τελικά στους Λευίτες (Ιη 21:1-8), και οι 13 ήταν ιερατικές πόλεις. (Ιη 21:19· βλέπε ΙΕΡΑΤΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ.) Από τις 48 πόλεις, 6 ορίστηκαν ως πόλεις καταφυγίου για τους ακούσιους ανθρωποκτόνους.—Ιη 20:7-9· βλέπε ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ.
Ο διασκορπισμός των Λευιτών ανάμεσα στις υπόλοιπες φυλές του Ισραήλ αποτελούσε εκπλήρωση της προφητείας που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του.—Γε 49:5-7.
Οι Λευίτες είχαν το δικαίωμα να εξαγοράσουν ανά πάσα στιγμή τα σπίτια που είχαν πουλήσει εντός των πόλεών τους, αλλιώς αυτά τους επιστρέφονταν κατά τη διάρκεια του Ιωβηλαίου έτους. Αλλά τα βοσκοτόπια γύρω από τις πόλεις τους δεν έπρεπε να τα πουλήσουν ποτέ.—Λευ 25:32-34· βλέπε ΛΕΥΙΤΕΣ.
-
-
ΛευιτικόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΙΤΙΚΟ
Το τρίτο βιβλίο της Πεντατεύχου, το οποίο περιέχει νόμους από τον Θεό για τις θυσίες, την καθαρότητα και άλλα θέματα συναφή με τη λατρεία του Ιεχωβά. Το Λευιτικό ιερατείο, εκτελώντας τις οδηγίες που περιέχονταν στο βιβλίο, απέδιδε ιερή υπηρεσία σε «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων».—Εβρ 8:3-5· 10:1.
Καλυπτόμενη Περίοδος. Τα γεγονότα που αναφέρονται στο βιβλίο δεν καλύπτουν περισσότερο από έναν μήνα. Το μεγαλύτερο μέρος του Λευιτικού είναι αφιερωμένο στην απαρίθμηση διατάξεων του Ιεχωβά και όχι στην αφήγηση διαφόρων συμβάντων σε εκτεταμένη περίοδο χρόνου. Η ανέγερση της σκηνής της μαρτυρίας την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα, το δεύτερο έτος μετά την αναχώρηση του Ισραήλ από την Αίγυπτο, αναφέρεται στο τελευταίο κεφάλαιο της Εξόδου, του βιβλίου που προηγείται του Λευιτικού. (Εξ 40:17) Κατόπιν, το βιβλίο των Αριθμών (που ακολουθεί αμέσως μετά την αφήγηση του Λευιτικού) στα πρώτα του εδάφια (1:1-3) αρχίζει με την εντολή του Θεού για τη διενέργεια απογραφής, εντολή η οποία δόθηκε στον Μωυσή «την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα, το δεύτερο έτος της εξόδου τους από τη γη της Αιγύπτου».
Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Λογικά, το βιβλίο γράφτηκε το 1512 Π.Κ.Χ., στην έρημο του Σινά. Διάφορες εκφράσεις του βιβλίου που αντικατοπτρίζουν τη ζωή στο στρατόπεδο πιστοποιούν ότι γράφτηκε πράγματι στην έρημο.—Λευ 4:21· 10:4, 5· 14:8· 17:1-5.
Συγγραφέας. Όλα τα προηγούμενα στοιχεία μάς βοηθούν επίσης να προσδιορίσουμε ως συγγραφέα τον Μωυσή. Αυτός έλαβε τις πληροφορίες από τον Ιεχωβά (Λευ 26:46), τα δε τελευταία λόγια του βιβλίου είναι: «Αυτές είναι οι εντολές που έδωσε ο Ιεχωβά στον Μωυσή ως διαταγές προς τους γιους του Ισραήλ στο Όρος Σινά». (27:34) Επιπλέον, το Λευιτικό αποτελεί τμήμα της Πεντατεύχου, την οποία είναι γενικά παραδεκτό ότι συνέγραψε ο Μωυσής. Όχι μόνο η εναρκτήρια λέξη «Και . . . » του Λευιτικού υποδηλώνει τη σύνδεσή του με το βιβλίο της Εξόδου—και επομένως με την υπόλοιπη Πεντάτευχο—αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αναφέρονται σε αυτό ο Ιησούς Χριστός και οι συγγραφείς των Χριστιανικών Γραφών δείχνει ότι το θεωρούσαν σύγγραμμα του Μωυσή και αναμφισβήτητο τμήμα της Πεντατεύχου. Για παράδειγμα, δείτε την αναφορά του Χριστού στα εδάφια Λευιτικό 14:1-32 (Ματ 8:2-4), την αναφορά του Λουκά στα εδάφια Λευιτικό 12:2-4, 8 (Λου 2:22-24) και την παράφραση από τον Παύλο του εδαφίου Λευιτικό 18:5 (Ρω 10:5).
Ρόλοι της Νεκράς Θαλάσσης που Περιέχουν το Λευιτικό. Ανάμεσα στα χειρόγραφα που βρέθηκαν στη Νεκρά Θάλασσα, εννιά αποτελούν σπαράγματα του βιβλίου του Λευιτικού. Τέσσερα από αυτά, τα οποία πιστεύεται ότι χρονολογούνται μεταξύ του 125 και του 75 Π.Κ.Χ., είναι γραμμένα με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες που χρησιμοποιούνταν πριν από τη βαβυλωνιακή εξορία.
Η Αξία του Βιβλίου. Ο Θεός υποσχέθηκε στον Ισραήλ ότι, αν υπάκουαν στη φωνή του, θα γίνονταν για αυτόν «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:6) Το βιβλίο του Λευιτικού αφηγείται πώς ο Θεός καθιέρωσε ένα ιερατείο για το έθνος του και πώς τους έδωσε τα νομοθετήματα που θα τους καθιστούσαν ικανούς να διατηρούνται άγιοι ενώπιόν του. Μολονότι ο Ισραήλ ήταν μόνο το τυπικό «άγιο έθνος» του Θεού, του οποίου οι ιερείς “απέδιδαν ιερή υπηρεσία σε συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων” (Εβρ 8:4, 5), αν υπάκουε στο νόμο του Θεού θα διατηρούνταν καθαρός και θα είχε την προοπτική να παράσχει όλα τα μέλη του πνευματικού “βασιλικού ιερατείου και αγίου έθνους” Του. (1Πε 2:9) Αλλά η ανυπακοή της πλειονότητας στέρησε από τον Ισραήλ το προνόμιο να καλύψει κατά αποκλειστικότητα όλες τις θέσεις των μελών της Βασιλείας του Θεού, όπως είπε ο Ιησούς στους Ιουδαίους. (Ματ 21:43) Παρ’ όλα αυτά, οι νόμοι που εκτίθενται στο βιβλίο του Λευιτικού ήταν ανεκτίμητης αξίας για όσους έδιναν προσοχή σε αυτούς.
Οι νόμοι που αφορούσαν την υγιεινή και τη διατροφή, καθώς και οι διατάξεις που σχετίζονταν με τη σεξουαλική ηθική, αποτελούσαν μέσο προστασίας από ασθένειες και εξαχρείωση. (Λευ κεφ. 11-15, 18) Ιδιαίτερα, όμως, αυτοί οι νόμοι ωφελούσαν πνευματικά, επειδή εξοικείωναν τους ανθρώπους με τις άγιες και δίκαιες οδούς του Ιεχωβά και τους βοηθούσαν να συμμορφώνονται με αυτές. (11:44) Επιπρόσθετα, οι διατάξεις αυτού του τμήματος της Γραφής, εφόσον ήταν μέρος του Νόμου, λειτούργησαν ως παιδαγωγός που οδήγησε τους πιστούς στον Ιησού Χριστό, τον μεγάλο Αρχιερέα του Θεού και αυτόν τον οποίο προσκίαζαν οι αμέτρητες θυσίες που προσφέρονταν σύμφωνα με το Νόμο.—Γα 3:19, 24· Εβρ 7:26-28· 9:11-14· 10:1-10.
Το βιβλίο του Λευιτικού εξακολουθεί να έχει μεγάλη αξία για όλους όσους επιθυμούν να υπηρετούν τον Ιεχωβά με αποδεκτό τρόπο σήμερα. Η μελέτη της εκπλήρωσης των διαφόρων χαρακτηριστικών του σε σχέση με τον Ιησού Χριστό, τη λυτρωτική θυσία και τη Χριστιανική εκκλησία είναι πράγματι ενισχυτική για την πίστη. Μολονότι αληθεύει ότι οι Χριστιανοί δεν υπόκεινται στη διαθήκη του Νόμου (Εβρ 7:11, 12, 19· 8:13· 10:1), οι διατάξεις που εκτίθενται στο βιβλίο του Λευιτικού τούς δίνουν ενόραση σχετικά με το πώς βλέπει ο Θεός τα ζητήματα. Επομένως, αυτό το βιβλίο δεν αποτελεί απλή απαρίθμηση ανιαρών, ανεφάρμοστων λεπτομερειών, αλλά ζωντανή πηγή πληροφοριών. Μαθαίνοντας πώς βλέπει ο Θεός διάφορα ζητήματα, μερικά από τα οποία δεν καλύπτονται συγκεκριμένα στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο Χριστιανός μπορεί να βοηθηθεί να αποφεύγει ό,τι δυσαρεστεί τον Θεό και να κάνει ό,τι Τον ευαρεστεί.
[Πλαίσιο στη σελίδα 204]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΛΕΥΙΤΙΚΟ
Νόμοι του Θεού, ιδιαίτερα σε σχέση με την υπηρεσία των ιερέων στον Ισραήλ, οι οποίοι έδιναν έμφαση, προς όφελος του έθνους ως συνόλου, στη σοβαρότητα της αμαρτίας και στη σπουδαιότητα του να είναι άγιοι επειδή ο Ιεχωβά είναι άγιος
Γράφτηκε από τον Μωυσή το 1512 Π.Κ.Χ., ενόσω ο Ισραήλ ήταν στρατοπεδευμένος στο Όρος Σινά
Το Ααρωνικό ιερατείο καθιερώνεται και αρχίζει να λειτουργεί
Ο Μωυσής τελεί την εφταήμερη διαδικασία της καθιέρωσης (8:1-36)
Την όγδοη ημέρα, το ιερατείο αρχίζει να λειτουργεί· ο Ιεχωβά κάνει φανερή την επιδοκιμασία του επιδεικνύοντας τη δόξα του και κατατρώγοντας με φωτιά την προσφορά στο θυσιαστήριο (9:1-24)
Ο Ιεχωβά πατάσσει τον Ναδάβ και τον Αβιού επειδή πρόσφεραν ανάρμοστη φωτιά· στη συνέχεια δηλώνεται ότι η χρήση οινοπνευματωδών ποτών όταν κάποιος υπηρετεί στο αγιαστήριο απαγορεύεται (10:1-11)
Παρατίθενται οι απαιτήσεις για εκείνους που θα υπηρετούν ως ιερείς· ορίζονται διατάξεις για τη βρώση αυτού που είναι άγιο (21:1–22:16)
Χρήση θυσιών για τη διατήρηση επιδοκιμασμένης σχέσης με τον Θεό
Δίνονται νόμοι αναφορικά με τα ζώα που θα είναι αποδεκτά ως ολοκαυτώματα και το πώς θα πρέπει να προετοιμάζονται για προσφορά (1:1-17· 6:8-13· 7:8)
Καθορίζονται τα είδη της προσφοράς σιτηρών, καθώς επίσης το πώς πρέπει να προσφέρονται στον Ιεχωβά (2:1-16· 6:14-18· 7:9, 10)
Ορίζεται η διαδικασία για το χειρισμό των θυσιών συμμετοχής· απαγορεύεται η βρώση αίματος και πάχους (3:1-17· 7:11-36)
Καθορίζεται ποια ζώα θα δίνονται ως προσφορά για αμαρτία στην περίπτωση ενός ιερέα, της σύναξης του Ισραήλ, ενός αρχηγού ή κάποιου από το λαό· αναφέρεται η διαδικασία για το χειρισμό αυτής της προσφοράς (4:1-35· 6:24-30)
Δίνονται νόμοι αναφορικά με τις καταστάσεις που απαιτούν προσφορές για ενοχή (5:1–6:7· 7:1-7)
Μεταβιβάζονται οδηγίες σχετικά με την προσφορά η οποία πρέπει να γίνει την ημέρα που θα χριστεί ο ιερέας (6:19-23)
Όλα τα προσφερόμενα ζώα πρέπει να είναι υγιή· αναφέρονται τα ελαττώματα που καθιστούν ένα ζώο ακατάλληλο για θυσία (22:17-33)
Αναφέρονται οι διαδικασίες της Ημέρας της Εξιλέωσης οι οποίες περιλαμβάνουν τη θυσία ενός ταύρου και δύο τράγων—ενός τράγου για τον Ιεχωβά και ενός για τον Αζαζήλ (16:2-34)
Λεπτομερείς διατάξεις για την προφύλαξη από ακαθαρσία και τη διατήρηση αγιότητας
Ορισμένα ζώα είναι αποδεκτά ως καθαρά για τροφή, ενώ άλλα απαγορεύονται ως ακάθαρτα· η επαφή με νεκρά σώματα επιφέρει ακαθαρσία (11:1-47)
Μια γυναίκα πρέπει να καθαρίζεται από την ακαθαρσία της μετά τη γέννα (12:1-8)
Περιγράφονται λεπτομερώς οι διαδικασίες για το χειρισμό κρουσμάτων λέπρας (13:1–14:57)
Οι σεξουαλικές εκκρίσεις επιφέρουν ακαθαρσία, και απαιτείται καθαρισμός (15:1-33)
Πρέπει να διατηρείται η αγιότητα με την εκδήλωση σεβασμού για την ιερότητα του αίματος και με την απόρριψη της αιμομειξίας, της σοδομίας, της κτηνοβασίας, της συκοφαντίας, του πνευματισμού και άλλων απεχθών συνηθειών (17:1–20:27)
Τα Σάββατα και οι εποχιακές γιορτές για τον Ιεχωβά
Καθορίζονται τα Σάββατα και τα σαββατιαία έτη, καθώς επίσης οι διατάξεις και οι αρχές που άπτονται του Ιωβηλαίου (23:1-3· 25:1-55)
Περιγράφεται λεπτομερώς ο τρόπος τήρησης της ετήσιας Γιορτής των Άζυμων Άρτων (μετά το Πάσχα) και της Γιορτής των Εβδομάδων (που αργότερα ονομάστηκε Πεντηκοστή) (23:4-21)
Αναφέρεται η διαδικασία για την τήρηση της Ημέρας της Εξιλέωσης και της Γιορτής των Σκηνών (23:26-44)
Ευλογίες για την υπακοή, κατάρες για την ανυπακοή
Οι ευλογίες για την υπακοή θα περιλαμβάνουν πλούσιες σοδειές, ειρήνη και ασφάλεια (26:3-13)
Οι κατάρες εξαιτίας της ανυπακοής θα περιλαμβάνουν ασθένειες, ήττα από τους εχθρούς, πείνα, καταστροφή των πόλεων, ερήμωση της χώρας και εξορία (26:14-45)
-
-
ΛεύκεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΚΕΣ
(λεύκες) [εβρ., ‛αραβίμ (πληθυντικός)].
Η εβραϊκή ονομασία αυτού του δέντρου αντιστοιχεί στην αραβική λέξη γάραμπ, η οποία εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για τη λεύκα του Ευφράτη. Συνεπώς, μολονότι η λεύκα και η ιτιά ανήκουν στην ίδια οικογένεια δέντρων και είναι και οι δύο κοινές στη Μέση Ανατολή, οι σύγχρονοι λεξικογράφοι υποστηρίζουν την απόδοση «λεύκα» (λεύκη η ευφρατική [Populus euphratica]).—Βλέπε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (Lexicon in Veteris Testamenti Libros), των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 733· Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης (Hebrew and English Lexicon of the Old Testament), των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 788· Το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής, του Γουεστμίνστερ (The New Westminster Dictionary of the Bible), επιμέλεια Χ. Γκέιμαν, 1970, σ. 998.
Η λεύκα είναι πολύ κοινή στις όχθες του Ευφράτη (ενώ η ιτιά είναι σχετικά σπάνια εκεί) και επομένως ταιριάζει καλά στα λεγόμενα των εδαφίων Ψαλμός 137:1, 2, τα οποία περιγράφουν τους Ιουδαίους εξορίστους που κλαίνε να κρεμούν τις άρπες τους στις λεύκες. Τα μικρά, εύθρυπτα και καρδιόσχημα φύλλα της λεύκας του Ευφράτη (της ονομαζόμενης και τρέμουσας) φύονται πάνω σε πεπλατυσμένους μίσχους κρεμασμένους λοξά από τον κυρίως βλαστό, με αποτέλεσμα να κουνιούνται πέρα δώθε με το παραμικρό αεράκι, θυμίζοντας τον τρόπο με τον οποίο κουνιούνται μέσα στην οδύνη τους τα άτομα που κλαίνε από λύπη.
Οι λεύκες του Ευφράτη συναντώνται επίσης δίπλα σε ποταμούς και ρυάκια στη Συρία και στην Παλαιστίνη, ιδιαίτερα δε στην κοιλάδα του Ιορδάνη Ποταμού. Εκεί, μαζί με τα αλμυρίκια, σχηματίζουν συχνά πυκνές συστάδες, ενώ αλλού μπορεί να φτάσουν σε ύψος τα 9 ως 14 μ. Σε όλες τις Γραφικές αναφορές, αυτές οι λεύκες συνδέονται με υδάτινα ρεύματα, ή με “κοιλάδες χειμάρρων”. Οι λεύκες περιλαμβάνονταν στα δέντρα των οποίων τα κλαριά χρησιμοποιούνταν στη Γιορτή των Σκηνών. (Λευ 23:40) Παρείχαν σκέπη στον κραταιό «Βεεμώθ» (ιπποπόταμο) δίπλα στον ποταμό. (Ιωβ 40:15, 22) Τέλος, η ευκολία με την οποία φυτρώνουν δίπλα σε μέρη με πολύ νερό χρησιμοποιείται στα εδάφια Ησαΐας 44:3, 4 για να περιγράψει τη γρήγορη ανάπτυξη και την αύξηση που προκύπτουν από την έκχυση των ευλογιών και του πνεύματος του Ιεχωβά.
-
-
Λεύκες, Κοιλάδα ΧειμάρρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΚΕΣ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
Στο εδάφιο Ησαΐας 15:7 ο προφήτης περιγράφει τη φυγή των Μωαβιτών οι οποίοι περνούν «την κοιλάδα του χειμάρρου με τις λεύκες» μεταφέροντας τα αγαθά τους. Αν η φυγή τους γινόταν προς Ν, όπως φαίνεται πιθανό, η εν λόγω κοιλάδα χειμάρρου θα μπορούσε να είναι η «κοιλάδα του χειμάρρου Ζαρέδ» (Αρ 21:12· Δευ 2:13), η οποία αποτελούσε το όριο ανάμεσα στον Μωάβ και στον Εδώμ, στο Ν. Η κοιλάδα του χειμάρρου Ζαρέδ ταυτίζεται γενικά με το Ουάντι ελ-Χασά το οποίο καταλήγει στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης. Στο ύψος του κατώτερου ρου του διασχίζει μια μικρή πεδιάδα, η οποία είναι κάπως ελώδης κατά τόπους, και έτσι θα μπορούσε να αποτελεί κατάλληλο μέρος για να ευδοκιμούν λεύκες.—Βλέπε ΖΑΡΕΔ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ.
-
-
ΛευκόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΥΚΟ
Βλέπε ΧΡΩΜΑΤΑ.
-
-
ΛεχίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΕΧΙ
(Λεχί) [Σαγόνι].
Τοποθεσία όπου οι Ισραηλίτες πέτυχαν μία νίκη, ενδεχομένως δε και δύο, επί των Φιλισταίων. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή σήμερα. Μερικοί την ταυτίζουν με το Χίρμπετ ες-Σουγιάγκ, του οποίου το όνομα πιθανώς προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη σιαγών (σαγόνι) και το οποίο βρίσκεται λιγότερο από 3 χλμ. Α της Βαιθ-σεμές.
Στη Λεχί ο Σαμψών πάταξε χίλιους Φιλισταίους με το νωπό σαγόνι ενός γαϊδουριού. Έπειτα ονόμασε εκείνο το μέρος Ραμάθ-λεχί (που σημαίνει «Υψηλός Τόπος του Σαγονιού»), πιθανότατα σε ανάμνηση της νίκης που του είχε χαρίσει ο Ιεχωβά εκεί. (Κρ 15:9-19) Αρχικά, ωστόσο, η Λεχί ενδέχεται να είχε πάρει το όνομά της από το σχήμα των απόκρημνων βράχων της.
Μεταγενέστερα, σύμφωνα με την απόδοση αρκετών μεταφραστών, ο Σαμμάχ πάταξε πολλούς Φιλισταίους που είχαν συγκεντρωθεί στη Λεχί. (2Σα 23:11, 12· AT, JB, RS, ΜΝΚ, ΛΧ) Ωστόσο, η εβραϊκή λέξη λαχαϊγιάχ σημαίνει κατά κυριολεξία «μέσα στο χωριό των σκηνών» και, με μια μικρή αλλαγή στα φωνηεντικά σημεία, αποδίδεται «στη Λεχί».
-
-
ΛηστήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΗΣΤΗΣ
Βλέπε ΚΛΕΦΤΗΣ.
-
-
ΛηχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΗΧΑ
(Ληχά).
Πιθανότατα απόγονος του Ιούδα μέσω του Ηρ. (1Χρ 4:21) Με βάση τα συμφραζόμενα, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι «Ληχά» ήταν το όνομα ενός χωριού, του οποίου όμως η τοποθεσία είναι άγνωστη.
-
-
ΛιβάνιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΒΑΝΙ
Προϊόν λιβανοφόρων δέντρων και θάμνων του γένους Βοσβελλία (Boswellia), τα οποία συγγενεύουν με την τερέβινθο, καθώς και με τα δέντρα που παράγουν βάλσαμο και σμύρνα. Αυτά τα δέντρα και οι θάμνοι φύονται σε ορισμένα μέρη της Αφρικής και της Ασίας. Η λέξη του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου (λεβωνάχ ή λεβονάχ) που αποδίδεται «λιβάνι» προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι λευκός» και παραπέμπει προφανώς στο γαλακτώδες χρώμα του λιβανιού. Η λέξη λίβανος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από την εβραϊκή.
Το Άσμα Ασμάτων μιλάει για το «λόφο του λιβανιού» προφανώς με μεταφορική έννοια, αλλά μπορεί και να υποδηλώνει ότι στα βασιλικά πάρκα του Σολομώντα καλλιεργούνταν τέτοια λιβανοφόρα δέντρα. (Ασμ 4:6, 12-16· Εκ 2:5) Το λιβάνι ήταν ένα από τα κυριότερα είδη που μετέφεραν τα καραβάνια των εμπόρων από την Ανατολή, ακολουθώντας τις οδούς των μυρωδικών από τη νότια Αραβία ως τη Γάζα κοντά στη Μεσόγειο και ως τη Δαμασκό. Ορισμένες Βιβλικές αναφορές αφήνουν να εννοηθεί ότι το λιβάνι εισαγόταν με αυτόν τον τρόπο στην Παλαιστίνη από τη Σεβά.—Ησ 60:6· Ιερ 6:20.
Το λιβάνι λαμβάνεται με διαδοχικές εντομές στο φλοιό ή με ξεφλούδισμα του φλοιού ανά διαστήματα. Με αυτόν τον τρόπο ρέει ένας λευκός χυμός (ύστερα από αρκετές εντομές παίρνει κιτρινωπό ή κοκκινωπό χρώμα) ο οποίος σχηματίζει δάκρυα μήκους περίπου 2,5 εκ. Κατά τη συλλογή του, το λιβάνι αποτελείται από αρωματική κομμεορρητίνη υπό τη μορφή μικρών βόλων, ή κόκκων, που έχουν πικρή γεύση και, όταν καίγονται, ευωδιάζουν.—Ασμ 3:6.
Εκτός από τις σχετικές αναφορές στο Άσμα Ασμάτων, το λιβάνι μνημονεύεται συχνά στις Εβραϊκές Γραφές σε σχέση με τη λατρεία. (Παράβαλε 2Κο 2:14-16.) Ήταν συστατικό του αγίου θυμιάματος που χρησιμοποιούνταν στο αγιαστήριο (Εξ 30:34-38), αλλά επίσης χρησιμοποιούνταν πάνω στις προσφορές σιτηρών (Λευ 2:1, 2, 15, 16· 6:15· Ιερ 17:26· 41:4, 5) και πάνω σε κάθε σειρά των ψωμιών της πρόθεσης στο αγιαστήριο (Λευ 24:7). Δεν έπρεπε όμως να περιλαμβάνεται στις προσφορές για αμαρτία (Λευ 5:11) ούτε στην “προσφορά σιτηρών που αφορούσε ζήλια” (Αρ 5:15). Αναμφίβολα, αυτό συνέβαινε επειδή οι εν λόγω προσφορές σχετίζονταν με αμαρτία, ή σφάλμα, και δεν προσφέρονταν ως θυσία αίνου ή ευχαριστίας στον Ιεχωβά.
Αναφέρεται ότι μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία αποθηκεύτηκε λιβάνι στα κτίρια του ανοικοδομημένου ναού. (1Χρ 9:29· Νε 13:5, 9) Οι αστρολόγοι από την Ανατολή που επισκέφτηκαν τον Ιησού όταν ήταν παιδί έφεραν μαζί τους λιβάνι. (Ματ 2:11) Επίσης, το λιβάνι μνημονεύεται ως ένα από τα εμπορεύματα που πουλιούνται στη Βαβυλώνα τη Μεγάλη πριν από την καταστροφή της. (Απ 18:8-13) Η λέξη λιβανωτός των εδαφίων Αποκάλυψη 8:3, 5, η οποία χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο για το ουράνιο θυμιατήρι, προέρχεται από την ίδια εβραϊκή λέξη από την οποία προέρχεται και η λέξη λίβανος.
Ο προφήτης Ησαΐας γράφει ότι ο Ιεχωβά βλέπει με δυσαρέσκεια και αποδοκιμασία τα δώρα και τη χρήση λιβανιού όταν αυτά προσφέρονται από άτομα που απορρίπτουν το Λόγο του.—Ησ 66:3.
-
-
ΛίβανοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΒΑΝΟΣ
(Λίβανος) [Λευκό [Βουνό]].
Γενικά, η δυτικότερη από τις δύο οροσειρές που αποτελούν το ορεινό σύστημα του Λιβάνου. Το όνομά της πιθανώς προέρχεται από το ανοιχτό χρώμα των ασβεστολιθικών απόκρημνων βράχων και κορυφών της ή από το γεγονός ότι, μεγάλο μέρος του έτους, οι ανώτερες πλαγιές της οροσειράς καλύπτονται από χιόνι. (Ιερ 18:14) Η οροσειρά του Λιβάνου, που εκτείνεται από τα ΒΒΑ προς τα ΝΝΔ επί σχεδόν 160 χλμ. κατά μήκος της Μεσογείου, είναι παράλληλη με την οροσειρά του Αντιλιβάνου επί 100 χλμ. περίπου. Οι δύο οροσειρές χωρίζονται από μια επιμήκη, εύφορη κοιλάδα, την Κοιλάδα Μπεκάα (Κοίλη Συρία), το πλάτος της οποίας κυμαίνεται από 10 μέχρι 16 χλμ. (Ιη 11:17· 12:7) Ο ποταμός Ορόντης διαρρέει αυτή την κοιλάδα με κατεύθυνση προς το βορρά, ενώ ο Λιτάνι (ο κατώτερος ρους του οποίου ονομάζεται Ναχρ ελ-Κασιμίγιε) ρέει προς τα νότια και στρίβει γύρω από το νότιο άκρο της οροσειράς του Λιβάνου. Ο Ναχρ ελ-Κεμπίρ (Ελεύθερος) ρέει πέρα από το βόρειο άκρο της οροσειράς του Λιβάνου.
Με λίγες εξαιρέσεις, οι πρόποδες της οροσειράς του Λιβάνου πέφτουν σχεδόν κατευθείαν στη Μεσόγειο, αφήνοντας μόνο μια στενή παράκτια πεδιάδα. Οι ακρώρειες αυτής της οροσειράς έχουν μέσο ύψος 1.800 με 2.100 μ., αλλά δύο κορυφές ορθώνονται 900 μ. και πλέον ψηλότερα. Τόσο οι ανατολικές όσο και οι δυτικές πλαγιές της οροσειράς είναι απότομες.
Οι ανατολικές πλαγιές της είναι εντελώς άγονες και ουσιαστικά δεν έχουν κανένα σημαντικό ρεύμα νερού. Ωστόσο, τις δυτικές πλαγιές, όπου υπάρχουν άφθονα νερά, τις αυλακώνουν ρυάκια και φαράγγια. (Παράβαλε Ασμ 4:15.) Στις χαμηλότερες πλαγιές της δυτικής πλευράς υπάρχουν αναβαθμίδες όπου ευδοκιμούν σιτηρά, αμπέλια και οπωρώνες, καθώς και μουριές, καρυδιές και ελαιόδεντρα. (Παράβαλε Ωσ 14:5-7.) Το πλούσιο ψαμμιτικό στρώμα του εδάφους ευνοεί την ανάπτυξη των πεύκων, ενώ σε μεγαλύτερα υψόμετρα υπάρχουν λίγα μικρά δασύλλια με μεγαλοπρεπείς κέδρους. Κατά την αρχαιότητα, αυτά τα δέντρα κάλυπταν την οροσειρά, το δε ξύλο τους χρησιμοποιούνταν για διάφορους σκοπούς. (1Βα 6:9· Ασμ 3:9· Ιεζ 27:5· βλέπε ΚΕΔΡΟΣ.) Στην οροσειρά του Λιβάνου φύονται επίσης μελίες, κυπαρίσσια και άρκευθοι. (1Βα 5:6-8· 2Βα 19:23· Ησ 60:13) Μερικά από τα ζώα εκείνης της περιοχής είναι τα τσακάλια, οι γαζέλες, οι ύαινες και οι λύκοι. Στους αρχαίους χρόνους, υπήρχαν περισσότερα δάση και άγρια ζώα, και η περιοχή ήταν καταφύγιο λιονταριών και λεοπαρδάλεων. (Ασμ 4:8· Ησ 40:16) Αυτό που ονόμαζαν «ευωδιά του Λιβάνου» ήταν ενδεχομένως η ευωδιά που ανέδιδαν τα μεγάλα δάση του.—Ασμ 4:11.
Η περιοχή του Λιβάνου δεν περιήλθε στην κατοχή των Ισραηλιτών υπό την ηγεσία του Ιησού του Ναυή, αλλά αποτέλεσε το βορειοδυτικό σύνορο της γης τους. (Δευ 1:7· 3:25· 11:24· Ιη 1:4· 9:1) Ωστόσο, οι ειδωλολάτρες κάτοικοι αυτής της περιοχής έθεταν σε δοκιμή την πιστότητα του Ισραήλ στον Ιεχωβά. (Κρ 3:3, 4) Αιώνες αργότερα, ο Βασιλιάς Σολομών είχε στη δικαιοδοσία του ένα τμήμα του Λιβάνου και εκτελούσε εκεί οικοδομικά έργα. (1Βα 9:17-19· 2Χρ 8:5, 6) Ένα από τα οικοδομικά προγράμματά του πιθανώς περιλάμβανε «τον πύργο του Λιβάνου, που βλέπει προς τη Δαμασκό». (Ασμ 7:4· μερικοί ωστόσο θεωρούν ότι αυτή η φράση αναφέρεται σε μια από τις κορυφές του Λιβάνου.) Εκείνη την εποχή, ο Χιράμ, ο βασιλιάς της Τύρου, είχε υπό την κυριαρχία του ένα άλλο τμήμα του Λιβάνου, από το οποίο προμήθευε στον Σολομώντα ξύλα κέδρου και αρκεύθου.—1Βα 5:7-14.
Αλληγορική Χρήση. Πολλές από τις αναφορές της Αγίας Γραφής στον Λίβανο σχετίζονται με το εύφορο έδαφός του (Ψλ 72:16· Ησ 35:2) και τα θαλερά δάση του, ιδιαίτερα τους μεγαλοπρεπείς κέδρους του. (Ψλ 29:5) Συχνά ο Λίβανος χρησιμοποιείται με μεταφορικό τρόπο. Παρουσιάζεται σαν να βρίσκεται σε κατάσταση καταισχύνης και να δείχνει συμπόνια για τη γη του Ιούδα που είχε λεηλατηθεί από τις ασσυριακές δυνάμεις. (Ησ 33:1, 9) Ωστόσο, και ο ίδιος ο ασσυριακός στρατός επρόκειτο να υποστεί συμφορά, καθώς θα τον κατέκοπταν σαν τα δέντρα του Λιβάνου. (Ησ 10:24-26, 33, 34) Οι καταστροφικές επιπτώσεις της κρίσης του Ιεχωβά παραβάλλονται με το μαρασμό του άνθους του Λιβάνου. (Να 1:4) Εντούτοις, σε μια προφητεία αποκατάστασης αναφέρεται ότι το δάσος του Λιβάνου επρόκειτο να μετατραπεί σε εύφορο δεντρόκηπο, γεγονός που περιγράφει πλήρη αντιστροφή των πραγμάτων.—Ησ 29:17, 18.
Μέσω του Ιερεμία, ο Ιεχωβά «είπε σχετικά με τον οίκο του βασιλιά του Ιούδα: “Είσαι σαν τη Γαλαάδ για εμένα, σαν την κεφαλή του Λιβάνου”». (Ιερ 22:6) “Ο οίκος” φαίνεται να προσδιορίζει το συγκρότημα του ανακτόρου. (Ιερ 22:1, 5) Η τοποθεσία όπου βρισκόταν το ανάκτορο ήταν σε ύψωμα, και ως εκ τούτου ήταν υπερυψωμένη και μεγαλοπρεπής όπως ο Λίβανος. Επίσης, για την κατασκευή των διαφόρων βασιλικών κτισμάτων εκεί χρησιμοποιήθηκαν μεγάλες ποσότητες ξύλων κέδρου. (1Βα 7:2-12) Ο Βασιλιάς Ιωακείμ, ο οποίος άκουσε τα λόγια που είναι καταγραμμένα στο εδάφιο Ιερεμίας 22:6, είχε χρησιμοποιήσει και ο ίδιος επένδυση από κέδρο για το πολυτελές ανάκτορό του. (Ιερ 22:13-15) Επομένως, η περιοχή του ανακτόρου ήταν σαν ένα μεγαλοπρεπές δάσος από κέδρινα οικοδομήματα και μπορούσε εύστοχα να παραβληθεί με τον Λίβανο και με τη δασόφυτη Γαλαάδ. Ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Ιούδα ότι, αν ο Βασιλιάς Ιωακείμ, οι υπηρέτες του και ο λαός δεν απέδιδαν δικαιοσύνη, “ο οίκος θα γινόταν ερημωμένος τόπος” (Ιερ 22:1-5) και εκείνοι που κατοικούσαν στον συμβολικό Λίβανο (Ιερουσαλήμ), “φωλιασμένοι στους κέδρους”, θα υφίσταντο συμφορά.—Ιερ 22:23· βλέπε επίσης Ιεζ 17:2, 3.
Παρόμοια, η επιθυμία του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ να “ανεβεί στα ύψη των ορεινών περιοχών, στα πιο απομακρυσμένα μέρη του Λιβάνου”, και να “κόψει τους ψηλούς κέδρους του” φαίνεται να αναφέρεται στις προθέσεις του σε σχέση με την Ιερουσαλήμ. (Ησ 37:21-24) Τα προφητικά λόγια σχετικά με τη βία που ασκήθηκε σε βάρος του Λιβάνου (Αββ 2:17) μπορεί να παραπέμπουν στη συμφορά που περίμενε την Ιερουσαλήμ. Ή ίσως πρέπει να εκληφθούν κατά γράμμα, θεωρώντας ότι υποδηλώνουν την αποψίλωση των δασών του Λιβάνου εξαιτίας των καταστροφών του πολέμου.—Παράβαλε Ησ 14:5-8.
Η προφητεία του Ζαχαρία (10:10) αναφέρθηκε στον καιρό κατά τον οποίο ο Ιεχωβά θα επανέφερε το λαό του στη γη της Γαλαάδ και στον Λίβανο. Σε αυτή την περίπτωση η λέξη Λίβανος μπορεί να σημαίνει την περιοχή Δ του Ιορδάνη, όπως η Γαλαάδ αντιπροσωπεύει την περιοχή Α του Ιορδάνη.
-
-
ΛιβνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΒΝΑ
(Λιβνά) [από μια ρίζα που σημαίνει «λευκός»· ή, πιθανώς, «αγριοκυδωνιά»].
1. Τοποθεσία όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες στην έρημο. Η θέση της είναι άγνωστη.—Αρ 33:20, 21.
2. Βασιλική πόλη των Χαναναίων την οποία κατέλαβε ο Ιησούς του Ναυή πριν από την κατάκτηση της Λαχείς. (Ιη 10:29-32, 39· 12:15) Η Λιβνά ήταν μια από τις πόλεις στην περιοχή του Ιούδα που παραχωρήθηκαν «στους γιους του Ααρών». (Ιη 15:21, 42· 21:13· 1Χρ 6:57) Αιώνες αργότερα, κατοικούσε εκεί ο πεθερός του Βασιλιά Ιωσία.—2Βα 23:31· 24:18· Ιερ 52:1.
Την εποχή της ανταρσίας των Εδωμιτών, το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ., στασίασε και η Λιβνά εναντίον του Βασιλιά Ιωράμ του Ιούδα. (2Βα 8:22· 2Χρ 21:10) Το 732 Π.Κ.Χ., ο στρατός του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ μετακινήθηκε από τη Λαχείς στη Λιβνά. Ο Σενναχειρείμ είχε στείλει ένα στρατιωτικό απόσπασμα από τη Λαχείς για να απειλήσει την Ιερουσαλήμ. Ενόσω βρίσκονταν στη Λιβνά, οι Ασσύριοι έμαθαν ότι σκόπευε να τους επιτεθεί ο Τιρχάκα, ο βασιλιάς της Αιθιοπίας. Γι’ αυτόν το λόγο ο Σενναχειρείμ, προκειμένου να εξωθήσει την Ιερουσαλήμ σε παράδοση, έστειλε δεύτερη φορά αγγελιοφόρους με μια εκφοβιστική επιστολή προς τον Εζεκία το βασιλιά του Ιούδα. Στη συνέχεια, ο άγγελος του Ιεχωβά θανάτωσε 185.000 από το στράτευμα των Ασσυρίων, το οποίο προφανώς ήταν ακόμη στρατοπεδευμένο κοντά στη Λιβνά.—2Βα 19:8-35· Ησ 37:8-36.
Ως πιθανή θέση της αρχαίας Λιβνά έχει προταθεί το Τελλ ες-Σαφί. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα στοιχεία συγκλίνουν στην ταύτιση του Τελλ ες-Σαφί με τη Γαθ, οι σύγχρονοι λόγιοι τείνουν να ταυτίζουν τη Λιβνά με το Τελλ Μπόρνατ (Τελ Μπουρένα), περίπου 8 χλμ. ΒΒΑ της Λαχείς.
-
-
ΛιβνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΒΝΙ
(Λιβνί) [από μια ρίζα που σημαίνει «λευκός»].
1. Εγγονός του Λευί και γιος του Γηρσών (Γηρσώμ). (Εξ 6:17· 1Χρ 6:17) Υπήρξε ιδρυτής μιας Λευιτικής οικογένειας (Αρ 3:18, 21· 1Χρ 6:19, 20) και προφανώς ονομαζόταν επίσης Λαδάν.—1Χρ 23:6, 7· 26:21.
2. Λευίτης που καταγόταν από τον Μεραρί μέσω του Μααλί.—1Χρ 6:29.
-
-
Λιβύη, ΛίβυοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΒΥΗ
(Λιβύη), ΛΙΒΥΟΙ (Λίβυοι).
Η αρχαία Λιβύη καταλάμβανε μέρος της βόρειας Αφρικής Δ της Αιγύπτου. Γενικά θεωρείται ότι οι κάτοικοί της προσδιορίζονται από το εβραϊκό όνομα Λουβίμ. (2Χρ 12:3· «Λίβυοι», RS, ΜΝΚ· «Λίβυες», Ο΄) Αν το όνομα Λουβίμ είναι παραλλαγή του ονόματος Λεχαβίμ (Λεαβίμ), αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι τουλάχιστον κάποιοι Λίβυοι κατάγονταν από τον Χαμ μέσω του Μισραΐμ. (Γε 10:13) Σύμφωνα με την παραδοσιακή Ιουδαϊκή άποψη, η οποία εμφανίζεται στα συγγράμματα του Ιώσηπου (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Α΄, 130-132 [vi, 2]), οι Λίβυοι ήταν απόγονοι του Χαμ μέσω του Φουθ. (Γε 10:6) Επίσης, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα και η λατινική Βουλγάτα λένε «Λίβυες» στα εδάφια Ιερεμίας 46:9 (26:9 στην Ο΄), Ιεζεκιήλ 27:10 και 38:5, όπου το εβραϊκό κείμενο λέει «Φουθ». Φυσικά, είναι πιθανό να εγκαταστάθηκαν απόγονοι και του Φουθ και του Μισραΐμ στη γεωγραφική περιοχή της βόρειας Αφρικής που ονομάστηκε Λιβύη. Αυτό θα σήμαινε ότι η ονομασία «Λίβυοι» είναι ευρύτερη από το εβραϊκό Λουβίμ.
Ο Βασιλιάς Σισάκ της Αιγύπτου, ο οποίος θεωρείται ο ιδρυτής της «λιβυκής δυναστείας», κατέλαβε πολλές πόλεις όταν εισέβαλε στον Ιούδα το πέμπτο έτος του Βασιλιά Ροβοάμ (993 Π.Κ.Χ.). Στην ισχυρή του δύναμη που αποτελούνταν από άρματα και ιππείς υπήρχαν και Λίβυοι. Μολονότι η ίδια η Ιερουσαλήμ γλίτωσε την καταστροφή, ο Σισάκ απογύμνωσε την πόλη από τους θησαυρούς της. (1Βα 14:25, 26· 2Χρ 12:2-9) Περίπου 26 χρόνια αργότερα (967 Π.Κ.Χ.), υπήρχαν Λίβυοι στα στρατεύματα του Ζερά του Αιθίοπα, τα οποία διείσδυσαν στον Ιούδα αλλά υπέστησαν ταπεινωτική ήττα. (2Χρ 14:9-13· 16:8) Τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., η βοήθεια που πρόσφεραν οι Λίβυοι και άλλοι φαίνεται ότι δεν έσωσε την αιγυπτιακή πόλη Νω-άμμων από τη συμφορά που υπέστη τελικά στα χέρια των Ασσυρίων. (Να 3:7-10) Προειπώθηκε δε ότι οι Λίβυοι και οι Αιθίοπες θα ακολουθούσαν τα «βήματα» του “βασιλιά του βορρά”, πράγμα που υπονοεί ότι αυτοί οι πρώην υποστηρικτές της Αιγύπτου θα περιέρχονταν υπό τον έλεγχό του.—Δα 11:43.
Το έτος 33 Κ.Χ., μεταξύ των Ιουδαίων και των προσηλύτων που βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ για τη Γιορτή της Πεντηκοστής υπήρχαν και άτομα από “τις περιοχές της Λιβύης, η οποία είναι προς την Κυρήνη”, δηλαδή από το δυτικό τμήμα της Λιβύης. Πιθανόν κάποιοι από αυτούς να βαφτίστηκαν ανταποκρινόμενοι στην ομιλία του Πέτρου και αργότερα να μετέφεραν το άγγελμα της Χριστιανοσύνης πίσω στον τόπο της διαμονής τους.—Πρ 2:10.
-
-
ΛιθοβολισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΘΟΒΟΛΙΣΜΟΣ
Υπό το Νόμο, ένα άτομο που είχε διαπράξει αδικοπραγία η οποία επέσυρε τη θανατική ποινή συνήθως λιθοβολούνταν μέχρι θανάτου. (Λευ 20:2) Αυτό γινόταν ώστε “να εξαφανιστεί το κακό από ανάμεσά τους”. Όλος ο Ισραήλ θα άκουγε για την τιμωρία, και αυτό θα ενστάλαζε στην καρδιά τους φόβο για τη συγκεκριμένη αδικοπραγία. (Δευ 13:5, 10, 11· 22:22-24) Με το να λιθοβολήσουν έναν κακοποιό, έδειχναν ότι ήταν ζηλωτές για την αληθινή λατρεία, ότι φρόντιζαν άγρυπνα να μην ονειδιστεί το όνομα του Θεού και ότι επιθυμούσαν να διατηρούν καθαρή την εκκλησία.
Προτού λιθοβοληθεί αυτός που είχε αδικοπραγήσει, έπρεπε να δώσουν συγκλίνουσα κατάθεση εναντίον του τουλάχιστον δύο μάρτυρες, ενώ κατόπιν οι ίδιοι έριχναν τις πρώτες πέτρες. (Λευ 24:14· Δευ 17:6, 7) Η προοπτική ότι θα γινόταν ο ίδιος εκτελεστής υποκινούσε το μάρτυρα να σκεφτεί πολύ προσεκτικά αυτά που θα κατέθετε και, αναμφίβολα, αποτελούσε ανασταλτικό παράγοντα για τυχόν ψευδομαρτυρία η οποία, αν αποκαλυπτόταν, στοίχιζε στον ψευδομάρτυρα την ίδια του τη ζωή.—Δευ 19:18-20.
Είναι σαφές ότι ο λιθοβολισμός συνήθως λάβαινε χώρα έξω από την πόλη. (Αρ 15:35, 36· 1Βα 21:13· αντιπαράβαλε Δευ 22:21.) Έπειτα, ως προειδοποίηση, μπορεί να κρεμούσαν το πτώμα σε ξύλο, αλλά δεν το άφηναν εκεί μετά τη δύση. Η ταφή του γινόταν αυθημερόν.—Δευ 21:21-23.
Ο Ιησούς χαρακτήρισε την Ιερουσαλήμ ως «αυτή που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους απεσταλμένους σε αυτήν». (Ματ 23:37· παράβαλε Εβρ 11:37.) Ο ίδιος ο Χριστός απειλήθηκε με λιθοβολισμό. (Ιωα 8:59· 10:31-39· 11:8) Ο Στέφανος θανατώθηκε με αυτόν τον τρόπο. (Πρ 7:58-60) Στα Λύστρα, φανατικοί Ιουδαίοι «λιθοβόλησαν τον Παύλο και τον έσυραν έξω από την πόλη νομίζοντας ότι ήταν νεκρός».—Πρ 14:19· παράβαλε 2Κο 11:25.
Όσον αφορά τα αδικήματα που επέσυραν την ποινή του λιθοβολισμού, βλέπε ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ.
-
-
ΛιθοκόποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΘΟΚΟΠΟΣ
Λιθοπελεκητής· αυτός που κόβει, λαξεύει ή κατεργάζεται πέτρες ώστε να χρησιμοποιηθούν για οικοδομικούς σκοπούς. (2Βα 12:11, 12· 2Χρ 24:12) Ο Βασιλιάς Δαβίδ έκανε τους πάροικους στον Ισραήλ λιθοπελεκητές «ώστε να πελεκήσουν τετραγωνισμένες πέτρες» (κόβοντάς τες στο κατάλληλο μέγεθος) για το μελλοντικό ναό του Ιεχωβά.—1Χρ 22:2, 15· παράβαλε 1Βα 6:7· βλέπε ΛΑΤΟΜΕΙΟ.
-
-
ΛίθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΘΟΣ
Βλέπε ΠΕΤΡΑ.
-
-
ΛιθόστρωτοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΘΟΣΤΡΩΤΟ
Μέρος στην Ιερουσαλήμ, επιστρωμένο με πέτρες, όπου κάθησε στη δικαστική έδρα ο Ρωμαίος Κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος όταν φέρθηκε ενώπιόν του ο Ιησούς Χριστός για να δικαστεί. (Ιωα 19:13) Η τοποθεσία ονομαζόταν στην εβραϊκή «Γαββαθά»—μια λέξη άγνωστης προέλευσης που πιθανώς σημαίνει «λόφος», «ύψωμα» ή «υπαίθριος χώρος». Η λέξη Λιθόστρωτον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να υποδηλώνει έναν δρόμο με επίστρωση από μωσαϊκό.
Το «Λιθόστρωτο» όπου ο Ιησούς εμφανίστηκε ενώπιον του Πιλάτου ήταν με κάποιον τρόπο συνδεδεμένο με το «ανάκτορο του κυβερνήτη». (Ιωα 19:1-13) Μπορεί να ήταν ένας υπαίθριος χώρος μπροστά από το ανάκτορο του Ηρώδη του Μεγάλου. Μερικοί λόγιοι προτιμούν μια εκδοχή που το τοποθετεί κοντά στο Φρούριο Αντωνία, ΒΔ της περιοχής του ναού, ή σε μια κεντρική αυλή εντός του Φρουρίου. Ωστόσο, η ακριβής θέση του Λιθόστρωτου παραμένει άγνωστη.—Βλέπε ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ· ΑΝΤΩΝΙΑ, ΦΡΟΥΡΙΟ.
-
-
ΛικχίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΚΧΙ
(Λικχί) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «παίρνω»].
Κάποιος άντρας από τη φυλή του Μανασσή ο οποίος μνημονεύεται τρίτος μεταξύ των γιων του Σεμιδά.—1Χρ 7:19.
-
-
Λίμνη της ΦωτιάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ
Αυτή η έκφραση συναντάται μόνο στο βιβλίο της Αποκάλυψης και είναι καθαρά συμβολική. Η Αγία Γραφή δίνει από μόνη της την εξήγηση και τον ορισμό του συμβολισμού δηλώνοντας: «Αυτός είναι ο δεύτερος θάνατος, η λίμνη της φωτιάς».—Απ 20:14· 21:8.
Ο συμβολικός χαρακτήρας της λίμνης της φωτιάς γίνεται ακόμη πιο φανερός από τα συμφραζόμενα των περιπτώσεων όπου εμφανίζεται η έκφραση αυτή στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Αναφέρεται ότι ο θάνατος ρίχνεται σε αυτή τη λίμνη της φωτιάς. (Απ 19:20· 20:14) Σαφώς, ο θάνατος δεν μπορεί να καεί στην κυριολεξία. Στη λίμνη ρίχνεται και ο Διάβολος, που είναι αόρατο πνευματικό πλάσμα. Εφόσον είναι πνεύμα, δεν είναι δυνατόν να υποστεί βλάβη από κατά γράμμα φωτιά.—Απ 20:10· παράβαλε Εξ 3:2 και Κρ 13:20.
Εφόσον η λίμνη της φωτιάς αντιπροσωπεύει “το δεύτερο θάνατο” και εφόσον το εδάφιο Αποκάλυψη 20:14 λέει πως «και ο θάνατος και ο Άδης» πρόκειται να ριχτούν σε αυτήν, είναι φανερό ότι η λίμνη δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει το θάνατο που κληρονόμησαν οι άνθρωποι από τον Αδάμ (Ρω 5:12) ούτε αναφέρεται στον Άδη (Σιεόλ). Επομένως, πρέπει να συμβολίζει κάποιο άλλο είδος θανάτου από το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή, διότι το υπόμνημα δεν αναφέρει πουθενά ότι η «λίμνη» δίνει αυτούς που βρίσκονται μέσα της, όπως κάνει ο Αδαμιαίος θάνατος και ο Άδης (Σιεόλ). (Απ 20:13) Άρα λοιπόν, εκείνοι που δεν βρίσκονται γραμμένοι «στο βιβλίο της ζωής», οι οποίοι εναντιώνονται αμετανόητα στην κυριαρχία του Θεού, ρίχνονται στη λίμνη της φωτιάς, πράγμα που σημαίνει ότι υφίστανται αιώνια καταστροφή, ή αλλιώς το δεύτερο θάνατο.—Απ 20:15.
Ενώ τα παραπάνω εδάφια κάνουν φανερό το συμβολικό χαρακτήρα της λίμνης της φωτιάς, μερικοί την έχουν χρησιμοποιήσει για να υποστηρίξουν την πίστη σε κάποιον κατά γράμμα τόπο φωτιάς και βασάνων. Αυτοί επικαλούνται το εδάφιο Αποκάλυψη 20:10, επειδή αναφέρει ότι ο Διάβολος, το θηρίο και ο ψευδοπροφήτης «βασανίζονται ημέρα και νύχτα στους αιώνες των αιώνων» μέσα στη λίμνη της φωτιάς. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να εννοεί πραγματικά, συνειδητά βάσανα. Εκείνοι που ρίχνονται στη λίμνη της φωτιάς υφίστανται “το δεύτερο θάνατο”. (Απ 20:14) Στο θάνατο δεν υπάρχει συνειδητότητα και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει αίσθηση του πόνου ή των παθημάτων.—Εκ 9:5.
Στις Γραφές τα πύρινα βάσανα σχετίζονται με την καταστροφή και το θάνατο. Για παράδειγμα, στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, μια μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών, η λέξη βάσανος χρησιμοποιείται αρκετές φορές όσον αφορά την τιμωρία με θάνατο. (Ιεζ 3:20· 32:24, 30) Παρόμοια, σχετικά με τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, το βιβλίο της Αποκάλυψης λέει: «Οι βασιλιάδες της γης . . . θα κλαίνε και θα χτυπούν τον εαυτό τους από λύπη για αυτήν, όταν θα κοιτάζουν τον καπνό από το κάψιμό της, καθώς θα στέκονται σε απόσταση εξαιτίας του φόβου τους για το βασανισμό της». (Απ 18:9, 10) Όσο για τη σημασία του βασανισμού, ένας άγγελος αργότερα εξηγεί: «Έτσι με ορμή θα ριχτεί η Βαβυλώνα, η μεγάλη πόλη, και δεν θα ξαναβρεθεί ποτέ». (Απ 18:21) Άρα λοιπόν, ο πύρινος βασανισμός εδώ παραλληλίζεται με την καταστροφή, καταστροφή η οποία στην περίπτωση της Βαβυλώνας της Μεγάλης είναι αιώνια.—Παράβαλε Απ 17:16· 18:8, 15-17, 19.
Συνεπώς, εκείνοι που “βασανίζονται [βασανισθήσονται, Κείμενο] στους αιώνες” μέσα στη λίμνη της φωτιάς υφίστανται «δεύτερο θάνατο» από τον οποίο δεν υπάρχει ανάσταση. Η συγγενική λέξη βασανιστής του πρωτότυπου κειμένου αποδίδεται “δεσμοφύλακας” στο εδάφιο Ματθαίος 18:34. (RS, ED, ΜΝΚ· παράβαλε εδ. 30.) Έτσι λοιπόν, εκείνοι που ρίχνονται στη λίμνη της φωτιάς τίθενται υπό περιορισμό, ή «φυλακίζονται», στο θάνατο για όλη την αιωνιότητα.—Βλέπε ΒΑΣΑΝΙΖΩ, ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ· ΓΕΕΝΝΑ.
-
-
ΛινάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΝΑΡΙ
[εβρ. κείμενο, πέσεθ, πιστάχ· ελλ. κείμενο, λίνον].
Φυτό καλλιεργούμενο από την αρχαιότητα, από του οποίου τις ίνες συνήθιζαν να φτιάχνουν—όπως και σήμερα—λινό ύφασμα. Το ύψος του λιναριού (λίνον το χρησιμότατον [Linum usitatissimum]) κυμαίνεται από 0,3 ως 1,2 μ. Το λεπτό στέλεχος του φυτού (λινοκάλαμο), που έχει ανοιχτοπράσινα γραμμοειδή φύλλα, διακλαδίζεται μόνο στην κορυφή. Κάθε κλαδί, είτε μεγαλύτερο είτε μικρότερο, απολήγει σε ένα μπλε ή γαλάζιο (σπανίως λευκό) άνθος με πέντε πέταλα.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 544.
Όταν το λινάρι είχε «μπουμπούκια», ήταν έτοιμο για τη συγκομιδή (Εξ 9:31), κατά την οποία είτε τραβούσαν τα φυτά με το χέρι είτε τα ξερίζωναν με την τσάπα. Στη συνέχεια τα ξέραιναν. Τα λινοκάλαμα στην ταράτσα του σπιτιού της Ραάβ στην Ιεριχώ πιθανόν να είχαν τοποθετηθεί εκεί γι’ αυτόν το σκοπό.—Ιη 2:6.
Η μέθοδος που χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι για την κατεργασία του λιναριού ήταν κατά πάσα πιθανότητα ανάλογη με αυτήν που περιγράφει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος του πρώτου αιώνα Κ.Χ. στο έργο του Φυσική Ιστορία (Naturalis Historia, XIX, III, 17, 18) και με αυτήν που απεικονίζει η αρχαία αναπαράσταση η οποία φυλάσσεται στο Μπενί Χασάν της Αιγύπτου. Αφού αποσπούσαν το λιναρόσπορο, βύθιζαν τα λινοκάλαμα σε νερό και από πάνω τους τοποθετούσαν πέτρες για να μην επιπλέουν. Καθώς το λινάρι μούσκευε στο νερό, το ξυλώδες μέρος του σάπιζε και οι ίνες ελευθερώνονταν. Όταν χαλάρωνε το εξωτερικό μέρος των λινοκάλαμων, δηλαδή η φλούδα, τα έβγαζαν από το νερό και τα άφηναν στον ήλιο, γυρίζοντάς τα επανειλημμένα, μέχρι να ξεραθούν εντελώς. Κατόπιν χτυπούσαν το λινάρι με κόπανους πάνω σε πέτρες και αποχώριζαν τις ίνες, τις οποίες και καθάριζαν ξαίνοντάς τες. Οι ίνες κατώτερης ποιότητας, που βρίσκονται κοντά στη φλούδα, χρησιμοποιούνταν για φιτίλια λυχναριών (βλέπε Ησ 42:3· 43:17· Ματ 12:20), ενώ οι εσωτερικές ίνες, που είναι λευκότερες και καλύτερης ποιότητας, μετατρέπονταν σε νήμα το οποίο γυάλιζαν χτυπώντας το ξανά και ξανά πάνω σε μια σκληρή πέτρα.
Τα χαμηλά υψόμετρα και τα αλλουβιακά εδάφη, που είναι τόσο συνηθισμένα στην Αίγυπτο, θεωρούνται πολύ κατάλληλα για την καλλιέργεια του λιναριού. Στον αρχαίο κόσμο αυτή η χώρα φημιζόταν για το εκλεκτό λινό της. Γι’ αυτό, η θεόσταλτη πληγή του χαλαζιού, η οποία κατέστρεψε το λινάρι και το κριθάρι, αποτέλεσε βαρύ πλήγμα για την οικονομία της Αιγύπτου. (Εξ 9:23, 31) Μεταγενέστερα, στην εξαγγελία εναντίον της Αιγύπτου που κατέγραψε ο Ησαΐας (19:9), μεταξύ των ατόμων που επρόκειτο να ντραπούν περιλήφθηκαν και «εκείνοι που εργάζονται το ξασμένο λινάρι».—Βλέπε ΛΙΝΟ.
-
-
ΛινόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΝΟ
Ύφασμα από λινάρι. Τα περισσότερα ενδύματα των Εβραίων ήταν είτε μάλλινα είτε λινά. (Λευ 13:47· Παρ 31:13, 22· Ωσ 2:5, 9) Η ανάμειξη αυτών των δύο υλικών απαγορευόταν από το Νόμο για τα ενδύματα των Ισραηλιτών που δεν ήταν ιερείς. (Δευ 22:11) Από λινό ύφασμα φτιάχνονταν επίσης, μεταξύ άλλων, ζώνες (Ιερ 13:1) και πανιά πλοίων. (Ιεζ 27:7) Οι Ισραηλίτες, αν και προφανώς κατασκεύαζαν δικά τους λινά υφάσματα, εισήγαν κάποια ποσότητα λινών από την Αίγυπτο.—Παρ 7:16.
Τα λινά υφάσματα διέφεραν ως προς την ποιότητα, όπως υποδηλώνει το γεγονός ότι η Γραφή κάνει λόγο για «εκλεκτό λινό» και για «εκλεκτά υφάσματα». (Ιεζ 16:10· 27:16) Οι πλούσιοι, οι βασιλιάδες και οι άνθρωποι που κατείχαν υψηλές κυβερνητικές θέσεις φορούσαν λινά ανώτερης ποιότητας. (Γε 41:42· 1Χρ 15:27· Εσθ 8:15· Λου 16:19) Ο Ιωσήφ, κάποιος πλούσιος άνθρωπος από την Αριμαθαία, τύλιξε το πτώμα του Ιησού σε καθαρό, εκλεκτό λινό ύφασμα.—Ματ 27:57-59.
Εκλεκτά λινά νήματα που έκλωσαν οι Ισραηλίτισσες χρησιμοποιήθηκαν για τα δέκα υφάσματα της σκηνής της μαρτυρίας, την κουρτίνα που χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων, το προπέτασμα για την είσοδο της σκηνής, τα παραπετάσματα της αυλής, καθώς και το προπέτασμα της πύλης της. (Εξ 35:25· 36:8, 35, 37· 38:16, 18) Εκλεκτό στριμμένο λινάρι χρησιμοποιήθηκε επίσης στο ζωνάρι, στο εφόδ και στο περιστήθιο του αρχιερέα. (Εξ 39:2, 3, 5, 8) Χιτώνες από εκλεκτό λινάρι φτιάχτηκαν και για τους άλλους ιερείς. (Εξ 39:27-29) Όσον αφορά τις κουρτίνες και τα ενδύματα που χρησιμοποιούνταν στο αγιαστήριο, φαίνεται ότι κατασκευάζονταν κυρίως από λινό ύφασμα, το οποίο στόλιζαν με κεντήματα από βαμμένο μαλλί και χρυσάφι.—Εξ 35:35· 38:23.
Μεταφορική Χρήση. Η Βαβυλώνα η Μεγάλη παρουσιάζεται ντυμένη με εκλεκτό λινό ύφασμα και πορφύρα και κατακόκκινο ύφασμα, κάτι που συμβολίζει την πολυτέλεια. (Απ 18:16) Ωστόσο, σχετικά με τη νύφη του Χριστού, λέγεται σαφώς ότι το εκλεκτό λινό ύφασμα της ενδυμασίας της συμβολίζει «τις δίκαιες πράξεις των αγίων». Παρόμοια, τα ουράνια στρατεύματα παρουσιάζονται ντυμένα με λευκό, καθαρό, εκλεκτό λινό ύφασμα, ενδεικτικό τού ότι πολεμούν με δικαιοσύνη.—Απ 19:8, 11, 14· βλέπε επίσης Δα 10:5· Απ 15:6· ΛΙΝΑΡΙ.
-
-
ΛίνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΝΟΣ
(Λίνος).
Κάποιος Χριστιανός στη Ρώμη για τον οποίο ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι έστειλε χαιρετισμούς στον Τιμόθεο. (2Τι 4:21) Ο Ειρηναίος (που γεννήθηκε περίπου το 120/140 Κ.Χ.) και άλλοι μεταγενέστεροί του ταύτισαν τον συγκεκριμένο Λίνο με έναν από τους πρώτους επισκόπους της Ρώμης ο οποίος είχε το ίδιο όνομα, αλλά αυτή η ταύτιση βασίζεται μόνο στην παράδοση.
-
-
ΛιοντάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΟΝΤΑΡΙ
[εβρ., ’αργαί· ’αρί· λαβί’· λάγις· σάχαλ (νεαρό λιοντάρι)· κεφίρ (χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι)· λεβιγιά’ (λέαινα)· αραμαϊκή, ’αργαί· ελλ. κείμενο, λέων].
Μεγάλο, καστανόξανθο θηλαστικό της οικογένειας Αιλουροειδή, το οποίο έχει μακριά ουρά που καταλήγει σε φούντα. Η χαρακτηριστική πυκνή χαίτη του αρσενικού αρχίζει να αναπτύσσεται όταν το ζώο είναι περίπου τριών ετών. Αν και έχουν εκλείψει τώρα από την Παλαιστίνη, στην αρχαιότητα τα λιοντάρια αφθονούσαν εκεί. Βρίσκονταν στην περιοχή της οροσειράς του Αντιλιβάνου (Ασμ 4:8), στις συστάδες κατά μήκος του Ιορδάνη (Ιερ 49:19· 50:44· Ζαχ 11:3) και στη «γη της στενοχώριας και των δυσχερειών», δηλαδή στην έρημο Ν του Ιούδα.—Ησ 30:6· παράβαλε Δευ 8:15.
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι βοσκοί έπρεπε να προστατεύουν το ποίμνιο από τα λιοντάρια. Κάποτε ο Δαβίδ χτύπησε με θάρρος ένα λιοντάρι και έσωσε το πρόβατο που είχε αρπάξει. (1Σα 17:34, 35) Ωστόσο, αυτή η περίπτωση αποτελούσε εξαίρεση. Συνήθως, ακόμη και μια «ολόκληρη ομάδα ποιμένων» δεν μπορούσε να τρομοκρατήσει και να διώξει ένα χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι. (Ησ 31:4) Ενίοτε, ο ποιμένας ανακτούσε από το στόμα του λιονταριού μόνο ένα μέρος του κατοικίδιου ζώου (Αμ 3:12), πράγμα που του έδινε τη δυνατότητα να παρουσιάσει την απαραίτητη απόδειξη για να μην αναγκαστεί να δώσει αποζημίωση.—Εξ 22:13.
Μολονότι ο Δαβίδ, ο Σαμψών και ο Βεναΐας σκότωσαν λιοντάρια ο καθένας μόνος του (Κρ 14:5, 6· 1Σα 17:36· 2Σα 23:20), άλλοι δεν κατάφεραν να σωθούν από το πέλμα του λιονταριού. (2Βα 17:25, 26) Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε λιοντάρια για να εκτελέσει την κρίση του ενάντια σε έναν προφήτη ο οποίος τον είχε παρακούσει (1Βα 13:24-28) και σε κάποιον άνθρωπο που είχε αρνηθεί να συνεργαστεί με έναν από τους προφήτες Του.—1Βα 20:36.
Οι Γραφές επανειλημμένα μνημονεύουν τα γνωρίσματα και τις συνήθειες του λιονταριού, περιλαμβανομένου του βροντερού βρυχηθμού και του μουγκρητού του. (Παρ 19:12· 20:2· Αμ 3:4, 8) Το λιοντάρι συνήθως δεν βρυχιέται όταν κυνηγάει άγρια ζώα. Εντούτοις, όταν προσπαθεί να αρπάξει μαντρωμένα κατοικίδια ζώα, συχνά βρυχιέται. Ο τρομακτικός ήχος έχει σκοπό να προκαλέσει πανικό στα ζώα, έτσι ώστε να γκρεμίσουν τον προστατευτικό φράχτη και να μπορέσει το λιοντάρι να απομονώσει μερικά ζώα του ποιμνίου. Το εν λόγω ζώο έχει επιβλητικό βηματισμό. (Παρ 30:29, 30) Η δύναμή του είναι παροιμιώδης. (Κρ 14:18· Παρ 30:30) Ένα και μόνο χτύπημα από το ισχυρό πέλμα του λιονταριού αρκεί για να σπάσει τον αυχένα μιας μικρής αντιλόπης. Το λιοντάρι μπορεί να σκοτώσει και να μεταφέρει ζώα μεγαλύτερα από τον εαυτό του, ενώ τα κοντά, ισχυρά σαγόνια του είναι εφοδιασμένα με δόντια αρκετά ισχυρά για να σπάζουν μεγάλα κόκαλα. (Ψλ 58:6· Ιωλ 1:6· Ησ 38:13) Δεν είναι άξιο απορίας που ο τεμπέλης εικονίζεται να δικαιολογείται για την απραξία του λέγοντας: «Είναι ένα λιοντάρι έξω!» (Παρ 22:13· 26:13) Εντούτοις τα λιοντάρια, επειδή είναι σαρκοφάγα, μπορεί να αφανιστούν από έλλειψη λείας. (Ιωβ 4:11· βλέπε επίσης Ψλ 34:10.) Και «ένας ζωντανός σκύλος [αν και καταφρονημένος] είναι σε καλύτερη θέση από ένα [άλλοτε μεγαλοπρεπές αλλά τώρα] ψόφιο λιοντάρι».—Εκ 9:4.
Το λιοντάρι γενικά κοιμάται κάποιες ώρες της ημέρας στη φωλιά του και κυνηγάει κυρίως τη νύχτα. Για να βρει τροφή, είτε στήνει ενέδρα είτε πλησιάζει αθόρυβα τη λεία του αρκετά κοντά ώστε να μπορεί να κάνει μια σύντομη επίθεση. (Ιωβ 38:39, 40· Ψλ 10:9· Θρ 3:10) Τότε μπορεί να εφορμήσει με ταχύτητα περίπου 65 χλμ./ώ. Τα λιονταράκια, προκειμένου να αποκτήσουν την αναγκαία πείρα για να σκοτώνουν τη λεία τους, αρχίζουν να συνοδεύουν τη μητέρα τους στο κυνήγι σε ηλικία τριών μηνών. Απογαλακτίζονται σε ηλικία έξι ή εφτά μηνών, ωριμάζουν σεξουαλικά στο τέταρτο έτος της ηλικίας τους και φτάνουν σε πλήρη σωματική ανάπτυξη σε ηλικία έξι ετών.—Ιεζ 19:2, 3.
Ο άνθρωπος κυνηγάει από παλιά τα λιοντάρια. Έχει χρησιμοποιήσει λάκκους και δίχτυα για τη σύλληψή τους. (Ιεζ 19:3, 4, 9) Στην αρχαία Ασσυρία, το κυνήγι του λιονταριού ήταν ένα από τα αγαπημένα είδη αναψυχής του μονάρχη. Είτε έφιππος είτε πάνω στο άρμα του, ο βασιλιάς, οπλισμένος με τόξο και βέλη, καταδίωκε τα λιοντάρια.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 955.
Στην αρχαιότητα πεινασμένα λιοντάρια χρησιμοποιούνταν για την εκτέλεση της θανατικής ποινής. Ο προφήτης Δανιήλ δεν είχε αυτή την κατάληξη επειδή προστατεύτηκε από τον άγγελο του Ιεχωβά. (Δα 6:16, 17, 22, 24· παράβαλε Εβρ 11:33.) Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ο απόστολος Παύλος ελευθερώθηκε από «το στόμα του λιονταριού», είτε κατά γράμμα είτε συμβολικά.—2Τι 4:17.
Διακοσμητική και Μεταφορική Χρήση. Σκαλιστά λιοντάρια διακοσμούσαν τα πλαϊνά των χάλκινων καροτσιών που είχαν φτιαχτεί για να χρησιμοποιούνται στο ναό. (1Βα 7:27-36) Επίσης, 12 αγάλματα λιονταριών ήταν τοποθετημένα στις δύο πλευρές των σκαλοπατιών που οδηγούσαν στο θρόνο του Σολομώντα, εκτός από τα δύο λιοντάρια που στέκονταν δίπλα στα μπράτσα του θρόνου. (1Βα 10:19, 20) Επίσης, ο ναός που είδε σε όραμα ο Ιεζεκιήλ ήταν στολισμένος με χερουβείμ τα οποία είχαν δύο πρόσωπα, το ένα ανθρώπου και το άλλο χαιτοφόρου νεαρού λιονταριού.—Ιεζ 41:18, 19.
Οι περισσότερες Γραφικές αναφορές στο λιοντάρι είναι μεταφορικές, ή αλλιώς αλληγορικές. Ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ (Αρ 23:24· 24:9), καθώς και οι επιμέρους φυλές του Ιούδα (Γε 49:9) και του Γαδ (Δευ 33:20), παραβλήθηκαν προφητικά με λιοντάρια, σύμβολα της βέβαιης νίκης και της εκδήλωσης θάρρους σε δίκαιο πόλεμο. (Παράβαλε 2Σα 17:10· 1Χρ 12:8· Παρ 28:1.) Ο Ιεχωβά παρομοιάζει τον εαυτό του με λιοντάρι όταν εκτελεί κρίση στον άπιστο λαό του. (Ωσ 5:14· 11:10· 13:7-9) Και ο πιο εξέχων δικαστικός αξιωματούχος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, ορίζεται ως «το Λιοντάρι που είναι από τη φυλή του Ιούδα». (Απ 5:5) Κατάλληλα, λοιπόν, το λιοντάρι, ως σύμβολο θαρραλέας δικαιοσύνης, συνδέεται με την παρουσία και το θρόνο του Ιεχωβά.—Ιεζ 1:10· 10:14· Απ 4:7.
Επειδή το λιοντάρι έχει τις ιδιότητες ενός φοβερού, αδηφάγου και αρπακτικού ζώου, χρησιμοποιήθηκε και ως σύμβολο των πονηρών (Ψλ 10:9), των ατόμων που εναντιώνονται στον Ιεχωβά και στο λαό του (Ψλ 22:13· 35:17· 57:4· Ιερ 12:8), των ψευδοπροφητών (Ιεζ 22:25), των πονηρών αρχόντων (Παρ 28:15· Σοφ 3:3), της Βαβυλωνιακής Παγκόσμιας Δύναμης (Δα 7:4) και του Σατανά του Διαβόλου (1Πε 5:8). Επίσης, το θηρίο με τα εφτά κεφάλια και τα δέκα κέρατα που βγαίνει από τη θάλασσα, και το οποίο αντλεί την εξουσία του από τον Σατανά, εικονίζεται να έχει στόμα λιονταριού. (Απ 13:2) Στο εδάφιο Ψαλμός 91:13 φαίνεται ότι το λιοντάρι και η κόμπρα υποδηλώνουν τη δύναμη του εχθρού—το μεν λιοντάρι συμβολίζει τις κατά μέτωπο επιθέσεις η δε κόμπρα τις ύπουλες δολοπλοκίες ή τις επιθέσεις από κρυψώνα.—Παράβαλε Λου 10:19· 2Κο 11:3.
Όταν οι Ισραηλίτες επέστρεφαν στην πατρίδα τους το 537 Π.Κ.Χ., είναι φανερό ότι ο Ιεχωβά τούς προστάτευε καθ’ οδόν από τα λιοντάρια και τα άλλα αρπακτικά θηρία. (Ησ 35:8-10) Στην ίδια τη γη τους, τα λιοντάρια και τα άλλα αρπακτικά είχαν αναμφίβολα αυξηθεί κατά τη διάρκεια της 70χρονης ερήμωσης. (Παράβαλε Εξ 23:29.) Αλλά προφανώς λόγω της προστατευτικής φροντίδας του Ιεχωβά για το λαό του, οι Ισραηλίτες και τα κατοικίδιά τους φαίνεται ότι δεν γίνονταν λεία λιονταριών, όπως είχε συμβεί με τους ξένους λαούς που εγκατέστησε ο βασιλιάς της Ασσυρίας στις πόλεις της Σαμάρειας. (2Βα 17:25, 26) Συνεπώς, από την οπτική γωνία των Ισραηλιτών, τα λιοντάρια ουσιαστικά έτρωγαν άχυρο όπως ο ταύρος, δηλαδή δεν έκαναν κακό στους ίδιους και στα κατοικίδιά τους. (Ησ 65:18, 19, 25) Υπό τη διακυβέρνηση του Μεσσία, όμως, λαβαίνει χώρα μεγαλύτερη εκπλήρωση των προφητειών αποκατάστασης. Άτομα που είχαν κάποτε θηριώδη, ζωώδη και άγρια διάθεση ειρηνεύουν τελικά με πιο πειθήνιους συνανθρώπους τους και δεν προσπαθούν να τους κάνουν κακό ή να τους βλάψουν. Και κατά γράμμα και αλληγορικά, θα επικρατεί ειρήνη ανάμεσα στα λιοντάρια και στα κατοικίδια ζώα.—Ησ 11:1-6· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Βλέπε επίσης ΛΑΚΚΟΣ ΛΙΟΝΤΑΡΙΩΝ.
-
-
ΛίτραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΤΡΑ
Μονάδα μέτρησης βάρους που αναφέρεται μόνο στα εδάφια Ιωάννης 12:3 και 19:39. Η λίτρα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εξισώνεται συνήθως με τη ρωμαϊκή λίτρα (λατ., libra). Αυτό σημαίνει ότι αντιστοιχούσε περίπου σε 327 γρ.
-
-
ΛίτροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΤΡΟ
Μετά το άνοιγμα της “τρίτης σφραγίδας”, λέγεται σύμφωνα με το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο των εδαφίων Αποκάλυψη 6:5, 6 ότι τόσο μία χοῖνιξ σιταριού όσο και τρεις χοίνικες κριθαριού πουλιούνται για ένα δηνάριο. Οι μελετητές πιστεύουν γενικά ότι η χωρητικότητα της χοίνικος αντιστοιχούσε κατά προσέγγιση στο ένα λίτρο. Εφόσον ένα δηνάριο ήταν ένα ημερομίσθιο τον καιρό του Ιωάννη (Ματ 20:1-12), η πώληση των σιτηρών σε τέτοιες τιμές υποδεικνύει συνθήκες πείνας.
-
-
ΛίχνισμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΙΧΝΙΣΜΑ
Το τελικό βήμα για τον αποχωρισμό του σπόρου των δημητριακών, όπως του κριθαριού και του σιταριού, από το άχυρο. Αφού το αλώνισμα ελευθερώσει τους σπόρους από το περίβλημά τους και το άχυρο κοπεί σε μικρά κομμάτια, λιχνίζουν όλο το μείγμα πετώντας το στον αέρα αντίθετα στη φορά του ανέμου με ειδικό φτυάρι ή δικράνι. (Ησ 30:24) Η αύρα, που είναι ιδιαίτερα δυνατή το βράδυ, παρασύρει μακριά το περίβλημα και παραμερίζει το άχυρο, ενώ οι σπόροι, επειδή είναι βαρείς, ξαναπέφτουν στο αλώνι. (Ρθ 3:2· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 953) Αφού οι σπόροι περάσουν από κόσκινο για να απομακρυνθούν τα πετραδάκια και τα παρόμοια, είναι έτοιμοι για άλεσμα ή για αποθήκευση.—Αμ 9:9· Λου 22:31.
Μεταφορική Χρήση. Πολλές φορές το “λίχνισμα” χρησιμοποιείται με μεταφορική έννοια. Παραδείγματος χάρη, ο Ιεχωβά είχε σκοπό να στείλει «λιχνιστές» εναντίον της Βαβυλώνας και των κατοίκων της, ώστε να τη λιχνίσουν. (Ιερ 51:1, 2) Οι «λιχνιστές» αποδείχτηκε ότι ήταν οι Μηδοπέρσες υπό τον Κύρο. Αυτοί πέταξαν, σαν να λέγαμε, τη Βαβυλώνα και τους κατοίκους της στον αέρα, ώστε να τους πάρει ο άνεμος και να τους παρασύρει μακριά σαν άχυρο που πρόκειται να καεί. (Ματ 3:12· Λου 3:17) Παρόμοια, όπως είχε προειπωθεί, ο Ιεχωβά είχε χρησιμοποιήσει νωρίτερα τη Βαβυλώνα για να λιχνίσει το λαό του, νικώντας τον και διασκορπίζοντάς τον. (Ιερ 15:7) Επίσης, μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Ιεχωβά διαβεβαίωσε το λαό του ότι θα ερχόταν καιρός κατά τον οποίο εκείνοι θα έκαναν τους εχθρούς τους σαν το άχυρο και θα τους λίχνιζαν. (Ησ 41:14-16) Στο εδάφιο Ιερεμίας 4:11 «ένας καυτός άνεμος», ο οποίος επρόκειτο να πλήξει την Ιερουσαλήμ, λέγεται ότι «δεν έρχεται για λίχνισμα ούτε για καθαρισμό». Ένας θυελλώδης, καυτός άνεμος δεν θα προσφερόταν για λίχνισμα, άρα αυτό που υπονοείται είναι ο καταστροφικός του χαρακτήρας.
-
-
Λο-αμμίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟ-ΑΜΜΙ
(Λο-αμμί) [Όχι Λαός Μου].
Το όνομα του δεύτερου γιου που γέννησε η σύζυγος του Ωσηέ, η Γόμερ. Ο Ιεχωβά πρόσταξε να δοθεί στο παιδί το συγκεκριμένο όνομα που είχε ιδιαίτερη σημασία για να καταδείξει ότι Εκείνος είχε απαρνηθεί τον άπιστο Ισραήλ. (Ωσ 1:8, 9) Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι αυτό το αγόρι δεν ήταν παιδί του Ωσηέ αλλά καρπός της μοιχείας της Γόμερ (Ωσ 1:2) διότι, όταν γεννήθηκε ο Ιεζραέλ, ειπώθηκε ότι η Γόμερ «τού γέννησε [του Ωσηέ] έναν γιο», ενώ σχετικά με τον Λο-αμμί αναφέρεται απλώς ότι «αυτή . . . κατόπιν έμεινε έγκυος και γέννησε έναν γιο».—Ωσ 1:3, 8.
-
-
ΛογΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΓ
Το μικρότερο μέτρο υγρών που μνημονεύεται στην Αγία Γραφή. Στοιχεία από το Ταλμούδ υποδηλώνουν ότι το λογ ισοδυναμούσε με το ένα δωδέκατο του ιν, δηλαδή με 0,014 βαθ. Με βάση αρχαιολογικά ευρήματα, το βαθ υπολογίζεται στα 22 λίτρα. Αν αυτό είναι σωστό, τότε το λογ πρέπει να είχε χωρητικότητα περίπου 0,31 λίτρα. Ένα λογ λάδι αποτελούσε μέρος της προσφοράς που έπρεπε να κάνει ένας λεπρός ο οποίος καθαριζόταν.—Λευ 14:2, 10, 12, 15, 21, 24.
-
-
ΛόγιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΓΙΑ
Βλέπε ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ ΛΟΓΙΑ.
-
-
ΛογικότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ
Η λέξη «λογικότητα» αποτελεί απόδοση της έκφρασης τὸ ἐπιεικὲς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου. Το επίθετο ἐπιεικής έχει οριστεί ως «πρέπων, κατάλληλος· επομένως, δίκαιος, μετριοπαθής, ανεκτικός, αυτός που δεν επιμένει στο γράμμα του νόμου· η λέξη εκφράζει την περίσκεψη με την οποία κάποιος εξετάζει “τα στοιχεία μιας υπόθεσης εκδηλώνοντας ανθρωπιά και λογικότητα”».—Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν (Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words), 1981, Τόμ. 2, σ. 144, 145.
Η λογικότητα αποτελεί διακριτικό γνώρισμα της ουράνιας σοφίας. (Ιακ 3:17) Είναι ιδιότητα την οποία πρέπει να διαθέτει όποιος διορίζεται επίσκοπος στη Χριστιανική εκκλησία. (1Τι 3:2, 3) Ο επίσκοπος πρέπει να είναι λογικός με τον εαυτό του, όσον αφορά τις σχέσεις του με τους άλλους και ως προς το πώς βλέπει τα προβλήματα. Αλλά και όλοι γενικά οι Χριστιανοί παροτρύνονται να είναι λογικοί. Ο απόστολος Παύλος συμβούλεψε τους Φιλιππησίους: «Η λογικότητά σας [ή αλλιώς, υποχωρητικότητα· τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν, Κείμενο] ας γίνει γνωστή σε όλους τους ανθρώπους». (Φλπ 4:5) Και στον Τίτο δόθηκε η οδηγία να υπενθυμίσει στους Χριστιανούς της Κρήτης «να είναι λογικοί [ή αλλιώς, υποχωρητικοί· ἐπιεικεῖς, Κείμενο]». (Τιτ 3:1, 2) Αυτό ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο στην περίπτωσή τους, διότι οι κάτοικοι της Κρήτης ως σύνολο είχαν τη φήμη ότι ήταν ψεύτες, βλαβερά θηρία, λαίμαργοι και αργόσχολοι.—Τιτ 1:12.
Στο εδάφιο 1 Πέτρου 2:18 οι οικιακοί υπηρέτες νουθετούνται να «υποτάσσονται στους ιδιοκτήτες τους με όλο τον οφειλόμενο φόβο, όχι μόνο στους αγαθούς και λογικούς, αλλά και σε εκείνους που είναι δύσκολο να τους ευχαριστήσει κανείς».
-
-
Λόγος, ΟΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΓΟΣ, Ο
Ο όρος «λόγος» στις Εβραϊκές Γραφές αποτελεί κατά κανόνα μετάφραση της εβραϊκής λέξης νταβάρ, ενώ στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται αυτούσια η λέξη λόγος. Αυτές οι λέξεις εννοούν ως επί το πλείστον μια ολοκληρωμένη σκέψη, φράση ή δήλωση και όχι απλώς μια μεμονωμένη λέξη ή όρο πρότασης. (Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η έννοια της μεμονωμένης λέξης δηλώνεται από τη λέξη ῥῆμα [Ματ 27:14], μολονότι και αυτή επίσης μπορεί να δηλώνει μια φράση ή κάτι που ειπώθηκε.) Κάθε άγγελμα από τον Δημιουργό, όπως αυτό που εξαγγέλλεται μέσω κάποιου προφήτη, είναι «ο λόγος του Θεού». Σε μερικές περικοπές η λέξη Λόγος συνιστά τίτλο που αποδίδεται στον Ιησού Χριστό.
Ο Λόγος του Θεού. «Ο λόγος του Ιεχωβά» είναι έκφραση που εμφανίζεται, με μικρές παραλλαγές, εκατοντάδες φορές στις Γραφές. Με «το λόγο του Ιεχωβά» δημιουργήθηκαν οι ουρανοί. Ο Θεός είπε το λόγο και αυτός επιτελέστηκε. «Είπε ο Θεός: “Ας γίνει φως”. Και έγινε φως». (Ψλ 33:6· Γε 1:3) Αυτό δεν πρέπει να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο Ιεχωβά δεν κάνει ο ίδιος καμιά εργασία. (Ιωα 5:17) Έχει, όμως, μυριάδες αγγέλους οι οποίοι ανταποκρίνονται στο λόγο του και εκτελούν το θέλημά του.—Ψλ 103:20.
Η δημιουργία, έμψυχη και άψυχη, υπόκειται στο λόγο του Θεού και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον Θεό για να εκπληρώσει τους σκοπούς του. (Ψλ 103:20· 148:8) Ο λόγος του είναι αξιόπιστος. Ό,τι υπόσχεται ο Θεός, θυμάται και να το εκτελέσει. (Δευ 9:5· Ψλ 105:42-45) Όπως έχει πει ο ίδιος, ο λόγος του «θα παραμείνει στον αιώνα» και ποτέ δεν θα επιστρέψει χωρίς να εκτελέσει το σκοπό του.—Ησ 40:8· 55:10, 11· 1Πε 1:25.
Ο Ιεχωβά είναι Θεός επικοινωνίας, εφόσον αποκαλύπτει ποικιλοτρόπως στα πλάσματά του το θέλημα και τους σκοπούς του. Τα λόγια του Θεού ειπώθηκαν, αναμφίβολα μέσω κάποιου αγγέλου, σε ανθρώπους όπως ο Αδάμ, ο Νώε και ο Αβραάμ. (Γε 3:9-19· 6:13· 12:1) Κατά καιρούς ο Θεός χρησιμοποίησε άγιους ανθρώπους όπως ο Μωυσής και ο Ααρών για να γνωστοποιήσει τους σκοπούς του. (Εξ 5:1) «Κάθε λέξη» την οποία διέταξε ο Μωυσής στον Ισραήλ ήταν στην ουσία ο λόγος του Θεού προς αυτούς. (Δευ 12:32) Ο Θεός μίλησε επίσης με το στόμα προφητών όπως ο Ελισαιέ και ο Ιερεμίας, καθώς επίσης χρησιμοποιώντας προφήτισσες όπως η Δεββώρα.—2Βα 7:1· Ιερ 2:1, 2· Κρ 4:4-7.
Πολλές από τις θεϊκές εντολές καταγράφηκαν από τον καιρό του Μωυσή και μετά. Ο Δεκάλογος—οι κοινώς ονομαζόμενες Δέκα Εντολές—παραδόθηκε πρώτα προφορικά και αργότερα “γράφτηκε με το δάχτυλο του Θεού” σε πέτρινες πλάκες. (Εξ 31:18· 34:28· Δευ 4:13) Αυτές οι εντολές αποκαλούνται «τα Λόγια» στο εδάφιο Δευτερονόμιο 5:22.—Βλέπε ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ.
Ο Ιησούς του Ναυή έγραψε υπό θεϊκή έμπνευση επιπρόσθετα «λόγια στο βιβλίο του νόμου του Θεού», και το ίδιο έκαναν και άλλοι πιστοί συγγραφείς της Γραφής. (Ιη 24:26· Ιερ 36:32) Τελικά όλα αυτά τα συγγράμματα συγκεντρώθηκαν και αποτέλεσαν τις λεγόμενες Άγιες Γραφές. Η έκφραση “όλη η θεόπνευστη Γραφή” περιλαμβάνει σήμερα όλα τα κανονικά Γραφικά βιβλία. (2Τι 3:16· 2Πε 1:20, 21) Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο εμπνευσμένος λόγος του Θεού αναφέρεται συχνά απλώς ως “ο λόγος”.—Ιακ 1:22· 1Πε 2:2.
Υπάρχουν πολλές συνώνυμες εκφράσεις για το λόγο του Θεού. Για παράδειγμα, στον Ψαλμό 119, όπου ο «λόγος» ή οι «λόγοι» του Ιεχωβά μνημονεύονται πάνω από 20 φορές, εμφανίζονται συνώνυμα σε ποιητικούς παραλληλισμούς—όπως νόμος, υπενθυμίσεις, προσταγές, διατάξεις, εντολές, δικαστικές αποφάσεις, νομοθετήματα και λόγια του Ιεχωβά. Και αυτό επίσης δείχνει ότι ο όρος «λόγος» δηλώνει μια ολοκληρωμένη σκέψη ή άγγελμα.
Ο λόγος του Θεού περιγράφεται επίσης με πολλούς άλλους τρόπους που του προσδίδουν εύρος και σημασία, όπως «ο λόγος [ῥῆμα, Κείμενο] της πίστης» (Ρω 10:8), “ο λόγος [ή αλλιώς, άγγελμα] της δικαιοσύνης” (Εβρ 5:13) και “ο λόγος της συμφιλίωσης” (2Κο 5:19). Ο λόγος ή το άγγελμα του Θεού είναι σαν «σπόρος» ο οποίος, αν φυτευτεί σε καλό χώμα, αποφέρει πολύ καρπό. (Λου 8:11-15) Λέγεται επίσης ότι τα λόγια του Θεού “τρέχουν με ταχύτητα”.—Ψλ 147:15.
Κήρυκες και Δάσκαλοι του Λόγου. Ο μεγαλύτερος υπέρμαχος και υποστηρικτής του θεόπνευστου λόγου της αλήθειας του Ιεχωβά υπήρξε ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς εξέπληττε τους ανθρώπους με τις μεθόδους της διδασκαλίας του (Ματ 7:28, 29· Ιωα 7:46), εντούτοις δεν απέδιδε καμιά τιμή στον εαυτό του, λέγοντας: «Ο λόγος τον οποίο ακούτε δεν είναι δικός μου αλλά του Πατέρα που με έστειλε». (Ιωα 14:24· 17:14· Λου 5:1) Πιστοί μαθητές του Χριστού αποδείχτηκαν όσοι έμειναν στο λόγο του, και αυτός ο λόγος τούς απελευθέρωσε, με τη σειρά του, από την άγνοια, τη δεισιδαιμονία και το φόβο, καθώς επίσης από τη δουλεία στην αμαρτία και στο θάνατο. (Ιωα 8:31, 32) Πολλές φορές ο Ιησούς χρειάστηκε να έρθει σε αντιπαράθεση με τους Φαρισαίους, των οποίων οι παραδόσεις και οι διδασκαλίες καθιστούσαν άκυρο το «λόγο [ή αλλιώς, τη διακήρυξη] του Θεού».—Ματ 15:6· Μαρ 7:13.
Το ζήτημα δεν είναι μόνο να ακούει κανείς το λόγο του Θεού που κηρύττεται. Απεναντίας, είναι επίσης ζωτικό να ενεργεί σε αρμονία με αυτό το άγγελμα και να υπακούει σε αυτό. (Λου 8:21· 11:28· Ιακ 1:22, 23) Οι απόστολοι και οι μαθητές, αφού εκπαιδεύτηκαν καλά για τη διακονία, υπάκουσαν κατόπιν στο λόγο και ανέλαβαν οι ίδιοι το κήρυγμα και τη διδασκαλία. (Πρ 4:31· 8:4, 14· 13:7, 44· 15:36· 18:11· 19:10) Ως αποτέλεσμα, «ο λόγος του Θεού συνέχισε να αυξάνει, και ο αριθμός των μαθητών πλήθαινε».—Πρ 6:7· 11:1· 12:24· 13:5, 49· 19:20.
Οι απόστολοι και οι συνεργάτες τους δεν εμπορεύονταν τις Γραφές, όπως οι ψεύτικοι ποιμένες. Αυτό που κήρυτταν ήταν το καθαρό, ανόθευτο άγγελμα του Θεού. (2Κο 2:17· 4:2) Ο απόστολος Παύλος είπε στον Τιμόθεο: «Κάνε το καλύτερο που μπορείς για να παρουσιάσεις τον εαυτό σου επιδοκιμασμένο στον Θεό, εργάτη που δεν έχει τίποτα για το οποίο να ντρέπεται, που χειρίζεται το λόγο της αλήθειας ορθά». Επιπλέον, στον Τιμόθεο δόθηκε η εντολή: «Κήρυξε το λόγο, κάνε το αυτό με το αίσθημα του επείγοντος σε ευνοϊκό καιρό, σε δυσμενή καιρό». (2Τι 2:15· 4:2) Ο Παύλος συμβούλεψε επίσης τις Χριστιανές συζύγους να προσέχουν τη διαγωγή τους «για να μην ακούγονται υβριστικά λόγια για το λόγο του Θεού».—Τιτ 2:5.
Αφότου ο Διάβολος αμφισβήτησε τα όσα είχε πει ο Θεός στον κήπο της Εδέμ, εμφανίστηκαν πολλοί σατανικοί αντίπαλοι του λόγου του Θεού. Πολλοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους επειδή υποστήριξαν το λόγο του Θεού, όπως μαρτυρούν οι Βιβλικές προφητείες και η ιστορία. (Απ 6:9) Παράλληλα, η ιστορία πιστοποιεί ότι ο διωγμός δεν κατάφερε να σταματήσει τη διακήρυξη του λόγου του Θεού.—Φλπ 1:12-14, 18· 2Τι 2:9.
Η Δύναμη του Λόγου και του Πνεύματος του Θεού. Ο λόγος του Θεού ασκεί τρομερή δύναμη στους ακροατές του. Σημαίνει ζωή. Ο Θεός κατέδειξε στον Ισραήλ στην έρημο ότι «ο άνθρωπος δεν ζει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε έκφραση από το στόμα του Ιεχωβά ζει ο άνθρωπος». (Δευ 8:3· Ματ 4:4) Πρόκειται για «το λόγο της ζωής». (Φλπ 2:16) Ο Ιησούς είπε τα λόγια του Θεού, και δήλωσε: «Τα λόγια [ῥήματα, Κείμενο] που εγώ σας έχω πει είναι πνεύμα και είναι ζωή».—Ιωα 6:63.
Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Ο λόγος [ή αλλιώς, το άγγελμα] του Θεού είναι ζωντανός και ασκεί δύναμη και είναι κοφτερότερος από κάθε δίκοπο σπαθί και διεισδύει μέχρι διαίρεσης της ψυχής και του πνεύματος, και των αρθρώσεων και του μυελού τους, και μπορεί να διακρίνει σκέψεις και προθέσεις της καρδιάς». (Εβρ 4:12) Φτάνει στην καρδιά και αποκαλύπτει αν κάποιος ζει πράγματι σύμφωνα με τις ορθές αρχές.—1Κο 14:23-25.
Ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια και μπορεί να αγιάσει κάποιον για να τον χρησιμοποιεί ο Θεός. (Ιωα 17:17) Μπορεί να κάνει ένα άτομο σοφό και ευτυχισμένο. Μπορεί να εκτελέσει οποιοδήποτε έργο έχει υπόψη του ο Θεός. (Ψλ 19:7-9· Ησ 55:10, 11) Μπορεί να εξοπλίσει απόλυτα ένα άτομο για κάθε καλό έργο και να το καταστήσει ικανό να νικήσει τον πονηρό.—2Τι 3:16, 17· παράβαλε 1Ιω 2:14.
Σχετικά με το κήρυγμα του Ιησού, λέγεται: «Τον έχρισε ο Θεός με άγιο πνεύμα και δύναμη, και αυτός διάβηκε τη χώρα κάνοντας το καλό και γιατρεύοντας όλους όσους καταδυναστεύονταν από τον Διάβολο· επειδή ο Θεός ήταν μαζί του». (Πρ 10:38) Ο απόστολος Παύλος βοήθησε να μεταστραφούν άτομα, ακόμη και ειδωλολάτρες, όχι «με πειστικά λόγια [ανθρώπινης] σοφίας, αλλά με εκδήλωση πνεύματος και δύναμης». (1Κο 2:4) Τα λόγια που έλεγε με το άγιο πνεύμα του Θεού βασίζονταν στις Γραφές, το Λόγο του Θεού, και επιδρούσαν δυναμικά ώστε να επιτελείται η μεταστροφή των ατόμων. Ο ίδιος είπε στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης: «Τα καλά νέα που κηρύττουμε δεν παρουσιάστηκαν ανάμεσά σας μόνο με λόγο αλλά και με δύναμη και με άγιο πνεύμα και ισχυρή πεποίθηση».—1Θε 1:5.
Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής ήρθε «με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία». Είχε το «πνεύμα» του Ηλία, την ώθηση και τη δυναμική του. Το πνεύμα του Ιεχωβά επίσης κατηύθυνε τον Ιωάννη, ώστε αυτός έλεγε τα λόγια του Θεού, λόγια που ασκούσαν ισχυρή δύναμη, και έτσι μπόρεσε με μεγάλη επιτυχία να «επιστρέψει τις καρδιές των πατέρων στα παιδιά και τους ανυπάκουους στην πρακτική σοφία των δικαίων, για να ετοιμάσει για τον Ιεχωβά λαό προπαρασκευασμένο».—Λου 1:17.
Επομένως, το άγγελμα των καλών νέων από το Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή, δεν πρέπει να υποτιμάται. Αυτά τα λόγια είναι πιο ισχυρά από οποιαδήποτε λόγια μπορούν να επινοήσουν ή να πουν οι άνθρωποι. Οι αρχαίοι Βεροιείς επαινέθηκαν διότι “εξέταζαν με προσοχή τις Γραφές” για να δουν αν αυτό που δίδασκε κάποιος απόστολος ήταν ορθό. (Πρ 17:11) Οι διάκονοι του Θεού, οι οποίοι διαλαλούν το δυνατό Λόγο του Θεού, ενισχύονται και υποστηρίζονται από “τη δύναμη του αγίου πνεύματος”.—Ρω 15:13, 19.
«Ο Λόγος» ως Τίτλος. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο όρος «ο Λόγος» εμφανίζεται επίσης ως τίτλος. (Ιωα 1:1, 14· Απ 19:13) Ο απόστολος Ιωάννης προσδιόρισε το πρόσωπο στο οποίο ανήκει αυτός ο τίτλος, δηλαδή τον Ιησού, ο οποίος χαρακτηρίζεται έτσι, όχι μόνο κατά την επίγεια διακονία του ως τέλειος άνθρωπος, αλλά και κατά την προανθρώπινη πνευματική του ύπαρξη, καθώς επίσης και μετά την εξύψωσή του στον ουρανό.
«Ο Λόγος ήταν θεός». Αναφορικά με την προανθρώπινη ύπαρξη του Γιου, ο Ιωάννης λέει: «Στην αρχή ήταν ο Λόγος, και ο Λόγος ήταν μαζί με τον Θεό, και ο Λόγος ήταν θεός». (Ιωα 1:1, ΜΝΚ) Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου και η Μετάφραση Ντουαί λένε: «Στην αρχή ήταν ο Λόγος, και ο Λόγος ήταν με τον Θεό, και ο Λόγος ήταν Θεός». (Βλέπε επίσης ΒΑΜ, ΔΕΛ, ΛΘΖ.) Αυτό δημιουργεί την εντύπωση ότι ο Λόγος ταυτιζόταν με τον Παντοδύναμο Θεό, ενώ η πρώτη απόδοση, στη Μετάφραση Νέου Κόσμου, υποδηλώνει ότι ο Λόγος δεν είναι ο Θεός, ο Παντοδύναμος Θεός, αλλά είναι κραταιός, θεός. (Ακόμη και οι κριτές στον αρχαίο Ισραήλ, οι οποίοι ασκούσαν μεγάλη εξουσία στο έθνος, αποκαλούνταν «θεοί». [Ψλ 82:6· Ιωα 10:34, 35]) Στην πραγματικότητα, στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο το οριστικό άρθρο ὁ εμφανίζεται πριν από τη λέξη θεός στην πρώτη περίπτωση (τὸν θεόν), αλλά δεν υπάρχει άρθρο πριν από τη λέξη θεός στη δεύτερη περίπτωση.
Άλλες μεταφράσεις υποστηρίζουν το γεγονός ότι ο Ιησούς, καθώς είναι ο Γιος του Θεού και αυτός που χρησιμοποιήθηκε από τον Θεό για τη δημιουργία όλων των άλλων πραγμάτων (Κολ 1:15-20), είναι όντως «θεός», κραταιός, και διαθέτει την ιδιότητα της κραταιότητας, αλλά δεν είναι ο Παντοδύναμος Θεός. Η Νέα Αγγλική Βίβλος λέει: «Και ό,τι ήταν ο Θεός ήταν ο Λόγος». Η μετάφραση του Μόφατ και η Αμερικανική Μετάφραση λένε: «Ο Λόγος ήταν θεϊκός». Αυτές οι αποδόσεις τονίζουν την ιδιότητα του Λόγου, όχι την ταύτισή του με τον Πατέρα του, τον Παντοδύναμο Θεό. Εφόσον είναι ο Γιος του Ιεχωβά Θεού, ο Λόγος κατέχει τη θεϊκή ιδιότητα, όντας «θεοειδής».—Κολ 2:9· παράβαλε 2Πε 1:4, όπου οι συγκληρονόμοι του Χριστού λαβαίνουν την υπόσχεση ότι θα έχουν «θεϊκή φύση».
Η απόδοση από Τα Τέσσερα Ευαγγέλια—Μια Νέα Μετάφραση ([The Four Gospels—A New Translation] 2η έκδ., 1947), του καθηγητή Τσαρλς Κάτλερ Τόρεϊ, λέει: «Στην αρχή ήταν ο Λόγος, και ο Λόγος ήταν μαζί με τον Θεό, και ο Λόγος ήταν θεός. Όταν ήταν στην αρχή μαζί με τον Θεό τα πάντα δημιουργήθηκαν μέσω αυτού· χωρίς αυτόν δεν ήρθε σε ύπαρξη κανένα δημιούργημα». (Ιωα 1:1-3) Σημειώστε ότι η λέξη που προσδιορίζει τι ήταν ο Λόγος γράφεται χωρίς κεφαλαίο αρχικό γράμμα, δηλαδή «θεός».
Αυτός ο Λόγος ήταν το μόνο άμεσο δημιούργημα του Θεού, ο μονογενής γιος του Θεού, και προφανώς ο στενός συνεργάτης του Θεού στον οποίο μιλούσε Εκείνος όταν είπε: «Ας κάνουμε άνθρωπο κατά την εικόνα μας, σύμφωνα με την ομοίωσή μας». (Γε 1:26) Γι’ αυτό ο Ιωάννης συνέχισε λέγοντας: «Αυτός ήταν στην αρχή μαζί με τον Θεό. Τα πάντα ήρθαν σε ύπαρξη μέσω αυτού, και χωρίς αυτόν δεν ήρθε σε ύπαρξη ούτε ένα πράγμα».—Ιωα 1:2, 3.
Και άλλα Γραφικά εδάφια δείχνουν καθαρά ότι ο Λόγος ήταν ο παράγοντας τον οποίο χρησιμοποίησε ο Θεός για να φέρει σε ύπαρξη όλα τα άλλα πράγματα. Υπάρχει «ένας Θεός, ο Πατέρας, από τον οποίο είναι τα πάντα, . . . και υπάρχει ένας Κύριος, ο Ιησούς Χριστός, μέσω του οποίου είναι τα πάντα». (1Κο 8:6) Ο Λόγος, ο Γιος του Θεού, υπήρξε «η αρχή της δημιουργίας του Θεού», ή όπως περιγράφεται αλλιώς, «ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας, επειδή μέσω αυτού δημιουργήθηκαν όλα τα άλλα πράγματα στους ουρανούς και πάνω στη γη».—Απ 3:14· Κολ 1:15, 16.
Επίγεια διακονία και ουράνια ενδόξαση. Στον ορισμένο καιρό επήλθε μια αλλαγή. Ο Ιωάννης εξηγεί: «Ο Λόγος, λοιπόν, έγινε σάρκα και κατοίκησε ανάμεσά μας [ως ο Κύριος Ιησούς Χριστός], και πήραμε μια άποψη της δόξας του, δόξας σαν και αυτήν που έχει ένας μονογενής γιος από τον πατέρα του». (Ιωα 1:14) Εφόσον ο Λόγος έγινε σάρκα, τον είδαν, τον άκουσαν και τον άγγιξαν αυτόπτες μάρτυρες στη γη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, άνθρωποι από σάρκα μπόρεσαν να έχουν άμεση επαφή και συναναστροφή με «το λόγο της ζωής», κάτι το οποίο, λέει ο Ιωάννης, «ήταν από την αρχή, το οποίο έχουμε ακούσει, το οποίο έχουμε δει με τα μάτια μας, το οποίο έχουμε παρατηρήσει προσεκτικά και τα χέρια μας έχουν ψηλαφήσει».—1Ιω 1:1-3.
Ο δοξασμένος Κύριος Ιησούς Χριστός συνεχίζει να φέρει τον τίτλο «ο Λόγος», όπως σημειώνεται στα εδάφια Αποκάλυψη 19:11-16. Εκεί, σε ένα όραμα που σχετιζόταν με τον ουρανό, ο Ιωάννης λέει ότι είδε ένα λευκό άλογο του οποίου ο αναβάτης αποκαλούνταν «Πιστός και Αληθινός», «Ο Λόγος του Θεού», και «στο εξωτερικό του ένδυμα, στο μηρό του, έχει γραμμένο ένα όνομα: Βασιλιάς βασιλιάδων και Κύριος κυρίων».
Γιατί ο Γιος του Θεού αποκαλείται «ο Λόγος». Ένας τίτλος προσδιορίζει συνήθως το λειτούργημα ή το καθήκον που εκτελεί ο κάτοχός του. Αυτό ίσχυε για τον τίτλο Καλ-Χατζέ, που σημαίνει «η φωνή ή ο λόγος του βασιλιά», τον οποίο έφερε κάποιος Αβησσυνός αξιωματούχος. Ο Τζέιμς Μπρους, με βάση τα ταξίδια που έκανε από το 1768 ως το 1773, περιγράφει τα καθήκοντα του Καλ-Χατζέ ως εξής: Αυτός ο αξιωματούχος στεκόταν δίπλα σε ένα παράθυρο καλυμμένο με κουρτίνα μέσω του οποίου, αθέατος από μέσα, του μιλούσε ο βασιλιάς. Κατόπιν εκείνος μεταβίβαζε το άγγελμα στους άμεσα ενδιαφερομένους. Έτσι λοιπόν, ο Καλ-Χατζέ ενεργούσε ως ο λόγος ή η φωνή του βασιλιά της Αβησσυνίας.—Ταξίδια για την Ανακάλυψη της Πηγής του Νείλου (Travels to Discover the Source of the Nile), Λονδίνο, 1790, Τόμ. 3, σ. 265· Τόμ. 4, σ. 76.
Θυμηθείτε, επίσης, ότι ο Θεός κατέστησε τον Ααρών λόγο ή «στόμα» του Μωυσή, λέγοντας: «Εκείνος θα μιλάει αντί για εσένα στο λαό· και εκείνος θα είναι στόμα για εσένα και εσύ θα είσαι Θεός για εκείνον».—Εξ 4:16.
Παρόμοια, ο πρωτότοκος Γιος του Θεού υπηρέτησε αναμφίβολα ως το Στόμα, ή αλλιώς ο Εκπρόσωπος, του Πατέρα του, του μεγάλου Βασιλιά της Αιωνιότητας. Ήταν ο Λόγος της επικοινωνίας του Θεού για τη μεταβίβαση πληροφοριών και οδηγιών στους άλλους πνευματικούς και ανθρώπινους γιους του Δημιουργού. Είναι λογικό να σκεφτούμε ότι, προτού έρθει ο Ιησούς στη γη, ο Θεός, σε πολλές από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επικοινώνησε με ανθρώπους, χρησιμοποίησε τον Λόγο ως αγγελικό του εκπρόσωπο. (Γε 16:7-11· 22:11· 31:11· Εξ 3:2-5· Κρ 2:1-4· 6:11, 12· 13:3) Εφόσον “το όνομα του Ιεχωβά ήταν στον άγγελο” που οδηγούσε τους Ισραηλίτες μέσα από την έρημο, αυτός ο άγγελος μπορεί να ήταν ο Γιος του Θεού, ο Λόγος.—Εξ 23:20-23· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Προανθρώπινη Ύπαρξη).
Ο Ιησούς, δείχνοντας ότι συνέχιζε να υπηρετεί ως ο Εκπρόσωπος, ή αλλιώς ο Λόγος, του Πατέρα του κατά την επίγεια διακονία του, είπε στους ακροατές του: «Δεν έχω μιλήσει από δική μου παρόρμηση, αλλά ο Πατέρας που με έστειλε, αυτός μου έχει δώσει εντολή ως προς το τι να πω και σχετικά με τι να μιλήσω. . . . Αυτά, λοιπόν, που εγώ λέω, όπως μου τα έχει πει ο Πατέρας, έτσι τα λέω».—Ιωα 12:49, 50· 14:10· 7:16, 17.
-
-
ΛογχοφόροιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΓΧΟΦΟΡΟΙ
Στρατιώτες οπλισμένοι με δόρατα. Στην αρχαιότητα αυτοί συγκροτούσαν τμήμα του ελαφρά οπλισμένου πεζικού και υποστηρίζονταν από τους τοξότες και τους σφενδονιστές. Πολλές φορές, έφεραν δόρατα οι αρματηλάτες και οι ιππείς. Οι λογχοφόροι αποτελούσαν τμήμα των ρωμαϊκών δυνάμεων κατοχής στην Παλαιστίνη, 200 δε από αυτούς περιλαμβάνονταν στη συνοδεία που οδήγησε τον Παύλο κρυφά έξω από την Ιερουσαλήμ.—Πρ 23:23.
-
-
Λο-δεβάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟ-ΔΕΒΑΡ
(Λο-δεβάρ).
Το μέρος όπου είχε το σπίτι του ο Μαχίρ, σύγχρονος του Βασιλιά Δαβίδ. (2Σα 9:4, 5· 17:27) Η Λο-δεβάρ θεωρείται συνήθως ότι ταυτίζεται με τη Δεβίρ του Γαδ.—Ιη 13:24, 26· βλέπε ΔΕΒΙΡ Αρ. 4.
-
-
Λο-ρουχαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟ-ΡΟΥΧΑΜΑ
(Λο-ρουχαμά) [Μη Ελεημένη].
Ένα κορίτσι που γέννησε η Γόμερ, η σύζυγος του Ωσηέ. Ο Ιεχωβά είπε στον προφήτη να δώσει στο παιδί το συγκεκριμένο όνομα επειδή Εκείνος “δεν θα ξαναέδειχνε πια έλεος στον οίκο του Ισραήλ”. Με αυτόν τον τρόπο ο Θεός φανέρωνε ότι απέρριπτε τον Ισραήλ ως σύνολο. (Ωσ 1:6-8) Πρωτύτερα, όταν γεννήθηκε ο Ιεζραέλ, ειπώθηκε ότι η Γόμερ «τού γέννησε [του Ωσηέ] έναν γιο», αλλά σχετικά με τη Λο-ρουχαμά αναφέρεται απλώς ότι η Γόμερ «έμεινε έγκυος άλλη μια φορά και γέννησε μια κόρη», χωρίς να γίνεται άμεση μνεία του ίδιου του Ωσηέ. Αν και η αφήγηση δεν το διευκρινίζει, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι αυτό το κορίτσι ήταν καρπός της μοιχείας της Γόμερ και όχι παιδί του προφήτη. (Ωσ 1:2, 3) Τα εδάφια Ωσηέ 2:1, 23 κάνουν έμμεση μνεία του συμβολικού της ονόματος.
-
-
Λουδ, ΛουδίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΔ, ΛΟΥΔΙΜ
(Λουδίμ).
1. Γιος του Σημ (Γε 10:22· 1Χρ 1:17), τους απογόνους του οποίου ο Ιώσηπος (και άλλοι) ταύτισε με τους Λυδούς της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Α΄, 143, 144 [vi, 4]) Ασσυριακές επιγραφές του έβδομου αιώνα Π.Κ.Χ. αναφέρουν τους Λυδούς ως Λουντού.
2. Απόγονος του Χαμ μέσω του Μισραΐμ. (Γε 10:6, 13· 1Χρ 1:8, 11) Ο λαός που κατάγεται από αυτόν τον Χαμίτη Λουδ είναι προφανώς «οι Λουδίμ», φημισμένοι για τη δεξιοτεχνία τους στο τόξο, οι οποίοι μαζί με τους Χαμίτες Φουθ και Χους συμπεριλαμβάνονταν στις στρατιωτικές δυνάμεις της Αιγύπτου. (Ιερ 46:8, 9· παράβαλε Ιεζ 30:4, 5.) Το εδάφιο Ησαΐας 66:19 κάνει μια παρόμοια νύξη για τον Λουδ που τεντώνει το τόξο, περιλαμβάνοντάς τον στα έθνη που βρίσκονταν μακριά από τον Ισραήλ, και αυτό φαίνεται να υποδεικνύει ότι πρόκειται για τον Χαμίτη Λουδ και όχι για αυτόν που καταγόταν από τον Σημ. Η ταυτότητα των Λουδίμ που απέδιδαν στρατιωτική υπηρεσία στην Τύρο είναι πιο δύσκολο να προσδιοριστεί. (Ιεζ 27:3, 10) Ωστόσο, το γεγονός ότι στο κείμενο αναφέρονται μαζί με τον Φουθ μπορεί και πάλι να υποδεικνύει ότι πρόκειται για τους Χαμίτες Λουδίμ.
Από τα εν λόγω κείμενα συμπεραίνεται λογικά ότι οι Χαμίτες Λουδίμ κατοικούσαν στη βόρεια Αφρική, αλλά η περιοχή τους δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια. Μερικοί λόγιοι τους τοποθετούν στην ευρύτερη περιοχή της Λιβύης, αλλά το κάνουν αυτό βάσει μιας αυθαίρετης αλλαγής του ονόματος από Λουδ σε Λουβ.
-
-
ΛουζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΖ
[Αμυγδαλιά].
1. Παλιότερη ονομασία της πόλης Βαιθήλ που προφανώς της είχαν δώσει οι Χαναναίοι κάτοικοί της. Ο Ιακώβ ονόμασε Βαιθήλ (που σημαίνει «Οίκος του Θεού») την τοποθεσία όπου είδε ένα όνειρο μέσω του οποίου του δόθηκε θεϊκή αποκάλυψη. Στο μέρος αυτό είχε κατασκηνώσει παλιότερα ο Αβραάμ. (Γε 28:16-19· 35:6) Η Λουζ ταυτίζεται με τα ερείπια κοντά στο χωριό Μπεϊτίν, περίπου 17 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ. Φαίνεται ότι το όνομα Βαιθήλ τελικά επικράτησε του ονόματος Λουζ, το αργότερο την εποχή της κατάκτησης της Χαναάν από τους Ισραηλίτες. (Κρ 1:22) Λόγω της απόδοσης του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 16:2 στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, στην Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση και στη Μετάφραση του Βάμβα, όπου το όριο του Εφραΐμ παρουσιάζεται να εκτείνεται “από τη Βαιθήλ ως τη Λουζ”, μερικοί έχουν υποθέσει ότι αυτές οι τοποθεσίες ήταν ξεχωριστές πόλεις. Ωστόσο, άλλες σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν το σημείο αυτό ως «Βαιθ-ηλ-λουζ» (JP), «Βαιθήλ-λουζ» (JB), «Βαιθήλ (δηλαδή Λουζ)» (AT) ή «Βαιθήλ που ανήκει στη Λουζ» (ΜΝΚ). Από το 1ο κεφάλαιο του βιβλίου των Κριτών και έπειτα το όνομα Λουζ δεν χρησιμοποιείται ξανά.—Βλέπε ΒΑΙΘΗΛ Αρ. 1.
Η εβραϊκή λέξη (λουζ) που αντιστοιχεί στο όνομα της πόλης χρησιμοποιείται επίσης στο εδάφιο Γένεση 30:37 αναφορικά με τις βέργες αμυγδαλιάς που χρησιμοποίησε ο Ιακώβ.
2. Το όνομα μιας πόλης που έχτισε «στη γη των Χετταίων» ένας άνθρωπος από τη Βαιθήλ (Λουζ) ο οποίος συνεργάστηκε με Ισραηλίτες πολεμιστές από τον οίκο του Ιωσήφ για την πτώση της Βαιθήλ. Όπως έγινε με τη Ραάβ και την οικογένειά της, έτσι επιτράπηκε και σε αυτόν καθώς και στην οικογένειά του να φύγουν σώοι και αβλαβείς. Αλλά, αντίθετα με ό,τι έκανε η Ραάβ, αυτός ο άνθρωπος δεν επιδίωξε να συνταυτιστεί με τον Ισραήλ—κάτι που ίσως υποδηλώνει ότι δεν πρόσφερε τις υπηρεσίες του υποκινούμενος από γνήσιο φόβο και εκτίμηση για τον Ιεχωβά τον Θεό του Ισραήλ—αλλά προτίμησε να πάει σε περιοχή των Χετταίων και να χτίσει εκεί τη δική του πόλη, την οποία ονόμασε Λουζ, αναμφίβολα σε ανάμνηση της ιδιαίτερης πατρίδας του. Η Αγία Γραφή δεν τον τιμάει κατονομάζοντάς τον, όπως κάνει στην περίπτωση της Ραάβ. (Κρ 1:23-26) Μερικοί πιθανολογούν ότι το όνομα της πόλης αντικατοπτρίζεται τουλάχιστον στην ονομασία των ερειπίων ελ-Λουαΐζε, περίπου 20 χλμ. ΑΝΑ της Σιδώνας.
-
-
ΛουίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΙΘ
(Λουίθ) [από μια ρίζα που σημαίνει «πλάκα· σανίδα»].
Τοποθεσία που μνημονεύεται σε προφητείες καταδικαστικής κρίσης εναντίον του Μωάβ. (Ησ 15:1, 5· Ιερ 48:5) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η Λουίθ ήταν μια μωαβιτική πόλη στην κορυφή ενός ανήφορου. Η Λουίθ, την οποία ο Ευσέβιος και ο Ιερώνυμος ταυτίζουν με μια τοποθεσία αποκαλούμενη Λουεϊθά, έχει συσχετιστεί είτε με το Ρουτζμ Μαντίνατ ερ Ρας, περίπου 20 χλμ. ΝΔ του Κάρακ, είτε με το γειτονικό Χίρμπετ Φας. Μια άλλη άποψη είναι ότι η Λουίθ δεν ήταν πόλη, αλλά απλώς το όνομα ενός ανήφορου ή μιας πλαγιάς από όπου θα περνούσαν κλαίγοντας οι Μωαβίτες πρόσφυγες.—Παράβαλε Αρ 34:4.
-
-
ΛουκάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΚΑΣ
(Λουκάς).
Γιατρός και πιστός σύντροφος του αποστόλου Παύλου. Υπήρξε ο συγγραφέας του Ευαγγελίου του Λουκά και των Πράξεων των Αποστόλων. Το ότι ο Λουκάς ήταν μορφωμένος γίνεται φανερό από τα συγγράμματά του. Επίσης, η ιατρική του ιδιότητα διακρίνεται από τους ιατρικούς όρους που χρησιμοποιεί.—Λου 4:38· Πρ 28:8.
Ο Λουκάς δεν χαρακτήρισε τον εαυτό του αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων της ζωής του Χριστού που καταγράφονται στην αφήγηση του Ευαγγελίου του. (Λου 1:2) Άρα, φαίνεται ότι έγινε πιστός κάποια στιγμή μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ.
Στο βιβλίο των Πράξεων γίνεται έμμεση αναφορά στον Λουκά με τη χρήση πρώτου πληθυντικού προσώπου. (Πρ 16:10-17· 20:5–21:18· 27:1–28:16) Βρισκόταν μαζί με τον Παύλο στην Τρωάδα κατά τη δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία του αποστόλου και τον συνόδευσε από εκεί στους Φιλίππους, όπου μπορεί να παρέμεινε μέχρι την επιστροφή του Παύλου κατά το τρίτο ιεραποστολικό ταξίδι του. Ο Λουκάς συνόδευσε τον Παύλο στην Ιουδαία όταν τελείωσε εκείνη η ιεραποστολική περιοδεία (Πρ 21:7, 8, 15) και, ενόσω ο απόστολος ήταν φυλακισμένος επί δύο σχεδόν χρόνια στην Καισάρεια, ο Λουκάς πιθανότατα έγραψε εκεί την αφήγηση του Ευαγγελίου του (περ. 56-58 Κ.Χ.). Ταξίδεψε μαζί με τον Παύλο στη Ρώμη όπου μεταφέρθηκε εκείνος για να δικαστεί. (Πρ 27:1· 28:16) Εφόσον το βιβλίο των Πράξεων καλύπτει γεγονότα που διαδραματίστηκαν από το 33 Κ.Χ. μέχρι και τα δύο χρόνια της φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη, αλλά δεν μνημονεύει το αποτέλεσμα της προσφυγής του Παύλου στον Καίσαρα, πιθανόν ο Λουκάς να ολοκλήρωσε εκεί το βιβλίο των Πράξεων γύρω στο 61 Κ.Χ.
Ο Λουκάς έστειλε μαζί με τον Παύλο τους χαιρετισμούς του στους Χριστιανούς των Κολοσσών όταν ο Παύλος έγραψε σε αυτούς την επιστολή του από τη Ρώμη (περ. 60-61 Κ.Χ.), στην οποία τον αποκάλεσε “αγαπητό γιατρό”. (Κολ 4:14) Γράφοντας στον Φιλήμονα από τη Ρώμη (περ. 60-61 Κ.Χ.), ο Παύλος περιέλαβε τους χαιρετισμούς του Λουκά, χαρακτηρίζοντάς τον ως έναν από τους «συνεργάτες» του. (Φλμ 24) Το ότι ο Λουκάς παρέμεινε κοντά στον Παύλο και βρισκόταν μαζί του λίγο πριν από το μαρτυρικό θάνατο του αποστόλου γίνεται φανερό από το σχόλιο του Παύλου: «Ο Λουκάς μόνο είναι μαζί μου».—2Τι 4:11.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Λουκάς ήταν Εθνικός, βασίζοντας τον ισχυρισμό τους κυρίως στα εδάφια Κολοσσαείς 4:11, 14. Επειδή ο Παύλος ανέφερε πρώτα «τους περιτμημένους» (Κολ 4:11) ενώ τον Λουκά τον μνημόνευσε έπειτα (Κολ 4:14), συμπεραίνουν συνεκδοχικά ότι ο Λουκάς δεν ήταν από τους περιτμημένους και επομένως δεν ήταν Ιουδαίος. Αλλά αυτό δεν αποτελεί με κανέναν τρόπο καθοριστικό στοιχείο. Τα εδάφια Ρωμαίους 3:1, 2 δηλώνουν ότι ο Θεός εμπιστεύτηκε τους εμπνευσμένους λόγους του στους Ιουδαίους και ο Λουκάς είναι ένας από εκείνους στους οποίους εμπιστεύτηκε αυτούς τους εμπνευσμένους λόγους.
Παρόμοια, οι Γραφές δεν παρέχουν καμιά βάση για ταύτιση του Λουκά με τον Λούκιο που αναφέρεται στο εδάφιο Πράξεις 13:1 ή με τον ομώνυμο “συγγενή” του Παύλου για τον οποίο γίνεται λόγος στο εδάφιο Ρωμαίους 16:21.
-
-
Λουκάς (Ευαγγέλιο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΚΑΣ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)
Αφήγηση στην οποία εξιστορούνται κατά κύριο λόγο τα γεγονότα της επίγειας διακονίας του Ιησού. Σκοπός της αφήγησης ήταν να παρουσιάσει ένα ακριβές υπόμνημα με λογική σειρά, πιστοποιώντας τη βεβαιότητα των όσων είχε διδαχτεί προφορικά ο Θεόφιλος. (Λου 1:3, 4) Όπως μπορεί να φανεί από το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στο Βιβλικό κανόνα, αυτή η αφήγηση επρόκειτο επίσης να ωφελήσει πολλά άλλα άτομα, τόσο Ιουδαίους όσο και μη Ιουδαίους. Αν και σε ορισμένα σημεία φαίνεται να επικρατεί η θεματική ταξινόμηση, σε γενικές γραμμές αυτό το Ευαγγέλιο ακολουθεί χρονολογική σειρά.
Συγγραφέας και Χρόνος Συγγραφής. Παρότι η αφήγηση δεν κατονομάζει τον γιατρό Λουκά (Κολ 4:14), η συγγραφή της αποδίδεται γενικά σε αυτόν, γεγονός που μαρτυρείται από γραπτά στοιχεία του δεύτερου κιόλας αιώνα Κ.Χ., όπως το Μουρατόρειο Απόσπασμα (περ. 170 Κ.Χ.) το οποίο αναγνωρίζει τον Λουκά ως συγγραφέα του Ευαγγελίου. Μερικά χαρακτηριστικά του εν λόγω Ευαγγελίου θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν ενδείξεις τού ότι ο συγγραφέας του πρέπει να ήταν μορφωμένος γιατρός. Το λεξιλόγιό του είναι πιο πλούσιο από το λεξιλόγιο των τριών υπόλοιπων Ευαγγελίων μαζί. Ενίοτε η περιγραφή των ασθενειών που θεράπευσε ο Ιησούς είναι πιο συγκεκριμένη από ό,τι στις άλλες αφηγήσεις.—Παράβαλε Ματ 8:14· Μαρ 1:30· Λου 4:38· Ματ 8:2· Μαρ 1:40· Λου 5:12.
Προφανώς ο Λουκάς είχε ολοκληρώσει το Ευαγγέλιό του προτού αρχίσει τη συγγραφή των Πράξεων. (Πρ 1:1, 2) Δεδομένου ότι είχε συνοδεύσει τον απόστολο Παύλο στην Ιερουσαλήμ στο τέλος του τρίτου ιεραποστολικού ταξιδιού του (Πρ 21:15-17), θα ήταν σε πολύ καλή θέση να ερευνήσει επακριβώς τα σχετικά με τον Ιησού Χριστό, και μάλιστα στον ίδιο τόπο όπου είχε επιτελέσει το έργο του ο Γιος του Θεού. Μετά τη σύλληψη του Παύλου στην Ιερουσαλήμ και κατά τη διάρκεια της μετέπειτα φυλάκισης του Παύλου στην Καισάρεια, ο Λουκάς θα είχε πολλές ευκαιρίες να ακούσει τους αυτόπτες μάρτυρες και να συμβουλευτεί διάφορα γραπτά κείμενα. Έπεται, λοιπόν, λογικά ότι το Ευαγγέλιο ίσως γράφτηκε στην Καισάρεια κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της διετούς κράτησης του Παύλου εκεί (περ. 56-58 Κ.Χ.).—Πρ 21:30-33· 23:26-35· 24:27.
Σε Ποια Σημεία Είναι Μοναδικό. Όπως και τα άλλα τρία Ευαγγέλια, η αφήγηση του Λουκά περιέχει σωρεία αποδείξεων για το ότι ο Ιησούς είναι πραγματικά ο Χριστός, ο Γιος του Θεού. Αποκαλύπτει ότι ο Ιησούς ήταν άνθρωπος προσευχής και ότι στηριζόταν πλήρως στον ουράνιο Πατέρα του. (Λου 3:21· 6:12-16· 11:1· 23:46) Περιέχει πολυάριθμες συμπληρωματικές λεπτομέρειες, οι οποίες, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες που βρίσκονται στα άλλα τρία Ευαγγέλια, συνθέτουν πληρέστερη εικόνα των γεγονότων που σχετίζονται με τον Χριστό Ιησού. Το μεγαλύτερο μέρος του 1ου και του 2ου κεφαλαίου δεν παρουσιάζεται στα άλλα Ευαγγέλια. Τουλάχιστον έξι συγκεκριμένα θαύματα και πάνω από δώδεκα παραβολές υπάρχουν μόνο σε αυτό το βιβλίο. Τα θαύματα είναι τα εξής: Ο Ιησούς κατευθύνει μερικούς μαθητές του να πιάσουν ψάρια με θαυματουργικό τρόπο (5:1-6), ανασταίνει το γιο μιας χήρας στη Ναΐν (7:11-15), και επίσης θεραπεύει μια γυναίκα που ήταν διπλωμένη στα δύο (13:11-13), έναν άντρα που υπέφερε από υδρωπικία (14:1-4), δέκα λεπρούς (17:12-14) και το αφτί του δούλου του αρχιερέα (22:50, 51). Μερικές από τις παραβολές είναι: οι δύο χρεώστες (7:41-47), ο καλός Σαμαρείτης (10:30-35), η άκαρπη συκιά (13:6-9), το μεγάλο δείπνο (14:16-24), η χαμένη δραχμή (15:8, 9), ο άσωτος γιος (15:11-32), ο άδικος οικονόμος (16:1-8), ο πλούσιος και ο Λάζαρος (16:19-31), και η χήρα με τον άδικο κριτή (18:1-8).
Το χρονολογικό υλικό που υπάρχει σε αυτό το Ευαγγέλιο βοηθάει στο να καθοριστεί το πότε γεννήθηκαν ο Ιωάννης ο Βαφτιστής και ο Ιησούς και πότε άρχισε ο καθένας τους τη διακονία του.—Λου 1:24-27· 2:1-7· 3:1, 2, 23· βλέπε ΑΠΟΓΡΑΦΗ.
Αυθεντικότητα. Κάτι που μαρτυρεί την αυθεντικότητα του Ευαγγελίου του Λουκά και την αρμονία του με άλλα βιβλία της Αγίας Γραφής είναι οι πολυάριθμες αναφορές του στις Εβραϊκές Γραφές και οι παραθέσεις που κάνει από αυτές. (Παράβαλε Λου 2:22-24· Εξ 13:2· Λευ 12:8· Λου 3:3-6· Ησ 40:3-5· Λου 7:27· Μαλ 3:1· Λου 4:4, 8, 12· Δευ 8:3· 6:13, 16· Λου 4:18, 19· Ησ 61:1, 2.) Περαιτέρω πιστοποίηση της αυθεντικότητας του βιβλίου αποτελεί η εκπλήρωση της προφητείας του Ιησού σχετικά με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της.—Λου 19:41-44· 21:5, 6.
[Πλαίσιο στη σελίδα 220]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ
Αφήγηση της ζωής του Ιησού την οποία έγραψε ο Λουκάς για να πιστοποιήσει τη βεβαιότητα των γεγονότων της ζωής του Χριστού με έναν τρόπο που θα έλκυε ανθρώπους όλων των εθνών
Το δεύτερο κατά σειρά συγγραφής Ευαγγέλιο· πιθανότατα γράφτηκε μεταξύ των ετών 56 και 58 Κ.Χ.
Γεγονότα που προηγήθηκαν της δημόσιας διακονίας του Ιησού (1:1–4:13)
Ο Γαβριήλ αναγγέλλει στη Μαρία ότι πρόκειται να γεννήσει τον Γιο του Θεού· στη γέννηση του Ιησού άγγελοι τον προσδιορίζουν ως “Χριστό τον Κύριο”
Σε ηλικία 12 ετών, ο Ιησούς κάνει ερωτήσεις στους δασκάλους στο ναό
Την ώρα που ο Ιωάννης βαφτίζει τον Ιησού, το άγιο πνεύμα έρχεται στον Ιησού και μια φωνή από τον ουρανό τον προσδιορίζει ως Γιο του Θεού
Παρά τις επανειλημμένες του προσπάθειες, ο Σατανάς δεν καταφέρνει να βάλει τον Ιησού σε πειρασμό
Η αρχική περίοδος της διακονίας του Ιησού, κυρίως στη Γαλιλαία (4:14–9:62)
Σε μια συναγωγή στη Ναζαρέτ, ο Ιησούς διαβάζει από το ρόλο του Ησαΐα για την αποστολή που είχε αναλάβει· οι ακροατές του αποπειρώνται να τον σκοτώσουν
Διδάσκει σε μια συναγωγή στην Καπερναούμ, εκβάλλει έναν δαίμονα και θεραπεύει πολλούς αρρώστους
Τον προκαλούν σε ζητήματα όπως η συγχώρηση των αμαρτιών και η θεραπεία το Σάββατο
Έπειτα από ολονύχτια προσευχή, ο Ιησούς επιλέγει τους 12 αποστόλους του
Εκφωνεί την Επί του Όρους Ομιλία
Θεραπεύει το δούλο ενός αξιωματικού και ανασταίνει το γιο μιας χήρας
Ο Ιησούς λέει την παραβολή με τους δύο χρεώστες και την παραβολή του σπορέα· κάνει και άλλα θαύματα, μεταξύ αυτών και την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου
Οι απόστολοι στέλνονται να κηρύξουν τη Βασιλεία του Θεού
Ο Πέτρος αναγνωρίζει τον Ιησού ως τον Χριστό· λίγο αργότερα, ο ίδιος και άλλοι δύο απόστολοι παρίστανται μάρτυρες της μεταμόρφωσης
Η μετέπειτα διακονία του Ιησού, κυρίως στην Ιουδαία και στην Περαία (10:1–19:27)
Ο Ιησούς αποστέλλει τους 70 να κηρύξουν
Λέει την παραβολή του καλού Σαμαρείτη
Διδάσκει τους μαθητές του πώς να προσεύχονται, κατόπιν αποκρούει την κατηγορία ότι εκβάλλει δαίμονες μέσω του Βεελζεβούλ
Ο Ιησούς δίνει προειδοποιήσεις για τον υλισμό και παροτρύνει τους μαθητές του να επιζητούν τη Βασιλεία του Θεού· μιλάει για το μικρό ποίμνιο και τον πιστό οικονόμο
Θεραπεύει μια γυναίκα διπλωμένη στα δύο και απαντάει σε αντιρρήσεις που εγείρονται επειδή έκανε αυτή τη θεραπεία το Σάββατο
Δείχνει ότι εκείνοι που θα είναι μαθητές του πρέπει να ανταποκρίνονται στα όσα περιλαμβάνει αυτό
Λέει παραβολές, μεταξύ των οποίων την παραβολή του ασώτου και επίσης του πλουσίου και του Λαζάρου
Ο Ιησούς προειδοποιεί τους μαθητές του να μη σκανδαλίζουν άλλους· δείχνει παραστατικά την ανάγκη για ταπεινοφροσύνη
Θεραπεύει δέκα λεπρούς, αλλά μόνο ένας—κάποιος Σαμαρείτης—επιστρέφει για να τον ευχαριστήσει
Ο Ιησούς παραβάλλει τις «ημέρες του Γιου του ανθρώπου» με τις ημέρες του Νώε και του Λωτ
Τονίζει και πάλι την ανάγκη για ταπεινοφροσύνη—ειδικά για τους πλούσιους—κατόπιν ταξιδεύει στην Ιεριχώ, όπου μεταστρέφεται ο Ζακχαίος
Χρησιμοποιώντας την παραβολή με τις μνες, δείχνει ότι η Βασιλεία δεν επρόκειτο να έρθει εκείνον τον καιρό
Η τελική δημόσια διακονία του Ιησού στην Ιερουσαλήμ και στα περίχωρά της (19:28–24:53)
Ο Ιησούς μπαίνει στην Ιερουσαλήμ ανεβασμένος σε γαϊδουράκι και επευφημείται από το λαό, αλλά κλαίει για την πόλη και προλέγει την ερήμωσή της
Πετάει έξω από το ναό διάφορους πωλητές· κατόπιν αντιμετωπίζει δόλιες ερωτήσεις για τους φόρους και την ανάσταση
Προλέγοντας την καταστροφή του ναού και την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς μιλάει επίσης για το τέλος των προσδιορισμένων καιρών των εθνών
Θεσπίζει την τήρηση της Ανάμνησης του θανάτου του και κατόπιν προδίδεται· όταν ο Πέτρος κόβει το αφτί του δούλου του αρχιερέα, ο Ιησούς τον θεραπεύει
Ο Ιησούς συλλαμβάνεται και οδηγείται στο σπίτι του αρχιερέα, στο Σάνχεδριν και στον Πιλάτο· κατόπιν αποστέλλεται στον Ηρώδη και τελικά πίσω στον Πιλάτο
Τον κρεμούν στο ξύλο· πάνω στο ξύλο μιλάει για τον Παράδεισο σε έναν κακοποιό που βρίσκεται κρεμασμένος δίπλα του· όταν πεθαίνει, σκοτάδι καλύπτει τη γη και η κουρτίνα του αγιαστηρίου σκίζεται στα δύο
Το σώμα του θάβεται, αλλά μέσα σε τρεις ημέρες ο αναστημένος Ιησούς εμφανίζεται στους ακολούθους του
Τελικά, ο Ιησούς αρχίζει την ανάληψή του στον ουρανό μπροστά στα μάτια τους
-
-
ΛούκιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΚΙΟΣ
(Λούκιος) [από το λατ. Lucius, το οποίο προέρχεται από μια λέξη που σημαίνει «φως· φωτισμός»].
1. Κάποιος άντρας από την Κυρήνη που ήταν συνταυτισμένος με την εκκλησία της Αντιόχειας στη Συρία, όταν ο Παύλος αναχώρησε από εκεί για το πρώτο ιεραποστολικό ταξίδι του.—Πρ 13:1-3.
2. Κάποιος Χριστιανός “συγγενής” του Παύλου ο οποίος βρισκόταν μαζί του στην Κόρινθο κατά την τρίτη ιεραποστολική περιοδεία του όταν ο απόστολος έγραψε την επιστολή του προς τους Ρωμαίους. Ο Λούκιος έστειλε μαζί με άλλους τους χαιρετισμούς του στους Χριστιανούς της Ρώμης.—Ρω 16:21.
-
-
Λουτρό, ΛούσιμοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΥΤΡΟ, ΛΟΥΣΙΜΟ
Η εβραϊκή λέξη ραχάτς αποδίδεται είτε «λούζω» είτε «πλένω» και εφαρμόζεται στο ανθρώπινο σώμα και σε διάφορα αντικείμενα που καθαρίζονται με βύθιση στο νερό ή με περίχυση νερού πάνω τους. (Λευ 16:24· Γε 24:32) Ωστόσο, για να περιγράψουν πώς έπλεναν οι καθαριστές τα ρούχα χτυπώντας τα στο νερό, οι Βιβλικοί συγγραφείς χρησιμοποίησαν την εβραϊκή λέξη καβάς, που είναι συγγενική της αραβικής λέξης κάμπασα (ζυμώνω· πατώ) και της ακκαδικής καμπάσου (ποδοπατώ). Επομένως, στο εδάφιο Λευιτικό 14:8 διαβάζουμε: «Και αυτός που καθαρίζεται θα πλύνει [τύπος του καβάς] τα ενδύματά του και θα ξυρίσει όλες τις τρίχες του και θα λουστεί [βεραχάτς] σε νερό και θα είναι καθαρός».—Βλέπε επίσης Λευ 15:5-27· Αρ 19:19.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη λουτρόν.—Τιτ 3:5.
Εκείνοι που λατρεύουν τον Ιεχωβά με αγιότητα και αγνότητα απαιτείται να είναι σωματικά καθαροί. Αυτό καταδείχτηκε σε συνάρτηση με τη διευθέτηση της σκηνής της μαρτυρίας και τη μεταγενέστερη υπηρεσία στο ναό. Ο Αρχιερέας Ααρών και οι γιοι του λούστηκαν προτού φορέσουν τα επίσημα ενδύματα κατά την καθιέρωσή τους. (Εξ 29:4-9· 40:12-15· Λευ 8:6, 7) Οι ιερείς έπλεναν τα χέρια και τα πόδια τους με νερό από τη χάλκινη λεκάνη που υπήρχε στην αυλή της σκηνής της μαρτυρίας και, μεταγενέστερα, από την τεράστια χυτή θάλασσα στο ναό του Σολομώντα. (Εξ 30:18-21· 40:30-32· 2Χρ 4:2-6) Την Ημέρα της Εξιλέωσης ο αρχιερέας λουζόταν δύο φορές. (Λευ 16:4, 23, 24) Όσοι οδηγούσαν έξω από το στρατόπεδο το κατσίκι για τον Αζαζήλ, τα υπολείμματα από τις θυσίες των ζώων και την κόκκινη αγελάδα που προσφερόταν ως θυσία έπρεπε να λούζουν τη σάρκα τους και να πλένουν τα ενδύματά τους προτού ξαναμπούν στο στρατόπεδο.—Λευ 16:26-28· Αρ 19:2-10.
Οι Ισραηλίτες εν γένει απαιτούνταν να λούζονται τελετουργικά για διάφορους λόγους. Όποιος ανέρρωνε από λέπρα, όποιος ερχόταν σε επαφή με πράγματα τα οποία είχε αγγίξει κάποιος που είχε «εκκρίσεις», ο άντρας που είχε έκκριση σπέρματος, η γυναίκα μετά την εμμηνόρροια ή έπειτα από αιμορραγία ή όποιος είχε σεξουαλικές σχέσεις ήταν “ακάθαρτος” και έπρεπε να λουστεί. (Λευ 14:8, 9· 15:4-27) Κάποιος ο οποίος τύχαινε να βρεθεί μέσα σε σκηνή με ανθρώπινο πτώμα, ή το άγγιζε, ήταν «ακάθαρτος» και έπρεπε να εξαγνιστεί με νερό που ήταν για καθαρισμό. Αν κάποιος αρνούνταν να συμμορφωθεί με αυτή τη διάταξη, έπρεπε να «εκκοπεί από το μέσο της εκκλησίας, επειδή μόλυνε το αγιαστήριο του Ιεχωβά». (Αρ 19:20) Εύστοχα, λοιπόν, το πλύσιμο χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει την καθαρή υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά. (Ψλ 26:6· 73:13· Ησ 1:16· Ιεζ 16:9) Το λούσιμο με το λόγο της αλήθειας του Ιεχωβά, που συμβολίζεται από το νερό, έχει τη δύναμη να καθαρίζει.—Εφ 5:26.
Στη Γραφή βρίσκουμε περιστασιακές αναφορές σε κάποια άτομα που λούζονταν: η κόρη του Φαραώ στον Νείλο (Εξ 2:5), η Ρουθ προτού παρουσιαστεί στον Βοόζ (Ρθ 3:3), η Βηθ-σαβεέ ενώ την παρατηρούσε ο Δαβίδ εν αγνοία της (2Σα 11:2, 3), ο Δαβίδ προτού προσπέσει στον οίκο του Ιεχωβά (2Σα 12:20) και κάποιες πόρνες σε μια δεξαμενή στη Σαμάρεια (1Βα 22:38). Ο λεπρός Νεεμάν, υπακούοντας στην εντολή του Ελισαιέ: “Λούσου και θα καθαριστείς”, λούστηκε εφτά φορές στον Ιορδάνη Ποταμό. (2Βα 5:9-14) Ήταν έθιμο να λούζουν τα νεογνά, καθώς και τα σώματα των νεκρών πριν από την ταφή.—Ιεζ 16:4· Πρ 9:37.
Στο θερμό κλίμα της Μέσης Ανατολής, όπου οι άνθρωποι περπατούσαν σε σκονισμένους δρόμους με ανοιχτά σανδάλια, ήταν ένδειξη φιλοξενίας και καλοσύνης το να φροντίσει κάποιος να πλυθούν τα πόδια των καλεσμένων του. Ο Αβραάμ εκδήλωσε τέτοια καλοσύνη σε αγγέλους (Γε 18:1-4), ενώ μεταξύ άλλων παραδειγμάτων ήταν ο Λωτ, ο Λάβαν και η Αβιγαία. (Γε 19:1, 2· 24:29-32· 1Σα 25:41· Λου 7:38, 44· 1Τι 5:10) Ο Ιησούς επίσης έπλυνε τα πόδια των μαθητών του.—Ιωα 13:5-17· βλέπε ΠΛΥΣΙΜΟ ΠΟΔΙΩΝ.
Οι Φαρισαίοι έπλεναν «τα χέρια τους μέχρι τον αγκώνα», όχι για λόγους υγιεινής, αλλά αποκλειστικά και μόνο λόγω ραβινικών παραδόσεων.—Μαρ 7:1-5· Ματ 15:1, 2.
-
-
ΛόφοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΟΦΟΣ
Η λέξη γκιβ‛άχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και η λέξη βουνός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται σε φυσικό ύψωμα της επιφάνειας της γης το οποίο είναι χαμηλότερο από ένα όρος. Λόφοι με ομαλές ράχες παρατηρούνται ιδιαίτερα στην Ιουδαία, μολονότι υπάρχουν και σε άλλα τμήματα της Παλαιστίνης.
Κατά καιρούς οι λόφοι χρησίμευαν ως τόποι ταφής και κρυψώνες. (Ιη 24:33· 1Σα 23:19· 26:1) Πάνω σε λόφους χτίζονταν συχνά σπίτια και κωμοπόλεις, όπως το σπίτι του Αβιναδάβ στο οποίο φυλασσόταν η Κιβωτός επί 70 περίπου χρόνια.—1Σα 7:1, 2.
Τονίζοντας τη μεγαλοσύνη του Παντοδυνάμου, ο προφήτης Ησαΐας δείχνει ότι ο Ιεχωβά μπορεί, στην ουσία, να “ζυγίζει τους λόφους στη ζυγαριά”. (Ησ 40:12) Τα βουνά και οι λόφοι περιγράφονται ως “παντοτινά” και “αιώνια”, αλλά ακόμη μεγαλύτερη μονιμότητα αποδίδεται στη στοργική καλοσύνη και στη διαθήκη ειρήνης του Θεού.—Ησ 54:10· Γε 49:26· Δευ 33:15.
Προτού ξεκινήσουν για κάποιο ταξίδι, οι άρχοντες της Ανατολής έστελναν συχνά ανθρώπους να προετοιμάσουν την οδό πριν από αυτούς απομακρύνοντας τις πέτρες, γεμίζοντας τις λακκούβες, εξομαλύνοντας τα ανώμαλα μέρη, ενίοτε δε ακόμη και ισοπεδώνοντας τους λόφους. Με μεταφορική έννοια, οι λόφοι ισοπεδώθηκαν καθιστώντας εφικτή την απρόσκοπτη επιστροφή των Ιουδαίων από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ. Αυτό ήταν επίσης προφητικό του προπαρασκευαστικού έργου που έκανε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής πριν από την εμφάνιση του Μεσσία.—Ησ 40:4· Λου 3:1-6.
Οι Ισραηλίτες, μιμούμενοι τους Χαναναίους, ασκούσαν πολλές φορές ειδωλολατρία πάνω στους λόφους. (Δευ 12:2· 1Βα 14:23· 2Βα 17:9, 10· Ησ 65:7· Ιερ 2:20· 17:1-3· Ιεζ 6:13· 20:28· Ωσ 4:13) Έτσι εξηγείται η προφητική απάντηση στην έκκληση που απευθύνεται προς τον Ισραήλ για να επιστρέψει στον Ιεχωβά: «Ορίστε! Ήρθαμε σε εσένα, γιατί εσύ, Ιεχωβά, είσαι ο Θεός μας. Αληθινά, οι λόφοι καθώς και ο σάλος πάνω στα βουνά ανήκουν στο ψεύδος».—Ιερ 3:22, 23.
Επομένως, απολύτως εύστοχα, τόσο ο Ησαΐας όσο και ο Μιχαίας προείπαν ότι «το βουνό του οίκου του Ιεχωβά» θα στερεωνόταν πάνω από την κορυφή των βουνών και θα υψωνόταν πάνω από τους λόφους. (Ησ 2:2· Μιχ 4:1) Σε διαμετρική αντίθεση, όσοι δεν κάνουν το θέλημα του Ιεχωβά τον καιρό του εκτελεστικού του έργου «θα λένε στα βουνά: “Καλύψτε μας!” και στους λόφους: “Πέστε πάνω μας!”»—Ωσ 10:8· Λου 23:30· παράβαλε Ησ 2:19· Απ 6:16, 17.
-
-
ΛύδδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΔΔΑ
(Λύδδα).
Η Λύδδα ταυτίζεται με το ελ-Λουντ (τη σημερινή Λοντ) στην Πεδιάδα του Σαρών, περίπου 18 χλμ. ΝΑ της Ιόππης. Στη Λύδδα, ο Πέτρος θεράπευσε τον παράλυτο Αινέα. Αυτό το θαύμα έκανε πολλούς στην περιοχή να δεχτούν τη Χριστιανοσύνη. (Πρ 9:32-35, 38) Η Λύδδα θεωρείται ότι είναι η ίδια πόλη με τη Λωδ.—1Χρ 8:12, βλέπε ΛΩΔ.
-
-
ΛυδίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΔΙΑ
(Λυδία).
Αυτή η γυναίκα και το σπιτικό της ήταν μεταξύ των πρώτων ατόμων τα οποία ασπάστηκαν τη Χριστιανοσύνη στην Ευρώπη ως αποτέλεσμα του έργου του αποστόλου Παύλου στους Φιλίππους γύρω στο 50 Κ.Χ. Προηγουμένως η Λυδία ζούσε στα Θυάτειρα, μια πόλη της Μικράς Ασίας γνωστή για τις βιοτεχνίες βαφής που υπήρχαν εκεί. Αργότερα, στους Φιλίππους της Μακεδονίας, η Λυδία πουλούσε πορφύρα—είτε την ίδια τη βαφή είτε ενδύματα και υφάσματα βαμμένα με πορφύρα. Φαίνεται ότι ήταν κεφαλή του σπιτικού της (το οποίο θα μπορούσε να περιλαμβάνει δούλους και υπηρέτες) και, επομένως, ίσως ήταν χήρα ή άγαμη.—Πρ 16:14, 15.
Η Λυδία, μια γυναίκα που «λάτρευε τον Θεό», πιθανότατα ήταν προσήλυτη στον Ιουδαϊσμό. Στους Φιλίππους μπορεί να ζούσαν λίγοι Ιουδαίοι και να μην υπήρχε συναγωγή, γι’ αυτό και τα Σάββατα η ίδια και άλλες ευλαβείς γυναίκες συνάγονταν δίπλα σε έναν ποταμό έξω από την πόλη. Όταν ο απόστολος Παύλος κήρυξε σε αυτές τις γυναίκες, η Λυδία άκουσε προσεκτικά. Αφού βαφτίστηκε μαζί με το σπιτικό της, ικέτευσε τον Παύλο και τους συντρόφους του να μείνουν μαζί της, λέγοντας: «Αν έχετε κρίνει ότι είμαι πιστή στον Ιεχωβά, μπείτε στο σπίτι μου». Μια τέτοια ειλικρινής προσφορά φιλοξενίας δεν θα μπορούσε να μη γίνει δεκτή. Ο συγγραφέας των Πράξεων, ο Λουκάς, ο οποίος ήταν σύντροφος του Παύλου σε κάποια ταξίδια του, προσθέτει: «Μας ανάγκασε να πάμε».—Πρ 16:11-15.
Αργότερα, όταν ο Παύλος και ο Σίλας ελευθερώθηκαν από τη φυλακή, πήγαν και πάλι στο σπίτι της Λυδίας. Εκεί ενθάρρυναν τους αδελφούς και κατόπιν έφυγαν από τους Φιλίππους.—Πρ 16:36-40.
Ίσως η φιλοξενία της Λυδίας να ήταν—τουλάχιστον εν μέρει—η αφορμή για την οποία ο Παύλος έγραψε στους Φιλιππησίους: «Ευχαριστώ τον Θεό μου πάντοτε, κάθε φορά που σας θυμάμαι σε κάθε δέησή μου για όλους εσάς, καθώς αναπέμπω τη δέησή μου με χαρά, λόγω της συνεισφοράς σας στα καλά νέα από την πρώτη ημέρα μέχρι αυτή τη στιγμή».—Φλπ 1:3-5.
-
-
ΛυκαονίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΚΑΟΝΙΑ
(Λυκαονία).
Περιοχή της Μικράς Ασίας όπου μιλούσαν τη λυκαονική γλώσσα. (Πρ 14:6-11) Τα όρια της Λυκαονίας μεταβάλλονταν σημαντικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της και δεν μπορούμε να τα καθορίσουμε με βεβαιότητα. Κατά βάση, την εποχή που η Λυκαονία μνημονεύεται στο Βιβλικό υπόμνημα, βρισκόταν στο νότιο τμήμα της ρωμαϊκής επαρχίας της Γαλατίας και συνόρευε με την Πισιδία και τη Φρυγία στα Δ, την Καππαδοκία στα Α και την Κιλικία στα Ν. Αυτή η περιοχή είναι μια άδεντρη πεδιάδα με λιγοστό νερό. Ωστόσο, στην αρχαιότητα ήταν αρκετά παραγωγική και διέθετε επαρκή βοσκή για πολλά πρόβατα.
Ο απόστολος Παύλος επισκέφτηκε τη Δέρβη και τα Λύστρα, δύο πόλεις της Λυκαονίας, στη διάρκεια του πρώτου και του δεύτερου ιεραποστολικού ταξιδιού του. Ενδέχεται επίσης να σταμάτησε εκεί και στη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής του περιοδείας, καθώς ταξίδευε από «τόπο σε τόπο μέσα στη χώρα της Γαλατίας».—Πρ 14:6, 20, 21· 16:1· 18:23.
-
-
ΛυκίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΚΙΑ
(Λυκία).
Ορεινή περιοχή στη νοτιοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας. Στα ΒΔ της Λυκίας βρισκόταν η Καρία, στα Β η Φρυγία και η Πισιδία και στα ΒΑ η Παμφυλία. Τα βουνά στην περιοχή της αρχαίας Λυκίας είναι διακλαδώσεις της οροσειράς του Ταύρου. Ειδικά στο ανατολικό ήμισυ της περιοχής υψώνονται σχεδόν κατευθείαν από την ακτή. Οι κοιλάδες των ποταμών, με κυριότερη αυτή του Ξάνθου (του σημερινού Κοντζά), είναι εύφορες. Η βλάστηση οργιάζει στους λόφους, και στις βουνοπλαγιές υπάρχει βοσκή για τα πρόβατα.
Δύο πόλεις της Λυκίας, τα Πάταρα και τα Μύρα, μνημονεύονται συγκεκριμένα σε σχέση με τα ταξίδια του αποστόλου Παύλου. Δεν αναφέρεται, όμως, αν κήρυξε εκεί.—Πρ 21:1· 27:5.
-
-
ΛύκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΚΟΣ
[εβρ. κείμενο, ζε’έβ· ελλ. κείμενο, λύκος].
Σαρκοφάγο ζώο που μοιάζει με σκύλο, με τον μεγάλο γερμανικό ποιμενικό, αλλά έχει μακρύτερα πόδια, μεγαλύτερα πέλματα, πλατύτερο κεφάλι και ισχυρότερα σαγόνια. Λέγεται ότι στην Παλαιστίνη και στη Συρία οι λύκοι συνήθως κυνηγούν κατά μόνας, καθώς και ανά δύο ή τρεις, αλλά όχι κατά αγέλες. Αναζητούν τη λεία τους υπό την κάλυψη του σκοταδιού, ενώ την ημέρα παραμένουν κρυμμένοι. (Αββ 1:8· Σοφ 3:3) Οι λύκοι είναι άγριοι, αδηφάγοι, τολμηροί και άπληστοι, και συχνά σκοτώνουν περισσότερα πρόβατα από όσα μπορούν να φάνε ή να πάρουν μαζί τους. Γι’ αυτό, ο βοσκός στην αρχαιότητα έπρεπε να είναι θαρραλέος και ευρηματικός για να προστατεύει το ποίμνιό του από τους λύκους.—Ιωα 10:12, 13.
Οι περισσότερες Γραφικές αναφορές στο λύκο είναι αλληγορικές. Στην προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του, παρομοίασε το γιο του τον Βενιαμίν με λύκο, αναφερόμενος αναμφίβολα στις πολεμικές ικανότητες της συγκεκριμένης φυλής. (Γε 49:27· βλέπε ΒΕΝΙΑΜΙΝ Αρ. 2.) Οι αδίστακτοι άρχοντες του Ιούδα (Ιεζ 22:27), οι ψευδοπροφήτες (Ματ 7:15), τα άτομα που εναντιώνονται με αγριότητα στη Χριστιανική διακονία (Ματ 10:16· Λου 10:3), καθώς και οι ψευδοδιδάσκαλοι που θα έθεταν σε κίνδυνο τη Χριστιανική εκκλησία εκ των έσω (Πρ 20:29, 30), παραβάλλονται με λύκους. Σε αντίθεση με τις πασίγνωστες λεηλασίες των λύκων (Ιερ 5:6), ο λύκος και το αρνί απεικονίζονται να συμβιώνουν ειρηνικά κατά τη διακυβέρνηση του Μεσσία και να βόσκουν μαζί. Αυτή η προφητική εικόνα δεν εκπληρώνεται μόνο σε σχέση με αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων, αλλά αναμφίβολα καταδεικνύει ότι ανάλογη ειρήνη θα επικρατεί και ανάμεσα στα ζώα.—Ησ 11:6· 65:25.
-
-
ΛυσανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΣΑΝΙΑΣ
(Λυσανίας) [σύνθετο όνομα που παράγεται από τις λέξεις λύω (λύνω) και ἀνία (στενοχώρια)].
Ο περιφερειακός διοικητής, ή αλλιώς τετράρχης, της Αβιληνής την εποχή που ο Ιωάννης ο Βαφτιστής άρχισε τη διακονία του (29 Κ.Χ.), κατά το 15ο έτος της διακυβέρνησης του Τιβέριου Καίσαρα. (Λου 3:1) Πρωτεύουσα της ρωμαϊκής τετραρχίας της Αβιληνής ήταν η Άβιλα, κοντά στη Δαμασκό της Συρίας. Μια επιγραφή της εποχής του Τιβέριου Καίσαρα, η οποία ανακαλύφτηκε εκεί, μνημονεύει την αφιέρωση κάποιου ναού από έναν απελεύθερο του “Λυσανία του τετράρχη”. (Κόρπους Ελληνικών Επιγραφών [Corpus Inscriptionum Graecarum], Τόμ. 3, Αρ. 4521) Επειδή ο Ιώσηπος κάνει λόγο για κάποιον Λυσανία που εκτελέστηκε γύρω στο 34 Π.Κ.Χ. από τον Μάρκο Αντώνιο με υποκίνηση της Κλεοπάτρας, ορισμένοι έχουν μεμφθεί τον Λουκά ως ανακριβή. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 92 [iv, 1]) Ωστόσο, ο Λουκάς δεν έκανε λάθος, διότι ο Λυσανίας που αναφέρει εκείνος δεν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον παλαιότερο Λυσανία (το γιο του Πτολεμαίου) ο οποίος, προτού εκτελεστεί, δεν κυβερνούσε την Αβιληνή αλλά την κοντινή Χαλκίδα, και δεν ονομαζόταν τετράρχης.
-
-
ΛυσίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΣΙΑΣ
Βλέπε ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΛΥΣΙΑΣ.
-
-
ΛύστραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΣΤΡΑ
(Λύστρα).
Πόλη της Λυκαονίας, μιας περιοχής στο κεντρονότιο τμήμα της Μικράς Ασίας. Τα Λύστρα έχουν ταυτιστεί με έναν γήλοφο στα Β του Χατίν Σεράι, σε μια εύφορη περιοχή με άφθονα νερά περίπου 32 χλμ. ΝΝΔ του Κόνια (Ικόνιο).
Ο απόστολος Παύλος και ο Βαρνάβας πήγαν στα Λύστρα, στη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας, όταν αναγκάστηκαν να φύγουν από το Ικόνιο εξαιτίας μιας απόπειρας λιθοβολισμού σε βάρος τους. Η πόλη ήταν τότε ρωμαϊκή αποικία, και μάλιστα αυτός που την είχε ανακηρύξει αποικία ήταν ο Αύγουστος. Οι ντόπιοι, ωστόσο, εξακολουθούσαν να μιλούν τη λυκαονική γλώσσα. Όταν ο Παύλος θεράπευσε έναν εκ γενετής κουτσό, τα πλήθη συμπέραναν ότι αυτός και ο Βαρνάβας ήταν ενσαρκωμένοι θεοί—ο Ερμής και ο Δίας. Μάλιστα μόλις και μετά βίας κατάφεραν να αποτρέψουν τα πλήθη από το να θυσιάσουν σε αυτούς. Ωστόσο, αργότερα, Ιουδαίοι από το Ικόνιο και την Αντιόχεια της Πισιδίας ξεσήκωσαν σε τέτοιον βαθμό τους κατοίκους των Λύστρων εναντίον του Παύλου ώστε τον λιθοβόλησαν και έσυραν το σώμα του έξω από την πόλη νομίζοντας ότι ήταν νεκρός. Έπειτα, όταν τον περικύκλωσαν οι συγχριστιανοί του, ο Παύλος σηκώθηκε, μπήκε στα Λύστρα, και την επόμενη ημέρα συνοδευόμενος από τον Βαρνάβα έφυγε για τη Δέρβη.—Πρ 14:1, 5-20.
Μετά το έργο που έκαναν στη Δέρβη, ο Παύλος και ο Βαρνάβας ξαναγύρισαν στα Λύστρα, στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια. Ενίσχυσαν και ενθάρρυναν τους μαθητές που είχαν συνταυτιστεί με τις νεοσύστατες Χριστιανικές εκκλησίες εκείνων των πόλεων και διόρισαν πρεσβυτέρους.—Πρ 14:21-23.
Αργότερα, όταν οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ είχαν διευθετήσει το ζήτημα της περιτομής (περ. 49 Κ.Χ.), ο Παύλος επισκέφτηκε ξανά τη Δέρβη και τα Λύστρα. Η μνεία αυτού του γεγονότος στο εδάφιο Πράξεις 16:1 θα μπορούσε να έχει την έννοια ότι ο νεαρός Τιμόθεος έμενε είτε στα Λύστρα είτε στην κοντινή Δέρβη. Αλλά τα στοιχεία φαίνεται να υποστηρίζουν την εκδοχή των Λύστρων, και αυτό επειδή, ενώ η Δέρβη δεν αναφέρεται ξανά σε συνάρτηση με τον Τιμόθεο, το εδάφιο Πράξεις 16:2 αναφέρει συγκεκριμένα ότι ο Τιμόθεος «είχε καλή φήμη μεταξύ των αδελφών στα Λύστρα και στο Ικόνιο». (Βλέπε επίσης 2Τι 3:10, 11.) Ο Τιμόθεος είχε σημειώσει τόσο καλή πρόοδο ώστε ο Παύλος τον διάλεξε για σύντροφο στα ταξίδια του.—Πρ 16:3.
Όταν ο απόστολος Παύλος επισκέφτηκε διάφορες τοποθεσίες «στη χώρα της Γαλατίας» κατά τη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του, ενδέχεται να σταμάτησε και στα Λύστρα.—Πρ 18:23.
-
-
ΛύτροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΤΡΟ
Το αντίτιμο που καταβάλλεται για εξαγορά ή για την απαλλαγή από κάποια υποχρέωση ή ανεπιθύμητη κατάσταση. Η λέξη «λύτρο» μεταδίδει βασικά την ιδέα ενός αντίτιμου που καλύπτει (όπως όταν καταβάλλεται ένα ποσό για αποζημίωση ή για την ικανοποίηση της δικαιοσύνης), ενώ η λέξη «απολύτρωση» δίνει έμφαση στην απαλλαγή που επιτυγχάνεται με την καταβολή του λύτρου. Το σπουδαιότερο λυτρωτικό αντίτιμο είναι το χυμένο αίμα του Ιησού Χριστού, το οποίο κατέστησε δυνατή για τους απογόνους του Αδάμ την απελευθέρωση από την αμαρτία και το θάνατο.
Η εγγενής ομοιότητα ανάμεσα στις διάφορες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και ελληνικού κειμένου οι οποίες μεταφράζονται «λύτρο» και «απολυτρώνω» έγκειται στην ιδέα του αντίτιμου, δηλαδή του πολύτιμου πράγματος, που δίνεται για να επιτευχθεί η απολύτρωση. Η ιδέα της ανταλλαγής, καθώς επίσης της αντιστοιχίας, της ισοδυναμίας ή της αναπλήρωσης, είναι κοινή σε όλες αυτές τις λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι ένα πράγμα δίνεται αντί για κάποιο άλλο, για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της δικαιοσύνης και να αποκαταστήσει την ισορροπία.—Βλέπε ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ.
Αντίτιμο που Καλύπτει. Το εβραϊκό ουσιαστικό κόφερ προέρχεται από το ρήμα καφάρ, που βασικά σημαίνει «καλύπτω», όπως όταν ο Νώε κάλυψε την κιβωτό με πίσσα. (Γε 6:14) Ωστόσο, το ρήμα καφάρ χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για την ικανοποίηση της δικαιοσύνης μέσω της κάλυψης των αμαρτιών ή της εξιλέωσης για αυτές. (Ψλ 65:3· 78:38· 79:8, 9) Το ουσιαστικό κόφερ αναφέρεται στο πράγμα που δίνεται για να επιτευχθεί αυτό, δηλαδή στο λυτρωτικό αντίτιμο. Κάτι που πετυχαίνει την κάλυψη αντιστοιχεί σε αυτό που καλύπτει, είτε ως προς τη μορφή (όπως συμβαίνει με ένα κατά γράμμα καπάκι, παραδείγματος χάρη το «κάλυμμα [καππόρεθ]» της κιβωτού της διαθήκης· Εξ 25:17-22) είτε ως προς την αξία (όπως συμβαίνει στην καταβολή αποζημίωσης).
Ως μέσο για την εξισορρόπηση της δικαιοσύνης και για την τακτοποίηση των ζητημάτων με το λαό του τον Ισραήλ, ο Ιεχωβά, στη διαθήκη του Νόμου, καθόρισε διάφορες θυσίες και προσφορές με σκοπό να γίνεται εξιλέωση για τις αμαρτίες, δηλαδή κάλυψη των αμαρτιών, στις οποίες περιλαμβάνονταν οι αμαρτίες των ιερέων και των Λευιτών (Εξ 29:33-37· Λευ 16:6, 11), οι αμαρτίες άλλων ατόμων ή του έθνους συνολικά (Λευ 1:4· 4:20, 26, 31, 35), καθώς επίσης με σκοπό να εξαγνίζεται το θυσιαστήριο και η σκηνή της μαρτυρίας, ώστε να γίνεται εξιλέωση για αυτά εξαιτίας των αμαρτιών του λαού που τα περιέβαλλε. (Λευ 16:16-20) Στην ουσία, η ζωή του ζώου που θυσιαζόταν έπαιρνε τη θέση της ζωής του αμαρτωλού ανθρώπου, καθώς το αίμα του ζώου έκανε εξιλέωση πάνω στο θυσιαστήριο του Θεού—στον εφικτό βαθμό βέβαια. (Λευ 17:11· παράβαλε Εβρ 9:13, 14· 10:1-4.) Η «ημέρα της εξιλέωσης [γιωμ χακκιππουρίμ]» θα μπορούσε εξίσου ορθά να ονομαστεί «ημέρα των λύτρων». (Λευ 23:26-28) Αυτές οι θυσίες ήταν αναγκαίες προκειμένου να έχει και να διατηρεί το έθνος και η λατρεία του την αποδοχή και την επιδοκιμασία του δίκαιου Θεού.
Κάτι που δείχνει παραστατικά την έννοια του απολυτρωτικού ανταλλάγματος είναι ο νόμος σχετικά με τον ταύρο που ήταν γνωστό ότι κεράτιζε. Αν ο ιδιοκτήτης του άφηνε τον ταύρο να κυκλοφορεί ελεύθερος και εκείνος σκότωνε κάποιον, ο ιδιοκτήτης έπρεπε να θανατωθεί, πληρώνοντας με τη ζωή του τη ζωή του σκοτωμένου ανθρώπου. Ωστόσο, εφόσον ο ίδιος δεν είχε σκοτώσει εσκεμμένα ή άμεσα κάποιον, αν οι κριτές θεωρούσαν κατάλληλο να του επιβάλουν «λύτρο [κόφερ]» αντί της θανατικής ποινής, τότε έπρεπε να καταβάλει το απολυτρωτικό αντίτιμο. Το ποσό που καθοριζόταν και καταβαλλόταν θεωρούνταν ότι έπαιρνε τη θέση της δικής του ζωής σε αποζημίωση για τη ζωή που είχε χαθεί. (Εξ 21:28-32· παράβαλε Δευ 19:21.) Αντίθετα, κανένα λύτρο δεν γινόταν αποδεκτό για τον εκούσιο δολοφόνο. Μόνο η ζωή του μπορούσε να καλύψει το θάνατο του θύματος. (Αρ 35:31-33) Επειδή προφανώς μια απογραφή περιλάμβανε ζωές, όποτε απογράφονταν οι Ισραηλίτες, έπρεπε να δίνεται για κάθε άρρενα πάνω από 20 χρονών λύτρο (κόφερ) μισού σίκλου ($1,10) για την ψυχή του στον Ιεχωβά, το δε αντίτιμο ήταν ίδιο είτε το άτομο ήταν πλούσιο είτε φτωχό.—Εξ 30:11-16.
Εφόσον οποιαδήποτε ανισορροπία στη δικαιοσύνη δυσαρεστεί τον Θεό, αλλά και τους ανθρώπους, το λύτρο, ή αλλιώς αυτό που δινόταν προς κάλυψη, μπορούσε επιπλέον να αποτρέψει ή να κατευνάσει το θυμό. (Παράβαλε Ιερ 18:23· επίσης Γε 32:20, όπου η λέξη «εξευμενίσω» αποδίδει το ρήμα καφάρ.) Ωστόσο, ο σύζυγος που είναι εξοργισμένος με τον άντρα ο οποίος μοίχευσε με τη σύζυγό του αρνείται οποιοδήποτε «λύτρο [κόφερ]». (Παρ 6:35) Η ίδια λέξη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε σχέση με εκείνους που θα έπρεπε να εκτελέσουν κρίση αλλά, αντιθέτως, δέχονται “χρήματα για να δωροδοκηθούν [κόφερ]” ώστε να καλύψουν την αδικοπραγία που συνέβη μπροστά στα μάτια τους.—1Σα 12:3· Αμ 5:12.
Η Απολύτρωση ή Απελευθέρωση. Το εβραϊκό ρήμα παδάχ σημαίνει «απολυτρώνω», το δε συγγενικό ουσιαστικό πιδγιών σημαίνει «απολυτρωτικό αντίτιμο». (Εξ 21:30) Αυτές οι λέξεις προφανώς δίνουν έμφαση στην απελευθέρωση που επιτυγχάνεται με το απολυτρωτικό αντίτιμο, ενώ το ρήμα καφάρ τονίζει την ποιότητα ή το περιεχόμενο του αντίτιμου και την αποτελεσματικότητά του στην εξισορρόπηση της πλάστιγγας της δικαιοσύνης. Κάποιος μπορεί να απελευθερωθεί, ή αλλιώς να απολυτρωθεί (παδάχ), από τη δουλεία (Λευ 19:20· Δευ 7:8), από άλλες οδυνηρές ή καταπιεστικές συνθήκες (2Σα 4:9· Ιωβ 6:23· Ψλ 55:18) ή από το θάνατο και τον τάφο. (Ιωβ 33:28· Ψλ 49:15) Συχνά αναφέρεται ότι ο Ιεχωβά απολύτρωσε το έθνος του Ισραήλ από την Αίγυπτο ώστε αυτό να αποτελέσει «ατομική ιδιοκτησία» του (Δευ 9:26· Ψλ 78:42) και ότι τους απολύτρωσε από την ασσυριακή και τη βαβυλωνιακή εξορία πολλούς αιώνες αργότερα. (Ησ 35:10· 51:11· Ιερ 31:11, 12· Ζαχ 10:8-10) Και εδώ επίσης η απολύτρωση περιλάμβανε ένα αντίτιμο, ένα αντάλλαγμα. Όταν απολύτρωσε τον Ισραήλ από την Αίγυπτο, ο Ιεχωβά προφανώς ανάγκασε την Αίγυπτο να καταβάλει το αντίτιμο. Ο Ισραήλ ήταν στην ουσία ο «πρωτότοκος» του Θεού, και ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Φαραώ ότι η πεισματική του άρνηση να απελευθερώσει τον Ισραήλ θα είχε ως αποτέλεσμα να απαιτηθεί η ζωή του πρωτοτόκου του Φαραώ και των πρωτοτόκων όλης της Αιγύπτου—ανθρώπων και ζώων. (Εξ 4:21-23· 11:4-8) Παρόμοια, σε ανταπόδοση των όσων έκανε ο Κύρος, ο οποίος ανέτρεψε τη Βαβυλώνα και απελευθέρωσε τους Ιουδαίους από την εξορία τους, ο Ιεχωβά έδωσε την «Αίγυπτο ως λύτρο [τύπος της λέξης κόφερ] για [το λαό του], την Αιθιοπία και τη Σηβά» αντί για αυτούς. Αργότερα λοιπόν, η Περσική Αυτοκρατορία κατέκτησε αυτές τις περιοχές, και έτσι “δόθηκαν εθνότητες αντί για τις ψυχές των Ισραηλιτών”. (Ησ 43:1-4) Αυτές οι ανταλλαγές βρίσκονται σε αρμονία με τη θεόπνευστη διακήρυξη ότι «ο πονηρός είναι [ή αποτελεί] λύτρο [κόφερ] για τον δίκαιο· και αυτός που φέρεται δόλια παίρνει τη θέση εκείνων που είναι ευθείς».—Παρ 21:18.
Μια άλλη εβραϊκή λέξη σχετική με την απολύτρωση είναι το ρήμα γκα’άλ, το οποίο μεταδίδει πρωτίστως την ιδέα της ανάκτησης ή της εξαγοράς. (Ιερ 32:7, 8) Η ομοιότητά του με το ρήμα παδάχ φαίνεται από το γεγονός ότι χρησιμοποιείται παράλληλα με αυτό στο εδάφιο Ωσηέ 13:14: «Από το χέρι του Σιεόλ θα τους απολυτρώσω [τύπος του ρήματος παδάχ]· από το θάνατο θα τους ανακτήσω [τύπος του ρήματος γκα’άλ]». (Παράβαλε Ψλ 69:18.) Το ρήμα γκα’άλ τονίζει το δικαίωμα της ανάκτησης ή της εξαγοράς, το οποίο μπορούσε να ασκήσει είτε ένας στενός συγγενής κάποιου ατόμου του οποίου η ιδιοκτησία ή ο ίδιος προσωπικά χρειαζόταν να εξαγοραστεί ή να ανακτηθεί είτε ο αρχικός ιδιοκτήτης ή πωλητής. Γι’ αυτό, ένας στενός συγγενής, ο αποκαλούμενος γκο’έλ, ενεργούσε ως «εξαγοραστής» (Ρθ 2:20· 3:9, 13) ή, σε περιπτώσεις δολοφονίας, ως “εκδικητής του αίματος”.—Αρ 35:12.
Ο Νόμος προέβλεπε ότι αν ένας φτωχός Ισραηλίτης αναγκαζόταν από τις περιστάσεις να πουλήσει τη γη που είχε κληρονομήσει, το σπίτι του στην πόλη ή ακόμη και τον εαυτό του σε δουλεία, “ένας εξαγοραστής που ήταν στενός συγγενής του”, δηλαδή γκο’έλ, είχε το δικαίωμα να «ξαναγοράσει [γκα’άλ] αυτά που πούλησε ο αδελφός του» ή ο ίδιος ο πωλητής μπορούσε να το κάνει αυτό αν έβρισκε τα χρήματα. (Λευ 25:23-27, 29-34, 47-49· παράβαλε Ρθ 4:1-15.) Αν κάποιος πρόσφερε με ευχή στον Θεό ένα σπίτι ή έναν αγρό και κατόπιν επιθυμούσε να τα ξαναγοράσει, έπρεπε να πληρώσει το ποσό στο οποίο είχε εκτιμηθεί η αξία αυτής της ιδιοκτησίας συν το ένα πέμπτο αυτής της υπολογισμένης αξίας. (Λευ 27:14-19) Ωστόσο, δεν μπορούσε να δοθεί αντάλλαγμα για οτιδήποτε ήταν “αφιερωμένο στην καταστροφή”.—Λευ 27:28, 29.
Σε περίπτωση δολοφονίας, ο δολοφόνος δεν έβρισκε άσυλο στις προσδιορισμένες πόλεις καταφυγίου αλλά, μετά τη δικαστική ακρόαση, οι κριτές τον παρέδιδαν στον «εκδικητή [γκο’έλ] του αίματος», έναν στενό συγγενή του θύματος, ο οποίος τον θανάτωνε. Εφόσον απαγορευόταν να δοθεί «λύτρο [κόφερ]» για το δολοφόνο και εφόσον ο στενός συγγενής που είχε το δικαίωμα της εξαγοράς δεν μπορούσε να ανακτήσει τη ζωή του νεκρού συγγενή του, δικαιωματικά αυτός απαιτούσε τη ζωή εκείνου ο οποίος είχε αφαιρέσει τη ζωή του συγγενή του δολοφονώντας τον.—Αρ 35:9-32· Δευ 19:1-13.
Όχι Πάντα Υλικό Αντίτιμο. Όπως καταδείχτηκε, ο Ιεχωβά “απολύτρωσε” (παδάχ) ή “ανέκτησε” (γκα’άλ) τον Ισραήλ από την Αίγυπτο. (Εξ 6:6· Ησ 51:10, 11) Μεταγενέστερα, επειδή οι Ισραηλίτες «πουλούσαν τον εαυτό τους στο να πράττουν το κακό» (2Βα 17:16, 17), ο Ιεχωβά σε αρκετές περιπτώσεις τους “πούλησε στα χέρια των εχθρών τους”. (Δευ 32:30· Κρ 2:14· 3:8· 10:7· 1Σα 12:9) Η μετάνοιά τους τον υποκινούσε να τους αγοράζει ξανά, ή αλλιώς να τους ανακτά, από τη στενοχώρια ή την εξορία (Ψλ 107:2, 3· Ησ 35:9, 10· Μιχ 4:10), επιτελώντας έτσι το έργο ενός Γκο’έλ, ενός Εξαγοραστή που συγγένευε με αυτούς, εφόσον είχε πάρει το έθνος ως σύζυγό του. (Ησ 43:1, 14· 48:20· 49:26· 50:1, 2· 54:5-7) Όταν ο Ιεχωβά τούς “πουλούσε”, δεν εισέπραττε κάποια υλική αμοιβή από τα ειδωλολατρικά έθνη. Η πληρωμή του συνίστατο στην ικανοποίηση της δικαιοσύνης του και στην εκπλήρωση του σκοπού που είχε να τους διορθώσει και να τους διαπαιδαγωγήσει για το στασιασμό και την ασέβειά τους.—Παράβαλε Ησ 48:17, 18.
Παρόμοια, όταν ο Θεός τούς “εξαγόραζε”, δεν κατέβαλλε κατ’ ανάγκην κάποιο υλικό αντίτιμο. Όταν ο Ιεχωβά εξαγόρασε τους Ισραηλίτες που ήταν εξόριστοι στη Βαβυλώνα, ο Κύρος τούς απελευθέρωσε με τη θέλησή του, χωρίς υλική αποζημίωση στη διάρκεια της ζωής του. Ωστόσο, όταν ο Ιεχωβά απολύτρωνε το λαό του από καταδυναστευτικά έθνη που είχαν ενεργήσει με μοχθηρία εναντίον του Ισραήλ, απαιτούσε να καταβάλουν οι ίδιοι οι δυνάστες το αντίτιμο, αναγκάζοντάς τους να πληρώσουν με την ίδια τους τη ζωή. (Παράβαλε Ψλ 106:10, 11· Ησ 41:11-14· 49:26.) Όταν ο λαός του βασιλείου του Ιούδα “πουλήθηκε”, με άλλα λόγια παραδόθηκε, στους Βαβυλωνίους, ο Ιεχωβά δεν εισέπραξε κάποια προσωπική αποζημίωση. Οι δε εκτοπισμένοι Ιουδαίοι δεν κατέβαλαν χρήματα είτε στους Βαβυλωνίους είτε στον Ιεχωβά για να ανακτήσουν την ελευθερία τους. Πουλήθηκαν «δωρεάν» και εξαγοράστηκαν «χωρίς χρήματα». Συνεπώς, ο Ιεχωβά δεν χρειαζόταν να δώσει στους αιχμαλωτιστές τους κάτι ως αντικαταβολή ώστε να επέλθει εξισορρόπηση. Αντιθέτως, πραγματοποιούσε την εξαγορά με τη δύναμη του “αγίου βραχίονά του”.—Ησ 52:3-10· Ψλ 77:14, 15.
Επομένως, ο ρόλος του Ιεχωβά ως Γκο’έλ περιλάμβανε την εκδίκηση για τις αδικίες που είχαν γίνει στους υπηρέτες του και απέφερε την απαλλαγή του δικού του ονόματος από τις κατηγορίες όσων χρησιμοποιούσαν τη στενοχώρια του Ισραήλ ως δικαιολογία για να τον ονειδίζουν. (Ψλ 78:35· Ησ 59:15-20· 63:3-6, 9) Ως ο Μεγαλειώδης Συγγενής και Λυτρωτής τόσο του έθνους συνολικά όσο και των μελών του ατομικά, χειριζόταν τη «δικαστική τους υπόθεση» για να αποδώσει δικαιοσύνη.—Ψλ 119:153, 154· Ιερ 50:33, 34· Θρ 3:58-60· παράβαλε Παρ 23:10, 11.
Μολονότι ο Ιώβ έζησε προτού υπάρξει το έθνος του Ισραήλ και δεν ανήκε σε αυτό, ενόσω ταλαιπωρούνταν από την ασθένεια, είπε: «Εγώ γνωρίζω καλά ότι ο λυτρωτής μου ζει και ότι θα έρθει έπειτα από εμένα και θα εγερθεί πάνω από το χώμα». (Ιωβ 19:25· παράβαλε Ψλ 69:18· 103:4.) Ακολουθώντας το παράδειγμα του ίδιου του Θεού, ο βασιλιάς του Ισραήλ έπρεπε να ενεργεί ως εξαγοραστής για χάρη των ασήμαντων και των φτωχών του έθνους.—Ψλ 72:1, 2, 13, 14.
Ο Ρόλος του Χριστού Ιησού ως Λυτρωτή. Οι παραπάνω πληροφορίες θέτουν τη βάση για την κατανόηση του λύτρου που παρασχέθηκε για το ανθρώπινο γένος μέσω του Γιου του Θεού, του Χριστού Ιησού. Η ανάγκη του ανθρωπίνου γένους για λύτρο προέκυψε λόγω του στασιασμού στην Εδέμ. Ο Αδάμ πούλησε τον εαυτό του στο να κάνει το κακό για να συνεχίσει να απολαμβάνει ιδιοτελώς τη συντροφιά της συζύγου του, η οποία ήταν τώρα αμαρτωλή παραβάτισσα, και ως εκ τούτου απέκτησε και αυτός την ίδια καταδικασμένη υπόσταση με εκείνη ενώπιον του Θεού. Με αυτόν τον τρόπο, πούλησε τον εαυτό του και τους απογόνους του σε δουλεία στην αμαρτία και στο θάνατο—το αντίτιμο που απαιτούσε η δικαιοσύνη του Θεού. (Ρω 5:12-19· παράβαλε Ρω 7:14-25.) Αν και προηγουμένως κατείχε ανθρώπινη τελειότητα, ο Αδάμ έχασε αυτό το πολύτιμο απόκτημα για τον εαυτό του και για όλους τους απογόνους του.
Ο Νόμος, ο οποίος είχε «σκιά των καλών μελλοντικών πραγμάτων», προέβλεπε θυσίες ζώων για την κάλυψη των αμαρτιών. Αυτή η κάλυψη, όμως, ήταν απλώς συμβολική ή ενδεικτική, εφόσον αυτά τα ζώα ήταν κατώτερα από τον άνθρωπο και επομένως δεν ήταν «δυνατόν το αίμα ταύρων και τράγων να αφαιρεί [πραγματικά] αμαρτίες», όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος. (Εβρ 10:1-4) Για αυτές τις εξεικονιστικές θυσίες έπρεπε να χρησιμοποιούνται ζώα άψογα και τέλεια. (Λευ 22:21) Επομένως, η πραγματική λυτρωτική θυσία, ο άνθρωπος που θα ήταν όντως ικανός να απομακρύνει τις αμαρτίες, θα έπρεπε να είναι επίσης τέλειος και άψογος. Ο άνθρωπος αυτός θα έπρεπε να αντιστοιχεί στον τέλειο Αδάμ και να κατέχει ανθρώπινη τελειότητα προκειμένου να πληρώσει το απολυτρωτικό αντίτιμο που θα ελευθέρωνε τους απογόνους του Αδάμ από το χρέος, την ανεπάρκεια και τη δουλεία στην οποία τους πούλησε ο πρώτος πατέρας τους, ο Αδάμ. (Παράβαλε Ρω 7:14· Ψλ 51:5.) Μόνο έτσι θα μπορούσε να ικανοποιήσει την τέλεια δικαιοσύνη του Θεού η οποία απαιτεί ανταπόδοση των ίσων, «ψυχή αντί ψυχής».—Εξ 21:23-25· Δευ 19:21.
Η αυστηρότητα της δικαιοσύνης του Θεού καθιστούσε αδύνατον για την ανθρωπότητα να προμηθεύσει η ίδια τον λυτρωτή της. (Ψλ 49:6-9) Με αυτόν τον τρόπο, όμως, μεγαλύνθηκε η αγάπη και το έλεος του Θεού, εφόσον αυτός εκπλήρωσε τις δικές του απαιτήσεις με τεράστιο κόστος για τον εαυτό του, δίνοντας τη ζωή του ίδιου του Γιου του για να προμηθεύσει το απολυτρωτικό αντίτιμο. (Ρω 5:6-8) Αυτό σήμαινε ότι ο Γιος του έπρεπε να γίνει άνθρωπος για να αντιστοιχεί στον τέλειο Αδάμ. Ο Θεός το επιτέλεσε αυτό μεταφέροντας τη ζωή του Γιου του από τον ουρανό στη μήτρα της Ιουδαίας παρθένας Μαρίας. (Λου 1:26-37· Ιωα 1:14) Εφόσον ο Ιησούς δεν όφειλε τη ζωή του σε κανέναν ανθρώπινο πατέρα, απόγονο του αμαρτωλού Αδάμ, και εφόσον το άγιο πνεύμα του Θεού “επισκίασε” τη Μαρία, προφανώς από τη στιγμή της σύλληψής του μέχρι τη γέννησή του, ο Ιησούς γεννήθηκε χωρίς καμιά κληρονομιά αμαρτίας ή ατέλειας και ήταν, σαν να λέγαμε, “ένα αρνί που δεν είχε ψεγάδια και κηλίδες”, του οποίου το αίμα μπορούσε να αποδειχτεί αποδεκτή θυσία. (Λου 1:35· Ιωα 1:29· 1Πε 1:18, 19) Ο Ιησούς παρέμεινε σε αυτή την αναμάρτητη κατάσταση σε όλη του τη ζωή και έτσι δεν έχασε τα προσόντα για αυτή τη θέση. (Εβρ 4:15· 7:26· 1Πε 2:22) Ως “συμμέτοχος σε αίμα και σάρκα”, ήταν στενός συγγενής της ανθρωπότητας και είχε το πολύτιμο πράγμα—την ίδια την τέλεια ζωή του που διατηρήθηκε αγνή μέσα από δοκιμασίες ακεραιότητας—με το οποίο μπορούσε να εξαγοράσει το ανθρώπινο γένος, να το απελευθερώσει.—Εβρ 2:14, 15.
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές καθιστούν σαφές ότι η απελευθέρωση από την αμαρτία και το θάνατο επιτυγχάνεται πράγματι με την καταβολή ενός αντίτιμου. Οι Χριστιανοί λέγεται ότι “αγοράστηκαν με κάποιο αντίτιμο” (1Κο 6:20· 7:23) και ότι έχουν έναν «ιδιοκτήτη που τους αγόρασε» (2Πε 2:1), ο δε Ιησούς παρουσιάζεται ως το Αρνί το οποίο “σφάχτηκε και με το αίμα του αγόρασε άτομα για τον Θεό από κάθε φυλή και γλώσσα και έθνος”. (Απ 5:9) Σε αυτές τις περικοπές, το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιεί το ρήμα ἀγοράζω, το οποίο σημαίνει ό,τι και σήμερα, δηλαδή «προμηθεύομαι κάτι με χρήματα στην αγορά». Το συγγενικό ρήμα ἐξαγοράζω (απελευθερώνω μέσω εξαγοράς) το χρησιμοποιεί ο Παύλος για να δείξει ότι ο Χριστός απελευθέρωσε «με εξαγορά εκείνους που ήταν κάτω από νόμο» μέσω του θανάτου του στο ξύλο. (Γα 4:5· 3:13) Αλλά η ιδέα της απολύτρωσης εκφράζεται συχνότερα και πληρέστερα από τη λέξη λύτρον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου και από συγγενικές λέξεις.
Τη λέξη λύτρον (από το ρήμα λύω, που σημαίνει «λύνω, ελευθερώνω») τη χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες συγγραφείς αναφερόμενοι ιδιαίτερα στο αντίτιμο που πληρωνόταν για την απολύτρωση αιχμαλώτων πολέμου ή για την απελευθέρωση ομήρων ή δούλων. (Παράβαλε Εβρ 11:35.) Στις δύο περιπτώσεις που χρησιμοποιείται στη Γραφή, αναφέρεται στο ότι ο Χριστός έδωσε «την ψυχή του λύτρο σε αντάλλαγμα για πολλούς». (Ματ 20:28· Μαρ 10:45) Η συγγενική λέξη ἀντίλυτρον εμφανίζεται στο εδάφιο 1 Τιμόθεο 2:6. Το Ελληνικό και Αγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Greek and English Lexicon to the New Testament), του Πάρκχερστ, ορίζει αυτή τη λέξη ως εξής: «λύτρο, απολυτρωτικό αντίτιμο ή, ακριβέστερα, αντίστοιχο λύτρο». Ο λεξικογράφος παραθέτει τα λεγόμενα του Υπέριου: «Αυτή η λέξη ορίζει ορθά το αντίτιμο με το οποίο απολυτρώνονται οι αιχμάλωτοι από τον εχθρό. Επίσης, το είδος της ανταλλαγής κατά την οποία η ζωή κάποιου απολυτρώνεται με τη ζωή ενός άλλου». Και καταλήγει λέγοντας: «Έτσι λοιπόν, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το ρήμα [ἀντιλυτρόω] για την απολύτρωση ζωής με ζωή». (Λονδίνο, 1845, σ. 47) Συνεπώς, ο Χριστός «έδωσε τον εαυτό του αντίστοιχο λύτρο για όλους». (1Τι 2:5, 6) Άλλες συγγενικές λέξεις είναι το ρήμα λυτρόομαι, «ελευθερώνω με λύτρο» (Τιτ 2:14· 1Πε 1:18, 19), και το ουσιαστικό ἀπολύτρωσις, «απελευθέρωση με λύτρο». (Εφ 1:7, 14· Κολ 1:14) Η ομοιότητα της χρήσης αυτών των λέξεων με τη χρήση των εβραϊκών όρων που εξετάστηκαν είναι καταφανής. Περιγράφουν, όχι μια συνηθισμένη εξαγορά ή απελευθέρωση, αλλά μια απολύτρωση, μια απελευθέρωση που πραγματοποιείται με την καταβολή αντίστοιχου τιμήματος.
Μολονότι η λυτρωτική θυσία του Χριστού είναι διαθέσιμη σε όλους, δεν γίνεται αποδεκτή από όλους, και η «οργή του Θεού μένει» πάνω σε εκείνους που δεν τη δέχονται, όπως επίσης έρχεται και πάνω σε εκείνους που αρχικά δέχονται αυτή την προμήθεια και στη συνέχεια στρέφονται μακριά της. (Ιωα 3:36· Εβρ 10:26-29· αντιπαράβαλε Ρω 5:9, 10.) Αυτά τα άτομα δεν ελευθερώνονται από την υποδούλωση στη Βασίλισσα Αμαρτία και στον Βασιλιά Θάνατο. (Ρω 5:21) Υπό το Νόμο, ο εκούσιος δολοφόνος δεν μπορούσε να απολυτρωθεί. Ο Αδάμ, ενεργώντας εκούσια, έφερε το θάνατο σε όλο το ανθρώπινο γένος, άρα έγινε δολοφόνος. (Ρω 5:12) Επομένως, η θυσιασμένη ζωή του Ιησού δεν γίνεται αποδεκτή από τον Θεό ως λύτρο για τον αμαρτωλό Αδάμ.
Ωστόσο, ο Θεός ευαρεστείται να δέχεται την εφαρμογή του λύτρου στην εξαγορά όσων απογόνων του Αδάμ επωφελούνται από αυτή την απελευθέρωση. Σύμφωνα με τα λόγια του Παύλου, «όπως μέσω της ανυπακοής του ενός ανθρώπου πολλοί καταστάθηκαν αμαρτωλοί, παρόμοια και μέσω της υπακοής του ενός πολλοί θα κατασταθούν δίκαιοι». (Ρω 5:18, 19) Όταν ο Αδάμ αμάρτησε και καταδικάστηκε σε θάνατο, οι απόγονοί του, ή αλλιώς η φυλή του, ήταν όλοι αγέννητοι στην οσφύ του και έτσι πέθαναν όλοι μαζί του. (Παράβαλε Εβρ 7:4-10.) Ο Ιησούς, ως τέλειος άντρας, «ο τελευταίος Αδάμ» (1Κο 15:45), είχε στην οσφύ του μια αγέννητη φυλή, δηλαδή αγέννητους απογόνους, και όταν πέθανε αθώος ως τέλεια ανθρώπινη θυσία, αυτή η εν δυνάμει ανθρώπινη φυλή πέθανε μαζί του. Ο Ιησούς, με τη θέλησή του, δεν είχε δημιουργήσει δική του οικογένεια μέσω φυσικής αναπαραγωγής. Απεναντίας, χρησιμοποιεί την εξουσία που του έχει παραχωρήσει ο Ιεχωβά με βάση το λύτρο του για να δίνει ζωή σε όλους όσους αποδέχονται αυτή την προμήθεια.—1Κο 15:45· παράβαλε Ρω 5:15-17.
Συνεπώς, ο Ιησούς αποδείχτηκε πράγματι «αντίστοιχο λύτρο», όχι για την απολύτρωση του ενός αμαρτωλού, του Αδάμ, αλλά για την απολύτρωση όλου του ανθρωπίνου γένους που κατάγεται από τον Αδάμ. Ο Ιησούς τούς εξαγόρασε ώστε να γίνουν οικογένειά του, παρουσιάζοντας την πλήρη αξία της λυτρωτικής του θυσίας στον Θεό της απόλυτης δικαιοσύνης στον ουρανό. (Εβρ 9:24) Με τον τρόπο αυτόν, αποκτάει μια Νύφη, μια ουράνια εκκλησία αποτελούμενη από τους ακολούθους του. (Παράβαλε Εφ 5:23-27· Απ 1:5, 6· 5:9, 10· 14:3, 4.) Κάποιες Μεσσιανικές προφητείες δείχνουν επίσης ότι θα έχει «απογόνους» ως «Αιώνιος Πατέρας». (Ησ 53:10-12· 9:6, 7) Για να είναι Αιώνιος Πατέρας, το λύτρο του πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερα άτομα από τα μέλη της “Νύφης” του. Εκτός, λοιπόν, από αυτούς που «αγοράστηκαν ανάμεσα από την ανθρωπότητα ως πρώτοι καρποί» για να αποτελέσουν αυτή την ουράνια εκκλησία, και άλλοι πρόκειται να ωφεληθούν από τη λυτρωτική θυσία του και να αποκτήσουν αιώνια ζωή μέσω της αφαίρεσης των αμαρτιών τους και της συνακόλουθης ατέλειας. (Απ 14:4· 1Ιω 2:1, 2) Εφόσον τα μέλη της ουράνιας εκκλησίας υπηρετούν με τον Χριστό ως ιερείς και βασιλιάδες που “κυβερνούν τη γη”, αυτοί οι άλλοι που λαβαίνουν τα οφέλη του λύτρου πρέπει να είναι επίγειοι υπήκοοι της Βασιλείας του Χριστού, και ως παιδιά “Αιώνιου Πατέρα” αποκτούν αιώνια ζωή. (Απ 5:10· 20:6· 21:2-4, 9, 10· 22:17· παράβαλε Ψλ 103:2-5.) Η όλη διευθέτηση φανερώνει τη σοφία και τη δικαιοσύνη που εκδηλώνει ο Ιεχωβά καθώς εξισορροπεί τέλεια την πλάστιγγα της δικαιοσύνης, ενώ παράλληλα δείχνει παρ’ αξία καλοσύνη και συγχωρεί αμαρτίες.—Ρω 3:21-26.
-
-
ΛυχνάριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΧΝΑΡΙ
Σκεύος που χρησιμοποιείται για να παράγει τεχνητό φως. Διαθέτει φιτίλι για την καύση εύφλεκτων υγρών όπως το λάδι. Το φιτίλι απορροφά προς τα πάνω το υγρό μέσω τριχοειδούς έλξης για να τροφοδοτεί τη φλόγα. Τα φιτίλια ήταν από λινάρι (Ησ 42:3· 43:17), αποφλοιωμένα βούρλα ή κάνναβη. Στα αρχαία λυχνάρια έκαιγαν κατά κανόνα ελαιόλαδο (Εξ 27:20), παρότι χρησιμοποιούσαν και τερεβινθέλαιο.
Καθεμιά από τις πέντε φρόνιμες παρθένες της παραβολής του Ιησού είχε ένα λυχνάρι και ένα δοχείο με λάδι. (Ματ 25:1-4) Εκείνοι που πήγαν να συλλάβουν τον Ιησού κρατούσαν επίσης λυχνάρια και πυρσούς.—Ιωα 18:3.
Συνήθως, τα οικιακά λυχνάρια ήταν πήλινα, μολονότι έχουν ανακαλυφτεί και μπρούντζινα λυχνάρια στην Παλαιστίνη. Το κοινό χαναανιτικό λυχνάρι ήταν δισκοειδές, είχε δε στρογγυλεμένη βάση και κάθετο χείλος. (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 952) Το χείλος του ήταν ελαφρώς πεπιεσμένο στη μια πλευρά, σχηματίζοντας υποδοχή για το φιτίλι. Μερικές φορές το χείλος ήταν πεπιεσμένο στα τέσσερα άκρα, οπότε δημιουργούνταν τέσσερις θέσεις για φιτίλια. Μεταγενέστερα, τα λυχνάρια κατασκευάζονταν σε κάπως διαφορετικά σχήματα, μάλιστα ορισμένα ήταν κλειστά έχοντας μόνο δύο τρύπες: η μία ήταν στην κορυφή (κοντά στο κέντρο) και χρησίμευε για το γέμισμα του σκεύους με λάδι, ενώ η άλλη αποτελούσε το στόμιο όπου έμπαινε το φιτίλι. Μερικά λυχνάρια διέθεταν δακτυλιοειδή λαβή στο άκρο απέναντι από το στόμιο, η οποία βρισκόταν ενίοτε σε οριζόντια, αλλά συχνότερα σε κάθετη θέση. Ο ελληνορωμαϊκός τύπος λυχναριού έφερε συχνά παραστάσεις μυθολογικών μορφών—ανθρώπων ή ζώων—ενώ τα λυχνάρια των Ιουδαίων ήταν διακοσμημένα με θέματα όπως αμπελόφυλλα ή κοχλίες.
Τα πιο παλιά δισκοειδή λυχνάρια είχαν γενικά καφέ απόχρωση. Αυτά που κατασκευάζονταν τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. είχαν διάφορα χρώματα, όπως ανοιχτό καφέ, κόκκινο-πορτοκαλί και γκρι. Επίσης, στους ρωμαϊκούς χρόνους υπήρχαν λυχνάρια επικαλυμμένα με κόκκινο εφυάλωμα.
Τα λυχνάρια που χρησιμοποιούνταν γενικά στα σπίτια και σε άλλα κτίρια τοποθετούνταν σε κάποια εσοχή του τοίχου, σε ράφια στερεωμένα στους τοίχους ή πάνω σε στύλους, ή κρέμονταν από την οροφή δεμένα με κορδόνι. Μερικές φορές τα τοποθετούσαν πάνω σε πήλινες, ξύλινες ή μεταλλικές βάσεις. Αυτοί οι λυχνοστάτες επέτρεπαν στο φως να ακτινοβολεί σε όλο το δωμάτιο.—2Βα 4:10· Ματ 5:15· Μαρ 4:21.
Στην Αγία Γραφή δεν υπάρχει καμιά αναφορά στη χρήση κεριών. Για φωτισμό χρησιμοποιούνταν μια υγρή ουσία, το λυχνέλαιο.
Χρήση στο Αγιαστήριο. Στη σκηνή της μαρτυρίας στον Ισραήλ, ο λυχνοστάτης ήταν φτιαγμένος από χρυσάφι και το σχέδιό του διέφερε από τους κοινούς οικιακούς λυχνοστάτες. Ο λυχνοστάτης αυτός κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του Ιεχωβά Θεού (Εξ 25:31) και ήταν διακοσμημένος με κόμπους και άνθη εναλλάξ, είχε δε τρία κλαδιά εκατέρωθεν ενός κεντρικού κορμού, σχηματίζοντας έτσι εφτά υποδοχές στις οποίες τοποθετούνταν μικρά λυχνάρια. Μόνο εξαίρετο λάδι από κοπανισμένες ελιές χρησιμοποιούνταν σε αυτά. (Εξ 37:17-24· 27:20) Αργότερα, ο Σολομών έφτιαξε για χρήση στο ναό δέκα χρυσούς λυχνοστάτες και αρκετούς ασημένιους.—1Βα 7:48, 49· 1Χρ 28:15· 2Χρ 4:19, 20· 13:11.
Ιεχωβά—Λυχνάρι και Πηγή Φωτός. Ο Ιεχωβά είναι η υπέρτατη Πηγή φωτός και καθοδήγησης. Ο Δαβίδ, αφού ελευθερώθηκε από τα χέρια των εχθρών του και του Σαούλ, είπε: «Εσύ είσαι το λυχνάρι μου, Ιεχωβά, και ο Ιεχωβά κάνει το σκοτάδι μου να λάμπει». (2Σα 22:29) Στους Ψαλμούς χρησιμοποιείται μια έκφραση ελαφρώς διαφορετική: «Εσύ θα ανάψεις το λυχνάρι μου, Ιεχωβά». Η έκφραση αυτή παρουσιάζει τον Ιεχωβά ως εκείνον ο οποίος άναβε το λυχνάρι που κρατούσε ο Δαβίδ για να φωτίζει το δρόμο του.—Ψλ 18:28.
Ο Ιησούς Χριστός. Στην ουράνια Νέα Ιερουσαλήμ, όπως την είδε σε όραμα ο απόστολος Ιωάννης, «νύχτα δεν θα υπάρχει». Το φως της πόλης δεν είναι το φως του ήλιου και της σελήνης, διότι η δόξα του Ιεχωβά Θεού φωτίζει απευθείας την πόλη, ακριβώς όπως το σύννεφο φωτός που οι Εβραίοι ονόμαζαν Σεχινάχ φώτιζε τα Άγια των Αγίων της σκηνής της μαρτυρίας και του ναού στην αρχαιότητα. (Λευ 16:2· παράβαλε Αρ 9:15, 16.) Το δε Αρνί, ο Ιησούς Χριστός, είναι το «λυχνάρι» της. Αυτή η «πόλη» θα εκχέει το πνευματικό της φως στα έθνη, τους κατοίκους της “νέας γης”, για την καθοδήγησή τους.—Απ 21:22-25.
Οι Βασιλιάδες της Γραμμής του Δαβίδ. Ο Ιεχωβά Θεός εγκατέστησε τον Βασιλιά Δαβίδ στο θρόνο του Ισραήλ, και ο Δαβίδ αποδείχτηκε σοφός οδηγός και ηγέτης του έθνους, υπό την κατεύθυνση του Θεού. Γι’ αυτό, αποκαλούνταν «το λυχνάρι του Ισραήλ». (2Σα 21:17) Στη διαθήκη που έκανε με τον Δαβίδ για βασιλεία, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε: «Ο θρόνος σου θα εδραιωθεί στον αιώνα». (2Σα 7:11-16) Συνεπώς, η δυναστεία, δηλαδή η οικογενειακή γραμμή, των ηγεμόνων που προήλθαν από τον Δαβίδ μέσω του Σολομώντα, του γιου του, ήταν σαν «λυχνάρι» για τον Ισραήλ.—1Βα 11:36· 15:4· 2Βα 8:19· 2Χρ 21:7.
Όταν ο Βασιλιάς Σεδεκίας εκθρονίστηκε και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα όπου και πέθανε, φάνηκε ότι «το λυχνάρι» είχε σβήσει. Αλλά ο Ιεχωβά δεν είχε εγκαταλείψει τη διαθήκη του. Απλώς κρατούσε τη διακυβέρνηση από το θρόνο σε αναστολή «ώσπου να έρθει εκείνος που έχει το νόμιμο δικαίωμα». (Ιεζ 21:27) Ο Ιησούς Χριστός, ο Μεσσίας, ο “γιος του Δαβίδ”, κληρονόμησε αυτόν το θρόνο για πάντα. Άρα, «το λυχνάρι» του Δαβίδ δεν θα σβήσει ποτέ. Ο Ιησούς είναι επομένως αιώνιο λυχνάρι ως εκείνος που κατέχει τη Βασιλεία για πάντα.—Ματ 1:1· Λου 1:32.
Ο Λόγος του Θεού. Επειδή «ο άνθρωπος πρέπει να ζει, όχι μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Ιεχωβά» (Ματ 4:4), οι εντολές Του είναι σαν λυχνάρι που φωτίζει την οδό των υπηρετών του Θεού μέσα στο σκοτάδι αυτού του κόσμου. Ο ψαλμωδός διακήρυξε: «Ο λόγος σου είναι λυχνάρι για τα πόδια μου και φως για το δρόμο μου». (Ψλ 119:105) Ο Βασιλιάς Σολομών είπε: «Διότι λυχνάρι είναι η εντολή και φως ο νόμος, και οι έλεγχοι της διαπαιδαγώγησης είναι η οδός της ζωής».—Παρ 6:23.
Ο απόστολος Πέτρος είχε δει να εκπληρώνονται πολλές προφητείες που αφορούσαν τον Ιησού Χριστό και ήταν προσωπικά παρών κατά τη μεταμόρφωση του Ιησού στο βουνό. Δεδομένων όλων αυτών, μπορούσε να πει: «Έχουμε, λοιπόν, τον προφητικό λόγο βεβαιότερο· και κάνετε καλά που δίνετε προσοχή σε αυτόν όπως σε λυχνάρι που λάμπει σε σκοτεινό τόπο, μέχρι να χαράξει η ημέρα και να ανατείλει ένα άστρο της ημέρας, στις καρδιές σας». (2Πε 1:19) Συνεπώς, οι Χριστιανοί προτρέπονταν να αφήνουν το φως του προφητικού Λόγου του Θεού να φωτίζει την καρδιά τους. Αυτός ο Λόγος κατόπιν θα τους καθοδηγούσε στον ασφαλή δρόμο «μέχρι να χαράξει η ημέρα και να ανατείλει ένα άστρο της ημέρας».
Οι Υπηρέτες του Θεού. Το έτος 29 Κ.Χ., ο Ιωάννης, ο γιος του ιερέα Ζαχαρία, ήρθε αναγγέλλοντας: «Μετανοείτε, γιατί η βασιλεία των ουρανών έχει πλησιάσει». (Ματ 3:1, 2· Λου 1:5, 13) Ο Ισραήλ είχε απομακρυνθεί από την υπακοή στο Νόμο, και ο Ιωάννης στάλθηκε να κηρύξει μετάνοια και να στρέψει την προσοχή στο Αρνί του Θεού. Κατάφερε να επιστρέψει πολλούς από τους γιους του Ισραήλ στον Ιεχωβά τον Θεό τους. (Λου 1:16) Γι’ αυτό, ο Ιησούς είπε σχετικά με τον Ιωάννη: «Εκείνος ήταν λυχνάρι που έκαιγε και έλαμπε, και εσείς για λίγο καιρό ήσασταν διατεθειμένοι να ευφρανθείτε με το φως του. Εγώ, όμως, έχω τη μαρτυρία που είναι μεγαλύτερη από αυτήν του Ιωάννη, γιατί τα έργα τα οποία μου ανέθεσε ο Πατέρας μου να επιτελέσω, αυτά τα έργα που κάνω, δίνουν για εμένα μαρτυρία ότι ο Πατέρας με απέστειλε».—Ιωα 5:35, 36.
Ο Ιησούς είπε επίσης στους μαθητές του: «Εσείς είστε το φως του κόσμου. Μια πόλη δεν μπορεί να κρυφτεί όταν βρίσκεται πάνω σε βουνό. Οι άνθρωποι ανάβουν λυχνάρι και το βάζουν, όχι κάτω από το μετρικό κάδο, αλλά πάνω στο λυχνοστάτη, και λάμπει πάνω σε όλους εκείνους που είναι στο σπίτι. Παρόμοια, ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς». (Ματ 5:14-16) Ο υπηρέτης του Θεού πρέπει να καταλαβαίνει για ποιο λόγο τού έχει δοθεί το φως και να αντιλαμβάνεται ότι θα ήταν τελείως ανόητο και καταστροφικό για τον ίδιο το να μην αφήνει το φως να λάμπει από αυτόν όπως από ένα λυχνάρι.
Άλλες Μεταφορικές Χρήσεις. Αυτό στο οποίο βασίζεται κάποιος για να φωτίζει το δρόμο του συμβολίζεται από ένα λυχνάρι. Με ένα τέτοιο σχήμα λόγου η παροιμία αντιπαραβάλλει τους δικαίους με τους πονηρούς, λέγοντας: «Το φως των δικαίων θα είναι χαρωπό· αλλά το λυχνάρι των πονηρών θα σβήσει». (Παρ 13:9) Το φως του δικαίου γίνεται συνεχώς λαμπρότερο, ενώ όσο λαμπρά και αν φαίνεται ότι φέγγει το λυχνάρι του πονηρού, και επομένως όσο επιτυχημένος και αν φαίνεται ο δρόμος του, ο Θεός θα φροντίσει να καταλήξει ο πονηρός στο σκοτάδι, όπου το πόδι του οπωσδήποτε θα σκοντάψει. Τέτοιο τέλος περιμένει όποιον καταριέται τον πατέρα και τη μητέρα του.—Παρ 20:20.
Το να “σβήσει το λυχνάρι” κάποιου σημαίνει επίσης ότι δεν υπάρχει μέλλον για αυτόν. Μια άλλη παροιμία λέει: «Δεν θα υπάρξει μέλλον για κανέναν κακό· το λυχνάρι των πονηρών θα σβήσει».—Παρ 24:20.
Ο Βιλδάδ, όταν υπαινίχθηκε ότι ο Ιώβ κάλυπτε κάποια κρυφή πονηρία, είπε για τον πονηρό: «Το φως θα σκοτεινιάσει στη σκηνή του, και εκεί θα σβήσει το λυχνάρι του». Αργότερα στην επιχειρηματολογία του, ο Βιλδάδ προσθέτει: «Δεν θα έχει παιδιά ούτε εγγόνια μεταξύ του λαού του». Αν λάβουμε υπόψη ότι ο Σολομών αποκαλούνταν λυχνάρι το οποίο είχε δώσει ο Θεός στον Δαβίδ τον πατέρα του, το σβήσιμο του λυχναριού κάποιου ίσως μεταδίδει την ιδέα ότι αυτός δεν θα είχε απογόνους για να αναλάβουν την κληρονομιά του.—Ιωβ 18:6, 19· 1Βα 11:36.
Το μάτι είναι με μεταφορική έννοια «λυχνάρι». Ο Ιησούς είπε: «Το λυχνάρι του σώματος είναι το μάτι. Αν, λοιπόν, το μάτι σου είναι απλό [ειλικρινές· πλήρως συγκεντρωμένο· εστιασμένο· γενναιόδωρο], όλο το σώμα σου θα είναι φωτεινό· αλλά αν το μάτι σου είναι πονηρό, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό». (Ματ 6:22, 23, υποσ.) Το μάτι είναι σαν λυχνάρι επειδή, χάρη σε αυτό, το σώμα μπορεί να περπατάει χωρίς να σκοντάφτει και χωρίς να πέφτει πάνω σε πράγματα. Ο Ιησούς, φυσικά, είχε υπόψη του «τα μάτια της καρδιάς» (Εφ 1:18), όπως δείχνουν τα λόγια του στα συμφραζόμενα των εδαφίων.
Το εδάφιο Παροιμίες 31:18, λέγοντας για την καλή σύζυγο: «Το λυχνάρι της δεν σβήνει τη νύχτα», χρησιμοποιεί μια μεταφορική έκφραση που σημαίνει ότι αυτή εργάζεται φιλόπονα τη νύχτα και μάλιστα σηκώνεται προτού χαράξει για να εργαστεί και άλλο.—Παράβαλε Παρ 31:15.
Σύμφωνα με το εδάφιο Παροιμίες 20:27, «η πνοή του χωματένιου ανθρώπου είναι το λυχνάρι του Ιεχωβά, που ερευνάει προσεκτικά όλα τα έγκατα της κοιλιάς». Με ό,τι «αποπνέει» κάποιος, είτε πρόκειται για καλές εκφράσεις είτε για κακές, αποκαλύπτει, ή αλλιώς φωτίζει, την προσωπικότητά του ή τα μύχια του εαυτού του.—Παράβαλε Πρ 9:1.
[Εικόνα στη σελίδα 228]
Αρχαίο λυχνάρι διακοσμημένο με στιλιζαρισμένη εβραϊκή λυχνία
-
-
ΛυχνοστάτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΧΝΟΣΤΑΤΗΣ
Στήριγμα ή υποστάτης ενός ή περισσότερων λυχναριών λαδιού. Αν και γίνεται λόγος για λυχνοστάτες που χρησιμοποιούνταν σε σπίτια και σε άλλα κτίρια (2Βα 4:10· Δα 5:5· Λου 8:16· 11:33), η Αγία Γραφή δίνει πρωτίστως έμφαση στους λυχνοστάτες που συνδέονταν με την αληθινή λατρεία.
Στη Σκηνή της Μαρτυρίας. Μέσω οράματος, ο Ιεχωβά έδωσε στον Μωυσή οδηγίες για την κατασκευή ενός λυχνοστάτη (εβρ. κείμενο, μενωράχ· ελλ. κείμενο, λυχνία) “από καθαρό, σφυρήλατο χρυσάφι”, ο οποίος θα χρησιμοποιούνταν στη σκηνή. Μαζί με τα λυχνάρια του και τα σκεύη του επρόκειτο να ζυγίζει ένα τάλαντο. (Εξ 25:31, 39, 40· 37:17, 24· Αρ 8:4· Εβρ 9:2) Αυτό αντιστοιχούσε σε 34 κιλά περίπου, και η σημερινή του αξία θα ήταν $385.350.
Σχέδιο. Αυτός ο φωτοδότης που βρισκόταν στα «Άγια», το πρώτο τμήμα της σκηνής της μαρτυρίας (Εβρ 9:2), αποτελούνταν από ένα κεντρικό στέλεχος το οποίο είχε έξι κλαδιά. Τα κλαδιά, που εκτείνονταν εκατέρωθεν του κυρίως κορμού, σχημάτιζαν καμπύλη προς τα επάνω. Ο κεντρικός κορμός, ή στέλεχος, ήταν διακοσμημένος με τέσσερα σκαλιστά δοχεία σε σχήμα λουλουδιών αμυγδαλιάς, με κόμπους και άνθη που εναλλάσσονταν. Δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα ποιο είδος λουλουδιού αντιπροσώπευαν αυτά τα άνθη, δεδομένου ότι η εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται μπορεί να σημαίνει οποιοδήποτε λουλούδι. Καθένα από τα κλαδιά είχε τρία δοχεία, με κόμπους και άνθη που εναλλάσσονταν. Η περιγραφή μπορεί να υποδηλώνει ότι οι κόμποι στο κεντρικό στέλεχος βρίσκονταν στα σημεία ένωσης των κλαδιών με το στέλεχος. Στην κορυφή του κυρίως στελέχους και στο άκρο κάθε κλαδιού υπήρχαν λυχνάρια που έκαιγαν εκλεκτό λάδι από κοπανισμένες ελιές. Τα σχετικά σύνεργα περιλάμβαναν λαβίδες, πυροδοχεία και σκεύη για το λάδι.—Εξ 25:31-38· 37:18-23· Λευ 24:2· Αρ 4:9.
Η κατασκευή του λυχνοστάτη έγινε υπό την επίβλεψη του Βεσελεήλ από τη φυλή του Ιούδα και του Οολιάβ από τη φυλή του Δαν. (Εξ 31:1-11· 35:30-35) Αυτοί οι άντρες ήταν αναμφίβολα καλοί τεχνίτες, ενδέχεται δε να έμαθαν την τέχνη ενόσω ήταν δούλοι στην Αίγυπτο. Ο Ιεχωβά, όμως, έθεσε τώρα το πνεύμα του πάνω τους προκειμένου να γίνει το έργο στην εντέλεια και να ανταποκρίνεται ακριβώς στο υπόδειγμα που αποκαλύφτηκε και παρουσιάστηκε στον Μωυσή.—Εξ 25:9, 40· 39:43· 40:16.
Χρήση. Ο Μωυσής «τοποθέτησε το λυχνοστάτη στη σκηνή της συνάντησης μπροστά από το τραπέζι, στην πλευρά της σκηνής που βλέπει προς το νότο». Προφανώς ο λυχνοστάτης βρισκόταν παράλληλα με τη νότια πλευρά της σκηνής (όπως έμπαινε κάποιος αριστερά), απέναντι από το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης. Το φως έλαμπε στο «χώρο μπροστά από το λυχνοστάτη», φωτίζοντας έτσι τα Άγια, όπου βρισκόταν επίσης το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος.—Εξ 40:22-26· Αρ 8:2, 3.
Αφού ο Μωυσής ολοκλήρωσε το στήσιμο της σκηνής την 1η Νισάν του 1512 Π.Κ.Χ., άναψε τα λυχνάρια ακολουθώντας τις οδηγίες του Ιεχωβά. (Εξ 40:1, 2, 4, 25) Αργότερα, έκανε το ίδιο και ο Ααρών (Αρ 8:3), και έκτοτε αυτός (και οι μελλοντικοί αρχιερείς) φρόντιζε το λυχνοστάτη «από το βράδυ μέχρι το πρωί ενώπιον του Ιεχωβά μόνιμα». (Λευ 24:3, 4) Όταν ο Ααρών ετοίμαζε τα λυχνάρια «κάθε πρωί» και όταν τα άναβε «ανάμεσα στα δύο βράδια», πρόσφερε επίσης θυμίαμα στο χρυσό θυσιαστήριο.—Εξ 30:1, 7, 8.
Το λυχνοστάτη και τα άλλα σκεύη της σκηνής τα μετέφερε κατά τη διάρκεια της οδοιπορίας στην έρημο η οικογένεια του Καάθ από τη φυλή του Λευί. Προηγουμένως, όμως, οι ιερείς έπρεπε να καλύπτουν αυτά τα αντικείμενα, επειδή, όπως είχε προειδοποιήσει ο Ιεχωβά, τα άτομα που δεν ανήκαν στο ιερατείο δεν έπρεπε “να μπαίνουν για να δουν τα άγια πράγματα ούτε για μια στιγμή, για να μην πεθάνουν”. Το λυχνοστάτη και τα σχετικά με αυτόν σύνεργα τα κάλυπταν με ένα μπλε ύφασμα, κατόπιν τα τύλιγαν με κάλυμμα από δέρμα φώκιας και τα τοποθετούσαν πάνω σε ένα ξύλο για τη μεταφορά.—Αρ 4:4, 9, 10, 15, 19, 20.
Στην αφήγηση όπου εξιστορείται η μεταφορά της κιβωτού της διαθήκης από τον Βασιλιά Δαβίδ στο Όρος Σιών δεν γίνεται μνεία του λυχνοστάτη. Προφανώς ο λυχνοστάτης παρέμενε εντός της σκηνής της μαρτυρίας, στις διάφορες τοποθεσίες όπου τοποθετούνταν αυτή.
Στους Ναούς. Ο Δαβίδ έδωσε στον Σολομώντα τα αρχιτεκτονικά σχέδια για το ναό, τα οποία είχε λάβει μέσω θεϊκής έμπνευσης. Αυτά περιλάμβαναν οδηγίες για χρυσούς και ασημένιους λυχνοστάτες. (1Χρ 28:11, 12, 15, 19) Υπήρχαν δέκα χρυσοί λυχνοστάτες που ήταν τοποθετημένοι «πέντε δεξιά και πέντε αριστερά»—δηλαδή, για κάποιον που έβλεπε προς την ανατολή, πέντε στη νότια πλευρά και πέντε στη βόρεια πλευρά, μέσα στα Άγια του ναού. (1Βα 7:48, 49· 2Χρ 4:20) Και οι δέκα είχαν «το ίδιο σχέδιο». (2Χρ 4:7) Αυτοί ήταν πιθανώς πολύ μεγαλύτεροι από τον έναν λυχνοστάτη που υπήρχε στη σκηνή της μαρτυρίας, δεδομένων των μεγαλύτερων διαστάσεων του ναού και του υπόλοιπου εξοπλισμού του, όπως ήταν η «χυτή θάλασσα». (2Χρ 3:3, 4· 1Βα 7:23-26) Οι ασημένιοι λυχνοστάτες χρησιμοποιούνταν προφανώς στις αυλές ή σε άλλους χώρους εκτός από τα Άγια και τα Άγια των Αγίων, επειδή ο εξοπλισμός των δύο αυτών χώρων ήταν φτιαγμένος από χρυσό. Όπως γινόταν και στη σκηνή της μαρτυρίας, τα λυχνάρια των χρυσών λυχνοστατών άναβαν «κάθε βράδυ», μόνιμα.—2Χρ 13:11.
Όταν ο ναός καταστράφηκε από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ., οι λυχνοστάτες ήταν ανάμεσα στα χρυσά και στα ασημένια αντικείμενα που αφαιρέθηκαν από τον οίκο του Ιεχωβά.—Ιερ 52:19.
Ο ναός που ανοικοδομήθηκε από τον Ζοροβάβελ. Οι Γραφές δεν δίνουν καμιά πληροφορία για τους λυχνοστάτες του ναού τον οποίο ανοικοδόμησε ο Ζοροβάβελ. Ωστόσο, ο Ιώσηπος λέει ότι ο Αντίοχος (ο Επιφανής) «απογύμνωσε το ναό, μεταφέροντας . . . τους χρυσούς λυχνοστάτες». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΒ΄, 250 [v, 4]) Το απόκρυφο βιβλίο των Μακκαβαίων κάνει λόγο για την απομάκρυνση ενός «λυχνοστάτη», πράγμα που κατέστησε αναγκαία την κατασκευή ενός καινούριου.—Α΄ Μακκαβαίων 1:21-23· 4:49, 50.
Ο ναός που ανοικοδομήθηκε από τον Ηρώδη. Η μεγαλοπρέπεια του ναού που ανοικοδομήθηκε από τον Ηρώδη μάς δίνει λόγους να υποθέσουμε ότι αυτός ο ναός πρέπει να περιείχε και λυχνοστάτες ισοδύναμης ομορφιάς και αξίας με εκείνους που υπήρχαν στο ναό του Σολομώντα. Ωστόσο, οι Γραφές δεν περιέχουν καμιά σχετική μνεία. Στοιχεία για την ύπαρξη ενός τέτοιου λυχνοστάτη αντλούμε από τα όσα αναφέρει ο Ιώσηπος και από την αναπαράσταση που υπάρχει σε ένα ανάγλυφο στο εσωτερικό της θριαμβικής Αψίδας του Τίτου στη Ρώμη. Σε αυτή την αψίδα απεικονίζονται αντικείμενα που πάρθηκαν από την Ιερουσαλήμ όταν αυτή καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 70 Κ.Χ. Ο Ιώσηπος ισχυρίζεται ότι ήταν αυτόπτης μάρτυρας αυτής της θριαμβευτικής πομπής του Αυτοκράτορα Βεσπασιανού και του γιου του, του Τίτου. Αναφερόμενος στην πομπή, μιλάει για τη μεταφορά «ενός λυχνοστάτη, που ήταν παρομοίως από χρυσό, αλλά είχε διαφορετική τεχνοτροπία από αυτούς που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή ζωή. Σε μια βάση ήταν προσαρτημένος ένας κεντρικός άξονας, από τον οποίο εκτείνονταν λεπτά κλαδιά που σχημάτιζαν τρίαινα και είχαν προσαρμοσμένη στο άκρο τους από μια σφυρήλατη λυχνία· αυτές οι λυχνίες ήταν εφτά».—Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ζ΄, 148, 149 (v, 5).
Σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν ο λυχνοστάτης που απεικονίζεται στην Αψίδα του Τίτου είναι πανομοιότυπος με τον αρχικό λυχνοστάτη που υπήρχε στο ναό της Ιερουσαλήμ. Οι απόψεις διίστανται κυρίως ως προς το σχήμα της βάσης, η οποία αποτελείται από δύο πολυγωνικά παραλληλεπίπεδα, εκ των οποίων το μικρότερο είναι πάνω στο μεγαλύτερο. Μια άποψη είναι ότι η ρωμαϊκή απεικόνιση στην αψίδα είναι ακριβής και ότι ο ίδιος ο Ηρώδης είχε αλλάξει το σχέδιο της βάσης του λυχνοστάτη αποκλίνοντας από την παραδοσιακή Ιουδαϊκή τριγωνική ή τρίποδη βάση, στα πλαίσια μιας εκστρατείας «δυτικοποίησης» που έκανε για να ευχαριστήσει τους Ρωμαίους. Άλλοι λόγιοι διαφωνούν ως προς το αν η αναπαράσταση είναι ακριβής. Διακοσμητικά σχέδια στη βάση απεικονίζουν αετούς και θαλάσσια τέρατα, τα οποία επικαλούνται οι λόγιοι ως κατάφωρη παραβίαση της δεύτερης εντολής.
Μερικοί συμπεραίνουν ότι ο αρχικός λυχνοστάτης του ναού είχε τρία πόδια, βασίζοντας εν μέρει το συμπέρασμά τους στις πολυάριθμες αναπαραστάσεις του λυχνοστάτη σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής οι οποίες χρονολογούνται από τον τρίτο μέχρι και τον έκτο αιώνα και απεικονίζουν τρίποδη βάση, ενίοτε με πόδια ζώων. Η αρχαιότερη αναπαράσταση του λυχνοστάτη εμφανίζεται σε νομίσματα του Αντίγονου Β΄, ο οποίος βασίλεψε το διάστημα 40-37 Π.Κ.Χ. Ένα τέτοιο νόμισμα, αν και δεν έχει διατηρηθεί σε καλή κατάσταση, φαίνεται να δείχνει ότι η βάση αποτελούνταν από μία πλάκα με πόδια. Το 1969 βρέθηκε μια αναπαράσταση του λυχνοστάτη του ναού χαραγμένη στο σοβά ενός σπιτιού που ανασκάφηκε στην παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ. Η σχηματική αναπαράσταση υποδηλώνει εφτά κλαδιά και μια τριγωνική βάση, διακοσμημένα όλα με κόμπους που χωρίζονται από δύο παράλληλες γραμμές. Στον Τάφο του Ιάσονα, που ανακαλύφτηκε στην Ιερουσαλήμ το 1956 και χρονολογείται από τις αρχές του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ., οι αρχαιολόγοι βρήκαν χαραγμένα πάνω στο σοβά σχέδια ενός λυχνοστάτη με εφτά κλαδιά. Τα χαμηλότερα τμήματά του φαίνονται να είναι προσαρτημένα σε κάποιο κουτί ή υποστήριγμα.
Μερικοί, λοιπόν, βασιζόμενοι σε αυτά τα αρχαιολογικά ευρήματα, εκφράζουν αντιρρήσεις για τη μορφή που έχει η βάση του λυχνοστάτη στην Αψίδα του Τίτου και προβάλλουν μεταξύ άλλων την εκδοχή ότι τα εν λόγω ανάγλυφα είναι προϊόν της φαντασίας ενός Ρωμαίου καλλιτέχνη, επηρεασμένου από Ιουδαϊκά σχέδια που είχε υπόψη του από άλλες πηγές.
Μεταφορική Χρήση. Ο προφήτης Ζαχαρίας είδε σε όραμα έναν ασυνήθιστο χρυσό λυχνοστάτη. Όπως ο λυχνοστάτης που είχε κατασκευαστεί για τη σκηνή της μαρτυρίας, έτσι και αυτός είχε εφτά λυχνάρια τα οποία, όμως, είχαν εφτά σωλήνες—κάτι που κατά τους λογίους έχει διανεμητική έννοια, δηλαδή ένας σωλήνας για κάθε λυχνάρι. Επίσης, στην κορυφή του λυχνοστάτη υπήρχε μια κούπα. Όπως φαίνεται, οι σωλήνες εξασφάλιζαν συνεχή παροχή λαδιού στα λυχνάρια. Το λάδι προφανώς προερχόταν από τα δύο ελαιόδεντρα τα οποία είδε ο προφήτης παραπλεύρως του λυχνοστάτη.—Ζαχ 4:2, 3, 12.
Ο Ιεχωβά Θεός, μέσω του δοξασμένου Ιησού Χριστού, έδωσε στον απόστολο Ιωάννη ένα όραμα στο οποίο ο Ιωάννης είδε «εφτά χρυσούς λυχνοστάτες, και ανάμεσα στους λυχνοστάτες κάποιον όμοιο με γιο ανθρώπου». Αυτός, του οποίου η περιγραφή μαρτυρεί ότι πρόκειται για τον Ιησού Χριστό, εξήγησε στον Ιωάννη ότι οι εφτά λυχνοστάτες σήμαιναν εφτά εκκλησίες. (Απ 1:1, 12, 13, 20) Οι λυχνοστάτες του οράματος ήταν πιθανότατα όμοιοι με εκείνον που φώτιζε τη σκηνή της μαρτυρίας για να μπορούν οι ιερείς να εκτελούν τα καθήκοντά τους εκεί. Το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται ως σύμβολο των εκκλησιών βρίσκεται σε αρμονία με τα όσα είπε ο Ιησούς σε εκείνους που είναι αφιερωμένοι υπηρέτες του Θεού: «Εσείς είστε το φως του κόσμου». (Ματ 5:14) Ως Αυτός «που περπατάει ανάμεσα στους εφτά χρυσούς λυχνοστάτες», επιβλέπει όλη τη δράση που έχουν εκείνοι ως φορείς φωτός.—Απ 2:1.
Συμβουλεύοντας την εκκλησία στην Έφεσο, ο Χριστός προειδοποίησε ότι θα απομάκρυνε το λυχνοστάτη από τη θέση του, εκτός αν μετανοούσαν. Αυτό αναμφίβολα σήμαινε ότι δεν θα χρησιμοποιούνταν πλέον για να διαχέουν το φως της αλήθειας σε εκείνη την περιοχή και ότι, απεναντίας, το φως τους θα έσβηνε.—Απ 2:1-5· παράβαλε Ματ 6:22, 23.
Η τελευταία περίπτωση στην οποία η Αγία Γραφή κάνει λόγο για λυχνοστάτες έχει κάποιες ομοιότητες με το όραμα του Ζαχαρία. «Δύο μάρτυρες» που επρόκειτο να προφητεύσουν ντυμένοι με σάκο λέχθηκε ότι θα συμβολίζονταν «από τα δύο ελαιόδεντρα και τους δύο λυχνοστάτες».—Απ 11:3, 4.
[Εικόνες στη σελίδα 231]
Στις Ιουδαϊκές παραστάσεις όπου απεικονίζεται ο λυχνοστάτης του ναού (δεξιά: πάνω σε κίονα· επάνω: στο δάπεδο μιας συναγωγής) το σχέδιο της βάσης είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που φαίνεται στην Αψίδα του Τίτου
-
-
ΛυχνοψαλίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΥΧΝΟΨΑΛΙΔΑ
Η εβραϊκή λέξη μεζαμμέρεθ, που αποδίδεται με διάφορους τρόπους, όπως «λαβίδες» (AS), «μαχαίρια» (JB) και «λυχνοψάλιδα» (ΜΝΚ), προέρχεται από μια ρίζα (ζαμάρ) που σημαίνει «ξακρίζω· κλαδεύω». Λόγω αυτού μερικοί πιστεύουν ότι εν προκειμένω εννοούνται ψαλιδοειδή εργαλεία με τα οποία ξάκριζαν τα φιτίλια των λυχναριών. Ωστόσο, αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε για τα συγκεκριμένα εργαλεία είναι ότι ήταν χρυσά ή χάλκινα και ότι χρησιμοποιούνταν στις υπηρεσίες του ναού.—1Βα 7:50· 2Βα 12:13· 25:14· 2Χρ 4:22· Ιερ 52:18.
-
-
ΛωδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΩΔ
Πόλη με εξαρτώμενες κωμοπόλεις που έχτισε προφανώς ο Βενιαμίτης Σεμέδ, “γιος” του Ελφαάλ. (1Χρ 8:1, 12) Όταν οι Ιουδαίοι επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία, η Λωδ ήταν μια από τις δυτικότερες τοποθεσίες στις οποίες εγκαταστάθηκαν. (Εσδ 2:33· Νε 7:37· 11:35) Θεωρείται ότι ταυτίζεται με τη Λύδδα, όπου ο Πέτρος θεράπευσε τον Αινέα. (Πρ 9:32-38) Το ελ-Λουντ (Λοντ) βρίσκεται σε μια εύφορη κοιλάδα, στο νότιο άκρο της Πεδιάδας του Σαρών, περίπου 18 χλμ. ΝΑ της Ιόππης. Λόγω της θέσης της, η πόλη κατά την αρχαιότητα βρισκόταν στη διασταύρωση της κύριας, όπως πιστεύεται, οδού μεταξύ της Αιγύπτου και της Βαβυλώνας και του κεντρικού δρόμου που οδηγούσε από την Ιόππη στην Ιερουσαλήμ. Στη διάρκεια αρκετών αιώνων της Κοινής Χρονολογίας, η στρατηγική αυτή θέση εξέθεσε την πόλη σε καταστροφές από τα στρατεύματα των Ρωμαίων, των Σαρακηνών, των Σταυροφόρων και των Μογγόλων.
-
-
ΛωίςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΩΙΣ
(Λωίς).
Γιαγιά του Τιμόθεου και προφανώς μητέρα της μητέρας του, της Ευνίκης. Το ότι δεν ήταν γιαγιά του Τιμόθεου από τη συγγένεια του πατέρα του υποδηλώνεται από την απόδοση της συριακής Πεσίτα «μητέρα της μητέρας σου». Η Λωίδα επαινείται από τον Παύλο, ο οποίος δείχνει ότι ήταν Χριστιανή με «ανυπόκριτη πίστη». (2Τι 1:5) Η οικογένεια προφανώς κατοικούσε στα Λύστρα. (Πρ 16:1, 2) Από μια σύγκριση των εδαφίων 2 Τιμόθεο 1:5 και 2 Τιμόθεο 3:15 φαίνεται ότι η Λωίδα και η Ευνίκη δίδασκαν και οι δύο τον Τιμόθεο από τις Γραφές.
-
-
ΛωτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΩΤ
Εγγονός του Θάρα και γιος του Αρράν, του αδελφού του Αβραάμ (Άβραμ)—επομένως, ανιψιός του Αβραάμ.—Γε 11:27.
Ο πατέρας του Λωτ, ο Αρράν, πέθανε στην Ουρ των Χαλδαίων, οπότε ο Λωτ έφυγε από την Ουρ μαζί με τον Θάρα, τον Άβραμ και τη Σαραΐ και πήγε στην πόλη Χαρράν. Εκεί πέθανε ο παππούς του ο Θάρα. (Γε 11:28, 31, 32) Στη συνέχεια, ο Λωτ ταξίδεψε στη Χαναάν μαζί με τον Άβραμ και τη Σαραΐ, και αργότερα τους συνόδευσε όταν εκείνοι πήγαν στην Αίγυπτο καθώς και όταν έφυγαν από εκεί. (Γε 12:4, 5· 13:1) Επειδή τα αποκτήματα που είχαν συγκεντρώσει ο Λωτ και ο Άβραμ είχαν γίνει πολλά, όταν αυτοί επέστρεψαν στη Χαναάν ο τόπος δεν μπορούσε να συντηρήσει και τους δύο μαζί. Επίσης, συνέβη φιλονικία ανάμεσα στους βοσκούς των ζώων τους. (Γε 13:5-7) Ο Άβραμ, καθώς δεν ήθελε να βλέπει αυτή την κατάσταση να συνεχίζεται, πρότεινε να χωρίσουν και άφησε τον ανιψιό του να διαλέξει τον τόπο που ήθελε. Ο Λωτ διάλεξε μια περιοχή με άφθονα νερά, όλη την περιφέρεια του Κάτω Ιορδάνη. Μετέφερε τον καταυλισμό του στα Α και τελικά κατασκήνωσε κοντά στα Σόδομα. (Γε 13:8-12) Ο Λωτ, όμως, δεν έγινε σαν τους Σοδομίτες. Αποδείχτηκε «δίκαιος άνθρωπος» ο οποίος «με όσα έβλεπε και άκουγε ενώ κατοικούσε ανάμεσά τους κάθε ημέρα βασάνιζε τη δίκαιη ψυχή του εξαιτίας των άνομων πράξεών τους».—2Πε 2:8.
Όταν τέσσερις συνασπισμένοι βασιλιάδες εισέβαλαν στην περιοχή και νίκησαν πέντε τοπικούς βασιλιάδες—μεταξύ των οποίων και το βασιλιά των Σοδόμων—οι νικητές λεηλάτησαν την πόλη και αιχμαλώτισαν τον Λωτ. Μόλις έμαθε τη συμφορά που βρήκε τον Λωτ, ο Άβραμ συγκέντρωσε 318 δούλους, νίκησε τους αιχμαλωτιστές, πήρε πίσω όλα τα αγαθά και διέσωσε τον Λωτ.—Γε 14:1-16.
Η Επίσκεψη των Αγγέλων. Αργότερα, όταν δύο άγγελοι επισκέφτηκαν τον Λωτ λίγο πριν από την καταστροφή των Σοδόμων, εκείνος τους πρόσφερε φιλοξενία. Αλλά οι άντρες της πόλης περικύκλωσαν το σπίτι απαιτώντας από τον Λωτ να φέρει τους επισκέπτες έξω σε αυτούς για ανήθικους σκοπούς. Ο Λωτ προσπάθησε να προστατέψει τους φιλοξενουμένους του, φτάνοντας στο σημείο να προσφέρει στον όχλο τις δύο παρθένες κόρες του. Εξαγριωμένος ο όχλος άρχισε να στριμώχνει πάρα πολύ τον Λωτ, και τότε οι άγγελοι τους οποίους φιλοξενούσε τον έφεραν μέσα και πάταξαν τους πονηρούς Σοδομίτες με τύφλωση.—Γε 19:1-11.
Διασώζεται από τα Σόδομα. Κατόπιν οι άγγελοι πληροφόρησαν τον Λωτ ότι η κραυγή εναντίον των κατοίκων των Σοδόμων είχε δυναμώσει ενώπιον του Ιεχωβά και ότι οι ίδιοι είχαν σταλεί για να καταστρέψουν την πόλη. Σύμφωνα με τις οδηγίες που έλαβε, ο Λωτ προειδοποίησε τους μέλλοντες γαμπρούς του, οι οποίοι σκόπευαν προφανώς να πάρουν τις κόρες του ως συζύγους αλλά δεν το είχαν κάνει ακόμη. (Παράβαλε Γε 19:8, 14.) Ωστόσο, οι γαμπροί του δεν έδωσαν προσοχή στα λόγια του. (Γε 19:12-14) Την αυγή οι δύο άγγελοι άρχισαν να πιέζουν τον Λωτ να αναχωρήσει αμέσως, και για να τον κάνουν να φύγει γρηγορότερα, έπιασαν τον ίδιο, τη γυναίκα του και τις δύο κόρες του από το χέρι. Αποδεχόμενοι το αίτημα του Λωτ, οι άγγελοι του επέτρεψαν να καταφύγει στη γειτονική πόλη Σηγώρ. Αφού έφτασε εκεί ο Λωτ, ο Ιεχωβά επέφερε πύρινη καταστροφή στα Σόδομα και στα Γόμορρα. Εντούτοις, η γυναίκα του Λωτ (η οποία δεν κατονομάζεται στις Γραφές) εκδήλωσε ανυπακοή και «άρχισε να κοιτάζει γύρω, καθώς ήταν πίσω του», λαχταρώντας ίσως τα πράγματα που είχε αφήσει πίσω. Επειδή το έκανε αυτό, «έγινε στήλη αλατιού».—Γε 19:15-26.
Αργότερα, ο Λωτ έφυγε από τη Σηγώρ και άρχισε να κατοικεί σε μια σπηλιά σε κάποια ορεινή περιοχή. Προφανώς οι μέλλοντες γαμπροί του Λωτ είχαν πεθάνει στα Σόδομα, και έτσι οι δύο κόρες του δεν είχαν συντρόφους. Αυτές έκαναν τον πατέρα τους να έχει άθελά του σεξουαλικές σχέσεις μαζί τους ενόσω βρισκόταν υπό την επήρεια κρασιού. Το έκαναν αυτό επειδή ήθελαν να αφήσουν απογόνους από τον πατέρα τους. Ως αποτέλεσμα, κάθε κόρη απέκτησε έναν γιο και από αυτούς τους γιους προήλθαν αντίστοιχα οι Μωαβίτες και οι Αμμωνίτες.—Γε 19:30-38· Δευ 2:9, 19.
Μια Προειδοποίηση. Η αυθεντικότητα της Γραφικής αφήγησης σχετικά με τον Λωτ επιβεβαιώνεται από τον Ιησού Χριστό ο οποίος έδειξε ότι «στις ημέρες του Γιου του ανθρώπου», δηλαδή στη διάρκεια της παρουσίας του, οι συνθήκες θα ήταν παράλληλες με εκείνες των ημερών του Λωτ όταν οι άνθρωποι έτρωγαν, έπιναν, αγόραζαν, πουλούσαν, φύτευαν και έχτιζαν ανέμελοι μέχρι που έβρεξε φωτιά και θειάφι από τον ουρανό και τους κατέστρεψε όλους. Ο Χριστός έδειξε ότι, σε εκείνον το μελλοντικό καιρό, οι άνθρωποι δεν θα έπρεπε να επιστρέψουν στα πράγματα που βρίσκονται πίσω, και ανέφερε ένα χτυπητό παράδειγμα για να καταδείξει τα οικτρά αποτελέσματα που θα είχε μια τέτοια πορεία, λέγοντας: «Να θυμάστε τη γυναίκα του Λωτ».—Λου 17:26-32.
-
-
ΛωτάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΩΤΑΝ
(Λωτάν).
Γιος του Σηείρ του Χορίτη και ένας από τους σεΐχηδες του Εδώμ. (Γε 36:20, 29) Οι γιοι του ήταν ο Χορί και ο Αιμάμ (Ωμάμ), και η αδελφή του ονομαζόταν Θιμνά.—Γε 36:22· 1Χρ 1:38, 39.
-
-
ΛωτόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΛΩΤΟΣ
[εβρ., τσε’ελίμ (πληθυντικός)].
Ο αγκαθωτός λωτός (ζίζυφος ο λωτός [Zizyphus lotus]) είναι θάμνος ή μικρό δέντρο με πυκνά κλαδιά, που συνήθως φτάνει σε ύψος μόλις το 1,5 μ. Τα φύλλα του είναι μικρά, ωοειδή και δερματώδη, ενώ στη βάση κάθε φύλλου υπάρχει ένα ζευγάρι αγκάθια. Η μόνη αναφορά στο λωτό γίνεται στα εδάφια Ιώβ 40:21, 22, τα οποία λένε ότι ο Βεεμώθ (ο ιπποπόταμος) ξαπλώνει στον ίσκιο του. Μολονότι ο λωτός συναντάται στους άνυδρους τόπους της Παλαιστίνης, το Λεξικό της Ζωής στους Βιβλικούς Χρόνους (A Dictionary of Life in Bible Times) λέει ότι «ευδοκιμεί στις ζεστές και υγρές ελώδεις περιοχές» της βόρειας Αφρικής.—Του Γ. Κόρσγουοντ, Σάφοκ, 1960, σ. 177.
-
-
ΜααδαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΔΑΪ
(Μααδαΐ) [συντετμημένη μορφή του Μααδίας].
Ισραηλίτης «από τους γιους του Βανί» οι οποίοι είχαν δεχτεί αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν στις ημέρες του Έσδρα, μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 10:25, 34, 44.
-
-
ΜααδίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΔΙΑΣ
(Μααδίας) [Ο Γιαχ Στολίζει τον Εαυτό Του].
Ιερέας και κεφαλή πατρικού οίκου ο οποίος συνόδευσε εκείνους που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ. (Νε 12:1, 5) Ο Μωαδίας που αναφέρεται στο εδάφιο Νεεμίας 12:17 ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο.
-
-
ΜααζίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΖΙΑΣ
(Μααζίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Οχυρό].
1. Απόγονος του Ααρών ο οποίος τέθηκε επικεφαλής της 24ης εφημερίας ιερέων στις ημέρες του Δαβίδ.—1Χρ 24:1, 18.
2. Ένας από τους ιερείς, ή κάποιος προπάτοράς του, οι οποίοι επικύρωσαν με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» της εποχής του Νεεμία.—Νε 9:38· 10:1, 8.
-
-
ΜααΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΪ
(Μααΐ).
Ιερέας και μουσικός που καταγόταν από τον Ασάφ και έπαιζε κάποιο μουσικό όργανο κατά την εγκαινίαση του τείχους της Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 12:36.
-
-
ΜααλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΛΑ
(Μααλά) [από μια ρίζα που σημαίνει «γίνομαι αδύναμος· αρρωσταίνω»].
1. Μια από τις κόρες του Σαλπαάδ από τη φυλή του Μανασσή. Η Μααλά και οι αδελφές της ζήτησαν την κληρονομιά του πατέρα τους, εφόσον αυτός δεν είχε γιους αλλά μόνο κόρες—συνολικά πέντε. Ο Μωυσής ρώτησε τον Ιεχωβά, ο οποίος αποφάνθηκε ότι οι κόρες του Σαλπαάδ έπρεπε να λάβουν την κληρονομιά. (Αρ 26:28-33· 27:1-11) Αργότερα, μια άλλη προσταγή του Ιεχωβά που διαβιβάστηκε μέσω του Μωυσή καθόρισε ότι η Μααλά και οι άλλες κόρες του Σαλπαάδ έπρεπε να παντρευτούν άντρες από τη φυλή του Μανασσή ώστε να μην περάσει η κληρονομιά σε άλλη φυλή. Έτσι λοιπόν, η Μααλά και οι αδελφές της «έγιναν σύζυγοι των γιων που είχαν οι αδελφοί του πατέρα τους». (Αρ 36:1-6, 10-12) Αυτή η δικαστική απόφαση καθιέρωσε ένα προηγούμενο όσον αφορά το θέμα της κληρονομιάς. (Αρ 36:7-9) Αργότερα αυτές παρουσιάστηκαν μπροστά στον Ελεάζαρ τον ιερέα και στον Ιησού του Ναυή, ανέφεραν την εντολή του Ιεχωβά και έλαβαν «κληρονομιά ανάμεσα στους αδελφούς του πατέρα τους».—Ιη 17:3, 4.
2. Απόγονος του Μανασσή. Είχε μητέρα τη Χαμμολεκέθ. Στο εβραϊκό κείμενο δεν δηλώνεται καθαρά αν επρόκειτο για γιο ή για κόρη.—1Χρ 7:17, 18.
-
-
ΜααλαλεήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΛΑΛΕΗΛ
Βλέπε ΜΑΑΛΑΛΗΛ Αρ. 1.
-
-
ΜααλαλήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΛΑΛΗΛ
(Μααλαλήλ) [πιθανώς, Αίνος του Θεού].
1. Απόγονος του Σηθ μέσω του Ενώς και του Κενάν—επομένως, δισέγγονος του Σηθ. Ο Μααλαλήλ έζησε 895 χρόνια. (Γε 5:6-17· 1Χρ 1:1, 2) Στη γενεαλογία του Ιησού σύμφωνα με τον Λουκά, αναφέρεται με το όνομα Μααλαλεήλ.—Λου 3:37, 38.
2. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές και πρόγονος του Αθαΐα, ενός κατοίκου της Ιερουσαλήμ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:4.
-
-
ΜααλίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΛΙ
(Μααλί) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «γίνομαι αδύναμος· αρρωσταίνω»].
1. Εγγονός του Λευί, γιος του Μεραρί και αδελφός του Μουσί. (Εξ 6:16, 19· 1Χρ 6:19, 29· 24:26) Ο Μααλί ήταν πατέρας του Ελεάζαρ και του Κεις, καθώς επίσης κεφαλή της οικογένειας των Μααλιτών. (Αρ 3:20, 33· 1Χρ 23:21· 24:28, 29) Ο απόγονός του ο Σερεβίας, ο οποίος χαρακτηρίζεται “άντρας φρόνησης από τους γιους του Μααλί”, επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Έσδρα.—Εσδ 8:18.
2. Λευίτης, γιος του Μουσί, και επομένως ανιψιός του Μααλί που ήταν γιος του Μεραρί.—1Χρ 6:47· 23:23· 24:26, 30.
-
-
ΜααλώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΛΩΝ
(Μααλών) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «γίνομαι αδύναμος· αρρωσταίνω»].
Γιος του Ελιμέλεχ και της Ναομί. Κατά τη διάρκεια μιας πείνας στις ημέρες των Κριτών, έφυγε μαζί με τους γονείς του από τη Βηθλεέμ του Ιούδα και πήγε στον Μωάβ. Εκεί ο Μααλών παντρεύτηκε τη Μωαβίτισσα Ρουθ, αλλά πέθανε άτεκνος. (Ρθ 1:1-5· 4:10) Η Ρουθ επέστρεψε στον Ιούδα μαζί με την πεθερά της και, συμμορφούμενη με το νόμο περί ανδραδελφικού γάμου, παντρεύτηκε τον Βοόζ. (Ρθ 4:9, 10· Δευ 25:5, 6) Από την οικογενειακή γραμμή που προέκυψε προήλθε ο Δαβίδ και, τελικά, ο Ιησούς Χριστός.—Ρθ 4:22· Ματ 1:5, 6, 16.
-
-
ΜααράθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΡΑΘ
(Μααράθ) [Σπηλιά· ή, Γυμνός Αγρός].
Κωμόπολη που παραχωρήθηκε στη φυλή του Ιούδα. (Ιη 15:21, 59) Μια τοποθεσία κοντά στο χωριό Μπέιτ Ούμαρ, στη λοφώδη περιοχή του Ιούδα, 11 χλμ. Β της Χεβρών, θεωρείται η πιθανότερη θέση της Μααράθ. Μερικοί εικάζουν ότι ο τύπος Μααράθ είναι παραλλαγή της ονομασίας Μαρώθ.—Μιχ 1:9, 12.
-
-
ΜαασεΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΣΕΪΑΣ
(Μαασεΐας) [Ο Γιαχ Είναι Καταφύγιο].
Πρόγονος του Βαρούχ, του συνεργάτη του Ιερεμία, και του Σεραΐα, του φροντιστή του στρατού.—Ιερ 32:12· 51:59.
-
-
ΜαασίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΣΙΑΣ
(Μαασίας) [Έργο του Ιεχωβά].
1. Λευίτης μουσικός από τη δεύτερη υποδιαίρεση που έπαιζε έγχορδο όργανο καθώς η κιβωτός του Ιεχωβά μεταφερόταν από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ στην Ιερουσαλήμ στις ημέρες του Δαβίδ.—1Χρ 15:17-20, 25.
2. Ένας από «τους εκατόνταρχους» που σύναψαν διαθήκη με τον Αρχιερέα Ιωδαέ με σκοπό την ενθρόνιση του Ιωάς ως δικαιωματικού βασιλιά του Ιούδα στη θέση της σφετερίστριας Γοθολίας.—2Χρ 23:1.
3. Επόπτης υπό την επιστασία του Ανανία, ενός άρχοντα του Οζία, βασιλιά του Ιούδα. Προφανώς είχε σχέση με την απογραφή των στρατιωτικών δυνάμεων του Οζία.—2Χρ 26:11.
4. “Γιος του βασιλιά” (παιδί του Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα ή πιθανώς κάποιος αξιωματούχος βασιλικής καταγωγής) ο οποίος θανατώθηκε από τον Εφραϊμίτη Ζιχρί όταν ο Φεκά του Ισραήλ εισέβαλε στον Ιούδα.—2Χρ 28:1, 6, 7.
5. Ο αρχηγός της πόλης της Ιερουσαλήμ και ένας από τους άντρες που έστειλε ο Βασιλιάς Ιωσίας να επισκευάσουν τον οίκο του Ιεχωβά.—2Χρ 34:8.
6. Ιερέας και πατέρας κάποιου Σοφονία, ενός συγχρόνου του Ιερεμία.—Ιερ 21:1· 29:25· 37:3.
7. Πατέρας του Σεδεκία, ενός ψευδοπροφήτη των ημερών του Ιερεμία.—Ιερ 29:21.
8. Γιος του Σαλλούμ του θυρωρού και, προφανώς, Λευίτης. Κάποια τραπεζαρία στο ναό έφερε το όνομά του.—Ιερ 35:4.
9. Ένας από τους γιους των ιερέων, από τον οίκο του Αρχιερέα Ιησού, οι οποίοι είχαν πάρει αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν τον καιρό του Έσδρα.—Εσδ 10:18, 19, 44.
10. Ιερέας «από τους γιους του Χαρίμ», μεταξύ εκείνων που είχαν παντρευτεί αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν τον καιρό του Έσδρα.—Εσδ 10:21, 44.
11. Ιερέας «από τους γιους του Πασχώρ» οι οποίοι επίσης εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους.—Εσδ 10:22, 44.
12. Ισραηλίτης «από τους γιους του Φαάθ-μωάβ», μεταξύ εκείνων που απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους.—Εσδ 10:25, 30, 44.
13. Πατέρας ή πρόγονος κάποιου Αζαρία, ενός από τα άτομα που επισκεύασαν το τείχος της Ιερουσαλήμ υπό την εποπτεία του Νεεμία.—Νε 3:23.
14. Κάποιος άντρας που στεκόταν στα δεξιά του Έσδρα ενώ εκείνος διάβαζε το Νόμο στους Ισραηλίτες που είχαν συναχθεί στην Ιερουσαλήμ.—Νε 8:2, 4.
15. Λευίτης που βοήθησε τον ιερέα Έσδρα να εξηγήσει το Νόμο στους Ισραηλίτες που συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ.—Νε 8:7.
16. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» της εποχής του Νεεμία.—Νε 9:38· 10:1, 14, 25.
17. Κάποιος άντρας από τη φυλή του Ιούδα που κατοίκησε στην Ιερουσαλήμ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 11:4, 5) Ίσως ταυτίζεται με τον Ασαΐα του εδαφίου 1 Χρονικών 9:5.—Βλέπε ΑΣΑΪΑΣ Αρ. 4.
18. Κάποιος άντρας από τη φυλή του Βενιαμίν που ήταν πρόγονος του Σαλλού, ενός κατοίκου της Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 11:7.
19. Ιερέας που πήρε μέρος στην αφιέρωση του τείχους της Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 12:41.
20. Άλλος ιερέας που πήρε μέρος στην αφιέρωση του τείχους της Ιερουσαλήμ στις ημέρες του Νεεμία.—Νε 12:42.
-
-
ΜααχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΧΑ
(Μααχά).
Το όνομα αρκετών προσώπων και ενός βασιλείου.
[1-9: πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «συνθλίβω»]
1. Ένα παιδί που γέννησε στον Ναχώρ, τον αδελφό του Αβραάμ, η παλλακίδα του η Ρευμά. Το παιδί ήταν προφανώς αγόρι, δεδομένου ότι ένα βασίλειο και οι κάτοικοί του πήραν το όνομά τους από αυτό το άτομο.—Γε 22:23, 24· 2Σα 10:6, 8.
2. Σύζυγος του Μανασσίτη Μαχίρ.—1Χρ 7:14-16.
3. Μία από τις παλλακίδες του Χάλεβ (γιου του Εσρών) που γέννησε αρκετά από τα παιδιά του.—1Χρ 2:18, 48, 49.
4. Η σύζυγος του Ιεϊήλ, “του πατέρα της Γαβαών”.—1Χρ 8:29· 9:35.
5. Μία από τις συζύγους του Δαβίδ και κόρη του Θαλμαΐ, του βασιλιά της Γεσούρ. Ήταν η μητέρα του Αβεσσαλώμ.—2Σα 3:2, 3· 1Χρ 3:1, 2.
6. Πατέρας ή πρόγονος του Ανάν, ενός από τους κραταιούς άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 43.
7. Πατέρας ή πρόγονος του Σεφατία, ενός άρχοντα του Ισραήλ ο οποίος διορίστηκε αρχηγός των Συμεωνιτών όταν ο Δαβίδ οργάνωσε την υπηρεσία του βασιλιά.—1Χρ 27:1, 16, 22.
8. Πατέρας του Αγχούς, του βασιλιά της Γαθ, στον οποίο κατέφυγαν οι δούλοι του Σιμεΐ στις αρχές της βασιλείας του Σολομώντα. (1Βα 2:39) Αυτός ο Μααχά ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Μαώχ του εδαφίου 1 Σαμουήλ 27:2.—Βλέπε ΜΑΩΧ.
9. Εγγονή του Αβεσσαλώμ, η οποία υπήρξε η πιο αγαπημένη σύζυγος του Βασιλιά Ροβοάμ του Ιούδα, καθώς και μητέρα του Βασιλιά Αβιά (Αβιάμ). (2Χρ 11:20-22· 1Βα 15:1, 2, 9, 10) Όντας βασιλομήτωρ θεωρούνταν «κυρία» στο βασίλειο, ώσπου ο εγγονός της ο Βασιλιάς Ασά, αποκαθιστώντας την αληθινή λατρεία, την απομάκρυνε από αυτή τη θέση «επειδή είχε φτιάξει ένα φρικτό είδωλο για τον ιερό στύλο», ή αλλιώς για την Ασεράχ. (1Βα 15:9-13· 2Χρ 15:16) Ονομάζεται Μιχαΐα στο εδάφιο 2 Χρονικών 13:2.
10. Ένα μικρό βασίλειο στη βόρεια Παλαιστίνη, την εποχή της ισραηλιτικής εισβολής, καλούμενο και Μααχάθ. Τα εδάφη της φυλής του Μανασσή επρόκειτο προφανώς να περιλάβουν και αυτή την περιοχή, αλλά το υπόμνημα δείχνει ότι οι Ισραηλίτες δεν εκδίωξαν τους κατοίκους αυτής της χώρας, και έτσι εκείνοι “εξακολουθούσαν να κατοικούν ανάμεσα στον Ισραήλ”. (Δευ 3:14· Ιη 13:13) Η Μααχά, η οποία συνδέεται γενικά με το γειτονικό βασίλειο της Γεσούρ, φαίνεται ότι βρισκόταν Β εκείνου του βασιλείου και συνόρευε με την περιοχή της Βασάν. (Ιη 12:5) Κατά την επικρατούσα άποψη, καταλάμβανε την περιοχή που εκτείνεται από τις νότιες πλαγιές του Όρους Αερμών μέχρι τη Λεκάνη Χούλα και από τον Ιορδάνη Ποταμό μέχρι τις παρυφές της Συριακής Ερήμου προς τα Α, δηλαδή βασικά το βόρειο τμήμα της τωρινής περιφέρειας Γκολάν.
Η Μααχά ήταν αραμαϊκό (συριακό) βασίλειο, ο δε λαός της ίσως καταγόταν από τον ομώνυμο γιο του Ναχώρ. (Γε 22:24· 1Χρ 19:6) Όταν οι Αμμωνίτες εκστράτευσαν εναντίον του Βασιλιά Δαβίδ, μίσθωσαν τις υπηρεσίες του βασιλιά της Μααχά καθώς και άλλων. Ο ολιγάριθμος στρατός που διέθεσε η Μααχά, σε σύγκριση με το στρατό των άλλων συμμάχων, ίσως αποτελεί μια ένδειξη για το μικρό μέγεθος του βασιλείου των Μααχαθιτών. (2Σα 10:6-8) Μετά τη νίκη του Ιωάβ επί των Αμμωνιτών και των Σύριων συμμάχων τους ακολούθησε και μια ακόμη νίκη, του Βασιλιά Δαβίδ επί των Συρίων. (2Σα 10:13-19) Από μεταγενέστερες αναφορές φαίνεται πιθανό ότι το βασίλειο της Μααχά περιήλθε τελικά υπό την κυριαρχία του βασιλείου της Δαμασκού.
-
-
ΜααχάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΧΑΘ
Βλέπε ΜΑΑΧΑ Αρ. 10.
-
-
ΜααχαθίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΑΧΑΘΙΤΗΣ
(Μααχαθίτης) [Της (Από τη) Μααχά [την πόλη]].
Ο κάτοικος του αραμαϊκού βασιλείου της Μααχά. (Δευ 3:14· Ιη 12:5· 13:13) Ένας Μααχαθίτης ήταν ο Εσθεμωά. (1Χρ 4:19) Υποστηρίζεται ότι η Αβέλ-βαιθ-μααχά (της οποίας το όνομα σημαίνει «Υδάτινο Ρεύμα του Οίκου της Μααχά»), μια πόλη στη βόρεια Παλαιστίνη, ίσως οφείλει το όνομά της στο ότι βρισκόταν κοντά στην περιοχή των Μααχαθιτών.—1Βα 15:20.
-
-
ΜαγαδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΑΔΑΝ
(Μαγαδάν).
Περιοχή κοντά στη Θάλασσα της Γαλιλαίας όπου αποσύρθηκε ο Ιησούς αφού έθρεψε θαυματουργικά περίπου 4.000 άντρες. (Ματ 15:39· πιο πρόσφατα χειρόγραφα έχουν σε αυτό το σημείο την ονομασία «Μαγδαλά».) Σύμφωνα με τα καλύτερα ελληνικά χειρόγραφα, ο Μάρκος (8:10) αναφέρθηκε στην ίδια περιοχή ως «Δαλμανουθά».—Βλέπε ΔΑΛΜΑΝΟΥΘΑ.
Σήμερα δεν είναι γνωστή καμιά τοποθεσία με το όνομα Μαγαδάν στην περιοχή γύρω από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Ωστόσο, μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι η Μαγαδάν ταυτίζεται με τη Μαγδαλά. Κατά κάποιον τρόπο αυτή η άποψη υποστηρίζεται από το γεγονός ότι στην αραμαϊκή το ν των εβραϊκών λέξεων μετατρέπεται συχνά σε λ. Επομένως, το όνομα Μαγαδάν θα μπορούσε να έχει μεταβληθεί σε Μαγδαλά. Άλλοι προβάλλουν την άποψη ότι ο τύπος «Μαγδαλά» ίσως άρχισε να εμφανίζεται σε πιο πρόσφατα αντίγραφα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου λόγω μιας απόπειρας που έγινε να ταυτιστεί η Μαγαδάν με το σημερινό Μάζνταλ.
Η Μαγδαλά (ενδεχομένως Μαγαδάν) θεωρείται ότι ταυτίζεται με το Χίρμπετ Μάζνταλ (Μιγκντάλ), περίπου 6 χλμ. ΒΒΔ της Τιβεριάδας στη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Βρίσκεται κοντά σε μια διχάλα η οποία σχηματίζεται από το δρόμο που έρχεται από την Τιβεριάδα κατά μήκος της Θάλασσας της Γαλιλαίας και το δρόμο που κατεβαίνει από τους δυτικούς λόφους, και ως εκ τούτου κατέχει στρατηγική θέση. Τα ερείπια ενός σχετικά πρόσφατου πύργου που βρίσκονται εκεί υποδηλώνουν ότι το Μάζνταλ φρουρούσε κάποτε τη νότια είσοδο της Πεδιάδας της Γεννησαρέτ. Τόσο η λέξη Μάζνταλ όσο και η λέξη Μαγδαλά (τύπος της εβραϊκής λέξης μιγντάλ) σημαίνουν «Πύργος». Η τοποθεσία αυτή παρουσιάζεται συχνά ως η γενέτειρα της Μαρίας της Μαγδαληνής.
-
-
ΜαγγανευτήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΓΑΝΕΥΤΗΣ
Βλέπε ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΑΓΓΑΝΕΙΑ.
-
-
Μαγδαληνή ΜαρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΜΑΡΙΑ
Βλέπε ΜΑΡΙΑ Αρ. 3.
-
-
ΜαγδιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΔΙΗΛ
(Μαγδιήλ) [Εκλεκτά Πράγματα του Θεού].
Απόγονος του Ησαύ και ένας από τους σεΐχηδες του Εδώμ. (Γε 36:40-43· 1Χρ 1:51, 54) Μαγδιήλ ίσως ήταν επίσης το όνομα ενός τόπου και μιας φυλής.—Βλέπε ΘΙΜΝΑ Αρ. 3.
-
-
Μαγεία και ΜαγγανείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΑΓΓΑΝΕΙΑ
Μυστηριώδεις τέχνες και δυνάμεις που θεωρείται ότι χρησιμοποιούνται για την επίτευξη πραγμάτων τα οποία υπερβαίνουν τη σφαίρα του φυσικού και συνδέονται με πνευματιστικές, απόκρυφες δυνάμεις.
Η «μαύρη» μαγεία πιστεύεται ότι περιλαμβάνει μαγικές ρήσεις, ειδικές κατάρες και «το κακό μάτι», τα οποία βλάπτουν τους εχθρούς. Από την άλλη πλευρά, η «λευκή» μαγεία φέρνει, όπως λένε όσοι την ασκούν, καλά αποτελέσματα λύνοντας τα μάγια και ακυρώνοντας τις κατάρες. Σε μερικούς αρχαίους λαούς η «μαύρη» μαγεία απαγορευόταν επί ποινή θανάτου. Η Αγία Γραφή, όμως, προχωρεί ένα βήμα πιο πέρα και απαγορεύει κάθε μορφή πνευματιστικής μαγείας. (Λευ 19:26· Δευ 18:9-14) Μέσω μαγικών φράσεων, που πιστεύεται ότι είναι προϊόν υπερφυσικής γνώσης και σοφίας, το άτομο που ασκεί μαγεία προσπαθεί να επηρεάσει άλλους ανθρώπους και να μεταβάλει μελλοντικά γεγονότα. Από αυτή την άποψη η μαγεία διαφέρει από τη μαντεία, η οποία επιχειρεί μόνο να ανακαλύψει μελλοντικά γεγονότα και όχι να τα επηρεάσει ή να τα αλλάξει.—Βλέπε ΜΑΝΤΕΙΑ.
Η έννοια της μαγγανείας, η οποία ασκείται με τη χρήση μαγείας, βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στην αντίληψη ότι τα πονηρά πνεύματα μπορούν να επηρεαστούν ώστε να εγκαταλείψουν ένα άτομο ή να εισέλθουν σε αυτό, ότι μπορούν να ξεγελαστούν και να εξαπατηθούν, και ότι μπορεί να αιχμαλωτιστούν ή να παγιδευτούν σε ένα κομμάτι ξύλο ή σε ένα πήλινο ομοίωμα. Παραδείγματος χάρη, λέγεται ότι σχηματίζοντας μαγικά «μονοπάτια» από μέλι ή άλλα επιθυμητά πράγματα, ο μάγος μπορεί να κάνει τους δαίμονες να υπακούν στη θέλησή του.
Όλες αυτές οι αντιλήψεις οδήγησαν, όπως ήταν φυσικό, στην εμφάνιση μιας πανούργας τάξης μάγων ιερέων που ασκούσαν μεγάλη εξουσία στη ζωή των ανθρώπων, αποσπώντας παχυλές αμοιβές από εκείνους τους οποίους είχαν υπό την επιρροή τους με την πρόφαση ότι κατείχαν υπερφυσικές δυνάμεις που ξεπερνούσαν εκείνες των δαιμόνων. Οι άνθρωποι πίστευαν ότι αυτοί οι επαγγελματίες μαγγανευτές μπορούσαν να καλέσουν τους δαίμονες να τους υπακούσουν αλλά ότι οι δαίμονες δεν είχαν ισχύ πάνω στους μαγγανευτές.
Αυτές οι πνευματιστικές τέχνες, επονομαζόμενες και επιστήμες, αναπτύχθηκαν και ασκούνταν από τους αρχαίους Χαλδαίους της Βαβυλωνίας. Ο Ησαΐας, τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., μας λέει ότι η Βαβυλώνα των ημερών του έβριθε από κάθε λογής μαγγανείες. (Ησ 47:12-15) Πάνω από έναν αιώνα αργότερα, στις ημέρες του Δανιήλ, οι μάγοι ιερείς εξακολουθούσαν να αποτελούν μέρος της βαβυλωνιακής αυλής. (Δα 1:20· 2:2, 10, 27· 4:7· 5:11) Αυτή η φράση, «μάγοι ιερείς», είναι κυριολεκτική και ευκρινής μετάφραση της εβραϊκής λέξης.
Οι Βαβυλώνιοι φοβούνταν πολύ διάφορα δύσμορφα από σωματική άποψη άτομα τα οποία αποκαλούσαν μάγους και μάγισσες, καθώς πίστευαν ότι μεταχειρίζονταν «μαύρη» μαγεία. Οι ιερείς, από την άλλη πλευρά, θεωρούνταν ότι κατείχαν τη «λευκή» μαγεία. Πίστευαν ότι, τα ίδια ξόρκια που θεράπευαν τον άρρωστο αν τα έλεγε ένας ιερέας, θα τον σκότωναν αν τα έλεγε ένας μάγος ή μια μάγισσα.
Πιθανώς, όταν οι άνθρωποι διασκορπίστηκαν στη γη εξαιτίας της σύγχυσης των γλωσσών στη Βαβέλ, πήραν μαζί τους κάποιες αντιλήψεις γύρω από αυτές τις μαγικές τέχνες. (Γε 11:8, 9) Σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι ασκούν μαγεία μέσω των μάντρα, τα οποία αποτελούν χαρακτηριστικό του λαϊκού Ινδουισμού και είναι μυστικιστικές φράσεις, ύμνοι ή προσευχές για το δέσιμο κάποιου με μάγια. Μάγοι ιερείς, μάγοι γιατροί και κάθε λογής μαγγανευτές υπάρχουν σε πολλά μέρη του κόσμου, όπως υπήρχαν και μεταξύ των Αιγυπτίων του 18ου αιώνα Π.Κ.Χ., στις ημέρες του Ιωσήφ. (Γε 41:8, 24) Πάνω από δύο αιώνες μετά την πώληση του Ιωσήφ ως δούλου, οι μάγοι ιερείς της Αιγύπτου φαινομενικά επανέλαβαν και οι ίδιοι ως έναν βαθμό τα πρώτα τρία θαύματα που εκτέλεσε ο Μωυσής. (Εξ 7:11, 22· 8:7) Αλλά φάνηκαν ανίσχυροι όταν χρειάστηκε να παραγάγουν σκνίπες, και αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι επρόκειτο για «το δάχτυλο του Θεού!» Παρόμοια, αποδείχτηκαν ανήμποροι να αποφύγουν οι ίδιοι την πληγή των μεγάλων σπυριών.—Εξ 8:18, 19· 9:11.
Καταδικάζεται από την Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή είναι η μόνη που διαφέρει από τα συγγράμματα άλλων αρχαίων λαών, κατά το ότι οι αναφορές της στις μυστηριώδεις δυνάμεις και στις μαγικές τέχνες είναι όλες καταδικαστικές. Πουθενά δεν συστήνει τη «λευκή» μαγεία ως μέσο για να ακυρώνονται οι μαγικές ρήσεις της «μαύρης» μαγείας. Απεναντίας, συνιστά την πίστη, την προσευχή και την εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά ως μέσο προστασίας από τις αόρατες «πονηρές πνευματικές δυνάμεις» και από όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται με αυτές, καθώς και από τις μαγικές επιρροές. (Εφ 6:11-18) Στους Ψαλμούς οι δίκαιοι προσεύχονται για απελευθέρωση από το κακό, ο δε Ιησούς μάς δίδαξε να προσευχόμαστε για απελευθέρωση «από τον πονηρό». (Ματ 6:13) Από την άλλη πλευρά, το Ταλμούδ και το Κοράνιο ενδίδουν στη δεισιδαιμονία και στο φόβο. Το απόκρυφο βιβλίο του Τωβίτ περιέχει ασυνάρτητα κείμενα μαγείας.—Τωβίτ 6:4, 8, 9, 17· 8:2, 3· 11:8-15· 12:3· βλέπε ΑΠΟΚΡΥΦΑ (Τωβίτ).
Επομένως, το έθνος του Ισραήλ διέφερε σε αυτόν τον τομέα από τα άλλα σύγχρονά του έθνη, και για να διατηρηθεί αυτή η διαφορά, ο Ιεχωβά έδωσε στο λαό του ορισμένους ρητούς νόμους σχετικά με τα άτομα που ασχολούνταν με τις απόκρυφες δυνάμεις. «Γυναίκα που κάνει μαγγανείες δεν πρέπει να την αφήσεις ζωντανή». (Εξ 22:18) «Δεν πρέπει να ασκείτε μαγεία». «Όσο για τον άντρα ή τη γυναίκα στους οποίους θα βρεθεί πνεύμα μεσάζοντα ή πνεύμα πρόγνωσης, αυτοί πρέπει εξάπαντος να θανατωθούν». (Λευ 19:26· 20:27) «Δεν πρέπει να βρεθεί σε εσένα . . . κάποιος μάγος ούτε κάποιος που αναζητάει οιωνούς ούτε κάποιος που κάνει μαγγανείες ούτε κάποιος που δένει άλλους με μαγικές ρήσεις ούτε κάποιος που συμβουλεύεται πνευματιστικό μεσάζοντα».—Δευ 18:10-14.
Ο προφήτης του Ιεχωβά διακήρυξε επίσης ότι ο Θεός επρόκειτο να εκκόψει όλους όσους επιδίδονταν σε μαγγανείες. (Μιχ 5:12) Άτομα όπως ο Σαούλ, η Ιεζάβελ και ο Μανασσής, που εγκατέλειψαν τον Ιεχωβά και στράφηκαν σε διάφορες μορφές μαγγανείας, είναι παραδείγματα του παρελθόντος προς αποφυγή.—1Σα 28:7· 2Βα 9:22· 2Χρ 33:1, 2, 6.
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές υποδηλώνουν και αυτές την έντονη παρουσία των μάγων σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στις ημέρες του Ιησού και των αποστόλων. Στην Κύπρο υπήρχε ένας τέτοιος μάγος ονόματι Βαρ-Ιησούς, τον οποίο ο Παύλος κατέκρινε λέγοντας ότι ήταν “γεμάτος με κάθε είδους εξαπάτηση και κάθε είδους φαυλότητα, γιος του Διαβόλου”. (Πρ 13:6-11) Υπήρχαν όμως άλλοι, όπως ο Σίμων από τη Σαμάρεια, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις μαγικές τέχνες που ασκούσαν και ασπάστηκαν τη Χριστιανοσύνη. (Πρ 8:5, 9-13) Σε μια περίπτωση στην Έφεσο, «αρκετοί . . . από εκείνους που ασκούσαν μαγικές τέχνες μάζεψαν τα βιβλία τους και τα έκαψαν ενώπιον όλων. Και υπολόγισαν συνολικά τις τιμές τους και βρήκαν ότι η αξία τους ήταν πενήντα χιλιάδες ασημένια νομίσματα [αν επρόκειτο για δηνάρια, $37.200]». (Πρ 19:18, 19) Γράφοντας στους Γαλάτες, ο απόστολος Παύλος περιέλαβε τον πνευματιστικό αποκρυφισμό ανάμεσα στα «έργα της σάρκας», προειδοποιώντας τους «ότι αυτοί που πράττουν τέτοια πράγματα δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού». (Γα 5:19-21) Όλοι όσοι συνεχίζουν αυτές τις βαβυλωνιακές συνήθειες θα μείνουν έξω από αυτή την ένδοξη Βασιλεία. (Απ 21:8· 22:15) Θα καταστραφούν μαζί με τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, που είναι διαβόητη για το ότι παροδηγεί τα έθνη με τις μαγγανείες της.—Απ 18:23· βλέπε ΔΥΝΑΜΗ, ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΕΡΓΑ (Υπεύθυνη χρήση της δύναμης).
-
-
Μαγειρική, Μαγειρικά ΣκεύηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ, ΜΑΓΕΙΡΙΚΑ ΣΚΕΥΗ
Στο εβραϊκό σπιτικό, οι γυναίκες ήταν συνήθως αυτές που παρασκεύαζαν την τροφή βράζοντας ή ψήνοντας το φαγητό και φτιάχνοντας ψωμί, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις ετοίμαζαν γεύματα και οι άντρες. (Γε 18:6-8· 27:3-9, 14, 30, 31· 1Σα 8:13· 2Σα 13:8) Ενόσω ζούσαν σε σκηνές, οι Εβραίοι πιθανότατα μαγείρευαν κατά κανόνα στο ύπαιθρο. Όταν πλέον εγκαταστάθηκαν στη Χαναάν και ζούσαν σε πέτρινα σπίτια, μαγείρευαν μερικές φορές μέσα στο σπίτι, ιδιαίτερα όταν είχε κακοκαιρία. (Κρ 6:19· 2Σα 13:7-11) Το περισσότερο μαγείρεμα γινόταν για το δείπνο, το κύριο γεύμα της ημέρας. (Λου 14:12· Απ 3:20) Κατά τη διάρκεια του Σαββάτου δεν μπορούσαν να μαγειρέψουν τίποτα επειδή ο Νόμος απαγόρευε ακόμη και το άναμμα της φωτιάς.—Εξ 35:3.
Οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν διάφορα σκεύη και εργαλεία για την παρασκευή της τροφής. Υπήρχε ο χειρόμυλος, με τον οποίο άλεθαν οι γυναίκες του σπιτιού. (Δευ 24:6· Ματ 24:41· βλέπε ΜΥΛΟΣ.) Για τα μπαχαρικά ή για μικρότερες ποσότητες σιτηρών, αρκούσαν το γουδί και το γουδοχέρι. (Αρ 11:8· βλέπε ΓΟΥΔΙ.) Το ζυμάρι του ψωμιού το αναμείγνυαν σε σκάφη που είχαν για το ζύμωμα (Εξ 12:34) και το έψηναν σε εστία ή σε φούρνο.—Εξ 8:3· 1Χρ 9:31.
Στη σκηνή της μαρτυρίας, και αργότερα στο ναό, χρησιμοποιούσαν πιρούνες. (Εξ 27:3· 2Χρ 4:16) Γίνεται λόγος για την τρίδοντη πιρούνα των ιερέων. (1Σα 2:12-14) Οι μαγείρισσες στα σπίτια μπορεί να έβγαζαν το κρέας από τη χύτρα με παρόμοιες πιρούνες. Είχαν διαφόρων ειδών μαχαίρια για να τεμαχίζουν το κρέας που θα μαγείρευαν. Δεν υπάρχει καμιά Γραφική ένδειξη ότι έτρωγαν με μαχαιροπίρουνα.
Τα μαγειρικά σκεύη ήταν γενικά πήλινα, μολονότι μερικά ήταν χάλκινα, ιδιαίτερα αυτά που αναφέρονται σε σχέση με το αγιαστήριο. (Λευ 6:28) Στα οικιακά μαγειρικά σκεύη συγκαταλέγονταν οι χύτρες και τα τσουκάλια πολλών και διαφόρων μεγεθών. Σε αιγυπτιακές ταφικές τοιχογραφίες απεικονίζονται μπρούντζινα τσουκάλια με πόδια, οι δε παραπονούμενοι Ισραηλίτες στην έρημο ίσως είχαν κατά νου τέτοια σκεύη όταν είπαν ότι “κάθονταν δίπλα στα τσουκάλια με το κρέας” στην Αίγυπτο. (Εξ 16:3) Η εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «τσουκάλια» σε αυτό το εδάφιο είναι εκείνη η οποία περιγράφει γενικά ένα πλατύστομο σκεύος που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί είτε για πλύσιμο (Ψλ 60:8) είτε για μαγείρεμα. (2Βα 4:38-41· Ιεζ 24:3-5) Αυτά τα σκεύη είχαν διάφορα μεγέθη—από μέτρια, με διάμετρο περίπου 30 εκ., ως πολύ μεγάλα. Παλιότερα δείγματα αυτού του σχετικά ρηχού σκεύους δεν έχουν χερούλια, αλλά στην περίοδο του διαιρεμένου βασιλείου άρχισε να χρησιμοποιείται στον Ισραήλ ένας τύπος με δύο χερούλια.
Έχουν βρεθεί χύτρες με στενό στόμιο οι οποίες είχαν είτε ένα είτε δύο χερούλια. Ήταν σχεδόν σφαιρικές, με διάμετρο από 10 ως 36 εκ.
Οι Ισραηλίτες είχαν επίσης βαθιά τηγάνια και ταψιά. Σε αυτά παρασκεύαζαν συχνά τις προσφορές σιτηρών. (Λευ 2:5, 7· 7:9· 1Χρ 23:29) Δείγματα πήλινων ταψιών έχουν ανακαλυφτεί στη Γεζέρ. Αυτά είχαν μικρά βαθουλώματα, όπως η σημερινή συσκευή για βάφλες. Χρησιμοποιούνταν επίσης σιδερένια ταψιά.—Ιεζ 4:1-3.
Οι Γραφές αναφέρουν μερικές φορές τις χύτρες με μεταφορική έννοια. Η Ιερουσαλήμ, που επρόκειτο να καταστραφεί το 607 Π.Κ.Χ., παρομοιάστηκε με πλατύστομη χύτρα, οι δε κάτοικοί της με το κρέας μέσα σε αυτήν.—Ιεζ 11:1-12· 24:6-14· βλέπε ΣΚΕΥΗ.
-
-
ΜαγιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΙΑ
(Μαγιά).
Βλέπε ΠΡΟΖΥΜΙ.
-
-
Μαγικές ΡήσειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΙΚΕΣ ΡΗΣΕΙΣ
Βλέπε ΓΟΗΤΕΙΑ.
-
-
ΜαγκάλιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΚΑΛΙ
Σε γενικές γραμμές πρόκειται για θερμαντική συσκευή αποτελούμενη από λεκανοειδές δοχείο με πόδια μέσα στο οποίο τοποθετούνται αναμμένα πετροκάρβουνα ή ξυλοκάρβουνα. Η εβραϊκή λέξη ’αχ που αποδίδεται «μαγκάλι» είναι αιγυπτιακής προέλευσης, πράγμα το οποίο υποδηλώνει ότι και το ίδιο το μαγκάλι υπήρξε αιγυπτιακή καινοτομία.
Φαίνεται ότι στα καλύτερα σπίτια προτιμούσαν να ανάβουν φωτιά στο μαγκάλι παρά σε ένα κοίλωμα στο δάπεδο. Ο Βασιλιάς Ιωακείμ διέθετε μαγκάλι—πιθανώς μεταλλικό—στη χειμερινή του κατοικία.—Ιερ 36:22, 23.
-
-
ΜάγουλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΟΥΛΟ
Η κάθε πλευρά του προσώπου πάνω από το σαγόνι και κάτω από το μάτι. Η λέξη του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου είναι λεχί και η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σιαγών. Η Αγία Γραφή μιλάει για χτυπήματα στο μάγουλο που δίνονται με σκοπό, όχι τόσο να προκαλέσουν σωματική βλάβη, όσο να τιμωρήσουν, να ονειδίσουν ή να προσβάλουν. Παραδείγματος χάρη, ο Μιχαΐας, ο προφήτης του Ιεχωβά, δέχτηκε χτύπημα στο μάγουλο επειδή προφήτευσε ότι ο πονηρός Βασιλιάς Αχαάβ του Ισραήλ θα είχε κακά επακόλουθα. (1Βα 22:24· 2Χρ 18:23) Τον Ιώβ τον χαστούκισαν ονειδιστικά εκείνοι που δεν τον σέβονταν και που τον γελοιοποιούσαν στη διάρκεια της δοκιμασίας του από τον Σατανά.—Ιωβ 16:10.
Οι προφήτες Ησαΐας και Μιχαίας προφήτευσαν σχετικά με τον Μεσσία ότι κάποιοι θα τον χτυπούσαν στο μάγουλο και θα του τριχομαδούσαν τα μάγουλα—ενέργειες ενδεικτικές του μεγάλου ονειδισμού που θα συσσώρευαν πάνω του οι εχθροί του. (Ησ 50:6· Μιχ 5:1) Αυτό εκπληρώθηκε στον Ιησού Χριστό από τους Ιουδαίους κατά τη δίκη του ενώπιον του Σάνχεδριν και αργότερα από τους Ρωμαίους στρατιώτες, λίγο προτού θανατωθεί πάνω στο ξύλο του βασανισμού. (Ματ 26:67, 68· Ιωα 18:22, 23· 19:3) Αλλά ο Ιησούς δεν ανταπέδωσε τα ίσα ούτε απάντησε με σκληρά, θυμωμένα λόγια.
Ο Ιησούς είχε δώσει στους μαθητές του τη συμβουλή: «Ακούσατε ότι ειπώθηκε: “Μάτι αντί ματιού και δόντι αντί δοντιού”. Ωστόσο, εγώ σας λέω: Μην αντισταθείτε σε αυτόν που είναι πονηρός· αλλά όποιος σε χαστουκίζει στο δεξί σου μάγουλο, γύρισέ του και το άλλο». (Ματ 5:38, 39) Εδώ ο Ιησούς δεν δίδασκε τον ειρηνισμό ούτε αρνούνταν το δικαίωμα της αυτοάμυνας για την αποφυγή σωματικής βλάβης, αλλά δίδασκε ότι ο Χριστιανός δεν χρειάζεται να ανταποδίδει χτύπημα αντί χτυπήματος, να προβαίνει σε αντίποινα ή να αντεκδικείται. Εντύπωνε την αρχή της αποφυγής των διενέξεων με το να μην ανταπαντάει κάποιος ή να μην ανταποδίδει τα ίσα. Ένα χαστούκι δεν έχει σκοπό να βλάψει κάποιον σωματικά, αλλά μόνο να τον προσβάλει ή να τον προκαλέσει σε διαπληκτισμό. Ο Ιησούς δεν εννοούσε ότι, αν κάποιος χτυπήσει έναν Χριστιανό στο σαγόνι, εκείνος πρέπει να σηκωθεί από το πάτωμα και να του γυρίσει την άλλη πλευρά του προσώπου του ως στόχο. Αυτό που εννοούσε ο Ιησούς ήταν ότι, αν κάποιος προσπαθούσε να προκαλέσει έναν Χριστιανό σε διαπληκτισμό ή σε φιλονικία, είτε χαστουκίζοντάς τον είτε κεντρίζοντάς τον με προσβλητικά λόγια, θα ήταν εσφαλμένο για τον Χριστιανό να ανταποδώσει. Αυτό εναρμονίζεται με τις δηλώσεις των αποστόλων, οι οποίες τονίζουν περαιτέρω αυτή την αρχή.—Ρω 12:17-21· 1Πε 3:9.
-
-
ΜαγώγΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΓΩΓ
(Μαγώγ).
1. Γιος του Ιάφεθ και εγγονός του Νώε. Το όνομά του εμφανίζεται ανάμεσα στις κεφαλές οικογενειών από τις οποίες διασπάρθηκαν σε όλη τη γη οι πρώτες εθνότητες μετά τον Κατακλυσμό.—Γε 10:1, 2, 5· 1Χρ 1:5.
2. Όνομα που χρησιμοποιείται στην προφητεία του Ιεζεκιήλ σε σχέση με τη θυελλώδη επίθεση του «Γωγ της γης του Μαγώγ» εναντίον του επανασυναγμένου λαού του Ιεχωβά. Φαίνεται ότι χρησιμοποιείται από τον προφήτη για να υποδηλώσει μια χώρα ή περιοχή στα «πιο απομακρυσμένα μέρη του βορρά» από όπου εξέρχονται οι στρατιές του Γωγ—οι ορδές των λεηλατητών του οι οποίοι περιγράφονται ως «ανεβασμένοι πάνω σε άλογα, μια μεγάλη σύναξη, μια πολυάριθμη στρατιωτική δύναμη» με σπαθιά και τόξα.—Ιεζ 38:2-4, 8, 9, 13-16· 39:1-3, 6.
Από την εποχή του Ιουδαίου ιστορικού Ιώσηπου είχε διατυπωθεί η εκδοχή ότι η «γη του Μαγώγ» σχετιζόταν με τις φυλές των Σκυθών που υπήρχαν στη βορειοανατολική Ευρώπη και στην κεντρική Ασία. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Α΄, 123 [vi, 1]) Κλασικοί συγγραφείς των ελληνορωμαϊκών χρόνων περιγράφουν τους Σκύθες ως βαρβάρους του βορρά, άρπαγες και πολεμοχαρείς, με μεγάλες δυνάμεις ιππικού, καλά εξοπλισμένους και επιδέξιους στην τοξοβολία. Παρότι το όνομα Σκύθης μπορεί αρχικά να προήλθε από τον «Ασκενάζ», έναν άλλον απόγονο του Ιάφεθ (Γε 10:2, 3), η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Encyclopædia Britannica), έκδοση 1959 (Τόμ. 20, σ. 235), δηλώνει ότι «σε όλα τα κλασικά συγγράμματα, με τον όρο Σκυθία εννοούνταν γενικά όλες οι περιοχές βόρεια και βορειοανατολικά της Μαύρης Θάλασσας, και με τον όρο Σκύθης κάθε βάρβαρος που καταγόταν από εκείνα τα μέρη». Και άλλα συγγράμματα δείχνουν παρόμοια ότι η λέξη «Σκύθης» ήταν μια ονομασία με μάλλον ευρεία έννοια που περιλάμβανε γενικά τις νομαδικές φυλές Β του Καυκάσου (της περιοχής ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και στην Κασπία Θάλασσα), της οποίας η χρήση ήταν ανάλογη με τη σημερινή χρήση της λέξης «Τάταρος». Λόγω αυτού, Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Θρησκευτικής Γνώσης των Σαφ-Χέρτσογκ (The New Schaff-Herzog Encyclopedia of Religious Knowledge) σχολιάζει: «Για τους αρχαίους το όνομα “Σκύθες” ήταν ένας ευέλικτος όρος, πράγμα που ίσχυε και για το εβραϊκό “Μαγώγ”».—Επιμέλεια Σ. Τζάκσον, 1956, Τόμ. 5, σ. 14.
Συμβολική Χρήση. Το γεγονός ότι η ακριβής θέση της «γης του Μαγώγ» μάς είναι άγνωστη και δεν προσδιορίζεται στην Αγία Γραφή (ούτε και στην ιστορία), σε συνδυασμό με την αναφορά του προφήτη «στο τελικό διάστημα των ετών» (Ιεζ 38:8), καθώς επίσης το γεγονός ότι δεν είναι γνωστό να έχει συμβεί κατά γράμμα στον Ισραήλ η περιγραφόμενη εισβολή θέτουν τη βάση για να θεωρήσουμε ότι η προφητεία για τον Μαγώγ αφορά μια μελλοντική εποχή στο Βιβλικό “καιρό του τέλους”. Λόγω αυτού, πολλοί σχολιαστές την εκλαμβάνουν ως μια προεικόνιση της τελικής επίθεσης των παγκόσμιων δυνάμεων εναντίον της Βασιλείας του Θεού και βλέπουν τη γη του Μαγώγ ως «τον κόσμο που είναι εχθρικά διακείμενος απέναντι στο λαό του Θεού και στη βασιλεία του».—Νέο Στερεότυπο Λεξικό της Αγίας Γραφής, των Φανκ και Γουάγκναλς (Funk and Wagnalls New Standard Bible Dictionary), 1936, σ. 307.
Επομένως, είναι σαφές ότι η γη του Μαγώγ έχει συμβολική σημασία. Το γεγονός ότι το όνομα «Σκύθης», με το οποίο συνδέεται συνήθως ο Μαγώγ, κατέληξε να χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της ωμότητας και της εξαχρείωσης υποδεικνύει λογικά μια κατάσταση ξεπεσμού ή μια υποβιβασμένη θέση, ανάλογη με αυτήν του Σατανά και των αγγέλων του μετά τον πόλεμο στον ουρανό—μια υποβιβασμένη θέση από την οποία εκείνος διεξάγει οργισμένα «πόλεμο με τους υπόλοιπους από το σπέρμα [της γυναίκας]», όπως περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψη 12:7-17.—Βλέπε ΓΩΓ Αρ. 2.
3. Ονομασία που χρησιμοποιείται στο εδάφιο Αποκάλυψη 20:8 αναφορικά με τα γεγονότα που θα συμβούν στο τέλος της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού Ιησού αφού λυθεί ο Σατανάς από την άβυσσο. Τα ονόματα “Γωγ και Μαγώγ” δεν αναφέρονται σε κάποια ιδιαίτερη χώρα ή τοποθεσία, αλλά χρησιμοποιούνται εδώ για να περιγράψουν όσα άτομα στη γη ενδίδουν στην επιρροή του απελευθερωμένου πλέον Αντιδίκου και στασιάζουν ενάντια στη διακυβέρνηση του Θεού, όπως αυτή εκφράζεται μέσω “των αγίων και της αγαπημένης πόλης”.—Απ 20:3, 7-10.
-
-
ΜαδαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΑΪ
(Μαδαΐ).
Ο τρίτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιάφεθ. (Γε 10:2· 1Χρ 1:5) Πιστεύεται ότι υπήρξε προγεννήτορας των Μήδων. Λόγω αυτής της αντίληψης, σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής το εβραϊκό όνομα Μαδαΐ μεταφράζεται «Μήδοι» ή «Μηδία», όπως στα εδάφια 2 Βασιλέων 17:6· 18:11· Εσθήρ 1:3· Ησαΐας 13:17· 21:2, και αλλού. Οι Μήδοι ονομάζονταν επίσης Μαντάια στην ασσυροβαβυλωνιακή (ακκαδική) και Μάντα στην αρχαία περσική. Κάποια στιγμή στο παρελθόν, εγκαταστάθηκαν στο ιρανικό υψίπεδο, κατοικώντας κυρίως ανάμεσα στα όρη Ελμπούρζ (Ν της Κασπίας Θάλασσας) και στα όρη του Ζάγρου, Α της Ασσυρίας. Το σημερινό όνομα Ιράν προέρχεται από τη λέξη «Άριος»—όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει όσους είναι ιαφεθιτικής καταγωγής.
-
-
ΜαδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΑΝ
(Μαδάν).
Ένας από τους έξι γιους που απέκτησε ο Αβραάμ από την παλλακίδα του τη Χετούρα. (Γε 25:1, 2· 1Χρ 1:32) Το ποια ακριβώς είναι η αραβική φυλή που προήλθε από τον Μαδάν δεν έχει προσδιοριστεί, και ο τόπος εγκατάστασής της είναι άγνωστος. Ωστόσο, το όνομα «Μαδάν» μπορεί να αντικατοπτρίζεται στο όνομα «Μπαντάν», μια τοποθεσία Ν της Θεμά την οποία κατέλαβε ο Ασσύριος Βασιλιάς Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., καθώς τα αραβικά γράμματα «μ» και «μπ» εναλλάσσονται συχνά.
-
-
Μαδιάμ, ΜαδιανίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΙΑΜ
(Μαδιάμ), ΜΑΔΙΑΝΙΤΕΣ (Μαδιανίτες) [Του (Από τον) Μαδιάμ].
1. Ένας από τους γιους που απέκτησε ο Αβραάμ από την παλλακίδα του τη Χετούρα. Ο Μαδιάμ έγινε πατέρας του Εφά, του Εφέρ, του Ανώχ, του Αβιδά και του Ελδαά. (Γε 25:1, 2, 4· 1Χρ 1:32, 33) Προτού πεθάνει ο Αβραάμ, έδωσε δώρα στον Μαδιάμ και στους άλλους γιους των παλλακίδων του και τους έστειλε στη γη της Ανατολής.—Γε 25:5, 6.
2. Οι απόγονοι του Μαδιάμ, του γιου του Αβραάμ, ονομάζονται συλλογικά «Μαδιάμ» και «Μαδιανίτες». (Αρ 31:2, 3) Μερικές φορές η Αγία Γραφή φαίνεται να τους αποκαλεί Ισμαηλίτες. (Παράβαλε Γε 37:25, 27, 28, 36· 39:1· Κρ 8:22, 24.) Αυτό πιθανόν να υποδηλώνει ότι ο τρόπος διαβίωσης των απογόνων του Ισμαήλ και του Μαδιάμ—γιων του Αβραάμ—παρουσίαζε μεγάλη ομοιότητα, και μάλιστα οι δύο λαοί ενδέχεται να συγχωνεύτηκαν ακόμη περισσότερο μέσω επιγαμίας. Επίσης, φαίνεται ότι τουλάχιστον μερικοί από τους Κεναίους ήταν γνωστοί ως Μαδιανίτες. Εφόσον οι Κεναίοι ως λαός αναφέρονται πριν από τη γέννηση του Μαδιάμ, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι ο Κεναίος κουνιάδος του Μωυσή, ο Οβάβ, ήταν Μαδιανίτης μόνο από γεωγραφική άποψη.—Γε 15:18, 19· Αρ 10:29· Κρ 1:16· 4:11· βλέπε ΙΣΜΑΗΛΙΤΗΣ· ΚΕΝΑΙΟΣ.
Εφόσον οι Μαδιανίτες ήταν απόγονοι του Αβραάμ, πιθανόν να μιλούσαν μια γλώσσα που έμοιαζε πολύ με την εβραϊκή. Ο Γεδεών, για παράδειγμα, φαίνεται ότι δεν δυσκολευόταν να καταλάβει τους Μαδιανίτες. (Κρ 7:13-15· 8:18, 19) Ωστόσο, υπάρχει και η πιθανότητα να έμαθε ο Γεδεών τη γλώσσα των Μαδιανιτών, καθώς ο Ισραήλ ήταν υπό την κυριαρχία τους εφτά χρόνια.—Κρ 6:1.
Οι Μαδιανίτες ήταν κατά κύριο λόγο νομάδες και σκηνίτες (Κρ 6:5, 6· Αββ 3:7), αλλά την εποχή του Μωυσή αναφέρεται ότι ζούσαν και σε πόλεις. (Αρ 31:9, 10) Εκείνον τον καιρό ευημερούσαν πολύ—είχαν γαϊδούρια, αιγοπρόβατα και βόδια που ανέρχονταν σε δεκάδες χιλιάδες. (Αρ 31:32-34) Στα πλούτη τους συμπεριλαμβάνονταν χρυσά στολίδια συνολικού βάρους πάνω από 191 κιλά (σημερινής αξίας πάνω από $2.150.000).—Αρ 31:50-52.
Φαίνεται ότι τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες φορούσαν χρυσά κοσμήματα, όπως κρίκους για τη μύτη και σκουλαρίκια. Οι Μαδιανίτες βασιλιάδες στολίζονταν με «ενδύματα από μαλλί βαμμένο πορφυροκόκκινο», ενώ ακόμη και οι καμήλες τους είχαν περιδέραια στο λαιμό στα οποία προφανώς υπήρχαν φεγγαρόσχημα στολίδια.—Αρ 31:50· Κρ 8:21, 26.
Αναμφίβολα μεγάλο μέρος του πλούτου των Μαδιανιτών προερχόταν από το εμπόριο και τις λεηλασίες. (Παράβαλε Γε 37:28· Κρ 6:5, 6.) Από την εποχή του Ιωσήφ ακόμη, καραβάνια Μαδιανιτών εμπόρων ταξίδευαν στην Αίγυπτο. Σε ένα τέτοιο καραβάνι το οποίο πήγαινε στην Αίγυπτο και μετέφερε αρωματικές ρητίνες πούλησαν τον Ιωσήφ οι ετεροθαλείς αδελφοί του.—Γε 37:25, 28.
Πιθανότατα κάποια εποχή πριν από την είσοδο του Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, ο Εδωμίτης Βασιλιάς Αδάδ (γιος του Βεδάδ) νίκησε τους Μαδιανίτες στην περιοχή του Μωάβ.—Γε 36:35· 1Χρ 1:46.
Κάνουν τον Ισραήλ να Αμαρτήσει. Αργότερα, οι Μαδιανίτες έδειξαν εχθρότητα απέναντι στους Ισραηλίτες. Συνεργάστηκαν με τους Μωαβίτες μισθώνοντας τον προφήτη Βαλαάμ για να καταραστεί τον Ισραήλ. (Αρ 22:4-7) Όταν αυτή η προσπάθεια απέτυχε, οι Μαδιανίτες και οι Μωαβίτες, κατόπιν συμβουλής του Βαλαάμ, χρησιμοποίησαν πανούργα τις γυναίκες τους για να παρασύρουν χιλιάδες άντρες του Ισραήλ να εμπλακούν σε σεξουαλική ανηθικότητα και σε ειδωλολατρία που σχετιζόταν με τον Βάαλ του Φεγώρ. (Αρ 25:1-9, 14-18· 31:15, 16· 1Κο 10:8· Απ 2:14) Στη συνέχεια οι Ισραηλίτες, υπακούοντας στη θεϊκή εντολή, πήραν εκδίκηση από τον Μαδιάμ. Οι πόλεις των Μαδιανιτών και τα περιτειχισμένα στρατόπεδά τους σε εκείνη την περιοχή παραδόθηκαν στη φωτιά. Χιλιάδες κατοικίδια ζώα και πολλά χρυσά αντικείμενα πάρθηκαν ως λάφυρα. Με εξαίρεση τις παρθένες, όλοι θανατώθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των πέντε βασιλιάδων του Μαδιάμ—Εβί, Ρεκέμ, Σουρ, Χουρ και Ρεβά.—Αρ 31.
Λιγότερο από τρεις αιώνες αργότερα, οι Μαδιανίτες είχαν ανακάμψει από αυτό το χτύπημα σε τέτοιον βαθμό ώστε ήταν σε θέση να καταδυναστεύουν τους Ισραηλίτες επί εφτά χρόνια. (Παράβαλε Κρ 6:1· 11:25, 26.) Μαζί με τους Αμαληκίτες και τους “κατοίκους της Ανατολής”, αυτοί οι σκηνίτες που ζούσαν ως νομάδες, μαζί με τα ζώα τους και αναρίθμητες καμήλες, εισέβαλλαν στη γη του Ισραήλ φτάνοντας μέχρι τη Γάζα, αρπάζοντας τα κατοικίδια ζώα των Ισραηλιτών και καταστρέφοντας τις σοδειές τους.—Κρ 6:2-6.
Υφίστανται Συντριπτική Ήττα από τον Γεδεών. Τελικά, ο Ισραήλ επικαλέστηκε τον Ιεχωβά για βοήθεια, και τότε εκείνος ήγειρε τον Γεδεών για να τους απελευθερώσει. (Κρ 6:7-16) Η συντριβή που τους επέφερε ο Ιεχωβά μέσω του Γεδεών ήταν τόσο πλήρης ώστε δεν αναφέρεται άλλη παρενόχληση από τους Μαδιανίτες. (Κρ 8:28) Οι άρχοντές τους Ωρήβ και Ζηβ θανατώθηκαν, το ίδιο και οι βασιλιάδες τους Ζεβεέ και Ζαλμανά. (Κρ 7:25· 8:5, 21· βλέπε ΓΕΔΕΩΝ.) Αιώνες αργότερα, η νίκη επί του Μαδιάμ εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται αλληγορικά για να καταδείξει την κατατρόπωση μιας εχθρικής δύναμης.—Ησ 9:4· 10:24-26· βλέπε επίσης Ψλ 83:9-11.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη εχθρότητα των Μαδιανιτών, μια προφητεία αποκατάστασης υποδείκνυε τον καιρό κατά τον οποίο «οι νεαρές αρσενικές καμήλες του Μαδιάμ και του Εφά» θα έφερναν δώρα στη Σιών.—Ησ 60:5, 6, 11-14.
3. Η περιοχή που κατείχαν οι Μαδιανίτες ήταν γνωστή ως «Μαδιάμ» ή “γη Μαδιάμ”. (1Βα 11:18· Αββ 3:7) Κατά γενική παραδοχή, οι απόγονοι του Μαδιάμ εγκαταστάθηκαν κυρίως στο βορειοδυτικό τμήμα της Αραβίας, ακριβώς στα Α του Κόλπου της Άκαμπα. Δεν είναι όμως βέβαιο μέχρι πού έφτανε η επικράτειά τους, η έκταση της οποίας θα πρέπει να ποίκιλλε στο διάβα της ιστορίας. Την εποχή του Μωυσή, πολλοί Μαδιανίτες προφανώς ζούσαν κοντά σε μωαβιτικό έδαφος αλλά και στην περιοχή γύρω από την επικράτεια του Αμορραίου Βασιλιά Σηών.—Αρ 22:4· 31:8-12· Ιη 13:21.
Ο ίδιος ο Μωυσής έζησε περίπου 40 χρόνια στη γη Μαδιάμ. Εκεί παντρεύτηκε τη Σεπφώρα, μια από τις εφτά κόρες του Ιοθόρ, του ιερέα της Μαδιάμ. (Βλέπε ΙΟΘΟΡ.) Από αυτήν απέκτησε δύο γιους, τον Γηρσώμ και τον Ελιέζερ. Η εργασία που έκανε ο Μωυσής ως ποιμένας για τον πεθερό του τον έφερε στην ορεινή περιοχή γύρω από το Χωρήβ, πράγμα που υποδηλώνει ότι κατοικούσε κάπου κοντά στον Κόλπο της Άκαμπα. Ωστόσο, δεν μπορεί να εξακριβωθεί αν η περιοχή γύρω από το Χωρήβ ήταν τότε μέρος της “γης Μαδιάμ”. (Εξ 2:15-22· 3:1· 4:18-20· 18:1-4· Πρ 7:29, 30) Φαίνεται ότι σε μεταγενέστερη περίοδο ο Εδώμ αναφερόταν, τουλάχιστον εν μέρει, ως Μαδιάμ.—1Βα 11:14-18.
-
-
ΜαδμαννάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΜΑΝΝΑ
(Μαδμαννά) [από μια ρίζα που σημαίνει «κοπριά»].
1. Αυτό το όνομα εμφανίζεται στον κατάλογο των απογόνων του Ιούδα μέσω του Χάλεβ. Η παλλακίδα του Χάλεβ, η Μααχά, αναφέρεται ότι γέννησε «τον Σαγάφ, τον πατέρα της Μαδμαννά». (1Χρ 2:49) Ωστόσο, οι περισσότεροι μελετητές θεωρούν ότι ο όρος “πατέρας” χρησιμοποιείται εδώ με την έννοια του “ιδρυτή” και πιστεύουν ότι η Μαδμαννά αυτού του εδαφίου ταυτίζεται με την πόλη που εξετάζεται πιο κάτω. Ο Σαγάφ πιστεύεται ότι ήταν αυτός που την ίδρυσε ή ίσως αυτός που την ανοικοδόμησε μετά την κατάληψή της. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ονόματα των πόλεων Κιριάθ-ιαρίμ και Βηθλεέμ εμφανίζονται σε παρόμοια συμφραζόμενα στα επόμενα εδάφια.—1Χρ 2:50, 54.
2. Πόλη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα. (Ιη 15:21, 31) Παρότι το αρχαίο όνομα ενδεχομένως διασώζεται στο τοπωνύμιο Ουμ Ντεΐμνε, δεν υπάρχουν ανάλογα ερείπια σε αυτή την τοποθεσία. Πρόσφατα κάποιοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το Χίρμπετ Τατρίτ, περίπου 15 χλμ. ΒΑ της Βηρ-σαβεέ. Μια σύγκριση του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:31 με τους παράλληλους καταλόγους στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:5 και 1 Χρονικών 4:31 υποδηλώνει ότι ταυτίζεται με τη Βαιθ-μαρκαβώθ. Το όνομα Βαιθ-μαρκαβώθ (που σημαίνει «Οίκος των Αρμάτων») ίσως ήταν δευτερεύον όνομα της Μαδμαννά.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΜΑΡΚΑΒΩΘ.
-
-
ΜαδμένΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΜΕΝ
(Μαδμέν) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «κοπριά»].
Όπως φαίνεται, πρόκειται για τοποθεσία στον Μωάβ, για την οποία είχε προλεχθεί συμφορά από σπαθί. Στο εδάφιο Ιερεμίας 48:2 η φράση: «Και εσύ, Μαδμέν, πρέπει να σωπάσεις» αποδίδει την εβραϊκή φράση γκαμ-μαδμέν τιντόμμι. Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι το αρχικό μ στη λέξη μαδμέν επαναλήφθηκε εκ παραδρομής από την προηγούμενη λέξη (γκαμ). Χωρίς το αρχικό μ, τα σύμφωνα της Μαδμέν αντιστοιχούν με τα σύμφωνα της Διμών, και γι’ αυτό η Μαδμέν συχνά ταυτίζεται με τη Διμών (η οποία ίσως είναι η Ντίμνα, περίπου 10 χλμ. Β του Κάρακ). Ωστόσο, είναι πιθανό να μην αντιπροσωπεύει η Μαδμέν κάποια πραγματική τοποθεσία, δεδομένου ότι οι αποδόσεις που έχουν η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η συριακή Πεσίτα και η λατινική Βουλγάτα υποδεικνύουν ότι το αρχαίο εβραϊκό κείμενο έλεγε: “Ναι, εσύ [Μωάβ] θα κατασιωπηθείς πλήρως”.
-
-
ΜαδμενάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΜΕΝΑ
(Μαδμενά) [από μια ρίζα που σημαίνει «κοπριά»].
Τοποθεσία στην πορεία προέλασης των Ασσυρίων προς την Ιερουσαλήμ. (Ησ 10:24, 31, 32) Σήμερα η ακριβής θέση της Μαδμενά δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Σουφάτ, περίπου 4 χλμ. ΒΒΔ του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ.
-
-
ΜαδώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΔΩΝ
(Μαδών) [από μια ρίζα που σημαίνει «κρίνω»].
Βασιλική πόλη των Χαναναίων η οποία συνασπίστηκε με την Ασώρ εναντίον των Ισραηλιτών και ακολούθως ηττήθηκε. (Ιη 11:1-12· 12:19) Η Μαδών ταυτίζεται συνήθως με το Καρν Χατίν (Χορβάτ Καρνέι Χιτίμ), περίπου 8 χλμ. ΔΒΔ της Τιβεριάδας. Η αρχαία ονομασία φαίνεται ότι διασώζεται στο τοπωνύμιο του Χίρμπετ Μαντίν, περίπου 1 χλμ. νοτιότερα. Ωστόσο, μερικοί αμφισβητούν αυτή τη συσχέτιση λόγω του ότι βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην ομοιότητα που παρουσιάζει το όνομα του γειτονικού Μαντίν με τη Βιβλική ονομασία.
-
-
Μαζαρώθ, ΑστερισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΖΑΡΩΘ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ
(Μαζαρώθ).
Το Αραμαϊκό Ταργκούμ ταυτίζει τον όρο Μαζαρώθ με τη λέξη μαζζαλώθ του εδαφίου 2 Βασιλέων 23:5 που αποδίδεται «αστερισμούς του ζωδιακού κύκλου», ή αλλιώς «δώδεκα ζώδια». (ΜΝΚ· KJ, περιθωριακή σημείωση· βλέπε επίσης ΒΑΜ.) Μερικοί πιστεύουν ότι η λέξη παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «περιζώνω» και ότι ο όρος Μαζαρώθ αναφέρεται στο ζωδιακό κύκλο. Ωστόσο, στο εδάφιο Ιώβ 38:32 η εβραϊκή αντωνυμία που χρησιμοποιείται βρίσκεται στον ενικό αριθμό στη φράση «στον προσδιορισμένο καιρό του», ενώ η αναφορά στο εδάφιο 2 Βασιλέων 23:5 είναι στον πληθυντικό. Επομένως, ο όρος Μαζαρώθ φαίνεται ότι αναφέρεται σε έναν συγκεκριμένο αστερισμό και όχι σε ολόκληρο το ζωδιακό κύκλο, αλλά προς το παρόν δεν είναι δυνατός ο επακριβής προσδιορισμός αυτού του αστερισμού.
Στο εδάφιο Ιώβ 38:32 ο Ιεχωβά ρωτάει τον Ιώβ: «Μπορείς να βγάλεις τον αστερισμό Μαζαρώθ στον προσδιορισμένο καιρό του; Και τον αστερισμό Ας, μαζί με τους γιους του, μπορείς να τον οδηγήσεις;» Άρα, όποιοι και αν είναι αυτοί οι συγκεκριμένοι αστερισμοί, ο Θεός ρωτάει τον Ιώβ κατά πόσον μπορεί να ελέγξει τα ορατά ουράνια σώματα, βγάζοντας κάποιο σύμπλεγμα στην κατάλληλη εποχή του ή καθοδηγώντας έναν άλλον αστερισμό στην καθορισμένη ουράνια πορεία του.
-
-
ΜαθητήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΘΗΤΗΣ
Αυτός που διδάσκεται ή μαθαίνει. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται μαθητής (λιμμούδ) αναφέρεται κατά βάση σε κάποιον ο οποίος μαθαίνει, διδάσκεται ή εκπαιδεύεται. (Παράβαλε Ησ 8:16, υποσ.) Η συγγενική λέξη μαλμάδ σημαίνει «βούκεντρο», εργαλείο το οποίο χρησιμοποιούσαν για να εκπαιδεύουν τα βοοειδή. (Κρ 3:31· παράβαλε Ωσ 10:11.) Η λέξη μαθητής του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει πρωτίστως κάποιον που στρέφει τη διάνοιά του σε κάτι.
Στις Ελληνικές Γραφές γίνεται λόγος για μαθητές του Ιησού, του Ιωάννη του Βαφτιστή, των Φαρισαίων και του Μωυσή. (Ματ 9:14· Λου 5:33· Ιωα 9:28) Οι πρώτοι μαθητές του Ιησού προήλθαν από τις τάξεις των μαθητών του Ιωάννη. (Ιωα 1:35-42) Οι 12 που εκλέχθηκαν για να είναι απόστολοι αποκαλούνται «μαθητές» στα εδάφια Ματθαίος 10:1 και 11:1. Κατά ευρεία έννοια, η λέξη «μαθητής» εφαρμοζόταν σε όσους πίστευαν στη διδασκαλία του Ιησού, και μάλιστα ένας τουλάχιστον από αυτούς ήταν κρυφός μαθητής. (Λου 6:17· Ιωα 19:38) Ωστόσο, στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, αυτή η λέξη εφαρμόζεται συνήθως στην ομάδα των στενών ακολούθων του Ιησού οι οποίοι ταξίδευαν μαζί του στις περιοδείες κηρύγματος που έκανε και οι οποίοι διδάσκονταν και καθοδηγούνταν από αυτόν. Ο όρος εφαρμόζεται κυρίως σε όλους εκείνους που, όχι μόνο πιστεύουν στις διδασκαλίες του Χριστού, αλλά και τις ακολουθούν πιστά. Αυτοί πρέπει να διδαχτούν «να τηρούν όλα όσα» παραγγέλλει ο Ιησούς.—Ματ 28:19, 20.
Ο σκοπός για τον οποίο δίδασκε ο Ιησούς τους μαθητές του ήταν να τους κάνει κήρυκες και δασκάλους των καλών νέων της Βασιλείας, όπως ήταν και ο ίδιος. «Ο μαθητής δεν είναι υπεράνω του δασκάλου του, αλλά όποιος είναι τέλεια διδαγμένος θα είναι όπως ο δάσκαλός του», είπε ο Ιησούς. (Λου 6:40) Η αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας του Χριστού αποδείχτηκε από ό,τι ακολούθησε κατόπιν. Οι μαθητές του συνέχισαν το έργο που τους είχε διδάξει και, προτού τελειώσει ο πρώτος αιώνας, είχαν κάνει μαθητές σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στην Ασία, στην Ευρώπη και στην Αφρική. Αυτό ήταν το κύριο έργο τους, σύμφωνα με την εντολή του Ιησού Χριστού που αναφέρεται στα εδάφια Ματθαίος 28:19, 20.
Το ότι οι Χριστιανοί υπόκεινται μέχρι σήμερα στην υποχρέωση να κάνουν μαθητές από τα έθνη καθίσταται σαφές από τα τελικά λόγια της εντολής του Ιησού: «Και εγώ είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες μέχρι την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων». Οι Χριστιανοί δεν κάνουν μαθητές για τον εαυτό τους, καθώς οι διδασκόμενοι είναι στην πραγματικότητα μαθητές του Ιησού Χριστού, διότι δεν τηρούν τις διδασκαλίες ανθρώπων, αλλά του Χριστού. Γι’ αυτόν το λόγο οι μαθητές ονομάστηκαν με θεϊκή πρόνοια Χριστιανοί. (Πρ 11:26) Παρόμοια, και ο προφήτης Ησαΐας είχε μαθητές, αλλά όχι για τον εαυτό του. Οι μαθητές του Ησαΐα γνώριζαν το νόμο του Ιεχωβά, και τη μαρτυρία του νόμου την είχαν κάνει κτήμα τους.—Ησ 8:16.
Το να είναι κανείς μαθητής του Ιησού σημαίνει ότι δεν επιλέγει μια άνετη πορεία ζωής. Ο Ιησούς δεν ευαρέστησε τον εαυτό του, αλλά ακολούθησε έναν δρόμο στον οποίο θα είχε να αντιμετωπίσει τη μέγιστη δυνατή αντίσταση από τον Διάβολο και τα όργανά του. (Ρω 15:3) Είπε πως οι μαθητές του πρέπει να τον αγαπούν περισσότερο και από τους στενότερους συγγενείς τους στη γη, μάλιστα δε περισσότερο και από τις ίδιες τους τις ψυχές, ότι πρέπει να αγαπούν τους άλλους Χριστιανούς μαθητές και να καρποφορούν πνευματικά. Όποιος θέλει να είναι μαθητής του Ιησού πρέπει να σηκώνει το ξύλο του βασανισμού του και να ακολουθεί το δρόμο που χάραξε ο Χριστός. Κάνοντάς το αυτό, θα πρέπει να “αποχαιρετήσει όλα τα υπάρχοντά του”, αλλά θα λάβει πολύ περισσότερα πολύτιμα πράγματα τώρα, με διωγμούς, και στο μέλλον αιώνια ζωή.—Λου 14:26, 27, 33· Ιωα 13:35· 15:8· Μαρ 10:29, 30· βλέπε ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ.
-
-
ΜαθουσαήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΘΟΥΣΑΗΛ
(Μαθουσαήλ) [Άνθρωπος του Θεού].
Απόγονος του Κάιν μέσω του Ενώχ. Ο Μαθουσαήλ ήταν γιος του Μεχουιαήλ και πατέρας του Λάμεχ (δεν πρέπει να συγχέεται με τον Λάμεχ που ήταν πατέρας του Νώε).—Γε 4:17, 18.
-
-
ΜαθουσάλαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΘΟΥΣΑΛΑ
(Μαθουσάλα) [πιθανώς, Άνθρωπος του Βέλους].
Γιος του πιστού προφήτη Ενώχ, πατέρας του Λάμεχ και παππούς του Νώε. (Γε 5:21-29· 1Χρ 1:1-4· Ιου 14, 15) Ο Μαθουσάλα, που ήταν απόγονος του Αδάμ μέσω του Σηθ, ανήκε στην όγδοη γενιά των ανθρώπων. (Λου 3:37, 38) Έζησε 969 χρόνια—περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο που αναφέρεται στο Βιβλικό υπόμνημα—και το όνομά του έγινε συνώνυμο της μακροζωίας. Πέθανε το 2370 Π.Κ.Χ., το έτος που άρχισε ο Κατακλυσμός. Οι Γραφές, ωστόσο, λένε ότι ο Μαθουσάλα «πέθανε», όχι ότι αφανίστηκε στον Κατακλυσμό θανατωμένος από τον Θεό.—Γε 5:27· βλέπε ΜΗΚΟΣ ΖΩΗΣ.
-
-
ΜαίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΙΑ
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «μαία» αποτελεί μετοχή θηλυκού γένους του ρήματος γιαλάδ (γεννώ) και έτσι κατά κυριολεξία αναφέρεται στη γυναίκα που βοηθάει να γεννηθεί ένα παιδί. (Βλέπε ΓΕΝΝΗΣΗ.) Η μαία βοηθάει τη μητέρα κατά τις ωδίνες του τοκετού και, όταν γεννηθεί το παιδί, κόβει τον ομφάλιο λώρο του και το πλένει. Επίσης, στην αρχαιότητα το έτριβε με αλάτι και το σπαργάνωνε.—Ιεζ 16:4.
Στενές φίλες ή συγγενείς και μεγαλύτερες γυναίκες από την κοινότητα έπαιζαν μερικές φορές αυτόν το ρόλο, αλλά επειδή απαιτούνταν ειδικές γνώσεις, ικανότητες και πείρα, ειδικά όταν ο τοκετός ήταν δύσκολος, ορισμένες ακολουθούσαν τη μαιευτική ως επάγγελμα. Στην περίπτωση της γέννησης του Βενιαμίν, ενώ «[η Ραχήλ] δυσκολευόταν στον τοκετό», η μαία μπόρεσε να τη διαβεβαιώσει ότι θα γεννούσε το αγόρι, μολονότι η ίδια η Ραχήλ πέθανε. (Γε 35:16-19) Κατά τον περίπλοκο τοκετό της Θάμαρ, οπότε γεννήθηκαν οι δίδυμοι Φαρές και Ζερά, η μαία ήταν άγρυπνη να προσδιορίσει αυτόν που περίμενε ότι θα ήταν ο πρωτότοκος. Έδεσε γρήγορα μια κατακόκκινη κορδέλα στο απλωμένο χέρι του Ζερά. Εκείνος, όμως, τράβηξε μέσα το χέρι του και βγήκε πρώτος ο αδελφός του, προκαλώντας ρήξη του περινέου της μητέρας.—Γε 38:27-30.
Στη διάρκεια της δουλείας των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο, οι μαίες τους βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη και επικίνδυνη θέση. Ο Φαραώ κάλεσε δύο από αυτές ονομαστικά, τη Σιφρά και τη Φουά, και τους έδωσε την εντολή να θανατώνουν κάθε αρσενικό βρέφος των Εβραίων μόλις γεννιόταν. Πιθανότατα αυτές οι δύο γυναίκες ήταν επικεφαλής των επαγγελματιών μαιών και υπεύθυνες να μεταφέρουν τις προσταγές του βασιλιά στις συναδέλφους τους. Ωστόσο, «οι μαίες φοβούνταν τον αληθινό Θεό, και δεν έκαναν όπως τους είχε πει ο βασιλιάς της Αιγύπτου, αλλά άφηναν ζωντανά τα αρσενικά παιδιά». Γι’ αυτό, ο Φαραώ τις κάλεσε να δώσουν εξηγήσεις και τις ρώτησε επιτακτικά: «Γιατί κάνατε αυτό το πράγμα;» Προσποιούμενες ότι το ζήτημα ήταν πέρα από τον έλεγχό τους, αυτές επέμειναν ότι οι Εβραίες ήταν «εύρωστες» και γεννούσαν «προτού μπορέσει να πάει σε αυτές η μαία». (Εξ 1:15-19) Επειδή αυτές οι μαίες φοβούνταν τον Ιεχωβά και αρνήθηκαν να διαπράξουν βρεφοκτονίες, εκείνος τις ευλόγησε και τις αντάμειψε χαρίζοντάς τους δικές τους οικογένειες.—Εξ 1:20, 21.
-
-
Μακεδονία, ΜακεδόνεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
(Μακεδονία), ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ (Μακεδόνες).
Περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης που καταλάμβανε το κεντρικό τμήμα της λεγόμενης σήμερα Βαλκανικής Χερσονήσου. Εκτεινόταν από την Αδριατική Θάλασσα στα Δ μέχρι το Αιγαίο Πέλαγος στα Α και βρισκόταν Β της τότε Αχαΐας. Παρότι διαθέτει αρκετές εύφορες πεδιάδες, είναι ως επί το πλείστον ορεινή περιοχή. Κατά τους αρχαίους χρόνους, η Μακεδονία ήταν ένας νευραλγικός συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην ανατολή και στη δύση. Η ρωμαϊκής κατασκευής Εγνατία Οδός εκτεινόταν από το Δυρράχιο και την Απολλωνία, στη δυτική ακτή της χερσονήσου, μέχρι τη Νεάπολη στην ανατολική ακτή, και ακόμη πιο πέρα.
Οι Μακεδόνες ήταν απόγονοι του Ιάφεθ, ενδεχομένως μέσω του Κιττίμ, γιου του Ιαυάν. (Γε 10:2, 4, 5) Αν και κατά κύριο λόγο το όνομα Κιττίμ συνδέεται με την Κύπρο, στην αρχαιότητα χρησιμοποιούνταν και για άλλες περιοχές. Ο ιστορικός Ιώσηπος γράφει ότι οι Εβραίοι ονόμαζαν τα νησιά και τις περισσότερες παραθαλάσσιες περιοχές (προφανώς στην περιοχή της Μεσογείου) «Χέθη», και τα συσχετίζει με τον Χέθιμο (Κιττίμ). (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Α΄, 128 [vi, 1]) Αυτό μπορεί να εξηγεί γιατί η Μακεδονία ονομάζεται «Χεττιίμ» στο απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (1:1) και παρέχει μια πιθανή βάση για να θεωρήσουμε τους Μακεδόνες απογόνους του Κιττίμ.
Ιστορία. Η Μακεδονία προσέλαβε εξοχότητα υπό τη διακυβέρνηση του Φιλίππου Β΄. Αυτός μπόρεσε να συνενώσει τη Μακεδονία και τις γειτονικές περιοχές, και ως αποτέλεσμα της νίκης που πέτυχε στη μάχη της Χαιρώνειας (338 Π.Κ.Χ.), η Μακεδονία αναδείχτηκε υπέρτερη σε σχέση με τα περισσότερα ελληνικά κράτη. Μετά τη δολοφονία του Φιλίππου, ανέβηκε στο θρόνο ο γιος του ο Αλέξανδρος (ο Μέγας). Δύο χρόνια αργότερα, ο Αλέξανδρος άρχισε την εκτεταμένη κατακτητική εκστρατεία του. Όταν πέθανε στη Βαβυλώνα (323 Π.Κ.Χ.), είχε ήδη οικοδομήσει με τις στρατιωτικές νίκες του μια αυτοκρατορία που εκτεινόταν προς τα Α μέχρι την Ινδία και περιλάμβανε τη Μεσοποταμία, τη Συρία, την Παλαιστίνη, την Αίγυπτο, τη Μικρά Ασία, τη Θράκη, τη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα.—Βλέπε Δα 2:31-33, 39· 7:6· 8:1-7, 20, 21· βλέπε ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Αρ. 1· ΕΙΚΟΝΑ· ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Όταν η αυτοκρατορία διαιρέθηκε μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου, ο Αντίπατρος, που ήταν αντιβασιλιάς της Μακεδονίας ενόσω ο Αλέξανδρος πολεμούσε στην ανατολή, διατήρησε αυτή τη θέση. Προτού πεθάνει, ο Αντίπατρος ανέθεσε την αντιβασιλεία στον Πολυπέρχοντα και όχι στο γιο του τον Κάσσανδρο. Ακολούθησαν πολιτικές διαμάχες που τελικά οδήγησαν στην αναγνώριση του Κάσσανδρου ως βασιλιά της Μακεδονίας. Ο γιος του ο Αλέξανδρος τον διαδέχθηκε αλλά λίγο αργότερα θανατώθηκε από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή (γιο του Αντίγονου Κύκλωπα, ενός από τους στρατηγούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου). Επακολούθησε και πάλι σύγχυση. Τελικά, ο Αντίγονος Γονατάς, γιος του Δημήτριου του Πολιορκητή, κατέλαβε το θρόνο. Αν και εκδιώχθηκε από το βασίλειό του δύο φορές, ο Αντίγονος το επανακατέλαβε και τις δύο φορές, και η Μακεδονία παρέμεινε υπό την εξουσία των Αντιγονιδών μέχρις ότου περιήλθε υπό ρωμαϊκή διακυβέρνηση. Στα μέσα του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ., η Μακεδονία έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Για ένα διάστημα, στη διάρκεια του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η Μακεδονία συναποτελούσε με την Αχαΐα, στο Ν, και με τη Μοισία, στο Β, μια αυτοκρατορική επαρχία υπό τον λεγάτο της Μοισίας. Ωστόσο, το 44 Κ.Χ., η Μακεδονία έγινε ξανά συγκλητική επαρχία υπαγόμενη στη δικαιοδοσία Ρωμαίου κυβερνήτη.—Βλέπε ΕΛΛΑΔΑ, ΕΛΛΗΝΕΣ.
Η Διακονία του Παύλου. Η Μακεδονία ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή περιοχή που επισκέφτηκε ο απόστολος Παύλος στο δεύτερο ιεραποστολικό ταξίδι του. Ενόσω βρισκόταν στην Τρωάδα, στη βορειοδυτική Μικρά Ασία, ο Παύλος έλαβε ένα όραμα. «Κάποιος άντρας Μακεδόνας στεκόταν και τον ικέτευε και έλεγε: “Πέρασε στη Μακεδονία και βοήθησέ μας”». (Πρ 16:8, 9) Ο Παύλος ανταποκρίθηκε σε αυτό το όραμα και μαζί με τον Λουκά, τον Τιμόθεο και τον Σίλα (πιθανώς δε και άλλους που τον συντρόφευαν) αναχώρησε για τη Μακεδονία. Αφού έφτασε στη Νεάπολη (το επίνειο των Φιλίππων στη βορειοανατολική Μακεδονία), ο Παύλος πήγε στους Φιλίππους και εκεί διακήρυξε τα καλά νέα. (Πρ 16:11-40) Φαίνεται ότι ο Λουκάς έμεινε στους Φιλίππους ενώ ο Παύλος, ο Σίλας και ο Τιμόθεος συνέχισαν το ταξίδι τους μέσω των μακεδονικών πόλεων Αμφίπολη (περίπου 50 χλμ. ΔΝΔ των Φιλίππων) και Απολλωνία (περίπου 35 χλμ. ΝΔ της Αμφίπολης). Στη συνέχεια ο Παύλος έδωσε μαρτυρία στις μακεδονικές πόλεις Θεσσαλονίκη (περίπου 45 χλμ. ΔΒΔ της Απολλωνίας) και Βέροια (περίπου 65 χλμ. ΔΝΔ της Θεσσαλονίκης). (Πρ 17:1-12) Λόγω επαπειλούμενης οχλοκρατίας στη Βέροια, ο Παύλος αναγκάστηκε να φύγει από τη Μακεδονία. Άφησε, όμως, τον Σίλα και τον Τιμόθεο στη Βέροια ώστε να φροντίσουν τη νέα ομάδα πιστών που σχηματίστηκε εκεί. Ο Σίλας και ο Τιμόθεος θα τον συναντούσαν αργότερα. (Πρ 17:13-15) Ο Παύλος, ο οποίος ανησυχούσε για την ευημερία της νεοσύστατης εκκλησίας στη Θεσσαλονίκη, έστειλε τον Τιμόθεο να ενθαρρύνει τους αδελφούς εκεί. (1Θε 3:1, 2) Ίσως ο Τιμόθεος να συνάντησε τον Παύλο στην Αθήνα, στην τότε Αχαΐα, και κατόπιν να του ζητήθηκε να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη. Φαίνεται, όμως, πιθανότερο να ήταν στη Βέροια όταν ειδοποιήθηκε από τον Παύλο να πάει στη Θεσσαλονίκη. Τα καλά νέα που έφερε ο Τιμόθεος επιστρέφοντας υποκίνησαν τον Παύλο να γράψει την πρώτη επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς (1Θε 3:6· Πρ 18:5). Λίγο αργότερα ακολούθησε και η δεύτερη επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς.
Στη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του, ο Παύλος σχεδίαζε να ξαναπάει στη Μακεδονία. (1Κο 16:5-8· 2Κο 1:15, 16) Αν και έμεινε λίγο περισσότερο στην Έφεσο, έστειλε στη Μακεδονία νωρίτερα τον Τιμόθεο και τον Έραστο. (Πρ 19:21, 22) Έπειτα από αυτό ο Εφέσιος αργυροχόος Δημήτριος υποκίνησε οχλαγωγία εναντίον του Παύλου. Στην πόλη επικράτησε τότε μεγάλη σύγχυση, και καθώς οι Εφέσιοι όρμησαν στο θέατρο, άρπαξαν και πήραν «τον Γάιο και τον Αρίσταρχο, που ήταν Μακεδόνες, σύντροφοι του Παύλου στο ταξίδι του». (Πρ 19:23-29) Όταν κόπασε ο σάλος, ο Παύλος ξεκίνησε για τη Μακεδονία. (Πρ 20:1) Προφανώς σταμάτησε στην Τρωάδα. Εκεί απογοητεύτηκε που δεν συνάντησε τον Τίτο, ο οποίος είχε σταλεί στην Κόρινθο, στην τότε Αχαΐα, για να βοηθήσει στη συλλογή συνεισφορών για τους αγίους στην Ιουδαία. (2Κο 2:12, 13) Έπειτα, ο Παύλος συνέχισε το ταξίδι του για τη Μακεδονία, όπου συναντήθηκε με τον Τίτο και έμαθε πώς είχαν ανταποκριθεί οι Κορίνθιοι στην πρώτη επιστολή του αποστόλου. (2Κο 7:5-7) Ακολούθως, ο Παύλος έγραψε τη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους και αργότερα κατευθύνθηκε νότια προς την υπόλοιπη Ελλάδα. Σκεφτόταν να πάει με πλοίο από την Ελλάδα στη Συρία, αλλά μια πλεκτάνη που έστησαν εναντίον του οι Ιουδαίοι τον ανάγκασε να αλλάξει τα σχέδιά του και αντ’ αυτού να επιστρέψει στη Μακεδονία. (Πρ 20:2, 3) Ανάμεσα σε εκείνους που τον συντρόφευαν στο ταξίδι ήταν τρεις Μακεδόνες, ο Σώπατρος, ο Αρίσταρχος και ο Σεκούνδος.—Πρ 20:4.
Οι Μακεδόνες Χριστιανοί, αν και φτωχοί, ήταν πολύ γενναιόδωροι. Πρόσφεραν από τον εαυτό τους, πέρα από την πραγματική τους δυνατότητα, προκειμένου να δώσουν συνεισφορές για τους άπορους αδελφούς τους στην Ιουδαία. (2Κο 8:1-7· παράβαλε Ρω 15:26, 27· 2Κο 9:1-7.) Ιδιαίτερα οι Φιλιππήσιοι υποστήριξαν με αξιοσημείωτο τρόπο τη διακονία του Παύλου. (2Κο 11:8, 9· Φλπ 4:15-17) Μάλιστα, όταν ο απόστολος φυλακίστηκε στη Ρώμη την πρώτη φορά, η εκκλησία των Φιλίππων έστειλε τον Επαφρόδιτο να διακονήσει τον Παύλο στις ανάγκες του. (Φλπ 2:25-30· 4:18) Οι δε Θεσσαλονικείς έδειξαν μεγάλη πίστη και υπομονή, και γι’ αυτό έγιναν παράδειγμα για «όλους τους πιστούς στη Μακεδονία και στην Αχαΐα».—1Θε 1:1-8· 4:9, 10.
Φαίνεται πως, όταν ο Παύλος αποφυλακίστηκε στη Ρώμη, επισκέφτηκε ξανά τη Μακεδονία και από εκεί έγραψε την επιστολή που είναι γνωστή ως Πρώτη προς τον Τιμόθεο. (1Τι 1:3) Η επιστολή προς τον Τίτο είναι πιθανό να γράφτηκε και αυτή από τη Μακεδονία.
-
-
ΜακηλώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΚΗΛΩΘ
(Μακηλώθ) [Συναθροισμένα Πλήθη].
Μια από τις τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσε ο Ισραήλ στην έρημο. (Αρ 33:25, 26) Η θέση της δεν έχει εντοπιστεί.
-
-
ΜακκηδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΚΚΗΔΑ
(Μακκηδά).
Βασιλική πόλη των Χαναναίων στη Σεφηλά. Στη σπηλιά της Μακκηδά κρύφτηκαν και έμειναν παγιδευμένοι μέχρι την εκτέλεσή τους οι πέντε βασιλιάδες που είχαν συνασπιστεί εναντίον των Γαβαωνιτών. Στη συνέχεια η σπηλιά αυτή έγινε ο κοινός τους τάφος, ο δε στρατός του Ισραήλ υπό τον Ιησού του Ναυή κατέλαβε την πόλη Μακκηδά και την αφιέρωσε στην καταστροφή. Όταν μοιράστηκε η Υποσχεμένη Γη, η Μακκηδά παραχωρήθηκε στη φυλή του Ιούδα.—Ιη 10:5-29· 12:7, 8, 16· 15:20, 33, 41.
Η ακριβής θέση της Μακκηδά δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων, ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Χεϊσούμ, περίπου 4 χλμ. ΒΒΑ της Αζηκά. Στο μέρος αυτό υπάρχουν εκτεταμένα ερείπια και κάποιες κοντινές σπηλιές.
-
-
ΜακροθυμίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ
Η υπομονετική εγκαρτέρηση σε αδικία ή πρόκληση, συνδυαζόμενη με άρνηση παραίτησης από την ελπίδα για βελτίωση της διαταραγμένης σχέσης. Επομένως, η μακροθυμία έχει σκοπό και εστιάζει ιδιαίτερα στην ευημερία εκείνου που προκαλεί τη δυσάρεστη κατάσταση. Παρ’ όλα αυτά, μακροθυμία δεν σημαίνει παράβλεψη του κακού. Όταν ο σκοπός της μακροθυμίας επιτελεστεί ή όταν δεν υφίσταται λόγος για περαιτέρω ανοχή της κατάστασης, η μακροθυμία τερματίζεται. Τερματίζεται είτε θετικά για εκείνους που θέτουν την πρόκληση είτε με ανάληψη δράσης κατά των αδικοπραγούντων. Σε κάθε περίπτωση αυτός που εκδηλώνει μακροθυμία δεν βλάπτεται στο πνεύμα του.
Η κυριολεκτική έννοια της εβραϊκής έκφρασης που αποδίδεται «μακρόθυμος» είναι «μήκος των ρουθουνιών [στα οποία φουντώνει ο θυμός]». (Εξ 34:6· Αρ 14:18· βλέπε ΘΥΜΟΣ.) Η λέξη μακροθυμία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «μακρότητα πνεύματος». (Ρω 2:4) Τόσο ο εβραϊκός όσο και ο ελληνικός όρος υποδηλώνουν υπομονή, ανοχή, αναβολή της οργής. Η λέξη «μακροθυμία» σημαίνει περισσότερα από απλή εγκαρτέρηση σε μια επώδυνη ή προβληματική κατάσταση για μακρό χρονικό διάστημα, δεδομένου ότι περιλαμβάνει εκούσια αυτοσυγκράτηση.
Οι Γραφές αποκαλύπτουν πώς αξιολογεί ο Θεός τη μακροθυμία και τονίζουν πόσο ανόητο είναι να μην εκδηλώνει κάποιος «μακρότητα πνεύματος», καθώς και ποιες είναι οι επακόλουθες επιπτώσεις. Το μακρόθυμο άτομο μπορεί να φαίνεται αδύναμο, αλλά στην πραγματικότητα ασκεί διάκριση. «Ο μακρόθυμος έχει άφθονη διάκριση, αλλά ο ανυπόμονος εξυψώνει την ανοησία». (Παρ 14:29) Η μακροθυμία υπερέχει της σωματικής κραταιότητας και επιτυγχάνει περισσότερα. «Ο μακρόθυμος είναι καλύτερος από τον κραταιό, και αυτός που ελέγχει το πνεύμα του από εκείνον που καταλαμβάνει πόλη».—Παρ 16:32.
Ο άνθρωπος που δεν εκδηλώνει «μακρότητα πνεύματος», αλλά ξεσπάει ασυγκράτητα, είναι εκτεθειμένος στην εισβολή κάθε είδους ακατάλληλων σκέψεων και ενεργειών, διότι: «Σαν πόλη διανοιγμένη από ρήγματα, χωρίς τείχος, έτσι είναι ο άνθρωπος που δεν συγκρατεί το πνεύμα του». (Παρ 25:28) «Ο άφρονας αφήνει να εκδηλωθεί όλο του το πνεύμα, αλλά ο σοφός το διατηρεί ήρεμο ως το τέλος». (Παρ 29:11) Γι’ αυτούς τους λόγους, ο σοφός άντρας συμβουλεύει να μην είμαστε οξύθυμοι: «Μη βιάζεσαι στο πνεύμα σου να θίγεσαι, γιατί η ευθιξία αναπαύεται στον κόρφο των αφρόνων».—Εκ 7:9.
Η Μακροθυμία του Ιεχωβά. Όταν ο Ιεχωβά ανέβασε τον Μωυσή στο Όρος Χωρήβ και του έδειξε μέρος της δόξας του, διακήρυξε ενώπιον του Μωυσή: «Ιεχωβά, Ιεχωβά, Θεός ελεήμων και φιλεύσπλαχνος, που είναι μακρόθυμος και αφθονεί σε στοργική καλοσύνη και αλήθεια, που διατηρεί στοργική καλοσύνη για χιλιάδες, που συγχωρεί σφάλμα και παράβαση και αμαρτία, αλλά δεν πρόκειται να δώσει απαλλαγή από την τιμωρία». (Εξ 34:5-7) Αυτή την αλήθεια για τη μακροθυμία του Ιεχωβά επανέλαβαν ο Μωυσής, ο Δαβίδ, ο Ναούμ και άλλοι.—Αρ 14:18· Νε 9:17· Ψλ 86:15· 103:8· Ιωλ 2:13· Ιων 4:2· Να 1:3.
Αν και η μακροθυμία είναι ιδιότητα του Ιεχωβά, εκφράζεται πάντοτε σε αρμονία με τις κύριες ιδιότητές του—την αγάπη, τη δικαιοσύνη, τη σοφία και τη δύναμη. (1Ιω 4:8· Δευ 32:4· Παρ 2:6· Ψλ 62:11· Ησ 40:26, 29) Δικαιοσύνη πρέπει να αποδοθεί, πρώτα από όλα, στο όνομα του Θεού. Το όνομα αυτό πρέπει να εξυψωθεί πάνω από όλα τα άλλα στο σύμπαν, και αυτό είναι ουσιώδες για την ευημερία όλων των πλασμάτων του. Η μεγάλυνση του ονόματός του είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους μακροθυμεί ο Θεός, όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος: «Αν, λοιπόν, ο Θεός, μολονότι είχε τη θέληση να εκδηλώσει την οργή του και να γνωστοποιήσει τη δύναμή του, ανέχτηκε με πολλή μακροθυμία σκεύη οργής που έγιναν άξια για καταστροφή, ώστε να γνωστοποιήσει τον πλούτο της δόξας του σε σκεύη ελέους, τα οποία ετοίμασε εκ των προτέρων για δόξα, δηλαδή εμάς, τους οποίους κάλεσε, όχι μόνο ανάμεσα από τους Ιουδαίους, αλλά και ανάμεσα από τα έθνη, τι με αυτό;» (Ρω 9:22-24) Ο Θεός, εκδηλώνοντας μακροθυμία, συγκεντρώνει έναν λαό για το όνομά του. Και μέσω αυτών μεγαλύνεται σε όλη τη γη.—Πρ 15:14· 1Κο 3:9, 16, 17· 2Κο 6:16.
Ο Θεός έδειξε τη μακροθυμία του από την αρχή της ιστορίας του ανθρώπου. Ο στασιασμός του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού αποτελούσε παραβίαση του νόμου του. Αλλά ο Θεός, αντί να τους εκτελέσει αμέσως, όπως θα μπορούσε να είχε κάνει δικαίως, εκδήλωσε μακροθυμία με αγάπη. Αυτό έγινε χάριν των αγέννητων ακόμη απογόνων τους, για τους οποίους αυτή η μακροθυμία σήμαινε τα πάντα (η υπομονή του σημαίνει τη σωτηρία πολλών [2Πε 3:15]). Το σπουδαιότερο είναι ότι ο Θεός είχε επίσης υπόψη να μεγαλύνει τη δόξα του μέσω του Σπέρματος της υπόσχεσης. (Γε 3:15· Ιωα 3:16· Γα 3:16) Εξάλλου, ο Θεός δεν ήταν μακρόθυμος μόνο εκείνον τον καιρό, αλλά γνώριζε ότι θα έπρεπε να ανεχτεί την ατελή ανθρωπότητα επί αρκετές χιλιάδες χρόνια ιστορίας, καθυστερώντας την τιμωρία ενός κόσμου ο οποίος βρισκόταν σε έχθρα με αυτόν. (Ιακ 4:4) Μερικοί έχουν παρεξηγήσει και καταχραστεί τη μακροθυμία του Θεού προς αυτούς, καθώς τους διαφεύγει ο σκοπός της, με την έννοια ότι τη βλέπουν ως αργοπορία μάλλον παρά ως στοργική υπομονή.—Ρω 2:4· 2Πε 3:9.
Πουθενά αλλού δεν γίνεται τόσο έκδηλη η μακροθυμία του Θεού όσο στην πολιτεία του με το αρχαίο έθνος του Ισραήλ. (Ρω 10:21) Επανειλημμένα, όταν αυτοί απομακρύνονταν αλλά στη συνέχεια τιμωρούνταν και μετανοούσαν, εκείνος τους δεχόταν. Αυτοί σκότωσαν τους προφήτες του και τελικά τον ίδιο του τον Γιο. Αντιτάχθηκαν στο κήρυγμα των καλών νέων από τον Ιησού και τους αποστόλους του. Αλλά η μακροθυμία του Θεού δεν ήταν μάταιη. Ένα υπόλοιπο αποδείχτηκε πιστό. (Ησ 6:8-13· Ρω 9:27-29· 11:5) Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε μερικούς από αυτούς τους πιστούς για να γράψουν το Λόγο του υπό θεϊκή έμπνευση. (Ρω 3:1, 2) Ο Νόμος τον οποίο έδωσε αφενός έδειχνε ότι όλη η ανθρωπότητα είναι αμαρτωλή και χρειάζεται έναν λυτρωτή και αφετέρου έστρεφε την προσοχή σε Αυτόν που θα έδινε τη ζωή του ως λυτρωτικό αντίτιμο και θα εξυψωνόταν στην ανώτερη θέση του Βασιλιά. (Γα 3:19, 24) Επίσης, περιείχε υποδείγματα αυτής της Βασιλείας και της ιεροσύνης του Χριστού (Κολ 2:16, 17· Εβρ 10:1), καθώς και παραδείγματα για εμάς προς μίμηση ή προς αποφυγή. (1Κο 10:11· Εβρ 6:12· Ιακ 5:10) Όλα αυτά είναι ουσιώδη προκειμένου να αποκτήσει η ανθρωπότητα αιώνια ζωή.—Ρω 15:4· 2Τι 3:16, 17.
Ο Ιεχωβά δεν μακροθυμεί για πάντα. Από την άλλη πλευρά, ο Θεός είναι μακρόθυμος μόνο όσο η μακροθυμία του είναι σε αρμονία με την κρίση, τη δικαιοσύνη και τη σοφία. Το γεγονός ότι εκδηλώνεται μακροθυμία όταν υπάρχει μια κακή ή προκλητική κατάσταση δείχνει ότι σκοπός της είναι να δώσει την ευκαιρία στους εμπλεκόμενους να αλλάξουν, να γίνουν ευθείς. Όταν τα πράγματα φτάνουν σε σημείο όπου φαίνεται ότι δεν υπάρχει ελπίδα για τέτοια αλλαγή, η συνέχιση της μακροθυμίας θα σήμαινε παραβίαση της δικαιοσύνης και της κρίσης. Τότε ο Θεός ενεργεί με σοφία για να εξαλείψει την κακή κατάσταση. Η υπομονή του τερματίζεται.
Ένα παράδειγμα αυτής της ανοχής από μέρους του Θεού και του τερματισμού της βρίσκουμε στην πολιτεία του Θεού με τους ανθρώπους πριν από τον Κατακλυσμό. Τότε επικρατούσαν αξιοθρήνητες συνθήκες, και ο Θεός είπε: «Το πνεύμα μου δεν θα ενεργεί προς τον άνθρωπο επ’ άπειρον καθόσον αυτός είναι επίσης σάρκα. Οι ημέρες του, λοιπόν, θα φτάσουν τα εκατόν είκοσι χρόνια». (Γε 6:3) Μεταγενέστερα, ο Ησαΐας είπε σχετικά με την κατάχρηση της μακροθυμίας του Ιεχωβά από μέρους του Ισραήλ: «Αλλά αυτοί στασίασαν και λύπησαν το άγιο πνεύμα του. Τότε αυτός μεταβλήθηκε σε εχθρό τους· πολέμησε ο ίδιος εναντίον τους».—Ησ 63:10· παράβαλε Πρ 7:51.
Γι’ αυτούς τους λόγους απευθύνεται στους Χριστιανούς η ικεσία: «Μη δεχτείτε την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού και σας διαφύγει ο σκοπός της». (2Κο 6:1) Τους δίνεται η συμβουλή: «Μη λυπείτε το άγιο πνεύμα του Θεού». (Εφ 4:30) Επίσης, «Μη σβήνετε τη φωτιά του πνεύματος». (1Θε 5:19) Διαφορετικά, ίσως συνεχίσουν μέχρι του σημείου της αμαρτίας και της βλασφημίας κατά του πνεύματος του Θεού, εξυβρίζοντάς το στην ουσία, οπότε δεν θα υπάρχει μετάνοια ή συγχώρηση, παρά μόνο καταστροφή.—Ματ 12:31, 32· Εβρ 6:4-6· 10:26-31.
Ο Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς Χριστός υπήρξε υπόδειγμα μακροθυμίας μεταξύ των ανθρώπων. Ο προφήτης Ησαΐας έγραψε σχετικά με αυτόν: «Πιέστηκε σκληρά και άφησε τον εαυτό του να ταλαιπωρείται· και όμως δεν άνοιξε το στόμα του. Σαν πρόβατο φέρθηκε στη σφαγή· και σαν προβατίνα που έμεινε άφωνη μπροστά στους κουρευτές της, έτσι και αυτός δεν άνοιξε το στόμα του». (Ησ 53:7) Ανέχτηκε τις αδυναμίες των αποστόλων του, τον καταιγισμό προσβολών και απρεπειών από μέρους των άσπονδων, μοχθηρών εχθρών του. Παρ’ όλα αυτά, δεν ανταπέδωσε τα ίσα, με λόγια ή με έργα. (Ρω 15:3) Όταν ο απόστολος Πέτρος ενήργησε αστόχαστα κόβοντας το αφτί του Μάλχου, ο Ιησούς τον έλεγξε με τα λόγια: «Επίστρεψε το σπαθί σου στη θέση του, . . . νομίζεις ότι δεν μπορώ να επικαλεστώ τον Πατέρα μου για να μου χορηγήσει αυτή τη στιγμή περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων; Τότε πώς θα εκπληρώνονταν οι Γραφές ότι έτσι πρέπει να γίνει;»—Ματ 26:51-54· Ιωα 18:10, 11.
Γιατί είναι σημαντικό να καλλιεργούν μακροθυμία οι Χριστιανοί;
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η μακροθυμία προέρχεται από τον Ιεχωβά Θεό. Είναι καρπός του πνεύματός του. (Γα 5:22) Ο άνθρωπος, δημιουργημένος κατά την εικόνα και την ομοίωση του Θεού, έχει σε κάποιον βαθμό αυτή την ιδιότητα και μπορεί να την αναπτύξει ακολουθώντας το Λόγο του Θεού και την κατεύθυνση του αγίου του πνεύματος. (Γε 1:26, 27) Οι Χριστιανοί, λοιπόν, προστάζονται να καλλιεργούν και να εκδηλώνουν αυτή την ιδιότητα (Κολ 3:12), η οποία αποτελεί διακριτικό γνώρισμα των διακόνων του Θεού. (2Κο 6:4-6) Ο απόστολος Παύλος λέει: «Να είστε μακρόθυμοι προς όλους». (1Θε 5:14) Δείχνει δε ότι είναι απαραίτητο να εκδηλώνουμε αυτή την ιδιότητα για να ευαρεστούμε τον Θεό. Αλλά η μακροθυμία δεν είναι γνήσια αν συνοδεύεται από γογγυσμούς και παράπονα. Ο Παύλος δείχνει ότι πραγματικά αξιέπαινο είναι το να είμαστε «μακρόθυμοι με χαρά».—Κολ 1:9-12.
Εκτός από τη χαρά που αποκομίζει κάποιος εκδηλώνοντας μακροθυμία, είναι μεγάλες και οι ανταμοιβές. Για τον Ιεχωβά η ανταμοιβή είναι ότι δοξάζεται το όνομά του. Η πρόκληση που αφορά το κατά πόσον είναι δίκαιη και δικαιωματική η κυριαρχία του Θεού αποδεικνύεται κενή, και εκείνος δικαιώνεται. (Γε 3:1-5· Ιωβ 1:7-11· 2:3-5) Τι θα είχε συμβεί αν είχε θανατώσει τον Αδάμ, την Εύα και τον Σατανά όταν στασίασαν; Μερικοί πιθανόν να συμπέραιναν ότι η πρόκληση του Σατανά είχε κάποια βάση. Αλλά εκδηλώνοντας μακροθυμία, ο Ιεχωβά έδωσε σε ανθρώπους την ευκαιρία να αποδείξουν υπό δοκιμή ότι προτιμούν τη δική του κυριαρχία και ότι επιθυμούν να τον υπηρετούν λόγω των θαυμάσιων ιδιοτήτων του, ναι, να καταδείξουν ότι προτιμούν την κυριαρχία του Ιεχωβά από την πλήρη ανεξαρτησία, γνωρίζοντας ότι αυτή είναι πολύ καλύτερη.—Ψλ 84:10.
Ο Ιησούς Χριστός, επειδή εκδήλωσε μακροθυμία υπακούοντας στον Θεό, έλαβε την πλέον εξαίσια ανταμοιβή με το να εξυψωθεί στην ανώτερη θέση της βασιλείας και να του δοθεί από τον Πατέρα του «το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα». (Φλπ 2:5-11) Επιπλέον, λαβαίνει μια «νύφη» αποτελούμενη από τους πνευματικούς αδελφούς του, τη Νέα Ιερουσαλήμ, η οποία παριστάνεται ως πόλη, και της οποίας οι θεμέλιες πέτρες έχουν πάνω τους τα ονόματα των 12 αποστόλων του Αρνιού.—2Κο 11:2· Απ 21:2, 9, 10, 14.
Παρόμοια, οι ανταμοιβές είναι πλούσιες για όλους εκείνους που καλλιεργούν μακροθυμία και συνεχίζουν να την εκδηλώνουν σε αρμονία με το σκοπό του Θεού. (Εβρ 6:11-15) Αυτοί έχουν την ικανοποίηση ότι μιμούνται μια ιδιότητα του Θεού, ότι εκτελούν το θέλημά του και ότι έχουν την επιδοκιμασία του. Επιπρόσθετα, η μακροθυμία τους θα φέρει αποτελέσματα καθώς βοηθούν άλλους να γνωρίσουν τον Θεό και να αποκτήσουν αιώνια ζωή.—1Τι 4:16.
-
-
ΜακτέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΚΤΕΣ
(Μακτές) [Γουδί].
Προφανώς ένα τμήμα της Ιερουσαλήμ κοντά στην Πύλη των Ψαριών και στο δεύτερο τμήμα. Είχε προειπωθεί ότι την εποχή της συμφοράς του Ιούδα οι κάτοικοι της Μακτές θα θρηνούσαν γοερά, εφόσον οι εμπορικές δραστηριότητες θα έπαυαν εκεί.—Σοφ 1:1, 2, 10, 11.
Η εβραϊκή λέξη μαχτές σημαίνει «γουδί» (Παρ 27:22) ή «κοίλωμα σε σχήμα γουδιού» (Κρ 15:19), γι’ αυτό και ορισμένες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη λέξη «Γουδί» αντί της λέξης «Μακτές» ως κύριο όνομα. (AT, JB, RS) Το Ταργκούμ ταυτίζει τη Μακτές με την Κοιλάδα Κιδρόν, το βαθύ φαράγγι κατά μήκος του ανατολικού τείχους της Ιερουσαλήμ. Αλλά αυτή η κοιλάδα δεν γειτνιάζει με την «Πύλη των Ψαριών» και το «δεύτερο τμήμα», που βρίσκονταν δυτικότερα. Γι’ αυτό, η Μακτές πιστεύεται γενικά ότι υποδηλώνει ένα κομμάτι της Κεντρικής Κοιλάδας (των Τυροποιών), ίσως το άνω τμήμα της.
-
-
ΜαλαχίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΑΧΙΑΣ
(Μαλαχίας).
Εβραίος προφήτης και Βιβλικός συγγραφέας. (Μαλ 1:1) Οι Γραφές δεν δίνουν καμιά πληροφορία για την καταγωγή του και την προσωπική του ζωή. Ό,τι είναι γνωστό για αυτόν αποκαλύπτεται στο ομώνυμο βιβλίο. Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζεται ως άντρας με μεγάλο ζήλο για το όνομα και τη λατρεία του Ιεχωβά.
-
-
Μαλαχίας (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΑΧΙΑΣ (ΒΙΒΛΙΟ)
Το τελευταίο βιβλίο των Εβραϊκών Γραφών στις σύγχρονες Βιβλικές μεταφράσεις. Στον παραδοσιακό Ιουδαϊκό κανόνα τοποθετείται τελευταίο μεταξύ των συγγραμμάτων των λεγόμενων μικρών προφητών, αλλά πριν από τα Γραφεία (Αγιόγραφα). Συνιστά εξαγγελία του Ιεχωβά σχετικά με τον Ισραήλ την οποία εξέφερε μέσω του Μαλαχία.—Μαλ 1:1.
Οι Συνθήκες την Εποχή του Μαλαχία. Την εποχή κατά την οποία προφήτευε ο Μαλαχίας, επικρατούσε αξιοθρήνητη κατάσταση μεταξύ των ιερέων. Αντίθετα με τα όσα υπαγόρευε ο Νόμος, αυτοί δέχονταν κουτσά, τυφλά και άρρωστα ζώα για θυσία στο θυσιαστήριο του Ιεχωβά. (Μαλ 1:8· Λευ 22:19· Δευ 15:21) Δεν έδιναν κατάλληλη καθοδηγία και διδασκαλία στο λαό, κάνοντας πολλούς να προσκόπτουν. (Μαλ 2:7, 8) Όταν έκριναν διάφορα ζητήματα, έδειχναν μεροληψία. (2:9) Όλα αυτά επηρέαζαν άσχημα τους Ισραηλίτες γενικά, κάνοντάς τους να θεωρούν την υπηρεσία του Ιεχωβά ευτελή. (3:14, 15) Αυτό καθίσταται φανερό από το γεγονός ότι οι Ισραηλίτες δεν υποστήριζαν το ναό καταβάλλοντας τα δέκατα που όφειλαν. Είχαν χάσει σε τέτοιον βαθμό την αφοσίωσή τους στον Ιεχωβά ώστε προφανώς έπαιρναν διαζύγιο από τις συζύγους τους για να παντρευτούν γυναίκες που λάτρευαν ψεύτικους θεούς. Επιπλέον, ανάμεσα στους Ισραηλίτες επικρατούσε η μαγγανεία, η μοιχεία, το ψέμα, η απάτη και η καταδυνάστευση. (2:11, 14-16· 3:5, 8-10) Γι’ αυτόν το λόγο, ο Ιεχωβά προειδοποίησε ότι επρόκειτο να έρθει στο ναό του για κρίση. (3:1-6) Ταυτόχρονα, παρότρυνε τους παραβάτες να μετανοήσουν, λέγοντας: «Επιστρέψτε σε εμένα, και θα επιστρέψω σε εσάς».—3:7.
Χρόνος Συγγραφής. Η ολοκλήρωση του βιβλίου του Μαλαχία μπορεί να χρονολογηθεί με βάση ορισμένες εσωτερικές αποδείξεις. Το βιβλίο γράφτηκε έπειτα από τη βαβυλωνιακή εξορία, δεδομένου ότι οι Ισραηλίτες υπόκειντο στη διοίκηση κάποιου κυβερνήτη. Απέδιδαν λατρεία στο ναό, πράγμα που φανερώνει ότι ο ναός είχε ανοικοδομηθεί. (Μαλ 1:7, 8· 2:3, 13· 3:8-10) Αυτό υποδεικνύει μια χρονική περίοδο μεταγενέστερη από την περίοδο του Αγγαίου (520 Π.Κ.Χ.) και του Ζαχαρία (520-518 Π.Κ.Χ.), διότι οι συγκεκριμένοι προφήτες παρότρυναν ενεργά τους Ισραηλίτες να αποπερατώσουν το ναό. (Εσδ 5:1, 2· 6:14, 15) Το ότι ο Ισραήλ παραμέλησε την αληθινή λατρεία και δεν προσκολλήθηκε στο νόμο του Θεού φαίνεται να ταιριάζει με τις συνθήκες οι οποίες επικρατούσαν τη δεύτερη φορά που έφτασε ο Νεεμίας στην Ιερουσαλήμ, κάποια στιγμή μετά το 32ο έτος του Βασιλιά Αρταξέρξη (περ. 443 Π.Κ.Χ.). (Παράβαλε Μαλ 1:6-8· 2:7, 8, 11, 14-16· Νε 13:6-31.) Συνεπώς, το βιβλίο του Μαλαχία μπορεί κάλλιστα να γράφτηκε μετά το 443 Π.Κ.Χ., όπως το βιβλίο του Νεεμία.
Αρμονία με Άλλα Βιβλία της Αγίας Γραφής. Το βιβλίο αυτό βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τις υπόλοιπες Γραφές. Ο απόστολος Παύλος παρέθεσε από τα εδάφια Μαλαχίας 1:2, 3 για να δείξει παραστατικά ότι η εκλογή του Θεού εξαρτάται, «όχι από εκείνον που θέλει ούτε από εκείνον που τρέχει, αλλά από τον Θεό, ο οποίος ελεεί». (Ρω 9:10-16) Ο Ιεχωβά προσδιορίζεται ως ο Δημιουργός (Μαλ 2:10· παράβαλε Ψλ 100:3· Ησ 43:1· Πρ 17:24-26) και ως δίκαιος, ελεήμων και αναλλοίωτος Θεός, ο οποίος δεν αφήνει ατιμώρητη την εσκεμμένη αδικοπραγία. (Μαλ 2:2, 3, 17· 3:5-7, 17, 18· 4:1· παράβαλε Εξ 34:6, 7· Λευ 26:14-17· Νε 9:17· Ιακ 1:17.) Τονίζεται η σπουδαιότητα του ονόματος του Θεού. (Μαλ 1:5, 11, 14· 4:2· παράβαλε Δευ 28:58, 59· Ψλ 35:27· Μιχ 5:4.) Επιπλέον, δίνεται στο λαό η προτροπή να θυμάται το Μωσαϊκό Νόμο.—Μαλ 4:4.
Το βιβλίο κατηύθυνε επίσης την προσοχή του Ισραήλ στην έλευση του Μεσσία και στην ημέρα του Ιεχωβά. Αν και τονίζεται ότι ο Ιεχωβά επρόκειτο να αποστείλει τον αποκαλούμενο “αγγελιοφόρο του”, αυτός δεν θα ήταν παρά ο πρόδρομος του ακόμη μεγαλύτερου “αγγελιοφόρου της διαθήκης” ο οποίος θα συνόδευε τον Ιεχωβά. (Μαλ 3:1) Οι θεόπνευστες αφηγήσεις του Ματθαίου (11:10-14· 17:10-13), του Μάρκου (9:11-13) και του Λουκά (1:16, 17, 76) συνδυαζόμενες δείχνουν ότι, στην πρώτη εκπλήρωση των εδαφίων Μαλαχίας 3:1 και 4:5, 6, ο “αγγελιοφόρος” και ο “Ηλίας” αντιπροσωπεύουν τον πρόδρομο του Ιησού, τον Ιωάννη τον Βαφτιστή.
[Πλαίσιο στη σελίδα 250]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΜΑΛΑΧΙΑΣ
Εξαγγελία που τονίζει ότι είμαστε υπόλογοι στον Ιεχωβά Θεό όταν αψηφούμε τις απαιτήσεις του
Την έγραψε ο προφήτης Μαλαχίας, προφανώς 95 περίπου χρόνια μετά την επιστροφή των πρώτων Ιουδαίων εξορίστων από τη Βαβυλώνα
Ο Ιεχωβά αγάπησε τον Ισραήλ, αλλά αυτοί καταφρονούν το όνομά του (1:1-14)
Ο Ιεχωβά αγάπησε το λαό του όπως αγάπησε τον Ιακώβ, ενώ μίσησε τον Ησαύ
Παρ’ όλα αυτά, οι ιερείς του Ισραήλ καταφρονούν το όνομα του Θεού, δεχόμενοι κουτσά και άρρωστα ζώα για θυσία, ενώ δεν θα πρόσφεραν τέτοια ζώα σε κάποιον ανθρώπινο κυβερνήτη
Οι ιερείς και ο λαός επικρίνονται επειδή δεν τηρούν τις οδούς του Ιεχωβά (2:1-17)
Οι ιερείς έχουν εγκαταλείψει την οδό του Θεού, κάνοντας πολλούς «να προσκόψουν στο νόμο», και με αυτόν τον τρόπο έχουν «καταστρέψει τη διαθήκη του Λευί»
Ορισμένοι έχουν παντρευτεί αλλοεθνείς γυναίκες και κάποιοι έχουν φερθεί δόλια στις συζύγους της νεότητάς τους, παίρνοντας διαζύγιο από αυτές
Οι Ισραηλίτες έχουν κάνει τον Θεό να αποκάμει, ισχυριζόμενοι ότι εκείνος επιδοκιμάζει όσους πράττουν το κακό
Ο αληθινός Κύριος θα κρίνει και θα εξαγνίσει το λαό του (3:1-18)
Ο Ιεχωβά θα έρθει στο ναό μαζί με τον αγγελιοφόρο της διαθήκης· θα εξαγνίσει και θα καθαρίσει τους Λευίτες, και η προσφορά δώρων του Ιούδα θα ευαρεστήσει τον Ιεχωβά
Οι μάγοι, οι μοιχοί, οι ψεύδορκοι, οι απατεώνες και οι δυνάστες θα υποστούν ταχεία κρίση
Φέρτε όλα τα δέκατα στην αποθήκη του Ιεχωβά και απολαύστε πλημμύρα ευλογιών
Βιβλίο ενθύμησης θα γραφτεί για όσους φοβούνται τον Ιεχωβά· ο λαός Του θα διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στον δίκαιο και στον πονηρό
Η έλευση της μεγάλης και φοβερής ημέρας του Ιεχωβά (4:1-6)
Η ημέρα του Ιεχωβά θα επιφέρει την ολοκληρωτική καταστροφή των πονηρών, ενώ «θα λάμψει ο ήλιος της δικαιοσύνης» σε όσους φοβούνται το όνομα του Θεού
Πριν από αυτή την ημέρα θα λάβει χώρα έργο αποκατάστασης, το οποίο θα εκτελέσει ο προφήτης Ηλίας
-
-
ΜαλλίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΛΙ
Το απαλό τρίχωμα που σχηματίζει την προβιά ορισμένων ζώων, ιδιαίτερα των προβάτων. Οι Εβραίοι και άλλοι λαοί στην αρχαιότητα κούρευαν το μαλλί και το χρησιμοποιούσαν ευρέως για να φτιάξουν ρούχα και κεντήματα. (Εξ 35:4-6, 25· 36:8, 35, 37· 38:18· 39:1-8, 22-29· Λευ 13:47· Παρ 31:13, 22· Ιεζ 34:3) Τα μάλλινα ρούχα παρέχουν μόνωση από τη ζέστη και το κρύο, ενώ παράλληλα είναι βολικά, επειδή ζεσταίνουν χωρίς να είναι ιδιαίτερα βαριά και απορροφούν την υγρασία χωρίς όμως να τα αισθάνεται νωπά αυτός που τα φοράει.
Υπό το Νόμο, οι Ισραηλίτες ήταν υποχρεωμένοι να δίνουν “το πρώτο μαλλί που κούρευαν” από τα ποίμνιά τους στους ιερείς. (Δευ 18:3-5) Όσοι δεν ήταν ιερείς απαγορευόταν να “φορούν σύμμικτο ύφασμα από μαλλί και λινάρι μαζί”.—Δευ 22:11· Λευ 19:19· βλέπε ΥΦΑΣΜΑ (Άλλες Χρήσεις).
Η σπουδαιότητα του μαλλιού στην αρχαιότητα υποδεικνύεται από το ότι ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ πλήρωνε «εκατό χιλιάδες αρνιά και εκατό χιλιάδες ακούρευτα αρσενικά πρόβατα» στο βασιλιά του Ισραήλ ως φόρο υποτελείας. (2Βα 3:4) Επίσης, το μαλλί ήταν πολύτιμο εμπόρευμα.—Ιεζ 27:1, 2, 7, 16, 18.
Επειδή το μαλλί είναι συνήθως λευκό στη φυσική του κατάσταση, μερικές φορές συσχετίζεται με τη λευκότητα και την αγνότητα. Για παράδειγμα, μέσω του προφήτη Ησαΐα, ο Ιεχωβά παρομοίασε τις συγχωρημένες αμαρτίες με λευκό μαλλί, λέγοντας: «Αν οι αμαρτίες σας είναι κατακόκκινες, θα γίνουν λευκές σαν το χιόνι· αν είναι ερυθρές σαν την πορφύρα, θα γίνουν σαν το μαλλί».—Ησ 1:18-20.
Ο Ιεχωβά δίνει «χιόνι σαν μαλλί», σαν να σκεπάζει τη γη με ένα ζεστό κάλυμμα λευκού μαλλιού.—Ψλ 147:16.
«Ο Παλαιός των Ημερών», ο Ιεχωβά Θεός, παρουσιάζεται συμβολικά σε όραμα να έχει μαλλιά σαν το καθαρό μαλλί. (Δα 7:9) Αυτό υποδηλώνει μεγάλη ηλικία και σοφία, χαρακτηριστικά που συσχετίζονται με τα γκρίζα μαλλιά. (Παράβαλε Ιωβ 15:9, 10.) Παρόμοια, ο απόστολος Ιωάννης είδε «κάποιον όμοιο με γιο ανθρώπου» και παρατήρησε ότι «το κεφάλι του και οι τρίχες του ήταν λευκά σαν λευκό μαλλί, σαν χιόνι». (Απ 1:12-14) Η περιγραφή των μαλλιών του με αυτόν τον τρόπο μπορεί να υποδηλώνει ότι είχαν γίνει λευκά στην οδό της δικαιοσύνης.—Παρ 16:31.
-
-
Μαλλιά, ΤρίχωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΛΙΑ, ΤΡΙΧΩΜΑ
Η ιστορία δείχνει ότι τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες θεωρούσαν γενικά τα μαλλιά τους καλλωπιστικό στοιχείο που τους έκανε πιο ελκυστικούς και, σε πολλές περιπτώσεις, σημάδι σφρίγους και νεότητας. Γι’ αυτό, οι άνθρωποι ανέκαθεν περιποιούνταν πολύ τα μαλλιά τους.
Αιγύπτιοι. Οι Αιγύπτιοι είχαν πιθανότατα τις πιο παράξενες συνήθειες όσον αφορά τα μαλλιά και τις τρίχες του προσώπου τους. Οι άντρες, ιδιαίτερα οι ιερείς και οι στρατιώτες, ξύριζαν το κεφάλι και τα γένια τους. Ο Ηρόδοτος λέει ότι οι κάτοικοι του Νείλου ξύριζαν το κεφάλι των αγοριών, αφήνοντας μόνο λίγες τούφες στα πλάγια και ίσως μπρος και πίσω. Όταν το παιδί ενηλικιωνόταν, έκοβαν αυτές τις τούφες θεωρώντας τες σημάδια της παιδικής ηλικίας. Για τους άντρες ήταν ένδειξη πένθους ή ατημελησίας το να αφήσουν μακριά μαλλιά και γενειάδα. Γι’ αυτό και ο Ιωσήφ, όταν τον έβγαλαν από τη φυλακή, ξυρίστηκε προτού παρουσιαστεί ενώπιον του Φαραώ. (Γε 41:14) Ωστόσο, οι Αιγύπτιοι φορούσαν μερικές φορές περούκες και έβαζαν γενειάδες. Κάποιες παραστάσεις σε αιγυπτιακά μνημεία δείχνουν υψηλόβαθμους άντρες να έχουν μακριά, περιποιημένα μαλλιά, αλλά δεν είναι ευδιάκριτο αν αυτά είναι φυσικά ή περούκα.
Από την άλλη πλευρά, οι Αιγύπτιες άφηναν τα φυσικά τους μαλλιά μακριά και τα έπλεκαν. Καλοδιατηρημένα, πλεγμένα μαλλιά έχουν βρεθεί σε αρκετές αιγυπτιακές μούμιες γυναικών.
Ασσύριοι, Βαβυλώνιοι, Ρωμαίοι. Οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι και γενικά οι Ασιάτες είχαν μακριά μαλλιά. Ασσυριακά ανάγλυφα παρουσιάζουν τους άντρες να έχουν τα μαλλιά χτενισμένα σφιχτά, με τις άκρες να πέφτουν πάνω στους ώμους σε μπούκλες. Οι γενειάδες τους ήταν επίσης μακριές με μπούκλες, που κάποιες φορές χωρίζονταν σε δύο ή τρία επίπεδα, το δε μουστάκι ήταν περιποιημένο και οι άκρες του σχημάτιζαν επίσης μπούκλες. Κάποιοι πιστεύουν ότι τα πολύ μακριά μαλλιά που απεικονίζονται στα μνημεία ήταν εν μέρει ψεύτικα—πρόσθετα στα φυσικά μαλλιά του ατόμου.
Στην αρχαιότητα, οι Ρωμαίοι είχαν προφανώς γενειάδες, αλλά κατά τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. υιοθέτησαν τη συνήθεια του ξυρίσματος.
Εβραίοι. Οι Εβραίοι είχαν εξαρχής τη συνήθεια να αφήνουν γενειάδα, την οποία όμως διατηρούσαν περιποιημένη. Επίσης, έκοβαν τα μαλλιά τους σε μέτριο μήκος. Στην περίπτωση του Αβεσσαλώμ, τα μαλλιά του μεγάλωναν τόσο πολύ, ώστε όταν τα έκοβε, μία φορά το χρόνο, ζύγιζαν 200 σίκλους (2,3 κιλά), καθώς είναι πιθανό να βάραιναν ακόμη περισσότερο από τη χρήση λαδιού ή μύρων. (2Σα 14:25, 26) Σύμφωνα με το νόμο του Θεού, οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε “να κονταίνουν ολόγυρα τα μαλλιά στα πλάγια του κεφαλιού τους” ούτε να καταστρέφουν «τις άκρες» της γενειάδας τους. Αυτό δεν σήμαινε ότι απαγορευόταν να κόβουν τα μαλλιά ή τη γενειάδα τους σε μέτριο μήκος, αλλά προφανώς η εντολή αυτή τους απέτρεπε από το να μιμηθούν ειδωλολατρικές συνήθειες. (Λευ 19:27· Ιερ 9:25, 26· 25:23· 49:32) Το να παραμελήσει κανείς τα μαλλιά ή τη γενειάδα του, πιθανότατα αφήνοντάς τα άκοπα και απεριποίητα, αποτελούσε ένδειξη πένθους. (2Σα 19:24) Σε οδηγίες που έδωσε ο Θεός στους ιερείς μέσω του προφήτη Ιεζεκιήλ, τους πρόσταξε να κόβουν, αλλά όχι να ξυρίζουν, τις τρίχες του κεφαλιού τους και να μην αφήνουν τα μαλλιά τους ελεύθερα όταν υπηρετούσαν στο ναό.—Ιεζ 44:15, 20.
Οι Εβραίες φρόντιζαν τα μαλλιά τους θεωρώντας τα σημάδι ομορφιάς (Ασμ 7:5), και τα άφηναν μακριά. (Ιωα 11:2) Το να κουρευτεί μια γυναίκα τελείως αποτελούσε ένδειξη πένθους ή οδύνης. (Ησ 3:24) Όταν ένας Ισραηλίτης στρατιώτης αιχμαλώτιζε μια παρθένα από κάποια εχθρική πόλη και επιθυμούσε να την παντρευτεί, εκείνη έπρεπε πρώτα να κουρευτεί τελείως, να περιποιηθεί τα νύχια της και να πενθήσει τους γονείς της επί έναν μήνα, εφόσον εκείνοι θα είχαν σκοτωθεί κατά την κατάληψη της πόλης.—Δευ 21:10-13· 20:10-14.
Στη διάγνωση της λέπρας, ένα στοιχείο που έπρεπε να λαβαίνει υπόψη του ο ιερέας ήταν το χρώμα και η κατάσταση των τριχών στο προσβεβλημένο σημείο.—Λευ 13:1-46.
Χριστιανοί. Τόσο ο απόστολος Πέτρος όσο και ο απόστολος Παύλος υποκινήθηκαν να συμβουλέψουν τις Χριστιανές να μη δίνουν υπερβολική προσοχή στην κόμμωση και στο στολισμό, όπως συνηθιζόταν εκείνες τις ημέρες. Απεναντίας, τις νουθέτησαν να εστιάζουν την προσοχή τους στο στολισμό με την άφθαρτη ενδυμασία του ήσυχου και πράου πνεύματος.—1Πε 3:3, 4· 1Τι 2:9, 10.
Ο απόστολος Παύλος έστρεψε επίσης την προσοχή στην κατάσταση που επικρατούσε ανάμεσα σε εκείνους προς τους οποίους έγραψε και στο τι συνήθιζαν γενικά να κάνουν αυτοί, και κατέδειξε ότι ήταν φυσιολογικό να έχει ένας άντρας κοντύτερα μαλλιά από μια γυναίκα. (Βλέπε ΦΥΣΗ.) Μια γυναίκα με ξυρισμένο κεφάλι ήταν ατιμασμένη. Ο Θεός είχε δώσει στη γυναίκα τα μακριά μαλλιά «αντί για κάλυμμα του κεφαλιού», αλλά ο Παύλος υποστήριξε ότι εκείνη δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτό το φυσικό κάλυμμα, το οποίο ήταν δόξα για αυτήν, ως δικαιολογία για να μη φοράει κάλυμμα του κεφαλιού, «σημείο εξουσίας», όταν προσευχόταν ή προφήτευε μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Αποδεχόμενη αυτό το γεγονός και φορώντας κάλυμμα σε τέτοιες περιστάσεις, η Χριστιανή θα αναγνώριζε τη θεοκρατική ηγεσία και θα έδειχνε Χριστιανική υποταγή. Με αυτόν τον τρόπο θα δόξαζε τόσο τη συζυγική κεφαλή της όσο και τον Ιεχωβά Θεό, την Κεφαλή όλων.—1Κο 11:3-16.
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιώβ έκοψε τα μαλλιά του κεφαλιού του θέλοντας να δείξει συμβολικά την απελπισία του για το γεγονός ότι είχε χάσει τα παιδιά και την περιουσία του.—Ιωβ 1:20.
Στον Ιεζεκιήλ δόθηκε η εντολή να κόψει τις τρίχες του κεφαλιού του και της γενειάδας του, να τις χωρίσει στα τρία και να τις καταστρέψει με τρόπους οι οποίοι θα περιέγραφαν προφητικά τα οδυνηρά πράγματα που θα συνέβαιναν στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ κατά την εκτέλεση των κρίσεων του Θεού εναντίον της. (Ιεζ 5:1-13) Η οδύνη και η ταλαιπωρία συμβολίζονταν επίσης από το ξερίζωμα ή το κόψιμο των μαλλιών ή των τριχών. (Εσδ 9:3· Ιερ 7:29· 48:37· Μιχ 1:16) Η ατίμωση, η περιφρόνηση ή το όνειδος μπορούσαν να εκφραστούν με το ξερίζωμα των τριχών από το κεφάλι ή το πρόσωπο κάποιου.—Νε 13:25· Ησ 50:6.
Ο αριθμός των τριχών στο ανθρώπινο κεφάλι (ο οποίος λέγεται ότι φτάνει κατά μέσο όρο περίπου τις 100.000) χρησιμοποιήθηκε για να συμβολίσει κάτι πολυάριθμο ή αναρίθμητο. (Ψλ 40:12· 69:4) Η δε λεπτότητα της τρίχας χρησιμοποιήθηκε μεταφορικά για να υποδηλώσει εξαιρετική ακρίβεια. (Κρ 20:16) Η φράση “Ούτε μία τρίχα από το κεφάλι σου δεν θα χαθεί (ή δεν θα πέσει)” αποτελεί εγγύηση για πλήρη και ολοκληρωτική προστασία και ασφάλεια. (Λου 21:18· 1Σα 14:45· 2Σα 14:11· 1Βα 1:52· Πρ 27:34) Κάτι παρόμοιο υποδήλωναν τα λόγια του Ιησού Χριστού προς τους μαθητές του όσον αφορά τη φροντίδα του Θεού για αυτούς: «Ακόμη και οι τρίχες του κεφαλιού σας είναι όλες αριθμημένες».—Ματ 10:30· Λου 12:7.
Τα γκρίζα μαλλιά άξιζαν σεβασμό (Παρ 16:31· 20:29) και χρησιμοποιούνταν ενίοτε ως συνώνυμο της μεγάλης ηλικίας και της σοφίας. (Ιωβ 15:9, 10· βλέπε ΓΚΡΙΖΑ ΜΑΛΛΙΑ.) Σε όραμα που δόθηκε στον Δανιήλ, ο Ιεχωβά εμφανίστηκε συμβολικά ως ασπρομάλλης, με τρίχες «σαν το καθαρό μαλλί», ως «ο Παλαιός των Ημερών». (Δα 7:9) Ο απόστολος Ιωάννης είδε τον Ιησού Χριστό να εμφανίζεται σε όραμα έχοντας τις τρίχες του κεφαλιού του “λευκές σαν λευκό μαλλί”.—Απ 1:1, 14, 17, 18.
Τρίχωμα Ζώων. Οι τρίχες του κατσικιού χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή υφασμάτων. (Εξ 26:7) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής φορούσε ένδυμα από τρίχες καμήλας. (Ματ 3:4· Μαρ 1:6) Αυτό το είδος ενδύματος ήταν το επίσημο ένδυμα των προφητών. (2Βα 1:8· παράβαλε Γε 25:25.) Η Ρεβέκκα τοποθέτησε τρίχωμα κατσικιών στα χέρια και στο λαιμό του Ιακώβ σε απομίμηση της τριχοφυΐας του Ησαύ.—Γε 27:16· βλέπε ΓΕΝΕΙΑΔΑ.
-
-
ΜαλλούχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΛΟΥΧ
(Μαλλούχ) [από μια ρίζα που σημαίνει «βασιλεύω»· ή, «βασιλιάς»].
1. Μεραρίτης Λευίτης και προπάτορας του Λευίτη υμνωδού Εθάν.—1Χρ 6:44-47.
2. Ένας από τους ιερείς που συνόδευσαν τον Ζοροβάβελ όταν οι Ιουδαίοι επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 12:1, 2, 7.
3. Ισραηλίτης «από τους γιους του Βανί» μεταξύ εκείνων που είχαν δεχτεί αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις εξαπέστειλαν στις ημέρες του Έσδρα.—Εσδ 10:29, 44.
4. Ισραηλίτης «από τους γιους του Χαρίμ» μεταξύ εκείνων που είχαν πάρει αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις απέπεμψαν την εποχή του Έσδρα.—Εσδ 10:31, 32, 44.
5. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» που συνάφθηκε στις ημέρες του Νεεμία.—Νε 9:38–10:4.
6. Ισραηλίτης—από τους επικεφαλής του λαού—του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε την «αξιόπιστη συμφωνία» που συνάφθηκε την εποχή του Νεεμία.—Νε 9:38· 10:1, 14, 27.
-
-
ΜαλλουχίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΛΟΥΧΙ
(Μαλλουχί).
Ιερατική οικογένεια, ένας εκπρόσωπος της οποίας υπηρέτησε στις ημέρες του Αρχιερέα Ιεχωακείμ και στις ημέρες του Έσδρα και του Κυβερνήτη Νεεμία.—Νε 12:12, 14, 26.
Το όνομα Μαλλουχί συνοδεύεται στο Μασοριτικό κείμενο από ένα κερέ—δηλαδή μια περιθωριακή σημείωση—που λέει ότι πρέπει να διαβάζεται «Μελιχού», μορφή που εμφανίζεται στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου. (Βλέπε επίσης ΒΑΜ, ΜΠΚ.) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα έχει την απόδοση «Μαλούχ», που σύμφωνα με μερικούς λογίους ήταν και η πρωτότυπη μορφή. Αυτοί οι λόγιοι υποστηρίζουν (χωρίς, όμως, να μπορεί να αποδειχτεί αυτό) ότι η προσθήκη του γράμματος ι (στην εβραϊκή, γιωδ [י]) στο τέλος του ονόματος έγινε όταν, κατά την αντιγραφή των χειρογράφων, το πρώτο γράμμα της επόμενης λέξης γράφτηκε κατά λάθος δύο φορές.
-
-
ΜαλλωθίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΛΩΘΙ
(Μαλλωθί) [από μια ρίζα που σημαίνει «κάνω σήματα· προφέρω»].
Κααθίτης Λευίτης και ένας από τους 14 γιους του υμνωδού Αιμάν. (1Χρ 25:4, 5) Τα μέλη αυτής της οικογένειας υπηρετούσαν ως μουσικοί υπό τη διεύθυνση του πατέρα τους του Αιμάν. Όταν ο Δαβίδ οργάνωσε τις υποδιαιρέσεις των Λευιτών ώστε αυτοί να υπηρετούν με τη σειρά στον οίκο του Ιεχωβά, ο 19ος κλήρος έπεσε στον Μαλλωθί, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής της συγκεκριμένης 12μελούς υποδιαίρεσης μουσικών.—1Χρ 25:6, 26.
-
-
ΜάλταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΤΑ
(Μάλτα).
Νησί της Μεσογείου το οποίο βρίσκεται 100 περίπου χλμ. Ν της Σικελίας και έχει έκταση περίπου 246 τ. χλμ. Στη Μάλτα ναυάγησε ο απόστολος Παύλος και έμεινε εκεί τρεις μήνες. Στο διάστημα αυτό θεράπευσε τον πατέρα του Πόπλιου και άλλους αρρώστους.—Πρ 28:1, 7-9, 11.
Παλιότερα, μερικοί συνέδεαν τη λέξη Μελίτη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αποδίδεται «Μάλτα» με το Μλιέτ (Μέλεντα, στην ιταλική), το οποίο βρίσκεται στα ανοιχτά της δυτικής ακτής της Βαλκανικής Χερσονήσου, και αυτό επειδή στην αρχαιότητα το εν λόγω νησί λεγόταν Μελίτη. Ωστόσο, η παράδοση και τα στοιχεία που παρέχουν οι Γραφές υποδεικνύουν τη Μάλτα ως την τοποθεσία όπου ναυάγησε ο Παύλος. Ο προσδιορισμός «θάλασσα του Αδρία», στην οποία αναφέρεται ότι έπλεε το πλοίο καθώς πλησίαζε στη Μάλτα, κατέληξε να περιλαμβάνει τα θαλάσσια ύδατα της Μεσογείου Α της Σικελίας και Δ της Κρήτης, και επομένως θα μπορούσε να λεχθεί ότι η Μάλτα βρεχόταν από αυτή τη θάλασσα.—Πρ 27:27.
Το Ναυάγιο του Παύλου. Λίγο μετά την Ημέρα της Εξιλέωσης (Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο), το πλοίο στο οποίο επέβαινε ο φυλακισμένος Παύλος έφυγε από το αγκυροβόλιο των Καλών Λιμένων, στην Κρήτη, και παγιδεύτηκε σε έναν θυελλώδη άνεμο (Ευρακύλων), ο οποίος προφανώς έπνεε από τα ΑΒΑ. Ο άνεμος αυτός παρέσυρε το πλοίο από τα παράλια της Κρήτης προς την Καύδα, και οι ναυτικοί φοβούνταν μήπως προσαράξουν στη «Σύρτη», την κινούμενη άμμο κατά μήκος των ακτών της βόρειας Αφρικής. (Πρ 27:8, 9, 13-17) Ένας ανατολικός-βορειοανατολικός άνεμος δεν θα μπορούσε να παρασύρει το πλοίο προς το Μλιέτ, το οποίο βρίσκεται γύρω στα 1.000 χλμ. ΒΒΔ της Καύδας. Προφανώς το πλοίο, αφού περιπλανήθηκε σχεδόν δύο εβδομάδες, πλησίασε στη Μάλτα, περίπου 870 χλμ. ΔΒΔ της Καύδας.—Πρ 27:33· βλέπε ΕΥΡΑΚΥΛΩΝ.
Ο γνωστός σήμερα ως Κόλπος του Αγ. Παύλου, στη βορειοανατολική πλευρά της Μάλτας, θα ήταν δυνατόν να προσεγγίστηκε με μια ΔΒΔ πορεία, χωρίς προηγουμένως να προσεγγιστεί άλλη περιοχή της Μάλτας. Οι ναύτες άρχισαν ενδεχομένως να υποπτεύονται ότι πλησίαζαν σε ξηρά όταν τα έμπειρα αφτιά τους άκουσαν τα αφρισμένα κύματα να σκάνε στο βραχώδες ακρωτήριο Κούρα, το οποίο εισχωρεί στη Μεσόγειο από την ανατολική πλευρά του Κόλπου του Αγ. Παύλου. Οι «είκοσι οργιές» και «δεκαπέντε οργιές» (μια οργιά ισοδυναμεί με 1,8 μ.) που βρήκαν με τη βυθομέτρηση αντιστοιχούν κατά βάση σε βυθομετρήσεις που έγιναν στα μέσα του 19ου αιώνα στην περιοχή όπου βρίσκεται ο Κόλπος του Αγ. Παύλου.—Πρ 27:27, 28.
Οι ναυτικοί, ίσως επειδή ήταν εξοικειωμένοι με κάποιο άλλο λιμάνι της Μάλτας, δεν κατάλαβαν ούτε στο φως της ημέρας ότι αυτή η στεριά ήταν η Μάλτα. Το μεγαλύτερο και πιο γνωστό λιμάνι του νησιού βρίσκεται στη Βαλέτα, 13 χλμ. ΝΑ του Κόλπου του Αγ. Παύλου.—Πρ 27:39.
Κατά μήκος της δυτικής πλευράς του Κόλπου του Αγ. Παύλου υπάρχουν δύο όρμοι. Πιθανότατα σε έναν από αυτούς τους όρμους έλπιζαν να «βγάλουν το πλοίο» οι ναύτες αλλά δεν τα κατάφεραν, και ο λόγος ήταν ότι περιέπεσαν εἰς τόπον διθάλασσον (Κείμενο). Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το πλοίο έπεσε «σε έναν τόπο όπου συναντιούνταν δύο θάλασσες» (AS, ΒΑΜ) ή σε «ρηχό αμμότοπο που βρεχόταν και στις δύο πλευρές από τη θάλασσα». (ΜΝΚ) Μια άλλη εκδοχή είναι ότι το πλοίο παγιδεύτηκε ανάμεσα σε δύο αντίθετα ρεύματα και προσάραξε. (Παράβαλε JB, NE, ΠΑΒ.) Η πλώρη του πλοίου κόλλησε και έμεινε ακίνητη, ίσως μέσα στη λάσπη και στην άμμο που υπήρχε τρεις οργιές κάτω από την επιφάνεια σε μερικά σημεία του Κόλπου του Αγ. Παύλου, ενώ η πρύμνη κομματιάστηκε από τα κύματα.—Πρ 27:39-41.
Οι εμπειρίες του Παύλου στη Μάλτα. Τότε οι στρατιώτες αποφάσισαν να σκοτώσουν τον Παύλο και τους άλλους κρατουμένους. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι, λόγω της αυστηρής στρατιωτικής πειθαρχίας των Ρωμαίων, οι φρουροί θεωρούνταν υπεύθυνοι αν δραπέτευαν οι κρατούμενοι τους οποίους είχαν υπό την επίβλεψή τους. (Παράβαλε Πρ 12:19· 16:27.) Επειδή ο αξιωματικός (εκατόνταρχος) κατάφερε να αποτρέψει τους στρατιώτες για χάρη του Παύλου, όλοι οι επιβαίνοντες, 276 τον αριθμό, επέζησαν από το ναυάγιο είτε κολυμπώντας μέχρι την ακτή είτε φτάνοντας σώοι στη στεριά πάνω σε σανίδες και άλλα επιπλέοντα αντικείμενα του κατεστραμμένου σκάφους.—Πρ 27:37, 42-44.
Οι κάτοικοι της Μάλτας, οι οποίοι δεν μιλούσαν την ελληνική, έδειξαν ασυνήθιστη ανθρώπινη καλοσύνη στους επιζώντες, ανάβοντας μάλιστα φωτιά για χάρη τους, προκειμένου να ζεσταθούν. Όταν κάποια στιγμή ο απόστολος Παύλος έβαλε ένα δεμάτι κλαδιά στη φωτιά, μια δηλητηριώδης οχιά βγήκε και πιάστηκε πάνω στο χέρι του. Οι κάτοικοι της Μάλτας, έκπληκτοι που ο Παύλος δεν πρήστηκε ούτε πέθανε, άρχισαν να τον βλέπουν σαν θεό.—Πρ 28:1-6.
Σήμερα δεν ενδημούν οχιές στη Μάλτα. Μεγάλες μεταβολές έχουν επέλθει από τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. Αν και τώρα η Μάλτα είναι μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες χώρες στον κόσμο, με πληθυσμό περίπου 1.280 άτομα ανά τ. χλμ., στην εποχή του Παύλου ενδέχεται να υπήρχαν εκεί μεγάλες δενδρόφυτες εκτάσεις. Η αύξηση του πληθυσμού θα πρέπει να επέδρασε σοβαρά στο φυσικό περιβάλλον των άγριων ζώων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει στην εξαφάνιση όλων των οχιών, όπως έγινε στο Άραν, ένα νησί στα ανοιχτά της νοτιοδυτικής ακτής της Σκωτίας. Ωστόσο, ακόμη και σχετικά πρόσφατα, το 1853, αναφέρεται ότι θεάθηκε μια οχιά κοντά στον Κόλπο του Αγ. Παύλου.
-
-
ΜαλχάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΧΑΜ
(Μαλχάμ) [Βασιλιάς Τους].
1. Βενιαμίτης και γιος του Σαχαραΐμ από τη σύζυγό του την Οδές.—1Χρ 8:1, 8, 9.
2. Ο κυριότερος ειδωλολατρικός θεός των Αμμωνιτών. (2Σα 12:30· 1Χρ 20:1, 2· Ιερ 49:1, 3) Πιθανώς ταυτίζεται με τον Μελχώμ και τον Μολόχ. (1Βα 11:5, 7· Πρ 7:43) Το όνομα Μαλχάμ στο Μασοριτικό κείμενο διαφέρει από αυτό του Μελχώμ, “του αηδιαστικού πράγματος των Αμμωνιτών”, μόνο ως προς τα εβραϊκά φωνηεντικά σημεία. (1Βα 11:5) Παραβαίνοντας την εντολή του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 23:7, οι Ιουδαίοι άρχισαν να κάνουν όρκους επικαλούμενοι τον Μαλχάμ. (Σοφ 1:5) Το πότε η εβραϊκή αυτή λέξη πρέπει να αποδίδεται ως το όνομα του εν λόγω θεού και πότε με την έκφραση «βασιλιάς τους» καθορίζεται από τα συμφραζόμενα.—Αμ 1:15· βλέπε ΜΟΛΟΧ.
-
-
ΜαλχίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΧΙΑΣ
(Μαλχίας) [Βασιλιάς μου Είναι ο Ιεχωβά].
1. Λευίτης που καταγόταν από τον Γηρσώμ και ήταν πρόγονος του Λευίτη μουσικού Ασάφ.—1Χρ 6:39-43.
2. Απόγονος του Ααρών και επικεφαλής της 5ης από τις 24 υποδιαιρέσεις ιερέων τις οποίες οργάνωσε ο Δαβίδ.—1Χρ 24:1, 9.
3. Ιερέας και πατέρας του Πασχώρ.—1Χρ 9:12· Νε 11:12· Ιερ 21:1· 38:1.
4. “Γιος του βασιλιά” στη στέρνα του οποίου έριξαν τον Ιερεμία. (Ιερ 38:6) Σε αυτή την περίπτωση η έκφραση “γιος του βασιλιά” μπορεί να υποδηλώνει ότι επρόκειτο, όχι για παιδί του βασιλιά, αλλά για κάποιον που συνδεόταν στενά με το σπιτικό του βασιλιά ή για αξιωματούχο βασιλικής καταγωγής.—Βλέπε ΙΕΡΑΜΕΗΛ Αρ. 3.
5. Ισραηλίτης «από τους γιους του Φαρώς» μεταξύ εκείνων που είχαν δεχτεί αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις απέπεμψαν στις ημέρες του Έσδρα.—Εσδ 10:25, 44.
6. Άλλος Ισραηλίτης «από τους γιους του Φαρώς» μεταξύ εκείνων που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους. (Εσδ 10:25, 44) Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λέει εδώ “Ασαβίας” αντί για «Μαλχίας».
7. Ισραηλίτης «από τους γιους του Χαρίμ» ο οποίος ήταν μεταξύ εκείνων που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους την εποχή του Έσδρα.—Εσδ 10:31, 44.
8. Ισραηλίτης, «ο γιος του Χαρίμ». Μαζί με τον Ασσούβ, επισκεύασε ένα τμήμα του τείχους της Ιερουσαλήμ και τον Πύργο των Φούρνων μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 3:11) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 7.
9. Γιος του Ρηχάβ και άρχοντας της περιφέρειας της Βαιθ-ακκερέμ ο οποίος επισκεύασε την Πύλη των Σωρών της Στάχτης όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 3:14.
10. Μέλος της συντεχνίας των χρυσοχόων που επισκεύασε μέρος του τείχους της Ιερουσαλήμ στις ημέρες του Νεεμία.—Νε 3:31.
11. Ιερέας που στεκόταν στα αριστερά του Έσδρα καθώς ο αντιγραφέας διάβαζε το Νόμο μπροστά στους Ισραηλίτες στην ανασυγκροτημένη Ιερουσαλήμ.—Νε 8:4.
12. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38–10:3.
13. Ιερέας που συμμετείχε στις τελετουργικές εκδηλώσεις για την εγκαινίαση του τείχους της Ιερουσαλήμ το οποίο ανοικοδομήθηκε υπό την εποπτεία του Νεεμία. (Νε 12:40-42) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 11.
-
-
ΜαλχιηλίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΧΙΗΛΙΤΕΣ
(Μαλχιηλίτες) [Του (Από τον) Μαλχιήλ].
Οικογένεια Ασηριτών καταγόμενη από τον Μαλχιήλ.—Αρ 26:44, 45.
-
-
ΜαλχιράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΧΙΡΑΜ
(Μαλχιράμ) [Ο Βασιλιάς μου Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
Ένας από τους γιους που απέκτησε ο Βασιλιάς Ιεχονίας (Ιωαχίν) ως αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα.—1Χρ 3:17, 18.
-
-
Μαλχί-σουάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΧΙ-ΣΟΥΑ
(Μαλχί-σουά) [Ο Βασιλιάς μου [Ακούει την] Κραυγή [μου] για Βοήθεια].
Ένας από τους γιους του Βασιλιά Σαούλ. (1Σα 14:49· 1Χρ 8:33· 9:39) Πατάχθηκε στη μάχη του Όρους Γελβουέ από τους Φιλισταίους (1Σα 31:2· 1Χρ 10:2) οι οποίοι κρέμασαν το πτώμα του (μαζί με τα πτώματα των αδελφών του, του Ιωνάθαν και του Αβιναδάβ, καθώς και του πατέρα του, του Σαούλ) στο τείχος της Βαιθ-σαν. Ωστόσο, κάποιοι γενναίοι άντρες του Ισραήλ πήραν πίσω τα πτώματα, τα έκαψαν στην Ιαβείς και έθαψαν τα κόκαλά τους εκεί.—1Σα 31:8-13.
-
-
ΜάλχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΛΧΟΣ
(Μάλχος) [από μια ρίζα της εβρ. που σημαίνει «βασιλιάς»].
Ο δούλος του αρχιερέα που πήγε μαζί με τον Ιούδα τον Ισκαριώτη και το πλήθος στη Γεθσημανή, όπου συνελήφθη ο Χριστός. Ο Πέτρος έκοψε το δεξί αφτί του Μάλχου με ένα σπαθί (Ιωα 18:10· Ματ 26:51· Μαρ 14:47), αλλά ο Ιησούς το θεράπευσε θαυματουργικά. (Λου 22:50, 51) Ένας άλλος δούλος του αρχιερέα Καϊάφα, συγγενής του Μάλχου, αναγνώρισε αργότερα τον Πέτρο, και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αρνηθεί ο απόστολος τον Χριστό τρίτη φορά.—Ιωα 18:26, 27.
-
-
ΜαμβρήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΜΒΡΗ
(Μαμβρή) [πιθανώς, Καλοθρεμμένος].
1. Αμορραίος αρχηγός ο οποίος, μαζί με τους αδελφούς του τον Ανέρ και τον Εσχώλ, βοήθησε τον Αβραάμ να νικήσει τον Βασιλιά Χοδολλογομόρ και τους συμμάχους του. Ο λόγος για τον οποίο αυτοί υποστήριξαν τον Αβραάμ ήταν προφανώς η συνθήκη την οποία είχαν συνάψει μαζί του.—Γε 14:13, 24.
2. Τοποθεσία που ταυτίζεται γενικά με το ερ-Ράματ ελ-Χαλίλ, περίπου 3 χλμ. Β της Χεβρών, αλλά την οποία μερικοί εντοπίζουν πιο Δ, σε αρμονία με το εδάφιο Γένεση 23:17. (Βλέπε ΜΑΧΠΕΛΑΧ.) Αποτελούσε τον κύριο τόπο διαμονής του Αβραάμ και, τουλάχιστον για ένα διάστημα, του Ισαάκ. Στη σπηλιά Μαχπελάχ εκεί κοντά θάφτηκαν τελικά οι ίδιοι και οι σύζυγοί τους, καθώς και ο Ιακώβ και η Λεία. (Γε 13:18· 35:27· 49:29-33· 50:13) Η περιοχή έχει άφθονα νερά και πολλές πηγές. Την εποχή του Αβραάμ υπήρχε στη Μαμβρή ένα δασύλλιο με μεγάλα δέντρα, όπου ο Αβραάμ έχτισε θυσιαστήριο για τον Ιεχωβά. (Γε 13:18) Στη σκιά ενός από αυτά τα δέντρα φιλοξένησε τους αγγέλους πριν από την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων. (Γε 18:1-8) Εδώ επίσης δόθηκε σε αυτόν η υπόσχεση του Ιεχωβά ότι θα αποκτούσε γιο από τη Σάρρα. (Γε 18:9-19) Από ένα σημείο κοντά στη Μαμβρή, ο Αβραάμ μπορούσε να δει μέχρι τα Σόδομα και να διακρίνει στο βάθος τον πυκνό καπνό που ανέβαινε εξαιτίας της πύρινης καταστροφής εκείνης της περιοχής.—Γε 19:27-29.
Στην περιοχή όπου εντοπίζεται σήμερα η Μαμβρή, κάποια μεγάλα δέντρα (συνήθως βελανιδιές) έχουν θεωρηθεί ιστορικής σημασίας από την εποχή του Ιώσηπου μέχρι τις ημέρες μας. Στο διάβα των αιώνων έχουν ανεγερθεί διάφορα ιερά, συνήθως αναφορικά με ένα αρχαίο δέντρο που εκλαμβάνεται ως το δέντρο κάτω από το οποίο μίλησε ο Αβραάμ με τους αγγέλους. Γύρω από κάποιον τέτοιον χώρο τον οποίο υποδεικνύει η παράδοση, ο Ηρώδης ο Μέγας έχτισε ένα πέτρινο τείχος. Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, ύστερα από μια επίσκεψη της πεθεράς του στην περιοχή τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., έβαλε να ανεγείρουν εκεί έναν ναό. Μεταγενέστερα, και οι Μουσουλμάνοι κατακτητές επίσης θεωρούσαν ιερή την περιοχή.
-
-
ΜαμωνάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΜΩΝΑΣ
Βλέπε ΠΛΟΥΤΟΣ.
-
-
ΜαναήνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΝΑΗΝ
(Μαναήν) [ελλ. μορφή του εβρ. Μεναχέμ («Μεναήμ»), το οποίο σημαίνει «Αυτός που Παρηγορεί»].
Ένας από τους προφήτες και δασκάλους στην εκκλησία της Αντιόχειας. Είχε σπουδάσει με τον περιφερειακό διοικητή Ηρώδη (Αντίπα).—Πρ 13:1.
-
-
ΜανασσήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 2
-
-
ΜΑΝΑΣΣΗΣ
(Μανασσής) [Αυτός που Κάνει [Κάποιον] να Ξεχάσει].
1. Πρωτότοκος γιος του Ιωσήφ και εγγονός του Ιακώβ. Όταν ο Ιωσήφ έγινε διαχειριστής τροφίμων στην Αίγυπτο, ο Φαραώ τού έδωσε για σύζυγο την Ασενέθ, την κόρη του Ποτιφερά, του ιερέα της Ων, και εκείνη του γέννησε δύο γιους, τον Μανασσή και τον Εφραΐμ. Ο Ιωσήφ ονόμασε τον πρωτότοκό του Μανασσή επειδή, όπως είπε: «Ο Θεός με έκανε να ξεχάσω όλα μου τα προβλήματα και όλο τον οίκο του πατέρα μου».—Γε 41:45, 50-52.
Όταν ο Ιακώβ ευλόγησε τον Μανασσή και τον Εφραΐμ, επέμεινε να έχει το δεξί του χέρι πάνω στον Εφραΐμ και το αριστερό πάνω στον Μανασσή, βάζοντας έτσι τον νεότερο Εφραΐμ πριν από τον Μανασσή. (Γε 48:13-20) Όπως υποδήλωνε αυτό, ο Εφραΐμ επρόκειτο να γίνει μεγαλύτερος από τον Μανασσή.
Ο Μανασσής απέκτησε γιους από μια Σύρια παλλακίδα (1Χρ 7:14), και ο Ιωσήφ πρόφτασε να δει τους γιους του Μαχίρ, γιου του Μανασσή.—Γε 50:22, 23.
2. Η φυλή του Ισραήλ που προήλθε από τον Μανασσή, το γιο του Ιωσήφ, και αποτελούνταν από εφτά πατριές. Έναν περίπου χρόνο αφότου οι Ισραηλίτες έφυγαν από την Αίγυπτο, οι ακμαίοι άντρες του Μανασσή από 20 χρονών και πάνω αριθμούσαν 32.200. (Αρ 1:34, 35) Σε αυτούς περιλαμβανόταν αναμφίβολα και ο Γαδδί, ένας από τους δέκα άντρες που έδωσαν άσχημη αναφορά μετά την κατασκόπευση της Υποσχεμένης Γης. (Αρ 13:1, 2, 11, 25-33) Όταν έγινε μια δεύτερη απογραφή, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες αργότερα, οι καταγραμμένοι άρρενες της φυλής είχαν αυξηθεί
-