-
ΆγιοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Ως η «σύζυγος» του Χριστού, ολόκληρη η εκκλησία παρουσιάζεται να φοράει λαμπρό, καθαρό, εκλεκτό λινό ύφασμα, το οποίο αντιπροσωπεύει «τις δίκαιες πράξεις των αγίων». (Απ 19:7, 8) Ενόσω αυτοί είναι στη γη, το συμβολικό πολιτικό «θηρίο» του Σατανά του Διαβόλου διεξάγει, σύμφωνα με το όραμα, πόλεμο εναντίον τους. (Απ 13:3, 7) Με αυτόν τον τρόπο η υπομονή των αγίων δοκιμάζεται σοβαρά, αλλά αυτοί νικούν τηρώντας τις εντολές του Θεού και την πίστη του Ιησού.—Απ 13:10· 14:12.
Η ελπίδα τους. Σε ένα παράλληλο όραμα, ο Δανιήλ είδε κάποιο θηρίο να κάνει πόλεμο με τους αγίους του Θεού. Στη συνέχεια είδε ένα δικαστήριο, όπου «ο Παλαιός των Ημερών» εξέφερε κρίση υπέρ των αγίων και τους δόθηκε Βασιλεία που θα διαρκέσει στον αιώνα, «η βασιλεία και η εξουσία για διακυβέρνηση και το μεγαλείο των βασιλειών κάτω από όλους τους ουρανούς».—Δα 7:21, 22, 27.
Αυτοί οι «άγιοι» δεν ασκούν βασιλική εξουσία όσο είναι στη γη αλλά πρέπει να περιμένουν την ένωσή τους με τον Χριστό στους ουρανούς. (Εφ 1:18-21) Πρέπει πρώτα να βγουν “νικητές”. (Απ 3:21· παράβαλε Απ 2:26, 27· 3:5, 12.) Πρόκειται να υπηρετήσουν ως ιερείς και να βασιλέψουν με τον Χριστό κατά τη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας του. (Απ 20:4, 6) Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι οι άγιοι θα κρίνουν τον κόσμο, καθώς και αγγέλους, λαβαίνοντας προφανώς μέρος στην εκτέλεση της κρίσης εναντίον των πονηρών.—1Κο 6:2, 3· Απ 2:26, 27.
Επίθεση στο «Στρατόπεδο των Αγίων». Στα εδάφια Αποκάλυψη 20:7-9 προλέγεται ότι ο Σατανάς ο Διάβολος θα οδηγήσει τα έθνη σε πόλεμο ενάντια “στο στρατόπεδο των αγίων και στην αγαπημένη πόλη” μετά το πέρας της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού. Η προφητεία προφανώς αναφέρεται σε έναν επίγειο στασιασμό ενάντια στην κυριαρχία της βασιλείας του Θεού στη γη, κάτι που αποτελεί επίθεση κατά των «αγίων». Με βάση τα συμφραζόμενα, αυτοί οι άγιοι είναι προφανώς όσοι από την αποκαταστημένη ανθρωπότητα διακρατούν την ακεραιότητά τους στον Θεό και στον Μεσσιανικό Βασιλιά του.—Βλέπε ΑΓΙΟΤΗΤΑ.
-
-
Άγιο ΠνεύμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ
Βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
-
-
Άγιος ΤόποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟΣ ΤΟΠΟΣ
Όρος τον οποίο οι Γραφές εφαρμόζουν με διάφορους τρόπους. (1) Γενικά, μπορούσε να εφαρμοστεί στο στρατόπεδο του Ισραήλ, στην Ιερουσαλήμ και στους αγίους τόπους μέσα σε αυτήν. Επίσης, χρησιμοποιήθηκε πιο συγκεκριμένα όσον αφορά (2) ολόκληρη τη σκηνή της συνάντησης και μεταγενέστερα το ναό, (3) τα Άγια των Αγίων, το εσώτατο τμήμα της σκηνής και μεταγενέστερα του ναού, και (4) το πρώτο εσωτερικό δωμάτιο της σκηνής, το οποίο ήταν ξεχωριστό από τα Άγια των Αγίων. Όποτε εμφανίζεται η έκφραση «άγιος τόπος», η έννοιά της μπορεί να καθοριστεί από τα συμφραζόμενα.
1. Το στρατόπεδο του Ισραήλ. (Δευ 23:14) Μεταγενέστερα, η γη του Ισραήλ και ειδικά η πόλη της Ιερουσαλήμ. (Παράβαλε Ματ 24:15 με Λου 21:20· ας σημειωθεί η έκφραση «άγια πόλη» στο εδ. Ματ 27:53.) Εκεί είχε τεθεί το αγιαστήριο του Θεού καθώς και το όνομά Του, ο δε λαός Του λογιζόταν άγιος. (Ιεζ 21:2) Ολόκληρο το στρατόπεδο, και μεταγενέστερα ολόκληρη η γη που έδωσε ο Θεός στο λαό Του, έπρεπε να διατηρείται άγιο. Συνεπώς, οποιοσδήποτε πρόσφερε θυσία σε ψεύτικο θεό ή τηρούσε κάποια ακάθαρτη συνήθεια μόλυνε το αγιαστήριο του Θεού, το οποίο βρισκόταν στο μέσο τους.—Λευ 20:3· παράβαλε Λευ 18:21, 30· 19:30· Αρ 5:2, 3· Ιερ 32:34· Ιεζ 5:11· 23:38.
2. Η σκηνή της συνάντησης και μεταγενέστερα ο ναός. Ολόκληρο το συγκρότημα, συμπεριλαμβανομένης της αυλής της σκηνής και των αυλών του ναού, αποτελούσε άγιο τόπο. (Εξ 38:24· 2Χρ 29:5· Πρ 21:28) Τα βασικότερα αντικείμενα της αυλής ήταν το θυσιαστήριο και η χάλκινη λεκάνη. Αυτά ήταν άγια αντικείμενα. Μόνο όσοι ήταν τελετουργικά καθαροί μπορούσαν να εισέλθουν στην αυλή της σκηνής οποιαδήποτε ώρα. Παρόμοια, κανείς δεν έμπαινε στις αυλές του ναού αν ήταν ακάθαρτος. Λόγου χάρη, ενόσω μια γυναίκα ήταν ακάθαρτη, δεν μπορούσε να αγγίξει κανένα άγιο πράγμα ούτε να εισέλθει στον άγιο τόπο. (Λευ 12:2-4) Φαίνεται μάλιστα ότι μια κατάσταση συνεχιζόμενης ακαθαρσίας από μέρους των Ισραηλιτών θεωρούνταν ότι μόλυνε τη σκηνή. (Λευ 15:31) Εκείνοι που παρουσίαζαν προσφορές για καθαρισμό από λέπρα έφερναν τη θυσία τους μόνο ως την πύλη της αυλής. (Λευ 14:11) Κανένας ακάθαρτος δεν μπορούσε να λάβει μέρος σε θυσία συμμετοχής στη σκηνή ή στο ναό, επί ποινή θανάτου.—Λευ 7:20, 21.
3. Τα Άγια των Αγίων, το εσώτατο τμήμα. Στο εδάφιο Λευιτικό 16:2 αυτό το τμήμα αναφέρεται ως “ο άγιος τόπος [εβρ., χακκόδες, «άγιος»] στο εσωτερικό μέρος της κουρτίνας”. Ο Παύλος είχε προφανώς υπόψη του αυτό το τμήμα όταν έκανε λόγο για την είσοδο του Ιησού στον ουρανό, επισημαίνοντας ότι εκείνος δεν εισήλθε σε «άγιο τόπο [ἅγια, Κείμενο] φτιαγμένο από χέρια». (Εβρ 9:24) Στο εδάφιο Εβραίους 10:19 ο Παύλος αναφέρεται «στον άγιο τόπο» (ΜΝΚ), «στα άγια των αγίων» (ΜΠΚ) (ἅγια, Κείμενο· ο πληθυντικός υποδηλώνει εξοχότητα).
Τα Άγια των Αγίων της σκηνής περιείχαν μόνο τη χρυσή κιβωτό της διαθήκης, πάνω στην οποία βρίσκονταν δύο χρυσά χερουβείμ με απλωμένες φτερούγες. (Εξ 25:10-22· 26:33) Ο ναός που οικοδόμησε ο Σολομών περιείχε επίσης δύο μεγάλα χερουβείμ από ξύλο ελαιώδους δέντρου επικαλυμμένα με χρυσάφι. (1Βα 6:23-28) Εντούτοις, μετά τη βαβυλωνιακή εξορία, η ιερή Κιβωτός έλειπε από τα Άγια των Αγίων.
Στα Άγια των Αγίων ο αρχιερέας περιστοιχιζόταν από χερουβείμ κεντημένα στο εσωτερικό κάλυμμα της σκηνής και στην κουρτίνα. (Εξ 26:1, 31, 33) Στο ναό του Σολομώντα οι τοίχοι και η οροφή ήταν από ξύλο κέδρου επικαλυμμένο με χρυσάφι, ενώ στους τοίχους υπήρχαν σκαλιστά χερουβείμ, φοίνικες, στολίδια σε σχήμα κολοκύθας και άνθη.—1Βα 6:16-18, 29· 2Χρ 3:7, 8.
4. Το πρώτο και μεγαλύτερο τμήμα, τα Άγια, το οποίο ήταν ξεχωριστό από το εσώτατο τμήμα, τα Άγια των Αγίων. (Εξ 26:33) Αυτό το τμήμα καταλάμβανε τα δύο τρίτα του συνολικού μήκους της κατασκευής. (1Βα 6:16, 17· 2Χρ 3:3, 8) Μέσα στα Άγια της σκηνής βρισκόταν ο χρυσός λυχνοστάτης στη νότια πλευρά του δωματίου (Εξ 25:31-40· 40:24, 25), το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος στο δυτικό άκρο, μπροστά στην κουρτίνα που οδηγούσε στα Άγια των Αγίων (Εξ 30:1-6· 40:26, 27), και το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης στη βόρεια πλευρά (Εξ 25:23-30· 40:22, 23· Εβρ 9:2, 3). Μαζί με αυτά βρίσκονταν και τα συνοδευτικά χρυσά σκεύη, μεταξύ των οποίων κούπες, λαβίδες και άλλα. Στα Άγια του ναού υπήρχε το χρυσό θυσιαστήριο, τα δέκα τραπέζια του ψωμιού της πρόθεσης και δέκα λυχνοστάτες. Οι λυχνοστάτες και τα τραπέζια είχαν τοποθετηθεί ανά πέντε δεξιά και αριστερά.—1Βα 7:48-50· 2Χρ 4:7, 8, 19, 20.
Ευρισκόμενος στα Άγια της σκηνής ο ιερέας μπορούσε να δει, στα διάκενα των πλαισίων που αποτελούσαν τους τοίχους, καθώς και στην οροφή, τα χρωματιστά χερουβείμ που ήταν κεντημένα στο εσωτερικό κάλυμμα της σκηνής. (Εξ 26:1, 15) Από τέσσερις χρυσούς στύλους κρεμόταν η κουρτίνα που οδηγούσε στα Άγια των Αγίων, επίσης κεντημένη με χερουβείμ. (Εξ 26:31-33) Το προπέτασμα της εισόδου της σκηνής ήταν και αυτό από χρωματιστό ύφασμα. (Εξ 26:36) Στο ναό οι τοίχοι αυτού του δωματίου είχαν σκαλιστά χερουβείμ, φοίνικες, στολίδια σε σχήμα κολοκύθας και γιρλάντες από άνθη, όλα επικαλυμμένα με χρυσάφι.—1Βα 6:17, 18, 22, 29.
Συμβολική Σημασία. Η διευθέτηση του Θεού για την εξιλέωση του ανθρώπου μέσω της θυσίας του Ιησού Χριστού αποκαλείται “η μεγαλύτερη και τελειότερη σκηνή η οποία δεν είναι φτιαγμένη από χέρια”. Ο Χριστός μπήκε «μία φορά για πάντα στον άγιο τόπο» αυτού του μεγάλου πνευματικού ναού «και εξασφάλισε αιώνια απελευθέρωση για εμάς», γράφει ο απόστολος Παύλος. (Εβρ 9:11, 12) Όταν πήγε στον ουρανό και εμφανίστηκε ενώπιον του Ιεχωβά, ο Χριστός εισήλθε σε αυτό που προεικονίστηκε από το εσώτατο τμήμα της σκηνής, δηλαδή τα Άγια των Αγίων. (Εβρ 9:24, 25) Συνεπώς, η σκηνή και οι υπηρεσίες της χρησίμευσαν ως «συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων».—Εβρ 8:5.
Χριστιανοί υφιερείς. Εφόσον το μέρος όπου κατοικεί ο Θεός είναι αγιαστήριο, άγιος τόπος, η Χριστιανική εκκλησία παρομοιάζεται επίσης με άγιο τόπο, το ναό του Θεού. (1Κο 3:17· Εφ 2:21, 22) Ενόσω οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού βρίσκονται στη γη, αναφέρεται για αυτούς ότι “οικοδομούνται και γίνονται πνευματικός οίκος με σκοπό ένα άγιο ιερατείο” και ότι αποτελούν «βασιλικό ιερατείο». (1Πε 2:5, 9) Όπως οι υφιερείς υπηρετούσαν τόσο στην αυλή όσο και στα Άγια, έτσι και αυτοί οι Χριστιανοί ιερείς του Θεού υπηρετούν ενώπιον του συμβολικού θυσιαστηρίου Του, καθώς και στα συμβολικά Άγια. Οι ιερείς του Ισραήλ έπρεπε να είναι καθαροί, γι’ αυτό και όταν ετοιμάζονταν να υπηρετήσουν στα Άγια, πλένονταν με νερό από τη χάλκινη λεκάνη που υπήρχε στην αυλή. (Εξ 40:30-32) Ομοίως, για εκείνους τους Χριστιανούς που έχουν ανακηρυχτεί δίκαιοι αναφέρεται ότι έχουν “καθαριστεί”. (1Κο 6:11) Οι Ισραηλίτες ιερείς περιστοιχίζονταν από αναπαραστάσεις των χερουβείμ στις κουρτίνες της σκηνής, καθώς εκτελούσαν εκεί τα καθήκοντά τους. Αυτό φέρνει στο νου τη δήλωση του αποστόλου Παύλου προς ορισμένους που ανακηρύσσονται δίκαιοι ότι, ενόσω βρίσκονται ακόμη στη γη, «[ο Θεός] μάς έβαλε να καθήσουμε μαζί στους ουράνιους τόπους σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού». (Εφ 2:4-6) Καθώς υπηρετούν αυτοί οι Χριστιανοί του “βασιλικού ιερατείου”, προσφέρουν θυσίες αίνου (Εβρ 13:15) και προσευχές προς τον Θεό (σχετιζόμενες με το θυμίαμα· Απ 8:4), τρώνε την πνευματική τροφή που προμηθεύει ο Θεός (όπως προμήθευε τα ψωμιά της πρόθεσης για τους ιερείς· Μαρ 2:26) και απολαμβάνουν φως από το Λόγο της αλήθειας του Θεού (όπως το φως από το λυχνοστάτη· Ψλ 119:105). Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι έχουν την ελπίδα, μέσω της θυσίας του Ιησού Χριστού, να μπουν στα αληθινά «Άγια των Αγίων», τον ίδιο τον ουρανό.—Εβρ 6:19, 20· 9:24· 1Πε 1:3, 4· βλέπε ΑΓΙΑ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ· ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ.
-
-
ΑγιότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΟΤΗΤΑ
Η κατάσταση ή η ιδιότητα του να είναι κανείς άγιος. Αγιότητα σημαίνει «θρησκευτική καθαρότητα ή αγνότητα· ιερότητα». Επιπλέον, η πρωτότυπη εβραϊκή λέξη κόδες μεταδίδει τη σκέψη του αποχωρισμού, της αποκλειστικότητας ή του αγιασμού για τον Θεό, ο οποίος είναι άγιος, δηλαδή μιας κατάστασης κατά την οποία είναι κάποιος ξεχωρισμένος για την υπηρεσία του Θεού. Στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, το επίθετο ἅγιος και τα ουσιαστικά ἁγιότης, ἁγιωσύνη και ἁγιασμός υποδηλώνουν παρόμοια αποχωρισμό για τον Θεό. Χρησιμοποιούνται επίσης αναφορικά με την αγιότητα ως ιδιότητα του Θεού και με την αγνότητα ή την τελειότητα στην προσωπική διαγωγή κάποιου.
Ιεχωβά. Η ιδιότητα της αγιότητας ανήκει στον Ιεχωβά. (Εξ 39:30· Ζαχ 14:20) Ο Χριστός Ιησούς τον προσφώνησε «Άγιε Πατέρα». (Ιωα 17:11) Πλάσματα που είναι στους ουρανούς διακηρύττουν όπως αναφέρεται: «Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά των στρατευμάτων», αποδίδοντας σε αυτόν αγιότητα, καθαρότητα στον υπερθετικό βαθμό. (Ησ 6:3· Απ 4:8· παράβαλε Εβρ 12:14.) Αυτός είναι ο Αγιότατος, ο ανώτερος όλων ως προς την αγιότητα. (Παρ 30:3· εδώ, ο πληθυντικός αριθμός της εβραϊκής λέξης που μεταφράζεται «Αγιότατος» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει εξοχότητα και μεγαλειότητα.) Οι Ισραηλίτες λάβαιναν συχνά την υπενθύμιση ότι ο Ιεχωβά είναι η Πηγή όλης της αγιότητας καθώς παρατηρούσαν τις λέξεις «Η αγιότητα ανήκει στον Ιεχωβά» χαραγμένες στην αστραφτερή χρυσή πλάκα που υπήρχε πάνω στο τουρμπάνι του αρχιερέα. Αυτή η πλάκα ονομαζόταν «το άγιο σημείο της αφιέρωσης», κάτι που έδειχνε ότι ο αρχιερέας ήταν ξεχωρισμένος για μια υπηρεσία ιδιαίτερης αγιότητας. (Εξ 28:36· 29:6) Στον επινίκιο ύμνο του Μωυσή μετά την απελευθέρωση διαμέσου της Ερυθράς Θάλασσας, ο Ισραήλ έψαλε: «Ποιος από τους θεούς είναι όμοιός σου, Ιεχωβά; Ποιος είναι όμοιος με εσένα, που αποδεικνύεσαι κραταιός σε αγιότητα;» (Εξ 15:11· 1Σα 2:2) Μάλιστα ο Ιεχωβά έχει ορκιστεί στην αγιότητά του για να παράσχει επιπρόσθετη εγγύηση ότι θα εκπληρώσει το λόγο του.—Αμ 4:2.
Το όνομα του Θεού είναι ιερό, ξεχωρισμένο από καθετί μιαρό. (1Χρ 16:10· Ψλ 111:9) Το όνομα Ιεχωβά πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ιερό, αγιασμένο περισσότερο από όλα τα άλλα. (Ματ 6:9) Η ασέβεια προς το όνομά του επισύρει την ποινή του θανάτου.—Λευ 24:10-16, 23· Αρ 15:30.
Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Πρωτουργός όλων των δίκαιων αρχών και νόμων (Ιακ 4:12) και αποτελεί το θεμέλιο όλης της αγιότητας, κάθε άτομο ή πράγμα το οποίο είναι άγιο έχει κατασταθεί άγιο λόγω της σχέσης του με τον Ιεχωβά και τη λατρεία του. Κανένας δεν μπορεί να έχει κατανόηση ή σοφία αν δεν έχει γνώση για τον Αγιότατο. (Παρ 9:10) Μόνο με αγιότητα μπορεί να λατρέψει κανείς τον Ιεχωβά. Όποιος ισχυρίζεται ότι τον λατρεύει αλλά πράττει την ακαθαρσία είναι βδελυρός ενώπιόν του. (Παρ 21:27) Όταν ο Ιεχωβά προείπε πως θα άνοιγε το δρόμο για να επιστρέψει ο λαός του στην Ιερουσαλήμ από τη βαβυλωνιακή εξορία, δήλωσε: «Οδός της Αγιότητας θα ονομαστεί. Ο ακάθαρτος δεν θα περάσει από αυτόν [το δρόμο]». (Ησ 35:8) Το μικρό υπόλοιπο που επέστρεψε το 537 Π.Κ.Χ. το έκανε αυτό ολόκαρδα για να αποκαταστήσει την αληθινή λατρεία, με σωστά και άγια κίνητρα, χωρίς πολιτικές ή ιδιοτελείς βλέψεις.—Παράβαλε την προφητεία στα εδ. Ζαχ 14:20, 21.
Άγιο πνεύμα. Η ενεργός δύναμη του Ιεχωβά, δηλαδή το πνεύμα του, υπόκειται στον έλεγχό του και επιτελεί πάντοτε το σκοπό του. Είναι καθαρή, αγνή, ιερή και ξεχωρισμένη για να χρησιμοποιείται με καλό τρόπο από τον Θεό. Γι’ αυτό, ονομάζεται «άγιο πνεύμα» και «το πνεύμα της αγιότητας». (Ψλ 51:11· Λου 11:13· Ρω 1:4· Εφ 1:13) Όταν το άγιο πνεύμα επενεργεί σε ένα άτομο, αποτελεί δύναμη που ωθεί σε αγιότητα ή καθαρότητα. Οποιαδήποτε ακάθαρτη πράξη ή αδικοπραγία γίνεται κατά συνήθεια, εμποδίζει ή “λυπεί” αυτό το πνεύμα. (Εφ 4:30) Αν και αυτό καθαυτό το άγιο πνεύμα είναι απρόσωπο, αποτελεί έκφραση της άγιας προσωπικότητας του Θεού και, ως εκ τούτου, μπορεί να “λυπηθεί”. Οποιαδήποτε αδικοπραγία γίνεται κατά συνήθεια, τείνει να “σβήσει τη φωτιά του πνεύματος”. (1Θε 5:19) Αν αυτή η συνήθεια συνεχίζεται, το άτομο που τη διαπράττει κάνει στην ουσία το άγιο πνεύμα του Θεού να “λυπάται”, και αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να μεταβληθεί ο Θεός σε εχθρό του στασιαστικού ατόμου. (Ησ 63:10) Κάποιος που λυπεί το άγιο πνεύμα μπορεί να φτάσει μέχρι του σημείου να βλασφημήσει εναντίον του, αμαρτία η οποία, όπως είπε ο Ιησούς Χριστός, δεν θα συγχωρηθεί ούτε στο παρόν σύστημα πραγμάτων ούτε στο ερχόμενο.—Ματ 12:31, 32· Μαρ 3:28-30· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
Ιησούς Χριστός. Ο Ιησούς Χριστός είναι με μια ιδιαίτερη έννοια ο Άγιος του Θεού. (Πρ 3:14· Μαρ 1:24· Λου 4:34) Η αγιότητά του προήλθε από τον Πατέρα του όταν ο Ιεχωβά τον δημιούργησε ως τον μονογενή του Γιο. Διατήρησε την αγιότητά του όντας δίπλα στον Πατέρα του στους ουρανούς, πλησιέστερα από κάθε άλλον. (Ιωα 1:1· 8:29· Ματ 11:27) Όταν η ζωή του μεταφέρθηκε στη μήτρα μιας παρθένας κοπέλας, της Μαρίας, γεννήθηκε ως άγιος ανθρώπινος Γιος του Θεού. (Λου 1:35) Είναι ο μοναδικός που ως άνθρωπος διατήρησε τέλεια αγιότητα, απαλλαγμένη από αμαρτία, και ο οποίος, μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του, συνέχισε να είναι «όσιος, άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς». (Εβρ 7:26) “Ανακηρύχτηκε δίκαιος” με τη δική του αξία. (Ρω 5:18) Αναφορικά με τους άλλους ανθρώπους, η άγια υπόσταση ενώπιον του Θεού αποκτάται μόνο με βάση την αγιότητα του Χριστού και επιτυγχάνεται μέσω πίστης στη λυτρωτική του θυσία, μιας “άγιας πίστης” η οποία, αν διατηρηθεί, αποτελεί μέσο για να κρατηθεί κάποιος στην αγάπη του Θεού.—Ιου 20, 21.
Άλλα Άτομα. Ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ θεωρούνταν άγιο επειδή ο Θεός το επέλεξε και το καθαγίασε, συνάπτοντας με αυτόν αποκλειστικά το λαό σχέση διαθήκης για να είναι ειδική ιδιοκτησία του. Τους είπε ότι, αν τον υπάκουαν, θα αποτελούσαν «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:5, 6) Μέσω υπακοής θα αποδεικνύονταν «άγιοι για τον Θεό [τους]». Ο Θεός τούς έδωσε την εξής νουθεσία: «Πρέπει να αποδεικνύεστε άγιοι, επειδή εγώ, ο Ιεχωβά ο Θεός σας, είμαι άγιος». (Αρ 15:40· Λευ 19:2) Οι νόμοι περί διατροφής, υγιεινής και ηθικής που τους έδωσε ο Θεός τούς υπενθύμιζαν συνεχώς ότι ήταν αποχωρισμένοι και άγιοι για τον Θεό. Τα όρια που τους έθεταν αυτοί οι νόμοι αποτελούσαν ισχυρή δύναμη η οποία περιόριζε κατά πολύ τη συναναστροφή τους με τους ειδωλολάτρες γείτονές τους, προστατεύοντας έτσι τον Ισραήλ ώστε να παραμείνει άγιος. Από την άλλη μεριά, το έθνος θα έχανε την άγια υπόστασή του ενώπιον του Θεού αν δεν υπάκουε στους νόμους Του.—Δευ 28:15-19.
Παρότι ως έθνος ο Ισραήλ ήταν άγιος, ορισμένα άτομα μέσα στο έθνος θεωρούνταν άγια με ειδικό τρόπο. Οι ιερείς, και ιδιαίτερα ο αρχιερέας, ήταν ξεχωρισμένοι για υπηρεσία στο αγιαστήριο και εκπροσωπούσαν το λαό ενώπιον του Θεού. Με αυτή την ιδιότητα, ήταν άγιοι και έπρεπε να διατηρούν τον καθαγιασμό τους ώστε να μπορούν να εκτελούν την υπηρεσία τους και να συνεχίζουν να θεωρούνται άγιοι από τον Θεό. (Λευ 21· 2Χρ 29:34) Οι προφήτες καθώς και άλλοι θεόπνευστοι Βιβλικοί συγγραφείς ήταν άγιοι. (2Πε 1:21) Ο απόστολος Πέτρος αποκαλεί «άγιες» διάφορες γυναίκες της αρχαιότητας που ήταν πιστές στον Θεό. (1Πε 3:5) Οι στρατιώτες του Ισραήλ που συμμετείχαν σε κάποια εκστρατεία θεωρούνταν άγιοι, επειδή οι πόλεμοι στους οποίους μάχονταν ήταν πόλεμοι του Ιεχωβά. (Αρ 21:14· 1Σα 21:5, 6) Κάθε αρσενικό πρωτότοκο στον Ισραήλ ήταν άγιο για τον Ιεχωβά, εφόσον την ημέρα του Πάσχα στην Αίγυπτο ο Ιεχωβά είχε διαφυλάξει τα πρωτότοκα από το θάνατο. Ανήκαν σε Εκείνον. (Αρ 3:12, 13· 8:17) Γι’ αυτόν το λόγο, κάθε πρωτότοκος γιος έπρεπε να απολυτρωθεί στο αγιαστήριο. (Εξ 13:1, 2· Αρ 18:15, 16· Λου 2:22, 23) Όποιο άτομο (άντρας ή γυναίκα) έκανε ευχή να ζήσει ως Ναζηραίος ήταν άγιο κατά την περίοδο της ευχής. Το εν λόγω χρονικό διάστημα ξεχωριζόταν ως πλήρως αφιερωμένο σε κάποια ειδική υπηρεσία του Ιεχωβά. Ο Ναζηραίος έπρεπε να τηρεί συγκεκριμένες νομικές απαιτήσεις. Αν τις παραβίαζε, γινόταν ακάθαρτος και έπρεπε να κάνει ειδική θυσία για να αποκαταστήσει την άγια υπόστασή του. Οι ημέρες που είχαν περάσει προτού γίνει ακάθαρτος δεν υπολογίζονταν για την εκπλήρωση της Ναζηραιοσύνης του. Έπρεπε να αρχίσει εκ νέου την τήρηση της ευχής του.—Αρ 6:1-12.
Τοποθεσίες. Ένας τόπος καθίσταται άγιος από την παρουσία του Ιεχωβά. (Όταν Αυτός εμφανιζόταν σε ανθρώπους, εκδήλωνε την παρουσία του μέσω αγγέλων που τον εκπροσωπούσαν· Γα 3:19.) Ο Μωυσής στεκόταν σε άγιο έδαφος καθώς παρατηρούσε την καιόμενη βάτο από την οποία του μίλησε ένας άγγελος που εκπροσωπούσε τον Ιεχωβά. (Εξ 3:2-5) Όταν ένας άγγελος, ο άρχοντας του στρατεύματος του Ιεχωβά, υλοποιήθηκε και στάθηκε μπροστά στον Ιησού του Ναυή, του υπενθύμισε ότι βρισκόταν σε άγιο έδαφος. (Ιη 5:13-15) Ο Πέτρος, αναφερόμενος στη μεταμόρφωση του Χριστού και στο ότι μίλησε ο Ιεχωβά σε εκείνη την περίπτωση, αποκάλεσε το συγκεκριμένο τόπο «άγιο βουνό».—2Πε 1:17, 18· Λου 9:28-36.
Η αυλή της σκηνής της μαρτυρίας ήταν άγιο έδαφος. Σύμφωνα με την παράδοση, οι ιερείς κυκλοφορούσαν εκεί ξυπόλητοι λόγω του ότι υπηρετούσαν στο αγιαστήριο, το οποίο σχετιζόταν με την παρουσία του Ιεχωβά. Τα δύο τμήματα του αγιαστηρίου ονομάζονταν «Άγια» και «Άγια των Αγίων», ανάλογα με το πόσο κοντά βρίσκονταν στην κιβωτό της διαθήκης. (Εβρ 9:1-3) Ο ναός που μεταγενέστερα υπήρχε στην Ιερουσαλήμ ήταν και αυτός άγιος. (Ψλ 11:4) Αγιότητα αποδιδόταν επίσης στο Όρος Σιών και στην Ιερουσαλήμ, επειδή εκεί βρισκόταν το αγιαστήριο και “ο θρόνος του Ιεχωβά”.—1Χρ 29:23· Ψλ 2:6· Ησ 27:13· 48:2· 52:1· Δα 9:24· Ματ 4:5.
Στο στράτευμα του Ισραήλ ειπώθηκε ως υπενθύμιση να διατηρεί το στρατόπεδο καθαρό από ανθρώπινα περιττώματα ή άλλου είδους μόλυνση, διότι «ο Ιεχωβά ο Θεός σου περπατάει μέσα στο στρατόπεδό σου . . . και το στρατόπεδό σου πρέπει να είναι άγιο, ώστε να μη δει κάτι απρεπές σε εσένα και πάψει να σε συνοδεύει». (Δευ 23:9-14) Εν προκειμένω, η καθαριότητα συσχετίζεται με την αγιότητα.
Χρονικές Περίοδοι. Ορισμένες ημέρες ή χρονικές περίοδοι είχαν ξεχωριστεί ως άγιες για τον Ισραήλ. Αυτό δεν έγινε επειδή οι συγκεκριμένες περίοδοι ήταν εκ φύσεως άγιες, αλλά διότι επρόκειτο να είναι εποχές ειδικά αφιερωμένες στη λατρεία του Ιεχωβά. Ο Θεός, ξεχωρίζοντας τις εν λόγω περιόδους, είχε υπόψη του την ευημερία του λαού και την πνευματική τους εποικοδόμηση. Υπήρχαν τα εβδομαδιαία Σάββατα. (Εξ 20:8-11) Τις συγκεκριμένες ημέρες, οι Ισραηλίτες μπορούσαν να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στο νόμο του Θεού και στη διδασκαλία αυτού του νόμου στα παιδιά τους. Άλλες ημέρες άγιας συνέλευσης ή Σαββάτου ήταν η πρώτη ημέρα του έβδομου μήνα (Λευ 23:24) και η Ημέρα της Εξιλέωσης κατά τη δέκατη ημέρα του έβδομου μήνα. (Λευ 23:26-32) Οι εορταστικές περίοδοι, ιδίως ορισμένες ημέρες τους, τηρούνταν ως «άγιες συνελεύσεις». (Λευ 23:37, 38) Αυτές οι γιορτές ήταν το Πάσχα και η Γιορτή των Άζυμων Άρτων (Λευ 23:4-8), η Πεντηκοστή, ή αλλιώς Γιορτή των Εβδομάδων (Λευ 23:15-21), και η Γιορτή των Σκηνών, ή αλλιώς της Συγκομιδής.—Λευ 23:33-36, 39-43· βλέπε ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ.
Επιπλέον, κάθε έβδομο έτος ήταν σαββατιαίο έτος, ένα ολόκληρο έτος αγιότητας. Στη διάρκεια του σαββατιαίου έτους, η γη έπρεπε να μείνει ακαλλιέργητη. Αυτή η προμήθεια, όπως και το εβδομαδιαίο Σάββατο, παρείχε στους Ισραηλίτες ακόμη περισσότερο χρόνο για να μελετούν το νόμο του Ιεχωβά, να τον στοχάζονται και να τον διδάσκουν στα παιδιά τους. (Εξ 23:10, 11· Λευ 25:2-7) Τέλος, κάθε 50ό έτος ονομαζόταν Ιωβηλαίο, το οποίο επίσης θεωρούνταν άγιο. Και αυτό ήταν σαββατιαίο έτος, αλλά πέραν τούτου επανέφερε οικονομικά το έθνος στη θεοκρατική κατάσταση την οποία καθιέρωσε ο Θεός όταν έγινε η διανομή της γης. Ήταν άγιο έτος ελευθερίας, ανάπαυσης και αναζωογόνησης.—Λευ 25:8-12.
Ο Ιεχωβά πρόσταξε το λαό του να “ταλαιπωρούν τις ψυχές τους” την Ημέρα της Εξιλέωσης, μια ημέρα “άγιας συνέλευσης”. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να νηστέψουν, να αναγνωρίσουν και να ομολογήσουν τις αμαρτίες τους, και επίσης να αισθανθούν θεοσεβή οδύνη για αυτές. (Λευ 16:29-31· 23:26-32) Εντούτοις, καμιά ημέρα άγια για τον Ιεχωβά δεν έπρεπε να είναι ημέρα δακρύων και λύπης για το λαό του. Απεναντίας, εκείνες οι ημέρες έπρεπε να είναι ημέρες χαράς και απόδοσης αίνου προς τον Ιεχωβά για τις θαυμάσιες προμήθειες που παρείχε λόγω της στοργικής του καλοσύνης.—Νε 8:9-12.
Η άγια ημέρα ανάπαυσης του Ιεχωβά. Η Γραφή μάς φανερώνει ότι ο Θεός άρχισε να αναπαύεται από τα δημιουργικά του έργα πριν από 6.000 χρόνια περίπου, ανακηρύσσοντας την έβδομη «ημέρα» ιερή, ή αλλιώς άγια. (Γε 2:2, 3) Ο απόστολος Παύλος υποδεικνύει ότι η μεγάλη ημέρα ανάπαυσης του Ιεχωβά είναι μια μακρά περίοδος χρόνου, όταν λέει για αυτή την ημέρα ότι εξακολουθεί να υφίσταται ώστε οι Χριστιανοί να μπορούν να εισέλθουν στην ανάπαυσή της μέσω πίστης και υπακοής. Ως άγια ημέρα, είναι περίοδος ανακούφισης και χαράς για τους Χριστιανούς, ακόμη και μέσα σε αυτόν τον αποκαμωμένο, χτυπημένο από την αμαρτία κόσμο.—Εβρ 4:3-10· βλέπε ΗΜΕΡΑ.
Αντικείμενα. Ορισμένα πράγματα είχαν ξεχωριστεί για να χρησιμοποιούνται στη λατρεία. Και σε αυτή την περίπτωση ήταν άγια επειδή είχαν καθαγιαστεί για την υπηρεσία του Ιεχωβά, όχι επειδή κατείχαν από μόνα τους κάποια αγιότητα ώστε να χρησιμοποιούνται σαν φυλαχτά ή φετίχ. Για παράδειγμα, ένα από τα πιο σπουδαία άγια αντικείμενα, η κιβωτός της διαθήκης, δεν πρόσφερε καμιά υπερφυσική προστασία όταν οι δύο πονηροί γιοι του Ηλεί τη συνόδευσαν στη μάχη κατά των Φιλισταίων. (1Σα 4:3-11) Μεταξύ των πραγμάτων που καθαγιάστηκαν κατ’ εντολήν του Θεού ήταν το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων (Εξ 29:37), το λάδι του χρίσματος (Εξ 30:25), το ειδικό θυμίαμα (Εξ 30:35, 37), τα ενδύματα του ιερατείου (Εξ 28:2· Λευ 16:4), το ψωμί της πρόθεσης (Εξ 25:30· 1Σα 21:4, 6) και όλος ο εξοπλισμός του αγιαστηρίου. Στα τελευταία αυτά αντικείμενα συγκαταλέγονταν το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης και οι λυχνοστάτες, μαζί με τα σκεύη τους. Πολλά από αυτά τα αντικείμενα αναγράφονται στα εδάφια 1 Βασιλέων 7:47-51. Αυτά τα πράγματα ήταν επίσης άγια με ευρύτερη έννοια, δεδομένου ότι αποτελούσαν τύπους ουράνιων πραγμάτων και λειτουργούσαν με συμβολικό τρόπο προς όφελος εκείνων που πρόκειται να κληρονομήσουν τη σωτηρία.—Εβρ 8:4, 5· 9:23-28.
Ο γραπτός Λόγος του Θεού ονομάζεται «άγιες Γραφές», ή αλλιώς «άγια συγγράμματα». Γράφτηκε υπό την επιρροή του αγίου πνεύματος και έχει τη δύναμη να καθαγιάζει όσους υπακούν στις εντολές του.—Ρω 1:2· 2Τι 3:15.
Ζώα και Προϊόντα. Τα πρωτότοκα αρσενικά βόδια, πρόβατα και κατσίκια θεωρούνταν άγια για τον Ιεχωβά και δεν έπρεπε να απολυτρώνονται. Έπρεπε να θυσιάζονται, και ένα μέρος τους πήγαινε στους καθαγιασμένους ιερείς. (Αρ 18:17-19) Οι πρώτοι καρποί και τα δέκατα ήταν άγια, όπως επίσης όλες οι θυσίες και όλα τα δώρα που καθαγιάζονταν για την υπηρεσία του αγιαστηρίου. (Εξ 28:38) Όλα τα πράγματα που ήταν άγια για τον Ιεχωβά θεωρούνταν ιερά και δεν μπορούσαν να τα μεταχειρίζονται με ελαφρότητα ή να τα χρησιμοποιούν για κοινούς, ή βέβηλους, σκοπούς. Ένα παράδειγμα είναι ο νόμος για το δέκατο. Αν κάποιος ξεχώριζε μια ποσότητα ως δέκατο, λόγου χάρη από τη σοδειά του σιταριού, και κατόπιν ο ίδιος ή κάποιος από το σπιτικό του έπαιρνε ακούσια ένα μέρος από αυτήν για οικιακή χρήση, φερ’ ειπείν για να μαγειρέψει, ο άνθρωπος εκείνος ήταν ένοχος για παραβίαση του νόμου του Θεού αναφορικά με τα άγια πράγματα. Ο Νόμος απαιτούσε να προσκομίσει ως αποζημίωση στο αγιαστήριο μια ίση ποσότητα συν 20 τοις εκατό, και επιπλέον να προσφέρει ένα υγιές κριάρι από το ποίμνιο ως θυσία. Με αυτόν τον τρόπο, ενσταλαζόταν μεγάλος σεβασμός για τα άγια πράγματα που ανήκαν στον Ιεχωβά.—Λευ 5:14-16.
Χριστιανική Αγιότητα. Όταν ο Ηγέτης των Χριστιανών, ο Γιος του Θεού, γεννήθηκε ως άνθρωπος, ήταν άγιος (Λου 1:35) και διατήρησε αυτή την αγιότητα σε όλη την επίγεια ζωή του. (Ιωα 17:19· Πρ 4:27· Εβρ 7:26) Η αγιότητά του ήταν πλήρης, τέλεια, και χαρακτήριζε κάθε του σκέψη, λόγο και πράξη. Διατηρώντας την αγιότητά του ακόμη και μέχρι θυσιαστικού θανάτου, έδωσε και σε άλλους τη δυνατότητα να αποκτήσουν αγιότητα. Κατά συνέπεια, όσοι καλούνται να γίνουν πιστοί ακόλουθοί του καλούνται με «άγια κλήση». (2Τι 1:9) Γίνονται χρισμένοι του Ιεχωβά, πνευματικοί αδελφοί του Ιησού Χριστού, και αποκαλούνται “άγιοι”. (Ρω 15:26· Εφ 1:1· Φλπ 4:21) Λαβαίνουν αγιότητα μέσω πίστης στη λυτρωτική θυσία του Χριστού. (Φλπ 3:8, 9· 1Ιω 1:7) Άρα λοιπόν, η αγιότητα δεν ενυπάρχει μέσα τους, δηλαδή δεν τους ανήκει, χάρη στη δική τους αξία αλλά έρχεται σε αυτούς μέσω του Ιησού Χριστού.—Ρω 3:23-26.
Οι πολλές Γραφικές αναφορές στις οποίες εν ζωή μέλη της εκκλησίας χαρακτηρίζονται ως «άγιοι» καθιστούν σαφές ότι δεν γίνεται κάποιος άγιος με απόφαση ανθρώπων ή κάποιας οργάνωσης ούτε χρειάζεται να περιμένει το θάνατό του για να γίνει «άγιος». Είναι «άγιος» λόγω του ότι τον κάλεσε ο Θεός για να γίνει συγκληρονόμος με τον Χριστό. Είναι άγιος στα μάτια του Θεού ενόσω βρίσκεται στη γη, με την ελπίδα της ουράνιας ζωής στο πνευματικό βασίλειο, όπου κατοικεί ο Ιεχωβά Θεός και ο Γιος του μαζί με τους αγίους αγγέλους.—1Πε 1:3, 4· 2Χρ 6:30· Μαρ 12:25· Πρ 7:56.
Η καθαρή διαγωγή είναι ουσιώδης. Όσοι έχουν αυτή την άγια υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά αγωνίζονται, με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, να φτάσουν στην αγιότητα του Θεού και του Χριστού. (1Θε 3:12, 13) Αυτό απαιτεί να μελετούν το Λόγο της αλήθειας του Θεού και να τον εφαρμόζουν στη ζωή τους. (1Πε 1:22) Απαιτεί να ανταποκρίνονται στη διαπαιδαγώγηση του Ιεχωβά. (Εβρ 12:9-11) Εξυπακούεται ότι, αν ένα άτομο είναι αληθινά άγιο, θα επιδιώκει πορεία αγιότητας, καθαρότητας και ηθικής ευθύτητας. Οι Χριστιανοί λαβαίνουν τη νουθεσία να παρουσιάσουν τα σώματά τους στον Θεό ως θυσία άγια, όπως ακριβώς ήταν άγιες οι αποδεκτές θυσίες που παρουσιάζονταν στο αρχαίο αγιαστήριο. (Ρω 12:1) Η αγιότητα στη διαγωγή αποτελεί εντολή: «Σύμφωνα με τον Άγιο, ο οποίος σας κάλεσε, γίνετε και εσείς άγιοι σε όλη τη διαγωγή σας, επειδή είναι γραμμένο: “Πρέπει να είστε άγιοι, επειδή εγώ είμαι άγιος”».—1Πε 1:15, 16.
Όσοι γίνονται μέλη του σώματος του Χριστού είναι «συμπολίτες των αγίων και μέλη του σπιτικού του Θεού». (Εφ 2:19) Παρομοιάζονται με άγιο ναό από ζωντανές πέτρες για τον Ιεχωβά και αποτελούν “βασιλικό ιερατείο, άγιο έθνος, λαό για ειδική ιδιοκτησία”. (1Πε 2:5, 9) Πρέπει να καθαρίσουν τον εαυτό τους από «κάθε μόλυσμα σάρκας και πνεύματος, τελειοποιώντας αγιότητα με φόβο Θεού». (2Κο 7:1) Αν ένας Χριστιανός έχει συνήθειες που μολύνουν ή βλάπτουν το σάρκινο σώμα του ή το καθιστούν βρώμικο ή μιαρό, ή αν αντιτίθεται στις δοξασίες ή στις ηθικές αρχές της Γραφής, δεν αγαπάει ούτε φοβάται τον Θεό και απομακρύνεται από την αγιότητα. Δεν είναι δυνατόν να επιδίδεται κάποιος σε ακαθαρσία και να παραμένει άγιος.
Τα άγια πράγματα πρέπει να γίνονται σεβαστά. Αν ένα μέλος της τάξης του ναού χρησιμοποιεί το σώμα του με ακάθαρτο τρόπο, μολύνει και φθείρει όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και το ναό του Θεού, και «αν κανείς καταστρέφει το ναό του Θεού, ο Θεός θα τον καταστρέψει· διότι ο ναός του Θεού είναι άγιος, ο οποίος ναός είστε εσείς». (1Κο 3:17) Αυτό το άτομο έχει απολυτρωθεί με το αίμα του Αγίου του Θεού. (1Πε 1:18, 19) Οποιοσδήποτε κάνει κακή χρήση αυτού που είναι άγιο για τον Ιεχωβά, είτε του ίδιου του σώματός του είτε οποιουδήποτε άλλου αφιερωμένου πράγματος, ή βλάπτει ή αδικεί ένα άλλο άτομο που είναι άγιο για τον Θεό, θα τιμωρηθεί από τον Θεό.—2Θε 1:6-9.
Ο Θεός αποκάλυψε στον Ισραήλ τη στάση του απέναντι σε τέτοια βέβηλη χρήση της άγιας ιδιοκτησίας του. Η στάση αυτή φαίνεται στο νόμο του ο οποίος απαγόρευε σε όσους βρίσκονταν υπό το Μωσαϊκό Νόμο να χρησιμοποιούν τα πράγματα που είχαν ξεχωριστεί ως άγια, λόγου χάρη, τους πρώτους καρπούς και τα δέκατα, για κοινούς, ή βέβηλους, σκοπούς. (Ιερ 2:3· Απ 16:5, 6· Λου 18:7· 1Θε 4:3-8· Ψλ 105:15· Ζαχ 2:8) Σκεφτείτε επίσης την τιμωρία που επέφερε ο Θεός στη Βαβυλώνα η οποία με μοχθηρία έκανε κακή χρήση των σκευών του ναού και κακομεταχειρίστηκε το λαό του αγίου του έθνους. (Δα 5:1-4, 22-31· Ιερ 50:9-13) Λόγω αυτής της στάσης του Θεού, οι Χριστιανοί επαινούνται επανειλημμένα για το ότι μεταχειρίζονται τους αγίους του Ιεχωβά, τους πνευματικούς αδελφούς του Ιησού Χριστού, με αγάπη και καλοσύνη και λαβαίνουν συχνά την υπενθύμιση να το κάνουν αυτό.—Ρω 15:25-27· Εφ 1:15, 16· Κολ 1:3, 4· 1Τι 5:9, 10· Φλμ 5-7· Εβρ 6:10· παράβαλε Ματ 25:40, 45.
Λογίζονται άγιοι στα μάτια του Θεού. Πριν έρθει ο Ιησούς στη γη και γίνει ο πρόδρομος, ή αλλιώς εκείνος που άνοιξε το δρόμο, για την ουράνια ζωή, πιστοί άντρες και γυναίκες λογίζονταν άγιοι. (Εβρ 6:19, 20· 10:19, 20· 1Πε 3:5) Παρόμοια, «ένα μεγάλο πλήθος» που δεν περιλαμβάνεται στους 144.000 “σφραγισμένους” μπορεί να έχει άγια υπόσταση ενώπιον του Θεού. Αυτοί εμφανίζονται να φορούν καθαρά ενδύματα, πλυμένα με το αίμα του Χριστού. (Απ 7:2-4, 9, 10, 14· βλέπε ΜΕΓΑΛΟ ΠΛΗΘΟΣ.) Στον ορισμένο καιρό όλοι όσοι θα ζουν στον ουρανό και στη γη θα είναι άγιοι, διότι «και η ίδια η δημιουργία θα ελευθερωθεί από την υποδούλωση στη φθορά και θα έχει την ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού».—Ρω 8:20, 21.
Η αγιότητα ευλογείται από τον Ιεχωβά. Η αγιότητα κάποιου αποφέρει την εύνοια του Θεού στην οικογενειακή του σχέση. Ως εκ τούτου, αν ένα παντρεμένο άτομο είναι Χριστιανός, άγιος για τον Θεό, ο σύντροφος ή η σύντροφος αυτού του ατόμου και τα παιδιά τους, αν δεν είναι αφιερωμένοι υπηρέτες του Θεού, ωφελούνται από την εύνοια που δείχνεται στο άγιο άτομο. Γι’ αυτόν το λόγο, ο απόστολος Παύλος συστήνει: «Αν κάποιος αδελφός έχει σύζυγο που δεν είναι στην πίστη, και εντούτοις αυτή είναι σύμφωνη να κατοικεί μαζί του, ας μην την αφήνει· και η γυναίκα η οποία έχει σύζυγο που δεν είναι στην πίστη, και εντούτοις αυτός είναι σύμφωνος να κατοικεί μαζί της, ας μην αφήνει το σύζυγό της. Διότι ο σύζυγος που δεν είναι στην πίστη αγιάζεται σε σχέση με τη σύζυγό του, και η σύζυγος που δεν είναι στην πίστη αγιάζεται σε σχέση με τον αδελφό· διαφορετικά, τα παιδιά σας θα ήταν ακάθαρτα, ενώ τώρα είναι άγια». (1Κο 7:12-14) Άρα λοιπόν, το καθαρό, πιστό άτομο δεν είναι ακάθαρτο λόγω των σχέσεών του με το άτομο που δεν είναι στην πίστη, η δε οικογένεια συλλογικά δεν θεωρείται ακάθαρτη από τον Θεό. Επιπλέον, η συναναστροφή του πιστού με την οικογένεια δίνει στο κάθε μέλος της που δεν είναι στην πίστη την καλύτερη ευκαιρία να γίνει πιστό, να αλλάξει την προσωπικότητά του και να παρουσιάσει το σώμα του ως «θυσία ζωντανή, άγια, ευπρόσδεκτη στον Θεό». (Ρω 12:1· Κολ 3:9, 10) Στην καθαρή, άγια ατμόσφαιρα την οποία μπορεί να προάγει το πιστό άτομο που υπηρετεί τον Θεό, η οικογένεια ευλογείται.—Βλέπε ΑΓΙΑΣΜΟΣ (Στο Γάμο).
-
-
ΑγκάθιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΑΘΙ
Όρος που αναφέρεται σε διάφορα αγκαθωτά ή αιχμηρά φυτά. Έχει αναφερθεί ότι στο Ισραήλ φύονται περισσότερες από 70 ποικιλίες αγκαθωτών φυτών, μεταξύ των οποίων η αφάνα, η κάππαρη, η άκανθος, η αραμιά και οι κράταιγοι. Μολονότι τα αγκάθια αποδείχτηκαν ενοχλητικά για τον άνθρωπο, δεν υπήρξαν εντελώς άχρηστα. Τα αγκαθωτά φυτά χρησίμευαν ως φράχτες (Ωσ 2:6) και ως καύσιμη ύλη (Εκ 7:6), ενώ χορηγούνταν επίσης ως τροφή στα γαϊδούρια, στις καμήλες και στα κατσίκια. Στα πιο πρόσφατα χρόνια—πράγμα που μπορεί να συνέβαινε και στην αρχαιότητα—ειδικά η αραμιά και η βατομουριά χρησιμοποιούνται ως φράχτες, ενώ η αφάνα αποτελεί καύσιμη ύλη για τις ασβεστοκαμίνους.—Ησ 33:12.
Οι συνέπειες του γεγονότος ότι η γη ήταν καταραμένη, και ως εκ τούτου γεμάτη αγκάθια και τριβόλια, έγιναν ιδιαίτερα αισθητές από τους απογόνους του Αδάμ (Γε 3:17, 18), και γι’ αυτό, ο Λάμεχ, ο πατέρας του Νώε, μίλησε για «τον πόνο των χεριών μας που έχουμε εξαιτίας της γης, την οποία καταράστηκε ο Ιεχωβά». (Γε 5:29) Μετά τον Κατακλυσμό, ο Ιεχωβά ευλόγησε τον Νώε και τους γιους του, δηλώνοντας ότι ο σκοπός του για αυτούς ήταν να γεμίσουν τη γη. (Γε 9:1) Προφανώς, άρθηκε η κατάρα που είχε επιβάλει ο Θεός στη γη. (Γε 13:10) Ωστόσο, ο Ιεχωβά δεν είπε στον Νώε και στην οικογένειά του—όπως είχε πει στον τέλειο Αδάμ—να “καθυποτάξουν τη γη”. (Παράβαλε Γε 1:28 με Γε 8:21–9:2.) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ο ατελής άνθρωπος, χωρίς τη θεϊκή καθοδηγία, δεν θα μπορούσε ποτέ να καθυποτάξει τη γη με τρόπο που να ανταποκρίνεται στον αρχικό σκοπό του Θεού. Ο άνθρωπος θα συνέχιζε να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καλλιέργεια του εδάφους, μια από τις οποίες θα ήταν και η καταπολέμηση ενοχλητικών φυτών όπως τα αγκάθια και τα τριβόλια. Αναμφίβολα, η κακοδιαχείριση των πόρων της γης από τον άνθρωπο έχει επιτείνει τα προβλήματά του σε αυτόν τον τομέα.
Στην Υποσχεμένη Γη, “μια γη όπου έρρεε το γάλα και το μέλι” (Εξ 3:8), οι Ισραηλίτες έπρεπε να εργάζονται για να διατηρούν τον τόπο απαλλαγμένο από τα αγκάθια και τα άλλα αγριόχορτα, εφόσον αυτά κατακλύζουν γρήγορα οποιαδήποτε εγκαταλειμμένη ή ερημωμένη γη. (Ησ 5:6· 7:23-25· 34:13) Τελικά, εξαιτίας της ανυπακοής του στον Ιεχωβά, ο Ισραήλ προξένησε πνευματική καταστροφή στο έθνος, «την κληρονομιά» του Θεού, και αυτό έγινε φανερό τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά από το γεγονός ότι αυτοί μοχθούσαν μάταια, σπέρνοντας σιτάρι αλλά θερίζοντας αγκάθια.—Ιερ 12:7, 13.
Όπως τονίζεται από την παραβολή του Ιησού σχετικά με το σπορέα, τα αγκάθια απειλούν την ανάπτυξη των καλλιεργούμενων σιτηρών. (Ματ 13:7· Λου 8:7) Γι’ αυτό, προτού αρχίσουν να καλλιεργούν έναν αγρό που ήταν γεμάτος αγκάθια και τριβόλια, κατέστρεφαν αυτά τα ενοχλητικά φυτά, συνήθως βάζοντας φωτιά στον αγρό. (Εβρ 6:8) Επίσης, τα αγκάθια τα ίδια μπορούσαν να προκαλέσουν πυρκαγιές. Ειδικά τον καιρό του θερισμού, τα ξερά αγκάθια δίπλα στα αθέριστα σιτηρά είναι εύφλεκτα, και ένας ολόκληρος αγρός μπορεί να κατακαεί αν επεκταθεί η φωτιά από τα αγκάθια στα αθέριστα σιτηρά.—Εξ 22:6.
Για να εμπαίξουν τον Ιησού, οι Ρωμαίοι στρατιώτες έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν στο κεφάλι του. (Μαρ 15:17· Ιωα 19:2) Μολονότι πολλοί έχουν συσχετίσει το συγκεκριμένο φυτό με τον παλίουρο τον ακανθώδη (Paliurus spina-christi), έναν θάμνο που φτάνει σε ύψος τα 6 μ. και έχει ευλύγιστα κλαδιά με σκληρά αγκάθια, δεν είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα για ποιο φυτό πρόκειται.
Μεταφορική Χρήση. Συχνά, ο όρος «αγκάθια» έχει μεταφορική ή συμβολική έννοια. Οι Ασσύριοι, μολονότι περιπλέκονταν σαν αγκάθια, επρόκειτο να κατακαούν σαν κατάξερη καλαμιά. (Να 1:10) Τα αγκάθια, μεταξύ των οποίων τα βάτα, χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν ανθρώπους, ακόμη και άρχοντες, που πρόκειται να λάβουν δυσμενή κρίση επειδή οι πράξεις τους είναι κακές. (2Βα 14:9, 10· Ησ 9:18, 19· 10:17-19) Οι πονηροί που εναντιώνονται στον υπηρέτη του Ιεχωβά παρουσιάζονται να σβήνουν σαν φωτιά από βάτα. (Ψλ 118:10, 12) Ο Ιησούς Χριστός αναφέρθηκε στα αγκάθια όταν επαλήθευσε παραβολικά ότι οι άνθρωποι γνωρίζονται από τους καρπούς τους.—Ματ 7:16.
Τα αγκάθια συμβολίζουν ανθρώπους και πράγματα που βλάπτουν και ενοχλούν. (Αρ 33:55· Παρ 22:5· Ιεζ 28:24) Το «αγκάθι στη σάρκα» του Παύλου (2Κο 12:7) ίσως ήταν μια πάθηση των ματιών, ή κάποιου άλλου μέρους του σώματός του (βλέπε Πρ 23:1-5· Γα 4:15· 6:11), ή μπορεί να ήταν οι ψευδαπόστολοι και άλλοι ταραξίες που αμφισβητούσαν την αποστολική ιδιότητα και το έργο του Παύλου. (Βλέπε 2Κο 11:5, 6, 12-15· Γα 1:6-9· 5:12· 6:17.) Ο Ιεχωβά, μέσω του Ιερεμία του προφήτη του, παρομοίασε τις καρδιές των αντρών του Ιούδα και των κατοίκων της Ιερουσαλήμ με έδαφος γεμάτο αγκάθια, δηλαδή κυριευμένο από έλλειψη αλήθειας, κρίσης και δικαιοσύνης. (Ιερ 4:1-4· παράβαλε Ωσ 10:12, 13.) Η αντικατάσταση των αγκαθιών με δέντρα συμβολίζει εύστοχα την αποκατάσταση στη θεϊκή εύνοια.—Ησ 55:13· βλέπε ΑΓΚΑΘΙΑ· ΒΑΤΟΜΟΥΡΙΑ, ΒΑΤΟΣ· ΘΑΜΝΟΣ· ΛΩΤΟΣ.
-
-
ΑγκαθιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΑΘΙΑ
(Αγκαθιά).
Η εβραϊκή λέξη χώχαχ θεωρείται ότι προσδιορίζει γενικά τα αγκαθωτά φυτά, τις αγκαθιές που φύονται σε καλλιεργημένο έδαφος και “παίρνουν γρήγορα στην κατοχή τους” την ερημωμένη γη. (Ιωβ 31:40· Ησ 34:13· Ωσ 9:6) Η ίδια λέξη εμφανίζεται στο εδάφιο Ιώβ 41:2, όπου φαίνεται να γίνεται έμμεση αναφορά στα αγκάθια που έβαζαν στα βράγχια των ψαριών για να τα μεταφέρουν. Η λέξη χώχαχ χρησιμοποιείται επίσης με μεταφορική σημασία. (Ασμ 2:2) Μια αγκαθιά στο χέρι του μέθυσου μπορεί να τραυματίσει τον ίδιο και τους άλλους. Το ίδιο ισχύει και για τους άφρονες που χρησιμοποιούν μια παροιμία εσφαλμένα επειδή δεν την καταλαβαίνουν. (Παρ 26:9) Ο Βασιλιάς Ιωάς του Ισραήλ παρομοίασε την πράξη του υπερήφανου Βασιλιά Αμαζία του Ιούδα, ο οποίος ήθελε να τον πολεμήσει, με την επιθυμία της αγκαθιάς να συμπεθερέψει με τον κέδρο του Λιβάνου.—2Βα 14:8, 9· 2Χρ 25:18.
-
-
ΑγκαλιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΑΛΙΑ
Βλέπε ΚΟΛΠΟΣ, ΚΟΡΦΟΣ, ΑΓΚΑΛΙΑ.
-
-
ΆγκιστροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΙΣΤΡΟ
Καμπυλωτό ή γαμψό κομμάτι μετάλλου ή άλλου υλικού, ενίοτε οδοντωτό.
Στη σκηνή της μαρτυρίας χρησιμοποιήθηκαν χρυσά άγκιστρα για να ενωθούν τα δύο μεγάλα τμήματα του κεντητού λινού καλύμματος και χάλκινα άγκιστρα για τα δύο τμήματα του καλύμματος που ήταν φτιαγμένο από τρίχες κατσικιού. (Εξ 26:1, 5, 6, 7, 10, 11· 36:13, 18· 39:33) Η κουρτίνα ανάμεσα στα Άγια και στα Άγια των Αγίων κρεμόταν από άγκιστρα, προφανώς χρυσά (Εξ 26:31-33), όπως επίσης και το προπέτασμα στην είσοδο της σκηνής.—Εξ 26:36, 37.
Οι αρχαίοι ψαράδες χρησιμοποιούσαν αγκίστρια. (Αββ 1:14, 15· Ησ 19:1, 6-8· Ματ 17:24-27) Στην Αγία Γραφή αναφέρονται και τα τσιγκέλια, δηλαδή τα άγκιστρα που χρησιμοποιούν οι κρεοπώλες. (Αμ 4:2) Άγκιστρα—ενδεχομένως αγκάθια—έβαζαν επίσης στα ζώα, ιδιαίτερα στα θηρία, για να τα οδηγούν όπου ήθελαν.—Ιεζ 19:3, 4, 6, 9, υποσ.
Σε ορισμένες περιπτώσεις έσερναν τους αιχμαλώτους από άγκιστρα περασμένα στα χείλη, στη μύτη ή στη γλώσσα τους. Μια ασσυριακή αναπαράσταση απεικονίζει το βασιλιά να κρατάει τρεις αιχμαλώτους με σχοινιά δεμένα σε άγκιστρα που έχουν περαστεί στα χείλη τους και παράλληλα να τυφλώνει τον έναν από αυτούς με δόρυ. Συνεπώς, ο Βασιλιάς Σενναχειρείμ της Ασσυρίας κατάλαβε τι εννοούσε ο Ιεχωβά όταν του είπε μεταφορικά μέσω του προφήτη Ησαΐα: «Θα βάλω το άγκιστρό μου στη μύτη σου και το χαλινάρι μου ανάμεσα στα χείλη σου, και θα σε οδηγήσω πίσω, από το δρόμο από τον οποίο ήρθες».—2Βα 19:20, 21, 28· Ησ 37:29.
Ο Ιεχωβά είπε μεταφορικά στον Φαραώ της Αιγύπτου, τον οποίο ο Ισραήλ είχε εμπιστευτεί ανόητα ως στήριγμα για να σταθεί ενάντια στη Βαβυλώνα: «Θα βάλω άγκιστρα στα σαγόνια σου . . . Και θα σε ανασύρω μέσα από τα κανάλια του Νείλου σου . . . Και θα σε εγκαταλείψω στην έρημο . . . Και όλοι οι κάτοικοι της Αιγύπτου θα γνωρίσουν εξάπαντος ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, επειδή, ως στήριγμα, αυτοί αποδείχτηκαν ένα καλάμι για τον οίκο του Ισραήλ». (Ιεζ 29:1-7) Η φρασεολογία αυτή ήταν εύστοχη. Ο ιστορικός Ηρόδοτος (Β΄, 70) λέει ότι οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν άγκιστρο για να πιάνουν τον κροκόδειλο και να τον τραβούν έξω από το νερό. Ο Ιεχωβά προείπε επίσης ότι θα έβαζε άγκιστρα στα σαγόνια του «Γωγ της γης του Μαγώγ» και θα τον έβγαζε έξω για την τελική επίθεση ενάντια στο λαό του Θεού καθώς και για τη δική του εκτέλεση.—Ιεζ 38:1-4· 39:1-4.
-
-
ΆγκυραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΚΥΡΑ
Βλέπε ΠΛΟΙΟ.
-
-
Άγνωστος ΘεόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΘΕΟΣ
Απόσπασμα επιγραφής σε έναν βωμό που είδε ο απόστολος Παύλος στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι εξέφραζαν το φόβο τους για τις διάφορες θεότητες χτίζοντας πολλούς ναούς και βωμούς. Είχαν φτάσει, μάλιστα, στο σημείο να θεοποιούν ακόμη και τις αφηρημένες έννοιες, ανεγείροντας βωμούς στη Φήμη, στην Αιδώ, στην Ορμή, στην Πειθώ και στο Έλεος. Φοβούμενοι ίσως ότι μπορεί να παρέλειπαν κάποιον θεό και να επέσυραν έτσι τη δυσμένειά του, οι Αθηναίοι είχαν ανεγείρει έναν βωμό που έφερε την επιγραφή: «Στον Άγνωστο Θεό». Ο Παύλος, στην αρχή της ομιλίας του προς τους Στωικούς, τους Επικούρειους και άλλους που ήταν συγκεντρωμένοι στον Άρειο Πάγο (Λόφο του Άρη), έστρεψε με διακριτικότητα την προσοχή τους στον εν λόγω βωμό, λέγοντάς τους ότι τους κήρυττε για αυτόν τον Θεό που μέχρι τότε τους ήταν άγνωστος.—Πρ 17:18, 19, 22-34.
Η ύπαρξη τέτοιων βωμών στην Ελλάδα πιστοποιείται από τους αρχαίους συγγραφείς Φιλόστρατο (170;-245 Κ.Χ.) και Παυσανία (δεύτερος αιώνας Κ.Χ.). Ο Παυσανίας κάνει λόγο για βωμούς «θεών που ονομάζονταν Άγνωστοι». (Ελλάδος Περιήγησις, Αττικά, Α΄, 4) Ο Φιλόστρατος στο έργο του Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον (6, 3) γράφει: «Είναι πολύ μεγαλύτερη απόδειξη σοφίας και σύνεσης το να λέει κανείς καλά λόγια για όλους τους θεούς, ιδιαίτερα στην Αθήνα, όπου υπάρχουν βωμοί προς τιμήν ακόμη και άγνωστων θεών».
-
-
ΑγοράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΟΡΑ
Η απόκτηση κάποιου πράγματος με αντάλλαγμα την καταβολή αντικειμένων αξίας—χρημάτων, αγαθών, υπηρεσιών ή ακόμη και κάποιας ζωής. Επίσης, ο τόπος όπου γίνονταν αγοραπωλησίες.
Από τον καιρό του Αβραάμ κιόλας, οι άνθρωποι έκαναν επίσημες αγοραπωλησίες αγαθών, ακινήτων ή υπηρεσιών, χρησιμοποιώντας κάποιο μέσο συναλλαγής όπως τα χρήματα, περίπου όπως γίνεται και σήμερα. Ο Αβραάμ “αγόρασε με χρήματα” δούλους. (Γε 17:12, 13) Όταν πέθανε η Σάρρα, ο Αβραάμ αγόρασε επίσημα κάποιον οικογενειακό χώρο ταφής από τον Εφρών, έναν από τους γιους του Χετ. (Γε 23:3-20· 49:29-32) Οι λεπτομέρειες που αφορούν αυτό το πρώτο ιστορικά καταγραμμένο στην Αγία Γραφή επίσημο συμβόλαιο είναι ενδιαφέρουσες.
Με γνήσια αβροφροσύνη, ο Αβραάμ προσκύνησε καθώς έκανε την προσφορά του. Δεν ενδιαφερόταν να αγοράσει τον αγρό, αλλά μόνο τη σπηλιά που “βρισκόταν στην άκρη του αγρού του Εφρών”. Ο Εφρών έκανε αντιπροσφορά. Λέγοντας ότι ήθελε να δώσει το εν λόγω κτήμα στον Αβραάμ (Γε 23:7-11), δεν είναι βέβαιο αν προσποιούνταν ότι διέθετε τη γενναιοδωρία που χαρακτήριζε τους Ανατολίτες ή αν, όπως πιστεύουν μερικοί, έδειχνε απλώς ότι ήταν διατεθειμένος να αποχωριστεί το κτήμα του, δηλαδή να το “παραχωρήσει” αντί κάποιου αντίτιμου. Το βέβαιο είναι ότι επέμεινε να συμπεριληφθεί στη συναλλαγή τόσο η σπηλιά όσο και ο αγρός. Τελικά επιτεύχθηκε συμφωνία, ορίστηκε η τιμή, έγιναν οι διαπραγματεύσεις και ζυγίστηκαν προσεκτικά τα χρήματα, “τετρακόσιοι σίκλοι ασήμι που ήταν αποδεκτοί μεταξύ των εμπόρων” (περ. $880). (Γε 23:16) Εκείνον τον καιρό τα χρήματα δεν υφίσταντο με τη μορφή κομμένων νομισμάτων αλλά ζυγίζονταν σε ζυγαριές. Έτσι λοιπόν, «ο αγρός και η σπηλιά που υπήρχε μέσα σε αυτόν και όλα τα δέντρα που υπήρχαν στον αγρό, τα οποία υπήρχαν μέσα σε όλα του τα όρια ολόγυρα, κατακυρώθηκαν στον Αβραάμ ως δική του αγορά». Όλη αυτή η νομότυπη συναλλαγή έλαβε χώρα παρουσία και των δύο μερών, καθώς επίσης και μαρτύρων, «μπροστά στα μάτια των γιων του Χετ ανάμεσα σε όλους όσους έμπαιναν από την πύλη της πόλης του». (Γε 23:17, 18) Με παρόμοιο τρόπο, ο Ιακώβ αγόρασε μεταγενέστερα γη από τους Συχεμίτες.—Γε 33:18, 19.
Κατά τη διάρκεια μιας εφταετούς περιόδου πείνας, ο Ιωσήφ, ως πρωθυπουργός της Αιγύπτου, πούλησε σιτηρά στην αρχή με χρηματικό αντίτιμο, όταν δε τα χρήματα εξαντλήθηκαν, δέχτηκε ως πληρωμή τα κατοικίδια ζώα των ανθρώπων, στη συνέχεια τη γη τους και τελικά τους ίδιους τους ανθρώπους.—Γε 42:2-25· 47:13-23.
Ο Νόμος του Μωυσή απαγόρευε αυστηρά τις αγοραπωλησίες κατά την ημέρα του Σαββάτου, όπως επίσης απαγόρευε και τις αθέμιτες επιχειρηματικές συναλλαγές. Κατά τη διάρκεια της αποστασίας του Ισραήλ, αυτοί οι νόμοι παραβιάζονταν συχνά.—Λευ 25:14-17· Νε 10:31· 13:15-18· Αμ 8:4-6.
Όταν ο Βασιλιάς Δαβίδ θέλησε να αγοράσει το αλώνι του Ορνά(ν), εκείνος προσφέρθηκε ευγενώς να το παραχωρήσει στο βασιλιά. Εντούτοις, ο Δαβίδ επέμεινε να πληρώσει το ποσό των 50 σίκλων ασημιού ($110) για να αγοράσει τον περιβάλλοντα χώρο του θυσιαστηρίου και τα υλικά που ήταν απαραίτητα για τη θυσία. Αργότερα, φαίνεται ότι προστέθηκαν και άλλες εκτάσεις από εκείνο το κτήμα ώστε να υπάρξει αρκετός χώρος για ολόκληρο το συγκρότημα του ναού, ενώ το αντίτιμο της αγοράς ήταν χρυσάφι βάρους εξακοσίων σίκλων (περ. $77.070). (2Σα 24:21-24· 1Χρ 21:22-25) Κατά τη διάρκεια της βασιλείας τόσο του Ιωάς όσο και του Ιωσία, αγοράστηκαν υλικά και μισθώθηκαν εργάτες για την επισκευή του ναού.—2Βα 12:9-12· 22:3-7.
Ο Ιερεμίας αγόρασε έναν αγρό στην πόλη του την Αναθώθ και περιγράφει τη νομότυπη συναλλαγή με τον ακόλουθο τρόπο: «Υπέγραψα ένα συμβόλαιο και έβαλα τη σφραγίδα και έφερα μάρτυρες καθώς ζύγιζα τα χρήματα στη ζυγαριά».—Ιερ 32:9-16, 25, 44.
Και οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές επίσης αναφέρονται αρκετές φορές στην αγορά αγαθών και υλικών—τροφίμων, λαδιού, ενδυμάτων, μαργαριταριών, αγρών, σπιτιών, χρυσού, κολλύριου, εμπορευμάτων γενικά, ζώων, ακόμη και ανθρώπων. (Ματ 13:44-46· 25:8-10· 27:7· Μαρ 6:37· Ιωα 4:8· 13:29· Πρ 1:18· 4:34-37· 5:1-3· Απ 3:18· 13:17· 18:11-13· βλέπε ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΡΑΠΕΖΙΤΗΣ.) Οι Ιουδαίοι που πίστεψαν απελευθερώθηκαν με εξαγορά από την κατάρα του Νόμου μέσω του Χριστού, ο οποίος έγινε ο ίδιος κατάρα αντί για εκείνους όταν, αν και αθώος, κρεμάστηκε πάνω σε ξύλο. (Γα 3:13· 4:5) Ο Ιεχωβά «αγόρασε με το αίμα του ίδιου του Γιου του» ολόκληρη την «εκκλησία του Θεού».—Πρ 20:28.
Ως Χώρος Αγοραπωλησίας. Η λέξη «αγορά» αναφερόταν επίσης στον ανοιχτό χώρο που λειτουργούσε ως κέντρο αγοραπωλησίας καθώς και ως τόπος συγκέντρωσης του κοινού σε πόλεις και κωμοπόλεις της αρχαίας Μέσης Ανατολής και του ρωμαϊκού κόσμου. Στις ελληνικές και στις ρωμαϊκές πόλεις, ο ανοιχτός αυτός χώρος περιβαλλόταν από αγάλματα και δημόσια κτίρια, μεταξύ των οποίων και θρησκευτικά οικοδομήματα. Φαίνεται πως ορισμένα δικαστικά ζητήματα διεκπεραιώνονταν στις αγορές. (Παράβαλε Πρ 16:19-21.) Επιπρόσθετα, στην αγορά μπορούσε κανείς να μάθει τοπικά νέα ή ειδήσεις από άλλες περιοχές, καθώς εκεί συγκεντρώνονταν οι άνθρωποι και μιλούσαν για τα τρέχοντα γεγονότα.—Παράβαλε Πρ 17:17-21.
Στις αγορές της Παλαιστίνης μπορούσε κανείς να δει παιδιά να παίζουν. (Ματ 11:16· Λου 7:32) Άνεργοι καθώς και άλλοι που ήθελαν να εργαστούν ως ημερομίσθιοι μπορεί να βρίσκονταν εκεί. (Παράβαλε Ματ 20:3, 4.) Οι υπερήφανοι γραμματείς και Φαρισαίοι επιθυμούσαν να τραβούν την προσοχή του πλήθους στις αγορές και να δέχονται χαιρετισμούς ανάλογους με τη δήθεν εξέχουσα θέση τους. (Ματ 23:2, 6, 7· Μαρ 12:38· Λου 11:43· 20:46) Επιστρέφοντας από την αγορά, οι προσκολλημένοι στις παραδόσεις Φαρισαίοι, καθώς και άλλοι Ιουδαίοι, καθαρίζονταν με ράντισμα πριν φάνε οτιδήποτε.—Μαρ 7:3, 4.
Ενόσω ήταν στη γη, ο Χριστός Ιησούς θεράπευσε διάφορα άτομα στις αγορές. (Μαρ 6:56) Ο δε απόστολος Παύλος, όταν ήταν στην Αθήνα, κάθε μέρα συζητούσε λογικά «στην αγορά με όσους βρίσκονταν εκεί».—Πρ 17:16, 17· βλέπε ΑΠΠΙΟΥ ΑΓΟΡΑ.
-
-
Αγόρι Ορφανό από ΠατέραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΟΡΙ ΟΡΦΑΝΟ ΑΠΟ ΠΑΤΕΡΑ
Χωρίς άντρα στο σπίτι να τους υποστηρίζει και να προστατεύει τα συμφέροντά τους, το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα και η χήρα πιθανόν να ήταν πιο ευάλωτοι στην καταδυνάστευση και στις διάφορες δυσκολίες. Γι’ αυτό, ο Νόμος προέβλεπε για την ευημερία τους, διασφαλίζοντας την απόδοση δικαιοσύνης για το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα, για τη χήρα και για τον πάροικο και περιέχοντας διατάξεις για τη συντήρησή τους. (Εξ 22:22-24· Δευ 24:17) Ό,τι έμενε στον αγρό από το θερισμό, στο ελαιόδεντρο από το μάζεμα των ελιών και στο αμπέλι από τον τρύγο ήταν διαθέσιμο για αυτά τα φτωχά άτομα. (Δευ 24:19-21) Τους απευθυνόταν ειδική πρόσκληση να συμμετάσχουν στην πλουσιοπάροχη ετήσια Γιορτή της Συγκομιδής (Γιορτή των Σκηνών), στη διάρκεια της οποίας μπορούσαν να απολαμβάνουν τα συμπόσια που συνόδευαν τον εορτασμό. (Δευ 16:9-14) Κάθε τρίτο έτος, οι Ισραηλίτες απέθεταν μέσα από τις πύλες των πόλεών τους τα ειδικά δέκατα που κανονικά έτρωγαν οι ίδιοι στην Ιερουσαλήμ. Από αυτά τα δέκατα, το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα δικαιούνταν από το νόμο να έχει μερίδιο.—Δευ 14:28, 29· 26:12, 13.
Πόσο σημαντικό είναι το στοργικό ενδιαφέρον για τα ορφανά ανάμεσα στους υπηρέτες του Θεού;
Εφόσον ήταν εύκολο να παραβλέψει κανείς αυτά τα ανυπεράσπιστα άτομα που είχαν στερηθεί το γονέα τους, ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε την έκφραση «αγόρι ορφανό από πατέρα» για να περιγράψει το βαθμό της δικαιοσύνης του Ισραήλ ή της απόκλισής του από αυτήν. Όταν το έθνος είχε καλή πνευματική υγεία, υπήρχε μέριμνα για το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα. Όταν υπήρχε διαστροφή της δικαιοσύνης στη χώρα, τέτοιου είδους άτομα οπωσδήποτε παραμελούνταν, και αυτό ήταν σύμπτωμα εθνικής παρακμής. (Ψλ 82:3· 94:6· Ησ 1:17, 23· Ιερ 7:5-7· 22:3· Ιεζ 22:7· Ζαχ 7:9-11· Μαλ 3:5) Η κατάρα του Ιεχωβά ήταν πάνω σε όσους καταδυνάστευαν το αγόρι που ήταν ορφανό από πατέρα. (Δευ 27:19· Ησ 10:1, 2) Ο Ιεχωβά περιγράφει τον εαυτό του ως Λυτρωτή (Παρ 23:10, 11), Βοηθό (Ψλ 10:14) και Πατέρα (Ψλ 68:5) αυτών των παιδιών. Είναι Αυτός που εκτελεί κρίση για λογαριασμό τους (Δευ 10:17, 18), που τους δείχνει έλεος (Ωσ 14:3), που τους φέρνει ανακούφιση (Ψλ 146:9) και που τους διατηρεί ζωντανούς.—Ιερ 49:11.
Ένα από τα διακριτικά γνωρίσματα της αληθινής Χριστιανοσύνης είναι το στοχαστικό της ενδιαφέρον για τα άτομα που έχουν στερηθεί λόγω θανάτου το σύζυγό τους ή τους γονείς τους. Ο μαθητής Ιάκωβος γράφει στους Χριστιανούς: «Η θρησκεία που είναι καθαρή και αμόλυντη από την άποψη του Θεού και Πατέρα μας είναι αυτή: Να φροντίζει κανείς τα ορφανά και τις χήρες στη θλίψη τους και να κρατάει τον εαυτό του χωρίς κηλίδα από τον κόσμο».—Ιακ 1:27.
Στο εδάφιο Ιωάννης 14:18 η λέξη ὀρφανός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται μεταφορικά και σε άλλες μεταφράσεις αποδίδεται με διάφορους τρόπους: «έρημους» (AS), «εγκαταλειμμένους» (Mo), «χωρίς φίλο» (AT) και «αποστερημένους» (Yg).
-
-
ΑγούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΟΥΡ
(Αγούρ).
Γιος του Ιακέ και συγγραφέας του 30ού κεφαλαίου του βιβλίου των Παροιμιών. (Παρ 30:1) Τίποτα περισσότερο δεν αναφέρεται με βάση το οποίο θα ήταν δυνατή η περαιτέρω εξακρίβωση της ταυτότητάς του. Κατά πάσα πιθανότητα, έζησε μεταξύ της βασιλείας του Σολομώντα (1037-998 Π.Κ.Χ.) και της βασιλείας του Εζεκία (745-717 Π.Κ.Χ.).
Μερικοί ραβίνοι λόγιοι έχουν εκφράσει την άποψη ότι το όνομα Αγούρ είναι αλληγορικό και ότι αναφέρεται στον Σολομώντα. Γι’ αυτό, το έργο Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο (Soncino Books of the Bible), στην υποσημείωση του εδαφίου Παροιμίες 30:1, παραθέτει από τη Μιδράς τα εξής: «Αποκαλούνταν Αγούρ επειδή συσσώρευσε (αγάρ) γνώση για την Τορά, και γιος του Ιακέ επειδή την εξέμεσε (χικκί) με το να αγνοήσει την προειδοποίηση για την απόκτηση πολλών γυναικών». (Επιμέλεια Α. Κοέν, Λονδίνο, 1952) Ωστόσο, ακόμη και μεταξύ των Εβραίων σχολιαστών, δεν υπήρξε συμφωνία ως προς αυτή την άποψη, εφόσον πολλοί υποστήριζαν ότι η αλλαγή στο ύφος, στη γλώσσα και στο περιεχόμενο υποδηλώνει διαφορετικό συγγραφέα.
-
-
Άγριο ΓαϊδούριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟ ΓΑΪΔΟΥΡΙ
Βλέπε ΓΑΪΔΟΥΡΙ.
-
-
ΑγριόγιδοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΓΙΔΟ
[εβρ., ζέμερ].
Μικρή αντιλόπη που μοιάζει με κατσίκα, ξεχωρίζει από τα αγκιστροειδή κέρατά της και φημίζεται για την ευκινησία και τη σταθερότητα με την οποία βαδίζει σε τρομακτικά ύψη. Το ύψος του ενήλικου αρσενικού μπορεί να φτάσει τα 80 εκ. στους ώμους, και το βάρος του μπορεί να ξεπεράσει τα 30 κιλά. Το καλοκαιρινό τρίχωμα του αγριόγιδου είναι καστανόξανθο, αλλά σκουραίνει με την έλευση της χειμερινής περιόδου. Το αγριόγιδο συγκαταλέγεται στα ζώα που ήταν κατάλληλα για τροφή, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Νόμου.—Δευ 14:5.
Επικρατεί αβεβαιότητα ως προς το ζώο στο οποίο αναφέρεται η εβραϊκή λέξη ζέμερ, η οποία αποδίδεται με διάφορους τρόπους: «αγριόγιδο» (KJ, AS, ER, Yg, ΜΝΚ), «αίγα των βουνών» (La), «πρόβατο των βουνών» (AT, JB, Mo, Ro), «αγριοπρόβατο» (ΜΠΚ), «άγριος κριός» (ΛΧ) και «αντιλόπη» (Le). Αλλού χρησιμοποιείται απλώς η μεταγραφή «ζέμερ» (Kx). Η εβραϊκή ρίζα από την οποία παράγεται η λέξη ζέμερ πιστεύεται ότι συγγενεύει με την αραβική λέξη ζαμάρα (αναπηδώ· τρέπομαι σε φυγή), πράγμα που υποδηλώνει ένα ζώο το οποίο αναπηδάει ή κάνει άλματα, άρα παρόμοιο με τη γαζέλα. Μερικοί ζωολόγοι υποστηρίζουν ότι το αγριόγιδο (ρουπικάπρα η γνησία [Rupicapra rupicapra]) δεν υπήρξε ποτέ στην Παλαιστίνη. Εντούτοις, πρέπει να σημειωθεί ότι τοπικές ποικιλίες αυτού του ζώου βρίσκονται στα Καρπάθια και στα βουνά του Καυκάσου, και γι’ αυτό πιθανώς να υπήρξε κάποτε μια ποικιλία αγριόγιδου στις οροσειρές του Λιβάνου.
-
-
ΑγριοκυδωνιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΚΥΔΩΝΙΑ
[εβρ., λιβναί].
Η ονομασία αυτού του δέντρου στην εβραϊκή σημαίνει «λευκός», η δε συγγενική αραβική λέξη λούμπνα εφαρμόζεται στην αγριοκυδωνιά (στύραξ ο φαρμακευτικός [Styrax officinalis]). Η αγριοκυδωνιά αποκτάει διαστάσεις ψηλού θάμνου ή μικρού δέντρου, και σπάνια ξεπερνάει τα 6 μ. σε ύψος. Είναι διαδεδομένη στη Συρία, όπου ο Ιακώβ χρησιμοποίησε βέργες από αυτήν (Γε 30:37), καθώς και σε όλη την Παλαιστίνη, φύεται δε σε ξερές λοφοπλαγιές και σε βραχώδη μέρη, όπου ο ίσκιος της είναι ευπρόσδεκτος. (Ωσ 4:13) Τα ωοειδή φύλλα της, που φυτρώνουν πάνω σε επιμήκη, εύκαμπτα κλαδάκια, είναι πράσινα από πάνω, αλλά λευκά και χνουδωτά από κάτω. Τα εντυπωσιακά λουλούδια της, με τα λευκά πέταλα και το ευχάριστο άρωμα, μοιάζουν πολύ με τα άνθη της πορτοκαλιάς.
-
-
ΑγριοσίταροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΣΙΤΑΡΟ
[εβρ., κουσσέμεθ].
Κατώτερο είδος σιταριού, του οποίου οι σπόροι δεν διαχωρίζονται εύκολα από το άχυρο. Στην αρχαιότητα, το αγριοσίταρο (σίτος η σπέλτα [Triticum spelta]) καλλιεργούνταν στην Αίγυπτο (Εξ 9:32), όπου σύμφωνα με τον ιστορικό Ηρόδοτο (Β΄, 36, 77) χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή ψωμιού. (Βλέπε Ιεζ 4:9.) Οι Ισραηλίτες φαίνεται ότι το φύτευαν ως όριο γύρω από τους αγρούς τους για να αποτελεί ένα είδος φράχτη.—Ησ 28:25.
-
-
Άγριος ΤαύροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΣ ΤΑΥΡΟΣ
Βλέπε ΤΑΥΡΟΣ.
-
-
ΑγριόχοιροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟΣ
[εβρ., χαζίρ].
Στις Γραφές, ο αγριόχοιρος μνημονεύεται στο εδάφιο Ψαλμός 80:13, όπου γίνεται νύξη για το ότι λεηλατεί τα αφύλακτα αμπέλια. Αυτό το ζώο (χοίρος ο άγριος [Sus scrofa]) εξακολουθεί να βρίσκεται στα έλη της Παλαιστίνης.
Ένας μεγάλος αγριόχοιρος μπορεί να ζυγίζει περίπου 160 κιλά και να έχει μήκος σχεδόν 1,5 μ. και ύψος 1 μ. στους ώμους. Το ρύγχος του είναι ειδικά σχεδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να ανασκάπτει το έδαφος ψάχνοντας για τροφή ανάμεσα στα χαμόκλαδα του δάσους. Οι χαυλιόδοντες, κυρίως του αρσενικού, αποτελούν τρομερό όπλο, με το οποίο μπορεί εύκολα να ξεσκίσει ένα άλογο. Αυτό το ζώο δεν είναι μόνο επικίνδυνο, αλλά και καταστροφικό—λέγεται ότι μια ομάδα αγριόχοιρων μπορεί να αφανίσει ένα ολόκληρο αμπέλι μέσα σε μία νύχτα. Αν και είναι κυρίως φυτοφάγο, το διαιτολόγιό του περιλαμβάνει μεγάλη ποικιλία τροφών, όπως ρίζες, σιτηρά, γεωσκώληκες, σαλιγκάρια, μικρά ζώα, αβγά πουλιών και τα παρόμοια.
-
-
Αγριόχορτα, ΖιζάνιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΟΧΟΡΤΑ, ΖΙΖΑΝΙΑ
Αγριόχορτα και ζιζάνια είναι γενικά τα διάφορα ενοχλητικά φυτά τα οποία δεν έχουν καμιά προφανή χρησιμότητα εκεί όπου φύονται. Μολονότι ορισμένοι μελετητές έχουν προσπαθήσει να συνδέσουν με συγκεκριμένα φυτά τις διάφορες λέξεις των πρωτότυπων γλωσσών που αποδίδονται «αγριόχορτα» ή «ζιζάνια» στην Αγία Γραφή, δεν είναι δυνατόν να προσδιορίσουμε με βεβαιότητα ποια φυτά εννοούνται.
Η εβραϊκή λέξη μπο’σάχ θεωρείται ότι παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «βρωμώ» και ως εκ τούτου πιθανότατα περιλαμβάνει διάφορα δύσοσμα φυτά, «αγριόχορτα που βρωμούν». Ο πιστός Ιώβ δήλωσε στην ουσία πως αν η πορεία της ζωής του δεν χαρακτηριζόταν από ακεραιότητα, τότε, αντί για κριθάρι, ας έβγαιναν αγριόχορτα που βρωμούν.—Ιωβ 31:40.
Η εβραϊκή ονομασία σάγιθ φαίνεται ότι υποδηλώνει διάφορα αγριόχορτα που φύονται σε εγκαταλειμμένη ή ερημωμένη γη. (Ησ 5:6· 7:23-25· 27:4) Αυτός ο όρος, που αποδίδεται «αγριόχορτα», χρησιμοποιείται μεταφορικά για να συμβολίσει ανθρώπους οι οποίοι, λόγω της απιστίας τους, έχουν γίνει άχρηστοι και κατάλληλοι μόνο για καταστροφή.—Ησ 9:18, 19· 10:17-19· παράβαλε Δα 4:20-22.
Στο εδάφιο Παροιμίες 24:31, ο πληθυντικός αριθμός του εβραϊκού όρου κιμμώς, ο οποίος αποδίδεται συνήθως «τσουκνίδα», φαίνεται ότι υποδηλώνει κάθε είδους ζιζάνια.—Βλέπε ΤΣΟΥΚΝΙΔΑ.
Η λέξη ζιζάνια που χρησιμοποίησε ο Ιησούς στην παραβολή των εδαφίων Ματθαίος 13:24-30, 36-43 θεωρείται γενικά ότι αναφέρεται στην ήρα (αίρα η μεθυστική [Lolium temulentum]), η οποία μοιάζει πολύ με το σιτάρι μέχρι να ωριμάσει, οπότε και διακρίνεται εύκολα από αυτό λόγω των μικρότερων μαύρων σπερμάτων της. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι οι ρίζες αυτού του ζιζανίου μπλέκονται με το σιτάρι, καθιστά τελείως άσοφο το να ξεριζώσει κανείς τα ζιζάνια σε αρχικό στάδιο. Αν τα σπέρματα της ήρας ανακατευτούν με τους κόκκους του σιταριού μετά το θερισμό, οι επιπτώσεις για αυτόν που θα τα φάει μπορεί να είναι σοβαρές. Έχει αναφερθεί ότι η κατανάλωση ψωμιού που περιέχει αλεύρι ήρας σε μεγάλη αναλογία έχει προκαλέσει ιλίγγους, ακόμη δε και θανατηφόρα δηλητηρίαση. Οι δηλητηριώδεις ιδιότητες των σπερμάτων της ήρας πιστεύεται γενικά ότι οφείλονται σε έναν μύκητα που αναπτύσσεται μέσα τους.
-
-
ΑγρίππαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΙΠΠΑΣ
Βλέπε ΗΡΩΔΗΣ Αρ. 3 και 4.
-
-
ΑγρόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ
Η λέξη σαδέχ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου, η οποία κυρίως αποδίδεται «αγρός», μπορεί να υποδηλώνει έναν κυνηγότοπο, μια έκταση που χρησιμοποιείται για βοσκή ή καλλιέργεια, έναν ακαλλιέργητο δασότοπο, μια βουνοκορφή ή ακόμη και μια περιοχή στην οποία κατοικεί κάποιος λαός, για παράδειγμα την «περιοχή του Μωάβ», ενώ χρησιμοποιείται επίσης σε αντιδιαστολή με την «πόλη». (Γε 27:5· 31:4· 37:5-7· Κρ 9:32, 36· 1Σα 14:25· Αρ 21:20· Δευ 28:3) Η λέξη ἀγρός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει ένα καλλιεργημένο χωράφι (Ματ 13:24), καθώς και την «ύπαιθρο» σε αντίθεση με την πόλη.—Μαρ 5:14· 16:12.
Επιπρόσθετα, η λέξη “αγρός” μπορούσε να εφαρμοστεί συλλογικά στα συνεχόμενα χωράφια που ανήκαν σε αρκετούς διαφορετικούς ιδιοκτήτες, όπως φαίνεται από την αφήγηση σχετικά με τη Ρουθ. Όταν η Ρουθ πήγε «στον αγρό», έτυχε «να βρεθεί στο τμήμα του αγρού που ανήκε στον Βοόζ», πράγμα που δείχνει ότι ο Βοόζ κατείχε μόνο ένα τμήμα εκείνης της περιοχής. (Ρθ 2:2, 3) Ενώ τα αμπέλια και οι κήποι είχαν προφανώς περίφραξη, φαίνεται ότι δεν συνέβαινε το ίδιο και με τους αγρούς. (Αρ 22:24· Ασμ 4:12) Ο Νόμος όριζε ότι κανείς δεν έπρεπε να μετακινεί τα οροθέσια του συνανθρώπου του, πράγμα που δείχνει ότι ήταν σχετικά εύκολο να γίνει κάτι τέτοιο. (Δευ 19:14) Σύμφωνα με το Νόμο, οι ατείχιστοι οικισμοί θεωρούνταν μέρος του αγρού της υπαίθρου.—Λευ 25:31.
Οι πυρκαγιές μπορούσαν να εξαπλωθούν εύκολα από τον έναν αγρό στον άλλον, ήταν δε απαραίτητο να προσέχει κανείς τα κατοικίδια ζώα του και να μην τα αφήνει να περιπλανιούνται στον αγρό κάποιου άλλου. (Εξ 22:5, 6) Το εδάφιο Ησαΐας 28:25 αναφέρει ότι έσπερναν αγριοσίταρο ως όριο. Σπέρνοντας αυτό το κατώτερο είδος σιταριού στις παρυφές των αγρών τους, οι γεωργοί ίσως μπορούσαν να προστατέψουν, ως έναν βαθμό, τις πιο πολύτιμες σοδειές τους, όπως το σιτάρι και το κριθάρι, από τα ζώα που πιθανόν να έμπαιναν στις παρυφές του αγρού.
Φαίνεται ότι υπήρχε η δυνατότητα να διασχίσει κανείς τους αγρούς μέσα από μονοπάτια, τα οποία μπορεί επίσης να χρησίμευαν ως όρια που χώριζαν το ένα χωράφι από το άλλο, διότι είναι εξαιρετικά απίθανο να περπάτησαν ο Ιησούς και οι μαθητές του μέσα στα χωράφια πατώντας τα σιτάρια καθώς προχωρούσαν. Αν είχαν κάνει κάτι τέτοιο, αναμφίβολα οι Φαρισαίοι θα είχαν δημιουργήσει ζήτημα και για αυτό. (Λου 6:1-5) Ίσως ο Ιησούς εννοούσε τέτοια μονοπάτια όταν, στην παραβολή του για το σπορέα, μίλησε για τους σπόρους που έπεσαν δίπλα στο δρόμο.—Ματ 13:4.
-
-
Αγρός ΑγγειοπλάστηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗ
Όταν ο Ιούδας, γεμάτος τύψεις, έριξε μέσα στο ναό το αντίτιμο της προδοσίας, δηλαδή τα 30 ασημένια νομίσματα (αν επρόκειτο για σίκλους, $66), οι πρωθιερείς αγόρασαν με τα χρήματα αυτά «τον αγρό του αγγειοπλάστη για να θάβουν ξένους». (Ματ 27:3-10) Ο αγρός έγινε γνωστός με το όνομα Ακελδαμά, δηλαδή «Αγρός Αίματος». (Πρ 1:18, 19· βλέπε ΑΚΕΛΔΑΜΑ.) Από τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., αυτός ο αγρός ταυτίστηκε με μια τοποθεσία στη νότια πλαγιά της Κοιλάδας του Εννόμ, ακριβώς πριν από το σημείο όπου αυτή η κοιλάδα ενώνεται με την Κοιλάδα Κιδρόν.
Η έκφραση “ο αγρός του αγγειοπλάστη” δεν δείχνει συγκεκριμένα αν ο αγρός ανήκε απλώς σε κάποιον αγγειοπλάστη ή αν ονομάστηκε έτσι επειδή σε κάποια περίοδο της ιστορίας του χρησιμοποιήθηκε από αγγειοπλάστες ως χώρος εργασίας. Ωστόσο, η δεύτερη αυτή εκδοχή φαίνεται πιθανή αν η τοποθεσία που υποδεικνύεται από την παράδοση είναι σωστή. Θα πρέπει να βρισκόταν κοντά στην Πύλη των Πήλινων Θραυσμάτων (ή «Πύλη των Αγγειοπλαστών», σύμφωνα με τον Γ. Σίμονς σε μια υποσημείωσή του στο σύγγραμμα Η Ιερουσαλήμ στην Παλαιά Διαθήκη [Jerusalem in the Old Testament], Λέιντεν, 1952, σ. 230), η οποία μνημονεύεται στα εδάφια Ιερεμίας 19:1, 2. (Παράβαλε Ιερ 18:2.) Ακόμη και σε πρόσφατες εποχές υπήρχε εκεί κοντά η απαραίτητη πρώτη ύλη, ο πηλός. Επίσης, η αγγειοπλαστική προϋπέθετε την ύπαρξη επαρκούς αποθέματος νερού, και η περιοχή αυτή ήταν κοντά στην πηγή της Εν-ρογήλ και στη Δεξαμενή του Σιλωάμ, καθώς και σε άλλα αποθέματα νερού που θα ήταν δυνατόν να υπήρχαν στην Κοιλάδα του Εννόμ το χειμώνα.
-
-
Αγρός ΑίματοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ ΑΙΜΑΤΟΣ
Βλέπε ΑΚΕΛΔΑΜΑ.
-
-
Αγρός του Καθαριστή ΡούχωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΡΟΥΧΩΝ
Προφανώς μια περιοχή στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ όπου εργάζονταν καθαριστές ρούχων.
Ο Ησαΐας και ο γιος του ο Σεάρ-ιασούβ έπρεπε να συναντήσουν τον Βασιλιά Άχαζ «στη λεωφόρο του αγρού του καθαριστή ρούχων». Αργότερα οι απεσταλμένοι του Σενναχειρείμ ήρθαν στην ίδια περιοχή. (2Βα 18:17· Ησ 7:3· 36:2) Μολονότι είναι φανερό ότι αυτή η “λεωφόρος του αγρού του καθαριστή ρούχων” βρισκόταν έξω από την πόλη, ήταν αρκετά κοντά ώστε να ακούσουν όσοι βρίσκονταν πάνω στα τείχη της πόλης τους εμπαιγμούς των αγγελιοφόρων του Σενναχειρείμ.—2Βα 18:18, 26, 27· Ησ 36:1, 2.
Σε συσχετισμό με τη «λεωφόρο του αγρού του καθαριστή ρούχων» αναφέρεται κάποιος «αγωγός». Ο αγωγός αυτός δεν μπορεί να είναι η αποκαλούμενη σήραγγα του Εζεκία, διότι αυτή δεν είχε κατασκευαστεί ακόμη στις ημέρες του Άχαζ. Επομένως, φαίνεται ότι επρόκειτο για κάποιον αγωγό που διέτρεχε την κοιλάδα του χειμάρρου Κιδρόν μέχρι το νότιο άκρο της Πόλης του Δαβίδ. Ο αγρός του καθαριστή ρούχων βρισκόταν, όπως φαίνεται, είτε σε αυτό το τμήμα της κοιλάδας είτε λίγο νοτιότερα, κοντά στην πιθανολογούμενη θέση της Εν-ρογήλ.
-
-
ΑγχούςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΧΟΥΣ
(Αγχούς).
Φιλισταίος βασιλιάς της Γαθ ο οποίος βασίλευε την εποχή του Δαβίδ και του Σολομώντα. Ήταν γιος του Μαώχ, ή αλλιώς του Μααχά, και στην επιγραφή του 34ου Ψαλμού αποκαλείται Αβιμέλεχ—όνομα που πιθανώς αποτελεί τίτλο παρόμοιο με τους τίτλους Φαραώ και Τσάρος.—1Σα 27:2· 1Βα 2:39.
Σε δύο περιπτώσεις, όταν ο Δαβίδ ζούσε ως φυγάς εξαιτίας του Σαούλ, βρήκε καταφύγιο στην επικράτεια του Βασιλιά Αγχούς. Στην πρώτη περίπτωση, όταν άρχισαν να τον υποπτεύονται ως εχθρό, ο Δαβίδ προσποιήθηκε ότι ήταν παράφρων και ο Αγχούς τον άφησε να φύγει νομίζοντας ότι ήταν ένας ακίνδυνος τρελός. (1Σα 21:10-15· Ψλ 34:Επιγρ.· 56:Επιγρ.) Τη δεύτερη φορά ο Δαβίδ συνοδευόταν από 600 πολεμιστές και τις οικογένειές τους, και έτσι ο Αγχούς τούς παραχώρησε τη Σικλάγ για να μείνουν εκεί. Τον έναν χρόνο και τους τέσσερις μήνες που βρίσκονταν εκεί, ο Αγχούς πίστευε ότι ο Δαβίδ και οι άντρες του έκαναν επιδρομές στις πόλεις του Ιούδα, ενώ στην πραγματικότητα ο Δαβίδ λεηλατούσε τους Γεσουρίτες, τους Γιρζίτες και τους Αμαληκίτες. (1Σα 27:1-12) Ο Δαβίδ τον εξαπάτησε τόσο καλά ώστε ο Αγχούς τον διόρισε προσωπικό του σωματοφύλακα σε μια επίθεση που οργάνωναν οι Φιλισταίοι εναντίον του Βασιλιά Σαούλ, και μόνο την τελευταία στιγμή, λόγω της επιμονής των υπόλοιπων «αρχόντων του άξονα» των Φιλισταίων, ο Δαβίδ και οι άντρες του στάλθηκαν πίσω στη Σικλάγ. (1Σα 28:2· 29:1-11) Όταν ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς και πολέμησε εναντίον της Γαθ, ο Αγχούς προφανώς δεν θανατώθηκε. Έζησε μέχρι και την εποχή της βασιλείας του Σολομώντα.—1Βα 2:39-41· βλέπε ΓΑΘ.
-
-
ΑγώνεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΩΝΕΣ
Οι οργανωμένοι αγώνες ήταν δημόσιο θέαμα αποτελούμενο από διάφορες αναμετρήσεις κυρίως μεταξύ αθλητών.
Ελλάδα. Περίπου τον καιρό που άρχισε ο Ησαΐας να προφητεύει στον Ιούδα, οι αρχαίοι Έλληνες άρχισαν να διοργανώνουν τους περίφημους Ολυμπιακούς αθλητικούς αγώνες τους προς τιμήν του Δία, το έτος 776 Π.Κ.Χ. Μολονότι οι αγώνες στην Ολυμπία παρέμειναν οι πιο ξακουστοί, τρεις ακόμη ελληνικές πόλεις αποτέλεσαν σημαντικά κέντρα αγώνων. Στον Ισθμό της Κορίνθου τελούνταν τα Ίσθμια, που ήταν αφιερωμένα στον Ποσειδώνα. Στους Δελφούς διεξάγονταν τα Πύθια, ενώ κοντά στη Νεμέα γίνονταν τα Νέμεα, επίσης προς τιμήν του Δία.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια και είχαν βαθύτατη θρησκευτική σημασία. Οι θρησκευτικές θυσίες και η λατρεία της Ολυμπιακής φλόγας ήταν εξέχοντα χαρακτηριστικά της γιορτής. Τα Ίσθμια κοντά στην Κόρινθο διεξάγονταν κάθε δύο χρόνια.
Το βασικό πρόγραμμα όλων των αγώνων περιλάμβανε αγώνες δρόμου, πάλη, πυγμαχία, δισκοβολία, ακοντισμό, αρματοδρομίες και άλλα αθλήματα. Οι διαγωνιζόμενοι ορκίζονταν να τηρήσουν το σκληρό δεκάμηνο πρόγραμμα προπόνησης, στο οποίο αφιέρωναν τον περισσότερο χρόνο τους. Το πρόγραμμα αυτό τελούσε υπό την αυστηρή εποπτεία των ελλανοδικών, οι οποίοι έμεναν μαζί με τους διαγωνιζόμενους. Πολλές φορές, οι προπονούμενοι ασκούνταν υπό συνθήκες δυσκολότερες από τον πραγματικό αγώνα. Παραδείγματος χάρη, οι δρομείς προπονούνταν έχοντας στα πόδια τους βάρη, ενώ οι πυγμάχοι προπονούνταν φορώντας βαριές στολές. Συνήθως χρειαζόταν να περάσουν χρόνια για να αποκτήσει κάποιος τα απαιτούμενα προσόντα ώστε να αναδειχτεί νικητής στους αγώνες. Το βραβείο ήταν ένα απλό στεφάνι—φτιαγμένο από αγριελιά στους Ολυμπιακούς Αγώνες, από πεύκο στα Ίσθμια, από δάφνη στα Πύθια και από σέλινο στα Νέμεα. Συνήθως τοποθετούσαν το βραβείο στη γραμμή του τερματισμού, δίπλα στον κριτή, πράγμα που ενέπνεε τους δρομείς να αγωνιστούν σθεναρά, δίνοντας και την τελευταία τους ικμάδα, καθώς κρατούσαν τα μάτια τους προσηλωμένα στο βραβείο. Εντούτοις, η παραβίαση των κανονισμών σήμαινε αποκλεισμό. Οι αγώνες ήταν το θέμα συζήτησης όλων πριν, στη διάρκεια και μετά την αθλητική διοργάνωση. Οι αθλητές που νικούσαν εξυμνούνταν, ειδωλοποιούνταν και κατακλύζονταν με δώρα και τιμητικές διακρίσεις. Η Κόρινθος χορηγούσε στους νικηφόρους αθλητές ισόβια σύνταξη.
Ρώμη. Οι ρωμαϊκοί αγώνες διέφεραν πολύ από τους ελληνικούς, έχοντας ως κύριο χαρακτηριστικό τους τις μονομαχίες και άλλα άκρως κτηνώδη θεάματα. Οι μονομαχίες ξεκίνησαν αρχικά τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. ως θρησκευτική τελετουργία στα πλαίσια των κηδειών και ίσως σχετίζονταν στενά με αρχαίες ειδωλολατρικές τελετές, στις οποίες οι λάτρεις αυτοτραυματίζονταν, αφήνοντας το αίμα τους να χυθεί προς τιμήν των θεών τους ή των νεκρών τους. (1Βα 18:28· παράβαλε την απαγόρευση τέτοιων συνηθειών στον Ισραήλ στο εδ. Λευ 19:28.) Οι ρωμαϊκοί αγώνες αφιερώθηκαν μεταγενέστερα στον θεό Σατούρνο. Τίποτα δεν τους ξεπερνούσε σε κτηνωδία και ωμότητα. Ο Αυτοκράτορας Τραϊανός διοργάνωσε κάποτε αγώνες με τη συμμετοχή 10.000 μονομάχων, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν πέσει νεκροί προτού τελειώσει το θέαμα. Ακόμη και συγκλητικοί, γυναίκες από την τάξη της αριστοκρατίας και ένας αυτοκράτορας, ο Κόμμοδος, μπήκαν στην αρένα των μονομάχων. Από τον καιρό του Νέρωνα και μετά, πλήθη Χριστιανών σφαγιάστηκαν σε τέτοιες διοργανώσεις.
Οι Ειδωλολατρικοί Αγώνες Εισάγονται στην Παλαιστίνη. Φαίνεται ότι οι Ιουδαίοι δεν διοργάνωναν αθλητικές αναμετρήσεις πριν από την ελληνική περίοδο. Στη διάρκεια της βασιλείας του Αντίοχου του Επιφανούς, το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ., οι εξελληνισμένοι Ιουδαίοι εισήγαγαν τον ελληνικό πολιτισμό και τους ελληνικούς αθλητικούς αγώνες στον Ισραήλ, στη δε Ιερουσαλήμ δημιουργήθηκε ένα γυμνάσιο (γυμναστήριο), σύμφωνα με το πρώτο κεφάλαιο του απόκρυφου βιβλίου Α΄ Μακκαβαίων. Στα εδάφια Β΄ Μακκαβαίων 4:12-15 αναφέρεται ότι ακόμη και οι ιερείς παραμελούσαν τα καθήκοντά τους για να πάρουν μέρος στους αγώνες. Εντούτοις, άλλοι αντιτίθεντο σθεναρά σε αυτή την υιοθέτηση των ειδωλολατρικών εθίμων.
Τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Ηρώδης ο Μέγας έχτισε ένα θέατρο στην Ιερουσαλήμ, ένα αμφιθέατρο στην πεδιάδα, καθώς επίσης ένα θέατρο και ένα αμφιθέατρο στην Καισάρεια, καθιέρωσε δε τη διεξαγωγή αγώνων κάθε πέντε χρόνια προς τιμήν του Καίσαρα. Εκτός από την πάλη, τις αρματοδρομίες και άλλα αθλήματα, εισήγαγε χαρακτηριστικά των ρωμαϊκών αγώνων, οργανώνοντας θηριομαχίες ή αναγκάζοντας θανατοποινίτες να παλέψουν με θηρία. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, όλα αυτά οδήγησαν κάποιους δυσαρεστημένους Ιουδαίους σε συνωμοσία για τη δολοφονία του Ηρώδη, η οποία όμως αποδείχτηκε ανεπιτυχής.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 267-291 (viii, 1-4)· ΙΕ΄, 331-341 (ix, 6).
Η Χριστιανική Άποψη. Ο Τερτυλλιανός, συγγραφέας του δεύτερου και τρίτου αιώνα Κ.Χ., διατύπωσε τη θέση των πρώτων Χριστιανών απέναντι στην ψυχαγωγία που συνήθιζαν να έχουν οι Ρωμαίοι, λέγοντας ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν «καμιά σχέση, ούτε μέσω ομιλίας ούτε μέσω όρασης ούτε μέσω ακοής, με την παραφροσύνη του ιππόδρομου, την αδιαντροπιά του θεάτρου, την αγριότητα της αρένας, τη ματαιότητα του γυμνασίου». Επίσης πρόσθεσε: «Γιατί προσβάλλεστε αν εμείς θεωρούμε ότι υπάρχουν άλλες απολαύσεις; . . . απορρίπτουμε όσα ευχαριστούν εσάς· όσα ευχαριστούν εμάς δεν προσφέρουν σε εσάς καμιά τέρψη». (Απολογητικός [Apologeticus], XXXVIII, 4, 5) Όσον αφορά τη σωματική εκγύμναση ή πειθαρχία γενικά, ο απόστολος Παύλος συνοψίζει τη Χριστιανική άποψη στη συμβουλή του προς τον Τιμόθεο στα εδάφια 1 Τιμόθεο 4:7-10.
Παραβολική Χρήση. Ο Παύλος και ο Πέτρος χρησιμοποίησαν κατάλληλα διάφορα χαρακτηριστικά των αγώνων για να παρουσιάσουν παραβολικά κάποια σημεία της διδασκαλίας τους. Σε αντιδιαστολή με το βραβείο που επιζητούσαν οι διαγωνιζόμενοι στους ελληνικούς αγώνες, το στεφάνι για το οποίο αγωνίζεται ο χρισμένος Χριστιανός καταδείχτηκε ότι είναι, όχι στεφάνι από φύλλα που μαραίνονται, αλλά η αμοιβή της αθάνατης ζωής. (1Πε 1:3, 4· 5:4) Ο χρισμένος Χριστιανός έπρεπε να τρέχει αποφασισμένος να κερδίσει το βραβείο και να κρατάει τα μάτια του προσηλωμένα σε αυτό. Το να κοιτάζει πίσω θα ήταν καταστροφικό. (1Κο 9:24· Φλπ 3:13, 14) Θα έπρεπε να αγωνίζεται σύμφωνα με τους κανονισμούς της ηθικής ζωής ώστε να μην αποκλειστεί. (2Τι 2:5) Η εγκράτεια, η αυτοπειθαρχία και η εκγύμναση είναι ουσιώδεις. (1Κο 9:25· 1Πε 5:10) Οι προσπάθειες του Χριστιανού έπρεπε να είναι εύστοχες, με σκοπό τη νίκη, ακριβώς όπως ένας καλά προπονημένος πυγμάχος καταφέρει πλήγματα χωρίς να σπαταλάει ενέργεια. Μολονότι ο Χριστιανός δεν πλήττει ανθρώπους αλλά πράγματα, μεταξύ των οποίων και πράγματα που έχει μέσα του, η σπατάλη ενέργειας θα μπορούσε να τον οδηγήσει σε αποτυχία. (1Κο 9:26, 27· 1Τι 6:12) Έπρεπε να αποβάλει όλα τα βάρη που τον εμπόδιζαν και την αμαρτία της απιστίας που τον έμπλεκε, όπως οι δρομείς έβγαζαν τα ρούχα που περιόριζαν τις κινήσεις τους. Ο Χριστιανός δρομέας έπρεπε να είναι προετοιμασμένος για αγώνα ο οποίος απαιτούσε υπομονή, όχι για έναν σύντομο υπερεντατικό αγώνα ταχύτητας.—Εβρ 12:1, 2.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εδάφιο Εβραίους 12:1 ο Παύλος μιλάει για ένα μεγάλο «σύννεφο μαρτύρων που μας περιβάλλει». Το ότι δεν αναφέρεται απλώς σε ένα πλήθος θεατών διασαφηνίζεται από τα περιεχόμενα του προηγούμενου κεφαλαίου, στα οποία ο Παύλος αναφέρεται λέγοντας: «Έτσι λοιπόν, . . . » Συνεπώς, ο Παύλος προτρέπει τους Χριστιανούς να συνεχίσουν τον αγώνα με το να στρέφει την προσοχή, όχι σε απλούς θεατές, αλλά στο θαυμάσιο παράδειγμα ατόμων που υπήρξαν και αυτοί δρομείς, ιδιαίτερα δε με το να παρακινεί τους Χριστιανούς να προσηλώνουν το βλέμμα τους σε αυτόν που είχε ήδη αναδειχτεί νικητής και τώρα ήταν Κριτής τους, τον Χριστό Ιησού.
Η παραβολική εικόνα του εδαφίου 1 Κορινθίους 4:9 ίσως βασίζεται στους ρωμαϊκούς αγώνες, καθώς ο Παύλος και οι άλλοι απόστολοι παρομοιάζονται εδώ με τους συμμετέχοντες στο τελευταίο θέαμα του προγράμματος της αρένας—διότι το πιο αιματηρό θέαμα το κρατούσαν συνήθως για το τέλος, και όσοι προορίζονταν για αυτό αντιμετώπιζαν βέβαιο θάνατο. Παρόμοια, τα εδάφια Εβραίους 10:32, 33 ίσως αντλούν την εικόνα που δημιουργούν από τους ρωμαϊκούς αγώνες. (Βλέπε ΘΕΑΤΡΟ.) Μάλιστα ο ίδιος ο Παύλος μπορεί να είχε εκτεθεί στους κινδύνους των ρωμαϊκών αγώνων, λαβαίνοντας υπόψη το σχόλιο που κάνει στο εδάφιο 1 Κορινθίους 15:32 ότι “πάλεψε με θηρία στην Έφεσο”. Μερικοί θεωρούν ότι ήταν απίθανο να εξαναγκαστεί ένας Ρωμαίος πολίτης να αντιμετωπίσει θηρία στην αρένα, γι’ αυτό και υποστηρίζουν ότι αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται μεταφορικά, αναφερόμενη σε θηριώδεις εναντιουμένους στην Έφεσο. Εντούτοις, η δήλωση του Παύλου στα εδάφια 2 Κορινθίους 1:8-10 σχετικά με τον εξαιρετικά μεγάλο κίνδυνο που έζησε στην περιφέρεια της Ασίας, όπου βρισκόταν η Έφεσος, και σχετικά με το ότι ο Θεός τον διέσωσε από «κάτι τόσο μεγάλο όσο ο θάνατος» θα ταίριαζε οπωσδήποτε πολύ περισσότερο σε μια εμπειρία με κατά γράμμα θηρία στην αρένα παρά στην εναντίωση από ανθρώπους την οποία αντιμετώπισε στην Έφεσο. (Πρ 19:23-41) Άρα, μπορεί να πρόκειται για μια από τις διάφορες περιπτώσεις στις οποίες ο Παύλος βρέθηκε «κοντά στο θάνατο» κατά τη διακονία του.—2Κο 11:23· βλέπε ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ.
-
-
ΑδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑ
(Αδά) [συντετμημένη μορφή του Ελεαδά ή του Αδαΐας].
1. Η πρώτη από τις δύο συζύγους που είχε συγχρόνως ο Λάμεχ. Ήταν μητέρα του Ιαβάλ και του Ιουβάλ, του πρώτου νομάδα βοσκού και του πρώτου μουσικού αντίστοιχα.—Γε 4:19-23.
2. Χαναναία κόρη του Αιλών του Χετταίου και μία από τις συζύγους του Ησαύ, η οποία “έφερνε πίκρα στο πνεύμα του Ισαάκ και της Ρεβέκκας”. Ο γιος της ονομαζόταν Ελιφάς και ήταν πατέρας του Αμαλήκ. Ενδέχεται να είναι η Βασεμάθ του εδαφίου Γένεση 26:34.—Γε 26:35· 36:2, 4, 10, 12.
-
-
ΑδάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔ
(Αδάδ).
1. Ένας από τους 12 γιους του Ισμαήλ, του γιου που απέκτησε ο Αβραάμ από την παλλακίδα του την Άγαρ.—Γε 25:12-15· 1Χρ 1:28-30.
2. Διάδοχος του θρόνου του Εδώμ μετά το θάνατο του Χουσάμ. «Ο Αδάδ, ο γιος του Βεδάδ, ο οποίος νίκησε τους Μαδιανίτες στην περιοχή του Μωάβ», βασίλευε προφανώς από την πόλη Αβίθ.—Γε 36:31, 35, 36· 1Χρ 1:46, 47.
3. Άλλος βασιλιάς του Εδώμ και σύζυγος της Μεεταβεήλ. Ο Αδάδ διαδέχθηκε στο θρόνο τον Βάαλ-χανάν και «το όνομα της πόλης του ήταν Παού». (1Χρ 1:43, 50, 51) Στο εδάφιο Γένεση 36:39 ονομάζεται Αδάρ, πράγμα που μπορεί να οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή, επειδή τα εβραϊκά γράμματα τα οποία αντιστοιχούν στο «ρ» (ר) και στο «δ» (ד) μοιάζουν πολύ μεταξύ τους.
4. Εδωμίτης ο οποίος ανήκε στους βασιλικούς απογόνους και δημιουργούσε προβλήματα στον Ισραήλ κατά την περίοδο της βασιλείας του Σολομώντα. Ενώ ήταν ακόμη παιδί, ο Αδάδ, μαζί με μερικούς από τους υπηρέτες του πατέρα του, κατέφυγε στην Αίγυπτο μέσω της Φαράν για να γλιτώσει από τη σφαγή όλων των αρρένων του Εδώμ από τον Ιωάβ. Στην Αίγυπτο ο Αδάδ και εκείνοι που ήταν μαζί του έτυχαν καλής υποδοχής και ο Φαραώ έδωσε στον Αδάδ σπίτι, τροφή και γη, και μάλιστα αργότερα του έδωσε για σύζυγο την ίδια του την κουνιάδα. Από αυτή τη γυναίκα, ο Αδάδ απέκτησε έναν γιο ονόματι Γενουβάθ, ο οποίος ζούσε στην κατοικία του Φαραώ, ανάμεσα στους γιους του Φαραώ. Μόλις έμαθε ο Αδάδ ότι ο Βασιλιάς Δαβίδ και ο Ιωάβ είχαν πεθάνει, επέστρεψε στον Εδώμ και έκτοτε αντιστεκόταν στον Σολομώντα.—1Βα 11:14-22, 25.
5. Ο Αδάδ θεωρείται η κυριότερη θεότητα της αρχαίας Συρίας και ταυτίζεται γενικά με τον Ριμμών. Το όνομα Αδάδ αποτελεί συνθετικό των ονομάτων ορισμένων Σύριων βασιλιάδων, όπως του Βεν-αδάδ (1Βα 15:18) και του Αδαδέζερ (1Βα 11:23), ενώ εμπερικλείεται επίσης στο όνομα Αδαδριμμών.—Ζαχ 12:11· βλέπε ΑΔΑΔΡΙΜΜΩΝ.
-
-
ΑδαδάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔΑ
(Αδαδά).
Μια από τις πόλεις στο νότιο τμήμα της περιοχής που αρχικά είχε παραχωρηθεί στον Ιούδα, κοντά στο σύνορο του Εδώμ. (Ιη 15:22) Το Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209 της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα έχει εδώ την απόδοση «Αρουήλ». Με βάση αυτό, και σε συνδυασμό με το εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:28, μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι ταυτίζεται με την Αροήρ του Ιούδα.—Βλέπε ΑΡΟΗΡ Αρ. 3.
-
-
ΑδαδέζερΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔΕΖΕΡ
(Αδαδέζερ) [Ο Αδάδ Είναι Βοηθός].
Γιος του Ρεώβ και βασιλιάς της Ζωβά, ενός συριακού (αραμαϊκού) βασιλείου που πιστεύεται ότι βρισκόταν Β της Δαμασκού (2Σα 8:3, 5· 1Βα 11:23· 1Χρ 18:3, 5) και το οποίο περιλάμβανε υποτελή κράτη. (2Σα 10:19) Προτού ηττηθεί από τον Βασιλιά Δαβίδ, ο Αδαδέζερ διεξήγε πόλεμο εναντίον του Θοΐ (Θοού), του βασιλιά της Αιμάθ.—2Σα 8:9, 10· 1Χρ 18:9, 10.
Όταν οι Σύριοι, τους οποίους είχαν μισθώσει οι Αμμωνίτες για να πολεμήσουν εναντίον του Δαβίδ, ηττήθηκαν, ο Αδαδέζερ ενίσχυσε τις δυνάμεις του επιστρατεύοντας και άλλους Συρίους από την περιοχή του Ευφράτη. (2Σα 10:6, 15, 16· 1Χρ 19:16) Ίσως αυτό το γεγονός να υπονοείται στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 8:3 (παράβαλε 1Χρ 18:3), όπου φαίνεται να γίνεται λόγος για την προσπάθεια που έκανε ο Αδαδέζερ να αποκτήσει ξανά τον έλεγχο στον ποταμό Ευφράτη. Σχετικά με αυτό, το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κουκ αναφέρει ότι, κατά κυριολεξία, το εβραϊκό κείμενο σημαίνει «να κάνει το χέρι του να επιστρέψει» και δηλώνει: «Η ακριβής έννοια της μεταφοράς πρέπει . . . να καθοριστεί από τα συμφραζόμενα. Αν, όπως είναι το πιθανότερο, αυτό το εδάφιο συνδέεται με τις συνθήκες που περιγράφονται διεξοδικότερα [στα εδάφια 2Σα 10:15-19], το νόημα αυτής της φράσης πρέπει να είναι το εξής: όταν αυτός (ο Αδαδέζερ) πήγε να επαναλάβει την επίθεσή του (εναντίον του Ισραήλ), ή αλλιώς να συγκεντρώσει νέες δυνάμεις εναντίον του Ισραήλ, στον ποταμό Ευφράτη».
Στην Αιλάμ οι δυνάμεις του Αδαδέζερ υπό τις εντολές του Σωβάκ (Σωφάκ) αντιμετώπισαν τις δυνάμεις του Δαβίδ και ηττήθηκαν. Αμέσως μετά, οι άρχοντες που ήταν υποτελείς του Αδαδέζερ έκαναν ειρήνη με τον Ισραήλ. (2Σα 10:17-19· 1Χρ 19:17-19) Στη σύγκρουση σκοτώθηκαν 40.000 Σύριοι ιππείς. Πιθανώς για να μπορέσουν να ξεφύγουν μέσα από το ανώμαλο έδαφος, αυτοί οι ιππείς κατέβηκαν από τα άλογά τους και σφαγιάστηκαν πεζοί. Αυτός μπορεί να είναι ο λόγος για τον οποίο αποκαλούνται «ιππείς» στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 10:18 και “πεζοί” στο εδάφιο 1 Χρονικών 19:18. Η διαφορά στον αριθμό των Σύριων αρματηλατών που σκοτώθηκαν στη μάχη αποδίδεται συνήθως σε λανθασμένη αντιγραφή. Σωστός θεωρείται ο μικρότερος αριθμός, δηλαδή 700 αρματηλάτες.
Ο Δαβίδ πήρε επίσης πολύ χαλκό από τη Βετάχ (η οποία προφανώς καλείται και Τιβάθ) και τη Βερωθαΐ (η οποία ίσως ταυτίζεται με τη Χουν), δύο πόλεις που βρίσκονταν στην επικράτεια του Αδαδέζερ, και έφερε τις χρυσές ασπίδες των υπηρετών του Αδαδέζερ—πιθανότατα των υποτελών βασιλιάδων—στην Ιερουσαλήμ. (2Σα 8:7, 8· 1Χρ 18:7, 8· παράβαλε 2Σα 10:19.) Ο Δαβίδ πήρε επίσης πολλά από τα άλογα του Αδαδέζερ, καθώς και ιππείς, άρματα και πεζούς. Η διαφορά στους αριθμούς που αναφέρονται στα εδάφια 2 Σαμουήλ 8:4 και 1 Χρονικών 18:4 μπορεί να προήλθε από λανθασμένη αντιγραφή. Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και οι δύο περικοπές δείχνουν ότι ο Δαβίδ πήρε 1.000 άρματα και 7.000 ιππείς, οπότε η αρχική απόδοση ίσως διασώζεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 18:4.
Ας σημειωθεί, ωστόσο, ότι αυτά που κοινώς θεωρούνται λάθη αντιγραφής στην αφήγηση της σύγκρουσης του Δαβίδ με τον Αδαδέζερ μπορεί απλώς να αντανακλούν άλλες πτυχές του πολέμου ή διαφορετικούς τρόπους υπολογισμού.
-
-
ΑδαδριμμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΔΡΙΜΜΩΝ
(Αδαδριμμών).
Προφανώς πρόκειται για τοποθεσία στο λεκανοπέδιο της Μεγιδδώ. (Ζαχ 12:11) Η Αδαδριμμών ταυτίζεται συνήθως με τη Ρουμανά, ένα μέρος περίπου 7 χλμ. ΝΝΑ της Μεγιδδώ.
Ο “μεγάλος θρήνος” στην Αδαδριμμών, για τον οποίο γίνεται λόγος στην προφητεία του Ζαχαρία, είναι πιθανώς μια έμμεση αναφορά στο θρήνο που έγινε για τον Βασιλιά Ιωσία, ο οποίος σκοτώθηκε σε μάχη στη Μεγιδδώ. (2Βα 23:29· 2Χρ 35:24, 25) Ωστόσο, μερικοί συνδέουν αυτόν το θρήνο με ιεροτελεστίες πένθους, όπως αυτές που διεξάγονταν για τον ψεύτικο θεό Ταμμούζ (παράβαλε Ιεζ 8:14), και θεωρούν ότι το όνομα Αδαδριμμών είναι το σύνθετο όνομα ενός θεού. Κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό, κυρίως επειδή τα λόγια αυτά που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Ζαχαρία αποτελούν μέρος μιας προφητείας για τον Μεσσία. Οι ειδωλολατρικές ιεροτελεστίες θρήνου δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποτελέσουν προφητική εξεικόνιση, ενώ αντίθετα το πένθος για έναν πιστό βασιλιά του Ιούδα θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο.—Παράβαλε Ιωα 19:37 και Απ 1:7 με Ζαχ 12:10-14.
-
-
ΑδαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΪΑΣ
(Αδαΐας) [Ο Ιεχωβά Έχει Στολίσει [τον κάτοχο του ονόματος]].
1. Απόγονος του Γηρσώμ, γιου του Λευί, και πρόγονος του Ασάφ.—1Χρ 6:39-43.
2. Βενιαμινίτης, γιος του Σιμεΐ.—1Χρ 8:1, 21.
3. Πατέρας του Μαασία, ενός από «τους εκατόνταρχους» που βοήθησαν τον ιερέα Ιωδαέ να ανατρέψει τη διακυβέρνηση της πονηρής Γοθολίας και να εγκαταστήσει τον Ιωάς στο θρόνο του Ιούδα.—2Χρ 23:1.
4. Πατέρας της Ιεδιδά, της μητέρας του Βασιλιά Ιωσία. (2Βα 22:1) Καταγόταν από τη Βοσκάθ, μια πόλη στη Σεφηλά, στην περιοχή του Ιούδα.—Ιη 15:21, 33, 39.
5. Γιος του Ιωαρίβ από τη φυλή του Ιούδα.—Νε 11:4, 5.
6. Ιερέας που κατοίκησε στην Ιερουσαλήμ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία. Ήταν γιος του Ιεροάμ.—1Χρ 9:10-12· Νε 11:12.
7. Ισραηλίτης, ένας από τους απογόνους του Βανί οι οποίοι μετά τη βαβυλωνιακή εξορία διαζεύχθηκαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και εξαπέστειλαν τους γιους τους.—Εσδ 10:29, 44.
8. Άλλος ένας από τους Ισραηλίτες που εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους. Η κεφαλή του πατρογονικού οίκου του ήταν ο Βιννουί.—Εσδ 10:38, 39, 44.
-
-
ΑδαλίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΛΙΑΣ
(Αδαλίας).
Ένας από τους δέκα γιους του Αμάν.—Εσθ 9:7-10· βλέπε ΑΜΑΝ.
-
-
ΑδάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΜ
(Αδάμ) [Χωματένιος Άνθρωπος· Ανθρωπότητα· Ανθρώπινο Γένος· από μια ρίζα που σημαίνει «κόκκινος»].
Αυτή η εβραϊκή λέξη εμφανίζεται 560 και πλέον φορές στις Γραφές, στις περισσότερες από τις οποίες ως γενικός όρος για μεμονωμένα άτομα καθώς και για την ανθρωπότητα γενικά, και αποδίδεται «άνθρωπος» και «ανθρωπότητα». Χρησιμοποιείται επίσης ως κύριο όνομα.
1. Ο Θεός είπε: «Ας κάνουμε άνθρωπο κατά την εικόνα μας». (Γε 1:26) Τι ιστορική εξαγγελία! Και τι μοναδική θέση κατέχει στην ιστορία ο Αδάμ, ο “γιος του Θεού”—το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα! (Λου 3:38) Ο Αδάμ ήταν το ένδοξο επιστέγασμα των επίγειων δημιουργημάτων του Ιεχωβά, όχι μόνο επειδή η χρονική στιγμή της δημιουργίας του τοποθετείται κοντά στη λήξη των έξι δημιουργικών περιόδων, αλλά, το σημαντικότερο, επειδή «κατά την εικόνα του Θεού τον δημιούργησε». (Γε 1:27) Γι’ αυτό, ο τέλειος άνθρωπος Αδάμ, και πολύ λιγότερο οι εκφυλισμένοι απόγονοί του, κατείχε διανοητικές δυνάμεις και ικανότητες πολύ ανώτερες από αυτές όλων των υπόλοιπων επίγειων πλασμάτων.
Από ποια άποψη φτιάχτηκε ο Αδάμ κατά την ομοίωση του Θεού;
Εφόσον ο Αδάμ φτιάχτηκε κατά την ομοίωση του Μεγαλειώδους Δημιουργού του, είχε τις θεϊκές ιδιότητες της αγάπης, της σοφίας, της δικαιοσύνης και της δύναμης, και κατά συνέπεια διέθετε ένα αίσθημα ηθικής το οποίο περιλάμβανε τη συνείδηση, κάτι εντελώς καινούριο στη σφαίρα της επίγειας ζωής. Πλασμένος κατά την εικόνα του Θεού, ο Αδάμ επρόκειτο να είναι διαχειριστής όλης της γης και να έχει σε υποταγή τα πλάσματα της θάλασσας και της ξηράς και τα πτηνά του ουρανού.
Δεν ήταν απαραίτητο να είναι ο Αδάμ πνευματικό πλάσμα, ολικώς ή εν μέρει, προκειμένου να διαθέτει θεοειδείς ιδιότητες. Ο Ιεχωβά έπλασε τον άνθρωπο από τα στοιχεία του χώματος της γης, έθεσε μέσα του τη δύναμη της ζωής ώστε να γίνει ζωντανή ψυχή και του έδωσε την ικανότητα να αντανακλά την εικόνα και την ομοίωση του Δημιουργού του. «Ο πρώτος άνθρωπος είναι από τη γη και φτιάχτηκε από χώμα». «Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ έγινε ζωντανή ψυχή». (Γε 2:7· 1Κο 15:45, 47) Αυτό έλαβε χώρα το 4026 Π.Κ.Χ., πιθανώς το φθινόπωρο εκείνου του έτους, δεδομένου ότι στα αρχαιότερα ημερολόγια της ανθρωπότητας η μέτρηση του χρόνου άρχιζε το φθινόπωρο γύρω στην 1η Οκτωβρίου, ή με την πρώτη νέα σελήνη του σεληνιακού πολιτικού έτους.—Βλέπε ΕΤΟΣ.
Η κατοικία του Αδάμ ήταν ένας πολύ ξεχωριστός παράδεισος, ένας πραγματικός κήπος τέρψης ο οποίος ονομαζόταν Εδέμ (βλέπε ΕΔΕΜ Αρ. 1) και ο οποίος του πρόσφερε όλα τα υλικά πράγματα που του ήταν απαραίτητα για τη ζωή, αφού εκεί βρισκόταν «κάθε δέντρο επιθυμητό στην όραση και καλό για τροφή» για την παντοτινή συντήρησή του. (Γε 2:9) Ο Αδάμ περιστοιχιζόταν από ειρηνικά ζώα κάθε είδους και μορφής. Αλλά ήταν μόνος. Δεν υπήρχε άλλο πλάσμα «κατά το είδος του» με το οποίο να μπορεί να μιλάει. Ο Ιεχωβά αναγνώρισε ότι «δεν είναι καλό να παραμένει ο άνθρωπος μόνος». Έτσι λοιπόν, με μια θεϊκή χειρουργική επέμβαση, την πρώτη και μοναδική στο είδος της, ο Ιεχωβά αφαίρεσε ένα πλευρό από τον Αδάμ και το διαμόρφωσε με τέτοιον τρόπο ώστε να αποτελέσει το θηλυκό αντίστοιχό του που θα γινόταν η σύζυγός του και μητέρα των παιδιών του. Ξεχειλίζοντας από χαρά για την όμορφη αυτή βοηθό και μόνιμη σύντροφό του, ο Αδάμ εκφράστηκε με τα πρώτα ποιητικά λόγια που έχουν καταγραφεί: «Αυτό είναι επιτέλους οστό από τα οστά μου και σάρκα από τη σάρκα μου», και ονομάστηκε ανδρίς «επειδή από τον άντρα πάρθηκε». Αργότερα ο Αδάμ ονόμασε τη σύζυγό του Εύα. (Γε 2:18-23· 3:20) Η εγκυρότητα αυτής της αφήγησης επιβεβαιώνεται από τον Ιησού και τους αποστόλους.—Ματ 19:4-6· Μαρ 10:6-9· Εφ 5:31· 1Τι 2:13.
Επιπλέον, ο Ιεχωβά ευλόγησε τους νεόνυμφους με πολλή και απολαυστική εργασία. (Παράβαλε Εκ 3:13· 5:18.) Δεν ήταν καταδικασμένοι σε απραξία. Θα παρέμεναν απασχολημένοι και δραστήριοι ενώ θα περιποιούνταν και θα φρόντιζαν τον κήπο που ήταν η κατοικία τους, και, καθώς θα πολλαπλασιάζονταν και θα γέμιζαν τη γη με δισεκατομμύρια μέλη του είδους τους, θα επέκτειναν τον Παράδεισο ως τα πέρατα της γης. Αυτό ήταν θεϊκή εντολή.—Γε 1:28.
«Ο Θεός είδε καθετί που είχε κάνει, και ήταν πολύ καλό». (Γε 1:31) Πράγματι, ευθύς εξαρχής ο Αδάμ ήταν τέλειος από κάθε άποψη. Είχε προικιστεί με την ικανότητα της ομιλίας και με εξαιρετικά αναπτυγμένο λεξιλόγιο. Ήταν σε θέση να δίνει ονόματα με σημασία στα ζωντανά πλάσματα που τον περιστοίχιζαν. Μπορούσε να συνομιλεί με τον Θεό του και με τη σύζυγό του.
Για όλους αυτούς τους λόγους και για ακόμη περισσότερους, ο Αδάμ είχε την υποχρέωση να αγαπάει και να λατρεύει τον Μεγαλειώδη Δημιουργό του, καθώς και να υπακούει προσεκτικά σε Αυτόν. Επιπλέον, ο Παγκόσμιος Νομοθέτης τού εξέθεσε σαφώς τον απλό νόμο της υπακοής και τον ενημέρωσε πλήρως για τη δίκαιη και λογική τιμωρία που θα επέσυρε η ανυπακοή: «Από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού δεν πρέπει να φας, γιατί την ημέρα που θα φας από αυτό οπωσδήποτε θα πεθάνεις». (Γε 2:16, 17· 3:2, 3) Παρά το ρητό αυτόν νόμο ο οποίος περιλάμβανε αυστηρότατη τιμωρία σε περίπτωση ανυπακοής, εκείνος παρήκουσε.
Τα Αποτελέσματα της Αμαρτίας. Η Εύα απατήθηκε πλήρως από τον Σατανά τον Διάβολο αλλά «ο Αδάμ δεν απατήθηκε», λέει ο απόστολος Παύλος. (1Τι 2:14) Εν πλήρει γνώσει του, ο Αδάμ επέλεξε ηθελημένα και εσκεμμένα να παρακούσει και στη συνέχεια, σαν εγκληματίας, προσπάθησε να κρυφτεί. Όταν φέρθηκε σε δίκη, αντί να δείξει λύπη ή μετάνοια ή να ζητήσει συγχώρηση, ο Αδάμ προσπάθησε να δικαιολογηθεί και να μεταθέσει την ευθύνη στους άλλους, κατηγορώντας ακόμη και τον Ιεχωβά για τη δική του εσκεμμένη αμαρτία. «Η γυναίκα που μου έδωσες να είναι μαζί μου, αυτή μου έδωσε καρπό από το δέντρο και έφαγα». (Γε 3:7-12) Ως εκ τούτου, ο Αδάμ εκδιώχθηκε από την Εδέμ και βρέθηκε σε μια μη καθυποταγμένη γη η οποία ήταν υπό την κατάρα να παράγει αγκάθια και τριβόλια. Εκεί θα έπρεπε να εξασφαλίζει την επιβίωσή του με τον ιδρώτα του, θερίζοντας τους πικρούς καρπούς της αμαρτίας του. Έξω από τον κήπο, και ενώ περίμενε το θάνατο, ο Αδάμ απέκτησε γιους και κόρες. Έχουν διασωθεί τα ονόματα μόνο τριών από αυτούς—του Κάιν, του Άβελ και του Σηθ. Σε όλα τα παιδιά του ο Αδάμ μεταβίβασε την κληρονομική αμαρτία και το θάνατο, δεδομένου ότι ήταν ο ίδιος αμαρτωλός.—Γε 3:23· 4:1, 2, 25.
Αυτό ήταν το τραγικό ξεκίνημα που έδωσε ο Αδάμ στην ανθρώπινη φυλή. Ο Παράδεισος, η ευτυχία και η αιώνια ζωή χάθηκαν, και τη θέση τους πήραν η αμαρτία, τα παθήματα και ο θάνατος που έφερε η ανυπακοή. «Μέσω ενός ανθρώπου μπήκε η αμαρτία στον κόσμο και μέσω της αμαρτίας ο θάνατος, και έτσι ο θάνατος απλώθηκε σε όλους τους ανθρώπους, επειδή όλοι είχαν αμαρτήσει». «Ο θάνατος βασίλεψε από τον Αδάμ». (Ρω 5:12, 14) Αλλά ο Ιεχωβά, με τη σοφία και την αγάπη που διαθέτει, προμήθευσε έναν “δεύτερο άνθρωπο”, τον “τελευταίο Αδάμ”, που είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Μέσω αυτού του υπάκουου «Γιου του Θεού» διανοίχτηκε ο δρόμος για να αποκτήσουν και πάλι οι απόγονοι του ανυπάκουου “πρώτου ανθρώπου Αδάμ” τον Παράδεισο και την αιώνια ζωή—μάλιστα για την εκκλησία του Χριστού διανοίχτηκε η προοπτική της ουράνιας ζωής. «Διότι όπως σε σχέση με τον Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι και σε σχέση με τον Χριστό όλοι θα ζωοποιηθούν».—Ιωα 3:16, 18· Ρω 6:23· 1Κο 15:22, 45, 47.
Μετά την εκδίωξή του από την Εδέμ, ο αμαρτωλός Αδάμ έζησε τη δολοφονία ενός γιου του, τον εκτοπισμό του δολοφόνου γιου του, τη διαστρέβλωση του θεσμού του γάμου και τη βεβήλωση του ιερού ονόματος του Ιεχωβά. Είδε το χτίσιμο μιας πόλης, τη δημιουργία μουσικών οργάνων και την κατασκευή εργαλείων από σίδερο και χαλκό. Έβλεπε το καταδικαστικό για αυτόν παράδειγμα του Ενώχ, “του έβδομου στη σειρά από τον Αδάμ”, ενός ανθρώπου ο οποίος «περπατούσε με τον αληθινό Θεό». Στη διάρκεια της ζωής του γνώρισε ως και τον πατέρα του Νώε, τον Λάμεχ, ο οποίος ανήκε στην ένατη γενιά. Τελικά, έπειτα από 930 χρόνια, τα περισσότερα από τα οποία δαπανήθηκαν στην αργή διαδικασία του θανάτου, το έτος 3096 Π.Κ.Χ. ο Αδάμ επέστρεψε στη γη από την οποία πάρθηκε, ακριβώς όπως είχε πει ο Ιεχωβά.—Γε 4:8-26· 5:5-24· Ιου 14· βλέπε ΛΑΜΕΧ Αρ. 2.
2. Πόλη που αναφέρεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 3:16, όπου λέγεται ότι βρισκόταν δίπλα στη Ζαρετάν. Γενικά την ταυτίζουν με το Τελλ εντ-Νταμίγιε (Τελ Νταμίγια), ένα μέρος Α του Ιορδάνη Ποταμού, περίπου 1 χλμ. Ν του σημείου όπου ο Ιορδάνης συναντάει την κοιλάδα του χειμάρρου Ιαβόκ και περίπου 28 χλμ. ΒΒΑ της Ιεριχώς. Το όνομα της πόλης ίσως οφείλεται στο χρώμα του αλλουβιακού πηλού που αφθονεί σε αυτή την περιοχή.—1Βα 7:46.
Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι η αναχαίτιση των νερών του Ιορδάνη τότε που ο Ισραήλ διέσχισε τον ποταμό έλαβε χώρα στην Αδάμ. Η Κοιλάδα του Ιορδάνη στενεύει σημαντικά από την περιοχή του Τελλ εντ-Νταμίγιε (Τελ Νταμίγια) και πάνω προς το Β, και η ιστορία αναφέρει ότι το έτος 1267 έφραξε ο ποταμός σε αυτό ακριβώς το σημείο, όταν έπεσε μέσα σε αυτόν ένας μεγάλος ογκόλιθος, με αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των νερών επί 16 ώρες περίπου. Στη σύγχρονη εποχή, μικρές σεισμικές δονήσεις το καλοκαίρι του 1927 προκάλεσαν ξανά κατολισθήσεις που έφραξαν τον Ιορδάνη, με αποτέλεσμα να διακοπεί η ροή των νερών επί 21 1⁄2 ώρες. (Τα Θεμέλια της Βιβλικής Ιστορίας: Ιησούς του Ναυή, Κριτές [The Foundations of Bible History: Joshua, Judges], του Τζ. Γκάρστανγκ, Λονδίνο, 1931, σ. 136, 137) Αν το μέσο που ο Θεός έκρινε σκόπιμο να χρησιμοποιήσει την εποχή του Ιησού του Ναυή ήταν μια τέτοια αναχαίτιση του ποταμού, τότε αυτή προγραμματίστηκε και πραγματοποιήθηκε θαυματουργικά ώστε να συμπέσει με τη διάβαση του Ιορδάνη κατά την ημέρα την οποία είχε προαναγγείλει ο Ιεχωβά μέσω του Ιησού του Ναυή.—Ιη 3:5-13.
-
-
Αδαμί-νεκέβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΜΙ-ΝΕΚΕΒ
(Αδαμί-νεκέβ) [Έδαφος Τρυπήματος].
Τοποθεσία στο νότιο τμήμα του Νεφθαλί. (Ιη 19:33) Η θέση της ταυτίζεται γενικά με το Χίρμπετ ετ-Τελλ (Τελ Ανταμί), πάνω και Δ από το Χίρμπετ εντ-Νταμίγιε, περίπου 16 χλμ. ΑΒΑ της Ναζαρέτ και σχεδόν στη μέση της απόστασης μεταξύ της Τιβεριάδας και του Όρους Θαβώρ. Λόγω της θέσης της έλεγχε ένα πέρασμα μιας αρχαίας οδού καραβανιών μεταξύ της Γαλαάδ και της Πεδιάδας της Ακό.
-
-
Αδάρ, 2Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΑΡ, 2
(Αδάρ).
Το μεταιχμαλωσιακό όνομα του 12ου Ιουδαϊκού σεληνιακού μήνα στο θρησκευτικό ημερολόγιο, αλλά 6ου στο πολιτικό ημερολόγιο. (Εσθ 3:7) Αντιστοιχεί με ένα μέρος του Φεβρουαρίου και ένα μέρος του Μαρτίου. Μετά το μήνα Αδάρ προστίθεται σε συγκεκριμένα έτη ο εμβόλιμος μήνας Βεαδάρ, ή δεύτερος Αδάρ.
Στη διάρκεια αυτού του μήνα, ο οποίος έπεφτε στο τέλος του χειμώνα και οδηγούσε στην άνοιξη, άρχιζαν να ανθίζουν σε διάφορα μέρη της Παλαιστίνης οι χαρουπιές, ενώ οι πορτοκαλιές και οι λεμονιές ήταν έτοιμες για συγκομιδή στις ζεστές πεδινές περιοχές.
Με βασιλικό διάταγμα του Βασιλιά Ασσουήρη της Περσίας και κατόπιν υποκίνησης του πρωθυπουργού του, του Αμάν, η 13η ημέρα του Αδάρ επρόκειτο να σηματοδοτήσει τον αφανισμό όλων των Ιουδαίων στις διοικητικές περιφέρειες της επικράτειάς του. Ένα νέο διάταγμα, που εκδόθηκε με τη μεσολάβηση της Βασίλισσας Εσθήρ, επέτρεψε στους Ιουδαίους να κατανικήσουν τους επίδοξους δολοφόνους τους, και ο Μαροδοχαίος διέταξε να γιορτάζουν έκτοτε τη 14η και τη 15η ημέρα του Αδάρ σε ανάμνηση της απελευθέρωσής τους. (Εσθ 3:13· 8:11, 12· 9:1, 15, 20, 21, 27, 28) Αυτή η Ιουδαϊκή γιορτή είναι γνωστή ως Πουρίμ, όνομα που παράγεται από τη λέξη «Πουρ, δηλαδή Κλήρος».—Εσθ 9:24-26· βλέπε ΠΟΥΡΙΜ.
Ο Αδάρ είναι επίσης ο μήνας κατά τον οποίο ο Κυβερνήτης Ζοροβάβελ αποπεράτωσε την ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 6:15) Σε άλλα σημεία της Γραφής αναφέρεται μόνο ως «ο δωδέκατος μήνας».—2Βα 25:27· 1Χρ 27:15· Ιερ 52:31· Ιεζ 32:1.
-
-
ΑδδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΔΑΝ
(Αδδάν).
Πρόκειται προφανώς για άγνωστη τοποθεσία στη Βαβυλωνία, από όπου επέστρεψαν κάποιοι στην Ιερουσαλήμ το 537 Π.Κ.Χ., στο τέλος της 70ετούς ερήμωσης του Ιούδα, οι οποίοι όμως δεν μπόρεσαν να αποδείξουν μέσα από τα δημόσια αρχεία τη γενεαλογία τους. Ως εκ τούτου, αποκλείστηκαν από την ιεροσύνη. Μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι «Αδδάν» ήταν το όνομα ενός ατόμου που δεν κατάφερε να αποδείξει την καταγωγή του.—Εσδ 2:59-62· Νε 7:61-64.
-
-
ΑδδάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΔΑΡ
(Αδδάρ).
1. Γιος του Βελά, Βενιαμινίτης.—1Χρ 8:1, 3.
2. Μεθόρια κωμόπολη του Ιούδα στο νότο, κοντά στην Κάδης-βαρνή. (Ιη 15:3) Στην αφήγηση του Ιησού του Ναυή καταχωρίζεται ανάμεσα στην Εσρών και στην Καρκά, αλλά στο εδάφιο Αριθμοί 34:4 φαίνεται πως το όνομα Εσρών (που σημαίνει «Αυλή· Οικισμός») έχει συνδυαστεί με το όνομα Αδδάρ σχηματίζοντας το τοπωνύμιο Ασάρ-αδδάρ, λαμβανομένου υπόψη ότι οι αφηγήσεις είναι παράλληλες. Το βιβλίο Βιβλική Αρχαιολογία ([Biblical Archaeology] του Τζ. Έ. Ράιτ, 1962, σ. 71) προβάλλει ως πιθανή θέση της Αδδάρ την Έιν ελ-Κουντέιρατ, όπου μια πηγή με συνεχή ροή αρδεύει μια μικρή αλλά εύφορη κοιλάδα. Αυτή η τοποθεσία βρίσκεται περίπου 8 χλμ. ΒΒΔ της Έιν Κεντέις, που είναι η πιθανή θέση της Κάδης-βαρνή.
-
-
ΑδελφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΕΛΦΗ
Στις Γραφές αυτός ο όρος εφαρμόζεται σε αμφιθαλείς και ετεροθαλείς αδελφές—δηλαδή αδελφές που προέρχονται από τον ίδιο πατέρα αλλά από διαφορετική μητέρα (Γε 34:1, 27· 1Χρ 3:1-9) ή από την ίδια μητέρα αλλά από διαφορετικό πατέρα, όπως συνέβαινε με τις αδελφές του Ιησού.—Ματ 13:55, 56· Μαρ 6:3.
Μερικοί γιοι του Αδάμ παντρεύτηκαν προφανώς τις αδελφές τους, εφόσον όλο το ανθρώπινο γένος προήλθε από τον Αδάμ και την Εύα. (Γε 3:20· 5:4) Η σύζυγος του Αδάμ, η Εύα, ως “οστό από τα οστά του και σάρκα από τη σάρκα του”, ήταν ακόμη πιο στενή συγγενής από αδελφή. (Γε 2:22-24) Οι γάμοι με αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς αδελφές δεν ήταν κατακριτέοι. Η αφήγηση αναφέρει ότι, πάνω από 2.000 χρόνια αργότερα, ο Αβραάμ παντρεύτηκε τη Σάρρα που ήταν ετεροθαλής αδελφή του. (Γε 20:2, 12) Ωστόσο, περίπου 430 χρόνια αργότερα, ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευσε τέτοιες ενώσεις ως αιμομεικτικές. (Λευ 18:9, 11· 20:17) Αναμφίβολα, καθώς η ανθρώπινη φυλή ξέπεφτε από την αρχική τελειότητα του Αδάμ, ο γάμος μεταξύ στενών συγγενών έγινε εξαιρετικά επιβλαβής.
Ο όρος «αδελφή» χρησιμοποιούμενος ευρύτερα σήμαινε και «συμπατριώτισσα». (Αρ 25:17, 18) Έθνη ή πόλεις που είχαν στενή σχέση ή παρόμοια συμπεριφορά όσον αφορά την ηθική παρομοιάζονταν με αδελφές.—Ιερ 3:7-10· Ιεζ 16:46, 48, 49, 55· 23:32, 33.
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αδελφή» (’αχώθ) μεταφράζεται «η άλλη» ή «το άλλο» όταν περιγράφεται η τοποθέτηση διαφόρων αντικειμένων ως προς άλλα ομοειδή τους αντικείμενα στη σκηνή της μαρτυρίας και στα οράματα του Ιεζεκιήλ.—Εξ 26:3, 5, 6, 17· Ιεζ 1:9, 23· 3:13.
Στη Χριστιανική Εκκλησία. Ο Ιησούς δίδαξε ότι η πνευματική συγγένεια προηγείται της σαρκικής. Οι γυναίκες που έκαναν το θέλημα του Πατέρα του ήταν “αδελφές” οι οποίες έχαιραν μεγαλύτερης εκτίμησης από τους απλούς σαρκικούς συγγενείς. (Ματ 12:50· Μαρ 3:34, 35) Όποιος είναι διατεθειμένος να κόψει τους γήινους δεσμούς, αν αυτό είναι απαραίτητο, για χάρη της Βασιλείας, θα έχει “εκατονταπλάσιες” «αδελφές» και άλλους συγγενείς τώρα, καθώς και «αιώνια ζωή» στο μέλλον. (Ματ 19:29· Μαρ 10:29, 30· Λου 14:26) Οι γυναίκες στη Χριστιανική εκκλησία αποκαλούνται αδελφές, με πνευματική έννοια.—Ρω 16:1· 1Κο 7:15· 9:5· Ιακ 2:15.
Μεταφορική Χρήση. Τονίζοντας τη σπουδαιότητα των εντολών του Ιεχωβά, ο σοφός συγγραφέας Σολομών ενθαρρύνει τη στενή σχέση με τη σοφία. «Πες στη σοφία: “Εσύ είσαι αδελφή μου”· και να αποκαλέσεις την κατανόηση “Η συγγενής μου”».—Παρ 7:4.
-
-
ΑδελφόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΕΛΦΟΣ
Άντρας που έχει τον ίδιο γονέα ή τους ίδιους γονείς με άλλο άτομο. Ο όρος του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου είναι ’αχ και ο αντίστοιχος όρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ἀδελφός. Μερικοί από τους αμφιθαλείς αδελφούς που αναφέρονται στην Αγία Γραφή—γιοι του ίδιου πατέρα και της ίδιας μητέρας—είναι ο Κάιν και ο Άβελ, γιοι του Αδάμ και της Εύας (Γε 4:1, 2· 1Ιω 3:12), ο Ιακώβ και ο Ησαύ, δίδυμοι γιοι του Ισαάκ και της Ρεβέκκας (Γε 25:24-26), καθώς επίσης ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, γιοι του Ζεβεδαίου και της συζύγου του (Ματ 4:21· 27:56· παράβαλε Κρ 8:19). Ο Μωυσής και ο Ααρών ήταν αδελφοί της Μαριάμ (Αρ 26:59), ο δε Λάζαρος ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας. (Ιωα 11:1, 19) Ο όρος «αδελφοί» προσδιορίζει επίσης τους ετεροθαλείς αδελφούς, άτομα από τον ίδιο πατέρα αλλά από διαφορετική μητέρα, όπως οι 12 γιοι που απέκτησε ο Ιακώβ από τέσσερις διαφορετικές γυναίκες (Γε 35:22-26· 37:4· 42:3, 4, 13), καθώς επίσης παιδιά από την ίδια μητέρα αλλά από διαφορετικούς πατέρες, όπως ο Ιησούς και οι αδελφοί του, πιθανόν δε και ο Δαβίδ με τις αδελφές του.—Ματ 13:55· 1Χρ 2:13-16· 2Σα 17:25· βλέπε «Οι Αδελφοί του Ιησού» πιο κάτω.
Ωστόσο, ο όρος «αδελφός» δεν περιοριζόταν στην άμεση σαρκική συγγένεια. Ο Αβραάμ και ο Λάβαν αναφέρθηκαν στους ανιψιούς τους, τον Λωτ και τον Ιακώβ αντίστοιχα, ως αδελφούς. (Γε 11:27· 13:8· 14:14, 16· 29:10, 12, 15· παράβαλε Λευ 10:4.) Τα μέλη της ίδιας φυλής στον Ισραήλ είχαν αδελφική συγγένεια (2Σα 19:12, 13· Αρ 8:26), και με ακόμη ευρύτερη έννοια ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ ήταν αδελφοί, δεδομένου ότι ήταν απόγονοι ενός κοινού πατέρα, του Ιακώβ, και ήταν ενωμένοι στη λατρεία του ίδιου Θεού, του Ιεχωβά. (Εξ 2:11· Δευ 15:12· Ματ 5:47· Πρ 3:17, 22· 7:23· Ρω 9:3) Ακόμη και οι Εδωμίτες, οι οποίοι κατάγονταν από τον Αβραάμ μέσω του δίδυμου αδελφού του Ιακώβ, του Ησαύ, και επομένως συγγένευαν με τον Ισραήλ, αποκαλούνταν αδελφοί. (Αρ 20:14) Μετά την επανένωσή τους, τα βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ αναφέρθηκε ότι βρίσκονταν σε «αδελφοσύνη» (εβρ., ’αχαβάχ).—Ζαχ 11:14.
Ο όρος «αδελφός» εφαρμόζεται επίσης σε εκείνους οι οποίοι είναι ενωμένοι σε μια κοινή προσπάθεια και έχουν παρόμοιους στόχους και σκοπούς. Παραδείγματος χάρη, ο Βασιλιάς Χιράμ της Τύρου αποκάλεσε τον Βασιλιά Σολομώντα αδελφό του, όχι μόνο επειδή ήταν ίσοι από πλευράς αξιώματος και θέσης, αλλά και, ενδεχομένως, επειδή είχαν κοινά συμφέροντα όσον αφορά την προμήθεια ξυλείας και άλλων υλικών για το ναό. (1Βα 9:13· 5:1-12) «Δείτε! Τι καλό και τι ευχάριστο που είναι να κατοικούν μαζί οι αδελφοί με ενότητα!» έγραψε ο Δαβίδ, υπονοώντας ότι στην ειρήνη και στην ενότητα μεταξύ σαρκικών αδελφών δεν συμβάλλουν μόνο οι σχέσεις αίματος. (Ψλ 133:1) Στην πραγματικότητα, η αμοιβαία στοργή και το ενδιαφέρον, και όχι η κοινή οικογενειακή καταγωγή, υποκίνησαν τον Δαβίδ να αποκαλέσει τον Ιωνάθαν αδελφό του. (2Σα 1:26) Οι σύντροφοι που έχουν παρόμοιες ιδιοσυγκρασίες και διαθέσεις, ακόμη και όταν αυτές είναι κακές, χαρακτηρίζονται εύστοχα αδελφοί.—Παρ 18:9.
Στην πατριαρχική κοινωνία και υπό το Μωσαϊκό Νόμο, οι σαρκικοί αδελφοί είχαν κάποια προνόμια και κάποιες υποχρεώσεις. Με το θάνατο του πατέρα, ο μεγαλύτερος αδελφός, ο πρωτότοκος, λάβαινε διπλό μερίδιο από την οικογενειακή κληρονομιά και αναλάμβανε την ευθύνη να ενεργεί ως κεφαλή της οικογένειας. Ένας σαρκικός αδελφός ήταν ο πρώτος κατά σειρά αρμόδιος να ασκήσει το δικαίωμα της εξαγοράς, να προβεί σε ανδραδελφικό γάμο και να γίνει εκδικητής του αίματος. (Λευ 25:48, 49· Δευ 25:5) Οι αιμομεικτικές σχέσεις μεταξύ αδελφού και αδελφής απαγορεύονταν αυστηρά υπό το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 18:9· Δευ 27:22.
Τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας έχουν κοινή πνευματική συγγένεια ανάλογη με τη συγγένεια των αδελφών. Ο Ιησούς αποκάλεσε τους μαθητές του αδελφούς. (Ματ 25:40· 28:10· Ιωα 20:17) Τόνισε ιδιαίτερα αυτή τη συγγένεια, λέγοντας: «Όποιος κάνει το θέλημα του Πατέρα μου . . . αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου». (Ματ 12:48-50) Επομένως, πρέπει κανείς να αγαπάει τους εξ αίματος συγγενείς του λιγότερο από τον Χριστό και να τους αφήνει πίσω για χάρη του, αν αυτό είναι απαραίτητο. (Ματ 10:37· 19:29· Λου 14:26) Στην πραγματικότητα, αδελφός μπορεί να παραδώσει αδελφό στο θάνατο. (Μαρ 13:12) Ο όρος «αδελφός», πέραν των άμεσων συντρόφων του Ιησού, περιλαμβάνει ολόκληρη την εκκλησία των πιστών (Ματ 23:8· Εβρ 2:17), «ολόκληρη την αδελφότητα» “η οποία έχει το έργο της επίδοσης μαρτυρίας για τον Ιησού”. (1Πε 2:17· 5:9· Απ 19:10) Μια τέτοια πνευματική αδελφότητα εκδηλώνει «αδελφική αγάπη» στον πληρέστερο βαθμό.—Ρω 12:10· Εβρ 13:1.
Την Πεντηκοστή, ο Πέτρος απευθύνθηκε σε άτομα από μακρινές χώρες, μεταξύ των οποίων και σε προσήλυτους, αποκαλώντας τους όλους “αδελφούς”. (Πρ 2:8-10, 29, 37) Μερικές φορές οι άρρενες Χριστιανοί πιστοί διακρίνονταν από τις γυναίκες όταν αποκαλούνταν «αδελφοί», ενώ εκείνες αποκαλούνταν αντίστοιχα «αδελφές» (1Κο 7:14, 15), αλλά γενικά ο όρος «αδελφοί» ήταν ο αποδεκτός χαιρετισμός που απευθυνόταν προς μεικτές ομάδες και δεν περιοριζόταν στους άρρενες. (Πρ 1:15· Ρω 1:13· 1Θε 1:4) Ο εν λόγω όρος χρησιμοποιείται με αυτή την έννοια σε όλες τις θεόπνευστες Χριστιανικές επιστολές εκτός από τρεις (Τίτο, 2 Ιωάννη και Ιούδα), καθώς και στα έργα των πρώτων εκκλησιαστικών συγγραφέων. Οι απόστολοι έδιναν προειδοποιήσεις σχετικά με τους “ψευδαδέλφους” που παρεισέφρεαν στις εκκλησίες.—2Κο 11:26· Γα 2:4.
Οι Αδελφοί του Ιησού. Τα τέσσερα Ευαγγέλια, οι Πράξεις των Αποστόλων και δύο από τις επιστολές του Παύλου κάνουν λόγο για “τους αδελφούς του Κυρίου”, «τον αδελφό του Κυρίου», «τους αδελφούς του», “τις αδελφές του”, κατονομάζοντας μάλιστα τέσσερις από τους «αδελφούς»: τον Ιάκωβο, τον Ιωσήφ, τον Σίμωνα και τον Ιούδα. (Ματ 12:46· 13:55, 56· Μαρ 3:31· Λου 8:19· Ιωα 2:12· Πρ 1:14· 1Κο 9:5· Γα 1:19) Οι περισσότεροι Βιβλικοί μελετητές αποδέχονται τη σωρεία των σχετικών αποδείξεων ότι ο Ιησούς είχε τουλάχιστον τέσσερις αδελφούς και δύο αδελφές και ότι ήταν όλοι τους παιδιά του Ιωσήφ και της Μαρίας που ήρθαν σε ύπαρξη με φυσιολογικό τρόπο μετά τη θαυματουργική γέννηση του Ιησού.
Οι αυθαίρετες απόψεις ότι αυτοί οι αδελφοί του Ιησού ήταν γιοι του Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο του ή από ανδραδελφικό γάμο του Ιωσήφ με τη νύφη του πρέπει να χαρακτηριστούν μυθοπλασίες, εφόσον δεν επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα ούτε υπάρχει καν σχετική νύξη στις Γραφές. Ο ισχυρισμός ότι ο όρος ἀδελφός εδώ σημαίνει «εξάδελφος» (ἀνεψιὸς, Κείμενο) είναι ένα θεωρητικό επιχείρημα, η επινόηση του οποίου αποδίδεται στον Ιερώνυμο, και δεν χρονολογείται νωρίτερα από το 383 Κ.Χ. Ο Ιερώνυμος, όχι μόνο δεν παραθέτει τίποτα προς υποστήριξη της πρόσφατης τότε υπόθεσής του, αλλά σε μεταγενέστερα συγγράμματα ταλαντεύεται στις απόψεις του και μάλιστα εκφράζει αμφιβολίες για τη «θεωρία των εξαδέλφων» που ο ίδιος επινόησε. Ο Τζ. Μπ. Λάιτφουτ δηλώνει ότι «ο Άγιος Ιερώνυμος δεν επικαλέστηκε κάποια έγκυρη πηγή από την παράδοση για να υποστηρίξει τη θεωρία του και ότι, επομένως, τα όποια υποστηρικτικά στοιχεία πρέπει να αναζητηθούν στις Γραφές και μόνο. Εγώ εξέτασα τα Γραφικά στοιχεία, και ο . . . συνδυασμός των δυσκολιών . . . αντισταθμίζει με το παραπάνω αυτά τα δευτερεύοντα υποστηρικτικά επιχειρήματα, και μάλιστα πρέπει να οδηγήσει στην απόρριψη της θεωρίας».—Η Επιστολή του Αγίου Παύλου προς τους Γαλάτες (St. Paul’s Epistle to the Galatians), Λονδίνο, 1874, σ. 258.
Στις Ελληνικές Γραφές, εκεί όπου η αφήγηση αφορά ανιψιό ή εξάδελφο, δεν χρησιμοποιείται η λέξη ἀδελφός. Απεναντίας, η συγγένεια διασαφηνίζεται, όπως «ο γιος της αδελφής του Παύλου» ή «ο Μάρκος, ο εξάδελφος [ἀνεψιός, Κείμενο] του Βαρνάβα». (Πρ 23:16· Κολ 4:10) Στο εδάφιο Λουκάς 21:16 εμφανίζεται τόσο η λέξη συγγενῶν (όπως είναι οι εξάδελφοι) όσο και η λέξη ἀδελφῶν, πράγμα που δείχνει ότι αυτοί οι όροι δεν χρησιμοποιούνται χαλαρά και συγκεχυμένα στις Ελληνικές Γραφές.
Η δήλωση ότι, στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού, «οι αδελφοί του, στην πραγματικότητα, δεν ασκούσαν πίστη σε αυτόν» ασφαλώς αποκλείει το ενδεχόμενο να ήταν αυτοί αδελφοί του με πνευματική έννοια. (Ιωα 7:3-5) Ο Ιησούς αντιπαρέβαλε αυτούς τους σαρκικούς αδελφούς με τους μαθητές του, οι οποίοι πίστευαν σε αυτόν και ήταν πνευματικοί αδελφοί του. (Ματ 12:46-50· Μαρ 3:31-35· Λου 8:19-21) Αυτή η απιστία εκ μέρους των σαρκικών αδελφών του μας εμποδίζει να τους ταυτίσουμε με τους συνονόματους αποστόλους: τον Ιάκωβο, τον Σίμωνα και τον Ιούδα. Οι σαρκικοί αδελφοί του Ιησού διαχωρίζονται σαφώς από τους μαθητές του.—Ιωα 2:12.
Επίσης, η σχέση που είχαν αυτοί οι σαρκικοί αδελφοί του Ιησού με τη μητέρα του τη Μαρία υποδηλώνει ότι ήταν παιδιά της και όχι κάποιοι πιο μακρινοί συγγενείς. Συνήθως αναφέρονται σε συνδυασμό με αυτήν. Δηλώσεις του είδους ότι ο Ιησούς ήταν “ο πρωτότοκος” της Μαρίας (Λου 2:7) και ότι ο Ιωσήφ «δεν είχε σχέσεις μαζί της μέχρι που εκείνη γέννησε γιο» υποστηρίζουν επίσης την άποψη ότι ο Ιωσήφ και η Μαρία είχαν και άλλα παιδιά. (Ματ 1:25) Ακόμη και οι γείτονες στη Ναζαρέτ αναγνώρισαν και προσδιόρισαν τον Ιησού ως τον “αδελφό του Ιακώβου και του Ιωσήφ και του Ιούδα και του Σίμωνα”, προσθέτοντας: «Και δεν είναι εδώ μαζί μας οι αδελφές του;»—Μαρ 6:3.
Έχοντας υπόψη αυτά τα εδάφια, τίθεται το ερώτημα: Γιατί τότε εμπιστεύτηκε ο Ιησούς τη φροντίδα της μητέρας του της Μαρίας στον απόστολο Ιωάννη και όχι στους σαρκικούς αδελφούς του, λίγο πριν από το θάνατό του; (Ιωα 19:26, 27) Προφανώς επειδή ο εξάδελφος του Ιησού, ο απόστολος Ιωάννης, ήταν άντρας που είχε αποδείξει την πίστη του, ήταν ο μαθητής που ο Ιησούς αγαπούσε θερμά, και ως εκ τούτου αυτή η πνευματική συγγένεια υπερείχε από τη σαρκική. Μάλιστα δεν υπάρχουν καν ενδείξεις ότι οι σαρκικοί αδελφοί του Ιησού είχαν γίνει μέχρι τότε μαθητές του.
Μετά την ανάσταση του Ιησού, οι σαρκικοί αδελφοί του απέβαλαν τη δύσπιστη στάση τους, εφόσον ήταν παρόντες μαζί με τη μητέρα τους και με τους αποστόλους όταν αυτοί συναθροίζονταν για να προσευχηθούν μετά την ανάληψη του Ιησού. (Πρ 1:14) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ήταν παρόντες και κατά την έκχυση του αγίου πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής. Ο αδελφός του Ιησού ο Ιάκωβος, ο οποίος διακρίθηκε ιδιαίτερα μεταξύ των πρεσβυτέρων του κυβερνώντος σώματος στην Ιερουσαλήμ, έγραψε την ομώνυμη επιστολή. (Πρ 12:17· 15:13· 21:18· Γα 1:19· Ιακ 1:1) Ο αδελφός του Ιησού ο Ιούδας έγραψε την ομώνυμη επιστολή. (Ιου 1, 17) Ο Παύλος υπονοεί ότι τουλάχιστον κάποιοι από τους αδελφούς του Ιησού ήταν παντρεμένοι.—1Κο 9:5.
-
-
ΆδηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΗΣ
(Άδης).
Η λέξη ᾅδης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου πιθανώς σημαίνει «ο αθέατος τόπος». Συνολικά, συναντάται δέκα φορές στα αρχαιότερα χειρόγραφα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.—Ματ 11:23· 16:18· Λου 10:15· 16:23· Πρ 2:27, 31· Απ 1:18· 6:8· 20:13, 14.
Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου αποδίδει σε αυτά τα εδάφια τη λέξη ᾅδης ως «κόλαση» (“hell”), αλλά η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση την αποδίδει «Άδης», με εξαίρεση το εδάφιο Ματθαίος 16:18 όπου χρησιμοποιείται η έκφραση «δυνάμεις του θανάτου», μολονότι η υποσημείωση αναφέρει «πύλες του Άδη». Σε πολλές σύγχρονες μεταφράσεις χρησιμοποιείται η λέξη «Άδης» αντί της λέξης «κόλαση».
Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, μια μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών (από τη Γένεση ως τον Μαλαχία), χρησιμοποιεί τη λέξη ᾅδης 73 φορές, στις 60 από αυτές για να μεταφράσει την εβραϊκή λέξη σιε’όλ, η κοινή απόδοση της οποίας είναι «Σιεόλ». Ο Λουκάς, ο θεόπνευστος συγγραφέας των Πράξεων, κατέδειξε με κατηγορηματικό τρόπο ότι ο Άδης είναι η αντίστοιχη ελληνική λέξη για τον Σιεόλ όταν μετέφρασε την παράθεση του Πέτρου από το εδάφιο Ψαλμός 16:10. (Πρ 2:27) Αντιστρόφως, εννιά σύγχρονες εβραϊκές μεταφράσεις των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών χρησιμοποιούν τη λέξη «Σιεόλ» για να μεταφράσουν τη λέξη ᾅδης στα εδάφια Αποκάλυψη 20:13, 14, ενώ η Φιλοξένια-Χάρκλεια Συριακή Μετάφραση χρησιμοποιεί τη συγγενική λέξη Σιούλ.
Σε όλες τις περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται η λέξη Άδης στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, εκτός από δύο, συνδέεται με το θάνατο, είτε στο ίδιο το εδάφιο είτε στα άμεσα συμφραζόμενα. Οι άλλες δύο περιπτώσεις εξετάζονται στην παράγραφο που ακολουθεί. Ο Άδης δεν αναφέρεται σε κάποιον συγκεκριμένο «τάφο» ή σε ένα συγκεκριμένο «μνήμα» ή συγκεκριμένο «μνημείο», αλλά στον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους, όπου οι θαμμένοι νεκροί είναι αθέατοι. Συνεπώς, υποδηλώνει ό,τι και η αντίστοιχη λέξη «Σιεόλ», όπως πιστοποιείται από την ανάλυση της χρήσης του και στις δέκα περιπτώσεις όπου εμφανίζεται.—Βλέπε ΣΙΕΟΛ· ΤΑΦΗ, ΤΑΦΟΣ.
Την πρώτη φορά όπου εμφανίζεται η λέξη, στο εδάφιο Ματθαίος 11:23, ο Ιησούς Χριστός, επιπλήττοντας την Καπερναούμ για την απιστία της, χρησιμοποιεί τον Άδη για να τονίσει το μέγεθος του υποβιβασμού στον οποίο θα περιερχόταν αυτή η πόλη, σε αντίθεση με τα ύψη του ουρανού όπου είχε εξυψωθεί λόγω της διακονίας του Ιησού εκεί. Ένα αντίστοιχο εδάφιο είναι το Λουκάς 10:15. Προσέξτε τον παρόμοιο τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται η λέξη Σιεόλ στα εδάφια Ιώβ 11:7, 8.
Ο Ιησούς και η Εκκλησία Απελευθερώνονται. Σχετικά με τη Χριστιανική εκκλησία, ο Ιησούς είπε, στο εδάφιο Ματθαίος 16:18, ότι «οι πύλες του Άδη [«δυνάμεις του θανάτου», RS] δεν θα υπερισχύσουν εναντίον της». Παρόμοια, ο Βασιλιάς Εζεκίας, ευρισκόμενος στα πρόθυρα του θανάτου, είπε: «Στα μισά των ημερών μου θα πάω στις πύλες του Σιεόλ». (Ησ 38:10) Επομένως, γίνεται προφανές ότι η υπόσχεση του Ιησού για νίκη επί του Άδη σημαίνει πως οι «πύλες» του Άδη θα ανοίξουν για να απελευθερώσουν τους νεκρούς μέσω ανάστασης, όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του ίδιου του Χριστού Ιησού.
Εφόσον ο Άδης υποδηλώνει τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους, ο Ιησούς πέρασε μέσα από τις «πύλες του Άδη» όταν τον έθαψε ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία. Την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., ο Πέτρος είπε για τον Χριστό: «Ούτε εγκαταλείφθηκε αυτός στον Άδη ούτε είδε η σάρκα του φθορά. Αυτόν τον Ιησού ανέστησε ο Θεός, γεγονός για το οποίο όλοι εμείς είμαστε μάρτυρες». (Πρ 2:25-27, 29-32· Ψλ 16:10) Ενώ «οι πύλες του Άδη» (Ματ 16:18) εξακολουθούσαν να κρατούν κλεισμένο τον Δαβίδ στις ημέρες του Πέτρου (Πρ 2:29), άνοιξαν διάπλατα για τον Χριστό Ιησού όταν ο Πατέρας του τον ανέστησε από τον Άδη. Έκτοτε, μέσω της δύναμης που του δόθηκε να ανασταίνει νεκρούς (Ιωα 5:21-30), ο Ιησούς κρατάει «τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη».—Απ 1:17, 18.
Είναι ολοφάνερο ότι ο Άδης της Αγίας Γραφής δεν είναι το φανταστικό εκείνο μέρος που οι μη Χριστιανοί αρχαίοι Έλληνες περιέγραφαν στη μυθολογία τους ως «σκοτεινή, ανήλια περιοχή στα έγκατα της γης», διότι δεν υπήρχε ανάσταση από έναν τέτοιον μυθολογικό κάτω κόσμο.
Παραβολική Χρήση. Στο εδάφιο Αποκάλυψη 6:8 ο Άδης παρουσιάζεται συμβολικά να ακολουθεί από κοντά τον ιππέα του ωχρού αλόγου, τον προσωποποιημένο Θάνατο, για να δεχτεί τα θύματα των θανατηφόρων συνεπειών του πολέμου, της πείνας, των πληγών και των θηρίων.
Η θάλασσα (που ενίοτε γίνεται υγρός τάφος για μερικούς) αναφέρεται σε συνδυασμό με τον Άδη (τον κοινό χωμάτινο τάφο), με σκοπό να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι συμπεριλαμβάνονται όλοι αυτοί οι νεκροί στη δήλωση που κάνουν τα εδάφια Αποκάλυψη 20:13, 14 ότι η θάλασσα, ο θάνατος και ο Άδης πρόκειται να δώσουν τους νεκρούς τους ή να αδειάσουν από αυτούς. Κατόπιν, ο θάνατος και ο Άδης (όχι όμως και η θάλασσα) ρίχνονται στη «λίμνη της φωτιάς», “το δεύτερο θάνατο”. Με αυτόν τον τρόπο “πεθαίνουν” συμβολικά, περιερχόμενοι σε ανυπαρξία, πράγμα που σηματοδοτεί το τέλος του Άδη (Σιεόλ), του κοινού τάφου του ανθρωπίνου γένους, όπως επίσης και του κληρονομημένου από τον Αδάμ θανάτου.
Μία ακόμη μνεία του Άδη την οποία δεν αναφέραμε γίνεται στα εδάφια Λουκάς 16:22-26, στην αφήγηση για τον “πλούσιο” και τον «Λάζαρο». Η γλώσσα σε ολόκληρη την αφήγηση είναι ξεκάθαρα παραβολική και δεν μπορεί να ερμηνευτεί κατά γράμμα, λαμβανομένων υπόψη όλων των προηγούμενων εδαφίων. Προσέξτε, ωστόσο, τη δήλωση της παραβολής ότι ο «πλούσιος» «θάφτηκε» στον Άδη, κάτι που παρέχει επιπρόσθετη απόδειξη για το ότι ο Άδης σημαίνει τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους.—Βλέπε ΓΕΕΝΝΑ· ΤΑΡΤΑΡΟΣ.
-
-
ΑδίδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΔ
(Αδίδ).
Προγονική πόλη κάποιων Βενιαμιτών που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία (Εσδ 2:1, 2, 33· Νε 7:6, 7, 37· 11:31, 34), η οποία ταυτίζεται συνήθως με το ελ-Χάντιθε (Τελ Χαντίντ), ένα εγκαταλειμμένο αραβικό χωριό περίπου 5 χλμ. ΑΒΑ της Λωδ (Λύδδας). Πιστεύεται γενικά ότι η Αδίδ είναι κατά πάσα πιθανότητα η ίδια τοποθεσία με τη «Χουντίτι», που μνημονεύεται στον Κατάλογο του Τουθμώσεως Γ΄ στο Καρνάκ, και με την «Αδιδά» από το απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (12:38· 13:13, RS, ΜΠΚ) η οποία περιγράφεται εκεί ως τοποθεσία της Σεφηλά που έβλεπε προς την παράκτια πεδιάδα.
-
-
ΑδιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΗΛ
(Αδιήλ) [Ο Θεός Είναι Στολίδι].
1. Πατέρας του Αζμαβέθ, τον οποίο διόρισε ο Βασιλιάς Δαβίδ υπεύθυνο για το βασιλικό θησαυροφυλάκιό του.—1Χρ 27:25, 31.
2. Ένας από τους αρχηγούς της φυλής του Συμεών, ο οποίος στις ημέρες του Βασιλιά Εζεκία του Ιούδα, τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., συμμετείχε στην εκδίωξη των Χαμιτών από τα περίχωρα της Γεδώρ.—1Χρ 4:36, 38-41.
3. Ααρωνικός ιερέας από τον πατρικό οίκο του Ιμμήρ. Πατέρας του ήταν ο Ιαζηρά. Ο γιος του ο Μαασαΐ υπηρέτησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:12.
-
-
Άδικος ΠλούτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ
Βλέπε ΠΛΟΥΤΟΣ.
-
-
ΑδίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΝ
(Αδίν) [Δοσμένος στην Τέρψη].
Ένας από τους επικεφαλής των πατρικών οίκων του Ισραήλ, μερικές εκατοντάδες απόγονοι του οποίου επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Εσδ 2:15· Νε 7:20) Αργότερα, 51 ακόμη άτομα από την οικογένειά του επέστρεψαν με τον Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:6) Ένας άρχοντας που εκπροσωπούσε τον πατρικό οίκο του Αδίν ήταν ανάμεσα σε εκείνους οι οποίοι επικύρωσαν την «αξιόπιστη συμφωνία» που συντάχθηκε στις ημέρες του Νεεμία.—Νε 9:38· 10:1, 16.
-
-
ΑδινάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΝΑ
(Αδινά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ευημερώ» [με την έννοια του «τέρπομαι»]].
Γιος του Σιζά και αξιωματικός που ηγούνταν άλλων 30 Ρουβηνιτών στο στράτευμα του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 42.
-
-
ΑδινώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΙΝΩ
Βλέπε ΙΟΣΕΒ-ΒΑΣΕΒΕΘ.
-
-
ΑδλαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΛΑΪ
(Αδλαΐ).
Πατέρας του Σαφάτ, υπεύθυνου για τα κοπάδια των βοδιών που είχε ο Δαβίδ στις κοιλάδες.—1Χρ 27:29.
-
-
ΑδμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΜΑ
(Αδμά) [Έδαφος].
Μια από τις πέντε πόλεις στην περιοχή της “Κοιλάδας Σιδδίμ” οι οποίες κατοικούνταν από Χαναναίους. (Γε 10:19· 14:1-3) Αυτή η κοιλάδα πιθανότατα βρισκόταν κοντά στη νότια άκρη της Αλμυρής Θάλασσας.
Μαζί με τις γειτονικές πόλεις Σόδομα, Γόμορρα, Ζεβωγίμ και Βελά (Σηγώρ), η Αδμά και ο βασιλιάς της ο Σεναάβ ηττήθηκαν όταν εισέβαλαν εκεί τέσσερις βασιλιάδες από την ανατολή. (Γε 14:8-11) Το εδάφιο Δευτερονόμιο 29:23 δείχνει ότι αργότερα η Αδμά καταστράφηκε μαζί με τα Σόδομα, τα Γόμορρα και τη Ζεβωγίμ, όταν ο Ιεχωβά έκανε να πέσει σε ολόκληρο εκείνο το λεκανοπέδιο βροχή από φωτιά και θειάφι. (Γε 19:25) Στο εδάφιο Ωσηέ 11:8 η Αδμά αναφέρεται μαζί με τη Ζεβωγίμ ως προειδοποιητικό παράδειγμα.
Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η αρχαία Αδμά και οι άλλες «πόλεις της Περιφέρειας» βρίσκονται τώρα καταποντισμένες στα νερά της Αλμυρής Θάλασσας, μολονότι κάποιοι άλλοι ισχυρίστηκαν πρόσφατα ότι τα ερείπια των πόλεων αυτών μπορούν να εντοπιστούν σε κάποιες τοποθεσίες δίπλα στα ουάντι (κοίτες χειμάρρων) στα Α και ΝΑ της Νεκράς Θαλάσσης.—Γε 13:12.
-
-
ΑδμαθάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΜΑΘΑ
(Αδμαθά) [περσικής προέλευσης· σημαίνει «Ανίκητος»].
Ένας από τους εφτά άρχοντες στο βασίλειο της Περσίας και της Μηδίας οι οποίοι είχαν πρόσβαση στον Βασιλιά Ασσουήρη. Αυτοί οι άρχοντες ήταν σύμφωνοι με την απόφαση που λήφθηκε σε βάρος της Βασίλισσας Αστίν, και προφανώς υπήρχε μια τέτοια εφταμελής επιτροπή συμβούλων στην υπηρεσία των Περσών βασιλιάδων.—Εσθ 1:14· Εσδ 7:14.
-
-
ΑδνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΝΑ
(Αδνά) [Τέρψη].
1. Ισραηλίτης, απόγονος του πατρικού οίκου του Φαάθ-μωάβ και ένας από εκείνους οι οποίοι συμφώνησαν να εξαποστείλουν τις μη Ισραηλίτισσες συζύγους τους στην εκκαθάριση που έλαβε χώρα κατόπιν της συμβουλής του ιερέα Έσδρα.—Εσδ 10:30, 44.
2. Ιερέας από τον πατρικό οίκο του Χαρίμ, επί των ημερών του Αρχιερέα Ιεχωακείμ και του Νεεμία, καθώς και του ιερέα Έσδρα.—Νε 12:12-15, 26.
-
-
ΑδνάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΝΑΧ
(Αδνάχ) [Τέρψη].
1. Γενναίος αξιωματικός του Μανασσή ο οποίος εγκατέλειψε τον Σαούλ και αυτομόλησε στο στρατό του Δαβίδ, στη Σικλάγ. Πολέμησε στο πλευρό του Δαβίδ παίρνοντας μέρος στην καταδίωξη της ληστρικής ομάδας των Αμαληκιτών που ερήμωσε το στρατόπεδο του Δαβίδ στη Σικλάγ, και έγινε ένας από τους αρχηγούς του στρατεύματος του Δαβίδ.—1Χρ 12:20, 21· 1Σα 30:1, 2, 17-19.
2. Ιουδαίος στρατηγός στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ, ο οποίος διοικούσε 300.000 γενναίους, κραταιούς πολεμιστές και είχε υπό τον έλεγχό του μια επιπρόσθετη δύναμη 480.000 αντρών διοικούμενη από τους στρατηγούς Ιεχωανάν και Αμασία. Όλοι αυτοί διακονούσαν το βασιλιά στην Ιερουσαλήμ.—2Χρ 17:13-16, 19.
-
-
ΑδουμμίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΟΥΜΜΙΜ
(Αδουμμίμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κόκκινος»· πιθανώς, Κόκκινοι Βράχοι].
Ο ανήφορος του Αδουμμίμ είναι ένα απότομο πέρασμα περίπου 12 χλμ. ΑΒΑ της Ιερουσαλήμ, στο μέσο της απόστασης ανάμεσα στην Ιεριχώ και στην Ιερουσαλήμ. Οδηγεί από τη χαμηλή κοιλάδα του Ιορδάνη ψηλά στην ορεινή περιοχή του Ιούδα. Από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τώρα ο δρόμος ανάμεσα στις δύο πόλεις διέρχεται μέσα από αυτό το πέρασμα. Αναφέρεται στο Βιβλικό υπόμνημα, αλλά μόνο ως οροθέσιο ανάμεσα στην περιοχή του Ιούδα και του Βενιαμίν.—Ιη 15:7· 18:17.
Στην αραβική το πέρασμα λέγεται Ταλάτ ετ-Νταμ (που σημαίνει «Ανήφορος Αίματος») και στην εβραϊκή Μααλέ Αντουμίμ (που σημαίνει «Ανήφορος του Αδουμμίμ»). Παρότι μερικοί αρχαίοι συγγραφείς αποδίδουν την προέλευση του ονόματος σε αιματοχυσία από κλέφτες και ληστές, η πιθανότερη εξήγηση είναι το κοκκινωπό χρώμα του εδάφους το οποίο οφείλεται σε κατά τόπους επιφανειακά στρώματα ώχρας. Η διαδρομή ήταν ανέκαθεν επικίνδυνη επειδή η περιοχή ήταν έρημη και γίνονταν πολλές ληστείες, ενώ από την αρχαιότητα υπήρχε εκεί ένα φρούριο για την προστασία των ταξιδιωτών. Εξαιτίας αυτού, έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι σε εκείνο το μέρος έλαβε χώρα η επίθεση στον ταξιδιώτη “που κατέβαινε στην Ιεριχώ”, όπως αναφέρεται στην παραβολή του Ιησού για τον καλό Σαμαρείτη.—Λου 10:30-37.
“Η κοιλάδα του χειμάρρου” που αναφέρεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 15:7, στα Ν της οποίας βρισκόταν ο ανήφορος του Αδουμμίμ, είναι προφανώς το Ουάντι ελ Κιλτ, το οποίο εκτείνεται σχεδόν παράλληλα με το δρόμο και περνάει ακριβώς Ν της Ιεριχώς με κατεύθυνση προς τον Ιορδάνη Ποταμό.
-
-
ΑδραμμέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΑΜΜΕΛΕΧ
(Αδραμμέλεχ).
1. Γιος του Βασιλιά της Ασσυρίας Σενναχειρείμ. Ο Αδραμμέλεχ και ο αδελφός του ο Σαρασάρ σκότωσαν τον πατέρα τους ενώ αυτός προσκυνούσε στον οίκο του Νισρώκ του θεού του στη Νινευή. Κατόπιν διέφυγαν στη γη Αραράτ, προφανώς στο έδαφος της αρχαίας Αρμενίας, στην ορεινή περιοχή που βρίσκεται Δ της σημερινής Κασπίας Θάλασσας. (2Βα 19:35-37· Ησ 37:36-38) Μια επιγραφή του Εσάρ-αδδών, ενός άλλου γιου του Σενναχειρείμ, εξιστορεί πως αυτός, ως διάδοχος του πατέρα του, συγκρούστηκε με τα στρατεύματα των δολοφόνων του πατέρα του στο Χανιγκαλμπάτ, σε εκείνη την περιοχή, και τα νίκησε.
2. Θεός που λάτρευαν οι Σεφαρβαΐτες—ένας από τους υποτελείς λαούς που έφερε ο βασιλιάς της Ασσυρίας στην περιοχή της Σαμάρειας αφού πρώτα οδήγησε τους Ισραηλίτες του δεκάφυλου βασιλείου σε εξορία. Στο όνομα του Αδραμμέλεχ και του Αναμμέλεχ οι Σεφαρβαΐτες θυσίαζαν τους γιους τους στη φωτιά.—2Βα 17:22-24, 31, 33.
-
-
ΑδραμύττιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΑΜΥΤΤΙΟ
(Αδραμύττιο).
Λιμάνι του Αιγαίου Πελάγους, το οποίο βρισκόταν στη Μυσία, στη βορειοδυτική γωνία της Μικράς Ασίας, Β της Περγάμου. Στη σημερινή Τουρκία υπάρχει η ηπειρωτική πόλη Εντρεμίτ (Α του λιμανιού), στην ονομασία της οποίας διασώζεται το αρχαίο όνομα.
Το Αδραμύττιο ανήκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας και προφανώς ήταν κάποτε σημαντικό κέντρο ναυτιλίας και εμπορίου, δεδομένου ότι βρισκόταν πάνω στη ρωμαϊκή οδό η οποία περνούσε μέσα από την Πέργαμο και την Έφεσο προς το Ν και μέσα από την Άσσο, την Τρωάδα και τον Ελλήσποντο προς τα Δ και τα Β. Ο Παύλος ενδέχεται να πέρασε από το Αδραμύττιο κατά τη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του. Ωστόσο, η μόνη άμεση Βιβλική αναφορά σε αυτή την πόλη βρίσκεται στο εδάφιο Πράξεις 27:2. Στην Καισάρεια, ο κρατούμενος Παύλος, υπό την επιτήρηση του Ρωμαίου αξιωματικού Ιούλιου, επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο από το Αδραμύττιο το οποίο επρόκειτο να πλεύσει σε διάφορα παράκτια μέρη της Μικράς Ασίας. Ο Παύλος και οι σύντροφοί του αποβιβάστηκαν από αυτό το πλοίο στα Μύρα της Λυκίας και επιβιβάστηκαν σε ένα σιταγωγό πλοίο από την Αλεξάνδρεια το οποίο πήγαινε στην Ιταλία.—Πρ 27:3-6.
-
-
ΑδράχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΑΧ
(Αδράχ).
Γη εναντίον της οποίας ο Ιεχωβά απηύθυνε μια εξαγγελία μέσω του Ζαχαρία, του προφήτη του. Αυτή η προφητεία, που εξαγγέλθηκε κατά πάσα πιθανότητα το 518 Π.Κ.Χ., έδειχνε ότι η Αδράχ είχε επισύρει τη δυσμένεια του Ιεχωβά. Αναφέρεται σε συσχετισμό με αρκετές πόλεις γύρω από τον Ισραήλ, όπως ήταν η Δαμασκός, η Αιμάθ, η Τύρος, η Σιδώνα και οι φιλισταϊκές πόλεις Ασκαλών, Γάζα, Ακκαρών και Άζωτος.—Ζαχ 9:1-8.
Η Αδράχ ενδέχεται να ήταν πόλη-κράτος με εξουσία στην περιοχή που την περιέβαλλε. Πιστεύεται ότι ήταν η Χαταρίκα που μνημονεύεται στις ασσυριακές επιγραφές και η οποία ταυτίζεται με το γήλοφο Τελλ Αφίς, περίπου 45 χλμ. ΝΔ του Χαλεπίου. Ο Ασσύριος Βασιλιάς Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ αναφέρει τη Χαταρίκα μεταξύ των «19 επαρχιών που ανήκαν στην Αιμάθ».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 282, 283.
-
-
ΑδρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΙΑΣ
(Αδρίας).
Στο εδάφιο Πράξεις 27:27 γίνεται λόγος για τη «θάλασσα του Αδρία», όπου ο Παύλος πέρασε 14 ημέρες αγωνίας προτού ναυαγήσει στη Μάλτα. Ο Στράβων λέει ότι το όνομα αυτό προέρχεται από την πόλη Ατρία, η οποία βρισκόταν στις εκβολές του ποταμού Πάδου, στον κόλπο που είναι τώρα γνωστός ως Κόλπος της Βενετίας. (Γεωγραφικά, Ε΄, I, 8) Η σημερινή ιταλική πόλη Άντρια βρίσκεται σε κάποια απόσταση από την ακτή. Φαίνεται ότι το όνομα Αδρίας κατέληξε να χρησιμοποιείται για τα θαλάσσια ύδατα εκείνης της περιοχής, και προοδευτικά η χρήση του διευρύνθηκε ώστε να περιλαμβάνει ολόκληρη τη σημερινή Αδριατική Θάλασσα, το Ιόνιο Πέλαγος, καθώς και τη θαλάσσια περιοχή της Μεσογείου Α της Σικελίας (και της Μάλτας) και Δ της Κρήτης. Το όνομα αυτό, λοιπόν, περιλάμβανε κάποιες θαλάσσιες περιοχές που σήμερα δεν θεωρούνται μέρος της Αδριατικής Θάλασσας. Ωστόσο, στις ημέρες του Παύλου μπορούσε ορθά να ειπωθεί για τη Μάλτα ότι βρεχόταν από τη «θάλασσα του Αδρία».
-
-
ΑδριήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΡΙΗΛ
(Αδριήλ).
Γιος του Βαρζελαΐ, από την πόλη Αβέλ-μεολά.
Ο Σαούλ έδωσε στον Αδριήλ για σύζυγό του τη Μεράβ, τη μεγαλύτερη κόρη του, παρότι προηγουμένως είχε υποσχεθεί να τη δώσει στον Δαβίδ. (1Σα 18:17-19) Και οι πέντε γιοι του Αδριήλ παραδόθηκαν αργότερα για να εκτελεστούν, ώστε να γίνει εξιλέωση για την απόπειρα που είχε κάνει ο Σαούλ να εξαλείψει τους Γαβαωνίτες. (2Σα 21:8, 9) Η συγκεκριμένη αφήγηση αναφέρει ως μητέρα των πέντε γιων του Αδριήλ τη Μιχάλ και όχι τη Μεράβ. Δεδομένου ότι η Μιχάλ πέθανε άτεκνη (2Σα 6:23) και δεν αναφέρεται πουθενά ότι έγινε σύζυγος του Αδριήλ, μερικοί μεταφραστές θεωρούν ότι το όνομα της Μιχάλ εδώ οφείλεται σε λανθασμένη αντιγραφή. Ωστόσο, σχεδόν όλα τα εβραϊκά χειρόγραφα χρησιμοποιούν το όνομα της Μιχάλ, και η εξήγηση που δίνει η παράδοση είναι ότι η Μεράβ, η μεγαλύτερη αδελφή της Μιχάλ, πέθανε λίγο καιρό αφότου γέννησε τους πέντε γιους του Αδριήλ, και τότε η Μιχάλ ανέλαβε να αναθρέψει τα πέντε αγόρια της αδελφής της τα οποία γι’ αυτόν το λόγο αναφέρονται ως γιοι της. Η μετάφραση του Ισαάκ Λίσερ αναφέρει στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 21:8: «Και τους πέντε γιους της Μιχάλ, της κόρης του Σαούλ, τους οποίους είχε αναθρέψει για λογαριασμό του Αδριήλ».
-
-
ΑδωνίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΑΣ
(Αδωνίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Κύριος].
1. Ο τέταρτος γιος του Δαβίδ, τον οποίο γέννησε η Αγγίθ στη Χεβρών.—2Σα 3:4, 5.
Αν και ήταν από άλλη μητέρα, ο Αδωνίας έμοιαζε πολύ με τον Αβεσσαλώμ από την άποψη ότι «είχε πολύ ωραία διάπλαση» και ότι ήταν φιλόδοξος. (1Βα 1:5, 6· παράβαλε 2Σα 14:25· 15:1.) Άρχισε να ξεχωρίζει στο Γραφικό υπόμνημα τα χρόνια που ο Δαβίδ βρισκόταν στη δύση του. Παρά την εξαγγελία του Ιεχωβά ότι η βασιλεία θα περιερχόταν στον Σολομώντα (1Χρ 22:9, 10), ο Αδωνίας άρχισε να καυχιέται ότι θα γινόταν ο επόμενος βασιλιάς του Ισραήλ. Εφόσον ο Αμνών και ο Αβεσσαλώμ, πιθανώς δε και ο Χιλεάβ, είχαν πεθάνει, αναμφίβολα ο Αδωνίας στήριζε τις αξιώσεις του για το θρόνο στο γεγονός ότι ήταν ο μεγαλύτερος γιος. Όπως και ο Αβεσσαλώμ, πρόβαλλε επιδεικτικά τις διεκδικήσεις του και δεν έλαβε διόρθωση για αυτό από τον πατέρα του. Σταδιακά εξασφάλισε την υποστήριξη μιας μερίδας ατόμων, κερδίζοντας την εύνοια του επικεφαλής του στρατεύματος, του Ιωάβ, και του επικεφαλής του ιερατείου, του Αβιάθαρ. (1Βα 1:5-8) Κατόπιν οργάνωσε ένα συμπόσιο με προσφορά θυσιών κοντά στην Εν-ρογήλ, η οποία βρισκόταν σε μικρή απόσταση από την πόλη της Ιερουσαλήμ, και προσκάλεσε τα περισσότερα μέλη του βασιλικού οίκου, όχι όμως και τον Σολομώντα, τον προφήτη Νάθαν και τον Βεναΐα. Προφανής σκοπός του ήταν να ανακηρυχτεί βασιλιάς.—1Βα 1:9, 10, 25.
Ο προφήτης Νάθαν ενήργησε αμέσως ώστε να παρεμποδίσει το σχέδιο του Αδωνία. Συμβούλεψε τη μητέρα του Σολομώντα, τη Βηθ-σαβεέ, να υπενθυμίσει στον Δαβίδ τον όρκο που είχε κάνει ότι θα έδινε τη βασιλεία στον Σολομώντα, και στη συνέχεια, εμφανίστηκε και ο ίδιος μετά από αυτήν στα διαμερίσματα του βασιλιά για να επιβεβαιώσει τα λόγια της και να αφυπνίσει τον Δαβίδ ως προς τη σοβαρότητα της κατάστασης, αφήνοντας μάλιστα να εννοηθεί ότι είχε την εντύπωση πως ο Δαβίδ ενεργούσε πίσω από τις πλάτες των στενών συνεργατών του. (1Βα 1:11-27) Αυτό υποκίνησε το γέροντα βασιλιά να αναλάβει δράση: έδωσε κατευθείαν εντολές να χριστεί αμέσως ο Σολομών συμβασιλιάς και διάδοχος του θρόνου. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε μια χαρούμενη οχλοβοή η οποία ακούστηκε μέχρι το συμπόσιο του Αδωνία. Σύντομα παρουσιάστηκε ένας δρομέας, ο γιος του ιερέα Αβιάθαρ, φέρνοντας τα ανησυχητικά νέα ότι ο Δαβίδ αναγόρευσε τον Σολομώντα βασιλιά. Οι υποστηρικτές του Αδωνία διαλύθηκαν γρήγορα, και εκείνος έτρεξε στην αυλή της σκηνής αναζητώντας καταφύγιο. Τότε ο Σολομών τού παραχώρησε χάρη, υπό τον όρο ότι θα επιδείκνυε καλή διαγωγή.—1Βα 1:32-53.
Ωστόσο, μετά το θάνατο του Δαβίδ, ο Αδωνίας πλησίασε τη Βηθ-σαβεέ και την έπεισε να μεσολαβήσει για λογαριασμό του στον Σολομώντα, ζητώντας τη νεαρή νοσοκόμα και σύντροφο του Δαβίδ, την Αβισάγ, για σύζυγό του. Η δήλωση του Αδωνία ότι “η βασιλεία θα γινόταν δική του και ότι σε εκείνον είχε προσηλώσει το πρόσωπό του όλος ο Ισραήλ για να γίνει βασιλιάς” δείχνει ότι πίστευε πως του είχαν στερήσει το δικαίωμά του, αν και προσποιητά αναγνώρισε πως το χέρι του Θεού κατηύθυνε αυτό το ζήτημα. (1Βα 2:13-21) Μολονότι το αίτημά του μπορεί να ξεκινούσε αποκλειστικά και μόνο από την επιθυμία του να αποζημιωθεί με κάποιον τρόπο για την απώλεια της βασιλείας, έδειχνε έντονα ότι η φλόγα της φιλοδοξίας παρέμενε μέσα του, δεδομένου ότι, σύμφωνα με ένα έθιμο της αρχαίας Ανατολής, οι σύζυγοι και οι παλλακίδες ενός βασιλιά περιέρχονταν μόνο στο νόμιμο διάδοχό του. (Παράβαλε 2Σα 3:7· 16:21.) Υπό αυτό το πρίσμα είδε ο Σολομών το αίτημα που υποβλήθηκε μέσω της μητέρας του και διέταξε το θάνατο του Αδωνία, διαταγή που εκτελέστηκε αμέσως από τον Βεναΐα.—1Βα 2:22-25.
2. Λευίτης που στάλθηκε από τον Ιωσαφάτ να διδάξει στις πόλεις του Ιούδα.—2Χρ 17:7-9.
3. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, συμμετείχε μαζί με ορισμένους άρχοντες και Λευίτες στην επικύρωση με σφραγίδα του συμφώνου ομολογίας που σύναψαν οι επαναπατρισμένοι Ισραηλίτες στις ημέρες του Νεεμία και του Έσδρα. (Νε 9:38· 10:1, 14, 16) Μερικοί πιστεύουν ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αδωνικάμ του εδαφίου Έσδρας 2:13, οι απόγονοι του οποίου, 666 τον αριθμό, επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα υπό τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. Μια σύγκριση ανάμεσα στα ονόματα των ατόμων που ως εκπρόσωποι του λαού σφράγισαν την απόφαση, σύμφωνα με το 10ο κεφάλαιο του Νεεμία, και στα ονόματα εκείνων που αναφέρονται ως κεφαλές των επαναπατριζόμενων εξορίστων, σύμφωνα με το 2ο κεφάλαιο του Έσδρα, φαίνεται πως υποστηρίζει αυτή την εκδοχή.
-
-
Αδωνί-βεζέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙ-ΒΕΖΕΚ
(Αδωνί-βεζέκ) [Κύριος της Βεζέκ].
Ισχυρός άρχοντας ο οποίος, πριν από την επίθεση των Ισραηλιτών στη Βεζέκ, είχε ταπεινώσει 70 ειδωλολάτρες βασιλιάδες κόβοντάς τους τούς αντίχειρες και τα μεγάλα δάχτυλα των ποδιών.
Παρόμοια τακτική ακολούθησαν κάποτε οι αρχαίοι Αθηναίοι, που ψήφισαν διάταγμα να κόβονται οι αντίχειρες των αιχμαλώτων πολέμου. Έτσι αυτοί θα μπορούσαν να κωπηλατούν, αλλά δεν θα ήταν σε θέση να χρησιμοποιούν σπαθί ή δόρυ. Λίγο μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή, οι συνδυασμένες δυνάμεις του Ιούδα και του Συμεών συγκρούστηκαν με μια δύναμη 10.000 Χαναναίων και Φερεζαίων στη Βεζέκ, νικώντας τον Αδωνί-βεζέκ και τρέποντάς τον σε φυγή. Όταν τον συνέλαβαν, του έκοψαν και εκείνου τους αντίχειρες και τα μεγάλα δάχτυλα των ποδιών, πράγμα που τον υποκίνησε να πει: «Όπως ακριβώς έκανα, έτσι μου ανταπέδωσε ο Θεός». Τον μετέφεραν στην Ιερουσαλήμ όπου και πέθανε.—Κρ 1:4-7.
-
-
ΑδωνικάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΚΑΜ
(Αδωνικάμ) [Ο Κύριός (μου) Έχει Σηκωθεί [δηλαδή για να βοηθήσει]].
Ιδρυτής ενός από τους πατρικούς οίκους του Ισραήλ. Περισσότερα από 600 μέλη αυτής της οικογένειας επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Εσδ 2:13· Νε 7:18) Άλλα 63 μέλη αυτού του πατρικού οίκου συνόδευσαν τον Έσδρα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:13) Όταν οι εκπρόσωποι των πατρικών οίκων επικύρωσαν την «αξιόπιστη συμφωνία», δηλαδή την απόφαση που συντάχθηκε στις ημέρες του Νεεμία, αυτή η οικογένεια προφανώς καταγράφηκε με το όνομα Αδωνίας.—Νε 9:38· 10:16.
-
-
ΑδωνιράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΡΑΜ
(Αδωνιράμ) [Ο Κύριός (μου) Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
Άρχοντας, ικανός διαχειριστής και γιος του Αβδά. Ο Αδωνιράμ επέβλεπε τους επιστρατευμένους για καταναγκαστική εργασία επί βασιλείας του Δαβίδ, του Σολομώντα και του Ροβοάμ, παίζοντας σημαντικό ρόλο στα πολλά οικοδομικά προγράμματα του Σολομώντα. Αργότερα, όταν οι δέκα φυλές στασίασαν εναντίον των σκληρών διαταγμάτων του Ροβοάμ στη Συχέμ το 997 Π.Κ.Χ., ο βασιλιάς έστειλε στο λαό αυτόν τον άρχοντα που στρατολογούσε άτομα για καταναγκαστική εργασία, αλλά εκείνοι «τον λιθοβόλησαν και πέθανε». (2Χρ 10:18) Αναφέρεται άλλοτε ως Αδωνιράμ (1Βα 4:6· 5:14), άλλοτε ως Αδωράμ (2Σα 20:24· 1Βα 12:18) και άλλοτε ως Χαδωράμ.—2Χρ 10:18.
-
-
ΑδωνισεδέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΝΙΣΕΔΕΚ
(Αδωνισεδέκ) [Ο Κύριός (μου) Είναι Δικαιοσύνη].
Βασιλιάς της Ιερουσαλήμ την εποχή της κατάκτησης της Υποσχεμένης Γης από τους Ισραηλίτες. Ο Αδωνισεδέκ συμμάχησε με άλλα μικρά βασίλεια Δ του Ιορδάνη επιχειρώντας από κοινού με αυτά να ανακόψει την προέλαση των νικηφόρων δυνάμεων του Ιησού του Ναυή. (Ιη 9:1-3) Εντούτοις, οι Ευαίοι που κατοικούσαν στη Γαβαών έκαναν ειρήνη με τον Ιησού. Σε μια ενέργεια αντιποίνων, η οποία αποσκοπούσε στο να αποτρέψει περαιτέρω προσχωρήσεις στον εχθρό, ο Αδωνισεδέκ ένωσε το στρατό του με τους στρατούς τεσσάρων ακόμη βασιλιάδων των Αμορραίων, πολιόρκησε τη Γαβαών και πολέμησε εναντίον της. Η θεαματική διάσωση των Γαβαωνιτών από τον Ιησού του Ναυή και η πανωλεθρία που υπέστησαν αυτές οι συνδυασμένες δυνάμεις ανάγκασαν τους πέντε βασιλιάδες να καταφύγουν στη Μακκηδά, όπου παγιδεύτηκαν σε μια σπηλιά. Ο ίδιος ο Ιησούς θανάτωσε τον Αδωνισεδέκ και τους άλλους τέσσερις βασιλιάδες μπροστά στα στρατεύματά του και τους κρέμασε πάνω σε ξύλα. Τα πτώματά τους ρίχτηκαν τελικά πίσω στη σπηλιά, η οποία και έγινε ο τάφος τους.—Ιη 10:1-27.
-
-
ΑδωραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΡΑΪΜ
(Αδωραΐμ).
Μια από τις πόλεις του Ιούδα που ανοικοδόμησε και οχύρωσε ο Βασιλιάς Ροβοάμ το δέκατο αιώνα Π.Κ.Χ. (2Χρ 11:9) Ταυτίζεται με το σημερινό χωριό Ντουρά, το οποίο βρίσκεται σε μια λοφοπλαγιά περίπου 8 χλμ. Δ της Χεβρών.
-
-
ΑδωράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΔΩΡΑΜ
Βλέπε ΑΔΩΝΙΡΑΜ.
-
-
ΑείνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΕΙΝ
(Αείν) [Πηγή].
Η λέξη σημαίνει κατά κυριολεξία «μάτι» αλλά χρησιμοποιείται συνεκδοχικά με την έννοια της φυσικής πηγής, σε αντιδιαστολή με το ανθρωποποίητο πηγάδι ή δεξαμενή, τα οποία αποδίδονται από τις εβραϊκές λέξεις μπε’έρ και μπωρ. (Γε 49:22· Δευ 8:7· βλέπε ΠΗΓΑΔΙ· ΣΤΕΡΝΑ.) Συχνά γράφεται «Εν-» όταν χρησιμοποιείται σε σύνθετες λέξεις, όπως Εν-ριμμών, Εν-γαδί, Εν-γαννίμ.
1. Τοποθεσία που ανέφερε ο Ιεχωβά όταν περιέγραφε το ανατολικό σύνορο του Ισραήλ στον Μωυσή. (Αρ 34:11) Η «Ριβλά», που σύμφωνα με αυτό το εδάφιο τοποθετείται «ανατολικά της Αείν», προφανώς δεν είναι η Ριβλά που βρισκόταν στη γη της Αιμάθ, αρκετά Β της Δαμασκού, δεδομένου ότι η Αείν συσχετίζεται με τη Θάλασσα της Χιννερέθ (της Γαλιλαίας). Η Αείν βρισκόταν στα Β αυτής της θάλασσας αλλά η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
2. Μια από τις νοτιότερες πόλεις που αρχικά είχαν παραχωρηθεί στη φυλή του Ιούδα (Ιη 15:32) και κατόπιν παραχωρήθηκαν στη φυλή του Συμεών, όταν δόθηκε στον Συμεών εδαφική κληρονομιά από την υπερβολικά μεγάλη περιοχή του Ιούδα. (Ιη 19:1, 7, 9· 1Χρ 4:24, 32) Η Αείν βρισκόταν κοντά στην πόλη της Ριμμών και φαίνεται πως, όταν κατοικήθηκε εκ νέου μετά την εξορία στη Βαβυλώνα, τα ονόματα αυτών των δύο τοποθεσιών συνδυάστηκαν σε ένα: Εν-ριμμών. (Νε 11:29) Η Εν-ριμμών συνήθως ταυτίζεται με το Χίρμπετ Ουμ ερ-Ραμαμίν (Χορβάτ Ρεμαλίγια), το οποίο βρίσκεται περίπου 15 χλμ. Β της Βηρ-σαβεέ.—Βλέπε ΡΙΜΜΩΝ Αρ. 2.
3. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:16 μια από τις πόλεις που δόθηκαν στους Λευίτες ονομάζεται Αείν. Μια σύγκριση αυτού του εδαφίου με τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 15:42· 19:7 και 1 Χρονικών 6:59 υποδηλώνει ότι η εν λόγω πόλη αποκαλείται σε άλλα σημεία Ασάν.—Βλέπε ΑΣΑΝ.
-
-
ΑερμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΕΡΜΩΝ
(Αερμών) [Αφιερωμένο Πράγμα· Πράγμα που Έχει Γίνει Ανάθεμα].
Το Αερμών έχει ταυτιστεί με το ψηλότερο βουνό στην περιοχή της Παλαιστίνης, το οποίο οι Άραβες ονομάζουν Τζέμπελ ες-Σέιχ (που πιθανώς σημαίνει «Βουνό του Γέροντα») ή Τζέμπελ εθ-Θαλτζ (που σημαίνει «Βουνό του Χιονιού»). Αυτά τα ονόματα προφανώς προέρχονται από το γεγονός ότι το Όρος Αερμών είναι σκεπασμένο με χιόνια σχεδόν όλο το χρόνο. Η χιονισμένη κορυφή του μπορεί να λεχθεί ότι μοιάζει με το κεφάλι ενός ασπρομάλλη γέροντα. Κατά την αρχαιότητα αυτό το βουνό ήταν γνωστό στους Σιδωνίους ως «Σιριών» και στους Αμορραίους ως «Σενίρ». (Δευ 3:8, 9) Το όνομα Σενίρ φαίνεται επίσης ότι χρησιμοποιούνταν για ένα τμήμα της οροσειράς του Αντιλιβάνου. (1Χρ 5:23) Το όνομα Σιόν επίσης (όχι Σιών) ήταν ένα ακόμη όνομα του Όρους Αερμών. (Δευ 4:47, 48) Ο ψαλμωδός μνημόνευσε το Αερμών μαζί με το Θαβώρ, λέγοντας ότι αυτά κραυγάζουν χαρούμενα στο όνομα του Ιεχωβά.—Ψλ 89:12.
Το Όρος Αερμών, το οποίο σχηματίζει το νότιο άκρο της οροσειράς του Αντιλιβάνου, υψώνεται 2.814 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και εκτείνεται περίπου 30 χλμ. από Β προς Ν. Οι κορυφές του, που είναι αρκετές, συνδέονται μεταξύ τους μέσω ενός οροπεδίου. (Ψλ 42:6) Το Όρος Αερμών αποτελείται από ασβεστόλιθο, αν και υπάρχουν κάποια επιφανειακά σημεία από βασάλτη στην ανατολική και στη δυτική πλευρά. Το επάνω τμήμα του είναι τελείως γυμνό, αν εξαιρέσουμε κάποιους σποραδικούς χαμηλούς θάμνους. Πιο κάτω, όμως, υπάρχουν έλατα, οπωροφόρα δέντρα και θαμνώδης βλάστηση. Οι χαμηλότερες πλαγιές της δυτικής και της νότιας πλευράς είναι καλυμμένες από αμπέλια.
Όταν η ημέρα είναι καθαρή, από την κορυφή του Αερμών μπορεί να έχει κανείς μια εξαίσια άποψη μεγάλου μέρους της Παλαιστίνης. Στα Δ διακρίνονται τα όρη του Λιβάνου, η Πεδιάδα της Τύρου και η Μεσόγειος, στα ΝΔ το Όρος Κάρμηλος, στα Ν η Κοιλάδα του Ιορδάνη μαζί με τη Λεκάνη Χούλα και τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, ενώ στα Α η Πεδιάδα της Δαμασκού.
Η χιονισμένη κορυφή του Όρους Αερμών συντελεί στη συμπύκνωση των νυχτερινών υδρατμών, παράγοντας έτσι άφθονη δροσιά. «Περισσότερη δροσιά», παρατήρησε ο φυσιοδίφης του 19ου αιώνα Χ. Μπ. Τρίστραμ, «δεν είχαμε δει ποτέ. Τα πάντα είχαν μουσκέψει από τη δροσιά και οι σκηνές παρείχαν ελάχιστη προστασία». (Η Γη του Ισραήλ [The Land of Israel], Λονδίνο, 1866, σ. 608, 609) Η αναζωογονητική δροσιά του Αερμών συντηρεί τη βλάστηση κατά τη μακρά εποχή της ανομβρίας. (Ψλ 133:3· βλέπε ΔΡΟΣΙΑ.) Τα χιόνια που λιώνουν στο Όρος Αερμών είναι η κύρια πηγή νερού του ποταμού Ιορδάνη.
Κατά την αρχαιότητα, το Όρος Αερμών ήταν καταφύγιο για άγρια ζώα όπως τα λιοντάρια και οι λεοπαρδάλεις. (Ασμ 4:8) Τα πρόσφατα χρόνια έχουν υπάρξει αναφορές για την παρουσία αλεπούδων, λύκων, λεοπαρδάλεων και συριακών αρκούδων εκεί.
Το Όρος Αερμών έγινε το βόρειο όριο της Υποσχεμένης Γης. (Ιη 12:1· 13:2, 5, 8, 11) Οι Ευαίοι, που κατοικούσαν στους πρόποδές του, ηττήθηκαν από τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 11:1-3, 8, 16, 17) Σε αυτό το βουνό ενδέχεται να έλαβε χώρα η μεταμόρφωση του Ιησού Χριστού (Ματ 17:1· Μαρ 9:2· Λου 9:28· 2Πε 1:18), διότι λίγο πριν από αυτό το γεγονός εκείνος βρισκόταν στην κοντινή Καισάρεια του Φιλίππου.—Μαρ 8:27· βλέπε ΒΑΑΛ-ΑΕΡΜΩΝ· ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ.
[Εικόνα στη σελίδα 101]
Τα χιόνια στο Όρος Αερμών συντελούν στη συμπύκνωση των νυχτερινών υδρατμών, παράγοντας έτσι άφθονη δροσιά για τη γη
-
-
ΑετόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΕΤΟΣ
[εβρ., νέσερ· αραμαϊκή, νεσάρ· ελλ. κείμενο, ἀετός].
Μεγάλο αρπακτικό πουλί. Μερικοί πιστεύουν ότι η εβραϊκή του ονομασία παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «κομματιάζω ή ξεσκίζω». Άλλοι θεωρούν ότι η λέξη νέσερ είναι ονοματοποιημένη (δηλαδή πρόκειται για ονομασία που θυμίζει ηχητικά αυτό το οποίο προσδιορίζει) και πιστεύουν ότι αποτελεί μίμηση ενός «ορμητικού ήχου» ή μιας «αστραπιαίας κίνησης», δηλαδή προσδιορίζει ένα πουλί που εφορμά κάθετα στη λεία του, που βουτάει προς τα κάτω παράγοντας έναν ορμητικό ήχο και μοιάζοντας με αστραπιαία λάμψη μέσα στον αέρα. Ούτως ή άλλως, η εβραϊκή αυτή λέξη περιγράφει ορθά τον αετό, του οποίου η αστραπιαία κάθοδος από μεγάλα ύψη παράγει έναν οξύ ήχο καθώς ο αέρας περνάει ορμητικά μέσα από τα απλωμένα ακροπτερύγιά του (τα πρωτεύοντα ερετικά φτερά). Ο αετός, που είναι αρπακτικό πουλί και πίνει αίμα (Ιωβ 39:27, 30), περιλαμβανόταν στον κατάλογο των “ακάθαρτων” πουλιών σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο.—Λευ 11:13· Δευ 14:12.
Ποικιλίες της Παλαιστίνης. Μερικοί από τους αετούς που βρίσκονται σήμερα στο Ισραήλ είναι ο αυτοκρατορικός αετός (αετός ο μέλας [Aquila heliaca]), ο χρυσαετός (αετός ο γνήσιος [Aquila chrysaëtos]) και ο φιδαετός (κιρκάετος ο γαλατικός [Circaëtus gallicus]). Ο χρυσαετός, που ονομάστηκε έτσι από τη χρυσαφιά στιλπνή απόχρωση του κεφαλιού και του αυχένα του, είναι ένα εντυπωσιακό σκουροκάστανο πουλί που έχει μήκος περίπου 1 μ. και συνολικό άνοιγμα φτερών περίπου 2 μ. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα των αετών είναι το αρκετά πλατύ κεφάλι με μια επιμήκη προεξοχή πάνω από τα μάτια, το κοντό, δυνατό και αγκιστροειδές ράμφος, τα ισχυρά πόδια, καθώς επίσης τα κοφτερά και δυνατά νύχια.
“Μεταφέρθηκαν πάνω σε φτερούγες αετών”—τι βάση υπάρχει για ένα τέτοιο σχήμα λόγου;
Η περιοχή του Σινά αποκαλείται «χώρα των αετών», όπου τα πουλιά αυτά ανεμοπορούν και αερολισθαίνουν με τις δυνατές, πλατιές φτερούγες τους. Άρα, οι απελευθερωμένοι Ισραηλίτες που είχαν συγκεντρωθεί στο Όρος Σινά μπορούσαν κάλλιστα να κατανοήσουν πόσο ταιριαστή ήταν η εικόνα την οποία μετέδιδαν τα λόγια του Θεού, δηλαδή ότι τους είχε βγάλει από την Αίγυπτο μεταφέροντάς τους «πάνω σε φτερούγες αετών». (Εξ 19:4· παράβαλε Απ 12:14.) Σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, ο Μωυσής μπορούσε να παρομοιάσει τον τρόπο με τον οποίο είχε οδηγήσει ο Ιεχωβά τον Ισραήλ διαμέσου της ερήμου με τον τρόπο με τον οποίο ο αετός «ξεσηκώνει τη φωλιά του, φτερουγίζει πάνω από τα μικρά του, απλώνει τις φτερούγες του και τα παίρνει, τα μεταφέρει πάνω στα φτερά του». (Δευ 32:9-12) Όταν έρχεται ο καιρός να αρχίσουν να πετούν τα μικρά αετόπουλα, ο γονέας τους τα ξεσηκώνει φτεροκοπώντας, για να μεταδώσει στα μικρά του την ιδέα της πτήσης, και κατόπιν τα σπρώχνει έξω από τη φωλιά ή τα δελεάζει για να βγουν από αυτήν και να δοκιμάσουν τις φτερούγες τους.
Μολονότι μερικοί έχουν εκφράσει αμφιβολίες ως προς το αν ο αετός μεταφέρει πράγματι τα μικρά του πάνω στη ράχη του, ο Σερ Γ. Μπ. Τόμας ανέφερε ότι ένας ξεναγός στη Σκωτία επιβεβαίωσε τα εξής για το χρυσαετό: «Οι γονείς, αφού παρακινήσουν το μικρό τους να πέσει στον αέρα, ενίοτε δε αφού το σπρώξουν, εφορμούν κάτω από αυτό και το αφήνουν να αναπαυτεί προς στιγμήν πάνω στις φτερούγες τους και στη ράχη τους». (Η Αγγλία του Αγρότη [The Yeoman’s England], Λονδίνο, 1934, σ. 135) Το Δελτίο Πληροφοριών (Bulletin) του Σμιθσόνειου Ινστιτούτου (1937, Αρ. 167, σ. 302) αναφέρει τα λόγια ενός παρατηρητή στις Ηνωμένες Πολιτείες: «Η μητέρα ξεκινούσε από τα βράχια, από τη φωλιά, και, μεταχειριζόμενη το μικρό της χωρίς τρυφερότητα, το άφηνε να πέσει, θα έλεγα, περίπου ενενήντα πόδια [30 μ.]. Κατόπιν εφορμούσε κάτω από αυτό με τις φτερούγες της ανοιγμένες και το μικρό προσγειωνόταν πάνω στη ράχη της. Πετούσε μαζί του ως την κορυφή του βουνού και επαναλάμβανε τη διαδικασία. . . . Μαζί με τον πατέρα μου τα παρακολουθούσαμε όλα αυτά μαγεμένοι επί μία και πλέον ώρα». Ο Τζ. Ρ. Ντράιβερ, σχολιάζοντας αυτές τις δηλώσεις, λέει: «Άρα, η εικόνα [του εδαφίου Δευτερονόμιο 32:11] δεν είναι αποκύημα ζωηρής φαντασίας, αλλά βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα».—Τριμηνιαίο Περιοδικό για την Εξερεύνηση της Παλαιστίνης (Palestine Exploration Quarterly), Λονδίνο, 1958, σ. 56, 57.
Φωλιά σε Μεγάλο Ύψος και Οξυδέρκεια. Οι συνήθειες του αετού όσον αφορά το χτίσιμο της φωλιάς του τονίζονται μέσω των ερωτημάτων που θέτει ο Θεός στον Ιώβ, στα εδάφια Ιώβ 39:27-30. Η φωλιά του μπορεί να βρίσκεται σε ένα ψηλό δέντρο ή στον απόκρημνο βράχο κάποιου γκρεμού ή φαραγγιού. Με τα χρόνια, η φωλιά μπορεί να μεγαλώσει και να φτάσει σε ύψος τα 2 μ.—μάλιστα, μερικές φωλιές αετών καταλήγουν να ζυγίζουν μέχρι και έναν τόνο! Το προφανές γεγονός ότι η φωλιά του αετού είναι ασφαλής και απρόσιτη χρησιμοποιήθηκε, επίσης, συμβολικά από τους προφήτες στα αγγέλματα που μετέδωσαν κατά του επηρμένου βασιλείου του Εδώμ, το οποίο βρισκόταν στα απόκρημνα βουνά της περιοχής της Αραβά.—Ιερ 49:16· Αβδ 3, 4.
Η οξυδέρκεια του αετού, που μνημονεύεται στο εδάφιο Ιώβ 39:29, τονίζεται από τον Ράδερφορντ Πλατ στο βιβλίο του Το Ποτάμι της Ζωής ([The River of Life] 1956, σ. 215, 216), όπου καταδεικνύεται και η ασυνήθιστη σχεδίαση του ματιού του αετού, πράγμα που πιστοποιεί τη σοφία του Δημιουργού. Το βιβλίο αναφέρει:
«Τα πλέον οξυδερκή μάτια ολόκληρου του ζωικού βασιλείου . . . [τα έχουν] ο αετός, ο γύπας και το γεράκι. Αυτά τα πουλιά είναι τόσο οξυδερκή ώστε, πετώντας ακόμη και σε ύψος χιλίων ποδιών [300 μ.], μπορούν να εντοπίσουν ένα κουνέλι ή έναν αγριόκουρκο μισοκρυμμένο στο χορτάρι.
»Η οξεία όραση που διαθέτει το μάτι του “κυνηγού” οφείλεται στο ότι η αντανάκλαση του αντικειμένου πέφτει πάνω σε μια πυκνή συμπαγή μάζα οξύληκτων, κωνικών κυττάρων. Αυτή η μικροσκοπική κηλίδα στην οπίσθια πλευρά του βολβού απορροφά ακτίνες φωτός από το αντικείμενο διαμέσου χιλιάδων σημείων με έναν ειδικό τρόπο ο οποίος σχηματίζει μια καθαρή εικόνα στον εγκέφαλο. Στην περίπτωση σχεδόν όλων των “κυνηγών”, όπως η μεφίτις, το πούμα και ο άνθρωπος, μία και μόνο κηλίδα κωνίων είναι αρκετή—κοιτάζουμε ίσια εμπρός και πλησιάζουμε κατευθείαν το αντικείμενο που βλέπουμε. Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τον αετό ή το γεράκι, τα οποία, αφού εντοπίσουν το κουνέλι μέσα στο χορτάρι χρησιμοποιώντας τα οξείας εστίασης κωνία τους, μπορεί κατόπιν να το πλησιάσουν με μια μακριά, λοξή βουτιά. Με αυτή την εφόρμηση, η εικόνα του στόχου μετακινείται προς την άλλη άκρη της οπίσθιας πλευράς του βολβού ακολουθώντας καμπύλη γραμμή. Αυτή η γραμμή είναι επακριβώς σχεδιασμένη για το μάτι του αετού εφόσον το πουλί που εφορμά, αντί για μια συμπαγή μάζα κωνίων, διαθέτει κωνία τα οποία σχηματίζουν καμπύλη γραμμή. Καθώς ο αετός πλησιάζει ταχύτατα προς το έδαφος, η εικόνα του κουνελιού μέσα στο χορτάρι παραμένει κατ’ αυτόν τον τρόπο διαρκώς εστιασμένη».—Παράβαλε Ιερ 49:22.
Πτητικές Ικανότητες. Η ταχύτητα του αετού τονίζεται σε πολλά εδάφια. (2Σα 1:23· Ιερ 4:13· Θρ 4:19· Αββ 1:8) Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις αετών που ξεπέρασαν την ταχύτητα των 130 χλμ./ώ. Ο Σολομών προειδοποίησε ότι τα πλούτη “φτιάχνουν φτερά” σαν του αετού ο οποίος πετάει προς τον ουρανό (Παρ 23:4, 5), ενώ ο Ιώβ θρήνησε για την ταχύτητα με την οποία φεύγει η ζωή, παραβάλλοντάς την με την ταχύτητα του αετού όταν αναζητάει τη λεία του. (Ιωβ 9:25, 26) Εντούτοις, όσοι εμπιστεύονται στον Ιεχωβά λαβαίνουν δύναμη για να συνεχίσουν, σαν να ανέβαιναν με τις φαινομενικά ακούραστες φτερούγες του αετού που γλιστράει στον αέρα.—Ησ 40:31.
Σύγχρονοι επιστήμονες έχουν μείνει έκθαμβοι με “την οδό του αετού στους ουρανούς”, όπως συνέβη και με το συγγραφέα του εδαφίου Παροιμίες 30:19. Ο Κλάρενς Ντ. Κόουν αφηγείται πώς η παρατήρηση της μεγαλοπρεπούς αερολίσθησης που κάνουν σχεδόν αβίαστα οι αετοί, τα γεράκια και οι γύπες «βοήθησε στην ανακάλυψη ενός θεμελιώδους μηχανισμού της μετεωρολογίας». Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αυτά τα μεγάλα πουλιά εκμεταλλεύονται στο πλήρες τη δυναμική ενέργεια των μεγάλων «φυσαλίδων» θερμού αέρα που ανυψώνονται από το έδαφος λόγω της θερμότητας του ήλιου, καθώς επίσης τον τρόπο με τον οποίο τα ακροπτερύγια του αετού, τα οποία σχηματίζουν σχισμές, είναι σχεδιασμένα τόσο αεροδυναμικά ώστε μηδενίζουν την αντίσταση του ανέμου στη φτερούγα.—Σαϊεντίφικ Αμέρικαν (Scientific American), Απρίλιος 1962, σ. 131, 138.
Μεταφορική Χρήση. Αυτό το ισχυρό αρπακτικό πουλί χρησιμοποιήθηκε συχνά από τους προφήτες για να συμβολίσει τις πολεμικές δυνάμεις των εχθρικών εθνών όταν αυτές επιτίθεντο αιφνιδιαστικά και συνήθως απρόσμενα. (Δευ 28:49-51· Ιερ 48:40· 49:22· Ωσ 8:1) Οι Βαβυλώνιοι και οι Αιγύπτιοι ηγέτες χαρακτηρίστηκαν ως αετοί. (Ιεζ 17:3, 7) Είναι αξιοπρόσεκτο ότι σε πολλά αρχαία έθνη, μεταξύ των οποίων η Ασσυρία, η Περσία και η Ρώμη, η απεικόνιση του αετού χρησιμοποιούνταν συχνά στα βασιλικά σκήπτρα, στα λάβαρα και στις στήλες, όπως χρησιμοποιείται και στη σύγχρονη εποχή από τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες.
Μερικοί έχουν αμφισβητήσει τη χρήση της λέξης «αετοί» στα εδάφια Ματθαίος 24:28 και Λουκάς 17:37, θεωρώντας ότι αυτές οι περικοπές πρέπει να αναφέρονται στους γύπες, οι οποίοι μαζεύονται γύρω από το πτώμα. Εντούτοις, μολονότι ο αετός δεν είναι κατά κύριο λόγο νεκροφάγο πουλί όπως ο γύπας, ενίοτε τρέφεται με πτώματα. (Τριμηνιαίο Περιοδικό για την Εξερεύνηση της Παλαιστίνης, 1955, σ. 9) Επίσης, ο αετός, μολονότι είναι συνήθως μοναχικός κυνηγός, σε αντίθεση με τον αγελαίο γύπα, είναι γνωστό ότι μερικές φορές κυνηγάει ανά ζεύγη, και το έργο Το Ζωικό Βασίλειο ([The Animal Kingdom] Τόμ. 2, σ. 965) αναφέρει μια περίπτωση στην οποία «αρκετοί [αετοί] εξαπέλυσαν μαζική επίθεση σε μια αμερικανική αντιλοκάπρα». (Επιμέλεια Φ. Ντρίμερ, 1954) Η προαναφερθείσα προφητεία του Ιησού εξαγγέλθηκε αναφορικά με την υποσχεμένη «παρουσία» του. Συνεπώς, δεν θα εφαρμοζόταν μόνο στην ερήμωση του Ιουδαϊκού έθνους το 70 Κ.Χ. από τις ρωμαϊκές στρατιές, οι οποίες είχαν ζωγραφισμένους αετούς στα λάβαρά τους.
Αετοί χρησιμοποιούνται στην Αποκάλυψη για να συμβολίσουν πλάσματα που υπηρετούν στο θρόνο του Θεού και αναγγέλλουν τα αγγέλματα κρίσης του Θεού για τους κατοίκους της γης, πράγμα που αναμφίβολα υποδηλώνει ταχύτητα και οξυδέρκεια.—Απ 4:7· 8:13· παράβαλε Ιεζ 1:10· 10:14.
Μια άλλη περικοπή που πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι εφαρμόζεται στο γύπα και όχι στον αετό είναι το εδάφιο Μιχαίας 1:16, το οποίο λέει ότι ο Ισραήλ συμβολικά “πλατύνει τη φαλακρότητά του σαν του αετού”. Το κεφάλι του αετού καλύπτεται από άφθονα πούπουλα. Ακόμη και ο λευκοκέφαλος θαλάσσιος αετός (αλιάετος ο λευκοκέφαλος [Haliaetus leucocephalus]) της Βόρειας Αμερικής, ο οποίος ονομάζεται στην αγγλική φαλακρός αετός (bald eagle), οφείλει αυτόν το χαρακτηρισμό απλώς και μόνο στο ότι έχει λευκά πούπουλα στο κεφάλι και γι’ αυτό από μακριά δίνει την εντύπωση ότι είναι φαλακρός. Το όρνιο (γυψ ο πυρρόχρους [Gyps fulvus]), που βρίσκεται ακόμη και σήμερα στο Ισραήλ, έχει μόνο λίγο λευκό χνούδι στο κεφάλι του και ο λαιμός του έχει ελάχιστο φτέρωμα. Αν το εν λόγω εδάφιο αναφέρεται σε αυτό, κάτι τέτοιο θα υποδήλωνε ότι η εβραϊκή λέξη νέσερ έχει ευρύτερη εφαρμογή και δεν περιορίζεται μόνο στον αετό. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το όρνιο, μολονότι δεν κατατάσσεται από τους ορνιθολόγους στο ίδιο «είδος» ή «γένος» με τον αετό, θεωρείται ότι ανήκει στην ίδια «οικογένεια» (Ακκιπιτρίδες). Ωστόσο, ορισμένοι πιστεύουν ότι το εδάφιο Μιχαίας 1:16 αναφέρεται στην έκδυση που υφίσταται ο αετός, μολονότι λέγεται ότι αυτή η διαδικασία είναι σταδιακή και μάλλον δυσδιάκριτη. Η εν λόγω διαδικασία έκδυσης, που προκαλεί κάποια μείωση της δραστηριότητας και της ισχύος, και ακολουθείται από ανανέωση της κανονικής ζωής, ίσως είναι αυτό που εννοούσε ο ψαλμωδός όταν είπε ότι η νεότητα κάποιου «ανανεώνεται σαν του αετού». (Ψλ 103:5) Άλλοι θεωρούν ότι αυτό το εδάφιο αναφέρεται στη σχετική μακροβιότητα του αετού, εφόσον είναι γνωστό ότι μερικοί αετοί έχουν φτάσει σε ηλικία 80 ετών.
Το όνομα Ακύλας (Πρ 18:2) σημαίνει αετός στη λατινική.
-
-
ΑζαζήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΖΗΛ
(Αζαζήλ) [Κατσίκι που Εξαφανίζεται].
Η λέξη «Αζαζήλ» εμφανίζεται τέσσερις φορές στην Αγία Γραφή, στο πλαίσιο διατάξεων που αφορούσαν την Ημέρα της Εξιλέωσης.—Λευ 16:8, 10, 26.
Η ετυμολογία αυτής της λέξης είναι αμφιλεγόμενη. Αν παραμείνουμε στον τρόπο γραφής του εβραϊκού Μασοριτικού κειμένου, η λέξη ‛αζα’ζέλ φαίνεται να είναι συνδυασμός δύο ριζών που σημαίνουν «κατσίκι» και «εξαφανίζομαι», εξού και η σημασία «Κατσίκι που Εξαφανίζεται». Σύμφωνα με άλλη ετυμολογία, που βασίζεται στην πεποίθηση ότι έχει λάβει χώρα αντιμετάθεση δύο συμφώνων, η λέξη αυτή σημαίνει «Ισχύς του Θεού». Η λατινική Βουλγάτα αποδίδει την εβραϊκή λέξη με τον όρο caper emissarius, δηλαδή «αποδιοπομπαίος τράγος». Και η λέξη ἀποπομπαῖος που χρησιμοποιείται στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα σημαίνει «αυτός που παίρνει μακριά (απομακρύνει) το κακό».
Την ετήσια Ημέρα της Εξιλέωσης, ο αρχιερέας έπαιρνε από τη σύναξη των γιων του Ισραήλ δύο αρσενικά κατσικάκια. Τραβώντας κλήρους, όριζε το ένα κατσίκι «για τον Ιεχωβά» και το άλλο «για τον Αζαζήλ». Αφού θυσιαζόταν ένας ταύρος για τον αρχιερέα και το σπιτικό του (στο οποίο περιλαμβάνονταν αναμφίβολα όλοι οι Λευίτες), θυσιαζόταν και το κατσίκι για τον Ιεχωβά ως προσφορά για αμαρτία. Ωστόσο, το κατσίκι για τον Αζαζήλ παρέμενε για κάποιο διάστημα ζωντανό «ενώπιον του Ιεχωβά για να γίνει εξιλέωση για αυτό, ώστε να το εξαποστείλει για τον Αζαζήλ στην έρημο». (Λευ 16:5, 7-10) Η εξιλέωση για αυτό το ζωντανό κατσίκι προερχόταν από το αίμα του κατσικιού που ήταν για τον Ιεχωβά, το οποίο είχε μόλις θανατωθεί ως προσφορά για αμαρτία, δεδομένου ότι η ζωή της σάρκας είναι στο αίμα. (Λευ 17:11) Η αξία του αίματος, ή αλλιώς η αξία της ζωής, του σφαγμένου κατσικιού μεταφερόταν με αυτόν τον τρόπο στο ζωντανό κατσίκι, δηλαδή στο κατσίκι για τον Αζαζήλ. Συνεπώς, μολονότι ο ιερέας δεν το θανάτωνε, αυτό το ζωντανό κατσίκι είχε αξία με την οποία μπορούσε να γίνει εξιλέωση για αμαρτίες, με άλλα λόγια αξία ζωής. Το γεγονός ότι το παρουσίαζαν ενώπιον του Ιεχωβά υποδηλώνει προφανώς ότι εκείνος αναγνώριζε αυτή τη μεταφορά αξίας, ή αλλιώς εξιλεωτικής δύναμης. Αντιστοιχία με τα παραπάνω βρίσκουμε στον προσδιορισμένο τρόπο καθαρισμού ενός Ισραηλίτη που θεραπευόταν από λέπρα ή ενός σπιτιού που θεραπευόταν από την ίδια πληγή. Σε αυτή την περίπτωση βουτούσαν ένα ζωντανό πουλί στο αίμα ενός πουλιού που είχε θανατωθεί. Έπειτα άφηναν το ζωντανό πουλί ελεύθερο ώστε να πάρει μακριά την αμαρτία.—Λευ 14:1-8, 49-53.
Και τα δύο κατσίκια έπρεπε να είναι άψογα, υγιή και όσο το δυνατόν πιο όμοια μεταξύ τους. Προτού τραβήξουν κλήρους για αυτά, ήταν πιθανό να επιλεχθεί το καθένα από αυτά ως το κατσίκι για τον Ιεχωβά. Αφού ο αρχιερέας θυσίαζε το κατσίκι για τον Ιεχωβά, έβαζε τα χέρια του πάνω στο κεφάλι του ζωντανού κατσικιού και ομολογούσε πάνω σε αυτό τις αμαρτίες του λαού. Κατόπιν εξαπέστελλε αυτό το κατσίκι στην έρημο, όπου το οδηγούσε “άνθρωπος έτοιμος από πριν”. (Λευ 16:20-22) Έτσι λοιπόν, το κατσίκι για τον Αζαζήλ έπαιρνε με συμβολικό τρόπο μακριά τις αμαρτίες που είχε διαπράξει ο λαός το περασμένο έτος, καθώς εξαφανιζόταν μαζί με αυτές μέσα στην έρημο.
Τα δύο κατσίκια θεωρούνταν ενιαία προσφορά για αμαρτία. (Λευ 16:5) Προφανώς χρησιμοποιούνταν δύο για επιπρόσθετη έμφαση στο αποτέλεσμα αυτής της προμήθειας, σκοπός της οποίας ήταν να εξιλεωθεί ο λαός για τις αμαρτίες του. Το πρώτο κατσίκι θυσιαζόταν. Το δεύτερο, πάνω στο οποίο ομολογούσαν τις αμαρτίες του λαού και το οποίο εξαπέστελλαν μακριά στην έρημο, πρόσθετε ισχύ στη συγχώρηση που χορηγεί ο Ιεχωβά στους μετανοημένους. Το εδάφιο Ψαλμός 103:12 δίνει τη διαβεβαίωση: «Όσο μακριά είναι η ανατολή από τη δύση, τόσο μακριά από εμάς έβαλε τις παραβάσεις μας».
Όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος, ο Ιησούς, προσφέροντας την τέλεια ανθρώπινη ζωή του ως θυσία για τις αμαρτίες του ανθρωπίνου γένους, επιτέλεσε πολύ περισσότερα από όσα είχαν επιτευχθεί από «το αίμα ταύρων και τράγων». (Εβρ 10:4, 11, 12) Ως εκ τούτου, έπαιξε το ρόλο του “αποδιοπομπαίου τράγου”, εφόσον “βάσταξε τις αρρώστιες μας” και «διατρυπήθηκε για την παράβασή μας». (Ησ 53:4, 5· Ματ 8:17· 1Πε 2:24) Ο Ιησούς “πήρε μακριά” τις αμαρτίες όλων όσων ασκούν πίστη στην αξία της θυσίας του. Κατέδειξε την προμήθεια που είχε κάνει ο Θεός για να οδηγήσει την αμαρτωλότητα στην απόλυτη λησμονιά. Με αυτούς τους τρόπους, το κατσίκι «για τον Αζαζήλ» εξεικονίζει τη θυσία του Ιησού Χριστού.
-
-
ΑζαζίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΖΙΑΣ
(Αζαζίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Αποδειχτεί Ανώτερος σε Ισχύ].
1. Ένας από τους έξι αρπιστές της πομπής που έφερε την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:21.
2. Πατέρας του Ωσιέ, του άρχοντα της φυλής του Εφραΐμ την εποχή του Δαβίδ.—1Χρ 27:16, 20, 22.
3. Λευίτης, ένας από τους δέκα επιτρόπους τους οποίους διόρισε ο Βασιλιάς Εζεκίας για τη φροντίδα των συνεισφορών που γίνονταν για τον οίκο του Ιεχωβά.—2Χρ 31:12, 13.
-
-
ΑζαήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΗΛ
(Αζαήλ) [Ο Θεός Είδε].
Εξέχων βασιλιάς της Συρίας. Ο Αζαήλ προφανώς έγινε βασιλιάς την περίοδο που βασίλευε στον Ισραήλ ο Ιωράμ (περ. 917-905 Π.Κ.Χ.). (2Βα 8:7-16) Πέθανε τον καιρό που βασίλευε στον Ισραήλ ο Ιωάς (περ. 859-845 Π.Κ.Χ.). (2Βα 13:24, 25) Ο Αζαήλ δεν είχε βασιλική καταγωγή αλλά ήταν απλώς ένας ανώτερος αξιωματούχος στην υπηρεσία του προκατόχου του, του Βασιλιά Βεν-αδάδ Β΄ της Συρίας.—2Βα 8:7-9.
Χρόνια ολόκληρα προτού γίνει βασιλιάς ο Αζαήλ, ο Ιεχωβά είχε δώσει στον Ηλία την οδηγία “να χρίσει τον Αζαήλ βασιλιά της Συρίας”. Ο λόγος για αυτόν το διορισμό ήταν ότι ο Ισραήλ είχε αμαρτήσει εναντίον του Θεού και ο Αζαήλ επρόκειτο να εκτελέσει την τιμωρία στο έθνος.—1Βα 19:15-18.
Ο Αζαήλ ποτέ δεν χρίστηκε στην κυριολεξία με λάδι, αλλά η αποστολή που είχε ανατεθεί στον Ηλία εκπληρώθηκε από το διάδοχό του, τον προφήτη Ελισαιέ. Αυτό έγινε όταν ο Σύριος Βασιλιάς Βεν-αδάδ Β΄ αρρώστησε και έστειλε τον Αζαήλ στην κυριότερη πόλη της Συρίας, τη Δαμασκό. Ο Αζαήλ έπρεπε να πάει ένα δώρο στον Ελισαιέ και να τον ρωτήσει αν ο Βεν-αδάδ θα επιζούσε από την ασθένειά του. Ο Ελισαιέ είπε στον Αζαήλ: «Πήγαινε, πες [στον Βεν-αδάδ]: “Οπωσδήποτε θα αναρρώσεις”». Ο προφήτης, όμως, συνέχισε λέγοντας: «Αλλά ο Ιεχωβά μού έδειξε ότι οπωσδήποτε θα πεθάνει». Είπε ακόμη στον Αζαήλ: «Ο Ιεχωβά μού έδειξε ότι εσύ θα γίνεις βασιλιάς της Συρίας». Όταν επέστρεψε ο Αζαήλ και ο βασιλιάς τον ρώτησε τι του απάντησε ο Ελισαιέ, ο Αζαήλ είπε: «Μου είπε ότι θα αναρρώσεις οπωσδήποτε», αλλά την επόμενη μέρα ο ίδιος σκότωσε το βασιλιά προκαλώντας του ασφυξία με ένα υγρό κλινοσκέπασμα, και άρχισε να βασιλεύει στη θέση του.—2Βα 8:7-15.
Τα λόγια του Ελισαιέ στον Αζαήλ έχουν γίνει αντικείμενο πολλών εικασιών. Σύμφωνα με μια περιθωριακή σημείωση του Μασοριτικού κειμένου, αλλά και τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, τη λατινική Βουλγάτα, τη συριακή Πεσίτα και 18 εβραϊκά χειρόγραφα, η απόδοση είναι: «Πες του: “Θα [αναρρώσεις]”», ενώ το κυρίως Μασοριτικό κείμενο λέει: «Πες του: “Δεν θα [αναρρώσεις]”».
Αν πάρουμε την εκδοχή ότι ο Αζαήλ έπρεπε, σύμφωνα με όσα του ειπώθηκαν, να πει στον Βεν-αδάδ «“Οπωσδήποτε θα αναρρώσεις”», η απάντηση του Ελισαιέ στο ερώτημα του Βεν-αδάδ μπορεί να αποτελούσε ένα είδος αινίγματος και να σήμαινε ότι αυτή καθαυτή η ασθένειά του δεν θα απέβαινε θανατηφόρα αλλά, παρ’ όλα αυτά, ο Βεν-αδάδ θα πέθαινε (όπως και έγινε, από το χέρι του Αζαήλ). Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο Αζαήλ μετέδωσε προφορικά στο βασιλιά το πρώτο μέρος της απάντησης του Ελισαιέ: «Οπωσδήποτε θα αναρρώσεις», ενώ την υπόλοιπη απάντηση την έκανε πράξη ο ίδιος με βίαιο τρόπο.—2Βα 8:10.
Ο Αζαήλ Καταδυναστεύει τον Ισραήλ. Λίγο καιρό αφότου ο Αζαήλ έγινε βασιλιάς, ενεπλάκη σε πόλεμο με τους βασιλιάδες του Ισραήλ και του Ιούδα στη Ραμώθ-γαλαάδ (Ραμά). Σε εκείνη την περίπτωση, ο Βασιλιάς Ιωράμ του Ισραήλ τραυματίστηκε αλλά το υπόμνημα δεν αναφέρει ποια ήταν η έκβαση της μάχης. (2Βα 8:25-29· 2Χρ 22:1-6) Στις ημέρες του διαδόχου του Ιωράμ, του Βασιλιά Ιηού του Ισραήλ, ο Αζαήλ άρχισε σταδιακά να κατακτά εδάφη του Ισραήλ, καταλαμβάνοντας τη Γαλαάδ και τη Βασάν, Α του Ιορδάνη. (2Βα 10:32, 33) Αυτό προφανώς του άνοιγε το δρόμο για να εισβάλει αργότερα στο βασίλειο του Ιούδα. Ο Αζαήλ κατέλαβε την πόλη Γαθ της Φιλιστίας και έπειτα προσήλωσε το πρόσωπό του στο να ανεβεί εναντίον της Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, ο Βασιλιάς Ιωάς του Ιούδα εξαγόρασε τον Αζαήλ για να φύγει, δίνοντάς του πολύτιμα αγαθά από το ναό και από το παλάτι, και έτσι ο Αζαήλ αποσύρθηκε χωρίς να πειράξει την Ιερουσαλήμ.—2Βα 12:17, 18.
Ιδιαίτερα στη διάρκεια της βασιλείας του γιου του Ιηού, του Βασιλιά Ιωάχαζ του Ισραήλ, ο Αζαήλ έγινε τρομερός δυνάστης του Ισραήλ, εκπληρώνοντας την πρόρρηση του προφήτη Ελισαιέ σύμφωνα με την οποία ο Αζαήλ θα παρέδιδε στη φωτιά τα οχυρώματα του Ισραήλ, θα σκότωνε με σπαθί τους εκλεκτούς άντρες τους, θα έκανε κομμάτια τα παιδιά τους και θα έσκιζε τις έγκυες γυναίκες τους. (2Βα 13:3, 22· 8:12) Ωστόσο, ο Θεός δεν επέτρεψε στη Συρία να συντρίψει ολοκληρωτικά τον Ισραήλ. (2Βα 13:4, 5) Μετά το θάνατο του Αζαήλ, ο Βασιλιάς Ιωάς του Ισραήλ με τρεις νίκες ανέκτησε από τον Βεν-αδάδ Γ΄, το γιο του Αζαήλ, τις πόλεις που είχε πάρει ο Αζαήλ από τον πατέρα του τον Βασιλιά Ιωάχαζ. (2Βα 13:23-25) Αργότερα, ο Βασιλιάς Ιεροβοάμ Β΄ του Ισραήλ «επανέφερε τη Δαμασκό και την Αιμάθ για τον Ιούδα στον Ισραήλ».—2Βα 14:28.
Σε Αρχαίες Επιγραφές. Ο Αζαήλ μνημονεύεται σε μια επιγραφή ιστορικού χαρακτήρα η οποία ανακαλύφτηκε σε κάποια τοποθεσία που τώρα ονομάζεται Αφίς, περίπου 40 χλμ. ΝΔ του Χαλεπίου. Αυτή η επιγραφή συμφωνεί με την Αγία Γραφή ως προς το ότι ο γιος του Αζαήλ, ο Βεν-αδάδ Γ΄—ο οποίος στην επιγραφή αποκαλείται «Βαρ-αδάδ»—τον διαδέχθηκε στο θρόνο της Συρίας.
Οι εκστρατείες του Σαλμανασάρ Γ΄ εναντίον της Συρίας έχουν καταγραφεί στα χρονικά του, όπου εξιστορεί τις νίκες του επί του Αζαήλ. Σε αυτά τα χρονικά, ο Αζαήλ χαρακτηρίζεται κοινός θνητός (κατά κυριολεξία, γιος ουτιδανού), αναμφίβολα επειδή δεν είχε βασιλική καταγωγή αλλά κατέλαβε το θρόνο της Δαμασκού δολοφονώντας τον Βασιλιά Βεν-αδάδ Β΄. Μια από αυτές τις επιγραφές αναφέρει: «Το δέκατο όγδοο έτος της βασιλείας μου διέσχισα τον Ευφράτη για δέκατη έκτη φορά. Ο Αζαήλ της Δαμασκού (Ιμερισού) βασίστηκε στον πολυάριθμο στρατό του και συγκέντρωσε τεράστιες στρατιές, κάνοντας το βουνό Σενίρ (Σα-νι-ρου), ένα βουνό απέναντι από τον Λίβανο, φρούριό του. Πολέμησα μαζί του και τον νίκησα, θανατώνοντας με το σπαθί 16.000 από τους εμπειροπόλεμους στρατιώτες του. Του απέσπασα 1.121 άρματα, 470 άλογα ιππασίας και το στρατόπεδό του. Εξαφανίστηκε για να σώσει τη ζωή του (αλλά) τον ακολούθησα και τον πολιόρκησα στη Δαμασκό (Ντι-μασ-κι), τη βασιλική κατοικία του. (Εκεί) κατέστρεψα τους κήπους του (έξω από την πόλη, και έφυγα). Βάδισα μέχρι τα βουνά της Αυράν (σαντεε ματΧα-ου-ρα-νι), καταστρέφοντας, γκρεμίζοντας και καίγοντας αναρίθμητες πόλεις, παίρνοντας αμέτρητα λάφυρα από αυτές».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 280.
Ωστόσο, ο Σαλμανασάρ Γ΄ προφανώς δεν κατάφερε να καταλάβει την ίδια τη Δαμασκό. Αυτό φαίνεται ότι επιτελέστηκε από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, στις ημέρες του Σύριου Βασιλιά Ρεζίν. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητεία του Ιεχωβά μέσω του Αμώς: «Θα στείλω φωτιά στον οίκο του Αζαήλ και θα καταφάει τα πυργόσπιτα του Βεν-αδάδ. Και θα σπάσω την αμπάρα της Δαμασκού».—Αμ 1:4, 5· 2Βα 16:9.
-
-
ΑζαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΪΑΣ
(Αζαΐας) [Ο Γιαχ Είδε].
Απόγονος του Σηλά, γιου του Ιούδα.—Νε 11:4, 5· Αρ 26:20.
-
-
ΑζανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΝΙΑΣ
(Αζανίας) [Ο Γιαχ Έχει Δώσει Ακρόαση].
Πατέρας του Λευίτη Ιησού.—Νε 10:9.
-
-
ΑζαρήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΡΗΛ
(Αζαρήλ) [Ο Θεός Έχει Βοηθήσει].
1. Ένας από τους κραταιούς άντρες που συντάχθηκαν με τον Δαβίδ στη Σικλάγ.—1Χρ 12:1, 6.
2. Επικεφαλής της 11ης από τις 24 υποδιαιρέσεις των υμνωδών του ναού την εποχή του Δαβίδ. Ονομάζεται επίσης Οζιήλ.—1Χρ 25:1, 4, 18.
3. Γιος του Ιεροάμ και άρχοντας της φυλής του Δαν υπό τη διακυβέρνηση του Δαβίδ.—1Χρ 27:22· 28:1.
4. Ένας από τους απογόνους του Βιννουί οι οποίοι, ύστερα από παρότρυνση του Έσδρα, εξαπέστειλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:19, 38-41, 44.
5. Πατέρας ή πρόγονος του Αμασσαΐ ο οποίος κατοίκησε στην Ιερουσαλήμ όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας. Καταγόταν από τον ιερατικό οίκο του Ιμμήρ.—Νε 11:1, 13.
6. Μουσικός στην πομπή η οποία με επικεφαλής τον Έσδρα βάδισε πάνω στο ανοικοδομημένο τείχος της Ιερουσαλήμ κατά την εγκαινίασή του. Ίσως το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 5 πιο πάνω.—Νε 12:31, 36.
-
-
ΑζαρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΑΡΙΑΣ
(Αζαρίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Βοηθήσει].
1. Απόγονος του Ιούδα μέσω της Θάμαρ, από τον οίκο του Εθάν.—1Χρ 2:4, 6, 8.
2. Λευίτης απόγονος του Καάθ· γιος κάποιου Σοφονία και προπάτορας του προφήτη Σαμουήλ.—1Χρ 6:33, 36.
3. Απόγονος του Ααρών από τη γραμμή του Ελεάζαρ, γιος του Αχιμάας.—1Χρ 6:9.
4. Ένας από τους άρχοντες του Σολομώντα. (1Βα 4:2) Αναφέρεται ως γιος του Ιερέα Σαδώκ· ίσως να είναι αδελφός του Αχιμάας.—1Χρ 6:8.
5. Γιος του Νάθαν· ο άρχοντας τον οποίο ο Σολομών διόρισε επικεφαλής των 12 διαχειριστών που εφοδίαζαν με τροφή το σπιτικό του βασιλιά.—1Βα 4:5, 7, 19.
6. Προφήτης, γιος του Ωδήδ, ο οποίος συνέβαλε στο να υποκινηθεί ο Ασά το 963 Π.Κ.Χ. να “αναζητήσει τον Ιεχωβά”. Ως αποτέλεσμα, ο βασιλιάς αφαίρεσε «τα αηδιαστικά πράγματα» από όλη τη χώρα και οδήγησε το λαό σε μια ένορκη διαθήκη, ώστε «οποιοσδήποτε δεν αναζητούσε τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, να θανατώνεται».—2Χρ 15:1-15.
7, 8. Δύο από τους εφτά γιους του Ιωσαφάτ, οι οποίοι κατονομάζονται δεύτερος και πέμπτος στη σειρά. Ο πατέρας τους τούς έδωσε πολλά δώρα και οχυρωμένες πόλεις, αλλά όταν ο μεγαλύτερος αδελφός τους, ο Ιωράμ, έγινε βασιλιάς, αυτοί οι γιοι θανατώθηκαν. (2Χρ 21:1-4) «Θα ήταν αβάσιμο να υποθέσουμε [όπως έχουν υποθέσει μερικοί] ότι το όνομα χρησιμοποιήθηκε δύο φορές επειδή τα αγόρια ήταν απλώς ετεροθαλείς αδελφοί ή επειδή ο ένας είχε ήδη πεθάνει σε βρεφική ηλικία». (Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή [The Interpreter’s Dictionary of the Bible], επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 325) Δεν είναι συνηθισμένο να έχουν δύο αδέλφια το ίδιο φαινομενικά όνομα, αλλά στην εβραϊκή υπάρχει μια μικρή διαφορά μεταξύ των δύο ονομάτων όσον αφορά τον τρόπο γραφής και την προφορά: ‛Αζαργιάχ («Ο Γιαχ Έχει Βοηθήσει») και ‛Αζαργιάχου («Ο Ιεχωβά Έχει Βοηθήσει»).
9. Γιος κάποιου Ιηού και πατέρας του Χελής από τη φυλή του Ιούδα, εφτά γενιές μετά τον Αιγύπτιο προπάτορά του, τον Ιαραά.—1Χρ 2:3, 34-39.
10. Βασιλιάς του Ιούδα, ο νεότερος γιος του Ιωράμ και της Γοθολίας. Ονομάζεται επίσης Ιωάχαζ και Οχοζίας.—2Βα 8:25-29· 2Χρ 21:17· 22:1, 6· βλέπε ΟΧΟΖΙΑΣ Αρ. 2.
11. Γιος του Ιεροάμ. Ένας από τους πέντε εκατόνταρχους που βοήθησαν να ανατραπεί η σφετερίστρια Γοθολία και να τοποθετηθεί ο Ιωάς στο θρόνο του Ιούδα το 898 Π.Κ.Χ.—2Χρ 23:1-15.
12. Γιος του Ωβήδ. Ένας από τους πέντε εκατόνταρχους που βοήθησαν να ενθρονιστεί ο Ιωάς στη θέση της σφετερίστριας Γοθολίας το 898 Π.Κ.Χ.—2Χρ 23:1-15.
13. Βασιλιάς του Ιούδα επί 52 χρόνια (829-778 Π.Κ.Χ.). Ήταν γιος του Αμαζία και της Ιεχολίας. (2Βα 14:21· 15:1, 2) Αποκαλείται Οζίας στο εδάφιο 2 Βασιλέων 15:13.—Βλέπε ΟΖΙΑΣ Αρ. 3.
14. Αρχιερέας, γιος του Ιωανάν, απόγονος του Ααρών. (1Χρ 6:1-10) Όταν ο Βασιλιάς Οζίας αποπειράθηκε με αυθάδεια να προσφέρει θυμίαμα στο ναό, ίσως να ήταν αυτός ο Αζαρίας που τον διέταξε να βγει έξω, και όταν ο βασιλιάς αντιστάθηκε, ο Ιεχωβά τον πάταξε με λέπρα. (2Χρ 26:16-21) Περίπου τρεις δεκαετίες μετά το θάνατο του Οζία, στη διάρκεια του πρώτου έτους της βασιλείας του Εζεκία (745 Π.Κ.Χ.), ο Αζαρίας, ο οποίος υπηρετούσε ακόμη ως αρχιερέας (ή κάποιος άλλος με το ίδιο όνομα), επιβεβαίωσε το ότι ο Ιεχωβά ευλογούσε τις μεταρρυθμίσεις του βασιλιά.—2Χρ 31:9, 10, 13.
15. Άρχοντας του Εφραΐμ, γιος του Ιεχωανάν. Αφού νίκησαν τον Ιούδα στα μέσα του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ., οι Ισραηλίτες έφερναν μαζί τους 200.000 αιχμαλώτους όταν ο Αζαρίας και άλλοι άρχοντες του Εφραΐμ κατάφεραν να τους πείσουν να αφήσουν τους αιχμαλώτους ελεύθερους και τους πρόσφεραν υλική βοήθεια για να επιστρέψουν.—2Χρ 28:5-15.
16. Απόγονος του Λευί μέσω του Καάθ, του οποίου ο γιος, ο Ιωήλ, βοήθησε στον καθαρισμό του ναού που έγινε κατά διαταγή του Εζεκία το 745 Π.Κ.Χ.—2Χρ 29:1-12, 15.
17. Απόγονος του Λευί μέσω του Μεραρί, γιος του Ιαλελεήλ· ένας από εκείνους που πήραν μέρος στον καθαρισμό του ναού, σύμφωνα με τις εντολές του Εζεκία.—2Χρ 29:1-12, 15.
18. Γιος του Μεραϊώθ, πρόγονος του Έσδρα.—Εσδ 7:3.
19. Γιος του Χελκία, του αρχιερέα που υπηρέτησε υπό τον Ιωσία, πατέρας του Σεραΐα (2Βα 22:3, 4· 1Χρ 6:13, 14) και προπάτορας του αντιγραφέα Έσδρα.—Εσδ 7:1.
20. Γιος του Ωσαΐα. (Ιερ 43:2) Ονομάζεται επίσης Ιεζανίας (Ιερ 40:8· 42:1) και Ιααζανίας (2Βα 25:23). Ο Αζαρίας ήταν ένας από τους αρχηγούς των στρατιωτικών δυνάμεων που υποστήριξαν τον Γεδαλία (Ιερ 40:7-10)· ήταν ανάμεσα σε αυτούς που ζήτησαν από τον Ιερεμία να προσευχηθεί εκ μέρους τους ζητώντας καθοδήγηση (Ιερ 42:1-3)· και, τέλος, ήταν ένας από τους «αυθάδεις άντρες» οι οποίοι απέρριψαν την απάντηση του Ιεχωβά που δόθηκε μέσω του Ιερεμία.—Ιερ 43:1-3.
21. Ένας από τους Εβραίους νεαρούς που φέρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα το 617 Π.Κ.Χ., ο οποίος μετονομάστηκε σε Αβδενεγώ, ένα όνομα που πιθανότατα σημαίνει «Υπηρέτης του Νεβώ [ενός θεού των Βαβυλωνίων]». (Δα 1:3-7) Ύστερα από μια ειδική εκπαίδευση τριών χρόνων, διαπιστώθηκε ότι ο Αζαρίας και οι σύντροφοί του (ο Δανιήλ, ο Ανανίας και ο Μισαήλ) ήταν “δέκα φορές καλύτεροι από όλους τους μάγους ιερείς και τους επικαλούμενους πνεύματα” στη Βαβυλώνα. (Δα 1:5, 14-20) Αφού πρώτα απειλήθηκε με θάνατο (Δα 2:13-18) και κατόπιν προβιβάστηκε στο αξίωμα του διαχειριστή (Δα 2:49), η μεγαλύτερη δοκιμή της οσιότητας του Αζαρία στον Ιεχωβά ήρθε όταν τον έριξαν σε ένα υπερθερμασμένο καμίνι επειδή αρνήθηκε να λατρέψει την εικόνα που είχε στήσει ο Ναβουχοδονόσορ. (Δα 3:12-30) Υπήρξε πράγματι άντρας πίστης, και ο απόστολος Παύλος κάνει νύξη για αυτόν αναφερόμενος σε εκείνους που «σταμάτησαν τη δύναμη της φωτιάς».—Εβρ 11:34.
22. Κάποιος που επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. μετά την εξορία στη Βαβυλώνα. (Νε 7:6, 7) Ονομάζεται Σεραΐας στο εδάφιο Έσδρας 2:2.
23. Ένας από τους ιερείς που έζησαν στην Ιερουσαλήμ μετά την εξορία. (1Χρ 9:11) Σε έναν παράλληλο κατάλογο (Νε 11:11) το όνομά του είναι Σεραΐας. Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 22 πιο πάνω.
24. Γιος του Μαασία, γιου του Ανανεία. Υπό την επίβλεψη του Νεεμία, επισκεύασε ένα τμήμα του τείχους της Ιερουσαλήμ κοντά στο σπίτι του το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 3:23, 24.
25. Κάποιος που διορίστηκε από τον Νεεμία να συμμετάσχει μαζί με τον Έσδρα και διάφορους άλλους στην πομπή που βάδισε πάνω στο ανοικοδομημένο τείχος της Ιερουσαλήμ κατά την εγκαινίασή του· ίσως το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 27.—Νε 12:31-36.
26. Ένας από τους 13 Λευίτες που βοήθησαν τον Έσδρα στην εξήγηση του Νόμου καθώς γινόταν η ανάγνωσή του στο λαό.—Νε 8:7, 8.
27. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος στις ημέρες του Κυβερνήτη Νεεμία επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία».—Νε 9:38· 10:1, 2, 8.
-
-
ΑζβούκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΒΟΥΚ
(Αζβούκ).
Πατέρας του άρχοντα Νεεμία, ενός άρχοντα που ήταν σύγχρονος του κυβερνήτη και Βιβλικού συγγραφέα, αλλά όχι το ίδιο πρόσωπο.—Νε 3:16.
-
-
ΑζγάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΓΑΔ
(Αζγάδ) [Ισχυρός Είναι ο Γαδ].
Κεφαλή ενός πατρικού οίκου, του οποίου κάποια μέλη επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:12· Νε 7:17), ενώ κάποια άλλα, μαζί με τον Έσδρα το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:12) Πιθανότατα ένας απόγονός του επικύρωσε την «αξιόπιστη συμφωνία» την οποία επεξεργάστηκε ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 15.
-
-
ΑζεήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΕΗΛ
Βλέπε ΙΑΑΖΕΗΛ.
-
-
ΑζηκάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΗΚΑ
(Αζηκά) [από μια ρίζα που σημαίνει «ανασκάπτω» [δηλαδή τσαπίζω]].
Πόλη στην περιοχή της Σεφηλά η οποία φύλαγε τα ανάντη της Κοιλάδας Ηλά. Η τοποθεσία αυτή ταυτίζεται με το Τελλ Ζακαρίγιε (Τελ Αζέκα), περίπου 26 χλμ. ΒΔ της Χεβρών.
Η πρώτη μνεία αυτής της πόλης γίνεται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 10:5-11 σε σχέση με τη συνδυασμένη επίθεση πέντε Χαναναίων βασιλιάδων εναντίον της Γαβαών. Ο Ιησούς του Ναυή και ο στρατός του, προστρέχοντας σε βοήθεια της Γαβαών, καταδίωξαν τα στρατεύματα των Χαναναίων «μέχρι την Αζηκά και τη Μακκηδά», μια απόσταση περίπου 30 χλμ. Κατόπιν η πόλη παραχωρήθηκε στη φυλή του Ιούδα.—Ιη 15:20, 35.
Στη διάρκεια της βασιλείας του Σαούλ (1117-1078 Π.Κ.Χ.) οι Φιλισταίοι συγκέντρωσαν και παρέταξαν τις δυνάμεις τους ανάμεσα στη Σωχώχ και στην Αζηκά, προβάλλοντας ως πρόμαχό τους τον Γολιάθ. Όταν έφτασαν οι Ισραηλίτες, τα δύο στρατεύματα αντιπαρατάχθηκαν στην Κοιλάδα Ηλά, ώσπου η αναπάντεχη νίκη του Δαβίδ επί του Γολιάθ έτρεψε τους Φιλισταίους σε φυγή.—1Σα 17:1-53.
Όταν διαιρέθηκε το έθνος μετά το θάνατο του Σολομώντα (περ. 998 Π.Κ.Χ.), ο Βασιλιάς Ροβοάμ του Ιούδα οχύρωσε την Αζηκά καθώς και τη Λαχείς και άλλες πόλεις στρατηγικής σημασίας. (2Χρ 11:5-10) Ανασκαφές που έγιναν στο Τελλ Ζακαρίγιε αποκαλύπτουν υπολείμματα τειχών και πύργων και μαρτυρούν την ύπαρξη ενός οχυρωμένου φρουρίου στο ψηλότερο σημείο της περιοχής.
Όταν τα βαβυλωνιακά στρατεύματα του Ναβουχοδονόσορα κατέλαβαν το βασίλειο του Ιούδα (609-607 Π.Κ.Χ.), η Αζηκά και η Λαχείς ήταν οι τελευταίες δύο οχυρωμένες πόλεις που έπεσαν προτού καταληφθεί και η ίδια η Ιερουσαλήμ. (Ιερ 34:6, 7) Μια προφανής επιβεβαίωση αυτού του γεγονότος ήρθε στο φως με την ανακάλυψη κάποιων εγχάρακτων οστράκων, των λεγόμενων Επιστολών της Λαχείς—μία από αυτές περιέχει το ακόλουθο μήνυμα το οποίο προφανώς απηύθυνε ένα προκεχωρημένο φυλάκιο στο στρατιωτικό διοικητή της Λαχείς, και το οποίο εν μέρει αναφέρει: «έχουμε το νου μας για να δούμε τα σήματα της Λαχείς, σύμφωνα με όλες τις υποδείξεις που έχει δώσει ο κύριός μου, καθώς δεν μπορούμε να δούμε την Αζηκά». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 322) Αν, όπως φαίνεται να έχουν τα πράγματα, αυτή η επιστολή γράφτηκε τον καιρό της βαβυλωνιακής επίθεσης, ίσως υποδηλώνει ότι η Αζηκά είχε ήδη πέσει με αποτέλεσμα να μη λαμβάνονται πλέον σήματα από εκείνο το φρούριο.
Μετά την 70ετή περίοδο ερήμωσης του τόπου, η Αζηκά ήταν μια από τις πόλεις που κατοικήθηκαν εκ νέου από τους επαναπατριζόμενους Ιουδαίους εξορίστους.—Νε 11:25, 30.
-
-
ΑζήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΗΛ
(Αζήλ) [Διακεκριμένος Άντρας].
1. Απόγονος του Σαούλ μέσω του Ιωνάθαν. Είχε έξι γιους.—1Χρ 8:33-38· 9:43, 44.
2. Τοποθεσία που μνημονεύεται στο εδάφιο Ζαχαρίας 14:5 ως το σημείο στο οποίο θα έφτανε η κοιλάδα, επειδή, όπως προφητεύτηκε, το Όρος των Ελαιών θα σκιζόταν στη μέση. Ως εκ τούτου πρέπει να εννοείται κάποιο μέρος κοντά στην Ιερουσαλήμ—ίσως μάλιστα αυτό το όνομα να αντανακλάται στην ονομασία του Ουάντι Γιασούλ (Νάχαλ Αζάλ), το οποίο εισρέει στην Κοιλάδα Κιδρόν από το Όρος των Ελαιών.
-
-
ΑζιζάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΙΖΑ
(Αζιζά) [Ισχυρός].
Ένας από εκείνους οι οποίοι, ύστερα από παρότρυνση του Έσδρα, απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους.—Εσδ 10:27, 44.
-
-
ΑζιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΙΗΛ
(Αζιήλ) [Ο Θεός Είδε].
Γιος του Σιμεΐ, Γηρσωνίτης Λευίτης της εποχής του Δαβίδ.—1Χρ 23:6-9.
-
-
ΑζμαβέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΜΑΒΕΘ
(Αζμαβέθ) [Ο Θάνατος Είναι Ισχυρός].
1. Ένας από τους γενναίους άντρες του Δαβίδ, ο οποίος ήταν Βαρουμίτης (Βαχαρουμίτης). (2Σα 23:31· 1Χρ 11:33) Πιθανόν το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 2.
2. Πατέρας του Ιεζιήλ και του Φελέτ από τη φυλή του Βενιαμίν, οι οποίοι ήταν ανάμεσα στους κραταιούς άντρες που συντάχθηκαν με τις δυνάμεις του Δαβίδ στη Σικλάγ. (1Χρ 12:1-3) Πιθανόν το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 1.
3. Γιος του Αδιήλ ο οποίος, στις ημέρες του Βασιλιά Δαβίδ, ήταν υπεύθυνος για τους θησαυρούς του βασιλιά.—1Χρ 27:25.
4. Απόγονος του Σαούλ μέσω του Ιωνάθαν, έκτος στη σειρά μετά τον Σαούλ.—1Χρ 8:33-36· 9:39-42.
5. Κωμόπολη στην περιοχή του Βενιαμίν που ονομαζόταν επίσης Βαιθ-αζμαβέθ. Εξόριστοι που κατάγονταν από εκεί ήταν ανάμεσα σε αυτούς που επέστρεψαν από την εξορία. (Εσδ 2:1, 24· Νε 7:28) Στην εγκαινίαση του τείχους της αποκαταστημένης Ιερουσαλήμ, μερικοί από τους υμνωδούς που έψαλαν για την περίσταση προέρχονταν από αυτή την κωμόπολη. (Νε 12:29) Ταυτίζεται με το σημερινό Χίζμε (Χίζμα), περίπου 8 χλμ. ΒΒΑ της Ιερουσαλήμ, ανάμεσα στη Γααβά και στην Αναθώθ.
-
-
ΑζμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΜΩΝ
(Αζμών) [Τόπος Οστών].
Τοποθεσία στο νότιο όριο της Υποσχεμένης Γης, μεταξύ της Ασάρ-αδδάρ και της Κοιλάδας του Χειμάρρου της Αιγύπτου. (Αρ 34:3-5· Ιη 15:1-4) Μια εκδοχή ως προς τη θέση της Αζμών είναι η τοποθεσία Έιν ελ-Κεσέιμε, 13 χλμ. και πλέον ΒΔ της Κάδης-βαρνή. Εκεί υπάρχει μια μικρή πηγή.
-
-
ΑζουβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΟΥΒΑ
(Αζουβά) [Εγκαταλειμμένη].
1. Μια από τις συζύγους του Χάλεβ, γιου του Εσρών.—1Χρ 2:18, 19· βλέπε ΙΕΡΙΩΘ.
2. Κόρη του Σιλεί και μητέρα του Βασιλιά Ιωσαφάτ, γιου του Ασά.—1Βα 22:41, 42· 2Χρ 20:31, 32.
-
-
ΑζούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΟΥΡ
(Αζούρ) [Αυτός που Προσφέρει Βοήθεια].
1. Πατέρας του ψευδοπροφήτη Ανανία από τη Γαβαών.—Ιερ 28:1.
2. Πατέρας του Ιααζανία, ενός από τους «άρχοντες του λαού» που περιλαμβανόταν στους 25 άντρες τους οποίους ο Ιεζεκιήλ είδε σε όραμα “να σχεδιάζουν βλαβερά πράγματα και να συμβουλεύουν με κακή συμβουλή” σε βάρος της Ιερουσαλήμ.—Ιεζ 11:1, 2.
3. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» του Νεεμία.—Νε 10:1, 14, 17· 9:38.
-
-
ΑζριήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΡΙΗΛ
(Αζριήλ) [Ο Θεός Είναι Βοήθειά Μου].
1. Πατέρας του Ιεριμώθ, άρχοντα της φυλής του Νεφθαλί, την εποχή του Δαβίδ.—1Χρ 27:19, 22.
2. Κεφαλή ενός οίκου από τη μισή φυλή του Μανασσή, η οποία κατοικούσε Α του Ιορδάνη. Ήταν ένας από τους “γενναίους και κραταιούς άντρες”, οι απόγονοι των οποίων επιτράπηκε να οδηγηθούν σε εξορία από τον Ασσύριο βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ επειδή είχαν στραφεί στη λατρεία ψεύτικων θεών.—1Χρ 5:23-26.
3. Πατέρας του Σεραΐα, ενός από τους τρεις άντρες που στάλθηκαν να συλλάβουν τον Βαρούχ και τον Ιερεμία.—Ιερ 36:26.
-
-
ΑζρικάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΡΙΚΑΜ
(Αζρικάμ) [Η Βοήθειά μου Έχει Σηκωθεί].
1. Ένας από τους έξι γιους του Αζήλ, απόγονος του Βασιλιά Σαούλ μέσω του Ιωνάθαν, από τη φυλή του Βενιαμίν.—1Χρ 8:33-38· 9:44.
2. Το άτομο που «είχε την ηγεσία στο σπιτικό» του πονηρού Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα. Θανατώθηκε από τον Εφραϊμίτη Ζιχρί, όταν ο Βασιλιάς Φεκά του Ισραήλ πολέμησε με τον Ιούδα.—2Χρ 28:6, 7.
3. Λευίτης από την οικογένεια του Μεραρί. Ένας απόγονός του, ο Σεμαΐας, έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά την επιστροφή από την εξορία.—1Χρ 9:2, 14· Νε 11:15.
4. Ο τρίτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Νεαρία και απόγονος του Δαβίδ.—1Χρ 3:1, 23.
-
-
ΑζώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΩ
(Αζώ) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Αζαήλ, που σημαίνει «Ο Θεός Είδε»].
Ανιψιός του Αβραάμ και πέμπτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ναχώρ και της Μελχά.—Γε 22:20-22.
-
-
ΑζώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΩΡ
(Αζώρ) [εβρ. προέλευσης· σημαίνει «Αυτός που Προσφέρει Βοήθεια»].
Πρόγονος του Ιωσήφ, του θετού πατέρα του Ιησού, ο οποίος έζησε στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—Ματ 1:13, 14, 16.
-
-
ΑζώτιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΩΤΙΟΣ
(Αζώτιος) [Της Αζώτου (Από την Άζωτο)].
Κάτοικος της Αζώτου, μιας φιλισταϊκής πόλης. (Ιη 13:3) Όπως και οι υπόλοιποι Φιλισταίοι, οι Αζώτιοι ήταν απόγονοι του Χαμ μέσω του Μισραΐμ και του Χασλουχίμ και προφανώς πήγαν στη Χαναάν από την Κρήτη.—Γε 10:6, 13, 14· Αμ 9:7· βλέπε ΑΖΩΤΟΣ· ΦΙΛΙΣΤΙΑ, ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ.
Στο εδάφιο Νεεμίας 13:24 γίνεται λόγος για την «αζωτική γλώσσα». Δεδομένου ότι δεν έχουμε κανένα στοιχείο για τη γλώσσα των Αζώτιων, δεν είναι δυνατόν να λεχθεί με βεβαιότητα αν εξακολουθούσαν να μιλούν την αρχαία φιλισταϊκή γλώσσα ή κάποια διάλεκτο που διαμορφώθηκε μέσα από αιώνες ξένης κυριαρχίας.
-
-
ΆζωτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΖΩΤΟΣ
(Άζωτος).
Η ελληνική ονομασία μιας φιλισταϊκής πόλης που στην εβραϊκή ονομαζόταν Ασντόντ. Επρόκειτο για μία από τις πέντε κυριότερες φιλισταϊκές πόλεις που βρίσκονταν υπό την εξουσία των “αρχόντων του άξονα”, και αποτελούσε προφανώς το θρησκευτικό κέντρο της Φιλιστίας όπου λατρευόταν ο ψεύτικος θεός Δαγών. Οι άλλες πόλεις ήταν η Γαθ, η Γάζα, η Ασκαλών και η Ακκαρών. (Ιη 13:3) Η Άζωτος ταυτίζεται με την Εσντούντ (Τελ Ασντόντ), η οποία βρίσκεται περίπου 6 χλμ. ΝΝΑ της σημερινής παραλιακής Ασντόντ, προς την ενδοχώρα.
Η πρώτη μνεία της Αζώτου γίνεται στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 11:22, όπου αναφέρεται, μαζί με τη Γάζα και τη Γαθ, ως ο τόπος κατοικίας όσων απέμεναν από τους γιγαντόσωμους Ανακίμ. Λόγω του ότι ήταν χτισμένη πάνω σε ύψωμα, επί της στρατιωτικής οδού που διέτρεχε τα παράλια της Αιγύπτου και διέσχιζε την Παλαιστίνη, βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο από στρατιωτική άποψη. Όταν οι Ισραηλίτες κατέκτησαν την περιοχή, η Άζωτος και τα γύρω χωριά της δόθηκαν στον Ιούδα (Ιη 15:46, 47), αλλά προφανώς οι κάτοικοί της περιλαμβάνονται στους «κατοίκους της κοιλάδας» οι οποίοι δεν κατέστη δυνατό να εκδιωχθούν «επειδή είχαν πολεμικά άρματα με σιδερένια δρεπάνια».—Κρ 1:19.
Οι πόλεις των Φιλισταίων φαίνεται ότι βρίσκονταν στο απόγειο της δύναμής τους την εποχή του Βασιλιά Σαούλ. Πριν από τη βασιλεία του Σαούλ, οι Φιλισταίοι κατατρόπωσαν τους Ισραηλίτες στην Αβενέζερ και έπιασαν την κιβωτό της διαθήκης, την οποία στη συνέχεια μετέφεραν στην Άζωτο και την τοποθέτησαν στο ναό του Δαγών, δίπλα στην εικόνα του θεού τους. Αφού η εικόνα του Δαγών υπέστη θαυματουργικά δύο ταπεινώσεις, οι Αζώτιοι άρχισαν να μαστίζονται από μια πληγή αιμορροΐδων τόσο έντονη ώστε προκλήθηκε πανικός ανάμεσά τους. Έπειτα από σύσκεψη των Φιλισταίων αρχόντων του άξονα, η Κιβωτός μεταφέρθηκε στην πόλη Γαθ, με αποτέλεσμα να εξαπλωθεί η μάστιγα και εκεί. Εφτά μήνες αργότερα, η Κιβωτός επέστρεψε στον Ισραήλ μαζί με μια προσφορά χρυσού.—1Σα 5:1–6:18· βλέπε ΦΙΛΙΣΤΙΑ, ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ.
Αν και ο Βασιλιάς Δαβίδ νίκησε αρκετές φορές τους Φιλισταίους, οι κύριες πόλεις τους προφανώς παρέμειναν ανεξάρτητες μέχρι την εποχή του Βασιλιά Οζία (829-778 Π.Κ.Χ.). Για τον Οζία αναφέρεται ότι έφτιαξε «πολεμικές μηχανές» (2Χρ 26:15), και το εδάφιο 2 Χρονικών 26:6 μας λέει ότι ο Οζίας «βγήκε και πολέμησε εναντίον των Φιλισταίων, και άνοιξε ρήγμα στο τείχος της Γαθ και στο τείχος της Ιαβνή και στο τείχος της Αζώτου· έπειτα έχτισε πόλεις στην περιοχή της Αζώτου και ανάμεσα στους Φιλισταίους».
Προφανώς η περιοχή της Αζώτου δεν παρέμεινε υπό την κυριαρχία του Ιούδα, διότι επιγραφές μεταγενέστερων περιόδων δείχνουν ότι ο Ασσύριος Βασιλιάς Σαργών Β΄ εκθρόνισε τον τοπικό βασιλιά Αζουρί και αντ’ αυτού ενθρόνισε τον Αχιμιτί. Μια ανταρσία έκανε τον Σαργών να εκστρατεύσει εναντίον της Φιλιστίας και να κατακτήσει τη Γαθ, την «Αζντούντου» (Άζωτο) και την «Αζντουντίμμου» (Παραθαλάσσια Άζωτο, προφανώς ξεχωριστή τοποθεσία που βρισκόταν στα παράλια). Αυτή μπορεί να είναι η εκστρατεία στην οποία αναφέρεται το εδάφιο Ησαΐας 20:1, ενώ ενδέχεται να αποτέλεσε και μερική εκπλήρωση της προφητείας που είναι καταγραμμένη στο εδάφιο Αμώς 1:8. Τον επόμενο αιώνα ο Ηρόδοτος (Β΄, 157) ανέφερε ότι η Άζωτος αντιμετώπισε μια πολιορκία διάρκειας 29 ετών από τον Φαραώ Ψαμτίκ (Ψαμμήτιχο).
Ένα πέτρινο πρίσμα του Βασιλιά Σενναχειρείμ της Ασσυρίας αναφέρει ότι «ο Μιτιντί από την Άζωτο» του έφερε πλούσια δώρα και φίλησε τα πόδια του, και προσθέτει αναφορικά με τον Βασιλιά Εζεκία του Ιούδα (745-717 Π.Κ.Χ.): «Τις πόλεις του, τις οποίες είχα λεηλατήσει, τις αφαίρεσα από τη χώρα του και τις έδωσα στον Μιτιντί, βασιλιά της Αζώτου». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 287, 288) Η Άζωτος φαίνεται ότι είχε ήδη χάσει τη δύναμή της την εποχή του Ιερεμία (μετά το 647 Π.Κ.Χ.), γι’ αυτό και εκείνος κάνει λόγο για «το υπόλοιπο της Αζώτου». (Ιερ 25:20) Ο Ναβουχοδονόσορ, ο οποίος άρχισε να βασιλεύει το 624 Π.Κ.Χ., μνημονεύει το βασιλιά της Αζώτου ως έναν από τους αιχμαλώτους που βρίσκονταν στη βαβυλωνιακή αυλή.—Παράβαλε Σοφ 2:4.
Στη διάρκεια της μεταιχμαλωσιακής περιόδου, η Άζωτος εξακολουθούσε να αποτελεί πυρήνα εναντίωσης κατά των Ισραηλιτών (Νε 4:7), και ο Νεεμίας επέκρινε αυστηρά τους Ιουδαίους που είχαν πάρει Αζώτιες συζύγους, και μάλιστα οι γιοι τους οποίους είχαν αποκτήσει «μιλούσαν την αζωτική γλώσσα, και κανείς τους δεν ήξερε να μιλάει ιουδαϊκά». (Νε 13:23, 24) Την εποχή των Μακκαβαίων, η ειδωλολατρική Άζωτος δέχτηκε επίθεση από τον Ιούδα Μακκαβαίο γύρω στο 163 Π.Κ.Χ. και αργότερα, γύρω στο 148 Π.Κ.Χ., από τον αδελφό του Ιούδα, τον Ιωνάθαν. Κατά τη δεύτερη αυτή επίθεση, ο ναός του Δαγών πυρπολήθηκε.—Α΄ Μακκαβαίων 5:68· 10:84.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η προφητεία του Ζαχαρία υποδείκνυε πως κάποια στιγμή θα καταλάμβαναν την Άζωτο αλλοεθνείς. Προφανώς επειδή δεν θα υπήρχε πια αυτόχθων φιλισταϊκός πληθυσμός ούτε φιλισταϊκή κυβέρνηση, η προφητεία έλεγε: «Νόθος γιος θα καθήσει στην Άζωτο».—Ζαχ 9:6.
Η πόλη ανοικοδομήθηκε από τους Ρωμαίους γύρω στο 55 Π.Κ.Χ. και έγινε ευρέως γνωστή με το ελληνικό της όνομα Άζωτος. Ο Φίλιππος ο ευαγγελιστής πέρασε από την Άζωτο στη διάρκεια μιας περιοδείας κηρύγματος που έκανε, όπως έχει καταγραφεί στο εδάφιο Πράξεις 8:40.
-
-
Αηδιαστικό Πράγμα, επίσης Σιχαμερό ΠράγμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΗΔΙΑΣΤΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ, ΕΠΙΣΗΣ ΣΙΧΑΜΕΡΟ ΠΡΑΓΜΑ.
Τα εβραϊκά ουσιαστικά σέκετς (σιχαμερό πράγμα) και σικκούτς (αηδιαστικό πράγμα) προέρχονται από τη ρίζα σακάτς, η οποία χρησιμοποιείται με την έννοια «σιχαίνομαι» (Λευ 11:11, 13) και, στην έμμεση ενεργητική διάθεση, «κάνω σιχαμερό». (Λευ 11:43· 20:25) Αυτές οι εβραϊκές λέξεις αναφέρονται σε ό,τι είναι αποκρουστικό από την άποψη της αληθινής λατρείας του Ιεχωβά. Σε πολλές μεταφράσεις αποδίδονται συνήθως με λέξεις όπως «βδελύττομαι», «βδελυρός» ή «βδέλυγμα». Έτσι προέκυψε η πολύ γνωστή έκφραση «βδέλυγμα της ερημώσεως». (Δα 11:31· 12:11, KJ, ΒΑΜ) Οι Ευαγγελιστές Ματθαίος και Μάρκος χρησιμοποίησαν τη λέξη βδέλυγμα για να μεταφράσουν την εβραϊκή λέξη σικκούτς (πληθυντικός, σικκουτσίμ). (Δα 9:27· Ματ 24:15· Μαρ 13:14) Αυτή η λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου υποδηλώνει βασικά κάτι που προκαλεί αηδία.—Βλέπε ΑΠΕΧΘΕΣ ΠΡΑΓΜΑ.
Ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε τη βρώση συγκεκριμένων ζώων, προσδιορίζοντάς τα ως «ακάθαρτα» για βρώση (καθώς και για θυσίες). Επομένως, από αυτή την άποψη θα έπρεπε να θεωρείται ένα τέτοιο ζώο «σιχαμερό πράγμα», ο καθένας δε που θα το έτρωγε (ή θα το χρησιμοποιούσε για θυσία) θα καθιστούσε τον εαυτό του “σιχαμερό”, εφόσον έτσι θα έδειχνε περιφρόνηση για τις εντολές του Θεού. (Λευ 7:21· 11:10-13, 20-23, 41, 42· 20:25· Ησ 66:17) Ωστόσο, τα απαγορευμένα ζώα δεν έπρεπε να τα σιχαίνονται γενικά, όπως μπορεί να φανεί από άλλα εδάφια. Για παράδειγμα, αν και το γαϊδούρι ήταν «ακάθαρτο» για τροφή ή για θυσία, οι Ισραηλίτες το χρησιμοποιούσαν συχνά ως μέσο μεταφοράς ή υποζύγιο. (Εξ 23:4, 5· Ματ 21:2-5) Ο Βασιλιάς Δαβίδ είχε κοπάδια από καμήλες και το τρίχωμα της καμήλας χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή ενδυμάτων. (1Χρ 27:30, 31· Ματ 3:4) Ο δε αετός χρησιμοποιήθηκε ως κατάλληλο παράδειγμα για να περιγράψει την προστατευτική φροντίδα με την οποία περιέβαλε ο Θεός τον Ισραήλ στη διάρκεια της Εξόδου. (Εξ 19:4· Δευ 32:9-12) Με την κατάργηση της διαθήκης του Νόμου, έπαψε να ισχύει και η εντολή που όριζε να θεωρούνται οποιαδήποτε από αυτά τα ζώα «σιχαμερά» για τροφή.—Πρ 10:9-15· 1Τι 4:1-5· βλέπε ΖΩΑ.
Ενώ η εβραϊκή λέξη σέκετς χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για τα «ακάθαρτα» ζώα, η λέξη σικκούτς χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο για τα είδωλα και τις ειδωλολατρικές συνήθειες. Τον καιρό της Εξόδου, ο Ιεχωβά έδωσε στους Ισραηλίτες την οδηγία να πετάξουν «τα αηδιαστικά πράγματα» και τα «κοπρώδη είδωλα της Αιγύπτου», αλλά κάποια άτομα δεν υπάκουσαν και έτσι βεβήλωσαν το όνομα του Θεού. (Ιεζ 20:6-9) Καθ’ οδόν προς την Υποσχεμένη Γη, ο Ισραήλ πέρασε ανάμεσα από ειδωλολατρικά έθνη και είδε «τα αηδιαστικά τους πράγματα και τα κοπρώδη τους είδωλα, ξύλο και πέτρα, ασήμι και χρυσάφι». Τους δόθηκε η εντολή να “σιχαίνονται εξ ολοκλήρου” τέτοια θρησκευτικά ομοιώματα ως «κάτι αφιερωμένο στην καταστροφή» και να μην τα φέρνουν στις κατοικίες τους. (Δευ 29:16-18· 7:26) Οι ψεύτικοι θεοί και θεές αυτών των εθνών, περιλαμβανομένου του Μελχώμ, ή Μολόχ, καθώς και του Χεμώς και της Αστορέθ, ήταν οι ίδιοι “αηδιαστικά πράγματα”. (1Βα 11:5, 7· 2Βα 23:13) Όταν ο Ισραήλ ασκούσε τέτοιου είδους ειδωλολατρία, γινόταν και αυτός αποκρουστικός στα μάτια του Θεού, η δε μεταγενέστερη μίανση του ναού με ειδωλολατρικά αντικείμενα επέφερε τη σφοδρή οργή του Θεού στο έθνος, πράγμα το οποίο κατέληξε στην ερήμωσή του. (Ιερ 32:34, 35· Ιεζ 7:20-22· Ωσ 9:10) «Διακονώντας το ξύλο και την πέτρα» κατ’ αυτόν τον τρόπο, εκείνοι επιδίδονταν σε «ανήθικες σχέσεις», πνευματική πορνεία, αποκόπτοντας τον εαυτό τους από την επικοινωνία με τον Θεό.—Ιεζ 20:30-32· παράβαλε Ιερ 13:27.
Μόνο με σθεναρές και θαρραλέες ενέργειες για την απαλλαγή του τόπου από την ειδωλολατρία μπόρεσαν ορισμένοι βασιλιάδες να φέρουν περιόδους ευλογίας στο έθνος. (2Βα 23:24· 2Χρ 15:8-15) Ο Θεός κατέστησε σαφές ότι μόνο με σχολαστικό καθαρισμό από τέτοιες συνήθειες θα μπορούσαν οι Ισραηλίτες να διασφαλίσουν την επαναφορά τους από την επερχόμενη αιχμαλωσία και να αποκατασταθούν ως λαός του. (Ιεζ 11:17-21) Σε μια παρόμοια προφητεία, το γεγονός ότι ο Δαβίδ μνημονεύεται ως ο βασιλιάς αυτού του καθαρισμένου λαού και ο “ένας ποιμένας” τους και ο «αρχηγός τους στον αιώνα» παραπέμπει σαφέστατα σε μια μεγαλύτερη εκπλήρωση στο έθνος του πνευματικού Ισραήλ, τη Χριστιανική εκκλησία, υπό τον χρισμένο Κληρονόμο του θρόνου του Δαβίδ, τον Χριστό Ιησού.—Ιεζ 37:21-25· παράβαλε Λου 1:32· Ιωα 10:16.
Στο εδάφιο Ναούμ 3:6, η προφητεία εναντίον της πρωτεύουσας της Ασσυρίας, της Νινευή, προλέγει το τέλος της πολιτικής και διεθνούς πορνείας της, καθώς και το ότι ο Ιεχωβά θα “έριχνε αηδιαστικά πράγματα [εβρ., σικκουτσίμ]” πάνω της. Αυτά τα αηδιαστικά πράγματα προφανώς αναφέρονται, όχι σε ειδωλολατρικά αντικείμενα, αλλά σε πράγματα που γενικά θεωρούνται ακάθαρτα ή απωθητικά, όπως η βρωμιά και οι ακαθαρσίες, τα οποία θα καθιστούσαν την αιμοβόρα πόλη αξιοκαταφρόνητη στα μάτια όλων. (Να 3:4-7) Τα αιματοβαμμένα και αηδιαστικά πράγματα τα οποία θα αφαιρούνταν από τα δόντια του Φιλισταίου (Ζαχ 9:6, 7) αναφέρονται πιθανώς στη συνήθεια που είχαν οι ειδωλολάτρες να τρώνε θυσιασμένα ζώα με το αίμα τους.—Παράβαλε Ιεζ 33:25.
Μολονότι τον καιρό που ο Ιησούς ήταν στη γη οι Ιουδαίοι, και ειδικότερα οι θρησκευτικοί τους ηγέτες, προφανώς απέφευγαν σχολαστικά οτιδήποτε σχετιζόταν με τα κατά γράμμα είδωλα, ήταν ωστόσο ένοχοι αηδιαστικών πράξεων όπως η ειδωλοποίηση του εαυτού τους, η ανυπακοή, η υποκρισία, η απληστία και το ψεύδος, ο δε Ιησούς είπε ότι, όπως οι προπάτορές τους, έτσι και αυτοί είχαν μετατρέψει το ναό σε «σπηλιά ληστών». (Ματ 23:1-15, 23-28· Λου 16:14, 15· παράβαλε Ματ 21:13 και Ιερ 7:11, 30.) Αυτή η κακή κατάσταση και διάθεση καρδιάς τούς οδήγησε στην απόρριψη του ίδιου του Γιου του Θεού, μια χονδροειδέστατη πράξη στασιασμού, ο δε Ιησούς έδειξε ότι αυτό θα έφερνε βέβαιη καταστροφή πάνω τους.—Ματ 21:33-41· Λου 19:41-44.
“Αηδιαστικά Πράγματα που Οδηγούν σε Ερήμωση”. Η προφητεία του Δανιήλ προείπε “αηδιαστικά πράγματα” που σχετίζονταν με ερήμωση. (Δα 9:27) Η άποψη που είναι δημοφιλής αποδέχεται γενικά την αρχαία Ιουδαϊκή παράδοση, εφαρμόζοντας αυτή την έκφραση στη βεβήλωση που υπέστη ο ναός του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ το έτος 168 Π.Κ.Χ. από τον Αντίοχο Δ΄ (τον Επιφανή), βασιλιά της Συρίας. Στην προσπάθειά του να εξαλείψει τη λατρεία του Ιεχωβά, ο Αντίοχος έχτισε έναν βωμό πάνω στο μεγάλο θυσιαστήριο του Ιεχωβά και θυσίασε εκεί ένα γουρούνι στον Ολύμπιο Δία. Μια έκφραση παρόμοια με του Δανιήλ (που συσχετίζει τα αηδιαστικά πράγματα με την ερήμωση) υπάρχει στο απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (1:54) και αναφέρεται σε αυτό το περιστατικό.
Αλλά αυτή ήταν απλώς η ερμηνεία που έδωσαν οι Ιουδαίοι, όχι θεόπνευστη αποκάλυψη. Ο Χριστός Ιησούς έδειξε ότι η εν λόγω άποψη ήταν εσφαλμένη όταν έδωσε την εξής προειδοποίηση στους μαθητές του: «Όταν, λοιπόν, δείτε το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση, όπως ειπώθηκε μέσω του Δανιήλ του προφήτη, να στέκεται σε άγιο τόπο (ο αναγνώστης ας ασκεί διάκριση), τότε εκείνοι που είναι στην Ιουδαία ας αρχίσουν να φεύγουν στα βουνά». (Ματ 24:15, 16) Αυτά τα λόγια δείχνουν ότι «το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση» δεν είχε έρθει ακόμη αλλά ήταν μελλοντικό.
Η ειδωλολατρική βεβήλωση του θυσιαστηρίου του ναού από τον Αντίοχο, όσο αηδιαστική και αν ήταν στα μάτια του Θεού, δεν κατέληξε σε ερήμωση—της Ιερουσαλήμ, του ναού ή του Ιουδαϊκού έθνους. Αλλά 33 χρόνια μετά το θάνατο του Ιησού, οι Χριστιανοί όντως “είδαν το αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση . . . να στέκεται σε άγιο τόπο”. (Ματ 24:15) Το 66 Κ.Χ., ειδωλολατρικά ρωμαϊκά στρατεύματα περικύκλωσαν την «άγια πόλη» Ιερουσαλήμ, η οποία τότε αποτελούσε το κέντρο της Ιουδαϊκής εξέγερσης ενάντια στη Ρώμη. Ως εκ τούτου, η “πρόκληση ερήμωσης” από το αηδιαστικό πράγμα ήταν προ των πυλών, και επομένως αυτό ήταν το τελικό σημάδι για να “φύγουν στα βουνά” οι Χριστιανοί που ασκούσαν διάκριση. (Ματ 4:5· 27:53· 24:15, 16· Λου 19:43, 44· 21:20-22) Μετά τη φυγή τους έλαβε χώρα η ερήμωση της πόλης και του έθνους—η Ιερουσαλήμ καταστράφηκε το έτος 70 Κ.Χ. και το τελευταίο Ιουδαϊκό οχυρό, η Μασάδα, έπεσε στους Ρωμαίους το 73 Κ.Χ.—Παράβαλε Δα 9:25-27.
Επιπρόσθετες προφητείες για κάποιο αηδιαστικό πράγμα. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα εδάφια Δανιήλ 11:31-35 και 12:9, 11 συνδέουν κάποιο «αηδιαστικό πράγμα που προκαλεί ερήμωση» με «τον καιρό του τέλους». Είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι η εξέλιξη της πορείας αυτού του δεύτερου “αηδιαστικού πράγματος που προκαλεί ερήμωση” στον καιρό του τέλους πρέπει να ακολουθεί σε γενικές γραμμές το υπόδειγμα του αηδιαστικού πράγματος του πρώτου αιώνα Κ.Χ., αν και δεν περιορίζεται στη γη του Ισραήλ.
Η ερήμωση της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ. έφερε το τέλος του “αγίου τόπου”, της Ιερουσαλήμ, της “άγιας πόλης”. (Ματ 27:53) Εντούτοις, οι Γραφές στρέφουν την προσοχή μας σε μια «ουράνια Ιερουσαλήμ», τη Μεσσιανική Βασιλεία, η οποία εκπροσωπείται στη γη από χρισμένους Χριστιανούς. (Εβρ 12:22) Υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι ισχυρίζονται ψευδώς ότι εκπροσωπούν αυτή τη Βασιλεία, και το 17ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης δείχνει ότι το θρησκευτικό πεδίο δράσης τους θα ερημωθεί από τα «δέκα κέρατα» (δηλαδή βασιλιάδες) ενός συμβολικού «θηρίου».
Τα Αηδιαστικά Πράγματα της Βαβυλώνας της Μεγάλης. Στο προφητικό όραμα του 17ου κεφαλαίου της Αποκάλυψης απεικονίζεται η συμβολική ανήθικη γυναίκα, η Βαβυλώνα η Μεγάλη. Αυτή αποκαλείται «η μητέρα των πορνών και των αηδιαστικών πραγμάτων της γης». Κρατάει ένα χρυσό ποτήρι “γεμάτο με τα αηδιαστικά πράγματα της πορνείας που διέπραξε με τους βασιλιάδες της γης”. Αν και καλοπιάνει τα επίγεια βασίλεια για να έχει την εύνοιά τους, καθισμένη όπως είναι πάνω σε ένα συμβολικό θηρίο αποτελούμενο από τέτοιου είδους βασίλεια, έρχεται η ώρα που αυτό το «θηρίο» θα αρνηθεί να τη βαστάζει πια, θα στραφεί εναντίον της και θα την ερημώσει τελείως.—Βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ.
Η είσοδος στη «Νέα Ιερουσαλήμ», την αγνή τάξη της “νύφης” του Αρνιού, είναι αδύνατη για όσους εμμένουν σε «αηδιαστικό πράγμα», σύμφωνα με τα εδάφια Αποκάλυψη 21:9, 10, 27.
-
-
ΑθαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΘΑΪΑΣ
(Αθαΐας).
Κάποιος άντρας από τη φυλή του Ιούδα, απόγονος του Φαρές, ο οποίος κατονομάζεται μαζί με άλλους κατοίκους της Ιερουσαλήμ στην εποχή του Νεεμία, μετά την απελευθέρωση από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Νε 11:4-6.
-
-
ΑθανασίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΘΑΝΑΣΙΑ
Η λέξη ἀθανασία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από τη λέξη ἀθάνατος η οποία σχηματίζεται από το στερητικό μόριο α και τη λέξη θάνατος, αναφέρεται δε στο είδος της συγκεκριμένης ζωής, στο ότι είναι ατελεύτητη και ακατάστρεπτη. (1Κο 15:53, 54· 1Τι 6:16) Η λέξη ἀφθαρσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χαρακτηρίζει κάτι που δεν υπόκειται σε αλλοίωση, φθορά ή αφανισμό.—Ρω 2:7· 1Κο 15:42, 50, 53· Εφ 6:24· 2Τι 1:10.
Οι Εβραϊκές Γραφές δεν περιέχουν μεν τις λέξεις «αθάνατος» ή «αθανασία» αλλά παρ’ όλα αυτά δείχνουν ότι ο Ιεχωβά Θεός, ως η Πηγή κάθε ζωής, δεν υπόκειται στο θάνατο και συνεπώς είναι αθάνατος. (Ψλ 36:7, 9· 90:1, 2· Αββ 1:12) Αυτό το γεγονός υπογραμμίζεται και από τον Χριστιανό απόστολο Παύλο ο οποίος αναφέρεται στον Θεό ως τον «Βασιλιά . . . της αιωνιότητας, τον άφθαρτο».—1Τι 1:17.
Όπως δείχνει το λήμμα ΨΥΧΗ, οι Εβραϊκές Γραφές καθιστούν επίσης σαφές ότι ο άνθρωπος δεν είναι εγγενώς αθάνατος. Τα εδάφια που αναφέρουν ότι η ανθρώπινη ψυχή (εβρ., νέφες) πεθαίνει, οδεύει προς τον τάφο και εξολοθρεύεται είναι πολυάριθμα. (Γε 17:14· Ιη 10:32· Ιωβ 33:22· Ψλ 22:29· 78:50· Ιεζ 18:4, 20) Όπως είναι φυσικό, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές απηχούν την ίδια αντίληψη για τη λέξη ψυχή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, και αντίστοιχα περιέχουν αναφορές στο θάνατο της ψυχής. (Ματ 26:38· Μαρ 3:4· Πρ 3:23· Ιακ 5:20· Απ 8:9· 16:3) Συνεπώς, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν αμφισβητούν ούτε αλλοιώνουν τη θεόπνευστη διδασκαλία των Εβραϊκών Γραφών ότι ο άνθρωπος—η ανθρώπινη ψυχή—είναι θνητός, υποκείμενος στο θάνατο. Παρ’ όλα αυτά, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αποκαλύπτουν ότι ο Θεός έχει σκοπό να χορηγήσει αθανασία σε ορισμένους υπηρέτες του.
Με ποια έννοια είναι ο Ιησούς «ο μόνος που έχει αθανασία»;
Ο πρώτος που σύμφωνα με την Αγία Γραφή ανταμείφθηκε με το δώρο της αθανασίας είναι ο Ιησούς Χριστός. Το ότι αυτός δεν κατείχε αθανασία προτού τον αναστήσει ο Θεός φαίνεται από τα θεόπνευστα λόγια του αποστόλου Παύλου στο εδάφιο Ρωμαίους 6:9: «Ο Χριστός, τώρα που έχει εγερθεί από τους νεκρούς, δεν πεθαίνει πια· ο θάνατος δεν τον εξουσιάζει πια». (Παράβαλε Απ 1:17, 18.) Γι’ αυτό και τα εδάφια 1 Τιμόθεο 6:15, 16, τα οποία τον περιγράφουν ως “τον Βασιλιά εκείνων που κυβερνούν ως βασιλιάδες και Κύριο εκείνων που κυβερνούν ως κύριοι”, δείχνουν ότι ο Ιησούς διαφέρει από όλους τους άλλους βασιλιάδες και κυρίους ως προς το ότι αυτός είναι «ο μόνος που έχει αθανασία». Οι άλλοι βασιλιάδες και κύριοι, εφόσον είναι θνητοί, πεθαίνουν, όπως επίσης πέθαιναν και οι αρχιερείς του Ισραήλ. Εντούτοις, ο δοξασμένος Ιησούς, ο διορισμένος από τον Θεό Αρχιερέας κατά την τάξη του Μελχισεδέκ, έχει “ακατάστρεπτη ζωή”.—Εβρ 7:15-17, 23-25.
Η λέξη “ακατάστρεπτη” αποδίδει εδώ τη λέξη ἀκατάλυτος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που σημαίνει κατά κυριολεξία «αδιάλυτος» (Εβρ 7:16), και είναι σύνθετη λέξη, αποτελούμενη από το στερητικό μόριο α και το ρήμα καταλύω, το οποίο σημαίνει «διαλύω», έννοια που συναντάμε στη δήλωση του Ιησού ότι οι πέτρες του ναού στην Ιερουσαλήμ θα γκρεμίζονταν (Ματ 24:1, 2· καταλυθήσεται, Κείμενο), καθώς και στα λόγια του Παύλου αναφορικά με τη διάλυση της επίγειας “σκηνής” των Χριστιανών, δηλαδή της επίγειας ζωής που βίωναν σε ανθρώπινα σώματα. (2Κο 5:1· καταλυθῇ, Κείμενο) Έτσι λοιπόν, η αθάνατη ζωή που χορηγήθηκε στον Ιησού με την ανάστασή του δεν είναι απλώς ατελεύτητη, αλλά είναι υπεράνω αλλοίωσης ή διάλυσης και υπεράνω καταστροφής.
Χορήγηση Αθανασίας στους Κληρονόμους της Βασιλείας. Στους χρισμένους Χριστιανούς που καλούνται να βασιλέψουν μαζί με τον Χριστό στους ουρανούς (1Πε 1:3, 4) δίνεται η υπόσχεση ότι θα έχουν ανάσταση όμοια με αυτήν του Χριστού. (Ρω 6:5) Επομένως, τα χρισμένα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας που πεθαίνουν πιστά ανασταίνονται σε αθάνατη πνευματική ζωή, σαν τον Κύριό τους και Κεφαλή τους, με αποτέλεσμα “αυτό που είναι θνητό να ντύνεται αθανασία”. (1Κο 15:50-54) Όπως στην περίπτωση του Ιησού, έτσι και στη δική τους περίπτωση, αθανασία δεν σημαίνει απλώς αιώνια ζωή ή απαλλαγή από το θάνατο. Το ότι χορηγείται η «δύναμη μιας ακατάστρεπτης ζωής» και σε αυτούς επίσης, ως συγκληρονόμους με τον Χριστό, φαίνεται από τη συσχέτιση που κάνει ο απόστολος Παύλος ανάμεσα στην αφθαρσία και στην αθανασία που αυτοί αποκτούν. (1Κο 15:42-49) Σε αυτούς «ο δεύτερος θάνατος δεν έχει εξουσία».—Απ 20:6· βλέπε ΑΦΘΑΡΣΙΑ.
Η χορήγηση αθανασίας στους κληρονόμους της Βασιλείας καθίσταται ιδιαίτερα αξιοσημείωτη λόγω του γεγονότος ότι ακόμη και οι άγγελοι του Θεού παρουσιάζονται ως θνητοί, αν και κατέχουν πνευματικά και όχι σάρκινα σώματα. Η θνητότητα των αγγέλων είναι προφανής, δεδομένης της καταδίκης σε θάνατο που απαγγέλθηκε εναντίον του πνευματικού γιου ο οποίος έγινε ο Αντίδικος του Θεού, ή Σατανάς, καθώς και εναντίον των αγγέλων που ακολούθησαν την ίδια σατανική πορεία και «δεν κράτησαν την αρχική τους θέση αλλά εγκατέλειψαν την κατοικία που τους άρμοζε». (Ιου 6· Ματ 25:41· Απ 20:10, 14) Επομένως, η χορήγηση «ακατάστρεπτης ζωής» (Εβρ 7:16) ή ακατάλυτης ζωής σε όσους Χριστιανούς αποκτούν το προνόμιο να βασιλέψουν με τον Γιο του Θεού στην ουράνια Βασιλεία καταδεικνύει έξοχα την εμπιστοσύνη που έχει ο Θεός σε αυτούς.—Βλέπε ΖΩΗ· ΟΥΡΑΝΟΣ (Η οδός για την ουράνια ζωή).
-
-
ΑθαρίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΘΑΡΙΜ
(Αθαρίμ).
Αναφέρεται ότι οι Ισραηλίτες πήγαν «από το δρόμο του Αθαρίμ», κατά τη διάρκεια της οδοιπορίας τους προς την Υποσχεμένη Γη, όταν άφησαν την Κάδης-βαρνή και συνέχισαν μέσω του Όρους Ωρ. (Αρ 21:1) Κατόπιν, στην περιοχή της Νεγκέμπ δέχτηκαν επίθεση από το βασιλιά της Αράδ. Η ονομασία «Αθαρίμ» ίσως αναφέρεται σε τοποθεσία ή σε συγκεκριμένη διαδρομή.
-
-
ΑθάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΘΑΧ
(Αθάχ).
Ευνούχος του Βασιλιά Ασσουήρη, που ήταν διορισμένος να υπηρετεί τη Βασίλισσα Εσθήρ και μέσω του οποίου η Εσθήρ επικοινωνούσε με τον Μαροδοχαίο.—Εσθ 4:5, 6, 9, 10.
-
-
ΑθήναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΘΗΝΑ
(Αθήνα) [συγγενεύει ετυμολογικά με το όνομα της θεάς Αθηνάς].
Η σημερινή πρωτεύουσα της Ελλάδας και η πιο εξέχουσα πόλη της κατά τους αρχαίους χρόνους. Βρίσκεται προς το νότιο άκρο του λεκανοπεδίου της Αττικής, σε απόσταση 8 χλμ. περίπου από το Αιγαίο Πέλαγος, και εξυπηρετείται από το κοντινό της λιμάνι του Πειραιά με το οποίο συνδεόταν κατά τους προχριστιανικούς χρόνους μέσω μακρών, σχεδόν παράλληλων τειχών. Η γεωγραφική της θέση συνέβαλε πολύ στο ιστορικό της μεγαλείο. Τα βουνά που περιέβαλλαν την πόλη τής πρόσφεραν φυσική άμυνα και τα ορεινά περάσματα ήταν αρκετά μακριά ώστε να απαλείφεται το ενδεχόμενο αιφνιδιαστικής χερσαίας επίθεσης. Επίσης, βρισκόταν αρκετά μακριά από τη θάλασσα ώστε να είναι ασφαλής σε περίπτωση εισβολής από κάποιον στόλο, συγχρόνως όμως, η πρόσβαση στα τρία φυσικά λιμάνια της στον κοντινό Πειραιά ήταν εύκολη από την πόλη.
Πολιτιστικό και Θρησκευτικό Κέντρο. Παρότι η Αθήνα απέκτησε κάποια στρατιωτική φήμη ως πρωτεύουσα μιας μικρής αυτοκρατορίας και ως ισχυρή ναυτική δύναμη τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., πρωτίστως διακρίθηκε ως το κέντρο της ελληνικής παιδείας και των ελληνικών γραμμάτων και τεχνών. Εξελίχθηκε σε ακαδημαϊκή πόλη και διέθετε πληθώρα δασκάλων, ρητόρων και φιλοσόφων—ήταν μάλιστα η έδρα διάσημων φιλοσόφων όπως ο Σωκράτης, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Τέσσερις φιλοσοφικές σχολές ιδρύθηκαν εκεί—η Πλατωνική, η Περιπατητική, η Επικούρεια και η Στωική (Πρ 17:18)—στις οποίες φοιτούσαν σπουδαστές από ολόκληρη την αυτοκρατορία κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Επίσης, η Αθήνα ήταν πολύ θρησκευόμενη πόλη, γεγονός που προκάλεσε το σχόλιο του αποστόλου Παύλου πως οι Αθηναίοι “φαίνεται ότι έχουν μεγαλύτερο φόβο για τις θεότητες από ό,τι άλλοι”. (Πρ 17:22) Σύμφωνα με τον ιστορικό Ιώσηπο, οι Αθηναίοι ήταν «οι πιο ευσεβείς από όλους τους Έλληνες». (Κατ’ Απίωνος, Β΄, 130 [11]) Η Πολιτεία είχε υπό τον έλεγχό της τη θρησκεία και την προωθούσε πληρώνοντας για τις δημόσιες θυσίες, τις τελετές και τις πομπές που γίνονταν προς τιμήν των θεών. Είδωλα υπήρχαν σε ναούς, σε πλατείες και στους δρόμους, ενώ οι άνθρωποι συνήθιζαν να προσεύχονται στους θεούς πριν από τα συμπόσιά τους—στη διάρκεια των οποίων επιδίδονταν σε φιλοσοφικές συζητήσεις—καθώς και πριν από τις πολιτικές συγκεντρώσεις και τους αθλητικούς αγώνες. Μάλιστα για να μην προσβάλουν κανέναν από τους θεούς, οι Αθηναίοι είχαν φτιάξει βωμούς «Στον Άγνωστο Θεό», γεγονός που σχολιάζει ο Παύλος στο εδάφιο Πράξεις 17:23. Ο γεωγράφος του δεύτερου αιώνα Παυσανίας το επιβεβαιώνει αυτό, εξηγώντας ότι καθ’ οδόν από το λιμάνι του Φαληρικού Όρμου προς την Αθήνα (από όπου πιθανόν να πέρασε ο Παύλος κατά την άφιξή του) παρατήρησε “βωμούς θεών που ονομάζονταν Άγνωστοι και ηρώων”.—Ελλάδος Περιήγησις, Αττικά, Α΄, 4.
Η Παλαιότερη Ιστορία Της. Η πόλη αναπτύχθηκε γύρω από την Ακρόπολη, έναν προμήκη λόφο ύψους 150 μ. περίπου, τρεις από τις πλευρές του οποίου ορθώνονται απόκρημνες. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 749) Τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. κυβερνιόταν από μια ομάδα ευγενών ή αριστοκρατών η εξουσία των οποίων μεταβιβαζόταν κληρονομικά. Αυτοί ήταν γνωστοί ως Ευπατρίδες και είχαν το μονοπώλιο της πολιτικής εξουσίας καθώς και τον έλεγχο του Αρείου Πάγου, του κύριου ποινικού δικαστηρίου εκείνης της εποχής. Ωστόσο, στις αρχές του έκτου αιώνα Π.Κ.Χ., ο νομοθέτης Σόλων έκανε θεσμικές μεταρρυθμίσεις που βελτίωσαν την κατάσταση των φτωχών και έθεσαν το θεμέλιο για μια δημοκρατική διακυβέρνηση. Αυτή η δημοκρατία, όμως, ίσχυε μόνο για τους ελεύθερους πολίτες της χώρας, καθώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού ήταν δούλοι.
Μετά τις νίκες επί των Περσών τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., η Αθήνα έγινε η πρωτεύουσα μιας μικρής αυτοκρατορίας, η οποία είχε υπό τον έλεγχό της το μεγαλύτερο μέρος των παράκτιων περιοχών του Αιγαίου και της οποίας η εμπορική δραστηριότητα και η επιρροή απλώνονταν από την Ιταλία και τη Σικελία στη Δ μέχρι την Κύπρο και τη Συρία στην Α. Η πόλη έγινε η πολιτιστική ηγέτιδα του αρχαίου κόσμου με λαμπρά επιτεύγματα στα γράμματα και στις τέχνες. Εκείνη την εποχή ανεγέρθηκαν πολλά όμορφα δημόσια κτίρια και ναοί—μεταξύ αυτών ο Παρθενώνας (ο ναός της Αθηνάς) και το Ερέχθειο, τα ερείπια των οποίων στέκουν ακόμη πάνω στην Ακρόπολη, στη σημερινή Αθήνα. Ο Παρθενώνας θεωρούνταν το κυριότερο αρχιτεκτονικό μνημείο της αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας και κοσμούνταν από ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς ύψους 12 μ.
Ωστόσο, αυτή η υλική ομορφιά δεν απέφερε αληθινή πνευματική ανύψωση στους Αθηναίους, διότι οι θεοί και οι θεές τους οποίους τιμούσε επιδίδονταν, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, σε κάθε είδους ανήθικη και εγκληματική πράξη γνωστή στον άνθρωπο. Γι’ αυτόν το λόγο, στις ημέρες του Παύλου ο Έλληνας φιλόσοφος Απολλώνιος επέκρινε τους Αθηναίους για τους οργιαστικούς χορούς τους στα Διονύσια, που ήταν γιορτή προς τιμήν του Διονύσου (Βάκχου), και για τον ενθουσιασμό που έδειχναν βλέποντας να χύνεται ανθρώπινο αίμα στους αγώνες μονομάχων.
Η Αθηναϊκή Ηγεμονία διαλύθηκε μετά την ήττα της από τους Σπαρτιάτες στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, στο τέλος του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ., αλλά οι κατακτητές της σεβάστηκαν την πόλη λόγω του πολιτισμού της και δεν την κατέστρεψαν ολοσχερώς. Το 86 Π.Κ.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους, με αποτέλεσμα να στερηθεί την εμπορική και οικονομική της ευημερία. Έτσι λοιπόν, την εποχή που εμφανίστηκε στο προσκήνιο, στην Παλαιστίνη, ο Ιησούς και οι πρώτοι Χριστιανοί, η σπουδαιότητα της Αθήνας συνίστατο κυρίως στα ακαδημαϊκά της ιδρύματα και στις φιλοσοφικές της σχολές.
Η Δράση του Παύλου στην Αθήνα. Περίπου το 50 Κ.Χ. ο απόστολος Παύλος επισκέφτηκε την Αθήνα στη διάρκεια της δεύτερης ιεραποστολικής του περιοδείας. Είχε αφήσει τον Σίλα και τον Τιμόθεο στη Βέροια παραγγέλλοντάς τους να τον συναντήσουν το συντομότερο δυνατόν. (Πρ 17:13-15) Ενόσω τους περίμενε, παροξύνθηκε από τους πολλούς ψεύτικους θεούς της πόλης και έτσι άρχισε να συζητάει λογικά με τους ανθρώπους, τόσο στην Ιουδαϊκή συναγωγή όσο και στην αγορά. (Πρ 17:16, 17) Στην εποχή μας, αυτή η αγορά ΒΔ της Ακρόπολης ανασκάφηκε πλήρως από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Προφανώς, η αγορά δεν ήταν τόπος μόνο εμπορικών συναλλαγών αλλά και συζητήσεων και διεκπεραίωσης υποθέσεων της πολιτείας. Η φιλοπερίεργη διάθεση των Αθηναίων η οποία περιγράφεται στα εδάφια Πράξεις 17:18-21 αντικατοπτρίζεται στην κριτική που ασκεί ο Δημοσθένης στους Αθηναίους συμπολίτες του επειδή τους άρεσε να τριγυρίζουν στην αγορά και να ρωτούν διαρκώς: «Τι νέα;»
Ενόσω ο Παύλος ήταν στην αγορά, τον πλησίασαν Στωικοί και Επικούρειοι φιλόσοφοι οι οποίοι τον είδαν καχύποπτα ως “διαγγελέα ξένων θεοτήτων”. (Πρ 17:18) Υπήρχαν πολλά είδη θρησκειών στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αλλά οι ελληνικοί και οι ρωμαϊκοί νόμοι απαγόρευαν την εισαγωγή ξένων θεών και καινούριων θρησκευτικών συνηθειών, ιδίως όταν αυτά συγκρούονταν με την τοπική θρησκεία. Ο Παύλος προφανώς είχε αντιμετωπίσει δυσκολίες λόγω θρησκευτικής μισαλλοδοξίας στην εκρωμαϊσμένη πόλη των Φιλίππων. (Πρ 16:19-24) Οι κάτοικοι της Αθήνας αποδείχτηκαν πιο σκεπτικιστές και ανεκτικοί από τους Φιλιππήσιους, αλλά προφανώς δεν έπαυαν να ενδιαφέρονται για το πώς αυτή η καινούρια διδασκαλία θα μπορούσε να επηρεάσει την ασφάλεια της πολιτείας. Ο Παύλος οδηγήθηκε στον Άρειο Πάγο, αλλά δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα αν μίλησε ενώπιον του ομώνυμου δικαστηρίου. Μερικοί ισχυρίζονται ότι στις ημέρες του Παύλου το δικαστήριο δεν συνερχόταν πλέον στο λόφο αλλά στην αγορά.
Η γλαφυρή μαρτυρία που έδωσε ο Παύλος ενώπιον αυτών των πολυμαθών Αθηναίων αποτελεί μάθημα διακριτικότητας και διάκρισης. Ο Παύλος έδειξε ότι δεν κήρυττε για κάποια καινούρια θεότητα αλλά ότι, απεναντίας, κήρυττε για τον ίδιο τον Δημιουργό του ουρανού και της γης, και με διακριτικότητα αναφέρθηκε στον «Άγνωστο Θεό» του οποίου το βωμό είχε δει, παραθέτοντας μάλιστα από τα Φαινόμενα του Άρατου, ενός ποιητή από τους Σόλους της Κιλικίας, και από τον Ύμνο εις τον Δία του Κλεάνθη. (Πρ 17:22-31) Παρότι οι περισσότεροι τον ενέπαιξαν, μερικοί Αθηναίοι, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Αρεοπαγίτης δικαστής Διονύσιος και μια γυναίκα ονόματι Δάμαρις, έγιναν πιστοί.—Πρ 17:32-34.
Ίσως ο Τιμόθεος συνάντησε τον Παύλο στην Αθήνα και στη συνέχεια στάλθηκε πίσω στη Θεσσαλονίκη. Αλλά φαίνεται πιο πιθανό να ήταν στη Βέροια όταν ειδοποιήθηκε από τον Παύλο να κάνει το ταξίδι στη Θεσσαλονίκη, με αποτέλεσμα να μείνει ο Παύλος στην Αθήνα χωρίς συντρόφους. Το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο που εμφανίζεται στα εδάφια 1 Θεσσαλονικείς 3:1, 2 φαίνεται ότι αποτελεί τρόπο έκφρασης που χρησιμοποιεί ο Παύλος αναφερόμενος στον εαυτό του. (Παράβαλε 1Θε 2:18· 3:6.) Αν ισχύει αυτό, τότε ο Παύλος έφυγε μόνος του από την Αθήνα και συνέχισε μέχρι την Κόρινθο, όπου τελικά ξαναβρέθηκε με τον Σίλα και τον Τιμόθεο. (Πρ 18:5) Είναι πιθανό να επισκέφτηκε και πάλι ο Παύλος την Αθήνα στην τρίτη ιεραποστολική περιοδεία του (55 ή 56 Κ.Χ.), δεδομένου ότι το υπόμνημα αναφέρει πως τότε έμεινε τρεις μήνες στην Ελλάδα.—Πρ 20:2, 3.
[Εικόνα στη σελίδα 115]
Η σημερινή Αθήνα με το λόφο του Λυκαβηττού
-
-
ΑθλαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΘΛΑΪ
(Αθλαΐ).
Γιος του Βηβαΐ· ένας από τους Ισραηλίτες που απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους μετά τον ερχομό του Έσδρα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 10:28, 44.
-
-
ΑϊάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΪΑ
(Αϊά) [Μελανόχρωμος Ικτίνος].
1. Ο πρώτος από τους δύο γιους του Ευαίου σεΐχη Σεβεγών στη σειρά με την οποία κατονομάζονται και θείος της Οολιβαμά, μιας από τις συζύγους του Ησαύ.—Γε 36:2, 20, 24, 29· 1Χρ 1:40.
2. Πατέρας της Ρεσφά, παλλακίδας του Σαούλ. Οι δύο εγγονοί του που προήλθαν από αυτή την ένωση εκτελέστηκαν.—2Σα 3:7· 21:8-11.
-
-
ΑιαλώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΑΛΩΝ
(Αιαλών) [Τόπος του Ελαφιού].
1. Πόλη της Σεφηλά, δηλαδή μιας περιοχής με χαμηλούς λόφους στην Παλαιστίνη, χτισμένη σε έναν λόφο στο νότιο άκρο της όμορφης κοιλάδας της Αιαλών. Το χωριό που υπάρχει εκεί ονομάζεται τώρα Γιαλό και βρίσκεται Β του δρόμου που οδηγεί από την Ιερουσαλήμ στο Τελ Αβίβ-Γιάφο, περίπου 21 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ.
Η Κοιλάδα της Αιαλών είναι η βορειότερη από μια σειρά κοιλάδων οι οποίες διασχίζουν τους λόφους της Σεφηλά και ήταν ένα σημαντικό πέρασμα που οδηγούσε από τις παράκτιες πεδιάδες στην κεντρική ορεινή περιοχή. Ο Ιησούς του Ναυή βρισκόταν προφανώς κοντά σε αυτή την πεδιάδα όταν ζήτησε να “σταθούν” ο ήλιος και η σελήνη πάνω από τη Γαβαών και πάνω από «την κοιλάδα της Αιαλών», προς το τέλος της νικηφόρας μάχης του εναντίον των πέντε Αμορραίων βασιλιάδων που είχαν επιτεθεί στη Γαβαών. (Ιη 10:12-14) Μετά την κατάκτηση της Χαναάν από τον Ιησού του Ναυή, η Αιαλών παραχωρήθηκε στη φυλή του Δαν. (Ιη 19:40-42) Αργότερα παραχωρήθηκε στους γιους του Καάθ ως Λευιτική πόλη.—Ιη 21:24.
Αρχικά, οι Δανίτες δεν στάθηκαν ικανοί να εκδιώξουν τους Αμορραίους από την Αιαλών, αλλά φαίνεται ότι ο Εφραΐμ από τα Β πρόστρεξε σε βοήθειά τους και “το χέρι του οίκου του Ιωσήφ έγινε τόσο βαρύ ώστε επιβλήθηκε [στους Αμορραίους] καταναγκαστική εργασία”. (Κρ 1:34, 35) Ενδεχομένως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το εδάφιο 1 Χρονικών 6:69 καταχωρίζει την Αιαλών ως μια από τις πόλεις των Εφραϊμιτών την οποία εκείνοι παραχώρησαν στους Κααθίτες. (Βλέπε, ωστόσο, την αντίστοιχη περίπτωση της ΓΑΘ-ΡΙΜΜΩΝ Αρ. 1.) Μεταγενέστερα, ίσως μετά τη διαίρεση του βασιλείου, αναφέρεται ως η πόλη ορισμένων διακεκριμένων Βενιαμιτών.—1Χρ 8:13.
Στην Αιαλών, ο Σαούλ κέρδισε την πρώτη του νίκη επί των Φιλισταίων όταν ο Ισραήλ “πάταξε τους Φιλισταίους [που είχαν τραπεί σε φυγή] από τη Μιχμάς ως την Αιαλών”. (1Σα 14:31) Πολλά χρόνια αργότερα, όταν το βασίλειο είχε διαιρεθεί έπειτα από το θάνατο του Βασιλιά Σολομώντα (περ. 998 Π.Κ.Χ.), ο γιος και διάδοχός του, ο Ροβοάμ, οχύρωσε την Αιαλών και την κατέστησε ένα από τα προπύργιά του σε περίπτωση επίθεσης από τα Β και τα Δ. (2Χρ 11:5-12) Σχεδόν δυόμισι αιώνες αργότερα, η Αιαλών κατέληξε στα χέρια των Φιλισταίων, στη διάρκεια της βασιλείας του άπιστου Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.).—2Χρ 28:18.
Η Αιαλών μνημονεύεται σε μια από τις Πινακίδες της Αμάρνα ως Αγιαλούνα.
2. Τοποθεσία στην περιοχή του Ζαβουλών, όπου θάφτηκε ο Κριτής Αιλών, ο οποίος καταγόταν από εκείνη τη φυλή. (Κρ 12:12) Η θέση της είναι άγνωστη.
[Εικόνα στη σελίδα 116]
Η Κοιλάδα της Αιαλών. Στη μάχη με τους Αμορραίους, ο Ιησούς του Ναυή ζήτησε να μείνει η σελήνη ακίνητη «πάνω από την κοιλάδα της Αιαλών»
-
-
ΑίγαγροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΓΑΓΡΟΣ
Βλέπε ΚΑΤΣΙΚΙ.
-
-
Αίγα των ΒουνώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΓΑ ΤΩΝ ΒΟΥΝΩΝ
Βλέπε ΚΑΤΣΙΚΙ.
-
-
Αίγυπτος, ΑιγύπτιοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ
Η Αίγυπτος και οι κάτοικοί της αναφέρονται περισσότερες από 700 φορές στην Αγία Γραφή. Στο πρωτότυπο κείμενο των Εβραϊκών Γραφών, η Αίγυπτος προσδιορίζεται συνήθως με την ονομασία Μισραΐμ (Μιτσράγιμ) (παράβαλε Γε 50:11), η οποία προφανώς υποδήλωνε την εξέχουσα θέση ή την επικράτηση των απογόνων αυτού του γιου του Χαμ σε εκείνη την περιοχή. (Γε 10:6) Ακόμη και σήμερα, οι Άραβες ονομάζουν την Αίγυπτο Μισρ. Σε ορισμένους ψαλμούς αποκαλείται «γη του Χαμ».—Ψλ 105:23, 27· 106:21, 22.
Τα Όρια και η Γεωγραφία Της. (ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 531) Τόσο στην αρχαιότητα όσο και στη σύγχρονη εποχή, η Αίγυπτος οφείλει την ύπαρξή της στον Νείλο Ποταμό, του οποίου η εύφορη κοιλάδα σχηματίζει μια στενόμακρη πράσινη λωρίδα μέσα στις αφιλόξενες ερήμους της βορειοανατολικής Αφρικής. Η «Κάτω Αίγυπτος» αποτελούνταν από την πλατιά περιοχή του Δέλτα όπου ο Νείλος διακλαδίζεται προτού εκβάλει στη Μεσόγειο Θάλασσα. Κάποτε είχε τουλάχιστον πέντε ξεχωριστές διακλαδώσεις, αλλά σήμερα έχει μόνο δύο. Από το σημείο όπου τα νερά του Νείλου ακολουθούν διαφορετικές κατευθύνσεις (κοντά στο σημερινό Κάιρο) μέχρι την ακτή της θάλασσας μεσολαβεί απόσταση περίπου 160 χλμ. Η τοποθεσία της αρχαίας Ηλιούπολης (της Βιβλικής Ων) βρίσκεται σε μικρή απόσταση Β του Καΐρου, ενώ λίγα χιλιόμετρα Ν του Καΐρου βρίσκεται η Μέμφις (στην Αγία Γραφή αποκαλείται συνήθως Νοφ). (Γε 46:20· Ιερ 46:19· Ωσ 9:6) Νότια της Μέμφιδος άρχιζε η περιοχή της «Άνω Αιγύπτου», η οποία εκτεινόταν κατά μήκος της κοιλάδας μέχρι τον πρώτο καταρράκτη του Νείλου στο Ασουάν (την αρχαία Συήνη), καλύπτοντας μια απόσταση περίπου 960 χλμ. Πολλοί λόγιοι, όμως, θεωρούν ότι είναι λογικότερο να ονομάζουν το βόρειο μέρος αυτού του τμήματος «Μέση Αίγυπτο». Σε ολόκληρη αυτή την περιοχή (της Μέσης και της Άνω Αιγύπτου), το πλάτος της επίπεδης Κοιλάδας του Νείλου σπάνια υπερβαίνει τα 20 χλμ. Η κοιλάδα περιστοιχίζεται από ασβεστολιθικά και ψαμμιτικά απόκρημνα υψώματα τα οποία αποτελούν την άκρη της καθαυτό ερήμου.
Πέρα από τον πρώτο καταρράκτη βρισκόταν η αρχαία Αιθιοπία, γι’ αυτό και λέγεται για την Αίγυπτο ότι εκτεινόταν «από τη Μιγδώλ [προφανώς μια τοποθεσία στη βορειοανατολική Αίγυπτο] ως τη Συήνη και ως τα όρια της Αιθιοπίας». (Ιεζ 29:10) Μολονότι ο εβραϊκός όρος Μιτσράγιμ χρησιμοποιείται κανονικά για να υποδηλώσει ολόκληρη τη γη της Αιγύπτου, πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις αντιπροσωπεύει την Κάτω Αίγυπτο—ίσως και τη Μέση Αίγυπτο—ενώ η Άνω Αίγυπτος προσδιορίζεται από το όνομα Παθρώς. Η αναφορά του εδαφίου Ησαΐας 11:11 στην “Αίγυπτο [Μισραΐμ], στην Παθρώς και στον Χους” παραλληλίζεται με μια παρόμοια γεωγραφική διάταξη που εμφανίζεται σε επιγραφή του Ασσύριου Βασιλιά Εσάρ-αδδών, η οποία μνημονεύει ως μέρος της αυτοκρατορίας του τις περιοχές “Μουσούρ, Πατουρισί και Κουσού”.—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 290.
Συνορεύοντας προς Β με τη Μεσόγειο Θάλασσα και προς Ν με τον πρώτο καταρράκτη του Νείλου και τη Νουβία-Αιθιοπία, η Αίγυπτος περικλειόταν από τη Λιβυκή Έρημο (τμήμα της Σαχάρας) στα Δ και την Έρημο της Ερυθράς Θάλασσας στα Α. Επομένως, ήταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της τελείως απομονωμένη από εξωτερικές επιρροές και προστατευμένη από επιδρομές. Ωστόσο, η Χερσόνησος του Σινά στα ΒΑ αποτελούσε τη γέφυρα με την ήπειρο της Ασίας (1Σα 15:7· 27:8), και από αυτή τη γέφυρα γης κατέφθαναν εμπορικά καραβάνια (Γε 37:25), μετανάστες και, αργότερα, στρατεύματα εισβολέων. Η «κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου», την οποία συνήθως ταυτίζουν με το Ουάντι ελ-Αρίς στη Χερσόνησο του Σινά, αποτελούσε προφανώς το βορειοανατολικό άκρο της εδραιωμένης επικράτειας της Αιγύπτου. (2Βα 24:7) Πέρα από εκεί εκτεινόταν η Χαναάν. (Ιη 15:4) Στην έρημο Δ του Νείλου, υπήρχαν τουλάχιστον πέντε οάσεις που απάρτιζαν τμήμα του αιγυπτιακού βασιλείου. Η μεγάλη όαση του Φαγιούμ, περίπου 72 χλμ. ΝΔ της αρχαίας Μέμφιδος, λάβαινε νερό από τον Νείλο μέσω ενός καναλιού.
Οικονομία εξαρτώμενη από τον Νείλο. Μολονότι σήμερα οι έρημοι δίπλα από την Κοιλάδα του Νείλου έχουν ελάχιστη ή και καθόλου βλάστηση, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να βόσκουν εκεί ζώα, υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στην αρχαιότητα ζούσαν στις ρεματιές πολλά θηράματα τα οποία κυνηγούσαν οι Αιγύπτιοι. Παρ’ όλα αυτά, οι βροχές ήταν προφανώς σποραδικές και σήμερα είναι αμελητέες (το ύψος των βροχοπτώσεων στο Κάιρο ίσως φτάνει τα 5 εκ. ετησίως). Επομένως, η ζωή στην Αίγυπτο εξαρτόταν από τα νερά του Νείλου.
Οι πηγές του Νείλου βρίσκονται στα βουνά της Αιθιοπίας και των γειτονικών χωρών. Εδώ, οι εποχιακές βροχοπτώσεις ήταν τόσο πολλές ώστε προκαλούσαν ανύψωση της στάθμης του ποταμού, κάνοντάς τον να πλημμυρίζει τις όχθες του στην Αίγυπτο κάθε χρόνο, από τον Ιούλιο ως τον Σεπτέμβριο. (Παράβαλε Αμ 8:8· 9:5.) Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο διοχετευόταν νερό στα αρδευτικά κανάλια και στις αρδευτικές λεκάνες, αλλά επίσης κατακαθόταν πολύτιμη λάσπη που εμπλούτιζε το έδαφος. Τόσο εύφορη ήταν η Κοιλάδα του Νείλου, όπως και το Δέλτα, ώστε όταν ο Λωτ είδε την περιοχή των Σοδόμων και των Γομόρρων—μια περιοχή με άφθονα νερά—την παρομοίασε με «τον κήπο του Ιεχωβά, [με] τη γη της Αιγύπτου». (Γε 13:10) Ωστόσο, το μέγεθος της πλημμύρας παρουσίαζε διακυμάνσεις. Όταν η πλημμύρα ήταν μικρή, η παραγωγή δεν επαρκούσε και το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχει πείνα. (Γε 41:29-31) Η παντελής έλλειψη πλημμυρών στον Νείλο θα συνιστούσε τεράστια καταστροφή και θα μετέτρεπε τη χώρα σε άγονη έρημο.—Ησ 19:5-7· Ιεζ 29:10-12.
Προϊόντα. Τα κύρια προϊόντα της Αιγύπτου, χώρας με πλούσια αγροτική παραγωγή, ήταν το κριθάρι, το σιτάρι, το αγριοσίταρο και το λινάρι (από το οποίο φτιαχνόταν εκλεκτό λινό ύφασμα που εξαγόταν σε πολλές χώρες). (Εξ 9:31, 32· Παρ 7:16) Υπήρχαν αμπέλια, καθώς επίσης χουρμαδιές, συκιές και ροδιές. Οι λαχανόκηποι παρήγαν μεγάλη ποικιλία προϊόντων, όπως αγγούρια, καρπούζια, πράσα, κρεμμύδια και σκόρδα. (Γε 40:9-11· Αρ 11:5· 20:5) Η αναφορά στο “πότισμα της γης με το πόδι” (Δευ 11:10) θεωρείται από ορισμένους μελετητές ότι υποδηλώνει τη χρήση ποδοκίνητου υδροτροχού. Μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι άνοιγαν και έκλειναν με τα πόδια τα κανάλια μέσα από τα οποία έρρεαν τα αρδευτικά νερά.
Όταν οι γειτονικές χώρες πλήττονταν από πείνα, οι άνθρωποι κατέβαιναν συχνά στην εύφορη Αίγυπτο, όπως έκανε και ο Αβραάμ στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ. (Γε 12:10) Με την πάροδο του χρόνου, η Αίγυπτος αποτέλεσε το σιτοβολώνα μεγάλου μέρους της περιοχής της Μεσογείου. Το πλοίο από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στο οποίο επιβιβάστηκε ο απόστολος Παύλος από τα Μύρα τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., ήταν σιταγωγό που έπλεε προς την Ιταλία.—Πρ 27:5, 6, 38.
Ένα άλλο σπουδαίο προϊόν που εξήγε η Αίγυπτος ήταν ο πάπυρος, το ποώδες φυτό που ευδοκιμούσε στα πολυάριθμα έλη του Δέλτα (Εξ 2:3· παράβαλε Ιωβ 8:11) και χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή γραφικής ύλης. Επειδή, όμως, στην Αίγυπτο δεν υπήρχαν δάση, αναγκάζονταν να εισάγουν ξυλεία από τη Φοινίκη, ειδικά ξύλο κέδρου από λιμάνια όπως η Τύρος, όπου τα πολύχρωμα λινά υφάσματα της Αιγύπτου ήταν περιζήτητα. (Ιεζ 27:7) Οι ναοί και τα μνημεία της Αιγύπτου χτίζονταν από γρανίτη και μερικές μαλακότερες πέτρες, όπως ο ασβεστόλιθος, υλικά από τα οποία υπήρχαν άφθονα αποθέματα στους λόφους κατά μήκος της Κοιλάδας του Νείλου. Τα συνηθισμένα σπίτια, αλλά ακόμη και ανάκτορα, κατασκευάζονταν από πλίθους (οι οποίοι αποτελούσαν κοινό οικοδομικό υλικό). Τα αιγυπτιακά ορυχεία στους λόφους που υπήρχαν κατά μήκος της Ερυθράς Θάλασσας (καθώς και απέναντι, στη Χερσόνησο του Σινά) έβγαζαν χρυσάφι και χαλκό. Από αυτόν το χαλκό κατασκευάζονταν μπρούντζινα αντικείμενα τα οποία επίσης εξάγονταν.—Γε 13:1, 2· Ψλ 68:31.
Η κτηνοτροφία έπαιζε σημαντικό ρόλο στην αιγυπτιακή οικονομία. Ο Αβραάμ απέκτησε πρόβατα και βόδια ενόσω βρισκόταν εκεί, καθώς και υποζύγια, όπως γαϊδούρια και καμήλες. (Γε 12:16· Εξ 9:3) Όταν ασκούσε τη διαχείριση στην Αίγυπτο ο Ιωσήφ (1737-1657 Π.Κ.Χ.), αναφέρεται ότι υπήρχαν άλογα, τα οποία πιστεύεται γενικά ότι προήλθαν από την Ασία. (Γε 47:17· 50:9) Μπορεί οι Αιγύπτιοι να τα απέκτησαν αρχικά μέσω εμπορίου ή να τα αιχμαλώτισαν στη διάρκεια επιδρομών τους σε χώρες οι οποίες βρίσκονταν ΒΑ. Τον καιρό του Σολομώντα τα άλογα της Αιγύπτου ήταν τόσο πολλά και θεωρούνταν τόσο καλά ώστε αποτελούσαν σπουδαίο εμπόρευμα (μαζί με τα αιγυπτιακά άρματα) στην παγκόσμια αγορά.—1Βα 10:28, 29.
Υπήρχαν άφθονα αρπακτικά και νεκροφάγα πουλιά, όπως γύπες, ικτίνοι, αετοί και γεράκια, καθώς και πολλά υδρόβια πουλιά, μεταξύ των οποίων η ίβις και ο γερανός. Ο Νείλος έβριθε από ψάρια (Ησ 19:8), οι δε ιπποπόταμοι και οι κροκόδειλοι ήταν σύνηθες θέαμα. (Παράβαλε με τη συμβολική γλώσσα των εδ. Ιεζ 29:2-5.) Στις ερήμους ενδημούσαν τσακάλια, λύκοι, ύαινες και λιοντάρια, καθώς και διάφορα είδη φιδιών και άλλων ερπετών.
Ο Λαός. Ο λαός της Αιγύπτου ήταν χαμιτικός και, από ό,τι φαίνεται, καταγόταν κυρίως από τον Μισραΐμ, γιο του Χαμ. (Γε 10:6) Μετά το διασκορπισμό που έλαβε χώρα στη Βαβέλ (Γε 11:8, 9), πολλοί από τους απογόνους του Μισραΐμ, όπως οι Λουδίμ, οι Αναμίμ, οι Λεαβίμ, οι Ναφθουχίμ και οι Παθρουσίμ, μπορεί να μετανάστευσαν στη βόρεια Αφρική. (Γε 10:6, 13, 14) Όπως επισημάνθηκε ήδη, το όνομα Παθρώς (ενικός αριθμός του ονόματος Παθρουσίμ) συσχετίζεται με την Άνω Αίγυπτο, ενώ υπάρχουν κάποια στοιχεία που τοποθετούν τους Ναφθουχίμ στην περιοχή του Δέλτα της Αιγύπτου.
Υπέρ της άποψης ότι υπήρχε ένας αρκετά πολυσύνθετος πληθυσμός, που απαρτιζόταν από διαφορετικές φυλές οικογενειακών ομάδων, συνηγορεί το γεγονός ότι από αρχαιοτάτων χρόνων η χώρα ήταν διαιρεμένη σε πολυάριθμα τμήματα (αργότερα ονομάστηκαν νομοί) και ότι αυτή η διαίρεση εξακολουθούσε να υφίσταται και αποτελούσε μέρος της κυβερνητικής δομής και μετά την ενοποίηση της χώρας υπό έναν κυρίαρχο ηγεμόνα, μάλιστα δε και μέχρι το τέλος της αυτοκρατορίας. Γενικά αναγνωρίζονταν 42 νομοί, 20 στην Κάτω Αίγυπτο και 22 στην Άνω Αίγυπτο. Σε όλη την ιστορία της χώρας, η συνεχής διάκριση μεταξύ της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου, μολονότι ίσως οφείλεται σε γεωγραφικές διαφορές, μπορεί να εμπεριέχει και έναν αρχικό φυλετικό διαχωρισμό. Όποτε εξασθενούσε η κεντρική εξουσία, η χώρα έτεινε να διαιρείται σε αυτά τα δύο κύρια τμήματα ή ακόμη και να προσεγγίζει τον κατακερματισμό σε πολυάριθμα μικρά βασίλεια που είχαν ως επικράτεια τους διάφορους νομούς.
Με βάση αρχαίες ζωγραφικές παραστάσεις, καθώς και από τις μούμιες, υποστηρίζεται ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν γενικά μικρόσωμοι, λεπτοί και μελαμψοί, μολονότι όχι νεγροειδείς. Ωστόσο, οι αρχαίες ζωγραφικές παραστάσεις και τα γλυπτά φανερώνουν αξιοσημείωτη ποικιλία.
Γλώσσα. Οι σύγχρονοι μελετητές τείνουν να χαρακτηρίζουν την αιγυπτιακή γλώσσα με τον όρο «σημιτοχαμιτική» ή με άλλους παρόμοιους. Μολονότι η γλώσσα ήταν κατά βάση χαμιτική, υπάρχει η άποψη ότι η γραμματική της παρουσίαζε πολλές αναλογίες με τη γραμματική των σημιτικών γλωσσών, καθώς και ότι υπήρχαν κάποιες ομοιότητες στο λεξιλόγιο. Παρά τις φαινομενικές αυτές συνδέσεις, θεωρείται ότι «η αιγυπτιακή διαφέρει από όλες τις σημιτικές γλώσσες πολύ περισσότερο από όσο διαφέρει καθεμιά από αυτές με οποιαδήποτε άλλη, και τουλάχιστον μέχρι να προσδιοριστεί ακριβέστερα η σχέση της με τις αφρικανικές γλώσσες, η αιγυπτιακή πρέπει να καταταχθεί οπωσδήποτε εκτός της σημιτικής ομάδας». (Αιγυπτιακή Γραμματική [Egyptian Grammar], του Α. Γκάρντινερ, Λονδίνο, 1957, σ. 3) Όταν ο Ιωσήφ απέκρυψε την ταυτότητά του από τους αδελφούς του, τους μίλησε μέσω Αιγύπτιου διερμηνέα.—Γε 42:23.
Ούτως ή άλλως, κάποιοι παράγοντες καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων για τις παλαιότατες μορφές της γλώσσας που χρησιμοποιούνταν στην Αίγυπτο. Ένας από αυτούς είναι το αιγυπτιακό σύστημα γραφής. Οι αρχαίες επιγραφές χρησιμοποιούν πικτογραφικά σύμβολα (αναπαραστάσεις ζώων, πουλιών, φυτών ή άλλων αντικειμένων) καθώς και κάποια γεωμετρικά σχήματα—ένα σύστημα γραφής την οποία οι αρχαίοι Έλληνες ονόμασαν ιερογλυφική. Μολονότι ορισμένα σύμβολα κατέληξαν να αντιπροσωπεύουν συλλαβές, αυτά χρησιμοποιούνταν μόνο για να συμπληρώσουν τα ιερογλυφικά και δεν τα αντικαθιστούσαν ποτέ. Επιπλέον, οι ακριβείς φθόγγοι που παριστάνονταν με αυτές τις συλλαβές δεν είναι γνωστοί σήμερα. Κάποια βοήθεια προσφέρουν ορισμένα συγγράμματα σε σφηνοειδή γραφή που κάνουν αναφορές στην Αίγυπτο από τα μέσα κιόλας της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ. Μεταγραφές διαφόρων αιγυπτιακών ονομάτων και άλλων λέξεων στην ελληνική από τον έκτο περίπου αιώνα Κ.Χ., καθώς και διάφορες μεταγραφές στην αραμαϊκή οι οποίες αρχίζουν να εμφανίζονται έναν περίπου αιώνα αργότερα, δίνουν παρομοίως κάποια ιδέα για την προφορά των μεταγραμμένων αιγυπτιακών λέξεων. Ωστόσο, η αναπαραγωγή του φωνολογικού συστήματος, δηλαδή του τρόπου προφοράς των φθόγγων, της αρχαίας αιγυπτιακής εξακολουθεί να βασίζεται πρωτίστως στην κοπτική, τη μορφή της αιγυπτιακής που χρησιμοποιείται από τον τρίτο αιώνα Κ.Χ. και εφεξής. Επομένως, η αρχική δομή του αρχαίου λεξιλογίου στην παλαιότατη μορφή του, ιδιαίτερα στη μορφή που είχε πριν από την παραμονή των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο, μπορεί να αναπλαστεί μόνο κατά προσέγγιση. Παραδείγματος χάρη, βλέπε ΝΩ, ΝΩ-ΑΜΜΩΝ.
Εκτός αυτού, οι γνώσεις μας γύρω από άλλες αρχαίες χαμιτικές γλώσσες της Αφρικής είναι πολύ περιορισμένες σήμερα, πράγμα που καθιστά δύσκολη τη συσχέτιση της αιγυπτιακής με αυτές. Δεν έχουν βρεθεί επιγραφές σε αφρικανικές γλώσσες εκτός της αιγυπτιακής οι οποίες να ανάγονται σε εποχές πριν από την Κοινή Χρονολογία. Τα δεδομένα επιβεβαιώνουν τη Βιβλική αφήγηση για τη σύγχυση των γλωσσών και, όπως φαίνεται, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, ως απόγονοι του Χαμ μέσω του Μισραΐμ, μιλούσαν μια γλώσσα διαφορετική και ξεχωριστή από τις σημιτικές γλώσσες.
Τα ιερογλυφικά χρησιμοποιούνταν ειδικά για επιγραφές μνημείων και τοιχογραφίες, όπου τα σύμβολα χαράζονταν με μεγάλη λεπτομέρεια. Μολονότι εξακολούθησαν να βρίσκονται σε χρήση μέχρι την αρχή της Κοινής Χρονολογίας, ιδιαίτερα στα θρησκευτικά κείμενα, οι γραφείς που έγραφαν με μελάνι πάνω σε δέρμα και πάπυρο ανέπτυξαν από νωρίς μια ευκολότερη γραφή σε απλουστευμένη, ρέουσα μορφή. Τη γραφή αυτή—που ονομάστηκε ιερατική—διαδέχθηκε μια ακόμη πιο ρέουσα μορφή, η δημοτική, ιδιαίτερα από τη λεγόμενη «Εικοστή Έκτη Δυναστεία» (έβδομος και έκτος αιώνας Π.Κ.Χ.) και έπειτα. Η αποκρυπτογράφηση των αιγυπτιακών κειμένων έγινε δυνατή μόνο μετά την ανακάλυψη της Στήλης της Ροζέτης το 1799. Αυτή η επιγραφή, που εκτίθεται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο, περιέχει ένα διάταγμα για την απονομή τιμών προς τον Πτολεμαίο Ε΄ (τον Επιφανή) και χρονολογείται από το 196 Π.Κ.Χ. Είναι γραμμένη στην ιερογλυφική και στη δημοτική αιγυπτιακή, καθώς επίσης στην ελληνική, το δε ελληνικό κείμενο αποτέλεσε το κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της αιγυπτιακής.
Θρησκεία. Η Αίγυπτος ήταν άκρως θρησκευόμενη χώρα στην οποία κυριαρχούσε ο πολυθεϊσμός. Κάθε πόλη, μεγάλη ή μικρή, είχε τη δική της τοπική θεότητα η οποία έφερε τον τίτλο «Κύριος της Πόλης». Ένας κατάλογος που βρέθηκε στον τάφο του Τουθμώσεως Γ΄ αναφέρει τα ονόματα περίπου 740 θεών. (Εξ 12:12) Συχνά ο θεός παριστανόταν παντρεμένος με κάποια θεά που του είχε γεννήσει έναν γιο, «με αποτέλεσμα να σχηματίζεται μια τριάδα θεών, στην οποία μάλιστα ο πατέρας δεν ήταν πάντοτε επικεφαλής. Ενίοτε αρκούνταν στο ρόλο του πριγκιπικού συζύγου, ενώ κύρια τοπική θεότητα παρέμενε η θεά». (Νέα Εγκυκλοπαίδεια Λαρούς της Μυθολογίας [New Larousse Encyclopedia of Mythology], 1968, σ. 10) Καθένας από τους κυριότερους θεούς κατοικούσε σε ναό στον οποίο δεν είχε πρόσβαση ο λαός. Ο θεός λατρευόταν από τους ιερείς οι οποίοι κάθε πρωί τον ξυπνούσαν με έναν ύμνο, τον έλουζαν, τον έντυναν, τον «τάιζαν» και του πρόσφεραν και άλλες υπηρεσίες. (Αντιπαράβαλε Ψλ 121:3, 4· Ησ 40:28.) Σε όλες αυτές τις ενέργειες οι ιερείς προφανώς εκλαμβάνονταν ως εκπρόσωποι του Φαραώ, ο οποίος με τη σειρά του, σύμφωνα με την επικρατούσα αντίληψη, ήταν και ο ίδιος ζωντανός θεός, ο γιος του θεού Ρα. Αυτή η κατάσταση οπωσδήποτε εξαίρει το θάρρος που εκδήλωσαν ο Μωυσής και ο Ααρών, όταν εμφανίστηκαν ενώπιον του Φαραώ για να του γνωστοποιήσουν το διάταγμα του αληθινού Θεού, και προσδίδει νόημα στην αλαζονική απάντηση του Φαραώ: «Ποιος είναι ο Ιεχωβά ώστε να υπακούσω στη φωνή του;»—Εξ 5:2.
Παρά το άφθονο υλικό που έχει φέρει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στην Αίγυπτο με τη μορφή ναών, αγαλμάτων, θρησκευτικών ζωγραφικών παραστάσεων και κειμένων, σχετικά λίγα πράγματα είναι γνωστά για τις πραγματικές θρησκευτικές δοξασίες των Αιγυπτίων. Τα θρησκευτικά κείμενα παρουσιάζουν μια πολύ ασύνδετη και αποσπασματική εικόνα, παραλείποντας σε γενικές γραμμές τόσα στοιχεία όσα αναφέρουν, ή και περισσότερα. Μεγάλο μέρος της γνώσης μας γύρω από τις θεότητες και τις συνήθειες των Αιγυπτίων αυτές καθαυτές βασίζεται στα πορίσματα των μελετητών ή σε πληροφορίες που μας δίνουν συγγραφείς όπως ο Ηρόδοτος και ο Πλούταρχος.
Ωστόσο, η έλλειψη ενιαίων δοξασιών είναι φανερή, εφόσον οι τοπικές διαφορές εξακολούθησαν να υπάρχουν σε όλη την αιγυπτιακή ιστορία και δημιούργησαν έναν λαβύρινθο θρύλων και μύθων, οι οποίοι είναι συχνά αντιφατικοί. Παραδείγματος χάρη, ο θεός Ρα ήταν γνωστός με 75 διαφορετικά ονόματα και μορφές. Από τις εκατοντάδες θεότητες, φαίνεται ότι ήταν σχετικά λίγες εκείνες που λατρεύονταν πράγματι σε εθνικό επίπεδο. Η πιο δημοφιλής από αυτές ήταν η τριάδα την οποία αποτελούσαν ο Όσιρις, η Ίσις (η σύζυγός του) και ο Ώρος (ο γιος του). Επίσης, υπήρχαν οι «κοσμικοί» θεοί, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Ρα, ο θεός του ήλιου, και στους οποίους περιλαμβάνονταν θεοί για τη σελήνη, τον ουρανό, τον αέρα, τη γη, τον ποταμό Νείλο, και ούτω καθεξής. Στις Θήβες (τη Βιβλική Νω) την υψηλότερη θέση κατείχε ο θεός Άμμων στον οποίο αποδόθηκε αργότερα ο τίτλος «βασιλιάς των θεών» υπό την ονομασία Άμμων-Ρα. (Ιερ 46:25) Στις γιορτές (Ιερ 46:17) περιέφεραν τους θεούς στους δρόμους των πόλεων. Όταν, λόγου χάρη, οι ιερείς του Ρα περιέφεραν το είδωλό του σε θρησκευτική πομπή, ο λαός φρόντιζε να είναι παρών, αναμένοντας να ανταμειφθεί για αυτό. Θεωρώντας ότι με την παρουσία τους και μόνο εκπλήρωναν τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις, οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι ο Ρα, με τη σειρά του, ήταν υποχρεωμένος να συνεχίσει να τους παρέχει ευημερία. Απέβλεπαν σε αυτόν μόνο για υλικές ευλογίες και ευημερία, αλλά δεν ζητούσαν ποτέ κάτι πνευματικό. Υπάρχουν πολλές αντιστοιχίες ανάμεσα στους κύριους θεούς της Αιγύπτου και της Βαβυλώνας, τα δε στοιχεία υποδεικνύουν τη Βαβυλώνα ως την πηγή και την Αίγυπτο ως τον αποδέκτη ή συνεχιστή.—Βλέπε ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ.
Αυτή η πολυθεϊστική λατρεία δεν ωφελούσε ούτε εξύψωνε το επίπεδο των Αιγυπτίων. Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([Encyclopædia Britannica] 1959, Τόμ. 8, σ. 53) παρατηρεί τα εξής: «Η φαντασία των ανθρώπων της κλασικής και της σύγχρονης εποχής τούς αποδίδει θαυμαστά μυστήρια τα οποία εμπεριείχαν με κρυφό τρόπο βαθιές αλήθειες. Πράγματι, [οι Αιγύπτιοι] είχαν μυστήρια, όπως και οι Ασάντι και οι Ίμπο [αφρικανικές φυλές]. Είναι λάθος, όμως, να νομίζουμε ότι αυτά τα μυστήρια έκρυβαν διάφορες αλήθειες και περιέκλειαν μια απόκρυφη “πίστη”». Στην πραγματικότητα, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι τα βασικά συστατικά της αιγυπτιακής λατρείας ήταν η μαγεία και οι πρωτόγονες δεισιδαιμονίες. (Γε 41:8) Χρησιμοποιούσαν θρησκευτική μαγεία για την πρόληψη των ασθενειών. Ο πνευματισμός ήταν κυρίαρχο στοιχείο, καθώς υπήρχαν πολλοί «γοητευτές», “πνευματιστικοί μεσάζοντες” και «επαγγελματίες προγνώστες γεγονότων». (Ησ 19:3) Φορούσαν περίαπτα και φυλαχτά για «καλή τύχη», και έγραφαν μαγικές ρήσεις πάνω σε κομμάτια παπύρου τα οποία κρεμούσαν στο λαιμό τους. (Παράβαλε Δευ 18:10, 11.) Όταν ο Μωυσής και ο Ααρών εκτέλεσαν θαυματουργικές πράξεις με θεϊκή δύναμη, οι μάγοι ιερείς και οι μαγγανευτές της αυλής του Φαραώ έκαναν επίδειξη των ικανοτήτων τους αντιγράφοντας αυτές τις πράξεις με τις μαγικές τέχνες τους ώσπου αναγκάστηκαν να παραδεχτούν την αποτυχία τους.—Εξ 7:11, 22· 8:7, 18, 19.
Ζωολατρία. Αυτή η δεισιδαιμονική λατρεία οδήγησε τους Αιγυπτίους σε μια τελείως εξαχρειωτική ειδωλολατρία που περιλάμβανε τη λατρεία ζώων. (Παράβαλε Ρω 1:22, 23.) Πολλοί από τους εξοχότερους θεούς παριστάνονταν συχνά με ανθρώπινο σώμα και με κεφάλι ζώου ή πουλιού. Έτσι λοιπόν, ο θεός Ώρος απεικονιζόταν με κεφάλι γερακιού, ενώ ο Θωθ με κεφάλι ίβιδος ή, κάποιες φορές, πιθήκου. Σε ορισμένες περιπτώσεις πίστευαν ότι ο θεός ήταν πραγματικά ενσαρκωμένος στο σώμα του ζώου, όπως στην περίπτωση των ταύρων Άπιδων. Ο ζωντανός ταύρος Άπις, ο οποίος θεωρούνταν ότι ήταν ο ενσαρκωμένος θεός Όσιρις, ήταν εγκατεστημένος σε ναό και, όταν πέθαινε, του γινόταν λαμπρή κηδεία και ταφή. Η δοξασία ότι κάποια ζώα, όπως οι γάτες, οι μπαμπουίνοι, οι κροκόδειλοι, τα τσακάλια και διάφορα πουλιά, ήταν ιερά επειδή σχετίζονταν με ορισμένους θεούς έκανε τους Αιγυπτίους να ταριχεύουν στην κυριολεξία εκατοντάδες χιλιάδες τέτοια πλάσματα και να τα θάβουν σε ειδικά νεκροταφεία.
Γιατί επέμενε ο Μωυσής ότι οι θυσίες του Ισραήλ θα ήταν “απεχθείς για τους Αιγυπτίους”;
Το γεγονός ότι τόσο πολλά διαφορετικά ζώα θεωρούνταν αντικείμενα ευλάβειας σε όλη την Αίγυπτο είναι ασφαλώς αυτό που προσέδωσε ισχύ και πειστικότητα στο επίμονο αίτημα που υπέβαλε ο Μωυσής να επιτραπεί στον Ισραήλ να πάει στην έρημο για να προσφέρει τις θυσίες του, λέγοντας στον Φαραώ: «Ας υποθέσουμε ότι θυσιάζαμε κάτι απεχθές για τους Αιγυπτίους, μπροστά στα μάτια τους· δεν θα μας λιθοβολούσαν;» (Εξ 8:26, 27) Φαίνεται ότι οι περισσότερες από τις θυσίες που πρόσφερε αργότερα ο Ισραήλ θα ήταν εξαιρετικά προσβλητικές για τους Αιγυπτίους. (Στην Αίγυπτο, ο θεός του ήλιου, ο Ρα, παριστανόταν μερικές φορές ως μοσχάρι που γεννήθηκε από την ουράνια αγελάδα.) Από την άλλη μεριά, όπως καταδεικνύεται στο λήμμα ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ, επιφέροντας στην Αίγυπτο τις Δέκα Πληγές, ο Ιεχωβά εκτέλεσε κρίσεις «εναντίον όλων των θεών της Αιγύπτου», αφενός κάνοντάς τους να υποστούν μεγάλη ταπείνωση και αφετέρου καθιστώντας το δικό του όνομα γνωστό σε όλη τη χώρα.—Εξ 12:12.
Το έθνος του Ισραήλ δεν απέφυγε εντελώς τη μίανση από αυτή την ψεύτικη λατρεία στους δύο αιώνες της παραμονής του στην Αίγυπτο (Ιη 24:14), και αναμφίβολα σε αυτό το γεγονός οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, οι εσφαλμένες διαθέσεις που εκδηλώθηκαν από νωρίς κατά την πορεία της Εξόδου. Μολονότι ο Ιεχωβά έδωσε στους Ισραηλίτες την εντολή να πετάξουν «τα κοπρώδη είδωλα της Αιγύπτου», εκείνοι δεν το έκαναν. (Ιεζ 20:7, 8· 23:3, 4, 8) Η κατασκευή ενός χρυσού μοσχαριού για λατρεία στην έρημο πιθανόν να απηχεί την αιγυπτιακή ζωολατρία που είχε μολύνει κάποιους Ισραηλίτες. (Εξ 32:1-8· Πρ 7:39-41) Ακριβώς προτού μπει ο Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη, ο Ιεχωβά προειδοποίησε και πάλι ρητά ότι δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνουν οποιεσδήποτε μορφές ζώων ή οποιαδήποτε αστρικά σώματα στη λατρεία τους προς Αυτόν. (Δευ 4:15-20) Εντούτοις, η ζωολατρία επανεμφανίστηκε έπειτα από αιώνες όταν ο Ιεροβοάμ, ο οποίος είχε επιστρέψει πρόσφατα από την Αίγυπτο, έφτιαξε δύο χρυσά μοσχάρια για λατρεία αφού ανέβηκε στο θρόνο του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. (1Βα 12:2, 28, 29) Αξίζει να σημειωθεί ότι οι θεόπνευστες Γραφές που κατέγραψε ο Μωυσής είναι τελείως απαλλαγμένες από κάθε φθοροποιά επιρροή αυτής της αιγυπτιακής ειδωλολατρίας και δεισιδαιμονίας.
Έλλειψη πνευματικών και ηθικών ιδιοτήτων. Ορισμένοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι οποιαδήποτε αντίληψη περί αμαρτίας φανερώνεται σε ορισμένα αιγυπτιακά θρησκευτικά κείμενα είναι το αποτέλεσμα μεταγενέστερης σημιτικής επιρροής. Και πάλι, όμως, η εξομολόγηση των αμαρτιών γινόταν πάντοτε με αρνητική έννοια, όπως επισημαίνει η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (1959, Τόμ. 8, σ. 56): «Όταν [ο Αιγύπτιος] ομολογούσε, δεν έλεγε “Είμαι ένοχος”, αλλά έλεγε “Δεν είμαι ένοχος”. Η ομολογία του ήταν αρνητική και το βάρος της απόδειξης [onus probandi] έπεφτε στους δικαστές του οι οποίοι, σύμφωνα με τους παπύρους που έθαβαν μαζί με τους νεκρούς, εξέφεραν πάντοτε ευνοϊκή κρίση για αυτόν—ή τουλάχιστον υπήρχε η ελπίδα και η προσδοκία ότι έτσι θα έκαναν». (Αντιπαράβαλε Ψλ 51:1-5.) Η θρησκεία της αρχαίας Αιγύπτου φαίνεται ότι συνίστατο κυρίως σε τελετουργίες και μαγικές ρήσεις που αποσκοπούσαν στην εξασφάλιση των επιθυμητών αποτελεσμάτων μέσω της πρόνοιας ενός ή περισσοτέρων από τους πολυάριθμους θεούς τους.
Μολονότι προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι κατά τις βασιλείες των Φαραώ Αμενχοτέπ Γ΄ και Αμενχοτέπ Δ΄ (Ακενατόν) υπήρχε κάποια μορφή μονοθεϊσμού, τότε που η λατρεία του θεού του ήλιου, του Ατόν, επικράτησε σχεδόν αποκλειστικά, αυτός δεν ήταν αληθινός μονοθεϊσμός. Ο ίδιος ο Φαραώ συνέχισε να λατρεύεται ως θεός. Ακόμη δε και σε αυτή την περίοδο δεν υπήρχε ηθική διάσταση στα αιγυπτιακά θρησκευτικά κείμενα, δεδομένου ότι οι ύμνοι προς το θεό του ήλιου, τον Ατόν, απλώς τον αινούσαν για τη ζωογόνα θερμότητά του αλλά εξακολουθούσαν να στερούνται εκφράσεων αίνου ή εκτίμησης για τυχόν πνευματικές ή ηθικές ιδιότητες. Επομένως, κάθε υπόνοια ότι ο μονοθεϊσμός των συγγραμμάτων του Μωυσή είναι αποτέλεσμα αιγυπτιακής επιρροής είναι τελείως αβάσιμη.
Δοξασίες για τους νεκρούς. Πρωταγωνιστικό ρόλο στην αιγυπτιακή θρησκεία διαδραμάτιζε η φροντίδα για τους νεκρούς και το υπερβολικό ενδιαφέρον για την εξασφάλιση ευημερίας και ευτυχίας έπειτα από τη «μεταλλαγή» του θανάτου. Η πίστη στη μετενσάρκωση ή στη μετεμψύχωση ήταν ένα δόγμα που διαπότιζε τα πάντα. Πίστευαν ότι η ψυχή είναι αθάνατη, αλλά πίστευαν επίσης ότι πρέπει να διατηρείται και το ανθρώπινο σώμα ώστε να μπορεί η ψυχή να επιστρέφει μερικές φορές και να το χρησιμοποιεί. Λόγω αυτής της δοξασίας, οι Αιγύπτιοι ταρίχευαν τους νεκρούς τους. Ο τάφος στον οποίο τοποθετούσαν τη μούμια θεωρούνταν η «κατοικία» του νεκρού. Οι πυραμίδες ήταν κολοσσιαία οικήματα για τους νεκρούς βασιλιάδες. Στους τάφους απέθεταν επίσης αντικείμενα για τη συντήρηση και την απόλαυση της ζωής, μεταξύ των οποίων κοσμήματα, ρούχα, έπιπλα και τρόφιμα, ώστε αυτά να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον από τον νεκρό, μαζί με γραπτές μαγικές ρήσεις και φυλαχτά (όπως το «Βιβλίο των Νεκρών») για την προστασία του εκλιπόντος από τα πονηρά πνεύματα. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 533) Εντούτοις, αυτές οι μαγικές ρήσεις δεν τους προστάτεψαν ούτε καν από τους ανθρώπους—τους τυμβωρύχους οι οποίοι τελικά σύλησαν ουσιαστικά κάθε μεγάλο ταφικό μνημείο.
Αν και είναι αλήθεια ότι ταριχεύτηκαν και τα σώματα του Ιακώβ και του Ιωσήφ, ασφαλώς στην περίπτωση του Ιακώβ αυτό έγινε κυρίως για να διατηρηθεί το σώμα του μέχρι να μπορέσουν να το μεταφέρουν σε έναν τάφο στην Υποσχεμένη Γη ως έκφραση της πίστης τους. Ειδικά στην περίπτωση του Ιωσήφ, η ταρίχευση μπορεί να έγινε από τους Αιγυπτίους ως έκφραση σεβασμού και τιμής.—Γε 47:29-31· 50:2-14, 24-26.
Η Ζωή και ο Πολιτισμός των Αιγυπτίων. Οι μελετητές παρουσίαζαν πολύ καιρό την Αίγυπτο ως τον “αρχαιότερο πολιτισμό” και ως την πηγή από όπου προήλθαν πολλές από τις πρώτες εφευρέσεις του ανθρώπου και από όπου ξεκίνησε η πρόοδος της ανθρωπότητας. Πιο πρόσφατα, όμως, τα στοιχεία που έχουν συσσωρευτεί υποδεικνύουν τη Μεσοποταμία ως το λεγόμενο λίκνο του πολιτισμού. Ορισμένες αιγυπτιακές αρχιτεκτονικές μέθοδοι, η χρήση του τροχού, ίσως οι βασικές αρχές της πικτογραφίας τους και ειδικά τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της αιγυπτιακής θρησκείας πιστεύεται ότι προήλθαν από τη Μεσοποταμία. Φυσικά, αυτό συμφωνεί με το Βιβλικό υπόμνημα για το διασκορπισμό των λαών μετά τον Κατακλυσμό.
Τα πιο γνωστά επιτεύγματα της αιγυπτιακής αρχιτεκτονικής είναι οι πυραμίδες που κατασκευάστηκαν στην Γκίζα από τους Φαραώ Χουφού (Χέοπα), Χάφρε και Μενκουρέ της λεγόμενης «Τέταρτης Δυναστείας». Η μεγαλύτερη, η πυραμίδα του Χουφού, καλύπτει με τη βάση της μια επιφάνεια περίπου 53 στρ. και έχει ύψος γύρω στα 137 μ. (όσο ένα σύγχρονο κτίριο 40 ορόφων). Υπολογίζεται ότι για την κατασκευή της χρησιμοποιήθηκαν 2.300.000 ογκόλιθοι, μέσου βάρους 2,3 τόνων ο καθένας. Οι ογκόλιθοι λαξεύτηκαν με τόση ακρίβεια ώστε οι πλευρές τους εφάρμοζαν με απόκλιση λίγων χιλιοστόμετρων. Χτίστηκαν επίσης τεράστιοι ναοί. Ένας από αυτούς στο Καρνάκ των Θηβών (της Βιβλικής Νω· Ιερ 46:25· Ιεζ 30:14-16) υπήρξε το μεγαλύτερο υπόστυλο οικοδόμημα που κατασκεύασε ποτέ ο άνθρωπος.
Οι Αιγύπτιοι εφάρμοζαν την περιτομή από την αρχαιότητα, και η Αγία Γραφή τούς κατατάσσει μαζί με άλλους περιτμημένους λαούς.—Ιερ 9:25, 26.
Το εκπαιδευτικό σύστημα φαίνεται ότι συνίστατο πρωτίστως σε σχολές γραφέων, τις οποίες διηύθυναν οι ιερείς. Εκτός του ότι ήταν ειδήμονες στην αιγυπτιακή γραφή, οι βασιλικοί γραφείς γνώριζαν καλά και την αραμαϊκή σφηνοειδή γραφή. Ήδη από τα μέσα της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ. οι υποτελείς ηγεμόνες της Συρίας και της Παλαιστίνης επικοινωνούσαν τακτικά με την αιγυπτιακή πρωτεύουσα στην αραμαϊκή. Οι Αιγύπτιοι είχαν αναπτύξει τα μαθηματικά σε τέτοιον βαθμό ώστε να μπορούν να πραγματοποιούν τα εκπληκτικά οικοδομικά επιτεύγματα που αναφέρθηκαν προηγουμένως, και είναι φανερό ότι διέθεταν κάποιες γνώσεις γεωμετρίας και αλγεβρικών αρχών. Ας σημειωθεί ότι «ο Μωυσής διδάχτηκε όλη τη σοφία των Αιγυπτίων». (Πρ 7:22) Μολονότι στην Αίγυπτο επικρατούσε πολλή ψευδής σοφία, ήταν διαθέσιμες και κάποιες γνώσεις πρακτικής αξίας.
Η εξουσία και ο νόμος ήταν συγκεντρωμένα στο πρόσωπο του βασιλιά, δηλαδή του Φαραώ, ο οποίος θεωρούνταν θεός με ανθρώπινη μορφή. Αυτός κυβερνούσε τη χώρα μέσω υφισταμένων, ή αλλιώς κρατικών λειτουργών, και μέσω φεουδαρχών, η δύναμη των οποίων σε περιόδους εξασθένησης της βασιλείας ανταγωνιζόταν τη δύναμη του βασιλιά. Ίσως μάλιστα αυτοί οι άρχοντες να θεωρούνταν ουσιαστικά βασιλιάδες από όσους ζούσαν στις επικράτειές τους, πράγμα που θα δικαιολογούσε την αναφορά της Αγίας Γραφής στους «βασιλιάδες [πληθυντικός] της Αιγύπτου» όταν γίνεται λόγος για συγκεκριμένες εποχές. (2Βα 7:6· Ιερ 46:25) Αφότου η Αίγυπτος κατέκτησε τη Νουβία-Αιθιοπία στο Ν, εκείνη την περιοχή κυβερνούσε ένας αντιβασιλιάς που έφερε τον τίτλο «βασιλικός γιος του Χους», ενώ υπάρχουν ενδείξεις για την παρουσία Αιγύπτιου αντιβασιλιά και στη Φοινίκη.
Δεν είναι γνωστή η ύπαρξη κάποιου ουσιαστικού κώδικα νόμων στην Αίγυπτο. Νόμοι υπήρχαν, αλλά από ό,τι φαίνεται επρόκειτο απλώς για βασιλικά διατάγματα, όπως τα διατάγματα του Φαραώ σχετικά με την καταναγκαστική εργασία των Ισραηλιτών για την κατασκευή πλίθων και τη θανάτωση με πνιγμό στο νερό όλων των νεογέννητων αρσενικών βρεφών των Ισραηλιτών. (Εξ 1:8-22· 5:6-18· παράβαλε Γε 41:44.) Επιβάλλονταν φόροι σε όλα τα προϊόντα των κτηματιών, και αυτό φαίνεται ότι άρχισε να εφαρμόζεται στις ημέρες του Ιωσήφ, όταν όλη η γη, εκτός από τη γη των ιερέων, έγινε ιδιοκτησία του Φαραώ. (Γε 47:20-26) Οι φόροι περιλάμβαναν, όχι μόνο ένα μέρος της παραγωγής ή των κοπαδιών, αλλά και υποχρεωτική εργασία σε κυβερνητικά προγράμματα και στρατιωτική υπηρεσία. Στις τιμωρίες για τα εγκλήματα συγκαταλέγονταν ο ακρωτηριασμός της μύτης, η εξορία για καταναγκαστική εργασία στα ορυχεία, ο ραβδισμός, η φυλάκιση και ο θάνατος, συχνά με αποκεφαλισμό.—Γε 39:20· 40:1-3, 16-22.
Τα γαμήλια έθιμα επέτρεπαν την πολυγαμία καθώς και τους γάμους μεταξύ αδελφού και αδελφής. Αυτή η τακτική ακολουθούνταν σε ορισμένα μέρη της Αιγύπτου μέχρι και το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. Είναι γνωστό ότι ορισμένοι Φαραώ παντρεύτηκαν κάποια αδελφή τους, προφανώς επειδή καμιά άλλη γυναίκα δεν θεωρούνταν αρκετά ιερή ώστε να συζευχθεί με έναν τέτοιον «ζωντανό θεό». Ο Νόμος που δόθηκε στον Ισραήλ αφού έφυγαν από την Αίγυπτο απαγόρευε τους αιμομεικτικούς γάμους, λέγοντας: «Όπως ενεργεί η γη της Αιγύπτου . . . δεν πρέπει να ενεργείτε· [ούτε] όπως ενεργεί η γη Χαναάν».—Λευ 18:3, 6-16.
Οι γνώσεις των αρχαίων Αιγυπτίων γύρω από την ιατρική παρουσιάζονται πολλές φορές ως αρκετά επιστημονικές και εξελιγμένες. Παρ’ όλο που φαίνεται ότι διέθεταν κάποιες γνώσεις ανατομίας και ότι ανέπτυξαν και κατέγραψαν ορισμένες απλές χειρουργικές μεθόδους, είναι φανερό ότι αγνοούσαν και πολλά πράγματα. Έτσι λοιπόν, ενώ το κείμενο ενός αιγυπτιακού παπύρου λέει ότι η καρδιά συνδέεται μέσω αγγείων με κάθε μέρος του σώματος, το ίδιο κείμενο υποστηρίζει ότι τα αγγεία μεταφέρουν, όχι αίμα, αλλά αέρα, νερό, σπέρμα και βλέννα. Όχι μόνο υπήρχαν ουσιαστικές παρανοήσεις γύρω από τις ζωτικές λειτουργίες του σώματος, αλλά επίσης τα ιατρικά κείμενα βρίθουν από μαγείες και δεισιδαιμονίες—οι μαγικές ρήσεις και τα ξόρκια συνιστούν μεγάλο μέρος του περιεχομένου τους. Οι ιατρικές συνταγές περιλάμβαναν μεν ωφέλιμα βότανα και φυτά, αλλά επίσης προέβλεπαν συστατικά όπως αίμα ποντικών, ούρα ή περιττώματα μυγών τα οποία, μαζί με τις μαγικές ρήσεις, «πίστευαν ότι θα ανάγκαζαν το δαίμονα που κατείχε το σώμα του ανθρώπου να το εγκαταλείψει από αηδία». (Ιστορία της Ανθρωπότητας [History of Mankind], των Τζ. Χόουκς και Σερ Λέναρντ Γούλεϊ, 1963, Τόμ. 1, σ. 695) Αυτή η άγνοια μπορεί να συντέλεσε στην ύπαρξη ορισμένων από τις “φοβερές ασθένειες της Αιγύπτου”, μεταξύ των οποίων πιθανόν να ήταν η ελεφαντίαση, η δυσεντερία, η ευλογιά, η βουβωνική πανώλη, η οφθαλμία και άλλες παθήσεις, από τις οποίες ο Ισραήλ μπορούσε να προστατευτεί αν υπάκουε πιστά. (Δευ 7:15· παράβαλε Δευ 28:27, 58-60· Αμ 4:10.) Τα μέτρα υγιεινής που επιβλήθηκαν στους Ισραηλίτες μετά την Έξοδο έρχονται σε χτυπητή αντίθεση με πολλές μεθόδους οι οποίες περιγράφονται στα αιγυπτιακά κείμενα.—Λευ 11:32-40· βλέπε ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ.
Οι τέχνες των Αιγυπτίων κάλυπταν το συνηθισμένο φάσμα των τεχνών: αγγειοπλαστική, υφαντουργία, μεταλλουργία, κοσμηματοποιία, κατασκευή θρησκευτικών φυλαχτών και πολλές άλλες. (Ησ 19:1, 9, 10) Ήδη από τα μέσα περίπου της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ., η Αίγυπτος ήταν κέντρο υαλουργίας.—Παράβαλε Ιωβ 28:17.
Οι μεταφορές στο εσωτερικό της χώρας επικεντρώνονταν στον Νείλο Ποταμό. Οι επικρατούντες άνεμοι από το Β βοηθούσαν τα σκάφη να πλέουν αντίθετα στο ρου του ποταμού, ενώ όσα πλοιάρια ξεκινούσαν από το Ν έπλεαν σύμφωνα με το ρου παρασυρόμενα από το ρεύμα. Εκτός από αυτή την κύρια «συγκοινωνιακή αρτηρία», υπήρχαν κανάλια και μερικοί δρόμοι, όπως για παράδειγμα αυτός που οδηγούσε στη Χαναάν.
Με καραβάνια και με πλοία που διέσχιζαν την Ερυθρά Θάλασσα γινόταν διεθνές εμπόριο με άλλες αφρικανικές χώρες, ενώ μεγάλες αιγυπτιακές γαλέρες μετέφεραν εμπορεύματα και επιβάτες σε πολλά λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου.
Η ενδυμασία των Αιγυπτίων ήταν απλή. Κατά το μεγαλύτερο μέρος της παλιότερης ιστορικής περιόδου, οι άντρες φορούσαν απλώς ένα είδος ποδιάς που μαζευόταν εμπρός σχηματίζοντας πτυχώσεις. Αργότερα μόνο οι κατώτερες τάξεις άφηναν το πάνω μέρος του σώματος γυμνό. Οι γυναίκες φορούσαν ένα μακρύ εφαρμοστό φόρεμα με τιράντες, φτιαγμένο συχνά από εκλεκτό λινό. Συνήθιζαν να κυκλοφορούν ξυπόλητοι, κάτι που μπορεί να συντέλεσε στη διάδοση ορισμένων ασθενειών.
Στις αιγυπτιακές ζωγραφικές παραστάσεις οι άντρες απεικονίζονται με κοντά μαλλιά ή ξυρισμένο κεφάλι και χωρίς γένια. (Γε 41:14) Η χρήση καλλυντικών ήταν διαδεδομένη μεταξύ των γυναικών.
Τα αιγυπτιακά σπίτια ποίκιλλαν από τις απλές καλύβες των φτωχών μέχρι τις ευρύχωρες επαύλεις των πλουσίων, οι οποίες περιβάλλονταν από κήπους, περιβόλια και λιμνούλες. Εφόσον ο Πετεφρής ήταν αξιωματούχος του Φαραώ, πιθανόν το σπίτι του να ήταν μια ωραία έπαυλη. (Γε 39:1, 4-6) Υπήρχαν διαφόρων ειδών έπιπλα, από απλά σκαμνιά μέχρι περίτεχνες καρέκλες και ντιβάνια. Τα σπίτια που ήταν κάπως μεγάλα χτίζονταν συνήθως γύρω από ανοιχτές αυλές. (Παράβαλε Εξ 8:3, 13.) Το ζύμωμα και το μαγείρεμα γίνονταν συχνά στην αυλή. Η τροφή των περισσότερων Αιγυπτίων πιθανότατα ήταν το κριθαρένιο ψωμί, τα λαχανικά, το ψάρι (άφθονο και φτηνό· Αρ 11:5) και η μπίρα, το κοινό ποτό. Όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα εμπλούτιζαν τη διατροφή τους με διάφορα είδη κρέατος.—Εξ 16:3.
Οι άντρες που υπηρετούσαν στον αιγυπτιακό στρατό χρησιμοποιούσαν τα συνηθισμένα όπλα της εποχής: τόξο και βέλος, δόρυ ή κοντάρι, ρόπαλο, τσεκούρι και ξιφίδιο. Τα ιππήλατα άρματα έπαιζαν μεγάλο ρόλο στους πολέμους τους. Μολονότι οι πανοπλίες φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν ελάχιστα τα παλιότερα χρόνια, αργότερα τέθηκαν σε χρήση, όπως και οι περικεφαλαίες, οι οποίες συχνά είχαν και φτερά. Άρα, η προφητεία του Ιερεμία (46:2-4) δίνει μια ακριβή περιγραφή του αιγυπτιακού στρατού τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. Μεγάλο μέρος του στρατεύματος φαίνεται ότι αποτελούνταν από άντρες που στρατολογούνταν ανάμεσα από το λαό. Σε μεταγενέστερες εποχές χρησιμοποιούνταν σε τακτική βάση μισθοφόροι από άλλα έθνη.—Ιερ 46:7-9.
Ιστορία. Η αιγυπτιακή ιστορία, όπως προκύπτει από μη Βιβλικές πηγές, είναι σε μεγάλο βαθμό ανεπιβεβαίωτη, ιδιαίτερα όσον αφορά τις παλιότερες περιόδους.—Βλέπε ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ (Αιγυπτιακή Χρονολόγηση).
Η επίσκεψη του Αβραάμ. Κάποιο διάστημα μετά τον Κατακλυσμό (2370-2369 Π.Κ.Χ.) και το μεταγενέστερο χωρισμό των λαών στη Βαβέλ, η Αίγυπτος κατοικήθηκε από Χαμίτες. Την εποχή που η πείνα ανάγκασε τον Αβραάμ (Άβραμ) να φύγει από τη Χαναάν και να κατεβεί στην Αίγυπτο (κάποιο διάστημα μεταξύ του 1943 Π.Κ.Χ. και του 1932 Π.Κ.Χ.), υπήρχε ένα βασίλειο που το κυβερνούσε κάποιος Φαραώ (το όνομά του δεν αναφέρεται στην Αγία Γραφή).—Γε 12:4, 14, 15· 16:16.
Φαίνεται ότι η Αίγυπτος ήταν ανοιχτή στους ξένους, και δεν υπάρχουν ενδείξεις εχθρικής αντιμετώπισης του νομάδα Αβραάμ, ενός σκηνίτη. Ωστόσο, ο φόβος του Αβραάμ μήπως δολοφονηθεί εξαιτίας της όμορφης συζύγου του προφανώς ήταν βάσιμος και ενδεικτικός του χαμηλού ηθικού επιπέδου της Αιγύπτου. (Γε 12:11-13) Οι πληγές που επήλθαν στον Φαραώ επειδή πήρε τη Σάρρα στην κατοικία του αποδείχτηκαν αποτελεσματικές, και έτσι ο Αβραάμ διατάχθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Όταν έφυγε, πήρε μαζί του, όχι μόνο τη σύζυγό του, αλλά και επιπλέον αγαθά. (Γε 12:15-20· 13:1, 2) Η Άγαρ, η υπηρέτρια της Σάρρας, μπορεί να αποκτήθηκε κατά την παραμονή του Αβραάμ στην Αίγυπτο. (Γε 16:1) Η Άγαρ γέννησε τον Ισμαήλ, γιο του Αβραάμ (το 1932 Π.Κ.Χ.), ο οποίος όταν μεγάλωσε παντρεύτηκε μια γυναίκα από την πατρίδα της μητέρας του, την Αίγυπτο. (Γε 16:3, 4, 15, 16· 21:21) Άρα, ως φυλή, αρχικά οι Ισμαηλίτες ήταν κατά βάση Αιγύπτιοι, και η ακτίνα των καταυλισμών τους έφτανε μερικές φορές σε μικρή απόσταση από τα σύνορα της Αιγύπτου.—Γε 25:13-18.
Μια δεύτερη πείνα έκανε και πάλι την Αίγυπτο τόπο καταφυγίου, αλλά τώρα (κάποια στιγμή μετά το 1843 Π.Κ.Χ., το έτος που πέθανε ο Αβραάμ) ο Ιεχωβά έδωσε στον Ισαάκ την εντολή να απορρίψει κάθε ιδέα μετακίνησης σε εκείνη τη χώρα.—Γε 26:1, 2.
Ο Ιωσήφ στην Αίγυπτο. Κατόπιν, σχεδόν δύο αιώνες μετά την παραμονή του Αβραάμ στην Αίγυπτο, ο Ιωσήφ, ο νεαρός γιος του Ιακώβ, πουλήθηκε σε ένα καραβάνι Μαδιανιτών-Ισμαηλιτών και μεταπουλήθηκε στην Αίγυπτο, σε έναν αυλικό του Φαραώ (1750 Π.Κ.Χ.). (Γε 37:25-28, 36) Όπως εξήγησε μεταγενέστερα ο Ιωσήφ στους αδελφούς του, ο Θεός το επέτρεψε αυτό ώστε να ετοιμαστεί η οδός για τη διατήρηση της οικογένειας του Ιακώβ κατά την περίοδο μιας σφοδρής πείνας. (Γε 45:5-8) Η αφήγηση των σημαντικότερων γεγονότων της ζωής του Ιωσήφ παρουσιάζει μια αναμφισβήτητα ακριβή εικόνα της Αιγύπτου. (Βλέπε ΙΩΣΗΦ Αρ. 1.) Οι τίτλοι των αξιωματούχων, τα έθιμα, η ενδυμασία, η χρήση μαγείας και πολλές άλλες καταγραμμένες λεπτομέρειες μπορούν να επιβεβαιωθούν από στοιχεία που προέρχονται από αιγυπτιακά μνημεία, απεικονίσεις και συγγράμματα. Για παράδειγμα, η διαδικασία που ακολουθήθηκε όταν ανατέθηκαν στον Ιωσήφ τα καθήκοντα του αντιβασιλιά της Αιγύπτου (Γε 41:42) συμφωνεί με το εθιμοτυπικό που παρουσιάζεται σε αιγυπτιακές επιγραφές και τοιχογραφίες.—Γε κεφ. 45-47.
Το ότι οι Αιγύπτιοι απεχθάνονταν να τρώνε μαζί με Εβραίους, όπως στο γεύμα που παρέθεσε ο Ιωσήφ για τους αδελφούς του, μπορεί να οφειλόταν σε θρησκευτική ή φυλετική υπερηφάνεια και προκατάληψη ή μπορεί να ήταν σχετικό με την απέχθειά τους προς τους ποιμένες. (Γε 43:31, 32· 46:31-34) Με τη σειρά της, αυτή η τελευταία στάση μπορεί να οφειλόταν απλώς σε ένα σύστημα καστών που διατηρούσαν οι Αιγύπτιοι, στο οποίο οι ποιμένες φαίνεται ότι βρίσκονταν σχεδόν στη χαμηλότερη θέση. Ή, εφόσον οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις γης ήταν περιορισμένες, μπορεί να αντιπαθούσαν πολύ όσους αναζητούσαν βοσκότοπους για ποίμνια.
«Η Περίοδος των Υξώς». Πολλοί σχολιαστές τοποθετούν την είσοδο του Ιωσήφ στην Αίγυπτο, καθώς και την είσοδο του πατέρα του και της οικογένειάς του, στο διάστημα που είναι κοινώς γνωστό ως η Περίοδος των Υξώς. Εντούτοις, ο Μέριλ Άνγκερ επισημαίνει τα εξής (Η Αρχαιολογία και η Παλαιά Διαθήκη [Archaeology and the Old Testament], 1964, σ. 134): «Δυστυχώς, πρόκειται για μια πολύ σκοτεινή περίοδο της Αιγύπτου, και οι γνώσεις μας για την κατάκτηση από τους Υξώς είναι πολύ ελλιπείς».
Ορισμένοι μελετητές αποδίδουν στους Υξώς διακυβέρνηση 200 χρόνων η οποία διήρκεσε από τη «Δέκατη Τρίτη ως τη Δέκατη Έβδομη Δυναστεία», ενώ άλλοι περιορίζουν την παρουσία τους στη «Δέκατη Πέμπτη και Δέκατη Έκτη Δυναστεία», χρονικό διάστημα ενάμιση ή μόνο ενός αιώνα. Μερικοί διατείνονται ότι το όνομα Υξώς σημαίνει «Ποιμένες Βασιλιάδες», ενώ άλλοι, «Ηγεμόνες Ξένων Χωρών». Αναφορικά με τη φυλή ή την εθνικότητά τους υπάρχει ακόμη μεγαλύτερη ποικιλία εικασιών, καθώς έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι ήταν Ινδοευρωπαίοι από τον Καύκασο ή ακόμη και από την κεντρική Ασία, Χετταίοι, Συροπαλαιστίνιοι ηγεμόνες (Χαναναίοι ή Αμορραίοι) ή αραβικές φυλές.
Ορισμένοι αρχαιολόγοι προβάλλουν την άποψη ότι η κατάκτηση της Αιγύπτου από τους Υξώς συντελέστηκε από ορδές βορείων που σάρωσαν την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο με τα ταχύτατα άρματά τους, ενώ άλλοι την παρουσιάζουν ως ύπουλη κατάκτηση εκ των έσω, δηλαδή ως βαθμιαία διείσδυση μεταναστών νομάδων ή ημινομάδων οι οποίοι είτε απέκτησαν αργά και τμηματικά τον έλεγχο της χώρας είτε κατέλαβαν την εξουσία με αιφνιδιαστικό πραξικόπημα. Στο βιβλίο Ο Κόσμος του Παρελθόντος ([The World of the Past] Μέρος 5ο, 1963, σ. 444) η αρχαιολόγος Τζακέτα Χόουκς δηλώνει: «Δεν υποστηρίζεται πλέον ότι οι ηγεμόνες Υξώς . . . αντιπροσωπεύουν την εισβολή μιας νικηφόρας ορδής Ασιατών. Το όνομα φαίνεται ότι σημαίνει Ηγεμόνες των Άνω Χωρών, και επρόκειτο για περιπλανώμενες ομάδες Σημιτών οι οποίοι είχαν έρθει προ πολλού στην Αίγυπτο για εμπόριο και άλλους ειρηνικούς σκοπούς». Μολονότι προς το παρόν αυτή μπορεί να είναι η επικρατέστερη άποψη, παραμένει ανεξήγητο το πώς τέτοιες «περιπλανώμενες ομάδες» μπόρεσαν να καταλάβουν τη γη της Αιγύπτου, εφόσον μάλιστα η «Δωδέκατη Δυναστεία», που προηγήθηκε αυτής της περιόδου, θεωρείται ότι οδήγησε τη χώρα σε απόγειο δύναμης.
Η Μεγάλη Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια (1978, Τόμ. 21, σ. 120) λέει: «Η μόνη . . . υφισταμένη λεπτομερής περί αυτών [των Υξώς] περιγραφή περιέχεται εις μη αξιόπιστον παράγραφον απολεσθέντος έργου του Μανέθωνος, αναφερομένην υπό του Φλαβίου Ιωσήπου . . . εις την απάντησιν αυτού προς τον Απίωνα». Οι δηλώσεις τις οποίες ο Ιώσηπος αποδίδει στον Μανέθωνα είναι η πηγή του ονόματος Υξώς. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Ιώσηπος, ισχυριζόμενος ότι παραθέτει από εκείνον επί λέξει, παρουσιάζει την αφήγηση του Μανέθωνος να συνδέει άμεσα τους Υξώς με τους Ισραηλίτες. Η εντύπωση που δημιουργείται είναι ότι ο Ιώσηπος αποδέχεται αυτή τη σύνδεση, αλλά αντιτίθεται σφοδρά σε πολλές από τις λεπτομέρειες της αφήγησης. Φαίνεται να προτιμάει την ερμηνεία του ονόματος Υξώς ως «αιχμάλωτοι ποιμένες» αντί για «βασιλιάδες-ποιμένες». Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, ο Μανέθων υποστηρίζει ότι οι Υξώς κυρίευσαν την Αίγυπτο αμαχητί, καταστρέφοντας πόλεις και «τα ιερά των θεών» και προκαλώντας σφαγές και όλεθρο. Φέρονται να εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Δέλτα. Τελικά λέγεται ότι οι Αιγύπτιοι εξεγέρθηκαν, διεξήγαγαν έναν μακρόχρονο και φοβερό πόλεμο με 480.000 άντρες, πολιόρκησαν την κύρια πόλη των Υξώς, την Αβάριδα, και, παραδόξως, στη συνέχεια σύναψαν συνθήκη μαζί τους επιτρέποντάς τους να εγκαταλείψουν τη χώρα αλώβητοι μαζί με τις οικογένειες και τα υπάρχοντά τους, οπότε αυτοί πήγαν στην Ιουδαία και έχτισαν την Ιερουσαλήμ.—Κατ’ Απίωνος, Α΄, 73-105 (14-16)· 223-232 (25, 26).
Στα κείμενα της εποχής των Υξώς, μπροστά από τα ονόματα αυτών των ηγεμόνων υπήρχαν τίτλοι όπως «Αγαθός Θεός», «Γιος του Ρε» ή Χικ-χοσουέτ, «Ηγεμόνας Ξένων Χωρών». Ο όρος «Υξώς» παράγεται προφανώς από αυτόν τον τελευταίο τίτλο. Τα αιγυπτιακά έγγραφα της εποχής αμέσως μετά τη διακυβέρνησή τους τούς χαρακτηρίζουν Ασιάτες. Σχετικά με αυτή την περίοδο της αιγυπτιακής ιστορίας, ο Κ. Έ. Ντε Βρις παρατήρησε: «Στην προσπάθειά τους να συσχετίσουν τις ιστορικές πηγές με τις βιβλικές πληροφορίες, ορισμένοι μελετητές επιχείρησαν να ταυτίσουν την εκδίωξη των Υξώς από την Αίγυπτο με την Έξοδο των Ισραηλιτών, αλλά η χρονολόγηση αποκλείει αυτή την ταύτιση, και άλλοι παράγοντες επίσης καθιστούν αυτή την υπόθεση αβάσιμη. . . . Η καταγωγή των Υξώς είναι ανεξακρίβωτη. Ήρθαν από κάποιο μέρος της Ασίας και είχαν κυρίως σημιτικά ονόματα».—Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου (The International Standard Bible Encyclopedia), επιμέλεια Τζ. Μπρόμιλι, 1982, Τόμ. 2, σ. 787.
Εφόσον η άνοδος του Ιωσήφ στην εξουσία και τα οφέλη που έφερε αυτή στον Ισραήλ ήταν αποτελέσματα θεϊκής πρόνοιας, δεν χρειάζεται να προσπαθούμε να βρούμε κάποια άλλη αιτιολόγηση παραπέμποντας στην ύπαρξη φιλικών “Ποιμένων Βασιλιάδων”. (Γε 45:7-9) Αλλά η αφήγηση του Μανέθωνος—στην ουσία η βάση της ιδέας περί «Υξώς»—ενδέχεται να αποτελεί απλώς μια διαστρεβλωμένη παράδοση την οποία ανέπτυξαν από την αρχαιότητα οι Αιγύπτιοι για να δικαιολογήσουν τι συνέβη στη χώρα τους κατά την παραμονή των Ισραηλιτών στην Αίγυπτο. Η καταλυτική επίδραση που είχε στη χώρα η ανάρρηση του Ιωσήφ στη θέση του κυβερνήτη (Γε 41:39-46· 45:26), η βαθιά αλλαγή που έφερε η διοίκησή του, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ότι οι Αιγύπτιοι πούλησαν τη γη τους, ακόμη δε και τον εαυτό τους, στον Φαραώ (Γε 47:13-20), ο φόρος του 20 τοις εκατό που πλήρωναν έκτοτε από τα προϊόντα τους (Γε 47:21-26), τα 215 χρόνια της κατοίκησης των Ισραηλιτών στη Γεσέν, καθώς και το ότι αυτοί τελικά ξεπέρασαν το γηγενή πληθυσμό σε αριθμό και δύναμη, όπως είπε ο Φαραώ (Εξ 1:7-10, 12, 20), οι Δέκα Πληγές και το καταστροφικό πλήγμα που επέφεραν αυτές, όχι μόνο στην αιγυπτιακή οικονομία, αλλά ακόμη περισσότερο στις θρησκευτικές τους δοξασίες και στο γόητρο του ιερατείου τους (Εξ 10:7· 11:1-3· 12:12, 13), η Έξοδος του Ισραήλ μετά το θάνατο όλων των πρωτοτόκων της Αιγύπτου και στη συνέχεια η καταστροφή της αφρόκρεμας των στρατιωτικών δυνάμεων της Αιγύπτου στην Ερυθρά Θάλασσα (Εξ 12:2-38· 14:1-28)—όλα αυτά απαιτούσαν ασφαλώς μια εξήγηση την οποία θα επιχειρούσαν να δώσουν οι Αιγύπτιοι επίσημοι.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι η καταγραφή των ιστορικών γεγονότων στην Αίγυπτο, όπως και σε πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής, ήταν άρρηκτα συνυφασμένη με το ιερατείο, υπό την κηδεμονία του οποίου εκπαιδεύονταν οι γραφείς. Θα ήταν τελείως απίθανο να μην επινοηθεί κάποια προπαγανδιστική εξήγηση για την πλήρη αδυναμία των αιγυπτιακών θεών να αποτρέψουν την καταστροφή που επέφερε ο Ιεχωβά Θεός στην Αίγυπτο και στο λαό της. Η ιστορία—ακόμη και η πρόσφατη ιστορία—έχει καταγράψει πολλές περιπτώσεις στις οποίες η προπαγάνδα διαστρέβλωσε τα γεγονότα σε τέτοιον βαθμό ώστε οι καταπιεσμένοι να παρουσιάζονται ως καταπιεστές, και τα αθώα θύματα ως οι επικίνδυνοι και σκληροί επιτιθέμενοι. Η αφήγηση του Μανέθωνος (η οποία γράφτηκε χίλια και πλέον χρόνια μετά την Έξοδο), αν διατηρήθηκε μέχρις ενός βαθμού ακριβής από τον Ιώσηπο, πιθανόν να απηχεί τις παραποιημένες παραδόσεις τις οποίες μετέφεραν διαδοχικές γενιές Αιγυπτίων για να δικαιολογήσουν τα βασικά στοιχεία της αληθινής αφήγησης—αυτής που βρίσκεται στην Αγία Γραφή—σχετικά με τον Ισραήλ στην Αίγυπτο.—Βλέπε ΕΞΟΔΟΣ (Αυθεντικότητα της Αφήγησης της Εξόδου).
Η δουλεία του Ισραήλ. Εφόσον η Αγία Γραφή δεν κατονομάζει τον Φαραώ που άρχισε να καταδυναστεύει τους Ισραηλίτες (Εξ 1:8-22) ούτε τον Φαραώ ενώπιον του οποίου εμφανίστηκαν ο Μωυσής και ο Ααρών και στη διάρκεια της βασιλείας του οποίου έλαβε χώρα η Έξοδος (Εξ 2:23· 5:1), και εφόσον αυτά τα γεγονότα είτε παραλείφθηκαν εκούσια από τα αιγυπτιακά αρχεία είτε τα αρχεία καταστράφηκαν, δεν είναι δυνατόν να συνδέσουμε αυτά τα γεγονότα με κάποια συγκεκριμένη δυναστεία ούτε με τη βασιλεία οποιουδήποτε Φαραώ γνωστού από την ιστορία. Συχνά υποστηρίζεται ότι ο Φαραώ της καταδυνάστευσης ήταν ο Ραμσής (Ραμεσσής) Β΄ (της «Δέκατης Ένατης Δυναστείας»), επειδή αναφέρεται ότι οι πόλεις Πιθώμ και Ρααμσής οικοδομήθηκαν από Ισραηλίτες εργάτες. (Εξ 1:11) Θεωρείται ότι αυτές οι πόλεις οικοδομήθηκαν κατά τη βασιλεία του Ραμσή Β΄. Στο έργο Η Αρχαιολογία και η Παλαιά Διαθήκη (σ. 149) ο Μέριλ Άνγκερ κάνει το εξής σχόλιο: «Αλλά αν λάβουμε υπόψη την περιβόητη συνήθεια του Ρααμσή Β΄ να αποδίδει στον εαυτό του τα επιτεύγματα των προκατόχων του, τότε είναι απολύτως βέβαιο ότι εκείνος απλώς ανοικοδόμησε ή επέκτεινε αυτά τα μέρη». Στην πραγματικότητα φαίνεται ότι το όνομα «Ραμεσσής» εφαρμοζόταν σε μια ολόκληρη περιφέρεια ήδη από την εποχή του Ιωσήφ.—Γε 47:11.
Χάρη στη διάσωση που παρείχε ο Θεός μέσω του Μωυσή, το έθνος του Ισραήλ ελευθερώθηκε από «το σπίτι των δούλων» και «το σιδηρουργικό καμίνι», όπως συνέχισαν να χαρακτηρίζουν την Αίγυπτο οι Βιβλικοί συγγραφείς. (Εξ 13:3· Δευ 4:20· Ιερ 11:4· Μιχ 6:4) Ύστερα από σαράντα χρόνια ο Ισραήλ άρχισε την κατάκτηση της Χαναάν. Ορισμένοι έχουν επιχειρήσει να συνδέσουν αυτό το Βιβλικό γεγονός με την κατάσταση που περιγράφεται στις λεγόμενες Πινακίδες της Αμάρνα, οι οποίες βρέθηκαν στην Τελλ ελ-Αμάρνα κοντά στον Νείλο, περίπου 270 χλμ. Ν του Καΐρου. Οι 379 πινακίδες είναι επιστολές από διάφορους Χαναναίους και Σύριους ηγεμόνες (μεταξύ των οποίων ηγεμόνες της Χεβρών, της Ιερουσαλήμ και της Λαχείς) και πολλές διατυπώνουν παράπονα στον Φαραώ που βρισκόταν στο θρόνο (γενικά τον Ακενατόν) σχετικά με τις επιδρομές και τις λεηλασίες των «Χαμπιρού» (‛απιρού). Αν και κάποιοι λόγιοι επιχείρησαν να ταυτίσουν τους «Χαμπιρού» με τους Εβραίους, δηλαδή τους Ισραηλίτες, τα ίδια τα περιεχόμενα των επιστολών αποκλείουν κάτι τέτοιο. Εμφανίζουν τους Χαμπιρού ως απλούς επιδρομείς, που κατά καιρούς συμμαχούσαν με ορισμένους Χαναναίους ηγεμόνες σε ανταγωνισμούς μεταξύ πόλεων της ίδιας περιοχής. Ανάμεσα στις πόλεις που απειλήθηκαν από τους Χαμπιρού ήταν η Βύβλος στον βόρειο Λίβανο, πολύ μακριά από τις περιοχές στις οποίες επιτέθηκαν οι Ισραηλίτες. Επίσης, οι πινακίδες δεν παρουσιάζουν εικόνα αντίστοιχη με τις κύριες μάχες και νίκες των Ισραηλιτών κατά την κατάκτηση της Χαναάν μετά την Έξοδο.—Βλέπε ΕΒΡΑΙΟΣ (Οι «Χαμπιρού»).
Η παραμονή του Ισραήλ στην Αίγυπτο χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη του έθνους, και η θαυματουργική απελευθέρωσή τους από εκείνη τη χώρα μνημονευόταν συχνά ως εξέχουσα απόδειξη του γεγονότος ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός. (Εξ 19:4· Λευ 22:32, 33· Δευ 4:32-36· 2Βα 17:36· Εβρ 11:23-29) Εξού και η έκφραση: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σου από τη γη της Αιγύπτου». (Ωσ 13:4· παράβαλε Λευ 11:45.) Κανένα απολύτως περιστατικό ή γεγονός δεν το ξεπέρασε αυτό μέχρι την απελευθέρωσή τους από τη Βαβυλώνα η οποία τους παρείχε μια επιπλέον απόδειξη ότι ο Ιεχωβά έχει τη δύναμη να διασώζει. (Ιερ 16:14, 15) Η εμπειρία που είχαν στην Αίγυπτο καταγράφηκε στο Νόμο που τους δόθηκε (Εξ 20:2, 3· Δευ 5:12-15), αποτέλεσε τη βάση για τη γιορτή του Πάσχα (Εξ 12:1-27· Δευ 16:1-3), τους καθοδηγούσε στις δοσοληψίες τους με τους πάροικους (Εξ 22:21· Λευ 19:33, 34) και με τους φτωχούς που πουλούσαν τον εαυτό τους ως δούλο (Λευ 25:39-43, 55· Δευ 15:12-15), καθώς επίσης προμήθευσε τη νομική βάση με την οποία η φυλή του Λευί επιλέχθηκε και αγιάστηκε για την υπηρεσία του αγιαστηρίου (Αρ 3:11-13). Λόγω της παροίκησης του Ισραήλ στην Αίγυπτο, οι Αιγύπτιοι που πληρούσαν ορισμένες προϋποθέσεις μπορούσαν να γίνουν δεκτοί στην εκκλησία του Ισραήλ. (Δευ 23:7, 8) Τα βασίλεια της Χαναάν και οι λαοί των γειτονικών χωρών ένιωσαν φόβο και δέος με όσα άκουσαν για τη δύναμη του Θεού η οποία καταδείχτηκε εναντίον της Αιγύπτου, πράγμα που προλείανε το έδαφος για την κατάκτησή τους από τον Ισραήλ (Εξ 18:1, 10, 11· Δευ 7:17-20· Ιη 2:10, 11· 9:9), και μάλιστα έμεινε στη θύμησή τους επί αιώνες. (1Σα 4:7, 8) Σε όλη την ιστορία του, ολόκληρο το έθνος του Ισραήλ έψαλλε αυτά τα γεγονότα στους ύμνους του.—Ψλ 78:43-51· Ψλ 105 και 106· 136:10-15.
Μετά την κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ. Η πρώτη άμεση αιγυπτιακή αναφορά στον Ισραήλ χρονολογείται από τη βασιλεία του Φαραώ Μερνεπτά, γιου του Ραμσή Β΄ (προς το τέλος της «Δέκατης Ένατης Δυναστείας»). Μάλιστα πρόκειται για τη μόνη άμεση αναφορά στον Ισραήλ ως λαό η οποία έχει βρεθεί μέχρι τώρα σε αρχαία αιγυπτιακά αρχεία. Σε μια επινίκια στήλη, ο Μερνεπτά καυχιέται ότι νίκησε διάφορες πόλεις της Χαναάν και κατόπιν υποστηρίζει: «Ερημώθηκε ο Ισραήλ, το σπέρμα του εξαφανίστηκε». Μολονότι είναι φανερό ότι πρόκειται απλώς για κενή καύχηση, ωστόσο αυτά τα λόγια φαίνεται να υποδεικνύουν ότι ο Ισραήλ ήταν τότε εγκατεστημένος στη Χαναάν.
Δεν αναφέρονται επαφές του Ισραήλ με την Αίγυπτο κατά την περίοδο των Κριτών ή κατά τις βασιλείες του Σαούλ και του Δαβίδ, εκτός από μια μονομαχία μεταξύ ενός πολεμιστή του Δαβίδ και ενός “υπερμεγέθους” Αιγυπτίου. (2Σα 23:21) Όταν βασίλευε ο Σολομών (1037-998 Π.Κ.Χ.) οι σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί ανάμεσα στα δύο έθνη ήταν τέτοιες ώστε ο Σολομών μπόρεσε να συνάψει συμφωνία γάμου με τον Φαραώ και να πάρει την κόρη του ως σύζυγο. (1Βα 3:1) Το πότε ακριβώς αυτός ο μη κατονομαζόμενος Φαραώ είχε κατακτήσει τη Γεζέρ, την οποία έδωσε τότε στην κόρη του ως αποχαιρετιστήριο γαμήλιο δώρο, ή προίκα, δεν προσδιορίζεται. (1Βα 9:16) Ο Σολομών είχε επίσης επιχειρηματικές συναλλαγές με την Αίγυπτο, που περιλάμβαναν άλογα και άρματα αιγυπτιακής κατασκευής.—2Χρ 1:16, 17.
Εντούτοις, η Αίγυπτος αποτέλεσε καταφύγιο για ορισμένους εχθρούς των βασιλιάδων της Ιερουσαλήμ. Ο Αδάδ ο Εδωμίτης κατέφυγε στην Αίγυπτο μετά την ερήμωση του Εδώμ από τον Δαβίδ. Μολονότι ο Αδάδ ήταν Σημίτης, ο Φαραώ τον τίμησε δίνοντάς του σπίτι, τροφή και γη. Μάλιστα ο Αδάδ παντρεύτηκε ένα μέλος της βασιλικής οικογένειας και ο Γενουβάθ, ο γιος του, μεγάλωσε σαν γιος του Φαραώ. (1Βα 11:14-22) Αργότερα ο Ιεροβοάμ, που έγινε βασιλιάς του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ μετά το θάνατο του Σολομώντα, κατέφυγε και αυτός για ένα διάστημα στην Αίγυπτο κατά τη βασιλεία του Σισάκ.—1Βα 11:40.
Ο Σισάκ (γνωστός ως Σεσόνκ Α΄ από τα αιγυπτιακά αρχεία) είχε ιδρύσει μια λιβυκή δυναστεία Φαραώ (την «Εικοστή Δεύτερη Δυναστεία»), της οποίας πρωτεύουσα ήταν η Βούβαστις, στην περιοχή του ανατολικού Δέλτα. Το πέμπτο έτος της βασιλείας του Ροβοάμ, γιου του Σολομώντα (993 Π.Κ.Χ.), ο Σισάκ εισέβαλε στον Ιούδα με ισχυρή δύναμη αποτελούμενη από άρματα, ιππικό και πεζούς, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν Λίβυοι και Αιθίοπες. Κατέλαβε πολλές πόλεις και απείλησε ακόμη και την Ιερουσαλήμ. Χάρη στο έλεος του Ιεχωβά, η Ιερουσαλήμ δεν ερημώθηκε, αλλά ο μεγάλος της πλούτος παραδόθηκε στον Σισάκ. (1Βα 14:25, 26· 2Χρ 12:2-9) Ένα ανάγλυφο σε κάποιον τοίχο ναού στο Καρνάκ απεικονίζει την εκστρατεία του Σισάκ και απαριθμεί πολλές πόλεις του Ισραήλ και του Ιούδα υποστηρίζοντας ότι καταλήφθηκαν.
Ο Ζερά ο Αιθίοπας, ο οποίος ηγήθηκε ενός εκατομμυρίου Αιθιόπων και Λίβυων στρατιωτών εναντίον του Βασιλιά Ασά του Ιούδα (967 Π.Κ.Χ.), είναι πιθανό να ξεκίνησε την προέλασή του από την Αίγυπτο. Οι δυνάμεις του συγκεντρώθηκαν στην κοιλάδα Σεφαθά ΝΔ της Ιερουσαλήμ, όπου και ηττήθηκαν ολοσχερώς.—2Χρ 14:9-13· 16:8.
Κατά τους επόμενους δύο αιώνες υπήρξε κάποια ανάπαυλα στις επιθέσεις της Αιγύπτου εναντίον του Ιούδα και του Ισραήλ. Φαίνεται ότι σε αυτή την περίοδο η Αίγυπτος αντιμετώπιζε σημαντικές εσωτερικές διαμάχες, καθώς κάποιες δυναστείες κυβερνούσαν ταυτόχρονα. Στο μεταξύ, ήρθε στο προσκήνιο η Ασσυρία ως η κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη. Ο Ωσιέ, ο τελευταίος βασιλιάς του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ (περ. 758-740 Π.Κ.Χ.), έγινε υποτελής στην Ασσυρία και κατόπιν προσπάθησε να αποτινάξει τον ασσυριακό ζυγό συνωμοτώντας με τον Βασιλιά Σω της Αιγύπτου. Η προσπάθεια απέτυχε, και σύντομα το ισραηλιτικό βόρειο βασίλειο έπεσε στα χέρια της Ασσυρίας.—2Βα 17:4.
Φαίνεται ότι αυτή την εποχή η Αίγυπτος είχε περιέλθει σε μεγάλο βαθμό υπό την κυριαρχία νουβικών-αιθιοπικών στοιχείων, εφόσον η «Εικοστή Πέμπτη Δυναστεία» χαρακτηρίζεται αιθιοπική. Ο Ραβσάκης, ο αξιωματούχος του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ, φωνάζοντας δυνατά είπε στο λαό της πόλης της Ιερουσαλήμ ότι το να εμπιστεύονται στην Αίγυπτο για βοήθεια ισοδυναμούσε με το να εμπιστεύονται σε ένα «συντριμμένο καλάμι». (2Βα 18:19-21, 24) Ο Βασιλιάς Τιρχάκα της Αιθιοπίας, ο οποίος προέλασε τότε (732 Π.Κ.Χ.) στη Χαναάν και απασχόλησε προσωρινά τον Ασσύριο βασιλιά και τις δυνάμεις του, συσχετίζεται γενικά με τον Αιθίοπα ηγεμόνα της Αιγύπτου Φαραώ Ταχάρκα. (2Βα 19:8-10) Αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνεται από παλιότερη προφητεία του Ησαΐα (Ησ 7:18, 19), σύμφωνα με την οποία ο Ιεχωβά επρόκειτο να «σφυρίξει για να έρθουν οι μύγες που είναι στην άκρη των καναλιών του Νείλου στην Αίγυπτο και οι μέλισσες που είναι στη γη της Ασσυρίας», προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο τη σύγκρουση των δύο δυνάμεων στη γη του Ιούδα και ασκώντας σε εκείνη τη γη διπλή πίεση. Όπως παρατήρησε ο Φραντς Ντέλιτς: «Και τα εμβλήματα επίσης αντιστοιχούν στη φύση των δύο χωρών: η μύγα στην [ελώδη] Αίγυπτο όπου ενδημούσαν σμήνη εντόμων . . . και η μέλισσα στην πιο ορεινή και δασώδη Ασσυρία».—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 7, Ησαΐας, σ. 223.
Στην εξαγγελία του εναντίον της Αιγύπτου, ο Ησαΐας προλέγει προφανώς την αστάθεια που θα επικρατούσε στην Αίγυπτο στα τέλη του όγδοου και στις αρχές του έβδομου αιώνα Π.Κ.Χ. (Ησ 19) Περιγράφει εμφύλιο πόλεμο και κατακερματισμό, λέγοντας ότι θα μαχόταν «πόλη εναντίον πόλης, βασίλειο εναντίον βασιλείου» στην Αίγυπτο. (Ησ 19:2, 13, 14) Οι σύγχρονοι ιστορικοί ανακαλύπτουν στοιχεία για την ύπαρξη δυναστειών που κυβερνούσαν ταυτόχρονα σε διαφορετικά τμήματα της χώρας εκείνη την εποχή. Η πολυδιαφημισμένη «σοφία» της Αιγύπτου με “τους άχρηστους θεούς της και τους γοητευτές της” δεν την προστάτεψε και έτσι αυτή παραδόθηκε στο «χέρι ενός σκληρού κυρίου».—Ησ 19:3, 4.
Η εισβολή των Ασσυρίων. Ο Ασσύριος Βασιλιάς Εσάρ-αδδών (σύγχρονος του Βασιλιά Μανασσή του Ιούδα [716-662 Π.Κ.Χ.]) εισέβαλε στην Αίγυπτο, κατέλαβε τη Μέμφιδα στην Κάτω Αίγυπτο και εξόρισε πολλούς. Από ό,τι φαίνεται, ο Φαραώ που βρισκόταν στο θρόνο εκείνη την εποχή ήταν ακόμη ο Ταχάρκα (Τιρχάκα).
Ο Ασσουρμπανιπάλ επανέλαβε την επίθεση και λεηλάτησε τις Θήβες (τη Βιβλική Νω-άμμων) στην Άνω Αίγυπτο, όπου βρίσκονταν οι μεγαλύτεροι θησαυροί των ναών της Αιγύπτου. Και πάλι, η Αγία Γραφή δείχνει ότι ενεπλάκησαν Αιθίοπες, Λίβυοι και άλλοι Αφρικανοί.—Να 3:8-10.
Αργότερα οι ασσυριακές φρουρές ανακλήθηκαν από την Αίγυπτο, και η χώρα άρχισε να ανακτά μέρος της προηγούμενης ευημερίας και δύναμής της. Όταν η Ασσυρία έπεσε στα χέρια των Μήδων και των Βαβυλωνίων, η Αίγυπτος είχε αποκτήσει αρκετή δύναμη (με την υποστήριξη μισθοφόρων) ώστε να προστρέξει σε βοήθεια του Ασσύριου βασιλιά. Επικεφαλής των αιγυπτιακών δυνάμεων τέθηκε ο Φαραώ Νεχαώ (Β΄), ο οποίος όμως καθ’ οδόν συνάντησε αντίσταση από το στρατό του Βασιλιά Ιωσία του Ιούδα στη Μεγιδδώ και, παρά τη θέλησή του, υποχρεώθηκε να πολεμήσει. Νίκησε τον Ιούδα και προκάλεσε το θάνατο του Ιωσία. (2Βα 23:29· 2Χρ 35:20-24) Ύστερα από τρεις μήνες (το 628 Π.Κ.Χ.) ο Νεχαώ καθαίρεσε από το θρόνο του Ιούδα τον Ιωάχαζ, γιο και διάδοχο του Ιωσία, και τον αντικατέστησε με τον αδελφό του τον Ελιακείμ (μετονομάζοντάς τον σε Ιωακείμ), ενώ τον Ιωάχαζ τον οδήγησε αιχμάλωτο στην Αίγυπτο. (2Βα 23:31-35· 2Χρ 36:1-4· παράβαλε Ιεζ 19:1-4.) Ο Ιούδας έγινε τότε υποτελής στην Αίγυπτο και πλήρωσε ένα αρχικό ποσό που ισοδυναμούσε σχεδόν με $1.046.000. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο προφήτης Ουριγίας διέφυγε στην Αίγυπτο αλλά αυτό αποδείχτηκε ανώφελο.—Ιερ 26:21-23.
Η ήττα από τον Ναβουχοδονόσορα. Ωστόσο, η προσπάθεια της Αιγύπτου να θέσει και πάλι υπό την κυριαρχία της τη Συρία και την Παλαιστίνη ήταν βραχύβια. Η Αίγυπτος ήταν καταδικασμένη να πιει το πικρό ποτήρι της ήττας, σύμφωνα με την προφητεία του Ιεχωβά που είχε εξαγγείλει ήδη ο Ιερεμίας (25:17-19). Η πτώση της Αιγύπτου άρχισε με την καθοριστική ήττα της από τους Βαβυλωνίους στη Χαρκεμίς, κοντά στον ποταμό Ευφράτη, υπό την αρχηγία του Ναβουχοδονόσορα ως διαδόχου του θρόνου το 625 Π.Κ.Χ., γεγονός που περιγράφεται στα εδάφια Ιερεμίας 46:2-10 καθώς και σε κάποιο βαβυλωνιακό χρονικό.
Στη συνέχεια ο Ναβουχοδονόσορ—ως βασιλιάς πια της Βαβυλώνας—κατέλαβε τη Συρία και την Παλαιστίνη, ο δε Ιούδας έγινε κράτος υποτελές στη Βαβυλώνα. (2Βα 24:1) Η Αίγυπτος έκανε μια τελευταία απόπειρα να παραμείνει υπολογίσιμη δύναμη στην Ασία. Μια στρατιά του Φαραώ (το όνομα του οποίου δεν αναφέρεται στην Αγία Γραφή) ήρθε από την Αίγυπτο ανταποκρινόμενη στο αίτημα του Βασιλιά Σεδεκία για στρατιωτική υποστήριξη στην εξέγερσή του εναντίον της Βαβυλώνας το 609-607 Π.Κ.Χ. Τα αιγυπτιακά στρατεύματα, αφού κατάφεραν να προκαλέσουν μόνο προσωρινή άρση της πολιορκίας των Βαβυλωνίων, αναγκάστηκαν να αποσυρθούν, και η Ιερουσαλήμ εγκαταλείφθηκε αβοήθητη και καταστράφηκε.—Ιερ 37:5-7· Ιεζ 17:15-18.
Παρά τις σθεναρές προειδοποιήσεις του Ιερεμία (Ιερ 42:7-22), ο πληθυσμός του Ιούδα που είχε απομείνει αναζήτησε άσυλο στην Αίγυπτο, όπου φαίνεται πως ενσωματώθηκε με τους Ιουδαίους οι οποίοι κατοικούσαν ήδη σε εκείνη τη χώρα. (Ιερ 24:1, 8-10) Οι τόποι όπου αναφέρεται συγκεκριμένα ότι κατοίκησαν ήταν η Ταχπανές, προφανώς οχυρή πόλη στην περιοχή του Δέλτα (Ιερ 43:7-9), η Μιγδώλ, καθώς και η Νοφ, η οποία θεωρείται ότι ταυτίζεται με τη Μέμφιδα, μια αρχαία πρωτεύουσα στην Κάτω Αίγυπτο (Ιερ 44:1· Ιεζ 30:13). Έτσι λοιπόν, αυτοί οι πρόσφυγες μιλούσαν τώρα στην Αίγυπτο «τη γλώσσα της Χαναάν» (προφανώς την εβραϊκή). (Ησ 19:18) Ενεργώντας ανόητα, απέκτησαν και πάλι στην Αίγυπτο εκείνες ακριβώς τις ειδωλολατρικές συνήθειες που είχαν προκαλέσει την κρίση του Ιεχωβά εναντίον του Ιούδα. (Ιερ 44:2-25) Αλλά η εκπλήρωση των προφητειών του Ιεχωβά κατέφθασε τους Ισραηλίτες πρόσφυγες όταν ο Ναβουχοδονόσορ προέλασε εναντίον της Αιγύπτου και κατέκτησε τη χώρα.—Ιερ 43:8-13· 46:13-26.
Έχει βρεθεί ένα βαβυλωνιακό κείμενο το οποίο αναφέρεται στο 37ο έτος του Ναβουχοδονόσορα (588 Π.Κ.Χ.) και το οποίο μνημονεύει μια εκστρατεία εναντίον της Αιγύπτου. Δεν μπορεί να λεχθεί κατά πόσον πρόκειται για την αρχική κατάκτηση ή απλώς για κάποια επακόλουθη στρατιωτική ενέργεια. Όπως και αν έχουν τα πράγματα, ο Ναβουχοδονόσορ έλαβε τον πλούτο της Αιγύπτου ως αμοιβή για τη στρατιωτική υπηρεσία που πρόσφερε στην κρίση την οποία εκτέλεσε ο Ιεχωβά εναντίον της Τύρου, μιας εχθράς του λαού του Θεού.—Ιεζ 29:18-20· 30:10-12.
Στα εδάφια Ιεζεκιήλ 29:1-16 προλέγεται 40χρονη ερήμωση για την Αίγυπτο. Αυτή μπορεί να έλαβε χώρα μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τον Ναβουχοδονόσορα. Μολονότι μερικά σχολιολόγια χαρακτηρίζουν την περίοδο κατά την οποία βασίλεψε ο Άμασις (Αχμός) Β΄, διάδοχος του Χοφρά, εξαιρετικά ευημερούσα για περισσότερα από 40 χρόνια, στηρίζουν την άποψή τους κυρίως στη μαρτυρία του Ηρόδοτου, ο οποίος επισκέφτηκε την Αίγυπτο εκατό και πλέον χρόνια αργότερα. Αλλά η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (1959, Τόμ. 8, σ. 62) κάνει το εξής σχόλιο όσον αφορά την ιστορία του Ηρόδοτου γύρω από αυτή την περίοδο (τη «Σαϊτική Περίοδο»): «Οι δηλώσεις του δεν αποδεικνύονται εντελώς αξιόπιστες όποτε μπορούν να παραβληθούν με τα λιγοστά τοπικά αποδεικτικά στοιχεία». Το Σχολιολόγιο (Commentary) της Αγίας Γραφής του Φ. Τσ. Κουκ, αφού επισημαίνει ότι ο Ηρόδοτος ούτε καν αναφέρει την επίθεση του Ναβουχοδονόσορα στην Αίγυπτο, λέει: «Είναι πασίγνωστο ότι ο Ηρόδοτος, μολονότι κατέγραψε πιστά όλα όσα άκουσε και είδε στην Αίγυπτο, χρωστούσε τις πληροφορίες του για την ιστορία του παρελθόντος στους Αιγύπτιους ιερείς, των οποίων τις αφηγήσεις υιοθέτησε με απόλυτη ευπιστία. . . . Όλη η ιστορία [του Ηρόδοτου] για τον Απρίη [Χοφρά] και τον Άμασι περιέχει τόσο πολλές ασυνέπειες και τόσο πολλά μυθεύματα ώστε είναι κάλλιστα δικαιολογημένο να διστάσουμε να τη δεχτούμε ως αυθεντική ιστορία. Δεν θα ήταν καθόλου παράξενο να προσπάθησαν οι ιερείς να συγκαλύψουν την εθνική ταπείνωση της υποταγής σε ξένο ζυγό». (Σημείωση Β., σ. 132) Άρα, παρ’ όλο που η ιστορία δεν μας δίνει σαφείς αποδείξεις για την εκπλήρωση της προφητείας, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την ακρίβεια του Βιβλικού υπομνήματος.
Υπό περσική κυριαρχία. Μεταγενέστερα η Αίγυπτος υποστήριξε τη Βαβυλώνα στη διαμάχη με την ανερχόμενη δύναμη της Μηδοπερσίας. Αλλά το 525 Π.Κ.Χ. η χώρα κατακτήθηκε από τον Καμβύση Β΄, γιο του Κύρου του Μεγάλου, και περιήλθε στην εξουσία της Περσικής Αυτοκρατορίας. (Ησ 43:3) Μολονότι ασφαλώς πολλοί Ιουδαίοι έφυγαν από την Αίγυπτο και επέστρεψαν στην πατρίδα τους (Ησ 11:11-16· Ωσ 11:11· Ζαχ 10:10, 11), άλλοι παρέμειναν εκεί. Λόγου χάρη, υπήρχε μια Ιουδαϊκή αποικία στην Ελεφαντίνη (στην αιγυπτιακή, Γιεμπ), ένα νησί στον Νείλο κοντά στο Ασουάν, περίπου 690 χλμ. Ν του Καΐρου. Ένα πολύτιμο εύρημα παπύρων αποκαλύπτει τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., τον ίδιο περίπου καιρό που ο Έσδρας και ο Νεεμίας δρούσαν στην Ιερουσαλήμ. Αυτά τα έγγραφα, στην αραμαϊκή, περιέχουν το όνομα του Σαναβαλλάτ της Σαμάρειας (Νε 4:1, 2) και του Ιωανάν του αρχιερέα. (Νε 12:22) Ενδιαφέρον παρουσιάζει μια επίσημη διαταγή από τα χρόνια του Δαρείου Β΄ (423-405 Π.Κ.Χ.) σύμφωνα με την οποία η αποικία έπρεπε να τηρήσει «τη γιορτή των άζυμων άρτων». (Εξ 12:17· 13:3, 6, 7) Αξιοσημείωτη ακόμη είναι η συχνή χρήση του ονόματος Γιάχου, μιας μορφής του ονόματος Ιεχωβά (ή Γιαχβέ· παράβαλε Ησ 19:18), αν και υπάρχουν επίσης αρκετές αποδείξεις σαφούς διείσδυσης της ειδωλολατρίας.
Υπό ελληνική και ρωμαϊκή διακυβέρνηση. Η Αίγυπτος παρέμεινε υπό περσική διακυβέρνηση μέχρι την κατάκτησή της από τον Αλέξανδρο τον Μέγα το 332 Π.Κ.Χ., ο οποίος υποτίθεται ότι την απελευθέρωσε από τον περσικό ζυγό αλλά τερμάτισε οριστικά τη διακυβέρνηση από γηγενείς Φαραώ. Η κραταιά Αίγυπτος είχε γίνει πράγματι «ένα ασήμαντο βασίλειο».—Ιεζ 29:14, 15.
Κατά τη βασιλεία του Αλεξάνδρου ιδρύθηκε η πόλη της Αλεξάνδρειας, και μετά το θάνατό του η χώρα κυβερνήθηκε από τους Πτολεμαίους. Το 312 Π.Κ.Χ., ο Πτολεμαίος Α΄ κατέλαβε την Ιερουσαλήμ και ο Ιούδας έγινε επαρχία της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου μέχρι το 198 Π.Κ.Χ. Κατόπιν, έπειτα από μακρά διαμάχη με την Αυτοκρατορία των Σελευκιδών στη Συρία, η Αίγυπτος έχασε τελικά τον έλεγχο της Παλαιστίνης όταν ο βασιλιάς της Συρίας Αντίοχος Γ΄ νίκησε το στρατό του Πτολεμαίου Ε΄. Έκτοτε η Αίγυπτος περιερχόταν ολοένα και περισσότερο στη σφαίρα επιρροής της Ρώμης. Το 31 Π.Κ.Χ., κατά την αποφασιστική ναυμαχία στο Άκτιο, η Κλεοπάτρα εγκατέλειψε το στόλο του Ρωμαίου εραστή της Μάρκου Αντώνιου, ο οποίος νικήθηκε από τον Οκτάβιο, γιο της ανιψιάς του Ιούλιου Καίσαρα. Ο Οκτάβιος κατέλαβε την Αίγυπτο το 30 Π.Κ.Χ. και η χώρα έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Σε αυτή τη ρωμαϊκή επαρχία κατέφυγαν ο Ιωσήφ και η Μαρία μαζί με τον Ιησού, που ήταν τότε παιδάκι, για να σωθούν από το δολοφονικό διάταγμα του Ηρώδη, και όταν πέθανε ο Ηρώδης επέστρεψαν, με αποτέλεσμα να εκπληρωθούν τα λόγια του Ωσηέ: «Από την Αίγυπτο κάλεσα το γιο μου».—Ματ 2:13-15· Ωσ 11:1· παράβαλε Εξ 4:22, 23.
Ο «Αιγύπτιος» στασιαστής με τον οποίο μπέρδεψε τον Παύλο ο στρατιωτικός διοικητής της Ιερουσαλήμ πιθανόν να είναι ο ίδιος με αυτόν που μνημονεύει ο Ιώσηπος. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 254-263 [xiii, 3-5]) Η εξέγερσή του αναφέρεται ότι έλαβε χώρα όταν κυβερνούσε ο Νέρων και όταν αυτοκρατορικός επίτροπος στην Ιουδαία ήταν ο Φήλιξ, στοιχεία που ταιριάζουν στην περιγραφή των εδαφίων Πράξεις 21:37-39· 23:23, 24.
Με τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, από τους Ρωμαίους το 70 Κ.Χ., εκπληρώθηκε περαιτέρω το εδάφιο Δευτερονόμιο 28:68, καθώς πολλοί επιζώντες Ιουδαίοι στάλθηκαν στην Αίγυπτο ως δούλοι.—Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, ΣΤ΄, 418 (ix, 2).
Άλλες Προφητικές και Συμβολικές Αναφορές. Πολλές από τις αναφορές στην Αίγυπτο παρουσιάζονται σε εξαγγελίες κρίσης, διατυπωμένες με συμβολική γλώσσα. (Ιεζ 29:1-7· 32:1-32) Για τους Ισραηλίτες, η Αίγυπτος αντιπροσώπευε τη στρατιωτική ισχύ και δύναμη μέσω πολιτικής συμμαχίας, γι’ αυτό και η στήριξη των ελπίδων στην Αίγυπτο έγινε σύμβολο της στήριξης των ελπίδων στην ανθρώπινη δύναμη και όχι στον Ιεχωβά. (Ησ 31:1-3) Αλλά στα εδάφια Ησαΐας 30:1-7, ο Ιεχωβά έδειξε ότι η κραταιότητα της Αιγύπτου ήταν περισσότερο επιφανειακή παρά ουσιαστική, αποκαλώντας την Αίγυπτο «Ραάβ—αυτοί είναι για να κάθονται άπραγοι». (Παράβαλε Ψλ 87:4· Ησ 51:9, 10.) Ωστόσο, παράλληλα με τις πολλές καταδικαστικές δηλώσεις, υπήρξαν και υποσχέσεις ότι πολλοί από την «Αίγυπτο» θα γνώριζαν τον Ιεχωβά, με αποτέλεσμα να ειπωθεί: «Ευλογημένος να είναι ο λαός μου, η Αίγυπτος».—Ησ 19:19-25· 45:14.
Η Αίγυπτος αναφέρεται ως τμήμα της επικράτειας του συμβολικού “βασιλιά του νότου”. (Δα 11:5, 8, 42, 43) Στο εδάφιο Αποκάλυψη 11:8, η άπιστη Ιερουσαλήμ, όπου ο Κύριος Ιησούς Χριστός κρεμάστηκε στο ξύλο, αποκαλείται «με πνευματική έννοια» Αίγυπτος. Αυτός ο χαρακτηρισμός είναι εύστοχος δεδομένου ότι η άπιστη Ιερουσαλήμ καταδυνάστευε θρησκευτικά τους Ιουδαίους και τους είχε υποδουλωμένους. Επίσης, οι πρώτες πασχαλινές θυσίες σφάχτηκαν στην Αίγυπτο, ενώ το αντιτυπικό Πασχαλινό Αρνί, ο Ιησούς Χριστός, θανατώθηκε στην Ιερουσαλήμ.—Ιωα 1:29, 36· 1Κο 5:7· 1Πε 1:19.
Πολύτιμα Ευρήματα Παπύρων. Το ασυνήθιστα ξηρό έδαφος της Αιγύπτου έκανε δυνατή τη διατήρηση χειρογράφων σε παπύρους, που αν υπήρχε περισσότερη υγρασία θα είχαν καταστραφεί. Από το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα έχουν ανακαλυφτεί εκεί πολλοί πάπυροι, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Βιβλικοί πάπυροι, όπως η συλλογή Τσέστερ Μπίτι. Αυτοί αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικούς συνδετικούς κρίκους μεταξύ των πρωτότυπων κειμένων της Αγίας Γραφής και των μεταγενέστερων αντιγράφων σε περγαμηνή vellum.
[Εικόνα στη σελίδα 119]
Άγαλμα που συμβολίζει την προστασία του Άμμωνος προς τον Φαραώ
[Εικόνα στη σελίδα 120]
Η πληγή της επιδημίας που επέφερε ο Ιεχωβά στα ζώα της Αιγύπτου κατήσχυνε το θεό τους τον Άπι, ο οποίος είχε ως σύμβολό του τον ταύρο
[Εικόνα στη σελίδα 121]
Η γιγαντιαία Σφίγγα φαίνεται να στέκεται σαν φρουρός μπροστά από τις πυραμίδες της Γκίζας
[Εικόνα στη σελίδα 122]
Κολοσσιαία αγάλματα στο Αμπού Σιμπέλ, όλα προς τιμήν του Ραμσή Β΄
-
-
Αιγύπτου, Κοιλάδα ΧειμάρρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΓΥΠΤΟΥ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
Ένα μακρύ ουάντι (ή ρεματιά) το οποίο αποτελούσε το θεϊκά καθορισμένο νοτιοδυτικό σύνορο της Υποσχεμένης Γης, δηλαδή “της γης Χαναάν”. (Αρ 34:2, 5· 1Βα 8:65· Ησ 27:12) Αν και αυτή η κοιλάδα χειμάρρου στην πραγματικότητα δεν βρισκόταν στην Αίγυπτο, η επικράτεια του έθνους αυτού προφανώς εκτεινόταν, τουλάχιστον κατά περιόδους, μέχρι εκείνο το σημείο. (2Βα 24:7) Η συντομευμένη φράση “η κοιλάδα του χειμάρρου”, η οποία χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό των ορίων της γης του Ισραήλ στο όραμα του Ιεζεκιήλ, προφανώς αναφέρεται στην ίδια αυτή ρεματιά.—Ιεζ 47:19· 48:28.
Η κοιλάδα του χειμάρρου της Αιγύπτου ταυτίζεται συνήθως με το Ουάντι ελ-Αρίς, η αρχή του οποίου βρίσκεται 200 και πλέον χλμ. στην ενδοχώρα της Χερσονήσου του Σινά, κοντά στο Τζέμπελ ετ-Τιχ. Εκτείνεται Β μέχρις ότου συναντάει τη Μεσόγειο στην πόλη ελ-Αρίς (Ρινοκόλουρα), περίπου 150 χλμ. Α του Πορτ Σάιντ. Το καλοκαίρι δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ξερή κοίτη. Ωστόσο, την εποχή των βροχών, όταν αρκετοί παραπόταμοι εκβάλλουν σε αυτό, το Ουάντι ελ-Αρίς μετατρέπεται σε φουσκωμένο χείμαρρο ο οποίος κατακλύζει με μανία τις όχθες του, ξεριζώνοντας ακόμη και δέντρα και παρασύροντάς τα με την ορμητική ροή του. Το γεγονός αυτό θα επέτρεπε την ταύτισή του με «τον ποταμό της Αιγύπτου» του εδαφίου Γένεση 15:18, όπου αναφέρονται τα όρια της Υποσχεμένης Γης.—Βλέπε, ωστόσο, ΣΙΧΩΡ.
-
-
ΑιθέρεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΘΕΡΕΣ
Η εβραϊκή λέξη σάχακ, όπως χρησιμοποιείται από τους Βιβλικούς συγγραφείς και αποδίδεται, μεταξύ άλλων, με τις λέξεις «σύννεφα» και «αιθέρες», μπορεί να σημαίνει το εκπέτασμα της ατμόσφαιρας που περιβάλλει τη γη, στο οποίο αιωρούνται τα σύννεφα (Ησ 45:8), ή μπορεί να σημαίνει τον εμφανή θόλο πάνω από τη γη που είναι γαλάζιος την ημέρα και έναστρος τη νύχτα. (Ψλ 89:37) Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι προφανές ότι ο συγγραφέας αναφέρεται απλώς σε αυτό που βρίσκεται ψηλά πάνω από τον άνθρωπο χωρίς να καθορίζει πώς πρέπει να εννοηθεί η λέξη «αιθέρες».—Ψλ 57:10· 108:4.
Τα λεπτά σωματίδια σκόνης στην ατμόσφαιρα, τα μόρια των υδρατμών και, μέχρις ενός σημείου, τα μόρια άλλων αερίων στην ατμόσφαιρα, όπως είναι το οξυγόνο, το άζωτο και το διοξείδιο του άνθρακα, διαχέουν τις ακτίνες του φωτός, από τις οποίες οι γαλάζιες είναι εκείνες που διαχέονται περισσότερο, πράγμα που δίνει στον καθαρό ουρανό το χαρακτηριστικό γαλάζιο χρώμα του. Τα λεπτά σωματίδια σκόνης παίζουν επίσης μεγάλο ρόλο στο σχηματισμό των σύννεφων, καθώς οι υδρατμοί συγκεντρώνονται γύρω από αυτά τα σωματίδια.
Η εβραϊκή λέξη σάχακ μεταφράζεται επίσης «λεπτό στρώμα σκόνης» και «συννεφιασμένος ουρανός». Προφανώς προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «κατατρίβω». (2Σα 22:43) Ο Ιεχωβά λέει ότι ο ίδιος “σφυρηλατεί τους αιθέρες για να είναι συμπαγείς σαν χυτός καθρέφτης”. (Ιωβ 37:18) Πράγματι, τα σωματίδια που αποτελούν την ατμόσφαιρα συμπιέζονται υπό την έλξη της βαρύτητας, και τα εξωτερικά τους σύνορα βρίσκονται μέσα σε καθορισμένα όρια, καθώς η βαρύτητα εμποδίζει τη διαφυγή τους από τη γη. (Γε 1:6-8) Όντως αντανακλούν το φως του ήλιου σαν καθρέφτης. Λόγω αυτού του γεγονότος ο ουρανός είναι φωτεινός, ενώ αν δεν υπήρχε ατμόσφαιρα, ο παρατηρητής από τη γη θα έβλεπε μόνο μαύρο χρώμα στον ουρανό, τα δε ουράνια σώματα θα ακτινοβολούσαν έντονα πάνω σε μαύρο φόντο, όπως συμβαίνει με τη στερούμενη ατμόσφαιρας σελήνη. Οι αστροναύτες βλέπουν την ατμόσφαιρα της γης από το έξω διάστημα ως μια φωτεινή, ακτινοβολούσα άλω.
Ενίοτε η λέξη «αιθέρες» χρησιμοποιείται παράλληλα με τη λέξη «ουρανός».—Βλέπε ΟΥΡΑΝΟΣ.
-
-
Αιθιοπία, ΑιθίοπεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΘΙΟΠΙΑ
(Αιθιοπία) [«Περιοχή των Καμένων Προσώπων»], ΑΙΘΙΟΠΕΣ (Αιθίοπες).
Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Αιθιοπία την περιοχή της Αφρικής Ν της Αιγύπτου. Επομένως, αυτή η ονομασία αντιστοιχούσε γενικά στην εβραϊκή ονομασία «Χους», η οποία περιλάμβανε κυρίως το σημερινό Σουδάν και το νοτιότερο τμήμα της σύγχρονης Αιγύπτου. Παρόμοια, σε αιγυπτιακά κείμενα αυτή η περιοχή αναφερόταν με το όνομα Κέες. Όταν έγινε η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, οι μεταφραστές χρησιμοποίησαν παντού τις ελληνικές λέξεις «Αιθιοπία» και «Αιθίοπες» για να αποδώσουν την εβραϊκή λέξη «Χους», εκτός από δύο περικοπές. (Γε 10:6-8· 1Χρ 1:8-10) Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου ακολουθεί αυτή την απόδοση σε όλες τις περιπτώσεις εκτός από το εδάφιο Ησαΐας 11:11, όπου χρησιμοποιεί τη λέξη «Χους» αντί της λέξης «Αιθιοπία». Ανάλογα, η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση ακολουθεί τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα εκτός από τα εδάφια Γένεση 2:13 και Ιεζεκιήλ 38:5. Ορισμένες μεταφράσεις (ΜΝΚ, JB) προτιμούν την απόδοση «Χους» και σε άλλα εδάφια όπου τα συμφραζόμενα δεν καθιστούν βέβαιη την ταύτιση με την αρχαία Αιθιοπία. Το όνομα Χους μπορεί επίσης να εφαρμοστεί σε κάποιους λαούς της Αραβίας.—Βλέπε ΧΟΥΣ Αρ. 2· ΧΟΥΣΙΤΕΣ.
Η περιοχή που προσδιοριζόταν αρχικά από την ονομασία Αιθιοπία αποτελείται τώρα από ημιάνυδρες πεδιάδες στο Β, σαβάνες και οροπέδια στο κεντρικό τμήμα και τροπικό βροχερό δάσος προς το Ν. Στο παρελθόν, πρωτεύουσες της αρχαίας Αιθιοπίας υπήρξαν η Ναπάτα και η Μερόη. Η Μερόη ήταν έδρα ενός βασιλείου όπου το δικαίωμα της βασιλικής διαδοχής μεταβιβαζόταν από τη μητέρα και όχι από τον πατέρα. Έτσι λοιπόν, ο γιος που γινόταν βασιλιάς κληρονομούσε το δικαίωμά του στο θρόνο από τη βασιλομήτορα, και κατά καιρούς αυτή μπορεί να διοικούσε ουσιαστικά τη χώρα. Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς αναφέρουν το όνομα Κανδάκη ως τίτλο που χρησιμοποιούσαν αρκετές τέτοιες Αιθιόπισσες βασίλισσες, μεταξύ των οποίων ήταν προφανώς και η βασίλισσα του εδαφίου Πράξεις 8:27.
Με ποια έννοια ήταν ευνούχος ο Αιθίοπας στον οποίο κήρυξε ο Φίλιππος;
Ο Αιθίοπας ευνούχος ο οποίος ήταν “υπεύθυνος για τους θησαυρούς” της Βασίλισσας Κανδάκης, και στον οποίο κήρυξε ο Φίλιππος, ήταν προφανώς περιτμημένος προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό. (Πρ 8:27-39) Κατά συνέπεια δεν θεωρούνταν Εθνικός και επομένως δεν προηγήθηκε του Κορνήλιου ως ο πρώτος απερίτμητος Εθνικός που μεταστράφηκε στη Χριστιανοσύνη. (Πρ 10) Εφόσον ο Αιθίοπας συμμετείχε στη λατρεία που προσφερόταν στο ναό της Ιερουσαλήμ, πρέπει να είχε μεταστραφεί στην Ιουδαϊκή θρησκεία και να είχε περιτμηθεί. (Εξ 12:48, 49· Λευ 24:22) Δεδομένου ότι ο Μωσαϊκός Νόμος απαγόρευε την είσοδο ευνουχισμένων ατόμων στην εκκλησία του Ισραήλ (Δευ 23:1), είναι φανερό ότι ο Αιθίοπας δεν ήταν ευνούχος με τη σαρκική έννοια. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «ευνούχος» (σαρίς) κατά μια ευρεία ή ειδική έννοια σήμαινε επίσης αξιωματούχος, όπως στο εδάφιο Γένεση 39:1, όπου ένας αξιωματούχος του Φαραώ, ο Πετεφρής, ένας έγγαμος άντρας, αποκαλείται σαρίς. Αν ο Αιθίοπας αξιωματούχος ήταν πραγματικός ευνούχος, δεν θα είχε γίνει προσήλυτος, και αν δεν ήταν προσήλυτος, ο Φίλιππος δεν θα τον βάφτιζε, εφόσον τα καλά νέα δεν είχαν αρχίσει ακόμη να μεταδίδονται στους απερίτμητους Εθνικούς.
Η Αιθιοπία (ο Χους) ήταν μια από τις χώρες στις οποίες διασκορπίστηκαν οι Ιουδαίοι εξόριστοι μετά την κατάκτηση του Ιούδα από τους Βαβυλωνίους. (Ησ 11:11) Άρα, αυτός ο Αιθίοπας αξιωματούχος μπορεί να είχε επαφές με Ιουδαίους στην πατρίδα του ή ίσως στην Αίγυπτο, όπου κατοικούσαν πολλοί Ιουδαίοι. Το αντίγραφο που είχε από το ρόλο του Ησαΐα ήταν πιθανώς της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, η οποία είχε γίνει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εφόσον το αιθιοπικό βασίλειο είχε μερικώς εξελληνιστεί από τον καιρό του Πτολεμαίου Β΄ (308-246 Π.Κ.Χ.), δεν θα ήταν παράξενο να μπορούσε αυτός ο αξιωματούχος να διαβάζει ελληνικά. Το γεγονός ότι είχε προσηλυτιστεί στον Ιουδαϊσμό και ότι αργότερα μεταστράφηκε στη Χριστιανοσύνη αποτελούσε εκπλήρωση του εδαφίου Ψαλμός 68:31.
Αιθιοπική Γλώσσα. Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε την αρχική γλώσσα της Αιθιοπίας. Κατά τα τέλη του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ., για τις επίσημες αιθιοπικές επιγραφές χρησιμοποιούνταν η αιγυπτιακή ιερογλυφική γραφή. Μια τοπική γλώσσα και γραφή, η μεροϊτική, είναι γνωστή από τον πρώτο αιώνα πριν από την Κοινή Χρονολογία και διατηρήθηκε επί μερικούς αιώνες. Η λεγόμενη αιθιοπική γλώσσα ήταν η καθομιλουμένη στους πρώτους αιώνες της Κοινής Χρονολογίας μέχρι το 14ο αιώνα. Είναι σημιτικής προέλευσης, όπως και η σύγχρονη γλώσσα της σημερινής Αιθιοπίας που ονομάζεται αμχαρική.
-
-
ΑιλάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΛΑΜ
(Αιλάμ).
Τοποθεσία όπου ο στρατός του Δαβίδ νίκησε τις στρατιωτικές δυνάμεις του Σύριου Βασιλιά Αδαδέζερ οι οποίες τελούσαν υπό τον Σωβάκ, τον αρχηγό του στρατεύματός του. (2Σα 10:15-19) Μερικοί λόγιοι τη συνδέουν με την τοποθεσία “Άλεμοι” που αναφέρεται στο απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (5:26, JB, ΛΧ). Ενδέχεται, λοιπόν, να ταυτίζεται με τη σημερινή Αλμά, η οποία βρίσκεται ακριβώς στα Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας, σε απόσταση 55 χλμ. περίπου.
-
-
ΑιλίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΛΙΜ
(Αιλίμ) [Μεγάλα Δέντρα].
Ο δεύτερος σταθμός στρατοπέδευσης των Ισραηλιτών μετά τη διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας. (Εξ 15:27· 16:1· Αρ 33:9, 10) Παρότι η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, κατά παράδοση η Αιλίμ ταυτίζεται με το Ουάντι Γαράντελ, στη Χερσόνησο του Σινά, περίπου 88 χλμ. ΝΝΑ του Σουέζ. Όπως η Βιβλική Αιλίμ, που είχε «δώδεκα πηγές νερού και εβδομήντα φοίνικες», έτσι και η σημερινή αυτή τοποθεσία είναι πολύ γνωστή για τα άφθονα νερά, τη βλάστηση και τους φοίνικες που υπάρχουν εκεί.
-
-
ΑιλώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΛΩΝ
(Αιλών) [πιθανότατα, Μεγάλο Δέντρο].
1. Κάποιος Χετταίος του οποίου η κόρη “έφερε πίκρα” στον Ισαάκ και στη Ρεβέκκα όταν έγινε σύζυγος του γιου τους του Ησαύ.—Γε 26:34, 35· 27:46· 28:8· 36:2.
2. Ο δεύτερος από τους τρεις γιους του Ζαβουλών. Περιλαμβανόταν στα μέλη του σπιτικού του παππού του, του Ιακώβ, τα οποία πήγαν στην Αίγυπτο. Ήταν επίσης κεφαλή της οικογένειας των Αιλωνιτών.—Γε 46:14· Αρ 26:26.
3. Ζαβουλωνίτης κριτής του Ισραήλ. Αφού υπηρέτησε επί δέκα χρόνια ως κριτής, τον έθαψαν στην Αιαλών της περιοχής του Ζαβουλών.—Κρ 12:11, 12.
4. Πόλη της φυλής του Δαν, η οποία αναφέρεται ανάμεσα στην Ιεθλά και στη Θιμνάχ. (Ιη 19:42, 43) Η θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
-
-
Αιλών-βαιθ-ανάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΛΩΝ-ΒΑΙΘ-ΑΝΑΝ
(Αιλών-βαιθ-ανάν) [πιθανότατα, Μεγάλο Δέντρο του Οίκου του Ανάν].
Πόλη που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Βασιλέων 4:9 ως τμήμα μιας από τις περιφέρειες που εφοδίαζαν τον Σολομώντα με τρόφιμα. Ορισμένοι μελετητές πιθανολογούν ότι πρόκειται για την ίδια τοποθεσία με την Αιλών.—Βλέπε ΑΙΛΩΝ Αρ. 4.
-
-
ΑιλωνίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΛΩΝΙΤΕΣ
(Αιλωνίτες). [Του (Από τον) Αιλών].
Οικογένεια καταγόμενη από τον Αιλών, έναν γιο του Ζαβουλών.—Αρ 26:26.
-
-
ΑίμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΑ
Αληθινά θαυμαστό υγρό που κυκλοφορεί στο αγγειακό σύστημα των ανθρώπων και των περισσότερων πολυκύτταρων ζώων. Η λέξη του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου είναι νταμ και η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αἷμα. Το αίμα μεταφέρει τροφή και οξυγόνο σε όλα τα μέρη του σώματος, απομακρύνει τις άχρηστες ουσίες και παίζει σπουδαίο ρόλο στην προστασία του σώματος από τις λοιμώξεις. Η χημική σύσταση του αίματος είναι υπερβολικά περίπλοκη και γι’ αυτό πολλά πράγματα είναι ακόμη άγνωστα στους επιστήμονες.
Στην Αγία Γραφή, η ψυχή λέγεται ότι είναι στο αίμα επειδή το αίμα συνδέεται άρρηκτα με τις ζωτικές λειτουργίες. Ο Λόγος του Θεού λέει: «Διότι η ψυχή της σάρκας είναι στο αίμα, και εγώ ο ίδιος το έβαλα πάνω στο θυσιαστήριο για εσάς προκειμένου να γίνεται εξιλέωση για τις ψυχές σας, επειδή το αίμα είναι που κάνει εξιλέωση μέσω της ψυχής που είναι σε αυτό». (Λευ 17:11) Για παρόμοιους λόγους, αλλά θέλοντας να κάνει τη σύνδεση ακόμη πιο άμεση, η Αγία Γραφή λέει: «Η ψυχή κάθε είδους σάρκας είναι το αίμα της». (Λευ 17:14) Είναι σαφές ότι ο Λόγος του Θεού θεωρεί και τη ζωή και το αίμα ιερά.
Αφαίρεση Ζωής. Στον Ιεχωβά είναι η πηγή της ζωής. (Ψλ 36:9) Ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιστρέψει τη ζωή που αφαιρεί. «Όλες οι ψυχές—σε εμένα ανήκουν», λέει ο Ιεχωβά. (Ιεζ 18:4) Επομένως, το να αφαιρεί κανείς ζωή ισοδυναμεί με το να αφαιρεί από τον Ιεχωβά κάτι που του ανήκει. Κάθε ζωντανό πλάσμα έχει σκοπό και θέση στη δημιουργία του Θεού. Κανένας άνθρωπος δεν έχει το δικαίωμα να αφαιρεί ζωή παρά μόνο όταν το επιτρέπει ο Θεός και με τον τρόπο με τον οποίο εκείνος ορίζει.
Μετά τον Κατακλυσμό, δόθηκε στον Νώε και στους γιους του—τους προγεννήτορες όλων όσων ζουν σήμερα—η προσταγή να σέβονται τη ζωή, το αίμα, των συνανθρώπων τους. (Γε 9:1, 5, 6) Επίσης, ο Θεός τούς επέτρεψε φιλάγαθα να προσθέσουν το κρέας των ζώων στη διατροφή τους. Ωστόσο, έπρεπε να αναγνωρίζουν ότι η ζωή κάθε ζώου που σκότωναν για τροφή ανήκε στον Θεό, και ως αναγνώριση αυτού του γεγονότος έπρεπε να χύνουν το αίμα του σαν νερό στο έδαφος. Με αυτόν τον τρόπο ήταν σαν να το επέστρεφαν στον Θεό και να μην το χρησιμοποιούσαν για δικούς τους σκοπούς.—Δευ 12:15, 16.
Ο άνθρωπος είχε το δικαίωμα να απολαμβάνει τη ζωή που του είχε δώσει ο Θεός, και όποιος του στερούσε αυτή τη ζωή θα ήταν υπόλογος στον Θεό. Αυτό έγινε φανερό όταν ο Θεός είπε στον δολοφόνο Κάιν: «Το αίμα του αδελφού σου κραυγάζει προς εμένα από τη γη». (Γε 4:10) Ακόμη και κάποιος που μισούσε τον αδελφό του, και επομένως ήθελε να τον δει νεκρό, ή τον συκοφαντούσε ή ψευδομαρτυρούσε εναντίον του, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη ζωή του, θα έφερνε πάνω του ενοχή σε σχέση με το αίμα του συνανθρώπου του.—Λευ 19:16· Δευ 19:18-21· 1Ιω 3:15.
Λόγω της άποψης που έχει ο Θεός για την αξία της ζωής, το αίμα ενός δολοφονημένου ατόμου λέγεται ότι μολύνει τη γη, και αυτού του είδους η μόλυνση μπορεί να εξαλειφθεί μόνο με την έκχυση του αίματος του δολοφόνου. Σε αυτή τη βάση η Αγία Γραφή προβλέπει τη θανατική ποινή για το φόνο, την οποία θα επέβαλλαν οι αρμόδιες εξουσίες. (Αρ 35:33· Γε 9:5, 6) Στον αρχαίο Ισραήλ δεν μπορούσε να γίνει δεκτό κάποιο λύτρο για να απαλλαχτεί ο εκούσιος δολοφόνος από τη θανατική ποινή.—Αρ 35:19-21, 31.
Ακόμη και όταν ο ανθρωποκτόνος παρέμενε άγνωστος μετά την έρευνα, η πόλη που βρισκόταν πιο κοντά στο σημείο όπου είχε βρεθεί το πτώμα θεωρούνταν ένοχη αίματος. Για να αφαιρεθεί η ενοχή αίματος, οι υπεύθυνοι πρεσβύτεροι της πόλης έπρεπε να τηρήσουν τη διαδικασία που απαιτούσε ο Θεός, να αρνηθούν οποιαδήποτε ενοχή ή γνώση του φόνου και να προσευχηθούν στον Θεό για το έλεός του. (Δευ 21:1-9) Αν ένας ακούσιος ανθρωποκτόνος δεν έπαιρνε στα σοβαρά την αφαίρεση ζωής και δεν ακολουθούσε τη διευθέτηση του Θεού για την προστασία του με το να τρέξει στην πόλη του καταφυγίου και να παραμείνει εκεί, ο πλησιέστερος συγγενής του νεκρού ήταν ο εκδικητής που είχε την εξουσία και την υποχρέωση να τον σκοτώσει για να απομακρύνει την ενοχή αίματος από τη γη.—Αρ 35:26, 27· βλέπε ΕΚΔΙΚΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ.
Κατάλληλη Χρήση του Αίματος. Μόνο για έναν σκοπό επέτρεψε ποτέ ο Θεός να χρησιμοποιείται το αίμα—για θυσίες. Πρόσταξε ότι όσοι υπόκειντο στο Μωσαϊκό Νόμο έπρεπε να προσφέρουν θυσίες ζώων προκειμένου να γίνεται εξιλέωση για αμαρτίες. (Λευ 17:10, 11) Ήταν επίσης σε αρμονία με το θέλημά Του το γεγονός ότι ο Γιος Του, ο Ιησούς Χριστός, πρόσφερε την τέλεια ανθρώπινη ζωή του ως θυσία για αμαρτίες.—Εβρ 10:5, 10.
Η ζωοσωτήρια εφαρμογή του αίματος του Χριστού προσκιάστηκε με διάφορους τρόπους στις Εβραϊκές Γραφές. Την εποχή του πρώτου Πάσχα, στην Αίγυπτο, το αίμα στο ανώφλι της πόρτας και στους παραστάτες των ισραηλιτικών σπιτιών προστάτεψε τα πρωτότοκα που υπήρχαν μέσα ώστε να μη θανατωθούν από τον άγγελο του Θεού. (Εξ 12:7, 22, 23· 1Κο 5:7) Η διαθήκη του Νόμου, η οποία διέθετε ένα χαρακτηριστικό που αποτελούσε εξεικονιστικό τύπο της αφαίρεσης αμαρτιών, επικυρώθηκε με το αίμα ζώων. (Εξ 24:5-8) Οι πολυάριθμες αιματηρές θυσίες, ιδίως εκείνες που προσφέρονταν την Ημέρα της Εξιλέωσης, γίνονταν ως εξεικονιστικός τύπος της εξιλέωσης για αμαρτίες, υποδεικνύοντας την πραγματική αφαίρεση των αμαρτιών μέσω της θυσίας του Χριστού.—Λευ 16:11, 15-18.
Η νομική ισχύς που έχει το αίμα ενώπιον του Θεού ως μέσο αποδεκτό από αυτόν για εξιλέωση εξεικονίστηκε από την έκχυση του αίματος στη βάση, ή αλλιώς στο θεμέλιο, του θυσιαστηρίου και από την τοποθέτηση αίματος στα κέρατα του θυσιαστηρίου. Η διευθέτηση της εξιλέωσης είχε τη βάση της, ή αλλιώς το θεμέλιό της, στο αίμα, και η ισχύς (την οποία συμβόλιζαν τα κέρατα) της διευθέτησης των θυσιών στηριζόταν στο αίμα.—Λευ 9:9· Εβρ 9:22· 1Κο 1:18.
Υπό τη Χριστιανική διευθέτηση, η ιερότητα του αίματος τονίστηκε ακόμη περισσότερο. Δεν χρειαζόταν πια να προσφέρεται αίμα ζώων, διότι οι προσφορές ζώων ήταν μόνο σκιά της πραγματικότητας, του Ιησού Χριστού. (Κολ 2:17· Εβρ 10:1-4, 8-10) Ο αρχιερέας στον Ισραήλ έφερνε μια μικρή ποσότητα του αίματος στα Άγια των Αγίων του επίγειου αγιαστηρίου. (Λευ 16:14) Ο Ιησούς Χριστός, ως ο πραγματικός Αρχιερέας, μπήκε στον ίδιο τον ουρανό, όχι με το αίμα του, το οποίο χύθηκε στη γη (Ιωα 19:34), αλλά με την αξία της τέλειας ανθρώπινης ζωής του την οποία συμβόλιζε το αίμα. Αυτό το δικαίωμα ζωής δεν το έχασε ποτέ λόγω αμαρτίας, αλλά το διατήρησε ώστε να το χρησιμοποιήσει για να υπάρξει εξιλέωση για τις αμαρτίες. (Εβρ 7:26· 8:3· 9:11, 12) Γι’ αυτούς τους λόγους το αίμα του Χριστού κραυγάζει για καλύτερα πράγματα από ό,τι το αίμα του δίκαιου Άβελ. Μόνο το αίμα της τέλειας θυσίας του Γιου του Θεού μπορεί να κάνει έκκληση για έλεος, ενώ το αίμα του Άβελ, καθώς και το αίμα των ακολούθων του Χριστού που πέθαναν μαρτυρικά, κραυγάζει για εκδίκηση.—Εβρ 12:24· Απ 6:9-11.
Σε ποιους εφαρμόζεται η απαγόρευση της βρώσης αίματος;
Ο Ιεχωβά επέτρεψε στον Νώε και στους γιους του να προσθέσουν κρέας ζώων στη διατροφή τους μετά τον Κατακλυσμό, αλλά τους έδωσε την αυστηρή οδηγία να μην τρώνε αίμα. (Γε 9:1, 3, 4) Σε αυτή την περίπτωση ο Θεός έθεσε έναν κανόνα που ίσχυε, όχι μόνο για τον Νώε και την άμεση οικογένειά του, αλλά και στη συνέχεια για όλη την ανθρωπότητα, επειδή όλοι όσοι έζησαν μετά τον Κατακλυσμό είναι απόγονοι της οικογένειας του Νώε.
Σχετικά με τη μόνιμη ισχύ αυτής της απαγόρευσης, ο Τζόζεφ Μπένσον παρατηρεί: «Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η απαγόρευση που δόθηκε στον Νώε και σε όλους τους απογόνους του αναφορικά με τη βρώση αίματος και που επαναλήφθηκε στους Ισραηλίτες με κάθε επισημότητα υπό το Μωσαϊκό σύστημα δεν ακυρώθηκε ποτέ, αλλά, αντίθετα, επικυρώθηκε υπό την Καινή Διαθήκη, Πράξεις ιε΄, με αποτέλεσμα να γίνει παντοτινή υποχρέωση».—Σημειώσεις (Notes) του Μπένσον, 1839, Τόμ. 1, σ. 43.
Υπό το Μωσαϊκό Νόμο. Στη διαθήκη του Νόμου την οποία σύναψε με το έθνος του Ισραήλ, ο Ιεχωβά ενσωμάτωσε το νόμο που είχε δώσει στον Νώε. Έκανε σαφές ότι όποιος αγνοούσε τη διαδικασία που οριζόταν από το νόμο του Θεού ακόμη και όσον αφορά τη θανάτωση ζώου θα έφερε «ενοχή αίματος». (Λευ 17:3, 4) Το αίμα ενός ζώου που επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί ως τροφή έπρεπε να χυθεί στη γη και να σκεπαστεί με χώμα. (Λευ 17:13, 14) Όποιος έτρωγε το αίμα οποιουδήποτε είδους σάρκας έπρεπε να “εκκοπεί ανάμεσα από το λαό του”. Η εσκεμμένη παραβίαση αυτού του νόμου σχετικά με την ιερότητα του αίματος επέφερε “εκκοπή” μέσω θανάτωσης.—Λευ 17:10· 7:26, 27· Αρ 15:30, 31.
Σχολιάζοντας τα εδάφια Λευιτικό 17:11, 12, η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1882, Τόμ. 1, σ. 834) λέει: «Αυτή η αυστηρή εντολή δεν ίσχυε μόνο για τους Ισραηλίτες, αλλά και για τους ξένους που κατοικούσαν ανάμεσά τους. Η ποινή που προβλεπόταν για την παραβίασή της ήταν η “εκκοπή από το λαό”, φράση με την οποία φαίνεται να υπονοείται η θανάτωση (πρβλ. Εβρ. 10:28), μολονότι είναι δύσκολο να καθοριστεί αν επιβαλλόταν με σπαθί ή με λιθοβολισμό».
Στο εδάφιο Δευτερονόμιο 14:21 αναφέρεται ότι επιτρεπόταν η πώληση ενός ζώου που είχε ψοφήσει ή είχε κατασπαραχτεί από θηρίο σε κάποιον πάροικο ή αλλοεθνή. Με αυτόν τον τρόπο γινόταν διάκριση ανάμεσα στο αίμα τέτοιων ζώων και στο αίμα των ζώων τα οποία κάποιος έσφαζε για τροφή. (Παράβαλε Λευ 17:14-16.) Οι Ισραηλίτες, καθώς επίσης οι πάροικοι που ενστερνίζονταν την αληθινή λατρεία και υπόκειντο πλέον στη διαθήκη του Νόμου, ήταν υποχρεωμένοι να ζουν σύμφωνα με τις υψηλές απαιτήσεις αυτού του Νόμου. Οι άνθρωποι όλων των εθνών δεσμεύονταν από την απαίτηση των εδαφίων Γένεση 9:3, 4, αλλά από όσους υπόκειντο στο Νόμο ο Θεός ανέμενε να διακρατούν υψηλότερο επίπεδο όσον αφορά την προσκόλληση σε αυτή την απαίτηση από ό,τι οι αλλοεθνείς και οι πάροικοι που δεν είχαν γίνει λάτρεις του Ιεχωβά.
Υπό τη Χριστιανική διευθέτηση. Το κυβερνών σώμα της Χριστιανικής εκκλησίας του πρώτου αιώνα, υπό την κατεύθυνση του αγίου πνεύματος, αποφάνθηκε σχετικά με το ζήτημα του αίματος. Το διάταγμά τους δηλώνει τα εξής: «Διότι το άγιο πνεύμα και εμείς θεωρήσαμε καλό να μη σας προσθέσουμε παραπάνω βάρος, εκτός από αυτά τα αναγκαία: να απέχετε από πράγματα θυσιασμένα σε είδωλα και από αίμα και από πνιχτά και από πορνεία. Αν φυλάγεστε προσεκτικά από αυτά, θα ευημερείτε. Υγιαίνετε!» (Πρ 15:22, 28, 29) Η απαγόρευση περιλάμβανε κρέας που περιείχε αίμα («πνιχτά»).
Σε τελική ανάλυση, αυτό το διάταγμα στηρίζεται στην εντολή του Θεού που απαγορεύει τη βρώση αίματος, η οποία εντολή δόθηκε στον Νώε και στους γιους του και, επομένως, σε όλη την ανθρωπότητα. Σχετικά με αυτό, στο έργο Διόρθωση Χρονολογίας Αρχαίων Βασιλείων ([The Chronology of Ancient Kingdoms Amended] Δουβλίνο, 1728, σ. 184) του Σερ Ισαάκ Νεύτωνα διαβάζουμε τα εξής: «Αυτός ο νόμος [περί αποχής από αίμα] ήταν αρχαιότερος από τις ημέρες του Μωυσή, εφόσον δόθηκε στον Νώε και στους γιους του, πολύ πριν από τις ημέρες του Αβραάμ: άρα λοιπόν, όταν οι Απόστολοι και οι Πρεσβύτεροι στη Σύνοδο της Ιερουσαλήμ δήλωσαν ότι οι Εθνικοί δεν ήταν υποχρεωμένοι να περιτέμνονται και να τηρούν το νόμο του Μωυσή, εξαίρεσαν αυτόν το νόμο περί αποχής από αίμα και πνιχτά ως παλιότερο νόμο του Θεού, νόμο ο οποίος δεν είχε επιβληθεί μόνο στους γιους του Αβραάμ, αλλά σε όλα τα έθνη, ενόσω ζούσαν μαζί στη Σεναάρ υπό την κυριαρχία του Νώε: παρόμοιος είναι και ο νόμος περί αποχής από κρέατα που έχουν προσφερθεί σε Είδωλα ή ψεύτικους Θεούς και από πορνεία».—Τα πλάγια γράμματα δικά του.
Τηρείται από τους αποστολικούς χρόνους. Η σύνοδος της Ιερουσαλήμ έστειλε την απόφασή της στις Χριστιανικές εκκλησίες για να την τηρούν. (Πρ 16:4) Περίπου εφτά χρόνια αφότου η σύνοδος της Ιερουσαλήμ εξέδωσε αυτό το διάταγμα, οι Χριστιανοί συνέχιζαν να συμμορφώνονται με την απόφαση «ότι πρέπει να φυλάγονται από ό,τι έχει θυσιαστεί σε είδωλα, καθώς και από αίμα και από πνιχτό και από πορνεία». (Πρ 21:25) Και ύστερα από εκατό και πλέον χρόνια, το 177 Κ.Χ., στη Λυών (στη σημερινή Γαλλία), όταν κάποιοι θρησκευτικοί εχθροί κατηγόρησαν ψευδώς τους Χριστιανούς ότι έτρωγαν παιδιά, μια γυναίκα ονόματι Βιβλίς είπε: «Πώς είναι δυνατόν να τρώνε παιδιά αυτοί οι άνθρωποι, στους οποίους δεν επιτρέπεται να τρώνε ούτε το αίμα των άλογων ζώων;»—Η Εκκλησιαστική Ιστορία, του Ευσέβιου, 5, 1, 26.
Οι πρώτοι Χριστιανοί απείχαν από τη βρώση οποιουδήποτε είδους αίματος. Σε σχέση με αυτό, ο Τερτυλλιανός (περ. 155-μτ. 220 Κ.Χ.) επισήμανε στο έργο του Απολογητικός ([Apologeticus] IX, 13, 14): «Ας ερυθριάσει η πλάνη σας ενώπιον των Χριστιανών, διότι εμείς δεν περιλαμβάνουμε ούτε καν το αίμα ζώων στη φυσική μας διατροφή. Γι’ αυτόν το λόγο απέχουμε από πνιχτά ή από ζώα που ψόφησαν μόνα τους ώστε να μη μολυνθούμε με κανέναν τρόπο από αίμα, έστω και αν αυτό είναι κρυμμένο μέσα στο κρέας. Τελικά, όταν δοκιμάζετε τους Χριστιανούς, τους προσφέρετε λουκάνικα γεμάτα αίμα. Ξέρετε πολύ καλά, φυσικά, ότι για αυτούς είναι κάτι το απαγορευμένο, αλλά θέλετε να τους κάνετε να παραβιάσουν τις αρχές τους». Ο Μινούκιος Φήλιξ, Ρωμαίος δικηγόρος που έζησε μέχρι το 250 Κ.Χ. περίπου, τόνισε το ίδιο σημείο, γράφοντας: «Εμείς δεν επιτρέπεται ούτε να δούμε ανθρώπινη σφαγή ούτε να ακούσουμε για αυτήν. Έχουμε τέτοια αποστροφή για το ανθρώπινο αίμα ώστε στα γεύματά μας αποφεύγουμε το αίμα των βρώσιμων ζώων».—Οκτάβιος (Octavius), XXX, 6.
Περιλαμβάνεται η Ακεραιότητα. Από τότε που εγκαινιάστηκε η νέα διαθήκη με βάση το αίμα του Ιησού Χριστού, οι Χριστιανοί αναγνωρίζουν τη ζωοσωτήρια αξία που έχει αυτό το αίμα μέσω της διευθέτησης του Ιεχωβά και μέσω του Ιησού ως του μεγάλου Αρχιερέα ο οποίος «μπήκε, όχι με το αίμα τράγων και νεαρών ταύρων, αλλά με το δικό του αίμα, μία φορά για πάντα στον άγιο τόπο και εξασφάλισε αιώνια απελευθέρωση για εμάς». Μέσω πίστης στο αίμα του Χριστού, οι συνειδήσεις των Χριστιανών έχουν καθαριστεί από νεκρά έργα ώστε αυτοί να αποδίδουν ιερή υπηρεσία στον ζωντανό Θεό. Οι Χριστιανοί ενδιαφέρονται για τη σωματική τους υγεία, αλλά πρωτίστως και πολύ πιο σοβαρά ενδιαφέρονται για την πνευματική τους υγεία και την υπόστασή τους ενώπιον του Δημιουργού. Θέλουν να διατηρήσουν την ακεραιότητά τους προς τον ζωντανό Θεό, με το να μην αρνηθούν τη θυσία του Ιησού, να μη θεωρήσουν ότι δεν έχει αξία και να μην την ποδοπατήσουν. Και αυτό διότι επιζητούν, όχι την παροδική ζωή, αλλά την αιώνια.—Εβρ 9:12, 14, 15· 10:28, 29.
-
-
Αιμάθ, ΑιμαθίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΑΘ
(Αιμάθ), ΑΙΜΑΘΙΤΕΣ (Αιμαθίτες).
Η πόλη Αιμάθ ήταν η πρωτεύουσα ενός μικρού χαναανιτικού βασιλείου στη Συρία κατά την αρχική περίοδο του Ισραήλ. Η πλούσια αγροτική περιοχή γύρω της ονομαζόταν και αυτή Αιμάθ. Στους ελληνορωμαϊκούς χρόνους η κλασική ονομασία της πόλης ήταν Επιφάνεια, από το όνομα του Αντίοχου Δ΄ (του Επιφανούς). Σήμερα ονομάζεται Χάμα, λέξη που αποτελεί σύντμηση της αρχικής μορφής του ονόματός της.
Η πόλη της Αιμάθ ήταν χτισμένη δίπλα στον ποταμό Ορόντη, κατά μήκος σπουδαίων εμπορικών οδών, σε απόσταση 81 χλμ. από τη Μεσόγειο, γύρω στα 190 χλμ. Β της Δαμασκού και περίπου 120 χλμ. Ν του Χαλεπίου.
Μολονότι μερικές φορές λέγεται ότι η Αιμάθ είχε χετταϊκή προέλευση, το πιθανότερο είναι ότι ιδρύθηκε από τους Αιμαθίτες, που ήταν συγγενείς των Χετταίων και αποτελούσαν μια από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. Ο Χετ και ο Αιμάθ, οι προπάτορες αυτών των δύο οικογενειακών γραμμών, κατονομάζονται αντίστοιχα ως ο 2ος και ο 11ος γιος του Χαναάν, γιου του Χαμ.—Γε 10:6, 15-18· 1Χρ 1:8, 13-16· βλέπε ΧΕΤΤΑΙΟΙ.
“Η Είσοδος της Αιμάθ”. Στην παλαιότερη αναφορά που έχουμε για την Αιμάθ μάς λέγεται ότι το 16ο αιώνα Π.Κ.Χ. οι 12 Ισραηλίτες κατάσκοποι ανέβηκαν από το Ν μέχρι «την είσοδο της Αιμάθ», μια συχνά επαναλαμβανόμενη φράση η οποία πιστεύεται ότι αναφέρεται, όχι στις πύλες της ίδιας της πόλης, αλλά στο νότιο σύνορο της περιοχής την οποία εξουσίαζε. (Αρ 13:21) Μέχρι αυτό το όριο επεκτάθηκε η κατάκτηση του Ιησού του Ναυή προς το Β. (Ιη 13:2, 5· Κρ 3:1-3) Ωστόσο, ορισμένοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι η έκφραση «μέχρι την είσοδο της Αιμάθ» (Ιη 13:5) θα έπρεπε πιθανώς να αποδίδεται «μέχρι τη Λεβί-αιμάθ (Λιοντάρι της Αιμάθ)», υποδηλώνοντας έναν συγκεκριμένο τόπο.—Βλέπε Παλαιά Διαθήκη (Vetus Testamentum), Λέιντεν, 1952, σ. 114.
Η ακριβής θέση αυτού του συνόρου (ή τόπου) δεν είναι βέβαιη. Θεωρούνταν ότι αποτελούσε το βόρειο σύνορο της περιοχής του Ισραήλ (Αρ 34:8· 1Βα 8:65· 2Βα 14:25· 2Χρ 7:8) και ότι συνόρευε με τη Δαμασκό. (Ιερ 49:23· Ιεζ 47:15-17· 48:1· Ζαχ 9:1, 2) Μερικοί πιστεύουν ότι ήταν το νότιο άκρο της Κοιλάδας της Κοίλης Συρίας (ονομάζεται και Μπεκάα), η οποία εκτείνεται μεταξύ των οροσειρών του Λιβάνου και του Αντιλιβάνου. Άλλοι λένε ότι βρισκόταν στο μέσο της απόστασης μεταξύ Μπααλμπέκ και Ριβλά. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι ήταν ακόμη βορειότερα, στο σημείο όπου το πέρασμα διευρύνεται ανάμεσα στη Χομς και στη θάλασσα.—Ιεζ 47:20.
Σχέσεις με τον Ισραήλ. Ο Θοΐ (Θοού), βασιλιάς της Αιμάθ, έστειλε το γιο του τον Ιεχωράμ (Χαδωράμ) να συγχαρεί τον Βασιλιά Δαβίδ για τη νίκη του επί ενός κοινού τους εχθρού, του Αδαδέζερ. Η Αιμάθ ήταν τότε ανεξάρτητο βασίλειο. (2Σα 8:3, 9, 10· 1Χρ 18:3, 9, 10) Ωστόσο, στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, το βασίλειο της Αιμάθ φαίνεται ότι ήταν υπό τον έλεγχο του Ισραήλ, διότι ο Σολομών έχτισε πόλεις αποθήκευσης σε εκείνη την περιοχή. (2Χρ 8:3, 4) Μετά το θάνατο του Σολομώντα, η Αιμάθ κέρδισε την ανεξαρτησία της και παρέμεινε ανεξάρτητη, με εξαίρεση μια σύντομη περίοδο τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., όταν ο Ιεροβοάμ Β΄ την επανέφερε προσωρινά υπό τον έλεγχο του Ισραήλ. (2Βα 14:28) Εκείνη περίπου την εποχή χαρακτηριζόταν ως “πολυπληθής Αιμάθ”.—Αμ 6:2.
Τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., η Αιμάθ και οι γείτονές της—μεταξύ των οποίων και το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ—κατατροπώθηκαν από τους Ασσυρίους οι οποίοι σάρωναν τα πάντα οδεύοντας προς την παγκόσμια κυριαρχία. Η τακτική της Ασσυρίας ήταν να ανταλλάσσει και να μετεγκαθιστά τους αιχμαλώτους της, και έτσι πληθυσμοί από την Αιμάθ μεταφέρθηκαν και πήραν τη θέση των κατοίκων της Σαμάρειας, οι οποίοι με τη σειρά τους οδηγήθηκαν στην Αιμάθ και σε άλλα μέρη. (2Βα 17:24· 19:12, 13· Ησ 10:9-11· 37:12, 13) Στη συνέχεια, οι Αιμαθίτες έστησαν στους υψηλούς τόπους της Σαμάρειας ομοιώματα της θεότητάς τους της Ασιμά, μολονότι αυτή η άχρηστη θεότητα είχε αποδειχτεί ανίσχυρη εναντίον των Ασσυρίων.—2Βα 17:29, 30· 18:33, 34· Ησ 36:18, 19.
Σύμφωνα με μια σωζόμενη σφηνοειδή επιγραφή (Βρετανικό Μουσείο 21946), μετά τη μάχη της Χαρκεμίς το 625 Π.Κ.Χ. (Ιερ 46:2), οι δυνάμεις του Ναβουχοδονόσορα πρόφτασαν τους Αιγυπτίους που είχαν τραπεί σε φυγή και τους εξολόθρευσαν στην περιφέρεια της Αιμάθ. (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά [Assyrian and Babylonian Chronicles], του Α. Κ. Γκρέισον, 1975, σ. 99) Σε αυτή την ίδια περιοχή, μερικά χρόνια νωρίτερα, ο Φαραώ Νεχαώ είχε αιχμαλωτίσει τον Βασιλιά Ιωάχαζ. (2Βα 23:31-33) Κατόπιν, το 607 Π.Κ.Χ., με την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο Σεδεκίας και άλλοι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στη Ριβλά, στην περιοχή της Αιμάθ, και εκεί, μπροστά στα μάτια του Σεδεκία, θανατώθηκαν οι γιοι του, καθώς και άλλοι ευγενείς. (2Βα 25:18-21· Ιερ 39:5, 6· 52:9, 10, 24-27) Εντούτοις, ο Θεός είχε υποσχεθεί ότι στον ορισμένο καιρό θα αποκαθιστούσε ένα υπόλοιπο του αιχμάλωτου λαού του, μεταξύ των οποίων και εκείνους που βρίσκονταν στη γη της Αιμάθ.—Ησ 11:11, 12.
[Χάρτης στη σελίδα 137]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Μεγάλη Θάλασσα
Ποταμός Ορόντης
Αιμάθ
Χομς
Ριβλά
Όρη του Λιβάνου
Σιδώνα
Ποταμός Λιτάνι
Όρη του Αντιλιβάνου
Δαμασκός
-
-
Αιμάθ-ζωβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΑΘ-ΖΩΒΑ
(Αιμάθ-ζωβά).
Η τοποθεσία αυτή προφανώς καταλήφθηκε από τον Σολομώντα και έτσι μνημονεύεται στα πλαίσια του μοναδικού στρατιωτικού του εγχειρήματος για το οποίο γίνεται νύξη στις Γραφές. (2Χρ 8:3) Η ακριβής ταυτότητα της Αιμάθ-ζωβά δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Η Αιμάθ και η Ζωβά ενδέχεται να ήταν όμορα βασίλεια (παράβαλε 1Χρ 18:9· 2Χρ 8:4), εξού και το σύνθετο όνομα «Αιμάθ-ζωβά». Το ότι δύο γειτονικές γεωγραφικές τοποθεσίες είναι δυνατόν να συνδεθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο φαίνεται από το εδάφιο 1 Χρονικών 6:78. Το εβραϊκό κείμενο σε αυτό το εδάφιο λέει κατά κυριολεξία «του Ιορδάνη Ιεριχώ» ή «του Ιορδάνη της Ιεριχώς» και συνήθως αποδίδεται «του Ιορδάνη, κοντά στην Ιεριχώ».—RS, KJ, ΜΝΚ, ΒΑΜ.
-
-
ΑιμάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΑΜ
(Αιμάμ).
Γιος του Λωτάν και απόγονος του Σηείρ του Χορίτη. (Γε 36:20, 22) Το όνομα αποδίδεται Ωμάμ στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:39 σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, αλλά η Μετάφραση των Εβδομήκοντα έχει την απόδοση «Αιμάν».
-
-
ΑιμάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΑΝ
(Αιμάν).
1. Ένας από τους τέσσερις σοφούς άντρες τους οποίους ξεπέρασε σε σοφία ο Βασιλιάς Σολομών, παρότι διέθεταν και εκείνοι μεγάλη σοφία. Ο Αιμάν, ο Χαλχόλ και ο Δαρδά επονομάζονται “γιοι του Μαώλ”. Μερικοί πιστεύουν ότι η έκφραση αυτή αναφέρεται σε έναν όμιλο χορευτών ή μουσικών. (1Βα 4:31) Στα εδάφια 1 Χρονικών 2:3-6, ο Αιμάν προσδιορίζεται ως απόγονος του Ιούδα μέσω του Ζερά. Στην επιγραφή του 88ου Ψαλμού αποκαλείται «Εζραΐτης», το οποίο προφανώς δεν είναι παρά μια άλλη λέξη για το «Ζεραΐτης».—Βλέπε ΕΖΡΑΪΤΗΣ.
2. Γιος του Ιωήλ και εγγονός του προφήτη Σαμουήλ από την οικογένεια των Κααθιτών. Ήταν Λευίτης υμνωδός και κυμβαλιστής στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ και του Σολομώντα. (1Χρ 6:33· 15:17-19· 2Χρ 5:11, 12) Απέκτησε 14 γιους και 3 κόρες, και υπό τη διεύθυνσή του η οικογένειά του πρόσφερε υμνωδία στον οίκο του Ιεχωβά. Ωστόσο, ο ίδιος μαζί με τον Ασάφ και τον Ιεδουθούν ήταν υπό την άμεση επιστασία του βασιλιά.—1Χρ 25:1, 4-6.
-
-
ΑιμμάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΜΑΘ
(Αιμμάθ).
1. “Ο πατέρας” του οίκου του Ρηχάβ και πρόγονος ορισμένων Κεναίων.—1Χρ 2:55.
2. [Τόπος Θερμής (Πηγής)]. Οχυρωμένη πόλη του Νεφθαλί. (Ιη 19:32, 35) Ταυτίζεται γενικά με το Χαμάμ Ταμπαρίγιε (Χαμέ Τεβέρια), ακριβώς Ν της Τιβεριάδας, στη δυτική όχθη της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Η θειούχα πηγή που υπάρχει εκεί προφανώς έδωσε στην Αιμμάθ το όνομά της. Αν, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι λόγιοι, η Αιμμώθ-δωρ (Ιη 21:32) και η Αιμμών (1Χρ 6:76) είναι εναλλακτικές ονομασίες της ίδιας τοποθεσίας, η Αιμμάθ ήταν και Λευιτική πόλη.
-
-
ΑιμμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΜΩΝ
(Αιμμών) [σημαίνει «Τόπος Θερμής (Πηγής)»].
1. Πόλη στο όριο του Ασήρ. (Ιη 19:24-28) Ταυτίζεται γενικά με το Ουμ ελ Αουάμιντ, το οποίο βρίσκεται στα παράλια της Μεσογείου, περίπου 16 χλμ. ΝΝΔ της Τύρου.
2. Τοποθεσία στην περιοχή του Νεφθαλί η οποία παραχωρήθηκε στους Λευίτες. (1Χρ 6:71, 76) Προφανώς ταυτίζεται με την Αιμμάθ.—Ιη 19:35· βλέπε ΑΙΜΜΑΘ Αρ. 2.
-
-
ΑιμομειξίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΟΜΕΙΞΙΑ
Βλέπε ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ (Κακουργήματα υπό το Νόμο).
-
-
ΑιμορροΐδεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΜΟΡΡΟΪΔΕΣ
Κιρσώδεις διευρύνσεις των φλεβών στον πρωκτό, οι οποίες συνοδεύονται πολλές φορές από αιμορραγία. Σε αυτή τη συχνά επώδυνη πάθηση, εμφανίζονται αγγειακές διογκώσεις κάτω από το βλεννογόνο του απευθυσμένου, είτε στο εσωτερικό του έξω σφιγκτήρα (εσωτερικές αιμορροΐδες) είτε στην εξωτερική πλευρά του (εξωτερικές αιμορροΐδες) είτε και στα δύο μέρη.
Οι αιμορροΐδες ήταν μεταξύ των παθήσεων από τις οποίες θα υπέφεραν οι Ισραηλίτες αν δεν υπάκουαν, όπως τους προειδοποίησε ο Ιεχωβά. (Δευ 28:15, 27) Ο ίδιος έπληξε τους Φιλισταίους της Αζώτου και των περιοχών της, καθώς επίσης της Γαθ και της Ακκαρών, με αιμορροΐδες ενόσω βρισκόταν στην κατοχή τους η ιερή Κιβωτός.—1Σα 5:6-12.
Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αιμορροΐδες» (Le· ΜΝΚ· ΒΑΜ), «διογκώσεις» (AS· RS) και «επιδημία μεγάλων σπυριών» (AT), όπως στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 5:6, είναι ‛οφαλίμ και υποδηλώνει καμπύλα εξογκώματα ή προεξοχές, αιμορροΐδες ή διογκώσεις στον πρωκτό. Στα εδάφια 1 Σαμουήλ 6:11, 17, όπως αυτά εμφανίζονται στο Μασοριτικό κείμενο, τα εξογκώματα που πλήττουν τους Φιλισταίους αναφέρονται ως τεχορίμ, που σημαίνει «διογκώσεις». Και στις έξι περιπτώσεις όπου εμφανίζεται στη Γραφή η λέξη ‛οφαλίμ (αιμορροΐδες), οι Ιουδαίοι Μασορίτες πρόσθεσαν σε αυτήν τα φωνηεντικά σημεία της λέξης τεχορίμ (διογκώσεις) και σε περιθωριακή σημείωση υπέδειξαν ότι πρέπει να διαβάζεται αυτή η λέξη αντί για τη λέξη ‛οφαλίμ.
Οι πέντε άρχοντες του άξονα των Φιλισταίων επέστρεψαν την Κιβωτό στον Ισραήλ μαζί με μια προσφορά για ενοχή προς τον Ιεχωβά, η οποία προσφορά αποτελούνταν εν μέρει από πέντε χρυσές εικόνες των αιμορροΐδων, δηλαδή από αναπαραστάσεις αυτών των εξογκωμάτων. (1Σα 6:4, 5, 11, 17) Με παραπλήσιο τρόπο, ορισμένοι αρχαίοι λαοί (ιδιαίτερα οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι) ικέτευαν τις θεότητές τους για θεραπεία προσφέροντάς τους αναπαραστάσεις του πάσχοντος μέλους ή εξέφραζαν την ευγνωμοσύνη τους για υποτιθέμενες θεραπείες προσφέροντας κάποιο ομοίωμα αυτού του μέλους.
Εφόσον οι δίποδες (τρωκτικά που πηδούν και μοιάζουν με ποντικούς) κατέστρεφαν τη γη των Φιλισταίων (1Σα 6:5), μερικοί μελετητές πιστεύουν ότι οι Φιλισταίοι πατάχθηκαν με βουβωνική πανώλη, μια άκρως θανατηφόρα λοιμώδη νόσο, της οποίας συμπτώματα είναι ο πυρετός, τα ρίγη, η εξάντληση και η επώδυνη διόγκωση των λεμφαδένων, ή αλλιώς η βουβωνική αδενίτιδα. Αυτή η πανώλη μεταδίδεται κυρίως από τα τσιμπήματα ψύλλων οι οποίοι προηγουμένως έχουν τσιμπήσει μολυσμένους αρουραίους ή άλλα τρωκτικά που είτε είναι ετοιμοθάνατα είτε έχουν ήδη ψοφήσει.
«Θανατηφόρα σύγχυση» επήλθε όταν η Κιβωτός βρισκόταν στην Ακκαρών, όπου «οι άνθρωποι που δεν πέθαναν είχαν παταχθεί με αιμορροΐδες». (1Σα 5:10-12) Αναπαραστάσεις τόσο αιμορροΐδων όσο και διπόδων αναφέρονται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 6:4, όπου οι Φιλισταίοι ιερείς και μάντεις παρουσιάζονται να λένε: «Ο καθένας από εσάς και οι άρχοντες του άξονά σας έχουν πληγεί από την ίδια μάστιγα». Αλλά αυτό μπορεί απλώς να σημαίνει ότι ολόκληρο το έθνος—οι άρχοντες του άξονα και ο λαός εξίσου—είχε υποστεί μια κοινή συμφορά, «την ίδια μάστιγα», όχι κατ’ ανάγκην ότι τα τρωκτικά και οι αιμορροΐδες συνδέονταν μεταξύ τους στα πλαίσια της ίδιας επιδημίας ή πληγής. Η Αγία Γραφή φαίνεται να υποδηλώνει μόνο ότι οι δίποδες ερήμωναν τη βλάστηση σε όλη τη Φιλιστία, καταστρέφοντας έτσι εκείνη τη γη, και δεν δηλώνει συγκεκριμένα ότι ήταν φορείς λοίμωξης στους Φιλισταίους τους οποίους πάταξε ο Ιεχωβά.
-
-
ΑινέαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΝΕΑΣ
(Αινέας) [Παινεμένος].
Κάποιος άντρας από τη Λύδδα—τοποθεσία στην άκρη της Πεδιάδας του Σαρών—τον οποίο θεράπευσε ο Πέτρος, έπειτα από οχτώ χρόνια παράλυσης.—Πρ 9:32-35.
-
-
ΑίνιγμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΝΙΓΜΑ
Φράση που αποτελεί γρίφο. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται αίνιγμα μπορεί επίσης να αποδοθεί “διφορούμενος λόγος” ή “περίπλοκη ερώτηση”. (Παράβαλε Δα 8:23, υποσ.) Τα αινίγματα αντιπαραβάλλονται με τα απλά, ευκολονόητα λόγια. (Αρ 12:8) Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται μερικές φορές ως παράλληλη του όρου «παροιμιώδη λόγια», επειδή ένα αίνιγμα μπορεί να έχει και πλούσιο νόημα, διατυπωμένο όμως με δυσνόητο τρόπο. (Ψλ 49:4) Η ίδια εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αινίγματα» μεταφράζεται επίσης, σε διαφορετικά συμφραζόμενα, «περίπλοκες ερωτήσεις». (2Χρ 9:1) Η διατύπωση ενός αινίγματος, το οποίο συχνά περιλαμβάνει μια δυσνόητη αλλά ακριβή παραλληλία, απαιτεί οξεία διάνοια, ενώ η επίλυσή του προϋποθέτει το να μπορεί κανείς να διακρίνει πώς συσχετίζονται τα πράγματα μεταξύ τους. Γι’ αυτό, η Αγία Γραφή λέει ότι τα αινίγματα είναι ρήσεις σοφών και ότι μπορεί να τα συλλάβει ο άνθρωπος που έχει κατανόηση.—Παρ 1:5, 6.
Η ίδια η Αγία Γραφή περιέχει αινίγματα σχετικά με τους σκοπούς του Ιεχωβά. (Ψλ 78:2-4) Πρόκειται για δηλώσεις που μπορεί αρχικά να μπερδέψουν τον αναγνώστη. Ίσως είναι σκόπιμα δυσνόητες και περιλαμβάνουν ουσιώδεις συγκρίσεις που δεν έπρεπε να γίνουν κατανοητές από τους ανθρώπους της εποχής στην οποία πρωτογράφτηκαν. Για παράδειγμα, στο εδάφιο Ζαχαρίας 3:8 ο Ιεχωβά αναφέρεται προφητικά στον “υπηρέτη του τον Βλαστό” χωρίς να εξηγεί εκεί ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι βλαστός, δηλαδή γόνος, της βασιλικής γραμμής του Δαβίδ και ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για τον ίδιο τον Γιο του Θεού ο οποίος τότε ήταν στους ουρανούς και επρόκειτο να γεννηθεί από μια παρθένα απόγονο του Βασιλιά Δαβίδ. Επίσης, το εδάφιο Αποκάλυψη 13:18 αναφέρει ότι “ο αριθμός του θηρίου” είναι «εξακόσια εξήντα έξι», αλλά δεν εξηγεί τη σημασία αυτού του αριθμού.
Μερικές φορές, τα αινίγματα δεν χρησιμοποιούνταν για να δημιουργήσουν απορίες στους ακροατές, αλλά προφανώς για να κεντρίσουν το ενδιαφέρον τους και να κάνουν το μεταδιδόμενο μήνυμα πιο παραστατικό. Τέτοιο ήταν το αίνιγμα με τους δύο αετούς και το κλήμα που έθεσε στον οίκο του Ισραήλ ο προφήτης Ιεζεκιήλ. (Ιεζ 17:1-8) Σύμφωνα με τις οδηγίες του Ιεχωβά, ο Ιεζεκιήλ έπρεπε να παρουσιάσει το αίνιγμα και αμέσως μετά να ρωτήσει το λαό αν το είχε καταλάβει και τότε να τους το εξηγήσει.
Σκοπός κάποιων αινιγμάτων ήταν να κάνουν τους άλλους να μαντέψουν τη λύση τους, πολλές φορές δε αυτά τα αινίγματα παρουσιάζονταν σε στίχους, όπως εκείνο που έβαλε ο Σαμψών στους Φιλισταίους. Όταν αυτός είπε: «Από εκείνον που τρώει βγήκε κάτι που τρώγεται, και από τον ισχυρό βγήκε κάτι γλυκό», χρησιμοποίησε σκόπιμα δύσληπτες συγκρίσεις. (Κρ 14:12-18) Το αίνιγμά του βασιζόταν σε μια προσωπική εμπειρία που είχε λίγο νωρίτερα, όταν από το κουφάρι ενός λιονταριού μάζεψε μέλι, το οποίο είχε εναποθέσει εκεί ένα σμήνος από μέλισσες.—Κρ 14:8, 9.
-
-
Αίνος, ΈπαινοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΝΟΣ, ΕΠΑΙΝΟΣ
Εγκωμιασμός, έκφραση θαυμασμού, ακόμη και λατρείας όταν πρόκειται για τον αίνο που απευθύνεται στον Θεό. Στις Εβραϊκές και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές χρησιμοποιούνται αντίστοιχα τα ρήματα χαλάλ και αἰνέω. (Ψλ 113:1· Ησ 38:18· Ρω 15:11· βλέπε ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ· ΧΑΛΛΕΛ.) Το ουσιαστικό ὕμνος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μεταδίδει την ιδέα του αίνου ή ενός άσματος αίνου που απευθύνεται στον Θεό.—Μαρ 14:26, υποσ.
Το να αινούμε το όνομα του Θεού σημαίνει να αινούμε τον ίδιο τον Ύψιστο. (Ψλ 69:30) Αυτός αξίζει το μέγιστο αίνο, διότι είναι «αγαθός», δηλαδή χαρακτηρίζεται από ηθική υπεροχή στον υπέρτατο βαθμό, ο Δημιουργός, ο Βοηθός των καταθλιμμένων, ο Υποστηρικτής και Απελευθερωτής του λαού του. (Ψλ 135:3· 150:2· 1Χρ 16:25, 26) Ποτέ δεν θα μοιραστεί αυτόν τον αίνο με άψυχες εικόνες που δεν μπορούν να παράσχουν βοήθεια στους λάτρεις τους.—Ησ 42:8.
Ο αίνος κατείχε σημαντική θέση στη λατρεία του Ιεχωβά στον Ισραήλ. Εφόσον ο Παντοδύναμος ήταν εξ ολοκλήρου πλαισιωμένος από αίνους, αναφέρεται ότι “κατοικούσε στους αίνους του Ισραήλ”. (Ψλ 22:3) Ο Βασιλιάς Δαβίδ ήταν εκείνος ο οποίος οργάνωσε τους ιερείς και τους Λευίτες προκειμένου να αινούν τον Ιεχωβά με ύμνους και ενόργανη μουσική. Η οργανωμένη αυτή διευθέτηση που εγκαινίασε ο Δαβίδ συνέχισε να ισχύει και στο ναό του Σολομώντα, και έκτοτε, για πολλά χρόνια, ιερείς και Λευίτες ηγούνταν στην απόδοση αίνου, χρησιμοποιώντας θεόπνευστες συνθέσεις διαφυλαγμένες μέχρι σήμερα στο βιβλίο των Ψαλμών.—1Χρ 16:4-6· 23:2-5· 2Χρ 8:14· βλέπε ΜΟΥΣΙΚΗ.
Οι πιστοί υπηρέτες του Ιεχωβά δεν επέτρεπαν σε τίποτα να σταθεί εμπόδιο στην απόδοση του αίνου ο οποίος ανήκει αποκλειστικά σε εκείνον. Ο προφήτης Δανιήλ δεν σταμάτησε να αινεί τον Ιεχωβά όταν αυτό κηρύχτηκε παράνομο και ο παραβάτης κινδύνευε να ριχτεί στο λάκκο των λιονταριών. (Δα 6:7-10) Ο Ιησούς Χριστός, μη κάνοντας τίποτα από δική του επινόηση, έθεσε το εξοχότερο παράδειγμα όσον αφορά την απόδοση αίνου στον Πατέρα του. Ολόκληρη η ζωή και η διακονία του Γιου του Θεού, περιλαμβανομένων και των θαυμάτων που επιτέλεσε, έφεραν αίνο στον Πατέρα του.—Λου 18:43· Ιωα 7:17, 18.
Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα εξακολούθησαν να χρησιμοποιούν τους θεόπνευστους ψαλμούς για να αινούν τον Ιεχωβά. Επιπρόσθετα, φαίνεται ότι υπήρχαν και Χριστιανικές συνθέσεις—“αίνοι προς τον Θεό και πνευματικοί ύμνοι”, δηλαδή ύμνοι με πνευματικό περιεχόμενο. (Εφ 5:19· Κολ 3:16) Ωστόσο, ο Χριστιανικός αίνος δεν περιορίζεται στην υμνολογία. Βρίσκει έκφραση στη ζωή κάποιου και στο ενεργό ενδιαφέρον του για την πνευματική και την υλική ευημερία των άλλων.—Εβρ 13:15, 16.
Έπαινος. Ο αυτοέπαινος αποτελεί εκδήλωση υπερηφάνειας και δεν εποικοδομεί τους ακροατές. Δείχνει έλλειψη αγάπης, επειδή το άτομο εξυψώνει τον εαυτό του πάνω από τους άλλους. (1Κο 13:4) Αν είναι κατάλληλο να δοθεί έπαινος, αυτός πρέπει να είναι αυθόρμητος και να προέρχεται από αμερόληπτους παρατηρητές που δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από αυτόν.—Παρ 27:2.
Ακόμη και όταν ο έπαινος προέρχεται από άλλους, μπορεί να αποτελέσει δοκιμή για τον αποδέκτη του. Μπορεί να υποθάλψει αισθήματα ανωτερότητας ή υπερηφάνειας και να οδηγήσει στην πτώση του ατόμου. Αλλά όταν γίνεται δεκτός με το κατάλληλο πνεύμα, μπορεί να έχει θετική επίδραση. Ίσως το άτομο αναγνωρίσει ταπεινά πόσο υπόχρεο είναι στον Ιεχωβά Θεό και υποκινηθεί να συνεχίσει να συμπεριφέρεται έτσι ώστε να μην υστερήσει ως προς την αξιέπαινη ηθική του υπόσταση. Η θεόπνευστη παροιμία δείχνει το αποτέλεσμα που μπορεί να έχει ο έπαινος στο να αποκαλυφτεί το πραγματικό ποιόν του ατόμου: «Ο λέβητας του καθαρισμού είναι για το ασήμι και το καμίνι για το χρυσάφι· και ο άνθρωπος είναι ανάλογα με τον έπαινό του».—Παρ 27:21· παράβαλε ΛΧ.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερος έπαινος για έναν άνθρωπο από το να αναγνωριστεί ως επιδοκιμασμένος από τον Θεό. Τέτοιος έπαινος θα δοθεί κατά την αποκάλυψη του Κυρίου Ιησού Χριστού με δόξα. (1Κο 4:5· 1Πε 1:7) Αυτός ο έπαινος δεν εξαρτάται από διακρίσεις σαρκικής φύσης, αλλά από το αν κάποιος έχει ζήσει έτσι όπως αρμόζει σε έναν υπηρέτη του Ιεχωβά. (Ρω 2:28, 29· βλέπε ΙΟΥΔΑΙΟΣ.) Στο μεταξύ, άνθρωποι σε υψηλές κυβερνητικές θέσεις και άλλοι ίσως επαινούν τους αληθινούς Χριστιανούς για τη νομιμοφροσύνη και την ευθύτητά τους. (Ρω 13:3) Όταν οι γύρω αντιλαμβάνονται ότι η καλή διαγωγή των Χριστιανών οφείλεται στο ότι αυτοί είναι αφοσιωμένοι υπηρέτες του Ιεχωβά, ο αίνος πηγαίνει στον Ιεχωβά και στον Γιο του, του οποίου είναι όσιοι μαθητές.
-
-
ΑινώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΝΩΝ
(Αινών).
Μέρος όπου υπήρχε «μεγάλη ποσότητα νερού». Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής βάφτιζε εκεί μετά το Πάσχα του 30 Κ.Χ. (Ιωα 3:23) Το μέρος αυτό βρισκόταν κοντά στην προφανώς γνωστότερη τοποθεσία Σαλείμ. Δεν είναι βέβαιο πού ακριβώς βρίσκονταν αυτές οι τοποθεσίες. Ωστόσο, ο Ευσέβιος, επίσκοπος Καισάρειας, ο οποίος έζησε τον τρίτο και τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., υποδεικνύει μια τοποθεσία στην Κοιλάδα του Ιορδάνη γύρω στα 8 ρωμαϊκά μίλια (12 χλμ.) Ν της Βαιθ-σεάν. Σε αυτή την περιοχή βρίσκεται το Τελλ Ρίντγα (Τελ Σαλέμ), το οποίο κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Σαλείμ. Εκεί κοντά υπάρχουν αρκετές πηγές οι οποίες ίσως ταιριάζουν με την περιγραφή την οποία δίνει ο Ευσέβιος για την τοποθεσία που ονομαζόταν Αινών.
-
-
ΑίρεσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΡΕΣΗ
Η λέξη αἵρεσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «εκλογή» (Λευ 22:18, Ο΄) ή «αυτό που έχει εκλεγεί», άρα εννοεί «μια ομάδα ανθρώπων που έχουν ξεχωρίσει τον εαυτό τους από τους άλλους και ακολουθούν τις δικές τους πεποιθήσεις [φατρία ή κόμμα]». (Ελληνοαγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης [Greek-English Lexicon of the New Testament], του Θάγιερ, 1889, σ. 16) Αυτός ο όρος εφαρμόζεται στους οπαδούς των δύο μεγάλων κλάδων του Ιουδαϊσμού, τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους. (Πρ 5:17· 15:5· 26:5) Επίσης, οι μη Χριστιανοί αποκαλούσαν τη Χριστιανοσύνη «αίρεση» ή “αίρεση των Ναζωραίων”, πιθανώς επειδή τη θεωρούσαν παρακλάδι του Ιουδαϊσμού.—Πρ 24:5, 14· 28:22.
Ο ιδρυτής της Χριστιανοσύνης, ο Ιησούς Χριστός, προσευχήθηκε να επικρατεί ενότητα ανάμεσα στους ακολούθους του (Ιωα 17:21), οι δε απόστολοι ενδιαφέρονταν ζωηρά να διατηρήσουν την ενότητα της Χριστιανικής εκκλησίας. (1Κο 1:10· Ιου 17-19) Η έλλειψη ενότητας στην πίστη θα μπορούσε να προκαλέσει άγριες φιλονικίες, διενέξεις, ακόμη και εχθρότητα. (Παράβαλε Πρ 23:7-10.) Γι’ αυτό, οι αιρέσεις έπρεπε να αποφεύγονται, εφόσον συγκαταλέγονται στα έργα της σάρκας. (Γα 5:19-21) Οι Χριστιανοί προειδοποιήθηκαν να μην προάγουν αιρέσεις και να προσέχουν να μην παροδηγηθούν από ψευδοδιδασκάλους. (Πρ 20:28· 2Τι 2:17, 18· 2Πε 2:1) Στην επιστολή του προς τον Τίτο, ο απόστολος Παύλος έδωσε εντολή να απορρίπτεται ο άνθρωπος που, αφού νουθετούνταν δύο φορές, συνέχιζε να προάγει μια αίρεση, κάτι που σήμαινε φανερά ότι έπρεπε να αποβληθεί από την εκκλησία. (Τιτ 3:10) Όσοι αρνούνταν να αναμειχθούν στη δημιουργία διαιρέσεων μέσα στην εκκλησία ή στην υποστήριξη μιας συγκεκριμένης φατρίας θα ξεχώριζαν με την πιστή τους πορεία και θα αποδείκνυαν ότι είχαν την επιδοκιμασία του Θεού. Προφανώς αυτό εννοούσε ο Παύλος όταν είπε στους Κορινθίους: «Πρέπει να υπάρχουν και αιρέσεις ανάμεσά σας, για να γίνουν και τα επιδοκιμασμένα άτομα φανερά ανάμεσά σας».—1Κο 11:19.
-
-
ΑιχμαλωσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ
Στη Βιβλική ιστορία μνημονεύονται αρκετές περιπτώσεις αιχμαλωσίας. (Αρ 21:29· 2Χρ 29:9· Ησ 46:2· Ιεζ 30:17, 18· Δα 11:33· Να 3:10· Απ 13:10· βλέπε ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ.) Ωστόσο, η λέξη «αιχμαλωσία» ως όρος αναφέρεται γενικά στη μεγάλη εξορία των Εβραίων από την Υποσχεμένη Γη τον όγδοο και τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., η οποία προκλήθηκε από την Ασσυριακή και τη Βαβυλωνιακή Παγκόσμια Δύναμη και η οποία αποκαλείται επίσης “η Εξορία” και “η εκτόπιση”.—Εσδ 3:8· 6:21· Ματ 1:17· βλέπε ΕΞΟΡΙΑ.
Ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ και άλλοι προφήτες προειδοποίησαν για αυτή τη μεγάλη συμφορά με δηλώσεις όπως οι ακόλουθες: «Όποιος είναι για την αιχμαλωσία, στην αιχμαλωσία!» «Εσύ, Πασχώρ, καθώς και όλοι οι κάτοικοι του σπιτιού σου θα πάτε σε αιχμαλωσία· και στη Βαβυλώνα θα πας». «Αυτή η εξαγγελία υπάρχει εναντίον της Ιερουσαλήμ και όλου του οίκου του Ισραήλ . . . “Σε εξορία, σε αιχμαλωσία θα πάνε”». (Ιερ 15:2· 20:6· Ιεζ 12:10, 11) Αργότερα, σχετικά με την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή αιχμαλωσία, ο Νεεμίας (7:6) αναφέρει: «Αυτοί είναι οι γιοι της διοικητικής περιφέρειας που ανέβηκαν από την αιχμαλωσία των εξορίστων, τους οποίους ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, είχε οδηγήσει σε εξορία και οι οποίοι αργότερα επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και στον Ιούδα».—Βλέπε επίσης Εσδ 2:1· 3:8· 8:35· Νε 1:2, 3· 8:17.
Η Ασσυρία φαίνεται πως ήταν η πρώτη που εισήγαγε την τακτική να ξεριζώνει και να απομακρύνει ολόκληρους πληθυσμούς από τις κωμοπόλεις της πατρίδας τους όταν τις καταλάμβανε και να εποικίζει την περιοχή με αιχμαλώτους από άλλα μέρη της αυτοκρατορίας. Η Ασσυρία δεν εφάρμοσε αυτή την τακτική της εκτόπισης μόνο εναντίον των Εβραίων, διότι όταν η Δαμασκός, η πρωτεύουσα της Συρίας, καταλήφθηκε ύστερα από την ισοπεδωτική στρατιωτική επίθεση αυτής της δεύτερης παγκόσμιας δύναμης, ο λαός της εκτοπίστηκε στην Κιρ, όπως είχε προειπωθεί από τον προφήτη Αμώς. (2Βα 16:8, 9· Αμ 1:5) Αυτή η στρατηγική έφερνε διπλό αποτέλεσμα: αποθάρρυνε τους λίγους εναπομείναντες από το να αναλάβουν ανατρεπτική δράση, ενώ συγχρόνως τα γύρω έθνη, τα οποία μπορεί να διάκειντο φιλικά προς τους αιχμαλωτισμένους, ήταν λιγότερο πρόθυμα να παράσχουν βοήθεια και υποστήριξη στο καινούριο, ξένο στοιχείο που μεταφερόταν από μακρινά μέρη.
Τόσο για το βόρειο δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ όσο και για το νότιο δίφυλο βασίλειο του Ιούδα, η βασική αιτία που οδήγησε στην αιχμαλωσία ήταν η ίδια: η εγκατάλειψη της αληθινής λατρείας του Ιεχωβά για χάρη της λατρείας ψεύτικων θεών. (Δευ 28:15, 62-68· 2Βα 17:7-18· 21:10-15) Ο Ιεχωβά, από την πλευρά του, έστελνε συνεχώς τους προφήτες του για να προειδοποιήσει και τα δύο βασίλεια, αλλά μάταια. (2Βα 17:13) Κανένας βασιλιάς του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ δεν προχώρησε ποτέ σε πλήρη εκκαθάριση της ψεύτικης λατρείας, την οποία καθιέρωσε ο πρώτος βασιλιάς του έθνους, ο Ιεροβοάμ. Ο Ιούδας, το αδελφικό του βασίλειο στο Ν, δεν έδωσε προσοχή ούτε στις άμεσες προειδοποιήσεις του Ιεχωβά ούτε στο παράδειγμα της αιχμαλωσίας την οποία είχε υποστεί ο Ισραήλ. (Ιερ 3:6-10) Τελικά, οι κάτοικοι και των δύο βασιλείων οδηγήθηκαν στην εξορία, ενώ το κάθε έθνος υπέστη περισσότερες από μία σημαντικές εκτοπίσεις.
Η Αρχή της Εξορίας. Ενόσω βασίλευε ο Φεκά του Ισραήλ στη Σαμάρεια (περ. 778-759 Π.Κ.Χ.), ήρθε εναντίον του Ισραήλ ο Ασσύριος Βασιλιάς Πουλ (Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄), κατέλαβε ένα μεγάλο τμήμα στο Β και εκτόπισε τους κατοίκους στα ανατολικά μέρη της αυτοκρατορίας του. (2Βα 15:29) Αυτός ο ίδιος μονάρχης κατέλαβε επίσης εδάφη ανατολικά του Ιορδάνη και από αυτή την περιοχή «οδήγησε σε εξορία εκείνους τους Ρουβηνίτες και τους Γαδίτες και τη μισή φυλή του Μανασσή και τους πήγε στην Αλά και στη Χαβώρ και στην Αρά και στον ποταμό Γωζάν, όπου και παραμένουν μέχρι αυτή την ημέρα».—1Χρ 5:26.
Το 742 Π.Κ.Χ. ο ασσυριακός στρατός υπό τον Σαλμανασάρ Ε΄ πολιόρκησε τη Σαμάρεια. (2Βα 18:9, 10) Όταν η Σαμάρεια έπεσε το 740 Π.Κ.Χ., και το δεκάφυλο βασίλειο έφτασε στο τέλος του, οι κάτοικοί της οδηγήθηκαν σε εξορία «στην Αλά και στη Χαβώρ, που είναι στον ποταμό Γωζάν, και στις πόλεις των Μήδων». Αυτό έγινε επειδή, όπως λένε οι Γραφές, «δεν είχαν ακούσει τη φωνή του Ιεχωβά του Θεού τους, αλλά παραβίαζαν τη διαθήκη του, όλα όσα είχε διατάξει ο Μωυσής, ο υπηρέτης του Ιεχωβά. Ούτε άκουγαν ούτε εκτελούσαν».—2Βα 18:11, 12· 17:6· βλέπε ΣΑΡΓΩΝ.
Κατόπιν, μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν στις πόλεις της Σαμάρειας αιχμάλωτοι από πολλά και διάφορα μακρινά μέρη. «Στη συνέχεια ο βασιλιάς της Ασσυρίας έφερε ανθρώπους από τη Βαβυλώνα και τη Χουθά και την Αβά και την Αιμάθ και τη Σεφαρβαΐμ και τους έβαλε να κατοικήσουν στις πόλεις της Σαμάρειας στη θέση των γιων του Ισραήλ· και πήραν στην κατοχή τους τη Σαμάρεια και κατοίκησαν στις πόλεις της». (2Βα 17:24) Αυτό το ξένο στοιχείο έφερε μαζί του την ειδωλολατρική θρησκεία του. «Το κάθε έθνος έφτιαξε το δικό του θεό». Και επειδή δεν έδειξαν σεβασμό για τον Ιεχωβά, εκείνος «τους έστειλε λιοντάρια και αυτά τους σκότωναν». Τότε ο βασιλιάς της Ασσυρίας κανόνισε να επιστρέψει ένας από τους Ισραηλίτες ιερείς, ο οποίος «τους δίδαξε πώς όφειλαν να φοβούνται τον Ιεχωβά». Έτσι λοιπόν, όπως λέει η αφήγηση, «τον Ιεχωβά φοβούνταν, αλλά τους δικούς τους θεούς λάτρευαν, σύμφωνα με τη θρησκεία των εθνών από τα οποία τους είχαν πάρει και τους είχαν οδηγήσει σε εξορία».—2Βα 17:25-33.
Στον έναν αιώνα και πλέον που ακολούθησε την καταστροφή του βόρειου βασιλείου, άρχισαν και άλλες σημαντικές εξορίες. Προτού ο Σενναχειρείμ υποστεί ταπεινωτική ήττα από το χέρι του Θεού το 732 Π.Κ.Χ., επιτέθηκε σε διάφορες τοποθεσίες του Ιούδα. Στα χρονικά του ισχυρίζεται ότι αιχμαλώτισε 200.150 άτομα από πόλεις και φρούρια στην περιοχή του Ιούδα, αν και, κρίνοντας από το ύφος των χρονικών, αυτός ο αριθμός είναι μάλλον υπερβολικός. (2Βα 18:13) Τόσο ο διάδοχός του, ο Εσάρ-αδδών, όσο και ο επόμενος Ασσύριος μονάρχης, ο Ασεναφάρ (Ασσουρμπανιπάλ), μετέφεραν αιχμαλώτους σε ξένες περιοχές.—Εσδ 4:2, 10.
Το 628 Π.Κ.Χ., ο Φαραώ Νεχώ της Αιγύπτου έβαλε το γιο του Ιωσία, τον Ιωάχαζ του νότιου βασιλείου, σε δεσμά και τον μετέφερε αιχμάλωτο στην Αίγυπτο. (2Χρ 36:1-5) Αλλά οι πρώτοι αιχμάλωτοι από την Ιερουσαλήμ οδηγήθηκαν σε εξορία στη Βαβυλώνα το 617 Π.Κ.Χ., δέκα και πλέον χρόνια αργότερα. Ο Ναβουχοδονόσορ επιτέθηκε στη στασιαστική πόλη και εκτόπισε την ανώτερη τάξη του πληθυσμού, μεταξύ των οποίων τον Βασιλιά Ιωαχίν και τη μητέρα του, και άντρες όπως τον Ιεζεκιήλ, τον Δανιήλ, τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία, μαζί με «τους άρχοντες και όλους τους γενναίους και κραταιούς άντρες—δέκα χιλιάδες οδήγησε σε εξορία—καθώς και κάθε τεχνίτη και κατασκευαστή προμαχώνων. Κανείς δεν απέμεινε πίσω εκτός από τους ασήμαντους του λαού . . . Τους αυλικούς . . . και τους κορυφαίους άντρες του τόπου τούς πήρε εξόριστους από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα. Όλους δε τους γενναίους άντρες—εφτά χιλιάδες—και τους τεχνίτες και τους κατασκευαστές προμαχώνων—χίλιους—όλους τους κραταιούς άντρες που ήταν ικανοί για πόλεμο ο βασιλιάς της Βαβυλώνας τούς έφερε εξόριστους στη Βαβυλώνα». Επίσης, πήρε μεγάλο μέρος από το θησαυρό του ναού. (2Βα 24:12-16· Εσθ 2:6· Ιεζ 1:1-3· Δα 1:2, 6) Ο θείος του Ιωαχίν, ο Σεδεκίας, έμεινε πίσω ως υποτελής βασιλιάς. Κάποιοι άλλοι σημαντικοί άνθρωποι, όπως ο προφήτης Ιερεμίας, παρέμειναν επίσης στην Ιερουσαλήμ. Αν λάβουμε υπόψη το μεγάλο αριθμό αιχμαλώτων που αναφέρει το εδάφιο 2 Βασιλέων 24:14, ο αριθμός 3.023 του εδαφίου Ιερεμίας 52:28 αντιστοιχεί προφανώς στα άτομα κάποιας κοινωνικής θέσης ή στις κεφαλές οικογενειών, μη περιλαμβανομένων των γυναικών και των παιδιών τους, που αριθμούσαν χιλιάδες.
Η οριστική κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τον Ναβουχοδονόσορα ολοκληρώθηκε το 607 Π.Κ.Χ., έπειτα από 18μηνη πολιορκία. (2Βα 25:1-4) Αυτή τη φορά η πόλη εκκενώθηκε από τους περισσότερους κατοίκους της. Σε μερικούς από τους ασήμαντους του τόπου επιτράπηκε να παραμείνουν «ως αμπελουργοί και ως εργάτες για υποχρεωτική εργασία» υπό τον Γεδαλία, ο οποίος διοικούσε ως κυβερνήτης από τη Μισπά. (Ιερ 52:16· 40:7-10· 2Βα 25:22) Σε εκείνους που οδηγήθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα περιλαμβάνονταν “μερικοί . . . από τους ασήμαντους του λαού και τον υπόλοιπο λαό που απέμεινε στην πόλη και τους λιποτάκτες . . . και τους υπόλοιπους επιδέξιους τεχνίτες”. Η έκφραση «που απέμεινε στην πόλη» υποδηλώνει προφανώς ότι μεγάλος αριθμός ατόμων είχε πεθάνει από λιμοκτονία, από αρρώστιες ή από τη φωτιά, ή είχε σφαγιαστεί στον πόλεμο. (Ιερ 52:15· 2Βα 25:11) Οι γιοι του Σεδεκία, οι άρχοντες του Ιούδα, κάποιοι αυλικοί, ορισμένοι ιερείς και πολλοί άλλοι επιφανείς πολίτες θανατώθηκαν κατά διαταγή του βασιλιά της Βαβυλώνας. (2Βα 25:7, 18-21· Ιερ 52:10, 24-27) Σε όλα αυτά μπορεί να οφείλεται το γεγονός ότι ο αριθμός εκείνων που αναφέρεται τελικά ότι εξορίστηκαν είναι τόσο χαμηλός—μόνο 832 άτομα—αριθμός που πιθανώς αντιστοιχεί σε κεφαλές οίκων, χωρίς να περιλαμβάνει τις συζύγους και τα παιδιά τους.—Ιερ 52:29.
Περίπου δύο μήνες αργότερα, μετά τη δολοφονία του Γεδαλία, οι υπόλοιποι Ιουδαίοι που είχαν απομείνει στον Ιούδα διέφυγαν στην Αίγυπτο, παίρνοντας μαζί τους τον Ιερεμία και τον Βαρούχ. (2Βα 25:8-12, 25, 26· Ιερ 43:5-7) Μερικοί Ιουδαίοι μπορεί επίσης να διέφυγαν στα γύρω έθνη. Οι 745 αιχμάλωτοι—κεφαλές οίκων—οι οποίοι εξορίστηκαν πέντε χρόνια αργότερα, όταν ο Ναβουχοδονόσορ, ως το συμβολικό ρόπαλο του Ιεχωβά, συνέτριψε τα έθνη που συνόρευαν με τον Ιούδα, πάρθηκαν πιθανότατα μέσα από αυτά τα έθνη. (Ιερ 51:20· 52:30) Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι, πέντε χρόνια μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο Ναβουχοδονόσορ υπέταξε τον Αμμών και τον Μωάβ και στη συνέχεια κατέβηκε και πήρε εκδίκηση από την Αίγυπτο.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 181, 182 (ix, 7).
Η κατάσταση της Ιερουσαλήμ ήταν διαφορετική από την κατάσταση άλλων κατακτημένων πόλεων όπως η Σαμάρεια, η οποία επανακατοικήθηκε από αιχμαλώτους που είχαν μεταφερθεί από άλλα μέρη της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας. Αντίθετα με τη συνήθη τακτική που εφάρμοζαν οι Βαβυλώνιοι στις πόλεις που κατακτούσαν, η Ιερουσαλήμ και τα περίχωρά της εκκενώθηκαν και αφέθηκαν έρημα, όπως ακριβώς είχε προκαθορίσει ο Ιεχωβά. Οι επικριτές της Αγίας Γραφής ίσως αμφισβητούν το ότι η άλλοτε ευημερούσα γη του Ιούδα έγινε ξαφνικά “ερημότοπος χωρίς να υπάρχει κάτοικος”, αλλά είναι γεγονός ότι δεν υπάρχουν ιστορικές αποδείξεις ούτε κείμενα εκείνης της περιόδου που να αποδεικνύουν το αντίθετο. (Ιερ 9:11· 32:43) Ο αρχαιολόγος Τζ. Έρνεστ Ράιτ δηλώνει: «Η βία που σάρωσε τον Ιούδα γίνεται σαφής . . . από αρχαιολογικές έρευνες οι οποίες δείχνουν ότι η μια πόλη μετά την άλλη έπαψε να κατοικείται εκείνον τον καιρό, και μάλιστα πολλές δεν ξανακατοικήθηκαν ποτέ». (Βιβλική Αρχαιολογία [Biblical Archaeology], 1962, σ. 182) Ο Γουίλιαμ Φ. Όλμπραϊτ συμφωνεί: «Δεν υπάρχει ούτε μία γνωστή περίπτωση κωμόπολης του καθαυτό Ιούδα που να κατοικούνταν συνεχώς κατά την περίοδο της εξορίας».—Η Αρχαιολογία της Παλαιστίνης (The Archaeology of Palestine), 1971, σ. 142.
Η Κατάσταση των Εξορίστων. Η αιχμαλωσία θεωρούνταν γενικά περίοδος καταδυνάστευσης και δουλείας. Ο Ιεχωβά είπε ότι, αντί να δειχτεί έλεος στον Ισραήλ, «πάνω στον ηλικιωμένο έκανες [Βαβυλώνα] το ζυγό σου πολύ βαρύ». (Ησ 47:5, 6) Αναμφίβολα απαιτούνταν από αυτούς να καταβάλλουν κάποια ποσά (φόρους, τέλη, διόδια), ανάλογα με το τι παρήγαν ή εισέπρατταν, όπως ήταν επιβεβλημένο και στους άλλους αιχμαλώτους. Επίσης, το ίδιο το γεγονός ότι ο μεγάλος ναός του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ είχε απογυμνωθεί και καταστραφεί, ότι οι ιερείς του είχαν σκοτωθεί ή εξοριστεί και ότι όσοι ασκούσαν εκεί λατρεία είχαν αιχμαλωτιστεί και ήταν υποτελείς σε ξένη δύναμη συνιστούσε ασφαλώς κατάσταση καταδυνάστευσης.
Εντούτοις, το να βρεθεί κανείς εξόριστος σε ξένη γη δεν ήταν τόσο κακό όσο το να πουληθεί σε σκληρή παντοτινή δουλεία ή να εκτελεστεί με το σαδιστικό τρόπο που χαρακτήριζε τις ασσυριακές και τις βαβυλωνιακές κατακτήσεις. (Ησ 14:4-6· Ιερ 50:17) Φαίνεται πως οι εξόριστοι Ιουδαίοι απολάμβαναν κάποια ελευθερία κινήσεων και, μέχρις ενός βαθμού, διαχειρίζονταν τις εσωτερικές τους υποθέσεις οι ίδιοι. (Εσδ 8:1, 16, 17· Ιεζ 1:1· 14:1· 20:1) “Σε όλους τους εξορίστους, τους οποίους έκανε να πάνε εξορία από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα”, ο Ιεχωβά είπε: «Χτίστε σπίτια και κατοικήστε, και φυτέψτε κήπους και φάτε τους καρπούς τους. Πάρτε γυναίκες και γίνετε πατέρες γιων και θυγατέρων· και πάρτε γυναίκες για τους γιους σας και δώστε τις κόρες σας σε άντρες, για να γεννήσουν γιους και κόρες· και πληθυνθείτε εκεί και μη λιγοστέψετε. Επίσης, να επιζητείτε την ειρήνη της πόλης στην οποία σας έκανα να πάτε εξορία, και να προσεύχεστε για χάρη της στον Ιεχωβά, γιατί στην ειρήνη της θα υπάρχει ειρήνη και για εσάς». (Ιερ 29:4-7) Μερικοί από αυτούς έγιναν επιδέξιοι σε διάφορες τέχνες που αποδείχτηκαν χρήσιμες μετά το τέλος της εξορίας. (Νε 3:8, 31, 32) Απέκτησαν ειδικότητα στις επιχειρήσεις και στο γενικό εμπόριο. Πολλά Ιουδαϊκά ονόματα βρέθηκαν σε επαγγελματικά έγγραφα. Ως αποτέλεσμα αυτών των εμπορικών συναλλαγών και των κοινωνικών επαφών με μη Ιουδαίους, η εβραϊκή γλώσσα δέχτηκε επιρροές από την αραμαϊκή.
Η περίοδος της αιχμαλωσίας, που για μερικούς έφτασε τα 80 χρόνια, επηρέασε, όπως ήταν φυσικό, τη συλλογική απόδοση λατρείας στον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά. Χωρίς ναό, χωρίς θυσιαστήριο και χωρίς οργανωμένο ιερατείο, δεν ήταν δυνατή η προσφορά των καθημερινών θυσιών. Ωστόσο, η συνήθεια της περιτομής, η αποχή από ακάθαρτες τροφές, η τήρηση του Σαββάτου και η εμμονή στην προσευχή ήταν πράγματα που μπορούσαν να τηρήσουν οι πιστοί, παρά την περιφρόνηση και το χλευασμό των άλλων. Η “ακατάπαυστη υπηρεσία” που απέδιδε ο αιχμάλωτος Δανιήλ στον Θεό του ήταν πασίγνωστη στον Βασιλιά Δαρείο και σε άλλους. Ακόμη και όταν επικυρώθηκε ένα διάταγμα το οποίο απαγόρευε, επί ποινή θανάτου, το να απευθύνει κάποιος αίτημα σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από το βασιλιά, «τρεις φορές την ημέρα [ο Δανιήλ] έπεφτε στα γόνατά του και προσευχόταν και πρόσφερε αίνο ενώπιον του Θεού του, όπως έκανε τακτικά και προηγουμένως». (Δα 6:4-23) Τέτοιου είδους πιστότητα στην περιορισμένη λατρεία που απέδιδαν βοήθησε να μη χάσουν αυτοί οι εξόριστοι την εθνική τους ταυτότητα. Μπορούσαν επίσης να ωφεληθούν από την αντίθεση που παρατηρούσαν ανάμεσα στην αγνή απλότητα της λατρείας του Ιεχωβά και στον κραυγαλέο ειδωλολατρικό υλισμό της Βαβυλώνας. Και οπωσδήποτε, ωφελούνταν από την παρουσία των προφητών του Ιεχωβά, του Ιεζεκιήλ και του Δανιήλ.—Ιεζ 8:1· Δα 1:6· 10:1, 2.
Καθώς ο θεσμός της τοπικής συναγωγής εδραιωνόταν ανάμεσα στους Ιουδαίους, γινόταν επιτακτικότερη και η ανάγκη για αντίγραφα των Γραφών στις κοινότητες των Ιουδαίων εξορίστων σε όλη τη Μηδία, την Περσία και τη Βαβυλωνία. Ο Έσδρας ήταν γνωστός ως «επιδέξιος αντιγραφέας όσον αφορά το νόμο του Μωυσή», πράγμα που δείχνει ότι είχαν φέρει από τον Ιούδα αντίγραφα του Νόμου του Ιεχωβά, τα οποία συνέχιζαν να αντιγράφουν. (Εσδ 7:6) Αναμφισβήτητα, αυτοί οι πολύτιμοι ρόλοι των παλαιότερων γενεών περιλάμβαναν το βιβλίο των Ψαλμών, πιθανόν δε ο 137ος Ψαλμός και ίσως και ο 126ος Ψαλμός να συντέθηκαν στη διάρκεια της αιχμαλωσίας ή λίγο αργότερα. Οι έξι λεγόμενοι Ψαλμοί Χαλλέλ (113 ως 118) ψέλνονταν στις μεγάλες γιορτές του Πάσχα μετά την επιστροφή του υπολοίπου από τη Βαβυλώνα.
Η Αποκατάσταση και η Διασπορά. Η τακτική της μη επιστροφής που εφάρμοζε η Βαβυλώνα δεν άφηνε καμιά ελπίδα για απελευθέρωση από την αιχμαλωσία. Η Αίγυπτος, στην οποία απέβλεπε κάποτε για βοήθεια ο Ισραήλ, δεν ήταν σε θέση να συνδράμει από στρατιωτική ή από άλλη άποψη, ενώ τα άλλα έθνη ήταν εξίσου ανήμπορα, αν όχι εντελώς εχθρικά προς τους Ιουδαίους. Μόνο οι προφητικές υποσχέσεις του Ιεχωβά εμπεριείχαν βάση για ελπίδα. Αιώνες νωρίτερα, ο Μωυσής και ο Σολομών είχαν μιλήσει για την αποκατάσταση που θα ακολουθούσε την αιχμαλωσία. (Δευ 30:1-5· 1Βα 8:46-53) Άλλοι προφήτες επίσης παρείχαν διαβεβαίωση για απελευθέρωση από την εξορία. (Ιερ 30:10· 46:27· Ιεζ 39:25-27· Αμ 9:13-15· Σοφ 2:7· 3:20) Ο Ησαΐας, στα τελευταία 18 κεφάλαια (49-66) της προφητείας του, ανέπτυξε αυτό το θέμα της αποκατάστασης καταλήγοντας σε ένα συγκλονιστικό αποκορύφωμα. Οι προβλέψεις όμως των ψευδοπροφητών ότι η απελευθέρωση θα ερχόταν νωρίτερα αποδείχτηκαν εσφαλμένες, και όσοι εμπιστεύτηκαν σε αυτούς απογοητεύτηκαν οικτρά.—Ιερ 28:1-17.
Ο πιστός Ιερεμίας αποδείχτηκε ότι ήταν αυτός που καθόρισε σωστά πως η ερήμωση της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα θα διαρκούσε 70 χρόνια, έπειτα από τα οποία θα ερχόταν η αποκατάσταση. (Ιερ 25:11, 12· 29:10-14· 30:3, 18) Αναφορικά με αυτό, ο Δανιήλ, στο πρώτο έτος του Δαρείου του Μήδου, “διέκρινε από τα βιβλία τον αριθμό των χρόνων σχετικά με τα οποία είχε έρθει ο λόγος του Ιεχωβά στον Ιερεμία τον προφήτη για τη συμπλήρωση των ερημώσεων της Ιερουσαλήμ, δηλαδή εβδομήντα χρόνια”.—Δα 9:1, 2.
Πόσοι εξόριστοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ.;
Στις αρχές του 537 Π.Κ.Χ., ο Πέρσης Βασιλιάς Κύρος Β΄ εξέδωσε ένα διάταγμα το οποίο επέτρεπε στους αιχμαλώτους να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ και να ανοικοδομήσουν το ναό. (2Χρ 36:20, 21· Εσδ 1:1-4) Σύντομα άρχισαν οι προετοιμασίες. Υπό την κατεύθυνση του Κυβερνήτη Ζοροβάβελ και του Αρχιερέα Ιησού, «οι γιοι της Εξορίας» (Εσδ 4:1), οι οποίοι αριθμούσαν 42.360 άντρες καθώς και 7.537 δούλους και τραγουδιστές, έκαναν αυτό το ταξίδι διάρκειας περίπου τεσσάρων μηνών. Μια υποσημείωση στην έκτη έκδοση της μετάφρασης της Αγίας Γραφής από τον Ισαάκ Λίσερ αναφέρει ότι ο συνολικός αριθμός έφτανε περίπου τα 200.000 άτομα, μαζί με τα γυναικόπαιδα. Τον έβδομο μήνα, το φθινόπωρο, είχαν ήδη εγκατασταθεί στις πόλεις τους. (Εσδ 1:5–3:1) Με θεϊκή πρόνοια, η βασιλική γραμμή του Δαβίδ η οποία οδηγούσε στον Χριστό είχε διατηρηθεί μέσω του Ιωαχίν (Ιεχονία) και του Ζοροβάβελ. Επίσης, η γραμμή των Λευιτών αρχιερέων συνέχισε αδιάσπαστη μέσω του Ιωσεδέκ και κατόπιν μέσω του γιου του, του Ιησού.—Ματ 1:11-16· 1Χρ 6:15· Εσδ 3:2, 8.
Αργότερα επέστρεψαν στην Παλαιστίνη και άλλοι αιχμάλωτοι. Το 468 Π.Κ.Χ., συνόδευσαν τον Έσδρα πάνω από 1.750 άτομα, αριθμός που περιλαμβάνει προφανώς μόνο τους ενήλικους άρρενες. (Εσδ 7:1–8:32) Λίγα χρόνια αργότερα, ο Νεεμίας έκανε τουλάχιστον δύο ταξίδια από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ, αλλά δεν αποκαλύπτεται πόσοι Ιουδαίοι επέστρεψαν μαζί του.—Νε 2:5, 6, 11· 13:6, 7.
Η αιχμαλωσία τερμάτισε το διαχωρισμό μεταξύ του Ιούδα και του Ισραήλ. Οι κατακτητές δεν έκαναν διακρίσεις ως προς τη φυλετική προέλευση όταν εκτόπιζαν τους εξορίστους. «Οι γιοι του Ισραήλ και οι γιοι του Ιούδα καταδυναστεύονται μαζί», παρατήρησε ο Ιεχωβά. (Ιερ 50:33) Όταν η πρώτη ομάδα επέστρεψε το 537 Π.Κ.Χ., υπήρχαν σε αυτήν εκπρόσωποι όλων των φυλών του Ισραήλ. Αργότερα, όταν ολοκληρώθηκε η ανοικοδόμηση του ναού, προσφέρθηκαν ως θυσία 12 τράγοι, «σύμφωνα με τον αριθμό των φυλών του Ισραήλ». (Εσδ 6:16, 17) Αυτού του είδους η επανένωση μετά την αιχμαλωσία είχε υποδειχτεί προφητικά. Για παράδειγμα, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε να “επαναφέρει τον Ισραήλ”. (Ιερ 50:19) Επίσης, ο Ιεχωβά είπε: «Θα επαναφέρω τους αιχμάλωτους του Ιούδα και τους αιχμάλωτους του Ισραήλ, και θα τους οικοδομήσω όπως ήταν στην αρχή». (Ιερ 33:7) Η παραβολή του Ιεζεκιήλ, στην οποία τα δύο ραβδιά έγιναν ένα (37:15-28), έδειχνε ότι τα δύο βασίλεια θα γίνονταν ξανά ένα έθνος. Ο Ησαΐας προείπε ότι ο Ιησούς Χριστός θα γινόταν πέτρα προσκόμματος «και για τους δύο οίκους του Ισραήλ», πράγμα που δεν μπορούσε να σημαίνει ότι ο Ιησούς ή οι 12 τους οποίους απέστειλε, κατά την τρίτη περιοδεία του στη Γαλιλαία, θα έπρεπε να επισκεφτούν οικισμούς στη μακρινή Μηδία για να κηρύξουν σε απογόνους των Ισραηλιτών του βόρειου βασιλείου. (Ησ 8:14· Ματ 10:5, 6· 1Πε 2:8) Η προφήτισσα Άννα, που βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ όταν γεννήθηκε ο Ιησούς, ήταν από τη φυλή του Ασήρ, η οποία ανήκε παλιά στο βόρειο βασίλειο.—Λου 2:36.
Δεν επέστρεψαν όλοι οι Ιουδαίοι στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ, παρά μόνο «ένα υπόλοιπο». (Ησ 10:21, 22) Από τους επαναπατριζόμενους, ελάχιστοι είχαν δει τον αρχικό ναό. Τα γηρατειά απέτρεψαν πολλούς από το να διακινδυνεύσουν τις κακουχίες του ταξιδιού. Άλλοι, οι οποίοι από την άποψη της φυσικής κατάστασης θα μπορούσαν να κάνουν το ταξίδι, επέλεξαν να μείνουν πίσω. Χωρίς αμφιβολία, με τα χρόνια, πολλοί είχαν επιτύχει οικονομικά μέχρις ενός σημείου και τους αρκούσε να παραμείνουν εκεί που βρίσκονταν. Όσοι δεν έβαζαν την ανοικοδόμηση του ναού του Ιεχωβά στην πρώτη θέση στη ζωή τους δεν ήταν διατεθειμένοι να κάνουν αυτό το επικίνδυνο ταξίδι, μετά το οποίο τους περίμενε ένα αβέβαιο μέλλον. Και, φυσικά, όσοι είχαν αποστατήσει δεν είχαν κανέναν λόγο να θέλουν να επιστρέψουν.
Αυτό σημαίνει ότι μέρος του Ιουδαϊκού λαού παρέμεινε διασκορπισμένο και τελικά έγινε γνωστό ως η Διασπορά. Τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., υπήρχαν κοινότητες Ιουδαίων και στις 127 διοικητικές περιφέρειες της Περσικής Αυτοκρατορίας. (Εσθ 1:1· 3:8) Ακόμη και κάποιοι απόγονοι των εξορίστων εξακολουθούσαν να ανέρχονται σε υψηλά κυβερνητικά αξιώματα—για παράδειγμα, ο Μαροδοχαίος και η Εσθήρ υπό τον Πέρση βασιλιά Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄) και ο Νεεμίας ως βασιλικός οινοχόος του Αρταξέρξη του Μακρόχειρα. (Εσθ 9:29-31· 10:2, 3· Νε 1:11) Όταν ο Έσδρας συνέτασσε τα Χρονικά, έγραψε ότι πολλοί από τους διεσπαρμένους σε διάφορες ανατολικές πόλεις «παραμένουν μέχρι αυτή την ημέρα» (περ. 460 Π.Κ.Χ.). (1Χρ 5:26) Με την άνοδο της Ελληνικής Αυτοκρατορίας, κάποιοι Ιουδαίοι μεταφέρθηκαν από τον Μέγα Αλέξανδρο στη νέα πόλη που ίδρυσε στην Αίγυπτο, την Αλεξάνδρεια, όπου έμαθαν την ελληνική. Τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. άρχισαν να μεταφράζονται εκεί οι Εβραϊκές Γραφές στην ελληνική και ήρθε σε ύπαρξη η Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Οι πόλεμοι μεταξύ Συρίας και Αιγύπτου είχαν ως αποτέλεσμα να μεταφερθούν πολλοί Ιουδαίοι στη Μικρά Ασία και στην Αίγυπτο αντίστοιχα. Όταν ο Πομπήιος κατέλαβε την Ιερουσαλήμ το 63 Π.Κ.Χ., πήρε στη Ρώμη Ιουδαίους ως δούλους.
Η μεγάλη διασπορά των Ιουδαίων σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν ένας παράγοντας που συντέλεσε στη ραγδαία εξάπλωση της Χριστιανοσύνης. Ο Ιησούς Χριστός περιόρισε το κήρυγμά του στη γη του Ισραήλ, αλλά πρόσταξε τους ακολούθους του να πάνε μακρύτερα και να επεκτείνουν τη διακονία τους «ως το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης». (Πρ 1:8) Ιουδαίοι από διάφορα μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ για τη γιορτή της Πεντηκοστής το 33 Κ.Χ. και άκουσαν τους γεννημένους από το πνεύμα Χριστιανούς να κηρύττουν για τον Ιησού στις γλώσσες της Παρθίας, της Μηδίας, του Ελάμ, της Μεσοποταμίας, της Καππαδοκίας, του Πόντου, της περιφέρειας της Ασίας, της Φρυγίας, της Παμφυλίας, της Αιγύπτου, της Λιβύης, της Κρήτης, της Αραβίας και της Ρώμης. Χιλιάδες άτομα, επιστρέφοντας στις πατρίδες τους, πήραν μαζί τους τη νέα τους πίστη. (Πρ 2:1-11) Στις περισσότερες από τις πόλεις που επισκέφτηκε ο Παύλος, βρήκε συναγωγές όπου μπορούσε να μιλήσει εύκολα στους Ιουδαίους της Διασποράς. Στα Λύστρα γνώρισε τον Τιμόθεο, του οποίου η μητέρα ήταν Ιουδαία. Ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα είχαν φτάσει πρόσφατα στην Κόρινθο από τη Ρώμη όταν ο Παύλος πήγε εκεί, περίπου το 50 Κ.Χ. (Πρ 13:14· 14:1· 16:1· 17:1, 2· 18:1, 2, 7· 19:8) Στη Βαβυλώνα και στα περίχωρά της υπήρχε μεγάλος αριθμός Ιουδαίων, οπότε θεωρήθηκε ότι άξιζε να πάει ο Πέτρος εκεί για να συνεχίσει τη διακονία του ανάμεσα «στους περιτμημένους». (Γα 2:8· 1Πε 5:13) Αυτή η Ιουδαϊκή κοινότητα στην περιοχή της Βαβυλώνας συνέχισε να είναι το πιο σημαντικό κέντρο του Ιουδαϊσμού για αρκετά μεγάλο διάστημα μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.
-
-
ΑιχμάλωτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ
Αυτός που είναι δέσμιος, εξόριστος, κρατούμενος ή υπό περιορισμό, ειδικά δε αυτός που συνελήφθη και εκτοπίστηκε ως αποτέλεσμα πολέμου. (Αρ 21:1) Στην αρχαιότητα, εκτός από τα ζώα που αιχμαλωτίζονταν, στα λάφυρα του πολέμου περιλαμβάνονταν πολλές φορές και οι κάτοικοι των κατακτημένων πόλεων και περιοχών. (1Χρ 5:21· 2Χρ 14:14, 15· Αμ 4:10) Σε μια περίπτωση, πάρθηκε ως λάφυρο η κιβωτός της διαθήκης, με οικτρά αποτελέσματα για τους Φιλισταίους αιχμαλωτιστές. (1Σα 4:11–5:12) Οι αναφορές σε αιχμαλώτους ανάγονται στους πατριαρχικούς χρόνους, ο πρώτος δε αιχμάλωτος για τον οποίο γίνεται μνεία στην Αγία Γραφή είναι ο Λωτ, τον οποίο διέσωσε ο Αβραάμ από τις δυνάμεις του Χοδολλογομόρ. (Γε 14:14· 31:26· 34:25-29) Κατά μία έννοια ο Ιώβ, αν και δεν ήταν θύμα πολέμου, βρισκόταν σε «κατάσταση αιχμαλωσίας» ωσότου ο Ιεχωβά τον έσωσε από τη δυστυχία του.—Ιωβ 42:10.
Όταν οι Ισραηλίτες μπήκαν στην Υποσχεμένη Γη για να την πάρουν στην κατοχή τους, ορισμένες πόλεις, περιλαμβανομένων και των κατοίκων τους, αφιερώθηκαν εξ ολοκλήρου στην καταστροφή, όπως για παράδειγμα η Ιεριχώ, η οποία αποτέλεσε τους πρώτους καρπούς της κατάκτησης. (Ιη 6:17, 21) Όταν καταλάμβαναν άλλες πόλεις που δεν ήταν αφιερωμένες στην καταστροφή, οι Ισραηλίτες, ανόμοια με τα ειδωλολατρικά έθνη, δεν επιτρεπόταν να βιάζουν τις γυναίκες. Αν επιθυμούσαν να πάρουν σύζυγο κάποια αιχμάλωτη, έπρεπε πρώτα να τηρηθούν ορισμένες προϋποθέσεις.—Θρ 5:11· Αρ 31:9-19, 26, 27· Δευ 21:10-14.
Ωστόσο, όταν επιτίθεντο εχθρικά έθνη στους Ισραηλίτες, ο Ιεχωβά μερικές φορές επέτρεπε να αιχμαλωτιστεί ο λαός του αν είχε δείξει απιστία απέναντί του. (2Χρ 21:16, 17· 28:5, 17· 29:9) Τα πιο αξιοσημείωτα σχετικά παραδείγματα προέρχονται από τον όγδοο και τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., όταν χιλιάδες Ισραηλίτες αιχμαλωτίστηκαν και εξορίστηκαν από την Ασσυριακή και τη Βαβυλωνιακή Παγκόσμια Δύναμη. (Βλέπε ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ.) Ο Αχιά και ο Ιερεμίας προείπαν αυτή την επερχόμενη εθνική καταστροφή. (1Βα 14:15· Ιερ 15:2) Επίσης, ο Μωυσής είχε προειδοποιήσει ότι οι γιοι τους και οι κόρες τους θα “πήγαιναν σε αιχμαλωσία” ως τιμωρία για την ανυπακοή προς τον Ιεχωβά, προσθέτοντας ότι, αν μετανοούσαν, μεταγενέστερα οι αιχμάλωτοι θα επέστρεφαν. (Δευ 28:41· 30:3) Ο Σολομών προείδε ότι το αποτέλεσμα της απιστίας θα ήταν η αιχμαλωσία, και προσευχήθηκε να απελευθερώσει ο Ιεχωβά τους αιχμαλώτους αν αυτοί μετανοούσαν.—1Βα 8:46-52· 2Χρ 6:36-39· βλέπε επίσης 2Χρ 30:9· Εσδ 9:7.
Η μεταχείριση των αιχμαλώτων διέφερε πολύ, πράγμα που εξαρτόταν από πολλούς παράγοντες. Μερικές φορές τους επέτρεπαν να παραμείνουν στη γη τους υπό τον όρο ότι θα πλήρωναν φόρο υποτελείας και δεν θα στασίαζαν εναντίον του καινούριου κυρίου τους. (Γε 14:1-4· 2Σα 8:5, 6· 2Βα 17:1-4) Ενίοτε επέτρεπαν σε έναν ηττημένο μονάρχη να συνεχίσει να βασιλεύει ως υποτελής βασιλιάς ή μπορεί να τον αντικαθιστούσαν. (2Βα 23:34· 24:1, 17) Σε μερικές περιπτώσεις μεγάλοι αριθμοί αιχμαλώτων θανατώνονταν, όπως συνέβη με τους 10.000 αιχμαλώτους τους οποίους έριξαν από έναν βράχο ώστε «όλοι τους καταξεσκίστηκαν». (2Χρ 25:12) Ορισμένοι κατακτητές μεταχειρίζονταν τους αιχμαλώτους εξαιρετικά σκληρά και απάνθρωπα, κρεμώντας τους «από το χέρι τους» (Θρ 5:12), κόβοντάς τους τη μύτη και τα αφτιά (Ιεζ 23:25), τυφλώνοντάς τους με πυρωμένα σίδερα, βγάζοντάς τους τα μάτια με δόρατα ή ξιφίδια (Κρ 16:21· 1Σα 11:2· Ιερ 52:11) ή “σκίζοντας τις έγκυες γυναίκες” μιας κατακτημένης πόλης. (Αμ 1:13) Οι σαδιστικοί Ασσύριοι, οι οποίοι ήταν διαβόητοι για την ακραία σκληρότητά τους, απεικονίζονται σε μνημεία να δένουν αιχμαλώτους και κατόπιν να τους γδέρνουν ζωντανούς.
Πολλές φορές έπαιρναν τους αιχμαλώτους για να τους χρησιμοποιήσουν σε καταναγκαστικά έργα (2Σα 12:29-31· 1Χρ 20:3), τους υποδούλωναν ή τους πουλούσαν ως σκλάβους (1Σα 30:1, 2· 2Βα 5:2· Ησ 14:3, 4). Συχνά οι κατακτητές αρέσκονταν να δένουν τους αιχμαλώτους μεταξύ τους με σχοινιά γύρω από τον τράχηλο ή το κεφάλι (παράβαλε Ησ 52:2) ή να τους βάζουν δεσμά (2Βα 25:7) και να τους οδηγούν «γυμνούς και ξυπόλητους και με γυμνωμένους γλουτούς» για να τους εξευτελίσουν και να τους ντροπιάσουν.—Ησ 20:4.
Η απελευθέρωση και η επιστροφή των Ιουδαίων αιχμαλώτων αποτέλεσε το χαρμόσυνο θέμα πολλών προφητειών. (Ησ 49:24, 25· Ιερ 29:14· 46:27· Ιεζ 39:28· Ωσ 6:11· Ιωλ 3:1· Αμ 9:14· Σοφ 3:20) Ο ψαλμωδός επίσης απέβλεπε στον καιρό κατά τον οποίο “ο Ιεχωβά θα συγκέντρωνε ξανά τους αιχμάλωτους του λαού του”. (Ψλ 14:7· 53:6· 85:1· 126:1, 4) Πολλές από αυτές τις προφητείες εκπληρώθηκαν σε μικρότερη κλίμακα από το 537 Π.Κ.Χ. και έπειτα, όταν ένα υπόλοιπο των αιχμαλώτων οι οποίοι είχαν περιέλθει υπό την κυριαρχία της Περσικής Αυτοκρατορίας άρχισε να συρρέει πίσω στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσει την πόλη και το μεγάλο ναό της. (Εσδ 2:1· 3:8· 8:35· Νε 1:2, 3· 7:6· 8:17) Για ορισμένους εχθρούς του λαού του Ιεχωβά λέχθηκε συγκεκριμένα ότι προορίζονταν οι ίδιοι για αιχμαλωσία, όπως για το έθνος της Βαβυλώνας (Ησ 46:1, 2· Ιερ 50:1, 2), της Αιγύπτου (Ιερ 43:11, 12· Ιεζ 30:17, 18) και του Μωάβ (Ιερ 48:46).
Ο Ιησούς παραθέτει από τα εδάφια Ησαΐας 61:1, 2, εφαρμόζοντάς τα στον εαυτό του ως αυτόν που απέστειλε ο Ιεχωβά για “να κηρύξει απελευθέρωση στους αιχμάλωτους και ανάκτηση της όρασης στους τυφλούς”. (Λου 4:16-21) Ο απόστολος Παύλος αντλεί παραδείγματα από την αρχαία τακτική των νικητών να παίρνουν αιχμαλώτους. (Εφ 4:8· 2Κο 10:5) Στο τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής παρατίθεται η εξής αρχή: «Αν κάποιος προορίζεται για αιχμαλωσία, πηγαίνει σε αιχμαλωσία».—Απ 13:10.
-
-
ΑιώναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΙΩΝΑΣ
Η εβραϊκή λέξη ‛ωλάμ μεταδίδει την έννοια του απροσδιόριστου ή ακαθόριστου χρόνου. Ο λεξικογράφος Γεσένιος ορίζει τη σημασία της ως εξής: «Κρυμμένος χρόνος, δηλαδή άδηλος και παρατεταμένος, του οποίου η αρχή ή το τέλος είναι ακαθόριστο ή απροσδιόριστο». (Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], μετάφραση [στην αγγλική] Έ. Ρόμπινσον, 1836, σ. 746) Συνεπώς, εκφράσεις ή λέξεις όπως «από τους αιώνες» (Ψλ 25:6), “αιώνιος” (Αββ 3:6), «της αρχαιότητας» (Γε 6:4), «πριν από πολύ καιρό» (Ιη 24:2), “αρχαίος” (Παρ 22:28· 23:10) και “μακραίωνος” (Εκ 12:5) αποδίδουν εύστοχα την έννοια του όρου της πρωτότυπης γλώσσας.
Η λέξη ‛ωλάμ συνδέεται κάποιες φορές με κάτι που είναι παντοτινό. (1Βα 2:45, υποσ.) Ο προφήτης Ησαΐας έγραψε: «Ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός των περάτων της γης, είναι Θεός στον αιώνα». (Ησ 40:28) Ο Ιεχωβά υπάρχει «από τους αιώνες και μέχρι τους αιώνες». (Ψλ 90:2) Εφόσον ο Ιεχωβά είναι αθάνατος και δεν πεθαίνει, θα συνεχίσει να είναι ο Θεός σε όλη την αιωνιότητα. (Αββ 1:12· 1Τι 1:17) Ωστόσο, αυτή καθαυτή η εβραϊκή λέξη ‛ωλάμ δεν σημαίνει «για πάντα». Πολλές φορές αναφέρεται σε πράγματα που έχουν τέλος, αλλά μπορεί να λεχθεί ότι η περίοδος της ύπαρξής τους εκτείνεται “στους αιώνες” διότι ο χρόνος του τέλους τους δεν διασαφηνίζεται εκείνη τη στιγμή. Για παράδειγμα, η διαθήκη του Νόμου “που θα παρέμενε στον αιώνα” έφτασε στο τέλος της με το θάνατο του Ιησού και την εισαγωγή μιας νέας διαθήκης. (Εξ 31:16, 17· Ρω 10:4· Γα 5:18· Κολ 2:16, 17· Εβρ 9:15) Και η Ααρωνική ιεροσύνη που θα διαρκούσε «στον αιώνα» έφτασε και αυτή στο τέλος της.—Εξ 40:15· Εβρ 7:11-24· 10:1.
Ένας άλλος εβραϊκός όρος, η λέξη ‛αδ, υποδηλώνει απεριόριστο μελλοντικό χρόνο, παντοτινή διάρκεια ή αιωνιότητα. (1Χρ 28:9· Ψλ 19:9· Ησ 9:6· 45:17· Αββ 3:6) Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στο εδάφιο Ψαλμός 45:6, οι λέξεις ‛ωλάμ και ‛αδ εμφανίζονται μαζί και μπορούν να αποδοθούν «αιώνιος και παντοτινός» (ΜΠΚ [εδ. 7]), «εις τον αιώνα του αιώνος» (ΒΑΜ) και «στον αιώνα, και μάλιστα για πάντα» (ΜΝΚ). Όσον αφορά τη γη, ο ψαλμωδός διακήρυξε: «Δεν θα κλονιστεί στον αιώνα, και μάλιστα για πάντα».—Ψλ 104:5.
Η εβραϊκή λέξη νέτσαχ μπορεί και αυτή να υποδηλώνει παντοτινή διάρκεια. Μεταξύ των αποδόσεών της συγκαταλέγονται και οι όροι «για πάντα» (Ιωβ 4:20), «παντοτινά» (Ιωβ 14:20· Ησ 57:16) και «πάντοτε» (Ψλ 9:18). Μερικές φορές οι όροι νέτσαχ και ‛ωλάμ υπάρχουν παράλληλα (Ψλ 49:8, 9) ή οι όροι νέτσαχ και ‛αδ εμφανίζονται μαζί. (Αμ 1:11) Και οι τρεις αυτές λέξεις συνυπάρχουν στα εδάφια Ψαλμός 9:5, 6: «Επέπληξες έθνη . . . Το όνομά τους το έχεις εξαλείψει στον αιώνα [λε‛ωλάμ], και μάλιστα για πάντα [βα‛έδ]. Εχθρέ, οι ερημώσεις σου έφτασαν στο παντοτινό τους [λανέτσαχ] τέλος».
Η Λέξη Αἰών του Πρωτότυπου Ελληνικού Κειμένου. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η λέξη αἰών μπορεί να υποδηλώνει χρονική περίοδο απροσδιόριστου ή ακαθόριστου μήκους, περίοδο απώτερου, αλλά όχι ατελεύτητου, χρόνου. Για παράδειγμα, στα εδάφια Λουκάς 1:70 και Πράξεις 3:21 η λέξη αἰών μπορεί να αποδοθεί «από αρχαιοτάτων χρόνων», «από παλαιοτάτων χρόνων», «από τους αρχαιοτάτους χρόνους», «της αρχαιότητας» (ΛΧ, ΚΔΤΚ, ΜΝΚ).
Ειδικότερα, η λέξη αἰών μπορεί να αναφέρεται σε μια χρονική περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας, με ή χωρίς σαφή όρια. Οι λεξικογράφοι της ελληνικής γλώσσας δείχνουν ότι αυτή η λέξη σημαίνει «χρονικόν διάστημα σαφώς οριζόμενον και χαρακτηριζόμενον, εποχή», καθώς επίσης «ο χρόνος της ζωής κάποιου, η ζωή του» ή «γενιά». Εφόσον μια εποχή μπορεί είτε να έχει αρχή και τέλος είτε να συνεχίζεται επ’ άπειρον, έπεται ότι η λέξη αἰών θα μπορούσε να αναφέρεται σε χρονική περίοδο η οποία δεν έχει τέλος, μολονότι έχει αρχή.
Πολλές φορές, λοιπόν, η λέξη αἰών πρέπει να κατανοηθεί, σύμφωνα με τα συμφραζόμενα, ως αναφερόμενη σε χρονική περίοδο ακαθόριστου μήκους λόγω του ότι αυτή η περίοδος έχει ατελεύτητη διάρκεια. (Λου 1:55· Ιωα 6:50, 51· 12:34· 1Ιω 2:17) Παραδείγματος χάρη, η λέξη αἰών χρησιμοποιήθηκε σε μια φράση που ειπώθηκε προς την άκαρπη συκιά, στην οποία φράση η λέξη «ποτέ» αποτελεί απόδοση της έκφρασης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εἰς τὸν αἰῶνα. (Ματ 21:19) Αναφορικά με τον Ιησού, η αγγελική υπόσχεση ήταν ότι «αυτός θα βασιλεύει στον οίκο του Ιακώβ για πάντα [εἰς τοὺς αἰῶνας, Κείμενο]». (Λου 1:33) Το επίθετο αἰώνιος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (παράγωγο της λέξης αἰών), μολονότι μπορεί να έχει την έννοια του “μακρόχρονου” (Ρω 16:25· 2Τι 1:9· Τιτ 1:2), μπορεί, όπως γίνεται φανερό από τα συμφραζόμενα, να έχει και την έννοια του “παντοτινού”. (Ματ 18:8· 19:16, 29) Παραδείγματος χάρη, όπως έχει καταγραφεί στο εδάφιο Μάρκος 3:29, ο Ιησούς είπε ότι όποιος βλασφημήσει εναντίον του αγίου πνεύματος είναι ένοχος «αιώνιας αμαρτίας», δηλαδή παντοτινής, διηνεκούς, αέναης αμαρτίας η οποία δεν πρόκειται να απαλειφθεί ποτέ στο μέλλον. Ένα άλλο επίθετο του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, το επίθετο ἀΐδιος, σημαίνει συγκεκριμένα «παντοτινός» ή «αιώνιος».—Ρω 1:20· Ιου 6, ΜΝΚ, ΕΜΖ, ΚΔΤΚ.
Ωστόσο, η λέξη αἰών μπορεί επίσης να αναφέρεται ειδικότερα στην πάγια κατάσταση των πραγμάτων ή στην τρέχουσα κατάσταση των ζητημάτων ή των γνωρισμάτων που καθιστούν μια ορισμένη χρονική περίοδο ή εποχή ξεχωριστή, παρά σε αυτό καθαυτό το χρονικό στοιχείο. Όπως δηλώνει ο Ρ. Σ. Τρεντς στο σύγγραμμα Συνώνυμα της Καινής Διαθήκης ([Synonyms of the New Testament] Λονδίνο, 1961, σ. 203): «Ενέχοντας αυτή την έννοια του χρόνου, εννοεί πλέον όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο μέσα σε ορισμένα χρονικά πλαίσια· . . . και κατόπιν τούτου, περισσότερο από ηθική άποψη, την πορεία και το ρεύμα των υποθέσεων αυτού του κόσμου».—Βλέπε ΚΟΣΜΟΣ· ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ.
-
-
ΑκαθαρσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΑΘΑΡΣΙΑ
Βλέπε ΚΑΘΑΡΟΣ, ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ.
-
-
Ακάθαρτα ΖώαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΑΘΑΡΤΑ ΖΩΑ
Βλέπε ΖΩΑ.
-
-
ΑκακίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΑΚΙΑ
[εβρ., σιττάχ].
Δέντρο που ευδοκιμούσε στην έρημο, όπου έμειναν προσωρινά οι Ισραηλίτες. Από το ξύλο του μπορούσαν να φτιαχτούν αρκετά μεγάλες σανίδες (μήκους σχεδόν 4,5 μ., σύμφωνα με τα εδ. Εξ 36:20, 21), τις οποίες οι Ισραηλίτες χρησιμοποίησαν για την κατασκευή της φορητής σκηνής της μαρτυρίας. Το γεγονός ότι αυτό το δέντρο ουσιαστικά παύει να αναφέρεται στη Βιβλική αφήγηση μετά την είσοδο στην Υποσχεμένη Γη μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι σπάνιζε στην Παλαιστίνη. Η περιγραφή του ταιριάζει στα είδη της ακακίας που είναι γνωστά ως ακακία η σεϋάλη (Acacia seyal) και ακακία η στρεπτή (Acacia tortilis) πολύ περισσότερο από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο είδος της χλωρίδας της περιοχής. Αυτές οι ακακίες είναι ακόμη κοινές στην περιοχή της Νεγκέμπ και του Σινά, ενώ υπάρχουν μερικές και στην Κοιλάδα του Ιορδάνη Ν της Θάλασσας της Γαλιλαίας, αλλά όχι στη βόρεια Παλαιστίνη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην αραβική η λέξη σεγιάλ (από την οποία προέρχεται ο εξελληνισμένος τύπος «σεϋάλη») σημαίνει «χείμαρρος», και ο φυσικός χώρος της ακακίας είναι οι κοίτες των χειμάρρων (τα ουάντι), οι οποίες είναι γεμάτες ορμητικά νερά την εποχή των βροχών και βρίσκονται στις κατά τα άλλα άνυδρες ερήμους γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα και νοτιότερα, στην Αραβική Έρημο και στη Χερσόνησο του Σινά. Γι’ αυτό, η προφητεία του Ιωήλ (3:18) λέει: «Από τον οίκο του Ιεχωβά θα βγει πηγή και θα ποτίσει την κοιλάδα των Ακακιών που έχει χείμαρρο»—σαφώς έναν τόπο που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν συνήθως ξερός. (Βλέπε ΣΙΤΤΙΜ Αρ. 2.) Στο εδάφιο Ησαΐας 41:19 ο Ιεχωβά λέει: «Στην έρημο θα φυτέψω τον κέδρο, την ακακία και τη μυρτιά και το ελαιώδες δέντρο». Σύμφωνα με αυτή την προφητεία, τρία δέντρα που φυσιολογικά αναπτύσσονται σε πλούσια και εύφορα εδάφη θα συντροφεύουν την ακακία—ένα φυτό της ερήμου—χάρη στις αρδευτικές προμήθειες που θα κάνει ο Θεός.—Ησ 41:17, 18.
Η ακακία έχει πολλά και μακριά αγκάθια τα οποία προεξέχουν από τα πολύ απλωτά κλαδιά της. Αυτά τα κλαδιά συνήθως μπλέκονται με τα κλαδιά των γειτονικών ακακιών, σχηματίζοντας έτσι πυκνές συστάδες. Το γεγονός αυτό αναμφίβολα εξηγεί το γιατί στη Βιβλική αφήγηση χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα ο πληθυντικός αριθμός σιττίμ. Η ακακία μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 6 ως 8 μ. αλλά συνήθως είναι θαμνώδης. Έχει μαλακά φύλλα, όμοια με φτερά, και καλύπτεται από ευωδιαστά κίτρινα άνθη, ο δε καρπός της είναι ένας καμπυλωτός λοβός που στενεύει στην άκρη του. Κάτω από τον τραχύ, μαύρο φλοιό της βρίσκεται ένα πολύ σκληρό, λεπτόινο, βαρύ ξύλο που είναι απρόσβλητο από τα έντομα. Αυτά τα χαρακτηριστικά της ακακίας, καθώς και το γεγονός ότι ήταν διαθέσιμη στην έρημο, έκαναν το ξύλο της ιδεώδες δομικό υλικό για τη σκηνή της μαρτυρίας και τον εξοπλισμό της. Χρησιμοποιήθηκε για να κατασκευαστούν η κιβωτός της διαθήκης (Εξ 25:10· 37:1), το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης (Εξ 25:23· 37:10), τα θυσιαστήρια (Εξ 27:1· 37:25· 38:1), τα κοντάρια για τη μεταφορά αυτών των αντικειμένων (Εξ 25:13, 28· 27:6· 30:5· 37:4, 15, 28· 38:6), οι στύλοι για την κουρτίνα και το προπέτασμα (Εξ 26:32, 37· 36:36), καθώς επίσης τα πλαίσια για τη σκηνή (Εξ 26:15· 36:20) και οι ράβδοι που τα συνέδεαν (Εξ 26:26· 36:31).
Το ξύλο της ακακίας είναι ακόμη περιζήτητο στην επιπλοποιία επειδή είναι λεπτόινο, έχει έντονο καστανό-πορτοκαλί χρώμα και διαθέτει ανθεκτικότητα. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ασφάλιζαν με ακακία τα φέρετρα στα οποία έβαζαν τις μούμιες, ενώ τη χρησιμοποιούσαν και στην κατασκευή των πλοίων τους. Επίσης, ορισμένα είδη του δέντρου εκκρίνουν το αραβικό κόμμι του εμπορίου.
[Εικόνα στη σελίδα 148]
Οι ακακίες, κοινές στην περιοχή του Σινά, παρείχαν ξυλεία για τη σκηνή της μαρτυρίας
-
-
Άκαμπα, ΚόλποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΑΜΠΑ, ΚΟΛΠΟΣ
Βλέπε ΕΡΥΘΡΑ ΘΑΛΑΣΣΑ.
-
-
ΑκάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΑΝ
(Ακάν).
Ο τελευταίος από τους τρεις γιους του σεΐχη Εζέρ των Σηειριτών, στη σειρά με την οποία κατονομάζονται. (Γε 36:20, 21, 27) Το Μασοριτικό κείμενο στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:42 λέει «Ιαακάν», αλλά η Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Αλεξανδρινός Κώδικας) και 22 εβραϊκά χειρόγραφα λένε «Ακάν» σε αρμονία με το εδάφιο Γένεση 36:27.
-
-
ΑκελδαμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΕΛΔΑΜΑ
(Ακελδαμά) [Αγρός Αίματος].
Το όνομα που έδωσαν οι Ιουδαίοι σε έναν αγρό, η αγορά του οποίου έγινε με «το μισθό της αδικίας» που έλαβε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης για την προδοσία του Χριστού Ιησού. (Πρ 1:18, 19) Έχει ταυτιστεί με το Χακ εντ-Ντουμ (που σημαίνει «Τιμή Αίματος»), το οποίο βρίσκεται στη νότια πλευρά της Κοιλάδας του Εννόμ, στο «Όρος της Κακής Βουλής», και είναι ένας επίπεδος αγρός στην πλαγιά, λίγο πιο πάνω από τους πρόποδες. Σε εκείνο το σημείο βρίσκονται τα ερείπια ενός οστεοφυλάκιου. Λίγο πιο ΝΑ βρίσκεται το Μινζάρ Χάκαλ Ντεμά (Μοναστήρι Ακελδαμά) το οποίο χτίστηκε πάνω στα ερείπια μνημάτων λαξευμένων σε σπηλιές.
Η δήλωση στο εδάφιο Πράξεις 1:18 ότι ο Ιούδας «αγόρασε έναν αγρό» δείχνει ότι τα χρήματα για την αγορά του αγρού προέρχονταν από αυτόν ή ότι αυτός έγινε η αφορμή για τη συγκεκριμένη αγορά. Το υπόμνημα στα εδάφια Ματθαίος 27:3-10 δείχνει ότι, στην ουσία, την αγορά έκαναν οι ιερείς χρησιμοποιώντας τα 30 ασημένια νομίσματα (αν επρόκειτο για σίκλους, $66) τα οποία έριξε ο Ιούδας στο ναό, και επίσης ότι αυτός ο «Αγρός Αίματος» ήταν προηγουμένως αγρός ενός αγγειοπλάστη και ότι οι ιερείς τον πήραν «για να θάβουν ξένους». (Βλέπε ΑΓΡΟΣ ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗ.) Η υποδεικνυόμενη τοποθεσία έχει χρησιμοποιηθεί ως τόπος ταφής από τους πρώτους αιώνες της Κοινής Χρονολογίας.
Γιατί αποδίδει ο Ματθαίος την προφητεία των εδαφίων Ζαχαρίας 11:12, 13 στον Ιερεμία;
Η εκπλήρωση της προφητείας που κατέγραψε ο Ματθαίος βασίζεται σε «αυτό που λέχθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη». Ο Ιερεμίας μερικές φορές χαρακτηριζόταν ο πρώτος από τους «Μεταγενέστερους Προφήτες», και ως εκ τούτου αυτή η ενότητα προφητειών δεν περιλάμβανε μόνο τα συγγράμματα του Ιερεμία αλλά και αυτά του Ζαχαρία. (Παράβαλε Λου 24:44.) Η παράθεση που κάνει ο Ματθαίος φαίνεται ότι προέρχεται κυρίως από τα εδάφια Ζαχαρίας 11:12, 13, αλλά υπό την έμπνευση του πνεύματος του Θεού ο Ματθαίος παρέφρασε αυτά τα εδάφια και τα εφάρμοσε στις συνθήκες υπό τις οποίες εκπληρώθηκαν. Ως αγρός αγγειοπλάστη, η γη αυτή θα θεωρούνταν άχρηστη και ευτελής και θα άξιζε μόνο όσο ένας δούλος.
-
-
ΑκεραιότηταΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ
Ηθική αρτιότητα, πληρότητα, το να είναι κανείς άμεμπτος και άψογος.
Οι εβραϊκές λέξεις που σχετίζονται με την ακεραιότητα (τομ, τουμμάχ, ταμ, ταμίμ) δηλώνουν βασικά αυτό που είναι «ολόκληρο». (Παράβαλε Λευ 25:30· Ιη 10:13· Παρ 1:12.) Η λέξη ταμίμ χρησιμοποιείται αρκετές φορές αναφερόμενη στη σωματική αρτιότητα και στην απουσία ελαττωμάτων, παραδείγματος χάρη, σε σχέση με τα ζώα που προσφέρονταν ως θυσία. (Εξ 12:5· 29:1· Λευ 3:6) Ωστόσο, οι λέξεις αυτές αναφέρονται συχνότερα στην ηθική αρτιότητα, στο να είναι κανείς άμεμπτος.
Όταν εφαρμόζεται στον Θεό, η λέξη ταμίμ μπορεί να μεταφραστεί κατάλληλα «τέλειος», όπως όταν περιγράφει τις ενέργειες και τα έργα του Ιεχωβά, την οδό, τη γνώση και το νόμο του. (Δευ 32:4· Ιωβ 36:4· 37:16· Ψλ 18:30· 19:7) Όλες αυτές οι θεϊκές ιδιότητες και εκδηλώσεις φανερώνουν τόσο απαράμιλλη πληρότητα και ολότητα, και είναι τόσο άρτιες και απαλλαγμένες από ελαττώματα ή σφάλματα, ώστε προσδιορίζουν ξεκάθαρα την Πηγή τους ως τον έναν αληθινό Θεό.—Ρω 1:20· βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ.
Η Σημασία της Ακεραιότητας του Ανθρώπου. Σε κάποιες περιπτώσεις, η εβραϊκή λέξη τομ μεταδίδει απλώς την ιδέα του έντιμου κινήτρου, της αθωότητας όσον αφορά την κακή πρόθεση. (Παράβαλε Γε 20:5, 6· 2Σα 15:11.) Αλλά αυτές οι συγγενικές εβραϊκές λέξεις περιγράφουν κυρίως την ακλόνητη αφοσίωση στη δικαιοσύνη. Η Βιβλική χρήση τους και τα Βιβλικά παραδείγματα τονίζουν ότι η αδιάρρηκτη αφοσίωση προς ένα πρόσωπο, τον Ιεχωβά Θεό, καθώς και προς το ρητό θέλημα και το σκοπό του, αποτελεί πορεία ζωτικής σημασίας.
Περιλαμβάνεται στο υπέρτατο ζήτημα. Στο πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι δόθηκε η ευκαιρία να εκδηλώσει ακεραιότητα στην Εδέμ. Ο περιορισμός σχετικά με το δέντρο της γνώσης έθετε σε δοκιμή την αφοσίωσή τους προς τον Δημιουργό τους. Υπό την πίεση της εξωγενούς επιρροής που δέχτηκαν από τον Αντίδικο του Θεού και από την έκκληση που έκανε αυτός στην ιδιοτέλεια, ενέδωσαν στην ανυπακοή. Η ντροπή που αισθάνθηκαν, η απροθυμία τους να αντιμετωπίσουν τον Δημιουργό τους και οι υπεκφυγές με τις οποίες απάντησαν στις ερωτήσεις του—όλα αυτά κατέδειξαν ότι δεν είχαν κρατήσει ακεραιότητα. (Παράβαλε Ψλ 119:1, 80.) Προφανώς, όμως, δεν ήταν οι πρώτοι που διέρρηξαν την ακεραιότητά τους, εφόσον το πνευματικό πλάσμα το οποίο τους οδήγησε σε στασιαστική πορεία το είχε κάνει ήδη αυτό.—Γε 3:1-19· παράβαλε την πορεία του με τη θρηνωδία που απαγγέλλεται κατά του βασιλιά της Τύρου στα εδ. Ιεζ 28:12-15· βλέπε ΣΑΤΑΝΑΣ.
Ο στασιασμός του Σατανά, ο οποίος είχε το ορατό του ξεκίνημα στην Εδέμ, ήγειρε ένα ζήτημα παγκόσμιας σπουδαιότητας—το κατά πόσον είναι δικαιωματική η κυριαρχία του Θεού πάνω σε όλα τα πλάσματά του, το κατά πόσον εκείνος έχει το δικαίωμα να απαιτεί πλήρη υπακοή από αυτά. Εφόσον δεν αμφισβητήθηκε το ποιος ήταν ανώτερος σε δύναμη, αλλά επρόκειτο για ζήτημα ηθικής φύσης, το ζήτημα αυτό δεν μπορούσε να επιλυθεί απλώς με την άσκηση δύναμης, λόγου χάρη με το να συντρίψει και να εξαφανίσει ο Θεός αμέσως τον Σατανά και το ανθρώπινο ζευγάρι. Το γεγονός αυτό μας βοηθάει να καταλάβουμε γιατί έχει επιτραπεί στην πονηρία και στον πρωταίτιό της, τον Σατανά, να παραμένουν τόσον καιρό. (Βλέπε ΠΟΝΗΡΙΑ.) Εφόσον ο Αντίδικος του Θεού στράφηκε κατ’ αρχάς στους ανθρώπους για στήριξη και επικρότηση της στασιαστικής του πορείας (ενώ τα πρώτα στοιχεία για συμπαράταξη πνευματικών γιων του Θεού με τον Σατανά δεν εμφανίζονται παρά μόνο κάποια στιγμή πριν από τον Κατακλυσμό· Γε 6:1-5· παράβαλε 2Πε 2:4, 5), αυτό κατέστησε το θέμα της ακεραιότητας του ανθρώπου προς το υπέρτατο θέλημα του Θεού ουσιώδες μέρος του όλου ζητήματος (μολονότι αυτή καθαυτή η κυριαρχία του Ιεχωβά δεν εξαρτάται από την ακεραιότητα των πλασμάτων του). Απόδειξη τούτου αποτελεί η περίπτωση του Ιώβ.
Ιώβ. Ο Ιώβ, ο οποίος προφανώς έζησε στο διάστημα που μεσολάβησε από το θάνατο του Ιωσήφ ως τον καιρό του Μωυσή, περιγράφεται ως άνθρωπος «άμεμπτος [εβρ., ταμ] και ευθύς, [που] φοβόταν τον Θεό και απομακρυνόταν από το κακό». (Ιωβ 1:1· βλέπε ΙΩΒ.) Το γεγονός ότι η ακεραιότητα του ανθρώπου αποτελεί μέρος του ζητήματος που δημιουργήθηκε μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και του Σατανά προκύπτει σαφώς από τις ερωτήσεις που απηύθυνε ο Θεός στον Αντίδικό του σχετικά με τον Ιώβ, όταν ο Σατανάς εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια μιας αγγελικής σύναξης στις ουράνιες αυλές. Ο Σατανάς καταλόγισε εσφαλμένο κίνητρο στη λατρεία που απέδιδε ο Ιώβ στον Θεό, ισχυριζόμενος ότι ο Ιώβ δεν υπηρετούσε τον Θεό από αγνή αφοσίωση, αλλά για ιδιοτελή οφέλη. Με αυτόν τον τρόπο αμφισβήτησε την ακεραιότητα του Ιώβ προς τον Θεό. Παρότι του επιτράπηκε να στερήσει από τον Ιώβ τα αμέτρητα αποκτήματά του, ακόμη δε και τα παιδιά του, ο Σατανάς δεν μπόρεσε να διαρρήξει την ακεραιότητα του Ιώβ. (Ιωβ 1:6–2:3) Κατόπιν ισχυρίστηκε ότι ο Ιώβ ήταν διατεθειμένος να υποστεί, αλλά από ιδιοτέλεια, την απώλεια των αποκτημάτων και των παιδιών του, αρκεί να έσωζε τον εαυτό του. (Ιωβ 2:4, 5) Στη συνέχεια, ενώ ο Ιώβ πληττόταν από μια οδυνηρή, βασανιστική ασθένεια, και ενώ η ίδια του η σύζυγος προσπαθούσε να τον μεταπείσει, και ενώ επίσης δεχόταν κακόπιστη κριτική και προσβολές από κάποιους φίλους που κακοπαρίσταναν τους κανόνες και τους σκοπούς του Θεού (Ιωβ 2:6-13· 22:1, 5-11), η απάντησή του ήταν πως δεν επρόκειτο να αρνηθεί ότι υπήρξε ακέραιος. «Ώσπου να εκπνεύσω δεν θα απομακρύνω την ακεραιότητά μου από εμένα! Κρατώ τη δικαιοσύνη μου και δεν θα την αφήσω· η καρδιά μου δεν θα με ονειδίσει για καμιά από τις ημέρες μου». (Ιωβ 27:5, 6) Διακρατώντας ακεραιότητα, απέδειξε τον Αντίδικο του Θεού ψεύτη.
Οι προκλητικές δηλώσεις του Σατανά στην περίπτωση του Ιώβ δείχνουν ότι κατά την άποψή του όλοι είναι δυνατόν να παρασυρθούν και να απομακρυνθούν από το πλευρό του Θεού, ότι κανείς δεν υπηρετεί με καθαρά ανιδιοτελές κίνητρο. Συνεπώς, οι άνθρωποι, καθώς και οι πνευματικοί γιοι του Θεού, έχουν το αξιοσημείωτο προνόμιο να συμβάλλουν στη δικαίωση της κυριαρχίας του Ιεχωβά, ακολουθώντας πορεία ακεραιότητας προς αυτόν. Με αυτόν τον τρόπο, αγιάζουν επίσης το όνομά του. Εκείνοι που είναι “άμεμπτοι στην οδό τους φέρνουν ευχαρίστηση” στον Ιεχωβά.—Παρ 11:20· αντιπαράβαλε αυτό με την εσφαλμένη άποψη που προωθούσε ο Ελιφάς στα εδ. Ιωβ 22:1-3.
Βάση για θεϊκή κρίση. Η ευνοϊκή κρίση εκ μέρους του Θεού εξαρτάται από το αν το πλάσμα ακολουθεί πορεία διακράτησης ακεραιότητας. (Ψλ 18:23-25) Όπως έγραψε ο Βασιλιάς Δαβίδ: «Ο Ιεχωβά θα βγάλει δικαστική απόφαση για τους λαούς. Κρίνε με, Ιεχωβά, ανάλογα με τη δικαιοσύνη μου και ανάλογα με την ακεραιότητα που έχω μέσα μου. Ας λάβει τέλος, παρακαλώ, η κακία των πονηρών και ας εδραιώσεις τον δίκαιο». (Ψλ 7:8, 9· παράβαλε Παρ 2:21, 22.) Ο Ιώβ, ενόσω υπέφερε, εξέφρασε την πεποίθηση ότι “[ο Ιεχωβά] θα τον ζύγιζε σε ακριβή ζυγαριά, και θα γνώριζε ο Θεός την ακεραιότητά του”. (Ιωβ 31:6) Κατόπιν ο Ιώβ απαριθμεί αρκετές καταστάσεις από την πραγματική ζωή οι οποίες, αν ίσχυαν για εκείνον, θα φανέρωναν έλλειψη ακεραιότητας.—Ιωβ 31:7-40.
Τι περιλαμβάνει η διακράτηση ακεραιότητας στην περίπτωση των ατελών ανθρώπων;
Εφόσον όλοι οι άνθρωποι είναι ατελείς και αδυνατούν να ανταποκριθούν τέλεια στους κανόνες του Θεού, είναι προφανές ότι η ακεραιότητά τους δεν σημαίνει τελειότητα πράξεων ή λόγων. Αντίθετα, οι Γραφές δείχνουν ότι σημαίνει ολοκληρωτική ή πλήρη αφοσίωση της καρδιάς. Ο Δαβίδ, λόγω αδυναμίας, διέπραξε μερικά σοβαρά αδικήματα αλλά, παρ’ όλα αυτά, “περπάτησε με ακεραιότητα καρδιάς” (1Βα 9:4), διότι δέχτηκε τον έλεγχο και διόρθωσε την οδό του. Με αυτόν τον τρόπο απέδειξε ότι η καρδιά του εξακολουθούσε να διατηρεί γνήσια αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό. (Ψλ 26:1-3, 6, 8, 11) Όπως είπε αργότερα ο ίδιος στο γιο του τον Σολομώντα: «Γνώρισε τον Θεό του πατέρα σου και υπηρέτησέ τον με πλήρη καρδιά και με ψυχή γεμάτη ευχαρίστηση· διότι ο Ιεχωβά ερευνάει όλες τις καρδιές και διακρίνει κάθε τάση των σκέψεων». Εντούτοις, η καρδιά του Σολομώντα «δεν ήταν πλήρης απέναντι στον Ιεχωβά τον Θεό του, όπως ήταν η καρδιά του Δαβίδ του πατέρα του».—1Χρ 28:9· 1Βα 11:4· η λέξη «πλήρης» σε αυτά τα δύο εδάφια προέρχεται από μια άλλη εβραϊκή λέξη, τη λέξη σαλέμ, όπως στο εδ. 1Βα 15:14.
Επομένως, η ακεραιότητα δεν περιορίζεται σε κάποια μεμονωμένη πτυχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Δεν εφαρμόζεται μόνο σε ζητήματα καταφανώς «θρησκευτικά». Για τον υπηρέτη του Θεού, η ακεραιότητα αποτελεί οδό ζωής, στην οποία “περπατάει” επιζητώντας συνεχώς να μαθαίνει ποιο είναι το θέλημα του Ιεχωβά. (Ψλ 119:1-3) Ο Δαβίδ ποίμανε το έθνος του Ισραήλ «σύμφωνα με την ακεραιότητα της καρδιάς του», τόσο όσον αφορά τα ζητήματα που σχετίζονταν άμεσα με τη λατρεία του Ιεχωβά, αλλά και όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τις κυβερνητικές υποθέσεις. Επιθυμούσε επίσης να είναι τέτοιου είδους άνθρωποι όσοι τον περιέβαλλαν και όσοι τον διακονούσαν—άνθρωποι ακεραιότητας που “περπατούσαν σε άψογη οδό”. (Ψλ 78:72· 101:2-7) “Αποδεικνύεται κανείς άψογος” ενώπιον του Θεού ύστερα από μια περίοδο χρόνου, όπως συνέβη με τον Νώε, τον Αβραάμ και άλλους.—Γε 6:9· 17:1· 2Σα 22:24.
Η ακεραιότητα απαιτεί ασυμβίβαστη οσιότητα προς τον Θεό και προσκόλληση στη δικαιοσύνη, όχι μόνο υπό ευνοϊκές συνθήκες ή περιστάσεις, αλλά υπό όλες τις συνθήκες και πάντοτε. Αφού ο ψαλμωδός τονίζει ότι μόνο όποιος διακρατεί ακεραιότητα και “λέει την αλήθεια μέσα στην καρδιά του” είναι αποδεκτός από τον Ιεχωβά, αναφέρει ότι ένας τέτοιος άνθρωπος «ορκίστηκε σχετικά με κάτι που είναι κακό για τον εαυτό του, και όμως δεν το αλλάζει», πράγμα που σημαίνει ότι, ακόμη και αν κάτι για το οποίο έχει συμφωνήσει επίσημα αποδειχτεί ολοφάνερα επιζήμιο για τα προσωπικά του συμφέροντα, εκείνος παραμένει συνεπής στη συμφωνία του. (Ψλ 15:1-5· αντιπαράβαλε Ρω 1:31· 1Τι 1:10.) Η ακεραιότητα γίνεται, επομένως, ιδιαίτερα έκδηλη όταν η αφοσίωση ενός ατόμου δοκιμάζεται και αυτός δέχεται πιέσεις να εγκαταλείψει τη δίκαιη πορεία του. Παρότι κάποιος μπορεί να γίνει περίγελος από τους εναντιουμένους (Ιωβ 12:4· παράβαλε Ιερ 20:7) ή αποδέκτης των πικρών τους λόγων (Ψλ 64:3, 4) και στόχος μίσους και βίαιου διωγμού (Παρ 29:10· Αμ 5:10), ή μπορεί να ασθενεί ή να αντιμετωπίζει βασανιστικές αντιξοότητες, πρέπει να «κρατάει την ακεραιότητά του» όπως ο Ιώβ, ανεξαρτήτως του κόστους.—Ιωβ 2:3.
Μια τέτοια πορεία διακράτησης ακεραιότητας είναι εφικτή, όχι χάρη στην προσωπική ηθική δύναμη του ατόμου, αλλά μόνο μέσω βαθιάς πίστης και εμπιστοσύνης στον Ιεχωβά και στη σωτήρια ισχύ Του. (Ψλ 25:21) Ο Θεός υπόσχεται ότι θα είναι «ασπίδα» και «οχυρό», φυλάττοντας την οδό εκείνων που περπατούν με ακεραιότητα. (Παρ 2:6-8· 10:29· Ψλ 41:12) Το συνεχές ενδιαφέρον που δείχνουν αυτοί σχετικά με το πώς θα κερδίσουν την επιδοκιμασία του Ιεχωβά χαρίζει σταθερότητα στη ζωή τους και τους δίνει την ικανότητα να ακολουθούν ευθεία πορεία προς το στόχο τους. (Ψλ 26:1-3· Παρ 11:5· 28:18) Αν και, όπως παρατήρησε απορημένος ο Ιώβ, ο άμεμπτος μπορεί να υποφέρει εξαιτίας της διακυβέρνησης του πονηρού και μπορεί να πεθάνει μαζί με τον πονηρό, ο Ιεχωβά παρέχει τη διαβεβαίωση ότι γνωρίζει τη ζωή εκείνου που είναι άψογος και εγγυάται ότι η κληρονομιά ενός τέτοιου ανθρώπου θα παραμείνει, ότι το μέλλον του θα είναι ειρηνικό και ότι αυτός θα αποκτήσει καλά πράγματα. (Ιωβ 9:20-22· Ψλ 37:18, 19, 37· 84:11· Παρ 28:10) Όπως και στην περίπτωση του Ιώβ, αυτό που προσδίδει πραγματική αξία σε κάποιον και τον καθιστά αξιοσέβαστο είναι η ακεραιότητά του, όχι ο πλούτος του. (Παρ 19:1· 28:6) Τα παιδιά τέτοιων γονέων είναι προνομιούχα και θεωρούνται ευτυχισμένα (Παρ 20:7), καθώς λαμβάνουν μέσω της υποδειγματικής ζωής του πατέρα τους ένα υπέροχο κληροδότημα και έχουν μερίδιο στο καλό του όνομα και στο σεβασμό που κέρδισε εκείνος.
Εκτός από τα παραδείγματα του Ιώβ και του Δαβίδ, οι Εβραϊκές Γραφές περιέχουν πολλά άλλα παραδείγματα ανθρώπων ακεραιότητας. Ο Αβραάμ εκδήλωσε ακλόνητη οσιότητα προς τον Θεό όντας διατεθειμένος να θυσιάσει το γιο του τον Ισαάκ. (Γε 22:1-12) Ο Δανιήλ και οι τρεις σύντροφοί του αποτελούν εξαίρετα παραδείγματα ακεραιότητας υπό δοκιμή, τόσο κατά τη νεότητά τους όσο και αργότερα. (Δα 1:8-17· 3:13-23· 6:4-23) Στο 11ο κεφάλαιο της επιστολής προς τους Εβραίους, ο απόστολος Παύλος παραθέτει έναν μακρύ κατάλογο ανθρώπων των προχριστιανικών χρόνων, οι οποίοι μέσω πίστης εκδήλωσαν ακεραιότητα υπό πολυποίκιλες δύσκολες περιστάσεις.—Υπόψη κυρίως εδ. 33-38.
Η Ακεραιότητα στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Αν και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν υπάρχει συγκεκριμένη λέξη για την «ακεραιότητα», η εν λόγω έννοια διαποτίζει ολόκληρο αυτό το τμήμα της Γραφής. Ο Γιος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, έθεσε το εξοχότερο παράδειγμα ακεραιότητας και ύψιστης εμπιστοσύνης στη δύναμη και στη φροντίδα του ουράνιου Πατέρα του. Ως εκ τούτου, «τελειοποιήθηκε» για τη θέση που θα καταλάμβανε ως Αρχιερέας, καθώς και ως Χρισμένος Βασιλιάς της ουράνιας Βασιλείας, θέση ανώτερη από του Δαβίδ. (Εβρ 5:7-9· 4:15· 7:26-28· Πρ 2:34, 35) Η ακεραιότητα εμπεριέχεται στην εντολή την οποία ο Ιησούς ξεχώρισε ως τη μεγαλύτερη από όλες—το να αγαπάει κανείς τον Ιεχωβά Θεό με όλη του την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμη. (Ματ 22:36-38) Μια άλλη εντολή του έλεγε: «Πρέπει, επομένως, να είστε τέλειοι, όπως ο ουράνιος Πατέρας σας είναι τέλειος». (Ματ 5:48) Και αυτή τόνιζε επίσης ότι πρέπει να είναι κανείς πλήρως αφοσιωμένος στη δικαιοσύνη. (Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, οι λέξεις που αναφέρονται στην τελειότητα μεταδίδουν την ιδέα αυτού που έχει “γίνει πλήρες” και, συνεπώς, προσεγγίζουν τη σημασία των εβραϊκών λέξεων που εξετάστηκαν ήδη.)
Οι διδασκαλίες του Ιησού έδιναν έμφαση στην αγνότητα της καρδιάς, στην προσήλωση των βλέψεων και των προθέσεων, στην απουσία υποκρισίας—ιδιότητες που όλες χαρακτηρίζουν την ακεραιότητα. (Ματ 5:8· 6:1-6, 16-18, 22, 23· Λου 11:34-36) Ο απόστολος Παύλος ενδιαφερόταν όσο ο Δαβίδ και άλλοι προγενέστεροι υπηρέτες του Θεού να αποδειχτεί άμεμπτος και άψογος. Ήταν ελεύθερος από κάθε κατηγορία για διαφθορά ή δολιότητα στη διακονία του και σε όλες τις συναλλαγές του με τους άλλους.—2Κο 4:1, 2· 6:3-10· 8:20, 21· 1Θε 1:3-6.
Η εγκαρτέρηση στη θεόδοτη αποστολή παρά την εναντίωση και η διακράτηση υπομονής παρά τις στερήσεις, το διωγμό και τα παθήματα χάριν της προσκόλλησης σε μια πορεία θεοσεβούς αφοσίωσης προσδιόριζαν επίσης τον Παύλο και άλλους πρώτους Χριστιανούς ως ανθρώπους ακεραιότητας.—Πρ 5:27-41· 2Κο 11:23-27.
-
-
ΑκκάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΚΑΔ
(Ακκάδ).
Μία από τις τέσσερις πόλεις που ίδρυσε ο Νεβρώδ και οι οποίες έγιναν «αρχή του βασιλείου του». (Γε 10:10) Η Ακκάδ ταυτίζεται με την αρχαία πόλη Αγκαντέ. Η ακριβής θέση της είναι ανεξακρίβωτη.
Το όνομα Ακκάδ χρησιμοποιείται επίσης για όλο το βόρειο τμήμα της περιοχής που αργότερα ονομάστηκε Βαβυλωνία. Η Ακκάδ φαίνεται ότι προσέλαβε εξοχότητα ως η κυριότερη ή η βασιλική πόλη εκείνης της περιοχής υπό τον Σαργών Α΄ (όχι τον Σαργών του εδ. Ησ 20:1). Το νότιο τμήμα της Μεσοποταμίας ήταν γνωστό ως Σουμέρ. Από τις δύο αυτές περιοχές γεννήθηκε η Βαβυλωνία, οι βασιλιάδες της οποίας συνέχιζαν να φέρουν τον τίτλο «βασιλιάς της Ακκάδ» στα βαβυλωνιακά κείμενα μέχρι την πτώση της Βαβυλώνας, το 539 Π.Κ.Χ. Στον Κύλινδρο του Κύρου, ο κατακτητής της Βαβυλώνας αυτοτιτλοφορείται «Βασιλιάς της Βαβυλώνας, βασιλιάς του Σουμέρ και της Ακκάδ».
Οι Ακκάδιοι φαίνεται ότι ξεπέρασαν τους Σουμέριους στην κατασκευή εξαίρετων έργων γλυπτικής και στην περίτεχνη σφραγιδογλυφία. Σήμερα, ο όρος «ακκαδική γλώσσα» χρησιμοποιείται για την αρχαία ασσυριακή και την αρχαία βαβυλωνιακή γλώσσα.
-
-
ΑκκαρώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΚΑΡΩΝ
(Ακκαρών).
Σημαίνουσα φιλισταϊκή πόλη η οποία προφανώς ήταν η βορειότερη από τις έδρες των πέντε αρχόντων του άξονα των Φιλισταίων. (Ιη 13:3) Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά γενικά ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Μουκανά (Τελ Μικνέ), περίπου 18 χλμ. Α της Αζώτου. Πρόσφατες ανασκαφές εκεί έχουν φέρει στο φως μια πόλη που είναι η μεγαλύτερη εκείνης της περιόδου, πράγμα που επί του παρόντος την κάνει να θεωρείται επικρατέστερη ως θέση της Ακκαρών.
Η ιστορία της Ακκαρών χαρακτηρίζεται από συνεχείς εναλλαγές όσον αφορά την κυριαρχία της πόλης. Η Ακκαρών δεν περιλαμβανόταν στα εδάφη που κατέκτησε ο Ιησούς του Ναυή. Η κατάκτησή της από τη φυλή του Ιούδα έγινε αργότερα. (Ιη 13:2, 3· Κρ 1:18) Στην αρχική διαμοίραση της Υποσχεμένης Γης, η Ακκαρών βρισκόταν στα σύνορα ανάμεσα στον Ιούδα και στον Δαν αλλά μέσα στα όρια της φυλής του Ιούδα. (Ιη 15:1, 11, 45, 46· 19:40-43) Τον καιρό που οι Φιλισταίοι έπιασαν την κιβωτό της διαθήκης, η Ακκαρών βρισκόταν και πάλι υπό την κατοχή τους. Η παρουσία της Κιβωτού προκάλεσε «θανατηφόρα σύγχυση» στην πόλη, και τελικά από την Ακκαρών έστειλαν πίσω την Κιβωτό στους Ισραηλίτες. (1Σα 5:10-12· 6:16, 17) Έπειτα από μια ακόμη περίοδο ισραηλιτικής επικυριαρχίας, οι Φιλισταίοι προφανώς κατείχαν και πάλι την Ακκαρών όταν ο Δαβίδ θανάτωσε τον Γολιάθ. (1Σα 7:14· 17:52) Στις αρχές του δέκατου αιώνα Π.Κ.Χ. ο Φαραώ Σισάκ της Αιγύπτου ισχυρίστηκε ότι κατέλαβε την Ακκαρών. Περίπου δύο αιώνες αργότερα, σύμφωνα με τα χρονικά του Σενναχειρείμ, ο Βασιλιάς Παδί της Ακκαρών ήταν αφοσιωμένος στους Ασσυρίους.
-
-
ΑκκούβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΚΟΥΒ
(Ακκούβ) [πιθανότατα, Αυτός που Πιάνει τη Φτέρνα· Αυτός που Υποσκελίζει].
1. Πατέρας μιας οικογένειας Νεθινίμ η οποία επέστρεψε από τη Βαβυλώνα μαζί με τον Ζοροβάβελ, το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 45.
2. Λευίτης που ήταν πυλωρός κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο και κεφαλή μιας οικογένειας πυλωρών.—1Χρ 9:17· Εσδ 2:42· Νε 7:45· 11:19· 12:25.
3. Ένας από τους 13 Λευίτες οι οποίοι βοήθησαν τον Έσδρα “εξηγώντας το νόμο στο λαό”.—Νε 8:7, 8.
4. Ο τέταρτος από τους εφτά γιους του Ελιωηναΐ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται και ένας από τους τελευταίους απογόνους του Δαβίδ που αναφέρονται στη γενεαλογία των Εβραϊκών Γραφών.—1Χρ 3:24.
-
-
ΑκκώςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΚΩΣ
(Ακκώς) [Το Αγκάθι].
Ααρωνικός ιερέας και κεφαλή του πατρικού οίκου ο οποίος την εποχή του Δαβίδ αποτέλεσε την 7η από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις.—1Χρ 24:3-7, 10.
Μετά την επιστροφή από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ., «οι γιοι του Ακκώς» συμπεριλήφθηκαν σε εκείνους που αποκλείστηκαν από την ιεροσύνη επειδή δεν μπορούσαν να αποδείξουν τη γενεαλογία τους. Ήταν μεταξύ εκείνων στους οποίους απαγορεύτηκε να τρώνε από «τα αγιότατα πράγματα μέχρι να εγερθεί ιερέας με Ουρίμ και Θουμμίμ». (Εσδ 2:61-63· Νε 7:63-65) Συγκεκριμένα, αναφέρεται κάποιος απόγονος του Ακκώς ο οποίος συμμετείχε στην ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:21.
-
-
ΑκόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΟ
(Ακό).
Λιμάνι γνωστό και ως Ακχώ, Ακρ και Πτολεμαΐδα. Βρίσκεται στο βόρειο σημείο του ανοιχτού, ημισεληνοειδούς Κόλπου της Ακό (ή Κόλπου της Χάιφας [Μιφράτς Χέιφα]). Αυτός ο κόλπος σχηματίζεται από το ακρωτήριο του Όρους Κάρμηλος το οποίο εισχωρεί στη Μεσόγειο Θάλασσα σε απόσταση περίπου 13 χλμ. προς το Ν.
Κατά την περίοδο των Κριτών, αυτή η χαναανιτική πόλη βρισκόταν σε ένα ύψωμα που ταυτίζεται με το Τελλ-ελ-Φούχαρ (Τελ Άκο), σε απόσταση περίπου 1 χλμ. από τον κόλπο και 1,8 χλμ. Α από τα σημερινά τείχη της Παλιάς Πόλης. Στη διάρκεια των περσικών χρόνων, με αφετηρία τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., η πόλη επεκτάθηκε προς τα δυτικά καταλαμβάνοντας τη χερσόνησο που σχηματίζει το βόρειο άκρο του Κόλπου της Χάιφας. Από την περίοδο των περσικών χρόνων και έπειτα, το λιμάνι της πόλης βρισκόταν εκεί. Στους Χριστιανικούς χρόνους, η Ακό καταλάμβανε και τη χερσόνησο, ενώ τώρα αποτελεί μέρος της σημερινής Άκο.
Η Ακό, η οποία βρισκόταν περίπου 39 χλμ. Ν της Τύρου, ήταν το σημαντικότερο λιμάνι στα παράλια της Παλαιστίνης—όπου δεν υπάρχουν πολλά φυσικά λιμάνια—ώσπου ο Ηρώδης ο Μέγας έφτιαξε λιμενοβραχίονες που ξεκινούσαν από την ακτή για να δημιουργήσει ένα τεχνητό λιμάνι στην Καισάρεια. Το λιμάνι της Ακό ήταν υποδεέστερο από τα φοινικικά λιμάνια στο Β και δεν παρείχε μεγάλη προστασία από τους θαλάσσιους ανέμους. Ωστόσο, κατείχε στρατηγική θέση κοντά στο δρόμο για την εύφορη Κοιλάδα της Ιεζραέλ (Εσδρηλών), και διάφορες εμπορικές οδοί συνέδεαν το λιμάνι με τη Γαλιλαία, την Κοιλάδα του Ιορδάνη και άλλα σημεία στην ανατολή. Ξυλεία, διάφορα τεχνουργήματα και σιτάρι εξάγονταν μέσω της Ακό.
Η Ακό ανήκε στα εδάφη της Υποσχεμένης Γης που είχαν παραχωρηθεί στον Ασήρ, αλλά ο Ασήρ δεν κατάφερε να εκδιώξει τους Χαναναίους που ζούσαν τότε εκεί. (Κρ 1:31, 32) Η πόλη, η οποία αναφέρεται μόνο μία φορά στις Εβραϊκές Γραφές, μνημονεύεται πιο συχνά σε εξωβιβλικές πηγές. Το όνομά της εμφανίζεται αρκετές φορές στις Πινακίδες της Αμάρνα. Άλλες πηγές δείχνουν ότι υποδουλώθηκε από τους Ασσύριους βασιλιάδες Σενναχειρείμ και Ασσουρμπανιπάλ. Η πόλη μνημονεύεται στα Απόκρυφα ως κέντρο αντίστασης κατά τη διακυβέρνηση των Μακκαβαίων. (Α΄ Μακκαβαίων 5:15, 22, 55· 12:45-48· 13:12) Εκείνη την εποχή είχε ήδη μετονομαστεί σε Πτολεμαΐδα, όνομα που προερχόταν από τον Πτολεμαίο Β΄ τον Φιλάδελφο της Αιγύπτου.
Υπό τον Αυτοκράτορα Κλαύδιο, η πόλη της Πτολεμαΐδας (Ακό) έγινε ρωμαϊκή αποικία, και κατά τους αποστολικούς χρόνους υπήρχε ένας πυρήνας Χριστιανών εκεί. Όταν ο Παύλος επέστρεψε από την τρίτη ιεραποστολική περιοδεία του, έκανε στάση στην Ακό (τότε γνωστή ως Πτολεμαΐδα) και έμεινε ολόκληρη την ημέρα με τους αδελφούς εκεί προτού συνεχίσει το ταξίδι του για την Καισάρεια και την Ιερουσαλήμ.—Πρ 21:7.
Στις ημέρες μας η Άκο έχει επισκιαστεί από τη σημερινή Χάιφα, η οποία βρίσκεται ακριβώς στην άλλη μεριά του κόλπου.
[Εικόνα στη σελίδα 153]
Η Ακό (μεταγενέστερα γνωστή ως Πτολεμαΐδα). Ο απόστολος Παύλος σταμάτησε σε αυτό το λιμάνι κατά το τελευταίο ταξίδι του στην Ιερουσαλήμ
-
-
ΑκοντίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΟΝΤΙΑΣ
[εβρ., κιππώζ].
Φίδι που ονομάζεται έτσι προφανώς επειδή εκτοξεύεται προς τα εμπρός και εφορμά στη λεία του, όπως κάνει ο κροταλίας. Η εβραϊκή ρίζα από την οποία παράγεται αυτή η ονομασία φαίνεται ότι συγγενεύει με μια αραβική ρίζα που σημαίνει «πηδώ» ή «κάνω άλμα». Ο ακοντίας αναφέρεται στην προφητεία του Ησαΐα (34:15) ως ένα από τα πλάσματα που θα κατοικούσαν στον Εδώμ. Αυτό τόνιζε το γεγονός ότι ο Εδώμ επρόκειτο να ερειπωθεί τόσο πολύ ώστε θα έβρισκε εκεί καταφύγιο ο ακοντίας για να “φτιάξει τη φωλιά του και να γεννήσει αβγά και να τα εκκολάψει και να τα μαζέψει κάτω από τη σκιά του”. Τα περισσότερα φίδια γεννούν αβγά, και το εν λόγω εδάφιο μπορεί να αναφέρεται στην τακτική που ακολουθούν ορισμένα φίδια να κουλουριάζονται γύρω από τα αβγά τους. Στο βιβλίο Φίδια: Φυσική Ιστορία ([Snakes: A Natural History] 1977, σ. 55) ο Χ. Γ. Πάρκερ λέει τα εξής: «Η συνήθεια που έχουν κάποια φίδια να “κλωσούν” τα αβγά τους, καθώς και το ότι κουλουριάζονται γύρω από αυτά, τους δίνει ως έναν βαθμό τη δυνατότητα να ρυθμίζουν τη θερμοκρασία των αβγών και να τα προστατεύουν, εφόσον η μητέρα μπορεί να τα σκεπάζει ή να τα ξεσκεπάζει κατά βούληση, ανάλογα με τις μεταβολές του καιρού, και έτσι να τους εξασφαλίζει πιο ομοιόμορφη και πιθανότατα υψηλότερη θερμοκρασία. Ταυτόχρονα, το κουλουριασμένο της σώμα αφήνει λιγότερες επιφάνειες εκτεθειμένες».
Ο Σαμουήλ Μποσάρ (1599-1667), στο έργο του Ιεροζωικόν ([Hierozoicon] Λειψία, 1796, Τόμ. 3, Τμήμα 2, Βιβλίο 3, κεφ. 11, σ. 194-204), έκανε επισταμένη μελέτη γύρω από την εβραϊκή λέξη κιππώζ και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αναφέρεται στο φίδι που ονομάζεται στην ελληνική ακοντίας και στη λατινική jaculus. Ωστόσο, οι σύγχρονοι λεξικογράφοι δεν συμφωνούν μεταξύ τους για τη σημασία αυτής της εβραϊκής λέξης.
-
-
ΑκόντιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΟΝΤΙΟ
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
ΑκραββίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΡΑΒΒΙΜ
(Ακραββίμ) [Σκορπιοί].
Ανήφορος ή ανωφερής πλαγιά στο νοτιοανατολικό σύνορο του Ιούδα η οποία αποτέλεσε οροθέσιο όταν η Χαναάν μοιράστηκε στον Ισραήλ. (Αρ 34:4· Κρ 1:36) Βρισκόταν περίπου 29 χλμ. ΝΔ του νότιου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης, κοντά στην έρημο Ζιν. Η περιοχή έχει ταυτιστεί με το σημερινό Νακμπ ες-Σάφα (Μααλέ Ακραμπίμ), όπου ο δρόμος από τη Βηρ-σαβεέ προς την Αραβά κατεβαίνει απότομα μέσα στο Ουάντι Μούρα (Νάχαλ Ζιν). Το όνομα Ακραββίμ μπορεί να οφείλεται στην πληθώρα των σκορπιών σε εκείνη την έρημη γη ή, πιθανώς, στα αλλεπάλληλα σημεία όπου ο δρόμος γυρίζει προς τα πίσω, όπως αναδιπλώνεται η ουρά του σκορπιού. Προφανώς επρόκειτο για μια αρχαία οδό που χρησιμοποιούσαν για να κατεβούν στον Εδώμ καθώς και Ν στην Άκαμπα, στον Κόλπο της Άκαμπα.
-
-
ΑκρίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΡΙΔΑ
Ο όρος «ακρίδα» προσδιορίζει οποιοδήποτε από τα πολλά πηδητικά έντομα της οικογένειας Ακριδίδες (στην οποία περιλαμβάνονται οι αποδημητικές και οι βραχύκερες ακρίδες) και της οικογένειας Τεττιγονιίδες (στην οποία περιλαμβάνονται οι μακρόκερες ακρίδες). Από τις αρκετές λέξεις του εβραϊκού κειμένου που αποδίδονται «ακρίδα», η λέξη ’αρμπέχ είναι αυτή η οποία εμφανίζεται συχνότερα και θεωρείται ότι αναφέρεται στην αποδημητική ακρίδα, κατά τη φάση στην οποία το έντομο είναι πλήρως αναπτυγμένο και διαθέτει φτερά. (Λευ 11:22, υποσ.) Όσο για την εβραϊκή λέξη χαγάβ, δεν είναι βέβαιο ποιο ή ποια έντομα προσδιορίζει. Ωστόσο, εφόσον η λέξη ’αρμπέχ συνυπάρχει με τη λέξη χαγάβ στο εδάφιο Λευιτικό 11:22 (προσδιορίζοντας έντομα καθαρά και άρα κατάλληλα για τροφή), η λέξη χαγάβ, που αποδίδεται εδώ «κοινή ακρίδα», μπορεί να αναφέρεται σε έντομο που κάνει άλματα και όχι σε έντομο που πετάει (βλέπε ΜΝΚ, υποσ.). Η εβραϊκή λέξη γέλεκ αναφέρεται στην προνύμφη της ακρίδας, δηλαδή σε μια ακρίδα που βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης. (Ψλ 105:34, υποσ.· Ιωλ 1:4) Η εβραϊκή λέξη σολ‛άμ αναφέρεται στη φαγώσιμη ακρίδα. (Λευ 11:22) Η εβραϊκή λέξη γκωβαΐ υποδηλώνει ένα σμήνος ακρίδων. (Αμ 7:1) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται για αυτό το έντομο η λέξη ἀκρίς.—Ματ 3:4· Απ 9:7.
Η ακρίδα έχει μήκος 5 εκ. ή και περισσότερο. Διαθέτει δύο ζεύγη φτερών, τέσσερα βαδιστικά σκέλη και δύο πολύ μακρύτερα σκέλη για άλματα εφοδιασμένα με πλατιούς μηρούς. Τα πλατιά, διάφανα πίσω φτερά, όταν δεν χρησιμοποιούνται, μένουν διπλωμένα κάτω από τα παχιά μεμβρανώδη μπροστινά φτερά. Με τα αλτικά σκέλη του, το έντομο είναι ικανό να καλύπτει πηδώντας αποστάσεις πολλαπλάσιες του μήκους του σώματός του. (Βλέπε Ιωβ 39:20.) Στις Γραφές η ακρίδα χρησιμοποιείται μερικές φορές για να υποδηλώσει ένα αναρίθμητο πλήθος.—Κρ 6:5· 7:12· Ιερ 46:23· Να 3:15, 17.
«Καθαρή» Τροφή. Ο Νόμος όριζε ότι οι ακρίδες αποτελούσαν καθαρή τροφή. (Λευ 11:21, 22) Μάλιστα ο Ιωάννης ο Βαφτιστής τρεφόταν με ακρίδες και μέλι. (Ματ 3:4) Λέγεται ότι αυτά τα έντομα έχουν γεύση παρόμοια με της γαρίδας ή του καβουριού και είναι πλούσια σε πρωτεΐνες. Σύμφωνα με μια ανάλυση που έλαβε χώρα στην Ιερουσαλήμ, οι ακρίδες της ερήμου αποτελούνται κατά 75 τοις εκατό από πρωτεΐνες. Από τις ακρίδες που χρησιμοποιούνται σήμερα για τροφή αφαιρείται το κεφάλι, τα σκέλη, τα φτερά και η κοιλιά. Ό,τι απομένει, δηλαδή ο θώρακας, τρώγεται μαγειρευτό ή ωμό.
Πληγές Ακρίδων. Στους Βιβλικούς χρόνους, μια πληγή ακρίδων αποτελούσε μεγάλη συμφορά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, εκδήλωση της κρίσης του Ιεχωβά, όπως συνέβη με την όγδοη πληγή εναντίον της αρχαίας Αιγύπτου. (Εξ 10:4-6, 12-19· Δευ 28:38· 1Βα 8:37· 2Χρ 6:28· Ψλ 78:46· 105:34) Οι ακρίδες, μεταφερόμενες από τον άνεμο, καταφθάνουν ξαφνικά, αλλά ο ήχος του ερχομού τους, ο οποίος στις Γραφές παραβάλλεται με τον ήχο αρμάτων και φωτιάς που κατατρώει την καλαμιά (Ιωλ 1:4· 2:5, 25), λέγεται ότι μπορεί να ακουστεί σε απόσταση περίπου 10 χλμ. Η πτήση τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνεμο, χάρη στον οποίο, όταν είναι ευνοϊκός, καλύπτουν πολλά χιλιόμετρα. Σμήνη ακρίδων έχουν θεαθεί ακόμη και στη θάλασσα, σε απόσταση 1.600 χλμ. και πλέον μακριά από την ξηρά. Ωστόσο, αντίθετοι άνεμοι μπορούν να τις ρίξουν στο νερό όπου και πνίγονται. (Εξ 10:13, 19) Όταν πετάει ένα μεγάλο σμήνος (που μπορεί να ξεπερνάει τα 1.500 μ. σε ύψος), κρύβει σαν σύννεφο το φως του ήλιου.—Ιωλ 2:10.
Μια επιδρομή ακρίδων μπορεί να μετατρέψει έναν παραδεισένιο τόπο σε έρημο, διότι οι ακρίδες είναι αδηφάγες. (Ιωλ 2:3) Μία και μόνο αποδημητική ακρίδα καταναλώνει μέσα σε μία ημέρα τροφή ίση με το βάρος της. Αναλογικά, αυτή η ποσότητα τροφής είναι 60 ως 100 φορές περισσότερη από την τροφή που καταναλώνει ένας άνθρωπος. Δεν τρώνε μόνο τη βλάστηση, αλλά επίσης αντικείμενα από λινό, μαλλί, μετάξι και δέρμα, ενώ, όταν εισβάλλουν στα σπίτια, δεν γλιτώνει από τη μανία τους ούτε το λούστρο των επίπλων. Έχει υπολογιστεί ότι η τροφή που καταναλώνει καθημερινά ένα μεγάλο σμήνος ακρίδων είναι ίση με αυτήν που καταναλώνουν ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι.
Ένα σμήνος ακρίδων κινείται σαν καλά οργανωμένη, πειθαρχημένη στρατιωτική δύναμη, χωρίς όμως βασιλιά ή ηγέτη, κάτι που πιστοποιεί την ενστικτώδη σοφία τους. (Παρ 30:24, 27) Μολονότι πολλές ακρίδες αφανίζονται, οι υπόλοιπες συνεχίζουν την έφοδό τους. Οι φωτιές που ανάβουν οι άνθρωποι για να αναχαιτίσουν την επέλασή τους σβήνουν από τα σώματα των νεκρών ακρίδων. Χαντάκια γεμάτα νερό δεν μπορούν να ανακόψουν την πορεία τους, γιατί γεμίζουν και αυτά με τα νεκρά σώματά τους. (Ιωλ 2:7-9) «Δεν υπάρχει κανένας γνωστός φυσικός εχθρός που να μπορεί να κρατήσει υπό έλεγχο τις καταστροφικές αποδημήσεις τους», έγραψε ένας καθηγητής ζωολογίας.—Περιοδικό της Νιου Γιορκ Τάιμς (The New York Times Magazine), «Ο Πόλεμος των Ακρίδων», 22 Μαΐου 1960, σ. 96.
Αναφερόμενη σε πιο πρόσφατες πληγές ακρίδων, η Ζωολογική Εγκυκλοπαίδεια του Γκζίμεκ ([Grzimek’s Animal Life Encyclopedia] 1975, Τόμ. 2, σ. 109, 110) σημειώνει: «Αρκετά είδη βραχύκερων ακρίδων αποτελούν πληγή ακόμη και σήμερα στην Αφρική και σε άλλα μέρη του κόσμου. Η κατά περιόδους τεράστια αύξηση του αριθμού τους και οι εκτεταμένες αποδημήσεις τους προκάλεσαν σε πρόσφατα χρόνια μεγάλες ζημιές στις εδώδιμες καλλιέργειες. Την περίοδο 1873-1875 στην Ευρώπη και την περίοδο 1874-1877 στις ΗΠΑ οι επιδρομές ήταν ιδιαίτερα σφοδρές. . . . Το 1955 ένα σμήνος αποδημητικών ακρίδων μήκους 250 χλμ. και πλάτους 20 χλμ. έπληξε το νότιο Μαρόκο. Και πάλι, το 1961/1962, έλαβε χώρα εκεί μια πληγή που δεν κατέστη δυνατό να καταπολεμηθεί επιτυχώς . . . Ως αποτέλεσμα, μέσα σε πέντε ημέρες, οι ακρίδες είχαν προκαλέσει ζημιές της τάξης του ενός και πλέον δισεκατομμυρίου φράγκων σε μια έκταση που ξεπερνούσε τα 5.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. . . . Τις πέντε αυτές ημέρες, οι αποδημητικές ακρίδες κατανάλωσαν 7.000 τόνους πορτοκάλια, ποσότητα που αντιστοιχεί σε 60.000 κιλά ανά ώρα. Αυτή η ποσότητα υπερβαίνει την ετήσια κατανάλωση ολόκληρης της Γαλλίας».
Μεταφορική Χρήση. Εκτός από το ότι κατονομάζεται ως έντομο που αποτελούσε καθαρή τροφή και κατέστρεφε τη βλάστηση (2Χρ 7:13), η ακρίδα παρουσιάζεται στις Γραφές και με αλληγορικές έννοιες. Οι άπιστοι Ισραηλίτες κατάσκοποι ανέφεραν ότι, ως προς το μέγεθος, ήταν σαν ακρίδες σε σύγκριση με τους κατοίκους της Χαναάν. (Αρ 13:33) Οι άνθρωποι, ιδιαίτερα όσοι αντιτίθενται στον Θεό, είναι σαν ακρίδες από την άποψη του Ιεχωβά και δεδομένης της μεγαλοσύνης του. (Ησ 40:22) Περιγράφοντας τα δεινά των γηρατειών, ο συναθροιστής χρησιμοποίησε την εικόνα μιας ακρίδας που σέρνεται, παρουσιάζοντας έτσι το ηλικιωμένο άτομο να είναι κυρτωμένο και δύσκαμπτο, με τους βραχίονές του να εξέχουν κάπως προς τα πίσω.—Εκ 12:5.
Οι έρευνες δείχνουν ότι η διάρκεια ζωής της ακρίδας κυμαίνεται από τέσσερις ως έξι μήνες. Εύστοχα, λοιπόν, λέγεται για τις συμβολικές ακρίδες του εδαφίου Αποκάλυψη 9:5 ότι βασανίζουν τους ανθρώπους πέντε μήνες, δηλαδή όση είναι συνήθως και η διάρκεια ζωής τους.
Περιγράφοντας τους στρατιώτες της Ασσυρίας, το εδάφιο Ναούμ 3:16 αναφέρει ότι η ακρίδα βγάζει το δέρμα της. Η ακρίδα εκδύεται το δέρμα της πέντε φορές μέχρι να φτάσει στο μέγεθος της ενήλικης ακρίδας. Στο εδάφιο Ναούμ 3:17 οι Ασσύριοι φρουροί και στρατολόγοι παραβάλλονται με ακρίδες που στρατοπεδεύουν σε πέτρινα μαντριά στη διάρκεια μιας κρύας ημέρας, αλλά φεύγουν όταν λάμψει ο ήλιος. Εδώ μπορεί να γίνεται έμμεση αναφορά στο ότι το κρύο ναρκώνει τα έντομα, κάνοντάς τα να κρύβονται στις ρωγμές των τοίχων μέχρι να ζεσταθούν από τις ακτίνες του ήλιου, οπότε και πετούν μακριά. Αναφέρεται ότι οι ακρίδες μπορούν να πετάξουν μόνο όταν η θερμοκρασία του σώματός τους φτάσει περίπου τους 21°C.
[Εικόνα στη σελίδα 155]
Θηλυκή ακρίδα αποθέτει αβγά. Αναλογικά, οι ακρίδες καταναλώνουν 60 ως 100 φορές περισσότερη τροφή από τους ανθρώπους
-
-
ΑκροβυστίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΡΟΒΥΣΤΙΑ
Βλέπε ΠΕΡΙΤΟΜΗ.
-
-
Ακρογωνιαία ΠέτραΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΡΟΓΩΝΙΑΙΑ ΠΕΤΡΑ
Η πέτρα που τοποθετείται στη γωνία ή στην άκρη ενός κτιρίου, στην ακμή δύο τοίχων, και η οποία παίζει σπουδαίο ρόλο στην ένωση και στο δέσιμό τους. Οι ακρογωνιαίες πέτρες ήταν συνήθως ορθογωνισμένες, και κατά κανόνα τοποθετούνταν σταυρωτά από τα θεμέλια ως την κορυφή ή τη στέγη του κτιρίου. Με αυτόν τον τρόπο, στη γωνία του τοίχου οι πέτρες φαίνονται εναλλάξ μία κατά μήκος και μία κατά πλάτος.
Η κύρια ακρογωνιαία πέτρα ήταν η θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα, και συνήθως για τα δημόσια κτίρια, όπως και για τα τείχη της πόλης, διάλεγαν κάποια που ήταν εξαιρετικής αντοχής. Η θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα χρησίμευε ως οδηγός καθώς τοποθετούνταν οι άλλες πέτρες, οι οποίες ευθυγραμμίζονταν με αυτήν με βάση το νήμα της στάθμης. Κάθε άλλη πέτρα έπρεπε να “ταιριάξει” με τη θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα προκειμένου να είναι σωστή η κατασκευή. Κάποιες φορές, οι θεμέλιες ακρογωνιαίες πέτρες ήταν πελώριες. Η θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα συνέβαλλε επίσης στο δέσιμο της κατασκευής.
Μια άλλη σπουδαία ακρογωνιαία πέτρα ήταν «η κεφαλή της γωνίας» (Ψλ 118:22), έκφραση που προφανώς αναφέρεται στην κορυφαία πέτρα, και κατά συνέπεια στην πέτρα που έστεφε το κτίριο. Αυτή η πέτρα κρατούσε συναρμοσμένους στην κορυφή τούς δύο τοίχους που ενώνονταν στη γωνία, έτσι ώστε να αποφευχθεί τυχόν πτώση τους και κατάρρευση του κτιρίου.
Χαρά και αίνοι προς τον Ιεχωβά συνόδευσαν την τοποθέτηση του θεμελίου του ναού στις ημέρες του Ζοροβάβελ. (Εσδ 3:10, 11) Επίσης, είχε προειπωθεί πως, όταν ο Ζοροβάβελ θα “έφερνε την πέτρα που θα έμπαινε ως κεφαλάρι”, θα ακούγονταν φωνές προς αυτήν που θα έλεγαν: «Πόση χάρη έχεις! Πόση χάρη έχεις!» (Ζαχ 4:6, 7) Ωστόσο, για τη Βαβυλώνα το μέλλον επιφύλασσε λύπη και ερήμωση, καθώς ο Ιεχωβά προείπε: «Δεν θα πάρουν από εσένα πέτρα για γωνία ούτε πέτρα για θεμέλια, επειδή θα είσαι ερημότοπος στον αιώνα».—Ιερ 51:26.
Μεταφορική και Συμβολική Χρήση. Αναφορικά με τη θεμελίωση της γης, ο Θεός ρώτησε τον Ιώβ: «Ποιος έθεσε την ακρογωνιαία πέτρα της;» Η γη, που αποτελεί την κατοικία του ανθρώπου και στην οποία ο άνθρωπος έχει κατασκευάσει τόσα κτίρια, παρομοιάστηκε με ένα γιγάντιο οικοδόμημα, ένα κτίριο με ακρογωνιαία πέτρα. Η τοποθέτηση αυτής της πέτρας, που δεν θα μπορούσε να αποδοθεί σε κανέναν άνθρωπο, εφόσον η ανθρωπότητα δεν είχε καν δημιουργηθεί τότε, έκανε τους ουράνιους “γιους του Θεού” να αλαλάζουν επευφημώντας.—Ιωβ 38:4-7.
Μερικές μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη φράση «ακρογωνιαία(-ες) πέτρα(-ες)» για να αποδώσουν μια εβραϊκή λέξη (πιννάχ), η οποία ενέχει τη βασική έννοια της «γωνίας» αλλά χρησιμοποιείται και μεταφορικά για κάποιον αρχηγό ο οποίος είναι η “γωνία” της άμυνας ή το στήριγμα, δηλαδή για ένα σημαίνον πρόσωπο. Έτσι λοιπόν, στο εδάφιο Ησαΐας 19:13, ορισμένες μεταφράσεις έχουν την απόδοση «ακρογωνιαία(-ες) πέτρα(-ες)» (RS· AT· AS· ΛΧ), ενώ άλλες έχουν την απόδοση «αρχηγοί» (Le) και «ηγέτες» (Mo), συμφωνώντας κατά βάση με την απόδοση «σημαίνοντες» της Μετάφρασης Νέου Κόσμου. (Βλέπε επίσης Κρ 20:2· 1Σα 14:38· Ζαχ 10:4, όπου το εβραϊκό κείμενο λέει κατά κυριολεξία «ο γωνιακός πύργος» ή «οι γωνιακοί πύργοι», φράση που περιγράφει παραστατικά τους σπουδαίους άντρες ή αρχηγούς, ο ρόλος των οποίων θεωρείται ζωτικής σημασίας.) Μια τέτοια χρήση της λέξης “γωνία” για κάποιο σημαίνον πρόσωπο φαίνεται σπουδαία, λαμβανομένης υπόψη της συμβολικής εφαρμογής του όρου «ακρογωνιαία πέτρα» στις Μεσσιανικές προφητείες.
Ο Ιησούς Χριστός αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως η «θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα» της Χριστιανικής εκκλησίας, η οποία παρομοιάζεται με έναν πνευματικό οίκο. Μέσω του Ησαΐα, ο Ιεχωβά προείπε ότι θα έθετε στη Σιών ως θεμέλιο «μια πέτρα, μια δοκιμασμένη πέτρα, την πολύτιμη γωνία ενός σίγουρου θεμελίου». (Ησ 28:16) Ο Πέτρος παρέθεσε και εφάρμοσε στον Ιησού Χριστό αυτή την προφητεία για τη «θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα», επί της οποίας οικοδομούνται μεμονωμένοι χρισμένοι Χριστιανοί ως «ζωντανές πέτρες», με σκοπό να γίνουν ένας πνευματικός οίκος ή ναός για τον Ιεχωβά. (1Πε 2:4-6) Παρόμοια, ο Παύλος έδειξε ότι μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας είχαν οικοδομηθεί «πάνω στο θεμέλιο των αποστόλων και προφητών, ενώ θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα είναι ο ίδιος ο Χριστός Ιησούς», σε ενότητα με τον οποίο ολόκληρο το οικοδόμημα, καθώς είναι αρμονικά συναρμολογημένο, «αυξάνει και γίνεται άγιος ναός για τον Ιεχωβά», ένας τόπος για να κατοικεί Εκείνος μέσω πνεύματος.—Εφ 2:19-22.
Το εδάφιο Ψαλμός 118:22 φανερώνει ότι η πέτρα που απορρίφθηκε από τους οικοδόμους θα γινόταν «η κεφαλή της γωνίας» (εβρ., ρο’ς πιννάχ). Ο Ιησούς παρέθεσε την προφητεία αυτή και την εφάρμοσε στον εαυτό του ως “την κορυφαία ακρογωνιαία πέτρα” (κεφαλήν γωνίας, Κείμενο). (Ματ 21:42· Μαρ 12:10, 11· Λου 20:17) Όπως ακριβώς η πέτρα στην κορυφή ενός κτιρίου είναι περίβλεπτη, έτσι και ο Ιησούς Χριστός είναι η πέτρα επίστεψης της Χριστιανικής εκκλησίας των χρισμένων, η οποία εκκλησία παρομοιάζεται με πνευματικό ναό. Ο Πέτρος επίσης εφάρμοσε το εδάφιο Ψαλμός 118:22 στον Χριστό, δείχνοντας ότι αυτός ήταν «η πέτρα» που απορρίφθηκε από τους ανθρώπους αλλά εκλέχθηκε από τον Θεό για να γίνει «η κεφαλή της γωνίας».—Πρ 4:8-12· βλέπε επίσης 1Πε 2:4-7.
-
-
ΑκύλαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΚΥΛΑΣ
(Ακύλας) [από το λατ. Aquila· σημαίνει «Αετός»].
Ιουδαίος που καταγόταν από τον Πόντο της βόρειας Μικράς Ασίας. Μαζί του αναφέρεται πάντοτε η Πρίσκιλλα, η σύζυγος και όσια σύντροφός του. Αφού εκτοπίστηκαν από τη Ρώμη, έπειτα από ένα διάταγμα που εξέδωσε ο Αυτοκράτορας Κλαύδιος κατά των Ιουδαίων το 49 ή στις αρχές του 50 Κ.Χ., εγκαταστάθηκαν στην Κόρινθο. (Πρ 18:1, 2) Όταν έφτασε ο Παύλος εκεί το φθινόπωρο του 50 Κ.Χ., ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα τον δέχτηκαν με καλοσύνη στο σπίτι τους. Αναπτύχθηκε πολύ στενή φιλία ανάμεσά τους καθώς εργάζονταν μαζί ως ομότεχνοι—σκηνοποιοί—και καθώς ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα βοηθούσαν αναμφίβολα τον Παύλο να εποικοδομήσει την καινούρια εκκλησία που δημιουργήθηκε εκεί.—Πρ 18:3.
Όταν ο Παύλος απέπλευσε για τη Συρία στο τέλος της δεύτερης ιεραποστολικής περιοδείας του την άνοιξη του 52 Κ.Χ. περίπου, ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα τον συνόδευσαν μέχρι την Έφεσο. (Πρ 18:18, 19) Έμειναν εκεί τουλάχιστον μέχρι τη συγγραφή της επιστολής που έστειλε ο Παύλος στους Κορινθίους από εκεί, γύρω στο 55 Κ.Χ. Το σπίτι τους χρησιμοποιούνταν ως τόπος συναθροίσεων για την εκκλησία, και εκεί είχαν το προνόμιο να βοηθήσουν τον εύγλωττο Απολλώ να αποκτήσει ακριβέστερη κατανόηση της οδού του Θεού. (1Κο 16:19· Πρ 18:26) Όταν ο Παύλος έγραψε στους Ρωμαίους γύρω στο 56 Κ.Χ., ο Κλαύδιος δεν ήταν πλέον στην εξουσία και ο Ακύλας με την Πρίσκιλλα είχαν ήδη επιστρέψει στη Ρώμη, δεδομένου ότι ο Παύλος τούς έστειλε χαιρετισμούς εκεί αποκαλώντας τους «συνεργάτες» του. (Ρω 16:3) Και εδώ επίσης η εκκλησία συναθροιζόταν στο σπίτι τους. (Ρω 16:5) Στην πορεία της σχέσης τους με τον Παύλο, ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα “διακινδύνευσαν τον τράχηλό τους” για χάρη του Παύλου σε κάποια περίπτωση, γεγονός για το οποίο άξιζαν τις ευχαριστίες όλων των εκκλησιών. (Ρω 16:4) Αργότερα ξαναπήγαν στην Έφεσο, όπως συνάγεται από το ότι ο Παύλος, ενόσω βρισκόταν στη Ρώμη λίγο προτού υποστεί μαρτυρικό θάνατο (περ. 65 Κ.Χ.), ζήτησε από τον Τιμόθεο να τους μεταβιβάσει τους χαιρετισμούς του εκεί.—1Τι 1:3· 2Τι 4:19.
-
-
ΑλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑ
(Αλά).
Τοποθεσία στην οποία οι Ασσύριοι μονάρχες μετέφεραν Ισραηλίτες αιχμαλώτους. (2Βα 17:6· 18:11· 1Χρ 5:26) Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι το εδάφιο Αβδιού 20 θα έπρεπε ίσως να λέει «εξορίστους στην Αλά» και όχι «εξορίστους αυτού του [«στρατεύματος», JB, ΛΧ· «δύναμης», Ro, Yg· «στρατιάς», AS, KJ] προχώματος». (ΜΝΚ) Αν και έχουν γίνει διάφορες εισηγήσεις για την ακριβή θέση της Αλά, αυτή παραμένει άγνωστη. Ορισμένοι τη συνδέουν με τη Χαλλαχού που αναφέρεται σε κάποια ακκαδικά κείμενα.
-
-
ΑλάβαστροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΒΑΣΤΡΟ
Ονομασία μικρών αρωματοδοχείων σε σχήμα βάζου, τα οποία φτιάχνονταν αρχικά από ένα είδος πέτρας που υπήρχε κοντά στην πόλη Αλάβαστρον της Αιγύπτου. Με την ονομασία αυτή έγινε γνωστή και η ίδια η πέτρα, που αποτελεί μια μορφή ανθρακικού ασβεστίου. Ο Δαβίδ συνέλεξε «πέτρες αλάβαστρου [εβρ., σάγις] σε μεγάλη ποσότητα» για την οικοδόμηση του ναού του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 29:2.
Αυτό το αρχαίο ή «ανατολικό» αλάβαστρο δεν πρέπει να συγχέεται με κάποιο σύγχρονο είδος αλάβαστρου, ένα υλικό από ένυδρο θειικό ασβέστιο που χαράζεται εύκολα. Το αυθεντικό αλάβαστρο είναι συνήθως λευκό και, επειδή είναι σταλαγμιτικής προέλευσης, μερικές φορές έχει ραβδώσεις διαφόρων χρωμάτων. Είναι σχεδόν τόσο σκληρό όσο το μάρμαρο, αλλά δεν επιδέχεται εξίσου μεγάλη στίλβωση. Τα συμπαγή κομμάτια αλάβαστρου διατρυπούνταν ή διανοίγονταν όσο χρειαζόταν για να χωρούν μέχρι και μία ρωμαϊκή λίτρα (0,33 κιλά) υγρού. (Ιωα 12:3) Το αλαβάστρινο δοχείο (ἀλάβαστρον, Κείμενο) είχε συνήθως στενό λαιμό που μπορούσε να σφραγιστεί καλά ώστε να μη χάνεται το πολύτιμο άρωμα.
Όταν κατασκευάζονταν τέτοια δοχεία από φτηνότερα υλικά, όπως ο γύψος, ονομάζονταν και αυτά αλάβαστρα απλώς και μόνο λόγω της χρήσης τους. Ωστόσο, δοχεία φτιαγμένα από γνήσιο αλάβαστρο χρησιμοποιούνταν για τα ακριβότερα μύρα και αρώματα, όπως αυτά με τα οποία χρίστηκε ο Ιησούς σε δύο περιπτώσεις—μία στο σπίτι ενός Φαρισαίου στη Γαλιλαία (Λου 7:37) και μία στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού στη Βηθανία.—Ματ 26:6, 7· Μαρ 14:3.
-
-
Αλάκ, ΌροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΚ, ΟΡΟΣ
(Αλάκ) [Ομαλό Βουνό].
Βουνό το οποίο οριοθετούσε το νότιο γεωγραφικό σύνορο των εδαφών της Υποσχεμένης Γης που κατέκτησε ο Ισραήλ υπό την ηγεσία του Ιησού του Ναυή. (Ιη 11:16, 17· 12:7) Το Αλάκ ταυτίζεται γενικά με το Τζέμπελ Χαλάκ (Χαρ Χε-Χαλάκ), το τελευταίο ύψωμα της δυτικής Παλαιστίνης καθ’ οδόν από τη Βηρ-σαβεέ προς την Αραβά. Η οροσειρά που αρχίζει από το Τζέμπελ Χαλάκ χωρίζει τους βοσκότοπους στα Α από την αμμώδη έρημο στα Δ. Αν αυτή η ταύτιση είναι σωστή, τότε η δήλωση της Αγίας Γραφής ότι το Αλάκ «ανεβαίνει» ή «υψώνεται» προς το Σηείρ μπορεί να σημαίνει ότι η πλατιά πλευρά αυτού του βουνού, η οποία εκτείνεται από τα ΝΔ προς τα ΒΑ, βλέπει προς το Σηείρ.
-
-
ΑλαμέλλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΜΕΛΛΕΧ
(Αλαμέλλεχ) [Πελώριο Δέντρο του Βασιλιά].
Κωμόπολη στην εδαφική κληρονομιά της φυλής του Ασήρ (Ιη 19:26), Β της κοιλάδας του χειμάρρου Κισών. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή αλλά βρισκόταν πιθανότατα στο νότιο τμήμα της Πεδιάδας της Ακό, ίσως στο Ουάντι ελ-Μέλεκ (Νάχαλ Τσιπορί) το οποίο καταλήγει στον Κισών.
-
-
ΑλαμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΜΩΘ
(Αλαμώθ) [Κοπέλες].
Προφανώς όρος μουσικών εκτελέσεων. Πιθανότατα αναφέρεται στις σοπράνο φωνές νεαρών γυναικών ή στη φαλσέτο φωνή των αγοριών. Στο εδάφιο 1 Χρονικών 15:20 γίνεται λόγος για έγχορδα «κουρδισμένα σε Αλαμώθ»—σε αυτή την περίπτωση έχει γίνει μεταγραφή του όρου. Ωστόσο, στην επιγραφή του 46ου Ψαλμού ο όρος ‛αλαμώθ μεταφράζεται «Κοπέλες».
Στο εδάφιο 1 Χρονικών 15:21, το επόμενο εδάφιο της παραπάνω περικοπής, χρησιμοποιείται η μεταγραφή ενός άλλου μουσικού όρου, συγκεκριμένα του όρου σεμινίθ, ο οποίος αναφέρεται σε «άρπες κουρδισμένες σε Σεμινίθ». Στις επιγραφές των Ψαλμών 6 και 12 αυτή η λέξη αποδίδεται «χαμηλότερη οκτάβα». Ενώ οι δύο όροι Αλαμώθ και Σεμινίθ δεν είναι κατ’ ανάγκην αντίθετοι εννοιολογικά, μερικοί λόγιοι πιστεύουν πως όντως αντιδιαστέλλονται μεταξύ τους. Τα περιεχόμενα των αντίστοιχων ψαλμών επίσης φαίνεται να υποδηλώνουν κάτι τέτοιο: Και οι δύο ψαλμοί (6 και 12) οι οποίοι περιέχουν τον όρο σεμινίθ στις επιγραφές τους είναι κάπως λυπητεροί, και λογικά θα παίζονταν σε πιο μελαγχολική, πιο χαμηλή έκταση φθόγγων, ενώ ο 46ος Ψαλμός που περιέχει τον όρο ‛αλαμώθ στην επιγραφή του είναι χαρούμενος και λογικά θα παιζόταν ή θα ψαλλόταν σε υψηλότερη έκταση φθόγγων.—Βλέπε ΑΡΠΑ· ΜΟΥΣΙΚΗ.
-
-
ΑλάτιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΤΙ
Η άσπρη κρυσταλλική ένωση του χλωριούχου νατρίου (NaCl), γνωστή ως κοινό αλάτι. Στη γη υπάρχουν τεράστια υπόγεια κοιτάσματα ορυκτού άλατος, μερικά από τα οποία έχουν εκατοντάδες μέτρα πάχος. Οι ωκεανοί του κόσμου περιέχουν περίπου 3,5 τοις εκατό άλατα, κυρίως χλωριούχο νάτριο. Φαινομενικά μπορεί να πρόκειται για πολύ μικρή ποσότητα, ωστόσο ένα κυβικό χιλιόμετρο θαλασσινού νερού περιέχει σχεδόν 27 εκατομμύρια τόνους αλατιού. Η Νεκρά Θάλασσα (Αλμυρή Θάλασσα) στην Παλαιστίνη είναι περίπου εννιά φορές πιο αλμυρή. (Γε 14:3) Το αλάτι ήταν κάτι που μπορούσαν να προμηθευτούν εύκολα οι Ισραηλίτες. Η εξάτμιση του νερού της Νεκράς Θαλάσσης παρείχε άφθονη ποσότητα αλατιού, αν και κατώτερης ποιότητας. Υπήρχαν αλατοφόροι λόφοι κοντά στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης, όχι μακριά από εκεί που η γυναίκα του Λωτ έγινε στήλη αλατιού. (Γε 19:26· Σοφ 2:9) Στη βόρεια Παλαιστίνη κάποιες ποσότητες αλατιού μπορεί να προμήθευαν, τουλάχιστον εν μέρει, οι Φοίνικες, οι οποίοι λέγεται ότι το συγκέντρωναν από την εξάτμιση των νερών της Μεσογείου.
Παρά το ότι το αλάτι υπάρχει σε ουσιαστικά ανεξάντλητες ποσότητες, ο άνθρωπος δεν μπορούσε ανέκαθεν να το προμηθεύεται εύκολα. Έχουν γίνει πόλεμοι και επαναστάσεις για αυτό. Στην αρχαία Κίνα το αλάτι ήταν δεύτερο σε αξία μετά το χρυσάφι. Γυναίκες και παιδιά έχουν πουληθεί δούλοι για το κοινό αλάτι. Για να αγοράζουν αλάτι (sal), οι στρατιώτες του Καίσαρα έπαιρναν ένα επίδομα που ονομαζόταν salarium, από το οποίο προέρχεται η λέξη salary (μισθός) στην αγγλική.—Παράβαλε Εσδ 4:14.
Η Αγία Γραφή περιγράφει το αλάτι ως βασικό στοιχείο της διατροφής του ανθρώπου, ως καρύκευμα. (Ιωβ 6:6) Υπό το Μωσαϊκό Νόμο οτιδήποτε προσφερόταν στο θυσιαστήριο προς τον Ιεχωβά έπρεπε να είναι αλατισμένο, όχι για να έχει καλή γεύση, αλλά αναμφίβολα επειδή το αλάτι συμβόλιζε την απαλλαγή από τη φθορά ή τη σήψη. (Λευ 2:11, 13· Ιεζ 43:24) Στην περιοχή του ναού φυλάσσονταν προφανώς μεγάλες ποσότητες αλατιού γι’ αυτόν το σκοπό. Ο Έσδρας φρόντισε να υπάρχει πολύ διαθέσιμο αλάτι για τις θυσίες. (Εσδ 6:9· 7:21, 22) Αναφέρεται ότι ο Αντίοχος Γ΄ (περ. 198 Π.Κ.Χ.) πρόσφερε 375 μεδίμνους (περ. 20 kl) αλάτι για την υπηρεσία του ναού.
Στο αλάτι αποδίδονται θεραπευτικές, φαρμακευτικές και αντισηπτικές ιδιότητες. Μερικές φορές έτριβαν τα νεογέννητα με αλάτι μετά τον τοκετό. (Ιεζ 16:4) Σε περιορισμένες ποσότητες, το αλάτι είναι ωφέλιμο σε ορισμένα όξινα εδάφη ή όταν αναμειγνύεται με κοπριά, αλλά αν αφεθεί να συσσωρευτεί στο έδαφος, σκοτώνει τη βλάστηση και το χώμα γίνεται άγονο και χέρσο, όπως συνέβη με την άλλοτε εύφορη Κοιλάδα του Ευφράτη. Μερικές φορές έσπερναν επί τούτου με αλάτι μια πόλη καταδικασμένη σε ολοκληρωτική καταστροφή, ενέργεια που εξέφραζε την επιθυμία να μείνει εκείνος ο τόπος παντοτινά γυμνός και άγονος.—Δευ 29:22, 23· Κρ 9:45· Ιωβ 39:5, 6· Ιερ 17:6.
Μεταφορική Χρήση. Το αλάτι χρησιμοποιείται συχνά στη Γραφή με μεταφορικό τρόπο. Ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Εσείς είστε το αλάτι της γης», εννοώντας ότι θα είχαν επίδραση που θα συντηρούσε τους άλλους, εμποδίζοντας την πνευματική σήψη και την ηθική παρακμή. Τα καλά νέα που μετέφεραν θα συντηρούσαν τη ζωή. Ωστόσο, στη συνέχεια τους είπε: «Αλλά αν το αλάτι χάσει τη δύναμή του, πώς θα αποκατασταθεί η αλμύρα του; Δεν χρησιμεύει πλέον σε τίποτα, παρά στο να πεταχτεί έξω και να πατιέται από τους ανθρώπους». (Ματ 5:13· Μαρ 9:50· Λου 14:34, 35) Ένας σχολιαστής της Αγίας Γραφής επισημαίνει τα εξής για το εδάφιο Ματθαίος 5:13: «Το αλάτι που χρησιμοποιείται σε αυτή τη χώρα [Ηνωμένες Πολιτείες] είναι μια χημική ένωση—χλωριούχο νάτριο—και αν έχανε την αλμύρα του, δηλαδή αν έχανε τη γεύση του, δεν θα έμενε τίποτα. Η γεύση επεμβαίνει στην ίδια τη φύση της ουσίας. Στις ανατολικές χώρες, ωστόσο, το αλάτι που χρησιμοποιούνταν δεν ήταν καθαρό, αλλά αναμειγμένο με φυτικές ουσίες και χώμα. Μπορούσε, λοιπόν, να χάσει όλη την αλμύρα του, και να απομείνει μια αρκετά μεγάλη ποσότητα χώματος. Το χώμα αυτό ήταν άχρηστο, και λέγεται ότι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο ως επίστρωμα μονοπατιών ή δρόμων, όπως το χαλίκι. Αυτού του είδους το αλάτι εξακολουθεί να είναι κοινό σε εκείνη την περιοχή. Βρίσκεται μέσα στη γη σε φλέβες ή στρώσεις και όταν εκτίθεται στον ήλιο και στη βροχή χάνει εντελώς την αλμύρα του».—Παρατηρήσεις του Μπαρνς για την Καινή Διαθήκη (Barnes’ Notes on the New Testament), 1974.
Επειδή το αλάτι εμπόδιζε τη σήψη, αποτέλεσε σύμβολο σταθερότητας και μονιμότητας. Πολλές φορές, όταν γίνονταν διαθήκες, τα συμβαλλόμενα μέρη γευμάτιζαν μαζί—τρώγοντας μαζί αλάτι—πράγμα που υποδήλωνε παντοτινή οσιότητα και πιστότητα μεταξύ τους στα πλαίσια της σχέσης που θα είχαν με βάση τη διαθήκη. Επομένως, η «διαθήκη αλατιού» θεωρούνταν πολύ δεσμευτική. (Αρ 18:19) Κατά συνέπεια, η δήλωση του Βασιλιά Αβιά του Ιούδα ότι ο Ιεχωβά είχε κάνει «διαθήκη αλατιού» με τον Δαβίδ και τους γιους του σήμαινε ότι η διαθήκη με τη γραμμή του Δαβίδ για τη βασιλεία θα ίσχυε για πάντα. Ο Ιησούς Χριστός, “ο γιος του Δαβίδ” και «η ρίζα του Δαβίδ», αποδεικνύεται ότι είναι εκείνος που έχει τη Βασιλεία στα χέρια του και διαχειρίζεται τις υποθέσεις της για πάντα.—2Χρ 13:4, 5· Ψλ 18:50· Ματ 1:1· Απ 5:5· Ησ 9:6, 7.
Ο Ιησούς είπε: «Διότι ο καθένας πρέπει να αλατιστεί με φωτιά». Τα συμφραζόμενα εδώ επισημαίνουν αλάτισμα με τη φωτιά της Γέεννας στην περίπτωση όλων αυτών που σκανδαλίζονται και πέφτουν σε μια ζωή αμαρτίας ή είναι υπεύθυνοι για το ότι σκανδάλισαν άλλους ώστε να κάνουν κάτι τέτοιο.—Μαρ 9:42-49.
Χρησιμοποιώντας τη λέξη «αλάτι» για να μεταδώσει μια διαφορετική έννοια, ο Ιησούς είπε στη συνέχεια: «Να έχετε αλάτι μέσα σας και να διατηρείτε ειρήνη μεταξύ σας». (Μαρ 9:50) Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη με παρόμοιο τρόπο, λέγοντας: «Ο λόγος σας ας είναι πάντοτε με χάρη, καρυκευμένος με αλάτι, για να γνωρίζετε πώς πρέπει να απαντάτε στον καθένα». (Κολ 4:6) Η διαγωγή και η ομιλία μας πρέπει να χαρακτηρίζονται πάντα από λεπτότητα, στοχαστικότητα και κοσμιότητα, και να συντελούν στη συντήρηση της ζωής των άλλων.
-
-
Αλατιού, ΚοιλάδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΤΙΟΥ, ΚΟΙΛΑΔΑ
Κοιλάδα όπου, σε δύο περιπτώσεις, οι Ισραηλίτες νίκησαν τους Εδωμίτες. (2Σα 8:13· 2Βα 14:7) Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά οι λόγιοι γενικά έχουν προτείνει δύο τοποθεσίες, μία κοντά στη Βηρ-σαβεέ και μία άλλη Ν της Αλμυρής Θάλασσας.
Ανατολικά της Βηρ-σαβεέ, στη Νεγκέμπ, βρίσκεται μια κοιλάδα της οποίας το αραβικό όνομα (Ουάντι ελ-Μιλχ) σημαίνει Κοιλάδα του Αλατιού. Η τοποθεσία μάς επιτρέπει να θεωρήσουμε ότι θα μπορούσε να είναι πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα σε άντρες από τη φυλή του Ιούδα, ερχόμενους από το Β, και Εδωμίτες ερχόμενους από τα ΝΑ. Ωστόσο, μερικοί λόγιοι οι οποίοι υποστηρίζουν την εκδοχή μιας τοποθεσίας στην περιοχή του Εδώμ ταυτίζουν τη Βιβλική Κοιλάδα του Αλατιού με μια πεδιάδα ΝΝΔ της Αλμυρής Θάλασσας. Σήμερα ο κάμπος που εκτείνεται Ν της Αλμυρής Θάλασσας είναι εξαιρετικά ελώδης και εντελώς ακατάλληλη επιλογή για τη διεξαγωγή μάχης. Ωστόσο, εφόσον η στάθμη της Αλμυρής Θάλασσας έχει ανεβεί, είναι πιθανό ότι το έδαφος της πεδιάδας ήταν πιο σταθερό όταν λάβαιναν χώρα οι μάχες, ενώ μια άλλη πιθανότητα είναι ότι οι εχθροπραξίες ίσως ξεκίνησαν σε κάποιο τμήμα της κοιλάδας όπου το έδαφος δεν ήταν ελώδες. Μετά τη δεύτερη σύγκρουση, 10.000 Εδωμίτες βρήκαν το θάνατο όταν τους έριξαν από έναν απόκρημνο βράχο, αλλά η θέση αυτού του βράχου δεν διευκρινίζεται.—2Χρ 25:11, 12.
Στην πρώτη μάχη, ο Δαβίδ και ο Ιωάβ (προφανώς με τον Αβισαί επικεφαλής τουλάχιστον κάποιου τμήματος του στρατεύματος) πάταξαν 18.000 Εδωμίτες στην Κοιλάδα του Αλατιού. (2Σα 8:13· 1Βα 11:15· 1Χρ 18:12· Ψλ 60:Επιγρ.) Αργότερα, στην ίδια κοιλάδα ο Βασιλιάς Αμαζίας (858-830 Π.Κ.Χ.) επιτέθηκε στους Εδωμίτες θανατώνοντας 10.000, ενώ ακολούθησε η εκτέλεση άλλων 10.000 Εδωμιτών που είχαν αιχμαλωτιστεί, καθώς και η κατάληψη του εδωμιτικού προπυργίου Σελά.—2Βα 14:7· 2Χρ 25:11, 12· βλέπε ΕΔΩΜ, ΕΔΩΜΙΤΕΣ.
-
-
Αλατιού, ΠόληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΤΙΟΥ, ΠΟΛΗ
Πόλη του Ιούδα στην έρημο. (Ιη 15:61, 62) Ταυτίζεται με το Χίρμπετ Κουμράν (Χορβάτ Κούμραν), περίπου 20 χλμ. Α της Ιερουσαλήμ, στα βορειοδυτικά παράλια της Νεκράς Θαλάσσης.
-
-
ΑλατόχορτοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΑΤΟΧΟΡΤΟ
[εβρ., μαλλούαχ].
Αυτός ο όρος αναφέρεται μόνο μία φορά στις Γραφές ως τροφή που κατανάλωναν οι ασήμαντοι. (Ιωβ 30:4) Η λέξη της πρωτότυπης γλώσσας θεωρείται ότι παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «αλάτι» και έχει μεταφραστεί επίσης «αλμυρίδα» (AS, AT, Da), «κάρδαμο» (Fn), «χόρτο» (Dy) και “μολόχα” (KJ, Le, RS, ΒΑΜ). Η απόδοση “μολόχα” φαίνεται ότι προέκυψε από την ομοιότητα ανάμεσα στην εβραϊκή λέξη μαλλούαχ και στην ελληνική μολόχη. Ωστόσο, στο εδάφιο Ιώβ 30:4 οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα δεν χρησιμοποίησαν τη λέξη μολόχες αλλά τη λέξη ἅλιμα («αλμυρά χόρτα»· βλέπε επίσης ΙΠ, ΚΛΠ, ΤΙ) η οποία, όπως και η λέξη μαλλούαχ, πιστεύεται ότι αναφέρεται είτε στην αλμυρή γεύση του φυτού είτε στην περιοχή όπου φύεται.
Το φυτό που, ως επί το πλείστον, προτείνεται ως αντίστοιχο της λέξης μαλλούαχ της Αγίας Γραφής είναι η αλιμιά (ατρίπληξ ο άλιμος [Atriplex halimus]). Συνήθως αυτός ο πυκνός θάμνος φτάνει σε ύψος το 1 με 2 μ. Έχει μικρά, παχιά και ξινά φύλλα, ενώ την άνοιξη βγάζει μικροσκοπικά μοβ λουλούδια. Φύεται σε αλμυρά εδάφη.
-
-
ΑλγούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΓΟΥΜ
[εβρ., ’αλγουμμίμ (2Χρ 2:8· 9:10, 11)· ’αλμουγκίμ (1Βα 10:11, 12)].
Ένα από τα δέντρα που ανέφερε ο Σολομών όταν ζήτησε από τον Χιράμ της Τύρου να του στείλει ξύλα για την κατασκευή του ναού. Από αυτό φτιάχτηκαν σκάλες και υποστηρίγματα, καθώς επίσης άρπες και έγχορδα.
Το δέντρο αλγούμ που αναφέρεται σε αυτές τις περικοπές δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση είναι το δέντρο πτερόκαρπος ο σανταλίσκος (Pterocarpus santalinus) το οποίο συναντάται τώρα στην Ινδία και στη Σρι Λάνκα, αν και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για το δέντρο σάνταλο το λευκό (Santalum album), ίσως επειδή ο Ιώσηπος λέει ότι τα ξύλα των δέντρων αλγούμ είναι υπόλευκα. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Η΄, 177 [vii, 1]) Ο πτερόκαρπος ο σανταλίσκος φτάνει σε ύψος περίπου τα 7,5 ως 9 μ., και το ξύλο του είναι σκληρό, λεπτόινο, καστανοκόκκινο και επιδέχεται έντονη στίλβωση. Πιστεύεται ότι ενδείκνυται για την κατασκευή μουσικών οργάνων του είδους που αναφέρεται στη Βιβλική αφήγηση. Είναι αρωματικό και πολύ ανθεκτικό στα έντομα.
Αυτό το είδος δεν υπάρχει τώρα στον Λίβανο. Ωστόσο, η αφήγηση δεν διευκρινίζει αν τα δέντρα «αλγούμ» φύονταν στον Λίβανο ή όχι. Ούτως ή άλλως, αργότερα ο Χιράμ θεώρησε κατάλληλο να φέρνει τα ξύλα από το Οφείρ, αλλά και πάλι, αυτά μπορεί να ήταν ακόμη και εκεί εισαγόμενα προϊόντα, εφόσον το Οφείρ αποτελούσε κέντρο εμπορίου που συναλλασσόταν με την Ινδία, την Αίγυπτο και άλλα μέρη της Αφρικής. (1Βα 10:11, 22) Η σπανιότητα και η πολυτιμότητα των ξύλων που παρέδιδε ο Χιράμ διαφαίνεται από τη δήλωση ότι «τόσα ξύλα δέντρων αλγούμ δεν έχουν έρθει ούτε έχουν φανεί μέχρι αυτή την ημέρα».—1Βα 10:12.
-
-
ΑλεμέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΕΜΕΘ
(Αλεμέθ).
1. Γιος του Βεχέρ που κατονομάζεται ως ο τελευταίος από τους εννιά γιους τους οποίους απέκτησε στην Αίγυπτο λίγο μετά το 1728 Π.Κ.Χ.—1Χρ 7:8· Γε 46:21, 26.
2. Γιος του Ιωαδά (ή Ιαρά) και απόγονος του Βασιλιά Σαούλ. Οι δύο αδελφοί του ήταν ο Αζμαβέθ και ο Ζιμβρί.—1Χρ 8:36· 9:42.
3. Πόλη του Βενιαμίν.—Βλέπε ΑΛΜΩΝ.
-
-
ΑλεξάνδρειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
(Αλεξάνδρεια).
Εξέχουσα και φημισμένη μεγαλούπολη της Αιγύπτου τον καιρό του Ιησού και των αποστόλων του. Η σύγχρονη Αλεξάνδρεια (στην αραβική Αλ-Ισκανταρίγια) βρίσκεται στην ίδια τοποθεσία με την αρχαία πόλη και είναι λιμάνι, αλλά διατηρεί μόνο λίγο από το αρχαίο μεγαλείο της.
Η πόλη πήρε το όνομά της από τον Αλέξανδρο τον Μέγα, ο οποίος το 332 Π.Κ.Χ. έδωσε την εντολή για την οικοδόμησή της. Με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε στην κυριότερη πόλη της Αιγύπτου, και υπό τους Πτολεμαίους, τους ηγεμόνες του ελληνιστικού βασιλείου της Αιγύπτου, η Αλεξάνδρεια έγινε η πρωτεύουσα της χώρας. Διατήρησε τη θέση της όταν η Ρώμη έθεσε την Αίγυπτο υπό την κυριαρχία της το 30 Π.Κ.Χ. και υπήρξε το διοικητικό κέντρο της Αιγύπτου κατά τη ρωμαϊκή και τη βυζαντινή εποχή μέχρι την αραβική κατάκτηση τον έβδομο αιώνα Κ.Χ.
Οι Ιουδαίοι αποτελούσαν επί μακρόν σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της Αλεξάνδρειας, ο οποίος, όταν η πόλη βρισκόταν στην ακμή της, πιθανόν να έφτανε τα 500.000 άτομα. Πολλοί από τους Ιουδαίους ήταν απόγονοι των προσφύγων που κατέφυγαν στην Αίγυπτο μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Τον καιρό του Τιβέριου λέγεται ότι απάρτιζαν περίπου το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της πόλης. Κατοικούσαν στη δική τους συνοικία, ή αλλιώς τομέα, που ονομαζόταν Ρέγκιο Γιουντεόρουμ, και ήταν ελεύθεροι να ζουν σύμφωνα με τους δικούς τους νόμους και να έχουν το δικό τους κυβερνήτη, τον αλάβαρχο.
Στην Αλεξάνδρεια έγινε η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η πρώτη μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών. Ήταν έργο Αλεξανδρινών Ιουδαίων και ξεκίνησε προφανώς κατά τη βασιλεία του Πτολεμαίου (Β΄) του Φιλάδελφου (285-246 Π.Κ.Χ.).
Στην Αγία Γραφή γίνεται μόνο σύντομη αναφορά στην Αλεξάνδρεια. Μεταξύ εκείνων που λογομάχησαν με τον Στέφανο πριν από τη δίκη του υπήρχαν κάποιοι “Αλεξανδρινοί”, δηλαδή Ιουδαίοι από την Αλεξάνδρεια. Από την Αλεξάνδρεια καταγόταν ο εύγλωττος Απολλώς. Και δύο από τα πλοία με τα οποία μεταφέρθηκε ο Παύλος ως κρατούμενος στη Ρώμη ήταν από την Αλεξάνδρεια—επρόκειτο αναμφίβολα για τεράστια σιταγωγά του μεγάλου αλεξανδρινού στόλου που διέσχιζαν τη Μεσόγειο Θάλασσα κατευθυνόμενα στους Ποτιόλους της Ιταλίας, μολονότι μερικές φορές έπλεαν κατά μήκος των ακτών προς τα λιμάνια της Μικράς Ασίας.—Πρ 6:9· 18:24· 27:6· 28:11.
[Χάρτης στη σελίδα 160]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΑΡΧΑΙΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Μεσόγειος Θάλασσα
Ν. ΦΑΡΟΣ
Φάρος
Επταστάδιο
Μουσείο και Βιβλιοθήκη
Διώρυγα
Λίμνη Μαρεώτις
-
-
ΑλέξανδροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
(Αλέξανδρος) [Υπερασπιστής Αντρών].
1. Αλέξανδρος ο Μέγας, γιος του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας και της συζύγου του Ολυμπιάδας, ο οποίος γεννήθηκε στην Πέλλα το 356 Π.Κ.Χ. Παρότι δεν κατονομάζεται στην Αγία Γραφή, η διακυβέρνησή του ως ηγεμόνα της πέμπτης παγκόσμιας αυτοκρατορίας προλέχθηκε δύο αιώνες πριν από τη γέννησή του.—Δα 8:5-7, 20, 21.
Λίγο μετά τα 20, δύο χρόνια αφότου είχε ανεβεί στο θρόνο, έπειτα από τη δολοφονία του πατέρα του, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε να κατακτήσει τον κόσμο. (Δα 8:5) Αυτός ο ορμητικός νεαρός που υπήρξε στρατιωτική ιδιοφυΐα παρέτασσε το σχετικά μικρό στράτευμά του σε σχηματισμό φάλαγγας μεγάλου βάθους, μια τακτική που εισήγαγε ο πατέρας του και ανέπτυξε ο Αλέξανδρος σε υψηλά επίπεδα αποτελεσματικότητας.
Αντί να καταδιώξει τους Πέρσες που είχαν τραπεί σε φυγή έπειτα από δύο αποφασιστικές νίκες του στη Μικρά Ασία (η πρώτη στον Γρανικό Ποταμό και η δεύτερη στην Πεδιάδα της Ισσού, όπου μια μεγάλη περσική δύναμη υπολογιζόμενη γύρω στο μισό εκατομμύριο υπέστη ολοκληρωτική ήττα), ο Αλέξανδρος έστρεψε την προσοχή του στη νησιωτική πόλη της Τύρου. Αιώνες νωρίτερα είχε προλεχθεί ότι τα τείχη, οι πύργοι, τα σπίτια, ακόμη δε και το χώμα της Τύρου θα ρίχνονταν μέσα στη θάλασσα. (Ιεζ 26:4, 12) Ως εκ τούτου, είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο το ότι ο Αλέξανδρος πήρε τα ερείπια της ηπειρωτικής πόλης την οποία είχε καταστρέψει ο Ναβουχοδονόσορ χρόνια νωρίτερα και κατασκεύασε με αυτά μια δίοδο μήκους 800 μ. μέχρι τη νησιωτική πόλη. Το σφυροκόπημα από το ναυτικό του και τις πολεμικές μηχανές του κατέστρεψε αυτή την υπερήφανη θαλασσοκράτειρα, τον Ιούλιο του 332 Π.Κ.Χ.
Η Ιερουσαλήμ, αντιθέτως, άνοιξε τις πύλες της για να παραδοθεί και, σύμφωνα με τον Ιώσηπο (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΑ΄, 337 [viii, 5]), οι Ιουδαίοι έδειξαν στον Αλέξανδρο το προφητικό βιβλίο του Δανιήλ, πιθανώς το 8ο κεφάλαιο, σύμφωνα με το οποίο ένας κραταιός Έλληνας βασιλιάς θα καθυπέτασσε και θα κατακτούσε την Περσική Αυτοκρατορία. Ως αποτέλεσμα, ο Αλέξανδρος δεν κατέστρεψε την Ιερουσαλήμ και κινήθηκε Ν προς την Αίγυπτο, όπου χαιρετίστηκε ως ελευθερωτής. Εκεί ίδρυσε την Αλεξάνδρεια, τη μητρόπολη των γραμμάτων όπου έγινε η Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Στρέφοντας τις βλέψεις του προς τα ανατολικά, ο Αλέξανδρος επέστρεψε από την Αίγυπτο διαμέσου της Παλαιστίνης, και κοντά στα Γαυγάμηλα, κατατρόπωσε με 47.000 άντρες το τεράστιο αναδιοργανωμένο περσικό στράτευμα. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, ο Δαρείος Γ΄ δολοφονήθηκε από πρώην φίλους του, η Βαβυλώνα παραδόθηκε και ο Αλέξανδρος προέλασε για να κατακτήσει τα Σούσα και την Περσέπολη. Από εκεί συνέχισε την εκστρατεία του για την Ινδία προτού στραφεί και πάλι προς τα δυτικά.
Γεγονότα Μετά τις Κατακτήσεις. Ο Αλέξανδρος είχε μεγάλα σχέδια για τη Βαβυλώνα την οποία σκόπευε να ανοικοδομήσει και να κάνει πρωτεύουσά του, αλλά τα σχέδια αυτά δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Όπως είχε προείπει ο Δανιήλ, ο Αλέξανδρος «έσπασε» και καταρρίφθηκε—μέσω του θανάτου του. (Δα 8:8) Η φιλοδοξία που έτρεφε να ανοικοδομήσει τη Βαβυλώνα δεν υλοποιήθηκε, όχι απλώς επειδή το 323 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 32 ετών—στην ακμή της ζωής του—πέθανε ξαφνικά από ελώδη πυρετό ο οποίος επιδεινώθηκε από τον αλόγιστο τρόπο της ζωής του, αλλά επειδή ο Ιεχωβά πολύ νωρίτερα είχε αποφασίσει ότι η Βαβυλώνα δεν θα ανοικοδομούνταν ποτέ.—Ιερ 50:35-40.
Στη διάρκεια της σύντομης σταδιοδρομίας του ο Αλέξανδρος παντρεύτηκε τη Ρωξάνη, κόρη του ηττημένου βασιλιά της Βακτριανής, καθώς και τη Στάτειρα, κόρη του Πέρση βασιλιά Δαρείου Γ΄. Από τη Ρωξάνη απέκτησε έναν γιο ο οποίος ονομάστηκε Αλέξανδρος. Και από κάποια Βαρσίνη απέκτησε έναν νόθο γιο ο οποίος ονομάστηκε Ηρακλής. Ωστόσο, η προφητεία του Δανιήλ είχε προείπει ότι η αυτοκρατορία του θα περιερχόταν «όχι στους απογόνους του», και πράγματι, προτού περάσουν πολλά χρόνια, όλη η οικογένεια του Αλεξάνδρου και οι κληρονόμοι του εξοντώθηκαν. (Δα 11:3, 4) Επιπλέον είχε γραφτεί: «Και το ότι έσπασε, και σηκώθηκαν τελικά τέσσερα αντ’ αυτού, δείχνει ότι θα σηκωθούν τέσσερα βασίλεια από το έθνος του, αλλά χωρίς να έχουν τη δική του δύναμη». (Δα 8:22) Επομένως, δεν ήταν απλή ιστορική σύμπτωση το ότι η αυτοκρατορία διαμοιράστηκε ανάμεσα σε τέσσερις στρατηγούς του Αλεξάνδρου: ο Σέλευκος ο Νικάτωρ πήρε τη Μεσοποταμία και τη Συρία, ο Κάσσανδρος τη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα, ο Πτολεμαίος ο Λάγου την Αίγυπτο και την Παλαιστίνη, και ο Λυσίμαχος τη Θράκη και τη Μικρά Ασία.
Οι κατακτήσεις του Αλεξάνδρου επηρέασαν βαθύτατα την ιστορία με την εξάπλωση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού στα πέρατα του κόσμου. Η Κοινή Ελληνική έγινε η διεθνής γλώσσα, και έτσι το δεύτερο τμήμα της Αγίας Γραφής γράφτηκε στην Κοινή Ελληνική και όχι στην εβραϊκή.
2. Γιος του Σίμωνα από την Κυρήνη και αδελφός του Ρούφου. Ο πατέρας τους εξαναγκάστηκε να μεταφέρει το ξύλο βασανισμού του Ιησού.—Μαρ 15:21· Λου 23:26.
3. Συγγενής του Πρωθιερέα Άννα ο οποίος ήταν παρών στη δίκη του Πέτρου και του Ιωάννη.—Πρ 4:6.
4. Ιουδαίος στην Έφεσο ο οποίος ήταν παρών όταν οι αργυροχόοι υποκίνησαν οχλαγωγία κατά του Παύλου. Όταν ο Αλέξανδρος αποπειράθηκε να τους μιλήσει, ο εξαγριωμένος όχλος κατέπνιξε τη φωνή του κραυγάζοντας.—Πρ 19:33, 34.
5. Κάποιος ο οποίος, μαζί με τον Υμέναιο, “ναυάγησε σχετικά με την πίστη του” και αποκόπηκε εξαιτίας της βλασφημίας του. (1Τι 1:19, 20) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 6 πιο κάτω.
6. Ο χαλκουργός για τον οποίο δόθηκε προειδοποίηση στον Τιμόθεο, επειδή είχε προξενήσει «πολλά κακά» στον Παύλο.—2Τι 4:14, 15.
[Πλαίσιο στη σελίδα 161]
Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΒΙΒΛΙΚΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ
Προφητεία
Εκπλήρωση
«Ένας τράγος . . . χτύπησε το κριάρι και έσπασε τα δυο του κέρατα». «Το κριάρι που είδες να έχει τα δύο κέρατα αντιπροσωπεύει τους βασιλιάδες της Μηδίας και της Περσίας. Και ο τριχωτός τράγος αντιπροσωπεύει το βασιλιά της Ελλάδας». (Δα 8:5, 7, 20, 21)
Έπειτα από δύο νίκες επί των μηδοπερσικών δυνάμεων στη Μικρά Ασία, ο στρατός του Αλεξάνδρου συνέχισε την προέλασή του πρώτα προς το Ν και κατόπιν προς την Α, κατατροπώνοντας τη Μηδοπερσική Αυτοκρατορία
«Και το χώμα σου [της Τύρου], μέσα στο νερό θα [το] βάλουν». (Ιεζ 26:4, 12)
Το 332 Π.Κ.Χ., ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε τα ερείπια της ηπειρωτικής πόλης της Τύρου για να κατασκευάσει με αυτά μια δίοδο μέχρι τη νησιωτική πόλη, την οποία και κατέστρεψε
«Μόλις κραταιώθηκε, το μεγάλο κέρατο έσπασε». (Δα 8:8)
Το 323 Π.Κ.Χ., σε ηλικία 32 ετών, ο Αλέξανδρος αρρώστησε και πέθανε
«Θα είσαι [η Βαβυλώνα] ερημότοπος στον αιώνα». (Ιερ 51:26)
Ως αποτέλεσμα, τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του για ανοικοδόμηση της Βαβυλώνας και ανάδειξή της σε πρωτεύουσά του απέτυχαν, τελικά δε αυτός ο τόπος έγινε ερημότοπος
«Η βασιλεία του θα συντριφτεί και θα διαιρεθεί . . . αλλά όχι στους απογόνους του». (Δα 11:4)
Οι κληρονόμοι του Αλεξάνδρου δολοφονήθηκαν και το βασίλειο κατέρρευσε
«Το μεγάλο κέρατο έσπασε και άρχισαν να ανεβαίνουν . . . τέσσερα αντ’ αυτού». (Δα 8:8, 22)
Το 301 Π.Κ.Χ. τέσσερις από τους στρατηγούς του Αλεξάνδρου είχαν αναλάβει διαφορετικά τμήματα της πρώην αυτοκρατορίας
[Εικόνα στη σελίδα 162]
Μετάλλιο που φέρεται ότι απεικονίζει τον Μέγα Αλέξανδρο
-
-
ΑλεπούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΕΠΟΥ
[εβρ. κείμενο, σου‛άλ· ελλ. κείμενο, ἀλώπηξ].
Κυνοειδές ζώο που ξεχωρίζει από το μυτερό ρύγχος του, τα μεγάλα, όρθια, τριγωνικά αφτιά του και τη φουντωτή ουρά του. Η αλεπού φημίζεται για την πανουργία της, και ο Ιησούς Χριστός ίσως αναφερόταν σε αυτό το χαρακτηριστικό όταν αποκάλεσε τον Βασιλιά Ηρώδη “αυτή η αλεπού”. (Λου 13:32) Για να ξεφεύγει από τους εχθρούς της, η αλεπού βασίζεται στην πονηριά της μάλλον παρά στην ταχύτητά της, αν και έχει αναφερθεί ότι για μικρή απόσταση επιτυγχάνει ταχύτητες που ξεπερνούν τα 70 χλμ./ώ.
Οι σημερινοί αυτόχθονες κάτοικοι της Συρίας και της Παλαιστίνης δεν κάνουν πάντοτε διάκριση ανάμεσα στο τσακάλι και στην αλεπού, και πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η εβραϊκή ονομασία σου‛άλ πιθανότατα περιλαμβάνει και την αλεπού (αλώπηξ η κοινή [Vulpes vulpes]) και το τσακάλι (θως ο χρυσός [Canis aureus]). Αρκετοί μεταφραστές της Αγίας Γραφής απέδωσαν ως «τσακάλι» τη λέξη σου‛άλ σε μερικές από τις περιπτώσεις στις οποίες εμφανίζεται.
Προειδοποιώντας κάποιον άνθρωπο που επιθυμούσε να τον ακολουθήσει, ο Ιησούς Χριστός τόνισε ότι οι αλεπούδες είχαν φωλιές, ενώ ο Γιος του ανθρώπου δεν είχε πουθενά να γείρει το κεφάλι του. (Ματ 8:20· Λου 9:58) Οι αλεπούδες, αν δεν χρησιμοποιήσουν μια φυσική σχισμή ή τη φωλιά κάποιου άλλου ζώου, την οποία βρίσκουν εγκαταλειμμένη ή ιδιοποιούνται, συνήθως σκάβουν τρύπες στο έδαφος και φτιάχνουν τις φωλιές τους.
Σύμφωνα με τους φυσιοδίφες, στην πραγματικότητα η αλεπού δεν είναι τόσο μεγάλος κλέφτης πουλερικών όσο λέγεται συνήθως. Το διαιτολόγιό της περιλαμβάνει έντομα, τρωκτικά και άλλα μικρά ζώα, πουλιά, θνησιμαία, χορτάρι και καρπούς. (Ασμ 2:15) Ο φυσιοδίφης του 18ου αιώνα Φ. Χάσελκβιστ ανέφερε ότι στα περίχωρα της Βηθλεέμ και σε άλλα μέρη χρειαζόταν να λαμβάνονται μέτρα για να αντιμετωπιστούν οι επιδρομές αλεπούδων στα αμπέλια όταν τα σταφύλια ήταν ώριμα. (Ταξίδια και Περιοδείες στο Λεβάντε [Voyages and Travels in the Levant], Λονδίνο, 1766, σ. 184) Πολλοί πιστεύουν ότι στο εδάφιο Ψαλμός 63:10, όπου αναφέρεται ότι οι σκοτωμένοι θα γίνουν μερίδα για τις αλεπούδες, υπονοείται το τσακάλι. Η απόδοση «αλεπούδες», ωστόσο, δεν είναι ακατάλληλη αν λάβουμε υπόψη ότι οι αλεπούδες τρέφονται και με θνησιμαία.
Οι Γραφές αφήνουν να εννοηθεί ότι οι αλεπούδες κατοικούν σε ερημωμένες περιοχές, ακόμη και σε ερείπια, μακριά από τα μέρη όπου διαμένουν άνθρωποι. (Θρ 5:18· Ιεζ 13:4) Αναφέρουν, επίσης, ότι ο Σαμψών χρησιμοποίησε 300 αλεπούδες για να κάψει τα σιτηρά, τα αμπέλια και τους ελαιώνες των Φιλισταίων (Κρ 15:4, 5) και ότι ο Τωβίας ο Αμμωνίτης κορόιδευε λέγοντας πως “ακόμη και μια αλεπού θα μπορούσε να γκρεμίσει το τείχος της Ιερουσαλήμ” που ανοικοδομούσαν οι επαναπατρισμένοι Ιουδαίοι.—Νε 4:3.
-
-
ΑλέτριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΕΤΡΙ
Βλέπε ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ.
-
-
ΑλεύριΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΕΥΡΙ
Βλέπε ΜΥΛΟΣ.
-
-
’ΆλεφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
’ΑΛΕΦ
[א] (’Άλεφ).
Το πρώτο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το όνομα αυτού του γράμματος ταυτίζεται με την εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «βόδι· αγελάδα».—Παράβαλε Ψλ 8:7· Δευ 7:13.
Στην εβραϊκή το ’άλεφ δεν είναι φωνήεν αλλά σύμφωνο και δεν έχει πραγματικό αντίστοιχο στην ελληνική. Μεταγράφεται ως ψιλή (’). Στην εβραϊκή προφέρεται ως ο μαλακότερος λαρυγγικός φθόγγος.
Τα πρώτα οχτώ εδάφια του Ψαλμού 119 αρχίζουν στο εβραϊκό κείμενο με ’άλεφ.
-
-
ΑλήθειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΗΘΕΙΑ
Ο εβραϊκός όρος ’εμέθ, που συχνά αποδίδεται «αλήθεια», μπορεί να σημαίνει αυτό που είναι σταθερό, αξιόπιστο, αναλλοίωτο, πιστό, αληθινό ή κάτι που είναι αποδεδειγμένο γεγονός. (Εξ 18:21· 34:6· Δευ 13:14· 17:4· 22:20· Ιη 2:12· 2Χρ 18:15· 31:20· Νε 7:2· 9:33· Εσθ 9:30· Ψλ 15:2· Εκ 12:10· Ιερ 9:5) Η λέξη ἀλήθεια του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αντιδιαστέλλεται με το ψεύδος ή την αδικία και υποδηλώνει κάτι που συμφωνεί με τα γεγονότα ή με το δίκαιο και το σωστό. (Μαρ 5:33· 12:32· Λου 4:25· Ιωα 3:21· Ρω 2:8· 1Κο 13:6· Φλπ 1:18· 2Θε 2:10, 12· 1Ιω 1:6, 8· 2:4, 21) Αρκετές άλλες εκφράσεις των πρωτότυπων γλωσσών μπορούν επίσης να αποδοθούν «αλήθεια», ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Ιεχωβά, ο Θεός της Αλήθειας. Ο Ιεχωβά είναι “ο Θεός της αλήθειας”. (Ψλ 31:5) Είναι πιστός σε όλες του τις ενέργειες. Οι υποσχέσεις του είναι βέβαιες, επειδή δεν μπορεί να πει ψέματα. (Αρ 23:19· 1Σα 15:29· Ψλ 89:35· Τιτ 1:2· Εβρ 6:17, 18) Κρίνει σύμφωνα με την αλήθεια, δηλαδή σύμφωνα με την πραγματικότητα, και όχι με βάση την εξωτερική εμφάνιση. (Ρω 2:2· παράβαλε Ιωα 7:24.) Οτιδήποτε εκπορεύεται από αυτόν είναι αγνό και άψογο. Οι δικαστικές αποφάσεις του, ο νόμος του, οι εντολές του και ο λόγος του είναι αλήθεια. (Νε 9:13· Ψλ 19:9· 119:142, 151, 160) Είναι πάντοτε δίκαια και σωστά, και αντιβαίνουν σε κάθε αδικία και σφάλμα.
Η μαρτυρία της δημιουργίας. Τα δημιουργικά έργα πιστοποιούν το γεγονός της ύπαρξης του Θεού. Σύμφωνα με τον Παύλο, όμως, ακόμη και μερικοί από εκείνους που «γνώρισαν τον Θεό» έχουν καταπνίξει αυτή την αλήθεια. Αντί να υπηρετήσουν τον Θεό σε αρμονία με την αλήθεια που σχετίζεται με την αιώνια δύναμη και τη Θειότητά του, έφτιαξαν είδωλα και τα λάτρεψαν. Εφόσον δεν είναι αληθινοί θεοί, τα είδωλα αποτελούν αναλήθεια, ψεύδος, φενάκη. (Ιερ 10:14) Ως εκ τούτου, αυτά τα άτομα, αν και είχαν την αλήθεια του Θεού, την αντάλλαξαν «με το ψέμα και έδειξαν ευλάβεια και απέδωσαν ιερή υπηρεσία στη δημιουργία μάλλον παρά σε Εκείνον που δημιούργησε». Η στροφή τους προς το ψεύδος της ειδωλολατρίας τούς οδήγησε σε κάθε είδους εξαχρειωτικές συνήθειες.—Ρω 1:18-31.
Αντίθεση με την αμαρτωλότητα του ανθρώπου. Οι εξαχρειωτικές συνήθειες των μη Ιουδαίων και η ανυπακοή των Ιουδαίων στο νόμο του Θεού δεν έβλαψαν με κανέναν τρόπο τον Δημιουργό προσωπικά. Απεναντίας, έκαναν πιο έντονη την αντίθεση με τη φιλαλήθεια, την αγιότητα και τη δικαιοσύνη του, αναδεικνύοντάς τες προς δόξα του. Το γεγονός, όμως, ότι η αδικοπραγία του ανθρώπου αναδεικνύει με ακόμη πιο έντονο τρόπο τη δικαιοσύνη του Θεού σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί βάσιμο λόγο για να ισχυριστούμε πως ο Θεός είναι άδικος όταν εκτελεί δυσμενή κρίση ενάντια σε όσους αδικοπραγούν. Εφόσον είμαστε δημιουργήματα του Θεού, κανείς δεν έχει το δικαίωμα να βλάπτει τον εαυτό του με το να αμαρτάνει.
Τα παραπάνω συνθέτουν την επιχειρηματολογία που χρησιμοποίησε ο Παύλος στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, όπου λέει: «Αν η αδικία μας κάνει να προεξέχει η δικαιοσύνη του Θεού, τι θα πούμε; Μήπως είναι άδικος ο Θεός όταν αφήνει να ξεσπάσει η οργή του; (Μιλώ ως άνθρωπος.) Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Αλλιώς, πώς θα κρίνει ο Θεός τον κόσμο; Εντούτοις, αν λόγω του ψέματός μου [παράβαλε Ψλ 62:9] η αλήθεια του Θεού έχει γίνει πιο εξέχουσα για τη δόξα του, γιατί και εγώ εξακολουθώ να κρίνομαι ως αμαρτωλός; Και γιατί να μην πούμε, όπως κατηγορούμαστε ψεύτικα και όπως δηλώνουν μερικοί ότι λέμε: “Ας κάνουμε τα κακά πράγματα για να έρθουν τα καλά πράγματα”; Η κρίση εναντίον αυτών των ανθρώπων είναι σε αρμονία με τη δικαιοσύνη». (Ρω 3:5-8) Ο Θεός έχει ελευθερώσει το λαό του, όχι για να ακολουθούν μια αμαρτωλή πορεία, αλλά για να ζουν μια ζωή δικαιοσύνης, ώστε να Τον δοξάζουν. Ο απόστολος λέει παρακάτω στην επιστολή του: «Ούτε να παρουσιάζετε τα μέλη σας στην αμαρτία ως όπλα αδικίας, αλλά παρουσιάστε τους εαυτούς σας στον Θεό ως ζωντανούς από τους νεκρούς, καθώς και τα μέλη σας στον Θεό ως όπλα δικαιοσύνης».—Ρω 6:12, 13.
Ποια είναι η σημασία της δήλωσης ότι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός είναι «η αλήθεια»;
Όπως ο Πατέρας του ο Ιεχωβά, έτσι και ο Ιησούς Χριστός είναι «πλήρης παρ’ αξία καλοσύνης και αλήθειας». (Ιωα 1:14· Εφ 4:21) Ενόσω ήταν στη γη, πάντοτε έλεγε την αλήθεια όπως την είχε λάβει από τον Πατέρα του. (Ιωα 8:40, 45, 46) «Αυτός δεν διέπραξε αμαρτία ούτε βρέθηκε απάτη στο στόμα του». (1Πε 2:22) Ο Ιησούς παρουσίαζε τα πράγματα όπως ακριβώς ήταν. Εκτός του ότι ήταν “πλήρης αλήθειας”, ο Ιησούς ήταν ο ίδιος «η αλήθεια», και η αλήθεια ήρθε μέσω αυτού. Μάλιστα δήλωσε: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή». (Ιωα 14:6) Ο δε απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Ο Νόμος δόθηκε μέσω του Μωυσή, η παρ’ αξία καλοσύνη και η αλήθεια έγιναν πραγματικότητα μέσω του Ιησού Χριστού».—Ιωα 1:17.
Τα λόγια του Ιωάννη δεν σημαίνουν ότι ο Νόμος που δόθηκε μέσω του Μωυσή ήταν λανθασμένος. Και αυτός επίσης ήταν αλήθεια, σύμφωνος με τα πρότυπα αγιότητας, δικαιοσύνης και αγαθότητας του Θεού. (Ψλ 119:151· Ρω 7:10-12) Ωστόσο, ο Νόμος χρησίμευσε ως παιδαγωγός που οδήγησε στον Χριστό (Γα 3:23-25) και είχε σκιά, δηλαδή αποτελούσε προφητική εικόνα, μεγαλύτερων πραγματικοτήτων. (Εβρ 8:4, 5· 10:1-5) Προμηθεύοντας τέτοια σκιά, ο Νόμος, αν και αληθινός, δεν ήταν η πλήρης αλήθεια και γι’ αυτό έπρεπε να παραχωρήσει τη θέση του στις πραγματικότητες που προσκίαζε. Ο απόστολος Παύλος τονίζει αυτό το σημείο στην επιστολή του προς τους Κολοσσαείς: «Κανείς, λοιπόν, ας μη σας κρίνει για φαγητό και ποτό ή σχετικά με γιορτή ή με τήρηση της νέας σελήνης ή με σάββατο· διότι εκείνα τα πράγματα είναι σκιά των μελλοντικών πραγμάτων, αλλά η πραγματικότητα ανήκει στον Χριστό». (Κολ 2:16, 17) Κατά συνέπεια, “η αλήθεια έγινε πραγματικότητα μέσω του Ιησού” με την έννοια ότι εκείνος κατέστησε αληθινά όσα είχαν προσκιαστεί από το Νόμο. Εφόσον ο Ιησούς δεν ήταν σκιά αλλά η πραγματικότητα, αυτός ήταν «η αλήθεια». Επιπρόσθετα, ο Ιησούς έγινε “διάκονος για χάρη της φιλαλήθειας του Θεού” με την έννοια ότι εκπλήρωσε τις υποσχέσεις του Θεού προς τους προπάτορες των Ιουδαίων, διακονώντας τους περιτμημένους Ιουδαίους και τους προσήλυτους.—Ρω 15:8· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ («Μαρτυρία για την Αλήθεια»).
Παρόμοια, η αναφορά του αποστόλου Παύλου στην “αλήθεια που βρίσκεται στο Νόμο” δεν υπονοεί ότι υπήρχε κάποιο ψέμα σε αυτόν (Ρω 2:20), αλλά δείχνει ότι ο Νόμος δεν ήταν η πλήρης αλήθεια.
«Το Πνεύμα της Αλήθειας». Το πνεύμα που εκπορεύεται από τον Ιεχωβά Θεό είναι αγνό και άγιο. Είναι «το πνεύμα της αλήθειας». (Ιωα 14:17· 15:26) Ο Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητές του: «Έχω πολλά ακόμη να σας πω, αλλά δεν μπορείτε να τα αντέξετε προς το παρόν. Ωστόσο, όταν έρθει εκείνος, το πνεύμα της αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια, γιατί δεν θα μιλήσει από δική του παρόρμηση, αλλά θα πει αυτά που ακούει και θα διακηρύξει σε εσάς τα πράγματα που πρόκειται να έρθουν».—Ιωα 16:12, 13.
Το πνεύμα του Θεού επρόκειτο να τους διδάξει ό,τι ήταν απαραίτητο να γνωρίζουν για να φέρουν σε πέρας το έργο τους, θυμίζοντάς τους και κάνοντάς τους να κατανοήσουν πράγματα που είχαν ακούσει προηγουμένως από τον Ιησού αλλά δεν είχαν καταλάβει. (Ιωα 14:26) Το πνεύμα του Θεού θα τους διακήρυττε επίσης “τα πράγματα που επρόκειτο να έρθουν”. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη διασαφήνιση της σημασίας του θανάτου και της ανάστασης του Ιησού, καθώς αυτά τα γεγονότα ήταν ακόμη μελλοντικά και ήταν από τα πράγματα που οι μαθητές του δεν κατανοούσαν. (Ματ 16:21-23· Λου 24:6-8, 19-27· Ιωα 2:19-22· 12:14-16· 20:9) Μεταγενέστερα, βέβαια, το πνεύμα του Θεού ικάνωσε επίσης τους ακολούθους του Χριστού να προλέγουν μελλοντικά γεγονότα. (Πρ 11:28· 20:29, 30· 21:11· 1Τι 4:1-3) Εφόσον το άγιο πνεύμα του Θεού είναι «το πνεύμα της αλήθειας», δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι πηγή πλάνης, αλλά θα προστάτευε τους ακολούθους του Χριστού από δογματικά ψεύδη. (Παράβαλε 1Ιω 2:27· 4:1-6.) Αυτό θα έδινε μαρτυρία για την αλήθεια σχετικά με τον Ιησού Χριστό. Από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και μετά, το πνεύμα του Θεού έδωσε μαρτυρία, βοηθώντας τους μαθητές του Ιησού να κατανοήσουν τις προφητείες που αποδείκνυαν ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς ήταν ο Γιος του Θεού. Με βάση αυτές τις προφητείες, εκείνοι έδωσαν μαρτυρία σε άλλους. (Ιωα 15:26, 27· παράβαλε Πρ 2:14-36· Ρω 1:1-4.) Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και πριν από την Πεντηκοστή, «το πνεύμα της αλήθειας» έδινε μαρτυρία για το γεγονός ότι ο Ιησούς είναι ο Γιος του Θεού (1Ιω 5:5-8), διότι μέσω αυτού του πνεύματος χρίστηκε ο Ιησούς και μπόρεσε να εκτελέσει δυναμικά έργα.—Ιωα 1:32-34· 10:37, 38· Πρ 10:38· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
Ο Λόγος του Θεού Είναι Αλήθεια. Ο Λόγος του Θεού παρουσιάζει τα πράγματα όπως ακριβώς είναι, αποκαλύπτοντας τις ιδιότητες, τους σκοπούς και τις εντολές του Ιεχωβά, καθώς επίσης την πραγματική κατάσταση των ανθρώπινων υποθέσεων. Ο Λόγος της αλήθειας του Θεού δείχνει τι απαιτείται για να αγιαστεί κάποιος, να ξεχωριστεί ώστε να χρησιμοποιηθεί από τον Ιεχωβά στην υπηρεσία του, και κατόπιν να παραμείνει σε κατάσταση αγιασμού. Γι’ αυτό, ο Ιησούς μπορούσε να πει στην προσευχή του σχετικά με τους ακολούθους του: «Αγίασέ τους μέσω της αλήθειας· ο λόγος σου είναι αλήθεια». (Ιωα 17:17· παράβαλε Ιακ 1:18.) Η υπακοή τους στην αποκαλυμμένη αλήθεια του Λόγου του Θεού είχε ως αποτέλεσμα να αγιαστούν, η δε αλήθεια ήταν το μέσο με το οποίο εξάγνισαν τις ψυχές τους. (1Πε 1:22) Ως εκ τούτου ξεχώριζαν, μη αποτελώντας «μέρος του κόσμου» ο οποίος δεν προσκολλούνταν στην αλήθεια του Θεού.—Ιωα 17:16.
«Περπατούν στην αλήθεια». Όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν την επιδοκιμασία του Θεού πρέπει να περπατούν στην αλήθεια του και να τον υπηρετούν με αλήθεια. (Ιη 24:14· 1Σα 12:24· Ψλ 25:4, 5· 26:3-6· 43:3· 86:11· Ησ 38:3) Αυτό συνεπάγεται από μέρους τους συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Θεού και απόδοση υπηρεσίας προς αυτόν με πιστότητα και ειλικρίνεια. Ο Ιησούς Χριστός είπε σε μια Σαμαρείτισσα: «Έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι αληθινοί λάτρεις θα λατρεύουν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια, γιατί ο Πατέρας τέτοιους ανθρώπους αναζητάει για να τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι Πνεύμα, και εκείνοι που τον λατρεύουν πρέπει να λατρεύουν με πνεύμα και αλήθεια». (Ιωα 4:23, 24) Τέτοιου είδους λατρεία δεν μπορεί να βασίζεται στη φαντασία, αλλά πρέπει να ανταποκρίνεται στην αληθινή κατάσταση των πραγμάτων και να είναι συνεπής προς όσα έχει αποκαλύψει ο Θεός στο Λόγο του σχετικά με τον εαυτό του και τους σκοπούς του.
Η Χριστιανοσύνη είναι “η οδός της αλήθειας” (2Πε 2:2), και αυτοί που βοηθούν άλλους στην προώθηση των συμφερόντων της Χριστιανοσύνης γίνονται “συνεργάτες στην αλήθεια”. (3Ιω 8) Οι Χριστιανικές διδασκαλίες ως σύνολο, οι οποίες αργότερα έγιναν μέρος του γραπτού Λόγου του Θεού, είναι “η αλήθεια”, ή αλλιώς “η αλήθεια των καλών νέων”. Η προσκόλληση σε αυτή την αλήθεια, το να “περπατάει” κάποιος σε αυτήν, είναι ζωτικής σημασίας για τη σωτηρία του. (Ρω 2:8· 2Κο 4:2· Εφ 1:13· 1Τι 2:4· 2Τι 4:4· Τιτ 1:1, 14· Εβρ 10:26· 2Ιω 1-4· 3Ιω 3, 4) Στην περίπτωση εκείνων που διάγουν σωστά, η αλήθεια—η συμμόρφωση των οδών τους με το Λόγο του Θεού και τα αποτελέσματα της πορείας τους—πιστοποιεί το γεγονός ότι αυτοί είναι παραδείγματα άξια προς μίμηση. (3Ιω 11, 12) Από την άλλη μεριά, ένα άτομο που εγκαταλείπει τις βασικές διδασκαλίες της Χριστιανοσύνης, είτε δείχνοντας ακατάλληλη διαγωγή είτε υποστηρίζοντας ψευδή δόγματα, δεν “περπατάει” πλέον στην αλήθεια. Αυτό ίσχυε στην περίπτωση όσων επέμεναν ότι η περιτομή ήταν απαραίτητη για τη σωτηρία. Η διδασκαλία τους ήταν αντίθετη με τη Χριστιανική αλήθεια, και αυτοί που την αποδέχτηκαν έπαψαν να υπακούν στην αλήθεια ή να περπατούν σε αυτήν. (Γα 2:3-5· 5:2-7) Παρόμοια, όταν ο απόστολος Πέτρος, με τις ενέργειές του, έκανε έναν ακατάλληλο διαχωρισμό ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους μη Ιουδαίους, ο απόστολος Παύλος τον διόρθωσε γιατί δεν “βάδιζε” σε αρμονία με «την αλήθεια των καλών νέων».—Γα 2:14.
«Στύλος και Στήριγμα της Αλήθειας». Η Χριστιανική εκκλησία αποτελεί “στύλο και στήριγμα της αλήθειας”, διατηρώντας, προασπίζοντας και υποστηρίζοντας την αγνότητα της αλήθειας. (1Τι 3:15) Γι’ αυτό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να μπορούν να χειρίζονται το “λόγο της αλήθειας” ορθά εκείνοι στους οποίους έχει ανατεθεί η επίβλεψη της εκκλησίας. Η κατάλληλη χρήση του Λόγου του Θεού τούς ικανώνει να καταπολεμούν τις ψεύτικες διδασκαλίες στην εκκλησία, διδάσκοντας «εκείνους που δεν έχουν ευνοϊκή διάθεση· μήπως ο Θεός τούς δώσει μετάνοια που οδηγεί σε ακριβή γνώση της αλήθειας». (2Τι 2:15-18, 25· παράβαλε 2Τι 3:6-8· Ιακ 5:13-20.) Δεν έχουν όλοι τα προσόντα για να παράσχουν τέτοιου είδους εκπαίδευση ή διδασκαλία στην εκκλησία. Όσοι διακατέχονται από πικρή ζήλια και είναι φιλόνικοι δεν έχουν κανέναν λόγο να κομπάζουν ότι διαθέτουν τα προσόντα να διδάσκουν. Ο ισχυρισμός τους θα ήταν ψευδής. Όπως έγραψε ο μαθητής Ιάκωβος: «Ποιος ανάμεσά σας είναι σοφός και έχει κατανόηση; Ας δείξει από την καλή του διαγωγή τα έργα του με πραότητα που χαρακτηρίζει τη σοφία. Αλλά αν έχετε πικρή ζήλια και φιλόνικη διάθεση στην καρδιά σας, μην κομπάζετε και λέτε ψέματα εναντίον της αλήθειας».—Ιακ 3:13, 14.
Για να είναι η Χριστιανική εκκλησία «στύλος και στήριγμα της αλήθειας», τα μέλη της πρέπει να κάνουν έκδηλη την αλήθεια στη ζωή τους με την καλή τους διαγωγή. (Εφ 5:9) Πρέπει να δείχνουν ορθή διαγωγή με συνέπεια, χωρίς παρεκκλίσεις, σαν να είναι “περιζωσμένοι με αλήθεια”. (Εφ 6:14) Εκτός από το ότι πρέπει να διατηρούν την αγνότητά τους σε προσωπικό επίπεδο, οι Χριστιανοί πρέπει επίσης να ενδιαφέρονται για την αγνότητα της εκκλησίας. Όταν τόνισε πόσο αναγκαίο είναι να διατηρείται η Χριστιανική εκκλησία αμόλυντη από τα άνομα άτομα, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Πετάξτε το παλιό προζύμι για να είστε νέο ζυμάρι, καθώς είστε χωρίς ζύμωση. Διότι πράγματι ο Χριστός, το πάσχα μας, έχει θυσιαστεί. Συνεπώς, ας τηρούμε τη γιορτή, όχι με παλιό προζύμι ούτε με προζύμι κακίας και πονηρίας, αλλά με άζυμους άρτους ειλικρίνειας και αλήθειας». (1Κο 5:7, 8) Εφόσον ο Ιησούς Χριστός θυσιάστηκε μόνο μία φορά (παράβαλε Εβρ 9:25-28), όντας ο ίδιος η πραγματικότητα την οποία προεικόνιζε το αρνί του Πάσχα, ολόκληρη η πορεία της ζωής του Χριστιανού, που μπορεί να παραβληθεί με τη Γιορτή των Άζυμων Άρτων, πρέπει να είναι απαλλαγμένη από καθετί βλαβερό και πονηρό. Ο Χριστιανός πρέπει να είναι πρόθυμος να απομακρύνει οτιδήποτε αμαρτωλό, προκειμένου να περιφρουρήσει τόσο την προσωπική του αγνότητα όσο και την αγνότητα της εκκλησίας, “τηρώντας έτσι τη γιορτή με άζυμους άρτους ειλικρίνειας και αλήθειας”.
-
-
ΑλίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΙ
(Αλί) [Στολίδι].
Πόλη στο όριο του Ασήρ η οποία καταχωρίζεται ανάμεσα στη Χελκάθ και στη Βετέν. (Ιη 19:24, 25) Παρότι η θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, πιθανολογείται ότι πρόκειται για το Χίρμπετ Ρας Άλι (Τελ Αλίλ), περίπου 17 χλμ. ΑΝΑ της Χάιφας. Αυτό θα σήμαινε ότι βρισκόταν στο ανατολικό άκρο της Πεδιάδας της Ακό.
-
-
ΑλιείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΙΕΙΑ
Βλέπε ΚΥΝΗΓΙ ΚΑΙ ΨΑΡΕΜΑ.
-
-
ΑλισίβαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΙΣΙΒΑ
Βλέπε ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΡΟΥΧΩΝ.
-
-
ΆλκαλιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΚΑΛΙ
Βλέπε ΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΡΟΥΧΩΝ.
-
-
ΑλληλούιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ
(Αλληλούια).
Μεταγραφή της εβραϊκής έκφρασης χαλελου-Γιαχ, που εμφανίζεται για πρώτη φορά στο εδάφιο Ψαλμός 104:35. Στη Μετάφραση Νέου Κόσμου μεταφράζεται σχεδόν πάντα «αινείτε τον Γιαχ». Αυτή η έκφραση υπάρχει 24 φορές στις Εβραϊκές Γραφές και, με εξαίρεση το εδάφιο Ψαλμός 135:3, αποτελεί πάντοτε την εισαγωγή και/ή την κατακλείδα των Ψαλμών στους οποίους εμφανίζεται. (Βλέπε Ψλ 112:1· 115:18· 146:1, 10· 147:1, 20· 148:1, 14· 149:1, 9· 150:1, 6.) Η εν λόγω έκφραση συνοδεύει τη λέξη «Αμήν» στο τέλος του Τέταρτου Βιβλίου των Ψαλμών (Ψλ 106:48), ενώ ο εξελληνισμένος τύπος αυτής της έκφρασης εμφανίζεται τέσσερις φορές στα εδάφια Αποκάλυψη 19:1-6, τα οποία περιγράφουν τη χαρά που επικρατεί λόγω της καταστροφής της Βαβυλώνας της Μεγάλης καθώς και τη χαρά που συνδέεται με την έναρξη της διακυβέρνησης του Ιεχωβά ως Βασιλιά.—Βλέπε ΓΙΑΧ.
-
-
ΑλλοεθνήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΛΟΕΘΝΗΣ
Άτομο μη ισραηλιτικής καταγωγής, Εθνικός· στην εβραϊκή, νοχρί ή μπεννεχάρ, που σημαίνει κατά κυριολεξία «γιος (χώρας) αλλοεθνών». (Δευ 14:21· Εξ 12:43, υποσ.) Οι αλλοεθνείς που ζούσαν ανάμεσα στους Εβραίους ήταν μισθωτοί εργάτες, έμποροι, αιχμάλωτοι πολέμου, Χαναναίοι που δεν είχαν εκτελεστεί ή εκδιωχθεί από την Υποσχεμένη Γη και διαφόρων ειδών προσωρινοί επισκέπτες.—Ιη 17:12, 13· Κρ 1:21· 2Σα 12:29-31· 1Βα 7:13· Νε 13:16.
Μολονότι τα δικαιώματα των αλλοεθνών περιορίζονταν από τη διαθήκη του Νόμου, οι αλλοεθνείς έπρεπε να τυγχάνουν δίκαιης και αμερόληπτης μεταχείρισης και να γίνονται δεκτοί φιλόξενα, εφόσον δεν παραβίαζαν κατάφωρα τους νόμους του τόπου. Ο αλλοεθνής, λόγω του γεγονότος ότι δεν είχε ουσιαστικούς δεσμούς με τον Ισραήλ, διέφερε από τον περιτμημένο προσήλυτο, ο οποίος είχε γίνει μέλος της εκκλησίας του Ισραήλ αποδεχόμενος πλήρως τις ευθύνες που όριζε η διαθήκη του Νόμου. Παρόμοια, ο αλλοεθνής διέφερε από το μέτοικο που είχε εγκατασταθεί στην Υποσχεμένη Γη ημιμόνιμα και ο οποίος, ως εκ τούτου, δεσμευόταν από κάποιους νομικούς περιορισμούς, αλλά παράλληλα απολάμβανε ορισμένα δικαιώματα και προνόμια.—Βλέπε ΠΑΡΟΙΚΟΣ.
Στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία οι Ισραηλίτες ήταν πάροικοι στη Χαναάν και στην Αίγυπτο, πολλοί μη Ισραηλίτες αποτελούσαν μέρος των σπιτικών των γιων του Ιακώβ και των απογόνων τους. Αυτό είχε προκύψει από τη μίσθωση υπηρετών που ζούσαν μαζί με την οικογένεια και από την αγορά δούλων οι οποίοι, σύμφωνα με τους όρους της διαθήκης που είχε γίνει με τον Αβραάμ, έπρεπε να περιτέμνονται. (Γε 17:9-14) Μερικοί που είχαν συνάψει μεικτούς γάμους περιλαμβάνονταν μαζί με τους απογόνους τους στην τεράστια μεικτή ομάδα η οποία συνόδευσε τους Ισραηλίτες κατά την Έξοδο.—Εξ 12:38· Λευ 24:10· Αρ 11:4.
Αφότου οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στην Υποσχεμένη Γη ήταν αναγκασμένοι να έχουν δοσοληψίες με αλλοεθνείς, όπως ήταν οι Χαναναίοι, τους οποίους δεν είχαν εκδιώξει. (Κρ 2:2, 3) Έμποροι και τεχνίτες επίσης άρχισαν να ταξιδεύουν στη γη του Ισραήλ. (Ιεζ 27:3, 17· 2Σα 5:11· 1Βα 5:6-18) Πιθανότατα, οι μισθωτοί εργάτες αυξάνονταν καθώς οι Ισραηλίτες ευημερούσαν όλο και περισσότερο λόγω της ανάπτυξης της Υποσχεμένης Γης. (Παράβαλε Δευ 8:11-13· Λευ 22:10.) Αλλοεθνείς άρχισαν να υπηρετούν στις τάξεις του ισραηλιτικού στρατεύματος, με αποτέλεσμα να αναπτύξουν εκτίμηση για τους Εβραίους ηγέτες τους και σεβασμό για τη θρησκεία του Ισραήλ, όπως συνέβη στην περίπτωση των Γιθιτών, των Χερεθαίων και των Φαλεθαίων.—2Σα 15:18-21.
Διατάξεις της Διαθήκης του Νόμου. Στη διαθήκη του Νόμου, ο Ιεχωβά προμήθευσε μια βασική νομοθεσία που ρύθμιζε τις δοσοληψίες με τους αλλοεθνείς και περιφρουρούσε την ισραηλιτική κοινοπολιτεία και την ακεραιότητα των πολιτών της, καθώς και όσων τελούσαν υπό την προστασία της, από οικονομική, θρησκευτική και πολιτική άποψη. Οι Ισραηλίτες δεν έπρεπε να έχουν συναναστροφή, ιδίως θρησκευτικής φύσης, με τους αλλοεθνείς (Εξ 23:23-25· Δευ 7:16-26· Ιη 23:6, 7), και δεν έπρεπε να συνάπτουν διαθήκες με αυτούς ή με τους θεούς τους. (Εξ 34:12-15· 23:32· Δευ 7:2) Κατ’ επανάληψη ο Ιεχωβά τόνιζε ότι ήταν απόλυτα αναγκαίο να μην προσκυνούν τους θεούς των αλλοεθνών (Εξ 20:3-7· 23:31-33· 34:14), και μάλιστα δεν έπρεπε καν να ζητούν να μάθουν για τις θρησκευτικές τους συνήθειες ή να εκδηλώνουν ενδιαφέρον για αυτές.—Δευ 12:29-31.
Απαγορευόταν να συμπεθερεύουν με αλλοεθνείς, πρωτίστως λόγω του κινδύνου που υπήρχε να διαφθαρεί η αγνή λατρεία. (Εξ 34:16· Δευ 7:3, 24· Ιη 23:12, 13) Όλοι οι κάτοικοι των πόλεων που ανήκαν στα εφτά έθνη της Χαναάν έπρεπε να εξολοθρευτούν. (Δευ 7:1· 20:15-18) Σε περίπτωση, όμως, που εκπορθούνταν μια πόλη η οποία δεν ανήκε στα εφτά έθνη της Χαναάν που υπόκειντο σε εξάλειψη, θα μπορούσε ένας Ισραηλίτης στρατιώτης να πάρει μια παρθένα από την πόλη ως σύζυγό του, αφού πρώτα αυτή υποβαλλόταν σε μια περίοδο καθαρισμού. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο Ισραηλίτης δεν συμπεθέρευε στην πραγματικότητα με κάποια φυλή ή οικογένεια αλλοεθνών, εφόσον οι γονείς της κοπέλας είχαν θανατωθεί κατά την κατάκτηση της πόλης της.—Δευ 21:10-14· Αρ 31:17, 18· Δευ 20:14.
Ένας επιπρόσθετος περιορισμός ήταν ότι κανένας απερίτμητος αλλοεθνής δεν μπορούσε να φάει από το Πάσχα. (Εξ 12:43) Εντούτοις, φαίνεται πως οι αλλοεθνείς είχαν τη δυνατότητα να προσφέρουν θυσίες μέσω της ιερατικής διευθέτησης, με την προϋπόθεση ότι η προσφορά αυτή καθαυτήν πληρούσε τους θεϊκούς κανόνες. (Λευ 22:25) Φυσικά, τέτοια άτομα δεν θα μπορούσαν ποτέ να μπουν στο αγιαστήριο (Ιεζ 44:9), αλλά μπορούσαν να έρθουν στην Ιερουσαλήμ και να “προσευχηθούν προς τον οίκο του Θεού”, πράγμα που πιθανότατα δεν θα έκαναν με άδεια χέρια, δηλαδή χωρίς μια συνοδευτική θυσιαστική προσφορά.—1Βα 8:41-43.
Σε διοικητικά θέματα, ο αλλοεθνής δεν είχε πολιτική υπόσταση ούτε και ήταν δυνατόν να γίνει ποτέ βασιλιάς. (Δευ 17:15) Μολονότι ο Ισραηλίτης, ο πάροικος και ο μέτοικος στη γη μπορούσαν να επωφεληθούν από το άσυλο που πρόσφεραν οι πόλεις καταφυγίου στον ακούσιο ανθρωποκτόνο, δεν γίνεται μνεία τέτοιας μέριμνας για τον αλλοεθνή.—Αρ 35:15· Ιη 20:9.
Παρότι απαγορευόταν να φάνε οι Ισραηλίτες κάποιο ζώο που είχε πεθάνει χωρίς να έχει στραγγίσει το αίμα του, μπορούσαν να το πουλήσουν νόμιμα σε έναν αλλοεθνή. (Δευ 14:21) Στη διάρκεια των σαββατιαίων ετών, δεν μπορούσαν να πιέσουν έναν Ισραηλίτη για την πληρωμή των χρεών του, ενώ ο αλλοεθνής δεν υπόκειτο σε αυτή τη διευθέτηση και μπορούσαν να τον πιέσουν για να πληρώσει. (Δευ 15:1-3) Μολονότι σε έναν ομοεθνή Ισραηλίτη δεν έπρεπε να χρεώσουν τόκο, στον αλλοεθνή θα μπορούσαν να χρεώσουν.—Δευ 23:20.
Πηγή Δυσκολιών. Την εποχή του Ιησού του Ναυή και, στη συνέχεια, των Κριτών, υπήρχαν πολλοί αλλοεθνείς στον τόπο οι οποίοι ήταν πηγή μόνιμων δυσκολιών. (Ιη 23:12, 13) Οι Χαναναίοι αλλοεθνείς, οι οποίοι είχαν απομείνει μετά την ισραηλιτική κατάκτηση, υποβλήθηκαν σε δουλική καταναγκαστική εργασία (Ιη 16:10· 17:13· Κρ 1:21, 27-35), αλλά επειδή οι Ισραηλίτες δεν τους εκδίωξαν από τη γη και δεν ξερίζωσαν τη λατρεία τους, όπως είχε διατάξει ο Ιεχωβά (Κρ 2:1, 2), οι Χαναναίοι γενικά συνέχισαν να ασκούν τις ειδωλολατρικές και εξαχρειωτικές θρησκείες τους. Ως αποτέλεσμα, οι Ισραηλίτες οδηγούνταν συνεχώς στην ψεύτικη λατρεία (Ψλ 106:34-39), ιδιαίτερα στη λατρεία των Βάαλ και των εικόνων της Αστορέθ. (Κρ 2:11-13) Αυτοί οι Χαναναίοι αλλοεθνείς συνέχισαν να κατοικούν στον Ισραήλ καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ καθώς και του Σολομώντα, οπότε εξακολουθούσαν να υποβάλλονται σε καταναγκαστική εργασία στο ναό και σε άλλα οικοδομικά προγράμματα του Σολομώντα.—1Βα 9:20, 21· βλέπε ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ.
Παρά τη θεϊκή εντολή, ο Σολομών πήρε πολλές αλλοεθνείς συζύγους, οι οποίες απομάκρυναν σταδιακά την καρδιά του από την αγνή λατρεία του Ιεχωβά και την έστρεψαν στη λατρεία θεών αλλοεθνών. (1Βα 11:1-8) Η εισχώρηση της ψεύτικης θρησκείας στα ανώτατα κυβερνητικά στρώματα είχε μοιραίες συνέπειες. Κατέληξε στη διχοτόμηση του έθνους και τελικά σε εξορία στη Βαβυλώνα, καθώς διαδοχικοί βασιλιάδες τόσο στον Ιούδα όσο και στον Ισραήλ οδηγούσαν το λαό στην ψεύτικη λατρεία. Σε αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης, επήλθαν στο έθνος οι κατάρες που είχαν προλεχθεί ως αναπόφευκτες κυρώσεις για την παραβίαση του Νόμου.—1Βα 11:9-11· 2Βα 15:27, 28· 17:1, 2· 23:36, 37· 24:18, 19· Δευ 28:15-68.
Αφότου αποκαταστάθηκε ένα πιστό υπόλοιπο Ισραηλιτών από την εξορία στη Βαβυλώνα, πολλοί Ισραηλίτες πήραν αλλοεθνείς συζύγους. (Εσδ 9:1, 2· Νε 13:23-25) Αυτή η εσφαλμένη πορεία κατέστησε επιτακτική μια δυναμική κάθαρση με την αποβολή των αλλοεθνών συζύγων και των γιων τους, υπό την κατεύθυνση του Έσδρα και του Νεεμία. (Εσδ 10:2-4, 10-19, 44· Νε 13:1-3, 27-30) Επίσης, λήφθηκαν μέτρα εναντίον άλλων αλλοεθνών που ήταν ένοχοι ανάρμοστων πράξεων.—Νε 13:7, 8, 16-21.
Οι Βαβυλώνιοι κατακτητές μεταχειρίστηκαν πολύ σκληρά τους Ιουδαίους κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. (Θρ 2:5-12, 19-22) Μετά την απελευθέρωση, οι Ιουδαίοι βρίσκονταν σε μόνιμη διαμάχη με τους αλλοεθνείς που τους περιέβαλλαν στην Υποσχεμένη Γη, και ταλαιπωρήθηκαν ιδιαίτερα από τους Έλληνες ηγεμόνες της Συρίας. Στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν την αποκαταστημένη τους λατρεία, χρειάστηκε να αντισταθούν στους σφοδρούς διωγμούς του Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς ο οποίος επιχείρησε να εξελληνίσει τους Ιουδαίους. Καθ’ όλη τη διάρκεια των μεταιχμαλωσιακών αιώνων, οι Ισραηλίτες έδιναν μονίμως αγώνα για την ανεξαρτησία τους, πράγμα που γέννησε ζήλο για τον Ιουδαϊσμό και έντονο εθνικιστικό πνεύμα σε μερικούς. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό με το φόβο μήπως αλλοτριωθεί η φυλή τους από την επιμειξία με αλλοεθνείς, πιθανότατα συνέβαλαν στην απομάκρυνση από το φιλελεύθερο πνεύμα απέναντι στους αλλοεθνείς το οποίο είναι τόσο φανερό στις Εβραϊκές Γραφές.—Παράβαλε 1Βα 8:41-43· 2Χρ 6:32, 33· Ησ 56:6, 7.
Στη Διάρκεια του Πρώτου Αιώνα Κ.Χ. Η τάση αποστασιοποίησης και απόλυτης απομόνωσης που υπήρχε μεταξύ των Ιουδαίων του πρώτου αιώνα Κ.Χ. οφειλόταν κυρίως στην επιρροή των θρησκευτικών ηγετών τους. Αυτή η στάση γίνεται φανερή στην περιφρόνηση με την οποία αντιμετώπιζαν τους Σαμαρείτες, έναν λαό που προήλθε από την επιμειξία Ισραηλιτών και αλλοεθνών. Κατά κανόνα, οι Ιουδαίοι “δεν είχαν δοσοληψίες με τους Σαμαρείτες”, σε σημείο που θα απέφευγαν να τους ζητήσουν ακόμη και νερό για να πιουν. (Ιωα 4:9) Ωστόσο, ο Ιησούς κατέστησε σαφές πόσο λανθασμένη ήταν μια τέτοια ακραία άποψη.—Λου 10:29-37.
Η θέσπιση της νέας διαθήκης, με βάση τη λυτρωτική θυσία του Χριστού, τερμάτισε το νομικό διαχωρισμό μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών. (Εφ 2:11-16) Ωστόσο, ακόμη και μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., οι πρώτοι μαθητές χρειάστηκαν χρόνο για να κατανοήσουν αυτό το γεγονός. Ο Πέτρος εξέφρασε στον Εθνικό Κορνήλιο την κοινή, ή καθιερωμένη, Ιουδαϊκή άποψη: «Γνωρίζετε καλά πόσο παράνομο είναι για έναν Ιουδαίο να προσκολλάται ή να πλησιάζει σε αλλόφυλο». (Πρ 10:28) Το εδάφιο Ιωάννης 18:28 δείχνει ότι το να μπει κανείς σε σπίτι Εθνικού θεωρούνταν από τους Ιουδαίους πράξη που επέφερε τελετουργικό μολυσμό. Ενώ ο Νόμος που είχε δοθεί μέσω του Μωυσή δεν περιείχε συγκεκριμένες εντολές που καταδίκαζαν μια τόσο ασήμαντη επαφή, αυτή η άποψη ήταν διαδεδομένη μεταξύ των Ιουδαίων και ιδιαίτερα μεταξύ των θρησκευτικών τους ηγετών. Οι πρώτοι Ιουδαίοι Χριστιανοί χρειάστηκαν κάποιον χρόνο προκειμένου να απελευθερωθούν από τους περιορισμούς που είχε επιβάλει η επικρατούσα νοοτροπία και να αναγνωρίσουν το γεγονός που τόνισε ο απόστολος Παύλος ότι, για όσους έχουν τη “νέα Χριστιανική προσωπικότητα”, «δεν υπάρχει Έλληνας ή Ιουδαίος, περιτομή ή μη περιτομή, ξένος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά ο Χριστός είναι τα πάντα και σε όλους».—Γα 2:11-14· Κολ 3:10, 11.
Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, αναφερόμενο στους αλλοεθνείς, χρησιμοποιεί τη λέξη βάρβαρος, με την οποία εννοούνταν κατά βάση όποιος δεν μιλούσε την ελληνική.—Βλέπε ΒΑΡΒΑΡΟΣ.
-
-
ΑλλόνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΛΟΝ
(Αλλόν) [Πελώριο Δέντρο].
Συμεωνίτης, απόγονος του Σεμαΐα.—1Χρ 4:37.
-
-
Αλλόν-βακούθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΛΟΝ-ΒΑΚΟΥΘ
(Αλλόν-βακούθ) [Πελώριο Δέντρο Κλάματος].
Πελώριο δέντρο στους πρόποδες του λόφου όπου βρισκόταν η Βαιθήλ. Ονομάστηκε έτσι επειδή κάτω από αυτό ο Ιακώβ έθαψε “τη Δεββώρα, την παραμάνα της Ρεβέκκας”.—Γε 35:8· βλέπε ΜΕΓΑΛΟ ΔΕΝΤΡΟ, ΠΕΛΩΡΙΟ ΔΕΝΤΡΟ.
-
-
ΑλλωήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΛΩΗΣ
(Αλλωής) [Ο Γοητευτής· Ο Ψιθυριστής].
1. Πατέρας του Σαλλούμ. Αυτός ο γιος του Αλλωής, ο Σαλλούμ, ήταν «άρχοντας της μισής περιφέρειας της Ιερουσαλήμ» και μαζί με τις κόρες του έκανε επισκευές στο τείχος της Ιερουσαλήμ το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 3:12.
2. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε το σύμφωνο ομολογίας που συντάχθηκε την εποχή του Νεεμία. Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 1.—Νε 9:38· 10:1, 14, 24.
-
-
ΑλμουγείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΜΟΥΓΕΙΜ
Βλέπε ΑΛΓΟΥΜ.
-
-
Αλμυρή ΘάλασσαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΜΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Μια από τις Βιβλικές ονομασίες της μεγάλης λίμνης ή θάλασσας που τώρα είναι γενικά γνωστή ως Νεκρά Θάλασσα. Η Αλμυρή Θάλασσα (Γιαμ χα-Μέλαχ) συνιστά τη νότια απόληξη του Ιορδάνη Ποταμού.
Όνομα. Η πρώτη και πιο συχνή ονομασία αυτής της θάλασσας στην Αγία Γραφή, η ονομασία «Αλμυρή Θάλασσα», είναι απόλυτα κατάλληλη, εφόσον πρόκειται για μια από τις πιο αλμυρές υδάτινες μάζες της γης. (Γε 14:3· Αρ 34:3, 12· Ιη 15:2, 5) Ονομάζεται επίσης θάλασσα της Αραβά (Δευ 4:49· 2Βα 14:25), δεδομένου ότι βρίσκεται στην πελώρια ρηξιγενή κοιλάδα της οποίας μέρος είναι η Αραβά. Μερικές φορές, ωστόσο, το όνομα «Αλμυρή Θάλασσα» προστίθεται μετά την ονομασία «θάλασσα της Αραβά», σαν να εξηγεί ποια ακριβώς υδάτινη μάζα εννοείται με αυτή την ονομασία. (Δευ 3:17· Ιη 3:16· 12:3) Η Αλμυρή Θάλασσα βρισκόταν στο ανατολικό όριο της Υποσχεμένης Γης και ονομαζόταν “η ανατολική θάλασσα” προκειμένου να διαχωρίζεται από «τη δυτική [Μεσόγειο] θάλασσα». (Ιεζ 47:18· Ιωλ 2:20· Ζαχ 14:8) Ο Ιώσηπος, ο οποίος γνώριζε ότι μερικές φορές ανεβαίνουν στην επιφάνεια αυτής της θάλασσας μεγάλα κομμάτια ασφάλτου, την ονόμασε λίμνη Ασφαλτίτιδα. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Α΄, 657 [xxxiii, 5]· Δ΄, 479 [viii, 4]) Προφανώς άρχισε να αποκαλείται Νεκρά Θάλασσα από το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. και μετά. Το αραβικό της όνομα είναι Μπαχρ Λουτ, «Θάλασσα του Λωτ».
Ακτογραφία. Η Αλμυρή Θάλασσα είναι επιμήκης, με πλάτος περίπου 15 χλμ. και μήκος γύρω στα 75 χλμ., αν και το μήκος της ποικίλλει κάπως, ανάλογα με την εποχή. Το περίγραμμά της διακόπτεται από μια μεγάλη χερσόνησο που λέγεται Λισάν (γλώσσα) και ξεκινάει από τη νοτιοανατολική πλευρά. Αυτή η χερσόνησος χωρίζει τώρα τη θάλασσα σε δύο τμήματα, παρότι εξακολουθεί να υπάρχει ένα κανάλι ανάμεσά τους. Το τμήμα που βρίσκεται Ν της Λισάν είναι πολύ ρηχό, ενώ το κύριο μέρος της θάλασσας στα Β φτάνει σε βάθος τα 400 μ. περίπου. Η επιφάνεια του νερού βρίσκεται περίπου 400 μ. κάτω από τη στάθμη της Μεσογείου, γεγονός που καθιστά την Αλμυρή Θάλασσα το χαμηλότερο σημείο της γης.
Η ανατολική όχθη (Β της Λισάν) αποτελείται κυρίως από ψαμμιτικούς κρημνούς που ορθώνονται απότομα μέχρι το οροπέδιο του Μωάβ. Αρκετά φαράγγια, το κυριότερο από τα οποία είναι το φαράγγι του Αρνών, διασχίζουν αυτούς τους άγονους λόφους και καταλήγουν στη θάλασσα όπου εκβάλλουν τα νερά τους. Στα Α και στα Ν αυτής της χερσονήσου βρίσκεται μια πεδιάδα η οποία δέχεται άφθονα νερά από διάφορα ρεύματα. Το νότιο άκρο της θάλασσας είναι ένα επίπεδο αλμυρό έλος. Στη δυτική πλευρά της θάλασσας, οι ασβεστολιθικοί κρημνοί δεν είναι τόσο απότομοι όσο εκείνοι που βρίσκονται στα Α. Αυτοί οι λόφοι του Ιούδα είναι πιο βαθμιδωτοί και επικλινείς, αλλά εντελώς έρημοι, επειδή δεν υπάρχουν μόνιμα ρεύματα που να τους διασχίζουν φτάνοντας μέχρι τη θάλασσα. Η παραλία και οι πλαγιές κοντά στην ακτή επιτρέπουν τα ταξίδια κατά μήκος της δυτικής όχθης. Σε ένα ψηλό οροπέδιο απέναντι από τη Λισάν βρίσκεται η Μασάδα, το φρούριο που οχύρωσε ο Ηρώδης, όπου το 73 Κ.Χ. οι Ρωμαίοι εξουδετέρωσαν τον τελευταίο θύλακα αντίστασης των Ιουδαίων απέναντι στο ρωμαϊκό στρατό. Βορειότερα βρίσκεται η όαση Εν-γαδί. Στο βόρειο άκρο, ο Ιορδάνης εκβάλλει στη θάλασσα, και το γλυκό νερό του αναμειγνύεται με το εξαιρετικά αλμυρό νερό της.
Νερό. Το νερό της θάλασσας είναι μοναδικό από την άποψη ότι είναι περίπου εννιά φορές πιο αλμυρό από το νερό των ωκεανών. Η Αλμυρή Θάλασσα δεν έχει κάποια διέξοδο, γι’ αυτό και το περισσότερο νερό που εισρέει σε αυτήν εξατμίζεται λόγω της έντονης θερμότητας, αφήνοντας πίσω περισσότερα μεταλλικά άλατα. Η συγκέντρωση άλατος είναι τέτοια ώστε τα ψάρια, ακόμη και τα είδη του αλμυρού νερού, δεν μπορούν να ζήσουν. Τα λιγοστά ψάρια που υπάρχουν στο υφάλμυρο νερό, εκεί που το γλυκό νερό αναμειγνύεται με το αλμυρό, πεθαίνουν αν παρασυρθούν στην καθαυτό θάλασσα. Το γεγονός αυτό προσδίδει μεγαλύτερη σημασία στην περιγραφή του Ιεζεκιήλ, σύμφωνα με την οποία ένας χείμαρρος έρρευσε από το ναό του Ιεχωβά “στην ανατολική θάλασσα” και γιάτρεψε το επάνω τμήμα της με αποτέλεσμα να αφθονεί αυτή σε ψάρια, όπως η Μεσόγειος, και να ακμάζει εκεί η αλιεία. (Ιεζ 47:8-10, 18) Η υψηλή πυκνότητα του νερού κάνει τα αντικείμενα να επιπλέουν εύκολα και διατηρεί την επιφάνεια του νερού ήρεμη επειδή δεν δημιουργούνται κυματισμοί από το απαλό αεράκι.
Σόδομα και Γόμορρα. Πιστεύεται γενικά ότι τα Σόδομα και τα Γόμορρα βρίσκονταν κοντά στο νότιο άκρο της Αλμυρής Θάλασσας. Οι βασιλιάδες αυτών των πόλεων ήταν μεταξύ εκείνων που πολέμησαν στην «Κοιλάδα Σιδδίμ, δηλαδή την Αλμυρή Θάλασσα», και η διατύπωση της πρότασης εδώ υποδηλώνει ότι η Κοιλάδα Σιδδίμ κατακλύστηκε από την Αλμυρή Θάλασσα. (Γε 14:3) Η περιοχή των Σοδόμων και των Γομόρρων όπου εγκαταστάθηκε ο Λωτ είχε “άφθονα νερά σαν τον κήπο του Ιεχωβά”. (Γε 13:10-12) Ακόμη και σήμερα, στην πεδιάδα κατά μήκος της νοτιοανατολικής όχθης, η βλάστηση είναι πλούσια και ευδοκιμούν εκεί σιτάρι, κριθάρι, χουρμαδιές και αμπέλια. Οι μεγάλες ποσότητες ασφάλτου και αλατιού, ειδικά σε αυτό το νότιο τμήμα, ταιριάζουν επίσης με τη Βιβλική αφήγηση για τα Σόδομα και τα Γόμορρα.—Γε 14:10· 19:24-26.
[Εικόνα στη σελίδα 169]
Ασβεστολιθικοί κρημνοί στην όχθη της Αλμυρής Θάλασσας
-
-
ΑλμυρίκιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΜΥΡΙΚΙ
[εβρ., ’έσελ].
Το αλμυρίκι αποκτάει διαστάσεις δέντρου ή θάμνου. Μολονότι ο κορμός του είναι ροζιασμένος, τα κλαδιά του μοιάζουν συνήθως με λεπτά ραβδιά και δημιουργούν την εντύπωση ότι το δέντρο έχει φτέρωμα. Τα αειθαλή του φύλλα, που είναι μικροσκοπικά και λεπιοειδή, αναπτύσσονται πολύ κοντά στο κλαδί, με αποτέλεσμα να χάνουν ελάχιστη υγρασία κατά τη διαπνοή. Αυτό δίνει στα αλμυρίκια τη δυνατότητα να φύονται σε περιοχές της ερήμου, ακόμη δε και σε θίνες άμμου. Την άνοιξη το αλμυρίκι σχηματίζει βότρυες από μικροσκοπικά ροζ ή λευκά λουλούδια που προσθέτουν όμορφο χρώμα στις κατά τα άλλα γυμνές εκτάσεις. Τα αλμυρίκια, τα οποία ευδοκιμούν σε αλατούχα εδάφη, φύονται συνήθως πολύ κοντά στον ωκεανό και σε αλμυρά έλη. Τα άφθονα αλμυρίκια που υπάρχουν στις όχθες του Ιορδάνη δημιουργούν πυκνότατες συστάδες οι οποίες αποτελούν τη φυσική κατοικία διαφόρων άγριων ζώων. Στους Βιβλικούς χρόνους, τα αλμυρίκια μπορεί να συγκαταλέγονταν στα δέντρα που σχημάτιζαν «τις υπερήφανες συστάδες κατά μήκος του Ιορδάνη» στις οποίες φώλιαζαν λιοντάρια.—Ιερ 49:19· Ζαχ 11:3.
Μολονότι το αλμυρίκι είναι γενικά κοντό δέντρο, το είδος Tamarix aphylla φτάνει μερικές φορές σε ύψος τα 18 μ. Όπως έχει καταγραφεί, ο Αβραάμ φύτεψε ένα αλμυρίκι στη Βηρ-σαβεέ (Γε 21:33), ο Βασιλιάς Σαούλ καθόταν στον ίσκιο ενός τέτοιου δέντρου στη Γαβαά (1Σα 22:6), τα δε κόκαλα του ίδιου και των γιων του θάφτηκαν κάτω από ένα μεγάλο αλμυρίκι στην Ιαβείς-γαλαάδ.—1Σα 31:13· παράβαλε 1Χρ 10:12, όπου χρησιμοποιείται η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «μεγάλο δέντρο» (’ελάχ).
Ο Δρ Γιόζεφ Βάιτς, εξέχουσα αυθεντία σε θέματα αναδάσωσης στο Ισραήλ, είπε: «Το πρώτο δέντρο που φύτεψε ο Αβραάμ στο χώμα της Βηρσαβεέ ήταν ένα αλμυρίκι. Ακολουθώντας το παράδειγμά του, πριν από τέσσερα χρόνια φυτέψαμε δύο εκατομμύρια αλμυρίκια στην ίδια περιοχή. Ο Αβραάμ είχε δίκιο. Εξακριβώσαμε ότι το αλμυρίκι είναι ένα από τα λίγα δέντρα που ευδοκιμούν στο νότο, όπου το ύψος της ετήσιας βροχόπτωσης είναι μικρότερο από έξι ίντσες [15 εκ.]».—Δε Ρίντερς Ντάιτζεστ (The Reader’s Digest), Μάρτιος 1954, σ. 30.
Ένα άλλο είδος αυτού του δέντρου (ταμάριξ η μαννοφόρος [Tamarix mannifera]), όταν διατρυπάται από κάποιο κοκκοειδές έντομο, εκκρίνει σταγόνες μελιτώδους χυμού, οι οποίες συλλέγονται και σε ορισμένα μέρη πουλιούνται στους προσκυνητές ως «μάννα». Αυτή η ουσία, όμως, δεν έχει καμιά σχέση με το μάννα που χορηγούνταν στον Ισραήλ στην έρημο, εφόσον το αληθινό μάννα αποτελούσε θαυματουργική προμήθεια και συλλεγόταν από το έδαφος.—Εξ 16:13-15.
[Εικόνα στη σελίδα 171]
Τα αλμυρίκια ευδοκιμούν σε πολύ ξερές περιοχές
-
-
ΑλμωδάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΜΩΔΑΔ
(Αλμωδάδ).
Ο πρώτος από τους 13 γιους του Ιοκτάν. Ανήκε στην πέμπτη γενιά μετά τον Σημ και ήταν ανιψιός του Φάλεκ, ο οποίος περιλαμβάνεται στη Μεσσιανική γενεαλογική γραμμή. Ο Αλμωδάδ υπήρξε ο πατέρας μιας από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες, η οποία εγκαταστάθηκε στην Αραβία. (Γε 10:26, 32· 1Χρ 1:20) Σύμφωνα με την αραβική παράδοση, ήταν αρχηγός της φυλής Τζούρχαμ και πατέρας μιας συζύγου του Ισμαήλ.
-
-
ΑλμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΜΩΝ
(Αλμών).
Λευιτική πόλη μέσα στην περιοχή του Βενιαμίν. Παραχωρήθηκε στους γιους του Ααρών τον καιρό του Ιησού του Ναυή και του Ελεάζαρ του ιερέα. (Ιη 21:1, 18) Ονομάζεται Αλεμέθ στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:60. Η αρχαία τοποθεσία βρίσκεται στα ερείπια του χωριού Χίρμπετ Αλμίτ (Χορβάτ Αλμίτ), περίπου 6 χλμ. ΒΑ της Ιερουσαλήμ και περίπου 2 χλμ. ΑΒΑ της Αναθώθ, μιας άλλης Λευιτικής πόλης.
-
-
Αλμών-διβλαθαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΜΩΝ-ΔΙΒΛΑΘΑΪΜ
(Αλμών-διβλαθαΐμ).
Τοποθεσία ανάμεσα στη Διβών-γαδ και στα βουνά της Αβαρίμ όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες το 40ό έτος μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο (1473 Π.Κ.Χ.). Ήταν μια από τις τελευταίες τοποθεσίες όπου στρατοπέδευσαν κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεών τους. (Αρ 33:46, 47) Η θέση της δεν είναι εξακριβωμένη, αλλά μερικοί λόγιοι την ταυτίζουν με το Χίρμπετ Ντελέιλατ ες-Σαρκίγιε, περίπου 16 χλμ. ΒΒΑ της Διβών (Διμπάν). Ενδεχομένως ταυτίζεται με τη Βαιθ-διβλαθαΐμ.—Ιερ 48:22.
-
-
ΆλογοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΟΓΟ
[εβρ. κείμενο, σους· ρέχεβ (άλογα αρμάτων)· ρέχες (ομάδα αλόγων· ταχυδρομικά άλογα)· ελλ. κείμενο, ἵππος].
Όταν ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός αυτού του ζώου, έλεγξε τον Ιώβ, περιέγραψε μερικά από τα βασικά γνωρίσματα του αλόγου: τη μεγάλη του δύναμη, το φρίμασμα που βγαίνει από τα μεγάλα ρουθούνια του, το χτύπημα των ποδιών του καταγής με ανυπομονησία, την έξαψη που νιώθει με την προοπτική της μάχης και την αφοβιά του μπροστά στην κλαγγή των όπλων. (Ιωβ 39:19-25) Από την αρχαιότητα, αυτό το πασίγνωστο ζώο σχετίζεται στενά με τον άνθρωπο, ο οποίος χρησιμοποιεί το χαλινάρι και το μαστίγιο για να το κρατάει υπό έλεγχο.—Ψλ 32:9· Παρ 26:3· Ιακ 3:3.
Πολεμική Χρήση. Εκτός από τη χρήση του από βασιλιάδες, άρχοντες και κυβερνητικούς αξιωματούχους ή για ταχέα συστήματα επικοινωνίας (2Σα 15:1· Εκ 10:7· Εσθ 6:7, 8· 8:14· Ιερ 17:25· 22:4), στην αρχαιότητα το άλογο χρησιμοποιούνταν κυρίως στον πόλεμο.—Παρ 21:31· Ησ 5:28· Ιερ 4:13· 8:16· 46:4, 9.
Εντούτοις, τα άλογα δεν προσφέρονται για πολεμική χρήση σε ορεινά, ανώμαλα εδάφη. (Αμ 6:12) Γι’ αυτό, όταν ο Βασιλιάς Αχαάβ του Ισραήλ νίκησε το στρατό της Συρίας, οι υπηρέτες του Βεν-αδάδ πρόβαλαν ως δικαιολογία το ότι ο Θεός του Ισραήλ ήταν «Θεός των βουνών» και όχι των πεδιάδων, όπου τα άλογα και τα άρματα υπερέχουν. Ωστόσο, ο Ιεχωβά έδωσε τη νίκη στον Ισραήλ ακόμη και στις πεδιάδες.—1Βα 20:23-29.
Το άλογο αποτελούσε τόσο σημαντικό μέρος μιας αποτελεσματικής πολεμικής δύναμης ώστε ακόμη και ο ήχος πολυάριθμων αλόγων και αρμάτων ήταν αρκετός για να ενσπείρει το φόβο και να τρέψει σε άτακτη φυγή έναν στρατό που πίστευε ότι υστερούσε αριθμητικά. (2Βα 7:6, 7) Η στρατιωτική ισχύς της Αιγύπτου, της Ασσυρίας, της Βαβυλωνίας, της Μηδοπερσίας και άλλων εθνών εξαρτόταν κατά πολύ από τα άλογα. (Ησ 31:1, 3· Ιερ 6:22, 23· 50:35, 37, 41, 42· 51:27, 28· Ιεζ 23:5, 6, 23· 26:7, 10, 11· Να 3:1, 2· Αββ 1:6, 8) Σε αρχαία μνημεία υπάρχουν πολλές απεικονίσεις αλόγων που φέρουν χαλινάρια, ηνία, στολίδια στο κεφάλι, υφάσματα σαμαριού και άλλα διακοσμητικά εξαρτήματα.
Ωστόσο, ο εκλεκτός λαός του Θεού στην αρχαιότητα, οι Ισραηλίτες, δεν έπρεπε να είναι σαν τους Αιγυπτίους και άλλα έθνη εκείνης της εποχής, που θεωρούσαν τα άλογα και τα άρματα απαραίτητα για την ασφάλεια και την ανεξαρτησία τους. Στους βασιλιάδες του Ισραήλ απαγορευόταν να συσσωρεύσουν πολλά άλογα. (Δευ 17:15, 16) Αντί να βασίζονται στη στρατιωτική ισχύ, στα άλογα και στα άρματα, οι Ισραηλίτες έπρεπε να αποβλέπουν στον Ιεχωβά για βοήθεια και δεν έπρεπε να φοβηθούν ποτέ τον πολεμικό εξοπλισμό των εχθρών τους.—Δευ 20:1-4· Ψλ 20:7· 33:17· Ωσ 1:7.
Ο Βασιλιάς Δαβίδ του Ισραήλ θυμόταν την απαγόρευση του Ιεχωβά για τη συσσώρευση αλόγων. Όταν νίκησε τον Αδαδέζερ της Ζωβά, ο Δαβίδ θα μπορούσε να προσθέσει πολλά άλογα στο στρατό του, αλλά αντιθέτως κράτησε μόνο όσα έκρινε ότι επαρκούσαν για τις άμεσες ανάγκες του και διέταξε να κόψουν τους τένοντες των υπολοίπων.—2Σα 8:3, 4· 1Χρ 18:3, 4· παράβαλε Ιη 11:6, 9· βλέπε ΚΟΠΗ ΤΩΝ ΤΕΝΟΝΤΩΝ.
Από τον Σολομώντα ως την Επάνοδο από την Εξορία. Εντούτοις, ο γιος και διάδοχος του Δαβίδ, ο Σολομών, άρχισε να συσσωρεύει χιλιάδες άλογα. (1Βα 4:26 [εδώ η φράση «σαράντα χιλιάδες θέσεις σταβλισμού για τα άλογα» πιστεύεται γενικά ότι αποτελεί λανθασμένη αντιγραφή της φράσης «τέσσερις χιλιάδες»]· παράβαλε 2Χρ 9:25.) Ο Βασιλιάς Σολομών λάβαινε άλογα από την Αίγυπτο και από άλλες χώρες (2Χρ 9:28), ενώ τα άλογα συγκαταλέγονταν στα δώρα που έφερναν όσοι επιθυμούσαν να ακούσουν τη σοφία του. (1Βα 10:24, 25· 2Χρ 9:23, 24) Τα άλογα σταβλίζονταν σε ειδικές πόλεις αρμάτων, καθώς και στην Ιερουσαλήμ. (1Βα 9:17-19· 10:26) Το κριθάρι και το άχυρο που αποτελούσαν την τροφή των αλόγων τα προμήθευαν οι περιφερειακοί διαχειριστές που είχαν την ευθύνη να παρέχουν τροφή για το βασιλικό τραπέζι.—1Βα 4:27, 28.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, οι βασιλικοί έμποροι έκαναν αγοραπωλησίες αλόγων και αρμάτων. Η τιμή ενός αλόγου ήταν 150 κομμάτια ασήμι ($330, αν τα κομμάτια ασήμι ήταν σίκλοι), και η τιμή ενός άρματος ήταν 600 κομμάτια ασήμι (περ. $1.320, αν επρόκειτο για σίκλους).—1Βα 10:28, 29· 2Χρ 1:16, 17.
Στα μετέπειτα χρόνια, οι βασιλιάδες του Ιούδα και του Ισραήλ χρησιμοποιούσαν άλογα στον πόλεμο. (1Βα 22:4· 2Βα 3:7) Αναφερόμενος στον Ιούδα, ο προφήτης Ησαΐας δήλωσε ότι η γη ήταν γεμάτη άλογα. (Ησ 2:1, 7) Μολονότι σε διάφορες περιόδους της ιστορίας του Ισραήλ η ξηρασία, η πείνα και οι στρατιωτικές ήττες μείωναν δραστικά τον αριθμό των αλόγων (1Βα 17:1· 18:1, 2, 5· 2Βα 7:13, 14· 13:7· Αμ 4:10), ο λαός εξακολουθούσε να θέτει την εμπιστοσύνη του στα άλογα και να αποβλέπει στην Αίγυπτο για στρατιωτική βοήθεια. (Ησ 30:16· 31:1, 3) Μάλιστα κάποιοι πονηροί βασιλιάδες του Ιούδα αφιέρωσαν ορισμένα άλογα στην παγανιστική ηλιολατρία και τα έφεραν μέσα στον ιερό περίβολο του ναού του Ιεχωβά. (2Βα 23:11) Ο τελευταίος βασιλιάς του Ιούδα, ο Σεδεκίας, στασίασε εναντίον του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας και κατόπιν έστειλε αγγελιοφόρους στην Αίγυπτο ζητώντας άλογα και στρατιωτική βοήθεια. (2Χρ 36:11, 13· Ιεζ 17:15) Ως αποτέλεσμα, σε εκπλήρωση προφητείας, ο Ιούδας εξορίστηκε.—Ιεζ 17:16-21· Ιερ 52:11-14.
Τα άλογα συγκαταλέγονται στα υποζύγια που αναφέρθηκε ότι θα χρησιμοποιούνταν για να μεταφερθεί στην Ιερουσαλήμ ο διασκορπισμένος λαός του Θεού. (Ησ 66:20) Είναι, λοιπόν, αξιοπρόσεκτο ότι στην πρώτη εκπλήρωση των προφητειών αποκατάστασης οι επαναπατριζόμενοι Ιουδαίοι έφεραν μαζί τους 736 άλογα.—Εσδ 2:1, 66· Νε 7:68.
Αλληγορική Χρήση. Στις Γραφές, το άλογο χρησιμοποιείται επανειλημμένα σε αλληγορικές εικόνες. Οι μοιχικοί γιοι της άπιστης Ιερουσαλήμ παρομοιάζονται με «άλογα κυριευμένα από σεξουαλική έξαψη». (Ιερ 5:7, 8) Η άπιστη Ιερουσαλήμ εκπορνεύθηκε με τους ηγέτες των ειδωλολατρικών εθνών, ποθώντας τους όπως οι παλλακίδες που ανήκουν σε άντρες με υπερβολικές σεξουαλικές δυνάμεις, οι οποίοι παρομοιάζονται με αρσενικά άλογα. (Ιεζ 23:20, 21) Η πεισματική, αμετανόητη στάση ενός αποστατικού λαού παραβάλλεται με τον ασυγκράτητο τρόπο με τον οποίο ορμάει το άλογο στη μάχη αδιαφορώντας για τις συνέπειες.—Ιερ 8:6.
Η ιδιαίτερη περιποίηση και ο πλούσιος στολισμός ενός βασιλικού αλόγου χρησιμοποιούνται ως σύμβολο της προσοχής την οποία στρέφει ευνοϊκά ο Ιεχωβά στο μετανοημένο λαό του, κάνοντάς τον σαν νικηφόρο πολεμικό άλογο.—Ζαχ 10:3-6.
Όταν ο Ιεχωβά, μέσω του προφήτη Ιωήλ, προείπε ότι θα ερχόταν οδυνηρή πληγή σε εκείνους που ισχυρίζονταν ότι ήταν λαός του, αλλά ήταν στην πραγματικότητα αποστάτες, περιέγραψε αδηφάγα έντομα που είχαν «την όψη αλόγων». (Ιωλ 2:1-4) Ο απόστολος Ιωάννης είδε σε παρόμοιο όραμα μια μεγάλη πληγή ακρίδων, οι οποίες «έμοιαζαν με άλογα ετοιμασμένα για μάχη».—Απ 9:7.
Ο Ιωάννης είδε, επίσης, στρατεύματα ιππικού που αριθμούσαν δύο μυριάδες μυριάδων (200.000.000) και τα οποία είχαν εξουσιοδοτηθεί να εκτελέσουν τις καταστροφικές κρίσεις του Θεού. Τα άλογα είχαν θανατηφόρα δύναμη τόσο στα κεφάλια τους όσο και στις ουρές τους. Φαίνεται ότι όλα αυτά τα άλογα τελούσαν υπό την κατεύθυνση των τεσσάρων αγγέλων που είχαν δεθεί στον ποταμό Ευφράτη.—Απ 9:14-19.
Το αόρατο ουράνιο οπλοστάσιο του Ιεχωβά συμβολίζεται από πύρινα άλογα και άρματα. (2Βα 2:11, 12) Σε μια περίπτωση, ο Ελισαιέ προσευχήθηκε ζητώντας να ανοιχτούν τα μάτια του τρομοκρατημένου υπηρέτη του προκειμένου να δει ότι «η ορεινή περιοχή ήταν γεμάτη άλογα και πολεμικά άρματα από φωτιά γύρω από τον Ελισαιέ», τα οποία θα τον προστάτευαν από τις δυνάμεις των Συρίων που είχαν περικυκλώσει τον τόπο με σκοπό να τον αιχμαλωτίσουν.—2Βα 6:17.
Αιώνες αργότερα, ο Ζαχαρίας είδε σε όραμα τέσσερα άρματα, το πρώτο με κόκκινα άλογα, το δεύτερο με μαύρα άλογα, το τρίτο με λευκά άλογα και το τέταρτο με πιτσιλωτά, ποικιλόχρωμα άλογα. Αυτά προσδιορίζονται ως «τα τέσσερα πνεύματα των ουρανών».—Ζαχ 6:1-8· βλέπε επίσης Ζαχ 1:8-11.
Η προφητεία του Ζαχαρία σχετικά με εκείνους που εκστρατεύουν εναντίον της Ιερουσαλήμ υποδήλωνε ότι ο Ιεχωβά θα διέσωζε το λαό του και θα κατέστρεφε τον εχθρό και τα άλογά του. (Ζαχ 14:12-15· βλέπε επίσης Ιεζ 38 και 39.) Ένα από τα ευλογητά αποτελέσματα αυτής της ενέργειας θα ήταν ότι το άλογο δεν θα χρησιμοποιούνταν πια στον πόλεμο. Απεναντίας, θα χρησιμοποιούνταν ως όργανο υπηρεσίας για τη δόξα του Θεού, όπως φαίνεται από τα λόγια: «Θα υπάρχει πάνω στα κουδούνια του αλόγου: “Η αγιότητα ανήκει στον Ιεχωβά!”» (Ζαχ 14:20· παράβαλε Εξ 28:36, 37.) Επίσης, η εκκοπή του πολεμικού άρματος και του αλόγου υποδηλώνει αποκατάσταση της ειρήνης.—Ζαχ 9:10.
Στο συμβολικό όραμα του αποστόλου Ιωάννη, ο δοξασμένος Ιησούς Χριστός απεικονίζεται να ιππεύει λευκό άλογο και να συνοδεύεται από στράτευμα, του οποίου όλα τα μέλη κάθονται πάνω σε λευκά άλογα. Αυτό το όραμα αποκαλύφτηκε στον Ιωάννη για να συμβολίσει τη δικαιοσύνη του πολέμου που θα διεξαγάγει ο Χριστός εναντίον όλων των εχθρών εκ μέρους του Θεού και Πατέρα του, του Ιεχωβά. (Απ 19:11, 14) Σε προηγούμενο σημείο, η ανάληψη βασιλικής δράσης από μέρους του Χριστού καθώς και οι επακόλουθες συμφορές συμβολίζονται από διάφορους ιππείς και τα άλογά τους.—Απ 6:2-8.
Για πληροφορίες σχετικά με την Πύλη των Αλόγων, βλέπε ΠΥΛΗ.
-
-
ΑλογόμυγαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΟΓΟΜΥΓΑ
[εβρ., ‛αρόβ].
Επικρατεί κάποια αβεβαιότητα ως προς το συγκεκριμένο έντομο που προσδιορίζεται από την πρωτότυπη εβραϊκή λέξη η οποία εμφανίζεται στις Γραφές σε συνδυασμό με την τέταρτη πληγή εναντίον της Αιγύπτου, την πρώτη πληγή από την οποία διαφυλάχτηκαν οι Ισραηλίτες στη Γεσέν. (Εξ 8:21, 22, 24, 29, 31· Ψλ 78:45· 105:31) Η λέξη ‛αρόβ έχει αποδοθεί με διάφορους τρόπους: «αλογόμυγα» (JB, Ro, ΜΝΚ), «σκαθάρι» (Yg), «μύγες» (AS, KJ, ΛΧ, ΜΠΚ), «σκνίπες» (AT) και «κυνόμυια» (Ο΄, ΒΑΜ).
Ο όρος «αλογόμυγα» περιλαμβάνει τα διάφορα είδη τάβανων και οίστρων. Οι θηλυκοί τάβανοι διατρυπούν το δέρμα ζώων, αλλά και ανθρώπων, και ρουφούν το αίμα τους. Όταν βρίσκονται στο στάδιο της προνύμφης, οι οίστροι παρασιτούν στα σώματα ζώων και ανθρώπων. Αυτοί που προσβάλλουν τους ανθρώπους συναντώνται στις τροπικές περιοχές. Επομένως, η πληγή με τις αλογόμυγες πρέπει να επέφερε μεγάλα δεινά στους Αιγυπτίους και στα ζώα τους, σε ορισμένες δε περιπτώσεις, ακόμη και θάνατο.
-
-
ΑλόηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΟΗ
[εβρ. κείμενο, ’αχαλίμ (πληθυντικός) και ’αχαλώθ (πληθυντικός)· ελλ. κείμενο, ἀλόη].
Ονομασία ποικιλίας δέντρου το οποίο περιέχει μια εύοσμη ουσία που χρησιμοποιούνταν ως άρωμα στους Βιβλικούς χρόνους. (Ψλ 45:8· Παρ 7:17· Ασμ 4:14) Οι περισσότεροι σχολιαστές θεωρούν ότι το δέντρο της αλόης που αναφέρεται στην Αγία Γραφή είναι η ακουιλαρία η αγάλλοχος (Aquilaria agallocha), μερικές φορές γνωστή και με το όνομα αετόξυλο, η οποία συναντάται τώρα κυρίως στην Ινδία και σε γειτονικές περιοχές. Το δέντρο είναι μεγάλο, έχει απλωτά κλαδιά και μερικές φορές φτάνει σε ύψος τα 30 μ. Ο εσωτερικός πυρήνας του κορμού και των κλαδιών είναι διαποτισμένος με ρητίνη και με εύοσμο έλαιο από το οποίο παράγεται το περιζήτητο άρωμα. Επειδή αυτό το ξύλο προφανώς αναδίδει τη μεγαλύτερη ευωδιά όταν αποσυντίθεται, μερικές φορές το θάβουν στο έδαφος για να επιταχύνουν τη διαδικασία της αποσύνθεσης. Κατόπιν το κονιορτοποιούν και το διαθέτουν στο εμπόριο με το όνομα «αλόη».
Ο προφήτης Βαλαάμ είπε ότι οι σκηνές του Ισραήλ ήταν «σαν φυτά αλόης που φύτεψε ο Ιεχωβά, σαν κέδροι κοντά στα νερά», κάτι που μπορεί να παραπέμπει στο απλωτό σχήμα των κλαδιών αυτών των ψηλών δέντρων, καθώς μια συστάδα δέντρων αλόης μοιάζει με καταυλισμό σκηνών. (Αρ 24:6) Εντούτοις, το συγκεκριμένο εδάφιο έχει προκαλέσει συζητήσεις, επειδή στην Παλαιστίνη δεν υπάρχουν δέντρα του είδους ακουιλαρία η αγάλλοχος. Φυσικά, η σημερινή απουσία αυτών των δέντρων από την εν λόγω γη δεν αποδεικνύει κατ’ ανάγκην ότι δεν υπήρχαν εκεί ούτε πριν από σχεδόν 3.500 χρόνια. Εξάλλου, η αναφορά του Βαλαάμ στα δέντρα της αλόης δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε ότι αυτά φύονταν σε εκείνη ακριβώς την περιοχή όπου μιλούσε. Αν οι «κέδροι» για τους οποίους γίνεται λόγος αμέσως μετά στο εδάφιο ήταν κέδροι του Λιβάνου, τότε επρόκειτο για δέντρα που φύονταν εκτός εκείνης της περιοχής, πράγμα το οποίο θα μπορούσε να ισχύει και για τα δέντρα της αλόης. Τα άλλα εδάφια που μνημονεύουν την αλόη αναφέρονται μόνο στις αρωματικές της ιδιότητες και δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να εισαγόταν από ξένες χώρες.
Μετά το θάνατο του Χριστού Ιησού, ο Νικόδημος έφερε «έναν ρόλο από σμύρνα και αλόη» ο οποίος ζύγιζε περίπου 100 ρωμαϊκές λίτρες (33 κιλά), προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στην ετοιμασία του σώματος του Ιησού για την ταφή. (Ιωα 19:39) Το χρηματικό ποσό που ξόδεψε ο Νικόδημος για τη συνεισφορά του αυτή πρέπει να ήταν σημαντικό, μολονότι δεν αναφέρεται πόση σμύρνα—υλικό πιο φτηνό—αναλογούσε στις 100 λίτρες. Αν και μερικοί εφαρμόζουν τον όρο «αλόη» αυτού του εδαφίου στο φυτό της οικογένειας Λιλιίδες το οποίο φέρει σήμερα τη βοτανική ονομασία αλόη η γνησία (Aloe vera), το προϊόν αυτού του φυτού (ένα παχύρρευστο υγρό από τα φύλλα) χρησιμοποιείται, όχι για το άρωμά του, αλλά ως καθαρτικό, καθώς και για άλλους φαρμακευτικούς σκοπούς. Η αλόη που έφερε ο Νικόδημος πιθανώς ήταν το ίδιο προϊόν του ξύλου της αλόης που αναφέρεται στις Εβραϊκές Γραφές.
-
-
ΑλούςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΟΥΣ
(Αλούς).
Τοποθεσία στη Χερσόνησο του Σινά, ανάμεσα στη Δοφκά και στη Ρεφιδίμ, όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες. Η θέση της δεν είναι γνωστή.—Αρ 33:13, 14.
-
-
Αλυσιδάκι ΑστραγάλουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΥΣΙΔΑΚΙ ΑΣΤΡΑΓΑΛΟΥ
Βλέπε ΠΕΡΙΣΦΥΡΙΟ.
-
-
ΑλυσίδεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΥΣΙΔΕΣ
Βλέπε ΔΕΣΜΟΣ, ΔΕΣΜΑ.
-
-
ΑλφάδιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΦΑΔΙ
Όργανο που χρησιμοποιείται για να διασφαλιστεί η οριζοντιότητα μιας επιφάνειας ή ο σχηματισμός ορθής γωνίας αυτής της επιφάνειας με το νήμα της στάθμης. Το «αλφάδι» (εβρ., μισκέλεθ ή μισκόλεθ) το χρησιμοποιούσαν οι ξυλουργοί, οι λιθοδόμοι και άλλοι τεχνίτες των αρχαίων χρόνων για να επιτύχουν ακρίβεια στον οριζόντιο άξονα όταν έχτιζαν τείχη και διάφορα οικοδομήματα, ενώ τη στάθμη τη χρησιμοποιούσαν για να διασφαλίσουν ακρίβεια στον κατακόρυφο άξονα. Οι Αιγύπτιοι χτίστες φαίνεται ότι χρησιμοποιούσαν ένα αλφάδι σχήματος «Α», από την κορυφή του οποίου κρεμόταν ένα κοντό νήμα της στάθμης. Προφανώς όταν το αναρτημένο νήμα συνέπιπτε με ένα σημάδι στο κέντρο της οριζόντιας ράβδου, αυτό έδειχνε ότι η επιφάνεια στην οποία ήταν τοποθετημένο ήταν επίπεδη. Οι Γραφές, ωστόσο, δεν περιγράφουν πώς ήταν τα αλφάδια, και αναφέρονται σε αυτό το όργανο μόνο συμβολικά.
Το αλφάδι μπορεί να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να οικοδομηθεί ένα κτίριο σωστά ή να διαπιστωθεί αν είναι κατάλληλο προς διατήρηση. Ο Ιεχωβά προείπε ότι επρόκειτο να χρησιμοποιήσει για την αχαλίνωτη Ιερουσαλήμ «το μετρικό σχοινί που χρησιμοποιήθηκε για τη Σαμάρεια, καθώς και το αλφάδι που χρησιμοποιήθηκε για τον οίκο του Αχαάβ». Ο Θεός είχε μετρήσει τη Σαμάρεια και τον οίκο του Βασιλιά Αχαάβ και είχε διαπιστώσει ότι ήταν ηθικά κακοί ή στρεβλοί, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή τους. Παρόμοια, ο Θεός επρόκειτο να κρίνει την Ιερουσαλήμ και τους άρχοντές της, εκθέτοντας την πονηρία τους και επιφέροντας καταστροφή στην πόλη. Αυτά τα γεγονότα συνέβησαν τελικά το 607 Π.Κ.Χ. (2Βα 21:10-13· 10:11) Μέσω του Ησαΐα οι διάφοροι πονηροί κομπαστές και οι άρχοντες του λαού στην Ιερουσαλήμ είχαν πληροφορηθεί την επερχόμενη συμφορά και τη διακήρυξη του Ιεχωβά: «Θα κάνω την κρίση μετρικό σχοινί και τη δικαιοσύνη αλφάδι». Οι κανόνες της αληθινής κρίσης και της γνήσιας δικαιοσύνης θα αποκάλυπταν ποιοι ήταν πράγματι υπηρέτες του Θεού και ποιοι όχι, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα είτε διαφύλαξη είτε καταστροφή.—Ησ 28:14-19.
-
-
ΑλφαίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΦΑΙΟΣ
(Αλφαίος).
1. Πατέρας του αποστόλου Ματθαίου Λευί, του εισπράκτορα φόρων.—Ματ 9:9· Μαρ 2:14.
2. Πατέρας του Ιακώβου του Μικρού, ο οποίος αναφέρεται 9ος μεταξύ των 12 αποστόλων. (Ματ 10:3· Μαρ 3:18· Λου 6:15· Πρ 1:13) Κοινή πεποίθηση πολλών λογίων, η οποία υποστηρίζεται από την παράδοση, είναι ότι ο Αλφαίος ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Κλωπά (Ιωα 19:25), άρα και σύζυγος “της άλλης Μαρίας”. (Ματ 27:56· 28:1· Μαρ 15:40· 16:1· Λου 24:10) Κάποια παραλλαγή στην προφορά της πρωτότυπης λέξης ή η εκδοχή να είχε το άτομο αυτό δύο ονόματα, πράγμα συνηθισμένο εκείνον τον καιρό, θα μπορούσε να αποτελεί την εξήγηση για αυτή τη διαφορά.
-
-
Άλφα και ΩμέγαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΦΑ ΚΑΙ ΩΜΕΓΑ
Το πρώτο και το τελευταίο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου τα οποία χρησιμοποιούνται ως τίτλος τρεις φορές στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Ωστόσο, η επιπρόσθετη χρήση αυτής της φράσης στην απόδοση του εδαφίου Αποκάλυψη 1:11 σύμφωνα με τη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου (βλέπε επίσης ΒΑΜ) δεν βρίσκει υποστήριξη σε ορισμένα από τα παλαιότερα ελληνικά χειρόγραφα, μεταξύ των οποίων και ο Αλεξανδρινός Κώδικας, ο Σιναϊτικός Κώδικας και ο παλίμψηστος Κώδικας του Εφραίμ. Ως εκ τούτου, αυτή η φράση παραλείπεται σε πολλές σύγχρονες μεταφράσεις.
Ενώ πολλοί σχολιαστές εφαρμόζουν αυτόν τον τίτλο τόσο στον Θεό όσο και στον Χριστό, μια προσεκτικότερη εξέταση της χρήσης του κάνει φανερό ότι η εφαρμογή του περιορίζεται στον Ιεχωβά Θεό. Το πρώτο εδάφιο της Αποκάλυψης δείχνει ότι η αποκάλυψη δόθηκε αρχικά από τον Θεό και μέσω του Ιησού Χριστού, οπότε μιλάει άλλοτε ο ίδιος ο Θεός (μέσω αγγελικού εκπροσώπου) και άλλοτε ο Χριστός Ιησούς. (Απ 22:8) Συνεπώς, το εδάφιο Αποκάλυψη 1:8 (RS) αναφέρει: «“Εγώ είμαι το Άλφα και το Ωμέγα”, λέει ο Κύριος ο Θεός [«Ιεχωβά Θεός», ΜΝΚ], που είναι και που ήταν και που πρόκειται να έρθει, ο Παντοδύναμος». (Βλέπε επίσης ΚΔΤΚ.) Μολονότι το προηγούμενο εδάφιο μιλάει για τον Χριστό Ιησού, είναι σαφές ότι στο εδάφιο 8 ο τίτλος εφαρμόζεται στον “Παντοδύναμο” Θεό. Σχετικά με αυτό, το σύγγραμμα Παρατηρήσεις του Μπαρνς για την Καινή Διαθήκη ([Barnes’ Notes on the New Testament] 1974) επισημαίνει: «Δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι ο συγγραφέας ήθελε να αναφερθεί συγκεκριμένα στον Κύριο Ιησού εδώ . . . Επίσης, δεν είναι ουσιαστικά άτοπο να υποθέσουμε ότι ο συγγραφέας ήθελε εδώ να αναφερθεί στον Θεό με αυτόν τον τρόπο».
Ο τίτλος αυτός εμφανίζεται και πάλι στο εδάφιο Αποκάλυψη 21:6, και το επόμενο εδάφιο προσδιορίζει ποιος είναι αυτός που μιλάει, λέγοντας: «Όποιος νικάει θα τα κληρονομήσει αυτά, και εγώ θα είμαι Θεός του και αυτός θα είναι γιος μου». Εφόσον ο Ιησούς αποκάλεσε όσους είναι συγκληρονόμοι με αυτόν στη Βασιλεία του «αδελφούς» και όχι «γιους», αυτός που μιλάει πρέπει να είναι ο ουράνιος Πατέρας του Ιησού, ο Ιεχωβά Θεός.—Ματ 25:40· παράβαλε Εβρ 2:10-12.
Η τελευταία περίπτωση στην οποία εμφανίζεται αυτός ο τίτλος είναι στο εδάφιο Αποκάλυψη 22:13, το οποίο δηλώνει: «Εγώ είμαι το Άλφα και το Ωμέγα, ο πρώτος και ο τελευταίος, η αρχή και το τέλος». Είναι προφανές ότι σε αυτό το κεφάλαιο της Αποκάλυψης παρουσιάζονται να μιλούν αρκετά πρόσωπα: τα εδάφια 8 και 9 δείχνουν ότι ο άγγελος μίλησε στον Ιωάννη, το εδάφιο 16 εφαρμόζεται σαφώς στον Ιησού, το πρώτο μέρος του εδαφίου 17 αποδίδεται στο “πνεύμα και στη νύφη”, ενώ αυτός που μιλάει στο τελευταίο μέρος του εδαφίου 20 είναι καταφανώς ο ίδιος ο Ιωάννης. Επομένως, «το Άλφα και το Ωμέγα» των εδαφίων 12-15 μπορεί εύλογα να ταυτιστεί με το ίδιο πρόσωπο που φέρει αυτόν τον τίτλο και στις άλλες δύο περιπτώσεις, δηλαδή τον Ιεχωβά Θεό. Η φράση «Δες! Έρχομαι γρήγορα» του εδαφίου 12 δεν συνεπάγεται ότι τα προαναφερόμενα εδάφια εφαρμόζονται στον Ιησού, εφόσον και ο Θεός αναφέρει ότι «εξέρχεται» για να εκτελέσει κρίση. (Παράβαλε Ησ 26:21.) Τα εδάφια Μαλαχίας 3:1-6 λένε ότι ο Ιεχωβά και ο “αγγελιοφόρος του της διαθήκης” έρχονται από κοινού για κρίση.
Ο τίτλος «το Άλφα και το Ωμέγα» μεταδίδει την ίδια έννοια με τις φράσεις «ο πρώτος και ο τελευταίος» και «η αρχή και το τέλος», όταν αυτοί οι όροι χρησιμοποιούνται αναφορικά με τον Ιεχωβά. Πριν από αυτόν δεν υπήρχε Παντοδύναμος Θεός, ούτε και θα υπάρξει κανείς έπειτα από αυτόν. Αυτός θα φέρει αίσια έκβαση στο ζήτημα της Θειότητας, έχοντας δικαιωθεί για πάντα ως ο ένας και μοναδικός Παντοδύναμος Θεός.—Παράβαλε Ησ 44:6.
-
-
ΑλώνισμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΛΩΝΙΣΜΑ
Η διαδικασία αποχωρισμού των σπόρων από το στέλεχος και το περίβλημά τους. Αν αυτοί που σταχυολογούσαν είχαν να αλωνίσουν μικρή ποσότητα ή αν οι σπόροι είχαν μικρό μέγεθος, όπως συμβαίνει με το κύμινο, ή αν το αλώνισμα γινόταν μυστικά στη διάρκεια επικίνδυνων καιρών, χρησιμοποιούσαν ένα ραβδί ή έναν αρθρωτό κόπανο για να χτυπούν τα στάχυα με το χέρι, είτε στο έδαφος είτε σε κάποιο πατητήρι.—Κρ 6:11· Ρθ 2:17· Ησ 28:27.
Ωστόσο, το αλώνι ήταν το μέρος όπου γινόταν φυσιολογικά η διαδικασία του αλωνίσματος. Το αλώνι, που συνήθως βρισκόταν πάνω σε ύψωμα όπου φυσούσαν άνεμοι, ήταν μια επίπεδη κυκλική επιφάνεια με διάμετρο μέχρι 15 μ., είτε από πέτρα είτε από πατημένο χώμα. Μη ιδιόκτητα αλώνια βρίσκονταν συνήθως συγκεντρωμένα κοντά σε κάποιο χωριό για κοινή χρήση. Τα δεμάτια με το κριθάρι ή το σιτάρι, τα κύρια δημητριακά της Παλαιστίνης, απλώνονταν στο αλώνι (σήμερα συνήθως απλώνουν τα δεμάτια σχηματίζοντας ένα στρώμα πάχους 30 ως 46 εκ.). Το πάτημα από τους ταύρους ή άλλα ζώα, καθώς αυτά διέγραφαν συνέχεια κύκλους πάνω στο αλώνι, έσπαζε σταδιακά τα στάχυα και ελευθέρωνε το σπόρο από το περίβλημα. Τα ζώα δεν ήταν φιμωμένα ενόσω πατούσαν τα στάχυα.—Δευ 25:4· Ωσ 10:11· 1Κο 9:9, 10.
Διάφορα αλωνιστικά εργαλεία που τα έσερναν ζώα επιτάχυναν την εργασία και ήταν πιο αποτελεσματικά από ό,τι οι οπλές των ζώων μόνες τους. (Ησ 41:15· Αμ 1:3) Ορισμένοι τύποι τέτοιων εργαλείων που χρησιμοποιούνταν σε πιο σύγχρονους καιρούς περιλαμβάνουν είτε φαρδιές, επίπεδες και βαριές σβάρνες, στην κάτω πλευρά των οποίων υπάρχουν κοφτερά δόντια από πέτρα ή σίδερο, είτε πλαίσια που σέρνουν βαρείς κυλίνδρους, εφοδιασμένους με λεπίδες για να κόβουν και να σπάζουν τα στελέχη των σπόρων. Οι σβάρνες και οι κύλινδροι κάλυπταν με κάθε γύρο άλλο ένα κομμάτι από θερισμένα σιτηρά, ενώ το επιπρόσθετο βάρος του χειριστή, ο οποίος βρισκόταν από πάνω, αύξανε την αποτελεσματικότητα.—Παράβαλε Ησ 28:28.
Αφού τα στάχυα αλωνίζονταν καλά και αναποδογυρίζονταν αρκετές φορές στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, κατόπιν λιχνίζονταν.—Βλέπε ΛΙΧΝΙΣΜΑ.
Επειδή τα αλώνια ήταν ανοιχτοί, επίπεδοι χώροι, χρησιμοποιούνταν συχνά και για άλλους σκοπούς. Οι τελετές πένθους για τον Ιακώβ έλαβαν χώρα στο αλώνι του Ατάδ, κοντά στον Ιορδάνη. (Γε 50:10, 11) Κατόπιν υπόδειξης του Ιεχωβά, ο Δαβίδ αγόρασε το αλώνι του Ορνά(ν), έχτισε εκεί ένα θυσιαστήριο και πρόσφερε θυσία στον Ιεχωβά. (2Σα 24:16-25· 1Χρ 21:15-28) Αργότερα σε αυτό το αλώνι χτίστηκε ο ναός του Σολομώντα. (2Χρ 3:1) Όταν ο Ιωσαφάτ και ο Αχαάβ έκαναν σύσκεψη για να αποφασίσουν αν θα πολεμούσαν εναντίον της Συρίας, οι θρόνοι τους στήθηκαν σε ένα αλώνι που βρισκόταν στην είσοδο της πύλης της Σαμάρειας.—1Βα 22:10.
Μεταφορική Χρήση. Με μεταφορική έννοια, η διεργασία την οποία υφίστανται τα στελέχη των σιτηρών στο αλώνι είναι πολύ κατάλληλο σύμβολο του τρόπου με τον οποίο θα νικηθούν και θα κομματιαστούν οι εχθροί του Ιεχωβά. (Ησ 41:15· Ιερ 51:33· Μιχ 4:12, 13· Αββ 3:12) Το αλώνισμα εξεικονίζει επίσης την κατασυντριβή που επιφέρουν μερικές φορές οι άνθρωποι σε άλλους. (2Βα 13:7) Ακόμη, ο διαχωρισμός του σιταριού από το άχυρο μπορεί να αντιπροσωπεύει το διαχωρισμό των δικαίων από τους πονηρούς μέσω της κρίσης του Ιεχωβά. (Ματ 3:12) Με μια διαφορετική έννοια, το παρατεταμένο και πλούσιο αλώνισμα είναι σημείο ευημερίας και ευλογίας από τον Ιεχωβά.—Λευ 26:5· Ιωλ 2:24.
-
-
ΑμάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΔ
(Αμάδ).
Πόλη της εύφορης παράκτιας πεδιάδας Β της οροσειράς του Καρμήλου, η οποία είχε παραχωρηθεί στη φυλή του Ασήρ. (Ιη 19:26) Παρότι υπάρχουν αρκετά ερείπια σε αυτή την περιοχή, η οποία ονομάζεται Αμούντ, η ακριβής θέση αυτής της πόλης δεν είναι γνωστή.
-
-
ΑμαδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΔΑΝ
(Αμαδάν) [Επιθυμητός].
Ένας από τους γιους του Δησών, ο οποίος ήταν γιος του Σηείρ του Χορίτη. (Γε 36:20, 21, 26) Οι Χορίτες ήταν οι αρχικοί κάτοικοι των ορεινών περιοχών του Σηείρ μέχρι τότε που τους εκδίωξαν οι απόγονοι του Ησαύ. (Δευ 2:12, 21, 22) Στο εδάφιο 1 Χρονικών 1:41, αυτό το όνομα αποδίδεται με διάφορους τρόπους, όπως «Αμαδάν» (ΜΝΚ), «Αμράν» (ΒΑΜ, ΦΙΛ), «Χαμράν» (ΜΠΚ) και «Αμράμ» (KJ).
-
-
ΑμαζίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΖΙΑΣ
(Αμαζίας) [Ο Ιεχωβά Είναι Ισχυρός].
1. Λευίτης από την οικογένεια του Μεραρί, γιος του Χελκία και πατέρας του Ασαβία. Ένας από τους απογόνους του ήταν μεταξύ εκείνων που διηύθυναν την υμνωδία μπροστά στη σκηνή της μαρτυρίας, την εποχή του Δαβίδ.—1Χρ 6:31, 32, 45.
2. Βασιλιάς του Ιούδα ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο το 858 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 25 ετών και κυβέρνησε επί 29 χρόνια, μετά τη δολοφονία του πατέρα του, του Ιωάς. Η μητέρα του λεγόταν Ιωαδδίν (Ιωαδδάν) και η σύζυγός του Ιεχολία. (2Βα 14:1, 2· 15:2· 2Χρ 25:1· 26:3) Όταν σταθεροποιήθηκε η βασιλεία στο χέρι του, εκτέλεσε εκείνους που είχαν δολοφονήσει τον πατέρα του, αλλά υπάκουσε στο νόμο του Μωυσή που έλεγε ότι δεν έπρεπε να τιμωρήσει τους γιους τους. (2Βα 14:5, 6· Δευ 24:16) Η βασιλεία του χαρακτηρίστηκε από κάποιον ενθουσιασμό για την αληθινή λατρεία, όχι όμως με «πλήρη καρδιά», ενώ συνοδεύτηκε και από σοβαρές ελλείψεις οι οποίες έφεραν συμφορές τόσο στον ίδιο όσο και στο έθνος του Ιούδα. Το υπόμνημα της διακυβέρνησής του ασχολείται κυρίως με δύο πολεμικές εκστρατείες.—2Χρ 25:2.
Αρχικά ο Αμαζίας είχε επιτυχία σε έναν πόλεμο εναντίον του Εδώμ, ή αλλιώς Σηείρ, χρησιμοποιώντας μια δύναμη 300.000 αντρών από τον Ιούδα και τον Βενιαμίν. Προσέλαβε επίσης 100.000 μισθοφόρους από τον Ισραήλ, αλλά ακολουθώντας τη συμβουλή κάποιου ανθρώπου του Θεού τούς έδωσε την αμοιβή τους και τους έστειλε πίσω στον τόπο τους. Ο Ιεχωβά χάρισε στον Αμαζία μια συντριπτική νίκη στην Κοιλάδα του Αλατιού, με αποτέλεσμα να θανατώσει ο Αμαζίας 20.000 άντρες του εχθρού και να καταλάβει τη Σελά, την οποία μετονόμασε σε Ιοκθεήλ. Ωστόσο, ο Αμαζίας πήρε μαζί του τους θεούς του Σηείρ και άρχισε να τους λατρεύει, κάτι που έκανε το θυμό του Ιεχωβά να ανάψει εναντίον του: «Γιατί αναζήτησες τους θεούς του λαού, οι οποίοι δεν ελευθέρωσαν το δικό τους λαό από το χέρι σου;» Το μόνο που έκανε ο Αμαζίας ήταν να επιτείνει περισσότερο το κακό που είχε διαπράξει με το να διατάξει τον προφήτη του Ιεχωβά να σιωπήσει.—2Βα 14:7· 2Χρ 25:5-16.
Η δεύτερη εκστρατεία του Αμαζία ήταν τραγική από την αρχή ως το τέλος. Οι 100.000 Ισραηλίτες που είχαν σταλεί πίσω έκαναν επιδρομές σε διάφορες πόλεις του Ιούδα όταν επέστρεψαν στο βορρά. Ίσως αυτό να ήταν που εξώθησε τον Αμαζία να προκαλέσει ανόητα τον Ιωάς, το βασιλιά του ισχυρού βόρειου βασιλείου, με τα λόγια: «Έλα. Ας δούμε ο ένας τον άλλον κατά πρόσωπο». Ο Ιωάς αποκρίθηκε ως εξής: Πόσο ανόητο είναι να τα βάλει μια αγκαθιά με έναν πελώριο κέδρο, μόνο και μόνο για να ποδοπατηθεί από ένα θηρίο! Ο Αμαζίας δεν τον άκουσε—φαίνεται ότι είχε φουσκώσει από υπερηφάνεια λόγω της πρόσφατης νίκης του, ενώ ο Ιεχωβά τον είχε καταδικάσει σε ήττα εξαιτίας της ειδωλολατρίας του. Η μάχη έλαβε χώρα στη Βαιθ-σεμές. Ο Ιούδας τράπηκε σε φυγή, ο Αμαζίας αιχμαλωτίστηκε, το τείχος της Ιερουσαλήμ υπέστη ρήγμα περίπου 178 μ., ενώ ένα μεγάλο μέρος των θησαυρών του ναού μαζί με πολλούς ομήρους οδηγήθηκαν στη Σαμάρεια.—2Βα 14:8-14· 2Χρ 25:13, 17-24.
Αφότου ο Αμαζίας απομακρύνθηκε από τη λατρεία του Ιεχωβά, οργανώθηκε μια συνωμοσία εναντίον του η οποία τελικά τον ανάγκασε να καταφύγει στη Λαχείς. Εκεί οι συνωμότες τον θανάτωσαν. Τον διαδέχθηκε ο 16χρονος γιος του ο Αζαρίας (Οζίας).—2Βα 14:17-21· 2Χρ 25:25-28.
3. Ιερέας της μοσχολατρίας στη Βαιθήλ ο οποίος κατηγόρησε τον προφήτη Αμώς στον Ιεροβοάμ Β΄ ότι ήταν στασιαστής. Προσπάθησε ο ίδιος προσωπικά να εκφοβίσει τον Αμώς ώστε να επιστρέψει στον Ιούδα. Ο προφήτης, όμως, έμεινε σταθερός λέγοντας στον Αμαζία ότι η σύζυγός του θα γινόταν πόρνη, ότι τα παιδιά του θα έπεφταν από σπαθί και ότι ο ίδιος ο Αμαζίας θα πέθαινε σε ακάθαρτη γη.—Αμ 7:10-17.
4. Πατέρας του Ιωσά από τη φυλή του Συμεών. Ο Ιωσά ήταν ένας από τους αρχηγούς που συγκαταλέχθηκαν σε εκείνους οι οποίοι, στις ημέρες του Εζεκία, απάλλαξαν την κοιλάδα κοντά στη Γεδώρ από τους Μεουνίμ και από τους Χαμίτες οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί εκεί.—1Χρ 4:24, 34, 38-41.
-
-
ΑμαθαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΘΑΪ
(Αμαθαΐ).
Πατέρας του προφήτη Ιωνά από τη Γαθ-χεφέρ του Ζαβουλών.—2Βα 14:25· Ιων 1:1.
-
-
Αμαλήκ, ΑμαληκίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΛΗΚ
(Αμαλήκ), ΑΜΑΛΗΚΙΤΕΣ (Αμαληκίτες).
Γιος του Ελιφάς, του πρωτοτόκου του Ησαύ, από την παλλακίδα του τη Θιμνά. (Γε 36:12, 16) Ο Αμαλήκ, εγγονός του Ησαύ, ήταν ένας από τους σεΐχηδες του Εδώμ. (Γε 36:15, 16) Το όνομα του Αμαλήκ προσδιόριζε επίσης τη φυλή που σχημάτισαν οι απόγονοί του.—Δευ 25:17· Κρ 7:12· 1Σα 15:2.
Η άποψη μερικών ότι οι Αμαληκίτες είχαν πολύ παλιότερη προέλευση και δεν ήταν απόγονοι του Αμαλήκ, εγγονού του Ησαύ, δεν έχει στερεή, αδιαμφισβήτητη βάση. Η αντίληψη ότι οι Αμαληκίτες προϋπήρχαν του Αμαλήκ βασίζεται στα παροιμιώδη λόγια του Βαλαάμ: «Ο Αμαλήκ ήταν το πρώτο από τα έθνη, αλλά το τέλος του έπειτα θα σημάνει και τον αφανισμό του». (Αρ 24:20) Ωστόσο, ο Βαλαάμ δεν αναφερόταν εδώ στη γενικότερη ιστορία και στην προέλευση των εθνών εφτά ή οχτώ αιώνες πρωτύτερα. Αναφερόταν μόνο σε ιστορικά γεγονότα που αφορούσαν τους Ισραηλίτες, τους οποίους είχε μισθωθεί να καταραστεί και οι οποίοι ετοιμάζονταν να μπουν στην Υποσχεμένη Γη. Έτσι λοιπόν, αφού κατονομάζει τον Μωάβ, τον Εδώμ και τον Σηείρ ως αντιπάλους του Ισραήλ, ο Βαλαάμ διακηρύττει ότι οι Αμαληκίτες ήταν στην πραγματικότητα «το πρώτο από τα έθνη» που εγέρθηκαν εναντίον των Ισραηλιτών κατά την έξοδό τους από την Αίγυπτο προς την Παλαιστίνη, και γι’ αυτόν το λόγο, το τέλος του Αμαλήκ «θα σημάνει και τον αφανισμό του».
Επομένως, όταν ο Μωυσής, αφηγούμενος γεγονότα των ημερών του Αβραάμ τα οποία συνέβησαν προτού γεννηθεί ο Αμαλήκ, μίλησε για «ολόκληρη την περιοχή των Αμαληκιτών», προφανώς περιέγραψε την περιοχή όπως την εννοούσαν οι άνθρωποι της δικής του εποχής, και δεν υπαινισσόταν ότι οι Αμαληκίτες προϋπήρχαν του Αμαλήκ. (Γε 14:7) Το κέντρο αυτής της επικράτειας των Αμαληκιτών βρισκόταν Β της Κάδης-βαρνή στην έρημο Νεγκέμπ, στο νότιο τμήμα της Παλαιστίνης, ενώ οι δευτερεύοντες καταυλισμοί τους εκτείνονταν μέχρι τη Χερσόνησο του Σινά και τη βόρεια Αραβία. (1Σα 15:7) Κάποια εποχή η σφαίρα επιρροής τους μπορεί να έφτανε μέχρι τους λόφους του Εφραΐμ.—Κρ 12:15.
Οι Αμαληκίτες ήταν «το πρώτο από τα έθνη» το οποίο εξαπέλυσε απρόκλητη επίθεση εναντίον των Ισραηλιτών μετά την Έξοδο, στη Ρεφιδίμ κοντά στο Όρος Σινά. Ως αποτέλεσμα, ο Ιεχωβά αποφάνθηκε ότι οι Αμαληκίτες επρόκειτο να εξαλειφθούν πλήρως. (Αρ 24:20· Εξ 17:8-16· Δευ 25:17-19) Έναν χρόνο αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες προσπάθησαν να μπουν στην Υποσχεμένη Γη ενεργώντας αντίθετα από το λόγο του Ιεχωβά, οι Αμαληκίτες τούς απώθησαν. (Αρ 14:41-45) Δύο φορές στις ημέρες των Κριτών, αυτοί οι πολέμιοι του Ισραήλ ενώθηκαν με άλλους και επιτέθηκαν εναντίον του Ισραήλ. Αυτό το έκαναν στις ημέρες του Εγλών, βασιλιά του Μωάβ. (Κρ 3:12, 13) Και πάλι, μαζί με τους Μαδιανίτες και τους κατοίκους της Ανατολής, λεηλατούσαν τη γη του Ισραήλ επί εφτά χρόνια, προτού ο Γεδεών και οι 300 άντρες του τους νικήσουν ολοκληρωτικά.—Κρ 6:1-3, 33· 7:12· 10:12.
Λόγω αυτού του επίμονου μίσους, στην περίοδο των βασιλιάδων ο Ιεχωβά “ζήτησε λογαριασμό” από τους Αμαληκίτες, διατάζοντας τον Βασιλιά Σαούλ να τους πατάξει, πράγμα που αυτός έκανε «από την Αβιλά ως τη Σιουρ, η οποία βρίσκεται μπροστά στην Αίγυπτο». Ωστόσο, ο Σαούλ, παραβαίνοντας την προσταγή του Ιεχωβά, άφησε ζωντανό τον Αγάγ το βασιλιά τους. Αλλά ο Θεός δεν εμπαίχτηκε, διότι «ο Σαμουήλ κατακρεούργησε τον Αγάγ ενώπιον του Ιεχωβά στα Γάλγαλα». (1Σα 15:2-33) Μερικές από τις επιδρομές του Δαβίδ γίνονταν σε χωριά Αμαληκιτών, και όταν αυτοί με τη σειρά τους επιτέθηκαν στη Σικλάγ και πήραν τις συζύγους και τα αγαθά του Δαβίδ, ο ίδιος και 400 άντρες τούς πρόφτασαν και πήραν πίσω όλα όσα είχαν κλαπεί. (1Σα 27:8· 30:1-20) Κατά τη βασιλεία του Εζεκία, μερικοί από τη φυλή του Συμεών αφάνισαν το υπόλοιπο των Αμαληκιτών.—1Χρ 4:42, 43.
Δεν γίνεται άλλη άμεση μνεία των Αμαληκιτών ούτε στην Αγία Γραφή ούτε στην ιστορία. Εντούτοις, “ο Αμάν, ο γιος . . . του Αγαγίτη”, ήταν κατά πάσα πιθανότητα απόγονός τους, διότι «Αγάγ» ήταν ο τίτλος ή το όνομα ορισμένων Αμαληκιτών βασιλιάδων. (Εσθ 3:1· Αρ 24:7· 1Σα 15:8, 9) Έτσι λοιπόν, οι Αμαληκίτες, μαζί με άλλους που αναφέρονται ονομαστικά, εξοντώθηκαν «για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ότι εσύ, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά, είσαι ο μόνος Ύψιστος όλης της γης».—Ψλ 83:6-18.
-
-
ΑμάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΜ
(Αμάμ).
Χωριό στη Νεγκέμπ, στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα.—Ιη 15:26.
-
-
ΑμάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΝ
(Αμάν).
Γιος του Αμμεδαθά του Αγαγίτη. Η επωνυμία «Αγαγίτης» μπορεί να σημαίνει ότι ο Αμάν ήταν Αμαληκίτης βασιλικής καταγωγής. (Εσθ 3:1· βλέπε ΑΓΑΓ Αρ. 1· ΑΓΑΓΙΤΗΣ.) Αν ο Αμάν ήταν πράγματι Αμαληκίτης, αυτό και μόνο θα μπορούσε να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο έτρεφε τόσο μεγάλο μίσος για τους Ιουδαίους, διότι ο Ιεχωβά είχε εξαγγείλει την οριστική εξόντωση των Αμαληκιτών. (Εξ 17:14-16) Αυτό συνέβη επειδή εκείνοι έδειξαν μίσος για τον Θεό και το λαό του παίρνοντας την πρωτοβουλία να εξαπολύσουν επίθεση εναντίον των Ισραηλιτών όταν αυτοί ταξίδευαν μέσα από την έρημο.—Εξ 17:8.
Ο Αμάν υπηρετούσε τον Βασιλιά Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄) της Περσίας, ο οποίος βασίλεψε στις αρχές του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ. Ο Αμάν τιμήθηκε και διορίστηκε πρωθυπουργός της Περσικής Αυτοκρατορίας. Εξοργισμένος από το γεγονός ότι ο Μαροδοχαίος ο Ιουδαίος αρνούνταν να τον προσκυνήσει, ο Αμάν έστησε πλεκτάνη με σκοπό την εξόντωση του Μαροδοχαίου και όλων των Ιουδαίων που κατοικούσαν στην αυτοκρατορία. Παρουσίασε τους Ιουδαίους ως ανεπιθύμητους στην αυτοκρατορία, ως παραβάτες του νόμου και ως λαό που είχε “νόμους οι οποίοι διέφεραν από όλων των άλλων λαών”. Πρόσθεσε και ένα οικονομικό δέλεαρ, λέγοντας στο βασιλιά: «Ας γραφτεί να εξολοθρευτούν· και δέκα χιλιάδες τάλαντα ασήμι [περ. $66.060.000] θα πληρώσω εγώ στα χέρια εκείνων που θα εκτελέσουν το έργο, για να δοθούν στο θησαυροφυλάκιο του βασιλιά». Ο βασιλιάς έδωσε στον Αμάν το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι του και απάντησε: «Το ασήμι δίνεται σε εσένα, καθώς και ο λαός, για να κάνεις σε αυτούς σύμφωνα με ό,τι φαίνεται καλό στα δικά σου μάτια».—Εσθ 3:1-11.
Ο Αμάν φούσκωσε υπερβολικά από υπερηφάνεια επειδή ο βασιλιάς τού έδωσε την εξουσία να εκδώσει διάταγμα για τον αφανισμό και τη λαφυραγώγηση των Ιουδαίων και, επιπρόσθετα, επειδή αργότερα προσκλήθηκε σε δύο συμπόσια που ετοίμασε η Βασίλισσα Εσθήρ. (Εσθ 3:12, 13· 5:4-12) Εκεί που νόμιζε, όμως, πως είχε έρθει η στιγμή να υλοποιήσει τις μεγαλύτερες φιλοδοξίες του, τα πράγματα αντιστράφηκαν για αυτόν. Ενώ προσδοκούσε εγωιστικά την εξύψωσή του, ο Αμάν υπέστη συντριπτική ταπείνωση όταν ο βασιλιάς τον διέταξε να τιμήσει με μια δημόσια τελετή τον άνθρωπο που μισούσε, τον Μαροδοχαίο, ο οποίος στο παρελθόν είχε ξεσκεπάσει μια πλεκτάνη εναντίον της ζωής του βασιλιά. (Εσθ 6:1-12· 2:21-23) Οι σοφοί άντρες του Αμάν και η σύζυγός του το εξέλαβαν αυτό ως οιωνό που έδειχνε ότι ο Αμάν θα έπεφτε μπροστά στον Ιουδαίο Μαροδοχαίο.—Εσθ 6:13.
Η πτώση του Αμάν ολοκληρώθηκε εντελώς στη διάρκεια του δεύτερου ειδικού συμποσίου που ετοίμασε η Βασίλισσα Εσθήρ, η οποία ήταν εξαδέλφη του Μαροδοχαίου. (Εσθ 2:7) Παρουσία του Αμάν, η Εσθήρ υπέβαλε θαρραλέα ένα αίτημα στο βασιλιά. Αποκάλυψε στον έκπληκτο βασιλιά ότι διακυβεύονταν τα ίδια του τα συμφέροντα. Στην πραγματικότητα, απειλούνταν η ζωή της βασίλισσάς του εξαιτίας μιας δολοφονικής πλεκτάνης. Καθώς η οργή του βασιλιά φούντωνε, η Εσθήρ είπε με τόλμη ότι ο άνανδρος δολοπλόκος ήταν ο έντρομος πλέον πρωθυπουργός, «αυτός ο κακός Αμάν». (Εσθ 7:1-6) Στη συνέχεια, ο βασιλιάς διέταξε να κρεμάσουν τον μοχθηρό Αμάν σε ένα ξύλο ύψους 22 μ. το οποίο είχε ετοιμάσει ο Αμάν για το κρέμασμα του Μαροδοχαίου. (Εσθ 7:7-10) Κατόπιν, το σπίτι του Αμάν δόθηκε στην Εσθήρ (Εσθ 8:7), και ο Μαροδοχαίος έγινε πρωθυπουργός. Αυτός έλαβε επίσης την εξουσιοδότηση να επιτρέψει στους Ιουδαίους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. (Εσθ 8:2, 10-15) Στη διάρκεια των δύο ημερών κατά τις οποίες εκδικήθηκαν τους αντιπάλους τους, οι Ιουδαίοι πέτυχαν συντριπτική νίκη, θανατώνοντας 75.000 και πλέον από τους εχθρούς τους. Οι δέκα γιοι του Αμάν θανατώθηκαν, και την επόμενη ημέρα τούς κρέμασαν ενώπιον του λαού ως όνειδος.—Εσθ 9:1-17· βλέπε ΕΣΘΗΡ· ΕΣΘΗΡ (ΒΙΒΛΙΟ)· ΜΑΡΟΔΟΧΑΙΟΣ Αρ. 2· ΠΟΥΡΙΜ.
Ο Αμάν εκδήλωσε τα γνωρίσματα των Αμαληκιτών. Προφανώς λάτρευε ψεύτικους θεούς και ίσως βασίστηκε σε αστρολόγους όταν ζήτησε να ριχτεί κλήρος για να προσδιορίσει ποια ημέρα θα ήταν ευοίωνη για την εξολόθρευση των Ιουδαίων. (Εσθ 3:7· βλέπε ΚΛΗΡΟΣ.) Εκτέλεσε τα «έργα της σάρκας», ασκώντας ειδωλολατρία και πνευματισμό, εκδηλώνοντας δολοφονικό μίσος για τους Ιουδαίους, δείχνοντας υπερήφανο, υπεροπτικό και εγωιστικό πνεύμα, καθώς επίσης τρέφοντας υπερβολική ζήλια και φθόνο για άλλους, ιδιαίτερα για τους υπηρέτες του Θεού. (Γα 5:19-21) Χρησιμοποίησε ψέματα και απάτη (Εσθ 3:8) και αποδείχτηκε χαμερπής και θρασύδειλος όταν τα σχέδιά του ανατράπηκαν και κρίθηκε ένοχος. (Εσθ 7:6-8) Ο Αμάν έδειξε ότι ήταν υπηρέτης του Αντιδίκου του Θεού, του Διαβόλου, σύμφωνα με την αρχή που εκτίθεται στο εδάφιο Ρωμαίους 6:16.
-
-
ΑμανάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΝΑ
(Αμανά) [από μια ρίζα που σημαίνει «αξιόπιστος· πιστός· μακροχρόνιος»].
Αυτό το όνομα εμφανίζεται στο εβραϊκό κείμενο, στο εδάφιο Άσμα Ασμάτων 4:8, σε συνάρτηση με τον Λίβανο και το Όρος Αερμών. Οι περισσότερες μεταφράσεις απλώς μεταγράφουν την εβραϊκή λέξη. Ωστόσο, μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι αυτή αναφέρεται στην οροσειρά του Αντιλιβάνου, ενώ άλλοι την εφαρμόζουν σε εκείνο το τμήμα της οροσειράς όπου έχει τις πηγές του ο Ναχρ Μπαράντα.—Βλέπε ΑΝΤΙΛΙΒΑΝΟΣ.
-
-
ΆμαξαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΞΑ
Η άμαξα ή το κάρο των αρχαίων χρόνων ήταν ένα απλό όχημα, συνήθως ξύλινο, με ακτινωτούς ή συμπαγείς τροχούς. (1Σα 6:14) Μερικά από αυτά τα οχήματα δεν ήταν παρά δίτροχες επίπεδες επιφάνειες, στο πρόσθιο μέρος των οποίων ήταν προσαρμοσμένος ένας οριζόντιος ρυμός, ή τιμόνι. Άλλα είχαν πλαϊνές πλευρές και μερικά ήταν σκεπαστά, όπως οι έξι σκεπαστές άμαξες (καθεμιά από τις οποίες την έσερναν δύο βόδια) που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά του εξοπλισμού της σκηνής της μαρτυρίας. (Αρ 7:2-9) Οι «άμαξες» του εδαφίου Αποκάλυψη 18:13 ίσως υποδηλώνουν τετράτροχες άμαξες.
Στον Ισραήλ, ιδιαίτερα κατά τους αρχαίους χρόνους, συνήθως έσερναν τις άμαξες βοοειδή και όχι άλογα, καθώς τα άλογα τα χρησιμοποιούσαν κυρίως σε άρματα και στον πόλεμο. (2Σα 6:3, 6· 15:1· 1Χρ 13:7, 9· Παρ 21:31) Οι άμαξες χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά ανθρώπων (Γε 45:19, 21, 27· 46:5), σιτηρών και άλλων φορτίων. (1Σα 6:7-14· Αμ 2:13) Στον πόλεμο (όπως αναφέρεται στο εδάφιο Ψλ 46:9) ίσως χρησιμοποιούνταν ειδικά διαμορφωμένες άμαξες για τη μεταφορά του στρατιωτικού εξοπλισμού. Την εποχή του Ησαΐα που οι Ισραηλίτες είχαν πολλά άλογα (Ησ 2:7), χρησιμοποιούσαν για το αλώνισμα άμαξες που τις έσερναν άλογα.—Ησ 28:27, 28.
Ο προφήτης Ησαΐας εξήγγειλε «αλίμονο» εναντίον όσων “σέρνουν την αμαρτία σαν με λουριά άμαξας”, υπονοώντας ίσως ότι τέτοια άτομα ήταν προσκολλημένα στην αμαρτία όπως τα ζώα ήταν δεμένα με λουριά στις άμαξες που έσερναν.—Ησ 5:18.
-
-
ΑμαρίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΡΙΑΣ
(Αμαρίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Πει].
1. Ιερέας, απόγονος του Ελεάζαρ, γιου του Ααρών, μέσω του Φινεές. Γιος του Μεραϊώθ και πατέρας του Αχιτώβ. Παππούς του Σαδώκ, ο οποίος υπηρέτησε ως δευτερεύων ιερέας όταν ήταν βασιλιάς ο Δαβίδ και ως αρχιερέας όταν ήταν βασιλιάς ο Σολομών. (1Χρ 6:7, 52) Δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα αν ο Αμαρίας υπηρέτησε ως αρχιερέας, δεδομένου ότι εκείνη περίπου την εποχή το αξίωμα πέρασε προσωρινά στον οίκο του Ηλεί.
2. Λευίτης απόγονος του Χεβρών, γιου του Καάθ, ο οποίος αναφέρεται σε κάποιον κατάλογο στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης της υπηρεσίας του ναού από τον Δαβίδ.—1Χρ 23:1, 12, 19· 24:23.
3. Πρωθιερέας «για κάθε ζήτημα του Ιεχωβά», ιδιαίτερα σε σχέση με δικαστικές υποθέσεις, την εποχή που ήταν βασιλιάς ο Ιωσαφάτ.—2Χρ 19:11.
4. Άλλος απόγονος του Ελεάζαρ ο οποίος έζησε σε μεταγενέστερη εποχή από ό,τι ο Αρ. 1 πιο πάνω. Γιος του Αζαρία και πατέρας ενός άλλου Αχιτώβ.—1Χρ 6:11· Εσδ 7:3.
5. Λευίτης ο οποίος, στην περίοδο της βασιλείας του Εζεκία, βοηθούσε να διανέμονται τα δέκατα στους ιερείς μέσα στις πόλεις τους.—2Χρ 31:14, 15.
6. Γιος του Εζεκία (πιθανότατα του βασιλιά του Ιούδα) και προπάππος του προφήτη Σοφονία.—Σοφ 1:1.
7. Ένας από τους σημαίνοντες ιερείς που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Νε 12:1, 2, 7) Στις ημέρες του Κυβερνήτη Νεεμία υπήρχε ένας “πατρικός οίκος” ιερέων που έφερε το όνομά του.—Νε 12:12, 13, 26.
8. Απόγονος του Βιννουί, ένας από εκείνους που εξαπέστειλαν τις ειδωλολάτρισσες συζύγους τους και τους γιους τους στις ημέρες του Έσδρα.—Εσδ 10:10-12, 38, 42, 44.
9. Ιερέας, ή κάποιος προπάτοράς του, ο οποίος επικύρωσε την «αξιόπιστη συμφωνία» που συντάχθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας. (Νε 9:38· 10:1, 3) Θα ήταν τότε πάνω από 112 χρονών αν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 7 πιο πάνω.
10. Πρόγονος κάποιων οι οποίοι κατοίκησαν στην Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία. Ανήκε στη φυλή του Ιούδα.—Νε 11:4.
-
-
ΑμαρτίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΡΤΙΑ
Οτιδήποτε δεν είναι σε αρμονία με την προσωπικότητα, τους κανόνες, τις οδούς και το θέλημα του Θεού, και επομένως αντίκειται σε αυτά. Οτιδήποτε αμαυρώνει τη σχέση ενός ατόμου με τον Θεό. Αυτό μπορεί να αφορά λόγια (Ιωβ 2:10· Ψλ 39:1), έργα (το να κάνει κάποιος εσφαλμένες πράξεις [Λευ 20:20· 2Κο 12:21] ή να μην κάνει το πρέπον [Αρ 9:13· Ιακ 4:17]) ή τη διάθεση της διάνοιας ή της καρδιάς (Παρ 21:4· παράβαλε επίσης Ρω 3:9-18· 2Πε 2:12-15). Η απιστία προς τον Θεό αποτελεί σοβαρή αμαρτία, επειδή φανερώνει έλλειψη εμπιστοσύνης προς αυτόν ή έλλειψη πεποίθησης στην ικανότητα που έχει να επιτελεί το έργο του. (Εβρ 3:12, 13, 18, 19) Η εξέταση του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι όροι των πρωτότυπων γλωσσών, καθώς και των σχετικών παραδειγμάτων, το φανερώνει αυτό.
Στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιείται συνήθως η λέξη χαττά’θ, ενώ στο πρωτότυπο ελληνικό η λέξη ἁμαρτία. Και στις δύο γλώσσες τα ρήματα (εβρ. κείμενο, χατά’· ελλ. κείμενο, ἁμαρτάνω) σημαίνουν «αστοχώ» ως προς έναν σκοπό, μια πορεία, έναν στόχο ή το σωστό σημείο. Στο εδάφιο Κριτές 20:16 χρησιμοποιείται το ρήμα χατά’ με άρνηση για να περιγράψει τους Βενιαμίτες που “σφεντόνιζαν πέτρες στην τρίχα και δεν αστοχούσαν”. Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς χρησιμοποιούσαν συχνά το ρήμα ἁμαρτάνω αναφερόμενοι σε έναν πολεμιστή που αστοχούσε με το δόρυ του. Και οι δύο αυτές λέξεις χρησιμοποιούνταν με την έννοια του ότι κάποιος αστοχούσε, δηλαδή δεν κατάφερνε, όχι μόνο να αποκτήσει υλικά αντικείμενα ή να επιτύχει υλικούς στόχους, αλλά επίσης δεν κατάφερνε να επιτύχει ηθικούς ή διανοητικούς στόχους ή σκοπούς. Τα εδάφια Παροιμίες 8:35, 36 λένε ότι όποιος βρίσκει τη θεϊκή σοφία βρίσκει ζωή, αλλά όποιος “δεν βρίσκει [από το εβραϊκό ρήμα χατά’] τη σοφία κάνει κακό στην ψυχή του” και οδηγείται στο θάνατο. Στις Γραφές, τόσο οι εβραϊκές όσο και οι ελληνικές λέξεις αναφέρονται κυρίως στην αμαρτία των νοημόνων πλασμάτων του Θεού, στην αστοχία τους ως προς τον Δημιουργό τους.
Η Θέση του Ανθρώπου στο Σκοπό του Θεού. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατά την «εικόνα του Θεού». (Γε 1:26, 27) Όπως και όλα τα άλλα δημιουργήματα, ήρθε σε ύπαρξη και δημιουργήθηκε λόγω του θελήματος του Θεού. (Απ 4:11) Το ότι ο Θεός ανέθεσε στον άνθρωπο κάποια εργασία έδειχνε ότι ο άνθρωπος έπρεπε να υπηρετεί το σκοπό του Θεού στη γη. (Γε 1:28· 2:8, 15) Σύμφωνα με το θεόπνευστο απόστολο Παύλο, ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για να είναι και «εικόνα και δόξα του Θεού» (1Κο 11:7), επομένως για να αντανακλά τις ιδιότητες του Δημιουργού του, συμπεριφερόμενος έτσι ώστε να αντανακλά τη δόξα του Θεού. Ως επίγειος γιος του Θεού, ο άνθρωπος θα έπρεπε να μοιάζει με τον ουράνιο Πατέρα του. Αν ίσχυε το αντίθετο, αυτό θα ήταν αντιφατικό με τη θεϊκή πατρότητα και θα έφερνε όνειδος σε αυτήν.—Παράβαλε Μαλ 1:6.
Ο Ιησούς το έδειξε αυτό παροτρύνοντας τους μαθητές του να εκδηλώνουν καλοσύνη και αγάπη με τρόπο ανώτερο από τον τρόπο των “αμαρτωλών”—εκείνων για τους οποίους ήταν γνωστό ότι επιδίδονταν σε αμαρτωλές πράξεις. Δήλωσε ότι μόνο αν ακολουθούσαν οι μαθητές του το παράδειγμα του Θεού ως προς το έλεος και την αγάπη θα μπορούσαν “να αποδειχτούν γιοι του Πατέρα τους που είναι στους ουρανούς”. (Ματ 5:43-48· Λου 6:32-36) Ο Παύλος συνδέει τη δόξα του Θεού με το ζήτημα της ανθρώπινης αμαρτίας λέγοντας ότι «όλοι έχουν αμαρτήσει και υστερούν ως προς τη δόξα του Θεού». (Ρω 3:23· παράβαλε Ρω 1:21-23· Ωσ 4:7.) Στα εδάφια 2 Κορινθίους 3:16-18· 4:1-6, δείχνει ότι όσοι εγκαταλείπουν την αμαρτία και στρέφονται στον Ιεχωβά “αντανακλούν σαν καθρέφτες τη δόξα του Ιεχωβά με πρόσωπα από τα οποία έχει αφαιρεθεί το κάλυμμα και μεταμορφώνονται στην ίδια εικόνα από δόξα σε δόξα”, διότι τα ένδοξα καλά νέα σχετικά με τον Χριστό, ο οποίος είναι η εικόνα του Θεού, λάμπουν πάνω τους. (Παράβαλε επίσης 1Κο 10:31.) Ο απόστολος Πέτρος παραθέτει από τις Εβραϊκές Γραφές καθώς δηλώνει το ρητό θέλημα του Θεού για τους επίγειους υπηρέτες του, λέγοντας: «Σύμφωνα με τον Άγιο, ο οποίος σας κάλεσε, γίνετε και εσείς άγιοι σε όλη τη διαγωγή σας, επειδή είναι γραμμένο: “Πρέπει να είστε άγιοι, επειδή εγώ είμαι άγιος”».—1Πε 1:15, 16· Λευ 19:2· Δευ 18:13.
Συνεπώς, η αμαρτία αμαυρώνει την αντανάκλαση της ομοίωσης και της δόξας του Θεού από μέρους του ανθρώπου. Καθιστά τον άνθρωπο μη άγιο, δηλαδή ακάθαρτο, μολυσμένο και σπιλωμένο από πνευματική και ηθική άποψη.—Παράβαλε Ησ 6:5-7· Ψλ 51:1, 2· Ιεζ 37:23· βλέπε ΑΓΙΟΤΗΤΑ.
Όλα αυτά τα εδάφια, λοιπόν, τονίζουν ότι ο Θεός είχε σκοπό του από την αρχή να βρίσκεται ο άνθρωπος σε αρμονία με την προσωπικότητά Του, να είναι όμοιος με τον Δημιουργό του, όπως ένας ανθρώπινος πατέρας που αγαπάει το γιο του επιθυμεί να είναι ο γιος του όμοιος με εκείνον όσον αφορά την άποψη για τη ζωή, τους κανόνες συμπεριφοράς και τις ιδιότητες της καρδιάς. (Παράβαλε Παρ 3:11, 12· 23:15, 16, 26· Εφ 5:1· Εβρ 12:4-6, 9-11.) Αυτό προϋποθέτει απαραίτητα την υπακοή και την υποταγή του ανθρώπου στο θεϊκό θέλημα, είτε αυτό έχει τη μορφή ρητής εντολής είτε όχι. Συνεπώς, η αμαρτία περιλαμβάνει ηθική αποτυχία, αστοχία, σε όλους αυτούς τους τομείς.
Η Εμφάνιση της Αμαρτίας. Η αμαρτία παρουσιάστηκε πρώτα στο πνευματικό βασίλειο προτού εμφανιστεί στη γη. Επί απροσδιόριστα μεγάλο χρονικό διάστημα επικρατούσε στο σύμπαν πλήρης αρμονία με τον Θεό. Η διατάραξη αυτής της αρμονίας επήλθε μέσω ενός πνευματικού πλάσματος το οποίο αναφέρεται απλώς ως ο Ανθιστάμενος, ο Αντίδικος (εβρ. κείμενο, Σατάν· ελλ. κείμενο, Σατανᾶς· Ιωβ 1:6· Ρω 16:20), ο κυριότερος Ψευδόμενος Κατήγορος ή Συκοφάντης (Διάβολος, Κείμενο) του Θεού. (Εβρ 2:14· Απ 12:9) Γι’ αυτό, ο απόστολος Ιωάννης λέει: «Αυτός που εμμένει στην αμαρτία προέρχεται από τον Διάβολο, επειδή ο Διάβολος αμαρτάνει από την αρχή».—1Ιω 3:8.
Με τη λέξη «αρχή», ο Ιωάννης αναφέρεται σαφώς στην αρχή της σταδιοδρομίας του Σατανά ως εναντιουμένου, όπως ακριβώς η λέξη «αρχή» προσδιορίζει στα εδάφια 1 Ιωάννη 2:7· 3:11 το χρονικό σημείο κατά το οποίο κάποιοι Χριστιανοί ξεκίνησαν την πορεία τους ως μαθητές. Τα λόγια του Ιωάννη δείχνουν ότι, αφότου ο Σατανάς εισήγαγε την αμαρτία, συνέχισε την αμαρτωλή του πορεία. Συνεπώς, όποιος “κάνει την αμαρτία ασχολία ή συνήθειά του” φανερώνει ότι είναι “παιδί” του Αντιδίκου, πνευματικό τέκνο που αντανακλά τις ιδιότητες του «πατέρα» του.—Η Ελληνική Διαθήκη του Ερμηνευτή (The Expositor’s Greek Testament), επιμέλεια Γ. Ρ. Νίκολ, 1967, Τόμ. 5, σ. 185· Ιωα 8:44· 1Ιω 3:10-12.
Εφόσον η καλλιέργεια της εσφαλμένης επιθυμίας μέχρις ότου γίνει αυτή γόνιμη προηγείται από τη “γέννηση της αμαρτίας” (Ιακ 1:14, 15), το πνευματικό πλάσμα που έγινε εναντιούμενος είχε αρχίσει να παρεκκλίνει από τη δικαιοσύνη και να νιώθει δυσαρεστημένος με τον Θεό πριν από αυτή καθαυτή τη φανέρωση της αμαρτίας.
Η ανταρσία στην Εδέμ. Το θέλημα του Θεού, όπως αυτό διατυπώθηκε προς τον Αδάμ και τη σύζυγό του, είχε κατά κύριο λόγο θετικό χαρακτήρα, εκθέτοντας τι θα έπρεπε αυτοί να κάνουν. (Γε 1:26-29· 2:15) Μία μόνο απαγορευτική εντολή δόθηκε στον Αδάμ, η απαγόρευση να φάει από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού (ακόμη και να το αγγίξει). (Γε 2:16, 17· 3:2, 3) Αξίζει να σημειωθεί ότι η δοκιμή της υπακοής και της αφοσίωσης στην οποία υπέβαλε ο Θεός τον άνθρωπο έδειχνε σεβασμό για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ο Θεός δεν απέδωσε κάτι κακό στον Αδάμ μέσω αυτής. Για παράδειγμα, δεν χρησιμοποίησε ως δοκιμή την απαγόρευση της κτηνοβασίας, του φόνου ή κάποιας παρόμοιας απαίσιας ή αχρείας πράξης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι, κατά την άποψη του Θεού, υπήρχε η πιθανότητα να έχει ο Αδάμ μέσα του κάποιες ποταπές τάσεις. Η κατανάλωση τροφής ήταν κάτι φυσιολογικό και κατάλληλο, είχε δε λεχθεί στον Αδάμ να “τρώει μέχρι να χορτάσει” από όσα του είχε δώσει ο Θεός. (Γε 2:16) Ο Θεός, όμως, τώρα δοκίμασε τον Αδάμ απαγορεύοντάς του να φάει από τον καρπό ενός και μόνο δέντρου. Με αυτόν τον τρόπο, προσέδωσε στη βρώση εκείνου του καρπού συμβολική σημασία, δηλαδή ότι όποιος τον έτρωγε θα αποκτούσε γνώση η οποία θα τον καθιστούσε ικανό να αποφασίζει μόνος του τι είναι “καλό” ή τι είναι “κακό” για τον άνθρωπο. Έτσι λοιπόν, ο Θεός ούτε επέβαλε στον άνθρωπο κάποια ταλαιπωρία ούτε απέδωσε στον Αδάμ κάτι που υποβίβαζε την αξιοπρέπειά του ως ανθρώπινου γιου του Θεού.
Η γυναίκα ήταν το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα που αμάρτησε. Ο πειρασμός που της έθεσε ο Αντίδικος του Θεού, ο οποίος χρησιμοποίησε ένα φίδι ως μέσο επικοινωνίας (βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ [Ο πρώτος αμαρτωλός και ο βασιλιάς της Τύρου]), δεν ήταν μια ασυγκάλυπτη πρόκληση για ανηθικότητα αισθησιακής φύσης. Τουναντίον, παρουσιάστηκε ως μια πρόκληση που διήγειρε την επιθυμία για υποτιθέμενη διανοητική ανύψωση και ελευθερία. Αφού πρώτα ο Πειραστής έκανε την Εύα να επαναλάβει το νόμο του Θεού, τον οποίο της είχε μεταβιβάσει προφανώς ο σύζυγός της, στη συνέχεια επιτέθηκε στη φιλαλήθεια και στην αγαθότητα του Θεού. Ισχυρίστηκε ότι το να φάει κάποιος από τον καρπό του προσδιορισμένου δέντρου θα είχε ως αποτέλεσμα, όχι το θάνατο, αλλά τη διαφώτιση και τη θεϊκή ικανότητα να καθορίζει μόνος του αν κάτι ήταν καλό ή κακό. Αυτή η δήλωση αποκαλύπτει ότι ο Πειραστής ήταν πλέον τελείως αποξενωμένος στην καρδιά του από τον Δημιουργό του, εφόσον με τα λόγια του αντέκρουε απροκάλυπτα τον Θεό και επιπλέον τον συκοφαντούσε συγκαλυμμένα. Δεν κατηγόρησε τον Θεό ότι έσφαλλε εν αγνοία Του αλλά ότι διαστρέβλωνε εσκεμμένα τα πράγματα, λέγοντας: «Διότι ο Θεός γνωρίζει . . .» Η σοβαρότητα της αμαρτίας, η απεχθής φύση αυτής της δυσαρέσκειας, φανερώνεται από τα μέσα τα οποία κατάντησε να χρησιμοποιήσει αυτός ο πνευματικός γιος για να πετύχει τους σκοπούς του—έγινε δόλιος ψεύτης και δολοφόνος υποκινούμενος από φιλοδοξία, εφόσον προφανώς γνώριζε τις θανάσιμες συνέπειες αυτού που υποδείκνυε τώρα στη γυναίκα που τον άκουγε.—Γε 3:1-5· Ιωα 8:44.
Όπως αποκαλύπτει η αφήγηση, η ανάρμοστη επιθυμία άρχισε να δρα μέσα στη γυναίκα. Αντί να αντιδράσει με απόλυτη αποστροφή και δίκαιη αγανάκτηση ακούγοντας να αμφισβητείται έτσι η δικαιοσύνη του νόμου του Θεού, αυτή άρχισε να βλέπει το δέντρο ως κάτι επιθυμητό. Θέλησε εκείνο που ανήκε δικαιωματικά στον Ιεχωβά Θεό ως τον Κυρίαρχό της—την ικανότητα και το αποκλειστικό δικαίωμα που έχει εκείνος να καθορίζει τι είναι καλό και τι είναι κακό για τα πλάσματά του. Συνεπώς, άρχισε τώρα να συμμορφώνεται με τις οδούς, τους κανόνες και το θέλημα του εναντιουμένου, ο οποίος αντέκρουσε τόσο τον Δημιουργό της όσο και τη διορισμένη από τον Θεό κεφαλή της, το σύζυγό της. (1Κο 11:3) Εμπιστευόμενη στα λόγια του Πειραστή, άφησε τον εαυτό της να παραπλανηθεί, έφαγε από τον καρπό και έτσι αποκάλυψε την αμαρτία που είχε γεννηθεί μέσα στην καρδιά και στο μυαλό της.—Γε 3:6· 2Κο 11:3· παράβαλε Ιακ 1:14, 15· Ματ 5:27, 28.
Αργότερα, έφαγε και ο Αδάμ από τον καρπό όταν του τον πρόσφερε η σύζυγός του. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι η αμαρτία του άντρα διέφερε από της συζύγου του κατά το ότι ο Αδάμ δεν απατήθηκε από την προπαγάνδα του Πειραστή, και επομένως δεν θεώρησε βάσιμο τον ισχυρισμό ότι η βρώση του καρπού από το δέντρο θα μπορούσε να μείνει ατιμώρητη. (1Τι 2:14) Επομένως, ο Αδάμ πρέπει να έφαγε λόγω της επιθυμίας του για τη σύζυγό του, με αποτέλεσμα να “ακούσει τη φωνή της συζύγου του” αντί του Θεού του. (Γε 3:6, 17) Με αυτόν τον τρόπο συμμορφώθηκε με τις οδούς και το θέλημά της, και μέσω εκείνης, με τις οδούς και το θέλημα του Αντιδίκου του Θεού. Επομένως, “αστόχησε”, δεν ενήργησε κατά την εικόνα και την ομοίωση του Θεού, δεν αποτέλεσε αντανάκλαση της δόξας του Θεού και στην πραγματικότητα πρόσβαλε τον ουράνιο Πατέρα του.
Οι Συνέπειες της Αμαρτίας. Η αμαρτία έφερε τον άνθρωπο σε δυσαρμονία με τον Δημιουργό του. Με αυτόν τον τρόπο δεν έβλαψε μόνο τις σχέσεις του με τον Θεό, αλλά και τις σχέσεις του με την υπόλοιπη δημιουργία του Θεού, καθώς επίσης έβλαψε και τον εαυτό του—τη διάνοια, την καρδιά και το σώμα του. Οι συνέπειες της αμαρτίας για την ανθρώπινη φυλή ήταν εξαιρετικά ολέθριες.
Η συμπεριφορά του ανθρώπινου ζευγαριού φανέρωσε αμέσως αυτή τη δυσαρμονία. Το ότι κάλυψαν τμήματα του σώματός τους, το οποίο ήταν φτιαγμένο από τον Θεό, και το ότι κατόπιν προσπάθησαν να κρυφτούν από εκείνον αποτέλεσαν σαφείς αποδείξεις της αποξένωσης που είχε λάβει χώρα μέσα στη διάνοια και στην καρδιά τους. (Γε 3:7, 8) Έτσι λοιπόν, η αμαρτία τούς έκανε να αισθάνονται ενοχή, ανησυχία, ανασφάλεια και ντροπή. Αυτό καταδεικνύει παραστατικά το σημείο που αναφέρει ο απόστολος στο εδάφιο Ρωμαίους 2:15, ότι ο νόμος του Θεού ήταν “γραμμένος στην καρδιά του ανθρώπου”. Επομένως, η παραβίαση αυτού του νόμου δημιούργησε τώρα μια εσωτερική αναστάτωση στον άνθρωπο, εφόσον η συνείδησή του τον έτυπτε για αδικοπραγία. Στην ουσία, ο άνθρωπος διέθετε έναν έμφυτο ανιχνευτή ψεύδους ο οποίος καθιστούσε αδύνατη την απόκρυψη της αμαρτωλής του κατάστασης από τον Δημιουργό του, ο δε Θεός, αποκρινόμενος στη δικαιολογία που πρόβαλε ο άνθρωπος για την αλλαγή της στάσης του απέναντι στον ουράνιο Πατέρα του, ρώτησε αμέσως: «Μήπως έφαγες από το δέντρο από το οποίο σου έδωσα εντολή να μη φας;»—Γε 3:9-11.
Για να είναι συνεπής με τον εαυτό του, αλλά και για το καλό της υπόλοιπης παγκόσμιας οικογένειάς του, ο Ιεχωβά Θεός δεν μπορούσε να ανεχτεί μια τέτοια αμαρτωλή πορεία από μέρους είτε των ανθρώπινων πλασμάτων του είτε του πνευματικού γιου που είχε στασιάσει. Διατηρώντας την αγιότητά του, επέβαλε δίκαια σε όλους αυτούς την ποινή του θανάτου. Το ανθρώπινο ζευγάρι εκδιώχθηκε κατόπιν από τον κήπο του Θεού στην Εδέμ, και έτσι έπαψε να έχει πρόσβαση στο άλλο δέντρο που ο Θεός είχε προσδιορίσει ως «το δέντρο της ζωής».—Γε 3:14-24.
Τα αποτελέσματα για την ανθρωπότητα ως σύνολο. Το εδάφιο Ρωμαίους 5:12 δηλώνει ότι «μέσω ενός ανθρώπου μπήκε η αμαρτία στον κόσμο και μέσω της αμαρτίας ο θάνατος, και έτσι ο θάνατος απλώθηκε σε όλους τους ανθρώπους, επειδή όλοι είχαν αμαρτήσει». (Παράβαλε 1Ιω 1:8-10.) Σύμφωνα με ορισμένους, αυτό σημαίνει πως όλοι οι μελλοντικοί απόγονοι του Αδάμ συμμετείχαν στην αρχική αμαρτωλή πράξη του Αδάμ διότι αυτός, ως οικογενειακή τους κεφαλή, τους εκπροσωπούσε και συνεπώς τους έκανε, στην ουσία, συμμέτοχους στην αμαρτία του. Ο απόστολος Παύλος, όμως, λέει ότι ο θάνατος «απλώθηκε» σε όλους τους ανθρώπους, πράγμα που υποδηλώνει ότι επήλθε σταδιακά και όχι ταυτόχρονα στους απογόνους του Αδάμ.
Επιπλέον, ο Παύλος συνεχίζει λέγοντας ότι ο θάνατος βασίλεψε «από τον Αδάμ μέχρι τον Μωυσή, ακόμη και σε εκείνους που δεν είχαν αμαρτήσει κατά την ομοιότητα της παράβασης του Αδάμ». (Ρω 5:14) Η αμαρτία του Αδάμ ονομάζεται εύστοχα “παράβαση” εφόσον αποτελούσε παραβίαση ενός σαφούς νόμου, μιας ρητής εντολής που του είχε δώσει ο Θεός. Επίσης, όταν ο Αδάμ αμάρτησε, το έκανε αυτό από δική του ελεύθερη επιλογή, ως τέλειος άνθρωπος που δεν είχε καμιά ανεπάρκεια. Είναι ολοφάνερο ότι οι απόγονοί του δεν απόλαυσαν ποτέ τέτοια κατάσταση τελειότητας. Συνεπώς, αυτοί οι παράγοντες δεν φαίνεται να εναρμονίζονται με την άποψη ότι, “όταν αμάρτησε ο Αδάμ, όλοι οι αγέννητοι τότε απόγονοί του αμάρτησαν μαζί του”. Για να θεωρηθούν υπόλογοι όλοι οι απόγονοι του Αδάμ ως συμμέτοχοι στην προσωπική αμαρτία του, θα έπρεπε να είχαν δηλώσει με κάποιον τρόπο ότι ήθελαν να έχουν αυτόν ως οικογενειακή τους κεφαλή. Στην πραγματικότητα, όμως, κανείς τους δεν γεννήθηκε από αυτόν με δική του θέληση, δεδομένου ότι η γέννησή τους στη γραμμή του Αδάμ υπήρξε αποτέλεσμα του σαρκικού θελήματος των γονέων τους.—Ιωα 1:13.
Τα στοιχεία, λοιπόν, υποδεικνύουν ότι η αμαρτία μεταβιβάστηκε από τον Αδάμ στις επόμενες γενιές ως συνέπεια του αποδεδειγμένου νόμου της κληρονομικότητας. Αυτό προφανώς εννοεί ο ψαλμωδός όταν λέει: «Με σφάλμα γεννήθηκα μέσα σε πόνους γέννας, και στην αμαρτία με συνέλαβε η μητέρα μου». (Ψλ 51:5) Η αμαρτία, μαζί με τις συνέπειές της, εισχώρησε και απλώθηκε σε όλη την ανθρώπινη φυλή, όχι μόνο επειδή ο Αδάμ ήταν η οικογενειακή κεφαλή αυτής της φυλής, αλλά επειδή εκείνος, και όχι η Εύα, ήταν ο προγεννήτοράς της, δηλαδή η πηγή της ανθρώπινης ζωής. Από αυτόν, όπως επίσης και από την Εύα, οι απόγονοί του αναπόφευκτα θα κληρονομούσαν, όχι μόνο τα φυσικά χαρακτηριστικά, αλλά επίσης τα γνωρίσματα της προσωπικότητας, περιλαμβανομένης και της ροπής προς την αμαρτία.—Παράβαλε 1Κο 15:22, 48, 49.
Τα λόγια του Παύλου επίσης υποδεικνύουν αυτό το συμπέρασμα όταν εκείνος λέει ότι «όπως μέσω της ανυπακοής του ενός ανθρώπου [του Αδάμ] πολλοί καταστάθηκαν αμαρτωλοί, παρόμοια και μέσω της υπακοής του ενός [του Χριστού Ιησού] πολλοί θα κατασταθούν δίκαιοι». (Ρω 5:19) Εκείνοι που επρόκειτο να «κατασταθούν δίκαιοι» μέσω της υπακοής του Χριστού δεν καταστάθηκαν όλοι δίκαιοι αμέσως μόλις αυτός παρουσίασε τη λυτρωτική του θυσία στον Θεό, αλλά αρχίζουν σταδιακά να ωφελούνται από αυτή τη θυσία καθώς ασκούν πίστη σε αυτή την προμήθεια και συμφιλιώνονται με τον Θεό. (Ιωα 3:36· Πρ 3:19) Ανάλογα με αυτό, η μία μετά την άλλη οι γενιές των απογόνων του Αδάμ καθίστανται αμαρτωλές, καθώς οι απόγονοι αυτοί συλλαμβάνονται από τους εγγενώς αμαρτωλούς γονείς τους που ανήκουν στη γραμμή του Αδάμ.
Η εξουσία και ο μισθός της αμαρτίας. «Ο μισθός που πληρώνει η αμαρτία είναι θάνατος» (Ρω 6:23) και, εφόσον όλοι οι άνθρωποι έχουν γεννηθεί στη γραμμή του Αδάμ, βρίσκονται κάτω από «το νόμο της αμαρτίας και του θανάτου». (Ρω 8:2· 1Κο 15:21, 22) Η αμαρτία, μαζί με το θάνατο, “βασίλεψε” στην ανθρωπότητα, υποδουλώνοντάς την, και το άτομο που πούλησε τους ανθρώπους σε αυτή τη δουλεία ήταν ο Αδάμ. (Ρω 5:17, 21· 6:6, 17· 7:14· Ιωα 8:34) Οι παραπάνω δηλώσεις δείχνουν ότι αμαρτία δεν θεωρείται απλώς η ίδια η εκτέλεση ή η παράλειψη ορισμένων πράξεων, αλλά και ο νόμος ή η κατευθυντήρια αρχή ή η δύναμη που δρα μέσα στους ανθρώπους, δηλαδή η έμφυτη ροπή προς την αδικοπραγία την οποία κληρονομούν από τον Αδάμ. Ως εκ τούτου, η Αδαμιαία κληρονομιά τους έχει παραγάγει “αδυναμία της σάρκας”, ατέλεια. (Ρω 6:19) Ο «νόμος» της αμαρτίας εργάζεται συνεχώς μέσα στα σαρκικά τους μέλη, προσπαθώντας στην ουσία να ελέγχει την πορεία τους, να τους κάνει υποτελείς του, να τους φέρνει σε δυσαρμονία με τον Θεό.—Ρω 7:15, 17, 18, 20-23· Εφ 2:1-3.
Ως “βασιλιάς”, η αμαρτία μπορεί να “διατάζει” με διαφορετικούς τρόπους διαφορετικά άτομα και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Λόγου χάρη, ο Θεός, παρατηρώντας το θυμό του πρώτου γιου του Αδάμ, του Κάιν, εναντίον του αδελφού του, του Άβελ, τον προειδοποίησε ότι θα έπρεπε να στραφεί στο να κάνει το καλό, διότι, όπως είπε: «Η αμαρτία κάθεται συσπειρωμένη στην είσοδο, και εσένα λαχταράει· και εσύ θα της επιβληθείς άραγε;» Ο Κάιν, όμως, επέτρεψε στην αμαρτία του φθόνου και του μίσους να τον κυριεύσει, οδηγώντας τον στο φόνο.—Γε 4:3-8· παράβαλε 1Σα 15:23.
Αρρώστια, πόνος και γηρατειά. Εφόσον ο θάνατος στους ανθρώπους συνδέεται κατά κανόνα με τις ασθένειες ή με τα γηρατειά, έπεται ότι αυτά είναι συνεπακόλουθα της αμαρτίας. Υπό τη διαθήκη του Μωσαϊκού Νόμου με τον Ισραήλ, οι νόμοι που ρύθμιζαν τις θυσίες για αμαρτία περιλάμβαναν και την εξιλέωση για εκείνους που έπασχαν από την πληγή της λέπρας. (Λευ 14:2, 19) Όσοι άγγιζαν ανθρώπινο πτώμα ή έστω έμπαιναν στη σκηνή όπου είχε πεθάνει κάποιος γίνονταν ακάθαρτοι και απαιτούνταν να καθαριστούν τελετουργικά. (Αρ 19:11-19· παράβαλε Αρ 31:19, 20.) Ο Ιησούς, επίσης, συσχέτισε την αρρώστια με την αμαρτία (Ματ 9:2-7· Ιωα 5:5-15), μολονότι έδειξε ότι συγκεκριμένες παθήσεις δεν προέρχονται κατ’ ανάγκην από συγκεκριμένες αμαρτωλές πράξεις. (Ιωα 9:2, 3) Άλλα εδάφια δείχνουν τις ευεργετικές επιδράσεις της δικαιοσύνης (πορείας αντίθετης προς την αμαρτία) στην υγεία. (Παρ 3:7, 8· 4:20-22· 14:30) Στη διάρκεια της βασιλείας του Χριστού, η εξάλειψη του θανάτου, ο οποίος κυβερνάει μαζί με την αμαρτία (Ρω 5:21), θα σημάνει και το τέλος του πόνου.—1Κο 15:25, 26· Απ 21:4.
Αμαρτία και Νόμος. Ο απόστολος Ιωάννης γράφει ότι «όποιος πράττει την αμαρτία πράττει και την ανομία, και έτσι η αμαρτία είναι ανομία». (1Ιω 3:4) Γράφει επίσης ότι «κάθε αδικία είναι αμαρτία». (1Ιω 5:17) Από την άλλη πλευρά, ο απόστολος Παύλος μιλάει για “όσους αμάρτησαν χωρίς νόμο”. Αναφέρει επιπλέον ότι «μέχρι το Νόμο [που δόθηκε μέσω του Μωυσή] η αμαρτία υπήρχε στον κόσμο, αλλά η αμαρτία δεν καταλογίζεται σε κανέναν όταν δεν υπάρχει νόμος. Παρ’ όλα αυτά, ο θάνατος βασίλεψε από τον Αδάμ μέχρι τον Μωυσή, ακόμη και σε εκείνους που δεν είχαν αμαρτήσει κατά την ομοιότητα της παράβασης του Αδάμ». (Ρω 2:12· 5:13, 14) Τα λόγια του Παύλου πρέπει να κατανοηθούν στο πλαίσιο των συμφραζομένων. Οι προηγούμενες δηλώσεις του σε αυτή την επιστολή προς τους Ρωμαίους δείχνουν ότι σύγκρινε όσους ήταν κάτω από τη διαθήκη του Νόμου με όσους ήταν εκτός εκείνης της διαθήκης και επομένως δεν υπόκειντο στο νομικό της κώδικα, ενώ κατέδειξε ότι και οι δυο τάξεις ήταν αμαρτωλές.—Ρω 3:9.
Στα περίπου 2.500 χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στην παρέκκλιση του Αδάμ και στη χορήγηση της διαθήκης του Νόμου το 1513 Π.Κ.Χ., ο Θεός δεν είχε δώσει στην ανθρωπότητα κάποιον πλήρη κώδικα ή κάποια συστηματικά ταξινομημένη νομοθεσία που να ορίζει λεπτομερώς την αμαρτία σε όλα τα παρακλάδια και τις μορφές της. Βεβαίως είχε δώσει κάποια διατάγματα, όπως εκείνα που δόθηκαν στον Νώε μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό (Γε 9:1-7), καθώς επίσης τη διαθήκη της περιτομής που δόθηκε στον Αβραάμ και στο σπιτικό του, περιλαμβανομένων των αλλοεθνών δούλων του. (Γε 17:9-14) Αλλά σχετικά με τον Ισραήλ ο ψαλμωδός δικαιολογημένα είπε ότι ο Θεός «λέει το λόγο του στον Ιακώβ, τις διατάξεις του και τις δικαστικές του αποφάσεις στον Ισραήλ. Δεν ενήργησε έτσι για κανένα άλλο έθνος· ούτε γνώρισαν τις δικαστικές του αποφάσεις». (Ψλ 147:19, 20· παράβαλε Εξ 19:5, 6· Δευ 4:8· 7:6, 11.) Σχετικά με τη διαθήκη του Νόμου που δόθηκε στον Ισραήλ δικαιολογημένα λέχθηκε: «Ο άνθρωπος που εκτελεί τη δικαιοσύνη του Νόμου θα ζήσει μέσω αυτής», διότι μόνο ένας αναμάρτητος άνθρωπος θα μπορούσε να προσκολληθεί τέλεια σε αυτόν το Νόμο και να συμμορφωθεί με αυτόν, όπως συνέβη με τον Χριστό Ιησού. (Ρω 10:5· Ματ 5:17· Ιωα 8:46· Εβρ 4:15· 7:26· 1Πε 2:22) Αυτό δεν ίσχυε για κανέναν άλλον νόμο που δόθηκε από την εποχή του Αδάμ μέχρι τη χορήγηση της διαθήκης του Νόμου.
«Κάνουν από τη φύση τους τα πράγματα του νόμου». Αυτό δεν σήμαινε ότι, εφόσον δεν υπήρχε κάποιος πλήρης νομικός κώδικας με βάση τον οποίο να σταθμίζουν τη διαγωγή τους, οι άνθρωποι που έζησαν από την εποχή του Αδάμ μέχρι την εποχή του Μωυσή ήταν απαλλαγμένοι από την αμαρτία. Στα εδάφια Ρωμαίους 2:14, 15, ο Παύλος δηλώνει: «Διότι όποτε οι εθνικοί, που δεν έχουν νόμο, κάνουν από τη φύση τους τα πράγματα του νόμου, αυτοί οι άνθρωποι, μολονότι δεν έχουν νόμο, είναι νόμος για τον εαυτό τους. Αυτοί οι ίδιοι καταδεικνύουν ότι η ουσία του νόμου είναι γραμμένη στις καρδιές τους, ενώ η συνείδησή τους δίνει μαρτυρία μαζί με αυτούς και, μεταξύ των δικών τους σκέψεων, κατηγορούνται ή και δικαιολογούνται». Εφόσον ο άνθρωπος πλάστηκε από την αρχή κατά την εικόνα και την ομοίωση του Θεού, έχει ηθική φύση, η οποία παράγει τη συνείδηση. Έστω και ατελείς, οι αμαρτωλοί άνθρωποι διατηρούν τη συνείδηση σε κάποιον βαθμό, όπως υποδεικνύουν τα λόγια του Παύλου. (Βλέπε ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.) Αφού ο νόμος είναι βασικά ένας “κανόνας διαγωγής”, αυτή η ηθική φύση λειτουργεί μέσα στην καρδιά τους ως νόμος. Ωστόσο, πάνω από αυτόν το νόμο της ηθικής τους φύσης και σε αντίθεση με αυτόν υπάρχει ένας άλλος κληρονομημένος νόμος, ο “νόμος της αμαρτίας”, ο οποίος πολεμάει ενάντια στις δίκαιες τάσεις, υποδουλώνοντας εκείνους που δεν αντιστέκονται στην κυριαρχία του.—Ρω 6:12· 7:22, 23.
Αυτή η ηθική φύση και η σχετική με αυτήν συνείδηση μπορούν να φανούν ακόμη και στην περίπτωση του Κάιν. Αν και ο Θεός δεν είχε δώσει κάποιον νόμο αναφορικά με την ανθρωποκτονία, η υπεκφυγή με την οποία αποκρίθηκε ο Κάιν στο ερώτημα του Θεού έδειχνε ότι η συνείδησή του τον καταδίκαζε μετά τη δολοφονία του Άβελ. (Γε 4:8, 9) Ο Ιωσήφ ο Εβραίος έδειξε ότι είχε το θεϊκό “νόμο στην καρδιά του” όταν αποκρίθηκε στη δελεαστική πρόσκληση της συζύγου του Πετεφρή με τα λόγια: “Πώς θα μπορούσα να διαπράξω αυτό το μεγάλο κακό και να αμαρτήσω εναντίον του Θεού;” Αν και ο Θεός δεν είχε καταδικάσει συγκεκριμένα τη μοιχεία, ο Ιωσήφ καταλάβαινε ότι αυτό ήταν κάτι εσφαλμένο, κάτι που παραβίαζε το θέλημα του Θεού για τους ανθρώπους όπως αυτό είχε διατυπωθεί στην Εδέμ.—Γε 39:7-9· παράβαλε Γε 2:24.
Έτσι λοιπόν, κατά την πατριαρχική περίοδο από τον Αβραάμ μέχρι τους 12 γιους του Ιακώβ, οι Γραφές παρουσιάζουν ανθρώπους από πολλές φυλές και έθνη να μιλούν για την «αμαρτία» (χαττά’θ), όπως για αμαρτίες ενάντια σε εργοδότη (Γε 31:36), ενάντια στον άρχοντα του οποίου κάποιος είναι υπήκοος (Γε 40:1· 41:9), ενάντια σε συγγενή (Γε 42:22· 43:9· 50:17) ή απλώς ενάντια σε συνάνθρωπο (Γε 20:9). Σε όλες τις περιπτώσεις, εκείνος που χρησιμοποιούσε αυτόν τον όρο παραδεχόταν έτσι ότι συνδεόταν με συγκεκριμένη σχέση με το άτομο ενάντια στο οποίο είχε διαπραχθεί ή μπορούσε να διαπραχθεί η αμαρτία και αναγνώριζε τη συνεπακόλουθη ευθύνη που είχε να σέβεται τα συμφέροντα ή το θέλημα και την εξουσία εκείνου του ατόμου, λόγου χάρη του άρχοντα, και να μην εναντιώνεται σε αυτά. Τα συγκεκριμένα άτομα εκδήλωναν έτσι στοιχεία ηθικής φύσης. Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, η κυριαρχία της αμαρτίας πάνω σε όσους δεν υπηρετούσαν τον Θεό ενισχύθηκε, έτσι ώστε ο Παύλος δικαιολογημένα είπε σχετικά με τους Εθνικούς ότι περπατούσαν “στο σκοτάδι διανοητικά, αποξενωμένοι από τη ζωή που ανήκει στον Θεό . . . έχοντας χάσει κάθε αίσθηση ηθικής”.—Εφ 4:17-19.
Πώς έκανε ο Νόμος να “αφθονήσει” η αμαρτία. Αν και η συνείδηση που διέθετε σε έναν βαθμό ο άνθρωπος του έδινε κάποια φυσική αίσθηση του ορθού και του εσφαλμένου, ο Θεός, συνάπτοντας τη διαθήκη του Νόμου με τον Ισραήλ, προσδιόρισε τώρα σαφώς την αμαρτία στις πολλαπλές εκφάνσεις της. Με αυτόν τον τρόπο, το στόμα οποιουδήποτε απογόνου των φίλων του Θεού—του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ—το οποίο θα μπορούσε να προφέρει τον ισχυρισμό ότι αυτός ο ίδιος ήταν αθώος από αμαρτία “φράχτηκε και όλος ο κόσμος άρχισε να υπόκειται στον Θεό για τιμωρία”. Αυτό συνέβη επειδή η ατελής σάρκα που κληρονόμησαν αυτοί από τον Αδάμ καθιστούσε αδύνατο το να ανακηρυχτούν δίκαιοι ενώπιον του Θεού μέσω έργων νόμου, «γιατί μέσω νόμου είναι η ακριβής γνώση της αμαρτίας». (Ρω 3:19, 20· Γα 2:16) Ο Νόμος προσδιόριζε ξεκάθαρα το πλήρες εύρος και φάσμα της αμαρτίας, έτσι ώστε στην ουσία έγινε αιτία να «αφθονήσουν» τα παραπτώματα και οι αμαρτίες, καθώς πάρα πολλές πράξεις ή ακόμη και νοοτροπίες προσδιορίζονταν πια ως αμαρτωλές. (Ρω 5:20· 7:7, 8· Γα 3:19· παράβαλε Ψλ 40:12.) Οι θυσίες του Νόμου υπενθύμιζαν συνεχώς σε εκείνους που υπόκειντο σε αυτόν την αμαρτωλή τους κατάσταση. (Εβρ 10:1-4, 11) Με αυτά τα μέσα, ο Νόμος λειτούργησε ως παιδαγωγός που τους οδήγησε στον Χριστό, ώστε να “ανακηρυχτούν δίκαιοι λόγω πίστης”.—Γα 3:22-25.
Πώς ήταν δυνατόν να “λάβει αφορμή” η αμαρτία μέσω της εντολής του Θεού προς τον Ισραήλ;
Τονίζοντας ότι ο Μωσαϊκός Νόμος δεν είναι το μέσο για να αποκτήσουν οι άνθρωποι δίκαιη υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Όταν ήμασταν σε συμφωνία με τη σάρκα, τα αμαρτωλά πάθη που διεγείρονταν από το Νόμο βρίσκονταν σε δράση στα μέλη μας για να αποφέρουμε καρπούς στο θάνατο. . . . Τι θα πούμε λοιπόν; Είναι ο Νόμος αμαρτία; Ποτέ να μη συμβεί αυτό! Στην πραγματικότητα, δεν θα είχα γνωρίσει την αμαρτία αν δεν υπήρχε ο Νόμος· και δεν θα είχα γνωρίσει, παραδείγματος χάρη, την πλεονεξία αν ο Νόμος δεν έλεγε: “Δεν πρέπει να έχεις πλεονεξία”. Αλλά η αμαρτία, λαβαίνοντας αφορμή μέσω της εντολής, απεργάστηκε μέσα μου κάθε είδους πλεονεξία, γιατί χωρίς νόμο η αμαρτία ήταν νεκρή».—Ρω 7:5-8.
Χωρίς το Νόμο, ο απόστολος Παύλος δεν θα είχε γνωρίσει ή διακρίνει το πλήρες εύρος ή φάσμα της αμαρτίας, για παράδειγμα, την αμαρτωλότητα της πλεονεξίας. Όπως παρατηρεί ο ίδιος, ο Νόμος “διήγειρε” το αμαρτωλό πάθος, και η εντολή ενάντια στην πλεονεξία παρείχε «αφορμή» για την αμαρτία. Αυτό θα πρέπει να κατανοηθεί στο φως της δήλωσης του Παύλου ότι «χωρίς νόμο η αμαρτία ήταν νεκρή». Όσον καιρό η αμαρτία δεν είχε προσδιοριστεί σαφώς, δεν μπορούσε να κατηγορηθεί κάποιος ότι διέπραξε αμαρτίες οι οποίες δεν είχαν οριστεί ως αμαρτίες νομικά. Πριν από την έλευση του Νόμου, ο Παύλος και οι άλλοι ομοεθνείς του ζούσαν χωρίς να καταδικάζονται για αμαρτίες οι οποίες δεν είχαν προσδιοριστεί. Με την εισαγωγή του Νόμου, όμως, ο Παύλος και οι συμπατριώτες του χαρακτηρίστηκαν ως αμαρτωλοί που ήταν καταδικασμένοι σε θάνατο. Ο Νόμος τούς έκανε να έχουν μεγαλύτερη συναίσθηση του γεγονότος ότι ήταν αμαρτωλοί. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Μωσαϊκός Νόμος τούς ωθούσε να αμαρτήσουν, αλλά τους εξέθετε ως αμαρτωλούς. Με αυτόν τον τρόπο, η αμαρτία έλαβε αφορμή μέσω του Νόμου και απεργάστηκε την αμαρτία μέσα στον Παύλο και στο λαό του. Ο Νόμος παρείχε τη βάση για την καταδίκη περισσότερων ανθρώπων ως αμαρτωλών με πολύ περισσότερες κατηγορίες που βασίζονταν σε αυτόν.
Επομένως, η απάντηση στο ερώτημα «Είναι ο Νόμος αμαρτία;» είναι κατηγορηματικά “Όχι!” (Ρω 7:7) Ο Νόμος δεν “αστόχησε” αποτυγχάνοντας να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο δόθηκε από τον Θεό αλλά, αντιθέτως, “βρήκε το κέντρο του στόχου”, όχι μόνο με το να είναι καλός και ωφέλιμος ως προστατευτικός οδηγός, αλλά επίσης με το να εδραιώσει νομικά το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι, μη εξαιρουμένων των Ισραηλιτών, ήταν αμαρτωλοί και χρειάζονταν την απολύτρωση από τον Θεό. Κατηύθυνε επίσης τους Ισραηλίτες στον Χριστό ως τον αναγκαίο Λυτρωτή.
Σφάλματα, Παραβάσεις, Παραπτώματα. Οι Γραφές συνδέουν συχνά το «σφάλμα» (εβρ. κείμενο, ‛αβόν), την «παράβαση» (εβρ. κείμενο, πέσα‛· ελλ. κείμενο, παράβασις), το «παράπτωμα» (παράπτωμα, Κείμενο) και άλλες συναφείς λέξεις με την «αμαρτία» (εβρ. κείμενο, χαττά’θ· ελλ. κείμενο, ἁμαρτία). Όλες αυτές οι συναφείς λέξεις παρουσιάζουν συγκεκριμένες εκφάνσεις της αμαρτίας ή μορφές που προσλαμβάνει αυτή.
Σφάλματα, λάθη και ανοησία. Η λέξη ‛αβόν, λοιπόν, σχετίζεται βασικά με τη διάπραξη σφαλμάτων, με την εκτέλεση στρεβλών ή εσφαλμένων πράξεων. Ο εβραϊκός όρος αναφέρεται σε κάποιο ηθικό σφάλμα, σε διαστρέβλωση του σωστού. (Ιωβ 10:6, 14, 15) Είναι φανερό ότι όσοι δεν υποτάσσονται στο θέλημα του Θεού δεν κατευθύνονται από την τέλεια σοφία και δικαιοσύνη του και συνεπώς αναπόφευκτα θα σφάλλουν. (Παράβαλε Ησ 59:1-3· Ιερ 14:10· Φλπ 2:15.) Αναμφίβολα επειδή η αμαρτία κάνει τον άνθρωπο να χάνει την ισορροπία του, διαστρεβλώνοντας το ευθές (Ιωβ 33:27· Αββ 1:4), η εβραϊκή λέξη ‛αβόν είναι αυτή που συνδέεται πιο συχνά με τη λέξη χαττά’θ (αμαρτία, αστοχία) ή χρησιμοποιείται παράλληλα με αυτήν. (Εξ 34:9· Δευ 19:15· Νε 4:5· Ψλ 32:5· 85:2· Ησ 27:9) Αυτή η ανισορροπία προκαλεί σύγχυση και δυσαρμονία μέσα στον άνθρωπο, καθώς επίσης δυσκολίες στη σχέση του με τον Θεό και με την υπόλοιπη δημιουργία Του.
Το «σφάλμα» (‛αβόν) μπορεί να είναι εκούσιο ή ακούσιο, είτε συνειδητή παρέκκλιση από το ορθό είτε πράξη που κάνει κάποιος εν αγνοία του, ένα «λάθος» (σεγαγάχ), το οποίο παρ’ όλα αυτά τον οδηγεί σε σφάλμα και ενοχή ενώπιον του Θεού. (Λευ 4:13-35· 5:1-6, 14-19· Αρ 15:22-29· Ψλ 19:12, 13) Φυσικά, αν το σφάλμα είναι εκούσιο, έχει πολύ σοβαρότερες συνέπειες από ό,τι αν γίνει κατά λάθος. (Αρ 15:30, 31· παράβαλε Θρ 4:6, 13, 22.) Το σφάλμα είναι αντίθετο με την αλήθεια, και όσοι αμαρτάνουν εκούσια διαστρέφουν την αλήθεια, ακολουθώντας μια πορεία που οδηγεί μόνο σε ακόμη πιο χονδροειδή αμαρτία. (Παράβαλε Ησ 5:18-23.) Ο απόστολος Παύλος μιλάει για «την απατηλή δύναμη της αμαρτίας», η οποία σκληραίνει τις ανθρώπινες καρδιές. (Εβρ 3:13-15· παράβαλε Εξ 9:27, 34, 35.) Ο ίδιος συγγραφέας, παραθέτοντας από το εδάφιο Ιερεμίας 31:34, όπου το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο μιλάει για το «σφάλμα» και την «αμαρτία» του Ισραήλ, χρησιμοποίησε στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο τις λέξεις ἁμαρτία και ἀδικία στο εδάφιο Εβραίους 8:12, και τις λέξεις ἁμαρτία και ἀνομία στο εδάφιο Εβραίους 10:17.
Το εδάφιο Παροιμίες 24:9 δηλώνει ότι «η έκλυτη διαγωγή της ανοησίας είναι αμαρτία», και οι εβραϊκές λέξεις που μεταδίδουν την ιδέα της ανοησίας χρησιμοποιούνται συχνά σε συσχετισμό με τη διάπραξη αμαρτιών—ο αμαρτωλός δε ενίοτε αναγνωρίζει μετανοημένα: «Ενήργησα ανόητα». (1Σα 26:21· 2Σα 24:10, 17) Μη δεχόμενος διαπαιδαγώγηση από τον Θεό, ο αμαρτωλός μπλέκεται μέσα στα σφάλματά του και παραστρατεί ανόητα.—Παρ 5:22, 23· παράβαλε 19:3.
Παράβαση. Η αμαρτία μπορεί να προσλάβει τη μορφή της “παράβασης”. Η λέξη παράβασις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει βασικά το να υπερβαίνει κανείς συγκεκριμένα όρια, ειδικά στην περίπτωση παραβίασης κάποιου νόμου. Ο Ματθαίος χρησιμοποιεί το ρήμα παραβαίνω αναφέροντας την ερώτηση των Φαρισαίων και των γραμματέων ως προς το γιατί οι μαθητές του Ιησού “παρέβαιναν την παράδοση των παλαιοτέρων” καθώς και την αντερώτηση του Ιησού ως προς το γιατί αυτοί οι εναντιούμενοι “παρέβαιναν την εντολή του Θεού εξαιτίας της παράδοσής τους”, μέσω της οποίας καθιστούσαν άκυρο το λόγο του Θεού. (Ματ 15:1-6) Το ρήμα αυτό μπορεί επίσης να σημαίνει «φεύγω από το δρόμο μου», όπως συνέβη με τον Ιούδα που «παρέκκλινε» από τη διακονία του και από την ιδιότητά του ως αποστόλου. (Πρ 1:25) Σε μερικά πρωτότυπα ελληνικά κείμενα χρησιμοποιείται το ίδιο ρήμα όταν γίνεται αναφορά σε κάποιον που «παραβαίνει και δεν μένει εις την διδαχήν του Χριστού».—2Ιω 9, ΚΔΤΚ.
Στις Εβραϊκές Γραφές υπάρχουν παρόμοιες αναφορές στη διάπραξη αμαρτιών από ανθρώπους που “παραβίασαν”, “παρέκαμψαν” ή “προχώρησαν πέρα από” (εβρ., ‛αβάρ) τη διαθήκη του Θεού ή συγκεκριμένες εντολές.—Αρ 14:41· Δευ 17:2, 3· Ιη 7:11, 15· 1Σα 15:24· Ησ 24:5· Ιερ 34:18.
Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι η λέξη παράβασις συσχετίζεται ιδιαίτερα με τον καθιερωμένο νόμο όταν λέει ότι «όπου δεν υπάρχει νόμος δεν υπάρχει ούτε παράβαση». (Ρω 4:15) Συνεπώς, ελλείψει νόμου ο αμαρτωλός δεν θα μπορούσε να αποκληθεί «παραβάτης». Ο Παύλος και οι άλλοι Χριστιανοί συγγραφείς χρησιμοποιούν με συνέπεια τη λέξη παράβασις (και παραβάτης) μιλώντας για το νόμο. (Παράβαλε Ρω 2:23-27· Γα 2:16, 18· 3:19· Ιακ 2:9, 11.) Εφόσον, λοιπόν, ο Αδάμ έλαβε άμεση εντολή από τον Θεό, ήταν ένοχος «παράβασης» ενός σαφούς νόμου. Η σύζυγός του, αν και απατήθηκε, ήταν και αυτή επίσης ένοχη παράβασης του ίδιου νόμου. (1Τι 2:14) Η διαθήκη του Νόμου η οποία διαβιβάστηκε στον Μωυσή μέσω αγγέλων προστέθηκε στην Αβραμιαία διαθήκη «για να κάνει φανερές τις παραβάσεις», ώστε να “τεθούν όλα μαζί τα πράγματα υπό κράτηση στην αμαρτία”, καθώς καταδίκαζε νομικά για αμαρτία όλους τους απογόνους του Αδάμ, περιλαμβανομένου και του Ισραήλ, και καταδείκνυε ότι όλοι χρειάζονταν σαφώς συγχώρηση και σωτηρία μέσω πίστης στον Χριστό Ιησού. (Γα 3:19-22) Άρα, αν ο Παύλος έθετε πάλι τον εαυτό του υπό το Μωσαϊκό Νόμο, θα έκανε πάλι τον εαυτό του “παραβάτη” εκείνου του Νόμου και θα υπόκειτο στην καταδίκη του, ενώ παράλληλα θα είχε παραμερίσει την παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού που παρείχε απελευθέρωση από εκείνη την καταδίκη.—Γα 2:18-21· παράβαλε 3:1-4, 10.
Η εβραϊκή λέξη πέσα‛ μεταδίδει την ιδέα της παράβασης (Ψλ 51:3· Ησ 43:25-27· Ιερ 33:8) καθώς και της “ανταρσίας”, η οποία αποτελεί απόρριψη του νόμου ή της εξουσίας κάποιου. (1Σα 24:11· Ιωβ 13:23, 24· 34:37· Ησ 59:12, 13) Κατά συνέπεια, η εκούσια παράβαση ισοδυναμεί με στασιασμό ενάντια στην πατρική διακυβέρνηση και εξουσία του Θεού. Θέτει το θέλημα του πλάσματος ενάντια στο θέλημα του Δημιουργού, και έτσι το πλάσμα διαπράττει ανταρσία ενάντια στην κυριαρχία του Θεού, την υπέρτατη διακυβέρνησή Του.
Παράπτωμα. Η λέξη παράπτωμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Εφ 1:7· Κολ 2:13) σημαίνει κατά κυριολεξία «πτώση δίπλα από κάτι», επομένως εσφαλμένο βήμα (Ρω 11:11, 12) ή παραπάτημα. Η αμαρτία που διέπραξε ο Αδάμ τρώγοντας τον απαγορευμένο καρπό ήταν «παράβαση» επειδή αυτός παραβίασε το νόμο του Θεού, αλλά ήταν και «παράπτωμα» επειδή αυτός έπεσε ή έκανε ένα εσφαλμένο βήμα αντί να σταθεί ή να περπατήσει με ευθύτητα, σε αρμονία με τις δίκαιες απαιτήσεις του Θεού και υποστηρίζοντας έτσι την εξουσία Του. Οι πολλές διατάξεις και απαιτήσεις της διαθήκης του Νόμου στην ουσία άνοιξαν το δρόμο για πολλά τέτοια παραπτώματα εξαιτίας της ατέλειας όσων υπόκειντο σε αυτήν (Ρω 5:20), το δε έθνος του Ισραήλ ως σύνολο “παραπάτησε” αποτυγχάνοντας να τηρήσει εκείνη τη διαθήκη. (Ρω 11:11, 12) Εφόσον όλες οι διάφορες διατάξεις εκείνου του Νόμου αποτελούσαν μέρος της ίδιας διαθήκης, το άτομο που έκανε κάποιο «εσφαλμένο βήμα» όσον αφορά ένα σημείο γινόταν «παραβάτης» όλης της διαθήκης και συνεπώς όλων των διατάξεών της.—Ιακ 2:10, 11.
«Αμαρτωλοί». Εφόσον «δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην αμαρτάνει» (2Χρ 6:36), όλοι οι απόγονοι του Αδάμ μπορούν να χαρακτηριστούν ορθά «αμαρτωλοί» από τη φύση τους. Αλλά στις Γραφές, ο όρος «αμαρτωλοί» εφαρμόζεται συνήθως με πιο συγκεκριμένο τρόπο, προσδιορίζοντας εκείνους που αμαρτάνουν κατά συνήθεια ή είναι γνωστοί για αυτή τους την πορεία. Οι αμαρτίες τους έχουν γίνει ευρέως γνωστές. (Λου 7:37-39) Οι Αμαληκίτες, για τους οποίους ο Ιεχωβά έδωσε διαταγή στον Σαούλ να τους καταστρέψει, αποκαλούνται “αμαρτωλοί”. (1Σα 15:18) Ο ψαλμωδός προσευχήθηκε να μην αφαιρέσει ο Θεός την ψυχή του «μαζί με τους αμαρτωλούς», τους οποίους στα επόμενα λόγια του περιγράφει ως «ενόχους αίματος, οι οποίοι έχουν στα χέρια τους έκλυτη διαγωγή και το δεξί τους χέρι είναι γεμάτο δωροδοκία». (Ψλ 26:9, 10· παράβαλε Παρ 1:10-19.) Οι θρησκευτικοί ηγέτες καταδίκασαν το γεγονός ότι ο Ιησούς συναναστρεφόταν «εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλούς», οι δε εισπράκτορες φόρων θεωρούνταν από τους Ιουδαίους ως γενικά ανυπόληπτη τάξη. (Ματ 9:10, 11) Ο Ιησούς τούς ανέφερε μαζί με τις πόρνες, λέγοντας ότι αυτοί θα έμπαιναν στη Βασιλεία πριν από τους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτες. (Ματ 21:31, 32) Ο Ζακχαίος, ο οποίος ήταν εισπράκτορας φόρων και “αμαρτωλός” στα μάτια πολλών, αναγνώρισε ότι είχε αρπάξει με παράνομο τρόπο χρήματα από άλλους.—Λου 19:7, 8.
Επομένως, όταν ο Ιησούς είπε ότι «θα γίνει περισσότερη χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί παρά για ενενήντα εννιά δικαίους που δεν έχουν ανάγκη μετάνοιας», προφανώς χρησιμοποιούσε αυτούς τους όρους με σχετική έννοια (βλέπε ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΚΡΙΣΗ [Αγαθότητα και Δικαιοσύνη]), διότι όλοι οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους αμαρτωλοί και κανείς δεν είναι δίκαιος με την απόλυτη έννοια.—Λου 15:7, 10· παράβαλε Λου 5:32· 13:2· βλέπε ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ.
Βαθμοί Σοβαρότητας της Αδικοπραγίας. Μολονότι η αμαρτία δεν παύει να είναι αμαρτία, και σε κάθε περίπτωση θα μπορούσε δίκαια να καταστήσει τον ένοχο άξιο του “μισθού” της αμαρτίας, δηλαδή του θανάτου, οι Γραφές δείχνουν ότι από την άποψη του Θεού οι αδικοπραγίες των ανθρώπων ποικίλλουν σε βαθμό σοβαρότητας. Παραδείγματος χάρη, οι άντρες των Σοδόμων «αμάρταναν χονδροειδώς εναντίον του Ιεχωβά» και η αμαρτία τους ήταν «πολύ βαριά». (Γε 13:13· 18:20· παράβαλε 2Τι 3:6, 7.) Η κατασκευή του χρυσού μοσχαριού από τους Ισραηλίτες αποκαλείται επίσης «μεγάλη αμαρτία» (Εξ 32:30, 31), παρόμοια δε η μοσχολατρία του Ιεροβοάμ έκανε τους κατοίκους του βόρειου βασιλείου “να αμαρτήσουν με μεγάλη αμαρτία”. (2Βα 17:16, 21) Η αμαρτία του Ιούδα έγινε «σαν των Σοδόμων», καθιστώντας το βασίλειο του Ιούδα αποκρουστικό στα μάτια του Θεού. (Ησ 1:4, 10· 3:9· Θρ 1:8· 4:6) Μια τέτοια πορεία περιφρόνησης του θελήματος του Θεού μπορεί να κάνει ακόμη και την προσευχή κάποιου να γίνει αμαρτία. (Ψλ 109:7, 8, 14) Εφόσον η αμαρτία προσβάλλει τον Θεό ως πρόσωπο, εκείνος δεν αδιαφορεί για αυτήν. Όσο αυξάνεται η σοβαρότητά της, είναι εύλογο ότι αυξάνεται η αγανάκτηση και η οργή του. (Ρω 1:18· Δευ 29:22-28· Ιωβ 42:7· Ψλ 21:8, 9) Η οργή του, όμως, δεν οφείλεται αποκλειστικά στο ότι περιλαμβάνεται ο ίδιος ως πρόσωπο, αλλά εξάπτεται και από τη βλάβη και την αδικία που προκαλείται στους ανθρώπους, ειδικά στους πιστούς υπηρέτες του.—Ησ 10:1-4· Μαλ 2:13-16· 2Θε 1:6-10.
Ανθρώπινη αδυναμία και άγνοια. Ο Ιεχωβά λαβαίνει υπόψη του την αδυναμία των ατελών ανθρώπων που κατάγονται από τον Αδάμ, ώστε εκείνοι που ειλικρινά Τον εκζητούν μπορούν να πουν: «Δεν έκανε σε εμάς κατά τις αμαρτίες μας· ούτε έφερε πάνω μας ό,τι μας άξιζε κατά τα σφάλματά μας». Οι Γραφές αποκαλύπτουν το θαυμαστό έλεος και τη στοργική καλοσύνη που έχει εκδηλώσει ο Θεός καθώς πολιτεύεται υπομονετικά με τους ανθρώπους που είναι σάρκα. (Ψλ 103:2, 3, 10-18) Λαβαίνει επίσης υπόψη του την άγνοια ως παράγοντα που συντελεί στις αμαρτίες (1Τι 1:13· παράβαλε Λου 12:47, 48), με την προϋπόθεση ότι αυτή η άγνοια δεν είναι εσκεμμένη. Εκείνοι που απορρίπτουν εσκεμμένα τη γνώση και τη σοφία που προσφέρει ο Θεός, “βρίσκοντας ευχαρίστηση στην αδικία”, είναι αδικαιολόγητοι. (2Θε 2:9-12· Παρ 1:22-33· Ωσ 4:6-8) Μερικοί παροδηγούνται και απομακρύνονται προσωρινά από την αλήθεια αλλά, όταν λάβουν βοήθεια, επανέρχονται (Ιακ 5:19, 20), ενώ άλλοι “κλείνουν τα μάτια τους στο φως και ξεχνούν τον προηγούμενο καθαρισμό τους από τις αμαρτίες”.—2Πε 1:9.
Τι είναι η ασυγχώρητη αμαρτία;
Η γνώση συνεπάγεται μεγαλύτερη ευθύνη. Η αμαρτία του Πιλάτου δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο η αμαρτία των Ιουδαίων θρησκευτικών ηγετών οι οποίοι παρέδωσαν τον Ιησού στον κυβερνήτη ούτε όσο η αμαρτία του Ιούδα, που πρόδωσε τον Κύριό του. (Ιωα 19:11· 17:12) Ο Ιησούς είπε στους Φαρισαίους των ημερών του ότι, αν ήταν τυφλοί, δεν θα είχαν αμαρτία, εννοώντας προφανώς ότι ο Θεός θα μπορούσε να συγχωρήσει τις αμαρτίες τους με βάση την άγνοιά τους. Επειδή, όμως, αυτοί αρνούνταν ότι βρίσκονταν σε άγνοια, “η αμαρτία τους παρέμενε”. (Ιωα 9:39-41) Ο Ιησούς είπε ότι “δεν είχαν δικαιολογία για την αμαρτία τους” επειδή είχαν παραστεί μάρτυρες των δυναμικών λόγων και έργων του τα οποία ήταν αποτέλεσμα της επενέργειας του πνεύματος του Θεού σε αυτόν. (Ιωα 15:22-24· Λου 4:18) Όσοι, είτε με τα λόγια τους είτε με την πορεία ενέργειάς τους, βλασφημούσαν εσκεμμένα και συνειδητά το πνεύμα του Θεού που εκδηλωνόταν με αυτόν τον τρόπο θα ήταν “ένοχοι αιώνιας αμαρτίας”, για την οποία δεν θα ήταν δυνατή η συγχώρηση. (Ματ 12:31, 32· Μαρ 3:28-30· παράβαλε Ιωα 15:26· 16:7, 8.) Αυτό θα μπορούσε να ισχύει για ορισμένους που έγιναν Χριστιανοί και κατόπιν απομακρύνθηκαν εκούσια από την αγνή λατρεία του Θεού. Τα εδάφια Εβραίους 10:26, 27 δηλώνουν: «Αν αμαρτάνουμε εκούσια, αφού πρώτα έχουμε λάβει την ακριβή γνώση της αλήθειας, δεν απομένει πια θυσία για αμαρτίες, αλλά απομένει κάποια φοβερή προσδοκία κρίσης και μια πύρινη ζηλοτυπία που πρόκειται να καταφάει αυτούς που εναντιώνονται».
Στα εδάφια 1 Ιωάννη 5:16, 17, ο Ιωάννης αναφέρεται προφανώς στην εκούσια, συνειδητή αμαρτία όταν μιλάει για την «αμαρτία που επισύρει θάνατο» σε αντιδιαστολή με εκείνη που δεν επισύρει θάνατο. (Παράβαλε Αρ 15:30.) Όταν οι αποδείξεις φανερώνουν τέτοια εκούσια, συνειδητή αμαρτία, ο Χριστιανός δεν προσεύχεται για τον παραβάτη. Φυσικά, ο Θεός είναι ο τελικός Κριτής όσον αφορά τη διάθεση της καρδιάς του αμαρτωλού.—Παράβαλε Ιερ 7:16· Ματ 5:44· Πρ 7:60.
“Διάπραξη αμαρτίας” έναντι της έννοιας “πράττω την αμαρτία”. Ο Ιωάννης κάνει επίσης διάκριση ανάμεσα στο να διαπράξει κανείς κάποια αμαρτία και στο να πράττει την αμαρτία, όπως φαίνεται από μια σύγκριση των εδαφίων 1 Ιωάννη 2:1 και 3:4-8 σύμφωνα με την απόδοσή τους στη Μετάφραση Νέου Κόσμου. Όσον αφορά την ορθότητα της απόδοσης «όποιος πράττει την αμαρτία [ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν, Κείμενο]» (1Ιω 3:4), το σύγγραμμα του Ρόμπερτσον Λεκτικές Εικόνες της Καινής Διαθήκης ([Word Pictures in the New Testament] 1933, Τόμ. 6, σ. 221) λέει: «Η ενεργητική μετοχή του ενεστώτα (ποιῶν) εννοεί τη συνήθεια του να αμαρτάνει κάποιος». Όσον αφορά το εδάφιο 1 Ιωάννη 3:6, όπου στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η φράση οὐχ ἁμαρτάνει, ο ίδιος λόγιος σχολιάζει (σ. 222): «Ενεστώτας . . . ενεργητική φωνή και οριστική έγκλιση του ρήματος ἁμαρτάνω, “δεν εξακολουθεί να αμαρτάνει”». Άρα, ο πιστός Χριστιανός μπορεί να υποπέσει κάποια στιγμή σε αμαρτία λόγω αδυναμίας ή επειδή παροδηγήθηκε, αλλά «δεν εμμένει στην αμαρτία» συνεχίζοντας να περπατάει σε αυτήν.—1Ιω 3:9, 10· παράβαλε 1Κο 15:33, 34· 1Τι 5:20.
Συμμετοχή στις αμαρτίες άλλων. Ένα άτομο μπορεί να γίνει ένοχο αμαρτίας ενώπιον του Θεού αν συναναστρέφεται εκούσια με άτομα που αδικοπραγούν, αν επιδοκιμάζει την αδικοπραγία τους ή αν συγκαλύπτει τη διαγωγή τους ώστε να μη μάθουν οι πρεσβύτεροι σχετικά με αυτήν και αναλάβουν κατάλληλη δράση. (Παράβαλε Ψλ 50:18, 21· 1Τι 5:22.) Επομένως, όσοι παραμένουν στη συμβολική πόλη “Βαβυλώνα τη Μεγάλη” “λαβαίνουν και αυτοί από τις πληγές της”. (Απ 18:2, 4-8) Ο Χριστιανός που συναναστρέφεται ή έστω λέει «χαιρετισμό» σε κάποιον ο οποίος εγκαταλείπει τη διδασκαλία του Χριστού γίνεται «συμμέτοχος στα πονηρά του έργα».—2Ιω 9-11· παράβαλε Τιτ 3:10, 11.
Ο Τιμόθεος έλαβε από τον Παύλο την προειδοποίηση να μη γίνεται «συμμέτοχος στις αμαρτίες άλλων». (1Τι 5:22) Τα προηγούμενα λόγια του Παύλου σχετικά με το να “μη θέτει ποτέ τα χέρια του βιαστικά πάνω σε κανέναν” πρέπει να παραπέμπουν στην εξουσία που είχε δοθεί στον Τιμόθεο να διορίζει επισκόπους στις εκκλησίες. Δεν έπρεπε να διορίζει κάποιον νεοπροσήλυτο, διότι ένα τέτοιο άτομο μπορεί να φούσκωνε από υπερηφάνεια. Αν ο Τιμόθεος δεν έδινε προσοχή σε αυτή τη συμβουλή, θα έφερε λογικά μερίδιο της ευθύνης για οποιεσδήποτε εσφαλμένες ενέργειες μπορεί να έκανε ένα τέτοιο άτομο.—1Τι 3:6.
Με βάση τις παραπάνω αρχές, ένα ολόκληρο έθνος μπορούσε να γίνει ένοχο αμαρτίας ενώπιον του Θεού.—Παρ 14:34.
Αμαρτίες Εναντίον Ανθρώπων, Εναντίον του Θεού και Εναντίον του Χριστού. Όπως καταδείχτηκε παραπάνω, το υπόμνημα των Εβραϊκών Γραφών περιέχει αναφορές στην αμαρτία από ανθρώπους διαφόρων εθνών κατά την πατριαρχική περίοδο. Οι αναφορές αυτές σχετίζονταν κυρίως με αμαρτίες που διαπράττονταν εναντίον άλλων ανθρώπων.
Δεδομένου ότι μόνο ο Θεός αποτελεί το πρότυπο της δικαιοσύνης και της αγαθότητας, οι αμαρτίες που διαπράττονται εναντίον ανθρώπων δεν σημαίνουν ότι οι δράστες δεν συμμορφώνονται με την “εικόνα και την ομοίωση” αυτών των ατόμων, αλλά ότι δεν σέβονται τα δίκαια και θεμιτά συμφέροντά τους ή δεν ενδιαφέρονται για αυτά, με αποτέλεσμα να παρανομούν εναντίον τους προξενώντας τους άδικη βλάβη. (Κρ 11:12, 13, 27· 1Σα 19:4, 5· 20:1· 26:21· Ιερ 37:18· 2Κο 11:7) Ο Ιησούς εξέθεσε τις κατευθυντήριες αρχές που πρέπει να ακολουθήσει ένα άτομο αν κάποιος διαπράξει εναντίον του σοβαρές αμαρτίες. (Ματ 18:15-17) Ακόμη και αν ο αδελφός κάποιου αμάρτανε εναντίον του 77 φορές ή 7 φορές την ίδια ημέρα, ο παραβάτης αυτός θα έπρεπε να συγχωρηθεί αν, ύστερα από επίπληξη, εκδήλωνε μετάνοια. (Ματ 18:21, 22· Λου 17:3, 4· παράβαλε 1Πε 4:8.) Ο Πέτρος μιλάει για οικιακούς υπηρέτες οι οποίοι χαστουκίζονταν για αμαρτίες που διέπρατταν εναντίον των ιδιοκτητών τους. (1Πε 2:18-20) Κάποιος μπορεί να αμαρτήσει εναντίον μιας θεσμοθετημένης εξουσίας με το να μην της αποδώσει τον οφειλόμενο σεβασμό. Ο Παύλος ανακήρυξε τον εαυτό του αθώο από οποιαδήποτε αμαρτία «εναντίον του Νόμου των Ιουδαίων [ή] εναντίον του ναού [ή] εναντίον του Καίσαρα».—Πρ 25:8.
Παρ’ όλα αυτά, οι αμαρτίες εναντίον ανθρώπων αποτελούν επίσης αμαρτίες εναντίον του Δημιουργού, στον οποίο οι άνθρωποι πρέπει να δώσουν λογαριασμό. (Ρω 14:10, 12· Εφ 6:5-9· Εβρ 13:17) Ο Θεός, που συγκράτησε τον Αβιμέλεχ από το να έχει σχέσεις με τη Σάρρα, είπε σε αυτόν τον Φιλισταίο βασιλιά: «Επίσης σε συγκρατούσα από το να αμαρτήσεις εναντίον μου». (Γε 20:1-7) Παρόμοια, ο Ιωσήφ αναγνώριζε ότι η μοιχεία ήταν αμαρτία εναντίον του Δημιουργού του αρσενικού και του θηλυκού και εναντίον του Πρωτουργού της γαμήλιας ένωσης (Γε 39:7-9), πράγμα που αναγνώρισε και ο Βασιλιάς Δαβίδ. (2Σα 12:13· Ψλ 51:4) Αμαρτίες όπως η κλοπή, η απάτη και η οικειοποίηση ξένης περιουσίας κατατάσσονται στο Νόμο ως “άπιστη συμπεριφορά προς τον Ιεχωβά”. (Λευ 6:2-4· Αρ 5:6-8) Εκείνοι που σκλήραιναν την καρδιά τους και ήταν σφιχτοχέρηδες προς τους φτωχούς αδελφούς τους και εκείνοι που κατακρατούσαν τους μισθούς των άλλων θα λάβαιναν θεϊκό έλεγχο. (Δευ 15:7-10· 24:14, 15· παράβαλε Παρ 14:31· Αμ 5:12.) Ο Σαμουήλ δήλωσε ότι του ήταν αδιανόητο “να αμαρτήσει εναντίον του Ιεχωβά σταματώντας να προσεύχεται” για χάρη των ομοεθνών του οι οποίοι του είχαν ζητήσει να προσευχηθεί.—1Σα 12:19-23.
Παρόμοια, τα εδάφια Ιακώβου 2:1-9 καταδικάζουν ως αμαρτία την εκδήλωση μεροληψίας ή τη δημιουργία ταξικών διακρίσεων ανάμεσα στους Χριστιανούς. Ο Παύλος λέει ότι εκείνοι που δεν δίνουν προσοχή στις αδύναμες συνειδήσεις των αδελφών τους, κάνοντάς τους να σκανδαλιστούν, “αμαρτάνουν ενάντια στον Χριστό”, τον Γιο του Θεού που έδωσε το αίμα της ζωής του για τους ακολούθους του.—1Κο 8:10-13.
Συνεπώς, ενώ όλες οι αμαρτίες είναι στην πραγματικότητα αμαρτίες εναντίον του Θεού, ο Ιεχωβά θεωρεί ότι κάποιες αμαρτίες στρέφονται πιο άμεσα εναντίον του ίδιου προσωπικά—αμαρτίες όπως η ειδωλολατρία (Εξ 20:2-5· 2Βα 22:17), η απιστία (Ρω 14:22, 23· Εβρ 10:37, 38· 12:1), η ασέβεια για τα ιερά πράγματα (Αρ 18:22, 23) και όλες οι μορφές της ψεύτικης λατρείας (Ωσ 8:11-14). Αυτός είναι αναμφίβολα ο λόγος για τον οποίο ο Αρχιερέας Ηλεί είπε τα εξής στους γιους του, οι οποίοι έδειχναν ασέβεια προς τη σκηνή της μαρτυρίας και την υπηρεσία του Θεού: «Αν ένας άνθρωπος αμαρτήσει εναντίον ανθρώπου, ο Θεός θα μεσολαβήσει για αυτόν [παράβαλε 1Βα 8:31, 32]· αλλά αν ένας άνθρωπος αμαρτήσει εναντίον του Ιεχωβά, ποιος θα προσευχηθεί για αυτόν;»—1Σα 2:22-25· παράβαλε εδ. 12-17.
Όταν κάποιος αμαρτάνει ενάντια στο ίδιο του το σώμα. Στην προειδοποίηση που απευθύνει σχετικά με την πορνεία (τις σεξουαλικές σχέσεις εκτός του Γραφικά επιδοκιμασμένου γάμου), ο Παύλος δηλώνει ότι «κάθε άλλη αμαρτία την οποία μπορεί να διαπράξει ένας άνθρωπος είναι έξω από το σώμα του, αλλά αυτός που πορνεύει αμαρτάνει ενάντια στο ίδιο του το σώμα». (1Κο 6:18· βλέπε ΠΟΡΝΕΙΑ.) Τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι ο Παύλος τόνιζε πως οι Χριστιανοί επρόκειτο να ενωθούν με τον Κύριο και Κεφαλή τους, τον Χριστό Ιησού. (1Κο 6:13-15) Ο πόρνος γίνεται εσφαλμένα και αμαρτωλά μία σάρκα με ένα άλλο άτομο—συνήθως μια πόρνη. (1Κο 6:16-18) Εφόσον καμιά άλλη αμαρτία δεν μπορεί να χωρίσει το σώμα του Χριστιανού από την ένωση με τον Χριστό και να το κάνει “ένα” με κάποιον άλλον, αυτός είναι προφανώς ο λόγος για τον οποίο όλες οι άλλες αμαρτίες θεωρούνται εδώ ότι είναι «έξω από το σώμα» κάποιου. Η πορνεία μπορεί επίσης να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο ίδιο το σώμα του πόρνου.
Αμαρτίες Αγγέλων. Εφόσον και οι πνευματικοί γιοι του Θεού πρέπει να αντανακλούν τη δόξα του και να του αποδίδουν αίνο, εκτελώντας το θέλημά του (Ψλ 148:1, 2· 103:20, 21), μπορούν και αυτοί να αμαρτήσουν με την ίδια βασική έννοια με την οποία αμαρτάνουν οι άνθρωποι. Το εδάφιο 2 Πέτρου 2:4 δείχνει ότι κάποιοι από τους πνευματικούς γιους του Θεού πράγματι αμάρτησαν, και έτσι εκείνος «τους παρέδωσε σε λάκκους πυκνού σκοταδιού για να φυλάττονται για κρίση». Τα εδάφια 1 Πέτρου 3:19, 20 αναφέρονται προφανώς στην ίδια κατάσταση μιλώντας για τα «πνεύματα στη φυλακή, τα οποία κάποτε είχαν γίνει ανυπάκουα όταν η υπομονή του Θεού περίμενε στις ημέρες του Νώε». Επίσης, το εδάφιο Ιούδα 6 υποδηλώνει ότι η “αστοχία” ή αμαρτία αυτών των πνευματικών πλασμάτων ήταν το ότι «δεν κράτησαν την αρχική τους θέση αλλά εγκατέλειψαν την κατοικία που τους άρμοζε». Λογικά, η κατοικία που τους άρμοζε είναι οι ουρανοί της παρουσίας του Θεού.
Εφόσον η θυσία του Ιησού Χριστού δεν περιλαμβάνει κάποια προμήθεια για την κάλυψη των αμαρτιών των πνευματικών πλασμάτων, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι οι αμαρτίες εκείνων των ανυπάκουων αγγέλων ήταν δυνατόν να συγχωρηθούν. (Εβρ 2:14-17) Όπως ο Αδάμ, έτσι και αυτοί ήταν τέλεια πλάσματα χωρίς κάποια έμφυτη αδυναμία που θα μπορούσε να θεωρηθεί ελαφρυντικό στοιχείο κατά την κρίση της αδικοπραγίας τους.
Άφεση Αμαρτιών. Όπως φαίνεται στο λήμμα ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ (Πώς «υπολογίζεται» κάποιος δίκαιος), ο Ιεχωβά Θεός στην ουσία “πιστώνει” δικαιοσύνη στο λογαριασμό εκείνων που ζουν σύμφωνα με την πίστη. Ενεργώντας έτσι, ο Θεός κατ’ αναλογία “καλύπτει” ή “εξαλείφει” τις αμαρτίες οι οποίες διαφορετικά θα χρεώνονταν στο λογαριασμό τέτοιων πιστών ατόμων. (Παράβαλε Ψλ 32:1, 2· Ησ 44:22· Πρ 3:19.) Γι’ αυτό, ο Ιησούς παρομοίασε τα «παραπτώματα» και τις «αμαρτίες» με “χρέη”. (Παράβαλε Ματ 6:14· 18:21-35· Λου 11:4.) Αν και οι αμαρτίες τους ήταν κατακόκκινες, ο Ιεχωβά “καθαρίζει” την κηλίδα που τους καθιστά μη άγιους. (Ησ 1:18· Πρ 22:16) Το μέσο που χρησιμοποιεί ο Θεός για να εκδηλώσει με αυτόν τον τρόπο το τρυφερό του έλεος και τη στοργική του καλοσύνη, διατηρώντας ωστόσο την τέλεια κρίση και δικαιοσύνη του, εξετάζεται στα λήμματα ΛΥΤΡΟ· ΜΕΤΑΝΟΙΑ· ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ και σε άλλα σχετικά λήμματα.
Αποφυγή της Αμαρτίας. Η αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον αποτελεί βασικό μέσο για την αποφυγή της αμαρτίας, η οποία είναι ανομία, διότι η αγάπη είναι εξέχουσα ιδιότητα του Θεού. Αυτός κατέστησε την αγάπη θεμέλιο για το Νόμο του προς τον Ισραήλ. (Ματ 22:37-40· Ρω 13:8-11) Με αυτόν τον τρόπο οι Χριστιανοί, αντί να είναι αποξενωμένοι από τον Θεό, μπορούν να είναι χαρούμενα ενωμένοι με εκείνον και τον Γιο του. (1Ιω 1:3· 3:1-11, 24· 4:16) Είναι επιδεκτικοί της καθοδήγησης του αγίου πνεύματος του Θεού και μπορούν «να ζήσουν ως προς το πνεύμα από την άποψη του Θεού», εγκαταλείποντας τις αμαρτίες (1Πε 4:1-6) και παράγοντας το δίκαιο καρπό του πνεύματος του Θεού αντί του πονηρού καρπού της αμαρτωλής σάρκας. (Γα 5:16-26) Κατά συνέπεια, μπορούν να απελευθερωθούν από την εξουσία της αμαρτίας.—Ρω 6:12-22.
Αν κάποιος έχει πίστη στη βέβαιη θεϊκή ανταμοιβή για τη δικαιοσύνη (Εβρ 11:1, 6), μπορεί να αντισταθεί στο κάλεσμα που του απευθύνει η αμαρτία να συμμετάσχει στην προσωρινή της απόλαυση. (Εβρ 11:24-26) Εφόσον «ο Θεός δεν εμπαίζεται», το άτομο γνωρίζει πως ο κανόνας «ό,τι σπέρνει ο άνθρωπος, αυτό και θα θερίσει» δεν έχει εξαιρέσεις, και προστατεύεται από τη δολιότητα της αμαρτίας. (Γα 6:7, 8) Αντιλαμβάνεται ότι οι αμαρτίες δεν μπορούν να παραμείνουν για πάντα κρυφές (1Τι 5:24) και ότι «αν και ένας αμαρτωλός μπορεί να κάνει το κακό εκατό φορές και να παραμένει πολύ καιρό ενεργώντας όπως του αρέσει», εντούτοις «για εκείνους που φοβούνται τον αληθινό Θεό τα πράγματα θα εξελιχθούν καλά», αλλά δεν θα συμβεί το ίδιο και με τους πονηρούς που δεν έχουν φόβο Θεού. (Εκ 8:11-13· παράβαλε Αρ 32:23· Παρ 23:17, 18.) Όσα υλικά πλούτη και αν έχει αποκτήσει ο πονηρός, δεν πρόκειται να αγοράσει με αυτά την προστασία του Θεού (Σοφ 1:17, 18) και, στην πραγματικότητα, ο πλούτος του αμαρτωλού θα αποδειχτεί τελικά ότι “αποταμιεύτηκε για τον δίκαιο”. (Παρ 13:21, 22· Εκ 2:26) Όσοι επιδιώκουν δικαιοσύνη μέσω πίστης μπορούν να αποφύγουν το «βαρύ φορτίο» που επιφέρει η αμαρτία, δηλαδή την απώλεια της ειρήνης διάνοιας και καρδιάς και την αδυναμία που προκαλεί η πνευματική ασθένεια.—Ψλ 38:3-6, 18· 41:4.
Η γνώση του λόγου του Θεού αποτελεί τη βάση για τέτοια πίστη και το μέσο για την ενίσχυσή της. (Ψλ 119:11· παράβαλε Ψλ 106:7.) Το άτομο που κινείται βιαστικά χωρίς πρώτα να αναζητήσει γνώση σχετικά με την οδό του θα “αστοχήσει” αμαρτάνοντας. (Παρ 19:2, υποσ.) Η επίγνωση του γεγονότος ότι “ένας μόνο αμαρτωλός μπορεί να καταστρέψει πολλά καλά” κάνει το δίκαιο άτομο να επιζητεί να ενεργεί με γνήσια σοφία. (Παράβαλε Εκ 9:18· 10:1-4.) Αποτελεί πορεία σοφίας το να αποφεύγει κανείς τη συναναστροφή με εκείνους που ασκούν ψεύτικη λατρεία και εκείνους που έχουν ανήθικες τάσεις, διότι αυτοί παγιδεύουν το άτομο στην αμαρτία και φθείρουν τις ωφέλιμες συνήθειες.—Εξ 23:33· Νε 13:25, 26· Ψλ 26:9-11· Παρ 1:10-19· Εκ 7:26· 1Κο 15:33, 34.
Πολλά πράγματα, βέβαια, μπορούν να γίνουν ή να μη γίνουν, ή μπορούν να γίνουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, χωρίς να καταδικάζονται ως αμαρτήματα. (Παράβαλε 1Κο 7:27, 28.) Ο Θεός δεν εγκλώβισε τον άνθρωπο μέσα σε πολυάριθμες οδηγίες που καθόριζαν και στην παραμικρή λεπτομέρεια το πώς έπρεπε να γίνονται τα πράγματα. Σαφώς, ο άνθρωπος έπρεπε να χρησιμοποιεί τη νοημοσύνη του, ενώ παράλληλα του δόθηκε και μεγάλο περιθώριο για να εκδηλώνει την ξεχωριστή του προσωπικότητα και τις προτιμήσεις του. Η διαθήκη του Νόμου περιλάμβανε πολλές διατάξεις, αλλά δεν στερούσε από τους ανθρώπους την ελευθερία προσωπικής έκφρασης. Η Χριστιανοσύνη, με τη μεγάλη έμφαση που δίνει στην αγάπη για τον Θεό και για τον πλησίον ως κατευθυντήρια αρχή, παραχωρεί παρόμοια στους ανθρώπους τη μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία που θα μπορούσαν να επιθυμήσουν άτομα με δίκαιη τάση καρδιάς.—Παράβαλε Ματ 22:37-40· Ρω 8:21· βλέπε ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ· ΙΕΧΩΒΑ (Θεός ηθικών κανόνων).
-
-
ΑμασάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΣΑ
(Αμασά) [συντετμημένη μορφή του Αμασίας].
1. Γιος της Αβιγαίας, αμφιθαλούς ή ετεροθαλούς αδελφής του Δαβίδ, και του Ιεθέρ (Ιθρά), και εξάδελφος του Αβεσσαλώμ και του Ιωάβ. (2Σα 17:25· 1Χρ 2:16, 17) Ο Ιεθέρ αποκαλείται Ισραηλίτης στο Δεύτερο Σαμουήλ και Ισμαηλίτης στο Πρώτο Χρονικών, ίσως επειδή ζούσε σε περιοχή Ισμαηλιτών. Μερικοί διατείνονται ότι ο Αμασά ταυτίζεται με τον Αμασαΐ, έναν από εκείνους που συντάχθηκαν με το στρατό του Δαβίδ στη Σικλάγ, αλλά αυτή η ταύτιση είναι αβέβαιη.—1Χρ 12:18.
Χρόνια αργότερα, όταν ο Αμασά συνεργάστηκε στην ανταρσία του Αβεσσαλώμ εναντίον του Δαβίδ, τοποθετήθηκε επικεφαλής του στρατεύματος του Αβεσσαλώμ αντί του Ιωάβ. (2Σα 17:25) Η ανταρσία κατεστάλη, ο γιος του Δαβίδ, ο Αβεσσαλώμ, θανατώθηκε από τον Ιωάβ, και στον Αμασά προσφέρθηκε η θέση του Ιωάβ ως αρχηγού του στρατεύματος του Δαβίδ, διότι ο Δαβίδ είπε: “Είσαι οστό μου και σάρκα μου”.—2Σα 18:9-15· 19:13.
Στη συνέχεια εκδηλώθηκε και πάλι ανταρσία, αυτή τη φορά από τον Σεβά ο οποίος δεν ήθελε να έχει μερίδα στον Δαβίδ. (2Σα 20:1, 2) Στον Αμασά δόθηκε περιθώριο τριών ημερών για να συγκεντρώσει στρατό. Καθώς ο Αμασά δεν ήρθε στον καθορισμένο χρόνο, ο Αβισαί έλαβε εντολή να πάρει τους υπηρέτες του Δαβίδ και να καταδιώξει τους στασιαστές. Στην καταδίωξη του Σεβά συμμετείχε και ο αδελφός του Αβισαί, ο Ιωάβ, μαζί με τους άντρες του. Τελικά, όταν ο αργοπορημένος Αμασά τούς συνάντησε, ο Ιωάβ, προσποιούμενος ότι ήθελε να τον φιλήσει, τον έπιασε με το ένα χέρι από τη γενειάδα και με το σπαθί που κρατούσε στο άλλο χέρι τον ξεκοίλιασε. (2Σα 20:4-12) Ο Αμασά μπορεί να άξιζε να το πάθει αυτό ως ανταπόδοση για το ότι είχε ταχθεί με τον Αβεσσαλώμ, αλλά ασφαλώς όχι από το χέρι εκείνου που το προκάλεσε. Γι’ αυτό, ο Δαβίδ έδωσε εντολή στον Σολομώντα να πάρει εκδίκηση για τον Αμασά θανατώνοντας τον Ιωάβ.—1Βα 2:5, 32.
2. Γιος του Χαδλαΐ. Έπειτα από μια νίκη επί του Ιούδα, όταν οι Ισραηλίτες πολεμιστές έφερναν μαζί τους τούς αδελφούς τους ως υπηρέτες, ο Αμασά ήταν ένας από τους τέσσερις επικεφαλής του Εφραΐμ που έλαβαν υπόψη τους την έκκληση του προφήτη Ωδήδ να επιστρέψουν τους αιχμαλώτους. Επίσης βοήθησε τους ανθρώπους του Ιούδα παρέχοντάς τους τα εφόδια και τα μεταφορικά μέσα που χρειάζονταν για τον επαναπατρισμό τους.—2Χρ 28:8-15.
-
-
ΑμασαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΣΑΪ
(Αμασαΐ) [συντετμημένη μορφή του Αμασίας].
1. Λευίτης από την οικογένεια του Καάθ, γιος του Ελκανά και πρόγονος του προφήτη Σαμουήλ και του Αιμάν ο οποίος στις ημέρες του Δαβίδ ήταν υμνωδός του ναού.—1Χρ 6:25, 33, 35.
2. Ο επικεφαλής 30 αντρών από τις φυλές του Ιούδα και του Βενιαμίν οι οποίοι συντάχθηκαν με τον Δαβίδ στη Σικλάγ. Για να καθησυχαστούν οι φόβοι του Δαβίδ ότι επρόκειτο για δολοπλοκία, «περικάλυψε πνεύμα τον Αμασαΐ» ο οποίος εγγυήθηκε για την ολόκαρδη υποστήριξή τους, αναγνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά βοηθούσε τον Δαβίδ.—1Χρ 12:16-18.
3. Ένας από τους εφτά ιερείς που «σάλπιζαν δυνατά μπροστά από την κιβωτό του αληθινού Θεού» όταν ο Δαβίδ διευθέτησε τη μεταφορά της στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:24.
4. Λευίτης από την οικογένεια του Καάθ του οποίου ο γιος ο Μαχάθ βοήθησε στον καθαρισμό και στον αγιασμό του ναού κατά τις ημέρες του Εζεκία.—2Χρ 29:12-18.
-
-
ΑμασίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΣΙΑΣ
(Αμασίας) [Ο Γιαχ Έχει Βαστάξει το Φορτίο].
Γιος του Ζιχρί. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ ήταν επικεφαλής μιας από τις υποδιαιρέσεις του στρατεύματος του Ιούδα, η οποία αριθμούσε 200.000 άτομα.—2Χρ 17:16.
-
-
ΑμασσαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΑΣΣΑΪ
(Αμασσαΐ).
Γιος του Αζαρήλ και ένας από τους ιερείς που κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 11:13.
-
-
ΑμέθυστοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΕΘΥΣΤΟΣ
Ημιπολύτιμη ποικιλία κρυσταλλικού χαλαζία, χρώματος μοβ ή βιολετί, που χρησιμοποιείται στην κοσμηματοποιία. Εμφανίζεται με τη μορφή εξαγωνικών κρυστάλλων και το χρώμα του αποδίδεται σε ίχνη μαγγανίου ή σιδήρου. Ο ένας τύπος αμέθυστου είναι η ποικιλία του χαλαζία (δυτικός), ενώ ο πολύτιμος αμέθυστος (ανατολικός) είναι μια ποικιλία κορουνδίου ή ζαφειριού. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα απέδωσε την εβραϊκή λέξη ’αχλαμάχ των εδαφίων Έξοδος 28:19 και 39:12 (36:19, Ο΄) με τη λέξη ἀμέθυστος (από το στερητικό μόριο α και το ρήμα μεθύω), λέξη την οποία χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες για το συγκεκριμένο πετράδι επειδή πίστευαν ότι αυτό προφυλάσσει από τη μέθη.
Ο αρχιερέας του Ισραήλ φορούσε μια πέτρα αμέθυστου στην τρίτη θέση της τρίτης σειράς λίθων στο κεντητό του «περιστήθιο της κρίσης». (Εξ 28:2, 15, 19, 21· 39:12) Όταν ο Ιωάννης είδε σε όραμα τη «Νέα Ιερουσαλήμ», παρατήρησε ότι το 12ο θεμέλιο του τείχους της άγιας πόλης ήταν αμέθυστος.—Απ 21:2, 10, 19, 20.
-
-
ΑμέλειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΕΛΕΙΑ
Αυτή η λέξη έχει την έννοια της έλλειψης προσοχής, της αδιαφορίας, της απροσεξίας στη φροντίδα ή στη μεταχείριση (κάποιου ανθρώπου ή πράγματος), καθώς και της ολιγωρίας στη διεκπεραίωση ή στην εκτέλεση (εντολών, καθηκόντων, κτλ.). Η λέξη ενέχει την έννοια της σκόπιμης ή ηθελημένης παράλειψης, ή απλώς της παράλειψης λόγω αδιαφορίας ή αμεριμνησίας.
Μια από τις εβραϊκές λέξεις που έχουν την έννοια της «αμέλειας» είναι το ρήμα παρά‛, το οποίο κατά κυριολεξία σημαίνει “λύνω”. (Αρ 5:18) Αυτό το ρήμα έχει τις έννοιες: “αφήνω ατημέλητη” την εξωτερική μου εμφάνιση (Λευ 10:6), “αποχαλινώνομαι” από πλευράς διαγωγής (Εξ 32:25) και “αδιαφορώ” για τη διαπαιδαγώγηση. (Παρ 13:18· 15:32· παράβαλε Εξ 5:4, όπου το ίδιο ρήμα αποδίδεται «αφήνω».) Μια άλλη λέξη είναι το ρήμα ‛αζάβ, το οποίο σημαίνει κατά κυριολεξία «εγκαταλείπω· αφήνω». (Δευ 29:25· 1Βα 12:8) Ο Νεεμίας τη χρησιμοποίησε παροτρύνοντας τους αληθινούς λάτρεις να μην “παραμελούν” τον οίκο του αληθινού Θεού. (Νε 10:39· παράβαλε 13:11.) Μια ακόμη εβραϊκή λέξη που δηλώνει αμέλεια σημαίνει κατά κυριολεξία «χαλαρότητα», όπως αυτή ενός χαλαρού τόξου.—Ιερ 48:10· παράβαλε Ψλ 78:57.
Η λέξη ἀμελέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (από το στερητικό μόριο α και το ρήμα μέλω, που σημαίνει «φροντίζω») περιέχει σαφέστερα την ιδέα της έλλειψης ενδιαφέροντος και φροντίδας, και λιγότερο το στοιχείο της ακούσιας παράλειψης ή παράβλεψης κάποιου πράγματος. Ο απόστολος Παύλος, αφού περιγράφει την αυστηρή τιμωρία που επέσυρε η ανυπακοή στο Μωσαϊκό Νόμο, λέει: «Εμείς πώς θα διαφύγουμε αν έχουμε παραμελήσει [ἀμελήσαντες, Κείμενο] μια τόσο μεγάλη σωτηρία, εφόσον αυτή άρχισε να λέγεται μέσω του Κυρίου μας . . . ενώ ο Θεός έδινε και αυτός μαρτυρία;» Εδώ ο Παύλος δείχνει ότι δεν τίθεται θέμα παράλειψης, αλλά έλλειψης ενδιαφέροντος, ότι κάποιος “ξεμακραίνει” (εδ. 1), ότι δεν υπακούει στο λόγο του Θεού ο οποίος λέχθηκε μέσω του μονογενούς του Γιου.—Εβρ 2:1-4.
Ο Ματθαίος χρησιμοποίησε έναν τύπο αυτής της λέξης στην αφήγηση της παραβολής του Ιησού για το γαμήλιο συμπόσιο. Εκείνοι τους οποίους προσκάλεσε ο βασιλιάς στο γαμήλιο συμπόσιο του γιου του δεν ήρθαν. Γιατί; Όχι από παράλειψη, αλλά «έφυγαν αδιάφοροι, ένας στον αγρό του, άλλος στις εμπορικές του υποθέσεις». Για αυτή τους την έλλειψη ενδιαφέροντος θεωρήθηκαν ανάξιοι.—Ματ 22:5, 8.
Ο νεαρός Τιμόθεος επωμίστηκε βαριά ευθύνη ως επίσκοπος στην Έφεσο. Ο Παύλος τον νουθέτησε: «Μην παραμελείς το χάρισμα που είναι μέσα σου, το οποίο σου δόθηκε μέσω πρόρρησης και όταν το πρεσβυτέριο έθεσε τα χέρια του πάνω σου». Απαιτούνταν έντονη, ενεργή δράση από μέρους του Τιμόθεου προκειμένου να μην είναι αμελής. Θα έπρεπε να είναι απορροφημένος στην ανάγνωση, στην ορθή διδασκαλία, στην προτροπή, στο ζήτημα της διαγωγής του και του παραδείγματος που έθετε, δείχνοντας ενδιαφέρον για αυτά τα πράγματα με συνεχή και απερίσπαστη προσοχή. Διαφορετικά θα αποτύγχανε από αμέλεια, από έλλειψη γνήσιου ενδιαφέροντος για την εύνοια που του είχε δειχτεί από τον Θεό.—1Τι 4:11-16.
Ο Παύλος παραθέτει μια δήλωση του Ιεχωβά σχετικά με τον Ισραήλ, όπου Εκείνος αναφέρθηκε στη διαθήκη του Νόμου με τα εξής λόγια: «Την οποία διαθήκη μου αυτοί παραβίασαν, μολονότι εγώ ήμουν ο συζυγικός ιδιοκτήτης τους». (Ιερ 31:32) Αντί της φράσης «μολονότι εγώ ήμουν ο συζυγικός ιδιοκτήτης τους», η Μετάφραση των Εβδομήκοντα (38:32) λέει: καὶ ἐγὼ ἠμέλησα αὐτῶν. Αυτό πιθανότατα εξηγεί γιατί η παράθεση στο εδάφιο Εβραίους 8:9 λέει: «Επειδή εκείνοι δεν ενέμειναν στη διαθήκη μου, ώστε εγώ σταμάτησα να τους φροντίζω [ἠμέλησα αὐτῶν, Κείμενο]». Ασφαλώς, ο Ιεχωβά δεν ήταν αμελής με την έννοια της αμεριμνησίας ή της παράλειψης. Απεναντίας, εκδήλωσε μεγάλο ενδιαφέρον για το λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη, μέχρις ότου εκείνοι αδιαφόρησαν για το λόγο Του και στασίασαν εναντίον Του. Μόνο τότε, και γι’ αυτόν το λόγο, “σταμάτησε να τους φροντίζει”.
-
-
ΆμεμπτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΕΜΠΤΟΣ
Μια εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «άμεμπτος» είναι η λέξη ταμ. Χρησιμοποιείται σε σχέση με την υποδειγματική ηθική υπόσταση του Ιώβ και την αψεγάδιαστη ομορφιά της Σουλαμίτισσας. (Ιωβ 1:1, 8· Ασμ 5:2· 6:9) Ο Ιακώβ χαρακτηρίζεται άμεμπτος, λόγω του ότι ζούσε ειρηνικά και ήσυχα σε σκηνές, σε αντιδιαστολή με τον αδελφό του ο οποίος ζούσε άγρια, περιπετειώδη ζωή ως κυνηγός. (Γε 25:27) Μια άλλη εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «άμεμπτος» σε κάποιες περιπτώσεις είναι η λέξη ταμίμ, η οποία ενέχει την έννοια του να είναι κανείς «άψογος· άρτιος· τέλειος». (Παρ 2:21· 11:5, 20) Οι εβραϊκές λέξεις ταμ και ταμίμ προέρχονται από τη ρίζα ταμάμ, η οποία σημαίνει «είμαι πλήρης· έχω αποπερατωθεί· φτάνω σε τελειότητα· εξαλείφομαι». (Ψλ 19:13· 1Βα 6:22· Ησ 18:5· Ιερ 24:10· παράβαλε 1Σα 16:11, όπου η φράση που αποδίδεται «Αυτά είναι όλα τα αγόρια;» σημαίνει κατά κυριολεξία «Είναι τα αγόρια συμπληρωμένα;») Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα η εβραϊκή λέξη ταμ μεταφράζεται μερικές φορές ἄμεμπτος. (Ιωβ 1:1, 8· 2:3· 9:20) Η λέξη ἄμεμπτος εμφανίζεται επίσης στο πρωτότυπο κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών και στην απόδοση της Μετάφρασης Νέου Κόσμου, ενώ μία φορά αποδίδεται «χωρίς σφάλμα».—Λου 1:6· Φλπ 3:6· Εβρ 8:7· βλέπε ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ.
Στις περιπτώσεις που η λέξη «άμεμπτος» χαρακτηρίζει ανθρώπους, η έννοιά της πρέπει να εκλαμβάνεται πάντοτε ως σχετική, όχι απόλυτη. Όταν υπέφερε ο Ιώβ, κατέληξε σε λάθος συμπεράσματα για τον Ιεχωβά, μεταξύ άλλων και για το πώς έβλεπε ο Παντοδύναμος τους άμεμπτους. (Ιωβ 9:20-22) Ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του Ιωάννη του Βαφτιστή, εκδήλωσε έλλειψη πίστης στα όσα διακήρυξε ο Ιεχωβά μέσω του αγγέλου Γαβριήλ. (Λου 1:18-20) Παρ’ όλα αυτά, ο Ιώβ και ο Ζαχαρίας χαρακτηρίστηκαν άμεμπτοι, γιατί ανταποκρίνονταν στα όσα ανέμενε ο Ιεχωβά από ανθρώπους οι οποίοι, αν και ήταν πιστοί, είχαν το στίγμα της ατέλειας.—Ιωβ 1:1· Λου 1:6.
Κατά την άποψη των Ιουδαίων συγχρόνων του, ο Παύλος ήταν άμεμπτος προτού γίνει μαθητής του Ιησού Χριστού. Εκτελούσε όλα όσα πρόσταζε ο Νόμος, εκπληρώνοντας τις υποχρεώσεις που είχε και απέχοντας από ό,τι ήταν απαγορευμένο. (Φλπ 3:6) Εκείνον τον καιρό, όμως, ο Παύλος δεν είχε άμεμπτη υπόσταση ενώπιον του Ιεχωβά. Ήταν ένοχος βαριάς αμαρτίας επειδή δίωκε τους αδελφούς του Χριστού, ήταν βλάσφημος και θρασύς.—1Τι 1:13, 15.
Ο Ύψιστος ευαρεστείται σε εκείνους των οποίων η διαγωγή αντανακλά την πνευματική τους αρτιότητα, την αγνότητά τους, την άμεμπτη στάση τους. (Παρ 11:20) Είναι, λοιπόν, ζωτικό για τους Χριστιανούς να διάγουν άμεμπτο βίο, ασκίαστο από βάσιμη μομφή.—Φλπ 2:15· 1Θε 5:23.
-
-
ΑμεροληψίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΕΡΟΛΗΨΙΑ
Βλέπε ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ.
-
-
ΑμζίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΖΙ
(Αμζί) [συντετμημένη μορφή του Αμαζίας, που σημαίνει «Ο Ιεχωβά Είναι Ισχυρός»].
1. Λευίτης από την οικογένεια του Μεραρί και πρόγονος του Εθάν, ενός από τους υμνωδούς τους οποίους διόρισε ο Δαβίδ στον οίκο του Ιεχωβά.—1Χρ 6:31, 44-47.
2. Ιερέας, γιος του Ζαχαρία και πρόγονος του Αδαΐα ο οποίος αναφέρεται μεταξύ εκείνων που κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ και εκτελούσαν υπηρεσία στο ναό τον καιρό του Νεεμία.—Νε 11:12.
-
-
ΑμήνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΗΝ
Αυτή η λέξη αποτελεί μεταγραφή της εβραϊκής λέξης ’αμέν. Σημαίνει «έτσι ας γίνει» ή «βεβαίως». Η εβραϊκή ρίζα (’αμάν) από την οποία παράγεται σημαίνει «είμαι πιστός· είμαι αξιόπιστος».
Στις Εβραϊκές Γραφές η λέξη χρησιμοποιείται ως επίσημη δήλωση με την οποία δεσμεύεται κάποιος νομικά απέναντι σε έναν όρκο ή σε μια διαθήκη και σε ό,τι αυτά συνεπάγονται (Αρ 5:22· Δευ 27:15-26· Νε 5:13), καθώς και ως επίσημη δήλωση συναίνεσης στο τέλος μιας προφορικής προσευχής (1Χρ 16:36), σε μια έκφραση αίνου (Νε 8:6) ή σε έναν δηλωμένο σκοπό (1Βα 1:36· Ιερ 11:5). Καθένα από τα πρώτα τέσσερα βιβλία, ή αλλιώς συλλογές, των Ψαλμών κλείνει με αυτή την έκφραση, κάτι που ίσως υποδηλώνει ότι ήταν σύνηθες να αναφωνεί η εκκλησία του Ισραήλ «Αμήν» στο τέλος του ύμνου, δηλαδή του ψαλμού.—Ψλ 41:13· 72:19· 89:52· 106:48.
Η εβραϊκή λέξη ’αμάν εφαρμόζεται στον Ιεχωβά ως “τον πιστό Θεό” (Δευ 7:9· Ησ 49:7) και περιγράφει τις υπενθυμίσεις και τις υποσχέσεις του ως “αξιόπιστες” και “πιστές”. (Ψλ 19:7· 89:28, 37) Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ο τίτλος «Αμήν» εφαρμόζεται στον Χριστό Ιησού ως “τον πιστό και αληθινό μάρτυρα”. (Απ 3:14) Ο Ιησούς χρησιμοποίησε με ιδιαίτερο τρόπο αυτή την έκφραση στο κήρυγμα και στη διδασκαλία του, πολύ συχνά για να εισαγάγει μια δήλωση σχετικά με κάποιο γεγονός, μια υπόσχεση ή μια προφητεία, δίνοντας έτσι έμφαση στην απόλυτη αλήθεια και αξιοπιστία των λόγων του. (Ματ 5:18· 6:2, 5, 16· 24:34) Σε αυτές τις περιπτώσεις η λέξη ἀμήν του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μεταφράζεται με το επίρρημα «αληθινά» (ΒΑΜ, «αληθώς») ή με τη φράση «αληθινά, αληθινά» όταν η λέξη επαναλαμβάνεται, όπως συμβαίνει σε ολόκληρο το βιβλίο του Ιωάννη. (Ιωα 1:51) Αυτός ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιεί ο Ιησούς το «αμήν» λέγεται ότι είναι μοναδικός στα ιερά συγγράμματα και ήταν σύμφωνος με τη θεόδοτη εξουσία του.—Ματ 7:29.
Ωστόσο, όπως δείχνει ο Παύλος στα εδάφια 2 Κορινθίους 1:19, 20, ο τίτλος «Αμήν» δεν εφαρμόζεται στον Ιησού μόνο με την έννοια ότι αυτός λέει την αλήθεια ή είναι ο αληθινός προφήτης και εκπρόσωπος του Θεού, αλλά και με την έννοια ότι σε αυτόν εκπληρώνονται όλες οι υποσχέσεις του Θεού. Η πορεία πιστότητας και υπακοής που διακράτησε, ακόμη και μέχρι του σημείου να υποστεί θυσιαστικό θάνατο, επιβεβαιώνει και καθιστά εφικτή την πραγματοποίηση όλων των υποσχέσεων και των δηλώσεων που σχετίζονται με το σκοπό του Θεού. Αυτός αποτελούσε τη ζωντανή Αλήθεια των αποκαλύψεων του σκοπού του Θεού, των πραγμάτων για τα οποία είχε ορκιστεί ο Θεός.—Παράβαλε Ιωα 1:14, 17· 14:6· 18:37.
Η λέξη «Αμήν» χρησιμοποιείται πολλές φορές στις επιστολές, κυρίως του Παύλου, όταν ο συγγραφέας απευθύνει κάποια μορφή αίνου στον Θεό (Ρω 1:25· 16:27· Εφ 3:21· 1Πε 4:11) ή όταν εκφράζει την ευχή να εκδηλωθεί με κάποιον τρόπο η εύνοια του Θεού στους παραλήπτες της επιστολής. (Ρω 15:33· Εβρ 13:20, 21) Χρησιμοποιείται επίσης όταν ο συγγραφέας συναινεί ένθερμα σε αυτό που δηλώνεται.—Απ 1:7· 22:20.
Η προσευχή που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 16:36 και αυτές που περιέχονται στους Ψαλμούς (41:13· 72:19· 89:52· 106:48), καθώς και οι εκφράσεις που περιέχονται στις κανονικές επιστολές, υποδεικνύουν όλες την ορθότητα της χρήσης του «Αμήν» ως κατακλείδας στις προσευχές. Είναι αλήθεια ότι δεν φαίνεται να περιέχουν όλες οι καταγραμμένες προσευχές μια τέτοια κατακλείδα—όπως για παράδειγμα η τελική προσευχή του Δαβίδ για τον Σολομώντα (1Χρ 29:19) ή η προσευχή αφιέρωσης που έκανε ο Σολομών στην εγκαινίαση του ναού (1Βα 8:53-61)—αν και μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιήθηκε μια τέτοια έκφραση. (Υπόψη 1Χρ 29:20.) Παρόμοια, δεν έχει καταγραφεί ως μέρος των προσευχών του Ιησού (Ματ 26:39, 42· Ιωα 17:1-26) ή της προσευχής των μαθητών που περιέχεται στα εδάφια Πράξεις 4:24-30. Ωστόσο, η σπουδαιότητα των προαναφερθέντων στοιχείων αποτελεί ισχυρή μαρτυρία υπέρ της ορθότητας της χρήσης του «Αμήν» ως κατακλείδας στην προσευχή, ιδιαίτερα δε η δήλωση του Παύλου στο εδάφιο 1 Κορινθίους 14:16 δείχνει ότι οι παρόντες στις Χριστιανικές συνάξεις συνήθιζαν να λένε Αμήν στην προσευχή. Επιπλέον, το παράδειγμα των ουράνιων πλασμάτων, το οποίο αναφέρεται στα εδάφια Αποκάλυψη 5:13, 14· 7:10-12· και 19:1-4, υποστηρίζει ότι τη λέξη αυτή τη χρησιμοποιούν για να συναινούν σε προσευχές ή σε επίσημες δηλώσεις και έτσι να εκφράζουν μονολεκτικά την πεποίθηση, την έντονη επιδοκιμασία και τη διακαή ελπίδα που έχουν στην καρδιά τους.
-
-
ΑμίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΙ
Βλέπε ΑΜΩΝ Αρ. 3.
-
-
ΑμμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΑ
(Αμμά) [πιθανώς, Πήχης].
Λόφος που βρισκόταν «μπροστά στη Γία, στο δρόμο προς την έρημο της Γαβαών». Εκεί ο Αβενήρ, πρώην αρχηγός του στρατεύματος του Σαούλ, ο οποίος τώρα πολεμούσε για λογαριασμό του γιου και κληρονόμου του Σαούλ, του Ις-βοσθέ, πρόβαλε την τελευταία του αντίσταση στις δυνάμεις του Ιωάβ και του Αβισαί που τον καταδίωκαν αφού τον νίκησαν στη μάχη που έγινε στη Δεξαμενή της Γαβαών. Σε αυτόν το λόφο ο Αβενήρ έπεισε τον Ιωάβ να σταματήσει να τον καταδιώκει, και η μάχη τελείωσε. (2Σα 2:12-32) Παρότι ο λόφος Αμμά πιθανότατα βρισκόταν Α της Γαβαών, δεν είναι γνωστό ποιος ακριβώς από τους λόφους αυτής της περιοχής ονομαζόταν έτσι.
-
-
ΑμμιζαβάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΙΖΑΒΑΔ
(Αμμιζαβάδ) [Ο Λαός μου Έχει Προικίσει].
Γιος του Βεναΐα, ενός από τους κραταιούς άντρες του Βασιλιά Δαβίδ ο οποίος ήταν «υπεράνω των τριάντα» διακεκριμένων πολεμιστών. Ο Αμμιζαβάδ εκπροσωπούσε τον πατέρα του, τον Βεναΐα, επιβλέποντας την τρίτη βασιλική ομάδα υπηρεσίας, τον τρίτο μήνα του έτους.—1Χρ 27:5, 6.
-
-
ΑμμιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΙΗΛ
(Αμμιήλ) [Λαός του Θεού].
1. Γιος του Γεμαλί από τη φυλή του Δαν. Ένας από τους 12 τους οποίους έστειλε ο Μωυσής να κατασκοπεύσουν τη γη Χαναάν. (Αρ 13:12) Συγκαταλέγεται στους δέκα κατασκόπους που έδωσαν άσχημη αναφορά σχετικά με την Υποσχεμένη Γη. Πέθανε από τη μάστιγα που επέφερε ο Ιεχωβά.—Αρ 14:36, 37.
2. Πατέρας του Μαχίρ από τη Λο-δεβάρ, Α του Ιορδάνη. Στο σπίτι του Μαχίρ έμενε ο Μεφιβοσθέ, ο γιος του Ιωνάθαν, όταν ο Δαβίδ θέλησε να εκδηλώσει στοργική καλοσύνη προς αυτόν.—2Σα 9:4, 5, 7· 17:27.
3. Πατέρας της Βηθ-σαβεέ, της συζύγου του Ουρία, την οποία αργότερα πήρε ο Δαβίδ. (1Χρ 3:5) Στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 11:3 καλείται Ελιάμ, όνομα το οποίο προέρχεται απλώς από την αντιμετάθεση των συνθετικών του ονόματος Αμμιήλ και σημαίνει «Θεός του Λαού». Ενδέχεται να ήταν γιος του Αχιτόφελ του Γιλωνίτη, ο οποίος ήταν σύμβουλος του Δαβίδ αλλά αργότερα έγινε προδότης.—2Σα 23:34· 15:31.
4. Λευίτης, ο έκτος γιος του Ωβήδ-εδώμ. Ήταν πυλωρός, συνυπεύθυνος για τις αποθήκες του οίκου του Ιεχωβά τον καιρό του Δαβίδ.—1Χρ 26:4, 5, 12-15.
-
-
ΑμμιναδάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΙΝΑΔΑΒ
(Αμμιναδάβ) [Ο Λαός μου Είναι Πρόθυμος (Ευγενής· Γενναιόδωρος)].
1. Γιος του Ραμ από την οικογένεια του Εσρών και από τη φυλή του Ιούδα. (1Χρ 2:10) Ο γιος του, ο Ναασών, ήταν αρχηγός του Ιούδα στη διάρκεια της οδοιπορίας στην έρημο. (Αρ 1:7· 7:11, 12) Η κόρη του, η Ελισέβα, έγινε σύζυγος του Ααρών. (Εξ 6:23) Ο Αμμιναδάβ ήταν πρόγονος του Βασιλιά Δαβίδ και του Χριστού Ιησού.—Ρθ 4:19-22· Ματ 1:4-16· Λου 3:23-33.
2. Πιθανώς ένα άλλο όνομα του Ισαάρ, γιου του Καάθ και πατέρα του Κορέ. (1Χρ 6:22· παράβαλε εδ. 2, 18, 37, 38· Εξ 6:18, 21· Αρ 3:19, 27.) Μερικά αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα αναφέρουν το όνομα «Ισαάρ» αντί του «Αμμιναδάβ» στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:22 (6:7, Ο΄).
3. Λευίτης από τους γιους του Οζιήλ και κεφαλή οικογένειας τον καιρό του Δαβίδ. Βοήθησε να μεταφερθεί η κιβωτός της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:10-12.
-
-
ΑμμιούδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΙΟΥΔ
(Αμμιούδ) [Ο Λαός μου Είναι Αξιοπρέπεια].
1. Εφραϊμίτης, πατέρας του Ελισαμά, αρχηγού της φυλής του Εφραΐμ το δεύτερο χρόνο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο (1512 Π.Κ.Χ.). (Αρ 1:10· 2:18) Ήταν πρόγονος του Ιησού του Ναυή.—1Χρ 7:26, 27.
2. Συμεωνίτης, πατέρας του Σεμουήλ, του αρχηγού που διορίστηκε να εκπροσωπήσει τον Συμεών στη διαμοίραση της Χαναάν στις φυλές του Ισραήλ (περ. 1467 Π.Κ.Χ.).—Αρ 34:20.
3. Μέλος της φυλής του Νεφθαλί και πατέρας του Φεδαήλ, ο οποίος ήταν ο αρχηγός που διορίστηκε λίγο πριν από το θάνατο του Μωυσή να συμμετάσχει στη διαμοίραση της γης Χαναάν στις φυλές του Ισραήλ.—Αρ 34:28.
4. Πατέρας του Θαλμαΐ, του βασιλιά της Γεσούρ, και παππούς της Μααχά, της μητέρας του Αβεσσαλώμ, γιου του Δαβίδ. Ο Αβεσσαλώμ κατέφυγε στη Γεσούρ όταν σκότωσε τον ετεροθαλή αδελφό του, τον Αμνών.—2Σα 3:3· 13:37.
5. Γιος του Αμρί και απόγονος του Φαρές, του γιου του Ιούδα. Ήταν πατέρας του Ουθαΐ, ο οποίος συγκαταλέγεται στους πρώτους κατοίκους της Ιερουσαλήμ μετά την εξορία στη Βαβυλώνα.—1Χρ 9:2, 4.
-
-
ΆμμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΟΣ
Ο Ιεχωβά Θεός, με τη μεγάλη σοφία του, “έβαλε την άμμο ως όριο της θάλασσας, μια αιώνια διάταξη την οποία αυτή δεν μπορεί να υπερβεί”. (Ιερ 5:22) Αντίθετα με τους συμπαγείς βράχους, η άμμος υποχωρεί και έτσι απορροφά τη δύναμη από την πρόσκρουση των κυμάτων πάνω της. Η ορμή των μανιασμένων κυμάτων διαχέεται και χάνεται, και έτσι η θάλασσα παραμένει υπό έλεγχο.
Ευλογώντας τις φυλές του Ζαβουλών και του Ισσάχαρ, ο Μωυσής είπε ότι θα “θήλαζαν τον άφθονο πλούτο των θαλασσών και τους κρυμμένους θησαυρούς της άμμου”. (Δευ 33:18, 19) Αυτό ίσως σημαίνει ότι θα ευλογούνταν με τα πλούτη της θάλασσας και της στεριάς.
Η έκφραση «άμμος της θάλασσας» χρησιμοποιείται επανειλημμένα στην Αγία Γραφή για να υποδηλώσει ότι κάτι είναι απροσμέτρητο ή υπάρχει σε μεγάλη αφθονία. (Γε 22:17· 32:12· 41:49· Ιη 11:4· Ψλ 78:27· 139:17, 18· Ιερ 15:8· Εβρ 11:12) Αλλά ο αριθμός που εννοείται δεν είναι αστρονομικά μεγάλος σε κάθε περίπτωση. Ωστόσο, για τον παρατηρητή, ο αριθμός των ατόμων ή των πραγμάτων που περιλαμβάνονται είναι τόσο μεγάλος ώστε δεν μπορεί να καθοριστεί. Παραδείγματος χάρη, ένα μέρος των δυνάμεων των Φιλισταίων που ήρθαν εναντίον του Ισραήλ στις ημέρες του Βασιλιά Σαούλ περιγράφεται ως «λαός που ήταν σε πλήθος σαν τους κόκκους της άμμου στην ακρογιαλιά». (1Σα 13:5) Ο αριθμός εκείνων που πρόκειται να παροδηγηθούν από τον Σατανά μετά την απελευθέρωσή του από την άβυσσο, όπως είδε ο Ιωάννης σε όραμα, λέχθηκε ότι είναι «σαν την άμμο της θάλασσας», δηλαδή είναι ένας αριθμός τόσο μεγάλος ώστε ο Ιωάννης δεν μπορούσε να προσδιορίσει πόσο πολλοί θα είναι.—Απ 20:8.
Περιγράφοντας το μέγεθος της δυσφορίας του, ο πιστός Ιώβ δήλωσε: «Είναι πιο βαριά και από την άμμο των θαλασσών». (Ιωβ 6:3) Κατά μέσο όρο, μόλις 1 κ. μ. υγρής άμμου ζυγίζει 1.900 κιλά. Μολονότι ένα φορτίο άμμου είναι μεγάλο βάρος, η δυσφορία που προξενεί ο ανόητος είναι ακόμη βαρύτερη για εκείνον που πρέπει να την υποστεί. Αυτό υπονοείται από το εδάφιο Παροιμίες 27:3: «Το βάρος μιας πέτρας και ένα φορτίο άμμου—αλλά η δυσφορία την οποία προξενεί ο ανόητος είναι βαρύτερη και από τα δύο».
-
-
ΆμμωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΩΝ
(Άμμων).
Τοπικός θεός των Θηβών, της πόλης που ήταν γνωστή και ως Νω-άμμων, ο οποίος ανήλθε στη θέση του «βασιλιά των θεών» με το όνομα Άμμων-Ρα και του οποίου ο αρχιερέας έγινε κεφαλή όλων των αιγυπτιακών ιερατείων. Ο Άμμων παριστάνεται γενικά ως αντρική μορφή με στέμμα στου οποίου την κορυφή βρίσκονται δύο ψηλά παράλληλα φτερά. Όπως και πολλοί άλλοι αιγυπτιακοί θεοί, απεικονίζεται συχνά κρατώντας το σταυρό με λαβή ή ανχ (crux ansata), το «σύμβολο της ζωής». Ο Άμμων, η σύζυγός του Μουτ και ο Χονσού (ο υιοθετημένος γιος του) απάρτιζαν την τριάδα των Θηβών.
Μεγάλο μέρος από τα λάφυρα πολέμου της Αιγύπτου κατέληγε στο θησαυροφυλάκιο του Άμμωνος, του οποίου το ιερατείο έγινε πανίσχυρο και πλούσιο. Ο Ε. Α. Γ. Μπατζ, στο έργο του Ιστορία της Αιγύπτου ([A History of Egypt] 1902, Τόμ. 5, σ. 205-217), αφήνει να εννοηθεί ότι, στην πραγματικότητα, το ιερατείο ίσως υποκινούσε πολέμους προς ίδιον όφελος. Με τον καιρό, οι αρχιερείς του Άμμωνος, το αξίωμα των οποίων είχε γίνει κληρονομικό, έφτασαν στο σημείο να διαθέτουν μεγαλύτερη δύναμη ακόμη και από τους φαραώ. Ένας από αυτούς, ο Χεριχόρ, διαδέχθηκε τον τελευταίο Ραμσή στο θρόνο. Σύμφωνα με το σύγγραμμα Η Ιστορία της Αιγύπτου (History of Egypt), του Τζ. Χ. Μπρέστεντ, υπό τον Χριχόρ (Χεριχόρ) «οτιδήποτε ήθελε ο Αρχιερέας να πραγματοποιήσει υπό το κάλυμμα του νόμου μπορούσε ανά πάσα στιγμή να το καταστήσει έγκυρο μέσω ειδικού χρησμού του θεού [Άμμωνος], και με διευθετήσεις που έκανε εκ των προτέρων, η θρησκευτική εικόνα ενώπιον της οποίας γνωστοποιούσε τις επιθυμίες του έδινε απαρέγκλιτα ευνοϊκή απάντηση . . . Αυτοί οι επιδέξιοι ιερατικοί χειρισμοί, οι οποίοι αν ήταν απαραίτητο γίνονταν με απόλυτη περιφρόνηση προς το νόμο και τη δικαιοσύνη, έδιναν στον Αρχιερέα τη δυνατότητα να περιβάλλει με το μανδύα της θεϊκής επικύρωσης ό,τι επιθυμούσε να πραγματοποιήσει».—1937, σ. 523.
Πολλά δεινά έπληξαν τις Θήβες και το θεό τους, τον Άμμωνα. Δύο τέτοιες περιπτώσεις αναφέρονται στις Γραφές. Τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. οι Ασσύριοι κατακτητές υπό τις διαταγές του Ασσουρμπανιπάλ κατέστρεψαν εκ θεμελίων τις Θήβες, απογυμνώνοντάς τες από όλα τα πλούτη τους. Ο προφήτης Ναούμ αναφέρεται σε αυτό το γεγονός και το χρησιμοποιεί ως παράδειγμα για την επικείμενη τότε καταστροφή της Νινευή. (Να 3:8) Οι Θήβες ανέκαμψαν μερικώς από το πλήγμα που δέχτηκαν από την Ασσυρία, ανακτώντας σε κάποιον βαθμό την ευημερία τους, αλλά αυτή η ανάκαμψη δεν ήταν παρά βραχύβια. Ο Ιερεμίας έδειξε ότι ο Ιεχωβά είχε εκφέρει κρίση εναντίον της Αιγύπτου και των θεών της, περιλαμβανομένων των Θηβών και του θεού τους, του Άμμωνος. Η Αίγυπτος θα δινόταν στο χέρι του Ναβουχοδονόσορα, γεγονός που θα ντρόπιαζε την ίδια και τους θεούς της, ειδικά τον Άμμωνα από τη Νω (Θήβες).—Ιερ 46:25, 26· βλέπε ΝΩ, ΝΩ-ΑΜΜΩΝ.
-
-
ΑμμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΩΝ
(Αμμών) [Ο Λαός].
Γιος του Λωτ από τη μικρότερη κόρη του· ο προγεννήτορας των Αμμωνιτών. (Γε 19:38) Όπως η μεγαλύτερη κόρη του Λωτ, έτσι και η μικρότερη είχε σχέσεις με τον πατέρα της τον καιρό που κατοικούσαν σε κάποια ορεινή σπηλιά—αφού προηγουμένως οι κόρες του Λωτ τού έδωσαν να πιει πολύ κρασί. (Γε 19:30-36) Το όνομα που έδωσε στον Αμμών η μητέρα του ήταν Βεν-αμμί, το οποίο σημαίνει «Γιος του Λαού Μου [δηλαδή των συγγενών μου]» και όχι αλλοεθνών, όπως ήταν οι Σοδομίτες. Άρα, το όνομα προφανώς σχετιζόταν με την ανησυχία που εξέφρασε η μεγαλύτερη κόρη, ότι δηλαδή δεν μπορούσαν να βρουν κανέναν από το λαό τους ή την οικογενειακή τους γραμμή για να παντρευτούν στον τόπο όπου κατοικούσαν.
Το όνομα «Αμμών» χρησιμοποιείται επίσης στο εδάφιο Ψαλμός 83:7 αναφερόμενο στο έθνος των απογόνων του Αμμών. Η έκφραση “γιοι του Αμμών” θύμιζε στους Ισραηλίτες τη σχέση που υπήρχε ανάμεσα σε αυτούς και στους Αμμωνίτες, μια σχέση που ακόμη και ο Ιεχωβά έλαβε υπόψη, όπως αποδεικνύεται από την οδηγία που έδωσε στους Ισραηλίτες να μην πειράξουν τον Αμμών ούτε να εμπλακούν σε σύγκρουση μαζί του, δεδομένου ότι οι Αμμωνίτες ήταν γιοι του Λωτ, του ανιψιού του Αβραάμ.—Δευ 2:19· βλέπε ΑΜΜΩΝΙΤΕΣ.
-
-
ΑμμωνίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΩΝΙΜ
(Αμμωνίμ) [Οι Λαοί].
Στο εδάφιο 2 Χρονικών 20:1 το Μασοριτικό κείμενο αναφέρει ότι μερικοί από τους «Αμμωνίμ [εβρ., ‛Αμμωνίμ]» συμπαρατάχθηκαν με τους γιους του Μωάβ και του Αμμών για να πολεμήσουν εναντίον του Ιωσαφάτ, του βασιλιά του Ιούδα. Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου παρεμβάλλει τη λέξη «άλλοι» αποδίδοντας το κείμενο ως εξής: «τα παιδιά του Μωάβ, και τα παιδιά του Αμμών, και μαζί τους άλλοι εκτός από τους Αμμωνίτες» (βλέπε επίσης ΒΑΜ), ενώ κάποιες άλλες μεταφράσεις αποδίδουν την εν λόγω φράση ως «μερικοί από τους Αμμωνίτες» (MR, JP, Dy), μολονότι αυτό δεν φαίνεται λογικό εφόσον οι Αμμωνίτες έχουν ήδη αναφερθεί στο εδάφιο. Η Μπίμπλια Χεμπράικα Στουτγκαρτένσια ([Biblia Hebraica Stuttgartensia] υποσ.) και οι περισσότερες σύγχρονες μεταφράσεις (Ro, Mo, AT, RS, JB) θεωρούν ότι το κείμενο αναφέρεται στους Μεουνίμ του εδαφίου 2 Χρονικών 26:7. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, είναι πιθανό να συνέβη κάποια λανθασμένη αντιγραφή με αποτέλεσμα να αντιμετατεθούν τα πρώτα δύο σύμφωνα (מע) της εβραϊκής λέξης Με‛ουνίμ και να προκύψει ο τύπος ‛Αμμωνίμ. Η ταύτιση με τους Μεουνίμ μπορεί να υποστηρίζεται από το γεγονός ότι στην υπόλοιπη αφήγηση της μάχης εναντίον του Ιωσαφάτ αναφέρεται “η ορεινή περιοχή του Σηείρ” (αντί των «Αμμωνίμ») ως συμπαραταγμένη με τις δυνάμεις των Αμμωνιτών-Μωαβιτών. (2Χρ 20:10, 22, 23) Για να αποδώσουν την εβραϊκή λέξη στο εδάφιο 2 Χρονικών 20:1, οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα χρησιμοποίησαν την ίδια ελληνική λέξη («Μιναίων») την οποία χρησιμοποίησαν και στα εδάφια που αναφέρονται στους Μεουνίμ, δείχνοντας έτσι ότι θεωρούσαν τις λέξεις ταυτόσημες (βλέπε επίσης ΚΛΠ, ΜΠΚ).—Βλέπε ΜΕΟΥΝΙΜ.
Εφόσον όμως το ζήτημα είναι αδιευκρίνιστο, ορισμένες μεταφράσεις, όπως η μετάφραση του Ισαάκ Λίσερ και η Μετάφραση Νέου Κόσμου, προτιμούν απλώς να μεταγράψουν τον όρο, διατηρώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη διατύπωση του Μασοριτικού κειμένου.
-
-
ΑμμωνίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΜΩΝΙΤΕΣ
(Αμμωνίτες) [Του (Από τον) Αμμών].
Οι απόγονοι του Αμμών (Βεν-αμμί), του γιου που απέκτησε ο Λωτ με τη νεότερη από τις δύο κόρες του. (Γε 19:36-38) Ήταν στενοί συγγενείς των Μωαβιτών, οι οποίοι κατάγονταν από τον άλλον γιο του Λωτ, τον Μωάβ, και συχνά μνημονεύονται παράλληλα με αυτούς στην Αγία Γραφή και στην αρχαία ιστορία. Ήταν επίσης μακρινοί συγγενείς των Ισραηλιτών, και αυτή η αναφερόμενη στη Γραφή συγγένεια υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η αμμωνιτική γλώσσα ήταν διάλεκτος ή παραλλαγή της εβραϊκής. Ωστόσο, με σπάνιες εξαιρέσεις, οι Αμμωνίτες εκδήλωναν βίαιη εχθρότητα προς το έθνος του Ισραήλ.
Η Περιοχή που Κατείχαν. Προφανώς λόγω της εκτίμησής του για τον πιστό προπάτορά τους τον Λωτ, ο Ιεχωβά Θεός έδωσε στους Αμμωνίτες τη δυνατότητα να καταλάβουν την περιοχή την οποία κατείχαν άλλοτε οι Ρεφαΐμ, ένας πανύψηλος λαός που οι Αμμωνίτες ονόμαζαν Ζαμζουμμίμ. (Δευ 2:17-21) Αυτή η γη βρισκόταν Α της νότιας άκρης του Ιορδάνη Ποταμού, και κάποτε η περιοχή των Αμμωνιτών συνόρευε με την περιοχή των Μωαβιτών στο υψίπεδο που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Νεκράς Θαλάσσης. Ωστόσο, κάποια στιγμή πριν από την είσοδο του Ισραήλ στη Χαναάν, οι Αμορραίοι εκδίωξαν τους Αμμωνίτες από ένα τμήμα της γης τους και τους απώθησαν προς τα Β και Α, δημιουργώντας έτσι μια εμβόλιμη περιοχή ανάμεσα σε αυτούς και στους Μωαβίτες (οι οποίοι επίσης έχασαν αρκετό έδαφος). (Αρ 21:26· Ιη 12:2· Κρ 11:13, 22) Έκτοτε η χώρα των γιων του Αμμών άρχιζε περίπου από τα ανάντη της καμπύλης κοιλάδας του χειμάρρου Ιαβόκ και εκτεινόταν ανατολικά, προς την έρημο. (Αρ 21:24· Ιη 12:2) Η πρωτεύουσά τους ήταν η Ραββά (το σημερινό Αμμάν), κοντά στις πηγές του Ιαβόκ. (Δευ 3:11) Οι αρχαιολόγοι έχουν ανακαλύψει αρχαίες αμμωνιτικές τοποθεσίες και συνοριακά φρούρια σε αυτή την περιοχή.
Έχοντας λάβει θεϊκές εντολές, οι Ισραηλίτες φρόντισαν να μην παραβιάσουν την ιδιοκτησία των Αμμωνιτών όταν κατακτούσαν τους γειτονικούς Αμορραίους. (Δευ 2:37· Ιη 13:8-10) Έτσι λοιπόν, ενώ το εδάφιο Ιησούς του Ναυή 13:25 δηλώνει ότι η φυλή του Γαδ έλαβε ως μέρος της φυλετικής της κληρονομιάς τη «μισή γη των γιων του Αμμών», προφανώς εδώ εννοείται το τμήμα της γης το οποίο είχαν πάρει προηγουμένως από τους Αμμωνίτες οι Αμορραίοι, μια περιοχή που, όπως φαίνεται, βρισκόταν ανάμεσα στον Ιορδάνη Ποταμό και στον άνω Ιαβόκ.
Συγκρούσεις με τον Ισραήλ. Οι Αμμωνίτες συγκρούστηκαν αρχικά με τον Ισραήλ την εποχή του Βασιλιά Εγλών του Μωάβ όταν, μαζί με τους Αμαληκίτες, συμμάχησαν με τους Μωαβίτες και επιτέθηκαν στον Ισραήλ, κατευθυνόμενοι προς τα Δ και φτάνοντας στην Ιεριχώ, Δ του Ιορδάνη. (Κρ 3:12-14) Αφότου ο Κριτής Αώδ απάλειψε τις επιπτώσεις αυτής της επίθεσης (Κρ 3:26-30), οι Αμμωνίτες δεν αποτέλεσαν ξανά σοβαρή απειλή για τον Ισραήλ μέχρι τις ημέρες του Ιεφθάε. Τότε οι Ισραηλίτες είχαν αρχίσει και πάλι να υπηρετούν τους θεούς των εθνών με αποτέλεσμα να υπάρξει μια 18ετής περίοδος καταδυνάστευσης, κατά την οποία οι Αμμωνίτες πίεζαν τον Ισραήλ από τα Α ενώ οι Φιλισταίοι τον απειλούσαν από τη Δ. Οι αμμωνιτικές δυνάμεις, όχι μόνο τρομοκρατούσαν τους Ισραηλίτες που ζούσαν στη Γαλαάδ, αλλά έκαναν επιδρομές ακόμη και Δ του Ιορδάνη και παρενοχλούσαν τις φυλές του Βενιαμίν, του Ιούδα και του Εφραΐμ. (Κρ 10:6-10) Όταν τελικά οι Ισραηλίτες καθαρίστηκαν από την ψεύτικη λατρεία και συσπειρώθηκαν υπό την ηγεσία του Ιεφθάε, ο οποίος στη συνέχεια κατέρριψε με νομική επιχειρηματολογία τις κατηγορίες των Αμμωνιτών για σφετερισμό εδαφικών δικαιωμάτων από μέρους του Ισραήλ, οι Αμμωνίτες υπέστησαν μεγάλη ήττα.—Κρ 10:16–11:33· βλέπε ΙΕΦΘΑΕ.
Ορισμένοι λόγιοι έχουν θεωρήσει εσφαλμένη την αναφορά του Ιεφθάε στον Χεμώς ως “θεό [του Αμμών]”, ισχυριζόμενοι ότι ο Χεμώς ήταν ο εθνικός θεός του Μωάβ, όχι του Αμμών. (Κρ 11:24· Αρ 21:29) Μολονότι ο θεός των Αμμωνιτών αναφέρεται ποικιλοτρόπως ως Μολόχ, Μελχώμ ή Μαλχάμ (1Βα 11:5, 7· Ιερ 49:1, 3), αυτοί οι όροι (όλοι συγγενικοί με τη ρίζα «βασιλιάς») θεωρούνται από ορισμένους λογίους ως τίτλοι και όχι ως κύρια ονόματα, και θα μπορούσαν να εφαρμόζονται στον θεό Χεμώς. Ούτως ή άλλως, οι Αμμωνίτες ήταν πολυθεϊστές (Κρ 10:6), και η λατρεία του Χεμώς θα μπορούσε να κατέχει ανάμεσά τους σχεδόν τόσο εξέχουσα θέση όσο και ανάμεσα στους συγγενείς τους, τους Μωαβίτες.
Σύμφωνα με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, περίπου έναν μήνα αφότου ο Σαούλ ορίστηκε βασιλιάς του Ισραήλ, ο Βασιλιάς Νάας του Αμμών πολιόρκησε την πόλη Ιαβείς στη Γαλαάδ και απαίτησε την παράδοσή της, με το σκληρό όρο ότι, για να έχουν οι άντρες της ειρήνη, θα έπρεπε να αφήσει ο καθένας τους να του βγάλουν το δεξί μάτι. (Βλέπε ΝΑΑΣ Αρ. 1.) Μόλις έμαθε τα νέα για την πολιορκία, ο Σαούλ απέδειξε την αξία του ως βασιλιάς, παρατάσσοντας τις ισραηλιτικές δυνάμεις και κατατροπώνοντας τους Αμμωνίτες. (1Σα 11:1-4, 11-15) Μια μεταγενέστερη δήλωση του Σαμουήλ αποκαλύπτει ότι αυτό που έκανε τελικά τους Ισραηλίτες να ζητήσουν βασιλιά ήταν η αυξανόμενη απειλή των Αμμωνιτών υπό τον Νάας.—1Σα 12:12.
Στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Δαβίδ. Οι Αμμωνίτες ηττήθηκαν επίσης από τον Δαβίδ, ο οποίος πήρε από αυτούς λάφυρα ή φόρο υποτελείας. (1Χρ 18:11) Η σχετική αφήγηση στα εδάφια 2 Σαμουήλ 8:11, 12 αποτελεί μέρος μιας περίληψης των κατακτήσεων του Δαβίδ, και αυτή η περίληψη μπορεί να μην ακολουθεί κατ’ ανάγκην απόλυτη χρονολογική σειρά όσον αφορά τις προηγούμενες και τις επόμενες αφηγήσεις. Παραδείγματος χάρη, τα εδάφια 2 Σαμουήλ 10:1, 2 υποδηλώνουν ότι ο Αμμών και ο Ισραήλ είχαν σχετική ειρήνη στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Δαβίδ μέχρι την εποχή του θανάτου του Βασιλιά Νάας. Εντούτοις, ο Ανούν, ο γιος και διάδοχος του Νάας, εξόργισε πολύ τον Δαβίδ ταπεινώνοντας τους αγγελιοφόρους που του έστειλε εκείνος ως παρηγορητές. Συνειδητοποιώντας τη σοβαρότητα της προσβολής τους, οι Αμμωνίτες στρατολόγησαν Σύριους μισθοφόρους και ετοιμάστηκαν για πόλεμο με τον Ισραήλ, αλλά ο Ισραηλίτης στρατηγός Ιωάβ και ο αδελφός του ο Αβισαί εφάρμοσαν καλύτερη στρατηγική και τους νίκησαν.—2Σα 10:1-14· 1Χρ 19:6-15.
Την επόμενη άνοιξη οι δυνάμεις του Δαβίδ πολιόρκησαν τη Ραββά, την πρωτεύουσα του Αμμών. Σε μια απελπισμένη έξοδο που επιχείρησαν οι πολιορκημένοι Αμμωνίτες, πέθανε ο Ουρίας ο Χετταίος. (2Σα 11:1, 17, 24, 26, 27· βλέπε ΡΑΒΒΑ Αρ. 1.) Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η διάρκεια της πολιορκίας. Το υπόμνημα σχετικά με τη γέννηση του παιδιού που απέκτησε ως καρπό μοιχείας η Βηθ-σαβεέ και σχετικά με τη μεταγενέστερη γέννηση του Σολομώντα μπορεί να εντάσσεται χρονολογικά στην περίοδο της πολιορκίας ή μπορεί απλώς να παρουσιάζεται ολόκληρο ώστε να τελειώσει η αφήγηση για τη Βηθ-σαβεέ, έστω και αν η μία ή και οι δύο γεννήσεις έλαβαν χώρα μετά την πολιορκία. Μολονότι η αφήγηση των εδαφίων 1 Χρονικών 20:1, 2 δεν φαίνεται να υπονοεί μια παρατεταμένη περίοδο, δεν θα ήταν παράξενο αν η πολιορκία είχε συνεχιστεί και στο επόμενο έτος. Η πλήρης κατάληψη της πρωτεύουσας των Αμμωνιτών πραγματοποιήθηκε τελικά από τον Δαβίδ.—2Σα 12:26-29.
«Το στέμμα του Μαλχάμ», για το οποίο γίνεται λόγος στα πλαίσια της κατάληψης της Ραββά, ήταν προφανώς ένα στέμμα τοποθετημένο στο κεφάλι του ειδωλολατρικού θεού των Αμμωνιτών, ο οποίος αλλού ονομάζεται Μολόχ ή Μελχώμ. Αν και η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφραση αποδίδει σε αυτή την περίπτωση την εβραϊκή λέξη Μαλκάμ ως «βασιλιά τους» (βλέπε επίσης ΒΑΜ), δεν φαίνεται λογικό να εννοείται ένας ανθρώπινος βασιλιάς, εφόσον το στέμμα ζύγιζε «ένα τάλαντο χρυσού» (περ. 34 κιλά). Φαίνεται επίσης πιθανό να τοποθετήθηκε το στέμμα στο κεφάλι του Δαβίδ μόνο στιγμιαία, ίσως ως σημείο της νίκης επί αυτού του ψεύτικου θεού.—2Σα 12:30.
Λόγω κάποιων αποδόσεων του εδαφίου 2 Σαμουήλ 12:31 (KJ, AS, Dy, ΒΑΜ), πολλοί έχουν την εντύπωση ότι ο Δαβίδ υπέβαλε τους ηττημένους Αμμωνίτες σε σκληρά βασανιστήρια, πριονίζοντάς τους, θανατώνοντάς τους με τσεκούρια και καίγοντάς τους. Μεταγενέστερες μεταφράσεις (RS, AT, JB, ΜΝΚ, ΜΠΚ), όμως, δίνουν προφανώς το σωστό νόημα, δείχνοντας ότι οι Αμμωνίτες υποβλήθηκαν σε καταναγκαστικά έργα, στα οποία έπρεπε να δουλεύουν με πριόνια και τσεκούρια και να φτιάχνουν πλίθους. Αυτό υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «καμίνι πλίνθων» σε ορισμένες μεταφράσεις είναι τώρα γνωστό ότι δεν εννοεί κάτι τέτοιο, αλλά αναφέρεται σε ένα ξύλινο καλούπι στο οποίο ο πηλός έπαιρνε το σχήμα του πλίθου.
Η παρουσία του Σελέκ του Αμμωνίτη μεταξύ των κραταιών αντρών του Δαβίδ αποδεικνύει ότι δεν ήταν όλοι οι Αμμωνίτες άσπονδοι εχθροί του Ισραήλ. (2Σα 23:37) Ο Βασιλιάς Σολομών είχε και Αμμωνίτισσες μεταξύ των αλλοεθνών συζύγων του, περιλαμβανομένης και της μητέρας του Ροβοάμ. (1Βα 11:1· 14:31) Αυτό, όμως, συντέλεσε στο να αποστατήσει ο Σολομών και να στήσει «υψηλούς τόπους» για τη λατρεία του Μελχώμ και άλλων θεών—τόπους τους οποίους κατέστρεψε τελικά ο πιστός Βασιλιάς Ιωσίας.—1Βα 11:5· 2Βα 23:13.
Στα χρόνια του διαιρεμένου βασιλείου. Οι Αμμωνίτες επανέκτησαν την ανεξαρτησία τους από τους Δαβιδικούς βασιλιάδες, και στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ (936–περ. 911 Π.Κ.Χ.) συντάχθηκαν με τους Μωαβίτες και τους κατοίκους της ορεινής περιοχής του Σηείρ για να πολεμήσουν από κοινού εναντίον του Ιούδα, αλλά η συμμαχία τους υπέστη συντριπτική ήττα. (2Χρ 20:1-4, 10-26) Οι επιγραφές του Ασσύριου Βασιλιά Σαλμανασάρ Γ΄, ο οποίος βασίλεψε την εποχή του Βασιλιά Ιηού (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.) του Ισραήλ, υποστηρίζουν ότι οι δυνάμεις του «Μπασά, γιου του Ρουχουμπί, από τον Αμμών» ήταν μέρος ενός συνασπισμού βασιλιάδων που πολέμησε εναντίον της Ασσυρίας στη μάχη της Καρκάρ. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 279) Ένας από τους συνωμότες που σκότωσαν τον Βασιλιά Ιωάς του Ιούδα (περ. 859 Π.Κ.Χ.) ήταν ο Ζαβάδ, γιος της Αμμωνίτισσας Σιμεάθ. (2Χρ 24:22, 26) Η ισχυρή κυβέρνηση του Οζία (829-778 Π.Κ.Χ.) κατέστησε για άλλη μια φορά τους Αμμωνίτες υποτελείς του Ιούδα (2Χρ 26:8), και ο Ιωθάμ, ο γιος του Οζία, επέβαλε εκ νέου αυτή την επικυριαρχία στον Αμμών, παίρνοντας από αυτούς 100 τάλαντα ασήμι ($660.600) και από 10.000 κορ (2.200 kl) σιτάρι και κριθάρι αντίστοιχα. (2Χρ 27:5) Το ότι οι Αμμωνίτες είχαν τη δυνατότητα να πληρώνουν αυτό το μεγάλο ποσό επί τρία συνεχόμενα χρόνια μπορεί να οφείλεται στην πλεονεκτική τους θέση—από την περιοχή τους περνούσε μια από τις κύριες εμπορικές οδούς που οδηγούσαν από την Αραβία στη Δαμασκό—και στη σχετική ευφορία της περιοχής γύρω από την Κοιλάδα του Ιαβόκ, όπου το σιτάρι και το κριθάρι εξακολουθούν να αποτελούν κύρια προϊόντα.
Προφανώς, η όλο και μεγαλύτερη επέμβαση της ασσυριακής δύναμης στις υποθέσεις της Παλαιστίνης κατά τη βασιλεία του Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.), διαδόχου του Ιωθάμ, επέτρεψε στους Αμμωνίτες να απελευθερωθούν από την επικυριαρχία του Ιούδα, μόνο και μόνο για να υποδουλωθούν κατόπιν από τους Ασσυρίους, δεδομένου ότι τα αρχεία του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ αναφέρουν πως ο «Σανιπού του Μπιτ-Αμμών [του οίκου του Αμμών]» πλήρωνε φόρο υποτελείας στην Ασσυρία, μαζί με τον Άχαζ του Ιούδα και τον Σαλαμανού του Μωάβ. Το Πρίσμα του Σενναχειρείμ, το οποίο εξιστορεί την εισβολή του Σενναχειρείμ στον Ιούδα την εποχή του Εζεκία, παρουσιάζει παρόμοια τον Αμμών να φέρνει δώρα στον Ασσύριο εισβολέα, ενώ ο Εσάρ-αδδών, γιος του Σενναχειρείμ και σύγχρονος του Μανασσή, περιλαμβάνει τον «Πουντουίλ, βασιλιά του Μπεθ-Αμμών», μεταξύ εκείνων που πρόσφεραν υλικά για να χτιστεί η πόλη της Νινευή.
Φαίνεται πιθανό ότι, μετά τον εκτοπισμό του λαού του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ και από έναν διάδοχό του (2Βα 15:29· 17:6), οι Αμμωνίτες κατέλαβαν την περιοχή της φυλής του Γαδ, για την οποία είχαν πολεμήσει ανεπιτυχώς εναντίον του Ιεφθάε. (Παράβαλε Ψλ 83:4-8.) Ως εκ τούτου, στο προφητικό άγγελμα που έδωσε ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία, οι Αμμωνίτες επιπλήττονται για τη διαρπαγή της κληρονομιάς των Γαδιτών και προειδοποιούνται για μια επερχόμενη ερήμωση του Αμμών και του θεού του, του Μαλχάμ (Μελχώμ). (Ιερ 49:1-5) Οι Αμμωνίτες προχώρησαν ακόμη περισσότερο στέλνοντας ληστρικές ομάδες που παρενοχλούσαν τον Ιούδα όταν κυβερνούσε ο Βασιλιάς Ιωακείμ, στα τελευταία χρόνια του βασιλείου του Ιούδα.—2Βα 24:2, 3.
Η Εισβολή των Βαβυλωνίων. Όταν οι Βαβυλώνιοι ανέτρεψαν τον Ιούδα (607 Π.Κ.Χ.), μερικοί Ιουδαίοι κατέφυγαν στον Αμμών, στον Μωάβ και στον Εδώμ, αλλά επέστρεψαν όταν άκουσαν ότι ο Γεδαλίας είχε διοριστεί υπεύθυνος της χώρας. (Ιερ 40:11, 12) Ωστόσο, ο Βασιλιάς Βααλείς του Αμμών συνωμότησε με τον Ισμαήλ, έναν από τους αρχηγούς του Ιουδαϊκού στρατεύματος, ο οποίος δολοφόνησε τον Γεδαλία (2Βα 25:23· Ιερ 40:14· 41:1-3) και στη συνέχεια κατέφυγε στον Αμμών.—Ιερ 41:10-15.
Παρότι ο Αμμών χάρηκε με την πτώση της Ιερουσαλήμ, η ημέρα του Ιεχωβά για τακτοποίηση λογαριασμών με τους περιτμημένους Αμμωνίτες ήρθε τελικά πάνω τους εξαιτίας των απερίτμητων καρδιών τους. (Ιερ 9:25, 26) Σε εκπλήρωση των προφητειών που είχαν εξαγγείλει ο Ιερεμίας, ο Ιεζεκιήλ και ο Αμώς, οι Αμμωνίτες άρχισαν να πίνουν το ποτήρι της οργής του Ιεχωβά με το να υφίστανται σπαθί, πείνα, επιδημία και την ερήμωση της γης τους.—Ιερ 25:17, 21· 27:1-8· Ιεζ 25:1-10· Αμ 1:13-15.
Το γεγονός ότι ο Αμμών δεν υποτάχθηκε με τη θέλησή του στο βαβυλωνιακό ζυγό διαφαίνεται από την περιγραφή του Ιεζεκιήλ στην οποία ο βασιλιάς της Βαβυλώνας (ο Ναβουχοδονόσορ) παρουσιάζεται να στέκεται στο σταυροδρόμι και να ασκεί μαντεία για να αποφασίσει αν θα πάει εναντίον της Ραββά του Αμμών ή εναντίον του Ιούδα. (Ιεζ 21:19-23, 28-32) Μολονότι υπερίσχυσε η επιλογή να επιτεθεί πρώτα στην Ιερουσαλήμ, ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει ότι, το πέμπτο έτος μετά την ερήμωση της Ιερουσαλήμ, ο Ναβουχοδονόσορ επέστρεψε και πολέμησε εναντίον της Κοίλης Συρίας, του Αμμών και του Μωάβ. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ι΄, 181 [ix, 7]) Όπως είχε προειπωθεί, ο Αμμών θα γινόταν “τόπος για να αναπαύεται το ποίμνιο” και η Ραββά “βοσκότοπος για καμήλες”. (Ιεζ 25:5) Οι κάτοικοι της Ανατολής επρόκειτο να έρθουν με τις καμήλες τους για να πάρουν τη γη ως απόκτημά τους και να κατασκηνώνουν σε αυτήν.—Ιεζ 25:4.
Ο Κύρος, ο κατακτητής της Βαβυλώνας, ενδέχεται να επέτρεψε σε Αμμωνίτες εξορίστους, όπως και σε εξορίστους άλλων εθνών, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, σε εκπλήρωση του εδαφίου Ιερεμίας 49:6.
Επιγαμία με τους Ισραηλίτες. Μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από την εξορία (537 Π.Κ.Χ.), ένας Αμμωνίτης ονόματι Τωβίας πρωτοστάτησε στις προσπάθειες για παρεμπόδιση της ανοικοδόμησης των τειχών της Ιερουσαλήμ. (Νε 4:3, 7, 8) Ωστόσο, αργότερα είχε το θράσος να χρησιμοποιεί μια τραπεζαρία μέσα στον περίβολο του ναού, ώσπου ο Νεεμίας αγανακτισμένος πέταξε τα έπιπλά του έξω. (Νε 13:4-8· βλέπε ΤΩΒΙΑΣ Αρ. 2.) Επίσης, πολλοί από τους επαναπατρισμένους Ιουδαίους εξορίστους είχαν πάρει Αμμωνίτισσες και άλλες αλλοεθνείς γυναίκες ως συζύγους και επιπλήχθηκαν αυστηρά για αυτό, κάτι που οδήγησε στη γενική αποπομπή αυτών των γυναικών.—Εσδ 9:1, 2· 10:10-19, 44· Νε 13:23-27.
Μετά την εκδίωξη του Τωβία από την περιοχή του ναού, διαβάστηκε και εφαρμόστηκε ο θεϊκός νόμος των εδαφίων Δευτερονόμιο 23:3-6 ο οποίος απαγόρευε την είσοδο Αμμωνιτών και Μωαβιτών στην εκκλησία του Ισραήλ. (Νε 13:1-3) Αυτός ο περιορισμός, που είχε επιβληθεί περίπου 1.000 χρόνια νωρίτερα επειδή οι Αμμωνίτες και οι Μωαβίτες είχαν αρνηθεί να συνδράμουν τους Ισραηλίτες όταν εκείνοι πλησίαζαν στην Υποσχεμένη Γη, θεωρείται γενικά ότι σημαίνει πως αυτοί δεν μπορούσαν να ενταχθούν πλήρως στο έθνος του Ισραήλ ως νόμιμα μέλη, απολαμβάνοντας κατά συνέπεια όλα τα δικαιώματα και τα προνόμια αυτών των μελών. Δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι μεμονωμένοι Αμμωνίτες και Μωαβίτες δεν μπορούσαν να συναναστρέφονται με τους Ισραηλίτες ή να κατοικούν ανάμεσά τους, ωφελούμενοι ως εκ τούτου από τις θεϊκές ευλογίες του λαού του Θεού, και αυτό καταδεικνύεται από το ότι ο Σελέκ, ο οποίος αναφέρθηκε παραπάνω, ήταν ένας από τους επίλεκτους πολεμιστές του Δαβίδ, καθώς και από το υπόμνημα σχετικά με τη Ρουθ τη Μωαβίτισσα.—Ρθ 1:4, 16-18.
Όσον αφορά αυτή την τελευταία περίπτωση, ο γάμος της Ρουθ με τον Βοόζ δείχνει ότι οι Ιουδαίοι μπορούσαν να παντρευτούν γυναίκες από αυτά τα έθνη αν εκείνες μεταστρέφονταν στη λατρεία του αληθινού Θεού. Επειδή οι όροι «Αμμωνίτης» και «Μωαβίτης» στο εβραϊκό κείμενο των εδαφίων Δευτερονόμιο 23:3-6 είναι στο αρσενικό γένος, το Ιουδαϊκό Μισνά (Γεβαμότ 8:3) προβάλλει το επιχείρημα ότι μόνο οι άντρες από αυτά τα έθνη αποκλείονταν από τον Ισραήλ. Εντούτοις, η επίμονη απαίτηση του Έσδρα να εξαποστείλουν οι Ιουδαίοι τις αλλοεθνείς συζύγους τους και η προαναφερόμενη παρόμοια στάση του Νεεμία υποδεικνύουν ότι το αν θα γίνονταν δεκτές στον Ισραήλ κάποιες Αμμωνίτισσες και Μωαβίτισσες εξαρτόταν από το αν οι ίδιες θα ασπάζονταν την αληθινή λατρεία.
Μολονότι διάφορα ιστορικά στοιχεία, όπως το απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων (5:6), δείχνουν ότι ο Αμμών εξακολουθούσε να αποτελεί ξεχωριστή οντότητα μέχρι και το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ., φαίνεται ότι τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ. η περιοχή είχε περιέλθει στην επικράτεια του βασιλείου των Ναβαταίων, ενώ τον τρίτο αιώνα Κ.Χ. οι Αμμωνίτες εξαφανίζονται πλέον ως λαός από την ιστορία, προφανώς καθώς αφομοιώνονται από τις αραβικές φυλές. Σε εκπλήρωση της προφητείας του Σοφονία, οι γιοι του Αμμών είχαν γίνει «όπως τα Γόμορρα, . . . ερημότοπος».—Σοφ 2:8-10.
Δεδομένου ότι οι Αμμωνίτες εξαφανίστηκαν στις αρχές της Κοινής Χρονολογίας, η μνεία που κάνει ο Δανιήλ για τον Αμμών στην προφητεία του σχετικά με «τον καιρό του τέλους» πρέπει να έχει μεταφορική σημασία. Προφανώς αναφέρεται σε ορισμένα έθνη ή οργανώσεις που «ο βασιλιάς του βορρά» δεν κατορθώνει να θέσει υπό τον έλεγχό του.—Δα 11:40, 41.
-
-
ΑμνηστίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΝΗΣΤΙΑ
Στο εδάφιο Εσθήρ 2:18 αναφέρεται ότι ο Πέρσης μονάρχης Ασσουήρης, αφού ανακήρυξε την Εσθήρ βασίλισσά του, παρέθεσε μεγάλο συμπόσιο προς τιμήν της και έδωσε «αμνηστία στις διοικητικές περιφέρειες» της επικράτειάς του. Η εβραϊκή λέξη χαναχάχ που χρησιμοποιείται εδώ εμφανίζεται μόνο μία φορά στις Γραφές. Αποδίδεται δε με διάφορους τρόπους, όπως “άφεση” (Ο΄· KJ· ΒΑΜ), «απαλλαγή από φόρους» (ένα Ταργκούμ και RS, ΜΠΚ), «ανάπαυλα» (Vg), «γιορτή» (AT· ΛΧ), και κάποιοι σχολιαστές υποθέτουν ότι η άφεση, ή αλλιώς η αμνηστία, ίσως περιλάμβανε απαλλαγή από φόρο υποτελείας, απαλλαγή από στρατιωτική υπηρεσία, αποφυλάκιση ή συνδυασμό των παραπάνω. Μια διαφορετική εβραϊκή λέξη (σεμιττάχ) χρησιμοποιείται αλλού στις Γραφές για να περιγράψει την αποδέσμευση από κάποιο χρέος ή τη διακοπή της εργασίας.—Δευ 15:1, 2, 9· 31:10· βλέπε ΣΑΒΒΑΤΙΑΙΟ ΕΤΟΣ.
Όσον αφορά την εκδοχή της αποφυλάκισης, ας σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ξέρξη Α΄, ο οποίος πιστεύεται ότι είναι ο Ασσουήρης του βιβλίου της Εσθήρ, έλαβαν χώρα αρκετές εξεγέρσεις. Μια επιγραφή από την Περσέπολη που αποδίδεται στον Ξέρξη αναφέρει: «Αφού έγινα βασιλιάς υπήρξαν (κάποιες) από αυτές τις χώρες . . . οι οποίες εξεγέρθηκαν (αλλά) εγώ συνέτριψα (κυριολ.: σκότωσα) τις χώρες αυτές, . . . και τις έβαλα (ξανά) στην (προηγούμενη πολιτική) θέση τους». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 317) Από την καταστολή αυτών των εξεγέρσεων αναμφίβολα προέκυψαν πολιτικοί κρατούμενοι, και η εορταστική περίσταση της ανακήρυξης της Εσθήρ ως βασίλισσας ίσως ήταν μια ευκαιρία για τον Ασσουήρη να διαγράψει τις κατηγορίες εναντίον τους και να τους χαρίσει αμνηστία, δηλαδή να τους απελευθερώσει. (Παράβαλε Ματ 27:15.) Ωστόσο, η ακριβής φύση αυτής της αμνηστίας παραμένει ανεξακρίβωτη.
-
-
ΑμνώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΝΩΝ
(Αμνών) [Αξιόπιστος· Πιστός· Μακροχρόνιος].
1. Ο πρωτότοκος γιος του Δαβίδ, ο οποίος γεννήθηκε στη Χεβρών από την Αχινοάμ την Ιεζραελίτισσα.—2Σα 3:2· 1Χρ 3:1.
Ο Αμνών καλλιέργησε παράφορο πάθος για την ωραία Θάμαρ, την αδελφή του Αβεσσαλώμ, και μαράζωνε από τον έρωτά του. Ακολουθώντας τη συμβουλή του εξαδέλφου του τού Ιωναδάβ, ο Αμνών προσποιήθηκε ότι ήταν άρρωστος και έπεισε τον Βασιλιά Δαβίδ να στείλει τη Θάμαρ στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του για να ετοιμάσει μπροστά του το «ψωμί της παρηγοριάς». Τότε εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να βιάσει την ετεροθαλή αδελφή του, παρά τις εκκλήσεις της και την προσπάθειά της να τον λογικεύσει. Η περίπτωσή του δείχνει παραστατικά πόσο ακραία ιδιοτελής μπορεί να είναι ο έρωτας, διότι, αφού ο Αμνών ικανοποίησε την επιθυμία του, έβαλε να διώξουν τη Θάμαρ έξω σαν κάποια που του ήταν απεχθής, κάποια που η παρουσία της και μόνο τον έκανε αναμφίβολα να αισθάνεται ακάθαρτος.—2Σα 13:1-19.
Ο αμφιθαλής αδελφός της Θάμαρ, ο Αβεσσαλώμ, έτρεφε μίσος για τον Αμνών λόγω αυτής της πράξης του, και δύο χρόνια αργότερα, σε μια γιορτή για την κουρά των ποιμνίων, ο Αβεσσαλώμ έβαλε τους υπηρέτες του να δολοφονήσουν τον Αμνών τη στιγμή που αυτός είχε «έρθει σε ευθυμία από το κρασί». (2Σα 13:20-29) Εφόσον ο Αμνών, ως ο μεγαλύτερος γιος του Δαβίδ, ήταν ο προφανής διάδοχος του θρόνου, ο Αβεσσαλώμ μπορεί επίσης να επιθυμούσε το θάνατό του ως ένα μέσο για να αυξήσει τις δικές του πιθανότητες για την ανάληψη της βασιλείας. Με αυτό το γεγονός άρχισε να εκπληρώνεται η προφητεία την οποία είπε ο Νάθαν μετά τη μοιχεία που διέπραξε ο Δαβίδ με τη σύζυγο του Ουρία.—2Σα 12:10· βλέπε ΑΒΕΣΣΑΛΩΜ.
2. Ο πρώτος από τους τέσσερις γιους του Σεμιών στη σειρά με την οποία κατονομάζονται αυτοί. Ανήκε στη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 4:1, 20.
-
-
ΑμορραίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΟΡΡΑΙΟΣ
(Αμορραίος).
Η φράση “ο Αμορραίος” εμφανίζεται στον κατάλογο των γιων του Χαναάν, όμως σε άλλα σημεία—πάντοτε στον ενικό αριθμό στο εβραϊκό κείμενο—χρησιμοποιείται συλλογικά για τη χαναανιτική φυλή που προήλθε από τον πρώτο Αμορραίο. Επομένως, επρόκειτο για χαμιτικό φύλο.—Γε 10:6, 15, 16· 1Χρ 1:13, 14.
Την εποχή του Αβραάμ ο βασιλιάς του Ελάμ, με συμμάχους τρεις άλλους βασιλιάδες, έκανε επιδρομή στα Ν της Χαναάν και νίκησε μερικούς από τους Αμορραίους που κατοικούσαν στην Ασασών-θάμαρ, η οποία πιστεύεται ότι βρισκόταν ΝΔ της Νεκράς Θαλάσσης. Τρεις Αμορραίοι, που ζούσαν στη Χεβρών ή στα περίχωρά της, είχαν τότε «συνθήκη με τον Άβραμ» και γι’ αυτό τον βοήθησαν να καταδιώξει και να νικήσει τους βασιλιάδες που έκαναν την εισβολή, διασώζοντας με αυτόν τον τρόπο τον ανιψιό του τον Λωτ. (Γε 14) Εντούτοις, ο Θεός αργότερα πληροφόρησε τον Αβραάμ πως, όταν το σφάλμα των Αμορραίων θα είχε τελικά «ολοκληρωθεί», οι απόγονοί του θα επέστρεφαν στη Χαναάν από μια ξένη χώρα και θα έπαιρναν στην κατοχή τους τη γη των Αμορραίων.—Γε 15:13-21.
Λίγο πριν από το θάνατό του στην Αίγυπτο, ο πατριάρχης Ιακώβ υποσχέθηκε στον Ιωσήφ: «Εγώ σου δίνω ένα ύψωμα γης παραπάνω από ό,τι στους αδελφούς σου, το οποίο πήρα από το χέρι των Αμορραίων με το σπαθί μου και με το τόξο μου». (Γε 48:22) Εφόσον η λέξη που αποδίδεται «ύψωμα» σε αυτό το εδάφιο είναι σεχέμ στην εβραϊκή, ορισμένοι έχουν ισχυριστεί ότι ο Ιακώβ εννοούσε το χωράφι που είχε αγοράσει κοντά στη Συχέμ (εβρ., Σεχέμ). (Γε 33:18, 19) Ωστόσο, εκείνη η αγορά ήταν μια ειρηνική συναλλαγή και δεν έχει καταγραφεί πουθενά ότι ο Ιακώβ έδωσε κάποια μάχη για τη συγκεκριμένη γη. Μολονότι αληθεύει ότι οι γιοι του Ιακώβ επιτέθηκαν αργότερα με αγριότητα εναντίον των κατοίκων της Συχέμ, ο Ιακώβ αποποιήθηκε τότε οποιαδήποτε ευθύνη για την πράξη αυτή (Γε 34:30), και στην επιθανάτια κλίνη του καταράστηκε το θυμό του Συμεών και του Λευί που τους υποκίνησε να κάνουν αυτή την επίθεση. (Γε 49:5-7) Γι’ αυτό, φαίνεται πιο λογικό να εκλάβουμε την υπόσχεση του Ιακώβ ως προφητική εξαγγελία στην οποία οραματίστηκε με πίστη τη μελλοντική κατάκτηση της Χαναάν σαν να είχε ήδη επιτελεστεί και τον εαυτό του να “παίρνει τη γη των Αμορραίων”, υποκαθιστούμενος από το σπαθί και το τόξο των απογόνων του.
Κυρίαρχη Φυλή στη Χαναάν. Ορισμένοι σχολιαστές θεωρούν ότι ο όρος “Αμορραίοι” στα εδάφια Γένεση 15:16 και 48:22 περιλαμβάνει όλους τους λαούς της Χαναάν. Οι Αμορραίοι φαίνεται όντως ότι ήταν η σπουδαιότερη, ή κυρίαρχη, φυλή στη Χαναάν την εποχή της Εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. (Παράβαλε Δευ 1:6-8, 19-21, 27· Ιη 24:15, 18· Κρ 6:10.) Αν ισχύει αυτό, τότε είναι ευνόητο ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, το όνομα της κυρίαρχης φυλής των Αμορραίων θα πρέπει να θεωρηθεί ότι προσδιορίζει και άλλες υποτελείς και συγγενικές φυλές. Παραδείγματος χάρη, στα εδάφια Αριθμοί 14:44, 45 η αφήγηση δηλώνει ότι οι Ισραηλίτες υπέστησαν την πρώτη τους στρατιωτική ήττα από «Αμαληκίτες» και «Χαναναίους», ενώ η ανασκόπηση των γεγονότων που κάνει ο Μωυσής στο 1ο κεφάλαιο του Δευτερονομίου αναφέρει απλώς ότι την ήττα την προκάλεσαν «οι Αμορραίοι». (Δευ 1:44) Παρόμοια, στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 10:5 λέγεται ότι η Ιερουσαλήμ κυβερνιόταν από έναν Αμορραίο βασιλιά (παράβαλε Ιεζ 16:3, 45), ενώ αλλού αναφέρεται ότι η πόλη κατοικούνταν από Ιεβουσαίους. (Ιη 15:8, 63· Κρ 1:21· παράβαλε επίσης την περίπτωση της Γαβαών στα εδ. Ιη 9:7 και 2Σα 21:2.) Κατά παρόμοιο τρόπο, το όνομα μιας φυλής του έθνους του Ισραήλ—της φυλής του Ιούδα—κατέληξε να περιλαμβάνει όλους τους Ισραηλίτες μέσα από την προσωνυμία «Ιουδαίος».
Από την άλλη πλευρά, οι Αμορραίοι μνημονεύονται επίσης ξεχωριστά μεταξύ των ανεξάρτητων χαναανιτικών φυλών. (Εξ 3:8· 23:23, 24· 34:11-15) Αποτελούσαν ένα από τα “εφτά πολυπληθέστερα και κραταιότερα” από τον Ισραήλ έθνη, τα οποία ήταν όλα αφιερωμένα στην καταστροφή και με τα οποία ο Ισραήλ δεν έπρεπε να συνάψει διαθήκη ούτε να συμπεθερέψει ούτε να συμμετάσχει μαζί τους στην ψεύτικη λατρεία.—Δευ 7:1-4.
Οι 12 κατάσκοποι που έστειλε ο Μωυσής στη Χαναάν διαπίστωσαν ότι οι Αμορραίοι, οι Χετταίοι και οι Ιεβουσαίοι κατείχαν την ορεινή περιοχή, ενώ οι Αμαληκίτες διέμεναν στη Νεγκέμπ και οι Χαναναίοι κατοικούσαν δίπλα στη θάλασσα και δίπλα στον Ιορδάνη. (Αρ 13:1, 2, 29) Όπως και παλιότερα στην εποχή του Αβραάμ, οι Αμορραίοι εξακολουθούσαν να κατοικούν στη Χεβρών καθώς και σε άλλες πόλεις στα βουνά Δ του Ιορδάνη. (Ιη 10:5) Ωστόσο, μέχρι την εποχή της Εξόδου του Ισραήλ είχαν εισβάλει στην περιοχή των Μωαβιτών και των Αμμωνιτών Α του Ιορδάνη και είχαν καταλάβει το τμήμα από την κοιλάδα του χειμάρρου Αρνών στο Ν (έκτοτε το όριο του Μωάβ) μέχρι την κοιλάδα του χειμάρρου Ιαβόκ στο Β (το όριο του Αμμών). (Αρ 21:13, 24, 26· Ιη 12:2· Κρ 11:22) Αυτή ήταν η επικράτεια του Αμορραίου Βασιλιά Σηών, την οποία ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος περιγράφει ως «περιοχή που κείται ανάμεσα σε τρεις ποταμούς [τον Ιορδάνη, τον Αρνών και τον Ιαβόκ], πράγμα που της δίνει κάτι από τη φύση νησιού». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Δ΄, 95 [v, 2]) Επιπρόσθετα, στα Β της επικράτειας του Σηών, υπήρχε ένα άλλο αμορραϊκό βασίλειο με κέντρο τη Βασάν υπό τον Βασιλιά Ωγ. Το νότιο όριο του βασιλείου του φαίνεται ότι συνόρευε με τις περιοχές του Σηών και των Αμμωνιτών, και έτσι αυτό το βασίλειο εκτεινόταν από τον Ιαβόκ στο Ν μέχρι το Όρος Αερμών στο Β.—Δευ 3:1, 8.
Η Κατάκτηση από τον Ισραήλ. Καθώς πλησίαζαν στην Υποσχεμένη Γη, και έχοντας λάβει θεϊκές εντολές να μην εισχωρήσουν στις περιοχές του Μωάβ και του Αμμών (Δευ 2:9, 37), οι Ισραηλίτες ζήτησαν την άδεια από τον Βασιλιά Σηών, στην πρωτεύουσά του την Εσεβών, να περάσουν μέσα από τη γη του, προσφέροντας ρητές εγγυήσεις: «Άφησέ με να περάσω μέσα από τη γη σου. Δεν θα βγούμε από το δρόμο μας για να μπούμε σε αγρό ή αμπέλι. Δεν θα πιούμε νερό από πηγάδι. Στο δρόμο του βασιλιά θα βαδίσουμε μέχρι να διαβούμε την περιοχή σου». Αντί να δώσει την άδεια, ο Σηών επιτέθηκε στον Ισραήλ με όλες του τις δυνάμεις αλλά πολύ γρήγορα ηττήθηκε σε μικρή απόσταση από την Εσεβών, στην Ιασσά, με αποτέλεσμα να περιέλθει ολόκληρη η περιοχή του στην κατοχή των Ισραηλιτών. (Αρ 21:21-32· Δευ 2:24-36· βλέπε ΣΗΩΝ.) Αφού εισέβαλε στη γειτονική περιοχή του Βασιλιά Ωγ, ο Ισραήλ κατατρόπωσε και αυτόν τον Αμορραίο ηγεμόνα, καταλαμβάνοντας 60 οχυρωμένες πόλεις. (Αρ 21:33-35· Δευ 3:1-7· βλέπε ΩΓ.) Η πτώση αυτών των ισχυρών αμορραϊκών βασιλείων στα χέρια του Ισραήλ προκάλεσε νοσηρό τρόμο στον Μωάβ (Αρ 22:2-4) και στο λαό της Χαναάν, όπως αποκαλύπτουν τα λόγια της Ραάβ στους Ισραηλίτες κατασκόπους. (Δευ 2:24, 25· Ιη 2:9-11) Η περιοχή των δύο νικημένων Αμορραίων βασιλιάδων αποτέλεσε στη συνέχεια την κληρονομιά των φυλών του Ρουβήν και του Γαδ και της μισής φυλής του Μανασσή.—Αρ 32:31-33, 39· Δευ 3:8-13.
Όσο για τους Αμορραίους Δ του Ιορδάνη, «οι καρδιές τους άρχισαν να λιώνουν» όταν άκουσαν ότι οι Ισραηλίτες είχαν διασχίσει τον ποταμό θαυματουργικά. Αυτό το θαύμα, σε συνδυασμό με τις ολοκληρωτικές νίκες που είχε κερδίσει ήδη ο Ισραήλ, ίσως εξηγεί εν μέρει το γιατί οι Αμορραίοι δεν επιτέθηκαν στο ισραηλιτικό στρατόπεδο στο διάστημα μετά την περιτομή των Ισραηλιτών αρρένων ή κατά τον εορτασμό του Πάσχα. (Ιη 5:1, 2, 8, 10) Ωστόσο, μετά την καταστροφή της Ιεριχώς και της Γαι, οι φυλές της Χαναάν συγκρότησαν μια μεγάλη συμμαχία ώστε να παρατάξουν ενωμένο μέτωπο εναντίον του Ισραήλ. (Ιη 9:1, 2) Όταν οι Ευαίοι της Γαβαών επέλεξαν να ζητήσουν ειρήνη με τον Ισραήλ, τους επιτέθηκαν αμέσως «πέντε βασιλιάδες των Αμορραίων» και αυτοί γλίτωσαν την καταστροφή μόνο χάρη στην ολονύχτια οδοιπορία των δυνάμεων του Ιησού του Ναυή και στη θαυματουργική επέμβαση του Ιεχωβά.—Ιη 10:1-27· 11:19.
Ύστερα από αυτή τη μάχη και την επακόλουθη εκστρατεία του Ιησού του Ναυή σε όλη τη χώρα, η δύναμη των Αμορραίων στα Ν της Παλαιστίνης προφανώς συντρίφτηκε. Εντούτοις, οι Αμορραίοι των βόρειων περιοχών ένωσαν τις δυνάμεις τους με άλλες φυλές σχηματίζοντας μια συμμαχία που συγκρούστηκε με τον Ισραήλ «στα νερά της Μερώμ». Οι Αμορραίοι υπέστησαν πανωλεθρία και ποτέ πια δεν αναφέρεται ότι αποτέλεσαν σοβαρό κίνδυνο για τον Ισραήλ. (Ιη 11:1-9) Λίγοι από αυτούς εξακολούθησαν να υπάρχουν, αλλά η επικράτειά τους είχε περιοριστεί σημαντικά, και αργότερα υποβλήθηκαν σε καταναγκαστική εργασία υπό την κυριαρχία των Ισραηλιτών. (Ιη 13:4· Κρ 1:34-36) Κάποιοι Ισραηλίτες πήραν Αμορραίες συζύγους, πράγμα που τους οδήγησε σε αποστασία (Κρ 3:5, 6), και γενικά οι Αμορραίοι φαίνεται ότι συνέχισαν να δημιουργούν προβλήματα για ένα διάστημα, διότι αναφέρεται ότι στις ημέρες του Σαμουήλ, ύστερα από μια αποφασιστική νίκη επί των Φιλισταίων, «έγινε ειρήνη ανάμεσα στον Ισραήλ και στους Αμορραίους». (1Σα 7:14) Ανάμεσα σε εκείνους που υποβλήθηκαν σε καταναγκαστική εργασία κατά τη βασιλεία του Σολομώντα υπήρχαν και πάλι Αμορραίοι. (1Βα 9:20, 21) Η ειδωλολατρία και η πονηρία τους—προφανώς ενδεικτική της ειδωλολατρίας και της πονηρίας όλων των Χαναναίων—ήταν παροιμιώδης. (1Βα 21:26· 2Βα 21:11) Οι Αμορραίες σύζυγοι εξακολούθησαν να αποτελούν ακανθώδες πρόβλημα για τους επαναπατρισμένους Ισραηλίτες μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Εσδ 9:1, 2) Τελικά, όμως, ο λαός των Αμορραίων—ο άλλοτε σπουδαιότερος λαός όλης της Χαναάν—εξαφανίστηκε τελείως, όπως ένα ψηλό, πελώριο δέντρο από το οποίο αφαιρούνται οι καρποί και του οποίου οι ρίζες καταστρέφονται.—Αμ 2:9, 10.
Οι «Αμουρού». Οι ιστορικοί συνδέουν συχνά τους Αμορραίους της Αγίας Γραφής με το λαό που ονομάζεται Αμουρού σε αρχαία κείμενα ακκαδικής (ασσυροβαβυλωνιακής) σφηνοειδούς γραφής. Οι Αμουρού παρουσιάζονται να εισβάλλουν στη Μεσοποταμία στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ. και να διατηρούν ένα βασίλειο στη Βαβυλωνία επί αρκετούς αιώνες. Συχνά αναφέρεται ότι ο Χαμουραμπί, ο φημισμένος νομοθέτης εκείνης της περιόδου, ήταν «αμορραϊκής» καταγωγής.
Ωστόσο, τα στοιχεία σχετικά με τους Αμουρού δεν φαίνεται να δικαιολογούν τα κατηγορηματικά συμπεράσματα που προωθούνται γύρω από την αδιαμφισβήτητη ταύτισή τους με τους Βιβλικούς Αμορραίους. Η λέξη Αμουρού στα αρχαία κείμενα σφηνοειδούς γραφής σήμαινε βασικά «δύση» και αναφερόταν στην περιοχή Δ της Μεσοποταμίας. Ο Α. Χ. Σάις, στη Διεθνή Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου (The International Standard Bible Encyclopedia), λέει ότι η ονομασία Αμουρού είναι «μια καθαρά γεωγραφική ένδειξη της άμεσης προέλευσής τους, από την οπτική γωνία της Μεσοποταμίας, και δεν μεταδίδει καμιά πληροφορία σχετικά με την εθνική τους σύσταση ή το πραγματικό τους όνομα». (Επιμέλεια Τζ. Γ. Μπρόμιλι, 1979, Τόμ. 1, σ. 113) Μολονότι η Μάρι, μια αρχαία πόλη στον Ευφράτη, στη βόρεια Μεσοποταμία, χαρακτηρίζεται από σύγχρονους ιστορικούς ως κέντρο της επέκτασης των Αμουρού στη Μεσοποταμία, οι χιλιάδες πινακίδες που ανακαλύφτηκαν εκεί ήταν σχεδόν όλες γραμμένες στη σημιτική ακκαδική (ασσυροβαβυλωνιακή) γλώσσα και περιείχαν μερικά δυτικοσημιτικά ονόματα. Όπως όμως επισημάνθηκε, οι Βιβλικοί Αμορραίοι ήταν Χαμίτες, όχι Σημίτες, και μολονότι δεν είναι απίθανο να υιοθέτησε κάποιος κλάδος τους μια σημιτική γλώσσα, είναι εξίσου πιθανό να ήταν οι αρχαίοι Αμουρού απλώς οι «δυτικοί»—κάποιοι από τους σημιτικούς λαούς που ζούσαν Δ της Βαβυλωνίας. Ο καθηγητής Τζον Μπράιτ στο σύγγραμμα Ιστορία του Ισραήλ ([A History of Israel] 1981, σ. 49) λέει: «Επί μερικούς αιώνες [στα τέλη της τρίτης και στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ.] οι κάτοικοι της βορειοδυτικής Μεσοποταμίας και της βόρειας Συρίας αναφέρονταν στα κείμενα σφηνοειδούς γραφής ως Αμουρού, δηλ. “Δυτικοί”. Αυτός ο όρος προφανώς κατέληξε να είναι ένας γενικός όρος που προσδιόριζε όσους μιλούσαν διάφορες βορειοδυτικές σημιτικές διαλέκτους της περιοχής, περιλαμβανομένων, κατά πάσα πιθανότητα, και των φύλων από τα οποία προήλθαν αργότερα τόσο οι Εβραίοι όσο και οι Αραμαίοι».
[Χάρτης στη σελίδα 200]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΜΟΡΡΑΙΩΝ
Μεγάλη Θάλασσα
Όρ. Αερμών
ΑΜΟΡΡΑΙΟΙ
ΑΜΟΡΡΑΙΟΙ
ΑΜΟΡΡΑΪΚΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΩΓ
Ποταμός Ιορδάνης
Κ.Χ. Ιαβόκ
ΑΜΟΡΡΑΪΚΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΣΗΩΝ
Αλμυρή Θάλασσα
Κ.Χ. Αρνών
ΜΩΑΒ
ΑΜΜΩΝ
-
-
ΑμουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΟΥΗΛ
(Αμουήλ).
Γιος του Μισμά από τη φυλή του Συμεών.—1Χρ 4:24-26.
-
-
ΑμουτάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΟΥΤΑΛ
(Αμουτάλ) [πιθανώς, Ο Πεθερός Είναι Δροσιά].
Κόρη του «Ιερεμία από τη Λιβνά», σύζυγος του Βασιλιά Ιωσία και μητέρα του Ιωάχαζ και του Ματτανία (Σεδεκία), οι οποίοι υπήρξαν και οι δύο βασιλιάδες του Ιούδα.—2Βα 23:30, 31· 24:17, 18· Ιερ 52:1.
-
-
ΑμπέλιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΠΕΛΙ
Βλέπε ΚΛΗΜΑ.
-
-
ΑμπλιάτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΠΛΙΑΤΟΣ
(Αμπλιάτος) [από το λατ. Ampliatus· σημαίνει «Επαυξημένος»].
Αγαπητός Χριστιανός αδελφός από την εκκλησία της Ρώμης στον οποίο έστειλε χαιρετισμούς ο απόστολος Παύλος.—Ρω 16:8.
-
-
ΑμράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΡΑΜ
(Αμράμ) [Λαός Υψηλός (Εξυψωμένος)].
1. Εγγονός του Λευί μέσω του Καάθ. (Εξ 6:16, 18, 20· Αρ 3:19· 26:58· 1Χρ 6:18) Αναφέρεται ότι παντρεύτηκε «την αδελφή του πατέρα του» την Ιωχαβέδ, κάτι που τότε επιτρεπόταν αλλά αργότερα απαγορεύτηκε στο Μωσαϊκό Νόμο. (Λευ 18:12) Μερικές μεταφράσεις, ωστόσο, προσπαθούν να την παρουσιάσουν ως εξαδέλφη του. (Βλέπε ΙΩΧΑΒΕΔ.) Παιδιά του ήταν ο Ααρών, η Μαριάμ και ο Μωυσής.—Εξ 6:20· Αρ 26:59· 1Χρ 6:2, 3· 23:12, 13.
2. Ένας από «τους γιους του Βανί», ο οποίος μαζί με άλλους επαναπατρισμένους εξορίστους ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση που τους έγινε να αποβάλουν τις αλλοεθνείς συζύγους τους το 468 Π.Κ.Χ.—Εσδ 10:34, 44.
-
-
ΑμραμίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΡΑΜΙΤΕΣ
(Αμραμίτες) [Του (Από τον) Αμράμ].
Οι απόγονοι του Αμράμ, εγγονού του Λευί από τον Καάθ. Ήταν υποδιαίρεση της οικογένειας των Κααθιτών. Στη διάρκεια της οδοιπορίας στην έρημο, στρατοπέδευαν Ν της σκηνής της μαρτυρίας μαζί με όλες τις οικογένειες των γιων του Καάθ. Η υπηρεσία που είχε ανατεθεί στους Κααθίτες περιλάμβανε την Κιβωτό, το τραπέζι, το λυχνοστάτη, τα θυσιαστήρια και τα σκεύη, καθώς και το προπέτασμα που χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων.—Αρ 3:27-31· 1Χρ 26:23.
-
-
ΑμραφέλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΡΑΦΕΛ
(Αμραφέλ).
Βασιλιάς της Σεναάρ στη νότια Μεσοποταμία. Υπήρξε σύμμαχος και υποστηρικτής του Βασιλιά Χοδολλογομόρ του Ελάμ όταν αυτός εισέβαλε στην Κοιλάδα Σιδδίμ όπου νίκησε πέντε βασιλιάδες. Αργότερα ο Άβραμ, επιχειρώντας να διασώσει τον Λωτ, πρόφτασε τον Αμραφέλ και τους συμμάχους του και τους κατατρόπωσε. (Γε 14:1-16) Ορισμένοι προσπάθησαν να ταυτίσουν τον Αμραφέλ με τον Χαμουραμπί, αλλά μια τέτοια ταύτιση δεν είναι βέβαιη.
-
-
ΑμρίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΡΙ
(Αμρί).
1. Ο πέμπτος από τους εννιά γιους ή απογόνους του Βεχέρ, γιου του Βενιαμίν, στη σειρά με την οποία κατονομάζονται.—1Χρ 7:6, 8.
2. Άρχοντας της φυλής του Ισσάχαρ στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, γιος του Μιχαήλ.—1Χρ 27:18, 22.
3. Ο έκτος βασιλιάς του βόρειου δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ. Δεν υπάρχει κανένα καταγραμμένο στοιχείο αναφορικά με την καταγωγή του Αμρί, ούτε καν το όνομα του πατέρα του ή της φυλής του. Ο Αμρί ίδρυσε την τρίτη δυναστεία του Ισραήλ (οι προηγούμενες ήταν η δυναστεία του Ιεροβοάμ και του Βαασά), δεδομένου ότι τον διαδέχθηκαν ο γιος του ο Αχαάβ και οι εγγονοί του Οχοζίας και Ιωράμ—και οι τέσσερις βασίλεψαν συνολικά γύρω στα 46 χρόνια (περ. 951-905 Π.Κ.Χ.). Η εγγονή του Αμρί η Γοθολία βασίλεψε έξι χρόνια στο θρόνο του Ιούδα. (2Βα 8:26· 11:1-3· 2Χρ 22:2) Ο Ιηού, ο οποίος εξάλειψε τον οίκο του Αχαάβ και ίδρυσε την επόμενη δυναστεία στον Ισραήλ, αποκαλείται «γιος [δηλαδή διάδοχος] του Αμρί» στον Μαύρο Οβελίσκο του Σαλμανασάρ Γ΄. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 281) Μάλιστα οι Ασσύριοι εξακολουθούσαν να αποκαλούν τον Ισραήλ «γη του Αμρί» και τους βασιλιάδες του Ισραήλ «οίκο του Αμρί» ακόμη και πολλά χρόνια αφότου οι απόγονοι του Αμρί είχαν πάψει να βασιλεύουν—κάτι που αποτελούσε πιστοποίηση της ισχύος του.
Ο Αμρί ανέβηκε στο θρόνο μέσω του σπαθιού και όχι μέσω κληρονομικού δικαιώματος. Υπήρξε αρχηγός του στρατεύματος του Ισραήλ υπό τον Βασιλιά Ηλά (πιθανώς δε και υπό τον προκάτοχο εκείνου τον Βαασά) όταν ο Ζιμβρί, αρχηγός των μισών αρμάτων, ανέτρεψε τον Ηλά, πήρε τη βασιλεία και εξάλειψε τον οίκο και τους φίλους του Βαασά. Μόλις αναφέρθηκε αυτό στο στρατό του Ισραήλ, ο οποίος εκείνο το διάστημα στρατοπέδευε εναντίον των Φιλισταίων στη Γιββεθών, «όλος ο Ισραήλ», χωρίς αμφιβολία οι κεφαλές των φυλών «στο στρατόπεδο», έκανε τον Αμρί βασιλιά. Αμέσως αποσύρθηκαν από τη Γιββεθών και επιτέθηκαν αστραπιαία στην πρωτεύουσα του Ζιμβρί, τη Θερσά. Ο Ζιμβρί, βλέποντας ότι δεν είχε ελπίδες, έκαψε την κατοικία του βασιλιά όντας ο ίδιος μέσα, δίνοντας έτσι τραγικό τέλος στην εφταήμερη βασιλεία του.—1Βα 16:8-20.
Ωστόσο, παρουσιάστηκε ένας νέος αντίπαλος του Αμρί—ο Θιβνί ο γιος του Γινάθ. Ο λαός παρέμεινε διαιρεμένος επί τέσσερα χρόνια περίπου, στη διάρκεια των οποίων φαίνεται ότι μαινόταν εμφύλιος πόλεμος, μέχρις ότου οι υποστηρικτές του Αμρί νίκησαν τους υποστηρικτές του Θιβνί, εδραιώνοντας την κυριαρχία του Αμρί ως αδιαμφισβήτητη. Ο Ζιμβρί είχε πεθάνει το 27ο έτος του Βασιλιά Ασά του Ιούδα (περ. 951 Π.Κ.Χ.). (1Βα 16:15-18) Τελικά, το 31ο έτος του Ασά (περ. 947 Π.Κ.Χ.), ο Θιβνί πέθανε με τρόπο που δεν διευκρινίζεται, αφήνοντας τον Αμρί μοναδικό κυρίαρχο για περίπου οχτώ χρόνια.—1Βα 16:21-23, 29· βλέπε ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ.
Στον Βασιλιά Αμρί αποδίδεται «κραταιότητα». (1Βα 16:27) Σύμφωνα με τις γραμμές 4-8 της Μωαβιτικής Λίθου, ο Αμρί υπέταξε τον Μωάβ και ο Αχαάβ διατήρησε αυτή την επικυριαρχία. (2Βα 3:4) Στα μέσα της βασιλείας του, ο Αμρί ενεργώντας σοφά μετέφερε την πρωτεύουσά του από τη Θιρσά η οποία, όπως είχε διαπιστώσει προσωπικά, ήταν πολύ ευπόρθητη. Αγόρασε το βουνό που είχε στην κατοχή του ο Σεμέρ, το οποίο ήταν κατάλληλο για οχύρωση, και εκεί έχτισε μια καινούρια πόλη, τη Σαμάρεια, η οποία μπορούσε να αντέξει σε μακρές πολιορκίες. (1Βα 16:23, 24) Σε κάποιες επιγραφές σφηνοειδούς γραφής επίσης, αποκαλείται ιδρυτής της, και μάλιστα θάφτηκε εκεί. (1Βα 16:28) Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, ο Αμρί γνώρισε διάφορες αποτυχίες, όπως όταν αναγκάστηκε να παραδώσει μερικές πόλεις στο βασιλιά της Συρίας (1Βα 20:34) και να καταβάλει φόρο υποτελείας στην Ασσυρία—ήταν μάλιστα ο πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ που το έκανε αυτό.
Από θρησκευτική άποψη, ο Αμρί συνέχισε το κατρακύλισμα του βόρειου βασιλείου, επιδιδόμενος στην ειδωλολατρία του Ιεροβοάμ. Μάλιστα, «έπραξε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά και έπραξε χειρότερα πράγματα από όλους τους προγενέστερούς του». (1Βα 16:25, 26) Περίπου 200 χρόνια αργότερα, ο Ιεχωβά μέσω του Μιχαία καταδίκασε τον Ισραήλ για το γεγονός ότι ακολουθούσε «τα νομοθετήματα του Αμρί».—Μιχ 6:16.
4. Άτομο από τη φυλή του Ιούδα, του οποίου κάποιος απόγονος έζησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:3, 4.
-
-
Αμυγδαλιά, ΑμύγδαλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ, ΑΜΥΓΔΑΛΟ
[εβρ., λουζ (Γε 30:37)· σακέδ (Γε 43:11)].
Η αμυγδαλιά (αμυγδαλή η κοινή [Amygdalus communis]) είναι δέντρο που φύεται στην Παλαιστίνη, στον Λίβανο και σε ορισμένες περιοχές της Μεσοποταμίας. Ανήκει στην οικογένεια Ροδίδες και αναπτύσσεται τόσο ως αυτοφυές όσο και ως ήμερο καρποφόρο δέντρο.
Η εβραϊκή ονομασία σακέδ σημαίνει κατά κυριολεξία «αυτό που ξυπνάει», και είναι εύστοχη εφόσον η αμυγδαλιά είναι ένα από τα πρώτα δέντρα που βγάζουν λουλούδια μετά τη χειμερινή ανάπαυση, ανθίζοντας ακόμη και στα τέλη Ιανουαρίου ή στις αρχές Φεβρουαρίου. Προσέξτε το λογοπαίγνιο στα εδάφια Ιερεμίας 1:11, 12, όπου η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται “αμυγδαλιά” (σακέδ) ακολουθείται από την έκφραση «μένω ξύπνιος» (σοκέδ). Η αμυγδαλιά μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 5 μ. και, όταν ανθίζει, καλύπτεται με υπέροχα ροζ, μερικές φορές δε και άσπρα, λουλούδια διατεταγμένα κατά ζεύγη. Στο εδάφιο Εκκλησιαστής 12:5 η ανθισμένη αμυγδαλιά χρησιμοποιείται ως σύμβολο των άσπρων μαλλιών που έχουν οι ηλικιωμένοι. Τα φύλλα είναι ωοειδή και πριονωτά. Τα αμύγδαλα είναι επιμήκη, με τη μια τους άκρη στρογγυλή και την άλλη αιχμηρή. Θεωρούνταν ανέκαθεν εκλεκτό έδεσμα, ο δε Ιακώβ τα περιέλαβε σε ένα δώρο που έστειλε στην Αίγυπτο με τους γιους του όταν αυτοί επέστρεψαν εκεί. (Γε 43:11) Από τα αμύγδαλα εξάγεται πολύτιμο έλαιο—45 κιλά αποδίδουν περίπου 20 κιλά αμυγδαλέλαιο.
Αναμφίβολα λόγω της λεπτεπίλεπτης ομορφιάς των λουλουδιών της αμυγδαλιάς, τα δοχεία των κλαδιών του λυχνοστάτη ο οποίος τοποθετήθηκε στη σκηνή της μαρτυρίας κατασκευάστηκαν σύμφωνα με το σχήμα αυτών των λουλουδιών. (Εξ 25:33, 34· 37:19, 20) Το ραβδί του Ααρών ήταν και αυτό ένα κλαδί αμυγδαλιάς το οποίο βλάστησε θαυματουργικά μέσα σε μια νύχτα και έβγαλε ώριμα αμύγδαλα ως απόδειξη του ότι ο Θεός τον επιδοκίμαζε ως χρισμένο αρχιερέα.—Αρ 17:8.
[Εικόνα στη σελίδα 204]
Άνθη αμυγδαλιάς. Η αμυγδαλιά είναι ένα από τα πρώτα δέντρα που ανθίζουν στα τέλη του χειμώνα, γι’ αυτό και η εβραϊκή της ονομασία σημαίνει «αυτό που ξυπνάει»
-
-
ΑμφίποληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΦΙΠΟΛΗ
(Αμφίπολη) [Γύρω από την Πόλη].
Πόλη της Μακεδονίας, σε απόσταση 5 χλμ. περίπου από το Αιγαίο Πέλαγος και το λιμάνι Ηιών. Ο Παύλος πέρασε από εκεί στη διάρκεια της δεύτερης ιεραποστολικής περιοδείας του. (Πρ 17:1) Η πόλη ήταν χτισμένη σε έναν λόφο, τις τρεις πλευρές του οποίου (βόρεια, δυτική και νότια) περιβάλλει η καμπύλη που σχηματίζει ο ποταμός Στρυμόνας—γεγονός που χωρίς αμφιβολία έδωσε στην πόλη αυτό το όνομα. Η Αμφίπολη βρισκόταν περίπου 50 χλμ. ΔΝΔ των Φιλίππων. Η θέση της επί της φημισμένης ρωμαϊκής Εγνατίας Οδού και το γεγονός ότι είχε υπό τον έλεγχό της τη γέφυρα του ποταμού Στρυμόνα τής προσέδιδαν αξιοσημείωτη στρατηγική και εμπορική σπουδαιότητα. Η πόλη ιδρύθηκε αρχικά ως αποικία των Αθηναίων τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., αργότερα όμως βρέθηκε υπό την εξουσία των Μακεδόνων. Ακολούθως περιήλθε στον έλεγχο της Ρώμης η οποία την κατέστησε ελεύθερη πόλη και πρωτεύουσα του πρώτου τμήματος της Μακεδονίας. Ο αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται λίγο πιο έξω από το σημερινό ομώνυμο χωριό.
-
-
‛Αμ Χα’άρετςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
‛ΑΜ ΧΑ’ΑΡΕΤΣ
Βλέπε ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ.
-
-
ΑμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΩΝ
(Αμών) [Αξιόπιστος· Πιστός· Μακροχρόνιος].
1. Αρχηγός της πόλης της Σαμάρειας όταν κυβερνούσε ο Αχαάβ, ο βασιλιάς του Ισραήλ (περ. 940-920 Π.Κ.Χ.). Ο προφήτης Μιχαΐας ανατέθηκε στη φύλαξή του ενόσω ο Αχαάβ πολεμούσε εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ.—1Βα 22:10, 26· 2Χρ 18:25.
2. Βασιλιάς του Ιούδα (661-660 Π.Κ.Χ.) και γιος του πονηρού Βασιλιά Μανασσή. Άρχισε να βασιλεύει σε ηλικία 22 ετών και ακολούθησε την ειδωλολατρική πορεία που είχε ακολουθήσει αρχικά και ο πατέρας του. Οι κακές συνθήκες που περιγράφονται στα εδάφια Σοφονίας 1:4· 3:2-4 αναμφίβολα είχαν αρχίσει να επικρατούν εκείνη την εποχή. Έπειτα από δύο χρόνια στο θρόνο, δολοφονήθηκε από τους ίδιους τους υπηρέτες του. «Ο λαός του τόπου [‛αμ χα’άρετς]» θανάτωσε τους συνωμότες, τοποθέτησε στο θρόνο το γιο του τον Ιωσία και έθαψε τον Αμών στον «κήπο του Οζά». (2Βα 21:19-26· 2Χρ 33:20-25) Η γενεαλογία του Ιησού περιλαμβάνει το όνομά του.—Ματ 1:10.
3. Η κεφαλή μιας οικογένειας επαναπατρισμένων εξορίστων οι οποίοι συγκαταλέγονται στους “γιους των υπηρετών του Σολομώντα”. (Νε 7:57-59) Αναφέρεται ως «Αμί» στο εδάφιο Έσδρας 2:57.
-
-
ΑμωνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΩΝΑ
(Αμωνά) [σημαίνει «Πλήθος»].
Συμβολική πόλη κοντά στην κοιλάδα στην οποία πρόκειται να θαφτεί ο Γωγ και το πλήθος του, όταν η ενωμένη επίθεσή τους εναντίον του λαού του Θεού καταλήξει σε ήττα και μαζική σφαγή. Η πόλη ονομάζεται έτσι λόγω αυτής της εξέλιξης και αποτελεί μνημείο της νίκης του Ιεχωβά επί αυτών των εχθρών. (Ιεζ 39:16) Μια πόλη υποδηλώνει την ύπαρξη οργανωμένου σώματος ανθρώπων, κάτι που εδώ προφανώς σχετίζεται με την οργανωμένη διευθέτηση για τη συγκέντρωση και την απόρριψη των οστών όπως αυτή περιγράφεται στα εδάφια Ιεζεκιήλ 39:11-15.—Βλέπε ΓΩΓ Αρ. 2.
-
-
Αμών-ΓωγΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΩΝ-ΓΩΓ
(Αμών-Γωγ) [Πλήθος του Γωγ].
Μεταγραφή στην ελληνική του εβραϊκού ονόματος μιας κοιλάδας, προφανώς συμβολικής, η οποία περιγράφεται ως η «κοιλάδα των διαβατών ανατολικά της [Νεκράς] θαλάσσης». Σε αυτή την κοιλάδα θάβεται ο Γωγ μαζί με όλες τις δυνάμεις του, μετά την καταστροφή τους από τον Ιεχωβά.—Ιεζ 39:11, 15, υποσημειώσεις· βλέπε ΓΩΓ Αρ. 2.
-
-
ΑμώςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΩΣ
(Αμώς) [Είμαι Φορτίο· Βαστάζω Φορτίο].
1. Προφήτης του Ιεχωβά και συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου, ο οποίος έζησε τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ. (Βλέπε ΑΜΩΣ [ΒΙΒΛΙΟ].) Ωστόσο, δεν ήταν γιος προφήτη ούτε συγκαταλεγόταν στους «γιους των προφητών».—1Βα 20:35· 2Βα 2:3· 4:1· Αμ 7:14.
Ο Αμώς έμενε στην πόλη Θεκωέ, κάπου 16 χλμ. Ν της Ιερουσαλήμ, σε υψόμετρο περίπου 820 μ. Στα Α, και προς τα κάτω μέχρι τη Νεκρά Θάλασσα, η οποία βρισκόταν περίπου 1.200 μ. χαμηλότερα, απλωνόταν η αφιλόξενη έρημος του Ιούδα, όπου ο προφήτης είχε εργαστεί προγενέστερα ως ταπεινός βοσκός προβάτων. (Αμ 1:1) Η εβραϊκή λέξη νοκεδίμ που μεταφράζεται εδώ “βοσκοί προβάτων” εμφανίζεται μόνο μία φορά ακόμη στη Γραφή (2Βα 3:4) και συγγενεύει με τη λέξη νακκάδ, μια αραβική λέξη που χρησιμοποιείται για κάποια ειδική ποικιλία προβάτων, τα οποία δεν είναι τόσο ωραία σε εμφάνιση αλλά θεωρούνται εξαιρετικά πολύτιμα λόγω του μαλλιού τους. Σε αυτό το άγονο μέρος ο Αμώς έκανε επίσης κάποια ταπεινή εποχική εργασία χαράζοντας καρπούς από συκομουριές—ένα είδος που θεωρούνταν τροφή μόνο για τους φτωχούς. Τους καρπούς αυτούς τους χάραζαν ή τους τρυπούσαν για να επιταχυνθεί η ωρίμανσή τους και για να γίνουν μεγαλύτεροι και γλυκύτεροι.—Αμ 7:14· βλέπε ΣΥΚΟΜΟΥΡΙΑ.
Όπως συνέβη με τον ποιμένα Δαβίδ, τον οποίο κάλεσε ο Θεός για να προσφέρει δημόσια υπηρεσία, έτσι και με τον Αμώς, “ενώ ακολουθούσε το ποίμνιο, ο Ιεχωβά τον πήρε” και τον κατέστησε προφήτη.—Αμ 7:15.
Από τη μοναξιά της ερήμου στα νότια, ο Αμώς στάλθηκε στο ειδωλολατρικό δεκάφυλο βασίλειο του βορρά το οποίο είχε πρωτεύουσα τη Σαμάρεια.
Ο Αμώς ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στο προφητικό έργο δύο χρόνια πριν από το μεγάλο σεισμό που συνέβη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Οζία, βασιλιά του Ιούδα. Εκείνη την εποχή, βασιλιάς του Ισραήλ ήταν ο Ιεροβοάμ Β΄, ο γιος του Ιωάς. (Αμ 1:1) Επομένως, η προφητεία του Αμώς τοποθετείται κάπου μέσα στην 26ετή περίοδο από το 829 ως το 804 Π.Κ.Χ. περίπου, κατά την οποία συνέπιπταν χρονικά οι βασιλείες αυτών των δύο βασιλιάδων του Ιούδα και του Ισραήλ. Ο μεγάλος σεισμός που συνέβη δύο χρόνια αφότου διορίστηκε προφήτης ο Αμώς ήταν τόσο ισχυρός ώστε σχεδόν 300 χρόνια αργότερα ο Ζαχαρίας έκανε ειδική μνεία για αυτόν.—Ζαχ 14:5.
Δεν είναι βέβαιο πόσο καιρό υπηρέτησε ο Αμώς ως προφήτης στο βόρειο βασίλειο. Ο Αμαζίας, ο πονηρός ιερέας της μοσχολατρίας, της επίσημης θρησκείας του κράτους, κέντρο της οποίας ήταν η Βαιθήλ, προσπάθησε να τον εκδιώξει από τη χώρα με την αιτιολογία ότι αποτελούσε απειλή για την ασφάλεια του κράτους. (Αμ 7:10-13) Δεν αναφέρεται αν ο Αμαζίας τα κατάφερε. Ούτως ή άλλως, όταν ολοκληρώθηκε η προφητική αποστολή του στον Ισραήλ, ο Αμώς επέστρεψε πιθανότατα στην περιοχή της φυλής από την οποία καταγόταν, στον Ιούδα. Ο Ιερώνυμος και ο Ευσέβιος αναφέρουν ότι, στην εποχή τους, ο τάφος του προφήτη βρισκόταν στη Θεκωέ. Φαίνεται επίσης ότι, μετά την επιστροφή του στον Ιούδα, ο Αμώς κατέγραψε την προφητεία την οποία αρχικά είχε μεταδώσει προφορικά. Συχνά χαρακτηρίζεται ως ένας από τους 12 «μικρούς» προφήτες (το βιβλίο του καταχωρίζεται 3ο ανάμεσα στα 12 βιβλία), εντούτοις το άγγελμα που μετέδωσε δεν είναι διόλου μικρής σημασίας.
2. Ένας από τους προγόνους του Ιησού, οχτώ γενιές πριν από τη Μαρία.—Λου 3:25.
-
-
Αμώς (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΜΩΣ (ΒΙΒΛΙΟ)
Οι προφητείες αυτού του βιβλίου των Εβραϊκών Γραφών απευθύνονταν πρωτίστως στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ. Όπως φαίνεται, στην αρχή οι προφητείες εξαγγέλθηκαν προφορικά κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιεροβοάμ Β΄ και του Οζία, βασιλιάδων του Ισραήλ και του Ιούδα αντίστοιχα, των οποίων οι βασιλείες συνέπιπταν χρονικά από το 829 ως περίπου το 804 Π.Κ.Χ. (Αμ 1:1), και καταγράφηκαν γύρω στο 804 Π.Κ.Χ., πιθανώς μετά την επιστροφή του προφήτη στον Ιούδα. Για λεπτομέρειες γύρω από τον ίδιο τον προφήτη, βλέπε ΑΜΩΣ Αρ. 1.
Η κανονικότητα αυτού του βιβλίου, δηλαδή το κατά πόσον κατέχει δικαιωματικά μια θέση στην Αγία Γραφή, δεν αμφισβητήθηκε ποτέ. Από την αρχαιότητα ήταν αποδεκτό μεταξύ των Εβραίων, ενώ εμφανίζεται και στους αρχαιότερους Χριστιανικούς καταλόγους. Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας του δεύτερου αιώνα Κ.Χ. παρέθεσε από το βιβλίο του Αμώς στο σύγγραμμά του Διάλογος προς Τρύφωνα Ιουδαίον (κεφ. 22). Το βιβλίο αυτό καθαυτό βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τις υπόλοιπες Γραφές, γεγονός που καταδεικνύεται από τις πολλές αναφορές του συγγραφέα στη Βιβλική ιστορία και στους νόμους του Μωυσή. (Αμ 1:11· 2:8-10· 4:11· 5:22, 25· 8:5) Οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα αποδέχονταν το σύγγραμμα του Αμώς ως μέρος των θεόπνευστων Γραφών. Για παράδειγμα, ο μάρτυρας Στέφανος (Πρ 7:42, 43· Αμ 5:25-27) και ο Ιάκωβος, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού (Πρ 15:13-19· Αμ 9:11, 12), επισήμαναν την εκπλήρωση μερικών προφητειών.
Άλλα ιστορικά γεγονότα επίσης επιβεβαιώνουν την αξιοπιστία των λόγων του προφήτη. Αποτελεί ιστορική πραγματικότητα το ότι όλα τα έθνη τα οποία καταδικάζονται από τον Αμώς παραδόθηκαν στον ορισμένο καιρό σε πύρινη καταστροφή. Η ίδια η Σαμάρεια, μια καλά οχυρωμένη πόλη, πολιορκήθηκε και καταλήφθηκε το 740 Π.Κ.Χ., και ο ασσυριακός στρατός πήρε τους κατοίκους σε «εξορία πέρα από τη Δαμασκό», όπως είχε προείπει ο Αμώς. (Αμ 5:27· 2Βα 17:5, 6) Ομοίως, ο Ιούδας στο νότο υπέστη την τιμωρία που του άξιζε όταν καταστράφηκε το 607 Π.Κ.Χ. (Αμ 2:5) Επιπρόσθετα, σε επαλήθευση των λόγων που εξήγγειλε ο Ιεχωβά μέσω του Αμώς, αιχμάλωτοι απόγονοι τόσο του Ισραήλ όσο και του Ιούδα επέστρεψαν το 537 Π.Κ.Χ. για να ανοικοδομήσουν την πατρίδα τους.—Αμ 9:14· Εσδ 3:1.
Η Βιβλική αρχαιολογία επίσης επιβεβαιώνει ότι ο Αμώς υπήρξε αξιόπιστος ιστορικός της εποχής του, δεδομένου ότι, περιγράφοντας την επιδεικτική χλιδή των πλουσίων, έκανε λόγο για τις «κατοικίες από ελεφαντόδοντο» και τις «κλίνες από ελεφαντόδοντο». (Αμ 3:15· 6:4) Σχολιάζοντας μερικά από αυτά τα ευρήματα, ο Τζακ Φίνεγκαν δηλώνει: «Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι βρέθηκαν πολυάριθμα ελεφαντουργήματα στις ανασκαφές που έλαβαν χώρα στη Σαμάρεια. Ως επί το πλείστον, αυτά είχαν τη μορφή πλακιδίων ή μικρών ανάγλυφων πλαισίων και πιθανώς κοσμούσαν κάποτε έπιπλα ή ήταν ένθετα σε επενδύσεις τοίχων».—Φως από το Αρχαίο Παρελθόν (Light From the Ancient Past), 1959, σ. 187, 188.
Το πνεύμα του Ιεχωβά υποκίνησε τον Αμώς να χρησιμοποιήσει απλή, άμεση, παραστατική γλώσσα με την αξιοπρέπεια που αρμόζει σε έναν προφήτη του Θεού. Οι λέξεις που επιλέχθηκαν ήταν απλές, δυνατές, πλούσιες σε νόημα, ώστε όλοι, είτε ανήκαν στα ανώτερα είτε στα κατώτερα στρώματα, να μπορούν να κατανοήσουν και να συλλάβουν τη σημασία των λεγομένων του. Χρησιμοποίησε ποικίλα παραδείγματα, μερικά από την αγροτική ζωή, για να προσδώσει ζωντάνια και δύναμη στο άγγελμά του. (Αμ 2:13· 4:2· 9:9) Αναφέρθηκε με ακρίβεια σε διάφορα ιστορικά γεγονότα. (1:9, 11, 13· 4:11) Παρέπεμψε σε μερικές γνωστές συνήθειες και έθιμα του λαού. (2:8· 6:4-6) Το σύνολο αποτελεί ένα καλά δομημένο σύγγραμμα με ευκρινή μορφή και σκοπό.
Ο Αμώς, ως ένας από τους υπηρέτες του Ιεχωβά, μεγάλυνε το λόγο και το όνομα, τη δικαιοσύνη και την κυριαρχία του Παντοδυνάμου. Περιγράφει το άπειρο μεγαλείο “του Υπέρτατου Κυρίου, του Ιεχωβά των στρατευμάτων”, καθώς δεν υπάρχει τίποτα που είναι πέρα από τον έλεγχο ή τη δύναμή Του. (Αμ 9:2-5) Ακόμη και ο ήλιος, η σελήνη, οι αστερισμοί και τα στοιχεία της φύσης υπόκεινται στις διαταγές του Ιεχωβά. (5:8· 8:9) Ως εκ τούτου, για τον Θεό είναι απλό το να καταδείξει την υπεροχή του σε σχέση με τα έθνη.—1:3-5· 2:1-3· 9:7.
Σε αρμονία με τη σημασία του ονόματός του, ο Αμώς έγινε κομιστής ενός βαρυσήμαντου αγγέλματος, φορτωμένου με «αλίμονο» και κατάκριση εναντίον τόσο των ειδωλολατρικών εθνών όσο και του Ιούδα και του Ισραήλ. Παράλληλα έγινε κομιστής ενός παρηγορητικού αγγέλματος αποκατάστασης στο οποίο μπορούσαν να θέσουν την ελπίδα τους όσοι ήταν πιστοί στον Ιεχωβά.
[Πλαίσιο στη σελίδα 206]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΜΩΣ
Προφητεία που απευθυνόταν κυρίως στον Ισραήλ, το βόρειο δεκάφυλο βασίλειο, και στα κέντρα μοσχολατρίας του στη Δαν και στη Βαιθήλ
Γράφτηκε το 804 Π.Κ.Χ. περίπου, ενόσω βασιλιάς του Ισραήλ ήταν ο Ιεροβοάμ Β΄
Ο Ιεχωβά θα εκτελέσει οπωσδήποτε κρίση, όχι μόνο ενάντια στα γύρω έθνη, αλλά κυρίως ενάντια στον Ισραήλ (1:1–2:16)
Στη Συρία, στη Φιλιστία και στην Τύρο επειδή μεταχειρίστηκαν αμείλικτα τον Ισραήλ
Στον Εδώμ (συγγενή του Ισραήλ μέσω του Ησαύ) και στον Αμμών (συγγενή μέσω του Λωτ) επειδή εκδήλωσαν εχθρότητα απέναντι στους Ισραηλίτες αδελφούς τους και τους κακομεταχειρίστηκαν, καθώς και στον Μωάβ επειδή έκαψε τα κόκαλα του βασιλιά του Εδώμ για ασβέστη
Στον Ιούδα επειδή απέρριψε το νόμο του Ιεχωβά
Στον Ισραήλ επειδή καταδυνάστευε τους φτωχούς, ήταν ανήθικος και συμπεριφερόταν με έλλειψη σεβασμού στους προφήτες και στους Ναζηραίους που ήγειρε ο Θεός. Η διαφυγή από τη θεϊκή τιμωρία είναι αδύνατη
Το άγγελμα κρίσης του Ιεχωβά εναντίον του Ισραήλ (3:1–6:14)
Ο Ισραήλ έχει ευνοηθεί με ιδιαίτερο τρόπο από τον Θεό, και αυτό συνεπάγεται ιδιαίτερη ευθύνη
Όταν ο Ιεχωβά αποκαλύπτει το σκοπό του στους υπηρέτες του, αυτοί προφητεύουν. Έτσι λοιπόν, ο Αμώς προειδοποιεί ότι ο Ιεχωβά θα ζητήσει λογαριασμό για τις δραστηριότητες της ψεύτικης θρησκείας που λαβαίνουν χώρα στη Βαιθήλ και για τις απάτες που διαπράττονται από όσους αγαπούν τη χλιδή στη Σαμάρεια
Ο Ισραήλ δεν έχει επιστρέψει στον Ιεχωβά παρά τις τιμωρίες που του έχουν ήδη επιβληθεί. Τώρα, προειδοποιείται: «Ετοιμάσου να συναντήσεις τον Θεό σου»
Ακόμη και όταν προειδοποιεί για τα επερχόμενα «αλίμονο», ο Ιεχωβά προτρέπει: «Αναζητήστε με και θα εξακολουθήσετε να ζείτε», «Να μισείτε το κακό και να αγαπάτε το καλό»
Τα οράματα και οι προφητείες δείχνουν πως το τέλος του Ισραήλ πλησιάζει (7:1–8:14)
Όραμα ερήμωσης από ακρίδες· ο προφήτης διαμεσολαβεί
Όραμα καταστροφικής φωτιάς· ο Αμώς διαμεσολαβεί και πάλι
Ο Ιεχωβά έχει μια στάθμη με την οποία ελέγχει τον Ισραήλ· δεν υπάρχουν πια δικαιολογίες για τον Ισραήλ
Ο ιερέας της Βαιθήλ διατάζει τον Αμώς να σταματήσει να προφητεύει εκεί. Ο Αμώς προφητεύει συμφορά για αυτόν
Καλάθι με ευπαθείς καλοκαιρινούς καρπούς το οποίο υποδηλώνει πως το τέλος του Ισραήλ πλησιάζει
Πείνα για ακρόαση των λόγων του Ιεχωβά
Τιμωρία και αποκατάσταση (9:1-15)
Δεν υπάρχει τόπος διαφυγής για αυτούς. Τίποτα δεν είναι πέρα από τον έλεγχο του Υπέρτατου Κυρίου Ιεχωβά
Η σκηνή (ο βασιλικός οίκος) του Δαβίδ πρόκειται να ξαναστηθεί. Οι αιχμάλωτοι που θα συναχθούν και πάλι θα απολαμβάνουν διαρκή ασφάλεια
-
-
ΑνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑ
(Ανά).
Γιος του Σεβεγών και πατέρας της Οολιβαμά, συζύγου του Ησαύ. (Γε 36:2, 14, 18, 20, 24, 25· 1Χρ 1:34, 40, 41) Στο εδάφιο Γένεση 36:2 το εβραϊκό κείμενο λέει «Οολιβαμά κόρη Ανά κόρη Σεβεγών». Η συριακή Πεσίτα, η σαμαρειτική Πεντάτευχος και η Μετάφραση των Εβδομήκοντα λένε όλες εδώ «γιου του Σεβεγών», σε αρμονία με το εδάφιο Γένεση 36:24, το οποίο παρουσιάζει τον Ανά ως γιο του Σεβεγών. Μερικές σύγχρονες μεταφράσεις υιοθετούν αυτή την απόδοση λέγοντας «γιου του Σεβεγών» τόσο στο εδάφιο 2 όσο και στο εδάφιο 14. (RS, ΛΧ, ΚΛΠ) Ωστόσο, η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «κόρη» ενέχει και μια ευρύτερη έννοια, αυτήν της «εγγονής», οπότε μπορεί να αναφέρεται στην Οολιβαμά μάλλον και όχι στον Ανά. Κατά συνέπεια, η Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει στο εδάφιο Γένεση 36:2: «Οολιβαμά, την κόρη του Ανά, την εγγονή του Σεβεγών του Ευαίου».
Μερικοί πιστεύουν ότι το όνομα Ανά εφαρμόζεται σε δύο πρόσωπα, δεδομένου ότι ο Ανά προσδιορίζεται ως “Ευαίος” στο εδάφιο 2, ενώ ο Ανά των εδαφίων 20 και 29 αποκαλείται “Χορίτης”. Ωστόσο, αν ο όρος «Χορίτης» σημαίνει απλώς «κάτοικος των σπηλιών», μπορεί να χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει τις συνήθειες που είχαν αναπτύξει οι Σηειρίτες κατοικώντας σε σπηλιές, χωρίς να έχει γενεαλογικό χαρακτήρα. Οπότε, η λέξη «γιοι» στο εδάφιο 20 φαίνεται να έχει την ευρύτερη έννοια «απόγονοι». Όπως δηλώνει η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1882, Τόμ. 1, σ. 212): «Σαφώς, σκοπός της γενεαλογίας δεν είναι τόσο να περιγράψει τη γραμμή καταγωγής των Σηειριτών όσο το να απαριθμήσει εκείνους τους απογόνους οι οποίοι, ως κεφαλές φυλών, συνδέθηκαν με τους Εδωμίτες. Έτσι λοιπόν, φαίνεται ότι ο Ανά, από τον οποίο καταγόταν η σύζυγος του Ησαύ, ήταν η κεφαλή μιας φυλής ανεξάρτητης από αυτήν του πατέρα του και ισότιμης με αυτήν».
-
-
ΑνάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΒ
(Ανάβ) [Σταφύλι].
Κωμόπολη στο νότιο τμήμα της λοφώδους περιοχής του Ιούδα, από όπου ο Ιησούς του Ναυή εκδίωξε τους γιγαντόσωμους Ανακίμ. (Ιη 11:21· 15:48, 50) Η τοποθεσία αυτή ταυτίζεται με το Χίρμπετ Άναμπ ες-Σαγέρε, 1,5 χλμ. Δ του Εδ Δαχιρίγια, περίπου στο μέσο της απόστασης μεταξύ Χεβρών και Βηρ-σαβεέ. Η αρχική ονομασία της πόλης ίσως ήταν Κιριάθ-ανάβ, λαμβανομένου υπόψη ότι στα αιγυπτιακά κείμενα προφανώς μνημονεύεται ως Κρτ ‛νμπ.
-
-
ΑναβάσειςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ
Η εβραϊκή έκφραση Σιρ χαμμα‛αλώθ, η οποία αποτελεί την επιγραφή 15 ψαλμών (Ψλ 120-134), μεταφράζεται με διάφορους τρόπους: «Ύμνος των βαθμίδων» (KJ), «Ωδή των αναβαθμών» (Dy [119-133]· ΒΑΜ), «Ύμνος των Σκαλοπατιών» (ΜΝΚ, υποσ. στο εδάφιο Ψλ 120:Επιγρ.), «Ύμνος των Αναβάσεων [ή «για τις Αναβάσεις»]» (AT, RS). Τέσσερις από αυτούς τους ψαλμούς αποδίδονται στον Δαβίδ και ένας στον Σολομώντα. Η ακριβής σημασία της επιγραφής είναι αντικείμενο συζήτησης.
Παλιότερα υπήρχε η άποψη, σύμφωνα με την Ιουδαϊκή παράδοση (Μισνά, Μιντότ 2:5), ότι αυτοί οι 15 ύμνοι ψάλλονταν από τους Λευίτες ενόσω εκείνοι ανέβαιναν τα 15 σκαλοπάτια που οδηγούσαν από την Αυλή των Γυναικών προς την Αυλή του Ισραήλ στο ναό της Ιερουσαλήμ, αλλά αυτή η άποψη απορρίπτεται γενικά σήμερα. Μερικοί υποστηρίζουν ότι η φράση αναφέρεται στο υψηλό περιεχόμενο αυτών των ψαλμών, αν και δεν φαίνεται να υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι που να εξυψώνουν αυτούς τους ψαλμούς πάνω από τους υπόλοιπους θεόπνευστους ψαλμούς. Οι περισσότεροι σχολιαστές πιστεύουν ότι ο τίτλος οφείλεται στο γεγονός ότι οι Ισραηλίτες πιστοί έψαλλαν αυτούς τους ύμνους όταν ταξίδευαν ή ανέβαιναν στην υπερυψωμένη πόλη της Ιερουσαλήμ, η οποία βρισκόταν ψηλά στα βουνά του Ιούδα, δεδομένου ότι παρακολουθούσαν με χαρά τις τρεις μεγάλες ετήσιες γιορτές που γίνονταν εκεί. (Δευ 12:5-7· 16:16· Ψλ 42:4· Ησ 30:29) Η λέξη μα‛αλάχ χρησιμοποιείται με παρόμοιο τρόπο στο εδάφιο Έσδρας 7:9, αναφερόμενη στο γεγονός ότι οι Ισραηλίτες “ανέβηκαν” από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ μετά την εξορία. Οι εκφράσεις των εδαφίων Ψαλμός 122:1-4 συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης, ενώ το περιεχόμενο των άλλων ψαλμών αυτής της ομάδας ποικίλλει τόσο πολύ ώστε το ζήτημα παραμένει αδιευκρίνιστο.
-
-
ΑναγεννημένοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ
Βλέπε ΓΙΟΣ (ΓΙΟΙ) ΤΟΥ ΘΕΟΥ (Χριστιανοί Γιοι του Θεού).
-
-
ΑναδημιουργίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Βλέπε ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ· ΦΥΛΗ.
-
-
ΑνάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΘ
(Ανάθ).
1. Ο πατέρας του Σαμεγάρ, ενός από τους κριτές του Ισραήλ.—Κρ 3:31· 5:6.
2. Μία από τις τρεις κύριες θεές των Χαναναίων. Παρουσιάζεται ως αδελφή και σύζυγος του Βάαλ καθώς και ως σύμβολο του λάγνου σεξ και του πολέμου. Ωστόσο, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι το όνομα του πατέρα του Σαμεγάρ προερχόταν από το όνομα της θεάς Ανάθ, αν και οι αποστατικές πράξεις του Ισραήλ κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου ίσως αφήνουν τα περιθώρια για κάτι τέτοιο.—Παράβαλε με την περίπτωση του Γεδεών στα εδ. Κρ 6:25-27.
-
-
ΑνάθεμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΘΕΜΑ
Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται σε ορισμένες σύγχρονες μεταφράσεις (JB, NE, ΜΝΚ) για να αποδώσει την εβραϊκή λέξη χέρεμ, που στη Μετάφραση Νέου Κόσμου αποδίδεται επίσης «πράγμα αφιερωμένο στην καταστροφή». Η εβραϊκή λέξη αναφέρεται σε κάτι το οποίο είναι αμετάκλητα και χωρίς δυνατότητα εξαγοράς αφιερωμένο στον Θεό και άρα ξεχωρισμένο για ιερή χρήση. Ωστόσο, η λέξη χρησιμοποιείται συχνότερα σε σχέση με πράγματα που έχουν ξεχωριστεί με αυτόν τον τρόπο για ολοκληρωτική καταστροφή. Μπορεί να εφαρμόζεται σε κάποιο άτομο (Εξ 22:20· η JB το αποδίδει: «Όποιος θυσιάζει σε άλλους θεούς θα γίνεται ανάθεμα [«θα αφιερώνεται στην καταστροφή», ΜΝΚ]»· Λευ 27:29) ή στα υπάρχοντά του (Εσδ 10:8), σε ένα ζώο, σε έναν αγρό ή σε οποιοδήποτε αντικείμενο αφιερωμένο για ιερή χρήση (Λευ 27:21, 28), ακόμη και σε μια ολόκληρη πόλη και σε ό,τι βρίσκεται σε αυτήν.—Δευ 13:15-17· Ιη 6:17.
Σε ορισμένες προφητείες γίνεται λόγος για ιερά αναθέματα. (Μιχ 4:13· Ζαχ 14:11) Για διεξοδική ανάλυση του θέματος, βλέπε ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΠΡΑΓΜΑ.
Επίσης, για τη λέξη ἀνάθεμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, βλέπε ΚΑΤΑΡΑ.
-
-
ΑναθεματισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ
Δριμεία, ακόμη και βίαιη, κατάκριση για κάτι που θεωρείται απεχθές και άξιο κατάρας. Το εβραϊκό ρήμα (καβάβ, αναθεματίζω) εμφανίζεται στην αφήγηση όπου εξιστορούνται οι μάταιες προσπάθειες του Βασιλιά Βαλάκ να βάλει τον προφήτη Βαλαάμ να αναθεματίσει το έθνος του Ισραήλ, και έτσι να το παρουσιάσει ενώπιον του Θεού ως άξιο της κατάρας του. (Αρ 22:11, 17· 23:11, 13, 25, 27· 24:10) Η επίκληση κάποιας θεϊκής πηγής για την πρόκληση κακού δεν δηλώνεται πάντοτε αλλά μπορεί να υπονοείται.—Βλέπε ΚΑΤΑΡΑ.
-
-
ΑναθώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΘΩΘ
(Αναθώθ).
1. Βενιαμίτης, γιος του Βεχέρ.—1Χρ 7:8.
2. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε και σφράγισε μια αξιόπιστη συμφωνία στις ημέρες του Νεεμία, σύμφωνα με την οποία θα περπατούσαν στο δρόμο της αληθινής λατρείας του Ιεχωβά.—Νε 9:38· 10:1, 19.
3. Λευιτική πόλη στην περιοχή του Βενιαμίν. (Ιη 21:17, 18· 1Χρ 6:60) Το τοπωνύμιο αυτό διασώζεται στην ονομασία του μικρού χωριού Ανάτα, το οποίο βρίσκεται λιγότερο από 5 χλμ. ΒΒΑ της Ιερουσαλήμ, ενώ η αρχαία τοποθεσία έχει ταυτιστεί με το Ρας ελ-Χαρούμπε, περίπου 800 μ. ΝΔ του χωριού. Από το σημείο όπου βρίσκεται πάνω στους λόφους, βλέπει κανείς την Κοιλάδα του Ιορδάνη και το βόρειο τμήμα της Αλμυρής Θάλασσας. Η Αναθώθ ήταν η πατρίδα δύο κραταιών αντρών του Δαβίδ. (2Σα 23:27· 1Χρ 12:3) Στην Αναθώθ εκτόπισε ο Σολομών τον Αβιάθαρ, τερματίζοντας έτσι την αρχιερατική γραμμή του οίκου του Ηλεί. (1Βα 2:26) Η Αναθώθ ήταν μια από τις πόλεις που “ταλαιπωρήθηκαν” κατά την πορεία επέλασης των ασσυριακών στρατευμάτων εισβολής.—Ησ 10:30.
Ο Ιερεμίας καταγόταν από την Αναθώθ αλλά έγινε “προφήτης που δεν απολάμβανε τιμή” ανάμεσα στον ίδιο του το λαό, καθώς δεχόταν απειλές για τη ζωή του επειδή εξήγγελλε το άγγελμα αλήθειας του Ιεχωβά. (Ιερ 1:1· 11:21-23· 29:27) Ως αποτέλεσμα, ο Ιεχωβά προείπε συμφορά για την πόλη, πράγμα που έγινε στον ορισμένο καιρό, όταν η Βαβυλώνα κατέλαβε τη χώρα τους. (Ιερ 11:21-23) Πριν από την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο Ιερεμίας άσκησε το νόμιμο δικαίωμα που είχε να αγοράσει τον αγρό του εξαδέλφου του στην Αναθώθ, ως σημάδι τού ότι θα αποκαθίσταντο από την εξορία. (Ιερ 32:7-9) Στην πρώτη ομάδα ατόμων που επέστρεψαν από την εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ ήταν 128 άντρες της Αναθώθ, η οποία περιλαμβάνεται στις πόλεις που κατοικήθηκαν εκ νέου, σε εκπλήρωση της προφητείας του Ιερεμία.—Εσδ 2:23· Νε 7:27· 11:32.
-
-
ΑναθωθίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΘΩΘΙΤΗΣ
(Αναθωθίτης) [Της (Από την) Αναθώθ].
Ο κάτοικος της Αναθώθ, μιας ιερατικής πόλης στην περιοχή του Βενιαμίν.—2Σα 23:27· 1Χρ 11:28· 12:3· 27:12.
-
-
ΑναΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΪΑΣ
(Αναΐας) [Ο Γιαχ Έχει Απαντήσει].
1. Ένας από τους άντρες που στέκονταν στα δεξιά του Έσδρα όταν εκείνος διάβασε το Νόμο στο λαό, την πρώτη ημέρα του έβδομου μήνα. Πιθανώς ιερέας ή άρχοντας.—Νε 8:2, 4.
2. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε το σύμφωνο ομολογίας που συνέταξε ο Νεεμίας.—Νε 10:1, 22.
-
-
ΑνάκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΚ
(Ανάκ) [πιθανότατα, Μακρολαίμης [δηλαδή υψηλού αναστήματος]].
Το όνομα αυτό εφαρμοζόταν σε μια φυλή ασυνήθιστα ψηλών αντρών και ίσως στον προγεννήτορά τους. Στα εδάφια Αριθμοί 13:22 και 28, το όνομα αυτό συνοδεύεται στο εβραϊκό κείμενο από το οριστικό άρθρο (χα‛Ανάκ). Αν είναι το προσωπικό όνομα του γιου του “Αρβά . . . του πατέρα του Ανάκ” (Ιη 15:13), τότε το ίδιο όνομα εφαρμοζόταν έκτοτε και στους απογόνους του. (Παράβαλε Ιη 15:14 με 14:15, όπου ο Αρβά αποκαλείται «ο μεγάλος άνθρωπος ανάμεσα στους Ανακίμ».)—Βλέπε ΑΝΑΚΙΜ.
-
-
Ανακηρύσσω ΔίκαιοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΩ ΔΙΚΑΙΟ
Το εβραϊκό ρήμα τσαδέκ (το οποίο συγγενεύει με τη λέξη τσέδεκ που σημαίνει «δικαιοσύνη») αποδίδεται σε μερικές περιπτώσεις «ανακηρύσσω δίκαιο» και «κηρύσσω δίκαιο». (Εξ 23:7· Δευ 25:1) Αυτή η Βιβλική έκφραση αποδίδεται επίσης «δικαιώνω», ενώ όταν πρόκειται για ουσιαστικό μεταφράζεται «δικαίωση». Οι λέξεις (δικαιόω, δικαίωμα και δικαίωσις) του πρωτότυπου κειμένου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, στις οποίες διευκρινίζεται πλήρως το ζήτημα, μεταδίδουν βασικά την έννοια της απαλλαγής από κάθε κατηγορία ή ενοχή και συνεπώς της αθώωσης, της ανακήρυξης κάποιου ως δίκαιου και της μεταχείρισής του με ανάλογο τρόπο.—Βλέπε Ελληνοαγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Greek-English Lexicon of the New Testament), του Γ. Μπάουερ (αναθεωρημένο από τους Φ. Γ. Γκίνγκριχ και Φ. Ντάνκερ), 1979, σ. 197, 198· επίσης Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, των Λίντελ και Σκοτ (Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, Τόμ. 1, σ. 625).
Έτσι λοιπόν, ο απόστολος Παύλος λέει ότι ο Θεός “αποδεικνύεται δίκαιος [τύπος του ρήματος δικαιόω, Κείμενο]” στα λόγια Του και νικάει όταν κρίνεται από άτομα που τον δυσφημούν. (Ρω 3:4) Ο Ιησούς είπε πως «η σοφία αποδεικνύεται δίκαιη από τα έργα της» και πως, όταν οι άνθρωποι δώσουν λογαριασμό κατά την Ημέρα της Κρίσης, θα “ανακηρυχτούν δίκαιοι [τύπος του ρήματος δικαιόω, Κείμενο]” ή θα καταδικαστούν από τα λόγια τους. (Ματ 11:19· 12:36, 37) Ο Ιησούς είπε ότι ο ταπεινός εισπράκτορας φόρων που προσευχόταν μετανοημένος στο ναό «κατέβηκε στο σπίτι του έχοντας αποδειχτεί δικαιότερος» από τον καυχησιολόγο Φαρισαίο που προσευχόταν συγχρόνως με αυτόν. (Λου 18:9-14· 16:15) Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι όποιος πεθαίνει «έχει απαλλαχτεί [δεδικαίωται, Κείμενο] από την αμαρτία του» εφόσον έχει εκτίσει την ποινή του θανάτου.—Ρω 6:7, 23.
Εκτός από αυτές τις σημασίες, όμως, οι εν λόγω λέξεις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου διαθέτουν και μια άλλη ειδική έννοια, αναφερόμενη σε μια πράξη του Θεού με την οποία κάποιος θεωρείται αθώος (Πρ 13:38, 39· Ρω 8:33), καθώς και στην πράξη με την οποία ο Θεός κηρύσσει ένα άτομο τέλειο σε ακεραιότητα και το κρίνει άξιο για το δικαίωμα της ζωής, όπως θα δούμε.
Στην Προχριστιανική Εποχή. Αρχικά, ο Αδάμ ήταν τέλειος, δίκαιος, ένας ανθρώπινος “γιος του Θεού”. (Λου 3:38) Ήταν δίκαιος λόγω του ότι τον είχε δημιουργήσει ο Θεός, ο δε Δημιουργός του δήλωσε ότι ήταν “πολύ καλός”. (Γε 1:31) Δεν διακράτησε, όμως, την ακεραιότητά του ενώπιον του Θεού και απώλεσε τη δικαιοσύνη τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους μελλοντικούς απογόνους του.—Γε 3:17-19· Ρω 5:12.
Παρ’ όλα αυτά, ανάμεσα στους απογόνους του υπήρξαν άνθρωποι πίστης οι οποίοι “περπάτησαν με τον αληθινό Θεό”, όπως ο Νώε, ο Ενώχ και ο Ιώβ. (Γε 5:22· 6:9· 7:1· Ιωβ 1:1, 8· 2:3) Για τον Αβραάμ αναφέρεται ότι άσκησε πίστη στον Θεό και «ανακηρύχτηκε δίκαιος». Επίσης, για τη Ραάβ από την Ιεριχώ έχει γραφτεί ότι έκανε έκδηλη την πίστη της μέσω των έργων της και έτσι «ανακηρύχτηκε δίκαιη», με αποτέλεσμα να σωθεί η ζωή της όταν καταστράφηκε η πόλη της Ιεριχώς. (Ιακ 2:21-23, 25) Ας σημειωθεί ότι στην επιστολή του Ιακώβου (προαναφερόμενα εδάφια) καθώς και στην επιστολή του Παύλου προς τους Ρωμαίους (4:3-5, 9-11), όπου ο Παύλος παραθέτει το εδάφιο Γένεση 15:6, δηλώνεται ότι η πίστη του Αβραάμ «του υπολογίστηκε ως δικαιοσύνη». Για να καταλάβουμε αυτή την έκφραση, χρειάζεται να εξετάσουμε τη σημασία του ρήματος λογίζομαι που χρησιμοποιείται εδώ στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο.
Πώς «υπολογίζεται» κάποιος δίκαιος. Το ρήμα λογίζομαι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιούνταν συνήθως στην αρχαιότητα για αριθμητικούς υπολογισμούς ή λογαριασμούς όπως για παράδειγμα στη λογιστική, και χρησιμοποιούνταν τόσο για τις χρεώσεις όσο και για τις πιστώσεις που καταχωρίζονταν σε έναν λογαριασμό. Στην Αγία Γραφή χρησιμοποιείται με την έννοια «λογαριάζω, υπολογίζω ή λαβαίνω υπόψη». Έτσι λοιπόν, το εδάφιο 1 Κορινθίους 13:5 λέει ότι η αγάπη «δεν κρατάει λογαριασμό [οὐ λογίζεται, Κείμενο] για το κακό» (παράβαλε 2Τι 4:16), ενώ ο ψαλμωδός Δαβίδ είπε, όπως παρατίθενται τα λόγια του: «Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος του οποίου την αμαρτία δεν πρόκειται να υπολογίσει ο Ιεχωβά». (Ρω 4:8) Ο Παύλος έδειξε σε αυτούς που έβλεπαν τα πράγματα σύμφωνα με τη φαινομενική τους αξία ότι έπρεπε να αξιολογούν τα ζητήματα σωστά, κοιτάζοντας σαν να λέγαμε και στις δύο πλευρές του λογιστικού βιβλίου. (2Κο 10:2, 7, 10-12) Ταυτόχρονα, τον Παύλο τον απασχολούσε “να μην του λογαριάσει [λογίσηται, Κείμενο] κανείς” περισσότερα από ό,τι ήταν σωστό σε σχέση με τη διακονία του.—2Κο 12:6, 7.
Η λέξη λογίζομαι μπορεί επίσης να σημαίνει «θεωρώ, υπολογίζω, αποτιμώ, συγκαταλέγω (με μια ομάδα, τάξη ή κατηγορία)». (1Κο 4:1) Με αυτή την έννοια ο Ιησούς είπε ότι επρόκειτο να “συγκαταλεχθεί [ἐλογίσθη, Κείμενο] με τους ανόμους”, δηλαδή να υπολογιστεί ως ένας από αυτούς ή να συγκαταριθμηθεί με αυτούς. (Λου 22:37) Ο απόστολος Παύλος λέει στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους ότι, στην περίπτωση ενός απερίτμητου που θα τηρούσε το Νόμο, “η μη περιτομή του θα υπολογιζόταν ως περιτομή”, δηλαδή θα θεωρούνταν ή θα εκλαμβανόταν ως περιτομή. (Ρω 2:26) Με παρόμοια έννοια, οι Χριστιανοί παροτρύνονται να “θεωρούν τους εαυτούς τους ότι είναι μεν νεκροί σε σχέση με την αμαρτία, αλλά ζωντανοί σε σχέση με τον Θεό μέσω του Χριστού Ιησού”. (Ρω 6:11) Επίσης, οι χρισμένοι Χριστιανοί που προέρχονταν από τους Εθνικούς, αν και δεν ήταν σαρκικοί απόγονοι του Αβραάμ, “υπολογίζονταν ως το σπέρμα” του Αβραάμ.—Ρω 9:8.
Πώς ήταν δυνατόν να ανακηρυχτεί δίκαιος ο Αβραάμ πριν από το θάνατο του Χριστού;
Αντίστοιχα και η πίστη του Αβραάμ, σε συνδυασμό με τα έργα του, «του υπολογίστηκε [λογαριάστηκε, πιστώθηκε ή αποδόθηκε] ως δικαιοσύνη». (Ρω 4:20-22) Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ο Αβραάμ και άλλοι πιστοί άντρες της προχριστιανικής εποχής ήταν τέλειοι ή απαλλαγμένοι από την αμαρτία. Ωστόσο, επειδή άσκησαν πίστη στην υπόσχεση του Θεού για το «σπέρμα» και επειδή αγωνίζονταν να τηρούν τις εντολές του Θεού, δεν συγκαταριθμήθηκαν, όπως ο υπόλοιπος κόσμος της ανθρωπότητας, με τα άδικα άτομα που δεν είχαν καμιά υπόσταση ενώπιον του Θεού. (Γε 3:15· Ψλ 119:2, 3) Στοργικά, ο Ιεχωβά τούς θεώρησε απαλλαγμένους από ενοχή, συγκρίνοντάς τους με τον κόσμο που ήταν αποξενωμένος από τον Θεό. (Ψλ 32:1, 2· Εφ 2:12) Έτσι λοιπόν, με βάση την πίστη τους, ο Θεός μπορούσε να πολιτεύεται με αυτούς τους ατελείς ανθρώπους και να τους ευλογεί, και συγχρόνως να παραμένει συνεπής στους δικούς του τέλειους κανόνες δικαιοσύνης. (Ψλ 36:10) Ωστόσο, οι άνθρωποι αυτοί αναγνώριζαν ότι είχαν ανάγκη την απολύτρωση από την αμαρτία και πρόσμεναν να τους την παράσχει ο Θεός στον ορισμένο του καιρό.—Ψλ 49:7-9· Εβρ 9:26.
Η “Μία Πράξη Δικαίωσης” από τον Χριστό Ιησού. Οι Γραφές δείχνουν πως, όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, διέθετε έναν τέλειο ανθρώπινο οργανισμό (1Πε 1:18, 19) και πως περιφρούρησε την τελειότητά του διακρατώντας και ενισχύοντας την ακεραιότητά του υπό δοκιμή. Αυτό συμβάδιζε με το σκοπό που είχε ο Θεός να «τελειοποιήσει τον Πρώτιστο Παράγοντα της σωτηρίας . . . μέσω παθημάτων». (Εβρ 2:10) Δηλαδή ο Ιησούς τελειοποιήθηκε ως προς την υπακοή και τη διακράτηση ακεραιότητας, και επιπλέον τελειοποιήθηκε για τη θέση του διορισμένου από τον Θεό Αρχιερέα της σωτηρίας, όπως δείχνει ο Παύλος στα εδάφια Εβραίους 5:7-10. Εφόσον ο Ιησούς ολοκλήρωσε την επίγεια πορεία του άψογα, με την πλήρη έννοια της λέξης, ο Θεός τον θεώρησε δικαιωμένο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ήταν ο μόνος άνθρωπος ο οποίος, υπό δοκιμή, έμεινε σταθερά και απόλυτα δίκαιος ενώπιον του Θεού με τη δική του αξία. Με αυτή τη “μία πράξη δικαίωσης [δικαιώματος, Κείμενο]”, δηλαδή με το ότι ο Ιησούς αποδείχτηκε τέλεια δίκαιος καθ’ όλη την άψογη πορεία του, περιλαμβανομένης και της θυσίας του, έθεσε τη βάση για να ανακηρυχτούν δίκαιοι όσοι θα είχαν πίστη στον Χριστό.—Ρω 5:17-19· 3:25, 26· 4:25.
Στη Χριστιανική Εκκλησία. Με τον ερχομό του Γιου του Θεού ως του υποσχεμένου Λυτρωτή, υπήρχε πλέον ένας νέος παράγοντας στον οποίο μπορούσε να βασίσει ο Θεός την πολιτεία του με τους ανθρώπινους υπηρέτες του. Οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού που καλούνται να είναι πνευματικοί αδελφοί του με την προοπτική να είναι συγκληρονόμοι του στην ουράνια Βασιλεία (Ρω 8:17) ανακηρύσσονται πρώτα δίκαιοι από τον Θεό βάσει της πίστης τους στον Ιησού Χριστό. (Ρω 3:24, 28) Αυτή είναι μια δικαστική πράξη του Ιεχωβά Θεού. Κατά συνέπεια, ενώπιον εκείνου, του Ανώτατου Δικαστή, δεν μπορεί κανείς να «απαγγείλει κατηγορία» εναντίον των εκλεγμένων του. (Ρω 8:33, 34) Γιατί προβαίνει ο Θεός σε αυτή την ενέργεια αναφορικά με αυτά τα άτομα;
Κατ’ αρχάς, επειδή ο Ιεχωβά είναι τέλειος και άγιος. (Ησ 6:3) Άρα, σε αρμονία με την αγιότητά του, εκείνοι τους οποίους αποδέχεται ως γιους του θα πρέπει να είναι τέλειοι. (Δευ 32:4, 5) Ο Ιησούς Χριστός, ο πρώτιστος Γιος του Θεού, αποδείχτηκε τέλειος, «όσιος, άκακος, αμόλυντος, χωρισμένος από τους αμαρτωλούς». (Εβρ 7:26) Οι ακόλουθοί του, όμως, προέρχονται από τους γιους του Αδάμ ο οποίος, λόγω της αμαρτίας, έγινε πατέρας μιας ατελούς, αμαρτωλής οικογένειας. (Ρω 5:12· 1Κο 15:22) Άρα, όπως δείχνουν τα εδάφια Ιωάννης 1:12, 13, οι ακόλουθοι του Ιησού αρχικά δεν ήταν γιοι του Θεού. Ο Ιεχωβά Θεός διευθέτησε με την παρ’ αξία καλοσύνη του μια πράξη «υιοθεσίας», μέσω της οποίας αποδέχεται αυτά τα ευνοημένα άτομα και τα φέρνει σε μια πνευματική σχέση ως μέρος της οικογένειας των γιων του. (Ρω 8:15, 16· 1Ιω 3:1) Συνεπώς, ο Θεός θέτει τη βάση για την υιοθεσία τους, ανακηρύσσοντάς τους δίκαιους μέσω της αξίας της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού στην οποία αυτοί ασκούν πίστη, απαλλάσσοντάς τους από κάθε ενοχή οφειλόμενη στην αμαρτία. (Ρω 5:1, 2, 8-11· παράβαλε Ιωα 1:12.) Ως εκ τούτου, “υπολογίζονται” ή θεωρούνται απολύτως δίκαια άτομα, εφόσον όλες οι αμαρτίες τους συγχωρούνται και δεν τους καταλογίζονται.—Ρω 4:6-8· 8:1, 2· Εβρ 10:12, 14.
Άρα, το ότι αυτοί οι Χριστιανοί ανακηρύσσονται δίκαιοι σημαίνει πολύ περισσότερα από ό,τι στην περίπτωση του Αβραάμ (και άλλων υπηρετών του Ιεχωβά της προχριστιανικής εποχής) με την οποία ασχοληθήκαμε προηγουμένως. Ο μαθητής Ιάκωβος, αναφερόμενος στα όσα περιλάμβανε η δικαίωση του Αβραάμ, έγραψε: «Εκπληρώθηκε η γραφή που λέει: “Ο Αβραάμ έθεσε πίστη στον Ιεχωβά και του υπολογίστηκε ως δικαιοσύνη” και αποκλήθηκε “φίλος του Ιεχωβά”». (Ιακ 2:20-23) Επομένως, λόγω της πίστης του, ο Αβραάμ ανακηρύχτηκε δίκαιος ως φίλος του Θεού, όχι ως γιος του Θεού που “αναγεννήθηκε” με την προοπτική της ουράνιας ζωής. (Ιωα 3:3) Το Γραφικό υπόμνημα καθιστά σαφές ότι πριν από τον ερχομό του Χριστού δεν είχε διανοιχτεί για τους ανθρώπους ούτε η προοπτική να γίνουν γιοι του Θεού ούτε η προοπτική της ουράνιας ελπίδας.—Ιωα 1:12, 17, 18· 2Τι 1:10· 1Πε 1:3· 1Ιω 3:1.
Είναι φανερό ότι αυτοί οι Χριστιανοί, παρότι έχουν δίκαιη υπόσταση ενώπιον του Θεού, δεν διαθέτουν πραγματική ή κυριολεκτική τελειότητα στη σάρκα. (1Ιω 1:8· 2:1) Δεδομένου ότι αυτοί οι ακόλουθοι του Χριστού έχουν την προοπτική της ουράνιας ζωής, μια τέτοια κυριολεκτική τελειότητα στο σαρκικό οργανισμό τους τώρα δεν είναι πραγματικά απαραίτητη. (1Κο 15:42-44, 50· Εβρ 3:1· 1Πε 1:3, 4) Ωστόσο, το γεγονός ότι ανακηρύσσονται δίκαιοι, καθώς τους «υπολογίζεται» ή τους «πιστώνεται» δικαιοσύνη, ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Θεού περί δικαιοσύνης, και εκείνος εντάσσει τους υιοθετημένους στη «νέα διαθήκη» η οποία επικυρώθηκε με το αίμα του Ιησού Χριστού. (Λου 22:20· Ματ 26:28) Αυτοί οι υιοθετημένοι πνευματικοί γιοι στη νέα διαθήκη που συνάπτεται με τον πνευματικό Ισραήλ “βαφτίζονται στο θάνατο του Χριστού” και τελικά πεθαίνουν έχοντας έναν θάνατο όμοιο με το δικό του.—Ρω 6:3-5· Φλπ 3:10, 11.
Αν και ο Ιεχωβά συγχωρεί τις αμαρτίες τους που οφείλονται στη σαρκική αδυναμία και στην ατέλεια, εντούτοις οι Χριστιανοί αυτοί βιώνουν μια εσωτερική σύγκρουση την οποία περιέγραψε ο Παύλος στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους (7:21-25). Πρόκειται για μια σύγκρουση ανάμεσα στο νόμο της ανανεωμένης διάνοιάς τους (Ρω 12:2· Εφ 4:23), ή στο «νόμο του Θεού», και στο «νόμο της αμαρτίας» που υπάρχει στα μέλη τους. Αυτό συμβαίνει επειδή τα σάρκινα σώματά τους δεν έχουν τελειοποιηθεί, παρότι υπολογίζονται δίκαιοι και οι αμαρτίες τους συγχωρούνται. Αυτή η σύγκρουση συμβάλλει στη δοκιμή της ακεραιότητάς τους απέναντι στον Θεό. Μπορούν να βγουν νικητές σε αυτή τη σύγκρουση με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού και την υποστήριξη του ελεήμονος Αρχιερέα τους, του Χριστού Ιησού. (Ρω 7:25· Εβρ 2:17, 18) Για να νικήσουν, όμως, πρέπει να ασκούν διαρκώς πίστη στη λυτρωτική θυσία του Χριστού και να τον ακολουθούν, διατηρώντας έτσι τη δικαιοσύνη τους ενώπιον του Θεού. (Παράβαλε Απ 22:11.) Με αυτόν τον τρόπο “καθιστούν βέβαιη για τον εαυτό τους την κλήση και την εκλογή τους”. (2Πε 1:10· Ρω 5:1, 9· 8:23-34· Τιτ 3:6, 7) Αν, από την άλλη πλευρά, αρχίσουν να πράττουν την αμαρτία, πέφτοντας από την πίστη, τότε χάνουν την ευνοημένη υπόσταση που είχαν ενώπιον του Θεού ως δίκαιοι, επειδή «οι ίδιοι ξανακρεμούν στο ξύλο τον Γιο του Θεού και τον ντροπιάζουν δημόσια». (Εβρ 6:4-8) Τα άτομα αυτά πρόκειται να καταστραφούν. (Εβρ 10:26-31, 38, 39) Γι’ αυτό και ο Ιησούς μίλησε για την αμαρτία που δεν συγχωρείται, και ο απόστολος Ιωάννης διαχώρισε την αμαρτία «που δεν επισύρει θάνατο» από την αμαρτία «που επισύρει θάνατο».—Ματ 12:31, 32· 1Ιω 5:16, 17.
Ο Ιησούς Χριστός, αφού διακράτησε την πιστότητά του μέχρι θανάτου, «ζωοποιήθηκε ως πνεύμα» και του δόθηκε αθανασία και αφθαρσία. (1Πε 3:18· 1Κο 15:42, 45· 1Τι 6:16) Έτσι λοιπόν, «ανακηρύχτηκε δίκαιος ως πνεύμα» (1Τι 3:16· Ρω 1:2-4) και κάθησε στα δεξιά του Θεού στους ουρανούς. (Εβρ 8:1· Φλπ 2:9-11) Όσοι ακολουθούν πιστά τα ίχνη του Χριστού προσμένουν μια ανάσταση σαν τη δική του (Ρω 6:5), αποβλέποντας στο να λάβουν «θεϊκή φύση».—2Πε 1:4.
Άλλοι Δίκαιοι. Σε μια από τις παραβολές του Ιησού για το χρόνο κατά τον οποίο θα λάβαινε χώρα η έλευσή του με τη δόξα της Βασιλείας, τα προβατοειδή άτομα χαρακτηρίζονται «δίκαιοι». (Ματ 25:31-46) Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτή την παραβολή οι «δίκαιοι» παρουσιάζονται ως μια ομάδα χωριστή και διακριτή από τα άτομα που ο Χριστός αποκαλεί “αδελφούς του”. (Ματ 25:34, 37, 40, 46· παράβαλε Εβρ 2:10, 11.) Εφόσον αυτά τα προβατοειδή άτομα προσφέρουν υποστήριξη στους πνευματικούς «αδελφούς» του Χριστού, δείχνοντας έτσι πίστη στον ίδιο τον Χριστό, ευλογούνται από τον Θεό και αποκαλούνται «δίκαιοι». Σαν τον Αβραάμ υπολογίζονται ή ανακηρύσσονται δίκαιοι ως φίλοι του Θεού. (Ιακ 2:23) Αυτή η δίκαιη υπόσταση θα σημάνει επιβίωση για αυτούς όταν τα «κατσίκια» απέλθουν σε «αιώνια εκκοπή».—Ματ 25:46.
Μια παράλληλη κατάσταση παρατηρούμε στο όραμα που είναι καταγραμμένο στα εδάφια Αποκάλυψη 7:3-17. Εκεί παρουσιάζεται ένα «μεγάλο πλήθος» με απροσδιόριστο αριθμό ατόμων το οποίο διαχωρίζεται ως ομάδα από τους 144.000 “σφραγισμένους”. (Παράβαλε Εφ 1:13, 14· 2Κο 5:1.) Το ότι αυτό το «μεγάλο πλήθος» έχει δίκαιη υπόσταση ενώπιον του Θεού υποδηλώνεται από την περιγραφή που δίνεται για αυτούς, όπου λέγεται ότι «έπλυναν τις στολές τους και τις έκαναν λευκές με το αίμα του Αρνιού».—Απ 7:14.
Τα μέλη του “μεγάλου πλήθους”, που επιβιώνουν από τη «μεγάλη θλίψη», δεν έχουν ανακηρυχτεί ακόμη δίκαιοι για ζωή—δηλαδή άξιοι του δικαιώματος να ζήσουν για πάντα στη γη. Χρειάζεται να συνεχίσουν να πίνουν από τις “πηγές των νερών της ζωής”, υπό την καθοδήγηση του Αρνιού, του Χριστού Ιησού. Θα είναι απαραίτητο να το κάνουν αυτό στη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού. (Απ 7:17· 22:1, 2) Αν αποδειχτούν όσιοι στον Ιεχωβά στην έσχατη δοκιμή που θα λάβει χώρα στο τέλος των χιλίων ετών, τα ονόματά τους θα παραμείνουν μόνιμα στο βιβλίο της ζωής που διατηρεί ο Θεός, καθώς ο Ιεχωβά θα δηλώσει, ή θα αναγνωρίσει με αυτόν τον τρόπο, ότι αυτοί είναι τελικά δίκαιοι με την πλήρη έννοια.—Απ 20:7, 8· βλέπε ΖΩΗ (Δέντρα Ζωής).
Ο Θεός Αποδεικνύεται Δίκαιος σε Όλες τις Πράξεις Του. Είναι φανερό ότι στην πολιτεία του με τους ατελείς ανθρώπους ο Θεός δεν παραβιάζει ποτέ τους δικούς του κανόνες δικαιοσύνης και κρίσης. Δεν ανακηρύσσει δίκαιους αμαρτωλούς ανθρώπους με βάση την προσωπική τους αξία, παραβλέποντας έτσι ή παρακάμπτοντας την αμαρτία. (Ψλ 143:1, 2) Όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος: «Όλοι έχουν αμαρτήσει και υστερούν ως προς τη δόξα του Θεού, και είναι δωρεά το ότι ανακηρύσσονται δίκαιοι με την παρ’ αξία καλοσύνη του μέσω της απελευθέρωσης με το λύτρο που πλήρωσε ο Χριστός Ιησούς. Ο Θεός έθεσε αυτόν ως προσφορά για εξιλασμό μέσω πίστης στο αίμα του. Αυτό έγινε για να δείξει τη δικαιοσύνη του, επειδή συγχωρούσε τις αμαρτίες που έγιναν στο παρελθόν ενώ ο Θεός εκδήλωνε ανοχή· ώστε να δείξει τη δικαιοσύνη του στον τωρινό καιρό, για να είναι αυτός δίκαιος ακόμη και όταν ανακηρύσσει δίκαιο τον άνθρωπο που έχει πίστη στον Ιησού». (Ρω 3:23-26) Έτσι λοιπόν ο Θεός, με την παρ’ αξία καλοσύνη του, έχει κάνει μια νομική διευθέτηση με βάση τη θυσία του Χριστού, μέσω της οποίας μπορεί να είναι απόλυτα δίκαιος όταν συγχωρεί τις αμαρτίες εκείνων που ασκούν πίστη.
Προσπάθειες Αυτοδικαίωσης. Εφόσον μόνο ο Θεός μπορεί να ανακηρύξει κάποιον άνθρωπο δίκαιο, οι προσπάθειες αυτοδικαίωσης βάσει της προσωπικής αξίας κάποιου ή μέσω αποδοχής της κρίσης που εκφέρουν άλλοι για τη δικαιοσύνη του δεν έχουν καμιά αξία. Ο Ιώβ επιπλήχθηκε επειδή, αν και δεν καταλόγισε στον Θεό κάτι κακό, «ανακήρυξε την ψυχή του δίκαιη αντί για τον Θεό». (Ιωβ 32:1, 2) Ο Ιησούς επέπληξε έμμεσα τον ειδήμονα στο Νόμο ο οποίος τον ρώτησε ποια είναι η οδός προς την αιώνια ζωή, διότι προσπαθούσε να αυτοδικαιωθεί. (Λου 10:25-37) Καταδίκασε τους Φαρισαίους επειδή επιδίωκαν να ανακηρύσσουν τον εαυτό τους δίκαιο ενώπιον των ανθρώπων. (Λου 16:15) Ο απόστολος Παύλος ιδιαίτερα έδειξε ότι, λόγω της ατελούς, αμαρτωλής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει ολόκληρη η ανθρωπότητα, κανείς δεν θα μπορούσε να ανακηρυχτεί δίκαιος προσπαθώντας να εδραιώσει τη δικαιοσύνη του μέσω έργων του Μωσαϊκού Νόμου. (Ρω 3:19-24· Γα 3:10-12) Αντίθετα, τόνισε ότι η πίστη στον Χριστό Ιησού είναι η αληθινή βάση για να ανακηρυχτεί κάποιος δίκαιος. (Ρω 10:3, 4) Η θεόπνευστη επιστολή του Ιακώβου συμπληρώνει τη δήλωση του Παύλου, δείχνοντας ότι αυτή η πίστη πρέπει να ζωοποιείται, όχι από έργα του Νόμου, αλλά από έργα πίστης, όπως στην περίπτωση του Αβραάμ και της Ραάβ.—Ιακ 2:24, 26.
Ορισμένα άτομα που ισχυρίζονταν ψευδώς ότι ήταν απόστολοι αμφισβήτησαν αδικαιολόγητα την αποστολική ιδιότητα και τα Χριστιανικά έργα του Παύλου, προσπαθώντας έτσι να παρασύρουν την εκκλησία της Κορίνθου με το μέρος τους. (2Κο 11:12, 13) Ο Παύλος, γνωρίζοντας ότι εκτελούσε πιστά υπηρεσία οικονόμου για λογαριασμό του Χριστού, δήλωσε ότι δεν τον ενδιέφερε η κρίση ανθρώπων οι οποίοι, χωρίς να έχουν καμιά δικαιοδοσία, συνέρχονταν για να τον κρίνουν σαν να ήταν στην ουσία «ανθρώπινο δικαστήριο». Εκείνος δεν βασιζόταν ούτε καν στην προσωπική του κρίση για τον εαυτό του, αλλά απέβλεπε στον Ιεχωβά ως Εξεταστή του. (1Κο 4:1-4) Κατ’ αυτόν τον τρόπο τονίζεται η αρχή ότι δεν μπορεί κανείς να βασιστεί στην κρίση των ανθρώπων όσον αφορά το αν είναι δίκαιος ή όχι, εκτός αν η κρίση αυτή υποστηρίζεται από το Λόγο του Θεού. Κάθε άτομο πρέπει να ερευνάει το Λόγο του Θεού και να επιτρέπει σε αυτόν το Λόγο να τον εξετάζει. (Εβρ 4:12) Παρ’ όλα αυτά, όταν κάποιο άτομο ελέγχεται από έναν Χριστιανό αδελφό, ιδιαίτερα από έναν πρεσβύτερο στην εκκλησία, και είναι προφανές ότι ο έλεγχος στηρίζεται στο Λόγο του Θεού, δεν θα ήταν σωστό να απορρίψει αυτόν τον έλεγχο, προσπαθώντας να αυτοδικαιωθεί. (Παρ 12:1· Εβρ 12:11· 13:17) Καθένας δε που κατέχει θέση ευθύνης και κρίνει ένα ζήτημα ή μια διένεξη θα καταδικαστεί από τον Θεό αν κηρύξει “δίκαιο τον πονηρό έναντι δωροδοκίας”.—Ησ 5:23· Ιακ 2:8, 9.
-
-
ΑνακίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΚΙΜ
(Ανακίμ) [Οι του (Από τον) Ανάκ].
Λαός του οποίου τα μέλη ήταν υπερμεγέθη και κατοικούσε στα ορεινά της Χαναάν καθώς και σε ορισμένες παράκτιες περιοχές, ιδιαίτερα προς το Ν. Κάποτε, τρεις εξέχοντες άντρες των Ανακίμ, ο Αχιμάν, ο Σεσαΐ και ο Θαλμαΐ, κατοικούσαν στη Χεβρών. (Αρ 13:22) Εδώ είδαν για πρώτη φορά τους Ανακίμ οι 12 Εβραίοι κατάσκοποι, από τους οποίους οι 10 έδωσαν στη συνέχεια τρομακτική αναφορά για όσα είδαν, υπαινισσόμενοι ότι αυτοί οι άντρες ήταν απόγονοι των προκατακλυσμιαίων Νεφιλείμ και ότι, σε σύγκριση με αυτούς, οι Εβραίοι ήταν σαν «ακρίδες». (Αρ 13:28-33· Δευ 1:28) Λόγω του μεγάλου τους αναστήματος, αυτοί αποτέλεσαν μέτρο σύγκρισης στην περιγραφή και άλλων γιγαντόσωμων αντρών, των Εμίμ και των Ρεφαΐμ. Προφανώς, με αφορμή τη δύναμή τους βγήκε η παροιμιώδης φράση: «Ποιος μπορεί να προβάλει σταθερή αντίσταση μπροστά στους γιους του Ανάκ;»—Δευ 2:10, 11, 20, 21· 9:1-3.
Κατά τη σαρωτική εκστρατεία του στη Χαναάν, ο Ιησούς του Ναυή νίκησε επανειλημμένα τους Ανακίμ που ζούσαν στα ορεινά και κατέστρεψε τις πόλεις τους, αλλά κάποιοι άλλοι απέμειναν στις φιλισταϊκές πόλεις Γάζα, Άζωτο και Γαθ. Το υπόμνημα δεν διευκρινίζει κατά πόσον οι Ανακίμ συγγένευαν με τους Φιλισταίους, όπως υποστηρίζουν μερικοί, ή απλώς σχετίζονταν με αυτούς. (Ιη 11:21, 22) Αργότερα, ο Χάλεβ ζήτησε την πόλη της Χεβρών (Κιριάθ-αρβά) και τα εδάφη της, σύμφωνα με την υπόσχεση που του είχε δώσει ο Θεός. (Ιη 14:12-15· Αρ 14:24) Φαίνεται ότι οι Ανακίμ είχαν εγκατασταθεί και πάλι σε αυτή την περιοχή, ίσως ενόσω ο Ιησούς του Ναυή και ο στρατός του συνέχιζαν την κατάκτησή τους στα βόρεια μέρη της Χαναάν, και έτσι ο Χάλεβ ήταν υποχρεωμένος τώρα να ανακαταλάβει αυτά τα εδάφη.—Κρ 1:10, 20.
Αιγυπτιακά αναθεματικά κείμενα (από πήλινα αντικείμενα πάνω στα οποία έγραφαν τα ονόματα των εχθρών του φαραώ και τα οποία στη συνέχεια έσπαζαν για να έρθει πάνω σε αυτούς κατάρα) χρησιμοποιούν το όνομα Ιγ-‛ανάκ, ίσως αναφερόμενα σε κάποια φυλή Ανάκ της Παλαιστίνης.
-
-
ΑνάκλιντροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΚΛΙΝΤΡΟ
Βλέπε ΦΟΡΗΤΟ ΑΝΑΚΛΙΝΤΡΟ.
-
-
ΑνάκτοροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΚΤΟΡΟ
Η βασιλική κατοικία ενός ηγεμόνα, ενίοτε δε το ευρύχωρο και επιβλητικό οίκημα ενός άρχοντα ή κάποιου ισχυρού πλουσίου. (Δα 4:4· Λου 11:21· βλέπε ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ.) Μια εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «ανάκτορο», η λέξη χαιχάλ, χρησιμοποιείται συχνά για το ναό ως την κατοικία του Υπέρτατου Κυρίου Ιεχωβά. (1Σα 1:9· 1Βα 6:3· Εσδ 5:14· Δα 5:3) Τα αρχαία ανάκτορα έμοιαζαν συνήθως με κάστρα και είχαν τείχη, επάλξεις και πελώριες πύλες. (Νε 1:1· Εσθ 1:2) Οι ευρύχωρες αυλές και οι πολυτελείς ιδιωτικοί κήποι ήταν κάτι το συνηθισμένο και προσέδιδαν βασιλική λαμπρότητα και ομορφιά στους χώρους του ανακτόρου.—Εσθ 1:5.
Η Αγία Γραφή αναφέρει τα ανάκτορα της Ασσυρίας (Να 1:1· 2:6), της Βαβυλώνας (2Βα 20:18· 2Χρ 36:7· Ησ 39:7· Δα 1:4· 5:5) και της Περσίας (Εσδ 4:14· Εσθ 7:7, 8). Τα ανάκτορα της Βαβυλώνας περιγράφηκαν ως «ανάκτορα της εξαιρετικής ευχαρίστησης». (Ησ 13:22) Ένα από τα μεγαλοπρεπέστερα ανάκτορα του αρχαίου κόσμου ήταν αυτό που έχτισε ο Σολομών, όπως φαίνεται από την εντύπωση που προξένησε στη βασίλισσα της Σεβά.—1Βα 10:4, 5.
Το ανάκτορο του Σολομώντα, χτισμένο στο Όρος Μοριά νότια του ναού, ήταν ένα μόνο από τα πολλά κυβερνητικά κτίρια που υπήρχαν σε εκείνη την περιοχή, των οποίων η συνολική οικοδόμηση διήρκεσε περίπου 13 χρόνια. Σε αυτό το συγκρότημα βασιλικών κτιρίων ανήκε επίσης το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου, τα Προπύλαια των Στύλων και τα Προπύλαια του Θρόνου. Επίσης, εκτός από το ανάκτορο του βασιλιά, υπήρχε και μια ξεχωριστή κατοικία για την κόρη του Φαραώ, μία από τις πολλές συζύγους του Σολομώντα.—1Βα 7:1-8.
Η περιγραφή που έχουμε για το ανάκτορο του Σολομώντα είναι πολύ συνοπτική, αν συγκριθεί με τις λεπτομέρειες που είναι γνωστές για το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα του ναού. Ωστόσο, το μέγεθος που είχαν οι θεμέλιες πέτρες μαρτυρεί ότι το ανάκτορο πρέπει να ήταν εντυπωσιακό κτίσμα. Αυτές οι πέτρες είχαν μήκος οχτώ πήχεις (3,6 μ.) και δέκα πήχεις (4,5 μ.), πρέπει δε να είχαν ανάλογο πλάτος και πάχος και να ζύγιζαν πολλούς τόνους. Οι τοίχοι, τόσο στις εσωτερικές όσο και στις εξωτερικές επιφάνειες, αποτελούνταν από ακριβές πέτρες κομμένες προσεκτικά σε δεδομένες διαστάσεις.—1Βα 7:9-11· παράβαλε Ψλ 144:12.
Ο ψαλμωδός, στον 45ο ψαλμό, ίσως είχε κατά νου το διάκοσμο και την επίπλωση του ανακτόρου του Σολομώντα, όταν αναφέρθηκε στο «μεγαλοπρεπές ελεφάντινο ανάκτορο». Ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει τα λόγια αυτού του ψαλμού στον Ιησού Χριστό, τον ουράνιο Βασιλιά.—Ψλ 45:8, 15· παράβαλε Ψλ 45:6, 7 με Εβρ 1:8, 9· Λου 4:18, 21.
-
-
Ανάκτορο του ΚυβερνήτηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ
Η λέξη πραιτώριον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (από το λατ. praetorium) αναφέρεται στην επίσημη κατοικία των Ρωμαίων κυβερνητών. Στο ανάκτορο του κυβερνήτη στην Ιερουσαλήμ, ο Πόντιος Πιλάτος ανέκρινε τον Χριστό Ιησού, και στην αυλή του ανακτόρου οι Ρωμαίοι στρατιώτες περιέπαιξαν τον Ιησού. (Μαρ 15:16· Ιωα 18:28, 33· 19:9) Μερικοί διατείνονται ότι το ανάκτορο του κυβερνήτη ήταν το Φρούριο Αντωνία, άλλοι όμως υποστηρίζουν την άποψη ότι πιθανότατα ταυτίζεται με το ανάκτορο που έχτισε ο Ηρώδης ο Μέγας. Υπέρ αυτής της δεύτερης άποψης προβάλλονται τα ακόλουθα επιχειρήματα: (1) Σύμφωνα με τον Ιουδαίο φιλόσοφο του πρώτου αιώνα Φίλωνα (Πρεσβεία προς Γάιον, XXXIX, 306), το ανάκτορο του Ηρώδη αποκαλούνταν «η κατοικία των κυβερνητών», και εκεί ο Κυβερνήτης Πιλάτος κρέμασε κάποιες ασπίδες προς τιμήν του Τιβέριου Καίσαρα. (2) Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει ότι ο αυτοκρατορικός επίτροπος Γέσσιος Φλώρος διέμενε εκεί. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 301 [xiv, 8]) (3) Το ανάκτορο του Ηρώδη στην Καισάρεια ήταν το ανάκτορο του κυβερνήτη σε εκείνη την πόλη.—Πρ 23:33-35.
Το ανάκτορο του Ηρώδη στην Ιερουσαλήμ βρισκόταν στη βορειοδυτική γωνία της άνω πόλης, δηλαδή του νότιου τμήματος της πόλης. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ιώσηπου, περιβαλλόταν από τείχος ύψους 30 πήχεων (13 μ.), πάνω στο οποίο υπήρχαν πύργοι ανά ίσα διαστήματα. Μέσα από τα τείχη υπήρχαν προστώα, αυλές και δεντρόκηποι. Τα δωμάτια ήταν πολυτελώς διακοσμημένα με χρυσό, ασήμι και μαρμάρινα αντικείμενα. Είχε δε ξενώνες για εκατό φιλοξενουμένους.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΕ΄, 318 (ix, 3)· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 173-182 (iv, 4).
-
-
ΑνάληψηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΛΗΨΗ
Η επιστροφή του Ιησού Χριστού στον ουρανό 40 ημέρες μετά την ανάστασή του.
Ο τόπος όπου έλαβε χώρα η ανάληψη του Ιησού ήταν το Όρος των Ελαιών (Πρ 1:9, 12) κοντά στη Βηθανία (Λου 24:50), η οποία βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του Όρους των Ελαιών. Αυτοί που παρέστησαν μάρτυρες της ανάληψης ήταν μια μικρή ομάδα, οι πιστοί απόστολοί του. (Πρ 1:2, 11-13) Η αφήγηση αναφέρει ότι «ενώ εκείνοι κοίταζαν, ανυψώθηκε και ένα σύννεφο τον άρπαξε προς τα πάνω και τον έκρυψε από τα μάτια τους». Οι απόστολοι συνέχισαν να κοιτάζουν στον ουρανό ωσότου τους είπαν οι άγγελοι να σταματήσουν, πληροφορώντας τους: «Αυτός ο Ιησούς που αναλήφθηκε από εσάς στον ουρανό θα έρθει έτσι, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο τον είδατε να πηγαίνει στον ουρανό».—Πρ 1:9-11.
Ας σημειωθεί ότι οι άγγελοι αναφέρθηκαν στον «τρόπο» με τον οποίο έφυγε ο Ιησούς, όχι στη «μορφή». Καθώς το σύννεφο τον άρπαξε προς τα πάνω, έγινε αόρατος στα ανθρώπινα μάτια. Η αφήγηση των Πράξεων δείχνει ότι η ανάληψή του δεν είχε πομπώδη ή πανηγυρικό χαρακτήρα, εφόσον την είδαν μόνο λίγοι πιστοί ακόλουθοί του, και μάλιστα μόνο στην αρχική της φάση. Ο τρόπος με τον οποίο έλαβε χώρα η ανάληψη του Ιησού ήταν τέτοιος ώστε έδωσε στους αποστόλους τη δυνατότητα να γίνουν μάρτυρες αυτού του γεγονότος, όπως είχαν κατασταθεί μάρτυρες και της ανάστασής του. (Πρ 1:3) Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν «εξαφανίστηκε» απλώς από τα μάτια τους, όπως είχε κάνει νωρίτερα με τους δύο μαθητές στο χωριό Εμμαούς ή όπως έκανε ο άγγελος που εμφανίστηκε στον Γεδεών και κατόπιν «εξαφανίστηκε από τα μάτια του». (Λου 24:31· Κρ 6:21, 22) Ως έναν βαθμό, η ανάληψή του έμοιαζε περισσότερο με αυτήν του αγγέλου που εμφανίστηκε στον Μανωέ και στη σύζυγό του. Αυτοί είχαν ετοιμάσει μια θυσία καθ’ υπόδειξη του αγγέλου, και «καθώς . . . η φλόγα ανέβαινε από το θυσιαστήριο προς τον ουρανό, ο άγγελος του Ιεχωβά ανέβηκε μέσα στη φλόγα του θυσιαστηρίου ενώ ο Μανωέ και η σύζυγός του κοίταζαν».—Κρ 13:20.
Εφόσον τα εδάφια Πράξεις 1:3-9 δείχνουν ότι η ανάληψη του Ιησού έλαβε χώρα 40 ημέρες μετά την ανάστασή του, μεσολαβεί κάποιο χρονικό διάστημα ανάμεσα στα γεγονότα που αναφέρονται στα εδάφια Λουκάς 24:1-49, τα οποία συμβαίνουν την ημέρα της ανάστασης του Ιησού, και στην ανάληψη του Ιησού που περιγράφεται στο εδάφιο 51 του ίδιου κεφαλαίου. Ας σημειωθεί επίσης πως τα λόγια «και άρχισε να αναλαμβάνεται στον ουρανό», που εμφανίζονται σε αυτό το εδάφιο, λείπουν από μερικά αρχαία χειρόγραφα και γι’ αυτό παραλείπονται σε μερικές σύγχρονες μεταφράσεις (NE, AT). Ωστόσο, περιέχονται στον Πάπυρο Μπόντμερ (P75), στο Αλεξανδρινό Χειρόγραφο, στο Βατικανό Χειρόγραφο Αρ. 1209 και σε άλλα αρχαία χειρόγραφα.
Επίδραση στους Μαθητές. Μέχρι και την ημέρα της ανάληψης του Ιησού, φαίνεται ότι οι μαθητές εξακολουθούσαν να οραματίζονται μια επίγεια βασιλεία υπό τη διακυβέρνησή του, όπως προκύπτει από τη δήλωσή τους στο εδάφιο Πράξεις 1:6. Αρχίζοντας την ανάληψή του με ορατό τρόπο και επιτρέποντας στους μαθητές του να παραστούν μάρτυρες της αρχικής φάσης της, ο Ιησούς τούς κατέστησε σαφές ότι η Βασιλεία του ήταν ουράνια και ότι, σε αντίθεση με τον Δαβίδ ο οποίος «δεν ανέβηκε στους ουρανούς», η θέση του Ιησού από τότε και στο εξής θα ήταν στα «δεξιά του Θεού», όπως δήλωσε με παρρησία ο Πέτρος την ημέρα της Πεντηκοστής.—Πρ 2:32-36.
Επιπλέον, αυτή η ενέργεια πρέπει να θύμισε στους μαθητές πολλές παλαιότερες δηλώσεις του Ιησού οι οποίες υποδείκνυαν μια τέτοια ουράνια θέση και πρέπει να τους βοήθησε να τις κατανοήσουν. Ο Ιησούς είχε συνταράξει μερικούς λέγοντας: «Τότε τι θα γίνει αν δείτε τον Γιο του ανθρώπου να ανεβαίνει εκεί που ήταν πριν;» (Ιωα 6:62) Επίσης, είπε στους Ιουδαίους: «Εσείς είστε από τα κάτω μέρη· εγώ είμαι από τα πάνω μέρη». (Ιωα 8:23) Το βράδυ που συναντήθηκε για τελευταία φορά με τους αποστόλους του, τους είπε πως “πήγαινε στον Πατέρα να τους ετοιμάσει τόπο”. (Ιωα 14:2, 28) Ενόσω ήταν ακόμη ανάμεσά τους το τελευταίο βράδυ που έζησε ως άνθρωπος, δήλωσε στον Πατέρα του ότι είχε “τελειώσει το έργο στη γη” που του είχε ανατεθεί και προσευχήθηκε, λέγοντας: «Δόξασέ με . . . δίπλα σε εσένα με τη δόξα που είχα δίπλα σου προτού υπάρξει ο κόσμος», και επίσης: «Εγώ έρχομαι σε εσένα». (Ιωα 17:4, 5, 11) Όταν συνελήφθη, άφησε να εννοηθεί κάτι παρόμοιο ενώπιον του Σάνχεδριν. (Ματ 26:64) Αφού αναστήθηκε, είπε στη Μαρία τη Μαγδαληνή: «Μη γαντζώνεσαι πάνω μου. Διότι δεν έχω ανεβεί ακόμη στον Πατέρα. Πήγαινε, όμως, στους αδελφούς μου και πες τους: “Ανεβαίνω στον Πατέρα μου και Πατέρα σας και στον Θεό μου και Θεό σας”». (Ιωα 20:17) Παρ’ όλα αυτά, όμως, είναι προφανές ότι οι μαθητές κατανόησαν τις παραπάνω δηλώσεις μόνο όταν έγινε η ανάληψη. Αργότερα, ο Στέφανος είδε σε όραμα τον Ιησού στα δεξιά του Θεού (Πρ 7:55, 56), και ο Παύλος ένιωσε την επίδραση της ουράνιας δόξας του Ιησού.—Πρ 9:3-5.
Εγκαινίαση “Νέας και Ζωντανής Οδού”. Παρ’ όλο που όταν άρχισε η ανάληψη του Ιησού αυτός είχε σάρκινη μορφή, οπότε ήταν ορατός στους μαθητές του που τον παρακολουθούσαν, δεν υπάρχει βάση για να υποθέσουμε ότι διατήρησε την υλική μορφή του και μετά την παρεμβολή του σύννεφου. Ο απόστολος Πέτρος αναφέρει πως ο Ιησούς πέθανε ως σάρκα, αλλά αναστήθηκε «ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Ο Παύλος διατύπωσε την αρχή ότι «σάρκα και αίμα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού». (1Κο 15:50· παράβαλε επίσης τη δήλωση του Ιησού στα εδάφια Ιωα 12:23, 24 με τα εδάφια 1Κο 15:35-45.) Ο Παύλος παρομοιάζει την ανάληψη του Ιησού στην παρουσία του Θεού στους ουρανούς με την είσοδο του αρχιερέα στα Άγια των Αγίων της σκηνής της μαρτυρίας την Ημέρα της Εξιλέωσης και αναφέρει συγκεκριμένα ότι, σε εκείνη την περίπτωση, ο αρχιερέας μετέφερε μόνο το αίμα (όχι τη σάρκα) των ζώων που είχαν προσφερθεί ως θυσίες. (Εβρ 9:7, 11, 12, 24-26) Στη συνέχεια, ο Παύλος παραβάλλει την κουρτίνα, η οποία χώριζε το πρώτο τμήμα από τα Άγια των Αγίων, με τη σάρκα του Χριστού. Όταν ο αρχιερέας έμπαινε στα Άγια των Αγίων, δηλαδή στην τυπική παρουσία του Θεού, δεν μετέφερε μαζί του την κουρτίνα αλλά περνούσε διαμέσου αυτού του φραγμού και τον προσπερνούσε, τον άφηνε πίσω του. Γι’ αυτό και ο Παύλος αναφέρει ότι «έχουμε τόλμη για την οδό που οδηγεί στον άγιο τόπο μέσω του αίματος του Ιησού, την οποία αυτός εγκαινίασε για εμάς ως νέα και ζωντανή οδό διαμέσου της κουρτίνας, δηλαδή της σάρκας του».—Εβρ 9:3, 24· 10:10, 19, 20· παράβαλε Ιωα 6:51· Εβρ 6:19, 20.
Η ανάληψη του Ιησού στον ουρανό με σκοπό την παρουσίαση της λυτρωτικής αξίας του αίματός του στον Ιεχωβά εγκαινίασε μια «νέα και ζωντανή οδό» προσέγγισης του Θεού με προσευχή. Επίσης διάνοιξε την οδό για την ουράνια ζωή, πράγμα το οποίο εναρμονίζεται με τη δήλωση του ίδιου του Ιησού ότι, πριν από την ανάληψή του, “κανείς δεν ανέβηκε στον ουρανό εκτός από αυτόν που κατέβηκε από τον ουρανό, τον Γιο του ανθρώπου”. (Ιωα 3:13) Συνεπώς, ούτε ο Ενώχ ούτε ο Ηλίας εγκαινίασαν αυτή την οδό, όπως δεν την εγκαινίασε ούτε και ο Δαβίδ. (Γε 5:24· 2Βα 2:11· Πρ 2:34) Όπως αναφέρει ο Παύλος: «Το άγιο πνεύμα δείχνει καθαρά ότι η οδός προς τον άγιο τόπο δεν είχε φανερωθεί ακόμη ενόσω στεκόταν η πρώτη σκηνή».—Εβρ 9:8· βλέπε ΕΝΩΧ Αρ. 2· ΗΛΙΑΣ Αρ. 1.
Ορθότητα του Όρου. Μερικοί προβάλλουν αντιρρήσεις για το υπόμνημα της ανάληψης λέγοντας πως απηχεί την πρωτόγονη αντίληψη ότι ο ουρανός είναι «πάνω» από τη γη και προδίδει έτσι άγνοια για τη δομή του σύμπαντος και την περιστροφή της γης. Εντούτοις, για να ικανοποιηθούν αυτοί οι επικριτές, θα έπρεπε στην ουσία να εξαλειφθούν ολοκληρωτικά οι λέξεις «πάνω», «άνω», και ούτω καθεξής, από το ανθρώπινο λεξιλόγιο. Ακόμη και στη διαστημική αυτή εποχή, εξακολουθούμε να διαβάζουμε ότι οι αστροναύτες «ανέβηκαν» σε «τροχιά ύψους 184 μιλίων [296 χλμ.]» πάνω από τη γη (Δε Νιου Γιορκ Τάιμς [The New York Times], 19 Ιουνίου 1983), ενώ γνωρίζουμε ότι, από τεχνική άποψη, η απόσταση αυτή δείχνει πόσο απομακρύνθηκαν από την επιφάνεια της γης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αφήγηση για τους αγγελικούς εκπροσώπους που ανήγγειλαν εν χορώ τη γέννηση του Ιησού αναφέρει πως, αφού ολοκληρώθηκε η αποστολή τους, «οι άγγελοι έφυγαν από αυτούς για τον ουρανό». (Λου 2:15· παράβαλε Πρ 12:10.) Κατά συνέπεια, η ανάληψη του Ιησού, μολονότι από την οπτική γωνία των μαθητών του ξεκίνησε με ανοδική κίνηση, μπορεί κατόπιν να πήρε οποιαδήποτε κατεύθυνση απαιτούνταν προκειμένου να τον φέρει στην ουράνια παρουσία του Πατέρα του. Επρόκειτο για ανάληψη, όχι μόνο ως προς την κατεύθυνση αλλά, το κυριότερο, ως προς τη σφαίρα δραστηριοτήτων και το επίπεδο υπόστασης στην πνευματική επικράτεια και στην εξυψωμένη παρουσία του Υψίστου Θεού, μια επικράτεια που δεν διέπεται από τις ανθρώπινες διαστάσεις ή κατευθύνσεις.—Παράβαλε Εβρ 2:7, 9.
Γιατί Ήταν Απαραίτητη. Η ανάληψη του Ιησού στην ουράνια επικράτεια ήταν απαραίτητη για αρκετούς λόγους ή σκοπούς. Ο Ιησούς είχε δηλώσει ότι ήταν ανάγκη να “φύγει”, προκειμένου να στείλει το άγιο πνεύμα του Θεού ως βοηθό στους μαθητές του. (Ιωα 16:7-14) Η έκχυση αυτού του πνεύματος από τον Ιησού την ημέρα της Πεντηκοστής ήταν για τους μαθητές ολοφάνερη απόδειξη του γεγονότος ότι ο Ιησούς είχε φτάσει στην παρουσία του Θεού και ότι είχε παρουσιάσει σε Εκείνον την αξία της λυτρωτικής του θυσίας. (Πρ 2:33, 38) Η παρουσίαση της αξίας του αίματός του καθιστούσε επίσης ζωτική την ανάληψή του, διότι αυτή η παρουσίαση δεν επρόκειτο να λάβει χώρα στη γη, στα Άγια των Αγίων του ναού της Ιερουσαλήμ, αλλά μόνο στον «ίδιο τον ουρανό . . . μπροστά στο πρόσωπο του Θεού». (Εβρ 9:24) Επιπλέον, την κατέστησε αναγκαία το γεγονός ότι ο Ιησούς διορίστηκε και δοξάστηκε ως ο “μεγάλος αρχιερέας ο οποίος έχει διαβεί τους ουρανούς”. (Εβρ 4:14· 5:1-6) Ο Παύλος εξηγεί πως «αν, βέβαια, ήταν πάνω στη γη, δεν θα ήταν ιερέας» αλλά εφόσον «έχει καθήσει στα δεξιά του θρόνου της Μεγαλειότητας στους ουρανούς», ο Ιησούς έχει πια «αποκτήσει εξοχότερη δημόσια υπηρεσία, ώστε είναι επίσης ο μεσίτης μιας αντίστοιχα καλύτερης διαθήκης». (Εβρ 8:1-6) Λόγω αυτού, οι Χριστιανοί, αν και υπόκεινται στην κληρονομημένη αμαρτία, παρηγορούνται με τη σκέψη ότι “έχουν βοηθό που είναι μαζί με τον Πατέρα, τον Ιησού Χριστό, που είναι δίκαιος”.—1Ιω 2:1· Ρω 8:34· Εβρ 7:25.
Τελικά, η ανάληψη ήταν απαραίτητη προκειμένου να αναλάβει ο Ιησούς τη διαχείριση της Βασιλείας της οποίας έγινε κληρονόμος, καθώς “άγγελοι και εξουσίες και δυνάμεις . . . υποτάχθηκαν σε αυτόν”. (1Πε 3:22· Φλπ 2:6-11· 1Κο 15:25· Εβρ 10:12, 13· παράβαλε Δα 7:14.) Έχοντας «νικήσει τον κόσμο» (Ιωα 16:33), ο Ιησούς έλαβε μέρος στην εκπλήρωση της προφητείας που αναφέρεται στο εδάφιο Ψαλμός 68:18, “με το να ανεβεί στα ύψη και να πάρει αιχμάλωτους”, όπως εξηγεί ο Παύλος στα εδάφια Εφεσίους 4:8-12.
-
-
Αναμασώμενη ΤροφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΜΑΣΩΜΕΝΗ ΤΡΟΦΗ
Η τροφή που επαναφέρεται από το πεπτικό σύστημα ενός ζώου για να μασηθεί και πάλι μέσω της διαδικασίας του μηρυκασμού. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, τα ζώα που αναμασούσαν την τροφή (μηρυκαστικά) και επιπλέον είχαν χώρισμα ή σχισμή στις οπλές θεωρούνταν καθαρά ως τροφή. «Καθαρά» ζώα που αναμασούσαν την τροφή ήταν μεταξύ άλλων το ελάφι, η γαζέλα, το ζαρκάδι, η αντιλόπη, το αγριόγιδο, καθώς επίσης τα κατοικίδια και άγρια βοοειδή, πρόβατα και κατσίκια. Από αυτή την κατάταξη εξαιρούνταν η καμήλα, ο ύρακας των βράχων, καθώς και ο λαγός ή το κουνέλι, διότι, αν και αναμασούσαν την τροφή, δεν είχαν χωρισμένη την οπλή τους. (Λευ 11:1-8, 26· Δευ 14:4-8) Μερικοί σχολιαστές ισχυρίζονται ότι τα μη γαμψώνυχα μηρυκαστικά συνήθως είναι καθαρότερα όσον αφορά τις διατροφικές τους συνήθειες και ότι η τροφή τους, που έχει μασηθεί δύο φορές, χωνεύεται πληρέστερα, πράγμα που σημαίνει ότι, αν φάνε δηλητηριώδη φυτά, μεγάλο μέρος του δηλητηρίου εξουδετερώνεται ή απομακρύνεται μέσω των περίπλοκων χημικών διεργασιών που λαβαίνουν χώρα κατά την πιο παρατεταμένη αυτή πεπτική επεξεργασία.
Το αναμάσημα της τροφής είναι ένα από τα ενδιαφέροντα θαύματα της δημιουργίας. Τα περισσότερα μηρυκαστικά έχουν τρία ή τέσσερα διαμερίσματα στο στομάχι τους και γενικά ανακυκλώνουν την τροφή τους με παρόμοιο τρόπο. Το μεγαλύτερο μέρος της τροφής που καταναλώνουν εισέρχεται μισομασημένο στην πρώτη κοιλότητα και από εκεί στη δεύτερη, όπου μαλακώνει και διαμορφώνεται σε βόλους. Όταν το ζώο σταματάει να βόσκει και αναπαύεται, μυϊκές συσπάσεις επαναφέρουν αυτούς τους βόλους τροφής στο στόμα για να ξαναμασηθούν και να αναμειχθούν περαιτέρω με σάλιο. Όταν γίνει η δεύτερη κατάποση, η τροφή περνάει μέσω του πρώτου και του δεύτερου διαμερίσματος στο τρίτο, και τελικά καταλήγει στο τέταρτο προκειμένου να ολοκληρωθεί η πέψη.
Γιατί η Αγία Γραφή κατατάσσει το λαγό στα ζώα που αναμασούν την τροφή;
Μερικοί κριτικοί της Αγίας Γραφής συχνά αμφισβητούν την ορθότητα της Γραφικής δήλωσης με βάση την οποία ο λαγός είναι ζώο που αναμασάει την τροφή. (Λευ 11:4, 6· Δευ 14:7) Ωστόσο, ας μην ξεχνάμε ότι δεν μπορούμε να κρίνουμε τα όσα λέει η Αγία Γραφή με βάση το αν η σύγχρονη επιστήμη κατατάσσει ένα ζώο στα μηρυκαστικά, εφόσον αυτή η κατάταξη δεν υπήρχε στην εποχή του Μωυσή. Ακόμη και το 18ο αιώνα, ο Άγγλος ποιητής Γουίλιαμ Κάουπερ, ο οποίος είχε παρατηρήσει επί μακρόν τους εξημερωμένους λαγούς του, σχολίασε ότι «αναμασούσαν την τροφή όλη την ημέρα μέχρι το βράδυ». Ο Λιναίος, φημισμένος φυσιοδίφης του ίδιου αιώνα, πίστευε ότι τα κουνέλια αναμασούσαν την τροφή. Άλλοι όμως επρόκειτο να φέρουν στο φως περισσότερα επιστημονικά δεδομένα. Ο Γάλλος Μορό ανακάλυψε το 1882 ότι τα κουνέλια καταπίνουν εκ νέου μέχρι και το 90 τοις εκατό της ημερήσιας τροφής τους. Όσον αφορά το λαγό, ο Ιβάν Τ. Σάντερσον σχολιάζει: «Μια από τις πιο παράξενες [συνήθειες], σε σχέση με το δικό μας τρόπο σκέψης, είναι η μέθοδος πέψης που χρησιμοποιούν. Αυτό δεν ισχύει αποκλειστικά για τους Λεπορίδες [λαγούς, κουνέλια], αλλά είναι τώρα γνωστό ότι ισχύει για πολλά Τρωκτικά. Όταν τα ζώα βρίσκουν φρέσκια χλωρή τροφή, σε αντίθεση με την αφυδατωμένη [ξερή] χειμερινή νομή, την καταβροχθίζουν με βουλιμία και κατόπιν την απεκκρίνουν γύρω από τη φωλιά τους σε μισοχωνευμένη μορφή. Αργότερα την τρώνε και πάλι, και αυτή η διαδικασία μπορεί να επαναληφθεί περισσότερες από μία φορές. Φαίνεται ότι το Κοινό Κουνέλι εφαρμόζει αυτή την τακτική μόνο όταν ενηλικιωθεί πλήρως».—Ζωντανά Θηλαστικά του Κόσμου (Living Mammals of the World), 1955, σ. 114.
Ορισμένοι Βρετανοί επιστήμονες παρατήρησαν προσεκτικά τις συνήθειες των κουνελιών υπό αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες, και τα αποτελέσματα της παρατήρησής τους δημοσιεύτηκαν στις Εργασίες της Ζωολογικής Εταιρίας του Λονδίνου (Proceedings of the Zoological Society of London), 1940, Τόμ. 110, σ. 159-163. Με λίγα λόγια, αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο το κουνέλι καταπίνει εκ νέου την τροφή του: Αν φάει φρέσκια τροφή το πρωί, αυτή περνάει από το στομάχι στο λεπτό έντερο, αφήνοντας πίσω, στο καρδιακό στόμιο του στομάχου, περίπου 40 ως 50 γραμμάρια σβόλους που βρίσκονταν ήδη εκεί κατά την πρόσληψη της φρέσκιας τροφής. Από το λεπτό έντερο, το πρωινό γεύμα εισέρχεται στο τυφλό έντερο, δηλαδή στο τυφλό άκρο του παχέος εντέρου, και παραμένει εκεί για ένα διάστημα. Στη διάρκεια της ημέρας, οι σβόλοι κατεβαίνουν, και η βακτηριακή πρωτεΐνη που περιέχουν διασπάται στο εσωτερικό των εντέρων. Όταν φτάνουν στο παχύ έντερο, προσπερνούν το υλικό που βρίσκεται στο τυφλό άκρο του και προχωρούν στο κόλον, όπου τα πλεονάζοντα υγρά απορροφώνται με αποτέλεσμα να σχηματίζονται τα γνωστά ξηρά περιττώματα που αποβάλλονται. Αφού ολοκληρωθεί αυτή η φάση του κύκλου, στη συνέχεια το υλικό που είναι αποθηκευμένο στην άκρη του τυφλού εντέρου εισέρχεται στο κόλον, αλλά, αντί να απορροφηθούν όλα τα υγρά του, φτάνει στον πρωκτό έχοντας σχετικά μαλακή υφή. Αυτό το υλικό έχει τη μορφή σβόλων, ο καθένας από τους οποίους περιβάλλεται από ένα ανθεκτικό στρώμα βλέννας που δεν τους αφήνει να κολλήσουν μεταξύ τους. Όταν αυτοί οι σβόλοι φτάσουν στον πρωκτό, αντί να αποβληθούν, το κουνέλι διπλώνει το σώμα του και τους βάζει στο στόμα του για να τους αποθηκεύσει στο καρδιακό στόμιο του στομάχου του ωσότου φάει το επόμενο γεύμα. Έτσι ολοκληρώνεται αυτός ο ειδικός ρυθμικός κύκλος, και το μεγαλύτερο μέρος της τροφής περνάει από τον πεπτικό σωλήνα δύο φορές.
Σχολιάζοντας αυτά τα πορίσματα, ο Δρ Γουάλντο Λ. Σμιτ, Επικεφαλής Έφορος στο Τμήμα Ζωολογίας του Σμιθσόνειου Ινστιτούτου, στην Ουάσινγκτον, D.C., έγραψε: «Φαίνεται ότι δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλλει κανείς για την ορθότητα των εκθέσεων διαφόρων ερευνητών που υποστηρίζουν ότι τα κουνέλια συνηθίζουν να αποθηκεύουν μισοχωνευμένη τροφή στο τυφλό έντερο και ότι αργότερα καταπίνουν εκ νέου αυτή την τροφή περνώντας την δεύτερη φορά από τον πεπτικό σωλήνα». Επίσης, όπως σχολίασε, αυτή είναι μια εξήγηση για «το εντυπωσιακά μεγάλο τυφλό έντερο των κουνελιών σε σύγκριση με εκείνο των περισσότερων άλλων θηλαστικών».—Ξύπνα! 22 Απριλίου 1951, σ. 27, 28 (στην αγγλική).
-
-
ΑναμίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΜΙΜ
(Αναμίμ).
Όνομα που αντιπροσωπεύει Χαμίτες απογόνους του Μισραΐμ. Εφόσον το όνομα Μισραΐμ κατέληξε να είναι συνώνυμο της Αιγύπτου, κατά πάσα πιθανότητα οι Αναμίμ εγκαταστάθηκαν εκεί ή στην ευρύτερη περιοχή. (Γε 10:13· 1Χρ 1:11) Ένα κείμενο σε σφηνοειδή γραφή από την εποχή του Σαργών Β΄ της Ασσυρίας (δεύτερο ήμισυ του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ.) αναφέρεται προφανώς σε αυτούς ονομάζοντάς τους «Αναμί».
-
-
ΑναμμέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΜΜΕΛΕΧ
(Αναμμέλεχ) [πιθανώς βαβυλωνιακής προέλευσης· σημαίνει «Ο Ανού Είναι Βασιλιάς»].
Ένας από τους θεούς των Σεφαρβαϊτών ο οποίος αποδείχτηκε ανίκανος να τους απελευθερώσει από τους Ασσύριους εισβολείς. (2Βα 18:34) Οι θυσίες παιδιών ήταν μια αποκρουστική συνήθεια που αποτελούσε μέρος της λατρείας του Αναμμέλεχ.—2Βα 17:31.
-
-
ΑνάμνησηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΜΝΗΣΗ
Βλέπε ΔΕΙΠΝΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
-
-
ΑνάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΝ
(Ανάν) [Αυτός που Δείχνει Εύνοια (Χάρη)· Φιλεύσπλαχνος].
1. Ένας από “τους γιους του Σασάκ”, Βενιαμίτης.—1Χρ 8:1, 23-25.
2. Γιος του Μααχά, ένας από τους κραταιούς άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων του Δαβίδ.—1Χρ 11:26, 43.
3. Ένας από τους έξι γιους του Αζήλ, απόγονος του Βασιλιά Σαούλ.—1Χρ 8:33-38· 9:44.
4. Γιος του Ιγδαλία, “άνθρωπος του αληθινού Θεού”. Στην τραπεζαρία των γιων του Ανάν, ο προφήτης Ιερεμίας έθεσε σε δοκιμή την υπακοή των Ρηχαβιτών στην εντολή του προπάτορά τους Ιωναδάβ, σύμφωνα με την οποία δεν έπρεπε να πιουν κρασί.—Ιερ 35:3-6.
5. Κεφαλή κάποιας οικογένειας Νεθινίμ, δηλαδή δούλων του ναού, της οποίας μερικά μέλη επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 46· Νε 7:46, 49.
6. Ένας από τους Λευίτες που βοήθησαν τον Έσδρα να εξηγήσει το Νόμο στην εκκλησία του Ισραήλ η οποία είχε συναχθεί στην πλατεία απέναντι από την Πύλη των Υδάτων της Ιερουσαλήμ. (Νε 8:1, 7) Ίσως ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 7 ή με τον Αρ. 10.
7. Λευίτης του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» η οποία συνάφθηκε την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας. (Νε 9:38· 10:1, 9, 10) Αν ήταν ο Ανάν αυτός που σφράγισε τη συμφωνία, ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 6 ή με τον Αρ. 10.
8, 9. Δύο επικεφαλής του λαού, των οποίων οι απόγονοι, αν όχι οι ίδιοι, επικύρωσαν το σύμφωνο ομολογίας την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 22, 26.
10. Γιος του Ζακχούρ. Πιστός Λευίτης διορισμένος από τον Νεεμία για να διανέμει στους Λευίτες τις μερίδες που δικαιούνταν, υπό την κατεύθυνση του Σελεμία, του Σαδώκ και του Φεδαΐα. (Νε 13:13) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 6 ή με τον Αρ. 7.
-
-
ΑνανείΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΝΕΙ
(Ανανεί) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Ανανείας].
Γιος του Ελιωηναΐ και απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ ο οποίος έζησε κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—1Χρ 3:24.
-
-
ΑνανείαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΝΕΙΑΣ
(Ανανείας) [Ο Γιαχ μού Έχει Απαντήσει].
Πατέρας του Μαασία και παππούς του Αζαρία, ο οποίος Αζαρίας βοήθησε τον Νεεμία στην ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:23.
-
-
ΑνανίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΝΙ
(Ανανί) [πιθανώς συντετμημένη μορφή του Ανανίας].
1. Ένας από τους 14 γιους του Αιμάν. Ο Ανανί κληρώθηκε να ηγείται της 18ης ομάδας μουσικών στο αγιαστήριο την εποχή του Βασιλιά Δαβίδ.—1Χρ 25:4-6, 9, 25.
2. Ο βλέπων, ή οραματιστής, που επέπληξε τον Βασιλιά Ασά του Ιούδα διότι συμμάχησε με το βασιλιά της Συρίας αντί να βασιστεί στον Ιεχωβά. Ο βασιλιάς τον έβαλε στο οίκημα των ξύλινων δεσμών επειδή προσβλήθηκε με τα όσα του είπε. (2Χρ 16:1-3, 7-10) Ο Ανανί ήταν προφανώς ο πατέρας του Ιηού, του προφήτη ο οποίος επέπληξε τον Βαασά, βασιλιά του Ισραήλ, και τον Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα.—1Βα 16:1-4, 7· 2Χρ 19:2, 3· 20:34.
3. Ιερέας από τους «γιους του Ιμμήρ». Ένας από εκείνους που απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους ενεργώντας σε αρμονία με την προτροπή του Έσδρα.—Εσδ 2:36, 37· 10:10, 11, 20, 44.
4. Αδελφός του Νεεμία. Όταν ο Ανανί ήρθε στα Σούσα μαζί με άλλους άντρες από τον Ιούδα, ενημέρωσε τον Νεεμία για την κατάσταση του τείχους της Ιερουσαλήμ. (Νε 1:2, 3) Μετά την ανοικοδόμηση του τείχους, ο Νεεμίας ανέθεσε τη διοίκηση της Ιερουσαλήμ στον αδελφό του τον Ανανί καθώς και στον Ανανία.—Νε 7:1, 2.
5. Λευίτης ιερέας και μουσικός ο οποίος συμμετείχε στην πομπή που διοργάνωσε ο Νεεμίας κατά την εγκαινίαση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 12:31-36.
-
-
ΑνανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΝΙΑΣ
(Ανανίας) [σημαίνει «Ο Ιεχωβά Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Ιεχωβά Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος»].
1. Γιος του Σασάκ και κεφαλή ενός οίκου Βενιαμιτών.—1Χρ 8:1, 24, 25, 28.
2. Ένας από τους 14 γιους του Αιμάν και επικεφαλής της 16ης από τις 24 ομάδες υπηρεσίας των Λευιτών μουσικών που διόρισε ο Δαβίδ για να υπηρετούν στο αγιαστήριο.—1Χρ 25:1, 4, 5, 8, 9, 23.
3. Υψηλόβαθμος αξιωματούχος—“άρχοντας”—στο στρατό του Βασιλιά Οζία.—2Χρ 26:11.
4. Πατέρας κάποιου Σεδεκία ο οποίος ήταν άρχοντας στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακείμ, του βασιλιά του Ιούδα.—Ιερ 36:12
5. Γιος του Αζούρ. Ψευδοπροφήτης από την πόλη Γαβαών των Βενιαμιτών, ο οποίος εναντιώθηκε στον Ιερεμία, τον προφήτη του Ιεχωβά. Στη διάρκεια της βασιλείας του Σεδεκία, του βασιλιά του Ιούδα, ενώ ο Ιερεμίας παρότρυνε το λαό να φέρουν τον τράχηλό τους κάτω από το ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας για να εξακολουθήσουν να ζουν (Ιερ 27:12-14), ο Ανανίας προφήτευσε ότι η δύναμη της Βαβυλώνας θα συντριβόταν μέσα σε δύο έτη, ότι οι Ιουδαίοι εξόριστοι που βρίσκονταν εκεί θα απελευθερώνονταν και ότι όλα τα σκεύη του ναού που είχαν κατασχεθεί θα επιστρέφονταν. Για να τονίσει παραστατικά τους ισχυρισμούς του, ο Ανανίας έβγαλε τον ξύλινο ζυγό από τον τράχηλο του Ιερεμία και τον έσπασε. Τότε ο Ιεχωβά πρόσταξε τον Ιερεμία να πληροφορήσει τον Ανανία ότι ο ξύλινος ζυγός επρόκειτο να αντικατασταθεί από σιδερένιο ζυγό και ότι ο Ανανίας θα πέθαινε μέσα στον ίδιο εκείνο χρόνο. Σε εκπλήρωση της προφητείας, ο ψευδοπροφήτης πέθανε εκείνον το χρόνο.—Ιερ 28.
6. Πιθανότατα ο παππούς του Ιρεΐα, του αξιωματούχου ο οποίος είχε την επίβλεψη στην πύλη του Βενιαμίν και ο οποίος συνέλαβε τον προφήτη Ιερεμία κατηγορώντας τον ψευδώς ότι προσπαθούσε να προσχωρήσει στους Χαλδαίους.—Ιερ 37:1-15.
7. Το εβραϊκό όνομα του Σεδράχ, ενός από τους τρεις Ιουδαίους συντρόφους του Δανιήλ οι οποίοι οδηγήθηκαν στη Βαβυλώνα το 617 Π.Κ.Χ.—Δα 1:6, 7· βλέπε ΣΕΔΡΑΧ.
8. Γιος του Ζοροβάβελ και πατέρας του Φελατία και του Ιεσαΐα.—1Χρ 3:19, 21.
9. Απόγονος του Βηβαΐ. Ήταν ένας από εκείνους που άκουσαν την προτροπή του Έσδρα και απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους.—Εσδ 10:10, 11, 28, 44.
10. Λευίτης ιερέας και κεφαλή του πατρικού οίκου του Ιερεμία την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 12:12, 26.
11. Ένα μέλος των μυροποιών που έκανε επισκευές στο τείχος της Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 3:8.
12. Γιος του Σελεμία. Συμμετείχε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 3:30.
13. Σαλπιγκτής ιερέας ο οποίος συμμετείχε στις τελετουργικές εκδηλώσεις τις οποίες διοργάνωσε ο Νεεμίας κατά την εγκαινίαση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 12:31, 40, 41.
14. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» που συνάφθηκε την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 23.
15. Ο άρχοντας του Κάστρου, ένας αξιόπιστος άνθρωπος ο οποίος φοβόταν τον Θεό περισσότερο από πολλούς άλλους. Ο Νεεμίας ανέθεσε σε αυτόν και στον Ανανί τη διοίκηση της Ιερουσαλήμ.—Νε 7:2.
16. Μέλος της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας της Ιερουσαλήμ. Μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., οι υλικές ανάγκες των πιστών που παρέμεναν στην Ιερουσαλήμ καλύπτονταν με αλληλεγγύη μεταξύ των Χριστιανών. Γι’ αυτόν το σκοπό ιδρύθηκε ένα κοινό ταμείο. Αυτό συντηρούνταν από συνεισφορές των μελών της εκκλησίας που πουλούσαν αγρούς και σπίτια και στη συνέχεια πρόσφεραν οικειοθελώς το αντίτιμο. (Πρ 4:34-37) Ο Ανανίας πούλησε έναν αγρό και, εν πλήρει γνώσει της συζύγου του, πρόσφερε ένα μέρος από τα χρήματα που πήρε, δίνοντας όμως την εντύπωση ότι παρέδωσε ολόκληρο το ποσό, χωρίς αμφιβολία για να κερδίσει τον έπαινο και την εκτίμηση των άλλων μέσα στην εκκλησία. Ωστόσο, μέσω γνώσης που οφειλόταν σε ειδικό χάρισμα του πνεύματος, ο Πέτρος διέκρινε την απάτη του, τον εξέθεσε για το ότι “φέρθηκε απατηλά στο άγιο πνεύμα και στον Θεό”, και ο Ανανίας έπεσε κάτω και εξέπνευσε. Όταν οι άντρες που τον έθαψαν επέστρεψαν έπειτα από τρεις ώρες περίπου, βρήκαν τη σύζυγό του τη Σαπφείρα επίσης νεκρή, εξαιτίας τού ότι προσπάθησε να συνεχίσει αυτή την απάτη.—Πρ 5:1-10.
17. Χριστιανός μαθητής από τη Δαμασκό. Έπειτα από τη μεταστροφή του Σαύλου, ο Ανανίας έλαβε ένα όραμα στο οποίο ο Ιησούς τού έδωσε το όνομα και τη διεύθυνση του Σαύλου μαζί με οδηγίες για να τον επισκεφτεί. Αν και στην αρχή ο Ανανίας ήταν διστακτικός επειδή ήξερε πόσο σκληρά δίωκε ο Σαύλος—ή αλλιώς Σαούλ—τους Χριστιανούς, στη συνέχεια ανταποκρίθηκε και πήγε στον Σαούλ, τον έκανε να ανακτήσει την όρασή του, τον πληροφόρησε για την αποστολή που θα είχε να είναι μάρτυρας του Θεού και φρόντισε ώστε να βαφτιστεί. Σε κάποια μεταγενέστερη περίπτωση, ο Σαούλ (Παύλος), υπερασπιζόμενος τον εαυτό του ενώπιον ορισμένων εναντιούμενων Ιουδαίων, μίλησε για τον Ανανία ως άντρα “ευλαβή σύμφωνα με το Νόμο, ο οποίος είχε καλή φήμη μεταξύ όλων των Ιουδαίων που κατοικούσαν εκεί [στη Δαμασκό]”. Αν ληφθεί υπόψη ότι ήταν Χριστιανός, μια τέτοια αναγνώριση προερχόμενη από Ιουδαίους ήταν πράγματι θαυμάσια μαρτυρία υπέρ της δίκαιης διαγωγής του.—Πρ 9:10-18· 22:12-16.
18. Ιουδαίος αρχιερέας, περίπου από το 48 μέχρι το 58 Κ.Χ. Ήταν γιος του Νεβεδαίου και διορίστηκε στο αξίωμα αυτό από τον Ηρώδη, το βασιλιά της Χαλκίδας, αδελφό του Ηρώδη Αγρίππα Α΄. (Ιώσηπου Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Κ΄, 103 [v, 2]) Στάλθηκε στη Ρώμη το 52 Κ.Χ. για να δικαστεί εξαιτίας ορισμένων προβλημάτων που είχαν δημιουργηθεί ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους Σαμαρείτες, αλλά αθωώθηκε από τον Αυτοκράτορα Κλαύδιο Α΄.
Περίπου το 56 Κ.Χ., ενώ προήδρευε στη δίκη του Παύλου ενώπιον του Σάνχεδριν, ο Ανανίας διέταξε να χτυπήσουν τον Παύλο στο πρόσωπο. Ο Παύλος αντέδρασε προλέγοντας ότι ο Θεός θα του ανταπέδιδε αυτή την εσφαλμένη ενέργεια, και αποκάλεσε τον Ανανία “ασβεστωμένο τοίχο”. Όταν του ζητήθηκε να λογοδοτήσει για αυτό, ο Παύλος δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι δεν ήξερε πως η εντολή για το χτύπημα προερχόταν από τον αρχιερέα, και παρέθεσε το εδάφιο Έξοδος 22:28 αναγνωρίζοντας ότι ήταν υποχρεωμένος να δείχνει τον ανάλογο σεβασμό. Μερικοί υποστηρίζουν πως ο λόγος για τον οποίο ο Παύλος επικαλέστηκε άγνοια ήταν ότι η θέση του Ανανία ως αρχιερέα δεν ήταν νομικά επικυρωμένη αφότου επέστρεψε από τη Ρώμη, αλλά δεν υπάρχουν ουσιαστικές αποδείξεις υπέρ αυτής της άποψης. Το περιστατικό μπορεί να είναι απλώς μια επιπρόσθετη ένδειξη του ότι η όραση του Παύλου ήταν αδύνατη, όπως φαίνεται να υποδεικνύουν άλλα εδάφια. Η διαταγή του Ανανία ίσως ήταν πολύ σύντομη και αρκετά φορτισμένη συναισθηματικά, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο για τον Παύλο να προσδιορίσει ποιος μίλησε.—Πρ 23:2-5.
Μετά τη δίκη του Σάνχεδριν, ο Ανανίας, συνοδευόμενος από μερικούς πρεσβυτέρους και έναν ρήτορα, ταξίδεψε στην Καισάρεια με σκοπό να υποβάλει τις κατηγορίες του κατά του Παύλου ενώπιον του Κυβερνήτη Φήλικα. (Πρ 24:1) Το Γραφικό υπόμνημα δεν περιέχει άλλη μνεία για αυτόν. Ωστόσο, η ιστορία τον παρουσιάζει ως υπεροπτικό και σκληρό άτομο, του οποίου η διαγωγή, τόσο όταν ήταν αρχιερέας όσο και μετά την απομάκρυνσή του, στιγματίστηκε από την απληστία. Στις αρχές της Ιουδαϊκής εξέγερσης των ετών 66-70 Κ.Χ., μερικοί από τους Ιουδαίους τον καταδίωξαν εξαιτίας της συνεργασίας του με τις ρωμαϊκές αρχές. Αν και κρύφτηκε σε ένα υδραγωγείο, τον ανακάλυψαν και τον σκότωσαν.
-
-
Ανάρμοστη Φωτιά και ΘυμίαμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΡΜΟΣΤΗ ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΘΥΜΙΑΜΑ
Στο εδάφιο Λευιτικό 10:1 η εβραϊκή λέξη ζαρ (θηλυκό, ζαράχ· κατά κυριολεξία, ξένη) χρησιμοποιείται αναφορικά με την «ανάρμοστη φωτιά, την οποία [ο Θεός] δεν τους είχε ορίσει», αλλά την οποία πρόσφεραν ενώπιον του Ιεχωβά οι γιοι του Ααρών, ο Ναδάβ και ο Αβιού, και για την οποία εκείνος τους εκτέλεσε με φωτιά. (Λευ 10:2· Αρ 3:4· 26:61) Στη συνέχεια, ο Ιεχωβά είπε στον Ααρών: «Να μην πίνεις κρασί ή μεθυστικό ποτό, εσύ και οι γιοι σου μαζί σου, όταν μπαίνετε στη σκηνή της συνάντησης, για να μην πεθάνετε. Είναι νομοθέτημα που θα ισχύει στον αιώνα για τις γενιές σας, τόσο για να κάνετε διάκριση μεταξύ του αγίου πράγματος και του βέβηλου και μεταξύ του ακάθαρτου πράγματος και του καθαρού όσο και για να διδάσκετε τους γιους του Ισραήλ όλες τις διατάξεις που τους είπε ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσή». (Λευ 10:8-11) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι ο Ναδάβ και ο Αβιού ήταν σε κατάσταση μέθης, γι’ αυτό και τόλμησαν να προσφέρουν φωτιά που δεν είχε οριστεί. Αυτή η φωτιά πιθανόν να ήταν παράνομη ως προς το χρόνο, τον τόπο ή τον τρόπο προσφοράς της ή μπορεί να ήταν θυμίαμα διαφορετικής σύνθεσης από εκείνη που περιγράφεται στα εδάφια Έξοδος 30:34, 35. Το γεγονός ότι ήταν μεθυσμένοι δεν δικαιολογούσε την αμαρτία τους.
Η ίδια αυτή λέξη, η λέξη ζαρ, χρησιμοποιείται στο εδάφιο Έξοδος 30:9 αναφερόμενη στο κάψιμο ανάρμοστου θυμιάματος στο θυσιαστήριο του θυμιάματος που βρισκόταν στα Άγια.—Βλέπε ΜΝΚ, υποσ.
-
-
ΑνάστασηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΣΤΑΣΗ
Η λέξη ἀνάστασις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «επανέγερση». Χρησιμοποιείται συχνά στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αναφορικά με την έγερση των νεκρών. Στο εδάφιο Ωσηέ 13:14, το οποίο παραθέτει ο απόστολος Παύλος (1Κο 15:54, 55), οι Εβραϊκές Γραφές κάνουν λόγο για την κατάργηση του θανάτου και την πλήρη αποδυνάμωση του Σιεόλ (εβρ., σιε’όλ· ελλ., ᾅδης). Η λέξη σιε’όλ αποδίδεται σε διάφορες μεταφράσεις «τάφος» και «λάκκος». Αναφέρεται ότι εκεί πηγαίνουν οι νεκροί. (Γε 37:35· 1Βα 2:6· Εκ 9:10) Η χρήση της λέξης αυτής στις Γραφές, όπως και της αντίστοιχης ελληνικής λέξης ᾅδης στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, δείχνει ότι η λέξη αναφέρεται, όχι σε έναν μεμονωμένο τάφο, αλλά στον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. (Ιεζ 32:21-32· Απ 20:13· βλέπε ΑΔΗΣ· ΣΙΕΟΛ.) Η πλήρης αποδυνάμωση του Σιεόλ συνεπάγεται απελευθέρωση των δεσμίων του Σιεόλ, κάτι που υποδηλώνει εκκένωση του κοινού τάφου. Για να επιτευχθεί αυτό βέβαια, χρειάζεται να γίνει ανάσταση, έγερση από την κατάσταση ανυπαρξίας στο θάνατο ή έγερση από τον τάφο, για όσους βρίσκονται εκεί.
Μέσω του Ιησού Χριστού. Τα παραπάνω δείχνουν ότι η διδασκαλία της ανάστασης εμφανίζεται στις Εβραϊκές Γραφές. Εντούτοις, ο Ιησούς Χριστός θα ήταν εκείνος που θα “έριχνε φως στη ζωή και στην αφθαρσία μέσω των καλών νέων”. (2Τι 1:10) Ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. Κανείς δεν έρχεται στον Πατέρα παρά μόνο μέσω εμού». (Ιωα 14:6) Το πώς ακριβώς θα γινόταν δυνατή η αιώνια ζωή και, ακόμη περισσότερο, η αφθαρσία για μερικούς αποκαλύφτηκε μέσω των καλών νέων σχετικά με τον Ιησού Χριστό. Ο απόστολος Παύλος πιστοποιεί ότι η ανάσταση αποτελεί βάσιμη ελπίδα, επιχειρηματολογώντας: «Αν ο Χριστός κηρύττεται ότι έχει εγερθεί από τους νεκρούς, πώς γίνεται να λένε μερικοί ανάμεσά σας ότι δεν υπάρχει ανάσταση των νεκρών; Αν πράγματι δεν υπάρχει ανάσταση των νεκρών, ούτε ο Χριστός έχει εγερθεί. Αλλά αν ο Χριστός δεν έχει εγερθεί, το κήρυγμά μας είναι βεβαίως μάταιο και η πίστη μας είναι μάταιη. Βρισκόμαστε δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, επειδή έχουμε δώσει μαρτυρία κατά του Θεού ότι ήγειρε τον Χριστό, τον οποίο όμως δεν ήγειρε αν πράγματι οι νεκροί δεν θα εγερθούν. . . . Και αν ο Χριστός δεν έχει εγερθεί, η πίστη σας είναι άχρηστη· είστε ακόμη στις αμαρτίες σας. . . . Ωστόσο, τώρα ο Χριστός έχει εγερθεί από τους νεκρούς, ως οι πρώτοι καρποί από εκείνους που έχουν κοιμηθεί τον ύπνο του θανάτου. Διότι εφόσον ο θάνατος είναι μέσω ενός ανθρώπου, η ανάσταση των νεκρών είναι επίσης μέσω ενός ανθρώπου».—1Κο 15:12-21.
Ο ίδιος ο Χριστός, ενόσω ήταν στη γη, έκανε αναστάσεις. (Λου 7:11-15· 8:49-56· Ιωα 11:38-44) Μόνο μέσω του Ιησού Χριστού είναι δυνατή η ανάσταση με την προοπτική της αιώνιας ζωής.—Ιωα 5:26.
Βέβαιος Σκοπός του Θεού. Ο Ιησούς Χριστός τόνισε στους Σαδδουκαίους, μια αίρεση η οποία δεν πίστευε στην ανάσταση, ότι τα συγγράμματα του Μωυσή στις Εβραϊκές Γραφές, τα οποία είχαν στη διάθεσή τους και στα οποία πίστευαν, όπως ισχυρίζονταν, αποδεικνύουν ότι υπάρχει ανάσταση. Ο Ιησούς τούς εξήγησε λογικά πως, όταν ο Ιεχωβά έλεγε ότι ήταν «ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ» (οι οποίοι ήταν στην πραγματικότητα νεκροί), θεωρούσε εκείνους τους ανθρώπους ζωντανούς επειδή Αυτός, «ο Θεός, όχι των νεκρών, αλλά των ζωντανών», σκόπευε να τους αναστήσει. Ο Θεός, χάρη στη δύναμή του, «ζωοποιεί τους νεκρούς και καλεί τα πράγματα που δεν υπάρχουν σαν να υπήρχαν». Ο Παύλος αναφέρεται μεταξύ άλλων και σε αυτό το γεγονός, όταν μιλάει για την πίστη του Αβραάμ.—Ματ 22:23, 31-33· Ρω 4:17.
Ο Θεός έχει την ικανότητα να ανασταίνει. Για Εκείνον που είχε την ικανότητα και τη δύναμη να δημιουργήσει τον άνθρωπο κατά την εικόνα Του, δίνοντάς του ένα τέλειο σώμα και τη δυνατότητα να εκφράζει πλήρως τα θαυμάσια χαρακτηριστικά που εκείνος έχει εμφυτεύσει στην ανθρώπινη προσωπικότητα, η ανάσταση ενός ατόμου δεν θα αποτελούσε ανυπέρβλητο πρόβλημα. Αν οι επιστήμονες είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τις επιστημονικές αρχές που έχει θέσει ο Θεός, έτσι ώστε να σώζουν και κατόπιν να αναπαράγουν οπτικά και ακουστικά μια σκηνή, μέσω μιας βιντεοταινίας, πόσο εύκολο είναι για τον μεγαλειώδη Παγκόσμιο Κυρίαρχο και Δημιουργό να αναστήσει ένα άτομο χρησιμοποιώντας το πρότυπο της προσωπικότητάς του για να αναπαραγάγει την ίδια προσωπικότητα σε ένα καινούριο σώμα. Αναφορικά με την αναζωογόνηση της Σάρρας, η οποία θα της έδινε τη δυνατότητα να αποκτήσει παιδί στα γηρατειά της, ο άγγελος είπε: «Υπάρχει τίποτα που να είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τον Ιεχωβά;»—Γε 18:14· Ιερ 32:17, 27.
Πώς Ανέκυψε η Ανάγκη για Ανάσταση. Στην αρχή η ανάσταση δεν ήταν απαραίτητη. Δεν αποτελούσε μέρος του αρχικού σκοπού του Θεού για το ανθρώπινο γένος, επειδή ο θάνατος δεν ήταν κάτι το φυσιολογικό, δεν ήταν μέσα στο σκοπό του Θεού για τους ανθρώπους. Αντίθετα, ο Θεός έδειξε ότι σκοπός του ήταν να γεμίσει η γη από ζωντανούς ανθρώπους, όχι από ένα εκφυλιζόμενο, θνήσκον είδος. Το έργο του ήταν τέλειο, και επομένως αψεγάδιαστο, χωρίς καμία ατέλεια ή ασθένεια. (Δευ 32:4) Ο Ιεχωβά ευλόγησε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, λέγοντάς τους να πολλαπλασιαστούν και να γεμίσουν τη γη. (Γε 1:28) Σε αυτή την ευλογία είναι βέβαιο ότι δεν είχαν θέση οι ασθένειες και ο θάνατος. Ο Θεός δεν έθεσε κάποιο όριο στη διάρκεια ζωής του ανθρώπου, αλλά είπε στον Αδάμ ότι η ανυπακοή θα οδηγούσε στο θάνατο. Αυτό υποδηλώνει ότι, σε διαφορετική περίπτωση, ο άνθρωπος θα ζούσε για πάντα. Η ανυπακοή θα επέσυρε την αποδοκιμασία του Θεού και θα απομάκρυνε την ευλογία του, επιφέροντας κατάρα.—Γε 2:17· 3:17-19.
Συνεπώς, ο θάνατος εισήλθε στο ανθρώπινο γένος μέσω της παράβασης του Αδάμ. (Ρω 5:12) Οι απόγονοι του Αδάμ, εξαιτίας της αμαρτωλότητας του πατέρα τους και της συνακόλουθης ατέλειας, δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν από εκείνον αιώνια ζωή—στην πραγματικότητα, ούτε καν ελπίδα για αιώνια ζωή. “Ένα σάπιο δέντρο δεν μπορεί να παράγει καλούς καρπούς”, είπε ο Ιησούς. (Ματ 7:17, 18· Ιωβ 14:1, 2) Η ανάσταση υπεισήλθε μετά, ήταν δηλαδή μια προσθήκη που έγινε με σκοπό να ξεπεραστεί η έλλειψη αυτής της δυνατότητας, για χάρη όσων παιδιών του Αδάμ θα ήθελαν να είναι υπάκουα στον Θεό.
Ο Σκοπός της Ανάστασης. Η ανάσταση φανερώνει ξεκάθαρα, όχι μόνο την απεριόριστη δύναμη και σοφία του Ιεχωβά, αλλά και την αγάπη του και το έλεός του, και τον δικαιώνει ως Εκείνον που διατηρεί στη ζωή όσους τον υπηρετούν. (1Σα 2:6) Εφόσον έχει τη δύναμη να ανασταίνει, μπορεί να φτάσει στο σημείο να αποδείξει ότι οι υπηρέτες του θα είναι πιστοί σε αυτόν, ακόμη και μέχρι θανάτου. Μπορεί να απαντήσει στην κατηγορία του Σατανά, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι «δέρμα για χάρη δέρματος, και όλα όσα έχει ο άνθρωπος θα τα δώσει για χάρη της ψυχής του». (Ιωβ 2:4) Ο Ιεχωβά μπορεί να επιτρέψει στον Σατανά να φτάσει στα άκρα, ακόμη και να θανατώσει κάποιους, στη μάταιη προσπάθεια που καταβάλλει να υποστηρίξει τις ψεύτικες κατηγορίες του. (Ματ 24:9· Απ 2:10· 6:11) Το γεγονός ότι οι υπηρέτες του Ιεχωβά είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν ακόμη και τη ζωή τους στην υπηρεσία του αποδεικνύει ότι η υπηρεσία τους δεν υποκινείται από προσωπικό συμφέρον, αλλά από αγάπη. (Απ 12:11) Αποδεικνύει επίσης ότι Τον αναγνωρίζουν ως τον Παντοδύναμο, τον Παγκόσμιο Κυρίαρχο και τον Θεό της αγάπης, ο οποίος είναι σε θέση να τους αναστήσει. Αποδεικνύει ότι αποδίδουν αποκλειστική αφοσίωση στον Ιεχωβά για τις θαυμαστές του ιδιότητες και όχι για ιδιοτελείς υλιστικούς λόγους. (Ας ληφθούν υπόψη οι εκφράσεις θαυμασμού μερικών υπηρετών του, όπως καταγράφονται στα εδ. Ρω 11:33-36· Απ 4:11· 7:12.) Η ανάσταση αποτελεί επίσης μέσο με το οποίο ο Ιεχωβά διασφαλίζει ότι ο σκοπός του για τη γη, τον οποίο είχε δηλώσει στον Αδάμ, θα εκπληρωθεί.—Γε 1:28.
Ουσιώδης για την ευτυχία του ανθρώπου. Η ανάσταση των νεκρών, η οποία είναι εκδήλωση παρ’ αξία καλοσύνης από μέρους του Θεού, είναι ουσιώδης για την ευτυχία της ανθρωπότητας και για την αντιστροφή όλης της βλάβης, των παθημάτων και της καταδυνάστευσης που έχει υποστεί το ανθρώπινο γένος. Όλα αυτά έχουν επέλθει στον άνθρωπο εξαιτίας της ατέλειας και των ασθενειών του, των πολέμων που έχει διεξαγάγει, των φόνων που έχει διαπράξει και της κτηνωδίας που έχουν επιδείξει πονηροί άνθρωποι με την υποκίνηση του Σατανά του Διαβόλου. Δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα ευτυχισμένοι αν δεν πιστεύουμε στην ανάσταση. Ο απόστολος Παύλος εξέφρασε αυτό το αίσθημα με τα εξής λόγια: «Αν μόνο σε αυτή τη ζωή έχουμε ελπίσει στον Χριστό, είμαστε οι πιο αξιολύπητοι από όλους τους ανθρώπους».—1Κο 15:19.
Πόσο Νωρίς Δόθηκε η Ελπίδα της Ανάστασης; Όταν ο Αδάμ αμάρτησε και κατά συνέπεια επέσυρε στον εαυτό του το θάνατο, τον οποίο και μεταβίβασε στους μελλοντικούς απογόνους του, ο Θεός απευθυνόμενος στο φίδι είπε: «Και εγώ θα βάλω έχθρα ανάμεσα σε εσένα και στη γυναίκα και ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της. Εκείνος θα σε πλήξει στο κεφάλι και εσύ θα τον πλήξεις στη φτέρνα».—Γε 3:15.
Εκείνος που αρχικά προκάλεσε το θάνατο πρόκειται να εξαλειφθεί. Ο Ιησούς είπε στους θρησκευόμενους Ιουδαίους που του εναντιώνονταν: «Εσείς είστε από τον πατέρα σας τον Διάβολο και θέλετε να κάνετε τις επιθυμίες του πατέρα σας. Εκείνος ήταν ανθρωποκτόνος τότε που άρχισε, και δεν έμεινε σταθερός στην αλήθεια, επειδή δεν υπάρχει αλήθεια σε αυτόν». (Ιωα 8:44) Αυτό αποδεικνύει, αφενός, ότι ο Διάβολος ήταν εκείνος που μίλησε χρησιμοποιώντας το φίδι ως όργανο και, αφετέρου, ότι ήταν ανθρωποκτόνος από την αρχή της χαρακτηριζόμενης από ψέματα, διαβολικής πορείας του. Στο όραμα που έδωσε ο Χριστός αργότερα στον Ιωάννη, αποκάλυψε ότι ο Σατανάς ο Διάβολος αποκαλείται επίσης «το αρχικό φίδι». (Απ 12:9) Ο Σατανάς κέρδισε τον έλεγχο της ανθρωπότητας αποκτώντας επιρροή στα παιδιά του Αδάμ, όταν υποκίνησε τον πατέρα τους να στασιάσει εναντίον του Θεού. Γι’ αυτό και στην πρώτη προφητεία, στο εδάφιο Γένεση 3:15, ο Ιεχωβά έδωσε την ελπίδα ότι αυτό το Φίδι επρόκειτο να φύγει από τη μέση. (Παράβαλε Ρω 16:20.) Δεν θα συντριφτεί μόνο το κεφάλι του Σατανά, αλλά και όλα τα έργα του πρόκειται να διαλυθούν, να καταστραφούν ή να καταργηθούν. (1Ιω 3:8· KJ, AT, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΚΔΤΚ) Η εκπλήρωση αυτής της προφητείας θα απαιτούσε αναπόφευκτα την κατάργηση του θανάτου τον οποίο εισήγαγε ο Αδάμ και θα περιλάμβανε την επαναφορά, μέσω της ανάστασης, όσων απογόνων του Αδάμ πηγαίνουν στον Σιεόλ (Άδη) εξαιτίας της αμαρτίας του Αδάμ, τις επιπτώσεις της οποίας κληρονομούν.—1Κο 15:26.
Η ελπίδα για ελευθερία προϋποθέτει ανάσταση. Ο απόστολος Παύλος περιγράφει τόσο την κατάσταση που επέτρεψε ο Θεός να υφίσταται μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία, όσο και τον απώτερο σκοπό Του χάριν του οποίου επέτρεψε αυτή την κατάσταση: «Διότι η δημιουργία υποτάχθηκε στη ματαιότητα [δεδομένου ότι όλοι γεννήθηκαν στην αμαρτία και αντιμετωπίζουν το θάνατο], όχι με τη θέλησή της [τα παιδιά του Αδάμ φέρθηκαν στον κόσμο έχοντας να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση, παρότι δεν μπορούσαν να ελέγξουν αυτό που είχε κάνει ο Αδάμ, και παρότι δεν ήταν δική τους επιλογή], αλλά μέσω εκείνου [του Θεού], που [με τη σοφία του] την υπέταξε, με βάση την ελπίδα ότι και η ίδια η δημιουργία θα ελευθερωθεί από την υποδούλωση στη φθορά και θα έχει την ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού». (Ρω 8:20, 21· Ψλ 51:5) Προκειμένου να γευτούν την εκπλήρωση αυτής της ελπίδας για ένδοξη ελευθερία όσοι έχουν πεθάνει, θα πρέπει να αναστηθούν. Θα πρέπει να απελευθερωθούν από το θάνατο και τον τάφο. Έτσι λοιπόν, μέσω της υπόσχεσής του για το «σπέρμα» το οποίο θα συνέτριβε το κεφάλι του φιδιού, ο Θεός έθεσε μια θαυμαστή ελπίδα ενώπιον της ανθρωπότητας.—Βλέπε ΣΠΕΡΜΑ.
Πού βασιζόταν η πίστη του Αβραάμ. Τα στοιχεία που περιέχονται στο Βιβλικό υπόμνημα αποκαλύπτουν πως, όταν ο Αβραάμ αποπειράθηκε να προσφέρει το γιο του, τον Ισαάκ, πίστευε ότι ο Θεός είχε την ικανότητα και το σκοπό να εγείρει τους νεκρούς. Μάλιστα, όπως αναφέρεται στα εδάφια Εβραίους 11:17-19, έλαβε πράγματι πίσω τον Ισαάκ από τους νεκρούς «με παραβολικό τρόπο». (Γε 22:1-3, 10-13) Ο Αβραάμ είχε βάσιμους λόγους να πιστεύει στην ανάσταση, λόγω της υπόσχεσης του Θεού για το «σπέρμα». (Γε 3:15) Επίσης, ο ίδιος και η Σάρρα είχαν ήδη ζήσει μια εμπειρία που θα μπορούσε να συγκριθεί με την ανάσταση, όταν αναζωογονήθηκαν οι αναπαραγωγικές τους δυνάμεις. (Γε 18:9-11· 21:1, 2, 12· Ρω 4:19-21) Ο Ιώβ εκδήλωσε παρόμοια πίστη, όταν είπε μέσα στα φοβερά δεινά του: «Μακάρι να με έκρυβες στον Σιεόλ, . . . να έβαζες προθεσμία σε σχέση με εμένα και να με θυμόσουν! Αν ο ακμαίος άνθρωπος πεθάνει, μπορεί να ξαναζήσει; . . . Θα καλέσεις, και εγώ θα σου απαντήσω. Θα έχεις λαχτάρα για το έργο των χεριών σου».—Ιωβ 14:13-15.
Αναστάσεις πριν από την καταβολή του λύτρου. Κάποιες αναστάσεις έγιναν από τους προφήτες Ηλία και Ελισαιέ, ή μέσω αυτών. (1Βα 17:17-24· 2Βα 4:32-37· 13:20, 21) Ωστόσο, εκείνοι που αναστήθηκαν πέθαναν και πάλι, όπως και εκείνοι τους οποίους ανέστησε ο Ιησούς όταν ήταν στη γη ή οι απόστολοι. Αυτό φανερώνει ότι η ανάσταση δεν οδηγεί σε κάθε περίπτωση σε αιώνια ζωή.
Ο Λάζαρος, εφόσον τον είχε αναστήσει ο φίλος του ο Ιησούς, ήταν κατά πάσα πιθανότητα ζωντανός την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., όταν εκχύθηκε το άγιο πνεύμα και οι πρώτοι από εκείνους που είχαν ουράνια κλήση (Εβρ 3:1) χρίστηκαν και γεννήθηκαν από το πνεύμα. (Πρ 2:1-4, 33, 38) Η ανάσταση του Λαζάρου ήταν παρόμοια με τις αναστάσεις που έκαναν ο Ηλίας και ο Ελισαιέ. Αλλά πιθανότατα έδωσε στον Λάζαρο την ευκαιρία να έχει ανάσταση σαν του Χριστού, την οποία διαφορετικά δεν θα είχε. Τι αξιοσημείωτη πράξη αγάπης από μέρους του Ιησού!—Ιωα 11:38-44.
«Καλύτερη ανάσταση». Αναφερόμενος σε κάποια πιστά άτομα της αρχαιότητας, ο Παύλος λέει: «Γυναίκες έλαβαν τους νεκρούς τους με ανάσταση· άλλοι, όμως, βασανίστηκαν επειδή δεν δέχονταν απελευθέρωση με κάποιο λύτρο, για να φτάσουν σε καλύτερη ανάσταση». (Εβρ 11:35) Εκείνα τα άτομα επέδειξαν πίστη στην ελπίδα της ανάστασης, γνωρίζοντας ότι η ζωή που ζούσαν τότε δεν ήταν το σπουδαιότερο πράγμα. Η ανάσταση που θα έχουν αυτοί, καθώς και άλλοι, μέσω του Χριστού λαβαίνει χώρα μετά την ανάσταση εκείνου και την εμφάνισή του ενώπιον του Πατέρα του, στον ουρανό, κατά την οποία παρουσιάζει την αξία της λυτρωτικής του θυσίας. Ο Ιησούς εξαγόρασε τότε το δικαίωμα ζωής του ανθρωπίνου γένους, γεγονός που του πρόσφερε τη δυνατότητα να γίνει «Αιώνιος Πατέρας». (Εβρ 9:11, 12, 24· Ησ 9:6) Αυτός είναι «πνεύμα που δίνει ζωή». (1Κο 15:45) Έχει «τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη [Σιεόλ]». (Απ 1:18) Έχοντας πλέον την εξουσία να δίνει αιώνια ζωή, στον ορισμένο καιρό του Θεού κάνει μια «καλύτερη ανάσταση», εφόσον όσοι ανασταίνονται έχουν τη δυνατότητα να ζήσουν για πάντα. Κανείς από αυτούς δεν θα χρειαστεί οπωσδήποτε να πεθάνει ξανά. Αν είναι υπάκουοι, θα συνεχίσουν να ζουν.
Ουράνια Ανάσταση. Ο Ιησούς Χριστός αποκαλείται «ο πρωτότοκος από τους νεκρούς». (Κολ 1:18) Ήταν ο πρώτος που αναστήθηκε σε αιώνια ζωή. Αναστήθηκε δε «ως πνεύμα», σε ζωή στον ουρανό. (1Πε 3:18) Επιπρόσθετα, με την έγερσή του προσέλαβε ζωή ανώτερης μορφής και υψηλότερη θέση από εκείνη που κατείχε στους ουρανούς προτού έρθει στη γη. Του χορηγήθηκε αθανασία και αφθαρσία, ιδιότητες που δεν μπορεί να έχει κανένα πλάσμα από σάρκα, και έγινε «υψηλότερος από τους ουρανούς», δεύτερος στο σύμπαν μόνο μετά τον Ιεχωβά Θεό. (Εβρ 7:26· 1Τι 6:14-16· Φλπ 2:9-11· Πρ 2:34· 1Κο 15:27) Την ανάστασή του την έκανε ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός.—Πρ 3:15· 5:30· Ρω 4:24· 10:9.
Εντούτοις, επί 40 ημέρες μετά την ανάστασή του, ο Ιησούς εμφανιζόταν στους μαθητές του σε διάφορες περιπτώσεις, προσλαμβάνοντας διάφορα σάρκινα σώματα, όπως εμφανίζονταν οι άγγελοι στους ανθρώπους κατά την αρχαιότητα. Όπως εκείνοι οι άγγελοι, είχε τη δύναμη να συνθέτει και να αποσυνθέτει κατά βούληση τα σάρκινα αυτά σώματα που χρησιμοποιούσε, με σκοπό να δώσει ορατές αποδείξεις της ανάστασής του. (Ματ 28:8-10, 16-20· Λου 24:13-32, 36-43· Ιωα 20:14-29· Γε 18:1, 2· 19:1· Ιη 5:13-15· Κρ 6:11, 12· 13:3, 13) Οι πολλές εμφανίσεις του, και ιδιαίτερα η εμφάνισή του σε μια περίπτωση ενώπιον 500 και πλέον ατόμων, μαρτυρούν αδιάσειστα το αληθές της ανάστασής του. (1Κο 15:3-8) Η απόλυτα τεκμηριωμένη ανάστασή του δίνει «εγγύηση σε όλους τους ανθρώπους» ότι θα υπάρξει οπωσδήποτε μια μελλοντική ημέρα απόδοσης λογαριασμού ή κρίσης.—Πρ 17:31.
Η ανάσταση των “αδελφών” του Χριστού. Εκείνοι που είναι «καλεσμένοι και εκλεγμένοι και πιστοί», οι οποίοι ακολουθούν τα ίχνη του Χριστού—οι “αδελφοί” του που έχουν γεννηθεί από το πνεύμα ως «παιδιά του Θεού»—έχουν λάβει υπόσχεση για ανάσταση όμοια με τη δική του. (Απ 17:14· Ρω 6:5· 8:15, 16· Εβρ 2:11) Ο απόστολος Πέτρος γράφει σε συγχριστιανούς του: «Ευλογημένος να είναι ο Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, γιατί σύμφωνα με το μεγάλο του έλεος μας έδωσε μια νέα γέννηση σε μια ζωντανή ελπίδα μέσω της ανάστασης του Ιησού Χριστού από τους νεκρούς, σε μια άφθαρτη και αμόλυντη και αμάραντη κληρονομιά. Αυτή είναι φυλαγμένη στους ουρανούς για εσάς».—1Πε 1:3, 4.
Ο Πέτρος περιγράφει επίσης την ελπίδα που έχουν αυτά τα άτομα ως “πολύτιμες και μεγαλειώδεις υποσχέσεις, για να γίνουν οι ίδιοι μέσω αυτών συμμέτοχοι σε θεϊκή φύση”. (2Πε 1:4) Τα άτομα αυτά πρέπει να υποστούν κάποια μεταβολή της φύσης τους, παραιτούμενοι από την ανθρώπινη φύση προκειμένου να λάβουν «θεϊκή» φύση, έτσι ώστε να συμμετάσχουν με τον Χριστό στη δόξα του. Πρέπει να έχουν θάνατο όμοιο με αυτόν του Χριστού—διακρατώντας ακεραιότητα και παραιτούμενοι από την ανθρώπινη ζωή για πάντα—οπότε και λαβαίνουν μέσω ανάστασης αθάνατα, άφθαρτα σώματα σαν αυτό του Χριστού. (Ρω 6:3-5· 1Κο 15:50-57· 2Κο 5:1-3) Ο απόστολος Παύλος εξηγεί ότι δεν ανασταίνεται το σώμα. Αντίθετα, παρομοιάζει την εμπειρία τους με τη σπορά και τη βλάστηση ενός σπόρου, από την άποψη ότι «ο Θεός . . . του δίνει σώμα όπως έχει ευαρεστηθεί». (1Κο 15:35-40) Αυτό που ανασταίνεται είναι η ψυχή, δηλαδή το άτομο, με σώμα κατάλληλο για το περιβάλλον στο οποίο το ανασταίνει ο Θεός.
Στην περίπτωση του Ιησού Χριστού, αυτός παραιτήθηκε από την ανθρώπινη ζωή του, παραδίδοντάς την ως λυτρωτική θυσία προς όφελος της ανθρωπότητας. Ο θεόπνευστος συγγραφέας της επιστολής προς τους Εβραίους εφαρμόζει στον Ιησού τον 40ό Ψαλμό και τον παρουσιάζει να λέει τα ακόλουθα, όταν ήρθε «στον κόσμο» ως ο Μεσσίας του Θεού: «Θυσία και προσφορά δεν θέλησες, αλλά μου ετοίμασες σώμα». (Εβρ 10:5) Ο ίδιος ο Ιησούς είπε: «Το ψωμί που θα δώσω εγώ είναι η σάρκα μου για χάρη της ζωής του κόσμου». (Ιωα 6:51) Εννοείται ότι ο Χριστός δεν θα μπορούσε να πάρει πίσω το σώμα του όταν αναστήθηκε, παίρνοντας έτσι πίσω τη θυσία που πρόσφερε στον Θεό για την ανθρωπότητα. Εκτός αυτού, ο Χριστός δεν θα διέμενε πια στη γη. Η κατοικία του είναι στους ουρανούς με τον Πατέρα του, ο οποίος δεν είναι σάρκα, αλλά πνεύμα. (Ιωα 14:3· 4:24) Ως εκ τούτου, ο Ιησούς Χριστός έλαβε ένα ένδοξο, αθάνατο, άφθαρτο σώμα, διότι «αυτός είναι η αντανάκλαση της δόξας του [Ιεχωβά] και η ακριβής απεικόνιση της ίδιας του της οντότητας, και αυτός συντηρεί τα πάντα με το λόγο της δύναμής του· και αφού πρώτα έκανε καθαρισμό για τις αμαρτίες μας, κάθησε στα δεξιά της Μεγαλειότητας σε υψηλούς τόπους. Έτσι λοιπόν, αυτός έχει γίνει καλύτερος από τους αγγέλους [οι οποίοι είναι και οι ίδιοι ισχυρά πνευματικά πρόσωπα], σε σημείο που να έχει κληρονομήσει ένα όνομα εξοχότερο από το δικό τους».—Εβρ 1:3, 4· 10:12, 13.
Οι πιστοί αδελφοί του Χριστού, που ενώνονται μαζί του στους ουρανούς, παραιτούνται από την ανθρώπινη ζωή. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ότι θα πρέπει να έχουν νέα σώματα ανασχεδιασμένα, ή μετασχηματισμένα, για το νέο περιβάλλον τους: «Όσο για εμάς, η υπηκοότητά μας υπάρχει στους ουρανούς, από όπου και περιμένουμε με λαχτάρα έναν σωτήρα, τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο οποίος θα μετασχηματίσει το ταπεινωμένο μας σώμα ώστε αυτό να διαμορφωθεί κατά το δικό του ένδοξο σώμα σύμφωνα με την επενέργεια της δύναμης που έχει αυτός».—Φλπ 3:20, 21.
Πότε λαβαίνει χώρα η ουράνια ανάσταση. Η ουράνια ανάσταση των συγκληρονόμων του Χριστού αρχίζει μετά την επάνοδο του Ιησού Χριστού με ουράνια δόξα, οπότε στρέφει την προσοχή του πρώτα στους πνευματικούς αδελφούς του. Ο ίδιος ο Χριστός αποκαλείται «οι πρώτοι καρποί από εκείνους που έχουν κοιμηθεί τον ύπνο του θανάτου». Ο Παύλος λέει στη συνέχεια ότι ο καθένας θα αναστηθεί στη δική του τάξη, «ο Χριστός ως οι πρώτοι καρποί, έπειτα εκείνοι που ανήκουν στον Χριστό στη διάρκεια της παρουσίας του». (1Κο 15:20, 23) Αυτοί, ως “ο οίκος του Θεού”, είναι υπό κρίση κατά τη διάρκεια της Χριστιανικής τους ζωής, μια κρίση η οποία ξεκίνησε την Πεντηκοστή με τους πρώτους από αυτούς. (1Πε 4:17) Είναι δε «μερικοί πρώτοι καρποί». (Ιακ 1:18· Απ 14:4) Ο Ιησούς Χριστός μπορεί να παραβληθεί με τους πρώτους καρπούς του κριθαριού που πρόσφεραν οι Ισραηλίτες στις 16 Νισάν («ο Χριστός ως οι πρώτοι καρποί»), και οι πνευματικοί αδελφοί του ως «πρώτοι καρποί» («μερικοί πρώτοι καρποί») μπορούν να παραβληθούν με τους πρώτους καρπούς του σιταριού που προσφέρονταν την ημέρα της Πεντηκοστής, 50 ημέρες μετά τη 16η Νισάν.—Λευ 23:4-12, 15-20.
Αυτοί είναι υπό κρίση, και έτσι κατά την επάνοδο του Χριστού έρχεται ο καιρός να δώσει εκείνος την ανταμοιβή στους χρισμένους που υπήρξαν πιστοί σε αυτόν, σύμφωνα με τα όσα είχε υποσχεθεί στους 11 πιστούς αποστόλους του το βράδυ πριν από το θάνατό του: «Πηγαίνω να σας ετοιμάσω τόπο. Επίσης, . . . έρχομαι ξανά και θα σας πάρω κοντά μου, ώστε εκεί που είμαι εγώ να είστε και εσείς».—Ιωα 14:2, 3· Λου 19:12-23· παράβαλε 2Τι 4:1, 8· Απ 11:17, 18.
«Ο γάμος του Αρνιού». Ως σώμα, αυτοί αποκαλούνται (υποψήφια) «νύφη» του. (Απ 21:9) Είναι αρραβωνιασμένοι μαζί του και πρέπει να αναστηθούν στους ουρανούς για να πάρουν μέρος στο “γάμο του Αρνιού”. (2Κο 11:2· Απ 19:7, 8) Ο απόστολος Παύλος πρόσμενε την ουράνια ανάστασή του. (2Τι 4:8) Όταν λαβαίνει χώρα η «παρουσία» του Χριστού, υπάρχουν ακόμη ζωντανοί στη γη μερικοί πνευματικοί αδελφοί του που «έχουν προσκληθεί στο δείπνο του γάμου του Αρνιού», αλλά η προσοχή στρέφεται πρώτα μέσω της ανάστασης σε όσους αδελφούς του έχουν πεθάνει. (Απ 19:9) Αυτό διευκρινίζεται στα εδάφια 1 Θεσσαλονικείς 4:15, 16: «Διότι αυτό σας λέμε μέσω του λόγου του Ιεχωβά: ότι εμείς οι ζωντανοί που απομένουμε μέχρι την παρουσία του Κυρίου δεν θα προηγηθούμε από εκείνους οι οποίοι έχουν κοιμηθεί τον ύπνο του θανάτου· επειδή ο ίδιος ο Κύριος θα κατεβεί από τον ουρανό με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού, και εκείνοι που είναι νεκροί σε ενότητα με τον Χριστό θα αναστηθούν πρώτοι».
Ο Παύλος κατόπιν προσθέτει: «Ύστερα, εμείς οι ζωντανοί που απομένουμε θα αρπαχθούμε μέσα σε σύννεφα μαζί με αυτούς για να συναντήσουμε τον Κύριο στον αέρα· και έτσι θα είμαστε πάντοτε με τον Κύριο». (1Θε 4:17) Συνεπώς, όταν τελειώνουν την επίγεια πορεία τους πεθαίνοντας πιστοί, οι εναπομένοντες από τους προσκεκλημένους στο «δείπνο του γάμου του Αρνιού» ανασταίνονται αμέσως για να ενωθούν με τα υπόλοιπα μέλη της τάξης της νύφης στον ουρανό. Δεν “κοιμούνται τον ύπνο του θανάτου” με την έννοια ότι περιμένουν σε κατάσταση παρατεταμένου ύπνου, όπως συνέβη με τους αποστόλους, αλλά, όταν πεθαίνουν, μεταβάλλονται «σε μια στιγμή, εν ριπή οφθαλμού, στη διάρκεια της τελευταίας σάλπιγγας. Διότι η σάλπιγγα θα ηχήσει, και οι νεκροί θα εγερθούν άφθαρτοι, και εμείς θα μεταβληθούμε». (1Κο 15:51, 52) Προφανώς, όμως, «ο γάμος του Αρνιού» δεν θα λάβει χώρα προτού εκτελεστεί η κρίση εναντίον της “Βαβυλώνας της Μεγάλης”. (Απ 18) Μετά την περιγραφή της καταστροφής αυτής της «μεγάλης πόρνης», το εδάφιο Αποκάλυψη 19:7 λέει: «Ας χαιρόμαστε και ας αγαλλόμαστε, και ας του δώσουμε τη δόξα, επειδή έχει έρθει ο γάμος του Αρνιού και η γυναίκα του έχει ετοιμαστεί». Όταν όλοι οι 144.000 θα έχουν κριθεί τελικά επιδοκιμασμένοι και “σφραγισμένοι” ως πιστοί και θα έχουν αναστηθεί στους ουρανούς, τότε θα αρχίσει ο γάμος.
Πρώτη ανάσταση. Στα εδάφια Αποκάλυψη 20:5, 6 η ανάσταση εκείνων που θα βασιλέψουν με τον Χριστό αναφέρεται ως «η πρώτη ανάσταση». Ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει επίσης αυτή την πρώτη ανάσταση ως την «πρωτύτερη ανάσταση από τους νεκρούς [τὴν ἐξανάστασιν τὴν ἐκ νεκρῶν, Κείμενο]». (Φλπ 3:11, ΜΝΚ, Ro) Σχετικά με την έκφραση που χρησιμοποιεί εδώ ο Παύλος, ο Ρόμπερτσον στο έργο του Λεκτικές Εικόνες της Καινής Διαθήκης ([Word Pictures in the New Testament] 1931, Τόμ. Δ΄, σ. 454) αναφέρει: «Προφανώς ο Παύλος έχει εδώ υπόψη του μόνο την ανάσταση των πιστών από τους νεκρούς, εξού και η διπλή επανάληψη του ἐκ [τὴν ἐξανάστασιν (ἐκ + ἀνάστασιν) τὴν ἐκ νεκρῶν]. Με την έκφραση που χρησιμοποιεί, ο Παύλος δεν αρνείται τη γενική ανάσταση αλλά δίνει έμφαση στην ανάσταση των πιστών». Ο Τσαρλς Έλικοτ στο έργο του Σχολιολόγια ([Commentaries] 1865, Τόμ. Β΄, σ. 87) επισημαίνει σχετικά με το εδάφιο Φιλιππησίους 3:11: «“Η ανάσταση από τους νεκρούς”· δηλαδή, όπως υποδηλώνουν τα συμφραζόμενα, η πρώτη ανάσταση (Αποκ. 20:5), όταν κατά την έλευση του Κυρίου οι νεκροί εν Αυτώ θα εγερθούν πρώτοι (1 Θεσ. 4:16), και οι ζωντανοί θα αρπαχθούν για να Τον συναντήσουν στα σύννεφα (1 Θεσ. 4:17)· παράβαλε Λουκάς 20:35. Η πρώτη ανάσταση θα περιλάβει μόνο τους γνήσια πιστούς, και προφανώς θα προηγηθεί χρονικά της δεύτερης, της ανάστασης των άπιστων και των δύσπιστων . . . Οποιαδήποτε αναφορά εδώ σε μια απλή ηθική ανάταση (Κοκκέγιος) είναι εντελώς άτοπη». Μια βασική έννοια της λέξης ἐξανάστασις είναι η πρωινή έγερση από το κρεβάτι, συνεπώς μπορεί κάλλιστα να αντιπροσωπεύει μια ανάσταση που λαβαίνει χώρα πρωτύτερα, και η οποία ονομάζεται αλλιώς «η πρώτη ανάσταση». Η μετάφραση του Ρόδερχαμ αποδίδει το εδάφιο Φιλιππησίους 3:11 ως εξής: «Αν με κάποιον τρόπο μπορέσω να προχωρήσω στην πρωτύτερη ανάσταση που γίνεται ανάμεσα από τους νεκρούς».
Επίγεια Ανάσταση. Ενόσω ο Ιησούς ήταν κρεμασμένος στον πάσσαλο, ένας από τους κακοποιούς που ήταν δίπλα του, βλέποντας ότι ο Ιησούς δεν ήταν άξιος τιμωρίας, του απηύθυνε την εξής έκκληση: «Ιησού, θυμήσου με όταν έρθεις στη βασιλεία σου». Ο Ιησούς αποκρίθηκε: «Αληθινά σου λέω σήμερα, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο». (Λου 23:42, 43) Στην ουσία ο Ιησούς είπε: “Αυτή τη ζοφερή ημέρα, κατά την οποία φαίνεται εξαιρετικά απίθανο ότι θα λάβω τη βασιλεία, εσύ εκφράζεις πίστη. Πράγματι, όταν έρθω στη βασιλεία μου, θα σε θυμηθώ”. (Βλέπε ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.) Κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε την ανάσταση του κακοποιού. Ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν πιστός ακόλουθος του Ιησού Χριστού. Ήταν ένοχος αδικοπραγίας, κάποιας νομικής παράβασης που επέσυρε τη θανατική ποινή. (Λου 23:40, 41) Συνεπώς, δεν μπορούσε να ελπίζει ότι θα ήταν ανάμεσα σε εκείνους που θα λάβαιναν μέρος στην πρώτη ανάσταση. Επιπλέον, πέθανε 40 ημέρες πριν από την ανάληψη του Ιησού στον ουρανό, και άρα πριν από την Πεντηκοστή—που έλαβε χώρα 10 ημέρες μετά την ανάληψη—κατά την οποία ο Θεός μέσω του Ιησού έχρισε τους πρώτους από εκείνους που έχουν ουράνια ανάσταση.—Πρ 1:3· 2:1-4, 33.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ιησού, ο κακοποιός θα ήταν στον Παράδεισο. Η λέξη αυτή σημαίνει «πάρκο ή τόπος αναψυχής». Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα απέδωσε την εβραϊκή λέξη γκαν, που σημαίνει «κήπος», με τη λέξη παράδεισος, όπως για παράδειγμα στο εδάφιο Γένεση 2:8. Ο παράδεισος στον οποίο θα είναι ο κακοποιός δεν θα είναι “ο παράδεισος του Θεού” που υπόσχεται Εκείνος «σε αυτόν που νικάει», σύμφωνα με το εδάφιο Αποκάλυψη 2:7, διότι ο κακοποιός δεν νίκησε τον κόσμο μαζί με τον Ιησού Χριστό. (Ιωα 16:33) Άρα, ο κακοποιός δεν θα ήταν στην ουράνια Βασιλεία ως μέλος της (Λου 22:28-30), αλλά θα ήταν υπήκοος της Βασιλείας όταν εκείνοι που θα λάβαιναν μέρος στην «πρώτη ανάσταση» θα κάθονταν σε θρόνους, ως βασιλιάδες του Θεού και του Χριστού, για να βασιλέψουν με τον Χριστό χίλια χρόνια.—Απ 20:4, 6.
«Δικαίων και αδίκων». Ο απόστολος Παύλος είπε σε μια ομάδα Ιουδαίων οι οποίοι έτρεφαν την ελπίδα της ανάστασης ότι «πρόκειται να γίνει ανάσταση δικαίων και αδίκων».—Πρ 24:15.
Η Αγία Γραφή καθιστά σαφές ποιοι είναι οι “δίκαιοι”. Κατ’ αρχάς, ανακηρύσσονται δίκαιοι εκείνοι που πρόκειται να έχουν ουράνια ανάσταση.—Ρω 8:28-30.
Κατόπιν, η Αγία Γραφή αποκαλεί δίκαιους κάποιους ανθρώπους της αρχαιότητας, όπως ο Αβραάμ, οι οποίοι ήταν πιστοί. (Γε 15:6· Ιακ 2:21) Πολλοί από αυτούς κατονομάζονται στο 11ο κεφάλαιο της επιστολής προς τους Εβραίους, και ο συγγραφέας λέει σχετικά με αυτούς: «Και εντούτοις όλοι αυτοί, μολονότι δόθηκε μαρτυρία σχετικά με αυτούς διαμέσου της πίστης τους, δεν έλαβαν την εκπλήρωση της υπόσχεσης, επειδή ο Θεός προείδε κάτι καλύτερο για εμάς [τους γεννημένους από το πνεύμα, χρισμένους Χριστιανούς όπως ήταν ο Παύλος], ώστε αυτοί να μην τελειοποιηθούν χωρίς εμάς». (Εβρ 11:39, 40) Επομένως, η τελειοποίηση αυτών των ανθρώπων θα λάβει χώρα μετά την τελειοποίηση εκείνων που συμμετέχουν στην «πρώτη ανάσταση».
Επιπλέον, υπάρχει το «μεγάλο πλήθος» που περιγράφεται στο 7ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης, τα μέλη του οποίου δεν ανήκουν στους 144.000 “σφραγισμένους” και ως εκ τούτου δεν έχουν την «εγγύηση» του πνεύματος ως άτομα γεννημένα από το πνεύμα. (Εφ 1:13, 14· 2Κο 5:5) Για τα άτομα αυτά αναφέρεται ότι έρχονται ως επιζώντες «από τη μεγάλη θλίψη», στοιχείο που φαίνεται να τοποθετεί τη σύναξη αυτής της ομάδας στις τελευταίες ημέρες λίγο πριν από εκείνη τη θλίψη. Αυτοί είναι δίκαιοι μέσω πίστης, εφόσον είναι ντυμένοι με λευκές στολές που τις έπλυναν στο αίμα του Αρνιού. (Απ 7:1, 9-17) Ως τάξη, δεν θα χρειαστεί να αναστηθούν, ωστόσο τα πιστά άτομα από αυτή την ομάδα τα οποία πεθαίνουν πριν από τη μεγάλη θλίψη πρόκειται να αναστηθούν στον ορισμένο καιρό του Θεού.
Επίσης, υπάρχουν πολλά “άδικα” άτομα που βρίσκονται θαμμένα στον Σιεόλ (Άδη), τον κοινό τάφο της ανθρωπότητας, ή στον υγρό τάφο της “θάλασσας”. Η κρίση αυτών των ατόμων, καθώς και των «δικαίων» που θα αναστηθούν στη γη, περιγράφεται στα εδάφια Αποκάλυψη 20:12, 13: «Και είδα τους νεκρούς, τους μεγάλους και τους μικρούς, να στέκονται ενώπιον του θρόνου, και ανοίχτηκαν ρόλοι. Και ανοίχτηκε άλλος ρόλος· αυτός είναι ο ρόλος της ζωής. Και οι νεκροί κρίθηκαν με βάση εκείνα που ήταν γραμμένα στους ρόλους σύμφωνα με τα έργα τους. Και η θάλασσα έδωσε εκείνους που ήταν νεκροί σε αυτήν, και ο θάνατος και ο Άδης έδωσαν εκείνους που ήταν νεκροί σε αυτούς, και εκείνοι κρίθηκαν ατομικά σύμφωνα με τα έργα τους».
Πότε λαβαίνει χώρα η επίγεια ανάσταση. Παρατηρούμε ότι αυτή η κρίση τοποθετείται στην Αγία Γραφή στην αφήγηση των γεγονότων που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας του Χριστού με τους συμβασιλείς και συνιερείς του. Αυτοί, σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, «θα κρίνουν τον κόσμο». (1Κο 6:2) “Οι μεγάλοι και οι μικροί”, άτομα από όλα τα κοινωνικά στρώματα, θα βρίσκονται εκεί για να κριθούν αμερόληπτα. Θα “κριθούν με βάση εκείνα που θα είναι γραμμένα στους ρόλους” οι οποίοι θα ανοιχτούν τότε. Αυτό δεν θα μπορούσε να αναφέρεται στο υπόμνημα που δημιούργησαν κατά την προηγούμενη ζωή τους ούτε σε κάποιον κώδικα κανόνων βάσει του οποίου θα κριθούν για την προηγούμενη ζωή τους, διότι εφόσον «ο μισθός που πληρώνει η αμαρτία είναι θάνατος», εκείνοι με το θάνατό τους έλαβαν το μισθό τους για την προηγούμενη αμαρτία τους. (Ρω 6:7, 23) Τώρα ανασταίνονται προκειμένου να δείξουν ποια είναι η στάση τους απέναντι στον Θεό, καθώς και αν επιθυμούν να επωφεληθούν από τη λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού που δόθηκε για όλους. (Ματ 20:28· Ιωα 3:16) Αν και δεν τους υπολογίζονται οι αμαρτίες που διέπραξαν στο παρελθόν, χρειάζονται το λύτρο για να ανυψωθούν σε τελειότητα. Πρέπει να ανακαινίσουν το νου τους από την προηγούμενη πορεία της ζωής τους και τον προηγούμενο τρόπο σκέψης τους, και να τον εναρμονίσουν με το θέλημα του Θεού και με τις διατάξεις του για τη γη και τους κατοίκους της. Κατά συνέπεια, οι «ρόλοι» προφανώς παρουσιάζουν το θέλημα και το νόμο του Θεού για αυτούς στο διάστημα της Ημέρας της Κρίσης, η δε βάση για να κριθούν και για να γραφτούν τα ονόματά τους ανεξίτηλα πια στο “ρόλο της ζωής” είναι η πίστη τους και η υπακοή τους σε αυτά τα πράγματα.
Ανάσταση για Ζωή και για Κρίση. Ο Ιησούς έδωσε την εξής παρηγορητική διαβεβαίωση στην ανθρωπότητα: «Έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι νεκροί θα ακούσουν τη φωνή του Γιου του Θεού και αυτοί που έχουν δώσει προσοχή θα ζήσουν. . . . Μη θαυμάζετε για αυτό, επειδή έρχεται η ώρα κατά την οποία όλοι όσοι είναι στα μνημεία θα ακούσουν τη φωνή του και θα βγουν, όσοι έκαναν καλά πράγματα σε ανάσταση ζωής, όσοι έπραξαν απαίσια πράγματα σε ανάσταση κρίσης».—Ιωα 5:25-29.
Καταδικαστική κρίση. Η λέξη κρίσις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που χρησιμοποιείται εδώ στα λόγια του Ιησού έχει, σύμφωνα με τον Πάρκχερστ, τις εξής έννοιες στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές: «α. Κρίση. . . . β. Κρίση, δικαιοσύνη. Ματ. 23:23. Πρβλ. 12:20. . . . γ. Καταδικαστική κρίση, καταδίκη, κατάρα. Μάρκ. 3:29. Ιωάν. 5:24, 29. . . . δ. Η αιτία ή η βάση για καταδίκη ή τιμωρία. Ιωάν. 3:19. ε. Δικαστήριο των Ιουδαίων, . . . Ματ. 5:21, 22».—Ελληνικό και Αγγλικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης (A Greek and English Lexicon to the New Testament), Λονδίνο, 1845, σ. 342.
Αν ο Ιησούς χρησιμοποιούσε τη λέξη κρίση με την έννοια μιας δίκης της οποίας το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ζωή, τότε δεν θα υπήρχε καμιά αντίθεση ανάμεσα σε αυτήν και στην «ανάσταση ζωής». Άρα, τα συμφραζόμενα υποδηλώνουν ότι ο Ιησούς χρησιμοποίησε τη λέξη «κρίση» με την έννοια της καταδικαστικής κρίσης.
«Οι νεκροί» που άκουσαν τον Ιησού να μιλάει όταν αυτός ήταν στη γη. Από τα λόγια του Ιησού παρατηρούμε πως, όταν μιλούσε ο Ιησούς, κάποιοι από τους “νεκρούς” άκουγαν τη φωνή του. Ο Πέτρος χρησιμοποίησε παρόμοια φρασεολογία, λέγοντας: «Διότι γι’ αυτόν το σκοπό διακηρύχτηκαν τα καλά νέα και στους νεκρούς, ώστε αυτοί να κριθούν ως προς τη σάρκα από την άποψη των ανθρώπων αλλά να ζήσουν ως προς το πνεύμα από την άποψη του Θεού». (1Πε 4:6) Αυτό συμβαίνει επειδή εκείνοι που άκουγαν τον Χριστό ήταν «νεκροί στα παραπτώματα και στις αμαρτίες» πριν ακούσουν αλλά θα άρχιζαν να “ζουν” πνευματικά λόγω της πίστης τους στα καλά νέα.—Εφ 2:1· παράβαλε Ματ 8:22· 1Τι 5:6.
Το εδάφιο Ιωάννης 5:29 αναφέρεται στο τέλος της περιόδου κρίσης. Ωστόσο, ένα πολύ σημαντικό, αξιοπρόσεκτο σημείο, το οποίο μας βοηθάει να προσδιορίσουμε τη χρονική περίοδο στην οποία αναφέρεται η δήλωση του Ιησού σχετικά με την «ανάσταση ζωής» και την «ανάσταση κρίσης», είναι τα όσα είχε πει προηγουμένως, στην ίδια εκείνη περίπτωση, για εκείνους που ζούσαν τότε και οι οποίοι ήταν πνευματικά νεκροί (όπως εξηγείται στον υπότιτλο “Μετάβαση από το Θάνατο στη Ζωή”): «Έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι νεκροί θα ακούσουν τη φωνή του Γιου του Θεού και αυτοί που έχουν δώσει προσοχή [οἱ ἀκούσαντες, Κείμενο] θα ζήσουν». (Ιωα 5:25) Αυτό υποδηλώνει ότι δεν αναφερόταν σε όποιον θα άκουγε απλώς τον ήχο της φωνής του αλλά, μάλλον, στους “ακούσαντες”, δηλαδή εκείνους που, αφού ακούσουν, δέχονται τα όσα άκουσαν ως αληθινά. Η λέξη «ακούω» χρησιμοποιείται πολύ συχνά στην Αγία Γραφή με την έννοια του «δίνω προσοχή» ή «υπακούω». (Βλέπε ΥΠΑΚΟΗ.) Εκείνοι που αποδεικνύονται υπάκουοι θα ζήσουν. (Παράβαλε τη χρήση της λέξης ἀκούω στα εδάφια Ιωα 6:60· 8:43, 47· 10:3, 27.) Τα άτομα αυτά κρίνονται, όχι με βάση τα όσα έκαναν πριν ακούσουν τη φωνή του, αλλά με βάση τα όσα κάνουν αφού την ακούσουν.
Έτσι λοιπόν, όταν ο Ιησούς μιλάει για όσους «έκαναν καλά πράγματα» και για όσους «έπραξαν απαίσια πράγματα», προφανώς τοποθετείται χρονικά σε ανάλογο σημείο, δηλαδή σε κάποιο χρονικό σημείο στο τέλος της περιόδου κρίσης, και από εκείνο το σημείο κάνει μια αναδρομή ή απολογισμό των πράξεων που έκαναν οι αναστημένοι αφού τους δόθηκε η ευκαιρία να δείξουν υπακοή ή ανυπακοή σε «εκείνα που ήταν γραμμένα στους ρόλους». Μόνο στο τέλος της περιόδου κρίσης θα γίνει φανερό ποιοι έκαναν το καλό ή το κακό. Η έκβαση για όσους «έκαναν καλά πράγματα» (σύμφωνα με «εκείνα που ήταν γραμμένα στους ρόλους») θα είναι ζωή, ως ανταμοιβή, ενώ για όσους «έπραξαν απαίσια πράγματα», καταδικαστική κρίση. Η ανάσταση θα καταλήξει είτε σε ζωή είτε σε καταδίκη.
Η τακτική της αναφοράς στα γεγονότα μέσα από το πρίσμα της τελικής έκβασής τους, ή της αναφοράς σε αυτά σαν να έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, σαν μια αναδρομή στο παρελθόν, είναι κάτι το συνηθισμένο στην Αγία Γραφή, διότι ο Θεός είναι «Εκείνος που από την αρχή λέει το τέλος, και εκ των προτέρων τα πράγματα που δεν έχουν γίνει». (Ησ 46:10) Ο Ιούδας βλέπει τα πράγματα από την ίδια σκοπιά όταν αναφέρεται στους διεφθαρμένους ανθρώπους που είχαν διεισδύσει στην εκκλησία, λέγοντας: «Αλίμονο σε αυτούς, επειδή έχουν ακολουθήσει το δρόμο του Κάιν και έχουν ορμήσει στην εσφαλμένη πορεία του Βαλαάμ για αμοιβή και έχουν αφανιστεί [ἀπώλοντο, Κείμενο] με τη στασιαστική ομιλία του Κορέ!» (Ιου 11) Κάποιες προφητείες χρησιμοποιούν παρόμοια γλώσσα.—Παράβαλε Ησ 40:1, 2· 46:1· Ιερ 48:1-4.
Συνεπώς, η σκοπιά από την οποία εξετάζει τα πράγματα το εδάφιο Ιωάννης 5:29 δεν συμπίπτει με εκείνη του εδαφίου Πράξεις 24:15, όπου ο Παύλος μιλάει για την «ανάσταση δικαίων και αδίκων». Ο Παύλος αναφέρεται ξεκάθαρα σε εκείνους που είχαν δίκαιη ή άδικη υπόσταση ενώπιον του Θεού κατά τη διάρκεια της παρούσας ζωής, και οι οποίοι θα αναστηθούν. Πρόκειται για “όσους είναι στα μνημεία”. (Ιωα 5:28· βλέπε ΜΝΗΜΑ.) Στο εδάφιο Ιωάννης 5:29, ο Ιησούς εξετάζει την κατάσταση αυτών των ατόμων αφού έχουν βγει από τα μνημεία και αφού έχουν καταδείξει με την πορεία ενέργειάς τους, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιησού Χριστού και των συμβασιλέων και συνιερέων του, ότι είναι είτε υπάκουοι, με ανταμοιβή την αιώνια “ζωή”, είτε ανυπάκουοι, και επομένως άξιοι «[καταδικαστικής] κρίσης» από τον Θεό.
Ανάκτηση της Ψυχής από τον Σιεόλ. Ο Βασιλιάς Δαβίδ του Ισραήλ έγραψε: «Έχω θέσει μόνιμα τον Ιεχωβά μπροστά μου. Επειδή αυτός είναι στα δεξιά μου, δεν θα κλονιστώ . . . Μάλιστα και η σάρκα μου θα κατοικήσει με ασφάλεια. Διότι δεν θα αφήσεις την ψυχή μου στον Σιεόλ. Δεν θα επιτρέψεις να δει ο όσιός σου το λάκκο». (Ψλ 16:8-11) Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ., ο απόστολος Πέτρος εφάρμοσε αυτόν τον ψαλμό στον Ιησού Χριστό, διακηρύττοντας στους Ιουδαίους το αληθές της ανάστασης του Χριστού. (Πρ 2:25-31) Συνεπώς, οι Γραφές, τόσο οι Εβραϊκές όσο και οι Ελληνικές, δείχνουν ότι αυτό που αναστήθηκε ήταν η «ψυχή» του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) «Σάρκα και αίμα δεν μπορούν να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού», είπε ο απόστολος Παύλος. (1Κο 15:50) Αυτό θα απέκλειε επίσης τη σάρκα και τα οστά. Η σάρκα και τα οστά δεν έχουν ζωή αν δεν έχουν αίμα, διότι το αίμα περιέχει την «ψυχή», αποτελεί δηλαδή το αναγκαίο στοιχείο για τη ζωή ενός πλάσματος από σάρκα.—Γε 9:4.
Από την αρχή μέχρι το τέλος των Γραφών γίνεται φανερό ότι δεν υπάρχει «άυλη ψυχή» που να είναι ξεχωριστή και διακριτή από το σώμα. Η ψυχή πεθαίνει όταν πεθαίνει το σώμα. Ακόμη και για τον Ιησού Χριστό είναι γραμμένο ότι «έχυσε την ψυχή του στο θάνατο». Η ψυχή του βρέθηκε στον Σιεόλ. Στο διάστημα αυτό εκείνος δεν υπήρχε ως ψυχή ή ως άτομο. (Ησ 53:12· Πρ 2:27· παράβαλε Ιεζ 18:4· βλέπε ΨΥΧΗ.) Συνεπώς, στην ανάσταση δεν γίνεται επανένωση της ψυχής με το σώμα. Παρ’ όλα αυτά, ανεξάρτητα από το αν το άτομο είναι πνευματικό ή γήινο, θα πρέπει να έχει ένα σώμα, έναν οργανισμό, διότι όλα τα άτομα, τόσο τα ουράνια όσο και τα γήινα, έχουν σώματα. Για να αποτελέσει ξανά άτομο εκείνος που πέθανε, θα πρέπει να έχει ένα σώμα, είτε φυσικό είτε πνευματικό. Η Αγία Γραφή λέει: «Αν υπάρχει φυσικό σώμα, υπάρχει και πνευματικό».—1Κο 15:44.
Αλλά μήπως στην ανάσταση επανασυντίθεται το παλιό σώμα; Ή μήπως το καινούριο σώμα είναι ακριβές αντίγραφο του προηγούμενου, πανομοιότυπο με το σώμα που είχε το άτομο όταν πέθανε; Οι Γραφές, αναφερόμενες στην ανάσταση των χρισμένων αδελφών του Χριστού σε ζωή στους ουρανούς, απαντούν αρνητικά σε αυτό: «Παρ’ όλα αυτά, κάποιος θα πει: “Πώς θα εγερθούν οι νεκροί; Ναι, με τι είδους σώμα έρχονται;” Παράλογε άνθρωπε! Αυτό που σπέρνεις δεν ζωοποιείται αν πρώτα δεν πεθάνει· και όσον αφορά αυτό που σπέρνεις, σπέρνεις, όχι το σώμα που θα αναπτυχθεί, αλλά έναν γυμνό κόκκο, ίσως σιταριού ή οποιουδήποτε από τους υπόλοιπους· ο Θεός όμως του δίνει σώμα όπως έχει ευαρεστηθεί, και στον καθένα από τους σπόρους το δικό του σώμα».—1Κο 15:35-38.
Εκείνοι που θα ζήσουν στον ουρανό λαβαίνουν πνευματικό σώμα, διότι ο Θεός ευαρεστείται να είναι τα σώματά τους κατάλληλα για το ουράνιο περιβάλλον στο οποίο θα βρίσκονται. Αλλά τι σώμα δίνει ο Ιεχωβά σε εκείνους τους οποίους ευαρεστείται να εγείρει στην επίγεια ανάσταση; Δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο σώμα που είχαν, από τα ίδια ακριβώς άτομα ύλης. Αν πεθάνει ένας άνθρωπος και θαφτεί, το σώμα του μετατρέπεται μέσω της διαδικασίας της αποσύνθεσης σε χημικές ουσίες οι οποίες μπορούν να απορροφηθούν από τη βλάστηση. Κάποιοι μπορεί να φάνε αυτή τη βλάστηση. Τα στοιχεία, τα άτομα ύλης που συνέθεταν το αρχικό σώμα, βρίσκονται πλέον σε πολλά σώματα. Στην ανάσταση είναι προφανές ότι τα ίδια άτομα ύλης δεν μπορούν να βρίσκονται συγχρόνως και στο αρχικό σώμα και σε όλα τα υπόλοιπα.
Ούτε είναι απαραίτητο να αποτελεί το αναστημένο σώμα πανομοιότυπο αντίγραφο του σώματος που είχε το άτομο τη στιγμή του θανάτου. Αν το σώμα κάποιου ήταν ακρωτηριασμένο πριν από το θάνατό του, μήπως αυτός θα επιστρέψει ακρωτηριασμένος; Κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο, διότι ο άνθρωπος αυτός ίσως να μην είναι καν σε θέση να ακούσει και να κάνει “εκείνα που είναι γραμμένα στους ρόλους”. (Απ 20:12) Ας υποθέσουμε ότι κάποιος πέθανε λόγω ολικής απώλειας αίματος. Μήπως θα επιστρέψει χωρίς αίμα; Όχι, διότι δεν θα μπορούσε να ζήσει με ένα γήινο σώμα χωρίς αίμα. (Λευ 17:11, 14) Αντίθετα, θα του δινόταν ένα σώμα κατά την ευαρέστηση του Θεού. Εφόσον είναι θέλημα και ευαρέστηση του Θεού να υπακούσει το αναστημένο άτομο σε όσα είναι «γραμμένα στους ρόλους», το άτομο αυτό θα πρέπει να διαθέτει ένα υγιές σώμα που να είναι σε θέση να επιτελεί όλες τις λειτουργίες του. (Μολονότι το σώμα του Λαζάρου είχε αρχίσει να αποσυντίθεται, ο Ιησούς ανέστησε τον Λάζαρο με ένα άρτιο, υγιές σώμα. [Ιωα 11:39]) Με αυτόν τον τρόπο το άτομο θα μπορεί ορθά και δίκαια να θεωρηθεί υπεύθυνο για τις πράξεις που θα κάνει στη διάρκεια της περιόδου κρίσης. Ωστόσο, το άτομο δεν θα είναι τέλειο όταν επανέλθει, διότι θα πρέπει να ασκήσει πίστη στο λύτρο του Χριστού και να επωφεληθεί από τις ιερατικές υπηρεσίες του Χριστού και του “βασιλικού ιερατείου” του.—1Πε 2:9· Απ 5:10· 20:6.
“Μετάβαση από το Θάνατο στη Ζωή”. Ο Ιησούς μίλησε για εκείνους που “έχουν αιώνια ζωή” επειδή ακούν τα λόγια του με πίστη και υπακοή και ακολούθως πιστεύουν στον Πατέρα που τον έστειλε. Για τον καθένα από αυτούς ατομικά είπε: «Δεν έρχεται σε κρίση αλλά έχει μεταβεί από το θάνατο στη ζωή. Αληθινά, αληθινά σας λέω: Έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, που οι νεκροί θα ακούσουν τη φωνή του Γιου του Θεού και αυτοί που έχουν δώσει προσοχή θα ζήσουν».—Ιωα 5:24, 25.
Εκείνοι που είχαν “ήδη μεταβεί από το θάνατο στη ζωή” δεν θα μπορούσαν να είναι άτομα που είχαν πεθάνει κατά γράμμα και βρίσκονταν σε πραγματικούς τάφους. Όταν είπε αυτά τα λόγια ο Ιησούς, όλη η ανθρωπότητα υπόκειτο στην καταδίκη του θανάτου ενώπιον του Θεού, του Κριτή όλων. Άρα, ο Ιησούς αναφερόταν προφανώς σε άτομα εδώ στη γη τα οποία ήταν νεκρά με πνευματική έννοια. Ο Ιησούς πρέπει να είχε υπόψη του τέτοιου είδους άτομα, νεκρά από πνευματική άποψη, όταν είπε σε κάποιον Ιουδαίο που ήθελε να πάει πρώτα στο σπίτι του για να θάψει τον πατέρα του: «Να με ακολουθείς, και άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους».—Ματ 8:21, 22.
Όσοι γίνονται Χριστιανοί με αληθινή πίστη βρίσκονταν κάποτε ανάμεσα στους πνευματικά νεκρούς ανθρώπους του κόσμου. Ο απόστολος Παύλος υπενθύμισε στην εκκλησία αυτό το γεγονός, λέγοντας: «Εσάς ζωοποίησε ο Θεός μολονότι ήσασταν νεκροί στα παραπτώματα και στις αμαρτίες σας, στις οποίες περπατήσατε κάποτε σύμφωνα με το σύστημα πραγμάτων αυτού του κόσμου . . . Αλλά ο Θεός, που είναι πλούσιος σε έλεος, λόγω της μεγάλης αγάπης του με την οποία μας αγάπησε, μας ζωοποίησε μαζί με τον Χριστό, όταν μάλιστα ήμασταν νεκροί στα παραπτώματα—με παρ’ αξία καλοσύνη έχετε σωθεί—και μας ήγειρε μαζί και μας έβαλε να καθήσουμε μαζί στους ουράνιους τόπους σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού».—Εφ 2:1, 2, 4-6.
Συνεπώς, λόγω του ότι δεν περπατούν πια μέσα σε παραπτώματα και αμαρτίες εναντίον του Θεού, καθώς και λόγω της πίστης τους στον Χριστό, ο Ιεχωβά ήρε από πάνω τους την καταδίκη. Τους ήγειρε από τον πνευματικό θάνατο και τους έδωσε την ελπίδα της αιώνιας ζωής. (1Πε 4:3-6) Ο απόστολος Ιωάννης περιγράφει αυτή τη μετάβαση από την κατάσταση της νέκρωσης—στην οποία είχαν περιπέσει εξαιτίας των παραπτωμάτων και των αμαρτιών—στην κατάσταση της πνευματικής ζωής, με τα εξής λόγια: «Μην απορείτε, αδελφοί, που σας μισεί ο κόσμος. Εμείς γνωρίζουμε ότι έχουμε μεταβεί από το θάνατο στη ζωή, επειδή αγαπάμε τους αδελφούς».—1Ιω 3:13, 14.
Παρ’ Αξία Καλοσύνη του Θεού. Η προμήθεια της ανάστασης για την ανθρωπότητα αποτελεί πράγματι παρ’ αξία καλοσύνη του Ιεχωβά Θεού, διότι ο Ιεχωβά δεν ήταν υποχρεωμένος να παράσχει αυτή την προμήθεια. Η αγάπη για τον κόσμο της ανθρωπότητας τον υποκίνησε να δώσει τον μονογενή του Γιο, έτσι ώστε εκατομμύρια, ακόμη και δισεκατομμύρια, άνθρωποι οι οποίοι πέθαναν χωρίς να έχουν πραγματική γνώση για τον Θεό να έχουν την ευκαιρία να τον γνωρίσουν και να τον αγαπήσουν, και να μπορούν επίσης όσοι τον αγαπούν και τον υπηρετούν να έχουν αυτή την ελπίδα και την ενθάρρυνση για να υπομένουν πιστά, ακόμη και μέχρι θανάτου. (Ιωα 3:16) Ο απόστολος Παύλος παρηγορεί τους συγχριστιανούς του με την ελπίδα της ανάστασης, γράφοντας στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης σχετικά με άτομα από την εκκλησία που είχαν πεθάνει και τα οποία είχαν την ελπίδα της ουράνιας ανάστασης: «Επιπλέον, αδελφοί, δεν θέλουμε να έχετε άγνοια σχετικά με εκείνους που κοιμούνται τον ύπνο του θανάτου, ώστε να μη λυπάστε όπως και οι υπόλοιποι οι οποίοι δεν έχουν ελπίδα. Διότι αν η πίστη μας είναι ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι και εκείνους που έχουν κοιμηθεί τον ύπνο του θανάτου μέσω του Ιησού ο Θεός θα τους φέρει μαζί με αυτόν».—1Θε 4:13, 14.
Παρόμοια, για όσους πέθαναν πιστοί στον Θεό με την ελπίδα να ζήσουν στη γη υπό τη Μεσσιανική Βασιλεία του Θεού, αλλά και για άλλα άτομα τα οποία δεν έχουν γνωρίσει τον Θεό, οι Χριστιανοί δεν θα πρέπει να λυπούνται όπως οι υπόλοιποι οι οποίοι δεν έχουν ελπίδα. Όταν ανοιχτεί ο Σιεόλ (Άδης), όσοι βρίσκονται εκεί θα βγουν. Η Αγία Γραφή μνημονεύει πολλά άτομα τα οποία έχουν πάει εκεί, μεταξύ των οποίων τους λαούς της αρχαίας Αιγύπτου, της Ασσυρίας, του Ελάμ, του Μεσέχ, του Θουβάλ, του Εδώμ και της Σιδώνας. (Ιεζ 32:18-31) Ο Ιησούς έδειξε ότι τουλάχιστον μερικοί από τη Βηθσαϊδά, τη Χοραζίν και την Καπερναούμ, οι οποίοι προηγουμένως είχαν δείξει αμετανόητη στάση, θα ήταν παρόντες στην Ημέρα της Κρίσης. Αν και θα ήταν πολύ δύσκολο να μετανοήσουν λόγω της προηγούμενης στάσης τους, ωστόσο θα τους δινόταν αυτή η ευκαιρία.—Ματ 11:20-24· Λου 10:13-15.
Το λύτρο εφαρμόζεται σε όλους εκείνους για τους οποίους δόθηκε. Η μεγαλοσύνη και το εύρος της αγάπης και της παρ’ αξία καλοσύνης που εκδήλωσε ο Θεός δίνοντας τον Γιο του, ώστε “όποιος ασκεί πίστη σε αυτόν να έχει ζωή”, δεν θα περιόριζε την εφαρμογή του λύτρου μόνο σε όσους επιλέγει Εκείνος για την ουράνια κλήση. (Ιωα 3:16) Στην πραγματικότητα, η λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού δεν θα εφαρμοζόταν πλήρως αν περιοριζόταν μόνο σε εκείνους που γίνονται μέλη της Βασιλείας των ουρανών. Δεν θα επιτελούσε στο πλήρες το σκοπό για τον οποίο την προμήθευσε ο Θεός, επειδή σκοπός του Θεού ήταν να έχει η Βασιλεία επίγειους υπηκόους. Ο Ιησούς Χριστός δεν είναι μόνο ο Αρχιερέας των υφιερέων που είναι μαζί του, αλλά είναι επίσης Αρχιερέας για τον κόσμο της ανθρωπότητας που θα ζει όταν οι σύντροφοί του θα βασιλεύουν και θα ιερατεύουν μαζί του. (Απ 20:4, 6) «Έχει δοκιμαστεί από όλες τις απόψεις όπως εμείς [οι πνευματικοί αδελφοί του], αλλά χωρίς αμαρτία». Συνεπώς, μπορεί να αισθανθεί συμπόνια για τις αδυναμίες εκείνων που προσπαθούν ευσυνείδητα να υπηρετούν τον Θεό. Οι δε συμβασιλείς και συνιερείς του έχουν επίσης δοκιμαστεί με τον ίδιο τρόπο. (Εβρ 4:15, 16· 1Πε 4:12, 13) Προς όφελος τίνων θα μπορούσαν να είναι ιερείς, αν όχι προς όφελος της ανθρωπότητας, περιλαμβανομένων και των αναστημένων, κατά τη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας και της περιόδου κρίσης;
Οι υπηρέτες του Θεού αδημονούν να έρθει η ημέρα κατά την οποία η ανάσταση θα ολοκληρώσει το έργο της. Κατά την επεξεργασία των σκοπών του, ο Θεός όρισε επακριβώς τον κατάλληλο καιρό για την ανάσταση, έναν καιρό κατά τον οποίο η σοφία και η μακροθυμία του θα δικαιωθούν πλήρως. (Εκ 3:1-8) Εφόσον Εκείνος και ο Γιος του έχουν τόσο την ικανότητα όσο και τη θέληση να επιτελέσουν την ανάσταση, θα τη φέρουν σε πέρας στον προσδιορισμένο καιρό.
Ο Ιεχωβά προσμένει με χαρά την ανάσταση. Ο Ιεχωβά και ο Γιος του πρέπει να προσμένουν την πλήρη επιτέλεση αυτού του έργου με μεγάλη χαρά. Ο Ιησούς έδειξε πόσο πρόθυμος είναι αλλά και πόσο επιθυμεί να κάνει αυτό το έργο όταν ένας λεπρός τον ικέτευσε: «“Αν εσύ θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις”. Τότε [ο Ιησούς] ένιωσε ευσπλαχνία και άπλωσε το χέρι του, τον άγγιξε και του είπε: “Θέλω. Καθαρίσου”. Και αμέσως η λέπρα εξαφανίστηκε από αυτόν, και αυτός καθαρίστηκε». Αυτό το συγκινητικό περιστατικό, το οποίο καταδεικνύει τη στοργική καλοσύνη του Χριστού για την ανθρωπότητα, το κατέγραψαν τρεις από τους Ευαγγελιστές. (Μαρ 1:40-42· Ματ 8:2, 3· Λου 5:12, 13) Όσον αφορά δε την αγάπη και την προθυμία που έχει ο Ιεχωβά να βοηθήσει την ανθρωπότητα, θυμόμαστε και πάλι τα λόγια του πιστού Ιώβ: «Αν ο ακμαίος άνθρωπος πεθάνει, μπορεί να ξαναζήσει; . . . Θα καλέσεις, και εγώ θα σου απαντήσω. Θα έχεις λαχτάρα για το έργο των χεριών σου».—Ιωβ 14:14, 15.
Κάποιοι Δεν θα Αναστηθούν. Ενώ αληθεύει ότι η λυτρωτική θυσία του Χριστού δόθηκε για την ανθρωπότητα γενικά, ο Ιησούς άφησε να εννοηθεί ότι παρ’ όλα αυτά η ουσιαστική εφαρμογή της θα υπόκειτο σε κάποιους περιορισμούς, όταν είπε: «Ακριβώς όπως ο Γιος του ανθρώπου ήρθε, όχι για να τον διακονήσουν, αλλά για να διακονήσει και να δώσει την ψυχή του λύτρο σε αντάλλαγμα για πολλούς». (Ματ 20:28) Ο Ιεχωβά Θεός έχει το δικαίωμα να μη δεχτεί λύτρο για οποιονδήποτε κρίνει ανάξιο. Το λύτρο του Χριστού καλύπτει τις αμαρτίες που έχει ένα άτομο λόγω του γεγονότος ότι είναι παιδί του αμαρτωλού Αδάμ, αλλά κάποιος μπορεί να επιδεινώσει την κατάστασή του με τη δική του θεληματική, εκούσια πορεία αμαρτίας, και έτσι να οδηγηθεί στο θάνατο για αυτού του είδους την αμαρτία που δεν καλύπτεται από το λύτρο.
Αμαρτία εναντίον του αγίου πνεύματος. Ο Ιησούς Χριστός είπε ότι όποιος αμάρτανε εναντίον του αγίου πνεύματος δεν θα συγχωρούνταν ούτε στο παρόν σύστημα πραγμάτων ούτε σε εκείνο που πρόκειται να έρθει. (Ματ 12:31, 32) Επομένως, το άτομο για το οποίο ο Θεός θα έκρινε ότι είχε αμαρτήσει εναντίον του αγίου πνεύματος στο παρόν σύστημα πραγμάτων δεν θα ωφελούνταν από την ανάσταση, εφόσον οι αμαρτίες του δεν θα συγχωρούνταν ποτέ, πράγμα που θα καθιστούσε άσκοπη την ανάστασή του. Ο Ιησούς εξέφερε κρίση εναντίον του Ιούδα του Ισκαριώτη όταν τον αποκάλεσε «γιο της καταστροφής». Το λύτρο δεν θα είχε εφαρμογή στην περίπτωσή του και, εφόσον η καταστροφή του αποτελούσε ήδη μη αναιρέσιμη δικαστική απόφαση, ο Ιούδας δεν πρόκειται να αναστηθεί.—Ιωα 17:12.
Στους Ιουδαίους θρησκευτικούς ηγέτες που του εναντιώνονταν ο Ιησούς είπε: «Πώς θα ξεφύγετε από την κρίση της Γέεννας [σύμβολο αιώνιας καταστροφής];» (Ματ 23:33· βλέπε ΓΕΕΝΝΑ.) Τα λόγια του υποδεικνύουν ότι, αν αυτά τα άτομα δεν έκαναν τις ανάλογες ενέργειες προκειμένου να στραφούν στον Θεό πριν από το θάνατό τους, θα αντιμετώπιζαν τελικά δυσμενή κρίση. Στην περίπτωσή τους, η ανάσταση δεν θα εξυπηρετούσε κανέναν σκοπό. Αυτό φαίνεται ότι ισχύει, επίσης, για τον “άνθρωπο της ανομίας”.—2Θε 2:3, 8· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
Καθώς ο Παύλος αναφέρεται σε εκείνους οι οποίοι γνώρισαν την αλήθεια, έγιναν μέτοχοι του αγίου πνεύματος και κατόπιν έπεσαν, λέει ότι έχουν πέσει σε μια κατάσταση στην οποία είναι αδύνατον «να τους αναζωογονήσει κανείς πάλι σε μετάνοια, επειδή οι ίδιοι ξανακρεμούν στο ξύλο τον Γιο του Θεού και τον ντροπιάζουν δημόσια». Το λύτρο δεν μπορεί πια να τους βοηθήσει, οπότε δεν πρόκειται να αναστηθούν. Ο απόστολος στη συνέχεια τους παρομοιάζει με έναν αγρό ο οποίος παράγει μόνο αγκάθια και τριβόλια και, ως εκ τούτου, απορρίπτεται, με τελική κατάληξη τη φωτιά. Αυτό δείχνει παραστατικά ποιο είναι το μέλλον αυτών των ατόμων: ο πλήρης αφανισμός.—Εβρ 6:4-8.
Ο Παύλος επαναλαμβάνει ότι, για όσους “αμαρτάνουν εκούσια, αφού πρώτα έχουν λάβει την ακριβή γνώση της αλήθειας, δεν απομένει πια θυσία για αμαρτίες, αλλά απομένει κάποια φοβερή προσδοκία κρίσης και μια πύρινη ζηλοτυπία που πρόκειται να καταφάει αυτούς που εναντιώνονται”. Στη συνέχεια εξηγεί με παράδειγμα τι σημαίνει αυτό: «Όποιος έχει αδιαφορήσει για το νόμο του Μωυσή πεθαίνει χωρίς συμπόνια, με τη μαρτυρία δύο ή τριών. Για πόσο πιο αυστηρή τιμωρία, νομίζετε, θα υπολογιστεί άξιος εκείνος που έχει ποδοπατήσει τον Γιο του Θεού και έχει θεωρήσει συνηθισμένης αξίας το αίμα της διαθήκης, με το οποίο ο ίδιος αγιάστηκε, και έχει εξυβρίσει με περιφρόνηση το πνεύμα της παρ’ αξία καλοσύνης; . . . Είναι φοβερό να πέσει κανείς στα χέρια του ζωντανού Θεού». Η κρίση είναι πιο αυστηρή, κατά το ότι αυτά τα άτομα δεν θανατώνονται απλώς και θάβονται στον Σιεόλ, όπως συνέβαινε με εκείνους που παραβίαζαν το Νόμο του Μωυσή. Αυτοί πηγαίνουν στη Γέεννα, από την οποία δεν υπάρχει ανάσταση.—Εβρ 10:26-31.
Ο Πέτρος γράφει στους αδελφούς του, επισημαίνοντας ότι, ως “οίκος του Θεού”, είναι υπό κρίση, και στη συνέχεια παραθέτει το εδάφιο Παροιμίες 11:31 (Ο΄), προειδοποιώντας τους για τον κίνδυνο της ανυπακοής. Αυτό που υπονοεί εδώ είναι ότι η παρούσα κρίση τους θα μπορούσε να καταλήξει σε κρίση αιώνιας καταστροφής για αυτούς, ακριβώς όπως είχε γράψει ο Παύλος.—1Πε 4:17, 18.
Ο απόστολος Παύλος επίσης κάνει λόγο για εκείνους που «θα υποστούν τη δικαστική τιμωρία της αιώνιας καταστροφής αποκλεισμένοι από το πρόσωπο του Κυρίου και από τη δόξα της ισχύος του, τον καιρό που αυτός θα έρθει για να δοξαστεί σε σχέση με τους αγίους του». (2Θε 1:9, 10) Συνεπώς, αυτοί δεν θα περάσουν ως επιζώντες στη Χιλιετή Βασιλεία του Χριστού και, εφόσον η καταστροφή τους είναι “αιώνια”, δεν πρόκειται να αναστηθούν.
Η Ανάσταση στη Διάρκεια των 1.000 Ετών. Ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που έχουν ζήσει ως τώρα δεν είναι γνωστός στους ανθρώπους. Ωστόσο, αν υποτεθεί, για παράδειγμα, ότι ο Ιεχωβά θα αναστήσει 20 δισεκατομμύρια (20.000.000.000) ανθρώπους, δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα από πλευράς ζωτικού χώρου και τροφής για αυτούς. Η επιφάνεια της ξηράς της γης είναι τώρα περίπου 148.000.000 τ. χλμ., ή στρ. Ακόμη και αν η μισή από αυτή την έκταση προοριζόταν για άλλες χρήσεις, θα απέμεναν πάνω από 3,3 στρ. για κάθε άνθρωπο. Όσον αφορά τη δυνατότητα της γης να παράγει τροφή, μια έκταση 3,3 στρ. μπορεί να παράγει στην πραγματικότητα πολύ περισσότερη τροφή από όση χρειάζεται ένας άνθρωπος, ειδικά όταν, όπως κατέδειξε ο Θεός στην περίπτωση του έθνους του Ισραήλ, υπάρχει αφθονία τροφής ως αποτέλεσμα της ευλογίας του Θεού.—1Βα 4:20· Ιεζ 34:27.
Σε σχέση με το πόση τροφή μπορεί να παραγάγει η γη, η Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών έχει υποστηρίξει ότι, και μόνο με κάποιες μέτριες βελτιώσεις των μεθόδων γεωργίας, η γη, ακόμη και στις αναπτυσσόμενες περιοχές, θα μπορούσε εύκολα να θρέψει μέχρι και εννιαπλάσιο πληθυσμό από αυτόν που είχαν υπολογίσει οι επιστήμονες για το έτος 2000.—Γη, Τροφή και Άνθρωποι (Land, Food and People), Ρώμη, 1984, σ. 16, 17.
Πώς, όμως, θα μπορούσε να ληφθεί επαρκής μέριμνα για αυτά τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων, δεδομένου ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν γνώριζαν τον Θεό στο παρελθόν και πρέπει να μάθουν να συμμορφώνονται με τους νόμους του; Πρώτον, η Αγία Γραφή δηλώνει ότι η βασιλεία του κόσμου γίνεται «βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του, και αυτός [βασιλεύει] στους αιώνες των αιώνων». (Απ 11:15) Επιπλέον, μια Γραφική αρχή υπογραμμίζει πως «όταν θα υπάρχουν από εσένα [Ιεχωβά] κρίσεις για τη γη, οι κάτοικοι των παραγωγικών εδαφών θα μάθουν δικαιοσύνη». (Ησ 26:9) Στον ορισμένο του καιρό, όταν θα είναι απαραίτητο να το γνωστοποιήσει στους υπηρέτες του, ο Θεός θα αποκαλύψει πώς σκοπεύει να φροντίσει για αυτό το έργο.—Αμ 3:7.
Πώς θα ήταν δυνατόν να αναστηθούν και να εκπαιδευτούν μέσα σε 1.000 χρόνια τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που βρίσκονται τώρα στον τάφο;
Παρ’ όλα αυτά, ένα παράδειγμα αποκαλύπτει πόσο απλό και πρακτικό είναι αυτό που έχει υπόψη του ο Ιεχωβά για την ανθρωπότητα. Χωρίς να υπεισέλθουμε στη σφαίρα της προφητείας αλλά απλώς ως παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι ο αριθμός εκείνων που αποτελούν το «μεγάλο πλήθος» των δίκαιων ανθρώπων οι οποίοι «έρχονται από τη μεγάλη θλίψη» αυτού του συστήματος πραγμάτων ζωντανοί (Απ 7:9, 14) είναι περίπου 6.000.000 (περίπου το 1⁄1000 του τωρινού πληθυσμού της γης). Αν στη συνέχεια μεσολαβούσαν, ας πούμε, 100 χρόνια μέχρις ότου εκπαιδευτούν αυτά τα άτομα και “καθυποτάξουν” ένα τμήμα της γης (Γε 1:28), και έπειτα ο Θεός σκόπευε να επαναφέρει ένα ποσοστό αντίστοιχο με το τρία τοις εκατό αυτού του αριθμού, αυτό θα σήμαινε ότι για καθένα που θα επέστρεφε θα υπήρχαν 33 εκπαιδευμένα άτομα για να τον φροντίζουν. Με σωρευτική αύξηση τρία τοις εκατό ετησίως, ο αριθμός θα διπλασιαζόταν κάθε 24 χρόνια περίπου, οπότε τα 20 δισεκατομμύρια (20.000.000.000) θα μπορούσαν να αναστηθούν προτού περάσουν 400 χρόνια από τη Χιλιετή Βασιλεία του Χριστού, κάτι που αφήνει επαρκή χρόνο για να εκπαιδευτούν και να κριθούν οι αναστημένοι χωρίς να διαταραχτεί η αρμονία και η τάξη στη γη. Συνεπώς, ο Θεός, με την παντοδυναμία του και τη σοφία του, είναι σε θέση να φέρει σε ένδοξο πέρας το σκοπό του, απολύτως μέσα στα πλαίσια των νόμων και των διευθετήσεων που έκανε για την ανθρωπότητα εξαρχής, προσθέτοντας σε αυτά την παρ’ αξία καλοσύνη της ανάστασης.—Ρω 11:33-36.
-
-
ΑνατολήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΤΟΛΗ
Με αυτή τη λέξη αποδίδεται η εβραϊκή λέξη μιζράχ, η οποία κατά κυριολεξία σημαίνει «εκεί που ανατέλλει ο ήλιος» (Δευ 3:27· 1Χρ 4:39), καθώς επίσης ουσιαστικά που παράγονται από το ρήμα καδάμ, το οποίο σημαίνει «είμαι ενώπιον (μπροστά)». (Ιεζ 48:2) Οι Εβραίοι συνήθιζαν να στρέφονται προς τον ανατέλλοντα ήλιο για να προσανατολιστούν, πράγμα που σήμαινε ότι η Α ήταν μπροστά τους, η Δ πίσω, ο Β στα αριστερά και ο Ν στα δεξιά.
Μερικές φορές η λέξη κέδεμ χρησιμοποιούνταν για να υποδηλώσει γενικά ανατολική κατεύθυνση, όπως στο εδάφιο Γένεση 11:2. Άλλες φορές υποδήλωνε την «ανατολή» σε σχέση με κάτι άλλο, όπως στο εδάφιο Αριθμοί 34:11, όπου χρησιμοποιείται η έκφραση «ανατολικά της Αείν». Σε άλλες πάλι περιπτώσεις αναφερόταν στην περιοχή που εκτεινόταν Α και ΒΑ του Ισραήλ. Σε αυτήν περιλαμβάνονταν η γη του Μωάβ και του Αμμών, η Αραβική Έρημος, η Βαβυλωνία, η Περσία, η Ασσυρία και η Αρμενία.
Οι διάφοροι λαοί των χωρών οι οποίες προσδιορίζονταν από τη λέξη «ανατολή» αποκαλούνταν «γιοι της Ανατολής». Ο Ιώβ χαρακτηριζόταν ως ο μεγαλύτερος από όλους τους «κατοίκους της Ανατολής», ή αλλιώς τους «γιους της Ανατολής». (Ιωβ 1:3, υποσ.) Ζούσε σε αυτή την ανατολική περιοχή. Όταν ο Ιακώβ πήγε στη Μεσοποταμία για να βρει σύζυγο, πήγε, όπως μαθαίνουμε, στη γη «των κατοίκων της Ανατολής», ή αλλιώς «των γιων της Ανατολής». (Γε 29:1, υποσ.) Οι άνθρωποι στα Α του Ισραήλ ονομάζονταν επίσης «γιοι της Ανατολής», ή αλλιώς «κάτοικοι της Ανατολής», όπως στα εδάφια Κριτές 6:3, υποσ.· 8:10· βλέπε ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ.
Στην Παλαιστίνη ο ανατολικός άνεμος ήταν ένας ζεστός άνεμος που φυσούσε από ανατολικές ερημικές περιοχές και κατέστρεφε τη βλάστηση. (Ιεζ 19:12) Το γεγονός αυτό αποτελεί τη βάση για την έκφραση “γεμίζει [κάποιος] την κοιλιά του με τον ανατολικό άνεμο”.—Ιωβ 15:2.
Η σκηνή της μαρτυρίας, οι ναοί του Σολομώντα και του Ζοροβάβελ, καθώς και ο δεύτερος ναός τον οποίο ανοικοδόμησε ο Ηρώδης, όλα ανεξαιρέτως έβλεπαν προς την Α. (Αρ 3:38) Ο ναός του οράματος του Ιεζεκιήλ έβλεπε προς τα Α. (Ιεζ 47:1) Επομένως, η έλευση του Ιεχωβά και του Χριστού στο ναό αναμενόταν από την Α.
Στο εδάφιο Ησαΐας 46:11 λέγεται για τον Κύρο, τον Πέρση βασιλιά, ότι έρχεται από «την ανατολή», κατά κυριολεξία, από «εκεί που ανατέλλει ο ήλιος» (εβρ., μιζράχ). Παρόμοια, οι ειδήσεις που έρχονται, όπως προειπώθηκε, από «την ανατολή» προέρχονται, κατά κυριολεξία, από «εκεί που ανατέλλει ο ήλιος». (Δα 11:44) Στο βιβλίο της Αποκάλυψης, υπονοούνται ο Δαρείος και ο Κύρος ως προφητικοί τύποι για «τους βασιλιάδες από την ανατολή του ήλιου», σε συνάφεια με το στέρεμα του συμβολικού Ευφράτη κατά την κρίση της Βαβυλώνας της Μεγάλης.—Απ 16:12, 19.
Οι αστρολόγοι που πήγαν να δουν τον Ιησού μετά τη γέννησή του ήρθαν από την κατεύθυνση της Βαβυλώνας, από «ανατολικά μέρη». (Ματ 2:1) Όταν είπαν ότι είδαν το άστρο του ἐν τῇ ἀνατολῇ (Κείμενο), δεν εννοούσαν ότι το άστρο φαινόταν Α από τη χώρα τους, αλλά ότι το είδαν από την Ανατολή, δηλαδή όταν αυτοί ήταν στην Ανατολή.—Ματ 2:2, υποσ.
Βλέπε επίσης ΗΛΙΟΥ ΑΝΑΤΟΛΗ ΚΑΙ ΔΥΣΗ.
-
-
Ανατολική ΘάλασσαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Βλέπε ΑΛΜΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ.
-
-
Ανατολική ΠύληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΠΥΛΗ
Βλέπε ΠΥΛΗ.
-
-
ΑναχαράθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΑΧΑΡΑΘ
(Αναχαράθ).
Πόλη της φυλής του Ισσάχαρ, προφανώς στο ανατολικό τμήμα της Κοιλάδας της Ιεζραέλ. (Ιη 19:18, 19) Προς το παρόν η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
-
-
Ανδραδελφικός ΓάμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΔΡΑΔΕΛΦΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ
Γνωστός και ως λεβιρατικός γάμος. Έθιμο σύμφωνα με το οποίο ένας άντρας παντρευόταν τη χήρα του πεθαμένου αδελφού του, αν αυτή δεν είχε γιο, για να παραγάγει απόγονο που θα συνέχιζε τη γραμμή του αδελφού του. Το εβραϊκό ρήμα που σημαίνει «κάνω ανδραδελφικό γάμο» είναι γιαβάμ και συγγενεύει με τις εβραϊκές λέξεις οι οποίες αποδίδονται «αδελφός του συζύγου» και «χήρα του αδελφού».—Γε 38:8· Δευ 25:5, υποσ.· 25:7.
Ο νόμος σχετικά με τον ανδραδελφικό γάμο στα εδάφια Δευτερονόμιο 25:5, 6 έχει ως εξής: «Σε περίπτωση που κατοικούν μαζί αδελφοί και ο ένας τους πεθάνει χωρίς να έχει γιο, η σύζυγος του νεκρού δεν πρέπει να γίνει γυναίκα ξένου άντρα έξω. Ο αδελφός του συζύγου της πρέπει να πάει σε αυτήν και να την πάρει σύζυγό του και να κάνει ανδραδελφικό γάμο με αυτήν. Και ο πρωτότοκος που θα γεννηθεί από αυτήν πρέπει να συνεχίσει το όνομα του νεκρού αδελφού του, ώστε να μην εξαλειφθεί το όνομά του από τον Ισραήλ». Αυτό αναμφίβολα εφαρμοζόταν είτε ήταν παντρεμένος ο εν ζωή αδελφός είτε όχι.
Ο Ιεχωβά είναι εκείνος «στον οποίο κάθε οικογένεια στον ουρανό και στη γη οφείλει το όνομά της». (Εφ 3:15) Ο ίδιος δείχνει ενδιαφέρον για τη διατήρηση του οικογενειακού ονόματος και της οικογενειακής γραμμής. Αυτή η αρχή ακολουθούνταν στους πατριαρχικούς χρόνους και μεταγενέστερα ενσωματώθηκε στη διαθήκη του Νόμου με τον Ισραήλ. Η γυναίκα δεν έπρεπε «να γίνει γυναίκα ξένου άντρα έξω», δηλαδή δεν έπρεπε να παντρευτεί κανέναν έξω από την οικογένεια. Όταν την έπαιρνε ο αδελφός του συζύγου της, ο πρωτότοκος γιος επρόκειτο να έχει, όχι το όνομα του αδελφού του συζύγου, αλλά το όνομα του πεθαμένου άντρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι το παιδί έπαιρνε πάντοτε το προσωπικό όνομα εκείνου, αλλά ότι συνέχιζε την οικογενειακή γραμμή, η δε κληρονομική ιδιοκτησία παρέμενε στο σπιτικό του πεθαμένου άντρα.
Η φράση «σε περίπτωση που κατοικούν μαζί αδελφοί» προφανώς δεν σήμαινε ότι ζούσαν στο ίδιο σπίτι αλλά στο ίδιο μέρος. Ωστόσο, το Μισνά (Γεβαμότ 2:1, 2) λέει ότι δεν σήμαινε στον ίδιο τόπο, αλλά την ίδια περίοδο. Φυσικά, αν κατοικούσαν μακριά ο ένας από τον άλλον, ο αδελφός θα δυσκολευόταν να φροντίζει και τη δική του κληρονομιά και την κληρονομιά του αδελφού του μέχρι να μπορέσει να το κάνει αυτό ένας κληρονόμος. Οι οικογενειακές κληρονομιές, όμως, βρίσκονταν συνήθως στην ίδια περιοχή.
Παράδειγμα ανδραδελφικού γάμου στους πατριαρχικούς χρόνους αποτελεί η περίπτωση του Ιούδα. Αυτός πήρε μια σύζυγο, τη Θάμαρ, για τον Ηρ τον πρωτότοκό του, και όταν ο Ηρ αποδείχτηκε πονηρός στα μάτια του Ιεχωβά, ο Ιεχωβά τον θανάτωσε. «Λόγω αυτού του γεγονότος ο Ιούδας είπε στον Αυνάν [τον αδελφό του Ηρ]: “Κοιμήσου με τη σύζυγο του αδελφού σου και κάνε ανδραδελφικό γάμο μαζί της για να εγείρεις απόγονο για τον αδελφό σου”. Ο Αυνάν, όμως, ήξερε ότι ο απόγονος δεν θα γινόταν δικός του· και, όταν είχε σχέσεις με τη σύζυγο του αδελφού του, άφηνε να χάνεται το σπέρμα του στη γη, ώστε να μη δώσει απόγονο στον αδελφό του». (Γε 38:8, 9) Επειδή ο Αυνάν αρνήθηκε να εκπληρώσει την υποχρέωση που είχε σύμφωνα με τη διευθέτηση του ανδραδελφικού γάμου, ο Ιεχωβά τον θανάτωσε. Τότε ο Ιούδας είπε στη Θάμαρ να περιμένει μέχρι να μεγαλώσει ο τρίτος γιος του, ο Σηλά, αλλά δεν ζήτησε από τον Σηλά να εκτελέσει το καθήκον του προς τη Θάμαρ.
Στον κατάλληλο καιρό, μετά το θάνατο της συζύγου του Ιούδα, η Θάμαρ κατέστρωσε σχέδιο προκειμένου να αποκτήσει κληρονόμο από τον πεθερό της. Για να το καταφέρει αυτό, μεταμφιέστηκε, φορώντας σάλι και πέπλο, και κάθησε στο δρόμο από τον οποίο ήξερε ότι θα περνούσε ο Ιούδας. Ο Ιούδας την πέρασε για πόρνη και είχε σχέσεις μαζί της. Εκείνη πήρε από αυτόν εχέγγυα ως απόδειξη του ότι είχαν σχέσεις και, όταν αποκαλύφτηκε η αλήθεια, ο Ιούδας δεν την κατηγόρησε, αλλά παραδέχτηκε ότι ήταν πιο δίκαιη από αυτόν. Η αφήγηση λέει ότι δεν είχε πλέον σχέσεις μαζί της όταν έμαθε ποια ήταν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο ίδιος ο Ιούδας παρήγαγε άθελά του κληρονόμο για τον Ηρ μέσω της νύφης του.—Γε 38.
Υπό το Νόμο, σε περίπτωση που ο αδελφός του συζύγου δεν ήθελε να εκτελέσει το καθήκον του, η χήρα έπρεπε να θέσει το ζήτημα υπόψη των πρεσβυτέρων της πόλης και να τους ενημερώσει σχετικά. Εκείνος έπρεπε να παρουσιαστεί ενώπιόν τους και να δηλώσει ότι δεν ήθελε να την παντρευτεί. Τότε η χήρα έπρεπε να του βγάλει το σανδάλι από το πόδι και να τον φτύσει στο πρόσωπο. Κατόπιν «το όνομά του [του άντρα] θα κληθεί στον Ισραήλ: “Ο οίκος εκείνου που του έβγαλαν το σανδάλι”», μια έκφραση ονείδους για το σπιτικό του.—Δευ 25:7-10.
Η συνήθεια της αφαίρεσης του σανδαλιού μπορεί να ξεκίνησε από το γεγονός πως, όταν κάποιος έπαιρνε στην κατοχή του κτηματική περιουσία, το έκανε αυτό πατώντας πάνω στο χώμα και πιστοποιώντας ότι είχε δικαιώματα σε αυτή την περιουσία με το να στέκεται εκεί φορώντας τα σανδάλια του. Βγάζοντας το σανδάλι του και δίνοντάς το σε κάποιον άλλον, αποποιούνταν τη θέση του και την περιουσία του ενώπιον των πρεσβυτέρων που είχαν διοριστεί να είναι μάρτυρες στην πύλη της πόλης.—Ρθ 4:7.
Το ζήτημα διασαφηνίζεται ακόμη περισσότερο στο βιβλίο της Ρουθ. Ένας Ιουδαίος ονόματι Ελιμέλεχ πέθανε, το ίδιο και οι δύο γιοι του, με αποτέλεσμα να μείνουν χήρες η σύζυγός του η Ναομί και οι δύο νύφες του. Υπήρχε κάποιος που αναφέρεται στην Αγία Γραφή ως «Τάδε», ο οποίος ήταν στενός συγγενής του Ελιμέλεχ, ίσως αδελφός του. Αυτός, εφόσον ήταν ο στενότερος συγγενής, ήταν ο λεγόμενος γκο’έλ, δηλαδή ο εξαγοραστής. Αρνούμενος, όμως, να εκτελέσει το καθήκον του, έβγαλε το σανδάλι του και προφανώς το έδωσε στον Βοόζ, αφήνοντας στον Βοόζ, τον επόμενο κατά σειρά συγγενή, το δικαίωμα της εξαγοράς. Στη συνέχεια ο Βοόζ αγόρασε τη γη του Ελιμέλεχ και έτσι πήρε τη Ναομί, αλλά επειδή εκείνη ήταν πολύ μεγάλη για να κάνει παιδί, στην πραγματικότητα αυτή που έγινε σύζυγος του Βοόζ για να εγείρει παιδί στο όνομα του Ελιμέλεχ ήταν η χήρα νύφη της η Ρουθ. Όταν γεννήθηκε το παιδί, που ονομάστηκε Ωβήδ, οι γειτόνισσες είπαν: «Γιος γεννήθηκε στη Ναομί», θεωρώντας το παιδί γιο του Ελιμέλεχ και της Ναομί. Ο Βοόζ και η Ρουθ πρόσφεραν υπηρεσία στον Ιεχωβά, γι’ αυτό και το όνομα που δόθηκε στο γιο τους σημαίνει «Υπηρέτης· Κάποιος που Υπηρετεί». Ο Ιεχωβά ευλόγησε αυτή τη διευθέτηση, δεδομένου ότι ο Ωβήδ έγινε πρόγονος του Δαβίδ και, ως εκ τούτου, βρέθηκε στην άμεση γενεαλογική γραμμή του Ιησού Χριστού.—Ρθ 4.
Το δικαίωμα του ανδραδελφικού γάμου μεταβιβαζόταν προφανώς στον πλησιέστερο άρρενα συγγενή, όπως διαφαίνεται από το νόμο που ρύθμιζε την κληρονομιά των περιουσιακών στοιχείων, δηλαδή στο μεγαλύτερο αδελφό, στους άλλους αδελφούς κατά σειρά ηλικίας, κατόπιν στο θείο από τη συγγένεια του πατέρα, και ούτω καθεξής. (Αρ 27:5-11) Από την αναφορά που γίνεται στον ανδραδελφικό γάμο στα εδάφια Ματθαίος 22:23-28 και Λουκάς 20:27-33, αφήνεται να εννοηθεί ότι το καθήκον της σύναψης γάμου με τη χήρα του άτεκνου άντρα περνούσε από τον έναν αδελφό στον επόμενο σε περίπτωση που αυτοί πέθαιναν διαδοχικά. Ένας άλλος αδελφός δεν μπορούσε όπως φαίνεται να παρακάμψει το μεγαλύτερο αδελφό, ο οποίος είχε την πρωταρχική ευθύνη, εκτός αν εκείνος αρνούνταν να την εκπληρώσει.
-
-
ΑνδρέαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΔΡΕΑΣ
(Ανδρέας) [παράγωγο του ἀνήρ· πιθανότατα, Ανδρείος].
Αδελφός του Σίμωνα Πέτρου και γιος του Ιωνά (Ιωάννη). (Ματ 4:18· 16:17) Αν και η γενέτειρα του Ανδρέα ήταν η Βηθσαϊδά, αυτός και ο Σίμων ζούσαν μαζί στην Καπερναούμ όταν ο Ιησούς τούς κάλεσε να γίνουν «ψαράδες ανθρώπων». (Μαρ 1:16, 17, 21, 29· Ιωα 1:44) Και οι δύο αυτές πόλεις βρίσκονταν στη βόρεια όχθη της Θάλασσας της Γαλιλαίας, όπου τα δύο αδέλφια είχαν μια αλιευτική επιχείρηση συνεταιρικά με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη.—Ματ 4:18· Μαρ 1:16· Λου 5:10.
Ο Ανδρέας ήταν αρχικά μαθητής του Ιωάννη του Βαφτιστή. (Ιωα 1:35, 40) Το φθινόπωρο του 29 Κ.Χ. βρισκόταν στη Βηθανία, στην ανατολική πλευρά του Ιορδάνη Ποταμού, και άκουσε τον Ιωάννη τον Βαφτιστή να παρουσιάζει τον Ιησού ως «το Αρνί του Θεού». (Ιωα 1:29) Μαζί με άλλον έναν μαθητή (πιθανώς τον Ιωάννη) ακολούθησε τον Ιησού στο σπίτι όπου έμενε και γρήγορα πείστηκε ότι είχε βρει τον Μεσσία. Αφού βρήκε τον αδελφό του τον Σίμωνα και του μίλησε για αυτό, τον οδήγησε στον Ιησού. (Ιωα 1:36-41) Τα δύο αδέλφια επέστρεψαν στην αλιευτική τους επιχείρηση, αλλά έξι μήνες με έναν χρόνο αργότερα, ενώ είχε συλληφθεί ο Ιωάννης ο Βαφτιστής, ο Ιησούς κάλεσε τόσο αυτούς όσο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη να γίνουν «ψαράδες ανθρώπων». Εκείνοι εγκατέλειψαν αμέσως τα δίχτυα τους και άρχισαν να συνοδεύουν τον Ιησού. (Ματ 4:18-20· Μαρ 1:14, 16-20) Τελικά, αυτοί οι τέσσερις έγιναν απόστολοι, και είναι αξιοσημείωτο ότι στις περιπτώσεις όπου κατονομάζονται όλοι οι απόστολοι το όνομα του Ανδρέα είναι πάντοτε ανάμεσα στα πρώτα τέσσερα.—Ματ 10:2· Μαρ 3:18· Λου 6:14.
Έκτοτε, για τον Ανδρέα γίνονται μόνο σύντομες αναφορές. Αυτός και ο Φίλιππος συζητούν με τον Ιησού το πρόβλημα του πώς να θρέψουν ένα πλήθος περίπου 5.000 αντρών, και ο Ανδρέας κάνει μια πρόταση που και ο ίδιος θεωρεί ανεπαρκή—να χρησιμοποιήσουν κάποια τρόφιμα που είχαν στη διάθεσή τους. (Ιωα 6:8, 9) Στη διάρκεια του τελευταίου Πάσχα που γιόρτασαν, ο Φίλιππος πηγαίνει στον Ανδρέα και τον συμβουλεύεται σχετικά με την παράκληση που έχουν κάνει κάποιοι Έλληνες να δουν τον Ιησού, και στη συνέχεια πλησιάζουν και οι δύο τον Ιησού για αυτό το ζήτημα. (Ιωα 12:20-22) Είναι ένας από τους τέσσερις που ρωτούν τον Ιησού στο Όρος των Ελαιών ποιο θα ήταν το σημείο για την τελική περίοδο του υπάρχοντος συστήματος πραγμάτων. (Μαρ 13:3) Η τελευταία φορά που αναφέρεται ονομαστικά ο Ανδρέας είναι λίγο μετά την ανάληψη του Ιησού.—Πρ 1:13.
-
-
ΑνδρόνικοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ
(Ανδρόνικος) [Νικητής Αντρών].
Πιστός Ιουδαίος Χριστιανός από την εκκλησία της Ρώμης στον οποίο έστειλε ο Παύλος χαιρετισμούς. Ο Παύλος αποκαλεί τον Ανδρόνικο και τον Ιουνία «συγγενείς» του. Αν και η λέξη συγγενεῖς του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, στην ευρύτερη έννοιά της, είναι δυνατόν να σημαίνει «συμπατριώτες», η πρωταρχική σημασία της είναι «άτομα από το ίδιο γένος που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς αίματος». Τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι ο Ανδρόνικος πιθανώς είχε τέτοια σχέση με τον Παύλο. Όπως ο Παύλος, έτσι και ο Ανδρόνικος είχε υποστεί φυλάκιση, ήταν τότε “διακεκριμένος” ανάμεσα στους αποστόλους και είχε γίνει Χριστιανός πριν από τον Παύλο.—Ρω 16:7.
-
-
ΑνέμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΕΜ
(Ανέμ).
Πόλη κοντά στο νότιο σύνορο του Ισσάχαρ η οποία παραχωρήθηκε στους Γηρσωνίτες ως Λευιτική πόλη. (1Χρ 6:71, 73) Στον αντίστοιχο κατάλογο, στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:29, η Ανέμ φαίνεται πως αναφέρεται ως Εν-γαννίμ—αυτό ήταν πιθανότατα το πλήρες όνομά της.—Βλέπε ΕΝ-ΓΑΝΝΙΜ Αρ. 2.
-
-
ΆνεμοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΕΜΟΣ
Η εβραϊκή λέξη ρούαχ, που συχνά αποδίδεται «πνεύμα», μπορεί επίσης να υποδηλώνει τον αέρα που βρίσκεται εν κινήσει, τον άνεμο. (Εκ 1:6) Άλλοι όροι και εκφράσεις της εβραϊκής μπορούν να μεταφραστούν «θυελλώδης άνεμος» (Ιωβ 27:20), «θύελλα», «ανεμοστρόβιλος» (Ιερ 25:32· 23:19) και «ανεμοθύελλα» (2Βα 2:11). Μολονότι στο εδάφιο Ιωάννης 3:8 η λέξη πνεῦμα του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «άνεμος», συχνότερα χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο η ίδια η λέξη ἄνεμος. (Ματ 7:25, 27· 11:7· Ιωα 6:18) «Το διάστημα της ημέρας που φυσάει το αεράκι [εβρ., ρούαχ]» αναφερόταν προφανώς στις απογευματινές ώρες αμέσως πριν από τη δύση του ήλιου, όταν συνήθως αρχίζουν να φυσούν αναζωογονητικές, δροσερές αύρες στην περιοχή όπου πιστεύεται ότι βρισκόταν ο κήπος της Εδέμ.—Γε 3:8· βλέπε ΠΝΕΥΜΑ.
Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Δημιουργός του ανέμου. (Αμ 4:13) Μολονότι δεν βρίσκεται κυριολεκτικά μέσα στον άνεμο (1Βα 19:11· παράβαλε Ιωβ 38:1· 40:6· Ψλ 104:3), ο Θεός μπορεί να τον ελέγχει και να τον μεταχειρίζεται για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του, όπως στην περίπτωση που τον χρησιμοποίησε για να κάνει τα νερά του Κατακλυσμού να αποτραβηχτούν. (Γε 8:1· Εξ 14:21· Αρ 11:31· Ψλ 78:26· 107:25, 29· 135:7· 147:18· Ιερ 10:13· Ιων 1:4) Ο Γιος του, όταν ήταν στη γη, κατέδειξε με παρόμοιο τρόπο ότι είχε τη δύναμη να ελέγχει τους ανέμους, κάνοντάς τους να κοπάσουν. (Ματ 8:23-27· 14:24-32· Μαρ 4:36-41· 6:48, 51· Λου 8:22-25) Προφανώς, μόνο επειδή του το επέτρεψε ο Ιεχωβά μπόρεσε ο Σατανάς να δημιουργήσει ή να ελέγξει “έναν μεγάλο άνεμο” που θανάτωσε τα παιδιά του Ιώβ.—Ιωβ 1:11, 12, 18, 19.
Συνήθως οι άνεμοι ονομάζονταν ανάλογα με την κατεύθυνση από την οποία προέρχονταν· παραδείγματος χάρη ο «ανατολικός άνεμος» έπνεε από την Α προς τη Δ. (Εξ 10:13, 19· Ψλ 78:26· Ασμ 4:16) Στις αναφορές στους «τέσσερις ανέμους» του ουρανού ή της γης περιλαμβάνονται και οι τέσσερις κατευθύνσεις—Β, Ν, Α και Δ. (Ιερ 49:36· Ιεζ 37:9· Δα 8:8· Ματ 24:31) Το εδάφιο Αποκάλυψη 7:1 παρουσιάζει «τέσσερις αγγέλους να στέκονται πάνω στις τέσσερις γωνιές της γης, κρατώντας σφιχτά τους τέσσερις ανέμους της γης». Εφόσον στέκονται στις «γωνιές», οι “άγγελοι” θα εξαπολύσουν τους ανέμους λοξά, από διαγώνιες κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα να μη γλιτώσει κανένα τεταρτημόριο της γης από το καταστροφικό φύσημα των ανέμων.
Οι βόρειοι άνεμοι ήταν ψυχροί και έφερναν δυνατές βροχές. (Ιωβ 37:9· Παρ 25:23) Ο νότιος άνεμος φυσούσε πάνω από καυτές ερήμους προς την Παλαιστίνη, γι’ αυτό και μπορούσε να προκαλέσει καύσωνα (Λου 12:55), ενώ από το Ν μπορούσαν επίσης να προέλθουν θυελλώδεις άνεμοι. (Ησ 21:1· Ζαχ 9:14) Την εποχή της ξηρασίας, ο ανατολικός άνεμος, καθώς κινούνταν προς την Αίγυπτο και την Παλαιστίνη, διέσχιζε τεράστιες ερήμους, με αποτέλεσμα να είναι καυτός και ξηρός και να καίει ή να ξεραίνει τη βλάστηση. (Γε 41:6, 23, 27· Ιεζ 17:7-10· παράβαλε Ωσ 13:15· Ιων 4:8.) Την εποχή των βροχών, οι δυτικοί άνεμοι μετέφεραν υγρασία στην Παλαιστίνη από τη Μεσόγειο Θάλασσα και προκαλούσαν βροχοπτώσεις στη χώρα. (1Βα 18:42-45) Όταν οι παρατηρητές εκεί έβλεπαν ένα σύννεφο να υψώνεται στα Δ, περίμεναν καταιγίδα. (Λου 12:54) Στη διάρκεια του ξηρού καλοκαιριού, οι καθημερινές αύρες από τη Μεσόγειο έκαναν τον καιρό πιο υποφερτό.—Βλέπε ΕΥΡΑΚΥΛΩΝ· ΣΥΝΝΕΦΟ.
Μεταφορική Χρήση. Οι άνεμοι μπορούν να σηκωθούν γρήγορα και εξίσου γρήγορα να κοπάσουν, συμβολίζοντας έτσι κατάλληλα τον εφήμερο χαρακτήρα της ανθρώπινης ζωής. (Ιωβ 7:7) Επειδή δεν έχει συμπαγή ουσία, ο άνεμος μπορεί να υποδηλώνει τη μάταιη γνώση και το μάταιο κόπο, τα κενά λόγια και τις φρούδες ελπίδες (Ιωβ 15:1, 2· 16:3· Εκ 5:16· Ωσ 12:1), όπως επίσης και την ανυπαρξία. (Ησ 26:18· 41:29· Ιερ 5:13) Καθώς τα μάταια έργα αποδεικνύονται ανώφελα, η επιδίωξή τους μοιάζει με «κυνήγι του ανέμου». (Εκ 1:14· 2:11) Και ο άνθρωπος που επιφέρει εξοστρακισμό στο σπίτι του “αποκομίζει άνεμο”. Δεν κερδίζει τίποτα αξιόλογο ή πραγματικά ουσιώδες.—Παρ 11:29.
Οι άνεμοι σκορπίζουν και μετακινούν αντικείμενα εδώ και εκεί, γι’ αυτό και η έκφραση “διασκορπίζομαι σε κάθε άνεμο” ή “διαιρούμαι προς τους τέσσερις ανέμους” υπονοεί απόλυτο διασκορπισμό ή διαίρεση. (Ιερ 49:36· Ιεζ 5:10· 12:14· 17:21· Δα 11:4) Σαν σκάφος που μετακινείται εδώ και εκεί από τους ανέμους, χωρίς καθορισμένη πορεία, τα άτομα που δεν διαθέτουν Χριστιανική ωριμότητα τείνουν να “μεταφέρονται εδώ και εκεί από κάθε άνεμο διδασκαλίας μέσω του δόλου των ανθρώπων, μέσω πανουργίας όσον αφορά την επινόηση πλάνης”.—Εφ 4:13, 14.
-
-
ΑνέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΕΡ
(Ανέρ).
1. Χαναναίος ο οποίος μαζί με τους δύο αδελφούς του, τον Μαμβρή τον Αμορραίο και τον Εσχώλ, ήταν σε «συνθήκη» (“σύμμαχος”, AT· RS· ΒΑΜ· ΛΧ) με τον Αβραάμ. (Γε 14:13) Η φράση «είχαν συνθήκη» αποδίδει εδώ την εβραϊκή φράση μπα‛αλέχ βερίθ, η οποία κατά κυριολεξία σημαίνει «ιδιοκτήτες (κάτοχοι) διαθήκης». Σχετικά με τους όρους της διαθήκης ανάμεσα σε αυτούς τους τρεις αδελφούς και στον Αβραάμ, το υπόμνημα παρέχει ελάχιστες ενδείξεις ως προς το αν επρόκειτο για συμφωνία αλληλοϋπεράσπισης κατά των πολεμοχαρών γειτόνων τους ή απλώς για συμφωνία ειρηνικής συνύπαρξης. Όταν ο ανιψιός του Αβραάμ, ο Λωτ, αιχμαλωτίστηκε από μια συμμαχία βασιλιάδων, αυτός ο συνασπισμός έδρασε καθώς ο Ανέρ και οι αδελφοί του συνόδευσαν τον Αβραάμ και τους 318 εκπαιδευμένους υπηρέτες του από τα μεγάλα δέντρα της Μαμβρή (όπου είχε τις σκηνές του ο Αβραάμ) μέχρι τη Δαν, περίπου 200 χλμ. προς τα ΒΒΑ, και από εκεί μέχρι πέρα από τη Δαμασκό. Μετά τη νίκη, ο Αβραάμ αρνήθηκε να πάρει κάτι από τα λάφυρα, αλλά φρόντισε να πάρουν μερίδιο οι τρεις σύμμαχοί του για το ότι τίμησαν αυτή τη «συνθήκη».—Γε 14:24· βλέπε ΣΥΜΜΑΧΙΑ.
2. Πόλη στην περιοχή του Μανασσή που δόθηκε στις οικογένειες των γιων του Καάθ. (1Χρ 6:70· Ιη 21:26) Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι ταυτίζεται με τη Θαανάχ του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 21:25.—Βλέπε ΘΑΑΝΑΧ.
-
-
ΆνηθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΗΘΟΣ
[ελλ. κείμενο, ἄνηθον].
Οι σύγχρονοι λεξικογράφοι συμφωνούν ότι το φυτό που εννοείται με τη λέξη ἄνηθον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ο άνηθος (άνηθο το βαρύοσμο [Anethum graveolens]) και όχι το γλυκάνισο (στην αρχαία ελληνική, ἄννησον), όπως αποδίδουν τη λέξη παλιότερες μεταφράσεις (KJ, Dy). Σήμερα, ο άνηθος καλλιεργείται ευρύτερα από το γλυκάνισο στην περιοχή της Παλαιστίνης, και τα στοιχεία συγκλίνουν στο ότι καλλιεργούνταν από την αρχαιότητα στη Μέση Ανατολή, καθώς επίσης από τους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Ο άνηθος συμπεριλαμβανόταν στα φυτά από τα οποία οι υποκριτές Φαρισαίοι έδιναν το δέκατο με κάθε σχολαστικότητα, ενώ αντίθετα δεν τηρούσαν τα πιο βαρυσήμαντα ζητήματα του Νόμου. (Ματ 23:23) Το Ιουδαϊκό Μισνά (Μαασερότ 4:5) όριζε ότι έπρεπε να δίνεται το δέκατο, όχι μόνο από τους σπόρους, αλλά και από το φυτό και από τους καρπούς.
Το φυτό είναι ποώδες, μοιάζει με το γλυκάνισο και φτάνει σε ύψος γύρω στο μισό μέτρο, έχει δε νηματοειδή, καταπράσινα φύλλα και σκιάδια από μικρά κίτρινα λουλούδια. Καλλιεργείται για τους αρωματικούς σπόρους του, οι οποίοι είναι περιζήτητοι ως καρύκευμα διαφόρων τροφών αλλά και ως φάρμακο για τη θεραπεία στομαχικών διαταραχών.
-
-
ΑνησυχίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΗΣΥΧΙΑ
Αρκετές εβραϊκές λέξεις μεταδίδουν την ιδέα της ανησυχίας ή της στενοχώριας. Μια από αυτές (τσαράρ) σημαίνει ότι κάποιος είναι περιορισμένος με την κυριολεκτική έννοια και, ως εκ τούτου, αποδίδεται “τυλίγω”, “κλείνω” και “στενόχωρος”. (Εξ 12:34· Παρ 26:8· Ησ 49:19) Μεταφορικά σημαίνει “αρχίζω να ανησυχώ· αντιμετωπίζω μεγάλες στενοχώριες”. (Γε 32:7· 1Σα 28:15) Η λέξη ντα’άγ επίσης αποδίδεται “αρχίζω να ανησυχώ· φοβάμαι” και είναι συγγενική της λέξης ντε’αγάχ που σημαίνει «έντονη ανησυχία». (1Σα 9:5· Ησ 57:11· Παρ 12:25) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη μέριμνα που αποδίδεται «ανησυχία», ενώ το συγγενικό ρήμα μεριμνάω αποδίδεται «ανησυχώ».—Ματ 13:22· Λου 12:22.
Η ανησυχία μπορεί να αποβεί επιβλαβής για την ευημερία κάποιου. Μπορεί να τον οδηγήσει στην κατάθλιψη, αποστερώντας του τη δύναμη και την πρωτοβουλία για δράση. Μια θεόπνευστη παροιμία λέει: «Η έντονη ανησυχία στην καρδιά του ανθρώπου θα την κάνει να λυγίσει». (Παρ 12:25) Η στενοχώρια είναι δυνατόν να εκδηλωθεί με τη μορφή σοβαρών σωματικών συμπτωμάτων. Το βιβλίο Πώς να Ελέγχετε τα Νεύρα Σας (How to Master Your Nerves) επισημαίνει: «Οι γιατροί γνωρίζουν πώς μπορεί να επηρεάσει η ανησυχία τις λειτουργίες του σώματος. Μπορεί να ανεβάσει (ή να κατεβάσει) την πίεση του αίματος, να αυξήσει τον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων, να επηρεάσει απότομα το σάκχαρο του αίματος λόγω του τρόπου με τον οποίο επιδρά η αδρεναλίνη στο ήπαρ. Μπορεί να μεταβάλει ακόμη και την εικόνα του ηλεκτροκαρδιογραφήματός σας. Ο Δρ Τσαρλς Μάγιο είπε: “Η στενοχώρια επηρεάζει το κυκλοφορικό, την καρδιά, τους αδένες, ολόκληρο το νευρικό σύστημα”».—Από τους δόκτορες Π. Στάινκρον και Ντ. Λαφία, 1970, σ. 14.
Πολύ σοβαρότερη είναι η πνευματική βλάβη που μπορεί να προκύψει από την ακατάλληλη ανησυχία. Ο Ιησούς Χριστός έδειξε ότι η στενοχώρια για τα προβλήματα που είναι συνήθως μέρος της ζωής σε αυτό το σύστημα πραγμάτων μπορεί να καταπνίξει την εκτίμηση για το “λόγο του Θεού”. Όπως ακριβώς τα αγκάθια μπορούν να ανακόψουν την ανάπτυξη και την καρποφορία των καινούριων φυτών, έτσι και η ανησυχία αυτού του είδους μπορεί να εμποδίσει την πνευματική ανάπτυξη και την καρποφορία που δίνει αίνο στον Θεό. (Ματ 13:22· Μαρ 4:18, 19· Λου 8:7, 11, 14) Πολλοί έχουν επιτρέψει σε τέτοιες στενοχώριες να κυριαρχήσουν στη ζωή τους παραγκωνίζοντας τα πνευματικά ενδιαφέροντα, και λόγω αυτού θα βρεθούν αποδοκιμασμένοι ενώπιον του Γιου του Θεού κατά την ένδοξη επάνοδό του, και θα υποστούν αιώνια απώλεια.—Λου 21:34-36.
Κατάλληλες Ανησυχίες ή Έγνοιες. Είναι σωστό να ανησυχούμε για το αν κάνουμε αυτό που ευαρεστεί τον Ιεχωβά Θεό, ώστε να μη χάσουμε τις ευλογίες που θα απολαύσουν οι αφοσιωμένοι υπηρέτες του. Όταν κάποιος είναι ένοχος σοβαρής αδικοπραγίας, πρέπει να νιώθει όπως ο ψαλμωδός: «Ένιωσα ανησυχία για την αμαρτία μου». (Ψλ 38:18) Η κατάλληλη ανησυχία για την αμαρτία οδηγεί σε ομολογία, σε μετάνοια και σε μεταστροφή από την εσφαλμένη πορεία, με αποτέλεσμα την αποκατάσταση της καλής σχέσης με τον Ύψιστο.
Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να ανησυχούν, δηλαδή να ενδιαφέρονται πραγματικά, για την πνευματική, τη σωματική και την υλική ευημερία των ομοπίστων τους. (1Κο 12:25-27) Αυτό το ενδιαφέρον αντανακλάται στην επιστολή του αποστόλου Ιωάννη προς τον Γάιο: «Αγαπητέ, προσεύχομαι να ευημερείς σε όλα τα πράγματα και να έχεις καλή υγεία, όπως ευημερεί η ψυχή σου». (3Ιω 2) Ο απόστολος Παύλος έκανε λόγο για την «ανησυχία για όλες τις εκκλησίες». (2Κο 11:28) Ενδιαφερόταν βαθιά για το αν θα εξακολουθούσαν όλοι να είναι πιστοί μαθητές του Γιου του Θεού μέχρι τέλους.
Οι Γραφές αναφέρονται στην “ανησυχία για τα πράγματα του Κυρίου”, δηλαδή στο ενδιαφέρον για οτιδήποτε θα προωθούσε τα συμφέροντα του Γιου του Θεού. Εφόσον οι άγαμοι Χριστιανοί δεν έχουν τις ευθύνες και τις μέριμνες που έχει ένας έγγαμος για το σύντροφό του και τα παιδιά του, είναι σε καλύτερη θέση από τους έγγαμους να περιορίζουν στο ελάχιστο το ενδιαφέρον τους για «τα πράγματα του κόσμου» και, ως εκ τούτου, να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στα «πράγματα του Κυρίου».—1Κο 7:32-35.
Ο απόστολος Παύλος έγραψε ότι οι Χριστιανοί σύζυγοι, άντρες και γυναίκες, θα “ανησυχούσαν για τα πράγματα του κόσμου” επειδή θα είχαν περισπασμούς που δεν βαρύνουν τους άγαμους Χριστιανούς. Κάτι που για ένα άγαμο άτομο είναι υπεραρκετό, είτε αυτό αφορά την προσωπική του φροντίδα είτε τη φροντίδα του σπιτιού είτε τις βιοτικές του ανάγκες—δηλαδή τροφή, ρουχισμό, στέγη—μπορεί να μην επαρκεί καν για τις ανάγκες μιας οικογένειας. Λόγω της στενής σχέσης ανάμεσα στο σύζυγο και στη σύζυγο, και οι δύο ανησυχούν δικαιολογημένα ή ενδιαφέρονται για το πώς μπορούν να ευχαριστούν ο ένας τον άλλον, προσφέροντας οτιδήποτε συμβάλλει στη σωματική, στη διανοητική, στη συναισθηματική και στην πνευματική ευημερία ολόκληρης της οικογένειας. Ακόμη και αν δεν χρειάζεται να αντιμετωπίσουν αρρώστιες, έκτακτες ανάγκες, περιορισμούς ή αναπηρίες, τα αντρόγυνα που έχουν παιδιά απαιτείται να αφιερώνουν πολύ περισσότερο χρόνο στα «πράγματα του κόσμου», δηλαδή σε μη πνευματικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την ανθρώπινη ζωή, από ό,τι χρειάζεται συνήθως να κάνουν οι άγαμοι Χριστιανοί.
Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να προσδίδεται υπερβολική σπουδαιότητα στις ανησυχίες της καθημερινότητας. Ο Ιησούς Χριστός το κατέστησε αυτό σαφές στη Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου. Εκείνη, από την ανησυχία της να περιποιηθεί τον Ιησού τον οποίο φιλοξενούσε, δεν μπορούσε να διακρίνει πώς ήταν δυνατόν να βρει χρόνο για να τον ακούσει. Από την άλλη μεριά, η Μαρία μπόρεσε να διαλέξει «την καλή μερίδα», δηλαδή να τραφεί πνευματικά από τον Γιο του Θεού.—Λου 10:38-42.
Αποφυγή της Ακατάλληλης Ανησυχίας. Η ανεπιφύλακτη εμπιστοσύνη στο στοργικό ενδιαφέρον του Ιεχωβά για την ευημερία των υπηρετών του μπορεί να βοηθήσει ένα άτομο να μην ενδώσει σε περιττές ανησυχίες. (Ιερ 17:7, 8) Ο Ιησούς Χριστός έκανε την ίδια επισήμανση στην Επί του Όρους Ομιλία του. Ολοκλήρωσε τις συμβουλές του γύρω από το θέμα της ανησυχίας με τα λόγια: «Ποτέ μην ανησυχήσετε για την αυριανή ημέρα, γιατί η αυριανή ημέρα θα έχει τις δικές της ανησυχίες. Αρκετό είναι για την κάθε ημέρα το δικό της κακό». (Ματ 6:25-34) Ένας Χριστιανός έχει ήδη αρκετά προβλήματα να αντιμετωπίσει κάθε μέρα και δεν χρειάζεται να προσθέτει σε αυτά ανησυχώντας για πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν την επομένη και τα οποία, τελικά, ενδέχεται να μη συμβούν ποτέ.
Ακόμη και όταν ένας Χριστιανός προσαχθεί ενώπιον ανακριτικών αρχών σε καιρό διωγμού, η εμπιστοσύνη του στη βοήθεια του Θεού μπορεί να τον απαλλάξει από την ανησυχία. Μέσω του πνεύματός Του, ο Ιεχωβά θα τον στηρίξει σε αυτή τη δοκιμασία και θα τον ικανώσει να δώσει εξαίρετη μαρτυρία.—Ματ 10:18-20· Λου 12:11, 12.
Όποτε ένας Χριστιανός πλήττεται από οτιδήποτε μπορεί να του προκαλέσει ανησυχία και να τον κατακλύσει με αισθήματα ταραχής και φόβου, πρέπει να στρέφεται στον ουράνιο Πατέρα του με προσευχή. Με αυτόν τον τρόπο, μπορεί “να ρίξει την ανησυχία του στον Ιεχωβά”, έχοντας την πεποίθηση ότι Εκείνος που ενδιαφέρεται για αυτόν θα τον εισακούσει. (1Πε 5:7) Το αποτέλεσμα θα είναι εσωτερική γαλήνη, η ειρήνη του Θεού, η οποία θα περιφρουρεί την καρδιά και τις διανοητικές δυνάμεις. Βαθιά μέσα του, στην καρδιά του, ο Χριστιανός θα απαλλαχτεί από την ταραχή, τα κακά προαισθήματα και τον πανικό, και η διάνοιά του δεν θα αναστατώνεται από τους περισπασμούς και τη σύγχυση που προκαλεί η ανησυχία.—Φλπ 4:6, 7.
-
-
Άνθρωποι της ΓηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΓΗΣ
Βλέπε ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ.
-
-
ΑνθρωποκτόνοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΟΣ
Βλέπε ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ· ΦΟΝΟΣ.
-
-
ΆνθρωποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Η ανώτερη μορφή ζωής στη γη και έργο του Δημιουργού, του Ιεχωβά Θεού. Ο Ιεχωβά έπλασε τον άνθρωπο από χώμα της γης, φύσηξε στα ρουθούνια του την πνοή της ζωής, «και ο άνθρωπος έγινε ζωντανή ψυχή». (Γε 2:7· 1Κο 15:45) Αφού ο Αδάμ δημιουργήθηκε και έδωσε τα ονόματα στα ζώα, ο Ιεχωβά τον έριξε σε βαθύ ύπνο. Ενόσω αυτός κοιμόταν, ο Θεός πήρε ένα από τα πλευρά του και το χρησιμοποίησε για να φτιάξει τη γυναίκα. Γι’ αυτό, όταν την παρουσίασε στον Αδάμ, εκείνος μπορούσε να πει: «Αυτό είναι επιτέλους οστό από τα οστά μου και σάρκα από τη σάρκα μου». Το όνομα που της έδωσε ήταν Ανδρίς, ’ισσάχ, «επειδή από τον άντρα πάρθηκε». (Γε 2:21-23) Αργότερα ο Αδάμ τής έδωσε το όνομα Εύα (που σημαίνει «Ζωντανή»).—Γε 3:20.
Διάφορες λέξεις του πρωτότυπου εβραϊκού και του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρονται στον άνθρωπο. Η λέξη ’αδάμ σημαίνει «άνθρωπος· χωματένιος άνθρωπος· ανθρωπότητα» (ως γενικός όρος)· η λέξη ’ις, «άντρας· άτομο· ο σύζυγος»· η λέξη ’ενώς, «θνητός άνθρωπος»· η λέξη γκέβερ, «ακμαίος άντρας»· η λέξη ζαχάρ, «αρσενικός· άρρενας», ενώ και κάποιες άλλες εβραϊκές λέξεις μεταφράζονται μερικές φορές «άνθρωπος» ή «άντρας». Η λέξη ἄνθρωπος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «ανθρώπινο ον· ανθρωπότητα» (ως γενικός όρος), ενώ η λέξη ἀνήρ σημαίνει «άντρας· σύζυγος».
Πιστοποιώντας τη δημιουργία του ανθρώπου από τον Ιεχωβά Θεό, ο απόστολος Παύλος είπε στους Αθηναίους: «Έκανε από έναν άνθρωπο κάθε έθνος ανθρώπων για να κατοικούν σε ολόκληρη την επιφάνεια της γης». (Πρ 17:26) Επομένως, όλα τα έθνη και οι φυλές έχουν κοινή προέλευση.
Ο Αδάμ και η Εύα δημιουργήθηκαν προς το τέλος της έκτης δημιουργικής “ημέρας”. (Γε 1:24-31) Δεν υπάρχουν πραγματικά στοιχεία για τον αρχαίο άνθρωπο, τη γραφή που χρησιμοποιούσε, τις γεωργικές και άλλες δραστηριότητές του, τα οποία να ανάγονται πριν από το 4026 Π.Κ.Χ., τη χρονολογία της δημιουργίας του Αδάμ. Εφόσον οι Γραφές αφηγούνται την ιστορία του ανθρώπου από τη στιγμή της δημιουργίας του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού, δεν μπορεί να υπήρξε «προϊστορικός άνθρωπος». Το αρχείο των απολιθωμάτων στη γη δεν παρέχει κάποιον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον άνθρωπο και στα ζώα. Επίσης, από τα αρχαιότερα μνημεία του ανθρώπου—είτε πρόκειται για γραπτά κείμενα είτε για σπηλαιογραφίες, γλυπτές παραστάσεις ή τα παρόμοια—απουσιάζουν παντελώς οποιεσδήποτε αναφορές σε υπανθρώπους. Οι Γραφές καθιστούν σαφές το αντίθετο, ότι δηλαδή ο άνθρωπος ήταν αρχικά γιος του Θεού και ότι εκφυλίστηκε. (1Βα 8:46· Εκ 7:20· 1Ιω 1:8-10) Ο αρχαιολόγος Ο. Ντ. Μίλερ παρατήρησε: «Επομένως, η παράδοση σχετικά με τη “χρυσή εποχή” δεν ήταν μύθος. Η αρχαία δοξασία σχετικά με μια επακόλουθη παρακμή, έναν θλιβερό υποβιβασμό της ανθρώπινης φυλής από την αρχική κατάσταση της ευτυχίας και της αγνότητας, εμπεριέκλειε αναμφίβολα μια μεγάλη, αλλά οδυνηρή αλήθεια. Οι σύγχρονες φιλοσοφίες μας γύρω από την ιστορία, οι οποίες ξεκινούν παρουσιάζοντας τον αρχέγονο άνθρωπο ως άγριο, χρειάζονται προφανώς καινούρια εισαγωγή. . . . Όχι. Ο αρχέγονος άνθρωπος δεν ήταν άγριος».—Χαρ-Μόαντ (Har-Moad), 1892, σ. 417.
Η Αγία Γραφή αποκαλύπτει ότι το αρχικό σπίτι του ανθρώπου ήταν “ένας κήπος στην Εδέμ”. (Γε 2:8· βλέπε ΕΔΕΜ Αρ. 1.) Από ό,τι φαίνεται, ο κήπος αυτός βρισκόταν σχετικά κοντά στον τόπο όπου αναπτύχθηκε ο πρώτος μετακατακλυσμιαίος ανθρώπινος πολιτισμός. Η άποψη που αποδέχονται γενικά οι μελετητές διατυπώνεται από τον Π. Τζ. Γουάιζμαν ως εξής: «Όλα τα ουσιαστικά στοιχεία που διαθέτουμε—από τη Γένεση, την αρχαιολογία και τις παραδόσεις των ανθρώπων—υποδεικνύουν την πεδιάδα της Μεσοποταμίας ως την αρχαιότερη κοιτίδα του ανθρώπου. Ο πολιτισμός της Άπω Ανατολής, είτε της Κίνας είτε της Ινδίας, δεν μπορεί να συναγωνιστεί αυτή την περιοχή όσον αφορά την αρχαιότητα των κατοίκων της, διότι αυτή μπορεί να υποστηρίξει εύκολα τον ισχυρισμό της ότι είναι το λίκνο του πολιτισμού».—Νέες Ανακαλύψεις στη Βαβυλωνία για τη Γένεση (New Discoveries in Babylonia About Genesis), 1949, σ. 28.
Με ποια έννοια είναι πλασμένος ο άνθρωπος «κατά την εικόνα του Θεού»;
Αποκαλύπτοντας στον “δεξιοτέχνη εργάτη” του το θεϊκό του σκοπό να δημιουργήσει το ανθρώπινο γένος, ο Θεός είπε: «Ας κάνουμε άνθρωπο [’αδάμ] κατά την εικόνα μας, σύμφωνα με την ομοίωσή μας». (Γε 1:26, 27· Παρ 8:30, 31· παράβαλε Ιωα 1:1-3· Κολ 1:15-17.) Προσέξτε ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, ο Θεός δεν δημιούργησε τον άνθρωπο κατά την εικόνα κάποιου θηρίου ή κατοικίδιου ζώου ή ψαριού. Ο άνθρωπος πλάστηκε «κατά την εικόνα του Θεού», ήταν “γιος του Θεού”. (Λου 3:38) Όσο για τη μορφή ή το σχήμα που έχει το σώμα του Θεού, «ποτέ δεν έχει δει κανείς τον Θεό». (1Ιω 4:12) Κανείς πάνω στη γη δεν γνωρίζει πώς είναι το ένδοξο, ουράνιο, πνευματικό σώμα του Θεού, γι’ αυτό και δεν μπορούμε να παρομοιάσουμε το σώμα του ανθρώπου με του Θεού. «Ο Θεός είναι Πνεύμα».—Ιωα 4:24.
Παρ’ όλα αυτά, ο άνθρωπος είναι «κατά την εικόνα του Θεού» με την έννοια ότι δημιουργήθηκε με ηθικές ιδιότητες όμοιες με του Θεού, δηλαδή με αγάπη και δικαιοσύνη. (Παράβαλε Κολ 3:10.) Έχει επίσης δυνάμεις και σοφία ανώτερες από των ζώων, και έτσι μπορεί να εκτιμήσει τα πράγματα που απολαμβάνει και εκτιμάει ο Θεός, όπως την ομορφιά και τις τέχνες, την ομιλία, τη λογική σκέψη και παρόμοιες λειτουργίες της διάνοιας και της καρδιάς, λειτουργίες τις οποίες δεν διαθέτουν τα ζώα. Επιπλέον, ο άνθρωπος είναι ικανός να αναπτύξει πνευματικότητα, να γνωρίσει τον Θεό και να επικοινωνεί μαζί του. (1Κο 2:11-16· Εβρ 12:9) Για αυτούς τους λόγους ο άνθρωπος διέθετε τα προσόντα να είναι ο εκπρόσωπος του Θεού και να έχει σε υποταγή τα διάφορα πλάσματα στους αιθέρες, στη γη και στη θάλασσα.
Ως δημιούργημα του Θεού, ο άνθρωπος ήταν αρχικά τέλειος. (Δευ 32:4) Επομένως, ο Αδάμ θα μπορούσε να είχε κληροδοτήσει στους απογόνους του ανθρώπινη τελειότητα καθώς και την ευκαιρία για αιώνια ζωή στη γη. (Ησ 45:18) Ο ίδιος και η Εύα έλαβαν την εντολή: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη και να την καθυποτάξετε». Καθώς η οικογένειά τους θα μεγάλωνε, θα καλλιεργούσαν και θα εξωράιζαν τη γη σύμφωνα με το σκοπό του Δημιουργού τους.—Γε 1:28.
Αναλύοντας τις σχετικές θέσεις του άντρα και της γυναίκας στη διευθέτηση του Θεού, ο απόστολος Παύλος λέει: «Θέλω δε να ξέρετε ότι η κεφαλή του κάθε άντρα είναι ο Χριστός· η κεφαλή δε της γυναίκας είναι ο άντρας· η κεφαλή δε του Χριστού είναι ο Θεός». Κατόπιν τονίζει ότι η γυναίκα που προσεύχεται ή προφητεύει στην εκκλησία με το κεφάλι της ακάλυπτο ντροπιάζει αυτόν που είναι κεφαλή της. Για να ενισχύσει το επιχείρημά του δηλώνει στη συνέχεια: «Διότι ο άντρας δεν οφείλει να έχει καλυμμένο το κεφάλι του, αφού είναι εικόνα και δόξα του Θεού· αλλά η γυναίκα είναι δόξα του άντρα». Ο άντρας δημιουργήθηκε πρώτος και για κάποιο διάστημα υπήρχε μόνος του, όντας μόνο αυτός κατά την εικόνα του Θεού. Η γυναίκα πλάστηκε από τον άντρα και επρόκειτο να υποτάσσεται σε αυτόν—μια κατάσταση διαφορετική από την κατάσταση του Θεού, ο οποίος δεν υποτάσσεται σε κανέναν. Ωστόσο, η ηγεσία του άντρα υπάγεται στην ηγεσία του Θεού και του Χριστού.—1Κο 11:3-7.
Ελεύθερος Ηθικός Παράγοντας. Εφόσον πλάστηκε κατά την εικόνα του Θεού, σύμφωνα με την ομοίωσή Του, ο άνθρωπος ήταν ελεύθερος ηθικός παράγοντας. Είχε την ελευθερία να επιλέξει να κάνει το καλό ή το κακό. Με την πρόθυμη, υποκινούμενη από αγάπη υπακοή του προς τον Δημιουργό του, ήταν σε θέση να φέρει πολύ περισσότερη τιμή και δόξα στον Θεό από ό,τι η ζωική κτίση. Μπορούσε να αινεί με τη νοημοσύνη του τον Θεό για τις θαυμάσιες ιδιότητές Του και να υποστηρίζει την κυριαρχία Του. Αλλά η ελευθερία του Αδάμ ήταν σχετική, όχι απόλυτη. Θα συνέχιζε να ζει ευτυχισμένος μόνο αν αναγνώριζε την κυριαρχία του Ιεχωβά. Αυτό υποδηλωνόταν από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού, από το οποίο ο Αδάμ απαγορευόταν να φάει. Αν έτρωγε από αυτό, θα προέβαινε σε μια πράξη ανυπακοής, σε στασιασμό εναντίον της κυριαρχίας του Θεού.—Γε 2:9, 16, 17.
Εφόσον ο Αδάμ ήταν “γιος του Θεού” (Λου 3:38), η σχέση του με τον Θεό ήταν σχέση γιου προς πατέρα, άρα λοιπόν, ο Αδάμ όφειλε να υπακούσει. Επιπρόσθετα, ο Θεός δημιούργησε στον άνθρωπο μια έμφυτη επιθυμία να αποδίδει λατρεία. Αυτή η επιθυμία, αν υφίστατο διαστροφή, θα οδηγούσε τον άνθρωπο σε λάθος κατεύθυνση και θα κατέστρεφε την ελευθερία του, κάνοντάς τον δούλο των δημιουργημάτων αντί του Δημιουργού. Αυτό, στη συνέχεια, θα κατέληγε στον υποβιβασμό του ανθρώπου.
Ένας στασιαστικός πνευματικός γιος του Θεού έκανε τη σύζυγο του Αδάμ την Εύα να αμαρτήσει, και εκείνη έφερε τον πειρασμό ενώπιον του Αδάμ, ο οποίος στασίασε εσκεμμένα εναντίον του Ιεχωβά. (Γε 3:1-6· 1Τι 2:13, 14) Αυτοί έγιναν σαν τα άτομα που περιέγραψε μεταγενέστερα ο Παύλος στα εδάφια Ρωμαίους 1:20-23. Με την παράβαση που διέπραξε ο Αδάμ, έχασε την ιδιότητα του γιου καθώς και την τελειότητα, ενώ εισήγαγε την αμαρτία, μαζί με την ατέλεια και το θάνατο, στους απογόνους του—σε ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή. Ακόμη και από τη γέννησή τους, αυτοί ήταν κατά την εικόνα του πατέρα τους του Αδάμ ατελείς, με το θάνατο να βρίσκεται σε δράση μέσα στα σώματά τους.—Γε 3:17-19· Ρω 5:12· βλέπε ΑΔΑΜ Αρ. 1.
«Ο Εσωτερικός μας Άνθρωπος». Μιλώντας για τη μάχη που διεξάγει ο Χριστιανός, περιλαμβανομένης και της μάχης με την ξεπεσμένη, αμαρτωλή σάρκα, η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί τις εκφράσεις “ο άνθρωπος ο οποίος είμαι εσωτερικά”, «ο εσωτερικός μας άνθρωπος» και άλλες παρόμοιες. (Ρω 7:22· 2Κο 4:16· Εφ 3:16) Πρόκειται για κατάλληλες εκφράσεις επειδή οι Χριστιανοί έχουν “ανανεωθεί στη δύναμη που ενεργοποιεί το νου” τους. (Εφ 4:23) Η υποκινούσα δύναμη, ή αλλιώς η τάση, της διάνοιάς τους έχει πνευματικό προσανατολισμό. Αυτοί προσπαθούν να “βγάλουν από πάνω τους την παλιά προσωπικότητα [τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, Κείμενο]” και να ντυθούν «τη νέα προσωπικότητα [τὸν νέον, Κείμενο]». (Κολ 3:9, 10· Ρω 12:2) Εφόσον οι χρισμένοι Χριστιανοί είναι βαφτισμένοι στον Χριστό, “έχουν βαφτιστεί στο θάνατό του”, η δε παλιά προσωπικότητα έχει κρεμαστεί στο ξύλο “για να αδρανοποιηθεί το αμαρτωλό σώμα”. Αλλά μέχρι να επέλθει ο θάνατός τους στη σάρκα και η ανάστασή τους, το σάρκινο σώμα εξακολουθεί να πολεμάει τον “πνευματικό άνθρωπο”. Είναι ένας δύσκολος αγώνας, σχετικά με τον οποίο ο Παύλος λέει: «Σε αυτό το σπίτι στο οποίο κατοικούμε στενάζουμε». Αλλά η λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού καλύπτει τις αμαρτίες της παλιάς προσωπικότητας με τις σαρκικές επιθυμίες που δρουν στα μέλη της, εκτός αν αυτοί οι Χριστιανοί ενδώσουν και ακολουθήσουν εσκεμμένα την οδό της σάρκας.—Ρω 6:3-7· 7:21-25· 8:23· 2Κο 5:1-3.
Ο Πνευματικός Άνθρωπος. Ο απόστολος Παύλος αντιπαραβάλλει τον πνευματικό άνθρωπο με το φυσικό άνθρωπο, λέγοντας: «Ο φυσικός [ψυχικός, Κείμενο] άνθρωπος, όμως, δεν δέχεται τα πράγματα του πνεύματος του Θεού, γιατί αυτά είναι ανοησία για αυτόν». (1Κο 2:14) Η φράση «φυσικός άνθρωπος» δεν εννοεί απλώς κάποιον που ζει στη γη, κάποιον που έχει σάρκινο σώμα, διότι, όπως είναι φανερό, οι Χριστιανοί στη γη έχουν σάρκινα σώματα. Ο φυσικός άνθρωπος για τον οποίο γίνεται λόγος εδώ είναι κάποιος του οποίου η ζωή δεν έχει πνευματική διάσταση. Είναι «ψυχικός» με την έννοια ότι ακολουθεί τις επιθυμίες της ανθρώπινης ψυχής και αποκλείει τα πνευματικά πράγματα.
Ο Παύλος λέει στη συνέχεια ότι «ο φυσικός άνθρωπος» δεν μπορεί να γνωρίσει τα πράγματα του πνεύματος του Θεού «επειδή εξετάζονται πνευματικά». Κατόπιν λέει: «Ωστόσο, ο πνευματικός άνθρωπος εξετάζει μεν τα πάντα, αυτός όμως δεν εξετάζεται από κανέναν άνθρωπο». Ο πνευματικός άνθρωπος κατανοεί τα πράγματα που αποκαλύπτει ο Θεός. Επίσης, διακρίνει την εσφαλμένη θέση και πορεία του φυσικού ανθρώπου. Αλλά η θέση, οι πράξεις και η πορεία ζωής του πνευματικού ανθρώπου δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά από το φυσικό άνθρωπο, ούτε μπορεί κανένας άνθρωπος να κρίνει τον πνευματικό άνθρωπο, διότι μόνο ο Θεός είναι ο Κριτής του. (Ρω 14:4, 10, 11· 1Κο 4:3-5) Ο Παύλος το διευκρινίζει αυτό με το επιχείρημα: «Διότι “ποιος έχει γνωρίσει το νου του Ιεχωβά, ώστε να τον διδάξει;”» Κανείς, φυσικά. «Εμείς όμως», λέει ο Παύλος για τους Χριστιανούς, «έχουμε το νου του Χριστού». Αποκτώντας το νου του Χριστού, ο οποίος αποκαλύπτει τον Ιεχωβά και τους σκοπούς του στους Χριστιανούς, αυτοί γίνονται πνευματικοί άνθρωποι.—1Κο 2:14-16.
Βλέπε ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.
-
-
Άνθρωπος της ΑνομίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ
Έκφραση που χρησιμοποιεί ο απόστολος Παύλος στα εδάφια 2 Θεσσαλονικείς 2:2, 3 προειδοποιώντας για τη μεγάλη αντιχριστιανική αποστασία η οποία θα αναπτυσσόταν πριν από την «ημέρα του Ιεχωβά». Η λέξη ἀποστασία που χρησιμοποιείται εδώ στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο υποδηλώνει περισσότερα από μια απλή απομάκρυνση, ένα ασήμαντο ολίσθημα. Αναφέρεται στη λιποταξία, στο στασιασμό, στη σχεδιασμένη και εσκεμμένη ανταρσία. Σε αρχαία έγγραφα παπύρων, η λέξη ἀποστασία χρησιμοποιούνταν σε σχέση με τις πολιτικές εξεγέρσεις.
Θρησκευτικός Στασιασμός. Η εν λόγω εξέγερση, ωστόσο, δεν είναι πολιτικής φύσης. Είναι θρησκευτική ανταρσία, στασιασμός εναντίον του Ιεχωβά Θεού και του Ιησού Χριστού, και επομένως εναντίον της Χριστιανικής εκκλησίας.
Προειπώθηκε. Κάποιες άλλες προβλέψεις αυτής της αποστασίας έγιναν από τους αποστόλους Παύλο και Πέτρο, τόσο προφορικά όσο και γραπτά, ενώ και ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός προειδοποίησε για τον ερχομό της. Στην παραβολή του για το σιτάρι και τα ζιζάνια (Ματ 13), ο Ιησούς είπε ότι ο Διάβολος θα έσπερνε «ζιζάνια», κατ’ απομίμηση Χριστιανούς, “γιους του πονηρού”, ανάμεσα στο «σιτάρι», τους “γιους της βασιλείας”. Αυτά τα ζιζάνια θα υπήρχαν μέχρι την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων, οπότε θα προσδιορίζονταν και θα “κατακαίγονταν”.
Ο Παύλος προειδοποίησε τους Χριστιανούς επισκόπους της Εφέσου ότι, μετά την αναχώρησή του, θα έμπαιναν ανάμεσα στους αληθινούς Χριστιανούς «καταπιεστικοί λύκοι» που δεν θα μεταχειρίζονταν το ποίμνιο με τρυφερότητα αλλά θα προσπαθούσαν να παρασύρουν «τους μαθητές» πίσω τους (δεν θα έκαναν απλώς δικούς τους μαθητές αλλά θα προσπαθούσαν να παρασύρουν τους μαθητές, δηλαδή τους μαθητές του Χριστού). (Πρ 20:29, 30) Στα εδάφια 1 Τιμόθεο 4:1-3, ο Παύλος έγραψε: «Ωστόσο, ο εμπνευσμένος λόγος λέει ρητά ότι σε μεταγενέστερες χρονικές περιόδους μερικοί θα πέσουν από την πίστη, δίνοντας προσοχή σε παροδηγητικούς εμπνευσμένους λόγους και διδασκαλίες δαιμόνων, μέσω της υποκρισίας ανθρώπων που λένε ψέματα, που έχουν τη συνείδησή τους καυτηριασμένη [αναίσθητη, ώστε δεν τους τύπτει καθόλου για το ότι ψεύδονται υποκριτικά]· που απαγορεύουν το γάμο, που διατάζουν την αποχή από τροφές τις οποίες δημιούργησε ο Θεός για να τις τρώνε με ευχαριστία».
Ο Παύλος έγραψε αργότερα στον Τιμόθεο ότι «θα υπάρξει μια χρονική περίοδος στην οποία δεν θα ανέχονται την υγιή διδασκαλία, αλλά, σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, θα συσσωρεύουν για τους εαυτούς τους δασκάλους για να τους γαργαλούν τα αφτιά· και θα απομακρύνουν τα αφτιά τους από την αλήθεια».—2Τι 4:3, 4.
Ο απόστολος Πέτρος παραλλήλισε την αποστασία από τη Χριστιανοσύνη με αυτήν που έλαβε χώρα στο φυσικό οίκο του Ισραήλ, λέγοντας: «Ωστόσο, υπήρξαν και ψευδοπροφήτες μεταξύ του λαού, όπως θα υπάρξουν και ψευδοδιδάσκαλοι μεταξύ σας. Αυτοί θα εισαγάγουν αθόρυβα καταστροφικές αιρέσεις και θα απαρνηθούν ακόμη και τον ιδιοκτήτη που τους αγόρασε, επιφέροντας στον εαυτό τους γοργή καταστροφή. Και πολλοί θα ακολουθήσουν τις πράξεις της έκλυτης διαγωγής τους, και εξαιτίας αυτών θα λέγονται υβριστικά λόγια για την οδό της αλήθειας». Ο Πέτρος κατόπιν τονίζει ότι αυτοί θα εκμεταλλεύονταν την εκκλησία αλλά «η καταστροφή τους δεν κοιμάται».—2Πε 2:1-3.
Σύνθετος «άνθρωπος». Επομένως, ο «άνθρωπος» των εδαφίων 2 Θεσσαλονικείς 2:1-12 δεν είναι ένα άτομο, αλλά ένας σύνθετος «άνθρωπος», μια συλλογική ομάδα, όπως δείχνουν τα προηγούμενα εδάφια, και αυτός ο «άνθρωπος» θα συνέχιζε να υπάρχει και μετά το θάνατο των αποστόλων μέχρι τον καιρό της παρουσίας του Κυρίου.
Προδοσία εναντίον του Θεού. Η «ανομία» που διαπράττει αυτός ο σύνθετος αποστατικός «άνθρωπος» είναι ανομία εναντίον του Ιεχωβά Θεού, του Παγκόσμιου Κυρίαρχου. Αυτός ο «άνθρωπος» είναι ένοχος προδοσίας. Αποκαλείται «γιος της καταστροφής», όπως ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο προδότης που πρόδωσε τον Κύριο Ιησού Χριστό και έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη θανάτωσή του. Παρόμοια με τον Ιούδα, πρόκειται να αφανιστεί, να εξαλειφθεί για πάντα. Αυτός «ο άνθρωπος της ανομίας, ο γιος της καταστροφής» δεν είναι η «Βαβυλώνα η Μεγάλη» η οποία επίσης πολεμάει εναντίον του Θεού, διότι αυτή είναι γυναίκα, πόρνη. Εφόσον, όμως, αυτός κάνει θρησκευτική ανταρσία εναντίον του Θεού, αποτελεί προφανώς μέρος της μυστηριακής Βαβυλώνας.—Ιωα 17:12· Απ 17:3, 5.
«Ο άνθρωπος της ανομίας» εναντιώνεται στον Θεό και επομένως είναι «σατανάς», που σημαίνει «ανθιστάμενος». Και πραγματικά, η «παρουσία του . . . είναι σύμφωνα με τον τρόπο ενέργειας του Σατανά». (2Θε 2:9) Στις ημέρες του αποστόλου Παύλου, υπήρχε ένα «μυστήριο», δηλαδή ένα θρησκευτικό μυστικό, γύρω από την ταυτότητα αυτού του “ανθρώπου της ανομίας”. Μέχρι σήμερα, μυστήριο καλύπτει την ταυτότητά του στο μυαλό πολλών, επειδή αυτός πράττει τα πονηρά του έργα υπό το πρόσχημα της θεοσεβούς αφοσίωσης. (2Θε 2:7) Με τις ψεύτικες διδασκαλίες του οι οποίες αντιστρατεύονται ή παραγκωνίζουν, σαν να λέγαμε, το νόμο του Θεού, «ο άνθρωπος της ανομίας» θέτει τον εαυτό του πάνω από τον Ιεχωβά Θεό και από άλλους “θεούς”—τους ισχυρούς της γης—καθώς επίσης τάσσεται ενάντια στους αγίους του Θεού, τους αληθινούς πνευματικούς αδελφούς του Ιησού Χριστού. (Παράβαλε 2Πε 2:10-13.) Εφόσον είναι υποκριτής, ψευδοδιδάσκαλος που ισχυρίζεται ότι είναι Χριστιανός, «κάθεται στο ναό Του Θεού», δηλαδή σε ό,τι ισχυρίζονται τέτοιοι ψευδοδιδάσκαλοι ότι είναι αυτός ο ναός.—2Θε 2:4.
Ένας ανασταλτικός παράγοντας. Ο Παύλος μιλάει για «αυτό που ενεργεί ως ανασταλτικός παράγοντας». (2Θε 2:6) Φαίνεται ότι οι απόστολοι συναπάρτιζαν αυτόν τον ανασταλτικό παράγοντα. Ο Παύλος είχε πει στους Εφέσιους επισκόπους ότι μετά την αναχώρησή του θα εισχωρούσαν άνθρωποι όμοιοι με λύκους. (Πρ 20:29) Επανειλημμένα έγραψε νουθεσίες σχετικά με αυτή την αποστασία, όχι μόνο στη Δεύτερη Επιστολή Προς τους Θεσσαλονικείς, αλλά και σε πολλές παραινέσεις του προς τον Τιμόθεο. Συμβούλεψε επίσης τον Τιμόθεο να εμπιστευτεί όσα είχε ακούσει από εκείνον σε πιστούς ανθρώπους οι οποίοι θα είχαν τα προσόντα να διδάξουν και άλλους. Χαρακτήρισε την εκκλησία του ζωντανού Θεού “στύλο και στήριγμα της αλήθειας”. Ήθελε να εποικοδομηθεί αυτή όσο το δυνατόν περισσότερο, προτού αναπτυχθεί η μεγάλη αποστασία.—2Τι 2:2· 1Τι 3:15.
Πολύ αργότερα, με εντολή του Χριστού, ειπώθηκε στον απόστολο Ιωάννη να γράψει και να προειδοποιήσει κατά των αιρέσεων, αναφέροντας ιδιαίτερα την αίρεση του Νικολάου και ψευδοπροφήτες όπως ο Βαλαάμ και η γυναίκα Ιεζάβελ η οποία αυτοαποκαλούνταν προφήτισσα.—Απ 2:6, 14, 15, 20.
Σε δράση στις ημέρες των αποστόλων. Ο απόστολος Παύλος είπε ότι το μυστήριο βρισκόταν «ήδη σε δράση». (2Θε 2:7) Υπήρχαν κάποιοι οι οποίοι προσπαθούσαν να διδάξουν ψεύτικα δόγματα, μάλιστα δε μερικοί από αυτούς αναστάτωναν την εκκλησία της Θεσσαλονίκης, πράγμα που στάθηκε εν μέρει η αφορμή για τη συγγραφή της δεύτερης επιστολής του Παύλου προς αυτή την εκκλησία. Υπήρχαν αντίχριστοι όταν ο Ιωάννης έγραψε τις επιστολές του, χωρίς αμφιβολία δε και πριν από αυτό. Ο Ιωάννης μίλησε για την «τελευταία ώρα» της αποστολικής περιόδου, και είπε: «Όπως ακούσατε ότι έρχεται αντίχριστος, ακόμη και τώρα έχουν εμφανιστεί πολλοί αντίχριστοι . . . Αυτοί βγήκαν από εμάς, αλλά δεν ήταν σαν εμάς· διότι αν ήταν σαν εμάς, θα είχαν παραμείνει με εμάς. Αλλά βγήκαν για να γίνει φανερό ότι δεν είναι όλοι σαν εμάς».—1Ιω 2:18, 19· βλέπε ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ.
Αποκαλύπτεται. Μετά το θάνατο των αποστόλων, «ο άνθρωπος της ανομίας» ήρθε στο φως με τη θρησκευτική του υποκρισία και τις ψεύτικες διδασκαλίες του. (2Θε 2:3, 6, 8) Σύμφωνα με τα λόγια του Παύλου, αυτός «ο άνθρωπος» θα αποκτούσε μεγάλη δύναμη, ενεργώντας κάτω από τον έλεγχο του Σατανά, εκτελώντας “κάθε δυναμικό έργο καθώς και ψεύτικα σημεία και θαυμαστά προμηνύματα”. Σχετικά με όσους εξαπατούνται από τον τρόπο ενέργειας του σύνθετου “ανθρώπου της ανομίας”, λέγεται ότι «αφανίζονται [τοῖς ἀπολλυμένοις, Κείμενο], ως ανταπόδοση για το ότι δεν δέχτηκαν την αγάπη για την αλήθεια ώστε να σωθούν». Ο Παύλος δείχνει ότι “πιστεύουν το ψέμα” και θα «κριθούν όλοι επειδή δεν πίστεψαν την αλήθεια αλλά βρήκαν ευχαρίστηση στην αδικία». (2Θε 2:9-12) Γι’ αυτό, η κρίση είναι καταδικαστική.—Βλέπε ΑΝΑΣΤΑΣΗ (Αμαρτία εναντίον του αγίου πνεύματος).
Καταστρέφεται. Αυτός ο σύνθετος, υποκριτικός «άνθρωπος της ανομίας» πρόκειται να εξοντωθεί από τον Κύριο Ιησού «με το πνεύμα του στόματός του» και να εκμηδενιστεί «με τη φανέρωση της παρουσίας του». Ο αφανισμός αυτού του πονηρού εναντιουμένου του Θεού θα αποτελέσει ορατή και χειροπιαστή απόδειξη του ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός κάθεται και ενεργεί ως Κριτής. Αυτός δεν θα κρίνει σύμφωνα με τους δικούς του κανόνες, και κατά συνέπεια η καταστροφή που θα επιφέρει «με το πνεύμα του στόματός του» προφανώς σημαίνει ότι θα εκφράσει την κρίση του Ιεχωβά εναντίον αυτής της πονηρής τάξης ατόμων.—2Θε 2:8· παράβαλε Απ 19:21, όσον αφορά τη φράση «το μακρύ σπαθί . . . το οποίο σπαθί βγήκε από το στόμα του».
-
-
ΑνθύπατοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΘΥΠΑΤΟΣ
Ο ανώτερος τοπικός διοικητής μιας επαρχίας η οποία βρισκόταν υπό την εποπτεία της Ρωμαϊκής Συγκλήτου.
Το 27 Π.Κ.Χ., ο Αυτοκράτορας Αύγουστος της Ρώμης ανέλαβε τη διοίκηση όλων των επαρχιών στις οποίες απαιτούνταν η παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων, ξεχωρίζοντας δέκα άλλες ως συγκλητικές επαρχίες. Τη διοίκηση των τελευταίων ασκούσαν οι ανθύπατοι. Οι ανθύπατοι ανήκαν σε δύο τάξεις: στους πρώην υπάτους (όσους είχαν φτάσει ήδη στο βαθμό του υπάτου), που αποστέλλονταν στις επαρχίες της Ασίας και της Αφρικής (στις οποίες στάθμευε μια δύναμη λεγεωνάριων), και στους πρώην πραίτορες, που αποστέλλονταν στις υπόλοιπες συγκλητικές επαρχίες.
Ευθύνη του ανθύπατου ήταν να χειρίζεται τις πολιτικές υποθέσεις της επαρχίας, να εκδίδει δικαστικές αποφάσεις και να διατηρεί το νόμο και την τάξη. Είχε την ύψιστη δικαιοδοσία στην επαρχία, αν και οι ενέργειές του υπόκειντο στον έλεγχο της Ρωμαϊκής Συγκλήτου. Υπεύθυνος για τη συγκέντρωση των κρατικών εσόδων ήταν ένας κοιαίστωρ (ταμίας). Ο ανθύπατος δεν έφερε στρατιωτική περιβολή ούτε κρατούσε σπαθί.
Τα εδάφια Πράξεις 13:7, 12 αναφέρουν ότι ο ανθύπατος Σέργιος Παύλος έγινε Χριστιανός. Αυτός ήταν ο ανθύπατος της Κύπρου. Στο εδάφιο Πράξεις 18:12 αναφέρεται ότι ο Γαλλίων ήταν ανθύπατος της επαρχίας της Αχαΐας. Σωστά χρησιμοποιεί ο Λουκάς τον όρο «ανθύπατος» σε αυτές τις περιπτώσεις, διότι η Αχαΐα ήταν συγκλητική επαρχία από το 27 Π.Κ.Χ. ως το 15 Κ.Χ. και ξανά μετά το 44 Κ.Χ., η δε Κύπρος έγινε συγκλητική επαρχία το 22 Π.Κ.Χ. Έχει βρεθεί ένα νόμισμα από την Κύπρο με τη μορφή και τον τίτλο του Κλαύδιου (στη λατινική) στην πρόσθια όψη και την επιγραφή ΕΠΙ ΚΟΜΙΝΙΟΥ ΠΡΟΚΛΟΥ ΑΝΘΥΠΑΤΟΥ ΚΥΠΡΙΩΝ (στην ελληνική) στην οπίσθια όψη.
-
-
ΑνθωθιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΘΩΘΙΑ
(Ανθωθιά).
Γιος του Σασάκ από τη φυλή του Βενιαμίν.—1Χρ 8:24, 25.
-
-
ΑνιήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΙΗΛ
(Ανιήλ) [Ο Θεός Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Θεός Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος· ή, Εύνοια (Χάρη· Ευσπλαχνία) του Θεού].
1. Αρχηγός τον οποίο διάλεξε ο Ιεχωβά για να εκπροσωπήσει τη φυλή του Μανασσή κατά τη διαμοίραση της γης Δ του Ιορδάνη στις εννιάμισι φυλές του Ισραήλ που επρόκειτο να εγκατασταθούν εκεί. Ο Ανιήλ ήταν γιος του Εφόδ και απόγονος του Ιωσήφ.—Αρ 34:13, 17, 23.
2. Κεφαλή ενός ασηριτικού οίκου. Γιος του Ουλλά.—1Χρ 7:30, 39, 40.
-
-
ΑνίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΙΜ
(Ανίμ).
Πόλη στην ορεινή περιοχή του νότιου Ιούδα η οποία μνημονεύεται σε σχέση με τη διαμοίραση της γης στις ημέρες του Ιησού του Ναυή. (Ιη 15:48, 50) Ταυτίζεται με το Χίρμπετ Γουέιν ετ-Τάχτα (Χορβάτ Ανίμ), ένα μέρος όπου έχουν βρεθεί ερείπια περίπου 5 χλμ. Ν της Εσθεμωά και περίπου 19 χλμ. ΝΝΔ της Χεβρών.
-
-
ΆνναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΝΑ
(Άννα) [Εύνοια· Χάρη· Ευσπλαχνία].
Το όνομα αυτό είναι ο εξελληνισμένος τύπος του εβρ. Χαννάχ.
1. Η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ. Η Άννα ζούσε με τον Λευίτη σύζυγό της, τον Ελκανά, και την άλλη του σύζυγο, τη Φενίννα, στη Ραμαθαΐμ-ζοφίμ στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ. Παρ’ όλο που η Άννα ήταν επί πολύ καιρό στείρα, σε αντίθεση με τη Φενίννα η οποία είχε γεννήσει αρκετά παιδιά, εξακολουθούσε να είναι η πιο αγαπημένη σύζυγος του Ελκανά. Η Φενίννα ενέπαιζε την Άννα επειδή ήταν στείρα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο που ο Ελκανά έπαιρνε την οικογένειά του για την ετήσια επίσκεψή τους στη σκηνή της μαρτυρίας στη Σηλώ.—1Σα 1:1-8.
Σε κάποια επίσκεψη στη Σηλώ, η Άννα έκανε μια ευχή στον Ιεχωβά και είπε ότι, αν γεννούσε γιο, θα τον έδινε στον Ιεχωβά για την υπηρεσία Του. Βλέποντας τα χείλη της να κινούνται καθώς προσευχόταν σιωπηλά, ο Αρχιερέας Ηλεί υπέθεσε αρχικά ότι είχε πιει πολύ κρασί και ήταν μεθυσμένη. Όταν όμως έμαθε ότι με νηφαλιότητα εκδήλωνε εκείνη θέρμη και ειλικρίνεια, ευχήθηκε να κάνει δεκτό το αίτημά της ο Ιεχωβά Θεός. Πράγματι, αυτή σύντομα έμεινε έγκυος. Αφού γέννησε τον Σαμουήλ, δεν πήγε ξανά στη Σηλώ μέχρις ότου απογαλακτίστηκε ο Σαμουήλ. Κατόπιν, όπως είχε υποσχεθεί, τον παρουσίασε στον Ιεχωβά, φέρνοντας μια προσφορά η οποία αποτελούνταν από έναν τριετή ταύρο, ένα εφά αλεύρι και μια μεγάλη στάμνα κρασί. (1Σα 1:9-28) Έκτοτε, κάθε χρόνο που η Άννα πήγαινε στη Σηλώ, έφερνε μαζί της ένα καινούριο αμάνικο πανωφόρι για το γιο της. Ο Ηλεί την ευλόγησε ξανά, και ο Ιεχωβά άνοιξε και πάλι τη μήτρα της ώστε με τον καιρό γέννησε τρεις γιους και δύο κόρες.—1Σα 2:18-21.
Παρατηρούμε αρκετές επιθυμητές ιδιότητες στην Άννα. Ενέμενε στην προσευχή και ήταν ταπεινή, καθώς επίσης επιθυμούσε να ευαρεστεί το σύζυγό της. Κάθε χρόνο τον συνόδευε όταν αυτός πήγαινε να θυσιάσει στη σκηνή της μαρτυρίας. Και η ίδια έκανε μια μεγάλη θυσία στερούμενη οικειοθελώς τη συντροφιά του γιου της, προκειμένου να κρατήσει το λόγο της και να δείξει εκτίμηση για την καλοσύνη του Ιεχωβά. Διατήρησε τη μητρική στοργή της, όπως φαίνεται από το ότι έφτιαχνε ένα καινούριο πανωφόρι για τον Σαμουήλ κάθε χρόνο. Οι σκέψεις που εξέφρασε στον ευχαριστήριο ύμνο της, όταν η ίδια και ο Ελκανά παρουσίασαν τον Σαμουήλ για υπηρεσία στο ναό, μοιάζουν πολύ με τα αισθήματα που εξέφρασε η Μαρία, λίγο καιρό αφότου έμαθε ότι θα γεννούσε τον Μεσσία.—Λου 1:46-55.
2. Προφήτισσα, κόρη του Φανουήλ από τη φυλή του Ασήρ.
Η Άννα είχε χηρέψει έπειτα από εφτά μόλις χρόνια έγγαμης ζωής, και τον καιρό που παρουσίασαν στο ναό τον Ιησού ως βρέφος, εκείνη ήταν 84 χρονών. Παρ’ όλα αυτά, βρισκόταν ανελλιπώς στο ναό, προφανώς από την πρωινή υπηρεσία μέχρι τη βραδινή, και ως αποτέλεσμα, είχε το προνόμιο να δει τον Ιησού όταν ήταν παιδάκι και να δώσει μαρτυρία για αυτόν. Οι “νηστείες και οι δεήσεις” της αποκαλύπτουν μια πένθιμη στάση από μέρους της και μια λαχτάρα. Μια εξήγηση για αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί η μακραίωνη υποτέλεια των Ιουδαίων, σε συνδυασμό με τις επιδεινούμενες θρησκευτικές συνθήκες που επηρέαζαν ακόμη και το ναό και το ιερατείο του. Όπως και να είχαν τα πράγματα, αν και ίσως δεν περίμενε ότι θα βρισκόταν στη ζωή όταν θα μεγάλωνε το παιδί, εκείνη έδωσε τότε με χαρά μαρτυρία στους άλλους για την απελευθέρωση που θα γινόταν εφικτή μέσω αυτού του ερχόμενου Μεσσία.—Λου 2:36-38.
-
-
ΑνναθώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΝΑΘΩΝ
(Ανναθών) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «δείχνω εύνοια (χάρη)· είμαι φιλεύσπλαχνος»].
Μεθόρια πόλη του Ζαβουλών. (Ιη 19:10, 14) Κατά την τρέχουσα άποψη των περισσότερων λογίων η Ανναθών ταυτίζεται με το Τελλ ελ-Μπεντεϊουίγιε (Τελ Χανατόν), περίπου 10 χλμ. ΒΒΔ της Ναζαρέτ. Η Ανναθών εμφανίζεται στα αρχεία του Ασσύριου Βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ καθώς και στις Πινακίδες της Αμάρνα.
-
-
ΆνναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΝΑΣ
(Άννας) [εβρ. προέλευσης· σημαίνει «Αυτός που Δείχνει Εύνοια (Χάρη)· Φιλεύσπλαχνος»].
Αρχιερέας που διορίστηκε γύρω στο 6 με 7 Κ.Χ. από τον Κυρήνιο, τον Ρωμαίο κυβερνήτη της Συρίας, και υπηρέτησε ως το 15 Κ.Χ. περίπου. (Λου 2:2) Συνεπώς, ο Άννας ήταν αρχιερέας όταν ο Ιησούς, σε ηλικία 12 ετών, κατέπληξε τους ραβίνους στο ναό. (Λου 2:42-49) Ο Αυτοκρατορικός Επίτροπος Βαλέριος Γράτος καθαίρεσε τον Άννα από αρχιερέα. Μολονότι ο Άννας δεν κατείχε πλέον τον επίσημο τίτλο, ήταν ολοφάνερο ότι συνέχιζε να ασκεί μεγάλη εξουσία και επιρροή ως επίτιμος αρχιερέας και δεσπόζουσα μορφή της Ιουδαϊκής ιεραρχίας. Πέντε από τους γιους του, καθώς και ο γαμπρός του ο Καϊάφας, ανήλθαν στο αξίωμα του αρχιερέα. Λόγω της εξέχουσας θέσης του, ο Άννας προσδιορίζεται ορθά στις Γραφές ως ένας από τους πρωθιερείς. (Ματ 26:3· Λου 3:2) Ο Ιησούς, μετά τη σύλληψή του, οδηγήθηκε πρώτα στον Άννα για ανάκριση και κατόπιν στάλθηκε στον Καϊάφα για να δικαστεί. (Ιωα 18:13) Ο Άννας κατονομάζεται πρώτος ανάμεσα στους κυριότερους πολέμιους των αποστόλων του Ιησού Χριστού.—Πρ 4:6.
Ο εύπορος και ισχυρός οίκος του Άννα ανήκε στη φυλή του Λευί, και η πώληση ζώων για θυσία μέσα στην περιοχή του ναού ήταν μία από τις κύριες πηγές του εισοδήματός τους—κάτι που αιτιολογεί επαρκώς το γιατί ήθελαν να σκοτώσουν τον Ιησού, ο οποίος καθάρισε δύο φορές το ναό, έναν ναό που τον είχαν μετατρέψει σε «σπηλιά ληστών». (Ιωα 2:13-16· Ματ 21:12, 13· Μαρ 11:15-17· Λου 19:45, 46) Ενδεχομένως, ένας επιπρόσθετος λόγος για τον οποίο ο Άννας μισούσε τον Ιησού και τους αποστόλους του ήταν η διδασκαλία του Ιησού για την ανάσταση, η έγερση του Λαζάρου ως ζωντανή απόδειξη και το γεγονός ότι οι απόστολοι κήρυτταν και δίδασκαν το ίδιο δόγμα, δεδομένου ότι ο Άννας, αν ήταν πράγματι Σαδδουκαίος, δεν πίστευε στην ανάσταση.—Πρ 23:8· παράβαλε 5:17.
-
-
ΑνόητοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΟΗΤΟΣ
Η λέξη «ανόητος», όπως χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή, δεν υποδηλώνει το άτομο που στερείται διανοητικών ικανοτήτων, αλλά αναφέρεται γενικά σε κάποιον που αψηφά τη λογική και ακολουθεί μια ηθικά αναίσθητη πορεία, αντίθετη προς τους δίκαιους κανόνες του Θεού. Υπάρχουν διάφορες εβραϊκές λέξεις που υποδηλώνουν ένα τέτοιο άτομο, όπως οι λέξεις κεσίλ (“άφρονας”· Παρ 1:22), ’εβίλ (“ανόητος”· Παρ 12:15), ναβάλ (“ασύνετος”· Παρ 17:7) και λετς (“χλευαστής”· Παρ 13:1). Η λέξη ἄφρων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται σε κάποιον που είναι “παράλογος” (Λου 12:20), η λέξη ἀνόητος εννοεί κάποιον “ασύνετο” (Γα 3:1), ενώ η λέξη μωρός αποδίδεται «ανόητος» (Ματ 23:17· 25:2).
Η πορεία του Νάβαλ δείχνει παραστατικά πώς ενεργούν οι ανόητοι (1Σα 25), όπως το δείχνει και η πορεία όσων γνωρίζουν τον αληθινό Θεό αλλά λατρεύουν τη δημιουργία. (Ρω 1:20-25) Ο Ησαΐας είπε ότι ο ανόητος, ή αλλιώς ο ασύνετος, θα μιλάει «ασύνετα, και η καρδιά του θα εργάζεται βλαβερά πράγματα, ώστε να εργάζεται αποστασία και να λέει αχαλίνωτα πράγματα εναντίον του Ιεχωβά, να αναγκάζει την ψυχή του πεινασμένου να φεύγει κενή· και αναγκάζει τον διψασμένο να φεύγει χωρίς να πιει». (Ησ 32:6) Ο ανόητος καταφρονεί τη σοφία και τη διαπαιδαγώγηση. (Παρ 1:7) Αντί να προσέξει τη συμβουλή που του δίνεται, συνεχίζει να περπατάει στην οδό που φαίνεται «ορθή στα δικά του μάτια». (Παρ 12:15) Θίγεται εύκολα και εμπλέκεται γρήγορα σε διαπληκτισμούς. (Εκ 7:9· Παρ 20:3) Λέει μέσα στην καρδιά του (δεδομένου ότι οι πράξεις του φανερώνουν όσα δεν λένε τα χείλη του): «Δεν υπάρχει Ιεχωβά».—Ψλ 14:1.
Ο Ιησούς Χριστός αποκάλεσε εύλογα τους γραμματείς και τους Φαρισαίους “ανόητους και τυφλούς”, δηλαδή άσοφους και άχρηστους από ηθική άποψη, διότι είχαν παραποιήσει την αλήθεια με ανθρωποποίητες παραδόσεις και ακολουθούσαν υποκριτική πορεία. Μάλιστα, τεκμηρίωσε την ορθότητα αυτού του χαρακτηρισμού, καταδεικνύοντας με παραδείγματα ότι τους έλειπε η διάκριση. (Ματ 23:15-22· 15:3) Ωστόσο, αν κάποιος αποκαλούσε εσφαλμένα τον αδελφό του “τιποτένιο ανόητο”, κρίνοντάς τον και καταδικάζοντάς τον ως άχρηστο από ηθική άποψη, θα καθιστούσε τον εαυτό του υποκείμενο στη Γέεννα.—Ματ 5:22· Ρω 14:10-12· Ματ 7:1, 2.
Ο ανόητος που έχτισε το σπίτι του στην άμμο και ο πλούσιος του οποίου η γη απέφερε καλή σοδειά, και ως εκ τούτου σχεδίαζε να επεκτείνει τις αποθήκες του και μετά να χαρεί τη ζωή, αποτελούν παραδείγματα των έξοχων παραβολών που άντλησε ο Ιησούς από την καθημερινή ζωή για να τονίσει πόσο ανόητο είναι να παραμελεί κανείς τα πνευματικά πράγματα, χάνοντας έτσι την πραγματική ευλογία. Επιπλέον, η έλλειψη πνευματικής “εγρήγορσης” αποτελεί ανοησία, όπως τονίζει η παραβολή του Ιησού για τις πέντε ανόητες παρθένες οι οποίες, όταν βγήκαν να συναντήσουν το γαμπρό, δεν πήραν μαζί τους λάδι για τα λυχνάρια τους.—Ματ 7:24-27· Λου 12:16-21· Ματ 25:1-13.
Για να γίνει κάποιος πραγματικά σοφός, πρέπει να γίνει ανόητος στα μάτια του κόσμου, «διότι η σοφία αυτού του κόσμου είναι ανοησία για τον Θεό». Ο Ιεχωβά δεν επέλεξε ως εκπροσώπους του τους κατά κόσμον σοφούς, αλλά εκείνους που περιφρονούνται ως αμαθείς και ανόητοι. Αυτό έχει κάνει την ανοησία του κόσμου ακόμη πιο έκδηλη. Επιπλέον, αφαιρεί από το ευνοημένο άτομο κάθε λόγο για καύχηση. Αντ’ αυτού, όλη η δόξα πηγαίνει δικαιωματικά στην Πηγή της σοφίας, τον Ιεχωβά.—1Κο 3:18, 19· 1:18-31.
Όταν απαντάει κανείς στον ανόητο «κατά την ανοησία του», καταφεύγοντας στις υποβιβαστικές μεθόδους επιχειρηματολογίας που χρησιμοποιεί εκείνος, συνταυτίζεται με τις νοσηρές εκλογικεύσεις ή οδούς του. Για να μη γίνουμε σαν τον ανόητο από αυτή την άποψη, το εδάφιο Παροιμίες 26:4 μας συμβουλεύει: «Μην απαντάς στον άφρονα κατά την ανοησία του». Από την άλλη πλευρά, το εδάφιο Παροιμίες 26:5 δείχνει ότι το να απαντάει κανείς σε αυτόν «κατά την ανοησία του», αναλύοντας τους ισχυρισμούς του, εκθέτοντας τη γελοιότητά τους και καταδεικνύοντας ότι τα ίδια τα επιχειρήματά του οδηγούν σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα από τα δικά του, μπορεί να είναι επωφελές.
-
-
ΑνομίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΟΜΙΑ
Βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
-
-
ΑνούνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΟΥΝ
(Ανούν) [Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Στάθηκε Φιλεύσπλαχνος].
1. Γιος του Νάας, βασιλιά του Αμμών, και διάδοχός του στο θρόνο. Λόγω της στοργικής καλοσύνης που είχε εκδηλώσει ο Νάας απέναντι στον Δαβίδ, εκείνος έστειλε αγγελιοφόρους προκειμένου να παρηγορήσει τον Ανούν για την απώλεια του πατέρα του. Αλλά ο Ανούν, έχοντας πειστεί από τους άρχοντές του ότι αυτό ήταν απλώς ένα τέχνασμα του Δαβίδ για να κατασκοπεύσει την πόλη, ατίμασε τους υπηρέτες του Δαβίδ ξυρίζοντας τη μισή γενειάδα τους και κόβοντας το μισό από τα ενδύματά τους, μέχρι τους γλουτούς τους, και κατόπιν τους έδιωξε. Όταν οι γιοι του Αμμών είδαν ότι είχαν γίνει αηδιαστική μυρωδιά για τον Δαβίδ εξαιτίας της ταπείνωσης στην οποία είχαν υποβάλει τους αγγελιοφόρους του, ο Ανούν πήρε την πρωτοβουλία να ετοιμαστεί για πόλεμο και μίσθωσε τους Συρίους για να πολεμήσει εναντίον του Ισραήλ. Στις μάχες που ακολούθησαν, οι Αμμωνίτες και οι Σύριοι υπέστησαν ολοκληρωτική ήττα από τον Ισραήλ, και ο Δαβίδ υπέβαλε τους επιζώντες Αμμωνίτες της Ραββά σε καταναγκαστική εργασία.—2Σα 10:1–11:1· 12:26-31· 1Χρ 19:1–20:3.
2. Κάποιος ο οποίος, μαζί με τους κατοίκους της Ζανωά, επισκεύασε την Πύλη της Κοιλάδας και μέρος του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:13.
3. «Ο έκτος γιος του Σαλάφ». Έκανε επισκευές στο τείχος της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:30.
-
-
ΑνταπόδοσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΑΠΟΔΟΣΗ
Η απόδοση αμοιβής ή τιμωρίας σύμφωνα με ό,τι αξίζει δικαίως ένα άτομο ή μια ομάδα.
Οι διαφορετικοί τύποι ή τα παράγωγα των ριζών σαλάμ και γκαμάλ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου μεταφράζονται «ανταμοιβή», «ανταπόδοση», «ανάλογη μεταχείριση», «ξεπληρώνω», «ανταποδίδω» και ούτω καθεξής. Οι λέξεις ἀποδίδωμι, ἀντιμισθία και μισθαποδοσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, καθώς και άλλες συγγενικές λέξεις, μεταφράζονται με παρόμοιο τρόπο.
Στα Έθνη που Καταδυνάστευαν τον Ισραήλ. Στον ύμνο που παρέδωσε στον Ισραήλ στις Πεδιάδες του Μωάβ λίγο προτού πεθάνει, ο Μωυσής περιέγραψε τον Ιεχωβά ως εκείνον που “ξεπληρώνει με εκδίκηση” τους αντιδίκους Του και “κάνει ανταπόδοση” σε όσους έχουν μεγάλο μίσος για Αυτόν. (Δευ 32:35, 41· Εβρ 10:30) Όταν ο Θεός επιφέρει εκδίκηση και ανταπόδοση, διατηρεί απόλυτο αυτοέλεγχο, ενώ ενεργεί σε πλήρη αρμονία με τη δικαιοσύνη του και ποτέ χωρίς άφθονες αιτίες. Για παράδειγμα, τιμώρησε τον Ισραήλ για την ανυπακοή του, χρησιμοποιώντας σε κάποιες περιπτώσεις ως όργανά του ειδωλολατρικά έθνη όπως η Ασσυρία και η Βαβυλώνα. (Δευ 28:15-68· 2Βα 17:7-23· 2Χρ 21:14-20) Ωστόσο, αυτά τα ειδωλολατρικά έθνη, από την πλευρά τους, ενήργησαν με μίσος για τον Ιεχωβά και την αληθινή λατρεία του, ενώ η αγαλλίαση που ένιωσαν για την ήττα του Ισραήλ και η καταδυνάστευση που του επέβαλαν υπερέβησαν κάθε μέτρο. Γι’ αυτό, ο Θεός εξήγγειλε κρίσεις ανταπόδοσης εναντίον τους.—Ησ 10:12· 34:1, 2, 8· Ιερ 51:6, 56· Αβδ 8-16· Ζαχ 1:15.
Ιδίως η Βαβυλώνα υπέστη ανταπόδοση για τη μακραίωνη εχθρότητα που εκδήλωνε στον Ιεχωβά και στο λαό του. Η πτώση της και η ολοκληρωτική της ερήμωση προλέχθηκαν σε προφητείες. Η Βαβυλώνα κυριεύτηκε το 539 Π.Κ.Χ. από τον Κύρο τον Πέρση, αλλά εξακολούθησε να υπάρχει ως πόλη επί αιώνες, ώσπου ερημώθηκε τελειωτικά και δεν ανοικοδομήθηκε ποτέ. (Ιερ κεφ. 50, 51) Η συμβολική Βαβυλώνα η Μεγάλη πρόκειται να υποστεί παρόμοια ανταπόδοση, εφόσον θα ριχτεί κάτω και «δεν θα ξαναβρεθεί ποτέ».—Απ 18:2, 6, 20, 21· βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ.
Υπό το Νόμο. Ο νόμος που έδωσε ο Θεός στον Ισραήλ μέσω του Μωυσή όριζε ότι έπρεπε να ανταποδίδονται τα ίσα, αν και προέβλεπε την εκδήλωση ελέους στον ακούσιο και μετανοημένο αμαρτωλό. (Λευ 5:4-6, 17-19· 6:1-7· Αρ 35:22-29) Ωστόσο, ο νόμος αυτός εφαρμοζόταν πλήρως στον εκούσιο και αμετανόητο παραβάτη. (Αρ 15:30) Σε περίπτωση που κάποιος ψευδομαρτυρούσε ενώπιον των κριτών εναντίον ενός συνανθρώπου του, έπρεπε να λάβει ως ανταπόδοση την ίδια ακριβώς τιμωρία την οποία θα υφίστατο ο αθώος εξαιτίας του. Ο Ιεχωβά είπε: «Και το μάτι σου δεν πρέπει να λυπηθεί: ψυχή θα είναι αντί ψυχής, μάτι αντί ματιού, δόντι αντί δοντιού, χέρι αντί χεριού, πόδι αντί ποδιού».—Δευ 19:16-21.
Στο Ιουδαϊκό Έθνος τον Πρώτο Αιώνα. Το Ιουδαϊκό έθνος αντέδρασε με ιδιοτέλεια στην παρ’ αξία καλοσύνη του Θεού και στις εκδηλώσεις της εύνοιάς του. Ο Ιεχωβά επέτρεψε να τους γίνει ανταπόδοση λόγω αυτής της ιδιοτελούς πορείας και στάσης τους. Εκείνοι επιδίωξαν να εδραιώσουν τη δική τους δικαιοσύνη αντί να υποταχθούν στη δικαιοσύνη του Θεού. (Ρω 10:1-3) Ως αποτέλεσμα, η πλειονότητα του έθνους πρόσκοψε στον Ιησού Χριστό και τον απέρριψε, έχοντας μερίδιο στην ενοχή αίματος για το θάνατό του, και προκαλώντας έτσι αφενός την καταστροφή της πόλης τους και του ναού τους και αφετέρου τον αφανισμό του έθνους τους. (Ματ 27:25· Δα 9:26) Ο απόστολος Παύλος παραθέτει από τους Ψαλμούς (69:22) και εφαρμόζει αυτά τα λόγια σε εκείνους όταν γράφει: «Επίσης, ο Δαβίδ λέει: “Το τραπέζι τους ας γίνει για αυτούς παγίδα και ενέδρα και σκάνδαλο και ανταπόδοση”».—Ρω 11:9.
Σε Ανυπάκουους Χριστιανούς. Ο απόστολος Παύλος αναφέρεται στην ανταποδοτική δικαιοσύνη που ίσχυε υπό το Νόμο προκειμένου να τονίσει πόσο σοβαρό είναι να υπακούν οι Χριστιανοί στον Γιο του Θεού: «Διότι αν ο λόγος που ειπώθηκε μέσω αγγέλων αποδείχτηκε σταθερός, και κάθε παράβαση και πράξη ανυπακοής έλαβε ανταπόδοση [μισθαποδοσίαν, Κείμενο] σε αρμονία με τη δικαιοσύνη, εμείς πώς θα διαφύγουμε αν έχουμε παραμελήσει μια τόσο μεγάλη σωτηρία, εφόσον αυτή άρχισε να λέγεται μέσω του Κυρίου μας και επιβεβαιώθηκε για εμάς από εκείνους που τον άκουσαν;» (Εβρ 2:2 [υποσ.]· 3· παράβαλε Εβρ 10:28-31.) Η κρίση της καταστροφής για τον αποστατικό “άνθρωπο της ανομίας” αποτελεί παράδειγμα τέτοιας ανταπόδοσης.—2Θε 2:3, 9, 10· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
-
-
ΑντιγραφέαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΑΣ
Στη Βιβλική γλώσσα ο όρος «αντιγραφέας» εφαρμόζεται σε κάποιον που έκανε αντίγραφα γραπτής ύλης, ειδικότερα των Γραφών. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αντιγραφέας» είναι η λέξη σοφέρ, η οποία σχετίζεται με το μέτρημα και την καταγραφή. Έχει διάφορες έννοιες. Μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον δημόσιο γραφέα (Κρ 5:14), ο οποίος συνέτασσε γραπτώς κείμενα καθ’ υπαγόρευση, ή σε κάποιον γραμματέα (Ιερ 36:32· Ιεζ 9:2, 3), όρος που χρησιμοποιούνταν τόσο για τους δημόσιους γραφείς όσο και για τους αντιγραφείς ή τους δασκάλους του Νόμου. Ωστόσο, η απόδοση «αντιγραφέας» είναι ιδιαίτερα κατάλληλη όταν εφαρμόζεται στα άτομα που εργάζονταν στην αντιγραφή του Νόμου και άλλων τμημάτων των Αγίων Γραφών. Ειδικότερα αναφέρονται ως αντιγραφείς ο Σαφάν, κάποιος Σαδώκ και ο ιερέας Έσδρας.—Ιερ 36:10· Νε 13:13· 12:26, 36.
Ο ιερέας Έσδρας, που πήγε από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ με το Ιουδαϊκό υπόλοιπο το έβδομο έτος του Πέρση Βασιλιά Αρταξέρξη (468 Π.Κ.Χ.), χαρακτηρίζεται «επιδέξιος αντιγραφέας όσον αφορά το νόμο του Μωυσή» και “αντιγραφέας των λόγων που αποτελούν τις εντολές του Ιεχωβά και τις διατάξεις του προς τον Ισραήλ”. (Εσδ 7:6, 7, 11) Στη δική του εποχή ήρθαν στο προσκήνιο οι Ιουδαίοι γραμματείς ως ομάδα αντιγραφέων των ιερών κειμένων. Χιλιάδες Ιουδαίοι είχαν παραμείνει στη Βαβυλώνα και άλλοι είχαν διασκορπιστεί είτε λόγω μετανάστευσης είτε για επιχειρηματικούς σκοπούς. Τοπικοί χώροι συνάξεων, οι γνωστές συναγωγές, ιδρύονταν με ταχύ ρυθμό σε διάφορα μέρη, και για τις ανάγκες αυτών των συναγωγών οι αντιγραφείς έπρεπε να αντιγράφουν με το χέρι τα Βιβλικά χειρόγραφα, πράγμα που έκαναν με μεγάλη επιμέλεια.—Βλέπε ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ.
Ο ιερέας Έσδρας, ο επιδέξιος αντιγραφέας, ήταν αυτός που διάβασε «το βιβλίο του νόμου του Μωυσή» σε μια σύναξη στην αποκαταστημένη Ιερουσαλήμ. Η επαρκής εξήγηση και διδασκαλία που παρείχαν ο Έσδρας και οι βοηθοί του σε εκείνη την περίσταση είχε ως αποτέλεσμα «μεγάλη χαρά» και πλούσιες ευλογίες για το λαό που είχε συναχθεί εκεί.—Νε 8.
Ο ψαλμωδός, του οποίου η καρδιά είχε «διεγερθεί από ένα καλό ζήτημα» σχετικά με τον Μεσσιανικό Βασιλιά του Θεού, είπε: «Η γλώσσα μου ας είναι γραφίδα επιδέξιου αντιγραφέα», ευχόμενος να είχε ευγλωττία αντάξια του εξυψωμένου θέματος της θεόπνευστης σύνθεσής του. (Ψλ 45:1-5) Αυτό, λοιπόν, που επιθυμούσε ο ψαλμωδός ήταν να λειτουργήσει αποτελεσματικά η γλώσσα του, σαν γραφίδα στο χέρι ενός εκπαιδευμένου, επιδέξιου και ικανού αντιγραφέα.
-
-
ΑντίδικοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΔΙΚΟΣ
Ένας εχθρός που αντιμάχεται ή αντιστέκεται· ανταγωνιστής ή αντίπαλος. Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αντίδικος» (τσαρ) προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «ταλαιπωρώ· δείχνω εχθρότητα». (Αρ 25:18· Ψλ 129:1) Η λέξη ἀντίδικος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εννοεί πρωτίστως τον αντίπαλο στο δικαστήριο (Λου 12:58· 18:3), αλλά μπορεί να αναφέρεται και σε άλλους που είναι αντίδικοι, ή εχθροί, όπως στο εδάφιο 1 Πέτρου 5:8.
Ο πιο πονηρός Αντίδικος, ο Σατανάς ο Διάβολος, υποκίνησε ανθρώπους και αγγέλους (βλέπε ΔΑΙΜΟΝΑΣ) να συμπαραταχθούν με αυτόν εναντίον του Θεού και του ανθρώπου. Ο Σατανάς εκδήλωσε για πρώτη φορά την εναντίωσή του στον κήπο της Εδέμ, όπου, δρώντας αμείλικτα και υποχθόνια, οδήγησε την Εύα και κατόπιν τον Αδάμ σε μια στασιαστική πορεία που επέφερε την αμαρτία και το θάνατο σε όλη την ανθρωπότητα. Στις ουράνιες αυλές ο Σατανάς επέδειξε την ανταγωνιστικότητά του κατηγορώντας τον Ιεχωβά ότι δωροδοκούσε τον Ιώβ για να εξασφαλίσει την οσιότητά του, μια κατηγορία που έγινε ζήτημα παγκόσμιας σπουδαιότητας.—Ιωβ 1:6-11· 2:1-5· βλέπε ΣΑΤΑΝΑΣ.
Σε όλους τους αιώνες οι λάτρεις του Ιεχωβά έχουν υπομείνει παρόμοια εναντίωση από τον Αντίδικο η οποία ασκείται μέσω των οργάνων του. Για παράδειγμα, όταν το υπόλοιπο του λαού του Θεού επέστρεψε από τη Βαβυλώνα, υπήρχαν κάποιοι που προσπάθησαν να εμποδίσουν την ανοικοδόμηση του ναού και του τείχους της πόλης. (Εσδ 4:1· Νε 4:11) Ο μοχθηρός Αμάν, έχοντας το πνεύμα του Διαβόλου, αποδείχτηκε πονηρός αντίδικος των Ιουδαίων την εποχή της Βασίλισσας Εσθήρ. (Εσθ 7:6) Οι Χριστιανοί σήμερα πρέπει να είναι άγρυπνοι, προσεκτικοί, σε εγρήγορση, και πρέπει να αγωνίζονται σκληρά για την πίστη ενάντια στις μηχανορραφίες του Αντιδίκου. (Εφ 6:11, 12· Ιου 3) Ο Πέτρος συμβουλεύει: «Να διατηρήσετε τη διανοητική σας διαύγεια, να είστε σε εγρήγορση. Ο αντίδικός σας, ο Διάβολος, γυρίζει σαν λιοντάρι που βρυχιέται, ζητώντας να καταβροχθίσει κάποιον. Αλλά ταχθείτε εναντίον του, στερεοί στην πίστη». (1Πε 5:8, 9) Στο τέλος η δύναμη του Ιεχωβά θα θριαμβεύσει επί όλων των εναντιουμένων.—Ιερ 30:16· Μιχ 5:9.
Όταν ο λαός του Θεού δεν παρέμενε πιστός, Εκείνος επέτρεπε στους αντιδίκους τους να τους λεηλατούν και να τους νικούν. (Ψλ 89:42· Θρ 1:5, 7, 10, 17· 2:17· 4:12) Ωστόσο, οι εχθροί εξήγαν εσφαλμένα συμπεράσματα από αυτές τις νίκες, αποδίδοντας την επιτυχία στον εαυτό τους και αινώντας τους θεούς τους ή νομίζοντας ότι δεν θα λογοδοτούσαν για τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίστηκαν το λαό του Ιεχωβά. (Δευ 32:27· Ιερ 50:7) Ο Ιεχωβά, λοιπόν, όφειλε να ταπεινώνει αυτούς τους υπερήφανους και καυχησιολόγους αντιδίκους (Ησ 1:24· 26:11· 59:18· Να 1:2), και το έκανε αυτό για χάρη του αγίου ονόματός του.—Ησ 64:2· Ιεζ 36:21-24.
-
-
ΑντιλίβανοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΛΙΒΑΝΟΣ
(Αντιλίβανος).
Η ανατολικότερη από τις δύο οροσειρές που αποτελούν το ορεινό συγκρότημα του Λιβάνου. Η οροσειρά του Αντιλιβάνου εκτείνεται παράλληλα με την οροσειρά του Λιβάνου σε μήκος 100 χλμ. περίπου, ξεκινώντας από το οροπέδιο της Βασάν, Α της Δαν, και φτάνοντας ως τη μεγάλη Πεδιάδα της Έμεσας, κοντά στη θέση της Ριβλά. Ανάμεσα στις δύο οροσειρές βρίσκεται μια επιμήκης κοιλάδα η οποία σχηματίζεται από τους ποταμούς Ορόντη και Λιτάνι και ονομάζεται Κοίλη Συρία ή Μπεκάα.—Ιη 11:17.
Προς το Β η ράχη είναι στενή και διακόπτεται από μια σειρά ψηλών κορυφών. Ο κεντρικός όγκος είναι πιο πλατύς, πιο ψηλός και πιο τραχύς, ενώ η νότια ζώνη τέμνεται από επιμήκεις κοιλάδες χειμάρρων που οδηγούν προς τα Α και τα Ν. Στα Α της κύριας ράχης υπάρχει μια σειρά από κατωφερή οροπέδια που βαθμιαία καταλήγουν στο επίπεδο των Πεδιάδων της Δαμασκού. Η νότια ζώνη περιλαμβάνει το Όρος Αερμών, το οποίο φτάνει σε ύψος τα 2.814 μ. Η γεωλογική σύσταση αυτών των βουνών είναι παρεμφερής με αυτήν της οροσειράς του Λιβάνου, αποτελούνται δε κυρίως από ασβεστόλιθο, ενώ έχουν γκρίζους απότομους βράχους και γκρίζες στρογγυλές κορυφές.
Η οροσειρά του Αντιλιβάνου προφανώς ορίζεται στην εβραϊκή ως «Αμανά» στο εδάφιο Άσμα Ασμάτων 4:8, όπου μνημονεύεται σε συνάρτηση με το Όρος Αερμών. Αν και μερικοί είχαν την άποψη ότι η ονομασία Αμανά εφαρμοζόταν σε μια μεμονωμένη βουνοκορφή, φαίνεται ότι, αντί για αυτό, αναφέρεται σε ολόκληρη την οροσειρά του Αντιλιβάνου ή σε κάποιο τμήμα της. Οι οροσειρές «Λιμπανά» και «Αμμανανά» μνημονεύονται μαζί σε επιγραφές των Ασσύριων μοναρχών Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ και Σενναχειρείμ. Ο ποταμός Αβανά (ο σημερινός Μπαράντα) ονομάζεται και «Αμανά» στο εδάφιο 2 Βασιλέων 5:12, σύμφωνα με τη συριακή Πεσίτα και τα Αραμαϊκά Ταργκούμ, και ο εν λόγω ποταμός, ο κυριότερος της Δαμασκού, έχει τις πηγές του στο νότιο τμήμα της οροσειράς του Αντιλιβάνου. Επομένως, το όνομα αυτό μπορεί να αναφέρεται είτε στο συγκεκριμένο τμήμα της οροσειράς είτε σε ολόκληρη την οροσειρά.
Επειδή το μεγαλύτερο τμήμα της οροσειράς του Αντιλιβάνου δεν είναι χιονοσκεπές, έχει λίγα ποτάμια και ρυάκια. Η βλάστηση είναι λιγοστή, αλλά κατά τόπους στις πλαγιές υπάρχουν αραιά δάση από θαμνώδεις βελανιδιές και αρκεύθους. Σήμερα απομένουν ελάχιστοι κέδροι. Στις χαμηλότερες πλαγιές εξακολουθούν να ευδοκιμούν αμπέλια, ελαιώνες και δεντρόκηποι, όπως και στους Βιβλικούς χρόνους.
-
-
ΑντιλόπηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΛΟΠΗ
[εβρ., ντισόν].
Μηρυκαστικό το οποίο έχει χωρισμένη την οπλή και αναφέρεται μόνο στο εδάφιο Δευτερονόμιο 14:5, όπου περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τα ζώα που επιτρεπόταν να τρώνε οι Ισραηλίτες. Επικρατεί αβεβαιότητα ως προς το ποιο είναι το ζώο στο οποίο αναφέρεται η εβραϊκή λέξη ντισόν.
Συχνά διατυπώνεται η άποψη ότι η αντιλόπη άδαξ (άδαξ η στικτή [Addax nasomaculatus]), που εξακολουθεί να ζει στις ερήμους της βόρειας Αφρικής, αντιστοιχεί με το ζώο που ονομάζεται ντισόν στις Εβραϊκές Γραφές. Αυτή η αντιλόπη έχει ύψος περίπου 1 μ. στους ώμους. Οι πλατιές οπλές της, που η καθεμιά τους χωρίζεται σε δύο τμήματα, της δίνουν την αξιοθαύμαστη δυνατότητα να διανύει αποστάσεις πάνω στη χαλαρή άμμο της ερήμου, όπου επιβιώνει χωρίς νερό επί πολύ μεγάλα διαστήματα. Τα απλωτά κέρατα αυτού του ζώου είναι σπειροειδή και διαγράφουν από μιάμιση μέχρι σχεδόν τρεις στροφές, ενώ το μήκος της καμπύλης τους είναι περίπου 1 μ. Αν εξαιρέσουμε την κοιλιά, την ουρά, το οπίσθιο τμήμα και τα σημάδια του προσώπου της, τα οποία παραμένουν πάντα λευκά, το χρώμα αυτής της αντιλόπης σκουραίνει το χειμώνα—ενώ αρχικά έχει την απόχρωση της άμμου, γίνεται καστανωπό. Μια άλλη πιθανότητα είναι να εννοείται ο αραβικός όρυξ (αντιλόπη η σπαθόκερως [Oryx leucoryx]), μια αντιλόπη που ζει επίσης στην έρημο.
-
-
ΑντίλυτροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΛΥΤΡΟ
Βλέπε ΛΥΤΡΟ.
-
-
ΑντιόχειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ
(Αντιόχεια).
1. Η πόλη της Αντιόχειας στη Συρία ιδρύθηκε από τον Σέλευκο Α΄ (Νικάτορα) λίγο καιρό αφότου αυτός και οι στρατηγοί Κάσσανδρος και Λυσίμαχος κέρδισαν την αποφασιστική μάχη στην Ιψό της Φρυγίας, στη Μικρά Ασία, το 301 Π.Κ.Χ. Ο Σέλευκος επέλεξε αυτή την τοποθεσία λόγω των στρατιωτικών της πλεονεκτημάτων και της έδωσε το όνομα του πατέρα του, του Αντίοχου. Η Αντιόχεια, όπου σήμερα βρίσκεται η Αντάκια της Τουρκίας, ιδρύθηκε στη νότια πλευρά του πλωτού ποταμού Ορόντη, σε μια καμπή του ποταμού, περίπου 32 χλμ. μακριά από τη Μεσόγειο. Χάρη στη γεωγραφική της θέση μπορούσε άνετα να ελέγχει το εμπόριο όλης της βορειοδυτικής Συρίας, το οποίο διεξαγόταν μέσω των οδών που συνέδεαν τον ποταμό Ευφράτη με τη Μεσόγειο Θάλασσα. Σύντομα εξελίχθηκε σε κέντρο εμπορίου, ενώ η κατασκευή ειδών πολυτελείας που γινόταν εκεί έφερνε ευημερία και πλούτο στην κοσμοπολίτικη αυτή πόλη. Ως επίνειο της Αντιόχειας, ο Σέλευκος ίδρυσε επίσης την παράκτια Σελεύκεια, στην οποία και έδωσε το όνομά του. Προτού δολοφονηθεί το 281 Π.Κ.Χ., μετέφερε την κυβερνητική του έδρα από τη Βαβυλώνα στη νέα πρωτεύουσα που είχε ιδρύσει στη Συρία, την Αντιόχεια, όπου η δυναστεία των Σελευκιδών παρέμεινε στην εξουσία μέχρι το 64 Π.Κ.Χ., οπότε ο Ρωμαίος στρατηγός Πομπήιος κατέστησε τη Συρία ρωμαϊκή επαρχία. Η Αντιόχεια, όχι μόνο ήταν η πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας της Συρίας, αλλά έγινε και η τρίτη σε μέγεθος πόλη της αυτοκρατορίας μετά τη Ρώμη και την Αλεξάνδρεια.
Η δομή της πόλης ακολουθούσε το σχεδιαστικό πρότυπο της Αλεξάνδρειας, έχοντας μεγάλες περιστύλιες οδούς οι οποίες διασταυρώνονταν προσδίδοντας εντυπωσιακή ομορφιά στη μεγαλοπρέπεια των γύρω κτιρίων. Την αποκαλούσαν «Βασίλισσα της Ανατολής», «Αντιόχεια η Καλή», «Τρίτη Μητρόπολη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» και ήταν η μοναδική πόλη που διέθετε μόνιμο σύστημα φωτισμού των δρόμων. Παρά την επίφαση της ομορφιάς και τη διαρκή δραστηριότητα, απέκτησε τη φήμη ότι ήταν ηθικά διεφθαρμένη λόγω της εξαχρειωτικής συνήθειας που υπήρχε να διεξάγουν οργιαστικές τελετές στο όνομα της θρησκείας. Ο Ιουβενάλης ανέφερε ότι “ο ποταμός Ορόντης είχε εκβάλει στον Τίβερη πλημμυρίζοντας τη Ρώμη με τις δεισιδαιμονίες και την ανηθικότητα της Ανατολής”.—Ιουβενάλης και Πέρσιος (Juvenalis et Persius), Σάτιρα 3, 62-65.
Σχέση με την Αγία Γραφή και Μεταγενέστερη Ιστορία. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι οι Σελευκίδες παρότρυναν τους Ιουδαίους να εγκαθίστανται στην Αντιόχεια και τους παραχωρούσαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα, με αποτέλεσμα να υπάρχει εκεί αρκετά μεγάλος πληθυσμός Ιουδαίων. Η πρώτη φορά που μνημονεύεται η Αντιόχεια στην Αγία Γραφή είναι σε σχέση με τον Νικόλαο από την Αντιόχεια, ο οποίος έγινε Χριστιανός αφού πρώτα είχε γίνει προσήλυτος στην Ιουδαϊκή θρησκεία. (Πρ 6:5) Η άμεση Χριστιανική δραστηριότητα άρχισε εκεί όταν μερικοί από τους μαθητές διασκορπίστηκαν μέχρι την Αντιόχεια εξαιτίας της θλίψης που έλαβε χώρα μετά το θάνατο του Στεφάνου. (Πρ 11:19, 20) Όταν η εκκλησία στην Ιερουσαλήμ άκουσε ότι πολλοί ελληνόφωνοι γίνονταν πιστοί, έστειλε τον Βαρνάβα ως την Αντιόχεια, και όταν αυτός διαπίστωσε πόσο μεγάλο ήταν το ενδιαφέρον εκεί, έφερε τον Παύλο από την Ταρσό για να βοηθήσει. (Πρ 11:21-26) Έμειναν εκεί και οι δύο έναν χρόνο διδάσκοντας τους ανθρώπους, ακολούθως δε ο Παύλος χρησιμοποίησε την Αντιόχεια ως ορμητήριο για τις ιεραποστολικές περιοδείες του. Στην Αντιόχεια ήταν που οι μαθητές ονομάστηκαν με θεϊκή πρόνοια «Χριστιανοί» για πρώτη φορά. (Πρ 11:26) Η εκκλησία εκδήλωσε τη γενναιοδωρία της όταν έστειλε βοήθεια ως διακονία (Πρ 11:29) μέσω του Παύλου και του Βαρνάβα στο κυβερνών σώμα της Ιερουσαλήμ γύρω στο 46 Κ.Χ. Αυτό συμπίπτει με μια μεγάλη πείνα που σημειώθηκε την εποχή του Κλαύδιου, όπως είχε προφητευτεί από τον Άγαβο. (Πρ 11:27, 28) Αφού επέστρεψαν στην Αντιόχεια, το άγιο πνεύμα έδωσε κατεύθυνση προκειμένου να ξεχωριστούν ο Παύλος και ο Βαρνάβας για ένα ειδικό έργο, και έτσι στάλθηκαν στην πρώτη ιεραποστολική περιοδεία του Παύλου περίπου το 47-48 Κ.Χ. Προτού ξεκινήσει ο Παύλος τη δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία του, και ενόσω βρισκόταν στην Αντιόχεια, εγέρθηκε γύρω στο 49 Κ.Χ. το ζήτημα της περιτομής των Εθνικών, και ο Παύλος και ο Βαρνάβας ήταν αυτοί που παρέδωσαν στην εκκλησία της Αντιόχειας το διάταγμα του κυβερνώντος σώματος από την Ιερουσαλήμ. (Πρ 15:13-35) Το δεύτερο ιεραποστολικό ταξίδι του Παύλου, το οποίο τοποθετείται γύρω στο 49-52 Κ.Χ., άρχισε και αυτό από την Αντιόχεια, όπου και ολοκληρώθηκε, και επίσης εκεί διόρθωσε ο Παύλος τον Πέτρο για την πράξη συμβιβασμού στην οποία προέβη, κάνοντας διακρίσεις μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών.—Γα 2:11, 12.
2. Η Αντιόχεια της Πισιδίας ιδρύθηκε και αυτή από τον Σέλευκο Α΄ (Νικάτορα) και ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του πατέρα του, του Αντίοχου. Τα ερείπια της πόλης βρίσκονται κοντά στο Γιαλβάτς στη σημερινή Τουρκία. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 748) Η πόλη ήταν χτισμένη στα σύνορα της Φρυγίας και της Πισιδίας, γι’ αυτό και ανάλογα με την περίοδο θα μπορούσε να θεωρηθεί μέρος είτε της μιας είτε της άλλης επαρχίας. Ως εκ τούτου, ο γεωγράφος Στράβων την αποκαλεί πόλη της Φρυγίας «προς την Πισιδία» (Γεωγραφικά, ΙΒ΄, VIII, 13, 14) αλλά, όπως παρατηρεί το Νέο Στερεότυπο Λεξικό της Αγίας Γραφής, των Φανκ και Γουάγκναλς ([Funk and Wagnalls New Standard Bible Dictionary] 1936, σ. 51), «η πλειονότητα των συγγραφέων τη θεωρεί μέρος της Πισιδίας», όπως και ο Λουκάς. Αυτός ο προσδιορισμός τη διαχώριζε από την Αντιόχεια της Συρίας. (Βλέπε ΠΙΣΙΔΙΑ.) Λόγω της θέσης της, η Αντιόχεια της Πισιδίας έγινε σταθμός της εμπορικής οδού που συνέδεε την Κιλικία με την Έφεσο, και ο πληθυσμός της απέκτησε μεικτό χαρακτήρα, περιλαμβάνοντας πολλούς Ιουδαίους οι οποίοι είχαν ιδρύσει και συναγωγή εκεί. Επρόκειτο για μια πλήρως εξελληνισμένη, ελληνόφωνη πόλη. Ο Παύλος την επισκέφτηκε δύο φορές μαζί με τον Βαρνάβα κατά τη διάρκεια του πρώτου ευαγγελιστικού ταξιδιού του, γύρω στο 47-48 Κ.Χ., και κήρυξε στη συναγωγή όπου βρήκε πολύ ενδιαφέρον. (Πρ 13:14· 14:19-23) Ωστόσο, ορισμένοι Ιουδαίοι, νιώθοντας ζήλια εξαιτίας του γεγονότος ότι συγκεντρώνονταν πλήθη για να ακούσουν, ξεσήκωσαν μερικά εξέχοντα πρόσωπα της πόλης, άντρες και γυναίκες, και πέταξαν έξω τον Παύλο και τον Βαρνάβα.—Πρ 13:45, 50· 2Τι 3:11.
-
-
ΑντίπαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΠΑΣ
(Αντίπας) [συντετμημένη μορφή του Αντίπατρος, που σημαίνει «Αντί του Πατέρα [Του]»].
1. Μέλος της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας που υπέστη μαρτυρικό θάνατο στην Πέργαμο, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ.—Απ 2:12, 13· βλέπε ΠΕΡΓΑΜΟΣ.
2. Ο Ηρώδης Αντίπας, γιος του Ηρώδη του Μεγάλου.—Βλέπε ΗΡΩΔΗΣ Αρ. 2.
-
-
ΑντιπατρίδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΠΑΤΡΙΔΑ
(Αντιπατρίδα) [Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στον Αντίπατρο].
Πόλη την οποία ανοικοδόμησε ο Ηρώδης ο Μέγας το 9 Π.Κ.Χ. και στην οποία έδωσε το όνομα του πατέρα του, του Αντίπατρου (Β΄). Ταυτίζεται με το Ρας ελ-Έιν (Τελ Αφέκ) το οποίο βρίσκεται σε μια εύφορη περιοχή με άφθονα νερά στην Πεδιάδα του Σαρών. Η Αντιπατρίδα πιστεύεται ότι βρισκόταν εκεί που παλιότερα υπήρχε η πόλη Αφέκ, η οποία μνημονεύεται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 4:1. Οι ανασκαφές που έλαβαν χώρα εκεί το 1946, το 1961 και το 1974 φαίνεται να το επιβεβαιώνουν αυτό.—Βλέπε ΑΦΕΚ Αρ. 3.
Μέχρι αυτό το σημείο οδήγησε τον Παύλο το κυρίως σώμα του ρωμαϊκού αποσπάσματος που τον συνόδευσε, κατεβαίνοντας νύχτα από τα βουνά της Ιερουσαλήμ περίπου 50 χλμ. μακριά. (Πρ 23:31) Το μέρος αυτό βρισκόταν στη διασταύρωση των ρωμαϊκών στρατιωτικών οδών που οδηγούσαν από την Ιερουσαλήμ και τη Λύδδα αντίστοιχα στην Καισάρεια, τη ρωμαϊκή πρωτεύουσα. Από την Αντιπατρίδα, οι 70 ιππείς συνόδευσαν τον Παύλο στα περίπου 40 χλμ. που απέμεναν μέχρι την Καισάρεια διασχίζοντας την πεδιάδα.
-
-
ΑντίχειραςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΧΕΙΡΑΣ
Το δάχτυλο του ανθρώπινου χεριού που μπορεί να αντιτεθεί προς οποιοδήποτε από τα άλλα δάχτυλα. Οι άνθρωποι μπορούν να πιάνουν πράγματα και να εκτελούν πολλές λεπτές εργασίες, κάτι που θα ήταν αδύνατον αν δεν είχαν αντιτακτούς αντίχειρες. Στην αρχαιότητα, καθιστούσαν μερικές φορές τους αιχμαλώτους ανίκανους για στρατιωτική υπηρεσία κόβοντάς τους τούς αντίχειρες και τα μεγάλα δάχτυλα των ποδιών.—Κρ 1:6, 7.
Η εβραϊκή λέξη μπόχεν χρησιμοποιείται τόσο για τον αντίχειρα όσο και για το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού. Το άκρο στο οποίο αναφέρεται η λέξη μπόχεν στο εκάστοτε εδάφιο δηλώνεται από τις συνοδευτικές φράσεις “του χεριού” και “του ποδιού”. Όποτε μνημονεύεται ο αντίχειρας στις Γραφές, αναφέρεται στο ίδιο εδάφιο και το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού.—Εξ 29:20· Λευ 14:14, 17, 25, 28.
Κατά την καθιέρωση του Ααρών και των γιων του ως ιερέων, θανατώθηκε ένα κριάρι, και ο Μωυσής έβαλε λίγο από το αίμα του πάνω στο λοβό του δεξιού αφτιού του Ααρών, στον αντίχειρα του δεξιού του χεριού και στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού του ποδιού. Το ίδιο έκανε και με καθένα από τους γιους του Ααρών. (Λευ 8:23, 24) Το αίμα στο δεξιό αντίχειρα σήμαινε μεταφορικά ότι αυτοί έπρεπε να επιτελούν τα ιερατικά τους καθήκοντα όσο καλύτερα μπορούσαν.
-
-
ΑντίχριστοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ
Η λέξη ἀντίχριστος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι σύνθετη από τις λέξεις ἀντί και Χριστός και σημαίνει «ο ενάντιος προς τον Χριστό (ή, αντί για τον Χριστό)». Εμφανίζεται συνολικά πέντε φορές, τόσο στον ενικό όσο και στον πληθυντικό αριθμό, και όλες αυτές οι περιπτώσεις βρίσκονται σε δύο επιστολές του Ιωάννη.
Αυτό το θέμα δεν ήταν καινούριο για τους Χριστιανούς, όταν ο Ιωάννης έγραψε τις επιστολές του (περ. 98 Κ.Χ.). Το εδάφιο 1 Ιωάννη 2:18 δηλώνει: «Παιδάκια μου, είναι η τελευταία ώρα, και, όπως ακούσατε ότι έρχεται αντίχριστος, ακόμη και τώρα έχουν εμφανιστεί πολλοί αντίχριστοι· γεγονός από το οποίο γνωρίζουμε ότι είναι η τελευταία ώρα». Η δήλωση του Ιωάννη φανερώνει ότι υπάρχουν πολλοί μεμονωμένοι αντίχριστοι, αν και όλοι μαζί μπορεί να σχηματίζουν ένα σύνθετο πρόσωπο το οποίο προσδιορίζεται ως «ο αντίχριστος». (2Ιω 7) Η χρήση της λέξης «ώρα» με την έννοια της χρονικής περιόδου, είτε αυτή είναι σχετικά σύντομη είτε απροσδιόριστης διάρκειας, εμφανίζεται και σε άλλα συγγράμματα του Ιωάννη. (Βλέπε Ιωα 2:4· 4:21-23· 5:25, 28· 7:30· 8:20· 12:23, 27.) Επομένως, ο Ιωάννης δεν περιόρισε την εμφάνιση, την ύπαρξη και τη δράση αυτού του αντίχριστου αποκλειστικά σε κάποια μελλοντική εποχή, αλλά έδειξε ότι ο αντίχριστος ήταν τότε παρών και θα συνέχιζε να υφίσταται.—1Ιω 4:3.
Προσδιορισμός της Ταυτότητας. Αν και στο παρελθόν έγιναν πολλές απόπειρες για την ταύτιση του «αντίχριστου» με κάποιο πρόσωπο, όπως με τον Πομπήιο, τον Νέρωνα ή τον Μωάμεθ (ο τελευταίος προτάθηκε από τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ΄ το 1213 Κ.Χ.), ή με μια συγκεκριμένη οργάνωση, όπως με τον παπισμό σύμφωνα με την Προτεσταντική άποψη, οι θεόπνευστες δηλώσεις του Ιωάννη φανερώνουν ότι ο όρος έχει ευρεία εφαρμογή και περιλαμβάνει όλους όσους αρνούνται ότι «ο Ιησούς είναι ο Χριστός» και ότι είναι ο Γιος του Θεού ο οποίος ήρθε «με σάρκα».—1Ιω 2:22· 4:2, 3· 2Ιω 7, NE, NIV, ΒΑΜ· παράβαλε Ιωα 8:42, 48, 49· 9:22.
Το να αρνείται κάποιος ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός και ο Γιος του Θεού περιλαμβάνει αναπόφευκτα την άρνηση οποιασδήποτε ή και όλων των Γραφικών διδασκαλιών που τον αφορούν—δηλαδή αφορούν την καταγωγή του, τη θέση του στη διευθέτηση του Θεού, το γεγονός ότι εκπληρώθηκαν στο πρόσωπό του οι προφητείες των Εβραϊκών Γραφών για τον υποσχεμένο Μεσσία, τη διακονία του, τις διδασκαλίες και τις προφητείες του—και παράλληλα περιλαμβάνει κάθε εναντίωση προς αυτόν ή οποιαδήποτε απόπειρα αντικατάστασής του ως του διορισμένου από τον Θεό Αρχιερέα και Βασιλιά. Αυτό καθίσταται σαφές και από άλλα εδάφια, τα οποία, ενώ δεν χρησιμοποιούν τον όρο «αντίχριστος», εκφράζουν ουσιαστικά την ίδια σκέψη. Έτσι λοιπόν, ο Ιησούς δήλωσε: «Αυτός που δεν είναι στο πλευρό μου είναι εναντίον μου, και αυτός που δεν μαζεύει μαζί μου σκορπίζει». (Λου 11:23) Το εδάφιο 2 Ιωάννη 7 δείχνει ότι τέτοιου είδους άτομα μπορεί να ενεργούσαν ως απατεώνες, οπότε στον “αντίχριστο” θα συγκαταλέγονταν οι «ψευδόχριστοι» και οι «ψευδοπροφήτες», καθώς και όσοι εκτελούν δυναμικά έργα στο όνομα του Ιησού παρότι ο ίδιος τους χαρακτηρίζει «εργάτες της ανομίας».—Ματ 24:24· 7:15, 22, 23.
Με βάση τον κανόνα του Ιησού πως ό,τι κάνει κάποιος στους αληθινούς ακολούθους του το κάνει στον ίδιο (Ματ 25:40, 45· Πρ 9:5), συμπεραίνουμε ότι ο όρος πρέπει να περιλαμβάνει και όσους διώκουν τους ακολούθους του, άρα λοιπόν και τη συμβολική “Βαβυλώνα τη Μεγάλη”.—Λου 21:12· Απ 17:5, 6.
Ο Ιωάννης συγκαταλέγει συγκεκριμένα τους αποστάτες στα μέλη του αντίχριστου, αναφερόμενος σε εκείνους που «βγήκαν από εμάς», εγκαταλείποντας τη Χριστιανική εκκλησία. (1Ιω 2:18, 19) Κατά συνέπεια, αυτός ο όρος περιλαμβάνει “τον άνθρωπο της ανομίας” ή το “γιο της καταστροφής”, τον οποίο περιέγραψε ο Παύλος, καθώς και τους “ψευδοδιδασκάλους”, τους οποίους κατακρίνει ο Πέτρος για σύσταση καταστροφικών αιρέσεων, και για τους οποίους λέει ότι “απαρνούνται ακόμη και τον ιδιοκτήτη που τους αγόρασε”.—2Θε 2:3-5· 2Πε 2:1· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
Βασίλεια, έθνη και οργανώσεις εμφανίζονται παρόμοια ως μέρος του αντίχριστου στη συμβολική περιγραφή των εδαφίων Αποκάλυψη 17:8-15· 19:19-21.—Παράβαλε Ψλ 2:1, 2.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, η Γραφή δείχνει ότι αυτοί που συνθέτουν τον αντίχριστο προορίζονται για τελική καταστροφή σε ανταπόδοση της πορείας εναντίωσης που ακολουθούν.
-
-
ΆντραςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΡΑΣ
Βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ· ΗΓΕΣΙΑ· ΣΥΖΥΓΟΣ, Ο.
-
-
Αντωνία, ΦρούριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΤΩΝΙΑ, ΦΡΟΥΡΙΟ
Οχυρό στην Ιερουσαλήμ, που λειτουργούσε ως στρατώνας. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, είχε διαμερίσματα, λουτρά, χώρους διαμονής των στρατιωτών και αυλές.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 535.
Το Φρούριο Αντωνία βρισκόταν στη βορειοδυτική γωνία της αυλής του ναού και προφανώς καταλάμβανε τη θέση όπου στο παρελθόν ο Νεεμίας είχε χτίσει το Κάστρο (ή φρούριο) που αναφέρεται στο εδάφιο Νεεμίας 2:8. Ο Ηρώδης ο Μέγας έκανε εκτεταμένες και πολυδάπανες επισκευές σε αυτό και ενίσχυσε την οχύρωσή του. Το φρούριο ονομαζόταν προηγουμένως Βάρις, αλλά ο Ηρώδης το μετονόμασε σε Αντωνία προς τιμήν του Μάρκου Αντώνιου. Όπως ο Ιουδαίος αρχιερέας και ηγεμόνας Ιωάννης Υρκανός πριν από αυτόν, έτσι και ο Ηρώδης φρόντισε να φυλάσσονται εκεί τα ιερατικά ενδύματα, προφανώς για να έχει υπό σχετικό έλεγχο τον αρχιερέα.
Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, το φρούριο ήταν χτισμένο πάνω σε βραχώδη προεξοχή ύψους 50 πήχεων (περ. 22 μ.). Πάνω από το βράχο υψώνονταν τα πέτρινα τείχη του που έφταναν τους 40 πήχεις (περ. 18 μ.), υπήρχαν δε τέσσερις γωνιακοί πύργοι, οι τρεις από τους οποίους έφταναν τους 50 πήχεις (περ. 22 μ.) και ο άλλος, που βρισκόταν στη νοτιοανατολική γωνία και δέσποζε σε ολόκληρη την περιοχή του ναού, τους 70 πήχεις (περ. 31 μ.). (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Ε΄, 238-247 [v, 8]) Πριν από την εποχή του Ηρώδη το φρούριο χρησίμευε πρωτίστως για την απόκρουση εισβολών από το Β, αλλά κατόπιν αποτέλεσε κυρίως σημείο από το οποίο μπορούσε κανείς να ελέγχει τους Ιουδαίους και να αστυνομεύει την περιοχή του ναού, στον οποίο υπήρχε άμεση πρόσβαση από το φρούριο.
Το τετράγωνο σχήμα του φρουρίου υποδηλώνει ότι είχε μια κεντρική αυλή. Μερικοί πιστεύουν ότι ο Ιησούς παρουσιάστηκε για κρίση ενώπιον του Πιλάτου σε μια τέτοια κεντρική αυλή μέσα σε αυτό το φρούριο. (Ιωα 19:13) Υποστηρίζουν ότι ένα λιθόστρωτο που βρέθηκε στην εν λόγω περιοχή ήταν αυτό που ονομαζόταν «Γαββαθά». Ωστόσο, άλλοι πιστεύουν ότι η κρίση του Ιησού από τον Πιλάτο έλαβε χώρα μπροστά στο ανάκτορο του Ηρώδη.—Βλέπε ΛΙΘΟΣΤΡΩΤΟ.
Μια σαφέστερη αναφορά στο Φρούριο Αντωνία έχει καταγραφεί στην αφήγηση των εδαφίων Πράξεις 21:30-40 και 22:24. Ο Παύλος φαίνεται ότι παρουσίασε την υπεράσπισή του και έδωσε μαρτυρία σε έναν θρησκευόμενο όχλο από τα σκαλοπάτια αυτού του φρουρίου, ενώ κατόπιν φέρθηκε στο στρατώνα για ανάκριση. Ο Παύλος πιθανότατα οδηγήθηκε και πάλι εκεί μετά τη θυελλώδη ακρόαση ενώπιον του Σάνχεδριν και βρισκόταν εκεί όταν ο ανιψιός του ήρθε να τον προειδοποιήσει για τη συνωμοσία που γινόταν εναντίον της ζωής του.—Πρ 23:10, 16.
Τελικά το Φρούριο Αντωνία ερειπώθηκε όταν καταστράφηκε μαζί με το ναό και την πόλη από τον Ρωμαίο στρατηγό Τίτο το 70 Κ.Χ.
-
-
ΑνώγειοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΩΓΕΙΟ
Βλέπε ΣΠΙΤΙ, ΟΙΚΟΣ.
-
-
Ανώτερες ΕξουσίεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ
Έκφραση στο εδάφιο Ρωμαίους 13:1 η οποία αναφέρεται στις ανθρώπινες κυβερνητικές εξουσίες. Αυτό το εδάφιο έχει αποδοθεί με διάφορους τρόπους: «Κάθε ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχει εξουσία παρά μόνο από τον Θεό· οι υπάρχουσες εξουσίες βρίσκονται τοποθετημένες στις σχετικές τους θέσεις από τον Θεό». (ΜΝΚ) «Κάθε υπήκοος ας υποτάσσεται στις άρχουσες εξουσίες, διότι δεν υπάρχει εξουσία που να μην είναι υπό τον έλεγχο του Θεού, και υπό τον έλεγχό Του έχουν συσταθεί οι υπάρχουσες εξουσίες». (We) «Καθένας πρέπει να υπακούει στις κρατικές εξουσίες, διότι καμιά εξουσία δεν υπάρχει χωρίς την άδεια του Θεού, και οι υπάρχουσες εξουσίες έχουν τοποθετηθεί εκεί από τον Θεό».—TEV· βλέπε επίσης ΛΧ, ΤΚΔ.
Παρότι οι ανθρώπινες κυβερνητικές εξουσίες δεν προέρχονται από τον Ιεχωβά Θεό (παράβαλε Ματ 4:8, 9· 1Ιω 5:19· Απ 13:1, 2), αυτός έχει επιτρέψει να έρθουν σε ύπαρξη, και η ύπαρξή τους συνεχίζεται με την άδειά του. Ωστόσο, αν ο Ιεχωβά το επιλέξει, μπορεί να απομακρύνει, να κατευθύνει ή να ελέγξει αυτές τις εξουσίες με σκοπό την επιτέλεση του θελήματός του. Ο προφήτης Δανιήλ δήλωσε σε σχέση με τον Ιεχωβά: «Αυτός αλλάζει χρόνους και καιρούς, απομακρύνει βασιλιάδες και εγκαθιστά βασιλιάδες». (Δα 2:21) Επίσης, το εδάφιο Παροιμίες 21:1 αναφέρει: «Η καρδιά του βασιλιά είναι σαν ρεύματα νερού στο χέρι του Ιεχωβά. Όπου τον ευχαριστεί τη στρέφει».—Παράβαλε Νε 2:3-6· Εσθ 6:1-11.
Λόγοι για Χριστιανική Υποταγή. Δεδομένου ότι οι Χριστιανοί δεν έχουν κανέναν λόγο να εναντιώνονται σε μια διευθέτηση την οποία έχει επιτρέψει ο Θεός, έχουν σοβαρούς λόγους να υποτάσσονται στις ανώτερες εξουσίες. Οι κυβερνητικοί άρχοντες, αν και μπορεί να είναι διεφθαρμένοι ως άτομα, υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν τιμωρούν κάποιον επειδή κάνει το καλό, δηλαδή επειδή προσκολλάται στους νόμους της χώρας. Όταν, όμως, ένα άτομο διαπράττει κλοπή, φόνο ή άλλες άνομες πράξεις, μπορεί να αναμένει δυσμενή κρίση από την άρχουσα εξουσία. Για παράδειγμα, κάποιος που είναι ένοχος για φόνο εκ προμελέτης ίσως εκτελεστεί για το έγκλημά του. Εφόσον ο Ιεχωβά Θεός έδωσε την εξουσιοδότηση για επιβολή θανατικής ποινής στους δολοφόνους μετά τον Κατακλυσμό (Γε 9:6), οι ανθρώπινες εξουσίες, εκτελώντας τον παραβάτη, θα ενεργούσαν ως «διάκονος του Θεού, εκδικητής για να εκδηλώσει οργή σε εκείνον που πράττει το κακό».—Ρω 13:2-4· Τιτ 3:1· 1Πε 2:11-17.
Η Χριστιανική υποταγή στις ανώτερες εξουσίες δεν βασίζεται απλώς στο γεγονός ότι αυτές έχουν τη δυνατότητα να τιμωρούν τους κακοποιούς. Για τον Χριστιανό αυτό είναι ζήτημα συνείδησης. Ο Χριστιανός υποτάσσεται στις ανθρώπινες εξουσίες επειδή αναγνωρίζει ότι αυτό είναι σε αρμονία με το θέλημα του Θεού. (Ρω 13:5· 1Πε 2:13-15) Επομένως, η υποταγή στις ανώτερες εξουσίες—στις κοσμικές πολιτικές εξουσίες—δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι απόλυτη. Θα ήταν αδύνατον να διατηρεί ένας Χριστιανός αγαθή συνείδηση και να εκτελεί το θεϊκό θέλημα αν παραβίαζε το νόμο του Θεού επειδή το απαιτεί αυτό κάποια πολιτική εξουσία. Γι’ αυτόν το λόγο, η υποταγή στις ανώτερες εξουσίες πρέπει να εξετάζεται πάντοτε μέσα από το πρίσμα της δήλωσης των αποστόλων στο Ιουδαϊκό Σάνχεδριν: «Πρέπει να υπακούμε στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους».—Πρ 5:29.
Εφόσον οι κυβερνητικές εξουσίες προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες χάριν της προστασίας, της ασφάλειας και της ευημερίας των υπηκόων τους, δικαιούνται φόρους και τέλη ως αμοιβή για τις υπηρεσίες τους. Οι κυβερνητικές εξουσίες μπορούν να αποκληθούν «δημόσιοι υπηρέτες του Θεού» με την έννοια ότι παρέχουν ωφέλιμες υπηρεσίες. (Ρω 13:6, 7) Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτές οι υπηρεσίες έχουν υποστηρίξει άμεσα τους υπηρέτες του Θεού, όπως όταν ο Βασιλιάς Κύρος έδωσε τη δυνατότητα στους Ιουδαίους να επιστρέψουν στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ και να ανοικοδομήσουν το ναό. (2Χρ 36:22, 23· Εσδ 1:1-4) Συνήθως, τα οφέλη για αυτούς δεν είναι παρά τα κοινά οφέλη που προκύπτουν από την ομαλή λειτουργία των εξουσιών. Σε αυτά περιλαμβάνεται και η διατήρηση ενός νομικού συστήματος στο οποίο οι άνθρωποι μπορούν να προσφεύγουν για δικαιοσύνη, για προστασία από τους κακοποιούς και από έκνομους όχλους και ούτω καθεξής.—Φλπ 1:7· Πρ 21:30-32· 23:12-32.
Φυσικά, ένας κυβερνήτης ο οποίος κάνει κατάχρηση της εξουσίας του είναι υπόλογος στον Θεό. Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Να μην παίρνετε εκδίκηση για τον εαυτό σας, αγαπητοί, αλλά να αφήνετε τόπο για την οργή του Θεού· διότι είναι γραμμένο: “Η εκδίκηση είναι δική μου· εγώ θα ανταποδώσω, λέει ο Ιεχωβά”».—Ρω 12:19· Εκ 5:8.
-
-
ΑνώχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΩΧ
(Ανώχ) [Εκπαιδευμένος· Εγκαινιασμένος [δηλαδή αφιερωμένος]].
1. Γιος του Μαδιάμ, του τέταρτου στη σειρά κατονομαζόμενου γιου του Αβραάμ από τη Χετούρα.—Γε 25:1, 2, 4· 1Χρ 1:33.
2. Γιος του Ρουβήν, του πρωτοτόκου του Ιακώβ, και ο προπάτορας των Ανωχιτών.—Γε 46:8, 9· Εξ 6:14· Αρ 26:4, 5· 1Χρ 5:3.
-
-
ΑνωχίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΝΩΧΙΤΕΣ
(Ανωχίτες) [Του (Από τον) Ανώχ].
Οικογένεια καταγόμενη από τον Ανώχ, έναν γιο του Ρουβήν.—Αρ 26:4, 5· Γε 46:9.
-
-
ΑξιωματικόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ
Αυτός ο όρος αποτελεί απόδοση των λέξεων ἑκατοντάρχης (ή ἑκατόνταρχος) και κεντυρίων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου και προσδιορίζει έναν αξιωματικό ο οποίος διοικούσε εκατό στρατιώτες. Η ρωμαϊκή λεγεώνα, ανεξάρτητα από το μέγεθός της, διαιρούνταν πάντα σε 60 εκατονταρχίες, η καθεμιά από τις οποίες τελούσε υπό τη διοίκηση ενός εκατόνταρχου. Αν το μέγεθος της λεγεώνας ελαττωνόταν σε λιγότερους από 6.000 άντρες, το ένα εξηκοστό εξακολουθούσε να διοικείται από έναν εκατόνταρχο, ακόμη και αν αντιστοιχούσε σε λιγότερους από 100 άντρες. Οι αξιωματικοί αυτοί προτείνονταν από τους χιλίαρχους και εγκρίνονταν από ανώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Το αξίωμα του εκατόνταρχου ήταν ο ανώτατος βαθμός στον οποίο μπορούσε να φτάσει ο κοινός στρατιώτης, αν και υπήρχαν κάποιες ευκαιρίες προαγωγής εντός των τάξεων των εκατόνταρχων.
Οι εκατόνταρχοι ήταν σημαίνοντα πρόσωπα και διαδραμάτιζαν καθοριστικό ρόλο στη λεγεώνα. Παρότι υπάγονταν στους χιλίαρχους και φρόντιζαν να εκτελούνται οι διαταγές εκείνων, ο αξιωματικός ήταν η πραγματική και άμεση κεφαλή των στρατιωτών. Αυτός γύμναζε τους στρατιώτες, εργαζόταν μαζί τους, επιθεωρούσε τα όπλα, τα εφόδια και την τροφή τους, καθώς επίσης έλεγχε τη συμπεριφορά τους. Ήταν το πειθαρχικό όργανο το οποίο επέβλεπε τις μαστιγώσεις και τις εκτελέσεις, ενώ είχε το δικαίωμα να επιβάλλει ποινές στους δικούς του στρατιώτες. Η ετοιμότητα και η αποδοτικότητα του ρωμαϊκού στρατού εξαρτόνταν κατά κύριο λόγο από τους εκατόνταρχους περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον—αυτοί ήταν, γενικά, οι πλέον έμπειροι και πολύτιμοι άντρες του ρωμαϊκού στρατού.—Βλέπε ΣΤΡΑΤΟΣ.
Οι αξιωματικοί εμφανίζονται στις αφηγήσεις των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών σε διάφορες περιπτώσεις. Ο αξιωματικός από την Καπερναούμ, ο οποίος ζήτησε τη θεραπευτική δύναμη του Ιησού για χάρη του δούλου του, επαινέθηκε από τον Κύριο για την υποδειγματική του πίστη. (Ματ 8:5-13) Η δήλωση των Ιουδαίων: «Αγαπάει το έθνος μας και αυτός μας έχτισε τη συναγωγή», η παραδοχή του εκατόνταρχου ότι «δεν είμαι άξιος να μπεις κάτω από τη στέγη μου», καθώς και το σχόλιο του Ιησού: «Ούτε στον Ισραήλ δεν βρήκα τόσο μεγάλη πίστη» υποδηλώνουν ότι ο αξιωματικός ήταν Εθνικός. Αν ήταν Ρωμαίος, αυτό ήταν ακόμη πιο αξιοσημείωτο, διότι οι Ρωμαίοι δεν διακρίνονταν για τη συμπόνια τους προς τους δούλους.—Λου 7:1-9.
Ένας αξιωματικός ήταν επικεφαλής των τεσσάρων στρατιωτών που θανάτωσαν τον Ιησού. (Ιωα 19:23) Αυτός ο εκατόνταρχος πιθανόν να ήταν παρών όταν συζητήθηκε ενώπιον του Πιλάτου ο ισχυρισμός του Ιησού ότι ήταν ο Γιος του Θεού. (Ιωα 19:7) Ως παρατηρητής αυτής της δίκης και των άλλων περιστατικών που σχετίζονταν με την εκτέλεση του Ιησού, αλλά και των θαυματουργικών φαινομένων που συνόδευσαν το θάνατό του, «ο αξιωματικός άρχισε να δοξάζει τον Θεό», λέγοντας: «Πράγματι, αυτός ο άνθρωπος ήταν δίκαιος», «Σίγουρα αυτός ήταν Γιος του Θεού». (Λου 23:47· Ματ 27:54) Αναμφίβολα, αυτόν ρώτησε ο Πιλάτος αν ο Ιησούς ήταν νεκρός προτού παραδώσει το σώμα για ταφή.—Μαρ 15:44, 45.
Ο Κορνήλιος, ένας εκατόνταρχος της ιταλικής μονάδας ο οποίος ήταν εγκατεστημένος στην Καισάρεια, ήταν ο πρώτος απερίτμητος Εθνικός που έγινε Χριστιανός. (Πρ 10:1-48) Το γεγονός ότι είχε δικό του σπίτι και στρατιώτες που τον υπηρετούσαν υποδηλώνει ότι οι αξιωματικοί αυτού του βαθμού επιτρεπόταν να μένουν σε διαφορετικό μέρος από τους απλούς στρατιώτες.—Βλέπε ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ.
Οι αξιωματικοί που ήταν εγκατεστημένοι στο Φρούριο Αντωνία, μαζί με τους στρατιώτες τους και το στρατιωτικό διοικητή, κατέβηκαν γρήγορα στην περιοχή του ναού, που ήταν ακριβώς δίπλα, και έσωσαν τον Παύλο από έναν όχλο, γύρω στο 56 Κ.Χ. (Πρ 21:32) Αργότερα, ο Παύλος απέφυγε τη μαστίγωση που διέταξε ο στρατιωτικός διοικητής αποκαλύπτοντας σε έναν παριστάμενο αξιωματικό ότι ήταν Ρωμαίος πολίτης. (Πρ 22:25, 26) Μόλις πληροφορήθηκε την πλεκτάνη που είχε στηθεί σε βάρος της ζωής του, ο Παύλος κάλεσε έναν αξιωματικό ζητώντας του να οδηγήσει τον ανιψιό του στο στρατιωτικό διοικητή για να το αναφέρει αυτό. Κατόπιν, δύο αξιωματικοί διατάχθηκαν να ετοιμάσουν μια δύναμη 470 στρατιωτών, ιππέων και λογχοφόρων για να μεταφέρουν με ασφάλεια τον Παύλο έξω από την Ιερουσαλήμ.—Πρ 23:17, 23.
Ο Ιούλιος, ένας αξιωματικός από τη μονάδα του Αυγούστου (βλέπε ΜΟΝΑΔΑ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ), ήταν υπεύθυνος για τη μεταφορά του Παύλου από την Καισάρεια στη Ρώμη. Συμπεριφέρθηκε στον Παύλο με καλοσύνη, μολονότι αρχικά αγνόησε τη συμβουλή του αποστόλου. Τελικά, όμως, ο εκατόνταρχος αυτός έμαθε να σέβεται την κρίση του Παύλου και έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διάσωση της ζωής του αποστόλου.—Πρ 27:1, 6, 11, 31, 43.
-
-
ΆξοναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΞΟΝΑΣ
Βλέπε ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΞΟΝΑ.
-
-
ΑπαγχονισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΜΟΣ
Σε δύο περιπτώσεις αυτοκτονίας που καταγράφονται στην Αγία Γραφή, οι αυτόχειρες κρεμάστηκαν από το λαιμό και πνίγηκαν. Ο Αχιτόφελ, ο σύμβουλος του Δαβίδ που έγινε προδότης, κρεμάστηκε (ἀπήγξατο, Ο΄). (2Σα 17:23) Η ενέργεια του Αχιτόφελ υποδείκνυε προφητικά αυτό που θα έκανε ένας από τους αποστόλους του Ιησού, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος αποδείχτηκε προδότης. (Ψλ 41:9· Ιωα 13:18) Και ο Ιούδας επίσης κρεμάστηκε. (Ματ 27:5) Προφανώς το σχοινί, ή ίσως το κλαδί του δέντρου στο οποίο κρεμάστηκε ο Ιούδας, έσπασε, «και [αυτός], πέφτοντας με το κεφάλι, σκίστηκε με θόρυβο στη μέση και χύθηκαν έξω όλα του τα έντερα».—Πρ 1:18.
Βλέπε επίσης ΚΡΕΜΑΣΜΑ ΣΤΟ ΞΥΛΟ.
-
-
ΑπαγωγήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΑΓΩΓΗ
Η αρπαγή, απομάκρυνση και κράτηση ενός ατόμου παρά τη θέλησή του με τη χρήση βίας, απάτης ή εκφοβισμού. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο η απαγωγή αποτελούσε έγκλημα που επέσυρε τη θανατική ποινή. Αν κάποιος έκλεβε ή απήγε άνθρωπο και κατόπιν τον πουλούσε, ή αν το θύμα της απαγωγής βρισκόταν στο χέρι του, ο απαγωγέας έπρεπε να θανατωθεί. (Εξ 21:16· Δευ 24:7) Προτού δοθεί αυτός ο νόμος στον Ισραήλ, ο γιος του Ιακώβ, ο Ιωσήφ, ο οποίος πουλήθηκε ως δούλος, υπήρξε θύμα απαγωγής. (Γε 37:27, 28· 40:15) Ο Θεός μετέτρεψε αργότερα αυτή την ενέργεια σε ευλογία για τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, και ο Ιωσήφ συγχώρησε τους αδελφούς του για την πονηρή τους πράξη.—Γε 45:4, 5.
Γράφοντας στον Τιμόθεο, ο απόστολος Παύλος παρατήρησε ότι «ο νόμος τίθεται σε ισχύ, όχι για τον δίκαιο», αλλά για τους ανόμους, περιλαμβανομένων και των απαγωγέων.—1Τι 1:8-11.
-
-
ΑπάτηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΑΤΗ
Εσκεμμένη παραπλάνηση, δολιότητα ή διαστρέβλωση της αλήθειας που αποσκοπεί στο να κάνει κάποιον να αποχωριστεί ένα πολύτιμο πράγμα που του ανήκει ή να εκχωρήσει κάποιο νόμιμο δικαίωμα. Η εβραϊκή λέξη η οποία αποδίδεται “διαπράττω απάτη” (‛ασάκ· Λευ 6:2) σημαίνει βασικά ότι κάποιος καταχράται τη δύναμή του, την ισχύ του ή την εξουσία που ασκεί σε άλλους. Κατά συνέπεια, αποδίδεται επίσης “καταδυναστεύω”. (Εκ 4:1· Ησ 52:4) Το ρήμα ἀποστερέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «στερώ, κατακρατώ· δεν αποδίδω κάτι που υποσχέθηκα· αφαιρώ με απάτη ή βία». (1Κο 7:5· Μαρ 10:19· 1Τι 6:5) Το ουσιαστικό δόλος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (Μαρ 7:22) αποδίδεται επίσης «εξαπάτηση».—Πρ 13:10.
Η απάτη, όπως εξετάζεται στην Αγία Γραφή, συνδέεται γενικά με τις επαγγελματικές σχέσεις. Ο νόμος του Θεού απαγορεύει την ανεντιμότητα στις επιχειρηματικές συναλλαγές. Οι Ισραηλίτες έπρεπε να συμπεριφέρονται έντιμα ο ένας προς τον άλλον. Ο Νόμος παρείχε συγκεκριμένα προστασία στο μισθωτό εργάτη. (Λευ 19:13· Δευ 24:14· παράβαλε Ιακ 5:4.) Ο Ιησούς Χριστός συμπεριέλαβε την απαγόρευση της αποστέρησης με απατηλά μέσα στις «εντολές» του Θεού. (Μαρ 10:19) Υπό τη διαθήκη του Νόμου, αν κάποιος διέπραττε απάτη σε βάρος του πλησίον του και αργότερα μετανοούσε και αποκάλυπτε το ζήτημα ομολογώντας την πράξη του, έπρεπε να αποδώσει στο αδικημένο μέλος το πλήρες ποσό συν το ένα πέμπτο του, καθώς επίσης να προσφέρει προσφορά για ενοχή στον Ιεχωβά.—Λευ 6:1-7.
Οι ψεύτικες θρησκείες θεωρούνται και αυτές μορφή απάτης στις Γραφές. Όταν ο Παύλος κατέκρινε έντονα τον Ελύμα το μάγο, ο Ελύμας πατάχθηκε με τύφλωση για την εξαπάτηση και τη φαυλότητα που ασκούσε “διαστρέφοντας τις ορθές οδούς του Ιεχωβά”. (Πρ 13:8-11) Ο Παύλος διόρθωσε επίσης τους Χριστιανούς στην Κόρινθο που πήγαιναν ο ένας τον άλλον στο δικαστήριο, δηλώνοντας ότι με αυτόν τον τρόπο αδικούσαν και αποστερούσαν τους αδελφούς τους πηγαίνοντας στο δικαστήριο ενώπιον άδικων ανθρώπων και όχι ενώπιον των αγίων στην εκκλησία. Θα έπρεπε να αποστερούνται οι ίδιοι μάλλον παρά να φέρνουν τέτοια ζητήματα ενώπιον ανθρώπων του κόσμου.—1Κο 6:1-8.
Η Αγία Γραφή τάσσεται επανειλημμένα εναντίον της απάτης καταδικάζοντάς την και τονίζοντας ότι ο Θεός θα κρίνει όσους διαπράττουν απάτη και θα ελευθερώσει το λαό του από τέτοια άτομα.—Ψλ 62:10· 72:4· 103:6· Παρ 14:31· 22:16· 28:16· Μιχ 2:1, 2· Μαλ 3:5.
-
-
Απελεύθερος, ΕλεύθεροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
Στη διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας, όποιος ελευθερωνόταν από τη δουλεία ονομαζόταν «απελεύθερος», ενώ «ελεύθερος» ονομαζόταν όποιος είχε γεννηθεί στην ελευθερία, κατέχοντας όλα τα δικαιώματα του πολίτη, όπως ο απόστολος Παύλος.—Πρ 22:28.
Η επίσημη απελευθέρωση χορηγούσε στον απελεύθερο τη ρωμαϊκή υπηκοότητα, αλλά ως πρώην δούλος δεν είχε το δικαίωμα να διεκδικεί πολιτικά αξιώματα, δικαίωμα όμως το οποίο είχαν οι απόγονοί του δεύτερης ή έστω τρίτης γενιάς. Όσο για την ανεπίσημη απελευθέρωση, αυτή έδινε απλώς σε κάποιον την ελευθερία του από πρακτική άποψη, όχι όμως και πολιτικά δικαιώματα.—Βλέπε ΠΟΛΙΤΗΣ, ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ.
Εφόσον ο απελεύθερος θεωρούνταν κτήμα της οικογένειας του πρώην κυρίου του, μια αμοιβαία υποχρέωση βάρυνε και τα δύο μέρη. Ο απελεύθερος είτε παρέμενε στο σπίτι και στη δούλεψη του πρώην κυρίου του είτε έπαιρνε ένα αγρόκτημα και κάποιο κεφάλαιο για να αρχίσει να εξασφαλίζει μόνος του τα προς το ζην. Όταν ο απελεύθερος πέθαινε, ο πάτρωνάς του τον έθαβε στον οικογενειακό τάφο, αναλάμβανε τη φροντίδα τυχόν ανήλικων παιδιών που είχε αφήσει εκείνος πίσω και κληρονομούσε τα υπάρχοντά του, αν δεν υπήρχαν κληρονόμοι. Από την άλλη πλευρά, αν ο πάτρωνάς του περιερχόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση, ο απελεύθερος είχε διά νόμου την υποχρέωση να τον περιθάλψει. Ωστόσο, τα δικαιώματα ενός πρώην κυρίου σε σχέση με τον απελεύθερό του δεν μπορούσαν να μεταβιβαστούν στους κληρονόμους του.
Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι εκείνοι που ανήκαν στη «Συναγωγή των Απελευθέρων [Λιβερτίνων, Κείμενο]» ήταν Ιουδαίοι οι οποίοι είχαν αιχμαλωτιστεί από τους Ρωμαίους και αργότερα είχαν απελευθερωθεί. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, επρόκειτο για απελευθερωμένους δούλους οι οποίοι είχαν προσηλυτιστεί στον Ιουδαϊσμό. Κατά την απόδοση της Αρμενικής Μετάφρασης, αυτά τα άτομα ήταν «Λίβυοι».—Πρ 6:9.
Όπως υποδεικνύουν οι Γραφές, μολονότι ο Χριστιανός μπορεί να είναι δούλος ενός επίγειου κυρίου, στην πραγματικότητα είναι απελεύθερος του Χριστού, απελευθερωμένος από τα δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου. Αλλά ο Χριστιανός που είναι κατά γράμμα ελεύθερος, εφόσον έχει αγοραστεί με κάποιο αντίτιμο, δηλαδή το πολύτιμο αίμα του Ιησού, είναι δούλος του Θεού και του Ιησού Χριστού, υποχρεωμένος να υπακούει στις εντολές τους. Αυτό δείχνει ότι για τους ανθρώπους η ελευθερία είναι πάντα σχετική, ποτέ απόλυτη. Επομένως, από την άποψη του Θεού, στη Χριστιανική εκκλησία δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε δούλο και σε ελεύθερο. Επιπλέον, η ελευθερία που κατέχει ο Χριστιανός δεν του δίνει το δικαίωμα να τη χρησιμοποιεί ως επικάλυμμα για την κακία.—1Κο 7:22, 23· Γα 3:28· Εβρ 2:14, 15· 1Πε 1:18, 19· 2:16.
-
-
ΑπελλήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΕΛΛΗΣ
(Απελλής).
Ένας Χριστιανός από την εκκλησία της Ρώμης στον οποίο ο Παύλος έστειλε χαιρετισμούς ως «επιδοκιμασμένο σε σχέση με τον Χριστό».—Ρω 16:10· παράβαλε 2Κο 10:18· 2Τι 2:15.
-
-
Απεχθές ΠράγμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΕΧΘΕΣ ΠΡΑΓΜΑ
Το ρήμα τα‛άβ (απεχθάνομαι) και η συγγενική λέξη τω‛εβάχ (απεχθές πράγμα) εμφανίζονται περίπου 140 φορές στις Εβραϊκές Γραφές. Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούνται στη Γραφή υποδηλώνει ότι κάποιος αποστρέφεται έντονα ή απορρίπτει πράγματα ή πρόσωπα με βάση το γεγονός ότι παραβιάζουν συγκεκριμένες αρχές ή δεν ανταποκρίνονται σε καθορισμένα κριτήρια που διακρατεί ο ίδιος.
Έτσι λοιπόν, διαβάζουμε στο εδάφιο Γένεση 43:32 ότι ήταν «απεχθές» («βδέλυγμα», KJ, ΒΑΜ· «αποκρουστικό», AT) για τους Αιγυπτίους να τρώνε με Εβραίους και στο εδάφιο Γένεση 46:34 ότι «κάθε βοσκός προβάτων είναι απεχθής [«βδέλυγμα», KJ, ΒΑΜ· «αποκρουστικός», AT] για την Αίγυπτο». Σύμφωνα με τον Τζ. Ρόλινσον, αυτή η αποστροφή βασιζόταν στην περιφρόνηση που ένιωθαν οι Αιγύπτιοι για τους ξένους γενικά και για τους βοσκούς ειδικότερα. Εξάλλου, στα εδάφια Έξοδος 8:25-27, ο Μωυσής, γνωρίζοντας καλά ότι οι Αιγύπτιοι είχαν ειδωλοποιήσει ορισμένα ζώα (και ειδικά την αγελάδα) επειδή τα θεωρούσαν ιερά, ζητάει επίμονα από τον Φαραώ να επιτρέψει στους Ισραηλίτες να αποσυρθούν στην έρημο για να κάνουν τις θυσίες τους επειδή αυτές θα ήταν «κάτι απεχθές για τους Αιγυπτίους». (Αίγυπτος και Βαβυλώνα από Θρησκευτικές και Κοσμικές Πηγές [Egypt and Babylon From Sacred and Profane Sources], 1885, σ. 182) Ασφαλώς, αυτά τα αιγυπτιακά κριτήρια δεν είχαν θεϊκή προέλευση ούτε την επιδοκιμασία του Ιεχωβά Θεού.—Βλέπε ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ, ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ.
Τα κριτήρια, οι αρχές και οι απαιτήσεις που έχει καθορίσει ο ίδιος ο Θεός αποδεικνύονται κατάλληλη βάση για την εκδήλωση απέχθειας. (Λευ 18:1-5· Δευ 23:7) Γι’ αυτό, το εδάφιο Ψαλμός 14:1 αναφέρει: «Είπε ο ασύνετος μέσα στην καρδιά του: “Δεν υπάρχει Ιεχωβά”. Ενήργησαν καταστροφικά, ενήργησαν με απεχθή τρόπο [τύπος της λέξης τα‛άβ] κάνοντας αυτά που έκαναν. Δεν υπάρχει κανείς που να κάνει κάτι καλό». Επομένως, η εξέταση των εδαφίων στα οποία χρησιμοποιούνται οι εβραϊκές λέξεις τα‛άβ και τω‛εβάχ παρέχει ενόραση στην άποψη που έχει ο Θεός για τα ζητήματα. Δείχνει επίσης γιατί υπάρχει έντονη αντίθεση ή ανοιχτή σύγκρουση ανάμεσα στη θέση, ή τη διανοητική στάση, εκείνων που ακολουθούν το Λόγο του Θεού και εκείνων που τον αψηφούν ή τον απορρίπτουν προτιμώντας τα δικά τους κριτήρια ή τα κριτήρια άλλων.—Παρ 29:27.
Ανάμεσα στους Χαναναίους. Πριν από την είσοδο του Ισραήλ στη Χαναάν, ο Ιεχωβά τούς δήλωσε σαφώς ποιες συνήθειες και ποια έθιμα των λαών της Χαναάν θεωρούσε απεχθή, ώστε να τα απεχθάνονται και εκείνοι. (Λευ 18:26-30) Κάτι που ξεχώριζε ήταν οι ειδωλολατρικές τους συνήθειες. Ο Θεός είπε: «Τις γλυπτές εικόνες των θεών τους πρέπει να τις κάψετε στη φωτιά. Δεν πρέπει να επιθυμήσεις το ασήμι και το χρυσάφι που είναι πάνω τους ούτε να το πάρεις για τον εαυτό σου, για να μην παγιδευτείς από αυτό· διότι είναι κάτι απεχθές [θω‛αβάθ] στον Ιεχωβά τον Θεό σου. Και δεν πρέπει να φέρεις κάτι απεχθές [θω‛εβάχ] μέσα στο σπίτι σου και έτσι να γίνεις κάτι που θα είναι αφιερωμένο στην καταστροφή, όπως αυτό. Πρέπει να το σιχαίνεσαι εξ ολοκλήρου και να το απεχθάνεσαι εντελώς [βεθα‛έβ τεθα‛αβέννου], επειδή είναι κάτι αφιερωμένο στην καταστροφή». (Δευ 7:25, 26) Όποιος Ισραηλίτης έφτιαχνε ομοιώματα για να αποδίδει σε αυτά θρησκευτική λατρεία επρόκειτο να είναι καταραμένος. (Δευ 27:15) Ανεξάρτητα από την καλλιτεχνική τους αξία, τέτοια ομοιώματα έπρεπε να θεωρούνται ηθικώς αποκρουστικά από το λαό του Θεού.—Ιεζ 7:20· παράβαλε Ησ 44:18-20.
Άλλες συνήθειες των Χαναναίων τις οποίες έπρεπε να απεχθάνεται ο Ισραήλ ήταν: ο πνευματισμός με τις τελετουργίες του, τις μαγικές ρήσεις και τις μαντείες του (Δευ 18:9-12), η προσφορά παιδιών στους θεούς τους ως ολοκαύτωμα (Δευ 12:31· Ιερ 32:35· 2Βα 16:3), η αιμομειξία, η σοδομία και η κτηνοβασία. (Λευ 18:6, 22-30· 20:13) Αναμφίβολα, η ηθικά αποκρουστική συνήθεια της σοδομίας ήταν ο λόγος για τον οποίο δόθηκε ο αυστηρός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο το να φοράει κάποιος τα ενδύματα του αντίθετου φύλου ήταν “απεχθές”. (Δευ 22:5) Οι Χαναναίοι ασκούσαν επίσης «ιερή» πορνεία με ιερόδουλους και ιερόδουλες ναών, αλλά ο Ιεχωβά απαγόρευσε το να φέρνει κανείς «το μίσθωμα πόρνης ή την τιμή σκύλου» στον οίκο του, «επειδή . . . είναι απεχθείς».—Δευ 23:17, 18· 1Βα 14:24.
Λόγω αυτών και άλλων «βδελυρών» ή «απεχθών» συνηθειών, ο Ιεχωβά Θεός διέταξε τον Ισραήλ να αφιερώσει τους Χαναναίους στην καταστροφή ώστε να μην προκύψει μόλυνση από την ψεύτικη θρησκεία. (Δευ 20:17, 18) Όποιος Ισραηλίτης έκανε τα ίδια πράγματα ή προήγε τέτοιου είδους αποστασία έπρεπε να λάβει ακριβώς την ίδια τιμωρία.—Δευ 13:12-15· 17:2-7· Εσδ 9:1, 11-14.
Ο Ισραήλ Μολύνεται. Στις υπόλοιπες Εβραϊκές Γραφές, οι λέξεις τα‛άβ και τω‛εβάχ χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν την εμπορική απάτη (Δευ 25:13-16· Παρ 11:1· 20:10, 23), το ψέμα (Ψλ 5:6· 119:163· Παρ 12:19, 22), τη μοιχεία (Ιεζ 33:26), τη ληστεία, την απληστία, την καταπίεση των φτωχών (Ιεζ 18:10-13), την υπερηφάνεια, την έκχυση αθώου αίματος, τα βλαβερά σχέδια, την ψευδομαρτυρία και την πρόκληση φιλονικίας ανάμεσα σε αδελφούς, πράγματα που ορίζονται όλα από τον Θεό ως «απεχθή».—Παρ 3:32· 6:16-19· 11:20· 15:26· 24:9· 26:24-26.
Η διάπραξη αυτών των πραγμάτων καθιστά επίσης τη λατρεία ενός ατόμου μη αποδεκτή από τον Θεό, κάνοντας τις θυσίες αλλά και τις προσευχές του “απεχθείς” στον Θεό. (Παρ 15:8, 9· 21:27· 28:9) Γι’ αυτόν το λόγο, ο Ιεχωβά αποκάλεσε μεταγενέστερα τις θυσίες των αποστατών Ισραηλιτών, το θυμίαμά τους, καθώς και τους εορτασμούς τους για τη νέα σελήνη και το Σάββατο πράγματα “απεχθή”. (Ησ 1:11-17) Τους έθεσε το ερώτημα: «Είναι δυνατόν να κλέβετε, να δολοφονείτε και να μοιχεύετε και να ορκίζεστε ψευδώς και να υψώνετε καπνό θυσίας στον Βάαλ και να βαδίζετε ακολουθώντας άλλους θεούς τους οποίους δεν είχατε γνωρίσει, και κατόπιν να έρχεστε και να στέκεστε ενώπιόν μου σε αυτόν τον οίκο πάνω στον οποίο κλήθηκε το όνομά μου, και να λέτε: “Ασφαλώς θα διασωθούμε”, παρότι κάνετε όλα αυτά τα απεχθή πράγματα [«βδελύγματα» KJ, ΒΑΜ]; Σπηλιά ληστών έγινε στα μάτια σας αυτός ο οίκος πάνω στον οποίο κλήθηκε το όνομά μου;» (Ιερ 7:9-11) Έφτασαν στο σημείο να μην μπορούν να νιώσουν ντροπή ή ταπείνωση για τις απεχθείς πράξεις τους.—Ιερ 6:15· 8:12.
Μολονότι οι ηγέτες του Ισραήλ, οι βασιλιάδες και οι ιερείς, ήταν ένοχοι τέτοιων πράξεων ή τις επιδοκίμαζαν (1Βα 21:25, 26· 2Βα 21:2-12· 2Χρ 28:1, 3· 33:2-6· 36:8, 14· Ιεζ 8:6-17· 43:7, 8), οι πιστοί προφήτες του Θεού είχαν πάρει την εντολή να ενημερώνουν το λαό αναφορικά με την απέχθεια που ένιωθε ο Ιεχωβά για τη στασιαστική τους πορεία και να τους προειδοποιούν για τις συνέπειες. (Ιεζ 16:2, 51, 52· 20:4· 22:2· 23:36) Ο λαός λάβαινε την παρότρυνση να απορρίψει αυτές τις απεχθείς συνήθειες και να επιστρέψει στα νομοθετήματα και στους κανόνες διαγωγής που είχε θεσπίσει ο Θεός. (Ιεζ 14:6) Η συνέχιση τέτοιων συνηθειών τις οποίες απεχθάνεται ο Θεός μπορούσε να οδηγήσει τελικά μόνο σε ερήμωση και καταστροφή. (Ιερ 44:4, 22· Ιεζ 6:11· 7:3-9· 11:21· 12:16· 33:29) Μετά την εξορία μερικοί θα ντρέπονταν για τις κακές οδούς τους και ο Ιεχωβά θα τους έδινε «νέο πνεύμα».—Ιεζ 6:9· 11:18-21· 36:31.
Η εμπειρία του Ιώβ δείχνει ότι όσοι διακρατούν τους κανόνες του Θεού μπορεί να γίνουν αντικείμενο χλευασμού (Ιωβ 30:9, 10) και να απορριφθούν από πρώην γνωστούς (Ιωβ 19:19· Ψλ 88:8), επειδή εκείνοι «έχουν μισήσει αυτόν που παρέχει έλεγχο, και αυτόν που λέει τέλεια πράγματα τον απεχθάνονται». (Αμ 5:10) «Είναι απεχθής στους άφρονες η απομάκρυνση από το κακό». (Παρ 13:19) Αλλά ο Θεός απεχθάνεται όσους διαστρέφουν τα κριτήριά του ώστε να κηρύσσουν «τον πονηρό δίκαιο» και «τον δίκαιο πονηρό». (Παρ 17:15) Αυτός υπόσχεται πλήρη αντιστροφή των περιστάσεων στο μέλλον για τους υπηρέτες του οι οποίοι γίνονται αντικείμενο απέχθειας κατ’ αυτόν τον τρόπο.—Ησ 49:7· παράβαλε Ματ 5:10-12· 1Πε 3:16· 4:1-5· βλέπε ΑΗΔΙΑΣΤΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ, ΣΙΧΑΜΕΡΟ ΠΡΑΓΜΑ.
-
-
ΑπληστίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΛΗΣΤΙΑ
Υπέρμετρη ή ακόρεστη επιθυμία. Το ρήμα χαμάδ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και το ρήμα ἐπιθυμέω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνουν «θέλω». (Ψλ 68:16· Ματ 13:17) Ενίοτε, αυτές οι λέξεις μπορεί, ανάλογα με τα συμφραζόμενα, να μεταδίδουν την ιδέα μιας κακής, ιδιοτελούς επιθυμίας. (Εξ 20:17· Ρω 7:7) Η λέξη πλεονεξία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει κατά κυριολεξία «επιθυμία να έχω περισσότερα» και χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή για να υποδηλώσει αυτήν ακριβώς την έννοια ή την έννοια της «απληστίας».—Εφ 4:19· 5:3, υποσ.· Κολ 3:5.
Η απληστία μπορεί να εκδηλωθεί με τη μορφή της φιλαργυρίας, της αρχομανίας ή της φιλοκέρδειας, ή ακόμη με τη μορφή της ασυγκράτητης επιθυμίας για φαγητό, ποτό, σεξ ή άλλα υλικά πράγματα. Οι Γραφές προειδοποιούν τους Χριστιανούς σχετικά με αυτό το εξαχρειωτικό γνώρισμα και τους προστάζουν να αποφεύγουν τη συναναστροφή με οποιονδήποτε αυτοαποκαλείται Χριστιανός «αδελφός» και είναι άπληστος. (1Κο 5:9-11) Οι άπληστοι συγκατατάσσονται με τους πόρνους, τους ειδωλολάτρες, τους μοιχούς, τους άντρες που χρησιμοποιούνται για αφύσικους σκοπούς, τους κλέφτες, τους μέθυσους, τους υβριστές και τους άρπαγες, και είναι γεγονός ότι οι άπληστοι γενικά πράττουν μερικά από αυτά τα πράγματα. Αν κάποιος δεν σταματήσει να είναι άπληστος, δεν θα κληρονομήσει τη Βασιλεία του Θεού.—1Κο 6:9, 10.
Ο απόστολος Παύλος, καταδικάζοντας τα ανόητα λόγια και τα χυδαία αστεία, παραγγέλλει ότι πορνεία και ακαθαρσία ή απληστία δεν πρέπει «ούτε να αναφέρεται μεταξύ σας». Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι, όχι μόνο δεν πρέπει να υπάρχουν αυτές οι συνήθειες μεταξύ των Χριστιανών, αλλά ούτε καν να αποτελούν αντικείμενο των συζητήσεών τους με σκοπό την ικανοποίηση της σάρκας.—Εφ 5:3· παράβαλε Φλπ 4:8.
Γίνεται Έκδηλη από τις Ενέργειες. Η απληστία γίνεται έκδηλη από κάποια καταφανή ενέργεια που αποκαλύπτει την εσφαλμένη και υπέρμετρη επιθυμία του ατόμου. Ο Βιβλικός συγγραφέας Ιάκωβος μας λέει ότι η εσφαλμένη επιθυμία, αφού συλλάβει, γεννάει την αμαρτία. (Ιακ 1:14, 15) Το άπληστο άτομο μπορεί, επομένως, να γίνει αντιληπτό από τις ενέργειές του. Ο απόστολος Παύλος δηλώνει ότι το να είναι κανείς άπληστος ισοδυναμεί με το να είναι ειδωλολάτρης. (Εφ 5:5) Λόγω της άπληστης επιθυμίας του, ένα τέτοιο άτομο θεοποιεί το ποθούμενο, θέτοντάς το πάνω από την υπηρεσία και τη λατρεία του Δημιουργού.—Ρω 1:24, 25.
Αποξενώνει από τον Θεό. Οι Χριστιανοί έχουν βγει από έναν κόσμο που βρίθει από κάθε είδους κακή διαγωγή. Ο Παύλος τονίζει ότι οι άνθρωποι, όχι μόνο κάνουν τέτοια πράγματα, αλλά επίσης τα επιδιώκουν με απληστία, τα αποζητούν άπληστα. Εκείνοι που τα πράττουν αυτά είναι «αποξενωμένοι από τη ζωή που ανήκει στον Θεό». Όσοι γίνονται Χριστιανοί διαπιστώνουν πως ο Χριστός, το Υπόδειγμά τους, ήταν απαλλαγμένος από τέτοια πράγματα, άρα και οι ίδιοι πρέπει να ανακαινίσουν το νου τους με το να ντυθούν τη νέα Χριστιανική προσωπικότητα. (Εφ 4:17-24· Ρω 12:2) Ταυτόχρονα, ζουν ανάμεσα στους άπληστους του κόσμου και πρέπει να προσέχουν να παραμένουν καθαροί ως φωτοδότες στον κόσμο.—1Κο 5:9, 10· Φλπ 2:14, 15.
Η απληστία για ανέντιμο κέρδος θα καθιστούσε κάποιον ακατάλληλο για τη θέση του διακονικού υπηρέτη στη Χριστιανική εκκλησία. (1Τι 3:8) Εφόσον αυτοί οι άντρες πρέπει να αποτελούν παραδείγματα για την εκκλησία, εξυπακούεται ότι η ίδια αρχή ισχύει για όλα τα μέλη της εκκλησίας. (1Πε 5:2, 3) Το γεγονός ότι αληθεύει αυτό φαίνεται ιδιαίτερα υπό το φως της δήλωσης του Παύλου ότι οι άπληστοι δεν θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία.—Εφ 5:5.
Πλεονεξία. Όταν η απληστία έχει ως αντικείμενό της οτιδήποτε ανήκει σε άλλον, γίνεται πλεονεξία. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η ίδια λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αποδίδεται «απληστία» και «πλεονεξία». Ο Ιησούς Χριστός δήλωσε ότι η πλεονεξία μολύνει τον άνθρωπο (Μαρ 7:20-23) και προειδοποίησε σχετικά με αυτήν. Ύστερα από αυτή την προειδοποίηση, ανέφερε την παραβολή του πλεονέκτη πλουσίου ο οποίος, πεθαίνοντας, δεν μπορούσε πλέον να ωφεληθεί από τον πλούτο του ούτε να τον ελέγξει, ενώ παράλληλα, δυστυχώς για τον ίδιο, δεν ήταν «πλούσιος ως προς τον Θεό». (Λου 12:15-21) Στους Χριστιανούς λέγεται ότι η ζωή τους έχει «κρυφτεί μαζί με τον Χριστό» και επομένως πρέπει να νεκρώσουν τα μέλη του σώματός τους όσον αφορά την πλεονεξία, τη βλαβερή επιθυμία και κάθε είδους ακαθαρσία.—Κολ 3:3, 5.
-
-
Αποβολή, 1Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΒΟΛΗ, 1
Η εκβολή του εμβρύου προτού αυτό μπορέσει να ζήσει μόνο του. Η αποβολή μπορεί να είναι εκούσια ή ακούσια. Η εκούσια αποβολή ονομάζεται και έκτρωση και ορίζεται ως η σκόπιμη και προκλητή κένωση κυοφορούσας μήτρας, ενώ η ακούσια αποβολή αναφέρεται στην τυχαία και αναπόφευκτη διακοπή της κύησης. Η διάκριση αυτή δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή. Το εβραϊκό ρήμα σαχάλ, που σημαίνει «αποβάλλω» (Εξ 23:26· Ωσ 9:14), αποδίδεται επίσης «στερώ» (Δευ 32:25), «στερώ από κάποιον τα παιδιά του» (Λευ 26:22) και «αποδεικνύομαι άκαρπος» (Μαλ 3:11). Η εβραϊκή λέξη γιωτσέ’θ, η οποία αποδίδεται «αποβολή» στο εδάφιο Ψαλμός 144:14, παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «βγαίνω». (Παράβαλε Γε 27:30.) Η έκφραση «έμβρυο που αποβάλλεται» (Ψλ 58:8· Εκ 6:3) αποδίδει την εβραϊκή λέξη νέφελ, η οποία προέρχεται από τη ρίζα ναφάλ, που σημαίνει «πέφτω».—Παράβαλε Ησ 26:18.
Αναπόφευκτη αποβολή μπορεί να προκληθεί από ατύχημα, λοιμώδη νόσο, ψυχική ή σωματική πίεση και ένταση ή λόγω γενικής οργανικής αδυναμίας της μητέρας. Τα νερά κοντά στην Ιεριχώ ήταν θανατηφόρα και προκαλούσαν αποβολές, ώσπου τα εξυγίανε ο προφήτης του Ιεχωβά ο Ελισαιέ.—2Βα 2:19-22.
Η σκόπιμη πρόκληση αποβολής με τεχνητά μέσα, φάρμακα ή ιατρική επέμβαση, η οποία έχει ως μοναδικό στόχο την αποφυγή της γέννησης ενός ανεπιθύμητου παιδιού, αποτελεί σοβαρό έγκλημα στα μάτια του Θεού. Η ζωή ως πολύτιμο δώρο από τον Θεό είναι ιερή. Γι’ αυτό, ο νόμος που έδωσε ο Θεός στον Μωυσή προστάτευε τη ζωή ενός αγέννητου μωρού από την έκτρωση, και όχι μόνο από αυτήν, διότι αν στη διάρκεια συμπλοκής μεταξύ αντρών μια έγκυος γυναίκα υφίστατο ατύχημα θανατηφόρο για την ίδια ή το παιδί, «τότε πρέπει να δώσεις ψυχή αντί ψυχής». (Εξ 21:22-25) Φυσικά, προτού εκτελεστεί αυτή η ποινή, οι κριτές λάβαιναν υπόψη τους τις περιστάσεις καθώς και το κατά πόσον ήταν σκόπιμη η ενέργεια. (Παράβαλε Αρ 35:22-24, 31.) Αλλά τονίζοντας πόσο σοβαρή είναι οποιαδήποτε σκόπιμη απόπειρα να προκληθεί βλάβη, ο Δρ Τζ. Γκλεν σχολιάζει: «Το βιώσιμο έμβρυο στη μήτρα ΕΙΝΑΙ ανθρώπινο ον, και επομένως η θανάτωσή του αποτελεί παραβίαση της έκτης εντολής».—Η Αγία Γραφή και η Σύγχρονη Ιατρική (The Bible and Modern Medicine), 1963, σ. 176.
Σύμφωνα με τη σωστή άποψη, ο καρπός της μήτρας αποτελεί ευλογία από τον Ιεχωβά. (Λευ 26:9· Ψλ 127:3) Ως εκ τούτου, υποσχόμενος ότι θα χάριζε ευημερία στον Ισραήλ, ο Θεός εγγυήθηκε ότι οι εγκυμοσύνες θα ολοκληρώνονταν με επιτυχία και ότι θα γεννιούνταν παιδιά, λέγοντας: «Ούτε γυναίκα που αποβάλλει ούτε στείρα γυναίκα θα υπάρχει στη γη σου». (Εξ 23:26) Από την άλλη πλευρά, όπως υποδεικνύεται στην προσευχή του δικαίου, απόδειξη της δυσμένειας του Θεού προς τους εχθρούς του θα ήταν το γεγονός ότι οι μήτρες τους θα απέβαλλαν και ότι οι ίδιοι θα γίνονταν σαν έμβρυα που αποβάλλονται και δεν βλέπουν ποτέ τον ήλιο.—Ψλ 58:8· Ωσ 9:14.
Ο Ιώβ, στη δυστυχία του, συλλογίστηκε ότι θα ήταν καλύτερα για αυτόν να ήταν «έμβρυο που αποβλήθηκε χωρίς να γίνει αντιληπτό». «Γιατί να μην πεθάνω στη μήτρα;» κραύγασε αυτός ο βασανισμένος άνθρωπος. (Ιωβ 3:11-16) Και ο Σολομών επίσης συμπέρανε ότι ένα έμβρυο που αποβάλλεται είναι σε καλύτερη θέση από κάποιον ο οποίος ζει πολύ καιρό, αλλά δεν καταφέρνει ποτέ να απολαύσει τη ζωή.—Εκ 6:3.
Η λοιμώδης έκτρωση, μια ασθένεια η οποία χαρακτηρίζεται από πρόωρο τοκετό, μπορεί να εμφανιστεί σε ζώα όπως τα βοοειδή, τα άλογα, τα πρόβατα και τα κατσίκια. Οι τυχαίες αποβολές που οφείλονται σε παραμέληση ή ασθένεια των κατοικίδιων ζώων ήταν επίσης γνωστές από τις ημέρες των πατριαρχών Ιακώβ και Ιώβ.—Γε 31:38· Ιωβ 21:10.
-
-
Αποβολή, 2Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΒΟΛΗ, 2
Η αποπομπή, ή αλλιώς αποκοπή, των παραβατών από μια κοινότητα ή οργάνωση κατόπιν δικαστικής απόφασης, βάσει της οποίας τους αφαιρείται η ιδιότητα του μέλους και επίσης παύουν να έχουν συναναστροφή με τα υπόλοιπα μέλη. Όσον αφορά τις θρησκευτικές ομάδες, η αποβολή αποτελεί για αυτές αρχή και εγγενές δικαίωμα και είναι ανάλογη με τη θανατική ποινή, την εκτόπιση και τη διαγραφή που μπορούν να επιβάλλουν τα πολιτικά και αστικά όργανα σε μερικές χώρες. Στην εκκλησία του Θεού η αποβολή εφαρμόζεται για τη διατήρηση της δογματικής και της ηθικής αγνότητας της οργάνωσης. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου είναι απαραίτητη για να συνεχίσει να υφίσταται η οργάνωση, ιδιαίτερα δε η Χριστιανική εκκλησία. Η εκκλησία πρέπει να διατηρείται καθαρή και να εξακολουθεί να έχει την εύνοια του Θεού ώστε να χρησιμοποιείται από αυτόν και να τον εκπροσωπεί, διαφορετικά ο Θεός θα απέβαλλε ή θα εξέκοπτε ολόκληρη την εκκλησία.—Απ 2:5· 1Κο 5:5, 6.
Εφαρμογή της Αποβολής από τον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά Θεός εφάρμοσε την αποβολή, ή αλλιώς αποκοπή, σε πάμπολλες περιπτώσεις. Καταδίκασε τον Αδάμ σε θάνατο και έδιωξε τον ίδιο και τη σύζυγό του την Εύα από τον κήπο της Εδέμ. (Γε 3:19, 23, 24) Ο Κάιν εκτοπίστηκε και έγινε περιπλανώμενος και φυγάς πάνω στη γη. (Γε 4:11, 14, 16) Οι άγγελοι που αμάρτησαν ρίχτηκαν στον Τάρταρο, μια κατάσταση πυκνού σκοταδιού, όπου φυλάττονται για κρίση. (2Πε 2:4) Είκοσι τρεις χιλιάδες πόρνοι εκκόπηκαν από τον Ισραήλ σε μία ημέρα. (1Κο 10:8) Ο Αχάν θανατώθηκε κατ’ εντολήν του Ιεχωβά, διότι έκλεψε αυτό που ήταν αφιερωμένο στον Ιεχωβά. (Ιη 7:15, 20, 21, 25) Ο Κορέ ο Λευίτης μαζί με τον Δαθάν και τον Αβιρών της φυλής του Ρουβήν εκκόπηκαν για στασιασμό, η δε Μαριάμ πατάχθηκε με λέπρα, και ίσως τελικά να πέθαινε λεπρή αν δεν μεσολαβούσε για χάρη της ο Μωυσής. Όντας λεπρή, αποβλήθηκε από το στρατόπεδο του Ισραήλ και παρέμεινε σε καραντίνα εφτά ημέρες.—Αρ 16:27, 32, 33, 35· 12:10, 13-15.
Υπό το Μωσαϊκό Νόμο. Αν ένα άτομο διέπραττε σοβαρές ή εσκεμμένες παραβάσεις του νόμου του Θεού ο οποίος είχε δοθεί μέσω του Μωυσή, ήταν δυνατόν να εκκοπεί, δηλαδή να θανατωθεί. (Λευ 7:27· Αρ 15:30, 31) Μεταξύ των αδικημάτων που επέσυραν αυτή την ποινή ήταν η αποστασία, η ειδωλολατρία, η μοιχεία, η βρώση αίματος και ο φόνος.—Δευ 13:12-18· Λευ 20:10· 17:14· Αρ 35:31.
Υπό το Νόμο, προκειμένου να εκτελεστεί η ποινή της εκκοπής, τα αποδεικτικά στοιχεία έπρεπε να πιστοποιηθούν από το στόμα τουλάχιστον δύο μαρτύρων. (Δευ 19:15) Αυτοί οι μάρτυρες όφειλαν να είναι οι πρώτοι που θα λιθοβολούσαν τον ένοχο. (Δευ 17:7) Αυτό θα καταδείκνυε το ζήλο τους για το νόμο του Θεού και για την αγνότητα της εκκλησίας του Ισραήλ, καθώς επίσης θα αποτελούσε ανασταλτικό παράγοντα για την κατάθεση ψευδούς, απερίσκεπτης ή βιαστικής μαρτυρίας.
Το Σάνχεδριν και οι συναγωγές. Στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι συναγωγές λειτουργούσαν ως δικαστήρια τα οποία δίκαζαν τους παραβάτες του Ιουδαϊκού νόμου. Το Σάνχεδριν ήταν το ανώτατο δικαστήριο. Υπό τη ρωμαϊκή κυριαρχία, οι Ιουδαίοι δεν είχαν τόσο ευρεία εξουσία όσο πρωτύτερα, υπό τη θεοκρατική διακυβέρνηση. Ακόμη και όταν το Σάνχεδριν έκρινε κάποιον άξιο θανάτου, δεν μπορούσαν πάντοτε να επιβάλουν τη θανατική ποινή, εξαιτίας των περιορισμών που είχαν θέσει οι Ρωμαίοι. Οι Ιουδαϊκές συναγωγές εφάρμοζαν ένα σύστημα αποπομπής, ή αλλιώς αποκοπής, που είχε τρία στάδια ή τρεις ονομασίες. Το πρώτο στάδιο ήταν η σχετικά βραχυπρόθεσμη ποινή νιντούγ—αρχικά διαρκούσε μόνο 30 ημέρες. Το άτομο που τιμωρούνταν με αυτή την ποινή στερούνταν ορισμένων προνομίων. Μπορούσε μεν να πάει στο ναό, αλλά εκεί υπόκειτο σε ορισμένους περιορισμούς και όλοι, εκτός από τα μέλη της οικογένειάς του, ήταν υποχρεωμένοι να στέκονται 4 πήχεις (περ. 2 μ.) μακριά του. Το δεύτερο στάδιο λεγόταν χέρεμ, δηλαδή κάτι που είναι αφιερωμένο στον Θεό ή έχει γίνει ανάθεμα. Αυτή ήταν αυστηρότερη κρίση. Ο παραβάτης δεν μπορούσε να διδάξει ή να διδαχτεί μαζί με άλλους ούτε να προβεί σε εμπορικές συναλλαγές πέρα από την αγορά των αναγκαίων. Ωστόσο, δεν ήταν εξ ολοκλήρου απόβλητος από την Ιουδαϊκή οργάνωση και είχε ακόμη την ευκαιρία να επιστρέψει. Τέλος, υπήρχε το στάδιο σαμματτά’, η ολοκληρωτική εκκοπή από την εκκλησία. Μερικοί πιστεύουν ότι οι δύο τελευταίες μορφές αποπομπής ταυτίζονταν.
Όποιος αποβαλλόταν ως πονηρός, έχοντας εκκοπεί πλήρως, θεωρούνταν άξιος θανάτου, μολονότι οι Ιουδαίοι ίσως δεν είχαν την εξουσία να τον εκτελέσουν. Παρ’ όλα αυτά, η μορφή εκκοπής που εφάρμοζαν αποτελούσε πολύ ισχυρό όπλο στην Ιουδαϊκή κοινότητα. Ο Ιησούς προείπε ότι οι ακόλουθοί του θα αποβάλλονταν από τις συναγωγές. (Ιωα 16:2) Ο φόβος της αποβολής, ή αλλιώς του «αποκλεισμού από το εκκλησίασμα», εμπόδιζε μερικούς Ιουδαίους, ακόμη και άρχοντες, να ομολογήσουν τον Ιησού. (Ιωα 9:22, υποσ.· 12:42) Παράδειγμα χρήσης τέτοιου μέτρου από μέρους της συναγωγής ήταν η περίπτωση του θεραπευμένου τυφλού που μίλησε ευνοϊκά για τον Ιησού.—Ιωα 9:34.
Στη διάρκεια της επίγειας διακονίας του, ο Ιησούς έδωσε οδηγίες σχετικά με τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί αν κάποιος διέπραττε μια σοβαρή αμαρτία εναντίον ενός ατόμου, η οποία όμως ήταν τέτοιου είδους ώστε, αν το ζήτημα διευθετούνταν κατάλληλα, δεν ήταν απαραίτητη η ανάμειξη της Ιουδαϊκής εκκλησίας. (Ματ 18:15-17) Τόνισε ότι έπρεπε να καταβληθεί ένθερμη προσπάθεια να βοηθηθεί το άτομο που διέπραξε την αδικοπραγία, ενώ παράλληλα έπρεπε να προφυλαχτεί η εκκλησία από όσους ενέμεναν στην αμαρτία. Η μόνη εκκλησία του Θεού που υπήρχε τότε ήταν η εκκλησία του Ισραήλ. Η φράση «μίλησε στην εκκλησία» δεν σήμαινε ότι ο παραβάτης θα δικαζόταν από ολόκληρο το έθνος ή έστω από το σύνολο των Ιουδαίων μιας συγκεκριμένης κοινότητας. Αυτή την ευθύνη την είχαν οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων. (Ματ 5:22) Οι παραβάτες που αρνούνταν να ακούσουν ακόμη και αυτούς τους υπευθύνους έπρεπε να θεωρούνται «όπως ο εθνικός και ο εισπράκτορας φόρων», άτομα με τα οποία οι Ιουδαίοι δεν είχαν συναναστροφές.—Παράβαλε Πρ 10:28.
Χριστιανική Εκκλησία. Με βάση τις αρχές των Εβραϊκών Γραφών, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές καθιερώνουν μέσω εντολής και μέσω νομικού προηγούμενου την αποβολή, ή αλλιώς αποκοπή, από τη Χριστιανική εκκλησία. Ασκώντας αυτή τη θεόδοτη εξουσία, η εκκλησία διατηρεί την καθαρότητά της και την καλή υπόστασή της ενώπιον του Θεού. Ο απόστολος Παύλος, με την εξουσία που του είχε παραχωρηθεί, διέταξε την αποβολή ενός αιμομείκτη πόρνου ο οποίος είχε πάρει τη σύζυγο του πατέρα του. (1Κο 5:5, 11, 13) Επίσης, άσκησε την εξουσία που είχε να αποκόπτει κατά του Υμέναιου και του Αλέξανδρου. (1Τι 1:19, 20) Εντούτοις, ο Διοτρεφής προσπαθούσε προφανώς να εφαρμόσει το μέτρο της αποκοπής εσφαλμένα.—3Ιω 9, 10.
Μερικά από τα αδικήματα που θα μπορούσαν να επισύρουν την αποκοπή από τη Χριστιανική εκκλησία είναι η πορνεία, η μοιχεία, η ομοφυλοφιλία, η απληστία, η αρπαγή, η κλοπή, το ψέμα, η μέθη, η εξύβριση, ο πνευματισμός, ο φόνος, η ειδωλολατρία, η αποστασία και η πρόκληση διαιρέσεων μέσα στην εκκλησία. (1Κο 5:9-13· 6:9, 10· Τιτ 3:10, 11· Απ 21:8) Ως εκδήλωση ελέους, αυτός που προάγει κάποια αίρεση προειδοποιείται μία και δύο φορές προτού αποκοπεί. Στη Χριστιανική εκκλησία εφαρμόζεται η αρχή που διατυπώθηκε στο Νόμο, ότι δηλαδή τα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον αυτού που κατηγορείται πρέπει να πιστοποιηθούν από δύο ή τρεις μάρτυρες. (1Τι 5:19) Εκείνοι που έχουν καταδικαστεί επειδή πράττουν κάποια αμαρτία ελέγχονται Γραφικά μπροστά στους «παρατηρητές», παραδείγματος χάρη μπροστά σε αυτούς που κατέθεσαν σχετικά με την αμαρτωλή διαγωγή, ώστε να έχουν και όλοι αυτοί υγιή φόβο για τέτοιου είδους αμαρτία.—1Τι 5:20· βλέπε ΕΛΕΓΧΟΣ.
Επιπλέον, η Χριστιανική εκκλησία νουθετείται από τη Γραφή να σταματήσει να έχει κοινωνική συναναστροφή με τους ατάκτους οι οποίοι δεν περπατούν σωστά, αλλά και οι οποίοι δεν θεωρούνται άξιοι πλήρους αποβολής. Αναφορικά με αυτά τα άτομα, ο Παύλος έγραψε στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης: «Σταματήστε να τον συναναστρέφεστε, για να ντραπεί. Και εντούτοις μην τον θεωρείτε εχθρό, αλλά να τον νουθετείτε ως αδελφό».—2Θε 3:6, 11, 13-15.
Ωστόσο, σχετικά με όσους ήταν Χριστιανοί αλλά αργότερα απαρνήθηκαν τη Χριστιανική εκκλησία ή αποβλήθηκαν από αυτήν, ο απόστολος Παύλος παρήγγειλε: «Να πάψετε να συναναστρέφεστε» με ένα τέτοιο άτομο. Ο δε απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Να μην τον δέχεστε στα σπίτια σας ούτε να του λέτε χαιρετισμό».—1Κο 5:11· 2Ιω 9, 10.
Όσοι έχουν αποβληθεί μπορούν να γίνουν και πάλι δεκτοί στην εκκλησία αν εκδηλώσουν ειλικρινή μετάνοια. (2Κο 2:5-8) Αυτό επίσης αποτελεί προστασία για την εκκλησία, καθώς δεν την αφήνει να εξαπατηθεί από τον Σατανά πηγαίνοντας από το ένα άκρο στο άλλο—από το να παραβλέπει την αδικοπραγία στο να δείχνει σκληρότητα και να μη συγχωρεί.—2Κο 2:10, 11.
-
-
ΑπογαλακτισμόΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΓΑΛΑΚΤΙΣΜΟΣ
Η διακοπή της γαλουχίας, επομένως και η διαδικασία μέσω της οποίας ένα παιδί που θηλάζει εκπαιδεύεται να τρέφεται διαφορετικά. Στην αρχαιότητα, η μητέρα θήλαζε συνήθως το παιδί της για κάποιο διάστημα, εκτός αν, για παράδειγμα, δεν είχε αρκετό γάλα ή πέθαινε πρόωρα, οπότε ήταν απαραίτητο να βρεθεί γι’ αυτόν το σκοπό μια τροφός. (Εξ 2:5-10) Η διακοπή του θηλασμού ήταν σημαντική στιγμή στη ζωή του παιδιού. (Ησ 11:8· 28:9) Επρόκειτο για χαρμόσυνο γεγονός για το οποίο μπορεί να παρέθεταν συμπόσιο όπως αυτό που παρέθεσε ο Αβραάμ κατά τον απογαλακτισμό του Ισαάκ.—Γε 21:8.
Εκείνη την εποχή, οι γυναίκες θήλαζαν τα παιδιά τους για πολύ μεγαλύτερο διάστημα από ό,τι κάνουν τώρα στα περισσότερα μέρη της γης. Όταν ο Σαμουήλ απογαλακτίστηκε, ήταν αρκετά μεγάλος ώστε να τεθεί υπό τη φροντίδα του Αρχιερέα Ηλεί και να υπηρετεί στη σκηνή της μαρτυρίας. (1Σα 1:24-28) Πρέπει να ήταν τουλάχιστον τριών χρονών τότε, διότι η καταχώριση των αρρένων Λευιτών άρχιζε σε αυτή την ηλικία. (2Χρ 31:16) Στο βιβλίο του Οικογένεια, Αγάπη και η Αγία Γραφή ([Family, Love and the Bible] Λονδίνο, 1960, σ. 175), ο Ραφαέλ Πατάι λέει σχετικά με τα παιδιά των Αράβων: «Είναι γνωστές περιπτώσεις παιδιών που θήλαζαν μέχρι τα δέκα τους χρόνια». Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι ο Ισαάκ ήταν περίπου πέντε χρονών όταν απογαλακτίστηκε.—Βλέπε ΙΣΑΑΚ.
Ένα απογαλακτισμένο παιδί, μολονότι δεν λαχταράει πια να τραφεί από τη μητέρα του, εξακολουθεί να βρίσκει ασφάλεια και ικανοποίηση στην αγκαλιά της. Κατά ανάλογο τρόπο, ο Δαβίδ είχε ηρεμήσει και ησυχάσει την ψυχή του «σαν το απογαλακτισμένο παιδί πάνω στη μητέρα του», και η ψυχή του ήταν “σαν απογαλακτισμένο παιδί πάνω του”. Προφανώς η ψυχή του ήταν ήρεμη, ήσυχη και ικανοποιημένη επειδή εκείνος δεν επιθυμούσε εξοχότητα, είχε εκδηλώσει ταπεινοφροσύνη, απέφευγε την υπεροψία και δεν περπατούσε σε πράγματα πολύ μεγάλα για αυτόν. Ο ίδιος παρότρυνε τον Ισραήλ να ενεργεί παρόμοια, “προσμένοντας τον Ιεχωβά στον αιώνα” με ταπεινοφροσύνη.—Ψλ 131:1-3.
-
-
ΑπογραφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΓΡΑΦΗ
Καταχώριση, συνήθως με βάση το όνομα και τη γενεαλογική γραμμή, σύμφωνα με τη φυλή και τον πατρικό οίκο. Η απογραφή δεν αποσκοπούσε μόνο στην απλή καταμέτρηση του πληθυσμού. Οι εθνικές απογραφές που αναφέρονται στην Αγία Γραφή εξυπηρετούσαν διάφορους σκοπούς, όπως η φορολογία, η στρατολόγηση ή (όσον αφορά τους Λευίτες) η ανάθεση καθηκόντων στο αγιαστήριο.
Στο Σινά. Κατ’ εντολήν του Ιεχωβά, η πρώτη απογραφή έλαβε χώρα στη διάρκεια της στρατοπέδευσης στο Σινά, το δεύτερο μήνα του δεύτερου έτους μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο. Προκειμένου να βοηθηθεί ο Μωυσής σε αυτό το εγχείρημα, επιλέχθηκε ένας αρχηγός από κάθε φυλή για να έχει την ευθύνη και την επίβλεψη της απογραφής στη δική του φυλή. Δεν καταγράφηκαν απλώς όλοι οι άρρενες από 20 χρονών και πάνω—όσοι ήταν στρατεύσιμοι—αλλά ο Νόμος επέβαλε, επίσης, σε όσους απογράφηκαν κεφαλικό φόρο μισού σίκλου ($1,10) για την υπηρεσία της σκηνής της μαρτυρίας. (Εξ 30:11-16· Αρ 1:1-16, 18, 19) Ο συνολικός αριθμός των καταγραμμένων έφτασε τους 603.550, με εξαίρεση τους Λευίτες, οι οποίοι δεν επρόκειτο να έχουν κληρονομιά στη γη. Αυτοί δεν πλήρωναν φόρο για τη σκηνή της μαρτυρίας και εξαιρούνταν από τη στράτευση.—Αρ 1:44-47· 2:32, 33· 18:20, 24.
Το υπόμνημα του βιβλίου Αριθμοί δείχνει ότι έγινε επίσης καταμέτρηση των αρρένων πρωτοτόκων των 12 φυλών, και όλων των αρρένων Λευιτών, ηλικίας ενός μηνός και πάνω. (Αρ 3:14, 15) Αυτό συνέβη επειδή ο Ιεχωβά είχε εξαγοράσει τα πρωτότοκα για τον εαυτό του όταν τα έσωσε από την εξολόθρευση των πρωτοτόκων στην Αίγυπτο. Τώρα επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει τους Λευίτες ως ειδικά αγιασμένους από εκείνον για υπηρεσία στο αγιαστήριο. Συνεπώς, οι Λευίτες έπρεπε να δοθούν στον Ιεχωβά από τον Ισραήλ για να απολυτρωθούν τα πρωτότοκα των άλλων φυλών. Η καταμέτρηση έδειξε ότι υπήρχαν 22.000 άρρενες Λευίτες και 22.273 πρωτότοκα από τις μη Λευιτικές φυλές. (Αρ 3:11-13, 39-43) Για να απολυτρωθούν τα 273 πρωτότοκα που ήταν επιπλέον από τον αριθμό των Λευιτών, απαιτήθηκε να καταβληθούν εκ μέρους του καθενός πέντε σίκλοι ($11) υπέρ του αγιαστηρίου.—Αρ 3:44-51.
Έγινε, επίσης, απαρίθμηση των Κααθιτών, των Γηρσωνιτών και των Μεραριτών ηλικίας 30 ως 50 χρονών. Σε αυτούς δόθηκαν ειδικοί διορισμοί υπηρεσίας στο αγιαστήριο.—Αρ 4:34-49.
Στις Πεδιάδες του Μωάβ. Μια δεύτερη απογραφή που αναφέρεται στο υπόμνημα είναι εκείνη που έλαβε χώρα στις Πεδιάδες του Μωάβ, έπειτα από τη μάστιγα που επήλθε στον Ισραήλ εξαιτίας της αμαρτίας του σε σχέση με τον Βάαλ του Φεγώρ. Διαπιστώθηκε τότε ότι ο αριθμός των αντρών ηλικίας 20 χρονών και πάνω ήταν 601.730, δηλαδή 1.820 λιγότεροι από την απογραφή που είχε γίνει σχεδόν 39 χρόνια νωρίτερα. (Αρ 26:1, 2, 51) Η καταμέτρηση των Λευιτών ηλικίας ενός μηνός και πάνω έδειξε ότι ήταν 23.000, δηλαδή 1.000 επιπλέον από την πρώτη απογραφή.—Αρ 26:57, 62.
Η Ολέθρια Απογραφή του Δαβίδ. Έχει καταγραφεί επίσης μια ακόμη απογραφή, που έγινε προς το τέλος της βασιλείας του Δαβίδ και αποδείχτηκε ολέθρια. Το εδάφιο 2 Σαμουήλ 24:1 αναφέρει: «Και άναψε ξανά ο θυμός του Ιεχωβά εναντίον του Ισραήλ, όταν κάποιος υποκίνησε τον Δαβίδ εναντίον τους, λέγοντας: “Πήγαινε, απαρίθμησε τον Ισραήλ και τον Ιούδα”». Αυτός ο «κάποιος» που υπήρξε ο υποκινητής δεν προσδιορίζεται εδώ. Μήπως ήταν ένας ανθρώπινος σύμβουλος; Θα μπορούσε να είναι ο Σατανάς; Ή μήπως ήταν ο Θεός; Το εδάφιο 1 Χρονικών 21:1 βοηθάει στο να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, λέγοντας: «Ο Σατανάς σηκώθηκε εναντίον του Ισραήλ και υποκίνησε τον Δαβίδ να αριθμήσει τον Ισραήλ». Αυτή η απόδοση στη Μετάφραση Νέου Κόσμου συμφωνεί με το εβραϊκό κείμενο και με μεταφράσεις στην ελληνική, στη συριακή και στη λατινική. Βρίσκεται επίσης σε αρμονία με τις αποδόσεις άλλων μεταφράσεων.—RS, JB, ΒΑΜ, ΛΧ, ΜΠΚ.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η υποσημείωση του εδαφίου 1 Χρονικών 21:1, η εβραϊκή λέξη σατάν μπορεί να αποδοθεί και «ανθιστάμενος». Ο Μπάινγκτον την αποδίδει «ένας Σατανάς», ενώ η μετάφραση του Γιανγκ λέει «ένας αντίδικος». Επομένως, είναι πιθανό ότι ο «κάποιος» που υποκίνησε τον Δαβίδ να επιλέξει αυτή την ολέθρια πορεία ήταν ένας κακός ανθρώπινος σύμβουλος.
Είναι ενδιαφέρον ότι μια υποσημείωση του εδαφίου 2 Σαμουήλ 24:1 δείχνει πως αυτή η περικοπή θα μπορούσε να αποδοθεί ως εξής: «Και άναψε ξανά ο θυμός του Ιεχωβά εναντίον του Ισραήλ, όταν αυτός υποκίνησε τον Δαβίδ εναντίον τους». Η Αγία Γραφή, Μετάφραση από τα Πρωτότυπα Κείμενα, έχει την εξής απόδοση: «Μια μέρα ο Κύριος οργίστηκε εκ νέου εναντίον των Ισραηλιτών. Παρακίνησε, λοιπόν, το Δαβίδ εναντίον τους: “Πήγαινε”, του είπε, “να μετρήσεις τους άντρες του Ισραήλ και του Ιούδα”». Γι’ αυτό, μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι ο «κάποιος» ή «αυτός» που υποκίνησε τον Δαβίδ να κάνει την απογραφή ήταν ο Ιεχωβά. “Ο θυμός του εναντίον του Ισραήλ”, σύμφωνα με αυτή την άποψη, προηγήθηκε της απογραφής και οφειλόταν στις πρόσφατες ανταρσίες τους εναντίον του Ιεχωβά και του διορισμένου του βασιλιά, του Δαβίδ, όταν ακολούθησαν αρχικά τον φιλόδοξο Αβεσσαλώμ και κατόπιν τον άχρηστο Σεβά, γιο του Βιχρί, εναντιούμενοι στον Δαβίδ. (2Σα 15:10-12· 20:1, 2) Μια τέτοια άποψη θα μπορούσε να εναρμονιστεί με τη σκέψη ότι ο Σατανάς ή κάποιος κακός ανθρώπινος σύμβουλος ήταν αυτός που υποκίνησε τον Δαβίδ, αν η υποκίνηση θεωρηθεί κάτι που επέτρεψε σκόπιμα ο Ιεχωβά, απομακρύνοντας, σαν να λέγαμε, την προστασία του ή το αποτρεπτικό χέρι του.—Παράβαλε 1Βα 22:21-23· 1Σα 16:14· βλέπε ΠΡΟΓΝΩΣΗ, ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ (Αναφορικά με μεμονωμένα άτομα).
Από την πλευρά του, ο Δαβίδ ίσως είχε εσφαλμένο κίνητρο εξαιτίας υπερηφάνειας και εμπιστοσύνης στους αριθμούς του στρατεύματός του, με αποτέλεσμα να μην εκδηλώσει πλήρη πεποίθηση στον Ιεχωβά. Ούτως ή άλλως, είναι σαφές ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση το κύριο μέλημα του Δαβίδ δεν ήταν η ενδόξαση του Θεού.
Ο Ιωάβ αντιτάσσεται. Όταν ο Ιωάβ, ο στρατηγός του Δαβίδ, διατάχθηκε να κάνει την απογραφή, αντιτάχθηκε λέγοντας: «Είθε ο Ιεχωβά ο Θεός σου να προσθέσει στο λαό εκατό φορές περισσότερους από όσους είναι, ενόσω τα μάτια του κυρίου μου του βασιλιά θα το βλέπουν αυτό. Αλλά γιατί ο κύριός μου ο βασιλιάς έχει βρει ευχαρίστηση σε κάτι τέτοιο;» (2Σα 24:3) Ο Ιωάβ υπαινίχθηκε ότι η δύναμη του έθνους δεν εξαρτόταν από αριθμούς αλλά από τον Ιεχωβά, ο οποίος μπορούσε να προμηθεύσει αριθμούς, αν αυτό ήταν το θέλημά του. Εξαιτίας της επιμονής του Δαβίδ, ο Ιωάβ έκανε την απογραφή, αν και απρόθυμα, γιατί η αφήγηση αναφέρει: «Τον Λευί και τον Βενιαμίν δεν τους συμπεριέλαβε στην απογραφή με αυτούς, επειδή ο λόγος του βασιλιά υπήρξε απεχθής στον Ιωάβ» (ο Λευί δεν καταμετρήθηκε σε αρμονία με το νόμο των εδαφίων Αριθμοί 1:47-49). Ο Ιωάβ είτε σταμάτησε προτού απογράψει τον Βενιαμίν είτε καθυστέρησε την πρόοδο της απογραφής και ο Δαβίδ συνήλθε και τη διέκοψε προτού την ολοκληρώσει ο Ιωάβ. (1Χρ 21:6) Ο Ιωάβ ίσως απέφυγε τον Βενιαμίν επειδή δεν ήθελε να ξεσηκώσει αυτή τη φυλή—τη φυλή του Σαούλ—η οποία είχε πολεμήσει το στρατό του Δαβίδ του οποίου αρχηγός ήταν ο Ιωάβ, προτού ενωθεί με τις υπόλοιπες φυλές υπό τον Δαβίδ. (2Σα 2:12-17) Αναμφίβολα η καταμέτρηση ως ενέργεια ήταν εσφαλμένη, γι’ αυτό και δεν καταχωρίστηκε «στην αφήγηση των υποθέσεων των ημερών του Βασιλιά Δαβίδ».—1Χρ 27:24.
Η καταμέτρηση έδειξε ότι ο Ισραήλ είχε 1.100.000 άντρες και ο Ιούδας 470.000, σύμφωνα με το εδάφιο 1 Χρονικών 21:5. Το εδάφιο 2 Σαμουήλ 24:9 δίνει τον αριθμό των 800.000 αντρών για τον Ισραήλ και των 500.000 για τον Ιούδα. Κάποιοι πιστεύουν ότι πρόκειται για λανθασμένη αντιγραφή. Ωστόσο, είναι άσοφο να αποδίδουμε λάθος στο κείμενο εφόσον δεν κατανοούμε πλήρως τις περιστάσεις, τις μεθόδους καταμέτρησης, και ούτω καθεξής. Οι δύο αυτές αφηγήσεις μπορεί να υπολογίζουν τον αριθμό από διαφορετική οπτική γωνία. Για παράδειγμα, είναι πιθανό να υπολογίστηκαν ή να παραλείφθηκαν τα μέλη του μόνιμου στρατού με ή χωρίς τους αξιωματικούς τους. Επίσης, διαφορετικές μέθοδοι υπολογισμού μπορεί να προκάλεσαν διαφοροποίηση στην καταχώριση ορισμένων αντρών, ως προς το κατά πόσον ανήκαν στον Ιούδα ή στον Ισραήλ. Παράδειγμα τέτοιας περίπτωσης ίσως υπάρχει στο Πρώτο Χρονικών 27. Εδώ καταχωρίζονται 12 υποδιαιρέσεις στην υπηρεσία του βασιλιά, και κατονομάζονται όλες οι φυλές εκτός από τις φυλές του Γαδ και του Ασήρ, ενώ κατονομάζεται η φυλή του Λευί και τα δύο μισά της φυλής του Μανασσή. Αυτό μπορεί να συνέβη επειδή οι άντρες του Γαδ και του Ασήρ συνυπολογίστηκαν τότε με άντρες που υπάγονταν σε άλλες κεφαλές ή για άλλους αδιευκρίνιστους λόγους.
Η κρίση του Ιεχωβά. Ο Γαδ, ο προφήτης του Ιεχωβά, στάλθηκε στον Δαβίδ, τον εντολοδότη της απογραφής, δίνοντάς του τη δυνατότητα να επιλέξει μια από τις εξής τρεις μορφές τιμωρίας: πείνα επί τρία χρόνια, το σπαθί των εχθρών του Ισραήλ να καταφθάνει τον Ισραήλ επί τρεις μήνες ή επιδημία επί τρεις ημέρες. Ο Δαβίδ, εμπιστευόμενος στο έλεος του Θεού και όχι των ανθρώπων, επέλεξε “να πέσει στο χέρι του Ιεχωβά”. Στην επιδημία που ακολούθησε πέθαναν 70.000 άτομα.—1Χρ 21:10-14.
Εδώ υπάρχει άλλη μια διαφοροποίηση ανάμεσα στις αφηγήσεις του Δεύτερου Σαμουήλ και του Πρώτου Χρονικών. Ενώ το εδάφιο 2 Σαμουήλ 24:13 μιλάει για εφτά χρόνια πείνας, το εδάφιο 1 Χρονικών 21:12 μιλάει για τρία. (Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα έχει τη λέξη τρία στην αφήγηση του Δεύτερου Σαμουήλ.) Σύμφωνα με κάποια προτεινόμενη εξήγηση, τα εφτά χρόνια στο Δεύτερο Σαμουήλ θα μπορούσαν να αποτελούν, εν μέρει, προέκταση των τριών ετών πείνας που επήλθε λόγω της αμαρτίας του Σαούλ και του οίκου του κατά των Γαβαωνιτών. (2Σα 21:1, 2) Το τρέχον έτος (η απογραφή διήρκεσε 9 μήνες και 20 ημέρες [2Σα 24:8]) θα ήταν το τέταρτο, και τα τρία χρόνια που θα ακολουθούσαν θα έδιναν συνολικά εφτά χρόνια. Μολονότι η διαφορά μπορεί να οφείλεται σε λάθος κάποιου αντιγραφέα, πρέπει να επαναληφθεί ότι είναι απαραίτητο να γνωρίζει κανείς πλήρως όλα τα γεγονότα και τις περιστάσεις προτού καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα.
Για την Υπηρεσία στο Ναό. Κάποια χρόνια αργότερα, ο Δαβίδ, ο οποίος ήταν πια πολύ ηλικιωμένος, διέταξε την καταμέτρηση των Λευιτών για μελλοντική υπηρεσία στο ναό, ενέργεια που είχε προφανώς την επιδοκιμασία του Ιεχωβά. Αυτή η καταμέτρηση αποκάλυψε ότι υπήρχαν 38.000 Λευίτες από 30 χρονών και πάνω, όλοι τους ακμαίοι άντρες. Αυτοί καταχωρίστηκαν ως εξής: 24.000 επιτηρητές, 6.000 επόπτες και κριτές, 4.000 πυλωροί και 4.000 μουσικοί.—1Χρ 23:1-5.
Σχετικά με την οικοδόμηση του ναού, διαβάζουμε: «Κατόπιν ο Σολομών καταμέτρησε όλους τους άντρες που ήταν πάροικοι, οι οποίοι βρίσκονταν στη γη του Ισραήλ, μετά την απογραφή τους την οποία είχε κάνει ο Δαβίδ ο πατέρας του· και βρέθηκε ότι ήταν εκατόν πενήντα τρεις χιλιάδες εξακόσιοι. Έκανε, λοιπόν, εβδομήντα χιλιάδες από αυτούς αχθοφόρους και ογδόντα χιλιάδες λιθοτόμους στο βουνό και τρεις χιλιάδες εξακόσιους επιβλέποντες για να φροντίζουν να εκτελεί ο λαός την υπηρεσία του».—2Χρ 2:17, 18.
Μετέπειτα Απογραφές. Υπήρξαν και άλλες απογραφές που έκαναν μεταγενέστεροι βασιλιάδες του Ισραήλ και του Ιούδα. Στις ημέρες του Βασιλιά Αμαζία, οι άντρες του Ιούδα και του Βενιαμίν από 20 χρονών και πάνω έφταναν τις 300.000. (2Χρ 25:5) Στην απογραφή που έκανε ο Βασιλιάς Οζίας, οι στρατιωτικές δυνάμεις αριθμούσαν 307.500 άντρες, οι οποίοι υπάγονταν σε 2.600 κεφαλές των πατρικών οίκων.—2Χρ 26:11-13.
Αριθμήθηκαν, επίσης, οι εξόριστοι που επαναπατρίστηκαν υπό την ηγεσία του Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. Ανάμεσά τους υπήρχαν 42.360 άρρενες, καθώς επίσης 7.337 δούλοι και 200 τραγουδιστές (το Μασοριτικό κείμενο του Νεεμία λέει 245 τραγουδιστές).—Εσδ 2:64, 65· Νε 7:66, 67· βλέπε ΝΕΕΜΙΑΣ (ΒΙΒΛΙΟ).
Τον Καιρό της Γέννησης του Ιησού. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αναφέρεται ότι έγιναν δύο απογραφές αφότου η Ιουδαία υποτάχθηκε στη Ρώμη. Τέτοιες απογραφές δεν γίνονταν μόνο για λόγους στατιστικής, αλλά κυρίως για την επιβολή φορολογίας και για τη στρατολόγηση των αντρών. Αναφορικά με την πρώτη από αυτές, διαβάζουμε: «Εκείνες, λοιπόν, τις ημέρες [περ. 2 Π.Κ.Χ.] βγήκε διάταγμα από τον Καίσαρα Αύγουστο να απογραφεί όλη η κατοικημένη γη· (αυτή η πρώτη απογραφή έγινε όταν κυβερνήτης της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος·) και όλοι πήγαιναν να απογραφούν, ο καθένας στη δική του πόλη». (Λου 2:1-3) Αυτό το αυτοκρατορικό διάταγμα αποδείχτηκε ότι εκδόθηκε με θεϊκή πρόνοια, εφόσον υποχρέωσε τον Ιωσήφ και τη Μαρία να ταξιδέψουν από την πόλη της Ναζαρέτ στη Βηθλεέμ παρότι η Μαρία ήταν τότε ετοιμόγεννη. Έτσι λοιπόν, ο Ιησούς γεννήθηκε στην πόλη του Δαβίδ, σε εκπλήρωση της προφητείας.—Λου 2:4-7· Μιχ 5:2.
Δύο απογραφές υπό τον Κυρήνιο. Οι κριτικοί της Αγίας Γραφής έχουν υποστηρίξει ότι η μοναδική απογραφή που έγινε ενόσω ο Πόπλιος Σουλπίκιος Κυρήνιος ήταν κυβερνήτης της Συρίας έλαβε χώρα περίπου το 6 Κ.Χ., πυροδοτώντας την ανταρσία του Ιούδα του Γαλιλαίου και των Ζηλωτών. (Πρ 5:37) Στην πραγματικότητα, αυτή ήταν η δεύτερη απογραφή υπό τον Κυρήνιο, δεδομένου ότι επιγραφές που ήρθαν στο φως εντός και πέριξ της Αντιόχειας αποκάλυψαν ότι μερικά χρόνια νωρίτερα ο Κυρήνιος είχε υπηρετήσει ως ο λεγάτος του αυτοκράτορα στη Συρία. (Η Συμβολή των Πρόσφατων Ανακαλύψεων στην Αξιοπιστία της Καινής Διαθήκης [The Bearing of Recent Discovery on the Trustworthiness of the New Testament], του Γ. Ράμσεϊ, 1979, σ. 285, 291) Σχετικά με αυτό, το Λεξικό της Καινής Διαθήκης (Dictionnaire du Nouveau Testament) στη γαλλική Αγία Γραφή του Κραμπόν (έκδοση 1939, σ. 360) αναφέρει: «Οι ακαδημαϊκές έρευνες του Τσουμπτ (Επιγραφικές μελέτες [Commentat. epigraph.], II, 86-104· Περί της ρωμαϊκής επαρχίας της Συρίας [De Syria romana provincia], 97, 98) και του Μόμσεν (Έργα του θεϊκού Αυγούστου [Res gestae divi Augusti]) πιστοποιούν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο Κυρήνιος υπήρξε κυβερνήτης της Συρίας δύο φορές». Πολλοί λόγιοι τοποθετούν την περίοδο κατά την οποία ο Κυρήνιος κατείχε για πρώτη φορά τη θέση του κυβερνήτη κάπου ανάμεσα στα έτη 4 και 1 Π.Κ.Χ., πιθανότατα από το 3 ως το 2 Π.Κ.Χ. Ωστόσο, η μέθοδος με την οποία καταλήγουν σε αυτές τις χρονολογίες δεν ευσταθεί, και αυτή η περίοδος παραμένει στην ουσία απροσδιόριστη. (Βλέπε ΚΥΡΗΝΙΟΣ.) Η δεύτερη περίοδος, όμως, κατά την οποία ήταν κυβερνήτης περιλάμβανε το 6 Κ.Χ., σύμφωνα με λεπτομέρειες που δίνει ο Ιώσηπος.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄, 26 (ii, 1).
Συνεπώς, ο ιστορικός και Βιβλικός συγγραφέας Λουκάς είχε δίκιο όταν είπε αναφορικά με την απογραφή που έγινε τον καιρό της γέννησης του Ιησού: «Αυτή η πρώτη απογραφή έγινε όταν κυβερνήτης της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος», διαχωρίζοντάς την από τη δεύτερη, η οποία έγινε αργότερα υπό τον ίδιο Κυρήνιο και για την οποία έκανε λόγο ο Γαμαλιήλ, σύμφωνα με την αφήγηση του Λουκά στο εδάφιο Πράξεις 5:37.
-
-
Αποδιοπομπαίος ΤράγοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΔΙΟΠΟΜΠΑΙΟΣ ΤΡΑΓΟΣ
Βλέπε ΑΖΑΖΗΛ.
-
-
ΑποζημίωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ
Κάτι ισοδύναμο που δίνεται ή λαβαίνεται ως αμοιβή για την παροχή υπηρεσιών ή για την επανόρθωση απώλειας ή βλάβης. Το εβραϊκό ρήμα το οποίο αποδίδεται «δίνω αποζημίωση» (σαλέμ) είναι συγγενικό με τη λέξη σαλώμ, που σημαίνει «ειρήνη». (Εξ 21:36· 1Βα 5:12) Επομένως, το ρήμα υποδηλώνει αποκατάσταση της ειρήνης μέσω πληρωμής ή επανόρθωσης. Υπό το Νόμο που δόθηκε στον Ισραήλ μέσω του Μωυσή, απαιτούνταν αποζημίωση όπου προκαλούνταν βλάβη ή απώλεια σε οποιονδήποτε τομέα των ανθρώπινων σχέσεων. Αποζημίωση έπρεπε επίσης να δίνεται για την εκτέλεση εργασίας ή την παροχή υπηρεσιών. Οι μισθωτοί εργάτες—Ισραηλίτες, πάροικοι ή άλλοι—έπρεπε να παίρνουν το μισθό τους αυθημερόν.—Λευ 19:13· Δευ 24:14, 15.
Προσωπικές Βλάβες. Όποιος χτυπούσε κάποιον σε φιλονικία και τον τραυμάτιζε έπρεπε να τον αποζημιώσει για το χρόνο που θα έχανε από την εργασία του μέχρι να γιατρευτεί εντελώς.—Εξ 21:18, 19.
Αν, κατά τη διάρκεια πάλης μεταξύ αντρών, τραυματιζόταν μια έγκυος γυναίκα ή “έβγαινε” το παιδί της (ή τα παιδιά της), αλλά δεν συνέβαινε θανατηφόρο ατύχημα, ο ιδιοκτήτης της γυναίκας θα απαιτούσε αποζημίωση από τον ένοχο. (Σε περίπτωση που ο σύζυγος είχε υπερβολικές απαιτήσεις, οι δικαστές θα καθόριζαν το πληρωτέο ποσό.)—Εξ 21:22.
Αν ένας ταύρος είχε τη συνήθεια να κερατίζει και ο ιδιοκτήτης του είχε προειδοποιηθεί για αυτό το γεγονός αλλά δεν φύλαγε το ζώο, τότε, σε περίπτωση που ο ταύρος κεράτιζε έναν δούλο και τον θανάτωνε, ο κύριος του δούλου έπρεπε να λάβει αποζημίωση 30 σίκλων ($66) από τον ιδιοκτήτη του ταύρου. Αυτό ίσχυε για τους αλλοεθνείς δούλους, όχι για τους Εβραίους, σύμφωνα με Ιουδαίους σχολιαστές. Αν ο ταύρος κεράτιζε ένα ελεύθερο άτομο, ο ιδιοκτήτης έπρεπε να πεθάνει. Εντούτοις, αν κατά τη γνώμη των δικαστών οι περιστάσεις ή άλλοι παράγοντες επέτρεπαν μια πιο επιεική ποινή, μπορούσε να του επιβληθεί λύτρο. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο ιδιοκτήτης του ταύρου που κεράτιζε έπρεπε να πληρώσει όποιο ποσό τού επέβαλλαν οι δικαστές. Επιπλέον, ο ιδιοκτήτης υφίστατο την απώλεια του ταύρου, ο οποίος λιθοβολούνταν μέχρι θανάτου. Το κρέας του δεν μπορούσε να φαγωθεί. (Εξ 21:28-32) Προφανώς, αυτός ο νόμος εφαρμοζόταν επίσης και στην περίπτωση άλλων ζώων ικανών να προκαλέσουν θανατηφόρα τραύματα.
Αν ένας άντρας αποπλανούσε μια μη αρραβωνιασμένη παρθένα, έπρεπε να την πάρει σύζυγό του. Ακόμη και αν ο πατέρας της αρνούνταν ρητά να του τη δώσει, εκείνος έπρεπε να πληρώσει σε αυτόν το ποσό αγοράς για τις παρθένες (50 σίκλους· $110), το συνηθισμένο νυφικό τίμημα, επειδή τώρα θα έπρεπε να υπάρξει αποζημίωση για το ότι η αξία της ως νύφης είχε μειωθεί.—Εξ 22:16, 17· Δευ 22:28, 29.
Συκοφαντία. Αν ένας άντρας κατηγορούσε ψευδώς τη σύζυγό του ότι τον είχε εξαπατήσει ισχυριζόμενη πως ήταν παρθένα όταν παντρεύτηκαν, έπρεπε να καταβάλει στον πατέρα της διπλάσιο το ποσό για τις παρθένες (2 × 50 σίκλους· $220) επειδή είχε βγάλει κακό όνομα σε μια παρθένα του Ισραήλ.—Δευ 22:13-19.
Μια μορφή αποζημίωσης περιλαμβανόταν επίσης στην περίπτωση ενός άντρα που κατηγορούσε ψευδώς τη σύζυγό του για απιστία. Αν η κατηγορία ευσταθούσε, εκείνη θα υφίστατο φθορά των αναπαραγωγικών της οργάνων και θα έχανε το προνόμιο της τεκνοποίησης, ενώ, αν αποδεικνυόταν αθώα, ο σύζυγός της έπρεπε να την καταστήσει έγκυο. Με αυτόν τον τρόπο, η γυναίκα θα μπορούσε να ευλογηθεί με ένα παιδί.—Αρ 5:11-15, 22, 28.
Κλοπή. Ο Νόμος λειτουργούσε ως ανασταλτικός παράγοντας για την κλοπή. Σχετικά με τον κλέφτη, ο Νόμος έλεγε: «Εξάπαντος θα δώσει αποζημίωση. Αν δεν έχει τίποτα, τότε θα πουληθεί για τα πράγματα που έκλεψε. Αν βρεθεί ολοφάνερα στο χέρι του το κλοπιμαίο, είτε ταύρος είτε γαϊδούρι είτε πρόβατο, ζωντανό, θα δώσει διπλή αποζημίωση». Αυτό περιλάμβανε χρήματα ή άλλα αντικείμενα, καθώς επίσης ζώα. Αν ο κλέφτης είχε σφάξει το κλεμμένο ζώο ή το είχε πουλήσει, θα έπρεπε να δώσει μεγαλύτερη αποζημίωση, δηλαδή για έναν ταύρο θα έδινε πέντε από το κοπάδι των βοδιών, και για ένα πρόβατο τέσσερα από το ποίμνιο. (Εξ 22:1, 3, 4, 7) Με αυτόν το νόμο το θύμα προστατευόταν και αποζημιωνόταν, ο δε κλέφτης αναγκαζόταν να εργαστεί για να πληρώσει για το έγκλημά του, αντί να μένει έγκλειστος σε μια φυλακή επιβαρύνοντας οικονομικά την κοινότητα, χωρίς να αποζημιώνεται το θύμα για ό,τι είχε χάσει.
Βλάβες και Αποζημιώσεις σε Περιουσία. Όποιος σκότωνε το ζώο ενός άλλου απαιτούνταν να το πληρώσει. (Λευ 24:18, 21) Όταν ένας ταύρος σκότωνε έναν άλλον, ο ζωντανός πουλιόταν, και το αντίτιμό του καθώς και το ψόφιο ζώο μοιράζονταν εξίσου μεταξύ των ιδιοκτητών. Ωστόσο, αν ήταν γνωστό ότι ο ταύρος ήταν άγριος, ο ιδιοκτήτης του αποζημίωνε το άλλο άτομο δίνοντάς του έναν ζωντανό ταύρο και παίρνοντας ο ίδιος τον ψόφιο, ο οποίος, όπως είναι φυσικό, είχε πολύ μικρότερη αξία.—Εξ 21:35, 36.
Ως αποζημίωση για τη ζημιά που είχε προκαλέσει ένα ζώο μπαίνοντας στον αγρό ενός άλλου και βόσκοντας εκεί, έπρεπε να δώσει κάποιος το καλύτερο από το δικό του αγρό ή από το δικό του αμπέλι. Αν κάποιος άναβε φωτιά που μεταδιδόταν στον αγρό ενός άλλου και προκαλούσε ζημιά, ο ιδιοκτήτης έπρεπε να πάρει αποζημίωση αντίστοιχη με ό,τι είχε χάσει. Ο λόγος για τον οποίο η τιμωρία ήταν βαρύτερη για τη ζημιά που έκανε το ζώο που είχε μπει σε ξένο αγρό ήταν ότι τα ζώα ελέγχονται ευκολότερα από ό,τι η φωτιά και επίσης το ζώο που είχε βοσκήσει είχε επωφεληθεί, αδικώντας τον ιδιοκτήτη όπως ο κλέφτης. Επομένως, ως αποζημίωση έπρεπε να δοθούν περισσότερα από όσα είχαν χαθεί.—Εξ 22:5, 6.
Παρακαταθήκες. Όταν αφήνονταν στη φύλαξη ενός ατόμου διάφορα πράγματα ή αγαθά και σε αυτό το διάστημα τα έκλεβε κάποιος, ο κλέφτης, αν βρισκόταν, έπρεπε να δώσει τη συνηθισμένη διπλή αποζημίωση. Τα χρήματα και τα αντικείμενα που αφήνονταν σε κάποιον δεν χρειαζόταν να τυχαίνουν ιδιαίτερης φροντίδας, αλλά έπρεπε να φυλάσσονται σε ασφαλές μέρος. Στην περίπτωση που κάποιος φύλαγε ένα κατοικίδιο ζώο για λογαριασμό ενός άλλου, ο φύλακας του ζώου έπρεπε να το προσέχει όπως το δικό του ποίμνιο. Αυτοί οι φύλακες πληρώνονταν συνήθως για την τροφή που χρειάζονταν τα ζώα, και μερικές φορές πιθανότατα να πληρώνονταν και για την πρόσθετη φροντίδα της φύλαξης των ζώων. Αν ένα ζώο ψοφούσε, κατασπαραζόταν από θηρίο ή το άρπαζε κάποια ληστρική ομάδα, ο φύλακας δεν έφερε ευθύνη. Η απώλεια ήταν πέρα από τον έλεγχό του. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί και στα δικά του ζώα. Ωστόσο, αν κάποιος έκλεβε το ζώο (επειδή ο φύλακας δεν τον εμπόδισε ενώ μπορούσε ή επειδή είχε επιδείξει αμέλεια), ο φύλακας θεωρούνταν υπεύθυνος και απαιτούνταν να δώσει αποζημίωση.—Εξ 22:7-13· βλέπε Γε 31:38-42.
Όποιος δανειζόταν ένα ζώο από κάποιον άλλον για δική του χρήση έπρεπε να δώσει αποζημίωση για οτιδήποτε πάθαινε αυτό. (Εξ 22:14) Αν ο ιδιοκτήτης του ζώου ήταν μαζί του, δεν απαιτούνταν αποζημίωση, με βάση την αρχή ότι αυτός θα έπρεπε να προσέχει την ιδιοκτησία του. Αν το είχε πάρει με μίσθωμα, η απώλεια θα βάρυνε τον ιδιοκτήτη επειδή θεωρούνταν ότι είχε συνυπολογίσει τον κίνδυνο κατά τον καθορισμό του μισθώματος.—Εξ 22:15.
-
-
ΑποθήκηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΘΗΚΗ
Χώρος ή κτίριο όπου αποθηκεύονται φαγώσιμα—κρασί και λάδι—αλλά ακόμη και πολύτιμα μέταλλα ή πολύτιμες πέτρες και άλλα αντικείμενα. Η σιταποθήκη είναι κτίσμα που προορίζεται για την αποθήκευση αλωνισμένων σιτηρών. Οι σιτοβολώνες, οι πύργοι και άλλοι αποθηκευτικοί χώροι ήταν κάτι το συνηθισμένο στα αρχαία χρόνια (1Χρ 27:25· 2Χρ 32:27, 28· Ιωλ 1:17· Αγγ 2:19), ενώ ορισμένες πόλεις λειτουργούσαν κυρίως ως κέντρα αποθήκευσης.—Εξ 1:11.
Το αγιαστήριο χρειαζόταν αποθήκες ώστε να υπάρχει μέριμνα για τα δέκατα και τις συνεισφορές που έδινε ο Ισραήλ στους Λευίτες από τους αγρούς, τους δεντρόκηπους και τα αμπέλια. (Μαλ 3:10) Ορισμένοι Λευίτες ήταν υπεύθυνοι για τις αποθήκες και διένεμαν αυτές τις προμήθειες στους αδελφούς τους.—1Χρ 26:15, 17· Νε 12:44· 13:12, 13.
Στην αρχαία Αίγυπτο υπήρχαν σιταποθήκες διαφόρων τύπων, ένας από τους οποίους έμοιαζε με τα σημερινά σιλό. Είχε μια πόρτα στην κορυφή από όπου έβαζαν τα σιτηρά (με σκάλα) και μικρές συρόμενες πόρτες στο επίπεδο του εδάφους από όπου τα παραλάμβαναν. Επίσης, στη Μέση Ανατολή χρησιμοποιούνται από παλιά υπόγειες σιταποθήκες, οι οποίες προφανώς προτιμούνται σε αραιοκατοικημένες περιοχές επειδή δεν μπορούν να τις εντοπίσουν οι ληστές.
Παραβολική Χρήση. Ο Ιησούς Χριστός, παροτρύνοντας τους μαθητές του να μην ανησυχούν για τις υλικές ανάγκες, αλλά να ζητούν μόνο “το ψωμί τους για αυτή την ημέρα”, τους υπενθύμισε ότι ο Θεός τρέφει τα πουλιά παρ’ όλο που εκείνα δεν μαζεύουν πράγματα σε αποθήκες ή σιτοβολώνες. (Ματ 6:11, 25, 26· Λου 12:22, 24) Για να δείξει ότι η ζωή κάποιου δεν είναι αποτέλεσμα των υπαρχόντων του, ο Ιησούς είπε μια παραβολή σχετικά με έναν πλούσιο ο οποίος σκεφτόταν να αντικαταστήσει τις αποθήκες του με μεγαλύτερες ώστε να τοποθετήσει τα πολλά αγαθά του, αλλά τελικά πέθανε. Επομένως, τα υλικά πλούτη του αποδείχτηκαν ανώφελα.—Λου 12:13-21.
Αντί να μας προτρέπει να αποβλέπουμε σε επίγεια αγαθά και να συσσωρεύουμε μεγάλες ποσότητες από αυτά, ο σοφός Παροιμιαστής λέει: «Τίμα τον Ιεχωβά με τα πολύτιμα πράγματά σου . . . Τότε οι αποθήκες των προμηθειών σου θα γεμίσουν από αφθονία». (Παρ 3:9, 10) Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού αποτελεί η εμπειρία του έθνους του Ισραήλ το οποίο, όταν υπηρετούσε υπάκουα τον Ιεχωβά και έφερνε πλήρη τα δέκατα στο αγιαστήριο, ευλογούνταν με αφθονία. (Δευ 28:1, 8· 1Βα 4:20· 2Χρ 31:4-10· Μαλ 3:10) Ο Βασιλιάς Δαβίδ αναφέρθηκε προφανώς σε τέτοιες υλικές ευλογίες για την υπακοή στα εδάφια Ψαλμός 144:13-15. Όταν ο Ιεχωβά θα έσωζε τον Δαβίδ και το λαό του και θα τους έδινε τη νίκη επί των εχθρών τους, θα τους ευλογούσε επίσης γεμίζοντας τις αποθήκες τους με προϊόντα και χαρίζοντάς τους υλική ευημερία. Δείχνοντας ότι ο Ιεχωβά ήταν η αληθινή πηγή της ευημερίας και της ευτυχίας τους, ο Δαβίδ ολοκληρώνει αυτόν τον ψαλμό με τα εξής λόγια: «Ευτυχισμένος είναι ο λαός του οποίου Θεός είναι ο Ιεχωβά!»
Μεταφορική Χρήση. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής προειδοποίησε τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους ότι η κατάσταση στην οποία βρίσκονταν ήταν επικίνδυνη, παρομοιάζοντας από τη μια μεριά τους αληθινά μετανοημένους με σιτάρι που επρόκειτο να μαζευτεί και από την άλλη εκείνους τους ηγέτες με άχυρο. Τους είπε: «Εκείνος που έρχεται πίσω από εμένα . . . θα μαζέψει το σιτάρι του στην αποθήκη· αλλά το άχυρο θα το κατακάψει με φωτιά η οποία δεν μπορεί να σβηστεί». (Ματ 3:7-12· Λου 3:16, 17) Ο Ιησούς προείπε έναν «θερισμό», τον οποίο ταύτισε με την “τελική περίοδο ενός συστήματος πραγμάτων” και στη διάρκεια του οποίου αγγελικοί «θεριστές» θα μάζευαν τα συμβολικά «ζιζάνια» για κάψιμο, ενώ «το σιτάρι» θα το μάζευαν στην «αποθήκη» του Θεού, την αποκαταστημένη Χριστιανική εκκλησία, όπου θα είχε τη θεϊκή εύνοια και προστασία.—Ματ 13:24-30, 36-43.
Χρησιμοποιώντας ένα σχήμα λόγου, ο Ιεχωβά λέει ότι βρίσκονται σε «αποθήκες» πράγματα γύρω από τα οποία έχει θέσει όρια μέσω δημιουργημένων δυνάμεων, δηλαδή φυσικών νόμων, καθώς και πράγματα που έχει διατηρήσει υπό τον έλεγχό του για ειδικούς σκοπούς. Η θάλασσα λέγεται ότι είναι “συγκεντρωμένη σαν με φράγμα, βαλμένη σε αποθήκες”. (Ψλ 33:7) Αναφορικά επίσης με άλλα φυσικά φαινόμενα που έχει χρησιμοποιήσει κατά καιρούς εναντίον των εχθρών του, ο ίδιος ρώτησε τον Ιώβ: «Έχεις μπει στις αποθήκες του χιονιού; Ή μήπως βλέπεις τις αποθήκες του χαλαζιού, τις οποίες κρατώ για τον καιρό της στενοχώριας, για την ημέρα της μάχης και του πολέμου;» (Ιωβ 38:22, 23· παράβαλε Ιη 10:8-11· Κρ 5:20, 21· Ψλ 105:32· 135:7.) Ακόμη και τα στρατεύματα των Μηδοπερσών υπό τον Βασιλιά Κύρο συμπεριλήφθηκαν από τον Ιεχωβά στα «όπλα της κατάκρισής του» τα οποία έβγαλε από την «αποθήκη» του εναντίον της Βαβυλώνας.—Ιερ 50:25, 26.
-
-
ΑποκάλυψηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Η λέξη ἀποκάλυψις του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου σημαίνει «ξεσκέπασμα» ή «φανέρωση» και χρησιμοποιείται συχνά σε σχέση με αποκαλύψεις διαφόρων πνευματικών ζητημάτων ή του θελήματος και των σκοπών του Θεού. (Λου 2:32· 1Κο 14:6, 26· 2Κο 12:1, 7· Γα 1:12· 2:2· Εφ 1:17· Απ 1:1) Η επενέργεια του πνεύματος του Θεού καθιστά εφικτές αυτές τις αποκαλύψεις. Όσον αφορά την αποκάλυψη του «ιερού μυστικού», ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Σε άλλες γενιές αυτό το μυστικό δεν γνωστοποιήθηκε στους γιους των ανθρώπων όπως έχει αποκαλυφτεί τώρα στους αγίους αποστόλους και προφήτες του μέσω πνεύματος, δηλαδή το ότι άνθρωποι από τα έθνη θα ήταν συγκληρονόμοι και μέλη του ίδιου σώματος και μέτοχοι της υπόσχεσης μαζί με εμάς σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού μέσω των καλών νέων».—Εφ 3:1-6· Ρω 16:25.
Το βιβλίο των Πράξεων επιβεβαιώνει κατηγορηματικά ότι αυτή η αποκάλυψη του ιερού μυστικού ήταν αποτέλεσμα της επενέργειας του πνεύματος του Θεού. Ο Πέτρος, ο Παύλος και ο Βαρνάβας κήρυξαν σε μη Ιουδαίους υπακούοντας στην κατεύθυνση του πνεύματος. Οι μη Ιουδαίοι που πίστεψαν—άνθρωποι από τα έθνη—έλαβαν το άγιο πνεύμα όντας απερίτμητοι, και έτσι έγιναν λαός για το όνομα του Θεού. (Πρ 10:9-48· 13:2-4) Ο προφήτης Αμώς, υπό θεϊκή έμπνευση, το είχε προείπει αυτό και, τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., η εκπλήρωση της προφητείας του έγινε φανερή μέσω της επενέργειας του πνεύματος του Θεού.—Πρ 15:7-20· παράβαλε Αμ 9:11, 12, Ο΄.
Η Αγία Γραφή μιλάει επίσης για “την αποκάλυψη της δίκαιης κρίσης του Θεού” (Ρω 2:5), «την αποκάλυψη των γιων του Θεού» (Ρω 8:19), καθώς επίσης «την αποκάλυψη του Ιησού Χριστού» και «της δόξας του». (1Πε 1:13· 4:13) Η εξέταση των συμφραζομένων και κάποιων συναφών εδαφίων μάς βοηθάει να καθορίσουμε το πότε λαβαίνουν χώρα αυτές οι αποκαλύψεις. Σε κάθε περίπτωση, η αποκάλυψη είναι καιρός απόδοσης συγκεκριμένων ανταμοιβών και ευλογιών στους δικαίους ή καταστροφής των πονηρών.
Των Γιων του Θεού. Στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους, ο απόστολος Παύλος προσδιόρισε τους “γιους” του Θεού ως εκείνους που έχουν λάβει πνεύμα υιοθεσίας. Όντας συγκληρονόμοι με τον Χριστό, αυτοί οι γιοι του Θεού θα δοξαστούν. (Ρω 8:14-18) Ο Κύριος Ιησούς Χριστός θα μετασχηματίσει το ταπεινωμένο τους σώμα ώστε αυτό να διαμορφωθεί κατά το δικό του ένδοξο σώμα (Φλπ 3:20, 21) και θα συμβασιλέψουν με αυτόν. (2Τι 2:12) Έτσι λοιπόν, η «αποκάλυψη των γιων του Θεού» αναφέρεται στον καιρό κατά τον οποίο θα γίνει φανερό ότι αυτοί έχουν πράγματι δοξαστεί και συμβασιλεύουν με τον Χριστό Ιησού. Η δόξα που θα αποκαλυφτεί στην περίπτωσή τους θα είναι τόσο μεγαλειώδης ώστε όλα τα προηγούμενα παθήματά τους στη γη θα φαίνονται μηδαμινά. (Ρω 8:18, 19) Αυτή η αποκάλυψη συνοδεύεται από μεγάλες ευλογίες, διότι ο απόστολος Παύλος γράφει: «Η ίδια η δημιουργία θα ελευθερωθεί από την υποδούλωση στη φθορά και θα έχει την ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού».—Ρω 8:21.
Της Δίκαιης Κρίσης του Θεού. Στο εδάφιο Ρωμαίους 2:5 “η αποκάλυψη της δίκαιης κρίσης του Θεού” συνδέεται με “την ημέρα της οργής του Θεού”. Επομένως, η δίκαιη κρίση του Θεού θα αποκαλυφτεί όταν αυτός θα «αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του»—αιώνια ζωή σε όσους υπομένουν σε έργο που είναι καλό και καταστροφή σε όσους υπακούν στην αδικία.—Ρω 2:6-8.
Του Ιησού Χριστού. Η «αποκάλυψη του Ιησού Χριστού» και «της δόξας του» είναι ο καιρός κατά τον οποίο εκείνος θα ανταμείψει τους πιστούς ακολούθους του και θα εκτελέσει εκδίκηση εναντίον των ασεβών. Με αυτόν τον τρόπο, αποκαλύπτεται ως ένδοξος Βασιλιάς, εξουσιοδοτημένος να ανταμείβει και να τιμωρεί. Οι Γραφές δείχνουν ότι οι χρισμένοι με το πνεύμα Χριστιανοί, οι οποίοι υπέμειναν παθήματα με πιστότητα, θα “νιώσουν αγαλλίαση” κατά την αποκάλυψη της δόξας του Χριστού. (1Πε 4:13) Η δοκιμασμένη ποιότητα της πίστης τους θα αποδειχτεί αιτία για έπαινο και δόξα και τιμή κατά την αποκάλυψη του Ιησού Χριστού, και αυτοί οι Χριστιανοί θα γίνουν αποδέκτες της παρ’ αξία καλοσύνης. (1Πε 1:7, 13) Από την άλλη πλευρά, όσοι δεν γνωρίζουν τον Θεό και δεν υπακούν στα καλά νέα σχετικά με τον Κύριο Ιησού θα καταστραφούν αιώνια, κάτι που θα φέρει ανακούφιση σε όσους έχουν υποφέρει θλίψη στα χέρια τους.—2Θε 1:6-10.
-
-
Αποκάλυψη προς τον ΙωάννηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ
Το τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής στη σειρά την οποία ακολουθούν οι περισσότερες μεταφράσεις, αν και όχι αυτό που γράφτηκε τελευταίο.
Συγγραφέας, Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Ο απόστολος Ιωάννης κατονομάζει τον εαυτό του ως το συγγραφέα του βιβλίου και προσδιορίζει ως τόπο συγγραφής την Πάτμο, όπου βρισκόταν τότε εξόριστος επειδή ήταν κήρυκας του Λόγου του Θεού και μάρτυρας του Ιησού Χριστού. (Απ 1:1, 9) Ο χρόνος συγγραφής ήταν πιθανόν γύρω στο 96 Κ.Χ.
Ύφος και Αρμονία. Το βιβλίο είναι γραμμένο σε μορφή επιστολής και περιγράφει λεπτομερώς μια σειρά οραμάτων που εκτίθενται εύτακτα και με προοδευτική ανάπτυξη, καταλήγοντας στο όραμα του αποκορυφώματος. Η Αποκάλυψη συνιστά κατάλληλο επίλογο ολόκληρης της Αγίας Γραφής.
Το βιβλίο φαίνεται να εκτυλίσσεται με βάση ομάδες των εφτά πραγμάτων. Ανοίγονται εφτά σφραγίδες, ακούγονται τα σαλπίσματα εφτά σαλπίγγων και επακολουθούν εφτά πληγές. Υπάρχουν εφτά λυχνοστάτες, εφτά άστρα, εφτά βροντές και πολλά άλλα πράγματα κατανεμημένα σε εφτάδες, προφανώς επειδή ο αριθμός εφτά δηλώνει εδώ πληρότητα, και το βιβλίο ασχολείται με την ολοκλήρωση του ιερού μυστικού του Θεού.—Απ 10:7· βλέπε ΙΕΡΟ ΜΥΣΤΙΚΟ.
Εμπνευστής της Συγγραφής και Αγωγός. Ο Ιεχωβά Θεός ο Παντοδύναμος είναι ο εμπνευστής της συγγραφής του βιβλίου, ο δε αγωγός των πληροφοριών είναι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος τις μετέδωσε στον Ιωάννη γνωστοποιώντας τες σε αυτόν μέσω του αγγέλου του. (Απ 1:1) Το πνεύμα του Θεού παρουσιάζεται να είναι εφταπλό, και επομένως δρα στο πλήρες των δυνατοτήτων του προκειμένου να μεταβιβάσει αυτή την αποκάλυψη. Ο Ιωάννης έλαβε τη θεϊκή εντολή να γράψει.—1:4, 11.
Σκοπός. Μολονότι μερικά από όσα είδε ο Ιωάννης στο όραμα μπορεί να φαίνονται τρομακτικά—τα θηρία, τα «αλίμονο», οι πληγές—το βιβλίο γράφτηκε, όχι για να τρομοκρατήσει, αλλά για να παρηγορήσει και να ενθαρρύνει αυτούς που το διαβάζουν με πίστη. Μπορεί να οδηγήσει τον αναγνώστη σε ευλογίες. Μάλιστα ο συγγραφέας του βιβλίου δηλώνει στην εισαγωγή: «Ευτυχισμένος [«ευλογημένος», KJ] είναι αυτός που διαβάζει μεγαλόφωνα και εκείνοι που ακούν τα λόγια αυτής της προφητείας και τηρούν όσα είναι γραμμένα σε αυτήν». (Απ 1:3) Ο Ιωάννης αναφέρει επίσης ότι σκοπός του βιβλίου είναι να δείξει στους δούλους του Θεού όσα «πρέπει να γίνουν σύντομα».—1:1, 2.
Δίνει Μαρτυρία για τον Ιησού. Στο εδάφιο Αποκάλυψη 19:10, ο άγγελος λέει στον Ιωάννη: «Εκείνο που εμπνέει την προφητεία [τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας, Κείμενο] είναι το να δοθεί μαρτυρία για τον Ιησού». Δηλαδή, ουσιαστικός σκοπός όλης της προφητείας είναι να στραφεί η προσοχή στον Ιησού Χριστό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιεχωβά Θεός παραγκωνίζεται ή αγνοείται. Σε προηγούμενο σημείο του εδαφίου 10, ο άγγελος είχε πει στον Ιωάννη, ο οποίος έπεσε κάτω μπροστά του: «Τον Θεό λάτρεψε», ο δε απόστολος Παύλος είχε δηλώσει ότι «ο Θεός εξύψωσε [τον Χριστό] σε ανώτερη θέση και του έδωσε με καλοσύνη το όνομα που είναι πάνω από κάθε άλλο όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να λυγίσει κάθε γόνατο εκείνων που είναι στον ουρανό και εκείνων που είναι στη γη και εκείνων που είναι κάτω από το έδαφος, και κάθε γλώσσα να ομολογήσει φανερά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος για τη δόξα του Θεού του Πατέρα». Επομένως, με το να μεγαλύνουμε τον Ιησού Χριστό και να τον γνωρίζουμε όλο και περισσότερο αποκτούμε καλύτερη γνώση του Θεού και των σκοπών Του, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να δοξάζεται ο Θεός πάνω από όλους.—Φλπ 2:9-11· βλέπε ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ.
Ο λόγος για τον οποίο η προφητεία δίνει μαρτυρία για τον Ιησού είναι ότι ο Ιησούς είναι αυτός μέσω του οποίου ο Θεός πραγματοποιεί τους σκοπούς του όσον αφορά τον αγιασμό του ονόματός του, την εξάλειψη της πονηρίας και την ευλογία της ανθρωπότητας. «[Στον Χριστό] είναι προσεκτικά αποκρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης». (Κολ 2:3) Αυτός είναι το Σπέρμα της υπόσχεσης, Εκείνος στο πρόσωπο του οποίου αποκαλύπτεται το ιερό μυστικό. Από την αρχή κιόλας της πολιτείας του με τους ανθρώπους, μετά το στασιασμό του Αδάμ, ο Θεός μερίμνησε να προλεχθούν διάφορα πράγματα σχετικά με τον Χριστό προσκιάζοντάς τον και κατηύθυνε τους ανθρώπους στη Βασιλεία του Θεού η οποία θα δινόταν στα χέρια του Γιου του.—Γε 3:15· 22:18· Γα 3:16· 2Σα 7:12-16· Ψλ 2:6-12· 110:1-7· Ιεζ 21:27· Πρ 2:29, 36· 3:19-26· 1Τι 3:16.
Με απλά λόγια, ποιο είναι το νόημα της «Αποκάλυψης»;
Το εναρκτήριο κεφάλαιο του βιβλίου με το οποίο ολοκληρώνεται η Αγία Γραφή μάς παρουσιάζει Αυτόν που είναι πάνω από όλους, τον Εμπνευστή του αγγέλματος της Αποκάλυψης, τον Ιεχωβά Θεό τον Παντοδύναμο, «το Άλφα και το Ωμέγα». Δείχνει σε όραμα τον Αγωγό της επικοινωνίας, τον Ιησού Χριστό, λέγοντας για αυτόν ότι είχε πεθάνει αλλά τώρα είναι ζωντανός, με μεγάλη δύναμη στον ουρανό. Κατόπιν φέρνονται στο προσκήνιο οι συμμέτοχοι με αυτόν στη θλίψη του και στη Βασιλεία, ενώ το ενδιαφέρον και η στοργική καλοσύνη του Χριστού για εκείνους γίνονται φανερά στα αγγέλματα που στέλνει αυτός προς «τους αγγέλους» των εφτά εκκλησιών.—Απ 1-3.
Κατόπιν, εμπνεόμενος από το πνεύμα, ο Ιωάννης μεταφέρεται στους ουρανούς για να αρχίσει να βλέπει «αυτά που πρέπει να γίνουν». Λαβαίνει ένα όραμα του θρόνου του Θεού και όσων βρίσκονται γύρω του, και παρουσιάζει Εκείνον που κάθεται στο θρόνο να είναι ένδοξος, υπέρτατος, ενθρονισμένος σε συνθήκες απόλυτης γαλήνης και ηρεμίας.—Απ 4.
Η ένδοξη θέση «του Αρνιού» του Θεού, του Ιησού Χριστού, παρουσιάζεται ως η θέση εκείνου που είναι δεύτερος μόνο μετά τον Ιεχωβά Θεό, ο μόνος στον ουρανό και στη γη που έχει τα προσόντα να πλησιάσει τον Θεό για να προβεί στην αποκάλυψη του σκοπού Του. Η προσοχή στρέφεται σε έναν πολεμιστή-βασιλιά (προφανώς και πάλι στον Ιησού) που ιππεύει και προχωρεί «νικώντας και για να ολοκληρώσει τη νίκη του». Φανερώνεται ο αντίκτυπος που έχει στη γη και κυρίως στους εχθρούς του Θεού το γεγονός ότι αυτός ο βασιλιάς αρχίζει να επελαύνει, όπως επίσης γίνεται φανερό ότι ο Θεός έχει σκοπό να πάρει εκδίκηση από τους εχθρούς του για το αίμα του λαού του.—Απ 5, 6.
Το πώς θεωρεί ο Θεός τους υπηρέτες του στη γη τους οποίους έχει επιλέξει να συμμετέχουν στην ουράνια Βασιλεία φαίνεται από το ότι αυτός συγκρατεί την εκτέλεση της καταστροφής μέχρις ότου αυτοί οι υπηρέτες “σφραγιστούν στα μέτωπά τους”. Αποκαλύπτεται ότι ο πλήρης αριθμός των σφραγισμένων είναι 144.000. Κατόπιν παρουσιάζονται κάποιοι μη σφραγισμένοι και χωρίς καθορισμένο αριθμό, οι οποίοι γίνονται υπηρέτες του Θεού και διασώζονται από την καταστροφικότητα της “μεγάλης θλίψης”. Περιγράφονται οι κρίσεις του Θεού εναντίον διαφόρων υποδιαιρέσεων των εχθρών του στη γη, καθώς και η μάχη που διεξάγουν αυτοί οι εχθροί ενάντια στο λαό του. Στη συνέχεια περιγράφονται οι προσπάθειες που κάνει ο πρώτιστος εχθρός, ο δράκοντας Σατανάς ο Διάβολος, να ανατρέψει το σκοπό του Θεού όσον αφορά τη γέννηση “γιου, αρσενικού, ο οποίος θα ποιμάνει όλα τα έθνη με σιδερένιο ραβδί”. Έπειτα εμφανίζονται θηρία που συμβολίζουν διάφορα μέσα τα οποία χρησιμοποιεί αυτός ο πρώτιστος εχθρός για να πολεμήσει τους υπόλοιπους από το σπέρμα της γυναίκας και για να αποτρέψει την ολοκλήρωση του έργου σφραγίσματος.—Απ 7-13· βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Όλες αυτές οι απόπειρες του Σατανά αποτυγχάνουν παταγωδώς. Οι 144.000 παρουσιάζονται να έχουν νικήσει και να στέκονται μαζί με το Αρνί πάνω στο Όρος Σιών, φέροντας το όνομα του Πατέρα και του Αρνιού στα μέτωπά τους και ψάλλοντας σαν έναν νέο ύμνο μπροστά στα ουράνια όντα. Αφού συγκεντρωθούν αυτοί και ένα «μεγάλο πλήθος» από επίγειους συντρόφους τους με το “θερισμό της γης”, έρχεται η ώρα να πατηθεί στο πατητήρι το μεγάλο «κλήμα της γης».—Απ 14.
Οι τελικές κρίσεις του Θεού περιγράφονται με έναν άλλον συμβολισμό. Σε εφτά αγγέλους δίνονται εφτά κούπες του θυμού του Θεού. Οι άγγελοι προχωρούν για να εκτελέσουν αυτό το τελικό έργο. Η προσοχή στρέφεται σε έναν από τους κυριότερους εχθρούς του Θεού και της “νύφης” του Χριστού, τη “Βαβυλώνα τη Μεγάλη, τη μητέρα των πορνών”, «τη μεγάλη πόλη η οποία έχει βασιλεία πάνω στους βασιλιάδες της γης». Η συμμαχία της με το εφτακέφαλο θηρίο καταρρέει, καθώς το θηρίο εξοργίζεται μαζί της, κατατρώει τη σάρκα της και την καίει με φωτιά. Το πένθος όσων κέρδιζαν από τις δοσοληψίες που είχαν μαζί της είναι μεγάλο, αλλά ο ουρανός αγάλλεται.—Απ 15-18.
Η Βαβυλώνα η Μεγάλη, ως «η μητέρα των πορνών», θα κατέβαλλε λογικά κάθε προσπάθεια για να παραπλανήσει τη «νύφη» του Χριστού ώστε να απιστήσει στον μέλλοντα σύζυγό της (2Κο 11:2, 3· Εφ 5:25-27) και επομένως να γίνει και αυτή πόρνη. Γι’ αυτόν το λόγο, η ουράνια αγαλλίαση γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, εφόσον οι εκμαυλιστικές προσπάθειες της Βαβυλώνας της Μεγάλης έχουν αποτύχει. Η μεγάλη πόρνη έχει φύγει πια από τη μέση και η νύφη έχει νικήσει. Έχει ετοιμαστεί για τον Σύζυγό της. Συνεπώς, έχει φτάσει η ώρα να πραγματοποιηθεί ο γάμος του Αρνιού. Όλοι οι προσκαλεσμένοι στο γάμο χαίρονται. Ο Ιεχωβά κάνει τώρα την έναρξη μιας νέας εποχής στη βασιλεία του, δεδομένου ότι η μεγάλη πόρνη έχει εξαφανιστεί και δεν αποτελεί πλέον αντίπαλο της αγνής λατρείας.—Απ 19:1-10.
Αλλά και οι άλλοι εχθροί του Θεού πρέπει να υποστούν την εκτέλεση κρίσης. Ο Γαμπρός προχωρεί για να ολοκληρώσει τη νίκη του και να απαλλάξει τη γη από όλους τους εχθρούς, πολιτικούς και άλλους. Η καταστροφή είναι ολοσχερής. Τελικά, ο Διάβολος, έχοντας δει την ήττα όλων των εκπροσώπων και των οργάνων του, δένεται και ο ίδιος για τα χίλια χρόνια της βασιλείας του Χριστού. Το όραμα παρακάμπτει για λίγο αυτή τη Χιλιετή Βασιλεία για να περιγράψει λεπτομερώς μια κρίση που λαβαίνει χώρα στο τέλος των χιλίων ετών. Ο Διάβολος λύνεται προσωρινά και κατόπιν αφανίζεται ολοκληρωτικά, μαζί με όλους όσους επιτίθενται μαζί του στο «στρατόπεδο των αγίων και την αγαπημένη πόλη».—Απ 19:11–20:10.
Επιστρέφοντας σε γεγονότα που διαδραματίζονται κατά τη διάρκεια των χιλίων ετών, το όραμα παρουσιάζει την ανάσταση και την κρίση που λαβαίνουν χώρα υπό τη διακυβέρνηση του Χριστού και της νύφης του, της Νέας Ιερουσαλήμ. Περιγράφεται η ομορφιά και το μεγαλείο αυτής της ουράνιας «πόλης», καθώς επίσης τα θεραπευτικά, ζωογόνα οφέλη που φέρνει στην ανθρωπότητα.—Απ 20:11–22:5.
Ως κατακλείδα, ο Ιεχωβά Θεός δηλώνει ότι “έρχεται γρήγορα για να αμείψει τον καθένα σύμφωνα με το έργο του”. Ως «ο πιστός και αληθινός μάρτυρας», ο Ιησούς πιστοποιεί την ολοκλήρωση του ιερού μυστικού όσον αφορά τη βασιλεία, λέγοντας: «Εγώ είμαι η ρίζα και ο απόγονος του Δαβίδ, και το λαμπρό πρωινό άστρο». Αυτός είναι ο μόνιμος κληρονόμος του Δαβίδ, ο αιώνιος στη διαθήκη για Βασιλεία και εκείνος που είχε προειπωθεί στο εδάφιο Αριθμοί 24:17. Επομένως, έχουν αποτύχει όλες οι προσπάθειες που έκαναν ο Σατανάς, το θηρίο και η Βαβυλώνα η Μεγάλη (Απ 12:1-10· 17:3-14) προκειμένου να εμποδίσουν αυτό το «άστρο» να ανατείλει από τον οίκο του Δαβίδ ώστε να καθήσει για πάντα στο θρόνο στους ουρανούς.—Απ 22:6-16.
Το πνεύμα, η ενεργός δύναμη του Θεού, μαζί με “τη νύφη” προσκαλούν όλους όσους ακούν να πάρουν νερό ζωής δωρεάν. Με μια τελική προειδοποίηση να μη γίνει προσθήκη στα λόγια της προφητείας ούτε να αφαιρεθεί τίποτα από αυτά, και με μια δήλωση σχετικά με την εγγύτητα της έλευσής του, ο Ιησούς κλείνει την αποκάλυψη, ο δε Ιωάννης αποκρίνεται: «Αμήν! Έλα, Κύριε Ιησού».—Απ 22:17-21.
Το βιβλίο της Αποκάλυψης έχει μεγάλη σπουδαιότητα διότι παρέχει πνευματική δύναμη και ενόραση στο λαό του Θεού. Τονίζει το ενδιαφέρον του Θεού για τις εκκλησίες του λαού του και τη μεγάλη και στοργική φροντίδα που εκδηλώνει ο Ιησούς Χριστός προς αυτούς ως ο Καλός Ποιμένας. Ο Ιησούς γνωρίζει επακριβώς τις συνθήκες που επικρατούν και τι πρέπει να γίνει. Αυτό καταδεικνύεται ιδιαίτερα στα πρώτα τρία κεφάλαια του βιβλίου.
Μερικοί θεωρούν την Αποκάλυψη βιβλίο που περιέχει τόσο πολλούς συμβολισμούς ώστε είναι ακατανόητο ή τη θεωρούν μη πρακτική. Αλλά ο Ιεχωβά Θεός θέλει να καταλαβαίνει ο λαός του, και κατηύθυνε να γραφτεί η Αγία Γραφή έτσι ώστε να την κατανοούν και να λαβαίνουν καθοδήγηση. Το κλειδί για την κατανόηση της Αποκάλυψης είναι το ίδιο με το κλειδί για την κατανόηση άλλων τμημάτων της Αγίας Γραφής. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ποιο είναι αυτό το κλειδί. Αφού εξηγεί ότι ο Θεός αποκαλύπτει την κρυμμένη σοφία μέσω του πνεύματός του, ο Παύλος λέει: «Για αυτά τα πράγματα μιλάμε επίσης με λόγια, όχι διδαγμένα από ανθρώπινη σοφία, αλλά διδαγμένα από το πνεύμα, καθώς συνδυάζουμε πνευματικά ζητήματα με πνευματικά λόγια». (1Κο 2:8-13) Ερευνώντας τις Γραφές (και σε μερικές περιπτώσεις τα ήθη και τα έθιμα εκείνων των ημερών), βρίσκουμε σε αυτές πολλά από τα πράγματα που χρησιμοποιούνται ως συμβολισμοί στην Αποκάλυψη. Παραβάλλοντας αυτές τις Γραφικές περικοπές, μπορούμε πολλές φορές να καταλάβουμε τι σημαίνει το σύμβολο της Αποκάλυψης. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ένας όρος ή μια έκφραση μπορεί να σημαίνει ή να συμβολίζει διαφορετικά πράγματα, ανάλογα με τα συμφραζόμενα όπου εμφανίζεται.
[Πλαίσιο στις σελίδες 264, 265]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
Γνωστοποίηση της άποψης του Θεού για τις επικρατούσες συνθήκες, όπως επίσης και θεώρηση εκ των προτέρων τού τι Εκείνος επιτρέπει και τι θα επιτελέσει μέσω του Χριστού «στην ημέρα του Κυρίου»
Μια σειρά από οράματα που κατέγραψε ο απόστολος Ιωάννης γύρω στο 96 Κ.Χ.
Ο δοξασμένος Χριστός δίνει στοργική συμβουλή σε συγκληρονόμους της Βασιλείας (1:1–3:22)
Η εκκλησία της Εφέσου έχει δείξει υπομονή αλλά έχει αφήσει την πρώτη αγάπη της
Η πνευματικά πλούσια εκκλησία της Σμύρνης παροτρύνεται να μείνει πιστή παρά τη θλίψη
Η εκκλησία της Περγάμου έχει κρατήσει γερά το όνομα του Χριστού υπό διωγμό αλλά έχει ανεχτεί την ύπαρξη αιρέσεων
Η εκκλησία των Θυατείρων έχει ιστορικό αυξημένης δραστηριότητας, αλλά έχει ανεχτεί την Ιεζαβελική επιρροή
Η εκκλησία των Σάρδεων είναι πνευματικά νεκρή και πρέπει να ξυπνήσει
Η εκκλησία της Φιλαδέλφειας, που έχει φυλάξει το λόγο του Χριστού, προτρέπεται να συνεχίσει να κρατάει γερά αυτό που έχει
Η εκκλησία της Λαοδίκειας είναι χλιαρή. Ας προμηθευτεί από τον Χριστό ό,τι είναι απαραίτητο για πνευματική θεραπεία
Όραμα της ουράνιας παρουσίας του Ιεχωβά (4:1–5:14)
Ο Ιεχωβά παρουσιάζεται να κάθεται στο θρόνο του με μεγαλοπρέπεια που προκαλεί δέος, περιστοιχισμένος από 24 πρεσβυτέρους και τέσσερα ζωντανά πλάσματα. Κρατάει έναν ρόλο σφραγισμένο με εφτά σφραγίδες
Το Αρνί ανακηρύσσεται άξιο να πάρει το ρόλο και να τον ανοίξει
Το Αρνί ανοίγει έξι από τις σφραγίδες του ρόλου (6:1-17)
Καθώς ανοίγει την πρώτη σφραγίδα, ο αναβάτης ενός λευκού αλόγου λαβαίνει ένα στέμμα και προχωρεί νικώντας και για να ολοκληρώσει τη νίκη του
Το άνοιγμα των επόμενων τριών σφραγίδων εισάγει τρεις ακόμη ιππείς, που φέρνουν πόλεμο, πείνα και θάνατο στην ανθρωπότητα
Ανοίγεται η πέμπτη σφραγίδα. Όσοι μαρτύρησαν για τον Χριστό κραυγάζουν ζητώντας εκδίκηση για το αίμα τους. Δίνεται στον καθένα μια λευκή στολή
Με το άνοιγμα της έκτης σφραγίδας, ένας μεγάλος σεισμός αναγγέλλει την ημέρα της οργής του Θεού και του Αρνιού
Συγκρατούνται οι τέσσερις άνεμοι της γης (7:1-17)
Ο Ιωάννης ακούει ότι οι τέσσερις άνεμοι θα συγκρατούνται μέχρι να σφραγιστούν οι δούλοι του Θεού. Ο αριθμός αυτών που σφραγίζονται είναι 144.000
Κατόπιν, ο Ιωάννης βλέπει ένα μεγάλο, αναρίθμητο πλήθος από όλα τα έθνη. Αυτοί έρχονται από τη μεγάλη θλίψη
Ανοίγεται η έβδομη σφραγίδα (8:1–11:14)
Γίνεται σιγή μισής ώρας. Φωτιά από το θυσιαστήριο ρίχνεται στη γη. Εφτά άγγελοι ετοιμάζονται να σαλπίσουν
Τα πρώτα τέσσερα σαλπίσματα αναγγέλλουν πληγές για τη γη, τη θάλασσα και τις πηγές των νερών, όπως επίσης για τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα
Το πέμπτο σάλπισμα προκαλεί μια πληγή ακρίδων, και το έκτο εξαπολύει μια τρομακτική επίθεση ιππικού
Ο Ιωάννης τρώει έναν μικρό ρόλο και πληροφορείται ότι πρέπει να προφητεύσει περαιτέρω
Μετράει το αγιαστήριο. Δύο μάρτυρες ντυμένοι με σάκο προφητεύουν, θανατώνονται και εγείρονται ξανά
Η έβδομη σάλπιγγα: γεννιέται η Βασιλεία (11:15–12:17)
Ακούγεται η έβδομη σάλπιγγα και αναγγέλλεται η Βασιλεία του Ιεχωβά και η εξουσία του Χριστού του
Μια γυναίκα γεννάει ένα αρσενικό παιδί στον ουρανό
Ο δράκοντας προσπαθεί να καταβροχθίσει το παιδί. Γίνεται πόλεμος στον ουρανό. Ο Μιχαήλ ρίχνει το δράκοντα και τους αγγέλους του κάτω στη γη
Ο δράκοντας διεξάγει πόλεμο με το υπόλοιπο του σπέρματος της γυναίκας
Το θηρίο από τη θάλασσα (13:1-18)
Ένα θηρίο με εφτά κεφάλια και δέκα κέρατα βγαίνει από τη θάλασσα
Ο δράκοντας δίνει στο θηρίο την εξουσία του, και ένα θηρίο με δύο κέρατα όμοια με αρνιού κάνει εικόνα σε αυτό. Πολλοί εξαναγκάζονται να λατρέψουν το θηρίο και να δεχτούν το σημάδι του
Οι πιστοί υπηρέτες του Ιεχωβά σε δράση (14:1-20)
Οι 144.000 στο Όρος Σιών ψάλλουν έναν νέο ύμνο
Άγγελοι που πετούν στο μεσουράνημα μεταδίδουν ζωτικά αγγέλματα
Κάποιος όμοιος με γιο ανθρώπου θερίζει το θερισμό της γης
Ένας άγγελος πατάει το πατητήρι του Θεού, προκαλώντας πολλή αιματοχυσία
Ο Ιεχωβά, από το ουράνιο αγιαστήριό του, προστάζει εφτά αγγέλους να αδειάσουν τις εφτά κούπες του θυμού του (15:1–16:21)
Οι πρώτες έξι κούπες αδειάζονται στη γη, στη θάλασσα και στις πηγές των νερών, καθώς επίσης στον ήλιο, στο θρόνο του θηρίου και στον Ευφράτη
Οι υπηρέτες του Θεού πρέπει να μένουν άγρυπνοι, καθώς η δαιμονική προπαγάνδα συγκεντρώνει τους ανθρώπινους βασιλιάδες στον τόπο που ονομάζεται Αρ-Μαγεδών
Η έβδομη κούπα αδειάζεται στον αέρα με καταστροφικές συνέπειες
Οράματα για το τέλος της Βαβυλώνας της Μεγάλης (17:1–18:24)
Η Βαβυλώνα η Μεγάλη, μεθυσμένη από το αίμα των αγίων, κάθεται πάνω σε ένα κατακόκκινο θηρίο που έχει εφτά κεφάλια και δέκα κέρατα. Τα δέκα κέρατα στρέφονται εναντίον της και την ερημώνουν
Αναγγέλλεται η πτώση της. Ο λαός του Θεού πρέπει να βγει από αυτήν
Πολλοί πάνω στη γη θρηνούν για την οριστική της καταστροφή
Ο γάμος του Αρνιού (19:1-10)
Ουράνιες φωνές αινούν τον Γιαχ για την καταστροφή της Βαβυλώνας
Βροντεροί αίνοι εν χορώ αναγγέλλουν το γάμο του Αρνιού
Ο Βασιλιάς των βασιλιάδων θριαμβεύει επί των εθνών (19:11-21)
Ο Λόγος του Θεού διεξάγει πόλεμο εναντίον των εθνών. Το θηρίο και ο ψευδοπροφήτης ρίχνονται στη λίμνη της φωτιάς. Όλοι οι εχθροί του Θεού θανατώνονται. Ζώα τρώνε τις σάρκες τους
Ο Σατανάς ρίχνεται στην άβυσσο, ο Χριστός κυβερνάει 1.000 χρόνια (20:1–21:8)
Ο Σατανάς ρίχνεται στην άβυσσο για 1.000 χρόνια
Οι συγκυβερνήτες του Ιησού κρίνουν μαζί του για 1.000 χρόνια, μετά τα οποία ο Σατανάς αφήνεται ελεύθερος. Προσπαθεί να παροδηγήσει την ανθρωπότητα και πάλι, αλλά τελικά αυτός και όλοι όσοι τον ακολουθούν καταστρέφονται
Όλοι όσοι ήταν νεκροί στο θάνατο, στον Άδη και στη θάλασσα εγείρονται και κρίνονται ενώπιον Εκείνου που κάθεται στο μεγάλο λευκό θρόνο. Ο θάνατος και ο Άδης ρίχνονται στη λίμνη της φωτιάς
Ο Ιωάννης βλέπει έναν νέο ουρανό και μια νέα γη
Η Νέα Ιερουσαλήμ (21:9–22:21)
Η ένδοξη Νέα Ιερουσαλήμ κατεβαίνει από τον ουρανό, φωτίζοντας τα έθνη. Ένας ποταμός νερού ζωής ρέει στο μέσο της, με δέντρα που είναι για θεραπεία σε κάθε όχθη του
Η Αποκάλυψη ολοκληρώνεται με τελικά αγγέλματα από τον Ιεχωβά και τον Ιησού. Το πνεύμα και η νύφη προσκαλούν όποιον διψάει να πάρει νερό ζωής δωρεάν
-
-
ΑποκατάστασηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Επαναφορά στην πρότερη κατάσταση. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι Γραφές, αναφερόμενες στην επάνοδο του Χριστού, κάνουν λόγο για «τους χρόνους της αποκατάστασης όλων των πραγμάτων για τα οποία μίλησε ο Θεός μέσω του στόματος των αγίων του προφητών».—Πρ 3:20, 21.
Το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιεί εδώ τη λέξη ἀποκατάστασις, ενώ στο εδάφιο Πράξεις 1:6 χρησιμοποιεί το αντίστοιχο ρήμα ἀποκαθίστημι. Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος χρησιμοποίησε αυτή τη λέξη αναφερόμενος στην επιστροφή των Ιουδαίων από την εξορία. Σε κείμενα παπύρων χρησιμοποιείται σε σχέση με την επισκευή ορισμένων κτιρίων, την απόδοση κτημάτων στους δικαιούχους τους και το κλείσιμο λογαριασμών.
Αυτό καθαυτό το εδάφιο δεν διευκρινίζει ποια είναι τα πράγματα που θα αποκατασταθούν, οπότε η σημασία της φράσης “όλα τα πράγματα” θα πρέπει να εξακριβωθεί μέσα από τη μελέτη του αγγέλματος του Θεού το οποίο μεταβιβάστηκε μέσω των προφητών του.
-
-
ΑποκεφαλισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΣΜΟΣ
Μορφή θανατικής ποινής την οποία δεν περιλάμβανε ο Μωσαϊκός Νόμος. Αυτός ο τρόπος εκτέλεσης υπήρχε στα περισσότερα έθνη. Στον Ισραήλ, όταν αποκεφάλιζαν κάποιον, αυτό συνήθως γινόταν μετά τη θανάτωσή του και γενικά αποσκοπούσε στη διαπόμπευση του νεκρού ή χρησίμευε ως δημόσια γνωστοποίηση καταδίκης ή προειδοποίησης.
Ο Φαραώ “ύψωσε το κεφάλι του αρχιαρτοποιού του αφαιρώντας το από πάνω του”, προφανώς αποκεφαλίζοντάς τον. (Γε 40:19) Ο Δαβίδ, αφού έριξε τον Γολιάθ κάτω με μια πέτρα από τη σφεντόνα του, πήρε το σπαθί του Γολιάθ και «τον θανάτωσε» αποκεφαλίζοντάς τον μπροστά στα στρατεύματα του Ισραήλ και των Φιλισταίων. Αυτό τρομοκράτησε το στρατό των Φιλισταίων με αποτέλεσμα να κατατροπωθεί. (1Σα 17:51, 52) Οι Φιλισταίοι έκοψαν το κεφάλι του Σαούλ από το σώμα του μετά το θάνατό του και έπειτα κρέμασαν το πτώμα του και τα πτώματα των γιων του στο τείχος της πόλης Βαιθ-σαν. (1Σα 31:9, 12) Ο Ρηχάβ και ο Βαανάχ, δύο πονηροί άνθρωποι, σκότωσαν το γιο του Σαούλ τον Ις-βοσθέ και τον αποκεφάλισαν με σκοπό να πάνε το κεφάλι του στον Δαβίδ, νομίζοντας ότι έτσι θα κέρδιζαν την εύνοιά του. Ο Δαβίδ διέταξε να τους θανατώσουν για αυτή τους την πράξη. (2Σα 4:5-12) Ο λαός της πόλης Αβέλ του Βαιθ-μααχά, για να σώσουν την πόλη τους, ενήργησαν σύμφωνα με τη συμβουλή μιας σοφής γυναίκας και έκοψαν το κεφάλι του Σεβά, γιου του Βιχρί, το οποίο στη συνέχεια έριξαν από το τείχος στον Ιωάβ. Δεν αναφέρεται αν ο Σεβά είχε θανατωθεί πριν από τον αποκεφαλισμό του. (2Σα 20:15, 21, 22) Οι πρεσβύτεροι και οι διακεκριμένοι άντρες της Σαμάρειας έσφαξαν τους 70 γιους του Αχαάβ και έστειλαν τα κεφάλια τους μέσα σε καλάθια στον Ιηού, ο οποίος βρισκόταν στην Ιεζραέλ. Αυτά εκτέθηκαν εκεί σε δύο σωρούς στην πύλη της πόλης ως απόδειξη της εκπλήρωσης της κρίσης που είχε εξαγγείλει ο Ιεχωβά μέσω του Ηλία.—2Βα 10:6-10· 1Βα 21:20-22.
Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι ο Ηρώδης Αντίπας διέταξε τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Βαφτιστή στη φυλακή ύστερα από σχετικό αίτημα της κόρης της Ηρωδιάδας. (Ματ 14:8-11· Μαρ 6:24-28· Λου 9:9) Ο Ιωάννης είδε σε όραμα «τις ψυχές εκείνων που εκτελέστηκαν με τον πέλεκυ λόγω της μαρτυρίας που έδιναν για τον Ιησού και επειδή μιλούσαν για τον Θεό».—Απ 20:4· βλέπε ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ.
-
-
Αποκλειστική ΑφοσίωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΑΦΟΣΙΩΣΗ
Αυτή η έκφραση αναφέρεται στο γεγονός ότι ο Ιεχωβά δεν ανέχεται κανέναν ανταγωνισμό, τη λατρεία οποιωνδήποτε άλλων θεών. Η εβραϊκή λέξη καννά’ χρησιμοποιείται μόνο για τον Θεό και σημαίνει «[αυτός] που απαιτεί αποκλειστική αφοσίωση· ζηλότυπος».—Εξ 20:5, υποσ.· βλέπε ΖΗΛΟΤΥΠΙΑ, ΖΗΛΙΑ.
Ο Θεός δεν μεταβιβάζει σε άλλον την τιμή που ανήκει στον ίδιο. (Ησ 42:8) Η απομάκρυνση από την αποκλειστική αφοσίωση προς αυτόν προκαλεί την έξαψη του ζηλότυπου θυμού Του. (Δευ 4:24· 5:9· 6:15) Ο Ισραήλ θεωρούνταν “παντρεμένος” με τον Ιεχωβά. Ως σύζυγος, ο Ιεχωβά ανέμενε από τον Ισραήλ αποκλειστική αφοσίωση, οσιότητα και πιστότητα. Εκείνος, με τη σειρά του, θα τον υπεράσπιζε με ζήλο και μεγάλη θέρμη. (Ιεζ 36:5) Αντίθετα, η ανυπακοή, η προσκόλληση σε άλλους θεούς, θα συνιστούσε μοιχεία και θα επέσυρε το δίκαιο θυμό του Ιεχωβά και τη ζηλοτυπία του για το δικό του όνομα.—Δευ 32:16, 21· Ιεζ 16:38, 42.
Τι είναι η αποκλειστική αφοσίωση που απαιτεί ο Ιεχωβά από τους υπηρέτες του;
Η λέξη «αποκλειστικός» σημαίνει «αυτός που ανήκει ή αναφέρεται μόνο σε έναν, εξαιρουμένων όλων των άλλων». Αφοσίωση σημαίνει ισχυρή προσκόλληση και ένθερμη αγάπη. Συνεπώς, αποκλειστική αφοσίωση σημαίνει το να κρατάμε τους άλλους έξω, ή αλλιώς αποκλεισμένους, από τη θέση που πρέπει να έχει ο Θεός στην καρδιά μας και στις πράξεις μας. Οποιοσδήποτε και οτιδήποτε άλλο παραμένει έξω από αυτή την τιμητική θέση που μόνο αυτός μπορεί να κατέχει.
Ο Ιεχωβά Θεός Δεν Ανέχεται Κανέναν Ανταγωνισμό. Η αποκλειστική αφοσίωση την οποία απαιτεί ο Ιεχωβά εμφανίζεται στη δεύτερη εντολή του «Δεκαλόγου» ή των Δέκα Εντολών που γράφτηκαν από το δάχτυλο του Θεού: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο Θεός σου . . . Δεν πρέπει ποτέ να έχεις άλλους θεούς εναντίον του προσώπου μου [ή «άλλους θεούς αψηφώντας με»] . . . επειδή εγώ, ο Ιεχωβά ο Θεός σου, είμαι Θεός που απαιτώ αποκλειστική αφοσίωση». (Δευ 5:6-9) Στο εδάφιο Έξοδος 34:14 η γαλλική Μετάφραση Ντριού ([Drioux Version] 1884) λέει: «Ο Θεός θέλει να τον αγαπούν μοναδικά», δηλαδή αποκλειστικά εκείνον, έτσι όπως δεν αγαπούν κανέναν άλλον. Ο Ιησούς υποστήριξε αυτή την άποψη μιλώντας με έναν Ιουδαίο που προσπάθησε να τον δοκιμάσει. (Ματ 22:37) Ο Ιεχωβά ήταν ταυτόχρονα ο Θεός και ο Βασιλιάς του Ισραήλ, η Κεφαλή της θρησκείας και του Κράτους. Επομένως, αν ένας Ισραηλίτης παρέβαινε την πρώτη και τη δεύτερη εντολή υπηρετώντας άλλους θεούς, διέπραττε εσχάτη προδοσία, το μεγαλύτερο έγκλημα, το οποίο επέσυρε την αυστηρότερη τιμωρία. Σε κάποια περίπτωση ο Ισραήλ πρόσφερε λατρεία σε έναν ψεύτικο θεό και διέπραξε ανηθικότητα και, λόγω της ανυποχώρητης επιμονής του Ιεχωβά για αποκλειστική αφοσίωση, βρέθηκε στα πρόθυρα της εξόντωσης. Αλλά χάρη στον Φινεές, τον εγγονό του Ααρών, ο οποίος ανέλαβε άμεση δράση επειδή “δεν ανεχόταν κανέναν ανταγωνισμό” απέναντι στον Ιεχωβά, ο Ισραήλ σώθηκε.—Αρ 25:11.
Για χάρη του ονόματός του, ο Ιεχωβά είχε σκοπό να αποκαταστήσει το λαό του έπειτα από τη βαβυλωνιακή εξορία. (Ιεζ 39:25-28) Στο εδάφιο Έξοδος 34:14, η μετάφραση του Φέντον λέει: «Αυτός που ΖΕΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ είναι ζηλότυπος για το ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ». Εφόσον είναι ζηλότυπος για το όνομά του, ή αλλιώς αποκλειστικά αφοσιωμένος σε αυτό, δεν ανεχόταν κανέναν ανταγωνισμό από το όνομα οποιουδήποτε άλλου θεού ανάμεσα στο λαό του.
Σχέση Κυρίου και Δούλου. Η αποκλειστική αφοσίωση θυμίζει επίσης τη σχέση κυρίου και δούλου. Ο Ιεχωβά ως Δημιουργός είναι Ιδιοκτήτης και Κύριος. Είναι Θεός λόγω της ιδιότητάς του ως δημιουργού. Έχει το δικαίωμα να λαβαίνει αποκλειστική αφοσίωση από τους υπηκόους του οι οποίοι είναι δημιουργήματά του, και αυτοί πρέπει να εκτελούν το θέλημά του. Το άτομο που σκέφτεται σωστά, όταν μαθαίνει για τον Ιεχωβά και συνειδητοποιεί τη σχέση του με τον Θεό, αποδίδει οικειοθελώς αποκλειστική αφοσίωση από την καρδιά του, πράγμα το οποίο και επιθυμεί ο Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά μισεί την τυπική αφοσίωση ή λατρεία. (Ματ 15:8, 9) Αυτή η σχέση και η εθελούσια αφοσίωση που επιθυμεί ο Ιεχωβά καταδείχτηκαν παραστατικά στο Μωσαϊκό Νόμο. Κάθε Εβραίος δούλος έπρεπε να απελευθερώνεται το έβδομο έτος της δουλείας του. «Αλλά αν ο δούλος πει επίμονα: “Αγαπώ τον κύριό μου, τη σύζυγό μου και τους γιους μου· δεν θέλω να φύγω ως απελεύθερος”, τότε ο κύριός του θα τον φέρει κοντά στον αληθινό Θεό και θα τον στήσει στην πόρτα ή στον παραστάτη· και ο κύριός του θα του τρυπήσει το αφτί με ένα σουβλί και αυτός θα είναι δούλος του στον αιώνα». (Εξ 21:2, 5, 6) Ο Παύλος μίλησε σε μη Ιουδαίους στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης σχετικά με το ότι έστρεψαν οικειοθελώς αλλού την αφοσίωσή τους όταν έγιναν Χριστιανοί. Σταμάτησαν να είναι δούλοι των ειδώλων και άρχισαν “να υπηρετούν ως δούλοι έναν ζωντανό και αληθινό Θεό”.—1Θε 1:9.
Η Αποκλειστική Αφοσίωση του Ιησού προς τον Θεό. Όπως φαίνεται στα εδάφια Φιλιππησίους 2:5-8, τόσο όταν ήταν στον ουρανό όσο και όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς αντιλαμβανόταν την αποκλειστική θέση του Πατέρα του και του απέδιδε αποκλειστική αφοσίωση. Ο Ιησούς επισήμανε ότι η πιο σημαντική εντολή στο Νόμο απαιτούσε ολόκαρδη αγάπη για τον Θεό. (Ματ 22:37) Επιπλέον, ο Ιησούς εκδήλωσε αποκλειστική αφοσίωση στο όνομα του Ιεχωβά και τόνισε ότι οι μαθητές του θα έπρεπε να έχουν την ίδια στάση. Στην προσευχή που δίδαξε στους μαθητές του, άρχισε με τα λόγια: «Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου». (Ματ 6:9) Στην περίπτωση του Ιησού, αυτή η αφοσίωση συνδυαζόταν με φλογερό ζήλο, όπως φάνηκε όταν καθάρισε το ναό, οπότε και εκπλήρωσε την προφητεία: «Ο ζήλος για τον οίκο σου θα με καταφάει». (Ιωα 2:17· Ψλ 69:9) Πουθενά δεν καταδεικνύεται περισσότερο η αποκλειστική αφοσίωση του Ιησού προς τον Πατέρα του από ό,τι σε όσα είναι γραμμένα για αυτόν στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:24-28, όπου λέγεται ότι, αφού η ουράνια διακυβέρνηση της Βασιλείας του καθυποτάξει κάθε άλλη εξουσία και όλους τους εχθρούς, αυτός θα παραδώσει τη Βασιλεία στον Πατέρα και θα υποταχθεί σε Εκείνον ώστε «να είναι ο Θεός τα πάντα για όλους».
-
-
ΑποκοπήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΟΠΗ
Βλέπε ΑΠΟΒΟΛΗ, 2.
-
-
Απόκρημνος ΒράχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΡΗΜΝΟΣ ΒΡΑΧΟΣ
Βλέπε ΒΡΑΧΟΣ.
-
-
Αποκρουστικό Πράγμα, ΑποστροφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ, ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ
Η εβραϊκή λέξη νιντάχ εμφανίζεται 30 φορές στις Εβραϊκές Γραφές και πιθανώς παράγεται από τη ρίζα ναδάχ, που σημαίνει «αποκλείω· βγάζω από το μυαλό (αρνούμαι να σκεφτώ κάτι)». (Ησ 66:5· Αμ 6:3) Η λέξη νιντάχ υποδηλώνει ακαθαρσία, κάτι το αποκρουστικό, είτε από σωματική άποψη, όπως για παράδειγμα λόγω εμμηνόρροιας (Λευ 12:2, 5· 15:20, 24, 25, 33), είτε από ηθική άποψη, όπως λόγω ειδωλολατρίας. (Εσδ 9:11· 2Χρ 29:5) Η ίδια εβραϊκή λέξη χρησιμοποιείται σε σχέση με το «νερό που είναι για καθαρισμό» (Αρ 19:9-21· 31:23, ΜΝΚ· «νερό που χρησιμοποιείται στην περίπτωση εμμηνόρροιας», Αρ 19:9, ΜΝΚ, υποσ.· «νερό χωρισμού», KJ, ΒΑΜ· «νερό για ακαθαρσία», RS, AT· «νερό εξαγνισμού», JB), αναφερόμενη στο νερό που χρησιμοποιούνταν για να απομακρυνθεί κάτι ακάθαρτο.
Ως εκ τούτου, στο εδάφιο Θρήνοι 1:17 ο Ιερεμίας λέει ότι η Ιερουσαλήμ, στην ερήμωσή της, «έγινε κάτι το αποκρουστικό [«σαν γυναίκα στην εμμηνόρροιά της», KJ· «βδέλυγμα», NC· «απεχθής», ΛΧ] ανάμεσά τους [δηλαδή ανάμεσα στα γύρω έθνη]».
Προτού καταστραφεί η Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλώνα, ο Ιεχωβά είπε τα εξής για το λαό του Ισραήλ μέσω του Ιεζεκιήλ του προφήτη του: «Ο οίκος του Ισραήλ κατοικούσε στη γη του και την καθιστούσε ακάθαρτη με την οδό του και με τις ενέργειές του. Σαν την ακαθαρσία της εμμηνόρροιας [νιντάχ] έγινε η οδός τους ενώπιόν μου». (Ιεζ 36:17) Εξαιτίας των ειδωλολατρικών συνηθειών, ο Ισραήλ ήταν πνευματικά ακάθαρτος, γι’ αυτό ο συζυγικός ιδιοκτήτης του, ο Ιεχωβά Θεός, θα τον απέφευγε και θα ξαναενωνόταν πνευματικά μαζί του μόνο αφού θα είχε καθαριστεί. Ως εκ τούτου, στο εδάφιο 25 ο Ιεχωβά λέει: «Και θα σας ραντίσω με καθαρό νερό και θα καθαριστείτε· από όλες τις ακαθαρσίες σας και από όλα τα κοπρώδη είδωλά σας θα σας καθαρίσω».—Παράβαλε Ιεζ 18:6.
Στα εδάφια Ιεζεκιήλ 7:19, 20 ο Θεός εκφράζει το θυμό του εναντίον του Ισραήλ επειδή είχαν φτιάξει θρησκευτικές εικόνες με το ασήμι τους και το χρυσάφι τους, και λέει πως, γι’ αυτόν το λόγο, θα τους αναγκάσει να ρίξουν το ασήμι και το χρυσάφι τους στους δρόμους ως «κάτι το αποκρουστικό [νιντάχ]».—Παράβαλε Ησ 30:22· βλέπε ΑΗΔΙΑΣΤΙΚΟ ΠΡΑΓΜΑ, ΣΙΧΑΜΕΡΟ ΠΡΑΓΜΑ.
Αποστροφή. Άλλες εβραϊκές εκφράσεις που έχουν την έννοια της «αποστροφής» είναι το ρήμα κουτς, που αναφέρεται στη συναισθηματική αντίδραση και σημαίνει «αποστρέφομαι· νιώθω αποστροφή· νιώθω νοσηρό τρόμο» (Γε 27:46· 1Βα 11:25· Αρ 22:3), και το ρήμα γκα‛άλ, που επίσης σημαίνει «αποστρέφομαι», αλλά υποδηλώνει την απόρριψη του αντικειμένου της αποστροφής. (Λευ 26:11, 15, 30· 2Σα 1:21, υποσ.) Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα αυτές οι εβραϊκές λέξεις αποδίδονται ενίοτε με το ρήμα προσοχθίζω, που σημαίνει «αηδιάζω» (Γε 27:46· Λευ 26:15· παράβαλε Εβρ 3:10), και με το ρήμα βδελύσσομαι, το οποίο μεταδίδει την έννοια «εκφράζω αποστροφή· νιώθω αηδία».—Λευ 20:23· 26:11· παράβαλε Ρω 2:22.
Επειδή οι Χαναναίοι ήταν ένοχοι σεξουαλικής ανηθικότητας και διαστροφής, ειδωλολατρίας και πνευματιστικών συνηθειών, ο Ύψιστος τους αποστράφηκε, και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διατάξει την καταστροφή τους. (Λευ 20:2-23) Οι Ισραηλίτες προειδοποιήθηκαν πως, αν έδειχναν ανυπακοή, ο Ιεχωβά θα τους αποστρεφόταν και αυτούς και θα απέσυρε την προστασία και την ευλογία του. Ωστόσο, λόγω της οσιότητάς του απέναντι στη διαθήκη που είχε συνάψει με τον Ισραήλ, δεν θα τους αποστρεφόταν μέχρι του σημείου να τους αφανίσει ολοκληρωτικά. (Λευ 26:11-45) Όσον αφορά εκείνους που θα αποδειχτούν πονηροί, η ανάσταση θα καταλήξει σε αιώνια «αποστροφή» (εβρ., ντερα’ών). Θα είναι ανάσταση για καταδικαστική κρίση η οποία θα σημάνει αιώνια εκκοπή.—Δα 12:2· Ιωα 5:28, 29.
Η σκόπιμη απόρριψη των εντολών, του ελέγχου και των προμηθειών του Ιεχωβά αποτελεί ακατάλληλη αποστροφή. Οι Ισραηλίτες έφεραν πάνω τους τέτοια ενοχή όταν αρνήθηκαν να ακολουθήσουν τις εντολές του Ιεχωβά, καθώς και όταν αποστράφηκαν το μάννα ως «αξιοκαταφρόνητο ψωμί». (Αρ 21:5· Λευ 26:15) Το εδάφιο Παροιμίες 3:11 δίνει τη συμβουλή να μην “αποστρεφόμαστε τον έλεγχο του Ιεχωβά”.
Στο εδάφιο Ρωμαίους 12:9 δίνεται στους Χριστιανούς η νουθεσία: «Να αποστρέφεστε ό,τι είναι πονηρό». Το ρήμα του πρωτότυπου κειμένου που αποδίδεται εδώ «αποστρέφομαι» (ἀποστυγέω) αποτελεί επιτατικό τύπο του ρήματος στυγέω, το οποίο σημαίνει «μισώ», άρα σημαίνει κατά κυριολεξία «μισώ σφοδρά». Το άτομο που δεν αποστρέφεται ό,τι είναι πονηρό, που δεν το σιχαίνεται πια, μπορεί να καταλήξει να γίνει αντικείμενο αποστροφής για τον Ιεχωβά.
-
-
ΑπόκρυφαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΚΡΥΦΑ
Η λέξη ἀπόκρυφος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται με την αρχική της σημασία σε τρία εδάφια, εννοώντας κάτι «προσεκτικά αποκρυμμένο». (Μαρ 4:22· Λου 8:17· Κολ 2:3) Εφαρμοζόμενη σε γραπτά κείμενα, εννοούσε αρχικά εκείνα που δεν διαβάζονταν δημόσια, γι’ αυτό και ήταν «αποκρυμμένα» από τους άλλους. Αργότερα, όμως, η λέξη προσέλαβε την έννοια του νόθου ή μη κανονικού, και σήμερα χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον για τα πρόσθετα συγγράμματα τα οποία η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ανακήρυξε μέρος του Βιβλικού κανόνα στη Σύνοδο του Τριδέντου (1546). Οι Καθολικοί συγγραφείς ονομάζουν αυτά τα βιβλία δευτεροκανονικά, που σημαίνει ότι «ανήκουν στο δεύτερο (ή μεταγενέστερο) κανόνα», προς διάκρισή τους από τα πρωτοκανονικά.
Τα πρόσθετα αυτά συγγράμματα είναι τα εξής: Τωβίτ, Ιουδίθ, Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ, Βαρούχ, Α΄ και Β΄ Μακκαβαίων, συμπληρώματα στο βιβλίο της Εσθήρ και τρεις προσθήκες στο βιβλίο του Δανιήλ: Ύμνος των Τριών Παίδων, Σουσάννα, Βηλ και Δράκων. Ο χρόνος της συγγραφής τους δεν είναι απολύτως εξακριβωμένος, αλλά σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις δεν γράφτηκαν νωρίτερα από το δεύτερο ή τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ.
Αποδείξεις Μη Κανονικότητας. Ενώ σε μερικές περιπτώσεις τα εν λόγω συγγράμματα έχουν κάποια ιστορική αξία, οποιαδήποτε αξίωση περί κανονικότητάς τους δεν έχει καμιά στερεή βάση. Οι αποδείξεις δείχνουν ότι ο Εβραϊκός κανόνας έκλεισε με τη συγγραφή των βιβλίων του Έσδρα, του Νεεμία και του Μαλαχία τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ. Τα απόκρυφα βιβλία δεν συμπεριλήφθηκαν ποτέ στον Ιουδαϊκό κανόνα των θεόπνευστων Γραφών ούτε αποτελούν μέρος του σήμερα.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος του πρώτου αιώνα δείχνει ότι ήταν αναγνωρισμένα μόνο τα λίγα εκείνα βιβλία (του Εβραϊκού κανόνα) που θεωρούνταν ιερά, δηλώνοντας: «Εμείς δεν έχουμε μυριάδες βιβλία, ασύμφωνα και αντιφατικά μεταξύ τους, παρά μονάχα είκοσι δύο [τα οποία αντιστοιχούν στα 39 βιβλία των Εβραϊκών Γραφών όπως χωρίζονται σήμερα] που έχουν την ιστορία όλων των εποχών και που δικαίως θεωρούνται αξιόπιστα». Στη συνέχεια δείχνει καθαρά ότι γνώριζε την ύπαρξη των απόκρυφων βιβλίων και την εξαίρεσή τους από τον Εβραϊκό κανόνα, καθώς προσθέτει: «Από τον Αρταξέρξη ως τα δικά μας χρόνια έχει γραφτεί ολόκληρη η ιστορία, όμως αυτή δεν έχει κριθεί ισότιμη ως προς το κύρος με τα προηγούμενα συγγράμματα, επειδή δεν υπήρξε ακριβής διαδοχή των προφητών».—Κατ’ Απίωνος, Α΄, 38, 41 (8).
Η ενσωμάτωσή τους στη «Μετάφραση των Εβδομήκοντα». Τα επιχειρήματα υπέρ της κανονικότητας των απόκρυφων συγγραμμάτων περιστρέφονται συνήθως γύρω από το γεγονός ότι αυτά τα συγγράμματα υπάρχουν σε πολλά από τα πρώτα αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, μιας μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών η οποία ξεκίνησε στην Αίγυπτο περίπου το 280 Π.Κ.Χ. Ωστόσο, εφόσον δεν σώζονται πρωτότυπα κείμενα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, δεν μπορεί να ειπωθεί κατηγορηματικά ότι τα απόκρυφα βιβλία είχαν ενσωματωθεί εξαρχής σε εκείνο το έργο. Πολλά, αν όχι τα περισσότερα, απόκρυφα βιβλία γράφτηκαν κατά γενική ομολογία αφού άρχισε η σύνταξη της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, επομένως είναι προφανές ότι δεν συμπεριλαμβάνονταν στον αρχικό κατάλογο των βιβλίων που είχαν επιλεχθεί για μετάφραση από την ομάδα των μεταφραστών. Στην καλύτερη περίπτωση, λοιπόν, θα μπορούσαν να θεωρηθούν απλώς προσθήκες σε εκείνο το έργο.
Επιπλέον, ενώ οι ελληνόφωνοι Ιουδαίοι της Αλεξάνδρειας εισήγαγαν τελικά τέτοιου είδους απόκρυφα συγγράμματα στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και προφανώς τα θεωρούσαν μέρος ενός διευρυμένου κανόνα ιερών συγγραμμάτων, η προαναφερθείσα δήλωση του Ιώσηπου δείχνει ότι ποτέ δεν συγκαταλέχθηκαν αυτά στον Κανόνα της Ιερουσαλήμ, ή αλλιώς της Παλαιστίνης, και δεν θεωρούνταν παρά υποδεέστερα, το πολύ, συγγράμματα μη θεϊκής προέλευσης. Γι’ αυτό και η Ιουδαϊκή Σύνοδος της Ιάμνειας (περίπου το 90 Κ.Χ.) απέκλεισε ρητά όλα αυτά τα συγγράμματα από τον Εβραϊκό κανόνα.
Το ότι η θέση των Ιουδαίων αναφορικά με αυτό το ζήτημα χρειάζεται να ληφθεί σοβαρά υπόψη το δηλώνει σαφώς ο απόστολος Παύλος στα εδάφια Ρωμαίους 3:1, 2.
Επιπρόσθετη αρχαία μαρτυρία. Μία από τις κύριες εξωτερικές αποδείξεις για τη μη κανονικότητα των Απόκρυφων είναι το γεγονός ότι κανένας από τους συγγραφείς των Χριστιανικών Γραφών δεν παρέθεσε από αυτά τα βιβλία. Ενώ αυτό το στοιχείο από μόνο του δεν είναι καθοριστικό, δεδομένου ότι τα συγγράμματά τους δεν περιέχουν παραθέσεις ούτε από μερικά βιβλία τα οποία αναγνωρίζονται ως κανονικά, όπως τα βιβλία Εσθήρ, Εκκλησιαστής και Άσμα Ασμάτων, εντούτοις το γεγονός ότι κανένα από τα απόκρυφα συγγράμματα δεν παρατίθεται ούτε μία φορά έχει ασφαλώς βαρύνουσα σημασία.
Επίσης αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κορυφαίοι Βιβλικοί λόγιοι και «πατέρες της εκκλησίας» που έζησαν τους πρώτους αιώνες της Κοινής Χρονολογίας προσέδωσαν γενικά κατώτερη θέση στα Απόκρυφα. Ο Ωριγένης, που έζησε στις αρχές του τρίτου αιώνα Κ.Χ., έπειτα από ενδελεχή έρευνα διαχώρισε αυτά τα συγγράμματα από εκείνα του γνήσιου κανόνα. Ο Αθανάσιος, ο Κύριλλος των Ιεροσολύμων, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Αμφιλόχιος, που όλοι τους έζησαν τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ., κατάρτισαν καταλόγους με τα ιερά συγγράμματα σε αρμονία με τον Εβραϊκό κανόνα και είτε αγνόησαν είτε έθεσαν σε δευτερεύουσα κατηγορία αυτά τα πρόσθετα συγγράμματα.
Ο Ιερώνυμος, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως «ο καλύτερος λόγιος της εβραϊκής γλώσσας» στους εκκλησιαστικούς κύκλους των πρώτων αιώνων και ο οποίος ολοκλήρωσε τη λατινική Βουλγάτα το 405 Κ.Χ., τάχθηκε ξεκάθαρα κατά των απόκρυφων βιβλίων, και μάλιστα ήταν ο πρώτος που εφάρμοσε ρητά σε αυτά τα συγγράμματα τη λέξη «Απόκρυφα» με την έννοια των μη κανονικών. Έτσι λοιπόν, στον πρόλογό του για τα βιβλία του Σαμουήλ και των Βασιλέων, ο Ιερώνυμος απαριθμεί τα θεόπνευστα βιβλία των Εβραϊκών Γραφών σε αρμονία με τον Εβραϊκό κανόνα (στον οποίο τα 39 βιβλία ομαδοποιούνται σε 22) και κατόπιν αναφέρει: «Άρα, υπάρχουν είκοσι δύο βιβλία . . . Αυτός ο πρόλογος των Γραφών μπορεί να χρησιμεύσει ως έγκυρη προσέγγιση για όλα τα βιβλία που μεταφράζουμε από την εβραϊκή στη λατινική, ώστε να γνωρίζουμε πως οτιδήποτε πέρα από αυτά πρέπει να τοποθετηθεί στα απόκρυφα». Συμβουλεύοντας κάποια κυρία ονόματι Λαέτα σχετικά με την εκπαίδευση της κόρης της, ο Ιερώνυμος έγραψε τα εξής σε μια επιστολή του: «Ας αποφύγει όλα τα απόκρυφα βιβλία, και αν ποτέ θελήσει να τα διαβάσει, όχι επειδή είναι αληθινές οι δοξασίες τους αλλά από σεβασμό προς τις θαυμαστές ιστορίες τους, ας γνωρίζει ότι δεν έχουν πραγματικά γραφτεί από εκείνους στους οποίους αποδίδονται, ότι υπάρχουν πολλά λανθασμένα στοιχεία σε αυτά και ότι απαιτείται μεγάλη ικανότητα για να ψάχνεις χρυσάφι στη λάσπη».—Επιστολή CVII προς Λαέτα.
Διαφορετικές απόψεις μεταξύ των Καθολικών. Η τάση προς την ενσωμάτωση αυτών των πρόσθετων συγγραμμάτων στα κανονικά βιβλία ξεκίνησε βασικά από τον Αυγουστίνο (354-430 Κ.Χ.), μολονότι ακόμη και αυτός σε μεταγενέστερα έργα του αναγνώρισε ότι υπήρχε σαφής διάκριση μεταξύ των βιβλίων του Εβραϊκού κανόνα και τέτοιων «εξωτερικών βιβλίων». Η Καθολική Εκκλησία, ωστόσο, ακολουθώντας το δρόμο που χάραξε ο Αυγουστίνος, συμπεριέλαβε τέτοιου είδους πρόσθετα συγγράμματα στον κανόνα των ιερών βιβλίων τον οποίο καθόρισε η Σύνοδος της Καρχηδόνας το 397 Κ.Χ. Την οριστική της όμως έγκριση για την αποδοχή αυτών των προσθηκών στον κατάλογό της με τα βιβλία της Αγίας Γραφής την έδωσε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία πολύ αργότερα, το 1546 Κ.Χ. στη Σύνοδο του Τριδέντου, και αυτή η ενέργεια κρίθηκε απαραίτητη επειδή, ακόμη και μέσα στους κόλπους της εκκλησίας, παρέμενε η διάσταση απόψεων για αυτά τα συγγράμματα. Ο Τζον Ουίκλιφ, ο Ρωμαιοκαθολικός ιερέας και λόγιος ο οποίος το 14ο αιώνα, με τη μεταγενέστερη συμβολή του Νικόλαου Χέρφορντ, μετέφρασε για πρώτη φορά την Αγία Γραφή στην αγγλική, περιέλαβε μεν τα Απόκρυφα στο έργο του, αλλά δήλωσε στην εισαγωγή αυτής της μετάφρασης ότι τέτοιου είδους συγγράμματα «στερούνται εγκυρότητας όσον αφορά την πίστη». Ο Δομινικανός Καρδινάλιος Καγιετάν, κορυφαίος Καθολικός θεολόγος της εποχής του (1469-1534 Κ.Χ.) τον οποίο ο Κλήμης Ζ΄ αποκάλεσε το «λυχνάρι της Εκκλησίας», διαχώρισε και αυτός τα βιβλία του γνήσιου Εβραϊκού κανόνα από τα απόκρυφα έργα, επικαλούμενος τα συγγράμματα του Ιερώνυμου ως αυθεντία.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Σύνοδος του Τριδέντου δεν αποδέχτηκε όλα τα συγγράμματα που είχαν εγκριθεί παλιότερα από την προγενέστερη Σύνοδο της Καρχηδόνας, αλλά απέρριψε τρία από αυτά: την Προσευχή του Μανασσή και τα βιβλία 1 και 2 Έσδρας (όχι τα 1 και 2 Έσδρας που, στην Καθολική μετάφραση Ντουαί, αντιστοιχούν στα βιβλία του Έσδρα και του Νεεμία). Συνεπώς, ενώ εκείνα τα τρία συγγράμματα εμφανίζονταν στην εγκεκριμένη λατινική Βουλγάτα επί 1.100 και πλέον χρόνια, με την απόφαση αυτή αποκλείστηκαν.
Εσωτερικές αποδείξεις. Οι εσωτερικές αποδείξεις αυτών των απόκρυφων συγγραμμάτων βαραίνουν ακόμη περισσότερο κατά της κανονικότητάς τους από ό,τι οι εξωτερικές. Απουσιάζει εντελώς το προφητικό στοιχείο. Τα περιεχόμενα και οι διδασκαλίες τους έρχονται ενίοτε σε σύγκρουση με τα κανονικά βιβλία, ενώ χαρακτηρίζονται και από εσωτερικές αντιφάσεις. Βρίθουν από ιστορικές και γεωγραφικές ανακρίβειες και αναχρονισμούς. Σε μερικές περιπτώσεις οι συγγραφείς είναι ένοχοι ανεντιμότητας, αποδίδοντας ψευδώς τα έργα τους σε προγενέστερους θεόπνευστους συγγραφείς. Φανερώνουν επιρροές από την ελληνική ειδωλολατρία και σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούν εξεζητημένη γλώσσα και λογοτεχνικό ύφος εντελώς ξένο προς τις θεόπνευστες Γραφές. Δύο από τους συγγραφείς υπαινίσσονται ότι δεν ήταν θεόπνευστοι. (Βλέπε Πρόλογο Σοφίας Σειράχ· Β΄ Μακκαβαίων 2:23-31· 15:37-39.) Συνεπώς, μπορεί να λεχθεί ότι οι σημαντικότερες αποδείξεις κατά της κανονικότητας των Απόκρυφων είναι τα ίδια τα Απόκρυφα. Ακολουθεί εξέταση των επιμέρους βιβλίων:
Τωβίτ (Τωβίας). Η αφήγηση ενός θεοσεβούς Ιουδαίου από τη φυλή του Νεφθαλί, ο οποίος εξορίζεται στη Νινευή και τυφλώνεται όταν τα περιττώματα ενός πουλιού πέφτουν στα μάτια του. Στέλνει το γιο του, τον Τωβία, στη Μηδία για να εισπράξει ένα χρέος, και ο Τωβίας οδηγείται από έναν άγγελο με ανθρώπινη μορφή στα Εκβάτανα (στις Ράγες, σύμφωνα με ορισμένα χειρόγραφα). Στη διαδρομή παίρνει την καρδιά, το συκώτι και τη χολή ενός ψαριού. Συναντάει μια χήρα η οποία, αν και παντρεύτηκε εφτά φορές, παραμένει παρθένα επειδή ο Ασμοδαίος, το πονηρό πνεύμα, σκότωνε όλους τους συζύγους της τη νύχτα του γάμου τους. Με την υποκίνηση του αγγέλου, ο Τωβίας παντρεύεται την παρθένα χήρα και διώχνει το δαίμονα καίγοντας την καρδιά και το συκώτι του ψαριού. Όταν γυρίζει στο σπίτι του, αποκαθιστά την όραση του πατέρα του χρησιμοποιώντας τη χολή του ψαριού.
Πολύ πιθανώς, η ιστορία γράφτηκε αρχικά στην αραμαϊκή, περίπου τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ., όπως υπολογίζεται. Από τις δεισιδαιμονίες και τα λάθη που υπάρχουν στην αφήγηση, είναι εμφανές ότι δεν είναι θεόπνευστη. Μια από τις ανακρίβειες που περιέχει είναι η εξής: Η αφήγηση λέει πως, όταν ο Τωβίτ ήταν νέος, είδε την ανταρσία των βόρειων φυλών, η οποία συνέβη το 997 Π.Κ.Χ. μετά το θάνατο του Σολομώντα (Τωβίτ 1:4, 5), και επίσης ότι αργότερα εξορίστηκε στη Νινευή μαζί με τη φυλή του Νεφθαλί, το 740 Π.Κ.Χ. (Τωβίτ 1:10-13) Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι ο Τωβίτ έζησε πάνω από 257 χρόνια, αλλά στα εδάφια Τωβίτ 14:1-3 (Dy) λέει ότι πέθανε σε ηλικία 102 ετών.
Ιουδίθ. Αφήγηση που αφορά μια όμορφη Ιουδαία χήρα από την πόλη «Βεθουλία». Ο Ναβουχοδονόσορ στέλνει έναν αξιωματικό του, τον Ολοφέρνη, σε εκστρατεία προς τη Δ για να καταλύσει κάθε είδους λατρεία εκτός από τη λατρεία του ίδιου του Ναβουχοδονόσορα. Ενώ οι Ιουδαίοι πολιορκούνται στη Βεθουλία, η Ιουδίθ προσποιείται ότι θα προδώσει τους Ιουδαίους και έτσι της επιτρέπεται η είσοδος στο στρατόπεδο του Ολοφέρνη, όπου του δίνει ψεύτικη αναφορά για τις συνθήκες στην πόλη. Σε ένα συμπόσιο, στο οποίο ο Ολοφέρνης μεθάει, εκείνη βρίσκει την ευκαιρία να τον αποκεφαλίσει με το ίδιο του το σπαθί και ύστερα γυρίζει στη Βεθουλία με το κεφάλι του. Το επόμενο πρωί επικρατεί αναστάτωση στο στρατόπεδο των εχθρών και οι Ιουδαίοι κερδίζουν ολοκληρωτική νίκη.
Όπως σχολιάζει η Καθολική μετάφραση Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ στην Εισαγωγή των Βιβλίων Τωβίτ, Ιουδίθ και Εσθήρ: «Ιδιαίτερα το βιβλίο της Ιουδίθ αψηφά κατάφωρα την ιστορία και τη γεωγραφία». Ανάμεσα στις ασυνέπειες που επισημαίνει αυτή η εισαγωγή είναι και η εξής: Τα γεγονότα αναφέρονται σαν να συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα, ο οποίος αποκαλείται ο βασιλιάς «που κυβερνούσε τους Ασσυρίους στη μεγάλη πόλη Νινευή». (Ιουδίθ 1:1, 7) Η εισαγωγή και οι υποσημειώσεις αυτής της μετάφρασης επισημαίνουν ότι ο Ναβουχοδονόσορ ήταν βασιλιάς της Βαβυλωνίας και ότι ποτέ δεν βασίλεψε στη Νινευή, καθότι η Νινευή είχε καταστραφεί νωρίτερα από τον πατέρα του Ναβουχοδονόσορα τον Ναβοπολασσάρ.
Όσον αφορά τη διαδρομή που ακολούθησε ο στρατός του Ολοφέρνη, αυτή η Εισαγωγή δηλώνει ότι είναι «γεωγραφικά ανέφικτη». Το Εικονογραφημένο Λεξικό της Βίβλου ([The Illustrated Bible Dictionary] Τόμ. 1, σ. 76) σχολιάζει: «Η ιστορία είναι εντελώς φανταστική—αλλιώς οι ανακρίβειές της θα ήταν ανήκουστες».—Επιμέλεια Τζ. Ντ. Ντάγκλας, 1980.
Το βιβλίο θεωρείται ότι γράφτηκε στην Παλαιστίνη κατά τη διάρκεια της ελληνικής περιόδου, προς το τέλος του δεύτερου αιώνα ή στην αρχή του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ. Πιστεύεται ότι αρχικά γράφτηκε στην εβραϊκή.
Προσθήκες στο Βιβλίο της Εσθήρ. Πρόκειται για έξι πρόσθετες περικοπές. Η πρώτη τοποθετείται πριν από το πρώτο κεφάλαιο σε μερικά αρχαία ελληνικά και λατινικά κείμενα και περιέχει 17 εδάφια που εξιστορούν ένα όνειρο του Μαροδοχαίου και το πώς αυτός αποκάλυψε μια συνωμοσία κατά του βασιλιά. Μετά το εδάφιο 3:13, η δεύτερη προσθήκη παρουσιάζει το κείμενο του διατάγματος του βασιλιά κατά των Ιουδαίων. Η τρίτη προσθήκη, στο τέλος του 4ου κεφαλαίου, περιέχει προσευχές του Μαροδοχαίου και της Εσθήρ. Η τέταρτη ακολουθεί μετά το εδάφιο 5:1 και εξιστορεί την ακρόαση που είχε η Εσθήρ ενώπιον του βασιλιά. Μετά το εδάφιο 8:12 βρίσκεται η πέμπτη προσθήκη και περιέχει το διάταγμα του βασιλιά που επέτρεπε στους Ιουδαίους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Στο τέλος του βιβλίου ερμηνεύεται το όνειρο που παρουσιάζεται στην απόκρυφη εισαγωγή.
Τα σημεία όπου τοποθετούνται αυτές οι προσθήκες ποικίλλουν στις διάφορες μεταφράσεις, καθώς μερικές τις βάζουν όλες μαζί στο τέλος του βιβλίου (όπως ο Ιερώνυμος στη δική του μετάφραση) ενώ άλλες τις τοποθετούν διάσπαρτες στο κανονικό κείμενο.
Στο πρώτο από αυτά τα απόκρυφα τμήματα, λέγεται ότι ο Μαροδοχαίος συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των αιχμαλώτων που πήρε ο Ναβουχοδονόσορ το 617 Π.Κ.Χ., καθώς και ότι κατείχε σημαίνουσα θέση στην αυλή του βασιλιά το δεύτερο χρόνο του Ασσουήρη (Αρταξέρξη, όπως λέει το ελληνικό κείμενο), πάνω από έναν αιώνα αργότερα. Η δήλωση ότι ο Μαροδοχαίος κατείχε τόσο σημαντική θέση στην αρχή της βασιλείας του Ασσουήρη συγκρούεται με το κανονικό τμήμα του βιβλίου της Εσθήρ. Οι απόκρυφες προσθήκες πιστεύεται ότι είναι έργο Ιουδαίου από την Αίγυπτο και ότι γράφτηκαν το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ.
Σοφία Σολομώντος. Πραγματεία η οποία εξυμνεί τα οφέλη που αποκομίζουν όσοι εκζητούν τη θεϊκή σοφία. Η σοφία προσωποποιείται ως ουράνια γυναίκα, ενώ στο κείμενο περιλαμβάνεται και η προσευχή του Σολομώντα για σοφία. Το τελευταίο μέρος ανασκοπεί την ιστορία από τον Αδάμ μέχρι την κατάκτηση της Χαναάν, αντλώντας από αυτήν παραδείγματα για τις ευλογίες που απορρέουν από τη σοφία και για τις συμφορές που προκαλούνται από την έλλειψη σοφίας. Εξετάζεται επίσης το πόσο ανόητη είναι η λατρεία των ειδώλων.
Μολονότι το βιβλίο δεν κατονομάζει ευθέως τον Σολομώντα, σε ορισμένα σημεία τον παρουσιάζει ως το συγγραφέα του. (Σοφία Σολομώντος 9:7, 8, 12) Ωστόσο, το βιβλίο παραθέτει αποσπάσματα από βιβλία της Γραφής τα οποία γράφτηκαν αιώνες μετά το θάνατο του Σολομώντα (περ. 998 Π.Κ.Χ.), και μάλιστα τα παραθέτει από τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η οποία ξεκίνησε να συντάσσεται περίπου το 280 Π.Κ.Χ. Πιστεύεται ότι ο συγγραφέας είναι Ιουδαίος από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο οποίος έγραψε το βιβλίο στα μέσα του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ. περίπου.
Ο συγγραφέας επιδεικνύει ισχυρή εξάρτηση από την ελληνική φιλοσοφία. Χρησιμοποιεί πλατωνική ορολογία καθώς προάγει το δόγμα της αθανασίας της ανθρώπινης ψυχής. (Σοφία Σολομώντος 2:23· 3:2, 4) Άλλες ειδωλολατρικές αντιλήψεις που παρουσιάζονται είναι η προΰπαρξη των ανθρώπινων ψυχών και η άποψη ότι το σώμα είναι εμπόδιο ή τροχοπέδη για την ψυχή. (8:19, 20· 9:15) Η παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων από τον Αδάμ μέχρι τον Μωυσή εξωραΐζεται με πολλές φανταστικές λεπτομέρειες που συχνά έρχονται σε αντίθεση με την αφήγηση των κανονικών βιβλίων.
Ενώ μερικά εγκυκλοπαιδικά έργα επιχειρούν να εντοπίσουν αντιστοιχίες ανάμεσα σε αποσπάσματα αυτού του απόκρυφου έργου και σε μεταγενέστερα συγγράμματα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, η ομοιότητα είναι συνήθως ελάχιστη, ενώ ακόμη και όταν είναι κάπως μεγαλύτερη δεν υποδηλώνει ότι οι Χριστιανοί συγγραφείς παρέθεσαν από αυτό το απόκρυφο βιβλίο, αλλά αντίθετα ότι παρέθεσαν από τις κανονικές Εβραϊκές Γραφές τις οποίες χρησιμοποίησε και ο συγγραφέας του εν λόγω απόκρυφου έργου.
Σοφία Σειράχ. Αυτό το βιβλίο, το οποίο ονομάζεται επίσης Σοφία του Ιησού, Γιου του Σειράχ, ξεχωρίζει επειδή είναι το μεγαλύτερο από τα απόκρυφα βιβλία και το μόνο του οποίου γνωρίζουμε το συγγραφέα—ήταν ο Ιησούς μπεν-Σειράχ από την Ιερουσαλήμ. Ο συγγραφέας πραγματεύεται τη φύση της σοφίας και την εφαρμογή της για επιτυχημένη ζωή. Η τήρηση του Νόμου τονίζεται με έμφαση. Δίνονται συμβουλές για πολλούς τομείς της κοινωνικής συμπεριφοράς και της καθημερινής ζωής, ενώ περιλαμβάνονται σχόλια για τους τρόπους στο τραπέζι, για τα όνειρα και τα ταξίδια. Το τελευταίο μέρος κάνει μια αναδρομή σε σημαντικές προσωπικότητες του Ισραήλ, καταλήγοντας στον αρχιερέα Σίμωνα Β΄.
Αντίθετα με τη δήλωση του Παύλου στα εδάφια Ρωμαίους 5:12-19, η οποία θεωρεί υπεύθυνο τον Αδάμ για την αμαρτία, η Σοφία Σειράχ λέει: «Απ’ τη γυναίκα η αμαρτία ξεκίνησε και εξ αιτίας της πεθαίνουμε όλοι». (25:24, ΜΠΚ) Ο συγγραφέας προτιμάει επίσης “οποιαδήποτε κακία, όχι όμως την κακία της γυναίκας”.—25:13, ΜΠΚ.
Το βιβλίο γράφτηκε αρχικά στην εβραϊκή στις αρχές του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. Αποσπάσματά του περιέχονται στο Ιουδαϊκό Ταλμούδ.
Βαρούχ και Επιστολή του Ιερεμία. Τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου του Βαρούχ έχουν γραφτεί με τέτοιον τρόπο ώστε να φαίνεται ότι συγγραφέας είναι ο φίλος και γραμματέας του Ιερεμία, ο Βαρούχ, η δε Επιστολή παρουσιάζεται σαν να είναι γραμμένη από τον ίδιο τον Ιερεμία. Σε αυτά τα κείμενα περιέχονται εκφράσεις μετάνοιας των εξόριστων Ιουδαίων στη Βαβυλώνα και προσευχές για βοήθεια, προτροπές για να ακολουθείται η οδός της σοφίας, ενθάρρυνση για να μη σβήσει η ελπίδα στην υπόσχεση της απελευθέρωσης και αποκήρυξη της βαβυλωνιακής ειδωλολατρίας.
Ο Βαρούχ παρουσιάζεται σαν να βρίσκεται στη Βαβυλώνα (Βαρούχ 1:1, 2), ενώ σύμφωνα με τη Βιβλική αφήγηση πήγε στην Αίγυπτο όπως και ο Ιερεμίας—δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι πήγε ποτέ στη Βαβυλώνα. (Ιερ 43:5-7) Αντίθετα με την προφητεία του Ιερεμία η οποία λέει ότι η ερήμωση του Ιούδα στη διάρκεια της βαβυλωνιακής εξορίας θα διαρκούσε 70 χρόνια (Ιερ 25:11, 12· 29:10), το 2ο εδάφιο της Επιστολής του Ιερεμία λέει στους Ιουδαίους ότι θα βρίσκονται στη Βαβυλώνα επί εφτά γενιές και ύστερα θα απελευθερωθούν.
Ο Ιερώνυμος δηλώνει στον πρόλογό του για το βιβλίο του Ιερεμία: «Δεν θεώρησα το βιβλίο του Βαρούχ άξιο μετάφρασης». Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ (σ. 1128), στην εισαγωγή του ίδιου βιβλίου, υποδεικνύει ότι τμήματα του εν λόγω συγγράμματος ίσως γράφτηκαν πολύ αργότερα—το δεύτερο ή τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ.—και επομένως από άλλον συγγραφέα (ή συγγραφείς), όχι από τον Βαρούχ. Η αρχική γλώσσα ήταν πιθανότατα η εβραϊκή.
Ύμνος των Τριών Παίδων. Αυτή η προσθήκη στο βιβλίο του Δανιήλ τοποθετείται μετά το εδάφιο Δανιήλ 3:23. Αποτελείται από 67 εδάφια στα οποία παρουσιάζεται μια προσευχή την οποία υποτίθεται ότι κάνει ο Αζαρίας μέσα στο φλεγόμενο καμίνι, κατόπιν αναφέρεται ότι ένας άγγελος έσβησε την πύρινη φλόγα και τέλος παρατίθεται ένας ύμνος τον οποίο ψάλλουν οι τρεις Εβραίοι μέσα στο καμίνι. Ο ύμνος μοιάζει πολύ με τον 148ο Ψαλμό. Ωστόσο, οι αναφορές του στο ναό, στους ιερείς και στα χερουβείμ δεν ταιριάζουν με τη χρονική περίοδο στην οποία φέρεται ότι ψάλθηκε ο ύμνος. Είναι πιθανό να γράφτηκε αρχικά στην εβραϊκή και θεωρείται ότι είναι έργο του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ.
Σουσάννα. Αυτή η σύντομη ιστορία αφηγείται ένα περιστατικό από τη ζωή της όμορφης συζύγου του Ιωακίμ, ενός πλούσιου Ιουδαίου στη Βαβυλώνα. Ενώ η Σουσάννα λούζεται, την πλησιάζουν δύο Ιουδαίοι πρεσβύτεροι οι οποίοι την πιέζουν να διαπράξει μοιχεία μαζί τους, όταν όμως αυτή αρνείται, εκείνοι κατασκευάζουν μια ψεύτικη κατηγορία εναντίον της. Στη δίκη καταδικάζεται σε θάνατο, αλλά ο νεαρός Δανιήλ ξεσκεπάζει με επιδεξιότητα τους δύο πρεσβυτέρους και η Σουσάννα αθωώνεται. Δεν είναι βέβαιο ποια ήταν η αρχική γλώσσα του βιβλίου. Θεωρείται ότι γράφτηκε στη διάρκεια του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ. Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα τοποθετήθηκε πριν από το κανονικό βιβλίο του Δανιήλ, ενώ στη λατινική Βουλγάτα μετά. Μερικές εκδόσεις περιλαμβάνουν αυτή την ιστορία στο βιβλίο του Δανιήλ ως 13ο κεφάλαιο.
Βηλ και Δράκων. Αυτή είναι η τρίτη προσθήκη στο βιβλίο του Δανιήλ, την οποία μερικές μεταφράσεις τοποθετούν ως 14ο κεφάλαιο. Στην αφήγηση αυτή ο Βασιλιάς Κύρος απαιτεί από τον Δανιήλ να λατρέψει ένα είδωλο του θεού Βηλ. Ο Δανιήλ, σκορπίζοντας στάχτες στο πάτωμα του ναού και ανιχνεύοντας με αυτόν τον τρόπο τις πατημασιές, αποδεικνύει ότι το φαγητό που υποτίθεται ότι έτρωγε το είδωλο το έτρωγαν στην πραγματικότητα οι ειδωλολάτρες ιερείς και οι οικογένειές τους. Οι ιερείς θανατώνονται και ο Δανιήλ καταστρέφει το είδωλο. Ο βασιλιάς ζητάει από τον Δανιήλ να λατρέψει έναν ζωντανό δράκο. Ο Δανιήλ σκοτώνει το δράκο αλλά το εξαγριωμένο πλήθος τον ρίχνει στο λάκκο με τα λιοντάρια. Στη διάρκεια των εφτά ημερών του εγκλεισμού του, ένας άγγελος αρπάζει τον Αββακούμ από τα μαλλιά και μεταφέρει αυτόν και μια γαβάθα με μαγειρεμένο φαγητό από την Ιουδαία στη Βαβυλώνα για να δώσει τροφή στον Δανιήλ. Στη συνέχεια ο Αββακούμ επαναφέρεται στην Ιουδαία και ο Δανιήλ ελευθερώνεται από το λάκκο, όπου ρίχνονται και καταβροχθίζονται οι αντίπαλοί του. Και αυτή επίσης η προσθήκη θεωρείται ότι είναι του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ. Το Εικονογραφημένο Λεξικό της Βίβλου ([The Illustrated Bible Dictionary] Τόμ. 1, σ. 76) χαρακτηρίζει αυτές τις προσθήκες στο βιβλίο του Δανιήλ ως «συνονθύλευμα θρησκευτικών θρύλων».
Πρώτο Μακκαβαίων. Ιστορική αφήγηση του αγώνα των Ιουδαίων για ανεξαρτησία στη διάρκεια του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ., από την αρχή της βασιλείας του Αντίοχου του Επιφανούς (175 Π.Κ.Χ.) μέχρι το θάνατο του Σίμωνα Μακκαβαίου (περ. 134 Π.Κ.Χ.). Ασχολείται κυρίως με τα κατορθώματα του ιερέα Ματταθία και των γιων του, του Ιούδα, του Ιωνάθαν και του Σίμωνα, στις μάχες τους με τους Σελευκίδες της Συρίας.
Από όλα τα απόκρυφα έργα αυτό έχει τη μεγαλύτερη αξία λόγω των ιστορικών πληροφοριών που παρέχει για εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, όπως σχολιάζει Η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια ([The Jewish Encyclopedia] 1976, Τόμ. 8, σ. 243), σε αυτό «η ιστορία είναι γραμμένη από ανθρώπινη σκοπιά». Παρόμοια με τα άλλα απόκρυφα έργα, δεν αποτελούσε μέρος του θεόπνευστου Εβραϊκού κανόνα. Προφανώς γράφτηκε στην εβραϊκή περίπου στα τέλη του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ.
Δεύτερο Μακκαβαίων. Αν και τοποθετείται μετά το Πρώτο Μακκαβαίων, αυτή η αφήγηση αναφέρεται εν μέρει στην ίδια χρονική περίοδο (περ. 180 Π.Κ.Χ. μέχρι 160 Π.Κ.Χ.) αλλά δεν έχει τον ίδιο συγγραφέα με το Πρώτο Μακκαβαίων. Ο συγγραφέας παρουσιάζει το βιβλίο ως μια περίληψη των προγενέστερων έργων κάποιου Ιάσονα Κυρηναίου. Σε αυτό περιγράφονται οι διωγμοί των Ιουδαίων υπό τον Αντίοχο τον Επιφανή, η λεηλασία του ναού και η μετέπειτα επαναφιέρωσή του.
Η αφήγηση παρουσιάζει τον Ιερεμία, στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ, να μεταφέρει τη σκηνή της μαρτυρίας και την κιβωτό της διαθήκης σε μια σπηλιά του βουνού από το οποίο ο Μωυσής είδε τη γη Χαναάν. (Β΄ Μακκαβαίων 2:1-16) Η σκηνή της μαρτυρίας, βέβαια, είχε αντικατασταθεί από το ναό περί τα 420 χρόνια νωρίτερα.
Διάφορα εδάφια χρησιμοποιούνται στην Καθολική θεολογία για να υποστηρίξουν δοξασίες όπως η τιμωρία μετά το θάνατο (Β΄ Μακκαβαίων 6:26), η μεσολάβηση των αγίων (15:12-16) και η καταλληλότητα των προσευχών για τους νεκρούς (12:41-45).
Στην Εισαγωγή των Βιβλίων των Μακκαβαίων, Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ λέει σχετικά με το Δεύτερο Μακκαβαίων: «Το ύφος ταιριάζει με εκείνο των ελληνιστών συγγραφέων, παρότι δεν είναι από τα καλύτερα δείγματα: ενίοτε είναι στομφώδες και συχνά πομπώδες». Ο συγγραφέας του Δεύτερου Μακκαβαίων δεν προσποιείται ότι γράφει υπό θεϊκή έμπνευση, αφιερώνει δε μέρος του δεύτερου κεφαλαίου για να δικαιολογήσει την επιλογή της συγκεκριμένης μεθόδου που χρησιμοποιεί για να χειριστεί το θεματικό υλικό του. (Β΄ Μακκαβαίων 2:24-32) Ολοκληρώνοντας το έργο του, λέει: «Εδώ τελειώνω την αφήγησή μου. Αν αυτή είναι καλογραμμένη κι ανταποκρίνεται στα γεγονότα, αυτό ήταν και η δική μου επιθυμία. Κι αν είναι ατελής και μέτρια, εγώ έκανα το καλύτερο που μπορούσα».—Β΄ Μακκαβαίων 15:37, 38, ΜΠΚ.
Το βιβλίο γράφτηκε προφανώς στην ελληνική, μεταξύ του 134 Π.Κ.Χ. και της πτώσης της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ.
Μεταγενέστερα Απόκρυφα Έργα. Ιδίως από το δεύτερο αιώνα Κ.Χ. και μετά, συντάχθηκε ένας τεράστιος όγκος συγγραμμάτων που δήλωναν ότι ήταν θεόπνευστα και κανονικά και διατείνονταν ότι αφορούσαν τη Χριστιανική πίστη. Αυτά τα συγγράμματα, που συχνά αποκαλούνται «Απόκρυφη Καινή Διαθήκη», αποτελούν προσπάθειες μίμησης των Ευαγγελίων, των Πράξεων, των επιστολών και των αποκαλύψεων που περιέχονται στα κανονικά βιβλία των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Μεγάλο μέρος τους είναι γνωστό μόνο μέσω διασωθέντων αποσπασμάτων ή παραθέσεων από αυτά ή νύξεων άλλων συγγραφέων.
Αυτά τα συγγράμματα φανερώνουν μια προσπάθεια για παροχή πληροφοριών οι οποίες παραλείπονται σκόπιμα από τα θεόπνευστα συγγράμματα, όπως είναι διάφορες δραστηριότητες και γεγονότα που έχουν σχέση με τη ζωή του Ιησού από τα παιδικά του χρόνια μέχρι τον καιρό του βαφτίσματός του, ή μια προσπάθεια για κατασκευή στοιχείων τα οποία να υποστηρίζουν δοξασίες ή παραδόσεις που δεν βασίζονται στην Αγία Γραφή ή αντιφάσκουν με αυτήν. Λόγου χάρη, το λεγόμενο Κατά Θωμά Ευαγγέλιο της Παιδικής Ηλικίας του Ιησού και το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου βρίθουν από φανταστικές αφηγήσεις θαυμάτων που υποτίθεται ότι έκανε ο Ιησούς στην παιδική του ηλικία. Αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να παρουσιάζουν τον Ιησού ως ιδιότροπο και αναιδές παιδί, προικισμένο με εντυπωσιακές δυνάμεις. (Παράβαλε την αυθεντική αφήγηση των εδ. Λου 2:51, 52.) Οι απόκρυφες «Πράξεις», όπως οι «Πράξεις του Παύλου» και οι «Πράξεις του Πέτρου», δίνουν μεγάλη έμφαση στην πλήρη σεξουαλική αποχή και μάλιστα παρουσιάζουν τους αποστόλους να παροτρύνουν τις γυναίκες να χωρίσουν τους συζύγους τους, αντίθετα από την αυθεντική συμβουλή που δίνει ο Παύλος στο 7ο κεφάλαιο της πρώτης επιστολής προς τους Κορινθίους.
Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] Τόμ. 1, σ. 166) σχολιάζει ως εξής τέτοια μεταποστολικά απόκρυφα συγγράμματα: «Πολλά από αυτά είναι αναξιόλογα, μερικά άκρως μελοδραματικά, άλλα αποκρουστικά, ακόμη και σιχαμερά». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962) Το Νέο Στερεότυπο Λεξικό της Αγίας Γραφής, των Φανκ και Γουάγκναλς ([Funk and Wagnalls New Standard Bible Dictionary] 1936, σ. 56), σχολιάζει: «Αποτέλεσαν τη γόνιμη πηγή ιερών θρύλων και εκκλησιαστικών παραδόσεων. Σε αυτά ακριβώς τα βιβλία πρέπει να αναζητήσουμε την προέλευση μερικών δογμάτων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας».
Όπως εξαιρέθηκαν τα προγενέστερα απόκρυφα συγγράμματα από τις εγκεκριμένες προχριστιανικές Εβραϊκές Γραφές, έτσι και αυτά τα μεταγενέστερα απόκρυφα συγγράμματα δεν έγιναν δεκτά ως θεόπνευστα ούτε συμπεριλήφθηκαν ως κανονικά στις πρώτες συλλογές ή καταλόγους των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.—Βλέπε ΚΑΝΟΝΑΣ.
-
-
ΑπολλύωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΛΛΥΩΝ
[Καταστροφέας].
Πρόκειται για το ελληνικό όνομα που χρησιμοποιεί ο απόστολος Ιωάννης για να μεταφράσει το εβραϊκό «Αβαδδών» στο εδάφιο Αποκάλυψη 9:11. «Απολλύων» σημαίνει «Καταστροφέας» και αναφέρεται ως το όνομα “του αγγέλου της αβύσσου”. Αν και τα περισσότερα βοηθήματα μελέτης αποδίδουν αυτό το όνομα σε κάποιο πονηρό πρόσωπο ή δύναμη, το όλο σκηνικό του οράματος της Αποκάλυψης υποδεικνύει το αντίθετο, καθώς παρουσιάζει με συνέπεια αγγέλους που χρησιμοποιούνται από τον Θεό για να φέρουν συμφορές πάνω στους εχθρούς Του.
Η χρήση του ρήματος ἀπόλλυμι, από το οποίο παράγεται το όνομα «Απολλύων», το δείχνει αυτό καθαρά, για παράδειγμα στο εδάφιο Ιακώβου 4:12, που λέει για τον Θεό: «Ένας είναι νομοθέτης και κριτής, εκείνος που μπορεί να σώσει και να καταστρέψει». (Παράβαλε Ματ 10:28.) Το ακάθαρτο πνεύμα που εξέβαλε ο Ιησούς από κάποιον άνθρωπο σε μια συναγωγή στην Καπερναούμ αναγνώρισε τον Ιησού ως εκπρόσωπο του Θεού και είπε: «Τι σχέση έχουμε εμείς με εσένα, Ιησού Ναζωραίε; Ήρθες να μας καταστρέψεις;» (Μαρ 1:24· Λου 4:34) Ο Ιησούς προειδοποίησε τους αμετανόητους εναντιουμένους μεταξύ των ακροατών του ότι κινδύνευαν να καταστραφούν. (Λου 13:3-5· 20:16) Αυτές και άλλες περικοπές δείχνουν ότι ο εν λόγω τίτλος αναφέρεται στον δοξασμένο Χριστό Ιησού.—Παράβαλε Απ 19:11-16· Λου 8:31· βλέπε ΑΒΑΔΔΩΝ.
-
-
ΑπολλωνίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΛΛΩΝΙΑ
(Απολλωνία) [Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στον Απόλλωνα· Τόπος του Απόλλωνα].
Πόλη της Μακεδονίας που, όπως και αρκετές άλλες πόλεις στην περιοχή της Μεσογείου, πήρε το όνομά της από το θεό του ήλιου, τον Απόλλωνα. Βρισκόταν στην περιφέρεια της Μυγδονίας, περίπου 35 χλμ. από την Αμφίπολη και 45 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη, δηλαδή σε απόσταση οδοιπορίας μιας ημέρας περίπου από την καθεμιά. Ήταν χτισμένη πάνω στη μεγάλη ρωμαϊκή Εγνατία Οδό, Ν της λίμνης Βόλβης, αλλά δεν κατέχει εξέχουσα θέση στην ιστορία. Ο Παύλος και ο Σίλας πέρασαν από εκεί στη διάρκεια της δεύτερης ιεραποστολικής περιοδείας του Παύλου, πιθανότατα την άνοιξη ή στις αρχές του καλοκαιριού του έτους 50 Κ.Χ.—Πρ 17:1.
-
-
ΑπολλώςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΛΛΩΣ
(Απολλώς) [Καταστροφέας· συντετμημένη μορφή του Απολλώνιος].
Ιουδαίος από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ο οποίος διακρινόταν για την ευγλωττία του και ήταν καλός γνώστης των Εβραϊκών Γραφών. Φαίνεται ότι είχε λάβει μαρτυρία από μαθητές του Ιωάννη του Βαφτιστή ή από Χριστιανούς μάρτυρες πριν από την Πεντηκοστή, δεδομένου ότι «γνώριζε μόνο το βάφτισμα του Ιωάννη». (Πρ 18:24, 25) Ωστόσο, φλεγόταν από πεποίθηση, και όταν έφτασε στην Έφεσο γύρω στο 52 Κ.Χ., άρχισε να δίνει μαρτυρία στην τοπική συναγωγή. Αυτό τον έφερε σε επαφή με τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, οι οποίοι κάλυψαν μερικά από τα κενά που είχε στην κατανόηση των Χριστιανικών διδασκαλιών. Από την Έφεσο πέρασε στην Αχαΐα, εφοδιασμένος με μια συστατική επιστολή, και εκεί φαίνεται ότι έκανε επίκεντρο της δράσης του την Κόρινθο, όπου πριν από αυτόν είχε πάει ο Παύλος. Ο ενθουσιασμός και ο δυναμισμός με τον οποίο ανασκεύαζε, μέσω των Γραφών, τα επιχειρήματα των Ιουδαίων που δεν πίστευαν αποδείχτηκαν μεγάλη βοήθεια για τους αδελφούς εκεί. Με αυτόν τον τρόπο, εκείνος “πότισε ό,τι είχε φυτέψει ο Παύλος”.—Πρ 18:26-28· 19:1· 1Κο 3:6.
Δυστυχώς, όταν ο Παύλος έγραψε την πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους (περ. 55 Κ.Χ.), είχαν δημιουργηθεί φατρίες στην εκκλησία της Κορίνθου, και μερικοί έβλεπαν σαν αρχηγό τους τον εύγλωττο Απολλώ ενώ άλλοι προτιμούσαν τον Παύλο ή τον Πέτρο ή έμεναν προσκολλημένοι μόνο στον Χριστό. (1Κο 1:10-12) Η επιστολή του Παύλου διόρθωσε τον εσφαλμένο τρόπο σκέψης τους, επισημαίνοντας ότι ήταν επιτακτικό να υπάρχει ενότητα και ότι τα άτομα είναι σχετικά ασήμαντα εφόσον δεν είναι παρά διάκονοι οι οποίοι υπηρετούν υπό τον Θεό και τον Χριστό. (1Κο 3:4-9, 21-23· 4:6, 7) Φαίνεται ότι τότε ο Απολλώς πρέπει να βρισκόταν στην Έφεσο, από όπου έγραψε προφανώς ο Παύλος την πρώτη του επιστολή προς τους Κορινθίους, ή κάπου εκεί κοντά, γιατί ο Παύλος αναφέρει ότι παρότρυνε τον Απολλώ να επισκεφτεί την εκκλησία της Κορίνθου. (1Κο 16:12) Οι δισταγμοί του Απολλώ να πάει εκεί μπορεί να οφείλονταν στην ακατάλληλη νοοτροπία που επικρατούσε στην Κόρινθο ή απλώς στο ότι είχε ένα πεδίο δράσης το οποίο, όπως πίστευε ο ίδιος, απαιτούσε την αμέριστη προσοχή του για κάποιο διάστημα ακόμη. Όπως και να είχαν τα πράγματα, η σύντομη δήλωση του Παύλου δείχνει ότι αυτοί οι δύο δραστήριοι ιεραπόστολοι δεν είχαν επιτρέψει στις καταστάσεις να προκαλέσουν ρήγμα στη δική τους ενότητα. Η τελευταία αναφορά στον Απολλώ βρίσκεται στο εδάφιο Τίτο 3:13, όπου ο Παύλος ζητάει από τον Τίτο, ο οποίος τότε ήταν στην Κρήτη, να εφοδιάσει τον Απολλώ με κάποια πράγματα που χρειαζόταν για ένα ταξίδι.
-
-
ΑπολύτρωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΗ
Βλέπε ΛΥΤΡΟ.
-
-
ΑποσκευέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ
Η εβραϊκή λέξη κελί, που μερικές φορές αποδίδεται «αποσκευές», έχει ευρεία εφαρμογή. Η βασική έννοιά της είναι πιθανώς «δοχείο· θήκη».—Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
Τα στρατόπεδα, οι ταξιδιώτες, τα άτομα που πήγαιναν σε μια σύναξη μακριά από τα σπίτια τους, και ούτω καθεξής, μετέφεραν μαζί τους τα απαραίτητα ως «αποσκευές». (1Σα 10:21, 22· 17:22· 25:9-13) Ο Δαβίδ θέσπισε στον Ισραήλ τον κανόνα ότι οι άντρες που έμεναν πίσω να φυλάνε τις αποσκευές κατά τις εκστρατείες θα μοιράζονταν τα λάφυρα της νίκης εξίσου με τους άντρες που πολεμούσαν.—1Σα 30:21-25.
Στην Αίγυπτο ειπώθηκε να ετοιμαστεί για εξορία φτιάχνοντας “αποσκευές για εξορία”, καθώς ήταν βέβαιο ότι θα έπεφτε στα χέρια της Βαβυλώνας, όπως προειπώθηκε από τον προφήτη Ιερεμία. (Ιερ 46:13, 19) Στο φως της ημέρας, ο Ιεζεκιήλ έβγαλε έξω από το σπίτι του «αποσκευές για εξορία», ως μέρος μιας συμβολικής αναπαράστασης σχετικής με την επερχόμενη εξορία της Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα.—Ιεζ 12:1-4, 7-11.
-
-
Απόσταση Οδοιπορίας ΣαββάτουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΟΔΟΙΠΟΡΙΑΣ ΣΑΒΒΑΤΟΥ
Βλέπε ΤΑΞΙΔΙ.
-
-
ΑποστασίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ
Αυτός ο όρος προέρχεται από το ρήμα ἀφίστημι, που κατά κυριολεξία σημαίνει «στέκομαι μακριά από». Το ουσιαστικό έχει την έννοια «της απομάκρυνσης, της εγκατάλειψης ή του στασιασμού». (Πρ 21:21, υποσ.) Στην κλασική αρχαία ελληνική, το ουσιαστικό χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει την πολιτική αποσκίρτηση, το δε αντίστοιχο ρήμα χρησιμοποιείται προφανώς με αυτή την έννοια στο εδάφιο Πράξεις 5:37, σχετικά με τον Ιούδα τον Γαλιλαίο ο οποίος “έσυρε πίσω του” (ἀπέστησε, ένας τύπος του ρήματος ἀφίστημι) ακολούθους. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο στο εδάφιο Γένεση 14:4 αναφερόμενη σε έναν τέτοιον στασιασμό. Ωστόσο, στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές η εν λόγω λέξη χρησιμοποιείται σε σχέση κυρίως με τη θρησκευτική αποσκίρτηση, την αποχώρηση ή την εγκατάλειψη της ορθής πορείας, της αληθινής λατρείας και υπηρεσίας προς τον Θεό, και ως εκ τούτου την εγκατάλειψη των προηγούμενων πεποιθήσεων κάποιου, την ολοκληρωτική απομάκρυνση από τις αρχές ή την πίστη του. Οι θρησκευτικοί ηγέτες της Ιερουσαλήμ κατηγόρησαν τον Παύλο ότι αποστατούσε από το Μωσαϊκό Νόμο.
Μπορεί ορθά να λεχθεί ότι ο Αντίδικος του Θεού ήταν ο πρώτος αποστάτης, όπως υποδηλώνει το όνομα Σατανάς. Αυτός έκανε το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι να αποστατήσει. (Γε 3:1-15· Ιωα 8:44) Μετά τον Κατακλυσμό εκδηλώθηκε στασιασμός ενάντια στα λόγια που είπε ο Θεός του Νώε. (Γε 11:1-9) Αργότερα ο Ιώβ χρειάστηκε να υπερασπιστεί τον εαυτό του όταν κατηγορήθηκε για αποστασία από τους τρεις δήθεν παρηγορητές του. (Ιωβ 8:13· 15:34· 20:5) Στην υπεράσπισή του ο Ιώβ κατέδειξε ότι ο Θεός δεν ακούει τους αποστάτες (Ιωβ 13:16), ενώ παράλληλα κατέδειξε και την απελπιστική κατάσταση εκείνου που εκκόπτεται λόγω αποστασίας. (Ιωβ 27:8· παράβαλε επίσης τη δήλωση του Ελιού στα εδ. 34:30· 36:13.) Σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται το εβραϊκό ουσιαστικό χανέφ, που σημαίνει «αποξενωμένος από τον Θεό», δηλαδή αποστάτης. Το συγγενικό ρήμα χανέφ σημαίνει «αποκλίνω από τη σωστή σχέση με τον Θεό» ή «μιαίνω, οδηγώ σε αποστασία».—Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης (Lexicon in Veteris Testamenti Libros), των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 317.
Η Αποστασία στον Ισραήλ. Οι πρώτες δύο εντολές του Νόμου καταδίκαζαν κάθε είδους αποστασία. (Εξ 20:3-6) Επίσης, προτού εισέλθουν στην Υποσχεμένη Γη, οι Ισραηλίτες προειδοποιήθηκαν για το σοβαρό κίνδυνο της αποστασίας που θα προέκυπτε από την επιγαμία με ανθρώπους εκείνης της γης. (Δευ 7:3, 4) Ένα άτομο που υποκινούσε άλλους σε αποστασία, έστω και αν ήταν στενός συγγενής ή γαμήλιος σύντροφος, έπρεπε να θανατώνεται επειδή «έκανε λόγο για ανταρσία εναντίον του Ιεχωβά του Θεού σας». (Δευ 13:1-15) Οι φυλές του Ρουβήν, του Γαδ και του Μανασσή φρόντισαν να απαλλαχτούν γρήγορα από την κατηγορία της αποστασίας που τους προσάφθηκε όταν κατασκεύασαν ένα θυσιαστήριο.—Ιη 22:21-29.
Πολλοί βασιλιάδες του Ισραήλ και του Ιούδα ακολούθησαν αποστατική πορεία—παραδείγματος χάρη, ο Σαούλ (1Σα 15:11· 28:6, 7), ο Ιεροβοάμ (1Βα 12:28-32), ο Αχαάβ (1Βα 16:30-33), ο Οχοζίας (1Βα 22:51-53), ο Ιωράμ (2Χρ 21:6-15), ο Άχαζ (2Χρ 28:1-4) και ο Αμών (2Χρ 33:22, 23). Με τον καιρό, δημιουργήθηκε ένα έθνος αποστατών επειδή ο λαός άκουγε αποστάτες ιερείς και προφήτες (Ιερ 23:11, 15) και άλλους ανθρώπους χωρίς αρχές οι οποίοι, με μελιστάλακτα και ψεύτικα λόγια, τους οδηγούσαν σε έκλυτη διαγωγή και ανηθικότητα, και τους έκαναν να απομακρυνθούν από τον Ιεχωβά, «την πηγή του ζωντανού νερού». (Ησ 10:6· 32:6, 7· Ιερ 3:1· 17:13) Σύμφωνα με το εδάφιο Ησαΐας 24:5, ο ίδιος ο τόπος «μιάνθηκε [χανεφάχ] κάτω από τους κατοίκους του, γιατί αυτοί παρέκαμψαν τους νόμους, άλλαξαν τη διάταξη, παραβίασαν τη διαθήκη που παραμένει στον αιώνα». Όταν θα ερχόταν η προειπωμένη καταστροφή, δεν θα τους δειχνόταν καθόλου έλεος.—Ησ 9:17· 33:11-14· Σοφ 1:4-6.
Ποια χαρακτηριστικά διαχωρίζουν τους αποστάτες από τους αληθινούς Χριστιανούς;
Ο απόστολος Παύλος, στο εδάφιο 2 Θεσσαλονικείς 2:3, προείπε ότι θα εκδηλωνόταν αποστασία μεταξύ εκείνων που ομολογούσαν ότι είναι Χριστιανοί. Ανέφερε συγκεκριμένα ορισμένους αποστάτες, όπως ο Υμέναιος, ο Αλέξανδρος και ο Φιλητός. (1Τι 1:19, 20· 2Τι 2:16-19) Μερικές από τις ποικίλες αιτίες αποστασίας που αναφέρθηκαν στις αποστολικές προειδοποιήσεις ήταν η απιστία (Εβρ 3:12), η έλλειψη υπομονής κάτω από διωγμό (Εβρ 10:32-39), η απομάκρυνση από τις ορθές ηθικές αρχές (2Πε 2:15-22), το να δίνει κανείς προσοχή σε «πλαστά λόγια» ψευδοδιδασκάλων και «σε παροδηγητικούς εμπνευσμένους λόγους» (2Πε 2:1-3· 1Τι 4:1-3· 2Τι 2:16-19· παράβαλε Παρ 11:9), καθώς και το να προσπαθεί “να ανακηρυχτεί δίκαιος μέσω νόμου” (Γα 5:2-4). Οι αποστάτες, μολονότι εξακολουθούν να διακηρύττουν ότι πιστεύουν στο Λόγο του Θεού, ίσως εγκαταλείπουν την υπηρεσία του παίρνοντας στα ελαφρά το έργο κηρύγματος και διδασκαλίας που εκείνος έχει αναθέσει στους ακολούθους του Ιησού Χριστού. (Λου 6:46· Ματ 24:14· 28:19, 20) Ίσως ισχυρίζονται επίσης ότι υπηρετούν τον Θεό, αλλά απορρίπτουν τους εκπροσώπους του, το ορατό τμήμα της οργάνωσής του. (Ιου 8, 11· Αρ 16:19-21) Οι αποστάτες συχνά προσπαθούν να αποσπάσουν ακολούθους. (Πρ 20:30· 2Πε 2:1, 3) Τέτοια άτομα τα οποία εγκαταλείπουν εσκεμμένα τη Χριστιανική εκκλησία γίνονται μέρος του “αντίχριστου”. (1Ιω 2:18, 19) Όπως στην περίπτωση των αποστατών Ισραηλιτών, έτσι και για όσους αποστατούν από τη Χριστιανική εκκλησία προλέγεται καταστροφή.—2Πε 2:1· Εβρ 6:4-8· βλέπε ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΗ.
Κατά τη διάρκεια του διωγμού που υπέστη η πρώτη Χριστιανική εκκλησία από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ορισμένοι που ομολογούσαν ότι είναι Χριστιανοί πείθονταν ενίοτε να απαρνηθούν την ιδιότητα του Χριστιανού μαθητή, και όσοι το έκαναν αυτό υποχρεώνονταν να καταδείξουν την αποστασία τους προσφέροντας θυμίαμα μπροστά σε έναν ειδωλολατρικό θεό ή βλασφημώντας δημόσια το όνομα του Χριστού.
Είναι φανερό ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην πτώση λόγω αδυναμίας και στην απομάκρυνση που συνιστά αποστασία. Η απομάκρυνση αυτή υποδηλώνει οριστική και εσκεμμένη εγκατάλειψη του δρόμου της δικαιοσύνης. (1Ιω 3:4-8· 5:16, 17) Ανεξάρτητα από το αν η βάση της φαίνεται να είναι διανοητική, ηθική ή πνευματική, αποτελεί στασιασμό εναντίον του Θεού και απόρριψη του Λόγου της αλήθειας Του.—2Θε 2:3, 4· βλέπε ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ.
-
-
ΑπόστολοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Η λέξη ἀπόστολος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από το συχνά εμφανιζόμενο ρήμα ἀποστέλλω. (Ματ 10:5) Η βασική της έννοια φαίνεται καθαρά στη δήλωση του Ιησού: «Ο δούλος δεν είναι μεγαλύτερος από τον κύριό του ούτε είναι ο απεσταλμένος [ἀπόστολος, Κείμενο] μεγαλύτερος από εκείνον που τον έστειλε». (Ιωα 13:16) Με αυτή την έννοια, η λέξη εφαρμόζεται και στον Χριστό Ιησού ως «τον απόστολο και αρχιερέα τον οποίο ομολογούμε». (Εβρ 3:1· παράβαλε Ματ 10:40· 15:24· Λου 4:18, 43· 9:48· 10:16· Ιωα 3:17· 5:36, 38· 6:29, 57· 7:29· 8:42· 10:36· 11:42· 17:3, 8, 18, 21-25· 20:21.) Ο Ιησούς στάλθηκε από τον Θεό ως διορισμένος και εντεταλμένος εκπρόσωπός του.
Η λέξη, ωστόσο, εφαρμόζεται κατά κύριο λόγο στους μαθητές που επέλεξε προσωπικά ο Ιησούς για να αποτελέσουν ένα σώμα 12 διορισμένων εκπροσώπων. Τα ονόματα των 12 που επιλέχθηκαν αρχικά αναφέρονται στα εδάφια Ματθαίος 10:2-4· Μάρκος 3:16-19 και Λουκάς 6:13-16. Ένας από εκείνους τους 12, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, αποδείχτηκε προδότης, εκπληρώνοντας έτσι παλαιότερες προφητείες. (Ψλ 41:9· 109:8) Οι υπόλοιποι 11 πιστοί απόστολοι αναφέρονται και πάλι στο εδάφιο Πράξεις 1:13.
Μερικοί από τους αποστόλους ήταν μαθητές του Ιωάννη του Βαφτιστή προτού γίνουν μαθητές του Ιησού. (Ιωα 1:35-42) Οι έντεκα ήταν προφανώς Γαλιλαίοι (Πρ 2:7), ενώ ο μόνος που θεωρούνταν Ιουδαίος ήταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης. Προέρχονταν από την εργατική τάξη, μάλιστα για τέσσερις γνωρίζουμε σίγουρα ότι ήταν ψαράδες στο επάγγελμα, ενώ ένας ήταν εισπράκτορας φόρων. (Ματ 4:18-21· 9:9-13) Τουλάχιστον δύο φαίνεται ότι ήταν εξάδελφοι του Ιησού (ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου). Οι θρησκευτικοί ηγέτες τούς θεωρούσαν “αγράμματους και συνηθισμένους”, πράγμα που σήμαινε ότι είχαν λάβει απλώς τη βασική εκπαίδευση και δεν είχαν φοιτήσει σε σχολές ανώτερης μόρφωσης. Κάποιοι από αυτούς, περιλαμβανομένου και του Πέτρου (Κηφά), ήταν παντρεμένοι.—Πρ 4:13· 1Κο 9:5.
Από τους 12, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης φαίνεται ότι είχαν την πιο στενή σχέση με τον Ιησού. Μόνο αυτοί παρέστησαν στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Μαρ 5:35-43) και στη μεταμόρφωση του Ιησού (Ματ 17:1, 2), ενώ στον κήπο της Γεθσημανή αυτοί τον συνόδευσαν πιο πέρα από τους άλλους αποστόλους τη νύχτα της σύλληψής του. (Μαρ 14:32, 33) Ανάμεσα στον Ιησού και στον Ιωάννη φαίνεται ότι υπήρχε ιδιαίτερος δεσμός, και ο Ιωάννης είναι κατά γενική παραδοχή αυτός που περιγράφεται ως “ο μαθητής τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς”.—Ιωα 21:20-24· 13:23.
Η Επιλογή και η Πρώτη Περίοδος της Διακονίας Τους. Ο Ιησούς επέλεξε τους 12 ανάμεσα από μια μεγαλύτερη ομάδα μαθητών και τους ονόμασε «αποστόλους», «για να παραμένουν μαζί του και για να τους στέλνει [ἀποστέλλῃ, Κείμενο] να κηρύττουν και να έχουν εξουσία να εκβάλλουν τους δαίμονες». (Μαρ 3:13-15) Έκτοτε, εκείνοι όντως “παρέμειναν μαζί του”, έχοντας πολύ στενή συναναστροφή με αυτόν όλο το υπόλοιπο διάστημα της επίγειας διακονίας του και λαβαίνοντας διεξοδική προσωπική διδασκαλία και διακονική εκπαίδευση. (Ματ 10:1-42· Λου 8:1) Εφόσον συνέχισαν να διδάσκονται από τον Ιησού, εξακολούθησαν να αποκαλούνται «μαθητές», ιδιαίτερα σε αφηγήσεις περιστατικών τα οποία έλαβαν χώρα πριν από την Πεντηκοστή. (Ματ 11:1· 14:26· 20:17· Ιωα 20:2) Από τότε και έπειτα, αποκαλούνται με συνέπεια «απόστολοι». Όταν ο Ιησούς τούς διόρισε, τους έδωσε θαυματουργικές δυνάμεις για να γιατρεύουν και να εκβάλλουν δαίμονες, και ως έναν βαθμό χρησιμοποίησαν αυτές τις δυνάμεις κατά την περίοδο της διακονίας του Ιησού. (Μαρ 3:14, 15· 6:13· Ματ 10:1-8· Λου 9:6· παράβαλε Ματ 17:16.) Ωστόσο, αυτή η δραστηριότητα εμφανίζεται πάντοτε υποδεέστερη σε σχέση με το κύριο έργο τους, που ήταν το κήρυγμα. Αν και αποτελούσαν έναν στενό κύκλο ακολούθων, η διδασκαλία και η εκπαίδευσή τους δεν περιλάμβαναν μυστηριακές ιεροτελεστίες ή τελετουργίες.
Ανθρώπινες Αδυναμίες. Μολονότι ευνοήθηκαν πάρα πολύ ως απόστολοι του Γιου του Θεού, εκδήλωναν τα συνηθισμένα ανθρώπινα ελαττώματα και αδυναμίες. Ο Πέτρος είχε την τάση να είναι επιπόλαιος και παρορμητικός (Ματ 16:22, 23· Ιωα 21:7, 8), ο Θωμάς ήταν δύσπιστος (Ιωα 20:24, 25), ενώ ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης εκδήλωναν νεανική ανυπομονησία (Λου 9:49, 54). Φιλονικούσαν για το ποιος θα ήταν μελλοντικά ο μεγαλύτερος στην επίγεια βασιλεία την οποία περίμεναν ότι θα ίδρυε ο Ιησούς. (Ματ 20:20-28· Μαρ 10:35-45· παράβαλε Πρ 1:6· Λου 24:21.) Αναγνώρισαν ότι χρειάζονταν περισσότερη πίστη. (Λου 17:5· παράβαλε Ματ 17:20.) Παρότι είχαν στενή συναναστροφή με τον Ιησού επί χρόνια και γνώριζαν ότι ήταν ο Μεσσίας, την ώρα της σύλληψής του τον εγκατέλειψαν όλοι (Ματ 26:56), και μάλιστα την ταφή του την ανέλαβαν άλλοι. Οι απόστολοι δυσκολεύτηκαν στην αρχή να δεχτούν τη μαρτυρία των γυναικών που είδαν πρώτες τον Ιησού μετά την ανάστασή του. (Λου 24:10, 11) Επειδή φοβούνταν, συναθροίζονταν με κλειδωμένες τις πόρτες. (Ιωα 20:19, 26) Ο αναστημένος Ιησούς τούς έδωσε περαιτέρω διαφώτιση, και μετά την ανάληψή του στον ουρανό την 40ή ημέρα από την ανάστασή του, εκείνοι εκδήλωσαν μεγάλη χαρά και «ήταν συνεχώς στο ναό ευλογώντας τον Θεό».—Λου 24:44-53.
Δράση στη Χριστιανική Εκκλησία. Η έκχυση του πνεύματος του Θεού πάνω στους αποστόλους κατά την Πεντηκοστή τούς ενίσχυσε πολύ. Τα πρώτα πέντε κεφάλαια των Πράξεων των Αποστόλων πιστοποιούν τη μεγάλη αφοβιά τους, καθώς και την τόλμη με την οποία διακήρυτταν τα καλά νέα και την ανάσταση του Ιησού, παρά τις φυλακίσεις, τους ξυλοδαρμούς και τις απειλές των αρχόντων τους ότι θα τους σκότωναν. Σε εκείνη την αρχική περίοδο μετά την Πεντηκοστή, η δυναμική ηγεσία των αποστόλων, υπό την επενέργεια του αγίου πνεύματος, κατέληξε σε εκπληκτική αύξηση της Χριστιανικής εκκλησίας. (Πρ 2:41· 4:4) Η διακονία τους επικεντρώθηκε αρχικά στην Ιερουσαλήμ, κατόπιν περιέλαβε και τη Σαμάρεια, και τελικά ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο.—Πρ 5:42· 6:7· 8:5-17, 25· 1:8.
Το κύριο έργο που είχαν να επιτελέσουν ως απόστολοι ήταν να δώσουν μαρτυρία για το πώς ο Ιησούς εκπλήρωσε τους σκοπούς και τις προφητείες του Ιεχωβά Θεού, ιδιαίτερα δε για την ανάστασή του και την εξύψωσή του, καθώς και να κάνουν ένα έργο μαθήτευσης ανάμεσα σε όλα τα έθνη. Μάλιστα ο Ιησούς τούς τόνισε αυτή την αποστολή λίγο προτού αναληφθεί στον ουρανό. (Ματ 28:19, 20· Πρ 1:8, 22· 2:32-36· 3:15-26) Η μαρτυρία που έδιναν για την ανάσταση ήταν βασισμένη στα όσα είχαν δει ως αυτόπτες μάρτυρες.—Πρ 13:30-34.
Θαυματουργικές δυνάμεις. Επιπλέον, για να ενισχύσουν τη μαρτυρία τους, οι απόστολοι συνέχισαν να ασκούν τις θαυματουργικές δυνάμεις που τους είχε χορηγήσει προηγουμένως ο Ιησούς, καθώς και άλλα χαρίσματα του πνεύματος, τα οποία έλαβαν από την Πεντηκοστή και μετά. (Πρ 5:12· 9:36-40· βλέπε ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ [Χαρίσματα του Πνεύματος].) Παρότι και άλλα άτομα έλαβαν τέτοια θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος, η αφήγηση δείχνει ότι αυτό συνέβαινε μόνο όταν ήταν παρών ένας ή περισσότεροι απόστολοι ή όταν οι απόστολοι έθεταν τα χέρια τους πάνω στα άτομα αυτά. Ο Παύλος, αν και δεν ήταν από τους 12, υπηρέτησε και ο ίδιος κατ’ αυτόν τον τρόπο ως απόστολος διορισμένος προσωπικά από τον Ιησού Χριστό. (Πρ 2:1, 4, 14· 8:14-18· 10:44· 19:6) Επομένως, μόνο αυτοί οι απόστολοι είχαν τη δύναμη να μεταδίδουν τέτοια χαρίσματα. Έτσι λοιπόν, τέτοιου είδους θαυματουργικά χαρίσματα επρόκειτο να παρέλθουν όταν θα παρέρχονταν αυτοί οι απόστολοι καθώς και όσοι είχαν λάβει αυτά τα χαρίσματα μέσω των αποστόλων (1Κο 13:2, 8-11), γι’ αυτό και διαβάζουμε ότι οι εν λόγω δυνάμεις «έλειπαν από την εκκλησία του 2ου αιώνα, οι συγγραφείς δε εκείνης της περιόδου τις περιέγραφαν ως κάτι που ανήκε στο παρελθόν—και μάλιστα στην αποστολική εποχή».—Το Εικονογραφημένο Λεξικό της Βίβλου (The Illustrated Bible Dictionary), επιμέλεια Τζ. Ντ. Ντάγκλας, 1980, Τόμ. 1, σ. 79.
Διαχειριστικός ρόλος. Οι απόστολοι έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στο σχηματισμό, στην οργάνωση και ακολούθως στην καθοδήγηση της Χριστιανικής εκκλησίας. (1Κο 12:28· Εφ 4:11) Παρότι πλαισιώνονταν από άλλους «πρεσβυτέρους» σε αυτόν το ρόλο επίβλεψης, οι ίδιοι αποτελούσαν κύριο μέρος του κυβερνώντος σώματος της επεκτεινόμενης Χριστιανικής εκκλησίας, το οποίο σώμα αναγνωριζόταν από τους πρώτους Χριστιανούς παντού ως ο αγωγός επικοινωνίας που χρησιμοποιούσε ο Θεός για τη λήψη αποφάσεων και την παροχή κατεύθυνσης σχετικά με τις υποθέσεις της εκκλησίας σε όλη τη γη. (Πρ 2:42· 8:14-17· 11:22· 15:1, 2, 6-31· 16:4, 5) Κάτι τέτοιο ήταν δυνατόν να ισχύει για αυτούς τους άντρες μόνο χάρη στην εκπλήρωση των υποσχέσεων για καθοδήγηση από το άγιο πνεύμα του Θεού. (Ιωα 15:26, 27) Αυτή η βοήθεια τους έδωσε τη δυνατότητα να επαναφέρουν στη μνήμη τους τις οδηγίες και τις διδασκαλίες του Ιησού, να διασαφηνίσουν δογματικά σημεία και να οδηγηθούν προοδευτικά «σε όλη την αλήθεια» που αποκαλύφτηκε μέσω αυτών εκείνη την αποστολική περίοδο. (Ιωα 14:26· 16:13-15· παράβαλε Ιωα 2:22· 12:16.) Διόριζαν άτομα σε θέσεις υπηρεσίας μέσα στην εκκλησία και επίσης υποδείκνυαν σε ποιες περιοχές μπορούσαν να σταλούν ιεραπόστολοι.—Πρ 6:2, 3· Γα 2:8, 9.
Συνεπώς, οι απόστολοι αποτελούσαν θεμέλιο, το οποίο στηριζόταν στον ίδιο τον Χριστό Ιησού ως ακρογωνιαία πέτρα, για την οικοδόμηση του “άγιου ναού για τον Ιεχωβά”. (Εφ 2:20-22· 1Πε 2:4-6) Δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι κάποιος από τους αποστόλους κατείχε τα πρωτεία μέσα στην ιδρυμένη Χριστιανική εκκλησία. (Βλέπε ΠΕΤΡΟΣ.) Ο Πέτρος και ο Ιωάννης φαίνεται να έπαιξαν ιδιαίτερα εξέχοντα ρόλο κατά την Πεντηκοστή και αμέσως μετά, ο δε Πέτρος ήταν συνήθως αυτός που έπαιρνε το λόγο εκπροσωπώντας τους άλλους. (Πρ 2:14, 37, 38· 3:1, 4, 11· 4:1, 13, 19· 5:3, 8, 15, 29) Παρ’ όλα αυτά, στις αποφάσεις που λήφθηκαν τότε κανείς τους δεν φαίνεται να είναι ανώτερος από τα υπόλοιπα μέλη του κυβερνώντος σώματος, και όταν έφτασαν τα νέα για τα άτομα που είχαν βαφτιστεί στη Σαμάρεια, οι απόστολοι στην Ιερουσαλήμ «απέστειλαν σε αυτούς τον Πέτρο και τον Ιωάννη», οπότε αυτοί οι δύο στην πραγματικότητα υπηρέτησαν ως απόστολοι των αποστόλων. (Πρ 6:2-6· 8:14, 15) Μετά το θάνατο του αποστόλου Ιακώβου, ο συνονόματός του μαθητής Ιάκωβος, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, εμφανίζεται να προεδρεύει στο κυβερνών σώμα. Ο Παύλος χαρακτηρίζει αυτόν τον Ιάκωβο καθώς και τον Πέτρο (Κηφά) και τον Ιωάννη ως άτομα που «φαίνονταν ότι είναι στύλοι». (Πρ 12:1, 2, 16, 17· Γα 1:18, 19· 2:9, 11-14) Ο Ιάκωβος ήταν αυτός που ανακοίνωσε την τελική απόφαση στο σημαντικό ζήτημα της περιτομής που αφορούσε τους Εθνικούς πιστούς, και σε εκείνη τη συνάθροιση κατέθεσαν τις μαρτυρίες τους τόσο ο Πέτρος όσο και ο Παύλος.—Πρ 15:1, 2, 6-21.
Ποιος έγινε ο δωδέκατος απόστολος στη θέση του Ιούδα του Ισκαριώτη;
Εξαιτίας της αποστασίας του Ιούδα του Ισκαριώτη, ο οποίος πέθανε άπιστος, απέμειναν μόνο 11 απόστολοι, και στο διάστημα των 40 ημερών από την ανάσταση του Ιησού μέχρι την ανάληψή του στον ουρανό εκείνος δεν διόρισε αντικαταστάτη. Κάποια στιγμή στο διάστημα των δέκα ημερών που μεσολάβησαν ανάμεσα στην ανάληψη του Ιησού και στην ημέρα της Πεντηκοστής, κρίθηκε απαραίτητο να επιλεχθεί κάποιος άλλος για τη θέση που είχε αφήσει κενή ο Ιούδας, όχι απλώς λόγω του θανάτου του, αλλά λόγω της πονηρής αποστασίας του, όπως δείχνουν τα εδάφια που παρέθεσε ο Πέτρος. (Πρ 1:15-22· Ψλ 69:25· 109:8· παράβαλε Απ 3:11.) Τουναντίον, όταν θανατώθηκε ο πιστός απόστολος Ιάκωβος, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει πως τέθηκε θέμα διορισμού κάποιου άλλου για να τον αντικαταστήσει στη θέση του αποστόλου.—Πρ 12:2.
Από τις δηλώσεις του Πέτρου είναι προφανές ότι θεωρήθηκε τότε σωστό πως ο υποψήφιος για τη θέση του αποστόλου του Ιησού Χριστού θα έπρεπε να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις—να τον έχει γνωρίσει προσωπικά και να έχει παραστεί αυτόπτης μάρτυρας των έργων του, των θαυμάτων του και ιδιαίτερα της ανάστασής του. Με βάση αυτό μπορούμε να καταλάβουμε ότι η όποια αποστολική διαδοχή θα ήταν τελικά ανέφικτη, εκτός αν ικανοποιούνταν με θεία πρόνοια αυτές οι απαιτήσεις στην κάθε περίπτωση. Εκείνη τη συγκεκριμένη περίοδο, όμως, πριν από την Πεντηκοστή, υπήρχαν άντρες που ανταποκρίνονταν σε αυτές τις απαιτήσεις, και προτάθηκαν δύο ως κατάλληλοι αντικαταστάτες του άπιστου Ιούδα. Έχοντας αναμφίβολα υπόψη το εδάφιο Παροιμίες 16:33, έριξαν κλήρο και επιλέχθηκε ο Ματθίας, ο οποίος ακολούθως «συγκαταλέχθηκε με τους έντεκα αποστόλους». (Πρ 1:23-26) Ο Ματθίας, λοιπόν, περιλαμβανόταν στους «δώδεκα» που τακτοποίησαν το πρόβλημα με τους ελληνόφωνους μαθητές (Πρ 6:1, 2), και προφανώς ο Παύλος τον περιλαμβάνει «στους δώδεκα» όταν, στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:4-8, μιλάει για τις εμφανίσεις του Ιησού μετά την ανάστασή του. Έτσι λοιπόν, όταν ήρθε η Πεντηκοστή, υπήρχαν 12 αποστολικά θεμέλια πάνω στα οποία μπορούσε να στηριχτεί ο πνευματικός Ισραήλ που ιδρύθηκε τότε.
Απόστολοι Εκκλησιών. Ο Ματθίας δεν ήταν απλώς απόστολος της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, όπως δεν ήταν και οι υπόλοιποι 11 απόστολοι. Η περίπτωσή του διαφέρει από αυτήν του Λευίτη Ιωσήφ Βαρνάβα ο οποίος έγινε απόστολος της εκκλησίας που υπήρχε στην Αντιόχεια της Συρίας. (Πρ 13:1-4· 14:4, 14· 1Κο 9:4-6) Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που αναφέρονται ως «απόστολοι εκκλησιών» με την έννοια ότι αποστέλλονταν από αυτές τις εκκλησίες ως εκπρόσωποί τους. (2Κο 8:23) Στην επιστολή του δε προς τους Φιλιππησίους, ο Παύλος χαρακτηρίζει τον Επαφρόδιτο «δικό σας απεσταλμένο [ἀπόστολον, Κείμενο] και προσωπικό υπηρέτη για τις ανάγκες μου». (Φλπ 2:25) Η αποστολική ιδιότητα αυτών των αντρών σαφώς και δεν ήταν προϊόν αποστολικής διαδοχής ούτε αποτελούσαν εκείνοι μέρος των «δώδεκα» όπως ο Ματθίας.
Η σωστή κατανόηση της ευρύτερης εφαρμογής που έχει η λέξη «απόστολος» μπορεί να βοηθήσει στην αποσαφήνιση της όποιας φαινομενικής αντίφασης ανάμεσα στα εδάφια Πράξεις 9:26, 27 και Γαλάτες 1:17-19, εφόσον αυτά εφαρμοστούν στο ίδιο περιστατικό. Η πρώτη αφήγηση δηλώνει πως, όταν ο Παύλος έφτασε στην Ιερουσαλήμ, ο Βαρνάβας τον οδήγησε «στους αποστόλους». Στην αφήγηση της Επιστολής Προς τους Γαλάτες, όμως, ο Παύλος δηλώνει ότι επισκέφτηκε τον Πέτρο και προσθέτει: «Αλλά δεν είδα άλλον από τους αποστόλους παρά μόνο τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Κυρίου». Ο Ιάκωβος (όχι ο αρχικός απόστολος Ιάκωβος ο γιος του Ζεβεδαίου ούτε ο Ιάκωβος ο γιος του Αλφαίου, αλλά ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού) θεωρούνταν προφανώς «απόστολος» με την ευρύτερη έννοια, δηλαδή «απεσταλμένος» της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ. Κάτι τέτοιο θα δικαιολογούσε τη χρήση του τίτλου στον πληθυντικό αριθμό στην αφήγηση των Πράξεων, όπου αναφέρεται ότι ο Παύλος οδηγήθηκε «στους αποστόλους» (δηλαδή στον Πέτρο και στον Ιάκωβο).—Παράβαλε 1Κο 15:5-7· Γα 2:9.
Η Εκλογή του Παύλου. Πιθανότατα γύρω στο 34 Κ.Χ. μεταστράφηκε ο Σαούλ (ή Σαύλος) από την Ταρσό, ο οποίος ακολούθως αναφέρεται ως Παύλος. Έγινε αληθινός απόστολος του Ιησού Χριστού και ήταν απευθείας επιλογή του Ιησού μετά την ανάσταση και την ανάληψή του. (Πρ 9:1-22· 22:6-21· 26:12-23· 13:9) Τεκμηρίωσε την αποστολική του ιδιότητα επικαλούμενος το γεγονός ότι είχε δει τον αναστημένο Κύριο Ιησού Χριστό, ότι είχε εκτελέσει θαύματα, καθώς και ότι είχε χρησιμεύσει ως αγωγός για τη χορήγηση αγίου πνεύματος σε βαφτισμένους πιστούς. (1Κο 9:1, 2· 15:9, 10· 2Κο 12:12· 2Τι 1:1, 11· Ρω 1:1· 11:13· Πρ 19:5, 6) Εφόσον ο απόστολος Ιάκωβος (ο αδελφός του Ιωάννη) θανατώθηκε περίπου το 44 Κ.Χ., «οι δώδεκα» ήταν όλοι ζωντανοί τον καιρό που έγινε απόστολος ο Παύλος. Ο ίδιος πουθενά δεν συγκαταριθμεί τον εαυτό του με αυτούς τους «δώδεκα», συγχρόνως όμως δηλώνει ότι η αποστολική του ιδιότητα δεν υστερεί σε σύγκριση με τη δική τους.—Γα 2:6-9.
Η αποστολική ιδιότητα τόσο του Ματθία όσο και του Παύλου ήταν έγκυρη για το σκοπό για τον οποίο «στάλθηκαν» αυτοί, αλλά όταν ο απόστολος Ιωάννης είδε το όραμα της ουράνιας Νέας Ιερουσαλήμ στην Αποκάλυψη (η οποία δόθηκε γύρω στο 96 Κ.Χ.), είδε μόνο 12 θεμέλιες πέτρες και πάνω σε αυτές χαραγμένα «τα δώδεκα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνιού». (Απ 21:14) Η Αγία Γραφή πιστοποιεί σαφέστατα ότι ο απόστολος Παύλος δεν χαρακτηρίστηκε ποτέ ως ένας από τους «δώδεκα». Λογικά, λοιπόν, το ένα από «τα δώδεκα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνιού» που ήταν χαραγμένα στις θεμέλιες πέτρες της Νέας Ιερουσαλήμ ήταν του Ματθία και όχι του Παύλου. Αυτό σημαίνει ότι το όραμα του αποστόλου Ιωάννη αντικατοπτρίζει την κατάσταση που υπήρχε στο ξεκίνημα της Χριστιανικής εκκλησίας την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 Κ.Χ.—Βλέπε ΠΑΥΛΟΣ.
Το Τέλος της Αποστολικής Περιόδου. Αν και η Αγία Γραφή δεν αναφέρει το θάνατο των 12 αποστόλων, παρά μόνο του Ιακώβου, τα διαθέσιμα στοιχεία μαρτυρούν ότι οι απόστολοι διακράτησαν την πιστότητά τους μέχρι θανάτου, οπότε δεν χρειάστηκε αντικατάστασή τους. Όσον αφορά την ιστορία των επόμενων αιώνων, έχει επισημανθεί ότι «όποτε [η λέξη «απόστολος»] χρησιμοποιείται για μεμονωμένα άτομα σε μεταγενέστερα Χριστιανικά συγγράμματα, έχει μεταφορική χροιά. Ποτέ μετά τον πρώτο αιώνα δεν είχε η εκκλησία αποστόλους—με την έννοια που είχε η λέξη στην Κ[αινή] Δ[ιαθήκη]».—Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible), επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 172.
Ενόσω ζούσαν οι απόστολοι, η παρουσία τους λειτουργούσε ως ανασταλτικός παράγοντας για τις αποστατικές επιρροές, αναχαιτίζοντας τις δυνάμεις της ψεύτικης λατρείας εντός της Χριστιανικής εκκλησίας. Προφανώς αυτόν τον “ανασταλτικό παράγοντα” εννοούσε ο απόστολος Παύλος στο εδάφιο 2 Θεσσαλονικείς 2:7: «Είναι αλήθεια ότι το μυστήριο αυτής της ανομίας βρίσκεται ήδη σε δράση αλλά μόνο μέχρι να φύγει από τη μέση αυτός που ενεργεί τώρα ως ανασταλτικός παράγοντας». (Παράβαλε Ματ 13:24, 25· Πρ 20:29, 30.) Αυτή η αποστολική επιρροή, περιλαμβανομένης της εξουσίας και των δυνάμεων που μόνο οι απόστολοι είχαν, συνεχίστηκε μέχρι το θάνατο του Ιωάννη γύρω στο 100 Κ.Χ. (1Ιω 2:26· 3Ιω 9, 10) Η ραγδαία εισροή της αποστασίας και των ψεύτικων διδασκαλιών και συνηθειών μετά το θάνατο των αποστόλων δείχνει ότι οι υποτιθέμενοι διάδοχοι των αποστόλων δεν διέθεταν ούτε κατά το ελάχιστο την ανασταλτική επιρροή των αποστόλων.
Η δήλωση του εδαφίου Ρωμαίους 16:7 ότι ο Ανδρόνικος και ο Ιουνίας ήταν «διακεκριμένοι ανάμεσα στους αποστόλους» δεν υποδηλώνει ότι αυτοί ήταν απόστολοι, αλλά ότι έχαιραν μεγάλης εκτίμησης από τους αποστόλους. Το γεγονός ότι κάποιοι ισχυρίζονταν ψευδώς πως ήταν “απόστολοι του Χριστού” φαίνεται στα εδάφια 2 Κορινθίους 11:5, 13· 12:11, 12· Αποκάλυψη 2:2.
-
-
ΑποστροφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ
-
-
ΑποτρυγήματαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΤΡΥΓΗΜΑΤΑ
Βλέπε ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΣΗ.
-
-
Αποχώρηση από την ΥπηρεσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Όταν ο Ιεχωβά διόρισε τους Λευίτες (όχι της ιερατικής οικογένειας του Ααρών) να υπηρετούν στη σκηνή της συνάντησης υπό την καθοδηγία των ιερέων, πρόβλεψε στοργικά για την ευημερία τους, προστάζοντας τον Μωυσή: «Για τους Λευίτες θα ισχύουν τα εξής: Από είκοσι πέντε χρονών και πάνω θα έρχεται κανείς για να μπει στην ομάδα, στην υπηρεσία της σκηνής της συνάντησης. Έπειτα, όμως, από την ηλικία των πενήντα χρονών θα αποχωρεί από την ομάδα υπηρεσίας και δεν θα υπηρετεί πια. Και θα διακονεί τους αδελφούς του στη σκηνή της συνάντησης φροντίζοντας για τις υποχρεώσεις, αλλά δεν θα προσφέρει υπηρεσία».—Αρ 8:23-26· 1Χρ 23:3.
Στο 4ο κεφάλαιο των Αριθμών περιγράφεται η οργάνωση της υπηρεσίας των Λευιτών. Εκεί αναφέρεται ότι έπρεπε να απογραφούν από την ηλικία των 30 ως την ηλικία των 50 ετών.
Το στήσιμο, το λύσιμο και η μεταφορά της σκηνής της συνάντησης συνεπάγονταν σκληρή χειρωνακτική εργασία. Τα 96 ασημένια πέλματα υποδοχής για τα πλαίσια ζύγιζαν ένα τάλαντο (περ. 34 κιλά) το καθένα. Υπήρχαν επίσης τέσσερα πέλματα για τους στύλους ανάμεσα στα Άγια και στα Άγια των Αγίων, τα οποία είχαν πιθανότατα το ίδιο βάρος, καθώς και πέντε χάλκινα πέλματα για τους στύλους στην είσοδο της σκηνής της μαρτυρίας. (Εξ 26:19, 21, 25, 32, 37· 38:27) Τα 48 πλαίσια (μήκους 4,5 μ. και πλάτους 67 εκ.) ήταν φτιαγμένα από ακακία, ένα λεπτόινο, βαρύ ξύλο, το οποίο ήταν επιχρυσωμένο. (Εξ 26:15-25, 29) Επιχρυσωμένες ράβδοι διέτρεχαν κατά μήκος την κάθε πλευρά και το πίσω μέρος της σκηνής. (Εξ 26:26-29) Όλα αυτά τα εξαρτήματα ήταν βαριά. Επιπρόσθετα, υπήρχαν τα καλύμματα από δέρμα φώκιας, δέρμα κριαριού, τρίχες κατσικιού και λινάρι—καλύμματα υπολογίσιμου βάρους—καθώς επίσης το λινό προπέτασμα γύρω από την αυλή, με τους στύλους του, τα πέλματα υποδοχής, τους πασσάλους του, και ούτω καθεξής. Συνεπώς, ο χειρισμός του εξοπλισμού της σκηνής της μαρτυρίας απαιτούσε μεγάλη μυϊκή προσπάθεια. (Εξ 26:1-14· 27:9-19) Για τη μεταφορά αυτών των αντικειμένων χρησιμοποιούνταν έξι άμαξες, αλλά το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης, το χρυσό λυχνοστάτη και το επιχαλκωμένο θυσιαστήριο τα μετέφεραν με τα χέρια. (Την κιβωτό της διαθήκης τη μετέφεραν οι ιερείς, όχι οι Λευίτες που δεν ήταν ιερείς.)—Αρ 7:7-9· Εξ 25:10-40· 27:1-8· Αρ 4:9, 10· Ιη 3:15.
Ένας άλλος σκοπός τον οποίο εξυπηρετούσε η διευθέτηση για αποχώρηση από την υπηρεσία ήταν προφανώς το να δίνεται σε όλους τους Λευίτες η ευκαιρία να λαβαίνουν διορισμούς υπηρεσίας στο αγιαστήριο, εφόσον χρειαζόταν μόνο ένας περιορισμένος αριθμός ατόμων, ιδιαίτερα ενόσω βρισκόταν σε χρήση η σκηνή της συνάντησης, ή αλλιώς σκηνή της μαρτυρίας. Δεν υπήρχε διευθέτηση να αποχωρούν από την υπηρεσία οι ιερείς, δηλαδή οι Λευίτες της οικογένειας του Ααρών.
Προφανώς για μια πενταετή περίοδο, από την ηλικία των 25 ως την ηλικία των 30 ετών, ο Λευίτης υπηρετούσε ως “εκπαιδευόμενος”, σαν να λέγαμε. Ίσως αυτοί οι νεότεροι Λευίτες να μη χρησιμοποιούνταν για τις βαριές δουλειές, οι οποίες προορίζονταν για όσους ήταν από 30 χρονών και πάνω—πλήρως αναπτυγμένοι άντρες. (Βλέπε ΗΛΙΚΙΑ.) Μεταγενέστερα, όταν η Κιβωτός εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Όρος Σιών (και ιδιαίτερα ενόψει της οικοδόμησης του ναού), η βαριά εργασία της μεταφοράς του αγιαστηρίου εξέλιπε. Γι’ αυτό, ο Δαβίδ διευθέτησε να αρχίζουν οι Λευίτες την υπηρεσία τους στην ηλικία των 20 ετών. Χωρίς αμφιβολία αυτό έγινε επειδή στο ναό θα χρειάζονταν περισσότεροι για τη διεκπεραίωση των κατά πολύ αυξημένων υπηρεσιών εκεί.—1Χρ 23:24-27.
Οι Λευίτες που αποχωρούσαν στην ηλικία των 50 ετών δεν αποχωρούσαν από κάθε υπηρεσία. Μπορούσαν ακόμη να υπηρετούν εθελοντικά και να “διακονούν τους αδελφούς τους στη σκηνή της συνάντησης φροντίζοντας για τις υποχρεώσεις”. (Αρ 8:26) Πιθανότατα υπηρετούσαν ως σύμβουλοι και βοηθούσαν σε μερικές από τις ελαφρότερες εργασίες που περιλαμβάνονταν στις υποχρεώσεις των Λευιτών, αλλά απαλλάσσονταν από τις βαρύτερες εργασίες. Επίσης, εξακολουθούσαν να διδάσκουν το Νόμο στο λαό. (Δευ 33:8-10· 2Χρ 35:3) Όσοι από αυτούς κατοικούσαν στις πόλεις του καταφυγίου βοηθούσαν εκείνους που κατέφευγαν εκεί.
Η Χριστιανική Διακονία. Εκείνοι που γίνονται πνευματικοί “αδελφοί” του Ιησού Χριστού και πιστοί του ακόλουθοι αποκαλούνται «βασιλικό ιερατείο». (Εβρ 2:10-12· 1Πε 2:9) Για αυτούς δεν υπάρχει πρόβλεψη για αποχώρηση από την υπηρεσία. Ο απόστολος Παύλος παρέμεινε ενεργός στη διακονία του ενόσω βρισκόταν στη φυλακή και συνέχισε σταθερά τη διακονική του δράση ώσπου θανατώθηκε. (Πρ 28:30, 31· 2Τι 4:6, 7) Ο Πέτρος ήταν δραστήριος μέχρι το τέλος της ζωής του. (2Πε 1:13-15) Ο Ιωάννης έγραψε το Ευαγγέλιο και τις τρεις κανονικές επιστολές του ενώ ήταν υπέργηρος, περίπου το 98 Κ.Χ.
Τα μέλη του “μεγάλου πλήθους”, το οποίο είδε ο Ιωάννης έπειτα από το όραμα με τους 144.000 “σφραγισμένους”, λέγεται ότι «αποδίδουν [στον Θεό] ιερή υπηρεσία ημέρα και νύχτα», δηλαδή συνεχώς. Επομένως, δεν υπάρχει καμιά διευθέτηση για να αποχωρεί οποιοσδήποτε Χριστιανός από την υπηρεσία του Θεού.—Απ 7:4, 9, 15.
-
-
Αππίου ΑγοράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΠΙΟΥ ΑΓΟΡΑ
(Αππίου Αγορά).
Επρόκειτο για αγορά 64 χλμ. ΝΑ της Ρώμης. Ήταν ένας πασίγνωστος σταθμός επί της φημισμένης ρωμαϊκής Αππίας Οδού, η οποία ξεκινούσε από τη Ρώμη και κατέληγε στο Βρεντέσιο (το σημερινό Μπρίντιζι) διαμέσου της Καπύης. Τόσο η οδός όσο και η αγορά οφείλουν το όνομά τους στο θεμελιωτή τους, τον Άππιο Κλαύδιο Καίκο, ο οποίος έζησε τον τέταρτο και τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ.
Δεδομένου ότι οι ταξιδιώτες συνήθως σταματούσαν εκεί στο τέλος της πρώτης ημέρας του ταξιδιού τους από τη Ρώμη, αυτός ο ενδιάμεσος σταθμός έγινε πολυσύχναστο κέντρο εμπορίου. Στη σπουδαιότητά του συνέβαλε και η θέση που κατείχε στο βόρειο άκρο ενός καναλιού το οποίο εκτεινόταν παράλληλα με το δρόμο, διασχίζοντας τα έλη Ποντίνε. Για τους ταξιδιώτες αναφέρεται ότι περνούσαν αυτό το κανάλι τη νύχτα με πλοιάρια που τα ρυμουλκούσαν μουλάρια. Ο Ρωμαίος ποιητής Οράτιος περιγράφει τις ταλαιπωρίες του ταξιδιού, παραπονούμενος για τους βατράχους και τις σκνίπες και λέγοντας για την Αγορά του Αππίου ότι ήταν γεμάτη από «βαρκάρηδες και φιλάργυρους πανδοχείς».—Σάτιρες (Satirae), 1, V, 1-6.
Σε αυτόν τον πολυσύχναστο κόμβο συνάντησε αρχικά ο απόστολος Παύλος, καθώς ταξίδευε από τους Ποτιόλους στη Ρώμη ως φυλακισμένος, την ομάδα των Χριστιανών αδελφών οι οποίοι, όταν άκουσαν τα νέα για τον ερχομό του, ήρθαν από τη Ρώμη για να τον συναντήσουν. Ένα τμήμα της ομάδας αυτής περίμενε στις Τρεις Ταβέρνες (15 χλμ. πιο κοντά στη Ρώμη), ενώ οι υπόλοιποι προχώρησαν μέχρι την Αγορά του Αππίου.—Πρ 28:15.
Σήμερα υπάρχει μια τοποθεσία επί της Αππίας Οδού που εξακολουθεί να είναι γνωστή ως Φόρο Άππιο, δηλαδή Αγορά του Αππίου. Μια πινακίδα εκεί δείχνει το σημείο όπου κάποτε υπήρχε η Αγορά του Αππίου. Στην άλλη πλευρά της Αππίας Οδού υπάρχει μια μικρή επαρχιακή κωμόπολη που ονομάζεται Φαΐτι.
[Χάρτης στη σελίδα 282]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΙΤΑΛΙΑ
Ρώμη
Τρεις Ταβέρνες
Αγορά του Αππίου
Αππία Οδός
Ποτίολοι
Βρεντέσιο
-
-
ΑπροσωποληψίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΡΟΣΩΠΟΛΗΨΙΑ
Απουσία προκατάληψης ή μεροληψίας· αντικειμενικότητα. Η απροσωποληψία δεν επιτρέπει στη θέση, στην ευφράδεια, στον πλούτο, στη δωροδοκία ή, από την άλλη πλευρά, στο συναισθηματισμό για τον φτωχό ή οποιονδήποτε άλλον που βρίσκεται σε μειονεκτική θέση να επηρεάσει την κρίση ή τις ενέργειες κάποιου υπέρ του συγκεκριμένου ατόμου. Η απροσωποληψία εξασφαλίζει αντικειμενική και δίκαιη μεταχείριση για όλους, σύμφωνα με ό,τι αξίζει και χρειάζεται ο καθένας.—Παρ 3:27.
Η εβραϊκή έκφραση νασά’ πανίμ, που αποδίδεται «συμπεριφέρομαι με προσωποληψία», σημαίνει κατά κυριολεξία «υψώνω το πρόσωπο». (Λευ 19:15) Ένας τρόπος χαιρετισμού που χρησιμοποιούνταν στην Ανατολή ήταν το να υποκλιθεί κάποιος ταπεινά με το πρόσωπό του στραμμένο προς το έδαφος. Ως σημείο αποδοχής και αναγνώρισης, ο αποδέκτης του χαιρετισμού ύψωνε, ή αλλιώς ανασήκωνε, το πρόσωπο του υποκλινόμενου. (Παράβαλε Γε 32:20, όπου η φράση «δέχομαι με καλό τρόπο» αποδίδει την εβραϊκή έκφραση που σημαίνει κατά κυριολεξία «υψώνω το πρόσωπο».) Η συγκεκριμένη έκφραση κατέληξε να χρησιμοποιείται απαξιωτικά υπονοώντας τη μεροληπτική μεταχείριση λόγω διαφθοράς. Η εβραϊκή φράση ναχάρ πανίμ (που αποδίδεται «προσωποληπτώ», αλλά σημαίνει κατά κυριολεξία «αναγνωρίζω το πρόσωπο») είχε παρόμοια χρήση. (Δευ 1:17· 16:19) Η ελληνική έκφραση λαμβάνω πρόσωπον («δείχνω προσωποληψία») ακολουθεί το πρότυπο της εβραϊκής. (Λου 20:21, Κείμενο) Οι λέξεις προσωπολημψία, προσωπολημπτέω και προσωπολήμπτης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου διατηρούνται ουσιαστικά στη ΜΝΚ ή αποδίδονται με τη φράση «(δείχνω) μεροληψία».—Ρω 2:11· Ιακ 2:1, 9· Πρ 10:34.
Ο Ιεχωβά Είναι Απροσωπόληπτος. Ο Ιεχωβά λέει ότι «δεν φέρεται σε κανέναν με προσωποληψία ούτε δέχεται να δωροδοκηθεί». (Δευ 10:17· 2Χρ 19:7) Ο απόστολος Πέτρος είπε, όταν ο Θεός τον έστειλε να διακηρύξει τα καλά νέα στον απερίτμητο Εθνικό Κορνήλιο: «Πραγματικά αντιλαμβάνομαι ότι ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται και εργάζεται δικαιοσύνη είναι ευπρόσδεκτος σε αυτόν».—Πρ 10:34, 35· Ρω 2:10, 11.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις αποφάσεις και τις ενέργειες του Ιεχωβά, ο οποίος είναι ο Δημιουργός και το Υπέρτατο Ον. Αυτός μπορεί να ενεργήσει όπως ευαρεστείται προς τα δημιουργήματά του και δεν οφείλει σε κανέναν τίποτα. (Ρω 9:20-24· 11:33-36· Ιωβ 40:2) Πολιτεύεται με άτομα ή ομάδες, ακόμη και με έθνη, σύμφωνα με το σκοπό του και το δικό του προσδιορισμένο καιρό. (Πρ 17:26, 31) Εντούτοις, ο Θεός είναι απροσωπόληπτος. Ανταμείβει κάθε άτομο, όχι ανάλογα με την εξωτερική του εμφάνιση ή τα υπάρχοντά του, αλλά ανάλογα με το τι είναι και το τι κάνει. (1Σα 16:7· Ψλ 62:12· Παρ 24:12) Ο Γιος του ο Ιησούς Χριστός ακολουθεί την ίδια πορεία απροσωποληψίας.—Ματ 16:27.
Δεν προσωπολήπτησε υπέρ του Ισραήλ. Μερικοί έχουν υποστηρίξει ότι ο Ιεχωβά πολιτεύτηκε με προσωποληψία χρησιμοποιώντας και ευνοώντας τον Ισραήλ ως το λαό του στους αρχαίους καιρούς. Ωστόσο, μια έντιμη εξέταση της πολιτείας του με τον Ισραήλ αποκαλύπτει ότι μια τέτοια κατηγορία είναι εσφαλμένη. Ο Ιεχωβά εξέλεξε τον Ισραήλ και πολιτεύτηκε μαζί του, όχι επειδή ήταν σπουδαίος και πολυπληθής λαός, αλλά από αγάπη και εκτίμηση για την πίστη και την οσιότητα του φίλου του τού Αβραάμ, του προπάτορά τους. (Ιακ 2:23) Επίσης, ήταν μακρόθυμος προς αυτούς επειδή είχε θέσει το όνομά του πάνω τους. (Δευ 7:7-11· Ιεζ 36:22· Δευ 29:13· Ψλ 105:8-10) Όσο ήταν υπάκουος ο Ισραήλ, ευλογούνταν περισσότερο από τα έθνη που δεν είχαν το Νόμο. Όταν ο Ισραήλ ήταν ανυπάκουος, ο Θεός ήταν υπομονετικός και ελεήμων, αλλά παρ’ όλα αυτά τους τιμωρούσε. Και παρότι η θέση τους ήταν ευνοημένη, είχαν βαρύτερη ευθύνη ενώπιον του Θεού επειδή έφεραν το όνομά του και επειδή υπόκειντο στο Νόμο, διότι ο Νόμος προέβλεπε κατάρες για όποιον τον παραβίαζε. Είναι γραμμένο: «Καταραμένος είναι όποιος δεν θέτει σε ισχύ τα λόγια αυτού του νόμου εκτελώντας τα». (Δευ 27:26) Παραβιάζοντας το Νόμο, οι Ιουδαίοι επέσυραν στον εαυτό τους αυτή την κατάρα, η οποία προστέθηκε στην καταδίκη τους ως απογόνων του αμαρτωλού Αδάμ. (Ρω 5:12) Για να απολυτρώσει, λοιπόν, τους Ιουδαίους από αυτή την ειδική ανεπάρκεια, ο Χριστός, όχι μόνο έπρεπε να πεθάνει, αλλά έπρεπε μάλιστα να πεθάνει πάνω σε ξύλο βασανισμού, όπως επιχειρηματολογεί ο απόστολος Παύλος στα εδάφια Γαλάτες 3:10-13.
Άρα, ο Θεός δεν εκδήλωσε προσωποληψία υπέρ του Ισραήλ. Ο Θεός χρησιμοποιούσε τον Ισραήλ έχοντας υπόψη την ευλογία όλων των εθνών. (Γα 3:14) Με αυτόν τον τρόπο, ο Θεός στην πραγματικότητα εργαζόταν με σκοπό την ωφέλεια ανθρώπων από όλα τα έθνη στον ορισμένο του καιρό. Σε αρμονία με αυτό, ο Παύλος παρατηρεί: «Μήπως ο Θεός είναι των Ιουδαίων μόνο; Δεν είναι και των εθνικών; Ναι, και των εθνικών, αν αληθινά ο Θεός είναι ένας, ο οποίος θα ανακηρύξει περιτμημένους ανθρώπους δίκαιους ως αποτέλεσμα πίστης και απερίτμητους ανθρώπους δίκαιους μέσω της πίστης τους». (Ρω 3:29, 30) Πέραν τούτου, στην αρχαία Ιουδαϊκή κοινοπολιτεία, άνθρωποι από άλλα έθνη μπορούσαν να έρθουν κάτω από την εύνοια και την ευλογία του Θεού λατρεύοντας τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, και τηρώντας το νόμο του, όπως έκαναν οι Γαβαωνίτες, οι Νεθινίμ (που σημαίνει «Δοσμένοι») και πολλοί πάροικοι.—Ιη 9:3, 27· 1Βα 8:41-43· Εσδ 8:20· Αρ 9:14.
Παρότι ήταν υπομονετικός και ελεήμων και δεχόταν πίσω επανειλημμένα τους Ισραηλίτες όταν μετανοούσαν, ο Ιεχωβά τελικά τους απέρριψε από το να είναι ο λαός που έφερε το όνομά του. (Λου 13:35· Ρω 11:20-22) Εδώ εφαρμόζεται η δήλωση του αποστόλου Παύλου: “Θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του: . . . οργή και θυμό, θλίψη και στενοχώριες, στην ψυχή κάθε ανθρώπου που εργάζεται το κακό, του Ιουδαίου πρώτα καθώς και του Έλληνα· αλλά δόξα και τιμή και ειρήνη για τον καθένα που εργάζεται το καλό, για τον Ιουδαίο πρώτα καθώς και για τον Έλληνα. Διότι δεν υπάρχει προσωποληψία στον Θεό”.—Ρω 2:6-11.
Άρα λοιπόν, ενώ μια επιφανειακή, κοντόφθαλμη θεώρηση της πολιτείας του Θεού μπορεί εκ πρώτης όψεως να φανερώνει προσωποληψία, η σοβαρότερη, διεισδυτική θεώρηση φέρνει στο φως θαυμαστή απροσωποληψία και δικαιοσύνη που ξεπερνούν κατά πολύ την ανθρώπινη αντίληψη. Με πόση επιδεξιότητα επεξεργάστηκε ο Θεός τα ζητήματα έτσι ώστε να έχει όλη η ανθρωπότητα την ευκαιρία να λάβει την εύνοιά του καθώς και ζωή!—Ησ 55:8-11· Ρω 11:33.
Δεν προσωπολήπτησε υπέρ του Δαβίδ. Όπως είπε ο Ιεχωβά στον Μωυσή, ο ίδιος είναι Θεός που δεν πρόκειται να δώσει απαλλαγή από την τιμωρία για την αδικοπραγία. (Εξ 34:6, 7· Κολ 3:25) Ακόμη και στην περίπτωση του αγαπητού του υπηρέτη, του Δαβίδ, με τον οποίο ο Ιεχωβά είχε κάνει διαθήκη για βασιλεία, ο Θεός δεν έκανε εξαίρεση. Τιμώρησε τον Δαβίδ αυστηρά για τις αμαρτίες του. Μετά την αμαρτία του Δαβίδ εναντίον του Θεού στην υπόθεση της Βηθ-σαβεέ και του συζύγου της του Ουρία, ο Ιεχωβά τού είπε: «Εγώ εγείρω εναντίον σου συμφορά μέσα από τον ίδιο σου τον οίκο· και θα πάρω τις συζύγους σου μπροστά στα μάτια σου και θα τις δώσω σε έναν συνάνθρωπό σου, και εκείνος θα πλαγιάσει με τις συζύγους σου μπροστά στα μάτια αυτού του ήλιου. Εσύ μεν ενήργησες στα κρυφά, αλλά εγώ θα το κάνω αυτό μπροστά σε όλο τον Ισραήλ και μπροστά στον ήλιο».—2Σα 12:11, 12.
Το Βιβλικό υπόμνημα αποκαλύπτει ότι ο Δαβίδ υπέφερε πράγματι πολλά βάσανα από την ίδια του την οικογένεια. (2Σα κεφ. 13-18· 1Βα 1) Αν και ο Θεός δεν τον θανάτωσε, σεβόμενος τη διαθήκη για βασιλεία που είχε κάνει μαζί του (2Σα 7:11-16), ο Δαβίδ πέρασε πολύ μεγάλες στενοχώριες. Όπως είχε πει ένας προγενέστερος υπηρέτης του Θεού, ο Ελιού: «Υπάρχει Κάποιος που δεν έχει δείξει προσωποληψία για να ευνοήσει άρχοντες». (Ιωβ 34:19) Ωστόσο, βασιζόμενος στη μελλοντική θυσία του Ιησού Χριστού, ο Θεός μπορούσε να συγχωρήσει τον μετανοημένο Δαβίδ και παράλληλα να διατηρήσει τη δικαιοσύνη Του. (Ρω 3:25, 26) Μέσω της θυσίας του Γιου του, ο Θεός διαθέτει μια δίκαιη και απροσωπόληπτη βάση, στην οποία στηριζόμενος μπορεί να αντιστρέψει το θάνατο του Ουρία και άλλων, ώστε τελικά να μην υποφέρει κανείς άδικα.—Πρ 17:31.
Συμβουλές σε Κριτές. Ο Ιεχωβά έδωσε ισχυρές συμβουλές στους κριτές του Ισραήλ σχετικά με την απροσωποληψία. Οι κριτές ήταν κάτω από την αυστηρή εντολή: «Δεν πρέπει να προσωποληπτείτε στην κρίση». (Δευ 1:17· 16:19· Παρ 18:5· 24:23) Δεν έπρεπε να δείχνουν προσωποληψία υπέρ του φτωχού απλώς λόγω της φτώχειας του, από συναισθηματισμό ή από προκατάληψη κατά των πλουσίων. Ούτε έπρεπε να ευνοούν τον πλούσιο λόγω του πλούτου του, ίσως ικανοποιώντας τον για να έχουν την εύνοια ή το δώρο του, ή από φόβο για τη δύναμη ή την επιρροή του. (Λευ 19:15) Ο Θεός τελικά καταδίκασε το άπιστο Λευιτικό ιερατείο του Ισραήλ επειδή παρέβαιναν το νόμο του και, όπως τόνισε ιδιαίτερα, επειδή εκδήλωναν προσωποληψία, εφόσον αυτοί εκτελούσαν καθήκοντα κριτή στον τόπο.—Μαλ 2:8, 9.
Στη Χριστιανική Εκκλησία. Στη Χριστιανική εκκλησία η απροσωποληψία αποτελεί νόμο, ενώ η μεροληψία αμαρτία. (Ιακ 2:9) Όσοι είναι ένοχοι πράξεων μεροληψίας γίνονται «κριτές που βγάζουν πονηρές αποφάσεις». (Ιακ 2:1-4) Τέτοια άτομα δεν έχουν τη σοφία που κατεβαίνει από πάνω, η οποία είναι απαλλαγμένη από μεροληπτικές διακρίσεις. (Ιακ 3:17) Όσοι έχουν υπεύθυνες θέσεις στην εκκλησία είναι κάτω από τη σοβαρή υποχρέωση με την οποία επιφόρτισε ο απόστολος Παύλος τον Τιμόθεο, έναν επίσκοπο: «Σου παραγγέλλω επίσημα ενώπιον του Θεού και του Χριστού Ιησού και των εκλεγμένων αγγέλων να τηρήσεις αυτά τα πράγματα χωρίς να προδικάζεις, μη κάνοντας τίποτα με προκατειλημμένη διάθεση». Αυτό θα έπρεπε να εφαρμόζεται ειδικά στις περιπτώσεις χειρισμού δικαστικών υποθέσεων στην εκκλησία.—1Τι 5:19-21.
«Θαυμάζουν προσωπικότητες για το δικό τους όφελος». Η παραβίαση της αρχής της απροσωποληψίας μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αυστηρότερη καταδίκη. Ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, ο Ιούδας, περιγράφει κάποιους ανθρώπους που είναι «γογγυστές, που παραπονιούνται για την κατάστασή τους στη ζωή, που περπατούν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, και το στόμα τους λέει παραφουσκωμένα πράγματα, ενώ θαυμάζουν προσωπικότητες για το δικό τους όφελος». (Ιου 16) Για τους εν λόγω ανθρώπους λέγεται ότι «αυτοί είναι που δημιουργούν διαιρέσεις, ζωώδεις άνθρωποι, που δεν έχουν πνευματικότητα». (Ιου 19) Τέτοια άτομα μπορεί να παρασύρουν άλλους λέγοντας φουσκωμένα λόγια και θαυμάζοντας προσωπικότητες, όπως κάνουν αυτοί που περιγράφει ο Παύλος οι οποίοι «εισχωρούν ύπουλα σε σπιτικά και σέρνουν σαν αιχμάλωτές τους αδύναμες γυναίκες καταφορτωμένες με αμαρτίες, που οδηγούνται από διάφορες επιθυμίες». (2Τι 3:6) Αυτούς τους περιμένει καταστροφή.—Ιου 12, 13.
«Άξιοι διπλής τιμής»—Πώς; Έχοντας κατά νου τα παραπάνω, πώς μπορούν τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας να θεωρούν τους πρεσβυτέρους που προΐστανται με καλό τρόπο “άξιους διπλής τιμής, ειδικά εκείνους που εργάζονται σκληρά στην ομιλία και στη διδασκαλία”; (1Τι 5:17) Αυτό πρέπει να συμβαίνει, όχι λόγω της προσωπικότητας αυτών των αντρών ή των ικανοτήτων τους, αλλά επειδή είναι επιμελείς και εργάζονται σκληρά για να φέρουν σε πέρας τις επιπλέον ευθύνες που τους έχουν ανατεθεί. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός για τις διευθετήσεις και τους διορισμούς που κάνει ο Θεός. Αυτοί οι άντρες πρέπει να βρίσκουν ιδιαίτερη συνεργασία και υποστήριξη όσον αφορά την επιτέλεση του έργου της εκκλησίας του Θεού. (Εβρ 13:7, 17) Ο Ιάκωβος, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, δείχνει ότι οι δάσκαλοι στην εκκλησία είναι κάτω από βαριά ευθύνη προς τον Θεό και ότι θα λάβουν βαρύτερη κρίση. (Ιακ 3:1) Επομένως, τους αξίζει να τους ακούν οι άλλοι, να τους υπακούν και να τους τιμούν. Για παρόμοιο λόγο, η σύζυγος πρέπει να τιμάει και να σέβεται το σύζυγό της, ο οποίος έχει κατασταθεί από τον Θεό υπεύθυνος για το σπιτικό και κρίνεται ανάλογα από Αυτόν. (Εφ 5:21-24, 33) Τέτοιου είδους σεβασμός για τους άντρες που έχουν τοποθετηθεί σε υπεύθυνες θέσεις μέσω της διευθέτησης του Θεού δεν αποτελεί προσωποληψία.
Σεβασμός για τους άρχοντες. Στους Χριστιανούς λέγεται επίσης να σέβονται τους άρχοντες των ανθρώπινων κυβερνήσεων. Αυτό πρέπει να συμβαίνει, όχι λόγω των προσωπικών ιδιοτήτων αυτών των ανθρώπων, μερικοί από τους οποίους μπορεί να είναι διεφθαρμένοι, ούτε επειδή αυτοί μπορεί να είναι σε θέση να κάνουν ειδικές χάρες. Οι Χριστιανοί σέβονται τους άρχοντες επειδή το προστάζει ο Θεός και επειδή το αξίωμά τους αντιπροσωπεύει μια θέση ευθύνης. Ο απόστολος Παύλος λέει: «Κάθε ψυχή ας υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχει εξουσία παρά μόνο από τον Θεό· οι υπάρχουσες εξουσίες βρίσκονται τοποθετημένες στις σχετικές τους θέσεις από τον Θεό. Συνεπώς, αυτός που εναντιώνεται στην εξουσία έχει ταχθεί εναντίον της διευθέτησης του Θεού». (Ρω 13:1, 2) Αν αυτοί οι άνθρωποι καταχρώνται την εξουσία τους, θα λογοδοτήσουν στον Θεό. Η τιμή ή ο σεβασμός που αρμόζει στο αξίωμα αποδίδεται από τον Χριστιανό στον κάτοχο του αξιώματος σύμφωνα με τον κανόνα: «Να αποδίδετε σε όλους αυτά που τους οφείλονται, σε εκείνον που ζητάει το φόρο, το φόρο· σε εκείνον που ζητάει τα τέλη, τα τέλη· σε εκείνον που ζητάει το φόβο, το φόβο· σε εκείνον που ζητάει την τιμή, την τιμή». (Ρω 13:7) Η τιμή που αποδίδει ο Χριστιανός από αυτή την άποψη—τιμή μεγαλύτερη εκείνης προς τους κοινούς πολίτες—δεν αποτελεί εκδήλωση προσωποληψίας.
-
-
ΑπφίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΠΦΙΑ
(Απφία).
Κάποια Χριστιανή που μνημονεύεται μαζί με τον Φιλήμονα και τον Άρχιππο στην επιστολή του Παύλου η οποία απευθύνεται σε αυτούς τους τρεις και στην εκκλησία που στεγαζόταν στο σπίτι του Φιλήμονα. (Φλμ 2) Ενδέχεται να ήταν η σύζυγος του Φιλήμονα.
-
-
ΑρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡ
[πιθανότατα, Πόλη].
Πόλη του Μωάβ, ίσως η πρωτεύουσά του. Βρισκόταν στη νότια πλευρά της Κοιλάδας του Αρνών, αλλά η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. (Αρ 21:15) Σε κάποιες περιπτώσεις η Αρ χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του Μωάβ. (Δευ 2:9, 18, 29) Κάποτε τα όρια του Μωάβ εκτείνονταν Β του Αρνών, αλλά ο Σηών, ο βασιλιάς των Αμορραίων, κατέλαβε εκείνη την περιοχή. (Αρ 21:26-28) Οι Ισραηλίτες δεν επιτέθηκαν στον Μωάβ, εφόσον ο Ιεχωβά τούς το είχε απαγορεύσει, λόγω του ότι είχε δώσει «την περιοχή του Μωάβ, δηλαδή την Αρ», στους γιους του Λωτ «ως κτήση». (Δευ 2:9, 18, 29) Εξαγγέλλοντας ερήμωση για τον Μωάβ, ο Ησαΐας προείπε ότι η Αρ θα “κατασιωπούνταν” μαζί με τις άλλες κύριες πόλεις του Μωάβ.—Ησ 15:1.
Εφόσον το όνομα Αρ πιθανότατα σημαίνει «Πόλη», μερικοί ισχυρίζονται ότι τόσο η «πόλη του Μωάβ» (εβρ., ‛ιρ Μω’άβ) στο εδάφιο Αριθμοί 22:36 όσο και η «πόλη» του εδαφίου Δευτερονόμιο 2:36 αναφέρονται στην Αρ.
-
-
ΑράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑ
(Αρά).
Τοποθεσία στην οποία ο Ασσύριος Βασιλιάς Θελγάθ-φελνασάρ (Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄) μετεγκατέστησε Ισραηλίτες αιχμαλώτους. (1Χρ 5:26) Παρόμοιες αναφορές (2Βα 17:6· 18:11) σε κάποια μεταγενέστερη εξορία που επέβαλαν οι Ασσύριοι διευκρινίζουν ότι οι Ισραηλίτες οδηγήθηκαν «στις πόλεις των Μήδων» (Μασοριτικό κείμενο) ή “στα όρη των Μήδων”. (Ο΄) Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι η απόδοση της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα ενδέχεται να είναι η σωστή και θεωρούν ότι η «Αρά» του εδαφίου 1 Χρονικών 5:26 (Χαρά’, πιθανώς αραμαϊκός τύπος της εβραϊκής λέξης που αποδίδεται “όρος” [χαρ]) έγινε κύριο όνομα όταν η φράση «των Μήδων» παραλείφθηκε κατά λάθος. Αν αυτή η υπόθεση είναι σωστή, η λέξη «Αρά» ίσως αναφερόταν στα “όρη των Μήδων”, Α της κοιλάδας του ποταμού Τίγρη. Ωστόσο, μερικοί οι οποίοι θεωρούν ότι το τοπωνύμιο Γωζάν των εδαφίων 2 Βασιλέων 17:6 και 18:11 αντιπροσωπεύει μια τοποθεσία (πράγμα που ισχύει για τις μεταφράσεις JB, RS, ΜΠΚ) και όχι ένα ποτάμι πιστεύουν ότι η λέξη «Αρά» ίσως ήταν η τοπική επονομασία μιας ορεινής περιοχής στην Τουρκία.
-
-
ΑράβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΒ
(Αράβ) [Ενέδρα].
Κωμόπολη στα βουνά του Ιούδα η οποία αναφέρεται μαζί με τη Χεβρών, τη Δουμά και άλλες πόλεις. (Ιη 15:48, 52, 54) Ταυτίζεται με το Χίρμπετ ερ-Ράμπιγιε, ανάμεσα στη Δουμά και στην Κάρμηλο, περίπου 12 χλμ. ΝΔ της Χεβρών. Ο Φααραΐ ο Αρβίτης (2Σα 23:35) προφανώς καταγόταν από αυτή την κωμόπολη.
-
-
ΑραβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΒΑ
(Αραβά) [Έρημη Πεδιάδα].
Το τμήμα εκείνο του εκπληκτικού βυθίσματος, ή αλλιώς ρηξιγενούς κοιλάδας, το οποίο εκτείνεται Ν των παρυφών του Όρους Αερμών, εμπεριέχει τη Θάλασσα της Γαλιλαίας και τον Ιορδάνη Ποταμό, κατόπιν κατέρχεται πολύ χαμηλότερα από το επίπεδο της θάλασσας σχηματίζοντας τη λεκάνη της Νεκράς Θαλάσσης και έπειτα συνεχίζει νότια ως τον Κόλπο της Άκαμπα στην Ερυθρά Θάλασσα.—Δευ 3:17· Ιη 3:16· 11:16· Ιερ 52:7.
Σε αυτή την επιμήκη, συχνά ξερή, κοιλάδα που εκτείνεται από Β προς Ν υπάρχουν λίγες πόλεις και κάθε πλευρά της οριοθετείται από μια εκτεταμένη οροσειρά. Το πλάτος της κυμαίνεται από λιγότερο του 1 χλμ. μέχρι 16 χλμ. ενώ το μήκος της είναι 435 χλμ., και η ύπαρξή της οφείλεται σε ρήγμα του φλοιού της γης. Ο Ιορδάνης διαρρέει ελικοειδώς το βόρειο τμήμα αυτής της ευθύγραμμης κοιλάδας, και με τη σταθερή του ροή ποτίζει μια ζώνη πρασίνου στο κέντρο του πυθμένα της κοιλάδας. Ωστόσο, Ν της Νεκράς Θαλάσσης, η Αραβά τροφοδοτείται μόνο από εποχιακούς χειμάρρους οι οποίοι δεν επαρκούν για να ζωογονήσουν το ξερό έδαφος.
Μερικοί σχολιαστές περιορίζουν τον όρο «Αραβά» στο τμήμα αυτής της μεγάλης ρηξιγενούς κοιλάδας το οποίο βρίσκεται Ν της Νεκράς Θαλάσσης, αλλά αυτός ο όρος αναφέρεται και στην περιοχή που προς Β φτάνει τουλάχιστον μέχρι τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, ή αλλιώς της Χιννερέθ. (Ιη 12:3· 2Σα 2:29) Το τμήμα αυτής της κοιλάδας Β της Νεκράς Θαλάσσης ονομάζεται τώρα Γορ, που σημαίνει «Βύθισμα», ενώ η λέξη «Αραβά» χρησιμοποιείται ειδικότερα για την πολύ πιο ξερή περιοχή που εκτείνεται προς τα Ν.
Η Νεκρά Θάλασσα ονομάζεται «θάλασσα της Αραβά». (Δευ 3:17· 4:49· 2Βα 14:25) Χωρίς το οριστικό άρθρο, η λέξη ‛αραβάχ χρησιμοποιείται επίσης με γενική έννοια και μπορεί να μεταφραστεί εύστοχα «έρημη πεδιάδα». Ο πληθυντικός αριθμός (‛αραβώθ) χρησιμοποιείται συχνά για τις έρημες πεδιάδες της Ιεριχώς και του Μωάβ, δηλαδή το τμήμα της Κοιλάδας του Ιορδάνη που βρίσκεται ακριβώς στα βόρεια της Νεκράς Θαλάσσης.—Αρ 22:1· 26:3, 63· 31:12· Ιη 4:13· 5:10· Ιερ 39:5.
-
-
Αραβά, Κοιλάδα ΧειμάρρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΒΑ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
Στο εδάφιο Αμώς 6:14 ο προφήτης προειδοποιεί τα βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ ότι μια ξένη δύναμη θα καταδυναστεύσει εκείνη τη γη από την «Αιμάθ μέχρι την κοιλάδα του χειμάρρου της Αραβά [της Έρημης Πεδιάδας]». (Παράβαλε 2Βα 14:25.) Ενώ η λέξη «Αραβά» χρησιμοποιείται για ολόκληρη την περιοχή της Ρηξιγενούς Κοιλάδας από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα, εδώ εφαρμόζεται ιδιαίτερα στην περιοχή που εκτείνεται Ν της Νεκράς Θαλάσσης μέχρι τον Κόλπο της Άκαμπα. Συνεπώς, ενώ η έκφραση «κοιλάδα του χειμάρρου της Αραβά» θα μπορούσε να αναφέρεται σε ένα ουάντι (κοίτη χειμάρρου) όπως η κοιλάδα του χειμάρρου Ζαρέδ, ο οποίος εκβάλλει στο νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης («θάλασσα της Αραβά», Δευ 3:17), είναι αξιοσημείωτο ότι η έκφραση που χρησιμοποιεί ο Αμώς αντιστοιχεί ακριβώς στην αραβική ονομασία της περιοχής που εκτείνεται από το νότιο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης μέχρι τον Κόλπο της Άκαμπα, συγκεκριμένα στην ονομασία «Ουάντι ελ-Άραμπα». Η προφητεία του Αμώς υποδήλωνε την καθυπόταξη ολόκληρης της γης που είχε κάποτε υπό την κυριαρχία του ο Ιούδας και ο Ισραήλ, από το Β ως το Ν. Τον αιώνα που ακολούθησε, αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε με τις εισβολές Ασσύριων βασιλιάδων όπως ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, ο Σαλμανασάρ Ε΄, ο Σαργών Β΄ και ο Σενναχειρείμ.
-
-
ΆραβαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΒΑΣ
(Άραβας).
Το όνομα Άραβας στις Γραφές χρησιμοποιείται κατά βάση με ευρεία έννοια για να προσδιορίσει τον κάτοικο της Αραβίας, αυτής της αχανούς χώρας στα Α και Ν της Παλαιστίνης. Μερικές φορές τα συμφραζόμενα και ο τρόπος χρήσης υποδεικνύουν ότι εννοείται μια ορισμένη φυλή ή εθνότητα.—1Βα 10:15· 2Χρ 9:14· 21:16.
Αρκετές αραβικές φυλές ήταν σημιτικής προέλευσης, καταγόμενες από τον Σημ μέσω του Ιοκτάν, ενώ άλλες ήταν χαμιτικής προέλευσης και κατάγονταν από τον Χους, γιο του Χαμ. (Γε 10:6, 7, 26-30) Ορισμένοι από τους απογόνους του Αβραάμ μέσω της Άγαρ και της Χετούρας κατοίκησαν και αυτοί στην Αραβία, όπως οι γιοι του Ισμαήλ οι οποίοι «κατασκήνωναν από την Αβιλά κοντά στη Σιουρ, η οποία βρίσκεται μπροστά στην Αίγυπτο, μέχρι την Ασσυρία». (Γε 25:1-4, 12-18) Οι απόγονοι του Ησαύ, που κατοικούσαν στην ορεινή περιοχή του Σηείρ, συγκαταλέγονταν και αυτοί στη γενική κατηγορία των Αράβων.—Γε 36:1-43.
Οι Άραβες υπήρξαν ως επί το πλείστον περιπλανώμενος λαός που ζούσε ποιμενική ζωή και έμενε σε σκηνές. (Ησ 13:20· Ιερ 3:2) Ωστόσο, άλλοι ασχολούνταν με το εμπόριο, και ορισμένοι μνημονεύονται ως έμποροι στη δούλεψη της Τύρου. (Ιεζ 27:21) Οι υπηρέτες του Θεού είχαν πολλές επαφές μαζί τους. Οι Μαδιανίτες έμποροι οι οποίοι πήγαιναν στην Αίγυπτο και στους οποίους πουλήθηκε ο Ιωσήφ ήταν Άραβες, όπως ήταν και οι Σαβαίοι από τη νότια Αραβία που έκαναν επιδρομή στα βόδια και στα θηλυκά γαϊδούρια του Ιώβ. (Γε 37:28· Ιωβ 1:1, 15) Κατά την 40χρονη οδοιπορία τους στην έρημο, οι Ισραηλίτες ήρθαν σε ολέθρια επαφή με τους Μαδιανίτες, οι οποίοι ήταν λάτρεις του Βάαλ (Αρ 25:6, 14-18), ενώ στην περίοδο των Κριτών, στίφη Αράβων έκαναν με τις καμήλες τους τακτικές επιδρομές στον Ισραήλ επί εφτά χρόνια, ώσπου τους κατατρόπωσε ο Κριτής Γεδεών.—Κρ 6:1-6· 7:12-25.
Ηγεμόνες αραβικών βασιλείων πλήρωναν φόρο υποτελείας στον Βασιλιά Σολομώντα. (1Βα 10:15· 2Χρ 9:14) Οι Άραβες πλήρωναν στον Ιωσαφάτ ως φόρο υποτελείας 7.700 κριάρια και άλλους τόσους τράγους, αλλά αργότερα συμμάχησαν με τους Φιλισταίους εναντίον του Ιωράμ, γιου και διαδόχου του Ιωσαφάτ, και οι ληστρικές ομάδες τους σκότωσαν πολλούς γιους του. (2Χρ 17:11· 21:16· 22:1) Ο Οζίας, στη διάρκεια της βασιλείας του, διεξήγε νικηφόρο πόλεμο εναντίον τους. (2Χρ 26:1, 7) Κάποιοι Άραβες εναντιούμενοι ήταν μεταξύ εκείνων που προξενούσαν δυσκολίες στον Νεεμία κατά την αναστήλωση των τειχών της Ιερουσαλήμ.—Νε 2:19· 4:7, 8· 6:1.
Μολονότι ήταν νομάδες, γενικά ανεξάρτητοι, και συχνά αρκετά αποξενωμένοι από τις επικρατούσες δραστηριότητες εκείνων των καιρών, οι Άραβες επέσυραν την προφητική προσοχή και τη θεϊκή κρίση. (Ησ 21:13· Ιερ 25:17-24) Έπειτα από αιώνες, κάποιοι Άραβες μπορεί να ήταν ανάμεσα σε εκείνους που έγιναν μέλη της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας την Πεντηκοστή.—Πρ 2:11, 41· βλέπε ΑΡΑΒΙΑ.
-
-
ΑραβίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΒΙΑ
Η Αραβική Χερσόνησος αποτελεί τμήμα της ασιατικής ηπείρου και βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της. Ορίζεται στα Α από τον Περσικό Κόλπο και τον Κόλπο του Ομάν, στα Ν από την Αραβική Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, και στα Δ από την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ γύρω από τη βόρεια πλευρά της διαγράφεται καμπυλοειδώς η Εύφορη Ημισέληνος της Μεσοποταμίας, της Συρίας και του Ισραήλ. Επειδή οι τρεις πλευρές της περιβάλλονται από νερό, μοιάζει εν μέρει με τεράστιο νησί, και οι κάτοικοί της την αποκαλούν συνήθως με το όνομα «Νήσος των Αράβων» (Τζαζίρατ αλ-Αράμπ).
Η Αραβία έχει έκταση γύρω στα 2.600.000 τ. χλμ., δηλαδή ίση με το ένα τέταρτο περίπου της επιφάνειας της Ευρώπης, και ως εκ τούτου είναι η μεγαλύτερη χερσόνησος του κόσμου. Το μήκος της δυτικής ακτογραμμής της υπολογίζεται στα 2.900 χλμ., ενώ το μέγιστο πλάτος της χερσονήσου είναι περίπου 1.900 χλμ.
Η χερσόνησος αποτελείται από ένα βραχώδες υψίπεδο που παρουσιάζει ελαφρά κλίση προς τα ανατολικά, προς τον Περσικό Κόλπο, κατηφορίζοντας από τη ραχοκοκαλιά της χερσονήσου, την οροσειρά που είναι παράλληλη με τη δυτική ακτή. Μια κορυφή στη νοτιοδυτική γωνία ξεπερνάει σε ύψος τα 3.600 μ. Στο εσωτερικό του νότιου άκρου της χερσονήσου εκτείνεται η μεγάλη έρημος Ρουμπ αλ-Χάλι, η μεγαλύτερη συνεχόμενη αμμώδης έκταση της γης, γνωστή ως Κενή Χώρα. Βόρεια του Νετζντ, δηλαδή του κεντρικού οροπεδίου, βρίσκεται η μικρότερη έρημος Αν Νάφουντ, απόληξη της οποίας είναι η Συριακή Έρημος.
Τα μικρά ρεύματα νερού στις εξωτερικές παρυφές της χερσονήσου και στο ψηλό κεντρικό οροπέδιο (το Νετζντ) δεν είναι πολλά, και η ροή τους περιορίζεται μόνο σε συγκεκριμένες εποχές. Ο Ιώβ, ο οποίος προφανώς έζησε στην περιοχή που αποτελεί σήμερα τη Συριακή Έρημο, περιγράφει το πώς ξεραίνονται τέτοιοι “χείμαρροι”.—Ιωβ 6:15-20.
Μολονότι μεγάλα τμήματα αυτού του αχανούς υψιπέδου είναι άνυδρα, η δυτική οροσειρά, το κεντρικό οροπέδιο και το νότιο μέρος δέχονται κάποιες βροχές οι οποίες επαρκούν ώστε να συντηρείται αρκετά μεγάλος πληθυσμός. Εδώ, όπως και γύρω από τις μεγαλύτερες οάσεις, οι φελάχοι, δηλαδή οι γεωργοί, καλλιεργούν κεχρί, σιτάρι, κριθάρι και καλαμπόκι. Εδώ επίσης ευδοκιμούν χουρμαδιές (Εξ 15:27) και συκιές. Οι ακακίες, οι οποίες εκκρίνουν το ρητινοειδές κόμμι που είναι γνωστό ως αραβικό κόμμι, καθώς και άλλα αρωματικά δέντρα και φυτά έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στην αρχαία αραβική οικονομία. Το ίδιο συμβαίνει και στους σύγχρονους καιρούς αλλά σε μικρότερο βαθμό, καθώς σήμερα έχουν εκτοπιστεί από το «μαύρο χρυσό», το πετρέλαιο.—Γε 2:12.
Λόγω της γενικής λειψυδρίας, αναπόφευκτα υπάρχουν λίγα είδη ζώων και πουλιών. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα ζουν εκεί πρόβατα, κατσίκια, καμήλες, άγρια γαϊδούρια, τσακάλια, γεράκια και αετοί, όπως συνέβαινε και στους Βιβλικούς χρόνους. (Ιεζ 27:21· 2Χρ 17:11· Κρ 6:5· Ιωβ 39:5-8, 26, 27· Ησ 60:7· 34:13) Ορισμένα άγρια ζώα, όπως το λιοντάρι, ο άγριος ταύρος και η στρουθοκάμηλος, έχουν εκλείψει τώρα από εκείνη την περιοχή. (Ιωβ 38:39, 40· 39:9-18) Τα αραβικά άλογα φημίζονται για την ομορφιά και τη δύναμή τους μέχρι σήμερα.—Παράβαλε Ιωβ 39:19-25.
Αραβικές Φυλές. Στην Αραβία κατοίκησαν τελικά πολλές από τις μετακατακλυσμιαίες οικογένειες που αναφέρονται στο 10ο κεφάλαιο της Γένεσης. Από το σημιτικό κλάδο, ο Ιοκτάν υπήρξε ο πατέρας των κεφαλών περίπου 13 αραβικών φυλών, ενώ τρεις από τους απογόνους του Αράμ, ο Ουζ, ο Γεθέρ και ο Μας, φαίνεται ότι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της βόρειας Αραβίας και στη Συριακή Έρημο. (Γε 10:23, 26-29) Οι Ισμαηλίτες, που ζούσαν σε σκηνές, μετακινούνταν από τη Χερσόνησο του Σινά και κατά μήκος της βόρειας Αραβίας μέχρι την Ασσυρία. (Γε 25:13-18) Οι Μαδιανίτες ήταν συγκεντρωμένοι κυρίως στη βορειοδυτική Αραβία, ακριβώς Α του Κόλπου της Άκαμπα. (Γε 25:4) Οι απόγονοι του Ησαύ είχαν ως βάση τους την ορεινή περιοχή του Εδώμ στα ΝΑ της Νεκράς Θαλάσσης. (Γε 36:8, 9, 40-43) Από το χαμιτικό κλάδο, αρκετοί απόγονοι του Χους, όπως ο Αβιλά, ο Σαβθά, ο Ρααμά και οι γιοι του—ο Σεβά και ο Δαιδάν—καθώς και ο Σαβθεκά, φαίνεται ότι κατέλαβαν κυρίως το νότιο τμήμα της Αραβικής Χερσονήσου.—Γε 10:7.
Αρχαίες ασσυριακές και βαβυλωνιακές επιγραφές κάνουν λόγο για διάφορες φυλές της Αραβίας. Ο Σαλμανασάρ Γ΄ αναφέρει τον “Γκιντιμπού τον Άραβα”. Στις επιγραφές του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ κατονομάζονται η Ζαμπίμπι και η Σάμσι ως βασίλισσες των Αράβων. Ο Σαργών Β΄ μιλάει για τη “Σάμσι, βασίλισσα της Αραβίας (και) τον Ιθαμάρ τον Σαβαίο”. Άλλες σφηνοειδείς επιγραφές μνημονεύουν τους Σαμπάι, τους Ναμπετάι, τους Κιντρί, καθώς και τους Ιντιμπάιλι, τους Μασάι και τους Τεμάι.—Παράβαλε Γε 25:3, 13-15.
Βιβλικές Αναφορές. Το Χαντραμάουτ, ένα από τα τέσσερα κυριότερα αρχαία βασίλεια της νότιας Αραβίας, συσχετίζεται συνήθως με τον Ασαρμαβέθ του εδαφίου Γένεση 10:26. Το Ουάντι Χαντραμάουτ, μια μακριά κοιλάδα παράλληλη προς τη νότια ακτή της Αραβίας, υπήρξε το κέντρο αυτού του βασιλείου που είχε πρωτεύουσα τη Σάμπουα. Άλλα Βιβλικά ονόματα τα οποία εμφανίζονται ως τοπωνύμια στην Αραβία είναι η Δαιδάν, η Θεμά, η Δουμά και η Βουζ.—Ησ 21:11-14· Ιερ 25:23, 24.
Ο Αβραάμ πέρασε από τις παρυφές της Αραβίας καθώς μετανάστευε από την Ουρ των Χαλδαίων στη γη Χαναάν. Όταν αργότερα αναγκάστηκε να κατεβεί στην Αίγυπτο, ίσως πέρασε από κάποιο τμήμα της Αραβίας διασχίζοντας το βόρειο μέρος της Χερσονήσου του Σινά (αντί να ακολουθήσει το δρόμο κατά μήκος της ακτής της Μεσογείου), και το ίδιο μπορεί να έκανε κατά το ταξίδι της επιστροφής. (Γε 12:10· 13:1) Η υπόθεση του βιβλίου του Ιώβ εξελίσσεται στη γη του Ουζ, στη βόρεια Αραβία (Ιωβ 1:1), και οι Σαβαίοι επιδρομείς που επιτέθηκαν στην περιουσία αυτού του “μεγαλύτερου από όλους τους κατοίκους της Ανατολής” ήταν μια αραβική φυλή η οποία ενδέχεται να καταγόταν από τον Ιοκτάν. (Ιωβ 1:3, 15· Γε 10:26-28) Οι τρεις «παρηγορητές» του Ιώβ και ο Ελιού φαίνεται επίσης ότι προέρχονταν από περιοχές της Αραβίας. (Ιωβ 2:11· 32:2) Ο Μωυσής έμεινε 40 χρόνια στην Αραβία κατοικώντας μαζί με τον Μαδιανίτη Ιοθόρ. (Εξ 2:15–3:1· Πρ 7:29, 30) Το επόμενο βαρυσήμαντο γεγονός που συνέβη στην Αραβία ήταν η επίδοση της διαθήκης του Νόμου στο Όρος Σινά, στο νότιο τμήμα της Χερσονήσου του Σινά, όπου είχε συγκεντρωθεί το απελευθερωμένο έθνος του Ισραήλ. (Εξ 19:1, 2) Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος, έπειτα από 15 περίπου αιώνες, ανέφερε ότι το συγκεκριμένο γεγονός έλαβε χώρα στο «Σινά, ένα βουνό στην Αραβία».—Γα 4:25.
Με δεδομένη τη σημερινή γενική εικόνα της Αραβίας, μπορεί να φαίνεται σχεδόν αδύνατον το να έζησαν ίσως τρία περίπου εκατομμύρια Ισραηλίτες επί 40 χρόνια στην έρημο. (Εξ 12:37, 38) Φυσικά, ο σημαντικότερος παράγοντας ήταν το γεγονός ότι ο Ιεχωβά τούς εξασφάλιζε θαυματουργικά τροφή και νερό. (Δευ 8:2-4· Αρ 20:7, 8) Μολονότι οι συνθήκες ήταν σαφώς δύσκολες και, όπως φαίνεται καθαρά από το Βιβλικό υπόμνημα, επικρατούσε λειψυδρία (Αρ 20:4, 5), εντούτοις έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι τότε, πριν από 3.500 περίπου χρόνια, τα αποθέματα νερού στην Αραβία ήταν κάπως περισσότερα από σήμερα. Τα πολλά βαθιά και ξερά ουάντι, δηλαδή οι κοιλάδες, που ήταν κάποτε κοίτες ποταμών, αποτελούν απόδειξη ότι στο παρελθόν οι βροχοπτώσεις ήταν τόσες ώστε να σχηματίζονται ρεύματα νερού τα οποία έρρεαν μέσα σε αυτά τα ουάντι. Η εξαφάνιση ορισμένων ζωικών ειδών μπορεί να οφείλεται εν μέρει στην ελάττωση των αποθεμάτων νερού. Ωστόσο, βασικά, η Αραβία ήταν τότε ό,τι ακριβώς είναι και τώρα: μια άγονη, στεπώδης χώρα.
Στην περίοδο των Κριτών εξορμούσαν με καμήλες από την Αραβία στίφη Μαδιανιτών, Αμαληκιτών και “κατοίκων της Ανατολής” οι οποίοι έσπερναν τον όλεθρο στη γη του Ισραήλ. (Κρ 6:1-6) Αυτές οι αιφνιδιαστικές επιδρομές υπήρξαν ανέκαθεν η κύρια πολεμική τακτική στην Αραβία. (2Χρ 22:1) Η καμήλα, η οποία πιστεύεται ότι εξημερώθηκε στην Αραβία, χρησιμοποιούνταν ως μεταφορικό μέσο τουλάχιστον από την εποχή του Αβραάμ. (Γε 24:1-4, 10, 61, 64) Επειδή η καμήλα προσφέρεται πολύ περισσότερο από το γαϊδούρι για μεγάλα ταξίδια στην έρημο, η εξημέρωσή της θεωρείται ότι αποτέλεσε ένα είδος οικονομικής επανάστασης για την Αραβία, εφόσον συντέλεσε στο να αναπτυχθούν τα λεγόμενα «Βασίλεια των Αρωμάτων» της νότιας Αραβίας.
Ξεκινώντας από τον ευφορότερο Ν, καραβάνια από καμήλες ακολουθούσαν τους δρόμους της ερήμου που ανέβαιναν παράλληλα προς την Ερυθρά Θάλασσα, μετακινούμενα από όαση σε όαση και από πηγάδι σε πηγάδι, ώσπου έφταναν στη Χερσόνησο του Σινά—σημείο διακλάδωσης από όπου μπορούσαν είτε να κατευθυνθούν προς την Αίγυπτο είτε να συνεχίσουν βορειότερα, προς την Παλαιστίνη ή τη Δαμασκό. Εκτός από ακριβά μυρωδικά και αρωματικές ρητίνες, όπως το λιβάνι και η σμύρνα (Ησ 60:6), τα καραβάνια μπορεί να μετέφεραν χρυσάφι και ξύλα αλγούμ από το Οφείρ (1Βα 9:28· 10:11), καθώς και πολύτιμες πέτρες, όπως έκανε η βασίλισσα της Σεβά όταν επισκέφτηκε τον Βασιλιά Σολομώντα. (1Βα 10:1-10, 15· 2Χρ 9:1-9, 14) Τα νερά του Περσικού Κόλπου είναι πλούσια σε μαργαριτοφόρα στρείδια. Εφόσον η νοτιοδυτική γωνία της Αραβίας χωρίζεται από την Αφρική με έναν στενό πορθμό πλάτους μόνο 32 χλμ. περίπου, κάποια προϊόντα της Αιθιοπίας (2Χρ 21:16), όπως το ελεφαντόδοντο και ο έβενος, μπορεί επίσης να περιλαμβάνονταν στην πραμάτεια αυτών των περιοδευόντων εμπόρων.—Ιεζ 27:15.
Ο Ναβονίδης, ο Βαβυλώνιος βασιλιάς του οποίου ο γιος, ο Βαλτάσαρ, βασίλευε στη Βαβυλώνα την εποχή της πτώσης της (539 Π.Κ.Χ.), έζησε δέκα χρόνια στην πόλη Τάιμα (Θεμά) της ομώνυμης όασης, στο βόρειο τμήμα του κεντρικού οροπεδίου της Αραβίας.—Βλέπε ΘΕΜΑ Αρ. 2.
Τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., η Παλαιστίνη δεχόταν σημαντικές επιρροές από την Αραβία, όπως φαίνεται από τα εδάφια Νεεμίας 2:19 και 6:1-7 στα οποία αναφέρεται «ο Γησέμ ο Άραβας».
Το Βασίλειο των Χιμιαριτών, το οποίο απέκτησε τον έλεγχο της νότιας Αραβίας γύρω στο 115 Π.Κ.Χ., είχε πρωτεύουσα τη Ζαφάρ (μερικοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για τη Σεφάρ του εδαφίου Γένεση 10:30). Στο Β οι Ναβαταίοι (πιθανώς απόγονοι του Νεβαϊώθ του εδαφίου Γένεση 25:13), των οποίων η πρωτεύουσα η Πέτρα βρισκόταν στα βραχώδη φαράγγια του Εδώμ, απέκτησαν δύναμη από τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. και έπειτα. Με την πάροδο του χρόνου επέκτειναν τη σφαίρα επιρροής τους σε όλο το νότιο τμήμα της Νεγκέμπ και βορειότερα στον Μωάβ και στην περιοχή Α του Ιορδάνη. Για μερικά χρόνια, τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., και ξανά τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., είχαν υπό την κυριαρχία τους τη Δαμασκό. Ο βασιλιάς τους Αρέτας Δ΄ (περ. 9 Π.Κ.Χ.–40 Κ.Χ.) αναφέρεται στο εδάφιο 2 Κορινθίους 11:32 σε συνδυασμό με τη φυγή του Παύλου από τη Δαμασκό, η οποία περιγράφεται στα εδάφια Πράξεις 9:23-25. Ο Ηρώδης Αντίπας παντρεύτηκε την κόρη του Αρέτα Δ΄, αλλά τη διαζεύχθηκε για να παντρευτεί την Ηρωδιάδα.—Μαρ 6:17· βλέπε ΑΡΕΤΑΣ.
Ο Παύλος λέει ότι έπειτα από τη μεταστροφή του “έφυγε για την Αραβία και γύρισε πάλι στη Δαμασκό”. (Γα 1:17) Μπορεί να επρόκειτο για ένα ταξίδι στη γειτονική περιοχή της Συριακής Ερήμου, αν και ο όρος «Αραβία» θα μπορούσε επίσης να υποδηλώνει ένα ταξίδι σε οποιοδήποτε μέρος της Αραβικής Χερσονήσου.
Τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., άρχισε να αναπτύσσεται ως αραβικό κέντρο η Παλμύρα στα ΒΑ της Δαμασκού και με τον καιρό ξεπέρασε ως εμπορικό κράτος την Πέτρα. Κατά το 270 Κ.Χ., ο στρατός της Παλμύρας, υπό τη Βασίλισσα Ζηνοβία, κατέλαβε την Αίγυπτο και αποτέλεσε σοβαρό αντίπαλο για τη Ρώμη, ώσπου νικήθηκε το 272 Κ.Χ.
Γλώσσα. Η γλώσσα των λαών της Αραβίας ανήκει στη νότια ομάδα των σημιτικών γλωσσών και έχει παραμείνει πιο σταθερή από τις άλλες σημιτικές γλώσσες. Ως εκ τούτου, έχει αποδειχτεί χρήσιμη για την καλύτερη κατανόηση πολλών εκφράσεων και λέξεων της αρχαίας Βιβλικής εβραϊκής.
-
-
ΑράδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΔ
(Αράδ).
1. Ένας από τους επικεφαλής της φυλής του Βενιαμίν ο οποίος έζησε κάποτε στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 8:15, 28.
2. Πόλη στο νότιο όριο της Χαναάν, ο βασιλιάς της οποίας επιτέθηκε στους Ισραηλίτες καθώς πλησίαζαν στη Χαναάν. Οι Ισραηλίτες αφιέρωσαν την περιοχή στην καταστροφή και την ονόμασαν «Ορμά» που σημαίνει «Αφιέρωση στην Καταστροφή». (Αρ 21:1-3· 33:40) Παρ’ όλα αυτά, δεν εγκαταστάθηκαν τότε εκεί και προφανώς μερικοί από τους κατοίκους διέφυγαν την καταστροφή. Γι’ αυτό και ο βασιλιάς της Αράδ περιλαμβάνεται στον κατάλογο με τους 31 βασιλιάδες που νικήθηκαν αργότερα κατά τη σαρωτική εκστρατεία του Ιησού του Ναυή. (Ιη 12:14) Αργότερα, οι Κεναίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της ερήμου Ν της Αράδ.—Κρ 1:16.
Η ισραηλιτική Αράδ ταυτίζεται γενικά με το Τελ Αράντ, έναν από τους πιο επιβλητικούς γήλοφους στην περιοχή της Νεγκέμπ. Βρίσκεται σε μια κάπως κυματοειδή πεδιάδα, περίπου 28 χλμ. Α της Βηρ-σαβεέ. Ανασκαφές στο Τελ Αράντ έφεραν στο φως περίπου 200 όστρακα, από τα οποία σχεδόν τα μισά είναι γραμμένα στην εβραϊκή και τα άλλα μισά στην αραμαϊκή. Ένα τέτοιο θραύσμα αγγείου με εβραϊκούς χαρακτήρες, το οποίο λέγεται ότι χρονολογείται από το δεύτερο ήμισυ του έβδομου αιώνα Π.Κ.Χ., αναφέρει: «Προς τον κύριό μου τον Ελιασίβ: Είθε ο Ιεχωβά να ζητάει την ειρήνη σου. . . . Εκείνος κατοικεί στον οίκο του Ιεχωβά».—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 325.
Λόγω της απουσίας μεταγενέστερων χαναανιτικών ερειπίων στο Τελ Αράντ, ο Γ. Ααρώνι υποστηρίζει ότι η χαναανιτική Αράδ βρισκόταν στο Τελλ ελ-Μιλχ (Τελ Μαλχατά), 12 χλμ. ΝΔ του Τελ Αράντ.
[Εικόνα στη σελίδα 290]
Ερείπια φρουρίου στο Τελ Αράντ. Ένα από τα όστρακα με εβραϊκούς χαρακτήρες που βρέθηκαν εκεί κοντά κάνει λόγο για τον «οίκο του Ιεχωβά»
-
-
ΑράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΜ
(Αράμ).
1. Ο τελευταίος από τους πέντε γιους του Σημ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται. Ο Αράμ και οι τέσσερις γιοι του, ο Ουζ, ο Ουλ, ο Γεθέρ και ο Μας, δημιούργησαν 5 από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες, και απόγονοί τους ήταν οι Αραμαίοι και οι Σύριοι.—Γε 10:22, 23· 1Χρ 1:17.
2. Γιος του Κεμουήλ και εγγονός του Ναχώρ, του αδελφού του Αβραάμ. Επομένως, ο Αράμ ήταν γιος του ανιψιού του Αβραάμ και πρώτου εξαδέλφου του Ισαάκ. Η Ρεβέκκα, η κόρη του Βαθουήλ, θείου του Αράμ, ήταν πρώτη εξαδέλφη του Αράμ. Η οικογένεια του Ναχώρ δεν έφυγε από τη Μεσοποταμία μαζί με τον Αβραάμ, αλλά έπειτα από χρόνια «αναφέρθηκε στον Αβραάμ» ότι ο Ναχώρ απέκτησε απογόνους, μεταξύ των οποίων και τον Αράμ.—Γε 22:20-23· 11:27, 31· 24:4, 10.
3. Ένας από τους τέσσερις “γιους του Σεμέρ” (Σωμήρ) από τη φυλή του Ασήρ, ο οποίος συγκαταλέγεται σε εκείνους που ήταν «κεφαλές του οίκου των προπατόρων τους, διαλεχτοί, γενναίοι και κραταιοί άντρες, κεφαλές των αρχηγών». (1Χρ 7:31, 32, 34, 40) Τόσο ο Αράμ όσο και ο πατέρας του γεννήθηκαν στην Αίγυπτο, εφόσον ο παππούς του και ο προπάππος του συγκαταριθμούνται μεταξύ των απογόνων του Ιακώβ που «ήρθαν στην Αίγυπτο».—Γε 46:8, 17.
4. Στη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου και στη Μετάφραση του Βάμβα, το όνομα Αράμ εμφανίζεται στα εδάφια Ματθαίος 1:3, 4 και Λουκάς 3:33.—Βλέπε ΑΡΝΕΙ· ΡΑΜ Αρ. 1.
5. Το όνομα Αράμ χρησιμοποιείται με γεωγραφική έννοια, τόσο ανεξάρτητα όσο και σε συνδυασμό με άλλες λέξεις, για περιοχές όπου ήταν εγκατεστημένοι οι απόγονοι του Αράμ (Αρ. 1).
Η ονομασία Αράμ, όταν χρησιμοποιείται μόνη της, εφαρμόζεται κατά βάση στη Συρία και γενικά αποδίδεται έτσι. (Κρ 10:6· 2Σα 8:6, 12· 15:8· Ωσ 12:12) Περιλάμβανε την περιοχή που εκτείνεται από τα όρη του Λιβάνου ως τη Μεσοποταμία και από τα όρη του Ταύρου στο Β ως τη Δαμασκό και ακόμη νοτιότερα.—Βλέπε ΣΥΡΙΑ.
Η ονομασία Αράμ-ναχαραΐμ (Ψλ 60:Επιγρ.) αποδίδεται γενικά «Μεσοποταμία», λέξη η οποία σημαίνει «γη ανάμεσα σε ποταμούς». Οι δύο αυτοί ποταμοί ήταν ο Ευφράτης και ο Τίγρης. Ο Στέφανος λέει ότι ο Αβραάμ ζούσε στη Μεσοποταμία, αναφερόμενος στο διάστημα κατά το οποίο ο Αβραάμ βρισκόταν ακόμη στην Ουρ των Χαλδαίων (Πρ 7:2), και όταν ο Αβραάμ έστειλε τον υπηρέτη του να βρει σύζυγο για τον Ισαάκ—πολλά χρόνια αργότερα—του είπε να πάει στην πόλη του Ναχώρ, στην (Άνω) Μεσοποταμία (Αράμ-ναχαραΐμ). (Γε 24:2-4, 10) Ο Βαλαάμ από τη Φεθώρ καταγόταν επίσης από μια ορεινή περιοχή στο βόρειο τμήμα της Μεσοποταμίας.—Δευ 23:4· παράβαλε Αρ 23:7· βλέπε ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑ.
Η ονομασία Παδάν-αράμ χρησιμοποιείται κυρίως για την περιοχή γύρω από την πόλη Χαρράν στην Άνω Μεσοποταμία.—Γε 25:20· 28:2-7, 10· βλέπε ΠΑΔΑΝ.
Οι Αραμαίοι, Σημίτες απόγονοι του Αράμ, κατοικούσαν σε όλες αυτές τις περιοχές. Επιπρόσθετα, το όνομα του Ουζ, ενός από τους τέσσερις γιους του Αράμ, χρησιμοποιείται για την περιοχή της Αραβικής Ερήμου που εκτεινόταν Α της Υποσχεμένης Γης και συνόρευε με τον Εδώμ. (Ιωβ 1:1· Θρ 4:21) Η αραμαϊκή, η γλώσσα των Αραμαίων, συγγένευε πολύ με την εβραϊκή, και με τον καιρό εξελίχθηκε σε διεθνή γλώσσα του εμπορίου και της διπλωματίας για όλες τις περιοχές της Εύφορης Ημισελήνου.—2Βα 18:26· βλέπε ΑΡΑΜΑΪΚΗ.
Αναμφίβολα, ο λόγος για τον οποίο το εδάφιο Δευτερονόμιο 26:5 προσδιορίζει τον Ιακώβ ως “Σύριο” (κατά κυριολεξία, “Αραμαίο”) είναι το ότι έμεινε στην Αράμ κοντά στον Αραμαίο πεθερό του τον Λάβαν 20 χρόνια. Επιπρόσθετα, η μητέρα του Ιακώβ η Ρεβέκκα ήταν Αραμαία, όπως και η Λεία και η Ραχήλ, οι σύζυγοί του. Ως εκ τούτου, οι Ισραηλίτες είχαν πράγματι στενή συγγένεια με τους Αραμαίους.
Αραμαϊκά Βασίλεια. Τα αραμαϊκά βασίλεια αρχίζουν να αναφέρονται στο Βιβλικό υπόμνημα την περίοδο κατά την οποία αναπτυσσόταν το έθνος του Ισραήλ. Ο Χουσάν-ρισαθαΐμ, ένας βασιλιάς από την Αράμ-ναχαραΐμ (Μεσοποταμία), κρατούσε υπόδουλο τον Ισραήλ οχτώ χρόνια, μέχρις ότου τους απελευθέρωσε ο Κριτής Γοθονιήλ.—Κρ 3:8-10.
Η Αράμ-ζωβά ήταν ένα αραμαϊκό βασίλειο που αναφέρεται ως εχθρός της βασιλείας του Σαούλ (1117-1078 Π.Κ.Χ.). (1Σα 14:47) Φαίνεται ότι βρισκόταν Β της Δαμασκού, η δε επικράτειά της εκτεινόταν Β μέχρι την Αιμάθ και Α μέχρι τον Ευφράτη. Όταν ο Δαβίδ πολεμούσε με τους εχθρούς του Ισραήλ, ήρθε σε σύγκρουση με τον Αδαδέζερ, τον ισχυρό βασιλιά της Αράμ-ζωβά, και τον νίκησε. (2Σα 8:3, 4· 1Χρ 18:3· παράβαλε Ψλ 60:Επιγρ.) Ακολούθως, ο Αραμαίος επιδρομέας Ρεζών ανέλαβε την εξουσία στη Δαμασκό, και σύντομα αυτή η πόλη έγινε η πιο σημαντική αραμαϊκή πόλη (1Βα 11:23-25) και «η κεφαλή της Συρίας». (Ησ 7:8) Με αυτή την ιδιότητα επέδειξε ενεργά εχθρότητα απέναντι στον Ισραήλ καθ’ όλη την ιστορία του βόρειου βασιλείου.—Βλέπε ΔΑΜΑΣΚΟΣ.
Η Αράμ-μααχά αναφέρεται μαζί με τη Ζωβά, τη Ρεώβ και την Ιστώβ ως ένα από τα αραμαϊκά βασίλεια που εκμίσθωσαν στους Αμμωνίτες άρματα και ιππείς για να πολεμήσουν τον Δαβίδ. Ο βασιλιάς της Αράμ-μααχά συντάχθηκε με αυτές τις μισθοφορικές δυνάμεις τις οποίες έτρεψε γρήγορα σε φυγή ο στρατός του Δαβίδ. (1Χρ 19:6-15· 2Σα 10:6-14) Το βασίλειο της Μααχά πιθανότατα βρισκόταν Α του Ιορδάνη, ενώ στη βόρεια πλευρά του είχε το Όρος Αερμών.—Ιη 12:5· 13:11.
Η Γεσούρ ήταν ένα μικρό αραμαϊκό βασίλειο που βρισκόταν Α του Ιορδάνη και, όπως φαίνεται, ακριβώς κάτω από τη Μααχά, τα δε νότια σύνορά του έφταναν μέχρι την ανατολική πλευρά της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Όπως και η Μααχά, βρισκόταν μέσα στην περιοχή που παραχωρήθηκε στη φυλή του Μανασσή.—Δευ 3:14· Ιη 13:11· βλέπε ΓΕΣΟΥΡ Αρ. 1.
Ο Δαβίδ, κατακτώντας διάφορα αραμαϊκά βασίλεια, επέκτεινε τα όρια του βασιλείου του πολύ βορειότερα, μέχρι τον ποταμό Ευφράτη, όχι πολύ μακριά από τη Χαρράν της Παδάν-αράμ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εκπλήρωσε την υπόσχεση του Ιεχωβά αναφορικά με την έκταση της κληρονομιάς του Ισραήλ στην Υποσχεμένη Γη.—Δευ 1:7· 11:24· Ιη 1:4.
Για περισσότερες πληροφορίες γύρω από τις σχέσεις του Ισραήλ με την Αράμ, βλέπε ΣΥΡΙΑ.
[Χάρτης στη σελίδα 291]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΑΡΑΜ
Μεγάλη Θάλασσα
Όρη του Ταύρου
Αιμάθ
Όρη του Λιβάνου
ΑΡΑΜ-ΖΩΒΑ
Δαμασκός
ΑΡΑΜ-ΜΑΑΧΑ
ΓΕΣΟΥΡ
Χαρράν
ΠΑΔΑΝ-ΑΡΑΜ
Ποταμός Τίγρης
ΑΡΑΜ-ΝΑΧΑΡΑΪΜ (ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑ)
Ποταμός Ευφράτης
-
-
ΑραμαϊκήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΜΑΪΚΗ
(Αραμαϊκή).
Αρχαία σημιτική γλώσσα που συγγενεύει στενά με την εβραϊκή και μιλιούνταν αρχικά από τους Αραμαίους. (Βλέπε ΑΡΑΜ Αρ. 5.) Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου, η γλώσσα αυτή κατέληξε να περιλαμβάνει διάφορες διαλέκτους (μερικές από τις οποίες θεωρούνταν ξεχωριστές γλώσσες) και να χρησιμοποιείται ευρέως, ειδικά στη νοτιοδυτική Ασία. Η αραμαϊκή χρησιμοποιούνταν κυρίως από τη δεύτερη χιλιετία Π.Κ.Χ. μέχρι περίπου το 500 Κ.Χ. Είναι μια από τις τρεις γλώσσες στις οποίες γράφτηκε αρχικά η Αγία Γραφή. Η εβραϊκή λέξη ’Αραμίθ εμφανίζεται πέντε φορές και μεταφράζεται «στη συριακή γλώσσα» ή «στην αραμαϊκή γλώσσα».—2Βα 18:26· Ησ 36:11· Δα 2:4· Εσδ 4:7 (δύο φορές).
Η Βιβλική αραμαϊκή, που ονομαζόταν στο παρελθόν χαλδαϊκή, εμφανίζεται στα εδάφια Έσδρας 4:8 ως 6:18 και 7:12-26· Ιερεμίας 10:11 και Δανιήλ 2:4β ως 7:28. Αραμαϊκές εκφράσεις υπάρχουν και σε άλλα τμήματα της Γραφής, αλλά πολλές από τις απόπειρες των λογίων να αποδείξουν ότι διάφορες εβραϊκές λέξεις έχουν αραμαϊκή προέλευση βασίζονται απλώς σε εικασίες.
Η χρήση κάποιων αραμαϊκών εκφράσεων δεν προκαλεί έκπληξη, διότι οι Εβραίοι είχαν στενή επαφή με τους Αραμαίους και με την αραμαϊκή γλώσσα επί μακρόν. Ανάμεσα στις αρχαιότερες αποδόσεις των Εβραϊκών Γραφών σε άλλες γλώσσες ήταν τα Αραμαϊκά Ταργκούμ. Σπαράγματα από αρχαία Ταργκούμ ορισμένων βιβλίων έχουν βρεθεί μεταξύ των Ρόλων της Νεκράς Θαλάσσης.
Η Γλώσσα. Η αραμαϊκή και η εβραϊκή κατατάσσονται στο βορειοδυτικό κλάδο των σημιτικών γλωσσών. Μολονότι η αραμαϊκή διαφέρει σημαντικά από την εβραϊκή, είναι συγγενική γλώσσα και έχει τα ίδια γράμματα στο αλφάβητό της—τα ονόματα των γραμμάτων είναι επίσης ίδια. Γράφεται όπως η εβραϊκή, από τα δεξιά προς τα αριστερά, και στην αρχή χρησιμοποιούσε μόνο σύμφωνα. Ωστόσο, μεταγενέστερα οι Μασορίτες πρόσθεσαν φωνηεντικά σημεία στις αραμαϊκές περικοπές της Αγίας Γραφής, όπως έκαναν και στο εβραϊκό κείμενο. Η αραμαϊκή έχει δεχτεί επιρροές από την επαφή της με άλλες γλώσσες. Εκτός του ότι περιέχει διάφορα εβραϊκά, ακκαδικά και περσικά τοπωνύμια και ονόματα προσώπων, η Βιβλική αραμαϊκή φανερώνει επιρροή από την εβραϊκή όσον αφορά τους θρησκευτικούς όρους, από την ακκαδική όσον αφορά τους πολιτικούς και τους οικονομικούς όρους, καθώς επίσης από την περσική όσον αφορά τους όρους που σχετίζονται με πολιτικά και νομικά ζητήματα.
Η αραμαϊκή, εκτός του ότι έχει την ίδια γραφή με την εβραϊκή, παρουσιάζει ομοιότητες με αυτήν στην κλίση των ρημάτων, των ουσιαστικών και των αντωνυμιών. Τα ρήματα έχουν δύο καταστάσεις, τη μη τετελεσμένη (που υποδηλώνει ημιτελή ενέργεια) και την τετελεσμένη (που υποδηλώνει ολοκληρωμένη ενέργεια). Η αραμαϊκή χρησιμοποιεί ενικό, δυϊκό και πληθυντικό αριθμό για τα ουσιαστικά, και έχει δύο γένη, το αρσενικό και το θηλυκό. Διαφέρει από άλλες σημιτικές γλώσσες κατά το ότι επιδεικνύει προτίμηση στο φωνήεν α, καθώς και με άλλους τρόπους, όπως το ότι προτιμάει ορισμένα σύμφωνα αντί για άλλα, παραδείγματος χάρη το ντ αντί για το ζ και το τ αντί για το δασύ σ.
Βασικές υποδιαιρέσεις. Η αραμαϊκή διαιρείται γενικά σε δυτικές και ανατολικές ομάδες. Ωστόσο, από ιστορικής πλευράς διακρίνονται οι εξής τέσσερις: αρχαία αραμαϊκή, επίσημη αραμαϊκή, αραμαϊκή του Λεβάντε και ανατολική αραμαϊκή. Έχει υποστηριχτεί η άποψη ότι πιθανόν να μιλιούνταν διάφορες διάλεκτοι της αραμαϊκής πέριξ και εντός της Εύφορης Ημισελήνου και της Μεσοποταμίας τη δεύτερη χιλιετία Π.Κ.Χ. Μια διαφορά ανάμεσα σε πρώιμες μορφές της αραμαϊκής και της εβραϊκής μπορεί να εντοπιστεί στο εδάφιο Γένεση 31:47. Όταν ο Ιακώβ και ο Λάβαν συμφιλιώθηκαν, έστησαν έναν σωρό από πέτρες ως μάρτυρα ανάμεσά τους. Ο Λάβαν τον ονόμασε «Ιεγάρ-σαχαδουθά» στην αραμαϊκή (συριακή), ενώ ο Ιακώβ τον ονόμασε «Γαλεέδ» στην εβραϊκή. Και οι δύο αυτές εκφράσεις σημαίνουν «Σωρός Μαρτυρίας».
Στην αρχαία αραμαϊκή είναι γραμμένες ορισμένες επιγραφές που ανακαλύφτηκαν στη βόρεια Συρία και λέγεται ότι χρονολογούνται από το δέκατο ως τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ. Σταδιακά, όμως, μια καινούρια διάλεκτος της αραμαϊκής έγινε η διεθνής γλώσσα των συναλλαγών την εποχή της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας, παίρνοντας τη θέση της ακκαδικής ως η γλώσσα στην οποία διεκπεραιωνόταν η επίσημη κυβερνητική αλληλογραφία με τις εσχατιές της αυτοκρατορίας. Λόγω της χρήσης της, αυτή η καθιερωμένη μορφή αραμαϊκής χαρακτηρίζεται ως επίσημη αραμαϊκή. Εξακολούθησε να χρησιμοποιείται ενόσω η Βαβυλώνα ήταν Παγκόσμια Δύναμη (625-539 Π.Κ.Χ.) καθώς και στη συνέχεια, την εποχή της Περσικής Αυτοκρατορίας (538-331 Π.Κ.Χ.). Ειδικά τότε χρησιμοποιούνταν ευρέως, καθώς ήταν η επίσημη γλώσσα της κυβέρνησης και του εμπορίου σε μια εκτεταμένη περιοχή, όπως πιστοποιούν οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις. Εμφανίζεται σε καταλόγους πινακίδων σφηνοειδούς γραφής, σε όστρακα, παπύρους, σφραγίδες και νομίσματα, σε επιγραφές πάνω σε πέτρα, και ούτω καθεξής. Αυτά τα τεχνουργήματα έχουν βρεθεί σε περιοχές όπως η Μεσοποταμία, η Περσία, η Αίγυπτος, η Ανατολία και η βόρεια Αραβία, καθώς και σε τοποθεσίες που εκτείνονται μέχρι και στα Ουράλια Όρη προς Β, μέχρι δε και στο Αφγανιστάν και στο Κουρδιστάν προς Α. Η χρήση της επίσημης αραμαϊκής συνεχίστηκε κατά την ελληνιστική περίοδο (323-30 Π.Κ.Χ.).
Φαίνεται ότι στα συγγράμματα του Έσδρα, του Ιερεμία και του Δανιήλ χρησιμοποιείται αυτή η επίσημη αραμαϊκή. Και οι Γραφές πιστοποιούν επίσης το γεγονός ότι η αραμαϊκή ήταν διεθνής γλώσσα συναλλαγών εκείνους τους αρχαίους καιρούς. Παραδείγματος χάρη, τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., οι διορισμένοι εκπρόσωποι του Βασιλιά Εζεκία του Ιούδα απηύθυναν έκκληση στον Ραβσάκη, τον εκπρόσωπο του Ασσύριου Βασιλιά Σενναχειρείμ, λέγοντάς του: «Μίλησε, παρακαλούμε, στους υπηρέτες σου στη συριακή γλώσσα [στη γλώσσα των Αραμαίων, επομένως στην αραμαϊκή], γιατί εμείς καταλαβαίνουμε· και μη μας μιλάς στη γλώσσα των Ιουδαίων, ενώ ακούει ο λαός που είναι πάνω στο τείχος». (Ησ 36:11· 2Βα 18:26) Οι αξιωματούχοι του Ιούδα καταλάβαιναν την αραμαϊκή, ή αλλιώς τη συριακή, αλλά ο κοινός λαός μεταξύ των Εβραίων τότε στην Ιερουσαλήμ προφανώς δεν την καταλάβαινε.
Κάποια χρόνια αφότου οι Ιουδαίοι επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία, ο Έσδρας ο ιερέας διάβασε το βιβλίο του Νόμου στους Ιουδαίους που είχαν συναχθεί στην Ιερουσαλήμ, και διάφοροι Λευίτες το εξήγησαν στο λαό. Το εδάφιο Νεεμίας 8:8 δηλώνει: «Διάβαζαν μεγαλόφωνα από το βιβλίο, από το νόμο του αληθινού Θεού, ενώ παράλληλα τον ανέλυαν και του προσέδιδαν νόημα· και έκαναν αυτά που διάβαζαν κατανοητά». Αυτή η ανάλυση ή ερμηνεία μπορεί να περιλάμβανε παράφραση του εβραϊκού κειμένου στην αραμαϊκή, την οποία πιθανόν να υιοθέτησαν οι Εβραίοι κατά την παραμονή τους στη Βαβυλώνα. Αναμφίβολα, η ανάλυση περιλάμβανε επίσης διευκρίνιση του νοήματος ώστε οι Ιουδαίοι, έστω και αν καταλάβαιναν το εβραϊκό κείμενο, να συλλάβουν τη βαθιά σημασία των όσων διαβάζονταν.
Ποια Γλώσσα Μιλούσε ο Ιησούς; Σε αυτό το θέμα επικρατεί μεγάλη διχογνωμία μεταξύ των λογίων. Ωστόσο, σχετικά με τις γλώσσες που χρησιμοποιούνταν στην Παλαιστίνη όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, ο καθηγητής Τζ. Έρνεστ Ράιτ δηλώνει: «Χωρίς αμφιβολία, στους δρόμους των μεγάλων πόλεων ακούγονταν διάφορες γλώσσες. Προφανώς, η ελληνική και η αραμαϊκή ήταν οι πιο κοινές, και οι περισσότεροι αστικοί πληθυσμοί καταλάβαιναν πιθανότατα και τις δύο, ακόμη και σε “μοντέρνες” ή “δυτικές” πόλεις όπως η Καισάρεια και η Σαμάρεια όπου συνηθιζόταν περισσότερο η ελληνική. Ίσως άκουγε κανείς τους Ρωμαίους στρατιώτες και αξιωματικούς να συζητούν στη λατινική, ενώ οι ορθόδοξοι Ιουδαίοι μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιούσαν στις μεταξύ τους συνομιλίες ένα μεταγενέστερο εβραϊκό ιδίωμα—μια γλώσσα που ξέρουμε ότι δεν ήταν ούτε η κλασική εβραϊκή ούτε η αραμαϊκή, παρά τις ομοιότητες που παρουσίαζε και με τις δύο». Αναλύοντας περαιτέρω το θέμα της γλώσσας που μιλούσε ο Ιησούς Χριστός, ο καθηγητής Ράιτ λέει: «Έχει υπάρξει πολλή αντιλογία για το ποια γλώσσα μιλούσε ο Ιησούς. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν μιλούσε την ελληνική ή τη λατινική, αλλά όταν δίδασκε στη διακονία του χρησιμοποιούσε κατά κανόνα είτε την αραμαϊκή είτε την ιδιαίτερα εξαραμαϊσμένη δημώδη εβραϊκή. Όταν ο Παύλος απευθύνθηκε στον όχλο στο Ναό, λέγεται ότι μίλησε στην εβραϊκή. (Πρ 21:40) Οι λόγιοι γενικά θεωρούν ότι αυτό σημαίνει στην αραμαϊκή, αλλά πολύ πιθανόν να χρησιμοποιούσαν τότε οι Ιουδαίοι ως κοινή γλώσσα κάποια μορφή δημώδους εβραϊκής».—Βιβλική Αρχαιολογία (Biblical Archaeology), 1962, σ. 243.
Ενδεχομένως ο Ιησούς και οι πρώτοι μαθητές του, όπως ο απόστολος Πέτρος, να μιλούσαν, τουλάχιστον σε κάποιες περιπτώσεις, την αραμαϊκή της Γαλιλαίας, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι τη νύχτα που συνελήφθη ο Χριστός ειπώθηκε στον Πέτρο: «Σίγουρα και εσύ από αυτούς είσαι, γιατί και η διάλεκτός σου σε προδίδει». (Ματ 26:73) Αφορμή για αυτό μπορεί να στάθηκε το ότι ο απόστολος χρησιμοποίησε σε εκείνη την περίπτωση την αραμαϊκή της Γαλιλαίας, μολονότι αυτό δεν είναι βέβαιο, ή μπορεί να μίλησε σε ένα εβραϊκό ιδίωμα της Γαλιλαίας—διάλεκτο διαφορετική από αυτήν που χρησιμοποιούσαν στην Ιερουσαλήμ ή αλλού στην Ιουδαία. Πρωτύτερα, όταν ο Ιησούς είχε πάει στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και είχε μπει στη συναγωγή εκεί, διάβασε από την προφητεία του Ησαΐα, προφανώς από το εβραϊκό της κείμενο, και κατόπιν είπε: «Σήμερα εκπληρώνεται αυτή η γραφή που μόλις ακούσατε». Δεν λέγεται πουθενά ότι ο Ιησούς μετέφρασε αυτό το απόσπασμα στην αραμαϊκή. Άρα, κατά πάσα πιθανότητα οι παρευρισκόμενοι σε εκείνη την περίσταση καταλάβαιναν χωρίς δυσκολία τη Βιβλική εβραϊκή. (Λου 4:16-21) Ας σημειωθεί επίσης ότι το εδάφιο Πράξεις 6:1, αναφερόμενο σε μια χρονική στιγμή λίγο μετά την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., κάνει λόγο για ελληνόφωνους Ιουδαίους και για εβραιόφωνους Ιουδαίους στην Ιερουσαλήμ.
Ο καθηγητής Χάρις Μπίρκελαντ (Η Γλώσσα του Ιησού [The Language of Jesus], Όσλο, 1954, σ. 10, 11) επισημαίνει πως το γεγονός ότι η αραμαϊκή ήταν η γραπτή γλώσσα της Παλαιστίνης όταν ο Ιησούς ήταν στη γη δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι τη μιλούσαν οι μάζες. Επίσης, το γεγονός ότι οι Πάπυροι της Ελεφαντίνης, οι οποίοι προέρχονται από μια Ιουδαϊκή αποικία στην Αίγυπτο, ήταν γραμμένοι στην αραμαϊκή δεν αποδεικνύει ότι αυτή ήταν η κύρια ή η κοινή γλώσσα στην πατρίδα των Ιουδαίων, διότι η αραμαϊκή ήταν τότε διεθνής γλώσσα των γραμμάτων. Φυσικά, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές περιέχουν αρκετούς αραμαϊσμούς, καθώς, λόγου χάρη, ο Ιησούς χρησιμοποίησε μερικές αραμαϊκές λέξεις. Εντούτοις, σύμφωνα με το επιχείρημα που προβάλλει ο Μπίρκελαντ, ίσως ο Ιησούς να μιλούσε συνήθως τη δημώδη εβραϊκή και να χρησιμοποιούσε περιστασιακά κάποιες αραμαϊκές εκφράσεις.
Μολονότι ίσως δεν μπορεί να αποδειχτεί, όπως διατείνεται ο Μπίρκελαντ, ότι ο κοινός λαός αγνοούσε την αραμαϊκή, παρ’ όλα αυτά φαίνεται πως, όταν ο Λουκάς, ένας μορφωμένος γιατρός, δηλώνει ότι ο Παύλος μίλησε στους Ιουδαίους «στην εβραϊκή» και όταν ο ίδιος ο απόστολος Παύλος είπε ότι η φωνή από τον ουρανό τού μίλησε «στην εβραϊκή», εννοούνταν πράγματι μια μορφή της εβραϊκής (αν και ίσως όχι η αρχαία εβραϊκή) και όχι η αραμαϊκή.—Πρ 22:2· 26:14.
Κάτι που υποστηρίζει περαιτέρω τη χρήση κάποιας μορφής της εβραϊκής στην Παλαιστίνη όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη είναι οι παλαιότατες ενδείξεις ότι ο απόστολος Ματθαίος έγραψε αρχικά το Ευαγγέλιό του στην εβραϊκή. Για παράδειγμα, ο Ευσέβιος (που έζησε μεταξύ του τρίτου και του τέταρτου αιώνα Κ.Χ.) είπε ότι «ο ευαγγελιστής Ματθαίος παρέδωσε το Ευαγγέλιό του στην εβραϊκή γλώσσα». (Ελληνική Πατρολογία [Patrologia Graeca], Τόμ. 22, στ. 941) Και ο Ιερώνυμος (που έζησε μεταξύ του τέταρτου και του πέμπτου αιώνα Κ.Χ.) δήλωσε στο έργο του Περί των επιφανών ανδρών (De viris inlustribus), κεφάλαιο 3: «Ο Ματθαίος, που λέγεται επίσης Λευί, και ο οποίος από τελώνης έγινε απόστολος, πρώτος από όλους συνέγραψε στην Ιουδαία ένα Ευαγγέλιο του Χριστού στην εβραϊκή γλώσσα και με εβραϊκούς χαρακτήρες, προς όφελος εκείνων των περιτμημένων που είχαν πιστέψει. . . . Επιπλέον, το ίδιο το εβραϊκό κείμενο διατηρείται μέχρι την εποχή μας στη βιβλιοθήκη της Καισάρειας, τα βιβλία της οποίας συγκέντρωσε με τόση επιμέλεια ο μάρτυρας Πάμφιλος». (Μετάφραση από το λατινικό κείμενο, το οποίο επιμελήθηκε ο Έ. Κ. Ρίτσαρντσον και δημοσιεύτηκε στη σειρά «Κείμενα και Έρευνες για την Ιστορία της Πρωτοχριστιανικής Λογοτεχνίας» [“Texte und Untersuchungen zur Geschichte der altchristlichen Literatur”], Λειψία, 1896, Τόμ. 14, σ. 8, 9.) Επομένως, ο Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος στη γη μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιούσε μια μορφή της εβραϊκής και μια διάλεκτο της αραμαϊκής.—Βλέπε ΕΒΡΑΪΚΗ.
-
-
ΑραμαίοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΜΑΙΟΙ
Βλέπε ΑΡΑΜ Αρ. 1 και 5.
-
-
Αράμ-ζωβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΜ-ΖΩΒΑ
Βλέπε ΑΡΑΜ Αρ. 5.
-
-
Αράμ-μααχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΜ-ΜΑΑΧΑ
Βλέπε ΑΡΑΜ Αρ. 5.
-
-
Αράμ-ναχαραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΜ-ΝΑΧΑΡΑΪΜ
Βλέπε ΑΡΑΜ Αρ. 5.
-
-
ΑραράτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΡΑΤ
(Αραράτ).
Το όνομα αυτό προσδιορίζει μια περιοχή εκεί που συναντώνται η Τουρκία, το Ιράν και η Αρμενία, καθώς και μια οροσειρά σε εκείνη την περιοχή.
Μετά τον Κατακλυσμό, η κιβωτός του Νώε κάθησε «στα βουνά του Αραράτ». (Γε 8:4) Την εποχή της βασιλείας του Εζεκία, οι γιοι του Σενναχειρείμ Αδραμμέλεχ και Σαρασάρ κατέφυγαν «στη γη Αραράτ», αφού δολοφόνησαν τον πατέρα τους. (2Βα 19:37· Ησ 37:38) Ο Ιερεμίας προείπε ότι το Αραράτ θα ήταν ένα από «τα βασίλεια» που θα εκστράτευαν εναντίον της Βαβυλώνας τον καιρό της καταστροφής της τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ. (Ιερ 51:27) Οι τελευταίες αυτές Γραφικές αναφορές υποδηλώνουν μια χώρα Β της Ασσυρίας. Ο Ευσέβιος, ο Ιερώνυμος και η πλειονότητα των υπόλοιπων «Χριστιανών» συγγραφέων των πρώτων αιώνων Κ.Χ. θεωρούσαν το Αραράτ αντίστοιχο της Αρμενίας, η δε απόδοση του εδαφίου Ησαΐας 37:38 κατά τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα καθώς και η απόδοση του εδαφίου 2 Βασιλέων 19:37 κατά τη λατινική Βουλγάτα αντικατοπτρίζουν αυτό το σκεπτικό. Πολλές ασσυριακές επιγραφές που ανάγονται στις περιόδους βασιλείας του Σαλμανασάρ Α΄, του Ασσουρνασιρπάλ Β΄, του Σαλμανασάρ Γ΄, του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ και του Σαργών Β΄, τον ένατο και τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., αναφέρονται στο Αραράτ ως «Ουραρτού». Μια επιγραφή του Εσάρ-αδδών, ενός άλλου γιου του Σενναχειρείμ και διαδόχου του θρόνου της Ασσυρίας, αναφέρει ότι ο ίδιος νίκησε τα στρατεύματα των πατροκτόνων αδελφών του στο Χανιγκαλμπάτ, στην περιοχή της Αρμενίας. Με βάση αυτές τις επιγραφές και το συσχετισμό που κάνει ο Ιερεμίας ανάμεσα στο Αραράτ και στα βασίλεια του Μιννί και του Ασκενάζ, φαίνεται ότι η γη Αραράτ βρισκόταν στην ορεινή περιοχή της λίμνης Βαν στην αρχαία Αρμενία, είχε δε τις πηγές του ποταμού Τίγρη στα Ν και τα βουνά του Καυκάσου στα Β.
Το όνομα Αραράτ χρησιμοποιείται συγκεκριμένα για την ψηλότερη κορυφή αυτής της περιοχής, στην οποία, σύμφωνα με την παράδοση, κάθησε η κιβωτός του Νώε. Υπάρχουν δύο κωνικές κορυφές οι οποίες απέχουν μεταξύ τους περίπου 11 χλμ. και τις οποίες χωρίζει μια βαθιά κοιλότητα. Η ψηλότερη από τις κορυφές φτάνει γύρω στα 5.165 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, και τα τελευταία 900 μ. μέχρι το ανώτερο σημείο της σκεπάζονται μονίμως από χιόνι. Η χαμηλότερη κορυφή, προς τα ΝΑ, βρίσκεται 3.914 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η ψηλότερη κορυφή είναι ιδιαίτερα δυσανάβατη, και πρώτος αναρριχήθηκε σε αυτήν ο Πάροτ το 1829. Πολλά τοπωνύμια στην περιοχή θυμίζουν τη Βιβλική αφήγηση. Το ίδιο το όρος Αραράτ αποκαλείται από τους Τούρκους Αγρί Νταγ (όρος της κιβωτού) και από τους Πέρσες Κοχ-ι-νούχ (όρος του Νώε).—Βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ Αρ. 1.
-
-
ΑραρίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΡΙΤΗΣ
(Αραρίτης).
Επωνυμία κάποιων κραταιών αντρών του Δαβίδ. (2Σα 23:8, 11, 33· 1Χρ 11:26, 34, 35) Αυτοί πιθανόν να κατάγονταν από τη λοφώδη περιοχή του Ιούδα.
-
-
ΑράςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΣ
(Αράς).
Παππούς του Σαλλούμ, του συζύγου της προφήτισσας Όλδας. (2Βα 22:14) Στο Μασοριτικό κείμενο, το όνομά του αναφέρεται ως Χασρά στο εδάφιο 2 Χρονικών 34:22.
-
-
ΑράχνηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΑΧΝΗ
[εβρ., ‛ακκαβίς].
Μικρό, οκτάποδο, άπτερο ζώο το οποίο, από αυστηρά βιολογική άποψη, δεν είναι έντομο αλλά αραχνίδιο.
Οι περισσότερες αράχνες υφαίνουν ιστούς για να συλλαμβάνουν τη λεία τους. Κατά κανόνα οι αράχνες έχουν τρία ζευγάρια κλώστες, δηλαδή κλωστικά όργανα, τα οποία βρίσκονται στο εσωτερικό πίσω άκρο της κοιλιάς τους. Αυτοί οι κλώστες συνδέονται με τους σηρογόνους αδένες που υπάρχουν μέσα στο σώμα της αράχνης μέσω πολλών μικροσκοπικών σωληνίσκων. Καθώς το υγρό μετάξι που παράγουν αυτοί οι αδένες περνάει με πίεση μέσα από τους κλώστες, πήζει και εκκρίνεται ως λεπτότατο μεταξωτό νήμα. Κρατώντας τους κλώστες της ενωμένους, η αράχνη μπορεί να παράγει χοντρό νήμα. Όταν τα κλωστικά όργανα είναι χωρισμένα, παράγεται μια δέσμη λεπτών νημάτων.
Ο ιστός, ο οποίος διαφέρει ανάλογα με την ποικιλία της αράχνης που τον κατασκευάζει, έχει όμορφη συμμετρία και πολύπλοκο σχέδιο. Σε ίσα διαστήματα πάνω στα μεταξωτά νήματα υπάρχουν σταγόνες κόλλας, η οποία επίσης κατασκευάζεται από την αράχνη. Αφού πρώτα φτιάξει μια γραμμή ανάμεσα σε δύο ακτίνες και την επικαλύψει με κόλλα, η αράχνη τραβάει το νήμα προς τα κάτω και μετά το αφήνει να γυρίσει πίσω απότομα. Σε αυτό οφείλεται το γεγονός ότι τα μικροσκοπικά σταγονίδια κόλλας καταλήγουν να βρίσκονται σε ίσα μεταξύ τους διαστήματα. Το κολλώδες νήμα έχει σκοπό να παγιδεύει τη λεία της αράχνης.
Στις δύο περιπτώσεις όπου αναφέρεται η αράχνη στις Γραφές, εμφανίζεται σε αλληγορικές εικόνες. Ο Βιλδάδ, μιλώντας στον Ιώβ, χαρακτήρισε έναν αποστάτη ως κάποιον που εμπιστεύεται ή στηρίζεται σε «σπίτι αράχνης», δηλαδή σε ιστό αράχνης, κάτι τόσο εύθραυστο που δεν μπορεί να τον κρατήσει όρθιο. (Ιωβ 8:14, 15) Τα βλαβερά και βίαια έργα των άπιστων Ισραηλιτών παρομοιάζονται με την ύφανση του ιστού της αράχνης. Ωστόσο, αυτά τα άπιστα άτομα δεν θα μπορούσαν να «ντυθούν» με τα έργα τους, όπως ακριβώς ένας ιστός δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ένδυμα.—Ησ 59:5, 6.
-
-
ΑρβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΒΑ
(Αρβά) [Τέσσερις].
Αποκαλείται «ο πατέρας» ή «ο μεγάλος άνθρωπος» των Ανακίμ και φαίνεται ότι ήταν ο ιδρυτής της Κιριάθ-αρβά, η οποία αργότερα ονομάστηκε Χεβρών. (Ιη 14:15· 15:13· 21:11) Μερικοί πιστεύουν ότι το όνομα Ανάκ εφαρμόζεται στη φυλή των γιγάντων που προήλθε από τον Αρβά και ότι δεν είναι το προσωπικό όνομα του γιου του Αρβά, γι’ αυτό και θεωρούν προγεννήτορα των Ανακίμ τον Αρβά.—Βλέπε ΑΝΑΚ· ΑΝΑΚΙΜ.
-
-
ΑρβάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΒΑΔ
(Αρβάδ).
Στην προφητική θρηνωδία του Ιεζεκιήλ σχετικά με την Τύρο γίνεται μνεία για άντρες από την Αρβάδ που υπηρετούσαν ως δεξιοτέχνες κωπηλάτες στο ναυτικό της Τύρου και ως γενναίοι πολεμιστές στο στρατό της. (Ιεζ 27:8, 11) Η Αρβάδ ταυτίζεται με ένα μικρό βραχώδες νησί που είναι γνωστό σήμερα με το όνομα Αρβάντ και απέχει περίπου 3 χλμ. από την ακτή της βόρειας Συρίας, περίπου 186 χλμ. ΒΒΑ της Τύρου. Οι κάτοικοι ήταν απόγονοι του Χαναάν.—Γε 10:15, 18.
-
-
ΑρβαδίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΒΑΔΙΤΗΣ
(Αρβαδίτης) [Της (Από την) Αρβάδ].
Μέλος της οικογένειας που καταγόταν από τον Χαμ μέσω του Χαναάν και η οποία προφανώς κατοίκησε στην Αρβάδ, ένα νησί που απέχει πολύ λίγο από τη βόρεια ακτή της Συρίας. (Γε 10:6, 15, 18· 1Χρ 1:16) Η μόνη άλλη μνεία αυτού του λαού γίνεται από τον Ιεζεκιήλ ο οποίος αναφέρει ότι οι Αρβαδίτες ήταν δεξιοτέχνες ναύτες και γενναίοι στρατιώτες στην υπηρεσία της Τύρου.—Ιεζ 27:8, 11.
-
-
ΑρβαθίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΒΑΘΙΤΗΣ
(Αρβαθίτης) [Της (Από τη) Βαιθ-αραβά].
Ο καταγόμενος από την πόλη Βαιθ-αραβά η οποία βρισκόταν στην έρημο (Ιη 15:61), κοντά στην Ιεριχώ, στην Περιφέρεια της Κοιλάδας του Ιορδάνη. (Ιη 18:21, 22) Ένας από τους κραταιούς πολεμιστές του Δαβίδ, ο Αβί-αλβών, ή αλλιώς Αβιήλ, ήταν Αρβαθίτης.—2Σα 23:8, 31· 1Χρ 11:10, 32.
-
-
Αρβέλ, ΟίκοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΒΕΛ, ΟΙΚΟΣ
(Αρβέλ).
Ο οίκος του Αρβέλ («Βαιθ-αρβέλ», AT, JB, ΒΑΜ, ΜΠΚ) λεηλατήθηκε σε άγνωστο χρόνο από τον Σαλμανά. (Ωσ 10:14) Αυτή η τοποθεσία συνδέεται συνήθως με το Ίρμπιντ, το οποίο βρίσκεται περίπου 29 χλμ. ΝΑ της Θάλασσας της Γαλιλαίας, άρα στη Γαλαάδ.
-
-
ΑρβωνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΒΩΝΑ
(Αρβωνά).
Ένας από τους εφτά αυλικούς του Ασσουήρη τους οποίους έστειλε στη Βασίλισσα Αστίν για να της μεταφέρουν την εντολή που είχε δώσει ο βασιλιάς να εμφανιστεί ενώπιόν του. Αργότερα, όταν αποκαλύφτηκε το δόλιο σχέδιο του Αμάν για την εξόντωση των Ιουδαίων, ο Αρβωνά μίλησε για το ξύλο που είχε φτιάξει ο Αμάν για τον Μαροδοχαίο, το οποίο είχε ύψος 50 πήχεις, και τα λόγια του αυτά υποκίνησαν τον Ασσουήρη να διατάξει να κρεμαστεί πάνω σε αυτό ο ίδιος ο Αμάν.—Εσθ 1:10-12· 7:9, 10.
-
-
ΑργόβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΓΟΒ
(Αργόβ) [Σβόλος Χώματος].
1. Πιθανώς ένας από τους άντρες που δολοφονήθηκαν μαζί με τον Βασιλιά Φεκαΐα του Ισραήλ γύρω στο 778 Π.Κ.Χ. από έναν σφετεριστή ονόματι Φεκά, ο οποίος είχε συνεργούς του 50 Γαλααδίτες.—2Βα 15:23-25.
2. Τμήμα της Βασάν το οποίο κατακτήθηκε ενόσω ο Ισραήλ βρισκόταν ακόμη Α του Ιορδάνη και το οποίο αποτέλεσε μέρος της περιοχής που παραχωρήθηκε στη φυλή του Μανασσή. Φαίνεται ότι υπήρξε η έδρα του βασιλείου του Ωγ και αναφέρεται ότι, εκτός από τις πάρα πολλές κωμοπόλεις της υπαίθρου, είχε και 60 οχυρωμένες πόλεις. (Δευ 3:4, 5, 13, 14) Αυτή ήταν η «γη των Ρεφαΐμ», δηλαδή η γη των γιγάντων.
Η Αργόβ βρισκόταν Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Αν και η παράδοση την τοποθετεί στο Αλ-λεντζά, μια έκταση καλυμμένη από λάβα περίπου 32 χιλιόμετρα Ν της Δαμασκού, η περιγραφή του Δευτερονομίου, η οποία κάνει λόγο για μια περιοχή της υπαίθρου με κωμοπόλεις, φαίνεται να υποστηρίζει την εκδοχή ότι η Αργόβ βρισκόταν στην εύφορη πεδιάδα Δ του Αλ-λεντζά, και πιο συγκεκριμένα, όπως πιθανολογείται, στην περιοχή που ορίζεται από το Ναχρ αλ-Ρούκαντ, το Ναχρ αλ-Άλαν και το Νάχαλ Γιάρμουκ. Οι πόλεις που βρίσκονταν σε αυτό το πλατύ υψίπεδο δεν διέθεταν φυσική άμυνα και έτσι χρειάζονταν τα “ψηλά τείχη” τα οποία μνημονεύουν οι Γραφές. Ερείπια τέτοιων μεγάλων πόλεων βρίσκονται διάσπαρτα σε ολόκληρη την περιοχή της Βασάν.
Την εποχή του Βασιλιά Σολομώντα, η Αργόβ αποτελούσε τμήμα μιας από τις 12 περιφέρειες οι οποίες υπάγονταν σε διαχειριστές που είχαν την ευθύνη να προμηθεύουν τροφή στο βασιλικό οίκο.—1Βα 4:7, 13.
-
-
ΑργυραμοιβόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΓΥΡΑΜΟΙΒΟΣ
Αυτός που το επάγγελμά του περιλάμβανε την ανταλλαγή συναλλάγματος και νομισμάτων κάποιας αξίας με νομίσματα άλλης αξίας. Για κάθε συναλλαγή ο αργυραμοιβός λάβαινε κάποιο ποσό. Έτσι λοιπόν, η λέξη κολλυβιστής (αργυραμοιβός) του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από τον όρο κόλλυβος, που προσδιόριζε ένα μικρό νόμισμα το οποίο καταβαλλόταν ως προμήθεια για την αλλαγή χρημάτων. Η λέξη κερματιστής (νομισματοπώλης) του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου στο εδάφιο Ιωάννης 2:14 συγγενεύει με τη λέξη κέρμα, που αποδίδεται “νόμισμα” στο επόμενο εδάφιο. Άλλες υπηρεσίες τις οποίες το Ιουδαϊκό Μισνά αποδίδει στους αργυραμοιβούς ήταν η φύλαξη χρημάτων και η καταβολή ημερομισθίων με την επίδειξη των εντολών πληρωμής.—Μπαβά Μετζιά 3:11· 9:12.
Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού, ο ετήσιος φόρος για το ναό ήταν δύο δραχμές (ένα δίδραχμο). (Ματ 17:24) Καθώς ο εορτασμός του Πάσχα προσέλκυε στην Ιερουσαλήμ Ιουδαίους από πολύ μακρινές χώρες, οι οποίοι πλήρωναν αυτόν το φόρο τότε, οι υπηρεσίες των αργυραμοιβών μπορεί να ήταν απαραίτητες για την ανταλλαγή ξένου συναλλάγματος με χρήματα αποδεκτά για την πληρωμή του φόρου για το ναό, αν όχι επίσης απαραίτητες για την αγορά ζώων που προσφέρονταν ως θυσία, καθώς και άλλων αγαθών. Σύμφωνα με το Μισνά (Σεκαλίμ 1:3), στις 15 Αδάρ, δηλαδή περίπου έναν μήνα πριν από το Πάσχα, οι αργυραμοιβοί ξεκινούσαν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στις επαρχίες. Αλλά στις 25 Αδάρ, όταν οι Ιουδαίοι και οι προσήλυτοι από πολλές άλλες χώρες κατέφθαναν στην Ιερουσαλήμ, οι αργυραμοιβοί έπαιρναν θέση στην περιοχή του ναού.
Στο ναό ήταν που ο Ιησούς Χριστός αναποδογύρισε σε δύο περιπτώσεις τα τραπέζια των αργυραμοιβών και τους καταδίκασε επειδή είχαν μετατρέψει το ναό σε «οίκο εμπορίου» ή «σπηλιά ληστών». (Ιωα 2:13-16· Ματ 21:12, 13· Μαρ 11:15-17) Αυτό μπορεί απλώς να υποδηλώνει ότι ο Ιησούς θεωρούσε τα ποσά που λάβαιναν οι αργυραμοιβοί εξωφρενικά. Σχετικά με αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι σε κάποιες εποχές οι πωλήσεις των ζώων που προσφέρονταν ως θυσία απέφεραν μεγάλα κέρδη. Το Μισνά λέει ότι κάποτε η τιμή δύο περιστεριών έφτασε το ένα χρυσό δηνάριο (25 ασημένια δηνάρια). Αυτό υποκίνησε τον Συμεών, γιο του Γαμαλιήλ, να δηλώσει: «Παίρνω όρκο σε αυτόν το Ναό! Προτού περάσει η νύχτα θα φροντίσω να πέσει η τιμή τους στο ένα [ασημένιο] δηνάριο». Την ίδια εκείνη ημέρα η τιμή τους μειώθηκε δραστικά.—Κερετότ 1:7 (μετάφραση [στην αγγλική] Χ. Ντάνμπι).
-
-
ΑρδώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΔΩΝ
(Αρδών).
Ένας από τους γιους του Χάλεβ, του γιου του Εσρών, από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:18.
-
-
ΑρέδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΕΔ
(Αρέδ).
Κάποιος άντρας που συγκαταλεγόταν στις “εβδομήντα ψυχές του οίκου του Ιακώβ που ήρθαν στην Αίγυπτο”. (Γε 46:21, 27) Στην αφήγηση της Γένεσης αποκαλείται γιος του Βενιαμίν, αλλά με βάση το εδάφιο Αριθμοί 26:40 φαίνεται πιθανό ότι η έννοια εδώ είναι «εγγονός». Αν ισχύει αυτό, τότε μάλλον είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αδδάρ του εδαφίου 1 Χρονικών 8:3.
-
-
ΑρεδίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΕΔΙΤΕΣ
(Αρεδίτες) [Του (Από τον) Αρέδ].
Οικογένεια Βενιαμιτών καταγόμενη από τον Αρέδ, γιο του Βελά.—Αρ 26:40.
-
-
Άρειος ΠάγοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
(Άρειος Πάγος) [Λόφος του Άρη].
Λόφος στα ΒΔ της επιβλητικής Ακρόπολης των Αθηνών από την οποία τον χωρίζει μια ρηχή κοιλάδα. Αυτό το κάπως στενό, γυμνό, ασβεστολιθικό ύψωμα έχει ύψος 115 μ., ενώ η Ακρόπολη στα ΝΑ του ορθώνεται 43 μ. ψηλότερα. Η ανάβαση στον Άρειο Πάγο είναι ομαλή από το Β, αλλά από το Ν είναι απότομη. Στην κορυφή αυτού του λόφου υπήρχαν κάποτε αρχαίοι ελληνικοί βωμοί, ιερά, αγάλματα, καθώς και το υπαίθριο ανώτατο δικαστήριο του Αρείου Πάγου. Σήμερα όλα αυτά έχουν χαθεί, και το μόνο που μένει είναι λίγα από τα λαξευμένα στο βράχο έδρανα.
Σε μια από τις επισκέψεις του αποστόλου Παύλου στην Αθήνα, ορισμένοι Αθηναίοι τον έπιασαν και τον οδήγησαν στον Άρειο Πάγο, λέγοντας: «Μπορούμε να μάθουμε ποια είναι αυτή η καινούρια διδασκαλία για την οποία μιλάς; Διότι παρουσιάζεις ορισμένα πράγματα που είναι παράξενα στα αφτιά μας». (Πρ 17:19, 20) Στην απάντησή του ο Παύλος παρέθεσε με προσοχή μια σειρά αναμφισβήτητων γεγονότων, χτίζοντας σταδιακά ένα λογικό και πειστικό επιχείρημα. Δεν ολοκλήρωσε, όμως, την ομιλία του, διότι «όταν άκουσαν για ανάσταση νεκρών» κάποιοι εμπαίκτες άρχισαν να χλευάζουν. Ωστόσο, μέχρι να τον διακόψουν, ο απόστολος είχε ήδη καταφέρει να διαιρέσει το ακροατήριό του σε τρεις ομάδες, με βάση τις απόψεις τους. Ενώ μερικοί χλεύαζαν και κάποιοι άλλοι έλεγαν ότι θα ήθελαν να ακούσουν περισσότερα σχετικά με αυτό αργότερα, άλλοι «έγιναν πιστοί, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Διονύσιος, που ήταν δικαστής του Αρείου Πάγου, και μια γυναίκα ονόματι Δάμαρις και άλλοι εκτός από αυτούς». (Πρ 17:22-34) Σήμερα στον Άρειο Πάγο υπάρχει μια μπρούντζινη πλάκα που έχει στηθεί σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος και η οποία περιέχει την ομιλία του αποστόλου Παύλου. Δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα ότι σε εκείνη την περίπτωση ο Παύλος μίλησε ενώπιον του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, αλλά μεταξύ των ακροατών του υπήρχε τουλάχιστον ένα μέλος αυτού του ονομαστού δικαστηρίου.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 746.
[Εικόνα στη σελίδα 297]
Αναμνηστική πλάκα που περιέχει το κείμενο της ομιλίας του Παύλου στον Άρειο Πάγο (Πρ 17:22-31)
-
-
ΑρέταςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΕΤΑΣ
(Αρέτας) [Ενάρετος· Έξοχος].
Ο τελευταίος από αρκετούς ομώνυμους Άραβες βασιλιάδες, ο οποίος είχε υπό τον έλεγχό του τη Δαμασκό όταν ο κυβερνήτης της αναμείχθηκε σε μια πλεκτάνη των Ιουδαίων που ήθελαν να σκοτώσουν τον Παύλο. Ο απόστολος Παύλος ξέφυγε μέσα σε ένα ψάθινο καλάθι το οποίο κατέβασαν από ένα παράθυρο του τείχους της πόλης.—Πρ 9:23-25· 2Κο 11:32, 33.
Ο Αρέτας είχε παντρέψει την κόρη του με τον Ηρώδη Αντίπα (βλέπε ΗΡΩΔΗΣ Αρ. 2), ο οποίος τη διαζεύχθηκε για να παντρευτεί την Ηρωδιάδα—πρόκειται για τη μοιχική σχέση που καταδίκαζε ο Ιωάννης ο Βαφτιστής. (Ματ 14:3, 4) Εξοργισμένος ακόμη περισσότερο εξαιτίας συνοριακών διαφορών, ο Αρέτας επιτέθηκε στον Αντίπα και τον κατατρόπωσε. Τότε ο Αυτοκράτορας Τιβέριος διέταξε τον Βιτέλλιο, τον κυβερνήτη της Συρίας, να συλλάβει τον Αρέτα νεκρό ή ζωντανό. Ο Βιτέλλιος, ο οποίος προσωπικά δεν ήταν φίλος του Αντίπα, κινητοποίησε τις δυνάμεις του, αλλά ο Τιβέριος πέθανε το 37 Κ.Χ. και η εκστρατεία εναντίον του Αρέτα ματαιώθηκε. Ο διάδοχος του Τιβέριου ο Καλιγούλας αντέστρεψε αυτή την εξωτερική πολιτική, εγκατέστησε τον Ηρώδη Αγρίππα Α΄ στη θέση του Αντίπα και επέτρεψε στον Αρέτα να κυβερνάει τη Δαμασκό. Ένα νόμισμα της Δαμασκού, το οποίο φέρει επιγραφή του Αρέτα, χρονολογείται από αυτή την περίοδο.
-
-
ΑρέφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΕΦ
(Αρέφ) [σημαίνει «Έχει Ονειδίσει (Εμπαίξει)»].
Απόγονος του Ιούδα, γιος του Χουρ και ο «πατέρας της Βαιθ-γαδέρ».—1Χρ 2:3, 50, 51· βλέπε ΒΑΙΘ-ΓΑΔΕΡ.
-
-
ΑρζάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΖΑ
(Αρζά).
Οικονόμος του σπιτικού του Ηλά, βασιλιά του Ισραήλ (περ. 952 Π.Κ.Χ.), στου οποίου το σπίτι στη Θερσά ο βασιλιάς “έπινε και μεθούσε” όταν τον δολοφόνησε ο Ζιμβρί.—1Βα 16:9, 10.
-
-
Αρηλί, ΑρηλίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΗΛΙ
(Αρηλί), ΑΡΗΛΙΤΕΣ (Αρηλίτες).
Ο έβδομος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Γαδ, ο οποίος ήταν μεταξύ εκείνων που ήρθαν στην Αίγυπτο με την οικογένεια του Ιακώβ το 1728 Π.Κ.Χ. Έγινε κεφαλή της οικογένειας των Αρηλιτών, η οποία περιλήφθηκε στην απογραφή που έλαβε χώρα στην έρημο λίγο καιρό πριν από την είσοδο στην Υποσχεμένη Γη.—Γε 46:8, 16· Αρ 26:17.
-
-
ΑριδαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΔΑΪ
(Αριδαΐ).
Ένας από τους δέκα γιους του Αμάν.—Εσθ 9:9, 10· βλέπε ΑΜΑΝ.
-
-
ΑριέΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΕ
(Αριέ).
Ίσως κάποιος άντρας που δολοφονήθηκε στη Σαμάρεια γύρω στο 778 Π.Κ.Χ. μαζί με τον Βασιλιά Φεκαΐα του Ισραήλ από τον σφετεριστή Φεκά.—2Βα 15:25.
-
-
ΑριήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΗΛ
(Αριήλ) [Εστία του Θυσιαστηρίου του Θεού· ή, Λιοντάρι του Θεού].
1. Μωαβίτης του οποίου οι δύο γιοι θανατώθηκαν από τον Βεναΐα.—2Σα 23:20· 1Χρ 11:22.
2. Ένας από τους εννιά επικεφαλής τους οποίους ο Έσδρας χρησιμοποίησε συγκεκριμένα για την εξεύρεση κατάλληλων “διακόνων για τον οίκο του Θεού μας”. Αυτό συνέβη την άνοιξη του 468 Π.Κ.Χ., όταν περίπου 1.500 άρρενες Ισραηλίτες υπό την ηγεσία του Έσδρα επρόκειτο να αναχωρήσουν από τον ποταμό Ααβά για την Ιερουσαλήμ.—Εσδ 8:15-17, 31.
3. Κρυπτογραφικό όνομα που εφαρμόζεται στην Ιερουσαλήμ στα εδάφια Ησαΐας 29:1, 2, 7. Η Ιερουσαλήμ ήταν η τοποθεσία όπου βρισκόταν ο ναός του Θεού, στον περίβολο του οποίου υπήρχε το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος. Λόγω αυτού του γεγονότος, η πόλη ήταν στην ουσία η εστία του θυσιαστηρίου του Θεού. Υποτίθεται επίσης ότι ήταν το κέντρο της αγνής λατρείας του Ιεχωβά. Ωστόσο, το άγγελμα που περιέχεται στα εδάφια Ησαΐας 29:1-4 είναι δυσοίωνο και προβλέπει την καταστροφή που επρόκειτο να επιφέρουν στην Ιερουσαλήμ οι Βαβυλώνιοι το 607 Π.Κ.Χ., όταν η πόλη θα γινόταν “εστία θυσιαστηρίου” με διαφορετική έννοια, με την έννοια ότι θα έρρεε άφθονο σε αυτήν το χυμένο αίμα, ενώ η ίδια θα καταναλωνόταν από τη φωτιά και θα γέμιζε από τα πτώματα των θυμάτων της πύρινης καταστροφής. Οι βασικές αιτίες αυτής της συμφοράς αναφέρονται στα εδάφια 9 ως 16. Εντούτοις, τα εδάφια Ησαΐας 29:7, 8 δείχνουν ότι τα έθνη που θα έφερναν τέτοια καταστροφή στην Ιερουσαλήμ δεν θα επιτύγχαναν τον απώτερο σκοπό ή στόχο τους.
-
-
Αριθμοί (Βιβλίο)Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΘΜΟΙ (ΒΙΒΛΙΟ)
Το τέταρτο βιβλίο της Πεντατεύχου. Οφείλει την ονομασία του στις δύο απαριθμήσεις των γιων του Ισραήλ οι οποίες αναφέρονται σε αυτό. Περιγράφει γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Όρους Σινά, στην έρημο κατά την περιπλάνηση του Ισραήλ και στις Πεδιάδες του Μωάβ. Η αφήγηση καλύπτει πρωτίστως περίοδο 38 ετών και 9 μηνών, από το 1512 ως το 1473 Π.Κ.Χ. (Αρ 1:1· Δευ 1:3, 4) Μολονότι τα συμβάντα που περιγράφονται στα εδάφια Αριθμοί 7:1-88 και 9:1-15 συνέβησαν νωρίτερα από τα γεγονότα των συμφραζομένων, παρέχουν επεξηγηματικές πληροφορίες οι οποίες συνιστούν ουσιώδες τμήμα του βιβλίου.
Συγγραφή. Η συγγραφή του βιβλίου των Αριθμών αποδίδεται από την αρχαιότητα στον Μωυσή. Πληθώρα αποδεικτικών στοιχείων μέσα στο ίδιο το βιβλίο το επιβεβαιώνει αυτό. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη άλλου τρόπου ζωής εκτός από αυτόν που γνώρισε ο Ισραήλ στην Αίγυπτο και κατόπιν στην έρημο. Ο συγγραφέας, σχολιάζοντας το πότε χτίστηκε η Χεβρών, χρησιμοποίησε ως σημείο αναφοράς την αιγυπτιακή πόλη Ζόαν. (Αρ 13:22) Λογικά, η ηλικία της Ζόαν θα ήταν πολύ γνωστή σε κάποιον όπως ο Μωυσής, ο οποίος «διδάχτηκε όλη τη σοφία των Αιγυπτίων».—Πρ 7:22.
Ορισμένες εντολές στο βιβλίο των Αριθμών προσιδιάζουν με μοναδικό τρόπο στις περιστάσεις ενός έθνους που μετακινούνταν συνεχώς. Σε αυτές περιλαμβάνεται ο προκαθορισμένος τόπος όπου στρατοπέδευε κάθε φυλή (Αρ 1:52, 53), η σειρά με την οποία προχωρούσαν κατά την οδοιπορία (2:9, 16, 17, 24, 31) και τα σαλπίσματα για τη σύγκληση της σύναξης και τη μεταστρατοπέδευση (10:2-6). Επίσης, η φρασεολογία του νόμου σχετικά με την καραντίνα ταιριάζει στη ζωή του στρατοπέδου. (5:2-4) Διάφορες άλλες εντολές είναι διατυπωμένες με τέτοιον τρόπο ώστε να εννοείται ότι οι Ισραηλίτες θα έπρεπε να τις εφαρμόσουν στο μέλλον, όταν θα κατοικούσαν στην Υποσχεμένη Γη. Μεταξύ αυτών είναι: η χρήση σαλπίγγων για να σημαίνουν πολεμικό κάλεσμα (10:9), το ξεχώρισμα 48 πόλεων για τους Λευίτες (35:2-8), η δράση που έπρεπε να αναλάβουν κατά της ειδωλολατρίας και των κατοίκων της Χαναάν (33:50-56), η επιλογή έξι πόλεων καταφυγίου, οι οδηγίες για το πώς να χειρίζονται περιπτώσεις ατόμων που θα ισχυρίζονταν ότι είναι ακούσιοι ανθρωποκτόνοι (35:9-33), καθώς και οι νόμοι για την κληρονομιά και το γάμο των θηλέων κληρονόμων (27:8-11· 36:5-9).
Επιπρόσθετα, η καταγραφή των τόπων όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες αποδίδεται σαφώς στον Μωυσή (Αρ 33:2), επίσης δε τα τελευταία λόγια του βιβλίου των Αριθμών υποδεικνύουν αυτόν ως το συγγραφέα της αφήγησης.—36:13.
Αυθεντικότητα. Η αυθεντικότητα του βιβλίου είναι τεκμηριωμένη πέραν πάσης αμφιβολίας. Η ειλικρίνειά του είναι μνημειώδης. Η εσφαλμένη διαγωγή και οι ήττες δεν αποκρύπτονται. (Αρ 11:1-5, 10, 32-35· 14:2, 11, 45) Εκτίθενται ακόμη και οι παραβάσεις του ίδιου του Μωυσή, του αδελφού του τού Ααρών, της αδελφής του της Μαριάμ και των ανιψιών του, του Ναδάβ και του Αβιού. (3:3, 4· 12:1-15· 20:2-13) Γεγονότα που αναγράφονται σε αυτό το βιβλίο μνημονεύονται επανειλημμένα και στους Ψαλμούς (78:14-41· 95:7-11· 105:40, 41· 106:13-33· 135:10, 11· 136:16-20). Με τις έμμεσες αναφορές τους σε σημαντικά γεγονότα και άλλες λεπτομέρειες των Αριθμών, ο Ιησούς του Ναυή (4:12· 14:2), ο Ιερεμίας (2Βα 18:4), ο Νεεμίας (9:19-22), ο Δαβίδ (Ψλ 95:7-11), ο Ησαΐας (48:21), ο Ιεζεκιήλ (20:13-24), ο Ωσηέ (9:10), ο Αμώς (5:25), ο Μιχαίας (6:5), ο Χριστιανός μάρτυρας Στέφανος (Πρ 7:36), οι απόστολοι Παύλος (1Κο 10:1-11) και Πέτρος (2Πε 2:15, 16), ο μαθητής Ιούδας (εδ. 11) και ο Γιος του Θεού (Ιωα 3:14· Απ 2:14) κατέδειξαν ότι δέχονταν αυτή την αφήγηση ως τμήμα του εμπνευσμένου Λόγου του Θεού. Επίσης, υπάρχει και η προφητεία του Βαλαάμ σχετικά με το άστρο που θα ξεπρόβαλλε από τον Ιακώβ, η οποία εκπληρώθηκε αρχικά όταν ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς και υπέταξε τους Μωαβίτες και τους Εδωμίτες.—Αρ 24:15-19· 2Σα 8:2, 13, 14.
Αξία. Το βιβλίο των Αριθμών τονίζει παραστατικά τη σπουδαιότητα της υπακοής στον Ιεχωβά, το σεβασμό προς τον ίδιο και τους υπηρέτες του, την ανάγκη για πίστη και για προφύλαξη από τους ασεβείς ανθρώπους (Αρ 13:25–14:38· 22:7, 8, 22· 26:9, 10· Εβρ 3:7–4:11· 2Πε 2:12-16· Ιου 11· Απ 2:14), το ότι δεν πρέπει να υποβάλλουμε με απιστία τον Ιεχωβά σε δοκιμή (Αρ 21:5, 6· 1Κο 10:9), καθώς επίσης ότι δεν πρέπει να γογγύζουμε (Αρ 14:2, 36, 37· 16:1-3, 41· 17:5, 10· 1Κο 10:10, 11) ούτε και να διαπράττουμε σεξουαλική ανηθικότητα (Αρ 25:1-9· 31:16· 1Κο 10:6, 8). Η πολιτεία του Ιεχωβά με τον Ισραήλ αποδεικνύει τη μεγάλη του δύναμη, το έλεός του και τη στοργική του καλοσύνη, καθώς επίσης το γεγονός ότι είναι μακρόθυμος, μολονότι δεν αφήνει ατιμώρητο όποιον αξίζει να τιμωρηθεί. (Αρ 14:17-20) Επιπλέον, η θέση και η διακονία του Μωυσή (Αρ 12:7· Εβρ 3:2-6), η θαυματουργική προμήθεια νερού από το βράχο (Αρ 20:7-11· 1Κο 10:4), η ύψωση του χάλκινου φιδιού (Αρ 21:8, 9· Ιωα 3:14, 15) και το νερό του καθαρισμού (Αρ 19:2-22· Εβρ 9:13, 14) παρείχαν προφητικές εικόνες που εκπληρώθηκαν στον Χριστό Ιησού.
Η αφήγηση παρέχει επεξηγηματικές πληροφορίες οι οποίες διευκρινίζουν άλλες περικοπές. Δείχνει πού βασίστηκε ο Βασιλιάς Εζεκίας του Ιούδα για να διευθετήσει τον εορτασμό του Πάσχα στις 14 Ζιβ (Ιγιάρ), αντί στις 14 Νισάν (Αβίβ). (Αρ 9:10, 11· 2Χρ 30:15) Η πλήρης εξέταση του ζητήματος της Ναζηραιοσύνης (Αρ 6:2-21) εξηγεί γιατί ο Σαμψών και ο Σαμουήλ δεν έπρεπε να κόψουν τα μαλλιά τους (Κρ 13:4, 5· 1Σα 1:11) και γιατί ο Ιωάννης ο Βαφτιστής δεν έπρεπε να πίνει μεθυστικά ποτά. (Λου 1:15) Για επιπλέον παραδείγματα, παράβαλε τα εδάφια Αριθμοί 2:18-23 και Ψαλμός 80:2· Αριθμοί 15:38 και Ματθαίος 23:5· Αριθμοί 17:8-10 και Εβραίους 9:4· Αριθμοί 18:26 και Εβραίους 7:5-9· Αριθμοί 18:31 και 1 Κορινθίους 9:13, 14· Αριθμοί 28:9, 10 και Ματθαίος 12:5.
[Πλαίσιο στη σελίδα 299]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΡΙΘΜΟΙ
Ιστορική αφήγηση που καταδεικνύει πόσο ζωτικό είναι να υπακούει κανείς στον Ιεχωβά κάτω από όλες τις περιστάσεις, καθώς και να σέβεται τους εκπροσώπους του
Καλύπτει όσα συνέβησαν κατά το μεγαλύτερο διάστημα της παραμονής του Ισραήλ στην έρημο, καθ’ οδόν προς την Υποσχεμένη Γη
Οι φυλές του Ισραήλ απογράφονται και οργανώνονται
Περίπου έναν χρόνο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο, απογράφονται όλοι οι άρρενες Ισραηλίτες από 20 χρονών και πάνω, εξαιρουμένων των Λευιτών (1:1-49)
Ορίζεται ο τόπος στρατοπέδευσης κάθε τρίφυλης υποδιαίρεσης και η θέση της κατά την οδοιπορία (2:1-34)
Ξεχωρίζονται οι Λευίτες για να βοηθούν τους ιερείς. Απογράφονται όλοι οι Λευίτες από ενός μηνός και πάνω. Ο Ιεχωβά τούς παίρνει ως αντάλλαγμα για τους πρωτότοκους των άλλων φυλών (3:1-51)
Απαριθμούνται οι άρρενες απόγονοι του Καάθ, του Γηρσών και του Μεραρί—των τριών γιων του Λευί—από 30 ως 50 χρονών, και τους ανατίθενται διορισμοί υπηρεσίας (4:1-49)
Γίνεται και άλλη απογραφή των Ισραηλιτών λίγο πριν από την είσοδό τους στην Υποσχεμένη Γη (26:1-65)
Οι Ισραηλίτες λαβαίνουν θεϊκές εντολές αναφορικά με τη λατρεία τους και τις μεταξύ τους σχέσεις
Εκτίθενται οι απαιτήσεις για τους Ναζηραίους (6:1-21)
Γιορτάζεται το Πάσχα. Γίνεται πρόβλεψη ώστε, αν κάποιος είναι ακάθαρτος ή λείπει σε μακρινό ταξίδι, να μπορεί να το γιορτάζει έναν μήνα μετά τις 14 Νισάν (9:1-14)
Δίνονται διάφορες διατάξεις σχετικά με τα καθήκοντα και τα προνόμια των ιερέων και των Λευιτών, όπως σχετικά με την ετοιμασία του νερού για καθαρισμό και τις χρήσεις του (18:1–19:22)
Αναφέρονται οι προσφορές που πρέπει να γίνονται κάθε ημέρα, κάθε Σάββατο, στην αρχή κάθε μήνα, στη διάρκεια των γιορτών και στη διάρκεια του έβδομου μήνα (28:1–29:40)
Καταγράφονται οι εντολές του Ιεχωβά σχετικά με τις ευχές (30:1-16)
Οι ένοχοι πρέπει να ομολογούν και να αποζημιώνουν την αδικημένη πλευρά (5:5-8)
Καθιερώνεται διαδικασία για το χειρισμό των περιπτώσεων στις οποίες υπάρχει η υποψία ότι η σύζυγος έχει διαπράξει κρυφά μοιχεία (5:11-31)
Διευθετείται να υπάρχουν έξι πόλεις καταφυγίου (35:9-34)
Οι Ισραηλίτες εκδηλώνουν έλλειψη εκτίμησης για τις προμήθειες του Ιεχωβά, και παρακούν τις εντολές του
Ο λαός παραπονιέται για το ότι τρώει μάννα και λαχταράει να φάει κρέας. Όταν ο Ιεχωβά προμηθεύει ορτύκια, πολλοί ενεργούν με άκρα απληστία και τιμωρούνται με θάνατο (11:4-34)
Πιστεύουν την άσχημη αναφορά των δέκα φοβισμένων κατασκόπων και θέλουν να επιστρέψουν στην Αίγυπτο. Ο Μωυσής αναγκάζεται να μεσολαβήσει για χάρη τους (13:1–14:19)
Όταν εκείνη η στασιαστική γενιά καταδικάζεται να περιπλανιέται και τελικά να πεθάνει στην έρημο, ο λαός επιχειρεί να μπει στην Υποσχεμένη Γη χωρίς να έχει την ευλογία του Ιεχωβά, οπότε υφίστανται στρατιωτική ήττα (14:26-45)
Έλλειψη σεβασμού για τους ορατούς εκπροσώπους του Ιεχωβά
Η Μαριάμ και ο Ααρών μιλούν εναντίον του Μωυσή. Ο Ιεχωβά πατάσσει τη Μαριάμ με λέπρα (12:1-15)
Ο Κορέ, ο Δαθάν, ο Αβιρών, ο Ων και 250 αρχηγοί συνασπίζονται εναντίον του Μωυσή και του Ααρών. Ο Ιεχωβά εκτελεί τους στασιαστές, και αυτό δίνει το έναυσμα για περισσότερο γογγυσμό. Πεθαίνουν άλλοι 14.700 (16:1-50)
Στην Κάδης, οι Ισραηλίτες παραπονιούνται πικρά εναντίον του Μωυσή και του Ααρών επειδή δεν υπάρχει νερό. Όταν ο Ιεχωβά προμηθεύει νερό θαυματουργικά, ο Μωυσής και ο Ααρών δεν αγιάζουν το όνομα του Ιεχωβά και έτσι χάνουν το προνόμιο να μπουν στην Υποσχεμένη Γη (20:1-13)
Οι Ισραηλίτες αποκάμνουν και μιλούν εναντίον του Ιεχωβά και του Μωυσή. Τους πλήττουν φίδια, και πολλοί πεθαίνουν. Ο Μωυσής μεσολαβεί για χάρη του λαού, και όποιος έχει δαγκωθεί μπορεί να σωθεί προσηλώνοντας το βλέμμα του σε ένα χάλκινο φίδι (21:4-9)
Ο Ιεχωβά ευλογεί τον Ισραήλ αλλά επιμένει στην αποκλειστική αφοσίωση καθώς το έθνος ετοιμάζεται να μπει στη Χαναάν
Ο Ιεχωβά δίνει στον Ισραήλ νίκη επί του βασιλιά της Αράδ (21:1-3)
Ο Ισραήλ νικάει τον Σηών και τον Ωγ, και παίρνει στην κατοχή του τη γη τους (21:21-35)
Ο Βαλάκ μισθώνει τον Βαλαάμ για να καταραστεί τους Ισραηλίτες. Αντί για αυτό, ο Ιεχωβά υποχρεώνει τον Βαλαάμ να ευλογήσει τον Ισραήλ (22:2–24:25)
Οι Μωαβίτισσες παρασύρουν τους Ισραηλίτες στην ειδωλολατρία και στην πορνεία. Είκοσι τέσσερις χιλιάδες θανατώνονται επειδή αποστατούν με αυτόν τον τρόπο. Ο Ιεχωβά κατευνάζεται όταν ο Φινεές δεν ανέχεται κανέναν ανταγωνισμό απέναντί Του (25:1-18)
-
-
ΑριθμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΘΜΟΣ
Στην αρχαία εβραϊκή, οι αριθμοί παριστάνονταν ολογράφως. Μετά την εξορία στη Βαβυλώνα, οι Ιουδαίοι υιοθέτησαν σε κάποιον βαθμό τη συνήθεια να χρησιμοποιούν τα γράμματα του αλφαβήτου τους ως σύμβολα των αριθμών. Ωστόσο, αυτή η χρήση των γραμμάτων δεν εμφανίζεται στα εβραϊκά Βιβλικά χειρόγραφα, ούτε ακόμη και της μεταιχμαλωσιακής περιόδου. Ένα από τα αρχαιότερα σωζόμενα δείγματα εβραϊκής γραφής είναι η επιγραφή που λήφθηκε από τη σήραγγα νερού του Σιλωάμ (πιθανόν ανάγεται στον καιρό της βασιλείας του Εζεκία [745-717 Π.Κ.Χ.]), στην οποία οι μετρήσεις εμφανίζονται ολογράφως. Το ότι οι αριθμοί είναι γραμμένοι ολογράφως παρέχει επιπρόσθετη ακρίβεια και αξιοπιστία στα χειρόγραφα των Εβραϊκών Γραφών, τα οποία έχουν αντιγραφεί πολλές φορές, διότι κατά την αντιγραφή είναι συνήθως ευκολότερο να γίνει λάθος σε αριθμό παρά σε λέξη.
Στην εβραϊκή, οι αριθμοί πάνω από το δέκα είναι συνδυασμοί λέξεων, όπως για παράδειγμα το 12 (δύο και δέκα) (Γε 14:4), με εξαίρεση το 20 που είναι ο πληθυντικός του δέκα. Το 30 είναι λέξη πληθυντικού αριθμού που παράγεται από το τρία, το 40 λέξη πληθυντικού αριθμού που παράγεται από το τέσσερα, και ούτω καθεξής. Το 100 είναι ξεχωριστή λέξη, ενώ το 200 είναι η ίδια λέξη στο δυϊκό αριθμό. Άλλες «εκατοντάδες» είναι συνδυασμοί δύο λέξεων, παραδείγματος χάρη «τρεις εκατοντάδες» (300). Ο μεγαλύτερος αριθμός που εκφράζεται με μία και μόνο εβραϊκή λέξη είναι το 20.000, ο δυϊκός αριθμός του 10.000 (της μυριάδας). Οι μεγαλύτεροι αριθμοί είναι συνδυασμοί λέξεων. Για παράδειγμα, στο εδάφιο 1 Χρονικών 5:18, ο αριθμός 44.760 είναι κατά κυριολεξία σαράντα και τέσσερις χιλιάδες και εφτά εκατοντάδες και εξήντα. Το 1.000.000 γράφεται ως χίλιες χιλιάδες. (2Χρ 14:9) Η οικογένεια της Ρεβέκκας την ευλόγησε, λέγοντας: «Ω! αδελφή μας, είθε να γίνεις χιλιάδες φορές δέκα χιλιάδες [κατά κυριολεξία, χιλιάδες μυριάδων]». (Οι απόγονοι της Ρεβέκκας κατέληξαν όντως να αριθμούν πολλά εκατομμύρια.) (Γε 24:55, 60) Στο όραμά του, ο Δανιήλ είδε να στέκονται μπροστά στον Ιεχωβά «δέκα χιλιάδες επί δέκα χιλιάδες [κατά κυριολεξία, μια μυριάδα μυριάδων]».—Δα 7:10.
Σε μερικές περιπτώσεις, οι αριθμοί χρησιμοποιούνται κατά προσέγγιση, ως στρογγυλοί αριθμοί, όπως για παράδειγμα στο εδάφιο Ψαλμός 90:10, όπου ο ψαλμωδός μιλάει για το όριο ηλικίας του ανθρώπου, και πιθανόν επίσης στα εδάφια 1 Βασιλέων 19:18 (οι 7.000 που δεν είχαν προσκυνήσει τον Βάαλ) και 2 Χρονικών 14:9 (το ένα εκατομμύριο Αιθίοπες που νικήθηκαν από τον Ασά).
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, οι αριθμοί γράφονται κατά κανόνα με λέξεις. Ο αριθμός «του θηρίου» παριστάνεται με λέξεις στο Σιναϊτικό και στο Αλεξανδρινό χειρόγραφο.—Απ 13:18.
Η Βιβλική Χρήση Δεν Συνιστά Αριθμολογία. Εφόσον η Αγία Γραφή είναι συγχρόνως ιστορικό και προφητικό βιβλίο, οι αριθμοί που περιέχονται σε αυτήν μπορεί να είναι είτε κυριολεκτικοί είτε συμβολικοί. Τα συμφραζόμενα συνήθως αποκαλύπτουν με ποια έννοια χρησιμοποιείται ένας αριθμός. Ορισμένοι αριθμοί εμφανίζονται συχνά στην Αγία Γραφή με αλληγορική, μεταφορική ή συμβολική έννοια, και σε αυτές τις περιπτώσεις η κατανόηση της σημασίας τους είναι ζωτική για την κατανόηση του κειμένου. Ωστόσο, αυτή η Βιβλική χρήση των αριθμών δεν πρέπει να συγχέεται με την αριθμολογία, η οποία προσδίδει απόκρυφη, μυστικιστική σημασία στους αριθμούς, στους συνδυασμούς τους και στα αριθμητικά σύνολα. Η αριθμολογία είχε προφανώς τις απαρχές της στην αρχαία Βαβυλώνα και, μαζί με άλλες μορφές μαντείας, υπόκειται σε θεϊκή καταδίκη.—Δευ 18:10-12.
Στη συνέχεια θα εξετάσουμε κάποιες από τις μεταφορικές χρήσεις ορισμένων αριθμών που χρησιμοποιούνται ευρέως στην Αγία Γραφή.
Ένα. Όταν χρησιμοποιείται μεταφορικά, αυτός ο αριθμός μεταδίδει την ιδέα της αποκλειστικότητας και της μοναδικότητας, καθώς επίσης της ενότητας και της ταυτότητας σκοπού και δράσης. «Ο Ιεχωβά ο Θεός μας είναι ένας Ιεχωβά», είπε ο Μωυσής. (Δευ 6:4) Μόνο εκείνος είναι Υπέρτατος. Είναι μοναδικός. Δεν μοιράζεται τη δόξα του με άλλον, όπως συμβαίνει με τους ειδωλολατρικούς τριαδικούς θεούς. (Πρ 4:24· Απ 6:10· Ησ 42:8) Υπάρχει ταυτότητα σκοπού και δράσης μεταξύ του Ιεχωβά και του Ιησού Χριστού (Ιωα 10:30), οι δε μαθητές του Χριστού πρέπει να είναι πλήρως ενωμένοι με τον Θεό, με τον Γιο του και μεταξύ τους. (Ιωα 17:21· Γα 3:28) Τέτοιου είδους ενότητα φαίνεται παραστατικά στο θεσμό του γάμου.—Γε 2:24· Ματ 19:6· Εφ 5:28-32.
Δύο. Ο αριθμός δύο εμφανίζεται συχνά σε νομικά συμφραζόμενα. Η συμφωνία στις αφηγήσεις δύο μαρτύρων αυξάνει την ισχύ της μαρτυρίας. Προκειμένου να εδραιωθεί ένα ζήτημα ενώπιον των κριτών, απαιτούνταν δύο ή ακόμη και τρεις μάρτυρες. Αυτή η αρχή ακολουθείται και στη Χριστιανική εκκλησία. (Δευ 17:6· 19:15· Ματ 18:16· 2Κο 13:1· 1Τι 5:19· Εβρ 10:28) Ο Θεός έμεινε προσκολλημένος σε αυτή την αρχή όταν παρουσίασε τον Γιο του στο λαό ως τον Σωτήρα της ανθρωπότητας. Ο Ιησούς είπε: «Στον ίδιο σας το Νόμο είναι γραμμένο: “Η μαρτυρία δύο ανθρώπων είναι αληθινή”. Εγώ είμαι ο ένας που δίνει μαρτυρία για τον εαυτό μου, και ο Πατέρας που με έστειλε δίνει μαρτυρία για εμένα».—Ιωα 8:17, 18.
Όταν κάτι γινόταν δεύτερη φορά—για παράδειγμα όταν επαναλαμβανόταν μια δήλωση ή ένα όραμα, έστω και με παράλληλο τρόπο—το ζήτημα εδραιωνόταν ως βέβαιο και αληθές (όπως έγινε με τα όνειρα του Φαραώ για τις αγελάδες και τα στάχυα· Γε 41:32). Η Βιβλική εβραϊκή ποίηση αφθονεί σε παραλληλισμούς σκέψεων, οι οποίοι εντυπώνουν καλύτερα στη διάνοια τις εκτιθέμενες αλήθειες ενώ ταυτόχρονα διευκρινίζουν τα ζητήματα με την ποικιλία στη διατύπωσή τους.—Βλέπε Ψλ 2, 44 και άλλους.
Στην προφητεία του Δανιήλ, τα «δύο κέρατα» ενός από τα θηρία συμβόλιζαν τη δυαδική διακυβέρνηση της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας.—Δα 8:20, 21· παράβαλε Απ 13:11.
Τρία. Μολονότι η μαρτυρία δύο μαρτύρων για το ίδιο ζήτημα παρείχε επαρκείς αποδείξεις για την ανάληψη νομικής δράσης, οι τρεις μάρτυρες καθιστούσαν τη μαρτυρία ακόμη ισχυρότερη. Επομένως, σε ορισμένες περιπτώσεις ο αριθμός τρία χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένταση, έμφαση ή επιπρόσθετη ισχύ. «Το τριπλό σχοινί δεν κόβεται γρήγορα». (Εκ 4:12) Ο Ιησούς, απευθύνοντας τρεις ερωτήσεις στον Πέτρο, αφού εκείνος τον είχε αρνηθεί τρεις φορές, έδωσε έμφαση στα λεγόμενά του. (Ματ 26:34, 75· Ιωα 21:15-17) Το όραμα που έλεγε στον Πέτρο να φάει από όλα τα είδη ζώων, περιλαμβανομένων και όσων θεωρούνταν ακάθαρτα σύμφωνα με το Νόμο, έγινε πιο έντονο εφόσον του δόθηκε τρεις φορές. Χωρίς αμφιβολία, αυτό βοήθησε τον Πέτρο να καταλάβει, όταν ο Κορνήλιος και το σπιτικό του δέχτηκαν τα καλά νέα, ότι ο Θεός έστρεφε πλέον την προσοχή του στους απερίτμητους Εθνικούς, που θεωρούνταν ακάθαρτοι από τους Ιουδαίους.—Πρ 10:1-16, 28-35, 47, 48.
Ο έντονος βαθμός της αγιότητας και της καθαρότητας του Ιεχωβά υπογραμμίζεται από τη διακήρυξη των ουράνιων πλασμάτων: «Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά». (Ησ 6:3· Απ 4:8) Προτού απομακρύνει τον τελευταίο επίγειο βασιλιά της γραμμής του Δαβίδ από το θρόνο, ο Ιεχωβά είπε: «Ερείπιο, ερείπιο, ερείπιο θα το κάνω. Και αυτό δεν πρόκειται να ανήκει σε κανέναν, ώσπου να έρθει εκείνος που έχει το νόμιμο δικαίωμα, και θα το δώσω σε αυτόν». Εδώ ο Θεός δήλωσε εμφατικά ότι δεν θα κάθονταν βασιλιάδες από τη γραμμή του Δαβίδ στο θρόνο της Ιερουσαλήμ εν ονόματί του—ο θρόνος θα έμενε τελείως κενός—μέχρι να φτάσει ο καιρός κατά τον οποίο θα εγκαθιστούσε τον Μεσσία του δίνοντάς του βασιλική εξουσία. (Ιεζ 21:27) Η ένταση των «αλίμονο» που έρχονται σε εκείνους που κατοικούν στη γη προλέγεται με την τριπλή επανάληψη της διακήρυξης «αλίμονο».—Απ 8:13.
Τέσσερα. Το τέσσερα είναι αριθμός που ενίοτε εκφράζει παγκοσμιότητα ή τετραγωνικότητα στη συμμετρία και στη μορφή. Εμφανίζεται τρεις φορές στο εδάφιο Αποκάλυψη 7:1. Εδώ, οι “τέσσερις άγγελοι” (όλοι όσοι έχουν υπό την ευθύνη τους τούς «τέσσερις ανέμους» και είναι έτοιμοι για πλήρη καταστροφή) στέκονται στις «τέσσερις γωνιές» της γης (είναι σε θέση να εξαπολύσουν τους ανέμους λοξά ή διαγώνια, με αποτέλεσμα να μη γλιτώσει κανένα τεταρτημόριο της γης). (Παράβαλε Δα 8:8· Ησ 11:12· Ιερ 49:36· Ζαχ 2:6· Ματ 24:31.) Η Νέα Ιερουσαλήμ είναι «τετράγωνη», ίσων διαστάσεων—στην πραγματικότητα έχει σχήμα κύβου. (Απ 21:16) Άλλες μεταφορικές εκφράσεις στις οποίες χρησιμοποιείται ο αριθμός τέσσερα βρίσκονται στα εδάφια Ζαχαρίας 1:18-21· 6:1-3· Αποκάλυψη 9:14, 15.
Έξι. Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει μερικές φορές την ατέλεια. Ο αριθμός του «θηρίου» είναι 666 και αποκαλείται «αριθμός ανθρώπου», πράγμα που υποδεικνύει ότι έχει να κάνει με τον ατελή, ξεπεσμένο άνθρωπο, φαίνεται δε ότι συμβολίζει την ατέλεια αυτού που αντιπροσωπεύει το “θηρίο”. Συνεπώς, η έμφαση που δίνεται στον αριθμό έξι με την αναφορά του στον τρίτο βαθμό (με το έξι να εμφανίζεται στη θέση των μονάδων, των δεκάδων και των εκατοντάδων) τονίζει την ατέλεια και την ανεπάρκεια αυτού που αντιπροσωπεύει ή εξεικονίζει το θηρίο.—Απ 13:18.
Εφτά. Το εφτά χρησιμοποιείται συχνά στις Γραφές για να υποδηλώσει πληρότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναφέρεται στην εκτέλεση ενός έργου στο πλήρες. Ή μπορεί να αναφέρεται στον πλήρη κύκλο κάποιων πραγμάτων, τον οποίο διευθετεί ή επιτρέπει ο Θεός. Εκτελώντας πλήρως το έργο του σε σχέση με τη γη σε έξι δημιουργικές ημέρες και αναπαυόμενος την έβδομη ημέρα, ο Ιεχωβά έθεσε το υπόδειγμα για ολόκληρη τη διευθέτηση περί Σαββάτου, από την εβδομάδα των εφτά ημερών μέχρι το Ιωβηλαίο έτος που ακολουθούσε κύκλο εφτά εφταετιών. (Εξ 20:10· Λευ 25:2, 6, 8) Η Γιορτή των Άζυμων Άρτων και η Γιορτή των Σκηνών διαρκούσαν εφτά ημέρες η καθεμιά. (Εξ 34:18· Λευ 23:34) Ο αριθμός εφτά παρουσιάζεται συχνά σε σχέση με τους Λευιτικούς κανόνες για τις προσφορές (Λευ 4:6· 16:14, 19· Αρ 28:11) και τους καθαρισμούς.—Λευ 14:7, 8, 16, 27, 51· 2Βα 5:10.
Οι «εφτά εκκλησίες» της Αποκάλυψης, με τα χαρακτηριστικά τους, παρέχουν πλήρη εικόνα όλων των εκκλησιών του Θεού στη γη.—Απ 1:20–3:22.
Τα «εφτά κεφάλια» του “θηρίου” (Απ 13:1) δείχνουν το όριο μέχρι το οποίο θα επιτρεπόταν η ανάπτυξή του. Παρότι το «κατακόκκινο θηρίο» αποκαλείται «όγδοος» βασιλιάς, προέρχεται από τους εφτά και δεν υπάρχει χωριστά από το εφτακέφαλο θηρίο (Απ 17:3, 9-11), όπως συμβαίνει και με την «εικόνα» του “θηρίου”. (Απ 13:14) Παρόμοια, το δικέρατο «θηρίο» στην ουσία συνυπάρχει με το αρχικό «θηρίο» του οποίου το «σημάδι» προσπαθεί να βάλει σε όλους τους ανθρώπους.—Απ 13:11, 16, 17.
Ο Ιεχωβά ήταν μακρόθυμος με τον Ισραήλ, αλλά τους προειδοποίησε ότι αν, παρά τη διαπαιδαγώγησή του, τον αγνοούσαν, θα τους τιμωρούσε «εφτά φορές», δηλαδή πλήρως, για τις αμαρτίες τους.—Λευ 26:18, 21, 28.
Στα ιστορικά τμήματα των Γραφών, ο αριθμός εφτά δηλώνει συχνά πληρότητα, ή αλλιώς την πλήρη εκτέλεση ενός έργου. Οι Ισραηλίτες άσκησαν πλήρη πίστη και υπακοή βαδίζοντας εφτά ημέρες γύρω από την Ιεριχώ και κάνοντας το γύρο της εφτά φορές την έβδομη ημέρα, κατόπιν δε το τείχος της πόλης κατέρρευσε. (Ιη 6:2-4, 15) Ο Ηλίας επέδειξε πλήρη πίστη στην αποτελεσματικότητα της προσευχής του στον Θεό προστάζοντας τον υπηρέτη του πάνω στο Όρος Κάρμηλος να πάει και να κοιτάξει τον ουρανό εφτά φορές, προτού εμφανιστεί ένα σύννεφο βροχής. (1Βα 18:42-44) Ο λεπρός Νεεμάν έπρεπε να λουστεί εφτά φορές στον Ιορδάνη Ποταμό. Ως ισχυρός Σύριος στρατηγός, έπρεπε να εκδηλώσει ιδιαίτερη ταπεινοφροσύνη για να εφαρμόσει αυτή τη διαδικασία που του υπέδειξε ο προφήτης Ελισαιέ, αλλά, επειδή την εκτέλεσε υπάκουα, ο Ιεχωβά τον καθάρισε. (2Βα 5:10, 12) Με ποιητική δύναμη και ένταση, η αγνότητα, η πληρότητα, η τελειότητα και η ωραιότητα των λόγων του Ιεχωβά παρομοιάζονται με ασήμι καθαρισμένο σε μεταλλουργικό καμίνι, διυλισμένο εφτά φορές. (Ψλ 12:6) Το έλεος του Ιεχωβά μεγαλύνεται με τη δήλωση: «Ο δίκαιος μπορεί να πέσει εφτά φορές και όμως θα σηκωθεί». (Παρ 24:16) Το ότι ο Ιεχωβά αξίζει κάθε αίνο διακηρύττεται από τον ψαλμωδό ως εξής: «Εφτά φορές την ημέρα σε αίνεσα».—Ψλ 119:164.
Στο βιβλίο της Αποκάλυψης υπάρχουν άφθονες περιπτώσεις συμβολικής χρήσης του αριθμού εφτά σε σχέση με τα πράγματα του Θεού και της εκκλησίας του, καθώς επίσης με τα πράγματα του Αντιδίκου του Θεού, του Σατανά του Διαβόλου, στον ολοκληρωτικό πόλεμο που διεξάγει αυτός εναντίον του Θεού και του λαού του.—Απ 1:4, 12, 16· 5:1, 6· 8:2· 10:3· 12:3· 13:1· 15:1, 7· 17:3, 10 και άλλα εδάφια.
Τα πολλαπλάσια του εφτά χρησιμοποιούνται με παρόμοια έννοια πληρότητας. Ο αριθμός εβδομήντα (δέκα φορές το εφτά) χρησιμοποιείται προφητικά στις «εβδομήντα εβδομάδες» της προφητείας του Δανιήλ σχετικά με την έλευση του Μεσσία. (Δα 9:24-27· βλέπε ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ.) Η Ιερουσαλήμ και ο Ιούδας ερημώθηκαν για 70 χρόνια, λόγω ανυπακοής στον Θεό, «ώσπου να ξεπληρώσει [εντελώς] αυτή η γη τα σάββατά της».—2Χρ 36:21· Ιερ 25:11· 29:10· Δα 9:2· Ζαχ 1:12· 7:5.
Ο αριθμός εβδομήντα εφτά, ο οποίος συνίσταται στην επανάληψη του εφτά, είχε την έννοια «επ’ άπειρον» ή «απεριόριστα». Ο Ιησούς συμβουλεύει τους Χριστιανούς να συγχωρούν τους αδελφούς τους σε αυτόν το βαθμό. (Ματ 18:21, 22) Εφόσον ο Θεός είχε ορίσει ότι όποιος σκότωνε τον Κάιν, το δολοφόνο, έπρεπε να «υποστεί εκδίκηση εφτά φορές», ο Λάμεχ, ο οποίος προφανώς σκότωσε κάποιον σε αυτοάμυνα, είπε: «Αν εφτά φορές υπάρξει εκδίκηση για τον Κάιν, τότε για τον Λάμεχ εβδομήντα φορές και εφτά».—Γε 4:15, 23, 24.
Οχτώ. Ο αριθμός οχτώ χρησιμοποιούνταν και αυτός για να προσδώσει έμφαση στην πληρότητα κάποιου πράγματος (ένα επιπλέον του εφτά, του αριθμού που χρησιμοποιείται γενικά για την πληρότητα), συμβολίζοντας έτσι μερικές φορές την αφθονία. Ο Ιεχωβά διαβεβαίωσε το λαό του ότι θα απαλλασσόταν από την απειλή της Ασσυρίας, λέγοντας ότι θα εγείρονταν εναντίον του Ασσυρίου «εφτά ποιμένες, ναι, [όχι μόνο εφτά, αλλά] οχτώ ηγεμόνες ανάμεσα από τους ανθρώπους». (Μιχ 5:5) Ως κατάλληλο αποκορύφωμα της τελευταίας γιορτής του θρησκευτικού έτους, της Γιορτής των Σκηνών, η όγδοη ημέρα έπρεπε να είναι ημέρα άγιας συνέλευσης, επίσημης σύναξης, ημέρα πλήρους ανάπαυσης.—Λευ 23:36, 39· Αρ 29:35.
Δέκα. Το δέκα είναι αριθμός που υποδηλώνει ολοκληρία, ολότητα, το σύνολο, το άθροισμα όλων όσων υπάρχουν από κάτι. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, όπου οι αριθμοί εφτά και δέκα χρησιμοποιούνται μαζί, το εφτά αντιπροσωπεύει εκείνο που είναι υψηλότερο ή ανώτερο, ενώ το δέκα αντιπροσωπεύει κάτι υποδεέστερο.
Οι Δέκα Πληγές που εκχύθηκαν στην Αίγυπτο εξέφρασαν εξ ολοκλήρου τις κρίσεις του Θεού για αυτήν—όλα όσα απαιτούνταν για να ταπεινωθούν ολοκληρωτικά οι ψεύτικοι θεοί της Αιγύπτου και για να ελευθερωθεί ο λαός του Θεού ο Ισραήλ από το ζυγό της. Ο “Δεκάλογος” συνιστούσε τους βασικούς νόμους της διαθήκης του Νόμου, ενώ οι περίπου 600 άλλοι νόμοι απλώς ανέλυαν αυτούς τους νόμους, τους αποσαφήνιζαν και εξηγούσαν την εφαρμογή τους. (Εξ 20:3-17· 34:28) Ο Ιησούς χρησιμοποίησε τον αριθμό δέκα σε αρκετές από τις παραβολές του για να υποδηλώσει ολότητα ή τον πλήρη αριθμό ενός πράγματος.—Ματ 25:1· Λου 15:8· 19:13, 16, 17.
Ένα από τα θηρία στο όραμα του Δανιήλ και ορισμένα θηρία που περιγράφονται στην Αποκάλυψη είχαν δέκα κέρατα. Αυτά προφανώς αντιπροσώπευαν όλες τις δυνάμεις, ή αλλιώς όλους τους «βασιλιάδες», της γης που συνθέτουν το θηριώδες σύστημα. (Δα 7:7, 20, 24· Απ 12:3· 13:1· 17:3, 7, 12) Η ολοκληρία της δοκιμής ή της περιόδου δοκιμής που ορίζει ο Θεός για τους υπηρέτες του, ή που επιτρέπει να υποστούν, εκφράζεται στο εδάφιο Αποκάλυψη 2:10 ως εξής: «Μη φοβάσαι αυτά που πρόκειται σύντομα να πάθεις. Δες! Ο Διάβολος θα εξακολουθήσει να ρίχνει μερικούς από εσάς στη φυλακή για να υποβληθείτε εξ ολοκλήρου σε δοκιμή και για να έχετε θλίψη δέκα ημέρες».
Δώδεκα. Ο πατριάρχης Ιακώβ απέκτησε 12 γιους, οι οποίοι αποτέλεσαν τα θεμέλια των 12 φυλών του Ισραήλ. Οι απόγονοί τους οργανώθηκαν από τον Θεό ως δικό του έθνος υπό τη διαθήκη του Νόμου. Επομένως, ο αριθμός δώδεκα φαίνεται ότι αντιπροσωπεύει μια πλήρη, ισορροπημένη, θεϊκά θεσμοθετημένη διευθέτηση. (Γε 35:22· 49:28) Ο Ιεχωβά επέλεξε 12 αποστόλους, οι οποίοι αποτελούν τα δευτερεύοντα θεμέλια της Νέας Ιερουσαλήμ, που έχει χτιστεί πάνω στον Ιησού Χριστό. (Ματ 10:2-4· Απ 21:14) Υπάρχουν 12 φυλές των «γιων του [πνευματικού] Ισραήλ», καθεμιά από τις οποίες αποτελείται από 12.000 μέλη.—Απ 7:4-8.
Σε μερικές περιπτώσεις είναι σημαντικά και τα πολλαπλάσια του 12. Ο Δαβίδ καθιέρωσε 24 υποδιαιρέσεις του ιερατείου για να υπηρετούν με τη σειρά στο ναό που έχτισε αργότερα ο Σολομών. (1Χρ 24:1-18) Αυτό βοηθάει στον προσδιορισμό των “είκοσι τεσσάρων πρεσβυτέρων” που κάθονταν ολόγυρα από το θρόνο του Θεού ντυμένοι με λευκά εξωτερικά ενδύματα και φορούσαν στέμματα. (Απ 4:4) Οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού, οι πνευματικοί αδελφοί του, έχουν λάβει την υπόσχεση ότι θα είναι βασιλιάδες και ιερείς μαζί του στους ουρανούς. Αυτοί οι πρεσβύτεροι δεν θα μπορούσαν να είναι μόνο οι απόστολοι, που αριθμούσαν μόλις 12 άτομα. Επομένως, είναι προφανές ότι αντιπροσωπεύουν ολόκληρο το σώμα του “βασιλικού ιερατείου”, τους 144.000 (όπως αυτοί συμβολίζονται από τις 24 ιερατικές υποδιαιρέσεις που υπηρετούσαν στο ναό) στις θέσεις τις οποίες κατέχουν στους ουρανούς, ως εστεμμένοι βασιλιάδες και ιερείς.—1Πε 2:9· Απ 7:4-8· 20:6.
Σαράντα. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι περίοδοι κρίσης ή τιμωρίας φαίνεται ότι σχετίζονται με τον αριθμό 40. (Γε 7:4· Ιεζ 29:11, 12) Στη Νινευή δόθηκαν 40 ημέρες για να μετανοήσει. (Ιων 3:4) Μια άλλη χρήση του αριθμού 40 φανερώνει ένα παράλληλο μεταξύ της ζωής του Ιησού Χριστού και της ζωής του Μωυσή, ο οποίος εξεικόνιζε τον Χριστό. Και οι δύο αυτοί άντρες νήστεψαν 40 ημέρες.—Εξ 24:18· 34:28· Δευ 9:9, 11· Ματ 4:1, 2.
-
-
ΑριμαθαίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΜΑΘΑΙΑ
(Αριμαθαία) [εβρ. προέλευσης· σημαίνει «Ύψωμα»].
«Πόλη Ιουδαίων» την εποχή του Ιησού και γενέτειρα του Ιωσήφ, του κρυφού μαθητή που πήρε το νεκρό σώμα του Ιησού για να το θάψει. (Λου 23:50-53· Ματ 27:57-60· Μαρ 15:43-46· Ιωα 19:38-42) Γενικά θεωρείται ότι η θέση της Αριμαθαίας ταυτίζεται με τη θέση του σημερινού Ρέντις (Ραντίς), περίπου 35 χλμ. ΒΔ της Ιερουσαλήμ και περίπου 26 χλμ. Α της Ιόππης (του σημερινού Τελ Αβίβ-Γιάφο).
-
-
ΑρισαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΣΑΪ
(Αρισαΐ).
Ένας από τους δέκα γιους του Αμάν.—Εσθ 9:9, 10· βλέπε ΑΜΑΝ.
-
-
ΑρίσταρχοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ
(Αρίσταρχος) [Άριστος (ο Ευγενέστερος) Άρχοντας].
Ένας από τους στενούς συνεργάτες του Παύλου, σύντροφος σε κάποια ταξίδια του και συγκρατούμενός του, Μακεδόνας από τη Θεσσαλονίκη. (Πρ 20:4· 27:2) Παρουσιάζεται πρώτη φορά στην αφήγηση που περιγράφει το τρίτο ιεραποστολικό ταξίδι του Παύλου. Στο αποκορύφωμα της οχλαγωγίας που ξέσπασε στην Έφεσο, ο Αρίσταρχος και ο Γάιος οδηγήθηκαν με τη βία στο θέατρο. (Πρ 19:29) Μπορεί να ήταν “ο αδελφός” που βοήθησε τον Παύλο όσον αφορά τη συνεισφορά για τους Ιουδαίους η οποία συγκεντρώθηκε στη Μακεδονία και στην υπόλοιπη Ελλάδα.—2Κο 8:18-20.
Ο Αρίσταρχος συνόδευσε τον Παύλο στο ταξίδι προς τη Ρώμη, αλλά δεν είναι βέβαιο το πώς εξασφάλισε την επιβίβασή του στο πλοίο—ίσως ως δούλος του Παύλου. (Πρ 27:2) Ενόσω βρισκόταν στη Ρώμη, πρόσφερε περαιτέρω βοήθεια και ενθάρρυνση στον Παύλο και για ένα διάστημα μοιράστηκε μαζί του τα δεσμά της φυλάκισης. Χαιρετισμοί από τον Αρίσταρχο περιέχονται στις επιστολές του Παύλου προς τους Κολοσσαείς (4:10) και προς τον Φιλήμονα (23, 24).
-
-
ΑριστόβουλοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ
(Αριστόβουλος) [Άριστος (ο Ευγενέστερος) Σύμβουλος].
Σε μερικούς από το σπιτικό αυτού του ατόμου στη Ρώμη έστειλε χαιρετισμούς ο Παύλος.—Ρω 16:10.
-
-
ΑρίφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΦ
(Αρίφ) [σημαίνει «Έχει Ονειδίσει (Εμπαίξει)»].
Κεφαλή μιας οικογένειας της οποίας 112 άρρενα μέλη επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία το 537 Π.Κ.Χ. Ονομάζεται επίσης Ιωρά. (Νε 7:6, 7, 24· Εσδ 2:18) Το όνομα Αρίφ αναφέρεται και πάλι μεταξύ των κεφαλών του λαού, εκπροσωπούμενο προφανώς από κάποιον απόγονο, ο οποίος επικύρωσε με σφραγίδα το σύμφωνο ομολογίας που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 19.
-
-
ΑριφίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΦΙΤΗΣ
(Αριφίτης) [Του (Από τον) Αρίφ ή Αρούφ].
Επωνυμία ενός Βενιαμίτη ονόματι Σεφατία, ο οποίος συντάχθηκε με τον Δαβίδ στη Σικλάγ ενόσω εκείνος εξακολουθούσε να βρίσκεται κάτω από περιορισμούς εξαιτίας του Σαούλ. Το γεγονός ότι ο Σεφατίας αποκαλείται Αριφίτης μπορεί να σημαίνει είτε ότι καταγόταν από την Αρίφ ή Αρούφ (μια άγνωστη τοποθεσία) είτε ότι ήταν απόγονος κάποιου Αρίφ ή Αρούφ.—1Χρ 12:1, 2, 5.
-
-
ΑριώχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΙΩΧ
(Αριώχ).
1. Ο βασιλιάς της Ελλασάρ ο οποίος σε συνασπισμό με τον Χοδολλογομόρ και άλλους δύο βασιλιάδες συμμετείχε στην καταστολή του στασιασμού των Σοδόμων, των Γομόρρων και των συμμάχων τους, καθώς και στην αιχμαλώτιση του Λωτ και του σπιτικού του. Στη συνέχεια, ο Αβραάμ πρόφτασε τους νικητές, κατατρόπωσε τον Αριώχ και όσους είχαν συνάψει συνθήκη μαζί του, και διέσωσε τον Λωτ. (Γε 14:1-16· βλέπε ΧΟΔΟΛΛΟΓΟΜΟΡ.) Η τοποθεσία της αρχαίας Ελλασάρ δεν έχει προσδιοριστεί με βεβαιότητα.—Βλέπε ΕΛΛΑΣΑΡ.
2. Ο αρχηγός της σωματοφυλακής του Ναβουχοδονόσορα, ο οποίος έλαβε τη διαταγή να θανατώσει όλους τους σοφούς της Βαβυλώνας όταν αυτοί απέτυχαν να αποκαλύψουν και να ερμηνεύσουν το όνειρο του βασιλιά. Μόλις έμαθε ότι ο Δανιήλ ήταν έτοιμος να αποκαλύψει το όνειρο και να το ερμηνεύσει, «ο Αριώχ οδήγησε βιαστικά τον Δανιήλ ενώπιον του βασιλιά».—Δα 2:12-25.
-
-
ΆρκευθοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΚΕΥΘΟΣ
1. [Εβρ., μπερώς]. Σε αυτόν τον εβραϊκό όρο έχουν αποδοθεί διάφορες σημασίες, όπως «έλατο» και «κυπαρίσσι», αλλά ορισμένοι λεξικογράφοι υποστηρίζουν βάσιμα ότι πρόκειται για την άρκευθο. (Βλέπε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 148· Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή [The Interpreter’s Dictionary of the Bible], επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 293.) Εφόσον ο Βασιλιάς Σολομών εισήγε αυτό το δέντρο από τον Λίβανο (1Βα 5:8-10· 9:11· 2Χρ 2:8), πιθανώς αυτό ταυτίζεται με την άρκευθο την υψικάρηνο (Juniperus excelsa), ένα ψηλό, εύρωστο, αειθαλές δέντρο που φτάνει σε ύψος μέχρι και τα 20 μ., έχει απλωτά κλαδιά, μικρά λεπιοειδή φύλλα και σκουρόχρωμους, μικρούς, σφαιρικούς καρπούς. Είναι εξαιρετικά αρωματικό. Το ξύλο αυτής της αρκεύθου είναι περιζήτητο για την ανθεκτικότητά του.
Η άρκευθος η υψικάρηνος φύεται στον Λίβανο και συσχετίζεται πολλές φορές με αυτή τη χώρα, συμβάλλοντας μαζί με άλλα δέντρα στη «δόξα του Λιβάνου». (2Βα 19:23· Ησ 14:8· 37:24· 60:13) Ο ψαλμωδός είπε ότι οι άρκευθοι είναι το «σπίτι» των πελαργών, δηλαδή το μέρος όπου φτιάχνουν τη φωλιά τους. (Ψλ 104:17) Το ξύλο της αρκεύθου χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο ναό που οικοδόμησε ο Σολομών. (2Χρ 3:5) Τα φύλλα των θυρών της εισόδου ήταν φτιαγμένα από ξύλο αρκεύθου (1Βα 6:34), και το πάτωμα ήταν επικαλυμμένο με αυτό το ξύλο. (1Βα 6:15) Αλλού λέγεται ότι τέτοιο ξύλο χρησιμοποιούνταν για να κατασκευάζονται δοκοί οροφής (Ασμ 1:17), σανίδες για πλοία (Ιεζ 27:5), κοντάρια δοράτων (Να 2:3) και μουσικά όργανα (2Σα 6:5). Ως θαλερό δέντρο, η άρκευθος χρησιμοποιείται στις προφητείες αποκατάστασης για να περιγράψει την ωραιότητα και την παραγωγική ευφορία που πρόκειται να αποκτήσει η γη του λαού του Θεού.—Ησ 41:19· 55:13· 60:13.
2. [Εβρ., ‛αρω‛έρ ή ‛αρ‛άρ]. Η αραβική λέξη ‛αρ‛άρ μας βοηθάει να ταυτίσουμε αυτό το δέντρο κατά πάσα πιθανότητα με την άρκευθο τη φοινικική (Juniperus phoenicia), ένα θαμνώδες δέντρο που συναντάται στην περιοχή του Σινά και στην περιοχή της ερήμου του Εδώμ. Η εβραϊκή ρίζα από την οποία παράγεται η ονομασία αυτού του δέντρου δίνει την εικόνα ενός πράγματος που είναι “απογυμνωμένο” (παράβαλε Ψλ 102:17), και αντίστοιχα λέγεται ότι αυτή η άρκευθος-νάνος έχει μάλλον καχεκτική εμφάνιση και ότι φύεται σε πετρώδη μέρη της ερήμου και σε βράχους. Χρησιμοποιείται εύστοχα στο βιβλίο του Ιερεμία όπου ο άνθρωπος του οποίου η καρδιά απομακρύνεται από τον Ιεχωβά παραβάλλεται με «μοναχικό δέντρο [‛αρ‛άρ] στην έρημη πεδιάδα» και οι Μωαβίτες προειδοποιούνται να τραπούν σε φυγή και να γίνουν «σαν άρκευθος [κα‛αρω‛έρ] στην έρημο».—Ιερ 17:5, 6· 48:1, 6 (βλέπε, ωστόσο, υποσ.).
-
-
ΑρκούδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΚΟΥΔΑ
[εβρ. κείμενο, ντοβ ή ντωβ· ελλ. κείμενο, ἄρκος].
Η συριακή καφετιά αρκούδα (άρκτος η συριακή [Ursus arctos syriacus]) είναι το ζώο που υπήρχε παλιότερα στην Παλαιστίνη, ενώ βρίσκεται ακόμη και σήμερα στη βόρεια Συρία, στο βορειοδυτικό Ιράν και στη νότια Τουρκία. Στις περισσότερες περιπτώσεις έχει χρώμα ανοιχτό καφέ και μέσο βάρος περίπου 140 κιλά. Παρότι φαίνεται αδέξια, η αρκούδα μπορεί να κινείται με μεγάλη ταχύτητα ακόμη και σε ανώμαλο έδαφος—μερικές ποικιλίες αναπτύσσουν για μικρή απόσταση ταχύτητα που αγγίζει τα 48 χλμ. την ώρα. Οι αρκούδες είναι, επίσης, καλοί κολυμβητές, ενώ οι περισσότερες μπορούν να αναρριχώνται.
Η αντίληψη ότι οι αρκούδες σκοτώνουν τα θύματά τους αγκαλιάζοντάς τα ή συνθλίβοντάς τα δεν βασίζεται σε γεγονότα. Όταν η αρκούδα εμπλακεί σε μια σύγκρουση, επιφέρει χτυπήματα με τα τεράστια πέλματά της, ενώ με τους ισχυρούς, βαρείς βραχίονές της μπήγει βαθιά μέσα στο σώμα του αντιπάλου της τα μη συσταλτά νύχια της. Ένα και μόνο χτύπημα ίσως αρκεί για να σκοτώσει κάποιο ζώο σαν το ελάφι. Πολύ κατάλληλα, λοιπόν, οι Γραφές υπαινίσσονται ότι η αρκούδα είναι τόσο επικίνδυνη όσο το λιοντάρι. (Αμ 5:19· Θρ 3:10) Μάλιστα οι φυσιοδίφες θεωρούν την αρκούδα πιο επικίνδυνη από τα μεγάλα αιλουροειδή. Συνήθως, όμως, η αρκούδα, όπως και άλλα ζώα, δεν ενοχλεί τους ανθρώπους αλλά τους αποφεύγει, μολονότι μπορεί να επιτεθεί αν την προκαλέσει ή την αιφνιδιάσει κάποιος.
Η αγριότητα που εκδηλώνει η αρκούδα όταν χάσει τα μικρά της μνημονεύεται αρκετές φορές στις Γραφές. (2Σα 17:8· Παρ 17:12· Ωσ 13:8) Σε μια περίπτωση, κάποιες αρκούδες χρησιμοποιήθηκαν ως εκτελεστικά όργανα του Θεού ενάντια στα κακοήθη παιδιά που χλεύαζαν τον προφήτη Ελισαιέ.—2Βα 2:24.
Οι αρκούδες έχουν ποικίλο διαιτολόγιο—τρέφονται με φύλλα και ρίζες φυτών, φρούτα, καρπούς, αβγά, έντομα, ψάρια, τρωκτικά και τα παρόμοια—ενώ αγαπούν ιδιαίτερα το μέλι. Παρά την ύπαρξη εξαιρέσεων, φαίνεται πως οι αρκούδες προτιμούν το φυτικό διαιτολόγιο. Ωστόσο, στον αρχαίο Ισραήλ, όταν σπάνιζαν οι καρποί και οι άλλες μη ζωικές τροφές του διαιτολογίου της αρκούδας, οι βοσκοί των γιδοπροβάτων έπρεπε να είναι σε επιφυλακή για τυχόν αρπαγές ζώων από αρκούδες. Όταν ο Δαβίδ ήταν νεαρός, χρειάστηκε να αντιμετωπίσει με θάρρος την επίθεση μιας αρκούδας για να προστατέψει το ποίμνιο του πατέρα του.—1Σα 17:34-37.
Είναι γνωστό πως, όταν πεινάνε και μυριστούν λεία, οι αρκούδες μουγκρίζουν με ανυπομονησία. Γι’ αυτό, ο προφήτης Ησαΐας λέει ότι οι Ισραηλίτες “μούγκριζαν σαν αρκούδες” προσμένοντας δικαιοσύνη και σωτηρία, αλλά απογοητεύονταν επανειλημμένα. (Ησ 59:11) Επίσης, η αρκούδα που ορμάει παρομοιάζεται κατάλληλα με τον πονηρό άρχοντα ο οποίος κατατρέχει και καταδυναστεύει τους ασήμαντους υπηκόους του.—Παρ 28:15.
Στο όραμα το οποίο είδε ο Δανιήλ σχετικά με τα τρομερά θηρία που συμβόλιζαν παγκόσμιες δυνάμεις της γης, η αρκούδα αντιπροσώπευε τη Μηδοπερσική Παγκόσμια Δύναμη και την απληστία της για εδαφικές κατακτήσεις και λεηλασίες. (Δα 7:5, 17) Εξίσου αδηφάγο, το θηρίο που στο όραμα του Ιωάννη ανεβαίνει από τη θάλασσα και έχει εφτά κεφάλια και δέκα κέρατα εμφανίζεται να έχει πόδια «σαν αρκούδας». (Απ 13:2) Η ειρήνη που θα επικρατεί ανάμεσα στον επανασυναγμένο λαό του Ιεχωβά, υπό τη διακυβέρνηση του Μεσσία, διαφαίνεται από την προφητεία η οποία αναφέρει ότι η αρκούδα θα βόσκει μαζί με την αγελάδα.—Ησ 11:7.
-
-
ΆρμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΜΑ
Δίτροχο, ιππήλατο όχημα, το οποίο κατασκευάστηκε πρωτίστως για το πεδίο της μάχης παρά για τη μετακίνηση των στρατευμάτων στα μετόπισθεν. Και οι τέσσερις εβραϊκές λέξεις που αναφέρονται στο άρμα (μερκάβ [1Βα 4:26]· μερκαβάχ [Γε 41:43]· ρέχεβ [1Βα 1:5] και ρεχούβ [Ψλ 104:3]) προέρχονται από τη ρίζα ραχάβ, που σημαίνει «ιππεύω». (Εσθ 6:8· Ησ 30:16· Ζαχ 1:8) Η αντίστοιχη λέξη του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ἅρμα. (Πρ 8:28) Το άρμα εξασφάλιζε τη γρήγορη μετακίνηση στη μάχη, πρόσφερε στους στρατιώτες τη δυνατότητα βολής εν κινήσει από υπερυψωμένη θέση καθώς και τη δυνατότητα να σκορπούν τον τρόμο κατά την έφοδο στις γραμμές του πεζικού. Στα αρχαία μνημεία αφθονούν οι απεικονίσεις αρμάτων, πολλών και διαφόρων ειδών, πράγμα που πιστοποιεί τόσο την αρχαιότητά τους όσο και την εκτεταμένη χρήση τους.
Βασικά, το άρμα αποτελούνταν συνήθως από ένα αμάξωμα το οποίο στηριζόταν σε έναν και μόνο άξονα, και είχε πλευρές που έφταναν στο ύψος του μηρού, ενώ η πίσω πλευρά του ήταν ανοιχτή για γρήγορη και εύκολη επιβίβαση. Το αμάξωμα του άρματος είχε ρυμό (τιμόνι), καθώς και ζυγό που τοποθετούνταν πάνω σε γρήγορα άλογα. Πολλές φορές τα άρματα διέθεταν βοηθητικό εξοπλισμό αποτελούμενο από φαρέτρες και τοξοθήκες, ασπίδες και δόρατα. Σε μερικά πολεμικά άρματα συνήθιζαν να τοποθετούν σιδερένια δρεπάνια τα οποία εξείχαν από το κέντρο των τροχών, πράγμα που αποτελούσε επιπρόσθετη απειλή για τους πεζικάριους. (Ιη 17:16, 18· Κρ 1:19) Όταν υπήρχε μόνο ένας αρματηλάτης, αυτός στερέωνε τα χαλινάρια στη μέση του ή στους γοφούς του στη διάρκεια της μάχης, και έτσι είχε τα χέρια του ελεύθερα για να χειρίζεται τα όπλα. Τα μεγαλύτερα και βαρύτερα άρματα τα οποία έλκονταν από πολλαπλά ζεύγη αλόγων είχαν διμελή, τριμελή ή τετραμελή πληρώματα αποτελούμενα από έναν ηνίοχο και έναν ή δύο πολεμιστές, ίσως δε και από έναν ασπιδοφόρο άντρα.—Εξ 14:7, υποσ.
Η ταχύτητα, η ευελιξία και η σταθερότητα ήταν καθοριστικοί παράγοντες που βελτιώνονταν με τη συνεχή εξέλιξη του άρματος. Για παράδειγμα, με τη μετακίνηση του άξονα προς τα πίσω, επιτεύχθηκε μεγαλύτερη ευελιξία και σταθερότητα. Η αντικατάσταση των συμπαγών τροχών με ακτινωτούς ελάφρυνε το άρμα και αύξησε την ταχύτητά του. (1Βα 7:33) Επικράτησε ο εξάκτινος τροχός, αν και μερικοί τροχοί κατασκευάζονταν με τέσσερις, οχτώ ή περισσότερες ακτίνες. Η χρήση ελαφριάς ξυλείας για την κατασκευή των αρμάτων—μόνο τα εξαρτήματά τους ήταν δερμάτινα, μπρούντζινα ή σιδερένια—τα έκανε τόσο ελαφριά ώστε ένας ή δύο άντρες μπορούσαν να σηκώσουν ένα άρμα για να το μεταφέρουν πάνω από ανώμαλο έδαφος ή ρυάκια.
Πολλά ειδωλολατρικά έθνη που εναντιώνονταν στον Ισραήλ χρησιμοποιούσαν πολεμικά άρματα. Το 1513 Π.Κ.Χ., ο Ιεχωβά κατέστρεψε στην Ερυθρά Θάλασσα ολόκληρο το στράτευμα του Φαραώ, στο οποίο περιλαμβάνονταν τα 600 εκλεκτά πολεμικά του άρματα «και όλα τα άλλα άρματα της Αιγύπτου». (Εξ 14:6, 7· 15:4, 19· Ιη 24:6) Όταν οι Ισραηλίτες κατέκτησαν την Υποσχεμένη Γη, κατατρόπωσαν τους εχθρούς και έκαψαν πολλά από τα άρματά τους που έπεσαν στα χέρια τους. (Ιη 11:4-9) Ο Ιαβίν, ο βασιλιάς της Χαναάν, κρατούσε τους Ισραηλίτες υπόδουλους επί 20 χρόνια, μέχρις ότου ο Ιεχωβά καθήλωσε και κατέστρεψε στην κοιλάδα του χειμάρρου Κισών το στόλο του που αποτελούνταν από 900 άρματα με σιδερένια δρεπάνια και διοικούνταν από τον Σισάρα. (Κρ 4:2, 3, 13, 15, 16· 5:28) Την εποχή των βασιλιάδων του Ισραήλ, οι Φιλισταίοι, οι Αιγύπτιοι, οι Αιθίοπες, οι Σύριοι, οι Ασσύριοι και οι Βαβυλώνιοι πολέμησαν κατά καιρούς εναντίον τους με μεγάλες δυνάμεις αρμάτων—μέχρι και με 32.000 άρματα σε κάποια περίπτωση. (1Σα 13:5· 2Σα 1:6· 1Χρ 19:6, 7, 18· 2Χρ 12:2, 3· 14:9· 16:8· Ησ 37:21, 24) Στις εξαγγελίες κρίσης, οι προφήτες μερικές φορές ανέφεραν τα άρματα για τα οποία υπερηφανεύονταν αυτά τα έθνη.—Ιερ 50:37· 51:21· Μιχ 5:10, 15.
Τα πιο επίπεδα μέρη, όπως οι Πεδιάδες της Φιλιστίας και η ευρύχωρη Κοιλάδα της Ιεζραέλ, προσφέρονταν περισσότερο για πολεμικές επιχειρήσεις με άρματα από ό,τι η λοφώδης περιοχή. Σε μια περίπτωση, οι Σύριοι καυχήθηκαν ότι με τα άρματά τους θα υπερίσχυαν των Ισραηλιτών αν κατάφερναν να τους δελεάσουν ώστε να εγκαταλείψουν τα βουνά και να πολεμήσουν στα πεδινά, διότι, όπως νόμιζαν, «ο Θεός [του Ισραήλ] είναι Θεός των βουνών». Ωστόσο, η βαριά ήττα που υπέστησαν οι Σύριοι απέδειξε ότι ο Ιεχωβά είναι επίσης «Θεός των κοιλάδων».—1Βα 20:23-30.
Στον Ισραήλ δεν αναπτύχθηκε αξιόλογη εθνική δύναμη αρμάτων μέχρι τον καιρό του Σολομώντα. Αυτό οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι ο Θεός είχε προειδοποιήσει το βασιλιά να μην πληθύνει τα άλογα, σαν να εξαρτόταν από αυτά η ασφάλεια του έθνους. Ο εν λόγω περιορισμός περιέστελλε τη χρήση των αρμάτων, αφού τα οχήματα αυτά ήταν ιππήλατα. (Δευ 17:16) Όταν ο Σαμουήλ προειδοποίησε για το φορτίο που θα επέβαλλαν στο λαό οι ανθρώπινοι βασιλιάδες, τους είπε: «Τους γιους σας θα τους παίρνει και θα τους έχει για τα άρματά του». (1Σα 8:11) Στα πλαίσια της προσπάθειας που έκαναν ο Αβεσσαλώμ και ο Αδωνίας για να σφετεριστούν τη βασιλεία, ο καθένας έβαλε να του φτιάξουν ένα άρμα και είχε 50 άντρες που έτρεχαν μπροστά από αυτό. (2Σα 15:1· 1Βα 1:5) Όταν ο Δαβίδ νίκησε το βασιλιά της Ζωβά, διατήρησε ζωντανά 100 άλογα αρμάτων.—2Σα 8:3, 4· 10:18.
Ο Βασιλιάς Σολομών, συγκροτώντας το στρατό του Ισραήλ, αύξησε τον αριθμό των αρμάτων σε 1.400. (1Βα 10:26, 29· 2Χρ 1:14, 17) Εκτός από την Ιερουσαλήμ, υπήρχαν και άλλες πόλεις—γνωστές ως πόλεις αρμάτων—οι οποίες είχαν ειδικές εγκαταστάσεις για τη φροντίδα όλου αυτού του μηχανοκίνητου πολεμικού εξοπλισμού.—1Βα 9:19, 22· 2Χρ 8:6, 9· 9:25.
Μετά το θάνατο του Σολομώντα, τα άρματα ήταν διαδεδομένα και στο βόρειο και στο νότιο βασίλειο. Το βόρειο βασίλειο είχε έναν “αρχηγό των μισών αρμάτων”, πράγμα που δείχνει ότι υπήρχαν δύο κύριες υποδιαιρέσεις αρμάτων. (1Βα 16:9) Τον Βασιλιά Ιηού μπορούσαν να τον αναγνωρίσουν από τον ξέφρενο τρόπο με τον οποίο οδηγούσε το άρμα του. (2Βα 9:20) Διάφοροι βασιλιάδες τόσο του Ιούδα όσο και του Ισραήλ, συγκεκριμένα ο Αχαάβ, ο Ιωράμ, ο Οχοζίας και ο Ιωσίας, τραυματίστηκαν θανάσιμα μέσα στα άρματά τους.—1Βα 22:34-38· 2Βα 9:21, 24, 27· 2Χρ 18:33, 34· 35:23, 24.
Ο προφήτης Ησαΐας διακήρυξε προς τον στασιαστικό Ισραήλ: «Αλίμονο σε εκείνους που κατεβαίνουν στην Αίγυπτο για βοήθεια, εκείνους που βασίζονται σε άλογα και θέτουν την εμπιστοσύνη τους σε πολεμικά άρματα, επειδή είναι πολυάριθμα, και σε άτια, επειδή είναι πολύ δυνατά, αλλά δεν απέβλεψαν στον Άγιο του Ισραήλ και τον Ιεχωβά δεν τον αναζήτησαν».—Ησ 31:1.
Το άρμα αποτελούσε πρωτίστως πολεμικό εργαλείο, ενώ ήταν χρήσιμο και για το κυνήγι άγριων ζώων. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιήθηκε για ειρηνικούς σκοπούς. Ο Ιωσήφ, ως διαχειριστής των τροφίμων στην Αίγυπτο, επέβαινε σε ένα τιμητικό άρμα, δεύτερο μόνο μετά το άρμα του Φαραώ. Στο άρμα του ανέβηκε για να συναντήσει τον πατέρα του τον Ιακώβ, όταν αυτός μπήκε στην Αίγυπτο. (Γε 41:43· 46:29) Όταν πέθανε ο Ιακώβ, πολλά άρματα περιλαμβάνονταν στη νεκρική πομπή που μετέβη από την Αίγυπτο στη Μαχπελάχ, τον τόπο ταφής τον οποίο είχε αγοράσει ο Αβραάμ. (Γε 50:7-14) Ως μέσο μεταφοράς, τα άρματα χρησιμοποιήθηκαν επίσης από τους βασιλιάδες Ροβοάμ και Αχαάβ, από τον Νεεμάν—τον αρχηγό του στρατεύματος της Συρίας—και από τον Αιθίοπα αξιωματούχο ο οποίος προσκάλεσε τον ευαγγελιστή Φίλιππο να ανεβεί μαζί του στο άρμα ακολουθώντας το δρόμο που κατέβαινε στη Γάζα. (1Βα 12:18· 18:44, 45· 2Βα 5:21, 26· Πρ 8:28-31, 38) Στις διάφορες πομπές, οι νικηφόροι άρχοντες επέβαιναν σε καταστόλιστα, σκεπαστά άρματα. Οι αποστάτες άρχοντες του Ιούδα αφιέρωσαν στην ηλιολατρία κάποια ιερά άρματα μαζί με τα άλογα που τα έσερναν.—2Βα 23:11.
Μεταφορική Χρήση. Με μεταφορική και προφητική έννοια, τα άρματα αποτελούν σύμβολα του πολέμου όπως ακριβώς το τόξο και το σπαθί. (Ησ 21:7, 9· Ζαχ 9:10) «Τα πολεμικά άρματα του Θεού» λέγεται ότι είναι «μυριάδες, χιλιάδες επί χιλιάδων», πράγμα που υποδηλώνει την ακατανίκητη δύναμη που έχει ο Θεός να καταστρέφει τους εχθρούς του.—Ψλ 68:17· 2Βα 6:17.
Βλέπε επίσης ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΜΑΤΩΝ.
-
-
ΑρμαγεδδώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΜΑΓΕΔΔΩΝ
Βλέπε ΑΡ-ΜΑΓΕΔΩΝ.
-
-
Αρ-ΜαγεδώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡ-ΜΑΓΕΔΩΝ
(Αρ-Μαγεδών) [εβρ. προέλευσης· σημαίνει «Όρος της Μεγιδδώ»].
Το όνομα αυτό συνδέεται άμεσα με τον «πόλεμο της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου». Εφαρμόζεται ειδικά στην περίσταση ή στην κατάσταση κατά την οποία οι «βασιλιάδες ολόκληρης της κατοικημένης γης» συγκεντρώνονται ενάντια στον Ιεχωβά και στη Βασιλεία του, βασιλιάς της οποίας είναι ο Ιησούς Χριστός. Σε πολλές μεταφράσεις αυτή η λέξη αποδίδεται «Αρμαγεδδών». (Απ 16:14, 16, KJ· JB· RS· ΒΑΜ· ΚΔΤΚ· ΜΠΚ) Το όνομα Αρ-Μαγεδών είναι εβραϊκής προέλευσης και σημαίνει απλώς «Όρος της Μεγιδδώ».
Κατά γράμμα τοποθεσία με το όνομα «Όρος της Μεγιδδώ» δεν φαίνεται να υπήρχε—μέσα στην Υποσχεμένη Γη ή έξω από αυτήν—ούτε πριν από τις ημέρες του αποστόλου Ιωάννη, ο οποίος κατέγραψε αυτό το όραμα, ούτε εκείνον τον καιρό. Επομένως, η σημασία του ονόματος Αρ-Μαγεδών οφείλεται προφανώς στα γεγονότα που συνδέονται με την αρχαία πόλη της Μεγιδδώ.
Η Μεγιδδώ βρισκόταν μερικά χιλιόμετρα ΝΑ του Όρους Κάρμηλος, δέσποζε στην Πεδιάδα της Εσδρηλών (Ιεζραέλ) και έλεγχε τις κύριες εμπορικές και στρατιωτικές οδούς με κατεύθυνση Β-Ν και Α-Δ. Ο Ιησούς του Ναυή ήταν ο πρώτος που κατέλαβε αυτή την πόλη της Χαναάν. (Ιη 12:7, 8, 21) Μεταγενέστερα, κοντά σε αυτή την τοποθεσία καταστράφηκε ο στρατός του Ιαβίν που τελούσε υπό τις διαταγές του Σισάρα. Ο Ιεχωβά χρησιμοποίησε εκεί φυσικές δυνάμεις για να βοηθήσει τον ισραηλιτικό στρατό που διοικούνταν από τον Βαράκ. Η αφήγηση αναφέρει: «Ο Βαράκ κατέβηκε από το Όρος Θαβώρ με δέκα χιλιάδες άντρες πίσω του. Και ο Ιεχωβά επέφερε στον Σισάρα και σε όλα τα πολεμικά του άρματα και σε όλο το στρατόπεδο σύγχυση με την κόψη του σπαθιού ενώπιον του Βαράκ. Τελικά ο Σισάρα κατέβηκε από το άρμα και τράπηκε σε φυγή με τα πόδια. Και ο Βαράκ καταδίωξε τα πολεμικά άρματα και το στρατόπεδο μέχρι την Αρωσέθ των εθνών, ώστε όλο το στρατόπεδο του Σισάρα έπεσε από την κόψη του σπαθιού. Δεν απέμεινε ούτε ένας».—Κρ 4:14-16.
Μετά τη νίκη, ο Βαράκ και η προφήτισσα Δεββώρα άρχισαν να υμνούν, λέγοντας μεταξύ άλλων: «Ήρθαν βασιλιάδες, πολέμησαν· τότε ήταν που πολέμησαν οι βασιλιάδες της Χαναάν στη Θαανάχ, κοντά στα νερά της Μεγιδδώ. Κανένα κέρδος σε ασήμι δεν είχαν. Από τον ουρανό πολέμησαν τα άστρα, από τις τροχιές τους πολέμησαν εναντίον του Σισάρα. Ο χείμαρρος Κισών τούς παρέσυρε, ο χείμαρρος των αρχαίων ημερών, ο χείμαρρος Κισών. Ποδοπάτησες ισχύ, ψυχή μου. Τότε ήταν που οι οπλές των αλόγων χτύπησαν το χώμα από τις τόσες εξορμήσεις που έκαναν οι επιβήτορες ίπποι του».—Κρ 5:19-22.
Στη Μεγιδδώ πέθανε ο Βασιλιάς Οχοζίας του Ιούδα αφού τραυματίστηκε θανάσιμα με διαταγή του Ιηού. (2Βα 9:27) Εκεί σκοτώθηκε ο Βασιλιάς Ιωσίας του Ιούδα σε μια συμπλοκή με τον Φαραώ Νεχαώ. (2Βα 23:29, 30) Λόγω της δεσπόζουσας θέσης της, πολλά άλλα έθνη, σύμφωνα με την ιστορία, πολέμησαν γύρω από τη Μεγιδδώ. “Ιουδαίοι, Εθνικοί, Σαρακηνοί, σταυροφόροι, Αιγύπτιοι, Πέρσες, Δρούζοι, Τούρκοι και Άραβες—όλοι έχουν στήσει τις σκηνές τους στην πεδιάδα της Εσδρηλών”.—Μελέτες Λέξεων της Καινής Διαθήκης (Word Studies in the New Testament), του Μ. Ρ. Βίνσεντ, 1957, Τόμ. 2, σ. 542.
Η αφήγηση της Αποκάλυψης παρουσιάζει τις συνδυασμένες δυνάμεις των βασιλιάδων της γης να συγκεντρώνονται «στον τόπο που ονομάζεται στην εβραϊκή Αρ-Μαγεδών». (Απ 16:16) Στην Αγία Γραφή, η λέξη τόπος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να αναφέρεται σε μια κατά γράμμα τοποθεσία (Ματ 14:13, 15, 35), στην «ευκαιρία» που έχει κάποιος (Πρ 25:16) ή σε μια μεταφορική επικράτεια, περίσταση ή κατάσταση (Απ 12:6, 14). Με βάση τα συμφραζόμενα, οι συνδυασμένες στρατιωτικές δυνάμεις της γης προελαύνουν σε έναν «τόπο» αυτού του τελευταίου είδους.
“Ο πόλεμος της μεγάλης ημέρας του Θεού του Παντοδύναμου” στον Αρμαγεδδώνα δεν ήταν κάποιο γεγονός του παρελθόντος, αλλά στην Αποκάλυψη παρουσιάζεται ως κάτι μελλοντικό σε σχέση με τον καιρό κατά τον οποίο είδε ο Ιωάννης το όραμα. Η συγκέντρωση των βασιλιάδων στον Αρμαγεδδώνα περιγράφεται ως το αποτέλεσμα του αδειάσματος της έκτης από τις εφτά κούπες οι οποίες περιέχουν τις «τελευταίες» πληγές που θα φέρουν σε τέλος το θυμό του Θεού. (Απ 15:1· 16:1, 12) Επίσης, κάτι που υποδηλώνει ότι ο πόλεμος στον Αρμαγεδδώνα συνδέεται στενά με την παρουσία του Χριστού είναι η προειδοποίηση ότι ο Χριστός έρχεται σαν κλέφτης, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στα εδάφια 14 και 16 του 16ου κεφαλαίου της Αποκάλυψης.
Τα συμφραζόμενα τονίζουν ότι ο πόλεμος θα έχει παγκόσμιες διαστάσεις. Σε αυτά, οι ενάντιοι του Ιεχωβά προσδιορίζονται ως οι «βασιλιάδες ολόκληρης της κατοικημένης γης», οι οποίοι κινητοποιούνται από «εκφράσεις εμπνευσμένες από δαίμονες».—Απ 16:14.
Ο Ιωάννης περαιτέρω λέει: «Και είδα το θηρίο και τους βασιλιάδες της γης και τα στρατεύματά τους συγκεντρωμένα για να διεξαγάγουν τον πόλεμο με αυτόν που καθόταν πάνω στο άλογο και με το στράτευμά του». (Απ 19:19) Αυτό το κεφάλαιο προσδιορίζει τον αρχηγό των ουράνιων στρατευμάτων, ο οποίος κάθεται σε ένα λευκό άλογο, ως αυτόν που αποκαλείται «Πιστός και Αληθινός» και «Ο Λόγος του Θεού». (Απ 19:11-13) Συνεπώς, ο Ιησούς Χριστός, Ο Λόγος, είναι ο διοικητής των ουράνιων στρατευμάτων του Θεού. (Ιωα 1:1· Απ 3:14) Περαιτέρω επιβεβαίωση του γεγονότος ότι ο Χριστός ηγείται των ουράνιων δυνάμεων παρέχει η δήλωση ότι οι επίγειες δυνάμεις «θα πολεμήσουν με το Αρνί [που είναι ο Ιησούς Χριστός (Ιωα 1:29)], αλλά το Αρνί θα τους νικήσει, επειδή είναι Κύριος κυρίων και Βασιλιάς βασιλιάδων. Το ίδιο θα κάνουν και οι καλεσμένοι και εκλεγμένοι και πιστοί που είναι μαζί του».—Απ 17:13, 14.
Εφόσον το όραμα στο 19ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης παρουσιάζει μόνο στρατεύματα στον ουρανό να παίρνουν μέρος στον πόλεμο ως υποστηρικτές του Ιησού Χριστού, Του Λόγου του Θεού, αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι κανένας από τους Χριστιανούς υπηρέτες του Ιεχωβά στη γη δεν θα συμμετάσχει στη μάχη. Τα παραπάνω εναρμονίζονται με τα λόγια του Ιησού Χριστού στο εδάφιο Ματθαίος 26:52, σύμφωνα με τα οποία οι μαθητές του δεν πρέπει να καταφεύγουν σε όπλα υλικού πολέμου. (Παράβαλε Εξ 14:13, 14· 2Χρ 20:15, 17, 22, 23· Ψλ 2:4-9.) Τα πουλιά που πετούν στο μεσουράνημα θα καταβροχθίσουν τα πτώματα των θανατωμένων.—Απ 19:11-21.
Άρα, ο Αρ-Μαγεδών δεν παρουσιάζεται ως μάχη απλώς μεταξύ ανθρώπων, αλλά ως μάχη στην οποία παίρνουν μέρος οι αόρατες στρατιές του Θεού. Η έλευσή του είναι βέβαιη, θα λάβει δε χώρα όποτε έχει ορίσει ο Ιεχωβά Θεός, ο οποίος «ενεργεί σύμφωνα με το δικό του θέλημα ανάμεσα στο στράτευμα των ουρανών και στους κατοίκους της γης».—Δα 4:35· βλέπε επίσης Ματ 24:36.
-
-
ΑρμονίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΜΟΝΙ
(Αρμονί) [Του Πυργόσπιτου· Γεννημένος στο Πυργόσπιτο].
Ένας από τους δύο γιους που γέννησε στον Σαούλ η παλλακίδα του η Ρεσφά. Για να απαλειφθεί η ενοχή αίματος του Σαούλ, εφτά από τους απογόνους του, ανάμεσά τους και ο Αρμονί, δόθηκαν στους Γαβαωνίτες οι οποίοι τους θανάτωσαν και άφησαν εκτεθειμένα τα πτώματά τους στο βουνό. Η Ρεσφά φύλαγε τα πτώματα, μη αφήνοντας τα πτηνά ή τα θηρία να τα πειράξουν, ώσπου ο Δαβίδ διευθέτησε να θαφτούν τα κόκαλά τους.—2Σα 21:5-14.
-
-
ΑρνίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΝΙ
Βλέπε ΠΡΟΒΑΤΟ.
-
-
Αρνών, Κοιλάδα ΧειμάρρουΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΝΩΝ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ
(Αρνών).
Περίπου στο μέσο της ανατολικής πλευράς της Νεκράς Θαλάσσης το βαθύ φαράγγι της Κοιλάδας του Αρνών χωρίζει στα δύο την περιοχή του υψιπέδου. Ο χείμαρρος αυτός, το Ουάντι Μουτζίμπ (Νάχαλ Αρνόν), τροφοδοτείται από αρκετούς μικρότερους χειμάρρους (Αρ 21:14) και, μετά τον Ιορδάνη, είναι ο μοναδικός σημαντικός ποταμός που εκβάλλει στη Νεκρά Θάλασσα. Λαμπεροί κιτρινοκόκκινοι ψαμμιτικοί βράχοι ορθώνονται κατακόρυφα, πλαισιώνοντας τις πλευρές της στενής κοιλάδας την οποία διαρρέει όλο το χρόνο ένα μικρό ρεύμα με γάργαρα νερά και άφθονα ψάρια. Στις όχθες του ευδοκιμούν ιτιές, πικροδάφνες και πολλά άλλα φυτά. Στο σημείο όπου το ρεύμα αφήνει πίσω του τα απόκρημνα τοιχώματα της χαράδρας και εισρέει στην επίπεδη ακτή της Νεκράς Θαλάσσης, το πλάτος του κυμαίνεται από 12 ως 30 μ. και το βάθος του από 0,3 ως 1,2 μ.
Το φοβερό αυτό φαράγγι που στο ψηλότερο σημείο του έχει πλάτος περίπου 3 χλμ., ενώ το βάθος του φτάνει σχεδόν τα 520 μ., μπορούσε να το διασχίσει κανείς από ελάχιστα μόνο περάσματα (Ησ 16:2), γι’ αυτό και αποτελούσε ευδιάκριτο φυσικό σύνορο. Όταν οι Ισραηλίτες κατέκτησαν την περιοχή, το φαράγγι αυτό χώριζε τους Αμορραίους στο Β από τους Μωαβίτες στο Ν (Αρ 21:13), αλλά το μήνυμα του Ιεφθάε προς τους Αμμωνίτες δείχνει ότι η βόρεια πλευρά βρισκόταν παλιά υπό αμμωνιτική κυριαρχία και ότι οι Αμορραίοι είχαν εισβάλει σε αυτήν πριν από την άφιξη του Ισραήλ. (Κρ 11:12-27) Παρακάμπτοντας την περιοχή του Μωάβ, ο Ισραήλ έφτασε στον Αρνών, πιθανότατα στα ανάντη του. Όταν ο Σηών, ο Αμορραίος βασιλιάς, επιτέθηκε στον Ισραήλ, ο Ισραήλ κέρδισε τη νίκη και κατέλαβε τη γη από τον Αρνών και πάνω μέχρι τον Ιαβόκ. (Αρ 21:21-24· Δευ 2:24-36· βλέπε ΙΑΒΟΚ, ΚΟΙΛΑΔΑ ΧΕΙΜΑΡΡΟΥ.) Αυτά τα πρώτα εδάφη που κατακτήθηκαν αποτέλεσαν έπειτα την περιοχή των φυλών του Ρουβήν και του Γαδ.—Δευ 3:16· Ιη 12:1, 2· 13:8, 9, 15-28.
Εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Ιηού δεν περπάτησε προσεκτικά σύμφωνα με το νόμο του Ιεχωβά, η περιοχή αυτή καταλήφθηκε αργότερα από τις δυνάμεις εισβολής του Αζαήλ της Συρίας. (2Βα 10:32, 33) Ο Αρνών αναφέρεται στην 26η γραμμή της περίφημης Μωαβιτικής Λίθου, όπου ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ κομπάζει ότι είχε κατασκευάσει έναν μεγάλο δρόμο που διέσχιζε την κοιλάδα. Αρχαιολογικές ανακαλύψεις έχουν φέρει στο φως στοιχεία για την ύπαρξη αρκετών οχυρωμάτων και γεφυρών στην περιοχή τα οποία πιστοποιούν τη στρατηγική σπουδαιότητα του Αρνών. Το όνομα Αρνών εμφανίζεται σε προφητείες εναντίον του Μωάβ.—Ησ 16:2· Ιερ 48:20.
[Εικόνα στη σελίδα 309]
Το Φαράγγι του Αρνών, το οποίο σε κάποια σημεία έχει βάθος σχεδόν 520 μ. και πλάτος περίπου 3 χλμ.
-
-
Αρόδ, Αροδί, ΑροδίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΔ
(Αρόδ), ΑΡΟΔΙ (Αροδί), ΑΡΟΔΙΤΕΣ (Αροδίτες).
Ο έκτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Γαδ, ο οποίος ήταν μεταξύ των ψυχών που ήρθαν στην Αίγυπτο με την οικογένεια του Ιακώβ το 1728 Π.Κ.Χ. Έγινε κεφαλή της οικογένειας των Αροδιτών, η οποία περιλήφθηκε στην απογραφή που έλαβε χώρα στην έρημο το 1473 Π.Κ.Χ.—Γε 46:8, 16· Αρ 26:17.
-
-
ΑροήρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΗΡ
(Αροήρ) [Άρκευθος].
1. Πόλη που βρισκόταν στο βόρειο χείλος του βαθιού φαραγγιού το οποίο σχηματίζει την κοιλάδα του χειμάρρου Αρνών. Τον καιρό της κατάκτησης της περιοχής από τους Ισραηλίτες (περ. 1474 Π.Κ.Χ.) ήταν η νοτιότερη πόλη του αμορραϊκού βασιλείου. (Δευ 2:36· 4:47, 48· Ιη 12:2) Αργότερα πέρασε στη φυλή του Ρουβήν, παρότι αναφέρεται ότι η φυλή του Γαδ έχτισε (πιθανότατα αποκατέστησε) την πόλη. (Αρ 32:33, 34· Δευ 3:12· Ιη 13:8, 9, 15, 16· 1Χρ 5:8) Οριοθετούσε το νότιο σύνορο του Ισραήλ στα Α του Ιορδάνη, αντιστοιχώντας έτσι στη Βηρ-σαβεέ, μια μεγάλη πόλη του νότου στα Δ του Ιορδάνη.
Έπειτα από 300 περίπου χρόνια ισραηλιτικής κατοχής, οι Αμμωνίτες πρόβαλαν διεκδικήσεις για την περιοχή ανάμεσα στον Αρνών και στον Ιαβόκ, αλλά ο Κριτής Ιεφθάε απέρριψε τις διεκδικήσεις τους δείχνοντας ότι ο Ισραήλ είχε πάρει τη γη, περιλαμβανομένης και της Αροήρ, από τους Αμορραίους.—Κρ 11:13, 22, 26.
Από την πόλη της Αροήρ φαίνεται ότι ξεκίνησε η απογραφή που είχε διατάξει ο Βασιλιάς Δαβίδ, η οποία συνεχίστηκε Β μέχρι τη Δαν-ιαάν, προχώρησε απέναντι στην πλευρά της Τύρου και της Σιδώνας και κατέληξε Ν στη Βηρ-σαβεέ, στη Νεγκέμπ. (2Σα 24:4-8) Η αναφορά στην “πόλη που βρίσκεται στη μέση της κοιλάδας του χειμάρρου” συμπίπτει με παρόμοιες περιγραφές στα εδάφια Δευτερονόμιο 2:36 και Ιησούς του Ναυή 13:9, 16. Μερικοί θεωρούν ότι αυτή η πόλη που δεν κατονομάζεται αντιστοιχεί στο Χίρμπετ ελ-Μεντέιγινε, περίπου 11 χλμ. ΝΑ της Αροήρ.
Ενόσω βασίλευε στον Ισραήλ ο Ιηού (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.), ο Βασιλιάς Αζαήλ της Συρίας κατέλαβε τα εδάφη του Γαδ και του Ρουβήν, φτάνοντας Ν μέχρι την Αροήρ στον Αρνών. (2Βα 10:33) Πιθανώς εκείνη την εποχή, ο Μωαβίτης Βασιλιάς Μησά οχύρωσε την πόλη και κατασκεύασε δρόμο δίπλα στον Αρνών, όπως αναφέρεται στην 26η γραμμή της Μωαβιτικής Λίθου. Τον καιρό που εξαγγέλθηκε η προφητεία του Ιερεμία εναντίον του Μωάβ, η πόλη βρισκόταν υπό μωαβιτική κυριαρχία.—Ιερ 48:19.
Η θέση της αρχαίας πόλης ταυτίζεται με το Χίρμπετ Αραΐρ, περίπου 23 χλμ. Α της Νεκράς Θαλάσσης και περίπου 6 χλμ. ΝΑ της Διβών, κοντά στη Βασιλική Οδό, την κύρια οδό μεταξύ Β και Ν σε εκείνη την πλευρά του Ιορδάνη. Στα ερείπια υπάρχουν στοιχεία που μαρτυρούν την ύπαρξη ενός αρχαίου φρουρίου, το οποίο, από την πλεονεκτική θέση όπου βρισκόταν στην άκρη του εντυπωσιακού φαραγγιού, πιθανότατα μπορούσε να ελέγχει τα περάσματα του Αρνών.
2. Κωμόπολη στην περιοχή του Γαδ, για την οποία αναφέρεται ότι βρισκόταν «μπροστά στη Ραββά» (το σημερινό Αμμάν), την κυριότερη πόλη των Αμμωνιτών. (Ιη 13:24, 25) Είναι ενδεχομένως η Αροήρ που μνημονεύεται στην περιγραφή της κατατρόπωσης των Αμμωνιτών από τον Ιεφθάε στο εδάφιο Κριτές 11:33. Η θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα εφόσον η έκφραση «μπροστά» δεν έχει ιδιαίτερα συγκεκριμένη έννοια, αν και συχνά θεωρείται ότι σημαίνει «στα ανατολικά».
3. Κωμόπολη στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα. Μετά τη νίκη του επί των Αμαληκιτών επιδρομέων, ο Δαβίδ διένειμε κάποια από τα λάφυρα στους πρεσβυτέρους της πόλης. (1Σα 30:26, 28) Η πόλη ταυτίζεται με το Χίρμπετ Αράρα (Χορβάτ Αροέρ), περίπου 17 χλμ. ΝΑ της Βηρ-σαβεέ, όπου διασώζονται τα ερείπια ενός φρουρίου. Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι ίσως είναι η «Αδαδά» του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:22, όνομα που προέκυψε από διπλή αντικατάσταση του εβραϊκού γράμματος ραις (ר) από το γράμμα ντάλεθ (ד).
Η μνεία που γίνεται στο εδάφιο Ησαΐας 17:2 για τις «πόλεις της Αροήρ» θα μπορούσε να αφορά οποιαδήποτε από τις πρώτες δύο πόλεις για τις οποίες γίνεται λόγος εδώ. Η προφητεία ασχολείται κατά κύριο λόγο με τη Δαμασκό, και με βάση το ότι οι Σύριοι κατέλαβαν εδάφη του Ισραήλ μέχρι την Αροήρ επί του Αρνών, η έκφραση αυτή ίσως αναφέρεται στο νοτιότερο σημείο της σφαίρας επιρροής τους Α του Ιορδάνη.—2Βα 10:33.
-
-
ΑροηρίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΗΡΙΤΗΣ
(Αροηρίτης) [Της (Από την) Αροήρ].
Ο κάτοικος μιας από τις πόλεις που ονομάζονταν Αροήρ. Στο εδάφιο 1 Χρονικών 11:44 ο Χωθάμ, πατέρας δύο κραταιών αντρών του Δαβίδ—του Σαμά και του Ιεϊήλ—αναφέρεται ως Αροηρίτης. Εφόσον οι γιοι ήταν σύντροφοι του Δαβίδ, η γενέτειρα του πατέρα τους ενδέχεται να βρισκόταν στην περιοχή του Ιούδα.—Βλέπε ΑΡΟΗΡ Αρ. 3.
-
-
ΑρουβώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΥΒΩΘ
(Αρουβώθ) [Παράθυρα].
Κωμόπολη που αποτελούσε διοικητικό κέντρο υπό την ευθύνη ενός από τους 12 διαχειριστές στους οποίους ανέθεσε ο Βασιλιάς Σολομών να προμηθεύουν τροφή στο βασιλικό οίκο. Υπεύθυνος εκεί ήταν ο γιος του Έσεδ ο οποίος είχε την επίβλεψη της Σωχώχ και της γης της Χεφέρ. (1Βα 4:7, 10) Η Αρουβώθ ταυτίζεται τώρα με τη σημερινή Άραμπα, η οποία βρίσκεται κοντά στη Δωθάν, περίπου 14 χλμ. Β της Σαμάρειας, άρα στην περιοχή του Μανασσή.
-
-
ΑρούμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΥΜΑ
(Αρουμά) [Ύψωμα· Εξυψωμένος Τόπος].
Κωμόπολη στην περιοχή του Εφραΐμ όπου κατοικούσε ο Αβιμέλεχ, ο γιος του Ιεροβάαλ, και από όπου εξαπέλυσε την επίθεσή του κατά των Συχεμιτών. (Κρ 9:41) Σύμφωνα με την τρέχουσα άποψη ορισμένων, ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Όρμα (Χορβάτ ελ-Ούρμε), περίπου 8 χλμ. ΝΑ της Συχέμ. Μερικοί υποστηρίζουν ότι είναι η Ρουμά του εδαφίου 2 Βασιλέων 23:36.—Βλέπε ΡΟΥΜΑ.
-
-
ΑρουμάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΥΜΑΦ
(Αρουμάφ) [πιθανότατα, Αυτός που Έχει τη Μύτη του Σκισμένη].
Πατέρας (ή προπάτορας) κάποιου Ιεδαΐα ο οποίος βοήθησε τον Νεεμία στην ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:10.
-
-
ΑρούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΥΡ
(Αρούρ) [Καυτός Πυρετός].
Κεφαλή ενός πατρογονικού οίκου Νεθινίμ, δηλαδή δούλων του ναού. «Οι γιοι του Αρούρ» συγκαταλέγονται μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν με τον Ζοροβάβελ από τη Βαβυλώνα το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 51· Νε 7:46, 53.
-
-
ΑρούςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΟΥΣ
(Αρούς) [πιθανώς, Χρυσάφι· ή, Επιμελής].
Κάποιος άντρας από την Ιοτεβά, παππούς του Βασιλιά Αμών του Ιούδα και πατέρας της Μεσουλλεμέθ, της συζύγου του Βασιλιά Μανασσή.—2Βα 21:19, 20.
-
-
ΆρπαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΠΑ
Το όνομα του πρώτου μουσικού οργάνου που μνημονεύεται στη Γραφή. (Γε 4:21, AS, Fn, Kx, Yg, Da, ΜΝΚ) Η εβραϊκή λέξη κιννώρ (άρπα) αποδίδεται επίσης «λύρα» σε αρκετές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής. (JB, Mo, Ro, RS, ΛΧ) Στις μισές περίπου από τις 42 φορές που εμφανίζεται η λέξη κιννώρ στη Γραφή, οι μεταφραστές της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα την απέδωσαν με την ελληνική λέξη κιθάρα. Το όργανο που προσδιορίζεται από τη λέξη κιθάρα ήταν παρόμοιο με τη λύρα, αλλά είχε πιο ρηχό ηχείο. Διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις αποδίδουν γενικά τη λέξη κιθάρα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών ως «άρπα». (1Κο 14:7· Απ 5:8) Απεικονίσεις σε αιγυπτιακά μνημεία δείχνουν ότι οι αρχαίες άρπες ήταν διαφόρων ειδών και σχημάτων και διέθεταν ποικίλο αριθμό χορδών. Με βάση τα παραπάνω, μερικοί έχουν υποθέσει ότι η λέξη κιννώρ αποτελούσε κάπως γενικό χαρακτηρισμό για κάθε όργανο που διέθετε τα κύρια γνωρίσματα της αρχαίας άρπας.
Το μόνο που υποδηλώνουν με βεβαιότητα οι Εβραϊκές Γραφές σχετικά με το κιννώρ είναι ότι ήταν φορητό και σχετικά ελαφρύ, εφόσον μπορούσε να παιχτεί σε μια πομπή ή ακόμη και από μια πόρνη καθώς αυτή τραγουδούσε, τριγυρίζοντας στην πόλη. (1Σα 10:5· 2Σα 6:5· Ησ 23:15, 16) Μερικά τέτοια όργανα ήταν φτιαγμένα από ξύλο «αλγούμ». (1Βα 10:12) Οι χορδές μπορεί να ήταν από μικρά έντερα προβάτων, μολονότι ίσως χρησιμοποιούνταν και κλωσμένες φυτικές ίνες.
Ο Δαβίδ, ο οποίος ήταν δεξιοτέχνης στο παίξιμο του κιννώρ «με το χέρι του» (1Σα 16:16, 23), προσέδωσε σε αυτό το όργανο εξέχουσα θέση μαζί με το “έγχορδο” (νέβελ) στην ορχήστρα η οποία έπαιζε μεταγενέστερα στο ναό του Σολομώντα. (1Χρ 25:1· 2Χρ 29:25) Όταν ο Νεεμίας εγκαινίασε το τείχος της Ιερουσαλήμ, το κιννώρ συνέβαλε στη χαρά της περίστασης. (Νε 12:27) Εφόσον το κιννώρ ήταν ουσιαστικά ένα “ευχάριστο” όργανο “αγαλλίασης”, ο ήχος του έπαυε σε περιόδους κρίσης ή τιμωρίας. (Ψλ 81:2· Ιεζ 26:13· Ησ 24:8, 9) Περίλυποι λόγω της εξορίας τους στη Βαβυλώνα, οι Ισραηλίτες δεν είχαν διάθεση να παίξουν τις άρπες τους και τις κρέμασαν στις λεύκες.—Ψλ 137:1, 2.
Επειδή υπάρχει αβεβαιότητα γύρω από την ακριβή μορφή του κιννώρ, και ιδιαίτερα του νέβελ (έγχορδο), οποιαδήποτε απόπειρα σύγκρισης των δύο οργάνων βασίζεται σε εικασίες. Τα εδάφια 1 Χρονικών 15:20, 21 κάνουν λόγο για «έγχορδα [νεβαλίμ (πληθυντικός)] κουρδισμένα σε Αλαμώθ, . . . άρπες [κιννορώθ (πληθυντικός)] κουρδισμένες σε Σεμινίθ». Αν με τη λέξη «Αλαμώθ» εννοείται μια υψηλότερη έκταση μουσικών φθόγγων και με τη λέξη «Σεμινίθ» μια χαμηλότερη, αυτό θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι το κιννώρ ήταν το πιο μεγάλο και το πιο βαθύτονο από τα δύο. Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να ισχύει και το αντίστροφο (σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη), αν όντως οι λέξεις Αλαμώθ και Σεμινίθ αναφέρονται εδώ επί τούτου επειδή αποτελούσαν ασυνήθιστους τρόπους κουρδίσματος αυτών των οργάνων. Ούτως ή άλλως, και τα δύο όργανα ήταν φορητά.
Στα εδάφια Δανιήλ 3:5, 7, 10, 15, η αραμαϊκή λέξη σαμπεχά’ φαίνεται να αναφέρεται σε μια “τριγωνική άρπα” (ΜΝΚ), και αποδίδεται επίσης «τρίγωνο» (AT, JB, RS, ΛΧ) και «σαμβύκη» (Da, ΒΑΜ). Το όργανο που προσδιορίζεται από τη λέξη σαμπεχά’ περιγράφεται από μερικούς ως μικρή, οξύηχη, τριγωνική, τετράχορδη άρπα, περιγραφή η οποία εναρμονίζεται με τις παραπάνω αποδόσεις.—Βλέπε ΕΓΧΟΡΔΟ.
-
-
ΑρπαγήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΠΑΓΗ
Η αφαίρεση ή απόσπαση οποιουδήποτε πράγματος από κάποιον ο οποίος αρνείται ή διστάζει να το παραχωρήσει με τη χρήση εκφοβισμού—είτε πρόκειται για βία είτε για απειλές είτε για οποιαδήποτε άλλη αθέμιτη χρήση δύναμης. Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, το άτομο που ενεργεί με τον παραπάνω τρόπο αποκαλείται ἅρπαξ. (1Κο 5:10) Η Αγία Γραφή προειδοποιεί επανειλημμένα ότι δεν πρέπει να επιδιώκει κανείς το άδικο κέρδος, ιδιαίτερα αν βρίσκεται σε θέση ευθύνης ή εξουσίας.—Εξ 18:21· Παρ 1:19· 15:27.
Παρ’ όλα αυτά, κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Παλαιστίνη, οι Ιουδαίοι εισπράκτορες φόρων ήταν συχνά ένοχοι αρπαγής. Η θέση που κατείχαν τους παρείχε άφθονες ευκαιρίες για να πλουτίσουν με άδικο τρόπο (και αναμφίβολα να πλουτίσουν επίσης τους Ρωμαίους κυρίους τους) σε βάρος του λαού. Ο Ιησούς έκανε ενδεχομένως νύξη αυτού του γεγονότος, μιλώντας σε μια παραβολή του για έναν αυτοδικαιούμενο Φαρισαίο ο οποίος, ενώ προσευχόταν δίπλα σε έναν εισπράκτορα φόρων, υπερηφανευόταν ενώπιον του Θεού ότι δεν ήταν άρπαγας. (Λου 18:11) Οι εισπράκτορες φόρων που πήγαν στον Ιωάννη τον Βαφτιστή ρωτώντας τον τι να κάνουν έλαβαν την εξής συμβουλή: «Να μη ζητάτε τίποτα περισσότερο από τον καθορισμένο φόρο».—Λου 3:13.
Όταν ο Ζακχαίος, ένας πλούσιος επικεφαλής εισπράκτορας φόρων, φιλοξένησε τον Ιησού στο σπίτι του, μετανόησε και μεταστράφηκε από την κακή πορεία του, λέγοντας: «Ό,τι άρπαξα από οποιονδήποτε με ψεύτικη κατηγορία το δίνω πίσω τετραπλό». (Λου 19:2, 8· βλέπε ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ.) Ωστόσο, σε ανάλογες περιπτώσεις μετάνοιας και παραδοχής της ενοχής, ο Νόμος απαιτούσε να επιστρέφεται μόνο το 120 τοις εκατό στο θύμα της απάτης.—Λευ 6:2-5.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η αρπαγή συγκαταλέγεται μαζί με την πορνεία, τη μοιχεία, την ειδωλολατρία, την απληστία, την κλοπή, τη μέθη, την υβριστική ομιλία και την ομοφυλοφιλία στα πράγματα που θα εμποδίσουν όποιον τα πράττει να μπει στη Βασιλεία του Θεού. Γράφοντας στην εκκλησία της Κορίνθου, ο απόστολος Παύλος ανέφερε ότι στο παρελθόν μερικοί είχαν κάνει τέτοια πράγματα, αλλά τώρα είχαν καθαριστεί. Επομένως, μολονότι δεν μπορούσαν να αποφύγουν κάποιες επαφές με τέτοιου είδους άτομα στον κόσμο, έπρεπε να πάψουν να συναναστρέφονται με οποιοδήποτε τέτοιο άτομο το οποίο ισχυριζόταν ότι ήταν «αδελφός», και έπρεπε να το αποβάλουν από την εκκλησία.—1Κο 5:9-11· 6:9-11.
Η Χριστιανική στάση απέναντι σε κάποιον άρπαγα που προσπαθεί να αποσπάσει κάτι ως δωροδοκία φαίνεται παραστατικά από την περίπτωση του αποστόλου Παύλου. Ο Ρωμαίος κυβερνήτης Φήλιξ επιχείρησε να αρπάξει χρήματα από τον Παύλο, παρατείνοντας τη φυλάκισή του επί δύο χρόνια. Αν και ο Παύλος το γνώριζε αυτό, δεν έδωσε τίποτα στον Φήλικα. Τελικά, ο Κυβερνήτης Φήστος διαδέχθηκε τον Φήλικα στο συγκεκριμένο αξίωμα.—Πρ 24:26, 27.
Θρησκευόμενοι Άρπαγες. Ο Χριστός κατήγγειλε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους δηλώνοντας ότι, σαν τους ληστές, “έβριθαν από αρπαγή”, προφανώς επειδή υφάρπαζαν υλικά αγαθά από τις χήρες και άλλους ανυπεράσπιστους ανθρώπους, καθώς και επειδή κρατούσαν τους ανθρώπους σε θρησκευτική αιχμαλωσία αφαιρώντας «το κλειδί της γνώσης». (Ματ 23:25· Λου 11:52) Παρόμοια, οι θρησκευτικοί ηγέτες των Ιουδαίων πρωτοστάτησαν στην αρπαγή των υπαρχόντων των Χριστιανών.—Εβρ 10:34.
-
-
ΑρραβώναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ
Αμοιβαία υπόσχεση για μελλοντική σύναψη γάμου. Μεταξύ των Εβραίων, οι σχετικές διαπραγματεύσεις εξαρτόνταν συνήθως από τους γονείς του ζευγαριού, ιδιαίτερα από τους πατέρες. (Γε 24:1-4· 38:6· 21:21) Οι επιθυμίες του νεαρού άντρα γύρω από αυτό το ζήτημα λαβαίνονταν συχνά υπόψη. (Κρ 14:2) Όσο για τις κοπέλες που κληρονομούσαν την προγονική περιουσία επειδή ο πατέρας τους είχε πεθάνει χωρίς να αφήσει γιους, αυτές μπορούσαν να γίνουν σύζυγοι οποιουδήποτε φαινόταν κατάλληλος στα μάτια τους, αρκεί να παντρεύονταν κάποιον από τη φυλή τους. (Αρ 36:6) Στην περίπτωση του Ισαάκ, ο Ιεχωβά ήταν στην πραγματικότητα εκείνος που επέλεξε τη νύφη που θα έπαιρνε. (Γε 24:50, 51) Την επιλογή της νύφης και την πρόταση γάμου, την οποία έκαναν συνήθως οι γονείς ή ο πατέρας του γαμπρού, ακολουθούσε η μνηστεία, ή αλλιώς ο αρραβώνας. Επρόκειτο για επίσημη διαδικασία την οποία χειρίζονταν οι γονείς της νύφης και συχνά ένας φίλος ή νομικός εκπρόσωπος του γαμπρού.—Γε 24:1-4· Ιωα 3:29.
Εξέχον χαρακτηριστικό του αρραβώνα ήταν το μόχαρ, το νυφικό τίμημα. Η λέξη μόχαρ εμφανίζεται τρεις φορές στην Αγία Γραφή. (Γε 34:12· Εξ 22:16, 17· 1Σα 18:25) Το νυφικό τίμημα καταβαλλόταν συνήθως στους γονείς. Στην περίπτωση της Ρεβέκκας, ο υπηρέτης του Αβραάμ έδωσε «εκλεκτά πράγματα» στη μητέρα της και στον αδελφό της τον Λάβαν, που είχε τον πρώτο λόγο στις διευθετήσεις. (Γε 24:53) Το μόχαρ μπορούσε επίσης να έχει τη μορφή υπηρεσίας. (Γε 29:15-30· Ιη 15:16) Τα εδάφια Έξοδος 22:16, 17 δείχνουν ότι το μόχαρ καταβαλλόταν στον πατέρα μιας αποπλανημένης κοπέλας ως αποζημίωση για το αδίκημα που είχε διαπραχθεί, έστω και αν αυτός αρνούνταν να δώσει την κοπέλα σε γάμο. Σε μερικές περιπτώσεις, ο πατέρας της νύφης τής έδινε κάτι ως «αποχαιρετιστήριο δώρο», και ενίοτε, όπως συνέβη με τη Ρεβέκκα, έδιναν στη νύφη δώρα στον αρραβώνα της.—1Βα 9:16· Ιη 15:17-19· Γε 24:53.
Οι Εβραίοι θεωρούσαν ότι το αρραβωνιασμένο ζευγάρι ήταν δεσμευμένο και ότι ήταν σαν να είχε ήδη παντρευτεί, μολονότι τα ζευγάρια δεν ζούσαν μαζί παρά μόνο αφού ολοκληρώνονταν οι διατυπώσεις του γάμου.—Γε 19:8, 14· Κρ 14:15, 16, 20.
Μεταξύ των Ιουδαίων ο αρραβώνας θεωρούνταν τόσο δεσμευτικός ώστε, αν ο γάμος δεν γινόταν, είτε επειδή άλλαζε γνώμη ο γαμπρός είτε επειδή υπήρχε κάποια εύλογη αιτία, η κοπέλα δεν μπορούσε να παντρευτεί άλλον μέχρι να κατασταθεί ελεύθερη μέσω της κατάλληλης νομικής διαδικασίας, δηλαδή με έγγραφο διαζυγίου. (Ματ 1:19) Αν μια κοπέλα πόρνευε με κάποιον ενώ ήταν μνηστευμένη με άλλον άντρα, θεωρούνταν μοιχαλίδα και καταδικαζόταν σε θάνατο. (Δευ 22:23, 24) Ακόμη και στην περίπτωση που ένας άντρας είχε σχέσεις με δούλη που είχε οριστεί για άλλον άντρα, αλλά δεν είχε απολυτρωθεί ακόμη, δηλαδή δεν είχε ελευθερωθεί, και τα δύο μέρη ήταν ένοχα και τιμωρούνταν. Ωστόσο, δεν θανατώνονταν επειδή εκείνη δεν είχε αφεθεί ελεύθερη.—Λευ 19:20-22.
Ο αρραβωνιασμένος άντρας απαλλασσόταν από τα στρατιωτικά καθήκοντα.—Δευ 20:7.
Όσον αφορά την ηλικία στην οποία αρραβωνιαζόταν κάποιος, στην Αγία Γραφή δεν τίθενται σχετικοί περιορισμοί. Σήμερα, σε χώρες της Μέσης Ανατολής, ο γάμος συχνά πραγματοποιείται αφού η νύφη γίνει 16 χρονών και ενίοτε ενώ είναι μικρότερη. Οι Ταλμουδιστές απαγόρευαν το γάμο αν το αγόρι ήταν κάτω των 13 ετών και μιας ημέρας, και αν το κορίτσι ήταν κάτω των 12 ετών και μιας ημέρας.
Γενικά δεν μεσολαβούσαν πολλά χρόνια ανάμεσα στον αρραβώνα και στο γάμο, μολονότι μερικές φορές χρειαζόταν να μεσολαβήσει κάποιο διάστημα για να πληρώσει ο γαμπρός το καθορισμένο τίμημα ή να αποδώσει την επιθυμητή υπηρεσία. Στην περίπτωση του Ιακώβ, η περίοδος του αρραβώνα κράτησε εφτά χρόνια, στη διάρκεια των οποίων υπηρετούσε για τη Ραχήλ, αλλά του δόθηκε η Λεία. Κατόπιν περίμενε μία εβδομάδα ακόμη πριν πάρει τη Ραχήλ, μολονότι συνέχισε να υπηρετεί τον Λάβαν άλλα εφτά χρόνια για εκείνη.—Γε 29:20-28.
Ο Χριστιανός πρέπει να θεωρεί δεσμευτικό το λόγο που δίνει ως υπόσχεση, στην περίπτωση δε του αρραβώνα πρέπει να ακολουθεί την αρχή που διατύπωσε ο Ιησούς: «Αλλά το Ναι το οποίο λέτε ας σημαίνει Ναι, το Όχι σας, Όχι· διότι οτιδήποτε τα υπερβαίνει αυτά είναι από τον πονηρό» (Ματ 5:37) και ο Ιάκωβος: «Αλλά το Ναι σας να σημαίνει Ναι, και το Όχι σας, Όχι, για να μην πέσετε σε κρίση».—Ιακ 5:12.
Η Νύφη του Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός είναι μνηστευμένος με μια νύφη, τη Χριστιανική εκκλησία, η οποία είναι το σώμα του. (Εφ 1:22, 23) Την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., τα πρώτα μέλη της “νύφης” έλαβαν το άγιο πνεύμα το οποίο τους έδωσε το θαυματουργικό δώρο των γλωσσών. Αυτό ήταν παρόμοιο με τα δώρα της μνηστείας και αποτέλεσε για την πνευματική νύφη του Χριστού «προκαταβολική εγγύηση της κληρονομιάς [τους], με σκοπό την απελευθέρωση της ιδιοκτησίας του Θεού με λύτρο, για τον ένδοξο αίνο του». (Εφ 1:13, 14) Ο απόστολος Παύλος χαρακτήρισε αρραβωνιασμένους εκείνους στους οποίους είχε γνωστοποιήσει την αλήθεια για τον Χριστό και οι οποίοι είχαν γίνει Χριστιανοί, και τους παρότρυνε να διατηρήσουν την καθαρότητά τους ως αγνή παρθένα για τον Χριστό. (2Κο 11:2, 3) Όσοι είναι αρραβωνιασμένοι με τον Χριστό θεωρούνται, ενόσω βρίσκονται στη γη, μνηστευμένοι και είναι προσκαλεσμένοι στο δείπνο του γάμου του Αρνιού.—Απ 19:9.
-
-
ΑρράνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΡΑΝ
(Αρράν).
1. Γιος του Θάρα και αδελφός του Άβραμ (Αβραάμ) και του Ναχώρ. Ο Αρράν ήταν πατέρας του Λωτ και δύο θυγατέρων, της Ιεσχά και της Μελχά. Η Μελχά παντρεύτηκε το θείο της τον Ναχώρ. Ο Αρράν πέθανε προτού φύγουν ο Θάρα και ο Άβραμ από την Ουρ των Χαλδαίων.—Γε 11:26-31.
2. Απόγονος του Γηρσών μέσω του Σιμεΐ, από τη φυλή του Λευί.—1Χρ 23:6-9.
-
-
ΑρρώστιαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΡΩΣΤΙΑ
Βλέπε ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ.
-
-
ΑρσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΣΑ
(Αρσά) [πιθανώς, Κουφός· Σιωπηλός].
Κεφαλή ενός πατρογονικού οίκου Νεθινίμ, δηλαδή δούλων του ναού. Ορισμένα μέλη αυτού του οίκου επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 52· Νε 7:54.
-
-
ΑρταξέρξηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΤΑΞΕΡΞΗΣ
(Αρταξέρξης).
Όνομα ή τίτλος που χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή για δύο Πέρσες βασιλιάδες.
1. Ο Πέρσης ηγεμόνας που διέταξε να σταματήσει η οικοδόμηση του ναού του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 4:7-24) Στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στη βασιλεία του Κύρου του Μεγάλου, ο οποίος επέτρεψε στους Ιουδαίους να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ (537 Π.Κ.Χ.), και στη βασιλεία του Δαρείου του Μεγάλου, ο οποίος το 520 Π.Κ.Χ. ήρε την απαγόρευση οικοδόμησης του ναού, ενδεχομένως κυβέρνησαν τρεις βασιλιάδες: ο Καμβύσης Β΄, ο αδελφός του ο Βαρδίγιας (ή πιθανώς ένας μάγος γνωστός ως Γαυμάτης ο οποίος λέγεται ότι παρίστανε τον Βαρδίγια και βασίλεψε εφτά μήνες) και ο Νιντιντού-Μπελ (τον οποίο νίκησε και θανάτωσε ο Δαρείος δύο μόλις μήνες αργότερα). Ο Καμβύσης είναι προφανώς ο “Ασσουήρης” του εδαφίου Έσδρας 4:6 στον οποίο απηύθυναν την πρώτη διαμαρτυρία τους οι εναντιούμενοι στην ανοικοδόμηση του ναού. Συνεπώς, αρχής γενομένης από το εδάφιο Έσδρας 4:7, ο ηγεμόνας που αναφέρεται ως “Αρταξέρξης” είναι είτε ο Βαρδίγιας είτε ο Γαυμάτης, του οποίου η βασιλεία δεν κράτησε παρά εφτά μήνες (522 Π.Κ.Χ.).
Ο λαός των πόλεων της Σαμάρειας έγραψε στον εν λόγω Πέρση βασιλιά μια επιστολή κατά των Ιουδαίων. (Εσδ 4:7) Αυτό έγινε τον καιρό που οι Ιουδαίοι ήταν απασχολημένοι με την οικοδόμηση του ναού. (Εσδ 4:1-3) Για να πετύχουν το σκοπό τους, οι αντίδικοι των Ιουδαίων κατέφυγαν σε ψεύδη, λέγοντας ότι οι Ιουδαίοι ανοικοδομούσαν τότε την πόλη της Ιερουσαλήμ και τα τείχη της. (Εσδ 4:11-16) Ως αποτέλεσμα αυτών των ψευδών κατηγοριών, σταμάτησε «το έργο για τον οίκο του Θεού».—Εσδ 4:24.
2. Ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας, ο γιος του Ξέρξη Α΄, είναι ο βασιλιάς που αναφέρεται στα εδάφια Έσδρας 7:1-28 και Νεεμίας 2:1-18· 13:6. Παρότι τα περισσότερα εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα ορίζουν ως έτος ανάρρησής του το 465 Π.Κ.Χ., βάσιμοι λόγοι υπαγορεύουν το έτος 475 Π.Κ.Χ.—Βλέπε ΠΕΡΣΙΑ, ΠΕΡΣΕΣ (Η Βασιλεία του Ξέρξη και του Αρταξέρξη).
Ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας έδωσε στον ιερέα Έσδρα καθώς και στον Νεεμία την άδεια να ταξιδέψουν στην Ιερουσαλήμ. (Εσδ 7:1-7· Νε 2:1, 7, 8) Οι αρχαίοι ιστορικοί τον παρουσιάζουν ως άτομο καλόκαρδο και γενναιόδωρο σε γενικές γραμμές. Αυτό συμφωνεί με τις ενέργειες στις οποίες προέβη ο Μακρόχειρας κατά το έβδομο έτος της βασιλείας του (468 Π.Κ.Χ.), όταν έκανε δεκτά «όλα όσα ζήτησε» ο Έσδρας με ένα διάταγμα μέσω του οποίου παραχωρούσε ασήμι, χρυσάφι και σκεύη για το ναό καθώς και προμήθειες σιταριού, κρασιού, λαδιού και αλατιού. (Εσδ 7:6, 12-23· 8:25-27) Αυτή η γενναιόδωρη συνεισφορά ίσως εξηγεί γιατί ο Αρταξέρξης αναφέρεται μαζί με τον Κύρο και τον Δαρείο στο εδάφιο Έσδρας 6:14 ως ένας από εκείνους των οποίων οι διαταγές συνέβαλαν στο να “χτιστεί και να τελειώσει” ο ναός, παρά το ότι αυτή καθαυτή η οικοδόμηση είχε ολοκληρωθεί 47 χρόνια νωρίτερα, το 515 Π.Κ.Χ. Το διάταγμα του βασιλιά εξουσιοδοτούσε μάλιστα τον Έσδρα να διορίσει δικαστές και κριτές για να διδάσκουν το νόμο του Θεού (καθώς και το νόμο του βασιλιά) και, όπου ήταν απαραίτητο, να επιβάλλουν τη θανατική ποινή στους παραβάτες.—Εσδ 7:25, 26.
Το 20ό έτος της βασιλείας του (455 Π.Κ.Χ.), ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας έδωσε στον Νεεμία την άδεια να επιστρέψει στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσει τα τείχη και τις πύλες της πόλης. (Νε 2:1-8) Δεδομένου ότι στο εδάφιο Δανιήλ 9:25 το γεγονός αυτό συσχετίζεται με τον καιρό της υποσχεμένης έλευσης του Μεσσία, η χρονολογία που αντιστοιχεί στο 20ό έτος του Αρταξέρξη είναι πολύ σημαντική.
Το εδάφιο Νεεμίας 13:6 κάνει λόγο για «το τριακοστό δεύτερο έτος του Αρταξέρξη», δηλαδή το 443 Π.Κ.Χ., οπότε ο Νεεμίας επέστρεψε για κάποιο διάστημα στην αυλή αυτού του βασιλιά.
-
-
ΑρτεμάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΤΕΜΑΣ
(Αρτεμάς).
Σύντροφος του Παύλου τον οποίο εκείνος σκεφτόταν να στείλει στον Τίτο, που βρισκόταν στην Κρήτη (Τιτ 3:12), ίσως ως αντικαταστάτη για να μπορέσει ο Τίτος να πάει στον Παύλο, στη Νικόπολη. Εφόσον ο Παύλος επρόκειτο να επιλέξει είτε τον Αρτεμά είτε τον Τυχικό, είναι προφανές ότι ο Αρτεμάς έχαιρε μεγάλης εκτίμησης, όπως υπονοείται από τα σχόλια που κάνει ο Παύλος για τον Τυχικό στα εδάφια Εφεσίους 6:21, 22.
-
-
ΆρτεμιςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΤΕΜΙΣ
(Άρτεμις).
Παρθένα θεά των αρχαίων Ελλήνων, προστάτιδα του κυνηγιού, την οποία οι Ρωμαίοι ταύτιζαν με την Ντιάνα. Η Άρτεμις, οπλισμένη με τόξο και βέλη, παριστάνεται ως κυνηγός θηραμάτων και ιδιαίτερα ελαφιών. Παρότι οι αρχαίοι Έλληνες την ταύτιζαν με την Εφέσια Αρτέμιδα η οποία λατρευόταν σε διάφορες πόλεις σε όλη τη Μικρά Ασία, η Εφέσια Άρτεμις έχει ελάχιστα κοινά με την ελληνική θεά της κλασικής μυθολογίας. (Πρ 19:27) Η Εφέσια Άρτεμις ήταν θεά της γονιμότητας η οποία εικονίζεται κοσμούμενη από κάτι που μοιάζει με πολλαπλούς μαστούς, αβγά ή όρχεις θυσιασμένων ταύρων. Το κάτω μέρος του σώματός της που θυμίζει μούμια κοσμούνταν από διάφορα σύμβολα και ζώα.
Η Άρτεμις που λατρευόταν στην Έφεσο συνδέεται στενά με κύριες θεές άλλων λαών, και υπάρχει η άποψη ότι όλες αυτές έχουν κοινή προέλευση. Το Λεξικό της Αγίας Γραφής ([A Dictionary of the Bible] Τόμ. 1, σ. 605) επισημαίνει: «Η Άρτεμις παρουσιάζει τόσο μεγάλες ομοιότητες με τη φρυγική Κυβέλη και με άλλες γυναικείες προσωποποιήσεις της θεϊκής δύναμης στις χώρες της Ασίας, όπως η Μα στην Καππαδοκία, η Αστάρτη ή Ασταρώθ στη Φοινίκη, η Ατάργατις και η Μύλιτα στη Συρία, ώστε υπάρχει η άποψη ότι όλες αυτές είναι απλώς διαφορετικές εκδοχές μίας και μόνο θεμελιώδους θρησκευτικής σύλληψης, η οποία διαφέρει από χώρα σε χώρα, λόγω του ότι διαμορφώθηκε ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες και τον εθνικό χαρακτήρα της εκάστοτε χώρας».—Επιμέλεια Τζ. Χάστινγκς, 1904.
Οι αρχαίοι θεωρούσαν το ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο ένα από τα εφτά θαύματα του κόσμου. Επρόκειτο για ένα επιβλητικό οικοδόμημα από κέδρο, κυπαρίσσι, λευκό μάρμαρο και χρυσάφι.
Εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες κατέφθαναν στην Έφεσο από όλη τη Μικρά Ασία για τις μεγάλες γιορτές που λάβαιναν χώρα στη διάρκεια του μήνα Αρτεμίσιου (Μάρτιος-Απρίλιος). Ένα από τα χαρακτηριστικά των εορτασμών ήταν η θρησκευτική πομπή στη διάρκεια της οποίας γινόταν στην πόλη περιφορά του ομοιώματος της Αρτέμιδος μέσα σε κλίμα εξαιρετικής ευφορίας.
Η κατασκευή ασημένιων ομοιωμάτων του ναού της Αρτέμιδος αποτελούσε κερδοφόρα επιχείρηση για τον Δημήτριο και άλλους Εφέσιους αργυροχόους. Γι’ αυτό και όταν το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου στην Έφεσο έκανε αρκετούς να εγκαταλείψουν την ακάθαρτη λατρεία αυτής της θεάς, ο Δημήτριος ξεσήκωσε τους άλλους τεχνίτες, λέγοντάς τους ότι το κήρυγμα του Παύλου δεν αποτελούσε μόνο απειλή για την οικονομική τους ασφάλεια αλλά επιπλέον έθετε σε κίνδυνο τη λατρεία της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος. Το αποκορύφωμα ήταν μια οχλαγωγία η οποία διαλύθηκε τελικά από το γραμματέα της πόλης.—Πρ 19:23-41· βλέπε ΕΦΕΣΟΣ.
[Εικόνα στη σελίδα 314]
Η Εφέσια Άρτεμις, η θεά της γονιμότητας· γρύπες πλαισιώνουν το κεφάλι της, ενώ κάτω από το περιδέραιό της εμφανίζονται σύμβολα του ζωδιακού κύκλου
-
-
Αρτοποιία, ΑρτοποιόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΤΟΠΟΙΙΑ, ΑΡΤΟΠΟΙΟΣ
Η εβραϊκή λέξη ’οφέχ, που αποδίδεται «αρτοποιός», προέρχεται από τη ρίζα ’αφάχ, έναν όρο που χρησιμοποιείται περισσότερο με την έννοια «ψήνω». (Γε 19:3· 40:2) Μια άλλη εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «ψήνω» (‛ουγ· Ιεζ 4:12) είναι προφανώς συγγενική της λέξης ‛ουγάχ, που σημαίνει «στρογγυλή πίτα».—Γε 18:6· βλέπε ΠΙΤΑ.
Στο εβραϊκό σπίτι, οι γυναίκες ήταν κυρίως αυτές που έφτιαχναν ψωμιά και πίτες, αν και σε μερικά μεγαλύτερα σπιτικά η αρτοποιία ήταν καθήκον των δούλων. Μιλώντας εκ μέρους του Ιεχωβά, ο Σαμουήλ είπε στους Ισραηλίτες που είχαν ζητήσει ανθρώπινο βασιλιά: «Τις κόρες σας θα τις παίρνει για μυροποιούς και μαγείρισσες και αρτοποιούς». (1Σα 8:13) Ωστόσο, κάποιοι άντρες μπορεί να επέβλεπαν την εργασία ή να ασχολούνταν και οι ίδιοι σε κάποιον βαθμό με την αρτοποιία, όπως υποδηλώνεται από τις ενέργειες του Λωτ όταν τον επισκέφτηκαν δύο άγγελοι στα Σόδομα. «Έψησε άζυμους άρτους, και εκείνοι άρχισαν να τρώνε» το πλούσιο γεύμα που τους ετοίμασε.—Γε 19:1-3.
Στους Βιβλικούς χρόνους, το ψωμί ψηνόταν γενικά σε φούρνους. (Βλέπε ΦΟΥΡΝΟΣ.) Ενίοτε, ωστόσο, το έψηναν ανάβοντας φωτιά πάνω σε πέτρες που είχαν τοποθετηθεί η μία δίπλα στην άλλη. Όταν οι πέτρες πύρωναν, απομάκρυναν τις στάχτες και έβαζαν πάνω στις πέτρες το ζυμάρι. Έπειτα από λίγο, γύριζαν την πίτα από την άλλη πλευρά και την άφηναν πάνω στις πέτρες μέχρι να ψηθεί καλά. (Ωσ 7:8) Οι ταξιδιώτες μπορεί να έψηναν ένα τραχύ είδος ψωμιού μέσα σε έναν ρηχό λάκκο γεμάτο καυτά χαλίκια, πάνω στα οποία είχαν ανάψει φωτιά. Αφού απομάκρυναν τα κάρβουνα, τοποθετούσαν το ζυμάρι πάνω στις πυρωμένες πέτρες και ίσως να το γύριζαν αρκετές φορές ενόσω ψηνόταν το ψωμί.—1Βα 19:6.
Οι προσφορές σιτηρών που έκαναν οι Ισραηλίτες ήταν συχνά «κάτι ψημένο στο φούρνο», έβγαιναν «από το ταψί» ή ήταν «από το βαθύ τηγάνι». (Λευ 2:4-7) Το ταψί ήταν μια χοντρή κεραμική πιατέλα με βαθουλώματα (ανάλογη με τη σημερινή συσκευή για βάφλες), αν και χρησιμοποιούνταν επίσης σιδερένια ταψιά.—Ιεζ 4:3.
Στις πόλεις υπήρχαν και επαγγελματίες αρτοποιοί. Ενόσω ο Ιερεμίας ήταν υπό κράτηση στην Αυλή της Φρουράς στην Ιερουσαλήμ, στο διάστημα κατά το οποίο τα τρόφιμα ήταν λιγοστά πριν από την πτώση της πόλης το 607 Π.Κ.Χ., του έδιναν καθημερινά ένα στρογγυλό ψωμί «από το δρόμο των αρτοποιών», όσο υπήρχαν προμήθειες. (Ιερ 37:21) Άρα λοιπόν, φαίνεται ότι οι αρτοποιοί ήταν συγκεντρωμένοι σε έναν συγκεκριμένο δρόμο στην Ιερουσαλήμ. Χρόνια αργότερα, όταν τα τείχη της Ιερουσαλήμ αποκαταστάθηκαν υπό την επίβλεψη του Νεεμία, επισκευάστηκε επίσης “ο Πύργος των Φούρνων”. (Νε 3:11· 12:38) Δεν είναι βέβαιο γιατί ονομάστηκε έτσι αυτός ο πύργος, αλλά πιθανόν να του δόθηκε το συγκεκριμένο ασυνήθιστο όνομα επειδή εκεί βρίσκονταν οι φούρνοι των αρτοποιών.
Στην αρχαία Αίγυπτο ο αρτοποιός του βασιλιά ήταν προφανώς αρκετά σημαντικό πρόσωπο. Μια τοιχογραφία από τον τάφο του Ραμσή Γ΄ στην Κοιλάδα των Βασιλέων στις Θήβες απεικονίζει ένα αιγυπτιακό βασιλικό αρτοποιείο σε πλήρη λειτουργία, δείχνοντας το ζύμωμα του ζυμαριού με τα πόδια, το πλάσιμο των καρβελιών και την προετοιμασία του φούρνου. Όπως αναφέρεται στη Γένεση, ένας αρτοποιός του βασιλιά της Αιγύπτου απέκτησε ιδιαίτερα κακή φήμη επειδή αμάρτησε εναντίον του βασιλιά και ρίχτηκε στη φυλακή. Εκεί, ονειρεύτηκε ότι μετέφερε πάνω στο κεφάλι του τρία καλάθια με ψωμί, ενώ μερικά πτηνά έτρωγαν από το καλάθι που βρισκόταν στην κορυφή. Αυτόν τον «αρχιαρτοποιό» τον έβγαλαν έξω την τρίτη ημέρα και “τον κρέμασαν”, πράγμα που επαλήθευσε την ερμηνεία του Ιωσήφ: «Τα τρία καλάθια είναι τρεις ημέρες. Σε τρεις ημέρες από τώρα ο Φαραώ θα υψώσει το κεφάλι σου αφαιρώντας το από πάνω σου και θα σε κρεμάσει πάνω σε ξύλο· και τα πτηνά θα τρώνε τη σάρκα σου από πάνω σου».—Γε 40:1-3, 16-22.
-
-
ΆρτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΤΟΣ
Βλέπε ΨΩΜΙ.
-
-
ΑρφάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΦΑΔ
(Αρφάδ).
Βασιλική πόλη της βόρειας Συρίας η οποία στην Αγία Γραφή συνδέεται πάντοτε με την πόλη Αιμάθ. Η Αρφάδ ταυτίζεται με το Τελλ Ερφάντ (Τελλ Ριφάτ), περίπου 30 χλμ. ΒΒΔ του Χαλεπίου. Δεδομένου ότι βρισκόταν στο δρόμο που οδηγούσε Ν στην Αιμάθ και στη Δαμασκό, αντιμετώπισε συχνές επιθέσεις από τους Ασσυρίους και τελικά κατακτήθηκε από τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ και αργότερα από τον Σαργών Β΄. Ως εκ τούτου, ο γιος του Σαργών ο Σενναχειρείμ, στις απειλές του εναντίον της Ιερουσαλήμ το 732 Π.Κ.Χ., αναφέρθηκε μέσω του εκπροσώπου του, του Ραβσάκη, στην τύχη της Αρφάδ ως απόδειξη του πόσο ανίκανοι ήταν οι θεοί των εθνών να αντισταθούν στην κραταιά δύναμη της Ασσυρίας. (2Βα 18:34· 19:12, 13· Ησ 36:19· 37:12, 13) Νωρίτερα, ο προφήτης Ησαΐας είχε προφητεύσει για αυτή την καυχησιολογία. (Ησ 10:9) Ο Ιερεμίας προφήτευσε αργότερα ότι η Αιμάθ και η Αρφάδ θα ντρέπονταν και θα διαλύονταν εξαιτίας μιας “κακής είδησης”, η οποία προφανώς θα είχε σχέση με τις κατακτήσεις του Βαβυλώνιου Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα.—Ιερ 49:23.
-
-
ΑρφαξάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΦΑΞΑΔ
(Αρφαξάδ).
Γιος του Σημ. Γεννήθηκε δύο χρόνια μετά τον Κατακλυσμό, δηλαδή γύρω στο 2368 Π.Κ.Χ., και πέθανε έπειτα από 438 χρόνια. Υπήρξε πρόγονος των Εβραίων μέσω του Έβερ, του εγγονού του. (Γε 10:22, 24· 11:10-13· 1Χρ 1:17-27) Αναφέρεται ότι είναι ο πατέρας του Σηλά, μολονότι η αφήγηση του Λουκά (3:35, 36), με την παρεμβολή του Καϊνάν, προφανώς τον παρουσιάζει ως παππού του Σηλά· αλλά βλέπε ΚΑΪΝΑΝ Αρ. 2.—Γε 10:24· 11:12· 1Χρ 1:24.
-
-
ΑρχάγγελοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ
Το πρόθημα «αρχ», το οποίο υποδηλώνει ότι κάποιος είναι «αρχηγός» ή «πρώτιστος», αφήνει να εννοηθεί ότι υπάρχει μόνο ένας αρχάγγελος, ο αρχηγός των αγγέλων. Στις Γραφές, η λέξη «αρχάγγελος» δεν συναντάται ποτέ στον πληθυντικό. Το εδάφιο 1 Θεσσαλονικείς 4:16, το οποίο κάνει λόγο για την εξοχότητα του αρχαγγέλου και την εξουσία του αξιώματός του, αναφέρεται στον αναστημένο Κύριο Ιησού Χριστό: «Ο ίδιος ο Κύριος θα κατεβεί από τον ουρανό με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού, και εκείνοι που είναι νεκροί σε ενότητα με τον Χριστό θα αναστηθούν πρώτοι». Δεν είναι άνευ σημασίας, λοιπόν, το γεγονός ότι το μόνο όνομα που συνδέεται άμεσα με τη λέξη «αρχάγγελος» είναι το όνομα Μιχαήλ.—Ιου 9· βλέπε ΜΙΧΑΗΛ Αρ. 1.
-
-
ΑρχαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΑΪΑΣ
(Αρχαΐας).
Πατέρας του Οζιήλ. Αυτός ο γιος του Αρχαΐα, ο οποίος ήταν χρυσοχόος, έκανε επισκευές στο τείχος της Ιερουσαλήμ υπό την κατεύθυνση του Νεεμία.—Νε 3:8.
-
-
ΑρχαιολογίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ
Η Βιβλική αρχαιολογία είναι η μελέτη των λαών και των γεγονότων της Αγίας Γραφής μέσω των συναρπαστικών στοιχείων που είναι θαμμένα στη γη. Ο αρχαιολόγος ανασκάπτει και μελετάει πέτρες, κατεστραμμένα τείχη και κτίρια, καθώς και γκρεμισμένες πόλεις, όπως επίσης φέρνει στην επιφάνεια αγγεία, πήλινες πινακίδες, επιγραφές, τάφους και άλλα αρχαία υπολείμματα ή τεχνουργήματα από τα οποία σταχυολογεί πληροφορίες. Αυτού του είδους οι μελέτες βελτιώνουν συχνά την κατανόησή μας σχετικά με τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες γράφτηκε η Αγία Γραφή και κάτω από τις οποίες έζησαν οι αρχαίοι άνθρωποι πίστης, αλλά και σχετικά με τις γλώσσες τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι και οι γύρω λαοί. Έχουν διευρύνει τη γνώση μας για όλες τις περιοχές τις οποίες αναφέρει η Αγία Γραφή: την Παλαιστίνη, την Αίγυπτο, την Περσία, την Ασσυρία, τη Βαβυλωνία, τη Μικρά Ασία, την Ελλάδα και τη Ρώμη.
Η Βιβλική αρχαιολογία είναι σχετικά καινούρια επιστήμη. Μόλις το 1822 έγιναν κατανοητά τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά, όταν αποκρυπτογραφήθηκε η Στήλη της Ροζέτης. Η ασσυριακή σφηνοειδής γραφή αποκωδικοποιήθηκε 20 και πλέον χρόνια αργότερα. Οι συστηματικές ανασκαφές άρχισαν στην Ασσυρία το 1843 και στην Αίγυπτο το 1850.
Μερικές Σημαντικές Τοποθεσίες και Ευρήματα. Χάρη στην αρχαιολογία έχουν επιβεβαιωθεί πολλά ιστορικά στοιχεία της Βιβλικής αφήγησης σχετικά με αυτές τις χώρες και έχουν τεκμηριωθεί σημεία τα οποία αμφισβητούσαν άλλοτε οι σύγχρονοι κριτικοί. Οι αμφιβολίες όσον αφορά τον Πύργο της Βαβέλ, η άρνηση ότι υπήρξε ένας βασιλιάς της Βαβυλώνας ονόματι Βαλτάσαρ και ένας βασιλιάς της Ασσυρίας ονόματι Σαργών (των οποίων τα ονόματα, μέχρι και το δέκατο ένατο αιώνα Κ.Χ., δεν είχαν βρεθεί σε εξωβιβλικές πηγές) και άλλες επικρίσεις για τις πληροφορίες της Αγίας Γραφής σχετικά με αυτές τις χώρες έχουν αποδειχτεί όλες αβάσιμες. Τουναντίον, έχουν ανασκαφεί πάμπολλα στοιχεία τα οποία εναρμονίζονται πλήρως με τη Γραφική αφήγηση.
Βαβυλωνία. Ανασκαφές μέσα και γύρω από την αρχαία πόλη της Βαβυλώνας έχουν φέρει στο φως τις θέσεις όπου βρίσκονταν αρκετά ζιγκουράτ, δηλαδή πυραμιδόσχημοι, βαθμιδωτοί πύργοι-ναοί, περιλαμβανομένου και του κατεστραμμένου ναού Ετεμενάνκι μέσα από τα τείχη της Βαβυλώνας. Κείμενα και επιγραφές που έχουν βρεθεί σε σχέση με τέτοιους ναούς περιέχουν πολλές φορές τα λόγια: «Η κορυφή του θα φτάνει τους ουρανούς», έχουν δε καταγραφεί τα εξής λόγια του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα: «Έκανα τον Πύργο με τις βαθμίδες στο Ετεμενάνκι τόσο ψηλό ώστε η κορυφή του ανταγωνιζόταν τους ουρανούς». Ένα πήλινο θραύσμα που βρέθηκε Β του ναού του Μαρντούκ στη Βαβυλώνα ίσως αναφέρεται στην πτώση ενός τέτοιου πύργου και στη σύγχυση των γλωσσών, μολονότι δεν κάνει συγκεκριμένη μνεία για ζιγκουράτ. (Η Χαλδαϊκή Αφήγηση της Γένεσης [The Chaldean Account of Genesis], του Τζορτζ Άνταμ Σμιθ, αναθεώρηση και διορθώσεις [με προσθήκες] Α. Χ. Σάις, 1880, σ. 164) Το ζιγκουράτ που βρισκόταν στην Ουρούκ (τη Βιβλική Ερέχ) διαπιστώθηκε ότι ήταν χτισμένο με πηλό, πλίθους και άσφαλτο.—Παράβαλε Γε 11:1-9.
Κοντά στην Πύλη της Ιστάρ στη Βαβυλώνα ανακαλύφτηκαν περίπου 300 πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που σχετίζονται με την περίοδο της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα. Ανάμεσα στους καταλόγους με τα ονόματα των εργατών και των αιχμαλώτων οι οποίοι ζούσαν τότε στη Βαβυλώνα και στους οποίους δίνονταν προμήθειες, εμφανίζεται το όνομα του «Γιαουκίν, βασιλιά της γης του Γιαχούντ», δηλαδή «του Ιωαχίν, του βασιλιά της γης του Ιούδα», ο οποίος οδηγήθηκε στη Βαβυλώνα όταν η Ιερουσαλήμ κατακτήθηκε από τον Ναβουχοδονόσορα το 617 Π.Κ.Χ. Ο Ιωαχίν ελευθερώθηκε από το δεσμωτήριο από τον Αβίλ-Μαρντούκ (Εβίλ-μερωδάχ), το διάδοχο του Ναβουχοδονόσορα, και του δινόταν χορήγημα τροφής σε καθημερινή βάση. (2Βα 25:27-30) Πέντε από τους γιους του Ιωαχίν αναφέρονται επίσης σε αυτές τις πινακίδες.—1Χρ 3:17, 18.
Έχουν βρεθεί άφθονα στοιχεία για το πάνθεο της Βαβυλώνας, καθώς και για τον κυριότερο θεό του, τον Μαρντούκ, ο οποίος μεταγενέστερα αποκαλούνταν κοινώς Βηλ, αλλά και για τον θεό Νεβώ, οι οποίοι αναφέρονται και οι δύο στα εδάφια Ησαΐας 46:1, 2. Πολλές από τις πληροφορίες στις επιγραφές του ίδιου του Ναβουχοδονόσορα αφορούν το τεράστιο οικοδομικό του πρόγραμμα χάρη στο οποίο η Βαβυλώνα έγινε τόσο λαμπρή πόλη. (Παράβαλε Δα 4:30.) Το όνομα του διαδόχου του, του Αβίλ-Μαρντούκ (ο οποίος αποκαλείται Εβίλ-μερωδάχ στο εδάφιο 2 Βασιλέων 25:27), εμφανίζεται σε ένα αγγείο που ανακαλύφτηκε στα Σούσα (στο Ελάμ).
Επίσης στη Βαβυλώνα, στη θέση του ναού του Μαρντούκ, βρέθηκε ένας πήλινος κύλινδρος σχετικός με τον Βασιλιά Κύρο, τον κατακτητή της Βαβυλώνας. Αυτός ο κύλινδρος μιλάει για την ευκολία με την οποία ο Κύρος κατέκτησε την πόλη και σκιαγραφεί την πολιτική που ακολουθούσε να επαναπατρίζει τους αιχμάλωτους λαούς που κατοικούσαν στη Βαβυλώνα, πράγμα το οποίο εναρμονίζεται με τη Βιβλική αφήγηση σχετικά με τον Κύρο ως τον προφητευμένο κατακτητή της Βαβυλώνας και σχετικά με τον επαναπατρισμό των Ιουδαίων στην Παλαιστίνη στη διάρκεια της βασιλείας του.—Ησ 44:28· 45:1· 2Χρ 36:23.
Ανασκαφές που έγιναν κοντά στη σύγχρονη Βαγδάτη το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα έφεραν στο φως πολυάριθμες πήλινες πινακίδες και κυλίνδρους, μεταξύ των οποίων και το διάσημο πλέον Χρονικό του Ναβονίδη. Όλες οι αντιρρήσεις για την αφήγηση του 5ου κεφαλαίου του Δανιήλ σχετικά με τη διακυβέρνηση της Βαβυλώνας από τον Βαλτάσαρ τον καιρό της πτώσης της καταρρίφθηκαν από αυτό το κείμενο, το οποίο απέδειξε ότι ο Βαλτάσαρ, ο μεγαλύτερος γιος του Ναβονίδη, ήταν συμβασιλιάς με τον πατέρα του και ότι, στο τελευταίο μέρος της βασιλείας του, ο Ναβονίδης εμπιστεύτηκε τη διακυβέρνηση της Βαβυλώνας στο γιο του τον Βαλτάσαρ.
Παρόμοια, η Ουρ, η αρχαία πατρίδα του Αβραάμ (Γε 11:28-31), αποδείχτηκε ότι ήταν σπουδαίο κέντρο με εξαιρετικά αναπτυγμένο πολιτισμό. Επρόκειτο για σουμεριακή πόλη, χτισμένη στον Ευφράτη, κοντά στον Περσικό Κόλπο. Οι ανασκαφές που διενήργησε εκεί ο Σερ Λέναρντ Γούλεϊ δείχνουν ότι η πόλη βρισκόταν στο απόγειο της δύναμης και του γοήτρου της όταν ο Αβραάμ έφυγε από εκεί για τη Χαναάν (πρ. 1943 Π.Κ.Χ.). Ο ναός ζιγκουράτ της Ουρ είναι ο πιο καλοδιατηρημένος από τους ανάλογους ναούς που έχουν βρεθεί. Οι βασιλικοί τάφοι της Ουρ αποκάλυψαν άφθονα χρυσά αντικείμενα και κοσμήματα εξαιρετικής καλλιτεχνικής αξίας, καθώς και μουσικά όργανα όπως η άρπα. (Παράβαλε Γε 4:21.) Βρέθηκε ακόμη ένα μικρό ατσάλινο (όχι απλώς σιδερένιο) τσεκούρι. (Παράβαλε Γε 4:22.) Και εδώ, επίσης, χιλιάδες πήλινες πινακίδες αποκάλυψαν πολλές λεπτομέρειες για τον τρόπο ζωής πριν από σχεδόν 4.000 χρόνια.—Βλέπε ΟΥΡ Αρ. 2.
Ασσυρία. Κοντά στη Χορσαμπάντ, σε έναν βόρειο παραπόταμο του ποταμού Τίγρη, ανακαλύφτηκε το 1843 το ανάκτορο του Ασσύριου Βασιλιά Σαργών Β΄, πάνω σε ένα βάθρο έκτασης σχεδόν 100 στρ., και οι επιτόπιες αρχαιολογικές εργασίες που ακολούθησαν έβγαλαν αυτόν το βασιλιά, ο οποίος μνημονεύεται στο εδάφιο Ησαΐας 20:1, από την εξωβιβλική αφάνεια και τον ανέδειξαν σε σπουδαία ιστορική φυσιογνωμία. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 960) Σε ένα από τα χρονικά του ο Σαργών ισχυρίζεται ότι κατέλαβε τη Σαμάρεια (740 Π.Κ.Χ.). Αναφέρει επίσης την κατάληψη της Αζώτου, για την οποία γίνεται λόγος στο εδάφιο Ησαΐας 20:1. Αν και κάποτε θεωρούνταν ανύπαρκτο πρόσωπο από πολλούς επιφανείς λογίους, ο Σαργών Β΄ είναι τώρα ένας από τους πιο γνωστούς βασιλιάδες της Ασσυρίας.
Η Νινευή, η πρωτεύουσα της Ασσυρίας, αποτέλεσε χώρο ανασκαφών οι οποίες έφεραν στο φως το τεράστιο ανάκτορο του Σενναχειρείμ, αποτελούμενο από περίπου 70 δωμάτια, του οποίου οι τοίχοι διακοσμούνταν με ανάγλυφες πλάκες σε μήκος μεγαλύτερο των 3.000 μ. Μια από αυτές τις πλάκες απεικονίζει κρατουμένους από τον Ιούδα να οδηγούνται στην αιχμαλωσία μετά την πτώση της Λαχείς το 732 Π.Κ.Χ. (2Βα 18:13-17· 2Χρ 32:9· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 952) Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα χρονικά του Σενναχειρείμ που βρέθηκαν στη Νινευή και είναι καταγραμμένα σε πρίσματα (πήλινους κυλίνδρους). Σε μερικά πρίσματα ο Σενναχειρείμ εξιστορεί την ασσυριακή εκστρατεία κατά της Παλαιστίνης στη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία (732 Π.Κ.Χ.), αλλά είναι αξιοσημείωτο ότι αυτός ο καυχησιολόγος μονάρχης δεν ισχυρίζεται πουθενά ότι κατέλαβε την Ιερουσαλήμ, πράγμα που επιβεβαιώνει τη Βιβλική αφήγηση. (Βλέπε ΣΕΝΝΑΧΕΙΡΕΙΜ.) Επίσης, το γεγονός της δολοφονίας του Σενναχειρείμ από τους γιους του αναφέρεται σε μια επιγραφή του Εσάρ-αδδών, του διαδόχου του Σενναχειρείμ, ενώ μνεία της δολοφονίας γίνεται και σε μια επιγραφή του επόμενου βασιλιά. (2Βα 19:37) Εκτός από τον Σενναχειρείμ που αναφέρει τον Βασιλιά Εζεκία, κείμενα σφηνοειδούς γραφής διαφόρων Ασσύριων αυτοκρατόρων μνημονεύουν ονομαστικά τους βασιλιάδες Άχαζ και Μανασσή του Ιούδα και τους βασιλιάδες Αμρί, Ιηού, Ιωάς, Μεναήμ και Ωσιέ του Ισραήλ, καθώς επίσης τον Αζαήλ της Δαμασκού.
Περσία. Κοντά στην Μπεχιστούν, στο Ιράν (την αρχαία Περσία), ο Βασιλιάς Δαρείος Α΄ (521-486 Π.Κ.Χ.· Εσδ 6:1-15) φρόντισε να λαξευτεί ψηλά σε έναν ασβεστολιθικό απόκρημνο βράχο μια πελώρια επιγραφή στην οποία αφηγείται πώς ενοποίησε την Περσική Αυτοκρατορία και αποδίδει την επιτυχία του στο θεό του, τον Αχούρα Μάζντα. Αυτό που κάνει την εν λόγω επιγραφή εξαιρετικά σημαντική είναι το γεγονός ότι γράφτηκε σε τρεις γλώσσες, τη βαβυλωνιακή (ακκαδική), την ελαμιτική και την αρχαία περσική, αποτελώντας έτσι κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της ασσυροβαβυλωνιακής σφηνοειδούς γραφής, η οποία μέχρι τότε δεν είχε αποκρυπτογραφηθεί. Ως αποτέλεσμα αυτής της εργασίας, μπορούμε τώρα να διαβάσουμε χιλιάδες πήλινες πινακίδες και επιγραφές στη βαβυλωνιακή γλώσσα.
Τα Σούσα, ο τόπος όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα που καταγράφονται στο βιβλίο της Εσθήρ, ανασκάφηκαν από Γάλλους αρχαιολόγους ανάμεσα στα έτη 1880 και 1890. (Εσθ 1:2) Το βασιλικό ανάκτορο του Ξέρξη, έκτασης περίπου 10 στρ., ήρθε στο φως, αποκαλύπτοντας τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια των βασιλιάδων της Περσίας. Τα ευρήματα επιβεβαίωσαν την ακρίβεια των λεπτομερειών που παραθέτει ο συγγραφέας του βιβλίου της Εσθήρ αναφορικά με τη διοίκηση του περσικού βασιλείου και την κατασκευή του ανακτόρου. Το βιβλίο Τα Μνημεία και η Παλαιά Διαθήκη ([The Monuments and the Old Testament] 1946, σ. 408), του Ά. Μ. Πράις, σχολιάζει: «Κανένα άλλο γεγονός αναφερόμενο στην Παλαιά Διαθήκη δεν συνδέεται με οικοδομήματα που μπορούν να αναπαρασταθούν με τόση ζωντάνια και ακρίβεια από πραγματικές ανασκαφές όσο το γεγονός που σχετίζεται με τα “Σούσα το Ανάκτορο”».—Βλέπε ΣΟΥΣΑ.
Μάρι και Νουζί. Η αρχαία βασιλική πόλη της Μάρι (Τελλ Χαρίρι) κοντά στον ποταμό Ευφράτη, περίπου 11 χλμ. ΒΒΔ του Αμπού Κεμάλ στη νοτιοανατολική Συρία, αποτέλεσε χώρο ανασκαφών από το 1933 και έπειτα. Ανακαλύφτηκε ένα τεράστιο ανάκτορο έκτασης περίπου 60 στρ., αποτελούμενο από 300 δωμάτια, στα αρχεία του οποίου βρέθηκαν περισσότερες από 20.000 πήλινες πινακίδες. Το ανακτορικό συγκρότημα δεν περιλάμβανε μόνο τα βασιλικά διαμερίσματα, αλλά επίσης διοικητικά γραφεία και μια σχολή γραφέων. Μεγάλες τοιχογραφίες ή νωπογραφίες κοσμούσαν πολλούς από τους τοίχους, τα λουτρά ήταν εξοπλισμένα με μπανιέρες, ενώ στα μαγειρεία βρέθηκαν φόρμες για γλυκίσματα. Η πόλη φαίνεται ότι υπήρξε μια από τις πιο σπουδαίες και λαμπρές εκείνης της περιόδου, δηλαδή των αρχών της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ. Τα κείμενα στις πήλινες πινακίδες περιλάμβαναν βασιλικά διατάγματα, δημόσιες ανακοινώσεις, λογαριασμούς, διαταγές για την κατασκευή καναλιών, υδατοφρακτών, φραγμάτων και άλλων αρδευτικών έργων, καθώς επίσης επιστολές που αφορούσαν εισαγωγές, εξαγωγές και εξωτερικές υποθέσεις. Γίνονταν τακτικά απογραφές για λόγους φορολογίας και στρατολόγησης. Η θρησκεία διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό ρόλο, ιδιαίτερα η λατρεία της Ιστάρ, της θεάς της γονιμότητας, της οποίας ο ναός βρέθηκε επίσης. Ασκούνταν μαντεία όπως στη Βαβυλώνα μέσω της ηπατοσκοπίας, της αστρονομίας και παρόμοιων μεθόδων. Η πόλη καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Βαβυλώνιο Βασιλιά Χαμουραμπί. Κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι τα αναφερόμενα ονόματα κάποιων πόλεων της βόρειας Μεσοποταμίας ήταν παρόμοια με τα ονόματα Φάλεκ, Σερούχ, Ναχώρ, Θάρα και Αρράν—ονόματα συγγενών του Αβραάμ.—Γε 11:17-32.
Στη Νουζί, μια αρχαία πόλη Α του Τίγρη και ΝΑ της Νινευή, η οποία ανασκάφηκε την περίοδο 1925-1931, βρέθηκε ένας εγχάρακτος πήλινος χάρτης, ο αρχαιότερος που έχει ανακαλυφτεί μέχρι τώρα, καθώς επίσης αποδείξεις για το ότι ακόμη και από το 15ο αιώνα Π.Κ.Χ. γίνονταν εκεί αγοραπωλησίες με το σύστημα των δόσεων. Ήρθαν στην επιφάνεια περίπου 20.000 πήλινες πινακίδες, οι οποίες θεωρείται ότι γράφτηκαν από Χουρρίτες γραφείς στη βαβυλωνιακή γλώσσα και περιέχουν πλούτο λεπτομερειών σχετικά με το νομικό δίκαιο εκείνης της εποχής, για ζητήματα όπως η υιοθεσία, τα γαμήλια συμβόλαια, τα κληρονομικά δικαιώματα και οι διαθήκες. Από ορισμένες απόψεις φαίνεται να υπάρχει αρκετά μεγάλη ομοιότητα με τα έθιμα που περιγράφονται στην αφήγηση της Γένεσης αναφορικά με τους πατριάρχες. Η τακτική τού να υιοθετεί κάποιο άτεκνο ζευγάρι έναν γιο—ελεύθερο ή δούλο—για να τους φροντίσει, να τους θάψει και να είναι ο κληρονόμος τους φέρνει στο νου τη δήλωση του Αβραάμ σχετικά με τον έμπιστο δούλο του, τον Ελιέζερ, στο εδάφιο Γένεση 15:2. Περιγράφεται η πώληση των πρωτοτοκίων, κάτι που μας θυμίζει την υπόθεση του Ιακώβ και του Ησαύ. (Γε 25:29-34) Τα κείμενα δείχνουν επίσης ότι το να έχει κανείς στα χέρια του τους εφέστιους θεούς, που ήταν συνήθως μικρά πήλινα ειδώλια, θεωρούνταν ισοδύναμο με το να κατέχει τίτλο ιδιοκτησίας, και επομένως όποιος είχε τους θεούς ήταν κατά την άποψη των άλλων ο δικαιούχος της περιουσίας ή της κληρονομιάς. Έτσι ίσως εξηγείται γιατί η Ραχήλ πήρε τα θεραφίμ του πατέρα της και γιατί εκείνος ήθελε τόσο πολύ να τα πάρει πίσω.—Γε 31:14-16, 19, 25-35.
Αίγυπτος. Η πιο σαφής εικόνα που δίνει η Γραφή για την Αίγυπτο σχετίζεται με την είσοδο του Ιωσήφ εκεί και την επακόλουθη άφιξη και παραμονή ολόκληρης της οικογένειας του Ιακώβ σε εκείνη τη χώρα. Τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι αυτή η εικόνα είναι απόλυτα ακριβής, και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε λογικά να παρουσιαστεί από έναν πολύ μεταγενέστερο συγγραφέα (όπως έχουν προσπαθήσει να ισχυριστούν μερικοί κριτικοί για το συντάκτη αυτού του τμήματος της Γένεσης). Το βιβλίο Νέο Φως στις Εβραϊκές Αφετηρίες ([New Light on Hebrew Origins] 1936, σ. 174), του Τζ. Γκ. Ντάνκαν, δηλώνει τα εξής για το συγγραφέα της αφήγησης σχετικά με τον Ιωσήφ: «Μεταχειρίζεται το σωστό τίτλο που χρησιμοποιούνταν τότε και ακριβώς όπως χρησιμοποιούνταν την εποχή στην οποία αναφέρεται, ενώ όπου δεν υπάρχει κάποιο εβραϊκό αντίστοιχο, απλώς υιοθετεί την αιγυπτιακή λέξη και τη μεταγράφει στην εβραϊκή». Τα αιγυπτιακά ονόματα, η θέση που κατείχε ο Ιωσήφ ως διαχειριστής του σπιτικού του Πετεφρή, οι φυλακές, οι τίτλοι «αρχιοινοχόος» και «αρχιαρτοποιός», η σημασία που απέδιδαν οι Αιγύπτιοι στα όνειρα, η συνήθεια που είχαν οι Αιγύπτιοι αρτοποιοί να μεταφέρουν καλάθια με ψωμί πάνω στο κεφάλι τους (Γε 40:1, 2, 16, 17), η θέση του πρωθυπουργού και διαχειριστή τροφίμων που δόθηκε στον Ιωσήφ από τον Φαραώ, ο τρόπος με τον οποίο τον διόρισε στο αξίωμά του, η αποστροφή των Αιγυπτίων για τους εκτροφείς προβάτων, η ισχυρή επιρροή που ασκούσαν οι μάγοι στην αιγυπτιακή αυλή, η εγκατάσταση των παρεπίδημων Ισραηλιτών στη γη Γεσέν, οι συνήθειες ταφής των Αιγυπτίων—όλα αυτά και πολλά άλλα σημεία του Βιβλικού υπομνήματος τεκμηριώνονται σαφώς από τα στοιχεία που έφερε στην επιφάνεια η αρχαιολογική σκαπάνη στην Αίγυπτο.—Γε 39:1–47:27· 50:1-3.
Στο Καρνάκ (αρχαίες Θήβες), στις όχθες του ποταμού Νείλου, ένας τεράστιος αιγυπτιακός ναός περιέχει μια επιγραφή στο νότιο τοίχο του η οποία επιβεβαιώνει την εκστρατεία του Αιγύπτιου Βασιλιά Σισάκ (Σεσόνκ Α΄) στην Παλαιστίνη, όπως αυτή εξιστορείται στα εδάφια 1 Βασιλέων 14:25, 26 και 2 Χρονικών 12:1-9. Το τεράστιο ανάγλυφο που απεικονίζει τις νίκες του δείχνει 156 σιδηροδέσμιους Παλαιστίνιους αιχμαλώτους που αντιπροσωπεύουν ο καθένας μια πόλη ή ένα χωριό, του οποίου το όνομα αποτυπώνεται με ιερογλυφικά. Στα αναγνωρίσιμα ονόματα συγκαταλέγεται το όνομα της Ραββίθ (Ιη 19:20), της Θαανάχ, της Βαιθ-σεάν και της Μεγιδδώ (όπου ανακαλύφτηκε θραύσμα ενεπίγραφης στήλης του Σισάκ) (Ιη 17:11), της Σουνάμ (Ιη 19:18), της Ρεώβ (Ιη 19:28), της Αφεραΐμ (Ιη 19:19), της Γαβαών (Ιη 18:25), της Βαιθ-ορών (Ιη 21:22), της Αιαλών (Ιη 21:24), της Σωχώχ (Ιη 15:35) και της Αράδ (Ιη 12:14). Ο Σισάκ μάλιστα καταχωρίζει στις τοποθεσίες που κατέλαβε και τον «Αγρό του Άβραμ», γεγονός που αποτελεί την αρχαιότερη μνεία του Αβραάμ σε αιγυπτιακά κείμενα. Στην ίδια περιοχή βρέθηκε επίσης ένα μνημείο του Μερνεπτά, γιου του Ραμσή Β΄, στο οποίο είναι χαραγμένος ένας ύμνος που περιλαμβάνει τη μόνη αναφορά του ονόματος Ισραήλ σε αρχαία αιγυπτιακά κείμενα.
Στην Τελλ ελ-Αμάρνα, περίπου 270 χλμ. Ν του Καΐρου, μια χωρική ανακάλυψε συμπτωματικά διάφορες πήλινες πινακίδες, χάρη στις οποίες ήρθαν στο φως πολλά έγγραφα στην ακκαδική από τα βασιλικά αρχεία του Αμενχοτέπ Γ΄ και του γιου του, του Ακενατόν. Οι 379 δημοσιευμένες πινακίδες περιέχουν επιστολές προς τον Φαραώ από τους υποτελείς ηγεμόνες των πολυάριθμων πόλεων-βασιλείων της Συρίας και της Παλαιστίνης, μεταξύ των οποίων και μερικές από τον κυβερνήτη της Ουρουσαλίμ (Ιερουσαλήμ), και αποκαλύπτουν μια εικόνα εχθροπραξιών και δολοπλοκιών που εναρμονίζεται απόλυτα με τη Γραφική περιγραφή εκείνων των καιρών. Οι «Χαμπιρού», σχετικά με τους οποίους διατυπώνονται πολλά παράπονα σε αυτές τις επιστολές, έχουν συσχετιστεί από μερικούς με τους Εβραίους, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτοί ήταν διάφοροι νομαδικοί λαοί που κατείχαν χαμηλή θέση στην κοινωνία εκείνης της περιόδου.—Βλέπε ΕΒΡΑΙΟΣ (Οι «Χαμπιρού»).
Στην Ελεφαντίνη, ένα νησί του Νείλου, στο νοτιότερο άκρο της Αιγύπτου (κοντά στο Ασουάν), το οποίο έφερε αυτή την ελληνική ονομασία, υπήρχε μια Ιουδαϊκή αποικία μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Το 1903 βρέθηκαν εκεί πάμπολλα κείμενα στην αραμαϊκή, γραμμένα κυρίως σε πάπυρο, με ημερομηνίες από τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ. και από την εποχή της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας. Τα κείμενα κάνουν λόγο για τον Σαναβαλλάτ, τον κυβερνήτη της Σαμάρειας.—Νε 4:1.
Αναμφίβολα, τα πλέον πολύτιμα ευρήματα που ανακαλύφτηκαν στην Αίγυπτο είναι τα σπαράγματα παπύρων και τα τμήματα βιβλίων της Αγίας Γραφής, τόσο από τις Εβραϊκές όσο και από τις Ελληνικές Γραφές, τα οποία χρονολογούνται ακόμη και από τον δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ. Το ξηρό κλίμα και το αμμώδες έδαφος της Αιγύπτου την κατέστησαν ιδανικό αποθηκευτικό χώρο για τη διατήρηση τέτοιου είδους παπυρικών κειμένων.—Βλέπε ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ.
Παλαιστίνη και Συρία. Σε αυτές τις περιοχές έχουν ανασκαφεί περίπου 600 χρονολογήσιμες τοποθεσίες. Πολλές από τις συλλεχθείσες πληροφορίες είναι γενικής φύσης και υποστηρίζουν ευρύτερα το Γραφικό υπόμνημα, χωρίς να σχετίζονται ειδικά με συγκεκριμένες λεπτομέρειες ή γεγονότα. Για παράδειγμα, στο παρελθόν έγιναν απόπειρες να αμφισβητηθεί η Βιβλική αφήγηση σύμφωνα με την οποία ο Ιούδας ερημώθηκε πλήρως στη διάρκεια της βαβυλωνιακής εξορίας. Όλες οι ανασκαφές, ωστόσο, επιβεβαιώνουν την Αγία Γραφή. Όπως δηλώνει ο Γ. Φ. Όλμπραϊτ: «Δεν υπάρχει ούτε μία γνωστή περίπτωση κωμόπολης του καθαυτό Ιούδα που να κατοικούνταν συνεχώς κατά την περίοδο της εξορίας. Αντιθέτως, η Βαιθήλ, η οποία βρισκόταν λίγο πιο έξω από το βόρειο σύνορο του Ιούδα πριν από την εξορία, δεν καταστράφηκε τότε, αλλά κατοικούνταν συνεχώς μέχρι τα τέλη του έκτου αιώνα».—Η Αρχαιολογία της Παλαιστίνης (The Archaeology of Palestine), 1971, σ. 142.
Στη Βαιθ-σαν (Βαιθ-σεάν), μια αρχαία οχυρωμένη πόλη που έλεγχε την πρόσβαση στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ από τα Α, οι εκτεταμένες ανασκαφές, κατά τις οποίες απαιτήθηκε όρυγμα βάθους 21 μ., αποκάλυψαν 18 διαφορετικά επίπεδα εγκατάστασης. (ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ, Τόμ. 1, σ. 959) Η Γραφική αφήγηση δείχνει ότι η Βαιθ-σαν δεν περιλαμβανόταν στις πόλεις που κατακτήθηκαν αρχικά από τους Ισραηλίτες εισβολείς και ότι την εποχή του Σαούλ την κατείχαν οι Φιλισταίοι. (Ιη 17:11· Κρ 1:27· 1Σα 31:8-12) Οι ανασκαφές υποστηρίζουν σε γενικές γραμμές αυτό το υπόμνημα και υποδηλώνουν ότι η Βαιθ-σαν καταστράφηκε κάποια στιγμή αφότου η κιβωτός της διαθήκης πιάστηκε από τους Φιλισταίους. (1Σα 4:1-11) Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η ανακάλυψη ορισμένων ναών των Χαναναίων στη Βαιθ-σαν. Το εδάφιο 1 Σαμουήλ 31:10 δηλώνει ότι οι Φιλισταίοι έβαλαν τον οπλισμό του Βασιλιά Σαούλ «στον οίκο των εικόνων της Αστορέθ, και το πτώμα του το κρέμασαν στο τείχος της Βαιθ-σαν», ενώ το εδάφιο 1 Χρονικών 10:10 λέει ότι «έβαλαν τον οπλισμό του στον οίκο του θεού τους, και το κρανίο του το κρέμασαν στον οίκο του Δαγών». Δύο από τους ναούς που ήρθαν στο φως ήταν της ίδιας χρονικής περιόδου, και τα στοιχεία από τον έναν δείχνουν ότι επρόκειτο για το ναό της Αστορέθ, ενώ ο άλλος θεωρείται ότι ήταν ο ναός του Δαγών, κάτι που εναρμονίζεται με τα παραπάνω εδάφια, σύμφωνα με τα οποία υπήρχαν δύο ναοί στη Βαιθ-σαν.
Η πόλη Εσιών-γεβέρ ήταν το λιμάνι του Σολομώντα στον Κόλπο της Άκαμπα. Πιθανόν να είναι το σημερινό Τελλ ελ-Χελέιφε, το οποίο ανασκάφηκε την περίοδο 1937-1940 και έφερε στο φως στοιχεία που έδειχναν ότι εκεί υπήρχε ένας χώρος τήξης χαλκού, καθώς σε ένα χαμηλό ύψωμα της περιοχής βρέθηκε σκωρία χαλκού και κομμάτια μεταλλεύματος χαλκού. Ωστόσο, ο αρχαιολόγος Νέλσον Γκλουκ αναθεώρησε ριζικά τα αρχικά συμπεράσματά του σχετικά με αυτόν το χώρο σε ένα άρθρο στο περιοδικό Ο Βιβλικός Αρχαιολόγος ([The Biblical Archaeologist] 1965, σ. 73). Η άποψή του ότι εκεί λειτουργούσε ένα συγκρότημα υψικαμίνων στις οποίες γινόταν τήξη βασιζόταν στην ανακάλυψη ανοιγμάτων τα οποία θεωρήθηκαν «καπνοδόχοι» στο κεντρικό κτίριο που ανασκάφηκε. Τώρα έχει φτάσει στο συμπέρασμα ότι αυτές οι τρύπες στους τοίχους του κτιρίου δημιουργήθηκαν από «την αποσύνθεση και/ή την καύση ξύλινων δοκών που είχαν τοποθετηθεί έτσι ώστε να διαπερνούν τους τοίχους για λόγους πρόσδεσης ή στήριξης». Το κτίριο, το οποίο προηγουμένως θεωρούνταν ότι ήταν χυτήριο, τώρα πιστεύεται ότι ήταν αποθηκευτικός χώρος στον οποίο θα μπορούσαν να φυλάσσονται και σιτηρά. Μολονότι γίνεται ακόμη δεκτό ότι εδώ όντως λάβαιναν χώρα μεταλλουργικές εργασίες, τώρα θεωρείται ότι αυτές ήταν μικρότερης κλίμακας από ό,τι είκαζαν προηγουμένως. Αυτό υπογραμμίζει το γεγονός ότι η σημασία που αποδίδεται στα αρχαιολογικά ευρήματα εξαρτάται κυρίως από την προσωπική ερμηνεία του αρχαιολόγου, η οποία δεν είναι διόλου αλάθητη. Η ίδια η Αγία Γραφή δεν αναφέρει τίποτα για την ύπαρξη βιομηχανίας χαλκού στην Εσιών-γεβέρ, ενώ μιλάει μόνο για τη χύτευση χαλκουργημάτων σε μια τοποθεσία στην Κοιλάδα του Ιορδάνη.—1Βα 7:45, 46.
Η Ασώρ στη Γαλιλαία χαρακτηριζόταν ως «η κεφαλή όλων αυτών των βασιλείων» την εποχή του Ιησού του Ναυή. (Ιη 11:10) Οι ανασκαφές που έγιναν εκεί έδειξαν ότι η πόλη κάλυπτε κάποτε έκταση περίπου 600 στρ. και ήταν πολυπληθής, πράγμα που την καθιστούσε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της περιοχής. Ο Σολομών την οχύρωσε, και τα στοιχεία εκείνης της περιόδου υποδεικνύουν ότι μπορεί να ήταν πόλη αρμάτων.—1Βα 9:15, 19.
Η Ιεριχώ ανασκάφηκε στη διάρκεια τριών διαφορετικών αποστολών (1907-1909· 1930-1936· 1952-1958) και οι διαδοχικές ερμηνείες των ευρημάτων καταδεικνύουν άλλη μια φορά το γεγονός ότι η αρχαιολογία, όπως και άλλοι τομείς της ανθρώπινης επιστήμης, δεν αποτελεί πηγή αμετάβλητων πληροφοριών. Καθεμιά από τις τρεις αποστολές έφερε στο φως διάφορα στοιχεία, αλλά καθεμιά κατέληξε σε διαφορετικά συμπεράσματα όσον αφορά την ιστορία της πόλης, ιδιαίτερα δε όσον αφορά το πότε κατακτήθηκε από τους Ισραηλίτες. Όπως και να έχει, τα συνολικά αποτελέσματα μπορεί να λεχθεί ότι συνθέτουν τη γενική εικόνα που εκτίθεται στο βιβλίο Βιβλική Αρχαιολογία ([Biblical Archaeology] 1962, σ. 78), του Τζ. Έ. Ράιτ, το οποίο δηλώνει: «Η πόλη υπέστη μια τρομερή καταστροφή ή μια σειρά καταστροφών στη διάρκεια της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., και παρέμεινε ουσιαστικά ακατοίκητη επί γενεές». Η καταστροφή συνοδεύτηκε από μεγάλη φωτιά, όπως φαίνεται από τα στοιχεία που ανασκάφηκαν.—Παράβαλε Ιη 6:20-26.
Στην Ιερουσαλήμ ανακαλύφτηκε το 1867 μια παλιά σήραγγα νερού, η οποία ξεκινούσε από την πηγή της Γιών και περνούσε στο εσωτερικό του λόφου όπου βρισκόταν η πηγή. (Βλέπε ΓΙΩΝ Αρ. 2.) Αυτή η ανακάλυψη μπορεί να διασαφηνίζει την αφήγηση των εδαφίων 2 Σαμουήλ 5:6-10 σχετικά με την κατάληψη της πόλης από τον Δαβίδ. Την περίοδο 1909-1911 καθαρίστηκαν οι δίοδοι σε ολόκληρο το σύστημα των σηράγγων που συνδέονταν με την πηγή της Γιών. Μια σήραγγα, γνωστή ως η Σήραγγα του Σιλωάμ, είχε μέσο ύψος 1,8 μ. και ήταν σκαμμένη μέσα σε βράχο, καλύπτοντας μια απόσταση περίπου 533 μ., από τη Γιών μέχρι τη Δεξαμενή του Σιλωάμ στην Κοιλάδα των Τυροποιών (μέσα στην πόλη). Φαίνεται, λοιπόν, ότι πρόκειται για το έργο του Βασιλιά Εζεκία το οποίο περιγράφεται στα εδάφια 2 Βασιλέων 20:20 και 2 Χρονικών 32:30. Πολύ ενδιαφέρουσα ήταν η αρχαία επιγραφή που βρέθηκε στο τοίχωμα της σήραγγας, σε αρχαία εβραϊκή μνημειακή γραφή, η οποία περιέγραφε τη διάνοιξη της σήραγγας και το μήκος της. Αυτή η επιγραφή χρησιμοποιείται ως μέτρο σύγκρισης για τη χρονολόγηση άλλων εβραϊκών επιγραφών που ανακαλύπτονται.
Η Λαχείς, η οποία βρισκόταν 44 χλμ. ΔΝΔ της Ιερουσαλήμ, ήταν μεγάλο οχυρό το οποίο προστάτευε τη λοφώδη περιοχή του Ιούδα. Στο εδάφιο Ιερεμίας 34:7, ο προφήτης λέει ότι οι δυνάμεις του Ναβουχοδονόσορα πολεμούσαν εναντίον της «Ιερουσαλήμ και εναντίον όλων των πόλεων του Ιούδα που απέμεναν, εναντίον της Λαχείς και εναντίον της Αζηκά· διότι αυτές—οι οχυρωμένες πόλεις—είχαν απομείνει από τις πόλεις του Ιούδα». Οι ανασκαφές στη Λαχείς έφεραν στο φως στοιχεία που δείχνουν ότι η πόλη πυρπολήθηκε δύο φορές μέσα σε λίγα χρόνια, πράγμα που αντιστοιχεί, όπως πιστεύεται, στις δύο επιθέσεις από τους Βαβυλωνίους (618-617 και 609-607 Π.Κ.Χ.), έπειτα από τις οποίες έμεινε ακατοίκητη πολύ καιρό.
Μέσα στις στάχτες της δεύτερης πυρκαγιάς βρέθηκαν 21 όστρακα (εγχάρακτα θραύσματα αγγείων) που, όπως πιστεύεται, περιέχουν επιστολές οι οποίες είχαν γραφτεί λίγο προτού ο Ναβουχοδονόσορ καταστρέψει την πόλη με την τελική του επίθεση. Αυτά τα κείμενα, γνωστά ως οι Επιστολές της Λαχείς, αποκαλύπτουν μια κρίσιμη και ταραχώδη περίοδο και φαίνεται ότι έχουν γραφτεί από κάποια εναπομείναντα προκεχωρημένα φυλάκια του στρατού του Ιούδα προς τον Γιαός, έναν στρατιωτικό διοικητή στη Λαχείς. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 325) Η επιστολή υπ’ αριθμόν IV περιέχει τη δήλωση: «Ας δώσει ο ΓΧΒΧ [δηλαδή ο Ιεχωβά] να ακούσει ο κύριός μου, έστω και τώρα, καλές ειδήσεις. . . . έχουμε το νου μας για να δούμε τα σήματα φωτιάς της Λαχείς, σύμφωνα με όλα τα σημάδια που δίνει ο κύριός μου, γιατί δεν βλέπουμε την Αζηκά». Αυτό το απόσπασμα αποδίδει πολύ εύστοχα την κατάσταση που περιγράφεται στο εδάφιο Ιερεμίας 34:7, το οποίο παρατίθεται πιο πάνω, και προφανώς δείχνει ότι η Αζηκά είχε ήδη πέσει ή τουλάχιστον δεν μπορούσε να στείλει τα αναμενόμενα σήματα φωτιάς ή καπνού.
Η επιστολή υπ’ αριθμόν III, γραμμένη από τον «Ωσαΐα», περιλαμβάνει τα ακόλουθα: «Ας δώσει ο ΓΧΒΧ [δηλαδή ο Ιεχωβά] να ακούσει ο κύριός μου ειδήσεις ειρήνης! . . . Και αναφέρθηκαν στον υπηρέτη σου τα εξής: “Ο διοικητής του στρατού, ο Χονίας ο γιος του Ελνάθαν, έχει κατεβεί για να πάει στην Αίγυπτο και στον Ωδαβία, το γιο του Αχιά, και έστειλε τους άντρες του να πάρουν [προμήθειες] από αυτόν”». Αυτό το θραύσμα θα μπορούσε κάλλιστα να αναφέρεται στο γεγονός ότι ο Ιούδας στράφηκε στην Αίγυπτο για βοήθεια, ενέργεια που καταδίκασαν οι προφήτες. (Ιερ 46:25, 26· Ιεζ 17:15, 16) Τα ονόματα Ελνάθαν και Ωσαΐας, που εμφανίζονται στο πλήρες κείμενο αυτής της επιστολής, βρίσκονται επίσης στα εδάφια Ιερεμίας 36:12 και Ιερεμίας 42:1. Και άλλα ονόματα που αναφέρονται στις επιστολές εμφανίζονται στο βιβλίο του Ιερεμία: Γεμαρίας (36:10), Νηρίας (32:12) και Ιααζανίας (35:3). Το αν πρόκειται για τα ίδια άτομα ή όχι δεν είναι βέβαιο, αλλά η σύμπτωση αυτή καθαυτή είναι αξιοπρόσεκτη, δεδομένου ότι ο Ιερεμίας ήταν σύγχρονος εκείνης της περιόδου.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η συχνή χρήση του Τετραγράμματου σε αυτές τις επιστολές, κάτι που φανερώνει ότι εκείνον τον καιρό οι Ιουδαίοι δεν απέφευγαν να χρησιμοποιούν το θεϊκό όνομα. Ενδιαφέρον εύρημα είναι και το αποτύπωμα μιας σφραγίδας σε πηλό το οποίο αναφέρεται στον «Γεδαλία, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τον οίκο». Γεδαλίας λεγόταν ο κυβερνήτης τον οποίο ο Ναβουχοδονόσορ διόρισε υπεύθυνο για τον Ιούδα μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ, και πολλοί θεωρούν ότι είναι πιθανό να αναφέρεται σε αυτόν το αποτύπωμα της σφραγίδας.—2Βα 25:22· παράβαλε Ησ 22:15· 36:3.
Η Μεγιδδώ ήταν μια οχυρωμένη πόλη σε στρατηγική θέση η οποία έλεγχε ένα σημαντικό πέρασμα προς την Κοιλάδα της Ιεζραέλ. Ανοικοδομήθηκε από τον Σολομώντα και αναφέρεται μαζί με τις πόλεις αποθήκευσης και τις πόλεις των αρμάτων τις οποίες διατηρούσε στη διάρκεια της βασιλείας του. (1Βα 9:15-19) Οι ανασκαφές που έγιναν σε αυτή την τοποθεσία (Τελλ ελ-Μουτεσέλιμ), ένα ύψωμα έκτασης 53 στρ., έφεραν στην επιφάνεια κτίσματα που μερικοί λόγιοι (αλλά όχι όλοι) πιστεύουν ότι ήταν στάβλοι χωρητικότητας περίπου 450 αλόγων. Αρχικά, αυτά τα κτίσματα συνδέθηκαν με την εποχή του Σολομώντα, αλλά αργότερα κάποιοι λόγιοι τα τοποθέτησαν χρονικά σε μεταγενέστερη περίοδο, ίσως στην εποχή του Αχαάβ.
Η Μωαβιτική Λίθος ήταν από τις πρώτες σημαντικές ανακαλύψεις που έγιναν στην περιοχή Α του Ιορδάνη. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 325) Βρέθηκε το 1868 στη Διμπάν, Β της Κοιλάδας του Αρνών, και παρουσιάζει την εκδοχή του ίδιου του Βασιλιά Μησά του Μωάβ για την ανταρσία του εναντίον του Ισραήλ. (Παράβαλε 2Βα 1:1· 3:4, 5.) Εν μέρει η επιγραφή λέει: «Εγώ (είμαι) ο Μησά, γιος του Χεμώς-[. . .], βασιλιάς του Μωάβ, ο Διβωνίτης . . . Όσο για τον Αμρί, το βασιλιά του Ισραήλ, αυτός ταπείνωσε τον Μωάβ πολλά χρόνια (κατά κυριολεξία, πολλές μέρες), διότι ο Χεμώς [ο θεός του Μωάβ] ήταν θυμωμένος με τη χώρα του. Και ο γιος του τον ακολούθησε και είπε και αυτός: “Θα ταπεινώσω τον Μωάβ”. Στον καιρό μου μίλησε (έτσι), αλλά εγώ θριάμβευσα εναντίον του και εναντίον του οίκου του, ενώ ο Ισραήλ έχει χαθεί για πάντα! . . . Και ο Χεμώς μού είπε: “Πήγαινε, πάρε τη Νεβώ από τον Ισραήλ!” Πήγα, λοιπόν, νύχτα και πολέμησα εναντίον της από τα χαράματα ως το μεσημέρι και την κατέλαβα και τους σκότωσα όλους . . . Και πήρα από εκεί τα [σκεύη] του Γιαχβέ και τα έσυρα ενώπιον του Χεμώς». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 320) Έτσι λοιπόν, η λίθος, όχι μόνο αναφέρει το όνομα του Βασιλιά Αμρί του Ισραήλ, αλλά επίσης, στη 18η σειρά, περιέχει το όνομα του Θεού με τη μορφή του Τετραγράμματου.
Η Μωαβιτική Λίθος αναφέρει επίσης πολλές Βιβλικές τοποθεσίες: την Αταρώθ και τη Νεβώ (Αρ 32:34, 38), τον Αρνών, την Αροήρ, τη Μεδεβά και τη Διβών (Ιη 13:9), τη Βαμώθ-βάαλ, τη Βαιθ-βάαλ-μεών, την Ιασσά και την Κιριαθαΐμ (Ιη 13:17-19), τη Βοσόρ (Ιη 20:8), την Ορωναΐμ (Ησ 15:5), τη Βαιθ-διβλαθαΐμ και την Κεριώθ. (Ιερ 48:22, 24) Με αυτόν τον τρόπο υποστηρίζει την ιστορικότητα όλων αυτών των τοποθεσιών.
Στη Ρας Σάμρα (αρχαία Ουγκαρίτ), στη βόρεια ακτή της Συρίας, απέναντι από την Κύπρο, ανακαλύφτηκαν στοιχεία σχετικά με ένα είδος λατρείας πολύ παρόμοιο με της Χαναάν, το οποίο περιλάμβανε τους δικούς της θεούς και θεές, ναούς, «ιερές» πόρνες, τελετουργίες, θυσίες και προσευχές. Βρέθηκε ένα δωμάτιο, ανάμεσα στο ναό του Βάαλ και σε έναν άλλον ναό αφιερωμένο στον Δαγών, που περιείχε μια βιβλιοθήκη με εκατοντάδες θρησκευτικά κείμενα τα οποία θεωρείται ότι χρονολογούνται από το 15ο και τις αρχές του 14ου αιώνα Π.Κ.Χ. Αυτά τα μυθολογικά ποιητικά κείμενα αποκαλύπτουν πολλά σχετικά με τον Ελ, τον Βάαλ και την Ασεράχ—θεότητες των Χαναναίων—και σχετικά με την εξαχρειωτική μορφή ειδωλολατρίας που ήταν συνυφασμένη με τη λατρεία τους. Ο Μέριλ Φ. Άνγκερ, στο βιβλίο του Η Αρχαιολογία και η Παλαιά Διαθήκη ([Archaeology and the Old Testament] 1964, σ. 175), σχολιάζει: «Τα ουγκαριτικά έπη έχουν συμβάλει στο να αποκαλυφτεί το βάθος του εκφαυλισμού που χαρακτήριζε τη θρησκεία της Χαναάν. Συνιστώντας έναν πολυθεϊσμό της κατώτατης υποστάθμης, τα λατρευτικά ήθη της Χαναάν ήταν βάρβαρα και εντελώς έκλυτα». Βρέθηκαν επίσης ομοιώματα του Βάαλ και άλλων θεών. (Βλέπε ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ [Χαναανιτικές Θεότητες].) Αυτά τα κείμενα ξεχωρίζουν επειδή είναι γραμμένα σε ένα είδος αλφαβητικής σφηνοειδούς γραφής που ήταν άγνωστη προηγουμένως (διαφέρει από την ακκαδική σφηνοειδή γραφή). Η γραφή αυτή ακολουθεί την ίδια σειρά με την εβραϊκή, αλλά προσθέτει και άλλα γράμματα, φτάνοντας συνολικά τα 30. Όπως και στην Ουρ, οι ανασκαφές έφεραν επίσης στην επιφάνεια ένα ατσάλινο πολεμικό τσεκούρι.
Η Σαμάρεια, η ισχυρά οχυρωμένη πρωτεύουσα του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ, ήταν χτισμένη σε έναν λόφο που υψωνόταν περίπου 90 μ. πάνω από τον πυθμένα της κοιλάδας. Απόδειξη της ανθεκτικότητάς της σε μακρές πολιορκίες, όπως εκείνες που εξιστορούνται στα εδάφια 2 Βασιλέων 6:24-30, στην περίπτωση της Συρίας, και στο εδάφιο 2 Βασιλέων 17:5, στην περίπτωση του ισχυρού ασσυριακού στρατού, παρέχουν τα ερείπια των επιβλητικών διπλών τειχών, τα οποία σε μερικά σημεία σχημάτιζαν προμαχώνα πλάτους 10 μ. Η λιθοδομή των ερειπίων που βρέθηκαν στο χώρο και θεωρείται ότι ανάγονται στην εποχή των Βασιλιάδων Αμρί, Αχαάβ και Ιηού αποτελεί δείγμα εξαιρετικής τεχνικής. Το βάθρο πάνω στο οποίο φαίνεται ότι ήταν χτισμένο το ανάκτορο έχει διαστάσεις περίπου 90 μ. επί περίπου 180 μ. Στην περιοχή του ανακτόρου βρέθηκαν πολλά ελεφαντουργήματα, καθώς και ελεφάντινα πλακίδια και κομμάτια επένδυσης τα οποία μπορεί να σχετίζονται με την κατοικία από ελεφαντόδοντο που έχτισε ο Αχαάβ και μνημονεύεται στο εδάφιο 1 Βασιλέων 22:39. (Παράβαλε Αμ 6:4.) Στη βορειοδυτική γωνία της κορυφής βρέθηκε μια μεγάλη τσιμεντένια δεξαμενή, με μήκος περίπου 10 μ. και πλάτος γύρω στα 5 μ. Θα μπορούσε να είναι η «δεξαμενή της Σαμάρειας», στην οποία έπλυναν το άρμα του Αχαάβ για να το καθαρίσουν από το αίμα του.—1Βα 22:38.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν 63 θραύσματα αγγείων με επιγραφές γραμμένες με μελάνι (όστρακα), τα οποία θεωρείται ότι χρονολογούνται από τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ. Τα όστρακα αυτά αποτελούν αποδείξεις παραλαβής για τις αποστολές κρασιού και λαδιού στη Σαμάρεια από άλλες πόλεις και παρουσιάζουν ένα ισραηλιτικό σύστημα γραφής αριθμών με κάθετες, οριζόντιες και πλάγιες γραμμές. Μια τυπική απόδειξη αναφέρει τα ακόλουθα:
Το δέκατο έτος.
Προς τον Γκαντιγιάου [πιθανώς τον υπεύθυνο του θησαυροφυλακίου].
Από την Αζά [ίσως το χωριό ή την περιφέρεια που στέλνει το κρασί ή το λάδι].
Άβι-βάαλ 2
Άχαζ 2
Σεβά 1
Μεριβάαλ 1
Αυτές οι αποδείξεις αποκαλύπτουν επίσης ότι το όνομα Βάαλ χρησιμοποιούνταν συχνά ως συνθετικό των προσωπικών ονομάτων, εφόσον περίπου 7 ονόματα περιλαμβάνουν αυτό το όνομα για κάθε 11 που περιέχουν κάποια μορφή του ονόματος Ιεχωβά—πιθανή ένδειξη της διείσδυσης της λατρείας του Βάαλ όπως αυτή περιγράφεται στη Βιβλική αφήγηση.
Η Αγία Γραφή μιλάει για την πύρινη καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων καθώς και για την ύπαρξη λάκκων με άσφαλτο σε εκείνη την περιοχή. (Γε 14:3, 10· 19:12-28) Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι η στάθμη των νερών της Νεκράς Θαλάσσης μπορεί να ανέβηκε στο παρελθόν και να μετατόπισε σημαντικά το νότιο άκρο της θάλασσας, καλύπτοντας έτσι την πιθανή θέση εκείνων των δύο πόλεων. Οι έρευνες που έγιναν αποκάλυψαν ότι η περιοχή, στην οποία υπάρχουν κοιτάσματα πετρελαίου και ασφάλτου, έχει καταστραφεί από φωτιά. Αναφορικά με αυτό το ζήτημα, το βιβλίο Φως από το Αρχαίο Παρελθόν ([Light From the Ancient Past] 1959, σ. 147), του Τζακ Φίνεγκαν, δηλώνει: «Μια προσεκτική διερεύνηση των γραπτών, γεωλογικών και αρχαιολογικών δεδομένων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι διαβόητες “πόλεις της κοιλάδας” (Γένεση 19:29) βρίσκονταν στην περιοχή που τώρα είναι καταποντισμένη . . . και ότι ο αφανισμός τους προήλθε από έναν μεγάλο σεισμό, που συνοδευόταν, κατά πάσα πιθανότητα, από εκρήξεις, αστραπές, ανάφλεξη φυσικού αερίου και μεγάλης έκτασης πυρκαγιά».—Βλέπε επίσης ΣΟΔΟΜΑ.
Αρχαιολογία και Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Το ότι ο Ιησούς χρησιμοποίησε ένα δηνάριο το οποίο έφερε τη μορφή του Τιβέριου Καίσαρα (Μαρ 12:15-17) επιβεβαιώνεται από την ανακάλυψη ενός ασημένιου δηναρίου με τη μορφή του Τιβέριου, το οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία γύρω στο έτος 15 Κ.Χ. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 544) (Παράβαλε Λου 3:1, 2.) Επίσης, το γεγονός ότι ο Πόντιος Πιλάτος ήταν ο τότε Ρωμαίος κυβερνήτης της Ιουδαίας καταδεικνύεται από μια πέτρινη πλάκα που βρέθηκε στην Καισάρεια και φέρει τα λατινικά ονόματα Pontius Pilatus και Tiberieum.—Βλέπε ΠΙΛΑΤΟΣ· ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 741.
Οι Πράξεις των Αποστόλων, οι οποίες περιέχουν σαφείς αποδείξεις ότι γράφτηκαν από τον Λουκά, περιλαμβάνουν πολλές αναφορές σε πόλεις και στις επαρχίες τους, καθώς και σε αξιωματούχους διαφόρων ειδών οι οποίοι φέρουν ποικίλους τίτλους και κατέχουν το αξίωμά τους σε κάποια συγκεκριμένη εποχή—πρόκειται για παρουσίαση η οποία ενέχει μεγάλη πιθανότητα λάθους από μέρους του συγγραφέα. (Υπόψη επίσης Λου 3:1, 2.) Ωστόσο τα αρχαιολογικά στοιχεία που έχουν έρθει στο φως καταδεικνύουν σε αξιοσημείωτο βαθμό την ακρίβεια του Λουκά. Για παράδειγμα, στα εδάφια Πράξεις 14:1-6, ο Λουκάς τοποθετεί τα Λύστρα και τη Δέρβη στην περιοχή της Λυκαονίας, αλλά αφήνει να εννοηθεί ότι το Ικόνιο βρισκόταν σε άλλη περιοχή. Οι Ρωμαίοι συγγραφείς, περιλαμβανομένου του Κικέρωνα, αναφέρουν ότι το Ικόνιο βρισκόταν στη Λυκαονία. Ωστόσο, ένα μνημείο που ανακαλύφτηκε το 1910 δείχνει ότι το Ικόνιο θεωρούνταν πράγματι πόλη της Φρυγίας και όχι της Λυκαονίας.
Παρόμοια, μια επιγραφή που ανακαλύφτηκε στους Δελφούς επιβεβαιώνει ότι ο Γαλλίων ήταν ανθύπατος της Αχαΐας, πιθανόν το 51-52 Κ.Χ. (Πρ 18:12) Περίπου 19 επιγραφές που χρονολογούνται από το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ. μέχρι τον τρίτο αιώνα Κ.Χ. επιβεβαιώνουν ότι ο Λουκάς ορθά χρησιμοποίησε τον τίτλο άρχοντες της πόλης (ενικός, πολιτάρχης) για τους αξιωματούχους της Θεσσαλονίκης (Πρ 17:6, 8), πέντε δε από αυτές τις επιγραφές αναφέρονται συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη. (Βλέπε ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.) Ανάλογα, όταν λέει ότι ο Πόπλιος ήταν «ο πρώτος» της Μάλτας (Πρ 28:7), μεταχειρίζεται τον ακριβή τίτλο που πρέπει να χρησιμοποιηθεί, όπως φαίνεται από την εμφάνιση αυτού του τίτλου σε δύο μαλτέζικες επιγραφές, μία στη λατινική και μία στην ελληνική. Στην Έφεσο βρέθηκαν μαγικά κείμενα και ο ναός της Αρτέμιδος. (Πρ 19:19, 27) Οι ανασκαφές εκεί έφεραν επίσης στο φως ένα θέατρο χωρητικότητας περίπου 25.000 θεατών, αλλά και επιγραφές που έκαναν λόγο για «τους επιτρόπους των γιορτών και των αγώνων», όπως ήταν εκείνοι που μεσολάβησαν υπέρ του Παύλου, καθώς επίσης για το “γραμματέα”, όπως ήταν αυτός που ησύχασε τον όχλο σε εκείνη την περίπτωση.—Πρ 19:29-31, 35, 41.
Μερικά από αυτά τα ευρήματα υποκίνησαν τον Τσαρλς Γκορ να γράψει σχετικά με την ακρίβεια του Λουκά στο σύγγραμμα Νέο Σχολιολόγιο για την Αγία Γραφή (A New Commentary on Holy Scripture): «Θα πρέπει ασφαλώς να αναγνωρίσουμε ότι η σύγχρονη αρχαιολογία έχει σχεδόν αναγκάσει τους κριτικούς του Αγίου Λουκά να αποφανθούν ότι αυτός είναι αξιοσημείωτα ακριβής όποτε θίγει κοσμικά γεγονότα και συμβάντα».—Επιμέλεια Γκορ, Γκουτζ και Γκιγιόμ, 1929, σ. 210.
Η Σχετική Αξία της Αρχαιολογίας. Η αρχαιολογία έχει προμηθεύσει ωφέλιμες πληροφορίες, υποβοηθητικές για τον εντοπισμό (συχνά αναιρέσιμο) διαφόρων Βιβλικών τοποθεσιών, έχει φέρει στην επιφάνεια κείμενα χάρη στα οποία κατανοούμε καλύτερα τις πρωτότυπες γλώσσες στις οποίες γράφτηκαν οι Γραφές και έχει ρίξει φως στις συνθήκες διαβίωσης και στις δραστηριότητες αρχαίων λαών και ηγεμόνων που αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Εντούτοις, όσον αφορά το πόσο στενά συνδέεται η αρχαιολογία με την αυθεντικότητα και την αξιοπιστία της Αγίας Γραφής, καθώς επίσης με την πίστη σε αυτήν, στις διδασκαλίες της και στην αποκάλυψη που παρέχει για το σκοπό και τις υποσχέσεις του Θεού, πρέπει να λεχθεί ότι αυτή δεν αποτελεί ουσιώδες συμπλήρωμα ούτε απαραίτητη επιβεβαίωση της αλήθειας του Λόγου του Θεού. Όπως λέει ο απόστολος Παύλος: «Πίστη είναι η βεβαιωμένη προσδοκία πραγμάτων για τα οποία ελπίζει κανείς, η φανερή απόδειξη πραγματικοτήτων, τις οποίες όμως δεν βλέπουμε. Μέσω πίστης αντιλαμβανόμαστε ότι τα συστήματα πραγμάτων μπήκαν σε τάξη με το λόγο του Θεού, ώστε αυτό που βλέπεται έχει προέλθει από πράγματα που δεν φαίνονται». (Εβρ 11:1, 3) «Περπατάμε μέσω πίστης, όχι μέσω όρασης».—2Κο 5:7.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Χριστιανική πίστη δεν βασίζεται καθόλου σε ορατά πράγματα ή ότι αφορά μόνο ό,τι δεν είναι χειροπιαστό. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι σε κάθε περίοδο και εποχή οι άνθρωποι μπορούν να βρουν άφθονες αποδείξεις γύρω τους, αλλά και μέσα τους και στις προσωπικές τους εμπειρίες, οι οποίες μπορούν να τους πείσουν ότι η Αγία Γραφή είναι η αληθινή πηγή της θεϊκής αποκάλυψης και ότι δεν περιέχει τίποτα που να συγκρούεται με τα αποδείξιμα γεγονότα. (Ρω 1:18-23) Αυτά που μαθαίνουμε για το παρελθόν από τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις είναι ενδιαφέροντα και εκτιμώνται, αλλά δεν είναι ζωτικά. Μόνο αυτά που μαθαίνουμε για το παρελθόν από την Αγία Γραφή είναι ουσιώδη και απολύτως αξιόπιστα. Η Αγία Γραφή, με ή χωρίς την αρχαιολογία, δίνει αληθινό νόημα στο παρόν και φωτίζει το μέλλον. (Ψλ 119:105· 2Πε 1:19-21) Στην πραγματικότητα, η αδύναμη πίστη είναι εκείνη που για να στηριχτεί έχει ανάγκη το δεκανίκι το οποίο προσφέρουν οι διαλυμένοι πλίθοι, τα σπασμένα αγγεία και τα ερειπωμένα τείχη.
Η αβεβαιότητα των συμπερασμάτων. Μολονότι οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις έχουν δώσει κατά καιρούς την κατάλληλη απάντηση σε όσους επικρίνουν τις αφηγήσεις της Αγίας Γραφής ή αμφισβητούν την ιστορικότητα ορισμένων γεγονότων, και μολονότι αυτού του είδους τα ευρήματα έχουν συμβάλει στο να απελευθερωθούν οι διάνοιες όσων ειλικρινών ανθρώπων έχουν εντυπωσιαστεί υπερβολικά από τα επιχειρήματα αυτών των επικριτών, εντούτοις η αρχαιολογία δεν έχει κάνει τους κριτικούς της Αγίας Γραφής να σωπάσουν ούτε αποτελεί ακλόνητο θεμέλιο πάνω στο οποίο μπορεί να βασίζει κάποιος την πίστη του στο Γραφικό υπόμνημα. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις περισσότερες ανασκαφές εξαρτώνται κυρίως από τον παραγωγικό και τον επαγωγικό συλλογισμό των ερευνητών οι οποίοι συγκεντρώνουν στοιχεία για την εκδοχή που υποστηρίζουν, ενεργώντας περίπου σαν τους αστυνομικούς που ερευνούν μια υπόθεση. Ακόμη και στη σύγχρονη εποχή, μολονότι οι αστυνομικοί μπορεί να ανακαλύψουν και να συγκεντρώσουν εντυπωσιακή πληθώρα έμμεσων και απτών αποδείξεων, οποιαδήποτε υπόθεση βασίζεται αποκλειστικά σε τέτοια αποδεικτικά στοιχεία, χωρίς να υπάρχουν καταθέσεις από αξιόπιστους, άμεσα εμπλεκόμενους μάρτυρες, θα μπορούσε, αν έφτανε στο δικαστήριο, να ανατραπεί εύκολα. Αποφάσεις που έχουν βασιστεί μόνο σε τέτοιου είδους αποδεικτικά στοιχεία έχουν καταλήξει σε κατάφωρα σφάλματα και αδικίες. Πόσο περισσότερο, λοιπόν, πρέπει να ισχύει αυτό όταν παρεμβάλλονται 2.000 ή 3.000 χρόνια μεταξύ των ερευνητών και της εποχής που έλαβε χώρα το γεγονός.
Ένας ανάλογος παραλληλισμός γίνεται από τον αρχαιολόγο Ρ. Τζ. Κ. Άτκινσον, ο οποίος λέει: «Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσο δύσκολο θα ήταν το έργο των μελλοντικών αρχαιολόγων αν έπρεπε να ανακατασκευάσουν το τελετουργικό, το δόγμα και τις δοξασίες των Χριστιανικών Εκκλησιών αποκλειστικά και μόνο από τα ερείπια των εκκλησιαστικών κτιρίων, χωρίς τη βοήθεια κάποιου κειμένου ή κάποιας επιγραφής. Συμβαίνει, λοιπόν, το εξής παράδοξο: η αρχαιολογία, η μόνη μέθοδος με την οποία μπορεί κανείς να ερευνήσει το παρελθόν του ανθρώπου ελλείψει γραπτών μαρτυριών, καθίσταται όλο και λιγότερο αποτελεσματικό μέσο έρευνας όσο περισσότερο πλησιάζει εκείνες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής οι οποίες είναι κατ’ εξοχήν ανθρώπινες».—Στόουνχεντζ (Stonehenge), Λονδίνο, 1956, σ. 167.
Εκτός από το ότι, όπως είναι αυτονόητο, δεν μπορούν να αναπλάσουν το αρχαίο παρελθόν παρά μόνο κατά προσέγγιση, υπάρχει και το εξής στοιχείο το οποίο περιπλέκει περαιτέρω το ζήτημα: οι αρχαιολόγοι, παρά την προσπάθεια που καταβάλλουν να είναι τελείως αντικειμενικοί όταν αξιολογούν τα στοιχεία που φέρνουν στο φως, υπόκεινται και αυτοί, όπως και οι άλλοι επιστήμονες, σε ανθρώπινα ελαττώματα και προσωπικές προτιμήσεις και φιλοδοξίες, τα οποία είναι δυνατόν να δημιουργήσουν έναν εσφαλμένο συλλογισμό. Τονίζοντας αυτό το πρόβλημα, ο καθηγητής Γ. Φ. Όλμπραϊτ σχολιάζει: «Από την άλλη πλευρά, η αναζήτηση καινούριων ανακαλύψεων και πρωτοποριακών απόψεων σε βάρος παλαιότερων εργασιών που έχουν πιο γερές βάσεις ενέχει κινδύνους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε τομείς όπως η Βιβλική αρχαιολογία και γεωγραφία, όπου για να φτάσει κανείς στο σημείο να γνωρίζει καλά πώς να χρησιμοποιεί τα εργαλεία και τις μεθόδους έρευνας πρέπει να κοπιάσει τόσο πολύ ώστε υπάρχει πάντα ο πειρασμός να αγνοήσει τις έγκυρες μεθόδους και να αντικαταστήσει την πιο αργή και συστηματική εργασία με έξυπνους συνδυασμούς και ευφυείς εικασίες».—Ιστορικός Άτλας της Αγίας Γραφής, του Γουεστμίνστερ (The Westminster Historical Atlas to the Bible), επιμέλεια Τζ. Έ. Ράιτ, 1956, σ. 9.
Διαφορές στη χρονολόγηση. Είναι σημαντικό να το έχουμε υπόψη αυτό όταν εξετάζουμε τις χρονολογίες που προτείνουν οι αρχαιολόγοι όσον αφορά τα ευρήματά τους. Δείχνοντάς το αυτό παραστατικά, ο Μέριλ Φ. Άνγκερ λέει: «Παραδείγματος χάρη, ο Γκάρστανγκ τοποθετεί την πτώση της Ιεριχώς περ. 1400 π.Χ. . . .· ο Όλμπραϊτ συμφωνεί με τη χρονολογία περ. 1290 π.Χ. . . .· ο Ούγος Βενσάν, ο φημισμένος αρχαιολόγος της Παλαιστίνης, υποστηρίζει τη χρονολογία 1250 π.Χ. . . .· ενώ ο Χ. Χ. Ρόουλι θεωρεί ότι ο Φαραώ της Καταδυνάστευσης ήταν ο Ραμσής Β΄ και ότι η Έξοδος έλαβε χώρα στις ημέρες του διαδόχου του, του Μαρνιπτά [Μερνεπτά], γύρω στο 1225 π.Χ.». (Η Αρχαιολογία και η Παλαιά Διαθήκη, σ. 164, υποσ. 15) Μολονότι ο καθηγητής Όλμπραϊτ επιχειρηματολογεί υπέρ της αξιοπιστίας της σύγχρονης αρχαιολογικής διαδικασίας και ανάλυσης, αναγνωρίζει ότι «είναι ακόμη πολύ δύσκολο για τον μη ειδικό να βρει το δρόμο του ανάμεσα στις αντικρουόμενες χρονολογίες και στα αντιφατικά συμπεράσματα των αρχαιολόγων».—Η Αρχαιολογία της Παλαιστίνης, σ. 253.
Είναι αλήθεια ότι για τη χρονολόγηση των τεχνουργημάτων που ανακαλύπτονται έχει χρησιμοποιηθεί ο ραδιενεργός άνθρακας, καθώς και άλλες σύγχρονες μέθοδοι. Ωστόσο, το γεγονός ότι αυτή η μέθοδος δεν είναι απολύτως ακριβής πιστοποιείται από την ακόλουθη δήλωση του Τζ. Έρνεστ Ράιτ στο περιοδικό Ο Βιβλικός Αρχαιολόγος (1955, σ. 46): «Πρέπει να σημειωθεί ότι η νέα μέθοδος χρονολόγησης των αρχαίων ερειπίων με Άνθρακα 14 δεν έχει αποδειχτεί τόσο αλάθητη όσο έλπιζαν κάποιοι. . . . Ορισμένες μετρήσεις παρήγαγαν εμφανώς εσφαλμένα αποτελέσματα, πιθανόν για διάφορους λόγους. Προς το παρόν, μπορεί κάποιος να βασίζεται στα αποτελέσματα χωρίς να αμφιβάλλει μόνο όταν έχουν γίνει πολλές μετρήσεις οι οποίες δίνουν ουσιαστικά πανομοιότυπα αποτελέσματα και όταν η χρονολογία φαίνεται ότι είναι σωστή και από άλλες μεθόδους υπολογισμού [τα πλάγια γράμματα δικά μας]». Πιο πρόσφατα, Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (Μακροπαιδεία) ([The New Encyclopædia Britannica (Macropædia)] 1976, Τόμ. 5, σ. 508) δήλωσε: «Όποια και αν είναι η αιτία, . . . είναι σαφές ότι οι χρονολογίες του άνθρακα 14 δεν είναι τόσο ακριβείς όσο θα ήθελαν οι παραδοσιακοί ιστορικοί».—Βλέπε ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ (Χρονολόγηση με Βάση την Αρχαιολογία).
Η σχετική αξία των επιγραφών. Χιλιάδες επί χιλιάδων αρχαίες επιγραφές ανακαλύπτονται και ερμηνεύονται. Ο Όλμπραϊτ δηλώνει: «Τα κείμενα αποτελούν μακράν το σημαντικότερο μεμονωμένο υλικό που έχουν ανακαλύψει οι αρχαιολόγοι. Γι’ αυτό, είναι εξαιρετικά σημαντικό να αποκτήσουμε σαφή ιδέα για το χαρακτήρα τους και για την ικανότητα που έχουμε εμείς να τα ερμηνεύουμε». (Ιστορικός Άτλας της Αγίας Γραφής, του Γουεστμίνστερ, σ. 11) Οι επιγραφές μπορεί να είναι γραμμένες σε θραύσματα αγγείων, πήλινες πινακίδες και παπύρους ή χαραγμένες σε γρανίτη. Σε όποιο υλικό και αν είναι γραμμένες, οι πληροφορίες που μεταδίδουν πρέπει και πάλι να σταθμίζονται και να εξετάζονται ως προς την αξιοπιστία και την αξία τους. Και στην πέτρα, όπως και στο χαρτί, μπορούν να καταγραφούν—και συχνά έχουν καταγραφεί—λάθη ή απροκάλυπτα ψεύδη.—Βλέπε ΣΑΡΓΩΝ· ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ (Βιβλική Χρονολόγηση και μη Βιβλική Ιστορία).
Για παράδειγμα, το Βιβλικό υπόμνημα δηλώνει ότι ο Βασιλιάς Σενναχειρείμ της Ασσυρίας θανατώθηκε από δύο γιους του, τον Αδραμμέλεχ και τον Σαρασάρ, ενώ στο θρόνο τον διαδέχθηκε ένας άλλος γιος, ο Εσάρ-αδδών. (2Βα 19:36, 37) Ωστόσο, ένα βαβυλωνιακό χρονικό δήλωνε ότι, στις 20 Τεβέθ, ο Σενναχειρείμ θανατώθηκε από το γιο του σε κάποιον στασιασμό. Τόσο ο Βηρωσσός, ένας Βαβυλώνιος ιερέας του τρίτου αιώνα Π.Κ.Χ., όσο και ο Ναβονίδης, ένας Βαβυλώνιος βασιλιάς του έκτου αιώνα Π.Κ.Χ., κατέγραψαν την ίδια αφήγηση, που στην ουσία έλεγε ότι ο Σενναχειρείμ δολοφονήθηκε από έναν μόνο γιο του. Ωστόσο, σε ένα θραύσμα του Πρίσματος του Εσάρ-αδδών το οποίο ανακαλύφτηκε πιο πρόσφατα, ο γιος που διαδέχθηκε τον Σενναχειρείμ, ο Εσάρ-αδδών, λέει ξεκάθαρα ότι οι αδελφοί του (πληθυντικός) στασίασαν και σκότωσαν τον πατέρα τους και κατόπιν τράπηκαν σε φυγή. Σχολιάζοντας τα παραπάνω, στο σύγγραμμα Εισαγωγή στην Ιουδαϊκή Ιστορία ([Einführung in die jüdische Geschichte] 1973, σ. 33), ο Φίλιπ Μπίμπερφελντ λέει: «Το Βαβυλωνιακό Χρονικό, ο Ναβονίδης και ο Βηρωσσός έκαναν λάθος. . . . Μόνο η Βιβλική αφήγηση αποδείχτηκε σωστή. Επιβεβαιώθηκε και στην παραμικρή λεπτομέρεια . . . από την επιγραφή του Εσάρ-αδδών και αποδείχτηκε πιο ακριβής όσον αφορά αυτό το γεγονός της βαβυλωνιακής και ασσυριακής ιστορίας από τις ίδιες τις βαβυλωνιακές πηγές. Αυτό είναι ένα γεγονός μέγιστης σπουδαιότητας για την αξιολόγηση ακόμη και σύγχρονων πηγών που δεν συμφωνούν με τη Βιβλική παράδοση».
Προβλήματα στην αποκρυπτογράφηση και στη μετάφραση. Ο Χριστιανός πρέπει επίσης να δείχνει τη δέουσα προσοχή προτού δεχτεί αναντίρρητα την ερμηνεία των πολλών επιγραφών που έχουν βρεθεί στις διάφορες αρχαίες γλώσσες. Σε μερικές περιπτώσεις—όπως συνέβη με τη Στήλη της Ροζέτης και την Επιγραφή της Μπεχιστούν—οι ερμηνευτές των γλωσσών έχουν κατανοήσει σε μεγάλο βαθμό μια άλλοτε άγνωστη γλώσσα παραβάλλοντας ένα κείμενο γραμμένο σε αυτήν με το παράλληλό του σε κάποια γνωστή γλώσσα. Εντούτοις, δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι τέτοιου είδους βοηθήματα επιλύουν όλα τα προβλήματα ή επιτρέπουν την πλήρη κατανόηση μιας γλώσσας, με όλες τις νοηματικές αποχρώσεις και τους ιδιωματισμούς της. Ακόμη και για τις βασικές γλώσσες της Αγίας Γραφής—την εβραϊκή, την αραμαϊκή και την ελληνική—η κατανόησή μας έχει προοδεύσει πολύ στα πρόσφατα χρόνια, και αυτές οι γλώσσες αποτελούν ακόμη αντικείμενο μελέτης. Όσο για τον εμπνευσμένο Λόγο του Θεού, μπορούμε δικαιολογημένα να αναμένουμε ότι Εκείνος που ενέπνευσε τη συγγραφή της Αγίας Γραφής θα μας έδινε τη δυνατότητα να καταλάβουμε ορθά το άγγελμά της μέσω των διαθέσιμων μεταφράσεων στις σύγχρονες γλώσσες. Αυτό δεν ισχύει, όμως, για τα μη θεόπνευστα συγγράμματα των ειδωλολατρικών εθνών.
Καταδεικνύοντας την ανάγκη για προσοχή και κάνοντας ξανά φανερό ότι η αντικειμενική προσέγγιση στα προβλήματα που ενυπάρχουν στην αποκρυπτογράφηση των αρχαίων επιγραφών δεν είναι συνήθως τόσο προφανής όσο μπορεί να νομίζει κάποιος, το βιβλίο Το Μυστικό των Χετταίων ([The Secret of the Hittites] 1956, σ. 106-109), του Κ. Β. Κέραμ, αναφέρει τα ακόλουθα σχετικά με κάποιον επιφανή ασσυριολόγο ο οποίος εργάστηκε στην αποκωδικοποίηση της «χετταϊκής» γλώσσας: «Το έργο του είναι πραγματικό φαινόμενο—ένα λαμπρό μείγμα από μνημειώδεις γκάφες και οξυδερκείς παρατηρήσεις . . . Μερικές πλάνες του υποστηρίζονταν από τόσο πειστικά επιχειρήματα ώστε χρειάστηκαν δεκαετίες μελέτης για να ανασκευαστούν. Ο ευρηματικός συλλογισμός του στηριζόταν σε τέτοιον πλούτο φιλολογικών γνώσεων ώστε δεν ήταν εύκολη υπόθεση να ξεχωρίσει κανείς το άχυρο από το σιτάρι». Κατόπιν ο συγγραφέας περιγράφει πώς ο λόγιος αυτός αρνούνταν πεισματικά οποιαδήποτε τροποποίηση των ευρημάτων του. Τελικά, έπειτα από πολλά χρόνια, δέχτηκε να κάνει κάποιες αλλαγές—μόνο και μόνο για να αλλάξει εκείνες ακριβώς τις αποδόσεις οι οποίες εκ των υστέρων αποδείχτηκαν σωστές! Αφηγούμενος τη βίαιη και κατάφορτη από προσωπικές αντεγκλήσεις λογομαχία που είχε αυτός ο λόγιος με έναν άλλον ερμηνευτή της ιερογλυφικής «χετταϊκής», ο συγγραφέας δηλώνει: «Και όμως, αυτός ακριβώς ο φανατισμός που προκαλεί τέτοιες φιλονικίες είναι απαραίτητη κινητήρια δύναμη για να κάνουν οι λόγιοι ανακαλύψεις». Επομένως, μολονότι ο χρόνος και οι μελέτες έχουν εξαλείψει πολλά σφάλματα γύρω από την κατανόηση των αρχαίων επιγραφών, θα κάνουμε καλά να έχουμε κατά νου ότι στο μέλλον η έρευνα μπορεί ίσως να επιφέρει επιπρόσθετες διορθώσεις.
Αυτά τα γεγονότα τονίζουν πόσο υπερέχει η Αγία Γραφή ως πηγή αξιόπιστης γνώσης, αληθινών πληροφοριών και ασφαλούς κατεύθυνσης. Ως σύνολο κειμένων, η Αγία Γραφή μάς δίνει την πλέον σαφή εικόνα για το παρελθόν του ανθρώπου, και έχει φτάσει ως εμάς, όχι μέσω ανασκαφών, αλλά μέσω της διατήρησής της από Εκείνον που ενέπνευσε τη συγγραφή της, τον Ιεχωβά Θεό. Είναι “ζωντανή και ασκεί δύναμη” (Εβρ 4:12) και είναι “ο λόγος του ζωντανού και διαμένοντος Θεού”. «Κάθε σάρκα είναι σαν χορτάρι, και όλη η δόξα της είναι σαν άνθος χορταριού· το χορτάρι ξεραίνεται και το άνθος πέφτει, αλλά τα λόγια του Ιεχωβά διαμένουν για πάντα».—1Πε 1:23-25.
[Εικόνα στη σελίδα 319]
Στήλη στην οποία ο Μερνεπτά, γιος του Ραμσή Β΄, κομπάζει χαιρέκακα για τη νίκη του επί του Ισραήλ. Πρόκειται για τη μόνη γνωστή μνεία του Ισραήλ σε αρχαία αιγυπτιακά κείμενα
-
-
Πώς Έφτασε σε Εμάς η Αγία ΓραφήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΠΩΣ ΕΦΤΑΣΕ ΣΕ ΕΜΑΣ Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
ΥΠΑΡΧΟΥΝ βάσιμες αποδείξεις ότι η Αγία Γραφή, ο Λόγος του Θεού, έχει αντιγραφεί και μεταβιβαστεί σε εμάς με ακρίβεια. Οι αποδείξεις συνίστανται στα αρχαία χειρόγραφα τα οποία είναι σήμερα διαθέσιμα—ίσως και 6.000 χειρόγραφα ολόκληρων των Εβραϊκών Γραφών ή τμημάτων τους και περίπου 5.000 χειρόγραφα των Χριστιανικών Γραφών στην ελληνική.
Πρωτότυπα Συγγράμματα—Τα πρωτότυπα Βιβλικά συγγράμματα γράφτηκαν με το χέρι σε φθαρτά υλικά, όπως ο πάπυρος και η περγαμηνή vellum. Κανένα από αυτά τα πρωτότυπα συγγράμματα δεν υπάρχει σήμερα, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε
Αντίγραφα—Στην Εβραϊκή ή στην Ελληνική—Λίγο καιρό αφότου γράφτηκαν τα πρωτότυπα, άρχισε η αντιγραφή τους. Οι αντιγραφείς φρόντιζαν επισταμένα να μεταβιβάζουν το κείμενο με ακρίβεια. Μάλιστα οι Μασορίτες μετρούσαν ακόμη και τα γράμματα που αντέγραφαν
Αρχαίες Μεταφράσεις—Για να γίνουν διαθέσιμες οι Γραφές σε άλλες γλώσσες, ήταν απαραίτητη η μετάφρασή τους. Σήμερα υπάρχουν χειρόγραφα αρχαίων μεταφράσεων όπως της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα (μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών στην ελληνική, η οποία ανάγεται στον τρίτο και στο δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ.) και της Βουλγάτας του Ιερώνυμου (μετάφρασης του εβραϊκού και του ελληνικού κειμένου στη λατινική, η οποία αρχικά συντάχθηκε περ. το 400 Κ.Χ.)
Κριτικές Εκδόσεις των Κειμένων—Μελετώντας και συγκρίνοντας εκατοντάδες σωζόμενα Βιβλικά χειρόγραφα, διάφοροι λόγιοι έχουν παραγάγει κριτικές εκδόσεις των κειμένων. Αυτές οι έντυπες εκδόσεις των κειμένων στις πρωτότυπες γλώσσες υποδεικνύουν το καλύτερο κείμενο σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ενώ εφιστούν την προσοχή και σε εναλλακτικές εκδοχές που ίσως εμφανίζονται σε ορισμένα χειρόγραφα. Οι λόγιοι Γκίνσμπουργκ και Κίτελ έχουν παραγάγει κείμενα των Εβραϊκών Γραφών με συγκριτικές αποδόσεις σε υποσημειώσεις. Μεταξύ των κριτικών εκδόσεων του κειμένου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών είναι οι εκδόσεις των Γουέστκοτ και Χορτ καθώς και των Νέστλε και Άλαντ
Σύγχρονες Μεταφράσεις—Οι σημερινοί μεταφραστές της Αγίας Γραφής χρησιμοποιούν γενικά κριτικές εκδόσεις των κειμένων στις πρωτότυπες γλώσσες για να συντάξουν σύγχρονες μεταφράσεις
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 323]
Η συγκριτική μελέτη των χιλιάδων αρχαίων χειρογράφων παρέχει αποδείξεις ότι οι Γραφές έφτασαν ως εμάς σε αξιόπιστη μορφή. Όπως είπε ο Σερ Φρέντερικ Κένιον: «Το γενικό συμπέρασμα από όλες αυτές τις ανακαλύψεις και όλη αυτή τη μελέτη είναι ότι ενισχύεται η απόδειξη για την αυθεντικότητα των Γραφών καθώς και η δική μας πεποίθηση πως κρατάμε στα χέρια μας, κατ’ ουσίαν ακέραιο, τον αληθινό Λόγο του Θεού».—Η Ιστορία της Αγίας Γραφής (The Story of the Bible), 1937, σ. 144.
[Εικόνες στη σελίδα 322]
Εβραϊκές Γραφές
Σπηλιές στο Κουμράν, κοντά στη βορειοδυτική ακτή της Νεκράς Θαλάσσης, όπου ανακαλύφτηκαν πολλοί αρχαίοι Βιβλικοί ρόλοι
Τμήμα του Ρόλου της Νεκράς Θαλάσσης ο οποίος περιέχει το βιβλίο του Ησαΐα (χρονολογούμενος κατά τα τέλη του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ.). Όταν συγκρίθηκε με το Μασοριτικό κείμενο, που είναι μεταγενέστερό του κατά χίλια και πλέον χρόνια, βρέθηκαν μόνο μικροδιαφορές, κυρίως στον τρόπο γραφής των λέξεων
Τμήμα από τον Κώδικα του Χαλεπίου. Προσέξτε ότι ένα εβραϊκό γράμμα είναι ανυψωμένο για να δείξει ότι βρίσκεται ακριβώς στη μέση των Ψαλμών. Η περιθωριακή Μασοριτική σημείωση εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή σε αυτό το γράμμα. Οι παλιοί εκείνοι γραμματείς μετρούσαν ακόμη και τα γράμματα που αντέγραφαν!
[Εικόνες στη σελίδα 323]
Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές
Πάπυρος Ράιλαντς 457 (P52)—οι δύο πλευρές ενός σπαράγματος από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη που ανάγεται στο πρώτο ήμισυ του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., λίγες μόλις δεκαετίες αφότου γράφτηκε το πρωτότυπο
Σιναϊτικό Χειρόγραφο—κώδικας σε περγαμηνή vellum από τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ. που περιέχει όλες τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές και μέρος της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα των Εβραϊκών Γραφών
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Όρος Σινά, όπου ανακαλύφτηκε το Σιναϊτικό Χειρόγραφο. Το χειρόγραφο φυλάσσεται τώρα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη
-
-
Το Θεϊκό ΌνομαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΤΟ ΘΕΪΚΟ ΟΝΟΜΑ
ΙΕΧΩΒΑ—το όνομα του Υπέρτατου Κυρίου του σύμπαντος. Το όνομα που επέλεξε ο ίδιος να τον προσδιορίζει. Το Τετραγράμματο (έτσι είναι γνωστά τα τέσσερα εβραϊκά γράμματα που απαρτίζουν το όνομα του Θεού) εμφανίζεται στο εβραϊκό κείμενο της Αγίας Γραφής σχεδόν 7.000 φορές—πολύ πιο συχνά από οποιονδήποτε περιγραφικό τίτλο του Θεού. Αυτό το όνομα δεν είναι μια απλή ετικέτα. Διαχωρίζει τον αληθινό Θεό από όλους τους άλλους θεούς, περιλαμβανομένων και των ανθρωποποίητων θεών. Είναι το όνομα που πρέπει να γνωρίζουν, να τιμούν και να αγιάζουν όλα τα νοήμονα πλάσματα.
Το όνομα Ιεχωβά προσδιορίζει τον Δημιουργό του ουρανού και της γης (Γε 2:4), τον Θεό και Πατέρα του Ιησού Χριστού (Ματ 4:10· Ιωα 20:17), Εκείνον που έχει υποσχεθεί να εγκαθιδρύσει «νέους ουρανούς και νέα γη», στους οποίους θα επικρατεί δικαιοσύνη.—Ησ 65:17, 25· 2Πε 3:13.
Παραδόξως, πολλές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής σήμερα δεν περιέχουν καθόλου το θεϊκό όνομα. Γιατί; Μεταξύ των Ιουδαίων αναπτύχθηκε η δεισιδαιμονική αντίληψη ότι ήταν κακό να προφέρεται αυτό το όνομα. Αυτό οδήγησε, πρώτον, στο να αποφεύγεται μεταξύ των Ιουδαίων η προφορική χρήση του θεϊκού ονόματος και, δεύτερον, στο να αφαιρεθεί το προσωπικό όνομα του Θεού από τα ελληνικά χειρόγραφα των Αγίων Γραφών. Τελικά, στις περισσότερες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής, το θεϊκό όνομα αντικαταστάθηκε ολοκληρωτικά από λέξεις όπως «Κύριος» και «Θεός». Αξίζει να σημειωθεί ότι παραποιήθηκε μόνο το σημαντικότερο από όλα τα ονόματα—το όνομα Ιεχωβά—ενώ δεν συνέβη το ίδιο με άλλα Γραφικά ονόματα.
Ωστόσο, είναι ζωτικό για όλο το ανθρώπινο γένος να γνωρίζει το θεϊκό όνομα. (Ρω 10:13) Αυτό περιλαμβάνει πολύ περισσότερα από το να γνωρίζουμε απλώς ποιο είναι το προσωπικό όνομα του Θεού. Περιλαμβάνει το να γνωρίσουμε επίσης το πρόσωπο που φέρει αυτό το όνομα και να ζούμε με τρόπο συνεπή προς τους σκοπούς που συνδέονται με αυτό το όνομα. Όλοι όσοι λατρεύουν τον αληθινό Θεό έχουν την ευθύνη να γνωστοποιούν το όνομά του στους άλλους με επιμέλεια, όπως έκανε ο Ιησούς. (Ιωα 17:6, 26) Ο Ιεχωβά Θεός υπόσχεται να ευλογήσει όσους γνωρίζουν, χρησιμοποιούν και τιμούν το μεγάλο του όνομα.—Ψλ 91:14.
[Εικόνα στη σελίδα 324]
Διάφοροι τρόποι γραφής του θεϊκού ονόματος στην εβραϊκή, σε παλιότερες εποχές
[Εικόνες στη σελίδα 324]
Παραποίηση της Αγίας Γραφής. Όπως φαίνεται εδώ, το εβραϊκό χειρόγραφο (Κώδικας του Χαλεπίου· κάτω αριστερά) των εδαφίων Δευ 32:3, 6 περιέχει το θεϊκό όνομα. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Π. Φουάντ, Αρ. Καταλόγου 266, στο κέντρο) περιέχει επίσης σε αυτά τα σημεία το θεϊκό όνομα, γραμμένο με εβραϊκούς χαρακτήρες
Προσέξτε, όμως, ότι το όνομα δεν εμφανίζεται σε αυτά τα εδάφια στον Αλεξανδρινό Κώδικα (επάνω, δεξιά) του πέμπτου αιώνα Κ.Χ. Το θεϊκό όνομα έχει αφαιρεθεί. Δεν μεταφράστηκε στην ελληνική με κάποιον αντίστοιχο όρο, αλλά αντικαταστάθηκε από μια σύντμηση της λέξης Κύριος
[Εικόνες στη σελίδα 325]
Μη Βιβλικές πηγές μαρτυρούν ότι κατά την αρχαιότητα το θεϊκό όνομα χρησιμοποιούνταν στην καθημερινή ζωή
Η Μωαβιτική Λίθος, του ένατου αιώνα Π.Κ.Χ., αποδεικνύει ότι ακόμη και τα ειδωλολατρικά έθνη που γειτνίαζαν με τον Ισραήλ γνώριζαν το όνομα Ιεχωβά
Σε αυτό το θραύσμα αγγείου από την Αράδ του Ιούδα ήταν γραμμένη μια επιστολή που ανάγεται προφανώς στον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. Η επιστολή αρχίζει ως εξής: «Προς τον κύριό μου τον Ελιασίβ: Είθε ο Ιεχωβά να ζητάει την ειρήνη σου» και τελειώνει λέγοντας: «Εκείνος κατοικεί στον οίκο του Ιεχωβά»
Σε αυτή την Επιστολή της Λαχείς, η οποία πιστεύεται ότι χρονολογείται από τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., το όνομα Ιεχωβά, που παριστάνεται με το Τετραγράμματο, χρησιμοποιείται δύο φορές
Το 1961 ανακαλύφτηκε αυτό το σπήλαιο ταφής περίπου 35 χλμ. νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ. Μια επιγραφή στο τοίχωμά του, χρονολογούμενη πιθανώς από τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., δήλωνε: «Ο Ιεχωβά είναι ο Θεός ολόκληρης της γης»
[Εικόνες στη σελίδα 326]
Σε αυτά τα σπαράγματα ενός αρχαίου ελληνικού χειρογράφου, το προσωπικό όνομα του Θεού εμφανίζεται με τη μορφή του Τετραγράμματου—με εβραϊκούς χαρακτήρες μέσα στο ελληνικό κείμενο
Αυτά τα σπαράγματα παπύρων από τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ. τα οποία περιέχουν τμήματα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα (Φουάντ, Αρ. Καταλόγου 266) δείχνουν το Τετραγράμματο σε αποσπάσματα του Δευτερονομίου. Η χρήση αυτών των τεσσάρων εβραϊκών γραμμάτων που παριστάνουν το θεϊκό όνομα συνεχίστηκε σε μερικά αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα επί αιώνες αργότερα. Έτσι λοιπόν, εκτός από το εβραϊκό κείμενο των Γραφών, ο Ιησούς Χριστός και οι μαθητές του είχαν και τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, και το θεϊκό όνομα υπήρχε και στις δύο αυτές πηγές. Αναμφίβολα, λοιπόν, οι αρχικοί συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών χρησιμοποίησαν το θεϊκό όνομα, ιδιαίτερα όταν παρέθεσαν από τις Εβραϊκές Γραφές εδάφια που περιείχαν το Τετραγράμματο
-
-
Ο Κατακλυσμός των Ημερών του ΝώεΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΤΟΥ ΝΩΕ
ΠΡΙΝ από 4.370 και πλέον χρόνια, σύμφωνα με τη Βιβλική ιστορική αφήγηση, οι πύλες των υδάτων των ουρανών ανοίχτηκαν και μια νεροποντή κατέκλυσε ολόκληρη τη γη. Οι ασεβείς, βίαιοι άνθρωποι, καθώς και όλοι όσοι αδιαφόρησαν τόσο πολύ ώστε αρνήθηκαν να προσέξουν την προειδοποίηση του Θεού, καταστράφηκαν. Από τον Κατακλυσμό επέζησαν μόνο ο δίκαιος Νώε και η οικογένειά του—συνολικά οχτώ άτομα—καθώς και περιορισμένος αριθμός ζώων κάθε είδους, μέσα σε μια τεράστια κιβωτό που κατασκευάστηκε καθ’ υπόδειξη του Θεού.—Γε 7:1-24.
Το γεγονός ότι ο Κατακλυσμός όντως συνέβη επιβεβαιώνεται από αρκετούς Βιβλικούς συγγραφείς. (Ησ 54:9· 2Πε 3:5, 6· Εβρ 11:7) Η ισχυρότερη απόδειξη, όμως, είναι η μαρτυρία του ίδιου του Ιησού Χριστού, ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας από τους ουρανούς. (Παράβαλε Ιωα 8:58.) Ο Ιησούς δήλωσε σχετικά: «Στις ημέρες του Νώε, . . . ήρθε ο κατακλυσμός και τους κατέστρεψε όλους».—Λου 17:26, 27.
Η αφήγηση για τον Κατακλυσμό δεν είναι μια απλή ιστορία. Ο Ιησούς Χριστός υπέδειξε ότι έχει προφητική σημασία. Στην προφητεία που εξήγγειλε για “την τελική περίοδο του συστήματος πραγμάτων”, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις «ημέρες του Νώε». Χρησιμοποίησε τον Κατακλυσμό ως προειδοποιητικό παράδειγμα μιας μεγαλύτερης καταστροφής που θα ερχόταν κατά την «παρουσία του Γιου του ανθρώπου».—Ματ 24:3, 37-39.
[Πίνακας στη σελίδα 328]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Θρύλοι Περί Κατακλυσμού
Δείγματα από τις έξι ηπείρους και τα νησιά των θαλασσών. Εκατοντάδες τέτοιοι θρύλοι είναι γνωστοί
Αυστραλία - Κουρνάι
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Βαβυλώνα - αφήγηση του Βηρωσσού
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Βαβυλώνα - έπος του Γιλγαμές
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Βολιβία - Τσιριγκουάνο
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Βόρνεο - Νταγιάκ της Θάλασσας
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Μιανμάρ - Τσινγκπό
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Καναδάς - Κρι
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Καναδάς - Μοντανιέ
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Κίνα - Λόλο
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Κούβα - αρχικοί αυτόχθονες
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ανατολική Αφρική - Μασάι
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Αίγυπτος - Βιβλίο των Νεκρών
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Φίτζι - παράδοση Βαλάβου-λέβου
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Γαλλική Πολυνησία - Ραϊατέα
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Ελλάδα - αφήγηση του Λουκιανού
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Γουιάνα - Μακούζι
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ισλανδία - Βιβλία Έδα
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ινδία - Νησιά Άνταμαν
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ινδία - Μπιλ
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ινδία - Κάμαρ
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ιράν - Ζεντ-Αβέστα
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Ιταλία - ποίηση του Οβίδιου
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Μαλαϊκή Χερσόνησος - Τζακούν
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Μεξικό - Κώδικας Τσιμαλποπόκα
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Μεξικό - Ουίτσολ
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Νέα Ζηλανδία - Μαορί
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Περού - Ινδιάνοι της Ουαροχίρι
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Ρωσία - Βογούλοι
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
ΗΠΑ (Αλάσκα) - Τλίνγκιτ
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
ΗΠΑ (Αριζόνα) - Παπάγκο
Καταστροφή με Νερό
Δόθηκε Προειδοποίηση
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
ΗΠΑ (Χαβάη) - θρύλος του Νου-ου
Καταστροφή με Νερό
Θεϊκή Αιτία
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
ΗΠΑ (Βόρεια Ντακότα) - Μάνταν
Καταστροφή με Νερό
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Βανουάτου - Μελανήσιοι
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Βιετνάμ - Μπαχνάρ
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
Ουαλία - θρύλος Ντουάιφαν/Ντουάιφαχ
Καταστροφή με Νερό
Επέζησαν Άνθρωποι
Επέζησαν Ζώα
Διαφυλάχτηκαν σε Σκάφος
[Διάγραμμα στη σελίδα 327]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Πού Πήγαν τα Νερά του Κατακλυσμού;
Προφανώς βρίσκονται ακριβώς εδώ, στη γη. Σήμερα υπάρχουν περίπου 1,4 δισεκατομμύρια κ. χλμ. νερού στη γη. Το νερό καλύπτει πάνω από το 70 τοις εκατό της επιφάνειας της υδρογείου. Το μέσο βάθος των ωκεανών είναι 4 χλμ., ενώ το μέσο ύψος της ξηράς είναι μόνο 0,8 χλμ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αν η επιφάνεια της γης εξομαλυνόταν, θα καλυπτόταν όλη από νερό σε βάθος 2.400 μ.
Νερό περ. 70 τοις εκατό της επιφάνειας της γης
Ξηρά περ. 30 τοις εκατό
[Εικόνα στη σελίδα 327]
Θα Μπορούσε να Χωρέσει η Κιβωτός Όλα τα Ζώα;
Είναι αλήθεια ότι οι εγκυκλοπαίδειες μιλούν για ένα εκατομμύριο και πλέον διακριτά είδη ζώων. Αλλά ο Νώε έλαβε την εντολή να διαφυλάξει μόνο εκπροσώπους από κάθε «είδος» χερσαίων ζώων και πετούμενων πλασμάτων. Ορισμένοι ερευνητές έχουν υποστηρίξει ότι μόλις 43 «είδη» θηλαστικών, 74 «είδη» πουλιών και 10 «είδη» ερπετών θα μπορούσαν να παραγάγουν τα πολυποίκιλα υποείδη που είναι γνωστά σήμερα. Ο χώρος της κιβωτού που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ήταν περίπου 40.000 κ. μ.—επαρκούσε για όλους τους επιβάτες
[Εικόνα στη σελίδα 328]
Ανάπλαση παγωμένου μαμούθ που ανακαλύφτηκε στη Σιβηρία το 1901. Ύστερα από τόσες χιλιετίες, είχε ακόμη χόρτο μέσα στο στόμα του. Μερικοί θεωρούν ότι αυτό το φαινόμενο, καθώς και άλλα πράγματα όπως τα θαλάσσια απολιθώματα που βρέθηκαν σε ψηλά βουνά, αποτελεί πειστική απόδειξη ενός ξαφνικού, καταστροφικού παγγήινου κατακλυσμού
-
-
Οι Περιηγήσεις του ΑβραάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ
Η ΖΩΗ του Αβραάμ παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για εμάς σήμερα. Γιατί; Επειδή σε αυτόν είπε ο Ιεχωβά: «Όλες οι οικογένειες της γης οπωσδήποτε θα φέρουν ευλογία στον εαυτό τους μέσω εσένα». Ωστόσο, για να μπορέσει να διαδραματίσει ο Αβραάμ αυτόν το ρόλο στο σκοπό του Θεού, έπρεπε να αποδείξει ότι ήταν άνθρωπος πίστης και υπακοής στον Θεό.—Γε 12:1-3· Πρ 7:2, 3.
Αυτό απαιτούσε από εκείνον να αφήσει το σπίτι του και τους συγγενείς του στην ακμάζουσα Ουρ και να μην επιστρέψει ποτέ εκεί. Ταξιδεύοντας πεζός και χρησιμοποιώντας πρωτόγονα μέσα μεταφοράς, διένυσε περίπου 960 χλμ. ως τη Χαρράν. Στις 14 Νισάν 1943 Π.Κ.Χ., διέσχισε τον ποταμό Ευφράτη και κατευθύνθηκε νότια. Τελικά έφτασε στην καρδιά της Χαναάν έχοντας διανύσει συνολικά 1.650 χλμ. περίπου.
Στο δικό Του προσδιορισμένο καιρό, ο Ιεχωβά Θεός διευθέτησε να γεννηθεί μεταξύ των απογόνων του Αβραάμ ως άνθρωπος ο ίδιος του ο Γιος από τους ουρανούς, ο Ιησούς. Μέσω του Ιησού, έγινε εφικτή για εμάς η ευλογία της αιώνιας ζωής.
[Πίνακας στη σελίδα 330]
ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΗ Και Σχετικά Εδάφια
Βαιθήλ
Βηρ-σαβεέ
Γαι
Γέραρα
Γόμορρα
Δαμασκός
Δαν
Μαμβρή
Μοριά
Νεγκέμπ
Ουρ
Σιουρ
Σόδομα
Συχέμ
Χαρράν
Χεβρών
Χοβά
[Χάρτες στη σελίδα 330]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Δρόμοι
Μεγάλη Θάλασσα
ΣΙΟΥΡ
ΝΕΓΚΕΜΠ
Βηρ-σαβεέ
Γέραρα
Σόδομα
Γόμορρα
Βαιθήλ
Δαν
Δαμασκός
Χοβά
Χαρράν
Ποταμός Ευφράτης
ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑ
Ποταμός Τίγρης
ΧΑΛΔΑΙΑ
Ουρ
[Χάρτης]
Συχέμ
Βαιθήλ
Γαι
Μοριά
Μαμβρή
Χεβρών
Ποταμός Ιορδάνης
Αλμυρή Θάλασσα
[Εικόνα στη σελίδα 331]
Ο ποταμός Ευφράτης. Ο Αβραάμ διέσχισε τον ποταμό σε ένα σημείο πιθανώς πιο νότια από εδώ κοντά στη Χαρκεμίς
[Εικόνα στη σελίδα 331]
Άνω Γαλιλαία, η γη την οποία είδε ο Αβραάμ καθώς ταξίδευε νότια προς τη Συχέμ
[Εικόνα στη σελίδα 331]
Το Όρος Γαριζίν (αριστερά) και το Όρος Εβάλ (δεξιά) που δεσπόζουν στη Συχέμ. Σε αυτή την κοιλάδα ο Ιεχωβά υποσχέθηκε στον Αβραάμ: «Στο σπέρμα σου πρόκειται να δώσω αυτή τη γη» (Γε 12:6, 7)
[Εικόνα στη σελίδα 331]
Η Χεβρών όπως είναι σήμερα. Εδώ κοντά, ο Αβραάμ έχτισε ένα θυσιαστήριο για τη λατρεία του Ιεχωβά (Γε 13:18)
-
-
Γεωγραφικά Χαρακτηριστικά της Υποσχεμένης ΓηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΥΠΟΣΧΕΜΕΝΗΣ ΓΗΣ
Η ΓΗ την οποία έδωσε ο Θεός στον αρχαίο Ισραήλ διαθέτει εκπληκτική ποικιλία γεωγραφικών χαρακτηριστικών. Στα βόρεια υπάρχουν χιονοσκέπαστα βουνά. Οι περιοχές στα νότια είναι τροπικές. Εντός των συνόρων της υπάρχουν εύφοροι κάμποι, λοφώδεις περιοχές κατάλληλες για δεντρόκηπους και για βοσκή, καθώς και γυμνές εκτάσεις ερήμου. Εδώ, σε μια σχετικά μικρή περιοχή, συναντάει κανείς μια αντιπροσωπευτική ποικιλία των γεωγραφικών χαρακτηριστικών της γης.
Το ανατολικό άκρο της Μεσογείου βρέχει μια λωρίδα εύφορης πεδιάδας. Ανατολικά αυτής της πεδιάδας βρίσκεται η Σεφηλά, μια περιοχή με χαμηλούς λόφους, όπου ευδοκιμούν αμπέλια και ελαιώνες. Ανατολικότερα, μια οροσειρά διατρέχει αυτή τη γη σε όλο το μήκος της σαν μια τεράστια ραχοκοκαλιά. Κατόπιν το έδαφος βυθίζεται απότομα σχηματίζοντας τη Ρηξιγενή Κοιλάδα, η οποία τέμνει τη γη κατά μήκος. Ο Ιορδάνης Ποταμός διασχίζει αυτή την κοιλάδα ελικοειδώς από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας μέχρι την Αλμυρή Θάλασσα. Στα ανατολικά του Ιορδάνη βρίσκονται εύφοροι λόφοι και βοσκοτόπια. Μετά τη φιλόξενη αυτή γη, προς την ανατολή, αρχίζει η Αραβική Έρημος.
Την περίοδο της ακμής της, η Υποσχεμένη Γη, με όλη την ποικιλομορφία της, ήταν σαν τον κήπο της Εδέμ. Έτσι λοιπόν, ο Ισραήλ αποτέλεσε μια μικρογραφία τού τι θα σημάνει ο Παράδεισος υπό τη Βασιλεία του Θεού για τους ανθρώπους σε όλα τα μέρη της γης.
[Χάρτης στη σελίδα 333]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Μεγάλη Θάλασσα
Όρ. Αερμών
Όρη της Γαλιλαίας
Θάλασσα της Γαλιλαίας
ΒΑΣΑΝ
Κ.Χ. Γιάρμουκ
Όρ. Θαβώρ
Κοιλάδα της Ιεζραέλ
Όρ. Κάρμηλος
ΓΑΛΑΑΔ
Όρη της Σαμάρειας
Κ.Χ. Ιαβόκ
Ποταμός Ιορδάνης
ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΔΙΑΔΑ
ΣΕΦΗΛΑ
Όρ. Νεβώ
Όρη του Ιούδα
Έρημος του Ιούδα
Αλμυρή Θάλασσα
Κ.Χ. Αρνών
ΝΕΓΚΕΜΠ
[Εικόνα στη σελίδα 332]
Οι πηγές του Ιορδάνη Ποταμού
[Εικόνα στη σελίδα 332]
Το Όρος Αερμών, το ψηλότερο στην περιοχή της Παλαιστίνης. Τα χιόνια του, καθώς έλιωναν, παρήγαν δροσιά που έπεφτε στη γη και νερό που τροφοδοτούσε τον Ιορδάνη Ποταμό
[Εικόνα στη σελίδα 334]
Το Όρος Θαβώρ υψώνεται μεγαλόπρεπα πάνω από την Κοιλάδα της Ιεζραέλ
[Εικόνα στη σελίδα 334]
Η Κοιλάδα του Ιορδάνη, όπου το ποτάμι ρέει ελικοειδώς επί 320 χλμ. περίπου, καλύπτοντας απόσταση 105 χλμ. μέχρι τη Νεκρά Θάλασσα
[Εικόνα στη σελίδα 334]
Η εύφορη Κοιλάδα της Ιεζραέλ
[Εικόνα στη σελίδα 335]
Η έρημος του Ιούδα. Εδώ κατέφυγε ο Δαβίδ εξαιτίας του Σαούλ, και σε μια τέτοια απομονωμένη έρημο επιδίωξε ο Διάβολος να βάλει σε πειρασμό τον Ιησού
[Εικόνα στη σελίδα 335]
Βοσκοτόπια στη Βασάν, ανατολικά της Θάλασσας της Γαλιλαίας—μια περιοχή γνωστή για την κτηνοτροφία της
[Εικόνα στη σελίδα 335]
Η Πεδιάδα του Σαρών, όπου μέχρι σήμερα ευδοκιμούν τα εσπεριδοειδή
[Εικόνα στη σελίδα 336]
Τα βόρεια παράλια της Θάλασσας της Γαλιλαίας—άποψη προς τα βορειοανατολικά
[Εικόνα στη σελίδα 336]
Σχηματισμοί άλατος στη Νεκρά Θάλασσα, μια από τις πιο αλμυρές υδάτινες μάζες στη γη
-
-
ΑρχέλαοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΕΛΑΟΣ
(Αρχέλαος) [Άρχοντας του Λαού].
Γιος του Ηρώδη του Μεγάλου από την τέταρτη σύζυγό του τη Μαλθάκη. Ο Αρχέλαος έγινε βασιλιάς στην Ιουδαία τον καιρό που ο Ιησούς ήταν μικρό παιδί και βρισκόταν στην Αίγυπτο με τον Ιωσήφ και τη Μαρία. Όταν επέστρεψαν, ο Ιωσήφ φρόντισε να εγκατασταθούν έξω από την επικράτεια του Αρχέλαου, βόρεια, στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, για να μη βρεθεί η οικογένειά του αντιμέτωπη με το τυραννικό καθεστώς του Αρχέλαου.—Ματ 2:22, 23.
Ο πατέρας του Αρχέλαου, ο Ηρώδης ο Μέγας, του κληροδότησε την επικράτεια της Ιουδαίας, της Σαμάρειας και της Ιδουμαίας, ένα μερίδιο το οποίο αφενός ήταν διπλάσιο από αυτό που δόθηκε στον καθένα από τους δύο άλλους γιους του και αφετέρου περιλάμβανε σημαντικές πόλεις όπως η Ιερουσαλήμ, η Σαμάρεια, η Ιόππη και η Καισάρεια. Μετά το θάνατο του Ηρώδη, ο Αρχέλαος προσπάθησε να διασφαλίσει την εξουσία του προσφεύγοντας στον Αύγουστο στη Ρώμη. Παρά το ότι υπήρξαν κάποιοι που αντέκρουσαν τις αξιώσεις του, όπως ο αδελφός του και μια αντιπροσωπεία Ιουδαίων, του επιτράπηκε να διατηρήσει την εξουσία του, αν και ο Αύγουστος τον κατέστησε, όχι βασιλιά, αλλά εθνάρχη, δηλαδή υποτελή άρχοντα ανώτερο από έναν τετράρχη. Δικαιολογημένα, ωστόσο, ο Ματθαίος αναφέρει ότι ο Αρχέλαος «βασίλευε», επειδή νωρίτερα ο τοπικός στρατός τον είχε ανακηρύξει βασιλιά.—Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, του Φ. Ιώσηπου, ΙΖ΄, 194, 195 (viii, 2).
Ο Αρχέλαος ήταν πολύ σκληρός άρχοντας και πολύ αντιδημοφιλής στους Ιουδαίους. Σε μια περίπτωση, κατά την καταστολή μιας εξέγερσης, θανάτωσε αδίστακτα 3.000 Ιουδαίους μέσα στην περιοχή του ναού. Καθαίρεσε δύο φορές τον αρχιερέα, και επιπλέον το διαζύγιό του και ο δεύτερος γάμος του συγκρούονταν με τον Ιουδαϊκό νόμο. Οι διαμαρτυρίες των Ιουδαίων και των Σαμαρειτών στον Αύγουστο οδήγησαν τελικά σε διεξαγωγή έρευνας και σε εκτόπιση του Αρχέλαου τον ένατο ή δέκατο χρόνο της βασιλείας του. Έκτοτε, η Ιουδαία υπόκειτο σε Ρωμαίους κυβερνήτες.—Βλέπε ΗΡΩΔΗΣ Αρ. 1 και 2.
-
-
ΑρχηγόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΗΓΟΣ
Άντρας σε θέση εξουσίας, παραδείγματος χάρη η κληρονομική κεφαλή μιας φυλής ή ενός πατρικού οίκου. Η εβραϊκή λέξη νασί’ αποδίδεται με διάφορους τρόπους από τους μεταφραστές της Αγίας Γραφής: «άρχοντας», «ηγέτης», «αρχηγός». (Βλέπε ΑΡΧΟΝΤΑΣ· ΕΥΓΕΝΗΣ, ΗΓΕΤΗΣ.) Οι κεφαλές των 12 πατρικών οίκων ή φυλών του Ισραήλ χαρακτηρίζονταν «αρχηγοί». (Αρ 1:16· Ιη 22:14) Ο όρος αυτός εφαρμόζεται επίσης στις κεφαλές των 12 φυλετικών ομάδων που προήλθαν από τον Ισμαήλ. (Γε 17:20· 25:16) Ο τίτλος «αρχηγός» χρησιμοποιήθηκε αναφορικά με τους βασιλιάδες Σολομώντα και Σεδεκία ως άρχοντες. (1Βα 11:34· Ιεζ 21:25) Οι Χετταίοι μπορεί να εκδήλωσαν το σεβασμό που έτρεφαν για τον Αβραάμ αποκαλώντας τον “αρχηγό από τον Θεό”, ή αλλιώς κραταιό αρχηγό.—Γε 23:6, υποσ.
Στις ημέρες του Μωυσή, οι αρχηγοί αναλάμβαναν την ηγεσία στη λατρεία και ενεργούσαν ως εκπρόσωποι του λαού ενώπιον του Μωυσή, των ιερέων και του Ιεχωβά. Ο Μωυσής επέλεξε αρχηγούς, έναν από κάθε φυλή (εκτός από τη φυλή του Λευί), για να κατασκοπεύσουν την Υποσχεμένη Γη. Η άσχημη αναφορά των δέκα άπιστων κατασκόπων επηρέασε πολύ το λαό. (Αρ 13:2-16, 25-33) Διακόσιοι πενήντα αρχηγοί από τους γιους του Ισραήλ συμμετείχαν στο στασιασμό του οποίου ηγήθηκε ο Κορέ, με σκοπό να αναλάβουν την ιεροσύνη του οίκου του Ααρών. (Αρ 16:2, 10, 17, 35) Οι αρχηγοί συμμετείχαν στη σύναψη διαθήκης μεταξύ Ισραήλ και Γαβαωνιτών. (Ιη 9:15, 18) Αφού ο Ιησούς του Ναυή οδήγησε τον Ισραήλ στη Χαναάν και νίκησε τα έθνη εκείνης της περιοχής, οι αρχηγοί έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμοίραση της γης. (Αρ 34:18· Ιη 14:1) Ο Ελεάζαρ, ο γιος του Ααρών, διορίστηκε αρχηγός στις κεφαλές των πατρικών οίκων της φυλής του Λευί, κάτι που τον κατέστησε “αρχηγό των αρχηγών”. (Αρ 3:32) Ο Βασιλιάς Σολομών συγκέντρωσε όλους τους αρχηγούς των φυλών στην Ιερουσαλήμ όταν μετέφερε την κιβωτό της διαθήκης στο νεόκτιστο ναό.—1Βα 8:1.
Οι Ισραηλίτες έπρεπε να αποδίδουν σε έναν αρχηγό τον οφειλόμενο σεβασμό και να μη χρησιμοποιούν υβριστικά λόγια για αυτόν. (Εξ 22:28) Όταν ο απόστολος Παύλος δικαζόταν ενώπιον του Σάνχεδριν, ο αρχιερέας Ανανίας πρόσταξε εκείνους που στέκονταν δίπλα του να τον χτυπήσουν στο στόμα. Τότε ο Παύλος τού είπε: «Ο Θεός πρόκειται να χτυπήσει εσένα, τοίχε ασβεστωμένε», μη γνωρίζοντας ότι απευθυνόταν στον αρχιερέα. Όταν αυτό ήρθε στην προσοχή του, είπε: «Αδελφοί, δεν ήξερα ότι ήταν αρχιερέας. Διότι είναι γραμμένο: “Δεν πρέπει να κακολογήσεις άρχοντα του λαού σου”».—Πρ 23:1-5.
Μολονότι οι αρχηγοί έπρεπε να γίνονται σεβαστοί, δεν εξαιρούνταν από την υπακοή στο νόμο του Θεού. Όταν αμάρταναν εναντίον του Νόμου, ήταν υποχρεωμένοι να τηρήσουν τις διατάξεις που περιείχε αυτός σχετικά με τις συγκεκριμένες αμαρτίες. Λόγω της θέσης ευθύνης που κατείχαν και του αντίκτυπου που θα είχε στους άλλους η διαγωγή, το παράδειγμα και η επιρροή τους, υπήρχε διαφοροποίηση στις ατομικές προσφορές για αμαρτία που πρόσφεραν όταν παραβίαζαν ακούσια μια εντολή του Θεού. Ο αρχιερέας ήταν υποχρεωμένος να προσφέρει έναν νεαρό ταύρο, ο αρχηγός έπρεπε να προσφέρει ένα αρσενικό κατσικάκι, ενώ οποιοσδήποτε από τον υπόλοιπο λαό, είτε ένα θηλυκό κατσικάκι είτε ένα θηλυκό αρνί.—Λευ 4:3, 22, 23, 27, 28, 32.
Το Όραμα του Ιεζεκιήλ. Ο Ιεζεκιήλ μιλάει προφητικά για έναν αρχηγό στα κεφάλαια 44 ως 48 του ομώνυμου βιβλίου. Στο όραμα, περιγράφει μια διοικητική λωρίδα γης που εκτείνεται από τα ανατολικά σύνορα, δηλαδή από τον Ιορδάνη Ποταμό και τη Νεκρά Θάλασσα, μέχρι τη Δυτική Θάλασσα, δηλαδή τη Μεσόγειο. Βόρεια και νότια της λωρίδας αυτής, και παράλληλα με αυτήν, υπήρχαν κομμάτια γης που είχαν παραχωρηθεί στις φυλές του Ισραήλ. Μέσα σε αυτή τη λωρίδα γης υπήρχε ένα τετράγωνο πλευράς 25.000 πήχεων (13 χλμ.), αποκαλούμενο συνεισφορά, το οποίο διαιρούνταν με τη σειρά του σε τρία τμήματα: το βόρειο τμήμα είχε παραχωρηθεί στους Λευίτες που δεν ήταν ιερείς, το μεσαίο περιλάμβανε το αγιαστήριο του Ιεχωβά και το νοτιότερο την πόλη. (Βλέπε ΑΓΙΑ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ· ΠΗΧΗΣ.) Ο επικεφαλής της διοίκησης της πόλης ήταν προφανώς «ο αρχηγός».
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο όραμα η πόλη βρισκόταν χωριστά από το ναό, ή αλλιώς το αγιαστήριο. Επιπρόσθετα, «ο αρχηγός» δεν ήταν ιερέας, όπως υποδηλώνεται από το ότι οι ιερείς πρόσφεραν “το ολοκαύτωμα και τις θυσίες συμμετοχής” εκείνου. (Ιεζ 46:2) Άρα λοιπόν, στην εκπλήρωση του οράματος του Ιεζεκιήλ, η πόλη του οράματος προφανώς δεν εξεικονίζει την ουράνια κυβέρνηση του Ιησού Χριστού και των συμβασιλέων και συνιερέων του. Αντίθετα, φαίνεται ότι εξεικονίζει μια επίγεια, ορατή διοικητική έδρα υπό την κατεύθυνση της ουράνιας Βασιλείας. Αντίστοιχα, «ο αρχηγός» συμβολίζει όσους είναι διορισμένοι ως ορατοί, “αρχοντικοί” εκπρόσωποι της ουράνιας κυβέρνησης.—Ψλ 45:16· Ησ 32:1, 2.
-
-
ΑρχιερέαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ
Ο κυριότερος εκπρόσωπος του λαού ενώπιον του Θεού. Ο αρχιερέας είχε επίσης την ευθύνη της επίβλεψης όλων των άλλων ιερέων.
Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί διάφορους όρους για να προσδιορίσει τον αρχιερέα, συγκεκριμένα: “ο αρχιερέας [κατά κυριολεξία, ο μεγάλος ιερέας]” (Αρ 35:25, 28· Ιη 20:6, υποσ.), «ο ιερέας, ο χρισμένος» (Λευ 4:3), «ο πρωθιερέας [ή αρχιερέας· κατά κυριολεξία, επικεφαλής ιερέας]» (2Χρ 26:20, υποσ.· 2Βα 25:18, υποσ.), «η κεφαλή» (2Χρ 24:6) ή απλώς «ο ιερέας» (2Χρ 26:17). Στην τελευταία περίπτωση, τα συμφραζόμενα διευκρινίζουν συνήθως ότι εννοείται ο αρχιερέας. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, η λέξη «πρωθιερείς» χρησιμοποιείται προφανώς για να δηλώσει τους επιφανείς άντρες του ιερατείου, στους οποίους μπορεί να συγκαταλέγονταν πρώην αρχιερείς που είχαν καθαιρεθεί, πιθανόν δε και οι επικεφαλής των 24 ιερατικών υποδιαιρέσεων.—Ματ 2:4· Μαρ 8:31.
Ο διορισμός του Ααρών, του πρώτου αρχιερέα του Ισραήλ, έγινε από τον Θεό. (Εβρ 5:4) Το αρχιερατικό αξίωμα στον Ισραήλ εγκαινιάστηκε με τον Ααρών και μεταβιβαζόταν από τον πατέρα στο μεγαλύτερο γιο, εκτός αν αυτός ο γιος πέθαινε ή αποκλειόταν από την ιεροσύνη, όπως έγινε με τους δύο μεγαλύτερους γιους του Ααρών, που αμάρτησαν ενάντια στον Ιεχωβά και πέθαναν. (Λευ 10:1, 2) Ο Βασιλιάς Σολομών καθαίρεσε έναν αρχιερέα σε εκπλήρωση θεϊκής προφητείας και τοποθέτησε στη θέση του κάποιον άλλον με τα κατάλληλα προσόντα από τη γραμμή του Ααρών. (1Βα 2:26, 27, 35) Μεταγενέστερα, τον καιρό που το έθνος βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Εθνικών, οι Εθνικοί άρχοντες έπαυαν και διόριζαν τους αρχιερείς κατά βούληση. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι η προσκόλληση στη γραμμή του Ααρών ήταν σταθερή σε όλη την ιστορία του έθνους μέχρι την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ., μολονότι μπορεί να υπήρξαν εξαιρέσεις, όπως ο Μενέλαος, ο ονομαζόμενος και Ονίας (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΒ΄, 238, 239 [v, 1]), για τον οποίο τα εδάφια Β΄ Μακκαβαίων 3:4, 5 και 4:23 υποδεικνύουν ότι ήταν Βενιαμίτης.
Προσόντα και Απαιτήσεις για το Αξίωμα. Σε αρμονία με την τιμή που περιέβαλλε το αξίωμα και με το πόσο κοντά ερχόταν ο αρχιερέας στον Ιεχωβά όταν εκπροσωπούσε το έθνος ενώπιόν Του, καθώς επίσης σε αρμονία με την εξεικονιστική σημασία του αξιώματος, οι απαιτήσεις για αυτό ήταν αυστηρές.
Στα εδάφια Λευιτικό 21:16-23 παρατίθεται ένας κατάλογος από σωματικά ελαττώματα που καθιστούσαν κάποιον ακατάλληλο για την ιεροσύνη. Για τον αρχιερέα ίσχυαν επιπρόσθετοι περιορισμοί: Η γυναίκα που θα παντρευόταν έπρεπε να είναι οπωσδήποτε μια παρθένα από τον Ισραήλ, ενώ δεν έπρεπε να παντρευτεί χήρα. (Λευ 21:13-15) Επιπλέον, δεν του επιτρεπόταν να μολύνει τον εαυτό του για τους νεκρούς, δηλαδή δεν μπορούσε να αγγίξει το πτώμα κανενός ανθρώπου, ούτε καν του πατέρα του ή της μητέρας του, επειδή αυτό θα τον έκανε ακάθαρτο. Δεν έπρεπε να αφήσει τα μαλλιά του ατημέλητα ούτε να σκίσει τα ενδύματά του για τους νεκρούς.—Λευ 21:10-12.
Η Αγία Γραφή δεν προσδιορίζει την ηλικία που θα έπρεπε να έχει κάποιος για να γίνει αρχιερέας. Ενώ καθορίζει τα 50 χρόνια ως ηλικία αποχώρησης από την υπηρεσία για τους Λευίτες, δεν κάνει λόγο για αποχώρηση όσον αφορά τους ιερείς, το δε υπόμνημά της δείχνει ότι ο διορισμός του αρχιερέα ήταν ισόβιος. (Αρ 8:24, 25) Ο Ααρών ήταν 83 χρονών όταν εμφανίστηκε μαζί με τον Μωυσή ενώπιον του Φαραώ. Προφανώς χρίστηκε αρχιερέας το επόμενο έτος. (Εξ 7:7) Όταν πέθανε ήταν 123 χρονών. Όλο αυτό το διάστημα υπηρέτησε χωρίς να αποχωρήσει. (Αρ 20:28· 33:39) Η διάταξη για τις πόλεις του καταφυγίου λάβαινε υπόψη ότι η θητεία του αρχιερέα ήταν ισόβια, προβλέποντας ότι ο ακούσιος ανθρωποκτόνος έπρεπε να παραμένει στην πόλη μέχρι το θάνατο του αρχιερέα.—Αρ 35:25.
Καθιέρωση. Κάποιες ενδείξεις για το αξίωμα που είχε κατά νου ο Ιεχωβά για τον Ααρών διαφαίνονται στα προνόμια τα οποία του δόθηκαν λίγο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο. Στην έρημο, καθ’ οδόν προς το Σινά, ο Ααρών ήταν αυτός που έλαβε την εντολή να πάρει μια στάμνα με μάννα και να την αποθέσει μπροστά στη Μαρτυρία ως κάτι που έπρεπε να φυλάσσεται. Αυτό συνέβη όταν δεν υπήρχε ακόμη η σκηνή της συνάντησης ή η κιβωτός της διαθήκης. (Εξ 16:33, 34, υποσ.) Αργότερα, στον Ααρών ανατέθηκε εξ ολοκλήρου η ευθύνη της ιερής σκηνής και της Κιβωτού της. Ο Ααρών και δύο γιοι του, μαζί με 70 από τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, κατονομάζονται συγκεκριμένα ως τα άτομα που είχαν το προνόμιο να πλησιάσουν στο Όρος Χωρήβ, όπου είδαν σε όραμα τον Θεό.—Εξ 24:1-11.
Ωστόσο, ο Ιεχωβά δήλωσε για πρώτη φορά σαφώς το σκοπό που είχε να ξεχωρίσει τον Ααρών και τους γιους του για την ιεροσύνη όταν έδωσε στον Μωυσή οδηγίες για την κατασκευή των ιερατικών ενδυμάτων. (Εξ 28) Αφού δόθηκαν αυτές οι οδηγίες, ο Θεός εξήγησε στον Μωυσή τη διαδικασία για την καθιέρωση του ιερατείου και κατόπιν δήλωσε ρητά: «Η ιεροσύνη θα γίνει δική τους ως νομοθέτημα που θα ισχύει στον αιώνα».—Εξ 29:9.
Σε αρμονία με τη μεγαλειότητα και την καθαρότητα του Ιεχωβά, ο Ααρών και οι γιοι του δεν μπορούσαν να εκτελούν ιερατικά καθήκοντα προτού αγιαστούν και εξουσιοδοτηθούν μέσω της τελετής της καθιέρωσης. (Εξ 29) Ο Μωυσής, ως μεσίτης της διαθήκης του Νόμου, τέλεσε την καθιέρωση. Με τη διεξαγωγή μιας εφταήμερης τελετής αγιασμού, που διήρκεσε από την 1η ως την 7η Νισάν του 1512 Π.Κ.Χ., το ιερατείο καθιερώθηκε πλήρως και τα χέρια τους γέμισαν δύναμη ώστε να ασκούν τα ιερατικά καθήκοντα. (Λευ 8) Την επομένη, στις 8 Νισάν, τελέστηκε μια αρχική εξιλέωση για το έθνος (πολύ όμοια με την κανονική Ημέρα της Εξιλέωσης που ορίστηκε να γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 10 Τισρί. Αυτή η πρώτη εκτέλεση των καθηκόντων του ιερατείου περιγράφεται στο 9ο κεφάλαιο του Λευιτικού). Αυτό ήταν κατάλληλο και αναγκαίο, διότι ο λαός του Ισραήλ χρειαζόταν να καθαριστεί από τις αμαρτίες του, περιλαμβανομένης και της πρόσφατης παράβασής του σε σχέση με το χρυσό μοσχάρι.—Εξ 32.
Κατά την καθιέρωση του αρχιερέα, ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που έκανε ο Μωυσής ήταν να χρίσει τον Ααρών χύνοντας πάνω στο κεφάλι του το ιερό λάδι του χρίσματος που είχε παρασκευαστεί με μια ειδική σύνθεση σύμφωνα με τις οδηγίες του Θεού. (Λευ 8:1, 2, 12· Εξ 30:22-25, 30-33· Ψλ 133:2) Οι μετέπειτα αρχιερείς, οι διάδοχοι του Ααρών, αποκαλούνται «χρισμένοι». Μολονότι η Αγία Γραφή δεν αναφέρει καμιά περίπτωση στην οποία κάποιος από αυτούς να χρίστηκε με κατά γράμμα λάδι, ωστόσο διατυπώνει τον εξής νόμο: «Και τα άγια ενδύματα που είναι του Ααρών θα χρησιμεύουν για τους γιους του έπειτα από αυτόν ώστε να χρίονται φορώντας τα και να γεμίζει το χέρι τους δύναμη φορώντας τα. Εφτά ημέρες θα τα φοράει εκείνος από τους γιους του ο οποίος τον διαδέχεται ως ιερέας και ο οποίος μπαίνει στη σκηνή της συνάντησης για να διακονεί στον άγιο τόπο».—Εξ 29:29, 30.
Επίσημα Ενδύματα. Εκτός από τα λινά ενδύματα—παρόμοια με των υφιερέων—που φορούσε στις συνηθισμένες του δραστηριότητες, σε κάποιες περιστάσεις ο αρχιερέας φορούσε ειδικά ενδύματα που ήταν ένδοξα και λαμπρά. Το 28ο και το 39ο κεφάλαιο της Εξόδου περιγράφουν τόσο το σχέδιο όσο και την κατασκευή αυτών των ενδυμάτων υπό την κατεύθυνση του Μωυσή, όπως είχε διατάξει ο Θεός. Το εσωτερικό ένδυμα (εκτός από τις λινές περισκελίδες που κάλυπταν το τμήμα «από τους γοφούς και μέχρι τους μηρούς», και τις οποίες φορούσαν όλοι οι ιερείς «για να καλύπτουν τη γυμνή σάρκα»· Εξ 28:42) ήταν ο χιτώνας (εβρ., κουττόνεθ), ο οποίος ήταν φτιαγμένος από εκλεκτό (πιθανότατα λευκό) λινάρι και είχε στην ύφανσή του τετράγωνα σχέδια. Αυτός ο χιτώνας είχε προφανώς μακριά μανίκια και έφτανε μέχρι τους αστραγάλους. Ίσως ήταν ένα μονοκόμματο υφαντό ένδυμα. Ένα περίζωμα από εκλεκτό στριμμένο λινάρι υφασμένο με μπλε, πορφυροκόκκινη και κόκκινη κλωστή τυλιγόταν γύρω από το σώμα, πιθανότατα πάνω από τη μέση.—Εξ 28:39· 39:29.
Το τουρμπάνι, το οποίο ήταν προφανώς διαφορετικό από το κάλυμμα του κεφαλιού των υφιερέων, ήταν επίσης από εκλεκτό λινάρι. (Εξ 28:39) Στο μπροστινό του μέρος ήταν στερεωμένη μια αστραφτερή πλάκα από καθαρό χρυσάφι πάνω στην οποία ήταν σκαλισμένα τα λόγια: «Η αγιότητα ανήκει στον Ιεχωβά». (Εξ 28:36) Αυτή η πλάκα ονομαζόταν «το άγιο σημείο της αφιέρωσης».—Εξ 29:6· 39:30.
Πάνω από το λινό χιτώνα φορούσαν το μπλε αμάνικο πανωφόρι (εβρ., με‛ίλ). Και αυτό ήταν πιθανότατα ένα μονοκόμματο υφαντό, με ανθεκτική μπορντούρα γύρω από το άνοιγμα του κεφαλιού για να μη σκίζεται. Το μπλε αμάνικο πανωφόρι το φορούσαν περνώντας το πάνω από το κεφάλι. Αυτό το ένδυμα ήταν κοντύτερο από το λινό χιτώνα, και από τον ποδόγυρό του κρέμονταν εναλλάξ χρυσά κουδούνια και ρόδια φτιαγμένα από μπλε, πορφυροκόκκινη και κόκκινη κλωστή. Ο ήχος από τα κουδούνια ακουγόταν καθώς ο αρχιερέας ασχολούνταν με τις εργασίες του στο αγιαστήριο.—Εξ 28:31-35.
Το εφόδ, ένα ένδυμα που έμοιαζε με ποδιά, αποτελούνταν από κομμάτια μπρος και πίσω, έφτανε λίγο πιο κάτω από τη μέση και το φορούσαν όλοι οι ιερείς, ενίοτε δε και άτομα που δεν ανήκαν στο ιερατείο. (1Σα 2:18· 2Σα 6:14) Αλλά το εφόδ που αποτελούσε μέρος της λαμπρής ενδυμασίας των αρχιερέων είχε πάνω του κάποια ιδιαίτερα κεντήματα. Ήταν από εκλεκτό στριμμένο λινάρι με μαλλί βαμμένο πορφυροκόκκινο, κόκκινη κλωστή και χρυσόνημα φτιαγμένο από χρυσάφι σφυρηλατημένο σε λεπτά φύλλα και κομμένο σε ίνες. (Εξ 39:2, 3) Τα κομμάτια που ξεκινούσαν από τους ώμους εκτείνονταν πιθανώς μέχρι το ζωνάρι, από τη μια και από την άλλη πλευρά. Στην κορυφή τους υπήρχαν δύο χρυσά πλαίσια, το καθένα με μια πέτρα όνυχα, και κάθε πέτρα είχε σκαλισμένα πάνω της τα ονόματα έξι γιων του Ισραήλ (Ιακώβ) κατά σειρά γέννησης. Ένα ζωνάρι από το ίδιο υλικό έδενε το εφόδ γύρω από τη μέση και, εφόσον βρισκόταν «πάνω» στο εφόδ, πιθανόν να ήταν στερεωμένο σε αυτό έτσι ώστε να αποτελεί μέρος του.—Εξ 28:6-14.
Το περιστήθιο της κρίσης ήταν χωρίς αμφιβολία το πιο ακριβό και ένδοξο τμήμα της ενδυμασίας του αρχιερέα. Ήταν φτιαγμένο από τα ίδια υλικά με το εφόδ, είχε ορθογώνιο σχήμα, με μήκος διπλάσιο από το πλάτος, αλλά διπλωνόταν και σχημάτιζε τετράγωνο με πλευρά 22 εκ. περίπου. Το δίπλωμα δημιουργούσε ένα είδος τσέπης ή θύλακα. (Βλέπε ΠΕΡΙΣΤΗΘΙΟ.) Το περιστήθιο ήταν στολισμένο με 12 πολύτιμες πέτρες ένθετες σε χρυσάφι, στην καθεμιά από τις οποίες ήταν σκαλισμένο το όνομα ενός από τους γιους του Ισραήλ. Αυτές οι πέτρες—το ρουμπίνι, το τοπάζι, το σμαράγδι και άλλα πετράδια—ήταν διατεταγμένες σε τέσσερις σειρές. Πάνω στο περιστήθιο κατασκευάστηκαν δύο χρυσές αλυσίδες, στριφτές σαν σχοινί, και στις γωνίες τοποθετήθηκαν χρυσοί κρίκοι. Οι χρυσές αλυσίδες συνέδεαν τους πάνω κρίκους με τα κομμάτια που ξεκινούσαν από τους ώμους του εφόδ. Οι δύο κάτω κρίκοι συνδέονταν με μπλε κορδόνι με τα κομμάτια που ξεκινούσαν από τους ώμους του εφόδ, ακριβώς πάνω από το ζωνάρι.—Εξ 28:15-28.
Το Ουρίμ και το Θουμμίμ τοποθετήθηκαν από τον Μωυσή «μέσα στο περιστήθιο». (Λευ 8:8) Δεν είναι γνωστό τι ακριβώς ήταν το Ουρίμ και το Θουμμίμ. Μερικοί μελετητές θεωρούν ότι ήταν κλήροι τους οποίους έριχναν ή τραβούσαν από το περιστήθιο, με την κατεύθυνση του Ιεχωβά, και οι οποίοι απαντούσαν σε μια ερώτηση βασικά με ένα «ναι» ή με ένα «όχι». Αν αυτό ισχύει, μπορεί να ήταν τοποθετημένα στο «θύλακα» του περιστήθιου. (Εξ 28:30, Mo· ΛΧ) Ίσως αυτό υποδεικνύεται στα εδάφια 1 Σαμουήλ 14:41, 42. Ωστόσο, άλλοι ισχυρίζονται ότι το Ουρίμ και το Θουμμίμ σχετίζονταν κατά κάποιον τρόπο με τις πέτρες του περιστήθιου, αλλά αυτή η άποψη φαίνεται λιγότερο πιθανή. Άλλες αναφορές στο Ουρίμ και στο Θουμμίμ βρίσκονται στα εδάφια Αριθμοί 27:21· Δευτερονόμιο 33:8· 1 Σαμουήλ 28:6· Έσδρας 2:63 και Νεεμίας 7:65.—Βλέπε ΟΥΡΙΜ ΚΑΙ ΘΟΥΜΜΙΜ.
Αυτά τα λαμπρά ενδύματα τα φορούσε ο αρχιερέας όταν πλησίαζε τον Ιεχωβά προκειμένου να τον ρωτήσει για κάποιο σπουδαίο ζήτημα. (Αρ 27:21· Κρ 1:1· 20:18, 27, 28) Επίσης, την Ημέρα της Εξιλέωσης, αφού ολοκληρώνονταν οι προσφορές για αμαρτία, έβγαζε τα λευκά λινά ενδύματα και φορούσε τα ένδοξα και λαμπρά ενδύματά του. (Λευ 16:23, 24) Αυτά προφανώς τα φορούσε και σε άλλες περιπτώσεις.
Οι οδηγίες σχετικά με την Ημέρα της Εξιλέωσης, στο 16ο κεφάλαιο του Λευιτικού, δεν αναφέρουν συγκεκριμένα ότι ο αρχιερέας, αφού φορούσε την ένδοξη ενδυμασία του, έπρεπε να σηκώσει τα χέρια του και να ευλογήσει το λαό. Ωστόσο, στην αφήγηση για την τελετή εξιλέωσης που έλαβε χώρα την επομένη της καθιέρωσης του ιερατείου—τελετή που ακολούθησε πιστά τη διαδικασία της Ημέρας της Εξιλέωσης—διαβάζουμε: «Κατόπιν ο Ααρών ύψωσε τα χέρια του προς το λαό και τους ευλόγησε». (Λευ 9:22) Ο Ιεχωβά είχε δείξει τι έπρεπε να περιλαμβάνει η ευλογία όταν παρήγγειλε στον Μωυσή: «Μίλησε στον Ααρών και στους γιους του, λέγοντας: “Έτσι πρέπει να ευλογείτε τους γιους του Ισραήλ, λέγοντάς τους: «Ο Ιεχωβά να σε ευλογεί και να σε φυλάει. Ο Ιεχωβά να κάνει το πρόσωπό του να λάμψει προς εσένα και να σε ευνοεί. Ο Ιεχωβά να υψώσει το πρόσωπό του προς εσένα και να σου παρέχει ειρήνη»”».—Αρ 6:23-27.
Ευθύνες και Καθήκοντα. Η αξιοπρέπεια, η σοβαρότητα και η ευθύνη που χαρακτήριζαν το αξίωμα του αρχιερέα τονίζονται από το γεγονός ότι οι δικές του αμαρτίες μπορούσαν να επιφέρουν ενοχή στο λαό. (Λευ 4:3) Μόνο ο αρχιερέας επιτρεπόταν να μπαίνει στα Άγια των Αγίων του αγιαστηρίου, και αυτό μόνο μία ημέρα το χρόνο, την Ημέρα της Εξιλέωσης. (Λευ 16:2) Όταν έμπαινε στη σκηνή της συνάντησης εκείνη την ημέρα, κανένας άλλος ιερέας δεν επιτρεπόταν να βρίσκεται μέσα στη σκηνή. (Λευ 16:17) Αυτός πραγματοποιούσε όλες τις τελετουργίες της Ημέρας της Εξιλέωσης. Έκανε εξιλέωση για τον οίκο του και για το λαό σε ειδικές περιπτώσεις (Λευ 9:7) και μεσολαβούσε στον Ιεχωβά υπέρ του λαού όταν ο θυμός του Ιεχωβά άναβε εναντίον τους. (Αρ 15:25, 26· 16:43-50) Όταν προέκυπταν ζητήματα εθνικής σημασίας, εκείνος ήταν που πλησίαζε τον Ιεχωβά με το Ουρίμ και το Θουμμίμ. (Αρ 27:21) Εκτελούσε τα καθήκοντά του κατά τη σφαγή και την καύση της κόκκινης αγελάδας, οι στάχτες της οποίας χρησιμοποιούνταν στο νερό που ήταν για καθαρισμό.—Αρ 19:1-5, 9.
Προφανώς ο αρχιερέας μπορούσε, αν ήθελε, να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε ιερατικό καθήκον ή τελετουργία. Τον καιρό του Βασιλιά Δαβίδ το ιερατείο είχε αυξηθεί σε αριθμό. Για να μπορούν να υπηρετούν όλοι, ο Δαβίδ οργάνωσε τους ιερείς σε 24 υποδιαιρέσεις. (1Χρ 24:1-18) Αυτό το σύστημα συνεχίστηκε όσον καιρό υπήρχε το ιερατείο. Ωστόσο, για τον αρχιερέα δεν ίσχυε ο περιορισμός ότι έπρεπε να υπηρετεί στο αγιαστήριο μόνο σε ορισμένα διαστήματα, όπως οι υφιερείς, αλλά μπορούσε να συμμετέχει οποτεδήποτε. (Οι υφιερείς μπορούσαν να βοηθούν οποτεδήποτε, αλλά κάποια καθήκοντα αποτελούσαν προνόμιο των ιερέων της συγκεκριμένης υποδιαίρεσης που ήταν τότε σε υπηρεσία.) Όπως συνέβαινε και με τους υφιερείς, οι γιορτές ήταν οι πιο πολυάσχολες περίοδοι για τον αρχιερέα.
Το αγιαστήριο, η υπηρεσία σε αυτό και το θησαυροφυλάκιο τελούσαν υπό την επίβλεψη του αρχιερέα. (2Βα 12:7-16· 22:4) Στη διεκπεραίωση αυτής της ευθύνης, φαίνεται ότι περιλαμβανόταν ένας δευτερεύων ιερέας ως πρώτος βοηθός του αρχιερέα. (2Βα 25:18) Σε μεταγενέστερες εποχές, αυτός ο βοηθός, ο λεγόμενος Σαγκάν, αντικαθιστούσε τον αρχιερέα όταν για κάποιον λόγο εκείνος δεν ήταν σε θέση να εκτελέσει τα καθήκοντά του. (Ο Ναός [The Temple], του Ά. Έντερσχαϊμ, 1874, σ. 75) Στον Ελεάζαρ, το γιο του Ααρών, ανατέθηκε ένας ειδικός διορισμός επίβλεψης.—Αρ 4:16.
Ο αρχιερέας αναλάμβανε επίσης την ηγεσία στη θρησκευτική εκπαίδευση του έθνους.—Λευ 10:8-11· Δευ 17:9-11.
Αυτός και οι εκτός ιερατείου άρχοντες (ο Ιησούς του Ναυή, οι Κριτές και, υπό τη μοναρχία, ο βασιλιάς) αποτελούσαν τα ανώτατα δικαστήρια του έθνους. (Δευ 17:9, 12· 2Χρ 19:10, 11) Μετά το σχηματισμό του Σάνχεδριν (σε μεταγενέστερες εποχές), ο αρχιερέας προήδρευε αυτού του οργάνου. (Σύμφωνα με κάποιες παραδόσεις, δεν προήδρευε πάντοτε, αλλά κατά βούληση.) (Ματ 26:57· Πρ 5:21) Ο Αρχιερέας Ελεάζαρ μοίρασε μαζί με τον Ιησού του Ναυή τη γη στις 12 φυλές.—Ιη 14:1· 21:1-3.
Ο θάνατος του αρχιερέα έπρεπε να αναγγέλλεται στις πόλεις καταφυγίου σε όλη τη χώρα, καθώς σήμαινε την απελευθέρωση όλων όσων ήταν περιορισμένοι μέσα στα όρια αυτών των πόλεων ως ένοχοι ακούσιας ανθρωποκτονίας.—Αρ 35:25-29.
Η Αρχιερατική Γραμμή. Για τη γενεαλογική γραμμή των αρχιερέων και τα ονόματα όσων διατέλεσαν όντως αρχιερείς, παρακαλούμε δείτε το συνοδευτικό πίνακα. Η Αγία Γραφή κατονομάζει λίγους μόνο που υπηρέτησαν με αυτή την ιδιότητα, αλλά μας δίνει τα γενεαλογικά αρχεία της γραμμής του Ααρών. Χωρίς αμφιβολία, πολλοί από εκείνους που περιλαμβάνονται στους γενεαλογικούς καταλόγους υπηρέτησαν ως αρχιερείς, έστω και αν η Αγία Γραφή δεν έχει λόγο να αφηγηθεί τις πράξεις τους ή να τους κατονομάσει συγκεκριμένα ως κατόχους αυτού του αξιώματος. Οι λιγοστοί τους οποίους κατονομάζει ως αρχιερείς δεν είναι αρκετοί για να καλύψουν το χρόνο που μεσολάβησε, ιδιαίτερα από την εγκαινίαση του ιερατείου το 1512 Π.Κ.Χ. ως την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Συχνά, επίσης, παραλείπονται από τους γενεαλογικούς καταλόγους κάποια ονόματα, άρα μπορεί να διατέλεσαν αρχιερείς και άτομα που δεν κατονομάζονται. Επομένως, ο πίνακας αυτός δεν αποτελεί πλήρη και ακριβή κατάλογο, αλλά μπορεί να βοηθήσει τον αναγνώστη να σχηματίσει καλύτερη εικόνα της αρχιερατικής γραμμής.
Η Ιεροσύνη του Μελχισεδέκ. Ο πρώτος ιερέας που αναφέρεται στην Αγία Γραφή είναι ο Μελχισεδέκ, «ιερέας του Υψίστου Θεού» και βασιλιάς της Σαλήμ (Ιερουσαλήμ). Ο Αβραάμ συνάντησε αυτόν τον ιερέα-βασιλιά επιστρέφοντας από τη νίκη του επί των τριών βασιλιάδων που είχαν συμμαχήσει με τον Ελαμίτη Βασιλιά Χοδολλογομόρ. Ο Αβραάμ έδειξε ότι αναγνώριζε τη θεϊκή πηγή της εξουσίας του Μελχισεδέκ δίνοντάς του ένα δέκατο από τους καρπούς της νίκης του και λαβαίνοντας την ευλογία του. Η Αγία Γραφή δεν δίνει στοιχεία για την καταγωγή του Μελχισεδέκ, τη γέννησή του ή το θάνατό του. Ο Μελχισεδέκ δεν είχε προκατόχους ή διαδόχους.—Γε 14:17-24· βλέπε ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ.
Το Αρχιερατικό Αξίωμα του Ιησού Χριστού. Η επιστολή προς τους Εβραίους τονίζει ότι ο Ιησούς Χριστός, από τότε που αναστήθηκε και εισήλθε στον ουρανό, είναι «αρχιερέας για πάντα σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ». (Εβρ 6:20· 7:17, 21) Για να περιγράψει τη μεγαλοσύνη της ιεροσύνης του Χριστού και την ανωτερότητά της σε σχέση με το Ααρωνικό ιερατείο, ο συγγραφέας δείχνει ότι ο Μελχισεδέκ ήταν τόσο βασιλιάς όσο και ιερέας μέσω διορισμού από τον Ύψιστο Θεό, και όχι μέσω κληρονομιάς. Ο Χριστός Ιησούς, που ήταν, όχι από τη φυλή του Λευί, αλλά του Ιούδα, και από τη γραμμή του Δαβίδ, δεν κληρονόμησε το αξίωμά του μέσω καταγωγής από τον Ααρών, αλλά το απέκτησε μέσω άμεσου διορισμού από τον Θεό, όπως και ο Μελχισεδέκ. (Εβρ 5:10) Εκτός από την υπόσχεση που αναφέρεται στο εδάφιο Ψαλμός 110:4: «Ο Ιεχωβά έχει ορκιστεί (και δεν θα μεταμεληθεί): “Εσύ είσαι ιερέας στον αιώνα σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ!”»—η οποία αποτελεί διορισμό που τον καθιστά ουράνιο Βασιλιά-Ιερέα—ο Χριστός κατέχει επίσης Βασιλική εξουσία λόγω καταγωγής από τον Δαβίδ. Ως προς αυτό, γίνεται ο κληρονόμος της υποσχεμένης βασιλείας στη Δαβιδική διαθήκη. (2Σα 7:11-16) Επομένως κατέχει συνδυασμένα τα αξιώματα της βασιλείας και της ιεροσύνης, όπως και ο Μελχισεδέκ.
Η ασύγκριτη υπεροχή του αρχιερατικού αξιώματος του Χριστού καταδεικνύεται και με έναν άλλον τρόπο, με το ότι ο Λευί, ο προγεννήτορας του Ιουδαϊκού ιερατείου, στην ουσία πλήρωσε δέκατα στον Μελχισεδέκ, εφόσον ήταν ακόμη στην οσφύ του Αβραάμ όταν αυτός ο πατριάρχης έδωσε ένα δέκατο στον ιερέα-βασιλιά της Σαλήμ. Επιπλέον, με αυτή την έννοια, ο Λευί επίσης ευλογήθηκε από τον Μελχισεδέκ, και ο κανόνας είναι ότι το μικρότερο ευλογείται από το μεγαλύτερο. (Εβρ 7:4-10) Ο απόστολος Παύλος στρέφει επίσης την προσοχή στο ότι ο Μελχισεδέκ ήταν «χωρίς πατέρα, χωρίς μητέρα, χωρίς γενεαλογία, μη έχοντας ούτε αρχή ημερών ούτε τέλος ζωής», λέγοντας ότι αυτό συμβολίζει την αιώνια ιεροσύνη του Ιησού Χριστού, ο οποίος αναστήθηκε σε “ακατάστρεπτη ζωή”.—Εβρ 7:3, 15-17.
Ωστόσο, μολονότι ο Χριστός δεν αποκτάει την ιεροσύνη του από σαρκική καταγωγή μέσω του Ααρών ούτε έχει προκάτοχο ή διάδοχο στο αξίωμά του, εκπληρώνει όσα εξεικόνιζε ο Ααρωνικός αρχιερέας. Ο Παύλος το διασαφηνίζει αυτό πλήρως όταν δείχνει ότι η σκηνή της μαρτυρίας που κατασκευάστηκε στην έρημο ήταν υπόδειγμα «της αληθινής σκηνής, την οποία ανήγειρε ο Ιεχωβά, και όχι άνθρωπος», και ότι οι Λευίτες ιερείς απέδιδαν «ιερή υπηρεσία σε συμβολική απεικόνιση και σκιά των ουράνιων πραγμάτων». (Εβρ 8:1-6· 9:11) Αναφέρει ότι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος είχε να προσφέρει, όχι θυσίες ζώων, αλλά το δικό του τέλειο σώμα, κατάργησε την ισχύ αυτών των θυσιών ή την ανάγκη ύπαρξής τους. Στη συνέχεια ο Ιησούς “διάβηκε τους ουρανούς”, «όχι με το αίμα τράγων και νεαρών ταύρων, αλλά με το δικό του αίμα, μία φορά για πάντα στον άγιο τόπο και εξασφάλισε αιώνια απελευθέρωση για εμάς». (Εβρ 4:14· 9:12· 10:5, 6, 9) Μπήκε στον άγιο τόπο που εξεικονιζόταν από τα Άγια των Αγίων όπου έμπαινε ο Ααρών, δηλαδή «στον ίδιο τον ουρανό, για να εμφανιστεί τώρα μπροστά στο πρόσωπο του Θεού για εμάς».—Εβρ 9:24.
Η θυσία που πρόσφερε ο Ιησούς ως ο αντιτυπικός Αρχιερέας δεν χρειαζόταν να επαναληφθεί, όπως εκείνες των Ααρωνικών ιερέων, επειδή η θυσία του στην πραγματικότητα αφαίρεσε την αμαρτία. (Εβρ 9:13, 14, 25, 26) Επιπλέον, στον εξεικονιστικό τύπο, ή αλλιώς στη σκιά, κανένας ιερέας του Ααρωνικού ιερατείου δεν ζούσε αρκετά ώστε να σώσει πλήρως ή να φέρει σε πλήρη σωτηρία και τελειότητα όλους εκείνους τους οποίους διακονούσε, ενώ ο Χριστός «μπορεί και να σώζει πλήρως εκείνους που πλησιάζουν τον Θεό μέσω αυτού, επειδή είναι πάντοτε ζωντανός για να συνηγορεί υπέρ εκείνων».—Εβρ 7:23-25.
Εκτός από το να προσφέρει θυσίες, ο αρχιερέας στον Ισραήλ ευλογούσε το λαό και ήταν ο κύριος εκπαιδευτής του στους δίκαιους νόμους του Θεού. Το ίδιο αληθεύει και για τον Ιησού Χριστό. Όταν εμφανίστηκε ενώπιον του Πατέρα του στους ουρανούς, «πρόσφερε μία θυσία για αμαρτίες παντοτινά και κάθησε στα δεξιά του Θεού, περιμένοντας από τότε και έπειτα μέχρι να τεθούν οι εχθροί του υποπόδιο για τα πόδια του». (Εβρ 10:12, 13· 8:1) Επομένως, «τη δεύτερη φορά που θα εμφανιστεί θα είναι χωρίς αμαρτία και σε εκείνους που τον προσμένουν με λαχτάρα για τη σωτηρία τους».—Εβρ 9:28.
Η ανωτερότητα του Ιησού Χριστού ως Αρχιερέα φαίνεται και από μια άλλη σκοπιά επίσης. Με το να γίνει άνθρωπος με αίμα και σάρκα όπως οι “αδελφοί” του (Εβρ 2:14-17), δοκιμάστηκε πλήρως. Υπέστη κάθε είδους εναντίωση και διωγμό και, τελικά, έναν ατιμωτικό θάνατο. Όπως αναφέρεται: «Αν και ήταν Γιος, έμαθε την υπακοή από όσα υπέφερε· και αφού πρώτα τελειοποιήθηκε, έγινε αίτιος αιώνιας σωτηρίας σε όλους εκείνους που τον υπακούν». (Εβρ 5:8, 9) Ο Παύλος εξηγεί τα οφέλη που μπορούμε να αποκομίσουμε εμείς από το ότι εκείνος δοκιμάστηκε με αυτόν τον τρόπο: «Διότι εφόσον ο ίδιος υπέφερε όταν υποβαλλόταν σε δοκιμή, είναι ικανός να προστρέξει σε βοήθεια εκείνων που υποβάλλονται σε δοκιμή». (Εβρ 2:18) Όσοι χρειάζονται βοήθεια λαβαίνουν τη διαβεβαίωση ότι θα τους συμπεριφερθεί με έλεος και συμπόνια. «Διότι», λέει ο Παύλος, «έχουμε ως αρχιερέα, όχι κάποιον που δεν μπορεί να αισθανθεί συμπόνια για τις αδυναμίες μας, αλλά κάποιον που έχει δοκιμαστεί από όλες τις απόψεις όπως εμείς, αλλά χωρίς αμαρτία».—Εβρ 4:15, 16.
Χριστιανοί Υφιερείς. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος ιερέας «σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο ήταν ο Μελχισεδέκ» (Εβρ 7:17), αλλά όπως και ο Ααρών, ο αρχιερέας του Ισραήλ, έτσι και ο Ιησούς Χριστός έχει ένα σώμα υφιερέων το οποίο του προμήθευσε ο Πατέρας του ο Ιεχωβά. Σε αυτούς δίνεται η υπόσχεση ότι θα γίνουν συγκληρονόμοι με εκείνον στους ουρανούς, όπου και θα είναι συμβασιλείς στη Βασιλεία του. (Ρω 8:17) Είναι γνωστοί ως «βασιλικό ιερατείο». (1Πε 2:9) Στο Γραφικό βιβλίο της Αποκάλυψης παρουσιάζονται σε όραμα να ψάλλουν έναν νέο ύμνο στον οποίο λένε ότι ο Χριστός τούς αγόρασε με το αίμα του και “τους έκανε να είναι βασιλεία και ιερείς στον Θεό μας, και ότι αυτοί θα κυβερνήσουν τη γη ως βασιλιάδες”. (Απ 5:9, 10) Στη συνέχεια, στο ίδιο όραμα αναφέρεται ότι αριθμούν 144.000. Περιγράφονται επίσης ως άτομα που έχουν «αγοραστεί από τη γη», ως ακόλουθοι του Αρνιού οι οποίοι «αγοράστηκαν ανάμεσα από την ανθρωπότητα ως πρώτοι καρποί για τον Θεό και το Αρνί». (Απ 14:1-4· παράβαλε Ιακ 1:18.) Σε αυτό το κεφάλαιο της Αποκάλυψης (το 14ο), δίνεται προειδοποίηση για το σημάδι του θηρίου και καταδεικνύεται ότι η απόρριψη αυτού του σημαδιού “περιλαμβάνει υπομονή για τους αγίους”. (Απ 14:9-12) Αυτοί οι 144.000 αγορασμένοι είναι εκείνοι οι οποίοι υπομένουν πιστά, οι οποίοι έρχονται στη ζωή και βασιλεύουν με τον Χριστό και οι οποίοι «θα είναι ιερείς του Θεού και του Χριστού και θα βασιλέψουν μαζί του τα χίλια χρόνια». (Απ 20:4, 6) Οι αρχιερατικές υπηρεσίες του Ιησού τούς φέρνουν σε αυτή την ένδοξη θέση.
Ποιοι Ευεργετούνται από το Ουράνιο Ιερατείο. Το όραμα της Νέας Ιερουσαλήμ που καταγράφεται στην Αποκάλυψη παρέχει μια ένδειξη για το ποιοι θα διακονούνται από τον μεγάλο Αρχιερέα και εκείνους που συνεργάζονται με αυτόν ως ουράνιοι υφιερείς. Ο Ααρών και η οικογένειά του, μαζί με την ιερατική φυλή του Λευί, διακονούσαν το λαό των 12 φυλών στη γη της Παλαιστίνης. Όσο για τη Νέα Ιερουσαλήμ, «τα έθνη θα περπατήσουν μέσω του φωτός της».—Απ 21:2, 22-24.
Βλέπε επίσης ΙΕΡΕΑΣ.
[Πίνακας στις σελίδες 348-350]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Η ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ
Οι γενεαλογίες των αρχιερέων εμφανίζονται στα εδάφια 1 Χρονικών 6:1-15, 50-53 και Έσδρας 7:1-5. Σε αυτές τις περικοπές δεν περιέχονται όλα τα ονόματα· μερικοί συνδετικοί κρίκοι παραλείπονται, όπως συμβαίνει πολλές φορές στους εβραϊκούς γενεαλογικούς καταλόγους. Ο Ιώσηπος και οι Ιουδαίοι ραβίνοι παρεμβάλλουν επιπρόσθετα ονόματα, αλλά η ακρίβειά τους είναι αμφισβητήσιμη. Τα ερωτηματικά έπειτα από ονόματα με έντονα μαύρα γράμματα δείχνουν ότι τα εν λόγω άτομα μπορεί να υπηρέτησαν στο αξίωμα του αρχιερέα (για αρκετούς αυτό είναι πολύ πιθανό) αλλά μνημονεύονται μόνο στην αρχιερατική γενεαλογική γραμμή που αναφέρεται στην Αγία Γραφή χωρίς να δηλώνεται συγκεκριμένα ότι υπηρέτησαν ως αρχιερείς.
Λευί (Γιος του Ιακώβ.—Γε 29:34)
Καάθ (Γε 46:11· Εξ 6:16· 1Χρ 6:1)
Ισαάρ
Χεβρών
Οζιήλ
Γηρσών
Μεραρί
1512 Π.Κ.Χ.—ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΙΕΡΑΤΕΙΟ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ
Μωυσής
ΕΛΕΑΖΑΡ (Εξ 6:23· Λευ 10:1-7· Αρ 20:25-28· 1Χρ 6:3)
Ναδάβ (πέθανε) (Εξ 6:23· 1Χρ 24:1, 2)
Αβιού (πέθανε)
Ιθάμαρ
(Η Κιβωτός της διαθήκης βρισκόταν στη Σηλώ από τότε που καθυποτάχθηκε η γη [περ. 1467 Π.Κ.Χ.] μέχρι τον καιρό του Ηλεί, με μια προσωρινή παραμονή στη Βαιθήλ.—Ιη 18:1· Κρ 20:18, 26-28)
ΦΙΝΕΕΣ (Ο Ιεχωβά κάνει διαθήκη ότι η ιεροσύνη θα παραμείνει στη δική του γραμμή.—Εξ 6:25· Αρ 25:10-13· Ιη 22:13· Κρ 20:27, 28)
ΑΒΙΣΣΟΥΑ; (1Χρ 6:4, 5· Εσδ 7:5)
ΟΖΙ; (1Χρ 6:5, 6· Εσδ 7:4)
Μεραϊώθ (1Χρ 6:6, 7· Εσδ 7:3, 4)
Αμαρίας (1Χρ 6:7)
Αχιτώβ (2Σα 8:17· 1Χρ 6:7, 8· 18:16)
(Αυτή την περίοδο το αξίωμα το κατείχε προφανώς η γραμμή του Ιθάμαρ)
ΗΛΕΙ (Πρώτος αρχιερέας από τη γραμμή του Ιθάμαρ. Διαδέχθηκε είτε τον Αβισσουά είτε τον Οζί, σύμφωνα με τον Ιώσηπο, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ε΄, 361, 362 [xi, 5]· Η΄, 12 [i, 3]· παράβαλε 1Χρ 24:3)
Οφνεί
Φινεές
(Η Κιβωτός πιάστηκε από τους Φιλισταίους. Ο Ηλεί και οι γιοι του πέθαναν. Η Κιβωτός παρέμεινε 7 μήνες σε φιλισταϊκό έδαφος. [1Σα 4:17, 18· 6:1] Η Κιβωτός επιστράφηκε, παρέμεινε προσωρινά στη Βαιθ-σεμές και κατόπιν μεταφέρθηκε στην Κιριάθ-ιαρίμ [Βααλέ-ιούδα] στο σπίτι του Αβιναδάβ, όπου έμεινε πολλά χρόνια, μέχρι λίγο μετά την κατάληψη της Σιών από τον Δαβίδ.—1Σα 6:14, 15· 7:2· 2Σα 6:2, 3)
Ιχαβώδ (1Σα 4:19-22)
ΑΧΙΑ (Πιθανώς αδελφός του Αχιμέλεχ. Υπηρέτησε στη σκηνή της μαρτυρίας στη Σηλώ.—1Σα 14:3)
(Ο Δαβίδ προσπάθησε να φέρει την Κιβωτό στην Ιερουσαλήμ. Πατάχθηκε ο Ουζά. Ο Δαβίδ πήγε την Κιβωτό στο σπίτι του Ωβήδ-εδώμ του Γιθίτη, όπου η Κιβωτός παρέμεινε τρεις μήνες, και κατόπιν ο Δαβίδ τη μετέφερε στην Ιερουσαλήμ.—2Σα 6:1-11)
ΑΧΙΜΕΛΕΧ (Βοήθησε τον Δαβίδ. Θανατώθηκε όταν 85 ιερείς της Νωβ σφαγιάστηκαν με διαταγή του Σαούλ.—1Σα 21:1-6· 22:9-18)
ΑΒΙΑΘΑΡ (Διέφυγε και συντάχθηκε με τον Δαβίδ. [1Σα 22:20-23· 23:6, 9· 30:7] Αργότερα όμως υποστήριξε τον Αδωνία και καθαιρέθηκε από τον Σολομώντα. Ο οίκος του Ηλεί έχασε την αρχιεροσύνη σε εκπλήρωση των λόγων του Ιεχωβά στα εδάφια 1 Σαμουήλ 2:30-36.—1Βα 2:27, 35)
Το αξίωμα επιστρέφει στη γραμμή του Ελεάζαρ
ΣΑΔΩΚ (Ίσως υπήρξε ο «δεύτερος» ιερέας κατά τη βασιλεία του Δαβίδ. [Βλέπε 2Βα 25:18· Ιερ 52:24.] Όσιος στον Δαβίδ όταν ο Αδωνίας προσπάθησε να σφετεριστεί το θρόνο. Τοποθετήθηκε ως αρχιερέας από τον Σολομώντα στη θέση του Αβιάθαρ.—2Σα 8:17· 15:24-29· 19:11· 1Βα 1:7, 8, 32-45· 2:27, 35· 1Χρ 24:3)
(Ο Σολομών τοποθέτησε την Κιβωτό στο νεόκτιστο ναό.—1Βα 8:1-6)
ΑΧΙΜΑΑΣ; (2Σα 15:27, 36· 17:20· 1Χρ 6:8)
ΑΖΑΡΙΑΣ (Α΄); (1Βα 4:2· 1Χρ 6:9)
(Τα επόμενα τρία ονόματα—Αμαρίας, Ιωδαέ και Ζαχαρίας—είναι προφανώς συνδετικοί κρίκοι που παραλείφθηκαν στα εδάφια 1Χρ 6:1-15)
ΑΜΑΡΙΑΣ (Την εποχή του Βασιλιά Ιωσαφάτ.—2Χρ 19:11)
ΙΩΔΑΕ (Την εποχή του Οχοζία, της Γοθολίας και του Ιωάς.—2Βα 11:4–12:9· 2Χρ 22:10–24:15)
ΖΑΧΑΡΙΑΣ; (Λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου με την έγκριση του Βασιλιά Ιωάς.—2Χρ 24:20-22)
ΙΩΑΝΑΝ; (1Χρ 6:10)
ΑΖΑΡΙΑΣ (Β΄) (Πιθανότατα ο ιερέας που αντιστάθηκε στον Βασιλιά Οζία όταν αυτός ενήργησε με αυθάδεια.—1Χρ 6:10· 2Χρ 26:17-20)
(Τα επόμενα δύο ονόματα—Ουριγίας και Αζαρίας—ίσως είναι συνδετικοί κρίκοι που παραλείπονται στα εδάφια 1Χρ 6:1-15)
ΟΥΡΙΓΙΑΣ; (Ο ιερέας που έχτισε ένα θυσιαστήριο όμοιο με το ειδωλολατρικό θυσιαστήριο στη Δαμασκό, με διαταγή του Βασιλιά Άχαζ.—2Βα 16:10-16)
ΑΖΑΡΙΑΣ (Β΄ ή Γ΄) (Από τη γραμμή του Σαδώκ. Υπηρέτησε την εποχή του Βασιλιά Εζεκία. Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον προαναφερόμενο Αζαρία Β΄ ή κάποιος με το ίδιο όνομα.—2Χρ 31:10-13)
ΑΧΙΤΩΒ (Νε 11:11· 1Χρ 6:11, 12· 9:11· Εσδ 7:2)
ΜΕΡΑΪΩΘ; (Ήταν ιερέας, απόγονος του Αχιτώβ, αλλά μπορεί να μην υπηρέτησε ως αρχιερέας.—1Χρ 9:11· Νε 11:11)
ΣΑΔΩΚ; (1Χρ 6:12· 9:11· Εσδ 7:2· Νε 11:11)
ΣΑΛΛΟΥΜ; (Μεσουλλάμ) (1Χρ 6:12, 13· 9:11· Εσδ 7:2· Νε 11:11)
ΧΕΛΚΙΑΣ (Την εποχή του Βασιλιά Ιωσία.—2Βα 22:4-14· 23:4· 1Χρ 6:13· 2Χρ 34:9-22)
ΑΖΑΡΙΑΣ (Γ΄ ή Δ΄); (1Χρ 6:13, 14)
ΣΕΡΑΪΑΣ (Θανατώθηκε από τον Ναβουχοδονόσορα στη Ριβλά μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ.
ΙΩΣΕΔΕΚ; (Οδηγήθηκε στη βαβυλωνιακή εξορία από τον Ναβουχοδονόσορα το 607 Π.Κ.Χ. Ο γιος του ο Ιησούς γεννήθηκε στη διάρκεια της εξορίας—όπως πιθανώς να γεννήθηκαν τότε και άλλοι γιοι του. Φυσικά, δεν μπορούσε να εκτελεί τα καθήκοντά του στο ναό.—1Χρ 6:14, 15· Εσδ 3:2)
(Η Κιβωτός της διαθήκης εξαφανίζεται. Απουσιάζει από τους μεταγενέστερους ναούς που χτίστηκαν στην Ιερουσαλήμ)
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ
ΙΗΣΟΥΣ (Επέστρεψε το 537 Π.Κ.Χ. μαζί με τον Ζοροβάβελ.—Εσδ 2:2· 3:2· Νε 12:10· Αγγ 1:1· Ζαχ 3:1· 6:11)
ΙΕΧΩΑΚΕΙΜ; (Νε 12:10, 12. Κατείχε το αξίωμα όταν επέστρεψε ο Έσδρας στην Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με τον Ιώσηπο, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΑ΄, 121 [v, 1])
ΕΛΙΑΣΙΒ (Την εποχή του Νεεμία.—Νε 3:20· 12:10, 22· 13:4, 6, 7)
ΙΕΧΩΔΑΕ; (Νε 12:10, 11, 22· 13:28)
ΙΩΑΝΑΝ (Ιωνάθαν;) (Νε 12:11, 22, 23)
ΙΑΔΔΟΥΑ; (Πιθανότατα στις ημέρες ή «μέχρι» τις ημέρες του Δαρείου του Πέρση.—Νε 12:11, 22)
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΔΑΡΕΙΟΥ (Β΄) ΤΟΥ ΠΕΡΣΗ
(Από αυτό το σημείο, οι πηγές για τον κατάλογο των αρχιερέων μέχρι την εποχή των Μακκαβαίων είναι τα απόκρυφα βιβλία Α΄ και Β΄ Μακκαβαίων, καθώς και η Ιουδαϊκή Αρχαιολογία [ΙΑ΄-Κ΄] του Ιώσηπου. Ο Ιώσηπος κατονομάζει περισσότερους αρχιερείς από όσους το Α΄ Μακκαβαίων. Από τους Μακκαβαίους ως την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 Κ.Χ., η κυριότερη πηγή είναι ο Ιώσηπος. Η Αγία Γραφή κατονομάζει μόνο τρεις [τον Άννα, τον Ιωσήφ Καϊάφα και τον Ανανία]. Φαίνεται ότι δεν υπήρχε παρέκκλιση από την αρχιερατική γραμμή, τουλάχιστον στην πλειονότητα των περιπτώσεων, μολονότι οι ειδωλολάτρες άρχοντες καθαιρούσαν και διόριζαν τους αρχιερείς κατά βούληση.)
ΟΝΙΑΣ Α΄
ΣΙΜΩΝ Α΄
ΕΛΕΑΖΑΡΟΣ
ΜΑΝΑΣΣΗΣ
ΟΝΙΑΣ Β΄ (Συνέχεια στη δεξιά στήλη)
ΣΙΜΩΝ Β΄
ΟΝΙΑΣ Γ΄
ΙΗΣΟΥΣ (Ονομαζόμενος και Ιάσων)
ΟΝΙΑΣ (Ονομαζόμενος και Μενέλαος)
ΙΑΚΙΜΟΣ (Ονομαζόμενος και Άλκιμος)
ΟΙ ΜΑΚΚΑΒΑΙΟΙ ΙΕΡΕΙΣ-ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ
ΙΩΝΑΘΗΣ
ΣΙΜΩΝ (αδελφός του Ιωνάθη)
ΙΩΑΝΝΗΣ ΥΡΚΑΝΟΣ
ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Α΄
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΙΑΝΝΑΙΟΣ
ΥΡΚΑΝΟΣ Β΄ (ο Αριστόβουλος Β΄ κατέλαβε προσωρινά την εξουσία)
ΑΝΤΙΓΟΝΟΣ
ΑΦΟΤΟΥ ΕΓΙΝΕ ΒΑΣΙΛΙΑΣ Ο ΗΡΩΔΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ (Ματ 2:1)
(Διορίστηκαν από τον Ηρώδη)
ΑΝΑΝΗΛΟΣ
ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Γ΄
ΑΝΑΝΗΛΟΣ (δεύτερη φορά)
ΙΗΣΟΥΣ (γιος του Φάβητου)
ΣΙΜΩΝ (γιος του Βοηθού)
ΜΑΤΘΙΑΣ (Ματταθίας) (γαμπρός του Βοηθού)
ΙΩΑΖΑΡΟΣ (γιος του Βοηθού)
(Διορίστηκαν από τον Αρχέλαο, Βασιλιά της Ιουδαίας—Ματ 2:22)
ΕΛΕΑΖΑΡΟΣ (γιος του Βοηθού)
ΙΗΣΟΥΣ (γιος του Σεέ) (ο λαός επανέφερε τον Ιωάζαρο)
(Διορίστηκε από τον Κυρήνιο, Κυβερνήτη της Συρίας—Λου 2:2)
ΑΝΝΑΣ (Άνανος) (γιος του Σεθί) (Διορίστηκε από τον Κυρήνιο και καθαιρέθηκε από τον Βαλέριο Γράτο, κυβερνήτη της Ιουδαίας, γύρω στο 15 Κ.Χ. Ήταν πεθερός του Καϊάφα. Μετά την καθαίρεσή του συνέχισε να ασκεί μεγάλη επιρροή.—Λου 3:2· Ιωα 18:13, 24· Πρ 4:6)
(Διορίστηκαν από τον Βαλέριο Γράτο, Κυβερνήτη της Ιουδαίας)
ΙΣΜΑΗΛΟΣ (γιος του Φαβεί)
ΕΛΕΑΖΑΡΟΣ (γιος του Άνανου)
ΣΙΜΩΝ (γιος του Καμίθου)
ΙΩΣΗΦ ΚΑΪΑΦΑΣ (Κατείχε το αξίωμα κατά την επίγεια διακονία του Ιησού και κατά την πρώτη περίοδο της διακονίας των αποστόλων. Προήδρευσε ως αρχιερέας στη δίκη του Ιησού ενώπιον του Σάνχεδριν, μαζί με τον πεθερό του τον Άννα. [Ματ 26:3, 57· Λου 3:2· Ιωα 11:49, 51· 18:13, 14, 24, 28] Ο ίδιος και ο Άννας κάλεσαν ενώπιόν τους τον Πέτρο και τον Ιωάννη και τους πρόσταξαν να πάψουν να κηρύττουν. [Πρ 4:6, 18] Ο Καϊάφας ήταν ο αρχιερέας που εξουσιοδότησε τον Σαύλο να λάβει επιστολές προς τη συναγωγή της Δαμασκού για τη σύλληψη Χριστιανών.—Πρ 9:1, 2, 14)
(Διορίστηκαν από τον Βιτέλλιο, Κυβερνήτη της Συρίας)
ΙΩΝΑΘΗΣ (γιος του Άνανου)
ΘΕΟΦΙΛΟΣ (γιος του Άνανου)
(Διορίστηκαν από τον Ηρώδη Αγρίππα Α΄)
ΣΙΜΩΝ (Κανθηράς) (γιος του Βοηθού)
ΜΑΤΘΙΑΣ (Ματταθίας) (γιος του Άνανου)
ΕΛΙΩΝΑΙΟΣ (γιος του Κανθηρά)
(Διορίστηκαν από τον Ηρώδη, Βασιλιά της Χαλκίδας)
ΙΩΣΗΠΟΣ (γιος του Καμοιδί)
ΑΝΑΝΙΑΣ (γιος του Νεβεδαίου [Νεδεβαίου]) (Προήδρευσε του Σάνχεδριν στη δίκη του Παύλου.—Πρ 23:2· 24:1)
(Διορίστηκαν από τον Ηρώδη Αγρίππα Β΄)
ΙΣΜΑΗΛΟΣ (γιος του Φαβεί)
ΙΩΣΗΠΟΣ (Καβί) (γιος του πρώην αρχιερέα Σίμωνα)
ΑΝΝΑΣ (Άνανος) (γιος του Άνανου)
ΙΗΣΟΥΣ (γιος του Δαμναίου)
ΙΗΣΟΥΣ (γιος του Γαμαλιήλου)
ΜΑΤΘΙΑΣ (Ματταθίας) (γιος του Θεόφιλου)
ΦΑΝΑΣΟΣ (Φαννί ή Φινεές. Γιος του Σαμουήλου) (Έγινε αρχιερέας, όχι από τον Ηρώδη Αγρίππα, αλλά από το λαό στη διάρκεια του πολέμου εναντίον της Ρώμης)
[Εικόνα στη σελίδα 345]
Τα ενδύματα του αρχιερέα του Ισραήλ
-
-
ΆρχιπποςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΙΠΠΟΣ
(Άρχιππος) [Άρχοντας του Ίππου].
Στην επιστολή του προς τους Κολοσσαείς Χριστιανούς, ο Παύλος παροτρύνει τον Άρχιππο να μένει πιστός στη διακονία, και στην επιστολή του προς τον Φιλήμονα τον μνημονεύει φιλόστοργα ως «συστρατιώτη». (Κολ 4:17· Φλμ 2) Και οι δύο επιστολές, οι οποίες γράφτηκαν προς το τέλος της πρώτης φυλάκισης του Παύλου στη Ρώμη (περ. 60-61 Κ.Χ.), δείχνουν ότι τότε ο Άρχιππος ζούσε στις Κολοσσές της Μικράς Ασίας ή εκεί κοντά.
-
-
ΑρχιτεκτονικήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Η τέχνη ή επιστήμη της οικοδόμησης. Η Αγία Γραφή παρουσιάζει ποικιλία κατοικιών και συνηθειών διαβίωσης από την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας, στη διάρκεια των 1.656 ετών πριν από τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε. Για τον Κάιν αναφέρεται ότι μετά το φόνο του Άβελ «κατοίκησε» σε κάποια περιοχή, και εκεί «ασχολήθηκε με το χτίσιμο μιας πόλης». (Γε 4:16, 17) Ωστόσο, κάποιος από τους απογόνους του, ο Ιαβάλ, υπήρξε «ο πρώτος από εκείνους που κατοικούν σε σκηνές και έχουν ζωντανά». Κάποιος άλλος έγινε “σφυρηλάτης κάθε είδους χάλκινου και σιδερένιου εργαλείου”. (Γε 4:20, 22) Οι απόγονοι του Κάιν αφανίστηκαν το αργότερο κατά τον Κατακλυσμό. Εντούτοις, οι οικοδομικές ικανότητες και η χρήση εργαλείων δεν χάθηκαν μαζί τους.
Το εξοχότερο κατασκευαστικό έργο της προκατακλυσμιαίας περιόδου έγινε από απογόνους του Σηθ: ήταν η κιβωτός που φτιάχτηκε από τον Νώε και τους γιους του. Μολονότι ο Θεός ήταν εκείνος που προμήθευσε τα βασικά σχέδια και τις διαστάσεις της, ο Νώε θα πρέπει αναμφίβολα να διέθετε και αυτός κάποιες αρχιτεκτονικές ικανότητες, δεδομένου ότι ήταν ο άνθρωπος που προΐστατο του έργου. Το μήκος της κιβωτού ήταν 300 πήχεις, το πλάτος της 50 πήχεις και το ύψος της 30 πήχεις (133,5 μ. × 22,3 μ. × 13,4 μ.). Η συνολική επιφάνεια των ορόφων θα μπορούσε να είναι περίπου 9 στρ. Για να στηριχτεί το βάρος των τριών ορόφων συν της οροφής μεγάλου ανοίγματος, καθώς και για να δοθεί η απαραίτητη σταθερότητα στη δομή του έργου, ίσως απαιτήθηκε η χρήση ξύλινων στύλων και δοκών, εκτός από την ύπαρξη διαχωριστικών τοίχων στα «διαμερίσματα». Μολονότι η κιβωτός καλαφατίστηκε με πίσσα, η τοποθέτηση της ξυλείας θα έπρεπε επίσης να γίνει προσεκτικά, ώστε να εξασφαλιστεί σε λογικό βαθμό η στεγανότητα της κατασκευής.—Γε 6:13-16· βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ Αρ. 1.
Η Οικοδόμηση στις Αρχές της Μετακατακλυσμιαίας Περιόδου. Κατά τη μετακατακλυσμιαία περίοδο, ο Νεβρώδ περιγράφεται ως εξέχων κατασκευαστής αρκετών πόλεων. (Γε 10:8-12) Ένα ακόμη μεγάλο οικοδομικό έργο προγραμματίστηκε τώρα, ο Πύργος της Βαβέλ, που αποδοκιμάστηκε από τον Θεό. Σε αυτή την περίπτωση αναφέρονται νέα υλικά, συγκεκριμένα οι οπτόπλινθοι (πλίθοι ψημένοι σε καμίνι) και η άσφαλτος που χρησίμευσε ως κονίαμα. Πρόθεση των κατασκευαστών ήταν να γίνει αυτός ο πύργος το υψηλότερο οικοδόμημα που είχε ανεγερθεί μέχρι τότε.—Γε 11:3, 4.
Ο Αβραάμ, ο προπάτορας των Ισραηλιτών, υπήρξε αναμφίβολα μάρτυρας αρκετά προηγμένων αρχιτεκτονικών ρυθμών στην Ουρ των Χαλδαίων. (Γε 11:31) Οι ανασκαφές εκεί αποκαλύπτουν ότι η πόλη είχε δρόμους, διώροφα σπίτια με πλίθινες σκάλες και συγκροτήματα ναών και ανακτόρων, τα οποία θεωρείται ότι χρονολογούνται από την τρίτη χιλιετία Π.Κ.Χ. Εδώ βρέθηκαν και κάποια από τα αρχαιότερα στοιχεία χρήσης του θόλου ή του τόξου δι’ εκφοράς (που σχηματίζεται χτίζοντας τις δύο πλευρές του τοίχου όλο και πιο κοντά τη μία προς την άλλη ωσότου μπορέσει να γεφυρωθεί το ενδιάμεσο κενό με μια σειρά λίθων ή πλίθων), καθώς και του «αληθινού» ημικυκλικού τόξου με λίθο «κλείδα» στην κορυφή.
Μεταγενέστερα, κατά την παραμονή του στην Αίγυπτο (Γε 12:10), ο Αβραάμ ίσως είδε με τα μάτια του κάποια από τα μεγαλειώδη αρχιτεκτονήματα εκείνης της χώρας. Η Κλιμακωτή Πυραμίδα του Βασιλιά Ζοζέρ στη Σακκάρα θεωρείται ότι χρονολογείται από την τρίτη χιλιετία Π.Κ.Χ. και είναι από τα αρχαιότερα εναπομείναντα δείγματα μεγάλων οικοδομημάτων στα οποία χρησιμοποιήθηκαν ημιλάξευτοι λίθοι. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 530) Η Μεγάλη Πυραμίδα του Χέοπα (Χουφού), που χτίστηκε κάπως αργότερα στην Γκίζα, έχει μια τεράστια βάση με επιφάνεια 53 στρ. και φτιάχτηκε από περίπου 2.300.000 ογκόλιθους από ασβεστόλιθο, μέσου βάρους 2,3 τόνων ο καθένας. Το αρχικό της ύψος ήταν 147 μ. Όχι μόνο το μέγεθος αυτού του έργου, αλλά και η ακρίβεια που επιτεύχθηκε, το καθιστούν αξιοθαύμαστο και για τους σύγχρονους μηχανικούς. Ύστερα από αρκετούς αιώνες, στο Καρνάκ, ακόμη ψηλότερα στον Νείλο, οι Αιγύπτιοι κατασκεύασαν το μεγαλύτερο ανθρωποποίητο ναό που γνωρίζουμε. Η οροφή της μεγάλης αίθουσάς του στηριζόταν σε 134 πελώριους κίονες, ο καθένας από τους οποίους είχε διάμετρο περίπου 3 μ. και ήταν διακοσμημένος με ζωηρόχρωμα ανάγλυφα.
Η Αρχιτεκτονική των Ισραηλιτών. Κατά τη διάρκεια της καταδυνάστευσής τους στην Αίγυπτο, οι Ισραηλίτες επιτέλεσαν πολλή οικοδομική εργασία ως δούλοι υπό τους Αιγύπτιους επιστάτες. (Εξ 1:11-14) Μεταγενέστερα, στην έρημο, ο Ιεχωβά τούς έδωσε ακριβείς οδηγίες για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας, η οποία αποτελούνταν από πλαίσια, πέλματα υποδοχής, ράβδους και στύλους, πράγμα που επίσης απαιτούσε από μέρους τους σημαντικές αρχιτεκτονικές ικανότητες. (Εξ 25:9, 40· 26:15-37· Εβρ 8:5) Ενώ οι περισσότεροι από όσους έκαναν τέτοια εργασία (και είχαν κάνει οικοδομικές εργασίες στην Αίγυπτο) αναμφίβολα πέθαναν πριν από την άφιξη στην Υποσχεμένη Γη, η γνώση για τις μεθόδους οικοδόμησης και για τη χρήση εργαλείων ασφαλώς μεταβιβάστηκε στους μεταγενέστερους. (Παράβαλε Δευ 27:5.) Ο Μωσαϊκός Νόμος έθετε τουλάχιστον έναν όρο για την οικοδόμηση. (Δευ 22:8) Φυσικά, οι Ισραηλίτες, κατακτώντας τη χώρα, κατέλαβαν ολόκληρες πόλεις και χωριά με αποπερατωμένα οικοδομήματα, αλλά έκαναν και οι ίδιοι οικοδομικές εργασίες. (Αρ 32:16· Δευ 6:10, 11· 8:12) Όταν εισήλθαν στη Χαναάν (1473 Π.Κ.Χ.), αυτή η χώρα είχε πολλές περιτειχισμένες πόλεις και ισχυρά οχυρώματα.—Αρ 13:28.
Ενώ είναι αλήθεια ότι δεν διατηρούνται εντυπωσιακά οικοδομήματα που να υποδηλώνουν πρωτοτυπία ή επινοητικότητα από μέρους των Ισραηλιτών όσον αφορά την αρχιτεκτονική, αυτό δεν συνεπάγεται και ότι υστερούσαν σε τέτοιου είδους ικανότητες. Ανόμοια με τα ειδωλολατρικά έθνη, οι Ισραηλίτες δεν ανήγειραν πελώρια μνημεία προς τιμήν πολιτικών ηγετών ή στρατιωτικών ηρώων. Ο μόνος ναός που οικοδόμησαν ήταν ο ναός της Ιερουσαλήμ, μολονότι με την αποστασία δημιουργήθηκαν και άλλοι θρησκευτικοί χώροι. Τίποτα δεν απομένει από αυτόν τον αρχικό ναό ούτε από εκείνον που χτίστηκε στη θέση του. Από τα πλέον εντυπωσιακά ερείπια που ανακαλύφτηκαν είναι εκείνα των πανομοιότυπων πυλών της αρχαίας Μεγιδδώ, της Ασώρ και της Γεζέρ, που θεωρείται ότι χτίστηκαν επί Σολομώντα. (1Βα 9:15) Σε κάθε περίπτωση, οι εξωτερικοί τοίχοι μήκους 20 μ. φτιάχτηκαν από επιμελώς λαξευμένους λίθους. Στο εσωτερικό της διόδου της πύλης, υπήρχαν τρία διαδοχικά ζεύγη από παραστάδες ή από προεξέχοντες στύλους, οι οποίοι δημιουργούσαν έξι θαλάμους στις εσοχές αριστερά και δεξιά από τη δίοδο, όπου μπορούσαν να λαβαίνουν χώρα επιχειρηματικές δραστηριότητες ή από όπου οι στρατιώτες μπορούσαν να χτυπούν όποια στρατεύματα επιχειρούσαν να εισβάλουν διαμέσου των πυλών. (Βλέπε ΠΥΛΗ.) Στη Μεγιδδώ και στη Σαμάρεια έχουν βρεθεί δείγματα δεξιοτεχνικών λιθόκτιστων κατασκευών, στις οποίες επιμελώς πελεκημένες πέτρες έχουν τοποθετηθεί και συναρμοστεί με τέτοια ακρίβεια ώστε σε ορισμένες περιπτώσεις δεν μπορεί να εισχωρήσει στους αρμούς τους ούτε η λεπτή λεπίδα ενός μαχαιριού. Αναμφίβολα, η εργασία που έγινε στο ναό του Σολομώντα ήταν εξίσου υψηλής ποιότητας.—1Βα 5:17· 6:7.
Από τις αρχαιολογικές έρευνες φαίνεται ότι η κατασκευή των σπιτιών των Ισραηλιτών ήταν γενικά απέριττη, μάλιστα κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ήταν εντελώς χονδροειδής. Ωστόσο, τα στοιχεία στα οποία βασίζονται τέτοιες απόψεις είναι πολύ πενιχρά. Όπως σχολιάζει το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] Τόμ. 1, σ. 209): «Η σύγχρονη γνώση του θέματος περιορίζεται τόσο από την έλλειψη ενδιαφέροντος από μέρους των αρχαίων συγγραφέων για τα αρχιτεκτονικά ζητήματα όσο και από το ότι διασώζονται ελάχιστα στοιχεία από τα ίδια τα κτίρια, καθώς ο χρόνος και οι διαδοχικές γενιές οικοδόμων έχουν καταστρέψει ολοκληρωτικά τα περισσότερα από αυτά». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962) Ως εκ τούτου, σπάνια βρίσκονται περισσότερες από μία ή δύο στρώσεις λιθοδομής πάνω από το θεμέλιο οποιουδήποτε ερειπωμένου κτιρίου στην Παλαιστίνη. Επίσης, είναι λογικό ότι τα σπίτια που θα υφίσταντο τις μεγαλύτερες ζημιές από τους καταστροφείς και, κατόπιν, από όσους αναζητούσαν οικοδομικά υλικά θα ήταν τα καλύτερα.
Αρχαία Υλικά και Μέθοδοι Οικοδόμησης. Τα πέτρινα θεμέλια ήταν κοινά από αρχαιοτάτων χρόνων. Μολονότι μπορεί να χρησιμοποιούνταν ανεπεξέργαστες πέτρες, αυτές ευθυγραμμίζονταν και συνδέονταν σταθερά με τις ακρογωνιαίες πέτρες, οι οποίες λειαίνονταν και συναρμολογούνταν με επιμέλεια. (Παράβαλε Ψλ 118:22· Ησ 28:16.) Στα εδάφια Λευιτικό 14:40-48 γίνεται λόγος για κονίαμα ή σοβά από πηλό στο εσωτερικό των πέτρινων σπιτιών των Ισραηλιτών. Σε περίπτωση που το σπίτι δεν χτιζόταν εξ ολοκλήρου από πέτρες, συχνά, πάνω από το θεμέλιο χρησιμοποιούνταν ωμόπλινθοι ή οπτόπλινθοι. (Παράβαλε Ησ 9:10.) Κάποιες φορές τοποθετούσαν διάσπαρτα ξυλεία ανάμεσα στους πλίθους. Ο τύπος των υλικών που χρησιμοποιούνταν εξαρτόταν κυρίως από το τι υπήρχε τοπικά. Η έλλειψη ξύλου και πέτρας στη νότια Μεσοποταμία είχε ως αποτέλεσμα να γίνονται τα περισσότερα οικοδομήματα από πλίθους, ενώ αντιθέτως στην Παλαιστίνη αφθονούσε γενικά ο ασβεστόλιθος ή άλλοι λίθοι. Μια πρώιμη, οικονομική μέθοδος τοιχοποιίας ήταν η επιχρισμένη καλαμωτή. Έμπηγαν στο έδαφος πασσάλους και έπλεκαν οριζόντια ανάμεσά τους καλάμια ή εύκαμπτα κλαδιά ώστε να σχηματίσουν έναν δικτυωτό σκελετό ο οποίος θα μπορούσε να επαλειφτεί με πηλό. Όταν ο πηλός ξεραινόταν τελείως και σκλήραινε από τον ήλιο, οι τοίχοι σοβατίζονταν περιοδικά ώστε να προστατεύονται από τα στοιχεία της φύσης.—Βλέπε ΤΟΙΧΟΙ, ΤΕΙΧΗ.
Η οροφή του κτιρίου διαμορφωνόταν γενικά με την τοποθέτηση λίθων μεγάλου μήκους ή ανάλογων ξύλινων δοκαριών εγκάρσια στους φέροντες τοίχους. Ορθοστάτες ή στύλοι μπορεί να τοποθετούνταν για να αυξήσουν το άνοιγμα της οροφής, χρησιμοποιούνταν δηλαδή η κοινή μέθοδος της “δοκού επί στύλου”. Εφόσον ο θόλος δι’ εκφοράς και το ημικυκλικό τόξο ήταν μέθοδοι γνωστές από την αρχαιότητα, πιθανόν να χρησιμοποιούνταν αυτές σε μεγάλα κτίρια για τη στήριξη τέτοιων επίπεδων οροφών καθώς είχαν την ικανότητα να υποβαστάζουν σημαντικό φορτίο. Σε αυτά τα μεγαλύτερα κτίρια, χρησιμοποιούνταν συχνά μία ή δύο σειρές στύλων. Οι ξύλινοι ή οι πέτρινοι στύλοι τοποθετούνταν σε πλινθίο, δηλαδή σε μια βάση, και μερικοί υποστηρίζουν ότι οι στύλοι στον οίκο του Δαγών, στον οποίο έφεραν οι Φιλισταίοι τον τυφλό Σαμψών, ήταν αυτού του είδους. Εκτός από όσους είχαν συγκεντρωθεί μέσα στο κτίριο, περίπου 3.000 θεατές βρίσκονταν στην ταράτσα τη στιγμή που ο Σαμψών απέσπασε από τη θέση τους τούς δύο κύριους στύλους, προκαλώντας την κατάρρευση του οίκου.—Κρ 16:25-30.
Για τις οροφές μικρότερων κτιρίων και κατοικιών χρησιμοποιούσαν συχνά κλαδιά ή καλάμια τα οποία έδεναν μεταξύ τους και τα τοποθετούσαν πάνω στα δοκάρια, ενώ τα κενά τα γέμιζαν και τα κάλυπταν με λάσπη ή πηλό, η εξομάλυνση των οποίων γινόταν στη συνέχεια με κύλινδρο. Η ελαφριά κλίση που έδιναν στην οροφή επέτρεπε να αποστραγγίζονται τα νερά της βροχής. Οροφές αυτού του είδους υπάρχουν και σήμερα σε κατοικίες στην Κοιλάδα του Ιορδάνη.
Ο βασικός τύπος κτιρίου στην Παλαιστίνη ήταν ορθογωνικής μορφής. Σε περίπτωση κατοικίας, υπήρχε συνήθως στο εσωτερικό μια κάπως ασύνδετη διάταξη μικρών ορθογώνιων δωματίων. Ο περιορισμένος χώρος που ήταν διαθέσιμος μέσα στις συχνά πυκνοκατοικημένες πόλεις καθόριζε το μέγεθος και το σχήμα των κτιρίων. Αν υπήρχε χώρος, τα κτίρια μπορεί να είχαν μια εσωτερική αυλή, με την οποία επικοινωνούσαν όλα τα δωμάτια, και μόνο μία είσοδο από το δρόμο. Η ίδια βασική ορθογωνική μορφή χρησιμοποιούνταν, όχι μόνο για τα σπίτια, αλλά και για τις βασιλικές κατοικίες (ανάκτορα), τις αποθήκες, τους οίκους των συνάξεων (συναγωγές), τον οίκο του Θεού (ναό) και τις κατοικίες των νεκρών (μνήματα).
Έργα των Βασιλιάδων του Ιούδα και του Ισραήλ. Το μόνο συγκεκριμένο οικοδόμημα που μνημονεύεται ότι έγινε κατά τη βασιλεία του Δαβίδ φαίνεται ότι ήταν η “κέδρινη κατοικία”, η οποία χτίστηκε από υλικά και εργάτες που προμήθευσε ο Φοίνικας βασιλιάς της Τύρου Χιράμ (1Χρ 14:1· 17:1), μολονότι αναφέρεται ότι ο Δαβίδ συνέχισε να χτίζει και άλλα οικήματα στην Ιερουσαλήμ. (1Χρ 15:1) Ο Δαβίδ έκανε επίσης πολλές προετοιμασίες για την οικοδόμηση του ναού στην οποία θα προχωρούσε ο γιος του ο Σολομών, όπως το ότι διέταξε να πελεκήσουν τετραγωνισμένες πέτρες, να φτιάξουν σιδερένια καρφιά και να ετοιμάσουν χαλκό και ξύλα κέδρου «σε μεγάλη ποσότητα», καθώς επίσης το ότι δημιούργησε αποθέματα χρυσού, ασημιού, πολύτιμων λίθων και ψηφίδων μωσαϊκού. (1Χρ 22:1-4· 29:1-5) Ο Δαβίδ χρησιμοποιήθηκε επίσης για να προμηθεύσει το θεόπνευστο «αρχιτεκτονικό σχέδιο» για όλη τη διαρρύθμιση του ναού και του εξοπλισμού του. (1Χρ 28:11, 19) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αρχιτεκτονικό σχέδιο» (ταβνίθ) προέρχεται από τη ρίζα μπανάχ («χτίζω»· 1Χρ 22:11) και αλλού αποδίδεται «υπόδειγμα» και «παράσταση».—Εξ 25:9· 1Χρ 28:18.
Υπό τον Σολομώντα, η αρχιτεκτονική των Ισραηλιτών έφτασε στο απόγειό της. (2Χρ 1:15· Εκ 2:4-6) Μολονότι οι Φοίνικες εργάτες του Βασιλιά Χιράμ απασχολήθηκαν στην κοπή ξυλείας στον Λίβανο η οποία θα χρησιμοποιούνταν στην οικοδόμηση του ναού, η αφήγηση δεν υποστηρίζει την άποψη που προβάλλεται συχνά, σύμφωνα με την οποία ο ναός στην Ιερουσαλήμ ήταν πρωταρχικά και ουσιαστικά έργο των Φοινίκων. Αναφέρεται ότι κάποιος ονόματι Χιράμ, κατά το ήμισυ Ισραηλίτης και κατά το ήμισυ Φοίνικας, συνέβαλε σε αυτή καθαυτή την οικοδόμηση, αλλά το αντικείμενό του ήταν κυρίως διακοσμητικές εργασίες και μεταλλουργικές κατασκευές, οι οποίες έγιναν μετά την ανέγερση του κτιρίου και σύμφωνα με τα σχέδια που είχε προμηθεύσει ο Βασιλιάς Δαβίδ. (1Χρ 28:19) Ο Βασιλιάς Χιράμ της Τύρου αναγνώρισε ότι και ανάμεσα στους Ισραηλίτες υπήρχαν «δεξιοτέχνες». (1Βα 7:13-40· 2Χρ 2:3, 8-16· παράβαλε 1Χρ 28:20, 21.) Ο ίδιος ο Σολομών διηύθυνε την κατασκευή του οικοδομήματος του ναού. (1Βα 6:1-38· 2Χρ 3:1–4:22) Επιπρόσθετα, διαμόρφωσε την αυλή του ναού και έχτισε το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου—περίφημο για τους 45 στύλους του από ξύλο κέδρου και τα εξαιρετικά χαρακτηριστικά του φωτισμού—τα Προπύλαια των Στύλων, τα Προπύλαια του Θρόνου, καθώς επίσης τη δική του κατοικία και την κατοικία της κόρης του Φαραώ—κτίσματα που κατασκευάστηκαν όλα από ακριβές πελεκητές πέτρες «δεδομένων διαστάσεων».—1Βα 7:1-12.
Άλλοι βασιλιάδες που διακρίθηκαν για τα οικοδομικά τους έργα ήταν ο Ασά (1Βα 15:23), ο Βαασά (1Βα 15:17), ο Αμρί (1Βα 16:23, 24), ο Αχαάβ (1Βα 22:39), ο Ιωσαφάτ (2Χρ 17:12), ο Οζίας (2Χρ 26:6-10, 15), ο Ιωθάμ (2Χρ 27:3, 4) και ο Εζεκίας (2Βα 20:20). Η σήραγγα του Σιλωάμ (μήκους 533 μ.), η οποία αποδίδεται στον Εζεκία, και οι σήραγγες που βρέθηκαν στη Λαχείς, στη Γαβαών, στη Γεζέρ και στη Μεγιδδώ ήταν αξιοθαύμαστα επιτεύγματα μηχανικής.
Η Οικοδόμηση στην Παλαιστίνη Κατά τη Μεταιχμαλωσιακή Περίοδο. Κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο φαίνεται ότι οι Ιουδαίοι έχτισαν μόνο απέριττα οικοδομήματα. Εντούτοις, ο Ηρώδης ο Μέγας (πρώτος αιώνας Π.Κ.Χ.) και οι διάδοχοί του ασχολήθηκαν με μεγάλα αρχιτεκτονικά προγράμματα, όπως η ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ (Μαρ 13:1, 2· Λου 21:5), το λιμάνι της Καισάρειας, η μεγάλη οδογέφυρα που διέτρεχε το κεντρικό τμήμα της Ιερουσαλήμ, καθώς επίσης διάφορα δημόσια κτίρια, θέατρα, ιππόδρομοι και λουτρά. Ένα άκρως αξιοθαύμαστο επίτευγμα του Ηρώδη ήταν η κατασκευαστική ανάπτυξη του φρουρίου στο λόφο της Μασάδας, 400 και πλέον μέτρα πάνω από τη Νεκρά Θάλασσα. Εκτός από τα οχυρώματα, ο Ηρώδης έχτισε ένα κομψό, κρεμαστό ανάκτορο σε τρία επίπεδα με ταράτσα και πισίνες, καθώς και ένα ακόμη ανάκτορο με ρωμαϊκό λουτρό, που διέθετε θερμαινόμενους σωλήνες στους τοίχους και καθιστή τουαλέτα με σύστημα καθαρισμού με νερό. Εξόπλισε το τεράστιο πέτρινο φρούριο με δώδεκα μεγάλες δεξαμενές, ολικής χωρητικότητας σχεδόν 40.000 kl νερού.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 751.
Ασσυριακή, Βαβυλωνιακή και Περσική Αρχιτεκτονική. Η πτώση του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ (740 Π.Κ.Χ.) και η ανατροπή του νότιου βασιλείου του Ιούδα (607 Π.Κ.Χ.) έφεραν τον Ιουδαϊκό λαό σε επαφή με τα μεγαλειώδη αρχιτεκτονήματα της Ασσυριακής, της Βαβυλωνιακής και της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το ανάκτορο του Σαργών Β΄ στη Χορσαμπάντ ήταν φημισμένο για την «καθαρότητα» και τη συμμετρία της διάταξής του, καθώς και για τα έξοχα ανάγλυφα, τα σμαλτωμένα τούβλα και τις ζωγραφικές του αναπαραστάσεις με εφυαλωμένα πλακίδια. Το ανάκτορο του Σενναχειρείμ στη Νινευή ήταν ένα πελώριο οικοδόμημα περίπου 70 δωματίων, με ανάγλυφες πλάκες που διακοσμούσαν τους τοίχους σε μήκος μεγαλύτερο των 3.000 μ. (2Βα 19:36· παράβαλε Ιων 3:2, 3.) Ο Σενναχειρείμ θεωρείται ότι έχτισε και το υδραγωγείο μήκους 48 χλμ. που μετέφερε νερό από τον ποταμό Γκομέλ στους κήπους της Νινευή. Στη Μάρι, κοντά στον Ευφράτη, στην ανατολική Συρία, ένα τεράστιο ανακτορικό συγκρότημα 300 δωματίων κάλυπτε έκταση 60 στρ. Παρόμοια, τα ερείπια της αρχαίας Βαβυλώνας μαρτυρούν το περασμένο μεγαλείο της πόλης, με τα φοβερά τείχη, τις περίφημες οδούς και τα πολυάριθμα ανάκτορα και ναούς.
Υπό την κυριαρχία των Περσών, οι Ιουδαίοι στα Σούσα ίσως είδαν τη μεγαλοπρέπεια του ανακτόρου του Δαρείου Α΄, οι εσωτερικοί χώροι του οποίου ήταν διακοσμημένοι με έξοχα χρωματισμένα σμαλτωμένα τούβλα. (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 330) Στην Περσέπολη, τα μεγαλειώδη οικοδομήματα πιθανόν να ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακά (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 329), από την Πύλη του Ξέρξη, με τους κολοσσιαίους ταύρους, ως το ανάκτορο και τις τεράστιες αίθουσες ακροάσεων του Δαρείου και του Ξέρξη, μεταξύ των οποίων και η αίθουσα με τους 100 κίονες. Οι περσικοί κίονες ήταν πιο ανάλαφροι και ραδινοί από τους φημισμένους ιωνικούς κίονες των Ελλήνων. Η αναλογία του ύψους προς τη διάμετρο των κιόνων στην Αίθουσα του Ξέρξη ήταν 12 προς 1, σε σύγκριση με τους κορινθιακούς κίονες, των οποίων η αναλογία ήταν το πολύ 10 προς 1, και τους αιγυπτιακούς, των οποίων η αναλογία ήταν μόνο 6 προς 1. Παρόμοια, το επιτυγχανόμενο άνοιγμα μεταξύ των κιόνων στα περσικά κτίρια έφτανε ως και το διπλάσιο από ό,τι στα ελληνικά κτίρια, δημιουργώντας έτσι μεγαλύτερη αίσθηση ευρυχωρίας σε σύγκριση με παρεμφερή αρχαία οικοδομήματα.
Ρυθμοί και Μέθοδοι της Αρχιτεκτονικής των Ελλήνων και των Ρωμαίων. Η «χρυσή περίοδος» της ελληνικής αρχιτεκτονικής διήρκεσε από τον έβδομο ως τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. Στην Αθήνα ανεγέρθηκαν μεγαλειώδεις ναοί και κτίρια για τους θεούς και τις θεές των Ελλήνων. Στα κτίρια αυτά περιλαμβάνεται ο Παρθενώνας, ο Ναός της Απτέρου Νίκης και το Ερέχθειο. Στην Κόρινθο, εξαίρετα αρχιτεκτονήματα ήταν ο Ναός του Απόλλωνα και η απέραντη αγορά. Ο αρχιτεκτονικός ρυθμός των κτιρίων καθορίζεται γενικότερα από τα τρία κύρια είδη των ωραίων ελληνικών κιόνων: το δωρικό, τον ιωνικό και τον κορινθιακό ρυθμό.
Οι Ρωμαίοι οφείλουν πολλά στους Έλληνες όσον αφορά τον αρχιτεκτονικό ρυθμό. Η ρωμαϊκή αρχιτεκτονική, αν και δεν είχε την εκλεπτυσμένη ομορφιά της ελληνικής, ήταν γενικά πιο λειτουργική. Οι Ρωμαίοι δανείστηκαν στοιχεία και από τους Ετρούσκους, που διακρίθηκαν για το «αληθινό» ημικυκλικό τους τόξο, το οποίο διαμόρφωναν με σφηνοειδείς πέτρες (θολίτες). Τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., τέτοια «αληθινά» ημικυκλικά τόξα χρησιμοποιήθηκαν με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο στην κατασκευή των μεγάλων υπονόμων της Ρώμης. Στους Ρωμαίους αρχιτέκτονες πρέπει να αποδοθεί και η ανάπτυξη του σταυροειδούς τόξου και του τρούλου, τα οποία χρησιμοποίησαν για να δημιουργήσουν τεράστιες ροτόντες χωρίς στύλους, καθώς και ευρύχωρες αίθουσες. Οι Έλληνες τεχνίτες είχαν κατασκευάσει μεγαλειώδη οικοδομήματα χωρίς κονίαμα ή τσιμέντο χάρη στην άφταστη επιδεξιότητα και ακρίβεια με την οποία εφάρμοζαν και συνέδεαν τους μαρμάρινους δομικούς λίθους που είχαν στη διάθεσή τους. Οι Ρωμαίοι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν ένα είδος θηραϊκής γης ανακατεμένο με ασβέστη, τη λεγόμενη πουζολάνη, ένα τσιμέντο υψηλής συνεκτικής ισχύος με υδραυλικές ιδιότητες. Μεταχειριζόμενοι την πουζολάνη ως κονίαμα, οι Ρωμαίοι μπόρεσαν να εκτείνουν το άνοιγμα των τόξων (αψίδων) τους, καθώς και να χτίσουν πολυώροφα οικοδομήματα, όπως το υπερμέγεθες τετραώροφο Κολοσσαίο, κτίσμα του πρώτου αιώνα Κ.Χ., χωρητικότητας, σύμφωνα με διάφορους υπολογισμούς, 40.000 ως 87.000 θέσεων. Από τις πλέον χρήσιμες ρωμαϊκές κατασκευές ήταν οι μεγάλοι στρατιωτικοί δρόμοι και τα έξοχα υδραγωγεία που χτίστηκαν κυρίως από τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. και έπειτα. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε πολύ αυτούς τους μεγάλους ρωμαϊκούς δρόμους και αναμφίβολα είδε το υδραγωγείο του Αυτοκράτορα Κλαύδιου κατά μήκος της Αππίας Οδού ενώ ταξίδευε προς τη Ρώμη.
Χριστιανικά Οικοδομήματα. Ακριβώς όπως το έθνος του Ισραήλ δεν φημιζόταν για τη μεγαλοπρεπή ή πομπώδη αρχιτεκτονική του, έτσι και οι πρώτοι Χριστιανοί του πνευματικού Ισραήλ έχτιζαν απέριττα οικοδομήματα. Το Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ ([Unger’s Bible Dictionary] 1965, σ. 84, 85) σχολιάζει: «Από τον 3ο κιόλας αιώνα υπήρχαν κτίρια που ανήγειραν αυτοί, αλλά δεν ήταν ούτε σημαντικά ούτε πολυδάπανα». Κατά την εποχή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου—οπότε δόθηκαν τα κίνητρα για την ανάπτυξη σχέσεων με το πολιτικό κράτος σε όσους είχαν την ανάλογη διάθεση—άρχισαν οι κατ’ όνομα Χριστιανοί να δημιουργούν κάποιον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ρυθμό, καταλήγοντας να κατασκευάσουν μερικά από τα πλέον καταστόλιστα και πομπώδη γνωστά οικοδομήματα.
Η Αρχιτεκτονική στις Προφητείες και στους Συμβολισμούς. Αρχιτεκτονικοί όροι εμφανίζονται πολλές φορές στις προφητείες και στους συμβολισμούς της Αγίας Γραφής. Οι προφητείες περί αποκατάστασης πραγματεύονται σε μεγάλο βαθμό την αποκατάσταση του λαού του Θεού και την οικοδόμηση (ή ανοικοδόμηση) των πόλεών του. (Ησ 58:12· 60:10· 61:4· Ιεζ 28:26· 36:36) Για τη Σιών προλέγεται ότι θα χτιστεί πάνω σε πέτρες τοποθετημένες με σκληρό κονίαμα, με θεμέλια από ζαφείρια, με επάλξεις από ρουμπίνια και με πύλες από πυρόχρωμες πέτρες. (Ησ 54:11, 12) Η σοφία περιγράφεται να χτίζει το σπίτι της (Παρ 9:1) και, μαζί με τη διάκριση και τη γνώση, να αποτελεί το μέσο για την οικοδόμηση του σπιτικού. (Παρ 14:1· 24:3, 4) Ο Ιωακείμ καταδικάζεται επειδή έχτισε το ανάκτορό του με αδικία, μη πληρώνοντας τους εργάτες, οι δε Χαλδαίοι καταδικάζονται επειδή έχτισαν πόλη με το αίμα και το μόχθο των κατακτημένων λαών. (Ιερ 22:13-15· Αββ 2:12, 13) Η ψευδαίσθηση ειρήνης με τον Θεό παραβάλλεται με την οικοδόμηση ενός ασπρισμένου διαχωριστικού τοίχου, πάνω στον οποίο προσκρούει η ανεμοθύελλα και το χαλάζι της οργής του Ιεχωβά, κατεδαφίζοντάς τον και ξεσκεπάζοντας τα θεμέλιά του. (Ιεζ 13:10-16) Ο ψαλμωδός διαβεβαιώνει ότι, αν ο Ιεχωβά δεν οικοδομήσει το σπίτι, οι οικοδόμοι ματαιοπονούν. (Ψλ 127:1) Πριν από τη «μεγάλη ημέρα του Ιεχωβά», εκείνοι που αψηφούν τον Θεό θα χτίσουν, αλλά δεν θα καταφέρουν να κατοικήσουν στα κτίριά τους. (Σοφ 1:12-14· παράβαλε Αμ 5:11.) Αντίθετα, οι υπηρέτες του Θεού «θα χτίσουν σπίτια και θα κατοικήσουν» και “θα χρησιμοποιούν στο πλήρες” το έργο των χεριών τους.—Ησ 65:17-23· παράβαλε Εκ 3:3.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο Ιησούς ανέφερε πόσο σημαντικό είναι να γίνεται αποτίμηση της δαπάνης πριν από την έναρξη της οικοδόμησης, όταν παρότρυνε τους ακροατές του να εκτιμήσουν επακριβώς τι περιλαμβάνεται στο να γίνουν ακόλουθοί του. (Λου 14:28-30) Η αναγκαιότητα του στερεού θεμελίου χρησιμοποιείται σε αρκετές παραβολές και μεταφορές. (Ματ 7:24-27· Λου 6:48, 49· 1Τι 6:17-19· 2Τι 2:19· Εβρ 11:10) Ο Χριστός Ιησούς μιλάει για τη θεμελίωση της εκκλησίας του πάνω σε βράχο (Ματ 16:18 [πέτρα, Κείμενο]), και ο ίδιος ο Ιησούς καταδεικνύεται ότι είναι το μόνο θεμέλιο, πέραν του οποίου «κανείς δεν μπορεί να θέσει άλλο». Μολαταύτα, αυτός είναι «η πέτρα την οποία απέρριψαν οι οικοδόμοι». (1Κο 3:11· Ματ 21:42· Πρ 4:11· Ψλ 118:22) Εφόσον ο Ιησούς είναι η θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα, όλες οι άλλες «ζωντανές πέτρες» αυτού του ναού θεμελιώνονται πάνω σε αυτόν και ευθυγραμμίζονται με αυτόν, με την κρίση ως «μετρικό σχοινί» και τη δικαιοσύνη ως «αλφάδι». (Εφ 2:20, 21· 1Πε 2:4-8· Ησ 28:16, 17) Ο Ιησούς είπε ότι ο ναός του σώματός του θα ανεγειρόταν «σε τρεις ημέρες», μολονότι η οικοδόμηση του κατά γράμμα ναού και των πέριξ κτιρίων στην Ιερουσαλήμ των ημερών του είχε διαρκέσει 46 χρόνια και οι εργασίες δεν είχαν ολοκληρωθεί ακόμη. (Ιωα 2:18-22) Ο Παύλος, «ως σοφός προϊστάμενος ενός έργου», συνέστησε να χρησιμοποιούνται υψηλής ποιότητας, πυρίμαχα υλικά κατά την οικοδόμηση πάνω στον Χριστό ως το θεμέλιο. (1Κο 3:10-17) Η αγάπη περιγράφεται ως κύριο στοιχείο οικοδόμησης. (1Κο 8:1· παράβαλε Ψλ 89:2.) Στο όραμα του Ιωάννη για τη Νέα Ιερουσαλήμ, αυτή εμφανίζεται ως ακτινοβόλα πόλη φτιαγμένη από πολύτιμες πέτρες, της οποίας τα τείχη εδράζονται σε θεμέλιες πέτρες όπου ήταν χαραγμένα τα ονόματα «των δώδεκα αποστόλων του Αρνιού». (Απ 21:9-27) Ο ίδιος ο Θεός χαρακτηρίζεται ως ο Μέγας Κατασκευαστής των πάντων, ο οποίος, ως εκ τούτου, δεν διαμένει σε ανθρωποποίητα οικοδομήματα.—Εβρ 3:4· Πρ 7:48-50· 17:24, 25· Ησ 66:1.
-
-
ΑρχίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΙΤΗΣ
(Αρχίτης).
Παρότι η λέξη αυτή θα μπορούσε να προσδιορίζει κάποιον που ανήκε σε μια χαναανιτική φυλή αγνώστων λοιπών στοιχείων, φαίνεται πιθανότερο να αναφέρεται σε μια γνωστή οικογένεια ή πατριά από την περιοχή της Αταρώθ, ΝΔ της Βαιθήλ. (Ιη 16:2) Μια πόλη που ονομάζεται Έιν Άρικ Δ της Βαιθήλ θεωρείται από μερικούς πηγή προέλευσης του ονόματος Αρχίτης ή κατάλοιπο αυτού του ονόματος. Ο Χουσαΐ, ο πιστός σύμβουλος του Δαβίδ, ήταν Αρχίτης.—1Χρ 27:33· βλέπε ΧΟΥΣΑΪ.
-
-
ΆρχονταςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΟΝΤΑΣ
Άτομο που ασκεί εξουσία ή έλεγχο· κυρίαρχος. Το εβραϊκό ρήμα μασάλ σημαίνει «κυβερνώ, εξουσιάζω». Η εβραϊκή λέξη σαρ, δηλαδή «άρχοντας», «αρχηγός», προέρχεται από ένα ρήμα με την ίδια σημασία. (Κρ 9:22, υποσ.) Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται η λέξη ἄρχων.—Βλέπε ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.
Ο υπέρτατος Άρχοντας είναι ο Ιεχωβά Θεός, ο οποίος ασκεί απόλυτη κυριαρχική εξουσία σε όλο το σύμπαν, ορατό και αόρατο, εφόσον είναι ο Δημιουργός και ο Ζωοδότης.—Δα 4:17, 25, 35· 1Τι 1:17.
Οι βασιλιάδες της γραμμής του Δαβίδ που κατείχαν το θρόνο του Ισραήλ κυβερνούσαν ως εκπρόσωποι του Ιεχωβά, του πραγματικού, αόρατου Βασιλιά τους. Λεγόταν, λοιπόν, για αυτούς ότι ήταν οι χρισμένοι του Θεού, οι οποίοι κάθονταν στο «θρόνο του Ιεχωβά». (1Χρ 29:23) Όταν εμφανίστηκε ο Ιησούς Χριστός, ο “Γιος του Δαβίδ” (Ματ 21:9· Λου 20:41), δεν χρίστηκε με λάδι, αλλά με άγιο πνεύμα προκειμένου να κυβερνάει από ουράνιο θρόνο. (Πρ 2:34-36) Υπό τον Ιεχωβά, ο Ιησούς και οι συγκληρονόμοι του στη Βασιλεία αποτελούν την κυβέρνηση του σύμπαντος.—Απ 14:1, 4· 20:4, 6· 22:5.
Ο Σατανάς ο Διάβολος και οι δαίμονές του είναι και αυτοί άρχοντες. Ο Σατανάς αποκαλείται «ο άρχοντας αυτού του κόσμου» και “ο άρχοντας της εξουσίας του αέρα”. (Ιωα 12:31· 14:30· Εφ 2:2) Το γεγονός ότι έχει υπό την εξουσία του όλες τις κυβερνήσεις αυτού του κόσμου φαίνεται από το ότι τις πρόσφερε στον Ιησού Χριστό με αντάλλαγμα μια πράξη λατρείας. (Ματ 4:8, 9) Ο Σατανάς δίνει σε αυτές τις κυβερνήσεις την εξουσία τους. (Απ 13:2) Μέσα στην οργάνωσή του, και οι δαίμονες ασκούν κυβερνητική εξουσία. Αναφέρονται ως “οι κοσμοκράτορες αυτού του σκοταδιού” οι οποίοι έχουν ασκήσει εξουσία επί των παγκόσμιων δυνάμεων στο διάβα της ιστορίας, όπως έκαναν, λόγου χάρη, οι αόρατοι “άρχοντες” της Περσίας και της Ελλάδας. (Εφ 6:12· Δα 10:13, 20) Ο δικός τους άρχοντας είναι, βέβαια, ο ίδιος ο Διάβολος.—Ματ 12:24.
Όσο για την εβραϊκή λέξη σαρ, αυτή χρησιμοποιείται για τους επικεφαλής των φυλών του Ισραήλ, οι οποίοι αποκαλούνται «άρχοντες». (1Χρ 27:22) Εκείνοι που κατείχαν υψηλά αξιώματα υπό τον Φαραώ της Αιγύπτου και τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας έφεραν αυτόν τον τίτλο. (Γε 12:15· Ιερ 38:17, 18, 22· Εσθ 3:12) Ένας στρατιωτικός αρχηγός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαρ. (Νε 2:9) Ο Ιεχωβά αποκαλείται “ο Άρχοντας του στρατεύματος” και “ο Άρχοντας των αρχόντων” στα εδάφια Δανιήλ 8:11, 25. Ο Μιχαήλ ο αρχάγγελος είναι «ο μεγάλος άρχοντας που στέκεται υπέρ των γιων του λαού» του Δανιήλ.—Δα 12:1.
Ο 45ος Ψαλμός, τα εδάφια 6 και 7 του οποίου εφαρμόζει ο απόστολος Παύλος στον Χριστό Ιησού (Εβρ 1:8, 9), περιέχει τη δήλωση: «Αντί των προπατόρων σου θα είναι οι γιοι σου, τους οποίους θα διορίσεις άρχοντες σε όλη τη γη». (Ψλ 45:16) Σχετικά με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, οι οποίοι υπήρξαν προγονικοί κρίκοι στη γενεαλογική γραμμή του Χριστού, είναι γραμμένο: «Έχοντας πίστη πέθαναν όλοι αυτοί, αν και δεν έλαβαν την εκπλήρωση των υποσχέσεων, αλλά τις είδαν από μακριά και τις καλοδέχτηκαν». (Εβρ 11:8-10, 13) Η διακυβέρνηση του Χριστού περιλαμβάνει, όχι μόνο υφισταμένους του βασιλιάδες και ιερείς στον ουρανό (Απ 20:6), αλλά επίσης “αρχοντικούς” εκπροσώπους στη γη που εκτελούν τις οδηγίες του βασιλιά. (Παράβαλε Εβρ 2:5, 8.) Τα εδάφια Ησαΐας 32:1, 2 αποτελούν ξεκάθαρα μέρος μιας Μεσσιανικής προφητείας και περιγράφουν τα οφέλη που θα απορρέουν από τέτοιους «άρχοντες» υπό τη διακυβέρνηση της Βασιλείας.
Στις ημέρες της επίγειας διακονίας του Ιησού, η Παλαιστίνη βρισκόταν υπό τη διπλή διακυβέρνηση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και των Ιουδαίων αρχόντων—το κύριο σώμα αυτών των αρχόντων ήταν το Μεγάλο Σάνχεδριν, ένα συμβούλιο αποτελούμενο από 70 πρεσβυτέρους, στο οποίο η ρωμαϊκή κυβέρνηση είχε παραχωρήσει περιορισμένη εξουσία επί των Ιουδαϊκών υποθέσεων. Τα εδάφια Ιωάννης 7:26, 48 αναφέρονται στους Ιουδαίους άρχοντες, ένας από τους οποίους ήταν ο Νικόδημος. (Ιωα 3:1) Ο αρχισυνάγωγος αποκαλούνταν ἄρχων. (Παράβαλε Ματ 9:18 και Μαρ 5:22.) Ο Νόμος απαιτούσε την εκδήλωση σεβασμού προς τους άρχοντες. (Πρ 23:5) Ωστόσο, οι Ιουδαίοι άρχοντες είχαν διαφθαρεί και αναφέρονται ως οι κύριοι υπεύθυνοι για το θάνατο του Ιησού Χριστού.—Λου 23:13, 35· 24:20· Πρ 3:17· 13:27, 28.
Η λέξη ἄρχων του ελληνικού κειμένου εφαρμόζεται, επίσης, σε διοικητές πόλεων και σε κυβερνητικούς αξιωματούχους γενικά.—Πρ 16:19, 20· Ρω 13:3.
Οι άρχοντες μπορούν να φέρουν στους υπηκόους τους ευημερία και ευτυχία ή φτώχεια και δεινά. (Παρ 28:15· 29:2) Ο Δαβίδ παραθέτει τα λόγια του Ιεχωβά Θεού: «Όταν εκείνος που κυβερνάει τους ανθρώπους είναι δίκαιος, κυβερνώντας με φόβο Θεού, αυτό είναι σαν το φως του πρωινού, όταν προβάλλει ο ήλιος, ενός πρωινού ασυννέφιαστου». (2Σα 23:3, 4) Τέτοιος άρχοντας είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Άρχοντας Ειρήνης.—Ησ 9:6, 7· βλέπε ΑΡΧΗΓΟΣ· ΕΥΓΕΝΗΣ, ΗΓΕΤΗΣ· ΚΕΦΑΛΙ, ΚΕΦΑΛΗ (Αρχηγική Θέση).
-
-
Άρχοντες της ΠόληςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Αστικοί διοικητές (πολιτάρχαι, Κείμενο) ενώπιον των οποίων σύρθηκαν ο Ιάσων και άλλοι Χριστιανοί από έναν οργισμένο όχλο στη Θεσσαλονίκη. (Πρ 17:5-8) Αναφορικά με τη χρήση αυτής της λέξης του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, ο Τζ. Έρνεστ Ράιτ λέει: «Μια επιγραφή σε αυτή την πύλη [την Πύλη του Βαρδαρίου από τη Θεσσαλονίκη], η οποία εκτίθεται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο, αναφέρει μερικούς αξιωματούχους της πόλης οι οποίοι αποκαλούνταν “πολιτάρχες”. Αρκετές άλλες επιγραφές περιέχουν την ίδια λέξη. Στο εδάφιο Πράξεις 17:6 αυτή η λέξη χρησιμοποιείται επίσης ως επωνυμία των αξιωματούχων ενώπιον των οποίων σύρθηκαν οι Χριστιανοί κατά τη διάρκεια της οχλαγωγίας που προκλήθηκε από το κήρυγμα του Παύλου. Κατά τα άλλα, η λέξη είναι άγνωστη στα σωζόμενα ελληνικά συγγράμματα, και τα αρχαιολογικά στοιχεία επιβεβαιώνουν την ακρίβεια της αφήγησης του Λουκά σε αυτό το σημείο».—Βιβλική Αρχαιολογία (Biblical Archaeology), 1962, σ. 260· βλέπε ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ (Αρχαιολογία και Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές).
-
-
Άρχοντες του ΆξοναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΞΟΝΑ
Η εβραϊκή λέξη σερανίμ φαίνεται ότι είναι δάνειο από τη γλώσσα των Φιλισταίων. (Ιη 13:3) Έχει τα ίδια σύμφωνα με την εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «άξονες» στο εδάφιο 1 Βασιλέων 7:30. Πρόκειται για τον τίτλο των πέντε αρχόντων που κυβερνούσαν τις φιλισταϊκές πόλεις Γάζα, Ασκαλών, Άζωτο, Ακκαρών και Γαθ, προφανώς επειδή αυτές αποτελούσαν συνασπισμό ή συμμαχία. Σύμφωνα με το εδάφιο Αμώς 9:7, οι Φιλισταίοι ήρθαν στην ακτή της Χαναάν από την Κρήτη, η οποία βρίσκεται στο άκρο του Αιγαίου Πελάγους, γι’ αυτό και κάποιοι πιστεύουν ότι η εν λόγω λέξη είναι αιγαιακή.
Οι άρχοντες του άξονα ασκούσαν την εξουσία τους στη Φιλιστία ως κυβερνήτες των μεμονωμένων πόλεων-κρατών αλλά και ως συμβούλιο απαρτιζόμενο από ισότιμα μέλη, όταν επρόκειτο για ζητήματα κοινού συμφέροντος. Ο Αγχούς αποκαλείται βασιλιάς της Γαθ. (1Σα 21:10· 27:2) Προφανώς δεν ήταν βασιλιάς με τη συνήθη έννοια, αλλά άρχοντας. Συνεπώς, σε αυτούς τους κυβερνήτες εφαρμόζεται ενίοτε ο εβραϊκός τίτλος σαρ ο οποίος χρησιμοποιούνταν για τους άρχοντες.—1Σα 18:30· 29:2-4.
Αυτούς τους αξιωματούχους τούς βρίσκουμε να συνεργάζονται συχνά για διάφορες υποθέσεις. Συγκεντρώθηκαν όλοι μαζί και συμβουλεύτηκαν τους ιερείς και τους μάντεις τους σχετικά με το τι έπρεπε να κάνουν με την κιβωτό της διαθήκης την οποία είχαν πιάσει, όταν η παρουσία της προκάλεσε σφοδρή πληγή αιμορροΐδων, μάλιστα και στους ίδιους τους άρχοντες του άξονα. (1Σα 5:9–6:4) Συνεργάζονταν όταν οι στρατοί τους ανέβαιναν εναντίον του Ισραήλ. (1Σα 7:7) Στην περίπτωση του Σαμψών, τους βλέπουμε να προσπαθούν από κοινού να υπερισχύσουν εναντίον του. (Κρ 16:5) Συνάχθηκαν όλοι στον οίκο του θεού Δαγών στη Γάζα για να γιορτάσουν τη σύλληψη του Σαμψών, οπότε οι πέντε άρχοντες του άξονα που ήταν στην εξουσία εκείνη την περίοδο σκοτώθηκαν.—Κρ 16:21-30.
Ωστόσο, οι ανεξάρτητες πόλεις-κράτη τις οποίες εξουσίαζαν δεν ενώθηκαν ποτέ για να συγκροτήσουν ένα βασίλειο υπό έναν και μόνο κυβερνήτη. Αντίθετα, οι πέντε κύριες πόλεις με τις εξαρτώμενες κωμοπόλεις τους λειτουργούσαν κατά κάποιον τρόπο ως συνομοσπονδία, ως άξονας. Όταν έπαιρναν αποφάσεις που τους επηρέαζαν όλους, οι άρχοντες του άξονα εφάρμοζαν αυτό με το οποίο συμφωνούσε η πλειοψηφία. Κάτι τέτοιο φαίνεται από την απόφαση που πήραν να αποβάλουν τον Δαβίδ και τους άντρες του από το στρατό των Φιλισταίων, μολονότι ο Αγχούς, ο άρχοντας της Γαθ κοντά στον οποίο είχε κατοικήσει ο Δαβίδ ως φυγάς, κυνηγημένος από τον Βασιλιά Σαούλ, ήταν υπέρ του να γίνει δεκτή η δύναμη του Δαβίδ ώστε να πολεμήσει στο πλευρό τους εναντίον του Σαούλ.—1Σα 29:2, 6, 7, 9.
Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του Ισραήλ, ειδικά μέχρι να τους καθυποτάξει ο Δαβίδ, ήταν άσπονδοι εχθροί του λαού του Ιεχωβά και συμμάχησαν πολλές φορές με άλλα έθνη εναντίον του Ισραήλ, επιβάλλοντας συχνά στους Ισραηλίτες την καταπιεστική τους κυριαρχία. Ο Δαβίδ κατέστειλε τη δύναμή τους έτσι ώστε δεν αποτελούσαν πλέον σημαντική απειλή. Μετά την εποχή του Δαβίδ, δεν εμφανίζεται πια ο τίτλος «άρχοντες του άξονα», αλλά οι κυβερνήτες τους φέρουν τον τίτλο του “βασιλιά”.—Ιερ 25:20· Ζαχ 9:5· βλέπε ΦΙΛΙΣΤΙΑ, ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ.
-
-
ΑρώδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΔ
(Αρώδ) [Τρόμος].
Πηγάδι (ή πηγή, δεδομένου ότι αυτή είναι η συνήθης έννοια της εβραϊκής λέξης, αν και οι εβραϊκές λέξεις που αποδίδονται «πηγάδι» και «πηγή» μερικές φορές χρησιμοποιούνται εναλλακτικά· παράβαλε Γε 16:7, 14· 24:11, 13), κοντά στο οποίο στρατοπέδευσε ο ισραηλιτικός στρατός υπό την ηγεσία του Γεδεών, και όπου αργότερα τέθηκε σε δοκιμή το συρρικνωμένο στρατιωτικό σώμα των 10.000 αντρών. Ακολούθως επιλέχθηκαν 300 άντρες για να κατατροπώσουν τους Μαδιανίτες. Το γεγονός ότι νωρίτερα είχαν αποχωρήσει 22.000 Ισραηλίτες επειδή “φοβούνταν και έτρεμαν” ίσως στάθηκε η αιτία να ονομαστεί έτσι το πηγάδι.—Κρ 7:1-7.
Το πηγάδι Αρώδ ταυτίζεται κατά παράδοση με την Έιν Τζαλούντ (Μαγιάν Χαρόντ), μια πηγή που αναβλύζει στο βορειοδυτικό κλάδο του Όρους Γελβουέ. Αναφορικά με την Έιν Τζαλούντ, ο διακεκριμένος λόγιος Τζ. Ά. Σμιθ επισήμανε: «Στο σημείο που αναβλύζει, το πλάτος αυτής της πηγής είναι περίπου 15 πόδια [μικρότερο από 5 μ.] και το βάθος της περίπου δύο πόδια [0,6 μ.], καθώς ξεπηδάει από τους πρόποδες του Γελβουέ, από το οποίο και πηγάζει κατά κύριο λόγο, αλλά επειδή τροφοδοτείται και από τις άλλες δύο πηγές [Έιν ελ-Μέιγιτε και Έιν Τουμπαούν], έχει τόσο ισχυρή ροή ώστε μπορεί να κινήσει έξι με εφτά μύλους. Η βαθιά κοίτη και οι μαλακές όχθες αυτού του ρεύματος δημιουργούν ένα φοβερό χαντάκι μπροστά από εκείνο το σημείο στο Γελβουέ, επιτρέποντας στους υπερασπιστές του βουνού να κρατούν υπό τον έλεγχό τους την πηγή ενώ έχουν αντίκρυ τους τον εχθρό στην πεδιάδα, η δε πηγή τούς είναι άκρως απαραίτητη, γιατί ούτε αριστερά ούτε δεξιά ούτε πίσω υπάρχει άλλο απόθεμα τρεχούμενου νερού. . . . Το ρεύμα, το οποίο επιτρέπει σε αυτούς που ελέγχουν το λόφο να έχουν στην κατοχή τους και το πηγάδι απέναντι από τον εχθρό που βρίσκεται κάτω στην πεδιάδα, δεν τους αφήνει περιθώρια να είναι απρόσεκτοι όταν χρησιμοποιούν το νερό, διότι πίνουν έχοντας τον εχθρό αντίκρυ τους, ενώ τα καλάμια και οι θάμνοι κατά μήκος της κοίτης προσφέρουν κάλυψη σε τυχόν ενέδρες του εχθρού».—Η Ιστορική Γεωγραφία των Αγίων Τόπων (The Historical Geography of the Holy Land), Λονδίνο, 1968, σ. 258.
-
-
ΑρωδίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΔΙΤΗΣ
(Αρωδίτης) [Του (Από το) Αρώδ].
Κάτοικος του Αρώδ ή κάποιος ο οποίος ζούσε κοντά σε μια περιοχή ονομαζόμενη Αρώδ. Ο προσδιορισμός αυτός χρησιμοποιείται για τον Σαμμάχ και τον Ελικά, δύο από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. (2Σα 23:8, 25) Αν ο «Σαμμάχ» ταυτίζεται με τον «Σαμμώθ», τότε ο προσδιορισμός «Αρωρίτης» στο εδάφιο 1 Χρονικών 11:27 πιθανόν να αποτελεί λανθασμένη αντιγραφή του «Αρωδίτης», μια αλλαγή που ενδεχομένως οφείλεται στην ομοιότητα των εβραϊκών γραμμάτων που αντιστοιχούν στο «ρ» (ר) και στο «δ» (ד).
-
-
ΆρωμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΜΑ
Βλέπε ΜΥΡΟ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΑ.
-
-
Αρωματικό ΚαλάμιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΜΑΤΙΚΟ ΚΑΛΑΜΙ
-
-
Αρωματικό ΞύλοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΜΑΤΙΚΟ ΞΥΛΟ
Ανάμεσα στα είδη πολυτελείας που έφερναν οι έμποροι στη συμβολική “Βαβυλώνα τη Μεγάλη” υπήρχαν αντικείμενα από «αρωματικό ξύλο», ή αλλιώς από ξύλον θύινον. (Απ 17:5· 18:11, 12, Κείμενο) Αυτό το ξύλο, που πιθανώς προερχόταν από τη βόρεια Αφρική, ήταν περιζήτητο από τους αρχαίους Ρωμαίους για την κατασκευή πανάκριβων επίπλων. Η πιο ακριβή ποιότητα προερχόταν από το χαμηλότερο μέρος του κορμού, επειδή σε εκείνο το σημείο τα νερά του ξύλου παρουσίαζαν μεγάλη ποικιλία και τα κομμάτια που μπορούσαν να κοπούν από το σημείο αυτό ήταν πλατιά. Το ξύλο ήταν αρωματικό, σκληρό και επιδεχόταν έντονη στίλβωση, ενώ επειδή είχε κυματοειδή ή σπειροειδή νερά, μερικά από τα τραπέζια που φτιάχνονταν από αυτό ονομάζονταν «τιγροειδή τραπέζια» ή «πανθηροειδή τραπέζια». Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν αυτό το βαλσαμοφόρο ξύλο στη λατρεία που απέδιδαν στους ναούς τους. Η ονομασία του είναι παράγωγο του ρήματος θύω («προσφέρω ολοκαύτωμα, θυσία»).
Το δέντρο από το οποίο προερχόταν αυτό το αρωματικό ξύλο θεωρείται ότι είναι η καλλιτρίς η αρθρωτή (Tetraclinis articulata), ένα κωνοφόρο δέντρο της βόρειας Αφρικής, το οποίο ανήκει στην οικογένεια Κυπαρισσίδες και φτάνει σε ύψος τα 4,5 ως 7,5 μ. Το ξύλο του έχει έντονη καστανοκόκκινη απόχρωση και ωραία νερά.
-
-
ΑρωρίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΡΙΤΗΣ
(Αρωρίτης).
Προσδιορισμός που υποδηλώνει τον τόπο καταγωγής του Σαμμώθ, ενός από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 27) Η επωνυμία «Αρωρίτης» ενδέχεται να είναι λανθασμένη γραφή του «Αρωδίτης».—2Σα 23:25· βλέπε ΑΡΩΔΙΤΗΣ.
-
-
ΑρωσέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΡΩΣΕΘ
(Αρωσέθ).
Τοποθεσία της οποίας το πλήρες όνομα ήταν «Αρωσέθ των εθνών» και η οποία υπήρξε έδρα του στρατηγείου του Σισάρα, αρχηγού του στρατεύματος του Χαναναίου βασιλιά Ιαβίν ο οποίος κυβερνούσε στην Ασώρ. (Κρ 4:2, 13) Ο Κριτής Βαράκ πέτυχε νίκη σε βάρος των εχθρικών αυτών δυνάμεων καταδιώκοντάς τες μέχρι το εν λόγω σημείο. (Κρ 4:16) Το όνομα Αρωσέθ (το οποίο σημαίνει «Δασότοπος· Πυκνά Κλαδιά») φαίνεται να διασώζεται στην ονομασία του ελ-Χαριθίγιε, μιας τοποθεσίας κοντά στη δυτική έξοδο της Κοιλάδας της Ιεζραέλ, περίπου 16 χλμ. ΒΒΔ της Μεγιδδώ. Ωστόσο, η συνήθης άποψη των μελετητών είναι ότι η πραγματική αρχαία τοποθεσία βρισκόταν στο κοντινό Τελλ Αμρ (Τελ Μεαμέρ).
-
-
Ας, ΑστερισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ
Το γεγονός ότι οι εβραϊκές λέξεις ‛Ας και ‛Άγις, καθώς και άλλοι όροι, χρησιμοποιούνται σε συσχετισμό με τον ήλιο, τα άστρα και τον ουρανό και στις δύο περιπτώσεις όπου εμφανίζονται υποδηλώνει ότι αναφέρονται σε κάποιον ουράνιο αστερισμό. (Βλέπε Ιωβ 9:7-9· 38:32, 33.) Προς το παρόν είναι αδύνατον να προσδιοριστεί σε ποιον αστερισμό αναφέρονται, και επομένως είναι ασφαλέστερο να μεταγράφεται η ονομασία (όπως στο συγκεκριμένο λήμμα) παρά να μεταφράζονται οι εβραϊκές λέξεις με συγκεκριμένες ονομασίες, όπως «Αρκτούρος» (που σημαίνει κατά κυριολεξία «Φύλακας της Άρκτου») (KJ, ΒΑΜ) ή «Άρκτος» (RS, ΛΧ).
Το ότι το εδάφιο Ιώβ 38:32 αναφέρεται στον Ας «μαζί με τους γιους του» ενισχύει την πεποίθηση ότι πρόκειται για κάποιον αστερισμό. Συνήθως υποδεικνύεται ο αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου, ο οποίος αποτελείται από εφτά κύρια άστρα που θα μπορούσαν να είναι “οι γιοι του”. Το σημαντικό σημείο στο εδάφιο δεν είναι ο ακριβής προσδιορισμός του αστερισμού, αλλά το ερώτημα που εγείρεται εκεί: «Μπορείς να τον οδηγήσεις;» Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Ιεχωβά Θεός εντυπώνει στον Ιώβ τη σοφία και τη δύναμη του Δημιουργού, εφόσον είναι απολύτως αδύνατον για τον άνθρωπο να κατευθύνει τις κινήσεις αυτών των τεράστιων αστρικών σωμάτων.
-
-
ΑσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑ
(Ασά).
1. Ο τρίτος βασιλιάς του Ιούδα μετά τη διαίρεση του έθνους σε δύο βασίλεια. Ο Ασά ήταν γιος του Αβιάμ (Αβιά) και εγγονός του Ροβοάμ. Βασίλεψε 41 χρόνια (977-937 Π.Κ.Χ.).—1Βα 15:8-10.
Ο Ζήλος του Ασά για την Αγνή Λατρεία. Ο Ιούδας και ο Βενιαμίν είχαν βυθιστεί στην αποστασία κατά τη διάρκεια των 20 ετών που ακολούθησαν μετά τη διαίρεση του έθνους σε δύο βασίλεια. «Όπως ο Δαβίδ ο προπάτοράς του», έτσι και ο Ασά εκδήλωσε ζήλο για την αγνή λατρεία και άρχισε με θάρρος να καθαρίζει τη χώρα από τους ιερόδουλους των ναών και τα είδωλα. Απομάκρυνε τη γιαγιά του τη Μααχά από τη θέση που κατείχε, θέση ανάλογη με αυτήν της “πρώτης κυρίας” της χώρας, επειδή είχε φτιάξει «ένα φρικτό είδωλο» για τον ιερό στύλο, ή αλλιώς για την Ασεράχ, και έκαψε το θρησκευτικό αυτό είδωλο.—1Βα 15:11-13.
Τα εδάφια 2 Χρονικών 14:2-5 αναφέρουν ότι ο Ασά «αφαίρεσε . . . τα θυσιαστήρια των αλλοεθνών και τους υψηλούς τόπους και έσπασε τις ιερές στήλες και έκοψε τους ιερούς στύλους». Ωστόσο, τα εδάφια 1 Βασιλέων 15:14 και 2 Χρονικών 15:17 δείχνουν ότι «τους υψηλούς τόπους δεν τους αφαίρεσε». Οι υψηλοί τόποι, λοιπόν, για τους οποίους γίνεται λόγος στην πρώτη από τις δύο αυτές περικοπές του Δεύτερου Χρονικών μπορεί να αναφέρονται σε τόπους όπου ασκούνταν η ξενόφερτη παγανιστική λατρεία που μόλυνε τον Ιούδα, ενώ η περικοπή από το Πρώτο Βασιλέων μπορεί να αναφέρεται σε υψηλούς τόπους όπου ο λαός λάτρευε τον Ιεχωβά. Ακόμη και μετά την εγκατάσταση της σκηνής της μαρτυρίας σε σταθερό τόπο και τη μεταγενέστερη έναρξη της λειτουργίας του ναού, περιστασιακά γίνονταν θυσίες προς τον Ιεχωβά σε υψηλούς τόπους, κάτι το οποίο Εκείνος αποδεχόταν υπό ειδικές περιστάσεις, όπως συνέβη με τον Σαμουήλ, τον Δαβίδ και τον Ηλία. (1Σα 9:11-19· 1Χρ 21:26-30· 1Βα 18:30-39) Παρ’ όλα αυτά, ο κανονικός, εγκεκριμένος τόπος για θυσίες ήταν αυτός που είχε ορίσει ο Ιεχωβά. (Αρ 33:52· Δευ 12:2-14· Ιη 22:29) Διάφορες ακατάλληλες μορφές λατρείας σε υψηλούς τόπους μπορεί να συνέχισαν να υφίστανται παρά την αφαίρεση των ειδωλολατρικών υψηλών τόπων, ίσως επειδή ο βασιλιάς δεν επιδόθηκε στην εξάλειψή τους με το ίδιο σθένος το οποίο επέδειξε στην αφαίρεση των ειδωλολατρικών τόπων. Ή μπορεί ο Ασά να πραγματοποίησε την πλήρη αφαίρεση όλων των υψηλών τόπων, αλλά με τον καιρό να επανεμφανίστηκαν τέτοιοι τόποι οι οποίοι δεν αφαιρέθηκαν μέχρι το τέλος της βασιλείας του, γεγονός που επέτρεψε στο διάδοχό του τον Ιωσαφάτ να τους κατασυντρίψει.
Ο ζήλος που επέδειξε ο Ασά για την ορθή λατρεία έφερε ευλογίες ειρήνης από τον Ιεχωβά στη διάρκεια των πρώτων δέκα ετών της βασιλείας του. (2Χρ 14:1, 6) Αργότερα ο Ιούδας υπέστη επίθεση από μια δύναμη ενός εκατομμυρίου πολεμιστών υπό τον Ζερά τον Αιθίοπα. Μολονότι μειονεκτούσε πάρα πολύ αριθμητικά, ο Ασά βγήκε να αντικρούσει την εισβολή στη Μαρησάχ, περίπου 38 χλμ. ΔΝΔ της Ιερουσαλήμ, στα πεδινά του Ιούδα. Στην ένθερμη προσευχή που έκανε πριν αρχίσει η μάχη, αναγνώρισε ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να απελευθερώνει και ικέτευσε τον Ιεχωβά για βοήθεια, λέγοντας: «Σε εσένα στηριζόμαστε και στο όνομά σου έχουμε βγει εναντίον αυτού του πλήθους. Ιεχωβά, εσύ είσαι ο Θεός μας. Ας μην υπερισχύσει θνητός άνθρωπος εναντίον σου». Το αποτέλεσμα ήταν ολοκληρωτική νίκη.—2Χρ 14:8-15.
Κατόπιν συναντάει τον Ασά ο προφήτης Αζαρίας ο οποίος του υπενθυμίζει τα εξής: «Ο Ιεχωβά θα είναι μαζί σας όσο εσείς θα είστε μαζί του», και «αν τον εγκαταλείψετε, θα σας εγκαταλείψει». Επαναφέρει στη μνήμη τις καταστροφικές διαμάχες που αντιμετώπισε το έθνος όταν ήταν αποξενωμένο από τον Ιεχωβά και προτρέπει τον Ασά να συνεχίσει θαρραλέα τη δράση του υπέρ της αγνής λατρείας. (2Χρ 15:1-7) Ο Ασά ανταποκρίνεται αμέσως και ενισχύει το έθνος σε σχέση με την απόδοση αληθινής υπηρεσίας στον Ιεχωβά, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν πολλά άτομα το βόρειο βασίλειο και να συμμετάσχουν σε μια μεγάλη σύναξη στην Ιερουσαλήμ, το 15ο έτος της διακυβέρνησης του Ασά (963 Π.Κ.Χ.). Σε αυτή τη σύναξη συνάπτεται διαθήκη όπου δηλώνεται η σταθερή απόφαση του λαού να αναζητάει τον Ιεχωβά και ορίζεται θανατική ποινή για όσους δεν τηρήσουν αυτή τη διαθήκη.—2Χρ 15:8-15.
Μηχανορραφίες και Εχθροπραξίες Εναντίον του Βαασά. Ο Βασιλιάς Βαασά του Ισραήλ άρχισε να οχυρώνει τη μεθόρια πόλη Ραμά, η οποία βρισκόταν πάνω στην κύρια οδό που οδηγούσε στην Ιερουσαλήμ και σε απόσταση λίγων μόνο χιλιομέτρων Β αυτής της πόλης, για να κλείσει το δρόμο σε όποιους είχαν την πρόθεση να επιστρέψουν στον Ιούδα. Ο Ασά, είτε επειδή βασίστηκε σε κάποιον ανθρώπινο τρόπο σκέψης είτε επειδή ακολούθησε κακές συμβουλές, αυτή τη φορά δεν στηρίχτηκε αποκλειστικά στον Ιεχωβά και κατέφυγε στη διπλωματία και σε συνωμοτικούς ελιγμούς για να απομακρύνει την απειλή. Πήρε τους θησαυρούς του ναού και της βασιλικής κατοικίας και τους έστειλε στον Βασιλιά Βεν-αδάδ Α΄ της Συρίας δωροδοκώντας τον για να επιτεθεί στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ και έτσι να αποσπάσει την προσοχή του Βαασά. Ο Βεν-αδάδ Α΄ συμφώνησε, και η επιδρομή του σε ισραηλιτικές πόλεις στο Β διέκοψε το οικοδομικό έργο του Βαασά και ανάγκασε τις δυνάμεις του να αποσυρθούν από τη Ραμά. Τότε ο Ασά επιστράτευσε όλους τους άντρες που είχε στη διάθεσή του, από ολόκληρο το βασίλειο του Ιούδα, και μετέφερε όλα τα οικοδομικά υλικά του Βαασά, χρησιμοποιώντας τα για να οχυρώσει τις πόλεις Γααβά και Μισπά.—1Βα 15:16-22· 2Χρ 16:1-6.
Για αυτή του την ενέργεια, ο Ασά βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Ανανί τον βλέποντα, ο οποίος επισήμανε την ασυνεπή πορεία του Ασά, δεδομένου ότι δεν στηρίχτηκε στον Θεό που τον είχε ελευθερώσει από την τεράστια δύναμη των Αιθιόπων, και του υπενθύμισε ότι «τα μάτια του Ιεχωβά περιτρέχουν όλη τη γη για να δείξει την ισχύ του υπέρ εκείνων που έχουν την καρδιά πλήρη προς αυτόν». Εξαιτίας της ανοησίας του, ο Ασά θα αντιμετώπιζε στο εξής συνεχείς πολέμους. Δυσφορώντας με τη διόρθωση που του δόθηκε, ο Ασά φυλάκισε άδικα τον Ανανί, ενώ φέρθηκε καταπιεστικά και σε κάποιους άλλους από το λαό.—2Χρ 16:7-11.
Η δήλωση του εδαφίου 2 Χρονικών 16:1 ότι ο Βαασά ανέβηκε εναντίον του Ιούδα «το τριακοστό έκτο έτος της βασιλείας του Ασά» έχει δημιουργήσει ορισμένα ερωτηματικά, εφόσον η διακυβέρνηση του Βαασά, η οποία άρχισε το τρίτο έτος του Ασά και διήρκεσε μόνο 24 χρόνια, είχε τερματιστεί περίπου 10 χρόνια πριν από το 36ο έτος της διακυβέρνησης του Ασά. (1Βα 15:33) Μολονότι ορισμένοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για λανθασμένη αντιγραφή και πιστεύουν ότι εννοείται το 16ο ή το 26ο έτος της βασιλείας του Ασά, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει το ενδεχόμενο ενός τέτοιου λάθους για να εναρμονιστούν οι αφηγήσεις. Οι Εβραίοι σχολιαστές παραθέτουν από το Σέντερ Ολάμ, το οποίο υποδεικνύει ότι το 36ο έτος υπολογιζόταν από την έναρξη του ξεχωριστού βασιλείου του Ιούδα (997 Π.Κ.Χ.) και αντιστοιχούσε στο 16ο έτος του Ασά (ο Ροβοάμ κυβέρνησε 17 χρόνια, ο Αβιά 3 χρόνια και ο Ασά διένυε τώρα το 16ο έτος του). (Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο [Soncino Books of the Bible], Λονδίνο, 1952, υποσ. στο εδ. 2Χρ 16:1) Αυτή ήταν και η άποψη του Αρχιεπισκόπου Άσερ. Άρα λοιπόν, και η φαινομενική διαφορά ανάμεσα στη δήλωση του εδαφίου 2 Χρονικών 15:19, σύμφωνα με το οποίο «δεν έγινε πόλεμος μέχρι το τριακοστό πέμπτο [στην ουσία, το δέκατο πέμπτο] έτος της βασιλείας του Ασά», και στη δήλωση του εδαφίου 1 Βασιλέων 15:16, σύμφωνα με το οποίο «υπήρχε πόλεμος μεταξύ του Ασά και του Βαασά, του βασιλιά του Ισραήλ, όλες τις ημέρες τους», μπορεί να εξηγηθεί με την έννοια ότι, από τότε που άρχισαν οι διαμάχες μεταξύ των δύο βασιλιάδων, δεν τερματίστηκαν ποτέ, όπως είχε προείπει ο Ανανί.—2Χρ 16:9.
Αρρώστια και Θάνατος. Στα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του ο Ασά υπέφερε από μια αρρώστια των ποδιών (ίσως ποδάγρα) και ενεργώντας άσοφα επιζήτησε σωματική θεραπεία παρά πνευματική. Όταν πέθανε, θάφτηκε με τιμές στον τάφο που είχε ετοιμάσει ο ίδιος στην Πόλη του Δαβίδ.—1Βα 15:23, 24· 2Χρ 16:12-14.
Παρά την έλλειψη σοφίας και πνευματικής ενόρασης που εκδήλωσε σε ορισμένες περιπτώσεις ο Ασά, οι καλές ιδιότητές του καθώς και το γεγονός ότι έμεινε μακριά από την αποστασία μέτρησαν προφανώς περισσότερο από τα λάθη του, γι’ αυτό και θεωρείται ένας από τους πιστούς βασιλιάδες της γραμμής του Ιούδα. (2Χρ 15:17) Στα 41 χρόνια της βασιλείας του Ασά, κάθησαν στο θρόνο του Ισραήλ οχτώ βασιλιάδες: ο Ιεροβοάμ, ο Ναδάβ, ο Βαασά, ο Ηλά, ο Ζιμβρί, ο Αμρί, ο Θιβνί (ο οποίος κυβέρνησε σε ένα τμήμα του Ισραήλ ως αντίπαλος του Αμρί) και ο Αχαάβ. (1Βα 15:9, 25, 33· 16:8, 15, 16, 21, 23, 29) Όταν πέθανε ο Ασά, έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Ιωσαφάτ.—1Βα 15:24.
2. Γιος του Λευίτη Ελκανά και πατέρας του Βερεχία, για τον οποίο αναφέρεται ότι κατοικούσε «στους οικισμούς των Νετωφαθιτών» μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:16.
-
-
ΑσαβίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΒΙΑΣ
(Ασαβίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Υπολογίσει (Αναλογιστεί)].
1. Λευίτης στη γενεαλογική γραμμή που συνέδεε τον Μεραρί με τον Εθάν, τον υμνωδό του ναού. (1Χρ 6:31, 44-47) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 6.
2. Επικεφαλής της 12ης από τις 24 ομάδες στις οποίες υποδιαίρεσε ο Δαβίδ τους Λευίτες μουσικούς του ναού, ένας από τους έξι γιους του Ιεδουθούν και πιθανώς απόγονος του προσώπου Αρ. 1.—1Χρ 25:1, 3, 19.
3. Διοικητής «για όλο το έργο του Ιεχωβά και για την υπηρεσία του βασιλιά», τον οποίο διόρισε ο Δαβίδ μαζί με τους αδελφούς του στην περιοχή Δ του Ιορδάνη. Ήταν Λευίτης, απόγονος του Χεβρών, γιου του Καάθ. (1Χρ 26:30· 23:12) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 4.
4. Άρχοντας και αρχηγός της φυλής του Λευί στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ. (1Χρ 27:16, 17, 22) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 3.
5. Ένας από “τους αρχηγούς των Λευιτών” οι οποίοι συνεισέφεραν πολλά ζώα για το μεγάλο εορτασμό του Πάσχα που τέλεσε ο Βασιλιάς Ιωσίας.—2Χρ 35:1, 9.
6. Λευίτης ο οποίος είχε κάποιον απόγονο που κατοίκησε στην Ιερουσαλήμ μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (1Χρ 9:2, 3, 14· Νε 11:1, 4, 15, 20) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 1.
7. Ένας από τους αρχηγούς των ιερέων στους οποίους ο Έσδρας εμπιστεύτηκε τη μεταφορά πολύτιμων υλικών από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ. (Εσδ 8:24-30) Ο ίδιος μπορεί να αναφέρεται και στο εδάφιο 19 και είναι πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 9.
8. Λευίτης, πιθανώς απόγονος του προσώπου Αρ. 1, ο οποίος επικύρωσε την πανεθνική συμφωνία πιστότητας στην εποχή του Νεεμία. (Νε 9:38· 10:1, 9, 11) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 10 ή 11.
9. Ιερέας ο οποίος ήταν κεφαλή του πατρικού οίκου του Χελκία κατά τη θητεία του Αρχιερέα Ιεχωακείμ, διαδόχου του Ιησού. (Νε 12:10, 12, 21) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 7.
10. Ένας από τους επικεφαλής των Λευιτών, ο οποίος υπηρέτησε επί ιερατείας του Ιεχωακείμ.—Νε 12:23, 24, 26· βλέπε Αρ. 8.
11. Λευίτης άρχοντας της μισής περιφέρειας της Κεϊλά, ο οποίος επισκεύασε κάποιο τμήμα του τείχους της Ιερουσαλήμ για την περιφέρειά του.—Νε 3:17· βλέπε Αρ. 8.
12. Λευίτης από «τους γιους του Ασάφ», ο οποίος είχε κάποιον απόγονο που ήταν επιβλέπων για τους Λευίτες στη μεταιχμαλωσιακή Ιερουσαλήμ.—Νε 11:22.
-
-
ΑσαβνεΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΒΝΕΪΑΣ
(Ασαβνεΐας) [πιθανώς, Ο Γιαχ με Έχει Υπολογίσει (Αναλογιστεί)].
1. Πατέρας του Χαττούς ο οποίος έκανε επισκευές στο τείχος της Ιερουσαλήμ.—Νε 3:10.
2. Ένας από τους οχτώ Λευίτες οι οποίοι κάλεσαν τους γιους του Ισραήλ να ευλογήσουν τον Ιεχωβά και το ένδοξο όνομά του, και κατόπιν ανασκόπησαν την πολιτεία του Θεού με τον Ισραήλ προτού επικυρωθεί με σφραγίδα το σύμφωνο ομολογίας το οποίο συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας. (Νε 9:5, 38) Όπως φαίνεται από την απόδοση της συριακής Πεσίτα, αυτός ταυτίζεται πιθανώς με έναν από τους Λευίτες που ονομάζονταν Ασαβίας, όπως αυτός του εδαφίου Έσδρας 8:19 ή του εδαφίου Νεεμίας 10:11.
-
-
ΑσαδίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΔΙΑΣ
(Ασαδίας) [Στοργική Καλοσύνη του Γιαχ· Ο Γιαχ Είναι Στοργική Καλοσύνη].
Ένας από τους γιους του Ζοροβάβελ. Το γεγονός ότι οι γιοι του Ζοροβάβελ είναι ταξινομημένοι σε δύο διαφορετικές ομάδες (η αναφορά στη Σελομίθ ξεχωρίζει τα πρώτα δύο ονόματα από τα υπόλοιπα πέντε στη γενεαλογία των απογόνων του Βασιλιά Δαβίδ) μπορεί να σημαίνει ενδεχομένως ότι προέρχονταν από διαφορετικές μητέρες.—1Χρ 3:1, 19, 20.
-
-
ΑσαήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΗΛ
(Ασαήλ) [Ο Θεός Έχει Φτιάξει].
1. Γιος της αμφιθαλούς ή ετεροθαλούς αδελφής του Δαβίδ, της Σερουίας, και αδελφός του Αβισαί και του Ιωάβ—επομένως, ανιψιός του Δαβίδ. (1Χρ 2:15, 16) Ο Ασαήλ, ο οποίος κατείχε ευυπόληπτη θέση ως ένας από τους 30 εξέχοντες πολεμιστές που είχε υπό τις διαταγές του ο Δαβίδ, διακρινόταν ιδιαίτερα για την ταχύτητά του, αφού έτρεχε «σαν γαζέλα της υπαίθρου». (2Σα 2:18· 23:24) Αυτό ακριβώς ήταν που του κόστισε τη ζωή. Μετά τη δοκιμαστική αναμέτρηση στη Δεξαμενή της Γαβαών και την επακόλουθη κατατρόπωση των ισραηλιτικών δυνάμεων υπό τον Αβενήρ, ο Ασαήλ κυνήγησε με πείσμα τον Αβενήρ, που είχε τραπεί σε φυγή. Αφού παρακάλεσε δύο φορές τον Ασαήλ να σταματήσει, ο Αβενήρ, ο οποίος ήταν πολύ δυνατός, έμπηξε την πίσω άκρη του δόρατός του στην κοιλιά του Ασαήλ και τον διαπέρασε, με αποτέλεσμα να πεθάνει ο Ασαήλ επί τόπου. Αν και ο αδελφός του Ασαήλ, ο Ιωάβ, ανακάλεσε τελικά τις δυνάμεις του Ιούδα ανταποκρινόμενος στις εκκλήσεις του Αβενήρ, ο θάνατος του Ασαήλ προκάλεσε πικρία στον Ιωάβ, και έτσι, όταν αργότερα του δόθηκε η ευκαιρία, φρόντισε με πανουργία να βρεθεί στην κατάλληλη θέση ώστε να θανατώσει τον Αβενήρ με το σπαθί.—2Σα 2:12-28· 3:22-27.
Στο εδάφιο 1 Χρονικών 27:7 ο Ασαήλ κατονομάζεται ως διοικητής μιας από τις μηνιαίες υποδιαιρέσεις του στρατεύματος. Εφόσον ο Ασαήλ πέθανε προτού γίνει ο Δαβίδ βασιλιάς όλου του Ισραήλ, η μνεία που γίνεται εδώ για αυτόν έχει μάλλον σχέση με τον οίκο του, που εκπροσωπούνταν από το γιο του τον Ζεβαδία ο οποίος στο εδάφιο αναφέρεται ως διάδοχος του Ασαήλ. Μια άλλη εισήγηση γίνεται από Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 244): «Είναι πιθανό ότι εδώ έχουμε την αρχέτυπη διάρθρωση του στρατεύματος του Δαβίδ, που συστάθηκε στην αρχή της περιόδου κατά την οποία ο βασιλιάς κυβερνούσε τον Ιούδα, και ότι αυτός ο αρχικός κατάλογος ανανεώθηκε με την προσθήκη του Ζεβαδία, γιου και διαδόχου του Ασαήλ σε αυτή τη διοικητική θέση».—Παράβαλε 1Χρ 12.
2. Ένας από τους Λευίτες στους οποίους ανατέθηκε να διδάξουν το Νόμο σε όλο τον Ιούδα, αρχίζοντας από το τρίτο έτος της βασιλείας του Ιωσαφάτ (934 Π.Κ.Χ.).—2Χρ 17:7, 8· παράβαλε Δευ 33:8-10.
3. Επίτροπος ο οποίος υπηρετούσε στο ναό στη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία (745-717 Π.Κ.Χ.) και του οποίου ο διορισμός αφορούσε τις συνεισφορές και τα δέκατα.—2Χρ 31:13.
4. Ο πατέρας κάποιου Ιωνάθαν, ενός συγχρόνου του Έσδρα.—Εσδ 10:15· βλέπε ΙΑΖΙΑΣ.
-
-
ΑσαΐαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΪΑΣ
(Ασαΐας) [Ο Γιαχ Έχει Φτιάξει].
1. Απόγονος του Μεραρί, του τρίτου γιου του Λευί, και κεφαλή ενός πατρικού οίκου. Ήταν ένας από τους αρχηγούς των Λευιτών, οι οποίοι αποτέλεσαν μέρος της ομάδας των 862 ατόμων που επιλέχθηκαν για να ανεβάσουν την κιβωτό της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ κατά τη δεύτερη (και επιτυχημένη) προσπάθεια του Δαβίδ.—1Χρ 6:29, 30· 15:4-12.
2. Ένας από τους αρχηγούς της φυλής του Συμεών στις ημέρες του Βασιλιά Εζεκία (745-717 Π.Κ.Χ.). Ήταν μεταξύ των Συμεωνιτών που πήραν μέρος στην κατάκτηση μιας πλούσιας κοιλάδας στην περιοχή της Γεδώρ, την οποία ως τότε κατείχαν οι Χαμίτες και οι Μεουνίμ.—1Χρ 4:36-41.
3. Το πρόσωπο αυτό, που αποκαλείται “υπηρέτης του βασιλιά”, ήταν μέλος μιας αντιπροσωπείας πέντε αντρών με επικεφαλής τον Χελκία, τους οποίους έστειλε ο Βασιλιάς Ιωσίας στην προφήτισσα Όλδα για να ρωτήσουν τον Ιεχωβά σχετικά με το νόημα του βιβλίου του Νόμου, το οποίο είχε ανακαλυφτεί πρόσφατα (το 642 Π.Κ.Χ.).—2Βα 22:3, 8, 12-14· 2Χρ 34:20, 21.
4. Ο πρωτότοκος από τους Σηλωνίτες (1Χρ 9:1-3, 5), ο οποίος είναι καταγραμμένος μεταξύ εκείνων που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα μετά την εξορία. Στο εδάφιο Νεεμίας 11:5 αναφέρεται κάποιος Μαασίας ως “Σηλανίτης” απόγονος του Ιούδα, και λόγω της παρόμοιας σημασίας που έχουν τα ονόματα (το όνομα Μαασίας σημαίνει «Έργο του Ιεχωβά») μερικοί πιστεύουν ότι πρόκειται για το ίδιο άτομο το οποίο καταγόταν από τον Σηλά, το νεότερο γιο του Ιούδα από την κόρη του Σιουά του Χαναναίου.—Γε 38:2, 5· βλέπε ΜΑΑΣΙΑΣ Αρ. 17.
-
-
ΑσάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΝ
(Ασάν) [πιθανώς, Καπνός].
Πόλη στη Σεφηλά, μια περιοχή του Ιούδα με χαμηλό υψόμετρο. Αρχικά είχε παραχωρηθεί στον Ιούδα, ακολούθως όμως δόθηκε στον Συμεών επειδή η περιοχή του Ιούδα ήταν υπερβολικά μεγάλη. (Ιη 15:42· 19:7, 9· 1Χρ 4:32) Από αυτούς πέρασε στη Λευιτική οικογένεια των Κααθιτών. (1Χρ 6:54, 59) Το εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:30 αναφέρει τη «Βορασάν» ως μια από τις πόλεις της ευρύτερης εκείνης περιοχής στις οποίες ο Δαβίδ έστειλε λάφυρα μετά τη νίκη του επί των Αμαληκιτών, και αυτή κατά την άποψη μερικών ταυτίζεται με την Ασάν. Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:16 δίνεται ο κατάλογος των πόλεων που παραχωρήθηκαν στους Κααθίτες, ο οποίος αντιστοιχεί με τον κατάλογο στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:59, αλλά στον κατάλογο του βιβλίου του Ιησού του Ναυή εμφανίζεται η «Αείν» αντί της Ασάν. Το έργο Τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, του Εκδοτικού Οίκου Σοντσίνο ([Soncino Books of the Bible] Λονδίνο, 1950), σχολιάζοντας αυτό το εδάφιο, υποδεικνύει ότι η πλήρης ονομασία της πόλης ίσως ήταν Αείν-ασάν.
Πολλοί ταυτίζουν την Ασάν με το Χίρμπετ Ασάν, περίπου 2,5 χλμ. ΒΔ της σημερινής Βηρ-σαβεέ, δίπλα στο Νάχαλ Ασάν. Ο Γιοχανάν Ααρώνι προβάλλει την άποψη ότι η Ασάν ταυτίζεται με το Τελ Μπετ Μιρσάμ, 25 χλμ. ΒΒΑ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
Ασάρ-ενάν, Ασάρ-ενόνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡ-ΕΝΑΝ
(Ασάρ-ενάν), ΑΣΑΡ-ΕΝΟΝ (Ασάρ-ενόν) [Αυλή (Οικισμός) της Πηγής].
Τοποθεσία στο βόρειο όριο της “γης Χαναάν”. (Αρ 34:2, 7-10) Ο Ιεζεκιήλ έκανε λόγο για την Ασάρ-ενόν (Ασάρ-ενάν), καθώς και για τη Δαμασκό και την Αιμάθ, στο προφητικό όραμα που είχε για την περιοχή του Ισραήλ. (Ιεζ 47:13, 17· 48:1) Προς το παρόν δεν μπορεί να γίνει επακριβής προσδιορισμός αυτής της τοποθεσίας. Ωστόσο, κατά την τρέχουσα άποψη των περισσότερων λογίων αυτή τοποθετείται στο Καριατέιν, περίπου 120 χλμ. ΒΑ της Δαμασκού στο δρόμο για την Παλμύρα.
-
-
ΑσαρήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡΗΛ
(Ασαρήλ).
Ένας από τους τέσσερις γιους του Ιαλελεήλ από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 4:16.
-
-
ΑσαρηλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡΗΛΑ
(Ασαρηλά).
Γιος του Ασάφ ο οποίος υπηρετούσε στις ομάδες υπηρεσίας των μουσικών και των υμνωδών του οίκου του Ιεχωβά την εποχή του Δαβίδ. (1Χρ 25:1, 2) Ο τύπος Ιεσαρηλά, που αναφέρεται στο εδάφιο 14, πιθανόν να είναι παραλλαγή του ονόματός του.
-
-
ΑσαρμαβέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡΜΑΒΕΘ
(Ασαρμαβέθ) [Αυλή (Οικισμός) του Θανάτου].
Απόγονος του Νώε μέσω του Σημ και του Ιοκτάν. (Γε 10:1, 21, 25, 26· 1Χρ 1:20) Επικρατεί γενικά η άποψη ότι οι απόγονοι του Ασαρμαβέθ εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Χαντραμάουτ στη νότια Αραβία. Η συσχέτιση μεταξύ Χαντραμάουτ και Ασαρμαβέθ υποδεικνύεται από την ομοιότητα των συμφώνων η οποία υπήρχε ανάμεσα στο εβραϊκό και στο αραβικό όνομα. Τα γεωγραφικά όρια του Χαντραμάουτ δεν είναι σαφώς καθορισμένα. Έχει μήκος περίπου 880 χλμ. και πλάτος περίπου 240 χλμ. Η παράκτια πεδιάδα είναι μάλλον στενή, και στη συνέχεια το έδαφος υψώνεται απότομα δημιουργώντας ένα πετρώδες οροπέδιο το οποίο έχει κατά μέσο όρο υψόμετρο 900 ως 1.200 μ. Πολυάριθμες κρημνώδεις, βαθιές κοιλάδες χειμάρρων διασχίζουν το υψίπεδο. Αυτές οι κοιλάδες είναι πολύ εύφορες. Εκεί ευδοκιμούν φοινικόδεντρα και χουρμαδιές, βόσκουν πρόβατα, καμήλες, γαϊδούρια και βοοειδή, καθώς επίσης καλλιεργούνται προϊόντα όπως το κεχρί, το αλφάλφα, το ινδικό, το βαμβάκι και το καλαμπόκι. Η κυριότερη κοιλάδα χειμάρρου είναι το Ουάντι Χαντραμάουτ. Αυτός ο χείμαρρος ξεκινάει την πορεία του από την ενδοχώρα, περίπου 480 χλμ. μακριά από τη δυτική ακτή της Αραβικής Χερσονήσου, στρέφεται σταδιακά προς τα ανατολικά και προχωρεί επί περίπου 640 χλμ. προτού χυθεί τελικά στην Αραβική Θάλασσα μετονομασμένος σε Ουάντι Μασίλα (το όνομα που έχει στο κάτω τμήμα της διαδρομής του). Η περιοχή Χαντραμάουτ έπαιζε στην αρχαιότητα σημαντικό ρόλο χάρη στο εμπόριο του λιβανιού. Αλλά τα δέντρα από τα οποία προέρχεται το λιβάνι, που κάποτε υπήρχαν σε αφθονία, τώρα σπανίζουν σε εκείνη την περιοχή.
-
-
Ασάρ-σουάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡ-ΣΟΥΑΛ
(Ασάρ-σουάλ) [Αυλή (Οικισμός) της Αλεπούς].
Παρεμβαλλόμενη πόλη του Συμεών στο νότιο Ιούδα. (Ιη 15:21, 28· 19:1-3· 1Χρ 4:28) Μετά τη βαβυλωνιακή εξορία κατοικήθηκε εκ νέου. (Νε 11:25-27) Η θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Ουάταν, περίπου 3 χλμ. ΑΝΑ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
Ασάρ-σουσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡ-ΣΟΥΣΑ
(Ασάρ-σουσά) [Αυλή (Οικισμός) της Φοράδας].
Παρεμβαλλόμενη πόλη των Συμεωνιτών στο νότιο τμήμα του Ιούδα (Ιη 19:1, 2, 5) η οποία ονομαζόταν και Ασάρ-σουσίμ. (1Χρ 4:31) Ένας παρόμοιος κατάλογος με τις πόλεις που αρχικά είχαν παραχωρηθεί στον Ιούδα αναφέρει τη «Σανσαννά» στη θέση της Ασάρ-σουσά. (Ιη 15:21, 31) Μερικοί θεωρούν ότι πρόκειται για διαφορετικές τοποθεσίες και εντοπίζουν τη Σανσαννά στα ΒΒΑ της Βηρ-σαβεέ, ενώ την Ασάρ-σουσά περίπου 26 χλμ. Δ της Βηρ-σαβεέ, στο Σμπάλατ Αμπού Σουσέιν, κοντά στις Πεδιάδες της Φιλιστίας. Ωστόσο, αρκετοί λόγιοι θεωρούν πολύ πιθανό να είναι το όνομα Ασάρ-σουσά απλώς δευτερεύον όνομα της Σανσαννά, το οποίο με την έννοιά του περιγράφει ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό αυτής της τοποθεσίας. Αν η Ασάρ-σουσά είναι η Σανσαννά, τότε μπορεί να ταυτιστεί σύμφωνα με την τρέχουσα άποψη ορισμένων με το Χίρμπετ ες-Σαμσανίγιατ στα ΒΒΑ της Βηρ-σαβεέ, σε μικρή απόσταση από το σημείο όπου θεωρείται ότι βρισκόταν η Μαδμαννά (πιθανώς η Βαιθ-μαρκαβώθ), η οποία αναφέρεται πριν (από την Ασάρ-σουσά, Ασάρ-σουσίμ ή Σανσαννά) στα παραπάνω εδάφια.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΜΑΡΚΑΒΩΘ.
-
-
Ασάρ-σουσίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΡ-ΣΟΥΣΙΜ
Βλέπε ΑΣΑΡ-ΣΟΥΣΑ.
-
-
Ασασών-θάμαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΣΩΝ-ΘΑΜΑΡ
(Ασασών-θάμαρ) [Χαλίκια [Χαλικώδης Πλαγιά] του Φοινικόδεντρου].
Πόλη όπου κατοικούσαν Αμορραίοι και που προφανώς βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή της Κοιλάδας Σιδδίμ. Ο Βασιλιάς Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του νίκησαν τους Αμορραίους της Ασασών-θάμαρ. (Γε 14:5-8) Ύστερα από αιώνες, οι συνδυασμένες δυνάμεις του Μωάβ, του Αμμών και της ορεινής περιοχής του Σηείρ ήρθαν εναντίον του Ιούδα από “την Ασασών-θάμαρ, δηλαδή την Εν-γαδί”. (2Χρ 20:2, 10, 11) Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η αναφορά της Γένεσης στην Ασασών-θάμαρ υποδεικνύει μια τοποθεσία κάπως νοτιότερα της Εν-γαδί, και γι’ αυτό θεωρούν τις λέξεις «δηλαδή στην Εν-γαδί» ως μεταγενέστερη προσθήκη. Ωστόσο, το όνομα Ασασών-θάμαρ φαίνεται ότι διασώζεται στο όνομα του Ουάντι Χασάσα (Νάχαλ Χαζεζόν) το οποίο βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Β της πιθανολογούμενης θέσης της Εν-γαδί. Επίσης, η σημασία του ονόματος Ασασών-θάμαρ ταιριάζει στην περιοχή της Εν-γαδί, την οποία ο Ιώσηπος περιγράφει ως τόπο όπου φύονται “οι ωραιότερες φοινικιές”. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Θ΄, 7 [i, 2]) Αν, λοιπόν, το εδάφιο της Γένεσης εννοεί κάποιο νοτιότερο σημείο, είναι πιθανό ότι υπήρχαν δύο μέρη με το όνομα Ασασών-θάμαρ: το ένα σχετιζόταν με την Εν-γαδί, ενώ το άλλο μπορεί να ήταν η πόλη Θάμαρ ΝΔ της Νεκράς Θαλάσσης.—Ιεζ 47:19· 48:28.
-
-
ΑσάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΑΦ
(Ασάφ) [Αυτός [ο Θεός] Έχει Συγκεντρώσει].
1. Απόγονος του Λευί μέσω του Γηρσώμ. (1Χρ 6:39, 43) Στη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ (1077-1038 Π.Κ.Χ.), ο Ασάφ διορίστηκε από τους Λευίτες αρχιυμνωδός και κυμβαλιστής στη συνοδεία που ανέβασε την Κιβωτό από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ «στην Πόλη του Δαβίδ». (1Χρ 15:17, 19, 25-29) Έκτοτε ο Ασάφ, μαζί με τον Αιμάν και τον Εθάν, υπηρετούσε μπροστά στη σκηνή της μαρτυρίας, διευθύνοντας τη μουσική και την υμνωδία. (1Χρ 6:31-44) Όπως ο Αιμάν και ο Ιεδουθούν (προφανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Εθάν), έτσι και ο Ασάφ αποκαλείται “οραματιστής” ο οποίος «προφήτευε με άρπα».—1Χρ 25:1-6· 2Χρ 29:30· 35:15.
Οι γιοι του Ασάφ συνέχισαν να αποτελούν ξεχωριστή ομάδα στις ορχήστρες και στις χορωδίες και έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο κατά την εγκαινίαση του ναού και κατά το ανέβασμα της Κιβωτού από τη Σιών στον τόπο όπου βρισκόταν ο ναός (2Χρ 5:12), καθώς και κατά τις μεταρρυθμίσεις του Βασιλιά Εζεκία (2Χρ 29:13-15) και κατά το μεγάλο εορτασμό του Πάσχα στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσία. (2Χρ 35:15, 16) Ορισμένοι απόγονοί του επίσης περιλαμβάνονταν στην πρώτη ομάδα ατόμων που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από τη βαβυλωνιακή εξορία.—Εσδ 2:1, 41· Νε 7:44.
Οι επιγραφές των Ψαλμών 50 και 73 ως 83 αποδίδουν αυτούς τους ύμνους στον Ασάφ. Ωστόσο, φαίνεται πιθανό να χρησιμοποιείται εκεί το όνομα εννοώντας τον πατρικό οίκο του οποίου ο Ασάφ ήταν κεφαλή, εφόσον ορισμένοι από τους ψαλμούς (Ψλ 79, 80) προφανώς περιγράφουν γεγονότα μεταγενέστερα των ημερών του.
2. Απόγονος του Καάθ, γιου του Λευί. Οι απόγονοί του ήταν πυλωροί που υπηρετούσαν στη σκηνή της μαρτυρίας την εποχή του Βασιλιά Δαβίδ.—1Χρ 26:1· Αρ 16:1.
3. Μεταξύ των αξιωματούχων του Βασιλιά Εζεκία (745-717 Π.Κ.Χ.) αναφέρεται και «ο Ιωάχ, ο γιος του Ασάφ, ο υπομνηματογράφος». (2Βα 18:18, 37· Ησ 36:3, 22) Αν και η Εγκυκλοπαίδεια Βιβλικής Φιλολογίας (Cyclopædia of Biblical Literature) του Τζον Κίτο (1880, Τόμ. 1, σ. 233) εφαρμόζει τον όρο «υπομνηματογράφος» στον Ασάφ, οι περισσότεροι λόγιοι θεωρούν ότι αυτός ο όρος αναφέρεται στον Ιωάχ (δηλαδή, Ιωάχ μπεν Ασάφ, ο υπομνηματογράφος). Εφόσον η λέξη «γιος» χρησιμοποιείται πολλές φορές με την έννοια του «απογόνου», ορισμένοι πιθανολογούν ότι αυτός ο Ασάφ είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 1.
4. “Ο φύλακας του πάρκου” του Βασιλιά Αρταξέρξη, την εποχή της επιστροφής του Νεεμία στην Ιερουσαλήμ (455 Π.Κ.Χ.). (Νε 2:8) Το πάρκο ήταν μια δασώδης έκταση, ίσως στον Λίβανο, ο οποίος επίσης βρισκόταν υπό περσική κυριαρχία. Το εβραϊκό όνομα του φύλακα του πάρκου μπορεί να υποδεικνύει ότι ήταν Ιουδαίος αυτός που κατείχε το συγκεκριμένο αξίωμα, όπως και ο Νεεμίας είχε υπηρετήσει σε μια σχετικά σημαντική θέση ως οινοχόος του βασιλιά.—Νε 1:11.
-
-
Ας-βαδανάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣ-ΒΑΔΑΝΑ
(Ας-βαδανά).
Ένας από τους εφτά άντρες, ενδεχομένως Λευίτες, οι οποίοι στέκονταν στα αριστερά του Έσδρα καθώς αυτός διάβαζε από το βιβλίο του Νόμου στην εκκλησία του Ισραήλ, η οποία είχε συναχθεί στην πλατεία κοντά στην Πύλη των Υδάτων της Ιερουσαλήμ.—Νε 8:1-4.
-
-
ΑσβάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΒΑΘ
(Ασβάθ).
Κάποιος άντρας της φυλής του Ασήρ, από τον οίκο του Ιαφλήτ.—1Χρ 7:33.
-
-
ΑσβεάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΒΕΑ
(Ασβεά) [Ας Βάλω Κάποιον να Ορκιστεί].
Ο οίκος του Ασβεά καταγόταν από τον Σηλά, το γιο του Ιούδα, και διακρινόταν στην κατασκευή εκλεκτού υφάσματος. (1Χρ 4:21) Τα Ταργκούμ προσθέτουν ότι το λινό ύφασμα που έφτιαχναν προοριζόταν για βασιλιάδες και ιερείς.
-
-
ΑσβέστηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΒΕΣΤΗΣ
Ουσία—λευκή όταν είναι καθαρή—που παρασκευάζεται από την καύση διαφόρων μορφών ανθρακικού ασβεστίου όπως ο ασβεστόλιθος, τα κελύφη των θαλάσσιων οργανισμών ή τα κόκαλα. (Αμ 2:1) Ο ασβεστόλιθος, που αφθονεί στην ορεινή περιοχή της Παλαιστίνης, μετατρεπόταν σε ασβέστη (οξείδιο του ασβεστίου) με την καύση κομματιών ασβεστόλιθου σε κωνικές ή κυλινδρικές ασβεστοκαμίνους. Στην αρχαιότητα ο ασβέστης (εβρ., σιδ) ήταν κύριο συστατικό του κονιάματος και χρησιμοποιούνταν για το άσπρισμα τοίχων, τάφων, και ούτω καθεξής. (Δευ 27:4· Ιεζ 13:10· Ματ 23:27· Πρ 23:3) Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί επίσης τις καύσεις του ασβέστη μεταφορικά για να συμβολίσει την καταστροφή.—Ησ 33:12· βλέπε ΚΑΜΙΝΙ.
-
-
Ασβήλ, ΑσβηλίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΒΗΛ
(Ασβήλ), ΑΣΒΗΛΙΤΕΣ (Ασβηλίτες).
Ο Ασβήλ ήταν ο γιος του Βενιαμίν ο οποίος αναφέρεται τρίτος κατά σειρά στο εδάφιο Γένεση 46:21 αλλά δεύτερος στο εδάφιο 1 Χρονικών 8:1. Το 1728 Π.Κ.Χ. ήρθε στην Αίγυπτο με την οικογένεια του Ιακώβ. Φαίνεται ότι ονομάζεται Ιεδιαήλ στα εδάφια 1 Χρονικών 7:6, 10. Οι Ασβηλίτες, οι απόγονοί του, περιλήφθηκαν στην απογραφή που έλαβε χώρα στις έρημες πεδιάδες του Μωάβ γύρω στο 1473 Π.Κ.Χ.—Αρ 26:38.
-
-
ΑσέλγειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΕΛΓΕΙΑ
Βλέπε ΕΚΛΥΤΗ ΔΙΑΓΩΓΗ.
-
-
ΑσενάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΕΝΑ
(Ασενά).
Η κεφαλή κάποιας οικογένειας Νεθινίμ που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από τη βαβυλωνιακή εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 50) Εντούτοις, τα άτομα αυτά παραλείπονται από έναν παρόμοιο κατάλογο στο εδάφιο Νεεμίας 7:52.
-
-
ΑσεναφάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΕΝΑΦΑΡ
(Ασεναφάρ).
Το όνομα αυτό εμφανίζεται σε ένα τμήμα του βιβλίου του Έσδρα (4:10) που είναι γραμμένο στην αραμαϊκή γλώσσα και προφανώς αποτελεί συντετμημένη μορφή του ονόματος του Ασσύριου βασιλιά Ασσουρμπανιπάλ. Παρόμοια με ό,τι ισχύει στην περσική όπου δεν υπάρχει φθόγγος λ, έτσι και σε αυτή την περίπτωση το ρ παίρνει τη θέση του τελικού λ. Ο Ασεναφάρ μετεγκατέστησε τους κατοίκους των Σούσων (της πρωτεύουσας του Ελάμ) στη Σαμάρεια. (Παράβαλε 2Βα 17:24-28.) Η ιστορία δείχνει ότι ο Ασσουρμπανιπάλ ήταν ο μοναδικός Ασσύριος βασιλιάς που θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο στους κατοίκους του Ελάμ.
Ο Ασσουρμπανιπάλ ήταν γιος του Εσάρ-αδδών (Εσδ 4:2) και εγγονός του Σενναχειρείμ. Ήταν σύγχρονος του Βασιλιά Μανασσή του Ιούδα (716-662 Π.Κ.Χ.), του οποίου το όνομα βρίσκεται σε ένα πρίσμα του Ασσουρμπανιπάλ όπου απαριθμούνται περίπου 20 βασιλιάδες φόρου υποτελείς στην Ασσυρία. (Παράβαλε 2Χρ 33:10-13.) Υπό τη διακυβέρνησή του η Ασσυρία έφτασε στο απόγειο της ακμής της. Αν και είχε μάλλον οριστεί διάδοχος του θρόνου τρία με τέσσερα χρόνια νωρίτερα, ο Ασσουρμπανιπάλ ανήλθε στο θρόνο της Ασσυρίας μόλις πέθανε ο πατέρας του, ενώ ο αδελφός του ο Σαμάς-σουμ-ουκίν έγινε βασιλιάς της Βαβυλώνας.
Ο Ασσουρμπανιπάλ κατέστειλε μια εξέγερση στην Αίγυπτο, καταλαμβάνοντας και ερημώνοντας την πόλη Θήβες (Νω-άμμων· παράβαλε Να 3:8-10). Αργότερα, ενεπλάκη σε μια παρατεταμένη σύγκρουση με τον αδελφό του, το βασιλιά της Βαβυλώνας, και αφού υπέταξε τη Βαβυλώνα, κατέστρεψε τα Σούσα, την πρωτεύουσα του Ελάμ. Η κατάκτηση αυτή θέτει την ιστορική βάση για να τον συνδέσουμε με τον Ασεναφάρ των εδαφίων Έσδρας 4:9, 10.
Ωστόσο, ο Ασσουρμπανιπάλ είναι κυρίως γνωστός για τα φιλολογικά του ενδιαφέροντα, κάτι μοναδικό για τους τρομερούς Ασσύριους μονάρχες. Από το 1845 Κ.Χ. και έπειτα, ανασκαφές έχουν αποκαλύψει στη Νινευή μια μεγάλη βιβλιοθήκη, η οποία είναι δημιουργία του Ασσουρμπανιπάλ και περιέχει περίπου 22.000 πήλινες πινακίδες και κείμενα. Εκτός από τις επωδές, τις προσευχές και τους ύμνους, τα χιλιάδες αυτά κείμενα σφηνοειδούς γραφής περιλαμβάνουν πραγματείες στην ιστορία, στη γεωγραφία, στην αστρονομία, σε μαθηματικούς πίνακες, στην ιατρική, στη γραμματική, καθώς και εμπορικά έγγραφα τα οποία αφορούν συμβόλαια, πωλήσεις και δάνεια. Θεωρούνται πολύτιμη πηγή πληροφοριών για την Ασσυρία.
-
-
Ασέρ-αττιχώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΕΡ-ΑΤΤΙΧΩΝ
(Ασέρ-αττιχών).
Τοποθεσία για την οποία αναφέρεται στο όραμα του Ιεζεκιήλ ότι βρισκόταν στο όριο του Ισραήλ, «προς το όριο της Αυράν». (Ιεζ 47:13, 16) Δεν είναι γνωστή καμιά τοποθεσία με αυτό το όνομα. Μερικοί πιστεύουν ότι πρόκειται για λανθασμένη αντιγραφή του ονόματος «Ασάρ-ενόν».—Ιεζ 47:16, 17· βλέπε ΑΣΑΡ-ΕΝΑΝ, ΑΣΑΡ-ΕΝΟΝ.
-
-
ΑσεράχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΕΡΑΧ
Βλέπε ΙΕΡΟΣ ΣΤΥΛΟΣ.
-
-
ΑσήμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΗΜ
(Ασήμ).
«Οι γιοι του Ασήμ του Γιζωνίτη» συγκαταλέγονται στους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. (1Χρ 11:26, 34) Ο παράλληλος κατάλογος στον οποίο αναφέρονται οι κραταιοί άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων του Δαβίδ έχει την απόδοση «οι γιοι του Ιασήν».—2Σα 23:32.
-
-
ΑσήμιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΗΜΙ
Πολύτιμο, λευκό μεταλλικό στοιχείο που επιδέχεται μεγάλη στίλβωση. Εφόσον το ασήμι σπάνια συναντάται αυτοφυές, το ακατέργαστο μετάλλευμα πρέπει να λιώσει σε χωνευτήρι και να καθαριστεί για να ελευθερωθεί το ασήμι και να διαχωριστεί από τα σύνδρομα υλικά, τη σκωρία και τα ακάθαρτα ξένα σώματα, καθώς επίσης να απομονωθεί από άλλα μέταλλα όπως ο μόλυβδος. (Ψλ 12:6· Παρ 27:21· Ιεζ 22:20-22· Μαλ 3:3) Σε μερικές περιπτώσεις, η λέξη του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου που σημαίνει «ασήμι» (κέσεφ) αποδίδεται «χρήματα» και ο αντίστοιχος όρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (ἀργύριον) αποδίδεται «ασημένιο νόμισμα».—Γε 17:12, υποσ.· Ματ 25:18· 26:15· βλέπε ΧΡΗΜΑΤΑ.
Το καθαρισμένο ασήμι είχε δύο χρήσεις κυρίως. (1) Χρησιμοποιούνταν ως μέτρο πλούτου και ως μέσο συναλλαγής. Χρησιμοποιώντας αυτό το μέσο συναλλαγής, ο Αβραάμ αγόρασε έναν οικογενειακό χώρο ταφής. (Γε 13:2· 23:15-18) Η πληρωμή έγινε με ζύγισμα, εφόσον τα νομίσματα εφευρέθηκαν αιώνες αργότερα. (2) Κομψοτεχνήματα και διακοσμητικά αντικείμενα κατασκευάζονταν από αυτό το μέταλλο από τις ημέρες των πατριαρχών. (Γε 24:53· 44:2· Εξ 11:2· 12:35) Το ασήμι χρησιμοποιήθηκε για τις δύο σάλπιγγες του Ισραήλ (Αρ 10:2), στην κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας (Εξ 26:19, 21, 25, 32· 27:10, 11, 17) και στο ναό του Σολομώντα (1Χρ 28:15-17). Χρησιμοποιούνταν επίσης στην κατασκευή ειδώλων.—Εξ 20:23· Ωσ 13:2· Αββ 2:19· Πρ 19:24.
Το ασήμι θεωρούνταν πολύτιμο από όλα τα έθνη του παρελθόντος. (2Σα 8:10, 11· 2Χρ 9:14) Υπό τη διακυβέρνηση του Σολομώντα, όχι μόνο το ασήμι, αλλά και το χρυσάφι έγινε τόσο άφθονο στην Ιερουσαλήμ ώστε το ασήμι θεωρούνταν «τελείως μηδαμινό», «σαν τις πέτρες». (1Βα 10:21, 27· 2Χρ 9:20· παράβαλε Δα 2:32.) Κάθε τρία χρόνια τα πλοία έφερναν φορτία ασημιού από τη Θαρσείς (προφανώς την Ισπανία, από όπου εξορύσσεται ακόμη ασήμι).—1Βα 10:22· 2Χρ 9:21· Ιερ 10:9· Ιεζ 27:12.
Σε αντίθεση με το ασήμι, η σοφία, η διαπαιδαγώγηση και η κατανόηση που προέρχονται από τον Ιεχωβά δεν έχουν εφήμερη αξία και πρέπει να εκτιμώνται ακόμη περισσότερο. (Παρ 3:13, 14· 8:10, 19· 16:16) Επίσης, οι Γραφές χρησιμοποιούν το ασήμι με αρκετές συμβολικές έννοιες.—Εκ 12:6· Ησ 60:17· Δα 2:32· 1Κο 3:12.
-
-
ΑσήρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΗΡ
(Ασήρ) [Ευτυχισμένος· Ευτυχία].
1. Ο όγδοος γιος του Ιακώβ και δεύτερος από τους δύο γιους που απέκτησε μέσω της Ζελφά, της υπηρέτριας της Λείας. (Γε 35:26) Αυτό σημαίνει ότι ο μόνος αμφιθαλής αδελφός του Ασήρ ήταν ο Γαδ. Οι τέσσερις γιοι και η μία κόρη του Ασήρ αναγράφονται στο εδάφιο 1 Χρονικών 7:30, αλλά η σύζυγός του δεν κατονομάζεται. Δεν υπήρξε εξέχων μεταξύ των 12 γιων του Ιακώβ. Ωστόσο, στην προφητεία που εξήγγειλε ο πατέρας του στην επιθανάτια κλίνη του, ο Ασήρ έλαβε την υπόσχεση ότι η ζωή του θα ήταν ευλογημένη με αφθονία πλούσιων εδεσμάτων (Γε 49:20), και η ιστορία των απογόνων του καταδεικνύει την εκπλήρωση αυτής της πρόρρησης.
2. Το όνομα αυτό εφαρμόζεται επίσης στη φυλή που προήλθε από τον Ασήρ. Έναν χρόνο μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο, οι ενήλικοι άρρενες απόγονοι της φυλής αριθμούσαν 41.500 (Αρ 1:41), ενώ περίπου 39 χρόνια αργότερα, είχαν αυξηθεί σε 53.400, καθιστώντας τον Ασήρ την πέμπτη σε πληθυσμό φυλή. (Αρ 26:47) Στο στρατόπεδο του Ισραήλ, ο Ασήρ κατέλυε Β της σκηνής της μαρτυρίας, μαζί με τις φυλές του Δαν και του Νεφθαλί.—Αρ 2:25-30.
Πριν από την είσοδο στη Χαναάν, η προφητική ευλογία του Μωυσή προέβλεπε και αυτή πλούσια μερίδα για τον Ασήρ. Με μεταφορική έννοια, η φυλή θα “βουτούσε το πόδι της στο λάδι”. (Δευ 33:24, 25· παράβαλε Ιωβ 29:6.) Η εδαφική κληρονομιά της εκτεινόταν κατά μήκος των παράκτιων πεδιάδων της Μεσογείου, από κάποιο σημείο λίγο πιο κάτω από την πόλη Δωρ, Ν του Όρους Κάρμηλος, μέχρι το βόρειο όριο της Παλαιστίνης, στη Σιδώνα. (Ιη 17:7-11· 19:24-31) Σε αυτήν υπήρχαν ορισμένα από τα πιο εύφορα εδάφη σε όλο τον Ισραήλ—τα ελαιόδεντρα παρήγαν άφθονο λάδι ενώ άλλα οπωροφόρα δέντρα παρήγαν εδέσματα κατάλληλα να κοσμούν βασιλικό τραπέζι. (Γε 49:20· Δευ 33:24) Κατά μήκος του ανατολικού ορίου του Ασήρ βρίσκονταν τα εδάφη του Ζαβουλών και του Νεφθαλί, ενώ Ν και ΝΑ βρισκόταν ο Μανασσής και ο Ισσάχαρ.
Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 17:7 αναφέρεται ότι ο Ασήρ βρισκόταν στο όριο της φυλής του Μανασσή. Ο Ασήρ μνημονεύεται και στο εδάφιο 10 της ίδιας αφήγησης, και εκεί φαίνεται καθαρά ότι εννοείται η περιοχή της φυλής του Ασήρ.
-
-
ΑσηρίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΗΡΙΤΗΣ
(Ασηρίτης) [Του (Από τον) Ασήρ].
Απόγονος του Ασήρ, του δεύτερου γιου του Ιακώβ από τη Ζελφά, την υπηρέτρια της Λείας (Γε 30:12, 13), και μέλος της φυλής του Ασήρ.—Κρ 1:31, 32· βλέπε ΑΣΗΡ.
-
-
ΑσηρώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΗΡΩΘ
(Ασηρώθ) [Αυλές· Οικισμοί].
Το τελευταίο μέρος όπου στρατοπέδευσε ο Ισραήλ προτού μπει στην έρημο Φαράν. (Αρ 11:35· 12:16· 33:17, 18· Δευ 1:1) Στην Ασηρώθ η Μαριάμ πατάχθηκε με λέπρα, όταν εκείνη και ο Ααρών εξέφρασαν αντιρρήσεις για την εξουσία του Μωυσή καθώς και για το ότι είχε πάρει Χουσίτισσα σύζυγο. (Αρ 11:35· 12:1-16) Οι περισσότεροι λόγιοι συνδέουν την Ασηρώθ της Αγίας Γραφής με την όαση Έιν Χάντρα, περίπου 60 χλμ. ΒΑ της περιοχής όπου σύμφωνα με την παράδοση βρισκόταν το Όρος Σινά.
-
-
Ασθένειες και ΘεραπείαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Οι Γραφές αναφέρονται συχνά στην αρρώστια, μια μη υγιή κατάσταση του σώματος ή της διάνοιας, καθώς και στην πνευματική ασθένεια, ή στην κατάσταση στην οποία κάποιος νοσεί με μεταφορική έννοια. Μολονότι η Αγία Γραφή δεν γράφτηκε πρωτίστως ως βιβλίο οδηγιών για ιατρικές ή άλλου είδους θεραπείες των διαφόρων παθήσεων, οι πληροφορίες που παρουσιάζει γύρω από αυτά τα ζητήματα είναι επιστημονικά ακριβείς. Κάτι επίσης σημαντικό είναι το ότι δείχνει πώς να καταπολεμά κανείς την πνευματική ασθένεια.
Η ασθένεια αποτελεί συνέπεια της ατέλειας που μεταδόθηκε στην ανθρώπινη φυλή από τον αμαρτωλό Αδάμ και η οποία οδηγεί στο θάνατο. (Γε 3:17-19· Ρω 5:12) Εντούτοις, ο ίδιος ο Ιεχωβά «άγγιξε τον Φαραώ και το σπιτικό του με μεγάλες πληγές εξαιτίας της Σαραΐ, της συζύγου του Άβραμ». (Γε 12:17) Ο Θεός ήταν υπεύθυνος για τα «μεγάλα σπυριά με φουσκάλες» που εκδηλώθηκαν πάνω σε άνθρωπο και σε ζώο στη διάρκεια της έκτης πληγής που επέφερε στην αρχαία Αίγυπτο. (Εξ 9:8-11) Ο ίδιος πάταξε την αυθάδη Μαριάμ με λέπρα (Αρ 12:9-15), έπληξε το νόθο παιδί του Δαβίδ και της Βηθ-σαβεέ ώστε αυτό αρρώστησε και τελικά πέθανε (2Σα 12:15-18) και «έστειλε επιδημία στον Ισραήλ» στις ημέρες του Δαβίδ (2Σα 24:15). Όλες αυτές οι ενέργειες του Θεού αποσκοπούσαν στην υποστήριξη του ονόματός του και του νόμου του, καθώς επίσης στην προστασία, στην απελευθέρωση ή στην πατρική διαπαιδαγώγηση του εκλεκτού λαού του.
Ωστόσο, με την άδεια του Ιεχωβά, ο Σατανάς «πάταξε τον Ιώβ με μεγάλα κακοήθη σπυριά από τα πέλματα των ποδιών του μέχρι την κορυφή του κεφαλιού του». (Ιωβ 2:6, 7) Αυτό έδωσε στον Ιώβ τη δυνατότητα να αποτελέσει παράδειγμα για το λαό του Θεού στο ζήτημα της διακράτησης ακεραιότητας. Αργότερα ο Θεός γιάτρεψε τον Ιώβ και παρέτεινε τη ζωή του επί 140 χρόνια λόγω της πιστότητάς του. (Ιωβ 42:10, 16) Μερικές φορές για κάποιες παθήσεις ευθύνονταν οι δαίμονες, όπως συνέβαινε στην περίπτωση ενός δαιμονισμένου, τυφλού και άλαλου άντρα τον οποίο θεράπευσε ο Ιησούς Χριστός. (Ματ 12:22) Αλλά οι Γραφές κάνουν διάκριση ανάμεσα στις συνηθισμένες παθήσεις και σε εκείνες που προκαλούνται από το δαιμονισμό.—Ματ 4:24· Μαρ 1:32-34· Πρ 5:16· βλέπε ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΟΣ.
Η ανυπακοή στο Λόγο του Θεού, όπως σε ζητήματα που περιλαμβάνουν τη σεξουαλική ηθική, μπορεί να οδηγήσει σε αρρώστια, ακόμη δε και σε θάνατο. (Παρ 7:21-27) Οι Ισραηλίτες προειδοποιήθηκαν ότι, αν παρήκουαν τον Ιεχωβά, εκείνος θα τους πάτασσε με διάφορες ασθένειες.—Δευ 28:58-61.
Η Αγία Γραφή αναφέρει αρκετές ασθένειες και παθήσεις. Για παράδειγμα, αν οι Ισραηλίτες αποδεικνύονταν ανυπάκουοι, θα υπέφεραν από φυματίωση, μεγάλα σπυριά, αιμορροΐδες, έκζεμα και παραφροσύνη. (Δευ 28:22, 27, 28, 35) Ο Νόμος παρείχε πληροφορίες για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση κρουσμάτων λέπρας. (Λευ κεφ. 13, 14) Όποιος απόγονος του Ααρών είχε τριχοφυτία αποκλειόταν από την εκτέλεση των ιερατικών καθηκόντων, και ένα ζώο που έπασχε από την ίδια ασθένεια δεν γινόταν δεκτό για θυσία. (Λευ 21:17, 20· 22:22) Με τη δύναμη του Θεού, ο Ιησούς Χριστός θεράπευσε περιπτώσεις εκ γενετής τυφλότητας (Ιωα 9:1-7), κωφότητας (Λου 7:22), υδρωπικίας (Λου 14:1-4), λέπρας (Λου 5:12, 13), επιληψίας, παράλυσης και άλλων ασθενειών και παθήσεων (Ματ 4:23, 24). Στη Μάλτα, ο Παύλος γιάτρεψε τον πατέρα του Πόπλιου, ο οποίος «βασανιζόταν από πυρετό και δυσεντερία».—Πρ 28:1-8.
Οι σημερινοί ερευνητές επιχειρούν μερικές φορές να ακριβολογήσουν περισσότερο από την Αγία Γραφή στην περιγραφή των συμπτωμάτων και των παθήσεων που αναφέρονται σε αυτήν, αλλά συχνά οι απόψεις τους ποικίλλουν σημαντικά. Εντούτοις, εφόσον η Αγία Γραφή είναι ο εμπνευσμένος Λόγος του Θεού, όταν οι συγγραφείς της προσδιόριζαν κάποια ασθένεια ήταν ακριβείς. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως, δεν κατονόμαζαν τις αρρώστιες. Παραδείγματος χάρη, η Αγία Γραφή δεν κατονομάζει τις αρρώστιες που στοίχισαν τη ζωή των δύο αγοριών τα οποία μετέπειτα επανέφερε στη ζωή ο Ιεχωβά μέσω του Ηλία και του Ελισαιέ. (1Βα 17:17-24· 2Βα 4:17-37) Δεν αποκαλύπτει τη φύση “της αρρώστιας από την οποία επρόκειτο να πεθάνει” ο Ελισαιέ (2Βα 13:14, 20) ούτε φανερώνει ποια ήταν η ασθένεια που προκάλεσε το θάνατο του Λαζάρου.—Ιωα 11:1-4.
Θεραπείες στην Αρχαιότητα. Οι γιατροί ή άλλου είδους θεραπευτές ήταν κάτι το κοινό στον αρχαίο Ισραήλ και σε άλλες Βιβλικές χώρες. Στην Αίγυπτο «οι γιατροί ταρίχευσαν τον Ισραήλ»—τον νεκρό Ιακώβ. (Γε 50:1-3) Ο μαθητής Λουκάς αποκαλείται «ο αγαπητός γιατρός». (Κολ 4:14) Ο Μάρκος μάς λέει για μια γυναίκα που «έπασχε από ροή αίματος επί δώδεκα χρόνια» και που «είχε υποφέρει πολλά από πολλούς γιατρούς και είχε ξοδέψει όλους τους πόρους της και δεν είχε ωφεληθεί αλλά, απεναντίας, είχε χειροτερέψει».—Μαρ 5:25-29.
Οι Εβραίοι γιατροί χρησιμοποιούσαν προφανώς ορισμένα βότανα, ίσως δε και κάποιες διατροφικές θεραπείες. Μερικές φορές έβαζαν στις πληγές “βάλσαμο της Γαλαάδ”, ένα αρωματικό λάδι που εξαγόταν από φυτά της αρχαίας Γαλαάδ, ίσως για αντισηπτικούς σκοπούς ή για καταπράυνση και ελάττωση του πόνου. (Ιερ 46:11· 51:8) Από ό,τι αφήνεται να εννοηθεί, χρησιμοποιούσαν κάποια φύλλα για φαρμακευτικούς σκοπούς. (Ιεζ 47:12· Απ 22:1, 2) Προφανώς χρησιμοποιούσαν καταπλάσματα. (2Βα 20:7· Ησ 38:21) Μερικές φορές έβαζαν λάδι στα τραύματα και στους μώλωπες για να τα απαλύνουν (Ησ 1:6), ενίοτε δε έβαζαν στα τραύματα και λάδι και κρασί. (Λου 10:34) Η μέτρια κατανάλωση κρασιού συνιστάτο σε κάποιες περιπτώσεις, επειδή το κρασί φέρνει ευθυμία και έχει φαρμακευτικές ιδιότητες.—Παρ 31:6· 1Τι 5:23.
Η ιατρική και η χειρουργική ασκούνταν από τους αρχαίους Αιγυπτίους, για τους οποίους ο ιστορικός Ηρόδοτος έγραψε (Β΄, 84): «Η ιατρική είναι κατανεμημένη κατά τον εξής τρόπο: κάθε γιατρός θεραπεύει μόνο μία ασθένεια και όχι περισσότερες. Όλη η χώρα είναι γεμάτη γιατρούς, διότι άλλοι είναι γιατροί των ματιών, άλλοι των δοντιών, άλλοι της κοιλιάς και άλλοι των κρυμμένων ασθενειών».
Στην Αίγυπτο οι χειρουργικές μέθοδοι περιλάμβαναν τον καυτηριασμό για τον έλεγχο της αιμορραγίας, καθώς και την ανύψωση του θραύσματος ενός οστού που μπορεί να πίεζε τον εγκέφαλο του ατόμου σε περιπτώσεις κρανιακών καταγμάτων. Για τα σπασμένα κόκαλα χρησιμοποιούσαν νάρθηκες, και μάλιστα έχουν ανακαλυφτεί μούμιες με νάρθηκες φτιαγμένους από φλοιούς δέντρων και στερεωμένους με επιδέσμους. (Παράβαλε Ιεζ 30:20, 21.) Στην αρχαία Βαβυλώνα υπήρχαν κάποιοι χειρουργοί, όπως διαφαίνεται από τον Κώδικα του Χαμουραμπί, ο οποίος καθόριζε ορισμένες αμοιβές για τους γιατρούς και έκανε λόγο για «χάλκινο νυστέρι».
Στη Φοινίκη ασκούσαν την οδοντιατρική. Σε ένα δείγμα οδοντιατρικής εργασίας που έχει βρεθεί είχε χρησιμοποιηθεί λεπτό χρυσό σύρμα για την επίδεση έξι δοντιών στην κάτω γνάθο. Σε ένα άλλο, μια πρόθεση από χρυσό σύρμα λειτουργούσε ως «γέφυρα» που στερέωνε κάποια δόντια τα οποία είχαν ληφθεί από άλλο άτομο.
Επίδραση της Μαγείας και της Ψεύτικης Θρησκείας. Σχετικά με τους γιατρούς της Αιγύπτου και τις θεραπείες που εφάρμοζαν, Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου ([The International Standard Bible Encyclopaedia] Τόμ. 4, σ. 2393) αναφέρει: «Από τους αρχαίους ιατρικούς παπύρους που έχουν διατηρηθεί, ο μεγαλύτερος εκ των οποίων είναι ο Πάπυρος Έμπερς, γνωρίζουμε ότι η ιατρική γνώση εκείνων των γιατρών ήταν εντελώς εμπειρική, πρωτίστως μαγική και καθόλου επιστημονική. Παρά τις άφθονες ευκαιρίες που είχαν, δεν ήξεραν σχεδόν τίποτα για την ανθρώπινη ανατομία, περιγράφουν τις ασθένειες με απελπιστικά άτεχνο τρόπο, και τα τρία τέταρτα των εκατοντάδων συνταγών που περιέχονται στους παπύρους είναι τελείως αναποτελεσματικές. Ακόμη και η μέθοδος ταρίχευσης την οποία εφάρμοζαν ήταν τόσο ατελής ώστε λίγες από τις μούμιες τους θα είχαν διατηρηθεί σε οποιοδήποτε άλλο κλίμα εκτός από το κλίμα της Αιγύπτου».—Επιμέλεια Τζ. Ορ, 1960.
Ο Γάλλος γιατρός και λόγιος Ζορζ Ρου (στο βιβλίο του Η Μεσοποταμία [La Mésopotamie], Παρίσι, 1995, σ. 411-416) δηλώνει: «Οι διαγνώσεις και οι προγνώσεις των Μεσοποτάμιων γιατρών ήταν ένα μείγμα από δεισιδαιμονίες και ακριβείς παρατηρήσεις». Υπήρχαν εκπαιδευμένοι επαγγελματίες γιατροί που πίστευαν ότι οι περισσότερες ασθένειες είχαν υπερφυσική προέλευση αλλά εξέταζαν και άλλες αιτίες, όπως τη μετάδοση μολυσματικών παραγόντων, την τροφή και το ποτό. Μερικές φορές ο γιατρός παρέπεμπε τους ασθενείς σε κάποιον μάντη, τον ιερέα μπαρού, ο οποίος προσπαθούσε να ανακαλύψει την κρυμμένη αμαρτία που ήταν υπεύθυνη για την πάθηση. Ή ο γιατρός έστελνε τον πάσχοντα στον ιερέα ασιπού, ο οποίος έλεγε επωδές και έκανε μαγικές τελετουργίες για να εξορκίσει τους δαίμονες. Ο Ρου παρατηρεί: «Οι γιατροί της Μεσοποταμίας, όπως και οι αστρονόμοι της, βάσιζαν την τέχνη τους σε μεταφυσικά δόγματα και έτσι απέκλειαν την καρποφόρα αναζήτηση λογικών εξηγήσεων».
Οι Βαβυλώνιοι θεωρούσαν τον Έα τον κυριότερο θεό των θεραπειών. Για να προστατεύονται από τα πονηρά πνεύματα, φορούσαν κάποια αντικείμενα όπως περίαπτα και φυλαχτά. Οι αρχαίοι Έλληνες τιμούσαν ως θεά την προσωποποιημένη Υγεία, και οι γιατροί στην αρχαία Ελλάδα εμπνέονταν από τον Ασκληπιό. Οι Ρωμαίοι συσχέτιζαν ορισμένες θεότητες με τη θεραπεία συγκεκριμένων παθήσεων. Παραδείγματος χάρη, για τους πυρετούς υπήρχε η Φέμπρις. Είναι ενδιαφέρον ότι το σύμβολο του θεού Ασκληπιού των αρχαίων Ελλήνων ήταν ένα ραβδί γύρω από το οποίο ήταν τυλιγμένο ένα φίδι και αυτό εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως σύμβολο της ιατρικής.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 530.
Σχετικά με τις αρχαίες αντιλήψεις περί παθολογίας γενικά, Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] Τόμ. 1, σ. 847) δηλώνει: «Οι πρωτόγονες φυλές είτε πίστευαν ότι η ασθένεια ήταν το αποτέλεσμα εχθρικής μαγείας που κρατούσε δέσμιο το άτομο είτε απέδιδαν την εμφάνισή της στην παραβίαση κάποιου ταμπού. Ούτως ή άλλως, σε περιπτώσεις επίμονης ασθένειας θεωρούνταν δεδομένη η μαγεία και η μαγγανεία, ενώ τα εφαρμοζόμενα θεραπευτικά μέτρα περιλάμβαναν αναπόφευκτα τον σαμάν, δηλαδή το μάγο-γιατρό. Καθήκον του ήταν να μαντέψει την υπερφυσική αιτία της ασθένειας και να προσπαθήσει να την απομακρύνει χρησιμοποιώντας μαγικές ρήσεις, φυλαχτά, φάρμακα και επωδές».—Επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962.
Οι Γραφές δείχνουν ότι ο Σατανάς έπληξε τον Ιώβ (Ιωβ 2:7) και ότι ο δαιμονισμός έχει ενίοτε συνδεθεί με την ασθένεια. (Ματ 17:14-18) Άρα, οι αρχαίοι ειδωλολάτρες είχαν κάποια βάση για να συσχετίζουν μερικές τουλάχιστον αρρώστιες με το δαιμονισμό. Αλλά αντίθετα από αυτούς, οι πιστοί Εβραίοι ιερείς και γιατροί ποτέ δεν κατέφευγαν στη μαγεία για να επιτελέσουν θεραπείες. (Δευ 18:9-13) Ούτε ο Ιησούς Χριστός ούτε οι αληθινοί ακόλουθοί του πρόφεραν μαγικές επωδές, ακόμη και όταν εξέβαλλαν δαίμονες για να θεραπεύσουν κάποια άτομα. Όταν γίνονταν Χριστιανοί, αυτοί που κάποτε ασκούσαν μαγεία εγκατέλειπαν τέτοιου είδους δαιμονικές συνήθειες, οπωσδήποτε δε ένας Χριστιανός γιατρός ούτε θα ασκούσε αποκρυφισμό ούτε θα έστελνε έναν ασθενή σε κάποιον μάγο.—Πρ 19:18, 19.
Ακρίβεια των Γραφικών Αντιλήψεων. Σχετικά με τον Ιπποκράτη, έναν γιατρό του πέμπτου και του τέταρτου αιώνα Π.Κ.Χ. ο οποίος είναι γνωστός ως «ο πατέρας της σύγχρονης ιατρικής», έχει λεχθεί: «Δεν είχε καμιά σχέση με τα νοσοκομεία των ναών της εποχής του, τα οποία ελέγχονταν από τους ιερείς του Ασκληπιού, του θεού της ιατρικής». (Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου [The World Book Encyclopedia], 1987, Τόμ. 9, σ. 227) Ο Ιπποκράτης ήταν ουσιαστικά σύγχρονος του Μαλαχία, αλλά πολλά από αυτά που λέει η Αγία Γραφή γύρω από τις ασθένειες γράφτηκαν από τον Μωυσή περίπου χίλια χρόνια πρωτύτερα. Ωστόσο, τα παρακάτω σχόλια είναι σημαντικά: «Οι πιο ενημερωμένοι ιατρικοί ερευνητές, αυτοί που τώρα διαπρέπουν στον τομέα τους, οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι η Αγία Γραφή είναι ένα πολύ ακριβές επιστημονικό βιβλίο. . . . Τα στοιχεία που αφορούν τη ζωή, τη διάγνωση, τη θεραπεία και την προληπτική ιατρική έτσι όπως τα παρουσιάζει η Αγία Γραφή είναι πολύ πιο προηγμένα και αξιόπιστα από ό,τι οι θεωρίες του Ιπποκράτη, πολλές από τις οποίες παραμένουν αναπόδεικτες και μερικές διαπιστώνεται ότι είναι χονδροειδώς ανακριβείς».—Δρ Χ. Ο. Φίλιπς, σε μια επιστολή προς Τα Νέα του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου (The AMA News), που δημοσιεύτηκε στο τεύχος της 10ης Ιουλίου 1967.
Όσον αφορά τον Χριστιανό γιατρό Λουκά, συγγραφέα ενός Ευαγγελίου και του βιβλίου των Πράξεων, ο Δρ Τσ. Τρούμαν Ντέιβις δήλωσε: «Όπου γίνεται κάποια ιατρική περιγραφή, χαρακτηρίζεται από σχολαστική ακρίβεια. Ο Λουκάς χρησιμοποιεί συνολικά είκοσι τρεις ελληνικούς τεχνικούς όρους που βρίσκονται στον Ιπποκράτη, στον Γαληνό και σε άλλα ιατρικά έργα εκείνης της περιόδου».—Ιατρικό Περιοδικό της Αριζόνας (Arizona Medicine), Μάρτιος 1966, «Ιατρική και Αγία Γραφή», σ. 177.
Η τήρηση του Νόμου ήταν συχνά επωφελής για την υγεία. Λόγου χάρη, ο Νόμος απαιτούσε να καλύπτονται τα ανθρώπινα περιττώματα στους στρατιωτικούς καταυλισμούς (Δευ 23:9-14), κάτι που παρείχε αξιοσημείωτη προστασία από τις λοιμώδεις νόσους που μεταδίδονται μέσω των μυγών, όπως η δυσεντερία και ο τυφοειδής πυρετός. Προλαμβανόταν η μόλυνση της τροφής και του νερού, εφόσον ο Νόμος καθόριζε πως οτιδήποτε πάνω στο οποίο έπεφτε κάποιο «ακάθαρτο» ψόφιο πλάσμα ανακηρυσσόταν ακάθαρτο, και απαιτούσε τη λήψη ορισμένων μέτρων, μεταξύ των οποίων ήταν και η συντριβή του πήλινου σκεύους που είχε μολυνθεί με αυτόν τον τρόπο.—Λευ 11:32-38.
Ένα σημαντικό σχόλιο είναι το εξής: «Τα μέτρα προφύλαξης αποτελούσαν βασικό στοιχείο αυτής της νομοθεσίας, και όταν τηρούνταν, συντελούσαν πολύ στην αποφυγή των κρουσμάτων πολιοεγκεφαλίτιδας που οφείλεται στις τροφές, εντερικών πυρετών, τροφικής δηλητηρίασης και παρασιτικών σκωλήκων. Η επιμέλεια στη διατήρηση της καθαρότητας του νερού ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την αποφυγή της εκδήλωσης και της εξάπλωσης ασθενειών όπως η αμοιβάδωση, οι εντερικοί πυρετοί, η χολέρα, η σχιστοσωμίαση και ο σπειροχαιτικός ίκτερος. Αυτά τα μέτρα προφύλαξης, τα οποία αποτελούν θεμελιώδες τμήμα οποιουδήποτε συστήματος δημόσιας υγείας, είχαν ιδιαίτερη σπουδαιότητα για την ευημερία ενός έθνους που ζούσε υπό πρωτόγονες συνθήκες σε μια υποτροπική περιοχή της γης».—Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή, επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 544, 545.
Στο βιβλίο του Η Αγία Γραφή και η Σύγχρονη Ιατρική (The Bible and Modern Medicine), ο γιατρός Α. Ρεντλ Σορτ τονίζει ότι ο κώδικας δημόσιας υγιεινής που υπήρχε—αν υπήρχε καν—στα έθνη που περιέβαλλαν τον αρχαίο Ισραήλ ήταν μόνο σε στοιχειώδες επίπεδο, και δηλώνει: «Συνεπώς, είναι εξαιρετικά εκπληκτικό το ότι σε ένα βιβλίο όπως η Αγία Γραφή, το οποίο παρουσιάζεται ως μη επιστημονικό, υπάρχει κάποιος κώδικας υγιεινής, και είναι εξίσου εκπληκτικό το ότι ένα έθνος που μόλις είχε απελευθερωθεί από τη δουλεία, και το οποίο συχνά κατακτούνταν από εχθρούς και κατά καιρούς οδηγούνταν σε αιχμαλωσία, είχε στα νομοθετικά του βιβλία έναν τόσο σοφό και λογικό κώδικα κανόνων περί υγείας. Αυτό είναι κάτι που έχουν αναγνωρίσει ειδικοί μεγάλου κύρους, ακόμη και αυτοί που δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τη θρησκευτική πλευρά της Αγίας Γραφής».—Λονδίνο, 1953, σ. 37.
Σύμφωνα με το Νόμο, ο λαγός και το γουρούνι περιλαμβάνονταν στα ζώα που οι Ισραηλίτες απαγορευόταν να τρώνε. (Λευ 11:4-8) Σχετικά με αυτό, ο Δρ Σορτ αναφέρει: «Είναι αλήθεια ότι εμείς τρώμε το γουρούνι, το κουνέλι και το λαγό, αλλά αυτά τα ζώα προσβάλλονται από παράσιτα και είναι ασφαλή μόνο αν η τροφή μαγειρευτεί καλά. Το γουρούνι τρώει ακάθαρτα πράγματα και φιλοξενεί δύο σκουλήκια, την τριχίνη και ένα είδος ταινίας, τα οποία μπορεί να μεταδώσει στον άνθρωπο. Ο κίνδυνος είναι αμελητέος υπό τις παρούσες συνθήκες σε αυτή τη χώρα, αλλά τα πράγματα θα ήταν τελείως διαφορετικά στην αρχαία Παλαιστίνη, και το καλύτερο ήταν να αποφεύγεται αυτή η τροφή».—Η Αγία Γραφή και η Σύγχρονη Ιατρική, σ. 40, 41.
Η προσκόλληση στις δίκαιες απαιτήσεις του Ιεχωβά όσον αφορά τη σεξουαλική ηθική ήταν επίσης επωφελής για τους Ισραηλίτες από πνευματική, διανοητική και σωματική άποψη. (Εξ 20:14· Λευ 18) Παρόμοια, οι Χριστιανοί που διακρατούν ηθική καθαρότητα απολαμβάνουν οφέλη σε σχέση με την υγεία τους. (Ματ 5:27, 28· 1Κο 6:9-11· Απ 21:8) Η τήρηση των υψηλών ηθικών κανόνων της Αγίας Γραφής παρέχει προστασία από τις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες.
Ο Παύλος συνέστησε στον Τιμόθεο να πίνει λίγο κρασί για το στομάχι του και τις συχνές του αρρώστιες. (1Τι 5:23) Το ότι το κρασί έχει φαρμακευτικές ιδιότητες επιβεβαιώνεται από τις σύγχρονες έρευνες. Ο Δρ Σαλβατόρε Π. Λουτσία, καθηγητής ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, έχει δηλώσει: «Το κρασί χρησιμοποιείται ευρέως για τη θεραπεία των ασθενειών του πεπτικού συστήματος. . . . Η τανίνη που περιέχει και οι ελαφρές αντισηπτικές του ιδιότητες το καθιστούν πολύτιμο για τη θεραπεία του εντερικού κολικού, της βλεννώδους κολίτιδας, της σπαστικής δυσκοιλιότητας, της διάρροιας και πολλών λοιμωδών νόσων της γαστρεντερικής οδού». (Το Κρασί ως Τροφή και Φάρμακο [Wine as Food and Medicine], 1954, σ. 58) Φυσικά, ο Παύλος συνέστησε στον Τιμόθεο “να χρησιμοποιεί λίγο κρασί”, όχι πολύ, και η Αγία Γραφή καταδικάζει τη μέθη.—Παρ 23:20· βλέπε ΜΕΘΗ.
Οι Γραφές αναγνωρίζουν τον ψυχοσωματικό παράγοντα, αν και οι ιατρικοί ερευνητές στο σύνολό τους αντιλήφθηκαν σχετικά πρόσφατα τη σύνδεση ανάμεσα στα παθολογικά συμπτώματα του σώματος και στη συναισθηματική κατάσταση του ατόμου. Το εδάφιο Παροιμίες 17:22 δηλώνει: «Η χαρούμενη καρδιά κάνει καλό ως γιατρικό, αλλά το συντετριμμένο πνεύμα ξεραίνει τα κόκαλα». Συναισθήματα όπως η ζήλια, ο φόβος, η απληστία, το μίσος και η ιδιοτελής φιλοδοξία είναι επιβλαβή, ενώ αντιθέτως προκύπτουν καλά, και μερικές φορές θεραπευτικά, αποτελέσματα από την καλλιέργεια και την εκδήλωση αγάπης, χαράς, ειρήνης, μακροθυμίας, καλοσύνης, αγαθότητας, πίστης, πραότητας και εγκράτειας—ιδιοτήτων που αποτελούν τον καρπό του πνεύματος του Θεού. (Γα 5:22, 23) Φυσικά, οι Γραφές δεν χαρακτηρίζουν όλες τις αρρώστιες ψυχοσωματικές ούτε αποκλείουν ως απαράδεκτο το να ζητήσει κανείς ιατρική γνωμάτευση και θεραπεία. Ο Παύλος αποκάλεσε τον πιστό Χριστιανό Λουκά “αγαπητό γιατρό”.—Κολ 4:14.
Καραντίνα. Σύμφωνα με το Νόμο, το άτομο που είχε—ή για το οποίο υπήρχε η υποψία ότι είχε—κάποια μεταδοτική ασθένεια έμπαινε σε καραντίνα, δηλαδή παρέμενε μακριά από τους άλλους ή απομονωνόταν για ένα διάστημα. Επιβάλλονταν εφταήμερες περίοδοι καραντίνας σε άτομα, σε ενδύματα και άλλα αντικείμενα ή σε σπίτια για να διαπιστωθεί αν είχαν προσβληθεί από λέπρα. (Λευ 13:1-59· 14:38, 46) Επίσης, ένα άτομο ανακηρυσσόταν ακάθαρτο για εφτά ημέρες αν άγγιζε πτώμα ανθρώπου. (Αρ 19:11-13) Μολονότι οι Γραφές δεν λένε ότι η συγκεκριμένη διάταξη δόθηκε για λόγους υγιεινής, ωστόσο οι υπόλοιποι προστατεύονταν κάπως σε περίπτωση που ο νεκρός είχε πεθάνει από λοιμώδη νόσο.
Μεταφορική Εφαρμογή. Ο Ιούδας και η Ιερουσαλήμ αρρώστησαν πνευματικά εξαιτίας της αμαρτωλότητάς τους. (Ησ 1:1, 4-6) Αν και οι θρησκευτικοί ηγέτες της Ιερουσαλήμ προσπαθούσαν μάταια να γιατρέψουν τη συντριβή του λαού, λέγοντας ψέματα ότι υπήρχε ειρήνη (Ιερ 6:13, 14), δεν κατόρθωσαν να αποτρέψουν την καταστροφή της πόλης το 607 Π.Κ.Χ. Ο Ιεχωβά, όμως, υποσχέθηκε να φέρει ανάρρωση στη Σιών, δηλαδή στην Ιερουσαλήμ (Ιερ 30:12-17· 33:6-9), και αυτή η θεραπεία πραγματοποιήθηκε με την επιστροφή του Ιουδαϊκού υπολοίπου στην πατρίδα του το 537 Π.Κ.Χ.
Ο Ιησούς Χριστός αναγνώριζε την πνευματικά άρρωστη κατάσταση των αμαρτωλών και επιδίωκε να τους στρέψει στον Ιεχωβά για πνευματική θεραπεία. Γι’ αυτό, όταν τον επέκριναν ότι έτρωγε και έπινε με εισπράκτορες φόρων και αμαρτωλούς, ο Ιησούς είπε: «Δεν χρειάζονται γιατρό οι υγιείς αλλά οι άρρωστοι. Εγώ έχω έρθει να καλέσω, όχι δίκαιους ανθρώπους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια».—Λου 5:29-32.
Η θεραπεία της πνευματικής ασθένειας ενός μέλους της Χριστιανικής εκκλησίας είναι το θέμα των εδαφίων Ιακώβου 5:13-20. Τα συμφραζόμενα, που αντιπαραβάλλουν την αρρώστια με την ευθυμία, δείχνουν ότι ο Ιάκωβος δεν ασχολούνταν με τη σωματική αρρώστια, αλλά με την πνευματική. Σχετικά με τα βήματα που αποσκοπούν στη θεραπεία καθώς και με την αποτελεσματικότητά τους, ο Ιάκωβος έγραψε: «Είναι κανείς μεταξύ σας [πνευματικά] άρρωστος; Ας καλέσει τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, και ας προσευχηθούν για αυτόν [ώστε εκείνος να ακούσει την προσευχή και να δείξει ότι συμφωνεί λέγοντας «Αμήν»], αλείβοντάς τον με λάδι [ενθαρρύνοντάς τον με παρηγορητική, καταπραϋντική διδασκαλία από το Λόγο του Θεού, ώστε να αποκατασταθεί η σύνδεσή του με την εκκλησία (Ψλ 133:1, 2· 141:5)] στο όνομα του Ιεχωβά [με πιστότητα στον Θεό και σύμφωνα με το σκοπό Του]. Και η προσευχή της πίστης [την οποία θα αναπέμψουν οι πρεσβύτεροι για χάρη του πνευματικά ασθενούς ατόμου] θα κάνει καλά εκείνον που πάσχει [πνευματικά], και ο Ιεχωβά θα τον εγείρει [σαν να τον βγάζει από την απελπισία και να του αφαιρεί το συναίσθημα ότι τον έχει εγκαταλείψει ο Θεός, και μάλιστα ο Ιεχωβά θα τον ενισχύσει για να προχωρήσει στην οδό της αλήθειας και της δικαιοσύνης (Φλπ 4:13)]. Και αν έχει διαπράξει αμαρτίες, αυτό θα του συγχωρηθεί [από τον Ιεχωβά (Ψλ 32:5· 103:10-14), αν το άτομο ανταποκριθεί ευνοϊκά στις προσευχές και στον έλεγχο, στη διόρθωση και στη νουθεσία από το Λόγο του Ιεχωβά που θα του δώσουν οι πρεσβύτεροι και, αφού μετανοήσει, μεταστραφεί και ακολουθήσει τη σωστή οδό (Ψλ 119:9-16)]».
Αντιμετώπιση της Αρρώστιας. Η αρρώστια είναι μια συμφορά που μπορεί να βρει κάποιον έστω και αν είναι υλικά πλούσιος. (Εκ 5:16, 17· παράβαλε Ματ 16:26.) Μερικά άτομα έχουν άφθονο εύγευστο φαγητό, αλλά δεν μπορούν να το απολαύσουν λόγω κάποιας στομαχικής ή εντερικής διαταραχής. (Εκ 6:1, 2) Και για τους πνευματικούς αδελφούς του Ιησού Χριστού έχει λεχθεί ότι ασθενούν σωματικά κατά καιρούς. (Ματ 25:39, 40) Οι σωματικές ασθένειες ήταν κάτι που αντιμετώπισαν διάφοροι Χριστιανοί, όπως ο Επαφρόδιτος, ο Τιμόθεος και ο Τρόφιμος (Φλπ 2:25-30· 1Τι 5:23· 2Τι 4:20), αλλά η Αγία Γραφή δεν λέει ότι αυτοί οι Χριστιανοί θεραπεύτηκαν θαυματουργικά από τους αποστόλους.
Εντούτοις, όταν κάποιος από τους υπηρέτες του Θεού ασθενεί σωματικά, είναι κατάλληλο να προσεύχεται στον Ιεχωβά για να έχει το σθένος που χρειάζεται ώστε να αντέξει την πάθησή του και για να έχει πνευματική δύναμη να διακρατήσει ακεραιότητα στη διάρκεια αυτής της περιόδου αδυναμίας στη σάρκα. «Ο Ιεχωβά θα στηρίξει [ένα τέτοιο άτομο] πάνω στο ντιβάνι της αρρώστιας».—Ψλ 41:1-3· βλέπε επίσης 1Βα 8:37-40.
Ωστόσο, το να βάλει κάποιος αίμα στο σώμα του για να θεραπεύσει κάποια ασθένειά του αποτελεί παραβίαση του νόμου του Θεού.—Γε 9:3, 4· Πρ 15:28, 29· βλέπε ΑΙΜΑ.
Ο Ιεχωβά μπορεί να απομακρύνει τις αρρώστιες. (Εξ 15:26· 23:25· Δευ 7:15) Ο Ησαΐας έγραψε ότι θα έρθει καιρός κατά τον οποίο «κανένας κάτοικος δεν θα λέει: “Είμαι άρρωστος”» (Ησ 33:24), καθώς επίσης ότι θα λάβει χώρα η πνευματική θεραπεία των τυφλών, των κουφών, των κουτσών και των άλαλων, προφητείες που υπόσχονται επίσης τη σωματική θεραπεία. (Ησ 35:5, 6) Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη, επιτέλεσε τόσο σωματικές όσο και πνευματικές θεραπείες πασχόντων ατόμων, εκπληρώνοντας τη Μεσσιανική προφητεία: «Αυτός πήρε τις αρρώστιες μας και βάσταξε τις ασθένειές μας». (Ματ 8:14-17· Ησ 53:4) Η βάση για αυτές τις θεραπείες ήταν η θυσία της ανθρώπινης ζωής του, η οποία αποτέλεσε το αποκορύφωμα της πορείας την οποία ακολουθούσε από τη στιγμή που κατέβηκε πάνω του το πνεύμα του Θεού στον Ιορδάνη Ποταμό το 29 Κ.Χ. Επομένως, οι Χριστιανοί έχουν βάση για ελπίδα και άφθονες αποδείξεις ότι, διά του αναστημένου Ιησού Χριστού και μέσω της Βασιλείας του Θεού, το υπάκουο ανθρώπινο γένος θα απολαύσει, όχι απλώς προσωρινή θεραπεία των ασθενειών, αλλά μόνιμη απελευθέρωση από την αμαρτία, τις ασθένειες και το θάνατο που προήλθαν από τον Αδάμ. Για αυτό το επίτευγμα, κάθε αίνος ανήκει στον Ιεχωβά, τον οποίο ο Δαβίδ προσδιορίζει ως εκείνον «που γιατρεύει όλες σου τις παθήσεις».—Ψλ 103:1-3· Απ 21:1-5.
-
-
ΑσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΙΑ
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ο όρος «Ασία» εφαρμόζεται στη ρωμαϊκή επαρχία που καταλάμβανε το δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας και όχι στην ήπειρο της Ασίας.
Η Ρωμαϊκή Επαρχία της Ασίας. Η ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας περιλάμβανε τις παλιότερες χώρες της Μυσίας, της Λυδίας, της Καρίας και, κατά περιόδους, μέρος της Φρυγίας, καθώς και τα γειτονικά νησιά. Συνεπώς, οριζόταν από το Αιγαίο Πέλαγος και τις επαρχίες της Βιθυνίας, της Γαλατίας (η οποία περιλάμβανε μέρος της Φρυγίας) και της Λυκίας. Ωστόσο, είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε τα ακριβή σύνορα λόγω των συνεχών ανακατατάξεων.
Αρχικά, η πρωτεύουσα βρισκόταν στην Πέργαμο της Μυσίας, αλλά στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Αυγούστου μεταφέρθηκε στην Έφεσο, νοτιότερα. Το έτος 27 Π.Κ.Χ., η επαρχία έγινε συγκλητική και έκτοτε διοικούνταν από έναν ανθύπατο. (Πρ 19:38) Επίσης, διαιρέθηκε σε 9 δικαστικές περιφέρειες και υποδιαιρέθηκε σε 44 περιφέρειες πόλεων.
Ο Λουκάς, περιγράφοντας τις περιοχές από τις οποίες είχαν έρθει οι Ιουδαίοι στην Ιερουσαλήμ την Πεντηκοστή του έτους 33 Κ.Χ., αναφέρει και την Ασία μαζί με τις επαρχίες της Καππαδοκίας, του Πόντου και της Παμφυλίας. (Πρ 2:9, 10· παράβαλε 1Πε 1:1.) Εκεί αναφέρει τη Φρυγία ξεχωριστά από την Ασία, πράγμα που ξανακάνει στο εδάφιο Πράξεις 16:6. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Ρωμαίος συγγραφέας του πρώτου αιώνα Κ.Χ., έκανε το ίδιο. (Φυσική Ιστορία [Naturalis Historia], V, XXVIII, 102) Η αφήγηση στα εδάφια Πράξεις 16:6, 7 δηλώνει ότι “το άγιο πνεύμα απαγόρευσε στον Παύλο να αναγγείλει το λόγο στην περιφέρεια της Ασίας” ενώ ταξίδευε προς τα δυτικά, στη διάρκεια της δεύτερης ιεραποστολικής περιοδείας του (περ. 49-52 Κ.Χ.). Γι’ αυτό, κατευθύνθηκε βόρεια διαμέσου της Φρυγίας και της Γαλατίας προς την επαρχία της Βιθυνίας, οδηγήθηκε όμως και πάλι προς τα δυτικά διαμέσου της Μυσίας προς το λιμάνι της Τρωάδος, που ήταν το φυσικό σημείο απόπλου των πλοίων για τη Μακεδονία. Εκεί ο Παύλος είδε σε όραμα έναν άντρα ο οποίος του απηύθυνε την πρόσκληση: «Πέρασε στη Μακεδονία και βοήθησέ μας». (Πρ 16:9) Έτσι λοιπόν, αν και ο Παύλος στην πραγματικότητα πέρασε μέσα από το βόρειο τμήμα της επαρχίας της Ασίας, δεν διέθεσε χρόνο εκεί παρά μόνο στο ταξίδι της επιστροφής, αφού ολοκλήρωσε το έργο του στη Μακεδονία και στην Αχαΐα. Τότε έμεινε για λίγο στην Έφεσο, κηρύττοντας στη συναγωγή, και φεύγοντας υποσχέθηκε να επιστρέψει.—Πρ 18:19-21.
Στη διάρκεια του τρίτου ταξιδιού του (περ. 52-56 Κ.Χ.), ο Παύλος έμεινε πάνω από δύο χρόνια στην Έφεσο, και το αποτέλεσμα ήταν ότι «όλοι όσοι κατοικούσαν στην περιφέρεια της Ασίας άκουσαν το λόγο του Κυρίου, Ιουδαίοι και Έλληνες». (Πρ 19:1-10, 22) Προφανώς τότε (περ. 55 Κ.Χ.) έγραψε ο Παύλος από την Έφεσο την πρώτη επιστολή του προς τους Κορινθίους και τους έστειλε χαιρετισμούς από τις «εκκλησίες της Ασίας», υποδηλώνοντας έτσι ότι είχε σημειωθεί καλή πρόοδος. (1Κο 16:19) Όταν αργότερα έγραψε από τη Μακεδονία τη δεύτερη επιστολή του προς τους Κορινθίους, αναφέρθηκε στις δυσκολίες και στο σοβαρό κίνδυνο που αντιμετώπισε στην Ασία. (Πρ 19:23-41· 2Κο 1:8) Στο ταξίδι της επιστροφής, ο Παύλος, μη θέλοντας να χρονοτριβήσει περαιτέρω στην Ασία, παρέπλευσε την Έφεσο, πέρασε από τη Σάμο και αποβιβάστηκε στη Μίλητο της Καρίας, που ήταν τμήμα της επαρχίας της Ασίας, και τότε κάλεσε «τους πρεσβυτέρους» της εκκλησίας της Εφέσου να έρθουν να τον συναντήσουν.—Πρ 20:15-18.
Πηγαίνοντας στη Ρώμη όπου επρόκειτο να δικαστεί για πρώτη φορά (περ. 60-61 Κ.Χ.), ως αποτέλεσμα μιας οχλοκρατικής ενέργειας στην Ιερουσαλήμ την οποία υποκίνησαν «Ιουδαίοι από την Ασία» (Πρ 21:27, 28· 24:18, 19· παράβαλε 6:9), ο Παύλος αρχικά επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο το οποίο πήγαινε «σε διάφορα παράκτια μέρη της περιφέρειας της Ασίας», αλλά κατόπιν άλλαξε πλοίο στα Μύρα, στη γειτονική επαρχία της Λυκίας.—Πρ 27:2-6.
Τα λόγια του Παύλου στο εδάφιο 2 Τιμόθεο 1:15, τα οποία προφανώς γράφτηκαν από τη Ρώμη γύρω στο έτος 65 Κ.Χ., ίσως υποδηλώνουν ότι ο σφοδρός διωγμός που άρχισε να μαίνεται τότε εναντίον των Χριστιανών από μέρους των ρωμαϊκών αρχών είχε στο μεταξύ κάνει πολλούς Χριστιανούς «της Ασίας» να αποφεύγουν τη συναναστροφή με τον φυλακισμένο απόστολο Παύλο, απομακρυνόμενοι από αυτόν σε μια κρίσιμη στιγμή. Η έκφραση «όλοι στην περιφέρεια της Ασίας» δεν σημαίνει καθολική απομάκρυνση όλων των Χριστιανών στην Ασία, επειδή ο Παύλος αμέσως μετά επαίνεσε τον Ονησίφορο ο οποίος ήταν προφανώς κάτοικος της Εφέσου.—2Τι 1:16-18· 4:19.
Το γεγονός ότι η Χριστιανική πίστη δεν είχε χαθεί φαίνεται επίσης από την Αποκάλυψη και τα εφτά αγγέλματα που έστειλε ο Ιωάννης προς εφτά εκκλησίες σε εξέχουσες πόλεις της Ασίας: την Έφεσο, τη Σμύρνη, την Πέργαμο, τα Θυάτειρα, τις Σάρδεις, τη Φιλαδέλφεια και τη Λαοδίκεια—και μάλιστα οι περισσότερες από αυτές τις εκκλησίες επαινούνται για το γεγονός ότι υπέμειναν θλίψη. (Απ 1:4, 11· 2:2, 3, 9, 10, 13, 19· 3:10) Ο Ιωάννης βρισκόταν τότε (περ. 96 Κ.Χ.) στην Πάτμο, η οποία δεν ήταν μακριά από τα παράλια της επαρχίας της Ασίας. Πιστεύεται γενικά ότι η αφήγηση του Ευαγγελίου του Ιωάννη και οι τρεις επιστολές του γράφτηκαν είτε στην Έφεσο είτε εκεί κοντά, μετά την απελευθέρωσή του από την Πάτμο.
Άλλες πόλεις της επαρχίας της Ασίας που μνημονεύονται στις Γραφές είναι οι Κολοσσές, η Ιεράπολη, το Αδραμύττιο και η Άσσος.
[Χάρτης στη σελίδα 372]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ—Παλαιότερες Ονομασίες των Περιοχών
ΜΥΣΙΑ
Τρωάς
ΒΙΘΥΝΙΑ
ΠΑΦΛΑΓΟΝΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΚΟΣ ΠΟΝΤΟΣ
ΓΑΛΑΤΙΑ
ΛΥΔΙΑ
Έφεσος
ΑΣΙΑΤΙΚΗ ΦΡΥΓΙΑ
ΓΑΛΑΤΙΚΗ ΦΡΥΓΙΑ
ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ
ΛΥΚΑΟΝΙΑ
ΚΑΡΙΑ
ΠΙΣΙΔΙΑ
Αντιόχεια
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
ΛΥΚΙΑ
ΚΙΛΙΚΙΑ
ΚΟΜΜΑΓΗΝΗ
ΣΥΡΙΑ
Αντιόχεια
Μεγάλη Θάλασσα
[Χάρτης στη σελίδα 373]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ—Ονομασίες Ρωμαϊκών Επαρχιών
ΑΣΙΑ
Τρωάς
Έφεσος
ΒΙΘΥΝΙΑ ΚΑΙ ΠΟΝΤΟΣ
ΓΑΛΑΤΙΑ
Αντιόχεια
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΩΝΑ
ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ
ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΙΟΧΟΥ
ΚΙΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΣΥΡΙΑ
Αντιόχεια
ΛΥΚΙΑ
ΠΑΜΦΥΛΙΑ
ΚΥΠΡΟΣ
Μεγάλη Θάλασσα
-
-
ΑσιμάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΙΜΑ
(Ασιμά).
Θεότητα την οποία λάτρευε ο λαός της Αιμάθ. Το λαό αυτό εγκατέστησε στη Σαμάρεια ο βασιλιάς της Ασσυρίας αφού πήρε αιχμάλωτους τους Ισραηλίτες. (2Βα 17:24, 30) Σύμφωνα με το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ (Σάνχεδριν 63β), η θεότητα Ασιμά παριστάνεται σαν άτριχος τράγος, και γι’ αυτόν το λόγο μερικοί την ταυτίζουν με τον Πάνα, ποιμενικό θεό της γονιμότητας. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι το όνομα Ασιμά ίσως αποτελεί εκούσια παραφθορά του ονόματος «Ασεράχ» (της χαναανιτικής θεάς της γονιμότητας), ώστε να συνδυάζεται με την εβραϊκή λέξη ’ασάμ («ενοχή»· Γε 26:10). Ωστόσο, πέραν των όσων αναφέρονται στην Αγία Γραφή τίποτα άλλο δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα.
-
-
ΑσκαλώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΚΑΛΩΝ
(Ασκαλών) [πιθανώς, Τόπος Ζυγίσματος (Πληρωμής)].
Λιμάνι της Μεσογείου και μία από τις πέντε κυριότερες φιλισταϊκές πόλεις. (Ιη 13:3) Ταυτίζεται με την Ασκαλάν (Τελ Ασκελόν) η οποία βρίσκεται περίπου 19 χλμ. ΒΒΑ της Γάζας. Η πόλη ήταν χτισμένη σε ένα βραχώδες, φυσικό αμφιθέατρο, το κοίλο μέρος του οποίου έβλεπε προς τη Μεσόγειο. Η ύπαιθρός της είναι εύφορη και παράγει μήλα, σύκα και ένα είδος μικρού κρεμμυδιού γνωστού ως ασκαλώνιο, που προφανώς έχει πάρει το όνομά του από τη φιλισταϊκή πόλη.
Η Ασκαλών είχε δοθεί στη φυλή του Ιούδα η οποία και την κατέλαβε, αλλά προφανώς η πόλη δεν έμεινε πολύ καιρό υπό την κυριαρχία του Ιούδα. (Κρ 1:18, 19) Την εποχή του Σαμψών και του Σαμουήλ ήταν πόλη των Φιλισταίων. (Κρ 14:19· 1Σα 6:17) Ο Δαβίδ τη μνημονεύει στη θρηνωδία που συνέθεσε για το θάνατο του Σαούλ και του Ιωνάθαν. (2Σα 1:20) Δεν αναφέρεται, όμως, μεταξύ των φιλισταϊκών πόλεων που κατέκτησε ο Βασιλιάς Οζίας.—2Χρ 26:6.
Στην προφητεία του Αμώς (περ. 804 Π.Κ.Χ.) προλέχθηκε ήττα για τον ηγεμόνα της Ασκαλών. (Αμ 1:8) Η ιστορία δείχνει ότι τον επόμενο αιώνα ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ της Ασσυρίας κατέστησε την Ασκαλούνα (Ασκαλών) υποτελή σε αυτόν. Ο Ιερεμίας (μετά το 647 Π.Κ.Χ.) εξέφερε δύο προφητείες αναφορικά με την Ασκαλών. Παρότι τα εδάφια Ιερεμίας 47:2-7 είναι δυνατόν να είχαν μερική εκπλήρωση όταν ο Ναβουχοδονόσορ λεηλάτησε την πόλη στις αρχές της βασιλείας του (περ. 624 Π.Κ.Χ.), η προφητεία των εδαφίων Ιερεμίας 25:17-20, 28, 29 δείχνει καθαρά ότι η εκπλήρωση έλαβε χώρα μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Η προφητεία του Σοφονία (η οποία γράφτηκε πριν από το 648 Π.Κ.Χ.) προείπε και αυτή ότι πλησίαζε η ερήμωση της Ασκαλών και άλλων φιλισταϊκών πόλεων και ότι, ακολούθως, το υπόλοιπο του Ιούδα θα καταλάμβανε τα «σπίτια της Ασκαλών». (Σοφ 2:4-7) Τελικά, γύρω στο 518 Π.Κ.Χ., ο Ζαχαρίας εξήγγειλε καταδικαστική κρίση για την Ασκαλών την οποία συνέδεσε με τον καιρό κατά τον οποίο θα ερημωνόταν η Τύρος (332 Π.Κ.Χ.).—Ζαχ 9:3-5.
-
-
ΑσκαλωνίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΚΑΛΩΝΙΤΗΣ
(Ασκαλωνίτης) [Της (Από την) Ασκαλών].
Κάτοικος της φιλισταϊκής πόλης Ασκαλών.—Ιη 13:3.
-
-
ΑσκενάζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΚΕΝΑΖ
(Ασκενάζ).
1. Ο πρώτος από τους τρεις γιους του Γόμερ, γιου του Ιάφεθ, στη σειρά με την οποία κατονομάζονται.—Γε 10:3· 1Χρ 1:6.
Σε Ιουδαϊκά συγγράμματα των μεσαιωνικών (αλλά και των μετέπειτα) χρόνων, ο όρος «Ασκενάζ» εφαρμοζόταν στη φυλή των Τευτόνων, και πιο συγκεκριμένα στη Γερμανία. Συνεπώς, ακόμη και σήμερα οι Εβραίοι από τις γερμανικές χώρες ονομάζονται Ασκεναζίμ σε αντίθεση με τους Σεφαρδίμ, τους Εβραίους από την Ισπανία και την Πορτογαλία.
2. Το εδάφιο Ιερεμίας 51:27 μνημονεύει το βασίλειο του Ασκενάζ ως σύμμαχο με τα βασίλεια του Αραράτ και του Μιννί εναντίον της Βαβυλώνας τον καιρό της πτώσης της (539 Π.Κ.Χ.). Εφόσον το Αραράτ πιστεύεται ότι βρισκόταν στην περιοχή της λίμνης Βαν και το Μιννί (το οποίο αναφέρεται ως «Μαννάι» στις ασσυριακές επιγραφές) θεωρείται ότι βρισκόταν ΝΑ της λίμνης Βαν, είναι πιθανό ότι το βασίλειο του Ασκενάζ βρισκόταν κοντά σε αυτές τις περιοχές, μάλλον κάπως Β, στην περιοχή ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και στην Κασπία Θάλασσα.
Το όνομα Ασκενάζ θεωρείται από τους αρχαιολόγους αντίστοιχο του ασσυριακού Ασγκουζάι, το οποίο αναφερόταν προφανώς στους αρχαίους Σκύθες που κατοικούσαν στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και της Κασπίας Θάλασσας. Πινακίδες σφηνοειδούς γραφής μνημονεύουν μια συμμαχία ανάμεσα σε αυτή τη φυλή και στους Μαννάι (Μιννί) σε μια εξέγερση εναντίον της Ασσυρίας τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ.
-
-
ΑσκίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΚΙ
Σάκος φτιαγμένος από ολόκληρο το δέρμα ενός ζώου, στον οποίο αποθήκευαν διάφορα πράγματα όπως νερό, λάδι, γάλα, κρασί, βούτυρο και τυρί. Μολονότι οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν κυρίως ασκιά για την αποθήκευση υγρών, είχαν και άλλου είδους δοχεία διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, όπως φιάλες με λεπτό λαιμό και πώμα.
Ο συνήθης τρόπος κατασκευής ενός ασκιού ήταν να σκοτώσουν ένα ζώο, να κόψουν το κεφάλι και τα πόδια και κατόπιν να το γδάρουν προσεκτικά χωρίς να χρειαστεί να ανοίξουν την κοιλιά του. Το δέρμα υφίστατο βυρσοδεψική κατεργασία και μετά έραβαν όλες τις τρύπες εκτός από μία. Το λαιμό, ή ίσως μία από τις προεξοχές των ποδιών, τον άφηναν άρραφτο ως άνοιγμα το οποίο έκλεινε με πώμα ή σπάγκο. Γι’ αυτόν το σκοπό χρησιμοποιούσαν τομάρια από γιδοπρόβατα και, ενίοτε, από βοοειδή, ενώ σε μερικές περιπτώσεις άφηναν τις τρίχες στο δέρμα όταν τα ασκιά προορίζονταν για γάλα, βούτυρο, τυρί και νερό. Ωστόσο, όταν τα ασκιά επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για λάδι και κρασί, απαιτούνταν πιο επιμελής βυρσοδεψική κατεργασία. Ακόμη και σε πιο πρόσφατα χρόνια, πολλά ασκιά φτιάχνονταν με παρόμοιο τρόπο στη Μέση Ανατολή. Αν τα ασκιά για νερό δεν υποστούν βυρσοδεψική κατεργασία, δίνουν στο νερό που περιέχουν μια δυσάρεστη γεύση.
Όταν ο Αβραάμ απέπεμψε την Άγαρ, την εφοδίασε με ένα «ασκί [εβρ., χέμεθ]». (Γε 21:14, 15, 19) Οι Γαβαωνίτες είπαν στον Ιησού του Ναυή: «Αυτά είναι τα ασκιά του κρασιού [εβρ., νο’δώθ] που τα γεμίσαμε καινούρια, και ορίστε! έχουν σκιστεί». (Ιη 9:13) Κάτι τέτοιο συνέβαινε με το πέρασμα του χρόνου, επειδή αυξανόταν η πίεση στο ασκί λόγω της ζύμωσης του κρασιού. Ο Ελιού είπε: «Η κοιλιά μου είναι σαν κρασί που δεν παίρνει αέρα· όπως τα καινούρια ασκιά [εβρ., ’οβώθ] θέλει να σκιστεί και να ανοίξει». (Ιωβ 32:19) Γενικά, ωστόσο, τα καινούρια ασκιά, λόγω της ικανότητάς τους να διαστέλλονται, μπορούσαν να αντέξουν την εσωτερική πίεση που ασκούσε το αέριο διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο παράγεται από τη ζύμωση του καινούριου κρασιού. Εντούτοις, τα παλιά ασκιά με τον καιρό γίνονταν σκληρά και έχαναν την ελαστικότητά τους, οπότε ήταν πιθανό να μην αντέξουν την πίεση και να σκιστούν. Γι’ αυτό, ο Ιησούς Χριστός παρατήρησε εύστοχα: «Ούτε βάζουν καινούριο κρασί σε παλιά ασκιά· γιατί αν βάλουν, τότε τα ασκιά σκίζονται και το κρασί χύνεται και τα ασκιά καταστρέφονται. Αλλά το καινούριο κρασί το βάζουν σε καινούρια ασκιά, και διατηρούνται και τα δύο».—Ματ 9:17· Μαρ 2:22· Λου 5:37, 38.
Αυτή η παραβολή ήταν μέρος της απάντησης που έδωσε ο Ιησούς για να εξηγήσει γιατί οι μαθητές του δεν συμμορφώνονταν με όλα τα παλιά έθιμα και τις συνήθειες των Φαρισαίων. Ο Ιησούς υπονοούσε προφανώς ότι η αλήθεια της Χριστιανοσύνης ήταν τόσο δυνατή και δραστική ώστε δεν μπορούσε να τη συγκρατήσει το παλιό σύστημα του Ιουδαϊσμού, το οποίο στερούνταν ζωτικότητας και ευελιξίας και έσβηνε με γοργούς ρυθμούς.—Ματ 9:14-16.
Όταν ο Δαβίδ ήταν φυγάς, κατατρεγμένος από τους εχθρούς του, αναφέρθηκε μεταφορικά στο ασκί λέγοντας: «Βάλε τα δάκρυά μου στο ασκί σου». (Ψλ 56:8) Δηλαδή ο Δαβίδ ζητούσε από τον Θεό, στον οποίο έθετε την εμπιστοσύνη του, να φυλάξει τα δάκρυά του, σαν να τα έβαζε σε ασκί, για να τα θυμηθεί.
Πιθανότατα, τα ασκιά που περιείχαν κρασί τα κρεμούσαν μερικές φορές σε κάποιο μέρος για να καπνιστούν, προκειμένου να τα προστατέψουν από τα έντομα ή για να προσδώσουν γρήγορα στο κρασί ορισμένα επιθυμητά χαρακτηριστικά. Από την άλλη πλευρά, όταν δεν χρησιμοποιούσαν τα ασκιά, μπορεί να τα κρεμούσαν σε ένα δωμάτιο χωρίς καπνοδόχο και αυτά να μαύριζαν από τον καπνό της φωτιάς που άναβε εκεί. Αυτά τα ασκιά έπειτα από λίγο έχαναν την ελαστικότητά τους και ζάρωναν. Έχοντας ίσως κάτι τέτοιο υπόψη, ο ψαλμωδός που ταλαιπωρούνταν από δοκιμασίες είπε: «Διότι έγινα σαν ασκί μέσα στον καπνό».—Ψλ 119:83· βλέπε ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ· ΣΚΕΥΗ.
-
-
ΆσμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΜΑ
Βλέπε ΤΡΑΓΟΥΔΙ, ΥΜΝΟΣ.
-
-
Άσμα ΑσμάτωνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ
Ποιητικό βιβλίο των Εβραϊκών Γραφών που μιλάει για την ακλόνητη αγάπη μιας Σουλαμίτισσας (μιας κοπέλας της υπαίθρου που καταγόταν από τη Σουνάμ, ή αλλιώς Σουλάμ) για έναν νεαρό ποιμένα καθώς και για την αποτυχημένη προσπάθεια του Βασιλιά Σολομώντα να κερδίσει την αγάπη της. Οι εναρκτήριες λέξεις του εβραϊκού κειμένου χαρακτηρίζουν αυτό το ποίημα ως «άσμα ασμάτων», δηλαδή «το πιο έξοχο άσμα», το πιο ωραίο και το πιο εξαίσιο άσμα. (Βλέπε ΜΝΚ, υποσ. στον τίτλο.) Πρόκειται για ένα μόνο άσμα και όχι για συλλογή ασμάτων.
Στην εισαγωγή προσδιορίζεται ως συγγραφέας ο Σολομών. (Ασμ 1:1) Οι εσωτερικές αποδείξεις συνηγορούν σε αυτό, διότι αποκαλύπτουν ότι ο συγγραφέας ήταν καλά εξοικειωμένος με τη δημιουργία του Θεού, όπως ήταν ο Σολομών. (1Βα 4:29-33) Επανειλημμένα εμφανίζονται στις παραστατικές εικόνες αυτού του βιβλίου φυτά, ζώα, πολύτιμες πέτρες και μέταλλα. (Ασμ 1:12-14, 17· 2:1, 3, 7, 9, 12-15· 4:8, 13, 14· 5:11-15· 7:2, 3, 7, 8, 11-13) Ο συγγραφέας, όπως άλλωστε θα αναμενόταν από έναν βασιλιά σαν τον Σολομώντα, γνώριζε πολύ καλά τη γη στην οποία κατοικούσαν οι Ισραηλίτες—την παράκτια πεδιάδα, τις κοιλάδες (2:1), τις οροσειρές του Λιβάνου, του Αερμών, του Αντιλιβάνου και του Καρμήλου (4:8· 7:5), τα αμπέλια της Εν-γαδί (1:14) και «τις δεξαμενές στην Εσεβών, κοντά στην πύλη της Βαθ-ραββίμ» (7:4).
Το ποίημα συντέθηκε όταν ο Σολομών είχε 60 βασίλισσες και 80 παλλακίδες. (Ασμ 6:8) Το γεγονός αυτό παραπέμπει στα πρώτα χρόνια της 40χρονης βασιλείας του (1037-998 Π.Κ.Χ.), εφόσον κατέληξε να έχει 700 συζύγους και 300 παλλακίδες.—1Βα 11:3.
Οι εκφράσεις τρυφερότητας που περιλαμβάνονται στο Άσμα Ασμάτων μπορεί να φαίνονται πολύ ασυνήθιστες σε έναν Δυτικό αναγνώστη. Πρέπει, όμως, να θυμόμαστε ότι η υπόθεση αυτού του άσματος εκτυλίσσεται στην Ανατολή πριν από 3.000 χρόνια περίπου.
Πρόσωπα που Περιλαμβάνονται. Κεντρικό πρόσωπο του Άσματος Ασμάτων είναι η Σουλαμίτισσα. Άλλα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτό το ποίημα είναι ο αγαπημένος της ποιμένας (Ασμ 1:7), η μητέρα της και οι αδελφοί της (1:6· 8:2), ο Βασιλιάς Σολομών (3:11), οι «κόρες της Ιερουσαλήμ» (οι κυρίες της αυλής του Σολομώντα) και οι «κόρες της Σιών» (γυναίκες που κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ) (3:5, 11). Τα πρόσωπα διακρίνονται από αυτά που λένε για τον εαυτό τους ή από αυτά που τους λένε οι άλλοι. Στο εβραϊκό κείμενο, οι γραμματικοί τύποι υποδηλώνουν συνήθως το γένος (αρσενικό ή θηλυκό) και τον αριθμό (ενικό ή πληθυντικό), διευκολύνοντας έτσι τον προσδιορισμό των προσώπων.
Η Υπόθεση. Η Σουλαμίτισσα γνώρισε τον ποιμένα στο μέρος όπου γεννήθηκε εκείνος. (Ασμ 8:5β) Θέλοντας να διαφυλάξουν την αγνότητα της αδελφής τους, οι αδελφοί της Σουλαμίτισσας προσπάθησαν να την προστατέψουν από τον πειρασμό. Γι’ αυτό, όταν εκείνη θέλησε να δεχτεί την πρόσκληση του αγαπημένου της να δουν μαζί τις ομορφιές της άνοιξης που μόλις είχε μπει (2:8-14), θύμωσαν μαζί της και, εκμεταλλευόμενοι τις ανάγκες της εποχής, την έβαλαν να φυλάει τα αμπέλια από τις μικρές αλεπούδες. (1:6· 2:15) Εκτεθειμένη στις ακτίνες του ήλιου, η Σουλαμίτισσα έχασε τη λευκότητα του δέρματός της.—1:5, 6.
Αργότερα, καθώς πήγαινε στον κήπο με τις καρυδιές, βρέθηκε τυχαία μπροστά στον καταυλισμό του Βασιλιά Σολομώντα. (Ασμ 6:11, 12) Είτε επειδή την είδε εκεί ο ίδιος ο βασιλιάς είτε επειδή την πρόσεξε κάποιος άλλος και του μίλησε για αυτήν, η Σουλαμίτισσα οδηγήθηκε στον καταυλισμό του Σολομώντα. Ο Βασιλιάς Σολομών γνωστοποίησε το θαυμασμό του για αυτήν. Αυτή, όμως, δεν αισθάνθηκε έλξη προς εκείνον και εξέφρασε λαχτάρα για τον αγαπημένο της ποιμένα. (1:2-4, 7) Γι’ αυτό, οι «κόρες της Ιερουσαλήμ» της συνέστησαν να φύγει από τον καταυλισμό και να βρει τον αγαπημένο της. (1:8) Ο Σολομών, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να την αφήσει να φύγει και άρχισε να εξυμνεί την ομορφιά της, υποσχόμενος ότι θα έφτιαχναν για αυτήν κρίκους από χρυσάφι και στολίσματα από ασήμι. (1:9-11) Τότε η Σουλαμίτισσα πληροφόρησε το βασιλιά ότι αγαπούσε κάποιον άλλον.—1:12-14.
Στη συνέχεια, ο αγαπημένος ποιμένας της Σουλαμίτισσας ήρθε στον καταυλισμό του Σολομώντα και εξέφρασε τη στοργή του για αυτήν. Και εκείνη επίσης τον διαβεβαίωσε για την αγάπη της. (Ασμ 1:15–2:2) Μιλώντας στις «κόρες της Ιερουσαλήμ», η Σουλαμίτισσα παρομοίασε τον αγαπημένο της με καρποφόρο δέντρο ανάμεσα στα δέντρα του δάσους και τις όρκισε σε ό,τι ήταν όμορφο και χαριτωμένο να μην προσπαθήσουν να εγείρουν ανεπιθύμητη αγάπη μέσα της. (2:3-7) Πάντοτε, ακόμη και τις νυχτερινές ώρες, συνέχιζε να λαχταράει τον αγαπημένο της ποιμένα, και υπενθύμισε στις «κόρες της Ιερουσαλήμ» ότι είχαν ορκιστεί να μην επιχειρήσουν να ξυπνήσουν την αγάπη μέσα της ώσπου να το θελήσει.—2:16–3:5.
Επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, ο Σολομών πήρε τη Σουλαμίτισσα μαζί του. Βλέποντάς τους να πλησιάζουν στην πόλη, αρκετές «κόρες της Σιών» σχολίασαν την εμφάνιση της πομπής. (Ασμ 3:6-11) Στην Ιερουσαλήμ, ο αγαπημένος της ποιμένας, ο οποίος είχε ακολουθήσει την πομπή, πλησίασε τη Σουλαμίτισσα και εξύμνησε την ομορφιά της, διαβεβαιώνοντάς την έτσι για την αγάπη του. (4:1-5) Η Σουλαμίτισσα είπε ότι επιθυμούσε να φύγει από την πόλη (4:6), και εκείνος συνέχισε να εκφράζει το θαυμασμό του για αυτήν. (4:7-16α) «Ας έρθει ο αγαπημένος μου στον κήπο του και ας φάει τους εκλεκτότερους καρπούς του», είπε εκείνη. (4:16β) Η απάντησή του σε αυτή την πρόσκληση ήταν: «Ήρθα στον κήπο μου, αδελφή μου, νύφη μου». (5:1α) Οι γυναίκες της Ιερουσαλήμ τούς ενθάρρυναν, λέγοντας: «Φάτε, σύντροφοι! Πιείτε και μεθύστε με εκδηλώσεις τρυφερότητας!»—5:1β.
Όταν η Σουλαμίτισσα αφηγήθηκε στις «κόρες της Ιερουσαλήμ» ένα άσχημο όνειρο που είχε δει και τους είπε ότι ήταν λαβωμένη από αγάπη (Ασμ 5:2-8), εκείνες ζήτησαν να μάθουν τι το ιδιαίτερο είχε ο αγαπημένος της. Τότε η Σουλαμίτισσα άρχισε να τον περιγράφει εγκωμιάζοντάς τον. (5:10-16) Όταν τη ρώτησαν πού βρισκόταν εκείνος, τους είπε ότι ποίμαινε ανάμεσα στους κήπους. (6:1-3) Άλλη μια φορά ο Σολομών κατέκλυσε τη Σουλαμίτισσα με εκφράσεις επαίνου. (6:4-10) Όταν εκείνη του είπε ότι δεν είχε επιδιώξει τη συντροφιά του (6:11, 12), ο Σολομών την παρακάλεσε να γυρίσει πίσω. (6:13α) Αυτό την έκανε να ρωτήσει: «Τι βλέπετε στη Σουλαμίτισσα;» (6:13β) Με αυτή την αφορμή, ο Σολομών εξέφρασε περαιτέρω το θαυμασμό του για εκείνη. (7:1-9) Η Σουλαμίτισσα, όμως, παρέμεινε αμετακίνητη στην αγάπη της και ζήτησε από τις «κόρες της Ιερουσαλήμ» να μην ξυπνήσουν την αγάπη μέσα της εφόσον δεν ήταν πηγαία.—7:10–8:4.
Τότε προφανώς ο Σολομών επέτρεψε στη Σουλαμίτισσα να επιστρέψει στο σπίτι της. Βλέποντάς την να πλησιάζει, οι αδελφοί της ρώτησαν: «Ποια είναι αυτή η γυναίκα που ανεβαίνει από την έρημο γερμένη πάνω στον αγαπημένο της;» (Ασμ 8:5α) Οι αδελφοί της Σουλαμίτισσας δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι η αδελφή τους ήταν τόσο σταθερή στην αγάπη. Στο παρελθόν, ένας αδελφός της είχε πει σχετικά με αυτήν: «Εμείς έχουμε μια αδελφή μικρή που στήθη δεν έχει. Τι θα κάνουμε με την αδελφή μας την ημέρα που θα γίνει λόγος για αυτήν;» (8:8) Ένας άλλος αδελφός απάντησε: «Αν αυτή είναι τείχος, θα χτίσουμε πάνω της έπαλξη ασημένια· αν όμως είναι πόρτα, θα τη σφαλίσουμε με κέδρινη σανίδα». (8:9) Ωστόσο, εφόσον η Σουλαμίτισσα είχε αντισταθεί με επιτυχία σε όλους τους πειρασμούς, νιώθοντας ικανοποιημένη με το δικό της αμπέλι και παραμένοντας όσια στη στοργή που έτρεφε για τον αγαπημένο της (8:6, 7, 11, 12), δικαιούνταν να πει: «Εγώ είμαι τείχος και τα στήθη μου σαν πύργοι. Έτσι έγινα στα μάτια του σαν εκείνη που βρίσκει ειρήνη».—8:10.
Το άσμα ολοκληρώνεται με τον αγαπημένο της ποιμένα να εκφράζει την επιθυμία να ακούσει τη φωνή της (Ασμ 8:13) και την ίδια να εκφράζει την επιθυμία να έρθει εκείνος κοντά της τρέχοντας, διασχίζοντας τα βουνά που τους χωρίζουν.—8:14.
Αξία. Το Άσμα Ασμάτων παρουσιάζει παραστατικά την ομορφιά της αδιάλειπτης και σταθερής αγάπης. Τέτοια ακλόνητη αγάπη αντανακλάται στη σχέση του Χριστού Ιησού με τη νύφη του. (Εφ 5:25-32) Έτσι λοιπόν, το Άσμα Ασμάτων μπορεί να ενθαρρύνει όσους πρεσβεύουν ότι ανήκουν στη νύφη του Χριστού να παραμείνουν πιστοί στον ουράνιο μνηστήρα τους.—Παράβαλε 2Κο 11:2.
[Πλαίσιο στη σελίδα 376]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ
Η ακλόνητη αγάπη μιας Σουλαμίτισσας κόρης για έναν νεαρό ποιμένα παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε ο Βασιλιάς Σολομών να την κερδίσει για τον εαυτό του
Γράφτηκε από τον Σολομώντα, προφανώς στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του
Η Σουλαμίτισσα στον καταυλισμό του Σολομώντα (1:1–3:5)
Λαχταράει την αγάπη του αγαπημένου της, ενός ποιμένα, και θέλει να την πάρει αυτός από το βασιλικό περιβάλλον
Στις γυναίκες της αυλής εξηγεί ότι είναι μελαμψή επειδή εκτέθηκε στον ήλιο ενόσω δούλευε στα αμπέλια των αδελφών της
Ο Σολομών τής υπόσχεται χρυσά και ασημένια στολίδια, αλλά εκείνη επιμένει ότι θα συνεχίσει να αγαπάει τον αγαπημένο της
Εμφανίζεται ο ποιμένας της και εξυμνεί την ομορφιά της, παρομοιάζοντάς την με κρίνο ανάμεσα σε αγκαθιές
Η Σουλαμίτισσα λέει στις γυναίκες της αυλής ότι ο ποιμένας της είναι σαν μηλιά της οποίας τον ίσκιο επιθυμεί με πάθος· τις ορκίζει να μην εγείρουν αγάπη μέσα της για τον Σολομώντα· θυμάται τη στιγμή που ο αγαπημένος της την προσκάλεσε να τον συνοδεύσει, αλλά οι αδελφοί της τής είπαν ότι έπρεπε να προστατέψει τα αμπέλια από τις μικρές αλεπούδες
Τη νύχτα, ονειρεύεται ότι ψάχνει τον αγαπημένο της και τον βρίσκει
Δοκιμάζεται στην πόλη της Ιερουσαλήμ (3:6–8:4)
Η μεγαλοπρεπής ακολουθία του Σολομώντα παίρνει το δρόμο της επιστροφής για την Ιερουσαλήμ
Ο ποιμένας πλησιάζει και πάλι τη Σουλαμίτισσα (που τώρα φοράει πέπλο) και μιλάει για την ομορφιά της, παρομοιάζοντάς την με φραγμένο κήπο γεμάτο αρωματικά φυτά
Εκείνη τον προσκαλεί να μπει σε αυτόν τον κήπο και να απολαύσει τους καρπούς του
Στις γυναίκες της αυλής, η Σουλαμίτισσα αφηγείται το άσχημο όνειρο που είδε: ο αγαπημένος της ήρθε ενώ αυτή ήταν στο κρεβάτι· έφυγε προτού προλάβει να του ανοίξει την πόρτα· τον αναζήτησε μάταια στην πόλη και οι φρουροί της πόλης την κακομεταχειρίστηκαν
Οι κόρες της Ιερουσαλήμ τη ρωτούν για τον αγαπημένο της, και εκείνη απαντάει περιγράφοντάς τον εγκωμιαστικά
Ο Σολομών εκφράζει τώρα την αγάπη του για τη Σουλαμίτισσα, λέγοντας ότι είναι ομορφότερη από τις 60 βασίλισσες και τις 80 παλλακίδες του
Η Σουλαμίτισσα δεν συγκινείται, τονίζοντας ότι είναι εκεί μόνο και μόνο επειδή, κάνοντας κάποιο θέλημα, βρέθηκε κοντά στον καταυλισμό του
Ο Σολομών περιγράφει γλαφυρά την ομορφιά της, αλλά η Σουλαμίτισσα αντιστέκεται στα έντεχνα λόγια του, επιμένοντας ότι ανήκει στον αγαπημένο της
Η Σουλαμίτισσα επιστρέφει, έχοντας αποδείξει την οσιότητά της (8:5-14)
Η Σουλαμίτισσα επιστρέφει στο σπίτι της, γερμένη πάνω στον αγαπημένο της
Στο παρελθόν, οι αδελφοί της αναρωτιούνταν αν θα ήταν σταθερή σαν τείχος ή άστατη σαν πόρτα που ανοίγει μπρος πίσω αφήνοντας τον καθένα να περάσει
Η Σουλαμίτισσα απέρριψε όλα όσα μπορούσε να της προσφέρει ο Σολομών, αποδεικνύοντας την αποκλειστική αφοσίωσή της στον αγαπημένο της· η αγάπη της είναι ισχυρή όπως ο θάνατος, και οι φλόγες της αγάπης της όπως η φλόγα του Γιαχ
-
-
ΑσμωνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΜΩΝΑ
(Ασμωνά).
Τοποθεσία όπου στρατοπέδευσαν οι Ισραηλίτες, προφανώς ανάμεσα στη Μιθκά και στη Μοσερώθ. (Αρ 33:29, 30) Η ακριβής θέση της δεν είναι βέβαιη. Η Ασμωνά έχει συνδεθεί με το Ουάντι Χάσιμ κοντά στην τοποθεσία που υποδεικνύεται ως η θέση της Κάδης-βαρνή, και σύμφωνα με μια άλλη άποψη ίσως είναι η Αζμών.—Αρ 34:4, 5· βλέπε ΑΖΜΩΝ.
-
-
ΑσνάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΝΑ
(Ασνά).
1. Κωμόπολη του Ιούδα στη Σεφηλά, η οποία αναφέρεται μαζί με άλλες πόλεις όπως η Εσθαόλ και η Ζορά. (Ιη 15:33) Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το χωριό Ασλίν, ανάμεσα στην Εσθαόλ και στη Ζορά, κοντά στις παρυφές της παράκτιας πεδιάδας της Ιουδαίας.
2. Μια δεύτερη κωμόπολη του Ιούδα, η οποία συγκαταριθμείται μεταξύ εννιά πόλεων και προφανώς βρισκόταν νοτιότερα της πρώτης Ασνά. (Ιη 15:43) Δεν μπορεί να ταυτιστεί με βεβαιότητα με κάποια τοποθεσία. Μια πιθανολογούμενη θέση είναι η Ίδνα, η οποία βρίσκεται περίπου στο μέσο της απόστασης μεταξύ Χεβρών και Λαχείς, και περίπου 8 χλμ. ΑΝΑ της Μαρησάχ, που περιέχεται στον ίδιο κατάλογο.
-
-
ΑσουβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΟΥΒΑ
(Ασουβά) [Υπολογισμός· Αναλογισμός].
Γιος του Ζοροβάβελ.—1Χρ 3:19, 20.
-
-
ΑσούμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΟΥΜ
(Ασούμ).
Κεφαλή ενός πατρογονικού οίκου Ισραηλιτών. Ορισμένα μέλη αυτού του οίκου επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 2, 19· Νε 7:22) Όταν έφτασε ο Έσδρας στην Ιερουσαλήμ το 468 Π.Κ.Χ., εφτά άντρες από «τους γιους του Ασούμ» απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους. (Εσδ 10:33, 44) Ο εκπρόσωπος της οικογένειας ή κάποιο άτομο που ονομαζόταν Ασούμ στεκόταν στα αριστερά του Έσδρα καθώς αυτός διάβαζε το βιβλίο του Νόμου στους Ισραηλίτες που είχαν συναχθεί στην πλατεία απέναντι από την Πύλη των Υδάτων της Ιερουσαλήμ. (Νε 8:1-4) Παρόμοια, ένας εκπρόσωπος του οίκου του Ασούμ επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» που συνάφθηκε την εποχή που ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 18.
-
-
ΑσουρίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΟΥΡΙΤΕΣ
(Ασουρίτες).
Λαός που βρισκόταν υπό τη βασιλική εξουσία του Ις-βοσθέ, του γιου του Σαούλ. Το εδάφιο 2 Σαμουήλ 2:9 καταχωρίζει τους Ασουρίτες ανάμεσα στη Γαλαάδ και στην Ιεζραέλ. Η λατινική Βουλγάτα και η συριακή Πεσίτα λένε «Γεσουρίτες» σε αυτό το εδάφιο, ενώ τα Ταργκούμ λένε «Ασηρίτες». (Παράβαλε Κρ 1:32.) Το όνομα Ασσουρίμ χρησιμοποιείται στο εδάφιο Γένεση 25:3, αλλά εκεί αναφέρεται σε Άραβες απογόνους του Αβραάμ μέσω του Δαιδάν.—Βλέπε ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ.
-
-
ΑσουφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΟΥΦΑ
(Ασουφά).
Ο προπάτορας μιας οικογένειας Νεθινίμ. Ορισμένα μέλη αυτής της οικογένειας επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43· Νε 7:46.
-
-
Ασπίδα, 1Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΠΙΔΑ, 1
Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
-
-
Ασπίδα, 2Ενόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΠΙΔΑ, 2
[ελλ. κείμενο, ἀσπίς].
Δημώδης ονομασία που χρησιμοποιείται για αρκετά δηλητηριώδη φίδια τα οποία δεν σχετίζονται μεταξύ τους.
Η λέξη “ασπίδες” εμφανίζεται μόνο μία φορά με την εν λόγω έννοια στην Αγία Γραφή, στο εδάφιο Ρωμαίους 3:13 όπου ο απόστολος Παύλος, μιλώντας για τους αμαρτωλούς, λέει: «Δηλητήριο ασπίδων είναι πίσω από τα χείλη τους». Εδώ ο Παύλος παραθέτει από το εδάφιο Ψαλμός 140:3: «Το δηλητήριο της κερασφόρας οχιάς είναι κάτω από τα χείλη τους». Επομένως, οι ασπίδες του εδαφίου Ρωμαίους 3:13 πρέπει να είναι κερασφόρες οχιές.—Βλέπε ΟΧΙΑ, ΚΕΡΑΣΦΟΡΑ.
-
-
ΑσριήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΡΙΗΛ
(Ασριήλ).
Απόγονος του Μανασσή που έγινε κεφαλή της οικογένειας των Ασριηλιτών. Τα εδάφια Αριθμοί 26:29-31 αφήνουν να εννοηθεί ότι ήταν δισέγγονος του Μανασσή μέσω του Μαχίρ και του γιου του Μαχίρ, του Γαλαάδ. Σύμφωνα με το εδάφιο 1 Χρονικών 7:14, ο Ασριήλ ήταν γιος του Μανασσή, τον οποίο του γέννησε η Σύρια παλλακίδα του. Ωστόσο, σε μια προφανώς παρενθετική παρατήρηση που γίνεται στη συνέχεια, δηλώνεται εν μέρει το εξής: «Αυτή γέννησε τον Μαχίρ, τον πατέρα του Γαλαάδ». Επομένως, όπως συνηθίζεται στις Βιβλικές γενεαλογίες, ο Ασριήλ ίσως να χαρακτηρίζεται εδώ ως «γιος» του Μανασσή μόνο με την έννοια ότι ήταν ένας από τους μεταγενέστερους απογόνους του (μέσω του Μαχίρ, του γιου του Μανασσή από τη Σύρια παλλακίδα του). Πιθανόν, όμως, να είχε ο Μανασσής τόσο έναν άμεσο γιο όσο και έναν δισέγγονο με το ίδιο όνομα. “Οι γιοι του Ασριήλ” ήταν μεταξύ των απογόνων του Μανασσή στους οποίους ο Ιησούς του Ναυή έδωσε εδαφικές κληρονομιές στην Υποσχεμένη Γη.—Ιη 17:1-4.
-
-
ΑσσεναάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΕΝΑΑ
(Ασσεναά) [πιθανώς, Ο Μισητός].
«Οι γιοι του Ασσεναά» ανοικοδόμησαν την Πύλη των Ψαριών την εποχή που επισκευάζονταν τα τείχη της Ιερουσαλήμ υπό την κατεύθυνση του Νεεμία. (Νε 3:3) Το όνομα Ασσεναά ίσως είναι το ίδιο με το όνομα Σεναά, χωρίς το εβραϊκό οριστικό άρθρο.—Εσδ 2:35· Νε 7:38· βλέπε ΣΕΝΑΑ.
-
-
ΑσσίρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΙΡ
(Ασσίρ) [πιθανώς, Αιχμάλωτος].
1. Λευίτης γεννημένος στην Αίγυπτο, ο οποίος ήταν ένας από τους γιους του Κορέ.—Εξ 6:24· 1Χρ 6:22.
2. Τα εδάφια 1 Χρονικών 6:23, 37 φαίνεται να υποδεικνύουν έναν δεύτερο Ασσίρ ως γιο ή απόγονο του Εβιασάφ.
Η Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου χρησιμοποιεί το όνομα Ασσίρ στο εδάφιο 1 Χρονικών 3:17. Το ίδιο κάνει και η ΒΑΜ («Ασείρ») καθώς και η ΚΛΠ («Ασίρ»). Ωστόσο, πολλές σύγχρονες μεταφράσεις (AS, AT, Mo, Ro, RS, ΜΝΚ, ΛΧ) θεωρούν ότι η εβραϊκή λέξη εδώ δεν είναι κύριο όνομα, αλλά απεναντίας μια έκφραση που περιγράφει τον Ιεχονία (Ιωαχίν) ως αιχμάλωτο ή φυλακισμένο στη Βαβυλώνα. (2Βα 24:12-15· 25:27-30) Σε αρμονία με αυτό, η Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει: «Και οι γιοι του Ιεχονία ως αιχμαλώτου [’ασσίρ] ήταν ο Σαλαθιήλ . . .».
-
-
ΆσσοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΟΣ
(Άσσος).
Πόλη και λιμάνι της Μυσίας στη βόρεια ακτή του Κόλπου του Αδραμυττίου. Ανήκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας. Η τοποθεσία αυτή είναι γνωστή σήμερα ως Μπεχράμκαλε (παλιότερα Μπεχράμκιοϊ).
Στη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του ο απόστολος Παύλος, επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, σταμάτησε στην Τρωάδα. Από εκεί έστειλε τον Λουκά και κάποιους άλλους με πλοίο στην Άσσο όπου σχεδίαζε να τους συναντήσει. Το πλοίο έπρεπε να περιπλεύσει το ακρωτήριο Μπαμπά (Λεκτόν) για να φτάσει στην Άσσο (που βρισκόταν στην άλλη άκρη του ακρωτηρίου, αντίθετα από την Τρωάδα), οπότε ο Παύλος μπορούσε να καλύψει τη μικρότερη χερσαία απόσταση (περ. 32 χλμ.) με τα πόδια και παρ’ όλα αυτά να φτάσει στην Άσσο εγκαίρως ώστε να επιβιβαστεί στο πλοίο, το οποίο κατόπιν κατευθύνθηκε προς τη Μυτιλήνη της Λέσβου, Ν της Άσσου.—Πρ 20:6, 13, 14.
-
-
ΑσσούβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΟΥΒ
(Ασσούβ) [Αυτός που Υπολογίζει (Αναλογίζεται)].
1. Γιος του Φαάθ-μωάβ, ένας από εκείνους που έκαναν επισκευές όταν ανοικοδομούνταν το τείχος της Ιερουσαλήμ υπό την κατεύθυνση του Νεεμία.—Νε 3:11.
2. Κάποιος που επισκεύασε ένα τμήμα του τείχους της Ιερουσαλήμ, προφανώς ένα τμήμα που βρισκόταν μπροστά από το σπίτι του.—Νε 3:23.
3. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 23.
4. Μεραρίτης Λευίτης, γιος του Αζρικάμ και πατέρας του Σεμαΐα.—1Χρ 9:14· Νε 11:15.
-
-
ΑσσουήρηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΟΥΗΡΗΣ
(Ασσουήρης).
Όνομα ή τίτλος που αποδίδεται σε τρεις διαφορετικούς ηγεμόνες στις Εβραϊκές Γραφές.
1. Ο πατέρας του Δαρείου του Μήδου ο οποίος αναφέρεται στο εδάφιο Δανιήλ 9:1. Προς το παρόν δεν μπορούμε να ταυτίσουμε με βεβαιότητα αυτόν τον Ασσουήρη με κάποιο πρόσωπο της ιστορίας.
2. Ο Ασσουήρης του εδαφίου Έσδρας 4:6—στην αρχή της βασιλείας του οποίου εχθροί των Ιουδαίων έκαναν γραπτή καταγγελία σε βάρος τους—ενδεχομένως να ήταν ο Καμβύσης, ο διάδοχος του Κύρου, του κατακτητή της Βαβυλώνας και απελευθερωτή των Ιουδαίων. Ο Καμβύσης βασίλεψε από το 529 μέχρι το 522 Π.Κ.Χ.
3. Ο Ασσουήρης που μνημονεύεται στο βιβλίο της Εσθήρ πιστεύεται ότι είναι ο Ξέρξης Α΄, ο γιος του Πέρση βασιλιά Δαρείου του Μεγάλου (Δαρείου Υστάσπη). Πληροφορούμαστε ότι ο Ασσουήρης (Ξέρξης Α΄) εξουσίαζε 127 διοικητικές περιφέρειες, από την Ινδία ως την Αιθιοπία. Για μεγάλα διαστήματα της βασιλείας του πρωτεύουσά του ήταν τα Σούσα.—Εσθ 1:1, 2.
Στο βιβλίο της Εσθήρ τα βασιλικά έτη αυτού του βασιλιά προφανώς υπολογίζονται από τότε που ήταν συμβασιλιάς με τον πατέρα του τον Δαρείο τον Μέγα. Αυτό σημαίνει ότι το έτος ανάρρησης του Ξέρξη ήταν το 496 Π.Κ.Χ. και ότι το πρώτο βασιλικό του έτος ήταν το 495 Π.Κ.Χ. (Βλέπε ΠΕΡΣΙΑ, ΠΕΡΣΕΣ.) Στο τρίτο έτος της βασιλείας του, σε ένα μεγαλοπρεπές συμπόσιο, διέταξε την όμορφη Βασίλισσα Αστίν να παρουσιαστεί ενώπιον του λαού και των αρχόντων και να τους δείξει το κάλλος της. Η άρνησή της εξόργισε τον Ασσουήρη ο οποίος την απέπεμψε από σύζυγό του. (Εσθ 1:3, 10-12, 19-21) Το έβδομο έτος της βασιλείας του επέλεξε την Εσθήρ, μια Ιουδαία, ανάμεσα από τις πολλές παρθένες που του παρουσίασαν ως υποψήφιες αντικαταστάτριες της Αστίν. (Εσθ 2:1-4, 16, 17) Το 12ο έτος της βασιλείας του επέτρεψε στον πρωθυπουργό του τον Αμάν να χρησιμοποιήσει το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι του βασιλιά για να υπογράψει ένα διάταγμα το οποίο θα οδηγούσε σε γενοκτονία των Ιουδαίων. Το σχέδιο αυτό το ανέτρεψε η Εσθήρ και ο εξάδελφός της ο Μαροδοχαίος, ο Αμάν κρεμάστηκε, και εκδόθηκε νέο διάταγμα το οποίο έδινε στους Ιουδαίους το δικαίωμα να πολεμήσουν εναντίον όσων επρόκειτο να τους επιτεθούν.—Εσθ 3:1-11· 7:9, 10· 8:3-14· 9:5-10.
Κατόπιν, «ο Βασιλιάς Ασσουήρης επέβαλε καταναγκαστική εργασία στη στεριά και στα νησιά της θάλασσας». (Εσθ 10:1) Αυτή η ενέργεια εναρμονίζεται με τη δράση του Ξέρξη, ο οποίος ολοκλήρωσε μεγάλο μέρος των οικοδομικών έργων που είχε ξεκινήσει ο πατέρας του ο Δαρείος στην Περσέπολη.
Φαίνεται, επίσης, ότι ο Ξέρξης Α΄ ήταν ο «τέταρτος [βασιλιάς]» που αναφέρεται στο εδάφιο Δανιήλ 11:2, οι τρεις προηγούμενοι του οποίου ήταν ο Κύρος ο Μέγας, ο Καμβύσης Β΄ και ο Δαρείος Υστάσπης. Παρότι μετά τον Ξέρξη βασίλεψαν άλλοι εφτά βασιλιάδες στο θρόνο της Περσικής Αυτοκρατορίας, ο Ξέρξης ήταν ο τελευταίος Πέρσης αυτοκράτορας που διεξήγαγε πολεμικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, η έγερση της οποίας ως κυρίαρχης παγκόσμιας δύναμης περιγράφεται στο αμέσως επόμενο εδάφιο.—Δα 11:3.
-
-
ΑσσούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΟΥΡ
(Ασσούρ).
1. Γιος του Σημ, ο οποίος κατονομάζεται δεύτερος στα εδάφια Γένεση 10:22 και 1 Χρονικών 1:17. Ήταν ο προπάτορας των Ασσυρίων. Οι λέξεις «Ασσούρ», «Ασσυρία» και «Ασσύριος» είναι όλες αποδόσεις της ίδιας εβραϊκής λέξης. Στο εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:23 εννοείται είτε το έθνος των Ασσυρίων είτε μια από τις κύριες πόλεις του, η οποία έφερε το όνομα Ασσούρ (η σημερινή Καλάτ Σερκάτ).
2. Ο κυριότερος θεός των Ασσυρίων, θεός της στρατιωτικής ανδραγαθίας, στον οποίο προσευχόταν για βοήθεια ο πολεμοχαρής αυτός λαός. Ο Ασσούρ ήταν κάτι σαν «θεοποιημένος πατριάρχης», και οι Ασσύριοι ίσως λάτρευαν στο πρόσωπό του τον προπάτορά τους Ασσούρ, γιο του Σημ. Το όνομα Ασσούρ υπάρχει σε πολλά ασσυριακά ονόματα, όπως για παράδειγμα στο Εσάρ-αδδών και στο Ασσουρμπανιπάλ.
Ο ψεύτικος θεός Ασσούρ θεωρούνταν ο μεγαλύτερος προστάτης των Ασσυρίων. Η καλλιτεχνική απεικόνισή του ήταν ένας φτερωτός ηλιακός δίσκος. Στο όνομα του θεού τους, του Ασσούρ, και κατόπιν της δικής του έγκρισης (η οποία υποδηλωνόταν από ευνοϊκούς οιωνούς) έμπαιναν τα ασσυριακά στρατεύματα στη μάχη, κραδαίνοντας το ιερό του σύμβολο στη σύγκρουση. Οι βασιλιάδες των Ασσυρίων απέδιδαν τις νίκες «στη βοήθεια του Ασσούρ».—Βλέπε ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 529· ΑΣΣΥΡΙΑ.
-
-
ΑσσουρίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΟΥΡΙΜ
(Ασσουρίμ).
Απόγονοι του Δαιδάν, γιου του Ιοξάν, ενός από τους γιους που απέκτησε ο Αβραάμ με τη Χετούρα. (Γε 25:1-3) Η χρήση της κατάληξης του πληθυντικού αριθμού (ιμ) στο εβραϊκό κείμενο μπορεί να υποδηλώνει ότι το όνομα Ασσουρίμ αντιπροσωπεύει μια φυλή ή έναν λαό. Ο ακριβής προσδιορισμός δεν είναι δυνατός, αλλά πιθανότατα εννοείται κάποια φυλή της βόρειας Αραβίας. Δεν πρέπει, ωστόσο, να συγχέονται αυτοί με τους Ασσυρίους, οι οποίοι ήταν απόγονοι του Ασσούρ, γιου του Σημ.
-
-
ΑσσουρμπανιπάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΟΥΡΜΠΑΝΙΠΑΛ
Βλέπε ΑΣΕΝΑΦΑΡ.
-
-
ΑσσυρίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΣΥΡΙΑ
(Ασσυρία).
Το όνομα αυτό αναφέρεται στη χώρα που κατά την αρχαιότητα καταλάμβανε το βόρειο άκρο της πεδιάδας της Μεσοποταμίας, δηλαδή το βορειότερο τμήμα του σημερινού Ιράκ. Βασικά βρισκόταν μέσα στο τρίγωνο που σχημάτιζαν οι ποταμοί Τίγρης και Μικρός Ζαμπ, οι οποίοι και αποτελούσαν σε γενικές γραμμές το δυτικό και το νότιο σύνορό της, ενώ βόρειο σύνορό της ήταν τα βουνά της αρχαίας Αρμενίας και ανατολικό της σύνορο η οροσειρά Ζάγρος μαζί με τη χώρα της Μηδίας. Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι αυτά τα σύνορα ήταν πολύ ευμετάβλητα, δεδομένου ότι η Ασσυρία επεκτεινόταν Ν του Μικρού Ζαμπ όταν η Βαβυλώνα εξασθενούσε, αλλά υποχωρούσε όταν η ίδια διερχόταν πολιτική κάμψη ενώ η Βαβυλώνα βρισκόταν σε άνοδο. Αυτές οι μεταβολές ίσχυαν και για τα άλλα σύνορα και κυρίως για το σύνορο του Τίγρη, καθώς η Ασσυρία επέκτεινε νωρίς την επιρροή της Δ αυτού του ποταμού. Φυσικά, η Ασσυριακή Αυτοκρατορία κατέληξε να περιλαμβάνει πολύ μεγαλύτερη έκταση.—ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 1, σ. 954.
Ανάμεσα στην Ασσυρία και στη Βαβυλώνα υπήρχε μια διαρκής στενή σχέση καθ’ όλη την ιστορία τους. Ήταν γειτονικά κράτη σε μια περιοχή που δεν διέθετε κάποιο φυσικό διαχωριστικό όριο ως σύνορο ανάμεσα στα εδάφη τους. Ωστόσο, η καθαυτό περιοχή της Ασσυρίας ήταν κατά κύριο λόγο ορεινή, είχε γενικά τραχύ έδαφος και το κλίμα της ήταν πιο αναζωογονητικό από αυτό της Βαβυλωνίας. Οι άνθρωποι ήταν πιο δραστήριοι και πιο μαχητικοί από τους Βαβυλωνίους. Στα ανάγλυφα αναπαριστώνται ρωμαλέοι, με σκουρόχρωμη επιδερμίδα, πυκνά φρύδια, πλούσια γενειάδα και μεγάλη μύτη.
Αρχική πρωτεύουσα της περιοχής θεωρείται η πόλη Ασσούρ, η οποία βρισκόταν Δ του Τίγρη. Μεταγενέστερα, όμως, η Νινευή έγινε η κυριότερη πρωτεύουσά της, ενώ τόσο η Χαλάχ όσο και η Χορσαμπάντ χρησιμοποιήθηκαν σε κάποιες περιόδους από Ασσύριους μονάρχες ως πρωτεύουσες. Μια εμπορική οδός προς τη Μεσόγειο και τη Μικρά Ασία διέσχιζε το βόρειο τμήμα της Ασσυρίας, ενώ άλλες οδοί διακλαδίζονταν προς την Αρμενία και την περιοχή της λίμνης Ουρμίας. Πολλοί από τους πολέμους της Ασσυρίας έγιναν για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του ελέγχου σε αυτές τις εμπορικές οδούς.
Στρατιωτικό Κράτος. Η Ασσυρία ήταν κατά βάση στρατιωτική δύναμη, και η εικόνα που έχουν αφήσει στην ιστορία τα επιτεύγματά της είναι εικόνα μεγάλης σκληρότητας και αρπαγής. (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 1, σ. 958) Ένας από τους μονάρχες πολεμιστές της, ο Ασσουρνασιρπάλ, περιγράφει πώς τιμώρησε μερικές στασιαστικές πόλεις:
«Έχτισα μια στήλη απέναντι από την πύλη της πόλης του και έγδαρα όλους τους αρχηγούς που είχαν στασιάσει και κάλυψα τη στήλη με το δέρμα τους. Μερικούς τους έκλεισα μέσα στη στήλη, άλλους τους ανασκολόπισα σε πασσάλους πάνω στη στήλη, . . . και έκοψα τα άκρα των αξιωματούχων, των βασιλικών αξιωματούχων που είχαν στασιάσει. . . . Πολλούς αιχμαλώτους από ανάμεσά τους τούς έκαψα στην πυρά και πολλούς τους πήρα ζωντανούς. Έκοψα τα χέρια μερικών και τα δάχτυλά τους, τις μύτες άλλων, τα αφτιά και τα δάχτυλά(;) τους, και έβγαλα τα μάτια πολλών. Έφτιαξα μια στήλη με τους ζωντανούς και μια άλλη με κεφάλια, και έδεσα τα κεφάλια τους σε στύλους (κορμούς δέντρων) ολόγυρα στην πόλη. Τους νεαρούς τους και τις παρθένες τους τούς έκαψα στην πυρά. . . . Είκοσι άντρες συνέλαβα ζωντανούς και τους έχτισα στο τείχος του ανακτόρου του. . . . Τους υπόλοιπους [πολεμιστές τους] τούς άφησα να πεθάνουν από δίψα στην έρημο του Ευφράτη».—Αρχεία της Αρχαίας Ασσυρίας και Βαβυλωνίας (Ancient Records of Assyria and Babylonia), του Ντ. Ντ. Λάκενμπιλ, 1926, Τόμ. 1, σ. 145, 147, 153, 162.
Σε ανάγλυφα συχνά παρουσιάζονται είτε να σέρνουν τους αιχμαλώτους τους με σχοινιά περασμένα σε άγκιστρα που τρυπούσαν τη μύτη ή τα χείλη είτε να τους βγάζουν τα μάτια με την αιχμή ενός δόρατος. Τα σαδιστικά βασανιστήρια, λοιπόν, ήταν συνηθισμένο χαρακτηριστικό των πολέμων που διεξήγαν οι Ασσύριοι, οι οποίοι καυχιούνταν αναίσχυντα για όλα αυτά και τα κατέγραφαν επιμελώς. Η φήμη της σκληρότητάς τους αναμφίβολα τους έδινε ένα πλεονέκτημα στον πόλεμο επειδή έσπερνε τον τρόμο στις καρδιές εκείνων που βρίσκονταν στην πορεία της επέλασής τους και συχνά κατέλυε κάθε αντίσταση. Η πρωτεύουσα της Ασσυρίας, η Νινευή, περιγράφηκε εύστοχα από τον προφήτη Ναούμ ως «φωλιά των λιονταριών» και ως «πόλη της αιματοχυσίας».—Να 2:11, 12· 3:1.
Τι είδους θρησκεία είχαν οι Ασσύριοι;
Η ασσυριακή θρησκεία ήταν σε μεγάλο βαθμό κληροδότημα της Βαβυλώνας, και παρότι ο εθνικός θεός των Ασσυρίων, ο Ασσούρ, θεωρούνταν η ύψιστη θεότητά τους, αυτοί εξακολουθούσαν να βλέπουν τη Βαβυλώνα ως το κορυφαίο θρησκευτικό κέντρο. Ο Ασσύριος βασιλιάς υπηρετούσε ως ο αρχιερέας του Ασσούρ. Μια σφραγίδα την οποία βρήκε ο Ό. Χ. Λέιαρντ στα ερείπια ενός ασσυριακού ανακτόρου και η οποία φυλάσσεται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο απεικονίζει τον θεό Ασσούρ με τρία κεφάλια. Η πίστη σε τριάδες καθώς και σε πεντάδες θεών κατείχε εξέχουσα θέση στην ασσυριακή λατρεία. Η κυριότερη τριάδα αποτελούνταν από τον Ανού ο οποίος συμβόλιζε τον ουρανό, τον Βηλ ο οποίος συμβόλιζε την επικράτεια των ανθρώπων, των ζώων και των πουλιών και τον Έα ο οποίος συμβόλιζε τα επίγεια και υπόγεια νερά. Μια δεύτερη τριάδα αποτελούνταν από τον Σιν το θεό της σελήνης, τον Σαμάς το θεό του ήλιου και τον Ραμμάν το θεό της θύελλας, αν και συχνά έπαιρνε τη θέση του η Ιστάρ, η βασίλισσα των άστρων. (Παράβαλε 2Βα 23:5, 11.) Έπειτα υπήρχαν οι πέντε θεοί που συμβόλιζαν πέντε πλανήτες. Σχετικά με τους θεούς που αποτελούσαν τις τριάδες, το Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ ([Unger’s Bible Dictionary] 1965, σ. 102) δηλώνει: «Κατά καιρούς επικαλούνται αυτούς τους θεούς έναν έναν ξεχωριστά με ρήσεις που φαίνεται να εξυψώνουν διαδοχικά τον καθένα πάνω από τους υπόλοιπους». Ωστόσο, το πάνθεό τους περιλάμβανε αναρίθμητες άλλες κατώτερες θεότητες, πολλές από τις οποίες ήταν πολιούχοι. Ο Νισρώκ μνημονεύεται ως ο θεός στον οποίο απέδιδε λατρεία ο Σενναχειρείμ την ώρα που δολοφονήθηκε.—Ησ 37:37, 38.
Η θρησκεία που συνδεόταν με αυτούς τους θεούς ήταν ανιμιστική—οι Ασσύριοι πίστευαν δηλαδή ότι κάθε αντικείμενο και κάθε φυσικό φαινόμενο είχε μέσα του ένα ζωντανό πνεύμα. Διέφερε κάπως από τη λατρεία της φύσης που ήταν διαδεδομένη στα γύρω έθνη, από την άποψη ότι η βασικότερη έκφραση της εθνικής θρησκείας ήταν ο πόλεμος. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 956) Σε αρμονία με αυτό, ο Θεγλάθ-φελασάρ Α΄ είπε σχετικά με τους πολέμους του: «Ο Κύριός μου ο ΑΣΣΟΥΡ με παρότρυνε». Στα χρονικά του ο Ασσουρμπανιπάλ αναφέρει: «Κατ’ εντολήν του ΑΣΣΟΥΡ, του ΣΙΝ και του ΣΑΜΑΣ, των μεγάλων θεών και κυρίων μου που με προστάτεψαν, εισέβαλα στο Μιννί και προέλασα νικηφόρα». (Αρχεία του Παρελθόντος: Ασσυριακά και Αιγυπτιακά Μνημεία [Records of the Past: Assyrian and Egyptian Monuments], Λονδίνο, 1875, Τόμ. 5, σ. 18· 1877, Τόμ. 9, σ. 43) Ο Σαργών επικαλούνταν συστηματικά τη βοήθεια της Ιστάρ προτού πάει στον πόλεμο. Τα στρατεύματα βάδιζαν πίσω από τα εμβλήματα των θεών, τα οποία προφανώς ήταν ξύλινα ή μεταλλικά σύμβολα πάνω σε κοντάρια. Μεγάλη σπουδαιότητα απέδιδαν στους οιωνούς, τους οποίους εξακρίβωναν εξετάζοντας το συκώτι των θυσιασμένων ζώων ή το πέταγμα των πουλιών ή τη θέση των πλανητών. Το βιβλίο Αρχαίες Πόλεις ([Ancient Cities] 1886, σ. 25) του Γ. Μπ. Ράιτ δηλώνει: «Οι μάχες ήταν η ασχολία του έθνους, και οι ιερείς προωθούσαν ακατάπαυστα τον πόλεμο. Συντηρούνταν κατά κύριο λόγο από τα λάφυρα των κατακτήσεων και δικαιούνταν πάντοτε καθορισμένο ποσοστό από αυτά προτού αρχίσει η μοιρασιά στους υπόλοιπους, δεδομένου ότι αυτή η φυλή των λεηλατητών ήταν άκρως θρησκευόμενη».
Πολιτισμός, Γραπτά Κείμενα και Νόμοι. Οι Ασσύριοι έχτιζαν εντυπωσιακά ανάκτορα, διακοσμώντας τους τοίχους με ανάγλυφες πλάκες που απεικόνιζαν πολύ ρεαλιστικά σκηνές από τον πόλεμο και από περιόδους ειρήνης. Ανθρωπόμορφοι φτερωτοί ταύροι, λαξευμένοι σε ενιαία κομμάτια ασβεστόλιθων βάρους μέχρι και 36 τόνων, κοσμούσαν τις εισόδους. Οι σφραγιδοκύλινδροί τους έχουν περίπλοκα σκαλίσματα. (Βλέπε ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ.) Οι επιδόσεις τους στη χύτευση μετάλλων φανερώνουν αξιοσημείωτες γνώσεις μεταλλουργίας. Οι βασιλιάδες τους οικοδόμησαν υδραγωγεία και ανέπτυξαν αρδευτικά συστήματα, δημιούργησαν βασιλικούς βοτανικούς και ζωολογικούς κήπους με φυτά, δέντρα και ζώα από πολλές χώρες. Συχνά, τα ανάκτορά τους μαρτυρούν την ύπαρξη καλοσχεδιασμένου αποχετευτικού συστήματος και αξιόλογων μέτρων υγιεινής.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι οι μεγάλες βιβλιοθήκες που οικοδόμησαν κάποιοι Ασσύριοι μονάρχες και οι οποίες περιέχουν δεκάδες χιλιάδες πήλινες πινακίδες σφηνοειδούς γραφής, πρίσματα και κυλίνδρους που αναφέρουν σημαντικά ιστορικά γεγονότα, πληροφορίες θρησκευτικού περιεχομένου, καθώς και νομικά και εμπορικά ζητήματα. Ωστόσο, μερικοί νόμοι μιας περιόδου της ασσυριακής ιστορίας καταδεικνύουν άλλη μια φορά τη σκληρότητα που τόσο συχνά χαρακτήριζε αυτό το έθνος. Ο ακρωτηριασμός ορίζεται ως ποινή για κάποια αδικήματα. Για παράδειγμα, δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορεί δημόσια μια δούλη με καλυμμένο το πρόσωπο, και αν παραβίαζε αυτόν τον κανόνα έπρεπε να της κόψουν τα αφτιά. Η έλλειψη νομικής προστασίας για την παντρεμένη γυναίκα φαίνεται από έναν νόμο ο οποίος αναφέρει: «Εκτός από τις ποινές που μπορούν να επιβληθούν σε μια παντρεμένη γυναίκα σύμφωνα με αυτή την πινακίδα, ο άντρας μπορεί να μαστιγώσει τη σύζυγό του, να της ξεριζώσει τα μαλλιά, να της κόψει στη μέση τα αφτιά και να τα τραυματίσει. Δεν υπάρχει ενοχή σε αυτό απέναντι στο νόμο».—Η Καθημερινή Ζωή στη Βαβυλωνία και στην Ασσυρία (Everyday Life in Babylonia and Assyria), του Χ. Γ. Φ. Σαγκς, 1965, σ. 152.
Βιβλικά και Άλλα Ιστορικά Στοιχεία. Η πρώτη μνεία της Ασσυρίας στο Βιβλικό υπόμνημα βρίσκεται στο εδάφιο Γένεση 2:14, όπου ο Μωυσής αναφέρει ότι στις ημέρες του ο ποταμός Χιδδέκελ (ο Τίγρης)—αρχικά ένα από τα τέσσερα παρακλάδια του ποταμού που εξερχόταν «από την Εδέμ»—πήγαινε «προς τα ανατολικά της Ασσυρίας».—Γε 2:10.
Η χώρα πήρε το όνομά της από τον Ασσούρ, το γιο του Σημ. (Γε 10:22) Φαίνεται, λοιπόν, ότι αρχικά, λίγο μετά τον Κατακλυσμό, η περιοχή κατοικούνταν από Σημίτες. Ωστόσο, από πολύ νωρίς διείσδυσαν εκεί και άλλοι, όπως ο εγγονός του Χαμ ο Νεβρώδ, ο οποίος πήγε στην Ασσυρία και έχτισε «τη Νινευή και τη Ρεχωβώθ-Ιρ και τη Χαλάχ και τη Ρεσέν ανάμεσα στη Νινευή και στη Χαλάχ· αυτή είναι η μεγάλη πόλη». (Γε 10:11, 12· παράβαλε Μιχ 5:6.) Το αν αυτό έγινε μετά την ανέγερση του Πύργου της Βαβέλ και την επακόλουθη σύγχυση των γλωσσών δεν αναφέρεται (Γε 11:1-9), παρότι σε αυτό το κεφάλαιο της Γένεσης, το δέκατο, ήδη γίνεται λόγος για διάφορες «γλώσσες». (Γε 10:5, 20, 31) Πάντως, είναι εξακριβωμένο ότι η Νινευή, η πρωτεύουσα της Ασσυρίας, ήταν αποφυάδα της Βαβυλώνας και η ιστορία συμφωνεί με αυτό. Αναφέρεται ότι, μεταγενέστερα, οι φυλές που προέρχονταν από τον Ισμαήλ, το γιο του Αβραάμ, έφτασαν με τις νομαδικές μετακινήσεις τους μέχρι την Ασσυρία.—Γε 25:18.
Η περίοδος από το 1100 περίπου ως το 900 Π.Κ.Χ. (μετά τη διακυβέρνηση του Θεγλάθ-φελασάρ Α΄) ήταν περίοδος παρακμής για την Ασσυρία, πράγμα που, όπως έχει υποστηριχτεί, ευνόησε την επέκταση των συνόρων του έθνους του Ισραήλ υπό τη διακυβέρνηση του Δαβίδ (1077-1038 Π.Κ.Χ.) και την περαιτέρω εξάπλωση της επιρροής του κατά τη διακυβέρνηση του Σολομώντα (1037-998 Π.Κ.Χ.). Φυσικά, η πραγματοποίηση αυτής της επέκτασης οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην υποστήριξη του Θεού και όχι στην αδυναμία των Ασσυρίων.—2Σα 8, 10· 1Βα 4:21-24.
Ασσουρνασιρπάλ Β΄ και Σαλμανασάρ Γ΄. Ο ασσυριακός επεκτατισμός άρχισε να στρέφεται εναντίον του Ισραήλ στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Ασσουρνασιρπάλ Β΄, ο οποίος φημιζόταν για τις ανηλεείς πολεμικές εκστρατείες του και την ωμότητά του, όπως ήδη αναφέραμε. Διάφορες επιγραφές τον παρουσιάζουν να διασχίζει τον Ευφράτη, να καταλαμβάνει τη βόρεια Συρία και να αποσπά φόρο υποτελείας από τις πόλεις της Φοινίκης. Ο διάδοχός του ο Σαλμανασάρ Γ΄ είναι ο πρώτος βασιλιάς που αναφέρει ότι είχε άμεση σχέση με το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ. Τα ασσυριακά αρχεία δείχνουν ότι ο Σαλμανασάρ προέλασε μέχρι την Καρκάρ στον ποταμό Ορόντη, όπου ισχυρίζεται ότι πολέμησε εναντίον ενός συνασπισμού βασιλιάδων. Το αποτέλεσμα της μάχης ήταν αμφίρροπο. Ο Μαύρος Οβελίσκος του Σαλμανασάρ στη Νιμρούντ αναφέρει ότι ο Ιηού (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.) του κατέβαλε φόρο υποτελείας και φέρει ένα ανάγλυφο το οποίο πιθανώς απεικονίζει τον απεσταλμένο του Ιηού να παραδίδει το φόρο στον Ασσύριο μονάρχη.—Βλέπε ΣΑΛΜΑΝΑΣΑΡ Αρ. 1.
Ο Αδάδ-νιραρί Γ΄ και οι διάδοχοί του. Μετά τον Σαμσί-αδάδ Ε΄, το διάδοχο του Σαλμανασάρ Γ΄, ανέβηκε στον ασσυριακό θρόνο ο Αδάδ-νιραρί Γ΄. Διάφορες επιγραφές αναφέρουν ότι επιτέθηκε στη Δαμασκό και απέσπασε φόρο υποτελείας από τον Ιωάς της Σαμάρειας. Ενδεχομένως γύρω στα μέσα του ένατου αιώνα Π.Κ.Χ. (περ. 844), έλαβε ο προφήτης Ιωνάς την αποστολή να πάει στην πρωτεύουσα της Ασσυρίας τη Νινευή, και ως αποτέλεσμα της προειδοποίησης που επέδωσε για επερχόμενη καταστροφή, ολόκληρη η πόλη, περιλαμβανομένου και του βασιλιά της, εκδήλωσε μετάνοια. (Ιων 3:2-6) Βασιλιάς της Ασσυρίας εκείνο το διάστημα ίσως ήταν ο Αδάδ-νιραρί Γ΄, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο.
Σύμφωνα με την ιστορία, στους βασιλιάδες που διαδέχθηκαν τον Αδάδ-νιραρί Γ΄ συγκαταλέγεται ο Σαλμανασάρ Δ΄, ο Ασσούρ-νταν Γ΄ και ο Ασσούρ-νιραρί Ε΄—όλοι τους γιοι του Αδάδ-νιραρί Γ΄. Την εποχή αυτή ο ασσυριακός επεκτατισμός διανύει περίοδο ύφεσης.
Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄. Ο πρώτος Ασσύριος βασιλιάς που αναφέρεται ονομαστικά στην Αγία Γραφή είναι ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ (2Βα 15:29· 16:7, 10), ο αποκαλούμενος και «Πουλ» στο εδάφιο 2 Βασιλέων 15:19. Στο εδάφιο 1 Χρονικών 5:26 χρησιμοποιούνται και τα δύο ονόματα και αυτό έκανε μερικούς στο παρελθόν να τους θεωρούν δύο διαφορετικούς βασιλιάδες. Ωστόσο, οι Κατάλογοι των Βασιλιάδων της Βαβυλώνας και της Ασσυρίας αποδίδουν και τα δύο ονόματα στο ίδιο πρόσωπο. Μερικοί υποστηρίζουν ότι αυτός ο βασιλιάς ήταν αρχικά γνωστός ως Πουλ και ότι πήρε το όνομα Θεγλάθ-φελασάρ όταν ανέβηκε στο θρόνο της Ασσυρίας.—Βλέπε ΠΟΥΛ Αρ. 1.
Στη διάρκεια της διακυβέρνησης του Μεναήμ, βασιλιά του Ισραήλ (περ. 790-781 Π.Κ.Χ.), ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ εισέβαλε στην επικράτεια του βόρειου βασιλείου. Ο Μεναήμ πλήρωσε σε αυτόν χίλια τάλαντα ασήμι ($6.606.000), εξασφαλίζοντας έτσι την αποχώρηση του Ασσυρίου. (2Βα 15:19, 20) Αργότερα, ωστόσο, ο Βασιλιάς Φεκά του Ισραήλ (περ. 778-759 Π.Κ.Χ.) συμμάχησε με τον Βασιλιά Ρεζίν της Συρίας εναντίον του Βασιλιά Άχαζ του Ιούδα (761-746 Π.Κ.Χ.). Παρότι ο Ησαΐας προφήτευσε πως ο βασιλιάς της Ασσυρίας θα εξουδετέρωνε οπωσδήποτε αυτή τη συροϊσραηλιτική απειλή (Ησ 7:1-9, 16, 17· 8:3, 4), ο Άχαζ, ενεργώντας άσοφα, προτίμησε να δωροδοκήσει τον Θεγλάθ-φελασάρ ώστε να επιτεθεί στο συνασπισμό και να απαλλάξει τον Ιούδα από την πίεση. Ο Ασσύριος μονάρχης ανταποκρίθηκε καταλαμβάνοντας αρκετές πόλεις στο βόρειο τμήμα του βασιλείου του Ισραήλ, καθώς και στη Γαλαάδ, στη Γαλιλαία και στην περιοχή του Νεφθαλί. Νωρίτερα στη διάρκεια της βασιλείας του, ο Θεγλάθ-φελασάρ είχε εγκαινιάσει μια τακτική μετεγκατάστασης των πληθυσμών των κατακτημένων περιοχών προκειμένου να μειώσει το ενδεχόμενο μελλοντικών εξεγέρσεων, και τώρα εκτόπισε μερικούς από τους Ισραηλίτες. (1Χρ 5:6, 26) Επιπλέον, ο Ιούδας ήταν τώρα σε μειονεκτική θέση απέναντι στην Ασσυρία, και ο βασιλιάς του ο Άχαζ ταξίδεψε μέχρι τη Δαμασκό, που είχε επίσης πέσει στα χέρια των Ασσυρίων, και προφανώς υπέβαλε τα σέβη του στον Θεγλάθ-φελασάρ.—2Βα 15:29· 16:5-10, 18· 2Χρ 28:16, 20, 21, παράβαλε Ησ 7:17-20.
Σαλμανασάρ Ε΄. Ο Σαλμανασάρ Ε΄ διαδέχθηκε τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄. Ο Ωσιέ (περ. 758-740 Π.Κ.Χ.), ο οποίος σφετερίστηκε το θρόνο του Ισραήλ, στην αρχή δέχτηκε την καταβολή φόρου υποτελείας στην Ασσυρία. Αργότερα συνωμότησε με την Αίγυπτο αποβλέποντας σε απελευθέρωση του Ισραήλ από τον ασσυριακό ζυγό, και ο Σαλμανασάρ άρχισε μια τριετή πολιορκία της πόλης της Σαμάρειας η οποία κατέληξε σε πτώση της (740 Π.Κ.Χ.) και σε εξορία του Ισραήλ. (2Βα 17:1-6· 18:9-11· Ωσ 7:11· 8:7-10) Τα περισσότερα εγκυκλοπαιδικά έργα αναφέρουν ότι ο Σαλμανασάρ πέθανε προτού ολοκληρώσει την πολιορκία της Σαμάρειας και ότι τον καιρό που έπεσε τελικά η πόλη βασιλιάς ήταν ο Σαργών Β΄.—Βλέπε, ωστόσο, ΣΑΛΜΑΝΑΣΑΡ Αρ. 2· ΣΑΡΓΩΝ.
Σαργών Β΄. Τα αρχεία του Σαργών αναφέρουν ότι 27.290 Ισραηλίτες εκτοπίστηκαν σε διάφορες τοποθεσίες στον Άνω Ευφράτη και στη Μηδία. Επίσης, περιγράφουν την εκστρατεία του στη Φιλιστία κατά την οποία κατέκτησε τη Γαθ, την Άζωτο και την Αζντουντίμμου. Τον καιρό αυτής της εκστρατείας, ο προφήτης Ησαΐας έλαβε την εντολή να προειδοποιήσει πόσο ανώφελη θα αποδεικνυόταν η εμπιστοσύνη στην Αίγυπτο ή στην Αιθιοπία για προστασία από τον Ασσύριο κατακτητή. (Ησ 20:1-6) Ίσως κατά τη βασιλεία του Σαργών να έγινε μια πρώτη μετακίνηση ανθρώπων από τη Βαβυλώνα και τη Συρία στη Σαμάρεια για την επανακατοίκισή της, αργότερα δε ο Ασσύριος βασιλιάς έστειλε εκεί έναν Ισραηλίτη ιερέα από την εξορία για να τους διδάξει «τη θρησκεία του Θεού αυτής της γης».—2Βα 17:24-28· βλέπε ΣΑΜΑΡΕΙΑ Αρ. 2· ΣΑΜΑΡΕΙΤΕΣ.
Σενναχειρείμ. Ο Σενναχειρείμ, ο γιος του Σαργών Β΄, επιτέθηκε στο βασίλειο του Ιούδα το 14ο έτος του Εζεκία (732 Π.Κ.Χ.). (2Βα 18:13· Ησ 36:1) Ο Εζεκίας είχε στασιάσει εναντίον του ασσυριακού ζυγού που είχε επιβληθεί ως αποτέλεσμα των ενεργειών του πατέρα του, του Άχαζ. (2Βα 18:7) Η απάντηση του Σενναχειρείμ ήταν μια σαρωτική επέλαση στον Ιούδα—αναφέρεται ότι κατέλαβε 46 πόλεις (παράβαλε Ησ 36:1, 2)—και στη συνέχεια, από το στρατόπεδό του στη Λαχείς, απαίτησε από τον Εζεκία ως φόρο υποτελείας 30 τάλαντα χρυσάφι (περ. $11.560.000) και 300 τάλαντα ασήμι (περ. $1.982.000). (2Βα 18:14-16· 2Χρ 32:1· παράβαλε Ησ 8:5-8.) Αν και του δόθηκε αυτό το ποσό, ο Σενναχειρείμ έστειλε εκπροσώπους του να απαιτήσουν την άνευ όρων παράδοση της Ιερουσαλήμ. (2Βα 18:17–19:34· 2Χρ 32:2-20) Τότε ο Ιεχωβά αφάνισε 185.000 στρατιώτες του μέσα σε μία νύχτα, αναγκάζοντας τον καυχησιολόγο Ασσύριο να αποσυρθεί και να επιστρέψει στη Νινευή. (2Βα 19:35, 36) Αργότερα δολοφονήθηκε εκεί από δύο γιους του και τη θέση του στο θρόνο πήρε ένας άλλος γιος του, ο Εσάρ-αδδών. (2Βα 19:37· 2Χρ 32:21, 22· Ησ 37:36-38) Αυτά τα γεγονότα, με εξαίρεση την καταστροφή των ασσυριακών στρατευμάτων, έχουν επίσης καταγραφεί σε ένα πρίσμα του Σενναχειρείμ καθώς και σε ένα πρίσμα του Εσάρ-αδδών.—ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 1, σ. 957.
Εσάρ-αδδών. Στη διάρκεια της βασιλείας του Μανασσή (716-662 Π.Κ.Χ.), ο Ιεχωβά επέτρεψε στους στρατιωτικούς αρχηγούς της Ασσυρίας να πάρουν αυτόν το βασιλιά του Ιούδα αιχμάλωτο στη Βαβυλώνα (η οποία τότε βρισκόταν υπό ασσυριακή κυριαρχία). (2Χρ 33:11) Μερικοί πιστεύουν ότι αυτό ίσως έλαβε χώρα όταν ο Εσάρ-αδδών έκανε μια νικηφόρα εκστρατεία εναντίον της Αιγύπτου. Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο Μενασί (Μανασσής) του Ιούδα κατονομάζεται στις επιγραφές ως ένας από τους φόρου υποτελείς του Εσάρ-αδδών. Αργότερα, ο Μανασσής αποκαταστάθηκε στο θρόνο του, στην Ιερουσαλήμ. (2Χρ 33:10-13) Από το εδάφιο Έσδρας 4:2 φαίνεται ότι η μετεγκατάσταση πληθυσμών προς και από το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ συνεχιζόταν στις ημέρες του Εσάρ-αδδών, πράγμα που πιθανόν να εξηγεί ποια ήταν η περίοδος των “εξήντα πέντε χρόνων” που αναφέρεται στην προφητεία του εδαφίου Ησαΐας 7:8.—Βλέπε ΑΧΑΖ Αρ. 1· ΕΣΑΡ-ΑΔΔΩΝ.
Ασσουρμπανιπάλ. Προτού πεθάνει ο Εσάρ-αδδών όρισε διάδοχό του στο θρόνο της Ασσυρίας το γιο του τον Ασσουρμπανιπάλ, και στο θρόνο της Βαβυλωνίας τον Σαμάς-σουμ-ουκίν, έναν άλλον γιο του. Αργότερα, ο Σαμάς-σουμ-ουκίν στασίασε εναντίον του αδελφού του, και ο Ασσουρμπανιπάλ κατέπνιξε την εξέγερση και λεηλάτησε την πόλη της Βαβυλώνας.
Ο Ασσουρμπανιπάλ πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη επέκταση της αυτοκρατορίας. Κατέστειλε μια εξέγερση στην Αίγυπτο και λεηλάτησε την πόλη των Θηβών (Νω-άμμων). Τα σύνορα της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας περιέκλειαν τώρα τα εδάφη του Ελάμ, ένα τμήμα της Μηδίας ως το Αραράτ προς τα πάνω, εκτείνονταν Δ μέχρι την Κιλικία της Μικράς Ασίας, κατέβαιναν στη Συρία και στον Ισραήλ (μη περιλαμβανομένης της Ιερουσαλήμ), και έφταναν μέχρι την Αίγυπτο, την Αραβία και τη Βαβυλωνία. Προφανώς αυτός είναι «ο μεγάλος και αξιότιμος Ασεναφάρ» που μνημονεύεται στο εδάφιο Έσδρας 4:10.—Βλέπε ΑΣΕΝΑΦΑΡ.
Η πτώση της αυτοκρατορίας. Το Βαβυλωνιακό Χρονικό Β.Μ. (Βρετανικό Μουσείο) 21901 εξιστορεί την πτώση της Νινευή, της πρωτεύουσας της Ασσυρίας, μετά την πολιορκία που έστησαν εναντίον της οι συνδυασμένες δυνάμεις του Ναβοπολασσάρ, του βασιλιά της Βαβυλώνας, και του Κυαξάρη του Μήδου το 14ο έτος του Ναβοπολασσάρ (632 Π.Κ.Χ.): «Την πόλη τη μετέτρεψαν σε υψώματα ερειπίων και σε σωρούς από συντρίμμια». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 305) Με αυτόν τον τρόπο, ήρθε το άδοξο τέλος της θηριώδους Ασσυριακής Αυτοκρατορίας.—Ησ 10:12, 24-26· 23:13· 30:30-33· 31:8, 9· Να 3:1-19· Σοφ 2:13.
Σύμφωνα με το ίδιο χρονικό, το 14ο έτος του Ναβοπολασσάρ (632 Π.Κ.Χ.), ο Ασσούρ-ουμπαλίτ Β΄ επιχείρησε να συνεχίσει την ασσυριακή κυριαρχία με πρωτεύουσά του τη Χαρράν. Αυτό το χρονικό επισημαίνει τα εξής σχετικά με το 17ο έτος του Ναβοπολασσάρ (629 Π.Κ.Χ.): «Το μήνα Ντου ούζου, ο Ασσούρ-ουμπαλίτ, βασιλιάς της Ασσυρίας, (και) ένα μεγάλο στράτευμα της Αιγύπτου που είχε έρθει σε βοήθειά του διέσχισαν τον ποταμό (Ευφράτη) και προέλασαν για την κατάκτηση της Χαρράν». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 305) Στην πραγματικότητα, ο Ασσούρ-ουμπαλίτ προσπαθούσε να την επανακτήσει μετά την εκδίωξή του από εκεί. Το υπόμνημα αυτό βρίσκεται σε αρμονία με την αφήγηση για τις κινήσεις του Φαραώ Νεχαώ στο εδάφιο 2 Βασιλέων 23:29, οι οποίες κατέληξαν στο θάνατο του Βασιλιά Ιωσία του Ιούδα (περ. 629 Π.Κ.Χ.). Το εδάφιο αναφέρει ότι «ανέβηκε ο Φαραώ Νεχαώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, στο βασιλιά της Ασσυρίας κοντά στον ποταμό Ευφράτη»—προφανώς για να τον βοηθήσει. “Ο βασιλιάς της Ασσυρίας” στον οποίο πήγε ο Νεχαώ μπορεί κάλλιστα να ήταν ο Ασσούρ-ουμπαλίτ Β΄. Η εκστρατεία τους εναντίον της Χαρράν δεν τελεσφόρησε. Η Ασσυριακή Αυτοκρατορία είχε φτάσει στο τέλος της.
Ο τίτλος “βασιλιάς της Ασσυρίας” χρησιμοποιήθηκε για τον Πέρση βασιλιά (Δαρείο Υστάσπη) ο οποίος είχε υπό την κυριαρχία του τη γη της Ασσυρίας τον καιρό της ανοικοδόμησης του ναού στην Ιερουσαλήμ (ο οποίος ολοκληρώθηκε το 515 Π.Κ.Χ.).—Εσδ 6:22.
Η Ασσυρία στις Προφητείες. Η Ασσυρία εμφανίζεται στην προφητεία που εξέφερε ο Βαλαάμ γύρω στο έτος 1473 Π.Κ.Χ. (Αρ 24:24) Αρκετές αναφορές στην Ασσυρία βρίσκουμε στις προφητείες του Ησαΐα, του Ιερεμία, του Ιεζεκιήλ, του Μιχαία, του Ναούμ, του Σοφονία και του Ζαχαρία, ενώ η προειδοποίηση για την καταστροφή του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ από την Ασσυρία επαναλαμβάνεται σε ολόκληρη την προφητεία του Ωσηέ. Συχνές είναι οι επικρίσεις για την εμπιστοσύνη που έθεταν σε τέτοια ειδωλολατρικά έθνη ο αποστατικός Ισραήλ και ο Ιούδας, παλινδρομώντας πολλές φορές ανάμεσα στην Αίγυπτο και στην Ασσυρία σαν «αφελές περιστέρι χωρίς καρδιά». (Ιερ 2:18, 36· Θρ 5:6· Ιεζ 16:26, 28· 23:5-12· Ωσ 7:11) Τα καταστροφικά αποτελέσματα αυτής της πορείας περιγράφηκαν παραστατικά. (Ιεζ 23:22-27) Κάτι άλλο που προφητεύτηκε ήταν η ταπείνωση των Ασσυρίων και η αποκατάσταση των εξόριστων Ισραηλιτών στην πατρίδα τους. (Ησ 11:11-16· 14:25· Ιερ 50:17, 18· Ιεζ 32:22· Ζαχ 10:10, 11) Τελικά, προλέχθηκε ακόμη και κάποια εποχή κατά την οποία θα υπήρχαν ειρηνικές σχέσεις ανάμεσα στην Ασσυρία και στην Αίγυπτο και αυτές θα ήταν ενωμένες με τον Ισραήλ στην εύνοια του Θεού και θα αποτελούσαν «ευλογία στο μέσο της γης».—Ησ 19:23-25.
[Εικόνα στη σελίδα 381]
Ανάγλυφο από το βόρειο ανάκτορο της Νινευή. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα απολαμβάνουν ένα συμπόσιο στον κήπο. Στο δέντρο μπροστά από τον αρπιστή κρέμεται το κεφάλι ενός κατακτημένου βασιλιά
[Εικόνα στη σελίδα 383]
Ασσυριακά άρματα με θρησκευτικά εμβλήματα στη μάχη
[Εικόνα στη σελίδα 385]
Επιτοίχιο από τη Νιμρούντ που δείχνει Ασσύριους στρατιώτες να μεταφέρουν τους θεούς μιας κατακτημένης πόλης
-
-
ΑσταρώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΑΡΩΘ
(Ασταρώθ).
Πόλη στην περιοχή της Βασάν, η οποία γενικά ταυτίζεται σήμερα με το Τελλ Αστάρα περίπου 32 χλμ. Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Ο χαμηλός λόφος που υπάρχει εκεί περιβάλλεται από μια πεδιάδα με άφθονα νερά. Το όνομα της τοποθεσίας ενδεχομένως υποδηλώνει ότι ήταν κέντρο λατρείας της θεάς Αστορέθ.
Οι Βιβλικές αναφορές στην Ασταρώθ αφορούν κατά κύριο λόγο τον γιγαντόσωμο Βασιλιά Ωγ της Βασάν, σχετικά με τον οποίο γίνεται το σχόλιο ότι βασίλευε «στην Ασταρώθ, στην Εδρεΐ». (Δευ 1:4· Ιη 9:10· 12:4· 13:12) Η επικράτεια του βασιλείου του Ωγ, μετά την κατάληψή της, παραχωρήθηκε αρχικά στους Μαχιρίτες της φυλής του Μανασσή, αλλά αργότερα η Ασταρώθ μεταβιβάστηκε στους Γηρσωνίτες ως Λευιτική πόλη. (Ιη 13:29-31· 1Χρ 6:71) Στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 21:27, το οποίο αντιστοιχεί με την αφήγηση του εδαφίου 1 Χρονικών 6:71, η πόλη αποκαλείται Βεεσθερά.
Η πόλη μνημονεύεται σε ασσυριακές επιγραφές και στις Πινακίδες της Αμάρνα.
-
-
ΑστεραθίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΕΡΑΘΙΤΗΣ
(Αστεραθίτης) [Της (Από την) Ασταρώθ].
Ο κάτοικος της Ασταρώθ. Μόνο ο Οζιά, ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ, χαρακτηρίζεται έτσι.—1Χρ 11:44.
-
-
Αστερώθ-καρναΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΕΡΩΘ-ΚΑΡΝΑΪΜ
(Αστερώθ-καρναΐμ).
Ο τόπος όπου νικήθηκαν οι Ρεφαΐμ από τον Χοδολλογομόρ, το βασιλιά του Ελάμ. (Γε 14:5) Μερικοί έχουν εκλάβει αυτό το τοπωνύμιο ως το πλήρες όνομα της Ασταρώθ, θεωρώντας ότι η προσθήκη «καρναΐμ» (κέρατα) αναφέρεται είτε στα δύο κέρατα της ημισελήνου, που ήταν σύμβολο της θεάς Αστάρτης, είτε σε μια δίδυμη κορυφή δίπλα στην πόλη. Ωστόσο, έχει επίσης υποστηριχτεί η άποψη ότι το τοπωνύμιο σημαίνει «Η Αστερώθ Κοντά στην Καρναΐμ» και ως εκ τούτου αναφέρεται στην πόλη Ασταρώθ, ενώ η Καρναΐμ μνημονεύεται ως ξεχωριστή αλλά παρακείμενη πόλη. Ως θέση της Καρναΐμ θεωρείται το Σέιχ Σάαντ, το οποίο βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή της τοποθεσίας όπου κατά γενική παραδοχή υπήρχε η Ασταρώθ (Τελλ Αστάρα).—Βλέπε ΑΣΤΑΡΩΘ.
-
-
ΑστίνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΙΝ
(Αστίν).
Η σύζυγος του Ασσουήρη (Ξέρξη Α΄), βασιλιά της Περσίας. Το τρίτο έτος της βασιλείας του, ο Ασσουήρης κάλεσε όλους τους ευγενείς, τους άρχοντες και τους υπηρέτες των διοικητικών περιφερειών. Στο τέλος της συνδιάσκεψης, παρέθεσε ένα εφταήμερο συμπόσιο. Παρόμοια και η Αστίν παρέθεσε συμπόσιο για τις γυναίκες στο βασιλικό οίκο. Την έβδομη ημέρα, ο Ασσουήρης διέταξε τους αυλικούς του να του φέρουν την Αστίν με το βασιλικό κάλυμμα στο κεφάλι, για να δουν όλοι το κάλλος της. (Φαίνεται ότι η βασίλισσα συνήθως γευμάτιζε στο τραπέζι του βασιλιά, αλλά δεν έχουμε ιστορικά στοιχεία για το αν αυτό γινόταν και στα μεγάλα συμπόσια. Εξάλλου, και η ίδια η Αστίν παρέθετε συγχρόνως συμπόσιο για τις γυναίκες.) Για κάποιον λόγο που δεν αναφέρεται, η Αστίν αρνήθηκε επίμονα να πάει. Ο Ασσουήρης συμβουλεύτηκε τους σοφούς του που ήταν ειδήμονες στο νόμο, και ένας άρχοντας, ο Μεμουκάν, είπε στο βασιλιά ότι η Αστίν είχε ενεργήσει εσφαλμένα, όχι μόνο προς το βασιλιά, αλλά και προς όλους τους άρχοντες και το λαό των διοικητικών περιφερειών. Είπε πως, όταν θα άκουγαν οι αρχόντισσες τι είχε κάνει η βασίλισσα (είδηση που θα διαδιδόταν γρήγορα στο κάστρο), θα μιμούνταν την ενέργεια της Αστίν ως προηγούμενο περιφρονητικής συμπεριφοράς. (Εσθ 1:1-22) Η Αστίν αποπέμφθηκε, και περίπου τέσσερα χρόνια αργότερα η Ιουδαία Εσθήρ επιλέχθηκε για τη θέση της συζύγου του Ασσουήρη και για το βασιλικό αξίωμα της Αστίν.—Εσθ 2:1-17.
-
-
ΑστορέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΟΡΕΘ
(Αστορέθ).
Θεά των Χαναναίων, θεωρούμενη ως η σύζυγος του Βάαλ. Η Αστορέθ παριστάνεται συνήθως ως γυμνή γυναικεία μορφή με χονδροειδώς υπερτονισμένα σεξουαλικά όργανα. Η λατρεία αυτής της θεάς ήταν διαδεδομένη μεταξύ των αρχαίων λαών, και το όνομα Αστορέθ, σε διάφορες μορφές, ήταν κοινό. Το ελληνικό όνομα είναι Αστάρτη. Οι Φιλισταίοι προφανώς θεωρούσαν την Αστορέθ θεά του πολέμου, κάτι που υποδηλώνεται από το γεγονός ότι τοποθέτησαν τον οπλισμό του ηττημένου Βασιλιά Σαούλ στο ναό των εικόνων της Αστορέθ. (1Σα 31:10) Προπαντός, όμως, η Αστορέθ ήταν θεά της γονιμότητας, όπως φαίνεται. Το κυριότερο μέρος της λατρείας της συνίστατο από σεξουαλικά όργια στους ναούς ή στους υψηλούς τόπους που ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία του Βάαλ, όπου υπηρετούσαν άντρες και γυναίκες ιερόδουλοι.—Βλέπε ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ Αρ. 2 (Η Κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ).
Η λατρεία της Αστορέθ πιθανώς υφίστατο ήδη στη Χαναάν την εποχή του Αβραάμ, δεδομένου ότι μία από τις πόλεις που υπήρχαν εκεί ονομαζόταν «Αστερώθ-καρναΐμ». (Γε 14:5) Στη Γραφή μνημονεύεται και η πόλη Ασταρώθ, όπου διέμενε ο γιγαντόσωμος Βασιλιάς Ωγ της Βασάν. Από το όνομα αυτής της πόλης θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι επρόκειτο ίσως για το κέντρο της λατρείας της Αστορέθ.—Δευ 1:4· Ιη 9:10· 12:4.
Ο ενικός αριθμός ‛αστορέθ (Αστορέθ) εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αγία Γραφή όταν γίνεται λόγος για την αποστασία του Σολομώντα προς το τέλος της βασιλείας του. Τότε οι Ισραηλίτες άρχισαν να λατρεύουν την Αστορέθ των Σιδωνίων. (1Βα 11:5, 33) Ο ενικός αριθμός εμφανίζεται και πάλι μόνο στην αφήγηση για το πώς ο Βασιλιάς Ιωσίας γκρέμισε τους υψηλούς τόπους τους οποίους είχε φτιάξει ο Σολομών για την Αστορέθ και για άλλες θεότητες. (2Βα 23:13) Ο πληθυντικός αριθμός ‛ασταρώθ («εικόνες της Αστορέθ», ΜΝΚ· «Αστάρτες», AT, ΜΠΚ, ΛΧ) πιθανότατα αναφέρεται στις εικόνες ή στους διάφορους τύπους αυτής της ειδωλολατρικής θεάς.—Κρ 2:13· 10:6· 1Σα 7:3, 4.
-
-
ΑστραπήΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΡΑΠΗ
Οι ακτινοβόλες λάμψεις φωτός που προκαλούνται από την εκκένωση ατμοσφαιρικού ηλεκτρισμού ανάμεσα σε σύννεφα ή ανάμεσα στα σύννεφα και στη γη. Αυτό το φαινόμενο, που παρατηρείται στη διάρκεια των καταιγίδων, είναι κοινό στο Ισραήλ κατά τις περιόδους των βροχών—την άνοιξη και το φθινόπωρο—φτάνει δε στο αποκορύφωμά του ειδικά τους κρύους μήνες Νοέμβριο ή Δεκέμβριο.
Ως Δημιουργός των στοιχείων που είναι απαραίτητα για την πρόκληση της αστραπής, ο Ιεχωβά είναι η πηγή της. (Ιωβ 37:3, 11) Εκείνος μπορεί επίσης να την ελέγξει και προφανώς έχει χρησιμοποιήσει την αστραπή, καθώς και μέσα παρόμοια με αυτήν, για να ελευθερώσει τους υπηρέτες του από τους εχθρούς τους και για να εκτελέσει τις κρίσεις του. (2Σα 22:1, 15· Ψλ 18:14· 77:16-20· Ζαχ 9:14· παράβαλε Ιωβ 36:32· Ψλ 97:4· 144:6.) Κατάλληλα, λοιπόν, οι αστραπές συσχετίζονται με το θρόνο του Θεού (Απ 4:5· παράβαλε Απ 11:19), όπως επίσης με εκφράσεις θεϊκού θυμού (Απ 8:5· 16:18), και παρουσιάζονται μεταφορικά σαν να αναφέρουν την εκτέλεση του καθήκοντός τους. (Ιωβ 38:35) Στο Όρος Σινά, οι λάμψεις των αστραπών συνόδευαν τις φοβερές φυσικές εκδηλώσεις της παρουσίας του Θεού.—Εξ 19:16· 20:18.
Η αστραπή (εβρ., μπαράκ) χρησιμοποιείται μεταφορικά για να συμβολίσει τη λάμψη του στιλβωμένου μετάλλου. (Δευ 32:41, υποσ.· Ιεζ 21:10, υποσ.· Να 3:3· Αββ 3:11) Στο εδάφιο Ναούμ 2:4, είτε η λάμψη είτε η μεγάλη ταχύτητα των εχθρικών αρμάτων στους δρόμους της Νινευή είναι αυτό που εννοείται με τα λόγια: «Σαν τις αστραπές τρέχουν». Και τα σπινθηροβόλα πρόσωπα, ή αλλιώς η εμφάνιση, των αγγελικών πλασμάτων παραβάλλονται με αστραπή.—Δα 10:5, 6· Ματ 28:2, 3· βλέπε επίσης Ιεζ 1:14.
Ο Χριστός Ιησούς έδειξε ότι η παρουσία του δεν θα κρατιόταν μυστική, όπως είναι αδύνατον να κρυφτεί η αστραπή που «βγαίνει από τα ανατολικά μέρη και λάμπει μέχρι τα δυτικά μέρη». (Ματ 24:23-27· Λου 17:20-24) Πρωτύτερα, όταν οι 70 μαθητές που είχε στείλει επέστρεψαν με την είδηση ότι ακόμη και οι δαίμονες υποτάσσονταν σε αυτούς μέσω της χρήσης του ονόματός του, ο Ιησούς υπαινίχθηκε ότι η μελλοντική εκδίωξη του Σατανά από τον ουρανό ήταν βέβαιη, λέγοντας: «Άρχισα να βλέπω τον Σατανά ήδη πεσμένο σαν αστραπή από τον ουρανό».—Λου 10:1, 17, 18.
Στο εδάφιο Λουκάς 11:36 η λέξη ἀστραπή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου αναφέρεται στο φως ή στη λάμψη ενός λυχναριού.
-
-
ΆστροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΡΟ
Η λέξη κωχάβ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου καθώς και οι λέξεις ἀστήρ και ἄστρον του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου εφαρμόζονται με γενική έννοια σε οποιοδήποτε φωτεινό σώμα του διαστήματος, εκτός από τον ήλιο και τη σελήνη, για τα οποία χρησιμοποιούνται άλλες ονομασίες.
Η Απεραντοσύνη του Σύμπαντος. Ο γαλαξίας στον οποίο βρίσκεται η Γη θεωρείται ότι έχει διάμετρο περίπου 100.000 έτη φωτός και ότι περιέχει περισσότερα από 100.000.000.000 άστρα όπως ο ήλιος μας. Το κοντινότερο άστρο στη Γη, ένα άστρο της ομάδας α-Κενταύρου, βρίσκεται πάνω από 40.000.000.000.000 χλμ. μακριά. Ωστόσο, αυτή η ασύλληπτη απόσταση φαίνεται σχετικά μικρή αν λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με υπολογισμούς, υπάρχουν 100.000.000.000 γαλαξίες σε όλο το σύμπαν. Περίπου 10.000.000.000 από αυτούς βρίσκονται μέσα στην εμβέλεια των σύγχρονων τηλεσκοπίων.
Η απεραντοσύνη της αστρικής δημιουργίας προσδίδει απεριόριστη ισχύ και νόημα στη δήλωση του Δημιουργού που υπάρχει στο εδάφιο Ησαΐας 40:26: «Σηκώστε ψηλά τα μάτια σας και δείτε. Ποιος τα δημιούργησε αυτά; Αυτός που εξάγει το στράτευμά τους κατά αριθμό, που τα καλεί όλα ονομαστικά. Λόγω της αφθονίας της δυναμικής ενέργειας, και επειδή είναι σθεναρός σε δύναμη, ούτε ένα από αυτά δεν λείπει». (Παράβαλε Ψλ 147:4.) Ο ευλαβής ψαλμωδός υποκινήθηκε να πει: «Όταν βλέπω τους ουρανούς σου, τα έργα των δαχτύλων σου, τη σελήνη και τα άστρα που ετοίμασες, τι είναι ο θνητός άνθρωπος και τον θυμάσαι, ή ο γιος του χωματένιου ανθρώπου και τον φροντίζεις;»—Ψλ 8:3, 4.
Ηλικία. Το γεγονός ότι ακτίνες από μακρινά άστρα και γαλαξίες, που απέχουν εκατομμύρια έτη φωτός, φτάνουν τώρα σε γιγαντιαία επίγεια τηλεσκόπια υποδηλώνει ότι η δημιουργία αυτών των αστρικών σωμάτων έλαβε χώρα πριν από εκατομμύρια χρόνια στο παρελθόν, εφόσον σε διαφορετική περίπτωση αυτές οι ακτίνες δεν θα είχαν φτάσει ακόμη στον πλανήτη μας. Αυτή η δημιουργία περιλαμβάνεται προφανώς στην αρχική δήλωση του εδαφίου Γένεση 1:1: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη». Το εδάφιο 16 δεν αντιφάσκει με αυτό όταν λέει ότι στη διάρκεια της τέταρτης δημιουργικής “ημέρας”, ή αλλιώς περιόδου, «άρχισε ο Θεός να κάνει . . . τα άστρα». Η λέξη «κάνω» (εβρ., ‛ασάχ) δεν σημαίνει το ίδιο με τη λέξη «δημιουργώ» (εβρ., μπαρά’).—Βλέπε ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ.
Αριθμός των Άστρων. Μιλώντας σε ανθρώπους, ο Θεός αναφέρθηκε στα άστρα για να υποδηλώσει έναν αμέτρητο αριθμό, συγκρίσιμο με τους κόκκους της άμμου στην ακρογιαλιά. (Γε 22:17· 15:5· Εξ 32:13· παράβαλε Νε 9:23· Να 3:15, 16· Εβρ 11:12.) Εφόσον τα άστρα που διακρίνονται καθαρά με γυμνό μάτι αριθμούν μόνο μερικές χιλιάδες, πολλοί θεωρούσαν στο παρελθόν αυτή τη σύγκριση άνιση. Ωστόσο, σήμερα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός των άστρων μπορεί πράγματι να συγκριθεί με όλους τους κόκκους της άμμου σε όλη τη γη.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, ενώ ο Μωυσής υποδήλωσε για τον Ισραήλ ότι είχε δει μια ορισμένη εκπλήρωση αυτής της Αβραμιαίας υπόσχεσης, οι απογραφές του πληθυσμού, όπως καταγράφονται στην Αγία Γραφή, ποτέ δεν περιέλαβαν το συνολικό αριθμό του έθνους. (Δευ 1:10· 10:22· 28:62) Μεταγενέστερα αναφέρεται για τον Δαβίδ ότι απέφυγε επί τούτου να καταμετρήσει όσους «ήταν από είκοσι χρονών και κάτω, επειδή ο Ιεχωβά είχε υποσχεθεί να πληθύνει τον Ισραήλ σαν τα άστρα των ουρανών». (1Χρ 27:23) Η αντίληψη ότι αυτά τα ουράνια σώματα είναι αναρίθμητα καθιστά τα Βιβλικά συγγράμματα μοναδικά σε σύγκριση με τις απόψεις που είχαν εκείνη την εποχή διάφοροι αρχαίοι λαοί.
Εύτακτη Διάταξη. Επιπρόσθετα, η ευταξία με την οποία είναι διατεταγμένα αυτά τα ουράνια σώματα τονίζεται σε διάφορα εδάφια, τα οποία κάνουν λόγο για «νομοθετήματα», «διατάξεις» και «τροχιές» (“πορεία”, ΒΑΜ). (Ιερ 31:35-37· Κρ 5:20· παράβαλε Ιου 13.) Οι φοβερές δυνάμεις που καθορίζουν τις σχετικές θέσεις ορισμένων άστρων σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους υποδηλώνονται από τα ερωτήματα του Θεού προς τον Ιώβ: «Μπορείς να δέσεις τους δεσμούς του αστερισμού Κιμάχ; Ή μήπως μπορείς να λύσεις τα σχοινιά του αστερισμού Κεσίλ; Μπορείς να βγάλεις τον αστερισμό Μαζαρώθ στον προσδιορισμένο καιρό του; Και τον αστερισμό Ας, μαζί με τους γιους του, μπορείς να τον οδηγήσεις; Μήπως γνωρίζεις τα νομοθετήματα των ουρανών ή μπορείς να θέσεις την εξουσία τους στη γη;» (Ιωβ 38:31-33· βλέπε ΑΣ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ· ΚΕΣΙΛ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ· ΚΙΜΑΧ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ· ΜΑΖΑΡΩΘ, ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ.) Ως εκ τούτου, το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής (New Bible Dictionary) αναφέρει: «Δηλώνουμε, λοιπόν, κατηγορηματικά ότι η Αγία Γραφή δέχεται με συνέπεια ένα σύμπαν πλήρως ορθολογιστικό και αχανές, αντίθετα με την τυπική για εκείνη την εποχή θεώρηση του κόσμου, σύμφωνα με την οποία το σύμπαν δεν ήταν ορθολογιστικό ούτε και μεγαλύτερο από όσο αντιλαμβάνεται κανείς με τις αισθήσεις και μόνο».—Επιμέλεια Τζ. Ντάγκλας, 1985, σ. 1144.
Τα λόγια του αποστόλου Παύλου σύμφωνα με τα οποία τα άστρα διαφέρουν μεταξύ τους μπορούν να εκτιμηθούν ακόμη περισσότερο υπό το φως της σύγχρονης αστρονομίας, η οποία επισημαίνει ότι υπάρχουν αντιθέσεις ως προς το χρώμα, το μέγεθος, την ποσότητα του φωτός που παράγεται, τη θερμοκρασία, ακόμη δε και τη σχετική πυκνότητα των άστρων.—1Κο 15:40, 41.
Αστρολατρία. Ενώ η αστρολατρία ήταν πολύ διαδεδομένη ανάμεσα στα αρχαία έθνη της Μέσης Ανατολής, η Γραφική άποψη των πιστών υπηρετών του Θεού ήταν ότι αυτά τα αστρικά σώματα δεν ήταν παρά υλικά σώματα τα οποία υπόκειντο στους νόμους και στον έλεγχο του Θεού και δεν εξουσίαζαν τον άνθρωπο, αλλά αποτελούσαν φωτοδότες και μέσα προσδιορισμού του χρόνου. (Γε 1:14-18· Ψλ 136:3, 7-9· 148:3) Προειδοποιώντας τον Ισραήλ να μη φτιάξει οποιαδήποτε παράσταση του αληθινού Θεού Ιεχωβά, ο Μωυσής τούς πρόσταξε να μην παραπλανηθούν και λατρέψουν τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα «τα οποία», όπως είπε, «ο Ιεχωβά ο Θεός σου έχει διαμοιράσει σε όλους τους λαούς κάτω από ολόκληρο τον ουρανό». (Δευ 4:15-20· παράβαλε 2Βα 17:16· 21:5· 23:5· Σοφ 1:4, 5.) Τα ειδωλολατρικά έθνη ταύτιζαν τους διάφορους θεούς τους με ορισμένα άστρα και έτσι είχαν εθνικιστική άποψη για αυτά τα αστρικά σώματα. Ο Σακκούθ και ο Καϊβάν, που αναφέρονται στο εδάφιο Αμώς 5:26 ως θεοί τους οποίους λάτρευε ο αποστατικός Ισραήλ, θεωρούνται βαβυλωνιακές ονομασίες του πλανήτη Κρόνου, του αποκαλούμενου Ρεφάν στην παράθεση αυτού του εδαφίου από τον Στέφανο. (Πρ 7:42, 43) Η αστρολατρία κατείχε ιδιαίτερα εξέχουσα θέση στη Βαβυλώνα, αλλά αποδείχτηκε άχρηστη την ώρα της καταστροφής της.—Ησ 47:12-15.
Το «Άστρο» που Εμφανίστηκε Μετά τη Γέννηση του Ιησού. Οι «αστρολόγοι από [τα] ανατολικά μέρη»—επομένως από τις περιοχές γύρω από τη Βαβυλώνα—των οποίων η επίσκεψη στον Βασιλιά Ηρώδη μετά τη γέννηση του Ιησού είχε ως αποτέλεσμα τη σφαγή όλων των αρσενικών νηπίων στη Βηθλεέμ, σαφώς δεν ήταν υπηρέτες ή λάτρεις του αληθινού Θεού. (Ματ 2:1-18· βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ.) Όσο για το «άστρο» (ἀστήρ, Κείμενο) που είδαν, έχουν γίνει πολλές υποθέσεις—ότι ήταν κομήτης, μετεωροειδές, σουπερνόβα ή, σύμφωνα με μια πιο δημοφιλή θεωρία, ότι επρόκειτο για σύνοδο πλανητών. Κανένα από αυτά τα σώματα δεν θα μπορούσε λογικά να έχει “σταθεί πάνω από εκεί που ήταν το παιδάκι”, υποδεικνύοντας έτσι το συγκεκριμένο σπίτι στο χωριό της Βηθλεέμ στο οποίο βρισκόταν το παιδί. Είναι επίσης αξιοπρόσεκτο ότι μόνο αυτοί οι ειδωλολάτρες αστρολόγοι “είδαν” το άστρο. Το γεγονός ότι ασκούσαν αστρολογία, κάτι που ήταν καταδικαστέο, καθώς και τα δυσμενή επακόλουθα της επίσκεψής τους, η οποία έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του μελλοντικού Μεσσία, οπωσδήποτε επιτρέπουν—και μάλιστα καθιστούν ενδεδειγμένο—το να εξετάσει κανείς την εκδοχή να οδηγήθηκαν από μια πηγή αντιτιθέμενη στους σκοπούς του Θεού σχετικά με τον υποσχεμένο Μεσσία. Είναι οπωσδήποτε λογικό να αναρωτηθεί κανείς αν αυτός που «μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός», του οποίου ο τρόπος ενέργειας είναι «με κάθε δυναμικό έργο καθώς και με ψεύτικα σημεία και θαυμαστά προμηνύματα», αυτός που μπορούσε να κάνει ένα φίδι να φαίνεται ότι μιλάει και για τον οποίο ο Ιησούς είπε ότι ήταν «ανθρωποκτόνος τότε που άρχισε», δεν μπορούσε επίσης να κάνει κάποιους αστρολόγους να “δουν” ένα αστεροειδές αντικείμενο που τους οδήγησε αρχικά, όχι στη Βηθλεέμ, αλλά στην Ιερουσαλήμ, όπου κατοικούσε ένας θανάσιμος εχθρός του υποσχεμένου Μεσσία.—2Κο 11:3, 14· 2Θε 2:9· Γε 3:1-4· Ιωα 8:44.
Αλληγορική Χρήση. Τα άστρα χρησιμοποιούνται στην Αγία Γραφή με αλληγορική έννοια και σε μεταφορές ή παρομοιώσεις για να υποδηλώσουν άτομα, όπως στο όνειρο του Ιωσήφ στο οποίο οι γονείς του συμβολίζονταν από τον ήλιο και τη σελήνη, ενώ οι 11 αδελφοί του από 11 άστρα. (Γε 37:9, 10) Το εδάφιο Ιώβ 38:7 παραλληλίζει «τα πρωινά άστρα» που κραύγασαν χαρούμενα κατά τη θεμελίωση της γης με τους αγγελικούς “γιους του Θεού”. Ο αναστημένος και εξυψωμένος Ιησούς είπε ότι ήταν «το λαμπρό πρωινό άστρο» και υποσχέθηκε να δώσει «το πρωινό άστρο» στους νικητές ακολούθους του, υποδηλώνοντας προφανώς ότι αυτοί θα μοιράζονταν μαζί του την ουράνια θέση και δόξα του. (Απ 22:16· 2:26, 28· παράβαλε 2Τι 2:12· Απ 20:6.) Οι εφτά “άγγελοι” των εκκλησιών, στους οποίους αποστέλλονται γραπτά αγγέλματα, συμβολίζονται από εφτά άστρα στο δεξί χέρι του Χριστού. (Απ 1:16, 20· 2:1· 3:1) “Ο άγγελος της αβύσσου”, που ονομάζεται Αβαδδών, συμβολίζεται επίσης από ένα άστρο.—Απ 9:1, 11· βλέπε ΑΒΑΔΔΩΝ.
Στα παροιμιώδη λόγια του 14ου κεφαλαίου του Ησαΐα, ο κομπαστής και φιλόδοξος βασιλιάς της Βαβυλώνας (δηλαδή η δυναστεία των Βαβυλώνιων βασιλιάδων όπως εκπροσωπείται από τον Ναβουχοδονόσορα), ο οποίος αποκαλείται «λαμπερός» (εβρ., χαιλέλ· «Εωσφόρος», ΒΑΜ), παρουσιάζεται να επιδιώκει να υψώσει το θρόνο του «πάνω από τα άστρα του Θεού». (Ησ 14:4, 12, 13· βλέπε ΛΑΜΠΕΡΟΣ.) Η λέξη «άστρο» χρησιμοποιείται μεταφορικά στην προφητική μνεία των Δαβιδικών βασιλιάδων του Ιούδα (Αρ 24:17), η δε Βιβλική ιστορία δείχνει ότι η βαβυλωνιακή δυναστεία πράγματι υψώθηκε προσωρινά πάνω από αυτούς τους βασιλιάδες όταν κατέκτησε την Ιερουσαλήμ. Μια παρόμοια προφητεία στο 8ο κεφάλαιο του Δανιήλ περιγράφει πώς το μικρό «κέρατο» μιας μελλοντικής δύναμης ποδοπατάει κάποια άστρα από «το στράτευμα των ουρανών» και κινείται εναντίον του Άρχοντα του στρατεύματος και του αγιαστηρίου του (Δα 8:9-13), ενώ στο 12ο κεφάλαιο του Δανιήλ, στα πλαίσια μιας παρομοίωσης, αυτοί που «έχουν ενόραση» και φέρνουν άλλους στη δικαιοσύνη παρουσιάζονται να λάμπουν «σαν τα άστρα» στον «καιρό του τέλους». (Δα 12:3, 9, 10) Αντίθετα, τα ανήθικα άτομα τα οποία αποκλίνουν από την αλήθεια παραβάλλονται με «άστρα που δεν έχουν καθορισμένη πορεία».—Ιου 13.
Η συσκότιση των άστρων, όπως επίσης του ήλιου και της σελήνης, είναι ένα συχνό σχήμα λόγου που χρησιμοποιείται σε προφητικές προειδοποιήσεις καταστροφής η οποία επέρχεται ως αποτέλεσμα της κρίσης του Θεού. (Ησ 13:10· Ιεζ 32:7· Απ 6:12, 13· 8:12· παράβαλε Ιωβ 9:6, 7.) Η μείωση του φωτός αυτών των ουράνιων σωμάτων χρησιμοποιείται επίσης στα εδάφια Εκκλησιαστής 12:1, 2 για να περιγράψει το δείλι της ζωής ενός ηλικιωμένου ατόμου. Σε άλλες περιπτώσεις λέγεται ότι άστρα πέφτουν ή ρίχνονται στη γη. (Ματ 24:29· Απ 8:10· 9:1· 12:4) «Σημεία» στον ήλιο, στη σελήνη και στα άστρα προλέγεται ότι αποτελούν αποδείξεις για τον καιρό του τέλους.—Λου 21:25.
Το «Άστρο της Ημέρας». Η έκφραση «άστρο της ημέρας» (φωσφόρος, Κείμενο) εμφανίζεται μία φορά, στο εδάφιο 2 Πέτρου 1:19, και έχει σημασία παρόμοια με την έκφραση «πρωινό άστρο». Αυτά τα άστρα, σε ορισμένες εποχές του έτους, είναι τα τελευταία που ανατέλλουν στον ανατολικό ορίζοντα προτού προβάλει ο ήλιος, και επομένως προαναγγέλλουν την αυγή της καινούριας ημέρας. Η αναφορά που είχε κάνει προηγουμένως ο Πέτρος στο όραμα της μεταμόρφωσης του Ιησού με μεγαλειώδη δόξα υποδεικνύει συσχέτιση με το γεγονός ότι εκείνος αναλαμβάνει βασιλική εξουσία ως «η ρίζα και ο απόγονος του Δαβίδ, και το λαμπρό πρωινό άστρο [ἀστήρ, Κείμενο]».—Απ 22:16· 2:26-28.
“Τα Άστρα Πολέμησαν Εναντίον του Σισάρα”. Τα λόγια του εδαφίου Κριτές 5:20 έχουν προκαλέσει συζητήσεις όσον αφορά τη φράση: «Από τον ουρανό πολέμησαν τα άστρα, από τις τροχιές τους πολέμησαν εναντίον του Σισάρα». Μερικοί θεωρούν αυτή τη φράση απλώς ποιητική αναφορά στη θεϊκή βοήθεια. (Παράβαλε Κρ 4:15· Ψλ 18:9.) Μεταξύ άλλων υποθέσεων που προβάλλονται είναι η εκδοχή να έλαβε χώρα βροχή μετεωριτών ή να βασίστηκε ο Σισάρα σε αστρολογικές προβλέψεις που αποδείχτηκαν ψευδείς. Εφόσον η Βιβλική αφήγηση δεν αναφέρει λεπτομέρειες για τον τρόπο με τον οποίο «πολέμησαν» τα άστρα, φαίνεται επαρκές να θεωρήσουμε ότι η δήλωση υποδεικνύει κάποια θεϊκή ενέργεια θαυματουργικής φύσης υπέρ του στρατεύματος του Ισραήλ.
-
-
ΑστρολόγοιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ
Η λέξη γκαζερίν εμφανίζεται μόνο στο τμήμα του βιβλίου του Δανιήλ που είναι γραμμένο στην αραμαϊκή. (Δα 2:4β–7:28) Προέρχεται από μια ρίζα η οποία βασικά σημαίνει «κόβω» και πιστεύεται ότι εννοεί εκείνους που διαμερίζουν τους ουρανούς σε σχηματισμούς. (Δα 2:34) Ορισμένες μεταφράσεις (Dy, KJ, Le, AS, ΒΑΜ) αποδίδουν την πρωτότυπη αραμαϊκή λέξη γκαζερίν ως «μάντεις». (Δα 2:27· 4:7 [εδ. 4, Dy· Le]· 5:7, 11) Αυτή η κάστα των αστρολόγων αποτελούνταν από άτομα «που, με βάση τη θέση των άστρων την ώρα της γέννησης, μέσω διαφόρων υπολογιστικών και μαντικών μεθόδων . . . καθόριζαν την τύχη των ανθρώπων». (Εβραϊκό και Χαλδαϊκό Λεξικό του Γεσένιου [Gesenius’s Hebrew and Chaldee Lexicon], μετάφραση [στην αγγλική] Σ. Π. Τρετζέλις, 1901, σ. 166, 167) Η αστρολογία είναι ουσιαστικά πολυθεϊστική. Η γέννησή της στην κάτω Πεδιάδα της Μεσοποταμίας ανάγεται πιθανώς στην εποχή λίγο μετά τον Κατακλυσμό, όταν οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν από την αγνή λατρεία του Ιεχωβά. Το όνομα Χαλδαίος έγινε, με τον καιρό, σχεδόν συνώνυμο του «αστρολόγος».
Κατά την ψευδοεπιστήμη της αστρολογίας, κάθε τμήμα των ουρανών το εξουσίαζε ένας διαφορετικός θεός. Όλες οι κινήσεις και τα φαινόμενα των ουράνιων σωμάτων, όπως η ανατολή και η δύση του ήλιου, οι ισημερίες και τα ηλιοστάσια, οι φάσεις της σελήνης, οι εκλείψεις και τα μετεωροειδή, θεωρούνταν ενέργειες αυτών των θεών. Επομένως, γινόταν τακτική παρατήρηση αυτών των κοσμικών κινήσεων και οι χρονικές στιγμές στις οποίες εμφανίζονταν καταχωρίζονταν σε περίπλοκους χάρτες και πίνακες, βάσει των οποίων διατυπώνονταν προβλέψεις για τις ανθρώπινες υποθέσεις και τα επίγεια γεγονότα. Όλα τα ζητήματα, δημόσια και ιδιωτικά, πίστευαν ότι τα έλεγχαν αυτοί οι θεοί των ουρανών. Κατά συνέπεια, δεν έπαιρναν ούτε πολιτικές ούτε στρατιωτικές αποφάσεις προτού προσέλθουν οι αστρολόγοι για να διαβάσουν και να ερμηνεύσουν τους οιωνούς και να δώσουν τη συμβουλή τους. Με αυτόν τον τρόπο η ιερατική τάξη κατέληξε να έχει μεγάλη δύναμη και επιρροή στη ζωή των ανθρώπων. Ισχυριζόταν ότι κατείχε υπερφυσική δύναμη, ενόραση και μεγάλη σοφία. Δεν υπήρχε μεγάλος ναός ανάμεσα σε αυτούς που οικοδόμησαν οι Βαβυλώνιοι ο οποίος να μην ήταν εξοπλισμένος με το δικό του αστεροσκοπείο.
Τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ. ο προφήτης Ησαΐας, προλέγοντας την καταστροφή της Βαβυλώνας, προκάλεσε τους αστρολόγους συμβούλους εκείνης της καταδικασμένης πόλης να τη σώσουν: «Απέκαμες [Βαβυλώνα] από το πλήθος των συμβούλων σου. Ας σηκωθούν, τώρα, και ας σε σώσουν οι λάτρεις των ουρανών, αυτοί που παρατηρούν τα άστρα, που διαδίδουν γνώση στη διάρκεια της νέας σελήνης για τα πράγματα που θα έρθουν πάνω σου».—Ησ 47:13.
Αργότερα στην πορεία της ιστορίας, ο Δανιήλ και οι τρεις σύντροφοί του κατέληξαν αιχμάλωτοι σε αυτή τη χώρα των αστρολόγων. Όταν ο Βαβυλώνιος βασιλιάς δοκίμασε αυτούς τους Εβραίους «σε κάθε ζήτημα σοφίας και κατανόησης», τους βρήκε «δέκα φορές καλύτερους από όλους τους μάγους ιερείς και τους επικαλούμενους πνεύματα που υπήρχαν σε ολόκληρη τη βασιλική του επικράτεια». (Δα 1:20) Έπειτα από αυτό ο Δανιήλ αποκαλούνταν “αρχηγός των μάγων ιερέων” (Δα 4:9), αλλά είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι ποτέ δεν απαρνήθηκε τη λατρεία του Ιεχωβά για να γίνει αστεροσκόπος “διαμεριστής των ουρανών”. Παραδείγματος χάρη, ο Ναβουχοδονόσορ εξοργίστηκε τόσο πολύ όταν οι αστρολόγοι και οι λοιποί «σοφοί» δεν μπόρεσαν να αποκαλύψουν το όνειρό του ώστε φώναξε: «Διαμελισμό θα υποστείτε και σε δημόσια αποχωρητήρια θα μετατραπούν τα σπίτια σας». (Δα 2:5) Αυτή η σαρωτική διαταγή περιλάμβανε και τον Δανιήλ και τους συντρόφους του αλλά, προτού πραγματοποιηθεί η εκτέλεση, ο Δανιήλ φέρθηκε ενώπιον του βασιλιά και του είπε: «Υπάρχει Θεός στους ουρανούς ο οποίος αποκαλύπτει μυστικά», αλλά «όσο για εμένα, αυτό το μυστικό δεν μου έχει αποκαλυφτεί διαμέσου σοφίας που υπάρχει σε εμένα περισσότερο από ό,τι σε όλους τους άλλους ζωντανούς».—Δα 2:28, 30.
Ποιοι ήταν οι Μάγοι που επισκέφτηκαν τον Ιησού όταν ήταν παιδί;
Αστρολόγοι (μάγοι, Κείμενο) έφεραν δώρα στον Ιησού όταν ήταν παιδί. (Ματ 2:1-16) Σχολιάζοντας ποιοι ήταν αυτοί οι μάγοι, Το Αυτοκρατορικό Λεξικό της Βίβλου ([The Imperial Bible-Dictionary] Τόμ. 2, σ. 139) λέει: «Κατά τον Ηρόδοτο, οι μάγοι ήταν ένα από τα φύλα των Μήδων [Α΄, 101], διατείνονταν δε ότι ερμήνευαν όνειρα, και είχαν στην αρμοδιότητά τους τις ιεροτελεστίες . . . ήταν εν ολίγοις η εγγράμματη και ιερατική τάξη, και σύμφωνα με την κοινή αντίληψη είχαν την ικανότητα να εξάγουν από βιβλία και από την παρατήρηση των άστρων υπερφυσική ενόραση στα μελλοντικά γεγονότα . . . Μεταγενέστερες έρευνες υποδεικνύουν τη Βαβυλώνα μάλλον παρά τη Μηδία και την Περσία ως το κέντρο στο οποίο άκμασαν οι μάγοι. “Αρχικά οι Μήδοι ιερείς δεν ονομάζονταν μάγοι . . . Από τους Χαλδαίους, όμως, η ιερατική τους κάστα έλαβε το όνομα μάγοι, και έτσι πρέπει να εξηγήσουμε τα λεγόμενα του Ηρόδοτου για το ότι οι μάγοι ήταν ένα από τα φύλα των Μήδων” . . . (Τζ. Σ. Μίλερ στην Εγκυκλοπαίδεια του Χέρτσογκ)».—Επιμέλεια Π. Φέρμπερν, Λονδίνο, 1874.
Εύλογα, λοιπόν, ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας, ο Ωριγένης και ο Τερτυλλιανός, όταν διάβαζαν το εδάφιο Ματθαίος 2:1, εκλάμβαναν τους μάγους ως αστρολόγους. Ο Τερτυλλιανός έγραψε (Περί Ειδωλολατρίας [De Idololatria], IX): «Γνωρίζουμε την αλληλένδετη σχέση μεταξύ μαγείας και αστρολογίας. Οι ερμηνευτές των άστρων, λοιπόν, ήταν οι πρώτοι . . . που Του πρόσφεραν [δηλαδή του Ιησού] “δώρα”». (Οι Προ της Συνόδου της Νίκαιας Πατέρες [The Ante-Nicene Fathers], 1957, Τόμ. 3, σ. 65) Η λέξη «μάγοι» κατέληξε να χρησιμοποιείται «ως γενικός όρος για τους αστρολόγους στην Ανατολή».—Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια των Φανκ και Γουάγκναλς (The New Funk & Wagnalls Encyclopedia), 1952, Τόμ. 22, σ. 8076.
Συνεπώς, οι ενδείξεις συγκλίνουν σαφώς στο ότι οι μάγοι που επισκέφτηκαν τον Ιησού όταν ήταν νήπιο ήταν αστρολόγοι. Γι’ αυτό, Η Καινή Διαθήκη που μετέφρασε ο Τσ. Μπ. Γουίλιαμς λέει «αστεροσκόποι», με μια υποσημείωση στην οποία εξηγεί: «Δηλαδή μελετητές των άστρων αναφορικά με γεγονότα της γης». Σωστά, λοιπόν, διάφορες σύγχρονες μεταφράσεις χρησιμοποιούν τη λέξη «αστρολόγοι» στο εδάφιο Ματθαίος 2:1.—AT, NE, Ph, ΜΝΚ, ΚΔΒ υποσ., ΤΚΔ.
Το πόσοι ήταν οι αστρολόγοι «από ανατολικά μέρη» που έφεραν «χρυσάφι και λιβάνι και σμύρνα» στον Ιησού όταν ήταν παιδί δεν αναφέρεται. Δεν υπάρχει εμπεριστατωμένη βάση για την παραδοσιακή αντίληψη ότι ήταν τρεις. (Ματ 2:1, 11) Ως αστρολόγοι, υπηρετούσαν ψεύτικους θεούς και καθοδηγήθηκαν, είτε εθελούσια είτε άθελά τους, από κάτι που τους φάνηκε ότι ήταν κινούμενο «άστρο». Ενημέρωσαν τον Ηρώδη για το γεγονός ότι είχε γεννηθεί ο «βασιλιάς των Ιουδαίων», και τότε ο Ηρώδης επιδίωξε να θανατώσει τον Ιησού. Ωστόσο, η πλεκτάνη απέτυχε. Παρενέβη ο Ιεχωβά και αποδείχτηκε ανώτερος από τους δαιμονικούς θεούς των αστρολόγων, και έτσι, αντί να επιστρέψουν στον Ηρώδη, οι αστρολόγοι ακολούθησαν άλλον δρόμο για να γυρίσουν στην πατρίδα τους, αφού τους δόθηκε «θεϊκή προειδοποίηση σε όνειρο».—Ματ 2:2, 12.
Ηπατοσκοπία και Αστρολογία. Η “παρατήρηση του συκωτιού”, δηλαδή η «ηπατοσκοπία», φαίνεται ότι αποτελούσε ειδικό τομέα της αστρολογίας. (Ιεζ 21:21) Σε μια σχολή η οποία λειτουργούσε σε κάποιον ναό της Βαβυλώνας βρέθηκε ένα πήλινο ομοίωμα συκωτιού που χρονολογείται από την εποχή του Χαμουραμπί. Η μία του πλευρά ήταν χωρισμένη σε περιοχές που αντιστοιχούσαν στην «ημέρα» και στη «νύχτα». Η άκρη του ήταν διαμερισμένη σε 16 τμήματα και στο κάθε τμήμα είχε δοθεί το όνομα μιας από τις αντίστοιχες θεότητες των ουρανών. Όπως, λοιπόν, αυτός ο κλάδος μαντείας διαμέριζε τους ουρανούς με έναν καθαρά φανταστικό τρόπο, παρόμοιο διαμερισμό έκαναν και στο συκώτι των ζώων που θυσίαζαν. Όταν πρόσφεραν αυτές τις θυσίες, παρατηρούσαν το συκώτι, το οποίο θεωρούσαν μικρογραφική αντανάκλαση των ουρανών, για να δουν τι οιωνούς θα τους αποκάλυπταν οι θεοί.—Βλέπε ΜΑΝΤΕΙΑ.
Ο Μολόχ και η Αστρολογία στον Ισραήλ. Υπάρχουν αποδείξεις που φανερώνουν ότι η αστρολογία ήταν στενά συνυφασμένη με τη λατρεία του Μολόχ, ενός θεού που ορισμένες φορές απεικονιζόταν έχοντας κεφάλι ταύρου. Ο ταύρος λατρευόταν από τους Βαβυλωνίους, τους Χαναναίους, τους Αιγυπτίους και άλλους ως σύμβολο των θεών τους—του Μαρντούκ, του Μολόχ, του Βάαλ, κτλ. Ο Ταύρος ήταν ένα από τα πιο σημαντικά ζώδια. Ο θεός του ήλιου απεικονιζόταν συχνά με ταύρους—τα κέρατα υποδήλωναν τις ακτίνες και η ισχυρή αναπαραγωγική δύναμη του ταύρου τη δύναμη του ήλιου ως «ζωοδότη». Εξίσου τιμούνταν και το θηλυκό, η αγελάδα, ως σύμβολο της Ιστάρ, ή Αστάρτης όπως ονομαζόταν αλλιώς. Συνεπώς, όταν ο Ααρών και ο Ιεροβοάμ εισήγαγαν στον Ισραήλ αυτή τη λατρεία του ταύρου (μοσχολατρία), επρόκειτο πράγματι για μεγάλη αμαρτία στα μάτια του Ιεχωβά.—Εξ 32:4, 8· Δευ 9:16· 1Βα 12:28-30· 2Βα 10:29.
Το αποστατικό δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ έλαβε κατάκριση για το ότι υιοθέτησε αυτή την αστρολογική λατρεία, γιατί «εγκατέλειπαν όλες τις εντολές του Ιεχωβά του Θεού τους και έφτιαξαν για τον εαυτό τους χυτά αγάλματα, δύο μοσχάρια, και έφτιαξαν έναν ιερό στύλο, και άρχισαν να προσκυνούν όλο το στράτευμα των ουρανών και να υπηρετούν τον Βάαλ· και περνούσαν τους γιους τους και τις κόρες τους μέσα από τη φωτιά και ασκούσαν μαντεία και αναζητούσαν οιωνούς».—2Βα 17:16, 17.
Στο δίφυλο βασίλειο του νότου, ο πονηρός Βασιλιάς Άχαζ και ο εγγονός του Μανασσής πρωτοστάτησαν και οι δύο στη λατρεία των αστρικών θεών και στο να προσφέρουν απάνθρωπα τα παιδιά τους για να καούν ζωντανά ως θυσίες. (2Βα 16:3, 4· 21:3, 6· 2Χρ 28:3, 4· 33:3, 6) Ο καλός Βασιλιάς Ιωσίας, όμως, «έθεσε τέρμα στην εργασία αυτών που ήταν ιερείς σε θεούς αλλοεθνών» και οι οποίοι «ύψωναν καπνό θυσίας στον Βάαλ, στον ήλιο και στη σελήνη και στους αστερισμούς του ζωδιακού κύκλου και σε όλο το στράτευμα των ουρανών», και κατεδάφισε τους υψηλούς τόπους και έκανε ακατάλληλο για λατρεία τον Τοφέθ «ώστε κανείς να μην περνάει το γιο του ή την κόρη του μέσα από τη φωτιά για τον Μολόχ». (2Βα 23:5, 10, 24) Ο Ιεχωβά, μέσω των προφητών του Σοφονία και Ιερεμία, τους κατέκρινε για το ότι επιδίδονταν στην αστρολογία, “προσκυνώντας πάνω στις ταράτσες το στράτευμα των ουρανών” και κάνοντας όρκους «επικαλούμενοι τον Μαλχάμ [Μολόχ]».—Σοφ 1:5· Ιερ 8:1, 2· 19:13.
Η σχέση που υπήρχε ανάμεσα στη λατρεία του Μολόχ, στη μοσχολατρία και στην αστρολογία φαίνεται εξάλλου και από την αφήγηση του Στεφάνου για το στασιασμό των Ισραηλιτών στην έρημο. Όταν φώναξαν προς τον Ααρών: «Φτιάξε μας θεούς για να πηγαίνουν μπροστά μας», ο Ιεχωβά «τούς παρέδωσε για να αποδίδουν ιερή υπηρεσία στο στράτευμα του ουρανού, όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο των προφητών: “Μήπως σε εμένα προσφέρατε σφάγια και θυσίες . . . ; Αλλά σηκώσατε ψηλά τη σκηνή του Μολόχ και το άστρο του θεού Ρεφάν”».—Πρ 7:40-43.
Ο Θεός Καταδικάζει την Αστρολογία. Μια μεγάλη αλήθεια δηλώνεται με τα εξής απλά λόγια: «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη», περιλαμβανομένων των πλανητών του ηλιακού μας συστήματος καθώς και των άστρων στους διάφορους αστερισμούς. (Γε 1:1, 16· Ιωβ 9:7-10· Αμ 5:8) Θέλημα του Ιεχωβά, όμως, με αυτή τη μεγαλειώδη δημιουργία δεν ήταν να μετατρέψει ο άνθρωπος αυτά τα πράγματα σε θεούς. Γι’ αυτό, απαγόρευσε αυστηρά στο λαό του να λατρεύει οποιαδήποτε «μορφή όμοια με οτιδήποτε υπάρχει πάνω στους ουρανούς». (Εξ 20:3, 4) Η αστρολογία, σε κάθε της μορφή, θεωρούνταν παράνομη.—Δευ 18:10-12.
-
-
ΑσύγκριτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΥΓΚΡΙΤΟΣ
(Ασύγκριτος) [Αυτός που Δεν Επιδέχεται Σύγκριση].
Ένας Χριστιανός στη Ρώμη στον οποίο ο απόστολος Παύλος έστειλε χαιρετισμούς με τη θεόπνευστη επιστολή του προς τους Ρωμαίους, την οποία έγραψε από την Κόρινθο γύρω στο 56 Κ.Χ. (Ρω 16:14) Οι Γραφές δεν δίνουν περαιτέρω πληροφορίες για τον Ασύγκριτο. Εντούτοις, αρχαιολογικά στοιχεία από επιγραφές και παπύρους δείχνουν ότι το όνομα Ασύγκριτος χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή.
-
-
ΆσφαλτοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΦΑΛΤΟΣ
Η ίδια μαύρη ή καφέ ορυκτή άσφαλτος περιγράφεται από τρεις εβραϊκές λέξεις. Δύο από αυτές προσδιορίζουν τη διαφορά στη σκληρότητα της υφής της: η λέξη «πίσσα» (ζέφεθ) αναφέρεται στην υγρή της μορφή, ενώ η λέξη «άσφαλτος» (χεμάρ), στη στερεή της κατάσταση. Η τρίτη λέξη (κόφερ), που αποδίδεται επίσης «πίσσα», προσδιορίζει τον τρόπο χρήσης της, δηλαδή την εφαρμογή της στην επικάλυψη ξυλοκατασκευών. (Βλέπε ΠΙΣΣΑ.) Επειδή η άσφαλτος έχει στεγανοποιητικές ιδιότητες, φάνηκε χρήσιμη στον άνθρωπο ακόμη και πριν από τον Κατακλυσμό, καθόσον στον Νώε, στον οποίο δόθηκε η οδηγία να φτιάξει την κιβωτό, ειπώθηκε να “την καλύψει εσωτερικά και εξωτερικά με πίσσα”.—Γε 6:14.
Το κιβώτιο από πάπυρο, μέσα στο οποίο έπλευσε ανάμεσα στα καλάμια του Νείλου ο Μωυσής ως βρέφος, ήταν υδατοστεγές επειδή είχε εμποτιστεί και «με άσφαλτο και [με] πίσσα». (Εξ 2:3) Οι οικοδόμοι της πόλης της Βαβυλώνας ανακάλυψαν ότι η στεγανότητα της ασφάλτου συνδυαζόταν και με συγκολλητικές ιδιότητες οι οποίες την καθιστούσαν εξαιρετικό κονίαμα για τους οπτόπλινθους που χρησιμοποιούσαν.—Γε 11:3.
Κάποτε, η Κοιλάδα Σιδδίμ, κοντά στα Σόδομα και στα Γόμορρα, στην περιοχή της Νεκράς Θαλάσσης, φημιζόταν για το ότι «ήταν γεμάτη λάκκους με άσφαλτο» («λάκκους με πίσσα», ΜΠΚ). (Γε 14:10) Ακόμη και σήμερα ξεβράζεται μερικές φορές άσφαλτος στην όχθη, κάτι που υποδηλώνει ότι η Σιδδίμ βρίσκεται τώρα κάτω από τα νερά της Νεκράς Θαλάσσης. Η άσφαλτος είναι επίσης εύφλεκτο υλικό, και ως τέτοιο περιγράφεται από τον Ησαΐα, ο οποίος προφήτευσε ότι η γη του Εδώμ θα “γινόταν σαν καιόμενη πίσσα”.—Ησ 34:9.
-
-
ΑσφενάζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΦΕΝΑΖ
(Ασφενάζ).
Το όνομα του επικεφαλής αυλικού στη Βαβυλώνα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορα. (Δα 1:3) Προφανώς ήταν ο αρχηγός του σώματος των ευνούχων, αλλά όχι κατ’ ανάγκην ευνούχος ο ίδιος. Ένα από τα καθήκοντά του ήταν η εκπαίδευση νεαρών οι οποίοι θα υπηρετούσαν ως ακόλουθοι του μονάρχη.
-
-
ΑσχούρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΧΟΥΡ
(Ασχούρ) [πιθανώς, Μαυρίλα].
Σύμφωνα με το Μασοριτικό κείμενο, γιος του Εσρών ο οποίος γεννήθηκε μετά το θάνατο του πατέρα του· δισέγγονος του Ιούδα. (1Χρ 2:4, 5, 24· βλέπε ΕΣΡΩΝ Αρ. 2.) Από τις δύο συζύγους του απέκτησε εφτά γιους. (1Χρ 4:5-7) Αναφέρεται επίσης ως ο πατέρας της Θεκωέ, πράγμα που φαίνεται να σημαίνει ότι ήταν ο ιδρυτής της πόλης που έφερε αυτό το όνομα.
-
-
ΑσωναίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΩΝΑΙΟΣ
Βλέπε ΙΟΣΕΒ-ΒΑΣΕΒΕΘ.
-
-
ΑσώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΣΩΡ
(Ασώρ) [Αυλή· Οικισμός].
1. Η κυριότερη πόλη της βόρειας Χαναάν την εποχή της ισραηλιτικής κατάκτησης υπό τον Ιησού του Ναυή. (Ιη 11:10) Η Ασώρ έχει ταυτιστεί με το Τελλ ελ-Κέντα (Τελ Χαζόρ) το οποίο βρίσκεται περίπου 11 χλμ. ΝΝΑ της πιθανολογούμενης θέσης της Κέδες. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Γιγκαέλ Γιαντίν, υπό την κατεύθυνση του οποίου έγιναν ανασκαφές εκεί από το 1955 μέχρι το 1958 και από το 1968 μέχρι το 1969, η Ασώρ της εποχής του Ιησού του Ναυή κάλυπτε μια έκταση περίπου 600 στρ. και θα μπορούσε κάλλιστα να έχει πληθυσμό από 25.000 μέχρι 30.000 κατοίκους.
Ο Ιαβίν, ο βασιλιάς της Ασώρ, οδήγησε τις ενωμένες δυνάμεις της βόρειας Χαναάν εναντίον του Ιησού του Ναυή, αλλά υπέστη ταπεινωτική ήττα. Η ίδια η Ασώρ κάηκε—η μόνη πόλη σε ύψωμα, σε εκείνη την περιοχή, που υπέστη αυτή τη μεταχείριση. (Ιη 11:1-13) Παρότι αργότερα παραχωρήθηκε στη φυλή του Νεφθαλί (Ιη 19:32, 35, 36), την εποχή της Δεββώρας και του Βαράκ η Ασώρ ήταν η έδρα ενός άλλου ισχυρού Χαναναίου βασιλιά που επίσης λεγόταν Ιαβίν.—Κρ 4:2, 17· 1Σα 12:9.
Σε μεταγενέστερη περίοδο, η Ασώρ, όπως επίσης η Γεζέρ και η Μεγιδδώ, οχυρώθηκε από τον Βασιλιά Σολομώντα. (1Βα 9:15) Αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι οι πύλες αυτών των τριών πόλεων είχαν παρόμοια κατασκευή. Αναφερόμενος στις ανασκαφές που έγιναν στην Ασώρ, ο Γιγκαέλ Γιαντίν, στο σύγγραμμά του Η Πολεμική Τέχνη στις Βιβλικές Χώρες ([The Art of Warfare in Biblical Lands] 1963, Τόμ. 2, σ. 288), γράφει: «Καθώς τα πρώτα δείγματα από την πύλη αυτού του τείχους άρχισαν να ξεπροβάλλουν μέσα από τη σκόνη και το χώμα που αφαιρούνταν προσεκτικά, εντυπωσιαστήκαμε από την ομοιότητά της με τη “Σολομώντεια Πύλη” που είχε ανακαλυφτεί στη Μεγιδδώ. Προτού συνεχίσουμε την ανασκαφή, κάναμε στο έδαφος κάποια υποθετικά σχέδια σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας για το σχέδιο της πύλης, έχοντας ως βάση την πύλη της Μεγιδδώ. Έπειτα είπαμε στους εργάτες να προχωρήσουν συνεχίζοντας την απομάκρυνση των άχρηστων υλικών. Όταν τελείωσαν μας κοίταξαν έκπληκτοι, σαν να ήμασταν μάγοι ή μάντεις. Διότι εκεί, μπροστά μας, βρισκόταν η πύλη της οποίας το περίγραμμα είχαμε σχεδιάσει, ένα ακριβές αντίγραφο της πύλης της Μεγιδδώ. Αυτό αποδείκνυε όχι μόνο ότι και οι δύο πύλες είχαν χτιστεί από τον Σολομώντα αλλά και ότι είχαν φτιαχτεί και οι δύο με βάση ένα και μοναδικό πρωτότυπο σχέδιο».
Διακόσια και πλέον χρόνια μετά το θάνατο του Σολομώντα, ενώ βασίλευε στον Ισραήλ ο Φεκά, ο Ασσύριος βασιλιάς Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ κατέλαβε την Ασώρ και οδήγησε τους κατοίκους της σε εξορία.—2Βα 15:29.
2. Πόλη του Ιούδα στη Νεγκέμπ, η οποία ενδεχομένως συνδέεται με το ελ-Τζεμπαρίγιε, περίπου 24 χλμ. ΑΒΑ της πιθανολογούμενης θέσης της Κάδης-βαρνή (που πιθανώς ταυτίζεται με την Κέδες).—Ιη 15:21, 23.
3. Άλλη ονομασία της Κεριώθ-εσρών, μιας κωμόπολης του Ιούδα η οποία έχει ταυτιστεί γενικά με το Χίρμπετ ελ-Καριατέιν (Τελ Κεριγιότ), το οποίο βρίσκεται περίπου 20 χλμ. Ν της Χεβρών.—Ιη 15:21, 25.
4. Κωμόπολη στην περιοχή του Βενιαμίν. (Νε 11:31, 33) Ως πιθανή θέση της έχει υποδειχτεί το Χίρμπετ Χαζούρ, το οποίο βρίσκεται περίπου 7 χλμ. ΒΔ του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ.
5. Περιοχή στην Αραβική Έρημο ανατολικά του Ιορδάνη, για την οποία αναφέρεται στην προφητεία του Ιερεμία ότι επρόκειτο να λεηλατηθεί από τον Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας.—Ιερ 49:28-33.
[Εικόνα στη σελίδα 393]
Ερείπια των πυλών της Ασώρ οι οποίες χρονολογούνται προφανώς από την εποχή του Σολομώντα
-
-
ΑτάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΑΔ
(Ατάδ) [Βατομουριά].
Κάποια άγνωστη τοποθεσία στην περιοχή του Ιορδάνη ονομαζόταν το «αλώνι του Ατάδ». Εκεί σταμάτησε η νεκρική πομπή του Ιακώβ για να τον πενθήσει εφτά ημέρες, καθ’ οδόν από την Αίγυπτο προς τη σπηλιά του αγρού Μαχπελάχ στη Χαναάν. «Ατάδ» μπορεί να ονομαζόταν κάποιο άτομο, αλλά το ίδιο το όνομα φαίνεται να υποδεικνύει τοποθεσία. Στη νεκρική ακολουθία συμπεριλαμβάνονταν οι υπηρέτες του Φαραώ και οι πρεσβύτεροι της Αιγύπτου, γι’ αυτό και, όταν οι Χαναναίοι είδαν τις τελετές πένθους, αναφώνησαν: «Αυτό είναι βαρύ πένθος για τους Αιγυπτίους!» Ως εκ τούτου, η τοποθεσία ονομάστηκε Αβέλ-μισραΐμ, που σημαίνει «Πένθος των Αιγυπτίων».—Γε 50:7-13.
Διάφορες μεταφράσεις (όπως AT, RS, ΒΑΜ, ΛΧ) χρησιμοποιούν τη φράση «πέρα από τον Ιορδάνη» στα εδάφια Γένεση 50:10, 11, οπότε ορισμένοι συμπεραίνουν ότι το αλώνι του Ατάδ βρισκόταν Α του Ιορδάνη Ποταμού. Αυτό θα σήμαινε ότι η πομπή ακολούθησε, όχι ευθεία διαδρομή, αλλά παρακαμπτήρια, πηγαίνοντας γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα, κάτι που θα μπορούσε να είχε κάνει για να αποφύγει την επαφή με τους Φιλισταίους. Ωστόσο, η εβραϊκή λέξη μπε‛έβερ, που μεταφράζεται «πέρα από», είναι δυνατόν να αναφέρεται σε μια περιοχή είτε Α είτε Δ του Ιορδάνη. Από την άποψη του Μωυσή, ο οποίος βρισκόταν στη γη του Μωάβ όταν ολοκλήρωσε την Πεντάτευχο, η φράση «πέρα από τον Ιορδάνη» θα μπορούσε να σημαίνει Δ αυτού του ποταμού. Εντούτοις, η Μετάφραση Νέου Κόσμου εξανεμίζει όλες τις δυσκολίες εφόσον αποδίδει με ακρίβεια το εβραϊκό κείμενο χρησιμοποιώντας σε αυτά τα εδάφια τη φράση «στην περιοχή του Ιορδάνη».
-
-
ΑταράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΑΡΑ
(Αταρά) [Στεφάνι].
Μια από τις συζύγους του Ιεραμεήλ, κάποιου από τη φυλή του Ιούδα, και μητέρα του Ωνάμ.—1Χρ 2:3-5, 25, 26.
-
-
ΑταρώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΑΡΩΘ
(Αταρώθ) [Στεφάνια [δηλαδή κυκλικοί περίβολοι]].
1. Κωμόπολη στην ανατολική πλευρά του Ιορδάνη, μία από αυτές που ζήτησαν να πάρουν στην κατοχή τους οι φυλές του Γαδ και του Ρουβήν. Η περιοχή αυτή θεωρούνταν ιδιαίτερα κατάλληλη για τα ζωντανά αυτών των φυλών. (Αρ 32:1-5) Ακολούθως, η κωμόπολη ανοικοδομήθηκε από τους Γαδίτες.—Αρ 32:34.
Αυτή την τοποθεσία την κατονομάζει επίσης η Μωαβιτική Λίθος του Βασιλιά Μησά στη 10η και στην 11η γραμμή της επιγραφής. Εν μέρει εκεί αναφέρεται: «Όσο για τους άντρες του Γαδ, αυτοί ζούσαν ανέκαθεν στην Αταρώθ και ο βασιλιάς του Ισραήλ είχε χτίσει την Αταρώθ για αυτούς. Εγώ, όμως, πολέμησα εναντίον της πόλης και την κατέλαβα και σκότωσα όλους τους κατοίκους της πόλης . . . Και έφερα από εκεί τον Αρέλ (ή Οριέλ), τον αρχηγό τους . . . και εγκατέστησα εκεί άντρες του Σαρών και άντρες της Μαχαρίθ».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 320.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι η θέση της Αταρώθ ταυτίζεται με το σημερινό Χίρμπετ Άταρους, Α της Νεκράς Θαλάσσης και περίπου 13 χλμ. ΒΔ της Διβών (η οποία αναφέρεται μετά την Αταρώθ στο εδάφιο Αρ 32:3). Τα ερείπια βρίσκονται στη δυτική πλαγιά του ομώνυμου βουνού το οποίο έχει ύψος περίπου 750 μ. Παρότι αυτή η τοποθεσία βρίσκεται μέσα στην περιοχή του Ρουβήν, φαίνεται ότι ο Γαδ και ο Ρουβήν κατείχαν από κοινού κάποια τμήματα των φυλετικών περιοχών τους.
2. Κωμόπολη στο όριο που χώριζε την περιοχή του Εφραΐμ από την περιοχή του Βενιαμίν. (Ιη 16:2) Προφανώς ταυτίζεται με την Αταρώθ-αδδάρ η οποία μνημονεύεται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 16:5 και 18:13. Στο τελευταίο αυτό εδάφιο παρουσιάζεται ως τμήμα του βόρειου συνόρου του Βενιαμίν και η θέση της εντοπίζεται «πάνω στο βουνό που βρίσκεται νότια της Κάτω Βαιθ-ορών».
3. Κωμόπολη στο βορειοανατολικό όριο της φυλής του Εφραΐμ.—Ιη 16:7.
-
-
Αταρώθ-αδδάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΑΡΩΘ-ΑΔΔΑΡ
(Αταρώθ-αδδάρ) [Στεφάνια [δηλαδή κυκλικοί περίβολοι] της Αδδάρ].
Κωμόπολη του Εφραΐμ. (Ιη 16:5· 18:13) Προφανώς πρόκειται για την Αταρώθ του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 16:2.—Βλέπε ΑΤΑΡΩΘ Αρ. 2.
-
-
ΑτάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΑΧ
(Ατάχ).
Κωμόπολη του Ιούδα και μια από τις τοποθεσίες στις οποίες ο Δαβίδ έστειλε μερίδια από τα λάφυρα που αποκόμισε από τη νίκη του επί των Αμαληκιτών επιδρομέων.—1Σα 30:26, 30.
-
-
ΑτήρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΗΡ
(Ατήρ) [Κλεισμένος· Εμποδισμένος].
1. Ισραηλίτης του οποίου 98 γιοι ή απόγονοι επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 2:1, 2, 16· Νε 7:21) Αυτοί περιγράφονται ως εξής: «Οι γιοι του Ατήρ, από τον Εζεκία, ενενήντα οχτώ», πράγμα που ίσως δείχνει ότι κατάγονταν από τον Ατήρ, τον απόγονο κάποιου Εζεκία (αλλά μάλλον όχι του ομώνυμου βασιλιά του Ιούδα), ή ήταν απόγονοι του Ατήρ μέσω κάποιου Εζεκία. Ένας από τους επικεφαλής του λαού οι οποίοι επικύρωσαν με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» των ημερών του Νεεμία ίσως να ήταν απόγονος αυτού του Ατήρ.—Νε 9:38· 10:1, 17.
2. Αρχηγός οικογένειας του οποίου οι απόγονοι ήταν ανάμεσα στους Λευίτες “γιους των πυλωρών” του ναού που επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ.—Εσδ 2:42· Νε 7:45.
-
-
ΑτθαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΘΑΪ
(Ατθαΐ) [συντετμημένη μορφή του Αθαΐας].
1. Εγγονός του Σησάν, ενός απογόνου του Ιούδα μέσω του Εσρών. Ο Σησάν είχε μόνο κόρες, μια από τις οποίες πάντρεψε με τον Αιγύπτιο δούλο του, τον Ιαραά, που έγινε πατέρας του Ατθαΐ. Αργότερα ο Ατθαΐ έγινε πατέρας κάποιου Νάθαν.—1Χρ 2:25, 34-36.
2. Ένας από τους 11 γενναίους Γαδίτες που πέρασαν τον πλημμυρισμένο Ιορδάνη για να συνταχθούν με το στρατό του Δαβίδ στην έρημο.—1Χρ 12:8, 11-15.
3. Ο δεύτερος από τους τέσσερις γιους που γέννησε στον Ροβοάμ η ευνοούμενη σύζυγός του, η Μααχά, η εγγονή του Αβεσσαλώμ. Κατά συνέπεια, ο Ατθαΐ ήταν εγγονός του Σολομώντα και αδελφός του Βασιλιά Αβιά (Αβιάμ).—2Χρ 11:20, 21.
-
-
ΑτιτάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΙΤΑ
(Ατιτά).
Πρόγονος μιας οικογένειας πυλωρών του ναού. Ορισμένα μέλη αυτής της οικογένειας επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 42· Νε 7:45.
-
-
ΑτιφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΙΦΑ
(Ατιφά) [Αυτός που Έχει Αρπαχθεί].
Πρόγονος μιας οικογένειας Νεθινίμ, δηλαδή δούλων του ναού. Κάποια μέλη αυτής της οικογένειας επέστρεψαν από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ το 537 Π.Κ.Χ.—Εσδ 2:1, 2, 43, 54· Νε 7:56.
-
-
Ατρώθ-βαιθ-ιωάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΡΩΘ-ΒΑΙΘ-ΙΩΑΒ
(Ατρώθ-βαιθ-ιωάβ) [Στεφάνια [δηλαδή κυκλικοί περίβολοι] του Οίκου του Ιωάβ].
Όνομα που εμφανίζεται μεταξύ “των γιων του Σαλμά” στη γενεαλογία της φυλής του Ιούδα. (1Χρ 2:54) Μερικοί θεωρούν ότι πρόκειται για το όνομα μιας κωμόπολης του Ιούδα, υποδεικνύοντας ότι σε αυτούς τους γενεαλογικούς καταλόγους περιλαμβάνονται επίσης ονόματα όπως Κιριάθ-ιαρίμ, Βαιθ-γαδέρ, Βηθλεέμ και άλλα. Ωστόσο, το γεγονός και μόνο ότι κάποιο όνομα αντιστοιχεί στο όνομα μιας πόλης δεν αποτελεί βέβαιη ένδειξη ότι εννοείται η πόλη, εφόσον υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ατόμων και πόλεων που έχουν το ίδιο όνομα. Εντούτοις, η μορφή ή η σημασία ορισμένων ονομάτων στους γενεαλογικούς καταλόγους φαίνεται όντως ότι προσδίδει σε αυτά τα ονόματα γεωγραφική και όχι προσωπική φύση. Η λύση μπορεί να έγκειται στην άποψη πολλών μελετητών, σύμφωνα με την οποία εννοούνται ειδικότερα οι κάτοικοι μιας πόλης και όχι η ίδια η γεωγραφική τοποθεσία. Έτσι λοιπόν, η λέξη «πατέρας» σε ορισμένες περιπτώσεις θεωρείται ότι σημαίνει «ιδρυτής» ή «οικιστής» όσον αφορά το συγκεκριμένο πληθυσμό που κατοικούσε στον εν λόγω τόπο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο των εδαφίων Γένεση 4:20, 21 εμφανίζεται η λέξη «πατέρας», αλλά σε μερικές μεταφράσεις αυτή αποδίδεται «πρόγονος» (AT· JB· ΛΧ) ή «πρώτος» (ΜΝΚ). Ανάμεσα στις πιθανές έννοιες της εβραϊκής λέξης «πατέρας», τα λεξικά της εβραϊκής περιλαμβάνουν τις έννοιες «άρχοντας, αρχηγός» (Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης [A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament], των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς, 1980, σ. 3), «προπάτορας, πρόγονος φυλής, έθνους . . . τόπου . . . ιδρυτής μιας τάξης ή κάστας, . . . ενός επαγγέλματος . . . ιδρυτής, πρώτος αξιωματούχος ενός τόπου». (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 1)—Παράβαλε Ησ 22:20-22.
-
-
ΑττάλειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΤΑΛΕΙΑ
(Αττάλεια) [Αυτή που Ανήκει ή Αναφέρεται στον Άτταλο].
Στο τέλος της πρώτης ιεραποστολικής περιοδείας του, ο Παύλος απέπλευσε από το λιμάνι της Αττάλειας, μιας πόλης που βρισκόταν στην ακτή της Παμφυλίας στη Μικρά Ασία, με προορισμό την Αντιόχεια της Συρίας—μια απόσταση περίπου 500 χλμ.—Πρ 14:24-26.
Η Αττάλεια, η σημερινή Αντάλια, ιδρύθηκε από τον Άτταλο Β΄, βασιλιά της Περγάμου (159-138 Π.Κ.Χ.), στις εκβολές του ποταμού Καταρράκτη. Έγινε το κύριο λιμάνι της επαρχίας της Παμφυλίας, αποτελώντας κέντρο αγοραπωλησιών για την πλούσια ενδοχώρα της νοτιοδυτικής Φρυγίας και φυσικό σημείο απόπλου από την κεντρική Μικρά Ασία για τη Συρία και την Αίγυπτο. Αν και αρχικά ήταν το επίνειο της Πέργης, μιας κοντινής πόλης η οποία βρίσκεται στην ενδοχώρα, 13 χλμ. πιο μακριά, στους αποστολικούς χρόνους η Αττάλεια είχε ξεπεράσει σε σπουδαιότητα αυτή την πόλη.
-
-
ΑττίλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΤΙΛ
(Αττίλ).
Κεφαλή ενός πατρικού οίκου που αποτελούνταν από γιους «των υπηρετών του Σολομώντα» οι οποίοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ από τη Βαβυλώνα με τον Ζοροβάβελ.—Εσδ 2:1, 2, 55, 57· Νε 7:59.
-
-
ΑτύχημαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΤΥΧΗΜΑ
Τα απρόβλεπτα περιστατικά που οφείλονται σε άγνοια, απροσεξία ή αναπόφευκτα γεγονότα και προκαλούν απώλεια ή βλάβη ονομάζονται συνήθως ατυχήματα. Η εβραϊκή λέξη ’ασών προφανώς σημαίνει κατά κυριολεξία «γιατρειά» και χρησιμοποιείται ως ευφημισμός για τον όρο «θανατηφόρο ατύχημα». (Παράβαλε Γε 42:4, υποσ.) Η εβραϊκή λέξη μικρέχ, η οποία παράγεται από μια ρίζα που σημαίνει «έρχομαι να βρω· συμβαίνω» (Γε 44:29· Δευ 25:18), αποδίδεται «τυχαίο [γεγονός]» (1Σα 6:9), καθώς επίσης «κατάληξη» (Εκ 2:14, 15· 3:19) και «έτυχε».—Ρθ 2:3.
Ο Ιακώβ φοβόταν ότι μπορεί να συνέβαινε κάποιο θανατηφόρο ατύχημα στον αγαπημένο του γιο, τον Βενιαμίν, αν τον άφηνε να πάει στην Αίγυπτο μαζί με τους αδελφούς του. (Γε 42:4, 38) Οι Φιλισταίοι επέστρεψαν την κιβωτό του Ιεχωβά για να διαπιστώσουν αν η πληγή των αιμορροΐδων που είχαν υποστεί ήταν πράγματι από τον Ιεχωβά ή ήταν απλώς ένα «τυχαίο» γεγονός. (1Σα 6:9) Ο Σολομών αναγνώρισε ότι οποιοσδήποτε μπορεί να πέσει θύμα απρόβλεπτης περίστασης.—Εκ 9:11.
Ο Μωσαϊκός Νόμος έκανε διάκριση ανάμεσα στα θανατηφόρα και στα μη θανατηφόρα ατυχήματα. (Εξ 21:22-25) Διαχώριζε επίσης τον εκούσιο φόνο από τον ακούσιο φόνο. Για το φόνο εκ προμελέτης, ήταν υποχρεωτική η θανατική ποινή, ενώ για όσους ήταν ένοχοι ανθρωποκτονίας η οποία οφειλόταν σε ατύχημα καθορίστηκαν πόλεις καταφυγίου. (Αρ 35:11-25, 31· βλέπε ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ.) Ο νόμος εφαρμοζόταν εξίσου στον αυτόχθονα Ισραηλίτη και στον πάροικο, και υπήρχαν οδηγίες για τις θυσίες που ήταν απαραίτητες προκειμένου να γίνεται εξιλέωση για τις τυχαίες ή ακούσιες αμαρτίες.—Λευ 4:1-35· 5:14-19· Αρ 15:22-29.
-
-
ΑύγουστοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
(Αύγουστος) [Σεβαστός].
Ο τίτλος που δόθηκε στον Γάιο Οκτάβιο. Μεταγενέστεροι Ρωμαίοι αυτοκράτορες προσέλαβαν επίσης τον ίδιο τίτλο (Πρ 25:21, 25), αλλά όταν αυτός χρησιμοποιείται μόνος του, ως όνομα, αναφέρεται στον Οκτάβιο, τον πρώτο αυτοκράτορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Τον Σεπτέμβριο του 31 Π.Κ.Χ., 13 χρόνια μετά τη δολοφονία του θείου της μητέρας του, του Ιούλιου Καίσαρα, ο Οκτάβιος αναδύθηκε ως ο αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Απέρριψε τους τίτλους «βασιλιάς» και «δικτάτορας», αλλά αποδέχτηκε τον ειδικό τίτλο «Αύγουστος» που του απένειμε η Σύγκλητος στις 16 Ιανουαρίου του 27 Π.Κ.Χ. Μετά το θάνατο του Λέπιδου το 12 Π.Κ.Χ., ο Αύγουστος προσέλαβε τον τίτλο «Ύπατος Ποντίφικας». Όταν ανέλαβε την εξουσία, προχώρησε σε κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις, αναδιοργάνωσε το στρατό, συγκρότησε την Πραιτωριανή Φρουρά (Φλπ 1:13) και τέλος έχτισε και επισκεύασε πολλούς ναούς.
Το 2 Π.Κ.Χ. «βγήκε διάταγμα από τον Καίσαρα Αύγουστο να απογραφεί όλη η κατοικημένη γη· και όλοι πήγαιναν να απογραφούν, ο καθένας στη δική του πόλη». (Λου 2:1, 3) Αποτέλεσμα αυτού του διατάγματος ήταν ότι ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ σε εκπλήρωση της Βιβλικής προφητείας. (Δα 11:20· Μιχ 5:2) Εκτός από αυτή την απογραφή του πληθυσμού για λόγους φορολογίας και στρατολόγησης, το διορισμό κυβερνητών σε ορισμένες επαρχίες και την εκτέλεση της θανατικής ποινής, ο Αύγουστος αναμείχθηκε πολύ λίγο στο έργο των τοπικών κυβερνήσεων. Η πολιτική του, η οποία συνεχίστηκε μετά το θάνατό του, προσέδωσε στο Ιουδαϊκό Σάνχεδριν πολύ διευρυμένες εξουσίες. (Ιωα 18:31) Αυτή η αυτοκρατορική διαλλακτικότητα έδινε στους υποτελείς λιγότερες αφορμές για να εξεγείρονται.
Ο Αύγουστος δεν είχε πολλές επιλογές όσον αφορά το διάδοχό του. Ο ανιψιός του, δύο εγγονοί, ένας γαμπρός και ένας προγονός του πέθαναν, ενώ τον μόνο εν ζωή εγγονό του Αγρίππα τον Νεότερο τον αποκλήρωσε και τον εξόρισε επισήμως. Ως εκ τούτου, ο μόνος που απέμεινε ήταν ο προγονός του ο Τιβέριος. Ο Αύγουστος πέθανε στις 17 Αυγούστου του 14 Κ.Χ. (19 Αυγούστου σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο), το μήνα στον οποίο είχε δώσει το όνομά του.
Βλέπε επίσης ΜΟΝΑΔΑ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ.
-
-
ΑυθάδειαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΘΑΔΕΙΑ
Η ανάληψη πρωτοβουλιών πέραν των όσων επιτάσσει το ορθό ή το πρέπον, ή χωρίς εξουσιοδότηση· θρασύτητα στη διαγωγή ή στις σκέψεις· αυθαιρεσία· ενέργειες που φανερώνουν παράτολμη περιφρόνηση. Παραπλήσιες έννοιες είναι η υπεροψία, η αλαζονεία, η υπερηφάνεια και η προπέτεια. Αντίθετες, η πραότητα και η μετριοφροσύνη.
Η Υπερηφάνεια και ο Θυμός Οδηγούν στην Αυθάδεια. Η εβραϊκή λέξη ζαδών, η οποία αποδίδεται «αυθάδεια», παράγεται από το ρήμα ζιδ, το οποίο σημαίνει «βράζω, εξάπτομαι». (Γε 25:29· Εξ 21:14) Η έξαψη του θυμού ή η υπερηφάνεια μπορεί να κάνει κάποιον να ενεργήσει απερίσκεπτα, να γίνει θρασύς και να υπερβεί τα δικαιώματά του. Η παροιμία λέει: «Αυθάδης, αλαζόνας κομπαστής ονομάζεται αυτός που ενεργεί με εξοργισμό αυθάδειας». (Παρ 21:24) Στο εδάφιο Δευτερονόμιο 1:43 το ρήμα χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο ενήργησε ο λαός του Ισραήλ παρακούοντας την εντολή του Θεού και προτρέχοντας χωρίς εξουσιοδότηση. Ο Μωυσής τούς είπε: «Γι’ αυτό, σας μίλησα, αλλά εσείς δεν ακούσατε, παρά αρχίσατε να συμπεριφέρεστε στασιαστικά εναντίον της προσταγής του Ιεχωβά και να εξάπτεστε, και προσπαθήσατε να ανεβείτε στο βουνό». Μια άλλη εβραϊκή λέξη, η λέξη ‛αφάλ, χρησιμοποιείται στην αφήγηση του ίδιου περιστατικού στα εδάφια Αριθμοί 14:40-44: «Ο Μωυσής, όμως, είπε: “ . . . Μην ανεβείτε, εφόσον ο Ιεχωβά δεν βρίσκεται ανάμεσά σας . . . ” Εκείνοι, ωστόσο, ενεργώντας με αυθάδεια, ανέβηκαν στην κορυφή του βουνού», όπου ηττήθηκαν από τους κατοίκους. Είχαν «φουσκώσει» από απατηλή αυτοπεποίθηση.—Παράβαλε Αββ 2:4.
Το ότι ο θυμός μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφική αυθάδεια και κατάφωρη παραβίαση του νόμου του Θεού φαίνεται επίσης από την εντολή του Θεού προς τον Ισραήλ: «Σε περίπτωση που κάποιος εξαφθεί [τύπος του ρήματος ζιδ] εναντίον του συνανθρώπου του μέχρι του σημείου να τον σκοτώσει με πανουργία, θα τον πάρεις, ακόμη και αν βρίσκεται στο θυσιαστήριό μου, για να πεθάνει».—Εξ 21:14.
Ανάγκη για Προσοχή και Προφύλαξη από την Αυθάδεια. Ο Βασιλιάς Δαβίδ, ο οποίος ευνοήθηκε πολύ από τον Θεό και έλαβε από αυτόν μεγάλη εξουσία, αντιλαμβανόταν ότι, παρ’ όλα αυτά, θα μπορούσε να γίνει ένοχος αυθάδειας, γι’ αυτό και προσευχήθηκε λέγοντας: «Τα λάθη ποιος μπορεί να τα διακρίνει; Από κρυμμένες αμαρτίες κήρυξέ με αθώο. Και από αυθάδεις πράξεις συγκράτησε τον υπηρέτη σου· ας μη με εξουσιάσουν. Τότε θα είμαι πλήρης και θα έχω παραμείνει αθώος από πολλές παραβάσεις». (Ψλ 19:12, 13) Ο κίνδυνος, επομένως, είναι μεγάλος, και υπάρχει ανάγκη να προφυλάσσεται κανείς με επιμέλεια. Μια πράξη αυθάδειας είναι πολύ πιο σοβαρό αμάρτημα από ένα λάθος. Είτε κάποιος βρίσκεται σε υψηλή θέση είτε σε χαμηλή, η αυθαιρεσία είναι κάτι απεχθές στα μάτια του Θεού. Ο Οζίας, αν και ήταν ισχυρός βασιλιάς και είχε γευτεί ευλογίες από τον Θεό, πατάχθηκε με λέπρα επειδή ενήργησε με αυθάδεια οικειοποιούμενος τα ιερατικά καθήκοντα. (2Χρ 26:16-21) Η αυθάδεια υποκίνησε τον Βασιλιά Σαούλ να στασιάσει εναντίον του Ιεχωβά. Καθώς δεν ήταν πρόθυμος να περιμένει μέχρι να έρθει ο Σαμουήλ, ανέλαβε την πρωτοβουλία να προσφέρει εκείνος θυσία. (1Σα 13:8-14) Επίσης, χρησιμοποίησε τη δική του κρίση στο ότι διατήρησε ζωντανό τον Αμαληκίτη Βασιλιά Αγάγ και τα καλύτερα λάφυρα, ενώ η εντολή του Ιεχωβά ήταν να αφιερωθούν οι Αμαληκίτες στην καταστροφή. Για την αυθάδη πορεία του, ο Σαούλ απορρίφθηκε ως βασιλιάς.—1Σα 15:8, 9, 11, 18, 19.
Τρανό παράδειγμα αυθάδειας από μέρους ενός Ισραηλίτη που δεν ανήκε στη βασιλική οικογένεια αποτελεί η περίπτωση του Ουζά. Η κιβωτός της διαθήκης μεταφερόταν στην Ιερουσαλήμ πάνω σε βοϊδάμαξα, κατά παράβαση της θεϊκά καθορισμένης διαδικασίας. Όταν τα βόδια παραλίγο να προκαλέσουν ανατροπή, ο Ουζά άπλωσε το χέρι του και έπιασε την Κιβωτό για να τη συγκρατήσει. Για αυτή την ανευλαβή πράξη αυθάδειας, ο Ιεχωβά τον πάταξε και πέθανε.—2Σα 6:6, 7.
Όποιος δεν είναι σίγουρος για το πώς να ενεργήσει σε ένα ζήτημα ή δεν είναι βέβαιος αν έχει την εξουσία να κάνει κάτι, πρέπει οπωσδήποτε να συμβουλευτεί πρώτα άλλους οι οποίοι διαθέτουν γνώση και διάκριση. Οι Γραφές νουθετούν: «Μόνο διαμάχη προκαλεί κανείς με την αυθάδεια, αλλά η σοφία είναι με εκείνους που συμβουλεύονται ο ένας τον άλλον». (Παρ 13:10) Η αυθάδεια οδηγεί σε καταστροφικά αποτελέσματα, ενώ η μετριοφροσύνη σώζει. Ο σοφός άντρας λέει: «Έχει έρθει η αυθάδεια; Τότε θα έρθει και η ατίμωση· αλλά η σοφία είναι με τους μετριόφρονες».—Παρ 11:2.
Έλλειψη Σεβασμού για την Κυριαρχία του Θεού. Όταν ένα άτομο ενεργεί με αυθάδεια προς τον Θεό, εκδηλώνει έλλειψη σεβασμού για την κυριαρχία του Ιεχωβά και για τη Θειότητά του. Όσοι ισχυρίζονται ότι είναι υπηρέτες του αλλά τον κακοπαριστάνουν είναι απολύτως αξιόμεμπτοι. Για τους ψευδοπροφήτες, ο Ιεχωβά είπε: «Ο προφήτης που, ενεργώντας με αυθάδεια, λέει στο όνομά μου λόγια τα οποία δεν τον διέταξα να πει . . . αυτός ο προφήτης θα πεθάνει. . . . Όταν ο προφήτης μιλήσει στο όνομα του Ιεχωβά και τα λόγια δεν συμβούν ούτε βγουν αληθινά, . . . με αυθάδεια τα είπε ο προφήτης».—Δευ 18:20-22.
Επίσης, η έλλειψη σεβασμού για τον Ιεχωβά εκδηλώνεται με την έλλειψη σεβασμού για τους διορισμένους υπηρέτες του, πράγμα που μπορεί να συμβεί λόγω αυθάδειας. Στον Ισραήλ, οι δύσκολες υποθέσεις φέρνονταν “στον τόπο που είχε εκλέξει ο Ιεχωβά” (ο οποίος από τις ημέρες του Δαβίδ και έπειτα ήταν η Ιερουσαλήμ). Οποιοσδήποτε αψηφούσε την κρίση που εκφερόταν έπρεπε να θανατωθεί, επειδή με το να εναντιώνεται στους εκπροσώπους του Θεού ενεργούσε περιφρονητικά προς τον ίδιο τον Θεό. Ο νόμος έλεγε: «Σύμφωνα με το νόμο που θα σου υποδείξουν και σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση που θα σου πουν πρέπει να ενεργήσεις. . . . Και ο άνθρωπος που θα συμπεριφερθεί με αυθάδεια και δεν θα ακούσει τον ιερέα, ο οποίος στέκεται για να διακονεί εκεί τον Ιεχωβά τον Θεό σου, ή τον κριτή, αυτός ο άνθρωπος θα πεθάνει· και πρέπει να εξαφανίσεις το κακό από τον Ισραήλ. Και όλος ο λαός θα ακούσει και θα φοβηθεί και δεν θα ενεργεί πια με αυθάδεια». (Δευ 17:8-13· παράβαλε Αρ 15:30.) Ο απόστολος Πέτρος μιλάει για ορισμένους που εκδηλώνουν μεγάλη έλλειψη σεβασμού για τον Θεό και τους χρισμένους υπηρέτες του, λέγοντας για αυτούς ότι είναι «θρασείς [από τη λέξη τολμητής του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, «αυθάδεις», KJ], ισχυρογνώμονες, δεν τρέμουν τους ενδόξους αλλά μιλούν υβριστικά». Τέτοιοι άνθρωποι, λέει ο Πέτρος, “υφίστανται καταστροφή στην πορεία της καταστροφής τους”.—2Πε 2:10, 12.
Το να υπολογίζει κανείς με αυθάδεια στους σαρκικούς δεσμούς θα μπορούσε να αποτελέσει παγίδα. Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής διέκρινε το σκεπτικό των Ιουδαίων όταν τον πλησίασαν, και τους προειδοποίησε: «Μη νομίσετε ότι μπορείτε να λέτε μέσα σας: “Πατέρα έχουμε τον Αβραάμ”. Διότι σας λέω ότι ο Θεός μπορεί να εγείρει παιδιά για τον Αβραάμ από αυτές τις πέτρες».—Ματ 3:9.
Η Αυθάδεια θα Τερματιστεί. Η αρχαία Βαβυλώνα αποτέλεσε πρότυπο αυθάδειας ενάντια στον Θεό, πράγμα που προκάλεσε την αιώνια έχθρα του Θεού εναντίον της. Ο προφήτης Ιερεμίας απευθύνθηκε σε αυτήν λέγοντας: «“Δες! Εγώ είμαι εναντίον σου, Αυθάδεια”, λέει ο Υπέρτατος Κύριος. . . . Η Αυθάδεια θα σκοντάψει και θα πέσει». (Ιερ 50:29, 31, 32) Η συμβολική Βαβυλώνα η Μεγάλη έχει αποδειχτεί ο άσπονδος και ο πιο αυθάδης εχθρός του Θεού στη γη. Μεθάει τους κατοίκους της γης με «το κρασί της πορνείας της» και ευθύνεται για «το αίμα προφητών και αγίων και όλων εκείνων που σφάχτηκαν στη γη». Γι’ αυτόν το λόγο θα υποστεί αιώνια καταστροφή. (Απ 17:2, 5· 18:7, 8, 20, 24) Αυτό βρίσκεται σε αρμονία με την υπόσχεση που έχει δώσει ο Ιεχωβά να τερματίσει κάθε αυθάδεια όμοια με της Βαβυλώνας: «Θα εξαλείψω την υπερηφάνεια εκείνων που είναι αυθάδεις, και την υπεροψία των τυράννων θα την υποβιβάσω».—Ησ 13:11.
-
-
ΑυλικόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΛΙΚΟΣ
Η εβραϊκή λέξη σαρίς, που μεταφράζεται “αυλικός” (1Βα 22:9), μπορεί επίσης να αποδοθεί «ευνούχος» (Εσθ 2:3· Ησ 56:3) και “αξιωματούχος” (Γε 40:2, 7). Στο εδάφιο Γένεση 37:36 (KJ) μεταφράζεται «αξιωματούχος», ενώ μια περιθωριακή σημείωση αναφέρει: «Η λέξη αυτή όμως υποδηλώνει, όχι μόνο ευνούχους, αλλά επίσης θαλαμηπόλους, αυλικούς και αξιωματούχους». Η λέξη εὐνοῦχος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να αναφέρεται είτε σε έναν αυλικό (Πρ 8:27) είτε σε ένα άτομο στερούμενο την ικανότητα της αναπαραγωγής.—Ματ 19:12.
Γενικά πιστεύεται ότι οι αυλικοί ήταν υπεύθυνοι για τα ιδιαίτερα δωμάτια ή διαμερίσματα του ανακτόρου ή του μεγάρου, όπως ήταν ο Βλάστος, ο θαλαμηπόλος του Βασιλιά Ηρώδη. (Πρ 12:20) (Εντούτοις, στην περίπτωση αυτή το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο έχει την έκφραση ἐπὶ τοῦ κοιτῶνος, δηλαδή εκείνος «που ήταν υπεύθυνος για τον κοιτώνα».) Ωστόσο, τα καθήκοντα των αυλικών ενός βασιλιά ήταν εξαιρετικά πολυποίκιλα. Οι Μηδοπέρσες αυλικοί Βιγθάν και Θερές ήταν έμπιστοι υπηρέτες, καθήκον των οποίων ήταν, όπως φαίνεται, να φρουρούν την πόρτα που οδηγούσε στο ιδιαίτερο διαμέρισμα του Βασιλιά Ασσουήρη. (Εσθ 2:21) Άλλοι υπηρετούσαν τον ίδιο το βασιλιά. (Εσθ 1:10, 11) Η Αγία Γραφή προσδιορίζει κάποιους αυλικούς ως στρατιωτικούς αξιωματούχους. (2Βα 25:19) Κάποιος «αυλάρχης» στη Βαβυλώνα είχε την ευθύνη να διορίσει έναν φύλακα ο οποίος θα πρόσεχε τον Δανιήλ, τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία που έφτασαν εκεί όταν ο Ναβουχοδονόσορ πήρε τον Βασιλιά Ιωαχίν και ορισμένους από τους Ιουδαίους στη Βαβυλώνα το 617 Π.Κ.Χ.—Δα 1:3, 7, 11.
Από ό,τι φαίνεται, δεν ήταν όλοι οι αυλικοί ευνούχοι με την κυριολεκτική έννοια, δηλαδή άντρες με ακρωτηριασμένα τα γεννητικά τους όργανα. Οι κατά γράμμα ευνούχοι ήταν πολλές φορές υπεύθυνοι για τα διαμερίσματα των γυναικών, δηλαδή για το χαρέμι του βασιλιά. Εντούτοις, τα καθήκοντα κάποιων αξιωματούχων, όπως ήταν ο αρχιοινοχόος (μια υψηλή θέση) και ο αρχιαρτοποιός, δεν καθιστούσαν απαραίτητο τον ευνουχισμό κάποιου προκειμένου να αναλάβει το συγκεκριμένο αξίωμα, μολονότι αυτά τα άτομα μπορεί να ήταν ευνούχοι που είχαν ανελιχθεί σε αυτές τις θέσεις. (Γε 40:2) Στην αυλή του Φαραώ, ο Πετεφρής, αυλικός και αρχηγός της σωματοφυλακής, ήταν έγγαμος άντρας. (Γε 39:1) Ο Αιθίοπας «ευνούχος», τον οποίο βάφτισε ο Φίλιππος ο ευαγγελιστής, ήταν άντρας με εξουσία, υπεύθυνος για όλο το θησαυρό της Βασίλισσας Κανδάκης. Ήταν προσήλυτος στην Ιουδαϊκή θρησκεία, άρα λάτρης του Ιεχωβά, σύμφωνα με το Νόμο. Δεν μπορεί να ήταν κατά γράμμα ευνούχος, διότι κανένας ευνουχισμένος άντρας δεν μπορούσε να μπει στην εκκλησία του Ισραήλ και κανένας άλλος, εκτός από Ιουδαίους και προσήλυτους, δεν είχε βαφτιστεί πριν από τη μεταστροφή του Κορνήλιου. (Πρ 8:26-38· 10:24, 34, 35, 44-47· Δευ 23:1) Ο Δαβίδ συγκέντρωσε τους αυλικούς του (οι οποίοι λογικά δεν θα ήταν κατά γράμμα ευνούχοι, αν ληφθεί υπόψη η στάση των Ιουδαίων σε αυτό το ζήτημα και ο Νόμος), μαζί με τους άρχοντες και τους κραταιούς άντρες, για να τους πληροφορήσει ότι ο γιος του ο Σολομών ήταν αυτός που επρόκειτο να χτίσει το ναό του Ιεχωβά.—1Χρ 28:1-6· βλέπε ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ· ΟΙΝΟΧΟΟΣ.
-
-
ΑυλόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΛΟΣ
Μουσικό όργανο που ανήκει στα ξύλινα πνευστά. Παρότι υπάρχει κάποια διαφωνία όσον αφορά το ποιο σύγχρονο όργανο αντιστοιχεί στη λέξη χαλίλ του πρωτότυπου εβραϊκού κειμένου και στην ισοδύναμη λέξη αὐλός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, πολλές σύγχρονες μεταφράσεις χρησιμοποιούν την απόδοση «αυλός», σε αρμονία με τον ορισμό που δίνουν οι λεξικογράφοι. (1Σα 10:5· 1Κο 14:7, AT, JB, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΛΧ) Η ρίζα της εβραϊκής από την οποία πιστεύεται ότι παράγεται η λέξη χαλίλ σημαίνει «διατρυπώ» (Ησ 51:9· 53:5), μπορεί δε να αναφέρεται στην κατασκευή ενός απλού αυλού, κατά την οποία αφαιρείται το εσωτερικό από ένα κομμάτι καλάμι, ή ακόμη και από κόκαλο ή ελεφαντόδοντο, και στη συνέχεια ανοίγονται σε αυτό τρύπες σε κατάλληλα διαστήματα. Αιγυπτιακά εγχάρακτα σχέδια φανερώνουν ότι σε εκείνη τη χώρα υπήρχαν πολλά είδη αυλών. Ένα είδος το κρατούσαν λοξά, και το στόμα εφάρμοζε στο πλάι του οργάνου. Είχαν εφεύρει επίσης έναν διπλό αυλό, στον οποίο το στόμα εφάρμοζε στην άκρη των δύο σωλήνων.
Η λέξη αὐλός του ελληνικού κειμένου φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν επίσης ως γενικός προσδιορισμός για δύο ειδών όργανα: αυτά που είχαν γλωττίδα στο επιστόμιο, καθώς και τις απλές φλογέρες. Και η λέξη χαλίλ ίσως κατέληξε να προσδιορίζει γενικά όλα τα ξύλινα πνευστά, αλλά στη νεοεβραϊκή εφαρμόζεται αποκλειστικά στο φλάουτο, σύμφωνα δε με την παραδοσιακή Ιουδαϊκή άποψη, η λέξη χαλίλ της Γραφής σήμαινε αυτό το είδος αυλού.
Ο αυλός ήταν από τα πιο δημοφιλή μουσικά όργανα και τον χρησιμοποιούσαν σε χαρωπές περιστάσεις, όπως σε συμπόσια και γάμους (Ησ 5:12· 30:29· 1Βα 1:40), το δε έθιμο αυτό το μιμούνταν τα παιδιά στους δημόσιους χώρους. (Ματ 11:16, 17) Ωστόσο, έπαιζαν αυλό και σε στιγμές λύπης. Πολλές φορές, οι επαγγελματίες θρηνωδοί συνοδεύονταν από αυλητές που έπαιζαν πένθιμους σκοπούς.—Ματ 9:23, 24.
-
-
ΑυνάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΝΑΝ
(Αυνάν) [από μια ρίζα που σημαίνει «δύναμη αναπαραγωγής· δυναμική ενέργεια»].
Δευτερότοκος γιος του Ιούδα από τη Χαναναία κόρη τού Σιουά. (Γε 38:2-4· 1Χρ 2:3) Όταν ο Ιεχωβά θανάτωσε λόγω αδικοπραγίας το μεγαλύτερο αδελφό του Αυνάν, τον Ηρ, ο οποίος πέθανε άτεκνος, ο Ιούδας είπε στον Αυνάν να κάνει ανδραδελφικό γάμο με τη Θάμαρ, τη χήρα του Ηρ. Αν γεννιόταν κάποιος γιος, αυτός δεν θα ήταν ιδρυτής της οικογένειας του Αυνάν, και η κληρονομιά του πρωτοτόκου θα περνούσε σε αυτόν, ως τον κληρονόμο του Ηρ. Αντίθετα, αν δεν ερχόταν σε ύπαρξη κάποιος κληρονόμος, ο Αυνάν θα έπαιρνε την κληρονομιά για τον εαυτό του. Όταν ο Αυνάν είχε σχέσεις με τη Θάμαρ, «άφηνε να χάνεται το σπέρμα του στη γη» αντί να το δίνει σε αυτήν. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυνανιζόταν, διότι η αφήγηση λέει πως «όταν είχε σχέσεις με τη σύζυγο του αδελφού του», τότε έκανε να χύνεται το σπέρμα του. Προφανώς επρόκειτο για «διακεκομμένη συνουσία», κατά την οποία ο Αυνάν σκόπιμα απέτρεπε την εκσπερμάτωση μέσα στο γεννητικό αγωγό της Θάμαρ. Λόγω της ανυπακοής του προς τον πατέρα του, καθώς και της πλεονεξίας του και της αμαρτίας που διέπραξε εναντίον του θεϊκού θεσμού του γάμου—και όχι λόγω αυνανισμού—ο Αυνάν, που ήταν και ο ίδιος άτεκνος, θανατώθηκε από τον Ιεχωβά.—Γε 38:6-10· 46:12· Αρ 26:19.
-
-
ΑυράνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΡΑΝ
(Αυράν) [Αυτή που Έχει Χλωμιάσει].
Μεθόρια τοποθεσία που μνημονεύεται στο όραμα του Ιεζεκιήλ για την κληρονομιά του Ισραήλ. (Ιεζ 47:13, 15, 16, 18) Σύμφωνα με μερικούς λογίους περιλάμβανε την ίδια περίπου περιοχή την οποία παλιότερα προσδιόριζε η ονομασία «Βασάν». (Βλέπε ΒΑΣΑΝ.) Η Αυράν είναι προφανώς η περιφέρεια που μαρτυρείται σε αρχαία αιγυπτιακά κείμενα (Χουρουνά) και σε ασσυριακά κείμενα του Σαλμανασάρ Γ΄ (Χαουράνου). Επίσης, φαίνεται να αντιστοιχεί σε μια μικρότερη περιοχή των ελληνορωμαϊκών χρόνων, τη λεγόμενη Αυρανίτιδα. Σήμερα τα κυματιστά λιβάδια με το εύφορο κόκκινο χώμα ανάμεσα στη Δαμασκό και στο Γιάρμουκ ονομάζονται Χαουράν.
-
-
ΑυχέναςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΥΧΕΝΑΣ
Βλέπε ΛΑΙΜΟΣ, ΑΥΧΕΝΑΣ, ΤΡΑΧΗΛΟΣ.
-
-
ΑφέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΕΚ
(Αφέκ) [Κοίτη Ποταμού].
1. Κωμόπολη, προφανώς Β της Σιδώνας, την οποία ανέφερε ο Ιεχωβά στον Ιησού του Ναυή ως ένα από τα μέρη που απέμενε να κατακτηθούν. (Ιη 13:4) Προς το παρόν ταυτίζεται με την Αφάκα (τη σημερινή Άφκα), περίπου 39 χλμ. ΑΒΑ της Βηρυτού. Βρίσκεται στις πηγές του Ναχρ Ιμπραχίμ, που κατά την αρχαιότητα ήταν γνωστός ως ο ποταμός Άδωνις, ο οποίος φτάνει μέχρι τη Βύβλο, στην ακτή της Μεσογείου.
2. Κωμόπολη στην περιοχή του Ασήρ, την οποία όμως δεν κατόρθωσε να πάρει στην κατοχή της αυτή η φυλή. (Ιη 19:24, 30) Ονομάζεται Αφίκ στο εδάφιο Κριτές 1:31. Έχει ταυτιστεί με το Τελλ Κουρντάνε (Τελ Αφέκ), περίπου 8 χλμ. ΝΝΑ της Ακό.
3. Πόλη η οποία, κρίνοντας από τις πόλεις που αναφέρονται μαζί με αυτήν, βρισκόταν προφανώς στην Πεδιάδα του Σαρών. Ο βασιλιάς της ήταν ένας από τους βασιλιάδες που θανάτωσε ο Ιησούς του Ναυή. (Ιη 12:18) Αιώνες αργότερα, αλλά προγενέστερα της βασιλείας του Σαούλ, οι Φιλισταίοι στρατοπέδευσαν εκεί πριν από τη νίκη τους επί του Ισραήλ ο οποίος είχε παραταχθεί στην κοντινή Αβενέζερ. (1Σα 4:1) Η θέση της πόλης πιστεύεται ότι βρίσκεται στο Ρας ελ-Έιν (Τελ Αφέκ—διαφορετικό από αυτό του Αρ. 2 πιο πάνω) στις πηγές του ποταμού Γιαρκόν. Η Αφέκ μνημονεύεται σε αιγυπτιακά και ασσυριακά κείμενα. Υπάρχει η άποψη ότι η πόλη Αντιπατρίδα, που μνημονεύεται στο εδάφιο Πράξεις 23:31, ήταν χτισμένη στη θέση της αρχαίας Αφέκ. Σε συσχετισμό με την Αντιπατρίδα, ο Ιώσηπος αναφέρει «έναν πύργο που λεγόταν Αφεκού». (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 513 [xix, 1]) Η Σηλώ, από την οποία οι Ισραηλίτες έφεραν την κιβωτό της διαθήκης, απέχει περίπου 35 χλμ. προς τα Α.
4. Κωμόπολη η οποία βρισκόταν προφανώς στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ, ανάμεσα στις πόλεις Σουνάμ και Ιεζραέλ. Στη μάχη μεταξύ των Φιλισταίων και των Ισραηλιτών η οποία οδήγησε στο θάνατο του Βασιλιά Σαούλ, οι Φιλισταίοι είχαν παραταχθεί αρχικά στη Σουνάμ ενώ οι Ισραηλίτες είχαν λάβει θέση στο Όρος Γελβουέ. (1Σα 28:4) Η αφήγηση στη συνέχεια αφήνει να εννοηθεί ότι οι Φιλισταίοι προέλασαν ως την Αφέκ ενώ ο Ισραήλ κατέβηκε στην πηγή που βρισκόταν στην Ιεζραέλ. Στην Αφέκ οι άρχοντες του άξονα των Φιλισταίων επιθεώρησαν τις παραταγμένες δυνάμεις τους και διαπίστωσαν ότι ο Δαβίδ και οι άντρες του ήταν μαζί με τον Αγχούς στην οπισθοφυλακή. Οι δυνάμεις του Δαβίδ διατάχθηκαν να φύγουν το επόμενο πρωί, και ακολούθως οι Φιλισταίοι προέλασαν στο πεδίο της μάχης στην Ιεζραέλ. (1Σα 29:1-11) Από εκεί απώθησαν τους ηττημένους Ισραηλίτες στο Όρος Γελβουέ, όπου ολοκληρώθηκε η σφαγή και πέθανε ο Σαούλ και οι τρεις γιοι του.—1Σα 31:1-8.
Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτή τη μάχη δεν είναι γραμμένα με χρονολογική σειρά και γι’ αυτό ταυτίζουν την εν λόγω Αφέκ με την Αφέκ που βρισκόταν στην Πεδιάδα του Σαρών. (Βλέπε ΑΦΕΚ Αρ. 3.) Ο Γιοχανάν Ααρώνι υποστηρίζει αυτή την άποψη δηλώνοντας: «Η εξιστόρηση αυτού του πολέμου έχει περικοπεί σε κάποιον βαθμό από την παρεμβολή του περιστατικού με τον Δαβίδ. Παρ’ όλα αυτά, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει τη γενική αλληλουχία των γεγονότων. Οι Φιλισταίοι άρχοντες συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους στην Αφέκ, στις πηγές του Γιαρκόν (1 Σαμ. 29:1), προετοιμαζόμενοι για την προέλασή τους μέχρι την Ιεζραέλ (εδ. 11). Τα στρατεύματα του Σαούλ “ήταν στρατοπεδευμένα στην πηγή που βρίσκεται στην Ιεζραέλ” (εδ. 1) και την παραμονή της μάχης παρατάχθηκαν στο Όρος Γελβουέ. Οι Φιλισταίοι στρατοπέδευσαν απέναντί τους, στη Σουνάμ (1 Σαμ. 28:4). Η σύγκρουση τερματίστηκε με νίκη των Φιλισταίων, ενώ ο Σαούλ και οι τρεις γιοι του έπεσαν στη διάρκεια της υποχώρησης στο Γελβουέ».—Η Γη της Βίβλου (The Land of the Bible), μετάφραση (στην αγγλική) και επιμέλεια Ά. Ρέινι, 1979, σ. 290, 291.
5. Πόλη που μνημονεύεται στο εδάφιο 1 Βασιλέων 20:26 ως ο τόπος όπου ηττήθηκε ο Σύριος Βεν-αδάδ Β΄. Κατά την υποχώρησή τους, οι Σύριοι κλείστηκαν σε αυτή την πόλη, αλλά τελικά το τείχος της έπεσε πάνω σε 27.000 από αυτούς. (1Βα 20:29, 30) Επίσης, φαίνεται ότι είναι το μέρος που υπέδειξε προφητικά στον Βασιλιά Ιωάς ο ετοιμοθάνατος προφήτης Ελισαιέ ως τον τόπο όπου μελλοντικά οι Σύριοι θα υφίσταντο ήττες από τους Ισραηλίτες. (2Βα 13:17-19, 25) Μερικοί λόγιοι τοποθετούν την Αφέκ αυτών των εδαφίων περίπου 5 χλμ. Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας, όπου υπάρχει το σημερινό χωριό Αφίκ ή Φικ. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχουν βρεθεί εκεί ερείπια αρχαιότερα του τέταρτου αιώνα Π.Κ.Χ. Στην κοντινή Εν Γκεβ, όμως, στα παράλια της Θάλασσας της Γαλιλαίας, έχουν ανακαλυφτεί τα ερείπια μιας μεγάλης οχυρωμένης πόλης χρονολογούμενης μεταξύ του δέκατου και του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ.
-
-
ΑφεκάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΕΚΑ
(Αφεκά) [Κοίτη Ποταμού].
Πόλη στην ορεινή περιοχή του νότιου Ιούδα, η οποία αναφέρεται ότι βρισκόταν κοντά στη Χεβρών. (Ιη 15:48, 53, 54) Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Χάνταμπ, περίπου 6 χλμ. ΝΔ της Χεβρών. Εκεί κοντά υπάρχουν δύο πηγές νερού, και στη θέση αυτή έχουν βρεθεί ερείπια της ισραηλιτικής περιόδου.
-
-
ΑφεραΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΕΡΑΪΜ
(Αφεραΐμ) [Τόπος Εκσκαφών].
Τοποθεσία στο εδαφικό όριο της φυλής του Ισσάχαρ. (Ιη 19:17-19) Η θέση της δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με βεβαιότητα. Ωστόσο, κατά την τρέχουσα άποψη των περισσότερων λογίων, βρισκόταν στο ετ-Τάιγιμπα, περίπου 12 χλμ. ΒΔ της Βαιθ-σεάν. Η Αφεραΐμ εμφανίζεται επίσης σε έναν κατάλογο με τις παλαιστινιακές πόλεις που είχε καταλάβει ο Βασιλιάς Σισάκ της Αιγύπτου.
-
-
ΑφθαρσίαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΘΑΡΣΙΑ
Η ιδιότητα ενός σώματος να μην υπόκειται σε φθορά, βλάβη ή καταστροφή.
Άμεσες αναφορές στην αφθαρσία υπάρχουν μόνο στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Η λέξη ἀφθαρσία που χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο σχηματίζεται από το στερητικό μόριο α και ένα παράγωγο του ρήματος φθείρω, το οποίο σήμαινε, όπως και σήμερα, “φθείρω” (1Κο 15:33), “διαφθείρω” (2Κο 7:2)—και ως εκ τούτου φέρνω σε υποδεέστερη ή κατώτερη κατάσταση—αλλά και “θανατώνω” ή “καταστρέφω”. (2Πε 2:12) Στο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιείται επίσης το επίθετο ἄφθαρτος.
Η Φθορά και το να Υπόκειται Κάτι σε Φθορά. Καθώς εξετάζουμε το ζήτημα της αφθαρσίας, είναι χρήσιμο να αναλύσουμε πρώτα τη χρήση των λέξεων του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που αναφέρονται στη φθορά και στο να υπόκειται κάτι σε φθορά. Σημειωτέον δε ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να είναι κάτι φθαρμένο και στο να είναι φθαρτό, δηλαδή υποκείμενο σε φθορά.
Και οι δύο αυτές έννοιες είναι δυνατόν να αφορούν τόσο υλικά όσο και άυλα πράγματα. Το στεφάνι για το οποίο αγωνίζονταν οι αθλητές στην αρχαία Ελλάδα ήταν φθαρτό—υπόκειτο σε φθορά, μαρασμό ή αποσύνθεση. (1Κο 9:25) Ακόμη και ο χρυσός (ο οποίος είναι διαλυτός σε βασιλικό ύδωρ) και το ασήμι είναι φθαρτά. (1Πε 1:18· παράβαλε Ιακ 5:3.) Τα πλοία “ναυαγούν” (στο Κείμενο χρησιμοποιείται ο εμφατικός τύπος διαφθείρω) όταν υφίσταται βλάβη ο σκελετός τους. (Απ 8:9) Η λέξη διαφθείρω χρησιμοποιείται επίσης στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο αναφορικά με την “καταστροφή” της γης. (Απ 11:18) Ο άνθρωπος, το σάρκινο πλάσμα, είναι φθαρτός. (Ρω 1:23) Λόγω της ατελούς κατάστασης στην οποία βρίσκεται το σώμα του, υπόκειται σε βλαπτικές ασθένειες και τελικά σε διάλυση κατά το θάνατο, καθώς το σώμα αποσυντίθεται. (Πρ 13:36) Όσον αφορά δε τα άυλα πράγματα, οι καλές συνήθειες είναι δυνατόν να φθαρούν από τις κακές συναναστροφές. (1Κο 15:33) Οι άνθρωποι είναι δυνατόν να διαφθαρούν διανοητικά, απομακρυνόμενοι από την ειλικρίνεια, την αγνότητα και την αλήθεια (2Κο 11:3· 1Τι 6:5· 2Τι 3:8), με τελική κατάληξη την ηθική παρακμή, τη διαφθορά της προσωπικότητας του ατόμου.—Εφ 4:22· Ιου 10.
Ακόμη και τα τέλεια ανθρώπινα σώματα είναι φθαρτά, δεν είναι δηλαδή άτρωτα στη βλάβη ή στην καταστροφή. Γι’ αυτόν το λόγο, ο απόστολος Παύλος μπορούσε να πει ότι ο αναστημένος Ιησούς “δεν έμελλε πια να επιστρέψει σε φθορά” (Πρ 13:34), δηλαδή δεν θα επέστρεφε ποτέ στη ζωή με φθαρτό ανθρώπινο σώμα. Μόνο χάρη στην παρέμβαση του Θεού κατέστη δυνατό να μη δει φθορά στον τάφο το σάρκινο σώμα της επίγειας ύπαρξης του Γιου του. (Πρ 2:31· 13:35-37) Το σώμα εκείνο, όμως, δεν διαφυλάχτηκε για να το χρησιμοποιήσει ο αναστημένος Ιησούς, δεδομένου ότι ο απόστολος Πέτρος δηλώνει πως ο Ιησούς «θανατώθηκε ως σάρκα, αλλά ζωοποιήθηκε ως πνεύμα». (1Πε 3:18) Προφανώς, λοιπόν, ο Θεός εξαφάνισε εκείνο το σώμα θαυματουργικά, μη επιτρέποντας έτσι να δει το σώμα καταστροφική φθορά.—Βλέπε ΣΩΜΑ (Το Σάρκινο Σώμα του Χριστού).
Οι άγγελοι, αν και είναι πνευματικά πλάσματα, παρουσιάζονται να έχουν φθαρτά σώματα, καθώς αναφέρεται για αυτούς ότι είναι δυνατόν να υποστούν καταστροφή.—Ματ 25:41· 2Πε 2:4· παράβαλε Λου 4:33, 34.
Η υποδούλωση του ανθρώπου στη φθορά. Παρότι ο Αδάμ είχε φθαρτό σώμα και ως τέλειος ακόμη, ο στασιασμός του εναντίον του Θεού ήταν ο μόνος λόγος για τον οποίο οδηγήθηκε σε «υποδούλωση στη φθορά», φέρνοντας σε αυτή την κατάσταση και όλους τους απογόνους του, το ανθρώπινο γένος. (Ρω 8:20-22) Αυτή η υποδούλωση στη φθορά είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, δηλαδή της παράβασης (Ρω 5:12), και προξενεί σωματική ατέλεια η οποία οδηγεί σε κατάπτωση, ασθένειες, γήρανση και θάνατο. Γι’ αυτόν το λόγο, όποιος “σπέρνει μεριμνώντας για τη σάρκα θερίζει φθορά από τη σάρκα του” και δεν αποκτάει την αιώνια ζωή που είναι υποσχεμένη σε εκείνους που σπέρνουν μεριμνώντας για το πνεύμα.—Γα 6:8· παράβαλε 2Πε 2:12, 18, 19.
Χριστιανοί που Αποκτούν Αφθαρσία. Όπως επισημάνθηκε, οι Εβραϊκές Γραφές δεν κάνουν άμεση αναφορά στην αφθαρσία, τονίζουν δε συχνά τη θνητότητα της ανθρώπινης ψυχής. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος λέει για τον Χριστό Ιησού ότι «έχει ρίξει φως στη ζωή και στην αφθαρσία μέσω των καλών νέων». (2Τι 1:10) Μέσω του Ιησού, ο Θεός αποκάλυψε το ιερό μυστικό του σκοπού που είχε να δώσει στους χρισμένους Χριστιανούς το προνόμιο να βασιλέψουν μαζί με τον Γιο του στον ουρανό. (Λου 12:32· Ιωα 14:2, 3· παράβαλε Εφ 1:9-11.) Ο Θεός, με το να αναστήσει τον Σωτήρα τους τον Ιησού Χριστό από τους νεκρούς, έχει δώσει σε αυτούς τους Χριστιανούς τη ζωντανή ελπίδα για «μια άφθαρτη και αμόλυντη και αμάραντη κληρονομιά . . . φυλαγμένη στους ουρανούς». (1Πε 1:3, 4, 18, 19· παράβαλε 1Κο 9:25.) Αυτοί αναγεννιούνται ενόσω ζουν ακόμη στη σάρκα, δηλαδή τους δίνεται η θέση πνευματικών γιων του Θεού, γεννημένων «με άφθαρτο αναπαραγωγικό σπέρμα, μέσω του λόγου του ζωντανού και διαμένοντος Θεού».—1Πε 1:23· παράβαλε 1Ιω 3:1, 9.
Αν και ο Θεός πολιτεύεται μαζί τους θεωρώντας τους πνευματικούς γιους του και παρότι έχουν λάβει την υπόσχεση για μια άφθαρτη κληρονομιά, αυτοί οι Χριστιανοί που καλούνται στην ουράνια Βασιλεία δεν κατέχουν αθανασία ή αφθαρσία ενόσω είναι ακόμη σαρκικά όντα εδώ στη γη. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι «επιζητούν δόξα και τιμή και αφθαρσία μέσω υπομονής σε έργο που είναι καλό». (Ρω 2:6, 7) Η «αφθαρσία» που επιζητούν προφανώς δεν σημαίνει απλώς και μόνο απαλλαγή από την ηθική φθορά. Ακολουθώντας το παράδειγμα του Χριστού και έχοντας πίστη στη λυτρωτική του θυσία, οι Χριστιανοί αυτοί έχουν ήδη «ξεφύγει από τη διαφθορά που μέσω σαρκικού πόθου υπάρχει στον κόσμο». (2Πε 1:3, 4) «Αγαπούν τον Κύριό μας Ιησού Χριστό με αφθαρσία» και “δείχνουν αδιαφθορία στη διδασκαλία τους”. (Εφ 6:24· Τιτ 2:7, 8) Η αφθαρσία (μαζί με τη δόξα και την τιμή) την οποία επιζητούν με πιστή υπομονή σχετίζεται με την ενδόξασή τους τον καιρό που ανασταίνονται ως πραγματικοί πνευματικοί γιοι του Θεού, και αυτό γίνεται φανερό από την πρώτη επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους.
Εγείρονται σε Αθανασία και Αφθαρσία. Ο Χριστός Ιησούς εισήλθε σε αθανασία όταν αναστήθηκε από τους νεκρούς, και έκτοτε κατέχει “ακατάστρεπτη ζωή”. (1Τι 6:15, 16· Εβρ 7:15-17) Ως «η ακριβής απεικόνιση της ίδιας . . . της οντότητας» του Πατέρα του, ο οποίος είναι ο άφθαρτος Θεός (Εβρ 1:3· 1Τι 1:17), ο αναστημένος Ιησούς απολαμβάνει και αυτός αφθαρσία.
Οι συγκληρονόμοι του Ιησού, ενωμένοι μαζί του κατά την ομοιότητα της ανάστασής του, ανασταίνονται και οι ίδιοι όχι απλώς σε αιώνια ζωή ως πνευματικά πλάσματα αλλά σε αθανασία και αφθαρσία. Έχοντας ζήσει, υπηρετήσει πιστά και πεθάνει με φθαρτό ανθρώπινο σώμα, λαβαίνουν τώρα πια άφθαρτο πνευματικό σώμα, όπως διασαφηνίζει ο Παύλος στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:42-54. Συνεπώς, η αθανασία αναφέρεται προφανώς στην ποιότητα της ζωής που απολαμβάνουν, μια ζωή ατελεύτητη και ακατάστρεπτη, ενώ η αφθαρσία συνδέεται καταφανώς με τον οργανισμό ή το σώμα που τους δίνει ο Θεός, το οποίο είναι εγγενώς άφθαρτο, άτρωτο στη βλάβη ή στην καταστροφή. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Θεός τούς χορηγεί τη δύναμη να είναι αυτοσυντήρητοι, να μην εξαρτώνται από εξωτερικές πηγές ενέργειας όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα σάρκινα και πνευματικά πλάσματά του. Αυτό αποτελεί συγκινητική απόδειξη της εμπιστοσύνης που τους δείχνει ο Θεός. Ωστόσο, αυτή η ανεξάρτητη και ακατάστρεπτη ύπαρξη δεν τους θέτει εκτός του ελέγχου που ασκεί ο Θεός. Όπως η Κεφαλή τους, ο Χριστός Ιησούς, έτσι και αυτοί εξακολουθούν να υποτάσσονται στο θέλημα και στις κατευθύνσεις του Πατέρα τους.—1Κο 15:23-28· βλέπε ΑΘΑΝΑΣΙΑ· ΨΥΧΗ.
-
-
ΑφιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΙΑ
(Αφιά).
Βενιαμίτης και ένας από τους προγόνους του Βασιλιά Σαούλ.—1Σα 9:1, 2.
-
-
Αφιερωμένο ΠράγμαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΠΡΑΓΜΑ
Στα πλαίσια της πολιτείας του με το έθνος του Ισραήλ, ο Ιεχωβά Θεός όρισε να γίνονται ιερό ανάθεμα ορισμένα πράγματα, πρόσωπα ή ακόμη και ολόκληρες πόλεις, αποτρέποντας έτσι κάθε κοινή ή βέβηλη χρήση τους. Οι Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ ορίζουν τη λέξη χέρεμ ως «πράγμα ή πρόσωπο το οποίο είναι αφιερωμένο (στην καταστροφή ή σε ιερή χρήση, και ως εκ τούτου αποκλείεται από βέβηλη χρήση)» και την έμμεση ενεργητική διάθεση του ρήματος χαράμ ως «εξοστρακίζω (μέσω αναθεματισμού . . . αποκλείω από την κοινωνία και τη ζωή, αφιερώνω στην καταστροφή)». (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 334) Συνεπώς, τέτοιου είδους αφιερωμένα πράγματα γίνονταν, κατά μία έννοια, κάτι το απαγορευμένο για τους Ισραηλίτες. Η συγγενική λέξη στην αραβική διατηρεί ανάλογη σημασία μέχρι σήμερα. Για τους Άραβες Μουσουλμάνους, τα ιερά εδάφη της Μέκκας και της Μεδίνας θεωρούνται χαράμ, ενώ το χαρίμ ενός σεΐχη αποτελεί από παλιά απαγορευμένο τόπο για όλους εκτός από τον κύριο του χαρεμιού ή τους ευνούχους του.
Το ιερό ανάθεμα αναφέρεται για πρώτη φορά στην εξαγγελία του Νόμου. Στο εδάφιο Έξοδος 22:20 διαβάζουμε: «Κάποιος που θυσιάζει σε θεούς άλλους εκτός από τον Ιεχωβά και μόνο θα αφιερώνεται στην καταστροφή [τύπος της λέξης χαράμ]». Η διάταξη αυτή εφαρμοζόταν αμερόληπτα εναντίον των ίδιων των Ισραηλιτών, όπως όταν οι Ισραηλίτες υπέπεσαν σε ειδωλολατρία στη Σιττίμ, με αποτέλεσμα το θάνατο περίπου 24.000 ατόμων από το έθνος. (Αρ 25:1-9) Η κατοχή κάποιου πράγματος που ήταν αφιερωμένο στην καταστροφή μπορούσε επίσης να καταστήσει τον κάτοχό του ανάθεμα. Γι’ αυτό και ο Θεός προειδοποίησε τους Ισραηλίτες σε σχέση με τα θρησκευτικά είδωλα των εθνών της Χαναάν: «Δεν πρέπει να φέρεις κάτι απεχθές [κάποιο είδωλο] μέσα στο σπίτι σου και έτσι να γίνεις κάτι που θα είναι αφιερωμένο στην καταστροφή [χέρεμ], όπως αυτό. Πρέπει να το σιχαίνεσαι εξ ολοκλήρου και να το απεχθάνεσαι εντελώς, επειδή είναι κάτι αφιερωμένο στην καταστροφή».—Δευ 7:25, 26.
Το ιερό ανάθεμα δεν σήμαινε πάντοτε καταστροφή. Αντικείμενα, ζώα, ακόμη και αγροί μπορούσαν να αφιερωθούν στον Ιεχωβά και να κατασταθούν με αυτόν τον τρόπο άγια προς ιερή χρήση από το ιερατείο ή για την υπηρεσία στο ναό. Ωστόσο, τα άτομα που γίνονταν ιερό ανάθεμα έπρεπε οπωσδήποτε να θανατώνονται. Κανένα αφιερωμένο πράγμα δεν μπορούσε να απολυτρωθεί, με κανένα τίμημα, και αυτή ήταν μια ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στα αφιερωμένα πράγματα και σε αυτά που είχαν καθαγιαστεί με άλλον τρόπο.—Λευ 27:21, 28, 29· παράβαλε με εδάφια 19, 27, 30, 31· Αρ 18:14· Ιη 6:18, 19, 24· Ιεζ 44:29· Εσδ 10:8.
Χαναναίοι. Κατά την κατάκτηση της Χαναάν ο ιερός αναθεματισμός υπήρξε σπουδαιότερος από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο. Πριν από την επίσημη είσοδο του Ισραήλ στη γη Χαναάν, όταν ο Χαναναίος βασιλιάς της Αράδ τούς επιτέθηκε στη Νεγκέμπ, ο Ιεχωβά επιδοκίμασε την ευχή τους να αφιερώσουν στην καταστροφή τις πόλεις του βασιλείου του. (Αρ 21:1-3) Έπειτα από την επίθεσή τους κατά του Ισραήλ, τα βασίλεια του Σηών και του Ωγ, Α του Ιορδάνη, ήταν τα επόμενα που έγιναν ανάθεμα, με αποτέλεσμα την καταστροφή όλων των ανθρώπων στις πόλεις τους και τη διατήρηση μόνο των κατοικίδιων ζώων και άλλων λαφύρων. (Δευ 2:31-35· 3:1-7) Αργότερα, στις Πεδιάδες του Μωάβ, λίγο προτού οι Ισραηλίτες διαβούν τον Ιορδάνη, ο Ιεχωβά υπογράμμισε για μια ακόμη φορά τη ζωτική ανάγκη που υπήρχε για καθαρή λατρεία και για την αποφυγή κάθε φθοροποιάς επιρροής. Διέταξε να γίνουν ιερό ανάθεμα εφτά έθνη στην Υποσχεμένη Γη και να αφιερωθούν στην καταστροφή οι ειδωλολάτρες κάτοικοί τους από τους Ισραηλίτες, οι οποίοι θα ενεργούσαν ως εκτελεστές εντεταλμένοι από αυτόν. (Δευ 7:1-6, 16, 22-26) Η εναλλακτική λύση της ειρήνευσης θα υπήρχε μόνο για μακρινές πόλεις, που δεν ανήκαν σε αυτά τα έθνη. Τα έθνη, όμως, που είχε ορίσει ο Θεός να αφιερωθούν στην καταστροφή έπρεπε να εξοντωθούν, «ώστε να μη σας διδάξουν να ενεργείτε σύμφωνα με όλα τα απεχθή τους πράγματα, τα οποία έκαναν στους θεούς τους, και αμαρτήσετε εναντίον του Ιεχωβά του Θεού σας». (Δευ 20:10-18) Αν οι Ισραηλίτες φείδονταν της ζωής οποιωνδήποτε από αυτούς, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα ήταν να μολυνθούν και να διαφθαρούν από τις ψεύτικες θρησκείες εκείνων. Η εξόντωσή τους θα συντελούσε στην προστασία της ζωής των ίδιων των Ισραηλιτών. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι θα περιφρουρούσε την αγνότητα της λατρείας του Παγκόσμιου Κυρίαρχου, του Ιεχωβά Θεού. Το ίδιο ανάθεμα θα ίσχυε αν αποστατούσε οποιοδήποτε μέλος των οικογενειών τους ή οι μελλοντικοί κάτοικοι οποιασδήποτε ισραηλιτικής πόλης που θα ιδρυόταν στην Υποσχεμένη Γη.—Δευ 13:6-17.
Δυτικά του Ιορδάνη, η Ιεριχώ ήταν η πρώτη πόλη που αφιερώθηκε στην καταστροφή, μαζί με ό,τι υπήρχε σε αυτήν, με εξαίρεση τα μεταλλικά αντικείμενα που ορίστηκε να χρησιμοποιηθούν στο ναό. Λόγω της πίστης που εκδήλωσε η Ραάβ, τόσο αυτή όσο και η οικογένειά της εξαιρέθηκαν του αναθέματος. Παρά την έντονη προειδοποίηση του Ιησού του Ναυή ότι, αν δεν τηρούνταν το ανάθεμα, θα αφιερωνόταν στην καταστροφή όλο το έθνος, ο Αχάν πήρε μερικά από τα αντικείμενα του αναθέματος, καθιστώντας έτσι τον εαυτό του «κάτι αφιερωμένο στην καταστροφή». Μόνο ο θάνατός του απάλλαξε ολόκληρο το έθνος από το να γίνει και αυτό ανάθεμα.—Ιη 6:17-19· 7:10-15, 24-26.
Γαβαωνίτες. Στη συνέχεια, πολλές πόλεις αφιερώθηκαν στην καταστροφή. (Ιη 8:26, 27· 10:28-42· 11:11, 12) Αναφερόμενο σε τέτοιες πόλεις, το υπόμνημα δηλώνει: «Καμιά πόλη δεν έκανε ειρήνη με τους γιους του Ισραήλ παρά μόνο οι Ευαίοι που κατοικούσαν στη Γαβαών. Όλες τις άλλες τις πήραν με πόλεμο. Διότι αυτό ήταν από τον Ιεχωβά, το ότι άφησε τις καρδιές τους να πεισμώσουν ώστε να κηρύξουν πόλεμο εναντίον του Ισραήλ, για να τους αφιερώσει στην καταστροφή, προκειμένου να μην έχουν ευνοϊκή μεταχείριση, αλλά να τους αφανίσει, ακριβώς όπως είχε διατάξει ο Ιεχωβά τον Μωυσή».—Ιη 11:19, 20.
Η Αποτυχία των Ασσυρίων. Ο Ασσύριος Σενναχειρείμ καυχήθηκε ότι κανένας θεός δεν είχε σταθεί άξιος να σώσει τα έθνη τα οποία είχαν αφιερώσει στην καταστροφή οι προπάτορές του. (2Χρ 32:14) Ωστόσο, οι ψεύτικοι θεοί της Ασσυρίας δεν στάθηκαν άξιοι να θέσουν σε ισχύ ένα τέτοιο ανάθεμα εναντίον της Ιερουσαλήμ, και ο αληθινός Θεός, ο Ιεχωβά, απέδειξε μάταιη την απειλή του Σενναχειρείμ. Εντούτοις, λόγω του πείσματος και της στασιαστικής στάσης του λαού, ο Θεός κατέστησε τελικά και τη γη του Ιούδα πράγμα αφιερωμένο στην καταστροφή, και η γη αυτή ερημώθηκε από τον Ναβουχοδονόσορα. (Ιερ 25:1-11· Ησ 43:28) Στη συνέχεια ήρθε και η σειρά της Βαβυλώνας να αφιερωθεί στην καταστροφή, με την πλήρη έννοια της έκφρασης.—Ιερ 50:21-27· 51:1-3· παράβαλε Απ 18:2-8.
Άλλες Περιπτώσεις. Όταν ο Ισραήλ είχε πλέον εγκατασταθεί στη γη, οι Ισραηλίτες που κατοικούσαν στην Ιαβείς-γαλαάδ έγιναν ανάθεμα, επειδή δεν συμμετείχαν στη δράση που ανέλαβε από κοινού το έθνος κατά της φυλής του Βενιαμίν με σκοπό να την τιμωρήσει για την πονηρία της. (Κρ 21:8-12) Ο Βασιλιάς Σαούλ δεν εκτέλεσε πλήρως τους όρους του αναθέματος που είχε τεθεί επί του Αμαλήκ και του βασιλιά του, με το πρόσχημα ότι αυτά που είχαν κρατήσει θα τα πρόσφεραν ως θυσία στον Ιεχωβά. Του ειπώθηκε ότι «το να υπακούει κανείς είναι καλύτερο από τη θυσία» και ότι στο εξής η βασιλεία θα δινόταν σε κάποιον άλλον. (1Σα 15:1-23) Ο Βασιλιάς Αχαάβ υπήρξε ένοχος για κάτι ανάλογο που είχε σχέση με τον Σύριο Βεν-αδάδ Β΄. (1Βα 20:42) Οι κάτοικοι του Όρους Σηείρ αφιερώθηκαν στην καταστροφή από τους Αμμωνίτες και τους Μωαβίτες.—2Χρ 20:22, 23.
Αρκετές προφητείες κάνουν λόγο για ιερά αναθέματα. Τα εδάφια Μαλαχίας 4:5, 6 προλέγουν το έργο του “Ηλία του προφήτη πριν από την έλευση της μεγάλης και φοβερής ημέρας του Ιεχωβά”, ώστε “να μην έρθει [ο Ιεχωβά] και πατάξει τη γη αφιερώνοντάς την στην καταστροφή”. (Παράβαλε Ματ 24:21, 22.) Το εδάφιο Δανιήλ 11:44 παρουσιάζει το συμβολικό «βασιλιά του βορρά» να βγαίνει με μεγάλη οργή «για να αφανίσει και να αφιερώσει πολλούς στην καταστροφή». Για τον Ιεχωβά λέγεται ότι λόγω της αγανάκτησής του θα αφιερώσει «όλα τα έθνη» στην καταστροφή. (Ησ 34:2· παράβαλε Απ 19:15-21.) Για τη θριαμβεύτρια «κόρη της Σιών» λέγεται ότι αφιερώνει, μέσω αναθέματος, το άδικο κέρδος και τα πλούτη των εχθρικών λαών στον «αληθινό Κύριο όλης της γης». (Μιχ 4:13) Έχει δε προειπωθεί ότι η Ιερουσαλήμ, απαλλαγμένη πλέον από όλους τους εχθρούς της, θα κατοικηθεί και δεν θα γίνει «πια αναθεματισμός για καταστροφή».—Ζαχ 14:11· παράβαλε Απ 22:3.
Όλες αυτές οι περικοπές τονίζουν τη θεϊκή δήλωση που είναι καταγραμμένη στα εδάφια Δευτερονόμιο 7:9, 10: «Και ξέρεις καλά ότι ο Ιεχωβά ο Θεός σου είναι ο αληθινός Θεός, ο πιστός Θεός, ο οποίος τηρεί διαθήκη και στοργική καλοσύνη στην περίπτωση εκείνων που τον αγαπούν και εκείνων που τηρούν τις εντολές του, μέχρι χίλιες γενιές, αλλά ανταποδίδει κατά πρόσωπο σε αυτόν που τον μισεί, θανατώνοντάς τον. Δεν θα διστάσει απέναντι σε αυτόν που τον μισεί· θα του ανταποδώσει κατά πρόσωπο». Ο Γιος του Θεού, ο οποίος έδωσε τη ζωή του ως λύτρο, δήλωσε: «Αυτός που ασκεί πίστη στον Γιο έχει αιώνια ζωή· αυτός που παρακούει τον Γιο δεν θα δει ζωή, αλλά η οργή του Θεού μένει πάνω του». (Ιωα 3:36) Τα επικατάρατα «κατσίκια» της προφητικής παραβολής των εδαφίων Ματθαίος 25:31-46 είναι σαφώς τέτοια άτομα, στα οποία μένει η οργή του Θεού, και τα οποία είναι ως εκ τούτου αφιερωμένα σε αιώνια καταστροφή.
Στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η λέξη χέρεμ αποδίδεται γενικά με τη λέξη ἀνάθεμα.—Βλέπε ΕΥΧΗ· ΚΑΤΑΡΑ.
-
-
ΑφιέρωσηΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΙΕΡΩΣΗ
Αποχωρισμός ή ξεχώρισμα για ιερό σκοπό. Το εβραϊκό ρήμα ναζάρ (αφιερώνω) σημαίνει βασικά «κρατώ αποχωρισμένο· παραμένω αποχωρισμένος· αποτραβιέμαι». (Λευ 15:31· 22:2· Ιεζ 14:7· παράβαλε Ωσ 9:10, υποσ.) Η συγγενική εβραϊκή λέξη νέζερ αναφέρεται στο σημείο ή σύμβολο της άγιας αφιέρωσης που έφερε ως στέμμα στο καθαγιασμένο κεφάλι του ο αρχιερέας ή στο κεφάλι του ο χρισμένος βασιλιάς. Αναφέρεται επίσης στη Ναζηραιοσύνη.—Αρ 6:4-6· παράβαλε Γε 49:26, υποσ.
Όταν ο Ααρών καθιερώθηκε ως αρχιερέας, τοποθετήθηκε στο κεφάλι του ένα τουρμπάνι από εκλεκτό λινό, στο μπροστινό μέρος του οποίου δέθηκε με κορδόνι από μπλε κλωστή, προκειμένου να το βλέπουν όλοι, το άγιο «σημείο της αφιέρωσης [νέζερ]»—μια αστραφτερή πλάκα από καθαρό χρυσάφι, η οποία ήταν σκαλισμένη σαν σφραγίδα με τις λέξεις «Η αγιότητα ανήκει στον Ιεχωβά» στην εβραϊκή. Στη συνέχεια, ο Μωυσής έχυσε το λάδι του αγίου χρίσματος πάνω στον αρχιερέα κατά την τελετή της καθιέρωσης. (Εξ 29:6, 7· 39:30, 31, υποσ.· Λευ 8:9, 12) Συνεπώς, ο αρχιερέας έπρεπε να προσέχει να μην κάνει τίποτα που θα βεβήλωνε το αγιαστήριο, «επειδή το σημείο της αφιέρωσης, το λάδι του χρίσματος του Θεού του, είναι πάνω του».—Λευ 21:12.
Παρόμοια, η λέξη νέζερ αναφερόταν στο «διάδημα» που φορούσαν οι χρισμένοι βασιλιάδες του Ισραήλ ως σύμβολο του αγίου αξιώματός τους.—2Σα 1:10· 2Βα 11:12· 2Χρ 23:11· Ψλ 89:39· 132:18· Παρ 27:24.
Όταν ένα άτομο έκανε ευχή Ναζηραίου στον Ιεχωβά, δεν έπρεπε να κόψει τα μαλλιά του ή να ξυρίσει τη γενειάδα του όσο διάστημα ίσχυε η ευχή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα μακριά μαλλιά του ήταν το επιστέγασμα της Ναζηραιοσύνης του (νέζερ). (Αρ 6:4-21) Προσωποποιώντας την Ιερουσαλήμ ως κάποια που είχε αθετήσει τις ιερές της ευχές αγιότητας προς τον Ιεχωβά, ο προφήτης Ιερεμίας διακήρυξε: «Κούρεψε τα άκοπα μαλλιά σου [ή «αφιερωμένα μαλλιά», νιζρέχ, τύπος του νέζερ] και πέταξέ τα». (Ιερ 7:29) Μέσω ενός άλλου προφήτη, ο Ιεχωβά περιγράφει το πώς οι αχαλίνωτοι Ισραηλίτες «πήγαν στον Βάαλ του Φεγώρ και αφιέρωσαν τον εαυτό τους [βαϊγινναζερού, τύπος του ρήματος ναζάρ] στο επαίσχυντο πράγμα».—Ωσ 9:10.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές γίνεται λόγος για κάποια αφιερωμένα πράγματα. Η χειμερινή «γιορτή της αφιέρωσης» (ἐνκαίνια) αναφέρεται σε συνάρτηση με την επίγεια διακονία του Ιησού. (Ιωα 10:22· βλέπε ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΦΙΕΡΩΣΗΣ.) Η λέξη ἐνκαίνια του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι ομόρριζη του ρήματος ἐνκαινίζω, το οποίο στο εδάφιο Εβραίους 9:18 αποδίδεται «αφιερώνω» από κάποιες μεταφράσεις (AS, KJ, Dy, Sp), αλλά «εγκαινιάζω» από άλλες. (Mo, NE, ΜΝΚ, ΚΔΤΚ, ΜΠΚ) Παρόμοια, στο εδάφιο Εβραίους 10:20, μερικοί μεταφράζουν αυτό το ρήμα «αφιερώνω» (AS, Dy, Sp), ενώ άλλοι «εγκαινιάζω». (Mo, ΜΝΚ, ΚΔΤΚ, ΜΠΚ) Ο Ιησούς επέστησε την προσοχή στις παραδοσιακές διδασκαλίες των Φαρισαίων σχετικά με το «κορβάν», δηλαδή κάτι που ήταν δώρο αφιερωμένο στον Θεό. (Μαρ 7:11· Ματ 15:5· βλέπε ΚΟΡΒΑΝ.) Ο Ιησούς προειδοποίησε επίσης ότι θα ερχόταν καιρός κατά τον οποίο ο ναός του Ηρώδη, μαζί με τις “καλές πέτρες και τα αφιερώματα [ἀναθήμασιν]” που διέθετε, θα γκρεμιζόταν.—Λου 21:5, 6.
-
-
ΑφίκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΙΚ
Βλέπε ΑΦΕΚ Αρ. 2.
-
-
ΑφισήςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΙΣΗΣ
(Αφισής) [πιθανώς από μια ρίζα που σημαίνει «κατασυντρίβω»].
Ααρωνικός ιερέας ο οποίος, την εποχή του Δαβίδ, κληρώθηκε να υπηρετεί ως αρχηγός της 18ης ιερατικής υποδιαίρεσης.—1Χρ 24:1-7, 15.
-
-
ΑφράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΡΑ
(Αφρά) [πιθανότατα, Χώμα].
Τοποθεσία που μνημονεύεται από τον Μιχαία (1:10) και βρισκόταν, από ό,τι φαίνεται, στη Σεφηλά ή στις Πεδιάδες της Φιλιστίας, ανάλογα με τις άλλες πόλεις που μνημονεύονται στα συμφραζόμενα. Ο Μιχαίας προφανώς κάνει ένα λογοπαίγνιο όταν λέει: «Στον οίκο της Αφρά [εβρ., ‛Αφράχ] κυλιστείτε κάτω στο χώμα [εβρ., ‛αφάρ]».
-
-
ΑφτίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΦΤΙ
Το όργανο της ακοής, το οποίο σχεδίασε και δημιούργησε ο Ιεχωβά Θεός. (Ψλ 94:9· Παρ 20:12) Το αφτί αποτελείται από τρία μέρη: το εξωτερικό αφτί, το μεσαίο αφτί και το εσωτερικό αφτί. Το μεσαίο αφτί είναι ένας μικρός θάλαμος που αρχίζει με τον τυμπανικό υμένα και οδηγεί στο λαβύρινθο των διόδων οι οποίες αποτελούν το εσωτερικό αφτί. Εκτός από τη λειτουργία που επιτελεί το εσωτερικό αφτί σε συνάρτηση με την ακοή, διαθέτει και όργανα τα οποία σχετίζονται με την ισορροπία και την κίνηση. Η ύπαρξη δύο αφτιών βοηθάει πολύ στον εντοπισμό της πηγής και της κατεύθυνσης των ήχων.
Το ανθρώπινο αφτί ανιχνεύει ήχους που κυμαίνονται από περίπου 20 ως 20.000 κύκλους ανά δευτερόλεπτο. Τα αφτιά πολλών ζώων είναι ευαίσθητα σε τόνους μεγαλύτερου ύψους τους οποίους δεν μπορεί να ακούσει το ανθρώπινο αφτί. Το εύρος της ηχητικής ενέργειας που συλλαμβάνει το ανθρώπινο αφτί είναι αξιοθαύμαστο. Ο δυνατότερος ήχος που μπορεί να ανεχτεί το αφτί χωρίς να κινδυνεύει είναι δύο τρισεκατομμύρια φορές ισχυρότερος από τον ελάχιστο αντιληπτό ήχο. Το ανθρώπινο αφτί έχει τη μέγιστη ωφέλιμη ευαισθησία, διότι αν η ακοή ήταν οξύτερη, τα αφτιά θα αντιδρούσαν στις αδιάκοπες μοριακές κινήσεις των ίδιων των σωματιδίων του αέρα.
Εφόσον ο Πλάστης του αφτιού έχει την ικανότητα να ακούει, η Αγία Γραφή τον παρουσιάζει, συμβολικά, σαν να έχει αφτιά. (Νε 1:6· Ψλ 116:1, 2) Με αυτόν το συμβολισμό, ο Ιεχωβά παριστάνει τον εαυτό του να έχει αφτιά που είναι ανοιχτά στις προσευχές, στις ικεσίες και στις κραυγές των δικαίων. (Ψλ 10:17· 18:6· 34:15· 130:2· Ησ 59:1· 1Πε 3:12) Μολονότι ακούει τα παράπονα των γογγυστών και τα πονηρά λόγια των εχθρών του (Αρ 11:1· 2Βα 19:28), αρνείται να ακούσει τις επικλήσεις τους για βοήθεια όταν τους καταφθάνει η εκτέλεση κρίσης. (Ιεζ 8:18) Αν και τα ειδωλολατρικά ομοιώματα μπορεί να έχουν χαραγμένα ή λαξευμένα αφτιά, ασφαλώς δεν ακούν και είναι ανίκανα να δεχτούν τις προσευχές των λάτρεών τους ή να απαντήσουν σε αυτές.—Ψλ 115:6.
Μεταφορική Χρήση. Στην Αγία Γραφή η λέξη «αφτί» χρησιμοποιείται πολύ έντονα με μεταφορική έννοια για να υποδηλώσει ολόκληρη τη λειτουργία της ακοής. Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται για την ικανότητα της ακοής και κατόπιν της αξιολόγησης των λεγομένων ως προς την αληθινότητα και τη σπουδαιότητά τους. (Ιωβ 12:11· 34:3) Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείται η έκφραση “δίνω ακρόαση” ή “κλίνω το αφτί μου” υποδεικνύει ότι σημαίνει “δίνω προσοχή ώστε να ενεργήσω με βάση αυτά που ακούω”. (Ψλ 78:1· 86:6· Ησ 51:4) Όταν “ανοίγουν τα αφτιά” κάποιου, αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο άτομο λαβαίνει κατανόηση ή διαφώτιση γύρω από κάποιο ζήτημα. (Ησ 50:5) Η κυριολεκτική έκφραση “ξεσκεπάζω το αφτί” του εβραϊκού κειμένου («φανερώνω», ΜΝΚ) μπορεί να πηγάζει από το γεγονός ότι, στις χώρες της Ανατολής, τραβούσαν λίγο προς τα πίσω το κάλυμμα του κεφαλιού για να ακούσουν καλύτερα. Αυτή η έκφραση αναφέρεται στη μετάδοση πληροφοριών κατ’ ιδίαν ή στην αποκάλυψη ενός μυστικού ή κάποιου πράγματος που δεν ήταν προηγουμένως γνωστό.—1Σα 9:15· 20:2 (υποσ.), 12 (υποσ.), 13· 2Σα 7:27, υποσ.
“Αφυπνισμένο αφτί” είναι το αφτί που έχει υποκινηθεί να δώσει προσοχή. (Ησ 50:4) Το άτομο που έχει τέτοιο αφτί μπορεί στο παρελθόν να συγκαταλεγόταν σε εκείνους που είναι «κουφοί [πνευματικά], αν και έχουν [κατά γράμμα] αφτιά». (Ησ 43:8) Στην Αγία Γραφή λέγεται ότι ο δίκαιος ακούει τον Θεό, αλλά φράζει το αφτί του στην πονηρία. (Ησ 33:15) Παρόμοια, η λέξη ἀκούω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να σημαίνει “δίνω προσοχή, κατανοώ και ενεργώ ανάλογα”, όπως στην περίπτωση που ο Ιησούς Χριστός είπε: «Τα πρόβατά μου ακούν τη φωνή μου», και «ξένο δεν πρόκειται να ακολουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυτόν, επειδή δεν γνωρίζουν τη φωνή των ξένων».—Ιωα 10:27, 5.
Από την άλλη πλευρά, τα αφτιά των στασιαστών λέγεται ότι είναι «βαριά» (KJ· ΒΑΜ), ή αλλιώς «δεν ανταποκρίνονται». (Ησ 6:10· Πρ 28:27) Τέτοια πονηρά άτομα παρομοιάζονται με την κόμπρα που φράζει τα αφτιά της, αρνούμενη να ακούσει τη φωνή του γοητευτή.—Ψλ 58:4.
Ο Ιεχωβά, μέσω των υπηρετών του, είπε ότι οι πεισματικοί, ανυπάκουοι Ισραηλίτες είχαν “απερίτμητα αφτιά”. (Ιερ 6:10· Πρ 7:51) Αυτά τα αφτιά είναι σαν να έχουν φράξει με κάτι που εμποδίζει την ακοή. Είναι αφτιά που δεν έχουν ανοιχτεί από τον Ιεχωβά, ο οποίος δίνει αφτιά κατανόησης και υπακοής σε όσους τον εκζητούν, αλλά αφήνει την πνευματική ακοή των ανυπάκουων να γίνει νωθρή. (Δευ 29:4· Ρω 11:8) Ο απόστολος Παύλος προείπε ότι θα ερχόταν ένας καιρός κατά τον οποίο ορισμένοι που θα πρέσβευαν ότι είναι Χριστιανοί θα αποστατούσαν από την αληθινή πίστη, μη θέλοντας να ακούν την αλήθεια του Λόγου του Θεού, αλλά επιθυμώντας να τους «γαργαλούν» τα αφτιά με πράγματα που τους είναι ευχάριστα, και επομένως θα άκουγαν ψευδοδιδασκάλους. (2Τι 4:3, 4· 1Τι 4:1) Επίσης, τα αφτιά κάποιου μπορεί να «κουδουνίσουν» στο άκουσμα αναπάντεχων ειδήσεων, ιδίως ειδήσεων για συμφορές.—1Σα 3:11· 2Βα 21:12· Ιερ 19:3.
Όταν ο Σαύλος από την Ταρσό τυφλώθηκε από ένα υπερφυσικό φως, άκουσαν οι συνοδοί του τη φωνή που άκουσε εκείνος;
Ένα παράδειγμα στο οποίο αντιπαραβάλλεται το να ακούει κανείς έναν ήχο κατά γράμμα με το να ακούει κάτι και να το κατανοεί βρίσκεται στην αφήγηση για τη μεταστροφή του Σαύλου από την Ταρσό και στη μετέπειτα εξιστόρησή της από τον ίδιο. (Πρ 9:3-8· 22:6-11) Η αφήγηση στο εδάφιο Πράξεις 9:7 λέει ότι οι άντρες που ήταν με τον Σαύλο άκουσαν «μια φωνή» (KJ) ή «τον ήχο κάποιας φωνής». (ΜΝΚ) Εντούτοις, όπως είναι καταγραμμένο στο εδάφιο Πράξεις 22:9, ο Παύλος (Σαύλος) λέει ότι οι άντρες που ήταν μαζί του δεν άκουσαν τη φωνή. Όταν κατανοηθεί σωστά το περιεχόμενο των δύο εδαφίων, δεν προκύπτει αντίφαση. Η λέξη φωνή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου είναι στη γενική πτώση (φωνῆς) στο εδάφιο Πράξεις 9:7 και έχει, σε αυτό το εδάφιο, την έννοια ότι ακούστηκε μια φωνή—ακούστηκε ο ήχος της, αλλά η ίδια η φωνή δεν έγινε κατανοητή. Στο εδάφιο Πράξεις 22:9 η λέξη φωνή είναι στην αιτιατική πτώση (φωνήν): οι άντρες «δεν άκουσαν τη φωνή»—άκουσαν τον ήχο κάποιας φωνής, αλλά δεν κατάλαβαν τα λόγια, το νόημα. Δεν κατάλαβαν τι έλεγε στον Σαύλο ο Ιησούς, όπως κατάλαβε ο Σαύλος. (Πρ 9:4) Αυτή η γνώση του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιεί η Αγία Γραφή την ιδέα της “ακοής” και με τις δύο έννοιες βοηθάει στη διευκρίνιση των σημείων που σε διαφορετική περίπτωση θα φαίνονταν αντικρουόμενα.
Κατά την καθιέρωση του ιερατείου στον Ισραήλ, δόθηκε στον Μωυσή η προσταγή να πάρει λίγο από το αίμα του κριαριού της καθιέρωσης και να το βάλει πάνω στο λοβό του δεξιού αφτιού του Ααρών και καθενός από τους γιους του, καθώς επίσης πάνω στο δεξί τους χέρι και στο δεξί τους πόδι, υποδηλώνοντας ότι αυτά που άκουγαν, το έργο που έκαναν και η οδός στην οποία περπατούσαν έπρεπε να επηρεάζονται άμεσα από όσα λάβαιναν χώρα εκεί. (Λευ 8:22-24) Παρόμοια, στην περίπτωση του καθαρισμένου λεπρού, ο Νόμος έλεγε ότι ο ιερέας έπρεπε να βάλει λίγο από το αίμα του κριαριού που προσφερόταν ως προσφορά για ενοχή, καθώς και λίγο από το λάδι που προσφερόταν, πάνω στο λοβό του δεξιού αφτιού του λεπρού. (Λευ 14:14, 17, 25, 28) Ανάλογη διευθέτηση υπήρχε στη διάταξη σχετικά με τον άντρα που επιθυμούσε να συνεχίσει να είναι δούλος του κυρίου του στον αιώνα. Σε αυτή την περίπτωση ο δούλος έπρεπε να φερθεί κοντά στον παραστάτη της πόρτας, και ο κύριός του έπρεπε να του τρυπήσει το αφτί με ένα σουβλί. Αυτό το ευδιάκριτο σημάδι, το οποίο γινόταν στο όργανο της ακοής, συμβόλιζε προφανώς την επιθυμία που είχε ο δούλος να συνεχίσει να υπηρετεί υπάκουα τον κύριό του.—Εξ 21:5, 6.
Σχετικά με τη μεγάλη ανάγκη που έχει ο άνθρωπος να ακούει τον Θεό, δηλαδή να προσέχει πολύ τα λόγια του και να υπακούει σε αυτά όπως υποδεικνύει η Αγία Γραφή, και όχι να βλέπει τον Θεό όπως απαιτούν μερικοί, ο Ρ. Ντένταν κάνει το εξής σχόλιο: «Στην Αγία Γραφή, η λέξη κλειδί για την ανταπόκριση του ανθρώπου προς τον Θεό είναι η λέξη “ακούω”, όχι “βλέπω” . . . Για τις μυστηριακές θρησκείες, η ύψιστη θρησκευτική εμπειρία ήταν να “δει” κανείς το θεό, ενώ για την Αγία Γραφή, όπου η βασική θρησκευτική στάση είναι η υπακοή στο θεϊκό λόγο, η έμφαση δίνεται στο να “ακούει” κανείς τη φωνή του. Η πιο σημαντική ρήση στη θρησκεία του Ισραήλ αρχίζει με τη χαρακτηριστική φράση: “Άκου, Ισραήλ”. “Αυτός που είναι από τον Θεό” δεν είναι ο μύστης που έχει δει κάποιο όραμα, αλλά εκείνος που “ακούει τα λόγια του Θεού” (Ιωα 8:47)».—Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible), επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 1· βλέπε ΚΩΦΩΣΗ.
-
-
ΑχαάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΑΒ
(Αχαάβ) [Αδελφός του Πατέρα].
1. Γιος του Αμρί και βασιλιάς του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ. Κυβέρνησε με έδρα τη Σαμάρεια 22 χρόνια, περίπου από το 940 Π.Κ.Χ.—1Βα 16:28, 29.
Ανέχεται την Ψεύτικη Λατρεία. Το ιστορικό του Αχαάβ είναι ένα από τα χειρότερα όσον αφορά το ζωτικό τομέα της αληθινής λατρείας. Όχι μόνο συνεχίστηκε η βεβηλωμένη λατρεία του Ιεχωβά μέσω των χρυσών μοσχαριών του Ιεροβοάμ, αλλά επιπλέον ο Αχαάβ επέτρεψε στη λατρεία του Βάαλ να μολύνει τον Ισραήλ σε μια άνευ προηγουμένου κλίμακα, ως αποτέλεσμα του γάμου που σύναψε αρκετά νωρίς με την Ιεζάβελ, την κόρη του Εθβάαλ, βασιλιά της Σιδώνας. Ο Ιώσηπος, παραθέτοντας από τον αρχαίο ιστορικό Μένανδρο, αναφέρει τον Εθβάαλ ως Ιθώβαλο και μας πληροφορεί (Κατ’ Απίωνος, Α΄, 123 [18]) ότι ήταν ιερέας της Αστάρτης προτού ανεβεί στο θρόνο δολοφονώντας το βασιλιά.
Ο Αχαάβ επέτρεψε στην ειδωλολάτρισσα σύζυγό του Ιεζάβελ να τον οδηγήσει στη λατρεία του Βάαλ, να χτίσει ναό για τον Βάαλ και να στήσει έναν ιερό στύλο προς τιμήν της Ασεράχ. (1Βα 16:30-33) Προτού περάσει πολύς καιρός, υπήρχαν 450 προφήτες του Βάαλ και 400 προφήτες του ιερού στύλου, που τρέφονταν όλοι από το βασιλικό τραπέζι της Ιεζάβελ. (1Βα 18:19) Οι αληθινοί προφήτες του Ιεχωβά φονεύτηκαν με το σπαθί, και μόνο χάρη στον πιστό Αβδιού, το διαχειριστή του σπιτικού του Αχαάβ, διαφυλάχτηκαν ζωντανοί 100 προφήτες, καθώς αυτός τους έκρυψε σε σπηλιές όπου τους έτρεφε με ψωμί και νερό.—1Βα 18:3, 4, 13· 19:10.
Λόγω της στροφής του Αχαάβ στη λατρεία του Βάαλ, ο Ηλίας τον πληροφόρησε ότι θα ερχόταν μια σοβαρή ξηρασία η οποία, σύμφωνα με τα εδάφια Λουκάς 4:25 και Ιακώβου 5:17, κράτησε τρία χρόνια και έξι μήνες. (1Βα 17:1· 18:1) Οι βροχές θα ξανάρχονταν μόνο με το λόγο του Ηλία, και παρότι ο Αχαάβ τον αναζήτησε σε όλα τα γύρω έθνη και βασίλεια, δεν μπόρεσε να τον βρει, μέχρι τον ορισμένο καιρό. (1Βα 17:8, 9· 18:2, 10) Ο Αχαάβ προσπάθησε τότε να επιρρίψει στον Ηλία την ευθύνη για την ξηρασία και την πείνα, αλλά ο Ηλίας αντέκρουσε την κατηγορία δείχνοντας ότι η πραγματική αιτία ήταν η λατρεία του Βάαλ την οποία προστάτευε ο Αχαάβ. Μια δοκιμή που έλαβε χώρα στην κορυφή του Όρους Κάρμηλος απέδειξε την ανυπαρξία του Βάαλ και κατέδειξε ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός. Οι προφήτες του Βάαλ φονεύτηκαν με εντολή του Ηλία, και λίγο αργότερα μια δυνατή νεροποντή έθεσε τέρμα στην ξηρασία. (1Βα 18:17-46) Ο Αχαάβ επέστρεψε στην Ιεζραέλ και στη σύζυγό του, την οποία και ενημέρωσε για τις ενέργειες του Ηλία εναντίον του Βααλισμού. Η Ιεζάβελ αντέδρασε με μια σφοδρή απειλή κατά του Ηλία, η οποία τον έκανε να τραπεί σε φυγή στο Όρος Χωρήβ.—1Βα 19:1-8.
Οικοδόμηση της Πρωτεύουσας, Νίκες επί της Συρίας. Πιστεύεται ότι ένα από τα οικοδομικά έργα του Αχαάβ ήταν η ολοκλήρωση των οχυρωματικών έργων της Σαμάρειας, τα οποία, όπως αποκαλύπτει η αρχαιολογία, περιλάμβαναν τρία πολύ ισχυρά τείχη προηγμένης τεχνικής. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως ένα ορθογώνιο βάθρο ανακτόρου, περίπου 90 μ. επί 180 μ., και ένα περιμετρικό τείχος εξαίρετης λιθοδομής με ορθογωνισμένους λίθους. Βρέθηκαν πολλά ελεφάντινα πλακίδια που κοσμούσαν έπιπλα και τοίχους, τα οποία ίσως έχουν σχέση με την «κατοικία από ελεφαντόδοντο» του Αχαάβ για την οποία γίνεται λόγος στο εδάφιο 1 Βασιλέων 22:39.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 948· επίσης παράβαλε Αμ 3:15· 6:4.
Σύντομα, ο πλούτος της πόλης και η οχυρή της θέση δοκιμάστηκαν όταν πολιόρκησε τη Σαμάρεια ο Σύριος Βεν-αδάδ Β΄ ως επικεφαλής ενός συνασπισμού 32 βασιλιάδων. Στην αρχή ο Αχαάβ αποδέχτηκε πειθήνια τις απαιτήσεις του εχθρού, αλλά στη συνέχεια αρνήθηκε να δώσει τη συγκατάθεσή του για κάτι που ισοδυναμούσε με λεηλάτηση του ανακτόρου του. Οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις απέτυχαν, και με θεϊκή κατεύθυνση ο Αχαάβ χρησιμοποίησε ένα στρατήγημα που κατέλαβε τους εχθρούς εξ απροόπτου και οδήγησε στη σφαγή τους, αν και ο Βεν-αδάδ διέφυγε.—1Βα 20:1-21.
Πεπεισμένος ότι ο Ιεχωβά ήταν «Θεός των βουνών» μόνο, ο Βεν-αδάδ επέστρεψε το επόμενο έτος με μια εξίσου μεγάλη στρατιωτική δύναμη, αλλά παρατάχθηκε για μάχη σε ένα γενικά επίπεδο οροπέδιο κοντά στην Αφέκ, στην περιοχή του Μανασσή, αντί να προχωρήσει ως την ορεινή περιοχή της Σαμάρειας. (Βλέπε ΑΦΕΚ Αρ. 5.) Οι ισραηλιτικές δυνάμεις προωθήθηκαν στο πεδίο της μάχης αλλά έμοιαζαν σαν «δύο πολύ μικρά κοπάδια από κατσίκια» σε σύγκριση με το τεράστιο στρατόπεδο των Συρίων. Έχοντας τη διαβεβαίωση του Ιεχωβά ο οποίος υποσχέθηκε να καταδείξει ότι η δύναμή του δεν εξαρτάται από τη γεωγραφική θέση, το στράτευμα του Αχαάβ συνέτριψε τον εχθρό. (1Βα 20:26-30) Ο Αχαάβ όμως άφησε τον Βεν-αδάδ να ζήσει, όπως είχε κάνει ο Βασιλιάς Σαούλ στην περίπτωση του Αγάγ του Αμαληκίτη, και σύναψε διαθήκη μαζί του σύμφωνα με την οποία οι πόλεις που είχαν καταλάβει οι Σύριοι θα επιστρέφονταν στον Ισραήλ και θα ορίζονταν για τον Αχαάβ κάποιοι δρόμοι στη Δαμασκό, προφανώς για να δημιουργήσει παζάρια, ή αγορές, που θα προωθούσαν τα εμπορικά του συμφέροντα στη συριακή πρωτεύουσα. (1Βα 20:31-34) Όπως ο Σαούλ, έτσι και ο Αχαάβ καταδικάστηκε από τον Ιεχωβά για αυτή την ενέργεια, και προλέχθηκε συμφορά για τον ίδιο και για το λαό του.—1Βα 20:35-43.
Δολοφονία του Ναβουθέ και Συνέπειες. Σε μια ενδιάμεση τριετή περίοδο ειρήνης, ο Αχαάβ έβαλε σκοπό του να αποκτήσει το αμπέλι του Ναβουθέ του Ιεζραελίτη, ένα χωράφι που ο Αχαάβ ήθελε πάρα πολύ επειδή συνόρευε με την έκταση γης που ανήκε στη βασιλική κατοικία του εκεί. Όταν ο Ναβουθέ αρνήθηκε, επικαλούμενος το νόμο του Θεού σχετικά με το απαραβίαστο της κληρονομικής ιδιοκτησίας, ο Αχαάβ αποσύρθηκε βαρύθυμος στην κατοικία του και έμενε ξαπλωμένος στο ντιβάνι του, με το πρόσωπό του στραμμένο προς τον τοίχο, αρνούμενος να φάει. Μαθαίνοντας την αιτία της κατήφειάς του, η ειδωλολάτρισσα Ιεζάβελ κανόνισε να δολοφονηθεί ο Ναβουθέ σκηνοθετώντας μια δίκη για βλασφημία με κάποιες επιστολές που έγραψε εξ ονόματος του Αχαάβ. Όταν ο Αχαάβ πήγε να πάρει στην κατοχή του το πολυπόθητο χωράφι, τον συνάντησε ο Ηλίας, ο οποίος τον κατέκρινε αυστηρότατα χαρακτηρίζοντάς τον δολοφόνο και λέγοντάς του ότι πούλησε τον εαυτό του στο να πράττει το κακό με τη συνεχή υποκίνηση της ειδωλολάτρισσας συζύγου του. Όπως τα σκυλιά έγλειψαν το αίμα του Ναβουθέ, έτσι θα έγλειφαν και το αίμα του Αχαάβ, ενώ η ίδια η Ιεζάβελ καθώς και οι απόγονοι του Αχαάβ θα γίνονταν βορά των σκύλων και των νεκροφάγων πουλιών. Αυτά τα λόγια συγκλόνισαν τον Αχαάβ, ο οποίος θλιμμένος βαθιά έβαλε σάκο και νήστεψε, πότε πλαγιάζοντας και πότε βηματίζοντας βαρύθυμα. Ύστερα από αυτό, του δείχτηκε κάποιο έλεος σε σχέση με το πότε θα έπληττε η συμφορά το σπιτικό του.—1Βα 21:1-29.
Οι δεσμοί του Αχαάβ με το νότιο βασίλειο του Ιούδα ισχυροποιήθηκαν μέσω επιγαμίας, στα πλαίσια της οποίας η Γοθολία, η κόρη του Αχαάβ, παντρεύτηκε τον Ιωράμ, το γιο του Βασιλιά Ιωσαφάτ. (1Βα 22:44· 2Βα 8:18, 26· 2Χρ 18:1) Στη διάρκεια μιας φιλικής επίσκεψης του Ιωσαφάτ στη Σαμάρεια, ο Αχαάβ τον έπεισε να τον υποστηρίξει στην προσπάθεια που θα έκανε να πάρει πίσω τη Ραμώθ-γαλαάδ από τους Συρίους, οι οποίοι προφανώς δεν είχαν τηρήσει στο πλήρες τους όρους της διαθήκης που είχε συνάψει ο Βεν-αδάδ. Παρ’ όλο που μια ομάδα ψευδοπροφητών τούς διαβεβαίωνε ομόφωνα ότι θα είχαν επιτυχία, κατόπιν επιμονής του Ιωσαφάτ κλήθηκε και ο προφήτης Μιχαΐας, τον οποίο μισούσε ο Αχαάβ, και αυτός πρόβλεψε βέβαιη συμφορά. Ο Αχαάβ διέταξε να συλλάβουν τον Μιχαΐα και προχώρησε πεισματικά στην επίθεση, αν και πήρε προφυλάξεις μεταμφιεζόμενος. Χτυπήθηκε, όμως, από ένα αδέσποτο βέλος και έπειτα από λίγες ώρες πέθανε. Το σώμα του το έφεραν στη Σαμάρεια για να θαφτεί, και όταν «έπλυναν το πολεμικό άρμα κοντά στη δεξαμενή της Σαμάρειας . . . οι σκύλοι έγλειψαν το αίμα του». Οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως μια μεγάλη τεχνητή δεξαμενή στη βορειοδυτική γωνία της τεράστιας αυλής του ανακτόρου στη Σαμάρεια, και αυτό ίσως είναι το μέρος όπου εκπληρώθηκε η προφητεία.—1Βα 22:1-38.
Μωαβιτικές και Ασσυριακές Επιγραφές. Αναφέρεται ότι στη διάρκεια της βασιλείας του Αχαάβ ανοικοδομήθηκε η Ιεριχώ. Ίσως αυτό να ήταν μέρος κάποιου προγράμματος με στόχο την εδραίωση της εξουσίας του Ισραήλ επί του Μωάβ. (1Βα 16:34· παράβαλε 2Χρ 28:15.) Η Μωαβιτική Λίθος του Βασιλιά Μησά του Μωάβ μιλάει για την κυριαρχία του Βασιλιά Αμρί και του γιου του επί του Μωάβ.
Ασσυριακές επιγραφές οι οποίες περιγράφουν τη μάχη ανάμεσα στον Σαλμανασάρ Γ΄ και σε έναν συνασπισμό 12 βασιλιάδων στην Καρκάρ αναφέρουν ότι ένα από τα μέλη του συνασπισμού είχε το όνομα Α-χα-α-μπου. Οι περισσότεροι λόγιοι θεωρούν γενικά ότι πρόκειται για αναφορά στον Βασιλιά Αχαάβ του Ισραήλ, αλλά για αποδείξεις που μαρτυρούν ότι αυτός ο ισχυρισμός υπόκειται σε αμφισβήτηση, βλέπε λήμμα ΣΑΛΜΑΝΑΣΑΡ Αρ. 1.
2. Ψευδοπροφήτης ανάμεσα στους εξορίστους στη Βαβυλώνα, γιος του Κολαΐα. Ο Ιερεμίας πρόβλεψε ότι αυτός ο ανήθικος ψευδοπροφήτης και ο συνεργάτης του θα ψήνονταν στη φωτιά από τον Ναβουχοδονόσορα.—Ιερ 29:21-23.
-
-
ΆχαζΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΖ
(Άχαζ) [συντετμημένη μορφή του Ιωάχαζ, που σημαίνει «Είθε να Κρατήσει ο Ιεχωβά· Ο Ιεχωβά Έχει Κρατήσει»].
1. Γιος του Βασιλιά Ιωθάμ του Ιούδα. Ο Άχαζ άρχισε να βασιλεύει σε ηλικία 20 ετών και κυβέρνησε 16 χρόνια.—2Βα 16:2· 2Χρ 28:1.
Εφόσον ο Εζεκίας, ο γιος του Άχαζ, ήταν 25 ετών όταν άρχισε να βασιλεύει, έπεται ότι ο Άχαζ ήταν κάτω των 12 ετών όταν τον απέκτησε. (2Βα 18:1, 2) Μολονότι τα αγόρια εισέρχονται στην εφηβεία σε ηλικία 12 ως 15 ετών σε περιοχές με εύκρατο κλίμα, σε θερμότερα κλίματα η εφηβεία μπορεί να αρχίσει νωρίτερα. Επίσης, τα γαμήλια ήθη και έθιμα ποικίλλουν από τόπο σε τόπο. Το Περιοδικό Σημιτικών Μελετών και Συναφών Θεμάτων (Zeitschrift für Semitistik und verwandte Gebiete, επιμέλεια Ε. Λίτμαν, Λειψία, 1927, Τόμ. 5, σ. 132) ανέφερε ότι ο γάμος μεταξύ παιδιών είναι συχνό φαινόμενο στην Υποσχεμένη Γη ακόμη και σήμερα, και παρέθετε την περίπτωση δύο αγοριών που ήταν αδέλφια, ηλικίας 8 και 12 ετών, τα οποία παντρεύτηκαν—μάλιστα η σύζυγος του μεγαλύτερου πήγαινε στο σχολείο μαζί με το σύζυγό της. Ωστόσο, ένα εβραϊκό χειρόγραφο, η συριακή Πεσίτα και ορισμένα χειρόγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα αναφέρουν στο εδάφιο 2 Χρονικών 28:1 ότι ο Άχαζ άρχισε να βασιλεύει όταν ήταν «είκοσι πέντε χρονών».
Όποια και αν ήταν η ακριβής ηλικία του, ο Άχαζ πέθανε σχετικά νέος και άφησε ένα υπόμνημα συνεχών παραβάσεων. Παρότι στην εποχή του προφήτευσαν δραστήρια και ο Ησαΐας και ο Ωσηέ και ο Μιχαίας, η βασιλεία του στιγματίστηκε από χονδροειδή ειδωλολατρία. Ο Άχαζ, όχι μόνο την ανέχτηκε μεταξύ των υπηκόων του, αλλά συμμετείχε και ο ίδιος προσωπικά και τακτικά σε παγανιστικές θυσίες, φτάνοντας στο σημείο να θυσιάσει στη φωτιά τον ίδιο του το γιο (γιους), στην Κοιλάδα του Εννόμ. (2Βα 16:3, 4· 2Χρ 28:3, 4) Εξαιτίας αυτής της έκλυτης εντρύφησης στην ψεύτικη λατρεία, η διακυβέρνηση του Άχαζ κατακλύστηκε από προβλήματα. Η Συρία και το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ συνασπίστηκαν για να επιτεθούν εναντίον του Ιούδα από το Β, οι Εδωμίτες άδραξαν την ευκαιρία και επιτέθηκαν από τα ΝΑ και οι Φιλισταίοι εισέβαλαν από τη Δ. Το σημαντικό λιμάνι της Ελάθ στον Κόλπο της Άκαμπα περιήλθε στον έλεγχο των εχθρών. Ο Ζιχρί, κάποιος κραταιός Εφραϊμίτης, σκότωσε έναν γιο και δύο από τους σημαίνοντες άντρες του βασιλιά Άχαζ στη διάρκεια μιας επιδρομής του βόρειου βασιλείου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη σφαγή 120.000 αντρών του Ιούδα και την αιχμαλώτιση άλλων 200.000 περίπου. Μόνο με την παρέμβαση του προφήτη Ωδήδ, την οποία υποστήριξαν ορισμένοι επικεφαλής του Εφραΐμ, απελευθερώθηκαν αυτοί οι αιχμάλωτοι για να επιστρέψουν στον Ιούδα.—2Χρ 28:5-15, 17-19· 2Βα 16:5, 6· Ησ 7:1.
Η “τρεμάμενη καρδιά” του Άχαζ θα έπρεπε να είχε ενισχυθεί από το άγγελμα που του μετέφερε ο προφήτης Ησαΐας από τον Θεό, διαβεβαιώνοντάς τον ότι ο Ιεχωβά δεν θα επέτρεπε στο συροϊσραηλιτικό συνασπισμό να καταστρέψει τον Ιούδα και να εγκαταστήσει στο θρόνο κάποιον που δεν ανήκε στη Δαβιδική γραμμή. Όταν, όμως, του ειπώθηκε να ζητήσει σημείο από τον Θεό, ο ειδωλολάτρης Άχαζ αποκρίθηκε: «Δεν θα ζητήσω ούτε θα υποβάλω τον Ιεχωβά σε δοκιμή». (Ησ 7:2-12) Παρ’ όλα αυτά, προλέχθηκε ως σημείο ότι μια κοπέλα θα γεννούσε γιο, τον Εμμανουήλ (Μαζί μας Είναι ο Θεός), και ότι προτού μεγαλώσει το αγόρι, ο συροϊσραηλιτικός συνασπισμός θα έπαυε να αποτελεί απειλή για τον Ιούδα.—Ησ 7:13-17· 8:5-8.
Αναφορικά με τα “εξήντα πέντε χρόνια” του εδαφίου Ησαΐας 7:8, μέσα στα οποία, όπως προφήτευσε ο Ησαΐας, ο Εφραΐμ επρόκειτο να «κατασυντριφτεί», το Σχολιολόγιο Ολόκληρης της Αγίας Γραφής ([Commentary on the Whole Bible] των Τζέιμισον, Φοσέτ και Μπράουν) δηλώνει: «Μια εκτόπιση του Ισραήλ έλαβε χώρα μέσα σε ένα ή δύο χρόνια από τότε [τότε που εξαγγέλθηκε η προφητεία του Ησαΐα], υπό τον Θεγλάθ-φελασάρ (2 Βασιλέων 15:29). Μια άλλη εκτόπιση στη διάρκεια της βασιλείας του Ωσιέ, υπό τον Σαλμανασάρ (2 Βασιλέων 17:1-6), συνέβη περίπου είκοσι χρόνια αργότερα. Αλλά η τελική εκτόπιση που “συνέτριψε” ολοσχερώς τον Ισραήλ ώστε “να μην είναι λαός” και την οποία επακολούθησε η αποίκιση της Σαμάρειας από ξένους έλαβε χώρα υπό τον Εσάρ-αδδών, ο οποίος εξόρισε επίσης τον Μανασσή, το βασιλιά του Ιούδα, στο εικοστό δεύτερο έτος της βασιλείας του, εξήντα πέντε χρόνια αφότου εξαγγέλθηκε αυτή η προφητεία (πρβλ. Έσδρας 4:2, 3, 10 με 2 Βασιλέων 17:24· 2 Χρονικών 33:11)».
Υποτέλεια στην Ασσυρία και Θάνατος. Ωστόσο, αντί να θέσει πίστη στον Ιεχωβά, ο Άχαζ, φοβούμενος τη συροϊσραηλιτική συνωμοσία, επέλεξε κοντόφθαλμα να δωροδοκήσει τον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ της Ασσυρίας για να προστρέξει σε βοήθειά του. (Ησ 7:2-6· 8:12) Οποιαδήποτε ανακούφιση έφερε τότε στον Άχαζ ο φιλόδοξος Ασσύριος βασιλιάς, συντρίβοντας τη Συρία και τον Ισραήλ, δεν ήταν παρά προσωρινή. Τελικά «του προξένησε στενοχώρια και δεν τον ενίσχυσε» (2Χρ 28:20), δεδομένου ότι ο Άχαζ είχε τώρα πια επιφέρει στον Ιούδα το βαρύ ζυγό της Ασσυρίας.
Από ό,τι φαίνεται, ο Άχαζ κλήθηκε στη Δαμασκό για να υποβάλει τα σέβη του ως υποτελής βασιλιάς στον Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, και ενώ βρισκόταν σε εκείνη την πόλη εντυπωσιάστηκε από το ειδωλολατρικό θυσιαστήριο που υπήρχε εκεί, αντέγραψε το σχέδιό του και ανέθεσε στον ιερέα Ουριγία να κατασκευάσει ένα πανομοιότυπό του και να το τοποθετήσει μπροστά στο ναό της Ιερουσαλήμ. Κατόπιν ο Άχαζ άρχισε να προσφέρει θυσίες σε αυτό το «μεγάλο θυσιαστήριο». Το χάλκινο θυσιαστήριο που χρησιμοποιούνταν προηγουμένως μεταφέρθηκε κάπου αλλού μέχρι να αποφασίσει ο βασιλιάς τι θα το έκανε. (2Βα 16:10-16) Στο μεταξύ, ο Άχαζ κομμάτιασε μεγάλο μέρος του χάλκινου εξοπλισμού του ναού και άλλαξε τη διάταξη άλλων βασικών χαρακτηριστικών στο χώρο του ναού—όλα αυτά «εξαιτίας του βασιλιά της Ασσυρίας», ίσως για να πληρώσει το βαρύ φόρο υποτελείας που είχε επιβληθεί στον Ιούδα ή πιθανώς για να αποκρύψει μέρος του πλούτου του ναού από τον άπληστο Ασσύριο. Οι πόρτες του ναού έκλεισαν και ο Άχαζ «έφτιαξε θυσιαστήρια για τον εαυτό του σε κάθε γωνιά της Ιερουσαλήμ».—2Βα 16:17, 18· 2Χρ 28:23-25.
Έπειτα από 16 χρόνια κακής διακυβέρνησης και χονδροειδούς αποστασίας ο Άχαζ πέθανε, και μολονότι θάφτηκε «στην Πόλη του Δαβίδ» όπως και οι προπάτορές του (2Βα 16:20), το πτώμα του δεν ενταφιάστηκε στους βασιλικούς τάφους. (2Χρ 28:27) Το όνομά του καταχωρίζεται στις βασιλικές γενεαλογίες.—1Χρ 3:13· Ματ 1:9.
Το όνομα του Άχαζ εμφανίζεται σε μια επιγραφή του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ με τη μορφή Γιαουχαζί.
2. Δισέγγονος του Ιωνάθαν, του γιου του Βασιλιά Σαούλ.—1Χρ 8:35, 36.
-
-
ΑχαΐαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΪΑ
(Αχαΐα).
Πριν από τη ρωμαϊκή κατάκτηση το 146 Π.Κ.Χ., ο όρος Αχαΐα κατάλληλα αναφερόταν μόνο σε μια μικρή περιοχή της Πελοποννήσου που εκτείνεται κατά μήκος της νότιας ακτής του Κορινθιακού Κόλπου—περιοχή λίγο πολύ ανάλογη με τη σημερινή ομώνυμη περιοχή.
Στα ομηρικά έπη χρησιμοποιείται η ονομασία Αχαιοί ως γενική ονομασία των Ελλήνων. Λόγω της υπεροχής της Αχαϊκής Συμπολιτείας—ενός συνασπισμού πόλεων—ως της ισχυρότερης πολιτικής οντότητας στην Ελλάδα τον καιρό της ρωμαϊκής κατάκτησης, οι Ρωμαίοι αναφέρονταν έκτοτε σε όλη τη νότια και κεντρική Ελλάδα γενικά με τον όρο Αχαΐα.
Από το 27 Π.Κ.Χ., όταν ο Καίσαρας Αύγουστος αναδιοργάνωσε τις δύο επαρχίες της Ελλάδας, τη Μακεδονία και την Αχαΐα, η ονομασία Αχαΐα αναφερόταν σε όλη την Πελοπόννησο και σε ένα τμήμα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η επαρχία της Αχαΐας βρισκόταν υπό τη διοίκηση της Ρωμαϊκής Συγκλήτου και την κυβερνούσε ένας ανθύπατος από την πρωτεύουσα της επαρχίας, την Κόρινθο. (2Κο 1:1) Άλλες πόλεις της επαρχίας της Αχαΐας που μνημονεύονται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ήταν η Αθήνα και οι Κεγχρεές. Η Αχαΐα και η γειτονική της επαρχία στο βορρά, η Μακεδονία, συχνά αναφέρονταν μαζί.—Πρ 18:1, 18· 19:21· Ρω 15:26· 16:1· 1Θε 1:7, 8.
Το έτος 15 Κ.Χ., ο Τιβέριος, λαβαίνοντας υπόψη τις διαμαρτυρίες για τη βαριά φορολογία, έθεσε την Αχαΐα και τη Μακεδονία υπό αυτοκρατορικό έλεγχο ώστε να διοικούνται από την επαρχία της Μοισίας. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 44 Κ.Χ., όταν ο Αυτοκράτορας Κλαύδιος επανέφερε αυτές τις επαρχίες υπό τον έλεγχο της Συγκλήτου, αναθέτοντας και πάλι την κυβερνητική εξουσία σε έναν ανθύπατο με έδρα την Κόρινθο. Λόγω άγνοιας αυτών των γεγονότων, μερικοί κριτικοί στο παρελθόν απέρριπταν την αναφορά της Αγίας Γραφής στον Γαλλίωνα ως “ανθύπατο της Αχαΐας”, ενώπιον του οποίου φέρθηκε ο Παύλος. (Πρ 18:12) Ωστόσο, η ανακάλυψη μιας επιγραφής στους Δελφούς κατέστησε φανερό ότι υπήρχε πράγματι ανθύπατος στην Αχαΐα ονόματι Γαλλίων κατά την εποχή την οποία περιγράφει ο ιστορικός Λουκάς, ο συγγραφέας των Πράξεων.—Βλέπε ΓΑΛΛΙΩΝ.
Στο εδάφιο Ρωμαίους 15:26 ο απόστολος Παύλος κάνει λόγο για τη γενναιοδωρία των Χριστιανών στην επαρχία της Αχαΐας οι οποίοι πρόσφεραν βοήθεια στους άπορους αδελφούς τους στην Ιερουσαλήμ. Στη διάρκεια του δεύτερου και του τρίτου ιεραποστολικού του ταξιδιού, ο Παύλος πέρασε αρκετά μεγάλο μέρος του χρόνου του στην Αχαΐα και εξέφρασε έντονη αγάπη για τους αδελφούς εκείνης της περιοχής.—2Κο 11:10.
[Χάρτης στη σελίδα 409]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΑΧΑΪΑ
Κόρινθος
Αθήνα
-
-
ΑχαϊκόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΪΚΟΣ
(Αχαϊκός) [Αυτός που Ανήκει ή Αναφέρεται στην Αχαΐα].
Ένας από τους ώριμους αδελφούς της εκκλησίας της Κορίνθου. Μαζί με τον Στεφανά και τον Φορτουνάτο, επισκέφτηκε τον Παύλο στην Έφεσο.—1Κο 16:17, 18.
-
-
ΑχάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΝ
(Αχάν) [συγγενεύει, μέσω λεκτικού παιχνιδιού, με το όνομα Αχάρ, το οποίο σημαίνει «Άνθρωπος που Επιφέρει Εξοστρακισμό (Προβλήματα)»].
Γιος του Χαρμί από το σπιτικό του Ζαβδί, από την οικογένεια του Ζερά που ανήκε στη φυλή του Ιούδα. Ονομάζεται και Αχάρ.—1Χρ 2:7.
Όταν οι Ισραηλίτες διέσχισαν τον Ιορδάνη, ο Ιεχωβά διέταξε ρητά ότι η πόλη της Ιεριχώς, ως οι πρώτοι καρποί της κατάκτησης, “έπρεπε να γίνει κάτι αφιερωμένο στην καταστροφή· . . . ανήκε στον Ιεχωβά”. Το ασήμι της και το χρυσάφι της έπρεπε να δοθούν στο θησαυροφυλάκιο του Ιεχωβά. (Ιη 6:17, 19) Αλλά όταν ο Αχάν βρήκε ένα ακριβό ένδυμα από τη Σεναάρ, μια ράβδο χρυσού βάρους 50 σίκλων (αξίας περίπου $6.400) και 200 σίκλους ασήμι ($440), τα έθαψε κρυφά κάτω από τη σκηνή του. (Ιη 7:21) Στην πραγματικότητα είχε κλέψει τον Θεό! Εξαιτίας αυτής της παραβίασης των ρητών οδηγιών του Ιεχωβά, στην επίθεση που έγινε εναντίον της επόμενης πόλης, της Γαι, ο Ιεχωβά δεν έδωσε την ευλογία του και ο Ισραήλ τράπηκε σε φυγή. Ποιος ήταν ο ένοχος; Κανείς δεν ομολογούσε. Τότε όλος ο Ισραήλ υποβλήθηκε σε δοκιμή. Κατά φυλές, κατόπιν κατά οικογένειες της φυλής του Ιούδα και τελικά κατά άντρες του σπιτικού του Ζαβδί, πέρασαν όλοι ενώπιον του Ιεχωβά ωσότου «πιάστηκε» ο Αχάν. (Ιη 7:4-18) Μόνο τότε παραδέχτηκε το αμάρτημά του. Η εκτέλεση ήρθε γρήγορα. Ο Αχάν, η οικογένειά του (που ήταν απίθανο να είχε άγνοια της πράξης του), καθώς και τα ζώα του λιθοβολήθηκαν μέχρι θανάτου και κατόπιν τους έκαψαν με φωτιά μαζί με όλα τα υπάρχοντά του στην Κοιλάδα Αχώρ, της οποίας το όνομα σημαίνει «Εξοστρακισμός· Προβλήματα».—Ιη 7:19-26.
-
-
ΑχάρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΡ
Βλέπε ΑΧΑΝ.
-
-
ΑχαράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΡΑ
(Αχαρά).
Ο τρίτος γιος του Βενιαμίν. (1Χρ 8:1) Κατά πάσα πιθανότητα είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Εχί του εδαφίου Γένεση 46:21 και τον Αχιράμ του εδαφίου Αριθμοί 26:38.
-
-
ΑχαρήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΡΗΛ
(Αχαρήλ).
Απόγονος του Ιούδα, γιος του Αρούμ.—1Χρ 4:8.
-
-
ΑχάτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΑΤΗΣ
Πολύτιμη διακοσμητική πέτρα που αποτελεί μορφή του χαλκηδόνιου, μιας ποικιλίας έγχρωμου χαλαζία.
Οι περισσότεροι αχάτες σχηματίζονται ως κόνδυλοι σε διαδοχικές αποθέσεις διοξειδίου του πυριτίου οι οποίες βρίσκονται σε ορισμένες κοιλότητες πετρωμάτων. Οι στοιβάδες του αχάτη κυμαίνονται από διαφανείς ως αδιαφανείς και παίρνουν πολλές αποχρώσεις λόγω της παρουσίας μικροσκοπικών σωματιδίων από άλατα σιδήρου. Τα χρώματα εμφανίζονται σε συνδυασμούς του κίτρινου, του καφέ, του γκρίζου, του γαλάζιου ή του μαύρου και μπορεί να είναι όμορφα κατανεμημένα σχηματίζοντας λωρίδες, δακτυλίους ή ακανόνιστες αναμείξεις. Ο αχάτης είναι ελαφρώς σκληρότερος από το χάλυβα και επιδέχεται έντονη στίλβωση.
Οι Ισραηλίτες χρησιμοποίησαν στην έρημο αχάτη που μπορεί να είχαν φέρει από την Αίγυπτο. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, στα περίχωρα της αιγυπτιακής πόλης Θήβες υπήρχαν κόκκινοι αχάτες με άσπρα νερά. Ένας τέτοιος κόκκινος αχάτης ίσως ήταν η ποικιλία που τοποθετήθηκε στο «περιστήθιο της κρίσης» του αρχιερέα για να συμβολίσει μία από τις 12 φυλές του Ισραήλ. Η κεντρική πέτρα στην τρίτη σειρά του περιστήθιου του Ααρών ήταν αχάτης (εβρ., σεβώ, είδος πολύτιμης πέτρας).—Εξ 28:2, 15, 19 (υποσ.), 21· 39:12.
-
-
ΑχβώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΒΩΡ
(Αχβώρ) [Δίπους· Τρωκτικό που Πηδάει].
1. Πατέρας του Βάαλ-χανάν, ο οποίος παρουσιάζεται ως ο έβδομος στη σειρά βασιλιάς του Εδώμ.—Γε 36:38, 39· 1Χρ 1:49.
2. Γιος του Μιχαΐα και έμπιστος αξιωματούχος της αυλής του Βασιλιά Ιωσία. (2Βα 22:12) Αποκαλείται “Αβδών, γιος του Μιχαία” στο εδάφιο 2 Χρονικών 34:20. Όταν ο Ιωσίας έμαθε αυτά που αναφέρονταν για το φλογερό θυμό του Ιεχωβά στο αρχαίο βιβλίο του Νόμου, το οποίο είχε ανακαλυφτεί μόλις πρόσφατα, έστειλε στην προφήτισσα Όλδα μια πενταμελή αντιπροσωπεία, αποτελούμενη μεταξύ άλλων και από τον Αχβώρ, για να μάθει τι έπρεπε να κάνουν. (2Βα 22:8-14) Ο Αχβώρ ήταν πατέρας του Ελνάθαν, άρχοντα της αυλής του Βασιλιά Ιωακείμ, και πιθανότατα προπάππος του Βασιλιά Ιωαχίν.—Ιερ 26:22· 36:12· 2Βα 24:8.
-
-
ΑχείμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΕΙΜ
(Αχείμ) [πιθανώς από μια εβρ. λέξη που σημαίνει «Είθε να Εδραιώσει [ο Ιεχωβά]»].
Βασιλικός απόγονος του Δαβίδ μέσω του Σολομώντα και πρόγονος του Ιωσήφ, του θετού πατέρα του Ιησού.—Ματ 1:14.
-
-
ΑχελάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΕΛΑ
(Αχελά).
Λόφος στην έρημο της Ζιφ, όπου ο Δαβίδ και οι άντρες του κρύβονταν από τον Βασιλιά Σαούλ. (1Σα 23:19· 26:1-3) Σήμερα η ακριβής θέση του είναι άγνωστη.
-
-
ΑχζίβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΖΙΒ
(Αχζίβ) [Απατηλός Τόπος].
Το όνομα δύο πόλεων.
1. Πόλη στο νότιο τμήμα της Υποσχεμένης Γης, στην περιοχή του Ιούδα. (Ιη 15:44) Πιστεύεται ότι ταυτίζεται με τη γενέτειρα του Σηλά, γιου του Ιούδα, η οποία στο Μασοριτικό κείμενο ονομάζεται “Χαζίβ”. (Γε 38:5) Το εδάφιο Ιησούς του Ναυή 15:33 δείχνει ότι βρισκόταν στη λοφώδη περιοχή της Σεφηλά, και κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Τελλ ελ-Μπέιντα (Χορβάτ Λαβνίν), 5 χλμ. ΔΝΔ της Οδολλάμ. Η Λαχείς, η Μορέσεθ-γαθ και η Μαρησάχ (οι οποίες μνημονεύονται μαζί με την Αχζίβ στα εδ. Μιχ 1:13-15) βρίσκονται όλες σε αυτή την περιοχή. Η Χωζηβά, στο εδάφιο 1 Χρονικών 4:22, θεωρείται γενικά ότι ταυτίζεται με την Αχζίβ.
2. Φοινικική παραλιακή πόλη στην περιοχή της φυλής του Ασήρ. (Ιη 19:29) Ο Ασήρ, όμως, δεν κατάφερε ποτέ να καταλάβει ούτε αυτήν ούτε την ακόμη σημαντικότερη πόλη Ακό (Ακρ) στα Ν, ίσως λόγω του ότι ο φοινικικός στόλος αποτελούσε εμπόδιο. (Κρ 1:31, 32) Ο Σενναχειρείμ της Ασσυρίας κατέλαβε την πόλη την εποχή του Βασιλιά Εζεκία και τη μνημονεύει στα χρονικά του με το όνομα Ακζιμπί. Κατά τους ελληνορωμαϊκούς χρόνους ονομαζόταν Έκδιππα. Έχει ταυτιστεί με το εζ-Ζιμπ (Τελ Αχζίβ), περίπου 14 χλμ. Β της Ακό στις εκβολές του Ουάντι Καρν (Νάχαλ Κεζίβ).
-
-
ΑχίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙ
(Αχί) [από μια ρίζα που σημαίνει «αδελφός»].
1. Γιος του Αβδιήλ, κεφαλή οικογένειας από τη φυλή του Γαδ.—1Χρ 5:15.
2. Ένας από τους τέσσερις γιους του Σεμέρ και αρχηγός στη φυλή του Ασήρ από την οικογένεια του Βεριά.—1Χρ 7:30, 31, 34, 40.
-
-
ΑχιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΑ
(Αχιά) [Ο Ιεχωβά Είναι Αδελφός (Μου)].
1. Ο πέμπτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιεραμεήλ, από τη φυλή του Ιούδα.—1Χρ 2:25.
2. Κεφαλή οικογένειας στη φυλή του Βενιαμίν. (1Χρ 8:6, 7) Μερικοί πιστεύουν ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αχωά του εδαφίου 4.
3. Γιος του Αχιτώβ και δισέγγονος του Ηλεί. Υπηρέτησε ως αρχιερέας στη Σηλώ όταν ήταν βασιλιάς ο Σαούλ. (1Σα 14:3, 18) Μερικοί υποστηρίζουν πως ήταν είτε αδελφός του Αχιμέλεχ είτε, αντικαθιστώντας στο όνομά του το τελικό «-α» (στην εβραϊκή, γιαχ) με το «-μέλεχ», ο ίδιος ο Αχιμέλεχ.—1Σα 22:9.
4. Ένας από τους κραταιούς άντρες στο στρατό του Δαβίδ, ο οποίος ήταν Φελωνίτης.—1Χρ 11:36.
5. Λευίτης ο οποίος ήταν διορισμένος ως υπεύθυνος για τους θησαυρούς του οίκου του Ιεχωβά όταν ήταν βασιλιάς ο Δαβίδ.—1Χρ 26:20.
6. Γιος του Σεισά. Αυτός και ο αδελφός του ο Ελιορέφ ήταν άρχοντες που υπηρετούσαν ως γραμματείς του Σολομώντα.—1Βα 4:2, 3.
7. Προφήτης του Ιεχωβά που κατοικούσε στη Σηλώ και ο οποίος προείπε πώς θα διαιρούνταν το βασίλειο του Σολομώντα. Αφού έσκισε ένα καινούριο ένδυμα σε 12 κομμάτια, ο Αχιά έδωσε τα 10 στον Ιεροβοάμ και του υποσχέθηκε ότι, αν εκείνος αποδεικνυόταν πιστός, ο Ιεχωβά θα του οικοδομούσε “οίκο που θα διαρκούσε”. (1Βα 11:29-39· 12:15· 2Χρ 10:15) Έπειτα από χρόνια πονηρής διακυβέρνησης, ο Ιεροβοάμ έστειλε τη σύζυγό του να ρωτήσει τον Αχιά τι θα απογίνει ο άρρωστος γιος τους. Ο προφήτης, που είχε πια γεράσει και ήταν τυφλός, προείπε ότι το αγόρι θα πέθαινε σύντομα και ότι ο Ιεχωβά “θα σάρωνε τα πάντα πίσω από τον οίκο του Ιεροβοάμ, όπως καθαρίζει κάποιος τα κόπρανα”. (1Βα 14:2-18· 15:29) Η «προφητεία του Αχιά»—ένα από τα γραπτά κείμενα που περιείχαν τις υποθέσεις του Σολομώντα—σωζόταν κατά την εποχή που ο Έσδρας συνέταξε τα βιβλία των Χρονικών.—2Χρ 9:29.
8. Πατέρας του Βαασά ο οποίος συνωμότησε εναντίον του Ναδάβ και έγινε βασιλιάς του Ισραήλ. Ανήκε στη φυλή του Ισσάχαρ.—1Βα 15:27, 33· 2Βα 9:9.
9. Ένας από τους 44 επικεφαλής του λαού του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, συμμετείχε στο σφράγισμα της “αξιόπιστης συμφωνίας” του Νεεμία με την οποία δεσμεύτηκαν να περπατούν σύμφωνα με τους νόμους του Ιεχωβά.—Νε 10:26· 9:38.
-
-
ΑχιάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΑΜ
(Αχιάμ).
Γιος του Σαράρ (Σαχάρ) του Αραρίτη, ένας από τους 30 κραταιούς άντρες των στρατιωτικών δυνάμεων του Δαβίδ.—2Σα 23:33· 1Χρ 11:35.
-
-
ΑχιέζερΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΕΖΕΡ
(Αχιέζερ) [Ο Αδελφός μου Είναι Βοηθός].
1. Γιος του Αμμισαδαΐ ο οποίος εκλέχθηκε αρχηγός της φυλής του Δαν έναν χρόνο μετά την Έξοδο. (Αρ 1:1, 4, 12) Υπό αυτή την ιδιότητα βοήθησε τον Μωυσή στην απογραφή, είχε υπό τις διαταγές του την τρίφυλη υποδιαίρεση που κατά την πορεία σχημάτιζε την οπισθοφυλακή και έφερε την προσφορά του τη δέκατη ημέρα της εγκαινίασης του θυσιαστηρίου στη σκηνή της μαρτυρίας.—Αρ 2:25· 7:66, 71· 10:25.
2. Γιος του Σεμαά του Γαβααθίτη και επικεφαλής των κραταιών Βενιαμιτών που πρόσφεραν την υποστήριξή τους στον Δαβίδ, στη Σικλάγ.—1Χρ 12:1-3.
-
-
ΑχικάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΚΑΜ
(Αχικάμ) [Ο Αδελφός (μου) Έχει Σηκωθεί [για τη μάχη]].
Γιος του Σαφάν, του βασιλικού γραμματέα την περίοδο που βασίλευε ο Ιωσίας. Ο Αχικάμ ήταν ένας από τους πέντε που έστειλε ο Ιωσίας να ρωτήσουν την προφήτισσα Όλδα για τα όσα είχαν διαβάσει στο βιβλίο του Νόμου που είχε ανακαλυφτεί πρόσφατα. (2Βα 22:12-14· 2Χρ 34:20-22) Αργότερα προστάτεψε τη ζωή του Ιερεμία όταν απειλούνταν. (Ιερ 26:24) Ο γιος του Αχικάμ, ο Γεδαλίας, ήταν κυβερνήτης του Ιούδα μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ.—2Βα 25:22· Ιερ 40:5.
-
-
ΑχιμάαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΜΑΑΣ
(Αχιμάας).
1. Πατέρας της Αχινοάμ, της συζύγου του Σαούλ.—1Σα 14:50.
2. Γιος του ιερέα Σαδώκ και πατέρας του Αζαρία. (1Χρ 6:8, 9, 53) Όταν ο Αβεσσαλώμ στασίασε εναντίον του πατέρα του τού Δαβίδ και σφετερίστηκε το θρόνο, ο νεαρός Αχιμάας έπαιξε ζωτικό ρόλο στη μετάδοση μυστικών πληροφοριών στον Δαβίδ. Σε μια περίπτωση στην οποία παραλίγο θα έπιαναν αυτόν και το σύντροφό του, κρύφτηκαν σε ένα πηγάδι και μια γυναίκα κάλυψε το στόμιο του πηγαδιού με σιτηρά. (2Σα 15:27, 36· 17:17-21) Όταν σκοτώθηκε ο Αβεσσαλώμ, επιλέχθηκε ένας Χουσίτης δρομέας να μεταφέρει τα νέα στον Δαβίδ. Ο Αχιμάας επέμενε να του επιτραπεί να τρέξει και αυτός. Αφού του δόθηκε η άδεια, πέρασε τον πρώτο δρομέα και, καθώς έφτανε στην πόλη, τον αναγνώρισαν από το τρέξιμό του. «Αυτός είναι καλός άνθρωπος και πρέπει να έρχεται με καλά νέα», αναφώνησε ο Δαβίδ. Και έτσι αποδείχτηκε. Ο Αχιμάας είπε τα καλά νέα και άφησε τα άσχημα νέα για το δεύτερο δρομέα. (2Σα 18:19-32) Δεν είναι βέβαιο αν ο Αχιμάας ήταν ποτέ αρχιερέας. Μερικοί υποστηρίζουν ότι ίσως πέθανε πριν από τον πατέρα του, κάτι που επέτρεψε στο γιο του, τον Αζαρία, να διαδεχθεί τον Σαδώκ.—1Βα 4:2· 1Χρ 6:8-10.
3. Σύζυγος της κόρης του Σολομώντα Βασεμάθ και ένας από τους 12 διαχειριστές, ο οποίος είχε το διορισμό να προμηθεύει στο σπιτικό του βασιλιά τροφή από την περιοχή του Νεφθαλί έναν μήνα το χρόνο. (1Βα 4:7, 15) Μερικοί υποστηρίζουν ότι ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 2.
-
-
ΑχιμάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΜΑΝ
(Αχιμάν).
1. Αδελφός του Σεσαΐ και του Θαλμαΐ. Είναι πιθανό ότι τα ονόματα Αχιμάν, Σεσαΐ και Θαλμαΐ αντιπροσωπεύουν τρεις οικογένειες των Ανακίμ οι οποίες κατοικούσαν στη Χεβρών τον καιρό που οι Ισραηλίτες κατασκόπευσαν τη Χαναάν το 1512 Π.Κ.Χ. (Αρ 13:22, 28, 33) Πολλά χρόνια αργότερα ο Χάλεβ και οι κατακτητές Ιουδαίοι εκδίωξαν αυτούς τους Ανακίμ.—Ιη 14:10-15· 15:13, 14· Κρ 1:10.
2. Λευίτης και ένας από τους έμπιστους πυλωρούς της Ιερουσαλήμ μετά την επιστροφή από τη βαβυλωνιακή εξορία.—1Χρ 9:17, 18.
-
-
ΑχιμέλεχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΜΕΛΕΧ
(Αχιμέλεχ).
1. Γιος του Αχιτώβ και δισέγγονος του Ηλεί, αρχιερέας στη σκηνή της μαρτυρίας η οποία βρισκόταν στη Νωβ. Λόγω του ότι έδωσε βοήθεια στον Δαβίδ, μη γνωρίζοντας ότι εκείνος κρυβόταν από τον Σαούλ, ο Αχιμέλεχ (μαζί με άλλους 84 ιερείς του Ιεχωβά, καθώς και τους άντρες και τα γυναικόπαιδα της Νωβ) σφαγιάστηκε από τον Εδωμίτη Δωήκ. Ο Αβιάθαρ ήταν ο μόνος γιος του Αχιμέλεχ που γλίτωσε. (1Σα κεφ. 21, 22) Όταν αργότερα ο Δαβίδ συνέθεσε τον 52ο Ψαλμό, αναφέρθηκε στην αποτρόπαιη πράξη του Δωήκ. (Ψλ 52:Επιγρ.) Και ο Ιησούς μνημόνευσε την εμπειρία που είχε ο Δαβίδ με τον Αχιμέλεχ.—Ματ 12:3, 4· Μαρ 2:25, 26· Λου 6:3, 4· βλέπε ΑΧΙΑ Αρ. 3.
2. Γιος του Αβιάθαρ και εγγονός του Αχιμέλεχ τον οποίο σκότωσε ο Δωήκ.—1Χρ 18:16· 24:3, 6, 31.
3. Χετταίος ο οποίος δεν συνόδευσε τον Δαβίδ όταν εκείνος του ζήτησε να μπουν μαζί κρυφά στο στρατόπεδο του Σαούλ τη νύχτα.—1Σα 26:6, 7.
-
-
ΑχιμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΜΩΘ
(Αχιμώθ) [πιθανώς, Αδελφός του Θανάτου].
Λευίτης, γιος του Ελκανά, από την οικογένεια του Καάθ.—1Χρ 6:25.
-
-
ΑχιναδάβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΝΑΔΑΒ
(Αχιναδάβ) [Ο Αδελφός Είναι Πρόθυμος (Ευγενής· Γενναιόδωρος)].
Ένας από τους 12 διαχειριστές που είχαν την ευθύνη να προμηθεύουν τροφή στο βασιλικό οίκο του Σολομώντα εκ περιτροπής, έναν μήνα ο καθένας. (1Βα 4:7, 14) Η έδρα του ήταν στη Μαχαναΐμ και η περιοχή που του είχε ανατεθεί βρισκόταν στη νότια Γαλαάδ.
-
-
ΑχινοάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΝΟΑΜ
(Αχινοάμ) [Ο Αδελφός Είναι Τερπνότητα].
1. Σύζυγος του Βασιλιά Σαούλ, κόρη του Αχιμάας και, προφανώς, μητέρα του Ιωνάθαν.—1Σα 14:49, 50.
2. Η Ιεζραελίτισσα σύζυγος του Δαβίδ. (1Σα 25:43· 2Σα 2:2) Συνόδευσε τον Δαβίδ στην εξορία του στη Φιλιστία, αιχμαλωτίστηκε από Αμαληκίτες που έκαναν επιδρομή στη Σικλάγ και διασώθηκε αβλαβής. (1Σα 27:3· 30:5, 18) Αργότερα, στη Χεβρών, γέννησε τον πρωτότοκο του Δαβίδ, τον Αμνών.—2Σα 3:2· 1Χρ 3:1.
-
-
ΑχιούδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΟΥΔ
(Αχιούδ).
Παρότι στην ελληνική χρησιμοποιείται το ίδιο όνομα και για τα δύο παρακάτω πρόσωπα, στην εβραϊκή υπάρχουν δύο ονόματα που γράφονται διαφορετικά.
1. [Σημαίνει, πιθανώς, «Ο Αδελφός Είναι Αξιοπρέπεια»]. Γιος του Σελομί. Ως αρχηγός της φυλής του Ασήρ, επιλέχθηκε για να βοηθήσει στη διαμοίραση της Υποσχεμένης Γης στο λαό.—Αρ 34:18, 27, 29.
2. Αδελφός του Οζά από τη φυλή του Βενιαμίν.—1Χρ 8:7.
-
-
ΑχιράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΡΑΜ
(Αχιράμ) [Ο Αδελφός μου Είναι Υψηλός (Εξυψωμένος)].
Γιος του Βενιαμίν και ιδρυτής οικογένειας. (Αρ 26:38) Προφανώς είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Εχί του εδαφίου Γένεση 46:21 και τον Αχαρά του εδαφίου 1 Χρονικών 8:1.
-
-
ΑχιραμίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΡΑΜΙΤΕΣ
(Αχιραμίτες) [Του (Από τον) Αχιράμ].
Οικογένεια καταγόμενη από τον Αχιράμ, γιο του Βενιαμίν.—Αρ 26:38.
-
-
ΑχισαμάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΣΑΜΑΧ
(Αχισαμάχ) [Ο Αδελφός μου Έχει Στηρίξει].
Δανίτης, πατέρας του Οολιάβ, του επιδέξιου τεχνίτη που συνεργάστηκε με τον Βεσελεήλ στην κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας.—Εξ 31:2-6· 35:34· 38:23.
-
-
ΑχιτόφελΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΤΟΦΕΛ
(Αχιτόφελ).
Κάποιος άντρας που καταγόταν από τη Γιλώ, μια τοποθεσία στους λόφους του Ιούδα (2Σα 15:12), πατέρας του Ελιάμ, ενός από τους κραταιούς πολεμιστές του Δαβίδ, και πιθανώς παππούς της Βηθ-σαβεέ. (2Σα 11:3· 23:34) Η οξυδερκής συμβουλή του Αχιτόφελ, προσωπικού συμβούλου του Δαβίδ, έχαιρε εκτίμησης σαν να ήταν λόγος απευθείας από τον Ιεχωβά. (2Σα 16:23) Αργότερα, αυτός ο άλλοτε στενός σύντροφος έγινε πανούργος προδότης και συνέπραξε με τον Αβεσσαλώμ, το γιο του Δαβίδ, για την ανατροπή του βασιλιά. Ως πρωτοστάτης της ανταρσίας συμβούλεψε τον Αβεσσαλώμ να βιάσει τις παλλακίδες του Δαβίδ και του ζήτησε την άδεια να συγκεντρώσει ένα στράτευμα 12.000 αντρών για να καταδιώξει αμέσως και να σκοτώσει τον Δαβίδ ενόσω εκείνος ήταν αποδιοργανωμένος και αδύναμος. (2Σα 15:31· 16:15, 21· 17:1-4) Όταν ο Ιεχωβά ανέτρεψε το θρασύ σχέδιό του και ακολουθήθηκε η συμβουλή του Χουσαΐ, ο Αχιτόφελ προφανώς συνειδητοποίησε ότι η εξέγερση του Αβεσσαλώμ θα αποτύγχανε. (2Σα 15:32-34· 17:5-14) Αυτοκτόνησε και θάφτηκε μαζί με τους προπάτορές του. (2Σα 17:23) Αν εξαιρέσουμε τις μάχες, αυτή είναι η μοναδική περίπτωση αυτοκτονίας που αναφέρεται στις Εβραϊκές Γραφές. Τα εδάφια Ψαλμός 55:12-14 προφανώς παραπέμπουν στην προδοτική συμπεριφορά του.
-
-
ΑχιτώβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΤΩΒ
(Αχιτώβ) [Ο Αδελφός μου Είναι Αγαθότητα].
1. Απόγονος του Ιθάμαρ, γιου του Ααρών. Γιος του Φινεές και εγγονός του Αρχιερέα Ηλεί. (1Σα 14:3· 1Χρ 24:3) Μετά το θάνατο του πατέρα του και του παππού του οι οποίοι πέθαναν την ίδια ημέρα, ο Αχιτώβ πιθανώς υπηρέτησε ως αρχιερέας. (1Σα 4:17, 18) Ο γιος του, ο Αρχιερέας Αχιμέλεχ, φονεύτηκε κατόπιν εντολής του Σαούλ.—1Σα 22:9-20.
2. Γιος του Αμαρία, απόγονος του Ελεάζαρ, γιου του Ααρών. (1Χρ 6:3-8) Δεν υπάρχει ένδειξη ότι υπηρέτησε ως αρχιερέας. Αυτό το αξίωμα ανήκε στη γραμμή του Ιθάμαρ εκείνη την εποχή. Ο γιος του Αχιτώβ, ο Σαδώκ, υπηρέτησε ως δευτερεύων ιερέας, και όχι ως αρχιερέας, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαβίδ, και στη συνέχεια, στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, διορίστηκε αρχιερέας ως αντικαταστάτης του Αβιάθαρ.—2Σα 8:17· 1Χρ 18:16· 1Βα 1:8· 2:27.
3. Άλλος ένας ιερέας, ο οποίος ήταν απόγονος του Αχιτώβ Αρ. 2. Στους γενεαλογικούς καταλόγους παρεμβάλλεται ένα σχόλιο που αναφέρει ότι «ηγούνταν στον οίκο του αληθινού Θεού». (1Χρ 9:11· Νε 11:11) Και ο δικός του πατέρας ονομαζόταν Αμαρίας, και από τα εδάφια 1 Χρονικών 9:11 και Νεεμίας 11:11 φαίνεται ότι γιος του ήταν ο Μεραϊώθ και εγγονός του ο Σαδώκ.—1Χρ 6:11, 12· Εσδ 7:2.
-
-
ΑχιώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΙΩ
(Αχιώ) [συντετμημένη μορφή του εβρ. Αχιγιάχ (Αχιά)· ή, πιθανώς, Μικρός Αδελφός].
1. Προφανώς, γιος του Βεριά και εγγονός του Ελφαάλ, από τη φυλή του Βενιαμίν.—1Χρ 8:12-16.
2. Βενιαμίτης, γιος του Ιεϊήλ από τη σύζυγό του τη Μααχά.—1Χρ 8:29, 31· 9:35-37.
3. Γιος του Αβιναδάβ από την Κιριάθ-ιαρίμ. Ενώ η κιβωτός της διαθήκης μεταφερόταν στην Ιερουσαλήμ με μια καινούρια άμαξα, ο Αχιώ περπατούσε μπροστά όταν ο αδελφός του ο Ουζά πατάχθηκε επειδή άγγιξε την Κιβωτό.—2Σα 6:3, 4· 1Χρ 13:7-10.
-
-
ΑχμονίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΜΟΝΙ
(Αχμονί) [πιθανώς, Σοφός].
1. Πρόγονος του Ζαβδιήλ και του γιου του, του Ιασωβεάμ. Ο Ιασωβεάμ ήταν επικεφαλής των τριών κραταιότερων αντρών του Δαβίδ και αποκαλείται «γιος ενός Αχμονίτη». (1Χρ 11:11· 27:2) Ο προσδιορισμός «Αχμονίτης» εμφανίζεται με τη μορφή «Ταχεμονίτης» στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 23:8. Αν το εδάφιο 1 Χρονικών 12:6 αναφέρεται στον ίδιο Ιασωβεάμ, τότε οι Αχμονίτες ήταν απόγονοι του Λευίτη Κορέ.—Βλέπε ΙΟΣΕΒ-ΒΑΣΕΒΕΘ.
2. Πατέρας ή πρόγονος του Ιεχιήλ. Ο Ιεχιήλ ήταν με τους γιους του Βασιλιά Δαβίδ, ίσως ως προσωπικός τους εκπαιδευτής. (1Χρ 27:32) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 1 πιο πάνω.
-
-
ΑχμονίτεςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΜΟΝΙΤΗΣ
Βλέπε ΑΧΜΟΝΙ Αρ. 1.
-
-
ΑχνόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΝΟΣ
Βλέπε ΟΜΙΧΛΗ.
-
-
ΑχουζάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΟΥΖΑΜ
(Αχουζάμ) [από μια ρίζα που σημαίνει «κρατώ»].
Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος του Ασχούρ, από τη φυλή του Ιούδα, τον οποίο απέκτησε από τη σύζυγό του Νααρά.—1Χρ 4:5, 6· 2:3-5, 24.
-
-
ΑχουμαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΟΥΜΑΪ
(Αχουμαΐ).
Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος του Ιαάθ στους γενεαλογικούς καταλόγους του Ιούδα.—1Χρ 4:1, 2.
-
-
ΑχσάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΣΑΝ
(Αχσάν) [Περισφύριο].
Κόρη του κατασκόπου Χάλεβ από τη φυλή του Ιούδα, την οποία εκείνος πρόσφερε σε γάμο ως έπαθλο για όποιον θα καταλάμβανε το οχυρό της Δεβίρ στη νεοαποκτηθείσα περιοχή του Ιούδα. Ο ανιψιός του Χάλεβ, ο Γοθονιήλ, ο οποίος έγινε προφανώς ο πρώτος κριτής μετά τον Ιησού του Ναυή (Κρ 3:9, 10), το κατέλαβε και ως ανταμοιβή πήρε για σύζυγό του την εξαδέλφη του την Αχσάν.—Βλέπε ΓΟΘΟΝΙΗΛ.
Όταν η Αχσάν έφυγε για το καινούριο της σπίτι, ζήτησε και έλαβε από τον πατέρα της ένα επιπρόσθετο εκλεκτό δώρο, μια περιοχή που περιλάμβανε την Άνω και Κάτω Γουλλώθ. (Ιη 15:15-19· Κρ 1:12-15) Η Αχσάν πιθανόν να ήταν η μητέρα του Αθάθ.—1Χρ 4:13.
-
-
ΑχσάφΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΣΑΦ
(Αχσάφ) [Τόπος Άσκησης Μαγγανείας].
Βασιλική πόλη της Χαναάν, ο βασιλιάς της οποίας, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα του Ιαβίν, του βασιλιά της Ασώρ, συντάχθηκε με τους βασιλιάδες που στρατοπέδευσαν στα νερά της Μερώμ προκειμένου να πολεμήσουν εναντίον του Ισραήλ. (Ιη 11:1, 5) Ο ίδιος σκοτώθηκε στη μάχη που ακολούθησε. (Ιη 12:7, 20) Η πόλη Αχσάφ περιλήφθηκε αργότερα στην περιοχή που παραχωρήθηκε ως κληρονομιά στη φυλή του Ασήρ.—Ιη 19:25.
Μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι η Αχσάφ ταυτίζεται με το Τελλ Κισάν (Τελ Κισόν), μια τοποθεσία περίπου 10 χλμ. ΝΑ της Ακό (Ακρ). Ωστόσο άλλοι υποστηρίζουν την εκδοχή να ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Χαρμπάτζ (Τελ Ρέγκεβ), περίπου 11 χλμ. ΝΑ της Χάιφας.
-
-
ΆχυροΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΥΡΟ
Τα ξερά καλάμια διαφόρων δημητριακών, όπως του κριθαριού και του σιταριού, και το λεπτό προστατευτικό κάλυμμα ή περίβλημα των σπόρων τους. Στην Αγία Γραφή, το άχυρο προσδιορίζει κυρίως τα υπολείμματα που απομένουν μετά την ολοκλήρωση του αλωνίσματος. Στην αρχαιότητα το άχυρο, είτε σκέτο είτε αναμειγμένο με άλλες ζωοτροφές, χρησίμευε ως φορβή για τα κατοικίδια ζώα. (Γε 24:25, 32· Κρ 19:19· 1Βα 4:28· Ησ 11:7· 65:25) Χρησιμοποιούνταν επίσης στην κατασκευή πλίθων.—Εξ 5:7-18· βλέπε ΠΛΙΘΟΣ.
Μολονότι οι Βιβλικές αναφορές στο άχυρο είναι κυρίως μεταφορικές, αντανακλούν τις αλωνιστικές διαδικασίες που ήταν κοινές στους αρχαίους χρόνους. Μετά το θερισμό, οι μη εδώδιμοι φλοιοί που περιέβαλλαν τους πολύτιμους σπόρους ήταν άχρηστοι, γι’ αυτό και αποτελούσαν κατάλληλο σύμβολο πραγμάτων που ήταν ανούσια, άνευ αξίας και ανεπιθύμητα, που έπρεπε να ξεχωριστούν από τα καλά πράγματα και να πεταχτούν.
Κατ’ αρχάς, το αλώνισμα έσπαζε τον καρπό και τον απελευθέρωνε από το περίβλημα. Κατόπιν με το λίχνισμα, το ελαφρύ άχυρο παρασυρόταν όπως το λεπτό χώμα από τον άνεμο. (Βλέπε ΛΙΧΝΙΣΜΑ.) Αυτό καταδεικνύει παραστατικά πώς ο Ιεχωβά Θεός απομακρύνει τους αποστάτες μέσα από το λαό του και αποβάλλει τους πονηρούς και τα ενάντια έθνη. (Ιωβ 21:18· Ψλ 1:4· 35:5· Ησ 17:13· 29:5· 41:15· Ωσ 13:3) Η Βασιλεία του Θεού θα συντρίψει τους εχθρούς της κονιορτοποιώντας τους ώστε να μπορούν εύκολα να παρασυρθούν σαν το άχυρο.—Δα 2:35.
Το άχυρο χρησιμοποιείται επίσης σε αλληγορικές εικόνες αναφορικά με την καθυπόταξη και την ταπείνωση του Μωάβ. (Ησ 25:10-12) Ο κραταιός Λευιάθαν λέγεται ότι θεωρεί το σίδερο σαν άχυρο.—Ιωβ 41:1, 27.
Το άχρηστο άχυρο πολλές φορές το μάζευαν και το έκαιγαν για να μην το παρασύρει ο άνεμος και το ρίξει ξανά στις θημωνιές των σιτηρών. Παρόμοια, ο Ιωάννης ο Βαφτιστής προείπε την ερχόμενη πύρινη καταστροφή των πονηρών οπαδών της ψεύτικης θρησκείας—ο Αλωνιστής, ο Ιησούς Χριστός, θα μαζέψει το σιτάρι, «αλλά το άχυρο θα το κατακάψει με φωτιά η οποία δεν μπορεί να σβηστεί».—Ματ 3:7-12· Λου 3:17· βλέπε ΑΛΩΝΙΣΜΑ.
-
-
Αχωά, Αχωχί, ΑχωχίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΩΑ
(Αχωά), ΑΧΩΧΙ (Αχωχί), ΑΧΩΧΙΤΗΣ (Αχωχίτης).
Απόγονος του Βενιαμίν μέσω του Βελά. (1Χρ 8:1-4) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αχιά του εδαφίου 1 Χρονικών 8:7. Μερικοί από τους απογόνους του τους Αχωχίτες ήταν διακεκριμένοι πολεμιστές στο στρατό του Δαβίδ.—2Σα 23:9, 28· 1Χρ 11:12, 29· 27:4.
-
-
ΑχώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΧΩΡ
(Αχώρ) [Εξοστρακισμός· Προβλήματα].
Κοιλάδα που αποτελούσε τμήμα του βορειοανατολικού ορίου της περιοχής την οποία κατείχε η φυλή του Ιούδα. (Ιη 15:7) Το όνομα της κοιλάδας, το οποίο σημαίνει «Εξοστρακισμός· Προβλήματα», προέρχεται από το γεγονός ότι εκεί θανατώθηκε με λιθοβολισμό ο Αχάν και το σπιτικό του. Ο Αχάν είχε κλέψει και είχε κρύψει μερικά λάφυρα από την κατάληψη της Ιεριχώς, πράγμα που επέφερε εξοστρακισμό στο έθνος του Ισραήλ, περιλαμβανομένης και της ήττας κατά την πρώτη επίθεση εναντίον της Γαι.—Ιη 7:5-26.
Μερικοί έχουν ταυτίσει την Κοιλάδα Αχώρ με το Ουάντι ελ Κιλτ, μια ρεματιά που περνάει κοντά από την Ιεριχώ. Ωστόσο, με βάση την περιγραφή της θέσης της στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 15:7, φαίνεται πως η κοιλάδα βρισκόταν νοτιότερα, και η δήλωση στο εδάφιο Ησαΐας 65:10 υποδεικνύει έναν πιο ανοιχτό, πιο ευρύχωρο τόπο. Ως εκ τούτου, κατά την τρέχουσα άποψη άλλων ταυτίζεται με το ελ Μπουκέια (Μπικάτ Χουρεκανιά), ένα γυμνό χαμηλό οροπέδιο ή λεκάνη που εκτείνεται Β και Ν του Ουάντι Κουμράν (Νάχαλ Κούμραν) κοντά στη βορειοδυτική γωνία της Νεκράς Θαλάσσης. Αρχαιολογικές έρευνες εκεί έχουν φέρει στο φως τοποθεσίες αρχαίων πόλεων ή φρουρίων, καθώς και δίκτυα φραγμάτων.
Στο εδάφιο Ωσηέ 2:15 ο Ιεχωβά κάνει αναδρομή στη νεότητα του Ισραήλ τον καιρό της Εξόδου, και σε μια προφητεία για αποκατάσταση από τη μελλοντική αιχμαλωσία υπόσχεται ότι “η κοιλάδα Αχώρ”, η οποία ήταν κάποτε τόπος εξοστρακισμού, θα γίνει τότε “είσοδος στην ελπίδα”. Παρότι δε η περιοχή είναι έρημη, σε μια παρόμοια προφητεία αποκατάστασης ο Θεός προλέγει ότι η κοιλάδα Αχώρ θα γίνει «τόπος ανάπαυσης για βόδια».—Ησ 65:10.
-
-
ΑψιθιάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΨΙΘΙΑ
[εβρ. κείμενο, λα‛ανάχ· ελλ. κείμενο, ἄψινθος].
Φυτό του γένους αρτεμισία (Artemisia), ενός γένους που περιλαμβάνει πολλά φυτά, αρκετά από τα οποία είναι ξυλώδη, με έντονα πικρή γεύση και δυνατό άρωμα. Στην Παλαιστίνη—ιδιαίτερα σε ερήμους—συναντώνται αρκετά είδη αυτού του γένους. Το κοινότερο είναι το είδος Artemisia herba-alba, ένας μικρός θάμνος που φτάνει σε ύψος τα 40 εκ. Στην Αγία Γραφή, η αψιθιά παραβάλλεται με τα επακόλουθα της ανηθικότητας (Παρ 5:4) και με τις πικρές εμπειρίες που επρόκειτο να ζήσουν, και όντως έζησαν, ο Ιούδας και η Ιερουσαλήμ στα χέρια των Βαβυλωνίων. (Ιερ 9:15· 23:15· Θρ 3:15, 19) Συμβολίζει επίσης την έλλειψη ευθυκρισίας και την αδικία (Αμ 5:7· 6:12), και χρησιμοποιείται αναφορικά με τους αποστάτες. (Δευ 29:18) Στο εδάφιο Αποκάλυψη 8:11, η αψιθιά υποδηλώνει μια πικρή και δηλητηριώδη ουσία.
-
-
ΑώδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΩΔ
(Αώδ).
1. Απόγονος του Ιεδιαήλ από τη φυλή του Βενιαμίν μέσω του Βαλαάν, γενναίος και κραταιός άντρας.—1Χρ 7:6, 10, 11.
2. Γιος του Γηρά από τη φυλή του Βενιαμίν. (Κρ 3:15) Ο Αώδ εκλέχθηκε από τον Θεό για να ελευθερώσει το έθνος από τη 18χρονη υποτέλειά του στον Βασιλιά Εγλών του Μωάβ—μια καταδυνάστευση την οποία είχε επιτρέψει ο Θεός επειδή «έπρατταν το κακό στα μάτια του Ιεχωβά».—Κρ 3:12-14.
Όταν οι Ισραηλίτες άρχισαν να καλούν τον Ιεχωβά σε βοήθεια, ο Θεός ήγειρε τον Αώδ ως «σωτήρα». Κάποια στιγμή, οι Ισραηλίτες έστειλαν φόρο υποτελείας στον Εγλών μέσω του Αώδ, ο οποίος είχε φτιάξει ένα δίκοπο σπαθί που είχε «μήκος έναν πήχη [εβρ., γκόμεδ]». Στην πραγματικότητα, δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα η μονάδα μήκους της συγκεκριμένης περίπτωσης. Μερικοί πιστεύουν ότι επρόκειτο για έναν μικρό πήχη μήκους 38 εκ. περίπου. Ο Αώδ ήταν αριστερόχειρας, ή κατά κυριολεξία «άντρας κλεισμένος (εμποδισμένος) από το δεξί του χέρι». Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ο Αώδ ήταν ανάπηρος, επειδή ανάλογη εβραϊκή φρασεολογία χρησιμοποιείται και για 700 Βενιαμίτες πολεμιστές, οι οποίοι ήταν απίθανο να είχαν κάποιο σωματικό ελάττωμα—απλώς ήταν «αριστερόχειρες» και προφανώς αμφοτεροδέξιοι. (Κρ 3:15, 16, υποσ.· 20:16· παράβαλε 1Χρ 12:2.) Η Αγία Γραφή δεν λέει συγκεκριμένα ότι ο Αώδ ήταν αμφοτεροδέξιος, μολονότι αυτό είναι πιθανό. Ωστόσο, επειδή ήταν αριστερόχειρας, ζώστηκε το σπαθί του κάτω από το ένδυμά του, πάνω στο δεξιό του μηρό.
Αφού έδωσε το φόρο υποτελείας, ο Αώδ έδιωξε τους ανθρώπους που είχαν μεταφέρει το φόρο, αλλά εκείνος επέστρεψε από τα λατομεία των Γαλγάλων. Κατόπιν ήρθε στον Εγλών ενώ ο Μωαβίτης βασιλιάς καθόταν στο ανώγειό του και του είπε: «Λόγο του Θεού έχω για εσένα». Γεμάτος περιέργεια, ο Εγλών σηκώθηκε από το θρόνο του. Τότε ο Αώδ «άπλωσε το αριστερό του χέρι και τράβηξε το σπαθί από το δεξιό του μηρό» και το βύθισε στην κοιλιά του παχύσαρκου Εγλών, έτσι ώστε «μπήκε μέσα και η λαβή έπειτα από τη λεπίδα, ώστε το πάχος κάλυψε τη λεπίδα». Ένας δεξιόχειρας θα τραβούσε προφανώς το σπαθί του από την αριστερή πλευρά του σώματός του. Επομένως, είναι απίθανο να περίμενε ο Εγλών ότι ο Αώδ θα τραβούσε σπαθί από το δεξιό του μηρό, χρησιμοποιώντας το αριστερό του χέρι. Τώρα που ο ηγεμόνας του εχθρού ήταν πια νεκρός, ο Αώδ διέφυγε από το άνοιγμα για τον εξαερισμό, αφού έκλεισε και κλείδωσε τις πόρτες του ανωγείου πίσω του. Όταν τελικά οι υπηρέτες του Εγλών άνοιξαν τις πόρτες, βρήκαν «τον κύριό τους πεσμένο στη γη, νεκρό!»—Κρ 3:15-25.
Αφού ο Αώδ διέφυγε στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ, παρέταξε ένα στράτευμα Ισραηλιτών λέγοντάς τους: «Ακολουθήστε με, επειδή ο Ιεχωβά έδωσε τους εχθρούς σας, τους Μωαβίτες, στο χέρι σας». Αφού έπιασαν τα περάσματα του Ιορδάνη, οι Ισραηλίτες απέκοψαν την οπισθοχώρηση των Μωαβιτών προς την πατρίδα τους. Αναμφίβολα οι Μωαβίτες είχαν ήδη πολύ χαμηλό ηθικό εξαιτίας του θανάτου του βασιλιά τους, και έτσι πατάχθηκαν από τους Ισραηλίτες 10.000 Μωαβίτες, «όλοι τους ρωμαλέοι και όλοι τους γενναίοι άντρες· και δεν διέφυγε ούτε ένας». Εφόσον ο Μωάβ καθυποτάχθηκε κάτω από το χέρι του Ισραήλ και την ηγεσία του Αώδ, «ο τόπος δεν είχε άλλη αναστάτωση επί ογδόντα χρόνια».—Κρ 3:26-30.
Ο Αώδ δεν αποκαλείται συγκεκριμένα «Κριτής Αώδ», αλλά χαρακτηρίζεται “σωτήρας”. (Κρ 3:15) Εντούτοις, ο Γοθονιήλ αποκαλούνταν και “σωτήρας” και «κριτής» (Κρ 3:9, 10), ενώ η εν λόγω περίοδος ήταν η εποχή των Κριτών. Επομένως, ο Αώδ προφανώς θεωρούνταν όχι μόνο “σωτήρας” αλλά και κριτής.
3. Όνομα το οποίο εμφανίζεται μεταξύ των απογόνων του Βενιαμίν στα εδάφια 1 Χρονικών 8:1, 6.
-
-
ΒάαλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ
(Βάαλ) [Ιδιοκτήτης· Κύριος].
1. Ο τέταρτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιεϊήλ, ενός Βενιαμίτη.—1Χρ 8:29, 30· 9:35, 36.
2. Ρουβηνίτης του οποίου ο γιος, ο Βηράχ, ήταν ανάμεσα σε εκείνους που αιχμαλωτίστηκαν από τον Ασσύριο βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄.—1Χρ 5:5, 6, 26.
3. Πόλη των Συμεωνιτών που παρεμβαλλόταν στην εδαφική περιοχή του Ιούδα. Προφανώς ταυτίζεται με τη Βααλάθ-βηρ και τη Ραμά του νότου (ή της Νεγκέμπ).—Παράβαλε 1Χρ 4:32, 33 και Ιη 19:7-9.
4. Στις Γραφές, η εβραϊκή λέξη μπά‛αλ χρησιμοποιείται αναφορικά με (1) έναν σύζυγο ως ιδιοκτήτη της συζύγου του (Γε 20:3)· (2) κτηματίες (Ιη 24:11, υποσ.)· (3) “κατόχους των εθνών” (Ησ 16:8, υποσ.)· (4) άτομα “που είχαν συνθήκη” (κατά κυριολεξία, “ιδιοκτήτες [κυρίους] διαθήκης”) (Γε 14:13, υποσ.)· (5) ιδιοκτήτες ή κατόχους αγαθών (Εξ 21:28, 34· 22:8· 2Βα 1:8, υποσ.)· (6) πρόσωπα ή πράγματα που έχουν κάτι το οποίο χαρακτηρίζει τη φύση τους, τη συμπεριφορά τους, την απασχόλησή τους και τα λοιπά, όπως για έναν τοξότη (κατά κυριολεξία, «κάποιον που κατέχει βέλη») (Γε 49:23), έναν “πιστωτή του χρέους” (κατά κυριολεξία, «κάτοχο χρέους του χεριού του») (Δευ 15:2), έναν “άνθρωπο θυμώδη” (κατά κυριολεξία, «κάτοχο θυμού») (Παρ 22:24), έναν “δικαστικό αντίπαλο” (κατά κυριολεξία, «κάτοχο της κρίσης») (Ησ 50:8, υποσ.)· (7) τον Ιεχωβά (Ωσ 2:16)· (8) ψεύτικους θεούς (Κρ 2:11, 13).
Ο όρος χαμπ Μπά‛αλ (ο Βάαλ) είναι ο προσδιορισμός που χρησιμοποιείται για τον ψεύτικο θεό Βάαλ. Η έκφραση χαμπ Μπε‛αλίμ (οι Βάαλ) αναφέρεται σε διάφορες τοπικές θεότητες που, όπως θεωρούνταν, είχαν υπό την ιδιοκτησία τους ή την κατοχή τους συγκεκριμένες τοποθεσίες στις οποίες ασκούσαν επιρροή.
Ο όρος «Βάαλ» εμφανίζεται μία φορά στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, στο εδάφιο Ρωμαίους 11:4, όπου, στο πρωτότυπο κείμενο, συνοδεύεται από το οριστικό άρθρο ἡ. Ο Τζον Νιούτον, σχολιάζοντας τη χρήση άρθρου θηλυκού γένους πριν από τη λέξη «Βάαλ» στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στο εδάφιο Ρωμαίους 11:4, έγραψε τα ακόλουθα σε μια πραγματεία για τη λατρεία του Βάαλ: «Παρότι στην εβραϊκή ο Βάαλ είναι αρσενικού γένους, [χαμπ Μπά‛αλ], ο κύριος, ωστόσο αποκαλείται [η Βάαλ], = η κυρία, στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα· Ωσ. 2:8· Σοφ. 1:4· και στην Καινή Διαθήκη, Ρωμαίους 11:4. Στα πλαίσια της ακόλαστης λατρείας αυτής της ανδρόγυνης ή αμφίφυλης θεότητας, οι άντρες φορούσαν σε ορισμένες περιπτώσεις γυναικεία ρούχα, ενώ οι γυναίκες εμφανίζονταν με αντρική αμφίεση, κραδαίνοντας όπλα».—Αρχαίος Ειδωλολατρικός και Σύγχρονος Χριστιανικός Συμβολισμός (Ancient Pagan and Modern Christian Symbolism), του Τ. Ίνμαν, 1875, σ. 119.
Στην ιστορία του Ισραήλ ο Ιεχωβά αναφέρεται ενίοτε ως «Βάαλ», με την έννοια ότι ήταν ο Ιδιοκτήτης ή ο Σύζυγος του έθνους. (Ησ 54:5) Επιπλέον, οι Ισραηλίτες αποστάτες ίσως έκαναν έναν ανάρμοστο συσχετισμό του Ιεχωβά με τον Βάαλ. Αυτό φαίνεται να προκύπτει από την προφητεία του Ωσηέ η οποία έλεγε ότι θα ερχόταν η εποχή που ο Ισραήλ, αφού θα είχε πάει εξορία και θα είχε αποκατασταθεί στην πατρίδα του, θα αποκαλούσε μετανοημένος τον Ιεχωβά «Ο σύζυγός μου», και όχι πια «Ο ιδιοκτήτης μου» («Ο Βάαλ μου», AT, ΒΑΜ, ΛΧ). Τα συμφραζόμενα αφήνουν να εννοηθεί ότι ο χαρακτηρισμός «Βάαλ» και οι συσχετισμοί του με τον ψεύτικο θεό δεν θα έβγαιναν ποτέ πια ξανά από τα χείλη των Ισραηλιτών. (Ωσ 2:9-17) Μερικοί θεωρούν πως η άσχημη έννοια που φαίνεται ότι είχε προσλάβει η εβραϊκή λέξη μπά‛αλ, ως αποτέλεσμα του συσχετισμού της με την έκφυλη λατρεία του Βάαλ, ήταν ο λόγος για τον οποίο ο συγγραφέας του βιβλίου Δεύτερο Σαμουήλ χρησιμοποίησε τα ονόματα «Ις-βοσθέ» και «Μεφιβοσθέ» (το συνθετικό «βοσθέ» αντιστοιχεί στη λέξη μπόσεθ που σημαίνει ντροπή) αντί των «Εσβάαλ» και «Μερίβ-βάαλ».—2Σα 2:8· 9:6· 1Χρ 8:33, 34· βλέπε ΙΣ-ΒΟΣΘΕ.
Η Λατρεία του Βάαλ. Πέρα από τις πολλές Γραφικές αναφορές στη λατρεία του Βάαλ ελάχιστα ήταν γνωστά για αυτή τη λατρεία, μέχρις ότου ανασκαφές στην Ουγκαρίτ (τη σημερινή Ρας Σάμρα στα συριακά παράλια, απέναντι από το βορειοανατολικό άκρο της Κύπρου) έφεραν στο φως πολλά θρησκευτικά τεχνουργήματα και εκατοντάδες πήλινες πινακίδες. Πολλά από αυτά τα αρχαία έγγραφα, τα οποία είναι τώρα γνωστά ως κείμενα της Ρας Σάμρα, πιστεύεται ότι περιέχουν τις λειτουργίες ή τα λόγια που απάγγελλαν οι συμμετέχοντες στις τελετουργίες των θρησκευτικών γιορτών.
Στα κείμενα της Ρας Σάμρα, ο Βάαλ (αποκαλούμενος και Αλιγιάν [υπερισχύων] Βάαλ) αναφέρεται ως «Ζαβούλ [Άρχοντας], Κύριος της Γης» και ως «ο Ιππέας των Νεφών». Αυτό συμφωνεί με μια αναπαράσταση του Βάαλ η οποία τον παρουσιάζει με ρόπαλο ή εξουσιαστική ράβδο στο δεξί του χέρι και μια σχηματική παράσταση κεραυνού που καταλήγει σε αιχμή δόρατος στο αριστερό του. Επίσης απεικονίζεται με περικεφαλαία που φέρει κέρατα, κάτι που υποδηλώνει στενό συσχετισμό με τον ταύρο, σύμβολο της γονιμότητας.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, από τα τέλη Απριλίου μέχρι τον Σεπτέμβριο δεν βρέχει σχεδόν καθόλου στην Παλαιστίνη. Οι βροχές αρχίζουν τον Οκτώβριο και συνεχίζονται όλο το χειμώνα μέχρι τον Απρίλιο, με αποτέλεσμα να υπάρχει άφθονη βλάστηση. Επικρατούσε η αντίληψη ότι οι εναλλαγές των εποχών και τα συνακόλουθα φαινόμενα λάβαιναν χώρα κατά κύκλους λόγω των ατέρμονων συγκρούσεων μεταξύ των θεών. Η διακοπή των βροχών και η ξήρανση της βλάστησης αποδίδονταν στο θρίαμβο του θεού Μοτ (θάνατος και ανυδρία) επί του Βάαλ (βροχή και γονιμότητα), κατόπιν του οποίου ο Βάαλ εξαναγκαζόταν να αποσυρθεί στα έγκατα της γης. Η έναρξη της εποχής των βροχών υποδήλωνε, όπως πίστευαν, την αναβίωση του Βάαλ, την οποία απέδιδαν στο θρίαμβο της αδελφής του Βάαλ, της Ανάθ, επί του Μοτ. Ο θρίαμβος αυτός επέτρεπε στον αδελφό της τον Βάαλ να επιστρέψει στο θρόνο του. Η συνεύρεση του Βάαλ με τη σύζυγό του, πιθανώς την Αστορέθ, θεωρούνταν ότι εξασφάλιζε γονιμότητα για το επόμενο έτος.
Οι Χαναναίοι, που ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, πιθανότατα πίστευαν πως η συμμετοχή τους σε μια ορισμένη τελετουργία, η οποία αποτελούσε ένα είδος μιμητικής μαγείας, υποκινούσε τους θεούς τους σε πράξεις αντίστοιχες με αυτές στις οποίες προέβαιναν οι ίδιοι στις θρησκευτικές γιορτές τους και ήταν απαραίτητη για να διασφαλιστεί η γονιμότητα της γης και των ζώων το επόμενο έτος καθώς και για να αποτραπεί η ξηρασία, η μάστιγα των ακρίδων και ούτω καθεξής. Επομένως, η αναβίωση του Βάαλ, η ενθρόνισή του και η συνεύρεσή του με τη σύζυγό του προφανώς εορτάζονταν με ακόλαστες τελετές γονιμότητας που χαρακτηρίζονταν από σεξουαλικά όργια αχαλίνωτης ασωτίας.
Χωρίς αμφιβολία κάθε χαναανιτική πόλη είχε δικό της ιερό του Βάαλ, προς τιμήν του τοπικού πολιούχου Βάαλ, με ιερείς διορισμένους να διευθύνουν τη λατρεία σε αυτά τα ιερά και στα πολλά τεμένη που υπήρχαν σε γειτονικούς λόφους, τα οποία ήταν γνωστά ως υψηλοί τόποι. (Παράβαλε 2Βα 17:32.) Μέσα στα τεμένη πιθανόν να υπήρχαν ομοιώματα ή αναπαραστάσεις του Βάαλ, ενώ κοντά στα υπαίθρια θυσιαστήρια υπήρχαν πέτρινες στήλες (μάλλον φαλλικά σύμβολα του Βάαλ), ιεροί στύλοι που συμβόλιζαν τη θεά Ασεράχ και στήλες θυμιάματος. (Παράβαλε 2Χρ 34:4-7· βλέπε ΙΕΡΟΣ ΣΤΥΛΟΣ.) Στους υψηλούς τόπους υπηρετούσαν ιερόδουλοι και ιερόδουλες και, εκτός από την τελετουργική πορνεία, λάβαιναν χώρα εκεί ακόμη και θυσίες παιδιών. (Παράβαλε 1Βα 14:23, 24· Ωσ 4:13, 14· Ησ 57:5· Ιερ 7:31· 19:5.) Η λατρεία του Βάαλ ασκούνταν επίσης στις ταράτσες των σπιτιών, όπου έβλεπε συχνά κανείς να υψώνουν καπνό θυσίας προς το θεό τους.—Ιερ 32:29.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι τόσο ο Βάαλ όσο και άλλοι θεοί και θεές που ανήκαν στο χαναανιτικό πάνθεο ταυτίζονταν στη διάνοια των λάτρεών τους με συγκεκριμένα ουράνια σώματα. Για παράδειγμα, ένα από τα κείμενα της Ρας Σάμρα κάνει λόγο για μια προσφορά στη «Βασίλισσα Σαπάς (τον Ήλιο) και στα άστρα» ενώ ένα άλλο κάνει λόγο για «το στράτευμα του ήλιου και το τάγμα της ημέρας».
Γι’ αυτό και είναι αξιοσημείωτο το ότι η Αγία Γραφή κάνει αρκετές αναφορές στα ουράνια σώματα σε συνάρτηση με τη λατρεία του Βάαλ. Το Γραφικό υπόμνημα δηλώνει τα εξής, περιγράφοντας την αχαλίνωτη πορεία του βασιλείου του Ισραήλ: «Εγκατέλειπαν όλες τις εντολές του Ιεχωβά . . . , και άρχισαν να προσκυνούν όλο το στράτευμα των ουρανών και να υπηρετούν τον Βάαλ». (2Βα 17:16) Σε σχέση με το βασίλειο του Ιούδα αναφέρεται ότι ακριβώς μέσα στο ναό του Ιεχωβά υπήρχαν «σκεύη που είχαν φτιαχτεί για τον Βάαλ και για τον ιερό στύλο και για όλο το στράτευμα των ουρανών». Επίσης, ο λαός σε όλο τον Ιούδα ύψωνε «καπνό θυσίας στον Βάαλ, στον ήλιο και στη σελήνη και στους αστερισμούς του ζωδιακού κύκλου και σε όλο το στράτευμα των ουρανών».—2Βα 23:4, 5· 2Χρ 33:3· βλέπε επίσης Σοφ 1:4, 5.
Κάθε τοποθεσία είχε τον δικό της Βάαλ, στον οποίο έδιναν συνήθως ένα όνομα που υποδήλωνε τη σχέση του με τη συγκεκριμένη τοποθεσία. Για παράδειγμα, ο Βάαλ του Φεγώρ, τον οποίο λάτρευαν οι Μωαβίτες και οι Μαδιανίτες, πήρε το όνομά του από το Όρος Φεγώρ. (Αρ 25:1-3, 6) Αργότερα, και οι ίδιες οι τοποθεσίες προσέλαβαν μέσω μετωνυμίας τα ονόματα αυτών των τοπικών Βάαλ, όπως για παράδειγμα οι τοποθεσίες Βάαλ-αερμών, Βάαλ-ασώρ, Βάαλ-σεφών, Βαμώθ-βάαλ. Ωστόσο, παρότι υπήρχαν πολλοί τοπικοί Βάαλ, η επίσημη αντίληψη που επικρατούσε μεταξύ των Χαναναίων ήταν ότι, στην πραγματικότητα, υπήρχε μόνο ένας θεός Βάαλ.
Τι επίδραση είχε η λατρεία του Βάαλ στον Ισραήλ;
Η Αγία Γραφή περιέχει νύξεις για τον Βααλισμό που αφορούν αρχαιότατες περιόδους, αν και στις ημέρες των πατριαρχών ο Βααλισμός δεν φαίνεται να είχε φτάσει στο επίπεδο εξαχρείωσης που υπήρχε όταν οι Ισραηλίτες εισήλθαν στη γη Χαναάν. (Παράβαλε Γε 15:16· 1Βα 21:26.) Η αναφορά στην πόλη Αστερώθ-καρναΐμ, η οποία πήρε πιθανώς το όνομα της Αστορέθ, της συζύγου του Βάαλ, είναι η πρώτη έμμεση αναφορά στον Βααλισμό. (Γε 14:5) Προτού διασχίσουν οι Ισραηλίτες την Ερυθρά Θάλασσα είδαν απέναντί τους στην έρημο τη Βάαλ-σεφών. (Εξ 14:2, 9) Αναφορικά με τους κατοίκους της Χαναάν δόθηκαν συγκεκριμένες προειδοποιήσεις στον Μωυσή στο Όρος Σινά, ότι δηλαδή ο Ισραήλ έπρεπε να γκρεμίσει τα θυσιαστήριά τους, να συντρίψει τις ιερές στήλες τους και να κόψει τους ιερούς στύλους τους. (Εξ 34:12-14) Με αυτόν τον τρόπο θα εξαλείφονταν από την Υποσχεμένη Γη όλα τα αντικείμενα που ήταν συναφή με τη λατρεία του Βάαλ.
Ενώ οι Ισραηλίτες ήταν στρατοπεδευμένοι στις Πεδιάδες του Μωάβ, ο Βασιλιάς Βαλάκ ανέβασε τον Βαλαάμ στη Βαμώθ-βάαλ (που σημαίνει «Υψηλοί Τόποι του Βάαλ») για να δει το τεράστιο αυτό πλήθος. (Αρ 22:41) Όταν η προσπάθεια του Βαλαάμ να καταραστεί απευθείας τους Ισραηλίτες αποδείχτηκε ανεπιτυχής, αυτός συμβούλεψε τον Βαλάκ να τους παρασύρει στην ειδωλολατρία βάζοντάς τους σε πειρασμό να διαπράξουν σεξουαλική ανηθικότητα με τις ειδωλολάτρισσες του Βάαλ του Φεγώρ. Χιλιάδες Ισραηλίτες ενέδωσαν σε αυτόν τον πειρασμό και έχασαν τη ζωή τους.—Αρ 22:1–25:18· Απ 2:14.
Παρά την πικρή αυτή εμπειρία και τις σαφείς προειδοποιήσεις του Μωυσή και του Ιησού του Ναυή (Δευ 7:25, 26· Ιη 24:15, 19, 20), όταν οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στη Χαναάν άρχισαν να μιμούνται τους Χαναναίους που είχαν απομείνει, προφανώς για να εξασφαλίσουν γονιμότητα για τα ζώα τους και τη γη τους. Παράλληλα, επιδίδονταν σε μια υποτιθέμενη μορφή λατρείας του Ιεχωβά. Μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή η αποστασία γενικεύτηκε. (Κρ 2:11-13· 3:5-8) Οι Ισραηλίτες είχαν στους αγρούς τους θυσιαστήρια, στύλους και άλλα αντικείμενα συναφή με τη λατρεία του Βάαλ, και προφανώς συμβουλεύονταν τους Χαναναίους γείτονές τους σε σχέση με το πώς μπορούσαν να ευαρεστούν τον «ιδιοκτήτη», δηλαδή τον Βάαλ, του κάθε αγρού. Οι Ισραηλίτες παγιδεύτηκαν επίσης από τις ανήθικες πράξεις που συνδέονταν με τη λατρεία του Βάαλ. Ως αποτέλεσμα, ο Ιεχωβά τούς παρέδωσε στους εχθρούς τους.
Ωστόσο, όταν επέστρεφαν σε εκείνον, ο Ιεχωβά έδειχνε έλεος και τους απελευθέρωνε, εγείροντας κριτές όπως ο Γεδεών, ο οποίος μετονομάστηκε σε Ιεροβάαλ (που σημαίνει «Ας Κάνει Νομική Υπεράσπιση (Ας Αντιδικήσει) ο Βάαλ»). (Κρ 6:25-32· 1Σα 12:9-11) Εκείνη την εποχή, όμως, δεν υπήρξε μόνιμη μεταρρύθμιση. (Κρ 8:33· 10:6) Ο λαός συνέχισε να επιδίδεται στον Βααλισμό ακόμη και μετά την εποχή του Σαμουήλ, παρότι είναι γραμμένο ότι με τις παραινέσεις του ο λαός απέβαλε τους Βάαλ και τις εικόνες της Αστορέθ και άρχισε να υπηρετεί μόνο τον Ιεχωβά.—1Σα 7:3, 4.
Αν και μέχρι το τέλος της βασιλείας του Σολομώντα δεν γίνεται ξανά μνεία του Βααλισμού, είναι πιθανό ότι ο Βααλισμός συνέχιζε να υπάρχει σε μερικές περιοχές του βασιλείου. Πολλές μορφές του Βααλισμού καθιερώθηκαν στη χώρα όταν ο Σολομών παντρεύτηκε πολλές ειδωλολάτρισσες, οι οποίες παρέσυραν αυτόν και τα παιδιά τους στη λατρεία άλλων θεών, όπως ήταν η Αστορέθ και ο Μολόχ, οι οποίοι συνδέονταν με τη λατρεία του Βάαλ.—1Βα 11:4, 5, 33· Ιερ 32:35.
Μετά τη διχοτόμηση του βασιλείου το 997 Π.Κ.Χ., ο Ιεροβοάμ καθιέρωσε τη μοσχολατρία στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, στη Δαν και στη Βαιθήλ. Ο εγχώριος Βααλισμός και η μοσχολατρία ασκούνταν παράλληλα, όπως στον Ιούδα ασκούσαν κατ’ επίφαση την αληθινή λατρεία στην Ιερουσαλήμ ενώ σε όλη τη χώρα επιδίδονταν και στον Βααλισμό.—1Βα 14:22-24.
Μια διαφορετική μορφή λατρείας του Βάαλ καθιερώθηκε στον Ισραήλ επί των ημερών του Βασιλιά Αχαάβ (περ. 940-920 Π.Κ.Χ.)—η λατρεία του Μελκάρτ, του Βάαλ της Τύρου. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 532) Ο Αχαάβ παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά της Τύρου, του λεγόμενου Εθβάαλ (που σημαίνει «Με τον Βάαλ»). Το αποτέλεσμα ήταν να εισαγάγει η κόρη του Εθβάαλ, η Ιεζάβελ, αυτή την ανδροπρεπέστερη λατρεία στον Ισραήλ, στα πλαίσια της οποίας υπήρχαν πολλοί ιερείς και υπηρέτες. (1Βα 16:31-33) Τελικά, στο Όρος Κάρμηλος έλαβε χώρα η περίφημη αναμέτρηση ανάμεσα στον Ιεχωβά και στον Βάαλ.
Πιθανότατα επειδή οι λάτρεις του Βάαλ, που θεωρούνταν ο ιδιοκτήτης του ουρανού, πίστευαν ότι αυτός έδινε τις βροχές και τη γονιμότητα, ο Ηλίας διέταξε να έρθει ξηρασία στο όνομα του Ιεχωβά. (1Βα 17:1) Έπειτα από τρία χρόνια και έξι μήνες ξηρασίας, και αφού ο Βάαλ είχε αποδειχτεί ανίκανος να τερματίσει την ξηρασία ως απάντηση στις πολλές εκκλήσεις που θα του είχαν αναμφίβολα απευθύνει οι ιερείς του και οι λάτρεις του, ο Ηλίας συγκέντρωσε όλο το λαό στο Όρος Κάρμηλος, ώστε να παραστούν μάρτυρες της μεγάλης δοκιμής για το ποιος είναι ο αληθινός Θεός. Η δοκιμή κατέληξε σε ταπείνωση των λάτρεων του Βάαλ και στη σφαγή 450 προφητών του. Ο Ιεχωβά, και όχι ο Βάαλ, έφερε τότε βροχή, τερματίζοντας την ξηρασία.—1Βα 18:18-46· Ιακ 5:17.
Ο γιος και διάδοχος του Αχαάβ, ο Οχοζίας, συνέχισε να υπηρετεί τον Βάαλ. (1Βα 22:51-53) Τον Οχοζία διαδέχθηκε ο αδελφός του, ο Ιωράμ, για τον οποίο αναφέρεται ότι αφαίρεσε την ιερή στήλη του Βάαλ που είχε φτιάξει ο πατέρας του, αν και συνέχισε τη μοσχολατρία.—2Βα 3:1-3.
Αργότερα (περ. 905 Π.Κ.Χ.) χρίστηκε βασιλιάς ο Ιηού. Αυτός εκδικήθηκε το φόνο των προφητών του Ιεχωβά θανατώνοντας την Ιεζάβελ και τον οίκο του συζύγου της, του Αχαάβ. Έπειτα κλήθηκαν όλοι οι λάτρεις του Βάαλ στη Σαμάρεια υπό το πρόσχημα ότι θα γινόταν «επίσημη σύναξη για τον Βάαλ». Κατόπιν εντολής του Ιηού όλοι οι λάτρεις του Βάαλ θανατώθηκαν. Οι ιεροί στύλοι αποτεφρώθηκαν, η ιερή στήλη και ο οίκος του Βάαλ γκρεμίστηκαν και μάλιστα ο οίκος του έγινε δημόσιο αποχωρητήριο. Με τις ενέργειες αυτές αναφέρεται ότι «αφάνισε ο Ιηού τον Βάαλ από τον Ισραήλ». (2Βα 10:18-28) Έτσι λοιπόν, τουλάχιστον προσωρινά, η λατρεία του Βάαλ καταπνίγηκε. Ωστόσο, ο λόγος για τον οποίο επέτρεψε τελικά ο Ιεχωβά να πάει εξορία το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ ήταν αυτή η Βααλιστική θρησκεία.—2Βα 17:16-18.
Στον Ιούδα, ο Βααλισμός προφανώς παρέμεινε ριζωμένος, παρά τις προσπάθειες του Βασιλιά Ασά να αφαιρέσει τα συναφή με την ειδωλολατρία αντικείμενα. (2Χρ 14:2-5) Όταν ο Αχαάβ πάντρεψε τη Γοθολία, την κόρη που είχε αποκτήσει από την Ιεζάβελ, με τον Ιωράμ, τον έβδομο βασιλιά του Ιούδα, η πονηρή επιρροή της Γοθολίας εδραίωσε την τυριακή εκδοχή του Βααλισμού στη βασιλική οικογένεια του Ιούδα. Ακόμη και οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην αρχή της βασιλείας του Ιωάς, εγγονού της Γοθολίας, και οι μεταγενέστερες μεταρρυθμίσεις του Βασιλιά Εζεκία δεν πέτυχαν την οριστική απομάκρυνση της λατρείας του Βάαλ. (2Βα 11:18· 18:4) Ο γιος του Εζεκία ο Μανασσής ανοικοδόμησε τους ίδιους εκείνους υψηλούς τόπους που είχε καταστρέψει ο πατέρας του. (2Βα 21:3) Αν και από ό,τι φαίνεται οι περισσότεροι βασιλιάδες του Ιούδα είχαν μολυνθεί από τη λατρεία του Βάαλ, ο Μανασσής επιδόθηκε σε υπερβολικό βαθμό σε αυτή την εξαχρειωτική λατρεία. (2Βα 21:9-11) Η μεταγενέστερη μεταρρύθμιση από τον ίδιο αλλά και η εκτεταμένη κάθαρση από τον εγγονό του, τον Βασιλιά Ιωσία, δεν πέτυχαν οριστική επιστροφή στην αληθινή λατρεία. Η τιμωρία που επήλθε με τη μορφή εξορίας και ερήμωσης της γης ήταν το αποτέλεσμα αυτής της ολοκληρωτικής μόλυνσης από την ψεύτικη λατρεία.—2Χρ 33:10-17· 2Βα 23:4-27· Ιερ 32:29.
Ο Ιερεμίας, του οποίου το προφητικό έργο διήρκεσε από τις ημέρες του Ιωσία μέχρι την εξορία στη Βαβυλώνα, κατέκρινε τον Ισραήλ για την εξαχρείωση στην οποία είχε οδηγηθεί εξαιτίας της λατρείας του Βάαλ, παρομοιάζοντάς τον με μια μοιχαλίδα σύζυγο η οποία εκπορνευόταν κάτω από κάθε θαλερό δέντρο και πάνω σε κάθε υψηλό τόπο, μοιχεύοντας με πέτρες και με δέντρα και λησμονώντας τον Ιεχωβά, “τον συζυγικό ιδιοκτήτη” τους. (Ιερ 2:20-27· 3:9, 14) Μετά την εξορία στη Βαβυλώνα και την επιστροφή των Ιουδαίων στην Παλαιστίνη, δεν γίνεται λόγος στη Γραφή για Βααλισμό μεταξύ των Ισραηλιτών.
[Εικόνες στη σελίδα 418]
Απεικονίσεις του Βάαλ. Κάθε τοποθεσία όπου λατρευόταν αυτός ο θεός είχε τον δικό της Βάαλ
-
-
ΒααλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛΑ
(Βααλά) [Τόπος της Κυρίας].
1. Πόλη στο βόρειο σύνορο του Ιούδα η οποία ονομάζεται επίσης Κιριάθ-βάαλ αλλά είναι πιο γνωστή ως Κιριάθ-ιαρίμ. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Ντιρ ελ-Άζαρ (Τελ Κιριάτ Γεαρίμ), περίπου 13 χλμ. ΔΒΔ της Ιερουσαλήμ.—Ιη 15:9, 10, 60· 18:14· 1Χρ 13:6· βλέπε ΚΙΡΙΑΘ-ΙΑΡΙΜ.
2. Βουνό στη βορειοδυτική γωνία του Ιούδα, ανάμεσα στις κωμοπόλεις Σικρών και Ιαβνήλ, το οποίο αποτελούσε μέρος του βόρειου συνόρου της περιοχής του Ιούδα. (Ιη 15:11) Ενδεχομένως ταυτίζεται με το λόφο Μούγαρ, ο οποίος βρίσκεται ακριβώς στα Β της κοιλάδας του χειμάρρου Σωρήκ και 3 χλμ. ΑΝΑ της Ιαβνήλ (της σημερινής Γιάβνε).
3. Κωμόπολη στην περιοχή της Νεγκέμπ, στον Ιούδα (Ιη 15:29), η οποία προφανώς αναφέρεται ως Βαλά στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:3 και Βαλλά στο εδάφιο 1 Χρονικών 4:29. Κατόπιν παραχωρήθηκε στη φυλή του Συμεών ως παρεμβαλλόμενη πόλη. Η ακριβής θέση της είναι άγνωστη, αλλά προφανώς βρισκόταν ΝΑ της Βηρ-σαβεέ.
-
-
Βάαλ-αερμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΑΕΡΜΩΝ
(Βάαλ-αερμών) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) του Αερμών].
Αυτό το όνομα εμφανίζεται στα εδάφια Κριτές 3:3 και 1 Χρονικών 5:23. Στην πρώτη περίπτωση περιγράφει ένα σημείο στην περιοχή όπου κατοικούσαν οι Σιδώνιοι και οι Ευαίοι τους οποίους δεν είχαν καθυποτάξει οι Ισραηλίτες, και εκεί αναφέρεται ως «Όρος Βάαλ-αερμών». Συνήθως ταυτίζεται με αυτό καθαυτό το Όρος Αερμών αλλά είναι πιθανό να αναφέρεται στην οροσειρά του Αντιλιβάνου γενικά ή σε κάποιο τμήμα της. Στο εδάφιο 1 Χρονικών 5:23 το τοπωνύμιο «Βάαλ-αερμών» μαζί με το Σενίρ και το Όρος Αερμών, καθώς και την περιοχή της Βασάν, αναφέρονται ως οροθέσια της έκτασης που κατείχε η μισή φυλή του Μανασσή. Αν και μπορεί να προσδιόριζε κάποια κωμόπολη ή τοποθεσία κοντά στο Όρος Αερμών, μπορεί επίσης να προσδιόριζε την ορεινή περιοχή του Αερμών.—Βλέπε ΑΕΡΜΩΝ.
-
-
ΒααλάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛΑΘ
(Βααλάθ) [Τόπος της Κυρίας].
Μεθόρια κωμόπολη στην αρχική περιοχή του Δαν, η οποία, όπως αναφέρουν τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 19:44, 45 βρισκόταν ανάμεσα στη Γιββεθών και στην Ιούδ. Προφανώς ταυτίζεται με τη Βααλάθ που περιέλαβε μεταγενέστερα ο Σολομών στο πρόγραμμα ανοικοδόμησης που έκανε. (2Χρ 8:5, 6) Η γεωγραφική της θέση δεν έχει εξακριβωθεί. Ο Ιώσηπος (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Η΄, 152 [vi, 1]) αναφέρει ότι η Βααλάθ (Βελέθ) και η Βαιθ-ορών (Βητχώρα) δεν βρίσκονταν μακριά από τη Γεζέρ, μια άλλη οχυρωμένη πόλη.—1Βα 9:17, 18.
-
-
Βααλάθ-βηρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛΑΘ-ΒΗΡ
(Βααλάθ-βηρ) [Κυρία του Πηγαδιού].
Παρεμβαλλόμενη πόλη του Συμεών μέσα στα όρια της περιοχής του Ιούδα. (Ιη 19:1, 8) Ονομαζόταν επίσης «Ραμά του νότου» (ή της Νεγκέμπ) και προφανώς μνημονεύεται απλώς ως Βάαλ στο εδάφιο 1 Χρονικών 4:33, ενώ ίσως είναι η ίδια τοποθεσία με τη «Ραμώθ του νότου» στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:27. Οι σχετικές αναφορές την τοποθετούν στην περιοχή Ν της Βηρ-σαβεέ, άρα στη Νεγκέμπ.
-
-
Βάαλ-ασώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΑΣΩΡ
(Βάαλ-ασώρ) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) της Αυλής (του Οικισμού)].
Τοποθεσία κοντά στην «Εφραΐμ» (πιθανώς την πόλη Εφραΐν[μ] η οποία αναφέρεται στο εδ. 2Χρ 13:19· παράβαλε Ιωα 11:54) όπου έλαβε χώρα η γιορτή που έκανε ο Αβεσσαλώμ για την κουρά των ποιμνίων—μια γιορτή στη διάρκεια της οποίας μεθόδευσε το θάνατο του αδελφού του, του Αμνών. (2Σα 13:23, 28) Ταυτίζεται με το όρος Τζέμπελ Ασούρ (Μπάαλ Χαζόρ), ύψους 1.032 μ., το οποίο βρίσκεται περίπου 8 χλμ. ΒΑ της Βαιθήλ. Από τη Βάαλ-ασώρ ο Αβεσσαλώμ κατέφυγε στο μικρό βασίλειο της Γεσούρ, στα Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας.
-
-
Βάαλ-βερίθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΒΕΡΙΘ
(Βάαλ-βερίθ) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) Διαθήκης· μία φορά στο εδ. Κρ 9:46, Ελ-βερίθ, Θεός Διαθήκης].
Ο Βάαλ της Συχέμ τον οποίο άρχισαν να λατρεύουν οι Ισραηλίτες μετά το θάνατο του Κριτή Γεδεών. (Κρ 8:33) Η ονομασία «Βάαλ-βερίθ» ίσως παραπέμπει στην πεποίθηση ότι ο συγκεκριμένος Βάαλ επέβλεπε την τήρηση των διαθηκών.
Ο οίκος ή ναός του Βάαλ-βερίθ στη Συχέμ είχε προφανώς κάποιο θησαυροφυλάκιο. (Κρ 9:4) Στα πλαίσια του τρύγου, οι Συχεμίτες φαίνεται ότι έκαναν μια γιορτή προς τιμήν του Βάαλ-βερίθ, η οποία αποκορυφωνόταν με ένα γεύμα θυσίας στο ναό του θεού τους. Στο ναό του Βάαλ-βερίθ βρίσκονταν οι Συχεμίτες, τρώγοντας και πίνοντας και αναθεματίζοντας τον Αβιμέλεχ—πιθανότατα υπό την επήρεια κρασιού—όταν τους παρακίνησε ο Γαάλ να εξεγερθούν εναντίον του Βασιλιά Αβιμέλεχ. (Κρ 9:27-29) Αργότερα, μόλις οι κτηματίες του πύργου της Συχέμ (Μιγδάλ-Συχέμ, AT) είδαν ότι απειλούνταν από τον Αβιμέλεχ, κατέφυγαν στο θολωτό θάλαμο του οίκου του Ελ-βερίθ (Βάαλ-βερίθ), όπου έγιναν παρανάλωμα της φωτιάς που έβαλαν στο θολωτό θάλαμο ο Αβιμέλεχ και οι άντρες του.—Κρ 9:46-49.
-
-
Βάαλ-γαδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΓΑΔ
(Βάαλ-γαδ) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) του Γαδ (της Καλοτυχίας)].
Κωμόπολη στο λεκανοπέδιο του Λιβάνου, στους πρόποδες της δυτικής πλαγιάς του Όρους Αερμών. Χρησιμοποιείται για να ορίσει το βορειότερο σημείο στο οποίο έφτασε ο Ιησούς του Ναυή κατά την κατάκτηση της γης Χαναάν σε αντιδιαστολή με το νοτιότερο σημείο στη Νεγκέμπ, το Όρος Αλάκ. (Ιη 11:17· 12:7· 13:5) Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά γενικά ταυτίζεται με το Χασμπάιγια στο Ουάντι ετ-Τέιμ ή με μια τοποθεσία εκεί κοντά.
-
-
Βααλέ-ιούδαΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛΕ-ΙΟΥΔΑ
Βλέπε ΚΙΡΙΑΘ-ΙΑΡΙΜ.
-
-
ΒααλείςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛΕΙΣ
(Βααλείς).
Βασιλιάς του Αμμών, για τον οποίο αναφέρεται ότι έστειλε τον Ισμαήλ να δολοφονήσει τον Κυβερνήτη Γεδαλία του Ιούδα το 607 Π.Κ.Χ. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα αποδίδει αυτό το όνομα ως «Βελισά».—Ιερ 40:14 (47:14 στην Ο΄).
Το 1984 ανακαλύφτηκε σε ανασκαφές στο Τελλ ελ-Ουμέιρι της Ιορδανίας ένα αποτύπωμα σφραγίδας που φέρει το όνομα Βααλγίσα. Αυτό το αποτύπωμα τοποθετήθηκε χρονολογικά στα τέλη του έβδομου αιώνα Π.Κ.Χ. με τη βοήθεια της παλαιογραφίας. Η επιγραφή πάνω σε αυτό, γραμμένη με αρχαίους αμμωνιτικούς χαρακτήρες, λέει: «Του Μελχωμόρ [ή Μελχωμούρ], υπηρέτη του Βααλγίσα». Ο Βααλγίσα ίσως είναι ο Βααλείς της Αγίας Γραφής.
-
-
Βάαλ-ζεβούλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΖΕΒΟΥΛ
(Βάαλ-ζεβούλ) [«Κύριος της Μεγαλοπρεπούς Κατοικίας»· ή, αν έχει γίνει λογοπαίγνιο με τη μη Γραφική εβρ. λέξη ζέβελ (κοπριά), «Κύριος της Κοπριάς»].
Ο Βάαλ τον οποίο λάτρευαν οι Φιλισταίοι στην Ακκαρών. Αποκαλούνταν και «Βάαλ-ζεμπούμπ» που σημαίνει «Ιδιοκτήτης (Κύριος) των Μυγών». Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι Εβραίοι συνήθιζαν να αλλάζουν τα ονόματα των ψεύτικων θεών, χρησιμοποιώντας μια παρόμοια λέξη που, όμως, είχε υποτιμητική έννοια. Έτσι λοιπόν, η λέξη «ζεμπούμπ» ίσως είναι παραφθορά του τίτλου «Ζαβούλ» («Άρχοντας») ή Ζεβούλ που έφερε ο Βάαλ, τον οποίο τίτλο συναντάμε στα κείμενα της Ρας Σάμρα. Ωστόσο, μερικοί λόγιοι προβάλλουν την εκδοχή ότι το όνομα Βάαλ-ζεμπούμπ το έδωσαν στο θεό οι λάτρεις του επειδή θεωρούσαν ότι αυτός παρήγε τις μύγες και επομένως ήταν σε θέση να τηρεί υπό έλεγχο αυτή τη μάστιγα που ήταν κοινή στη Μέση Ανατολή. Δεδομένου ότι ο Βάαλ-ζεμπούμπ συνδεόταν με τη χρησμοδοσία, άλλοι υποστηρίζουν ότι θεωρούνταν θεός που χρησμοδοτούσε με βάση το πέταγμα ή το βόμβο μιας μύγας.—2Βα 1:2.
Ο Βασιλιάς Οχοζίας του Ισραήλ έστειλε αγγελιοφόρους να ρωτήσουν τον Βάαλ-ζεβούλ αν επρόκειτο να συνέλθει από το σοβαρό τραυματισμό του ή όχι. Ο Ιεχωβά τον επέπληξε μέσω του Ηλία του προφήτη του με τα εξής λόγια: «Δεν υπάρχει Θεός στον Ισραήλ και στέλνεις να ρωτήσεις τον Βάαλ-ζεβούλ, το θεό της Ακκαρών; Γι’ αυτό, από το ντιβάνι στο οποίο ανέβηκες δεν θα κατεβείς, επειδή εξάπαντος θα πεθάνεις».—2Βα 1:2-8· βλέπε ΒΕΕΛΖΕΒΟΥΛ.
-
-
Βάαλ-θάμαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΘΑΜΑΡ
(Βάαλ-θάμαρ) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) του Φοινικόδεντρου].
Τοποθεσία κοντά στη Γαβαά όπου Ισραηλίτες πολεμιστές παρατάχθηκαν εναντίον της φυλής του Βενιαμίν σε μια αιματηρή μάχη την οποία προκάλεσε ένα αποτρόπαιο σεξουαλικό έγκλημα. Ένα μέρος των δυνάμεων του Ισραήλ συγκεντρώθηκε στη Βάαλ-θάμαρ, ενώ άλλοι ενέδρευαν εναντίον των Βενιαμιτών. (Κρ 19:25-28· 20:33) Η θέση της Βάαλ-θάμαρ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
-
-
Βάαλ-μεώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΜΕΩΝ
(Βάαλ-μεών) [συντετμημένη μορφή του Βαιθ-βάαλ-μεών].
Εξέχουσα πόλη στο υψίπεδο του βόρειου Μωάβ η οποία είχε δοθεί στη φυλή του Ρουβήν, μαζί με τη Νεβώ, την Κιριαθαΐμ και άλλες πόλεις της περιοχής. (Αρ 32:37, 38· 1Χρ 5:8) Οι Ρουβηνίτες, που ήθελαν αυτή την περιοχή λόγω του ότι είχε καλά βοσκοτόπια, προφανώς ανοικοδόμησαν τις πόλεις και τις μετονόμασαν. Σε έναν προηγούμενο κατάλογο, στα εδάφια Αριθμοί 32:3, 4, η Βάαλ-μεών ίσως αντιπροσωπεύεται από το όνομα «Βεών». Αργότερα ο Ιησούς του Ναυή την ονομάζει Βαιθ-βάαλ-μεών, και αυτό ήταν μάλλον το πλήρες όνομα της τοποθεσίας.—Ιη 13:17.
Η Βάαλ-μεών φαίνεται ότι ανακτήθηκε από τους Μωαβίτες τον καιρό που βασιλιάς στον Μωάβ ήταν ο Μησά, προφανώς το δεύτερο ήμισυ του δέκατου αιώνα Π.Κ.Χ. Η επιγραφή της Μωαβιτικής Λίθου (9η γραμμή) δηλώνει ότι ο Μησά «έχτισε [ίσως οχύρωσε] τη Βάαλ-μεών, στην οποία έφτιαξε και δεξαμενή», ενώ στην 30ή γραμμή αναφέρει την πληρέστερη μορφή του ονόματός της, Βαιθ-βάαλ-μεών. Επιπρόσθετα, σε ένα εγχάρακτο πήλινο θραύσμα το οποίο βρέθηκε στη Σαμάρεια (Όστρακο 27 της Σαμάρειας) μνημονεύεται κάποιος «Βααλά ο Βάαλ-μεωνίτης».
Τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ. ο προφήτης Ιερεμίας εξήγγειλε μια θεϊκή προειδοποίηση κατά του Μωάβ προλέγοντας τη λεηλασία της γης του από τη Βαβυλώνα και μνημονεύοντας συγκεκριμένα ορισμένες πόλεις, περιλαμβανομένης της Βαιθ-μεών (πιθανότατα της Βάαλ-μεών). (Ιερ 48:20-23) Ο Ιεζεκιήλ αναφέρει τη Βάαλ-μεών ανάμεσα στις άλλες μωαβιτικές τοποθεσίες που επρόκειτο να καταλάβουν οι “κάτοικοι της Ανατολής” (ή “γιοι της Ανατολής”). (Ιεζ 25:9, 10) Η ιστορία και η αρχαιολογική έρευνα επιβεβαιώνουν την εκπλήρωση αυτών των προφητειών.—Βλέπε ΜΩΑΒ, ΜΩΑΒΙΤΕΣ Αρ. 2.
Η Βάαλ-μεών ταυτίζεται με τα ερείπια που βρίσκονται στο Μάιν, τα οποία σχηματίζουν έναν αρκετά μεγάλο γήλοφο περίπου 6 χλμ. ΔΝΔ της Μεδεβά και 12 χλμ. Α της Νεκράς Θαλάσσης. Το οροπέδιο στο οποίο βρίσκεται το Μάιν έχει υψόμετρο περίπου 800 μ.
-
-
Βάαλ-σαλισάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΣΑΛΙΣΑ
(Βάαλ-σαλισά) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) της Σαλισά].
Τοποθεσία από όπου ένας άντρας έφερε 20 κριθαρένια ψωμιά από τους πρώτους καρπούς της συγκομιδής του και μερικά φρέσκα σιτηρά και τα έδωσε στον προφήτη Ελισαιέ. (2Βα 4:42-44) Ήταν καιρός πείνας και ο Ελισαιέ βρισκόταν στα Γάλγαλα. Η πενιχρή αυτή προμήθεια αποδείχτηκε αρκετή για τους εκατό “γιους των προφητών” που υπήρχαν εκεί, και μάλιστα έμεινε και περίσσευμα.—2Βα 4:38, 43· παράβαλε Ματ 14:20· Μαρ 8:8.
Η Βάαλ-σαλισά πιστεύεται ότι βρισκόταν κοντά στα Γάλγαλα, πιθανότατα στη «γη Σαλισά», από την οποία πέρασε ο Σαούλ όταν έψαχνε τα θηλυκά γαϊδούρια του πατέρα του. (1Σα 9:4) Το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ κάνει μια αναφορά στη Βάαλ-σαλισά περιγράφοντάς την ως μέρος στο οποίο οι καρποί ωρίμαζαν εξαιρετικά νωρίς. (Σάνχεδριν 12α) Μια πιθανή θέση της Βάαλ-σαλισά είναι το Καφρ Θουλθ, το οποίο βρίσκεται στους λόφους του Εφραΐμ, η δε ονομασία Θουλθ είναι το ακριβές αραβικό αντίστοιχο της εβραϊκής ονομασίας Σαλισά. Το Καφρ Θουλθ βρίσκεται περίπου 46 χλμ. ΒΒΔ της Ιερουσαλήμ.
-
-
Βάαλ-σεφώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΣΕΦΩΝ
(Βάαλ-σεφών) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) του Βορρά (Βόρειου Ορίου)].
Γεωγραφικό σημείο που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό της θέσης όπου είχαν στρατοπεδεύσει οι Ισραηλίτες στην Πιαϊρώθ, προτού διασχίσουν την Ερυθρά Θάλασσα. (Εξ 14:2· Αρ 33:1-7) Αφού έφυγαν από τη Ραμεσσής, στρατοπέδευσαν πρώτα στη Σοκχώθ και κατόπιν στην Εθάμ, «στις παρυφές της ερήμου». (Εξ 13:20) Σε αυτό το σημείο, ο Ιεχωβά τούς είπε να «γυρίσουν πίσω και να στρατοπεδεύσουν μπροστά στην Πιαϊρώθ, ανάμεσα στη Μιγδώλ και στη θάλασσα, απέναντι από τη Βάαλ-σεφών». Εκεί άρχισαν να τους καταφθάνουν οι αρματηλάτες, το ιππικό και οι στρατιωτικές δυνάμεις του Φαραώ.—Εξ 14:2, 9.
Η θέση της Βάαλ-σεφών δεν έχει εξακριβωθεί. Προφανώς εκείνη την εποχή ήταν γνωστό μέρος. Το βασικό στοιχείο για τον εντοπισμό της είναι φυσικά η διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας από τους Ισραηλίτες, οι οποίοι, όπως δείχνει το σχετικό υπόμνημα, διέσχισαν μια αρκετά βαθιά υδάτινη μάζα. Μια τέτοια τοποθεσία βρίσκει κανείς μόνο αρκετά Ν, στο βόρειο άκρο του Κόλπου του Σουέζ. Με βάση αυτό, μερικοί λόγιοι συνδέουν τη Βάαλ-σεφών με τα βουνά εκείνης της περιοχής. Το Εβραϊκό και Αγγλικό Λεξικό της Παλαιάς Διαθήκης (A Hebrew and English Lexicon of the Old Testament), των Μπράουν, Ντράιβερ και Μπριγκς (1980, σ. 128), αναφέρει: «κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα, στην Αίγυπτο, πιθανότατα το όρος Άτακα». Αυτό το βουνό βρίσκεται κοντά στο μυχό του Κόλπου του Σουέζ, λίγο νοτιοδυτικότερα της σημερινής πόλης Σουέζ. Άλλοι υποδεικνύουν το Τζέμπελ ελ Γαλάλα, περίπου 40 χλμ. νοτιότερα. Εκείνοι που υποστηρίζουν αυτή την εκδοχή πιστεύουν ότι η Μιγδώλ, η οποία μνημονεύεται μαζί με τη Βάαλ-σεφών στις αφηγήσεις, ήταν μια σκοπιά σε στρατηγικό σημείο στο Τζέμπελ (όρος) Άτακα.—Βλέπε ΕΞΟΔΟΣ· ΠΙΑΪΡΩΘ.
-
-
Βάαλ του ΦεγώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ ΤΟΥ ΦΕΓΩΡ
(Βάαλ του Φεγώρ).
Ο συγκεκριμένος Βάαλ τον οποίο λάτρευαν οι Μωαβίτες και οι Μαδιανίτες στο Όρος Φεγώρ. (Αρ 25:1, 3, 6) Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο Βάαλ του Φεγώρ μπορεί να ήταν στην πραγματικότητα ο Χεμώς, δεδομένου ότι αυτός ήταν ο κυριότερος θεός των Μωαβιτών. (Αρ 21:29) Η λατρεία του Βάαλ του Φεγώρ, όπως και ο Βααλισμός γενικά, συνδεόταν κατά πάσα πιθανότητα με άκρως ακόλαστες τελετουργίες. Όταν οι Ισραηλίτες ήταν στρατοπεδευμένοι στη Σιττίμ, στα υψίπεδα του Μωάβ, παρασύρθηκαν στην ανηθικότητα και στην ειδωλολατρία από τις γυναίκες που λάτρευαν αυτόν το θεό.—Αρ 25:1-18· Δευ 4:3· Ψλ 106:28· Ωσ 9:10· Απ 2:14.
Η αμαρτία που διέπραξε ο Ισραήλ σε σχέση με τον Βάαλ του Φεγώρ είχε ως αποτέλεσμα να στείλει ο Ιεχωβά μια θανατηφόρα μάστιγα που θανάτωσε χιλιάδες Ισραηλίτες. Αναφορικά με τον αριθμό εκείνων που θανατώθηκαν από αυτή τη μάστιγα δημιουργείται κάποιο ερώτημα, λόγω της φαινομενικής αντίφασης που υπάρχει στα εδάφια Αριθμοί 25:9 και 1 Κορινθίους 10:8. Από την ίδια τη μάστιγα θανατώθηκαν προφανώς 23.000 άτομα, ενώ τους 1.000 «επικεφαλής» ή πρωτοστάτες τούς θανάτωσαν οι κριτές του Ισραήλ, και στη συνέχεια τους κρέμασαν, εκθέτοντάς τους σε κοινή θέα.—Αρ 25:4, 5· βλέπε ΒΑΑΛ Αρ. 4.
-
-
Βάαλ-φερασίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΦΕΡΑΣΙΜ
(Βάαλ-φερασίμ) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) των Διασπάσεων].
Τοποθεσία όπου ο Βασιλιάς Δαβίδ νίκησε κατά κράτος τις συνδυασμένες δυνάμεις των Φιλισταίων, λίγο καιρό αφότου κατέλαβε το οχυρό της Σιών. (2Σα 5:9, 17-21) Το υπόμνημα δηλώνει ότι μόλις ο Δαβίδ και οι άντρες του πληροφορήθηκαν ότι οι Φιλισταίοι πλησίαζαν για να τους επιτεθούν, “κατέβηκαν στο δυσπρόσιτο μέρος”, ενώ οι Φιλισταίοι “περιφέρονταν στην κοιλάδα των Ρεφαΐμ”. Αφού έλαβε από τον Ιεχωβά τη διαβεβαίωση ότι είχε την υποστήριξή του, ο Δαβίδ επιτέθηκε, και οι Φιλισταίοι τράπηκαν σε φυγή αφήνοντας πίσω τα είδωλά τους. Αποδίδοντας τη νίκη του στον Ιεχωβά, ο Δαβίδ είπε: «Ο Ιεχωβά διέσπασε τους εχθρούς μου πριν από εμένα, σαν ρήγμα που δημιουργείται από νερά», και γι’ αυτόν το λόγο «κάλεσε το όνομα εκείνου του μέρους Βάαλ-φερασίμ». Η αφήγηση στο εδάφιο 2 Σαμουήλ 5:21 αναφέρει ότι ο Δαβίδ και οι άντρες του “πήραν τα παρατημένα είδωλα των Φιλισταίων”. Η παράλληλη αφήγηση στο εδάφιο 1 Χρονικών 14:12 δείχνει τι τα έκαναν τελικά, λέγοντας: “Κατόπιν ο Δαβίδ πρόσταξε και έκαψαν τα είδωλα στη φωτιά”.
Το Όρος Φερασίμ στο οποίο αναφέρεται ο Ησαΐας (28:21) θεωρείται ότι είναι η ίδια τοποθεσία. Ο Ησαΐας το χρησιμοποιεί στην προφητεία του ως υπενθύμιση της νίκης του Ιεχωβά στο Βάαλ-φερασίμ μέσω του Δαβίδ και ως παράδειγμα της παράξενης πράξης που πρόκειται να λάβει χώρα, στα πλαίσια της οποίας ο Ιεχωβά, όπως δηλώνει ο ίδιος, θα πλήξει τους εχθρούς του σαν ξαφνική πλημμύρα που κατακλύζει.
Η Κοιλάδα των Ρεφαΐμ θεωρείται ότι είναι η Πεδιάδα Μπάκα, ΝΔ του Όρους του Ναού, η οποία, αφού ακολουθεί κατηφορική κλίση για 1,5 χλμ. περίπου, μετατρέπεται σε μια στενή κοιλάδα, το Ουάντι ελ Ουέρντ (Νάχαλ Ρεφαΐμ). Με βάση αυτό, μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι το Βάαλ-φερασίμ ήταν μια τοποθεσία κοντά σε αυτή την κοιλάδα. Ωστόσο, με βάση τον παραλληλισμό που κάνει ο Ησαΐας (28:21) με την «κοιλάδα κοντά στη Γαβαών», μερικοί λόγιοι υποδεικνύουν μια τοποθεσία στα ΒΔ, πιθανώς το Σέιχ Μπεντρ, περίπου 4 χλμ. ΔΒΔ του Όρους του Ναού. (Ιη 15:8, 9) Αυτή η εκδοχή εναρμονίζεται με το ότι οι Φιλισταίοι διέφυγαν προς την κατεύθυνση της Γαβαών και της Γεζέρ, όταν τους καταδίωξε ο Δαβίδ.—2Σα 5:22, 25· 1Χρ 14:16.
-
-
Βάαλ-χαμώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΧΑΜΩΝ
(Βάαλ-χαμών) [Ιδιοκτήτης (Κύριος) Πλήθους].
Τοποθεσία που αναφέρεται στο εδάφιο Άσμα Ασμάτων 8:11 ως το μέρος όπου είχε ένα παραγωγικό αμπέλι ο Βασιλιάς Σολομών. Δεν δίνεται κάποιο στοιχείο για την ακριβή θέση της. Αν και πολλοί θεωρούν ότι πρόκειται για κατά γράμμα τοποθεσία, μερικοί υποστηρίζουν ότι το συγκεκριμένο όνομα χρησιμοποιείται σε αυτό το ποιητικό έργο μεταφορικά, ως σύμβολο της επικράτειας του Σολομώντα η οποία απέδιδε μεγάλο πλούτο.—Παράβαλε 1Βα 4:20, 21.
-
-
Βάαλ-χανάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΛ-ΧΑΝΑΝ
(Βάαλ-χανάν) [Ο Βάαλ Έχει Δείξει Εύνοια (Χάρη)· Ο Βάαλ Είναι Φιλεύσπλαχνος].
1. Γιος του Αχβώρ· ο έβδομος από τους οχτώ βασιλιάδες του Εδώμ που κυβέρνησαν «προτού βασιλέψει βασιλιάς στους γιους του Ισραήλ».—Γε 36:31, 38, 39· 1Χρ 1:49, 50.
2. Ο Γεδερίτης τον οποίο ο Δαβίδ διόρισε υπεύθυνο «για τους ελαιώνες και τις συκομουριές που βρίσκονταν στη Σεφηλά».—1Χρ 27:28, 31.
-
-
ΒαανάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΝΑ
(Βαανά).
1. Ένας από τους 12 διαχειριστές τους οποίους διόρισε ο Σολομών για να εξασφαλίζουν τροφή για το σπιτικό του βασιλιά. Η επικράτεια του Βαανά ήταν η πέμπτη, κατά σειρά αναφοράς, περιφέρεια, η οποία περιλάμβανε πρωτίστως τις εύφορες κοιλάδες της Μεγιδδώ και της Ιεζραέλ. Ο Βαανά ήταν γιος του Αχιλούδ και πιθανώς αδελφός του Ιωσαφάτ, του υπομνηματογράφου του Σολομώντα.—1Βα 4:3, 7, 12.
2. Ένας ακόμη από τους 12 διαχειριστές τροφής του Σολομώντα, υπεύθυνος για την ένατη, κατά σειρά αναφοράς, περιφέρεια, η οποία βρισκόταν στη βόρεια Παλαιστίνη. Γιος του Χουσαΐ, του φίλου του Δαβίδ.—1Βα 4:7, 16· 2Σα 15:32-37.
3. Πατέρας κάποιου Σαδώκ ο οποίος βοήθησε τον Νεεμία να επισκευάσει τα τείχη της Ιερουσαλήμ το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 3:3, 4.
-
-
ΒαανάχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΝΑΧ
(Βαανάχ).
1. Γιος του Ριμμών του Βενιαμίτη. Ο ίδιος και ο αδελφός του ο Ρηχάβ ήταν αρχηγοί ληστρικών ομάδων που ανήκαν στο γιο του Σαούλ, τον Ις-βοσθέ. Ο Βαανάχ και ο αδελφός του δολοφόνησαν τον Ις-βοσθέ ενώ εκείνος έπαιρνε το μεσημεριανό του ύπνο, αλλά όταν έφεραν το κεφάλι του στον Δαβίδ, ο οποίος είχε γίνει πρόσφατα βασιλιάς, αυτός πρόσταξε να τους θανατώσουν, να τους κόψουν τα χέρια και τα πόδια και να τους κρεμάσουν στη δεξαμενή της Χεβρών.—2Σα 4:2-12.
2. Νετωφαθίτης, πατέρας του Χελέβ (Χελέδ), ενός από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ.—2Σα 23:29· 1Χρ 11:30.
3. Πιθανώς, ένας από τους ηγέτες εκείνων που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία μαζί με τον Ζοροβάβελ.—Εσδ 2:2· Νε 7:7.
4. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε την «αξιόπιστη συμφωνία» του Νεεμία. (Νε 9:38· 10:14, 27) Ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 3 πιο πάνω.
-
-
ΒαασάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΣΑ
(Βαασά).
Τρίτος βασιλιάς του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ, γιος του Αχιά από τη φυλή του Ισσάχαρ, άσημης καταγωγής. Σφετερίστηκε το θρόνο δολοφονώντας τον προκάτοχό του τον Ναδάβ και κατόπιν πάταξε ολόκληρο τον οίκο του Ιεροβοάμ, όπως είχε προφητευτεί. (1Βα 15:27-30· 14:10) Ωστόσο, συνέχισε τη μοσχολατρία του Ιεροβοάμ, και γι’ αυτόν το λόγο εξαγγέλθηκε εξόντωση και του δικού του οίκου. (1Βα 16:1-4) Όταν ο Βαασά έκανε πόλεμο εναντίον του Ιούδα, ο Ασά έπεισε το βασιλιά της Συρίας να του επιτεθεί από το Β για αντιπερισπασμό. Στη συνέχεια, ο Ασά κατεδάφισε την οχυρωμένη πόλη της Ραμά την οποία έχτιζε ο Βαασά. (1Βα 15:16-22· 2Χρ 16:1-6· βλέπε ΑΣΑ Αρ. 1 [Μηχανορραφίες και Εχθροπραξίες Εναντίον του Βαασά].) Αφού κυβέρνησε από το 975 περίπου ως το 953 Π.Κ.Χ., ο Βαασά πέθανε και θάφτηκε στην πρωτεύουσά του τη Θερσά. Ο γιος του ο Ηλά έγινε βασιλιάς το 26ο έτος του Ασά του βασιλιά του Ιούδα (1Βα 16:8), αλλά στο 27ο έτος του Ασά (1Βα 16:15) ο Ζιμβρί στασίασε και εξάλειψε τον οίκο του Βαασά εκτελώντας έτσι την απόφαση του Ιεχωβά.
-
-
ΒαασίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΑΣΙΑΣ
(Βαασίας).
Απόγονος του Λευί μέσω του Γηρσώμ· πρόγονος του Ασάφ ο οποίος υπηρετούσε ως μουσικός στο ναό.—1Χρ 6:39, 40, 43.
-
-
ΒαβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΒ
[ו].
Το έκτο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Όσον αφορά την προφορά, αυτό το γράμμα ακουγόταν περίπου σαν «γου», αλλά στη νεοεβραϊκή προσλαμβάνει ενίοτε τον ήχο του ελληνικού «β». Στο παρόν έργο μεταγράφεται ως «β» (ו), «ου» (וּ) και «ω» (וֹ). Εκτός του ότι τοποθετείται ως πρόθημα, χρησιμοποιείται σπάνια ως αρχικό γράμμα, εφόσον αντικαθίσταται συνήθως από το γράμμα γιωδ (י). Στο εβραϊκό κείμενο, εμφανίζεται στην αρχή καθενός από τα οχτώ εδάφια της περικοπής Ψαλμός 119:41-48.
-
-
ΒαβέλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΒΕΛ
(Βαβέλ) [Σύγχυση].
Μία από τις πρώτες πόλεις που οικοδομήθηκαν μετά τον Κατακλυσμό. Εδώ ο Θεός “προκάλεσε σύγχυση στη γλώσσα όλης της γης”. (Γε 11:9) Το όνομα προέρχεται από το ρήμα μπαλάλ, το οποίο σημαίνει «συγχέω». Οι κάτοικοι της Βαβέλ, πιστεύοντας ότι η πόλη τους ήταν η κυβερνητική έδρα του Θεού, ισχυρίζονταν ότι το όνομα αυτό ήταν συνδυασμός των λέξεων Μπαμπ (Πύλη) και ιλού (Θεός), συνδυασμός ο οποίος σήμαινε «Πύλη του Θεού».
Η αρχή του βασιλείου του πονηρού Νεβρώδ, του “κραταιού κυνηγού εναντίον του Ιεχωβά”, έγινε εδώ στη Βαβέλ, «στη γη Σεναάρ», την προσχωσιγενή πεδιάδα που είχε σχηματιστεί από τη λάσπη που απέθεταν οι πλημμύρες των ποταμών Ευφράτη και Τίγρη. (Γε 10:9, 10) Επειδή δεν είχαν πέτρες για οικοδόμηση, οι χτίστες αξιοποίησαν τα τεράστια αποθέματα πηλού. «Ας φτιάξουμε πλίθους και ας τους ψήσουμε στη φωτιά», είπαν. Λόγω έλλειψης ασβέστη, χρησιμοποίησαν κονίαμα από άσφαλτο.—Γε 11:3.
Το περιφρονητικό προς τον Θεό οικοδομικό πρόγραμμα της Βαβέλ επικεντρωνόταν στην ανέγερση ενός πύργου θρησκευτικού χαρακτήρα «με την κορυφή του στους ουρανούς». Ο πύργος αυτός δεν οικοδομήθηκε με σκοπό την απόδοση λατρείας και αίνου στον Ιεχωβά, αλλά ήταν αφιερωμένος στην ψεύτικη ανθρωποποίητη θρησκεία, ενώ το κίνητρο για την κατασκευή του ήταν να αποκτήσουν «ξακουστό όνομα» οι δημιουργοί του.—Γε 11:4.
Το πότε ανεγέρθηκε αυτό το οικοδόμημα μπορεί να προσδιοριστεί κατά προσέγγιση από τις εξής πληροφορίες: Ο Φάλεκ έζησε από το 2269 μέχρι το 2030 Π.Κ.Χ. Το όνομά του σήμαινε «Διαίρεση», διότι «στις ημέρες του διαιρέθηκε η γη [δηλαδή «ο πληθυσμός της γης»]», και ο Ιεχωβά “τούς διασκόρπισε από εκεί σε όλη την επιφάνεια της γης”. (Γε 10:25· 11:9) Ένα κείμενο του Σαρκαλισαρί, βασιλιά της Αγκαντέ (Ακκάδ) κατά τους πατριαρχικούς χρόνους, αναφέρει ότι αυτός αναστήλωσε έναν πύργο-ναό στη Βαβυλώνα, κάτι που υποδηλώνει ότι αυτό το κτίσμα προϋπήρχε της βασιλείας του.
-
-
ΒαβυλώναΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΒΥΛΩΝΑ
(Βαβυλώνα) [Σύγχυση].
1. Η μεταγενέστερη ονομασία της Βαβέλ. Αυτή η ξακουστή πόλη βρισκόταν κατά μήκος του ποταμού Ευφράτη στις Πεδιάδες της Σεναάρ, περίπου 870 χλμ. Α της Ιερουσαλήμ και γύρω στα 80 χλμ. Ν της Βαγδάτης. Τα ερείπια της Βαβυλώνας καλύπτουν μια τεράστια τριγωνική έκταση. Η περιοχή είναι διάσπαρτη με λοφίσκους. Το Τελλ Μπαμπίλ (Μουτζέλιμπε), στο βόρειο τμήμα του τριγώνου, διατηρεί την αρχαία ονομασία και βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Β της Χίλα, στο Ιράκ.—Βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Αρ. 2· ΣΕΝΑΑΡ.
Η πόλη ήταν χτισμένη και στις δύο όχθες του ποταμού Ευφράτη. Ένα διπλό σύστημα τειχών περιέβαλλε τη Βαβυλώνα, καθιστώντας την φαινομενικά απόρθητη.
Το εσωτερικό οχύρωμα, το οποίο ήταν κατασκευασμένο από ωμούς πλίθους, αποτελούνταν από δύο τείχη. Το εσωτερικό τείχος είχε πάχος 6,5 μ. Το εξωτερικό, σε απόσταση 7 μ., είχε πάχος 3,5 μ. περίπου. Αυτά τα τείχη στηρίζονταν σε αμυντικούς πύργους, οι οποίοι χρησίμευαν και για τη δομική ενίσχυση των τειχών. Περίπου 20 μ. έξω από το εξωτερικό τείχος υπήρχε μια προβλήτα κατασκευασμένη από ψημένους πλίθους χτισμένους με άσφαλτο. Έξω από αυτό το τείχος βρισκόταν μια τάφρος η οποία επικοινωνούσε με τον Ευφράτη στα Β και στα Ν της πόλης. Αυτή παρείχε ύδρευση αλλά και προστασία από τα εχθρικά στρατεύματα. Βαβυλωνιακά έγγραφα μαρτυρούν ότι υπήρχαν οχτώ πύλες οι οποίες οδηγούσαν στο εσωτερικό της πόλης. Μέχρι τώρα, έχουν ανακαλυφτεί και ανασκαφεί τέσσερις από τις πύλες της Βαβυλώνας.
Το εξωτερικό οχύρωμα Α του Ευφράτη ήταν προσθήκη του Ναβουχοδονόσορα Β΄ (ο οποίος κατέστρεψε το ναό του Σολομώντα) και περιέκλειε μεγάλο τμήμα της πεδιάδας προς το βορρά, την ανατολή και το νότο, ώστε να μπορεί να καταφύγει εκεί σε περίπτωση πολέμου ο λαός που ζούσε στις γύρω περιοχές. Το εξωτερικό οχύρωμα αποτελούνταν και αυτό από δύο τείχη. Το εσωτερικό τείχος, κατασκευασμένο από ωμούς πλίθους, είχε πάχος περίπου 7 μ. και ήταν ενισχυμένο με αμυντικούς πύργους. Πιο πέρα, σε απόσταση 12 μ. περίπου, υπήρχε το εξωτερικό τείχος το οποίο ήταν κατασκευασμένο από ψημένους πλίθους και αποτελούνταν από δύο τμήματα που συνενώνονταν μέσω των πύργων τους—το ένα τμήμα είχε πάχος σχεδόν 8 μ. και το παρακείμενο τμήμα είχε πάχος περίπου 3,5 μ.
Ο Ναβονίδης συνέδεσε τα άκρα του εξωτερικού οχυρώματος κατασκευάζοντας ένα τείχος κατά μήκος της ανατολικής όχθης του ποταμού. Αυτό το τείχος είχε πλάτος 8,5 μ. περίπου, περιλάμβανε δε και αυτό πύργους καθώς και μια προβλήτα πλάτους 3,5 μέτρων.
Ο ιστορικός Ηρόδοτος του πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ. λέει ότι κατά μήκος καθεμιάς από τις όχθες του ποταμού Ευφράτη εκτεινόταν μια προβλήτα και ότι ανάμεσα στην προβλήτα και στην πόλη αυτή καθαυτή υπήρχαν τείχη με πύλες. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, τα τείχη της πόλης είχαν ύψος περίπου 90 μ., πάχος 26,5 μ. και μήκος περίπου 95 χλμ. Ωστόσο, φαίνεται ότι η περιγραφή της Βαβυλώνας από τον Ηρόδοτο ήταν υπερβολική. Τα αρχαιολογικά στοιχεία μαρτυρούν ότι το μέγεθος της Βαβυλώνας ήταν πολύ μικρότερο, το δε εξωτερικό οχύρωμα ήταν πολύ πιο μικρό σε μήκος και σε ύψος. Δεν έχουν βρεθεί στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη προβλήτας κατά μήκος της παρακείμενης δυτικής όχθης του ποταμού.
Δρόμοι που ξεκινούσαν από τις πύλες των γιγάντιων τειχών διέσχιζαν την πόλη. Η Πομπική Οδός, η κύρια λεωφόρος, ήταν πλακόστρωτη και οι τοίχοι κατά μήκος της ήταν διακοσμημένοι με λιοντάρια. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 323) Ο Ναβουχοδονόσορ Β΄ επισκεύασε και επέκτεινε το παλιό ανάκτορο, και σε απόσταση περίπου 2 χλμ. προς βορράν έχτισε ένα θερινό ανάκτορο. Επίσης κατασκεύασε ένα μεγάλο, πολυεπίπεδο οικοδόμημα με θολωτές αψίδες, γνωστό ως οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας και φημισμένο ως ένα από τα «θαύματα του αρχαίου κόσμου».
Αυτή η μεγαλούπολη που απλωνόταν και στις δύο όχθες του Ευφράτη ήταν οικονομικό και βιοτεχνικό κέντρο του παγκόσμιου εμπορίου. Περισσότερο δε από σημαντικό κέντρο παραγωγής, υπήρξε εμπορικός σταθμός συναλλαγών μεταξύ των λαών της Ανατολής και της Δύσης, τόσο διά ξηράς όσο και διά θαλάσσης. Ως εκ τούτου ο στόλος της είχε πρόσβαση στον Περσικό Κόλπο αλλά και σε πολύ πιο μακρινές θάλασσες.
Ιστορία. Ο Νεβρώδ, ο οποίος έζησε προς τα τέλη της τρίτης χιλιετίας Π.Κ.Χ., ίδρυσε τη Βαβυλώνα ως πρωτεύουσα της πρώτης πολιτικής αυτοκρατορίας στην ιστορία του ανθρώπου. Ωστόσο, η ανέγερση αυτής της πόλης σταμάτησε ξαφνικά όταν ανέκυψε επικοινωνιακή σύγχυση. (Γε 11:9) Μεταγενέστερες γενιές που καταπιάστηκαν με την ανοικοδόμησή της ήρθαν και παρήλθαν. Ο Χαμουραμπί επέκτεινε την πόλη, την ισχυροποίησε και την κατέστησε πρωτεύουσα της υπό σημιτική διακυβέρνηση Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας.
Ενόσω βρισκόταν υπό την κυριαρχία της Ασσυριακής Παγκόσμιας Δύναμης, η Βαβυλώνα πρωταγωνίστησε σε πολλούς αγώνες και εξεγέρσεις. Αργότερα, με την πτώση της δεύτερης παγκόσμιας αυτοκρατορίας, ο Χαλδαίος Ναβοπολασσάρ ίδρυσε μια νέα δυναστεία στη Βαβυλώνα, γύρω στο 645 Π.Κ.Χ. Ο γιος του ο Ναβουχοδονόσορ Β΄, ο οποίος ολοκλήρωσε την ανοικοδόμηση της πόλης και την οδήγησε στο απόγειο της δόξας της, καυχήθηκε: «Δεν είναι αυτή η Βαβυλώνα η Μεγάλη, την οποία εγώ έχτισα;» (Δα 4:30) Η πόλη συνέχισε να είναι η πρωτεύουσα της τρίτης παγκόσμιας δύναμης, διατηρώντας αυτή τη δόξα μέχρι τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ. (Γρηγοριανό ημερολόγιο), όταν, με την εισβολή των στρατευμάτων της Μηδοπερσίας που τελούσαν υπό τις εντολές του Κύρου του Μεγάλου, η Βαβυλώνα έπεσε.
Εκείνη την καθοριστική νύχτα, στην πόλη της Βαβυλώνας ο Βαλτάσαρ παρέθετε συμπόσιο σε χίλιους μεγιστάνες του. Ο Ναβονίδης δεν ήταν εκεί να δει τη δυσοίωνη γραφή στον τοίχο: «Μενέ, Μενέ, Θεκέλ και Φαρσίν». (Δα 5:5-28) Μετά την ήττα του από τους Πέρσες, ο Ναβονίδης κατέφυγε στην πόλη Βορσίππα στα ΝΔ. Αλλά ο προφήτης του Ιεχωβά ο Δανιήλ βρισκόταν στη Βαβυλώνα εκείνη τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ. και αυτός έκανε γνωστή την έννοια της γραφής στον τοίχο. Οι στρατιώτες του Κύρου δεν κοιμούνταν στο στρατόπεδό τους γύρω από τα φαινομενικά απόρθητα τείχη της Βαβυλώνας. Εκείνη η νύχτα ήταν μια νύχτα έντονης δράσης για αυτούς. Ακολουθώντας ένα εξαίρετο στρατηγικό σχέδιο, οι μηχανικοί του στρατεύματος του Κύρου εξέτρεψαν το ρου του κραταιού ποταμού Ευφράτη ο οποίος διέρρεε την πόλη της Βαβυλώνας. Έπειτα, οι Πέρσες προχώρησαν μέσα από την κοίτη του ποταμού, ανέβηκαν στις όχθες του και κατέλαβαν την πόλη εξ απροόπτου μπαίνοντας μέσα από τις πύλες που βρίσκονταν κατά μήκος της προβλήτας. Αστραπιαία ξεχύθηκαν στους δρόμους και, σκοτώνοντας όλους όσους αντιστέκονταν, κατέλαβαν το παλάτι και θανάτωσαν τον Βαλτάσαρ. Όλα είχαν τελειώσει. Η Βαβυλώνα έπεσε μέσα σε μία νύχτα, σημαίνοντας το τέλος της μακραίωνης σημιτικής κυριαρχίας. Ο έλεγχος της Βαβυλώνας περιήλθε σε Αρίους, και ο προφητικός λόγος του Ιεχωβά εκπληρώθηκε.—Ησ 44:27· 45:1, 2· Ιερ 50:38· 51:30-32· βλέπε ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 325· ΚΥΡΟΣ.
Από εκείνη τη μνημειώδη χρονολογία, το 539 Π.Κ.Χ., η δόξα της Βαβυλώνας άρχισε να φθίνει καθώς η πόλη έπεσε σε παρακμή. Δύο φορές εξεγέρθηκε εναντίον του Πέρση αυτοκράτορα Δαρείου Α΄ (Υστάσπη), και στη δεύτερη περίπτωση καταστράφηκε η οχύρωσή της. Έχοντας αποκατασταθεί εν μέρει, η πόλη στασίασε εναντίον του Ξέρξη Α΄ και λεηλατήθηκε. Ο Μέγας Αλέξανδρος σκόπευε να κάνει τη Βαβυλώνα πρωτεύουσά του, αλλά πέθανε ξαφνικά το 323 Π.Κ.Χ. Ο Νικάτωρ κατέλαβε την πόλη το 312 Π.Κ.Χ. και μετέφερε μεγάλο μέρος από τα δομικά υλικά της στις όχθες του Τίγρη προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για την οικοδόμηση της καινούριας πρωτεύουσάς του, της Σελεύκειας. Ωστόσο, η πόλη και μαζί της ένας οικισμός Ιουδαίων εξακολουθούσαν να υπάρχουν κατά την πρώτη Χριστιανική εποχή, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο απόστολος Πέτρος επισκέφτηκε τη Βαβυλώνα, όπως αναφέρεται στην επιστολή του. (1Πε 5:13) Οι επιγραφές που βρέθηκαν εκεί δείχνουν ότι ο ναός του Βηλ στη Βαβυλώνα υπήρχε μέχρι και το 75 Κ.Χ. Τον τέταρτο αιώνα Κ.Χ. η πόλη ήταν ήδη ερειπωμένη, και τελικά πέρασε στην ανυπαρξία. Κατέληξε ένας «σωρός από πέτρες», τίποτα περισσότερο.—Ιερ 51:37.
Σήμερα δεν απομένει τίποτα άλλο στη Βαβυλώνα εκτός από λόφους και ερείπια—ένας πραγματικός ερημότοπος. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 324) Το βιβλίο Αρχαιολογία και Μελέτη της Παλαιάς Διαθήκης (Archaeology and Old Testament Study) δηλώνει: «Αυτά τα απέραντα ερείπια, εκ των οποίων, παρά τις εργασίες του Κολντεβέι, έχει ανασκαφεί μόνο ένα μικρό ποσοστό, έχουν υποστεί σε περασμένους αιώνες εκτεταμένη λεηλασία για να χρησιμοποιηθούν ως δομικά υλικά. Εν μέρει λόγω αυτού, μεγάλη έκταση του επιφανειακού εδάφους παρουσιάζει τώρα μια τέτοια χαώδη αταξία που θυμίζει έντονα τις προφητείες των εδαφίων Ησ. 13:19-22 και Ιερ. 50:39 (και μετέπειτα εδάφια), ενώ η εικόνα της ερήμωσης επιτείνεται ακόμη περισσότερο από την ανυδρία που επικρατεί σε μεγάλη έκταση της ζώνης των ερειπίων».—Επιμέλεια Ντ. Γ. Τόμας, Οξφόρδη, 1967, σ. 41.
Θρησκεία. Η Βαβυλώνα ήταν εξαιρετικά θρησκευόμενη πόλη. Στοιχεία από τις ανασκαφές καθώς και από αρχαία κείμενα μαρτυρούν ότι υπήρχαν εκεί περισσότεροι από 50 ναοί. Ο κυριότερος θεός της αυτοκρατορικής πόλης ήταν ο Μαρντούκ, ο αποκαλούμενος Μερωδάχ στην Αγία Γραφή. Κατά μία εκδοχή ο Μαρντούκ ήταν ο θεοποιημένος Νεβρώδ, αλλά οι απόψεις των λογίων όσον αφορά την ταύτιση θεών με συγκεκριμένους ανθρώπους ποικίλλουν. Στη βαβυλωνιακή θρησκεία εξέχοντα ρόλο είχαν και οι τριάδες θεών. Μια από αυτές αποτελούνταν από δύο θεούς και μία θεά, τον Σιν (θεό της σελήνης), τον Σαμάς (θεό του ήλιου) και την Ιστάρ, οι οποίοι και θεωρούνταν κύριοι του ζωδιακού κύκλου. Μια ακόμη τριάδα αποτελούνταν από τους δαίμονες Λαβαρτού, Λαβαζού και Αξαρού. Η ειδωλολατρία ήταν πανταχού παρούσα. Η Βαβυλώνα ήταν πράγματι «γη γλυπτών εικόνων», ρυπαρών “κοπρωδών ειδώλων”.—Ιερ 50:1, 2, 38.
Οι Βαβυλώνιοι πίστευαν στην αθανασία της ανθρώπινης ψυχής.—Η Θρησκεία της Βαβυλωνίας και της Ασσυρίας (The Religion of Babylonia and Assyria), του Μ. Τζάστροου, 1898, σ. 556.
Οι Βαβυλώνιοι επινόησαν την αστρολογία προσπαθώντας να ανακαλύψουν το μέλλον του ανθρώπου στα άστρα. (Βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ.) Η μαγεία, η μαγγανεία και η αστρολογία κατείχαν σπουδαία θέση στη θρησκεία τους. (Ησ 47:12, 13· Δα 2:27· 4:7) Πολλά ουράνια σώματα, για παράδειγμα πλανήτες, πήραν το όνομα βαβυλωνιακών θεών. Η μαντεία εξακολουθούσε να αποτελεί βασικό στοιχείο της βαβυλωνιακής θρησκείας στις ημέρες του Ναβουχοδονόσορα, ο οποίος τη χρησιμοποιούσε για να παίρνει αποφάσεις.—Ιεζ 21:20-22.
Μακραίωνος Εχθρός του Ισραήλ. Η Αγία Γραφή μνημονεύει πολλές φορές τη Βαβυλώνα, αρχής γενομένης με την αφήγηση της Γένεσης για την αρχέγονη πόλη της Βαβέλ. (Γε 10:10· 11:1-9) Ανάμεσα στα λάφυρα που πήρε ο Αχάν από την Ιεριχώ ήταν ένα «επίσημο ένδυμα από τη Σεναάρ». (Ιη 7:21) Μετά την πτώση του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ το 740 Π.Κ.Χ., άνθρωποι από τη Βαβυλώνα και από άλλα μέρη μεταφέρθηκαν εκεί για να πάρουν τη θέση των αιχμάλωτων Ισραηλιτών. (2Βα 17:24, 30) Ο Εζεκίας έκανε το λάθος να δείξει στους αγγελιοφόρους της Βαβυλώνας τους θησαυρούς του οίκου του. Οι θησαυροί αυτοί, καθώς και μερικοί από τους «γιους» του Εζεκία, οδηγήθηκαν αργότερα στη Βαβυλώνα. (2Βα 20:12-18· 24:12· 25:6, 7) Ο Βασιλιάς Μανασσής (716-662 Π.Κ.Χ.) επίσης οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα, αλλά επειδή ταπεινώθηκε, ο Ιεχωβά τον αποκατέστησε στο θρόνο του. (2Χρ 33:11) Ο Βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ πήρε τα πολύτιμα σκεύη του οίκου του Ιεχωβά στη Βαβυλώνα μαζί με χιλιάδες αιχμαλώτους.—2Βα 24:1–25:30· 2Χρ 36:6-20.
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δείχνουν πώς ο Ιεχονίας (Ιωαχίν), ο οποίος οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα, αποτέλεσε συνδετικό κρίκο στη γενεαλογία του Ιησού. (Ματ 1:11, 12, 17) Η πρώτη κανονική επιστολή του αποστόλου Πέτρου γράφτηκε από τη Βαβυλώνα. (1Πε 5:13· βλέπε ΠΕΤΡΟΥ [ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ].) Εκείνη η «Βαβυλώνα» ήταν η πόλη του Ευφράτη και όχι η Ρώμη, όπως ισχυρίζονται μερικοί.
Βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ.
2. Το όνομα Βαβυλώνα χρησιμοποιούνταν όχι μόνο για την πόλη, την πρωτεύουσα της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας, αλλά και για την ίδια την αυτοκρατορία, η οποία είχε ως επίκεντρο την κάτω πεδιάδα της Μεσοποταμίας.—ΧΑΡΤΗΣ, Τόμ. 2, σ. 321.
Μερικές φορές οι ιστορικοί χωρίζουν τη Βαβυλωνία σε δύο τμήματα: το βόρειο τμήμα το οποίο ονομάζουν Ακκάδ και το νότιο, το Σουμέρ, ή αλλιώς Χαλδαία. Αρχικά αυτή η περιοχή αποκαλούνταν στις Γραφές «γη Σεναάρ». (Γε 10:10· 11:2· βλέπε ΣΕΝΑΑΡ.) Μεταγενέστερα, όταν κάποιοι κυρίαρχοι ηγεμόνες έκαναν τη Βαβυλώνα πρωτεύουσά τους, η περιοχή αυτή έγινε γνωστή ως Βαβυλωνία. Επειδή μερικές φορές κατείχαν την εξουσία χαλδαϊκές δυναστείες, αποκαλούνταν και «γη των Χαλδαίων». (Ιερ 24:5· 25:12· Ιεζ 12:13) Μερικές από τις αρχαίες πόλεις της Βαβυλωνίας ήταν οι εξής: Ακκάδ, Αντάμπ, Βαβυλώνα, Βορσίππα, Ερέχ, Κις, Λαγκάς, Νιπούρ και Ουρ. Φυσικά, η Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία εκτεινόταν πολύ πιο πέρα από τη Βαβυλωνία και περιλάμβανε τη Συρία και την Παλαιστίνη ως τα σύνορα της Αιγύπτου.
Το πρώτο ήμισυ του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ., κυβερνούσε τη Βαβυλωνία ένας Ασσύριος βασιλιάς ονόματι Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ (Πουλ). (2Βα 15:29· 16:7· 1Χρ 5:26) Αργότερα, ένας Χαλδαίος ονόματι Μερωδάχ-βαλαδάν έγινε βασιλιάς της Βαβυλώνας, αλλά 12 χρόνια μετά τον εκδίωξε ο Σαργών Β΄. Όταν ο Σενναχειρείμ διαδέχθηκε τον Σαργών Β΄, βρέθηκε αντιμέτωπος με άλλη μια εξέγερση των Βαβυλωνίων υπό τον Μερωδάχ-βαλαδάν. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα του Σενναχειρείμ να καταλάβει την Ιερουσαλήμ το 732 Π.Κ.Χ., ο Μερωδάχ-βαλαδάν έστειλε πρεσβευτές του στον Εζεκία, το βασιλιά του Ιούδα, ζητώντας ίσως υποστήριξη στον αγώνα εναντίον της Ασσυρίας. (Ησ 39:1, 2· 2Βα 20:12-18) Αργότερα, ο Σενναχειρείμ εκδίωξε τον Μερωδάχ-βαλαδάν και στέφθηκε ο ίδιος ηγεμόνας της Βαβυλώνας, αξίωμα που διατήρησε μέχρι το θάνατό του. Ο γιος του ο Εσάρ-αδδών ανοικοδόμησε τη Βαβυλώνα. Οι Βαβυλώνιοι συσπειρώθηκαν γύρω από τον Ναβοπολασσάρ και ανέθεσαν τη βασιλεία σε αυτόν. Ο Ναβοπολασσάρ υπήρξε ο ιδρυτής της νεοβαβυλωνιακής δυναστείας η οποία επρόκειτο να συνεχιστεί μέχρι τον Βαλτάσαρ. Αυτή η δυναστεία, από τον Ναβουχοδονόσορα το γιο του Ναβοπολασσάρ ως τον Βαλτάσαρ, συμβολίζεται στις προφητείες της Αγίας Γραφής από το χρυσό κεφάλι της εικόνας που είδε στο όνειρό του ο Ναβουχοδονόσορ (Δα 2:37-45), ενώ στο όραμα που είδε ο Δανιήλ σε όνειρο συμβολίζεται από το λιοντάρι που είχε φτερούγες αετού και καρδιά ανθρώπου.—Δα 7:4.
Το 632 Π.Κ.Χ. αυτή η νέα χαλδαϊκή δυναστεία καθυπέταξε την Ασσυρία, με τη βοήθεια των Μήδων και των Σκυθών συμμάχων της. Το 625 Π.Κ.Χ., ο μεγαλύτερος γιος του Ναβοπολασσάρ, ο Ναβουχοδονόσορ (Β΄), νίκησε τον Φαραώ Νεχώ της Αιγύπτου στη μάχη της Χαρκεμίς, και το ίδιο έτος ανέλαβε τα ηνία της εξουσίας. (Ιερ 46:1, 2) Υπό τον Ναβουχοδονόσορα, η Βαβυλώνα αποτέλεσε «χρυσό ποτήρι» στο χέρι του Ιεχωβά με το οποίο θα εξέχεε την αγανάκτησή του εναντίον του άπιστου Ιούδα και της Ιερουσαλήμ. (Ιερ 25:15, 17, 18· 51:7) Το 620 Π.Κ.Χ. ο Ναβουχοδονόσορ επέβαλε στον Ιωακείμ φόρο υποτελείας, αλλά περίπου τρία χρόνια αργότερα, ο Ιωακείμ στασίασε. Το 618 Π.Κ.Χ., δηλαδή το τρίτο έτος της υποτέλειας του Ιωακείμ, ο Ναβουχοδονόσορ εκστράτευσε εναντίον της Ιερουσαλήμ. (2Βα 24:1· 2Χρ 36:6) Ωστόσο, ο Ιωακείμ πέθανε προτού αιχμαλωτιστεί από τους Βαβυλωνίους. Ο Ιωαχίν, ο οποίος διαδέχθηκε τον πατέρα του, παραδόθηκε σύντομα και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα μαζί με άλλους ευγενείς το 617 Π.Κ.Χ. (2Βα 24:12) Στη συνέχεια, στο θρόνο του Ιούδα τοποθετήθηκε ο Σεδεκίας, αλλά και αυτός στασίασε, και το 609 Π.Κ.Χ. οι Βαβυλώνιοι πολιόρκησαν ξανά την Ιερουσαλήμ και τελικά άνοιξαν ρήγμα στα τείχη της το 607 Π.Κ.Χ. (2Βα 25:1-10· Ιερ 52:3-12) Εκείνο το έτος, το 607 Π.Κ.Χ., το έτος που η Ιερουσαλήμ ερημώθηκε, αποτέλεσε ορόσημο στον υπολογισμό του χρόνου που θα μεσολαβούσε μέχρις ότου ο Ιεχωβά, ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, θα έδινε τη βασιλική εξουσία στον παγκόσμιο άρχοντα που ο ίδιος είχε εκλέξει.—Βλέπε ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ (Έναρξη της “καταπάτησης”).
Σε μια πινακίδα σφηνοειδούς γραφής που ανακαλύφτηκε γίνεται μνεία κάποιας εκστρατείας εναντίον της Αιγύπτου το 37ο έτος του Ναβουχοδονόσορα (588 Π.Κ.Χ.). Ίσως αυτή η εκστρατεία να σχετίζεται με την καθυπόταξη της κραταιάς Αιγύπτου από τη Βαβυλώνα, πράγμα που είχε προείπει ο προφήτης Ιεζεκιήλ προφανώς το έτος 591 Π.Κ.Χ. (Ιεζ 29:17-19) Τελικά ο Ναβουχοδονόσορ Β΄, έπειτα από 43 χρόνια διακυβέρνησης στη διάρκεια των οποίων κατέκτησε πολλά έθνη αλλά και επιτέλεσε ένα μεγαλειώδες οικοδομικό πρόγραμμα μέσα στη Βαβυλωνία, πέθανε τον Οκτώβριο του 582 Π.Κ.Χ. και τον διαδέχθηκε ο Αβίλ-Μαρντούκ (Εβίλ-μερωδάχ). Αυτός ο νέος άρχοντας έδειξε καλοσύνη στον αιχμάλωτο Βασιλιά Ιωαχίν. (2Βα 25:27-30) Ελάχιστα είναι γνωστά για τη βασιλεία του Νηριγλίσαρου, προφανώς διαδόχου του Εβίλ-μερωδάχ, και του Λαβασί-Μαρντούκ.
Πληρέστερο ιστορικό υπόμνημα έχουμε για τον Ναβονίδη και το γιο του τον Βαλτάσαρ, οι οποίοι προφανώς ήταν συμβασιλείς όταν έπεσε η Βαβυλώνα.
Στο μεταξύ, οι Μήδοι και οι Πέρσες υπό τις διαταγές του Κύρου του Μεγάλου προέλαυναν προκειμένου να καταλάβουν τη Βαβυλωνία και να γίνουν η τέταρτη παγκόσμια δύναμη. Τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ. (Γρηγοριανό ημερολόγιο) η Βαβυλώνα καταλήφθηκε και ο Βαλτάσαρ θανατώθηκε. Στο πρώτο έτος του Κύρου, μετά την κατάληψη της Βαβυλώνας, ο Κύρος εξέδωσε το περίφημο διάταγμα με το οποίο επέτρεπε σε μια ομάδα που περιλάμβανε 42.360 άντρες, εκτός από τους πολλούς δούλους και τους επαγγελματίες τραγουδιστές, να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ. Περίπου 200 χρόνια αργότερα, η περσική κυριαρχία στη Βαβυλωνία τερματίστηκε όταν ο Μέγας Αλέξανδρος κατέλαβε τη Βαβυλώνα το 331 Π.Κ.Χ. Στα μέσα του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. κυβερνούσαν τη Βαβυλωνία οι Πάρθοι, υπό τον βασιλιά τους Μιθριδάτη Α΄.
Επειδή υπήρχαν ακμάζουσες Ιουδαϊκές κοινότητες σε αυτή τη χώρα, ο Πέτρος, που ήταν απόστολος προς τους Ιουδαίους, πήγε στη Βαβυλώνα, και από εκεί έγραψε τουλάχιστον τη μία από τις θεόπνευστες επιστολές του. (Γα 2:7-9· 1Πε 5:13) Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέτες σε αυτές τις ανατολικές κοινότητες ανέπτυξαν επίσης το Βαβυλωνιακό Ταργκούμ, αλλιώς γνωστό ως Ταργκούμ του Ογκέλου, και παρήγαγαν αρκετά χειρόγραφα των Εβραϊκών Γραφών. Ο Κώδικας της Πετρούπολης που περιέχει τους Μεταγενέστερους Προφήτες και ο οποίος χρονολογείται από το 916 Κ.Χ. είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρων επειδή αποτελεί συνδυασμό τόσο ανατολικών κειμένων (βαβυλωνιακών) όσο και δυτικών (της Τιβεριάδας).
[Χάρτης στις σελίδες 426, 427]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Η Πόλη της Αρχαίας Βαβυλώνας
Νέα Πόλη
Κανάλι
Θερινό Ανάκτορο
Πύλη της Ιστάρ
Κρεμαστοί Κήποι
Ανάκτορο της Πόλης
Ζιγκουράτ
Πύλη του Ποταμού
Τείχος του Ποταμού
Ποταμός Ευφράτης
Εσωτερικό Σύστημα Τειχών της Πόλης
Κανάλι
Εξωτερικό Σύστημα Τειχών του Ναβουχοδονόσορα
Κανάλι
-
-
Βαβυλώνα η ΜεγάληΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ
Ανάμεσα στα οράματα του Ιωάννη τα οποία είναι καταγραμμένα στο βιβλίο της Αποκάλυψης, υπάρχουν εξαγγελίες κρίσης εναντίον της “Βαβυλώνας της Μεγάλης”, καθώς και μια περιγραφή της ίδιας και της πτώσης της.—Απ 14:8· 16:19· κεφ. 17, 18· 19:1-3.
Στα εδάφια Αποκάλυψη 17:3-5, η Βαβυλώνα η Μεγάλη περιγράφεται ως μια γυναίκα με πορφυρή και κατακόκκινη στολή και πλούσια κοσμήματα, η οποία κάθεται πάνω σε ένα κατακόκκινο θηρίο που έχει εφτά κεφάλια και δέκα κέρατα. Στο μέτωπό της είναι γραμμένο ένα όνομα, «ένα μυστήριο: “Βαβυλώνα η Μεγάλη, η μητέρα των πορνών και των αηδιαστικών πραγμάτων της γης”». Παρουσιάζεται επίσης καθισμένη πάνω σε «πολλά νερά» τα οποία αντιπροσωπεύουν «λαούς και πλήθη και έθνη και γλώσσες».—Απ 17:1-15.
Η χλιδή και η εξουσία που αποδίδονται στη Βαβυλώνα τη Μεγάλη δεν μας επιτρέπουν να την εξισώσουμε απλώς με την κατά γράμμα πόλη της Βαβυλώνας που βρισκόταν στη Μεσοποταμία. Αφότου η αρχαία Βαβυλώνα έπεσε στα χέρια του Κύρου του Πέρση το 539 Π.Κ.Χ., έχασε τη θέση της ως κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη, και οι αιχμάλωτοί της, μεταξύ των οποίων και οι Ιουδαίοι, απελευθερώθηκαν. Παρ’ όλο που η πόλη συνέχισε να υπάρχει ακόμη και μετά την εποχή των αποστόλων, οπότε υπήρχε και στις ημέρες του Ιωάννη, δεν ήταν πια πόλη παγκόσμιας ακτινοβολίας, και τελικά έπεσε σε παρακμή και ερημώθηκε πλήρως. Επομένως, η Βαβυλώνα η Μεγάλη πρέπει να εκληφθεί ως συμβολική πόλη, πρωτότυπο της οποίας αποτελούσε η κατά γράμμα πόλη της Βαβυλώνας. Εφόσον η μυστηριακή πόλη παίρνει το όνομά της από την αρχαία πόλη, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε εν συντομία τα κυριότερα χαρακτηριστικά της Βαβυλώνας του Ευφράτη, χαρακτηριστικά που μας δίνουν κάποια στοιχεία για την ταυτότητα της συμβολικής πόλης του οράματος του Ιωάννη.
Χαρακτηριστικά της Αρχαίας Βαβυλώνας. Η θεμελίωση της πόλης της Βαβυλώνας στις Πεδιάδες της Σεναάρ έγινε παράλληλα με την απόπειρα οικοδόμησης του Πύργου της Βαβέλ. (Γε 11:2-9) Ο κοινός στόχος που επιδίωκαν οι κατασκευαστές του πύργου και της πόλης δεν ήταν η εξύψωση του ονόματος του Θεού, αλλά το να “κάνουν ξακουστό όνομα” για τον εαυτό τους. Οι πύργοι ζιγκουράτ που ήρθαν στο φως, όχι μόνο στα ερείπια της αρχαίας Βαβυλώνας αλλά και σε άλλα μέρη της Μεσοποταμίας, φαίνεται να επιβεβαιώνουν την κατά βάση θρησκευτική φύση του αρχικού πύργου, ανεξάρτητα από τη μορφή του ή την τεχνοτροπία του. Η αποφασιστική ενέργεια στην οποία προέβη ο Ιεχωβά Θεός προκειμένου να ματαιώσει την ανέγερση του ναού καταδικάζει σαφώς αυτόν το ναό ως προϊόν της ψεύτικης θρησκείας. Παρότι το εβραϊκό όνομα Βαβέλ που δόθηκε στην πόλη σημαίνει «Σύγχυση», τόσο το σουμεριακό όνομα (Κα-ντινγκίρ-ρα) όσο και το ακκαδικό (Μπαμπ-ιλού) σημαίνουν «Πύλη του Θεού». Επομένως, οι εναπομείναντες κάτοικοι της πόλης άλλαξαν τη μορφή του ονόματός της για να αποφύγουν την αρχική καταδικαστική έννοιά του, ωστόσο και η καινούρια ή υποκατάστατη μορφή του ονόματος εξακολουθούσε να ταυτίζει την πόλη με τη θρησκεία.
Η Αγία Γραφή, αναφερόμενη στην “αρχή του βασιλείου του Νεβρώδ”, κατονομάζει τη Βαβέλ πρώτη. (Γε 10:8-10) Σε όλες τις Εβραϊκές Γραφές η αρχαία πόλη της Βαβυλώνας ξεχωρίζει έντονα ως ο μακραίωνος εχθρός του Ιεχωβά Θεού και του λαού του.
Αν και η Βαβυλώνα έγινε η πρωτεύουσα μιας πολιτικής αυτοκρατορίας κατά τον έβδομο και τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., υπήρξε καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της ένα ιδιαίτερα σημαντικό θρησκευτικό κέντρο, του οποίου η θρησκευτική επιρροή εκτεινόταν σε πολλές κατευθύνσεις.
Ο καθηγητής Μόρις Τζάστροου, στο έργο του Η Θρησκεία της Βαβυλωνίας και της Ασσυρίας ([The Religion of Babylonia and Assyria] 1898, σ. 699-701), αναφέρει σχετικά: «Στον αρχαίο κόσμο, πριν από την εμφάνιση της Χριστιανοσύνης, η Αίγυπτος, η Περσία και η Ελλάδα δέχτηκαν επιρροές από τη βαβυλωνιακή θρησκεία. . . . Στην Περσία, η λατρεία του Μίθρα αποκαλύπτει την αδιαμφισβήτητη επιρροή των Βαβυλωνιακών αντιλήψεων. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς πόση σπουδαιότητα προσέλαβαν μεταξύ των Ρωμαίων τα μυστήρια που συνδέονταν με αυτή τη λατρεία, προστίθεται ένας ακόμη κρίκος που συνδέει τα διάφορα παρακλάδια του ευρύτερου αρχαίου πολιτισμού με τον πολιτισμό της Κοιλάδας του Ευφράτη». Εν κατακλείδι, ο Τζάστροου αναφέρεται «στο βαθύ αποτύπωμα που άφησαν στον αρχαίο κόσμο οι αξιοσημείωτες εκφάνσεις της θρησκευτικής σκέψης της Βαβυλωνίας και οι θρησκευτικές δραστηριότητες που κυριάρχησαν σε εκείνη την περιοχή».
Η θρησκευτική επιρροή της Βαβυλώνας προς ανατολάς, στην Ινδία, εξιχνιάζεται στο βιβλίο Νέο Φως στην Αρχαιότερη Ανατολή (New Light on the Most Ancient East), από τον αρχαιολόγο Β. Τσάιλντ (1957, σ. 185). Μεταξύ άλλων, ο Τσάιλντ επισημαίνει: «Η σβάστικα και ο σταυρός, συνηθισμένα σύμβολα σε γραμματόσημα και πλάκες, ήταν θρησκευτικά ή μαγικά σύμβολα, όπως και στη Βαβυλωνία και στο Ελάμ κατά την πρώιμη προϊστορική περίοδο, αλλά διατηρούν αυτόν το χαρακτήρα και στη σημερινή Ινδία όπως και αλλού». Έτσι λοιπόν, η θρησκευτική επιρροή της αρχαίας Βαβυλώνας εξαπλώθηκε σε πολλούς λαούς και έθνη, πολύ μακρύτερα από ό,τι η πολιτική της δύναμη και με πολύ μεγαλύτερη ισχύ και διάρκεια.
Όπως και η μυστηριακή Βαβυλώνα, η αρχαία πόλη της Βαβυλώνας βρισκόταν στην ουσία πάνω σε νερά, δεδομένου ότι ήταν χτισμένη εκατέρωθεν του Ποταμού Ευφράτη και είχε διάφορα κανάλια και τάφρους με νερό. (Ιερ 51:1, 13· Απ 17:1, 15) Αυτά τα νερά εξυπηρετούσαν την άμυνα της πόλης, και καθιστούσαν εφικτή τη διέλευση των πλοίων που μετέφεραν πλούτη και είδη πολυτελείας από πολλά μέρη. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως αναφέρεται, τα νερά του Ευφράτη στερεύουν προτού υποστεί η Βαβυλώνα η Μεγάλη την οργή της θεϊκής κρίσης.—Απ 16:12, 19.
Διακριτικά Γνωρίσματα της Μυστηριακής Βαβυλώνας. Η συμβολική γυναίκα που φέρει το όνομα Βαβυλώνα η Μεγάλη είναι η «μεγάλη πόλη η οποία έχει βασιλεία πάνω στους βασιλιάδες της γης», μια βασιλεία που στην ουσία τής επιτρέπει να κάθεται πάνω σε «λαούς και πλήθη και έθνη και γλώσσες». (Απ 17:1, 15, 18) Μια βασιλεία που εξουσιάζει άλλα βασίλεια και έθνη ορίζεται ως «αυτοκρατορία». Η Βαβυλώνα η Μεγάλη θέτει τον εαυτό της πάνω από τους επίγειους βασιλιάδες, ασκώντας πάνω τους εξουσία και επιρροή. Ιππεύει το συμβολικό εφτακέφαλο θηρίο—τα θηρία χρησιμοποιούνται αλλού στην Αγία Γραφή ως σύμβολα των πολιτικών παγκόσμιων δυνάμεων.—Βλέπε ΘΗΡΙΑ, ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ.
Μερικοί λόγιοι υποθέτουν ότι η Βαβυλώνα η Μεγάλη είναι πολιτική αυτοκρατορία, είτε η Βαβυλώνα είτε η Ρώμη. Έχουμε ήδη δει πως, όταν ο Ιωάννης έλαβε το προφητικό του όραμα, η Βαβυλώνα είχε πάψει προ πολλού να υφίσταται ως πολιτική αυτοκρατορία. Όσο για τη Ρώμη, ο χαρακτήρας της πολιτικής της διακυβέρνησης δεν ταιριάζει με την περιγραφή της πορείας της Βαβυλώνας της Μεγάλης και των μεθόδων επικυριαρχίας που χρησιμοποιεί. Εκείνη είναι πόρνη που πορνεύει με τους βασιλιάδες της γης, μεθώντας τους με το κρασί της πορνείας της, παροδηγώντας τα έθνη με τον “πνευματισμό που ασκεί”. (Απ 17:1, 2· 18:3, 23) Αντίθετα, η Ρώμη απέκτησε και περιφρούρησε την κυριαρχία της με τη «σιδερένια» στρατιωτική της ισχύ και την αυστηρή εφαρμογή του ρωμαϊκού δικαίου στις επαρχίες και στις αποικίες της. Αναγνωρίζοντας αυτό το γεγονός, Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) λέει: «Δεν είναι αρκετό να ταυτίζουμε τη Ρώμη με τη Βαβυλώνα. Η Βαβυλώνα περιλαμβάνει περισσότερες από μία αυτοκρατορίες ή πολιτισμούς. Ορίζεται περισσότερο από τις επικρατούσες μορφές ειδωλολατρίας παρά από γεωγραφικά ή χρονικά όρια. Η Βαβυλώνα συνυπάρχει μέσα στα ίδια χωροχρονικά πλαίσια με τη βασιλεία του θηρίου το οποίο έχει διαφθείρει και υποδουλώσει το ανθρώπινο γένος, και το οποίο πρέπει να νικηθεί από το Αρνί (Αποκ. 17:14) προκειμένου να απελευθερωθεί το ανθρώπινο γένος».—Επιμέλεια Τζ. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 338.
Ο συμβολισμός της πόρνης χρησιμοποιείται συχνά στις Εβραϊκές Γραφές. Το έθνος του Ισραήλ είχε προειδοποιηθεί να μη συνάπτει σχέσεις διαθήκης με τα έθνη της Χαναάν, επειδή αυτό θα τους έκανε να έχουν «ανήθικες σχέσεις [«πορνεύσουν», RS· ΒΑΜ] με τους θεούς τους». (Εξ 34:12-16) Τόσο ο Ισραήλ όσο και ο Ιούδας αποστάτησαν από την αληθινή λατρεία του Ιεχωβά Θεού και επέσυραν την καταδίκη του, λόγω του ότι εκπορνεύονταν με πολιτικά έθνη, καθώς και με τους θεούς αυτών των εθνών. (Ησ 1:21· Ιερ 3:6-10, 13· Ιεζ 16:15-17, 28, 29, 38· Ωσ 6:10· 7:11· 8:9, 10) Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Θεός δεν έβλεπε τον Ισραήλ ή τον Ιούδα σαν απλές πολιτικές οντότητες οι οποίες σύναπταν σχέσεις με άλλες πολιτικές κυβερνήσεις. Αντίθετα, ο Θεός τούς επιτίμησε με βάση το ότι είχαν συνάψει ιερή διαθήκη μαζί του και επομένως ήταν υποχρεωμένοι να είναι άγιος λαός αφιερωμένος σε αυτόν και στην αγνή του λατρεία.—Ιερ 2:1-3, 17-21.
Μια παρόμοια χρήση αυτού του σχήματος λόγου εμφανίζεται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Η Χριστιανική εκκλησία παρομοιάζεται με μια παρθένα αρραβωνιασμένη με τον Χριστό ο οποίος είναι η Κεφαλή της και ο Βασιλιάς της. (2Κο 11:2· Εφ 5:22-27) Ο μαθητής Ιάκωβος προειδοποίησε τους Χριστιανούς να μη διαπράξουν πνευματική μοιχεία έχοντας φιλία με τον κόσμο. (Ιακ 4:4· παράβαλε Ιωα 15:19.) Οι πορνείες που διαπράττουν η Βαβυλώνα η Μεγάλη και οι «κόρες» της έχουν παρόμοιο χαρακτήρα και δεν αποτελούν μεμονωμένη εξαίρεση. (Η λέξη «κόρες» χρησιμοποιείται ενίοτε στην Αγία Γραφή σε σχέση με τα προάστια ή τις κωμοπόλεις που περιέβαλλαν μια πόλη ή μια μητρόπολη, όπως ήταν για παράδειγμα οι «εξαρτώμενες κωμοπόλεις» [κατά κυριολεξία, «κόρες» στην εβραϊκή] της Σαμάρειας και των Σοδόμων· βλέπε Ιεζ 16:46-48.)
Ένας επιπρόσθετος σημαντικός παράγοντας είναι το γεγονός πως, όταν η Βαβυλώνα η Μεγάλη καταρρίπτεται από την ερημωτική επίθεση των δέκα κεράτων του συμβολικού θηρίου, η πτώση της θρηνείται από τους συντρόφους της στην πορνεία της—τους βασιλιάδες της γης, καθώς και τους εμπόρους και τους προμηθευτές, οι οποίοι είχαν συναλλαγές μαζί της εφοδιάζοντάς την με είδη πολυτελείας και εξαίσια ενδύματα και κοσμήματα. Ενώ αυτοί οι οποίοι εκπροσωπούν την πολιτική και το εμπόριο επιβιώνουν από την ερήμωσή της, είναι αξιοσημείωτο ότι εκείνοι που εκπροσωπούν τη θρησκεία δεν φαίνεται να παραμένουν στο προσκήνιο για να συμμετάσχουν στο θρήνο για την πτώση της. (Απ 17:16, 17· 18:9-19) Το υπόμνημα δείχνει ότι οι βασιλιάδες της γης υφίστανται την εκτέλεση κρίσης κάποια στιγμή μετά τον αφανισμό της μυστηριακής Βαβυλώνας, και η δική τους καταστροφή έρχεται, όχι από τα «δέκα κέρατα», αλλά από το σπαθί του Βασιλιά των βασιλιάδων, του Λόγου του Θεού.—Απ 19:1, 2, 11-18.
Ένα ακόμη διακριτικό γνώρισμα της Βαβυλώνας της Μεγάλης είναι η μέθη της—παρουσιάζεται «μεθυσμένη από το αίμα των αγίων και από το αίμα των μαρτύρων του Ιησού». (Απ 17:4, 6· 18:24· 19:1, 2) Επομένως, η Βαβυλώνα η Μεγάλη είναι το πνευματικό αντίστοιχο της αρχαίας πόλης της Βαβυλώνας, καθώς εκδηλώνει την ίδια εχθρότητα απέναντι στον αληθινό λαό του Θεού. Σημειωτέον ότι ο Ιησούς επέρριψε στους θρησκευτικούς ηγέτες την ευθύνη για «όλο το δίκαιο αίμα που χύθηκε στη γη, από το αίμα του δίκαιου Άβελ ως το αίμα του Ζαχαρία». Παρότι αυτά τα λόγια απευθύνονταν στους θρησκευτικούς ηγέτες που ανήκαν στο ίδιο το γένος του Ιησού, το Ιουδαϊκό έθνος, και παρότι ο διωγμός των ακολούθων του Ιησού από αυτή την ομάδα ήταν ιδιαίτερα έντονος για κάποιο διάστημα, η ιστορία δείχνει ότι στα μετέπειτα χρόνια η εναντίωση στη γνήσια Χριστιανοσύνη προήλθε από άλλες πηγές (μάλιστα και οι ίδιοι οι Ιουδαίοι υπέστησαν σφοδρό διωγμό).—Ματ 23:29-35.
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες είναι σημαντικοί, και πρέπει να ληφθούν όλοι υπόψη προκειμένου να σχηματιστεί η σωστή εικόνα για τη συμβολική Βαβυλώνα τη Μεγάλη και για τα όσα αυτή αντιπροσωπεύει.
-
-
ΒαέβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΕΒ
(Βαέβ).
Προφανώς μια άγνωστη σήμερα τοποθεσία, κοντά στον Αρνών, “στη Σουφά”.—Αρ 21:14.
-
-
ΒαθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΘ
Μέτρο υγρών, ίσο με το ένα δέκατο του χομόρ (κορ) και αντίστοιχο του εφά, το οποίο ήταν μέτρο στερεών. (Ιεζ 45:10, 11, 14) Με βάση θραύσματα αγγείων που έφεραν τον προσδιορισμό «βαθ» γραμμένο με αρχαίους εβραϊκούς χαρακτήρες, έχει υπολογιστεί ότι το βαθ ισοδυναμούσε με 22 λίτρα.
-
-
ΒαθουήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΘΟΥΗΛ
(Βαθουήλ).
1. Ανιψιός του Αβραάμ, τον οποίο γέννησε η Μελχά στον αδελφό του τον Ναχώρ. (Γε 22:20, 22) Ο Βαθουήλ έγινε πατέρας της Ρεβέκκας και του Λάβαν. (Γε 22:23· 24:15, 24, 29) Αργότερα, αναγνώρισε ότι υπό θεϊκή κατεύθυνση είχε έρθει στο σπίτι του ο δούλος του Αβραάμ αναζητώντας σύζυγο για τον Ισαάκ, λέγοντας μαζί με τον Λάβαν: «Από τον Ιεχωβά προήλθε αυτό». (Γε 24:50) Αποκαλείται Σύριος, ή αλλιώς Αραμαίος, επειδή κατοικούσε στην πεδιάδα της Αράμ.—Γε 25:20· 28:2, 5.
2. Μια σύγκριση των πόλεων που αναφέρονται στα εδάφια Ιησούς του Ναυή 15:30· 19:4 και 1 Χρονικών 4:30 υποδηλώνει ότι αυτή η πόλη ονομάζεται επίσης Βεθούλ και Κεζίλ. Βρισκόταν στο νότιο τμήμα της περιοχής του Ιούδα αλλά είχε παραχωρηθεί στη φυλή του Συμεών ως παρεμβαλλόμενη πόλη. Επομένως, φαίνεται ότι είναι η «Βαιθήλ» που μνημονεύεται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 30:27 ως ένα από τα μέρη όπου ο Δαβίδ έστειλε κάποια λάφυρα ως δώρο. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Χίρμπετ ελ-Καριατέιν (Τελ Κεριγιότ), περίπου 19 χλμ. Ν της Χεβρών, αν και μερικοί προτιμούν να την ταυτίζουν με το Χίρμπετ ερ-Ρας (Χορβάτ Ρος), περίπου 24 χλμ. Δ αυτής της τοποθεσίας.—Βλέπε ΚΕΖΙΛ.
-
-
Βαθ-ραββίμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΘ-ΡΑΒΒΙΜ
(Βαθ-ραββίμ) [Κόρη των Πολλών].
Στο Άσμα Ασμάτων, τα μάτια της Σουλαμίτισσας κόρης παρομοιάζονται με «τις δεξαμενές στην Εσεβών, κοντά στην πύλη της Βαθ-ραββίμ». (Ασμ 7:4) Η Εσεβών ήταν πόλη στην περιοχή του Γαδ αλλά παραχωρήθηκε στους Λευίτες. (Ιη 21:38, 39) Αν και μερικοί πιστεύουν ότι το όνομα Βαθ-ραββίμ είναι το όνομα μιας πύλης της Εσεβών απέναντι από την πόλη Ραββά (το σημερινό Αμμάν) στα ΒΑ, άλλοι υποστηρίζουν ότι η λέξη Βαθ-ραββίμ (που σημαίνει «Κόρη των Πολλών») χρησιμοποιείται ως σύμβολο της ίδιας της Εσεβών, μιας πολυάνθρωπης πόλης, και ότι η πύλη ονομάζεται έτσι επειδή πολλοί περνούσαν από εκεί μπαίνοντας και βγαίνοντας από την πόλη ή μαζεύονταν εκεί για τις συνάξεις τους. Γύρω από τα τωρινά ερείπια της πόλης υπάρχουν ακόμη απομεινάρια αρχαίων δεξαμενών καθώς και ενός μεγάλου υδροταμιευτήρα. Η ποιητική περιγραφή συνθέτει μια εύστοχη εικόνα της κρυστάλλινης, γαλήνιας ομορφιάς που αντανακλούσαν τα λαμπερά μάτια της Σουλαμίτισσας, ενώ η πύλη της πόλης πιθανώς συμβόλιζε το μέτωπό της.
-
-
ΒαιδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΔΑΝ
(Βαιδάν).
Ένα από τα μέρη με τα οποία είχε εμπορικές συναλλαγές η Τύρος. (Ιεζ 27:19) Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Ωστόσο, κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων ταυτίζεται με το Ουάντεν, κοντά στη Μεδίνα, περίπου στο μέσο του δυτικού τμήματος της Αραβικής Χερσονήσου.
-
-
ΒαϊεζεθάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΪΕΖΕΘΑ
(Βαϊεζεθά).
Ένας από τους δέκα γιους του Αμάν.—Εσθ 9:9, 10.
-
-
Βαιθ-αβένΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΒΕΝ
(Βαιθ-αβέν) [Οίκος Βλαβερότητας (Βλαβερού Πράγματος)].
1. Κωμόπολη στην περιοχή της φυλής του Βενιαμίν, κοντά στην αρχαία πόλη της Γαι. (Ιη 7:2· 18:11, 12) Βρισκόταν στην έρημο, Α της Βαιθήλ και Δ της Μιχμάς, και εκεί έλαβε χώρα μια αξιοσημείωτη μάχη κατά την οποία ο Σαούλ και ο Ιωνάθαν έτρεψαν σε φυγή τους Φιλισταίους από τη Μιχμάς.—1Σα 13:5· 14:23.
2. Εκφράζοντας τη θλίψη του για την ειδωλολατρία στην οποία είχε περιπέσει ο Ισραήλ στην εποχή του, ο προφήτης Ωσηέ κάνει λόγο για τη Βαιθ-αβέν καθώς και τη Γαβαά και τη Ραμά, άλλες σημαντικές πόλεις του Βενιαμίν. (Ωσ 4:15· 5:8· 10:5, 8 [«Αβέν» στο Μασοριτικό κείμενο]) Φαίνεται ότι ο προφήτης εφαρμόζει αυτό το όνομα υποτιμητικά στην πόλη Βαιθήλ, η οποία κάποτε ήταν “οίκος του Θεού” αλλά τώρα πλέον είχε γίνει “οίκος βλαβερού πράγματος”, λόγω της μοσχολατρίας που ήταν καθιερωμένη εκεί.—1Βα 12:28-30.
-
-
Βαιθ-αζμαβέθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΖΜΑΒΕΘ
Βλέπε ΑΖΜΑΒΕΘ Αρ. 5.
-
-
Βαιθ-ακκερέμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΚΚΕΡΕΜ
(Βαιθ-ακκερέμ) [Οίκος του Αμπελιού].
Τοποθεσία κοντά στην Ιερουσαλήμ την οποία αναφέρει ο Ιερεμίας ως μέρος κατάλληλο για να υψώσει κάποιος σήμα από φωτιά προειδοποιώντας σχετικά με την προέλαση εχθρικών δυνάμεων από το Β. (Ιερ 6:1) Κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο υπήρχε μια ομώνυμη περιφέρεια του Ιούδα, και κάποιος Μαλχίας ήταν «άρχοντας» σε αυτήν. (Νε 3:14) Λόγω του ότι στο εδάφιο Ιερεμίας 6:1 αναφέρεται και η Θεκωέ μαζί με τη Βαιθ-ακκερέμ, μερικοί θεωρούν ότι η Βαιθ-ακκερέμ βρισκόταν Ν της Ιερουσαλήμ, ανάμεσα στην Ιερουσαλήμ και στη Θεκωέ. Ο Ιερώνυμος, του τέταρτου αιώνα Κ.Χ., αναφέρθηκε σε αυτήν με το όνομα Βαιθαχαρμά, τοποθετώντας την σε αυτή την περιοχή. Σε αρμονία με αυτές τις απόψεις, έχει υποδειχτεί η τοποθεσία Χίρμπετ Σαλίχ (Ραμάτ Ραχέλ), 4,5 χλμ. ΝΝΔ του Όρους του Ναού. Άλλοι, όμως, δεν θεωρούν ότι η αναφορά στη Θεκωέ υποδηλώνει απαραίτητα και γειτνίαση της Βαιθ-ακκερέμ με αυτήν και εμμένουν στην εκδοχή της Έιν Καρίμ (Εν Κέρεμ) (που σημαίνει «Πηγή του Αμπελιού»), 7,5 χλμ. ΔΝΔ του Όρους του Ναού. Αυτή βρίσκεται σε μια εύφορη περιοχή με ελαιώνες και αμπέλια, στους πρόποδες του Τζέμπελ Άλι, ενός υψώματος από το οποίο μπορεί να δει κανείς το Όρος των Ελαιών, μέρος της Ιερουσαλήμ και προς τα Δ τη Μεσόγειο. Στην κορυφή του υπάρχουν μεγάλοι λιθοσωροί που, όπως ισχυρίζονται μερικοί, τους χρησιμοποιούσαν για να ανάβουν συνθηματικές φωτιές, όπως αυτές για τις οποίες κάνει λόγο ο Ιερεμίας.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΧΑΡ.
-
-
Βαιθ-ανάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΝΑΘ
(Βαιθ-ανάθ) [Οίκος της Ανάθ].
Μια από τις οχυρωμένες πόλεις που παραχωρήθηκαν στη φυλή του Νεφθαλί (Ιη 19:38, 39), από την οποία όμως οι Νεφθαλίτες δεν εκδίωξαν τους Χαναναίους κατοίκους της, αλλά αντί για αυτό τους υπέβαλαν σε καταναγκαστική εργασία. (Κρ 1:33) Ενδεχομένως ταυτίζεται με το Σάφεντ ελ-Μπατίχ, 24 χλμ. ΑΝΑ της Τύρου. Η πόλη μνημονεύεται στους καταλόγους διαφόρων Αιγύπτιων ηγεμόνων της περιόδου του «Νέου Βασιλείου».
-
-
Βαιθ-ανώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΝΩΘ
(Βαιθ-ανώθ) [Οίκος Απαντήσεων [δηλαδή σε προσευχές]].
Μια από τις πόλεις που παραχωρήθηκαν στη φυλή του Ιούδα, στην ορεινή περιοχή αυτής της φυλής. (Ιη 15:59) Προς το παρόν ταυτίζεται με το Χίρμπετ Μπέιτ Ανούν, περίπου 6 χλμ. ΒΒΑ της Χεβρών.
-
-
Βαιθ-αραβάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΡΑΒΑ
(Βαιθ-αραβά) [Οίκος της Έρημης Πεδιάδας].
Μια από τις έξι πόλεις της περιοχής του Ιούδα για τις οποίες αναφέρεται ότι βρίσκονταν «στην έρημο». (Ιη 15:61) Κατονομάζεται στα πλαίσια της περιγραφής των κοινών συνόρων μεταξύ των φυλών του Βενιαμίν και του Ιούδα. (Ιη 15:6) Αν και αναφέρεται ότι βρισκόταν εντός της εδαφικής κληρονομιάς της φυλής του Ιούδα, στη συνέχεια προσδιορίζεται ως μέρος του Βενιαμίν, κάτι που ενδεχομένως υποδηλώνει ότι επρόκειτο για παρεμβαλλόμενη πόλη των Βενιαμιτών. (Ιη 18:21, 22) Ίχνη αυτού του τοπωνυμίου φαίνεται πως διασώζονται στο όνομα της Έιν ελ-Γαράμπα, μιας πηγής στη βόρεια πλευρά του Ουάντι ελ Κιλτ, περίπου 6 χλμ. ΑΝΑ της Ιεριχώς. Με βάση αυτή την τοποθεσία, η Βαιθ-αραβά εντοπίζεται στην περιοχή της ερήμου που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της Νεκράς Θαλάσσης.
-
-
Βαιθ-αρβέλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΑΡΒΕΛ
Βλέπε ΑΡΒΕΛ, ΟΙΚΟΣ.
-
-
Βαιθ-βάαλ-μεώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΒΑΑΛ-ΜΕΩΝ
Βλέπε ΒΑΑΛ-ΜΕΩΝ.
-
-
Βαιθ-βαράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΒΑΡΑ
(Βαιθ-βαρά) [Οίκος του Βαρά].
Όταν οι δυνάμεις του Γεδεών καταδίωκαν τους Μαδιανίτες που είχαν τραπεί σε φυγή, ο Γεδεών έστειλε μήνυμα στους άντρες του Εφραΐμ να πιάσουν «τα νερά μέχρι τη Βαιθ-βαρά και τον Ιορδάνη» (Κρ 7:24), προφανώς για να εμποδίσουν τον εχθρό να διασχίσει τον Ιορδάνη. Εφόσον η μάχη έλαβε χώρα στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ (Κρ 6:33), φαίνεται να εννοείται κάποια τοποθεσία Δ του Ιορδάνη. Η θέση της δεν είναι γνωστή, αλλά πιθανολογείται ότι πρόκειται για κάποια τοποθεσία ανάμεσα στο Ουάντι Φάρα και στον Ιορδάνη. Παρόμοια τακτική χρησιμοποιήθηκε από τον Αώδ στη μάχη κατά των Μωαβιτών όταν «έπιασαν τα περάσματα του Ιορδάνη εναντίον των Μωαβιτών».—Κρ 3:27, 28.
-
-
Βαιθ-βηρίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΒΗΡΙ
(Βαιθ-βηρί).
Κωμόπολη στην περιοχή της Νεγκέμπ, στον Ιούδα, η οποία, όμως, είχε παραχωρηθεί στους γιους του Συμεών. (1Χρ 4:24, 31) Στον παράλληλο κατάλογο των πόλεων, στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:6, εμφανίζεται ως Βαιθ-λεβαώθ, και μερικοί υποστηρίζουν ότι Βαιθ-βηρί ίσως είναι η ονομασία της ίδιας τοποθεσίας στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, ονομασία που χρησιμοποίησε ο Έσδρας ως συγγραφέας των Χρονικών. Ίχνη αυτού του τοπωνυμίου ενδεχομένως διασώζονται στο όνομα του Τζέμπελ ελ-Μπίρι, ενός βουνού περίπου 40 χλμ. ΝΔ της Βηρ-σαβεέ. Με βάση αυτό, μερικοί υποστηρίζουν ότι η Βαιθ-βηρί βρισκόταν είτε πάνω είτε κοντά σε αυτό το βουνό.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΛΕΒΑΩΘ.
-
-
Βαιθ-γαδέρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΓΑΔΕΡ
(Βαιθ-γαδέρ) [Οίκος του Πέτρινου Τείχους].
Όνομα που εμφανίζεται στη γενεαλογία του Ιούδα. (1Χρ 2:50, 51) Φαίνεται να είναι περισσότερο τοπωνύμιο παρά όνομα προσώπου, γεγονός που κάνει μερικούς λογίους να θεωρούν ότι πρόκειται για όνομα πόλης του Ιούδα. Ενδεχομένως, η Βαιθ-γαδέρ συνδέεται με τη Γεδέρ, μια πόλη της οποίας ο βασιλιάς ήταν ένας από αυτούς που νίκησε ο Ιησούς του Ναυή στην περιοχή Δ του Ιορδάνη.—Ιη 12:13.
-
-
Βαιθ-γιλγάλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΓΙΛΓΑΛ
Βλέπε ΓΑΛΓΑΛΑ Αρ. 1.
-
-
Βαιθ-γκαμούλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΓΚΑΜΟΥΛ
(Βαιθ-γκαμούλ) [Οίκος του Απογαλακτισμένου (ή, Εκείνου που Έχει Κατάλληλη Μεταχείριση)].
Πόλη που αναφέρεται στις εξαγγελίες του Ιεχωβά εναντίον του Μωάβ. Συγκαταριθμείται με τη Διβών και άλλες πόλεις της “γης των πεδινών εκτάσεων” του Μωάβ. (Ιερ 48:21, 23) Γενικά ταυτίζεται με το Τζουμάιγιλ, στο υψίπεδο του Μωάβ, περίπου 13 χλμ. Α της Διβών (Διμπάν). Στην περιοχή αυτή η οποία βρίσκεται λίγο βορειότερα του Αρνών, έχουν βρεθεί στοιχεία που μαρτυρούν έντονη γεωργική δραστηριότητα κατά την αρχαιότητα.
-
-
Βαιθ-δαγώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΔΑΓΩΝ
(Βαιθ-δαγών) [Οίκος του Δαγών].
1. Κωμόπολη στην εδαφική κληρονομιά της φυλής του Ιούδα. (Ιη 15:21, 41) Αν και αναφέρεται μαζί με άλλες πόλεις της Σεφηλά, μιας περιοχής με χαμηλό υψόμετρο, η τοποθεσία που υποδεικνύεται για τη θέση της βρίσκεται στις Πεδιάδες της Φιλιστίας, στο Χίρμπετ Ντατζούν—λίγο νοτιοδυτικότερα του σημερινού Μπέιτ Ντατζάν (Μπετ Νταγκάν) και περίπου 10 χλμ. ΝΑ του Τελ Αβίβ-Γιάφο. Σε σχέση με αυτό, ας σημειωθεί ότι σε επόμενα εδάφια αναφέρονται και άλλες πόλεις της Πεδιάδας της Φιλιστίας. (Ιη 15:45-47) Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσε να είναι παρεμβαλλόμενη πόλη μέσα στην περιοχή του Δαν, κάτι που προφανώς ίσχυε και για τη Γεδηρά.—Ιη 15:36.
2. Κωμόπολη στην περιοχή του Ασήρ η οποία βρισκόταν προφανώς στο ανατολικό τμήμα αυτής της περιοχής, κοντά στο σύνορο με τον Ζαβουλών. (Ιη 19:24, 27) Η θέση της δεν έχει προσδιοριστεί με βεβαιότητα.
-
-
Βαιθ-διβλαθαΐμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΔΙΒΛΑΘΑΪΜ
(Βαιθ-διβλαθαΐμ) [Οίκος Διβλαθαΐμ].
Πόλη στον Μωάβ (Ιερ 48:22), η θέση της οποίας δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, ίσως να πρόκειται για την Αλμών-διβλαθαΐμ που μνημονεύεται στο εδάφιο Αριθμοί 33:46. Στην επιγραφή της Μωαβιτικής Λίθου αναφέρεται ότι ο Μησά, ο βασιλιάς του Μωάβ, έχτισε μια πόλη με το όνομα Βαιθ-διβλαθέν.
-
-
Βαιθ-εδέμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΕΔΕΜ
(Βαιθ-εδέμ) [Οίκος της Εδέμ].
Πόλη ή περιοχή της Συρίας η οποία αναφέρεται στο εδάφιο Αμώς 1:5, στο άγγελμα που διακηρύττει αυτός ο προφήτης κατά της Δαμασκού. Η γενική άποψη που επικρατεί τώρα είναι ότι πρόκειται για την Μπιτ-αντινί των ασσυριακών επιγραφών, μια περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Ευφράτη και Μπαλίκ. Ωστόσο, αυτή η ταύτιση μπορεί να είναι αποδεκτή μόνο με την προϋπόθεση ότι η «Δαμασκός» της προφητείας αντιπροσωπεύει τα αραμαϊκά (συριακά) βασίλεια γενικά, δεδομένου ότι το βασίλειο της Μπιτ-αντινί βρισκόταν περίπου 480 χλμ. Β της Δαμασκού. Η Δαμασκός όντως αποκαλείται «η κεφαλή της Συρίας» στο εδάφιο Ησαΐας 7:8.
Η πρόρρηση του Αμώς (πιθανώς γύρω στο 804 Π.Κ.Χ.) ότι “ο λαός της Συρίας θα πήγαινε εξόριστος στην Κιρ” εκπληρώθηκε προφανώς την εποχή του Ασσύριου μονάρχη Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄, στη διάρκεια της βασιλείας του Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.).—2Βα 16:9.
“Οι γιοι της Εδέμ”, για τους οποίους γίνεται λόγος στα εδάφια 2 Βασιλέων 19:12 και Ησαΐας 37:12, ίσως αποτελούν το λαό της Βαιθ-εδέμ, η οποία πιθανώς είναι η «Εδέμ» του εδαφίου Ιεζεκιήλ 27:23.—Βλέπε ΕΔΕΜ Αρ. 2.
-
-
Βαιθ-εζήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΕΖΗΛ
(Βαιθ-εζήλ).
Κωμόπολη, προφανώς στον Ιούδα, η οποία μνημονεύεται μόνο στην προφητεία του Μιχαία για την καταστροφή που επρόκειτο να έρθει πάνω στις άπιστες πόλεις Σαμάρεια και Ιερουσαλήμ. (Μιχ 1:11) Επανειλημμένα σε αυτό το τμήμα της προφητείας, ο προφήτης κάνει λογοπαίγνια με τα ονόματα αρκετών πόλεων, έτσι ώστε στην πραγματικότητα λέει: «Στον οίκο της Αφρά [που πιθανότατα σημαίνει «Χώμα»] κυλιστείτε κάτω στο χώμα. Πέρασε απέναντι, εσύ, η κάτοικος της Σαφίρ [που σημαίνει «Κομψή· Στιλβωμένη· Ευάρεστη»], σε κατάσταση επαίσχυντης γυμνότητας. Η κάτοικος της Σαανάν δεν έχει βγει έξω. Ο θρήνος της Βαιθ-εζήλ [που σημαίνει «Κοντινός (Διπλανός) Οίκος»] θα πάρει από εσάς τον τόπο όπου στέκεται. Διότι η κάτοικος της Μαρώθ [από μια ρίζα που σημαίνει «είμαι πικρός»] περίμενε καλό, αλλά κακό κατέβηκε από τον Ιεχωβά μέχρι την πύλη της Ιερουσαλήμ». (Μιχ 1:10-12) Η προειδοποίηση του προφήτη, η οποία απευθύνεται σε όσους πρόκειται να υποστούν την καταστροφή, στην ουσία τους λέει ότι ο θρήνος θα φτάσει μέχρι την Ιερουσαλήμ.
Η θέση της Βαιθ-εζήλ εντοπίζεται, τουλάχιστον κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων, στο σημερινό Ντιρ ελ-Άσαλ, περίπου 16 χλμ. ΔΝΔ της Χεβρών.
-
-
Βαιθ-εμέκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΕΜΕΚ
(Βαιθ-εμέκ) [Οίκος της Κοιλάδας].
Κωμόπολη στην περιοχή της φυλής του Ασήρ. (Ιη 19:24, 27) Προς το παρόν ταυτίζεται με το Τελλ Μιμάς (Τελ Μπετ ΧαΈμεκ), περίπου 8 χλμ. ΒΑ της Ακό. Την αρχική ονομασία φαίνεται να απηχεί το όνομα του κοντινού αραβικού χωριού Άμκα το οποίο τώρα είναι εγκαταλειμμένο.
-
-
ΒαιθήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘΗΛ
(Βαιθήλ) [Οίκος του Θεού].
1. Σημαντική πόλη του Ισραήλ η οποία αναφέρεται στην Αγία Γραφή συχνότερα από οποιαδήποτε άλλη πόλη εκτός της Ιερουσαλήμ. Ταυτίζεται με τα ερείπια κοντά στο σημερινό χωριό Μπεϊτίν, περίπου 17 χλμ. Β της Ιερουσαλήμ. Έτσι λοιπόν, βρισκόταν σε μια βραχώδη ράχη στο νοτιότερο τμήμα της ορεινής περιοχής του Εφραΐμ, περίπου 900 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η γύρω περιοχή σήμερα είναι εντελώς άγονη, αποτελούμενη από ένα πετρώδες οροπέδιο με αραιή βλάστηση. Ωστόσο, η ύπαρξη αρκετών πηγών εκεί δείχνει ότι η αρχαία πόλη είχε άφθονο νερό.
Η θέση της Βαιθήλ ήταν στρατηγικής σημασίας και συνέβαλε καθοριστικά στη σπουδαιότητά της. Η Βαιθήλ βρισκόταν στη ραχοκοκαλιά της κεντρικής οροσειράς, πάνω στη σημαντική οδό που συνέδεε το Β με το Ν και η οποία ακολουθούσε τη γραμμή διαχωρισμού και αποστράγγισης των υδάτων, οδηγώντας από τη Συχέμ προς τα νότια, διαμέσου της Βαιθήλ, της Ιερουσαλήμ, της Βηθλεέμ, της Χεβρών, μέχρι κάτω στη Βηρ-σαβεέ. (Παράβαλε Κρ 21:19.) Μια άλλη οδός συνέδεε τη Βαιθήλ με την Ιόππη η οποία βρισκόταν Δ, στις ακτές της Μεσογείου, και με την Ιεριχώ η οποία βρισκόταν Α, κοντά στον Ιορδάνη. Συνεπώς, η Βαιθήλ ήταν κόμβος, όπως ήταν και η Σαμάρεια, η Ιερουσαλήμ, η Χεβρών και η Βηρ-σαβεέ. Επιπρόσθετα, τα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η περιοχή ανάμεσα στην Ιερουσαλήμ και στη Βαιθήλ ήταν πυκνοκατοικημένη και ότι η συγκέντρωση πόλεων εκεί ήταν μεγαλύτερη από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Παλαιστίνης.
Αρχαιολογικές ανασκαφές στην Μπεϊτίν αποκαλύπτουν ότι πρόκειται για αρχαιότατη τοποθεσία, και μάλιστα προβάλλεται η άποψη ότι ο πρώτος οικισμός χρονολογείται περίπου από τον 21ο αιώνα Π.Κ.Χ. Έχουν βρεθεί επίσης ίχνη μιας μεγάλης καταστροφής και πυρκαγιάς, η οποία άφησε πίσω της συντρίμμια και στάχτες που σε μερικά σημεία φτάνουν σε βάθος το 1,5 μ., αυτό δε το γεγονός πιστεύεται ότι πιθανότατα έλαβε χώρα κατά την κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ.
Όταν ο Αβραάμ μπήκε στη Χαναάν, σταμάτησε στη Συχέμ και κατόπιν μετακινήθηκε Ν, «προς την ορεινή περιοχή ανατολικά της Βαιθήλ και έστησε τη σκηνή του έχοντας τη Βαιθήλ στα δυτικά και τη Γαι στα ανατολικά». (Γε 12:8) Αφού έμεινε κάποιο διάστημα στην Αίγυπτο εξαιτίας μιας πείνας που έπληξε τη Χαναάν, ο Αβραάμ εγκαταστάθηκε ξανά Α της Βαιθήλ, μαζί με τον ανιψιό του τον Λωτ. Εφόσον και στις δύο περιπτώσεις ο Αβραάμ έστησε τη σκηνή του Α της Βαιθήλ, προβάλλεται η άποψη ότι η θέση του καταυλισμού του ήταν το Μπουρτζ Μπεϊτίν, λίγο νοτιοανατολικότερα της Μπεϊτίν, το οποίο έχει περιγραφεί ως «ένα από τα σημεία που προσφέρουν την καλύτερη θέα στην Παλαιστίνη». (Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου [Encyclopædia Biblica], επιμέλεια Τ. Κ. Τσέιν, Λονδίνο, 1899, Τόμ. 1, στ. 552) Ίσως από ένα τέτοιο ψηλό σημείο να ζήτησε ο Αβραάμ από τον Λωτ να διαλέξει σε ποια κατεύθυνση θα πήγαινε όταν θα χώριζαν, οπότε ο Λωτ «σήκωσε τα μάτια του και είδε όλη την Περιφέρεια του Ιορδάνη» και διάλεξε αυτή την περιοχή. (Γε 13:8-11) Έπειτα ο Ιεχωβά ζήτησε από τον Αβραάμ να ατενίσει τη χώρα προς όλες τις κατευθύνσεις, διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα τη λάβαινε ως κληρονομιά αυτός και το σπέρμα του.—Γε 13:14, 15.
Παρότι ο Μωυσής, ο οποίος κατέγραψε την αφήγηση της Γένεσης, ονομάζει την πόλη κοντά στην οποία κατασκήνωσε ο Αβραάμ «Βαιθήλ», στη συνέχεια το υπόμνημα δείχνει ότι το αρχικό χαναανιτικό όνομά της ήταν «Λουζ». (Βλέπε ΛΟΥΖ Αρ. 1.) Ο Ιακώβ διανυκτέρευσε κοντά σε αυτή την πόλη στο ταξίδι που έκανε από τη Βηρ-σαβεέ στη Χαρράν, και αφού είδε σε όνειρο μια σκάλα που έφτανε στους ουρανούς και άκουσε τον Θεό να του επιβεβαιώνει την Αβραμιαία υπόσχεση, έστησε στη συνέχεια μια στήλη και κάλεσε το όνομα του τόπου Βαιθήλ, αν και «Λουζ ήταν το όνομα της πόλης προηγουμένως». (Γε 28:10-19) Περίπου 20 χρόνια αργότερα, ο Θεός μίλησε στον Ιακώβ στη Χαρράν, δηλώνοντας ότι ήταν ο ίδιος ο οποίος του είχε μιλήσει στη Βαιθήλ, και του έδωσε την οδηγία να επιστρέψει στη Χαναάν.—Γε 31:13.
Μετά την ατίμωση της Δείνας στη Συχέμ και την εκδίκηση που πήραν οι γιοι του Ιακώβ από τους Συχεμίτες, ο Ιακώβ έλαβε τη θεϊκή οδηγία να επιστρέψει στη Βαιθήλ. Αφού εξάλειψε τα αντικείμενα της ψεύτικης θρησκείας από το σπιτικό του και από τους υπηρέτες του, ταξίδεψε στη Βαιθήλ υπό θεϊκή προστασία, έχτισε ένα θυσιαστήριο εκεί και επανέλαβε το όνομα που είχε δώσει στο μέρος εκείνο παλιότερα, ονομάζοντάς το Ελ-βαιθήλ, που σημαίνει «Ο Θεός της Βαιθήλ». Εκεί πέθανε και θάφτηκε η παραμάνα της Ρεβέκκας, η Δεββώρα. Επίσης, εκεί ο Ιεχωβά επιβεβαίωσε τη μετονομασία του Ιακώβ σε Ισραήλ και επανέλαβε την Αβραμιαία υπόσχεση.—Γε 35:1-16.
Αιώνες αργότερα, όταν το έθνος του Ισραήλ μπήκε στη Χαναάν (1473 Π.Κ.Χ.), το όνομα Βαιθήλ χρησιμοποιείται ξανά αναφερόμενο στην πόλη που παλιότερα ονομαζόταν Λουζ και όχι στη θέση όπου κατασκήνωσε ο Αβραάμ και ο Ιακώβ. Στην αφήγηση για την επίθεση εναντίον της Γαι, το υπόμνημα δείχνει ότι οι Χαναναίοι άντρες της Βαιθήλ προσπάθησαν μάταια να υποστηρίξουν τους άντρες της γειτονικής αυτής πόλης. Σε εκείνη την περίπτωση, ή ίσως μεταγενέστερα, ο βασιλιάς της Βαιθήλ ηττήθηκε από τις δυνάμεις του Ιησού του Ναυή. (Ιη 7:2· 8:9, 12, 17· 12:9, 16) Στη συνέχεια η Βαιθήλ εμφανίζεται ως μεθόρια πόλη ανάμεσα στα εδάφη των φυλών του Εφραΐμ και του Βενιαμίν. Καταχωρίζεται ως πόλη του Βενιαμίν, αλλά το υπόμνημα δείχνει ότι ο οίκος του Ιωσήφ (μέρος του οποίου ήταν ο Εφραΐμ) ήταν αυτός που κατέλαβε την πόλη. (Ιη 16:1, 2· 18:13, 21, 22· Κρ 1:22-26) Από εκείνο το σημείο και έπειτα το όνομα Λουζ δεν χρησιμοποιείται πλέον για την πόλη.
Την περίοδο των Κριτών, η προφήτισσα Δεββώρα κατοικούσε «ανάμεσα στη Ραμά και στη Βαιθήλ, στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ». (Κρ 4:4, 5) Φαίνεται ότι, τον καιρό που αποδόθηκε δικαιοσύνη κατά της φυλής του Βενιαμίν για το έγκλημα που διέπραξαν τα μέλη της, η κιβωτός της διαθήκης είχε μεταφερθεί προσωρινά από τη Σηλώ στη Βαιθήλ, δεδομένου ότι η Βαιθήλ βρισκόταν πολύ πιο κοντά στο πεδίο της σύγκρουσης που είχε ως επίκεντρο την περιοχή γύρω από τη Γαβαά, περίπου 12 χλμ. Ν της Βαιθήλ.—Κρ 20:1, 18, 26-28· 21:2.
Η Βαιθήλ περιλαμβανόταν στην περιοδεία που έκανε ο Σαμουήλ, ο οποίος κάθε χρόνο έκρινε το λαό εκεί καθώς και στα Γάλγαλα και στη Μισπά, και εξακολουθούσε να θεωρείται επιδοκιμασμένο μέρος για λατρεία. (1Σα 7:16· 10:3) Ωστόσο, από τότε μέχρι τη διαίρεση του βασιλείου (997 Π.Κ.Χ.), η Βαιθήλ μνημονεύεται μόνο σε συνάρτηση με την τοποθέτηση στρατευμάτων εκεί από τον Βασιλιά Σαούλ κατά την προετοιμασία της μάχης με τους Φιλισταίους.—1Σα 13:2.
Ως μια από τις κυριότερες πόλεις του βόρειου βασιλείου υπό τον Ιεροβοάμ, η Βαιθήλ, η οποία κάποτε κατείχε εξέχουσα θέση ως τόπος αποκαλύψεων από τον αληθινό Θεό, έγινε πλέον ξακουστή ως κέντρο ψεύτικης λατρείας. Στη Βαιθήλ, στο νοτιότερο σημείο του νεοσύστατου βασιλείου του Ισραήλ, και στη Δαν, στο βορειότερο σημείο, ο Ιεροβοάμ έστησε τα χρυσά μοσχάρια στην προσπάθειά του να αποτρέψει το λαό του βασιλείου του από το να πηγαίνει στο ναό της Ιερουσαλήμ. (1Βα 12:27-29) Η Βαιθήλ, η οποία διέθετε δικό της θρησκευτικό οίκο και θυσιαστήριο, μια ειδικά επινοημένη γιορτή και ιερείς που είχαν επιλεχθεί από μη Λευιτικές φυλές, έγινε σύμβολο χονδροειδούς αποστασίας από την αληθινή λατρεία. (1Βα 12:31-33) Ο Ιεχωβά Θεός δεν άργησε να εκφράσει την αποδοκιμασία του μέσω ενός «ανθρώπου του αληθινού Θεού» ο οποίος στάλθηκε στη Βαιθήλ για να εξαγγείλει κρίση εναντίον του θυσιαστηρίου που χρησιμοποιούνταν για τη μοσχολατρία. Το σκίσιμο αυτού του θυσιαστηρίου στα δύο αποτέλεσε θαυμαστό προμήνυμα που επισφράγιζε τη βέβαιη εκπλήρωση των λόγων του προφήτη. Ωστόσο, όταν αυτός «ο άνθρωπος του αληθινού Θεού» έφυγε από τη Βαιθήλ, επέτρεψε στον εαυτό του να παρασυρθεί από έναν γέρο προφήτη της Βαιθήλ ώστε να δεχτεί ένα υποτιθέμενο μήνυμα από κάποιον άγγελο και να ενεργήσει ανάλογα, παραβιάζοντας τις άμεσες εντολές που είχε λάβει από τον Θεό, με καταστροφικές συνέπειες για τον ίδιο. Θανατώθηκε από ένα λιοντάρι και θάφτηκε στη Βαιθήλ, στον τάφο του γέρου προφήτη που διέκρινε σε όλα αυτά τα γεγονότα τη βέβαιη εκπλήρωση του λόγου του Ιεχωβά, και γι’ αυτό ζήτησε, όταν θα πέθαινε, να θαφτεί και το δικό του σώμα στον ίδιο τάφο.—1Βα 13:1-32.
Ο Βασιλιάς Αβιά του Ιούδα απέσπασε προσωρινά τη Βαιθήλ και άλλες πόλεις από την επικράτεια του βόρειου βασιλείου (2Χρ 13:19, 20), αλλά φαίνεται ότι η Βαιθήλ περιήλθε και πάλι στο βόρειο βασίλειο, το αργότερο μέχρι την εποχή του Βασιλιά Βαασά του Ισραήλ, δεδομένου ότι αυτός προσπάθησε να οχυρώσει τη Ραμά, η οποία βρισκόταν αρκετά Ν της Βαιθήλ. (1Βα 15:17· 2Χρ 16:1) Παρότι ο Βασιλιάς Ιηού εκρίζωσε αργότερα τη λατρεία του Βάαλ από τον Ισραήλ, τα χρυσά μοσχάρια παρέμειναν ανέπαφα στη Δαν και στη Βαιθήλ.—2Βα 10:28, 29.
Παρά την επικράτηση της ψεύτικης λατρείας εκεί, το υπόμνημα δείχνει ότι στη Βαιθήλ υπήρχε μια ομάδα προφητών την εποχή του Ηλία και του Ελισαιέ. Επίσης, η Βαιθήλ ήταν η πατρίδα των αγοριών που κορόιδεψαν και χλεύασαν τον Ελισαιέ, κάτι που κόστισε σε πολλά από αυτά τα αγόρια την ίδια τους τη ζωή, εφόσον θανατώθηκαν από τον Θεό.—2Βα 2:1-3, 23, 24.
Οι προφήτες Αμώς και Ωσηέ, στα τέλη του ένατου και στα μέσα του όγδοου αιώνα Π.Κ.Χ., διακήρυξαν την καταδικαστική κρίση του Θεού για τη θρησκευτική διαφθορά που είχε ως κέντρο της τη Βαιθήλ. Αν και ο Ωσηέ μνημονεύει άμεσα τη Βαιθήλ (της οποίας το όνομα σημαίνει «Οίκος του Θεού») μόνο όταν υπενθυμίζει το γεγονός ότι ο Θεός αποκάλυψε τον εαυτό του εκεί στον πιστό Ιακώβ (Ωσ 12:4), προφανώς χρησιμοποιεί το όνομα «Βαιθ-αβέν», που σημαίνει «Οίκος Βλαβερότητας (Βλαβερού Πράγματος)», αναφερόμενος σε εκείνη την πόλη και στις συνέπειες των δραστηριοτήτων που σχετίζονταν με την ψεύτικη θρησκεία εκεί. (Ωσ 4:15· 5:8) Ο ίδιος προειδοποιεί ότι το είδωλο του μοσχαριού που βρίσκεται σε αυτήν και το οποίο υπηρετείται από ιερείς θεών αλλοεθνών θα γίνει αιτία πένθους για τον ειδωλολατρικό Ισραήλ, οι υψηλοί τόποι της θα αφανιστούν, αγκάθια και τριβόλια θα καλύψουν τα θυσιαστήριά της, ενώ ο λαός ο οποίος αντιμετωπίζει την απειλή της εξορίας στην Ασσυρία θα κραυγάζει προς τα βουνά: «Καλύψτε μας!» και στους λόφους: «Πέστε πάνω μας!» (Ωσ 10:5-8· παράβαλε Λου 23:30· Απ 6:16.) Ανάλογο ήταν το πνεύμα των λόγων του προφήτη Αμώς ο οποίος έδειξε ότι, ανεξάρτητα από το πόσο συχνές ήταν οι θυσίες που πρόσφερε ο λαός στα θυσιαστήρια της Βαιθήλ, τα ευλαβικά προσκυνήματά τους εκεί συνιστούσαν κατάφωρη παράβαση, και προειδοποίησε ότι ο φλογερός θυμός του Ιεχωβά θα έκαιγε άσβεστα εναντίον τους. (Αμ 3:14· 4:4· 5:5, 6) Ο αποστάτης ιερέας Αμαζίας, εξοργισμένος από αυτές τις προφητείες που εξήγγειλε ο Αμώς μέσα στην ίδια τη Βαιθήλ, τον κατηγόρησε για ανατρεπτική ομιλία και τον πρόσταξε να “γυρίσει στον Ιούδα από όπου καταγόταν” και εκεί να προφητεύει: «Στη Βαιθήλ, όμως, δεν πρέπει να προφητεύσεις άλλο πια, γιατί είναι αγιαστήριο του βασιλιά και οίκος του βασιλείου».—Αμ 7:10-13.
Η Βαιθήλ εξακολούθησε να αποτελεί ιερό τόπο των ειδωλολατρών μέχρι την πτώση του βόρειου βασιλείου στα χέρια της Ασσυρίας το 740 Π.Κ.Χ. Γι’ αυτό και ο Ιερεμίας, έναν και πλέον αιώνα αργότερα, μπορούσε να την επικαλείται ως προειδοποιητικό παράδειγμα για εκείνους που εμπιστεύονται σε ψεύτικους θεούς και τελικά ντροπιάζονται. (Ιερ 48:13) Ακόμη και έπειτα από αυτό η Βαιθήλ εξακολούθησε να αποτελεί θρησκευτικό κέντρο, καθώς ο βασιλιάς της Ασσυρίας έστειλε πίσω στον Ισραήλ έναν από τους εξόριστους ιερείς προκειμένου να διδάξει στο λαό που μαστιζόταν από τις επιθέσεις λιονταριών «τη θρησκεία του Θεού αυτής της γης», και εκείνος ο ιερέας εγκαταστάθηκε στη Βαιθήλ διδάσκοντας το λαό «πώς όφειλαν να φοβούνται τον Ιεχωβά». Τα αποτελέσματα δείχνουν σαφώς ότι αυτός ήταν ιερέας του χρυσού μοσχαριού, εφόσον «τον Ιεχωβά φοβούνταν, αλλά τους δικούς τους θεούς λάτρευαν», και έτσι τα πράγματα συνέχισαν σύμφωνα με το ίδιο ψευδές και ειδωλολατρικό πρότυπο που είχε καθιερώσει ο Ιεροβοάμ.—2Βα 17:25, 27-33.
Σε εκπλήρωση της προφητείας του Ωσηέ, το χρυσό μοσχάρι της Βαιθήλ μεταφέρθηκε στο βασιλιά της Ασσυρίας (Ωσ 10:5, 6), αλλά το αρχικό θυσιαστήριο του Ιεροβοάμ εξακολουθούσε να βρίσκεται εκεί την εποχή του Βασιλιά Ιωσία του Ιούδα. Κατά τη διάρκεια του 18ου έτους της διακυβέρνησης του Ιωσία (642 Π.Κ.Χ.), ή έπειτα από αυτό, εκείνος επέκτεινε την εκκαθάριση της ψεύτικης θρησκείας προς Β, ως τη Βαιθήλ και τις πόλεις της Σαμάρειας. Ο Ιωσίας κατέστρεψε τον τόπο όπου τελούνταν η ειδωλολατρία στη Βαιθήλ, αφού πρώτα έκαψε πάνω στο θυσιαστήριο τα κόκαλα από κάποιους τάφους εκεί κοντά για να το βεβηλώσει, σε εκπλήρωση της προφητείας που είχε εξαγγείλει «ο άνθρωπος του αληθινού Θεού» τρεις αιώνες και πλέον νωρίτερα. Ο μόνος τάφος που γλίτωσε ήταν ο τάφος «του ανθρώπου του αληθινού Θεού», και έτσι γλίτωσαν και τα κόκαλα του γέρου προφήτη που βρίσκονταν στον ίδιο τάφο.—2Βα 22:3· 23:15-18· 1Βα 13:2, 29-32.
Άντρες από τη Βαιθήλ ήταν ανάμεσα στους Ισραηλίτες που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία (Εσδ 2:1, 28· Νε 7:32), και η Βαιθήλ κατοικήθηκε εκ νέου από Βενιαμίτες. (Νε 11:31) Στη διάρκεια της περιόδου των Μακκαβαίων η πόλη οχυρώθηκε από τον στρατηγό της Συρίας Βακχίδη (περ. 160 Π.Κ.Χ.) και αργότερα καταλήφθηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Βεσπασιανό, προτού αυτός αναγορευτεί αυτοκράτορας της Ρώμης.
2. Μια από τις πόλεις στις οποίες έστειλε δώρα ο Δαβίδ μετά τη νίκη του επί των Αμαληκιτών. (1Σα 30:18, 26, 27) Το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στα «μέρη όπου είχε περπατήσει ο Δαβίδ, ο ίδιος και οι άντρες του», φαίνεται να υποδηλώνει ότι ταυτίζεται με την τοποθεσία που αλλού ονομάζεται Βεθούλ ή Βαθουήλ, μια πόλη των Συμεωνιτών στην περιοχή του Ιούδα.—1Σα 30:31· Ιη 19:1, 4· 1Χρ 4:30· βλέπε ΒΑΘΟΥΗΛ Αρ. 2.
[Εικόνα στη σελίδα 434]
Ερείπια στην τοποθεσία της αρχαίας Βαιθήλ. Σε αυτή την πόλη, πάνω στο δρόμο που κατέβαινε στην Ιερουσαλήμ, ο Ιεροβοάμ ίδρυσε ένα κέντρο μοσχολατρίας
-
-
Βαιθ-θαπφουάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΘΑΠΦΟΥΑ
(Βαιθ-θαπφουά) [Οίκος της Μηλιάς].
Πόλη στη λοφώδη περιοχή κοντά στη Χεβρών και μέρος της εδαφικής κληρονομιάς του Ιούδα. (Ιη 15:20, 48, 53) Μερικοί εικάζουν ότι πήρε το όνομα του Ιουδαίου Θαπφουά. (1Χρ 2:42, 43) Ωστόσο, υπάρχει και το ενδεχόμενο να πήρε το όνομά της από τις μηλιές που πιθανότατα υπήρχαν κάποτε εκεί σε αφθονία. Τώρα ταυτίζεται με τη σημερινή Ταφούχ, περίπου 6 χλμ. ΔΒΔ της Χεβρών.
-
-
Βαιθ-ιεσιμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΙΕΣΙΜΩΘ
(Βαιθ-ιεσιμώθ) [Οίκος των Ερημώσεων].
Το νοτιότερο σημείο στο οποίο έφτανε ο καταυλισμός των Ισραηλιτών ενόσω ήταν στρατοπεδευμένοι στις Πεδιάδες του Μωάβ προτού διασχίσουν τον Ιορδάνη για να περάσουν στη Χαναάν. (Αρ 33:48, 49) Το στρατόπεδο εκτεινόταν από τη Βαιθ-ιεσιμώθ ως την Αβέλ-σιττίμ—μια απόσταση περίπου 8 χλμ., με βάση τις πιθανολογούμενες θέσεις αυτών των τοποθεσιών. Σήμερα η Βαιθ-ιεσιμώθ ταυτίζεται με το Τελλ ελ-Αζέιμε, κοντά στη βορειοανατολική γωνία της Νεκράς Θαλάσσης και 19 χλμ. ΝΑ της Ιεριχώς. Εκεί κοντά βρίσκεται το Χίρμπετ Σουέιμε το οποίο ως ρωμαϊκός οικισμός ήταν γνωστό με το ελληνικό όνομα Βησιμώ. Στην ίδια περιοχή υπάρχει επίσης μια μεγάλη πηγή. Το Τελλ ελ-Αζέιμε βρίσκεται σε ένα επίπεδο ύψωμα το οποίο δεσπόζει στις χαμηλότερες πεδιάδες, και η θέση του τού επιτρέπει να ελέγχει την έξοδο μιας από τις κοιλάδες οι οποίες κατηφορίζουν από τα βουνά που βρίσκονται στα Α.
Η Βαιθ-ιεσιμώθ αποτελούσε τμήμα της επικράτειας του Βασιλιά Σηών των Αμορραίων και, μετά την κατάκτηση εκείνης της περιοχής από τους Ισραηλίτες, παραχωρήθηκε στη φυλή του Ρουβήν. (Ιη 12:1-3· 13:15-21· παράβαλε Κρ 11:13-27.) Την εποχή του προφήτη Ιεζεκιήλ συγκαταριθμείται με κάποιες πόλεις του Μωάβ που βρίσκονταν στην πλαγιά των συνόρων του και περιγράφεται ως «το κόσμημα εκείνης της γης». (Ιεζ 25:8-10) Η προφητεία υποδηλώνει ότι ο Ιεχωβά θα έκανε αυτές τις μεθόριες πόλεις να ανοίξουν, αφήνοντας τον Μωάβ εκτεθειμένο σε μια επίθεση των “κατοίκων της Ανατολής”, ή αλλιώς των “γιων της Ανατολής”, των νομαδικών φυλών που ζούσαν στην Αραβική Έρημο. (Παράβαλε Κρ 6:3, υποσ.· 8:10.) Ο Μωάβ πιθανώς κατέλαβε τη Βαιθ-ιεσιμώθ και άλλες πόλεις του Ρουβήν μετά την εκτόπιση αυτής της φυλής στην Ασσυρία, αν όχι νωρίτερα.—1Χρ 5:26.
-
-
Βαιθ-λεβαώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΛΕΒΑΩΘ
(Βαιθ-λεβαώθ) [Οίκος των Λεαινών].
Πόλη η οποία περιλαμβάνεται στις τοποθεσίες που παραχωρήθηκαν στη φυλή του Συμεών ως παρεμβαλλόμενες πόλεις μέσα στην περιοχή του Ιούδα. (Ιη 19:1, 6) Καταχωρίζεται μεταξύ της Ασάρ-σουσά και της Σαρουέν, γεγονός που υποδεικνύει μια τοποθεσία στην περιοχή της Νεγκέμπ, προφανώς στα Δ ή στα ΝΔ της Βηρ-σαβεέ. Είναι φανερό ότι στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 15:32 εμφανίζεται απλώς ως Λεβαώθ, ενώ στο εδάφιο 1 Χρονικών 4:31, στη θέση του ονόματος «Βαιθ-λεβαώθ» εμφανίζεται το όνομα «Βαιθ-βηρί». Το τελευταίο αυτό όνομα θα μπορούσε να είναι η ονομασία της ίδιας τοποθεσίας στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΒΗΡΙ.
-
-
Βαιθ-μααχάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΜΑΑΧΑ
Βλέπε ΑΒΕΛ-ΒΑΙΘ-ΜΑΑΧΑ.
-
-
Βαιθ-μαρκαβώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΜΑΡΚΑΒΩΘ
(Βαιθ-μαρκαβώθ) [Οίκος των Αρμάτων].
Μια από τις παρεμβαλλόμενες πόλεις που παραχωρήθηκαν στον Συμεών μέσα στην περιοχή της φυλής του Ιούδα. (Ιη 19:1, 5· 1Χρ 4:31) Στο παράλληλο υπόμνημα με τις πόλεις που αρχικά είχαν παραχωρηθεί στον Ιούδα (Ιη 15:31), αντί της Βαιθ-μαρκαβώθ ενδεχομένως εμφανίζεται η Μαδμαννά. Αν η Βαιθ-μαρκαβώθ ταυτίζεται με τη Μαδμαννά, τότε προφανώς βρισκόταν επί της κύριας οδού που οδηγούσε από τη Βηρ-σαβεέ στην Ιερουσαλήμ και σε άλλες τοποθεσίες στο Β, και το όνομα Βαιθ-μαρκαβώθ ίσως είναι δευτερεύον όνομα της Μαδμαννά. Το όνομα της κωμόπολης που αναφέρεται μετά τη Βαιθ-μαρκαβώθ, το τοπωνύμιο Ασάρ-σουσά (ή Ασάρ-σουσίμ), σημαίνει «Αυλή (Οικισμός) της Φοράδας (ή των Αλόγων)». Μερικοί υποστηρίζουν ότι και στις δύο αυτές τοποθεσίες υπήρχαν αποθήκες και χώροι όπου σταβλίζονταν τα άλογα και στάθμευαν τα άρματα, τα οποία διέσχιζαν τις αρχαίες οδούς που συνέδεαν την Παλαιστίνη με την Αίγυπτο. Τα άρματα χρησιμοποιούνταν και στον πόλεμο (Κρ 1:19), και η Βαιθ-μαρκαβώθ ίσως ήταν οχυρή πόλη των Χαναναίων από όπου τα πολεμικά τους άρματα ξεχύνονταν στα πεδινά της περιοχής της Βηρ-σαβεέ.—Βλέπε ΜΑΔΜΑΝΝΑ Αρ. 2.
-
-
Βαιθ-μερχάκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΜΕΡΧΑΚ
(Βαιθ-μερχάκ) [Μακρινό Σπίτι].
Όταν ο Βασιλιάς Δαβίδ εγκατέλειψε την Ιερουσαλήμ εξαιτίας της ανταρσίας του γιου του, του Αβεσσαλώμ, σταμάτησε στο Βαιθ-μερχάκ, το οποίο ήταν πιθανώς το τελευταίο σπίτι της Ιερουσαλήμ προς την κατεύθυνση του Όρους των Ελαιών, πριν περάσει την Κοιλάδα Κιδρόν. (2Σα 15:17, 23) Φαίνεται ότι σε αυτό το σημείο ο Βασιλιάς Δαβίδ επιθεώρησε τις δυνάμεις του ενώ αυτές διέσχιζαν την κοιλάδα, κάτι που υποδηλώνει ότι ο Δαβίδ δεν τράπηκε σε άτακτη φυγή πανικόβλητος, αλλά τουναντίον αποσύρθηκε εύτακτα από την πόλη.—2Σα 15:18-26.
-
-
Βαιθ-μεώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΜΕΩΝ
(Βαιθ-μεών) [συντετμημένη μορφή του Βαιθ-βάαλ-μεών].
Πόλη του Μωάβ που αναφέρεται στο εδάφιο Ιερεμίας 48:23. Κατά πάσα πιθανότητα ταυτίζεται με τη Βάαλ-μεών, ή αλλιώς Βαιθ-βάαλ-μεών.—Βλέπε ΒΑΑΛ-ΜΕΩΝ.
-
-
Βαιθ-μιλλώΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΜΙΛΛΩ
Βλέπε ΜΙΛΛΩ.
-
-
Βαιθ-νιμράΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΝΙΜΡΑ
(Βαιθ-νιμρά) [Οίκος της Λεοπάρδαλης].
Κωμόπολη η οποία παραχωρήθηκε στη φυλή του Γαδ, στην ανατολική πλευρά του Ιορδάνη, γνωστή και απλώς ως Νιμρά. (Αρ 32:3, 34, 36) Σύμφωνα με την περιγραφή, βρισκόταν στην «κοιλάδα» και προηγουμένως ανήκε στην επικράτεια του Βασιλιά Σηών. (Ιη 13:27) Η αρχαία ονομασία φαίνεται ότι διασώζεται στο όνομα του σημερινού Τελλ Νιμρίν, το οποίο βρίσκεται στη νότια πλευρά του Ουάντι Νιμρίν, αλλά η αρχαία θέση της Βαιθ-νιμρά εντοπίζεται προφανώς στο Τελλ Μπλέιμπιλ, περίπου 2,5 χλμ. προς τα ΒΑ, στη βόρεια πλευρά του ουάντι, όπου οι έρευνες αποκαλύπτουν έναν οικισμό κατά τη διάρκεια της ισραηλιτικής περιόδου ο οποίος αργότερα εγκαταλείφθηκε. Επομένως, βρισκόταν περίπου 19 χλμ. ΑΒΑ της Ιεριχώς.
-
-
Βαιθ-ορώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΟΡΩΝ
(Βαιθ-ορών).
Δύο κωμοπόλεις, η Άνω και η Κάτω Βαιθ-ορών, κατείχαν στρατηγική θέση επί της αρχαίας οδού που οδηγούσε από την Ιόππη και την παράκτια πεδιάδα, διαμέσου της Κοιλάδας της Αιαλών, ψηλά στη Βαιθήλ ή στη Γαβαών και στην Ιερουσαλήμ. Σήμερα υπάρχουν εκεί δύο σύγχρονα χωριά: το πάνω είναι το Μπέιτ Ουρ ελ Φάουκα (Μπετ Χορόν Ελιόν) και το κάτω είναι το Μπέιτ Ουρ ετ Τάχτα (Μπετ Χορόν Ταχτόν). Επομένως, η Άνω Βαιθ-ορών βρίσκεται περίπου 16 χλμ. ΒΔ της Ιερουσαλήμ και η Κάτω Βαιθ-ορών 2,5 χλμ. ΔΒΔ της Άνω Βαιθ-ορών. Και οι δύο αυτές τοποθεσίες βρίσκονται σε κορυφές λόφων.
Το χτίσιμο (ή η ίδρυση) των κωμοπόλεων αποδίδεται αρχικά στη Σεερά, κόρη ή εγγονή του Εφραΐμ. (1Χρ 7:22-24) Οι κωμοπόλεις αυτές αποτελούσαν τμήμα του νότιου ορίου της φυλής του Εφραΐμ (Ιη 16:3, 5) ενώ το σύνορο της φυλής του Βενιαμίν λέγεται ότι έφτανε στο «βουνό που βρίσκεται νότια της Κάτω Βαιθ-ορών». (Ιη 18:13, 14) Αυτό το σχόλιο φαίνεται να τοποθετεί σωστά και τις δύο κωμοπόλεις μέσα στην κληρονομιά του Εφραΐμ. Η Βαιθ-ορών, πιθανώς μία μόνο από αυτές τις κωμοπόλεις, παραχωρήθηκε στη συνέχεια στους Λευίτες των γιων του Καάθ.—Ιη 21:20, 22· 1Χρ 6:68.
Λόγω της θέσης τους σε μια κύρια οδό που οδηγούσε από την παράκτια πεδιάδα ψηλά στη λοφώδη περιοχή, αυτές οι κωμοπόλεις παρίσταντο συχνά μάρτυρες της διέλευσης πολεμικών δυνάμεων. Όταν οι Ισραηλίτες κατέκτησαν την περιοχή, ο Ιησούς του Ναυή νίκησε πέντε Αμορραίους βασιλιάδες οι οποίοι είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους για να πολεμήσουν εναντίον της Γαβαών, “και τους καταδίωξε από το δρόμο του ανήφορου της Βαιθ-ορών”. Εκεί ο Ιεχωβά έριξε μεγάλους χαλαζόλιθους, οι οποίοι πάταξαν πολλούς από τους Αμορραίους καθώς αυτοί έφευγαν από τον «κατήφορο της Βαιθ-ορών». (Ιη 10:6-12) Μερικοί θεωρούν ότι “ο κατήφορος της Βαιθ-ορών” αναφέρεται στον κατήφορο από την Άνω Βαιθ-ορών στην Κάτω Βαιθ-ορών, δεδομένου ότι υπάρχει μια διαφορά ύψους 240 μ. ανάμεσα σε αυτές τις δύο τοποθεσίες.
Αργότερα, κατά τη βασιλεία του Σαούλ, “ο δρόμος της Βαιθ-ορών” ήταν ένας από τους τρεις δρόμους που χρησιμοποιούσαν οι ομάδες λεηλασίας των Φιλισταίων οι οποίες έκαναν επιδρομές από τη Μιχμάς. (1Σα 13:16-18) Ο Βασιλιάς Σολομών έχτισε ή οχύρωσε και τις δύο κωμοπόλεις ενισχύοντάς τες με τείχη, πόρτες και αμπάρες, θεωρώντας αναμφίβολα ότι λειτουργούσαν ως αναχαιτιστικός παράγοντας απέναντι σε δυνάμεις εισβολής από την Αίγυπτο ή τη Φιλιστία. (2Χρ 8:5) Ο Σισάκ της Αιγύπτου, ο οποίος εισέβαλε στον Ιούδα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ροβοάμ, ανέφερε τη «Βαιθ-ορών» μεταξύ άλλων πόλεων που ισχυριζόταν ότι είχε κατακτήσει ή ότι βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του. (1Βα 14:25· 2Χρ 12:2-9) Όταν ο Βασιλιάς Αμαζίας του Ιούδα έστειλε πίσω τα εφραϊμιτικά μισθοφορικά στρατεύματα προτού εμπλακεί σε μάχη με τους Εδωμίτες, οι στρατιώτες αυτοί από το βόρειο βασίλειο, πρωτεύουσα του οποίου ήταν η Σαμάρεια, εκδήλωσαν την έξαψη του θυμού τους για την αποπομπή τους κάνοντας επιδρομές σε πόλεις του Ιούδα μέχρι τη Βαιθ-ορών.—2Χρ 25:5-13.
-
-
Βαιθ-ραφάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΡΑΦΑ
(Βαιθ-ραφά) [Οίκος του Ραφά].
Το όνομα εμφανίζεται στο εδάφιο 1 Χρονικών 4:12 όπου λέγεται ότι ο Εσθών έγινε «πατέρας του Βαιθ-ραφά». Η χρήση του προθήματος «Βαιθ» (που σημαίνει «Οίκος») στο όνομα έχει κάνει πολλούς σχολιαστές να θεωρούν ότι αυτό εφαρμόζεται σε έναν «οίκο», δηλαδή μια οικογένεια, ή σε έναν τόπο. Το Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament) των Κάιλ και Ντέλιτς (1973, Τόμ. 3, 1 Χρονικών, σ. 88) παρατηρεί: «Ο Εσθών γέννησε τον οίκο (την οικογένεια) του Ραφά, για τον οποίο επίσης δεν λέγεται τίποτα περισσότερο· διότι δεν μπορούν να συσχετιστούν ούτε με τον Βενιαμίτη Ραφά (viii. 2) ούτε με τα παιδιά του Ραφά (xx. 4, 6, 8)».
-
-
Βαιθ-ρεώβΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΡΕΩΒ
(Βαιθ-ρεώβ) [Οίκος της Πλατείας (του Ανοιχτού Χώρου)].
Προφανώς αυτό ήταν το όνομα ενός μικρού αραμαϊκού βασιλείου. Πρωταρχικά το όνομα αυτό ίσως χρησιμοποιούνταν για την κυριότερη πόλη του. Στην αφήγηση για την επίθεση 600 Δανιτών κατά της Λαΐς, αναφέρεται ότι η Λαΐς βρισκόταν «στην κοιλάδα που ανήκε στη Βαιθ-ρεώβ». (Κρ 18:7, 28) Αργότερα, την εποχή του Δαβίδ, οι Αμμωνίτες χρησιμοποίησαν Σύριους μισθοφόρους από τη Βαιθ-ρεώβ, σε μια μάταιη προσπάθεια να αποκρούσουν τις ισραηλιτικές δυνάμεις. (2Σα 10:6) Η Βαιθ-ρεώβ ονομαζόταν απλούστερα και «Ρεώβ» (2Σα 10:8), και γι’ αυτό πιστεύεται ότι ταυτίζεται με την τοποθεσία που αναφέρεται ως ένα από τα μέρη όπου πήγαν οι 12 Ισραηλίτες κατάσκοποι όταν έκαναν προκαταρκτική διερεύνηση της γης Χαναάν.—Αρ 13:21.
Η σύνδεση της Βαιθ-ρεώβ με την «κοιλάδα» όπου βρισκόταν η Λαΐς (η μεταγενέστερη Δαν) και η δήλωση στο εδάφιο Αριθμοί 13:21 ότι η Ρεώβ βρισκόταν «προς την είσοδο της Αιμάθ» πιθανότατα υποδεικνύουν μια τοποθεσία στο νότιο τμήμα της Κοιλάδας Μπεκάα, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στις οροσειρές του Λιβάνου και του Αντιλιβάνου. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή.
-
-
Βαιθ-σεάν, Βαιθ-σανΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΣΕΑΝ
(Βαιθ-σεάν), ΒΑΙΘ-ΣΑΝ.
Αρχικά, μεγάλη οχυρωμένη πόλη των Χαναναίων, σε στρατηγικό σημείο το οποίο έλεγχε την είσοδο στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ από την Κοιλάδα του Ιορδάνη. Το όνομά της διασώζεται στο τοπωνύμιο Μπεϊσάν (Μπετ Σεάν), ενώ η αρχαία τοποθεσία βρίσκεται σε μικρή απόσταση, στο Τελλ ελ-Χουσν (Τελ Μπετ Σεάν). Το έδαφος στην περιοχή της Βαιθ-σεάν βρίσκεται γύρω στα 120 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και στα Α χαμηλώνει απότομα, φτάνοντας σε ένα σημείο 275 μ. περίπου κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, κοντά στις όχθες του Ιορδάνη Ποταμού, περίπου 5 χλμ. μακριά. Χτισμένη σε έναν μεγάλο γήλοφο στο χείλος αυτής της κατωφέρειας, η Βαιθ-σεάν βρισκόταν σε εξαιρετική θέση από στρατιωτικής πλευράς. Στα Δ της, το επίπεδο λεκανοπέδιο το οποίο διαρρέει ο ποταμός Τζαλούντ (Νάχαλ Χαρόντ) έχει άφθονα νερά και εύφορο έδαφος, ανεβαίνει δε σταθερά μέχρις ότου φτάνει στην Ιεζραέλ, περίπου 17 χλμ. ΔΒΔ.
Η Βαιθ-σεάν ήταν επίσης κόμβος του βασικού οδικού άξονα που ξεκινούσε από την ακτή της Μεσογείου, διέσχιζε την Κοιλάδα του Ιορδάνη και συνέχιζε προς τη Δαμασκό και την Αραβία.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στη Βαιθ-σεάν έχουν αποκαλύψει αρκετά στρώματα ή επίπεδα αρχαίων ερειπίων, το πιο πρώιμο από τα οποία χρονολογείται προφανώς πριν από την εποχή του Αβραάμ. (ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ, Τόμ. 1, σ. 959) Προς τα μέσα της δεύτερης χιλιετίας Π.Κ.Χ., η Βαιθ-σεάν φαίνεται ότι είχε περιέλθει υπό αιγυπτιακή κυριαρχία, ως αποτέλεσμα της νίκης που πέτυχε ο Τούθμωσις Γ΄ στη Μεγιδδώ. Αρχαιολογικά στοιχεία υποδηλώνουν ότι αποτελούσε μεθοριακό φυλάκιο των Αιγυπτίων στη διάρκεια της βασιλείας αρκετών Φαραώ.
Την εποχή της κατάκτησης της Χαναάν από τους Ισραηλίτες (1473–περ. 1467 Π.Κ.Χ.), η Βαιθ-σεάν βρισκόταν στην εδαφική κληρονομιά του Ισσάχαρ αλλά παραχωρήθηκε στη φυλή του Μανασσή ως ιδιοκτησία. (Ιη 17:11· 1Χρ 7:29) Οι άντρες του Μανασσή δεν κατάφεραν να εκδιώξουν τους Χαναναίους από τη Βαιθ-σεάν και από άλλες κωμοπόλεις της κοιλάδας, προβάλλοντας ως δικαιολογία τη στρατιωτική υπεροχή των Χαναναίων οι οποίοι διέθεταν πολεμικά άρματα εξοπλισμένα με σιδερένια δρεπάνια—δικαιολογία που, όμως, δεν ικανοποίησε το διοικητή τους τον Ιησού του Ναυή. Οι Χαναναίοι, αν και δεν εκδιώχθηκαν, ωστόσο τελικά καθυποτάχθηκαν μέχρι του σημείου να αποδίδουν καταναγκαστική εργασία.—Ιη 17:12, 13, 16-18· Κρ 1:27, 28.
Η Βαιθ-σεάν βρισκόταν στην κατοχή των Φιλισταίων την εποχή της βασιλείας του Σαούλ, και μετά την ήττα του Σαούλ στο γειτονικό Όρος Γελβουέ οι Φιλισταίοι νικητές έβαλαν τον οπλισμό του Σαούλ στον «οίκο των εικόνων της Αστορέθ» και το κεφάλι του στον οίκο του Δαγών, και κρέμασαν τα πτώματα του Σαούλ και των γιων του στο τείχος της Βαιθ-σαν (Βαιθ-σεάν), προφανώς από την εσωτερική πλευρά του που έβλεπε προς την πλατεία της πόλης. Θαρραλέοι και τολμηροί Ισραηλίτες από την Ιαβείς-γαλαάδ, η οποία βρισκόταν περίπου 20 χλμ. μακριά, στην άλλη πλευρά του Ιορδάνη, πήραν πίσω τα πτώματα, πιθανώς εισδύοντας στην πόλη τη νύχτα για να τα καταφέρουν.—1Σα 31:8-13· 2Σα 21:12· 1Χρ 10:8-12.
Σε αρμονία με την παραπάνω αφήγηση, στις ανασκαφές που έγιναν στο Τελλ ελ-Χουσν, ήρθαν στο φως τα ερείπια δύο ναών, ο ένας από τους οποίους υποστηρίζεται ότι ήταν ο ναός της Αστορέθ, ενώ ο άλλος, πιο νότια, θεωρείται από κάποιους ως ο ναός του Δαγών. Εκτιμάται ότι ο ναός της Αστορέθ εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται μέχρι το δέκατο αιώνα περίπου Π.Κ.Χ. Κάποια στοιχεία μαρτυρούν ότι σε προγενέστερη εποχή λατρευόταν εκεί ένας Βάαλ, ο οποίος σε μια στήλη αναφέρεται ως «Μεκάλ, ο κύριος [Βάαλ] της Βαιθ-σαν».
Οι Ισραηλίτες κατέκτησαν τελικά την πόλη, αναμφίβολα την εποχή της βασιλείας του Δαβίδ. Μάλιστα στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, η Βαιθ-σεάν συγκαταλεγόταν στις 12 περιφέρειες που προμήθευαν τροφή στο βασιλιά. (1Βα 4:12) Μετά τη διαίρεση του βασιλείου, ο Φαραώ Σισάκ (τον οποίο οι Αιγύπτιοι αποκαλούσαν Σεσόνκ) εισέβαλε στην Παλαιστίνη, στη διάρκεια του πέμπτου έτους του Βασιλιά Ροβοάμ (993 Π.Κ.Χ.). (1Βα 14:25) Ένα ανάγλυφο σε κάποιον τοίχο στο Καρνάκ της Αιγύπτου απεικονίζει τη νικηφόρα εκστρατεία του Σισάκ και την κατάκτηση αρκετών πόλεων, περιλαμβανομένης και της Βαιθ-σεάν.
Την εποχή των Μακκαβαίων η Βαιθ-σεάν είχε μετονομαστεί σε Σκυθόπολη και μνημονεύεται από τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο ως η μεγαλύτερη πόλη της Δεκάπολης. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Γ΄, 446 [ix, 7]) Ήταν η μόνη από αυτές τις δέκα πόλεις που βρισκόταν Δ του Ιορδάνη.
[Εικόνα στη σελίδα 439]
Η Βαιθ-σεάν, η οποία ήταν χτισμένη σε αυτόν το γήλοφο, έλεγχε την ανατολική είσοδο στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ
-
-
Βαιθ-σεμέςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΣΕΜΕΣ
(Βαιθ-σεμές) [Οίκος του Ήλιου].
Το όνομα τεσσάρων πόλεων στο Βιβλικό υπόμνημα.
1. Πόλη που βρισκόταν στο βόρειο όριο του Ιούδα και η οποία καταχωρίζεται μεταξύ της Κεζαλών και της Θιμνάχ. (Ιη 15:10) Από ό,τι φαίνεται, ονομάζεται Ιρ-σεμές (που σημαίνει «Πόλη του Ήλιου») στο εδάφιο Ιησούς του Ναυή 19:41, όπου εμφανίζεται ως μεθόρια πόλη της φυλής του Δαν, με τον οποίο γειτνίαζε ο Ιούδας προς βορράν. Αργότερα, ο Ιούδας παραχώρησε τη Βαιθ-σεμές στους Λευίτες ως ιερατική πόλη.—Ιη 21:13, 16· 1Χρ 6:59.
Η Βαιθ-σεμές ταυτίζεται με το Τελλ ερ-Ρουμέιλε (Τελ Μπετ Σέμες), λίγο δυτικότερα των ερειπίων της βυζαντινής πόλης, κοντά στη σημερινή Έιν Σεμς, στην ονομασία της οποίας διασώζεται εν μέρει το αρχαίο όνομα. Επομένως, η Βαιθ-σεμές βρισκόταν περίπου 26 χλμ. Δ της Ιερουσαλήμ, πάνω στην κύρια οδό που συνέδεε εκείνη την πόλη με τις φιλισταϊκές πόλεις Άζωτο και Ασκαλών. Το σημείο αυτό είχε προφανώς στρατηγική σημασία από στρατιωτικής πλευράς, δεδομένου ότι έλεγχε τα ανάντη της κοιλάδας του χειμάρρου Σωρήκ και ένα από τα κύρια περάσματα που συνέδεαν τις παράκτιες πεδιάδες με την περιοχή της Σεφηλά και με τα βουνά του Ιούδα. Ανασκαφές που έλαβαν χώρα στην περιοχή μαρτυρούν την αρχαία ιστορία της πόλης και αποκαλύπτουν αρκετά στοιχεία φιλισταϊκής επιρροής.
Όταν οι Φιλισταίοι, έχοντας πληγεί από μια ασθένεια, έστειλαν την κιβωτό του Ιεχωβά πίσω στον Ισραήλ, οι αγελάδες που έσερναν την άμαξα κατευθύνθηκαν μόνες τους προς τη Λευιτική πόλη Βαιθ-σεμές. Ωστόσο, κάποιοι κάτοικοι της Βαιθ-σεμές ενήργησαν ακατάλληλα με το να κοιτάξουν την κιβωτό της διαθήκης, πράγμα που επέφερε το θάνατο σε 70 από αυτούς. (1Σα 6:9-20) Στο εβραϊκό κείμενο, η φράση «πενήντα χιλιάδες άντρες» που υπάρχει στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 6:19 δεν συνδέεται με τη φράση «εβδομήντα άντρες» μέσω κάποιου συνδέσμου, γι’ αυτό και μερικοί τη θεωρούν εμβόλιμη. Ο Ιώσηπος (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΣΤ΄, 16 [i, 4]), αναφερόμενος στη Βιβλική αφήγηση, κάνει λόγο μόνο για 70 άντρες που θανατώθηκαν, παραλείποντας κάθε αναφορά στους 50.000.—Βλέπε 1Σα 6:19, υποσ.
Η Βαιθ-σεμές ήταν μια από τις πόλεις που περιλαμβάνονταν στη διοικητική ρύθμιση του Βασιλιά Σολομώντα σχετικά με την προμήθεια τροφής για το βασιλικό τραπέζι. (1Βα 4:7, 9) Εκεί έχουν ανακαλυφτεί στενόμακρα δωμάτια που πιστεύεται ότι χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση σιτηρών, καθώς και ένα τεράστιο σιλό επενδυμένο με πέτρα, διαμέτρου περίπου 7 μ. και βάθους σχεδόν 6 μ. Αρκετά πατητήρια και ελαιοπιεστήρια που έχουν έρθει στο φως μαρτυρούν ότι η περιοχή παρήγε πολύ λάδι και κρασί.
Ο Βασιλιάς Αμαζίας (858-830 Π.Κ.Χ.) προκάλεσε άσοφα τον Βασιλιά Ιωάς του Ισραήλ, με αποτέλεσμα να ηττηθεί και να αιχμαλωτιστεί στη Βαιθ-σεμές. (2Βα 14:9-13· 2Χρ 25:18-23) Στη διάρκεια της βασιλείας του Άχαζ (761-746 Π.Κ.Χ.), η εξαχρείωση και η απιστία που επικρατούσαν σε εθνικό επίπεδο οδήγησαν στην απώλεια της Βαιθ-σεμές η οποία έπεσε στα χέρια των Φιλισταίων. (2Χρ 28:18, 19) Στη Βαιθ-σεμές ανασκάφηκε ένα χερούλι αγγείου που φέρει σε σφραγίδα την επιγραφή «του Ελιακείμ, οικονόμου του Ιωαχίν», και πιστεύεται ότι σχετίζεται με τον ομώνυμο βασιλιά, γεγονός το οποίο ενδεχομένως υποδηλώνει ότι κάποια στιγμή το βασίλειο του Ιούδα ανέκτησε τον έλεγχο της πόλης από τους Φιλισταίους.
2. Οχυρωμένη πόλη στην περιοχή του Νεφθαλί. (Ιη 19:35-39) Αν και δεν εκδιώχθηκαν, οι Χαναναίοι που κατοικούσαν σε αυτή την πόλη υποβλήθηκαν σε καταναγκαστική εργασία για λογαριασμό των Νεφθαλιτών. (Κρ 1:33) Η αρχαία θέση της παραμένει ανεξακρίβωτη.
3. Κωμόπολη του Ισσάχαρ κοντά στον Ιορδάνη. (Ιη 19:22, 23) Αν και έχουν προβληθεί διάφορες εκδοχές ως προς τη θέση της, μερικοί λόγιοι προτιμούν να την ταυτίζουν με το ελ-Αμπεϊντίγιε, στις όχθες του Ιορδάνη, περίπου 3 χλμ. Ν της Θάλασσας της Γαλιλαίας και περίπου 16 χλμ. Α του Όρους Θαβώρ. Η αρχαία ονομασία ενδεχομένως διασώζεται στο όνομα του κοντινού Χίρμπετ Σαμσάουι.
4. Πόλη στην Αίγυπτο η οποία μνημονεύεται στην προφητεία του Ιερεμία για την επικείμενη ερήμωση εκείνου του έθνους. (Ιερ 43:13) Θεωρείται ότι ταυτίζεται με την Ηλιούπολη, η οποία βρισκόταν στο βορειοανατολικό άκρο του σημερινού Καΐρου. Σε άλλα σημεία του Βιβλικού υπομνήματος μνημονεύεται με το αιγυπτιακό της όνομα Ων.—Βλέπε ΩΝ Αρ. 2.
-
-
ΒαιθσεμίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘΣΕΜΙΤΗΣ
(Βαιθσεμίτης) [Της (Από τη) Βαιθ-σεμές].
Ο κάτοικος της Βαιθ-σεμές του Ιούδα. Η επωνυμία αυτή εφαρμόζεται στον Ιησού, τον ιδιοκτήτη του αγρού όπου η κιβωτός της διαθήκης τοποθετήθηκε πάνω σε μια «μεγάλη πέτρα», μένοντας εκτεθειμένη σε κοινή θέα, έπειτα από τη μεταφορά της εκεί με μια άμαξα των Φιλισταίων.—1Σα 6:14, 18.
-
-
Βαιθ-σεττάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΣΕΤΤΑ
(Βαιθ-σεττά) [Οίκος της Ακακίας].
Κωμόπολη που μνημονεύεται κατά την περιγραφή της πορείας φυγής που ακολούθησαν οι Μαδιανίτες μετά την κατατρόπωσή τους στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ από τον Κριτή Γεδεών. (Κρ 7:22) Εφόσον οι Μαδιανίτες κατευθύνονταν προς την περιοχή του Ιορδάνη, η Βαιθ-σεττά πρέπει να βρισκόταν κάπου προς τα Α ή τα ΝΑ του λόφου Μορέχ και του πηγαδιού Αρώδ, κοντά στα οποία έλαβε χώρα η μάχη. (Κρ 7:1) Η Σάτα (Μπετ Χα-Σιτά), περίπου 4,5 χλμ. ΑΝΑ της σημερινής Εν Χαρόντ, είναι σύμφωνα με μερικούς η πιθανή θέση της Βαιθ-σεττά και το όνομά της περιέχει στοιχεία της αρχικής ονομασίας. Άλλοι θεωρούν ότι αυτή βρίσκεται υπερβολικά κοντά στο πεδίο της μάχης και υποστηρίζουν ότι η Βαιθ-σεττά πρέπει να βρισκόταν πιο ΝΑ, χωρίς ωστόσο να προτείνουν κάποια συγκεκριμένη θέση.
-
-
Βαιθ-σουρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΣΟΥΡ
(Βαιθ-σουρ) [Οίκος του Βράχου].
Κωμόπολη στην ορεινή περιοχή του Ιούδα η οποία καταχωρίζεται μεταξύ της Αλούλ και της Γεδώρ. (Ιη 15:58) Το όνομα αυτό διασώζεται ακόμη στο τοπωνύμιο Μπουρτζ ες-Σουρ, αν και διάφορες ανασκαφές έχουν δείξει ότι η πραγματική θέση της αρχαίας πόλης ήταν το Χίρμπετ ετ-Τουμπέικε (Μπετ Ζουρ), περίπου 0,5 χλμ. στα ΒΔ. Αυτή η τοποθεσία βρίσκεται 7,5 χλμ. Β της Χεβρών, ενώ η Γεδώρ απέχει από αυτήν περίπου 5 χλμ. προς τα ΒΒΔ και η Αλούλ 1,5 χλμ. προς τα ΝΝΑ. Περιγράφεται ως μια από τις ερειπωμένες πόλεις της Παλαιστίνης με το μεγαλύτερο υψόμετρο, δεδομένου ότι βρισκόταν σε έναν λόφο 1.007 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Εφόσον βρισκόταν κοντά στο μεγάλο δρόμο που συνέδεε το Β με το Ν κατά μήκος της κορυφογραμμής η οποία αποτελούσε τη γραμμή διαχωρισμού και αποστράγγισης των υδάτων, και δεδομένου ότι έλεγχε επίσης τις οδούς που οδηγούσαν στη Μαρησάχ και στη Λιβνά προς τη Δ, η Βαιθ-σουρ κατείχε θέση στρατηγικής σημασίας.
Μετά τη διαίρεση του βασιλείου, η Βαιθ-σουρ ήταν μια από τις 15 πόλεις τις οποίες ανοικοδόμησε και οχύρωσε ο Βασιλιάς Ροβοάμ, ως μέτρο προστασίας του Ιούδα και του Βενιαμίν σε περίπτωση εισβολής. (2Χρ 11:5-12) Συγκαταλεγόταν στις πόλεις όπου επανεγκαταστάθηκαν οι Ιουδαίοι που επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 3:16) Στη διάρκεια της περιόδου των Μακκαβαίων, η Βαιθ-σουρ (η οποία τότε λεγόταν Βαιθσούρα) διαδραμάτισε εξέχοντα ρόλο στον αγώνα των Ιουδαίων εναντίον των Σελευκιδών βασιλιάδων της Συρίας, και μάλιστα το απόκρυφο βιβλίο Α΄ Μακκαβαίων περιγράφει μια καθοριστική νίκη που κέρδισε εκεί ο Ιούδας Μακκαβαίος επί των συριακών δυνάμεων (165 Π.Κ.Χ.), μετά την οποία οχύρωσε εκ νέου την πόλη. (Α΄ Μακκαβαίων 4:61· 6:26) Το 162 Π.Κ.Χ. οι Σελευκίδες πολιόρκησαν την πόλη, η οποία συνθηκολόγησε τελικά εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων. (Α΄ Μακκαβαίων 6:30-50) Έγινε έδρα δικής τους φρουράς και ο στρατηγός Βακχίδης ενίσχυσε τα οχυρώματά της.—Α΄ Μακκαβαίων 9:52.
Αρχαιολογικές ανασκαφές στη Βαιθ-σουρ το 1931 και το 1957 έφεραν στο φως στοιχεία που μαρτυρούν την ύπαρξη ισχυρών οχυρωμάτων. Αρκετά νομίσματα που χρονολογούνται μεταξύ του τέταρτου και του δεύτερου αιώνα Π.Κ.Χ. βρέθηκαν εκεί. Σε αυτά περιλαμβάνονταν ασημένια ιουδαϊκά νομίσματα που πιστεύεται ότι χρονολογούνται από την περίοδο των περσικών χρόνων ή περίπου από τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ.
Το όνομα Βαιθ-σουρ εμφανίζεται σε έναν γενεαλογικό κατάλογο με τους απογόνους του Χάλεβ, αδελφού του Ιεραμεήλ, στο εδάφιο 1 Χρονικών 2:45. Ο Μαών αναφέρεται εκεί ως «ο πατέρας της Βαιθ-σουρ». Πολλοί σχολιαστές θεωρούν ότι η Βαιθ-σουρ ήταν η ομώνυμη πόλη, και ότι ο Μαών σε αυτή την περίπτωση ήταν ο πατέρας εκείνων που εγκαταστάθηκαν εκεί ή πιθανώς ο αρχηγός ή ο επικεφαλής της πόλης.
-
-
Βαιθ-φεγώρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΦΕΓΩΡ
(Βαιθ-φεγώρ) [Οίκος του Φεγώρ].
Το τελευταίο έτος της οδοιπορίας τους στην έρημο, το έθνος του Ισραήλ ήταν στρατοπεδευμένο «στην κοιλάδα μπροστά από τη Βαιθ-φεγώρ». (Δευ 3:29) Η Βαιθ-φεγώρ ίσως ήταν πόλη στις πλαγιές του Φεγώρ. Τόσο το βουνό όσο και η πόλη μπορεί κάλλιστα να συνδέονταν με τη λατρεία του «Βάαλ του Φεγώρ». Όπως αναφέρεται στα εδάφια Αριθμοί 25:1-9, οι Ισραηλίτες έπεσαν στην παγίδα των ανήθικων τελετών που περιλαμβάνονταν σε αυτή τη λατρεία.—Βλέπε ΒΑΑΛ ΤΟΥ ΦΕΓΩΡ.
Στις Πεδιάδες του Μωάβ, στην περιοχή του Ιορδάνη, ο Μωυσής επανέλαβε το Νόμο στον Ισραήλ, και ακολούθως θάφτηκε «στην κοιλάδα της γης του Μωάβ, μπροστά από τη Βαιθ-φεγώρ». Έτσι λοιπόν, φαίνεται ότι η Βαιθ-φεγώρ ήταν “στη γη του Μωάβ”, δηλαδή σε έδαφος που κατείχαν στο παρελθόν οι Μωαβίτες, αλλά που αργότερα βρέθηκε υπό την κυριαρχία του Βασιλιά Σηών των Αμορραίων, ώσπου και αυτός με τη σειρά του ηττήθηκε από το έθνος του Ισραήλ. (Δευ 4:46· 34:6) Αργότερα, η περιοχή αυτή παραχωρήθηκε στη φυλή του Ρουβήν και μνημονεύεται μαζί με “τις πλαγιές του Φασγά και τη Βαιθ-ιεσιμώθ”.—Ιη 13:15, 20.
Όλα αυτά τα εδάφια υποδεικνύουν μια τοποθεσία κοντά στο βορειοανατολικό άκρο της Νεκράς Θαλάσσης, απέναντι από τις Πεδιάδες του Μωάβ. Η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Ωστόσο, ο Ευσέβιος έκανε λόγο για ένα τέτοιο μέρος περίπου έξι ρωμαϊκά μίλια (9 χλμ.) Α της Λιβιάδας (το σημερινό Τελλ ερ-Ράμε). (Περί των τοπικών ονομάτων, 48, 3-5) Με βάση αυτό μερικοί εικάζουν ότι η Βαιθ-φεγώρ ταυτίζεται με το Χίρμπετ ες-Σέιχ-Τζάγιλ, περίπου 5 χλμ. ΔΒΔ της κατά παράδοση θέσης του Όρους Νεβώ. Αυτή η τοποθεσία βρίσκεται στην πλαγιά μιας κορυφής που μπορεί να ήταν το «Φεγώρ», το τελευταίο μέρος όπου οδηγήθηκε ο Βαλαάμ για να καταραστεί τον Ισραήλ. Αν η παραπάνω τοποθεσία είναι η σωστή, τότε η «κοιλάδα μπροστά από τη Βαιθ-φεγώρ» είναι πιθανότατα το Ουάντι Χουσμπάν.—Αρ 23:28· Δευ 4:46· βλέπε ΦΕΓΩΡ.
-
-
Βαιθ-φελέτΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΦΕΛΕΤ
(Βαιθ-φελέτ) [Οίκος Διαφυγής].
Πόλη στο νότιο τμήμα της κληρονομιάς του Ιούδα. (Ιη 15:21, 27) Ήταν μια από τις πόλεις του Ιούδα που κατοικήθηκαν εκ νέου μετά τη βαβυλωνιακή εξορία. (Νε 11:26) Οι άλλες πόλεις που καταχωρίζονται μαζί με αυτήν υποδεικνύουν ότι βρισκόταν κοντά στη Βηρ-σαβεέ, αλλά η ακριβής θέση της δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα.
-
-
Βαιθ-χαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΧΑΡ
[Οίκος του Κριαριού].
Σημείο που μνημονεύεται στην εξιστόρηση της ήττας που υπέστησαν οι Φιλισταίοι από τον Ισραήλ στη Μισπά. Οι Ισραηλίτες καταδίωξαν «μέχρι και νότια της Βαιθ-χαρ» τους Φιλισταίους οι οποίοι είχαν τραπεί σε φυγή. (1Σα 7:11) Πολλοί συνδέουν τη Βαιθ-χαρ με τη Βαιθ-ακκερέμ (Ιερ 6:1· Νε 3:14), την οποία κάποιοι ταυτίζουν με την Έιν Καρίμ (Εν Κέρεμ), περίπου 7,5 χλμ. ΔΝΔ του Όρους του Ναού στην Ιερουσαλήμ. Αν οι Φιλισταίοι ακολούθησαν αυτή τη διαδρομή, θα πρέπει φεύγοντας από τη Μισπά να διέσχισαν το βαθύ Ουάντι μπέιτ Χανίνα ως κάτω στην Κοιλάδα Σωρήκ, και μέσω αυτής να έφτασαν στις Πεδιάδες της Φιλιστίας.—Βλέπε ΒΑΙΘ-ΑΚΚΕΡΕΜ.
-
-
Βαιθ-χαράν, Βαιθ-χαράμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΙΘ-ΧΑΡΑΝ
(Βαιθ-χαράν), ΒΑΙΘ-ΧΑΡΑΜ (Βαιθ-χαράμ).
Πόλη στην ανατολική πλευρά του Ιορδάνη, στην περιοχή την οποία ζήτησε η φυλή του Γαδ λόγω του ότι είχε καλά βοσκοτόπια. Χτίστηκε ή ανοικοδομήθηκε από τους Γαδίτες, και παρότι βρισκόταν σε κοιλάδα έγινε μια από τις οχυρωμένες πόλεις τους.—Αρ 32:1, 34, 36· Ιη 13:27.
Το τοπωνύμιο αυτό φαίνεται ότι διασώζεται στην ονομασία του Τελλ ερ-Ράμε το οποίο βρίσκεται στο Ουάντι ερ-Ράμε (Ουάντι Χουσμπάν), στις Πεδιάδες του Μωάβ, αλλά η αρχαία τοποθεσία της Βαιθ-χαράν (Βαιθ-χαράμ) ταυτίζεται με το Τελλ Ίκτανου, περίπου 13 χλμ. ΑΒΑ του σημείου όπου ο Ιορδάνης εκβάλλει στη Νεκρά Θάλασσα. Η τοποθεσία αυτή βρισκόταν κοντά σε κάποιες ξακουστές θερμές πηγές, και αυτός μπορεί να ήταν μεταξύ άλλων ένας λόγος για τον οποίο ο Βασιλιάς Ηρώδης έχτισε ένα ανάκτορο εκεί. Την πρώτη περίοδο της Κοινής Χρονολογίας, το Τελλ ερ-Ράμε ήταν γνωστό ως Λιβιάς—όνομα που του έδωσε ο Ηρώδης Αντίπας—και αργότερα μετονομάστηκε σε Ιουλιάδα.
-
-
ΒακβουκίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΚΒΟΥΚΙΑΣ
(Βακβουκίας) [Φιάλη του Γιαχ].
1. Λευίτης ο οποίος επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ και υπηρέτησε ως φύλακας. (Νε 12:1, 9) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 2 πιο κάτω.
2. Λευίτης φύλακας που καταγράφηκε ως κεφαλή ενός πατρικού οίκου.—Νε 12:23, 25· βλέπε Αρ. 1 πιο πάνω.
3. Λευίτης, πιθανώς από τους υμνωδούς, ο οποίος επιλέχθηκε να κατοικεί στην Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία.—Νε 11:17, 18.
-
-
ΒαλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΑ
Βλέπε ΒΑΑΛΑ Αρ. 3.
-
-
ΒαλαάμΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΑΑΜ
(Βαλαάμ) [πιθανώς, Αυτός που Καταπίνει].
Γιος του Βεώρ. Έζησε το 15ο αιώνα Π.Κ.Χ. και κατοικούσε στην αραμαϊκή πόλη Φεθώρ στην Κοιλάδα του άνω Ευφράτη, κοντά στον ποταμό Σάτζουρ. Μολονότι δεν ήταν Ισραηλίτης, ο Βαλαάμ είχε κάποια γνώση για τον Ιεχωβά και τον αναγνώριζε κατά κάποιον τρόπο ως τον αληθινό Θεό—μάλιστα σε μια περίπτωση αποκάλεσε τον Ιεχωβά “Θεό του”. (Αρ 22:5, 18) Αυτό μπορεί να συνέβαινε επειδή στο παρελθόν ευλαβείς λάτρεις του Ιεχωβά (ο Αβραάμ, ο Λωτ και ο Ιακώβ) είχαν ζήσει στα περίχωρα της Χαρράν, όχι μακριά από τη Φεθώρ.—Γε 12:4, 5· 24:10· 28:5· 31:18, 38.
Ο Βαλαάμ απέρριψε την προσφορά που του έκανε η πρώτη αντιπροσωπεία του Μωαβίτη βασιλιά Βαλάκ, η οποία έφερε μαζί της «αμοιβές για τη μαντεία», λέγοντας: «Ο Ιεχωβά αρνήθηκε να με αφήσει να έρθω μαζί σας». (Αρ 22:5-14) Όταν πήγαν “άλλοι άρχοντες, πιο πολλοί και πιο τιμημένοι” (Αρ 22:15), και ο Βαλαάμ ζήτησε και πάλι την άδεια του Θεού να πάει, ο Ιεχωβά είπε: «Σήκω, πήγαινε μαζί τους. Αλλά μόνο το λόγο που θα σου πω επιτρέπεται να πεις».—Αρ 22:16-21· Μιχ 6:5.
Καθ’ οδόν, ο άγγελος του Ιεχωβά στάθηκε στο δρόμο τρεις φορές, κάνοντας το γαϊδούρι του Βαλαάμ πρώτα να στρίψει και να μπει σε έναν αγρό, έπειτα να στριμώξει το πόδι του Βαλαάμ σε έναν τοίχο και τέλος να ξαπλώσει κάτω. Τρεις φορές ο Βαλαάμ έδειρε το ζώο, το οποίο τότε απέκτησε θαυματουργικά ομιλία και διαμαρτυρήθηκε. (Αρ 22:22-30) Τελικά, και ο ίδιος ο Βαλαάμ είδε τον άγγελο του Ιεχωβά, ο οποίος ανήγγειλε: «Εγώ βγήκα να προβάλω αντίσταση, επειδή η οδός σου πηγαίνει κατά μέτωπο ενάντια στο θέλημά μου». Εντούτοις, ο Ιεχωβά επέτρεψε και πάλι στον Βαλαάμ να συνεχίσει την πορεία που είχε επιλέξει.—Αρ 22:31-35.
Από την αρχή ως το τέλος, ο Θεός αποδοκίμαζε απαρέγκλιτα την απαγγελία οποιασδήποτε κατάρας εναντίον του Ισραήλ, επιμένοντας ότι, αν ο Βαλαάμ πήγαινε, θα έπρεπε να προφέρει ευλογία, όχι κατάρα. (Ιη 24:9, 10) Ωστόσο, ο Θεός τού επέτρεψε να πάει. Συνέβη ό,τι και στην περίπτωση του Κάιν, στην οποία ο Ιεχωβά εξέφρασε την αποδοκιμασία του, αλλά ταυτόχρονα άφησε τον Κάιν να κάνει την προσωπική του επιλογή: είτε να εγκαταλείψει την κακή οδό του είτε να προχωρήσει ακάθεκτα στην πονηρή πορεία του. (Γε 4:6-8) Ο Βαλαάμ, λοιπόν, όπως και ο Κάιν, αδιαφόρησε πεισματικά για το θέλημα του Ιεχωβά σχετικά με αυτό το ζήτημα και ήταν αποφασισμένος να πετύχει το δικό του ιδιοτελή σκοπό. Στην περίπτωση του Βαλαάμ, αυτό που τον τύφλωσε ως προς τη σφαλερότητα της οδού του ήταν η άπληστη επιθυμία για αμοιβή, όπως γράφει ο Ιούδας: “Ο Βαλαάμ όρμησε στην εσφαλμένη πορεία για αμοιβή”. Ο απόστολος Πέτρος σχολιάζει: “Ο Βαλαάμ, ο γιος του Βεώρ, . . . αγάπησε την αμοιβή της αδικοπραγίας, αλλά έλαβε έλεγχο για το ότι παρέβηκε ό,τι ήταν σωστό. Ένα άφωνο υποζύγιο, μιλώντας με φωνή ανθρώπου, παρεμπόδισε την παράφρονη πορεία του προφήτη”.—Ιου 11· 2Πε 2:15, 16.
Αφού έφτασε στην περιοχή του Μωάβ και συνάντησε τον Βασιλιά Βαλάκ στην όχθη του Αρνών, ο Βαλαάμ άρχισε από την επόμενη κιόλας ημέρα να εργάζεται για λογαριασμό αυτών των πολέμιων του λαού του Ιεχωβά. Ο Βαλαάμ μαζί με τον Βαλάκ πρόσφερε θυσίες και κατόπιν αποσύρθηκε κάπου, ελπίζοντας να «βρει κακούς οιωνούς» (Αρ 23:3· 24:1), αλλά το μόνο μήνυμα που έλαβε ήταν ευλογία για τον Ισραήλ από τον Ιεχωβά. Και πάλι ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία με την προσφορά θυσιών στην κορυφή του Φασγά, και ξανά δεν υπήρξαν «μαγικές ρήσεις εναντίον του Ιακώβ», μόνο ευλογίες. Τελικά, το σκηνικό επαναλήφθηκε στην κορυφή του Φεγώρ, και πάλι, για τρίτη φορά, «ο Θεός . . . μετέβαλε την κατάρα σε ευλογία».—Αρ 22:41–24:9· Νε 13:2.
Λόγω αυτής της τροπής που πήραν τα πράγματα, «ο θυμός του Βαλάκ άναψε εναντίον του Βαλαάμ» και, χτυπώντας τα χέρια του οργισμένος, ο Βαλάκ αναφώνησε: «Για να αναθεματίσεις τους εχθρούς μου σε κάλεσα, και εσύ τους ευλόγησες στο έπακρο τρεις φορές μέχρι τώρα. Και τώρα φύγε γρήγορα για τον τόπο σου. Είχα πει μέσα μου ότι εξάπαντος θα σε τιμούσα, αλλά ο Ιεχωβά σού στέρησε την τιμή». (Αρ 24:10, 11) Ο Βαλαάμ προσπάθησε να δικαιολογηθεί, κατηγορώντας τον Ιεχωβά για το ότι απέτυχε να καταραστεί τον Ισραήλ, λέγοντας πως δεν “μπορούσε να προχωρήσει πέρα από την προσταγή του Ιεχωβά” και πως “ό,τι είπε ο Ιεχωβά, αυτό ήταν αναγκασμένος να πει”. Αφού έκανε, λοιπόν, μερικές ακόμη παροιμιώδεις εξαγγελίες εναντίον των εχθρών του Ισραήλ, «ο Βαλαάμ σηκώθηκε και έφυγε και επέστρεψε στον τόπο του».—Αρ 24:12-25.
Η δήλωση ότι ο Βαλαάμ «επέστρεψε στον τόπο του» δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι γύρισε πράγματι στο σπίτι του, στη Φεθώρ. Αυτές οι λέξεις δεν υπονοούν ότι ο Βαλαάμ απομακρύνθηκε από τα άμεσα περίχωρα του Όρους Φεγώρ. Όπως παρατηρεί το Σχολιολόγιο (Commentary) του Κουκ σχετικά με το εδάφιο Αριθμοί 24:25: «Επέστρεψε στον τόπο του . . . Όχι στη χώρα του, διότι παρέμεινε ανάμεσα στους Μαδιανίτες για να στήσει πλεκτάνη εναντίον του λαού του Θεού με νέα μέσα, με αποτέλεσμα να αφανιστεί στην αμαρτία του. . . . Αυτή η φράση, η οποία συναντάται συχνά (πρβλ. π.χ. Γε 18:33· 31:55· 1Σα 26:25· 2Σα 19:39), είναι ιδιωματική και σημαίνει απλώς ότι ο Βαλαάμ έφυγε και πήγε όπου ήθελε».
Ο Βαλαάμ έτρεφε ακόμη την ελπίδα ότι θα έπαιρνε την πλούσια αμοιβή για την οποία είχε έρθει από τόσο μακριά και για την οποία είχε εργαστεί τόσο σκληρά. Αν δεν μπορούσε να καταραστεί εκείνος τον Ισραήλ, σκέφτηκε ότι ίσως ο ίδιος ο Θεός να καταριόταν το λαό του, αρκεί αυτοί να παρασύρονταν ώστε να αναμειχθούν στη λατρεία του Βάαλ του Φεγώρ, η οποία ήταν άμεσα συνυφασμένη με το σεξ. Έτσι λοιπόν, ο «Βαλαάμ . . . δίδασκε τον Βαλάκ να βάλει σκάνδαλο μπροστά στους γιους του Ισραήλ, δηλαδή το να φάνε πράγματα που είχαν θυσιαστεί στα είδωλα και να πορνεύσουν». (Απ 2:14) «Ακολουθώντας το λόγο του Βαλαάμ», οι κόρες του Μωάβ και του Μαδιάμ «χρησιμοποιήθηκαν για να παρασυρθούν οι γιοι του Ισραήλ να διαπράξουν απιστία προς τον Ιεχωβά, στην περίπτωση του Φεγώρ, ώστε η μάστιγα ήρθε πάνω στη σύναξη του Ιεχωβά». (Αρ 31:16) Το αποτέλεσμα: 24.000 άρρενες Ισραηλίτες πέθαναν για την αμαρτία τους. (Αρ 25:1-9) Ούτε ο Μαδιάμ ούτε ο Βαλαάμ διέφυγαν τη θεϊκή τιμωρία. Ο Ιεχωβά διέταξε να εκτελεστούν όλοι οι άντρες, οι γυναίκες και τα αγόρια του Μαδιάμ. Μόνο οι παρθένες διασώθηκαν. «Και σκότωσαν τον Βαλαάμ, το γιο του Βεώρ, με σπαθί». (Αρ 25:16-18· 31:1-18) Όσο για τους Μωαβίτες, αυτοί αποκλείστηκαν «μέχρι τη δέκατη γενιά» από την εκκλησία του Ιεχωβά.—Δευ 23:3-6.
-
-
ΒαλαάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΑΑΝ
(Βαλαάν).
1. Ο πρώτος κατονομαζόμενος γιος του σεΐχη Εζέρ. Ήταν Χορίτης.—Γε 36:20, 21, 27· 1Χρ 1:42.
2. Γιος του Ιεδιαήλ, Βενιαμίτης. Οι εφτά γιοι του Βαλαάν ήταν κεφαλές οικογενειών και οι απόγονοί τους αριθμούσαν σε κάποια περίπτωση 17.200 “γενναίους και κραταιούς άντρες”.—1Χρ 7:6, 10, 11.
-
-
ΒαλαδάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΑΔΑΝ
(Βαλαδάν) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Ο Θεός Έχει Δώσει Γιο»].
Πατέρας του Μερωδάχ-βαλαδάν (Ησ 39:1· «Βερωδάχ-βαλαδάν» στο εδάφιο 2Βα 20:12). Ο γιος του Βαλαδάν, ο Μερωδάχ-βαλαδάν, ήταν βασιλιάς της Βαβυλώνας στη διάρκεια τουλάχιστον ενός τμήματος της βασιλείας του Εζεκία, βασιλιά του Ιούδα (745-717 Π.Κ.Χ.).
-
-
ΒαλάκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΑΚ
(Βαλάκ) [Έχει Φέρει Ερήμωση].
Βασιλιάς του Μωάβ το 15ο αιώνα Π.Κ.Χ. και λάτρης του Βάαλ. Ήταν γιος του Σεπφώρ. Ο λαός του Βαλάκ φοβήθηκε και καταλήφθηκε από «νοσηρό τρόμο» όταν είδε τι είχε κάνει ο Ισραήλ στους Αμορραίους. Σε συνεργασία με τον Μαδιάμ, ο Βαλάκ έστειλε ανθρώπους του στην πόλη Φεθώρ, κοντά στον ποταμό Ευφράτη, να πουν στον Βαλαάμ να έρθει από τη Μεσοποταμία και να καταραστεί τον Ισραήλ χρησιμοποιώντας «μαγική δύναμη», με την ελπίδα ότι αυτό θα του έδινε στρατιωτική υπεροχή. (Αρ 23:21) «Δες!» είπε ο Βαλάκ στον Βαλαάμ, «[οι Ισραηλίτες] κάλυψαν τη γη ως εκεί που μπορεί να δει κανείς και κατοικούν ακριβώς μπροστά μου». Στην αρχή ο Βαλαάμ αρνήθηκε να πάει, αλλά όταν ο Βαλάκ έστειλε μια πιο τιμημένη αντιπροσωπεία αρχόντων και πρόσφερε μεγαλύτερη αμοιβή, ο άπληστος προφήτης τελικά δέχτηκε να πάει, με την άδεια του Ιεχωβά. Όταν ο Βαλαάμ έφτασε στην όχθη του Αρνών, ο Βαλάκ τον επέπληξε: «Γιατί δεν ήρθες σε εμένα [από την αρχή]; Δεν μπορώ στ’ αλήθεια να σε τιμήσω;»—Αρ 22:2-37.
Ο Βαλάκ πήγε τον Βαλαάμ σε τρία υψώματα από όπου θα μπορούσε να δει το πλήθος του Ισραήλ. Σε καθένα από αυτά τα υψώματα ο Βαλάκ, σύμφωνα με τις οδηγίες που έλαβε, έχτισε εφτά θυσιαστήρια πάνω στα οποία θυσίασε εφτά ταύρους και εφτά κριάρια ακολουθώντας την ίδια διαδικασία προσφοράς θυσιών. Ωστόσο, σε όλες αυτές τις τοποθεσίες ο Βαλαάμ, αντί να καταραστεί τον Ισραήλ, τον ευλόγησε.—Αρ 22:41–24:9· Μιχ 6:5.
Τότε «ο θυμός του Βαλάκ άναψε εναντίον του Βαλαάμ». Ο Βαλάκ χτύπησε τα χέρια του οργισμένος και αναφώνησε: «Για να αναθεματίσεις τους εχθρούς μου σε κάλεσα, και εσύ τους ευλόγησες στο έπακρο τρεις φορές μέχρι τώρα. Και τώρα φύγε γρήγορα για τον τόπο σου». Αλλά προτού φύγει, ο προφήτης της Φεθώρ προείπε ότι το Μεσσιανικό «άστρο» επρόκειτο να ξεπροβάλει από το σπέρμα του Ιακώβ.—Αρ 24:10-17· Ιη 24:9, 10· Κρ 11:25.
Τα γεγονότα που επακολούθησαν δείχνουν ότι, επιπρόσθετα, ο Βαλαάμ “δίδαξε τον Βαλάκ να βάλει σκάνδαλο μπροστά στους γιους του Ισραήλ, δηλαδή το να φάνε πράγματα που είχαν θυσιαστεί στα είδωλα και να πορνεύσουν”.—Απ 2:14· Αρ 25:1-18.
-
-
ΒαλλάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΛΑ
(Βαλλά).
1. Μια από τις υπηρέτριες του σπιτικού του Λάβαν την οποία έδωσε ο Λάβαν στην κόρη του τη Ραχήλ για υπηρέτριά της, όταν αυτή παντρεύτηκε τον Ιακώβ. (Γε 29:29) Αυτό συνέβη στην Παδάν-αράμ, η οποία βρισκόταν στα βόρεια υψίπεδα της Μεσοποταμίας. Όταν, με την πάροδο του χρόνου, η Ραχήλ διαπίστωσε ότι ήταν στείρα, έδωσε τη Βαλλά στον Ιακώβ ως δευτερεύουσα σύζυγο, ώστε να αποκτήσει παιδιά μέσω της υπηρέτριάς της, όπως είχε κάνει και η Σάρρα. (Γε 16:2) Με αυτόν τον τρόπο, η Βαλλά είχε το προνόμιο να γεννήσει δύο γιους, τον Δαν και τον Νεφθαλί, των οποίων οι απόγονοι αποτέλεσαν 2 από τις 12 φυλές του Ισραήλ. (Γε 30:3-8· 35:25· 1Χρ 7:13) Όταν ο Ιακώβ επέστρεψε στη γη Χαναάν, παρουσίασε και τη Βαλλά, μαζί με τα παιδιά της, στο δίδυμο αδελφό του τον Ησαύ. Μετά το θάνατο της Ραχήλ, ο μεγαλύτερος γιος του Ιακώβ, ο Ρουβήν, διέπραξε πορνεία με τη Βαλλά.—Γε 35:22· 49:3, 4.
2. Πόλη που ανήκε στη φυλή του Συμεών και που βρισκόταν εντός της περιοχής της Νεγκέμπ στον Ιούδα. (1Χρ 4:29) Προφανώς είναι η ίδια πόλη με τη Βααλά του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 15:29.
-
-
Βάλσαμο, Βάλσαμο της ΓαλαάδΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΣΑΜΟ, ΒΑΛΣΑΜΟ ΤΗΣ ΓΑΛΑΑΔ
Ο όρος «βάλσαμο» εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε από τα πολλά φυτά, θάμνους και δέντρα που εκκρίνουν μια αρωματική και συνήθως ελαιώδη και ρητινώδη ουσία. Η ίδια λέξη εφαρμόζεται και στην εκκρινόμενη ουσία. Βαλσαμοφόρα δέντρα βρίσκουμε στις οικογένειες Ελατίδες, Ιτεΐδες, καθώς και σε άλλες οικογένειες δέντρων. Το βάλσαμο χρησιμοποιείται στην ιατρική (συνήθως περιέχει βενζοϊκό ή κιναμωμικό οξύ) αλλά και ως άρωμα.
Τα βαλσαμοφόρα φυτά και δέντρα θεωρούνταν πάντοτε εξαιρετικά πολύτιμα από τους λαούς της Ανατολής. Το «βάλσαμο» (εβρ., μπόσεμ, μπέσεμ ή μπασάμ) αναφέρεται για πρώτη φορά στο εδάφιο Έξοδος 25:6 ως συστατικό που χρησιμοποιούνταν στο λάδι του αγίου χρίσματος της σκηνής της μαρτυρίας. (Βλέπε επίσης Εξ 35:8, 28.) (Η ελληνική λέξη «βάλσαμο» φαίνεται ότι προήλθε από την εβραϊκή λέξη μπασάμ.) Η εβραϊκή λέξη μεταφράζεται μερικές φορές ως «αρώματα», «αρωματικός» ή «μυρωδικά», ανάλογα με τα συμφραζόμενα. (Εξ 30:23· Ασμ 4:10, 14, 16· 5:13· 6:2· 8:14) Στο εδάφιο Ησαΐας 3:24 η ευωδιά του αντιδιαστέλλεται με μια «μυρωδιά μούχλας».
Το βάλσαμο που χρησιμοποιούνταν για την υπηρεσία της σκηνής της μαρτυρίας στην έρημο προερχόταν προφανώς από κάποιο μέρος εκτός Παλαιστίνης, ίσως από την Αίγυπτο. Στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, το βάλσαμο θεωρούνταν τόσο πολύτιμο ώστε συγκαταλέχθηκε με το χρυσάφι και τις πολύτιμες πέτρες στους θησαυρούς που δώρισε η βασίλισσα της Σεβά. Περιλαμβανόταν, επίσης, στο φόρο υποτελείας που πλήρωναν οι βασιλιάδες πολλών χωρών σε εκείνον το σοφό βασιλιά της Ιερουσαλήμ. (1Βα 10:2, 10, 25· 2Χρ 9:1, 9, 24) Ήταν ένα από τα πολύτιμα πράγματα που φυλάσσονταν στο βασιλικό θησαυροφυλάκιο, τα οποία ο Εζεκίας, ενεργώντας άσοφα, έδειξε στους απεσταλμένους από τη Βαβυλώνα. (2Βα 20:13· 2Χρ 32:27· Ησ 39:2) Χρησιμοποιήθηκε στην προετοιμασία του σώματος του Βασιλιά Ασά για την ταφή (όχι όμως όπως χρησιμοποιούνταν από τους Αιγυπτίους για την ταρίχευση των σωμάτων). (2Χρ 16:14) Στην Εσθήρ γίνονταν μαλάξεις με αρωματικό βάλσαμο τους τελευταίους έξι μήνες προτού παρουσιαστεί στον Βασιλιά Ασσουήρη.—Εσθ 2:12.
Το «βάλσαμο [εβρ., τσορί] στη Γαλαάδ» φαίνεται ότι ήταν εξαιρετικής ποιότητας και είχε ιδιαίτερες φαρμακευτικές ιδιότητες. (Ιερ 8:22· 46:11) Το βάλσαμο αυτό αναφέρεται για πρώτη φορά ως ένα από τα προϊόντα που μετέφερε το καραβάνι των Ισμαηλιτών από τη Γαλαάδ, Α του Ιορδάνη, καραβάνι στο οποίο κατόπιν πουλήθηκε ο Ιωσήφ. (Γε 37:25-28) Αργότερα, ο Ιακώβ το συμπεριέλαβε στα “καλύτερα προϊόντα της γης” του όταν έστειλε ένα δώρο στην Αίγυπτο με τους γιους του οι οποίοι θα ξαναπήγαιναν εκεί. (Γε 43:11) Σύμφωνα με το εδάφιο Ιεζεκιήλ 27:17, οι πλούσιοι έμποροι της Τύρου το εισήγαν από το βασίλειο του Ιούδα.
Στα αρχαία κείμενα αναφέρονται πολύ συχνά οι θεραπευτικές ιδιότητες του βάλσαμου, κυρίως ως μέσου επούλωσης των πληγών. Στην Αγία Γραφή, όλες οι αναφορές σε αυτές τις θεραπευτικές ιδιότητες γίνονται από τον Ιερεμία. Εντούτοις, ο Ιερεμίας τις χρησιμοποιεί με μεταφορική έννοια, πρώτα όταν θρηνεί για την πνευματική συντριβή του Ιούδα (Ιερ 8:14, 15, 21, 22· παράβαλε Ιακ 5:14, 15), στη συνέχεια όταν επιτιμά την Αίγυπτο για τις μάταιες προσπάθειες που καταβάλλει ώστε να αποφύγει την ήττα από τη Βαβυλώνα (Ιερ 46:11-13) και τέλος όταν εξαγγέλλει την κρίση του Θεού σχετικά με τη συμφορά που θα βρει τη Βαβυλώνα.—Ιερ 51:8-10.
Ο προσδιορισμός των συγκεκριμένων φυτών ή δέντρων στα οποία αναφέρονται οι εβραϊκές λέξεις μπόσεμ και τσορί δεν μπορεί να γίνει με απόλυτη βεβαιότητα. Η ονομασία «βάλσαμο της Γαλαάδ» έχει εφαρμοστεί σε ένα θαμνώδες αειθαλές δέντρο που αποκαλείται κομμιφόρος η οποβάλσαμος (Commiphora opobalsamum ή Commiphora gileadensis). Η πρασινοκίτρινη ελαιορητίνη του παράγεται αφού γίνουν εντομές στον κορμό και στα κλαδιά, ενώ οι μικροί βόλοι που σχηματίζει το έκκριμα συλλέγονται αργότερα. Μολονότι το δέντρο αυτό συναντάται κυρίως στη νότια Αραβία, ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος υποδεικνύει ότι την εποχή του Σολομώντα καλλιεργούνταν στα περίχωρα της Ιεριχώς, ο δε γεωγράφος Στράβων αναφέρει ότι στους ρωμαϊκούς χρόνους καλλιεργούνταν επίσης δίπλα στη Θάλασσα της Γαλιλαίας.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η λέξη τσορί ίσως αναφέρεται στο μαστιχόδεντρο (πιστακία η λεντίσκος [Pistacia lentiscus]), το οποίο εκκρίνει ένα αχνοκίτρινο αρωματικό κόμμι, τη μαστίχα, καθώς και ένα έλαιο που χρησιμοποιείται για ιατρικούς σκοπούς και παράγεται από το φλοιό, τα φύλλα και τους καρπούς. Το δέντρο αυτό είναι κοινό στην Παλαιστίνη, και η ονομασία του στην αραβική μοιάζει πολύ με την εβραϊκή λέξη τσορί.
-
-
ΒαλτάσαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΤΑΣΑΡ
(Βαλτάσαρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Προστάτευε τη Ζωή Του»· ή πιθανώς, «[Είθε] ο Βηλ [να] Προστατεύει τον Βασιλιά»].
Ο πρωτότοκος γιος και συμβασιλιάς του Ναβονίδη κατά τα τελευταία χρόνια της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας. Μνημονεύεται στο Βιβλικό υπόμνημα μόνο από τον προφήτη Δανιήλ, και επί πολύ καιρό η θέση του ως «βασιλιά της Βαβυλώνας» δεν ήταν αποδεκτή από τους κριτικούς της Αγίας Γραφής. (Δα 5:1, 9· 7:1· 8:1) Στο μεταξύ, όμως, αρχαιολογικά στοιχεία υπό μορφή αρχαίων κειμένων έχουν καταδείξει την ιστορικότητα του Βιβλικού υπομνήματος.
Στα εδάφια Δανιήλ 5:2, 11, 18, 22, ο Ναβουχοδονόσορ παρουσιάζεται ως ο «πατέρας» του Βαλτάσαρ και ο Βαλτάσαρ ως «γιος» του Ναβουχοδονόσορα. Το βιβλίο Ναβονίδης και Βαλτάσαρ (Nabonidus and Belshazzar) (του Ρ. Φ. Ντόχερτι, 1929) εκφράζει την άποψη ότι μητέρα του Βαλτάσαρ κατά πάσα πιθανότητα ήταν η Νίτωκρις και ότι αυτή ήταν κόρη του Ναβουχοδονόσορα (Β΄). Αν ισχύει αυτό, τότε ο Ναβουχοδονόσορ ήταν ο παππούς του Βαλτάσαρ. (Βλέπε Γε 28:10, 13 για ανάλογη χρήση της λέξης «πατέρας».) Ωστόσο, δεν θεωρούν όλοι οι λόγιοι απολύτως ικανοποιητικά τα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ αυτής της συγγένειας. Ο Ναβουχοδονόσορ μπορεί να ήταν απλώς «πατέρας» του Βαλτάσαρ ως προς το θρόνο, δηλαδή να ήταν προκάτοχός του ως βασιλιάς. Παρόμοια, οι Ασσύριοι χρησιμοποιούσαν την έκφραση «γιος του Αμρί» για να υποδηλώσουν κάποιον διάδοχο του Αμρί.—Βλέπε ΑΜΡΙ Αρ. 3.
Επιβεβαιώνει η ιστορία το ρόλο του Βαλτάσαρ ως κυβερνήτη της Βαβυλώνας;
Μια πινακίδα σφηνοειδούς γραφής που φέρει ως χρονολογία το έτος ανάρρησης του Νηριγλίσαρου, ο οποίος διαδέχθηκε τον Αβίλ-Μαρντούκ (Εβίλ-μερωδάχ) στο θρόνο της Βαβυλώνας, μνημονεύει αναφορικά με μια χρηματική συναλλαγή κάποιον «Βαλτάσαρ, τον ανώτατο αξιωματούχο του βασιλιά». Είναι πιθανό, αν και δεν έχει αποδειχτεί, ότι αυτή η πινακίδα αναφέρεται στον Βαλτάσαρ της Αγίας Γραφής. Το 1924 δημοσιεύτηκε η αποκρυπτογράφηση ενός αρχαίου κειμένου σφηνοειδούς γραφής, γνωστού ως «Η Κατά Στίχους Αφήγηση Περί Ναβονίδη», από το οποίο ήρθαν στο φως πολύτιμες πληροφορίες που επιβεβαιώνουν σαφώς τη θέση του Βαλτάσαρ ως βασιλιά στη Βαβυλώνα και εξηγούν με ποιον τρόπο έγινε συμβασιλιάς με τον Ναβονίδη. Αναφορικά με την κατάκτηση της Θεμά από τον Ναβονίδη κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του, ένα τμήμα του κειμένου λέει: «Ανέθεσε το “Στρατόπεδο” στο μεγαλύτερό του (γιο), τον πρωτότοκο [Βαλτάσαρ], πρόσταξε τα στρατεύματα όλης της χώρας να είναι υπό τις (διαταγές) του. Άφησε (τα πάντα), ανέθεσε τη βασιλεία σε αυτόν, και ο ίδιος [ο Ναβονίδης] ξεκίνησε μακρύ ταξίδι, έχοντας τις (στρατιωτικές) δυνάμεις της Ακκάδ στο πλευρό του· στράφηκε προς τη Θεμά (στα βάθη) της δύσης». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 313) Άρα, ο Βαλτάσαρ ασκούσε σαφώς καθήκοντα βασιλιά από το τρίτο έτος της βασιλείας του Ναβονίδη και έπειτα, και αυτό το γεγονός πιθανότατα αντιστοιχεί με την αναφορά του Δανιήλ στο «πρώτο έτος του Βαλτάσαρ, του βασιλιά της Βαβυλώνας».—Δα 7:1.
Σε ένα άλλο έγγραφο, το Χρονικό του Ναβονίδη, υπάρχει μια δήλωση σχετικά με το έβδομο, το ένατο, το δέκατο και το ενδέκατο βασιλικό έτος του Ναβονίδη η οποία λέει τα εξής: «Ο βασιλιάς (βρισκόταν) στη Θεμά (ενώ) ο πρίγκιπας, οι αξιωματούχοι και ο στρατός του (βρίσκονταν) στην Ακκάδ [Βαβυλωνία]». (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά [Assyrian and Babylonian Chronicles], του Α. Κ. Γκρέισον, 1975, σ. 108) Προφανώς, ο Ναβονίδης πέρασε μεγάλο μέρος της βασιλείας του μακριά από τη Βαβυλώνα, και παρότι δεν αποποιήθηκε το αξίωμα του ανώτατου άρχοντα, ανέθεσε διοικητική εξουσία στο γιο του τον Βαλτάσαρ ώστε να τον αντικαθιστά κατά την απουσία του. Αυτό είναι προφανές από αρκετά κείμενα τα οποία διασώθηκαν στα αρχαία γραπτά μνημεία και τα οποία αποδεικνύουν ότι ο Βαλτάσαρ εκτελούσε χρέη βασιλιά, ότι εξέδιδε διαταγές και εντολές. Οι υποθέσεις που χειρίζεται ο Βαλτάσαρ σε κάποια έγγραφα και διατάγματα ήταν τέτοιες που κανονικά θα υπάγονταν στη δικαιοδοσία του Ναβονίδη, του ανώτατου άρχοντα, αν εκείνος ήταν παρών. Ωστόσο, ο Βαλτάσαρ παρέμενε απλώς δεύτερος άρχοντας της αυτοκρατορίας, και γι’ αυτό μπορούσε να προσφέρει στον Δανιήλ μόνο τη θέση του “τρίτου άρχοντα του βασιλείου”.—Δα 5:16.
Είναι αλήθεια ότι οι επίσημες επιγραφές δίνουν στον Βαλτάσαρ τον τίτλο του «διαδόχου του θρόνου» ενώ το βιβλίο του Δανιήλ του αποδίδει τον τίτλο του «βασιλιά». (Δα 5:1-30) Μια αρχαιολογική ανακάλυψη στη βόρεια Συρία μπορεί ίσως να δώσει μια εξήγηση ως προς αυτό. Το 1979 ανασκάφηκε το άγαλμα ενός ηγεμόνα της αρχαίας Γωζάν σε φυσικό μέγεθος. Το κάτω μέρος του ενδύματός του έφερε δύο επιγραφές, μία στην ασσυριακή και άλλη μία στην αραμαϊκή—τη γλώσσα στην οποία έχει γραφτεί η αφήγηση του βιβλίου του Δανιήλ για τον Βαλτάσαρ. Οι δύο σχεδόν πανομοιότυπες επιγραφές είχαν μία αξιοπρόσεκτη διαφορά. Το κείμενο που ήταν γραμμένο στην αυτοκρατορική ασσυριακή γλώσσα έλεγε ότι το άγαλμα ήταν του «κυβερνήτη της Γωζάν». Το κείμενο στην αραμαϊκή, τη γλώσσα των ντόπιων, τον περιγράφει ως «βασιλιά».
Έτσι λοιπόν, ο αρχαιολόγος και γλωσσολόγος Άλαν Μίλαρντ γράφει: «Όπως φαίνεται από τις βαβυλωνιακές πηγές και τις νέες αυτές επιγραφές που φέρει το άγαλμα, μπορεί να θεωρούνταν απόλυτα φυσιολογικός ο χαρακτηρισμός του Βαλτάσαρ ως “βασιλιά” σε ένα τέτοιο ανεπίσημο υπόμνημα όπως το Βιβλίο του Δανιήλ. Αυτός εκτελούσε χρέη βασιλιά εκπροσωπώντας τον πατέρα του, αν και από νομικής πλευράς μπορεί να μην ήταν βασιλιάς. Ο ακριβής διαχωρισμός θα ήταν άτοπος και αποπροσανατολιστικός στην ιστορία αυτή, όπως την αφηγείται ο Δανιήλ».—Επιθεώρηση Βιβλικής Αρχαιολογίας [Biblical Archaeology Review], Μάιος/Ιούνιος 1985, σ. 77.
Οι ανώτατοι άρχοντες της Βαβυλωνίας αναμενόταν να είναι υποδείγματα ευλάβειας απέναντι στους θεούς. Υπάρχουν έξι κείμενα σφηνοειδούς γραφής που αφορούν γεγονότα από το 5ο μέχρι το 13ο έτος της βασιλείας του Ναβονίδη και τα οποία καταδεικνύουν την αφοσίωση του Βαλτάσαρ στις βαβυλωνιακές θεότητες. Δεδομένου ότι ο Βαλτάσαρ εκτελούσε χρέη βασιλιά κατά την απουσία του Ναβονίδη, τα έγγραφα τον παρουσιάζουν να προσφέρει χρυσάφι, ασήμι και ζώα στους ναούς των πόλεων Ερέχ και Σιπάρ, ενεργώντας όπως άρμοζε στο βασιλικό του αξίωμα.
Το Τέλος της Διακυβέρνησης του Βαλτάσαρ. Τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ. (κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο, ή 11ης Οκτωβρίου κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο), ο Βαλτάσαρ παρέθεσε ένα μεγάλο συμπόσιο σε χίλιους μεγιστάνες του, όπως μας εξιστορεί το 5ο κεφάλαιο του βιβλίου του Δανιήλ. (Δα 5:1) Η Βαβυλώνα απειλούνταν τότε από τις δυνάμεις του Κύρου του Πέρση και του συμμάχου του, του Δαρείου του Μήδου, οι οποίες την πολιορκούσαν. Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο (ο οποίος με τη σειρά του παραθέτει από τον Βαβυλώνιο Βηρωσσό), ο Ναβονίδης, μετά την ήττα που υπέστη πολεμώντας τις μηδοπερσικές δυνάμεις, είχε καταφύγει στη Βορσίππα. (Κατ’ Απίωνος, Α΄, 150-152 [20]) Αν ισχύει αυτό, τότε χρέη βασιλιά στη Βαβυλώνα εκτελούσε ο Βαλτάσαρ. Το γεγονός ότι έκαναν συμπόσιο τη στιγμή που η πόλη ήταν υπό πολιορκία δεν είναι και τόσο παράδοξο αν θυμηθούμε ότι οι Βαβυλώνιοι είχαν την πεποίθηση πως τα τείχη της πόλης τους ήταν απόρθητα. Οι ιστορικοί Ηρόδοτος και Ξενοφών αναφέρουν επίσης ότι η πόλη είχε άφθονα αποθέματα απαραίτητων ειδών και δεν υπήρχε ανησυχία για τυχόν ελλείψεις. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ηρόδοτου, εκείνη τη νύχτα επικρατούσε στην πόλη εορταστική ατμόσφαιρα με χορούς και γλέντια.
Στη διάρκεια της γιορτής και ενώ βρισκόταν υπό την επήρεια του κρασιού, ο Βαλτάσαρ ζήτησε να φέρουν τα σκεύη του ναού της Ιερουσαλήμ, ώστε να πιει ο ίδιος, οι καλεσμένοι του, οι σύζυγοί του και οι παλλακίδες του αινώντας τους βαβυλωνιακούς θεούς. Είναι φανερό ότι η κίνησή του αυτή δεν οφειλόταν σε έλλειψη σκευών, αλλά αποτελούσε ηθελημένη πράξη περιφρόνησης από μέρους αυτού του ειδωλολάτρη βασιλιά προς ονειδισμό του Θεού των Ισραηλιτών, του Ιεχωβά. (Δα 5:2-4) Με αυτόν τον τρόπο έδειξε ότι αψηφούσε τον Ιεχωβά ο οποίος είχε εμπνεύσει τις προφητείες που προέλεγαν την πτώση της Βαβυλώνας. Παρ’ όλο που ο Βαλτάσαρ δεν φαινόταν να προβληματίζεται από την πολιορκία των εχθρικών δυνάμεων, κλονίστηκε σοβαρά όταν εμφανίστηκε ξαφνικά ένα χέρι το οποίο άρχισε να γράφει πάνω στον τοίχο του ανακτόρου. Με τρεμάμενα γόνατα κάλεσε όλους τους σοφούς του για να του ερμηνεύσουν το γραπτό μήνυμα, αλλά μάταια. Το υπόμνημα δείχνει ότι η βασίλισσα τον συμβούλεψε τότε με σύνεση, υποδεικνύοντας τον Δανιήλ ως ικανό να δώσει την ερμηνεία. (Δα 5:5-12) Ορισμένοι λόγιοι θεωρούν ότι «η βασίλισσα» δεν ήταν σύζυγος του Βαλτάσαρ, αλλά η μητέρα του, για την οποία πιστεύεται ότι ήταν η κόρη του Ναβουχοδονόσορα η Νίτωκρις. Ο Δανιήλ, υπό θεϊκή έμπνευση, αποκάλυψε τη σημασία του θαυματουργικού μηνύματος, προλέγοντας την πτώση της Βαβυλώνας στους Μήδους και στους Πέρσες. Παρ’ όλο που ο ηλικιωμένος προφήτης καταδίκασε τη βλάσφημη ενέργεια του Βαλτάσαρ να χρησιμοποιήσει τα σκεύη της λατρείας του Ιεχωβά για την απόδοση αίνου σε θεούς που δεν βλέπουν, δεν ακούν και δεν γνωρίζουν τίποτα, ο Βαλτάσαρ δεν απέσυρε την προσφορά του και έδωσε στον Δανιήλ το αξίωμα του τρίτου άρχοντα στο καταδικασμένο βασίλειο.—Δα 5:17-29.
Αυτή ήταν η τελευταία νύχτα του Βαλτάσαρ, ο οποίος θανατώθηκε κατά την άλωση της πόλης τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ., όταν, σύμφωνα με το Χρονικό του Ναβονίδη, «τα στρατεύματα του Κύρου (Β΄) εισέβαλαν στη Βαβυλώνα αμαχητί». (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά, σ. 109, 110· βλέπε επίσης Δα 5:30.) Εφόσον ο Βαλτάσαρ πέθανε και ο Ναβονίδης, όπως φαίνεται, παραδόθηκε στον Κύρο, η Νεοβαβυλωνιακή Αυτοκρατορία έφτασε στο τέλος της.—Βλέπε ΚΥΡΟΣ· ΝΑΒΟΝΙΔΗΣ.
[Εικόνα στη σελίδα 446]
Κύλινδρος από βαβυλωνιακό ναό που κατονομάζει τον Βασιλιά Ναβονίδη και το γιο του τον Βαλτάσαρ
-
-
ΒαλτασάσαρΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΛΤΑΣΑΣΑΡ
(Βαλτασάσαρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Προστάτευε τη Ζωή του Βασιλιά»].
Το βαβυλωνιακό όνομα που δόθηκε στον Δανιήλ όταν αυτός οδηγήθηκε σε εξορία το 617 Π.Κ.Χ. και το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με το όνομα Βαλτάσαρ. (Δα 1:7) Το όνομα είναι προφανώς η συντετμημένη μορφή μιας επίκλησης προς τον Βηλ και επομένως ο Ναβουχοδονόσορ το επέλεξε “σύμφωνα με το όνομα του θεού του”. (Δα 4:8· 5:12) Είναι φανερό ότι ο σκοπός τον οποίο εξυπηρετούσε αυτό το όνομα ήταν να επιτευχθεί η αφομοίωση του Δανιήλ και να αποξενωθεί ο ίδιος από τη λατρεία του Ιεχωβά. Εντούτοις, οι Βαβυλώνιοι συνέχισαν να τον αποκαλούν και με το όνομά του, Δανιήλ.—Δα 4:18, 19· 5:12, 13· βλέπε ΔΑΝΙΗΛ Αρ. 2.
-
-
ΒαμβάκιΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΜΒΑΚΙ
Λευκή ίνα σπόρου, η οποία παράγεται από ορισμένα φυτά και χρησιμοποιείται στην υφαντουργία. Η εβραϊκή λέξη καρπάς, η οποία μπορεί να αναφέρεται είτε στα εκλεκτά βαμβακερά είτε στα εκλεκτά λινά υφάσματα, είναι παρόμοια με τη σανσκριτική λέξη καρπάσα και την ελληνική κάρπασος. Πολλές σύγχρονες μεταφράσεις προτιμούν την απόδοση «βαμβακερά» στο εδάφιο Εσθήρ 1:6. Σε αυτό το εδάφιο τα βαμβακερά συγκαταλέγονται στα υφάσματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση της αυλής του ανακτόρου κατά το εφταήμερο συμπόσιο του Βασιλιά Ασσουήρη στα Σούσα. Η καλλιέργεια βαμβακιού στην Περσία και στην Ινδία ανάγεται στο μακρινό παρελθόν. Μολονότι φαίνεται ότι στην Αίγυπτο και στην Παλαιστίνη χρησιμοποιούνταν περισσότερο το λινό, υπάρχουν στοιχεία ότι και το βαμβάκι χρησιμοποιούνταν εκεί ήδη από την πρώτη χιλιετία Π.Κ.Χ.
Η βαμβακιά για την οποία γίνεται λόγος στο Βιβλικό υπόμνημα θεωρείται ότι είναι το είδος βάμβαξ ο ποώδης (Gossypium herbaceum). Ο θάμνος αυτός φτάνει σε ύψος περίπου το 1,5 μ. και βγάζει κίτρινα ή, μερικές φορές, ροζ λουλούδια. Αφού αυτά ξεραθούν, σχηματίζονται οι κάψες των σπόρων. Όταν οι κάψες ωριμάσουν, ανοίγουν, και βγαίνει από μέσα τους το χνουδωτό βαμβάκι. Μετά τη συλλογή του βαμβακιού, οι σπόροι πρέπει να απομακρυνθούν με ειδικά χτένια, εργασία που γίνεται καθώς το βαμβάκι περνάει από τις εκκοκκιστικές μηχανές. Στη συνέχεια, οι ίνες του βαμβακιού είναι έτοιμες για την τελική επεξεργασία και την ύφανση. Μερικοί λόγιοι υποστηρίζουν ότι τα «λευκά υφάσματα» που έφτιαχναν αυτοί που δούλευαν στους αργαλειούς της Αιγύπτου, τα οποία αναφέρονται στο εδάφιο Ησαΐας 19:9, ήταν κατά πάσα πιθανότητα βαμβακερά.—Βλέπε ΥΦΑΣΜΑ.
-
-
ΒαμώθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΜΩΘ
(Βαμώθ) [Υψηλοί Τόποι].
Ένας από τους σταθμούς στρατοπέδευσης του έθνους του Ισραήλ καθώς πλησίαζαν στη γη Χαναάν. (Αρ 21:19, 20) Η Βαμώθ καταχωρίζεται ανάμεσα στη Νααλιήλ και «στην κοιλάδα που βρίσκεται στην περιοχή του Μωάβ, στην κορυφή του Φασγά». Πιθανότατα πρόκειται για συντετμημένο τύπο της Βαμώθ-βάαλ.—Βλέπε ΒΑΜΩΘ-ΒΑΑΛ.
-
-
Βαμώθ-βάαλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΜΩΘ-ΒΑΑΛ
(Βαμώθ-βάαλ) [Υψηλοί Τόποι του Βάαλ].
Πόλη στον Μωάβ όπου ο Βαλάκ, ο βασιλιάς του Μωάβ, πήγε τον προφήτη Βαλαάμ για να δει το στρατόπεδο του Ισραήλ και να το καταραστεί. (Αρ 22:41) Η επιλογή αυτής της τοποθεσίας από μέρους του Βαλάκ για την απαγγελία της κατάρας και οι θυσίες που επακολούθησαν ίσως υποδηλώνουν ότι επρόκειτο για κέντρο της λατρείας του Βάαλ, το οποίο προφανώς βρισκόταν σε υπερυψωμένη τοποθεσία. (Αρ 23:1-9) Αργότερα, η Βαμώθ-βάαλ και άλλες πόλεις που βρίσκονταν «στο υψίπεδο» δόθηκαν ως κληρονομιά στη φυλή του Ρουβήν. (Ιη 13:15, 17) Στις αρχές του ένατου αιώνα Π.Κ.Χ., ο Βασιλιάς Μησά του Μωάβ δηλώνει ότι ανοικοδόμησε τη «Βαιθ-βαμώθ, επειδή είχε καταστραφεί». (27η γραμμή της Μωαβιτικής Λίθου) Φαίνεται πιθανό ότι τα ονόματα Βαμώθ, Βαμώθ-βάαλ και Βαιθ-βαμώθ ήταν όλα διαφορετικά ονόματα της ίδιας τοποθεσίας.—Παράβαλε Βάαλ-μεών, Βαιθ-βάαλ-μεών, Βεών στο λήμμα ΒΑΑΛ-ΜΕΩΝ.
Η περιγραφή που υπάρχει στο Βιβλικό υπόμνημα υποδεικνύει μια τοποθεσία στην περιοχή του οροπεδίου που βλέπει προς τη βορειοανατολική γωνία της Νεκράς Θαλάσσης. Μια τρέχουσα, ανεπιβεβαίωτη άποψη υποδεικνύει το Χίρμπετ Κουεϊτζίγια, περίπου 14 χλμ. Α της Νεκράς Θαλάσσης, κοντά στο σημείο όπου βρισκόταν κατά πάσα πιθανότητα το Όρος Νεβώ.
-
-
ΒανίΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΝΙ
(Βανί) [από μια ρίζα που σημαίνει «οικοδομώ»].
1. Λευίτης από τη γραμμή του Μεραρί. Πρόγονος του Εθάν τον οποίο ο Δαβίδ διόρισε να υπηρετεί στο ναό.—1Χρ 6:31, 44, 46.
2. Ένας από τους κραταιούς άντρες του Δαβίδ. Ήταν Γαδίτης.—2Σα 23:36.
3. Απόγονος του Ιούδα μέσω του Φαρές. Οι απόγονοί του έζησαν στην Ιερουσαλήμ μετά την εξορία. (1Χρ 9:3, 4) Πιθανόν αυτή η κεφαλή οικογένειας να ήταν το ίδιο πρόσωπο με τους Αρ. 4 και 5 ή 4 και 6 πιο κάτω.
4. Κεφαλή κάποιας οικογένειας. Εξακόσιοι και πλέον από τους απογόνους του επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ζοροβάβελ. (Εσδ 2:1, 10) Ονομάζεται Βιννουί στο εδάφιο Νεεμίας 7:15.—Βλέπε Αρ. 3 πιο πάνω.
5. Κεφαλή κάποιας οικογένειας. Έξι από τους απογόνους του απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους την εποχή του Έσδρα. Όχι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 6 πιο κάτω.—Εσδ 10:29, 44· βλέπε Αρ. 3 πιο πάνω.
6. Κάποιος που ήταν κεφαλή οικογένειας στον Ισραήλ και είχε προφανώς 12 απογόνους που απέπεμψαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους και τους γιους τους στις ημέρες του Έσδρα. Όχι το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 5 πιο πάνω.—Εσδ 10:34, 44· βλέπε Αρ. 3 πιο πάνω.
7. Λευίτης του οποίου ο γιος, ο Ρεούμ, βοήθησε στην επισκευή του τείχους της Ιερουσαλήμ το 455 Π.Κ.Χ. Παράβαλε με Αρ. 8-10, 12 πιο κάτω.—Νε 3:17.
8. Λευίτης που βοήθησε τον Έσδρα στην ανάγνωση και εξήγηση του Νόμου στο λαό.—Νε 8:7· 9:4, 5· βλέπε Αρ. 7 πιο πάνω.
9. Ο δεύτερος, κατά σειρά αναφοράς, από δύο Λευίτες ονόματι Βανί, οι οποίοι βρίσκονταν στην εξέδρα όταν έγινε η δημόσια ομολογία των αμαρτιών του Ισραήλ το 455 Π.Κ.Χ.—Νε 9:4.
10. Λευίτης του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα την «αξιόπιστη συμφωνία» του Νεεμία.—Νε 9:38· 10:13.
11. Ένας από τους επικεφαλής του λαού του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε επίσης την «αξιόπιστη συμφωνία».—Νε 9:38· 10:14.
12. Λευίτης απόγονος του Ασάφ, του οποίου ο γιος, ο Οζί, ήταν επιβλέπων για τους Λευίτες στην Ιερουσαλήμ κατά τις ημέρες του Νεεμία.—Νε 11:22· βλέπε Αρ. 7 πιο πάνω.
-
-
ΒανίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΝΙΑΣ
(Βανίας).
Γιος του Βανί στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο. Ο ίδιος και πολλά άλλα άτομα είχαν παντρευτεί αλλοεθνείς συζύγους αλλά τις απέπεμψαν σύμφωνα με τη νουθεσία του Έσδρα.—Εσδ 10:10, 11, 34, 36, 44.
-
-
ΒαραββάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΑΒΒΑΣ
(Βαραββάς) [Γιος του Πατέρα· πιθανώς, Γιος του Δασκάλου].
Ο εγκληματίας που είχε φυλακιστεί ως ένοχος ληστείας, στασιασμού και φόνου, τον οποίο απελευθέρωσε ο Πιλάτος αντί για τον Ιησού. Ο Πιλάτος το έκανε αυτό «θέλοντας να ικανοποιήσει το πλήθος» το οποίο κραύγαζε να απελευθερωθεί ο Βαραββάς κατόπιν επιμονής των πρωθιερέων και των πρεσβυτέρων.—Ματ 27:15-26· Μαρ 15:6-15· Λου 23:16-25· Ιωα 18:39, 40· Πρ 3:14.
Αυτό το μοναδικό έθιμο της απελευθέρωσης ενός φυλακισμένου κάθε χρόνο το Πάσχα δεν έχει βάση ή προηγούμενο στις Εβραϊκές Γραφές ούτε υπάρχει εξωβιβλική απόδειξη ότι επρόκειτο για ρωμαϊκή συνήθεια. Προφανώς ήταν Ιουδαϊκής προέλευσης, εφόσον ο Πιλάτος είπε στους Ιουδαίους: “Έχετε έθιμο να σας απελευθερώνω έναν άνθρωπο το πάσχα”.—Ιωα 18:39.
-
-
ΒαράκΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΑΚ
(Βαράκ) [Αστραπή].
Γιος του Αβινοάμ από την Κέδες της περιοχής του Νεφθαλί. Στην αρχική περίοδο της εποχής των κριτών, οι Ισραηλίτες απομακρύνθηκαν από την αληθινή λατρεία και έτσι ο Θεός επέτρεψε να καταδυναστεύονται επί 20 χρόνια από τον Ιαβίν, το βασιλιά της Χαναάν. Όταν κραύγασαν προς τον Ιεχωβά για ανακούφιση, τότε διορίστηκε από τον Θεό ηγέτης τους ο Βαράκ. (Κρ 4:1-3) Παρότι οι Χαναναίοι δυνάστες των Ισραηλιτών διέθεταν βαρύ οπλισμό, «ασπίδα δεν φαινόταν ούτε κοντάρι, ανάμεσα σε σαράντα χιλιάδες στον Ισραήλ». (Κρ 5:8) Ωστόσο, στις ημέρες του Βαράκ, ο Ιεχωβά χάρισε στον Ισραήλ νίκη επί των εχθρών του, έναν θρίαμβο που έμεινε αξέχαστος. (Ψλ 83:9) Οι δύο αφηγήσεις αυτής της υπόθεσης οι οποίες αναφέρονται στο βιβλίο των Κριτών (στο κεφάλαιο 4, καθώς και στο θριαμβευτικό ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ στο κεφάλαιο 5) συμπληρώνουν η μία την άλλη και παρουσιάζουν παραστατικότατα τα όσα συνέβησαν εκείνον τον καιρό.
Η προφήτισσα Δεββώρα, η οποία έκρινε τότε τον Ισραήλ, παρακινεί τον Βαράκ να αναλάβει την πρωτοβουλία προκειμένου να ελευθερώσει το λαό του. Ο Βαράκ δέχεται, αλλά υπό τον όρο να τον συνοδεύσει η Δεββώρα. Εκείνη συμφωνεί, παρότι λέει στον Βαράκ ότι ο Ιεχωβά θα πουλήσει τον Σισάρα, τον αρχηγό των στρατιωτικών δυνάμεων του Ιαβίν, στο χέρι γυναίκας.—Κρ 4:4-9.
Ο Βαράκ στρατολογεί 10.000 άντρες από τον Νεφθαλί, τον Ζαβουλών και άλλες φυλές του Ισραήλ (Κρ 4:6· 5:9-18) και ανεβαίνει στο Όρος Θαβώρ. Ακούγοντάς το αυτό, ο Σισάρα και οι στρατιωτικές του δυνάμεις, εξοπλισμένοι με 900 άρματα που διαθέτουν σιδερένια δρεπάνια, προχωρούν εναντίον των Ισραηλιτών διαμέσου της ξερής κοίτης του Κισών (στην Κοιλάδα της Ιεζραέλ). Με επικεφαλής τον Βαράκ, ο ισραηλιτικός στρατός, διαθέτοντας ελαφρύ μόνο εξοπλισμό, κατεβαίνει με θάρρος από το Όρος Θαβώρ, έτοιμος για τη σύγκρουση με τους πάνοπλους Χαναναίους. Ωστόσο, ο Κισών γίνεται χείμαρρος και πλημμυρίζει, ακινητοποιώντας έτσι τα εχθρικά άρματα. Πράγματι, «από τον ουρανό πολέμησαν τα άστρα, από τις τροχιές τους πολέμησαν εναντίον του Σισάρα. Ο χείμαρρος Κισών τούς παρέσυρε». Ο Βαράκ και οι άντρες του εκμεταλλεύονται την πλεονεκτική τους θέση, και το υπόμνημα αναφέρει: «Όλο το στρατόπεδο του Σισάρα έπεσε από την κόψη του σπαθιού. Δεν απέμεινε ούτε ένας».—Κρ 5:20-22· 4:10-16.
Ο ίδιος ο Σισάρα, εγκαταλείποντας το άρμα του και τον παγιδευμένο στρατό του, τρέπεται σε φυγή και βρίσκει καταφύγιο στη σκηνή της Ιαήλ, της συζύγου του Χέβερ, κάποιου Κεναίου ο οποίος διατηρεί ειρηνικές σχέσεις με τον Ιαβίν. Η Ιαήλ προσφέρει φιλοξενία στον Σισάρα, αλλά ενώ αυτός κοιμάται, διατρυπάει τους κροτάφους του καρφώνοντας έναν πάσσαλο της σκηνής στη γη και έτσι τον σκοτώνει. Όταν έρχεται ο Βαράκ, η Ιαήλ τον προσκαλεί στη σκηνή όπου αυτός βλέπει ότι ο λόγος του Ιεχωβά βγήκε αληθινός—ο Σισάρα πουλήθηκε όντως στο χέρι γυναίκας. (Κρ 4:17-22· 5:24-27) Από τότε και έπειτα, το χέρι των νικητών Ισραηλιτών «γινόταν όλο και πιο σκληρό εναντίον του Ιαβίν, του βασιλιά της Χαναάν, ώσπου εξάλειψαν τον Ιαβίν». Το αποτέλεσμα ήταν ότι η περιοχή του Ισραήλ «δεν είχε άλλη αναστάτωση επί σαράντα χρόνια».—Κρ 4:23, 24· 5:31.
Ο Βαράκ αναφέρεται ως πιστό παράδειγμα μεταξύ εκείνων «οι οποίοι διαμέσου πίστης νίκησαν βασίλεια στη μάχη, . . . έγιναν γενναίοι στον πόλεμο, κατατρόπωσαν τα στρατεύματα ξένων».—Εβρ 11:32-34.
Ίσως ο Βαράκ να είναι ο «Βεδάν» που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Σαμουήλ 12:11 (αν βασιστούμε στην απόδοση της Ο΄ και της Sy).—Βλέπε ΒΕΔΑΝ Αρ. 1.
-
-
ΒαραχήλΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΑΧΗΛ
(Βαραχήλ) [Ο Θεός Έχει Ευλογήσει].
Πατέρας του Ελιού, φίλου του Ιώβ. Ήταν Βουζίτης, πιθανώς απόγονος του Βουζ, ανιψιού του Αβραάμ.—Ιωβ 32:2, 6· Γε 22:20, 21.
-
-
ΒαραχίαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΑΧΙΑΣ
(Βαραχίας) [Ο Ιεχωβά Έχει Ευλογήσει].
Πατέρας του Ζαχαρία ο οποίος δολοφονήθηκε «ανάμεσα στο αγιαστήριο και στο θυσιαστήριο».—Ματ 23:35· Λου 11:50, 51.
Οι λέξεις «του γιου του Βαραχία» δεν υπάρχουν στην αφήγηση του Λουκά και παραλείπονται από την αφήγηση του Ματθαίου στον Σιναϊτικό Κώδικα (κείμενο του αρχικού αντιγραφέα). Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο Ιωδαέ, ο πατέρας κάποιου Ζαχαρία που δολοφονήθηκε, μπορεί να είχε δύο ονόματα, όπως συμβαίνει και με άλλα πρόσωπα στην Αγία Γραφή.—Παράβαλε Ματ 9:9 και Μαρ 2:14· Ματ 10:2, 3.
Γενικά θεωρείται ότι ο Ιησούς αναφερόταν εδώ στον Ζαχαρία «το γιο του Ιωδαέ του ιερέα». (2Χρ 24:20-22) Αυτό είναι το πιο λογικό συμπέρασμα, εφόσον το υπόμνημα των Χρονικών κατατάσσεται τελευταίο στον παραδοσιακό Ιουδαϊκό κανόνα, και έτσι, με βάση αυτή την κατάταξη, ο Άβελ ήταν ο πρώτος και ο Ζαχαρίας ο τελευταίος από τους δίκαιους άντρες που αναφέρεται στις Εβραϊκές Γραφές ότι δολοφονήθηκαν. Σύμφωνα με το εδάφιο 2 Χρονικών 24:21, ο Ζαχαρίας δολοφονήθηκε «στην αυλή του οίκου του Ιεχωβά». Το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος βρισκόταν στην εσωτερική αυλή, έξω από την είσοδο του αγιαστηρίου και μπροστά από αυτήν. Τα παραπάνω εναρμονίζονται με τα λεγόμενα του Ιησού, σύμφωνα με τον οποίο το περιστατικό έλαβε χώρα «ανάμεσα στο αγιαστήριο και στο θυσιαστήριο».
Τόσο στην περίπτωση του Άβελ όσο και στην περίπτωση του Ζαχαρία, προειπώθηκε ότι θα γινόταν απόδοση λογαριασμού για την έκχυση του αίματός τους. (Γε 4:10· 2Χρ 24:22) Επίσης, οι συνθήκες και τα γεγονότα των ημερών του Ζαχαρία, του γιου του Ιωδαέ, παραλληλίζονται σε μεγάλο βαθμό με αυτά της γενιάς που ζούσε όταν ο Ιησούς είπε αυτά τα λόγια. Καθώς πέθαινε, ο Ζαχαρίας είπε: «Ας το δει ο Ιεχωβά και ας επιζητήσει ανταπόδοση για αυτό». Πολύ σύντομα τα προφητικά του λόγια άρχισαν να εκπληρώνονται. Μια μικρή στρατιωτική δύναμη των Συρίων έκανε επιδρομή και ο Ιεχωβά παρέδωσε στο χέρι τους μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη του Ιούδα, με αποτέλεσμα να εξολοθρεύσουν τους άρχοντες του Ιούδα και να πάρουν πολλά λάφυρα από αυτούς. Οι Σύριοι εκτέλεσαν πράξεις κρίσης εναντίον του Ιωάς και τον άφησαν με πολλές ασθένειες, ενώ αργότερα δολοφονήθηκε από τους υπηρέτες του. (2Χρ 24:23-25) Αφού περιέγραψε την ενοχή αίματος που βάραινε εκείνους στους οποίους απευθυνόταν, ο Ιησούς είπε: «Όλα αυτά θα έρθουν πάνω σε αυτή τη γενιά». (Ματ 23:36) Η προφητεία του Ιησού εκπληρώθηκε στην Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία το 70-73 Κ.Χ.
-
-
ΒάρβαροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΒΑΡΟΣ
Η επανάληψη του ήχου «βαρ βαρ» στη λέξη βάρβαρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μετέδιδε την ιδέα του τραυλίσματος, της ακατάληπτης ή ακατανόητης ομιλίας. Ως εκ τούτου, οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν αρχικά ως «βαρβάρους» τους ξένους, ιδιαίτερα τους αλλόγλωσσους. Εκείνη την εποχή η λέξη αυτή δεν υποδήλωνε ότι κάποιος είναι απολίτιστος, ακαλλιέργητος ή άξεστος ούτε μετέδιδε κάποιο αίσθημα εχθρικής περιφρόνησης. Απλώς η λέξη «βάρβαρος» ξεχώριζε ειδικά τους μη Έλληνες από τους Έλληνες, ακριβώς όπως η λέξη «Εθνικός» διαχωρίζει τους μη Ιουδαίους από τους Ιουδαίους. Οι μη Έλληνες δεν είχαν αντίρρηση να αποκαλούνται βάρβαροι ούτε ένιωθαν προσβεβλημένοι από αυτό. Μερικοί Ιουδαίοι συγγραφείς, ανάμεσά τους και ο Ιώσηπος, θεωρούσαν ότι αυτός ο όρος προσδιόριζε την ταυτότητά τους. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΔ΄, 187 [x, 1]· Κατ’ Απίωνος, Α΄, 58 [11]) Οι Ρωμαίοι αυτοαποκαλούνταν βάρβαροι ωσότου υιοθέτησαν τον ελληνικό πολιτισμό. Με αυτή, λοιπόν, τη μη αρνητική χροιά χρησιμοποίησε ο Παύλος, γράφοντας προς τους Ρωμαίους, τη γενική έκφραση: «Και σε Έλληνες και σε Βάρβαρους».—Ρω 1:14.
Ο κυριότερος παράγοντας που διαχώριζε τους Έλληνες από το βαρβαρικό κόσμο ήταν η γλώσσα τους, γι’ αυτό η εν λόγω λέξη αναφερόταν ιδιαίτερα στους μη ελληνόφωνους, όπως ήταν για παράδειγμα οι κάτοικοι της Μάλτας, οι οποίοι μιλούσαν μια τελείως διαφορετική γλώσσα. Σε αυτή την περίπτωση, η Μετάφραση Νέου Κόσμου προσδίδει νόημα στη λέξη βάρβαροι του κειμένου αποδίδοντάς την «ξενόγλωσσοι». (Πρ 28:1, 2, 4) Γράφοντας για το χάρισμα των γλωσσών, ο Παύλος χρησιμοποίησε δύο φορές τη λέξη βάρβαρος («ξένος») για όποιον μιλούσε μια ακατανόητη γλώσσα. (1Κο 14:11· βλέπε επίσης Κολ 3:11.) Παρόμοια, η Μετάφραση των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί τη λέξη βάρβαρος στα εδάφια Ψαλμός 113:1 (114:1 στη ΜΝΚ) και Ιεζεκιήλ 21:36 (21:31 στη ΜΝΚ).
Επειδή οι Έλληνες πίστευαν ότι η γλώσσα και ο πολιτισμός τους υπερείχαν όλων των άλλων, και επειδή υφίσταντο ταπεινώσεις στα χέρια των εχθρών τους, η λέξη «βάρβαρος» απέκτησε σταδιακά την κοινή υποτιμητική χροιά της.
-
-
ΒαρζελαΐΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΖΕΛΑΪ
(Βαρζελαΐ) [Σιδερένιος].
1. Μεολαθίτης του οποίου ο γιος, ο Αδριήλ, παντρεύτηκε τη Μεράβ, την κόρη του Σαούλ.—1Σα 18:19· 2Σα 21:8.
2. Πλούσιος Γαλααδίτης, «άνθρωπος πολύ μεγάλος», από την κωμόπολη Ρογελίμ. Ο Βαρζελαΐ ήταν ένα από τα τρία άτομα που βοήθησαν τον Δαβίδ και το στρατό του παρέχοντάς τους τρόφιμα και κρεβάτια στη διάρκεια της ανταρσίας του Αβεσσαλώμ. (2Σα 17:27-29) Όταν ο Δαβίδ επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, ο Βαρζελαΐ συνόδευσε αυτόν και όσους ήταν μαζί του ως τον Ιορδάνη αλλά, λόγω της ηλικίας του («Εγώ είμαι ογδόντα χρονών σήμερα»), δεν δέχτηκε την προσφορά του Δαβίδ να γίνει μέλος της βασιλικής αυλής και έστειλε στη θέση του τον Χιμάμ. Αποχαιρετώντας τον, ο Δαβίδ τον φίλησε και τον ευλόγησε. (2Σα 19:31-40) Λίγο προτού πεθάνει, ο Δαβίδ θυμήθηκε τον Βαρζελαΐ και ζήτησε από τον Σολομώντα να εκδηλώσει καλοσύνη προς τους γιους του, διευθετώντας να “είναι αυτοί από εκείνους που έτρωγαν στο τραπέζι του”.—1Βα 2:7.
3. Ιερέας ο οποίος παντρεύτηκε μια κόρη του Βαρζελαΐ του Γαλααδίτη (πιθανότατα του Αρ. 2) και πήρε το όνομα του πεθερού του. Όταν οι απόγονοί του επέστρεψαν από τη βαβυλωνιακή εξορία, δεν μπόρεσαν να βρουν πού ήταν εγγεγραμμένοι στους γενεαλογικούς καταλόγους και έτσι αποκλείστηκαν από την ιεροσύνη.—Εσδ 2:61, 62· Νε 7:63, 64.
-
-
ΒαρθολομαίοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
(Βαρθολομαίος) [Γιος του Θολμαΐ].
Ένας από τους 12 αποστόλους του Ιησού ο οποίος γενικά πιστεύεται ότι είναι ο Ναθαναήλ. Μια σύγκριση των αφηγήσεων των Ευαγγελίων δείχνει ότι ο Ματθαίος και ο Λουκάς συσχετίζουν τον Βαρθολομαίο με τον Φίλιππο με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο συνδέει ο Ιωάννης το όνομα Ναθαναήλ με τον Φίλιππο. (Ματ 10:3· Λου 6:14· Ιωα 1:45, 46) Για λεπτομέρειες σχετικά με τη δράση αυτού του αποστόλου, βλέπε ΝΑΘΑΝΑΗΛ.
-
-
Βαρ-ΙησούςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡ-ΙΗΣΟΥΣ
(Βαρ-Ιησούς) [Γιος του Ιησού].
Κάποιος Ιουδαίος που ζούσε στην Πάφο της Κύπρου τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. και ήταν “μάγος, ψευδοπροφήτης”. (Πρ 13:6) Πήρε το επαγγελματικό όνομα ή τον τίτλο Ελύμας, που σημαίνει «Μάγος».—Βλέπε ΕΛΥΜΑΣ.
Φαίνεται ότι ο Βαρ-Ιησούς κατείχε θέση επιρροής ως μάγος της αυλής και σύμβουλος του Σέργιου Παύλου, του Ρωμαίου ανθύπατου στην Πάφο. Ως «ιερέας» της μαντικής λατρείας, ο Βαρ-Ιησούς ήταν φυσικά αντίθετος προς τη Χριστιανοσύνη και, θέλοντας να προστατέψει τη δική του προσοδοφόρα θέση, εναντιώθηκε επίμονα στο κήρυγμα του Παύλου και του Βαρνάβα. Έτσι λοιπόν, όταν ο Σέργιος Παύλος «ζήτησε ένθερμα να ακούσει το λόγο του Θεού», ο Ελύμας «άρχισε να τους εναντιώνεται, επιζητώντας να απομακρύνει τον ανθύπατο από την πίστη».—Πρ 13:7, 8.
Τότε, ο Παύλος κοίταξε αυτόν το σατανικό μάγο στα μάτια και, “γεμάτος άγιο πνεύμα”, απάντησε: «Εσύ που είσαι γεμάτος με κάθε είδους εξαπάτηση και κάθε είδους φαυλότητα, γιε του Διαβόλου, εχθρέ κάθε δίκαιου πράγματος, δεν θα πάψεις να διαστρέφεις τις ορθές οδούς του Ιεχωβά; Ορίστε λοιπόν! Το χέρι του Ιεχωβά είναι πάνω σου, και θα είσαι τυφλός καθώς δεν θα βλέπεις το φως του ήλιου για κάποιο χρονικό διάστημα». Ευθύς ο Βαρ-Ιησούς πατάχθηκε με τύφλωση. Ο ανθύπατος, έχοντας γίνει μάρτυρας αυτού του πρώτου καταγραμμένου θαύματος του Παύλου, «έμεινε έκπληκτος από τη διδασκαλία του Ιεχωβά» και αμέσως δέχτηκε το άγγελμα και «έγινε πιστός».—Πρ 13:9-12.
-
-
ΒαρνάβαςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΝΑΒΑΣ
(Βαρνάβας) [Γιος Παρηγοριάς].
Αυτή την εξέχουσα φυσιογνωμία της Χριστιανοσύνης του πρώτου αιώνα μάς την παρουσιάζει πρώτη φορά στις Γραφές ο Λουκάς, στα εδάφια Πράξεις 4:34-36. Εκεί μαθαίνουμε ότι αυτός ο ευλαβής άντρας ήταν Λευίτης και καταγόταν από την Κύπρο, αλλά την εποχή κατά την οποία παρουσιάζεται βρισκόταν στην Ιερουσαλήμ. Αναφέρεται ονομαστικά ως ένας από τους πολλούς πιστούς οι οποίοι, λίγο μετά την Πεντηκοστή, πουλούσαν τους αγρούς και τα σπίτια τους και έδιναν το αντίτιμο στους αποστόλους για την προώθηση του Χριστιανικού έργου. Το όνομα που του είχε δοθεί αρχικά ήταν Ιωσήφ, αλλά οι απόστολοι τον επονόμασαν Βαρνάβα, δηλαδή “Γιο Παρηγοριάς”. Δεν ήταν ασυνήθιστο τότε να δίνεται σε κάποιον μια επονομασία ανάλογη με τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα.
Ο Βαρνάβας ήταν πολύ εγκάρδιο και γενναιόδωρο άτομο, άνθρωπος που δεν δίσταζε να προσφέρει πρόθυμα τόσο τον εαυτό του όσο και τα υλικά του αποκτήματα για την προώθηση των συμφερόντων της Βασιλείας. Ευχαρίστως “πρόστρεξε σε βοήθεια” των αδελφών του (Πρ 9:27), και όταν βρέθηκε ανάμεσα σε νεοενδιαφερόμενα άτομα «χάρηκε και άρχισε να τους ενθαρρύνει όλους να παραμένουν στον Κύριο με όλη τη θέληση της καρδιάς τους». Ο Βαρνάβας «ήταν άντρας αγαθός και γεμάτος άγιο πνεύμα και πίστη» (Πρ 11:23, 24), προφήτης και δάσκαλος στην Αντιόχεια. (Πρ 13:1) Οι απόστολοι αναφέρθηκαν στον Βαρνάβα ως έναν από τους «αγαπητούς» τους οι οποίοι είχαν «παραδώσει τις ψυχές τους για το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού». (Πρ 15:25, 26) Μολονότι δεν ήταν ένας από τους 12 αποστόλους, ορθά αποκαλούνταν απόστολος (Πρ 14:14), διότι ήταν όντως “σταλμένος από το άγιο πνεύμα”.—Πρ 13:4, 43.
Η στενή συνεργασία που είχε ο Βαρνάβας με τον Παύλο, και η οποία υπήρξε μακρόχρονη, άρχισε περίπου τρία χρόνια ύστερα από τη μεταστροφή του Παύλου, όταν εκείνος θέλησε να έρθει σε επαφή με την εκκλησία της Ιερουσαλήμ. Το πώς συνάντησε ο Βαρνάβας πρώτη φορά τον Παύλο δεν γίνεται γνωστό. Αλλά ο Βαρνάβας ήταν εκείνος που είχε το προνόμιο να παρουσιάσει τον Παύλο στον Πέτρο και στον μαθητή Ιάκωβο.—Πρ 9:26, 27· Γα 1:18, 19.
Στο μεταξύ, κάποιοι ελληνόφωνοι Ιουδαίοι από την Κύπρο και την Κυρήνη είχαν δημιουργήσει μεγάλο ενδιαφέρον για τη Χριστιανοσύνη στην Αντιόχεια της Συρίας. Ως αποτέλεσμα, το κυβερνών σώμα στην Ιερουσαλήμ έστειλε τον Βαρνάβα στην Αντιόχεια για να ενθαρρύνει και να εποικοδομήσει περαιτέρω αυτούς τους καινούριους πιστούς. Η εκλογή του Βαρνάβα για αυτό το έργο ήταν κατάλληλη, εφόσον και ο ίδιος ήταν ελληνόφωνος, από την Κύπρο. Όταν «αρκετά μεγάλο πλήθος προστέθηκε στον Κύριο» στην Αντιόχεια, ο Βαρνάβας έσπευσε στην Ταρσό και έπεισε τον Παύλο να έρθει και να βοηθήσει στη διακονία. Περίπου εκείνη την περίοδο, η θεϊκή προειδοποίηση που δόθηκε σχετικά με μια επικείμενη πείνα έκανε τους αδελφούς στην Αντιόχεια να συγκεντρώσουν πολλές προμήθειες οι οποίες στάλθηκαν εγκαίρως στην εκκλησία της Ιερουσαλήμ μέσω του Βαρνάβα και του Παύλου.—Πρ 11:22-24, 27-30· 12:25.
Όταν ολοκληρώθηκε αυτό το έργο παροχής βοήθειας, οι δυο τους επέστρεψαν στην Αντιόχεια γύρω στο 47 Κ.Χ. και από εκεί έφυγαν για έναν ιεραποστολικό διορισμό υπό την κατεύθυνση του αγίου πνεύματος. Αυτός ο διορισμός έφερε τον Βαρνάβα και τον Παύλο κατ’ αρχάς στην Κύπρο, όπου μετέδωσαν την αλήθεια του Θεού στον ανθύπατο Σέργιο Παύλο. Από εκεί ταξίδεψαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις έγιναν στόχος σφοδρού διωγμού από όχλους. Κάποτε, όταν θεράπευσαν έναν κουτσό άντρα στα Λύστρα και κατάφεραν μετά βίας να συγκρατήσουν «τα πλήθη από το να θυσιάσουν σε αυτούς» (επειδή νόμιζαν ότι ο Βαρνάβας ήταν ο Δίας και ο Παύλος, αυτός που «έπαιρνε την πρωτοβουλία στο λόγο», ήταν ο Ερμής), αμέσως μετά οι Ιουδαίοι «έπεισαν τα πλήθη και λιθοβόλησαν τον Παύλο και τον έσυραν έξω από την πόλη».—Πρ 13:1-12· 14:1-20.
Γύρω στο 49 Κ.Χ., ο Βαρνάβας και ο Παύλος παρουσίασαν στο κυβερνών σώμα στην Ιερουσαλήμ το φλέγον ζήτημα της περιτομής των μη Ιουδαίων και, όταν αυτό διευθετήθηκε, επέστρεψαν χωρίς καθυστέρηση στην Αντιόχεια προετοιμαζόμενοι για την επόμενη ιεραποστολική περιοδεία τους. (Πρ 15:2-36) Ωστόσο, επειδή δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με το αν έπρεπε να πάρουν μαζί τους τον Ιωάννη Μάρκο, αναχώρησαν ο καθένας για διαφορετικούς τομείς. Ο Βαρνάβας έφυγε με τον εξάδελφό του Μάρκο για την Κύπρο, ενώ ο Παύλος έφυγε με τον Σίλα για τις περιφέρειες της Συρίας και της Κιλικίας. (Πρ 15:37-41) Σε αυτό το σημείο ολοκληρώνεται το υπόμνημα των Γραφών για τον Βαρνάβα, με εξαίρεση κάποιες σύντομες αναφορές που γίνονται σε αυτόν σε μερικές από τις επιστολές του Παύλου.—1Κο 9:6· Γα 2:1, 9, 13· Κολ 4:10.
-
-
ΒάροςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΟΣ
Βαρύ αντικείμενο· κάτι που φορτώνεται για μεταφορά· κυριολεκτικό ή συμβολικό φορτίο. Στο πρωτότυπο εβραϊκό και ελληνικό κείμενο των Γραφών χρησιμοποιούνται διάφορες λέξεις που υποδηλώνουν «βάρος» ή «φορτίο», λέξεις οι οποίες ενίοτε σχετίζονται με μεταφερόμενα υλικά, αλλά πολλές φορές αφορούν συμβολικά πράγματα, όπως ευθύνη, ενοχή ή κάποιο άγγελμα από τον Θεό. Ως βάρος θεωρείται γενικά ένα βαρύ φορτίο. Από τις διάφορες εβραϊκές ρίζες που σχετίζονται με τα βάρη και τα φορτία, μία (το ρήμα καβέδ) σημαίνει βασικά «είμαι βαρύς». (Γε 18:20· παράβαλε 1Σα 4:18.) Μια άλλη λέξη, το ρήμα νασά’, σημαίνει «σηκώνω· μεταφέρω» (Κρ 9:48· Γε 47:30) και είναι η ρίζα της λέξης μασσά’, που αποδίδεται «βάρος· φορτίο». (2Σα 19:35· Αρ 4:15) Το ρήμα σαβάλ, που μεταφράζεται «σηκώνω φορτία» στο εδάφιο Γένεση 49:15, είναι συγγενικό με τη λέξη σαμπάλ («αχθοφόρος» [Νε 4:10]) και με τη λέξη σέβελ («φορτίο» [Νε 4:17]· «υποχρεωτική υπηρεσία» [1Βα 11:28]).
Στην Αίγυπτο, διορίστηκαν να επιβλέπουν τους Ισραηλίτες αρχηγοί για καταναγκαστική εργασία «με σκοπό να τους καταδυναστεύουν σε σχέση με τα βάρη που είχαν να σηκώνουν» και να τους υποχρεώνουν να μεταφέρουν και να χρησιμοποιούν οικοδομικά υλικά όπως πηλό και πλίθους. (Εξ 1:11-14· 2:11) Ο Ιεχωβά, όμως, τους “απάλλαξε από τα βάρη των Αιγυπτίων”. (Εξ 6:6· Ψλ 81:6) Όταν η σκηνή της μαρτυρίας και τα αντικείμενα που υπήρχαν σε αυτήν μεταφέρονταν από τόπο σε τόπο, οι Κααθίτες, οι Γηρσωνίτες και οι Μεραρίτες Λευίτες είχαν την υποχρέωση να μεταφέρουν συγκεκριμένα φορτία. (Αρ 4) Μεταγενέστερα, ο Σολομών συμπεριέλαβε 70.000 αχθοφόρους στο μεγάλο εργατικό δυναμικό του. (1Βα 5:15· 2Χρ 2:18) Ανάγκη για χρήση αχθοφόρων προέκυψε επίσης όταν ο Βασιλιάς Ιωσίας επισκεύασε το ναό (2Χρ 34:12, 13), καθώς και έπειτα από χρόνια, όταν ο Νεεμίας ανέλαβε υπό την εποπτεία του την ανοικοδόμηση του τείχους της Ιερουσαλήμ.—Νε 4:17· βλέπε ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ.
Στην αρχαιότητα τα ζώα χρησιμοποιούνταν πολλές φορές ως υποζύγια, είχε δε ειπωθεί στους Ισραηλίτες ότι, αν έβλεπαν το γαϊδούρι κάποιου που τους μισούσε πεσμένο κάτω από το φορτίο του, δεν έπρεπε να το εγκαταλείψουν, αλλά “εξάπαντος να το ξαλαφρώσουν”. (Εξ 23:5) Η ποσότητα των υλικών που μπορεί να μεταφέρει ένα ζώο αποκαλείται φορτίο, όπως για παράδειγμα «το φορτίο δύο μουλαριών».—2Βα 5:17.
Μεταφορική Χρήση. Η εβραϊκή λέξη μασσά’, η οποία πολλές φορές χρησιμοποιείται για να περιγράψει κυριολεκτικό φορτίο ή βάρος, μπορεί να δηλώνει ένα «βαρυσήμαντο άγγελμα», όπως αυτό που έδωσε στον Βασιλιά Λεμουήλ προς διόρθωση η μητέρα του. (Παρ 31:1) Μπορεί επίσης να αναφέρεται σε κάποια εξαγγελία. (Ησ 13:1· 14:28· Ιεζ 12:10· Να 1:1) Συνήθως η εξαγγελία αφορά την πονηρία, την οποία και κατακρίνει, και με αυτή την έννοια μοιάζει με μεγάλο βάρος κρίσης.
Το άτομο που είναι πιστό στον Θεό μπορεί να ρίξει στον Ιεχωβά το συμβολικό του βάρος, δηλαδή τις δοκιμασίες, τις έγνοιες και τα παρόμοια που τον βρίσκουν στη ζωή. Ως εκ τούτου, ο Δαβίδ δήλωσε: «Ρίξε στον Ιεχωβά το βάρος που σηκώνεις, και αυτός θα σε στηρίξει. Ποτέ δεν θα επιτρέψει να κλονιστεί ο δίκαιος». (Ψλ 55:22· παράβαλε 1Πε 5:6, 7.) Ο Δαβίδ υποκινήθηκε επίσης να αναφωνήσει: «Ευλογημένος να είναι ο Ιεχωβά, που βαστάζει καθημερινά το φορτίο για εμάς, ο αληθινός Θεός της σωτηρίας μας».—Ψλ 68:19.
Με τη λέξη «βάρος» μπορεί να εννοείται το βάρος της ευθύνης που αναθέτει ο Χριστός. (Απ 2:24) Το άγιο πνεύμα και το Χριστιανικό κυβερνών σώμα θεώρησαν καλό να μην προσθέσουν παραπάνω «βάρος» στους Χριστιανούς εκτός από τα αναγκαία, δηλαδή “να απέχουν από πράγματα θυσιασμένα σε είδωλα και από αίμα και από πνιχτά και από πορνεία”.—Πρ 15:28, 29.
Με μια άλλη έννοια, ο Παύλος διαβεβαίωσε τους Κορινθίους ότι δεν θα τους γινόταν βάρος και ότι δεν ζητούσε τα αποκτήματά τους, αλλά “με μεγάλη ευχαρίστηση θα δαπανούσε και θα δαπανούνταν εντελώς” για τις ψυχές τους. (2Κο 12:14-18) Ως απόστολος του Χριστού, ο Παύλος θα μπορούσε δικαιολογημένα να αποτελέσει «δαπανηρή επιβάρυνση» για τους Χριστιανούς στη Θεσσαλονίκη. Εντούτοις, ούτε καν έφαγε τροφή από κανέναν δωρεάν και μπορούσε να τους υπενθυμίσει ότι «με κόπο και μόχθο νύχτα και ημέρα εργαζόμασταν ώστε να μην προκαλέσουμε δαπανηρή επιβάρυνση σε κανέναν από εσάς», όχι επειδή δεν είχαν εξουσία να κάνουν κάτι τέτοιο, αλλά προκειμένου να αποτελέσουν παράδειγμα προς μίμηση.—2Θε 3:7-10.
Ο Ιησούς κατέκρινε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους, λέγοντας: «Δένουν βαριά φορτία και τα βάζουν πάνω στους ώμους των ανθρώπων, αλλά οι ίδιοι δεν είναι διατεθειμένοι να τα κουνήσουν στο ελάχιστο με το δάχτυλό τους». (Ματ 23:2, 4) Ο Ιησούς αναφερόταν προφανώς στους λεπτομερείς κανόνες και στις δυσβάσταχτες παραδόσεις που αυτοί επέβαλλαν στον κοινό λαό, χωρίς να είναι διατεθειμένοι να άρουν την παραμικρή διάταξη προκειμένου να τους διευκολύνουν.—Ματ 23:13, 23, 24.
Από την άλλη πλευρά, ο Ιησούς απελευθέρωσε πνευματικά τους ανθρώπους από τέτοιες καταπιεστικές παραδόσεις. (Ιωα 8:31, 32) Κάλεσε εκείνους που μοχθούσαν και ήταν καταφορτωμένοι να έρθουν σε αυτόν, να βάλουν το ζυγό του πάνω τους και να γίνουν μαθητές του, διότι ήταν πράος και ταπεινός στην καρδιά, και έτσι θα έβρισκαν αναζωογόνηση για τις ψυχές τους. Συγκεκριμένα είπε: «Ο ζυγός μου είναι καλός και το φορτίο μου είναι ελαφρύ». (Ματ 11:28-30) Ο Χριστός δεν ήταν σκληρός ή καταπιεστικός αλλά καλός, και όσοι πήγαιναν σε αυτόν θα είχαν κατάλληλη μεταχείριση. Ο ζυγός του Χριστού, σε σύγκριση με το ζυγό που επέβαλλαν στους ανθρώπους οι υποστηρικτές των θρησκευτικών παραδόσεων, θα ήταν σχετικά ελαφρύς. Ο Ιησούς μπορεί επίσης να εννοούσε ότι όσοι ήταν αποκαμωμένοι από το βάρος της αμαρτίας και των σφαλμάτων θα έπρεπε να πάνε σε αυτόν για πνευματική αναζωογόνηση. Το να βαστάζει κάποιος το ελαφρύ «φορτίο» του Ιησού περιλάμβανε προφανώς το να είναι εξοικειωμένος με τις θεϊκές απαιτήσεις και να τις εκπληρώνει, κάτι που ο Ιησούς έκανε ευχαρίστως κατά την επίγεια ζωή και διακονία του. (Ιωα 17:3· 4:34) Μετέπειτα, ο Παύλος παρομοίασε τη Χριστιανική σταδιοδρομία με αγώνα δρόμου και πρότρεψε τους ομοπίστους του να απαλλαχτούν από τα βάρη, λέγοντάς τους: «Ας αποβάλουμε . . . κάθε βάρος και την αμαρτία που μας μπλέκει εύκολα και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που έχει τεθεί μπροστά μας, καθώς προσηλώνουμε το βλέμμα μας στον Πρώτιστο Παράγοντα και Τελειοποιητή της πίστης μας, τον Ιησού».—Εβρ 12:1, 2.
Βαστάζουμε τα Βάρη των Άλλων. Ο Παύλος έγραψε στους Γαλάτες: «Να βαστάζετε ο ένας τα βάρη του άλλου, και έτσι εκπληρώστε το νόμο του Χριστού». (Γα 6:2) Η λέξη βάρος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, την οποία χρησιμοποίησε εδώ ο απόστολος Παύλος στον πληθυντικό αριθμό, υποδηλώνει πάντα κάτι δυσβάσταχτο ή επαχθές. Ασφαλώς η αμαρτία, και συνεπώς το βάρος που θα κουβαλούσε όποιος έκανε κάποιο «εσφαλμένο βήμα» (όπως αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο), δεν θα ήταν κάτι ελαφρύ αλλά μεγάλο. Ωστόσο, στο εδάφιο 5 ο Παύλος δηλώνει: «Διότι ο καθένας θα βαστάξει το δικό του φορτίο», δηλαδή το φορτίο ευθύνης που του αναλογεί. Εδώ ο Παύλος χρησιμοποίησε τη λέξη φορτίον στο πρωτότυπο κείμενο, η οποία υποδηλώνει κάτι που πρέπει να βαστάζεται ή να μεταφέρεται, χωρίς να υπονοείται τίποτα για το βάρος του. Με αυτόν τον τρόπο διαχώρισε τα «βάρη» από το «φορτίο» σε αυτά τα εδάφια. Αυτό δείχνει ότι, αν ένας Χριστιανός αντιμετώπιζε κάποια πνευματική δυσκολία που ήταν πολύ δυσβάσταχτη για τον ίδιο, οι ομόπιστοί του θα πρόστρεχαν στο πλευρό του, βοηθώντας τον έτσι να σηκώσει τα βάρη του. Τα άτομα αυτά θα εκδήλωναν αγάπη και συνεπώς θα εκπλήρωναν το νόμο του Χριστού. (Ιωα 13:34, 35) Αυτό εναρμονίζεται με όσα είχε πει ο Παύλος μόλις προηγουμένως, όπως διαβάζουμε στο εδάφιο Γαλάτες 6:1, σχετικά με την προσπάθεια για πνευματική αποκατάσταση ενός ατόμου, η οποία μπορεί να γίνει εφικτή μέσω της αγάπης, της καλοσύνης και της προσευχής. (Παράβαλε Ιακ 5:13-16.) Ωστόσο, όπως έδειξε στη συνέχεια, το να βαστάζουμε ο ένας τα βάρη του άλλου δεν σημαίνει να σηκώνουμε το φορτίο της πνευματικής ευθύνης που έχει το άλλο άτομο ενώπιον του Θεού. Στα ίδια συμφραζόμενα, ο Παύλος διευκρινίζει ότι κάποιος απατάει τον ίδιο του το νου αν νομίζει ότι είναι κάτι ενώ δεν είναι τίποτα, και μάλιστα πρότρεψε κάθε Χριστιανό να «αποδεικνύει τι είναι το δικό του έργο», διότι «τότε θα έχει λόγο για αγαλλίαση σε σχέση με τον εαυτό του μόνο και όχι σε σύγκριση με τον άλλον». (Γα 6:3, 4· παράβαλε 2Κο 10:12.) Σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Παύλος κάνει το σχόλιο ότι «ο καθένας θα βαστάξει το δικό του φορτίο» ευθύνης ενώπιον του Υπέρτατου Κριτή, του Ιεχωβά Θεού.
-
-
ΒαρουμίτηςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΟΥΜΙΤΗΣ
(Βαρουμίτης).
Παραλλαγή της επωνυμίας Βαχαρουμίτης. Ο κάτοικος του χωριού Βαχουρίμ.—Παράβαλε 2Σα 23:31 και 1Χρ 11:33· βλέπε ΒΑΧΑΡΟΥΜΙΤΗΣ· ΒΑΧΟΥΡΙΜ.
-
-
ΒαρούχΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΟΥΧ
(Βαρούχ) [Ευλογημένος].
1. Ο γραμματέας του Ιερεμία. Ο Βαρούχ ήταν γιος του Νηρία και αδελφός του Σεραΐα, του φροντιστή του στρατού του Σεδεκία, ο οποίος Σεραΐας διάβασε το ρόλο του Ιερεμία δίπλα στον Ευφράτη.—Ιερ 32:12· 51:59-64.
Το τέταρτο έτος του Βασιλιά Ιωακείμ, το 625 Π.Κ.Χ., ο Βαρούχ άρχισε να γράφει σε έναν ρόλο το προφητικό άγγελμα της καταστροφής της Ιερουσαλήμ όπως του το υπαγόρευε ο Ιερεμίας. Στα τέλη του φθινοπώρου του επόμενου έτους, του 624 Π.Κ.Χ., ο Βαρούχ διάβασε το ρόλο μεγαλόφωνα «ενώπιον όλου του λαού» στην είσοδο του οίκου του Ιεχωβά. Κατόπιν κλήθηκε να τον διαβάσει σε μια σύναξη των αρχόντων, οι οποίοι, υποκινούμενοι από τα όσα άκουσαν και φοβούμενοι τις συνέπειες που θα υπήρχαν όταν θα έφταναν τα λόγια στα αφτιά του βασιλιά, παρότρυναν τον Βαρούχ και τον Ιερεμία να κρυφτούν. Καθώς ο Ιωακείμ άκουγε την κατάκριση, έκαιγε το ρόλο κομμάτι κομμάτι, και έπειτα διέταξε να φέρουν μπροστά του τον Βαρούχ και τον Ιερεμία, «αλλά ο Ιεχωβά τούς κρατούσε κρυμμένους». Κατόπιν ο Ιερεμίας υπαγόρευσε και ο Βαρούχ έγραψε έναν άλλον ρόλο σαν τον πρώτο, ο οποίος όμως περιείχε «και άλλα πολλά . . . λόγια» από το στόμα του Ιεχωβά.—Ιερ 36:1-32.
Έπειτα από δεκαέξι χρόνια, στο δέκατο έτος του Σεδεκία, λίγους μόνο μήνες προτού καταληφθεί και λεηλατηθεί η Ιερουσαλήμ, ο Βαρούχ πήρε τα συμβόλαια του κτήματος που είχε αγοράσει ο Ιερεμίας από κάποιον εξάδελφό του και τα έβαλε σε ένα πήλινο σκεύος για να διατηρηθούν και να διαφυλαχτούν.—Ιερ 32:1, 9-16.
Κάποια στιγμή κατά τη συγγραφή του πρώτου ρόλου, όταν ο Βαρούχ παραπονέθηκε ότι είχε αποκάμει, ο Ιεχωβά τον προειδοποίησε: “Μη ζητάς μεγάλα πράγματα για τον εαυτό σου”. Εντούτοις, επειδή ήταν πιστός τού δόθηκε η υπόσχεση ότι θα διαφυλασσόταν και θα ήταν ασφαλής “σε όλους τους τόπους όπου θα πήγαινε”, όχι μόνο στη διάρκεια της τρομερής πολιορκίας της Ιερουσαλήμ, αλλά και μετά, όταν ο στασιαστικός λαός ανάγκασε τον ίδιο και τον Ιερεμία να κατεβούν στην Αίγυπτο μαζί τους.—Ιερ 45:1-5· 43:4-7.
2. Γιος του Ζαββαΐ. Ο Βαρούχ «εργάστηκε με ζέση» βοηθώντας τον Νεεμία στην ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ. (Νε 3:20) Πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 3.
3. Ιερέας του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε την «αξιόπιστη συμφωνία» του Νεεμία. (Νε 9:38· 10:1, 6, 8) Αν ο ίδιος ο Βαρούχ ήταν εκείνος που σφράγισε αυτή τη συμφωνία, ίσως να πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον Αρ. 2.
4. Πατέρας ή προπάτορας του Μαασία, ο οποίος έζησε στην Ιερουσαλήμ την εποχή του Νεεμία. Απόγονος του Ιούδα.—Νε 11:4-6.
-
-
ΒαρσάΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΣΑ
(Βαρσά).
Βασιλιάς των Γομόρρων τον οποίο νίκησαν ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του στην Κοιλάδα Σιδδίμ.—Γε 14:1-11.
-
-
ΒαρσαββάςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΣΑΒΒΑΣ
(Βαρσαββάς).
Ίσως επρόκειτο για επώνυμο ή απλώς για προσωνυμία η οποία δόθηκε σε δύο άτομα: στον Ιωσήφ που επονομαζόταν Ιούστος, τον υποψήφιο ο οποίος δεν πήρε τη θέση του Ιούδα του Ισκαριώτη ως αποστόλου η οποία είχε μείνει κενή, και στον Ιούδα που συνόδευσε τον Παύλο, τον Βαρνάβα και τον Σίλα από την Ιερουσαλήμ στην Αντιόχεια γύρω στο 49 Κ.Χ. Δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που να υποστηρίζουν ότι αυτοί οι δύο άντρες ήταν αδέλφια.—Πρ 1:23· 15:22· βλέπε ΙΟΥΔΑΣ Αρ. 16· ΙΩΣΗΦ Αρ. 11.
-
-
ΒαρτίμαιοςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΡΤΙΜΑΙΟΣ
(Βαρτίμαιος) [Γιος του Τιμαίου (Τιμημένου)].
Τυφλός ζητιάνος του οποίου την όραση αποκατέστησε ο Ιησούς. Ο Βαρτίμαιος και ένας σύντροφός του που δεν κατονομάζεται κάθονταν έξω από την Ιεριχώ, όταν πέρασε από εκεί ο Ιησούς μαζί με πλήθος ανθρώπων. Ο Βαρτίμαιος ζήτησε να μάθει το λόγο όλης εκείνης της αναστάτωσης και, όταν τον πληροφορήθηκε, άρχισε να φωνάζει: «Γιε του Δαβίδ, Ιησού, ελέησέ με!» Κάποιοι του έλεγαν αυστηρά να σωπάσει, αλλά εκείνος επέμενε ακόμη περισσότερο. Όταν τον φώναξε ο Ιησούς, πέταξε το εξωτερικό του ένδυμα, πλησίασε γρήγορα τον Κύριο και τον ικέτευσε να του δώσει την όρασή του. Ο Ιησούς, διακρίνοντας την πίστη του και νιώθοντας ευσπλαχνία, θεράπευσε τον Βαρτίμαιο, ο οποίος στη συνέχεια τον ακολούθησε δοξάζοντας τον Θεό.—Μαρ 10:46-52· Ματ 20:29-34· Λου 18:35-43.
Αφηγούμενοι αυτό το γεγονός, ο Μάρκος και ο Ματθαίος λένε ότι συνέβη όταν ο Ιησούς “έβγαινε από την Ιεριχώ”, αλλά ο Λουκάς λέει ότι αυτό συνέβη «καθώς [ο Ιησούς] πλησίαζε στην Ιεριχώ». (Ματ 20:29· Μαρ 10:46· Λου 18:35) Μερικοί έχουν υποστηρίξει ότι πρόκειται για δύο ξεχωριστά περιστατικά. Σχετικά με αυτό, ο Τζόζεφ Π. Φρι γράφει: «Εντούτοις, η αρχαιολογία έχει ρίξει επιπρόσθετο φως σε αυτή τη φαινομενική αντίφαση. Στις αρχές του εικοστού αιώνα μ.Χ., διενήργησε ανασκαφές στην Ιεριχώ ο Ερνστ Σελίν της Γερμανικής Εταιρίας Ανατολικών Σπουδών (1907-1909). Οι ανασκαφές αποκάλυψαν ότι η Ιεριχώ της εποχής του Ιησού ήταν μια διπλή πόλη . . . Η παλιά Ιουδαϊκή πόλη απείχε περίπου ένα μίλι [1,5 χλμ.] από τη ρωμαϊκή πόλη. Υπό το φως αυτών των αποδείξεων, είναι πιθανό να μιλάει ο Ματθαίος για την Ιουδαϊκή πόλη, την οποία ο Χριστός είχε αφήσει πίσω του, ενώ ο Λουκάς να μιλάει για τη ρωμαϊκή, στην οποία ο Χριστός δεν είχε φτάσει ακόμη. Συνεπώς, οδεύοντας από την παλιά προς την καινούρια πόλη, ο Χριστός συνάντησε και γιάτρεψε τον τυφλό Βαρτίμαιο».—Αρχαιολογία και Ιστορία της Αγίας Γραφής (Archaeology and Bible History), 1964, σ. 295.
-
-
ΒασάνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΣΑΝ
(Βασάν) [πιθανώς, Εύφορη (Χωρίς Πέτρες) Πεδιάδα].
Μεγάλη περιοχή Α της Θάλασσας της Γαλιλαίας. Σε γενικές γραμμές, τα όρια της Βασάν ήταν το Όρος Αερμών στα Β, η ορεινή περιοχή του όρους Χαουράν (Τζέμπελ εντ Ντρουζ) στα Α, η Γαλαάδ στα Ν και οι λόφοι που περιβάλλουν την ανατολική πλευρά της Θάλασσας της Γαλιλαίας στα Δ.—Δευ 3:3-14· Ιη 12:4, 5.
Η Βασάν βρισκόταν κατά κύριο λόγο σε ένα ψηλό οροπέδιο μέσου ύψους περίπου 600 μ. Η περιοχή αυτή είναι γενικά επίπεδη, παρότι υπάρχουν κάποιες οροσειρές, και το έδαφός της ηφαιστειογενές—περιέχει δε μεγάλες ποσότητες σκληρού πετρώματος μαύρου βασάλτη, ο οποίος κατακρατεί αποτελεσματικά την υγρασία. Το χώμα είναι ένα μείγμα από τόφφο και κοκκινόχωμα. Τα νερά και τα λιωμένα χιόνια που ρέουν από το Όρος Αερμών συνέβαλαν στο να μετατραπεί ολόκληρη η περιοχή σε άριστη γεωργική ζώνη. Η μεγάλη γονιμότητα αυτής της πεδιάδας κατέστησε την περιοχή πλούσιο σιτοβολώνα με εξαιρετικά λιβάδια. Αυτό με τη σειρά του συντέλεσε στο να αναπτυχθούν εκλεκτές ράτσες βοοειδών και προβάτων. Οι ταύροι της Βασάν και τα αρσενικά της πρόβατα εξυμνούνταν σε τραγούδια και ποιήματα και ήταν σύμβολα πλούτου, δύναμης και ευημερίας.—Δευ 32:14· Ιεζ 39:18· Ψλ 22:12.
Οι πεδιάδες της Βασάν φαίνεται ότι ως επί το πλείστον ήταν άδεντρες, αλλά οι οροσειρές ήταν δασοσκεπείς με πελώρια δέντρα, πιθανότατα βελανιδιές (οι οποίες εξακολουθούν και σήμερα να φύονται στην περιοχή). Στις προφητείες, αυτά τα δέντρα χρησιμοποιούνται ως σύμβολα μεγάλης έπαρσης. (Ησ 2:13· Ζαχ 11:1, 2) Τα εδάφια Ιεζεκιήλ 27:5, 6 υποδηλώνουν ότι οι Φοίνικες ναυπηγοί της Τύρου χρησιμοποιούσαν τις αρκεύθους του Σενίρ για να φτιάχνουν τις σανίδες τους και τους ψηλούς κέδρους του Λιβάνου για να φτιάχνουν τα κατάρτια τους, ενώ τα δυνατά κουπιά τους τα έφτιαχναν από τα στιβαρά δέντρα της Βασάν.
Η γονιμότητα και η παραγωγικότητα της Βασάν είναι αναμφίβολα ο λόγος για τον οποίο συσχετίζεται με άλλες παραγωγικές περιοχές όπως ο Κάρμηλος και ο Λίβανος. (Ιερ 50:19· Ησ 33:9) Ο Ιερεμίας συνδέει τα υψώματα της Βασάν με τον Λίβανο ως ένα πλεονεκτικό σημείο από όπου θα έβλεπε κανείς τη συμφορά που επρόκειτο να επέλθει στη γη των Ισραηλιτών λόγω του ότι εγκατέλειψαν τον Ιεχωβά. (Ιερ 22:20) Το «βουνό του Θεού» και το «βουνό κορυφών» της Βασάν, που αναφέρονται στα εδάφια Ψαλμός 68:15, 16, ίσως υποδηλώνουν την ορεινή περιοχή του όρους Χαουράν (Τζέμπελ εντ Ντρουζ). Το Ζαλμών (το οποίο μνημονεύεται στο εδ. Ψλ 68:14) ίσως ήταν η ψηλότερη κορυφή του.
Όπως φαίνεται, η περιοχή της Βασάν παρουσιάζεται πρώτη φορά στο Βιβλικό υπόμνημα στο εδάφιο Γένεση 14:5, στη σχετική αναφορά για τους Ρεφαΐμ (τους γίγαντες) της Αστερώθ-καρναΐμ, οι οποίοι νικήθηκαν από τους βασιλιάδες που εισέβαλαν εκεί την εποχή του Αβραάμ (πριν από το 1933 Π.Κ.Χ.). Όταν έλαβε χώρα η εισβολή των Ισραηλιτών (περ. 1473 Π.Κ.Χ.), ο Ωγ, ο βασιλιάς της Βασάν και τελευταίος εναπομείνας από τους γιγαντόσωμους άντρες εκείνης της περιοχής, ηττήθηκε και θανατώθηκε, και η γη καταλήφθηκε από τον Ισραήλ. (Αρ 21:33-35· Δευ 3:1-3, 11· Ιη 13:12) Η φυλή του Μανασσή έλαβε τη Βασάν ως κληρονομιά, παρ’ όλο που φαίνεται ότι ένα νότιο τμήμα της είχε παραχωρηθεί στη φυλή του Γαδ.—Ιη 13:29-31· 17:1, 5· 1Χρ 5:11, 16, 23.
Οι κύριες πόλεις της Βασάν ήταν η Ασταρώθ (πόλη του Ωγ και μεταγενέστερα Λευιτική πόλη), η Εδρεΐ (η μεθόρια πόλη όπου ο Ισραήλ νίκησε τον Ωγ), η Γκολάν (που επίσης έγινε Λευιτική πόλη και μία από τις τρεις πόλεις καταφυγίου Α του Ιορδάνη) και η Σαλχά. (Δευ 4:41-43· Ιη 9:10· 12:4, 5· 20:8, 9· 1Χρ 6:64, 71) Στην περιοχή Αργόβ και μόνο υπήρχαν 60 περιτειχισμένες πόλεις, και μάλιστα ακόμη και σήμερα ολόκληρη η περιοχή είναι γεμάτη από ερείπια αρχαίων πόλεων.—Δευ 3:3-5· βλέπε ΑΡΓΟΒ Αρ. 2.
Στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα μία από τις 12 περιφέρειες που υπάγονταν σε διαχειριστές και οι οποίες είχαν διοριστεί να προμηθεύουν τροφή για τα βασιλικά τραπέζια περιλάμβανε τη Βασάν.—1Βα 4:7, 13.
Στην περιοχή που βρισκόταν Α του Ιορδάνη, η κύρια οδός που συνέδεε Β και Ν, ο αποκαλούμενος «δρόμος του βασιλιά», διερχόταν από τη Βασάν στο ύψος της πόλης Ασταρώθ, και αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με το εξαιρετικά εύφορο έδαφος της Βασάν και τη γειτνίασή της με τη Δαμασκό, την καθιστούσε στόχο στρατιωτικής κατάκτησης. Ο Βασιλιάς Αζαήλ της Δαμασκού κατέλαβε τη Βασάν στη διάρκεια της βασιλείας του Ιηού (περ. 904-877 Π.Κ.Χ.), αλλά προφανώς η Βασάν επανακτήθηκε κατά τη βασιλεία του Ιωάς (2Βα 10:32, 33· 13:25), ή τουλάχιστον είχε επανακτηθεί μέχρι την εποχή του Ιεροβοάμ Β΄ (περ. 844-804 Π.Κ.Χ.). (2Βα 14:25) Ο Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ της Ασσυρίας κατέλαβε ολόκληρη την περιοχή στη διάρκεια της βασιλείας του Φεκά (περ. 778-759 Π.Κ.Χ.).—2Βα 15:29· 1Χρ 5:26.
Κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο η Βασάν περιήλθε υπό ελληνική κυριαρχία και αργότερα έγινε ένας από τους κυριότερους σιτοβολώνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Διαιρέθηκε σε τέσσερις περιφέρειες και, με εξαίρεση τη βορειοανατολική περιφέρεια που λεγόταν Τραχωνίτιδα, στα ονόματα αυτών των περιφερειών διασώζονταν σε κάποιον βαθμό τα αρχικά τοπωνύμια της περιοχής: το όνομα της Γαυλανίτιδας στα Δ προήλθε από την Γκολάν, το όνομα της Αυρανίτιδας στα Ν από την Αυράν και το όνομα της Βαταναίας στο κέντρο από τη Βασάν. Πέρα από μια αναφορά που γίνεται στην Τραχωνίτιδα (Λου 3:1), η Βασάν δεν μνημονεύεται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές.—Βλέπε ΑΥΡΑΝ.
-
-
Βασανίζω, ΒασανισμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΣΑΝΙΖΩ, ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ
Η λέξη βασανίζω του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου (μαζί με τους συγγενικούς της όρους) εμφανίζεται πάνω από 20 φορές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Βασικά σήμαινε «ελέγχω με τη δοκιμαστική λίθο [τη βάσανο]» και κατ’ επέκταση «εξετάζω ή ανακρίνω εφαρμόζοντας βασανιστήρια». Οι λεξικογράφοι επισημαίνουν ότι στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές χρησιμοποιείται με την έννοια «προκαλώ οδυνηρούς πόνους» (Ματ 8:29· Λου 8:28) και, στην παθητική φωνή, με την έννοια «ταλαιπωρούμαι, τυραννιέμαι».—Απ 12:2.
Στην Αγία Γραφή η λέξη βασανίζω χρησιμοποιείται σε αρκετές περιπτώσεις. Για παράδειγμα, κάποιος υπηρέτης που είχε προσβληθεί από παράλυση “βασανιζόταν τρομερά” (ΜΝΚ) ή «υπέφερε φρικτά από τους πόνους» (NE). (Ματ 8:6· παράβαλε 4:24.) Επίσης, ο Λωτ «βασάνιζε την ψυχή του» (Ro) ή «ταλαιπωρούνταν» (Mo, RS) εξαιτίας των άνομων πράξεων των κατοίκων των Σοδόμων. (2Πε 2:8) Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται ακόμη και σε σχέση με τη δύσκολη πορεία ενός πλοιαρίου.—Ματ 14:24· Μαρ 6:48.
Το ουσιαστικό βασανισταί του ελληνικού κειμένου, που εμφανίζεται στο εδάφιο Ματθαίος 18:34, αποδίδεται «δεσμοφύλακες» σε μερικές μεταφράσεις (AT, Fn, ΜΝΚ· παράβαλε Ματ 18:30) ή διατηρείται αυτούσιο σε άλλες. (AS, KJ, ΒΑΜ, ΚΔΤΚ) Μερικές φορές χρησιμοποιούσαν στις φυλακές βασανιστήρια για να αποσπάσουν πληροφορίες (παράβαλε Πρ 22:24, 29, εδάφια που δείχνουν ότι κάτι τέτοιο πράγματι συνέβαινε, αν και εδώ δεν χρησιμοποιείται η λέξη βασανίζω), εξού και η εφαρμογή της λέξης βασανιστής στους δεσμοφύλακες. Αναφορικά με τη χρήση αυτής της λέξης στο εδάφιο Ματθαίος 18:34, Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου (The International Standard Bible Encyclopaedia) επισημαίνει: «Κατά πάσα πιθανότητα η ίδια η φυλάκιση θεωρούνταν “βασανισμός” (όπως και ήταν αναμφισβήτητα), και η λέξη “βασανιστές” δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην τίποτα περισσότερο από δεσμοφύλακες». (Επιμέλεια Τζ. Ορ, 1960, Τόμ. 5, σ. 2999) Επομένως, η μνεία που γίνεται στο εδάφιο Αποκάλυψη 20:10 για εκείνους που «θα βασανίζονται ημέρα και νύχτα στους αιώνες των αιώνων» υποδηλώνει προφανώς ότι αυτοί θα βρίσκονται σε κατάσταση περιορισμού. Το ότι μια κατάσταση περιορισμού θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “βασανισμός” υποδηλώνεται από τις παράλληλες αφηγήσεις των εδαφίων Ματθαίος 8:29 και Λουκάς 8:31.—Βλέπε ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΦΩΤΙΑΣ.
Κάποιοι σχολιαστές έχουν χρησιμοποιήσει Βιβλικά χωρία στα οποία αναφέρεται η λέξη «βασανίζω» για να υποστηρίξουν τη διδασκαλία των αιώνιων πύρινων βασάνων. Ωστόσο, όπως καταδείχτηκε μόλις προηγουμένως, υπάρχουν Γραφικοί λόγοι για να πιστεύουμε ότι το εδάφιο Αποκάλυψη 20:10 δεν έχει αυτή την έννοια. Μάλιστα, το εδάφιο 14 δείχνει ότι η «λίμνη της φωτιάς» στην οποία λαβαίνει χώρα ο βασανισμός είναι στην πραγματικότητα «ο δεύτερος θάνατος». Και μολονότι ο Ιησούς είπε ότι κάποιος πλούσιος «ήταν στα βάσανα» (Λου 16:23, 28), όπως δείχνει το λήμμα ΛΑΖΑΡΟΣ (Αρ. 2), ο Ιησούς δεν περιέγραφε την κυριολεκτική εμπειρία ενός πραγματικού ανθρώπου, αλλά ανέπτυσσε μια παραβολή. Η Αποκάλυψη παρέχει και κάποια άλλα παραδείγματα όπου η λέξη «βασανίζω» ή «βασανισμός» έχει σαφώς μεταφορική ή συμβολική έννοια, όπως φαίνεται από τα συμφραζόμενα.—Απ 9:5· 11:10· 18:7, 10.
-
-
ΒασεμάθΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΣΕΜΑΘ
(Βασεμάθ) [Αρωματισμένη· Βάλσαμο· Μυρωδάτη].
1. Μια από τις συζύγους του Ησαύ. Ήταν κόρη του Αιλών του Χετταίου, επομένως είναι είτε το ίδιο πρόσωπο με την Αδά είτε αδελφή της. Η Βασεμάθ “έφερνε πίκρα” στον Ισαάκ και στη Ρεβέκκα.—Γε 26:34, 35· 27:46· 28:8· 36:2.
2. Άλλη σύζυγος του Ησαύ, πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τη Μαχαλάθ. Ήταν κόρη του Ισμαήλ, γιου του Αβραάμ, αδελφή του Νεβαϊώθ, και επομένως πρώτη εξαδέλφη του Ησαύ. Ο Ησαύ την πήρε ως σύζυγο όταν είδε τη μεγάλη δυσαρέσκεια που προκαλούσαν στον πατέρα του οι Χαναναίες σύζυγοί του. Γέννησε το γιο του τον Ραγουήλ.—Γε 28:8, 9· 36:3, 4, 10.
3. Κόρη του Σολομώντα και σύζυγος του Αχιμάας, ενός από τους διαχειριστές τροφής του Σολομώντα.—1Βα 4:7, 15.
-
-
Βασιλεία, ΒασίλειοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΣΙΛΕΙΑ, ΒΑΣΙΛΕΙΟ
Η λέξη «βασιλεία» σημαίνει βασικά τη βασιλική διακυβέρνηση, ενώ η λέξη «βασίλειο» αναφέρεται στη γεωγραφική έκταση και στους λαούς που τελούν υπό τη διακυβέρνηση ενός βασιλιά ή, λιγότερο συχνά, μιας βασίλισσας. Το βασιλικό αξίωμα ήταν συνήθως κληρονομικό. Ο ανώτατος άρχοντας μπορεί να έφερε και άλλους τίτλους όπως Φαραώ ή Καίσαρας.
Τα βασίλεια των αρχαίων καιρών χρησιμοποιούσαν όπως και σήμερα διάφορα σύμβολα βασιλικής εξουσίας. Κατά κανόνα, είχαν μια πρωτεύουσα ή έναν τόπο διαμονής του βασιλιά, βασιλική αυλή και μόνιμο στρατό (του οποίου όμως το μέγεθος ίσως μειωνόταν αρκετά σε καιρό ειρήνης). Οι λέξεις «βασιλεία» και «βασίλειο», σύμφωνα με τη Βιβλική τους χρήση, δεν αποκαλύπτουν από μόνες τους τίποτα συγκεκριμένο για την κυβερνητική δομή, την έκταση της επικράτειας ή την εξουσία του μονάρχη. Τα βασίλεια διέφεραν σε μέγεθος και επιρροή, αρχίζοντας από τις κραταιές παγκόσμιες δυνάμεις, όπως η Αίγυπτος, η Ασσυρία, η Βαβυλώνα, η Μηδοπερσία, η Ελλάδα και η Ρώμη, και φτάνοντας ως τις μικρές πόλεις-βασίλεια, όπως αυτές που υπήρχαν στη Χαναάν όταν την κατέκτησαν οι Ισραηλίτες. (Ιη 12:7-24) Η κυβερνητική δομή μπορεί επίσης να παρουσίαζε σημαντικές διαφορές από βασίλειο σε βασίλειο.
Το πρώτο βασίλειο της ανθρώπινης ιστορίας, το βασίλειο του Νεβρώδ, φαίνεται ότι ξεκίνησε ως πόλη-βασίλειο, επεκτείνοντας αργότερα την επικράτειά του έτσι ώστε να περιλάβει και άλλες πόλεις, ενώ έδρα του παρέμεινε η Βαβέλ. (Γε 10:9-11) Η Σαλήμ, η οποία υπό τον Βασιλιά-Ιερέα Μελχισεδέκ αποτέλεσε το πρώτο βασίλειο που είχε θεϊκή επιδοκιμασία, ήταν προφανώς και αυτή μια πόλη-βασίλειο. (Γε 14:18-20· παράβαλε Εβρ 7:1-17.) Τα μεγαλύτερα βασίλεια, όπως τα βασίλεια του Εδώμ, του Μωάβ και του Αμμών, περιλάμβαναν μια ολόκληρη περιφέρεια. Οι μεγάλες αυτοκρατορίες, οι οποίες κυβερνούσαν αχανείς εκτάσεις και είχαν άλλα βασίλεια σε υποτέλεια, γενικά φαίνεται ότι προέκυψαν ή αναπτύχθηκαν από μικρές πόλεις-κράτη ή φυλετικές ομάδες που τελικά ενώθηκαν υπό έναν ισχυρό ηγέτη. Τέτοιου είδους συνασπισμοί ήταν μερικές φορές προσωρινοί, εφόσον σκοπός της συγκρότησής τους ήταν συχνά ο πόλεμος ενάντια σε έναν κοινό εχθρό. (Γε 14:1-5· Ιη 9:1, 2· 10:5) Τα υποτελή βασίλεια απολάμβαναν συνήθως αρκετή αυτονομία, μολονότι εξακολουθούσαν να υπόκεινται στο θέλημα και στις απαιτήσεις της επικυρίαρχης δύναμης.—2Βα 17:3, 4· 2Χρ 36:4, 10.
Ευρεία Χρήση των Όρων. Σύμφωνα με τη Βιβλική της χρήση, η λέξη «βασίλειο» αναφέρεται στην επικράτεια ή στη γεωγραφική έκταση στην οποία ασκεί κυριαρχία η βασιλεία. Άρα, η βασιλική επικράτεια περιλάμβανε, όχι μόνο την πρωτεύουσα, αλλά ολόκληρη την περιοχή της οποίας την κυριότητα είχε η βασιλεία, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε εξαρτημένων ή υποτελών βασιλείων.—1Βα 4:21· Εσθ 3:6, 8.
Ο όρος «βασίλειο» μπορεί να αναφέρεται γενικά σε οποιαδήποτε ή σε όλες τις ανθρώπινες κυβερνήσεις, είτε είναι επικεφαλής τους κάποιος βασιλιάς είτε όχι.—Εσδ 1:2· Ματ 4:8.
Ο όρος «βασιλεία» μπορεί να σημαίνει το βασιλικό αξίωμα ή τη θέση του βασιλιά (Λου 17:21), με τη μεγαλοπρέπεια, την ισχύ και την εξουσία που περιβάλλουν αυτό το αξίωμα. (1Χρ 11:10· 14:2· Λου 19:12, 15· Απ 11:15· 17:12, 13, 17) Τα παιδιά του βασιλιά μπορεί να αποκαλούνται “απόγονοι της βασιλείας”.—2Βα 11:1.
Το Ισραηλιτικό Βασίλειο. Στη διαθήκη του Νόμου που δόθηκε στο έθνος του Ισραήλ μέσω του Μωυσή γινόταν πρόβλεψη για βασιλική διακυβέρνηση. (Δευ 17:14, 15) Στον επικεφαλής του βασιλείου δινόταν η εξουσία και το βασιλικό αξίωμα, όχι για την προσωπική του εξύψωση, αλλά για να υπηρετεί προς τιμήν του Θεού και για το καλό των Ισραηλιτών αδελφών του. (Δευ 17:19, 20· παράβαλε 1Σα 15:17.) Παρ’ όλα αυτά, όταν μεταγενέστερα οι Ισραηλίτες ζήτησαν ανθρώπινο βασιλιά, ο προφήτης Σαμουήλ τούς προειδοποίησε σχετικά με τις απαιτήσεις που θα είχε από το λαό ένας τέτοιος άρχοντας. (1Σα 8) Οι βασιλιάδες του Ισραήλ φαίνεται ότι ήταν πιο προσηνείς και πιο προσιτοί στους υπηκόους τους από τους μονάρχες των περισσότερων αρχαίων βασιλείων της Ανατολής.—2Σα 19:8· 1Βα 20:39· 1Χρ 15:25-29.
Αν και το βασίλειο του Ισραήλ είχε στην αρχή βασιλιά από τη γραμμή του Βενιαμίν, στη συνέχεια βασιλική φυλή έγινε ο Ιούδας, σε αρμονία με την προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του. (1Σα 10:20-25· Γε 49:10) Στη γραμμή του Δαβίδ ιδρύθηκε μια βασιλική δυναστεία. (2Σα 2:4· 5:3, 4· 7:12, 13) Όταν η βασιλεία “αποσχίστηκε” από το γιο του Σολομώντα, τον Ροβοάμ, οι δέκα φυλές συγκρότησαν το βόρειο βασίλειο, ενώ ο Ιεχωβά Θεός κράτησε μια φυλή, τον Βενιαμίν, για να παραμείνει με τον Ιούδα, «προκειμένου», όπως ο ίδιος είπε, «ο Δαβίδ ο υπηρέτης μου να έχει πάντοτε λυχνάρι ενώπιόν μου στην Ιερουσαλήμ, την πόλη την οποία έχω εκλέξει για τον εαυτό μου ώστε να θέσω το όνομά μου εκεί». (1Βα 11:31, 35, 36· 12:18-24) Αν και το βασίλειο του Ιούδα έπεσε στα χέρια των Βαβυλωνίων το 607 Π.Κ.Χ., το νόμιμο δικαίωμα της διακυβέρνησης μεταβιβάστηκε τελικά στο δικαιωματικό κληρονόμο, τον “γιο του Δαβίδ”, τον Ιησού Χριστό (Ματ 1:1-16· Λου 1:31, 32· παράβαλε Ιεζ 21:26, 27), του οποίου η Βασιλεία επρόκειτο να είναι ατέρμονη.—Ησ 9:6, 7· Λου 1:33.
Στον Ισραήλ δημιουργήθηκε ένας βασιλικός οργανισμός για τη διαχείριση των συμφερόντων του βασιλείου. Ο οργανισμός αυτός αποτελούνταν από έναν στενό κύκλο συμβούλων και κρατικών λειτουργών (1Βα 4:1-6· 1Χρ 27:32-34), καθώς επίσης από διάφορες κυβερνητικές υπηρεσίες με τους αντίστοιχους υπευθύνους οι οποίοι διαχειρίζονταν τα εδάφη του στέμματος, επέβλεπαν την οικονομία και φρόντιζαν να καλύπτονται οι ανάγκες της βασιλικής αυλής.—1Βα 4:7· 1Χρ 27:25-31.
Μολονότι οι βασιλιάδες του Ισραήλ από τη γραμμή του Δαβίδ μπορούσαν να εκδίδουν συγκεκριμένες διαταγές, η νομοθετική εξουσία βρισκόταν στην ουσία στα χέρια του Θεού. (Δευ 4:1, 2· Ησ 33:22) Ο βασιλιάς ήταν υπόλογος για όλα στον πραγματικό Κυρίαρχο, τον Ιεχωβά. Η αδικοπραγία και η αχαλίνωτη πορεία ενός βασιλιά επέφεραν κυρώσεις από τον Θεό. (1Σα 13:13, 14· 15:20-24) Ο Ιεχωβά επικοινωνούσε ενίοτε με τον ίδιο το βασιλιά (1Βα 3:5· 11:11), ενώ άλλοτε του έδινε οδηγίες και συμβουλή ή έλεγχο μέσω διορισμένων προφητών. (2Σα 7:4, 5· 12:1-14) Ο βασιλιάς μπορούσε επίσης να πάρει σοφές συμβουλές από το σώμα των πρεσβυτέρων. (1Βα 12:6, 7) Εντούτοις, η επιβολή των οδηγιών ή του ελέγχου δεν ήταν αρμοδιότητα των προφητών ή των πρεσβυτέρων, αλλά του Ιεχωβά.
Όταν ο βασιλιάς και ο λαός προσκολλούνταν πιστά στη διαθήκη του Νόμου που τους είχε δώσει ο Θεός, το έθνος του Ισραήλ απολάμβανε προσωπική ελευθερία, υλική ευημερία και εθνική αρμονία σε βαθμό αδιανόητο για άλλα βασίλεια. (1Βα 4:20, 25) Στα χρόνια κατά τα οποία ο Σολομών ήταν υπάκουος στον Ιεχωβά, το ισραηλιτικό βασίλειο έχαιρε μεγάλης φήμης και σεβασμού, έχοντας σε υποτέλεια πολλά βασίλεια και επωφελούμενο από τους πόρους πολλών χωρών.—1Βα 4:21, 30, 34.
Αν και για κάποιο διάστημα η βασιλεία του Ιεχωβά Θεού εκφραζόταν ορατά μέσα από το ισραηλιτικό βασίλειο, η κυριαρχία αυτής της βασιλείας είναι παγκόσμια. (1Χρ 29:11, 12) Είτε την αναγνωρίζουν οι λαοί και τα βασίλεια της ανθρωπότητας είτε όχι, η βασιλεία του Ιεχωβά είναι απόλυτη και αναλλοίωτη, και όλη η γη αποτελεί μέρος της δικαιωματικής του επικράτειας. (Ψλ 103:19· 145:11-13· Ησ 14:26, 27) Λόγω του ότι είναι ο Δημιουργός, ο Ιεχωβά ασκεί το υπέρτατο θέλημά του στον ουρανό και στη γη σύμφωνα με τους δικούς του σκοπούς, χωρίς να είναι υπόλογος σε κανέναν (Ιερ 18:3-10· Δα 4:25, 34, 35), ενεργώντας όμως πάντα σε αρμονία με τους δικούς του δίκαιους κανόνες.—Μαλ 3:6· Εβρ 6:17, 18· Ιακ 1:17.
-
-
Βασιλεία του ΘεούΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Η έκφραση και άσκηση της παγκόσμιας κυριαρχίας του Θεού προς τα πλάσματά του, ή το μέσο ή όργανο που χρησιμοποιεί γι’ αυτόν το σκοπό. (Ψλ 103:19) Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για την έκφραση της κυριαρχίας του Θεού μέσω μιας βασιλικής κυβέρνησης, επικεφαλής της οποίας είναι ο Γιος του, ο Χριστός Ιησούς.
Η λέξη βασιλεία του πρωτότυπου κειμένου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών σημαίνει «βασίλειο, επικράτεια, περιοχή ή χώρα που κυβερνιέται από βασιλιά· βασιλική εξουσία, κυριαρχία, κράτος· το βασιλικό αξίωμα, ο τίτλος και η τιμή του βασιλιά». (Το Αναλυτικό Ελληνικό Λεξικό [The Analytical Greek Lexicon], 1908, σ. 67) Η φράση “η βασιλεία του Θεού” χρησιμοποιείται συχνά από τον Μάρκο και τον Λουκά, και στην αφήγηση του Ματθαίου η παράλληλη φράση “η βασιλεία των ουρανών” εμφανίζεται περίπου 30 φορές.—Παράβαλε Μαρ 10:23 και Λου 18:24 με Ματ 19:23, 24· βλέπε ΒΑΣΙΛΕΙΑ, ΒΑΣΙΛΕΙΟ· ΟΥΡΑΝΟΣ (Πνευματικοί Ουρανοί).
Όσον αφορά τη δομή και τη λειτουργία της, η κυβέρνηση του Θεού είναι αμιγώς θεοκρατία (από τις λέξεις Θεός και κράτος), δηλαδή διακυβέρνηση από τον Θεό. Ο όρος «θεοκρατία» αποδίδεται στον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο του πρώτου αιώνα Κ.Χ., ο οποίος προφανώς τον επινόησε στο έργο του Κατ’ Απίωνος (Β΄, 164, 165 [16]). Αναφορικά με την κυβέρνηση που εγκαθιδρύθηκε επί του Ισραήλ στο Σινά, ο Ιώσηπος έγραψε: «Ορισμένοι λαοί έχουν εμπιστευτεί την ανώτατη πολιτική εξουσία στις μοναρχίες, άλλοι στις ολιγαρχίες και άλλοι στο λαό. Το δικό μας νομοθέτη, όμως, δεν προσέλκυσε καμιά από αυτές τις μορφές πολιτεύματος, αλλά, όπως θα μπορούσε να το πει κανείς παραβιάζοντας τη γλώσσα, το πολίτευμα που έδωσε ήταν η “θεοκρατία”, αναθέτοντας όλη την εξουσία και τη δύναμη στα χέρια του Θεού». Ασφαλώς, για να είναι αυτή η κυβέρνηση αμιγώς θεοκρατία, δεν ήταν δυνατόν να διοριστεί από κάποιον ανθρώπινο νομοθέτη, όπως ο Μωυσής, αλλά έπρεπε να διοριστεί και να εγκαθιδρυθεί από τον Θεό. Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι αυτό ακριβώς έγινε.
Προέλευση του Όρου. Οι άνθρωποι άρχισαν προφανώς να χρησιμοποιούν τον όρο «βασιλιάς» (εβρ., μέλεχ) μετά τον παγγήινο Κατακλυσμό. Ο Νεβρώδ, «κραταιός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά», ίδρυσε το πρώτο επίγειο βασίλειο. (Γε 10:8-12) Κατόπιν, στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την εποχή του Αβραάμ, δημιουργήθηκαν πόλεις-κράτη και έθνη, και πολλαπλασιάστηκαν οι ανθρώπινοι βασιλιάδες. Με εξαίρεση το βασίλειο του Μελχισεδέκ, του βασιλιά-ιερέα της Σαλήμ (ο οποίος αποτέλεσε προφητικό τύπο του Μεσσία [Γε 14:17-20· Εβρ 7:1-17]), κανένα από αυτά τα επίγεια βασίλεια δεν εκπροσωπούσε τη διακυβέρνηση του Θεού ούτε εγκαθιδρύθηκε από εκείνον. Οι άνθρωποι θεωρούσαν επίσης βασιλιάδες τους ψεύτικους θεούς που λάτρευαν, αποδίδοντας σε αυτούς την ικανότητα να χορηγούν εξουσία διακυβέρνησης σε ανθρώπους. Επομένως, προσδίδοντας ο Ιεχωβά τον τίτλο «Βασιλιάς [Μέλεχ]» στον εαυτό του, όπως φαίνεται στα μετακατακλυσμιαία συγγράμματα των Εβραϊκών Γραφών, χρησιμοποιούσε τον τίτλο που είχαν επινοήσει και εφαρμόσει οι άνθρωποι. Η χρήση του όρου αυτού από τον Θεό έδειχνε ότι οι άνθρωποι έπρεπε να αποβλέπουν και να υπακούν σε εκείνον ως “Βασιλιά”, όχι στους αυθάδεις ανθρώπινους άρχοντες ή στους ανθρωποποίητους θεούς.—Ιερ 10:10-12.
Φυσικά, ο Ιεχωβά ήταν Υπέρτατος Κυρίαρχος πολύ προτού εμφανιστούν τα ανθρώπινα βασίλεια, στην πραγματικότητα προτού υπάρξουν οι άνθρωποι. Εκατομμύρια αγγελικοί γιοι τον σέβονταν και τον υπάκουαν ως τον αληθινό Θεό και Δημιουργό τους. (Ιωβ 38:4-7· 2Χρ 18:18· Ψλ 103:20-22· Δα 7:10) Άσχετα, λοιπόν, με τον τίτλο που έφερε, από την αρχή της δημιουργίας αναγνωριζόταν ως Εκείνος του οποίου το θέλημα ήταν δικαιωματικά υπέρτατο.
Η Διακυβέρνηση του Θεού στο Ξεκίνημα της Ανθρώπινης Ιστορίας. Τα πρώτα ανθρώπινα πλάσματα, ο Αδάμ και η Εύα, γνώριζαν και αυτά ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Θεός, ο Δημιουργός του ουρανού και της γης. Αναγνώριζαν ότι είχε την εξουσία και το δικαίωμα να δίνει εντολές, να αναθέτει στους ανθρώπους κάποια καθήκοντα ή να τους απαγορεύει κάποιες πράξεις, να ορίζει εδάφη για κατοίκηση και καλλιέργεια, όπως επίσης να παραχωρεί εξουσία την οποία αυτοί θα ασκούσαν πάνω σε άλλα πλάσματά του. (Γε 1:26-30· 2:15-17) Μολονότι ο Αδάμ είχε την ικανότητα να επινοεί λέξεις (Γε 2:19, 20), δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι αυτός επινόησε τον τίτλο «βασιλιάς [μέλεχ]» με σκοπό να τον εφαρμόσει στον Θεό και Δημιουργό του, αν και αναγνώριζε την υπέρτατη εξουσία του Ιεχωβά.
Όπως αποκαλύπτεται στα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης, ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός ασκούσε την κυριαρχία του στον άνθρωπο, στην Εδέμ, ήταν καλοκάγαθος και όχι υπέρμετρα περιοριστικός. Η σχέση του Θεού με τον άνθρωπο απαιτούσε υπακοή σαν την υπακοή ενός γιου προς τον πατέρα του. (Παράβαλε Λου 3:38.) Ο άνθρωπος δεν ήταν υποχρεωμένος να τηρεί κάποιον μακροσκελή κώδικα νόμων. (Παράβαλε 1Τι 1:8-11.) Οι απαιτήσεις του Θεού ήταν απλές και ουσιαστικές. Ούτε υπάρχει κάτι που να δείχνει ότι κάθε ενέργεια του Αδάμ τελούσε υπό συνεχή επιτήρηση και κριτική, πράγμα που θα τον έκανε να αισθάνεται περιορισμένος. Αντίθετα, η επικοινωνία του Θεού με τον τέλειο άνθρωπο φαίνεται ότι ήταν περιοδική, ανάλογα με τις ανάγκες.—Γε κεφ. 1-3.
Γίνεται πρόβλεψη για μια νέα έκφραση της διακυβέρνησης του Θεού. Όταν το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι παραβίασε απροκάλυπτα την εντολή του Θεού, υποκινούμενο από έναν πνευματικό γιο του Θεού, στην πραγματικότητα στασίασε ενάντια στη θεϊκή εξουσία. (Γε 3:17-19· βλέπε ΔΕΝΤΡΟ [Μεταφορική Χρήση].) Η θέση που έλαβε ο πνευματικός Αντίδικος (εβρ., σατάν) του Θεού συνιστούσε πρόκληση που απαιτούσε δοκιμή, εφόσον το προκείμενο ζήτημα ήταν το κατά πόσον ο Ιεχωβά είχε το δικαίωμα να είναι ο παγκόσμιος κυρίαρχος. (Βλέπε ΙΕΧΩΒΑ [Το υπέρτατο ζήτημα ήταν ηθικό].) Η γη, όπου εγέρθηκε αυτό το ζήτημα, είναι δικαιολογημένα και ο τόπος στον οποίο θα διευθετηθεί.—Απ 12:7-12.
Όταν εξέφερε κρίση κατά των πρώτων στασιαστών, ο Ιεχωβά Θεός εξήγγειλε μια προφητεία, διατυπωμένη με συμβολική γλώσσα, εκθέτοντας το σκοπό που είχε να χρησιμοποιήσει κάποιο όργανο, ένα «σπέρμα», για την οριστική συντριβή των στασιαστικών δυνάμεων. (Γε 3:15) Έτσι λοιπόν, η διακυβέρνηση του Ιεχωβά, η έκφραση της κυριαρχίας του, θα προσλάμβανε μια νέα πτυχή ή έκφραση για την αντιμετώπιση της ανταρσίας που είχε εκδηλωθεί. Η προοδευτική αποκάλυψη των “ιερών μυστικών της βασιλείας” (Ματ 13:11) έδειξε ότι η νέα αυτή πτυχή θα περιλάμβανε τη συγκρότηση μιας επικουρικής κυβέρνησης—ενός κυβερνητικού σώματος, επικεφαλής του οποίου θα ήταν ένας υποκυβερνήτης. Η βασιλεία του Χριστού Ιησού σε ενότητα με τους εκλεγμένους συντρόφους του αποτελεί την πραγμάτωση της υπόσχεσης που δόθηκε σχετικά με το «σπέρμα». (Απ 17:14· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ [Η Ζωτική του Θέση στο Σκοπό του Θεού].) Αφότου δόθηκε η εδεμική υπόσχεση, η προοδευτική εξέλιξη του σκοπού του Θεού για την παραγωγή αυτού του Βασιλικού “σπέρματος” γίνεται βασικό θέμα της Αγίας Γραφής, καθώς και το κλειδί για την κατανόηση των πράξεων του Ιεχωβά αναφορικά με τους υπηρέτες του και την ανθρωπότητα γενικά.
Η εκχώρηση τεράστιας εξουσίας και δύναμης από τον Θεό σε κάποια πλάσματα (Ματ 28:18· Απ 2:26, 27· 3:21) με αυτόν τον τρόπο είναι κάτι που αξίζει να επισημανθεί, εφόσον το ζήτημα της ακεραιότητας όλων των πλασμάτων του Θεού, δηλαδή της ολόκαρδης αφοσίωσής τους σε αυτόν και της οσιότητάς τους στην ηγεσία του, αποτέλεσε βασικό μέρος του ζητήματος που ήγειρε ο Αντίδικος του Θεού. (Βλέπε ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ [Περιλαμβάνεται στο υπέρτατο ζήτημα].) Το γεγονός ότι ο Θεός μπορούσε να εμπιστευτεί με πεποίθηση τόσο αξιοσημείωτη εξουσία και δύναμη σε κάποια πλάσματά του θα αποτελούσε από μόνο του έξοχη μαρτυρία για το ηθικό σθένος της διακυβέρνησής του, συμβάλλοντας στη δικαίωση της κυριαρχίας του Ιεχωβά και εκθέτοντας ως ψευδείς τους ισχυρισμούς του αντιδίκου του.
Καταδεικνύεται η αναγκαιότητα της θεϊκής κυβέρνησης. Οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν από τον καιρό που ξεκίνησε ο στασιασμός του ανθρώπου μέχρι τον Κατακλυσμό έδειξαν ξεκάθαρα ότι η ανθρωπότητα είχε ανάγκη τη θεϊκή ηγεσία. Μέσα σε σύντομο διάστημα, η ανθρώπινη κοινωνία ήρθε αντιμέτωπη με τη διχόνοια, τις σωματικές επιθέσεις και τους φόνους. (Γε 4:2-9, 23, 24) Ο βαθμός στον οποίο ο αμαρτωλός Αδάμ, στα 930 χρόνια της ζωής του, άσκησε πατριαρχική εξουσία στους αυξανόμενους απογόνους του δεν αποκαλύπτεται. Πάντως, είναι προφανές ότι ήδη στην έβδομη γενιά υπήρχε συγκλονιστική ασέβεια (Ιου 14, 15), την εποχή δε του Νώε (ο οποίος γεννήθηκε περίπου 120 χρόνια μετά το θάνατο του Αδάμ) οι συνθήκες είχαν χειροτερέψει μέχρι του σημείου “να έχει γεμίσει η γη βία”. (Γε 6:1-13) Κάτι που συνέτεινε σε αυτή την κατάσταση ήταν η αυθαίρετη παρέμβαση πνευματικών πλασμάτων στην ανθρώπινη κοινωνία, πράγμα αντίθετο προς το θέλημα και το σκοπό του Θεού.—Γε 6:1-4· Ιου 6· 2Πε 2:4, 5· βλέπε ΝΕΦΙΛΕΙΜ.
Μολονότι η γη είχε γίνει εστία στασιασμού, ο Ιεχωβά δεν παραιτήθηκε από την εξουσία του σε αυτήν. Ο παγγήινος Κατακλυσμός απέδειξε ότι ο Θεός διατηρούσε τη δύναμη και την ικανότητα να επιβάλλει το θέλημά του στη γη, όπως και σε κάθε μέρος του σύμπαντος. Παρόμοια, κατά την προκατακλυσμιαία περίοδο, εκείνος κατέδειξε ότι είχε τη θέληση να κατευθύνει και να καθοδηγεί τις ενέργειες όποιων ατόμων τον αναζητούσαν, όπως ο Άβελ, ο Ενώχ και ο Νώε. Ιδιαίτερα η περίπτωση του Νώε κάνει φανερό το πώς άσκησε ο Θεός την εξουσία του για διακυβέρνηση προς έναν πρόθυμο επίγειο υπήκοο—του έδωσε εντολές και κατεύθυνση, προστάτεψε και ευλόγησε τον ίδιο και την οικογένειά του, καθώς επίσης απέδειξε ότι Αυτός είχε τον έλεγχο και της υπόλοιπης επίγειας δημιουργίας, των ζώων και των πουλιών. (Γε 6:9–7:16) Ο Ιεχωβά κατέστησε παρόμοια σαφές ότι δεν ήταν διατεθειμένος να επιτρέψει στην αποξενωμένη ανθρώπινη κοινωνία να διαφθείρει τη γη για πάντα και ότι δεν είχε θέσει περιορισμούς στον εαυτό του ως προς την εκτέλεση δίκαιης κρίσης ενάντια σε παραβάτες, όταν και όπως εκείνος το έκρινε κατάλληλο. Επιπρόσθετα, κατέδειξε ότι διαθέτει την απόλυτη ικανότητα να ελέγχει τα διάφορα στοιχεία της γης, περιλαμβανομένης και της ατμόσφαιράς της.—Γε 6:3, 5-7· 7:17–8:22.
Η πρώτη μετακατακλυσμιαία κοινωνία και τα προβλήματά της. Μετά τον Κατακλυσμό, το πατριαρχικό σύστημα αποτέλεσε προφανώς τη βασική δομή της ανθρώπινης κοινωνίας, παρέχοντας κάποια σταθερότητα και τάξη. Το ανθρώπινο γένος έπρεπε να “γεμίσει τη γη”, πράγμα που απαιτούσε, όχι απλώς την αναπαραγωγή του είδους, αλλά και τη σταθερή επέκταση των ορίων της ανθρώπινης κατοίκησης σε όλο τον πλανήτη. (Γε 9:1, 7) Λογικά, αυτοί οι παράγοντες από μόνοι τους θα άμβλυναν οποιαδήποτε κοινωνικά προβλήματα, περιορίζοντάς τα γενικά μέσα στον οικογενειακό κύκλο και μειώνοντας τις πιθανότητες να προκληθούν οι τριβές που εμφανίζονται συνήθως εκεί όπου υπάρχει πυκνοκατοίκηση ή συνωστισμός. Ωστόσο, το αυθαίρετο έργο στη Βαβέλ οδηγούσε στην αντίθετη κατεύθυνση, στη συγκέντρωση των ανθρώπων, αποτρέποντας το “διασκορπισμό σε όλη την επιφάνεια της γης”. (Γε 11:1-4· βλέπε ΓΛΩΣΣΑ, 2.) Τότε, επίσης, ο Νεβρώδ εγκατέλειψε την πατριαρχική διακυβέρνηση και ίδρυσε το πρώτο “βασίλειο” (εβρ., μαμλαχάχ). Παρότι Χουσίτης από την οικογενειακή γραμμή του Χαμ, εισέβαλε σε σημιτική περιοχή, στη γη του Ασσούρ (Ασσυρία), και έχτισε εκεί πόλεις ως μέρος της επικράτειάς του.—Γε 10:8-12.
Η σύγχυση της γλώσσας των ανθρώπων από τον Θεό διέλυσε τη συγκέντρωσή τους στις Πεδιάδες της Σεναάρ, αλλά οι διάφορες οικογένειες του ανθρωπίνου γένους, στις χώρες όπου μετανάστευσαν, ακολούθησαν κατά κανόνα το πρότυπο διακυβέρνησης που εγκαινίασε ο Νεβρώδ. Στις ημέρες του Αβραάμ (2018-1843 Π.Κ.Χ.), υπήρχαν βασίλεια από τη Μεσοποταμία της Ασίας ως την Αίγυπτο, όπου ο βασιλιάς είχε τον τίτλο «Φαραώ» αντί Μέλεχ. Αλλά αυτές οι βασιλείες δεν έφεραν ασφάλεια. Σύντομα, οι βασιλιάδες άρχισαν να συγκροτούν στρατιωτικές συμμαχίες και να κάνουν μακρινές εκστρατείες για να κατακτήσουν, να λεηλατήσουν και να απαγάγουν. (Γε 14:1-12) Σε κάποιες πόλεις, οι ξένοι δέχονταν επιθέσεις από ομοφυλόφιλους.—Γε 19:4-9.
Έτσι λοιπόν, ενώ οι άνθρωποι προφανώς συγκεντρώθηκαν σε πυκνοκατοικημένες κοινότητες για να βρουν ασφάλεια (παράβαλε Γε 4:14-17), σύντομα αναγκάστηκαν να περιτειχίσουν τις πόλεις τους και τελικά να τις οχυρώσουν για να αποκρούουν τις ένοπλες επιθέσεις. Οι αρχαιότερες μη Βιβλικές πηγές που γνωρίζουμε, πολλές από τις οποίες προέρχονται από την περιοχή της Μεσοποταμίας όπου είχε ιδρυθεί το βασίλειο του Νεβρώδ, βρίθουν από αναφορές σε ανθρώπινες διαμάχες, απληστία, δολοπλοκίες και αιματοχυσία. Οι αρχαιότεροι μη Βιβλικοί κώδικες νόμων που έχουν βρεθεί, όπως οι κώδικες του Λιπίτ-Ιστάρ, της Εσνούννα και του Χαμουραμπί, δείχνουν ότι η ζωή των ανθρώπων είχε γίνει πολύ περίπλοκη, καθώς οι κοινωνικές τριβές δημιουργούσαν προβλήματα όπως κλοπές, απάτες, εμπορικές δυσχέρειες, διαμάχες γύρω από την περιουσία και την πληρωμή ενοικίων, ζητήματα σχετικά με τα δάνεια και τους τόκους, γαμήλιες απιστίες, ιατρικές δαπάνες και παραλείψεις, επιθέσεις και βιαιοπραγίες, καθώς και πολλά άλλα ζητήματα. Μολονότι ο Χαμουραμπί αυτοχαρακτηρίστηκε ως «ο αποτελεσματικός βασιλιάς» και «ο τέλειος βασιλιάς», η διακυβέρνηση και η νομοθεσία του, όπως και των άλλων αρχαίων πολιτικών βασιλείων, δεν στάθηκαν ικανές να λύσουν τα προβλήματα των αμαρτωλών ανθρώπων. (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Μπ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 159-180· παράβαλε Παρ 28:5.) Σε όλα αυτά τα βασίλεια, η θρησκεία έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά δεν επρόκειτο για τη λατρεία του αληθινού Θεού. Αν και το ιερατείο συνεργαζόταν στενά με την άρχουσα τάξη και απολάμβανε την εύνοια των βασιλιάδων, αυτό δεν επέφερε την ηθική βελτίωση του λαού. Οι σφηνοειδείς επιγραφές των αρχαίων θρησκευτικών συγγραμμάτων δεν περιέχουν στοιχεία πνευματικής ανύψωσης ή ηθικής καθοδήγησης. Αποκαλύπτουν ότι οι θεοί που λάτρευαν οι άνθρωποι ήταν εριστικοί, βίαιοι, λάγνοι και δεν κατευθύνονταν από δίκαιους κανόνες ή από καλό σκοπό. Οι άνθρωποι χρειάζονταν τη βασιλεία του Ιεχωβά Θεού προκειμένου να απολαύσουν ζωή με ειρήνη και ευτυχία.
Ως Προς τον Αβραάμ και τους Απογόνους Του. Είναι αλήθεια ότι και όσοι απέβλεπαν στον Ιεχωβά Θεό ως Κεφαλή τους δεν ήταν απαλλαγμένοι από προσωπικά προβλήματα και προστριβές. Εντούτοις, βοηθούνταν να τα λύσουν ή να τα υπομείνουν με τρόπο εναρμονισμένο με τους δίκαιους κανόνες του Θεού, χωρίς να εξαχρειώνονται. Τους χορηγούνταν θεϊκή προστασία και δύναμη. (Γε 13:5-11· 14:18-24· 19:15-24· 21:9-13, 22-33) Έτσι λοιπόν, αφού ο ψαλμωδός επισημαίνει ότι “οι δικαστικές αποφάσεις” του Ιεχωβά «υπάρχουν σε όλη τη γη», λέει σχετικά με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ: «Ήταν λιγοστοί σε αριθμό, ναι, πολύ λίγοι, και πάροικοι [στη Χαναάν]. Και περιφέρονταν από έθνος σε έθνος, από το ένα βασίλειο σε άλλον λαό. [Ο Ιεχωβά] δεν επέτρεψε σε κανέναν άνθρωπο να διαπράξει απάτη σε βάρος τους, αλλά για χάρη τους έλεγξε βασιλιάδες, λέγοντας: “Μην αγγίζετε τους χρισμένους μου, και στους προφήτες μου μην κάνετε τίποτα κακό”». (Ψλ 105:7-15· παράβαλε Γε 12:10-20· 20:1-18· 31:22-24, 36-55.) Και αυτό επίσης αποδείκνυε ότι η κυριαρχία του Θεού στη γη ήταν ακόμη σε ισχύ, και εκείνος την εφάρμοζε σε αρμονία με την εξέλιξη του σκοπού του.
Οι πιστοί πατριάρχες δεν προσκολλήθηκαν σε καμιά από τις πόλεις-κράτη ή τα βασίλεια της Χαναάν ή άλλων περιοχών. Αντί να αναζητήσουν ασφάλεια σε κάποια πόλη υπό την πολιτική διακυβέρνηση ενός ανθρώπινου βασιλιά, έζησαν σε σκηνές ως πάροικοι, «ξένοι και προσωρινοί κάτοικοι στη χώρα», “περιμένοντας [με πίστη] την πόλη που έχει πραγματικά θεμέλια, της οποίας οικοδόμος και κατασκευαστής είναι ο Θεός”. Δέχτηκαν τον Θεό ως Άρχοντά τους και περίμεναν τη δική του ουράνια διευθέτηση, ή αλλιώς το όργανο, που θα χρησιμοποιούσε εκείνος μελλοντικά για τη διακυβέρνηση της γης—μια διευθέτηση σταθερά θεμελιωμένη στην κυρίαρχη εξουσία και στο υπέρτατο θέλημά του—αν και η πραγματοποίηση αυτής της ελπίδας ήταν τότε «μακριά». (Εβρ 11:8-10, 13-16) Γι’ αυτό, ο Ιησούς, ως χρισμένος ήδη από τον Θεό για να γίνει βασιλιάς, μπορούσε να πει μεταγενέστερα: «Ο Αβραάμ . . . ευφράνθηκε με την προοπτική να δει την ημέρα μου, και την είδε και χάρηκε».—Ιωα 8:56.
Ο Ιεχωβά προχώρησε την εξέλιξη της υπόσχεσής του για το «σπέρμα» της Βασιλείας (Γε 3:15) ένα βήμα πιο πέρα θεσπίζοντας διαθήκη με τον Αβραάμ. (Γε 12:1-3· 22:15-18) Σε συνάρτηση με αυτό, προείπε ότι “θα έβγαιναν βασιλιάδες” από τον Αβραάμ (Άβραμ) και τη σύζυγό του. (Γε 17:1-6, 15, 16) Παρότι οι απόγονοι του Ησαύ, εγγονού του Αβραάμ, σχημάτισαν σεϊχάτα και βασίλεια, η προφητική υπόσχεση του Θεού για βασιλικούς απογόνους επαναλήφθηκε στον άλλον εγγονό του Αβραάμ, τον Ιακώβ.—Γε 35:11, 12· 36:9, 15-43.
Ο σχηματισμός του ισραηλιτικού έθνους. Αιώνες αργότερα, στον κατάλληλο καιρό (Γε 15:13-16), ο Ιεχωβά Θεός ενήργησε για χάρη των απογόνων του Ιακώβ, οι οποίοι αριθμούσαν πλέον εκατομμύρια (βλέπε ΕΞΟΔΟΣ [Ο Αριθμός Εκείνων που Πήραν Μέρος στην Έξοδο]), προστατεύοντάς τους κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας γενοκτονίας που εξαπέλυσε η αιγυπτιακή κυβέρνηση (Εξ 1:15-22) και τελικά απελευθερώνοντάς τους από τη σκληρή δουλεία στο καθεστώς της Αιγύπτου. (Εξ 2:23-25) Η εντολή του Θεού προς τον Φαραώ, η οποία δόθηκε μέσω των εκπροσώπων του, του Μωυσή και του Ααρών, απορρίφθηκε από τον Αιγύπτιο άρχοντα ως προερχόμενη από μια πηγή που δεν είχε καμιά δικαιοδοσία στις αιγυπτιακές υποθέσεις. Η επανειλημμένη άρνηση του Φαραώ να αναγνωρίσει την κυριαρχία του Ιεχωβά επέφερε εκδηλώσεις της θεϊκής δύναμης υπό μορφή πληγών. (Εξ 7 ως 12) Με αυτόν τον τρόπο, ο Θεός απέδειξε ότι η εξουσία που ασκούσε στα στοιχεία και στα πλάσματα της γης ήταν ανώτερη από οποιουδήποτε βασιλιά σε όλη τη γη. (Εξ 9:13-16) Ο ίδιος οδήγησε αυτή την επίδειξη κυριαρχικής δύναμης στο αποκορύφωμά της καταστρέφοντας τις δυνάμεις του Φαραώ με τρόπο που δεν θα μπορούσε ποτέ να μιμηθεί κανένας από τους καυχησιολόγους πολεμιστές βασιλιάδες των εθνών. (Εξ 14:26-31) Ο Μωυσής και οι Ισραηλίτες είχαν κάθε λόγο να ψάλλουν: «Ο Ιεχωβά θα βασιλεύει στον αιώνα, και μάλιστα για πάντα».—Εξ 15:1-19.
Στη συνέχεια, ο Ιεχωβά έδωσε επιπρόσθετες αποδείξεις της εξουσίας που ασκούσε στη γη, στα ζωτικά αποθέματά της σε νερό και στα πουλιά της, κατέδειξε δε την ικανότητα που είχε να προφυλάσσει και να συντηρεί το έθνος του ακόμη και σε άνυδρο και εχθρικό περιβάλλον. (Εξ 15:22–17:15) Αφού τα έκανε όλα αυτά, απευθύνθηκε στον απελευθερωμένο λαό, λέγοντάς τους ότι, μέσω υπακοής στην εξουσία και στη διαθήκη του, θα μπορούσαν να γίνουν ειδική ιδιοκτησία του ανάμεσα από όλους τους άλλους λαούς, «επειδή», όπως είπε ο ίδιος, «ολόκληρη η γη ανήκει σε εμένα». Θα μπορούσαν να γίνουν «βασιλεία ιερέων και άγιο έθνος». (Εξ 19:3-6) Όταν αυτοί διακήρυξαν ότι θα υποτάσσονταν πρόθυμα στην κυριαρχία του, ο Ιεχωβά ενήργησε ως Βασιλικός Νομοθέτης δίνοντάς τους βασιλικά διατάγματα σε έναν μακροσκελή κώδικα νόμων, ενώ παράλληλα επιδείκνυε δυναμικά την ισχύ και τη δόξα του με τρόπο που προκαλούσε δέος. (Εξ 19:7–24:18) Η σκηνή της μαρτυρίας ή της συνάντησης, και ιδιαίτερα η κιβωτός της διαθήκης, αποτελούσε ένδειξη της παρουσίας της αόρατης ουράνιας Κεφαλής του Κράτους. (Εξ 25:8, 21, 22· 33:7-11· παράβαλε Απ 21:3.) Αν και ο Μωυσής και άλλοι διορισμένοι άντρες εκδίκαζαν την πλειονότητα των υποθέσεων, κατευθυνόμενοι από το νόμο του Θεού, ο Ιεχωβά παρενέβαινε ενίοτε προσωπικά για να εκφέρει κρίσεις και να επιβάλει κυρώσεις κατά των παραβατών. (Εξ 18:13-16, 24-26· 32:25-35) Το διορισμένο ιερατείο φρόντιζε να διατηρούνται οι καλές σχέσεις ανάμεσα στο έθνος και στον ουράνιο Άρχοντά του, στηρίζοντας το λαό στις προσπάθειες που κατέβαλλε να συμμορφωθεί με τους υψηλούς κανόνες της διαθήκης του Νόμου. (Βλέπε ΙΕΡΕΑΣ.) Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση του Ισραήλ ήταν γνήσια θεοκρατία.—Δευ 33:2, 5.
Ως Θεός και Δημιουργός, ο οποίος κατέχει το «δικαίωμα απαλλοτρίωσης» όσον αφορά όλη τη γη, και ως «ο Κριτής όλης της γης» (Γε 18:25), ο Ιεχωβά είχε ορίσει τη γη Χαναάν για το σπέρμα του Αβραάμ. (Γε 12:5-7· 15:17-21) Ως η Κεφαλή της Εκτελεστικής Εξουσίας, διέταξε τότε τους Ισραηλίτες να προβούν στη διά της βίας απαλλοτρίωση των εδαφών που κατείχαν οι καταδικασμένοι Χαναναίοι, καθώς επίσης να εκτελέσουν τη θανατική ποινή που είχε εκείνος επιβάλει σε αυτούς.—Δευ 9:1-5· βλέπε ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ Αρ. 2 (Η Κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ).
Η περίοδος των Κριτών. Επί τρεισήμισι αιώνες μετά την κατάκτηση των πολλών βασιλείων της Χαναάν από τον Ισραήλ, ο Ιεχωβά Θεός ήταν ο μόνος βασιλιάς του έθνους. Κατά τη διάρκεια διαφόρων περιόδων, Κριτές που είχε εκλέξει ο Θεός αναλάμβαναν την ηγεσία του έθνους ή τμημάτων του σε καιρό πολέμου και ειρήνης. Η νίκη του Κριτή Γεδεών επί του Μαδιάμ στάθηκε η αφορμή να ζητήσει από αυτόν ο λαός να γίνει ο άρχοντας του έθνους, αλλά εκείνος αρνήθηκε, αναγνωρίζοντας τον Ιεχωβά ως τον αληθινό άρχοντα. (Κρ 8:22, 23) Ο Αβιμέλεχ, ένας φιλόδοξος γιος του, έγινε για λίγο καιρό βασιλιάς ενός μικρού τμήματος του έθνους, αλλά αυτό κατέληξε σε προσωπική πανωλεθρία.—Κρ 9:1, 6, 22, 53-56.
Σχετικά με αυτή τη γενικότερη περίοδο των Κριτών, γίνεται το εξής σχόλιο: «Εκείνες τις ημέρες δεν υπήρχε βασιλιάς στον Ισραήλ. Ο καθένας έκανε ό,τι φαινόταν σωστό στα μάτια του». (Κρ 17:6· 21:25) Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχε κανενός είδους δικαστικός περιορισμός. Κάθε πόλη είχε κριτές, πρεσβυτέρους, οι οποίοι χειρίζονταν τα νομικά ζητήματα και προβλήματα και απένεμαν δικαιοσύνη. (Δευ 16:18-20· βλέπε ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ.) Το Λευιτικό ιερατείο λειτουργούσε ως ανώτερο καθοδηγητικό σώμα, καθώς εκπαίδευε το λαό στο νόμο του Θεού, ενώ ο αρχιερέας είχε το Ουρίμ και το Θουμμίμ μέσω των οποίων συμβουλευόταν τον Θεό για δύσκολα ζητήματα. (Βλέπε ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ· ΙΕΡΕΑΣ· ΟΥΡΙΜ ΚΑΙ ΘΟΥΜΜΙΜ.) Άρα, όποιος επωφελούνταν από αυτές τις προμήθειες, αποκτούσε γνώση του νόμου του Θεού και την εφάρμοζε, είχε έναν ασφαλή οδηγό για τη συνείδησή του. Το ότι ένα τέτοιο άτομο «έκανε ό,τι φαινόταν σωστό στα μάτια του» δεν είχε κακό αποτέλεσμα. Ο Ιεχωβά επέτρεψε στο λαό να δείξει αν είχε πρόθυμη ή απρόθυμη στάση και πορεία. Το έθνος δεν είχε ανθρώπινο μονάρχη που να επιβλέπει το έργο των κριτών στις πόλεις ή να στρατολογεί τους πολίτες για συγκεκριμένα έργα ή να τους οδηγεί στον πόλεμο για την υπεράσπιση του έθνους. (Παράβαλε Κρ 5:1-18.) Επομένως, οι κακές συνθήκες που επικράτησαν οφείλονταν στην απροθυμία της πλειονότητας να δώσει προσοχή στο λόγο και στο νόμο του ουράνιου Βασιλιά τους και να επωφεληθεί από τις προμήθειές του.—Κρ 2:11-23.
Αίτημα για Ανθρώπινο Βασιλιά. Σχεδόν 400 χρόνια μετά την Έξοδο και πάνω από 800 χρόνια μετά τη θέσπιση της διαθήκης του Θεού με τον Αβραάμ, οι Ισραηλίτες ζήτησαν έναν ανθρώπινο βασιλιά για να τους οδηγεί, όπως τα άλλα έθνη που είχαν ανθρώπινους μονάρχες. Με το αίτημά τους απέρριψαν ως βασιλιά τους τον ίδιο τον Ιεχωβά. (1Σα 8:4-8) Είναι αλήθεια ότι ο λαός ανέμενε ορθά να εγκαθιδρυθεί μια βασιλεία από τον Θεό σε αρμονία με την υπόσχεση που εκείνος είχε δώσει στον Αβραάμ και στον Ιακώβ, όπως αναφέρθηκε ήδη. Επιπρόσθετη βάση για αυτή την ελπίδα τούς έδινε η προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του σχετικά με τον Ιούδα (Γε 49:8-10), τα λόγια του Ιεχωβά προς τον Ισραήλ μετά την Έξοδο (Εξ 19:3-6), οι όροι της διαθήκης του Νόμου (Δευ 17:14, 15), ακόμη και μέρος του αγγέλματος που έβαλε ο Θεός τον προφήτη Βαλαάμ να πει (Αρ 24:2-7, 17). Η πιστή μητέρα του Σαμουήλ, η Άννα, εξέφρασε αυτή την ελπίδα στην προσευχή της. (1Σα 2:7-10) Ωστόσο, ο Ιεχωβά δεν είχε αποκαλύψει πλήρως το «ιερό μυστικό» του σχετικά με τη Βασιλεία και δεν είχε υποδείξει πότε θα έφτανε ο δικός του ορισμένος καιρός για την ίδρυσή της ούτε ποια θα ήταν η δομή και η σύνθεση αυτής της κυβέρνησης—αν θα ήταν επίγεια ή ουράνια. Επομένως, εκείνη τη στιγμή αποτελούσε αυθάδεια εκ μέρους του λαού το να απαιτήσει ανθρώπινο βασιλιά.
Η απειλή επίθεσης από τους Φιλισταίους και τους Αμμωνίτες προφανώς συνέβαλε στην επιθυμία που εξέφρασαν οι Ισραηλίτες να έχουν ορατό βασιλιά ως στρατάρχη. Συνεπώς, εκδήλωσαν έλλειψη πίστης στην ικανότητα που είχε ο Θεός να τους προφυλάσσει, να τους καθοδηγεί και να προμηθεύει για αυτούς, ως έθνος και ως άτομα. (1Σα 8:4-8) Το κίνητρο του λαού ήταν εσφαλμένο, αλλά ο Ιεχωβά Θεός ικανοποίησε το αίτημά τους, όχι πρωτίστως για χάρη τους, αλλά για να επιτελέσει το δικό του καλό σκοπό ως προς την προοδευτική αποκάλυψη του “ιερού μυστικού” σχετικά με τη μελλοντική Βασιλεία του μέσω του “σπέρματος”. Η ανθρώπινη βασιλεία, όμως, θα επέφερε τα δικά της προβλήματα και θα είχε κάποιο τίμημα για τον Ισραήλ, ο δε Ιεχωβά εξέθεσε αυτά τα γεγονότα ενώπιον του λαού.—1Σα 8:9-22.
Έκτοτε, οι βασιλιάδες που διόριζε ο Ιεχωβά έπρεπε να υπηρετούν ως επίγειοι εκπρόσωποι του Θεού, χωρίς αυτό να μειώνει στο ελάχιστο την κυριαρχία του ίδιου του Ιεχωβά στο έθνος. Ο θρόνος ήταν στην πραγματικότητα του Ιεχωβά, και εκείνοι κάθονταν σε αυτόν ως βασιλιάδες που τον υποκαθιστούσαν. (1Χρ 29:23) Ο Ιεχωβά έδωσε εντολή να χριστεί ο πρώτος βασιλιάς, ο Σαούλ (1Σα 9:15-17), εκθέτοντας ταυτόχρονα την απιστία που είχε εκδηλώσει το έθνος.—1Σα 10:17-25.
Για να είναι επωφελής η βασιλεία, θα έπρεπε τώρα τόσο ο βασιλιάς όσο και το έθνος να σέβονται την εξουσία του Θεού. Αν απέβλεπαν ανεδαφικά σε άλλες πηγές για κατεύθυνση και προστασία, αυτοί και ο βασιλιάς τους θα σαρώνονταν. (Δευ 28:36· 1Σα 12:13-15, 20-25) Ο βασιλιάς δεν έπρεπε να στηρίζεται στη στρατιωτική ισχύ, να παίρνει πολλές συζύγους και να κυριαρχείται από το πάθος για πλούτη. Η βασιλεία του έπρεπε να λειτουργεί αποκλειστικά μέσα στα πλαίσια της διαθήκης του Νόμου. Έλαβε τη θεϊκή εντολή να γράψει το δικό του αντίγραφο εκείνου του Νόμου και να το διαβάζει καθημερινά, έτσι ώστε να διατηρεί κατάλληλο φόβο για την Κυρίαρχη Εξουσία, να παραμένει ταπεινός και να εμμένει σε δίκαιη πορεία. (Δευ 17:16-20) Στο βαθμό στον οποίο θα το έκανε αυτό, αγαπώντας τον Θεό ολόκαρδα και τον πλησίον του όπως τον εαυτό του, η διακυβέρνησή του θα έφερνε ευλογίες, και δεν θα υπήρχε ουσιαστική αιτία για παράπονα λόγω καταδυνάστευσης ή άλλης ταλαιπωρίας. Αλλά όπως είχε κάνει με το λαό, έτσι τώρα και με τους βασιλιάδες τους, ο Ιεχωβά επέτρεψε στους άρχοντες να δείξουν τι υπήρχε στην καρδιά τους, το αν ήταν πρόθυμοι ή όχι να αναγνωρίσουν την εξουσία και το θέλημα του Θεού.
Η Υποδειγματική Διακυβέρνηση του Δαβίδ. Η ασέβεια που εκδήλωσε ο Βενιαμίτης Σαούλ προς την ανώτερη εξουσία και τις διευθετήσεις της “Εξοχότητας του Ισραήλ” επέσυρε τη θεϊκή αποδοκιμασία και στοίχισε στην οικογενειακή του γραμμή το θρόνο. (1Σα 13:10-14· 15:17-29· 1Χρ 10:13, 14) Με τη διακυβέρνηση του διαδόχου του Σαούλ, του Δαβίδ από τον Ιούδα, η προφητεία που εξήγγειλε ο Ιακώβ στην επιθανάτια κλίνη του εκπληρώθηκε περαιτέρω. (Γε 49:8-10) Αν και ο Δαβίδ έκανε σφάλματα που οφείλονταν στην ανθρώπινη αδυναμία, η διακυβέρνησή του ήταν υποδειγματική λόγω της ολόκαρδης αφοσίωσής του στον Ιεχωβά Θεό και της ταπεινής υποταγής του στη θεϊκή εξουσία. (Ψλ 51:1-4· 1Σα 24:10-14· παράβαλε 1Βα 11:4· 15:11, 14.) Όταν έλαβε τις συνεισφορές για την οικοδόμηση του ναού, ο Δαβίδ προσευχήθηκε στον Θεό ενώπιον του συγκεντρωμένου λαού, λέγοντας: «Δική σου είναι, Ιεχωβά, η μεγαλοσύνη και η κραταιότητα και η ωραιότητα και η εξοχότητα και η αξιοπρέπεια· διότι τα πάντα στους ουρανούς και στη γη είναι δικά σου. Δική σου είναι η βασιλεία, Ιεχωβά, που μάλιστα υψώνεις τον εαυτό σου ως κεφαλή πάνω από όλους. Τα πλούτη και η δόξα οφείλονται σε εσένα, και εσύ εξουσιάζεις τα πάντα· στο χέρι σου βρίσκεται δύναμη και κραταιότητα, και στο χέρι σου είναι να μεγαλύνεις και να δίνεις ισχύ σε όλους. Τώρα λοιπόν, Θεέ μας, σε ευχαριστούμε και αινούμε το θεσπέσιο όνομά σου». (1Χρ 29:10-13) Οι τελευταίες συμβουλές που έδωσε στο γιο του τον Σολομώντα δείχνουν επίσης τη θαυμάσια άποψη που είχε ο Δαβίδ για τη σχέση της επίγειας βασιλείας με τη θεϊκή Πηγή της.—1Βα 2:1-4.
Όταν έφεραν την κιβωτό της διαθήκης, η οποία σχετιζόταν με την παρουσία του Ιεχωβά, στην πρωτεύουσα, την Ιερουσαλήμ, ο Δαβίδ έψαλε: «Ας χαίρονται οι ουρανοί και ας ευφραίνεται η γη. Και ας πουν ανάμεσα στα έθνη: “Ο Ιεχωβά έχει γίνει βασιλιάς!”» (1Χρ 16:1, 7, 23-31) Αυτό καταδεικνύει το γεγονός ότι, μολονότι ο Ιεχωβά κυβερνάει από την αρχή της δημιουργίας, μπορεί να φέρνει σε ύπαρξη συγκεκριμένες εκφράσεις της διακυβέρνησής του ή να καθορίζει κάποια όργανα που θα τον εκπροσωπούν, πράγμα που επιτρέπει να λέγεται για αυτόν ότι “έγινε βασιλιάς” σε δεδομένη στιγμή ή περίσταση.
Η διαθήκη για μια βασιλεία. Ο Ιεχωβά έκανε διαθήκη με τον Δαβίδ για μια βασιλεία που θα παρέμενε αιώνια στην οικογενειακή του γραμμή, λέγοντας: «Θα εγείρω το σπέρμα σου έπειτα από εσένα, . . . και θα εδραιώσω τη βασιλεία του. . . . Και ο οίκος σου και η βασιλεία σου θα είναι σταθερά στον αιώνα ενώπιόν σου· ο θρόνος σου θα εδραιωθεί στον αιώνα». (2Σα 7:12-16· 1Χρ 17:11-14) Αυτή η διαθήκη που θα ίσχυε για τη Δαβιδική δυναστεία αποδείκνυε περαιτέρω την επεξεργασία της εδεμικής υπόσχεσης του Θεού για τη Βασιλεία του μέσω του προειπωμένου “σπέρματος” (Γε 3:15) και παρείχε επιπρόσθετα μέσα για τον προσδιορισμό αυτού του “σπέρματος” όταν θα ερχόταν. (Παράβαλε Ησ 9:6, 7· 1Πε 1:11.) Οι βασιλιάδες που διόριζε ο Θεός χρίονταν για να αναλάβουν το αξίωμά τους, γι’ αυτό και εφαρμοζόταν σε αυτούς ο όρος «μεσσίας», δηλαδή «χρισμένος». (1Σα 16:1· Ψλ 132:13, 17) Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η επίγεια βασιλεία που εγκαθίδρυσε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ αποτέλεσε εξεικονιστικό τύπο ή μικρογραφία της ερχόμενης Βασιλείας μέσω του Μεσσία, του Ιησού Χριστού, «γιου του Δαβίδ».—Ματ 1:1.
Παρακμή και Πτώση των Ισραηλιτικών Βασιλείων. Επειδή δεν υπήρξε προσκόλληση στις δίκαιες οδούς του Ιεχωβά, οι επικρατούσες συνθήκες στο τέλος τριών και μόνο βασιλειών και στην αρχή της τέταρτης προκάλεσαν μεγάλη δυσαρέσκεια που οδήγησε σε ανταρσία και σε διάσπαση του έθνους (997 Π.Κ.Χ.). Ως αποτέλεσμα, σχηματίστηκαν δύο βασίλεια, το βόρειο και το νότιο. Εντούτοις, η διαθήκη του Ιεχωβά με τον Δαβίδ συνέχισε να ισχύει για τους βασιλιάδες του νότιου βασιλείου του Ιούδα. Στους αιώνες που πέρασαν, οι πιστοί βασιλιάδες σπάνιζαν στον Ιούδα και έλειπαν παντελώς από το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ. Η ιστορία του βόρειου βασιλείου είναι ιστορία ειδωλολατρίας, ραδιουργιών και δολοφονιών, με τους βασιλιάδες να διαδέχονται συνήθως ταχύτατα ο ένας τον άλλον. Ο λαός υπέφερε από την αδικία και την καταδυνάστευση. Περίπου 250 χρόνια μετά τη δημιουργία του βόρειου βασιλείου, ο Ιεχωβά επέτρεψε στο βασιλιά της Ασσυρίας να το συντρίψει (740 Π.Κ.Χ.) επειδή είχε ακολουθήσει πορεία στασιασμού εναντίον του Θεού.—Ωσ 4:1, 2· Αμ 2:6-8.
Αν και το βασίλειο του Ιούδα απολάμβανε μεγαλύτερη σταθερότητα λόγω της Δαβιδικής δυναστείας, αυτό το νότιο βασίλειο ξεπέρασε τελικά το βόρειο σε ηθική διαφθορά, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλαν θεοφοβούμενοι βασιλιάδες, όπως ο Εζεκίας και ο Ιωσίας, να αντιστρέψουν τον ξεπεσμό προς την ειδωλολατρία και προς την απόρριψη του λόγου και της εξουσίας του Ιεχωβά. (Ησ 1:1-4· Ιεζ 23:1-4, 11) Οι προφήτες του Ιεχωβά, στα προειδοποιητικά αγγέλματα που μετέδωσαν στους άρχοντες και στο λαό, κατήγγειλαν την κοινωνική αδικία, την τυραννία, την απληστία, την ανεντιμότητα, τις δωροδοκίες, τις σεξουαλικές διαστροφές, τις εγκληματικές επιθέσεις και την αιματοχυσία, καθώς επίσης τη θρησκευτική υποκρισία που είχε μετατρέψει το ναό του Θεού σε «σπηλιά ληστών». (Ησ 1:15-17, 21-23· 3:14, 15· Ιερ 5:1, 2, 7, 8, 26-28, 31· 6:6, 7· 7:8-11) Ούτε η υποστήριξη των αποστατών ιερέων ούτε κάποια πολιτική συμμαχία με άλλα έθνη μπόρεσε να αποτρέψει την επερχόμενη συντριβή εκείνου του άπιστου βασιλείου. (Ιερ 6:13-15· 37:7-10) Η πρωτεύουσα, η Ιερουσαλήμ, καταστράφηκε και ο Ιούδας ερημώθηκε από τους Βαβυλωνίους το 607 Π.Κ.Χ.—2Βα 25:1-26.
Η βασιλική θέση του Ιεχωβά παραμένει ακηλίδωτη. Η καταστροφή των βασιλείων του Ισραήλ και του Ιούδα δεν αμαύρωνε με κανέναν τρόπο την ποιότητα της διακυβέρνησης του Ιεχωβά Θεού. Δεν φανέρωνε με κανέναν τρόπο αδυναμία από τη δική του πλευρά. Σε όλη την ιστορία του ισραηλιτικού έθνους, ο Ιεχωβά κατέστησε σαφές ότι τον ενδιέφερε η πρόθυμη υπηρεσία και υπακοή. (Δευ 10:12-21· 30:6, 15-20· Ησ 1:18-20· Ιεζ 18:25-32) Παρείχε εκπαίδευση, έλεγχο, διαπαιδαγώγηση, προειδοποιήσεις και τιμωρία. Αλλά δεν χρησιμοποίησε τη δύναμή του για να αναγκάσει είτε το βασιλιά είτε το λαό να ακολουθήσει μια δίκαιη πορεία. Οι ίδιοι ευθύνονταν για την άσχημη κατάσταση που δημιουργήθηκε, τα δεινά που υπέστησαν και τη συμφορά που τους βρήκε, διότι σκλήρυναν πεισματικά τις καρδιές τους και επέμεναν να ακολουθούν ανεξάρτητη πορεία, με την οποία έβλαπταν ανόητα τα καλύτερα συμφέροντά τους.—Θρ 1:8, 9· Νε 9:26-31, 34-37· Ησ 1:2-7· Ιερ 8:5-9· Ωσ 7:10, 11.
Ο Ιεχωβά εκδήλωνε την Κυρίαρχη δύναμή του συγκρατώντας τις επιθετικές και άπληστες δυνάμεις της Ασσυρίας και της Βαβυλώνας μέχρι το δικό του ορισμένο καιρό, και μάλιστα χειραγωγώντας τες έτσι ώστε να ενεργήσουν σε εκπλήρωση των προφητειών του. (Ιεζ 21:18-23· Ησ 10:5-7) Όταν τελικά ο Ιεχωβά αφαίρεσε τον προστατευτικό κλοιό με τον οποίο περιέβαλλε το έθνος, αυτή η ενέργεια συνιστούσε έκφραση της δίκαιης κρίσης του ως Υπέρτατου Κυρίαρχου. (Ιερ 35:17) Η ερήμωση του Ισραήλ και του Ιούδα δεν αποτέλεσε συνταρακτική έκπληξη για τους υπάκουους υπηρέτες του Θεού οι οποίοι είχαν προειδοποιηθεί από τις προφητείες του. Ο υποβιβασμός των υπεροπτικών αρχόντων εξύψωσε τη “λαμπρή ανωτερότητα” του Ιεχωβά. (Ησ 2:1, 10-17) Πέρα από όλα αυτά, όμως, εκείνος είχε καταδείξει ότι ήταν ικανός να προστατεύει και να διαφυλάττει τα άτομα που απέβλεπαν σε αυτόν ως Βασιλιά τους, ακόμη και όταν αυτά αντιμετώπιζαν καταστάσεις πείνας, αρρώστιας και μαζικής σφαγής, όπως επίσης και όταν γίνονταν αντικείμενα διωγμού από όσους μισούσαν τη δικαιοσύνη.—Ιερ 34:17-21· 20:10, 11· 35:18, 19· 36:26· 37:18-21· 38:7-13· 39:11–40:5.
Ο τελευταίος βασιλιάς του Ισραήλ προειδοποιήθηκε ότι επρόκειτο να του αφαιρεθεί το στέμμα, το οποίο συμβόλιζε τη χρισμένη βασιλεία του ως βασιλικού εκπροσώπου του Ιεχωβά. Αυτή η χρισμένη Δαβιδική βασιλεία θα έπαυε να ασκείται «ώσπου να έρθει εκείνος που έχει το νόμιμο δικαίωμα», και ο Ιεχωβά θα την έδινε «σε αυτόν». (Ιεζ 21:25-27) Έτσι λοιπόν, το τυπικό βασίλειο, ερειπωμένο πλέον, έπαψε να υφίσταται, και η προσοχή στράφηκε πάλι προς το μέλλον, προς το «σπέρμα» που θα ερχόταν, τον Μεσσία.
Πολιτικά έθνη, όπως η Ασσυρία και η Βαβυλώνα, ερήμωσαν τα αποστατικά βασίλεια του Ισραήλ και του Ιούδα. Αν και ο Θεός λέει ότι εκείνος τα “ήγειρε” ή τα “έφερε” εναντίον αυτών των καταδικασμένων βασιλείων (Δευ 28:49· Ιερ 5:15· 25:8, 9· Ιεζ 7:24· Αμ 6:14), εδώ προφανώς εννοείται κάτι παρόμοιο με το ότι ο Θεός “σκλήρυνε” την καρδιά του Φαραώ. (Βλέπε ΠΡΟΓΝΩΣΗ, ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ [Αναφορικά με μεμονωμένα άτομα].) Δηλαδή ο Θεός “έφερε” αυτές τις επιτιθέμενες δυνάμεις με το να τους επιτρέψει να εκπληρώσουν την επιθυμία που βρισκόταν ήδη στην καρδιά τους (Ησ 10:7· Θρ 2:16· Μιχ 4:11), απομακρύνοντας το προστατευτικό του «χέρι» από τα αντικείμενα της φιλόδοξης απληστίας τους. (Δευ 31:17, 18· παράβαλε Εσδ 8:31 με Εσδ 5:12· Νε 9:28-31· Ιερ 34:2.) Οι αποστάτες Ισραηλίτες, λοιπόν, οι οποίοι αρνήθηκαν πεισματικά να υποταχθούν στο νόμο και στο θέλημα του Ιεχωβά, έλαβαν “ελευθερία στο σπαθί, στην επιδημία και στην πείνα”. (Ιερ 34:17) Ωστόσο, τα επιτιθέμενα ειδωλολατρικά έθνη δεν απέκτησαν έτσι την επιδοκιμασία του Θεού ούτε είχαν “καθαρά χέρια” ενώπιόν του όταν κατέστρεφαν αμείλικτα το βόρειο και το νότιο βασίλειο, την πρωτεύουσα Ιερουσαλήμ και τον ιερό ναό της. Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά, ο Κριτής όλης της γης, μπορούσε δίκαια να τα κατακρίνει για τη “λεηλασία της κληρονομιάς του” και να τα καταδικάσει να υποστούν την ίδια ερήμωση με αυτήν που επέφεραν στο λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη.—Ησ 10:12-14· 13:1, 17-22· 14:4-6, 12-14, 26, 27· 47:5-11· Ιερ 50:11, 14, 17-19, 23-29.
Οράματα της Βασιλείας του Θεού στις Ημέρες του Δανιήλ. Ολόκληρη η προφητεία του Δανιήλ τονίζει με έμφαση το θέμα της Παγκόσμιας Κυριαρχίας του Θεού, διευκρινίζοντας περαιτέρω το σκοπό του Ιεχωβά. Εξόριστος στην πρωτεύουσα της παγκόσμιας δύναμης η οποία ανέτρεψε τον Ιούδα, ο Δανιήλ χρησιμοποιήθηκε από τον Θεό για να αποκαλύψει τη σημασία ενός οράματος που είδε ο Βαβυλώνιος μονάρχης, ενός οράματος που προέλεγε την προέλαση των παγκόσμιων δυνάμεων και τον τελικό τους αφανισμό από την αιώνια Βασιλεία την οποία εγκαθιδρύει ο ίδιος ο Ιεχωβά. Προς έκπληξη, αναμφίβολα, της βασιλικής του αυλής, ο Ναβουχοδονόσορ, ο κατακτητής της Ιερουσαλήμ, υποκινήθηκε τώρα να προσπέσει και να αποδώσει τιμή στον εξόριστο Δανιήλ και να αναγνωρίσει ότι ο Θεός του Δανιήλ είναι «Κύριος βασιλιάδων». (Δα 2:36-47) Επιπρόσθετα, μέσω του οράματος που είδε σε όνειρο ο Ναβουχοδονόσορ σχετικά με το “κομμένο δέντρο”, ο Ιεχωβά γνωστοποίησε με δυναμικό τρόπο ότι «ο Ύψιστος είναι Άρχοντας στη βασιλεία των ανθρώπων και ότι σε όποιον θέλει τη δίνει και εγκαθιστά σε αυτήν ακόμη και τον πιο ασήμαντο των ανθρώπων». (Δα 4· βλέπε την ανάλυση αυτού του οράματος στο λήμμα ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ.) Μέσω της εκπλήρωσης του ονείρου όσον αφορά τον ίδιο, ο αυτοκρατορικός άρχοντας Ναβουχοδονόσορ αναγκάστηκε και πάλι να αναγνωρίσει τον Θεό του Δανιήλ ως «τον Βασιλιά των ουρανών», Εκείνον που «ενεργεί σύμφωνα με το δικό του θέλημα ανάμεσα στο στράτευμα των ουρανών και στους κατοίκους της γης. Και δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να εμποδίσει το χέρι του ή που να μπορεί να του πει: “Τι έκανες;”»—Δα 4:34-37.
Προς το τέλος της περιόδου κατά την οποία η Βαβυλώνα κυριάρχησε στα έθνη, ο Δανιήλ είδε προφητικά οράματα διαδοχικών αυτοκρατοριών, οι οποίες είχαν θηριώδη χαρακτηριστικά. Είδε επίσης το μεγαλοπρεπές ουράνιο Δικαστήριο του Ιεχωβά να συνεδριάζει και να εκφέρει κρίση για τις παγκόσμιες δυνάμεις, αποφαινόμενο ότι είναι ανάξιες να κυβερνούν. Και είδε “κάποιον που ήταν σαν γιος ανθρώπου . . . [στον οποίο] δόθηκε εξουσία διακυβέρνησης και αξιοπρέπεια και βασιλεία, ώστε όλοι οι λαοί, οι εθνότητες και οι γλώσσες να υπηρετούν αυτόν” καθώς θα ασκούσε την «εξουσία του για διακυβέρνηση . . . που θα διαρκέσει στον αιώνα και δεν θα παρέλθει». Επίσης, παρέστη μάρτυρας του πολέμου που διεξάγει η τελευταία παγκόσμια δύναμη εναντίον “των αγίων”, γεγονός που επιτάσσει τον αφανισμό της, καθώς και μάρτυρας της παράδοσης “της βασιλείας και της εξουσίας για διακυβέρνηση και του μεγαλείου των βασιλειών κάτω από όλους τους ουρανούς . . . στο λαό που είναι οι άγιοι του Υπέρτατου”, του Ιεχωβά Θεού. (Δα 7, 8) Έτσι λοιπόν, έγινε φανερό ότι το υποσχεμένο «σπέρμα» θα περιλάμβανε ένα κυβερνητικό σώμα το οποίο δεν θα είχε μόνο μια βασιλική κεφαλή, το “γιο του ανθρώπου”, αλλά και συνάρχοντες, “τους αγίους του Υπέρτατου”.
Ως Προς τη Βαβυλώνα και τη Μηδοπερσία. Το αμετάκλητο διάταγμα του Θεού εναντίον της κραταιάς Βαβυλώνας εκτελέστηκε ξαφνικά και απροσδόκητα, καθώς οι ημέρες της αριθμήθηκαν και τερματίστηκαν. (Δα 5:17-30) Στη διάρκεια της μηδοπερσικής διακυβέρνησης που ακολούθησε, ο Ιεχωβά προχώρησε σε περαιτέρω αποκαλύψεις σχετικά με τη Μεσσιανική Βασιλεία, υποδεικνύοντας το χρόνο εμφάνισης του Μεσσία, προλέγοντας την “εκκοπή” του, καθώς και μια δεύτερη καταστροφή της πόλης της Ιερουσαλήμ και του αγίου τόπου της. (Δα 9:1, 24-27· βλέπε ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ.) Επίσης, όπως και στη διάρκεια της βαβυλωνιακής διακυβέρνησης, ο Ιεχωβά Θεός κατέδειξε και πάλι την ικανότητα που είχε να προστατεύει εκείνους που αναγνώριζαν την κυριαρχία του όταν αυτοί αντιμετώπισαν το θυμό των αξιωματούχων και την απειλή του θανάτου, κάνοντας φανερή τη δύναμη που είχε να ελέγχει τόσο τα επίγεια στοιχεία όσο και τα θηρία. (Δα 3:13-29· 6:12-27) Έκανε να ανοίξουν διάπλατα οι πύλες της Βαβυλώνας τη στιγμή που όριζε το χρονοδιάγραμμά του, παρέχοντας στο λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη την ελευθερία να επιστρέψει στη γη του και να ανοικοδομήσει εκεί τον οίκο του Ιεχωβά. (2Χρ 36:20-23) Επειδή με αυτή την πράξη του απελευθέρωσε το λαό του, ήταν δικαιολογημένη η εξής αναγγελία προς τη Σιών: «Ο Θεός σου έχει γίνει βασιλιάς!» (Ησ 52:7-11) Έκτοτε, ανατράπηκαν συνωμοσίες εναντίον του λαού του και ανασκευάστηκαν τόσο η κακοπαράσταση από κατώτερους αξιωματούχους όσο και κάποια δυσμενή κυβερνητικά διατάγματα, καθώς ο Ιεχωβά υποκίνησε διάφορους Πέρσες βασιλιάδες να συνεργαστούν με το έργο της επιτέλεσης του δικού του υπέρτατου θελήματος.—Εσδ 4-7· Νε 2, 4, 6· Εσθ 3-9.
Έτσι λοιπόν, επί χιλιετίες ο αμετάβλητος, ακαταμάχητος σκοπός του Ιεχωβά Θεού προχωρούσε ακάθεκτα. Άσχετα με την τροπή των γεγονότων στη γη, Εκείνος αποδείκνυε ότι είχε πάντα τον έλεγχο της κατάστασης, ότι προπορευόταν πάντα σε σχέση με τους εναντιουμένους, είτε επρόκειτο για ανθρώπους είτε για τον Διάβολο. Δεν επέτρεψε να παρέμβει τίποτα στην τέλεια επεξεργασία του σκοπού του, του θελήματός του. Το έθνος του Ισραήλ και η ιστορία του, εκτός από το ότι αποτέλεσαν προφητικούς τύπους και προαναλαμπές της μελλοντικής πολιτείας του Θεού με τους ανθρώπους, κατέδειξαν επίσης ότι δεν μπορεί να υπάρξει διαρκής αρμονία, ειρήνη και ευτυχία χωρίς ολόκαρδη αναγνώριση της θεϊκής ηγεσίας και υποταγή σε αυτήν. Οι Ισραηλίτες είχαν το πλεονέκτημα της κοινής καταγωγής, γλώσσας και χώρας. Αντιμετώπιζαν επίσης κοινούς εχθρούς. Αλλά μόνο όταν λάτρευαν και υπηρετούσαν με οσιότητα και πίστη τον Ιεχωβά Θεό είχαν ενότητα, δύναμη και δικαιοσύνη και απολάμβαναν πραγματικά τη ζωή. Όταν εξασθενούσαν οι δεσμοί της σχέσης με τον Ιεχωβά Θεό, το έθνος εκφυλιζόταν ραγδαία.
Η Βασιλεία του Θεού “Πλησιάζει”. Εφόσον ο Μεσσίας επρόκειτο να είναι απόγονος του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, μέλος της φυλής του Ιούδα και “γιος του Δαβίδ”, έπρεπε να γεννηθεί ως άνθρωπος. Σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ, έπρεπε να είναι «γιος ανθρώπου». Όταν «έφτασε το πλήρωμα του χρόνου», ο Ιεχωβά Θεός απέστειλε τον Γιο του, ο οποίος γεννήθηκε από γυναίκα και πληρούσε όλες τις νομικές προϋποθέσεις για να κληρονομήσει «το θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του». (Γα 4:4· Λου 1:26-33· βλέπε ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.) Έξι μήνες πριν από τη γέννησή του, είχε γεννηθεί ο Ιωάννης, ο οποίος έγινε ο Βαφτιστής και ο οποίος επρόκειτο να είναι ο πρόδρομος του Ιησού. (Λου 1:13-17, 36) Οι εκφράσεις των γονέων αυτών των γιων έδειχναν ότι ζούσαν προσμένοντας με λαχτάρα θεϊκές πράξεις διακυβέρνησης. (Λου 1:41-55, 68-79) Όταν γεννήθηκε ο Ιησούς, τα λόγια της αγγελικής αντιπροσωπείας που στάλθηκε για να αναγγείλει τη σημασία του γεγονότος έστρεψαν επίσης την προσοχή σε ένδοξες πράξεις του Θεού. (Λου 2:9-14) Παρόμοια, τα λόγια του Συμεών και της Άννας στο ναό εξέφραζαν ελπίδα για πράξεις σωτηρίας και για απελευθέρωση. (Λου 2:25-38) Τόσο το Βιβλικό υπόμνημα όσο και οι κοσμικές πηγές αποκαλύπτουν ότι ανάμεσα στους Ιουδαίους επικρατούσε ένα γενικό αίσθημα προσμονής σχετικά με το ότι πλησίαζε η έλευση του Μεσσία. Πολλοί, όμως, ενδιαφέρονταν κυρίως να απελευθερωθούν από το βαρύ ζυγό της ρωμαϊκής κυριαρχίας.—Βλέπε ΜΕΣΣΙΑΣ.
Η αποστολή του Ιωάννη ήταν να «επιστρέψει τις καρδιές» των ατόμων στον Ιεχωβά, στις διαθήκες του, στο “προνόμιο να αποδίδουν άφοβα ιερή υπηρεσία σε αυτόν με οσιότητα και δικαιοσύνη”, ετοιμάζοντας έτσι για τον Ιεχωβά «λαό προπαρασκευασμένο». (Λου 1:16, 17, 72-75) Είπε στο λαό ξεκάθαρα ότι αντιμετώπιζαν έναν καιρό κρίσης από τον Θεό, ότι “η βασιλεία των ουρανών είχε πλησιάσει”, και επομένως ήταν επείγον να μετανοήσουν και να εγκαταλείψουν την πορεία ανυπακοής στο θέλημα και στο νόμο του Θεού την οποία ακολουθούσαν. Αυτό έδινε και πάλι έμφαση στον κανόνα που έχει θέσει ο Ιεχωβά να έχει μόνο πρόθυμους υπηκόους, άτομα που αναγνωρίζουν και εκτιμούν την ορθότητα των οδών και των νόμων του.—Ματ 3:1, 2, 7-12.
Ο Μεσσίας ήρθε όταν ο Ιησούς παρουσιάστηκε στον Ιωάννη για βάφτισμα και κατόπιν χρίστηκε με το άγιο πνεύμα του Θεού. (Ματ 3:13-17) Έγινε έτσι ο Προσδιορισμένος Βασιλιάς, Εκείνος σχετικά με τον οποίο το Δικαστήριο του Ιεχωβά αναγνώριζε ότι έχει το νόμιμο δικαίωμα στο Δαβιδικό θρόνο, ένα δικαίωμα που δεν είχε ασκηθεί τους προηγούμενους έξι αιώνες. (Βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ [Το Βάφτισμά Του].) Επιπρόσθετα, όμως, ο Ιεχωβά εισήγαγε αυτόν τον επιδοκιμασμένο Γιο σε μια διαθήκη για ουράνια Βασιλεία, στην οποία ο Ιησούς θα ήταν συγχρόνως Βασιλιάς και Ιερέας, όπως ο Μελχισεδέκ της αρχαίας Σαλήμ. (Ψλ 110:1-4· Λου 22:29· Εβρ 5:4-6· 7:1-3· 8:1· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ.) Ως το υποσχεμένο “σπέρμα του Αβραάμ”, αυτός ο ουράνιος Βασιλιάς-Ιερέας θα ήταν ο Πρώτιστος Παράγοντας που θα χρησιμοποιούσε ο Θεός για την ευλογία ανθρώπων από όλα τα έθνη.—Γε 22:15-18· Γα 3:14· Πρ 3:15.
Από την αρχή της επίγειας ζωής του Γιου του, ο Ιεχωβά έκανε φανερή τη βασιλική του εξουσία για χάρη του Ιησού. Ο Θεός οδήγησε αλλού τους αστρολόγους από την Ανατολή οι οποίοι επρόκειτο να αποκαλύψουν στον τυραννικό Βασιλιά Ηρώδη πού βρισκόταν το παιδάκι, και υπέδειξε στους γονείς του Ιησού να φύγουν κρυφά για την Αίγυπτο προτού οι άνθρωποι του Ηρώδη διαπράξουν τις βρεφοκτονίες στη Βηθλεέμ. (Ματ 2:1-16) Εφόσον η αρχική προφητεία στην Εδέμ είχε προείπει ότι θα υπήρχε έχθρα ανάμεσα στο υποσχεμένο «σπέρμα» και στο “σπέρμα του φιδιού”, αυτή η απόπειρα εναντίον της ζωής του Ιησού δεν μπορούσε παρά να σημαίνει ότι ο Αντίδικος του Θεού, ο Σατανάς ο Διάβολος, προσπαθούσε, αν και μάταια, να ανατρέψει το σκοπό του Ιεχωβά.—Γε 3:15.
Ύστερα από περίπου 40 ημέρες στην έρημο της Ιουδαίας, ο βαφτισμένος Ιησούς ήρθε αντιμέτωπος με αυτόν τον πρώτιστο εναντιούμενο στην κυριαρχία του Ιεχωβά. Με κάποια μέσα, ο πνευματικός Αντίδικος έκανε στον Ιησού ορισμένες πανούργες εισηγήσεις, οι οποίες αποσκοπούσαν στο να τον υποκινήσουν να προβεί σε ενέργειες που παραβίαζαν το ρητό θέλημα και λόγο του Ιεχωβά. Μάλιστα ο Σατανάς προσφέρθηκε να δώσει στον χρισμένο Ιησού εξουσία πάνω σε όλα τα επίγεια βασίλεια χωρίς να κάνει ο Ιησούς κάποιον αγώνα και χωρίς να χρειαστεί να υποφέρει—σε αντάλλαγμα για μια πράξη λατρείας προς αυτόν. Όταν ο Ιησούς αρνήθηκε, αναγνωρίζοντας τον Ιεχωβά ως τον μόνο αληθινό Κυρίαρχο από τον οποίο πηγάζει δικαιωματικά η εξουσία και στον οποίο αποδίδεται η λατρεία, ο Αντίδικος του Θεού άρχισε να καταστρώνει άλλα σχέδια πολεμικής στρατηγικής εναντίον του Εκπροσώπου του Ιεχωβά, χρησιμοποιώντας με ποικίλους τρόπους ως όργανά του κάποιους ανθρώπους, όπως είχε κάνει πολύ πρωτύτερα στην περίπτωση του Ιώβ.—Ιωβ 1:8-18· Ματ 4:1-11· Λου 4:1-13· παράβαλε Απ 13:1, 2.
Με ποιον τρόπο ήταν η Βασιλεία του Θεού «ανάμεσα» σε εκείνους στους οποίους κήρυττε ο Ιησούς;
Εμπιστευόμενος στη δύναμη που είχε ο Ιεχωβά να τον προστατεύει και να του χαρίζει επιτυχία, ο Ιησούς ξεκίνησε τη δημόσια διακονία του, αναγγέλλοντας στο λαό με τον οποίο είχε συνάψει διαθήκη ο Ιεχωβά ότι «ο προσδιορισμένος καιρός έχει συμπληρωθεί», πράγμα που σήμαινε ότι πλησίαζε η Βασιλεία του Θεού. (Μαρ 1:14, 15) Για να καθορίσουμε με ποια έννοια “πλησίαζε” η Βασιλεία, μπορούμε να σημειώσουμε τα λόγια που είπε σε κάποιους Φαρισαίους, συγκεκριμένα ότι «η βασιλεία του Θεού είναι ανάμεσά σας». (Λου 17:21) Σχολιάζοντας αυτή την περικοπή, Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 883) παρατηρεί ότι, αν και η συγκεκριμένη περικοπή χρησιμοποιείται συχνά «ως παράδειγμα του “μυστικισμού” ή της “εσωτερικότητας” του Ιησού, . . . η θεωρία σύμφωνα με την οποία η βασιλεία του Θεού είναι μια εσωτερική κατάσταση της διάνοιας ή της προσωπικής σωτηρίας έρχεται σε αντίθεση με τα συμφραζόμενα αυτού του εδαφίου, καθώς και με όλη την παρουσίαση αυτής της ιδέας στην ΚΔ». Εφόσον η λέξη βασιλεία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου μπορεί να αναφέρεται στο «βασιλικό αξίωμα», προφανώς ο Ιησούς εννοούσε ότι εκείνος, ως ο βασιλικός εκπρόσωπος του Θεού, αυτός που είχε χριστεί από τον Θεό για τη βασιλεία, ήταν ανάμεσά τους. Όχι μόνο ήταν παρών με αυτή την ιδιότητα αλλά είχε επίσης εξουσιοδοτηθεί να εκτελεί έργα που φανέρωναν τη βασιλική εξουσία του Θεού και να προετοιμάζει υποψηφίους για θέσεις στη διακυβέρνηση της ερχόμενης Βασιλείας του. Με αυτόν τον τρόπο “πλησίαζε” η Βασιλεία. Ήταν καιρός θαυμάσιων ευκαιριών.
Κυβέρνηση με δύναμη και εξουσία. Οι μαθητές του Ιησού κατανοούσαν ότι η Βασιλεία ήταν μια πραγματική κυβέρνηση του Θεού, αν και δεν αντιλαμβάνονταν την έκταση της επικράτειάς της. Ο Ναθαναήλ είπε στον Ιησού: «Ραββί, εσύ είσαι ο Γιος του Θεού, εσύ είσαι Βασιλιάς του Ισραήλ». (Ιωα 1:49) Οι μαθητές γνώριζαν τα όσα είχαν προλεχθεί σχετικά με τους “αγίους” στην προφητεία του Δανιήλ. (Δα 7:18, 27) Ο Ιησούς υποσχέθηκε ευθέως στους αποστολικούς ακολούθους του ότι θα κάθονταν σε «θρόνους». (Ματ 19:28) Ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης επιζήτησαν συγκεκριμένες προνομιακές θέσεις στη Μεσσιανική κυβέρνηση, και ο Ιησούς παραδέχτηκε ότι θα υπήρχαν τέτοιες θέσεις, αλλά δήλωσε ότι η χορήγησή τους εξαρτόταν από τον Πατέρα του, τον Υπέρτατο Κυρίαρχο. (Ματ 20:20-23· Μαρ 10:35-40) Άρα, ενώ οι μαθητές του περιόριζαν λανθασμένα τη Μεσσιανική βασιλική διακυβέρνηση στη γη και ειδικά στον σαρκικό Ισραήλ—έχοντας αυτή την άποψη ακόμη και την ημέρα της ανάληψης του αναστημένου Ιησού (Πρ 1:6)—κατανοούσαν σωστά ότι επρόκειτο για μια κυβερνητική διευθέτηση.—Παράβαλε Ματ 21:5· Μαρ 11:7-10.
Η βασιλική δύναμη του Ιεχωβά όσον αφορά την επίγεια δημιουργία του έγινε ορατά φανερή από τον βασιλικό του Εκπρόσωπο με πολλούς τρόπους. Μέσω του πνεύματος, δηλαδή της ενεργού δύναμης, του Θεού, ο Γιος άσκησε έλεγχο πάνω στον άνεμο και στη θάλασσα, στη βλάστηση, στα ψάρια, ακόμη και στα οργανικά στοιχεία της τροφής, κάνοντας την τροφή να πολλαπλασιαστεί. Αυτά τα δυναμικά έργα έκαναν τους μαθητές του να αναπτύξουν βαθύ σεβασμό για την εξουσία που είχε. (Ματ 14:23-33· Μαρ 4:36-41· 11:12-14, 20-23· Λου 5:4-11· Ιωα 6:5-15) Ακόμη πιο βαθιά εντύπωση προκάλεσε ο τρόπος με τον οποίο άσκησε τη δύναμη του Θεού στα ανθρώπινα σώματα, θεραπεύοντας διάφορες παθήσεις, από τύφλωση μέχρι λέπρα, και επαναφέροντας νεκρούς στη ζωή. (Ματ 9:35· 20:30-34· Λου 5:12, 13· 7:11-17· Ιωα 11:39-47) Τους θεραπευμένους λεπρούς τούς έστελνε να παρουσιαστούν στο θεϊκά εξουσιοδοτημένο, αλλά σε γενικές γραμμές άπιστο, ιερατείο, ως «μαρτυρία σε αυτούς». (Λου 5:14· 17:14) Τέλος, κατέδειξε τη δύναμη που είχε ο Θεός να καταβάλλει τα υπερανθρώπινα πνεύματα. Οι δαίμονες αναγνώριζαν την εξουσία με την οποία ήταν περιβεβλημένος ο Ιησούς και, προκειμένου να διακινδυνεύσουν μια καθοριστική δοκιμή της δύναμης που τον στήριζε, συμμορφώνονταν με τις διαταγές που τους έδινε να ελευθερώσουν τα άτομα που κατείχαν. (Ματ 8:28-32· 9:32, 33· παράβαλε Ιακ 2:19.) Εφόσον αυτή η δυναμική εκβολή των δαιμόνων γινόταν μέσω του πνεύματος του Θεού, αυτό σήμαινε ότι η Βασιλεία του Θεού είχε πράγματι «καταφθάσει» τους ακροατές του.—Ματ 12:25-29· παράβαλε Λου 9:42, 43.
Όλα αυτά ήταν αδιάσειστες αποδείξεις για το ότι ο Ιησούς είχε βασιλική εξουσία και για το ότι η εξουσία αυτή δεν προερχόταν από κάποια επίγεια, ανθρώπινη, πολιτική πηγή. (Παράβαλε Ιωα 18:36· Ησ 9:6, 7.) Οι αγγελιοφόροι του φυλακισμένου Ιωάννη του Βαφτιστή, όντας μάρτυρες αυτών των δυναμικών έργων, έλαβαν από τον Ιησού την οδηγία να επιστρέψουν στον Ιωάννη και να του αναφέρουν αυτά που είχαν δει και ακούσει, ως επιβεβαίωση του ότι ο Ιησούς ήταν πράγματι «ο Ερχόμενος». (Ματ 11:2-6· Λου 7:18-23· παράβαλε Ιωα 5:36.) Οι μαθητές του Ιησού έβλεπαν και άκουγαν τα στοιχεία που αποδείκνυαν την εξουσία της Βασιλείας, τα οποία είχαν επιθυμήσει να δουν οι προφήτες. (Ματ 13:16, 17) Επιπλέον, ο Ιησούς μπορούσε να παραχωρήσει εξουσία στους μαθητές του ώστε αυτοί να ασκούν παρόμοιες δυνάμεις ως διορισμένοι εκπρόσωποί του, προσδίδοντας έτσι ισχύ και βαρύτητα στη διακήρυξή τους: «Η βασιλεία των ουρανών έχει πλησιάσει».—Ματ 10:1, 7, 8· Λου 4:36· 10:8-12, 17.
Είσοδος στη Βασιλεία. Ο Ιησούς επέστησε την προσοχή στην ειδική περίοδο ευκαιριών που ως εκ τούτου είχε φτάσει. Σχετικά με τον πρόδρομό του, τον Ιωάννη τον Βαφτιστή, ο Ιησούς είπε: «Μεταξύ αυτών που γεννήθηκαν από γυναίκες δεν έχει εγερθεί μεγαλύτερος από τον Ιωάννη τον Βαφτιστή· αλλά ένας μικρότερος στη βασιλεία των ουρανών είναι μεγαλύτερος από αυτόν. Από τις ημέρες δε του Ιωάννη του Βαφτιστή μέχρι τώρα η βασιλεία των ουρανών είναι ο στόχος προς τον οποίο άνθρωποι προχωρούν επίμονα [βιάζεται, Κείμενο], και εκείνοι που προχωρούν επίμονα [βιασταί, Κείμενο] την αρπάζουν. [Παράβαλε AT· ΔΕΛ· ΜΠΚ.] Διότι όλοι, οι Προφήτες και ο Νόμος, προφήτευσαν μέχρι τον Ιωάννη». (Ματ 11:10-13) Έτσι λοιπόν, οι ημέρες της διακονίας του Ιωάννη, οι οποίες σύντομα θα τερματίζονταν με την εκτέλεσή του, σήμαναν το τέλος μιας περιόδου και την αρχή μιας άλλης. Σχετικά με το ρήμα βιάζομαι που χρησιμοποιεί σε αυτό το εδάφιο το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, Το Ερμηνευτικό Λεξικό των Λέξεων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, του Βάιν, λέει: «Το ρήμα υποδηλώνει έντονη προσπάθεια». ([Vine’s Expository Dictionary of Old and New Testament Words] 1981, Τόμ. 3, σ. 208) Αναφορικά με το εδάφιο Ματθαίος 11:12, ο Γερμανός λόγιος Χάινριχ Μάγιερ δηλώνει: «Με αυτά τα λόγια περιγράφεται αυτός ο μεγάλος, ανυποχώρητος αγώνας και ο μόχθος για την απόκτηση της επικείμενης Μεσσιανικής βασιλείας . . . Τόσο έντονο και ενεργό (όχι πια παθητικό και καρτερικό) είναι το ενδιαφέρον για τη βασιλεία. Οι [βιασταί] είναι, λοιπόν, πιστοί [όχι επιτιθέμενοι εχθροί] που αγωνίζονται σκληρά για την απόκτησή της».—Κριτικό και Ερμηνευτικό Εγχειρίδιο του Ευαγγελίου του Ματθαίου (Kritisch exegetisches Handbuch über das Evangelium des Matthäus), του Μάγιερ, 1864, σ. 272, 273.
Επομένως, το να γίνει κάποιος μέλος της Βασιλείας του Θεού δεν θα ήταν εύκολο, σαν να πλησίαζε σε ανοχύρωτη πόλη, η είσοδος στην οποία θα απαιτούσε ελάχιστη ή καθόλου προσπάθεια. Απεναντίας, ο Κυρίαρχος, ο Ιεχωβά Θεός, είχε θέσει φραγμούς για να αποκλείσει τους ανάξιους. (Παράβαλε Ιωα 6:44· 1Κο 6:9-11· Γα 5:19-21· Εφ 5:5.) Εκείνοι που ήθελαν να μπουν έπρεπε να ακολουθήσουν έναν στενό δρόμο, να βρουν τη στενή πύλη, να εξακολουθήσουν να ζητούν, να εξακολουθήσουν να ψάχνουν, να εξακολουθήσουν να χτυπούν, και ο δρόμος θα ανοιγόταν. Θα διαπίστωναν ότι ο δρόμος είναι «στενός» επειδή θέτει περιορισμούς σε εκείνους που τον ακολουθούν ώστε να μην κάνουν πράγματα επιβλαβή για τον εαυτό τους ή για τους άλλους. (Ματ 7:7, 8, 13, 14· παράβαλε 2Πε 1:10, 11.) Ίσως χρειαζόταν να χάσουν μεταφορικά ένα μάτι ή ένα χέρι για να μπορέσουν να μπουν. (Μαρ 9:43-47) Στη Βασιλεία δεν θα ίσχυε το σύστημα της πλουτοκρατίας ώστε να μπορεί κάποιος να αγοράσει την εύνοια του Βασιλιά. Θα ήταν δύσκολο για κάποιον πλούσιο να μπει. (Λου 18:24, 25) Στη Βασιλεία δεν θα ίσχυε το σύστημα της κοσμικής αριστοκρατίας. Οι εξέχουσες θέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους δεν θα είχαν σημασία. (Ματ 23:1, 2, 6-12, 33· Λου 16:14-16) Οι φαινομενικά «πρώτοι», οι οποίοι διέθεταν εντυπωσιακό θρησκευτικό παρελθόν και υπόμνημα, θα ήταν «τελευταίοι», και οι “τελευταίοι θα ήταν οι πρώτοι” που θα λάβαιναν τα εξαιρετικά προνόμια τα οποία συνδέονταν με αυτή τη Βασιλεία. (Ματ 19:30–20:16) Οι εξέχοντες αλλά υποκριτές Φαρισαίοι, οι οποίοι ήταν σίγουροι για την πλεονεκτική τους θέση, θα έβλεπαν αναμορφωμένες πόρνες και εισπράκτορες φόρων να μπαίνουν στη Βασιλεία πριν από αυτούς. (Ματ 21:31, 32· 23:13) Μολονότι θα επικαλούνταν τον Ιησού λέγοντας «Κύριε, Κύριε», όλοι οι υποκριτές που δεν σέβονταν το λόγο και το θέλημα του Θεού όπως αποκαλύφτηκε μέσω του Ιησού θα αποπέμπονταν με τα εξής λόγια: «Ποτέ δεν σας γνώρισα! Φύγετε από εμένα, εργάτες της ανομίας».—Ματ 7:15-23.
Αυτοί που θα έμπαιναν θα ήταν όσοι έθεταν τα υλικά ενδιαφέροντα σε δευτερεύουσα θέση και επιζητούσαν πρώτα τη Βασιλεία και τη δικαιοσύνη του Θεού. (Ματ 6:31-34) Όπως ο χρισμένος Βασιλιάς του Θεού, ο Χριστός Ιησούς, έτσι και αυτοί θα αγαπούσαν τη δικαιοσύνη και θα μισούσαν την πονηρία. (Εβρ 1:8, 9) Άνθρωποι με πνευματικό φρόνημα, ελεήμονες, που είχαν αγνή καρδιά και ήταν ειρηνοποιοί—αν και θα ήταν αντικείμενα μίσους και διωγμού—θα γίνονταν υποψήφια μέλη της Βασιλείας. (Ματ 5:3-10· Λου 6:23) Ο «ζυγός» τον οποίο ο Ιησούς κάλεσε να βάλουν πάνω τους τέτοια άτομα σήμαινε υποταγή στη βασιλική του εξουσία. Επρόκειτο, όμως, για έναν καλό ζυγό με ελαφρύ φορτίο για όσους ήταν “πράοι και ταπεινοί στην καρδιά” σαν τον Βασιλιά. (Ματ 11:28-30· παράβαλε 1Βα 12:12-14· Ιερ 27:1-7.) Αυτό το γεγονός πρέπει να εμψύχωσε τους ακροατές του επειδή τους παρείχε τη διαβεβαίωση ότι η διακυβέρνησή του δεν θα αντανακλούσε καμιά από τις ανεπιθύμητες ιδιότητες πολλών προγενέστερων κυβερνητών—Ισραηλιτών και μη. Τους έδωσε λόγους να πιστεύουν ότι υπό τη διακυβέρνησή του δεν θα υπήρχε βαριά φορολογία, καταναγκαστική δουλεία ή διάφορες μορφές εκμετάλλευσης. (Παράβαλε 1Σα 8:10-18· Δευ 17:15-17, 20· Εφ 5:5.) Σύμφωνα με κάποια μεταγενέστερα λόγια του Ιησού, δεν θα αποδείκνυε μόνο αυτός ως η Κεφαλή της ερχόμενης Βασιλικής κυβέρνησης την ανιδιοτέλειά του μέχρι του σημείου να δώσει τη ζωή του για το λαό του, αλλά και όλοι οι συγκυβερνήτες του θα ήταν επίσης άτομα που θα επιζητούσαν να υπηρετούν παρά να υπηρετούνται.—Ματ 20:25-28· βλέπε ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Τα Έργα και οι Ιδιότητές Του).
Η πρόθυμη υποταγή είναι ζωτική. Ο ίδιος ο Ιησούς έτρεφε βαθύτατο σεβασμό για το Υπέρτατο θέλημα και την εξουσία του Πατέρα του. (Ιωα 5:30· 6:38· Ματ 26:39) Για όσο διάστημα ίσχυε η διαθήκη του Νόμου, οι Ιουδαίοι ακόλουθοί του έπρεπε να ασκούν και να υποστηρίζουν την υπακοή σε αυτήν. Όποιος ακολουθούσε αντίθετη πορεία δεν γινόταν δεκτός στη Βασιλεία του. Αυτός ο σεβασμός και η υπακοή, όμως, έπρεπε να προέρχονται από την καρδιά, να μην είναι απλώς τυπική ή μονόπλευρη τήρηση του Νόμου με έμφαση σε συγκεκριμένες απαιτούμενες πράξεις, αλλά τήρηση των βασικών αρχών που ενυπήρχαν σε αυτόν, όπως ήταν η δικαιοσύνη, το έλεος και η πιστότητα. (Ματ 5:17-20· 23:23, 24) Στο γραμματέα που αναγνώριζε τη μοναδική θέση του Ιεχωβά και αντιλαμβανόταν ότι «το να αγαπάει κανείς αυτόν με όλη του την καρδιά και με όλη του την κατανόηση και με όλη του τη δύναμη, και το να αγαπάει κανείς τον πλησίον του όπως τον εαυτό του, αξίζει πολύ περισσότερο από όλα τα ολοκαυτώματα και τις θυσίες», ο Ιησούς είπε: «Δεν είσαι μακριά από τη βασιλεία του Θεού». (Μαρ 12:28-34) Έτσι λοιπόν, ο Ιησούς έκανε σαφές από κάθε άποψη ότι ο Ιεχωβά Θεός αναζητάει μόνο πρόθυμους υπηκόους, εκείνους που προτιμούν τις δίκαιες οδούς του και επιθυμούν διακαώς να ζήσουν υπό την Κυρίαρχη εξουσία του.
Σχέση διαθήκης. Την τελευταία νύχτα που πέρασε με τους μαθητές του, ο Ιησούς τούς μίλησε για μια «νέα διαθήκη» η οποία θα άρχιζε να ισχύει όσον αφορά τους ακολούθους του ως αποτέλεσμα της λυτρωτικής του θυσίας. (Λου 22:19, 20· παράβαλε 12:32.) Ο ίδιος θα υπηρετούσε ως ο Μεσίτης αυτής της διαθήκης μεταξύ του Ιεχωβά, του Κυρίαρχου, και εκείνων. (1Τι 2:5· Εβρ 12:24) Επιπρόσθετα, ο Ιησούς έκανε μια προσωπική διαθήκη με τους ακολούθους του «για μια βασιλεία», ώστε να συμμετάσχουν και αυτοί στα βασιλικά του προνόμια.—Λου 22:28-30· βλέπε ΔΙΑΘΗΚΗ.
Νίκη επί του κόσμου. Αν και η επακόλουθη σύλληψη του Ιησού, οι δοκιμασίες και η εκτέλεσή του έκαναν να φαίνεται ανίσχυρη η βασιλική του θέση, στην πραγματικότητα αποτέλεσαν δυναμική εκπλήρωση των προφητειών του Θεού και επιτράπηκαν από τον Θεό γι’ αυτόν το λόγο. (Ιωα 19:10, 11· Λου 24:19-27, 44) Με την οσιότητά του και την ακεραιότητα που διακράτησε μέχρι το θάνατό του, ο Ιησούς απέδειξε ότι «ο άρχοντας του κόσμου», ο Αντίδικος του Θεού, ο Σατανάς, δεν είχε «καμιά επιρροή» πάνω του και ότι ο ίδιος είχε όντως «νικήσει τον κόσμο». (Ιωα 14:29-31· 16:33) Επιπρόσθετα, ακόμη και την ώρα που ο Γιος του βρισκόταν κρεμασμένος στο ξύλο, ο Ιεχωβά παρείχε αποδείξεις της ανώτερης δύναμής του: το φως του ήλιου σκοτείνιασε για κάποιο διάστημα, ενώ έγινε επίσης ένας δυνατός σεισμός και σκίστηκε στα δύο η μεγάλη κουρτίνα που υπήρχε μέσα στο ναό. (Ματ 27:51-54· Λου 23:44, 45) Κατόπιν, την τρίτη ημέρα, έδωσε πολύ μεγαλύτερη απόδειξη της Κυριαρχίας του όταν ανέστησε τον Γιο του σε πνευματική ζωή, παρά τις αδύναμες προσπάθειες που κατέβαλαν κάποιοι άνθρωποι για να αποτρέψουν την ανάσταση, τοποθετώντας φρουρούς μπροστά από το σφραγισμένο μνήμα του Ιησού.—Ματ 28:1-7.
“Η Βασιλεία του Γιου της Αγάπης Του”. Δέκα ημέρες μετά την ανάληψη του Ιησού στον ουρανό, την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ., οι μαθητές του έλαβαν την απόδειξη του ότι εκείνος είχε “εξυψωθεί στα δεξιά του Θεού” όταν ο Ιησούς εξέχυσε άγιο πνεύμα πάνω τους. (Πρ 1:8, 9· 2:1-4, 29-33) Με αυτόν τον τρόπο, άρχισε να ισχύει η “νέα διαθήκη” όσον αφορά εκείνους, και αυτοί έγιναν ο πυρήνας ενός νέου “αγίου έθνους”, του πνευματικού Ισραήλ.—Εβρ 12:22-24· 1Πε 2:9, 10· Γα 6:16.
Ο Χριστός καθόταν πλέον στα δεξιά του Πατέρα του και ήταν η Κεφαλή αυτής της εκκλησίας. (Εφ 5:23· Εβρ 1:3· Φλπ 2:9-11) Οι Γραφές δείχνουν ότι, από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και έπειτα, εγκαθιδρύθηκε επί των μαθητών του μια πνευματική βασιλεία. Όταν έγραψε στους Χριστιανούς του πρώτου αιώνα στις Κολοσσές, ο απόστολος Παύλος ανέφερε ότι ο Ιησούς Χριστός είχε ήδη μια βασιλεία: «[Ο Θεός] μάς ελευθέρωσε από την εξουσία του σκοταδιού και μας μετέφερε στη βασιλεία του Γιου της αγάπης του».—Κολ 1:13· παράβαλε Πρ 17:6, 7.
Η βασιλεία του Χριστού από την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και έπειτα είναι μια πνευματική βασιλεία που κυβερνάει τον πνευματικό Ισραήλ, τους Χριστιανούς που έχουν γεννηθεί από το πνεύμα του Θεού και έχουν γίνει τα πνευματικά παιδιά του Θεού. (Ιωα 3:3, 5, 6) Όταν αυτοί οι γεννημένοι από το πνεύμα Χριστιανοί λάβουν την ουράνια αμοιβή τους, δεν θα είναι πια επίγειοι υπήκοοι της πνευματικής βασιλείας του Χριστού, αλλά βασιλιάδες με τον Χριστό στον ουρανό.—Απ 5:9, 10.
“Η Βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού Του”. Ο απόστολος Ιωάννης, γράφοντας προς το τέλος του πρώτου αιώνα Κ.Χ., προείδε μέσω θεϊκής αποκάλυψης το μελλοντικό καιρό κατά τον οποίο ο Ιεχωβά Θεός, μέσω του Γιου του, θα έφερνε σε ύπαρξη μια νέα έκφραση της θεϊκής διακυβέρνησης. Όπως είχε συμβεί όταν ο Δαβίδ ανέβασε την Κιβωτό στην Ιερουσαλήμ, έτσι και εκείνον τον καιρό θα λεγόταν ότι ο Ιεχωβά “πήρε τη μεγάλη του δύναμη και άρχισε να βασιλεύει”. Αυτός θα ήταν ο καιρός κατά τον οποίο δυνατές φωνές στον ουρανό θα διακήρυτταν: «Η βασιλεία του κόσμου έγινε βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του, και αυτός θα βασιλέψει στους αιώνες των αιώνων».—Απ 11:15, 17· 1Χρ 16:1, 31.
“Ο Κύριός μας”, ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά, είναι αυτός που επιβάλλει την εξουσία του στη «βασιλεία του κόσμου», εγκαθιδρύοντας μια νέα έκφραση της κυριαρχίας του ως προς τη γη μας. Δίνει στον Γιο του, τον Ιησού Χριστό, δευτερεύουσα συμμετοχή σε αυτή τη Βασιλεία, η οποία ως αποτέλεσμα αποκαλείται «βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του». Αυτή η Βασιλεία είναι σπουδαιότερων αναλογιών και μεγαλύτερων διαστάσεων από τη «βασιλεία του Γιου της αγάπης του», που αναφέρεται στο εδάφιο Κολοσσαείς 1:13. Η «βασιλεία του Γιου της αγάπης του» άρχισε την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. και κυβερνάει τους χρισμένους μαθητές του Χριστού, ενώ η «βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του» έρχεται σε ύπαρξη στο τέλος των “προσδιορισμένων καιρών των εθνών” και κυβερνάει όλους τους ανθρώπους στη γη.—Λου 21:24.
Μόλις αρχίζει η συμμετοχή του στη «βασιλεία του κόσμου», ο Ιησούς Χριστός παίρνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξαλείψει την εναντίωση στην κυριαρχία του Θεού. Η πρώτη ενέργεια συντελείται στην ουράνια επικράτεια, όπου ο Σατανάς και οι δαίμονές του ηττώνται και ρίχνονται στην επίγεια επικράτεια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξής διακήρυξη: «Τώρα πραγματοποιήθηκε η σωτηρία και η δύναμη και η βασιλεία του Θεού μας και η εξουσία του Χριστού του». (Απ 12:1-10) Στο σύντομο χρονικό διάστημα που του απομένει, αυτός ο κυριότερος Αντίδικος, ο Σατανάς, συνεχίζει να εκπληρώνει την προφητεία του εδαφίου Γένεση 3:15, πολεμώντας ενάντια στους «υπόλοιπους από το σπέρμα» της γυναίκας, «τους αγίους» που πρόκειται να κυβερνήσουν με τον Χριστό. (Απ 12:13-17· παράβαλε Απ 13:4-7· Δα 7:21-27.) Παρ’ όλα αυτά, τα «δίκαια διατάγματα» του Ιεχωβά φανερώνονται, και οι εκφράσεις της κρίσης του επέρχονται ως πληγές στους εναντιουμένους του, με αποτέλεσμα την καταστροφή της μυστηριακής Βαβυλώνας της Μεγάλης, του κυριότερου επίγειου διώκτη των υπηρετών του Θεού.—Απ 15:4· 16:1–19:6.
Κατόπιν, η «βασιλεία του Κυρίου μας και του Χριστού του» αποστέλλει τα ουράνια στρατεύματά της ενάντια στους άρχοντες όλων των επίγειων βασιλείων και των στρατευμάτων τους στη μάχη του Αρμαγεδδώνα, εξολοθρεύοντάς τους. (Απ 16:14-16· 19:11-21) Αυτό αποτελεί την απάντηση στην προσευχή που απευθύνεται στον Θεό: «Ας έρθει η βασιλεία σου. Ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό, έτσι και πάνω στη γη». (Ματ 6:10) Στη συνέχεια, ο Σατανάς ρίχνεται στην άβυσσο και αρχίζει μια χιλιετής περίοδος στη διάρκεια της οποίας ο Χριστός Ιησούς και οι σύντροφοί του κυβερνούν ως βασιλιάδες και ιερείς τους κατοίκους της γης.—Απ 20:1, 6.
Ο Χριστός “παραδίδει τη βασιλεία”. Ο απόστολος Παύλος επίσης περιγράφει τη διακυβέρνηση του Χριστού στη διάρκεια της παρουσίας του. Αφού ο Χριστός ανασταίνει τους ακολούθους του από το θάνατο, “εκμηδενίζει κάθε κυβέρνηση και κάθε εξουσία και δύναμη” (αυτό αναφέρεται λογικά σε κάθε κυβέρνηση, εξουσία και δύναμη που εναντιώνεται στο υπέρτατο θέλημα του Θεού). Κατόπιν, στο τέλος της Χιλιετούς Βασιλείας του, “παραδίδει τη βασιλεία στον Θεό και Πατέρα του”, υποτασσόμενος σε «Εκείνον που υπέταξε τα πάντα σε αυτόν, ώστε να είναι ο Θεός τα πάντα για όλους».—1Κο 15:21-28.
Εφόσον ο Χριστός “παραδίδει τη βασιλεία στον Θεό και Πατέρα του”, με ποια έννοια είναι «αιώνια» η Βασιλεία του, όπως αναφέρεται επανειλημμένα στις Γραφές; (2Πε 1:11· Ησ 9:7· Δα 7:14· Λου 1:33· Απ 11:15) Η Βασιλεία του «ποτέ δεν θα καταστραφεί» και τα επιτεύγματά της θα διαρκέσουν για πάντα. Θα του αποδίδεται αιωνίως τιμή για το ρόλο του ως Μεσσιανικού Βασιλιά.—Δα 2:44.
Στη διάρκεια της Χιλιετούς Βασιλείας, η διακυβέρνηση του Χριστού όσον αφορά τη γη θα περιλαμβάνει ιερατική δράση προς την υπάκουη ανθρωπότητα. (Απ 5:9, 10· 20:6· 21:1-3) Με αυτό το μέσο τερματίζεται η εξουσία που ασκούσαν ως βασιλιάδες η αμαρτία και ο θάνατος πάνω στην υπάκουη ανθρωπότητα, η οποία ήταν υποταγμένη στο «νόμο» τους. Η παρ’ αξία καλοσύνη και η δικαιοσύνη παίζουν σημαντικότατο ρόλο για να προκύψει αυτό το αποτέλεσμα. (Ρω 5:14, 17, 21) Εφόσον η αμαρτία και ο θάνατος αφαιρούνται ολοκληρωτικά από τους κατοίκους της γης, εκλείπει και η ανάγκη να ενεργεί ο Ιησούς ως “βοηθός που είναι μαζί με τον Πατέρα”, παρέχοντας εξιλασμό για τις αμαρτίες των ατελών ανθρώπων. (1Ιω 2:1, 2) Αυτό επαναφέρει την ανθρωπότητα στην αρχική κατάσταση που απολάμβανε ο τέλειος άνθρωπος Αδάμ στην Εδέμ. Όσο ο Αδάμ ήταν τέλειος, δεν χρειαζόταν κανέναν μεσολαβητή ανάμεσα στον ίδιο και στον Θεό, ο οποίος να παρέχει εξιλασμό. Ανάλογα, όταν τερματιστεί η Χιλιετής Διακυβέρνηση του Ιησού, οι κάτοικοι της γης θα είναι σε θέση αλλά θα έχουν και την ευθύνη να δίνουν λογαριασμό για την πορεία ενέργειάς τους ενώπιον του Ιεχωβά Θεού ως του Υπέρτατου Κριτή, χωρίς να προσφεύγουν σε κάποιον νομικό μεσάζοντα ή βοηθό. Ο Ιεχωβά, η Κυρίαρχη Δύναμη, γίνεται έτσι «τα πάντα για όλους». Αυτό σημαίνει ότι ο σκοπός του Θεού να «ξανασυγκεντρώσει όλα τα πράγματα στον Χριστό, τα πράγματα που είναι στους ουρανούς και τα πράγματα που είναι στη γη», θα έχει πραγματοποιηθεί πλήρως.—1Κο 15:28· Εφ 1:9, 10.
Η Χιλιετής Διακυβέρνηση του Ιησού θα έχει εκπληρώσει το σκοπό της στο πλήρες. Η γη, η οποία υπήρξε κάποτε εστία στασιασμού, θα έχει αποκτήσει και πάλι πλήρη, άσπιλη και αδιαμφισβήτητη θέση στο βασίλειο, δηλαδή στην επικράτεια, του Παγκόσμιου Κυρίαρχου. Καμιά επικουρική βασιλεία δεν θα παραμείνει ανάμεσα στον Ιεχωβά και στην υπάκουη ανθρωπότητα.
Αμέσως μετά, όμως, λαβαίνει χώρα μια τελική δοκιμή της ακεραιότητας και της αφοσίωσης όλων αυτών των επίγειων υπηκόων. Ο Σατανάς απελευθερώνεται από τα δεσμά του στην άβυσσο. Όσοι υποκύπτουν στην παραπλάνησή του το κάνουν αυτό αναφορικά με το ίδιο ζήτημα που εγέρθηκε στην Εδέμ: το κατά πόσον είναι δικαιωματική η κυριαρχία του Θεού. Αυτό φαίνεται από το ότι επιτίθενται “στο
-
-
Προέλευση των ΕθνώνΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
ΟΛΟ το ανθρώπινο γένος κατάγεται από το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι, τον Αδάμ και την Εύα. (Γε 1:28· 3:20· 5:1, 2) Μετά τον Κατακλυσμό, ο καινούριος πληθυσμός της γης, περιλαμβανομένων όλων των φυλών και των εθνοτήτων που υπάρχουν στη γη σήμερα, προήλθε από τον Νώε μέσω των τριών γιων του και των συζύγων τους οι οποίοι επέζησαν από τον παγγήινο Κατακλυσμό. Ως εκ τούτου, το υπόμνημα της Γένεσης, αφού απαριθμεί 70 απογόνους των γιων του Νώε, αναφέρει: «Από αυτές [τις οικογένειες] εξαπλώθηκαν τα έθνη στη γη».—Γε 10:32.
[Πίνακας στη σελίδα 329]
Πίνακας των 70 Οικογενειών Μετά τον Κατακλυσμό
(Με τους απογόνους τους ή τις περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν)
ΝΩΕ
ΙΑΦΕΘ
Κλάδος Άριων Γλωσσών: Ινδοευρωπαϊκές (14 οικογένειες)
ΓΟΜΕΡ Κιμμέριοι, Β της Μαύρης Θάλασσας
ΑΣΚΕΝΑΖ ΝΑ της Μαύρης Θάλασσας
ΡΙΦΑΘ Παφλαγόνες
ΘΟΓΑΡΜΑ Αρμένιοι
ΜΑΓΩΓ
ΜΑΔΑΪ Μήδοι, Ν της Κασπίας Θάλασσας
ΙΑΥΑΝ Ίωνες, Έλληνες της ΝΑ Ευρώπης
ΕΛΙΣΑ Ελλάδα και γειτονικές περιοχές
ΘΑΡΣΕΙΣ Προϊσπανικά φύλα στη ΝΔ Ευρώπη
ΚΙΤΤΙΜ Κύπρος
ΔΟΔΑΝΙΜ (ΡΟΔΑΝΙΜ) Ρόδος και άλλα Νησιά του Αιγαίου
ΘΟΥΒΑΛ Τιβαρηνοί στη Μικρά Ασία
ΜΕΣΕΧ Φρύγες της Μικράς Ασίας
ΘΙΡΑΣ Τυρρηνοί, στα Νησιά και στις παράκτιες περιοχές του Αιγαίου Πελάγους
ΧΑΜ
Κλάδος Χαμιτικών Γλωσσών: Αφροασιατικές (30 οικογένειες)
ΧΟΥΣ Αιθίοπες στην Α Αφρική και στην Αραβία
ΣΗΒΑ Στην Α Αφρική
ΑΒΙΛΑ Στη ΝΔ Αραβία
ΣΑΒΘΑ Στη Ν Αραβία
ΡΑΑΜΑ Στη ΝΔ Αραβία
ΣΕΒΑ Στη ΝΔ Αραβία
ΔΑΙΔΑΝ Στην Αραβία
ΣΑΒΘΕΚΑ Στη Ν Αραβία ή στην Αιθιοπία
ΜΙΣΡΑΪΜ Αιγύπτιοι
ΛΟΥΔΙΜ Στη Β Αφρική
ΑΝΑΜΙΜ Στην Αίγυπτο
ΛΕΑΒΙΜ Λίβυοι
ΝΑΦΘΟΥΧΙΜ Στη Β Αίγυπτο
ΠΑΘΡΟΥΣΙΜ Στην Άνω Αίγυπτο
ΧΑΣΛΟΥΧΙΜ
ΦΙΛΙΣΤΑΙΟΙ Παράκτια Πεδιάδα της Παλαιστίνης
ΚΑΦΘΟΡΙΜ Κρητικοί
ΦΟΥΘ Στη Β Αφρική
ΧΑΝΑΑΝ Δ του Ιορδάνη Ποταμού
ΣΙΔΩΝ Σιδώνιοι (Φοίνικες)
ΧΕΤ Χετταίοι
ΙΕΒΟΥΣΑΙΟΙ Γύρω από την αρχαία Ιερουσαλήμ
ΑΜΟΡΡΑΙΟΙ Στην Παλαιστίνη
ΓΕΡΓΕΣΑΙΟΙ Δ του Ιορδάνη Ποταμού
ΕΥΑΙΟΙ Κεντρική Παλαιστίνη
ΑΡΚΙΤΕΣ Δ της οροσειράς του Λιβάνου
ΣΙΝΙΤΕΣ
ΑΡΒΑΔΙΤΕΣ Νησί στα ανοιχτά των Συριακών Ακτών
ΖΕΜΑΡΙΤΕΣ Β Φοινικική Ακτή
ΑΙΜΑΘΙΤΕΣ Β της Παλαιστίνης
ΣΗΜ
Κλάδος Σημιτικών Γλωσσών: Ασιατικές (26 οικογένειες)
ΕΛΑΜ ΝΑ της Μεσοποταμίας
ΑΣΣΟΥΡ Ασσύριοι
ΑΡΦΑΞΑΔ
ΣΗΛΑ
ΕΒΕΡ Στην Αραβία και στη Μεσοποταμία
ΦΑΛΕΚ
ΙΟΚΤΑΝ Άραβες
ΑΛΜΩΔΑΔ
ΣΑΛΕΦ
ΑΣΑΡΜΑΒΕΘ
ΙΑΡΑΧ
ΧΑΔΩΡΑΜ
ΟΥΖΑΛ
ΔΙΚΛΑ
ΟΒΑΛ
ΑΒΙΜΑΗΛ
ΣΕΒΑ
ΟΦΕΙΡ
ΑΒΙΛΑ
ΙΩΒΑΒ
ΛΟΥΔ Λυδοί στη Μικρά Ασία
ΑΡΑΜ Αραμαίοι, Σύριοι
ΟΥΖ
ΟΥΛ Αρμενία ή γειτονικές περιοχές
ΓΕΘΕΡ
ΜΑΣ Συροαραβική Έρημος ή Β Μεσοποταμία
[Χάρτης στη σελίδα 329]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΙΑΦΕΘ
ΣΗΜ
ΧΑΜ
ΕΥΡΩΠΗ
ΑΣΙΑ
ΑΦΡΙΚΗ
ΑΡΑΒΙΑ
Μαύρη Θάλασσα
Κασπία Θάλασσα
Ερυθρά Θάλασσα
Μεγάλη Θάλασσα
Περσικός Κόλπος
-